Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 7

Σι λέει ο Άγιος Νεκτάριος

για την προσκύνηση των Αγίων Εικόνων;

Οι ιστορικές και αρχαιολογικές αναφορές του Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης


για τις αρχαιότατες εικόνες, που βλέπουμε στους Ιερούς Ναούς,
αλλά και πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε προς αυτές.

ΓΙΑ ΣΗΝ ΠΡΟ΢ΚΤΝΗ΢Η ΣΩΝ ΑΓΙΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ

Η ΜΙΑ Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία από την αποστολική παρά-
δοση συνεχίζει να εικονίζει την Eικόνα του ΢ωτήρα, της Θεοτόκου των Αγίων
Αποστόλων και όλων των Αγίων των ευαρέστων στον Θεό και δεδοξασμένων από Αυτόν
και διδάσκει και απονέμει την τιμή και προσκύνηση που τους αρμόζει.

1
Η προσκύνηση των Αγίων Εικόνων δεν είναι αντίθετη με τη δεύτερη Εντολή
του νόμου του Δεκαλόγου:

«Δε θα κάνεις για τον εαυτό σου είδωλο ούτε ομοίωμα κανενός απ’ όσα
βρίσκονται στον Ουρανό άνω και στη γη κάτω και όσα στα ύδατα κάτω
από τη γη δε θα τα προσκυνήσεις αυτά ούτε θα τα λατρέψεις.»

Η εντολή αυτή απαγορεύει την κατασκευή και προσκύνηση των ειδώλων των
ψεύτικων θεών, που κατασκευάζονται ή από τη φαντασία ή με ομοιότητα με τα κτί-
σματα, στον ουρανό στη γη και στη θάλασσα. Σην εντολή αυτή παραβαίνουν όσοι θεο-
ποιούν την κτίση και τη λατρεύουν στα γλυπτά είδωλα, όταν καταντούν στην ειδωλο-
λατρεία, τη φυσιολατρεία ή κτισματολατρεία. Σην παραβαίνουν οι λάτρες του μαμωνά,
που θεοποιούν την ύλη επειδή τους παρέχει τις απολαύσεις και την καλοζωΐα. ΢’ αυτόν
θυσιάζουν τα πιο ιερά, τη δικαιοσύνη, την ελεημοσύνη και την πίστη, με το να
προσφέρουν ως θυσία κάθε ευγενικό αίσθημα και όλη τους την καρδιά. Επίσης παρα-
βάτες της εντολής αυτής είναι και αυτοί που στήνουν είδωλα στις καρδιές τους και με
περιπάθεια τα λατρεύουν, έχοντας αποβάλει κάθε αγάπη προς το Θεόν με το να προσ-
φέρουν τη λατρεία που οφείλουν προς το Θεό, στο είδωλο της δικής τους καρδιάς.

Αυτοί που αποδίδουν στη φύση τα θεία ιδιώματα παραβαίνουν κι αυτοί τη δεύτερη
Εντολή όπως και όλοι που θεοποιούν τους εαυτούς τους πιστεύουν στον εαυτό τους και
ελπίζουν στη δύναμη του πλούτου τους δηλαδή οι εγωϊστές, οι υπερήφανοι και οι όμοιοι
μ’ αυτούς.

Η προσκύνηση της Εικόνος του αποκαλυφ-


θέντος Θεού όπως και η Εικόνα της Θεομήτορος, των
Αποστόλων και τα αγίων Πάντων δεν είναι καθόλου
αντίθετη με το πνεύμα της δεύτερης Εντολής. Η Εντολή
αυτή απαγορεύει ρητά την ειδωλολατρία. Δηλαδή τη
λατρεία των ψεύτικων θεών τη φυσιολατρία και
κτισματολατρεία, όχι όμως την προσκύνηση της Εικόνας
του αληθινού Θεού και των Αγίων που δοξάστηκαν από
Αυτόν.

Η μία Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία


από αγάπη, σεβασμό, ευγνωμοσύνη κι αφοσίωση προς
το ΢ωτήρα και Λυτρωτή της ανθρωπότητας εικονίζει το
πρόσωπό Σου, για να εκφράσει το ιερό συναίσθημα που
πλημμυρίζει την καρδιά των πιστών. Για να ικανοποιήσει το συναίσθημα αυτό και να
υψώσει το νου με την Εικόνα προς το Αρχέτυπο. Η Εικόνα του ΢ωτήρα Ιησού Χριστού δεν
είναι είδωλο ψεύτικου Θεού, που πλάστηκε από ανθρώπινα χέρια ούτε άγαλμα που
θεοποιήθηκε, ούτε Εικόνα της φύσης ή κάποιου κτίσματος του Ουρανού, της γης ή των

2
υδάτων κάτω από τη γη, αλλά είναι Εικόνα του ίδιου του Θεού που αποκαλύφθηκε, του
Θεού του Ιεχωβά, που έδωσε το Νόμο και την εντολή «Δε θα κάνεις για τον εαυτό σου
είδωλο». Δεν προσφέρουμε τη λατρεία στην Εικόνα ούτε την τιμούμε ως Θεό, αλλά
προσφέρουμε τιμητική προσκύνηση την οποία αναφέρουμε στο πρωτότυπο.

Σο είδωλο αποσπά αυτόν που το λατρεύει από τον αληθινό Θεό, αλλά η Εικόνα
του ΢ωτήρα, της Θεοτόκου και όλων των Αγίων όχι μόνο δε μας αποσπούν από τον
αληθινό Θεό αλλά μας ανυψώνουν προς Αυτόν και μας υπενθυμίζουν τις θείες
ευσπλαχνίες στη ζωή, την ενανθρώπηση του ΢ωτήρα, τα σωτήρια πάθη αυτού, τη
΢ταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψη στους Ουρανούς και γενικά όλη τη
φροντίδα για τη σωτηρία μας προτρέποντάς μας να μιμηθούμε την αρετή των Αγίων.

Οι Εικόνες μάς οδηγούν προς τον αληθινό Θεό παρά απομακρύνουν από Αυτόν
τους πιστούς λάτρεις του Κυρίου κι επειδή δεν είναι είδωλα ψεύτικων θεών ούτε εικόνες
κτισμάτων που οδηγούν στην κτισματολατρεία, αλλά ιερές Εικόνες του αποκαλυφθέν-
τος Θεού, της Θεομήτορος και των Αγίων, που δοξάσθηκαν από το Θεό. Γι’ αυτό δεν
είναι αντίθετες στην εντολή, αλλά και δεν μπορούν να θεωρηθούν ως απαγορευμένες
στους πιστούς.

Η Εντολή με την απαγόρευση της κτισματολατρείας και φυσιολατρείας επιδίωξε


την προσήλωση με όλη την ψυχή, καρδιά και διάνοια προς μόνο τον αληθινό Θεό. Εμείς
οι πιστοί που εικονίζουμε το ΢ωτήρα Χριστό και όλους τους Αγίους τους αρεστούς σ’
αυτόν από τον αιώνα, όχι μόνο δεν απομακρυνόμαστε από Αυτόν, αλλά με όλη την
ψυχή, την καρδιά το νου και τη δύναμη Σον αγαπάμε και Σον λατρεύομε κι ελπίζουμε
μόνο σ’ Αυτόν, μόνο Αυτόν πιστεύουμε.

Ώστε η προσκύνηση των Αγίων εικόνων όχι


μόνο δεν είναι αντίθετη με το πνεύμα της Εντολής
αυτής αλλά συμφωνεί τελείως με αυτή, αφού αν-
υψώνει το πνεύμα προς μόνο τον αληθινό Θεό. Άρα
η προσκύνηση των αγίων Εικόνων επιτρέπεται.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στην έκδοση
της Ορθόδοξης Πίστης παράγραφος 93, λέγει για τις
Εικόνες: «Επειδή μερικοί μας κατηγορούν υπερ-
βολικά επειδή προσκυνούμε και τιμούμε την Εικόνα
του ΢ωτήρα και της Δέσποινάς μας και των λοιπών
Αγίων και του Ιησού Χριστού ας ακούσουν ότι ο
Θεός από την αρχή έκανε τον άνθρωπο σύμφωνα με
την εικόνα Σου.

Γιατί λοιπόν προσκυνούμε μεταξύ μας αυτούς αν δεν ήταν φτιαγμένοι σύμφωνα
με την εικόνα του Θεού, όπως λοιπόν λέγει ο ομιλών για το Θεό και επιφανείς για τα

3
θεία Βασίλειος, η τιμή της εικόνας περνάει στο
πρωτότυπο. Πρωτότυπο είναι αυτό που εικονίζεται
και από το οποίο γίνεται το παράγωγο. Γιατί ο
Μωσαϊκός λαός προσκυνούσε τη σκηνή κυκλικά
που είχε την εικόνα των επουρανίων, μάλλον δε
όλης της κτίσης. Λέγει λοιπόν ο Θεός στο Μωϋσή.
Πρόσεξε θα κάνεις τα πάντα σύμφωνα με τον
τύπο που σου φανερώθηκε στο Όρος. Και τα Χε-
ρουβίμ που σκιάζουν το προσκυνητάριο δεν ήσαν
έργα από χέρια ανθρώπων;» Σι ήταν ο περίφημος
Ναός στα Ιεροσόλυμα; Δεν ήταν χειροποίητος και
κατάσκευασμένος με την τέχνη των ανθρώπων;
Όμως η θεία Γραφή κατηγορεί αυτούς που προ-
σκυνούν τα γλυπτά αλλά και αυτούς που θυσιάζουν στα δαιμόνια.

Θυσιάζουν μεν οι Έλληνες θυσιάζουν και οι Ιουδαίοι. Αλλά οι Έλληνες στα δαι-
μόνια, οι Ιουδαίοι στο Θεό. Και η μεν θυσία των Ελλήνων ήταν απαράδεκτη και κατά-
κριτη όμως των δικαίων ήταν ευπρόσδεκτη στο Θεό. Θυσίασε λοιπόν ο Νώε και μύρισε ο
Θεός την ευωδιά αποδεχόμενος την καλή πρόθεση και αποδεχόμενος την ευωδιά για την
εύνοια προς αυτόν.

Έτσι, τα μεν γλυπτά των Ελλήνων, επειδή για δαίμονες είχαν εικονιστεί, είναι και
απόβλητα και απαγορευμένα. Αντίθετα με αυτά ποιος μπορεί να δημιουργήσει το
αποτύπωμα του αόρατου και ασώματου, του μη δυναμένου να περιγραφεί και να
σχηματιστεί Θεού; Σο να δίνει σχήμα στο θείο είναι δείγμα λοιπόν παραφροσύνης των
άκρων και ασέβειας. Γι’ αυτό στην Παλαιά Διαθήκη δεν ήταν συνηθισμένη η χρήση των
εικόνων. Επειδή όμως ο Θεός από το πιο εσωτερικό έλεος αυτού έγινε πραγματικός
άνθρωπος για τη δική μας σωτηρία, όχι όπως φανερώθηκε με μορφή ανθρώπου στον
Αβραάμ ή στους προφήτες, αλλά στην ουσία έγινε αληθινά άνθρωπος, έζησε στη γη και
συναναστράφηκε τους ανθρώπους, έκανε θαύματα, υπέφερε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε,
ανελήφθη και όλα αυτά έγιναν στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι τον είδαν,
ζωγραφίστηκε μεν για τη δική μας μνήμη και διδασκαλία, που δεν είμαστε παρόντες στα
πιο πάνω, για να βρούμε την ευλογία του Κυρίου, χωρίς να τον έχουμε δει, ακούσει και
πιστέψει. Επειδή όμως όλοι δε γνωρίζουν γράμματα, ούτε με την ανάγνωση ασχο-
λούνται, οι Πατέρες κατάλαβαν καλά, σαν κάποιο βραβείο, αυτά ν’ απεικονίζονται σε
Εικόνες για σύντομη υπενθύμιση. Παραμελείτο πολλές φορές το πάθος του Κυρίου,
επειδή δεν το είχαμε στο νου, όμως, όταν βλέπαμε την εικόνα της σταύρωσης του
Χριστού, θυμόμαστε το ΢ωτήρα και γονατίζαμε προσκυνώντας όχι την ύλη αλλά τον
εικονιζόμενο, αφού ούτε με την ύλη του Ευαγγελίου ούτε με την ύλη του ΢ταυρού
προσκυνούμε αλλά με το αποτύπωμα. Διότι τι διαφέρει ο σταυρός που δεν έχει το
αποτύπωμα του Κυρίου από εκείνον που το έχει. Έτσι ακριβώς και για τη Θεομήτορα
γιατί η τιμή γι’ Αυτήν, ανήκει σε κείνον που έλαβε σάρκα από Αυτή. Όμοια συμβαίνει

4
και με τα ανδραγαθήματα των αγίων ανδρών που μας κινούν προς την ανδρεία και το
ζήλο, τη μίμηση της αρετής τους και τη δόξα του Θεού. Γιατί όπως είπαμε η τιμή προς
τους ευγνώμονες κοινούς όμοιούς μας δούλους του Θεού είναι απόδειξη της εύνοιας
προς τον κοινό Δεσπότη και η τιμή της εικόνας περνάει προς το πρωτότυπο. Είναι δε
άγραφη η παράδοση, όπως και το να προσκυνάς προς την Ανατολή και το να προσκυνάς
το ΢ταυρό και άλλα πολλά όμοια με αυτά.

Κυκλοφορεί δε και κάποια ιστορία ότι ο


ηγεμόνας της πόλης των Εδεσσαίων Άβγαρος,
όταν βασίλευε, έστειλε ζωγράφο για να κάνει
Εικόνα όμοια με τον Κύριο και ο ζωγράφος δεν
μπόρεσε εξαιτίας της απαστράπτουσας λαμπρό-
τητας του προσώπου. Ο Κύριος, αφού έβαλε επά-
νω στο θείο και ζωοποιό Σου πρόσωπο ένα ιμάτιο,
έβγαλε τη δική του Εικόνα, τραβώντας το από το
πρόσωπο, σκουπίζοντάς με το ιμάτιο κι έτσι το
έστειλε στον ποθούντα αυτό Άβγαρο. Ο Παύλος ο
Απόστολος των εθνών γράφει ότι οι Απόστολοι
έχουν παραδώσει πολλά άγραφα: «Άρα λοιπόν
αδελφοί να μένετε σταθεροί και να φυλάγετε τις
παραδόσεις μας που διδαχθήκατε ή με το λόγο ή
με επιστολή μας και προς τους Κορινθίους. ΢ας
επαινώ μεν, αδελφοί, γιατί όλα τα δικά μου
θυμάστε και τις παραδόσεις κατέχετε όπως σας
τις παρέδωσα.

Ο δε Άγιος Αναστάσιος ο Αντιοχείας στη ΢Σ επιστολή προς τον ΢χολαστικόν


λέγει: «Και κανείς να μη σκοντάφτει στη σημαία της προσκύνησης, γιατί προσκυνούμε
ανθρώπους και Αγγέλους και Αγίους όμως δεν τους λατρεύουμε, διότι, λέγει, τον Κύριο
τον Θεό σου θα προσκυνήσεις και μόνον Αυτόν θα λατρέψεις» . Πρόσεξα όμως ότι πρό-
σθεσε το μόνον στο λατρέψεις, καθόλου όμως στο προσκυνήσεις, ώστε είναι δυνατόν
μεν να προσκυνείς γιατί αυτό δείχνει την τιμή που είναι η προσκύνηση. Γι’ αυτό και ο
Προφητάναξ Δαβίδ όπως πρέπει τιμά τους Αγίους όταν λέγει: «Από μένα πολύ τιμή-
θηκαν οι φίλοι σου ο Θεός. Πολύ δυνατές έγιναν οι αρχές τους» (Ψαλμ. ρλη' 17). Γι’ αυτό
έχουμε υποχρέωση να προσφέρουμε τέτοια τιμή και προσκύνηση όχι μόνο σε όλους
γενικά τους Αγίους αλλά και σ’ αυτά τα ιερά και θεία κι αυτό πάλι με εντολή του Πανα-
γίου Πνεύματος όπως διαβάζουμε σ’ όλες τις ιερές, θεόπνευστες γραφές: «Προσκυ-
νείστε, δίνει εντολή το Άγιο Πνεύμα, τα πόδια όπου στάθηκαν τα πόδια Αυτού» και
πάλι: «Τψώστε τον Κύριο το Θεό μας και προσκυνείστε το υποπόδιο των ποδών Σου διότι
είναι Άγιος».

5
Ο Θεοδώρητος ο Κύρου στο Βίο του ΢υμεών του ΢τυλίτη, για την τιμή προς τις
Εικόνες αυτού, λέγει: «Λέγουν ότι στη Ρώμη την πολυθρύλητη λέγει κάποιος άνδρας
έγινε διάσημος γιατί σε όλα τα Προπύλαια των εργαστηρίων κρέμασε μικρές Εικόνες
ώστε να έχουν από αυτές προφύλαξη και ασφάλεια για τον εαυτό τους.

Ο Αμβρόσιος των Μεδιολάνων (Μιλάνου) λέγει προς τον Βασιλέα Γρατιανό: «΢ε
τι λοιπόν; Μήπως με το να προσκυνούμε τη θεότητα και τη σάρκα Σου μοιράζουμε το
Χριστό; ή όταν γι’ Αυτόν προσκυνούμε τη θεία Εικόνα και το ΢ταυρό, τον μοιράζουμε; Ας
μη γίνει αυτό!» (Βιβλ. Γ΄ κεφ. Θ΄).

Ο Γρηγόριος ο Νύσσης λέγει για τον Εφραίμ τον ΢ύρον: «Εφραίμ ο θείος κατέ-
λαβε την πόλη των Εδεσσηνών δια να αγκαλιάσει τα άγια που ήταν εκεί» (Εγκώμ. εις
Εφραίμ τόμ. Β΄ σελ. 1036).

Και ο Μέγας Αθανάσιος λέγει: «αυτός λοιπόν που προσκυνεί την εικόνα σ’
αυτήν προσκυνεί τον Βασιλέα» (Κατά Αρειανών λόγ. δ).

Ο ίδιος στη λθ΄ερώτηση προς τον


Αντίοχο λέγει: «Ο Θεός έδωσε εντολή
δια των Προφητών να μην προσκυνού-
με έργα των χεριών· γιατί προσκυνούμε
τις Εικόνες και τον ΢ταυρό που είναι
έργα τεχνιτών όπως είναι τα είδωλα;»
Απαντά ο ίδιος σ’ αυτό: «Οι πιστοί δεν
προσκυνούν τις Εικόνες σα να είναι
θεοί· ας μη γίνει αυτό, όπως κάνουν οι
Έλληνες, αλλά εμφανίζουμε μόνο τη
σχέση και την αγάπη της ψυχής μας
προς το χαρακτήρα της Εικόνας· κι όπως
ο Ιακώβ, όταν επρόκειτο να πεθάνει
προσκύνησε στο άκρο της ράβδου τον
Ιωσήφ χωρίς να τιμά τη ράβδο αλλά
αυτόν που την κρατούσε, έτσι και οι
πιστοί δε φιλούμε τις Εικόνες με κανέ-
ναν άλλον τρόπο. Με το να κάνουμε αυ-
τό, όπως φιλούμε τους πατέρες και τους φίλους και οι Ιουδαίοι ποτέ τις πλάκες του
Νόμου δεν προσκυνούσαν και τα χρυσά Χερουβίμ και τα γλυπτά τιμώντας τη φύση του
λίθου και του χρυσού αλλά και τον Κύριον που επέτρεψε να γίνουν αυτά. Αυτοί δε που
από την αλαζονεία τους απαξιούν να προσκυνήσουν το σταυρό και τις εικόνες, ας μας
πουν οι ανόητοι πως οι άγιες εικόνες με τη δύναμη του Κυρίου έβγαλαν πολλές φορές
μύρα; πως μια άψυχη στήλη που δέχθηκε ένα βέλος έβγαλε κατά περίεργο τρόπο αίμα
σα να είχε σώμα φυσικό;

6
Πώς από νεκρούς και λείψανα και εικόνες πολλές φορές απομακρύνονται οι
δαίμονες ουρλιάζοντας;
Για να μεταβάλουμε ακόμη το λόγο των
ανοήτων, άκουσε τον λόγο που αναφέρθηκε
στις Εικόνες για μας, που προέρχεται από τους
Πατέρες: «΢τα Ιεροσόλυμα σε κάποιον ασκητή
επιτίθετο και τον ενοχλούσε ο πονηρός δαί-
μονας, σε μια λοιπόν από τις ίδιες όψεις το
πνεύμα παρουσιάζεται λέγοντας ότι εάν θέλεις
να μη σε πολεμώ να μην προσυνήσεις την
Εικόνα κι εγώ θα φύγω από σένα. Ήταν δε αυτή
η Εικόνα της Θεοτόκου. Και έπειτα τι λένε γι’
αυτά όσοι προτρέπουν να μην προσκυνούμε
τους χαρακτήρες των Αγίων τους οποίους ζω-
γραφίζουμε μόνο για τη μνήμη και όχι για
κανένα άλλο σκοπό; Και αυτός είναι ο σύντομος
λόγος για τις Εικόνες. Σο ΢ταυρό είναι δε φα-
νερό ότι προσκυνούμε εμείς οι πιστοί για το
Χριστό που σταυρώθηκε σ’ αυτόν και τον φι-
λούμε.»

Κι αυτά μεν λέγουν για την προσκύνηση των Αγίων εικόνων οι Άγιοι του Θεού. Η
δε πράξη της Ζ΄ Οικουμενικής ΢υνόδου στη Νίκαια λέγει τα εξής για την ανατύπωση
των Εικόνων:
«Όσο οι όψεις των εικονιζομένων φαίνονται συνεχώς με την εικονική τους
ανατύπωση τόσο και αυτοί που τις βλέπουν ξεχωριστά ανεβαίνουν προς τη μνήμη των
πρωτοτύπων και τη λατρεία τους και ορίζουμε να απονέμουν σ’ αυτές ασπασμόν και
τιμητική προσκύνηση. Όχι την αληθινή λατρεία σύμφωνα με την πίστη μας η οποία
αρμόζει μόνο στη θεία φύση, αλλά με τον τρόπο προς τον τύπο του Σιμίου και Ζωοποιού
΢ταυρού και άγια ευαγγέλια κλπ αφιερωμένα και να προσφέρουν αφιερώματα και
φώτα (λαμπάδων) για την τιμή αυτών, όπως ήταν η ευσεβής συνήθεια στους αρχαίους,
διότι η τιμή της εικόνας περνά στο πρωτότυπο και αυτός που προσκυνεί την εικόνα
προσκυνεί σ’ αυτήν την υπόσταση των εικονιζομένων».
Και πάλι στην έβδομη πράξη αυτής: «Έχουμε συμφωνήσει για την ευσέβεια,
κηρύξαμε την αλήθεια, ώστε σε όλα είναι αποδεκτές οι σεπτές Εικόνες, αυτές να
προσκυνούμε και να ασπαζόμαστε: Διότι το ίδιο είναι και τα δύο. Διότι στην ελληνική
αρχαία διάλεκτο το ασπάζεσαι και να αγαπάς σημαίνει το να κυνείς. Και η πρόθεση
προς δηλώνει κάποια επίταση του πόθου όπως ακριβώς στο φέρω το προσφέρω, όπως
στο κυρώ το προσκυρώ, όπως στο κυνώ το προσκυνώ το οποίο δείχνει καθαρά τον
ασπασμό και επιπρόσθετα την αγάπη (φιλία)».

Πηγή: Αγίου Νεκταρίου: «ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ: Περί της χρήσεως των Αγίων Εικόνων εν τη Εκκλησία.

You might also like