Professional Documents
Culture Documents
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 - 15.06.10
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 - 15.06.10
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 - 15.06.10
Πίνακας 4.2-1: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Κοζάνης (1955-1977) (1/2)....................... 4-4
Πίνακας 4.2-2: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Κοζάνης (1955-1997) (2/2)....................... 4-5
Πίνακας 4.2-3: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (1975-1997) (1/2) ................ 4-6
Πίνακας 4.2-4: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (1975-1997) (2/2) ................ 4-7
Πίνακας 4.2-5: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Πτολεµαΐδας ∆ΕΗ (03/2006-02/2009)..... 4-8
Πίνακας 4.2-6: Συγκεντρώσεις Βαρέων Μέταλλων στο Ν. Κοζάνης.......................................... 4-33
Πίνακας 4.2-7: Αποτελέσµατα αναλύσεων δειγµάτων εδάφους στον οπωρώνα του ΛΚ∆Μ (Ιούλιος
2006 – Ιούνιος 2007)..................................................................................................................... 4-39
Πίνακας 4.2-8: Αποτελέσµατα αναλύσεων δειγµάτων εδάφους στον οπωρώνα του ΛΚ∆Μ (Ιούλιος
2006 – Ιούνιος 2007)..................................................................................................................... 4-40
Πίνακας 4.2-9: Συγκεντρώσεις Εκχυλισίµων Βαρέων Μετάλλων ∆ΕΗ Α.Ε. Λ.Κ.∆.Μ., 2010 4-
45
Πίνακας 4.3-4: Υφιστάµενες χρήσεις γης στην περιοχή ιδιοκτησίας της ∆ΕΗ Α.Ε................... 4-195
Πίνακας 4.3-5: Χρήσεις γης Νοµού Κοζάνης (Πηγή: ΕΣΥΕ, 2001) .......................................... 4-197
Πίνακας 4.3-6: Εκµεταλλεύσεις και εκτάσεις αυτών κατά είδος καλλιέργειας (Πηγή: ΕΣΥΕ, 1999-
2000), .......................................................................................................................................... 4-199
Πίνακας 4.3-7: Εκµεταλλεύσεις και αριθµός ζώων κατά κατηγορία (Πηγή: Απογραφή γεωργία –
κτηνοτροφίας έτους 1999/2000) ................................................................................................. 4-201
Πίνακας 4.3-8: Κηρυγµένοι Αρχαιολογικοί χώροι ευρύτερης περιοχής µελέτης ....................... 4-211
Πίνακας 4.3-9: Πίνακας χρηµατοδοτήσεων της ∆ΕΗ Α.Ε. για το Λ.Κ.∆.Μ. προς τις Εφορείες
Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων ............................................................................... 4-213
Σχήµα 4.2-19: Συγκριτικό διάγραµµα αποδόσεων σιτηρών, µεταξύ αποθέσεων Λ.Κ.∆.Μ. και
όµορων µε αυτές περιοχών (ΚΑΡΥΟΧΩΡΙ - ΠΤΕΛΕΩΝΑ)........................................................ 4-35
Σχήµα 4.2-20: Περιοχές δειγµατοληψίας εδαφικών δειγµάτων από επιφάνειες αποθέσεων αγόνων
....................................................................................................................................................... 4-42
Σχήµα 4.2-21: Σχηµατικό ∆ιάγραµµα αποστράγγισης Ορυχείων (πηγή: ∆ΕΗ Α.Ε., ∆ΜΑΟΡ/ΤΥΜ)
....................................................................................................................................................... 4-55
Σχήµα 4.2-22: Όρια υδροφορέα υπερκειµένων (πηγή: ∆ΕΗ Α.Ε., 2005)14 .................................. 4-56
Σχήµα 4.2-23: Πιεζοµετρικός χάρτης του υδροφορέα των υπερκειµένων και των υποκείµενων. 4-58
Σχήµα 4.2-24: Όρια υδροφορέα υποκειµένων .............................................................................. 4-61
Σχήµα 4.2-25: Ισοπιεζοµετρικές καµπύλες υδροφορέα υπερκειµένων στην περιοχή Νοτίου Πεδίου
τα έτη 1980 και 2008..................................................................................................................... 4-74
Σχήµα 4.2-26: Υδατικό ∆ιαµέρισµα ∆υτικής Μακεδονίας (09). Η περιοχή µελέτης βρίσκεται εντός
του κύκλου. (Πηγή: ΥΒΕΤ-∆ιεύθυνση Υδατικού ∆υναµικού και Φυσικών Πόρων)................... 4-76
Σχήµα 4.2-27: Λεκάνη απορροής ρέµατος Σουλού και υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής µελέτης 4-
77
Σχήµα 4.2-28: Υπολεκάνες Λ1, Λ2 και Λ3 και τελική λεκάνη απορροής του ρέµατος Σουλού .... 4-79
Σχήµα 4.2-29: Περιοχή αποστραγγιστικού δικτύου στην τελική λεκάνη απορροής του ρέµατος
Σουλού........................................................................................................................................... 4-82
Σχήµα 4.2-30: Ψηφιακό Μοντέλο Εδάφους λεκάνης απορροής Ορυχείων Πτολεµαΐδας ............ 4-83
Σχήµα 4.2-31: Χάρτης υδατορεµάτων που οριοθετήθηκαν µε την την υπ’ αρ. πρωτ.
3722(σχετ.3537)/01.12.2005 Απόφαση της ∆/νσης ∆ηµοσίων Έργων της Περιφέρειας ∆υτικής
Μακεδονίας (µε πράσινο χρώµα φαίνεται η περιοχή οριοθέτησης) ............................................. 4-84
Σχήµα 4.2-32: Ζώνη οριοθέτησης υδατορεµάτων που εισρέουν στα Ορυχεία Πτολεµαΐδας
σύµφωνα µε το προτεινόµενο Έργο.............................................................................................. 4-86
Σχήµα 4.2-33: Λεκάνη Λ2 υδατορέµατος R2 ............................................................................... 4-87
Σχήµα 4.2-34: Υδρολογικές λεκάνες υδατορεµάτων (µε κόκκινο διακρίνονται οι υδροκρίτες των
λεκανών και µε µπλε τα υδατορέµατα)......................................................................................... 4-90
Σχήµα 4.2-35: Ενδεικτική διατοµή ρέµατος R2............................................................................ 4-91
Σχήµα 4.2-36: Προφίλ ροής ρέµατος R2 ...................................................................................... 4-91
Σχήµα 4.2-37: Υδρογράφηµα πληµµύρας της τελικής λεκάνης του ρέµατος Σουλού, για Τ=50 έτη,
σύµφωνα µε τη µέθοδο της SCS (µπλε χρώµα). Τα επιµέρους ΜΥΓ–1h, R1 έως R8, από τη
σύνθεση των οποίων προέκυψε το υδρογράφηµα πληµµύρας, διακρίνονται µε κόκκινο χρώµα . 4-95
Σχήµα 4.2-38: Σχηµατικό διάγραµµα ισοζυγίου λεκάνης Ορυχείων Πτολεµαΐδας .................... 4-113
Σχήµα 4.2-39: Αποκατεστηµένη περιοχή στα Ορυχεία Πτολεµαΐδας ........................................ 4-127
Σχήµα 4.2-40: Όψη των ορυχείων Πτολεµαΐδας από τον οικισµό της Ποντοκώµης.................. 4-127
Σχήµα 4.2-41: Κατανοµή των ανθρωπογενών πηγών ατµοσφαιρικής ρύπανσης και οι κυριότεροι
αέριοι ρύποι που εκπέµπονται από ανθρωπογενείς πηγές στην ατµόσφαιρα (∆. Μελάς, ΑΠΘ, 2002
..................................................................................................................................................... 4-134
Σχήµα 4.2-42: Ατµοσφαιρικές διεργασίες που επηρεάζουν τη διασπορά των ρύπων ................ 4-135
Σχήµα 4.2-43: ∆ίκτυα µέτρησης ποιότητας ατµόσφαιρας στην ευρύτερη περιοχή των Σταθµών
Παραγωγής του ενεργειακού κέντρου της ∆ΕΗ Α.Ε. στη ∆υτική Μακεδονία – Βόρειο Σύστηµα
(Πηγή: ∆ΕΗ Α.Ε.) ....................................................................................................................... 4-142
Σχήµα 4.2-44: Απεικόνιση του συστήµατος τηλεµετάδοσης του δικτύου των σταθµών µέτρησης
ποιότητας της ατµόσφαιρας του Βορείου Συστήµατος............................................................... 4-143
Σχήµα 4.2-45: Συσχέτιση ολικών αιωρούµενων (TSP) και εισπνεύσιµων (PM10) σωµατιδίων στο
σταθµό Ποντοκώµη για τα έτη 2005 και 2006............................................................................ 4-148
Σχήµα 4.2-46: Συσχέτιση ολικών αιωρούµενων (TSP) και εισπνεύσιµων (PM10) σωµατιδίων στο
σταθµό Οικισµού ∆ΕΗ για τα έτη 2005 και 2006....................................................................... 4-149
Σχήµα 4.2-47: Συσχέτιση ολικών αιωρούµενων (TSP) και εισπνεύσιµων (PM10) σωµατιδίων στο
σταθµό στο Πεντάβρυσσο για τα έτη 2005 και 2006.................................................................. 4-149
Σχήµα 4.2-48: Συσχέτιση ολικών αιωρούµενων (TSP) και εισπνεύσιµων (PM10) σωµατιδίων στο
σταθµό της Κοιλάδας για τα έτη 2005 και 2006........................................................................ 4-149
Σχήµα 4.2-49: Τυπικά παραδείγµατα ακουστικής στάθµης θορύβου σε dB(A)......................... 4-156
Σχήµα 4.2-50: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Μαυροπηγή .................................................... 4-160
Σχήµα 4.2-51: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Ποντοκώµη ................................................... 4-160
Σχήµα 4.2-52: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Αγ. Χριστόφορος .......................................... 4-161
Σχήµα 4.2-53: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Καρυοχώρι .................................................... 4-161
Σχήµα 4.2-54: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Σπηλιά........................................................... 4-162
Σχήµα 4.2-55: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Πτελεώνας..................................................... 4-162
Σχήµα 4.2-56: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Ακρινή........................................................... 4-163
Σχήµα 4.2-57: ∆ιάγραµµα µέγιστης ταχύτητας σωµατιδίων – ανηγµένης απόστασης............... 4-166
Σχήµα 4.3-1: Χάρτης ∆ήµων Νοµού Κοζάνης σύµφωνα µε το Πρόγραµµα Ιωάννη Καποδίστρια
(Πηγή: ΥΠ.ΕΣ.)........................................................................................................................... 4-172
Σχήµα 4.3-2: Μεταβολή πληθυσµού 1971-2001 του Ν. Κοζάνης (Πηγή: ΕΣΥΕ) ..................... 4-174
Σχήµα 4.3-3: Μεταβολή πληθυσµού 1991-2001 ανά νέο ∆ήµο για την Περιφέρεια της ∆υτικής
Μακεδονίας (Πηγή: ΠΠΧΣΑΑ Περιφέρειας ∆υτικής Μακεδονίας, ∆/νση Χωροταξίας, ΥΠΕΚΑ,
2003) ........................................................................................................................................... 4-176
Σχήµα 4.3-4: Πληθυσµιακή πυραµίδα Νοµού Κοζάνης (Πηγή: ΕΣΥΕ)..................................... 4-177
Σχήµα 4.3-5:Επίπεδο εκπαίδευσης Νοµού Κοζάνης (Πηγή: ΕΣΥΕ) .......................................... 4-178
Σχήµα 4.3-6: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού Ν. Κοζάνης ανά κλάδο
δραστηριότητας για τις απογραφές 1991 και 2001 (Πηγή: ΕΣΥΕ)............................................. 4-180
Σχήµα 4.3-7: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ∆. Κοζάνης ανά κλάδο
δραστηριότητας για την απογραφή του 2001 (Πηγή: ΕΣΥΕ) ..................................................... 4-181
Σχήµα 4.3-8: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ∆. Πτολεµαΐδας ανά κλάδο
δραστηριότητας για την απογραφή του 2001 (Πηγή: ΕΣΥΕ) ..................................................... 4-182
Σχήµα 4.3-9: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ∆. Αγίας Παρασκευής ανά
κλάδο δραστηριότητας για την απογραφή του 2001 (Πηγή: ΕΣΥΕ) .......................................... 4-183
Σχήµα 4.3-10: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ∆. ∆ηµητρίου Υψηλάντη
ανά κλάδο δραστηριότητας για την απογραφή του 2001 (Πηγή: ΕΣΥΕ) ................................... 4-184
Σχήµα 4.3-11: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ∆. Ελλησπόντου ανά κλάδο
δραστηριότητας για την απογραφή του 2001 (Πηγή: ΕΣΥΕ) ..................................................... 4-185
Σχήµα 4.3-12: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ∆υτ. Μακεδονίας ανά κλάδο
δραστηριότητας για την απογραφή του 2001 (Πηγή: ΠΠΧΣΣΑ της Περιφέρεια ∆υτικής
Μακεδονίας, 2003)...................................................................................................................... 4-186
Σχήµα 4.3-13: Απόσπασµα ∆ιαγράµµατος 1 «Εθνικό Πρότυπο Χωροταξικής Οργάνωσης της
Βιοµηχανίας» (Πηγή: Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασµού & Αειφόρου Ανάπτυξης για τη
Βιοµηχανία)................................................................................................................................. 4-190
Σχήµα 4.3-14: Φυσικοί Πόροι Ευρύτερης περιοχής µελέτης (Πηγή: Εθνικό Πληροφοριακό
σύστηµα για την ενέργεια) .......................................................................................................... 4-203
4.1. ΓΕΝΙΚΑ
Όπως προαναφέρθηκε, για τις ανάγκες της παρούσας µελέτης, τόσο η υφιστάµενη κατάσταση
περιβάλλοντος, όσο και οι δυνητικές επιπτώσεις του Έργου καταγράφονται, αναλύονται και
αξιολογούνται κατά περίπτωση, εντός της άµεσης ή/και της ευρύτερης περιοχής µελέτης.
Ειδικότερα, εντός της άµεσης περιοχής αναλύονται οι περιβαλλοντικές παράµετροι που εκτιµάται
ότι µπορούν να επηρεασθούν σε µικρή σχετικά ακτίνα από το εξεταζόµενο έργο δραστηριότητα,
ενώ εντός της ευρύτερης περιοχής εκείνες που µπορούν να επηρεασθούν σε µεγαλύτερη ακτίνα.
4.2.1.1. Κλίµα
Οι πλησιέστεροι µετεωρολογικοί σταθµοί της ΕΜΥ στην περιοχή µελέτης είναι ο µετεωρολογικός
σταθµός (Μ.Σ.) Κοζάνης ο οποίος βρίσκεται σε Γεωγραφικό µήκος 210 50' Ε και Γεωγραφικό
πλάτος 400 17' Ν, καθώς και ο Μ.Σ. Πτολεµαΐδας σε Γεωγραφικό µήκος 210 41' Ε και Γεωγραφικό
πλάτος 400 31' Ν. Ο Μ.Σ. Κοζάνης, ο οποίος βρίσκεται έως και σήµερα σε λειτουργία, διαθέτει
πλήρη επεξεργασµένα και δηµοσιευµένα στοιχεία για την περίοδο 1955 – 1997, ενώ ο σταθµός της
Πτολεµαΐδας, για τα έτη 1975-1997, όπου και σταµάτησε η λειτουργία του. Μεταξύ άλλων, οι
σταθµοί καταγράφουν παραµέτρους όπως θερµοκρασία, βροχοπτώσεις, υγρασία, νέφωση, χιόνι,
χαλάζι, καταιγίδες κ.λπ. Φορέας λειτουργίας των παραπάνω σταθµών είναι η Εθνική
Μετεωρολογική Υπηρεσία (ΕΜΥ), ∆ιεύθυνση Γ’/ Τµήµα Υδρολογίας.
Παράλληλα, στο πλαίσιο εκπόνησης της παρούσης µελέτης αντλήθηκαν στοιχεία από το δίκτυο
των µετεωρολογικών σταθµών της ∆ΕΗ και συγκεκριµένα από τον Μ.Σ. που βρίσκεται
εγκατεστηµένος στην Πτολεµαΐδα (40° 29' 56", 21° 40' 29"), καθώς και από τους σταθµούς
µέτρησης ποιότητας ατµόσφαιρας του δικτύου της ∆ΕΗ στις θέσεις Οικισµός ∆ΕΗ, Κοιλάδα,
Ποντοκώµη και Πεντάβρυσσο, που έχουν τη δυνατότητα καταγραφής βασικών µετεωρολογικών
παραµέτρων. Για τους εν λόγω σταθµούς µάλιστα, υπάρχουν διαθέσιµα πλέον πρόσφατα
µετεωρολογικά στοιχεία όσον αφορά ένταση και διεύθυνση ανέµου (έτη 2006 έως 2009). Παρόλα
αυτά, ως κύρια πηγή άντλησης µετεωρολογικών δεδοµένων λογίζονται οι 2 Μ.Σ του δικτύου της
ΕΜΥ, καθώς τα δεδοµένα τους καλύπτουν µια µεγάλη, συνεχή περίοδο (42 έτη για το Μ.Σ.
Κοζάνης και 22 έτη για το Μ.Σ. Πτολεµαΐδας ). Στο Σχήµα 4.2-1 παρουσιάζονται οι θέσεις των
προαναφερθέντων µετεωρολογικών σταθµών.
Πίνακας 4.2-1: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Κοζάνης (1955-1977) (1/2)
∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΕΜΟΥ
ΜΕΣΗ ΠΙΕΣΗ ΣΤΗΝ
ΜΕΣΗ ΝΕΦΩΣΗ ΣΕ
ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΗΣ
ΜΕΣΗ ΣΧΕΤΙΚΗ
ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΑ
ΥΓΡΑΣΙΑ %
ΘΑΛΑΣΣΑΣ
(m/sec)
ΟΓ∆ΟΑ
ΧΛΣΜ)
ΜΗΝΕΣ ΜΕΣΗ ΤΩΝ ΜΕΣΗ ΤΩΝ
ΜΕΣΗ ΜΕΣΗ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΠΟΛΥΤΩΣ
ΜΕΣΗ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΠΟΛΥΤΩΣ
ΜΕΓΙΣΤΗ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΜΕΓΙΣΤΗ ΕΛΑΧΙΣΤΗ
ΜΕΓΙΣΤΩΝ ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 108,9 1020,4 2,3 6,1 -1,2 19,8 -16,8 14,2 -8,6 74,2 4,7 36,2 Β 2,37
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 93,72 1018,5 3,7 8,0 -0,5 22,1 -14,0 16,1 -7,0 70,1 4,7 30,2 Β 2,26
ΜΑΡΤΙΟΣ 126,03 1016,7 6,9 11,4 1,8 26,0 -11,0 20,1 -4,7 67,5 4,7 39,2 Β 2,01
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 139,91 1013,3 11,6 16,3 5,2 30,2 -5,0 23,1 -0,4 63,0 4,5 43,3 Β 1,95
ΜΑΙΟΣ 149,5 1013,9 16,8 21,7 9,5 34,0 0,2 28,5 3,7 62,0 4,2 56,7 Β 1,80
ΙΟΥΝΙΟΣ 210,56 1013,1 21,5 26,5 13,2 39,4 3,4 33,0 7,9 54,8 3,3 37,1 Β 2,06
ΙΟΥΛΙΟΣ 240,27 1012,7 24,1 29,3 15,7 42,2 5,0 35,8 11,0 49,8 2,5 38,1 Β 2,21
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 261,4 1013,2 23,6 29,2 15,7 39,0 7,0 35,2 11,2 50,4 2,3 30,0 Β 1,95
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 202,73 1016,5 19,3 25,0 12,5 34,8 1,0 31,4 6,8 57,0 2,8 31,7 Β 1,75
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 128,71 1019,3 13,5 18,8 8,1 32,0 -6,0 26,3 1,6 66,7 3,8 52,8 Β 1,70
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 99,82 1019,6 8,0 12,7 3,9 29,0 -8,0 19,5 -3,2 74,7 4,5 60,3 Β 1,59
∆ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 113,65 1019,4 3,9 8,0 0,4 29,0 -13,0 15,4 -6,4 75,7 4,7 52,0 Β 2,06
ΕΤΟΣ 156,26 1016,4 12,9 17,8 7,0 42,2 -16,8 24,9 1,0 63,8 3,9 507,6 1,17
Πίνακας 4.2-2: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Κοζάνης (1955-1997) (2/2)
ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ <
ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ <
ΑΠΟ 6 ΜΠΟΦΟΡ
ΑΠΟ 8 ΜΠΟΦΟΡ
Η = ΑΠΟ 0.0 C
Η = ΑΠΟ 0.0 C
ΧΙΟΝΟΣΚΕΠΕΣ
ΑΝΕΜΟΥ > Η =
ΑΝΕΜΟΥ > Η =
ΝΕΦΩΣΗ (1.6-
ΝΕΦΩΣΗ(6.5-
ΝΕΦΩΣΗ (0-
ο
ΚΑΤΑΙΓΙ∆Α
ΤΑΧΥΤΗΤΑ
ΤΑΧΥΤΗΤΑ
ΕΛΑΧΙΣΤΗ
ΜΕΓΙΣΤΗ
ΟΜΙΧΛΗ
Ε∆ΑΦΟΣ
∆ΡΟΣΟΣ
ΧΑΛΑΖΙ
ΠΑΧΝΗ
ΒΡΟΧΗ
ΜΗΝΕΣ
ΥΕΤΟΣ
ΧΙΟΝΙ
1.5)/8
6.4)/8
8)/8
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 6,3 13,4 11,2 10,8 6,2 5,3 0,1 0,0 3,9 3,8 0,3 2,4 19,5 3,6 1,9 0,1
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 5,7 13,0 9,6 10,0 6,5 4,2 0,1 0,0 3,5 2,4 0,3 1,8 15,3 1,9 1,5 0,1
ΜΑΡΤΙΟΣ 5,5 15,4 10,2 11,2 8,5 3,3 0,4 0,0 1,7 3,0 0,7 1,0 8,7 0,7 0,8 0,0
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 4,3 18,7 7,0 10,4 10,0 0,4 1,4 0,0 0,0 1,0 1,0 0,1 1,4 0,0 0,7 0,0
ΜΑΙΟΣ 4,5 22,2 4,3 11,2 10,9 0,0 5,6 0,1 0,0 0,7 1,5 0,0 0,0 0,0 0,4 0,0
ΙΟΥΝΙΟΣ 7,1 21,6 1,3 7,3 7,2 0,0 6,2 0,2 0,0 0,1 1,4 0,0 0,0 0,0 0,6 0,0
ΙΟΥΛΙΟΣ 12,5 17,8 0,7 5,6 5,3 0,0 5,4 0,0 0,0 0,0 0,9 0,0 0,0 0,0 0,6 0,0
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 14,6 15,5 0,9 5,1 5,0 0,0 4,3 0,1 0,0 0,2 0,5 0,0 0,0 0,0 0,5 0,0
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 12,9 14,3 2,8 6,2 6,1 0,0 2,5 0,0 0,0 0,7 1,5 0,0 0,0 0,0 0,7 0,1
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 9,3 15,4 6,3 8,1 7,8 0,2 1,4 0,0 0,0 1,5 1,9 0,2 0,5 0,0 0,6 0,1
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 6,6 14,2 9,2 10,7 9,7 1,0 0,9 0,0 0,2 4,3 2,3 1,3 5,4 0,2 0,8 0,1
∆ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 6,1 14,3 10,5 11,7 8,0 4,3 0,4 0,0 2,4 4,7 0,4 2,1 14,9 1,8 1,1 0,0
ΕΤΟΣ 95,4 195,8 74,0 108,3 91,2 18,7 28,7 1,4 11,7 22,4 12,7 8,9 65,7 8,2 10,2 0,5
Πίνακας 4.2-3: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (1975-1997) (1/2)
ΜΕΣΗ ΝΕΦΩΣΗ ΣΕ
ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΕΣ ΟC
ΜΕΣΗ ΣΧΕΤΙΚΗ
ΥΨΟΣ ΣΕ ΧΛΣΜ)
ΜΕΣΗ ΕΝΤΑΣΗ
ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΑ
ΥΕΤΟΣ (ΜΕΣΟ
ΑΝΕΜΟΥ ΣΕ
∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ
ΥΓΡΑΣΙΑ %
ΑΝΕΜΟΥ
(m/sec)
ΟΓ∆ΟΑ
ΜΗΝΕΣ ΜΕΣΗ ΤΩΝ ΜΕΣΗ ΤΩΝ
ΜΕΣΗ ΜΕΣΗ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΠΟΛΥΤΩΣ
ΜΕΣΗ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΠΟΛΥΤΩΣ
ΜΕΓΙΣΤΗ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΜΕΓΙΣΤΗ ΕΛΑΧΙΣΤΗ
ΜΕΓΙΣΤΩΝ ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2,7 6,4 -0,9 18,8 -20,0 14,5 -9,5 65,4 4,5 32,4 Β∆ 1,75
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 4,0 8,0 -0,1 23,4 -14,8 15,8 -6,4 64,3 4,6 31,3 Β∆ 1,80
ΜΑΡΤΙΟΣ 7,6 12,4 2,1 25,2 -11,6 20,1 -3,8 61,3 4,6 41,6 Β∆ 1,75
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 11,9 17,0 5,2 29,4 -2,6 23,8 0,7 57,4 4,5 51,5 Β∆ 1,75
ΜΑΙΟΣ 17,1 22,3 9,1 34,0 1,2 28,8 4,0 55,8 4,2 56,7 Β∆ 1,59
ΙΟΥΝΙΟΣ 22,1 27,5 12,8 39,2 5,2 33,6 8,1 49,4 3,1 32,0 ∆ 1,70
ΙΟΥΛΙΟΣ 23,9 29,5 14,9 42,0 9,0 35,1 12,0 46,3 2,7 27,2 ∆ 1,70
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 23,2 29,1 14,6 37,4 6,8 34,5 10,9 48,0 2,6 23,1 ∆ 1,49
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 19,5 25,2 11,6 34,0 1,4 31,0 7,0 53,0 2,8 24,1 Β∆ 1,49
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 13,7 18,9 7,9 31,2 -4,0 26,4 1,1 60,0 4,0 50,1 Β∆ 1,59
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 7,7 11,9 3,5 25,0 -8,0 19,4 -3,0 64,3 4,6 70,6 Β∆ 1,59
∆ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 4,2 7,7 1,3 20,0 -17,0 15,6 -7,0 65,5 4,7 47,5 Β∆ 1,65
ΕΤΟΣ 13,1 18,0 6,8 42,0 -20,0 24,9 1,2 57,6 3,9 488,1 1,65
Πίνακας 4.2-4: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (1975-1997) (2/2)
ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ < Η =
ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ < Η =
ΝΕΦΩΣΗ (1.6-6.4)/8
ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΕΜΟΥ
ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΕΜΟΥ
ΝΕΦΩΣΗ (0-1.5)/8
ΝΕΦΩΣΗ (6.5-8)/8
ΧΙΟΝΟΣΚΕΠΕΣ
> Η = ΑΠΟ 6
> Η = ΑΠΟ 8
ΑΠΟ 0.0 C
ΑΠΟ 0.0 C
ΚΑΤΑΙΓΙ∆Α
ΕΛΑΧΙΣΤΗ
ΜΕΓΙΣΤΗ
ΜΠΟΦΟΡ
ΜΠΟΦΟΡ
ΟΜΙΧΛΗ
Ε∆ΑΦΟΣ
∆ΡΟΣΟΣ
ΧΑΛΑΖΙ
ΠΑΧΝΗ
ο
ΒΡΟΧΗ
ΜΗΝΕΣ
ΥΕΤΟΣ
ΧΙΟΝΙ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 7,1 13,3 10,6 8,5 4,9 4,2 0,0 0,0 6,0 1,5 0,0 2,3 19,7 2,4 0,1 0,0
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 6,6 11,3 10,3 9,3 5,3 4,6 0,0 0,0 2,3 0,9 0,1 1,2 15,3 1,0 0,0 0,0
ΜΑΡΤΙΟΣ 6,3 14,6 10,1 9,9 8,0 2,8 0,0 0,0 1,0 1,2 0,4 0,7 7,1 0,5 0,0 0,0
ΑΠΡΙΛΙΟΣ 4,9 17,3 7,9 9,8 9,6 0,4 0,0 0,0 0,0 0,4 0,3 0,2 0,9 0,0 0,1 0,1
ΜΑΙΟΣ 4,0 21,0 5,9 10,3 10,3 0,0 0,1 0,0 0,0 0,3 0,2 0,0 0,0 0,0 0,0 0,0
ΙΟΥΝΙΟΣ 7,7 20,3 2,1 6,0 6,0 0,0 0,2 0,1 0,0 0,0 0,1 0,0 0,0 0,0 0,1 0,1
ΙΟΥΛΙΟΣ 16,4 13,2 1,4 4,3 4,2 0,0 0,4 0,2 0,0 0,0 0,0 0,0 0,0 0,0 0,0 0,0
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 11,8 18,4 0,8 4,2 4,2 0,0 0,1 0,0 0,0 0,0 0,3 0,0 0,0 0,0 0,0 0,0
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 11,1 16,4 2,5 4,6 4,6 0,0 0,0 0,0 0,0 0,2 0,6 0,0 0,0 0,0 0,0 0,0
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 8,1 15,1 7,8 8,2 8,1 0,3 0,0 0,0 0,2 0,5 1,4 0,5 0,7 0,0 0,0 0,0
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 6,3 12,8 10,9 9,9 8,9 1,1 0,0 0,0 0,9 2,3 0,7 1,5 7,0 0,0 0,0 0,0
∆ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 6,4 13,8 10,8 9,9 6,9 3,7 0,0 0,0 3,2 2,1 0,2 2,4 14,7 1,2 0,1 0,0
ΕΤΟΣ 96,7 187,5 81,1 94,9 81,0 17,1 0,8 0,3 13,6 9,4 4,3 8,8 65,4 5,1 0,4 0,2
Πίνακας 4.2-5: Κλιµατολογικά στοιχεία για τον Μ.Σ. Πτολεµαΐδας ∆ΕΗ (03/2006-02/2009)
ΥΨΟΣ ΣΕ ΧΛΣΜ)
ΜΕΣΗ ΕΝΤΑΣΗ
ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΑ
ΥΕΤΟΣ (ΜΕΣΟ
ΑΝΕΜΟΥ ΣΕ
∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ
ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΕΣ οC
ΑΝΕΜΟΥ
(m/sec)
ΜΗΝΕΣ
ΜΕΣΗ
ΜΕΣΗ ΜΕΣΗ ΜΕΓΙΣΤΗ
ΕΛΑΧΙΣΤΗ
4.2.1.2. Θερµοκρασία
Η µηνιαία διακύµανση της θερµοκρασίας, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Μ.Σ. Κοζάνης για
την περίοδο 1955-1997 και των Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (Ε.Μ.Υ.) για την περίοδο 1975-1997 και Μ.Σ.
Πτολεµαΐδας (∆ΕΗ) για την περίοδο 03/2006-02/2009, παρουσιάζεται στο Σχήµα 4.2-2.
4-8
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
30
25
ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ( C )
0
20
15
10
Αυγ
Οκτ
Μαρ
Απρ
Φεβ
Μαϊ
Νοε
Ιαν
Ιουν
Ιουλ
Σεπ
∆εκ
Μ.Σ. Κοζάνης Μ.Σ. Πτολεµαϊδας (ΕΜΥ) Μ.Σ. Πτολεµαϊδας (∆ΕΗ)
Σχήµα 4.2-2: Μηνιαία διακύµανση θερµοκρασίας Μ.Σ. Κοζάνης, Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (Ε.Μ.Υ.)
και Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (∆ΕΗ) (Πηγή: ∆ΕΗ, ΕΜΥ)
Και για τους δύο σταθµούς της ΕΜΥ ο θερµότερος µήνας είναι ο Ιούλιος µε µέση θερµοκρασία
24,1 οC για την Κοζάνη και 23,9 οC για την Πτολεµαΐδα. Ο ψυχρότερος µήνας και για τους δύο
σταθµούς είναι ο Ιανουάριος µε τιµές 2,3οC για τον Μ.Σ. Κοζάνης και 2,7οC για τον Μ.Σ.
Πτολεµαΐδας. Στον σταθµό της ∆ΕΗ, ο θερµότερος µήνας είναι ο Αύγουστος µε µέση
θερµοκρασία 23,1 οC και ψυχρότερος ο ∆εκέµβριος µε µέση θερµοκρασία 2,0 οC
Το µέσο ετήσιο θερµοκρασιακό εύρος, για τον Μ.Σ. Κοζάνης είναι 21,8 οC, ενώ η µέση ετήσια
θερµοκρασία είναι 12,9οC. Η υψηλότερη θερµοκρασία που καταγράφηκε κατά την περίοδο 1955-
1997 (απολύτως µέγιστη) ήταν τον Ιούλιο του 1988 µε τιµή 42,2 οC, ενώ η χαµηλότερη (απολύτως
ελάχιστη) ήταν τον Ιανουάριο του 1963 µε τιµή -16,8 οC.
Όσον αφορά στο Μ.Σ. Πτολεµαΐδας, το µέσο ετήσιο θερµοκρασιακό εύρος είναι 21,2 οC και η
µέση ετήσια θερµοκρασία 13,1 οC. Η υψηλότερη θερµοκρασία που καταγράφηκε κατά την περίοδο
1975-1997 (απολύτως µέγιστη) ήταν τον Ιούλιο του 1988 (42οC), ενώ η χαµηλότερη (απολύτως
ελάχιστη) ήταν τον Ιανουάριο του 1979 µε τιµή -20 οC.
4.2.1.3. Βροχόπτωση
Όπως παρουσιάζει ο Πίνακας 4.2-1, η µέση ετήσια βροχόπτωση στο Μ.Σ. Κοζάνης για την
περίοδο 1955-1997 ανέρχεται σε 507,6 mm, ενώ η συνολική διάρκεια των καταιγίδων είναι 28,7
ηµέρες το χρόνο (Πίνακας 4.2-2). Αντίστοιχα, ο Πίνακας 4.2-3 και ο Πίνακας 4.2-4 δείχνουν ότι
4-9
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
η µέση ετήσια βροχόπτωση που καταγράφεται στο Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (ΕΜΥ) είναι 488,1mm ενώ
οι καταιγίδες δεν ξεπερνάνε τις 0,8 ηµέρες το έτος. Επίσης, σύµφωνα µε τα πρόσφατα στοιχεία του
Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (∆ΕΗ), η µέση ετήσια βροχόπτωση για την περίοδο 03/2006-02/2009 ανέρχεται
σε 420,1mm.
Η µέση σχετική υγρασία για τους δύο Μ.Σ. της Ε.Μ.Υ. παρουσιάζεται στο Σχήµα 4.2-3.
100
90
ΣΧ. ΥΓΡΑΣΙΑ ( % )
80
70
60
50
40
30
Μαϊ
Φεβ
Αυγ
Νοε
Ιαν
Ιουν
Ιουλ
Σεπ
∆εκ
Οκτ
Μαρ
Απρ
Σχήµα 4.2-3: Μέση µηνιαία σχετική υγρασία (%) στους Μ.Σ. Κοζάνης και Πτολεµαΐδας
(Πηγή: ΕΜΥ)
Για όλους τους µήνες του έτους η σχετική υγρασία στην Κοζάνη είναι ελαφρώς µεγαλύτερη από
την αντίστοιχη στην Πτολεµαΐδα. Και στους δύο Μ.Σ. µέγιστες τιµές σχετικής υγρασίας
παρατηρούνται το ∆εκέµβριο µε τιµές 75,7% για την Κοζάνη και 65,5% για την Πτολεµαΐδα.
Αντίθετα, οι ελάχιστες τιµές σχετικής υγρασίας εµφανίζονται επίσης και για τους δύο σταθµούς το
µήνα Ιούλιο µε τιµές 49,8% για την Κοζάνη και 46,3% για την Πτολεµαΐδα.
Η µέση νέφωση είναι και για τους δύο σταθµούς 3,9/8, µε τους µήνες ∆εκέµβριο, Ιανουάριο,
Φεβρουάριο και Μάρτιο να παρουσιάζουν µέγιστο µέσης νέφωσης (4,7/8) για το Μ.Σ. Κοζάνης
και το µήνα ∆εκέµβριο (4,7/8) για το Μ.Σ. Πτολεµαΐδας.
Σύµφωνα µε τις µετρήσεις του Μ.Σ. Κοζάνης, ηµέρες µερικού παγετού κατά τις οποίες η ελάχιστη
θερµοκρασία του αέρα είναι ίση ή µικρότερη του µηδενός, παρατηρούνται µε µεγάλη συχνότητα
4-10
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
κατά την περίοδο ∆εκεµβρίου - Φεβρουαρίου. Απεναντίας κατά την περίοδο Μαΐου - Σεπτεµβρίου
δε σηµειώθηκε καµιά ηµέρα παγετού κατά την περίοδο που εξετάστηκε. Τον Ιανουάριο
παρατηρείται ο µεγαλύτερος αριθµός ηµερών (19,5) µερικού παγετού (Πίνακας 4.2-2). Το έτος,
κατά µέσο όρο, σηµειώνονται 8,2 ηµέρες ολικού παγετού.
Στο Μ.Σ. Πτολεµαΐδας, ηµέρες µερικού παγετού παρατηρούνται από Νοέµβριο έως Μάρτιο, µε
µεγαλύτερη συχνότητα εµφάνισης τις 19,7 ηµέρες τον Ιανουάριο. Κατά την περίοδο Μαΐου –
Σεπτεµβρίου δεν παρατηρείται καµιά ηµέρα παγετού (Πίνακας 4.2-4). Σηµειώνονται 5,1 ηµέρες
ολικού παγετού το έτος, κατά µέσο όρο.
Η επικρατούσα διεύθυνση του ανέµου είναι Βόρεια για το Μ.Σ. Κοζάνης (όπως και για το σταθµό
της ∆ΕΗ στην Πτολεµαΐδα) µε ποσοστό 23,7% και ακολουθούν οι Νότιοι άνεµοι µε ποσοστό
µόλις 5%, ενώ το ποσοστό άπνοιας είναι ιδιαίτερα υψηλό (58%). Για το Μ.Σ. Πτολεµαΐδας
(ΕΜΥ) επικρατούσα διεύθυνση είναι Βορειοδυτική (32,9%) και ακολουθεί η ∆υτική (27%), ενώ
το ποσοστό άπνοιας είναι 3,7%. Τα αντίστοιχα ροδογράµµατα για τους µετεωρολογικούς
σταθµούς Κοζάνης και Πτολεµαΐδας της Ε.Μ.Υ. παρουσιάζονται στο Σχήµα 4.2-4 και στο Σχήµα
4.2-5 αντίστοιχα.
Β
25%
20%
Β∆ ΒΑ
15%
10%
5%
∆ 0% Α
Ν∆ ΝΑ
Σχήµα 4.2-4: Ροδόγραµµα ανέµου για τον Μ.Σ. Κοζάνης (Πηγή: ΕΜΥ)
4-11
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Β
40%
35%
Β∆ 30% ΒΑ
25%
20%
15%
10%
5%
∆ 0% Α
Ν∆ ΝΑ
Σχήµα 4.2-5: Ροδόγραµµα ανέµου για τον Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (Πηγή: ΕΜΥ)
Σχήµα 4.2-6: Ροδόγραµµα ανέµου για τον σταθµό Ποντοκώµη (Πηγή: ∆ΕΗ)
4-12
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Στο Σχήµα 4.2-7 παρουσιάζονται στοιχεία για τη µηνιαία διακύµανση της έντασης του ανέµου για
τους δύο Μ.Σ. της ΕΜΥ και τον Μ.Σ. της ∆ΕΗ.
7
ΕΝΤΑΣΗ ΑΝΕΜΟΥ (m/s)
6
5
4
3
2
1
0
Αυγ
Ιαν
Μαρ
Απρ
Ιουν
Φεβ
Ιουλ
Οκτ
Μαϊ
Σεπ
∆εκ
Νοε
Μ.Σ. Κοζάνης Μ.Σ. Πτολεµαϊδας (ΕΜΥ) Μ.Σ. Πτολεµαϊδας (∆ΕΗ)
Σχήµα 4.2-7: Κατανοµή µέσης έντασης ανέµων σε m/s (Πηγή: ∆ΕΗ, ΕΜΥ)
Σύµφωνα µε τα παραπάνω στοιχεία οι άνεµοι που πνέουν όλο το χρόνο στην περιοχή της Κοζάνης
είναι µέτριοι µε µέση ένταση 1,59 – 2,37 m/s. Στην περιοχή της Πτολεµαΐδας οι άνεµοι πνέουν
ασθενείς έως µέτριοι µε µέση ένταση 1,49 – 1,80 m/s. Στον σταθµό της ∆ΕΗ στην Πτολεµαΐδα οι
άνεµοι εµφανίζουν αισθητά µεγαλύτερη ένταση σε σχέση µε τους σταθµούς της ΕΜΥ, γεγονός
που οφείλεται στην τοπογραφία της περιοχής (ηµιορεινή περιοχή, ρεύµατα τοπικής κλίµακας) που
είναι εγκατεστηµένος ο εν λόγω σταθµός. Τιµές έντασης ανέµου ανάλογες µε το σταθµό της ∆ΕΗ
στην Πτολεµαΐδα, καταγράφονται για τα έτη 2006 έως 2009 στους σταθµούς µέτρησης ποιότητας
ατµόσφαιρας του δικτύου της ∆ΕΗ στις θέσεις Οικισµός ∆ΕΗ, Κοιλάδα, Ποντοκώµη και
Πεντάβρυσσο, και παρουσιάζονται αναλυτικά στο Παράρτηµα VI της παρούσης.
Στο χώρο του µεσογειακού κλίµατος, οι βιοκλιµατικοί όροφοι έχουν καθορισθεί από τον Emberger
και ισχύουν µόνο για το κλίµα αυτό. Η ταξινόµηση των δεδοµένων των διαφόρων µετεωρολογικών
σταθµών και η τοποθέτησή τους στους διάφορους βιοκλιµατικούς ορόφους πραγµατοποιείται µε
τον υπολογισµό του «οµβροθερµικού πηλίκου», βάσει του τύπου του Emberger, που έχει ως εξής:
1000 P
Q=
M +m
( M − m)
2
4-13
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
όπου:
Q: το οµβροθερµικό πηλίκο
Ρ: η ετήσια βροχόπτωση (σε mm)
M: ο µέσος όρος των µέγιστων θερµοκρασιών του θερµότερου µήνα σε απόλυτους βαθµούς (-
273,2°C = 0°K)
m: ο µέσος όρος των ελάχιστων θερµοκρασιών του ψυχρότερου µήνα, επίσης σε απόλυτους
βαθµούς
Στο κλιµατόγραµµα του Emberger, οι µετεωρολογικοί σταθµοί και αντίστοιχα οι περιοχές όπου
αυτοί βρίσκονται τοποθετούνται µε βάση τα Q και m. Οι καµπύλες γραµµές που προκύπτουν,
αποτελούν τα όρια των βιοκλιµατικών ορόφων, ενώ οι κατακόρυφες ευθείες διαχωρίζουν τους
υπό-ορόφους κάθε βιοκλιµατικού ορόφου.
Η διάκριση των υπο-ορόφων κάθε βιοκλιµατικού ορόφου γίνεται µε βάση το µέσο όρο των
ελάχιστων θερµοκρασιών του ψυχρότερου µήνα m (°C) ως εξής:
− m > 7°C χειµώνας θερµός
− 3°C < m < 7°C χειµώνας ήπιος
− 0°C < m < 3°C χειµώνας ψυχρός
− m < 0°C χειµώνας δριµύς
Σύµφωνα µε τα στοιχεία της Ε.Μ.Υ., το βιοκλίµα της περιοχής µελέτης σύµφωνα µε τους δυο
σταθµούς διαµορφώνεται ως εξής1:
1000 ⋅ 507,6mm
QΚΟΖΑΝΗΣ = = 56,7
302,5 K + 272 o K
o
(302,5 K − 272 K )
o o
1000 ⋅ 488,1mm
QΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ = = 54,5
302,7 K + 272,3 o K
o
(302,7 K − 272,3 K )
o o
1
Το χρονικό διάστηµα που αφορά τα δεδοµένα του Μ.Σ. Πτολεµαΐδας ∆ΕΗ (03/2006-02/2009) είναι πολύ περιορισµένο
για την εξαγωγή κλιµατολογικών στοιχείων.
4-14
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Τοποθετώντας τα ανωτέρω δεδοµένα στο Κλιµατικό ∆ιάγραµµα Emberger (Σχήµα 4.2-8) και για
m=-1,2 (Μ.Σ. Κοζάνης) και m=-0,9 (Μ.Σ. Πτολεµαΐδας), φαίνεται ότι η περιοχή µελέτης βρίσκεται
στον Ύφυγρο Βιοκλιµατικό Όροφο, µε δριµύ χειµώνα.
Ως ξηρή περίοδος θεωρείται εκείνη κατά την οποία η συνολική εξατµισοδιαπνοή ενός σταθµού
είναι µεγαλύτερη από την ποσότητα της βροχής που πέφτει στην ίδια περίοδο (Ντάφης, 1986).
Μ.Σ Κοζάνης
Μ.Σ Πτολεµαΐδας
Σχήµα 4.2-8: Κλιµατικό διάγραµµα Emberger για την Ελλάδα (Μαυροµάτης, 1980)
4-15
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Σύµφωνα µε τους Gaussen και Bagnouls, για την περαιτέρω ερµηνεία των µετεωρολογικών
δεδοµένων απεικονίζεται η µεταβολή της µέσης µηνιαίας θερµοκρασίας σε °C και του µέσου
µηνιαίου ύψους βροχής σε mm σε διάγραµµα που καλείται «οµβροθερµικό διάγραµµα». Το
διάγραµµα αυτό έχει στην τετµηµένη τους µήνες του έτους και στις τεταγµένες (δύο), στην
αριστερή τις µηνιαίες βροχοπτώσεις P σε mm και στη δεξιά τις µέσες µηνιαίες θερµοκρασίες T°C
σε κλίµακα διπλάσια των βροχοπτώσεων, δηλαδή P=2T. Με την ένωση των σηµείων των µηνιαίων
βροχοπτώσεων προκύπτει η καµπύλη βροχοπτώσεων και µε την ένωση των σηµείων των µέσων
µηνιαίων θερµοκρασιών προκύπτει η καµπύλη των θερµοκρασιών. Τα δύο σηµεία τοµής των
καµπυλών δείχνουν το χρονικό σηµείο όπου P=2T. Όταν η καµπύλη των βροχοπτώσεων διέρχεται
κάτω από την καµπύλη των θερµοκρασιών, τότε έχουµε P<2T. Η επιφάνεια που περικλείεται από
τις δύο αυτές καµπύλες µεταξύ των δύο σηµείων των τοµών (P=2T) δείχνει τη διάρκεια και την
ένταση της ξηράς περιόδου. Τούτο δικαιολογείται γιατί αν θεωρηθούν οι βροχοπτώσεις στο
υδατικό ισοζύγιο ως κέρδος, τότε οι θερµοκρασίες εµµέσως εκφράζουν τις απώλειες από την
εξάτµιση και τη διαπνοή. Όσο υψηλότερες είναι οι θερµοκρασίες, τόσο υψηλότερες είναι η
εξάτµιση και η διαπνοή.
Στο Σχήµα 4.2-9, στο Σχήµα 4.2-10 και στο Σχήµα 4.2-11 παρουσιάζονται τα οµβροθερµικά
διαγράµµατα των Μ.Σ. Κοζάνης (1955-1997), Μ.Σ. Πτολεµαΐδας (1975-1997) και Μ.Σ.
Πτολεµαΐδας ∆ΕΗ (03/2006-02/2009) αντίστοιχα, σύµφωνα µε τα οποία συσχετίζεται η µέση
µηνιαία θερµοκρασία µε τη µέση µηνιαία βροχόπτωση.
140 70
130 65
120 60
110 55
Ξεροθερµική
100 Περίοδος 50
90 45
Βροχόπτωση (mm)
Θερµοκρασία (OC)
80 40
70 35
60 30
50 25
40 20
30 15
20 10
10 5
0 0
ΙΑΝ ΦΕΒ ΜΑΡ ΑΠΡ ΜΑΙ ΙΟΥΝ ΙΟΥΛ ΑΥΓ ΣΕΠΤ ΟΚΤ ΝΟΕΜ ∆ΕΚ
4-16
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
140 70
130 65
120 60
110 55
Ξεροθερµική
100 50
Περίοδος
90 45
Βροχόπτωση (mm)
Θερµοκρασία (OC)
80 40
70 35
60 30
50 25
40 20
30 15
20 10
10 5
0 0
ΙΑΝ ΦΕΒ ΜΑΡ ΑΠΡ ΜΑΙ ΙΟΥΝ ΙΟΥΛ ΑΥΓ ΣΕΠΤ ΟΚΤ ΝΟΕΜ ∆ΕΚ
140 70
130 65
120 60
110 55
Ξεροθερµική
100 Περίοδος 50
90 45
Βροχόπτωση (mm)
80 40 Θερµοκρασία (OC)
70 35
60 30
50 25
40 20
30 15
20 10
10 5
0 0
ΙΑΝ ΦΕΒ ΜΑΡ ΑΠΡ ΜΑΙ ΙΟΥΝ ΙΟΥΛ ΑΥΓ ΣΕΠΤ ΟΚΤ ΝΟΕΜ ∆ΕΚ
4-17
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Από τα διαγράµµατα προκύπτει ότι η ξηροθερµική περίοδος για την Κοζάνη και την Πτολεµαΐδα,
δηλαδή η περίοδος κατά την οποία η µέση µηνιαία θερµοκρασία υπερέχει του διπλάσιου της µέσης
µηνιαίας βροχόπτωσης, διαρκεί από τέλη Μαΐου έως τις αρχές Σεπτεµβρίου. Σύµφωνα µε τα
δεδοµένα του σταθµού της ∆ΕΗ στην Πτολεµαΐδα, η ξηροθερµική περίοδος διαρκεί από τέλη
Μαΐου έως τα τέλη Αυγούστου. Η διαφορά στη διάρκεια της ξηροθερµικής περιόδου για τους δυο
σταθµούς της ΕΜΥ και της ∆ΕΗ στην Πτολεµαΐδα, οφείλεται στο υψόµετρο και τα φαινόµενα
τοπικής κλίµακας (ανάγλυφο, ανοδικές κινήσεις αερίων µαζών, κλπ.) που είναι διαφορετικά στις
δυο περιοχές όπου είναι εγκατεστηµένοι οι µετεωρολογικοί σταθµοί.
4-18
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Σύµφωνα επίσης µε το Χάρτη των Βιοκλιµατικών Ορόφων του Υπουργείου Γεωργίας (1978)
(Σχήµα 4.2-13), η περιοχή µελέτης κατατάσσεται στον ύφυγρο βιοκλιµατικό όροφο µε δριµύ
χειµώνα, όπως ήδη έχει προκύψει από το Οµβροθερµικό πηλίκο Emberger.
4.2.2. Γεωλογία
4-19
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Ελασσόνα, νότια του Αλιάκµονα ποταµού. Ο άξονας της τάφρου έχει Β∆-ΝΑ διεύθυνση,
παράλληλη µε τον άξονα των Ελληνίδων. Η τάφρος δηµιουργήθηκε από τη ρηξιγενή τεκτονική του
Νεογενούς. Κατά το Ανώτερο Μειόκαινο επικράτησαν εφελκυστικές τάσεις µε διεύθυνση ΒΒΑ-
ΝΝ∆, που δηµιούργησαν το κύριο βύθισµα µε ρήγµατα Β∆-ΝΑ διεύθυνσης. Κατά το Ανώτερο
Πλειόκαινο εφελκυστικές τάσεις Β∆-ΝΑ διεύθυνσης χώρισαν το αρχικό βύθισµα σε επιµέρους
λεκάνες, που οριοθετούνται από ΒΑ-Ν∆ ρήγµατα. Σχηµατίστηκαν έτσι οι λεκάνες Φλώρινας,
Αµυνταίου-Πτολεµαΐδας, Κοζάνης-Σερβίων και Ελασσόνας.
Αναλυτικότερα, κατά το Τριαδικό, µετά από µια γενική επίκληση, έχουµε απόθεση Τριαδικών
ασβεστόλιθων, οι οποίοι σήµερα απαντούν στο νότιο µέρος του όρους Άσκιο, στο νοτιοδυτικό
Βέρµιο και στο έξαρµα Κοζάνης στο όρος Σκοπός. Μεταξύ Ανώτερου Ιουρασικού και Κατώτερου
Κρητιδικού, λαµβάνει χώρα η επώθηση των οφιολίθων πάνω στα αποτεθειµένα ανθρακικά
καλύµµατα. Κατά το Κρητιδικό λαµβάνει χώρα νέα θαλάσσια επίκληση (Κενοµάνια επίκληση)
που συνοδεύεται από απόθεση κροκαλοπαγούς βάσης και ασβεστολίθων. Στο Τριτογενές
ακολούθησε η τελική ηπειρωτική σύγκρουση η οποία συνοδεύτηκε από τρεις φάσεις πτυχώσεων.
Η τελευταία από αυτές, η οποία σηµειώθηκε κατά το Μέσο-Ανώτερο Μειόκαινο, δηµιούργησε τις
µεγάλες ρηξιγενείς δοµές, Β∆-ΝΑ διεύθυνσης, µε συνέπεια τη δηµιουργία της λεκάνης της
Πτολεµαΐδας (βλ. Γεωλογικό Χάρτη, Χάρτης 5, Παράρτηµα Ι).
Μετά τη δηµιουργία της λεκάνης, ακολούθησε η κατάκλισή της και η έναρξη της απόθεσης νέων
ιζηµάτων. Το πάχος των τελευταίων αυξανόταν συνεχώς διότι αφενός µεν υποχωρούσε ο
πυθµένας, αφετέρου δε η συνεχιζόµενη εισροή των υδάτων κρατούσε ψηλά τη στάθµη του νερού.
Με αυτό τον τρόπο αποτέθηκαν τα υποκείµενα ιζήµατα της λιγνιτοφόρου σειράς τα οποία
συνίστανται από αργίλους, µάργες και άµµους. Όταν ο ρυθµός υποχώρησης του πυθµένα και η
ταχύτητας ιζηµατογένεσης µεταβλήθηκαν δυσανάλογα, η λίµνη µετατράπηκε σε έλος, γεγονός που
ευνόησε την ανάπτυξη χλωρίδας. Η ενανθράκωση αυτής της χλωρίδας οδήγησε στη δηµιουργία
του Πλειοκαινικής ηλικίας λιγνίτη. Η µεταβολή της ταχύτητας ιζηµατογένεσης από παράγοντες,
όπως το ύψος των κατακρηµνισµάτων, η θερµοκρασία του νερού, καθώς και η γεωλογική σύσταση
των περιθωρίων, είχε ως αποτέλεσµα τη συχνή εναλλαγή στρωµάτων λιγνίτη και αγόνων. Τα
τελευταία αποτελούνται κυρίως από µάργες και δευτερευόντως από αργίλους και άµµους. Μετά το
πέρας του Πλειοκαίνου ακολουθεί η έναρξη των παγετωδών περιόδων. Η αλλαγή αυτή των
κλιµατικών συνθηκών σηµατοδοτεί το τέλος της λιγνιτογένεσης.
4.2.2.2. Στρωµατογραφία
Η περιοχή µελέτης αποτελεί τµήµα της ευρύτερης λεκάνης της Πτολεµαΐδας που εντάσσεται στο
τεκτονικό βύθισµα Μοναστηρίου-Σερβιών. Το γεωλογικό της υπόβαθρο ανήκει στην Πελαγονική
4-20
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
ζώνη (Σχήµα 4.2-14), όπου σύµφωνα µε τον Aubouin (1959)2 περιλαµβάνει τις µάζες των
µεταµορφωµένων πετρωµάτων που απαντώνται στο χώρο της δυτικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας,
της Ευβοίας, της Αττικής, των Κυκλάδων, και το υπερκείµενο αυτών ιζηµατογενές κάλυµµα
σχηµατισµών νέο-Παλαιοζωικής-Μεσοζωικής ηλικίας. Η ως άνω ιζηµατογένεση έλαβε χώρα σε
ένα εκτεταµένο θαλάσσιο ύβωµα (Πελαγονικό ύβωµα), που παρεµβαλλόταν µεταξύ των
υποθαλάσσιων αυλάκων του Αξιού (ανατολικά) και της Πίνδου (δυτικά).
2
Aubouin, J. (1959). Contribution a l’etude geologique de la Grece septentrionale: les confines de l’Epire et de la
Thessalie: Ann.geol.Pays Hell., 1,IX,p.1-483
4-21
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Ακριβέστερα η Πελαγονική ζώνη εµφανίζεται στις περιοχές της ανατολικής και βόρειας
Θεσσαλίας, της δυτικής Μακεδονίας, και συνεχίζεται προς βόρεια στην Αλβανία µε το όνοµα ζώνη
Karab και προς την Π.Γ.∆.Μ µε το όνοµα Goliza. Τα βασικό της γνώρισµα είναι ότι οι
σχηµατισµοί του υποβάθρου της όσο και οι προοφιολιθικοί σχηµατισµοί είναι µεταµορφωµένοι.
Στη συνέχεια, ακολουθεί η Πελαγονική ενότητα που περιλαµβάνει τους εξής σχηµατισµούς
ξεκινώντας από τους αρχαιότερους και καταλήγοντας στους νεότερους3:
• Τριαδικούς σχιστολίθους µε παρεµβολές ηφαιστειακών πετρωµάτων.
• Τεφρούς και κρυσταλλικούς ασβεστόλιθους και δολοµίτες, ηλικίας µέσου Τριαδικού έως
Λιάσιου. Στα ανώτερα µέλη της ακολουθίας παρεµβάλλεται ένας ηφαιστειοϊζηµατογενής
σχηµατισµός (σχιστοψαµµιτοκερατολιθική διάπλαση) που περιλαµβάνει οφιολιθικά τεµάχη.
• Μεσοστρωµατώδεις έως λεπτοστρωµατώδεις ασβεστόλιθους, µε παρουσία οξειδίων σιδήρου
και στα ανώτερα µέλη ενός µικρού λατεριτικού ορίζοντα, µε γενική ηλικία άνω Ιουρασικό
έως κάτω Κρητιδικό.
• Βασικό κροκαλοπαγές επίκλησης, σε εναλλαγές µε µαργαϊκούς ασβεστόλιθους.
• Παχυστρωµατώδεις ασβεστόλιθους άνω Κρητιδικής ηλικίας.
• Τυπικός φλύσχης που αποτελείται από χονδροκλαστικούς σχηµατισµούς, µε ηλικία άνω
Κρητιδικό – Ηώκαινο.
Στην επιφάνεια υπάρχουν πρόσφατες Τεταρτογενείς αποθέσεις. Στη συνέχεια και για περίπου 20-
100m εµφανίζεται µια ενότητα Πλειο-Πλειστοκαινικών στρωµάτων άµµου και αργίλου που
διακόπτονται από µάργες και κροκαλοπαγή. Έπονται Πλειο-Μειοκαινικά στρώµατα λιγνίτη και
άµµου που επικάθονται σε Νεογενείς και Μεσοζωικούς σχηµατισµούς. Γενικό χαρακτηριστικό των
ιζηµάτων είναι η µεγάλη παρουσία του ανθρακικού ασβεστίου, το οποίο συµµετέχει στη σύσταση
των διαφόρων σχηµατισµών, περιλαµβανοµένου και του λιγνίτη. Οι µάργες συγκριτικά επικρατούν
των αργίλων. Οι άργιλοι είναι, κατά κανόνα, σε διάφορα ποσοστά, ασβεστούχες ενώ καθαρές
άργιλοι σπανίζουν.
3
Ι.Γ.Μ.Ε. (1971)
4
Anastopoulos & Koukouzas (1972)
4-22
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Η κατώτερη σειρά περιλαµβάνει τους ανώτερους ορίζοντες (µε συνολικό πάχος 40m) που
αποτελούνται από τεφρές αργιλούχες µάργες, κατά τόπους αµµούχες, µε φακοειδείς ενστρώσεις
µαργαϊκού ασβεστόλιθου και κορυφαία ένστρωση λιµναίας κρητίδος και τους κατώτερους
4-23
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
ορίζοντες που αποτελούνται από τεφρές αµµούχες αργίλους µε αραιές ενστρώσεις αργιλούχων
µάργων.
4.2.2.3. Κοιτασµατολογία
Η λιγνιτογένεση σηµειώνεται στον Ελληνικό χώρο από το Ηώκαινο µέχρι και το Κατώτερο
Πλειστόκαινο5,6. Κατά το Νεογενές και το Πλειστόκαινο σχηµατίστηκαν τα περισσότερα και
σηµαντικότερα λιγνιτικά κοιτάσµατα της Ελλάδας. Οι περίοδοι αυτές συνδέονται µε την έντονη
Μεταλπική ρηξιγενή τεκτονική και ταφρογένεση. ∆ηµιουργούνται πολυάριθµες ηπειρωτικές
λεκάνες, που είτε δεν έχουν καµιά επικοινωνία µε τη θάλασσα (ενδοηπειρωτικές) είτε
επικοινωνούν παροδικά µόνο κατά τη διάρκεια της εξέλιξής τους µε αυτήν (περιηπειρωτικές). Στις
ηπειρωτικές λεκάνες πληρούνταν οι προϋποθέσεις για το σχηµατισµό εκτεταµένων κατω-
τυρφώνων και τη διατήρηση της τυρφογένεσης για µεγάλα χρονικά διαστήµατα, µε αποτέλεσµα να
προκύψουν λιγνιτικά στρώµατα µε σχετικά µεγάλη εξάπλωση και πάχος, όπως αυτά της Φλώρινας,
της Πτολεµαΐδας, του Αλιβερίου, της Μεγαλόπολης κ.ά. Αντίθετα, οι λιγνιτικές αποθέσεις αυτών
των περιόδων σε παράκτιες λεκάνες (Κατερίνη, Πρέβεζα-Ακαρνανία, Πύργος-Ολυµπία, Κρήτη)
παρουσιάζουν µικρό πάχος, αν και συχνά η έκταση τους είναι σηµαντική.
5
Κούκουζας & Κούκουζας (1995) Σε: Μελέτη Σκοπιµότητα για τη δηµιουργία Ενεργειακού – Τεχνολογικού πάρκου στο
λεκανοπέδιο Πτολεµαΐδας – Αµύνταιου, µε στόχο την ανάπτυξη βιοµηχανικού τουρισµού. Τόµος Α, Π.Ε.Π. ∆. Μακεδονίας
6
Κούκουζας (1997) Σε: Μελέτη Σκοπιµότητα για τη δηµιουργία Ενεργειακού – Τεχνολογικού πάρκου στο λεκανοπέδιο
Πτολεµαΐδας – Αµύνταιου, µε στόχο την ανάπτυξη βιοµηχανικού τουρισµού. Τόµος Α, Π.Ε.Π. ∆. Μακεδονίας
4-24
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Σχήµα 4.2-15: Σκαρίφηµα τµήµατος της τεκτονικής τάφρου της ∆υτ. Μακεδονίας
(Αχ: Αχλάδα, Λ: Λόφοι, Β: Βεύη, Βε: Βεγόρα, Βα: Βαλτόνερα, Αµ: Αµύνταιο, Πε: Περδίκα, Αρ:
Αρδασσα, Κ: Κοµνηνά, Αν: Ανατολικό, Π: Πτολεµαΐδα)7
Η κατώτερη σειρά αποτελείται στη βάση της από ένα γνευσιακό κροκαλοπαγές, το οποίο
µεταβαίνει προς τα πάνω σε µάργες, αµµώδεις µάργες, άµµους, ιλύες, αργίλους και λιγνίτες. Το
περιβάλλον απόθεσης ήταν ποτάµιο, ποταµολιµναίο και τοπικά τελµατικό. Η ηλικία του
σχηµατισµού είναι Άνω Μειοκαινική µέχρι Κάτω Πλειοκαινική, όπως διαπιστώθηκε από
µακροπαλαιοβοτανικούς και παλυνολογικούς προσδιορισµούς. Στα ανατολικά περιθώρια της
λεκάνης Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου υπάρχουν τρία ξυλιτικά κοιτάσµατα: των Κοµνηνών, του
Ανατολικού-Καρυοχωρίου και της Βεγόρας.
7
Πηγή: http://lithos.geology.upatras.gr/epy/lignitis.htm
4-25
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Ο ανώτερος σχηµατισµός αποτελείται από τις Τεταρτογενείς αποθέσεις. Το πάχος τους δεν είναι
σταθερό, αλλά κυµαίνεται από λίγα µέχρι µερικές εκατοντάδες µέτρα. Τα ιζήµατα κάθονται
ασύµφωνα πάνω στα Πλειοκαινικά στρώµατα. Η αιτία της ασυµφωνίας είναι ο τεκτονισµός του
Ανώτερου Πλειοκαίνου - Κατώτερου Πλειστοκαίνου. Τα ιζήµατα είναι κυρίως ποτάµια (άµµοι και
κροκάλες), ενώ τοπικά απαντώνται άργιλοι και µάργες, µικρού πάχους λιγνιτικά στρώµατα και
τύρφη. Αναλυτικότερα, µικρά κοιτάσµατα τυρφοειδούς λιγνίτη βρέθηκαν στις περιοχές της
Άρδασσας, καθώς και βορειοανατολικά της λίµνης Χειµαδίτιδας (Σχήµα 4.2-15). Πρόκειται για
αποθέσεις µικρού πάχους, αλλά σηµαντικής οριζόντιας εξάπλωσης µε πολλά ενδιάµεσα άγονα
υλικά. Η ηλικία των σχηµατισµών τοποθετείται στο Μέσο και Ανώτερο Πλειστόκαινο. Τα
αποθέµατα δεν υπερβαίνουν τους 100 Mt, αλλά η εξόρυξη κρίνεται ασύµφορη.
Όσον αφορά την τεκτονική του λιγνιτικού κοιτάσµατος στην περιοχή µελέτης, η ύπαρξη ρηγµάτων
Β∆-ΝΑ διεύθυνσης αλλά και δευτερευόντως ΒΑ–Ν∆, έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη
διαµόρφωση των ιδιαίτερων συνθηκών. Αναλυτικότερα, στο βόρειο τµήµα της περιοχής υπάρχει
µια κύρια µετάπτωση µε διεύθυνση ΒΑ-Ν∆ και άλµα που φθάνει έως και τα 200m, χωρίζοντας το
κοίτασµα του Ν∆ πεδίου από εκείνο του Προαστίου. Παράλληλα, κλιµακωτά, ρήγµατα, σχεδόν
κάθετα προς αυτή, βυθίζουν τους σχηµατισµούς της λιγνιτοφόρου στοιβάδας, από τα ανατολικά
προς τα δυτικά. Περισσότερο πολύπλοκη είναι η τεκτονική στο νότιο τµήµα του κοιτάσµατος,
όπου κύριες και δευτερεύουσες µεταπτώσεις έχουν δηµιουργήσει µια συγκλίνουσα, προς το κέντρο
του τµήµατος, βύθιση των Νεογενών λιγνιτοφόρων σχηµατισµών. Έτσι, σε γενικές γραµµές,
µπορούµε να πούµε ότι το κοίτασµα χωρίζεται σε τρία τµήµατα το βορειοδυτικό, το νότιο και το
υπόλοιπο τµήµα (κεντρικό, βορειοανατολικό). Τα δύο πρώτα παρουσιάζονται αρκετά βυθισµένα
ως προς το τρίτο. Κύριο χαρακτηριστικό σχεδόν όλων των ρηγµάτων στην περιοχή είναι ότι το
άλµα τους δεν παραµένει σταθερό καθ’ όλο το µήκος τους. Η διαφοροποίηση αυτή του άλµατος
οφείλεται, αφ’ ενός στη διαφορική πλαστικότητα των ιζηµάτων και αφ’ ετέρου στη δράση
πολλαπλών ρηγµάτων, που έδρασαν σε διαφορετικές γεωλογικές ηλικίες και δηµιούργησαν
αλλεπάλληλα τεκτονικά επεισόδια. Οι προαναφερθείσες τεκτονικές διαταραχές έχουν προκαλέσει,
κατά τόπους, κλίση στα Νεογενή ιζήµατα, καθώς και πτύχωση αυτών ιδιαίτερα κοντά στο ίχνος
των ρηγµάτων. Η κατά τόπους κλίση των Νεογενών λιγνιτοφόρων ιζηµάτων είναι σχετικά µικρή
και δεν υπερβαίνει τις 300, ενώ γενικότερα αυτά κλίνουν προς τα δυτικά.
4-26
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Κύριο Πεδίο
Εκµεταλλεύσιµα αποθέµατα (t): 179,1 x106
Μέση (%) περιεκτικότητα τέφρας ε.ξ. 29,3%
Μέση υγρασία (%) 56,5%
Μέση Κ.Θ.Ι (kcal/kg) 1.279
Πεδίο Καρδιάς
Εκµεταλλεύσιµα αποθέµατα (t): 339,0 x106
Μέση (%) περιεκτικότητα τέφρας ε.ξ. 27,7%
Μέση υγρασία (%) 55,6%
Μέση Κ.Θ.Ι (kcal/kg) 1.406
Νότιο Πεδίο
Εκµεταλλεύσιµα αποθέµατα (t): 407,9x106
Μέση (%) περιεκτικότητα τέφρας ε.ξ. 28,4%
Μέση υγρασία (%) 55,7%
Μέση Κ.Θ.Ι (kcal/kg) 1.300
4.2.2.4. Τεκτονική
Όπως έχει ήδη αναφερθεί η λεκάνη Πτολεµαΐδας (Σχήµα 4.2-16) αποτελεί µέρος µιας ευρύτερης
τεκτονικής µεγαδοµής, που περιλαµβάνει διαδοχικά τεκτονικά βυθίσµατα και κρασπεδικά ρήγµατα
Β∆-ΝΑ διεύθυνσης. Η δοµή αυτή εκτείνεται σε µια συνολική απόσταση 120 περίπου km, και
αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του Μέσου και Ανώτερου Μειοκαίνου, από ένα εκτεταµένο
εφελκυστικό πεδίο8.
Η ανάπτυξη ενός δεύτερου εφελκυστικού πεδίου από το Ανώτατο Πλειόκαινο και το Κατώτερο
Τεταρτογενές επαναδραστηριοποίησε τα παλαιότερα ρήγµατα και δηµιούργησε καινούργια ΒΑ-
Ν∆ διεύθυνσης, µε αποτέλεσµα τον κατακερµατισµό της πληρωθείσας ιζηµατογενούς λεκάνης και
τη δηµιουργία τεκτονικών εξαρµάτων και βυθισµάτων.
Μετά το διαχωρισµό τους, κάθε µια από τις επιµέρους λεκάνες ακολούθησε, κατά τη διάρκεια του
Τεταρτογενούς, σχεδόν ξεχωριστή ιζηµατολογική εξέλιξη η οποία επηρεάστηκε από το µέγεθος
των ανοδικών και καθοδικών κινήσεων που έλαβαν χώρα, αλλά και από τα γεωλογικά και
γεωµορφολογικά χαρακτηριστικά των ορεινών µαζών. Κατά το Τεταρτογενές πολλές περιοχές
8
Παυλίδης Σ. (1987), Νεοτεκτονική εξέλιξη της λεκάνης Φλώρινας-Βεγορίτιδας-Πτολεµαΐδας (δυτική Μακεδονία).
∆ιδακτορική ∆ιατριβή, Α.Π.Θ., τµήµα Γεωλογίας
4-27
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Σχήµα 4.2-16: Συνθετικός χάρτης που απεικονίζει τις Νεογενείς λιγνιτοφόρες λεκάνες που
συνθέτουν το τεκτονικό βύθισµα, τη γεωλογία τους και την γενική στρωµατογραφική τους
στήλη (πηγή: Steenbrinck et al.9, 2006)
9
Steenbrinck J., Hilgen F.J., Krijgsman W., Wijbrans J.R., Meulenkamp J.E., (2006), Late Miocene to Early Pliocene
depositional history of the intramontane Florina-Ptolemais-Servia Basin, NW Greece: Interplate between orbital and
forcing tectonics. In: Paleogeography, Paleioclimatology, Paleoecology, Elsevier, 238 (2006), 151-178.
4-28
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Σχήµα 4.2-17: Φωτογραφία, (αριστερά) και το αντίστοιχο σκαρίφηµα (δεξιά) όπου φαίνεται
µια οµάδα συζυγών µικρορηγµάτων και διακλάσεων σε Πλειοκαινικά ιζήµατα του
λιγνιτωρυχείου Πτολεµαΐδας. (πηγή: Παυλίδης, 1985)
4.2.2.5. Σεισµικότητα
Η περιοχή της δυτικής Μακεδονίας σε γενικές γραµµές θεωρείται από τις πιο ασφαλείς περιοχές
του Ελληνικού χώρου από άποψη σεισµικής επικινδυνότητας, καθώς δεν είχε σηµειωθεί κάποιο
σηµαντικό καταστροφικό σεισµικό γεγονός τα σύγχρονα και ιστορικά χρόνια. Οι µοναδικές
περιπτώσεις που αποτελούν εξαίρεση, είναι το επεισόδιο του 896 π.Χ. που κατέστρεψε την πόλη
της Βέροιας, οι δύο σεισµοί στην περιοχή των Μετεώρων στα τέλη του 18ου αιώνα, καθώς και ο
µοναδικός σύγχρονος σηµαντικός σεισµός στη περιοχή της Κοζάνης το 1995, µε µέγεθος Μs=6,4
Richter. Οι υπόλοιποι σεισµοί που έχουν καταγραφεί στην ευρύτερη περιοχή µε µέγεθος
µεγαλύτερο ή ίσο 4,5 Richter είναι οι εξής:
1958 Καστοριά Μs=5,4
1966 Φλώρινα Μs=4,5
1967 Φλώρινα Μs=4,5
1968 Καστοριά Μs=4,9
1975 Καστοριά Μs=4,9
1979 Κοζάνη Μs=4,5
1984 Πτολεµαΐδα Μs=4,9
Σύµφωνα µε τον ΕΑΚ-2000 και την τροποποίηση του µε την Απόφαση ΥΠΕΧΩ∆Ε
∆17α/115/9/ΦΝ275 (ΦΕΚ 1154/12-8-2003) που έχει τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2004, η
4-29
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
περιοχή µελέτης (Σχήµα 4.2-18) κατατάσσεται στη ζώνη σεισµικής επικινδυνότητας Ι (χαµηλή
επικινδυνότητα). Ο συντελεστής σεισµικής επιτάχυνσης (A) για τη ζώνη Ι είναι: Α = α x g, όπου g
η επιτάχυνση της βαρύτητας, και α=0,16.
4.2.3. Εδάφη
Ως έδαφος ορίζεται το ανώτατο τµήµα του γήινου φλοιού, το οποίο προέρχεται από την
αποσάθρωση του µητρικού πετρώµατος και την εκλεκτική διαφοροποίηση του υποκείµενου
υποεπιφανειακού εδάφους. Πρόκειται για ένα ιδιαζόντως δυναµικό σύστηµα το οποίο έχει
πολυάριθµες λειτουργίες και διαδραµατίζει καθοριστικής σηµασίας ρόλο στις ανθρώπινες
δραστηριότητες και στην επιβίωση των οικοσυστηµάτων. Οι διαδικασίες που επιτρέπουν το
4-30
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
σχηµατισµό και την αναγέννηση του εδάφους είναι ιδιαίτερα αργές, µε αποτέλεσµα το έδαφος να
θεωρείται µη ανανεώσιµος πόρος. Η υποβάθµιση των εδαφών επηρεάζει άµεσα την ποιότητα του
νερού και του αέρα, τη βιοποικιλότητα και τις κλιµατικές αλλαγές.
Στην ευρύτερη περιοχή µελέτης πέραν των Ορυχείων, τα εδάφη (βλ. Εδαφολογικό Χάρτη,
Χάρτης 6, Παράρτηµα Ι) χαρακτηρίζονται ως πηλώδη, µε τιµές pH που παρουσιάζουν
αξιοσηµείωτο εύρος, κυµαινόµενες από πολύ όξινες ως πολύ αλκαλικές. Είναι χαρακτηριστικό ότι
διακρίνονται δυο κυρίαρχες περιοχές. Η πρώτη ορίζεται από τις λίµνες Ζάζαρη, Χειµαδίτιδα και
την περιοχή Αναρράχης, στην οποία επικρατούν πολύ όξινες τιµές, ενώ η δεύτερη περιλαµβάνει το
υπόλοιπο της περιοχής έρευνας, στην οποία επικρατούν αλκαλικές τιµές.
Στον Πίνακα 4.2-6 παρουσιάζονται, σύµφωνα µε πλέον πρόσφατη µελέτη12, οι αφοµοιώσιµες από
τα φυτά συγκεντρώσεις βαρέων µετάλλων στα γεωργικά εδάφη επτά περιοχών, εκτός της περιοχής
Έργου, συνολικής έκτασης 376.000 στρεµµάτων του Ν. Κοζάνης (κοινότητα Λιβαδερού και ∆ήµοι
Ελλησπόντου, Μουρικίου, Υψηλάντου, Σερβίων, Ελίµειας και Ασκίου), όπως προσδιορίστηκαν
10
Ινστιτούτο Γεωλογικών & Μεταλλευτικών Ερευνών, “Εδαφοχηµική-Εδαφολογική έρευνα περιοχής Κοζάνης-
Πτολεµαΐδας-Αµυνταίου”, ΠΕΠ ∆υτικής Μακεδονίας, Αθήνα, 2001.
11
Χρ. Πεταλωτή, 2004, Θ. Κουϊµτζής, 2004, ΕΚΘΕ, 2001
12
ΕΘΝΙΚΟ Ι∆ΡΥΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.), Ινστιτούτο Εδαφολογίας Θεσσαλονίκης, “Εδαφολογική
Μελέτη των Αποκαταστηµένων Εκτάσεων του Λιγνιτικού Κέντρου ∆υτικής Μακεδονίας (Λ.Κ.∆.Μ.) της ∆.Ε.Η. Α.Ε.,
(Σύµβαση : 2009.363/ΛΚ∆Μ)”, Θεσσαλονίκη, Απρίλιος 2010.
4-31
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
4-32
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Μέση τιµή 28,9 2,3 51,4 2,6 0,12 0,72 1,85 1,37
ΜΟΥΡΙΚΙΟ
Αρ. δειγµάτων: 184 Εύρος τιµών (min.-max.) 0,8-93,8 0,7-7,5 6,8-141 0,4-36,1 0-0,43 0,02-4,15 0,21-10,97 0,37-3,26
Μέση τιµή 13,7 1,8 11,7 1,35 0,20 0,31 3,10 1,80
ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ
Αρ. δειγµάτων: 156 Εύρος τιµών (min.-max.) 3-30,5 0,3-11,3 3,2-33,9 0,1-3,03 0,03-0,85 0-2,58 0,37-29 0,39-3,88
Μέση τιµή 12,9 1,34 10,2 1,63 0,07 0,24 2,85 1,76
ΣΕΡΒΙΑ
Εύρος τιµών (min.-max.) 1,2-38,9 0,1-8,62 0,9-59,4 0,2-23 0-0,75 0-1,81 0,08-15,74 0,19-6,87
Αρ. δειγµάτων: 570
Μέση τιµή 5,7 0,54 4,5 1,08 0,04 0,09 2,35 1,64
ΕΛΙΜΕΙΑ
Αρ. δειγµάτων: 350 Εύρος τιµών (min.-max.) 0,7-18,9 0,08-3,45 0,2-14,8 0,41-3,61 0-0,11 0-0,57 0,59-7,08 0,15-5,86
Μέση τιµή 15,2 1,4 15,3 1,6 0,1 0,25 2,4 1,8
ΣΥΝΟΛΟ
Εύρος τιµών (min.-max.) 0,73-119 0,08-14,8 0.24-141 0.1-36.1 0-1.2 0-4.15 0.06-29 0.15-11.4
Αρ. δειγµάτων: 1935
4-33
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Στο πλαίσιο της λειτουργίας των ορυχείων Πτολεµαΐδας λαµβάνονται όλα τα απαιτούµενα µέτρα
αποκατάστασης, ανάκτησης και επανακαλλιέργειας εδαφών στις περιοχές όπου έχει ολοκληρωθεί
η εξόρυξη. Τα έργα αποκατάστασης των εδαφών εστιάζονται στους χώρους των αποθέσεων
(άγονων υλικών) και στους χώρους των εκσκαφών, όπου αποτίθενται άγονα υλικά της εξόρυξης.
Για την εκτίµηση τυχόν υπάρχουσας ρύπανσης των εδαφών της περιοχής, έχουν εκπονηθεί στο
παρελθόν λεπτοµερείς γεωχηµικές µελέτες και µελέτες σύστασης των εναποτιθέµενων υλικών α)
σε ανακτηµένα εδάφη και στις γεωργικές τους παραγωγές και β) σε παρακείµενα κανονικά
καλλιεργούµενα εδάφη.
Από την αξιολόγηση των µέχρι τώρα αποτελεσµάτων όλων των προηγούµενων ετών φαίνεται ότι η
παραγωγικότητα των εδαφών που έχουν αναπτυχθεί στις αποκατεστηµένες αποθέσεις αγόνων
υλικών της εξόρυξης κυµαίνεται στα ίδια επίπεδα µε την παραγωγικότητα της ευρύτερης
περιοχής και σε ορισµένες περιπτώσεις είναι περαιτέρω βελτιωµένη (βλ. Σχήµα 4.2-19).
Στις επόµενες παραγράφους γίνεται αναφορά των µελετών και ερευνητικών προγραµµάτων που
έχει εκπονήσει η ∆ΕΗ σε συνεργασία µε πανεπιστηµιακούς και ερευνητικούς φορείς της χώρας
µας, καθώς και τα κυριότερα αποτελέσµατα – συµπεράσµατα αυτών όσον αφορά την επίδοση των
έργων αποκατάστασης στις αποθέσεις αγόνων.
4-34
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
ΜΑΛΑΚΟ
250
ΠΤΕΛΕΩΝΑΣ, ΣΙΤΑΡΙ
200 ΣΚΛΗΡΟ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΠΟΘΕΣΗ
150 ΚΥΡΙΟΥ ΠΕ∆ΙΟΥ, ΣΙΤΑΡΙ
ΣΚΛΗΡΟ
100 ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΠΟΘΕΣΗ
ΚΥΡΙΟΥ ΠΕ∆ΙΟΥ, ΣΙΤΑΡΙ
ΜΑΛΑΚΟ
50
ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΠΟΘΕΣΗ
ΟΡΥΧΕΙΟΥ ΚΑΡ∆ΙΑΣ,
0 ΣΙΤΑΡΙ ΜΑΛΑΚΟ
1997 1998 1999 2000 2001 ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΠΟΘΕΣΗ
ΟΡΥΧΕΙΟΥ ΚΑΡ∆ΙΑΣ,
ΕΤΟΣ ΣΙΤΑΡΙ ΣΚΛΗΡΟ
Σχήµα 4.2-19: Συγκριτικό διάγραµµα αποδόσεων σιτηρών, µεταξύ αποθέσεων Λ.Κ.∆.Μ. και όµορων µε αυτές περιοχών (ΚΑΡΥΟΧΩΡΙ -
ΠΤΕΛΕΩΝΑ)
4-35
ECHMES Ltd.
∆ΕΗ Α.Ε.
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΡΥΧΕΙΩΝ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ, Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ
Στη µελέτη παρουσιάζονται και αξιολογούνται οι γεωχηµικές και εδαφολογικές αναλύσεις πέντε
διαφορετικών αναπλασθέντων εδαφών που αναπτύχθηκαν στις αποθέσεις αγόνων των
λιγνιτωρυχείων του Κύριου Πεδίου και της Καρδιάς της περιοχής Πτολεµαΐδας. Τα
χαρακτηριστικά των ως άνω αναπλασθέντων εδαφών συγκρίνονται µε δείγµατα εδαφικού υλικού
που έχουν ληφθεί από τις περιοχές Μαυροδένδρι και Μαυροπηγή, εκτός της περιοχής των
ορυχείων.
Με βάση τα αποτελέσµατα των αναλύσεων η εικόνα των δειγµάτων, όσον αφορά στη χηµική τους
σύσταση, δε δείχνει καµία αξιοσηµείωτη διαφοροποίηση των εδαφών στις περιοχές
δειγµατοληψίας. Σε γενικές γραµµές τα υλικά της απόθεσης δεν παρουσιάζουν σηµαντικές
διαφοροποιήσεις από τα εδαφικά υλικά της περιβάλλουσας περιοχής. Συνοψίζοντας, το γενικό
συµπέρασµα είναι ότι η υφιστάµενη λειτουργία των ορυχείων Πτολεµαΐδας, όσον αφορά τους
χώρους απόθεσης αγόνων και αποκατάστασης κοιλοτήτων δεν έχει επιφέρει σηµαντικές
διαφοροποιήσεις και πιέσεις στα εδάφη και στα νερά της περιοχής.
«Έρευνα για τη γεωργική αξιοποίηση των εκτάσεων που προήλθαν από την εξόρυξη
του λιγνίτη στις περιοχές Πτολεµαΐδας και Αµυνταίου», ΤΕΙ ∆υτικής Μακεδονίας,
(2002 έως σήµερα)
Η ∆ΕΗ στο πλαίσιο της ων προσπαθειών της περιβαλλοντικής της στρατηγικής για τη γεωργική
αξιοποίηση των εκτάσεων που προήλθαν από την εξόρυξη του λιγνίτη, ξεκίνησε από το
Στόχος του εν λόγω υποπρογράµµατος, που υλοποιήθηκε την περίοδο 2002-2005, και συνεχίζεται
µέχρι σήµερα, είναι η διαχείριση του οπωρώνα, που εγκαταστάθηκε στα προς αποκατάσταση
εδάφη του Λ.Κ. Πτολεµαΐδας µε το σύστηµα της «Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης». Το ως άνω
σύστηµα περιλαµβάνει την παραγωγή καρπών µε την ελάχιστη δυνατή χρήση λιπασµάτων, ήπιων
φυτοφαρµάκων και ζιζανιοκτόνων µε σκοπό την επίτευξη του καλύτερου δυνατού οικονοµικού
αποτελέσµατος από τον παραγωγό, αλλά µε τη µικρότερη διατάραξη του περιβάλλοντος
χρησιµοποιώντας υψηλές τεχνολογικές µεθόδους που είναι περισσότερο φιλικές προς το περιβάλλον.
Η απόδοση των δένδρων των διαφόρων ειδών, περισσότερα των οποίων βρίσκονταν στο στάδιο
πλήρους παραγωγής, ήταν ικανοποιητική, ενώ η εµπειρία και οι γνώσεις που αποκτήθηκαν από το
προσωπικό του Λ.Κ., που ασχολήθηκε µε τη διαχείριση του οπωρώνα, ήταν ιδιαίτερα σηµαντική
για τη συνέχιση της καλλιέργειας αυτού για τα επόµενα χρόνια.
Τα γενικά συµπεράσµατα που προέκυψαν από το ως άνω υποπρόγραµµα ήταν ότι η ανάπτυξη των
θερµοκηπιακών καλλιεργειών είναι δυνατή στην ευρύτερη περιοχή του ΛΚ∆Μ σε επιλεγµένες
περιοχές µε σχετικά ήπιες κλιµατολογικές συνθήκες, επάρκεια νερού ποιότητας για άρδευση, µε
κατάλληλο προγραµµατισµό και επιλογή των καλλιεργειών.
Το σχετικό υποπρόγραµµα υλοποιήθηκε σε εδαφικές εκτάσεις που έχουν προκύψει από αποθέσεις
αγόνων των ορυχείων της ∆.Ε.Η. µε στόχο τη διερεύνηση της προσαρµοστικότητας των
ενεργειακών καλλιεργειών στα εδάφη αυτά, και προέκυψε το συµπέρασµα ότι η χειµερινή
καλλιέργεια ελαιοκράµβης (φθινοπωρινή σπορά) αποτελεί αξιόλογη πρόταση καλλιέργειας.
Ενδιαφέρουσα επίσης φαίνεται η καλλιέργεια ανθεκτικών σε ξηροθερµικές συνθήκες υβριδίων
ηλίανθου που απέδωσαν ικανοποιητικά µε περιορισµένη άρδευση.
Κατά την περίοδο Ιουλίου 2006 – Ιουνίου 2007 πραγµατοποιήθηκαν δειγµατοληψίες και
αναλύσεις εδαφών σε πιλοτικές καλλιέργειες (οπωρώνας) του Λιγνιτικού Κέντρου ∆υτικής
Μακεδονίας. Οι παράµετροι οι οποίες ελέγχθηκαν κατά τη διάρκεια των αναλύσεων είναι:
Ο Πίνακας 4.2-7 και ο Πίνακας 4.2-8 παρουσιάζουν τα αποτελέσµατα των παραπάνω αναλύσεων.
Πίνακας 4.2-7: Αποτελέσµατα αναλύσεων δειγµάτων εδάφους στον οπωρώνα του ΛΚ∆Μ (Ιούλιος 2006 – Ιούνιος 2007)
Α/Α ΒΑΘΟΣ ΜΗΧ. CACO3 E,C P K C Si S CEC
PH Ο.Ο (%)
∆ΕΙΓΜΑΤΟΣ (cm) ΣΥΣΤ. (%) (mhoscm-1) (ppm) (ppm) (%) (%) (%) (Me/100g)
0-30 SL 7,79 68,6 2,60 5,41 29,56 230 17,6 25,2 57,2 29,03
1
30-60 SCL 7,87 70,4 2,62 19,6 27,2 53,2 34,20
0-30 SL 7,87 57,2 2,28 4,90 20,20 170 17,6 25,2 57,2 28,20
2
30-60 SCL 7,81 35,2 2,44 21,6 27,2 51,2 30,90
0-30 SCL 7,90 70,4 1,94 8,21 36,13 170 19,6 23,2 57,2 33,10
3
30-60 SCL 7,85 71,2 2,58 19,6 23,2 57,2 33,10
0-30 SL 7,83 61,6 2,05 6,98 35,41 320 13,6 27,2 59,2 31,50
4
30-60 SL 7,85 66,8 2,43 7,6 39,2 53,2 30,40
0-30 SCL 7,96 70,4 1,31 6,88 23,76 300 21,6 25,2 53,2 30,40
5
30-60 SCL 7,84 83,6 2,41 33,6 27,2 39,2 27,70
0-30 SCL 7,97 70,4 1,32 6,84 19,84 160 21,6 23,2 55,2 33,70
6
30-60 SL 7,87 66,0 2,01 17,6 25,2 57,2 30,40
0-30 SCL 7,89 68,6 1,70 7,76 23,18 300 19,6 21,2 59,2 35,30
7
30-60 SCL 7,81 75,6 2,45 19,6 27,2 53,2 33,10
Πίνακας 4.2-8: Αποτελέσµατα αναλύσεων δειγµάτων εδάφους στον οπωρώνα του ΛΚ∆Μ (Ιούλιος 2006 – Ιούνιος 2007)
Α/Α ΒΑΘΟΣ Ca Mg B Mn Zn Fe Cu Cd Co Cr Ni Pb
∆ΕΙΓΜΑΤΟΣ (cm) (ppm) (ppm) (ppm) (ppm) (ppm) (ppm) (ppm) (ppm) (ppm) (ppm) (ppm) (ppm)
0-30 1178 151,2 0,26 0,70 0,63 18,65 0,40 0,04 0,17 0,00 0,94 1,40
1
30-60
0-30 1134 153,6 0,20 0,78 1,45 19,55 0,32 0,02 0,03 0,00 0,74 0,98
2
30-60
0-30 1148 172,8 0,36 0,69 0,80 34,60 0,45 0,04 0,08 0,00 1,00 0,69
3
30-60
0-30 1248 213,6 0,30 0,47 0,82 21,61 0,41 0,03 0,00 0,00 0,83 0,76
4
30-60
0-30 962 262,8 0,26 1,08 0,81 19,99 0,34 0,04 0,06 0,00 0,62 0,57
5
30-60
0-30 1212 136,8 0,27 1,17 0,55 30,92 0,29 0,03 0,00 0,00 1,12 0,72
6
30-60
0-30 1170 189,6 0,20 1,07 1,50 23,63 0,31 0,04 0,06 0,00 0,24 0,80
7
30-60
Στο πλαίσιο της µελέτης αυτής, αναλύθηκαν 243 δείγµατα εδαφών, από διάφορα βάθη σε 81
σηµεία δειγµατοληψίας, οκτώ περιοχών αποθέσεων, που ελήφθησαν και προσκοµίστηκαν στο
εργαστήριο του Ινστιτούτου Εδαφολογίας Θεσσαλονίκης, από τις αποκαταστηµένες περιοχές του
Λιγνιτικού Κέντρου ∆υτικής Μακεδονίας (ΛΚ∆Μ). Σηµειώνεται ότι οι έξη (6) από αυτές τις
περιοχές (Π1, Π2, Π3, Π4, Π5, και Π5-Α) βρίσκονται στην περιοχή Έργου, και παρουσιάζονται
στο Σχήµα 4.2-20, ενώ οι υπόλοιπες δύο (2) στην περιοχή Αµυνταίου.
Σχήµα 4.2-20: Περιοχές δειγµατοληψίας εδαφικών δειγµάτων από επιφάνειες αποθέσεων αγόνων
Το «εδαφικό» υλικό, το οποίο εξετάσθηκε, προέρχεται από την αποµάκρυνση των υπερκείµενων
των λιγνιτικών στρώσεων χαλαρών υλικών, καθώς και αυτών των ενδιάµεσων στρώσεων, µεταξύ
δύο διαδοχικών, «παράλληλων» στρώσεων λιγνίτη. Το βάθος, από το οποίο προέρχεται το χαλαρό
αυτό υλικό, κυµαίνεται από 0 - 250 m, δεδοµένου ότι η εξόρυξη του λιγνίτη, που γίνεται µε
εκσκαφή ανοικτών κατακόρυφων ορυγµάτων µεγάλου πλάτους, κυµαίνεται σε βάθος από 60 έως
250 µέτρα από την επιφάνεια του εδάφους.
Τα υπό εξέταση δείγµατα τα οποία αναλύθηκαν, στο πλαίσιο της µελέτης του ΕΘΙΑΓΕ,
αποτελούνται από χαλαρό υλικό, στο οποίο µπορούν και αναπτύσσονται φυτά, δεν συνιστούν όµως
έδαφος, µε την αυστηρή εδαφολογική έννοια. Στα υλικά αυτά (µητρικό υλικό) δεν έχει επιδράσει
ο παράγοντας της εδαφογένεσης (χρόνος), µέσω των κλιµατικών επιδράσεων (κλίµα), της
βλάστησης και του τοπογραφικού ανάγλυφου. Πρόκειται δηλαδή για πρόσφατες τεχνητές
αποθέσεις χαλαρού µητρικού υλικού.
Το γεγονός αυτό, της µη προέλευσης των συγκεκριµένων «εδαφών» από την δράση των γνωστών
πέντε παραγόντων της εδαφογένεσης, ενώ δεν είναι κατ’ ανάγκη αρνητικό για την γεωργική
εκµετάλλευσή τους, προσδίδει σε αυτά µια σειρά από επιστηµονικά ενδιαφέρουσες εδαφοχηµικές
ιδιότητες, που δεν ισχύουν στα συνήθη γεωργικά εδάφη.
Χαρακτηριστικά αναφέρονται:
• Το ιδιαίτερα χαµηλό ποσοστό του κλάσµατος της αργίλου, χαρακτηριστικό των πρόσφατων
εδαφών, όπου η διεργασία της αποσάθρωσης του µητρικού υλικού και της δηµιουργίας
δευτερογενών ορυκτών, δεν έχει προχωρήσει.
• Οι χαµηλές τιµές Φαινόµενου Ειδικού Βάρους (ΦΕΒ), που κυµαίνονται από 0,6-1,4gr/cm3.
• Το σχετικά υψηλό ποσοστό της οργανικής ουσίας, σε πολλά δείγµατα, σε σχέση µε τα
συνηθισµένα Ελληνικά Εδάφη, που σπανίως υπερβαίνει το 1-2%. Oι αυξηµένες αυτές
συγκεντρώσεις οργανικής ουσίας εκτιµάται από το ΕΘΙΑΓΕ ότι οφείλονται στην πρόσµιξη,
σε πολλά από αυτά, λιγνίτη (άνθρακα) µε τα στείρα.
• Η κατανοµή της οργανικής ουσίας µε το βάθος, όπου σε πολλές περιπτώσεις, αυξάνεται µε
το βάθος, σε αντίθεση µε τα γεωργικά εδάφη, όπου συµβαίνει το αντίθετο.
• Οι ιδιαίτερα υψηλές συγκεντρώσεις Ανθρακικού Ασβεστίου (CaCO3) και η κατανοµή του
µε το βάθος, προδίδουν την γεωλογική προέλευσή του, από βαθύτερα στρώµατα, όπου το
CaCO3 είχε συσσωρευτεί σε υψηλές συγκεντρώσεις. Συνεπώς, λόγω της πρόσφατης απόθεσής
του στην επιφάνεια, δεν έχει εκπλυθεί από τις βροχοπτώσεις και διατηρεί τις υψηλές
συγκεντρώσεις των βαθύτερων στρωµάτων, απ’ όπου προέρχεται. Για τους ίδιους λόγους και
η κατακόρυφη κατανοµή του δεν παρουσιάζει αύξησή του µε το βάθος, όπως γίνεται στα
ώριµα εδάφη.
• Τέλος, οι υψηλές τιµές της Ικανότητος Ανταλλαγής Κατιόντων (CEC), σε σχέση µε τα
συνήθη γεωργικά εδάφη, σύµφωνα µε τη Μελέτη, οφείλονται σε δύο λόγους: α) στις
αυξηµένες συγκεντρώσεις του αφοµοιώσιµου Σιδήρου, που προέρχεται από τα οξείδια του
Σιδήρου (sesquioxides), τα οποία µαζί µε τα αρνητικά φορτία της αργίλλου και της οργανικής
ουσίας δηµιουργούν την CEC του εδάφους, και β) σε ασβεστούχα εδάφη ξηρών και
ηµίξηρων περιοχών, που δεν έχουν αποσαθρωθεί επαρκώς, στα οποία γίνεται ανταλλαγή µη
εναλλακτικών κατιόντων, µε αποτέλεσµα την υπερεκτίµηση της τιµής της CEC.
Η περιεκτικότητα των γεωργικών εδαφών του Ν. Κοζάνης σε ολικά βαρέα µέταλλα, όπως
προκύπτει από ειδικά για το σκοπό αυτό µελέτη, που εκπονήθηκε από το ΙΓΜΕ (Φ. Γερούκη),
αποδίδεται περισσότερο στη χηµική σύσταση των πετρωµάτων του Ν. Κοζάνης, από τα οποία
προήλθαν τα γεωργικά εδάφη και όχι σε εξωτερικές επιδράσεις (π.χ. από την αέρια ρύπανση από
τη λειτουργία της ∆ΕΗ, κ.λ.π.).
Στη Μελέτη του ΕΘΙΑΓΕ γίνεται ειδική µνεία στο ερευνητικό έργο: «Μελέτη χηµικής σύστασης
αιωρούµενων σωµατιδίων για τον προσδιορισµό του ποσοστού συµµετοχής των πηγών εκποµπής
τους στην ατµόσφαιρα του λεκανοπεδίου Εορδαίας», Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης,
Τµήµα Χηµείας, Εργαστήριο Ελέγχου Ρύπανσης Περιβάλλοντος, 2002. Στο ως άνω Πρόγραµµα,
τα συµπεράσµατα του οποίου περιλαµβάνονται επίσης στην Ενότητα του Ατµοσφαιρικού
Περιβάλλοντος της παρούσης, αναφέρεται ότι «οι συγκεντρώσεις των βαρέων και τοξικών
µετάλλων, που βρέθηκαν στα ολικά αιωρούµενα σωµατίδια (TSP) είναι στα επίπεδα που
παρατηρούνται σε αστικές, βιοµηχανικές και αγροτικές περιοχές. ∆εν υπάρχουν τοξικά στοιχεία που
να βρέθηκαν σε αυξηµένες συγκεντρώσεις, έτσι ώστε να δηµιουργείται κάποιο περιβαλλοντικό
πρόβληµα. Οι µέσες ετήσιες συγκεντρώσεις του µολύβδου είναι χαµηλές σε όλους τους αποδέκτες,
πολύ χαµηλότερες από το αντίστοιχο όριο (500 µg/m3)» (βλ. επίσης Ενότητα 4.2.7.3).
Στον Πίνακα 4.2-9 παρουσιάζονται οι συγκεντρώσεις εκχυλισίµων βαρέων µετάλλων για κάθε µία
από τις έξη εξετασθείσες αποθέσεις των ορυχείων Πτολεµαΐδας της ∆ΕΗ (µέσες τιµές από τα τρία
βάθη). Οι τιµές αυτές συγκρίνονται µε τις αντίστοιχες µέσες τιµές που προέκυψαν από την
ανάλυση των 1.935 εδαφικών δείγµατα του Ν. Κοζάνης, (βλ. Πίνακα 4.2-6).
Πίνακας 4.2-9: Συγκεντρώσεις Εκχυλισίµων Βαρέων Μετάλλων ∆ΕΗ Α.Ε. Λ.Κ.∆.Μ., 2010
ΠΕΡΙΟΧΗ Mn Zn Fe Cu Cd Co Cr Ni Pb
∆ΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ ppm ppm ppm ppm ppm ppm ppm ppm ppm
Π1 Μέση τιµή 0,98 1,06 103,33 1,37 0,06 0,09 0,02 1,88 0,65
Αρ. δειγµάτων: Ελάχιστη (min) 0,212 0,249 28,971 0,331 0,015 0,018 0,001 0,826 0,129
42 Μέγιστη (max) 3,09 3,15 264,94 4,73 0,26 0,22 0,07 3,55 1,84
Π2 Μέση τιµή 2,05 0,75 102,44 1,43 0,04 0,06 0,02 1,79 0,85
Αρ. δειγµάτων: Ελάχιστη (min) 0,429 0,244 5,433 0,455 0,003 0,013 0,001 0,325 0,166
39 Μέγιστη (max) 5,42 1,93 268,74 3,97 0,08 0,13 0,04 2,88 1,68
Π3 Μέση τιµή 1,32 1,06 105,11 1,17 0,05 0,09 0,02 2,12 0,96
Αρ. δειγµάτων: Ελάχιστη (min) 0,406 0,482 21,877 0,350 0,007 0.036 0,011 1,16 0,295
33 Μέγιστη (max) 5,12 3,68 335,89 3,58 0,35 0,47 0,08 6,15 2,70
Π4 Μέση τιµή 1,64 0,35 71,15 0,63 0,03 0,05 0,02 1,52 0,71
Αρ. δειγµάτων: Ελάχιστη (min) 0,690 0,060 19,165 0,398 0,007 0,018 0,009 0,387 0,214
12 Μέγιστη (max) 3,20 0,75 201,58 1,00 0,07 0,13 0,03 2,40 1,53
Π5 Μέση τιµή 1,60 0,63 55,16 1,07 0,02 0,05 0,30 2,04 0,87
Αρ. δειγµάτων: Ελάχιστη (min) 0,364 0,153 19,837 0,325 0,007 0,018 0,000 0,287 0,254
51 Μέγιστη (max) 4,38 1,76 128,93 3,08 0,06 0,18 3,13 10,97 1,70
Π 5Α Μέση τιµή 0,68 1,03 127,82 0,77 0,03 0,08 0,02 4,23 0,60
Αρ. δειγµάτων: Ελάχιστη (min) 0,270 0,542 61,788 0,115 0,014 0,037 0,000 1,032 0,021
27 Μέγιστη (max) 1,44 3,13 219,76 2,34 0,11 0,18 0,04 16,10 1,82
ΣΥΝΟΛΟ Μέση τιµή 15,2 1,4 15,3 1,6 0,1 0,25 2,4 1,8
7 ∆ήµων Ν. Κοζάνης
Ελάχιστη (min) 0,73 0,08 0,24 0.1 0 0 0,06 0,15
(από Πίνακα 4.2.6)
Αρ. δειγµάτων:1935 Μέγιστη (max) 119 14,8 141 36,1 1,2 4,15 29 11,40
Από τη σύγκριση των δύο Πινάκων προκύπτει ότι, µε εξαίρεση τον σίδηρο, οι µέσες τιµές των
εκχυλίσιµων συγκεντρώσεων βαρέων µετάλλων και στις έξη αποθέσεις της ∆ΕΗ είναι
χαµηλότερες από τις αντίστοιχες των γεωργικών εδαφών του Ν. Κοζάνης.
Συνοψίζοντας, από τη Μελέτη του ΕΘΙΑΓΕ προκύπτει ότι η λειτουργία των Ορυχείων
Πτολεµαΐδας δεν έχει επιφέρει σηµαντικές διαφοροποιήσεις και πιέσεις στα εδάφη της περιοχής.
4.2.4.1. Γενικά
Για την περιγραφή της υφιστάµενης κατάστασης των υδατικών πόρων στην περιοχή των Ορυχείων
Πτολεµαΐδας αξιοποιήθηκαν πηγές δεδοµένων (έρευνες, βιβλιογραφικές αναφορές, µελέτες, κ.λπ.),
από ανεξάρτητους φορείς και τη ∆.Ε.Η.. Επίσης, στο πλαίσιο της παρούσας µελέτης
αξιοποιήθηκαν στοιχεία από το Κέντρο Περιβάλλοντος της Νοµαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κοζάνης.
Επίσης, αξιοποιήθηκαν στοιχεία από µετρήσεις και καταγραφές που λαµβάνουν χώρα στα ορυχεία,
ενώ πραγµατοποιήθηκαν και επί τόπου επισκέψεις από την Οµάδα Μελέτης στην περιοχή
επέµβασης. Σηµειώνεται ότι λήφθηκε υπόψη η σχετική νοµοθεσία, η οποία περιγράφεται
λεπτοµερώς στην Ενότητα 4.2.4.2.
Συνοπτικά, για την εκπόνηση της παρούσας Ενότητας αξιοποιήθηκαν τα ακόλουθα στοιχεία:
• Κουτσογιάννης ∆., Μαµάσης Ν. (2004). «Εκτροπή του ρέµατος Σουλού για την ανάπτυξη
των λιγνιτικών εκµεταλλεύσεων της ∆ΕΗ στο ορυχείο Νοτίου Πεδίου της περιοχής Κοζάνης
– Πτολεµαΐδας: Υδρολογική ∆ιερεύνηση», Αθήνα.
• Μελαδιώτης Ι. et al. (2001). «Υδρογεωλογική Έρευνα για την Υδροδότηση του ∆ήµου
Κοζάνης», Ερευνητικό Έργο, Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη.
• Στάµος Α., Παφίλης Μ. (2001). «Ο καρστικός υδροφορέας των Τριαδικο-Ιουρασικών
ασβεστόλιθων της λεκάνης Κοζάνης-Σερβίων και η αξιοποίησή του στην οριστική επίλυση
του υδρευτικού προβλήµατος του ∆ήµου Κοζάνης», ΙΓΜΕ, Κοζάνη.
• Στάµος Α. (2001). «Υδρογεωλογικές µελέτες αξιοποίησης και ορθολογικής διαχείρισης των
υδάτινων πόρων ∆υτικής Μακεδονίας: Υδρογεωλογική µελέτη του προσχωµατικού
υδροφόρου Σαριγκιόλ ή Νοτίου Πεδίου Κοζάνης», ΙΓΜΕ, Περιφ. Μονάδα ∆. Μακεδονίας,
Κοζάνη
• Τσουφλίδου Σ. (2001). «Υδρογεωλογικές και υδροδυναµικές συνθήκες ορυχείου
Μαυροπηγής Πτολεµαΐδας», Ε.Μ.Π., Μεταπτυχιακή ∆ιατριβή.
• Rowe D.R., Abdel Magid I.M. (1995). Handbook of Wastewater Reclamation and Reuse,
CRC Press LLC, Boca Raton, Florida.
Η διαχείριση των υδατικών πόρων στην περιοχή των Ορυχείων Πτολεµαΐδας καθορίζεται και
διαµορφώνεται από το σχετικό Κοινοτικό και Εθνικό Θεσµικό Πλαίσιο, καθώς επίσης και από τις
Αποφάσεις Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΚΥΑ ΑΕΠΟ) των Ορυχείων Πτολεµαΐδας και
Μαυροπηγής. Οι σχετικές ΚΥΑ ΑΕΠΟ για τη λειτουργία των Ορυχείων Πτολεµαΐδας
παρατίθενται στην Ενότητα 2.3.1 της παρούσας Μ.Π.Ε., ενώ στη συνέχεια παρατίθενται οι
σχετικές διατάξεις της Εθνικής και Κοινοτικής Νοµοθεσίας.
4.2.4.3.1. Υδρογεωλογία
Στην ευρύτερη περιοχή µελέτης αναπτύσσεται υδροφορία τόσο στο καρστικό υπόβαθρο (καρστικό
υδροφόρο σύστηµα) όσο και στα νεότερα Νεογενή ιζήµατα και στις Τεταρτογενείς αποθέσεις
(υδροφόρα συστήµατα χαλαρών ιζηµάτων). Από τους σχηµατισµούς που συγκροτούν τα περιθώρια
της λεκάνης, ως υδατοστεγανοί µπορούν να χαρακτηριστούν αυτοί του οφιολιθικού συµπλέγµατος
και οι κρυσταλλοσχιστώδεις σχηµατισµοί του υποβάθρου. Στην πρώτη οµάδα δεν αποκλείεται
κάποια υδροφορία, εξαιτίας πιθανής ρηγµάτωσης και αποσάθρωσης.
Επίσης, σύµφωνα µε πρόσφατα στοιχεία της ∆ΕΗ, από τα χαλαρά ιζήµατα που πληρούν τη
λεκάνη, η λιγνιτοφόρος στοιβάδα, δηλαδή τα λιγνιτικά στρώµατα µε τα ενδιάµεσα άγονα, µπορούν
να θεωρηθούν επίσης ως πολύ λίγο διαπερατοί σχηµατισµοί που δεν ευνοούν την κατείσδυση και
την κυκλοφορία των υπογείων νερών, ενώ οι υποκείµενες της λιγνιτοφόρας στοιβάδας µάργες
χαρακτηρίζονται ως πολύ λίγο διαπερατές – πρακτικά αδιαπέρατες (υδροπερατότητα της τάξεως
των 10-8 έως 10-9 m/sec).
Σύµφωνα µε τους Groba et al. (1985)13, στους Τριαδικούς ασβεστόλιθους του Βέρµιου
αναπτύσσονται δυο µεγάλα καρστικά συστήµατα, σχεδόν ανεξάρτητα µεταξύ τους:
• Το Βόρειο καρστικό υδροφόρο σύστηµα µε την πιεζοµετρική του επιφάνεια να
διαµορφώνεται στο απόλυτο υψόµετρο των +525m περίπου.
• Το Νότιο καρστικό υδροφόρο σύστηµα µε την πιεζοµετρική του επιφάνεια να
διαµορφώνεται στο απόλυτο υψόµετρο των +280m.
Από σταθµηµετρήσεις που έγιναν το Σεπτέµβριο του 2004, προέκυψε ότι η πιεζοµετρική επιφάνεια
στους Κρητιδικούς ασβεστόλιθους, στα νότια της Κοινότητας της Σπηλιάς βρίσκεται στο απόλυτο
υψόµετρο των +750m. Την ίδια περίοδο, η πιεζοµετρική επιφάνεια του βαθέως καρστικού
συστήµατος στην περιοχή των ορυχείων και συγκεκριµένα στο ύψος της Κοινότητας
13
Groba E., Timm J., Kruck W., Fielitz K. (1985). «Hydrogeological Investigations for the Water Supply of the Ptolemais
Region», Hannover.
14
Τσουφλίδου Σ., ∆ηµητρακόπουλος ∆., (2005). «Ειδική Υδρογεωλογική Μελέτη Ορυχείων Πτολεµαΐδας», ∆ΕΗ Α.Ε, Γεν.
∆/νση Ορυχείων.
Μαυροδενδρίου βρέθηκε στα +300m. Τονίζεται ότι σύµφωνα µε τον πιεζοµετρικό χάρτη που
συντάχθηκε το 1985 από τους Groba et al.13, η πιεζοµετρική επιφάνεια στην παραπάνω περιοχή
ήταν στο ίδιο υψόµετρο.
Όσον αφορά την υδραυλική επικοινωνία µεταξύ των ως άνω καρστικών συστηµάτων µε τα
υδροφόρα συστήµατα των χαλαρών ιζηµάτων της περιοχής, η επικρατούσα άποψη είναι ότι δεν
υπάρχει υδραυλική επικοινωνία.
Εισαγωγικά αναφέρεται ότι κατά τη διάρκεια της εξορυκτικής δραστηριότητας στην περιοχή των
Ορυχείων Πτολεµαΐδας αντλούνται ετησίως σηµαντικές ποσότητες υπογείων νερών, από τα
υδροφόρα συστήµατα χαλαρών ιζηµάτων. Τα αντλούµενα υπόγεια νερά αφορούν υδρογεωτρήσεις
αποστράγγισης, που αποσκοπούν στην ταπείνωση της πιεζοµετρικής στάθµης του υδροφορέα
υπερκείµενων και τη µη εισροή νερού από τα πρανή των εκσκαφών των ορυχείων, προκειµένου να
διασφαλιστεί η οµαλή και ασφαλής λειτουργία των ορυχείων.
Σύµφωνα µε τον Λουλούδη et al. (2008) 15, όσον αφορά την υδροφορία στα συστήµατα χαλαρών
ιζηµάτων, από τις ερευνητικές εργασίες που έχουν εκπονηθεί για την ευρύτερη περιοχή προκύπτει
ότι αναπτύσσεται υδροφορία στους παρακάτω σχηµατισµούς:
• Πλευρικά κορήµατα και κώνους κορηµάτων της λεκάνης.
• Υπερκείµενα της λιγνιτοφόρου στοιβάδας ιζήµατα.
• Υποκείµενα της λιγνιτοφόρου στοιβάδας ιζήµατα.
Οι υδροφόροι που αναπτύσσονται στους ως άνω σχηµατισµούς είναι (βλ. Σχήµα 4.2-21):
• ο υδροφορέας υπερκειµένων, ο οποίος αναπτύσσεται στα υπερκείµενα της λιγνιτοφόρου
στοιβάδας Νεογενή ιζήµατα, στον οποίο εντάσσεται και η υδροφορία των Τεταρτογενών
αποθέσεων και
• ο υδροφορέας υποκειµένων, που αναπτύσσεται στα υποκείµενα της λιγνιτοφόρου στοιβάδας
ιζήµατα.
15
Λουλούδης Γ., Τσουφλίδου Σ., Πετροπούλου Α., (2008). «Προκαταρτική υδρογεωλογική µελέτη νοτιοδυτικού πεδίου –
Τεχνική Έκθεση», ∆.Ε.Η. Α.Ε., ∆ιεύθυνση Μελετών και Ανάπτυξης Ορυχείων, Τοµέας Υδρογεωλογικών Μελετών.
Οι εκτιµήσεις του όγκου των υπογείων υδάτων των ως άνω υδροφορέων της άµεσης περιοχής των
Ορυχείων Πτολεµαΐδας που ακολουθούν, στηρίχθηκαν στον υπολογισµό (µε τη βοήθεια του
υπολογιστικού µοντέλου 3D Analyst) του όγκου που περικλείεται µεταξύ της πιεζοµετρικής
επιφάνειας, µε βάση τα δεδοµένα σταθµηµετρήσεων που έγιναν το Σεπτέµβριο 2003 και του
δαπέδου έκαστου υδροφορέα (υπερκειµένων/υποκειµένων) πολλαπλασιασµένο µε το πορώδες
του14. Σηµειώνεται ότι η µικρή εποχιακή µεταβολή της στάθµης της πιεζοµετρικής επιφάνειάς τους
δεν διαφοροποιεί τις εκτιµήσεις του όγκου τους και ότι ανάλογες σταθµηµετρήσεις γίνονται από τη
∆ΕΗ συστηµατικά σε µηνιαία βάση µε µακρά σειρά δεδοµένων.
Ο υδροφορέας υπερκειµένων δεν αναπτύσσεται σε όλη την έκταση της λεκάνης διότι, τεκτονικά
αίτια και διάβρωση είχαν ως αποτέλεσµα την περιορισµένη ανάπτυξή του στη βόρεια του Νοτίου
Πεδίου περιοχή. Ο υδροφορέας αυτός παρουσιάζει σηµαντική ανάπτυξη στη περιοχή της λεκάνης
Σαριγκιόλ, δηλαδή στην περιοχή ανάπτυξης του Νοτίου Πεδίου, καθώς και σε µία έκταση, στην
περιοχή του Ορυχείου Μαυροπηγής, η οποία καλύπτεται από Κροκαλοπαγή Προαστίου τα οποία
παρουσιάζουν πλούσια υδροφορία. Ο υδροφορέας υπερκειµένων καλύπτει οριζόντια επιφάνεια
271km2. Τα όριά του, τα οποία αντιστοιχούν στα όρια της υδρογεωλογικής λεκάνης των Ορυχείων
Πτολεµαΐδας, φαίνονται στο Σχήµα 4.2-22, όπως εκτιµήθηκαν στην Ειδική Υδρογεωλογική
Μελέτη Ορυχείων Πτολεµαΐδας (Τσουφλίδου και ∆ηµητρακόπουλος, 2005)14.
Η τροφοδοσία του συστήµατος δεν συνδέεται µε τα καρστικά νερά που περιβάλλουν τη λεκάνη15.
Με την άποψη αυτή συντάσσεται το σύνολο των ερευνητών, µε εξαίρεση το Μελαδιώτη15 που
16
Τσουφλίδου Σ. (2001). «Υδρογεωλογικές και υδροδυναµικές συνθήκες ορυχείου Μαυροπηγής Πτολεµαΐδας», Ε.Μ.Π.,
Μεταπτυχιακή ∆ιατριβή.
θεωρεί ότι η τροφοδοσία των εκµεταλλεύσιµων υδροφόρων συστηµάτων της λεκάνης Σαριγκιόλ,
δηλαδή των υδροφόρων στα χαλαρά ιζήµατα της λεκάνης, πραγµατοποιείται κυρίως από πλευρικές
διηθήσεις υπογείων νερών των καρστικών υδροφόρων συστηµάτων του Βέρµιου και του Άσκιου,
µέσω των ΒΑ-Ν∆ διεύθυνσης εφελκυστικών ρηγµάτων και του δικτύου των καρστικών αγωγών
και ασυνεχειών. Η άποψη αυτή δεν τεκµηριώνεται επαρκώς, δεδοµένου ότι η υδροστατική στάθµη
στους Τριαδικούς ασβεστόλιθους βρίσκεται πολύ βαθύτερα από αυτή των ιζηµάτων της λεκάνης.
Η στάθµη του υδροφορέα υπερκειµένων στην άµεση περιοχή του Έργου κυµαίνεται από το
απόλυτο υψόµετρο των +840m στις νοτιοδυτικές παρυφές του Βερµίου µέχρι τα +600m στην
περιοχή δυτικά του Ορυχείου Νοτίου Πεδίου14.
Η πιεζοµετρική επιφάνεια του υδροφορέα των υπερκειµένων στις υπό εκµετάλλευση περιοχές
κυµαίνεται σε απόλυτα υψόµετρα (βλ. Σχήµα 4.2-23):
• Στην περιοχή του ορυχείου Νοτίου Πεδίου από +700m έως +620m, µε άξονα αποστράγγισης
από Β προς Ν.
• Στην περιοχή του ορυχείου Νοτιοδυτικού Πεδίου - Υψηλάντη από +680m έως +640m, µε
κλίση από Ν∆.∆ προς ΒΑ.Α.
• Στην περιοχή του ορυχείου Μαυροπηγής από +700m έως +640m, µε κλίση από Ν.Ν∆ προς
Β.ΒΑ.
Σχήµα 4.2-23: Πιεζοµετρικός χάρτης του υδροφορέα των υπερκειµένων και των υποκείµενων
Όπως φαίνεται και στο Σχήµα 4.2-23, οι πιεζοµετρικές καµπύλες δεν καλύπτουν όλη την έκταση
της λεκάνης, διότι στην περιοχή των εκσκαφών τα υπερκείµενα έχουν αποµακρυνθεί και κατά
συνέπεια, σε αυτά τα τµήµατα της λεκάνης δεν υφίσταται υδροφορέας.
Για τον υδροφορέα υπερκειµένων, ο όγκος του νερού έχει εκτιµηθεί σε 1,23x109m3, λαµβάνοντας
το πορώδες του ίσο µε 15%14. Ο όγκος των ανανεώσιµων αποθεµάτων του υδροφορέα
υπερκειµένων υπολογίσθηκε σε περίπου 24x106m3 εκτιµώντας (µε βάση τα αποτελέσµατα των
σταθµηµετρήσεων) ότι η µέση διακύµανση της πιεζοµετρικής επιφάνειας µεταξύ υγρής και ξηρής
περιόδου είναι της τάξης του l,5 m.
17
ΕΛΙΜΕΙΑ (1999). «Ανάπτυξη Συστήµατος ∆ιαχείρισης Υδατικών Πόρων και Μεθόδων Τεχνητού Εµπλουτισµού σε
περιοχές εκµεταλλεύσεων - Πιλοτική εφαρµογή στο Νότιο Πεδίο Πτολεµαΐδας», Ερευνητικό Πρόγραµµα συνεργασίας
∆.Ε.Η., Ε.Μ.Π., Κ.Τ.Ε.Σ.Κ., ∆.Ε.Υ.Α. Κοζάνης, ΙΝΤΕΛΕΚ Α.Ε..
18
Voigt J., Schwarzenberg T. (2004). «Υδρογεωλογικό µοντέλο Ορυχείου Μαυροπηγής», ∆.Ε.Η. Α.Ε., ∆ιεύθυνση Μελετών
και Ανάπτυξης Ορυχείων.
υδρογεώτρηση της περιοχής, προέκυψε ότι η τιµή της υδαταγωγιµότητας είναι Τ= 1,75x10-
3 2
m /sec, ενώ από την επεξεργασία των δεδοµένων της επαναφοράς η τιµή που υπολογίστηκε
είναι Τ= 1,15x10-3 m2/sec.
• Σε γεωτρήσεις που πραγµατοποιήθηκαν εντός του χώρου εξόρυξης (βαθµίδες) του Ορυχείου
Μαυροπηγής, στο πλαίσιο πρόσφατης µελέτης των ∆ηµητρακόπουλου ∆., Χατζησάββα Κλ. και
Ηλία Ι. (2010)19, η υδραυλική αγωγιµότητα της λιγνιτικής στρώσης, η οποία περιλαµβάνεται
στον υδροφορέα υπερκειµένων, προσδιορίστηκε σε τάξη του 10-6 έως 10-8m/s. Παρατηρήθηκε
επίσης το φαινόµενο µείωσης της υδραυλικής αγωγιµότητας της λιγνιτικής στρώσης
συναρτήσει του βάθους, µε αποτέλεσµα η εν λόγω στρώση να θεωρείται ως πολύ λίγο
διαπερατή, που δεν ευνοεί την κατείσδυση και την κυκλοφορία υπογείων νερών.
• Σύµφωνα µε την ίδια µελέτη, η τελική µάργα, η οποία αποτελεί το «δάπεδο» του ορυχείου,
βρέθηκε να έχει υδραυλική αγωγιµότητα της τάξεως του 10-8 έως 10-9m/s, µε αποτέλεσµα να
θεωρείται από πολύ λίγο διαπερατή έως πρακτικά αδιαπέρατη.
Στα υποκείµενα της λιγνιτοφόρου στοιβάδας ιζήµατα, αναπτύσσεται ένα δεύτερο υδροφόρο
σύστηµα, η ύπαρξη του οποίου, νότια του ορυχείου της Καρδιάς όπου το κοίτασµα βυθίζεται µε
σειρά κλιµακωτών ρηγµάτων, δεν έχει επιβεβαιωθεί ελλείψει βαθιών γεωτρήσεων. Ο
συγκεκριµένος υδροφορέας είναι υπό πίεση, µε εξαίρεση µια µικρή περιοχή, ενώ η τροφοδοσία
του πιθανολογείται ότι πραγµατοποιείται από τα κράσπεδα της λεκάνης16. Η περιοχή όπου ο
υδροφορέας εµφανίζεται ελεύθερος είναι η περιοχή Μαυροπηγής – Κοµάνου, όπου αντλείται.
19
∆ηµητρακόπουλος ∆., Χατζησάββας Κλ., Ηλία Ι. (2010). «Υδρογεωλογική Μελέτη για τη συναπόθεση αγόνων τέφρας στο
Ορυχείο Μαυροπηγής», ∆.Ε.Η. Α.Ε., ∆ιεύθυνση Μελετών και Ανάπτυξης Ορυχείων, Τοµέας Υδρογεωλογικών Μελετών.
Ο υδροφορέας υποκειµένων, καθώς βρίσκεται κάτω από ένα σηµαντικού πάχους στρώµα
αδιαπέρατης µάργας το οποίο υπόκειται του λιγνίτη δεν επηρεάζει, µε κανένα τρόπο, την
εκµετάλλευση και δεν τίθεται ζήτηµα αποστράγγισής του. Ωστόσο, σε ένα τµήµα του, στην
περιοχή του Βιοµηχανικού Συγκροτήµατος ο υδροφορέας υποκειµένων, συνεπεία τεκτονικών και
άλλων αιτίων, βρίσκεται σε µικρό, σχετικά, βάθος από την επιφάνεια και αξιοποιείται για την
κάλυψη των αναγκών σε νερό βιοµηχανικής χρήσης του Βιοµηχανικού Συγκροτήµατος, καθώς και
για τη διαβροχή εργοταξιακών δρόµων.
Με βάση το Σχήµα 4.2-23, η πιεζοµετρική στάθµη (στοιχεία 2003) του υδροφορέα υποκειµένων
κυµαίνεται στην περιοχή µελέτης µεταξύ +650m και +550m (απόλυτο υψόµετρο), µε διεύθυνση
αποστράγγισης από Β.ΒΑ προς Ν.Ν∆, µε εξαίρεση τις περιοχές Ποντοκώµης και Μαυροπηγής,
όπου εντοπίζονται τοπικές διαφοροποιήσεις.
Σύµφωνα µε υπολογισµούς που έγιναν στο πλαίσιο της Ειδικής Υδρογεωλογικής Μελέτης των
Ορυχείων Πτολεµαΐδας (∆ΕΗ, 2005), ο όγκος του νερού του υδροφορέα υποκειµένων εκτιµήθηκε
σε 2,95x109m3 (για πορώδες της τάξεως του 11%).
1. Στην περιοχή του Νότιου Πεδίου και στην επέκτασή του προς Νότο (ΕΛΙΜΕΙΑ, 1999)17 ο
υδροφορέας υποκειµένων κυµαίνεται µεταξύ +600m και +550m, µε κλίση από Β.ΒΑ προς
Ν.Ν∆.
2. Στην περιοχή του Ορυχείου Νοτιοδυτικού Πεδίου - Υψηλάντη οι Λουλούδης et al.15
αναφέρουν ότι ο υδροφορέας υποκειµένων του λιγνίτη που αναπτύσσεται από το +590m έως
το +550m µε µέση κλίση 1% από Βορρά προς Νότο παρουσιάζει αυξηµένη υδαταγωγιµότητα
που κυµαίνεται από 1x10-3m2/sec έως 12x10-3m2/sec στην περιοχή όπου δεν αναπτύσσεται
εκµεταλλεύσιµη λιγνιτοφορία, δηλαδή µεταξύ των ορυχείων Μαυροπηγής και Νοτιοδυτικού
Πεδίου, καθώς και σε µια περιορισµένη ζώνη στα κράσπεδα του Ασκίου όρους.
3. Από σχετικές µελέτες για τους υπόγειους υδροφορείς στο Ορυχείο Μαυροπηγής προέκυψε
το συµπέρασµα ότι η κύρια περιοχή τροφοδοσίας του υδροφορέα υποκειµένων βρίσκεται
στο ΝΑ άκρο του Ορυχείου Μαυροπηγής. Η υδραυλική αγωγιµότητα των σχηµατισµών
σύµφωνα µε µελέτη των Voigt J. and Schwarzenberg T. (2004)18 είναι k=10-5m/s, µε
σηµαντικό ρυθµό ροής προς ένα κώνο ταπείνωσης στο κεντρικό τµήµα. Καθώς οι αντλήσεις
στην περιοχή δεν είναι σηµαντικές, εκτιµάται ότι υπάρχει ροή προς βαθύτερους υδροφόρους
ορίζοντες. Στα Ν∆ η ροή κατευθύνεται επίσης προς τον κώνο ταπείνωσης. Στο δυτικό και
νότιο άκρο της περιοχής του µοντέλου οι διαπερατότητες κυµαίνονται µεταξύ 5x10-5m/s και
8x10-5m/s. Σύµφωνα µε στοιχεία της ∆ΕΗ/∆ΜΑΟΡ και την επεξεργασία των δεδοµένων
δοκιµαστικής άντλησης σε υδρογεώτρηση της περιοχής, προέκυψε ότι η τιµή της
υδαταγωγιµότητας είναι Τ= 1,85x10-3m2/sec ενώ από την επεξεργασία των δεδοµένων της
επαναφοράς η τιµή που υπολογίστηκε είναι Τ= 1,22x10-3m2/sec.
Ακολούθως παρατίθενται στοιχεία για την ποιότητα των υπόγειων νερών στα Ορυχεία
Πτολεµαΐδας, όπως αυτή καταγράφεται από τις αναλύσεις που πραγµατοποιήθηκαν στο πλαίσιο
των ετήσιων Εκθέσεων Ποιότητας Περιβάλλοντος των Ορυχείων Πτολεµαΐδας και Μαυροπηγής.
Οι ως άνω Εκθέσεις υποβάλλονται αρµοδίως στο πλαίσιο της υπ’ Αρ. Πρ. οικ.
114084/3671/23.10.2003 ΚΥΑ ΕΠΟ του λιγνιτωρυχείου «ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ» (περιβαλλοντικός
όρος δ2.10), όπως αυτή τροποποιήθηκε µε την υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 189708/3440/23.09.2008 ΚΥΑ
ΕΠΟ, καθώς και της υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 142453/7531/25.02.2006 ΚΥΑ ΕΠΟ του λιγνιτωρυχείου
«ΜΑΥΡΟΠΗΓΗΣ (Β-∆υτικό Πεδίο)» (περιβαλλοντικός όρος δ2.10), όπως αυτή τροποποιήθηκε µε
την υπ’ αρ. πρωτ. οικ. 124313/2558/27.08.2009 ΚΥΑ ΕΠΟ.
Η ποιότητα των υπογείων νερών των ορυχείων παρακολουθείται συστηµατικά, σε εφαρµογή του
περιβαλλοντικού όρου (δ2.5) της υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 114084/3671/23.10.2003 ΚΥΑ ΕΠΟ του
λιγνιτωρυχείου «ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ», όπως τροποποιήθηκε µε την υπ’ Αρ. Πρ. οικ.
189708/3440/23.09.2008 ΚΥΑ ΕΠΟ, καθώς και του περιβαλλοντικού όρου (δ2.5) της υπ’ Αρ.
Πρ. οικ. 142453/7531/25.02.2006 ΚΥΑ ΕΠΟ του λιγνιτωρυχείου «ΜΑΥΡΟΠΗΓΗΣ (Β-∆υτικό
Πεδίο)», όπως αυτή τροποποιήθηκε µε την υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 124313/2558/27.08.2009 ΚΥΑ ΕΠΟ.
Στο πλαίσιο της παρούσας µελέτης αξιοποιήθηκαν οι µετρήσεις των ποιοτικών χαρακτηριστικών
των υπογείων νερών από τις υδρογεωτρήσεις αποστράγγισης των ορυχείων, όπως προκύπτουν από
το εφαρµοζόµενο πρόγραµµα περιβαλλοντικής παρακολούθησης.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου Ιουλίου 2005 – Ιουνίου 2009, εξετάσθηκαν συνολικά 18
υδρογεωτρήσεις, η θέση των οποίων φαίνεται στο Χάρτη 4β του Παραρτήµατος Ι. Στο χάρτη
φαίνεται επίσης και η θέση της υδρογεώτρησης του Οπωρώνα, της οποίας ένα δείγµα υπογείων
νερών αναλύθηκε ανεξάρτητα, ως προς τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά (ηµεροµηνία λήψης
δείγµατος: 27.05.2005). Ο Πίνακας 4.2-10 παρουσιάζει τις συντεταγµένες των εν λόγω
υδρογεωτρήσεων.
ΕΓΣΑ 87
Υ∆ΡΟΓΕΩΤΡΗΣΗ
Ε Ν
Ν.Π. - 195 316075,20 4473864,51
Ν.Π. - 204 315911,66 4473586,21
∆.∆. Κλείτου 317853,14 4476982,65
Οπωρώνα 309513,00 4483523,00
Από τις ως άνω υδρογεωτρήσεις, όπως προκύπτει και από το Χάρτη 4β του Παραρτήµατος Ι, οι
Υ/Γ Β.Π.-43, ΠΕΤ Μαυροπηγής, Π.Κοµάνου, Π.Καρ.-87, Π.Καρ.-∆1/89, Π.Καρ.-12/97 και η Υ/Γ
του Οπωρώνα βρίσκονται εντός της περιοχής των Ορυχείων.
Αντίθετα, οι Υ/Γ του Νοτίου Πεδίου (Υ/Γ Ν.Π.-10, Ν.Π.-158, Ν.Π.-161, Ν.Π.-163, Ν.Π.-164,
Ν.Π.-166, Ν.Π.-168, Ν.Π.-178, Ν.Π.-193, Ν.Π.-195, Ν.Π.-204) και η Υ/Γ ∆.∆. Κλείτου βρίσκονται
στα ανάντη των Ορυχείων.
Οι Πίνακες 4.2-11 έως 4.2-14 παρουσιάζουν τα αποτελέσµατα των µετρήσεων ποιότητας των
βασικότερων από τις παραπάνω παραµέτρους, που πραγµατοποιήθηκαν κατά τις περιόδους
Ιουλίου 2005 – Ιουνίου 2006, Ιουλίου 2006 – Ιουνίου 2007, Ιουλίου 2007 – Ιουνίου 2008 και
Ιουλίου 2008 – Ιουνίου 2009 αντίστοιχα. Οι µετρήσεις αυτές περιλαµβάνονται στις Εκθέσεις
Ποιότητας Περιβάλλοντος των Ορυχείων Πτολεµαΐδας και Μαυροπηγής για τα έτη 2006, 2007,
2008 και 2009. Ειδικά για την περίοδο Ιουλίου 2005 – Ιουνίου 2006 συµπεριλαµβάνονται και οι
µετρήσεις του δείγµατος της Υ/Γ του Οπωρώνα.
Στους πίνακες παρουσιάζονται µε πράσινη σκίαση οι υδρογεωτρήσεις που βρίσκονται εντός και µε
µπλε αυτές που βρίσκονται στα ανάντη των ορυχείων.
Πίνακας 4.2-11: Αναλύσεις υπογείων νερών την περίοδο Ιουλίου 2005 – Ιουνίου 2006 (Πηγή: Έκθεση Ποιότητας Περιβάλλοντος 2006 – Ορυχεία Πτολεµαΐδας και Μαυροπηγής/ΛΚ∆Μ)
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-∆1/89
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-12/97
Υ/Γ Π. ΚΟΜΑΝΟΥ
Υ/Γ ΟΠΩΡΩΝΑ
Υ/Γ Π. ΚΑΡ.-87
ΑΡ∆ΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ20
Υ/Γ Ν.Π.-158
Υ/Γ Ν.Π.-164
Υ/Γ Ν.Π.-166
Υ/Γ Ν.Π.-195
Υ/Γ Ν.Π.-193
Υ/Γ Ν.Π.-10
Υ/Γ Β.Π.-43
ΕΝ∆ΕΙΚΤ. ΟΡΙΑ
ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ
ΜΟΝΑ∆ΕΣ
MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. M.O.
ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ
pΗ 0-14 - 6,5-9,5 7,42 7,54 7,48 7,50 7,85 7,65 7,20 7,60 7,35 7,35 7,73 7,48 7,35 7,68 7,49 7,59 7,71 7,64 7,31 7,62 7,44 7,25 7,40 7,34 7,35 7,42 7,39 7,32 7,50 7,42 7,35 7,55 7,46 7,34 7,63 7,49 7,36 7,60 7,52 8,2
Αγωγιµότητα µS/cm-1 2000 2500 581,00 600,00 589,50 556,00 600,00 576,25 616,00 693,00 667,50 387,00 742,00 640,75 385,00 645,00 519,50 387,00 445,00 414,25 532,00 561,00 543,75 356,00 420,00 396,00 760,00 815,00 786,75 502,00 579,00 542,00 398,00 508,00 439,00 302,00 342,00 319,50 345,00 460,00 400,00 810
ΚΥΡΙΑ ΙΟΝΤΑ
Cl¯ mg/l - 250 8,00 10,00 9,00 9,00 11,00 9,75 10,00 25,00 13,75 7,00 89,00 65,50 10,00 16,00 13,25 5,00 6,00 5,50 28,00 39,00 32,25 4,90 9,10 7,48 51,00 69,00 61,25 17,00 41,00 29,25 6,50 14,00 10,65 4,90 9,00 6,80 6,40 15,60 11,10 69,00
SO42- mg/l - 250 12,00 17,00 15,25 11,00 16,00 12,25 14,70 88,00 36,05 0,40 125,00 85,60 48,00 122,00 78,25 1,00 7,00 2,75 85,00 112,00 97,00 5,10 19,50 12,48 142,00 155,00 149,25 56,00 82,00 73,75 12,50 39,00 25,43 0,58 2,20 1,42 13,00 36,40 24,25 32,00
ΝΗ4+ mg/l - 0,5 0,99 1,57 1,28 0,02 0,80 0,26 0,23 1,09 0,78 0,00 6,32 1,69 0,02 0,25 0,12 4,02 7,40 5,72 1,70 2,30 1,98 0,00 0,01 0,00 1,36 2,31 1,72 0,52 0,78 0,66 0,25 2,76 1,24 0,01 0,17 0,07 0,23 2,85 1,22 <0,50
NO2- mg/l - 0,5 0,06 0,21 0,12 0,01 0,07 0,04 0,02 0,97 0,29 0,00 0,09 0,03 0,00 0,00 0,00 0,01 0,20 0,12 0,03 0,10 0,06 0,00 0,00 0,00 0,11 0,35 0,23 0,10 0,51 0,28 0,01 0,14 0,08 0,00 0,12 0,03 0,01 1,14 0,57 4,40
NO3- mg/l - 50 0,40 6,00 3,18 1,30 7,60 4,63 0,10 16,40 4,95 0,40 13,60 7,28 9,50 11,00 10,23 0,80 2,10 1,40 1,50 5,80 4,00 19,00 24,80 21,83 0,50 5,80 3,18 9,10 15,00 12,00 1,70 24,60 12,70 3,20 23,10 17,93 2,10 24,50 12,70 1,56
K+ mg/l - 12 1,10 1,40 1,25 0,80 3,50 2,08 1,60 9,60 3,63 10,40 26,00 18,58 20,00 32,00 26,23 9,30 10,20 9,78 1,90 2,90 2,25 1,80 2,20 1,98 1,10 2,20 1,73 1,70 2,40 2,15 1,10 2,10 1,70 1,50 4,10 2,83 1,10 2,30 1,73 7,56
Na+ mg/l - 200 8,20 8,70 8,53 8,30 10,30 9,03 6,90 32,00 15,43 0,60 1,02 0,91 4,10 6,40 5,35 0,40 1,30 0,93 9,90 12,70 11,23 4,10 8,60 6,80 8,90 10,80 9,95 8,60 10,60 10,08 5,30 9,50 7,55 2,90 9,50 6,68 5,80 11,10 8,28 -
Ρ2Ο5 mg/l - 5 0,14 0,53 0,27 0,04 0,30 0,16 0,05 0,65 0,29 0,04 0,86 0,43 0,05 0,09 0,07 0,80 1,30 1,09 0,11 0,98 0,37 0,02 0,09 0,05 0,02 0,05 0,04 0,02 0,04 0,03 0,02 0,05 0,04 0,01 0,14 0,07 0,02 0,05 0,04 -
ΙΧΝΟΣΤΟΙΧΕΙΑ
Fe µg/l 5000 200 0,00 506,00 320,25 46,00 184,00 134,50 125,00 755,00 414,25 0,00 382,00 109,75 0,00 1,00 0,25 120,00 332,00 265,75 135,00 1033,00 794,50 0,00 0,00 0,00 14,00 205,00 106,75 0,00 5,00 1,50 0,00 2100,00 525,25 0,00 66,00 27,75 0,00 2100,00 525,25 471
Μn µg/l 200 50 90,00 3000,00 847,50 50,00 60,00 57,50 40,00 218,00 111,50 0,00 100,00 35,00 13,00 15,00 14,25 70,00 130,00 95,00 10,00 120,00 70,00 0,00 0,00 0,00 10,00 50,00 25,00 10,00 1010,00 262,50 0,00 10,00 2,50 0,00 10,00 2,50 0,00 10,00 2,50 78
Pb µg/l 5000 10 <0,20 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10 <10 <10 <10,0 <10,0 <10,0 <2,0 <2,0 <2,0 <10 <10 <10 <0,20 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 13,80 13,80 <0,20 <10 <10 <20
Νi µg/l 200 20 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 7,40 15,00 11,60 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 18,50 16,75 <10 <10 <10 15,00 30,00 23,00 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10
Cu µg/l 200 2000 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 12,50 11,15 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 56,20 31,10 <5,0 <10 <10 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 8,70 6,95 <5,0 <10 <10 <5,0 13,70 9,70 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5
Cr total µg/l 100 50 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 4,70 9,40 7,88 <5,0 <10 <10 <5,0 5,10 5,10 <5,0 12,20 12,20 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 41,70 65,50 57,85 7,10 24,00 15,38 <5
Cd µg/l 10 5 <2,0 <10,0 <10,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <0,20 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2
As µg/l 100 10 <0,2 <2,0 <2,0 <0,2 0,21 0,21 <0,20 0,50 0,46 0,22 0,80 0,48 1,10 2,10 1,68 0,22 0,22 0,22 <0,20 0,94 0,86 <0,20 0,51 0,47 1,10 1,61 1,30 0,48 0,84 0,66 0,35 0,65 0,51 1,53 1,94 1,64 0,81 2,10 1,33 <10
Ηg µg/l - 1 <0,20 <0,20 <0,20 0,14 0,54 0,34 <0,50 <0,50 <0,50 <0,20 <0,20 <0,20 <0,20 <0,20 <0,20 <10 <10 <10 <0,20 <0,50 <0,50 <0,20 <0,50 <0,50 <0,20 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <10 <0,20 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,20 <0,50 <0,50 -
Zn µg/l 2000 - 13,00 21,00 16,75 169,00 711,00 403,00 124,00 319,00 231,50 7,20 537,00 258,05 <0,20 28,00 23,33 5,50 43,50 26,38 <0,50 16,20 15,17 12,00 56,00 27,28 12,90 85,90 33,78 8,90 33,60 18,70 5,10 9,50 6,65 34,90 194,00 128,73 3,30 56,00 26,83 408
20
Ενδεικτικά Όρια Αρδευσιµότητας, βασισµένα στην φυτοτοξικότητα (Πηγή: Texas University - Recommended limits for constitutents in reclaimed water irrigation, όπως αναφέρεται σε Rowe and Abdel-Magid (1995)).
21
Σύµφωνα µε την Οδηγία 98/83/ΕΚ και την Υγειονοµική ∆ιάταξη 38295/2007 (ΦΕΚ 630/Β/26.04.2007) «Τροποποίηση της Υγειονοµικής ∆ιάταξης κοινής υπουργικής απόφασης Υ2/2600/2001 «Ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης», σε συµµόρφωση προς την οδηγία 98/83/ΕΚ του
Συµβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 3ης Νοεµβρίου 1998».
Πίνακας 4.2-12: Αναλύσεις υπογείων νερών την περίοδο Ιουλίου 2006 – Ιουνίου 2007 (Πηγή: Έκθεση Ποιότητας Περιβάλλοντος 2007 – Ορυχεία Πτολεµαΐδας και Μαυροπηγής/ΛΚ∆Μ)
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-∆1/89
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-12/97
Υ/Γ Π. ΚΟΜΑΝΟΥ
Υ/Γ Π. ΚΑΡ.-87
ΑΡ∆ΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ20
Υ/Γ Ν.Π.-158
Υ/Γ Ν.Π.-164
Υ/Γ Ν.Π.-166
Υ/Γ Ν.Π.-204
Υ/Γ Ν.Π.-163
Υ/Γ Ν.Π.-168
Υ/Γ Ν.Π.-195
Υ/Γ Ν.Π.-10
Υ/Γ Β.Π.-43
ΕΝ∆ΕΙΚΤ. ΟΡΙΑ
ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ
ΜΟΝΑ∆ΕΣ
MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O.
ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ
pΗ 0-14 - 6,5-9,5 7,25 7,79 7,41 7,60 7,85 7,75 6,94 7,52 7,20 7,25 7,80 7,46 7,25 7,89 7,48 7,12 7,35 7,23 7,26 7,55 7,39 7,24 7,65 7,39 7,32 7,73 7,51 7,26 7,85 7,60 7,31 7,61 7,46 7,31 7,44 7,39 7,20 7,30 7,25 7,10 7,35 7,23 7,30 7,87 7,61
-1
Αγωγιµότητα µS/cm 2000 2500 558,00 660,00 592,50 566,00 594,00 580,50 668,00 676,00 671,00 712,00 830,00 745,25 379,00 430,00 394,50 380,00 391,00 384,25 583,00 620,00 601,75 329,00 380,00 347,25 752,00 772,00 759,75 634,00 720,00 689,67 430,00 447,00 438,50 327,00 420,00 392,50 648,00 651,00 649,50 780,00 883,00 814,67 425,00 762,00 528,25
ΚΥΡΙΑ ΙΟΝΤΑ
Cl¯ mg/l - 250 5,30 10,00 7,63 5,30 10,00 7,63 11,00 16,00 13,50 79,00 94,00 86,75 3,20 8,00 5,20 3,00 5,20 4,03 26,00 36,00 32,00 5,70 9,00 6,93 49,00 66,00 59,00 38,00 46,00 41,67 8,00 11,00 9,50 7,00 9,00 8,00 39,00 43,00 41,00 65,00 74,00 68,00 8,80 8,13 0,00
2-
SO4 mg/l - 250 15,00 18,00 16,25 15,00 18,00 16,25 13,00 19,00 15,75 112,00 127,00 118,50 0,40 0,86 0,61 5,60 7,20 6,15 140,00 168,00 151,25 6,00 8,50 7,28 154,00 167,00 160,75 102,00 118,00 110,00 13,50 48,00 30,75 7,00 34,00 26,75 112,00 115,00 113,50 166,00 201,00 178,33 35,00 26,50 0,00
ΝΗ4+ mg/l - 0,5 0,00 1,35 0,56 0,00 1,35 0,56 0,21 0,59 0,36 0,00 0,08 0,02 5,70 6,46 6,24 0,43 1,01 0,75 1,10 2,41 1,73 0,11 1,27 0,62 0,58 0,97 0,76 0,10 0,14 0,12 0,03 8,95 4,49 0,00 0,06 0,02 0,11 0,12 0,12 1,23 1,64 1,39 1,20 1,01 0,00
NO2- mg/l - 0,5 0,01 0,30 0,11 0,01 0,30 0,11 0,05 1,36 0,48 0,00 <0,1 <0,1 0,07 0,35 0,16 0,07 0,10 0,09 0,04 0,16 0,10 0,01 0,53 0,22 0,02 <0,1 <0,1 0,19 0,20 0,19 0,02 0,08 0,05 0,00 0,08 0,02 0,13 0,15 0,14 0,02 0,06 0,05 <0,10 <0,10 0,00
NO3- mg/l - 50 2,80 7,40 5,63 2,80 7,40 5,63 1,60 3,10 2,35 7,10 8,80 7,93 0,20 0,90 0,62 8,10 9,60 8,80 4,50 12,30 6,60 10,00 25,00 16,00 1,70 3,20 2,15 6,80 16,00 12,67 0,50 17,00 8,75 11,70 16,00 13,78 16,50 17,50 17,00 2,10 5,70 3,60 24,00 22,73 0,00
K+ mg/l - 12 1,20 1,40 1,30 1,20 1,40 1,30 1,40 2,10 1,79 0,90 1,30 1,09 0,90 1,40 1,13 1,10 1,30 1,23 0,80 1,00 0,90 0,40 0,60 0,53 1,20 1,60 1,43 1,10 1,60 1,30 0,50 1,60 1,05 0,80 0,90 0,83 0,90 1,00 0,95 1,70 22,00 8,60 0,60 0,47 0,00
Na+ mg/l - 200 7,63 8,70 8,21 7,63 8,70 8,21 5,70 6,70 6,08 19,40 23,00 21,58 8,90 14,60 12,35 7,40 9,00 8,45 8,70 13,40 10,90 7,20 9,10 8,13 10,50 15,70 12,55 10,80 13,50 12,40 5,40 21,90 13,65 6,00 8,30 6,68 15,60 17,00 16,30 0,00 1,70 0,67 5,10 4,75 0,00
Ρ2Ο5 mg/l - 5 <0,10 0,15 0,12 <0,10 0,15 0,12 0,06 0,14 0,11 0,01 0,12 0,06 <0,1 0,71 0,63 0,26 0,50 0,42 0,04 <0,1 <0,1 0,04 <0,1 <0,1 0,02 0,10 0,04 0,02 <0,1 <0,1 0,01 0,38 0,20 0,02 0,61 0,17 0,03 0,06 0,04 0,02 0,04 0,03 <0,10 <0,10 0,00
ΙΧΝΟΣΤΟΙΧΕΙΑ
Fe µg/l 5000 200 120,00 1220,00 595,75 24,00 164,00 75,25 20,00 78,00 38,75 0,00 77,00 50,25 84,00 128,00 101,50 13,00 185,00 60,25 28,00 78,00 52,00 0,00 0,00 0,00 45,00 85,00 63,25 0,00 1,00 0,67 0,00 70,00 35,00 0,00 20,00 9,50 15,00 19,00 17,00 118,00 238,00 163,67 124,00 62,50 0,00
Μn µg/l 200 50 15,00 223,00 80,50 24,00 147,00 58,50 25,00 136,00 68,50 0,00 1,00 0,25 84,00 99,00 90,50 101,00 123,00 109,00 23,00 61,00 39,50 0,00 0,00 0,00 21,00 28,00 23,50 0,00 0,00 0,00 0,00 31,00 15,50 0,00 3,00 0,75 11,00 12,00 11,50 62,00 2100,00 1120,67 23,00 23,00 0,00
Pb µg/l 5000 10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 0,00
Νi µg/l 200 20 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 12,20 12,20 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 11,00 14,20 12,60 11,10 12,30 11,70 6,90 12,40 10,07 <10 <10 0,00
Cu µg/l 200 2000 <5 <5 <5 <5 10,90 10,90 <5 <5 <5 <5 <5 <5 10,80 38,30 18,45 <5 19,90 13,10 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 0,00
Cr total µg/l 100 50 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 5,40 5,40 <5 <5 <5 <5 29,90 17,70 <5 <5 <5 <5 <5 <5 13,10 11,43 0,00
Cd µg/l 10 5 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <5 <5 <2 <5 <5 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 0,00
As µg/l 100 10 <0,2 <0,2 <0,2 <0,2 <0,5 <0,5 <0,2 1,96 1,14 0,38 1,07 0,73 <0,2 <0,2 <0,2 <0,2 0,34 0,30 0,77 1,19 0,91 0,52 0,76 0,66 0,65 1,05 0,89 0,72 0,87 0,79 0,85 0,95 0,90 0,26 0,86 0,53 0,81 0,95 0,88 0,87 1,07 0,96 0,96 0,83 0,00
Ηg µg/l - 1 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,05 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,05 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 <0,5 0,00
Zn µg/l 2000 - <2 58,40 40,90 288,00 720,00 427,50 258,00 317,00 292,25 221,00 375,00 290,25 10,90 55,90 22,95 35,60 420,00 241,65 15,00 33,70 26,38 5,20 39,00 23,90 4,90 13,70 8,45 9,10 13,60 11,23 12,40 15,30 13,85 65,50 309,00 187,13 45,60 52,10 48,85 12,50 15,30 14,20 34,90 24,10 0,00
Πίνακας 4.2-13: Αναλύσεις υπογείων νερών την περίοδο Ιουλίου 2007 – Ιουνίου 2008 (Πηγή: Έκθεση Ποιότητας Περιβάλλοντος 2008 – Ορυχεία Πτολεµαΐδας και Μαυροπηγής/ΛΚ∆Μ)
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-∆1/89
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-12/97
Υ/Γ Π. ΚΟΜΑΝΟΥ
Υ/Γ Π. ΚΑΡ.-87
ΑΡ∆ΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ20
Υ/Γ Ν.Π.-158
Υ/Γ Ν.Π.-164
Υ/Γ Ν.Π.-166
Υ/Γ Ν.Π.-163
Υ/Γ Ν.Π.-10
Υ/Γ Β.Π.-43
ΕΝ∆ΕΙΚΤ. ΟΡΙΑ
ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ
ΜΟΝΑ∆ΕΣ
MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O.
ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ
pΗ 0-14 - 6,5-9,5 7,51 7,60 7,55 7,65 7,84 7,76 7,33 7,42 7,36 7,44 7,63 7,54 7,63 7,74 7,69 7,35 7,70 7,51 7,30 7,59 7,40 7,21 7,45 7,34 7,50 7,60 7,56 7,63 7,86 7,71 7,58 7,80 7,71 7,60 7,68 7,64
-1
Αγωγιµότητα µS/cm 2000 2500 579,00 601,00 589,75 561,00 595,00 584,50 686,00 867,00 732,25 700,00 732,00 713,25 386,00 392,00 390,00 385,00 415,00 393,75 7,17 735,00 526,04 347,00 381,00 361,00 808,00 824,00 816,50 615,00 667,00 630,25 276,00 421,00 370,25 627,00 660,00 648,25
ΚΥΡΙΑ ΙΟΝΤΑ
Cl¯ mg/l - 250 7,00 9,00 7,75 8,00 8,00 8,00 5,00 57,00 19,00 74,00 78,00 75,75 5,00 6,00 5,50 5,00 5,00 5,00 37,00 48,00 43,75 7,00 8,00 7,25 60,00 68,00 64,75 40,00 42,00 41,00 5,00 8,00 7,25 40,00 47,00 43,50
2-
SO4 mg/l - 250 13,00 17,00 15,00 10,00 12,00 11,50 12,00 23,00 17,00 80,00 113,00 96,50 0,30 1,00 0,53 1,00 6,00 3,10 137,00 173,00 156,00 8,00 10,00 8,85 185,00 200,00 192,00 120,00 129,00 124,75 1,02 28,00 17,51 105,00 123,00 114,50
ΝΗ4+ mg/l - 0,5 0,00 1,06 0,30 0,00 0,03 0,01 0,01 0,44 0,22 0,00 0,02 0,01 5,93 7,93 6,92 2,00 4,13 3,45 0,00 0,03 0,01 0,00 1,26 0,67 0,00 1,01 0,26 0,00 0,02 0,01 0,00 0,02 0,01 0,00 0,05 0,01
NO2- mg/l - 0,5 0,00 0,09 0,03 0,00 0,02 0,01 0,03 0,46 0,16 0,00 0,02 0,01 0,00 0,12 0,04 0,07 0,51 0,29 0,00 0,19 0,05 0,00 1,15 0,37 0,00 0,05 0,03 0,00 0,02 0,01 0,00 0,00 0,00 0,00 0,09 0,04
NO3- mg/l - 50 6,90 9,00 8,25 3,50 14,80 8,35 2,60 5,60 4,28 9,00 12,30 10,45 0,90 2,40 1,59 0,70 12,30 6,38 14,00 15,60 14,73 11,00 14,00 12,35 2,90 6,00 4,37 6,90 15,00 10,30 12,50 15,00 13,60 15,00 35,60 22,33
+
K mg/l - 12 1,40 1,70 1,55 1,80 2,70 2,15 1,70 2,00 1,90 1,10 1,40 1,23 1,20 1,30 1,23 1,20 1,40 1,35 1,20 1,30 1,28 0,70 1,70 0,95 2,00 2,10 2,03 1,30 1,80 1,55 0,90 1,20 1,03 1,20 1,50 1,35
Na+ mg/l - 200 2,80 8,30 6,75 7,70 8,60 8,33 6,50 56,90 19,23 19,80 37,90 25,63 9,40 12,80 10,63 8,20 8,90 8,68 13,80 18,90 17,50 9,50 14,80 10,98 14,80 19,90 17,63 15,00 21,90 17,90 5,00 7,90 6,98 16,80 17,90 17,13
Ρ2Ο5 mg/l - 5 0,01 0,10 0,08 0,04 0,09 0,06 0,02 0,43 0,13 0,07 0,08 0,07 0,49 0,66 0,58 0,66 0,77 0,71 0,01 0,09 0,05 0,09 0,21 0,13 0,01 0,03 0,02 0,01 0,05 0,03 0,01 0,06 0,03 0,04 0,16 0,08
ΙΧΝΟΣΤΟΙΧΕΙΑ
Fe µg/l 5000 200 547,00 756,00 635,50 85,30 430,00 208,07 129,00 327,00 210,75 32,20 78,40 48,13 358,00 1248,00 663,67 306,00 504,00 423,33 20,80 149,00 68,25 4,90 33,10 12,65 5,60 34,70 25,10 87,90 872,00 527,97 83,60 1676,00 670,40 10,50 141,00 57,13
Μn µg/l 200 50 48,00 69,00 60,73 10,70 17,10 14,42 18,90 68,50 47,28 6,40 24,00 12,63 86,60 105,00 93,50 76,90 81,80 79,03 6,80 50,80 27,73 8,10 15,10 10,65 2,90 11,90 6,38 9,80 55,80 38,63 2,80 7,60 4,80 1,80 14,20 6,53
Pb µg/l 5000 10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 21,00 16,20 <10 <10 <10
Νi µg/l 200 20 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 11,90 11,90 <10 12,80 12,17 <10 <10 <10 <10 15,50 15,50 <10 <10 <10
Cu µg/l 200 2000 <5 <5 <5 <5 24,20 17,55 <5 17,70 16,55 <5 <5 <5 <5 54,80 43,70 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 38,30 23,90
Cr total µg/l 100 50 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 5,80 5,80 <5 5,40 5,40 <5 7,50 7,10 <5 60,50 44,70 <5 7,00 7,00
Cd µg/l 10 5 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2
As µg/l 100 10 <0,50 0,57 0,57 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 0,61 1,42 0,98 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 2,38 1,79 0,62 1,08 0,81 0,85 1,47 1,11 <0,50 2,00 1,43 <0,50 1,96 1,24 <0,50 1,12 0,98
Ηg µg/l - 1 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50
Zn µg/l 2000 - 28,00 33,10 30,90 342,00 416,00 367,50 178,00 913,00 569,00 216,00 764,00 446,33 12,60 94,30 44,27 37,60 1232,00 440,60 7,90 418,00 243,23 5,20 13,50 9,35 8,70 22,90 17,13 78,00 195,00 138,00 228,00 1906,00 848,75 21,70 44,10 31,73
Πίνακας 4.2-14: Αναλύσεις υπογείων νερών την περίοδο Ιουλίου 2008 – Ιουνίου 2009 (Πηγή: Έκθεση Ποιότητας Περιβάλλοντος 2009 – Ορυχεία Πτολεµαΐδας και Μαυροπηγής/ΛΚ∆Μ)
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-∆1/89
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-12/97
Υ/Γ Π. ΚΟΜΑΝΟΥ
Υ/Γ Π. ΚΑΡ.-87
ΑΡ∆ΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ20
Υ/Γ Ν.Π.-158
Υ/Γ Ν.Π.-164
Υ/Γ Ν.Π.-166
Υ/Γ Ν.Π.-163
Υ/Γ Ν.Π.-161
Y/Γ N.Π.-178
Υ/Γ Ν.Π.-10
Υ/Γ Β.Π.-43
ΕΝ∆ΕΙΚΤ. ΟΡΙΑ
ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ
ΜΟΝΑ∆ΕΣ
MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O.
ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ
pΗ 0-14 - 6,5-9,5 7,44 7,69 7,57 7,44 7,64 7,75 7,42 7,55 7,50 7,53 7,64 7,59 7,29 7,51 7,39 7,45 7,58 7,51 7,28 7,52 7,40 7,04 7,32 7,20 7,43 7,49 7,47 7,54 7,86 7,70 7,47 7,65 7,58 7,45 7,45 7,45 7,52 7,68 7,60 7,42 7,77 7,60
-1
Αγωγιµότητα µS/cm 2000 2500 588,00 601,00 594,75 586,00 665,75 896,00 647,00 661,00 652,00 714,00 724,00 719,75 389,00 494,00 442,25 398,00 406,00 402,25 725,00 747,00 739,00 344,00 356,00 349,75 785,00 800,00 795,75 610,00 615,00 612,50 253,00 405,00 332,00 708,00 715,00 711,50 724,00 724,00 724,00 685,00 707,00 696,00
ΚΥΡΙΑ ΙΟΝΤΑ
Cl¯ mg/l - 250 7,00 10,00 8,60 4,80 6,70 10,00 6,00 12,00 9,30 70,00 78,00 74,75 5,00 6,00 5,53 4,00 7,00 5,30 36,00 50,00 45,25 8,00 10,00 9,25 56,00 70,00 64,75 38,00 42,00 40,00 6,00 13,00 8,50 68,00 76,00 72,00 69,00 78,00 73,50 45,00 53,00 49,00
2-
SO4 mg/l - 250 14,00 15,70 14,93 5,80 9,20 16,00 13,00 16,00 14,80 101,00 135,00 123,75 0,40 24,00 17,35 0,40 12,30 6,13 125,00 158,00 144,00 10,00 12,00 10,75 168,00 210,00 181,25 124,00 126,00 125,00 6,00 28,00 13,50 84,00 98,00 91,00 124,00 130,00 127,00 162,00 180,00 171,00
ΝΗ4+ mg/l - 0,5 0,00 0,46 0,12 0,00 0,00 0,00 0,00 0,07 0,03 0,00 0,00 0,00 0,97 6,10 2,46 3,86 4,47 4,23 0,00 0,00 0,00 0,00 0,90 0,43 0,34 0,44 0,39 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00
NO2- mg/l - 0,5 0,00 0,04 0,01 0,00 0,04 0,14 0,00 0,14 0,05 0,00 0,00 0,00 0,00 0,07 0,03 0,00 0,03 0,01 12,00 15,50 13,38 10,20 13,40 11,95 0,03 0,65 0,24 0,00 0,00 0,00 0,00 0,75 0,20 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,22 0,31 0,26
NO3- mg/l - 50 5,80 7,10 6,33 2,80 3,33 3,80 2,80 4,20 3,33 7,90 9,90 9,03 0,40 2,20 1,68 0,70 1,30 1,08 0,00 0,00 0,00 0,00 0,99 0,47 2,30 6,00 3,70 6,40 6,90 6,65 7,20 20,00 13,75 9,70 10,30 10,00 7,60 8,30 7,95 7,20 8,10 7,65
+
K mg/l - 12 8,70 9,80 9,15 1,10 1,65 2,10 0,90 1,50 1,28 0,80 1,40 1,08 0,90 1,30 1,08 1,20 1,40 1,31 2,40 7,00 4,15 1,30 4,00 2,40 1,40 2,10 1,73 1,80 2,40 2,10 0,50 1,20 0,78 0,65 0,70 0,68 1,90 2,10 2,00 4,00 5,20 4,60
Na+ mg/l - 200 1,10 2,10 1,53 7,70 7,80 8,10 4,50 7,10 6,03 19,90 37,90 27,50 6,80 9,60 8,38 7,60 8,40 8,05 0,50 5,10 1,70 0,40 2,10 0,93 16,90 19,90 18,25 16,50 17,80 17,15 4,40 7,90 6,18 16,20 17,90 17,05 16,50 18,10 17,30 0,70 2,10 1,40
Ρ2Ο5 mg/l - 5 0,22 0,40 0,31 0,02 0,05 0,06 0,02 0,05 0,04 0,02 0,04 0,03 0,47 0,65 0,53 0,01 1,30 0,34 0,90 1,30 1,08 0,50 1,70 1,20 0,00 0,00 0,00 0,02 0,06 0,04 0,00 0,02 0,00 0,01 0,06 0,04 0,00 0,00 0,00 0,02 0,04 0,03
ΙΧΝΟΣΤΟΙΧΕΙΑ
Fe µg/l 5000 200 24,00 89,00 61,50 0,00 31,00 56,00 72,00 128,00 108,50 0,00 0,00 0,00 0,00 50,00 35,50 0,00 300,00 102,50 34,00 39,00 36,75 10,00 15,00 12,25 0,00 0,00 0,00 38,40 44,00 41,20 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 10,00 13,00 11,50
Μn µg/l 200 50 21,00 58,00 41,00 14,00 22,50 36,00 42,50 64,00 54,88 45,00 97,00 78,75 21,00 44,00 28,50 0,00 730,00 204,75 14,00 18,90 16,68 9,20 13,00 10,40 0,00 0,00 0,00 13,00 13,00 13,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 0,00 10,00 14,00 12,00 1200,00 1400,00 1300,00
Pb µg/l 5000 10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 119.00 60,9 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 - - - <10 255,00 115,5 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10
Νi µg/l 200 20 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 17,50 8,1 <10 <10 <10 10,60 15.00 13,15 - - - <10 10,60 6,4 <10 <10 <10 <10 <10 <10 10,90 10,90 10,90
Cu µg/l 200 2000 7,40 8,60 8,30 <5 <5 <5 <5 22,40 11,50 <5,0 7,40 3,70 <5,0 17,4 13,1 <5,0 7,4 3,7 <5 6,30 3,4 <5 <5 <5 <5 <5 <5 - - - <5 6,20 3,4 <5 <5 <5 <5 <5 <5 51,50 51,50 51,50
Cr total µg/l 100 50 <5,0 <5,0 <5,0 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5 10.00 4,4 <5 7,7 3,8 <5 <5 <5 - - - <5 35,30 14,6 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5
Cd µg/l 10 5 <2,0 <2,0 <2,0 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 - - - <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2 <2
As µg/l 100 10 <0,50 1,48 0,56 <0,50 0,74 0,37 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 1,26 0,63 <0,50 1,01 0,62 <0,50 <0,50 <0,50 0,99 3.00 1,68 0,76 1,14 0,97 1,11 1,37 1,24 - - - 0,78 1,14 0,96 <0,50 0,93 0,59 0,88 0,88 0,88 0,87 0,87 0,87
Ηg µg/l - 1 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 - - - <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50
Zn µg/l 2000 - 25,50 47,10 36,03 240,00 315,00 278,25 87,00 370,00 253,25 16,60 544.00 228,52 16,60 1090.00 691,40 23,50 106,00 45,68 131.00 408.00 235.00 2.00 8,10 5,47 3,50 42,10 20,52 - - - 2,00 368,00 218,58 17,60 19,30 18,45 42,30 42,30 42,30 111.00 111.00 111.00
Αναλυτικότερα:
∆εδοµένου ότι οι υπερβάσεις αυτές παρατηρούνται, όχι µόνο στις υδρογεωτρήσεις που
βρίσκονται εντός των ορυχείων αλλά και σε αυτές που βρίσκονται στα ανάντη αυτών,
συνάγεται το συµπέρασµα ότι ο εµπλουτισµός των υπογείων νερών ως προς τις παραµέτρους
αυτές οφείλεται κυρίως στις ανθρωπογενείς δραστηριότητες (υπερβολική χρήση αζωτούχων
λιπασµάτων) που λαµβάνουν χώρα στην περιοχή. Επίσης, σε ένα ποσοστό, οι υψηλές
συγκεντρώσεις ΝΗ4+ και ΝΟ2- θα πρέπει να οφείλονται στη γεωχηµεία της περιοχής και
ειδικότερα στο οργανικό άζωτο το οποίο περιέχεται στα πετρώµατα των λιγνιτικών στοιβάδων.
Παρατηρούνται αυξηµένες τιµές ιχνοστοιχείων (Mn, Fe, Pb, Ni, Crtotal) σε ορισµένα δείγµατα.
Οι τιµές αυτές αφορούν κυρίως το µαγγάνιο (Mn) και σε µικρότερο βαθµό το σίδηρο (Fe), ενώ
στις περιπτώσεις του µολύβδου (Pb), του νικελίου (Ni) και του ολικού χρωµίου (Crtotal)
παρατηρούνται σε µεµονωµένες περιπτώσεις.
Εξετάζοντας την αιτία των αυξηµένων συγκεντρώσεων των ως άνω ιχνοστοιχείων, αυτή δεν
φαίνεται να σχετίζεται µε την εξορυκτική δραστηριότητα που λαµβάνει χώρα στην περιοχή,
καθώς υπερβάσεις παρατηρούνται και στα νερά των υδρογεωτρήσεων στις ανάντη των
ορυχείων περιοχές. Συνάγεται, λοιπόν, το συµπέρασµα ότι οι αυξηµένες συγκεντρώσεις
ιχνοστοιχείων οφείλονται στο γεωλογικό υπόβαθρο της περιοχής, το οποίο αποτελείται από
υπερβασικούς σχηµατισµούς, εµπλουτισµένους σε διάφορα ιχνοστοιχεία.
Σηµειώνεται ότι από τις υδρογεωτρήσεις που εξετάζονται στο πλαίσιο του Προγράµµατος
Περιβαλλοντικής Παρακολούθησης των ορυχείων κατά την περίοδο Ιουλίου 2005 – Ιουνίου 2009,
οι έξι (6) βρίσκονται εντός και οι δώδεκα (12) στα ανάντη της περιοχής των ορυχείων.
Συνάγεται, λοιπόν, το συµπέρασµα ότι η ποιότητα των υπογείων νερών της περιοχής δεν
επιβαρύνεται από την εξορυκτική δραστηριότητα, αλλά χαρακτηρίζεται από αυξηµένες
συγκεντρώσεις κυρίως ως προς τα ΝΗ4+, Mn, Fe και ΝΟ2-, που οφείλονται σε ανεξάρτητους
παράγοντες, όπως είναι το γεωλογικό υπόβαθρο (αυξηµένη παρουσία οργανικού αζώτου στα
πετρώµατα της λιγνιτικής στοιβάδας και ιχνοστοιχείων στους υπερβασικούς σχηµατισµούς) και οι
καλλιέργειες (υπερβολική χρήση αζωτούχων λιπασµάτων).
Ειδικά για την υδρογεώτρηση µε την οποία αρδεύεται ο Οπωρώνας, όπου έχει δηµιουργηθεί
υδροφορέας στις αποθέσεις αγόνων, σηµειώνεται:
Σηµειώνεται ότι τα υπόγεια νερά που αντλούνται από τις αποστραγγιστικές υδρογεωτρήσεις
στα Ορυχεία Πτολεµαΐδας διατίθενται για τις ανάγκες των ορυχείων και δευτερευόντως στη
∆.Ε.Υ.Α. Κοζάνης, η οποία έχει την ευθύνη για τον έλεγχο και τη µετέπειτα χρήση τους. Το
υπόλοιπο διατίθεται στο ρέµα Σουλού, το οποίο σύµφωνα µε την ΚΥΑ 19661/1982/1999
(ΦΕΚ 1811/Β/29.09.1999) έχει χαρακτηριστεί ως ευαίσθητος αποδέκτης.
Τα όρια διάθεσης στο ρέµα Σουλού καθορίζονται στην ΚΥΑ 15782/1849/25.06.2001 (ΦΕΚ
797/Β/25.06.2001). Ειδικά, όπως ορίζει η εν λόγω ΚΥΑ όσον αφορά το ολικό άζωτο (ΤΝ), τον
ολικό φώσφορο (ΤΡ) και τον οργανικό άνθρακα, για τα νερά που διατίθενται στο ρέµα Σουλού θα
πρέπει τηρούνται τα όρια που θέτει η ΚΥΑ 5673/400/1997 (ΦΕΚ 192/Β/14.03.1997) και που
αφορούν όρια διάθεσης λυµάτων σε ευαίσθητούς αποδέκτες (βλ. Ενότητα 4.2.4.4.2.1).
Ο Πίνακας 4.2-15 παρουσιάζει τη σύγκριση της ποιότητας των υπογείων νερών των
υδρογεωτρήσεων αποστράγγισης κατά την περίοδο Ιουλίου 2008 – Ιουνίου 2009, σε σχέση µε τα
όρια διάθεσης στο ρέµα Σουλού. Τα στοιχεία αυτά ελήφθησαν από την Έκθεση Ποιότητας
Περιβάλλοντος των Ορυχείων Πτολεµαΐδας και Μαυροπηγής για το έτος 2009.
Από τα στοιχεία του Πίνακα συνάγεται ότι οι υπερβάσεις ποιότητας των ορίων της ΚΥΑ
15782/1849/25.06.2001 και της ΚΥΑ 5673/400/1997 είναι µεµονωµένες και αφορούν 1-2
υδρογεωτρήσεις κατά περίπτωση. Επίσης, οι εν λόγω υπερβάσεις είναι οριακές σε σχέση µε τα
κείµενα όρια, µε εξαίρεση τις υπερβάσεις ως προς τα αιωρούµενα στερεά (SS) των ΥΓ- Ν.Π.-10
και Υ/Γ Ν.Π.-158, υδρογεωτρήσεις που βρίσκονται στα ανάντη των ορυχείων.
Εξάγεται λοιπόν το συµπέρασµα ότι, συνολικά, η διάθεση του πλεονάσµατος των νερών από τις
υδρογεωτρήσεις αποστράγγισης των Ορυχείων Πτολεµαΐδας στο ρέµα Σουλού, είναι συµβατή µε
τα κείµενα όρια.
Πίνακας 4.2-15: Σύγκριση ορίων ποιότητας υπογείων νερών µε όρια διάθεσης σε ρέµα Σουλού την περίοδο Ιουλίου 2008 – Ιουνίου 2009*
Υ/Γ Π. ΚΑΡ.-87
Y/Γ ΠΕΤ Μ/γής
Υ/Γ Ν.Π.-158
Υ/Γ Ν.Π.-164
Υ/Γ Ν.Π.-166
Υ/Γ Ν.Π.-163
Ποιοτικοί Στόχοι Ποταµού
ΚΥΑ 15782/1849/2001 20
Υ/γ Ν.Π.-161
Y/γ N.Π.-178
Όρια διάθεσης αποβλήτων
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-
Υ/Γ Π.ΚΑΡ.-
Υ/Γ Ν.Π.-10
Υ/Γ Β.Π.-43
ΚΥΑ 5673/400/199721
∆1/89
12/97
Παράµετρος
Μοναδες
Σουλού
Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O. Min Max M.O.
SS mg/l - 35 1,2 2,4 4,0 1,2 12,0 5,1 2,9 7,0 4,7 2,3 4,0 2,8 0,8 3,9 2,7 4,4 10,0 6,5 523,0 540,0 533,3 225,0 362,0 262,0 3,0 10,0 5,7 1,2 2,5 1,9 2,1 6,5 4,0 4,0 5,2 4,6 2,9 5,2 4,1 2,1 2,7 2,4
ΝΗ4+ mg/l 3 - 0 0,46 0,12 0 0 0 0 0,07 0,03 0 0 0 0,97 6,1 2,46 3,86 4,47 4,23 0 0 0 0 0,9 0,43 0,34 0,44 0,39 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0
-
NO2 mg/l 0,03 - 0 0,04 0,01 0 0,04 0,14 0 0,14 0,05 0 0 0 0 0,07 0,03 0 0,03 0,01 12 15,5 13,38 10,2 13,4 11,95 0,03 0,65 0,24 0 0 0 0 0,75 0,2 0 0 0 0 0 0 0,22 0,31 0,26
NO3- mg/l - - 5,8 7,1 6,33 2,8 3,33 3,8 2,8 4,2 3,33 7,9 9,9 9,03 0,4 2,2 1,68 0,7 1,3 1,08 0 0 0 0 0,99 0,47 2,3 6 3,7 6,4 6,9 6,65 7,2 20 13,75 9,7 10,3 10 7,6 8,3 7,95 7,2 8,1 7,65
Norg mg/l - - 0 0,46 0,12 0 0 0 0 0,07 0,03 0 0 0 0,97 6,1 2,46 3,86 4,47 4,23 0 0 0 0 0,9 0,43 0,34 0,44 0,39 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0 0
TN mg/l - 15 5,8 8,1 6,6 2,8 3,4 3,9 2,8 4,5 3,4 7,9 9,9 9,0 2,3 14,5 6,6 8,4 10,3 9,6 12,0 15,5 13,4 10,2 16,2 13,3 3,0 7,5 4,7 6,4 6,9 6,7 7,2 20,8 14,0 9,7 10,3 10,0 7,6 8,3 8,0 7,4 8,4 7,9
Ρ2Ο5 mg/l 0,03 - 0,22 0,4 0,31 0,02 0,05 0,06 0,02 0,05 0,04 0,02 0,04 0,03 0,47 0,65 0,53 0,01 1,3 0,34 0,9 1,3 1,08 0,5 1,7 1,2 0 0 0 0,02 0,06 0,04 0 0,02 0 0,01 0,06 0,04 0 0 0 0,02 0,04 0,03
TP mg/l - 2 0,4 0,8 0,6 0,0 0,1 0,1 0,0 0,1 0,1 0,0 0,1 0,1 0,9 1,3 1,1 0,0 2,6 0,7 1,8 2,6 2,2 1,0 3,4 2,4 0,0 0,0 0,0 0,0 0,1 0,1 0,0 0,0 0,0 0,0 0,1 0,1 0,0 0,0 0,0 0,0 0,1 0,1
Pb µg/l 20 - <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 119.00 60,9 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 - - - <10 255 115,5 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10
Νi µg/l 100 - <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 <10 17,5 8,1 <10 <10 <10 10,6 15.00 13,15 - - - <10 10,6 6,4 <10 <10 <10 <10 <10 <10 10,9 10,9 10,9
Cu µg/l 40 - 7,4 8,6 8,3 <5 <5 <5 <5 22,4 11,5 <5,0 7,4 3,7 <5,0 17,4 13,1 <5,0 7,4 3,7 <5 6,3 3,4 <5 <5 <5 <5 <5 <5 - - - <5 6,2 3,4 <5 <5 <5 <5 <5 <5 51,5 51,5 51,5
Cr
µg/l 30 - <5,0 <5,0 <5,0 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5 10.00 4,4 <5 7,7 3,8 <5 <5 <5 - - - <5 35,3 14,6 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5 <5
total
As µg/l 30 - <0,50 1,48 0,56 <0,50 0,74 0,37 <0,50 <0,50 <0,50 <0,50 1,26 0,63 <0,50 1,01 0,62 <0,50 <0,50 <0,50 0,99 3.00 1,68 0,76 1,14 0,97 1,11 1,37 1,24 - - - 0,78 1,14 0,96 <0,50 0,93 0,59 0,88 0,88 0,88 0,87 0,87 0,87
Zn µg/l 1000 - 25,5 47,1 36,03 240 315 278,25 87 370 253,25 16,6 544.00 228,52 16,6 1090.00 691,4 23,5 106 45,68 131.00 408.00 235.00 2.00 8,1 5,47 3,5 42,1 20,52 - - - 2 368 218,58 17,6 19,3 18,45 42,3 42,3 42,3 111.00 111.00 111.00
*Σηµειώνεται ότι στους υπολογισµούς του Πίνακα θεωρήθηκε ότι τα ορθοφωσφορικά (Ρ2Ο5) ανέρχονται σε περίπου 50% του Ολικού Φωσφόρου (ΤΡ) των υπογείων νερών, καθώς επίσης και ότι η αναλογία Αµµωνιακού Αζώτου (ΝΗ4+) µε το Οργανικό Άζωτο (Νοργ) είναι 1:1. Το Ολικό Άζωτο
(ΤΝ) ισούται µε το σύνολο των ΝΗ4+, Νοργ, ΝΟ2- και ΝΟ3-. Επίσης, από το στατιστικό δείγµα (4 αναλύσεις για κάθε παράµετρο ανά υδρογεώτρηση) έχουν παραληφθεί οι µετρήσεις που είναι µεγαλύτερες κατά >2 τάξεις µεγέθους από τις υπόλοιπες µετρήσεις της ίδιας υδρογεώτρησης, καθώς
θεωρείται ότι υπήρξε καταστροφή του δείγµατος από εξωγενείς παράγοντες (επιµόλυνση – καταστροφή δείγµατος, λάθος κατά την ανάλυση, κ.λπ.). Τέλος, στις περιπτώσεις όπου οι µετρήσεις βρέθηκαν κάτω από τα όρια ανιχνευσιµότητας της µεθόδου, στην στατιστική ανάλυση θεωρήθηκε ότι οι
εν εν λόγω συγκεντρώσεις ανέρχονται στο ήµισυ του αντίστοιχου ορίου συγκέντρωσης.
Όσον αφορά τα υπόγεια νερά, έχουν εγκατασταθεί δύο (2) σταθµοί παρακολούθησης στις
υδρογεωτρήσεις Υ/Γ-Ν.Π.108 και Υ/Γ-Ν.Π.117, στην περιοχή του Ορυχείου του Νοτίου,
µετρώντας σε συνεχή βάση (24ωρη λειτουργία) τις εξής παραµέτρους: θερµοκρασία νερού,
αγωγιµότητα, pH και πίεση. Η πίεση µετράται ώστε να καταγράφεται συνεχώς η στάθµη του νερού
µέσα στις γεωτρήσεις. Οι θέσεις των τηλεµετρικών σταθµών παρουσιάζονται στο Χάρτη 4β του
Παραρτήµατος Ι.
Οι περισσότερες µετρήσεις της πίεσης, της αγωγιµότητας, της θερµοκρασίας και του pH
ακολουθούν µια κανονικότητα και είναι αντιπροσωπευτικές των υδραυλικών και υδροχηµικών
χαρακτηριστικών του υδροφορέα. Σηµειώνεται ότι περιορισµένος αριθµός µη κανονικών
µετρήσεων οφείλεται σε αυξοµειώσεις της τάσης του ηλεκτρικού ρεύµατος στα αισθητήρια όργανα
και σε λοιπές φθορές που προκαλούνται στους τηλεµετρικούς σταθµούς.
Παράλληλα µε τις µετρήσεις ποιότητας των υπογείων νερών στην περιοχή των Ορυχείων
Πτολεµαΐδας (Ενότητα 4.2.4.3.4), στο πλαίσιο του Προγράµµατος Περιβαλλοντικής
Παρακολούθησης πραγµατοποιούνται συστηµατικές σταθµηµετρήσεις σε µία σειρά γεωτρήσεων.
Οι υδρογεωτρήσεις αυτές δεν αντλούνται, αλλά λειτουργούν ως πιεζόµετρα και χρησιµοποιούνται
αποκλειστικά για την παρακολούθηση της πιεζοµετρικής επιφάνειας του αποστραγγιζόµενου
υδροφορέα υπερκειµένων. Με βάση τις µετρήσεις αυτές εκτιµώνται οι δυνητικές επιπτώσεις των
αντλήσεων στην πιεζοµετρική επιφάνεια των υδροφορέων της περιοχής. Οι σταθµηµετρήσεις
αυτές πραγµατοποιούνται σε εφαρµογή του περιβαλλοντικού όρου (δ2.6) της υπ’ Αρ. Πρ. οικ.
114084/3671/23.10.2003 ΚΥΑ ΕΠΟ και του περιβαλλοντικού όρου (δ2.6) της υπ’ Αρ. Πρ. οικ.
142453/7531/25.02.2006 ΚΥΑ ΕΠΟ.
Στο Σχήµα 4.2-25 δίνεται ο πιεζοµετρικός χάρτης του υδροφορέα υπερκειµένων το έτος 198022,
δηλαδή πριν από την έναρξη των εξορυκτικών εργασιών στην περιοχή του Νοτίου Πεδίου, και ο
πιεζοµετρικός χάρτης του ίδιου υδροφορέα το Σεπτέµβριο του 2008. Από τον πιεζοµετρικό χάρτη
προκύπτουν τα εξής συµπεράσµατα:
• Η στάθµη της πιεζοµετρικής επιφάνειας του υδροφορέα στην περιοχή της εκσκαφής του
Νοτίου Πεδίου υποχωρεί µε την εξέλιξη της εξορυκτικής δραστηριότητας.
• Η πτώση στάθµης που καταγράφηκε στην περιοχή περιµετρικά του ορυχείου είναι της
τάξης των 0-70m, ενώ στο χώρο της εκσκαφής είναι µεγαλύτερη, αλλά περιορίζεται στο
χώρο του ορυχείου.
• H συµβολή των αρδευτικών γεωτρήσεων στη διαµόρφωση της πιεζοµετρίας στο σύνολο
της λεκάνης είναι καθοριστική. Είναι επίσης προφανές ότι οι υδρογεωτρήσεις αυτές
συµβάλλουν στη διαµόρφωση του κώνου ταπείνωσης στην άµεση περιοχή του ορυχείου
καθώς στα όρια της εκσκαφής εµφανίζεται µεγάλος αριθµός αρδευτικών και υδρευτικών
γεωτρήσεων.
• Ο κώνος ταπείνωσης που εµφανίζεται στα νότια πρανή του ορυχείου, στην περιοχή
εµφάνισης της ισοπιεζοµετρικής καµπύλης +550, όπως φαίνεται στο Σχήµα 4.2-25,
οφείλεται στην πολυετή λειτουργία των υδρευτικών γεωτρήσεων της ∆.Ε.Υ.Α. Κοζάνης.
• Όπως φαίνεται στο Σχήµα 4.2-25, σε ακτίνα µεγαλύτερη των 800m από το ορυχείο ο
υδροφορέας δεν φαίνεται να επηρεάζεται από την αποστράγγιση γεγονός, άλλωστε,
αναµενόµενο.
22
Λουλούδης Γ., 1991. «Υδρογεωλογικές Συνθήκες Νοτίου Λιγνιτοφόρου Πεδίου Πτολεµαΐδας. Προβλήµατα υπογείων
νερών και αντιµετώπισή τους κατά την εκµετάλλευση», διδακτορική διατριβή, Αθήνα.
Γενικά
Η υδρολογική χωροθέτηση της περιοχής µελέτης γίνεται µε βάση το Νόµο 1739/1987 (ΦΕΚ
201/Α/20.11.1987) «∆ιαχείριση των υδατικών πόρων και άλλες διατάξεις», το Νόµο 3199/2003
(ΦΕΚ 280/Α/09.12.2003) «Προστασία και διαχείριση των υδάτων - Εναρµόνιση µε την Οδηγία
2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000» και το
Εθνικό Πρόγραµµα ∆ιαχείρισης και Προστασίας των Υδατικών Πόρων του ΥΠΕΧΩ∆Ε
(Κουτσογιάννης et al.)23, που εκπονήθηκε το Φεβρουάριο του 2008. Σύµφωνα µε τα ανωτέρω, τα
Ορυχεία Πτολεµαΐδας βρίσκονται στο υδατικό διαµέρισµα της ∆υτικής Μακεδονίας (09), στην
υπολεκάνη «κλειστή λεκάνη Σαριγκιόλ» 22 της υδρολογικής λεκάνης Πτολεµαΐδας 20 (βλ.
Σχήµα 4.2-26).
23
Κουτσογιάννης ∆., Ανδρεαδάκης Α., Μαυροδήµου Α., Χριστοφίδης Α. (2008). «Εθνικό πρόγραµµα διαχείρισης και
προστασίας των υδατικών πόρων», Ε.Μ.Π., Τοµέας Υδατικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Υ.ΠΕ.ΧΩ.∆.Ε., Αθήνα.
Σχήµα 4.2-26: Υδατικό ∆ιαµέρισµα ∆υτικής Μακεδονίας (09). Η περιοχή µελέτης βρίσκεται
εντός του κύκλου. (Πηγή: ΥΒΕΤ-∆ιεύθυνση Υδατικού ∆υναµικού και Φυσικών Πόρων)
Η λεκάνη Πτολεµαΐδας, είναι µια κλειστή υδρολογική λεκάνη, χωρίς έξοδο στη θάλασσα, µε
αποδέκτη όλων των επιφανειακών απορροών τη λίµνη Βεγορίτιδα. Η λίµνη Βεγορίτιδα είναι
αλπινικού χαρακτήρα, καταλαµβάνει ένα από τα κοιλώµατα των κλειστών οροπεδίων της ∆υτικής
Μακεδονίας και περιβάλλεται από µεγάλους ασβεστολιθικούς όγκους, από τους οποίους
διαµορφώνεται η λεκάνη απορροής και υδροµάστευσής της. Η λίµνη αυτή µαζί µε τις γειτονικές
λίµνες Πετρών, Χειµαδίτιδας και Ζάζαρης, θεωρείται ως υπόλειµµα της παλιάς µεγάλης λίµνης
Εορδαίας, της οποίας η έκταση αναφέρεται ότι έφτασε τα 1000km2 περίπου και το βάθος της τα
250m.
Η επιφανειακή απορροή της λεκάνης γίνεται µε µία σειρά υδατορεµάτων, τα περισσότερα από τα
οποία καταλήγουν στο ρέµα Σουλού. Το ρέµα Σουλού ή Εορδαίος, µε µήκος περίπου 25km,
αρχίζει από την περιοχή του παλιού έλους Σαριγκιόλ και εκβάλλει στη λίµνη Βεγορίτιδα. Κατά
µήκος του δέχεται τα βρόχινα νερά του υψιπέδου που σχηµατίζεται µεταξύ της οροσειράς των
βουνών Άσκιου, Βούρινου, Σκοπού και Βερµίου. Επίσης, δέχεται τα νερά από τα αποστραγγιστικά
έργα στην περιοχή Σαριγκιόλ και από µικρότερα ρέµατα της περιοχής.
Στο πλαίσιο της παρούσας µελέτης εξετάζεται η υδρολογία της λεκάνης απορροής του ρέµατος
Σουλού, η οποία αποτελεί τη λεκάνη απορροής των Ορυχείων Πτολεµαΐδας. Η λεκάνη απορροής
του ρέµατος Σουλού έχει έξοδο την περιοχή «Στενά Κοµάνου» και εκτείνεται στα φύλλα χάρτη
«Πτολεµαΐς», «Κοζάνη», «Βελβενδός» και «Βέροια», κλίµακας 1:100.000, της Γ.Υ.Σ. (Σχήµα
4.2-27). Η λεκάνη καταλαµβάνει συνολική έκταση περίπου 735,62km2 και διακρίνεται για την
έντονη εξορυκτική (ορυχείο Νοτίου πεδίου) και ηλεκτροπαραγωγική δραστηριότητα της ∆.Ε.Η.
Α.Ε. (ΑΗΣ Καρδιάς και ΑΗΣ Αγ. ∆ηµητρίου).
Σχήµα 4.2-27: Λεκάνη απορροής ρέµατος Σουλού και υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής
µελέτης
Η αποτύπωση του υδροκρίτη της υδρολογικής λεκάνης βάσει τοπογραφίας, έρχεται συχνά σε
αντίφαση µε τη φυσική πραγµατικότητα. Σε αυτό συντελούν τόσο η ασβεστολιθική φύση των
πετρωµάτων της περιοχής, όσο και η εξορυκτική δραστηριότητα της ∆.Ε.Η. Α.Ε..
24
Κουτσογιάννης ∆., Μαµάσης Ν. (2004). «Εκτροπή του ρέµατος Σουλού για την ανάπτυξη των λιγνιτικών εκµεταλλεύσεων
της ∆ΕΗ στο ορυχείο Νοτίου Πεδίου της περιοχής Κοζάνης – Πτολεµαΐδας: Υδρολογική ∆ιερεύνηση», Αθήνα.
επίσκεψή στην περιοχή του οικισµού Κοίλα. Οι µελετητές αναφέρουν ότι µια υπολεκάνη έκτασης
περίπου 200km2 που σύµφωνα µε τους χάρτες της Γ.Υ.Σ. συνδεόταν υδραυλικά µε το ρέµα
Σουλού, στην πραγµατικότητα αποχετευόταν σε µία κύρια και τουλάχιστον σε µία δευτερεύουσα
καταβόθρα πλησίον του οικισµού Κοίλα. Στο ίδιο συµπέρασµα καταλήγουν και οι Χατζησάββα και
Κουβόπουλος (2004)25.
Επί πλέον ασάφειες στη χάραξη του υδροκρίτη, επιφέρει η συνεχής εναπόθεση υλικών εξόρυξης
στην περιοχή, ως αποτέλεσµα της δραστηριότητας της ∆ΕΗ. Οι όγκοι που εναποτίθενται από τη
∆.Ε.Η., αποκόπτουν την υδραυλική σύνδεση υδατορεµάτων της περιοχής µε το ρέµα Σουλού.
Όπως είναι εύκολα κατανοητό από τα ανωτέρω, η χάραξη της υδρολογικής λεκάνης που
πραγµατικά αποστραγγίζεται στο ρέµα Σουλού, αποτελεί µια σύνθετη διαδικασία που απαιτεί
γνώση της περιοχής.
Οι χαµηλότερες υψοµετρικά περιοχές της λεκάνης απορροής, στις παρυφές του όρους Σκοπός,
καλυπτόταν παλαιότερα από την ελώδη περιοχή µε το όνοµα Σαριγκιόλ (επίσης γνωστή ως
Χρυσολίµνη ή και Κίτρινη Λίµνη). Η συνολικής έκτασης περίπου 13km2 ελώδης έκταση,
αποξηράνθηκε περί τα έτη 1951-1956, µε την κατασκευή στραγγιστικού δικτύου και τη δηµιουργία
της τάφρου Σουλού. Τα ανωτέρω τεχνικά έργα επέτρεψαν την ένωση της κλειστής λεκάνης
Σαριγκιόλ µε την ευρύτερη λεκάνη της Πτολεµαΐδας.
Σηµειώνεται ότι στο Νοµό Κοζάνης, στην υδρολογική λεκάνη του Αλιάκµονα υπάρχει η τεχνητή
λίµνη Πολυφύτου, η οποία δηµιουργήθηκε µε την κατασκευή φράγµατος στον ποταµό Αλιάκµονα,
µε στόχο την ενεργειακή εκµετάλλευση του υδατικού δυναµικού της περιοχής µέσω του οµώνυµου
Υδροηλεκτρικού Σταθµού (Υ/Σ Πολυφύτου). Παρόλο που η υδρολογική λεκάνη του Αλιάκµονα
δεν επικοινωνεί υδραυλικά µε την υδρολογική λεκάνης Πτολεµαΐδας, πραγµατοποιείται σε ετήσια
βάση µεταφορά περίπου 50x106m3 νερού από τη λίµνη Πολυφύτου προς την υδρολογική λεκάνη
Πτολεµαΐδας, για την κάλυψη των αναγκών των ΑΗΣ Αγίου ∆ηµητρίου και Καρδιάς σε νερό
ψύξης.
25
Χατζησάββα Π., Κουβόπουλος Ι. (2004). «Υδρολογική έκθεση για τη δυνατότητα εκτροπής τµήµατος της τάφρου Σουλού
παρά την Ποντοκώµη», ∆ΕΗ Α.Ε. – ∆ΑΥΗΕ, Αθήνα.
26
Σπυρίδης Α., ΥΕΤΟΣ (2009). «Υδραυλική Μελέτη - Υδρολογική Μελέτη Ρέµατος Σουλού Πτολεµαΐδας», ∆.Ε.Η. Α.Ε.,
∆ιεύθυνση Μελετών και Ανάπτυξης Ορυχείων, Θεσσαλονίκη.
• Η Υπολεκάνη Ξηρολίµνης Λ1 (βλ. Σχήµα 4.2-28), της οποίας τα υδατορέµατα, λόγω του
καρστικού της χαρακτήρα, δεν συνεισφέρουν µε απορροϊκούς όγκους στην παροχή του
ρέµατος Σουλού και εξαφανίζονται σε έγκοιλα, πλησίον του οικισµού Οκτώ Σπίτια.
• Η Υπολεκάνη Λ3, η οποία περιλαµβάνει τις περιοχές που βρίσκονται στα Α και Ν του
προσχωµατικού υδροφόρου Σαριγκιόλ (βλ. Σχήµα 4.2-28), η οποία έχει µικρή συνεισφορά
απορροϊκού όγκου στο ρέµα Σουλού, καθώς αποτελείται από καρστικούς Τριαδικο-
Ιουρασικούς ασβεστόλιθους, όπως αναφέρεται στις διερευνήσεις του ΙΓΜΕ27, 28.
• Η Υπολεκάνη Λ2 των Ν∆ πλευρών του όρους Βέρµιο (βλ. Σχήµα 4.2-28) έχει µικρή
συνεισφορά απορροϊκού όγκου, λόγω της παρουσίας πλήθους αποθέσεων εξόρυξης που
παρεµποδίζουν τα ρέµατα των Ν∆ παρυφών του Βερµίου να τροφοδοτήσουν το ρέµα Σουλού,
όπως αναφέρεται στη διερεύνηση των Χατζησάββα & Κουβόπουλου (2004)25.
Σχήµα 4.2-28: Υπολεκάνες Λ1, Λ2 και Λ3 και τελική λεκάνη απορροής του ρέµατος Σουλού
27
Στάµος Α., Παφίλης Μ. (2001). «Ο καρστικός υδροφορέας των Τριαδικο-Ιουρασικών ασβεστόλιθων της λεκάνης
Κοζάνης-Σερβίων και η αξιοποίησή του στην οριστική επίλυση του υδρευτικού προβλήµατος του ∆ήµου Κοζάνης», ΙΓΜΕ,
Κοζάνη.
28
Στάµος Α. (2001). «Υδρογεωλογικές µελέτες αξιοποίησης και ορθολογικής διαχείρισης των υδάτινων πόρων ∆υτικής
Μακεδονίας: Υδρογεωλογική µελέτη του προσχωµατικού υδροφόρου Σαριγκιόλ ή Νοτίου Πεδίου Κοζάνης», ΙΓΜΕ, Περιφ.
Μονάδα ∆. Μακεδονίας, Κοζάνη.
Βάσει των ανωτέρω παραδοχών, εκτιµάται ότι οι υπολεκάνες Λ1, Λ2 και Λ3 έχουν µικρή
συνεισφορά στην επιφανειακή απορροή της λεκάνης του ρέµατος Σουλού. Σύµφωνα µε την
τοπογραφία της περιοχής, οι ανωτέρω τρεις (3) υπολεκάνες έχουν έκταση Λ1=275,17km2,
Λ2=89,67km2 και Λ3=142,78km2 και συνολικά 507,62km2. Επισηµαίνεται ότι, η παροχή
συνεισφοράς του συνόλου των ανωτέρω υπολεκανών περιγράφεται στη βασική απορροή
(Qβασική=0,46m3/s, βλ. Ενότητα 4.2.4.4.1.3), καθώς και στην ποσότητα στρογγυλοποίησης της
τελικής πληµµυρικής παροχής του Σουλού (Q=28,30m3/s – Qτελική=30m3/s). Εποµένως, αθροιστικά
προκύπτει ότι η τάξη µεγέθους της παροχής των τριών (3) υπολεκανών ανέρχεται σε
Qυπολεκανών=0,46+1,70=2,16m3/s.
Παράλληλα, εστιάζοντας στην τελική λεκάνη απορροής, στη νοτιοδυτική πλευρά αυτής
παρατηρείται υφιστάµενο αποστραγγιστικό δίκτυο (µε εξαιρετικά ήπιες κλίσεις – επίπεδο έδαφος)
µε έντονη γραµµική ανάπτυξη (ανάπτυξη σε πλέγµα καννάβου), το οποίο ουσιαστικά αυξάνει το
χρόνο διαδροµής του νερού στην περίπτωση πληµµυρικών φαινοµένων. Το γεγονός αυτό,
λειτουργεί αναρρυθµιστικά ως προς την εµφάνιση της πληµµυρικής απορροής στην έξοδο της
λεκάνης, επιβραδύνοντάς την και περιορίζοντας το µέγεθος της αιχµής αυτής. Η ανωτέρω περιοχή
εµφανίζεται στο Σχήµα 4.2-29 ως γραµµοσκιασµένη πράσινου χρώµατος επιφάνεια έκτασης
32,32km2.
29
Τσουφλίδου Σ., ∆ηµητρακόπουλος ∆., (2005). «Ειδική Υδρογεωλογική Μελέτη Ορυχείων Πτολεµαΐδας», ∆ΕΗ Α.Ε, Γεν.
∆/νση Ορυχείων
Η πυκνότητα του υδρογραφικού δικτύου ορίζεται ως ο λόγος του συνολικού µήκους των
υδατορεµάτων προς την έκταση της λεκάνης και εκφράζει τον αριθµό των km (ή m) µιας κοίτης
ρέµατος η οποία διατηρείται από επιφάνεια αποστραγγίσεων 1km2:
ΣL
D=
Α
όπου:
D: η πυκνότητα του υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης (km-1)
ΣL: το συνολικό µήκος των υδατορεµάτων στη λεκάνη (km)
A: η έκταση της λεκάνης απορροής (km2)
Στην υδρολογική λεκάνη που έχει αναφερθεί, ισχύουν τα κάτωθι: ΣL=733,39km και
Α=735,62km2. Με αντικατάσταση, προκύπτει ότι η πυκνότητα του υδρογραφικού δικτύου της
λεκάνης ανέρχεται σε D=0,997km-1.
h max − h min
i=
A
όπου:
i: η µέση κλίση της υδρολογικής λεκάνης
hmax: το µέγιστο υψόµετρο λεκάνης απορροής (km)
hmin: το ελάχιστο υψόµετρο λεκάνης απορροής (km)
A: το εµβαδόν λεκάνης (km2)
Λαµβάνοντας υπόψη ότι ισχύει: hmax=1,87km, hmin=0,64km και Α=735,62km2, η µέση κλίση της
υδρολογικής λεκάνης υπολογίζεται σε i=0,04535.
Το ενεργό πλάτος της υδρολογικής λεκάνης ορίζεται ως ο λόγος του εµβαδού αυτής προς το
µήκος της και υπολογίζεται από τη σχέση:
A
W=
L
όπου:
W: το ενεργό πλάτος της υδρολογικής λεκάνης
A: το εµβαδόν λεκάνης (km2)
L: το µήκος λεκάνης (km)
Για L=30,74km και Α=735,62km2, το ενεργό πλάτος της υδρολογικής λεκάνης υπολογίζεται σε
W=23,93km.
Περιοχή αποστραγγιστικού
δικτύου
Σχήµα 4.2-29: Περιοχή αποστραγγιστικού δικτύου στην τελική λεκάνη απορροής του ρέµατος Σουλού
4.2.4.4.1.2 Υδατορέµατα
Όπως φαίνεται στο Σχήµα 4.2-29, εντός της υδρολογικής λεκάνης των Ορυχείων Πτολεµαΐδας
απαντώνται πλήθος υδατορεµάτων, ορισµένα εκ των οποίων εισέρχονται ή εξέρχονται από την
περιοχή των Ορυχείων.
Σύµφωνα µε την υπ’ αρ. πρωτ. 3722(σχετ.3537)/01.12.2005 Απόφαση της ∆/νσης ∆ηµοσίων
Έργων της Περιφέρειας ∆υτικής Μακεδονίας, έχει επικυρωθεί ο καθορισµός των οριογραµµών
των υδατορεµάτων Ρ1, Ρ2, Ρ3, Ρ3.1, Ρ3.2, Ρ3.1.1, Ρ3.1.2, Ρ4, Ρ5, Ρ6 στην περιοχή του Ορυχείου
Μαυροπηγής Πτολεµαΐδας, µετά την υποβολή αρµοδίως σχετικής Τεχνικής Μελέτης (βλ. Σχήµα
4.2-31)30. Τα εν λόγω υδατορέµατα προσβάλλονται από την προτεινόµενη επέκταση των ορυχείων,
ενώ για όσα από αυτά δεν προσβάλλονται τµήµατά τους, προκύπτει η ανάγκη νέας οριοθέτησης,
όπως αναπτύσσεται στη συνέχεια.
Σχήµα 4.2-31: Χάρτης υδατορεµάτων που οριοθετήθηκαν µε την την υπ’ αρ. πρωτ.
3722(σχετ.3537)/01.12.2005 Απόφαση της ∆/νσης ∆ηµοσίων Έργων της Περιφέρειας ∆υτικής
Μακεδονίας (µε πράσινο χρώµα φαίνεται η περιοχή οριοθέτησης)
30
Σπυρίδης Α., ΥΕΤΟΣ (2005). «Τεχνική Μελέτη Οριοθέτησης Υδατορεµάτων του Ορυχείου Μαυροπηγής Πτολεµαΐδας, µε
βάση το Άρθρο 5 του Ν. 3010 - Υδραυλική Μελέτη», ∆.Ε.Η. Α.Ε., ∆ιεύθυνση Μελετών και Ανάπτυξης Ορυχείων,
Θεσσαλονίκη.
Στο πλαίσιο του σχεδιασµού του προτεινόµενου Έργου και της επέκτασης των ορίων της
εκµετάλλευσης, εκπονήθηκε νέα υδραυλική µελέτη για την οριοθέτηση και τη διευθέτηση των
υδατορεµάτων που εισέρχονται και εξέρχονται από την περιοχή των Ορυχείων Πτολεµαΐδας
(Σπυρίδης, 2010)31, που έχει κατατεθεί προς έγκριση στη ∆/νση Συντήρησης Έργων της Ν.Α.
Κοζάνης. Η εν λόγω µελέτη εκπονήθηκε σύµφωνα µε τις απαιτήσεις και τις προδιαγραφές του
Άρθρου 5 του Νόµου 3010/2002 (ΦΕΚ 91/Α/25.04.2002). Συνολικά, στην εν λόγω µελέτη
εντοπίστηκαν εξήντα δύο (62) υδατορέµατα, τα οποία βρίσκονται εντός ζώνης πλάτους διακοσίων
µέτρων (200m) παράλληλα και εκτός του νέου ορίου επέµβασης των Ορυχείων, όπως φαίνεται στο
Σχήµα 4.2-32. Η ζώνη αυτή προτείνεται ως περιοχή µελέτης για την οριοθέτηση και τη διευθέτηση
των υδατορεµάτων που συµβάλλουν στην περιοχή επέµβασης – ανάπτυξης των λιγνιτωρυχείων.
Μετά από εξέταση των ειδικών τους χαρακτηριστικών στην υποβληθείσα Υδραυλική Μελέτη,
οριοθετούνται συνολικά 54 υδατορέµατα, εκ των οποίων:
• Τα 47 εισέρχονται στην περιοχή των ορυχείων: R1, R2, R3, R4, R5, R6, R7 (R7.1 και R7.2),
R8, R9, R10, R11, R12, R13, R14, R15, R16, R17, R18, R19, R20, R21, R22, R23, R24, R25,
R26 (R26.1, R26.1.1, R26.1.2 και R26.2), R27, R29, R30 (R30.1 και R30.2), R31, R46, R47,
R48 (R48.1 και R48.2), R49, R50, R51 και R52.
• Τα 7 εξέρχονται από την περιοχή των ορυχείων: R53, R54, R55, R56, R57, R58 και R59.
Για τις υδραυλικές προσοµοιώσεις, στο πλαίσιο της εν λόγω µελέτης χρησιµοποιήθηκαν τα
κάτωθι:
31
Σπυρίδης Α., ΥΕΤΟΣ (2010). «Υδραυλική Μελέτη – Οριοθέτηση Υδατορεµάτων Λιγνιτωρυχείου Πτολεµαΐδας», ∆.Ε.Η.
Α.Ε., ∆ιεύθυνση Μελετών και Ανάπτυξης Ορυχείων, Θεσσαλονίκη.
Σχήµα 4.2-32: Ζώνη οριοθέτησης υδατορεµάτων που εισρέουν στα Ορυχεία Πτολεµαΐδας σύµφωνα µε το προτεινόµενο Έργο
Στο Σχήµα 4.2-33 φαίνεται ενδεικτικά η λεκάνη απορροής του ρέµατος R2, σύµφωνα µε την ως
άνω µελέτη.
Για την εκτίµηση της αιχµής των επί µέρους λεκανών των υδατορεµάτων επιλέχθηκε η
«ορθολογική µέθοδος», η οποία ενδείκνυται για την περίπτωση µικρών υδρολογικών λεκανών
(<130km2) σύµφωνα µε το Π.∆. 696/1974.
32
Σπυρίδης Α., Ψιλοβίκος Α., Κουτάλου Β., ΥΕΤΟΣ (2002). Εξαγωγή Όµβριων Καµπυλών Ν. Κοζάνης για χρήση αυτών
σε αντιπληµµυρικά έργα και έργα διαχείρισης υδατικών πόρων. Εφαρµογή στο αποχετευτικό δίκτυο όµβριων της
πόλης της Κοζάνης, 6ο Πανελλήνιο Γεωγραφικό Συνέδριο, Θεσσαλονίκη.
όπου:
Qmax: η πληµµυρική απορροή σε m3/s
Α: η οριζόντια προβολή της λεκάνης απορροής σε km2
i: η µέση ένταση βροχόπτωσης, διάρκειας ίσης µε το χρόνο συρροής των υδάτων από
την επιφάνεια Α µέχρι την εξεταζόµενη διατοµή του ρεύµατος σε mm/h
C: ο συντελεστής απορροής.
Ο Πίνακας 4.2-16 παρουσιάζει τις τιµές του συντελεστή C’ για κάθε έναν από τους ανωτέρω
παράγοντες.
ΤΙΜΕΣ ΤΟΥ C’
I) ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ
• Αµµοπηλοί 0,40
ΙΙΙ) ΦΥΤΟΚΑΛΥΨΗ
• ∆εντροκάλυψη 0,20
Σύµφωνα µε τον ανωτέρω πίνακα και τη σχέση C=1- C’, όπου C΄= C1’+ C2’+ C3’, εκτιµάται για
κάθε µία από τις λεκάνες απορροής των προς οριοθέτηση ρεµάτων ο συντελεστής απορροής. Για
το σύνολο των λεκανών, πλην της Λ31 και της Λ59, επιλέχθηκε C=0,20 µε επιµέρους συντελεστές
C1’=0,20, C2’=0,40 και C3’=0,20. Ειδικότερα για τη Λ31 και τη Λ59, λόγω των ιδιαίτερα ήπιων
κλίσεων σε µεγάλο τµήµα της επιφάνειας και ιδιαίτερα στην έξοδο αυτών επιλέχθηκε C1’=0,30
και εποµένως τελικό C=0,10. Οι ανωτέρω επιλεχθείσες τιµές του συντελεστή απορροής είναι
σχετικά αυξηµένες σε σχέση µε το συντελεστή απορροής που αναφέρεται σε µελέτη του ΙΓΜΕ
(Στάµος, 2001)28, C=0,07, γεγονός που οδηγεί στην παρούσα εκτίµηση, σε αυξηµένες τιµές της
πληµµυρικής παροχής.
Στο Σχήµα 4.2-34 διακρίνονται οι υδρολογικές λεκάνες των ρεµάτων. Τα γεωµετρικά στοιχεία, ο
συντελεστής απορροής και οι υπολογισµοί των παροχών για τις υπό µελέτη λεκάνες
παρουσιάζονται συνοπτικά σε Πίνακες που παρατίθενται στο Παράρτηµα VII.
Σχήµα 4.2-34: Υδρολογικές λεκάνες υδατορεµάτων (µε κόκκινο διακρίνονται οι υδροκρίτες των λεκανών και µε µπλε τα υδατορέµατα)
Ενδεικτικά, στο Σχήµα 4.2-35 δίδεται µία διατοµή του ρέµατος R2 και στο Σχήµα 4.2-36 το
προφίλ ροής του ίδιου ρέµατος.
RS = 5
.025
Legend
688.0
EG PF 1
Crit PF 1
687.5
Elevation (m)
WS PF 1
687.0 Ground
Bank Sta
686.5
686.0
10 15 20 25 30 35 40
Station (m)
R2
R2 R2
691
Leg end
EG PF 1
Crit PF 1
690 WS PF 1
Ground
689
688
Elev ation ( m)
687
686
685
684
0 50 100 150 200 250
Mai n Channel Dis tance (m)
Το ρέµα Σουλού είναι τεχνητό κανάλι σε τµήµα της διαδροµής του (µέχρι τον ΑΗΣ Καρδιάς) και
αποτελεί το φυσικό αποδέκτη που αποστραγγίζει τις επιφανειακές απορροές της κλειστής λεκάνης
Σαριγκιόλ Σαριγκιόλ» προς την υδρολογική λεκάνη Πτολεµαΐδας. Σύµφωνα µε τη σηµερινή του
µορφή έχει µήκος περίπου 25km, αρχίζει από την περιοχή του παλιού έλους Σαριγκιόλ και
εκβάλλει στη λίµνη Βεγορίτιδα. Κατασκευάστηκε το 1954, όταν έγιναν τα έργα αποξήρανσης της
λεκάνης Σαριγκιόλ, δηλαδή του νότιου τµήµατος της λεκάνης Πτολεµαΐδας, η οποία πριν την
τεχνητή διάνοιξη του Σουλού ήταν έλος και συγκέντρωνε όλες της επιφανειακές απορροές της
λεκάνης.
Το ρέµα Σουλού είναι, επίσης, αποδέκτης µέρους των υπόγειων νερών που αντλούνται από το
Νότιο Πεδίο και το Πεδίο Καρδιάς µε στόχο την προστασία των ορυχείων καθώς και τµήµατος
των όµβριων υδάτων των λειτουργούντων ορυχείων (Πεδίο Μαυροπηγής, Ανατολική Επέκταση
Κοµάνου, Νοτιοδυτικό Πεδίο, Οικισµός Κοµάνου και Νότιο Πεδίο), τα οποία συγκεντρώνονται
αρχικά στα αντλιοστάσια και στη συνέχεια διατίθενται σε αυτό. Στο ρέµα Σουλού επίσης,
καταλήγουν τα κατεργασµένα υδατικά απόβλητα από τις Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας Λυµάτων
των όµορων ∆ήµων και των Ορυχείων Πτολεµαΐδας, καθώς και τα νερά ψύξης των ΑΗΣ Αγίου
∆ηµητρίου και Καρδιάς, οι οποίοι καλύπτουν τις ανάγκες τους µε νερό που µεταφέρεται µε αγωγό
από τη λίµνη Πολυφύτου, που βρίσκεται σε γειτονική υδρολογική λεκάνη. Με την ΚΥΑ
19661/1982/1999 (ΦΕΚ 1811/Β/29.09.1999), το ρέµα Σουλού έχει χαρακτηριστεί ως «ευαίσθητος
αποδέκτης» για τη διάθεση αστικών λυµάτων, ενώ η επιθυµητή ποιότητα των νερών του ρέµατος
Σουλού καθορίζεται από την ΚΥΑ 15782/1849/25.06.2001 (ΦΕΚ 797/Β/25.06.2001).
Σηµειώνεται ότι οι ανάγκες της εκµετάλλευσης του λιγνίτη και η επέκταση των Ορυχείων
Πτολεµαΐδας προς ΝΑ επιβάλλουν την επαναχάραξη της κοίτης του ρέµατος Σουλού, όπως
περιγράφεται στην Ενότητα 5.10.7. Για το λόγο αυτό, έχει εκπονηθεί «Υδραυλική Μελέτη -
Υδρολογική Μελέτη Ρέµατος Σουλού Πτολεµαΐδας» (Σπυρίδης, 2009)26 και η σχετική «Μελέτη
Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων - Εκτροπή Τάφρου Σουλού» (Κουτάλου, 2010)33.
33
Κουτάλου Β. (2010). «Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων - Εκτροπή Τάφρου Σουλού», ∆.Ε.Η. Α.Ε., ∆ιεύθυνση
Μελετών και Ανάπτυξης Ορυχείων, Θεσσαλονίκη.
Αναφορικά µε τη βασική παροχή του ρέµατος Σουλού, στην ως άνω µελέτη έγιναν αποδεκτές οι
τιµές βασικής απορροής που προέκυψαν στο πλαίσιο του Ερευνητικού Έργου ΕΛΙΜΕΙΑ (1999)34
(0,23–0,46 m3/s). Στους περαιτέρω υπολογισµούς, επιλέχθηκε ως βασική παροχή του
υδατορέµατος η µέγιστη τιµή των 0,46 m3/s.
Στο πλαίσιο της ως άνω υδρολογικής µελέτης λήφθηκαν υπόψη οι ακόλουθες σχέσεις (βλ.
Ενότητα 4.2.4.4.1.2):
34
ΕΛΙΜΕΙΑ (1999). «Ανάπτυξη Συστήµατος ∆ιαχείρισης Υδατικών Πόρων και Μεθόδων Τεχνητού Εµπλουτισµού σε
περιοχές εκµεταλλεύσεων - Πιλοτική εφαρµογή στο Νότιο Πεδίο Πτολεµαΐδας», Ερευνητικό Πρόγραµµα συνεργασίας
∆.Ε.Η., Ε.Μ.Π., Κ.Τ.Ε.Σ.Κ., ∆.Ε.Υ.Α. Κοζάνης, ΙΝΤΕΛΕΚ Α.Ε..
Σηµαντική παράµετρος στη διαδικασία διερεύνησης της πληµµυρικής παροχής αποτελεί ο χρόνος
συγκέντρωσης (t) που ορίζεται ως ο χρόνος που χρειάζεται να διανύσει το νερό από το πιο
αποµακρυσµένο σηµείο της λεκάνης έως την έξοδο αυτής. Ο χρόνος συγκέντρωσης µιας λεκάνης
απορροής υπολογίζεται από την εξίσωση του Giandotti (1934):
4 A + 15L
tc =
0,8 H − h
όπου:
t c: είναι ο χρόνος συρροής ή χρόνος συγκέντρωσης εκφρασµένος σε h,
Α: είναι η οριζόντια προβολή της λεκάνης απορροής σε km2,
L: είναι το µήκος διαδροµής της φυσικής κοίτης σε km,
h: είναι το υψόµετρο πυθµένα της φυσικής κοίτης του υδατορέµατος στη διατοµή ελέγχου σε
m,
Η: είναι το µέσο υψόµετρο της λεκάνης απορροής σε m.
Η επιλογή του ποσοστού 15% επιβεβαιώνεται και από εκτίµηση του συντελεστή απορροής C
σύµφωνα µε το Π.∆. 696/1974, Πίνακας 4.2-16.
Για την προσέγγιση του υδρογραφήµατος πληµµύρας (βλ. Σχήµα 4.2-37), µελετήθηκε θεωρητικό
συµβάν βροχόπτωσης µε διάρκεια ίση µε το χρόνο συγκέντρωσης της λεκάνης απορροής (tc=8h),
που αποτελείται από οκτώ (8) επιµέρους συνεχόµενα συµβάντα βροχόπτωσης ίσης διάρκειας (1h)
και ίσης έντασης (i=0,72mm/h – Τ=50 έτη) έκαστο.
30
27
24
21
18
Q (m /s)
3
15
12
0
0 4 8 12 16 20 24 28 32 36 40 44
t (h)
R1 R2 R3 R4 R5 R6 R7 R8 Q
Σχήµα 4.2-37: Υδρογράφηµα πληµµύρας της τελικής λεκάνης του ρέµατος Σουλού, για Τ=50
έτη, σύµφωνα µε τη µέθοδο της SCS (µπλε χρώµα). Τα επιµέρους ΜΥΓ–1h, R1 έως R8, από
τη σύνθεση των οποίων προέκυψε το υδρογράφηµα πληµµύρας, διακρίνονται µε κόκκινο
χρώµα
Η αιχµή της πληµµυρικής παροχής του ρέµατος Σουλού, σύµφωνα µε τη µέθοδο της SCS και για
την ένταση βροχόπτωσης µε περίοδο επαναφοράς 50ετών, εκτιµήθηκε σε 28,30m3/s, ενώ η αιχµή
της εκτιµάται ότι θα παρατηρείται στις 12,5h από την έναρξη της βροχόπτωσης. Για λόγους
πρόσθετης ασφάλειας, η αιχµή της πληµµυρικής παροχής µε την οποία προτείνεται ο σχεδιασµός
της πληµµυρικής κοίτης του ρέµατος Σουλού ελήφθη ίση µε 30m3/s. Σηµειώνεται ότι, στην
παραπάνω παροχή περιλαµβάνεται και η διάθεση στο Σουλού των νερών ψύξης από τους ΑΗΣ
Αγίου ∆ηµητρίου και Καρδιάς.
Επίσης, και µε σκοπό την κατά το δυνατό λεπτοµερή εξέταση της πληµµυρικής παροχής,
αντικείµενο διερεύνησης αποτέλεσε το τεχνικό έργο γέφυρας επί της κοίτης του Σουλού, επί της
οδού που συνδέει το ∆ρέπανο µε τον Κλείτο (βλ. Εικόνα 4.2-2). Συγκεκριµένα εξετάστηκε το
κατά πόσο το συγκεκριµένο τεχνικό µπορεί να παροχετεύσει την ως άνω αιχµή της πληµµυρικής
παροχής του ρέµατος Σουλού. Η παροχετευτική ικανότητα της γέφυρας, ανάλογα µε τις
εφαρµοσθείσες κατά µήκος κλίσεις, λαµβάνει τιµές που κυµαίνονται από 18,9m3/s (µηδενική κατά
µήκος κλίση) έως 25,6m3/s (κατά µήκος κλίση 9‰).
Εικόνα 4.2-2: Άποψη του τεχνικού στην κοίτη του ρέµατος Σουλού επί της οδού ∆ρέπανο –
Κλείτος
Σύµφωνα µε στοιχεία των κατοίκων της περιοχής, επιβεβαιώνεται ότι η κοίτη του Σουλού
καθαρίζεται ανά τακτά χρονικά διαστήµατα (τουλάχιστον µία φορά το χρόνο). Παρά ταύτα όµως,
επιβεβαιώθηκε ότι, έχει παρατηρηθεί η ανώτατη στάθµη ύδατος στη γέφυρα.
Σηµειώνεται ότι, κατά µήκος του ρέµατος Σουλού οι αγρότες προχωρούν σε απολήψεις ύδατος µε
σκοπό την άρδευση των παρακείµενων καλλιεργειών τους, εξασφαλίζοντας έτσι την περαιτέρω
προστασία της κοίτης του Σουλού κατά την αρδευτική περίοδο. Επιπλέον, στην περίπτωση
έντονου πληµµυρικού επεισοδίου, το φαινόµενο θα εκτονωθεί, κατακλύζοντας τις παρακείµενες
καλλιέργειες του ρέµατος.
Επικουρικά στα όσα έχουν προαναφερθεί, λειτουργεί η αναρρυθµιστική λεκάνη στη νοτιοδυτική
πλευρά της τελικής λεκάνης, η οποία αποτελείται από υφιστάµενο αποστραγγιστικό δίκτυο µε
έντονη γραµµική ανάπτυξη (ανάπτυξη σε πλέγµα καννάβου) και ήπιες κλίσεις (σχεδόν επίπεδη
επιφάνεια).
Τα νερά που απορρέουν επιφανειακά στους χώρους των ορυχείων αντλούνται µέσω αντλιοστασίων
και διατίθενται στο ρέµα Σουλού, έπειτα από διαύγαση σε συστοιχία διαδοχικών δεξαµενών
καθίζησης. Συνολικά, λειτουργούν πέντε (5) αντλιοστάσια επιφανειακών νερών, από ένα (1) στα
Πεδία Μαυροπηγής, Κοµάνου και Καρδιάς (Τοµέας 6) και δύο (2) στο Ορυχείο Νοτίου Πεδίου
(αντλιοστάσια Ε4 και Ε7). Οι θέσεις των αντλιοστασίων των Ορυχείων Πτολεµαΐδας φαίνονται
στο Χάρτη 4β του Παραρτήµατος Ι.
Η αντλούµενη ποσότητα νερού από τα αντλιοστάσια των ορυχείων την τριετία 2006-2008 (βλ.
Πίνακα 5.3-2) κυµάνθηκε ετησίως από 7,38x106m3 έως 8,35x106m3 και κατά µέσο όρο ανήλθε σε
7,68x106m3. Η εν λόγω ποσότητα αξιοποιήθηκε εν µέρει για την κάλυψη των αναγκών των
Ορυχείων Πτολεµαΐδας σε νερό για τη διαβροχή και πρόληψη της δηµιουργίας σκόνης, καθώς και
για την άρδευση των φυτεύσεων που πραγµατοποιούνται στο πλαίσιο του προγράµµατος
περιβαλλοντικής αποκατάστασης των ορυχείων.
Η πλεονάζουσα ποσότητα των αντλούµενων επιφανειακών νερών διατίθεται στο ρέµα Σουλού,
σύµφωνα µε τον περιβαλλοντικό όρο (δ1.26) της υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 114084/3671/23.10.2003 ΚΥΑ
ΕΠΟ και τον περιβαλλοντικό όρο (16.ε) της υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 189708/3440/23.09.2008 ΚΥΑ
ΕΠΟ του Λιγνιτωρυχείου «ΠΤΟΛΕΜΑΙ∆ΑΣ», καθώς επίσης και σύµφωνα µε τον περιβαλλοντικό
όρο (δ1.26) της υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 142453/7531/25.02.2006 ΚΥΑ ΕΠΟ του λιγνιτωρυχείου
«ΜΑΥΡΟΠΗΓΗΣ (Β-∆υτικό Πεδίο). Στο Χάρτη 4β του Παραρτήµατος Ι εµφανίζονται
σχηµατικά οι θέσεις διάθεσης των νερών των αντλιοστασίων των Ορυχείων Πτολεµαΐδας στο ρέµα
Σουλού.
Σηµειώνεται επίσης, ότι τους καλοκαιρινούς µήνες, το διατιθέµενο στο ρέµα Σουλού νερό,
χρησιµοποιείται σχεδόν στο σύνολό του για άρδευση των όµορων προς το ρέµα Σουλού
∆ηµοτικών ∆ιαµερισµάτων. Την υπόλοιπη περίοδο, τα διατιθέµενα νερά επηρεάζουν λόγω της
ποιότητάς τους (βλ. Πίνακας 4.2-18) θετικά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των νερών του ρέµατος
Σουλού και κατ’ επέκταση την ποιότητα των νερών της λίµνης Βεγορίτιδας, στην οποία αυτό
καταλήγει.
Ακολούθως παρατίθενται στοιχεία για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των επιφανειακών νερών στα
Ορυχεία Πτολεµαΐδας, όπως αυτά καταγράφονται από τις αναλύσεις επιφανειακών υδάτων στο
ρέµα Σουλού, στα αντλιοστάσια των ορυχείων και στην εκροή των Εγκαταστάσεων Επεξεργασίας
Λυµάτων των ορυχείων.
Τα στοιχεία που αφορούν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ρέµατος Σουλού προέρχονται από
στοιχεία της ∆ΕΗ (Σαχανίδης, 2008)35. Τα στοιχεία που αφορούν τα επιφανειακά νερά των
αντλιοστασίων των ορυχείων και τις εκροές των Ε.Ε.Λ. των Ορυχείων Πτολεµαΐδας προέρχονται
από στατιστική επεξεργασία των µετρήσεων που έλαβαν χώρα στο πλαίσιο των Εκθέσεων
Ποιότητας Περιβάλλοντος των Ορυχείων Πτολεµαΐδας και Μαυροπηγής για τα έτη 2006 έως 2009
(περίοδος αναφοράς από Ιούλιο 2005 έως Ιούνιο 2009).
Οι ως άνω Εκθέσεις υποβάλλονται αρµοδίως στο πλαίσιο των σχετικών ΚΥΑ Έγκρισης
Περιβαλλοντικών Όρων.
Ο Πίνακας 4.2-17 παρουσιάζει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των νερών του ρέµατος Σουλού
(Σαχανίδης, 2008)35. Οι µετρούµενες παράµετροι αφορούν µία σειρά φυσικοχηµικών παραµέτρων
(pH, θερµοκρασία, ηλεκτρική αγωγιµότητα, ολικά διαλυµένα και αιωρούµενα στερεά, κ.λπ.),
µικροβιολογικών παραµέτρων (ολικά κολοβακτηρίδια, κ.λπ.), ιόντων (Ca, Mg, Na, K, κ.λπ.) και
ιχνοστοιχείων (As, Cd, Pb, Hg, Cu, Zn, κ.λπ.). Η επιθυµητή ποιότητα των νερών του ρέµατος
Σουλού καθορίζεται από την ΚΥΑ 15782/1849/25.06.2001 (ΦΕΚ 797/Β/25.06.2001).
Σύµφωνα µε το «Ειδικό Πρόγραµµα Μείωσης της ρύπανσης των υδάτων της Λίµνης Βεγορίτιδας,
της Λίµνης Πετρών και του Ποταµού Σουλού», το οποίο παρατίθεται στο Παράρτηµα της ΚΥΑ
15782/1849/25.06.2001, για την επίτευξη της επιθυµητής ποιότητας των νερών του Ποταµού
35
Σαχανίδης Χ. (2008). Οι Γεωεπιστήµες στην υπηρεσία της κοινωνίας, διηµερίδα ΥΠ.ΑΝ., Κοζάνη.
Σουλού ως προς το ολικό άζωτο (ΤΝ), τον ολικό φώσφορο (ΤΡ) και τον οργανικό άνθρακα, όπως
ορίζει η εν λόγω ΚΥΑ, θα πρέπει τηρούνται τα όρια που θέτει η ΚΥΑ 5673/400/1997 (ΦΕΚ
192/Β/14.03.1997) για τα επεξεργασµένα λύµατα που διατίθενται στον ποταµό Σουλού. Τα εν
λόγω όρια αφορούν όρια διάθεσης λυµάτων σε ευαίσθητούς αποδέκτες. Στο πλαίσιο της ΚΥΑ
15782/1849/25.06.2001 κρίνεται ότι τα συγκεκριµένα όρια επαρκούν, καθώς το άζωτο, ο
φώσφορος και ο οργανικός άνθρακας δεν είναι συντηρητικοί ρύποι και η συγκέντρωσή τους
µειώνεται λόγω αραίωσης.
Σηµειωνεται ότο τόσο το ρέµα Σουλού, όσο και η Λίµνη Βεγορίτιδα, η οποία αποτελεί τον τελικό
αποδέκτη των νερών του, έχουν χαρακτηριστεί ως ευαίσθητοι αποδέκτες, σύµφωνα µε την ΚΥΑ
19661/1982/1999 (ΦΕΚ 1811/Β/29.09.1999).
ΠΟΙΟΤΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ
ΠΟΤΑΜΟΥ ΣΟΥΛΟΥ
ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΜΟΝΑ∆Α MIN. MAX. Μ.Ο.
ΚΥΑ
15782/1849/2001
0,02 ως TP 0,37ως TP 0,09 ως TP
SiO2 mg/l 15,10 15,10 15,10 -
ΙΧΝΟΣΤΟΙΧΕΙΑ
Fe µg/l 24,00 1.384,00 340,95 -
Mn µg/l 5,00 1.150,00 112,22 -
As µg/l 0,20 50,00 8,20 30,00
Cd µg/l 1,00 5,00 2,33 -
Pb µg/l 10,00 20,00 11,43 20,00
Hg µg/l 0,20 10,00 1,69 -
Ni µg/l 5,00 44,50 11,99 100,00
Cr µg/l 2,00 11,00 5,96 30,00
Cu µg/l 2,00 8,80 4,97 40,00
Zn µg/l 1,00 11,80 4,70 1.000,00
V µg/l 5,00 11,70 8,37 -
Al µg/l 10,00 681,00 117,54 -
Sb µg/l 5,00 5,00 5,00 -
Ba µg/l 24,00 500,00 69,19 500,00
Be µg/l 5,00 5,00 5,00 -
Bi µg/l 10,00 10,00 10,00 -
B µg/l 25,00 448,00 89,57 70,00
Co µg/l 5,00 10,00 6,25 -
Mo µg/l 10,00 20,00 13,00 -
Se µg/l 0,49 50,00 11,58 10,00
Ag µg/l 5,00 10,00 9,17 50,00
Sr µg/l 0,21 1,04 0,51 -
Tl µg/l 5,00 5,00 5,00 -
Sn µg/l 50,00 50,00 50,00 -
ΆΛΛΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ
Φαινόλες µg/l 0,00 0,00 0,00 -
Σηµειώνεται ότι, σύµφωνα µε τις µετρήσεις του ως άνω πίνακα, διαπιστώνεται ότι για ορισµένες
από τις παραµέτρους (TP, B και Se) παρατηρείται υπέρβαση ή προσέγγιση των ορίων της ΚΥΑ
15782/1849/25.06.2001. Οι συγκεντρώσεις B και Se δεν προκύπτουν από τις δραστηριότητες των
Ορυχείων Πτολεµαΐδας. Αντίθετα, οι συγκεντρώσεις ΤΡ συνδέονται µε διάφορους παράγοντες,
όπως είναι η αγροτική δραστηριότητα (εντατικές λιπάνσεις) στην περιοχή, ενώ εν µέρει µπορεί να
οφείλεται στη διάθεση υγρών αποβλήτων.
Η ποιότητα του νερού των αντλιοστασίων επιφανειακών νερών των ορυχείων παρακολουθείται
συστηµατικά, σε εφαρµογή του περιβαλλοντικού όρου (δ2.5) της υπ’ Αρ. Πρ. οικ.
114084/3671/23.10.2003 ΚΥΑ ΕΠΟ του Λιγνιτωρυχείου «ΠΤΟΛΕΜΑΙ∆ΑΣ», όπως
τροποποιήθηκε µε την υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 189708/3440/23.09.2008 ΚΥΑ ΕΠΟ, καθώς και του όρου
(δ2.5) της υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 142453/7531/25.02.2006 ΚΥΑ ΕΠΟ του λιγνιτωρυχείου
«ΜΑΥΡΟΠΗΓΗΣ (Β-∆υτικό Πεδίο)», όπως αυτή τροποποιήθηκε µε την υπ’ αρ. πρωτ. οικ.
124313/2558/27.08.2009 ΚΥΑ ΕΠΟ.
Από τα µέσα Φεβρουαρίου του έτους 2007, έχει εγκατασταθεί τηλεµετρικό δίκτυο
παρακολούθησης των ποιοτικών χαρακτηριστικών των επιφανειακών νερών στα ορυχεία Νότιου
Πεδίου (Ε4 και Ε7) και Πεδίου Καρδιάς. Οι παράµετροι που καταγράφονται σε συνεχή βάση
(καθηµερινά) αφορούν στην παροχή (σε m3/h), το pH, τη θερµοκρασία (oC) και την αγωγιµότητα
(µs/cm και 20oC). Οι θέσεις των τηλεµετρικών σταθµών παρουσιάζονται στο Χάρτη 4β του
Παραρτήµατος Ι.
Ο Πίνακας 4.2-18 παρουσιάζει τα αποτελέσµατα των αναλύσεων που έλαβαν χώρα την περίοδο
Ιουλίου 2005 – Ιουλίου 2009, για τις απαιτούµενες παραµέτρους (T.D.S., S.S., As, Cd, Pb, Hg, Ni,
Crtot, Cu, Zn και V), που τίθενται από τους περιβαλλοντικούς όρους (δ2.5) των σχετικών ΚΥΑ
ΕΠΟ. Στον Πίνακα περιλαµβάνονται επίσης τα όρια που θέτει η ΚΥΑ 15782/1849/25.06.2001
(ΦΕΚ 797/Β/25.06.2001) για τα νερά που διατίθενται στο ρέµα Σουλού. Σηµειώνεται ότι ο
συνολικός αριθµός των δειγµάτων ανέρχεται σε δεκαέξι (16).
Από τα στοιχεία του πίνακα, προκύπτει ότι οι τιµές µετρούµενων παραµέτρων είναι χαµηλότερες
των ορίων διάθεσης στο ρέµα Σουλού σε όλα τα δείγµατα που εξετάστηκαν. Μάλιστα, οι
περισσότερες µετρήσεις ως προς τα ιχνοστοιχεία Cd, Pb, Hg, Crtot, Cu και V βρίσκονται κάτω
από τα όρια ανιχνευσιµότητας της αναλυτικής µεθόδου. Συνάγεται, λοιπόν, το συµπέρασµα, ότι τα
διατιθέµενα επιφανειακά νερά από τα αντλιοστάσια των ορυχείων επηρεάζουν θετικά, λόγω της
ποιότητάς τους, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των νερών του ρέµατος Σουλού και κατ’ επέκταση
την ποιότητα των νερών της λίµνης Βεγορίτιδας, στην οποία αυτό καταλήγει.
Πίνακας 4.2-18: Περιοδικές µετρήσεις ποιότητας επιφανειακών νερών Ορυχείων Πτολεµαΐδας στην έξοδο των αντλιοστασίων (Ιούλιος 2005 –
Ιούνιος 2009)
ΟΡΥΧΕΙΟ ΠΕ∆ΙΟΥ ΟΡΥΧΕΙΟ ΠΕ∆ΙΟΥ ΑΝΑΤ. ΟΡΥΧΕΙΟ ΝΟΤΙΟΥ ΠΕ∆ΙΟΥ ΟΡΥΧΕΙΟ ΝΟΤΙΟΥ ΠΕ∆ΙΟΥ
ΟΡΥΧΕΙΟ ΠΕ∆ΙΟΥ ΚΑΡ∆ΙΑΣ
ΠΑΡΑ- ΜΟΝΑ∆ΕΣ ΌΡΙΑ ΚΥΑ ΜΑΥΡΟΠΗΓΗΣ ΕΠΕΚΤΑΣΗΣ ΚΟΜΑΝΟΥ (Α/Σ Ε4) (Α/Σ Ε4)
ΜΕΤΡΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ 157821849/25.06.2001
ΜΙΝ ΜΑΧ Μ.Ο. ΜΙΝ ΜΑΧ Μ.Ο. ΜΙΝ ΜΑΧ Μ.Ο. ΜΙΝ ΜΑΧ Μ.Ο. ΜΙΝ ΜΑΧ Μ.Ο.
TDS mg/l - 420,0 890,0 503,4 266,0 1236,0 558,9 527,0 695,0 614,8 215,0 440,0 288,7 328,0 720,0 519,3
S.S. mg/l - 1,0 56,0 18,8 1,6 47,0 20,8 2,4 144,0 35,3 <2,0 124,0 51,4 10,0 136,0 44,4
As µg/l 30 0,2 <5,0 1,2 0,4 4,9 1,9 0,9 5,5 3,0 <0,2 3,6 1,6 <0,5 3,4 2,4
Cd µg/l - <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0 <2,0
Pb µg/l 20 <10,0 <10,0 <10,0 <2,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0 <10,0
Hg µg/l - <0,10 <0,50 <0,50 <0,5 <0,5 <0,5 <0,2 <0,5 <0,5 <0,2 <0,5 <0,5 <0,2 <0,5 <0,5
Ni µg/l 100 <5,0 11,8 11,8 <10 0,0 0,0 <10 37,7 17,9 <10,0 55,3 20,8 11,9 59,1 29,1
Crtot µg/l 30 <5,0 14,4 13,3 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 5,3 18,8 10,8 <5,0 27,2 17,2
Cu µg/l 40 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 <5,0 5,6 5,6 5,6 <5,0 7,1 6,7
Zn µg/l 1000 0,6 56,7 15,9 1,4 34,3 9,5 <2,0 26,3 13,2 1,8 46,6 13,1 <1,0 26,9 10,2
V µg/l - <5,0 18,7 10,0 <2,0 0,0 0,0 <5 <10 <10 <5,0 <10,0 <10,0 <5,0 29,1 19,8
Πίνακας 4.2-19: Φυσικοχηµικές αναλύσεις επεξεργασµένων νερών από τις Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας Λυµάτων (Ιούλιος 2005 – Ιούνιος 2009)
Ε.Ε.Λ. ΟΡΥΧΕΙΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ Ε.Ε.Λ. ΟΡΥΧΕΙΟΥ ΝΟΤΙΟΥ Ε.Ε.Λ. ΟΡΥΧΕΙΟΥ ΠΕ∆ΙΟΥ Ε.Ε.Λ. ΟΡΥΧΕΙΟΥ ΠΕ∆ΙΟΥ
ΌΡΙΑ ∆ΙΑΘΕΣΗΣ ΛΥΜΑΤΩΝ
ΜΟΝΑ∆ΕΣ ΠΕ∆ΙΟΥ ΠΕ∆ΙΟΥ ΚΑΡ∆ΙΑΣ ΚΟΜΑΝΟΥ
ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ
ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΚΥΑ ΚΥΑ
ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΗ
15782/1849/2001) 5673/400/1997
ΑΠΟΦΑΣΗ MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O. MIN MAX M.O.
555/1990
pH - - 6,5-8,5 7,00 8,41 7,88 7,27 8,97 7,96 7,39 8,50 7,85 7,20 8,47 7,82
Θερµοκρασία στο σηµείο ο
C - - 25 6,0 27,0 16,6 6,5 26,0 16,2 6,5 25,0 15,2 5,9 25,0 15,6
εκβολής
Χρώµα Pt/Co - - 30 10,0 70,0 20,0 5,0 26,0 14,7 5,0 25,0 15,1 5,0 50,0 19,6
Ηλεκτρική Αγωγιµότητα µS/cm - - 750 570,0 905,0 683,5 470,0 986,0 684,5 577,0 896,0 725,6 389,0 985,0 642,8
Ολικά ∆ιαλυµένα Στερεά
mg/l - - 600 402,0 589,0 470,9 298,0 538,0 454,6 425,0 670,0 501,0 248,0 793,0 438,8
(TDS)
Αιωρούµενα Στερεά (S.S) mg/l - 35 30 2,0 161,0 21,7 3,0 74,0 20,3 1,0 48,0 13,3 2,0 170,0 21,1
Χηµικά Απαιτούµενο
mg/l - 125 100 10,8 56,0 27,4 4,6 48,0 27,5 4,0 56,0 24,9 6,0 52,0 27,2
Οξυγόνο (COD)
Βιοχηµικά Απαιτούµενο
mg/l - 25 25 5,0 22,0 11,7 3,0 26,0 11,9 3,0 25,0 11,0 3,0 22,0 11,7
Οξυγόνο (BOD)
Αµµωνιακά NH4+ mg/l 3 - - 0,0 15,7 4,2 0,0 17,0 7,4 0,0 18,7 5,5 0,0 19,9 6,7
Νιτρώδη NO2- mg/l 0,03 - - 0,0 6,4 2,2 0,0 3,2 0,9 0,0 20,6 1,8 0,0 12,4 1,2
Νιτρικά ΝΟ3- mg/l - - - 1,8 75,6 26,4 2,5 37,1 15,2 0,5 53,6 16,6 0,1 66,0 16,7
Ολικό άζωτο ΤΝ mg/l - 15 10 5,4 21,0 10,8 3,6 15,4 11,0 1,9 17,3 8,7 2,7 22,0 10,8
Πεντοξείδιο του 0,03 2
mg/l 0,4 1,3 4,5 2,7 0,1 4,2 1,9 1,0 5,5 2,5 0,1 5,1 2,2
Φωσφόρου (P2O5) (ως ΤΡ) (ως ΤΡ)
Υπολειµµατικό χλώριο mg/l - - 0,5 0,0 0,7 0,2 0,0 0,6 0,2 0,0 0,4 0,2 0,0 3,6 0,3
Ολικά βακτήρια (αρ./100ml) - - 10000 1235 21354 2722 1524 3564 2133 1258 6587 2555 1359 5689 2390
Ολικά κολοβακτηριοειδή (αρ./100ml) - - 1000 457 1256 940 546 1136 943 523 1563 981 745 1985 1032
∆ιαλυµένο Οξυγόνο 50%(µ.ο.)
mg/l - >3,0 2,9 8,7 6,2 3,5 10,2 6,0 3,5 10,0 6,7 1,8 8,6 6,2
(D.O.) 30%(min)
Σύµφωνα µε τον περιβαλλοντικό όρο (β2) της ως άνω ΚΥΑ ΕΠΟ του 2003, όπως τροποποιήθηκε
από τον περιβαλλοντικό όρο (3) της συνακόλουθης ΚΥΑ ΕΠΟ, οι ανώτατες επιτρεπόµενες
συγκεντρώσεις ρυπαντικών φορτίων για διάθεση στο ρέµα Σουλού είναι αυτές που αναφέρονται
στην ΚΥΑ 15782/1849/25.06.2001 (ΦΕΚ 797/Β/25.06.2001). Όπως έχει ήδη αναφερθεί, σύµφωνα
µε την εν λόγω ΚΥΑ, για την επίτευξη της επιθυµητής ποιότητας των νερών του Ποταµού Σουλού
ως προς το ολικό άζωτο (ΤΝ), τον ολικό φώσφορο (ΤΡ) και τον οργανικό άνθρακα, τίθενται τα
όρια που θέτει η ΚΥΑ 5673/400/1997 (ΦΕΚ 192/Β/14.03.1997) για διάθεση λυµάτων σε
ευαίσθητούς αποδέκτες.
Σηµειώνεται ότι οι µετρηθείσες τιµές συγκρίνονται µε τα όρια διάθεσης στο ρέµα Σουλού και τα
όρια της ΚΥΑ 5673/400/1997 για διάθεση λυµάτων σε ευαίσθητους αποδέκτες. Επίσης, ενδεικτικά
συγκρίνονται µε τα όρια που θέτει η Απόφαση Νοµάρχη Φλώρινας 555/26.03.1990 για τη
«∆ιάθεση λυµάτων και υγρών αποβλήτων στο Ν. Φλώρινας», καθώς η Φλώρινα είναι η εγγύτερη
περιοχή για την οποία υπάρχουν όρια διάθεσης αποβλήτων για µία σειρά πρόσθετων
φυσικοχηµικών παραµέτρων που δεν συµπεριλαµβάνονται στις δύο ΚΥΑ.
Σύµφωνα µε τα στοιχεία του πίνακα, οι µέσες τιµές των εξεταζόµενων παραµέτρων βρέθηκαν να
έχουν τιµές εντός των προβλεπόµενων ορίων της ΚΥΑ 15782/1849/25.06.2001 (ΦΕΚ
797/Β/25.06.2001) και της ΚΥΑ 5673/400/1997, σε όλες τις Ε.Ε.Λ., µε εξαίρεση τον Ολικό
Φώσφορο (TP) στις Ε.Ε.Λ. των Ορυχείων Βορείου Πεδίου, Πεδίου Καρδιάς και Πεδίου Κοµάνου.
Όσον αφορά τα όρια της Ν.Α. 555/26.03.1990, συστηµατικές υπερβάσεις παρατηρήθηκαν στα
αµµωνιακά (NH4+), νιτρώδη (NO2-) και στο Πεντοξειδίο του Φωσφόρου (Ρ2Ο5), ενώ
µεµονωµένες υπερβάσεις παρατηρήθηκαν στο pH (1% των δειγµάτων), χρώµα (3% των
δειγµάτων), TDS (2% των δειγµάτων), SS (14% των δειγµάτων), υπολειµµατικό χλώριο (7% των
δειγµάτων) και D.O. (4% των δειγµάτων).
Σηµειώνεται ότι σύµφωνα µε το διάγραµµα ροής των Ε.Ε.Λ., όπως περιγράφεται στην Ενότητα
5.9.2.1, οι Ε.Ε.Λ. δεν διαθέτουν διατάξεις/συστήµατα βιολογικής ή φυσικοχηµικής αποµάκρυνσης
αζώτου και φωσφόρου. Συνεπώς δεν έχουν σχεδιαστεί για την αποµάκρυνση του ΤΝ (υπό µορφή
ΝΗ4+, ΝΟ2-, ΝΟ3- ή οργανικού Ν) και του TP. Στην Ενότητα 9.3.7.2 της παρούσας µελέτης
παρατίθενται προτάσεις µέτρων βελτίωσης των Ε.Ε.Λ..
4.2.4.5.1. Γενικά
Εισαγωγικά αναφέρεται ότι κατά τη διάρκεια της εξορυκτικής δραστηριότητας στη λεκάνη των
Ορυχείων Πτολεµαΐδας αντλούνται ετησίως σηµαντικές ποσότητες επιφανειακών και υπογείων
νερών. Τα αντλούµενα στις περιοχές των εκσκαφών των ορυχείων επιφανειακά νερά προέρχονται
από τα νερά φυσικής αποστράγγισης των πρανών τους, τα προσπίπτοντα κατακρηµνίσµατα και τις
επιφανειακές απορροές των λεκανών των εκσκαφών τους.
Τα αντλούµενα υπόγεια νερά σχετίζονται άµεσα µε τις εξορυκτικές δραστηριότητες των ορυχείων
και αφορούν τη δραστηριότητα υδρογεωτρήσεων αποστράγγισης, ύδρευσης και βιοµηχανικής
χρήσης. Η πλειοψηφία των υδρογεωτρήσεων αφορά υδρογεωτρήσεις αποστράγγισης, που σκοπό
έχουν την ταπείνωση της πιεζοµετρικής στάθµης του υδροφορέα υπερκείµενων για την αποφυγή
της εισροής νερού από τα πρανή των εκσκαφών των ορυχείων, διασφαλίζοντας έτσι την οµαλή και
ασφαλή λειτουργία των ορυχείων από τα υπόγεια νερά. Όπως αναφέρεται και στην Ενότητα
4.2.4.3.4, η ποιότητα του υπόγειου νερού που αντλείται σε κάθε περίπτωση σχετίζεται άµεσα µε τα
ποιοτικά χαρακτηριστικά του υδροφορέα που υδροµαστεύεται, καθώς και µε την πετρογραφία και
γεωχηµία των περιβαλλόντων πετρωµάτων της περιορεινής ζώνης και την πετρογραφική σύσταση
των κλαστικών ιζηµάτων της τεκτονικής τάφρου.
Οι αντλούµενες ποσότητες νερού από τις παραπάνω υδρογεωτρήσεις (βλ. Πίνακα 5.3-1), που στην
πλειοψηφία τους είναι αποστραγγιστικές, την τριετία 2006-2008 κυµάνθηκαν από 19,07 ετησίως
σε 15,33x106m3 και κατά µέσο όρο σε 17,58x106m3. Τα νερά της αποστράγγισης αξιοποιούνται
για τις ανάγκες των Ορυχείων, δευτερευόντως διατίθενται στη ∆ΕΥΑ Κοζάνης για µετέπειτα
χρήση, ενώ η πλεονάζουσα ποσότητα διατίθεται στο ρέµα Σουλού. Από αυτή, ένα µέρος της
διηθείται από την κοίτη του Σουλού, ένα άλλο εξατµίζεται και το υπόλοιπο απορρέει επιφανειακά
για να καταλήξει στη λίµνη Βεγορίτιδα. Αντίστοιχα, την ίδια περίοδο, οι ποσότητες επιφανειακού
νερού που αντλήθηκαν από τα αντλιοστάσια των Ορυχείων κυµάνθηκαν από 7,38 x106m3 ετησίως
έως 8,35x106m3 και κατά µέσο όρο 7,68x106m3 (βλ. Πίνακα 5.3-2).
Στο πλαίσιο της παρούσας Μελέτης, ως σηµείο αναφοράς για την αποτίµηση των ποσοτικών
χαρακτηριστικών των υδάτινων πόρων στην περιοχή του Έργου λαµβάνεται το ισοζύγιο που
Για την εκτίµηση του σχετικού υδατικού ισοζυγίου έχουν ληφθεί υπόψη:
• Μελέτες µε αντικείµενο τις επικρατούσες υδρογεωλογικές συνθήκες και το υδροδυναµικό
καθεστώς που επικρατεί, τόσο στους περιβάλλοντες τη λεκάνη ορεινούς όγκους, όσο και στα
πληρούντα τη λεκάνη χαλαρά ιζήµατα.
• Ανάλογες εκτιµήσεις που έγιναν στο πλαίσιο ερευνητικών έργων µε αντικείµενο τη διαχείριση
των νερών της περιοχής37.
Πριν την παρουσίαση των επί µέρους παραµέτρων του υδατικού ισοζυγίου είναι σκόπιµο να
αναφερθούν κάποιες, από υδρολογική άποψη, ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η λεκάνη της
περιοχής των Ορυχείων Πτολεµαΐδας και οι οποίες είναι οι εξής:
36
Τσουφλίδου Σ., ∆ηµητρακόπουλος ∆. (2005). «Ειδική Υδρογεωλογική Μελέτη Ορυχείων Πτολεµαΐδας», ∆ΕΗ Α.Ε, Γεν.
∆/νση Ορυχείων.
37
Μελαδιώτης Ι. et al. (2001). «Υδρογεωλογική Έρευνα για την Υδροδότηση του ∆ήµου Κοζάνης», Ερευνητικό Έργο,
Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη.
• Η λεκάνη Σαριγκιόλ, δηλαδή το Νότιο και µεγαλύτερο τµήµα της περιοχής ανάπτυξης των
Ορυχείων Πτολεµαΐδας αποτελούσε µέχρι το 1954 κλειστή υδρολογική λεκάνη. Το 1954, µε τη
διάνοιξη τεχνητής τάφρου, του ρέµατος Σουλού, απέκτησε έξοδο απορροής προς τα
βορειοδυτικά.
• Η λεκάνη υφίσταται έντονες ανθρωπογενείς επιδράσεις τόσο από τις εκσκαφές των ορυχείων
όσο και από τις αντλήσεις που γίνονται για την προστασία τους από τα νερά. Τα νερά της
αποστράγγισης χρησιµοποιούνται για τις ανάγκες των Ορυχείων, δευτερευόντως διατίθενται
στη ∆ΕΥΑ Κοζάνης για µετέπειτα χρήση, ενώ η πλεονάζουσα ποσότητα διατίθεται στο ρέµα
Σουλού.
• Η λεκάνη εµπλουτίζεται µε µεταφορά νερού από τη γειτονική υδρολογική λεκάνη του
Αλιάκµονα και συγκεκριµένα από τη λίµνη Πολυφύτου, για την κάλυψη των αναγκών των
εγκαταστάσεων ψύξης των λιγνιτικών ΑΗΣ των Ορυχείων Πτολεµαΐδας.
• Από την έρευνα που πραγµατοποιήθηκε στο πλαίσιο του Ερευνητικού Έργου ΕΛΙΜΕΙΑ
(1999)38, προέκυψε ότι οι επιφανειακές απορροές από τους ορεινούς όγκους (οι οποίοι
συνίστανται από έντονα καρστικοποιηµένους ασβεστόλιθους) συµµετέχουν ελάχιστα στη
διαµόρφωση του υδατικού ισοζυγίου των χαλαρών σχηµατισµών της λεκάνης Σαριγκιόλ,
καθώς το µεγαλύτερο µέρος των απορροών αυτών κατεισδύει στους σχηµατισµούς αυτούς
πριν οι χείµαρροι εξέλθουν από την ορεινή ζώνη. Το ίδιο ισχύει για το βόρειο τµήµα του όρους
Σκοπού και το νότιο Άσκιο, µε αποτέλεσµα τα νερά να οδηγούνται, τελικά, εκτός της λεκάνης
στις πηγές της Νεράιδας, όπου εκτονώνεται ο βαθύς καρστικός υδροφορέας. Με βάση την
παραπάνω διαπίστωση, η έκταση της υδρολογικής λεκάνης των Ορυχείων Πτολεµαΐδας
λήφθηκε ίση µε αυτή των χαλαρών σχηµατισµών, δηλαδή ίση µε 271km2.
Επίσης, για τη διαµόρφωση των παραµέτρων της εξίσωσης του υδατικού ισοζυγίου πρέπει να
ληφθούν υπόψη και οι ανθρωπογενείς παρεµβάσεις, οι οποίες είναι χωροχρονικά µεταβαλλόµενες.
Το υδατικό ισοζύγιο µιας λεκάνης καθορίζεται από την παρακάτω σχέση µετά από προσαρµογή
στις ειδικές συνθήκες της λεκάνης.
P =R + I1 + I2 + E + dw
όπου:
P τα ατµοσφαιρικά κατακρηµνίσµατα (ή όγκος βροχοπτώσεων),
R η επιφανειακή απορροή και οι απολήψεις,
I1 η κατείσδυση και οι επιστροφές αρδεύσεων,
I2 οι εισροές από άλλη λεκάνη,
38
ΕΛΙΜΕΙΑ (1999). «Ανάπτυξη Συστήµατος ∆ιαχείρισης Υδατικών Πόρων και Μεθόδων Τεχνητού Εµπλουτισµού σε
περιοχές εκµεταλλεύσεων - Πιλοτική εφαρµογή στο Νότιο Πεδίο Πτολεµαΐδας», Ερευνητικό Πρόγραµµα συνεργασίας
∆.Ε.Η., Ε.Μ.Π., Κ.Τ.Ε.Σ.Κ., ∆.Ε.Υ.Α. Κοζάνης, ΙΝΤΕΛΕΚ Α.Ε..
Ε η εξατµισοδιαπνοή και
dw µεταβολή του όγκου του αποθηκευµένου νερού.
Στο πλαίσιο του Ερευνητικού Προγράµµατος «Εκτίµηση και διαχείριση υδατικών πόρων λεκάνης
Σαριγκιόλ Ν. Κοζάνης», όπως αναφέρεται στους Τσουφλίδου και ∆ηµητρακόπουλο (2005)36
προέκυψε η ακόλουθη σχέση, η οποία συνδέει το ύψος των βροχοπτώσεων µε το απόλυτο
υψόµετρο του εδάφους για την περιοχή της λεκάνης Σαριγκιόλ:
Υ = 372,96 + 0,284xΗ
όπου:
Υ το ύψος των βροχοπτώσεων (σε mm στήλης νερού)
Η το απόλυτο υψόµετρο της βροχοµετρικής ζώνης
Με βάση την παραπάνω σχέση και τα υψοµετρικά δεδοµένα της περιοχής, υπολογίσθηκε το ύψος
και ο όγκος των βροχοπτώσεων, καθώς και ο όγκος του νερού που «χάνεται» λόγω
εξατµισοδιαπνοής ανά υψοµετρική ζώνη εντός της λεκάνης των Ορυχείων Πτολεµαΐδας. Με βάση
τους υπολογισµούς αυτούς, εκτιµούνται οι καθαρές ποσότητες νερού που προστίθενται λόγω
βροχόπτωσης στη λεκάνη των ορυχείων (περίσσεια νερού ίση προς το ύψος και τον όγκο
αθροίσµατος απορροής και κατείσδυσης). Ο Πίνακας 4.2-20 συνοψίζει τα παραπάνω.
39
Ερευνητικό έργο «Εκτίµηση και διαχείριση υδατικών πόρων λεκάνης Σαριγκιόλ Ν. Κοζάνης», 1999, Τεύχος 6, σελ. 20.
Από τον πιο πάνω πίνακα προκύπτει ότι στην έκταση των 271km2 η µέση ετήσια βροχόπτωση
εκτιµάται ότι είναι 157,18x106m3 και η περίσσεια νερού, δηλαδή το άθροισµα της απορροής και
της κατείσδυσης, σε 38,67x106m3. Ο συντελεστής της περίσσειας νερού ανέρχεται στο 24,6%, και
η διαφορά των δύο µεγεθών, δηλαδή τα 118,51x106m3, συνιστούν την εξατµισοδιαπνοή. Συνεπώς,
τα νερά που τροφοδοτούν από τα ατµοσφαιρικά κατακρηµνίσµατα τα υδατικά αποθέµατα της
λεκάνης κατά τη διάρκεια ενός µέσου έτους είναι 38,7x106m3.
Η έκταση των 271km2 η οποία δέχεται µέση ετήσια βροχόπτωση 38,67x106m3 αποστραγγίζεται
µε το ρέµα Σουλού περίπου στο ύψος του ΑΗΣ Πτολεµαΐδας.
Σύµφωνα µε στοιχεία του Τοµέα Περιβάλλοντος του Λ.Κ.∆.Μ. (Χ. Σαχανίδη) που βασίσθηκαν σε
ογκοµέτρηση που έγινε, αφού διαµορφώθηκε κατάλληλα η διατοµή, σε µία θέση στο ύψος του
Βιοµηχανικού Συγκροτήµατος πριν τη λίµνη του Σουλού, δηλ. περίπου στο ύψος του ΑΗΣ
Πτολεµαΐδας, η επιφανειακή απορροή στη συγκεκριµένη θέση εκτιµήθηκε ότι ανέρχεται σε
περίπου 27,00x106m3.
Η λεκάνη εµπλουτίζεται µε νερό, µεταφερόµενο µε αγωγό, από τη λίµνη του Πολυφύτου για την
κάλυψη των ψυκτικών αναγκών σε νερό των ΑΗΣ Αγίου ∆ηµητρίου και Καρδιάς. Οι ποσότητες
που µεταφέρονται έχουν ως εξής:
• 25-29x106m3 ετησίως για τις ανάγκες του Αγίου ∆ηµητρίου και
• 19-20x106m3 ετησίως για τις ανάγκες της Καρδιάς.
Ένα µέρος αυτών των ποσοτήτων, µετά από χρήση, απορρίπτεται στο Σουλού. Οι ποσότητες αυτές
εκτιµήθηκαν σε 11,8-13,3x106m3 ετησίως (περίπου 8-9x106m3 από τον ΑΗΣ Αγίου ∆ηµητρίου και
3,8-4,3x106m3 από τον ΑΗΣ Καρδιάς).
Οι απολήψεις νερών στο όριο της λεκάνης, για διάφορες χρήσεις και διαδικασίες, είναι οι εξής:
• Άντληση νερού για την προστασία των ορυχείων, είτε µέσω αποστραγγιστικών γεωτρήσεων µε
στόχο την ταπείνωση της πιεζοµετρικής στάθµης του υδροφορέα υπερκειµένων, είτε από
αντλιοστάσια στα οποία συγκεντρώνονται τα επιφανειακά νερά στα δάπεδα των ορυχείων. Τα
αντλούµενα νερά χρησιµοποιούνται για την κάλυψη των αναγκών των Ορυχείων Πτολεµαΐδας,
ενώ, ανάλογα µε τις ανάγκες, διατίθενται στη ∆.Ε.Υ.Α. Κοζάνης για µετέπειτα χρήση. Η
υπόλοιπη ποσότητα διατίθεται στο ρέµα Σουλού, µέρος του οποίου χρησιµοποιείται από τους
αγρότες για άρδευση των γειτονικών καλλιεργειών.
• Άντληση νερού από τον υδροφορέα υποκειµένων για την τροφοδοσία του ΑΗΣ Πτολεµαΐδας
και του Βιοµηχανικού Συγκροτήµατος της ∆ΕΗ.
• Αντλήσεις από τους αγρότες της περιοχής κατευθείαν από το Σουλού για γεωργική χρήση.
• Απ’ ευθείας αντλήσεις από γεωτρήσεις για ύδρευση και άρδευση (∆ΕΥΑΚ, αγρότες, κ.λπ.).
Συνεπώς, στην εξεταζόµενη λεκάνη διατέθηκαν συνολικά για άρδευση 28,0x106m3, από τα οποία
τα 5,0x106 m3 προέρχονται από αντλήσεις από το ρέµα Σουλού και τα υπόλοιπα 23,0x106m3 από
αρδευτικές υδρογεωτρήσεις. Θεωρώντας ότι ένα µικρό ποσοστό, περίπου 5%, του νερού που
διατίθεται για άρδευση παραµένει στη λεκάνη ως επιστροφές αρδεύσεων, οι επιστροφές αυτές
εκτιµώνται σε 1,5x106m3.
4.2.4.5.2.5 Συµπεράσµατα
Με βάση τα όσα αναφέρθηκαν, το υδατικό ισοζύγιο της λεκάνης των Ορυχείων Πτολεµαΐδας που
παρουσιάζεται σχηµατικά στο Σχήµα 4.2-38 διαµορφώνεται ως εξής:
Εισροές:
Σε µία έκταση 271km2 ο ετήσιος όγκος νερού των βροχοπτώσεων ανέρχεται στα 157x106m3. Από
αυτή την ποσότητα παραµένουν στη λεκάνη τα 38,7x106m3. Τα υπόλοιπα επιστρέφουν στην
ατµόσφαιρα ως εξατµισοδιαπνοή. Επιπλέον, η λεκάνη τροφοδοτείται κάθε χρόνο µε περίπου
50x106m3 νερού από τη γειτονική υδρολογική λεκάνη. Οι ποσότητες αυτές χρησιµοποιούνται ως
ψυκτικό νερό στους ΑΗΣ Αγίου ∆ηµητρίου και Καρδιάς. Από την ποσότητα αυτή, το 30% περίπου
(~13-15x106m3) απορρίπτεται µετά τη χρήση στο Σουλού και ουσιαστικά εµπλουτίζει τη λεκάνη.
Εκροές:
Από το Σουλού απορρέουν περί τα 27-30x106m3 νερού. Για άρδευση και ύδρευση διατίθενται περί
τα 30x106m3 νερού προερχόµενου από γεωτρήσεις. Άλλα 5x106m3 διατίθενται για άρδευση µε
απολήψεις νερού κατευθείαν από το Σουλού. Περί το 1,5x106m3 νερού παραµένει στη λεκάνη ως
επιστροφές από τις πραγµατοποιούµενες αρδεύσεις (συµπεριλαµβάνονται στις εισροές).
Από τα παραπάνω συνεπάγεται ότι η εξεταζόµενη λεκάνη των Ορυχείων Πτολεµαΐδας βρίσκεται
σε καθεστώς αρνητικού ισοζυγίου κατά περίπου 10x106m3.
Σηµειώνεται ότι, µε βάση τα στοιχεία της τριετίας 2006-2008, η µέση άντληση νερών στα Ορυχεία
Πτολεµαΐδας ανήλθε σε 17,58x106m3 ετησίως όσον αφορά τα υπόγεια και σε 7,68x106m3 για τα
επιφανειακά νερά, δηλαδή συνολικά σε 25,26x106m3. Την ίδια περίοδο οι συστηµατικές
παροχοµετρήσεις που πραγµατοποιήθηκαν στο ρέµα Σουλού, κυµάνθηκαν από 29x106m3 έως
32x106m3 και κατά µέσο όρο 31x106m3. Συνεπώς, συγκριτικά µε τα στοιχεία του 2003, στα οποία
στηρίχθηκε το παραπάνω υδατικό ισοζύγιο, τα νερά που αντλήθηκαν από τα Ορυχεία Πτολεµαΐδας
κατά µέσο όρο την τριετία 2006-2008, αυξήθηκαν κατά ~3,0x106m3 (από 22,4x106m3 σε
25,3x106m3), δηλ. όσο περίπου και η αντίστοιχη αύξηση των επιφανειακών απορροών του ρέµατος
Σουλού (από 28,0x106m3 σε 31,0x106m3).
Βροχοπτώσεις σε έκταση
Εκροή από το Σουλού
271 km2 :157,2x106m3
27x106m3
Κατείσδυση+επιφανειακή
απορροή: 38,7x106m3
Βιοµηχανικό Συγκρότηµα
Σουλού
Ορυχεία
Αντλήσεις υπογείων νερών
για άρδευση-ύδρευση
30x106m3
22,5x106m3
Αντλήσεις από το
Σουλού για άρδευση
ΑΗΣ Καρδιάς ΑΗΣ Αγ. ∆ηµητρίου 5x106m3
Επιστροφές αρδεύσεων
1,5x106m3
Εκροές Εισροές
30x106 m3 Άρδευση-Ύδρευση 38,7x106 m3 από βροχοπτώσεις
27-30x106 m3 Επιφ.απορ Σουλού 13-15x106 m3 από λίµνη Πολυφύτου
5x106 m3 Αρδευση από Σουλού 1,5x106 m3 από επιστροφές αρδεύσεων
~ 62-65x106 m3 ~53-55x106 m3
4.2.5.1. Οικοσυστήµατα
Στην εκπόνηση µίας ΜΠΕ ο χαρακτηρισµός «φυσικό περιβάλλον» αποδίδεται συχνά στα φυσικά
οικοσυστήµατα, τα οικοσυστήµατα δηλ. που η διατήρηση τους εξασφαλίζεται ενεργειακά
αποκλειστικά από τον ήλιο. Σ' ένα οικοσύστηµα η ύλη εναλλάσσεται συνεχώς και κυκλικά. Στις
προδιαγραφές εκπόνησης των ΜΠΕ το φυσικό περιβάλλον προσδιορίζεται µε αναφορά σε τύπους
φυσικών ενδιαιτηµάτων οι οποίοι βασίζονται στη βλάστηση και στην κάλυψη γης.
Στοιχεία όσον αφορά στην έκταση και την παρουσία των διάφορων τύπων βλάστησης, οικοτόπων,
σε πανελλαδικό επίπεδο προσφέρουν οι εξής σειρές χαρτών:
1. Οι δασικοί χάρτες της ∆ασικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας.
2. Οι εδαφολογικοί χάρτες των ∆ιευθύνσεων ∆ασών B' και ∆' του Υπουργείου Γεωργίας.
3. Οι χάρτες κάλυψης γης (landcover maps) CORINE, ενσωµατωµένοι σε GIS.
Τα στοιχεία των χαρτών αυτών, αν και είναι διαθέσιµα σε µικρή κλίµακα, προσφέρουν το
υπόβαθρο για τη χαρτογράφηση των οικοτόπων της ευρύτερης περιοχής του Έργου (Χάρτης
Χρήσεων γης Ευρύτερης Περιοχής Μελέτης, Χάρτης 7, Παράρτηµα Ι).
Η γενική εικόνα των φυσικών οικοσυστηµάτων στην ευρύτερη περιοχή µελέτης είναι αυτή των
υποβαθµισµένων οικοσυστηµάτων από διάφορες αιτίες και κυρίως από την έντονη ανθρωπογενή
δράση. Ολόκληρο το υψίπεδο της Πτολεµαΐδας χαρακτηρίζεται από την απουσία θαµνώδους και
δενδρώδους βλάστησης γεγονός που πιθανότατα οφείλεται στις ανθρώπινες δραστηριότητες
(γεωργία, υλοτοµήσεις, κλπ.) παλαιοτέρων περιόδων. Η έντονη βόσκηση, οι εκχερσώσεις και η
άναρχη υλοτόµηση κατά το παρελθόν έχουν περιορίσει τις φυσικές συστάδες, κύρια των
φυλλοβόλων δρυών, στα πεδινά, ενώ στα παρυδάτια οικοσυστήµατα η φυσική υποβλάστηση
περιορίζεται στα πλέον ανθεκτικά είδη (Sambucus sp., Cornus sp., κλπ.).
οικοσυστήµατα στην περιοχή µελέτης αποτελούν τα µικρά ρέµατα και οι χείµαρροι που την
διατρέχουν. (βλ. Χάρτη Χρήσεων γης Ευρύτερης Περιοχής Μελέτης, Χάρτης 7, Παράρτηµα Ι)
Τα δασικά οικοσυστήµατα εντοπίζονται κυρίως στις ηµιορεινές και ορεινές περιοχές που απέχουν
10-20 km από την περιοχή του Έργου και αποτελούνται από µεγάλη ποικιλία δασών όπως ελάτης,
οξιάς, µαύρης πεύκης, δρυός, καστανιάς, χαλέπιου πεύκης, κλπ. τα οποία εντοπίζονται είτε σε
αµιγή µορφή είτε σε µίξη µεταξύ τους.
Εκτεταµένα δασικά οικοσυστήµατα εντοπίζονται στα όρη Βέρµιο ανατολικά της περιοχής µελέτης
και σε απόσταση µεγαλύτερη από 20 km, το όρος Άσκιο (Σινιάτσικο) στα δυτικά και σε απόσταση
µεγαλύτερη από 15 km και στο όρος Βούρινος νότια και σε απόσταση µεγαλύτερη από 25 km.
Πρόκειται για σηµαντικά οικοσυστήµατα λόγω της υψηλής τους παραγωγικότητας, της µεγάλης
βιοποικιλότητας σε χλωρίδα και πανίδα, του µικρού συντελεστή απορροής και της παραγωγής
ξυλείας.
Στην άµεση περιοχή του Έργου, το σηµαντικότερο ποτάµιο οικοσύστηµα είναι αυτό που
δηµιουργείται από το ρέµα Σουλού. Πρόκειται για ρέµα διαλείπουσας ροής, το οποίο στην περιοχή
επέµβασης δεν παρουσιάζει καµία ζώνη παραποτάµιας βλάστησης.
Από πλευράς λιµναίων οικοσυστηµάτων, σε απόσταση µεγαλύτερη των 20 km βόρεια της περιοχής
του έργου, υπάρχουν οι λίµνες Χειµαδίτιδα, Πετρών, Ζάζαρη και Bεγορίτιδα.
Σε σχετικά µικρότερη απόσταση (λίγο περισσότερο από 20 km ) βόρεια των ορυχείων βρίσκεται η
λίµνη Χειµαδίτιδα, η οποία έχει έκταση περί τα 11.000 στρ. και η λίµνη Ζάζαρη (2.000 στρ) σε
απόσταση 26,2 km. Η οικολογική αξία των λιµνών αυτών οφείλεται τόσο στην ποικιλία και στη
ύπαρξη λιµναίων τύπων οικοτόπων όσο και στην παρουσία οικολογικά σηµαντικών ειδών πανίδας.
Η κυρίαρχη καλλιέργεια στην περιοχή είναι τα σιτηρά. Τα λειτουργούντα ορυχεία καθώς και οι
µελλοντικές επεκτάσεις θα καταλάβουν κατά κύριο λόγο περιοχές ετήσιων καλλιεργειών, που σε
σηµαντικό ποσοστό θα αποδοθούν στις καλλιέργειες µετά την ολοκλήρωση της εξορυκτικής
δραστηριότητας.
Τα τεχνητά συστήµατα τα οποία αφορούν τους οικισµούς και τα έργα υποδοµής, αποτελούν
παράγοντα υποβάθµισης των φυσικών οικοσυστηµάτων και των λειτουργιών τους. Πρόκειται
κυρίως για τους οικισµούς, την εκτός σχεδίου δόµηση καθώς και τους οδικούς άξονες και τις
εκτάσεις του ορυχείου.
Στον κυρίως πεδινό καλλιεργούµενο χώρο και ειδικότερα εκατέρωθεν των ρεµάτων εντοπίζονται
κάποιοι παρεµβαλλόµενοι θώκοι φυσικής βλάστησης που περιλαµβάνουν υδρόφιλα δέντρα και
θάµνους (κυρίως ιτιές, σφενδάµια και λυγαριές). (βλ. Χάρτη Χρήσεων γης Ευρύτερης Περιοχής
Μελέτης, Χάρτης 7, Παράρτηµα Ι).
• Ενιαία και κάπως µεγάλης έκτασης δάση απαντώνται µάλλον σποραδικά, όχι συχνά και
αρκετά µακριά από την εγγύς λεκάνη απορροής της λίµνης. Όπου υπάρχουν, αποτελούνται
κυρίως από διάφορα είδη δρυός (Quercus sp). Σε πολλές περιπτώσεις διαβαθµίζονται έντονα
µε χαµηλότερη βλάστηση του τύπου που αναφέρθηκε παραπάνω
γ. Ενδιάµεσες ζώνες
Πρόκειται για ζώνες διαβάθµισης µεταξύ της φυσικής βλάστησης των λοφωδών και ορεινών
οικοτόπων και των καλλιεργειών.
Η βλάστηση στις ζώνες αυτές δεν διαφοροποιείται από αυτή που αναφέρθηκε στις προηγούµενες
παραγράφους για τα χερσαία οικοσυστήµατα. Αυτή η ζώνη έντονου µωσαϊκού ή διαβαθµίσεων
µεταξύ καλλιεργειών και φυσικής βλάστησης προσελκύει αφθονία πανίδας τόσο από ποιοτική όσο
και από ποσοτική άποψη.
δ. Υγροτοπικά οικοσυστήµατα
Πρόκειται για τα οικοσυστήµατα της παραλίµνιας ζώνης και της κυρίως λίµνης καθώς και των
εκβολών των ρεµάτων στη λίµνη. Σηµειώνεται ότι δεν υπάρχει άµεση επίπτωση από το έργο στα
οικοσυστήµατα αυτά.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι τόσο στην περιοχή επέµβασης όσο και στην άµεση περιοχή του
έργου δεν υπάρχουν ευαίσθητα οικοσυστήµατα. Αποδίδοντας λοιπόν τη γενική εικόνα των
φυσικών οικοσυστηµάτων της άµεσης περιοχής του έργου, θα λέγαµε ότι, τέτοια
οικοσυστήµατα ουσιαστικά δεν υπάρχουν, ή είναι κατά πολύ περιορισµένα, γεγονός που
αναγκαστικά στρέφει το ενδιαφέρον στο ευρύτερο οικοσύστηµα της περιοχής ως αναγκαίο
ρυθµιστή της φυσικής ισορροπίας.
4.2.5.2. Χλωρίδα
Συγκεκριµένα, ανατολικά της ευρύτερης περιοχής µελέτης, το όρος Βέρµιο χαρακτηρίζεται από
την παρουσία 109 σηµαντικών φυτικών taxa. Στο ∆υτικό Βέρµιο και σε απόσταση µεγαλύτερη από
20 km από την περιοχή του Έργου, η βλάστηση περιορίζεται σε µεγάλα υψόµετρα και την
συνθέτουν διάφορα είδη δρυός και πεύκης. Τα επικρατέστερα είδη δρυός είναι η µακεδονική δρυς
(Quercus macedonica), η βελανιδιά (Quercus aegilops) και η πλατύφυλλη δρυς (Quercus
conferta). Σε µεγαλύτερα υψόµετρα απαντώνται η δασική πεύκη (Pinus silvestris) και η µαύρη
πεύκη (Pinus nigra). Άλλο σηµαντικό γνώρισµα της βλάστησης του Βερµίου είναι το υψηλό
ποσοστό πολυετών ποωδών ειδών (ηµίκρυπτα φυτά) και το χαµηλό ποσοστό των θεροφύτων
(µονοετών ποωδών ειδών). Αυτό δείχνει ότι η βλάστηση του υψιπέδου της Πτολεµαΐδας δεν είναι
µεσογειακή, γεγονός που σχετίζεται µε το κλίµα της περιοχής.
Σε µικρότερη απόσταση (15 km) δυτικά της ευρύτερης περιοχής µελέτης, στο όρος Σινιάτσικο η
περιοχή χαρακτηρίζεται από την παρουσία 57 σηµαντικών φυτικών taxa, ενώ στο όρος Βούρινος
υπάρχουν οκτώ είδη και υποείδη φυτών που είναι τοπικά ενδηµικά και δεν εµφανίζονται σε άλλη
περιοχή της Ελλάδας και του κόσµου.
Παρατηρείται επίσης και βλάστηση των ειδικών τοπικών συνθηκών, κύρια παραποτάµια και
παραλίµνια βλάστηση µε είδη όπως: Alnus gludinosa, Ulmus campestris, Populus sp, Salic caprea,
Salix amygdaliformis, Arudo donax, Typha sp. Όσον αφορά στην παραποτάµια βλάστηση του
ρέµατος Σουλού, αποτελείται από διάφορα είδη λεύκης και ιτιάς. Τα είδη της λεύκης που
συναντώνται στα πρανή της κοίτης είναι η λευκή λεύκη (Populus alba), η µαύρη λεύκη (Populus
nigra) και η τρέµουσα λεύκη (Populus tremula). Στις γειτονικές γεωργικές εκτάσεις, έχουν
εγκατασταθεί από τους αγρότες νεότεροι κλώνοι Ευρωπαϊκών και Αµερικάνικων υβριδίων, µε
αρκετά ταχεία ανάπτυξη και κατάλληλοι για βιοµηχανική χρήση όπως οι Populus euramericana
CV 1 214 ή CV 1 216. Επίσης απαντώνται στο Σουλού η ιτιά λευκή (Salix alba) και ιτιά
αµυγδαλόφυλλη (Salix amygdalina).
Εντυπωσιακό γνώρισµα της βλάστησης του υψιπέδου της Πτολεµαΐδας είναι η απουσία
µεσογειακών ("θερµοφίλων") σκληρο-αειφύλλων ειδών (Mitrakos, 1980). Από τα είδη αυτά, το
Quercus coccifera (πουρνάρι) συναντάται µέχρι τη Ζωοδόχο Πηγή καθώς ανεβαίνουµε από Βέροια
προς Κοζάνη και το Phillyrea sp. (latifolia ή media) καθώς κατεβαίνουµε από Άρνισσα προς
Έδεσσα. Ο αειθαλής θάµνος Buxus sempervirens (πυξάρι) συναντάται ευρέως στο Βέρµιο και στο
Βόρα.
Στους χώρους αποκατάστασης των αποθέσεων αγόνων των ορυχείων της ∆ΕΗ, κύρια στην
περιοχή της Πτολεµαΐδας µε επιτυχία αναπτύσσονται τα είδη της Μαύρης πεύκης (Pinus nigra)
ψευδακακίας (Robinia pseudoacacia), Σπάρτου (Spartium junceum), Γλαυκού κυπαρισσιού
(Cupressus glauca), όπως και του Κέδρου (Cedrus atlantica).
Το µεγαλύτερο µέρος της περιοχής βρίσκεται εντός της ζώνης των ∆ιαπλάσεων των θερµόφιλων
υποηπειρωτικών φυλλοβόλων δρυών (Quercium conferta) - (υποορεινή περιοχή) (Quercion
frainetto-Cerris). Οι διαπλάσεις αυτές εκτείνονται στο σύνολο των πεδινών και ηµιορεινών
εκτάσεων ολόκληρης της ευρύτερης περιοχής ενώ οι υπόλοιπες φυτοκοινωνικές διαπλάσεις
εντοπίζονται µόνο στις ορεινές περιοχές του Βερµίου, του Σινιάτσικου του Βούρινου και του
όρους Σκοπός ανατολικά της Κοζάνης.
Αν και το σύνολο της περιοχής ανήκει στα όρια των βιοτόπων των φυλλοβόλων δρυών, η
διάπλαση αυτή έχει αντικατασταθεί σήµερα από γεωργικές καλλιέργειες. Συγκεκριµένα γνώρισµα
της σηµερινής εικόνας της βλάστησης του υψιπέδου της Πτολεµαΐδας είναι η απουσία
µεσογειακών σκληρόφυλλων ειδών.
Αζωνική βλάστηση
Στις παραρεµµάτιες περιοχές και τις παραλίµνιες ζώνες των λιµνών Χειµαδίτιδα και Ζάζαρη
εµφανίζονται χαρακτηριστικές αζωνικές διαπλάσεις.
Συγκεκριµένα η παραποτάµια βλάστηση των ρεµάτων αποτελείται από διάφορα είδη λεύκης και
ιτιάς.
Με βάση το χάρτη βλαστήσεως της Ελλάδας, του ∆ασολόγου Γ. Μαυροµάτη, η περιοχή µελέτης
ανήκει στα όρια της διάπλασης των θερµόφιλων υποηπειρωτικών φυλλοβόλων δρυών. Σύµφωνα
τέλος µε τους Debazac και Μαυροµάτη (1971) το σύνολο της περιοχής περικλείεται στα όρια των
βιοτόπων των φυλλοβόλων δρυών, πλην όµως σήµερα οι δρύες περιορίζονται κατά θέσεις, ενώ το
µεγαλύτερο µέρος του χώρου που αρχικά κατελάµβαναν καλύπτεται σήµερα από γεωργικές
καλλιέργειες.
∆άση
Στους πρόποδες των λόφων και των βουνών δυτικά – βορειοδυτικά του οικισµού της Ποντοκώµης
εµφανίζονται συστάδες δρυοδασών. Η σηµαντικότερη δασική έκταση της άµεσης περιοχής είναι
ένα µικρό µικτό πρεµνοφυές και σπερµοφυές δάσος φυλλοβόλων δρυών (Quercus petraea) και
(Quercus pubescens). Το δάσος αυτό καλύπτει έκταση 290 περίπου στρεµµάτων, και βρίσκεται σε
απόσταση περίπου 1,5 km βόρεια της Ποντοκώµης. Στην περιοχή µελέτης απαντώνται επίσης το
µικρό δηµόσιο δάσος, πλησίον του οικισµού Μαυροπηγή, συνολικής έκτασης 410 στρεµµάτων
περίπου, µε µετρίου µεγέθους βελανιδιές και το δάσος Κοµάνου αναλόγου αξίας και έκτασης
περίπου 95 στρεµ. Σηµειώνεται ότι τα παραπάνω δάση είναι ήδη υποβαθµισµένα από την άναρχη
υλοτόµηση και την ανεξέλεγκτη υπερβόσκηση διάφορων κοπαδιών αιγοπροβάτων.
Θαµνώνες
Χαµηλοί και αραιοί θαµνώνες µε φρυγανικά είδη αναπτύσσονται στις πλαγιές των ορεινών όγκων
δυτικά της Ποντοκώµης. Ψηλότερα εµφανίζονται και αραιοί θαµνώνες µε κέδρα (Juniperus spp.).
Καλλιέργειες
Στην περιοχή επικρατούν οι εκτάσεις των καλλιεργειών. Πρόκειται για εκτάσεις όπου
καλλιεργούνται κυρίως τεύτλα και δηµητριακά. Υπάρχουν και κάποιες δενδροκαλλιέργειες (π.χ.
αµυγδαλιές). Στα όρια των καλλιεργειών εµφανίζονται µικρές συστάδες φυσικής βλάστησης που
λειτουργούν ως φυτοφράκτες. Μεµονωµένα άτοµα-δένδρα από ιτιές, λεύκες και γκορτσιές
εµφανίζονται επίσης στις εκτάσεις των καλλιεργειών.
Χορτολιβαδικές εκτάσεις
Οι εκτάσεις αυτές, υποβαθµισµένες λόγω της ληστρικής και αλόγιστης υπερβόσκησης κατά το
παρελθόν, αποτελούν τυπική µορφή των χορτολιβαδικών εκτάσεων της περιοχής που εκτείνονται
διάσπαρτες στις λοφώδεις αποψιλωµένες εκτάσεις του Νοµού. Στις εκτάσεις αυτές επικρατούν
είδη, όπως ο ασφόδελος (Asphodelus microcarpus) και άλλα ακανθώδη φυτά, που δεν αποδίδουν
σε βοσκήσιµη ύλη για τα ζώα. Οι εκτάσεις αυτές χρειάζονται προστασία για να επανέλθουν σε
κανονικές αποδόσεις προκειµένου να αναπτυχθεί η κτηνοτροφία της περιοχής. Μέσα σε αυτές τις
χορτολιβαδικές εκτάσεις υπάρχουν και δένδρα νανοποιηµένα από την υπερβόσκηση όπως Quercus
petraea, Quercus pubescens, Juniperus oxycendrus, Pirus anygdaliformis, κλπ.
Παραρεµάτια βλάστηση
Στα πρανή της κοίτης των ρεµάτων γύρω από την περιοχή των εκσκαφών απαντώνται κατά θέσεις
χαρακτηριστικά υγρόφιλα δένδρα όπως ασηµόλευκες (Populus alba), µαύρη λεύκη (Populus
nigra) και καβάκι (Populus nigra var. thevestina), τρέµουσα λεύκη (Populus tremula), λευκοϊτιά
(Salix alba) και αµυγδαλόφυλλη ιτιά (Salix amygdalina), φτελιά (Ulmus campestris) κλπ..
κυπαρίσσι (Cupressus glauca), Μαύρη πεύκη (Pinus nigra), Τραχεία Πεύκη (Pinus brutia), καθώς
και οπωροφόρα δένδρα. Επίσης είναι δυνατή η ανάπτυξη των ακόλουθων ειδών: Σφενδάµι (Acer
sp.), Πλάτανος (Platanus orientalis), Κέδρος (Cedrus atlantica), και Μοσχοϊτιά (Eleagnus
angustifolia).
Τα είδη αυτά ενδείκνυται για τις αποκαταστάσεις που θα γίνουν και στα νέα εδάφη που θα
προκύψουν από την συνέχιση της εκµετάλλευσης των ορυχείων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στους
χώρους αποκατάστασης των αποθέσεων αγόνων των ορυχείων έχουν φυτευτεί µέχρι σήµερα
περισσότερα από 6.000.000 δένδρα, ενώ εδώ και 4 χρόνια ο µέσος ετήσιος ρυθµός
δενδροφύτευσης είναι 500.000 δένδρα περίπου.
4.2.5.3. Πανίδα
Η συνεχής εκχέρσωση και καταστροφή των δασών και βοσκοτόπων και η συνεχής αύξηση των
καλλιεργήσιµων εκτάσεων έχει υποβαθµίσει σηµαντικά τα οικοσυστήµατα και έχει περιορίσει την
πανίδα κυρίως στις ορεινές περιοχές. Η σύνθεση και η κατανοµή της πανίδας στην ευρύτερη
περιοχή σύµφωνα µε τα βιβλιογραφικά δεδοµένα έχει ως ακολούθως:
Θηλαστικά
Στα σηµαντικά είδη πανίδας της ευρύτερης περιοχής σηµειώνεται ο λύκος (Canis lupus) που
χρησιµοποιεί την δυτική πλευρά του Βερµίου ως περιοχή αναπαραγωγής του.
Στην ευρύτερη περιοχή απαντώνται επίσης το αγριογούρουνο (Sus scrofa), το ζαρκάδι (Cervus
capreolus), ο λαγός (Lepus europaeus), το κουνάβι (Martes foina), η νυφίτσα (Mustela nivalis), η
αλεπού (Vulpes vulpes), ο ασβός (Meles meles) ο σκίουρος (Sciurus vulgaris), ο ποντικός (Mus
musculus) και ο αρουραίος (Rattus rattus). Επίσης στους ορεινούς όγκους (κυρίως του Βερµίου)
αναφέρονται κάποια σηµαντικά είδη νυχτερίδων (Myotis blythi, Miniopterus schreibersii, Myotis
capaccini, Myotis emarginatus).
Ορνιθοπανίδα
Σηµαντικά είδη ορνιθοπανίδας έχουν καταγραφεί σε µεγάλη απόσταση από την άµεση περιοχή του
έργου. Πρόκειται για το όρος Βούρινος και τις λίµνες Χειµαδίτιδα και Ζάζαρη.
Τα είδη ορνιθοπανίδας που συναντώνται στην ευρύτερη περιοχή είναι η πετροπέρδικα (Alectoris
graeca), η πεδινή πέρδικα (Perdix perdix), ο κολχικός φασιανός (Phasianus colchicus), το
αγριοπερίστερο (Columba livia), η φάσσα (Columba palumbus), η κίσσα (Garullus glandarius), η
µπεκάτσα (Scolopax rusticola), ο κότσυφας (Turdus merula), η τσίχλα (Turdus philomelos), το
ορτύκι (Coturnix coturnix), το τρυγόνι (Streptopelia turtur) το σπουργίτι καθώς και µερικά είδη
κορακοειδών όπως κόρακας (Corvus corax), σταροκουρούνα (Corvus frugilegus), κουρούνα
(Corvus corone) και κάργια (Corvus monedula).
Επίσης, στο όρος Βέρµιο, φωλιάζουν διάφορα αρπακτικά όπως ο γενειοφόρος γυπαετός (Gypaetus
barbatus), µερικά είδη γερακιών (Falconidae), ο πετρίτης (Falco peregrinus), το δενδρόβιο γεράκι
ή καρυδοφάγος (Nucifraga caryocatactes), το γεράκι νάνος ή µικρό σαΐνι (Falco columbarius) και
ο περιστερογέρακας ή µεγάλο σαΐνι (Circus cyaneus).
Σε όλα τα παραπάνω είδη, σύµφωνα µε πληροφορίες των κατοίκων της περιοχής, αλλά και των
κυνηγετικών συλλόγων Πτολεµαΐδας και Κοζάνης, έχει παρατηρηθεί αισθητή µείωση του
πληθυσµού τους, λόγω ανθρωπογενών δραστηριοτήτων και ορισµένα σπανίζουν ή τείνουν να
εξαφανιστούν από την περιοχή.
Από τα παραπάνω δεδοµένα συµπεραίνεται, ότι παρά το γεγονός ότι στην ευρύτερη περιοχή
υπάρχουν κάποια σηµαντικά είδη πανίδας, αυτά δεν απαντώνται στις πεδινές περιοχές της άµεσης
περιοχής των ορυχείων.
Στην άµεση περιοχή του έργου, γύρω από τους οικισµούς και µέσα στις γεωργικές εκτάσεις,
συναντώνται κοινά είδη ερπετών (σαύρες, φίδια), θηλαστικών (ποντίκια, χελώνες) καθώς και
ορνιθοπανίδας (σπουργίτια, κουρούνες, κάργιες, σουσουράδες).
Αναφορικά µε τα θηλαστικά σηµειώνεται ότι είδη όπως η Αλεπού (Vulpes vulpes), το Κουνάβι
(Maries foina), ο Λαγός (Lepus capensis), ο Ασβός (Meles meles) και η Νυφίτσα (Mustela nivalis)
εντοπίζονται και στους γύρω λόφους και τα βουνά της άµεσης περιοχής.
Τα είδη αυτά απαντώνται πολλές φορές και στα πεδινά, ιδιαίτερα στις περιοχές κοντά στους
λόφους ή όπου υπάρχουν κάποιοι θώκοι φυσικής βλάστησης.
Η Αλεπού ο Λαγός και το Κουνάβι εντοπίζονται µόνιµα στους λόφους ενώ στις καλλιέργειες
εµφανίζονται περιστασιακά. Ο Ασβός και η Νυφίτσα είναι είδη µε µόνιµη παρουσία στις
καλλιέργειες. Επίσης, στους χώρους των καλλιεργειών εµφανίζεται και ο Σκαντζόχοιρος
(Erinaceus concolor).
Στα πεδινά και στους πρόποδες των βουνών απαντώνται η βουνίσια πέρδικα (Alectoris graeca), η
πεδινή-καµπίσια πέρδικα (perdix perdix), ο φασιανός (Fhasianus colhicus), το αγριοπερίστερο
(Columba livia), η φάσα, η κίσσα, η µπεκάτσα, ο κότσυφας, η τσίχλα, το ορτύκι και το τρυγόνι.
Πολλά από τα αρπακτικά είδη πουλιών που φωλιάζουν στις γύρω ορεινές περιοχές (Βέρµιο,
Σινιάτσικο, Βούρινος) χρησιµοποιούν τα πεδινά του οροπεδίου της Πτολεµαΐδας ως περιοχή
τροφοληψίας. Πρόκειται κυρίως για αρπακτικά όπως ο γυπαετός (Gypaetus barbatus) και µερικά
είδη γερακιών όπως ο πετρίτης, το δενδρόβιο γεράκι και το σαΐνι.
Στην περιοχή του έργου δεν υπάρχουν προστατευόµενες και οικολογικά ευαίσθητες περιοχές, ήτοι
περιοχές προστατευόµενες σύµφωνα µε τη σύµβαση RAMSAR ή µε τη σύµβαση της Βαρκελώνης
ή περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί ως βιογενετικό απόθεµα. Τέλος, η περιοχή επέµβασης δεν
εντάσσεται στο δίκτυο NATURA 2000.
Η πλησιέστερη περιοχή του δικτύου NATURA 2000 ως προς το Έργο είναι η περιοχή µε κωδικό
GR 1210001 «Όρος Βέρµιο», η οποία βρίσκεται περίπου 8km βορειοανατολικά από τα όρια της
περιοχής άµεσης επέµβασης του Έργου (βλ. Χάρτη 1, Παράρτηµα Ι). Η εν λόγω περιοχή, έχει
συνολική έκταση 22.068ha, και διοικητικά ανήκει στο Νοµό Ηµαθίας. Η περιοχή καλύπτεται στο
µεγαλύτερο µέρος της από δάση πλατύφυλλων και κωνοφόρων δέντρων. Η Pinus nigra ssp.
pallasiana και η οξιά (Fagus sp.) είναι τα κυρίαρχα είδη που απαντώνται στην περιοχή. Στα
υψηλότερα τµήµατα πάνω από τα όρια του δάσους η βλάστηση αποτελείται από υποαλπικά
λιβάδια. Στα χαµηλότερα τµήµατα υπάρχουν ξηρά λιβάδια και θάµνοι.
Η αµέσως επόµενη προστατευόµενη περιοχή του δικτύου NATURA 2000 πλησίον του Έργου η
οποία αποτελεί και Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ–SPA), είναι η περιοχή µε κωδικό GR
1340005 «Λίµνες Χειµαρίτιδα – Ζάζαρη». Βρίσκεται βορειοδυτικά της περιοχής άµεσης
επέµβασης και απέχει περίπου 15km από αυτή (βλ. Χάρτη 1). Βρίσκεται στο Νοµό Φλωρίνης και
έχει έκταση 3.947ha.
Στην ίδια περίπου απόσταση (15km) βόρεια της περιοχής άµεσης επέµβασης απαντάται η περιοχή
του δικτύου NATURA 2000 µε κωδικό GR 1340004 «Λίµνες Βεγορίτιδα - Πετρών», έκτασης
12.077ha (βλ. Χάρτη 1). Βρίσκεται στους Νοµούς Φλωρίνης και Πέλλας, ενώ ένα τµήµα της
περιοχής, έκτασης 6.699ha, καλύπτεται από τη Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ–SPA) «Λίµνη
Πετρών» µε κωδικό GR1340007.
Επίσης, εντός του Νοµού Κοζάνης αλλά σε ακόµα µεγαλύτερη απόσταση από το Έργο απαντώνται
οι παρακάτω προστατευόµενες περιοχές του δικτύου NATURA 2000:
• GR 1250002 «Πιέρια Όρη», έκτασης 17.936ha, τύπου Ε, σε απόσταση περίπου 25km
νοτιοανατολικά της περιοχής άµεσης επέµβασης του Έργου
• GR 1250003 «Όρος Τίταρος», έκτασης 5.631ha, τύπου Ε, απέχει περίπου 32km
νοτιοανατολικά της περιοχής άµεσης επέµβασης του Έργου
• GR 1330001 «Όρος Βουρινό (Μεσιανό νερό)», έκτασης 764ha, τύπου Ε, απέχει περίπου
22km νότια της περιοχής άµεσης επέµβασης του Έργου
Στην ευρύτερη περιοχή έχει επικρατήσει η γεωργία µε συνηθέστερες καλλιέργειες εκείνες των
σιτηρών, της µηδικής, της αµπέλου, των τεύτλων, της ροδακινιάς, της µηλιάς, κλπ.
Στην περιοχή µελέτης υπάρχει επίσης και το ρέµα Σουλού ή Εορδαίος ποταµός, το οποίο είναι ο
µοναδικός υδάτινος αποδέκτης των επιφανειακών υδάτων (οµβρίων και λοιπών) όλης της περιοχής
που αποχύνεται στη λίµνη Βεγορίτιδα.
Η άµεση περιοχή επέµβασης του Έργου χωροθετείται στην περιοχή της ∆υτικής Μακεδονίας και
συγκεκριµένα στο Νοµό Κοζάνης. Ειδικότερα, βρίσκεται στη λεκάνη Πτολεµαΐδας-Αµύνταιου και
καλύπτει συνολική έκταση, συµπεριλαµβανοµένης και της αδιατάρακτης ζώνης, 147.925,86 στρ. Η
λεκάνη Πτολεµαΐδας-Αµύνταιου αποτελεί µέρος ενός εκτεταµένου τεκτονικού βυθίσµατος που
ξεκινά από την Πρώην Γιουγκοσλαβική ∆ηµοκρατία της Μακεδονίας (Π.Γ.∆.Μ.) και εκτείνεται
µέχρι την κοίτη του Αλιάκµονα, µε διαδοχικές υπολεκάνες. Η οριοθέτηση της λεκάνης
Πτολεµαΐδας-Αµύνταιου γίνεται στα ανατολικά από το όρος Βέρµιο, στα νότια από το όρος
Σκοπός, στα δυτικά από το όρος Άσκιο (Σινιάτσικο) και στα βόρεια από τη λεκάνη Αµύνταιου-
Βεγόρας.
Η µορφολογία της περιοχής χαρακτηρίζεται οµαλή έως ελαφρώς λοφώδης, µε απόλυτα υψόµετρα
που κυµαίνονται µεταξύ +525m και +700m και µόνο στις κλιτύες των λεκανών προσεγγίζουν τα
+1000m. Γενικά, στην περιοχή µελέτης υπάρχει οµοιόµορφο ανάγλυφο και οµαλές κλίσεις πρανών
χωρίς εξάρσεις. Εξαίρεση αποτελεί το βόρειο τµήµα της, όπου παρατηρούνται λοφοσειρές µε
ενδιάµεσες χαραδρώσεις, όπως εκείνη του ρέµατος Αγ. Νικολάου.
Oι σηµαντικότεροι ορεινοί όγκοι στην ευρύτερη περιοχή, είναι στα βορειοανατολικά το όρος
Βέρµιο, στα νοτιοδυτικά το όρος Άσκιο, στα νότια το όρος Σκοπός και στα δυτικά το όρος
Μουρίκι.
Τα συνθετικά στοιχεία του τοπίου – τοπιολογικές παράµετροι – βάσει των οποίων αναλύεται και
αξιολογείται το τοπίο µίας περιοχής είναι:
• Τοπογραφία: γεωµορφολογία, ανάγλυφο περιοχής
• Χρήση γης: υφιστάµενες χρήσεις και χαρακτηρισµοί εκτάσεων
• Μορφή και Κλίµακα: συνθετική απόδοση στοιχείων του ανάγλυφου και του τοπίου, καθώς
και υφιστάµενη θέα
• Βλάστηση: κάλυψη του εδάφους - φυτοκάλυψη
• Ορόσηµα Τοπίου: σηµαντικά στοιχεία του τοπίου και της γεωµορφολογίας καθώς και
στοιχεία της πολιτιστικής κληρονοµιάς
• ∆οµηµένο Περιβάλλον και Τεχνική Υποδοµή: στοιχεία δοµηµένου περιβάλλοντος και
τεχνικής υποδοµής
Στην ευρύτερη περιοχή µελέτης, η οποία αποτελεί τµήµα της κοιλάδας της Εορδαίας, οι κύριες
τοπιολογικές ενότητες (βλ. Χάρτη Υφιστάµενης Κατάστασης Άµεσης και ευρύτερης Περιοχής
Μελέτης, Χάρτης 3, Παράρτηµα Ι) είναι:
- Περιοχή Ορυχείων Πτολεµαΐδας
o περιοχές εκσκαφών
o περιοχές αποθέσεων αγόνων και τέφρας
o περιοχές αποκαταστάσεων (καλλιεργούµενες ή δασικές εκτάσεις)
o θέσεις κτιριακών εγκαταστάσεων
o εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυµάτων
o Χ.Υ.Τ.Α. της ∆ΙΑ∆ΥΜΑ και Χ.∆.Β.Α Ορυχείων Καρδιάς
- Ατµοηλεκτρικοί Σταθµοί (Α.Η.Σ. Λ.Κ.∆.Μ., Πτολεµαΐδας, Καρδιάς, Αγίου ∆ηµητρίου)
- Οδικό και σιδηροδροµικό δίκτυο (Εγνατία Οδός, Εθνική Οδός Πτολεµαΐδας – Φλώρινας –
Νίκης, τοπικό οδικό δίκτυο, σιδηροδροµική γραµµή ΟΣΕ Α.Ε. Κοζάνης – Πτολεµαΐδας –
Αµυνταίου)
- Βιοµηχανική Περιοχή (ΒΙ.ΠΕ.) Κοζάνης
- Θέσεις συγκέντρωσης υδάτων (λίµνες, ρέµα Σουλού)
- Οικιστικές ενότητες (πόλεις Πτολεµαΐδας και Κοζάνης, οικισµοί Ποντοκώµης, Μαυροπηγής,
Καρυοχωρίου, Ακρινής, Αγίου ∆ηµητρίου, Σπηλιάς, Αγίου Χριστόφορου, Πτελεώνα,
Μαυροδενδρίου, ∆ρεπάνου, και Προαστίου)
- Αγροτικές καλλιέργειες (µέρος των οποίων αποτελούν οι αποκατεστηµένες περιοχές
ορυχείων)
- ∆ασικές περιοχές (φυσικές περιοχές και αποκατεστηµένες περιοχές ορυχείων)
- Περιοχές αρχαιολογικού – πολιτιστικού ενδιαφέροντος (εκκλησίες, κλπ.)
Λαµβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, το τοπίο στην ευρύτερη περιοχή των ορυχείων Πτολεµαΐδας
έχει κατά θέσεις επηρεασθεί λόγω της µακρόχρονης εξορυκτικής δραστηριότητας στην περιοχή, η
οποία, είτε µε τη µορφή επιφανειακών εσκαφών, είτε µε τη µορφή σωρών απόθεσης αγόνων
υλικών έχει επιφέρει αλλαγές στη µορφολογία και το τοπίο. Η επιβάρυνση αυτή αντιµετωπίζεται
αποτελεσµατικά µέσω των έργων αποκατάστασης που λαµβάνουν χώρα στις περιοχές που έχουν
ήδη ολοκληρωθεί οι εργασίες εξόρυξης (βλ. Σχήµα 4.2-40).
Επίσης, η λειτουργία των ατµοηλεκτρικών µονάδων παραγωγής ενέργειας (ΑΗΣ), οι οποίες βέβαια
δεν αποτελούν αντικείµενο της παρούσας µελέτης, επηρεάζει την αισθητική του τοπίου,
δηµιουργώντας ένα κατά θέσεις βιοµηχανικό τοπίο.
Ορυχεία Πτολεµαΐδας
Σχήµα 4.2-40: Όψη των ορυχείων Πτολεµαΐδας από τον οικισµό της Ποντοκώµης
Στο πλαίσιο της παρούσας Μ.Π.Ε. για την αξιολόγηση του σηµερινού χαρακτήρα του τοπίου και
των οπτικών επιπτώσεων από την µέχρι τώρα λειτουργία των Ορυχείων Πτολεµαΐδας, επιλέχθηκαν
εννέα (9) σηµεία θέασης, σε διαφορετικές θέσεις της ευρύτερης περιοχής και εφαρµόσθηκε η
µεθοδολογία η οποία περιγράφεται στην Ενότητα 8.6.3. Οι θέσεις των σηµείων θέασης
επιλέχθηκαν ώστε να δίνουν µία αντιπροσωπευτική εικόνα του τοπίου της περιοχής και είναι:
1. Σηµείο θέασης 1: θέση σε χώρο στάθµευσης της Εγνατίας Οδού, πάνω από το χωριό
Ποντοκώµη, σε υψόµετρο περίπου +760m.
2. Σηµείο θέασης 2: θέση στον κεντρικό δρόµο που οδηγεί από το χωριό Μαυροδένδρι στο
χωριό Ποντοκώµη, σε υψόµετρο περίπου +720m.
3. Σηµείο θέασης 3: θέση στον κεντρικό δρόµο που διασχίζει το βορειο-ανατολικό άκρο του
χωριού ∆ρέπανο.
4. Σηµείο θέασης 4: θέση στο χωριό Άγιος ∆ηµήτριος.
5. Σηµείο θέασης 5: θέση στην κεντρική διασταύρωση προς το χωριό Ακρινή.
6. Σηµείο θέασης 6: θέση στο νεκροταφείο του χωριού Σπηλιά.
7. Σηµείο θέασης 7: θέση στην εκκλησία του Αγίου Παρασκευά, στο χωριό Ερµακιά.
8. Σηµείο θέασης 8: θέση σε παρατηρητήριο, εντός αποκατεστηµένης περιοχής, κοντά στον
ΑΗΣ της Πτoλεµαΐδας, σε υψόµετρο περίπου +700m.
9. Σηµείο θέασης 9: θέση δίπλα στο σταυρό, στο λόφο πάνω από το χωριό Μαυροπηγή, σε
υψόµετρο περίπου +840m.
Οι εννέα (9) θέσεις θέασης φαίνονται στον Χάρτη IV-1 Ζώνη Οπτικής Επιρροής και
Αντιπροσωπευτικών Σηµείων Θέασης στο Παράρτηµα ΙV της παρούσας µελέτης.
Στον Πίνακα 4.2-21 συνοψίζονται οι παρατηρήσεις όσον αφορά την υφιστάµενη κατάσταση του
τοπίου από τις θέσεις θέασης. Χαρακτηριστικές φωτογραφίες της υφιστάµενης κατάστασης
περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα ΙV, όπου γίνεται η φωτογραφική τεκµηρίωση του Έργου.
Σε Μέση Aπόσταση υπάρχουν ανοιχτές εκτάσεις καλλιεργήσιµης γης, όπου περιστασιακά εµφανίζονται οπωρώνες και κάποιες δασικές εκτάσεις µε
φυλλοβόλα δένδρα, καθώς και µεγάλες, σύγχρονες γεωργικές σιταποθήκες και σιλό. Οι Πύργοι Ψύξης, οι καµινάδες, και το κτίριο όπου βρίσκονται οι
στροβιλογεννήτριες του Ατµοηλεκτρικού Σταθµού (ΑΗΣ) Καρδιάς, είναι ιδιαίτερα ορατοί. Εξορυκτικές εργασίες, συµπεριλαµβανοµένων εκσκαφών
και εκτεταµένων αποθέσεων αγόνων υλικών υπάρχουν διάσπαρτες στο χώρο της κοιλάδας, δηµιουργώντας αντίθεση, όσον αφορά στο χρώµα και στη
µορφή, µε το αγροτικό τοπίο.
Στο Βάθος κυριαρχεί µια οροσειρά η οποία αποτελεί και το βορειοανατολικό όριο της κύριας κοιλάδας. Τα χωριά Σπηλιά, Ερµακιά, Ακρινή και Άγιος
∆ηµήτριος είναι ορατά στους πρόποδες των βουνών. Στις ανοιχτές πλευρές της κύριας κοιλάδας, σε µεγάλη απόσταση, µπορεί κανείς να δει τα
επιβλητικά βουνά. Στα αριστερά (βόρεια) φαίνονται οι κορυφές των καµινάδων και των Πύργων Ψύξης του ΑΗΣ Πτολεµαΐδας. Στο νοτιοανατολικό
άκρο της κύριας κοιλάδας, διακρίνεται ο ΑΗΣ Αγίου ∆ηµητρίου.
VP2 Το Σηµείο Θέασης (VP2) Στο Προσκήνιο, η θέα και από τις δύο πλευρές του δρόµου κυριαρχείται από ανοικτές εκτάσεις γης όπου καλλιεργείται σιτάρι. Στις εκτάσεις αυτές
βρίσκεται στον κεντρικό υπάρχει µονή σειρά τηλεφωνικών στύλων. Η παρυφή του χωριού Μαυροδένδρι αποτελείται από σπίτια ενός ή / και δύο ορόφων µε µικρούς κήπους,
δρόµο που οδηγεί από το που συχνά περιλαµβάνουν δένδρα µεσαίου µεγέθους.
χωριό Μαυροδένδρι στο
χωριό Ποντοκώµη, σε Στη Μέση Aπόσταση, κυριαρχεί άµεσα και πολύ καθαρά η θέα των Πύργων Ψύξης, των καµινάδων και του κτιρίου της στροβιλογεννήτριας του ΑΗΣ
υψόµετρο περίπου 720m. Καρδιάς. Επίσης, ορατοί είναι και οι πυλώνες κατά µήκος της κύριας κοιλάδας. Αµέσως στα δεξιά (νότια) του ΑΗΣ Καρδιάς, είναι ορατά αναχώµατα
λιγνίτη. Η περιοχή στα αριστερά (δυτικά) του ΑΗΣ Καρδιάς «κρύβεται» από εκτάσεις γης ήπιας ανάπτυξης, και από τα επιχώµατα της Εγνατίας Οδού.
Το χωριό Μαυροδένδρι Ακόµα πιο δεξιά (νότια) του ΑΗΣ, στον αυτοκινητόδροµο από την πλευρά του χωριού, βρίσκεται ένα µεγάλο εργοστασιακό κτίριο γραφείων. Από την
βρίσκεται νοτιοδυτικά άλλη πλευρά, ο αυτοκινητόδροµος πλαισιώνεται από ανοικτές καλλιεργήσιµες εκτάσεις.
του ΑΗΣ Καρδιάς, στους
πρόποδες της οροσειράς Στο Βάθος υπάρχουν εκσκαφές µεγάλης κλίµακας καθώς και εκτεταµένες αποθέσεις άγονων υλικών, οι οποίες, µε το ξεχωριστό χρώµα και µορφή
η οποία αποτελεί το νότιο τους, δηµιουργούν αντίθεση σε σχέση µε το υπάρχον αγροτικό τοπίο και τα βουνά που καλύπτονται από φρυγανική βλάστηση. Μέσα σε αυτή την
όριο της κύριας περιοχή, βρίσκονται ταινιόδροµοι µεταφοράς, οχήµατα καθώς και άλλα µηχανήµατα που σχετίζονται µε την εξορυκτική δραστηριότητα. Τα
κοιλάδας. εγκαταλελειµµένα χωριά της Χαραυγής και του Κλείτου είναι επίσης ορατά. Στο δεξί (νότιο) τµήµα των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, η επίπεδη,
µεγάλη έκταση της κοιλάδας καλύπτεται από ανοικτές καλλιεργήσιµες εκτάσεις. Στο Βάθος, στους πρόποδες της βορειοανατολικής οροσειράς,
διακρίνονται τα χωριά της Ακρινής και του Αγίου ∆ηµητρίου, καθώς και ο ΑΗΣ του Αγίου ∆ηµητρίου.
Το χωριό ∆ρέπανο Σε Μέση απόσταση διακρίνεται η Εγνατία Οδός η οποία διέρχεται από περιοχές υπερυψωµένων επιχώσεων. Επίσης υπάρχουν πυλώνες τοποθετηµένοι
βρίσκεται σε υψόµετρο κυρίως κατά µήκος της Οδού. Πέρα από τον αυτοκινητόδροµο, το επίπεδο τµήµα της µεγάλης κοιλάδας καλύπτεται από εκτεταµένες καλλιεργήσιµες
περίπου 700m, νότια του εκτάσεις, τάφρους αποστράγγισης υδάτων, αγροτικά κτίρια και ασφαλτοστρωµένους δρόµους διπλής κυκλοφορίας οι οποίοι συνδέουν γειτονικά χωριά
ΑΗΣ Καρδιάς και και γεωργικές εκτάσεις.
νοτιοδυτικά του ΑΗΣ
Αγίου ∆ηµητρίου. Στο Βάθος, οι Πύργοι Ψύξης, οι καµινάδες καθώς και το κτίριο της στροβιλογεννήτριας του ΑΗΣ Καρδιάς είναι ορατά, πίσω από φαιά αναχώµατα
λιγνίτη. Στα δεξιά (νότια) του ΑΗΣ µπορεί κανείς να δει όλο το δυτικό όριο της εξορυκτικής δραστηριότητας. Ιδιαίτερα ορατές είναι οι κεραµιδί και
ανοιχτόχρωµες αποθέσεις άγονων υλικών, οι οποίες είναι αρκετά υπερυψωµένες σε σχέση µε το φυσικό επίπεδο του εδάφους και είναι διάσπαρτες σε
µια αρκετά µεγάλη έκταση. Το χωριό Ακρινή «κρύβεται» από τα δένδρα που έχουν φυτευθεί (αν και είναι ορατό από άλλα σηµεία του δρόµου αυτού).
Το χωριό του Αγίου ∆ηµητρίου είναι ορατό στους πρόποδες του βορειοανατολικού τµήµατος της οροσειράς. Στα δεξιά (νοτιοανατολικά) του χωριού, ο
ΑΗΣ Αγίου ∆ηµητρίου είναι ορατός.
VP4 Το Σηµείο Θέασης (VP4) Το Προσκήνιο αποτελείται από σπίτια ενός ή / και δύο ορόφων, γκαράζ και υπόστεγα για τα γεωργικά µηχανήµατα, µικρούς κήπους λαχανικών µε
βρίσκεται εντός του διάσπαρτα δέντρα, καθώς και αναρτηµένα τηλεφωνικά καλώδια.
χωριού Άγιος ∆ηµήτριος.
Σε Μέση απόσταση στα αριστερά (νοτιοανατολικά) και πάνω από τις στέγες των σπιτιών του χωριού, είναι ορατές οι καµινάδες του ΑΗΣ Αγίου
∆ηµητρίου. Στο µεγαλύτερο µέρος της, η Μέση απόσταση κυριαρχείται από ανοιχτές καλλιεργήσιµες εκτάσεις κατά µήκος του επίπεδου τµήµατος της
µεγάλης κοιλάδας. Στα δεξιά (βορειοδυτικά) της θέας, οι πρόποδες της βορειοανατολικής οροσειράς µε την ήπια κλίση τους, µοιάζουν να συναντούν το
έδαφος της επίπεδης κοιλάδας. Τα πρανή καλύπτονται από ευδιάκριτες, ευρείες εκτάσεις µε χαµηλή βλάστηση και συστάδες κωνοφόρων δένδρων. Οι
τελευταίες «κρύβουν» µεγάλο τµήµα της εξορυκτικής δραστηριότητας (κυρίως της περιοχής των αποθέσεων άγονων υλικών), κοντά στον ΑΗΣ
Καρδιάς, αν και ο ίδιος ο ΑΗΣ είναι ορατός.
Στο Βάθος, σε όλο το µήκος της επίπεδης επιφάνειας της κοιλάδας και στους πρόποδες της νοτιοδυτικής οροσειράς, διακρίνονται τα χωριά ∆ρέπανο,
Κοίλα και Μαυροδένδρι.
Πέρα από τα αγροτικά κτίρια που πλαισιώνουν το δρόµο, οι Πύργοι Ψύξης και οι καµινάδες του ΑΗΣ Αγίου ∆ηµητρίου είναι ορατοί στο Βάθος.
Προχωρώντας προς τα δεξιά (νότια προς νοτιοδυτικά), διακρίνονται οι ανοιχτές καλλιεργήσιµες εκτάσεις της κοιλάδας µπροστά (βόρεια) από το χωριό
∆ρέπανο. Λίγο πιο πέρα από το περίγραµµα των αποκατεστηµένων αποθέσεων άγονων υλικών, διακρίνεται το χωριό Μαυροδένδρι. Προχωρώντας
παρακάτω προς τα δεξιά (δυτικά), οι κορυφές των Πύργων Ψύξης του ΑΗΣ Καρδιάς είναι ορατές, µπροστά από τη νοτιοδυτική οροσειρά της κεντρικής
κοιλάδας.
VP6 Το Σηµείο Θέασης (VP6) Το Προσκήνιο κυριαρχείται από τα σπίτια και τα αγροτικά κτίρια του χωριού Σπηλιά. Αριστερά (ανατολικά) και σε µεγαλύτερο υψόµετρο υπάρχουν
βρίσκεται στο ανοικτές εκτάσεις όπου καλλιεργείται σιτάρι. Ορατός είναι επίσης ο δρόµος µε στροφές που ενώνει τη Σπηλιά µε τα γειτονικά χωριά.
νεκροταφείο του χωριού
Σπηλιά. Σε Μέση απόσταση, από αριστερά (νότια) προς τα δεξιά (δυτικά), κυριαρχούν οι αποθέσεις άγονων υλικών του ορυχείου. ∆ιακριτοί είναι επίσης οι
µηχανοκίνητοι εκσκαφείς µεγάλου µεγέθους οι οποίοι εκτελούν εργασίες στις κορυφογραµµές αυτών των αποθέσεων. Κάποιες παλαιότερες εκτάσεις
Το χωριό Σπηλιά της εξορυκτικής δραστηριότητας που έχουν δενδροφυτευτεί φαίνονται µπροστά από τους Πύργους Ψύξης και τις καµινάδες του ΑΗΣ Πτολεµαΐδας.
βρίσκεται στο Ορατή είναι επίσης η αυτοφυής δασική έκταση µε φυλλοβόλες Βελανιδιές πίσω (δυτικά) από το χωριό Σπηλιά.
βορινότερο άκρο της
περιοχής των Στο Βάθος και στην αριστερή πλευρά της όψης (νότια του χωριού Σπηλιά) διακρίνονται οι Πύργοι Ψύξης, οι καµινάδες και το κτίριο µε τις
λιγνιτωρυχείων, σε στροβιλογεννήτριες του ΑΗΣ Καρδιάς. Προχωρώντας προς τα δεξιά (νότια-νοτιοδυτικά του χωριού Σπηλιά) διακρίνονται τα χωριά Ποντοκώµη και
υψόµετρο περίπου 840m. Μαυροπηγή στους πρόποδες της νοτιοδυτικής οροσειράς όπως επίσης και η Εγνατία Οδός και ένα ορυχείο µεσαίου µεγέθους. Το κατηφορικό έδαφος
µεταξύ των χωριών Ποντοκώµη και Μαυροπηγή αποτελείται κυρίως από µεγάλες ανοικτές εκτάσεις καλλιεργήσιµης γης, µε διάσπαρτους οπωρώνες
και δασικές εκτάσεις.
Το χωριό Ερµακιά Προχωρώντας από τα αριστερά (νότια) προς τα δεξιά (δυτικά) η Μέση απόσταση κυριαρχείται από αποκατεστηµένες και δενδροφυτευµένες αποθέσεις
βρίσκεται περίπου 1km άγονων υλικών Οι αποθέσεις αυτές συνδέονται αρµονικά µε τις ανοικτές καλλιεργήσιµες εκτάσεις που περιβάλλουν µε τη σειρά τους µια µεγάλη
µακριά από το νότιο έκταση µε πρόσφατες αποθέσεις άγονων υλικών. Επιπλέον, η Μέση απόσταση περιλαµβάνει αρκετούς πυλώνες καθώς και έναν δρόµο µε στροφές που
άκρο των εξορυκτικών συνδέει το χωριό Ερµακιά µε τα γειτονικά χωριά.
έργων, σε απότοµο
έδαφος (υψόµετρο Στο Βάθος, είναι ορατοί οι Πύργοι Ψύξης, οι καµινάδες και το κτίριο της στροβιλογεννήτριας του ΑΗΣ Καρδιάς. Στα δεξιά (βορειοδυτικά) του ΑΗΣ
περίπου 1000m) στους βρίσκονται τα χωριά Ποντοκώµη και Μαυροπηγή, που διαχωρίζονται κυρίως από καλλιεργήσιµα χωράφια, καθώς και µερικοί οπωρώνες και δασικές
πρόποδες του ορεινού εκτάσεις. Ορατές είναι επίσης οι καλυµµένες µε φρύγανα πλαγιές της νοτιοδυτικής οροσειράς της κοιλάδας. Στο τέρµα δεξιά (νοτιοδυτικά),
όγκου που αποτελεί τη διακρίνονται οι Πύργοι Ψύξης και οι καµινάδες του ΑΗΣ Πτολεµαΐδας.
βορειοανατολική πλευρά
της κύριας κοιλάδας.
VP8 Το Σηµείο Θέασης (VP8) Στο Προσκήνιο κυριαρχούν δασικές εκτάσεις που αποτελούνται από φυλλοβόλες ακακίες, πλατάνια και λεύκες, καθώς και αειθαλή πεύκα που έχουν
βρίσκεται σε επίσηµα φυτευτεί στα πρανή των παλαιών αποθέσεων αγόνων υλικών. Στα δεξιά (δυτικά), η βλάστηση αυτή καλύπτει τελείως τη θέα προς τον ΑΗΣ
τοποθετηµένο Πτολεµαΐδας.
παρατηρητήριο εντός
αποκατεστηµένης Οι εξορυκτικές δραστηριότητες, και κυρίως οι εκσκαφές µεγάλης κλίµακας κοντά στον ΑΗΣ Πτολεµαΐδας, κυριαρχούν στη Μέση απόσταση. Ορατοί
περιοχής κοντά στον είναι επίσης ταινιόδροµοι µεταφοράς, φορτηγά, καθώς και κτίρια εργασίας. Στην αριστερή πλευρά (νοτιοανατολικά), το εγκαταλελειµµένο χωριό
ΑΗΣ Πτολεµαΐδας, σε Κόµανος διαγράφεται πάνω από την κορυφή ενός εξοφληµένου ορυχείου. Αριστερά (δυτικά) του κύριου ορυχείου, καλλιεργήσιµες εκτάσεις µε
υψόµετρο περίπου 700m. διάσπαρτα δένδρα εκτείνονται έως το χωριό Ποντοκώµη.
Στο Βάθος και στα αριστερά (νοτιοανατολικά), οι κορυφές των Πύργων Ψύξης και οι καµινάδες του ΑΗΣ Καρδιάς είναι ορατοί πάνω από
αποκαταστηµένες αποθέσεις άγονων υλικών που έχουν επαναφυτευτεί. Το χωριό Ποντοκώµη µόλις που διακρίνεται αριστερά (δυτικά) του ΑΗΣ
Καρδιάς. ∆ιακρίνεται επίσης η Εγνατία Οδός, στα πρανή της νοτιοδυτικής οροσειράς της κεντρικής κοιλάδας. Το χωριό Μαυροπηγή φαίνεται καθαρά
ακριβώς απέναντι από την άποψη, µόλις πιο πέρα από το σηµερινό όριο των εκσκαφών του µεγάλου ορυχείου. Πίσω από τις εξορυκτικές
δραστηριότητες, στα βόρεια, κυριαρχεί η επιβλητική νοτιοδυτική οροσειρά της κεντρικής κοιλάδας.
Στο Βάθος δεξιά (βόρεια-βορειοδυτικά) οι Πύργοι Ψύξης ενός µακρινού ΑΗΣ, αυτού της Πτολεµαίδας, φαίνονται πάνω από την κορυφογραµµή του
λόφου κοντά στο χωριό Προάστιο. Η βόρεια θέα κυριαρχείται από αποθέσεις άγονων υλικών, µεγάλες εκτάσεις των οποίων έχουν δενδροφυτευθεί.
Πέρα από τις αποθέσεις άγονων υλικών, η νοτιοανατολική οροσειρά της κύριας κοιλάδας είναι ορατή. Πιο δεξιά (ανατολικά) διακρίνονται µεγάλες
εκτάσεις επιφανειακής εκµετάλλευσης που επεκτείνονται έως τον ΑΗΣ Καρδιάς που κυριαρχεί στη θέα. Στα δεξιά (δυτικά) του ΑΗΣ Καρδιάς
διακρίνεται το χωριό Ποντοκώµη.
4.2.7.1. Εισαγωγή
Ατµοσφαιρική ρύπανση ονοµάζεται η παρουσία στην ατµόσφαιρα ρύπων, «δηλαδή κάθε είδους
ουσιών, θορύβου, ακτινοβολίας ή άλλων µορφών ενέργειας σε ποσότητα, συγκέντρωση ή διάρκεια
που µπορούν να προκαλέσουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία, στους ζωντανούς οργανισµούς και
στα οικοσυστήµατα ή υλικές ζηµιές και γενικά να καταστήσουν το περιβάλλον ακατάλληλο για τις
επιθυµητές χρήσεις του» (N. 1650/86 – Άρθρο 2).
Οι βασικές ανθρωπογενείς πηγές ρύπανσης και η συνεισφορά τους στην ατµοσφαιρική ρύπανση
καταγράφονται στο Σχήµα 4.2-41. Οι µεταφορές και οι βιοµηχανικές δραστηριότητες
(συµπεριλαµβανοµένης και της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας) είναι µαζί υπεύθυνες για
ποσοστό µεγαλύτερο του 90% των εκποµπών πρωτογενών ρύπων.
απορριµµάτων οργανικές ενώσεις 15
αζώτου 16
∆ιάθεση του άνθρακα 48
Χρήση απορριµµάτων θείουΠτητικές οργανικές 16
Βιοµηχανική επεξεργασία ∆ιάφορα ενώσεις Οξείδια του αζώτου
καυσίµων σε 2%
καυσίµων σε στάσιµες 7% 15%
στάσιµες πηγές πηγές 16%
29%
Αιωρούµενα
σωµατίδια
5%
Οξείδια του θείου Μονοξείδιο του
Βιοµηχανική άνθρακα
Μεταφορές 16%
επεξεργασία 48%
16% 46%
Μετά την είσοδό τους στην ατµόσφαιρα, οι διάφοροι ρύποι έχουν διαφορετική τύχη εξαρτώµενοι
από παράγοντες, όπως: η πηγή και τα χαρακτηριστικά της, η τοπική και ευρύτερη µετεωρολογία,
Όταν µελετώνται οι ατµοσφαιρικοί ρύποι είναι σηµαντικό να διακρίνονται η αέρια ρύπανση αυτή
καθαυτή και η αποτιθέµενη ρύπανση, διότι η κλίµακα των δύο φαινοµένων είναι διαφορετική. Η
αέρια ρύπανση είναι περισσότερο τοπικό πρόβληµα και οι επιδράσεις είναι συνήθως µεγαλύτερες
στις περιοχές κοντά στην πηγή της ρύπανσης. Από την άλλη πλευρά, η επίδραση της απόθεσης
εξαπλώνεται σε περιοχές αποµακρυσµένες από την πηγή (Σχήµα 4.2-42). Η ατµοσφαιρική
ρύπανση µπορεί να έχει επιπτώσεις τόσο στο περιβάλλον (φυσικό και ανθρωπογενές), όσο και
στην ανθρώπινη υγεία.
Η Ελλάδα έχει θεσµοθετήσει για τους ρύπους: διοξείδιο του θείου (SO2), διοξείδιο του αζώτου
(NO2), οξείδια του αζώτου (NOx), µονοξείδιο του άνθρακα (CO), αιωρούµενα σωµατίδια (τα οποία
αποτελούν τους κύριους ρύπους εντός της περιοχής µελέτης), όζον, µόλυβδο και βενζόλιο, τα όρια
ποιότητας ατµόσφαιρας που έχουν καθιερωθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.). Για την περίπτωση
της καταπίπτουσας σκόνης δεν υπάρχουν καθορισµένα όρια ποιότητας, καθώς είναι γενικά
δύσκολος ο αντικειµενικός προσδιορισµός του µεγέθους της καταπίπτουσας σκόνης (deposited ή
nuisance dust).
Ο όρος «όριο» αναφέρεται στην τιµή ενός ρύπου που έχει νοµοθετικά κατοχυρωθεί, λαµβάνοντας
υπόψη, εκτός των επιδράσεων του ρύπου στο περιβάλλον, και τη δυνατότητα επίτευξής του από
τεχνολογικής και οικονοµικής πλευράς.
Την τελευταία δεκαετία µία σειρά από νέες Οδηγίες σχετικά µε την ατµοσφαιρική ρύπανση,
θεσπίστηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση θέτοντας, πέραν των άλλων, νέα όρια για τους διάφορους
ατµοσφαιρικούς ρύπους µε έµφαση τόσο στην προστασία της ανθρώπινης υγείας, όσο και των
οικοσυστηµάτων. Οι Οδηγίες που έχουν εκδοθεί µέχρι το τέλος του έτους 2008 και αφορούν στα
νέα όρια είναι οι ακόλουθες:
• Οδηγία 1996/62/ΕΚ για την εκτίµηση και διαχείριση της ποιότητας του αέρα του
περιβάλλοντος (Κ.Υ.Α. 3277/209/2000, ΦΕΚ 180Β/17.02.00).
• Οδηγία 1999/30/ΕΚ για τις οριακές τιµές διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου,
σωµατιδίων και µολύβδου, στον αέρα του περιβάλλοντος (Π.Υ.Σ. 34/30.5.2002, ΦΕΚ
125Α/05.06.02).
• Οδηγία 2000/69/ΕΚ για τις οριακές τιµές βενζόλιου και µονοξειδίου του άνθρακα στον αέρα
του περιβάλλοντος (Κ.Υ.Α. 9238/332, ΦΕΚ 405Β/27.02.04).
• Οδηγία 2002/3/ΕΚ σχετικά µε το όζον στον ατµοσφαιρικό αέρα (Κ.Υ.Α. ΗΠ38638/ 2016,
ΦΕΚ 1334Β/21.09.05).
• Οδηγία 2004/107/ΕΚ (Κ.Υ.Α. ΗΠ22306/1075/Ε103 – ΦΕΚ920Β/08.06.07) σχετικά µε το
αρσενικό, το κάδµιο, τον υδράργυρο, το νικέλιο και τους πολυκυκλικούς υδρογονάνθρακες
στον ατµοσφαιρικό αέρα.
• Οδηγία 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 21ης Μαΐου
2008 για την ποιότητα του ατµοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη (ΕΕ L
152 της 11.6.2008).
Από την ως άνω νοµοθεσία σχετικά µε την ατµοσφαιρική ρύπανση και τη σχετική Ελληνική
νοµοθεσία προκύπτει ο συνοπτικός Πίνακας 4.2-22 στον οποίο καταγράφονται οι µετρούµενοι
ατµοσφαιρικοί ρύποι και τα όρια για κάθε ρύπο σε σχέση µε τη σχετική περίοδο αναφοράς.
Όσον αφορά τα επιτρεπόµενα όρια για τις εκποµπές καυσαερίων από τη λειτουργία των κινητών
µηχανηµάτων (µη οδικών) τα οποία και είναι εφοδιασµένα µε κινητήρες diesel, αυτές καθορίζονται
από την Κ.Υ.Α. ∆13/0/121/2007 (ΦΕΚ 53/Β`/24.1.2007) “Μέτρα κατά της εκποµπής αερίων και
σωµατιδιακών ρύπων προερχόµενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε µη
οδικά κινητά µηχανήµατα” σε συµµόρφωση µε τις διατάξεις της οδηγίας 97/68/ΕΚ όπως
τροποποιήθηκε από τις οδηγίες 2001/63/ΕΚ, 2002/88/ΕΚ και 2004/26/ΕΚ του Συµβουλίου της 17ης
Αυγούστου 2001, της 9ης ∆εκεµβρίου 2002 και της 21ης Απριλίου 2004 αντίστοιχα, και
παρατίθενται στον Πίνακα 4.2-23.
Πίνακας 4.2-22: Σύνοψη οριακών τιµών για διάφορους αέριους ρύπους (όλες οι τιµές εναρµονίζονται πλήρως µε την οδηγία 2008/50/ΕΚ όπου και
αναφέρονται συγκεντρωτικά)
ΟΡΙΑΚΗ ΤΙΜΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΧΕΤΙΚΗ
Α/Α ΑΕΡΙΟΣ ΡΥΠΟΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΜΕΘΟ∆ΟΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
(µg/m3) ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΥ ΟΡΟΥ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
35040 1 ώρα
1 ∆ιοξείδιο του Θείου (SO2) 12541 24 ώρες Μέθοδος υπεριώδους φθορισµού. ΠΥΣ 34/2002
Όριο συναγερµού για 3 συνεχόµενες
500
ώρες
40 1 έτος (ανθρώπινη υγεία)
∆ιοξείδια του Αζώτου (NO2 και 20042 1 ώρα (από 1/1/2010)
2 Χηµειοφωταύγεια ΠΥΣ 34/2002
ΝΟx)
Όριο συναγερµού για 3 συνεχόµενες
400
ώρες
Μέγιστη ηµερήσια µέση τιµή 8ώρου
120 ΚΥΑ 10315/1993
3 Όζον (Ο3) (ανθρώπινη υγεία, από 1/1/2010) Φωτοµετρική µέθοδος UV (ISO FDIS 13964)
240 Όριο συναγερµού για 1 ώρα ΚΥΑ 38638/2005
Άντληση σε ροφητικό φυσίγγιο, ανάλυση µε αέρια
4 Βενζόλιο (C6H6) 5 1 έτος ΚΥΑ 9238/2004
χρωµατογραφία (πρότυπο CEN)
ΚΥΑ 10315/1993
5 Μονοξείδιο του Άνθρακα (CO) 10.000 (10 mg/m³) 8 ώρες Υπέρυθρη φασµατοµετρία χωρίς διασπορά (NDIR)
ΚΥΑ 9238/2004
Πτητικές οργανικές ενώσεις Υπάρχουν όρια εκποµπών βάση συγκεκριµένων
6 ΚΥΑ 11641/2002
(ΠΟΕ) δραστηριοτήτων
7 Πολυκ. Αρωµ. Υδρογ. (PAH) ∆εν υπάρχει κάποιο όριο ΚΥΑ 22306/2007
40
Περιθώριο υπέρβασης στις ωριαίες µετρήσεις: 24 φορές το χρόνο
41
Περιθώριο υπέρβασης στις 24ωρες µετρήσεις: 3 φορές το χρόνο
42
Περιθώριο υπέρβασης στις ωριαίες µετρήσεις: 18 φορές το χρόνο
43
Περιθώριο υπέρβασης στις 24ωρες µετρήσεις: 7 φορές το χρόνο (από 1/1/2010)
44
20µg/m3 από 1/1/2010
Πίνακας 4.2-23: Επιτρεπόµενα όρια εκποµπής αέριων και σωµατιδιακών ρύπων µη οδικών
κινητών µηχανηµάτων µε κινητήρες Diesel - Κ.Υ.Α. ∆13/0/121/2007 (ΦΕΚ 53/Β/24.1.2007)
ΗΜ/ΝΙΑ ∆ΙΑΘΕΣΗΣ
ΚΑΘΑΡΗ ΙΣΧΥΣ ΣΩΜΑΤΙ∆ΙΑ
ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ CO (g/kWh) HC (g/kWh) NOx (g/kWh)
(kW) (g/kWh)
ΑΓΟΡΑ
έως και 31/12/1999 18 έως 37 5,5 1,5 8 0,8
έως και 31/12/2005 19 έως 37 5,5 7,5 (άθροισµα HC και ΝΟx) 0,6
έως και 31/12/2009 19 έως 37 (*) 5,5 7,5 (άθροισµα HC και ΝΟx) 0,6
έως και 31/12/2010 37 έως 75 (*) 5 4,7 (άθροισµα HC και ΝΟx) 0,4
έως και 31/12/2009 75 έως 130 (*) 5 4 (άθροισµα HC και ΝΟx) 0,3
έως και 30/06/2005 130 έως 560 3,5 4 (άθροισµα HC και ΝΟx) 0,2
έως και 31/12/2009 130 έως 560 (*) 3,5 4 (άθροισµα HC και ΝΟx) 0,2
έως και 31/12/2012 130 έως 560 3,5 0,19 0,4 0,025
(*) Αφορά κινητήρες που λειτουργούν σε σταθερές στροφές
Οι παράγοντες που καθορίζουν την ποιότητα του ατµοσφαιρικού περιβάλλοντος µιας περιοχής
είναι ο τύπος και η ποσότητα του συνόλου των εκπεµπόµενων ρύπων, σε συνδυασµό πάντα µε τις
υφιστάµενες ατµοσφαιρικές συνθήκες της περιοχής.
Όσον αφορά το παρόν Έργο, η υφιστάµενη ποιότητα του ατµοσφαιρικού περιβάλλοντος στην
περιοχή µελέτης επηρεάζεται από τις εκποµπές των Ορυχείων και των ΑΗΣ του Λεκανοπεδίου,
ιδιαίτερα υπό δυσµενείς ατµοσφαιρικές συνθήκες (άπνοια).
Οι εν λόγω εκποµπές αφορούν κυρίως τις επιφανειακές εκµεταλλεύσεις κατά τις περιόδους
λειτουργίας της εξορυκτικής δραστηριότητας. Παράλληλα, αιωρούµενα σωµατίδια και σκόνη είναι
δυνατό να προκύψουν από τους χώρους απόθεσης αγόνων καθώς και τις εξοφληµένες βαθµίδες
των ορυχείων στις οποίες δεν έχει γίνει ακόµα αποκατάσταση, όπως και από τη µεταφορά των
υλικών. Ανάλογα µε το βάρος των αιωρούµενων σωµατιδίων, ο χρόνος παραµονής τους στην
ατµόσφαιρα και η οριζόντια απόσταση που διανύουν ποικίλει, σε συνδυασµό προφανώς µε τις
εκάστοτε µετεωρολογικές συνθήκες. Σηµειώνεται επίσης ότι, από τη λειτουργία των κινητήρων
των οχηµάτων των εργοταξίων, αναµένεται η εκποµπή αέριων ρύπων και κυρίως µονοξειδίου του
άνθρακα (CO), υδρογονανθράκων (H/C), οξειδίων του αζώτου (NOx), διοξειδίου του θείου (SO2),
µόλυβδου (Pb) και σωµατιδίων καπνού. Οι ποσότητες των ρύπων αυτών εξαρτώνται από τον τύπο
των οχηµάτων, το είδος των καυσίµων και τη συγκέντρωση των µηχανηµάτων στον χώρο.
Οι θέσεις εγκατάστασης των σταθµών µέτρησης ποιότητας της ατµόσφαιρας, έχουν επιλεγεί
σύµφωνα µε τα πορίσµατα Μελέτης διάχυσης-διασποράς αερίων ρύπων, που εκπόνησε για
λογαριασµό της ∆ΕΗ Α.Ε. το Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης, µε επιστηµονικό
υπεύθυνο τον καθ. Κ. Χρ. Ζερεφό. Οι θέσεις των σταθµών µέτρησης προτάθηκαν από τη ∆ΕΗ
Α.Ε. στην αρµόδια υπηρεσία του πρώην ΥΠΕΧΩ∆Ε, η οποία και τις ενέκρινε ως κατάλληλες και
αντιπροσωπευτικές για την καταγραφή της ποιότητας της ατµόσφαιρας της υπόψη περιοχής.
Οι ΚΥΑ ΕΠΟ των ΑΗΣ/Ορυχείων καθορίζουν τον απαιτούµενο αριθµό σταθµών µέτρησης, τους
µετρούµενους ρύπους και τις µετεωρολογικές παραµέτρους, την απαραίτητη υποδοµή για την καλή
λειτουργία του εξοπλισµού (κλιµατισµός, κ.λπ), την τηλεµετάδοση των στοιχείων σε
καθορισµένους αποδέκτες (περιλαµβανοµένης και της Ν.Α. Κοζάνης), καθώς και τη συλλογή και
την ηλεκτρονική αποθήκευση των µετρήσεων.
Παράλληλα µε τον εκσυγχρονισµό των υφισταµένων σταθµών µέτρησης της υπό µελέτη περιοχής,
εγκαθίστανται νέοι σταθµοί µέτρησης στις ευρύτερες περιοχές λειτουργίας των ΑΗΣ/ΑΣΠ της
∆ΕΗ Α.Ε., µε αποτέλεσµα να λειτουργούν σήµερα 30 σταθµοί µέτρησης σε ολόκληρη τη χώρα,
όπως εµφανίζονται στον Πίνακα 4.2-24.
Πίνακας 4.2-24: Σταθµοί µέτρησης ποιότητας ατµόσφαιρας της ∆ΕΗ Α.Ε. (περιοχή, αριθµός
και µετρούµενοι ατµοσφαιρικοί ρύποι)
ΑΡΙΘΜΟΣ
Α/Α ΘΕΣΗ ΜΕΤΡΟΥΜΕΝΟΙ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΟΙ ΡΥΠΟΙ
ΣΤΑΘΜΩΝ
1 Βόρειο Σύστηµα 9 SO2, NOx, PM10, PM2,5
2 Κερατσίνι 2 NOX, O3
3 Χανιά 3 NOX
ΣΥΝΟΛΟ 30
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα 4.2-24, στην ευρύτερη περιοχή της ∆υτικής Μακεδονίας (Βόρειο
Σύστηµα) είναι εγκατεστηµένοι εννέα (9) σταθµοί µέτρησης της ποιότητας της ατµόσφαιρας στις
θέσεις που φαίνονται στο Σχήµα 4.2-43.
Σχήµα 4.2-43: ∆ίκτυα µέτρησης ποιότητας ατµόσφαιρας στην ευρύτερη περιοχή των
Σταθµών Παραγωγής του ενεργειακού κέντρου της ∆ΕΗ Α.Ε. στη ∆υτική Μακεδονία –
Βόρειο Σύστηµα (Πηγή: ∆ΕΗ Α.Ε.)
Σηµειώνεται πως στο πλαίσιο της συστηµατικής µέριµνας για την αξιόπιστη καταγραφή της
ποιότητας του ατµοσφαιρικού αέρα, γίνονται συνεχώς αναβαθµίσεις και εκσυγχρονισµοί των
δικτύων ποιότητας της ατµόσφαιρας µε αντικατάσταση των παλαιών αναλυτών SO2, NOX, PM10 µε
σύγχρονους τελευταίας τεχνολογίας, καθώς και του βοηθητικού ηλεκτρονικού εξοπλισµού και των
λογισµικών προγραµµάτων για τη συλλογή, καταγραφή και τηλεµετάδοση των µετρήσεων (Σχήµα
4.2-44).
Σχήµα 4.2-44: Απεικόνιση του συστήµατος τηλεµετάδοσης του δικτύου των σταθµών
µέτρησης ποιότητας της ατµόσφαιρας του Βορείου Συστήµατος
Στο πλαίσιο της συµµόρφωσης στις απαιτήσεις της Οδηγίας 2008/50/ΕΚ, η ∆ΕΗ προχώρησε
πρόσφατα στον εκσυγχρονισµό των σταθµών µέτρησης ποιότητας ατµόσφαιρας των Ν. Κοζάνης
και Φλώρινας µε την αντικατάσταση ολόκληρου του µετρητικού εξοπλισµού του δικτύου. Η εν
λόγω αντικατάσταση πραγµατοποιήθηκε κατά το χρονικό διάστηµα 26.03.2009 – 16.04.2009. Με
την ως άνω αναβάθµιση, κάθε αναλυτής PM10 έχει πλέον τη δυνατότητα ταυτόχρονης µέτρησης
και του κλάσµατος των αναπνεύσιµων σωµατιδίων PM2,5.
Επίσης, στο πλαίσιο του Κανονισµού (ΕΚ) 166/2006 για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Μητρώου
έκλυσης και µεταφοράς ρύπων και για την τροποποίηση των Οδηγιών 91/689/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ
του Συµβουλίου, και σύµφωνα µε το υπ’αρ. Γ∆/ΟΡ/943/3.3.2010 έγγραφό της Γεν. ∆/νσης
Ορυχείων της ∆ΕΗ προς το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος & Αειφόρου Ανάπτυξης,
αποφασίστηκε η υλοποίηση µετρήσεων στα όρια της άδειας εκµετάλλευσης των Ορυχείων στο
πλαίσιο ερευνητικού προγράµµατος, που πρόκειται να αναθέσει η ∆ΕΗ Α.Ε. στο ΑΠΘ και στο ΤΕΙ
∆υτ. Μακεδονίας και αφορά στην «Ποσοτικοποίηση της συνεισφοράς των Ορυχείων του Λ.Κ.∆.Μ.
στις εκποµπές – συγκεντρώσεις PM10, από τις σηµερινές και τις προγραµµατιζόµενες δραστηριότητες,
στις πηγές και τους αποδέκτες». Με την ολοκλήρωση του ως άνω ερευνητικού προγράµµατος θα
υποβληθεί στις αρµόδιες υπηρεσίες η σχετική αναφορά που απαιτεί ο εν λόγω Κανονισµός σχετικά
µε τις ποσότητες των εκπεµόµενων σωµατιδίων.
Παράλληλα µε τα δεδοµένα των ως άνω σταθµών, παρατίθενται µετρήσεις από τους Σταθµούς
µέτρησης «Πεντάβρυσσος» ανάντη της Πτολεµαΐδας και «Κοιλάδα» κατάντη του ΑΗΣ Αγ.
∆ηµητρίου, οι οποίοι βρίσκονται βόρεια και νότια αντίστοιχα της περιοχής µελέτης. Οι θέσεις των
σταθµών σηµειώνονται στο Χάρτη Περιβαλλοντικής Παρακολούθησης, Χάρτης 4β,
Παράρτηµα Ι.
45
Έτος 2005: από 07.2004 έως 06.2005
Έτος 2006: από 07.2005 έως 06.2006 κλπ.
46
Για το εν λόγω χρονικό διάστηµα (2005-2008), δεν υπάρχουν δεδοµένα από το Σταθµό Μαυροπηγής, που
επίσης βρίσκεται πλησίον της περιοχής µελέτης
αφορά 24ωρες τιµές, το έτος 2006 στο σταθµό του Οικισµού πλησίον του ΑΗΣ Πτολεµαΐδας,
σηµειώθηκαν 4 υπερβάσεις (όριο 3 υπερβάσεις ετησίως), ενώ στο σταθµό της Ποντοκώµης
(πλησίον του ΑΗΣ Καρδιάς) δεν έχει σηµειωθεί καµία υπέρβαση. Στο σταθµό του Πεντάβρυσσου
(βόρεια της περιοχής µελέτης) δεν έχει σηµειωθεί καµία υπέρβαση και στο Σταθµό της Κοιλάδας ο
αριθµός των υπερβάσεων των ορίων των 125µg/m3 και 350µg/m3, είναι µηδενικός. Σηµειώνεται
πως στο σταθµό Ποντοκώµης, λόγω πτώσης κεραυνού, οι µετρήσεις SO2 για το έτος 2008 δε
λαµβάνονται υπόψη.
2008 0 0
2005 0 0
Σταθµός 2006 0 0
Ποντοκώµης 2007 0 0
2008 - -
2005 0 0
Σταθµός 2006 0 0
Πεντάβρυσσου 2007 0 0
2008 0 0
2005 - -
Σταθµός 2006 0 0
Κοιλάδας 2007 0 0
2008 0 0
* Περιθώριο υπέρβασης στις ωριαίες µετρήσεις: 24 φορές το χρόνο
** Περιθώριο υπέρβασης στις 24ωρες µετρήσεις: 3 φορές το χρόνο
Οι ετήσιοι αριθµητικοί µέσοι όροι συγκέντρωσης NO2 από το 2006 έως το 2008 για τους οποίους
και υπάρχουν µετρήσεις στους σταθµούς Πεντάβρυσσου και Κοιλάδας (για το 2006 υπάρχουν
µετρήσεις και για τους υπόλοιπους εξεταζόµενους σταθµούς) είναι σηµαντικά χαµηλοί έως και
µηδενικοί, ενώ δεν παρατηρείται υπέρβαση του ορίου των 200µg/m3 (βλ. Πίνακα 4.2-26) Το ίδιο
ισχύει και για τις συγκεντρώσεις ΝΟx, για τις οποίες υπάρχουν µετρήσεις µόνο για το 2006. Οι
συγκεντρώσεις NO2 και ΝΟx νότια της περιοχής µελέτης (Κοιλάδα) είναι σχετικά υψηλότερες των
συγκεντρώσεων βόρεια της περιοχής (Πεντάβρυσσο).
2008 - - -
2005 - - -
2008 - - -
2005 - - -
2008 0 - 2,00
2005 - - -
2008 0 - 2,07
* Περιθώριο υπέρβασης στις ωριαίες µετρήσεις: 18 φορές το χρόνο
** Ετήσια οριακή τιµή για την προστασία της βλάστησης (ΝΟx): 30 µg/m3
*** Ετήσια οριακή τιµή για την προστασία της ανθρώπινης υγείας (ΝΟ2): 40 µg/m3
• Αιωρούµενα σωµατίδια
Από 01/01/2005 καταργήθηκε η νοµοθεσία (Οδηγία 80/779/ΕΟΚ και ΠΥΣ 99/10.7.1987) η οποία
έθετε οριακές τιµές ως προς τα ολικά αιωρούµενα σωµατίδια (TSP). Αντί της νοµοθεσίας αυτής
ισχύει η 1999/30/EΚ/ΠΥΣ 34/30.05.2002 (ΦΕΚ 125Α/5.6.02), στην οποία καθορίζονται οριακές
τιµές για τα εισπνεύσιµα (PM10) σωµατίδια (βλ. Πίνακα 4.2-27) τα οποία αποτελούν ποσοστό των
ολικών. Η κατάργηση των ορίων για τα TSP οφείλεται στο γεγονός ότι ενδιαφέρον για την
ανθρώπινη υγεία παρουσιάζουν τα σωµατίδια εκείνα µε διάµετρο µικρότερη των 10 µm, δηλαδή
των PM10, καθώς όχι γιατί µόνο αιωρούνται για µεγαλύτερο χρόνο στην ατµόσφαιρα από τα TSP,
αλλά και γιατί λόγω της µικρής τους διαµέτρου, µπορούν να εισέλθουν ευκολότερα στο ανθρώπινο
αναπνευστικό σύστηµα. Έτσι, η θέσπιση οριακών τιµών για TSP αντικαταστάθηκε από τη θέσπιση
οριακών τιµών για PM10, προκειµένου να επιτευχθεί µία ακριβέστερη συσχέτιση της ποιότητας της
ατµόσφαιρας µε τις επιπτώσεις και τους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία. Στη συνέχεια, για
λόγους πληρότητας παρουσιάζονται τόσο οι µετρήσεις των ολικών όσο και των εισπνεύσιµων
σωµατιδίων (2005-2008), καθώς και η αναλογία των PM10 στο σύνολο των αιωρούµενων
σωµατιδίων, για κάθε έναν από τους σταθµούς µέτρησης (Οικισµός ∆ΕΗ, Ποντοκώµη,
Πεντάβρυσσος, Κοιλάδα) για τα έτη 2005 και 2006. Σηµειώνεται ότι από το 2007 δεν
πραγµατοποιούνται µετρήσεις TSP σε κανέναν από τους σταθµούς µέτρησης του δικτύου.
2005 62 39 136
2008 46 35 -
2005 6 18 137
2008 - - -
2005 31 29 95
Σταθµός 2006 44 33 97
Πεντάβρυσσου 2007 101 45 -
2008 31 32 -
2005 2 23 92
Σταθµός 2006 0 17 78
Κοιλάδας 2007 28 33 -
2008 30 32 -
* Περιθώριο υπέρβασης στις 24ωρες µετρήσεις: 35 φορές το χρόνο
** Ετήσια οριακή τιµή για την προστασία της ανθρώπινης υγείας: 40 µg/Nm3
*** ∆εν υπάρχουν θεσµοθετηµένες οριακές τιµές για TSP
• Στο σταθµό του Οικισµού, που βρίσκεται πλησίον του ΑΗΣ Πτολεµαΐδας, σε όλα τα έτη µε
εξαίρεση το 2006, σηµειώθηκαν υπερβάσεις στον επιτρεπτό αριθµό 24ωρων µετρήσεων που
υπερβαίνουν τα 50 µg/m3. Υπογραµµίζεται όµως, ότι o ετήσιος αριθµητικός µέσος όρος των
µέσων 24ωρων τιµών συγκέντρωσης των εισπνεύσιµων σωµατιδίων (PM10) είναι για όλα τα
έτη συστηµατικά χαµηλότερος από το όριο των 40µg/m3.
• Στο σταθµό της Ποντοκώµης, που βρίσκεται πλησίον του ΑΗΣ Καρδιάς και των Ορυχείων Ν.
Πεδίου και Καρδιάς, µε εξαίρεση το 2005, όλα τα υπόλοιπα έτη σηµειώθηκαν υπερβάσεις στον
επιτρεπτό αριθµό 24ωρων µετρήσεων που ξεπερνούν τα 50 µg/m3. Όµως, o ετήσιος
αριθµητικός µέσος όρος των µέσων 24ωρων τιµών συγκέντρωσης των εισπνεύσιµων
σωµατιδίων (PM10) είναι για όλα τα έτη συστηµατικά χαµηλότερος από το όριο των 40µg/m3.
Στον εν λόγω σταθµό, λόγω πτώσης κεραυνού, οι µετρήσεις PM10 για το έτος 2008 δε
λαµβάνονται υπόψη.
• Βόρεια και ανάντη της περιοχής µελέτης, στο σταθµό Πεντάβρυσσου, τα έτη 2006 και 2007
παρατηρούνται υπερβάσεις στον επιτρεπτό αριθµό 24ωρων µετρήσεων που ξεπερνούν τα 50
µg/m3, οι οποίες ανέρχονται σε 9 και 66 υπερβάσεις αντίστοιχα επιπλέον του ορίου των 35.
Παρόλα αυτά, o ετήσιος αριθµητικός µέσος όρος των µέσων 24ωρων τιµών συγκέντρωσης των
εισπνεύσιµων σωµατιδίων (PM10) δε ξεπερνά το όριο των 40µg/m3, µε εξαίρεση το 2007 όπου
σηµειώνεται υπέρβαση µε τιµή 45µg/m3.
• Στο σταθµό της Κοιλάδας, νότια του Έργου, οι συγκεντρώσεις εισπνεύσιµων σωµατιδίων
(PM10) είναι συστηµατικά χαµηλές και εντός των θεσµοθετηµένων ορίων. Ο ετήσιος
αριθµητικός µέσος όρος των µέσων 24ωρων τιµών συγκέντρωσης PM10 κυµαίνεται από
17µg/m3 (2006) έως 33µg/m3 (2007), µε όριο τα 40µg/m3.
Όσον αφορά την αναλογία των PM10 και των TSP για τα έτη 2005 και 2006 που υπάρχουν
δεδοµένα TSP, όπως φαίνεται στα Σχήµατα 4.2-45 έως 4.2-48 η αναλογία των PM10 και των TSP
δεν είναι η ίδια για τα δύο έτη. Έτσι, ενώ για την Ποντοκώµη και το Πεντάβρυσσο η αναλογία των
PM10 στο σύνολο των αιωρούµενων σωµατιδίων το 2005 ήταν 13% και 31% αντίστοιχα, το 2006
το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σε 25% και 34%. Στον Οικισµό ∆ΕΗ και την Κοιλάδα, η αναλογία
των PM10 στο σύνολο των αιωρούµενων σωµατιδίων ήταν 29% και 25% το 2005 και µειώθηκε σε
23% και 22% αντίστοιχα το 2006.
13%
25%
75%
87%
Σχήµα 4.2-45: Συσχέτιση ολικών αιωρούµενων (TSP) και εισπνεύσιµων (PM10) σωµατιδίων
στο σταθµό Ποντοκώµη για τα έτη 2005 και 2006
ΟΙΚΙΣΜΟΣ 2005
ΟΙΚΙΣΜΟΣ 2006
29% 23%
71% 77%
PM10 TSP
PM10 TSP
Σχήµα 4.2-46: Συσχέτιση ολικών αιωρούµενων (TSP) και εισπνεύσιµων (PM10) σωµατιδίων
στο σταθµό Οικισµού ∆ΕΗ για τα έτη 2005 και 2006
ΠΕΝΤΑΒΡΥΣΟΣ 2005
ΠΕΝΤΑΒΡΥΣΟΣ 2006
31%
34%
66%
69%
PM10 TSP
PM10 TSP
Σχήµα 4.2-47: Συσχέτιση ολικών αιωρούµενων (TSP) και εισπνεύσιµων (PM10) σωµατιδίων
στο σταθµό στο Πεντάβρυσσο για τα έτη 2005 και 2006
ΚΟΙΛΑ∆Α 2005
ΚΟΙΛΑ∆Α 2006
25% 22%
75% 78%
PM10 TSP
PM10 TSP
Σχήµα 4.2-48: Συσχέτιση ολικών αιωρούµενων (TSP) και εισπνεύσιµων (PM10) σωµατιδίων
στο σταθµό της Κοιλάδας για τα έτη 2005 και 2006
Στη συνέχεια παρατίθενται στοιχεία από την έκθεση του έργου: «Αποτίµηση της ποιότητας της
ατµόσφαιρας στον οικισµό Ακρινής του ∆ήµου Ελλησπόντου Ν. Κοζάνης», που εκπονήθηκε το 2008
στο πλαίσιο σχετικής σύµβασης της ∆ΕΗ Α.Ε. µε το Κέντρο Τεχνολογικής Έρευνας (ΚΤΕ)
∆υτικής Μακεδονίας. Σηµειώνεται ότι, δυτικά του οικισµού (περιπου 2,5 km) βρίσκονται
αποθέσεις αγόνων, νοτιοδυτικά, σε απόσταση περίπου 3 km, βρίσκεται το µέτωπο εκσκαφής του
Ορυχείου Ν. Πεδίου, νότια και σε απόσταση έως και µικρότερη των 1,5 km οι ταινίες µεταφοράς
λιγνίτη και τέφρας, ενώ νοτιοανατολικά του οικισµού βρίσκεται ο ΑΗΣ Αγ. ∆ηµητρίου (3,5km).
Στο πλαίσιο της εν λόγω µελέτης πραγµατοποιήθηκαν συνεχείς µετρήσεις συγκεντρώσεων SO2,
NO, ΝΟ2, CO, PM10, καθώς και διεύθυνσης και ταχύτητας ανέµου, µε τη χρήση κινητού σταθµού
µέτρησης ατµοσφαιρικής ρύπανσης που εγκαταστάθηκε στη νότιο-νοτιοδυτική πλευρά του
οικισµού. Οι εν λόγω µετρήσεις καλύπτουν συνεχή περίοδο 14 µηνών και σγκεκριµένα τη χρονική
περίοδο από 14.11.2006 έως 21.01.2008.
Επίσης, από την ανάλυση του συνόλου των µετρήσεων των ανεµολογικών δεδοµένων προκύπτει
ότι στην περιοχή επικρατούν ασθενείς άνεµοι κυρίως ΒΒΑ διεύθυνσης. Σηµειώνεται το γεγονός
ότι υπάρχει µεγάλο ποσοστό άπνοιας (61,5%), το οποίο σε συνδυασµό µε τα τοπιολογικά
χαρακτηριστικά της περιοχής ευνοούν τη συσσώρευση και τον εγκλωβισµό των σωµατιδιακών
ρύπων στην κοιλάδα που είναι εγκατεστηµένος ο οικισµός.
Σύµφωνα πάντως µε την εν λόγω µελέτη, «οι µετρήσεις που πραγµατοποιήθηκαν και αναλύθηκαν
στο πλαίσιο της εργασίας αυτής οδηγούν σε συµπεράσµατα για την ποιότητα του αέρα στην περιοχή
την περίοδο των µετρήσεων, τα οποία ωστόσο δεν έχουν «κλιµατικά» χαρακτηριστικά. Αναφέρονται
σε περίοδο ενός έτους, το οποίο δε µπορεί να χαρακτηρισθεί «αντιπροσωπευτικό» από πλευρας
µετεωρολογικών συνθηκών που επικράτησαν». Στα συµπεράσµατα της µελέτης σηµειώνεται επίσης
η ανάγκη για προσωµοίωση και χρήσης κατάλληλων µοντέλων για την λεπτοµερέστερη
διερεύνηση των συνθηκών δηµιουργίας µεγάλων συγκεντρώσεων ρύπανσης αλλά και την
περιγραφή της διασποράς των ρύπων από κάθε πηγή ξεχωριστά.
Παράλληλα αξίζει να αναφερθεί ότι από το 2007 που πραγµατοποιήθηκαν οι ως άνω µετρήσεις
έως και σήµερα, έχουν σηµειωθεί σηµαντικές βελτιώσεις όσον αφορά τη µείωση των εκποµπών
των λιγνιτικών ΑΗΣ, αφού:
• Εντός του 2008 ολοκληρώθηκε το Έργο «Αναβάθµιση των υφιστάµενων και προσθήκη
νέων Η/Φ των Μονάδων Ι έως IV του ΑΗΣ Αγίου ∆ηµητρίου», συµβατικού τιµήµατος 130
εκ. €, µε άριστα αποτελέσµατα.
• Στον ΑΗΣ Καρδιάς ολοκληρώθηκε η αναβάθµιση του ηλεκτρολογικού και µηχανολογικού
εξοπλισµού των Ηλεκτροστατικών Φίλτρων Τέφρας των Μονάδων Ι και ΙΙ και παράλληλα
βελτιώθηκε το µίγµα καυσίµου, µε ανάµιξη του τροφοδοτούµενου λιγνίτη από το Ορυχείο
Καρδιάς µε λιγνίτη από το Νότιο Πεδίο. Ως αποτέλεσµα των δράσεων αυτών οι εκποµπές
σκόνης των Μονάδων του ΑΗΣ Καρδιάς µειώθηκαν σηµαντικά.
• Στον ΑΗΣ Πτολεµαΐδας, εντατικοποιήθηκαν οι συντηρήσεις των υφισταµένων
Ηλεκτροστατικών Φίλτρων Τέφρας των Μονάδων. Παράλληλα, από τις αρχές του 2010,
περιορίστηκε η φόρτιση της Μονάδας Ι και θα ακολουθήσει αντίστοιχος περιορισµός για
τη Μονάδα ΙΙ µε την πρόοδο του Έργου της νέας Μονάδας Πτολεµαΐδας V.
Συνεπώς, λόγω των ως άνω βελτιώσεων οι εκποµπές PM10 έχουν µειωθεί, και ως εκ τούτου η
ποιότητα του ατµοσφαιρικού περιβάλλοντος στην Ακρινή, τουλάχιστον στο βαθµό συνεισφοράς
των εκποµπών των ΑΗΣ και κυρίως του γειτονικου ΑΗΣ Αγ. ∆ηµητρίου αναµένεται να
παρουσιάζει στο παρόν βελτίωση σε σχέση µε το 2007.
Επίσης από το 2009 εφαρµόζεται βελτιωµένο σύστηµα διαβροχής στα 4km του Τ/∆ µεταφοράς
τέφρας του ΑΗΣ Αγ. ∆ηµητρίου που προβλέπεται εντός του 2010 να επεκταθεί για επιπλέον 4km,
µε αποτέλεσµα τον περιορισµό των εκποµπών σωµατιδίων (βλ. Ενότητες 5.6.2 και 7.3.1.1).
Επιπλέον, από το 2009 έχουν µειωθεί σηµαντικά οι αποθέσεις αγόνων στην εξωτερική απόθεση
του Νοτίου Πεδίου και που προβλέπονται να ολοκληρωθούν το 2012.
Σύµφωνα µε τα παραπάνω, και όσον αφορά την ποιότητα του ατµοσφαιρικού περιβάλλοντος στην
περιοχή µελέτης όπως αυτή αποτυπώνεται από τις σχετικές µετρήσεις στους Σταθµούς «Οικισµός
∆ΕΗ», «Ποντοκώµη», «Πεντάβρυσσος» και «Κοιλάδα» τα έτη 2005 έως 2008, αλλά και µε βάση
τις µετρήσεις στον οικισµό της Ακρινής το 2007, σηµειώνονται τα εξής συµπεράσµατα:
• ∆ιαπιστώνεται σε γενικές γραµµές τήρηση του ορίου υπερβάσεων της ωριαίας οριακής τιµής
SO2 που ορίζει η κείµενη νοµοθεσία, µε περιορισµένες υπερβάσεις. Το 2006 στον Οικισµό
∆ΕΗ διαπιστώθηκε µία επιπλέον υπέρβαση έναντι του επιτρεπτού αριθµού των τριών (3)
υπερβάσεων της σχετικής 24ωρης οριακής τιµής SO2.
• Οι συγκεντρώσεις ΝΟ2 και ΝΟX βρίσκονται σε ιδιαίτερα χαµηλά επίπεδα και δε διαπιστώθηκε
υπέρβαση των σχετικών θεσµοθετηµένων ορίων.
• Στην Ακρινή οι συγκεντρώσεις PM10 (2007) είναι υψηλές, υπερβαίνοντας τα ανώτατα
θεσµοθετηµένα όρια τόσο τη µέσης ετήσιας συγκέντρωσης (44µg/m3 µε όριο 40µg/m3), όσο
και του επιτρεπτού αριθµού 24ωρων µετρήσεων που ξεπερνούν τα 50 µg/m3 (83 υπερβάσεις
µε όριο 35). Οι συγκεντρώσεις των υπόλοιπων αέριων ρύπων (SO2, NOx, CO) είναι πολύ
χαµηλότερες των σχετικών ορίων. Το µεγάλο ποσοστό άπνοιας (61,5%) και τα τοπιολογικά-
µικροκλιµατικά χαρακτηριστικά της περιοχής ευνοούν σε πολλές περιπτώσεις την
συσσώρευση και µη αποτελεσµατική διασπορά των ρύπων.
• Όσον αφορά τα εισπνεύσιµα σωµατίδια (PM10), ο επιτρεπτός αριθµός υπερβάσεων της
ηµερήσιας οριακής τιµής συγκέντρωσης PM10, µε εξαίρεση το σταθµό της Κοιλάδας όπου ο
συγκεκριµένος αριθµός είναι χαµηλότερος του σχετικού ορίου για όλα τα έτη, σε όλους τους
υπόλοιπους σταθµούς παρατηρούνται κατά περίπτωση υπερβάσεις του εν λόγω ορίου στην
εξεταζόµενη περίοδο. Πάρα ταύτα, οι µέσες ετήσιες τιµές συγκέντρωσης βρίσκονται εντός
του ορίου των 40µg/m3 σε όλους τους εξεταζόµενους σταθµούς, µε εξαίρεση το σταθµό του
Πεντάβρυσσου, που για το έτος 2007 η αντίστοιχη µέση ετήσια συγκέντρωση είναι 45µg/m3.
Από τα παραπάνω, εξάγεται το συµπέρασµα ότι η ποιότητα της ατµόσφαιρας στην περιοχή του
Εργου, επηρεάζεται µερικώς από τη λειτουργία των ορυχείων (Λ.Κ.∆.Μ) και των ΑΗΣ. Καρδιάς,
Πτολεµαΐδας, Αγ. ∆ηµητρίου και Αµυνταίου, που αποτελούν πηγή εκποµπών ατµοσφαιρικών
ρύπων, κυρίως σωµατιδιακών. Επιπρόσθετα όµως, πηγές ατµοσφαιρικής ρύπανσης είναι, η
κυκλοφορία εργοταξιακών και µη οχηµάτων στο οδικό δίκτυο της περιοχής, καθώς και άλλες
ανθρωπογενείς δραστηριότητες.
Εποµένως, είναι αναγκαία η ποσοτικοποίηση της συνεισφοράς της κάθε πηγής εκποµπών
ατµοσφαιρικών ρύπων χωριστά, στη συνολική κατάσταση της ποιότητας της ατµόσφαιρας, όπως
αυτή καταγράφεται από τους σταθµούς µέτρησης ποιότητας ατµόσφαιρας του δικτύου της ∆ΕΗ.
Στο πλαίσιο αυτό, η ∆ΕΗ Α.Ε. συνεργάζεται µε πανεπιστηµιακά ιδρύµατα και χρηµατοδοτεί
ερευνητικά προγράµµατα µε στόχο τον προσδιορισµό του ποσοστού συµµετοχής των πηγών
εκποµπής στην ποιότητα της ατµόσφαιρας της περιοχής, αλλά και την ποσοτικοποίηση των αερίων
εκποµπών (και στη συνέχεια συγκεντρώσεων) ανά δραστηριότητα. Στη συνέχεια γίνεται ειδική
αναφορά σε 2 σχετικά προγράµµατα:
Στο πλαίσιο των απαιτήσεων των περιβαλλοντικών όρων για τη λειτουργία των Λιγνιτωρυχείων
της ∆ΕΗ Α.Ε., η τελευταία σε συνεργασία µε το Εθνικό Κέντρο Φυσικών Επιστηµών
«∆ΗΜΟΚΡΙΤΟΣ» πραγµατοποίησε µετρήσεις ραδιενέργειας στον εξορυσσόµενο λιγνίτη και
συγκεκριµένα σε 25 αντιπροσωπευτικά δείγµατα λιγνιτών µεταξύ των οποίων και από την περιοχή
της Πτολεµαΐδας. Σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα των µετρήσεων, τα οποία κοινοποιήθηκαν και
στην Ελληνική Επιτροπή Ατοµικής Ενέργειας (Ε.Ε.Α.Ε.), η ραδιενέργεια του λιγνίτη είναι πολύ
χαµηλότερη από τα όρια εξαίρεσης και κατά συνέπεια «απαλλάσσεται περαιτέρω ελέγχου και
απαιτήσεων κανονισµών ακτινοπροστασίας».
Οι δονήσεις και ο θόρυβος που προέρχονται από τη λειτουργία των ορυχείων και των συναφών µε
αυτά εγκαταστάσεων διακρίνονται σε:
A) ∆ονήσεις και θόρυβο που προέρχονται, κατά κύριο λόγο, από την λειτουργία εργοταξιακών
µηχανηµάτων και εγκαταστάσεων καθώς και την κίνηση βαρέων οχηµάτων στο εργοταξιακό και
δηµόσιο οδικό δίκτυο. Η επίδρασή τους στον άνθρωπο και στα στοιχεία του περιβάλλοντος που
βρίσκονται στην εγγύς περιοχή, είναι συνεχής και διαρκεί όσο χρόνο πραγµατοποιούνται οι
αντίστοιχες εργασίες. Έχουν γενικά µικρή ένταση και ακτίνα επιρροής, η οποία στις περισσότερες
των περιπτώσεων περιορίζεται στα όρια των εργοταξίων. Το συγκεκριµένο αντικείµενο αφορά τον
περιβαλλοντικό θόρυβο και αναπτύσσεται στην Ενότητα 4.2.8.1.
B) ∆ονήσεις και θόρυβος/ωστικό κύµα που προέρχονται από τις εργασίες εξόρυξης µε χρήση
εκρηκτικών υλών (ανατινάξεις). Η διάρκεια της επίδρασής τους στον άνθρωπο και στις
κατασκευές, που βρίσκονται στον περιβάλλοντα της εξόρυξης χώρο, είναι της τάξεως των ολίγων
δευτερολέπτων. Έχουν γενικά µεγάλη ακτίνα επιρροής και ένταση, η οποία δυνητικά µπορεί να
προκαλέσει βλάβες στις κατασκευές, σχεδόν δε πάντα προκαλούν ενόχληση και δυσφορία στον
άνθρωπο, όταν τις αντιλαµβάνεται. Το συγκεκριµένο αντικείµενο αναπτύσσεται στην Ενότητα
4.2.8.2.
Εισαγωγή
Για τον περιβαλλοντικό θόρυβο χρησιµοποιείται η κλίµακα Α [dB(A)] που δίνει έµφαση στις
συχνότητες γύρω στα 2000 Hz. Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι ο περιβαλλοντικός θόρυβος
υπολογίζεται σε λογαριθµική κλίµακα. Για το λόγο αυτό, το άθροισµα δύο θορύβων της ίδιας
ακουστικής στάθµης Lo σε dB(A) θα έχει ως αποτέλεσµα, ασχέτως της στάθµης θορύβου, µία
αύξηση 3 dB(A), δηλαδή µια συνολική στάθµη Lo+3 dB(A). Έτσι, η άθροιση 10 θορύβων της ίδιας
στάθµης Lo θα δώσει ένα συνολικό θόρυβο Lo+10 dB(A)47. Σηµειώνεται ότι η διαφορά των 3
dB(A) στην άθροιση δύο θορύβων είναι πολύ δύσκολο να γίνει αντιληπτή από το ανθρώπινο αυτί,
ενώ µία αύξηση 10 dB(Α) αυξάνει σηµαντικά την ηχητική εντύπωση ή γενικότερα την ακουστική
όχληση. Ανάλογα, µία µείωση κατά 10dB(Α) βελτιώνει αισθητά αυτή την εντύπωση. Στο Σχήµα
4.2-49 δίνονται τυπικά παραδείγµατα στάθµης θορύβου της κλίµακας dB(A).
47
LpTotal=10log(10Lp1/10 + 10Lp2/10 +…), όπου:
LpTotal: η ολική ακουστική στάθµη θορύβου (άθροισµα)
Lpi: Οι επί µέρους στάθµες θορύβου
140
160 επίπεδο θορύβου
140
120
120
100
100
80
80
60
60
dB(A)
40
40
20
20
0
κατώφλι πόνου
κατώφλι ακοής
αερόσφυρα
υπαίθρος
πολυσύχναστος
δωµατίο
ενόχλησης
συζήτηση
ύπαιθρος
κατώφλι
δρόµος
Σχήµα 4.2-49: Τυπικά παραδείγµατα ακουστικής στάθµης θορύβου σε dB(A)
Η επίδραση του εκπεµπόµενου θορύβου στο ακουστικό και, κατ’ επέκταση, στο ανθρωπογενές
περιβάλλον σχετίζεται µε την επίδραση στο σύστηµα ακοής του ανθρώπου (προσωρινή ή µόνιµη),
την επίδραση σε άλλα βιολογικά συστήµατα του ανθρώπου (π.χ. νευρικό σύστηµα), καθώς και την
επίδραση στις ανθρώπινες δραστηριότητες (π.χ. η απόδοση και γενικότερα η προσοχή για
εκτέλεση µιας εργασίας µπορεί να αυξηθεί ή να µειωθεί ανάλογα µε τη στάθµη του θορύβου).
Επίσης, αυξηµένα επίπεδα θορύβου αποτελούν σε γενικό κανόνα παράγοντα υποβάθµισης των
οικοσυστηµάτων. Η ευαισθησία των ζώων στο θόρυβο όµως διαφέρει ανάλογα µε τα επιµέρους
είδη. Η αντίδραση των ζώων στο ερέθισµα της ηχητικής όχλησης είναι η αποµάκρυνσή τους από
την πηγή της όχλησης, ενώ συνεχής και σε κοντινή απόσταση όχληση δηµιουργεί στα ζώα την
ανάγκη να βρίσκονται σε παρατεταµένη επαγρύπνηση, περιορίζοντας το χρόνο βόσκησης,
ξεκούρασης και άλλων δραστηριοτήτων. Η όχληση µπορεί να επηρεάσει επίσης την επιλογή
ενδιαιτήµατος αλλά και την αναπαραγωγική διαδικασία των ζώων.
Για τον καθορισµό των επιπέδων του περιβαλλοντικού θορύβου χρησιµοποιούνται συχνά οι
ποσοστοµετρικοί δείκτες θορύβου Ln, όπου n είναι το ποσοστό του χρόνου µέτρησης κατά το
οποίο υπήρξε υπέρβαση της ηχοστάθµης L (π.χ. L10 = 49 dΒ(A), σηµαίνει ότι στο 10% του χρόνου
µέτρησης ο θόρυβος ήταν µεγαλύτερος από 49 dΒ(A). Επίσης, χρησιµοποιούνται οι δείκτες Lmax,
Lmin που δίνουν αντίστοιχα τη µέγιστη και την ελάχιστη τιµή της παρατηρούµενης ηχοστάθµης
κατά τη διάρκεια της περιόδου παρατήρησης. Τέλος, αρκετά συχνά χρησιµοποιείται η ισοδύναµη
συνεχής στάθµη ήχου (Equivalent Continuous Sound Level) Leq, που εκφράζει τη συνεχή εκείνη
στάθµη θορύβου η οποία σε ορισµένη χρονική περίοδο έχει το ίδιο ενεργειακό περιεχόµενο µε
αυτό του πραγµατικού θορύβου σταθερού ή µεταβαλλόµενου κατά την ίδια περίοδο.
Περιοχές αστικές 50
m≤15 105
Χειροκατευθυνόµενες συσκευές θραύσης
15<m<30 92 + 11 log m
σκυροδέµατος και αερόσφυρες
m>30 94 + 11 log m
P≤15 97
Αεροσυµπιεστές
P>15 95 + 2 log P
Σηµειώνεται επίσης πως δεν υπάρχουν θεσµοθετηµένα όρια θορύβου σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο
που να σχετίζονται µε τη χλωρίδα και την πανίδα, παρά το γεγονός ότι η ηχορρύπανση αποτελεί
παράγοντα υποβάθµισης των οικοσυστηµάτων.
Η συχνότητα των µετρήσεων, διάρκειας 5min, είναι µηνιαία, υπερκαλύπτοντας τις σχετικές
απαιτήσεις των περιβαλλοντικών όρων για συχνότητα µετρήσεων 2 φορές το έτος. Παράλληλα,
µια ή δυο φορές το έτος πραγµατοποιούνται 24ωρες µετρήσεις στα όρια του οικισµού της
Μαυροπηγής, τα αποτελέσµατα των οποίων συνοψίζονται στον Πίνακα 4.2-30. Τα αποτελέσµατα
των υπόλοιπων µετρήσεων παρουσιάζονται στα Σχήµατα 4.2-50 έως 4.2-56 που ακολουθούν48:
48
2006: Ιούλιος 2005 έως Ιούνιος 2006
2007: Ιούλιος 2006 έως Ιούνιος 2007
2008: Ιούλιος 2007 έως Ιούνιος 2008
55
50
45
Leq - dB (A)
2006
40 2007
2008
35
30
25
Αυγ
Νοε
Φεβ
Ιουλ
Ιαν
Ιουν
Σεπ
∆εκ
Οκτ
Μαϊ
Μαρ
Απρ
Σχήµα 4.2-50: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Μαυροπηγή
60
55
50
Leq - dB (A)
2006
45 2007
2008
40
35
30
Αυγ
Νοε
Φεβ
Ιουλ
Ιαν
Ιουν
Σεπ
∆εκ
Οκτ
Μαϊ
Μαρ
Απρ
50
45
Leq - dB (A)
40
2006
2007
2008
35
30
25
Αυγ
Νοε
Φεβ
Ιουλ
Ιαν
Ιουν
Σεπ
∆εκ
Οκτ
Μαϊ
Μαρ
Απρ
Σχήµα 4.2-52: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Αγ. Χριστόφορος
55
50
Leq - dB (A)
45
2006
2007
2008
40
35
30
Αυγ
Νοε
Φεβ
Ιουλ
Ιαν
Ιουν
Σεπ
∆εκ
Οκτ
Μαϊ
Μαρ
Απρ
50
45
Leq - dB (A)
40
2006
2007
2008
35
30
25
Αυγ
Νοε
Φεβ
Ιουλ
Ιαν
Ιουν
Σεπ
∆εκ
Οκτ
Μαϊ
Μαρ
Απρ
Σχήµα 4.2-54: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Σπηλιά
55
50
45
Leq - dB (A)
2006
40 2007
2008
35
30
25
Αυγ
Νοε
Φεβ
Ιουλ
Ιαν
Ιουν
Σεπ
∆εκ
Οκτ
Μαϊ
Μαρ
Απρ
55
50
45
Leq - dB (A)
2006
40 2007
2008
35
30
25
Αυγ
Νοε
Φεβ
Ιουλ
Ιαν
Ιουν
Σεπ
∆εκ
Οκτ
Μαϊ
Μαρ
Απρ
Σχήµα 4.2-56: Ισοδύναµη στάθµη θορύβου Leq, Ακρινή
Όπως προκύπτει από τα Σχήµατα 4.2-50 έως 4.2-56 που αφορούν τις µετρήσεις θορύβου στους
εξεταζόµενους οικισµούς, αλλά και τον Πίνακα 4.2-30 που αφορά 24ωρες µετρήσεις θορύβου στη
Μαυροπηγή, τα επίπεδα θορύβου δεν ξεπερνούν το σχετικό όριο των 55 dΒ(Α) σε κανένα από
τους οικισµούς για τα έτη 2006 έως 2008 για περιοχές που επικρατεί εξίσου το βιοµηχανικό και το
αστικό στοιχείο (Π.∆. 1180/1981). Εξαίρεση στο παραπάνω αποτελεί η οριακή υπέρβαση (56,1
dΒ(Α)) στην 24ωρη µέτρηση στην Μαυροπηγή στις 20/02/08. Σηµειώνεται ότι, σε ορισµένες
περιπτώσεις (Αγ. Χριστόφορος, Σπηλιά), ο θόρυβος δεν υπερβαίνει τα 45 dΒ(Α), ενώ αρκετές
µετρήσεις βρίσκονται κάτω από τα 35 dΒ(Α). Επίσης, σηµειώνονται τα ακόλουθα:
• Η στάθµη θορύβου στους οικισµούς Πτελεώνα και Σπηλιάς παραµένουν χαµηλές, παρότι
οι εξορυκτικές δραστηριότητες επεκτείνονται προς τη συγκεκριµένη κατεύθυνση.
• Η στάθµη θορύβου στους οικισµούς Ποντοκώµης και Μαυροπηγής, οι οποίοι πρόκειται να
απαλλοτριωθούν έως το 2012, παραµένει εντός των θεσµοθετηµένων ορίων, µε εξαίρεση
την 24ωρη µέτρηση στην Μαυροπηγή στις 20/02/08 µε τιµή 56,1 dΒ(Α).
• Ο θόρυβος στους οικισµούς Αγίου Χριστόφορου και Καρυοχωρίου είναι σχετικά
περιορισµένος (<45 dΒ(Α)), λόγω της απόστασης από τους ενεργούς τοµείς των ορυχείων
αλλά και του τοπογραφικού αναγλύφου που δηµιουργήθηκε µετά τη δηµιουργία του
ηχοφράγµατος του Καρυοχωρίου και της απόθεσης του Ορυχείου Β. Τοµέα.
• Η στάθµη θορύβου στα δυτικά όρια του οικισµού της Ακρινής δε ξεπερνά τα 50 dΒ(Α)).
Ως εκ τούτου, τα επίπεδα θορύβου σε όλους τους οικισµούς εξαιτίας της λειτουργίας των ορυχείων
ή οποιαδήποτε άλλης φυσικής ή ανθρωπογενούς δραστηριότητας διατηρούνται σε χαµηλά επίπεδα
και βρίσκονται εντός των επιτρεπόµενων ορίων, προλαµβάνοντας την όποια δυνητική
περιβαλλοντική όχληση στους γύρω οικισµούς.
Η ενότητα που ακολουθεί αφορά την εξέταση των δυνητικών δονήσεων από τη χρήση εκρηκτικών
κατά την εξόρυξη. Στα εξεταζόµενα Ορυχεία Πτολεµαΐδας χρήση εκρηκτικών γίνεται µόνο στο
Ορυχείο του Νότιου Πεδίου, καθώς στα υπόλοιπα µέτωπα εκµετάλλευσης, η εξόρυξη του λιγνίτη
γίνεται µόνο µε µηχανικά µέσα.
Ο κατάλληλος σχεδιασµός και εκτέλεση των εργασιών διάτρησης, γόµωσης και πυροδότησης κατά
τη διάρκεια των εξορυκτικών εργασιών µπορεί να περιορίσει το µέγεθος των δονήσεων και του
αέριου ωστικού κύµατος, σε επίπεδα που πρακτικά δεν είναι ενοχλητικά, αλλά θα πρέπει να
επισηµανθεί ότι υπάρχουν και παράγοντες, όπως οι τοπικές γεωλογικές συνθήκες, το τοπογραφικό
ανάγλυφο, οι µετεωρολογικές συνθήκες και βέβαια η ποιότητα των κατασκευών που παίζουν
σηµαντικό ρόλο στην διαµόρφωση του τελικού αποτελέσµατος.
Το µέγεθος της δόνησης εξαρτάται από την ποσότητα της εκρηκτικής ύλης που εκρήγνυται και
από την απόσταση µεταξύ του σηµείου που γίνεται αισθητή η δόνηση και του µετώπου εξόρυξης.
Η µέγιστη ταχύτητα δόνησης σωµατιδίων αποτελεί την πλέον χαρακτηριστική παράµετρο για την
εκτίµηση της σφοδρότητας µιας δόνησης που προέρχεται από ανατινάξεις και χρησιµοποιείται σε
σχετικούς κανονισµούς για την εκτίµηση των δυνητικών επιπτώσεων των δονήσεων επί των
κατασκευών, είτε ως η µοναδική παράµετρος, όπως συµβαίνει στην περίπτωση του Κανονισµού
Μεταλλευτικών και Λατοµικών Εργασιών (ΚΜΛΕ), είτε σε συνδυασµό µε τη συχνότητα της
δόνησης, όπως στο Γερµανικό Κανονισµό – Πρότυπο DIN 4150 που είναι και το συνηθέστερο.
Έχει διαπιστωθεί ότι η µέγιστη ταχύτητα δόνησης σωµατιδίων (V) σε mm/s, που αναµένεται σε
ένα σηµείο που απέχει απόσταση (D) σε m, από τη θέση της ανατίναξης, και η ποσότητα της
εκρηκτικής ύλης που εκρήγνυται ταυτόχρονα (W) σε kg, για ανατινάξεις που γίνονται σε υπαίθρια
µέτωπα, συνδέονται µε τη σχέση:
−β
D
V = H (mm/s)
W
D
Ο λόγος ονοµάζεται ανηγµένη απόσταση (Scaled Distance – SD) και εκφράζεται σε m/kg1/2.
W
Σε ό,τι αφορά την ποσότητα της εκρηκτικής ύλης που εκρήγνυται ταυτόχρονα, είναι γενικά
αποδεκτό ότι εάν δύο ποσότητες εκρηκτικής ύλης εκραγούν µε επιβράδυνση µεγαλύτερη των 8 ms
θεωρείται ότι δεν εκρήγνυνται ταυτόχρονα.
Εάν οι τιµές της µέγιστης ταχύτητας σωµατιδίων, που προέκυψαν από µετρήσεις δονησιογράφων
και οι τιµές της αντίστοιχης ανηγµένης απόστασης τοποθετηθούν στους άξονες διαγράµµατος µε
λογαριθµική κλίµακα, τότε προκύπτει µια γραµµική συσχέτιση των δύο µεγεθών (βλ. Σχήµα 4.2-
57).
Η χρήση δονησιογράφων επιτρέπει, πέραν από τη µέτρηση της µέγιστης ταχύτητας δόνησης
σωµατιδίων, και την µέτρηση της συχνότητας της δόνησης. Η συχνότητα είναι µια κρίσιµη
παράµετρος για την εκτίµηση των επιπτώσεων των δονήσεων από ανατινάξεις στις κατασκευές.
Όταν οι τιµές της συχνότητας είναι χαµηλές, τότε υπάρχει πιθανότητα να ταυτίζονται µε την
Η έντασή του εξαρτάται από την ποσότητα της εκρηκτικής ύλης που εκρήγνυται, τα
χαρακτηριστικά του σχεδίου ανατίναξης και από την απόσταση µεταξύ του σηµείου που γίνεται
αισθητό και του µετώπου εξόρυξης, επηρεάζεται δε σηµαντικά από τις µετεωρολογικές συνθήκες
που επικρατούν κατά την στιγµή της ανατίναξης. Κανονικά η ενέργεια του αέριου ωστικού
κύµατος αποσβένεται συναρτήσει της απόστασης, όταν όµως επικρατεί «αταξία» στα στρώµατα
της ατµόσφαιρας το αέριο ωστικό κύµα µπορεί να υποστεί ανάκλαση και να εµφανιστεί
ενισχυµένο, ως προς την έντασή του, σε µεγάλη απόσταση από τον χώρο της ανατίναξης.
Το αέριο ωστικό κύµα διαθέτει ενέργεια που εµπίπτει σε ένα ευρύ φάσµα συχνοτήτων,
ακουστικών (20 Hz – 20 kHz) και υπο-ακουστικών (2 Hz – 20 Hz). Στην πρώτη περίπτωση η
ενέργειά του προκαλεί θόρυβο ευθέως αντιληπτό από τον άνθρωπο, ενώ στην δεύτερη περίπτωση
είναι δυνατόν να προκληθεί έµµεσα θόρυβος, π.χ. από την δόνηση υαλοπινάκων, αντικειµένων
εντός κατοικιών κ.λπ.
Η πίεση του αέριου ωστικού κύµατος (υπερπίεση του ατµοσφαιρικού αέρα) µετράται στην
λογαριθµική κλίµακα ντεσιµπέλ dB(L) (linear) η οποία περιλαµβάνει όλο το φάσµα συχνοτήτων,
σε αντίθεση µε τον θόρυβο που προέρχεται από την λειτουργία µηχανηµάτων, την κίνηση
οχηµάτων κ.λπ. που µετράται στην κλίµακα dB(A), η οποία περιλαµβάνει µόνο τις ακουστικές
συχνότητες. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι πίεση αέριου ωστικού κύµατος από ανατίναξη της τάξεως
των 115 dB(L) αντιστοιχεί σε περίπου 90 dB(A).
Όταν η πίεση του αέριου ωστικού κύµατος λάβει µεγάλες τιµές, πέραν της ενόχλησης και της
έντονης δυσφορίας που προκαλεί στον άνθρωπο, µπορεί να προκαλέσει και ζηµιές στις κατασκευές
οι οποίες συνήθως περιορίζονται στην θραύση υαλοπινάκων.
Νοµοθεσία - κανονισµοί
Η ελληνική νοµοθεσία που αναφέρεται στο θέµα των δονήσεων από ανατινάξεις περιορίζεται στα
όσα προβλέπει το άρθρο 84 του ΚΜΛΕ, σύµφωνα µε το οποίο απαγορεύεται:
«Η µέγιστη ταχύτητα ταλάντωσης των σηµείων του εδάφους, σε θέσεις κτισµάτων και δηµόσιων
έργων που παρουσιάζουν ευαισθησία στις δονήσεις, να είναι µικρότερη από 50 mm/s. Ειδικά για την
προστασία περιοχών ή κατασκευών που παρουσιάζουν µεγάλη ευαισθησία στις δονήσεις, πρέπει να
περιορίζεται το πιο πάνω όριο ταχύτητας και να γίνεται χρήση δονησιογράφου.»
Ο συνδυασµός της µέγιστης ταχύτητας δόνησης σωµατιδίων και της αντίστοιχης συχνότητας
δόνησης θεωρείται ως το καλύτερο κριτήριο για την εκτίµηση των επιπτώσεων των δονήσεων από
ανατινάξεις επί των κατασκευών και για τον λόγο αυτό έχει υιοθετηθεί από τους σύγχρονους
σχετικούς κανονισµούς πολλών χωρών, µεταξύ των οποίων είναι:
1. Γερµανία, German DIN 4150: Part 3 – 1999 Effects of Vibration on Structures (DIN 1999)
2. Μ. Βρετανία, British Standard 7385: Part 2-1993 Evaluation and measurement for vibration in
buildings Part 2: Guide to damage levels from ground borne vibration (BSI 1993)
Σε ό,τι αφορά το αέριο ωστικό κύµα από τις ανατινάξεις, ο ΚΜΛΕ, άρθρο 84 προβλέπει ότι
απαγορεύεται «Να δηµιουργούνται σοβαρές οχλήσεις απ' τους κρότους στις γειτονικές κατοικηµένες
περιοχές. Στην περίπτωση αυτή, οι εκρήξεις δεν πρέπει να γίνονται στις ώρες κοινής ησυχίας».
Το Γραφείο Μεταλλείων των ΗΠΑ (USBM – RI8485) συστήνει ως όριο της πίεσης του αέριου
ωστικού κύµατος που προέρχεται από ανατινάξεις σε υπαίθρια µεταλλεία τα 134 dB(L), ώστε να
αποφεύγονται ζηµιές διακοσµητικού χαρακτήρα στην κατασκευές. Το αντίστοιχο όριο στην
Αυστραλία (Australian Standard AS 2187.2-2006) είναι 133 dB(L). Σηµειώνεται ότι σποραδική
θραύση υαλοπινάκων αναµένεται όταν η τιµή πίεσης του αέριου ωστικού κύµατος ανέλθει στα 151
dB(L) (0,1 psi) και ότι η κλίµακα dB(L) είναι λογαριθµική.
∆ονήσεις:
1. Η µέγιστη ταχύτητα δόνησης σωµατιδίων δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 5mm/s σε 9 από 10
συνεχόµενες ανατινάξεις, ανεξάρτητα από τον χρόνο που µεσολαβεί µεταξύ των ανατινάξεων.
2. Η µέγιστη ταχύτητα δόνησης σωµατιδίων δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 10mm/s σε καµία
ανατίναξη.
Επίσης, σύµφωνα µε το Γερµανικό πρότυπο DIN 4150 και όσον αφορά τις δονήσεις, η µέγιστη
ταχύτητα δόνησης σωµατιδίων δεν πρέπει να υπερβαίνει49:
• Τα 20mm/s για βιοµηχανικά κτήρια
• Τα 5mm/s για κατοικίες
• Τα 3mm/s για ευαίσθητες κατασκευές
Οι µετρήσεις πραγµατοποιούνται στα όρια του οικισµού Κλείτου που έχει απαλλοτριωθεί και που
είναι και ο πλησιέστερος οικισµός προς την πλευρά του Ορυχείου Νότιου Πεδίου, καθώς στο
συγκεκριµένο ορυχείο πραγµατοποιούνται ανατινάξεις σε καθηµερινή βάση, για την εξόρυξη των
«σκληρών» σχηµατισµών που συναντούνται στα υπερκείµενα στρώµατα. Σηµειώνεται πως στα
υπόλοιπα µέτωπα εκµετάλλευσης των ορυχείων Πτολεµαΐδας, εκτός σπάνιων περιπτώσεων
ορισµένων θέσεων δεν απαιτείται η χρήση εκρηκτικών, καθώς η απόληψή του λιγνίτη µπορεί να
πραγµατοποιηθεί µε τη χρήση µηχανικών µέσων ( και σε ορισµένες θέσεις στο Πεδίο Καρδιάς και
στο Κύριο Πεδίο Ως εκ τούτου, τα σηµεία µέτρησης δονήσεων περιορίζονται στον οικισµό του
Κλείτου.
Η εν λόγω µεθοδολογία επιλέχθηκε ώστε να είναι δυνατή η εξαγωγή συµπερασµάτων για τη σχέση
µεταξύ έντασης της δόνησης που καταγράφεται και απόστασης από το σηµείο ανατίναξης.
49
Για συχνότητα ταλάντωσης 10Hz
50
Σηµειώνεται ότι οι µετρήσεις για την περίοδο 2007-2008 µειώθηκαν κατά µία θέση σε σχέση µε τα
προηγούµενα έτη, αφού η θέση ∆3 καταλήφθηκε από την εκσκαφή του Ορυχείου η οποία προχώρησε κατά
τη διεύθυνσή της.
Για τη σύνταξη της παρούσης Ενότητας της Μ.Π.Ε. αξιοποιήθηκαν τα στοιχεία της Εθνικής
Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΣΥΕ), του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασµού και
Αειφόρου Ανάπτυξης (ΠΠΧΣΑΑ) της ∆υτικής Μακεδονίας (2003), του Γενικού Πλαισίου
Χωροταξικού Σχεδιασµού (2008) και του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασµού και
Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιοµηχανία (2009), στοιχεία του ΥΠ.ΠΟ, καθώς και στοιχεία
διαθέσιµων µελετών και µετρήσεων της ∆ΕΗ.
Η περιοχή Μελέτης του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος υπάγεται διοικητικά στο Νοµό Κοζάνης
της Περιφέρειας ∆υτικής Μακεδονίας που καταλαµβάνει έκταση περίπου 3.500.000 στρέµµατα. Η
περιοχή Μελέτης χωροθετείται σε πέντε ∆ήµους, της Κοζάνης, της Πτολεµαΐδας, της Αγίας
Παρασκευής, του ∆ηµητρίου Υψηλάντη και του Ελλησπόντου.
Ειδικότερα, το βόρειο τµήµα των Ορυχείων χωροθετείται:
1. Στο ∆ήµο Αγίας Παρασκευής και συγκεκριµένα στα κάτωθι ∆ηµοτικά ∆ιαµερίσµατα: Αγίου
Χριστοφόρου, Καρυοχωρίου Σπηλιάς και Ερµακιάς.
2. Στο ∆ήµο Πτολεµαΐδας και συγκεκριµένα στα κάτωθι ∆ηµοτικά ∆ιαµερίσµατα: Προαστίου,
Μαυροπηγής, Κοµάνου, Καρδιάς και Πτελεώνα.
Στο Σχήµα 4.3-1 παρουσιάζεται η περιοχή µελέτης σε σχέση µε την ευρύτερη περιοχή του Νοµού
Κοζάνης.
ΠΕΡΙΟΧΗ ΟΡΥΧΕΙΩΝ
ΠΡΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ
Σχήµα 4.3-1: Χάρτης ∆ήµων Νοµού Κοζάνης σύµφωνα µε το Πρόγραµµα Ιωάννη Καποδίστρια (Πηγή: ΥΠ.ΕΣ.)
Στον Πίνακα 4.3-1 παρουσιάζεται αναλυτικά η διαχρονική εξέλιξη του πληθυσµού του Ν.
Κοζάνης σε σχέση µε τους υπόλοιπους Νοµούς της Περιφέρειας ∆υτικής Μακεδονίας και την
Χώρα.
Ο Νοµός Κοζάνης από το 1971 έως το 2001 παρουσιάζει θετική πληθυσµιακή µεταβολή, η οποία
είναι µεγαλύτερη της Περιφέρειας αλλά µικρότερη από την αντίστοιχη Εθνική πληθυσµιακή
µεταβολή.
Η Κοζάνη λειτουργεί ως διοικητικό κέντρο τόσο για τον Νοµό, όσο και για το σύνολο της
Περιφέρειας της ∆υτικής Μακεδονίας. Κατά την τελευταία δεκαετία εξ αιτίας των σηµαντικών
πολιτικών και γεωγραφικών αλλαγών που καταγράφηκαν στα Βαλκάνια, αλλά και λόγω των
προοπτικών που διαφαίνονται από τον σχεδιασµό µεγάλων έργων υποδοµής στην περιοχή, η πόλη
της Κοζάνης τείνει να αποκτήσει και το χαρακτήρα του εµπορικού κόµβου.
Στο Νοµό Κοζάνης αλλά και ευρύτερα στη ∆υτική Μακεδονία εκτός από την πόλη της Κοζάνης,
σηµαντικός είναι ο ρόλος της Πτολεµαΐδας η οποία αποτελεί το επιτελικό κέντρο ελέγχου της
ηλεκτροπαραγωγής. Η ανάπτυξή της είναι, χρονικά αλλά και ποσοτικά, παράλληλη µε την πρόοδο
των εξορυκτικών και βιοµηχανικών δραστηριοτήτων της ∆.Ε.Η. στην περιοχή. Κατά την εξέλιξη
αυτή γύρω αλλά και µέσα στην πόλη, όπως ήταν φυσικό, αναπτύχθηκαν και διάφοροι µηχανισµοί
για την υποστήριξη της λειτουργίας της ∆.Ε.Η., αλλά και µικρές ή µεγάλες επιχειρήσεις που
δραστηριοποιήθηκαν γύρω από το κύκλωµα εκµετάλλευσης του λιγνίτη για την παραγωγή
ηλεκτρικής ενέργειας.
Άλλα αξιόλογα αστικά κέντρα στο Νοµό είναι η Σιάτιστα που αποτελεί σηµαντικό παραγωγικό
κέντρο στον τοµέα της γουνοποιίας και τα Σέρβια. Μικρότερης σηµασίας συγκεντρώσεις
πληθυσµού αλλά και εξυπηρετήσεων παρατηρούνται στο Βελβενδό και το δίπολο Τσοτύλι -
Νεάπολη στην επαρχία Βοΐου που είναι τοπικής σηµασίας. Πάντως και οι µικρότεροι κόµβοι του
οικιστικού δικτύου τουλάχιστον στο Ν. Κοζάνης παρουσιάζουν µια σχετική αυτονοµία σε ό,τι
αφορά ένα σηµαντικό σύνολο λειτουργιών (πρωτοβάθµια υγεία, εκπαίδευση, εµπόριο, παροχή
υπηρεσιών). Ειρηνοδικεία λειτουργούν στην Κοζάνη, την Πτολεµαΐδα, τα Σέρβια, τη Σιάτιστα και
τη Νεάπολη, ένα ορεινό κέντρο στο δυτικό άκρο του Νοµού.
Η πληθυσµιακή εξέλιξη του Νοµού Κοζάνης τα τελευταία 30 χρόνια φαίνεται στο Σχήµα που
ακολουθεί. Ο πληθυσµός στο Νοµό Κοζάνης παρουσιάζει αυξητικές τάσεις από το 1971 έως και
την απογραφή του 2001, Σχήµα 4.3-2.
160000
155000
150000
145000
Άτοµα
140000
135000
130000
125000
1971 1981 1991 2001
Ο πληθυσµός της πόλης της Κοζάνης αυξήθηκε σηµαντικά µετά το σεισµό του 1995 µε επίκεντρο
στη νότια πλευρά της τεχνητής λίµνης Πολυφύτου, οπότε και εισέρρευσαν στην πόλη κάτοικοι από
τις πληγείσες περιοχές λόγω των οικονοµικών ενισχύσεων που δόθηκαν από την πολιτεία για
κατοικία. Επίσης σηµαντική αύξηση του πληθυσµού των φοιτητών παρατηρήθηκε κατά την
τελευταία δεκαετία λόγω της λειτουργίας τµηµάτων Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι..
Σύµφωνα µε τα στοιχεία των απογραφών της ΕΣΥΕ για το 1991 και 2001 οι εξεταζόµενοι ∆ήµοι
της Κοζάνης, Πτολεµαΐδας, ∆ηµητρίου Υψηλάντη και Ελλησπόντου παρουσιάζουν πληθυσµιακή
αύξηση, ενώ ο ∆ήµος της Αγίας Παρασκευής την τελευταία 10ετία εµφανίζει µείωση της τάξης
του 2,51%. Ο Πίνακας 4.3-2 παρουσιάζει την πληθυσµιακή εξέλιξη των ∆ήµων της ευρύτερης
περιοχής Μελέτης.
Πίνακας 4.3-2: Εξέλιξη πληθυσµού (1991-2001) των ∆ήµων της ευρύτερης περιοχής µελέτης
(Πηγή: ΕΣΥΕ)
ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΜΕΤΑΒΟΛΗ (%),
Α/Α ∆ΗΜΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ 2001
1991 (1991-2001)
1 ΚΟΖΑΝΗΣ 43.426 47.451 9,27
Στο Περιφερειακό Πλαίσιο του Χωροταξικού Σχεδιασµού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΠΠΧΣΑΑ)
της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας παρουσιάζεται σχηµατικά η πληθυσµιακή µεταβολή της
δεκαετίας 1991 – 2001 στους ∆ήµους του Ν. Κοζάνης. Σύµφωνα µε το Σχήµα 4.3-3, οι ∆ήµοι
Κοζάνης και Πτολεµαΐδας παρουσιάζουν ποσοστό αύξησης που υπερβαίνει το αντίστοιχο ποσοστό
της εθνικής και περιφερειακής πληθυσµιακής µεταβολής. Ο ∆ήµος του ∆ηµητρίου Υψηλάντη
παρουσιάζει ποσοστό πληθυσµιακής µεταβολής µεγαλύτερο από αυτό της Περιφέρειας, αλλά
µικρότερο από το αντίστοιχο Εθνικό. Ο πληθυσµός του ∆ήµου Ελλησπόντου παρουσιάζει αύξηση
κατά την δεκαετία 1991-2001, αλλά το ποσοστό της δεν υπερβαίνει το αντίστοιχο της Περιφέρειας
και της Χώρας. Τέλος ο ∆ήµος της Αγίας Παρασκευής παρουσιάζει µείωση του πληθυσµού.
Πληθυσµιακή αύξηση παρουσιάζουν επίσης και οι ∆ήµοι µε τις έδρες των άλλων Νοµών της
Περιφέρειας εκτός από το ∆ήµο της Καστοριάς.
Σχήµα 4.3-3: Μεταβολή πληθυσµού 1991-2001 ανά νέο ∆ήµο για την Περιφέρεια της ∆υτικής Μακεδονίας (Πηγή: ΠΠΧΣΑΑ Περιφέρειας ∆υτικής
Μακεδονίας, ∆/νση Χωροταξίας, ΥΠΕΚΑ, 2003)
Στο Σχήµα 4.3-4 παρουσιάζονται οι πληθυσµιακές κατανοµές κατά ηλικίες στο Νοµό Κοζάνης για
το 2001.
Θήλεις
80-84 ετών Αρρενες
70-74 ετών
60-64 ετών
Οµάδες ηλικιών
50-54 ετών
40-44 ετών
30-34 ετών
20-24 ετών
10-14 ετών
0-4 ετών
Όπως παρατηρείται από το παραπάνω σχήµα ο πληθυσµός των αρρένων είναι µεγαλύτερος σε
ποσοστό που κυµαίνεται από 50,25% έως 53,11% για τις οµάδες ηλικιών από 0 – 54 ετών. Για τις
οµάδες ηλικιών 55 και άνω ο γυναικείος πληθυσµός υπερτερεί του αντρικού.
Στο Σχήµα 4.3-5 απεικονίζεται το επίπεδο εκπαίδευσης του Νοµού Κοζάνης σύµφωνα µε την
απογραφή του 2001.
3% 0% 6% 3%
11%
29%
36%
12%
Από το Σχήµα προκύπτει ότι το µεγαλύτερο µέρος του πληθυσµού του Νοµού είναι απόφοιτοι
στοιχειώδους (36%) και µέσης (29%) εκπαίδευσης. Τα ποσοστά των πτυχιούχων ανωτάτων και
ανωτέρων σχολών και κατόχων µεταπτυχιακού-διδακτορικού τίτλου σπουδών είναι 6%, 3% και
0,24% αντίστοιχα, και το συνολικό τους άθροισµα είναι µικρότερο από το άθροισµα αυτών που δε
γνωρίζουν γραφή και ανάγνωση και αυτών που δεν τελείωσαν το ∆ηµοτικό, αλλά γνωρίζουν
γραφή και ανάγνωση.
Στον Πίνακα 4.3-3 παρουσιάζεται η κατανοµή του ενεργού και του µη ενεργού πληθυσµού, καθώς
και τα ποσοστά ανεργίας για κάθε ∆ήµο της Περιοχής Μελέτης και συνολικά για το Νοµό
Κοζάνης, µε βάση την απογραφή του 2001.
Πίνακας 4.3-3: Κατανοµή ενεργού και µη ενεργού πληθυσµού και ποσοστά ανεργίας51 (Πηγή:
ΕΣΥΕ, 2001)
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΣ ΕΝΕΡΓΟΙ
ΠΟΣΟΣΤΟ (%)
ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΙ ΟΙΚΟΝΟ-
ΜΙΚΩΣ
ΤΟΜΕΑΣ ∆ΕΝ ΆΝΕ- ΜΗ ΤΟΜΕΑΣ ∆ΕΝ
∆ΗΛΩ- ΡΓΟΙ ΕΝΕΡΓΟΙ Β/ Γ/ ∆ΗΛΩ- ΑΝΕ-
Α/ΓΕ- Β/ ΓΕ- Γ/ ΓΕ- ΣΑΝ Α/ΓΕ- ΣΑΝ ΡΓΟΙ
ΓΕ- ΓΕ-
ΝΗΣ ΝΗΣ ΝΗΣ ΚΛΑ∆Ο ΝΗΣ ΚΛΑ∆Ο
ΝΗΣ ΝΗΣ
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ
∆ΥΤ. 18.059 27.808 45.181 2.933 18.251 151.336 16,1 24,8 40,3 1,1 16,3
ΜΑΚΕ∆ΟΝΙΑΣ
Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ 6.386 16.928 24.015 1.172 8.561 96.877 11,2 29,7 42,1 2,1 15,0
∆. ΚΟΖΑΝΗΣ 645 5103 10942 390 2514 30218 3,3 26,0 55,8 2,0 12,8
∆. ΑΓΙΑΣ
78 237 116 10 70 1084 15,3 46,4 22,7 2,0 13,7
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ
∆. ∆ΗΜ.
157 291 318 67 213 1815 15,0 27,8 30,4 6,4 20,4
ΥΨΗΛΑΝΤΗ
∆.
728 807 690 39 403 4814 27,3 30,3 25,9 1,5 15,1
ΕΛΛΗΣΠΟΝΤΟΥ
∆.
286 4941 5950 301 1648 23267 2,2 37,6 45,3 2,3 12,6
ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ
51
Τα στοιχεία αυτά δηλώνονται στην ΕΣΥΕ από ανεξάρτητους φορείς (Επιχειρήσεις, Υπηρεσίες, κλπ) και
κατά συνέπεια παρατηρούνται αποκλίσεις από τα στοιχεία της Απογραφής Πληθυσµού.
16.00
14.00
12.00
10.00
8.00
6.00
4.00
2.00
0.00
ας
η
εία
α
ύ
ο
ες
ία
ση
ια
ες
κα ές
ίες
ισ
µν
ρο
άδ
σί
µε
όρ
νί
σί
λι
ευ
ι..
άλ
ευ
αν
ρι
νε
κλ
υ
ω
,α
ε
το
ιε
ατ
σκ
ίδ
φ
χ
ηρ
έ
ν
µ
α
ι
η
ία
τά
ασ
οι
ρ
ι
πα
κα
τα
τ
ιλ
υπ
ε
εσ
κή
οµ
κα
ο
π
συ Κα
πι
ν
Εκ
κα
κή
ου
βι
νι
τώ
οκ
ές
ς
ιε
κα
ύν
ω
νι
τη
ρί
ές
εία
ιπ
ασ
λε
κα
ιν
γο
αε
η
εία
τικ
Λο
κ
ο
ιν
ίν
χ
ιδ
τα
η
ικ
ρυ
ού
η
κο
ακ
χ
σ
κα
δο
τα
ο
κα
το
Ο
ευ
ικ
απ
ή
η
κα
νο
υσ
µο
α
τι κ
ησ
ήκ
εία
ρ
ετ
Ξε
φ
α
εω
θή
οθ
είρ
ν
Υγ
Μ
ιν
ω
ος
απ
χρ
αχ
α
άτ
νο
ατ
φί
πο
δι
ηµ
µε
ς
ρο
ύµ
ρέ
ί,
.Υ
οχ
νά
οτ
µο
ρε
ο
αφ
δυ
να
ην
ισ
ού
τω
µυ
κτ
ετ
αν
η
ικ
νή
Μ
Μ
ιά
ργ
τρ
ία
κι
ι,
ργ
κα
εκ
έο
το
οί
ω
ηλ
Ν
αυ
ση
τικ
Γε
χή
κη
υή
τω
ο
οί
κε
αρ
ισ
δι
ισ
οπ
Π
α
επ
σι
ατ
µό
ο
ηµ
ρι
∆η
χρ
πό
οι
εµ
εσ
ό
άµ
ικ
αν
δι
λι
Εν
ι
κα
κό
ρι
νδ
Χο
Σχήµα 4.3-6: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού Ν. Κοζάνης ανά κλάδο
δραστηριότητας για τις απογραφές 1991 και 2001 (Πηγή: ΕΣΥΕ)
Με βάση το παραπάνω Σχήµα διαπιστώνεται ότι η απασχόληση στον πρωτογενή τοµέα (γεωργία,
κτηνοτροφία, δασοκοµία και αλιεία) παρουσιάζει πτωτική πρόοδο από το 1991 έως το 2001.
Πτωτική πρόοδο αλλά µικρότερου βαθµού παρουσιάζουν επίσης και οι κλάδοι της µεταποιητικής
βιοµηχανίας, των υπηρεσιών παροχής ηλεκτρικού ρεύµατος φυσικού αερίου και νερού, των
µεταφορών, αποθήκευση και επικοινωνίες και η κατηγορία των νέων µη δυνάµενων να
καταταγούν σε κάποιο κλάδο.
Σηµαντική αύξηση από πλευράς απασχόλησης από το 1991 στο 2001 παρουσίασε ο κλάδος των
ορυχείων και λατοµείων, ο κλάδος των κατασκευών, το χονδρικό και λιανικό εµπόριο, των
ξενοδοχείων και εστιατορίων, των ενδιάµεσων χρηµατοπιστωτικών οργανισµών και λιγότερο η
∆ηµόσια ∆ιοίκηση και άµυνα, η εκπαίδευση και ο κλάδος της υγείας και κοινωνικής µέριµνας.
Τα Σχήµατα 4.3-7 έως 4.3-12 που ακολουθούν παρουσιάζουν την ποσοστιαία κατανοµή κάθε
κλάδου δραστηριότητας για τους ∆ήµους ενδιαφέροντος, µε βάση τα στοιχεία της ΕΣΥΕ για το
2001. Σηµειώνεται ότι η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύµατος, κατά την ΕΣΥΕ, ανήκει στην
κατηγορία «Παροχή ηλεκτρικού ρεύµατος, φυσικού αερίου και νερού».
18.00
15.87
16.00
14.00
12.00
2.00
0.00
Σχήµα 4.3-7: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ∆. Κοζάνης ανά κλάδο
δραστηριότητας για την απογραφή του 2001 (Πηγή: ΕΣΥΕ)
Από το παραπάνω Σχήµα προκύπτει ότι οι κύριες επαγγελµατικές δραστηριότητες των κατοίκων
του ∆ήµου Κοζάνης για το 2001 ήταν κατά κύριο λόγο το εµπόριο µε ποσοστό 15% περίπου, και
ακολουθούν µε ποσοστά 8% περίπου η παροχή ηλεκτρικού ρεύµατος, οι κατασκευές, η δηµόσια
διοίκηση και άµυνα, η εκπαίδευση και οι νέοι µη δυνάµενοι να καταταγούν κατά κλάδο. Η
απασχόληση σε ορυχεία και λατοµεία ανέρχεται περίπου σε 4%.
16.00
14.40
13.84
14.00
12.00
10.65 10.41
10.00 9.07
8.00 7.41
0.00
Το Σχήµα 4.3-8 παρουσιάζει την ποσοστιαία κατανοµή του οικονοµικά ενεργού πληθυσµού του
∆ήµου Πτολεµαΐδας για την απογραφή του 2001. Η εικόνα κατανοµής των δραστηριοτήτων στο
∆ήµο Πτολεµαΐδας διαφέρει σε σχέση µε αυτή του ∆ήµου Κοζάνης. Στον πρώτο παρατηρείται
υψηλό ποσοστό στους κλάδους του εµπορίου και της παροχής ηλεκτρικού ρεύµατος (περίπου
14%), των κατασκευών (περίπου 10%) των νέων µη δυνάµενων να καταταγούν σε κάποιο κλάδο
(περίπου 10%) και των ορυχείων περίπου (8%). Παρατηρείται ότι τα ποσοστά των κλάδων των
ορυχείων - λατοµείων και της παροχής ηλεκτρικού ρεύµατος, φυσικού αερίου και νερού είναι
µεγαλύτερα από τα αντίστοιχα του ∆ήµου Κοζάνης.
Η εικόνα της ποσοστιαίας κατανοµής των δραστηριοτήτων των άλλων ∆ήµων της περιοχής
ενδιαφέροντος παρουσιάζουν σηµαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση µε τους προηγούµενους
καθώς πρόκειται για δήµους που εξαρτώνται σηµαντικά από τον πρωτογενή τοµέα. Αν αποµονωθεί
ο κλάδος των νέων µη δυνάµενων να καταταγούν σε κάποια δραστηριότητα, ο οποίος παρουσιάζει
αυξηµένα ποσοστά σε όλους του ∆ήµους, η εικόνα διαµορφώνεται µε τους ∆ήµους Κοζάνης και
Πτολεµαΐδας να έχουν αυξηµένα ποσοστά στους κλάδους του δευτερογενή και τριτογενή τοµέα,
ενώ οι ∆ήµοι Αγίας Παρασκευής, ∆ηµητρίου Υψηλάντη και Ελλησπόντου να έχουν αυξηµένα
ποσοστά στους κλάδους του πρωτογενή και δευτερογενή τοµέα.
Στο Σχήµα 4.3-9 παρουσιάζεται η ποσοστιαία κατανοµή του οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ανά
κλάδο δραστηριότητας για το ∆ήµο της Αγίας Παρασκευής.
20.00 18.78
18.00
16.00
14.00 13.4413.59
12.00 11.30
10.08
10.00
8.00 6.87 6.56
6.00 4.43
3.66 3.36
4.00 2.60 2.60
1.83
2.00 0.92
0.00
Γεωργία κτηνοτροφία θήρα και δασοκοµία, αλιεία
Ορυχεία και λατοµεία
Μεταποιητικές βιοµηχανίες
Παροχή ηλεκτρικού ρεύµατος φυσικού αερίου και νερού
Κατασκευές
Χονδρικό και λιανικό εµπόριο επισκευή αυτοκινήτων οχηµάτων µοτοσυκλετών και ειδών προσωπικής και οικιακής χρήσης
Ξενοδοχεία και εστιατόρια
Μεταφορές αποθήκευση και επικοινωνίες
Ενδιάµεσοι χρηµατοπιστωτικοί οργανισµοί, διαχείρηση ακίνητης περιουσίας
∆ηµόσια διοίκηση και άµυνα. Υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση
Εκπαίδευση
Υγεία και κοινωνική µέριµνα
Λοιπές υπηρεσίες
Νέοι, Μη δυνάµενοι να καταταγούν κατά κλάδο
Από το παραπάνω Σχήµα προκύπτει ότι το µεγαλύτερο ποσοστό του οικονοµικά ενεργού
πληθυσµού ασχολείται µε τις κατασκευές (περίπου 18%), και ακολουθούν οι κλάδοι των ορυχείων
– λατοµείων και ο πρωτογενής τοµέας µε 13% περίπου. Ακολουθεί ο κλάδος των νέων που δεν
µπορούν να καταταγούν σε κάποιον κλάδο (περίπου 11%) και ο κλάδος της παροχής ηλεκτρικού
ρεύµατος, φυσικού αερίου και νερού µε 9%.
20.00
15.00 14.45
5.78
4.61 4.07 4.61 4.16
5.00 3.88
2.98 2.62
1.63
0.00
Από το Σχήµα 4.3-10 της ποσοστιαίας κατανοµής του οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ανά
κατηγορία δραστηριότητας για το ∆ήµο ∆ηµητρίου Υψηλάντη συµπεραίνεται ότι το µεγαλύτερο
ποσοστό συγκεντρώνεται στην κατηγορία των νέων µη δυνάµενων να καταταγούν σε κάποιον
κλάδο (περίπου 21%). Ακολουθεί ο πρωτογενής τοµέας µε 14% περίπου και οι δραστηριότητες του
εµπορίου, της παροχής ηλεκτρικού ρεύµατος – φυσικού αερίου – νερού και οι κατασκευές µε
ποσοστό 9% περίπου.
30.00
27.32
25.00
20.00
15.00 13.40
10.35
10.00 8.97
8.10
6.13
5.23 4.99
5.00 3.22 3.67
3.05
2.18 1.94
1.45
0.00
Ο ∆ήµος Ελλησπόντου (βλ. Σχήµα 4.3-11) εµφανίζει αυξηµένο το ποσοστό του πρωτογενή τοµέα
(26%) και ακολουθούν οι κλάδοι παροχής ηλεκτρικού ρεύµατος – φυσικού αερίου – νερού (12%)
και οι νέοι µη δυνάµενοι να καταταγούν σε κάποια δραστηριότητα (9%).
Στο Σχήµα 4.3-12 που ακολουθεί παρουσιάζεται Χάρτης µε την απασχόληση ανά τοµέα και ∆ήµο
για το 1991 από το ΠΠΧΣΣΑ της Περιφέρεια ∆υτικής Μακεδονίας.
Σχήµα 4.3-12: Ποσοστιαία κατανοµή οικονοµικά ενεργού πληθυσµού ∆υτ. Μακεδονίας ανά κλάδο δραστηριότητας για την απογραφή του 2001
(Πηγή: ΠΠΧΣΣΑ της Περιφέρεια ∆υτικής Μακεδονίας, 2003)
Ο Χάρτης απασχόλησης του ΠΠΧΣΣΑ της Περιφέρειας ∆υτικής Μακεδονίας παρουσιάζει την
κατανοµή των τοµέων παραγωγής στους ∆ήµους της ∆υτικής Μακεδονίας για το 1991. Η εικόνα
της κατανοµής στους ∆ήµους ενδιαφέροντος είναι ίδια και µε αυτή που έχει προκύψει από την
επεξεργασία των στοιχείων της ΕΣΥΕ από την απογραφή του 2001. Οι ∆ήµοι Κοζάνης και
Πτολεµαΐδας παρουσιάζουν αναπτυγµένο τον δευτερογενή και πρωτογενή τοµέα και οι ∆ήµοι
Αγίας Παρασκευής, ∆ηµητρίου Υψηλάντη και Ελλησπόντου τον πρωτογενή και δευτερογενή
τοµέα. Από τον συγκεκριµένο χάρτη συµπεραίνεται ότι το ποσοστό ανεργίας στους ∆ήµους
Κοζάνης, Πτολεµαΐδας, Αγίας Παρασκευής και ∆ηµητρίου Υψηλάντου ξεπερνάει το αντίστοιχο
του εθνικού, ενώ στον ∆ήµο Ελλησπόντου αυτό είναι µικρότερο του Εθνικού και µεγαλύτερο του
Περιφερειακού.
Στο εγκεκριµένο Γενικό Πλαίσιο του Χωροταξικού Σχεδιασµού για την Ελλάδα (ΦΕΚ 128 Α/
3.07.08), τίθενται οι ανώτεροι στόχοι – επιδιώξεις και οι βασικές κατευθύνσεις για τον κλάδο της
βιοµηχανίας στον τοµέα της εξόρυξης και της µεταποίησης, οι οποίες αναπτύσσονται περαιτέρω
στο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τη Βιοµηχανία.
ιδίως στη Μήλο, τη Νίσυρο και το Γυαλί, ο γύψος στην Κρήτη και τα µάρµαρα σε διάφορες θέσεις
στο Ελλαδικό χώρο.
Επίσης ενισχύεται η διασφάλιση των χώρων της εξορυκτικής δραστηριότητας από ανταγωνιστικές
χρήσεις µε κριτήρια τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και τη σπανιότητα των προς εκµετάλλευση
πόρων, ειδικά στις παράκτιες ζώνες και στις περιοχές του δικτύου ΦΥΣΗ (NATURA) 2000.
Από τα παραπάνω συνάγεται ότι στο εγκεκριµένο Γενικό Πλαίσιο του Χωροταξικού Σχεδιασµού
της χώρας (ΦΕΚ 128 Α/ 3.07.08) υπάρχει ειδική αναφορά στην ενίσχυση και διατήρηση της
εξορυκτικής δραστηριότητας λιγνίτη στην εξεταζόµενη περιοχή στην ∆υτική Μακεδονία,
δεδοµένης της σηµασίας της για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας από εγχώριους
ορυκτούς πόρους.
4.3.6.1.2. Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασµού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιοµηχανία
Στην ΚΥΑ του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασµού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη
Βιοµηχανία (18/02/2009) παρέχονται κατευθύνσεις για την χωροθέτηση της βιοµηχανίας στον
Εθνικό Χώρο. Σύµφωνα µε αυτό η περιοχή µελέτης και συγκεκριµένα οι περιοχές Κοζάνης,
Πτολεµαΐδας, Φλώρινας και Μεγαλόπολης χαρακτηρίζονται ως πόλοι ηλεκτροπαραγωγής.
Στο Νοµό Κοζάνης, σύµφωνα µε το Ειδικό Πλαίσιο για τη Βιοµηχανία καταγράφεται εξαιρετικά
υψηλή (υψηλότερη µεταξύ όλων των νοµών της χώρας) ειδίκευση της µεταποίησης στους κλάδους
της εξόρυξης του λιγνίτη και της ηλεκτροπαραγωγής.
Η βιοµηχανία στο νοµό συγκεντρώνεται σε µια ευρεία κεντρική ζώνη, που αποτελείται ωστόσο
από διακριτά, από κλαδική άποψη, τµήµατα. Η Κοζάνη, µαζί µε ορισµένους όµορους Ο.Τ.Α.
συγκεντρώνει τα µεγαλύτερα µεγέθη µεταποίησης, η ζώνη Πτολεµαΐδας-Κοζάνης συγκεντρώνει
διασυνδεόµενες δραστηριότητες εξόρυξης- παραγωγής ενέργειας, ενώ η Σιάτιστα ειδικεύεται στον
κλάδο της γούνας, αποτελώντας ουσιαστικά την προς τα ανατολικά προέκταση της ζώνης της
Καστοριάς. Η χωρική συνέχεια υποκρύπτει έτσι λειτουργική διαφοροποίηση. Ο γενικός
χαρακτήρας αυτής της χωρικής διάρθρωσης διατηρείται στο µέλλον, µε επιθυµητή µια περαιτέρω
διάχυση προς τις περιµετρικές περιοχές του νοµού.
Στο νοµό Κοζάνης υπάρχουν ΒΙ.ΠΕ. (1997) και ΒΙΟ.ΠΑ. (Κοζάνης 2003 και Πτολεµαΐδας 2005),
βλ. Χάρτης 1, σε στάδιο ολοκλήρωσης των υποδοµών. Θα απαιτηθούν και νέοι υποδοχείς µε βάση
τη γενική κατεύθυνση του Ειδικού Πλαισίου. Παράλληλα, το υφιστάµενο µέγεθος της
εγκατεστηµένης βιοµηχανικής βάσης καθιστά αναγκαία την επιλεκτική διατήρηση της
υφιστάµενης χωροθέτησης µεγάλου ποσοστού/αριθµού υπαρχουσών µονάδων, και συνεπώς θα
πρέπει να στηριχθεί ο επί τόπου µετασχηµατισµός τους. Επίσης είναι αναγκαία η µεσο –
µακροπρόθεσµη διερεύνηση για νέους υποδοχείς.
Το Σχήµα 4.3-13 που ακολουθεί αποτελεί απόσπασµα του ∆ιαγράµµατος 1 «Εθνικό Πρότυπο
Χωροταξικής Οργάνωσης της Βιοµηχανίας» του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασµού και
Αειφόρου Ανάπτυξης της Βιοµηχανίας. Σύµφωνα µε αυτό η περιοχή είναι χαρακτηρισµένη ως
σηµαντικός πόλος εξόρυξης λιγνίτη και ηλεκτροπαραγωγής και ως Πόλος - Περιοχή Επέκτασης.
Σύµφωνα µε το Ειδικό Πλαίσιο της Βιοµηχανίας, στις περιοχές επέκτασης διαµορφώνονται ή
πρόκειται να διαµορφωθούν, µέσω των δράσεων του σχεδιασµού ή/και από εξωγενείς παράγοντες
και τις τάσεις της αγοράς, δυνατότητες εκκίνησης διαδικασιών ανάπτυξης της βιοµηχανίας. Η
γενική κατεύθυνση πολιτικής είναι η στήριξη αυτής της προοπτικής, µε παράλληλη λήψη µέτρων
για την αποφυγή µεταγενέστερων επιπτώσεων χωρικού ή περιβαλλοντικού χαρακτήρα, ενώ
ειδικότερες κατευθύνσεις είναι οι εξής:
Σχήµα 4.3-13: Απόσπασµα ∆ιαγράµµατος 1 «Εθνικό Πρότυπο Χωροταξικής Οργάνωσης της Βιοµηχανίας» (Πηγή: Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασµού & Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιοµηχανία)
Σύµφωνα µε το ως άνω πλαίσιο, η ενεργειακή αυτοτέλεια της χώρας στηρίζεται στη ∆υτική
Μακεδονία, και ειδικότερα στους φυσικούς της πόρους (κοιτάσµατα λιγνίτη), στους
λειτουργούντες ατµοηλεκτρικούς σταθµούς (ΑΗΣ) και το ανθρώπινο δυναµικό. Στις δύο µεγάλες
πόλεις, Κοζάνη – Πτολεµαΐδα, της Περιφέρειας εφαρµόζεται σύστηµα τηλεθέρµανσης, που αντλεί
θερµική ενέργεια από τους ΑΗΣ Αγ. ∆ηµητρίου και Πτολεµαΐδας αντίστοιχα, ενώ τηλεθέρµανση
κατασκευάζεται στους ∆ήµους Αµυνταίου και Φιλώτα µε αντλούµενη θερµότητα από τον ΑΗΣ
Αµυνταίου – Φιλώτα.
Σχετικά µε την ορθολογική αξιοποίηση των φυσικών πόρων τίθεται ως γενικός στόχος, (για την
περίοδο 2000-2006), η ολοκληρωµένη αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών µέσω της
ανάπτυξης τεχνολογιών φιλικών προς το περιβάλλον (εξοικονόµηση νερού και ενέργειας,
βελτίωση παραγωγικής διαδικασίας, κ.λπ.).
Το Περιφερειακό Πλαίσιο του Χωροταξικού Σχεδιασµού για τις περιοχές των λιγνιτικών πεδίων
που πλέον δεν παράγουν λιγνίτη προτείνει να εφαρµοστεί ο µηχανισµός Περιοχών Οργανωµένης
Ανάπτυξης Παραγωγικών ∆ραστηριοτήτων (ΠΟΑΠ∆) ύστερα από παραχώρηση εκτάσεων σε
συνεταιρισµούς ή ιδιώτες από την ∆ΕΗ προς παραγωγική αποκατάσταση. Προτείνεται
οργανωµένη χωροθέτηση σε περιοχές που διαθέτουν γειτονικές υδάτινες εκτάσεις για φύτευση µε
στόχο την παραγωγή ξυλείας. Σηµειώνεται ότι το άρθρο 10 του Ν. 2742 / 99 επιτρέπει την
δυνατότητα της παραχώρησης της χρήσης της εδαφικής έκτασης στον φορέα που θα υλοποιήσει
την ΠΟΑΠ∆, εφόσον η έκταση έχει παραχωρηθεί σε αυτόν κατά χρήση µε µακροχρόνια µίσθωση
κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης χαρακτηρισµού και οριοθέτησης της έκτασης.
Σήµερα, αρκετές περιοχές του λιγνιτικού πεδίου που έχει πλέον ολοκληρωθεί η εξορυκτική
δραστηριότητα, έχουν αποκατασταθεί από την ∆ΕΗ Α.Ε. και πολλές από αυτές αξιοποιούνται από
αγρότες της περιοχής για γεωργική εκµετάλλευση καθώς είναι ιδιαίτερα εύφορες.
Με τους Νόµους 3304/1955 και 134/1975, παραχωρήθηκε στη ∆ΕΗ το αποκλειστικό δικαίωµα της
αναζήτησης και εκµετάλλευσης λιγνίτη στην περιοχή Πτολεµαΐδας. Ειδικότερα σύµφωνα µε το
Ν.3304 (12/14-7-1955) «Περί κυρώσεως α) της από 18 Ιουνίου 1955 Συµβάσεως «περί λύσεως της
από 24-4-1951 συµβάσεως περί αξιοποιήσεως των λιγνιτών Πτολεµαΐδος της συνοµολογηθείσης δια
του ν.1717/1951» και β) της από 18 Ιουνίου 1955 συµβάσεως «περί αξιοποιήσεως λιγνιτοφόρου
περιοχής Πτολεµαΐδος» (Α 183)», παραχωρείται στη ∆ΕΗ το αποκλειστικό δικαίωµα της
αναζήτησης και εκµετάλλευσης του λιγνίτη στην περιοχή της Πτολεµαΐδας, για έκταση εκατόν
δέκα τετραγωνικών χιλιοµέτρων.
Σύµφωνα µε το Ν.134 της 23/29-8-1975 (Α180). «Περί συγχωνεύσεως εις την ∆ηµοσίαν
Επιχείρησιν Ηλεκτρισµού (∆ΕΗ) της Α.Ε. Ελληνικής Μεταλλευτικής και Βιοµηχανικής Εταιρείας
Λιγνιτωρυχείων Πτολεµαΐδος (ΛΙΠΤΟΛ)», παραχωρείται στη ∆ΕΗ το δικαίωµα αναζητήσεως,
εξορύξεως και εκµεταλλεύσεως λιγνίτη στην περιοχή της Πτολεµαΐδας σε περιοχή εκατόν τριάντα
επτά περίπου τετραγωνικών χιλιοµέτρων που ορίζεται αναλυτικά στο άρθρο 3.1. του νόµου.
Για την ευρύτερη περιοχή µελέτης βρίσκονται σε ισχύ οι Αποφάσεις Έγκρισης Περιβαλλοντικών
Όρων (Α.Ε.Π.Ο.) για την εκµετάλλευση των λιγνιτωρυχείων µε διακριτικούς τίτλους
«ΠΤΟΛΕΜΑΙ∆Α» και «ΜΑΥΡΟΠΗΓΗ» (Β-∆υτικό Πεδίο), που συνοψίζονται στην ενότητα
2.3.1, και περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα II της παρούσης.
Οι περιοχές που ορίζονται στους ανωτέρω Νόµους, αλλά και οι περιοχές οι οποίες έχουν
αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά, προκειµένου για την εκµετάλλευση των λιγνιτικών αποθεµάτων,
παρουσιάζονται στο Χάρτη Προσανατολισµού της Μελέτης (Χάρτης 1, Παράρτηµα Ι).
Στην περιοχή του έργου δεν υπάρχουν προστατευόµενες και οικολογικά ευαίσθητες περιοχές,
δηλαδή περιοχές προστατευόµενες σύµφωνα µε τη σύµβαση RAMSAR ή µε τη σύµβαση της
Βαρκελώνης ή περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί ως βιογενετικό απόθεµα. Τέλος η περιοχή
επέµβασης δεν εντάσσεται στο δίκτυο NATURA 2000.
• Μελέτες Πολεοδόµησης
∆εν υπάρχουν εγκεκριµένες µελέτες πολεοδόµησης που να περιλαµβάνουν περιοχές του χώρου
επέµβασης ή άλλες περιοχές σε µικρή απόσταση πέριξ αυτού.
Έχει εγκριθεί επίσης η πολεοδοµική µελέτη του Βιοτεχνικού Πάρκου του ∆ήµου Πτολεµαΐδας στο
χώρο της πρώην ΑΕΒΑΛ. (Αριθ. Απόφασης Γενικού Γραµµατέα 113346/3929/2008) σε έκταση
που καθορίσθηκε µε την υπ’ αριθµ. Φ/Α/7.19/ ΟΙΚ/22771/1885/24.10.2005 (ΦΕΚ 1464
Β΄/24.10.2005). Η έκταση που καταλαµβάνει το ΒΙΟ.ΠΑ. είναι 506,2 στρέµµατα από τα οποία
72,6 αφορούν τη µουσειακή − εκπαιδευτική ζώνη και 433,6 τη ζώνη ΒΙΟ.ΠΑ. Η περιοχή του
ΒΙO.ΠΑ. βρίσκεται σε απόσταση µικρότερη από 500 µέτρα, από την περιοχή της ∆ΕΗ.
Η άµεση περιοχή επέµβασης, εκτείνεται µε κατεύθυνση νοτιοανατολική από τον οικισµό του
Αγίου Χριστοφόρου του ∆ήµου Αγίας Παρασκευής έως και τον κάµπο του Αγίου ∆ηµητρίου. Στην
περιοχή επέµβασης υπάρχουν τρία (3) µεγάλα συγκροτήµατα Ορυχείων, τα οποία βρίσκονται
σήµερα υπό εκµετάλλευση από τη ∆ΕΗ Α.Ε., το Κύριο Πεδίο, το Πεδίο Καρδιάς και το Νότιο
Πεδίο.
Το Κύριο Πεδίο περιλαµβάνει τις εκµεταλλεύσεις των Ορυχείων Ανατολικής Επέκτασης Κοµάνου
και Μαυροπηγής. Το Ορυχείο Μαυροπηγής αναπτύσσεται σε εκτάσεις, οι οποίες διοικητικά
υπάγονται στα ∆ηµοτικά ∆ιαµερίσµατα Μαυροπηγής Κοµάνου και Προαστίου του ∆ήµου
Πτολεµαΐδας του Νοµού Κοζάνης.
Το Νότιο Πεδίο περιλαµβάνει την εκµετάλλευση του οµώνυµου Ορυχείου. Είναι το µεγαλύτερο
Ορυχείο της ∆ΕΗ.
Το Πεδίο Καρδιάς περιλαµβάνει τις εκµεταλλεύσεις των Ορυχείων Οικισµού Κοµάνου και
Νοτιοδυτικού Πεδίου – Υψηλάντη.
Όπως αναπτύσσεται αναλυτικά στο Κεφάλαιο 5 της παρούσης, στα παραπάνω πεδία εκτός από τα
ορυχεία εκµετάλλευσης λιγνίτη υπάρχουν και οι περιοχές απόθεσης των αγόνων υλικών εκσκαφής.
Στα λιγνιτικά πεδία τα οποία έχουν πλέον εξοφληθεί έχουν πραγµατοποιηθεί αποκαταστάσεις,
δηµιουργώντας εύφορες γεωργικές εκτάσεις λόγω της αυξηµένης συγκέντρωσης σε οργανική ύλη
των λιγνιτικών ενδιαµέσων.
Μέσα στα όρια απαλλοτρίωσης της ∆ΕΗ υπάρχουν οι εγκαταλελειµµένοι οικισµοί όπως του
Κοµάνου, της Καρδιάς και Κλείτου που έχουν απαλλοτριωθεί, ενώ προβλέπεται και η
απαλλοτρίωση των οικισµών Μαυροπηγής και Ποντοκώµης, η κήρυξη της οποίας θα γίνει αµέσως
µε την έκδοση της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) για το έργο «ΜΠΕ
επέκτασης προς τα ∆υτικά Λιγνιτωρυχείων Μαυροπηγής και Ν∆ Πεδίου Πτολεµαΐδας Λ.Κ.∆.Μ., ∆ΕΗ
Α.Ε.» (Α.Π. κατάθεσης 146660/12.02.10, ∆/νση Περιβ. Σχεδ. Υ.ΠΕ.Κ.Α.). Στον Πίνακα 4.3-4
παρουσιάζονται οι χρήσεις γης της άµεσης περιοχής επέµβασης µε βάση τα στοιχεία της ∆ΕΗ
Α.Ε., συνολικής έκτασης 147.926 στρεµµάτων, µε τις εκτάσεις που καταλαµβάνουν.
Πίνακας 4.3-4: Υφιστάµενες χρήσεις γης στην περιοχή ιδιοκτησίας της ∆ΕΗ Α.Ε.
(Πηγή: ∆ΕΗ Α.Ε., Στοιχεία ∆εκέµβριος 2009)
2009
Περιοχές Κωδικός στρ. %
1. Εκσκαφές ΕΚ 19.105 12,9%
2. Αποθέσεις ΑΠ 31.974 21,6%
3. Αποκατεστηµένες εκτάσεις - 30.214 20,4%
3.1 ∆ιαστρωθείσες εκτάσεις ∆Ε 3.169 2,1%
3.2 ∆ασικές εκτάσεις ∆ 16.071 10,9%
3.3 Γεωργικές εκτάσεις ΓΕ 10.803 7,3%
3.4 Λίµνες Λ 171 0,1%
4. Χώροι µε ειδικές χρήσεις - 605 0,4%
4.1 Χ.∆.Β.Α. Ορυχείου Καρδιάς ΧΤ 278 0,2%
4.2 ΧΥΤΑ ∆ΙΑ∆ΥΜΑ ΧΤ 327 0,2%
4.3 Πίστα MOTO CROSS - -
5. Κτιριακά - ΑΗΣ - 7.028 4,8%
5.1 Κτιριακές εγκαταστάσεις Κ 1.964 1,3%
5.2 Βοηθητικές εγκαταστάσεις Β 5.064 3,4%
5.3 ΑΗΣ Πτολεµαΐδας V - -
6. Υποδοµές - -
6.1 Ρέµα Σουλού - -
6.2 Παράκαµψη σιδηροδροµικής
γραµµής ΟΣΕ - -
6.3 ∆ρόµοι - -
ΥΠΟΣΥΝΟΛΟ, ΠΕΡΙΟΧΗΣ
ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ, σύµφωνα µε στοιχεία 88.926 60,1%
εµβαδοµέτρησης
7. Αδιατάρακτες Περιοχές 59.000 39,9%
Συνολική περιοχή Αδειδότησης 147.926 (100%)
Σύµφωνα µε τα στοιχεία του ως άνω Πίνακα, επί συνολικής έκτασης ιδιοκτησίας της ∆ΕΗ το 2009,
147.926 στρεµµάτων, οι αποκαταστηµένες εκτάσεις καταλαµβάνουν µεγαλύτερη έκταση (20,4%)
σε σχέση µε αυτές των εκσκαφών (12,9%). Από τις αποκαταστηµένες εκτάσεις το µεγαλύτερο
ποσοστό καταλαµβάνουν οι δασικές εκτάσεις (10,9%) και οι γεωργικές εκτάσεις (7,3%). Οι
αποθέσεις αγόνων καταλαµβάνουν ποσοστό (21,6%) της συνολικής έκτασης της ∆ΕΗ.
Αντίστοιχα, σε σχέση µε την περιοχή επέµβασης των 88.926 στρεµµάτων, οι αποκατεστηµένες
εκτάσεις καταλαµβάνουν το 34.0 %.
Σηµειώνεται πως στην άµεση περιοχή επέµβασης, βρίσκονται ένα µικρό ∆ηµόσιο ∆άσος, που
εκτείνεται στα Β-Β∆ του Οικισµού Μαυροπηγής, ένα µικρότερο ∆-Β∆ του Οικισµού Ποντοκώµης,
και ένα κατά πολύ µικρότερο που εκτείνεται στο βόρειο τµήµα του οικισµού Κόµανος (βλ. Χάρτη
2, Παράρτηµα Ι). Το πρώτο έχει συνολική έκταση περίπου 435 στρέµµατα, το δεύτερο έχει
έκταση περίπου 290 στρ., ενώ το τρίτο έχει έκταση 95 στρ. περίπου. Τα τρία αυτά µικρά δάση
αποτελούνται από φυλλοβόλους δρυς, κυρίως πλατύφυλλο δρυ (Quercus comferta) και σποραδικά
ευθύφλοιο (Quercus cerris) και άµισχο δρυ (Quercus sessiliflora).
Το µεγαλύτερο ποσοστό της εκτάσεως του Νοµού Κοζάνης, σύµφωνα µε τα στοιχεία της ΕΣΥΕ
από την απογραφή του 2001, καταλαµβάνεται από βοσκοτόπους σε ποσοστό που ανέρχεται 52,1%,
δηλαδή η µισή περίπου έκταση του Νοµού καταλαµβάνεται από κοινοτικούς ή δηµοτικούς και
ιδιωτικούς βοσκοτόπους. Ακολουθούν οι καλλιεργούµενες εκτάσεις και οι αγραναπαύσεις µε
ποσοστό 28,0% και τα δάση µε ποσοστό 11,3%. Στον Πίνακα 4.3-5 παρουσιάζονται αναλυτικά οι
χρήσεις γης του Νοµού Κοζάνης σύµφωνα µε τα στοιχεία της ΕΣΥΕ για το 2001.
4.3.7.1. Γεωργία
Η µικρή µέση έκταση επιφάνειας ανά εκµετάλλευση και η ύπαρξη πολλών διάσπαρτων κλήρων
αποτελούν εµπόδιο στην ευκολία προσπέλασης, την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, την
οµαδοποίηση τους και την κατασκευή εγγειοβελτιωτικών έργων.
Οι βασικότερες καλλιέργειες του Νοµού είναι σιτηρά, ζαχαρότευτλα, πατάτα, κρόκος, µήλα και
ροδάκινα, λόγω κυρίως του κλίµατος, αλλά και της µη ύπαρξης σηµαντικών αρδευτικών έργων.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται στροφή στις καλλιέργειες προς όφελος κυρίως των ποτιστικών
και δυναµικών καλλιεργειών, έτσι το ποσοστό των αρδευόµενων εκτάσεων αυξάνεται συνεχώς. Το
µεγαλύτερο ποσοστό από τα σιτηρά καταλαµβάνουν ποικιλίες σκληρού και µαλακού σιταριού και
από τις εαρινές καλλιέργειες το κριθάρι.
Οι αποδόσεις των σιτηρών κυµαίνονται από 150kgr/στρ. έως 300kgr/στρ αναλόγως της ζώνης που
βρίσκεται η καλλιέργεια. Οι αποδόσεις του ξηρικού καλαµποκιού σε 250kgr/στρ. ενώ του
ποτιστικού από 900kgr/στρ. έως 1300 kgr/στρ.
Από τον Πίνακα 4.3-6 παρατηρείται ότι σε όλους τους ∆ήµους ενδιαφέροντος, αλλά και στο Νοµό
Κοζάνης γενικότερα το µεγαλύτερο ποσοστό των γεωργικών εκτάσεων καταλαµβάνονται από
ετήσιες καλλιέργειες, ποσοστό που στους ∆ήµους ενδιαφέροντος κυµαίνεται από 96,8% έως
99,5%.
Πίνακας 4.3-6: Εκµεταλλεύσεις και εκτάσεις αυτών κατά είδος καλλιέργειας (Πηγή: ΕΣΥΕ, 1999-2000),
1 : εκµεταλλεύσεις, 2: εκτάσεις σε στρέµµατα
ΓΕΩΡΓΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ
ΕΚΤΑΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΕΙ∆ΟΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ
ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΙΣ ΣΕ
ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΕΚΤΑΣΗ
ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΙΣ
ΛΟΙΠΕΣ ΕΚΤΑΣΕΙΣ
ΜΟΝΙΜΑ
ΦΥΤΩΡΙΑ
ΑΜΠΕΛΙΑ ΚΑΙ ΛΙΒΑ∆ΙΑ
ΕΤΗΣΙΕΣ ∆ΕΝ∆ΡΩ∆ΕΙΣ ΟΙΚΟΓΕ- ΚΑΡΠΟΦΟΡΩΝ
ΣΤΑΦΙ∆Α- ΚΑΙ
ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΑΓΡΑΝΑ- ΝΕΙΑΚΟΙ ∆ΕΝ∆ΡΩΝ,
ΜΠΕΛΑ ΒΟΣΚΟΤΟ-
ΠΑΥΣΕΙΣ ΛΑΧΑΝΟΚΗΠ ΑΛΛΕΣ
ΠΟΙ
ΟΙ ΠΟΛΥΕΤΕΙΣ
ΦΥΤΕΙΕΣ
1 2 1 2 1 2 1 2 1 2 1 2 1 2
Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ 13914 13658 882707,6 11569 837051,9 2347 22404,8 4111 8755,3 140 7944,4 295 4786,7 3870 1629,8 13 134,7
ΠΟΣΟΣΤΟ (%) - - - - 94,8 2,5 1,0 0,9 0,5 0,2 0
∆. ΚΟΖΑΝΗΣ 2089 2073 104441,6 1636 101142,0 210 703,2 981 1958,6 2 11 11 270,3 749 298,9 6 57,6
ΠΟΣΟΣΤΟ (%) - - - - 96,8 0,7 1,9 0 0,3 0,3 0,1
∆. ΑΓΙΑΣ
232 232 22110,9 220 21636,2 21 117,9 10 17,5 0 0 5 314,2 86 25,1 0 0
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ
ΠΟΣΟΣΤΟ (%) - - - - 97,9 0,5 0,1 0 1,4 0,1 0
∆. ∆ΗΜΗΤΡΙΟΥ
357 354 35201,6 327 34970,4 22 73,7 28 48,2 0 0 1 102,5 12 6,8 0 0
ΥΨΗΛΑΝΤΗ
ΠΟΣΟΣΤΟ (%) - - - - 99,3 0,2 0,1 0 0,3 0 0
∆. ΕΛΛΗΣΠΟΝΤΟΥ 1027 1001 75121,3 986 74772,5 33 142,7 50 62,2 1 1,2 3 13,8 394 127,1 1 1,80
ΠΟΣΟΣΤΟ (%) - - - - 99,5 0,2 0,1 0 0 0,2 0
∆. ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ 1228 1214 124019,3 1100 120589,7 149 1956,9 185 508,3 2 23 27 861,4 135 68 2 12
ΠΟΣΟΣΤΟ (%) - - - - 97,2 1,6 0,4 0 0,7 0,1 0
4.3.7.2. Κτηνοτροφία
Οι βοσκότοποι όπου κατά κύριο λόγο αναπτύσσεται η κτηνοτροφία καταλαµβάνουν το 52% του
εδάφους του Νοµού Κοζάνης µε την έκτασή τους να ανέρχεται σε 1.830.600 στρέµµατα. Οι
βοσκότοποι δηµοτικοί και ιδιωτικοί αποτελούν σπουδαίο φυσικό πόρο για τη διατροφή των
258.786 αιγοπροβάτων και 17.418 βοοειδών σύµφωνα µε τα στατιστικά στοιχεία της ΕΣΥΕ έτους
1999/2000.
Η ζωική παραγωγή του Νοµού βρίσκεται σε χαµηλά επίπεδα παρουσιάζοντας συνεχή µείωση και
στηρίζεται δε κύρια στην αιγοπροβατοτροφία. Λόγω της έλλειψης οργανωµένων βοσκοτόπων,
καθώς και του υψηλού κόστους των ζωοτροφών και της χαµηλής στάθµης των ζώων
αναπαραγωγής, η απασχόληση στον τοµέα της κτηνοτροφίας φθίνει.
Στον Πίνακα 4.3-7 παρουσιάζονται οι εκµεταλλεύσεις και οι αριθµοί ζώων κατά εκµεταλλεύσεις
από την απογραφή Γεωργίας – Κτηνοτροφίας έτους 1999/2000.
Πίνακας 4.3-7: Εκµεταλλεύσεις και αριθµός ζώων κατά κατηγορία (Πηγή: Απογραφή γεωργία – κτηνοτροφίας έτους 1999/2000)
1 2 1 2 1 2 1 2 1 2 1 2 1 2 1 2 1 3
Ν. ΚΟΖΑΝΗΣ 829 17418 788 11096 1658 157919 1764 100867 1277 12162 354 484 245 5369 6450 191547 163 4802
∆. ΚΟΖΑΝΗΣ 144 2525 133 1466 139 18357 146 7075 115 585 39 49 42 560 928 38099 20 711
∆. ΑΓΙΑΣ
18 130 18 68 19 1677 10 122 48 96 0 0 5 120 138 3142 1 130
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ
∆. ∆ΗΜΗΤΡΙΟΥ
30 542 29 354 13 2524 14 807 6 26 3 3 6 190 205 7507 2 65
ΥΨΗΛΑΝΤΗ
∆. ΕΛΛΗΣΠΟΝΤΟΥ 281 4832 273 3474 74 11600 77 8623 102 582 11 12 12 213 644 14519 6 76
∆. ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΑΣ 53 1026 49 390 65 6523 39 1214 52 999 12 16 13 455 378 9635 7 318
(1): Εκµεταλλεύσεις
(2): Κεφαλές
(3): Αριθµός Κυψελών
Η Περιφέρεια της ∆υτικής Μακεδονίας διαθέτει εξαιρετικά σηµαντικό πλούτο φυσικών πόρων. Η
αξιοποίησή τους δε αποτελεί στρατηγική επιλογή της χώρας µας. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός
ότι το 53% της εθνικά παραγόµενης ηλεκτρικής ενέργειας του διασυνδεδεµένου συστήµατος
προέρχεται από σταθµούς που βρίσκονται στην εξεταζόµενη περιοχή και ότι η πρώτη ύλη για την
παραγωγή αυτή εξορύσσεται από τα λιγνιτωρυχεία της. Eξορύσσονται περίπου 50 εκατοµ. Τόνοι
λιγνίτη ετησίως για να καλυφθούν οι ανάγκες των ατµοηλεκτρικών µονάδων παραγωγής. Τα
κοιτάσµατα λιγνίτη εντοπίζονται στη λεκάνη Αµυνταίου – Πτολεµαΐδας – Σερβίων και σύµφωνα
µε µελέτες της ∆ΕΗ τα βεβαιωµένα αποθέµατα λιγνίτη επαρκούν για την κάλυψη των ενεργειακών
αναγκών µέχρι το τέλος της δεκαετίας του 2050. Η σηµασία του φυσικού αυτού πόρου για την
εξασφάλιση της ενεργειακής αυτονοµίας της χώρας, είναι αυταπόδεικτη. Επίσης, είναι κεντρικός ο
ρόλος που έχει παίξει στη διαµόρφωση της οικονοµικής φυσιογνωµίας της Περιφέρειας και
ιδιαίτερα τού ανατολικού της τµήµατος.
Ο ορυκτός πλούτος του Ανατολικού τµήµατος της Περιφέρειας είναι µοναδικός σε µέγεθος και σε
ποιότητα. Έτσι έχουν χωροθετηθεί µέσα σε αυτήν δραστηριότητες αξιοποίησής του και έχουν
καθοριστεί ζώνες και σηµεία εξόρυξης. Στο Σχήµα 4.3-14 παρατίθεται απόσπασµα από το χάρτη
των Φυσικών πόρων του Εθνικού Πληροφοριακού Συστήµατος για την Ενέργεια (Υπουργείο
Ανάπτυξης).
Σχήµα 4.3-14: Φυσικοί Πόροι Ευρύτερης περιοχής µελέτης (Πηγή: Εθνικό Πληροφοριακό σύστηµα για την ενέργεια)
Ο Νοµός Κοζάνης είναι η κατ’ εξοχήν περιοχή της χώρας µε σηµαντική εξορυκτική
δραστηριότητα, αφού διαθέτει τα µεγαλύτερα κοιτάσµατα λιγνίτη. Ο Νοµός διαθέτει επίσης και
άλλους σηµαντικούς ορυκτούς πόρους όπως: Μάρµαρο, Χρωµίτη, Λευκόλιθο, Μαγγάνιο,
Μαγνήσιο, Αδρανή υλικά κ.α.
Σηµειώνεται ότι στη λεκάνη Κοζάνης – Σερβίων έχει επίσης εντοπιστεί ένα σηµαντικό κοίτασµα
λευκόλιθου σε διάφορες παραγενέσεις του.
Κατά µήκος των αξόνων Τρανόβαλτο – Σέρβια – Βέρµιο και Οινόη – Ροδίτης έχουν αναπτυχθεί
µικρές και µεγάλες επιχειρήσεις εξόρυξης και επεξεργασίας µαρµάρου. Η ποιότητα των µαρµάρων
αυτών είναι άριστη σε ότι αφορά τις µηχανικές, ορυκτολογικές και χηµικές τους ιδιότητες.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τα αποθέµατα µαρµάρου στο Τρανόβαλτο υπερβαίνουν τα 3 εκ. m³, ενώ
ο ρυθµός εκµετάλλευσης είναι 30 χιλ. m³/ χρόνο.
Τέλος τα διάσπαρτα λατοµεία αδρανών υλικών που λειτουργούν στο Ανατολικό τµήµα της
Περιφέρειας, καθώς και τα Ορυχεία Χρωµίτη και Ατταπουλγίτη συµπληρώνουν την εικόνα των
δραστηριοτήτων εξόρυξης.
Η δασοκάλυψη το Νοµού Κοζάνης ανέρχεται σε 2.250.000 στρέµµατα και το 50% από αυτήν είναι
αµιγώς δασικές εκτάσεις συµπεριλαµβανοµένων και βοσκοτόπων. Μόνον 323.500 στρ.
καλύπτονται από υψηλά παραγωγικά δάση. Η ετήσια παραγωγή τους ανέρχεται σε 17.000m3
χρήσιµου τεχνικού ξύλου και 20.000 τόνων καυσόξυλων. Τα είδη των δένδρων που συνήθως
απαντώνται είναι η δρυς, η µαύρη πεύκη και η οξιά.
4.3.7.5. Βιοµηχανία
Ο Νοµός Κοζάνης και ιδιαίτερα η περιοχή του άξονα Κοζάνης–Πτολεµαΐδας θεωρείται από τους
πιο βιοµηχανοποιηµένους της χώρας. Συγκεκριµένα υπάρχουν τα εκτεταµένα λιγνιτωρυχεία και οι
λιγνιτικοί Ατµοηλεκτρικοί Σταθµοί (ΑΗΣ), ένας µεγάλος Υδροηλεκτρικός Σταθµός (ΥΗΣ
Πολυφύτου) καθώς και ένα µικρό Εργοστάσιο Λιγνιτοπλήνθων (ΕΛΠ) της ∆ΕΗ, του οποίου
διακόπηκε η λειτουργία το 2008. Οι ως άνω εκµεταλλεύσεις και παραγωγικές µονάδες
(Λιγνιτωρυχεία και ΑΗΣ) απασχολούν µεγάλο αριθµό εργαζοµένων και συµβάλλουν σε υψηλό
ποσοστό στην κάλυψη των αναγκών της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια. Ακόµη, όπως έχει ήδη
αναφερθεί, από µονάδες των λιγνιτικών ΑΗΣ της περιοχής τροφοδοτούνται µε χαµηλού κόστους
θερµική ενέργεια οι ∆ηµοτικές Επιχειρήσεις Τηλεθέρµανσης των πόλεων της Κοζάνης και της
Πτολεµαΐδας.
Εκτός από τις παραπάνω σηµαντικές µονάδες, στο Νοµό Κοζάνης υπάρχουν αρκετές µικρότερες
εκµεταλλεύσεις του µεταλλευτικού κλάδου (µεταλλεία, λατοµεία) καθώς και πολλές µικρές
βιοµηχανικές – βιοτεχνικές µονάδες οι οποίες κατά κύριο λόγο αφορούν είδη διατροφής, είδη
υποδήσεως και ενδυµασίας, επεξεργασίας ξύλου και επιπλώσεων, επεξεργασίας δέρµατος και
γουναρικών, κατασκευής µεταλλικών ειδών και είδη µεταφοράς.
Ο Νοµός παρουσιάζει σηµαντικές δυνατότητες ανάπτυξης της µεταποίησης, κυρίως γιατί έχει πολύ
πλούσιο υπέδαφος σε πρώτες ύλες και καύσιµα (λιγνίτης), υδατικό δυναµικό και τοπική παράδοση
σε ορισµένα προϊόντα (γούνα, µάρµαρα). Το εµπόριο είναι κατά βάση εσωτερικό. Ωστόσο γίνονται
εξαγωγές γούνας, κρόκου, µαρµάρων, φρούτων.
Οι βιοτεχνίες – βιοµηχανίες στο Νοµό ανέρχονται στις τέσσερις χιλιάδες (4.000), µικρές, µεσαίες
και µεγάλες (στις οποίες συµπεριλαµβάνονται και επιχειρήσεις οικογενειακής µορφής µε
αντικείµενο την επεξεργασία γούνας), οι σηµαντικότερες από αυτές είναι: α) βιοτεχνίες γούνας στη
Σιάτιστα και την ευρύτερη περιοχή της, β) βιοτεχνίες επεξεργασίας µαρµάρου στο Τρανόβαλτο,
Μικρόβαλτο και στην ευρύτερη περιοχή της πόλεως Κοζάνης, γ) αλευρόµυλοι σε όλο το Νοµό, δ)
Τυροκοµεία, ε) Αλλαντοποιεία, στ) βιοτεχνίες ειδών λαϊκής τέχνης (χάλκινα), ζ) βιοτεχνίες
ενδυµάτων, υφαντών και φλοκάτης, η) ξυλουργικά εργαστήρια κ.τ.λ.
Για την υποστήριξη των βιοτεχνικών και βιοµηχανικών δραστηριοτήτων στο Νοµό έχουν
κατασκευαστεί οργανωµένοι χώροι ανάπτυξης των επιχειρήσεων, όπως η Βιοµηχανική Περιοχή
Κοζάνης (ΒΙΠΕ) στα Κοίλα, το Εκθεσιακό Κέντρο Κοζάνης στα Κοίλα, το Βιοµηχανικό Πάρκο
(ΒΙΟΠΑ) Εράτυρας, το Κέντρο Στήριξης Επιχειρηµατικής ∆ραστηριότητας, το Κέντρο
∆ιαβαλκανικής Συνεργασίας, η Εταιρεία ∆ιεθνούς Εµπορίου, το Βιοµηχανικό Πάρκο (ΒΙΟΠΑ)
Τρανοβάλτου και το Βιοµηχανικό Πάρκο (ΒΙΟΠΑ) Σιάτιστας.
4.3.7.6. Τουρισµός
Από τουριστική άποψη, η ανάπτυξη του Νοµού Κοζάνης και ιδιαίτερα η περιοχή µελέτης είναι
σχετικά περιορισµένη. Τα ξενοδοχειακά καταλύµατα συγκεντρώνονται στα δύο αστικά κέντρα και
εξυπηρετούν κυρίως ηµεδαπούς πελάτες που ασχολούνται µε τη βιοµηχανία της περιοχής.
4.3.8. Υποδοµές
Οδικό ∆ίκτυο
Το βασικό συγκοινωνιακό δίκτυο στην περιοχή του Νοµού Κοζάνης είναι το οδικό. Στο παρελθόν,
πριν την κατασκευή των σύγχρονων οδικών υποδοµών και ειδικότερα της Εγνατίας Οδού, η
µορφολογία του εδάφους συντελούσε σε µεγάλο βαθµό στην οδική αποµόνωση του Νοµού γιατί
µερικές ορεινές διαβάσεις στις εθνικές οδούς προς Βέροια – Θεσσαλονίκη, Λάρισα – Αθήνα και
Ιωάννινα αντίστοιχα, ήταν δύσβατες και το χειµώνα συχνά αποκλείονταν από τις χιονοπτώσεις.
Το πρωτεύον οδικό δίκτυο αποτελείται βασικά από τους άξονες: Ιωάννινα – Νεάπολη – Βέροια –
Θεσσαλονίκη και Λάρισα – Κοζάνη – Πτολεµαΐδα – Φλώρινα. Με βάση την Απόφαση της ∆ΜΕΟ
µε Aριθµ. ∆ΜΕΟ/ε/0/1406/05 (ΦΕΚ – 1318 ∆/5-12-2005) ο οδικός άξονας «Κοζάνη – Πτολεµαΐδα
– Κόµβος Παραβεγορίτιδας - Ξινό Νερό Φλώρινας - Νίκης», από τον Ανισόπεδο Κόµβο Εγνατίας
στη Χ.Θ. 0+000 µέχρι τον Μεθοριακό Σταθµό Nίκης στη Χ.Θ. 84+940, χαρακτηρίζεται ως τµήµα
του Πρωτεύοντος Εθνικού Οδικού ∆ικτύου και το νέο οδικό τµήµα «Κοζάνη-Πτολεµαΐδα», από
τον Ανισόπεδο Κόµβο Εγνατίας στη Χ.Θ. 0+000 µέχρι τον Ανισόπεδο Κόµβο ΑΕΒΑΛ στη Χ.Θ.
18+440, ως αυτοκινητόδροµος.
Με την ολοκλήρωση της Εγνατίας Οδού και των κάθετων συνδετήριων αξόνων η κατάσταση
βελτιώθηκε σηµαντικά. Η µεγάλη αύξηση της προσπελασιµότητας αναµένεται να συµβάλλει στην
περαιτέρω ανάπτυξη της Κοζάνης και στην εδραίωση της σε κέντρο διαπεριφερειακής εµβέλειας.
Στην περιοχή µελέτης το οδικό δίκτυο, που είναι σε πολύ µεγάλη έκταση ασφαλτοστρωµένο
θεωρείται επαρκές για τις παρούσες συνθήκες και καλύπτει τις ανάγκες των κατοίκων και των
λοιπών δραστηριοτήτων.
Εντός της περιοχής επέµβασης διέρχεται η Παλαιά Εθνική Οδός Κοζάνης - Πτολεµαΐδας ενώ
δυτικά της Ποντοκώµης και σε µικρή απόσταση από την περιοχή επέµβασης διέρχεται ο οδικός
άξονας «Κοζάνη – Πτολεµαΐδα – Κόµβος Παραβεγορίτιδας - Ξινό Νερό Φλώρινας - Νίκης».
Νοτίως της περιοχής επέµβασης και σε απόσταση 6,5 km διέρχεται η Εγνατία.
Σηµειώνεται ότι, όπως αναπτύσσεται και σε άλλες ενότητες της Μελέτης, λόγω της επέκτασης των
εξορυκτικών δραστηριοτήτων των ορυχείων προς τα δυτικά προς την πλευρά των οικισµών
Ποντοκώµης και Μαυροπηγής, προβλέπεται η προσβολή της υφιστάµενης παλαιάς Ε.Ο. Κοζάνης
– Πτολεµαΐδας η οποία θα αντικατασταθεί από προσωρινή (2012 έως 2016) και στην συνέχεια
οριστική παραλλαγή (από 2016) της όδευσης. Η οριστική χάραξη του δρόµου έχει εγκριθεί υπό
προυποθέσεις από τη ∆/νση ∆ηµοσίων Έργων της Περιφέρειας ∆υτ. Μακεδονίας µε το υπ’ αρ.
31539/1805/22.04.2010 έγγραφο της τελευταίας προς τη Γενική ∆/νση Ορυχείων της ∆ΕΗ Α.Ε..
Σιδηροδροµικό δίκτυο
Σιδηροδροµικό δίκτυο στην περιοχή της Περιφέρειας ∆υτικής Μακεδονίας υπάρχει στον άξονα
Φλώρινα - Αµύνταιο - Πτολεµαΐδα - Κοζάνη. Στον άξονα αυτό η εµπορευµατική κίνηση είναι
κυρίως πετρέλαιο, λιγνίτης και γεωργικά προϊόντα.
Η υφιστάµενη γραµµή του Ο.Σ.Ε. στο τµήµα Κοζάνης – Πτολεµαΐδας έχει βορειοδυτική
κατεύθυνση και διέρχεται εντός της άµεσης περιοχής επέµβασης, ανατολικά και παράλληλα της
παλαιάς Εθνικής Οδού, ανατολικά των οικισµών Μαυροδενδρίου, Ποντοκώµης και Προαστίου και
ανάµεσα των οικισµών Μαυροπηγής και Κοµάνου. Σηµειώνεται ότι µε βάση τον προγραµµατισµό
των ορυχείων Πτολεµαΐδας, που επεκτείνονται προς την πλευρά της Ποντοκώµης, προβλέπεται η
λειτουργία της προσωρινής παραλλαγής της γραµµής του ΟΣΕ προς τα δυτικά προς την περιοχή
της Ποντοκώµης, εντός της περιοχής επέµβασης που θα λειτουργήσει από το 2014 έως το 2016.
Μετά το έτος αυτό η σιδηροδροµική γραµµή σύµφωνα µε το σχεδιασµό του έργου θα αποκτήσει
τη µόνιµη θέση της (τελική παραλλαγή) προς τα ανατολικά µέσω των Ορυχείων Πτολεµαΐδας. Η
Προµελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΠΠΕ) του έργου έχει λάβει Εγκριτική Απόφαση µε
Α.Π. οικ. 144247/10.09.09 της Ειδικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος (Ε.Υ.ΠΕ.) της Γενικής
∆ιεύθυνσης Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.Κ.Α..
Αεροδρόµιο
Τέλος ο Νοµός Κοζάνης µέσω του αεροδροµίου που λειτουργεί στο νότιο µέρος της πόλης της
Κοζάνης συνδέεται αεροπορικά µε την Αθήνα µε τακτικά δροµολόγια της Ολυµπιακής.
Όσον αφορά στην αποχέτευση του ∆ήµου Πτολεµαΐδας, υφίσταται Εγκατάσταση Επεξεργασίας
Λυµάτων (Ε.Ε.Λ.) µε τη µέθοδο της ενεργού ιλύος. Στην Ε.Ε.Λ. καταλήγουν τα λύµατα της πόλης
της Πτολεµαΐδας και πραγµατοποιείται τριτοβάθµια επεξεργασίας των λυµάτων και αποµάκρυνση
φωσφόρου και αζώτου. Μελλοντικά, προβλέπεται να καταλήγουν και τα λύµατα των Τ.∆.
Ασβεστόπετρας, Μαυροπηγής και Προαστίου του ∆ήµου Πτολεµαΐδας. Το έργο αυτό έχει
αδειοδοτηθεί περιβαλλοντικά (ΚΥΑ 125567/07.05.2004) και έχει παραδοθεί η οριστική µελέτη για
την κατασκευή του αλλά δεν έχει ακόµη δηµοπρατηθεί. Στην παρούσα φάση εκπονείται µελέτη για
την προσαγωγή στην Ε.Ε.Λ. των λυµάτων των Τ.∆. Περδίκα και Πεντάβρυσου του ∆ήµου
Πτολεµαΐδας, καθώς και του Τ.∆. Ανατολικού του ∆ήµου Βερµίου.
Στην άµεση περιοχή µελέτης υπάρχουν τέσσερις (4) Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας Λυµάτων,
δευτεροβάθµιας επεξεργασίας (ενεργού ιλύος µε παρατεταµένο αερισµό) για τα λύµατα αστικού
τύπου των κτιριακών εγκαταστάσεων και των συνεργείων των Ορυχείων Πτολεµαΐδας. Τα
επεξεργασµένα υδατικά απόβλητα διατίθενται στο ρέµα Σουλού σύµφωνα µε την υπ’ αρ. πρωτ.
1900/1979 Κοινή Απόφαση των Νοµαρχών Κοζάνης, Φλωρίνης και Πέλλας και τις σχετικές ΚΥΑ
Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων των Ορυχείων Πτολεµαΐδας (ΚΥΑ υπ’ Αρ. Πρ. οικ.
114084/3671/23.10.2003, όπως τροποποιήθηκε µε την υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 189708/3440/23.09.2008
ΚΥΑ) και Μαυροπηγής (ΚΥΑ υπ’ Αρ. Πρ. οικ. 142453/7531/25.02.2006, όπως τροποποιήθηκε
µε την υπ’ αρ. πρωτ. οικ. 124313/2558/27.08.2009 ΚΥΑ).
∆ιαχείριση απορριµµάτων
Στην εξεταζόµενη περιοχή της άµεσης επέµβασης λειτουργούν ένας ΧΥΤΑ και ένας εγκεκριµένος
Χώρος ∆ιάθεσης Βιοµηχανικών Αποβλήτων, (Χ.∆.Β.Α). Ο χώρος του ΧΥΤΑ έχει παραχωρηθεί
από την ∆ΕΗ Α.Ε. στη ∆ΙΑ∆ΥΜΑ Α.Ε. για την απόθεση οικιακών αποβλήτων και παρόµοιων
αποβλήτων από εµπορικές δραστηριότητες, βιοµηχανίες και ιδρύµατα. Ο ΧΥΤΑ της ∆ΙΑ∆ΥΜΑ
Α.Ε. έχει συνολική έκταση 327.000 τ.µ. και χωροθετείται εντός του λιγνιτικού κέντρου
Πτολεµαΐδας πλησίον του οικισµού Κοµάνου. Η κατασκευή του ξεκίνησε στα µέσα του 2003 και
ολοκληρώθηκε στις αρχές το 2005 και η λειτουργία του ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2005. Είναι
δυναµικότητας 120.000 tn/έτος και έχει σχεδιασθεί ώστε να καλύψει τις ανάγκες των 61 ΟΤΑ της
∆υτικής Μακεδονίας για 15 χρόνια περίπου, µε την προϋπόθεση της έναρξης λειτουργίας της
Μονάδας Μηχανικής Επεξεργασίας και Αξιοποίησης (κατ’ εκτίµηση το 2011). Η κατασκευή του Β
κυττάρου ολοκληρώθηκε στα τέλη του 2006. Επίσης έχει ληφθεί απόφαση για παραχώρηση
επιπλέον 500 στρ. µέχρι το 2050.
Ο εγκεκριµένος Χ.∆.Β.Α (ΚΥΑ ΑΕΠΟ υπ’ Αρ. Πρ. 124528/07.052004) ανήκει στην ∆ΕΗ Α.Ε.
και χρησιµοποιείται για την διάθεση των βιοµηχανικών αποβλήτων και κυρίως των αποβλήτων
των αµιαντοτσιµέντων σε ειδικές εγκαταστάσεις (κυψέλες). Ο χώρος διάθεσης έχει έκταση 260
Η διαχείριση των βιοµηχανικών αποβλήτων της ∆ΕΗ Α.Ε. γίνεται σε ειδικά διαµορφωµένους
χώρους µε την εφαρµογή προγραµµάτων διαλογής, προσωρινής αποθήκευσης και εκποίησης,
πάντα σε συνεργασία µε αδειοδοτηµένους φορείς και συστήµατα ανακύκλωσης αποβλήτων.
Σιδηρικά, χυτοσίδηρος, ορείχαλκος, καλώδια χαλκού, παροπλισµένα οχήµατα, συσσωρευτές,
ελαστικά και ιµάντες, ηλεκτρικές στήλες, µελανοδοχεία και χαρτί, συγκεντρώνονται και δίνονται
για ανακύκλωση. Τα χρησιµοποιηµένα ορυκτέλαια συγκεντρώνονται µε ειδικά διασκευασµένα
οχήµατα σε δεξαµενές. Υπάρχουν δεξαµενές διαφόρων χωρητικοτήτων σύµφωνα µε τις ανάγκες
των χρηστών και σε όλα τα συνεργεία του Λ.Κ.∆.Μ. Λεπτοµερή στοιχεία για το Σύστηµα
∆ιαχείρισης Αποβλήτων που εφαρµόζεται στα Λιγνιτωρυχεία Πτολεµαΐδας, δίνεται στην σχετική
ενότητα του Κεφαλαίου 5 της παρούσης
Στην περιοχή µελέτης υπάρχουν όλα τα απαιτούµενα δίκτυα ηλεκτροδότησης και επικοινωνιών.
Σηµαντικό στοιχείο υποδοµής αποτελούν οι εγκαταστάσεις οπτικών ινών σε όλο το µήκος της
Εγνατίας οδού που θα διατίθενται προς χρήση στην ευρύτερη ζώνη του άξονα, καθιστώντας τον
οδικό άξονα, εκτός από διάδροµο µεταφορών, διάδροµο πληροφορίας και υποδοµών νέων
τεχνολογιών.
Οι πρώτοι άνθρωποι στην ευρύτερη περιοχή της Κοζάνης εµφανίζονται ήδη από τη Παλαιολιθική
εποχή, όπως δείχνουν τα λίθινα εργαλεία που βρέθηκαν στη περιοχή της Σιάτιστας. Κατά την
Νεολιθική εποχή, όπως έχει αποδείξει η αρχαιολογική έρευνα, δηµιουργούνται πολλοί οικισµοί.
Έρευνες στους οικισµούς αυτής της περιόδου µε πολύ σηµαντικά αποτελέσµατα, έγιναν στη
περιοχή της Αιανής, στην παραλίµνια περιοχή του Αλιάκµονα (Σέρβια, Βελβεντό, Ρύµνιο) στην
Κίτρινη Λίµνη (Σαρί Γκιόλ), στην Εορδαία (Μαυροδένδρι, Ποντοκώµη) στο Βόιο, και στην
περιοχή της Κοζάνης. Στην περίοδο του χαλκού µεγάλο κέντρο της περιοχής είναι η Αιανή, αλλά
ευρήµατα από αυτή την περίοδο υπάρχουν και σε άλλες θέσεις του Νοµού. Νεκροταφεία κυρίως
της εποχής του Σιδήρου, αλλά και οικιστικά κατάλοιπα αυτής της εποχής έχουν ανασκαφεί σε
ολόκληρο το Νοµό.
Στα Αρχαϊκά χρόνια, δεσπόζουσα είναι η θέση της Αιανής, ως πρωτεύουσας του βασιλείου της
Ελίµειας. Στα κλασικά καθώς και στα ελληνιστικά-ρωµαϊκά χρόνια αναπτύσσονται πολλές πόλεις
και µικρότερες κώµες στην Ελίµεια, στην Oρεστίδα (το νότιο τµήµα της, δηλαδή η περιοχή του
Βοΐου, ανήκει σήµερα στο Νοµό Κοζάνης) και στην Εορδαία.
Κατά τη βυζαντινή περίοδο, ο Νοµός Κοζάνης ακολούθησε την πορεία της υπόλοιπης ∆υτικής
Μακεδονίας, στις βόρειες επαρχίες του βυζαντινού κόσµου. Τις επιδροµές των Γότθων κατά τον
5ο αιώνα ακολούθησαν οι επιδροµές των Σλάβων από τα µέσα του 6ου αιώνα και έπειτα. Τη µικρή
περίοδο ηρεµίας αναστάτωσαν οι επεκτάσεις του κράτους των Βουλγάρων Συµεών και Σαµουήλ,
τις οποίες το 1018 ο Βασίλειος Β΄ κατάφερε να θέσει υπό έλεγχο. Ακολουθούν οι Νορµανδοί στο
τέλος του 11ου αιώνα, και οι Σέρβοι από τα τέλη του 13ου και κυρίως µε τον Στέφανο Ντούσαν
από το 1333. Η σηµαντικότερη και σπουδαιότερη πόλη αυτής της περιόδου στο Νοµό Κοζάνης
είναι τα Σέρβια. Η οχύρωση της πόλης κατασκευάσθηκε σταδιακά και φαίνεται ότι
ανακατασκευάσθηκε ριζικά µετά τις καταστροφές που υπέστη από τους σταυροφόρους κατά τον
13ο αιώνα.
Η περιοχή της Κοζάνης πέρασε στην κυριαρχία των Οθωµανών µαζί µε την υπόλοιπη ∆υτική
Μακεδονία λίγο πριν τη µάχη του Κοσσυφοπεδίου το 1389. Κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας
εκτός από τις εκτεταµένες εγκαταστάσεις τουρκικών πληθυσµών, παρατηρούνται µετακινήσεις
Ηπειρωτών προς τη περιοχή. Αποτέλεσµα αυτών των µετακινήσεων είναι και η ίδρυση της
Κοζάνης, ίσως στις αρχές του 16ου αιώνα. Η µεταφορά της επισκοπής το 1745 από τα Σέρβια στη
Κοζάνη φανερώνει την γρήγορη ανάπτυξη της πόλης η οποία υπερτερεί δηµογραφικά των Σερβίων
περίπου από τις αρχές του 17ου αιώνα. Από πληθυσµούς της περιοχής του Βοΐου και των
Γρεβενών συγκροτήθηκε και η πόλη της Σιάτιστας κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Από τη Κοζάνη
και τη Σιάτιστα ξεκινά και η δυτικοµακεδονική εµπορική αποδηµία προς τις πόλεις της πρώην
Γιουγκοσλαβίας, της Ρουµανίας, της Αυστρίας και της Ουγγαρίας. Εκτός από την ανάπτυξη της
οικονοµίας, η συµβολή των ∆υτικοµακεδόνων αποδήµων υπήρξε ιδιαίτερα σηµαντική, καθώς
µεγάλο µέρος των περιουσιών τους διέθεσαν για την ελευθερία της πατρίδας καθώς και για την
ενίσχυση των γραµµάτων της παιδείας και του πολιτισµού γενικότερα.
Από τα µέσα του 18ου αιώνα. η οικονοµική ανάπτυξη οδήγησε στην άνθηση της αρχιτεκτονικής
στη περιοχή. Κατά τον 18ο αιώνα, όπως ξένοι περιηγητές αναφέρουν, ο πληθυσµός της Κοζάνης
ήταν ελληνικός µε αυξητικές τάσεις.
Η Κοζάνη απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό στις 11 Οκτωβρίου 1912, όταν ο ελληνικός
στρατός εισήλθε στην πόλη ύστερα από τη µάχη του Σαρανταπόρου. Το 1923 κατά την ανταλλαγή
των πληθυσµών µεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, περίπου 1.400 οικογένειες εγκαταστάθηκαν
κυρίως στα νοτιοανατολικά της Κοζάνης.
Σύµφωνα µε το «∆ιαρκή Κατάλογο των κηρυγµένων Αρχαιολογικών Χώρων και Μνηµείων» του
Υπουργείου Πολιτισµού, στην ευρύτερη περιοχή µελέτης του εξεταζόµενου έργου της ∆ΕΗ
υπάρχουν κηρυγµένοι αρχαιολογικοί χώροι και µνηµεία, τα οποία και παρατίθενται στον Πίνακα
4.3-8 που ακολουθεί µε τα ΦΕΚ και τις Υπουργικές Αποφάσεις τους.
Σηµαντικοί επισκέψιµοι χώροι των κλασικών και ελληνιστικών – ρωµαϊκών χρόνων στην
ευρύτερη περιοχή και σε σηµαντική απόσταση από τα εξεταζόµενα λιγνιτωρυχεία, είναι η αρχαία
Αιανή, η αρχαία πόλη στον Πολύµυλο, οι Μακεδονικοί τάφοι στην Σπηλιά και τους Πύργους
Εορδαίας, η αρχαία πόλη στην Απιδέα, στη Ποντοκώµη, στον Περδίκκα. Σηµαντικοί οικισµοί -
κάστρα είναι προσιτά και επισκέψιµα τόσο στη περιοχή του Βοΐου όσο και στη περιοχή της
Εορδαίας.
Εντός της έκτασης του Ν∆ Πεδίου έχουν εντοπιστεί οι ακόλουθες θέσεις αρχαιολογικού
ενδιαφέροντος, οι οποίες και αναφέρονται στην σχετική ΚΥΑ Αρ. Πρωτ. οικ. 189708/3440/23-09-
2008 (α. 26, σελ 22):
1. Αναβρυτό, έκτασης 52.312 τ.µ.
2. ΚΥ∆ΕΠ, έκτασης 9.400 τ.µ.
3. Σουλουκιά, έκτασης 66.125 τ.µ.
4. ∆άσος, έκτασης 25.437 τ.µ.
5. Αµυγδαλώνες – Οικισµός, έκτασης 42.319 τ.µ.
6. Αµυγδαλώνες – Νεκροταφείο, έκτασης 1.125 τ.µ.
Στον Πίνακα 4.3-9 παρουσιάζεται ο πίνακας χρηµατοδοτήσεων της ∆ΕΗ Α.Ε. προς τις ΙΖ’ και Λ’
Εφορείες Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (ΕΠΚΑ) για το Λιγνιτικό Κέντρο ∆υτικής
Μακεδονίας.
Πίνακας 4.3-9: Πίνακας χρηµατοδοτήσεων της ∆ΕΗ Α.Ε. για το Λ.Κ.∆.Μ. προς τις Εφορείες
Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων
ΕΦΟΡΕΙΑ ΕΓΚΡΙΘΕΝ
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΈΤΟΣ
ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΠΟΣΟ (€)
Σηµειώνεται ότι όσον αφορά στην εκτέλεση του Έργου στην «Τούµπα Κλείτου», κατά την
παρούσα φάση απασχολούνται στη διαδικασία ανασκαφών 22 αρχαιολόγοι, 150 περίπου άτοµα ως
εργατικό δυναµικό και 8 άτοµα στην υποστήριξη.
Το κάστρο της πόλης των Σέρβιων αποτελεί σήµερα και το σπουδαιότερο επισκέψιµο αµυντικό
µνηµείο της µεσαιωνικής περιόδου του Νοµού. Από αυτή τη περίοδο όµως δεν λείπουν κυρίως τα
λατρευτικά µνηµεία κυρίως εκκλησίες, και κάποια µοναστήρια τα οποία εκτός των Σερβίων
συναντώνται στο Βελβεντό, την Αιανή, στο Βόιο (Σισάνι) και στην Εορδαία (Πύργοι).
Στην Κοζάνη σώζονται µόνο λίγα παραδείγµατα από τα αρχοντικά αυτής της περιόδου του 18ο
αιώνα, όπως αυτό του Βούρκα, του Βούρκα- Κατσικά και του Λασσάνη. Περισσότερα αρχοντικά
(περίπου 25) διασώζονται στη Σιάτιστα, η οποία υπήρξε σπουδαίο οικονοµικό κέντρο, και η
ανάπτυξη αυτή διαφαίνεται µέσα από την ποσότητα και ποιότητα των αρχοντικών της. Η Εράτυρα
υπήρξε σηµαντικό οικονοµικό και καλλιτεχνικό κέντρο αυτή την περίοδο και διασώζει σήµερα
πολλά από τα αρχοντικά της αλλά και αγροτικές κατοικίες αυτής της περιόδου. Αντίστοιχα, αλλά
σε µικρότερη κλίµακα παρατηρούνται αξιόλογα αρχιτεκτονικά δείγµατα στο Τσοτύλι, στη Βλάστη
και τους Πύργους Εορδαία.
Στο δυτικό τµήµα του Βοίου, συναντώνται επίσης παραδοσιακοί οικισµοί, αρχιτεκτονικά σύνολα ή
και µεµονωµένα κτίσµατα όπως τα πετρόκτιστα γεφύρια. O Πεντάλοφος αποτελεί το
σηµαντικότερο παραδοσιακό οικισµό της περιοχής. Είναι το χωριό των µαστόρων της πέτρας, οι
οποίοι οργανωµένοι σε σινάφια και συντεχνίες έχτιζαν σε ολόκληρη τη Μακεδονία και τη
Θεσσαλία. Της ίδιας περιόδου ή λίγο νεότερα παραδοσιακά σύνολα σώζονται στο Βυθό στην Αγία
Σωτήρα, στον Αυγερινό, στο Κρηµίνι, και κυρίως το ∆ίλοφο, το οποίο ίσως σώζει τα οµορφότερα
παραδοσιακά δείγµατα στο Βόιο. Στο Βόιο συναντώνται και τα πανέµορφα παραδοσιακά πέτρινα
γεφύρια, τα οποία βρίσκονται κυρίως στο ποτάµι της Πραµόρτσας. Πέτρινα γεφύρια, δύο
συνολικά, υπάρχουν και στους Πύργους Εορδαίας. Σε πολλά από τα παραπάνω χωριά αλλά και σε
πολλά άλλα του Νοµού, λειτουργούν λαογραφικά µουσεία και µερικά ιστορικά, τα οποία
διασώζουν έως ένα βαθµό το παραδοσιακό πλούτο των τελευταίων αιώνων της Τουρκοκρατίας.
Πολλές εκκλησίες και µοναστήρια που σώζονται σήµερα στο Νοµό ιδρύθηκαν κατά την
τουρκοκρατία.
Η ∆ΕΗ όλα αυτά τα χρόνια µε το έργο της έχει συνεισφέρει καθοριστικά στην ανάπτυξη της
Εθνικής Οικονοµίας. Όπως ήδη αναφέρθηκε στην Ενότητα 2.1.6 της παρούσης, σε ολόκληρη την
µεταπολεµική περίοδο η ∆ΕΗ αποτέλεσε την βάση της βιοµηχανίας, του εµπορίου και των
υπηρεσιών. Από το 1950 που ιδρύθηκε η ∆ΕΗ µε σκοπό να εξηλεκτρίσει τη χώρα που τότε
αγωνιζόταν να ανασυγκροτηθεί µέχρι σήµερα που προσπαθεί να καλύψει την ραγδαία αυξανόµενη
ζήτηση σε ηλεκτρισµό, έχει στηρίξει µε την παρουσία της τις προσπάθειες ανάπτυξης και προόδου
της Ελλάδας. Η συνολική δραστηριότητα της ∆ΕΗ σε όλη την επικράτεια και ειδικά σε µέρη που
υπάρχουν προβλήµατα ανεργίας, έχει προσφέρει πολλές θέσεις εργασίας.
Η ορθολογική αξιοποίηση του λιγνίτη και των λοιπών εγχώριων πηγών ενέργειας εξασφαλίζουν
την ενεργειακή ασφάλεια και σταθερότητα της χώρας. Η εξόρυξη του λιγνίτη και η παραγωγή
ηλεκτρικής ενέργειας στην Περιφέρεια ∆υτικής Μακεδονίας, εξασφαλίζουν την απασχόληση
σηµαντικού επιστηµονικού και εργατικού δυναµικού. Σηµαντική είναι και η συνεισφορά των
Υδροηλεκτρικών σταθµών στην Εθνική Οικονοµία µε την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας
χαµηλού κόστους, µε σχεδόν µηδενικές εκποµπές αερίων θερµοκηπίου συµβάλλοντας στην
ανάπτυξη των περιοχών στις οποίες λειτουργούν.
Η ∆ΕΗ Α.Ε. είναι σήµερα η µεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής και η µοναδική εταιρεία διανοµής
ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, που προµηθεύει µε ηλεκτρική ενέργεια τα 7,5 εκατ. Πελατών
της. Στην ιδιοκτησία της ανήκει επίσης και το σύστηµα µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Αναλυτικότερη παρουσίαση της Οικονοµικής προσφοράς της ∆ΕΗ Α.Ε. δίνεται στις Ενότητες 3.5
και 3.6 της παρούσας µελέτης.
4.3.10.3.1. Γενικά
Όπως έχει ήδη αναφερθεί στο Κεφάλαιο 2 της παρούσας Μ.Π.Ε., η Γενική ∆ιεύθυνση Ορυχείων
της ∆.Ε.Η. Α.Ε. έχει να επιδείξει µεγάλη δραστηριότητα για τη προστασία του περιβάλλοντος, και
την πρόληψη και αντιµετώπιση των δυνητικών συνεπειών από την εξορυκτική δραστηριότητα
στον χώρο του ΛΚ∆Μ εφαρµόζοντας κατάλληλη περιβαλλοντική πολιτική (βλ. Ενότητα 2.1.6.3
της παρούσης). Ως συνέπεια αυτής της πολιτικής, δεκάδες χιλιάδες στρέµµατα έχουν
αποκατασταθεί και έχουν αποδοθεί ως δασικές εκτάσεις στην περιοχή, ή έχουν µετατραπεί σε
αγροτικές και έχουν δοθεί µε µίσθωση σε κατοίκους της περιοχής, ή έχουν µετατραπεί σε µεγάλο
πειραµατικό οπωρώνα. Επίσης, εκατοµµύρια δένδρα έχουν φυτευτεί, πάρκα και χώροι αναψυχής
είναι επισκέψιµα από τους κατοίκους της περιοχής και συµβάλλουν στην περιβαλλοντική και
αισθητική αναβάθµιση της περιοχής. Συνοπτικά, αξίζουν να αναφερθούν µερικά µεγάλης κλίµακας
έργα τα οποία έχουν εκτελεστεί από τη ∆ΕΗ Α.Ε. στην ευρύτερη περιοχή του ΛΚ∆Μ:
• Αποκατάσταση περιοχών αποθέσεων αδρανών εξοφληµένων ορυχείων ως δασικών ή
καλλιεργήσιµων εκτάσεων.
• Κατασκευή και λειτουργία βιολογικών καθαρισµών στις κτιριακές εγκαταστάσεις των
ορυχείων.
Με βάση τα παραπάνω η ∆.Λ.Κ.∆.Μ. αναλαµβάνοντας όλες τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις της
για την προστασία και την αποκατάσταση του περιβάλλοντος, εφαρµόζει ολοκληρωµένη
Περιβαλλοντική Πολιτική που έχει ως στόχο παράλληλα µε τη λειτουργία της ανάπτυξης των
εκµεταλλεύσεων λιγνίτη, οι τελικές επιφάνειες των ορυχείων, να αποκαθίστανται στην ίδια ή σε
πιο βελτιωµένη από την αρχική κατάσταση, εντασσόµενες αρµονικά µε το περιβάλλον, χωρίς
υποβάθµιση της χλωρίδας και της πανίδας της περιοχής, µε σωστή διαχείριση των νερών και µε
ορθολογικά µελετηµένη δασοκάλυψη και καλλιεργήσιµες εκτάσεις.
Η ∆.Λ.Κ.∆.Μ. έχει δεσµευτεί µέσω της Περιβαλλοντικής Πολιτικής της, αλλά και του συνολικά
εφαρµοζόµενου πρότυπου Συστήµατος Περιβαλλοντικής ∆ιαχείρισης να συµµορφώνεται µε την
κείµενη περιβαλλοντική νοµοθεσία και να ενεργεί µε στόχο την πρόληψη περιβαλλοντικών
επιπτώσεων και τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων. Η περιβαλλοντική νοµοθεσία που
αφορά τη ∆.Λ.Κ.∆.Μ., το πεδίο εφαρµογής, οι σχετικοί όροι, άδειες και διαδικασίες και τα όρια
προς συµµόρφωση έχουν ήδη παρουσιασθεί στην Ενότητα 2.2.3 της παρούσης.
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, το φυσικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής των ορυχείων
Πτολεµαΐδας υφίσταται πιέσεις από τη λειτουργία των Ατµοηλεκτρικών Σταθµών (ΑΗΣ), από τη
λειτουργία των Ορυχείων, τις οδικές µεταφορές και άλλες ανθρωπογενείς δραστηριότητες.
Οι πιέσεις που ασκούνται από τη λειτουργία των εξεταζόµενων Ορυχείων σχετίζονται κυρίως µε:
• τη µορφολογία και το τοπίο της περιοχής
• την ποιότητα του εδάφους
• το υδατικό σύστηµα της περιοχής (υπόγεια και επιφανειακά νερά)
• τη χλωρίδα και πανίδα και
• την εκποµπή αερίων ρύπων.
Το φυσικό περιβάλλον δέχεται πιέσεις και από άλλες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, όπως:
• τις οδικές µεταφορές
• τις γεωργικές δραστηριότητες
• τη λειτουργία των οικιακών θερµάνσεων
• την υπερβολική χρήση χηµικών λιπασµάτων στις γεωργικές καλλιέργειες
• υπεραντλήσεις υπόγειων νερών για άρδευση
που επιδρούν στην ποιότητα της ατµόσφαιρας, στην ποιότητα και επάρκεια του διαθέσιµου
υδάτινου δυναµικού, στα υπάρχοντα οικοσυστήµατα κλπ.
Με το σχεδιασµό και λειτουργία των Ορυχείων Πτολεµαΐδας, και ειδικότερα µε την ορθολογική
διαχείριση των υδάτινων πόρων, την αξιοποίηση των παραγόµενων αγόνων στα έργα
αποκατάστασης και τις εκτεταµένες επαναφυτεύσεις, λαµβάνονται τα απαιτούµενα µέτρα για την
πρόληψη και αντιµετώπιση των ως άνω πιέσεων.
Οι δυνητικές επιπτώσεις από τη λειτουργία και την επέκταση των Ορυχείων Πτολεµαΐδας την
περίοδο 2009 έως 2050 και µετά την ολοκλήρωση των έργων αποκατάστασης έως το τέλος της
δεκαετίας του 2050, που αποτελούν αναπόσπαστο τµήµα του σχεδιασµού του έργου, αναλύονται
λεπτοµερώς στο Κεφάλαιο 8 της παρούσης ΜΠΕ. Τα µέτρα που έχουν περιληφθεί στον σχεδιασµό
του έργου για την πρόληψη και αντιµετώπιση αυτών των δυνητικών επιπτώσεων, αναπτύσσονται
στο Κεφάλαιο 5, Περιγραφή του Έργου, και συνοψίζονται στο Κεφάλαιο 9 της Μελέτης.