Η Listeria monocytogenes ως βιολογικός κίνδυνος.

You might also like

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 4

Η Listeria monocytogenes ως βιολογικός κίνδυνος.

Η παρουσία της Listeria monocytogenes στα τρόφιμα αποτελεί


αδιαμφισβήτητα έναν σημαντικό βιολογικό κίνδυνο. Η λιστερίωση δεν είναι μια
από τις συχνότερες ασθένειες στο μέσο πληθυσμό, αλλά αποτελεί ένα
σημαντικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία (αυξημένη σοβαρότητα και
επικινδυνότητα), ιδιαίτερα σε ότι αφορά ειδικές πληθυσμιακές ομάδες, όπως
είναι οι ηλικιωμένοι, οι έγκυες γυναίκες, τα νεογνά και οι ανοσοκατασταλμένοι.
Η L. monocytogenes ενοχοποιείται για σοβαρά περιστατικά σηψαιμίας,
γέννηση νεκρών εμβρύων, αποβολές, καθώς και για περιστατικά βακτηριακής
μηνιγγίτιδας και μηνιγγοεγκεφαλίτιδας. Η σοβαρότητα και η επικινδυνότητα
της λιστερίωσης ως νοσολογική οντότητα αναδεικνύεται από το γεγονός ότι η
θνησιμότητα στις προαναφερθείσες ομάδες μπορεί να φτάσει έως και το 30%.
Εκτός από τις προαναφερθείσες ομάδες υψηλού κινδύνου, λιστερίωση μπορεί
να προκληθεί και σε φυσιολογικά άτομα, κατά τη διάρκεια επιδημιών, οι
οποίες έχουν αρχίσει και αυξάνονται σε συχνότητα, λόγω της αυξημένης
κατανάλωσης προπαρασκευασμένων τροφών. Ενδεικτικό στοιχείο της
σοβαρότητας και επικινδυνότητας της λιστερίωσης είναι το επιδημιολογικό
δεδομένο ότι στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι 2500 άτομα προσβάλλονται ετησίως
από L. monocytogenes και από αυτά τα άτομα περίπου 500 πεθαίνουν! Η
μολυσματική δόση της Listeria monocytogenes ποικίλει ανάλογα με το
στέλεχος και την ευαισθησία του νοσούντος από 102-109 κύτταρα/gr τροφίμου.
Η συμπτωματολογία της λιστερίωσης, όταν αυτή εκδηλώνεται σε άτομα χωρίς
βεβαρημένο ιατρικό ιστορικό που δεν ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου,
περιλαμβάνει συμπτώματα, όπως εμπύρετο, μυαλγίες, γαστρεντερικά
συμπτώματα (ναυτία, διάρροια) και συμπτώματα από το νευρικό σύστημα,
όπως πονοκεφάλους, αυχενική δυσκαμψία, σύγχυση, απώλεια ισορροπίας
και σπασμούς.
Οι έγκυες γυναίκες αποτελούν ενδεχομένως της σημαντικότερη ομάδα
υψηλού κινδύνου, όπου η εκδήλωση λιστερίωσης χαρακτηρίζεται ως σοβαρή
και επικίνδυνη κατάσταση. Η πιθανότητα πρόκλησης λιστερίωσης σε έγκυες
γυναίκες είναι 20 φορές πιο εύκολο να εκδηλωθεί από ότι στο μέσο
πληθυσμό. Η Listeria monocytogenes μπορεί να μεταδοθεί στο έμβρυο in
utero κατά την ενδομήτρια ζωή (μέσω της κυκλοφορίας του πλακούντα), ή
κατά τη διάρκεια του τοκετού, από το μολυσμένο γεννητικό σωλήνα της
μητέρας. Η λιστερίωση στην έγκυο γυναίκα, μπορεί να εκδηλωθεί με ήπια
συμπτωματολογία (συμπτωματολογία που προσομοιάζει με γρίπη), αλλά
μπορεί να εξελιχθεί και σε πολύ σοβαρές και επικίνδυνες καταστάσεις, όπως
αποβολή, γέννηση νεκρού εμβρύου, πρόωρο τοκετό και όπως
προαναφέρθηκε, μετάδοση της λοίμωξης στο νεογέννητο.
Οι ανοσοκατασταλμένοι, δηλαδή άτομα που είναι φορείς του HIV, άτομα με
ηπατίτιδα, καρκινοπαθείς, πάσχοντες από αιματολογικές κακοήθειες, ασθενείς
με ρευματολογικά νοσήματα, αλκοολικοί, διαβητικοί, νεφροπαθείς, άτομα με
παθήσεις της καρδιάς και των αγγείων. Η θνησιμότητα για την ειδική αυτή
ομάδα των ασθενών από Listeria monocytogenes αγγίζει έως και το 30% και
υπολογίζεται ότι είναι 300 φορές συχνότερη η εμφάνιση λιστερίωσης στους
ανοσοκατασταλμένους από ότι στο μέσο πληθυσμό.
Οι τροφιμογενείς επιδημίες λιστερίωσης στις αναπτυγμένες χώρες κατά τις
προηγούμενες δεκαετίες υποδεικνύουν ότι τα τρόφιμα είναι η κυριότερη πηγή
λοίμωξης. Επίσης, η μετάδοση γίνεται από την επαφή με απεκκρίματα
πασχόντων ζώων και επιμόλυνση τροφίμων από αυτά. Η L. monocytogenes
είναι υποχρεωτικά ενδοκυττάριο βακτήριο. Η παθογένεια και παθοφυσιολογία
της νόσου είναι ενδεικτική της σοβαρότητας και επικινδυνότητας της λοίμωξης
και για το λόγο αυτό γίνεται μια περιληπτική αναφορά αυτής. Μετά τη βρώση
της Listeria monocytogenes, μέσω μολυσμένων τροφών, το βακτήριο περνάει
το στομάχι, αναπτύσσεται στο έντερο και διαπερνά τον εντερικό φραγμό
ενδεχομένως μέσω των κυττάρων Μ του εντερικού βλεννογόνου (M-cells).
Κατόπιν διασπείρονται μέσω της κυκλοφορίας του αίματος και της λέμφου
στους μεσεντέριους λεμφαδένες, το σπλήνα και το ήπαρ και κατόπιν σε όλα
τα όργανα και τα συστήματα του οργανισμού. Επομένως, δυνητικά μπορεί να
προκαλέσει πολύ σοβαρές παθολογικές καταστάσεις, ιδιαίτερα σε άτομα που
έχουν καταπονημένο ανοσοποιητικό σύστημα.
Το γεγονός ότι η Listeria monocytogenes είναι υποχρεωτικά ενδοκυττάριο
βακτήριο, δίνει τη δυνατότητα στο μικροοργανισμό να πολλαπλασιάζεται σε
μεγάλους αριθμούς στα μακροφάγα και σε μια ποικιλία κυττάρων που δεν
είναι φαγοκύτταρα, όπως τα επιθηλιακά, τα ενδοθηλιακά κύτταρα και τα
ηπατοκύτταρα. Έτσι, ο συνηθισμένος τρόπος παστερίωσης σε κάποιες
περιπτώσεις έχει αποτύχει να σκοτώσει όλα τα μικρόβια, λόγω του γεγονότος
ότι η Listeria monocytogenes επιζεί στα λευκοκύτταρα που υπάρχουν στο
παστεριωμένο γάλα). Με την είσοδο της στα κύτταρα αυτά η Listeria
monocytogenes «δραπετεύει» από τη δράση των φαγοκυτταρικών κυστιδίων,
πολλαπλασιάζεται στο κυτταρόπλασμα του κυττάρου ξενιστή και εν συνεχεία
μετακινείται μέσα στο κύτταρο επάγοντας τον πολυμερισμό των ινιδίων της
ακτίνης. Τα βακτήρια, στη συνέχεια, σχηματίζουν κυτταροπλασματικές
προσεκβολές «δίκην ψευδοποδίων» και οι δομές αυτές φαγοκυτταρώνονται
από τα γειτονικά κύτταρα, με αποτέλεσμα τη μετάδοση του βακτηρίου από
κύτταρο σε κύτταρο.
Οι σημαντικότεροι λοιμογόνοι παράγοντες της L. monocytogenes εμπλέκονται
σε μια ενιαία διαδικασία που είναι η εξάπλωση του μικροοργανισμού από
κύτταρο σε κύτταρο. Με τον τρόπο αυτό, το παθογόνο μπορεί να αποφύγει το
εξωκυττάριο περιβάλλον και μπορεί να ξεφύγει της χυμικής ανοσολογικής
απάντησης. Αυτά τα γονίδια (9 kb) για την κωδικοποίηση των λοιμογόνων
παραγόντων, εδρεύουν στις νησίδες παθογονικότητας LIPI-1 και LIPI-2.Η
ενδοκυττάρια επιβίωση της L. monocytogenes μέσα στα μονοπύρηνα
φαγοκύτταρα οφείλεται στην παραγωγή της λιστεριολυσίνης LLO, που είναι
μια «θειο» ενεργοποιούμενη αιμολυτική κυτταρολυσίνη (thiol-activated
hemolysin), η οποία κωδικοποιείται από το γονίδιο hly. H LLO επιτρέπει στα
φαγοκυτταρωμένα βακτήρια να διαφεύγουν από τα φαγοσώματα και να
πολλαπλασιάζονται ανεπηρέαστα στο κυτταρόπλασμα του φαγοκυττάρου και
αποτελεί ουσιαστικό παράγοντα παθογένειας της L. monocytogenes καθώς η
αδρανοποίηση της οδηγεί σε απώλεια της λοιμογόνου ικανότητας του
βακτηρίου. Άλλοι παράγοντες που είναι υπεύθυνοι για την παθογένεια εκτός
της LLO είναι η ειδική φωσφορολιπάση της φωσφατιδυλοϊνοσιτόλης και η
λεκιθινάση.
Η πρόκληση επιδημιών λιστερίωσης από ωμά και κατεργασμένα κρέατα (raw
and ready-to-eat meat), πουλερικά, θαλασσινά και γαλακτοκομικά προϊόντα,
έχει οδηγήσει, πέραν των σοβαρών κλινικών περιστατικών, σε μεγάλες
οικονομικές απώλειες. Η σοβαρότητα και η επικινδυνότητα της νόσου αυτής
έχει οδηγήσει στη θέσπιση προγραμμάτων ανάλυσης και επιδημιολογικής
επιτήρησης (Hazard Analysis and Critical Control Points - HACCP) από την
επιστημονική κοινότητα και τη βιομηχανία τροφίμων και την παροχή
συστάσεων στις ομάδες υψηλού κινδύνου. Η σοβαρότητα και επικινδυνότητα
της Listeria monocytogenes, όπως υποδεικνύεται από τα προαναφερόμενα
μικροβιολογικά, επιδημιολογικά και παθοφυσιολογικά δεδομένα, καθιστά το
μικρόβιο αυτό ως βιολογικής επικινδυνότητας τύπου 2 (biohazard level 2).

You might also like