Professional Documents
Culture Documents
ΚΥΜΑΤΟΔΗΓΟΙ (WAVEGUIDES)
ΚΥΜΑΤΟΔΗΓΟΙ (WAVEGUIDES)
ΚΥΜΑΤΟΔΗΓΟΙ (WAVEGUIDES)
1
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
10-1.1 Εισαγωγή
Ένας ορθογώνιος κυµατοδηγός φαίνεται στο σχήµα 10-1, όπως και ένας κυκλικός
κυµατοδηγός για λόγους σύγκρισης. Σε µια τυπική χρήση, υπάρχει µια κεραία στο
ένα άκρο του κυµατοδηγού και κάποιας µορφής φορτίο στο άλλο άκρο. Η κεραία
δηµιουργεί ηλεκτροµαγνητικά κύµατα, τα οποία ταξιδεύουν κατά µήκος του
κυµατοδηγού για να ληφθούν από το φορτίο. Είναι φανερό πως τα ηλεκτροµαγνητικά
κύµατα πραγµατικά καθοδηγούνται.
Τα τοιχώµατα του κυµατοδηγού είναι αγωγοί ηλεκτρικού ρεύµατος, εποµένως
συµβαίνουν ανακλάσεις σε αυτούς όπως περιγράφεται στην παράγραφο 8-1.2 .
Πρέπει να γίνει κατανοητό πως η µεταγωγή της ενέργειας συµβαίνει όχι διαµέσου
των τοιχωµάτων, των οποίων ο ρόλος είναι να περιορίσουν την ενέργεια, αλλά µέσω
του διηλεκτρικού που γεµίζει τον κυµατοδηγό, το οποίο είναι συνήθως αέρας. Στην
ανάλυση της συµπεριφοράς και των ιδιοτήτων των κυµατοδηγών, είναι απαραίτητο
να µιλήσουµε για ηλεκτρικά και µαγνητικά κύµατα, για την διάδοση κύµατος, σε
αντίθεση µε τις τάσεις και τα ρεύµατα που εµφανίζονται στις γραµµές µεταφοράς.
Αυτή είναι η µόνη δυνατή προσέγγιση, αλλά κάνει την συµπεριφορά των
κυµατοδηγών πιο δύσκολη στην κατανόηση.
2
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
3
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Πλεονεκτήµατα Το πρώτο πράγµα το οποίο έρχεται στο νου κάποιου ο οποίος βλέπει
ένα κυκλικό κυµατοδηγό, είναι πως µοιάζει µε ένα οµοαξονικό αγωγό στον οποίο έχει
αφαιρεθεί το εσωτερικό. Αυτό φανερώνει τα πλεονεκτήµατα ενός κυµατοδηγού. Εάν
είναι πιο εύκολο να αφήσουµε κενό το εσωτερικό ενός αγωγού από το να το
προσθέσουµε, τότε οι κυµατοδηγοί είναι πιο εύκολοι στην κατασκευή από τις
οµοαξονικές γραµµές. Παρόµοια, επειδή δεν υπάρχει ούτε ο εσωτερικός αγωγός, ούτε
το διηλεκτρικό υποστήριξης, το flashover είναι λιγότερο πιθανό. Εποµένως, η
ικανότητα διατήρησης της ισχύος σε ένα κυµατοδηγό είναι βελτιωµένη και είναι 10
φορές περίπου υψηλότερη για οµοαξονικό αέρα-διηλεκτρικού δύσκαµπτου καλωδίου
παρόµοιας διάστασης (πού περισσότερο εάν συγκριθεί µε εύκαµπτο στερεό
διηλεκτρικό καλώδιο).
Επιπλέον, επειδή δεν χρειάζεται τίποτα άλλο στο εσωτερικό ενός
κυµατοδηγού από αέρα, σε συνδυασµό µε το γεγονός πως η ενέργεια δεν µεταδίδεται
µέσω των τοιχωµάτων αλλά από ανακλάσεις, η απώλεια ισχύος στους κυµατοδηγούς
είναι πολύ µικρότερη συγκρινόµενη µε τις γραµµές µεταφοράς. Για παράδειγµα, ένα
καλώδια 41 χιλιοστών αέρα-διηλεκτρικού έχει απώλεια 4db/100m στην συχνότητα
των 3GHz(το οποίο είναι πολύ καλό για οµοαξονικό αγωγό), το οποίο ανεβαίνει στα
10.8db/100m για ευέλικτο καλώδιο µε αφρώδες διηλεκτρικό, ενώ ο χάλκινος
κυµατοδηγός WR284 έχει µόνο 1.9db/100m.
Εάν όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά είναι ίδια, οι κυµατοδηγοί πλεονεκτούν
σε σχέση µε τις οµοαξονικές γραµµές µεταφοράς έχοντας καλύτερη µηχανική
απλότητα και µεγαλύτερη συχνότητα λειτουργίας (325 GHz σε σχέση µε 18 GHz)
εξαιτίας της διαφορετικής µεθόδου µετάδοσης
4
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
στην εµφάνιση κάποιου ηλεκτρικού πεδίου κοντά στα τοιχώµατα και ταυτόχρονα να
είναι παράλληλα σε αυτά. Αυτό επιτυγχάνεται στέλνοντας το κύµα κατά µήκος του
κυµατοδηγού µε µια τεθλασµένη διαδροµή, µε ανακλάσεις πάνω στα τοιχώµατα,
σχηµατίζοντας ένα ηλεκτρικό πεδίο µε µηδενική ένταση στα τοιχώµατα και µέγιστη
ένταση κοντά στο κέντρο του κυµατοδηγού. Στην περίπτωση αυτή τα τοιχώµατα δεν
έχουν τίποτα να βραχυκυκλώσουν και εποµένως δεν παρεµβαίνουν στην µορφή του
κύµατος ανάµεσά τους και κατά συνέπεια η διάδοση δεν εµποδίζεται.
∆ύο κύριες συνέπειες της τεθλασµένης µετάδοσης είναι προφανείς. Η πρώτη
είναι πως η ταχύτητα µετάδοσης είναι µικρότερη από αυτή που εµφανίζεται στο κενό,
η δεύτερη είναι πως τα ηλεκτροµαγνητικά κύµατα δεν µπορούν να είναι πλέον µε
κάθετη µορφή ηλεκτρικού και µαγνητικού κύµατος. Το δεύτερο προκύπτει επειδή η
διάδοση µε ανάκλαση απαιτεί όχι µόνο µία κανονική συνιστώσα, αλλά και µια
συνιστώσα κατά µήκος της διεύθυνσης µετάδοσης (όπως φαίνεται στο σχήµα 10-2)
τόσο για το ηλεκτρικό όσο και για το µαγνητικό πεδίο, εξαρτώµενο από τον τρόπο µε
τον οποίο τα κύµατα στέλνονται µέσα στον κυµατοδηγό. Αυτή η επιπλέον συνιστώσα
κατά µήκους της διάδοσης είναι αυτή που κάνει τα ηλεκτρικά και µαγνητικά κύµατα
µεταξύ τους να µην είναι κάθετα.
Εφόσον υπάρχουν δύο διαφορετικές βασικές µέθοδοι για µετάδοση, πρέπει να
δοθούν ονόµατα στα κύµατα που προκύπτουν για να διαχωριστούν µεταξύ τους.
∆υστυχώς, η νοµεκλατούρα αυτών των modes υπήρξε πάντα ένα δυσάρεστο
ερώτηµα. Το αµερικάνικο σύστηµα ονοµάζει τα modes ανάλογα µε την συµπεριφορά
του στοιχείου στο κενό. Εποµένως, modes τα οποία δεν παρουσιάζουν ηλεκτρικό
πεδίο στην κατεύθυνση της µετάδοσης ονοµάζονται ανάστροφα ηλεκτρικά
(transverse electric (TE)) modes και ανάστροφα µαγνητικά για εκείνα που δεν
παρουσιάζουν µαγνητικό πεδίο. Στο αντίστοιχο ευρωπαϊκό σύστηµα τα modes
ονοµάζονται H και Μ αντίστοιχα. Εδώ χρησιµοποιούµε αποκλειστικά το αµερικάνικο
σύστηµα.
5
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
V g = Vc sin θ (10-1)
Vn = Vc cosθ (10-2)
Όπως είναι φανερό, τα κύµατα στον κυµατοδηγό, ταξιδεύουν πολύ πιο αργά
από ότι στο απόλυτο κενό.
Παράλληλο και κανονικό µήκος κύµατος Η σύλληψη του µήκους κύµατος έχει
διάφορες περιγραφές ή ορισµούς, όλοι εννοούν την απόσταση µεταξύ δύο διαδοχικών
ίδιων σηµείων του κύµατος, όπως δύο διαδοχικές κορυφές. Σε αυτό πρέπει τώρα να
προσθέσουµε «προς την κατεύθυνση µέτρησης» γιατί µέχρι τώρα µετρούσαµε στην
κατεύθυνση που έχει η διάδοση (κάτι το οποίο δεν αναφερόταν). ∆εν υπάρχει κάτι
που να µας εµποδίζει να µετράµε το µήκος κύµατος προς µια άλλη κατεύθυνση, αλλά
δεν υπήρχε εφαρµογή για αυτό µέχρι τώρα. Άλλες πρακτικές εφαρµογές υπάρχουν,
όπως η κοπή corrugated υλικών οροφής σε µια γωνία ώστε να συναντώνται µε άλλα
τµήµατα corrugated υλικών.
Εάν συµβουλευτούµε πάλι το σχήµα 10-3, βλέπουµε πως το µήκος κύµατος
προς την κατεύθυνση µετάδοσης είναι λ, δηλαδή η απόσταση µεταξύ δύο διαδοχικών
κορυφών. Η απόσταση µεταξύ δύο κορυφών παράλληλα στον κυµατοδηγό είναι λp
ενώ το µήκος κύµατος κάθετα στον κυµατοδηγό είναι λn . Με απλούς υπολογισµούς
έχουµε
λ
λp = (10-3)
sin θ
λ
λn = (10-4)
cos θ
Αυτό δείχνει ότι το µήκος κύµατος εξαρτάται από την κατεύθυνση στην οποία
µετράται αλλά και ότι είναι µεγαλύτερο όταν µετράται σε µία κατεύθυνση
διαφορετική από την κατεύθυνση διάδοσης.
Ταχύτητα φάσεως Κάθε ηλεκτροµαγνητικό κύµα έχει δύο ταχύτητες: Η µία είναι η
ταχύτητα διάδοσης και η άλλη είναι η ταχύτητα µε την οποία αλλάζει φάση. Στο
κενό, αυτές οι ταχύτητες είναι οι ίδιες, και αποκαλούνται «η ταχύτητα του φωτός» Vc
6
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
όπου Vc είναι το γινόµενο µεταξύ της απόστασης δύο διαδοχικών κορυφών και ο
αριθµός των κορυφών ανά δευτερόλεπτο. Πιο τυπικά, είναι το γινόµενο του µήκους
κύµατος και συχνότητάς του, εποµένως
Για το σχήµα 10-3 φάνηκε πως ισχύει ότι η ταχύτητα µετάδοσης είναι V g = Vc sin θ
Εάν f είναι η συχνότητα εναλλαγής φάσης, θα ισχύει
V p = fλ p
fλ
= (10-6)
sin θ
Vc
= (10-7)
sin θ
Ένα πολύ εντυπωσιακό αποτέλεσµα είναι πως υπάρχει µια έµµεση ταχύτητα
που σχετίζεται µε ένα ηλεκτροµαγνητικό κύµα σε ένα φράγµα, η οποία είναι ακόµα
µεγαλύτερη από την ταχύτητα διάδοσης σε αυτή την κατεύθυνση Vg ή Vc στο κενό.
Πρέπει να αναφέρουµε εδώ πως αυτό δεν συνιστά παραβίαση της θεωρίας της
σχετικότητας, καθώς ούτε µάζα ούτε ενέργεια, ούτε σήµα µπορεί να ταξιδέψει σε
αυτή την ταχύτητα. Είναι απλώς η ταχύτητα µε την οποία ένα κύµα αλλάζει φάση σε
ένα επίπεδο όριο. Ένα σύνολο από άλλες έµµεσες ταχύτητες υπάρχουν στην φύση,
όπως ένα θαλάσσιο κύµα σε µια ακτή που την πλησιάζει υπό γωνία. Το ενδιαφέρον
φαινόµενο που συνοδεύει αυτό το γεγονός είναι πως η άκρη του κύµατος φαίνεται να
ταξιδεύει πιο γρήγορα στο µήκος της ακτής από το ίδιο το κύµα προς αυτή. Αυτό που
παρατηρούµε είναι την ταχύτητα φάσεως που παρέχει αυτό το φαινόµενο. Οι δύο
αυτές ταχύτητες θα συζητηθούν ξανά σε επόµενη παράγραφο.
7
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
8
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Μήκος κύµατος αποκοπής Εάν ένα δεύτερο τοίχωµα προστεθεί από το πρώτο σε µία
απόσταση α από αυτό, τότε πρέπει να τοποθετηθεί σε ένα σηµείο όπου ή ένταση του
ηλεκτρικού πεδίου λόγω του πρώτου τοιχώµατος να είναι µηδέν, το οποίο συµβαίνει
σε αποστάσεις που είναι ακέραια πολλαπλάσια µισού µήκους κύµατος. Η µαθηµατική
έκφραση αυτού του πράγµατος είναι
mλ n
a= (10-8)
2
m(λ / cos θ ) mλ mλ
a= = ⇒ cos θ = (10-9)
2 2 cos θ 2α
λ λ λ
λp = = = (10-10)
sin θ 1 − cos 2 θ 1 − (mλ / 2α ) 2
Από την εξίσωση (10-10) είναι εύκολο να δει κανείς πως καθώς το µήκος
κύµατος στο κενό αυξάνει, υπάρχει ένα σηµείο πέρα από το οποίο το κύµα δεν µπορεί
πλέον να διαδοθεί στον κυµατοδηγό µε σταθερά α και m. Το µήκος κύµατος στο κενό
για το οποίο συµβαίνει αυτό ονοµάζεται µήκος κύµατος αποκοπής και ορίζεται ως το
µικρότερο µήκος κύµατος στο κενό που αδυνατεί να µεταδοθεί κάτω από δοσµένες
συνθήκες. Αυτό υπονοεί πως οποιοδήποτε κύµα µεγαλύτερου µήκους δεν µπορεί να
9
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
2
⎛ mλ ⎞ mλ 0 2α
1− ⎜ 0 ⎟ = 0 ⇒ = 1 ⇒ λ0 = (10-11)
⎝ 2a ⎠ 2a m
Η µεγαλύτερη τιµή που µπορεί να πάρει το λ 0 είναι ίση µε 2α για m=1. Αυτό
σηµαίνει πως το µεγαλύτερο µήκος κύµατος στο κενό που µπορεί να έχει ένα σήµα
και να διαδίδεται µέσα στον κυµατοδηγό είναι µικρότερο από το διπλάσιο της
απόστασης των τοιχωµάτων. Επιπλέον, όταν ένας κυµατοδηγός αποτυγχάνει να
διαδώσει ένα σήµα, αυτό συµβαίνει γιατί το µήκος κύµατος είναι πολύ µεγάλο. Εάν
αυτό το σήµα πρέπει να διαδοθεί, πρέπει να χρησιµοποιηθεί ένα mode µε µεγαλύτερο
µήκος κύµατος αποκοπής. Αυτό σηµαίνει πως το m πρέπει να γίνει µικρότερο και εάν
είναι ήδη 1, τότε πρέπει να χρησιµοποιηθεί κυµατοδηγός µε µεγαλύτερη απόσταση
µεταξύ των τοιχωµάτων.
Τέλος, η εξίσωση (10-11) µπορεί να αντικατασταθεί στην εξίσωση (10-10) για
να µας δώσει µια πολύ καθολική εξίσωση για το φέρων µήκος κύµατος το οποίο δεν
εξαρτάται ούτε από την γεωµετρία του κυµατοδηγού, ούτε από το mode (τιµή του m)
που χρησιµοποιήθηκε. Το φέρων µήκος κύµατος εκφράζεται σαν συνάρτηση του
µήκους κύµατος στο κενό και του µήκους κύµατος αποκοπής
λ λ
λp = =
1 − [λ (m / 2α )] 2 1 − [λ (1 / λ 0 )] 2
λ
λp = (10-12)
1 − (λ / λ 0 ) 2
Ταχύτητα διάδοσης και φάσης στον κυµατοδηγό Όπως έχουµε ήδη δείξει, ένα
κύµα που ανακλάται από ένα αγώγιµο τοίχωµα, έχει δύο ταχύτητες, την ταχύτητα
διάδοσης και την ταχύτητα φάσης. Η πρώτη είχε αναπαρασταθεί σαν v g στην
εξίσωση (10-1) και η δεύτερη σαν v p στις εξισώσεις (10-6) και (10-7). Οι δύο αυτές
εξισώσεις έχουν ακριβώς το ίδιο νόηµα στον κυµατοδηγό παραλλήλων τοιχωµάτων
και πρέπει να αναλυθούν ακόµα περισσότερο.
vc
v g v p = v c sin θ
2
⇒ v g v p = vc (10-13)
sin θ
10
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
λ
v p = fλ p = f (10-14)
1 − (λ / λ0 )
2
1 − (λ / λ0 )
2 2 2
vc 2 1 ⎛λ ⎞
⇒ v g = v c 1 − ⎜⎜ ⎟⎟
2
vg = = vc = vc (10-15)
vp vp vc ⎝ λ0 ⎠
Η εξίσωση (10-15) είναι πολύ σηµαντική και δείχνει πως η ταχύτητα διάδοσης
είναι σηµαντικά µικρότερη από την ταχύτητα διάδοσης στο κενό. Επίσης, όπως
επισηµάναµε και προηγουµένως, η ταχύτητα διάδοσης µειώνεται καθώς το µήκος
κύµατος στο κενό πλησιάζει το µήκος κύµατος αποκοπής, φτάνοντας τελικά σε
µηδενική ταχύτητα διάδοσης, γεγονός που αντιστοιχεί σε γωνία πρόσπτωσης
µεγαλύτερη από 90 µοίρες, και το κύµα ανακλάται πίσω στον αποστολέα. ∆εν
υπάρχει κάτι ισοδύναµο στις γραµµές µεταφοράς, θα µπορούσαµε όµως να δούµε τον
κυµατοδηγό σαν ένα υψιπερατό φίλτρο που δεν έχει καθόλου εξασθένηση στην ζώνη
διάβασης (για µήκη κύµατος µικρότερα από λ0 αλλά πολύ υψηλή εξασθένηση στην
ζώνη αποκοπής.
2α 3
(α) λ 0 = = 2 × = 6cm
m 1
v 3 × 1010
(β) λ = c = = 5cm
f 6 × 10 9
Επειδή το µήκος κύµατος στο κενό είναι µικρότερο από το µήκος κύµατος
αποκοπής εδώ, το κύµα θα διαδοθεί και µπορούµε να υπολογίσουµε όλες τις άλλες
2
⎛λ ⎞
ποσότητες. Εφόσον το αποτέλεσµα 1 − ⎜⎜ ⎟⎟ εµφανίζεται σε όλους τους
⎝ λ0 ⎠
υπόλοιπους υπολογισµούς, είναι βολικό να υπολογιστεί πρώτο. Την ποσότητα αυτή
την ονοµάζουµε ρ. Τότε έχουµε
2 2
⎛λ ⎞ ⎛5⎞
ρ = 1 − ⎜⎜ ⎟⎟ = 1 − ⎜ ⎟ = 0.553
⎝ λ0 ⎠ ⎝6⎠
Τότε
λ 5
λp = = = 9.05cm
p 0.553
11
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
v c 3 × 1010
λ= = = 3cm
f 10 × 10 9
Το κύµα θα µεταδοθεί µέσα στον κυµατοδηγό, αρκεί το µήκος κύµατος αποκοπής να
είναι µεγαλύτερο από µήκος κύµατος του σήµατος στο κενό.
Όταν m=1
6
λ 0 = 2 = 12cm (µε αυτό το mode έχουµε διάδοση)
1
Όταν m=2
6
λ 0 = 2 = 6cm (µε αυτό το mode έχουµε διάδοση)
2
Όταν m=3
6
λ 0 = 2 = 4cm (µε αυτό το mode έχουµε διάδοση)
3
Όταν m=1
6
λ 0 = 2 = 3cm (µε αυτό το mode δεν έχουµε διάδοση γιατί έχει µήκος
4
κύµατος αποκοπής όχι µεγαλύτερο από το µήκος κύµατος του σήµατος στο κενό)
12
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Στην πράξη, η παρουσία τους απαιτείται για να περιορίζουν το κύµα (και να κρατάνε
τα άλλα δύο τοιχώµατα σε απόσταση)
Modes Έχουµε ήδη δει πως ένα κύµα µπορεί να ταξιδέψει µέσα σε ένα κυµατοδηγό
µε ένα σύνολο από διαφορετικές ρυθµίσεις. Μέχρι τώρα, αυτό σήµαινε πως για ένα
δοθέν σήµα, ο αριθµός µισών µηκών κύµατος µεταξύ δύο τοιχωµάτων µπορεί να
ρυθµιστεί για να καλύψει τις απαιτήσεις. Όταν δύο επιπλέον τοιχώµατα
προσθέτονται, µεταξύ των οποίων επίσης να υπάρχει απόσταση πολλαπλάσια του
µήκους κύµατος, κάποιο σύστηµα πρέπει να καθιερωθεί για να γίνει καθολικά
κατανοητή η περιγραφή οποιουδήποτε mode µετάδοσης. Η περίσταση ήταν
µπερδεµένη, αλλά µετά το 1955 το Ινστιτούτο Ραδιοµηχανικών (Institute of Radio
Engineers) Προτύπων εκδόθηκε, και σταδιακά επήλθε η τάξη. Τα modes σε
ορθογώνιους κυµατοδηγούς ονοµάζονται TEm,n εάν πρόκειται για ανάστροφα
ηλεκτρικά, ή TMm,n αν πρόκειται για ανάστροφα µαγνητικά. Σε κάθε περίπτωση m
και n είναι ακέραιοι που δείχνουν τον αριθµό µισών µηκών κύµατος(ηλεκτρικού για
TE mode ή µαγνητικών για TM modes) ανάµεσα σε κάθε ζεύγος κυµάτων, το m
µετράται κατα µήκος του άξονα X του κυµατοδηγού (για την διάσταση α), ενώ το n
κατά µήκος του άλλου άξονα. Και τα δύο φαίνονται στο σχήµα 10-7.
Η ρύθµιση του ηλεκτρικού πεδίου φαίνεται στο TE1,0 του σχήµατος 10-7. Το
µαγνητικό πεδίο παραλείπεται για λόγους απλότητας αλλά θα εµφανίζεται σε
ακόλουθα σχήµατα. Είναι σηµαντικό να κατανοήσουµε πως το ηλεκτρικό πεδίο
εκτείνεται προς µία κατεύθυνση αλλά αλλαγές στο πεδίο συµβαίνουν σε κατάλληλες
γωνίες προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό είναι παρόµοιο µε µια λεωφόρο πολλών
λωρίδων µε σταδιακές λωρίδες ταχύτητας. Όλα τα αµάξια ταξιδεύουν στην ίδια
κατεύθυνση, αλλά µε διαφορετικές ταχύτητες στις παράλληλες γραµµές. Παρόλο που
όλα τα αµάξια σε µια λωρίδα ταξιδεύουν µε µεγάλες ταχύτητες, σε αυτή την λωρίδα
δεν παρατηρούνται αλλαγές στην ταχύτητα. Αντίθετα, αλλαγές στην ταχύτητα
παρατηρούνται καθώς κάποιος µετακινείται από µια λωρίδα στην επόµενη. Με τον
ίδιο τρόπο, το ηλεκτρικό πεδίο για το TE1,0 mode επεκτείνεται στον άξονα Y αλλά
είναι σταθερό σε αυτή την κατεύθυνση, ενώ αλλάζει η έντασή του στην κατεύθυνση
X. Σαν αποτέλεσµα m=1, n=0, και το mode είναι TE1,0
Το ακριβές mode διάδοσης επιτυγχάνεται µε µια ειδική διάταξη από κεραίες,
όπως περιγράφεται στην παράγραφο 10-3.1
13
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
ισχύουν για τον κυµατοδηγό µε διαµόρφωση , TEm,0 χωρίς καµία αλλαγή. Οι πιο
σηµαντικές είναι οι εξισώσεις (10-11), (10-12), (10-14) και (10-15) από τις οποίες
όλες εκτός από την πρώτη είναι καθολικές. Σε αυτές τις εξισώσεις πρέπει να
προσθέσουµε τώρα και µία νέα. Αυτή είναι η εξίσωση για την χαρακτηριστική
αντίσταση κύµατος στον κυµατοδηγό. Αυτή προφανώς σχετίζεται µε το Z, την
χαρακτηριστική αντίσταση του κενού και δίνεται από
Z
Z0 = (10-16)
1 − (λ / λ 0 ) 2
Παρόλο που η εξίσωση 10-16 δεν µπορεί να εξαχθεί εδώ, είναι λογικά
συσχετισµένη µε τις άλλες εξισώσεις των κυµατοδηγών και µε τις συνθήκες διάδοσης
στο κενό του κεφαλαίου 8. Φαίνεται πως η προσθήκη των τοιχωµάτων έχει αυξήσει
την χαρακτηριστική αντίσταση, συγκρινόµενη µε αυτή του κενού, για τις
συγκεκριµένες διαµορφώσεις διάδοσης.
Θα φανεί από την εξίσωση (10-16) πως η χαρακτηριστική αντίσταση κύµατος
ενός κυµατοδηγού, πλησιάζει το µήκος κύµατος αποκοπής για αυτή τη διαµόρφωση.
Αυτό συνιστά το ηλεκτρικό ανάλογο της εξίσωσης (10-15) η οποία δηλώνει πως κάτω
από αυτές τις συνθήκες η ταχύτητα διάδοσης µειώνεται. Στην πραγµατικότητα είναι
προφανές πως vg=0 και Ζ0=άπειρο, όχι µόνο συµβαίνουν ταυτόχρονα, όταν λ=λ0 αλλά
είναι δύο τρόποι για να πούµε το ίδιο πράγµα: ότι οι διαστάσεις του κυµατοδηγού
είναι πολύ µικρές για να επιτρέψουν σε αυτό το κύµα να διαδοθεί.
Μια µατιά στην εξίσωση (10-11) υπενθυµίζει πως διαφορετικές διαµορφώσεις
TEm,0 έχουν διαφορετικά µήκη κύµατος αποκοπής, εποµένως έχουν διαφορετικές
χαρακτηριστικές αντιστάσεις κύµατος. Εποµένως, ένα σήµα θα συναντήσει µια τιµή
Z0 όταν µεταδοθεί σε διαµόρφωση TE3,0 και άλλη όταν µεταδοθεί σε διαµόρφωση
TE2,0 . Αυτός είναι και ο λόγος γι την έκφραση «χαρακτηριστική αντίσταση
κύµατος». Φανερά, η τιµή της εξαρτάται από την διαµόρφωση της διάδοσης, καθώς
και στις διαστάσεις του οδηγού. Μερικά από τα επόµενα παραδείγµατα θα δείξουν
αυτό ακριβώς.
2
λ0 = (10-17)
( m / α ) + ( n / b) 2
2
Για άλλη µια φορά, η εξαγωγή της εξίσωσης αυτής είναι πολύ πολύπλοκη για
να τοποθετηθεί εδώ, αλλά η επάρκειά της φαίνεται από το γεγονός πως αυτή είναι η
καθολική εξίσωση για το µήκος κύµατος αποκοπής ορθογώνιων κυµατοδηγών, και
14
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
2 2 2 2α
λ0 = = = =
( m / α ) + (0 / b)
2 2
(m / α ) 2 m /α m
2
⎛λ ⎞
Ζ 0 = Ζ 1 − ⎜⎜ ⎟⎟ (10-18)
⎝ λ0 ⎠
Η εξίσωση (10-18) δίνει τιµές αντίστασης που είναι πάντα µικρότερες από
377Ω και αυτός είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο χρησιµοποιούµε µερικές φορές
διαµόρφωση TM και ειδικά TM1,1. Μερικές φορές είναι προτιµότερο να
τροφοδοτήσουµε ένα κυµατοδηγό κατευθείαν από µια οµοαξονική γραµµή
µεταφοράς. Στην περίπτωση αυτή όµως, θα πρέπει να έχουµε αντίσταση εισόδου του
κυµατοδηγού µικρότερη από 377Ω
Όπως και το TΕ1,1 είναι η θεµελιώδης διαµόρφωση TΕm,n έτσι και η κύρια
διαµόρφωση TM είναι η TM1,1
Παράδειγµα 10-3 Υπολογίστε τον τύπο για το µήκος κύµατος αποκοπής σε ένα
τυπικό ορθογώνιο κυµατοδηγό για την διαµόρφωση TM1,1
Οι τυπικοί ορθογώνιοι κυµατοδηγοί έχουν µια αναλογία 2:1 οπότε b=α/2. Εποµένως
15
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
2 2 2a
λ0 = = =
( m / α ) 2 + ( n / b) 2 ( m / α ) 2 + ( 2n / a ) 2 m 2 + 4n 2
2a 2a
λ0 = = = 0.894a
1+ 4 5
Φαίνεται τότε πως το µήκος κύµατος αποκοπής για τις διαµορφώσεις TE1,1 και
TM1,1 σε ένα ορθογώνιο κυµατοδηγό είναι λιγότερο από το αντίστοιχο για
διαµόρφωση TE2,0 και φυσικά για την διαµόρφωση TΕ1,0. Αντίστοιχα, χρειάζεται ένας
µεγαλύτερος κυµατοδηγός από την επικρατούσα διαµόρφωση για να µεταδώσει µια
δεδοµένη συχνότητα. Για να είµαστε δίκαιοι, θα πρέπει να πούµε πως ένας
τετράγωνος κυµατοδηγός θα χρησιµοποιούταν για συµµετρικές διαµορφώσεις, στην
περίπτωση αυτή έχουµε µήκος κύµατος αποκοπής 2α, το οποίο αποτελεί κάποια
βελτίωση.
∆εν πρέπει να ξεχνάµε πως η επικρατούσα διαµόρφωση είναι αυτή που θα
χρησιµοποιηθεί στην πράξη, ενώ οι υπόλοιπες διαµορφώσεις χρησιµοποιούνται µόνο
σε συγκεκριµένες εφαρµογές. Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για αυτό. Για παράδειγµα,
είναι ευκολότερο να διεγερθούν διαµορφώσεις όπως η TΕ1,0, TΕ2,0 ή η διαµόρφωση
TM1,1 σε σχέση µε διαµορφώσεις όπως η TΕ3,7 ή TΕ9,5. Οι µικρότερες διαµορφώσεις
έχουν επίσης το πλεονέκτηµα να έχουν µεγαλύτερο µήκος κύµατος αποκοπής, από
αυτό των µεγαλύτερων διαµορφώσεων (και προφανώς το καλύτερο συµβαίνει στις
επικρατούσες διαµορφώσεις). Εποµένως, µικρότεροι κυµατοδηγοί µπορούν να
χρησιµοποιηθούν για οποιαδήποτε δοσµένη συχνότητα. Επιπλέον, η επικρατούσα
διαµόρφωση έχει το πλεονέκτηµα ότι µπορεί να διαδοθεί σε έναν αγωγό, που είναι
πολύ µικρός για να δηµιουργηθεί άλλη διαµόρφωση, εξασφαλίζοντας πως καµία
απώλεια ενέργειας δεν µπορεί να προκύψει από τυχαία δηµιουργία άλλων
διαµορφώσεων. Παρόλα αυτά, οι µεγαλύτερες διαµορφώσεις έχουν κάποια
πλεονεκτήµατα. Μπορεί να είναι στην πράξη πιο βολικό να χρησιµοποιούµε
µεγαλύτερους κυµατοδηγούς για τις µεγαλύτερες συχνότητες και για περιπτώσεις
όπου απαιτείται η µετάδοση πολλαπλών σηµάτων µέσα από ένα κυµατοδηγό.
Ακολουθούν παραδείγµατα που παρουσιάζουν τα κυριότερα σηµεία που έχουν
αναφερθεί µέχρι τώρα.
Z Ζ 120π
Z0 = = = = 682Ω
1 − ( λ / λ0 ) 2 ρ 0.553
Ζ 120π
Z0 = = = 570Ω
ρ 0.661
16
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Vc 3 × 1010
λ= = = 3.33cm
f 9 × 109
(α) Το µήκος κύµατος αποκοπής είναι
2α 2 × 4.5
λ0 = = = 9cm
m 1
2 2
⎛λ ⎞ ⎛ 3.33 ⎞
ρ = 1 − ⎜⎜ ⎟⎟ = 1 − ⎜ ⎟ = 1 − 0.137 = 0.93
⎝ λ0 ⎠ ⎝ 9 ⎠
λ 3.33
λp = = = 3.58cm
ρ 0.93
Z 120π
Z0 = = = 405Ω
ρ 0.93
(β) Ακολουθώντας τα ίδια βήµατα για την διαµόρφωση TM1,1 έχουµε
2 2 2 2
λ0 = = = = = 5cm
(m / a ) + (n / b)
2 2
(1 / 4.5) + (1 / 3)
2 2
0.0494 + 0.1111 0.4
2 2
⎛λ ⎞ ⎛ 3.33 ⎞
ρ = 1 − ⎜⎜ ⎟⎟ = 1 − ⎜ ⎟ = 1 − 0.444 = 0.746
⎝ λ0 ⎠ ⎝ 5 ⎠
λ 3.33
λp = = = 4.6cm
ρ 0.746
17
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Παράδειγµα 10-6 Ένας κυµατοδηγός έχει εσωτερικό εύρος α=3cm και µεταφέρει την
επικρατέστερη διαµόρφωση µιας άγνωστης συχνότητας. Εάν η χαρακτηριστική
αντίσταση κύµατος ήταν ίση µε 500Ω, ποια είναι η συχνότητα
2α 2 × 3
λ0 = = = 6cm
m 1
2 2 2
⎛ Z ⎞ ⎛λ ⎞ 120π ⎞
⎜⎜ ⎟⎟ = 1 − ⎜⎜ ⎟⎟ = 1 − ⎛⎜ ⎟ = 0.57
⎝ Z0 ⎠ ⎝ λ0 ⎠ ⎝ 500 ⎠
2
⎛λ ⎞
⎜⎜ ⎟⎟ = 1 − 0.57 = 0.43
⎝ λ0 ⎠
λ
= 0.43 = 0.656
λ0
λ = 0.656λ0 = 0.656 × 6 = 3.93cm
Vc 3 × 1010
f = = = 7.63 × 10 9 = 7.63GHz
λ 3.93
∆ιαγράµµατα πεδίων (field patterns) Τα ηλεκτρικά και µαγνητικά διαγράµµατα
πεδίων για την επικρατούσα διαµόρφωση φαίνονται στο σχήµα 10-12α. Όπως
τονίστηκε, το ηλεκτρικό πεδίο υπάρχει µόνο σε γωνίες κάθετες στην διεύθυνση
διάδοσης, ενώ το µαγνητικό πεδίο έχει µια συνιστώσα κατά την διεύθυνση της
διάδοσης, καθώς και µια κανονική συνιστώσα. Το ηλεκτρικό πεδίο είναι µέγιστο στο
κέντρο του αγωγού και πέφτει συνηµιτονοειδώς µέχρι τα τοιχώµατα του αγωγού
παίρνοντας την τιµή 0, όπως φαίνεται. Το µαγνητικό πεδίο έχει την µορφή κλειστών
βρόχων, οι οποίοι βρίσκονται σε επίπεδα κάθετα σε αυτά του ηλεκτρικού πεδίου,
παράλληλα µε το πάνω και κάτω µέρος του κυµατοδηγού. Το µαγνητικό πεδίο είναι
ίδιο σε όλα τα επίπεδα, ανεξαρτήτως της θέσης του επιπέδου στον άξονα y, όπως
προκύπτει από τις ίσων αποστάσεων γραµµές µε παύλες στην τελευταία όψη. Αυτό
ισχύει για όλες τις διαµορφώσεις TEm,0. Η όλη διαµόρφωση ταξιδεύει κατά µήκος του
κυµατοδηγού µε την ταχύτητα διάδοσης, αλλά σε οποιοδήποτε χρονικό στιγµιότυπο ο
κυµατοδηγός είναι γεµάτος µε αυτά τα πεδία. Η απόσταση µεταξύ δύο όµοιων
σηµείων κατα τον άξονα Z είναι ίση µε λp όπως φαίνεται στο σχήµα 10-12a
18
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Τα διαγράµµατα των πεδίων για την διαµόρφωση TE2,0 όπως φαίνονται στο
σχήµα 10-12b είναι παρόµοια. Πράγµατι, οι µόνες διαφορές είναι πως τώρα υπάρχουν
δύο παραλλαγές σε απόσταση µισού µήκους κύµατος στο επίπεδο x-y, όπως φαίνεται.
Τα διαγράµµατα των πεδίων TEm,0 είναι λογικές προεκτάσεις των δύο πρώτων.
∆ιαµορφώσεις άλλες από την TEm,0 συνήθως είναι πολύπλοκες και δύσκολες
στην οπτικοποίηση. Ούτως ή άλλως είναι τρισδιάστατες. Στην διαµόρφωση TE1,1 το
ηλεκτρικό πεδίο µοιάζει µε cob-web στις γωνίες του κυµατοδηγού. Μια εξέταση
δείχνει ότι υπάρχει µια αλλαγή της έντασης του ηλεκτρικού πεδίου κάθε µισό µήκος
κύµατος, τόσο στον x όσο και στον y άξονα, µε την µέγιστη ένταση του ηλεκτρικού
πεδίου να συµβαίνει στο κέντρο του κυµατοδηγού. Το µαγνητικό πεδίο για
οποιαδήποτε τοµή είναι όπως στην διαµόρφωση TEm,0 αλλά τώρα εκτείνεται και στον
y άξονα. Για τη διαµόρφωση TM1,1 , το ηλεκτρικό πεδίο είναι ακτινωτό και το
µαγνητικό πεδίο κυκλικό στο x-y επίπεδο. Εάν ο κυµατοδηγός ήταν κυκλικός, το
ηλεκτρικό πεδίο θα είχε ευθείες ακτίνες και το µαγνητικό πεδίο οµόκεντρους
κύκλους. Επίσης, τώρα το ηλεκτρικό πεδίο είναι αυτό που έχει µια συνιστώσα κατά
µήκος της διεύθυνσης διάδοσης, ενώ ήταν το µαγνητικό πεδίο στην θέση του για
διαµόρφωση TE. Τέλος, να σηµειωθεί πως όταν στο σχήµα 10-12c το ηλεκτρικό
πεδίο αγγίζει ένα τοίχωµα, το κάνει σε ορθή γωνία. Επίσης όλες οι τοµές µεταξύ
ηλεκτρικών και µαγνητικών πεδίων έχουν γραµµές κάθετες µεταξύ τους.
19
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
2πr
λ0 = (10-19)
(kr )
ΤΕ ΤΜ
MODE (kr) MODE (kr) MODE (kr) MODE (kr)
TE0,1 3.83 TE0,2 7.02 TM0,1 2.40 TM0,2 5.52
TE1,1 1.84 TE1,2 5.33 TM1,1 3.83 TM1,2 7.02
TE2,1 3.05 TE2,1 6.71 TM2,1 5.14 TM2,2 8.42
Πίνακας 10-2 Τιµές του (kr) για τις Κύριες ∆ιαµορφώσεις Κυκλικών Κυµατοδηγών.
20
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
vc 3 × 1010
λ= = = 3cm
f 10 × 10 9
2πr 2π × 4 / 2 4π
λ0 = = = = 6.83cm
(kr ) 1.84 1.84
λ 3 3 3
λp = = = = = 3.34cm
1 − ( λ / λ0 ) 2 1 − (3 / 6.83) 2 1 − 0.193 0.898
Z 120π
Z0 = = = 420Ω
1 − (λ / λ0 ) 2 0.898
Μία από τις διαφορές στην συµπεριφορά µεταξύ κυκλικών και ορθογώνιων
κυµατοδηγών φαίνεται στον πίνακα 10-2. Αφού η διαµόρφωση µε την µικρότερη τιµή
του (kr) έχει το µεγαλύτερο µήκος κύµατος αποκοπής, τη διαµόρφωση TE1,1 είναι η
επικρατούσα διαµόρφωση για κυκλικούς κυµατοδηγούς. Το µήκος κύµατος αποκοπής
για αυτή την διαµόρφωση είναι ίσο µε λ0 = 2πr/1.84 = 3.41r = 1.7d όπου d είναι η
διάµετρος. Μια ακόµα διαφορά βρίσκεται στη διαφορετική µέθοδο για τον ονοµασία
των διαµορφώσεων, που πρέπει να χρησιµοποιηθεί λόγω της κυκλικής διατοµής. Ο
ακέραιος m συµβολίζει τον αριθµό διαφοροποιήσεων των εντάσεων πλήρους µήκους
κύµατος κατά µήκος της περιφέρειας, ενώ ο αριθµός n αναπαριστά τον αριθµό των
εναλλαγών µισού µήκους κύµατος ακτινωτά από το κέντρο προς το τοίχωµα.
Βλέπουµε πως εδώ χρησιµοποιούνται κυλινδρικές συντεταγµένες.
Παράδειγµα 10-8. Υπολογίστε την αναλογία του εµβαδού της διατοµής µεταξύ ενός
κυκλικού κυµατοδηγού και ενός ορθογώνιου εάν έχουν την ίδιο µήκος κύµατος
αποκοπής για την επικρατούσα διαµόρφωση.
21
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Από το παράδειγµα 10-8 προκύπτει πως (πέρα από άλλα κριτήρια) το µέγεθος
που καταλαµβάνει ο ορθογώνιος κυµατοδηγός, θα ήταν σηµαντικά λιγότερο από αυτό
ενός κυκλικού συστήµατος. Αυτό προφανώς βαραίνει ενάντια στην χρήση των
κυκλικών κυµατοδηγών σε µερικές εφαρµογές.
22
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
23
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-10 Πτυχωτοί κυµατοδηγοί. (α) Μονή πτυχή , (b) ∆ιπλή πτυχή.
Έχοντας αντιµετωπίσει την θεωρία που βρίσκεται πίσω από τους κυµατοδηγούς, είναι
η στιγµή για να σκεφτούµε τις πρακτικές εφαρµογές τους. Οι µέθοδοι για την
ανάπτυξη διαµορφώσεων στο εσωτερικό των κυµατοδηγών θα περιγραφούν µε
24
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Κεραίες. Όταν µία µικρή κεραία, µε µορφή δίπολου ή βρόχου εισάγεται µέσα σε ένα
κυµατοδηγό, θα ακτινοβολήσει, και αν τοποθετηθεί κατάλληλα θα προκύψει η
κατάλληλη διαµόρφωση. Η σωστή τοποθέτηση για την δηµιουργία των
συνηθισµένων διαµορφώσεων φαίνεται στο σχήµα 10-11.
Αν γίνει µια σύγκριση µε το σχήµα 10-8, φαίνεται πως η τοποθέτηση των
κεραιών γίνεται στην θέση όπου υπάρχει το µέγιστο ηλεκτρικό πεδίο. Επειδή κάθε
τέτοια κεραία έχει πόλωση σε επίπεδο παράλληλο στο επίπεδο που βρίσκεται,
τοποθετείται ώστε να είναι παράλληλη στο πεδίο που επιθυµείται να δηµιουργήσει.
Εννοείται πως, η ίδια διάταξη µπορεί να χρησιµοποιηθεί στο άλλο άκρο του
κυµατοδηγού για να λάβει κάθε τέτοια διαµόρφωση.
Σχήµα 10-11 Μέθοδοι διέγερσης κοινών τύπου πεδίων σε ορθογώνιους κυµατοδηγούς. (α) ΤΕ1,0
(b) ΤΕ2,0 (c) ΤM1,1 (d) ΤΕ1,1
25
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
26
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
σε ένα σηµείο µέγιστης ηλεκτρικής έντασης, εποµένως συµβαίνει µια καλή ηλεκτρική
σύζευξη. Από την άλλη όµως, ένα µεγάλο ρεύµα στο τοίχωµα διακόπτεται, συνεπώς
θα υπάρχει επίσης σηµαντική µαγνητική ζεύξη. Η θέση της σχισµής 2 είναι σε σηµείο
µηδενικού ηλεκτρικού πεδίου, αλλά διακόπτει σηµαντικό ρεύµα στο τοίχωµα,
εποµένως η ζεύξη εδώ είναι
Σχήµα 10-12 Σύζευξη βρόγχου και καθετήρα. (α) Σύζευξη βρόγχου και ισοδύναµο κύκλωµα, (b)
Σύζευξη καθετήρα και ισοδύναµο κύκλωµα
Σχήµα 10-13 Σύζευξη σχισµής και ροή ρεύµατος στα τοιχώµατα του κυµατοδηγού για τον
κυρίαρχο τρόπο λειτουργίας.
27
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-14 Σύζευξη σε κυµατοδηγούς µε οµοαξονικές γραµµές µέσω (α) σχισµής, (b) κωνικού
τµήµατος.
28
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Βύσµατα. Ένα τυπικό κοµµάτι κυµατοδηγού θα έχει ένα βύσµα στο κάθε άκρο του,
όπως φαίνεται στο σχήµα 10-15. Σε χαµηλές συχνότητες το βύσµα θα είναι (brazed) ή
κολληµένο πάνω στον κυµατοδηγό, ενώ σε µεγαλύτερες συχνότητες ένα πιο επίπεδο
προσαρτηµένο σήµα χρησιµοποιείται. Όταν δυο κοµµάτια συνενώνονται, τα βύσµατα
βιδώνονται µεταξύ τους και πρέπει να φροντίσουµε να υπάρχει τέλεια µηχανική
ευθυγράµµιση εάν παρέχεται η δυνατότητα ευθυγράµµισης. Αυτό εµποδίζει µια
ανεπιθύµητη γωνία ή ένα σκαλοπάτι, τα οποία θα δηµιουργούσαν ανεπιθύµητες
ανακλάσεις. Σαν συµπέρασµα, τα άκρα των κυµατοδηγών και τα βύσµατα πρέπει να
είναι λεία για να αποφευχθούν ασυνέχειες στην συνένωση.
Είναι προφανώς ευκολότερο να ευθυγραµµιστούν ανεξάρτητα κοµµάτια
σωστά, εάν παρέχεται κάποιος µηχανισµός ευθυγράµµισης, και µερικές φορές
παρέχεται ένας κυµατοδηγός µε µικρότερες διαστάσεις και ενσωµατωµένα βύσµατα
τα οποία βιδώνονται µε κυλινδρικές βίδες.
Με τους κυµατοδηγούς να µικραίνουν σε µέγεθος καθώς οι συχνότητες
αυξάνουν, µία ασυνέχεια στη συνένωση γίνεται µεγαλύτερη σε αναλογία µε το µήκος
κύµατος του σήµατος και τις διαστάσεις του κυµατοδηγού. Οι ασυνέχειες σε
µεγαλύτερες συχνότητες δηµιουργούν περισσότερα προβλήµατα. Για να
αντιµετωπιστεί αυτό, ένα µικρό κενό µπορεί να αφεθεί ανάµεσα στους κυµατοδηγούς
όπως φαίνεται στο σχήµα 10-16. Το διάγραµµα αυτό δείχνει µια
29
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-16 (α) ∆ιατοµή συναρµογής φλάντζας τύπου τσοκ, (b) όψη άκρου φλάντζας τύπου
τσοκ.
συνένωση πνιγµού (choke join) η οποία αποτελείται από ένα κανονικό βύσµα και ένα
βύσµα πνιγµού (choke flange) που συνδέονται µεταξύ τους. Για να αντισταθµιστεί το
γεγονός αυτό, ένα κυκλικό δαχτυλίδι πνιγµού διαµέτρου L χρησιµοποιείται στο
βύσµα πνιγµού, προκειµένου να ανακλάσει ένα βραχυκύκλωµα στην συνένωση των
κυµατοδηγών. Αυτό είναι δυνατό επειδή το συνολικό µήκος της διατοµής του
δαχτυλιδιού είναι ίσο µε λp/2 και η άκρη του είναι βραχυκυκλωµένη. Εποµένως
τοποθετούµε ένα ηλεκτρικό βραχυκύκλωµα σε µία επιφάνεια στην οποία η
τοποθέτηση ενός µηχανικού βραχυκυκλώµατος θα ήταν δύσκολο να επιτευχθεί.
Σε αντίθεση µε το απλό βύσµα, εξαρτάται από την συχνότητα αλλά µε
βέλτιστο σχεδιασµό µπορεί να εξασφαλιστεί ένα λογικό εύρος ζώνης (ίσως 10 τις
εκατό από την κεντρική συχνότητα) πάνω στο οποίο το SWR δεν ξεπερνάει το 1.05
30
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Λυγίσµατα και γωνίες. Όπως φαίνεται στο σχήµα 10-18, αλλαγές στην κατεύθυνση
απαιτούνται συχνά, σε αυτές τις περιπτώσεις µπορεί να χρησιµοποιηθεί ένα λύγισµα
ή µία γωνία. Αφού αυτά αποτελούν ασυνέχειες, το SWR θα αυξηθεί είτε εξαιτίας
ανακλάσεων από µια γωνία ή εξαιτίας µιας διαφορετικής ταχύτητας διάδοσης σε ένα
κοµµάτι λυγισµένου κυµατοδηγού.
31
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
32
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-19 Στροφές και γωνίες κυµατοδηγού. (α) Η-επιπέδου στροφή, (b) Η-επιπέδου αιχµηρή
γωνία, (c) Ε-επιπέδου διπλά-αιχµηρή γωνία.
Ένα H-επίπεδο λύγισµα (φαίνεται στο σχήµα 10-9a) είναι ένα κοµµάτι
κυµατοδηγού, το οποίο έχει λυγιστεί οµοιόµορφα σε ένα επίπεδο παράλληλο στο
επίπεδο του µαγνητικού πεδίου για την επικρατούσα διαµόρφωση (στο οποίο
οφείλεται το όνοµά του). Προκειµένου να έχουµε µικρές ανακλάσεις στο εσωτερικό
του, το µήκος του γίνεται ίσο µε αρκετά µήκη κύµατος. Εναλλακτικά, εάν αυτό είναι
ανεπιθύµητο λόγω του µεγέθους, ή επειδή η κάµψη πρέπει να είναι απότοµη, είναι
δυνατόν να ελαχιστοποιηθούν οι ανακλάσεις κάνοντας το µέσο µήκος του λυγίσµατος
ίσο µε ακέραιο πολλαπλάσιο του µήκους κύµατος διάδοσης. Σε αυτή την περίπτωση,
έχουµε µείωση των ανακλάσεων. Πρέπει όµως να έχουµε υπόψη πως όσο πιο
απότοµη είναι η κάµψη, τόσο µεγαλύτερη είναι η έλλειψη ταιριάσµατος.
33
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-20 Μεταβατικά στοιχεία κυµατοδηγού. (α) Κυκλικό µε ορθογώνιο κωνικό στοιχείο, (b)
900 στροφή.
34
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Τέλος, εάν απαιτείται µια αλλαγή στην κατεύθυνση της πολικότητας, ένα
κοµµάτι στρέψης µπορεί να χρησιµοποιηθεί(όπως φαίνεται στο σχήµα 10-20b), για
άλλη µια φορά µε µήκος ενός ή δύο µηκών κύµατος. Σαν εναλλακτική, µία τέτοια
στρέψη µπορεί να ενσωµατωθεί σε ένα λύγισµα σαν αυτά που φαίνονται στο σχήµα
10-18.
Συνδέσεις Τ. ∆ύο παραδείγµατα του κόµβου Τ, ή ταυ, φαίνονται στο σχήµα 10-21
µαζί µε τα ισοδύναµα γραµµής µετάδοσής τους. Για άλλη µια φορά αναφέρονται ως
Ε- ή Η-επίπεδα δέντρα, ανάλογα µε το αν είναι σε ηλεκτρικό ή σε µαγνητικό πεδίο.
Και οι τρεις βραχίονες του Η επιπέδου ταυ βρίσκονται σε µαγνητικό πεδίο
που κατανέµεται ανάµεσα στους βραχίονες. Είναι έτσι ένας κόµβος ρεύµατος, δηλαδή
παράλληλος, όπως φαίνεται και από το ισοδύναµο κύκλωµα γραµµής µετάδοσης. Με
παρόµοιο τρόπο, το Ε-επίπεδο ταυ είναι ένας κόµβος τάσης ή σειριακός, όπως
παρουσιάζεται. Κάθε κόµβος είναι συµµετρικός ως προς τον κεντρικό βραχίονα, έτσι
ώστε το σήµα προς διαχωρισµό τροφοδοτείται προς αυτό (ή τα σήµατα που
συνδυάζονται λαµβάνονται από αυτό). Όµως κάποια µορφή εµπέδησης απαιτείται
γενικά για να αποφευχθούν ανεπιθύµητες ανακλάσεις.
Τ κόµβοι (συγκεκριµένα το Ε-επίπεδο ταυ) µπορούν από µόνοι τους να
χρησιµοποιηθούν για προσαρµογή εµπέδησης, µε τρόπο ταυτόσηµο µε το
βραχυκυκλωµένο τµήµα γραµµής µετάδοσης. Ο κάθετος βραχίονας τότε οδηγείται µε
ρυθµιζόµενο έµβολο για να παράγει βραχυκύκλωµα σε οποιοδήποτε επιθυµητό
σηµείο.
35
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Εάν ένα σήµα εφαρµοστεί στο βραχίονα 3 του µαγικού ταυ θα διαχωριστεί
στο βρόγχο, µε ένα µέρος να εισέρχεται στο βραχίονα 1 και κάποιο στο βραχίονα 2,
αλλά καθόλου στο βραχίονα 4. Αυτό µπορεί να φανεί µε τη βοήθεια του σχήµατος
10-23, το οποίο δείχνει ότι το ηλεκτρικό πεδίο για τον κυρίαρχο τρόπο µετάδοσης
είναι οµοιόµορφα συµµετρικό ως προς το επίπεδο Α-Β στο βραχίονα 4 αλλά είναι
ανοµοιόµορφα συµµετρικό ως προς το επίπεδο Α-Β στο βραχίονα 3 ( και επίσης
στους βραχίονες 1 και 2, όπως και συµβαίνει. ∆ηλαδή το ηλεκτρικό πεδίο στο
βραχίονα 4 στη µία πλευρά του Α-Β είναι καθρέπτης του ηλεκτρικού πεδίου της
36
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
άλλης πλευράς, αλλά στο βραχίονα 3 µια µεταβολή στη φάση θα απαιτείται για να
δώσει τέτοια οµοιόµορφη συµµετρία. Αφού δεν υπάρχει τίποτα εκεί που να µπορεί να
δώσει µία τέτοια µεταβολή φάσης, κανένα εφαρµοσµένο σήµα στο βραχίονα 3 δεν
µπορεί να µεταδοθεί στο βραχίονα 4 εκτός από τον τρόπο µε ανοµοιόµορφη
συµµετρία ως προς το επίπεδο Α-Β (όπως ένα ΤΕ0,1 ή ΤΜ1,1). Όντας τέτοιες οι
διαστάσεις που αποκλείουν τη µετάδοση τέτοιων υψηλότερων τρόπων µετάδοσης,
καθόλου σήµα δε µεταδίδεται στο βραχίονα 4. Επειδή η διάταξη είναι αµοιβαία,
εφαρµογή ενός σήµατος στο βραχίονα 4 συντελεί οµοίως στη µη διάδοση στο
βραχίονα 3.
Σχήµα 10-24 Εφαρµογή του µαγικού ταυ (µπροστινό άκρο του δέκτη µικροκυµάτων).
37
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
38
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-25 Υβριδικό δακτυλίδι (rate race). (a) Εικονογραφική όψη, (b) σχέδιο και διαστάσεις.
39
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
40
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-27 (α) Άκρα κυµατοδηγού, (b) συναρµογέας 2 κοχλιών, (c) ρυθµιστής 3 κοχλιών.
41
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-28 Αντιστάσεις κυµατοδηγού. (α) Απλή κωνικότητα: (b) διπλή κωνικότητα.
42
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Οι δύο τελευταίες είναι όµοιες αλλά σηµαντικά λιγότερες από τις αντίστοιχες
απώλειες σε οµοαξονικές γραµµές. Συγκεντρώνονται µαζί και µετρούνται σε decibels
ανά 100 µέτρα. Τέτοιες απώλειες εξαρτώνται από το υλικό του τοίχου και την
τραχύτητα, το χρησιµοποιούµενο διηλεκτρικό και τη συχνότητα (λόγω του
επιδερµικού φαινοµένου). Τυπικές απώλειες για πρότυπους, άκαµπτους, µε αέρα,
ορθογώνιους κυµατοδηγούς φαίνονται στον Πίνακα 10-1. Για ορειχάλκινους οδηγούς
κυµαίνονται από 4 db/100m στα 5GHz, έως 12 db/100m στα 10GHz, αν και για
οδηγούς αλουµινίου είναι κάπως χαµηλότερες. Για επαργυρωµένους κυµατοδηγούς,
οι απώλειες είναι τυπικά 8 db/100m στα 35GHz, 30 db/100m στα 70GHz και
περίπου 500 db/100m στα 200GHz. Για να µειωθούν οι απώλειες, ειδικά στις
43
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Α= eαζ (10-20)
και
α=2π/λ0 (10-21)
Υπό αυτές τις συνθήκες, η εξασθένηση είναι ουσιαστικά ανεξάρτητη της συχνότητας
και ανάγεται σε
όπου ΑdB είναι ο λόγος εκφρασµένος σε decibels, της τάσης εισόδου προς την τάση
εξόδου από έναν κυµατοδηγό που λειτουργεί ουσιαστικά κάτω από την αποκοπή.
2a 2
λ0 = =1× =2cm
m 1
3× 1010
λ= =30cm
10 9
25
AdB = 54.5 × = 681dB
2
Αν και είναι µεγάλη, αυτή η τιµή είναι αρκετά ρεαλιστική και
αντιπροσωπευτική του µεγάλου Q που κατέχεται από ένα κυµατοδηγό όταν
χρησιµοποιείται ως ένα φίλτρο.
44
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Λειτουργία. Μέχρι τώρα, κυµατοδηγοί είχαν µελετηθεί από την σκοπιά των
στάσιµων κυµάτων ανάµεσα σε πλευρικά τοιχώµατα (βλέπε Σχήµα.10-4 ως 10-6), και
οδεύοντα κύµατα κατά την διαµήκη διεύθυνση. Αν αγώγιµα ακριανά τοιχώµατα
τοποθετηθούν στον κυµατοδηγό, τότε στάσιµα κύµατα, ή ταλαντώσεις , θα λάβουν
µέρος αν η πηγή τοποθετηθεί ανάµεσα στα τοιχώµατα. Αυτό προϋποθέτει ότι η
απόσταση ανάµεσα στα ακριανά τοιχώµατα είναι nλp/2, όπου n είναι ένας
οποιοσδήποτε ακέραιος. Η κατάσταση περιγράφεται στο Σχ.10-31.
Σχήµα 10-31 Μετασχηµατισµός από ορθογώνιο κυµατοδηγό που µεταδίδει τρόπο ΤΕ1,0 σε
κοιλότητα συντονισµού που ταλαντώνεται µε (a) τρόπο ΤΕ1,0,1 (b) τρόπο ΤΕ1,0,2.
45
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
46
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
47
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
συζεύξουµε την ενέργεια προς ή από αυτά, και δεν είναι µεγάλης πρακτικής
χρήσης εκτός και αν είναι σύµφωνα, θα πρέπει τώρα να συζητηθεί η σύζευξη και
συµφωνία.
48
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
energy stored
Q = 2π (10-23)
energy lost each cycle
49
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
µικρότερη από τον αέρα, το µήκος κύµατος θα µειωθεί, και έτσι θα πρέπει να µειωθεί
και το µέγεθος της κοιλότητας για οποιαδήποτε συχνότητα. Αν ένα τέτοιο
διηλεκτρικό εισάγεται σταδιακά, η συχνότητα του αντηχείου θα εξαρτάται από το
βάθος διείσδυσης, και έτσι αυτό είναι µια χρήσιµη µέθοδος συντονισµού µιας
κοιλότητας. Ωστόσο, εφόσον τα διηλεκτρικά υλικά έχουν σηµαντικές απώλειες στις
συχνότητες µικροκυµάτων, το Q της κοιλότητας θα µειωθεί µε την εισαγωγή τους.
Για µια φορά ακόµα, αυτό µπορεί να είναι ή να µην είναι επιθυµητό.
Μια ακόµα µέθοδος για τον συντονισµού µιας κοιλότητας συνίστανται από
ένα τοίχο ο οποίος µπορεί να µετακινηθεί ελαφρώς µέσα ή έξω µε την βοήθεια ενός
κοχλία, ο οποίος λειτουργεί πάνω σε ένα βραχίονα και ο οποίος µε την σειρά του
σφίγγει ή χαλαρώνει µικρά φυσερά. Αυτά µετακινούν το τοίχωµα προς ένα
καθορισµένο σηµείο. Αυτή η µέθοδος χρησιµοποιείται µερικές φορές µε σταθερές
κοιλότητες κατασκευασµένες µέσα σε ανακλαστικές λυχνίες klystrons ως ένας τύπος
µε περιορισµένη µετατόπιση συχνότητας. Άλλες µέθοδοι συντονισµού
περιλαµβάνουν την εισαγωγή σιδηριτών, όπως ύτριο-σίδηρος-πυριτικό ορυκτό (YIG),
µέσα στην κοιλότητα. (Βλέπε σχ. 10-5.2)
Τέλος, πρέπει να σηµειωθεί ότι είναι γενικά δύσκολο να υπολογιστεί η
συχνότητα ταλάντωσης µιας κοιλότητας, είτε για τη θεµελιώδη ή οποιοδήποτε άλλη
κατάσταση, ειδικά για σύνθετα σχήµατα. Ο συντονισµός βοηθάει, φυσικά, επειδή
κάνει τον σχεδιασµό λιγότερο κρίσιµο. Μια άλλη βοήθεια είναι η αρχή της
οµοιότητας, η οποία δηλώνει ότι αν κοιλότητες έχουν το ίδιο σχήµα αλλά
διαφορετικό µέγεθος, τότε οι συχνότητες συντονισµού τους είναι αντιστρόφως
ανάλογες προς τις γραµµικές τους διαστάσεις. Έτσι είναι πιθανόν να φτιάξουµε ένα
κλιµακωτό µοντέλο αντηχείου επιθυµητού σχήµατος και να µετρήσουµε την
συχνότητα συντονισµού. Αν η συχνότητα τυχαίνει να είναι τέσσερις φορές πιο ψηλή,
όλες οι γραµµικές διαστάσεις του αντηχείου αυξάνονται τέσσερις φορές. Αυτό επίσης
σηµαίνει ότι µπορεί να είναι βολικό να αποφασίσουµε σε ένα δοθέν σχήµα για µια
συγκεκριµένη εφαρµογή και να συνεχίσουµε να αλλάζουµε τις διαστάσεις για
διαφορετικές συχνότητες.
50
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Ταυ και το υβριδικό δακτυλίδι του Κεφ.10-3.4 δεν είναι θεωρούνται κανονικά
κατευθυντικοί συζεύκτες.
51
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Εισαγωγή στους σιδηρίτες. Ένας σιδηρίτης είναι ένα µη µεταλλικό υλικό (αν και
συχνά ένα µείγµα από οξείδιο του σιδήρου) το οποίο είναι ένας µονωτής, αλλά µε
µαγνητικές ιδιότητες όµοιες µε εκείνες των σιδηρούχων µετάλλων. Ανάµεσα στους
περισσότερο κοινούς σιδηρίτες είναι ο σιδηρίτης του µαγγανίου (MnFe2O3), ο
σιδηρίτης του ψευδαργύρου (ZnFe2O3) και άλλα σχετικά σιδηροµαγνητικά οξείδια
όπως το µίγµα ύτριο-σίδηρος-πυριτικό ορυκτό2 [Y3Fe2(FeO4)3], ή YIG εν συντοµία.
Αφού όλα αυτά τα υλικά είναι µονωτικά, ηλεκτροµαγνητικά κύµατα µπορούν να
διαδοθούν µέσα από αυτά. Επειδή οι σιδηρίτες έχουν ισχυρές µαγνητικές ιδιότητες,
εξωτερικά µαγνητικά πεδία µπορούν να εφαρµοστούν σε αυτά µε αρκετά
ενδιαφέροντα αποτελέσµατα, συµπεριλαµβανοµένου περιστροφή του Faraday που
αναφέρθηκε σε σχέση µε την διάδοση κύµατος στο Κεφ. 8-2.5.
Όταν ηλεκτροµαγνητικά κύµατα ταξιδεύουν µέσα σε ένα σιδηρίτη, παράγουν
ένα RF µαγνητικό πεδίο στο υλικό, σε ορθή γωνία προς την κατεύθυνση διάδοσης αν
ο τρόπος της διάδοσης είναι σωστά επιλεγµένος. Αν ένα αξονικό µαγνητικό πεδίο από
ένα µόνιµο µαγνήτη εφαρµοστεί επίσης, µια σύνθετη αλληλεπίδραση συµβαίνει στον
σιδηρίτη. Η κατάσταση µπορεί κατά κάποιο τρόπο να απλοποιηθεί αν ασθενείς και
ισχυρές αλληλεπιδράσεις µελετηθούν χωριστά.
Με µόνο το αξονικό dc µαγνητικό πεδίο παρών, οι άξονες του σπιν των
περιστρεφόµενων ηλεκτρονίων ευθυγραµµίζουν τους εαυτούς τους κατά µήκος των
γραµµών του µαγνητικού πεδίου, ακριβώς όπως µια µαγνητική βελόνα
ευθυγραµµίζεται µε το µαγνητικό πεδίο τη γης. Τα ηλεκτρόνια περιστρέφονται επειδή
αυτό είναι ένα µαγνητικό υλικό. Σε άλλα υλικά η στροφορµή φαίνεται να λαµβάνει
µέρος επίσης, αλλά κάθε ζευγάρι ηλεκτρονίων έχει το κάθε µέλος του να
περιστρέφεται σε αντίθετες κατευθύνσεις, έτσι ώστε να υπάρχει µια ολική
εξουδετέρωση της στροφορµής του σπιν. Η επονοµαζόµενη µη ζευγαρωµένη
στροφορµή των ηλεκτρονίων σε ένα σιδηρίτη προκαλεί σε αζευγάρωτα ηλεκτρόνια
να έχουν στροφορµή και µαγνητική ροπή κατά µήκος του άξονα του σπιν. Κάθε
ηλεκτρόνιο συµπεριφέρεται πάρα πολύ όπως ένα γυροσκόπιο. Αυτό φαίνεται στο σχ.
10-35α.
2
Τα Garnets είναι υαλώδεις ανόργανες ουσίες διαφόρων χρωµάτων και συνθέσεων, µερικές από τις
οποίες είναι αρκετά πολύτιµες ως κοσµήµατα
52
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-35 Επίδραση µαγνητικών πεδίων σε περιστρεφόµενο ηλεκτρόνιο. (a) Μόνο πεδίο (b) dc
και RF µαγνητικά πεδία.
53
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
54
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
µαγνήτη ο οποίος παράγει ένα µαγνητικό πεδίο στο σιδηρίτη που είναι γενικά γύρω
στα 160 A/m. Μια τυπική (8.0 µέχρι 12.4 GHz) συσκευή Χ-ζώνης µπορεί να έχει
µήκος 25 mm και βάρος 100 g χωρίς τα µεταβατικά στοιχεία.
Επειδή το dc µαγνητικό πεδίο (πολύ πιο κάτω από αυτό που απαιτείται για
συντονισµό) εφαρµόζεται, ένα κύµα που περνάει µέσα από τον σιδηρίτη προς την
εµπρός κατεύθυνση θα έχει το επίπεδό πόλωσης µετατοπισµένο δεξιόστροφα (µέχρι
και 450 σε πρακτικούς µονωτές) όταν θα έχει φτάσει στο άκρο εξόδου. Αυτό το κύµα
µετά περνάει µέσα από καταλλήλως περιστρεφόµενη έξοδο µετάβασης, και
αναδύεται µε απώλεια εισαγωγής (εξασθένιση προς τη µπροστινή κατεύθυνση)
ανάµεσα 0.5 και 1 dB πρακτικά. ∆εν έχει επηρεαστεί ούτε από τα ωµικά ελάσµατα
επειδή είναι σε ορθή γωνία ως προς το επίπεδο του ηλεκτρικού πεδίου. Αυτό φαίνεται
στο σχ. 10-36b.
Ένα κύµα που προσπαθεί να διαδοθεί µέσα σε ένα αποµονωτή προς την
αντίθετη κατεύθυνση περιστρέφεται επίσης δεξιόστροφα, επειδή η κατεύθυνση της
περιστροφής Faraday εξαρτάται µόνο από το µαγνητικό πεδίο dc. Έτσι, όταν το κύµα
αναδύεται µέσα στην είσοδο µετάβασης, δεν απορροφάται µόνο από το ωµικό
έλασµα, αλλά επίσης δεν µπορεί να µεταδοθεί στον ορθογώνιο κυµατοδηγό εισόδου
λόγω των διαστάσεων του. Αυτή η κατάσταση φαίνεται στο σχ. 10-36b. Έτσι
καταλήγει στο επιστρεφόµενο κύµα έχοντας εξασθενίσει από 20 dB έως 30 dB στην
πράξη (αυτή η αντίστροφη εξασθένιση ενός αποµονωτή ονοµάζεται αποµόνωση).
Ένας τέτοιος πρακτικός αποµονωτής θα έχει SWR όχι παραπάνω από 1.4, µε χαµηλές
τιµές έως 1.1, και εύρος ζώνης ανάµεσα σε 5 και 30 επί τοις εκατό της κεντρικής
συχνότητας.
Αυτός ο τύπος αποµονωτή είναι περιορισµένος ως προς την ικανότητα
χειρισµού της κορυφής ισχύος έως περίπου σε 2 KW, εξαιτίας της µη γραµµικότητας
του σιδηρίτη καταλήγοντας στη µετατόπιση της φάσης φεύγοντας από την ιδανική
των 450. Ωστόσο, έχει µια ευρεία κλίµακα εφαρµογών στο πεδίο χαµηλής-ισχύος,
αφού οι περισσότεροι ενισχυτές µικροκυµάτων και ταλαντωτές έχουν ισχύ εξόδου
σηµαντικά χαµηλότερη από 2 KW.
Ο άλλος τύπος αποµονωτή είναι ο αποµονωτής συντονισµένης απορρόφησης,
ο οποίος συχνά χρησιµοποιείται σε εφαρµογές υψηλής ισχύος. Αποτελείται από ένα
κοµµάτι ορθογώνιου κυµατοδηγού που µεταφέρει τον ΤΕ1,0 τρόπο µετάδοσης, µε ένα
κοµµάτι επιµήκη υλικό σιδηρίτη
55
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-36 Αποµονωτήρας περιστροφής τύπου Faraday (α) ∆ιατοµή, (b) µέθοδος λειτουργίας.
τοποθετηµένο περίπου ένα τέταρτο από την µία πλευρά του κυµατοδηγού και στο
µέσο της απόστασης ανάµεσα στα άκρα του. Ένας µόνιµος µαγνήτης τοποθετείτε
γύρω από αυτόν και δηµιουργεί ένα κατά πολύ ισχυρότερο πεδίο από αυτό που
δηµιουργείτε στον περιστρεφόµενο αποµονωτή Faraday. Η συνδεσµολογία του
αποµονωτή απορρόφησης συντονισµού παρουσιάζεται στο Σχήµα 10-37.
56
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Κυκλοφορητές: Ο κυκλοφορητής είναι µια συσκευή από σιδηρίτη όπως το rat race
(συνδεσµολογία κυµατοδηγού υψηλής ισχύος). Συνήθως είναι µια συσκευή
τεσσάρων-πόλων (δηλαδή τεσσάρων-ακροδεκτών), όπως φαίνεται και στο σχήµα 10-
38α, παρόλο που υπάρχουν και άλλες µορφές. Παρουσιάζει την ιδιότητα ότι κάθε
ακροδέκτης συνδέεται µε τον επόµενο δεξιόστροφο ακροδέκτη. Εποµένως, η πύλη 1
συνδέεται µε την πύλη 2, αλλά όχι µε την 3 ή την 4. Η 2 συνδέεται µε την 3 αλλά όχι
µε την 4 ή την 1 και ούτω καθεξής. Οι κύριες εφαρµογές τέτοιων κυκλοφορητών
είναι είτε για να αποµονώνουν ποµπούς και δέκτες στην ίδια κεραία
57
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-38 Κυκλοφορητής φερριτίου (α) Σχηµατικό διάγραµµα, (b) Κυκλοφορητής τεσσάρων
πυλών τύπου Faraday.
(όπως στο ραντάρ), είτε για να αποµονώνουν την είσοδο και την έξοδο συσκευών
ενίσχυσης όπως οι παραµετρικοί ενισχυτές (δείτε ενότητα 12-3).
Στο σχήµα 10-38 παρουσιάζεται ένας κυκλοφορητής Faraday τεσσάρων
πυλών. Είναι παρόµοιος µε τον περιστρεφόµενο κυκλοφορητή Faraday που έχει ήδη
περιγραφεί. Η τροφοδοσία στην πύλη εισόδου 1 µετατρέπεται στον ΤΕ1,1 τρόπο
λειτουργίας στον κυκλικό κυµατοδηγό (όπως προηγουµένως), κατόπιν περνάει στην
πύλη 3 ανεπηρέαστη επειδή το ηλεκτρικό πεδίο δεν έχει σηµαντικά µεταβληθεί,
κατόπιν περιστρέφεται κατά 45ο από τον παρεµβαλλόµενο σιδηρίτη (ο µαγνήτης
αγνοείται για λόγους απλότητας), συνεχίζει περνώντας στην πύλη 4 για τον ίδιο λόγο
που πέρασε από την πύλη 3 και τελικά αναδύεται από την πύλη 2. Η τροφοδότηση
στην πύλη 2 θα υποστεί την ίδια επεξεργασία όπως στον αποµονωτή, αλλά µόνο που
τώρα έχει περιστραφεί έτσι ώστε να µην µπορεί να διαφύγει από την πύλη 1, έχει την
πύλη 3 κατάλληλα ευθυγραµµισµένη και αναδύεται από αυτήν. Παροµοίως, η πύλη 4
συνδέεται µόνο µε την πύλη 3 και η πύλη 4 µε την πύλη 1. Αυτός ο τύπος του
κυκλοφορητή έχει περιορισµό ισχύος όπως ακριβώς και ο περιστροφικός αποµονωτής
Faraday, αλλά είναι εξαιρετικά κατάλληλος ως συσκευή χαµηλής ισχύος. Παρόλα
αυτά, επειδή είναι αρκετά µεγαλύτερος σε µέγεθος από τον κυκλοφορητή Υ (ή wye)
(το wye είναι πολυφασικό κύκλωµα µε διαφορά φάσης 1200 και θα περιγραφεί
παρακάτω), χρησιµοποιείται κυρίως για την αποκοπή υψηλών συχνοτήτων, στην
µικροµετρική ζώνη και πάνω. Τα χαρακτηριστικά του είναι παρόµοια µε εκείνα του
αποµονωτή.
Οι αποµονωτές υψηλής ισχύος είναι αρκετά παρόµοιοι µε τον αποµονωτή
συντονισµού και αντέχουν ισχύ µέχρι και 30 MW. (Ο ενδιαφερόµενος φοιτητής
58
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
παραπέµπεται στις σελίδες 184-186 στην [3(α)] για την λεπτοµερή περιγραφή τέτοιου
διαφορικού αποµονωτή µεταβολής φάσης.)
Το σχήµα 10-39 παρουσιάζει µία µινιατούρα ενός κυκλοφορητή Υ (ή wye).
Υπάρχουν εκδόσεις του µε κυµατοδηγό, οµοαξονικές και ταινιογραµµές. Η
τελευταία, όπως θα δείξουµε και στο κεφάλαιο 12, είναι και κατά πολύ η
δηµοφιλέστερη. Παρουσιάζεται µία έκδοση τριών-πυλών – κυκλοφορητής µε
τέσσερις-πύλες µπορεί να δηµιουργηθεί µε την σύνδεση δύο wye. Αυτό φαίνεται στο
σχήµα 10-46, σε ένα ελαφρώς διαφοροποιηµένο περιβάλλον.
Σχήµα 10-39 Κυκλοφορητής φερρίτη Υ. (a) Σχηµατικό διάγραµµα (b) αναλυτική απεικόνιση
κυκλοφορητή ταινιογραµµής µε οµοαξονικά τερµατικά.
Με τον µαγνήτη µόνο στην µία άκρη του σιδηρίτη και µε κατάλληλη ένταση
µαγνητικού πεδίου, θα µεταβάλλεται η φάση σε κάθε σήµα που θα τροφοδοτεί τον
κυκλοφορητή. Αν οι τρεις ταινιογραµµές και οµοαξονικές γραµµές διευθετηθούν σε
διάταξη 1200 όπως φαίνεται, δεξιόστροφη µεταβολή και κατάλληλες διακοπές θα
διασφαλίσουν ότι το κάθε σήµα θα περιστρέφεται έτσι ώστε να αναδυθεί από την
επόµενη δεξιόστροφη πύλη, χωρίς να συνδεθεί µε την εναποµένουσα πύλη. Με αυτόν
τον τρόπο, εξασφαλίζονται οι ιδιότητες του κυκλοφορητή. Ένας πρακτικός τύπος
κυκλοφορητή Υ που επεξηγήθηκε έχει διαστάσεις τυπικά 12 mm σε ύψος και 25 mm
σε διάµετρο. Αντέχει µόνο µικρή ισχύ αλλά µπορεί να παρουσιάσει αποµόνωση µέχρι
και πάνω από 20 dΒ, απώλεια σήµατος εισόδου κάτω από 0,5 dΒ και SWR 1,2, όλα
στη Χ ζώνη. Ένας παρόµοιος κυκλοφορητής τεσσάρων-πυλών, αποτελούµενος από
δύο συνδεδεµένους wyes, µπορεί να τοποθετηθεί σε τετράγωνο κουτί µε διαστάσεις
45x25x12 mm. Θα παρουσιάζει παρόµοια χαρακτηριστικά απόδοσης, εκτός του ότι η
αποµόνωση θα υπερβαίνει, πλέον, τα 40 dΒ και η απώλεια σήµατος εισόδου θα είναι
περίπου 0,9 dΒ.
59
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
60
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
61
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
10-5.4 ∆ιακόπτες
Πολλές φορές είναι αναγκαίος ο περιορισµός της ισχύος µικροκυµάτων που
ακολουθεί ένα συγκεκριµένο µονοπάτι, ή η εκτροπή της σε κάποιο άλλο µονοπάτι.
Όπως και στις χαµηλές συχνότητες, το εξάρτηµα που χρησιµοποιείται για αυτόν το
σκοπό ονοµάζεται διακόπτης. ∆ιακόπτες κυµατοδηγών (ή οµοαξονικοί) µπορεί να
είναι µηχανικοί (χειροκίνητα ελεγχόµενοι) ή ηλεκτρο-µηχανικοί (ελεγχόµενοι από
σωληνοειδές). Μπορεί επίσης να είναι ηλεκτρικοί, στην οποία περίπτωση η
διαδικασία της εναλλαγής πραγµατοποιείται µε την µεταβολή των ηλεκτρικών
ιδιοτήτων κάποιας συσκευής. Ο ηλεκτρικός διακόπτης θα είναι και ο µοναδικός που
θα περιγραφεί. Συµβατικά κατηγοριοποιούνται σε σχέση µε την συσκευή χρήσης, η
οποία µπορεί να είναι ένας θάλαµος αερίου, ηµιαγώγιµη δίοδος, ή κάποιο κοµµάτι
σιδηρίτη, όπως θα δειχθεί. Τέλος, µια πολύ κοινή εφαρµογή τέτοιων διακοπτών θα
62
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
Σχήµα 10-44 Σωλήνας αερίου (TR). (a) Μοντέρνος εµπορικός σωλήνας΄(b) απλοποιηµένη
διατοµή. (Με την άδεια της Ferranti, Ltd.)
υψηλής ισχύος, παρόλα αυτά, το αέριο στο θάλαµο ιονίζεται και γίνεται πολύ καλός
αγωγός. Αυτό έχει ως επακόλουθο την τοποθέτηση ενός βραχυκυκλώµατος κατά
µήκος του κυµατοδηγού που οδηγεί προς τον θάλαµο αερίου. Εποµένως η ισχύς που
το διαπερνά µπορεί να παρουσιάσει εξασθένηση της τάξεως των 60 dB στην πράξη.
Ο θάλαµος συµπεριφέρεται σαν αυτό-διεγειρόµενος διακόπτης, καθώς δεν χρειάζεται
63
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
3
Η δίοδος αυτή περιγράφεται πλήρως στο κεφάλαιο 12, στο οποίο αναφέρονται και οι εφαρµογές της
ως διακόπτης και αναφέρονται και περαιτέρω εφαρµογές της.
64
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
µικρότερη ισχύ, παρόλα αυτά, και είναι περισσότερο αργή σε εφαρµογές υψηλής
ισχύος, παρόλο που σε εφαρµογές χαµηλής ισχύος και διαµόρφωσης παλµού, οι
δίοδοι PIN εναλλάσσουν µε χρόνο µικρότερο από 10ns.
Σχήµα 10-46 Σχηµατικό διάγραµµα διακόπτη φερρίτη. (a) Εκποµπή (b) λήψη.
65
Κυµατοδηγοί, Αντηχεία και Στοιχεία
66