Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 5

ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΤΟΥ 2041 ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ

Παραμύθι για μεγάλα παιδιά

Πρόλογος

Στις αρχές του περασμένου Δεκέμβρη, είχα γράψει ένα πολιτικό κείμενο, με τίτλο «Πρόταση
για νέες παραγωγικές δραστηριότητες στον αστικό χώρο», το οποίο δημοσιοποίησα λίγο
αργότερα, ύστερα από μια σύντομη κινηματική διαβούλευση και το κατέθεσα στο Δήμο
Ελληνικού στις 20 Δεκεμβρίου. Σήμερα, επανέρχομαι με ένα «παραμύθι για μεγάλα παιδιά».

Πάνος Τότσικας , 25 Απριλίου 2011

Με το τραμ στο Ελληνικό

Πήραμε το Τραμ 1 από την πλατεία Συντάγματος, περάσαμε από το Ζάππειο και τις
στήλες του Ολυμπίου Διός. Φτάσαμε στην στάση «Νέος Κόσμος». «Παππού, γιατί τον
λένε Νέο Κόσμο» με ρώτησε η Λεμονιά, που είχε γίνει κιόλας τριών χρονών. Σκέφτηκα
λιγάκι και της απάντησα: «Νομίζω πως τον βάφτισαν έτσι, μετά τον πόλεμο του
1940, πάνε εκατό χρόνια τώρα, για να ξεχαστούν όσα είχαν γίνει σ’ αυτή τη περιοχή
και να δείξουν ότι γεννιόταν ένας καινούργιος κόσμος…». «Και τι είχε γίνει σ’ αυτή
τη περιοχή», πετάχτηκε ο Παναγιώτης, που κόντευε τα οκτώ. Δεν του απάντησα,
αλλά αυτός δεν το έβαλε κάτω: «Σε ρωτάω παππού, τι είχε γίνει εδώ;».

Το τραμ ήταν γεμάτο κόσμο, άκουγαν όλοι τη συζήτηση, δεν ήθελα να εξηγήσω στον
Παναγιώτη αυτό που ζητούσε. «Πρέπει να βρω κάτι να σου δείξω, θα σου εξηγήσω
αργότερα, του είπα», κι άρχισα δήθεν να ψάχνω την τσάντα μου. Ο Παναγιώτης,
επέμενε, εγώ σιωπούσα. Οπότε, ένας άλλος παππούς που καθότανε δίπλα, παρενέβη
και μου ζήτησε να του επιτρέψω να εξηγήσει αυτός στον Παναγιώτη. Του
χαμογέλασα, κι αυτός το εξέλαβε ότι συμφώνησα. «Ο θεός βοηθός, σκέφτηκα»….

«Εδώ γινήκανε μάχες», είπε ο άλλος παππούς στον Παναγιώτη. «Το πατρικό μας σπίτι
ήταν στο Δουργούτι, στις παλιές πολυκατοικίες που περάσαμε. Ο πατέρας μου
πολέμησε ενάντια στους Γερμανούς, και μετά ενάντια στους Άγγλους. Σκοτώθηκε
πολύς κόσμος εδώ. Μάλλον για να ξεχαστούν τα εγκλήματα, ονόμασαν την περιοχή
Νέο Κόσμο».

Ο Παναγιώτης έμεινε άφωνος. Δεν περίμενε, να ακούσει κάτι τέτοιο, όπως και οι
περισσότεροι απ΄ τους επιβάτες του τραμ, που άκουγαν θέλοντας και μη. Μια όρθια
κυρία σχολίασε: «Κοίτα τι μαθαίνει κανείς» και κάποιος άλλος μουρμούρισε: «Αρκετά
με την προπαγάνδα σας, πρωϊ - πρωϊ…».

Στην επόμενη στάση του τραμ, ξαναχτύπησε η Λεμονιά: «Παππού, γιατί την λένε Νέα
Σμύρνη», ρώτησε, και όσοι άκουγαν γύρω μας ξέσπασαν στα γέλια. «Τώρα θα της
εξηγήσουν για την Μικρασιατική καταστροφή», σχολίασε πικρόχολα, κάποιος…«
Αρκετά ζαλίσαμε τον κόσμο, θα σου πω όταν φτάσουμε στο Πάρκο του Ελληνικού»,
της απάντησα, κι εκείνη δεν επέμενε. «Κι εμένα θα μου εξηγήσεις γιατί το λένε
Ελληνικό», πετάχτηκε ο Παναγιώτης… «Μην ξεχάσεις να του πεις για την πρώην
Αμερικάνικη βάση την Τρόϊκα και το Μνημόνιο», φώναξε δυνατά κάποιος από την
άλλη άκρη του βαγονιού, και ολόκληρο το τραμ ξέσπασε σε γέλια και
χειροκροτήματα...

Φτάσαμε στο Ελληνικό. Το τραμ πέρασε την συμβολική πύλη του Πάρκου, όπου μια
ταμπέλλα πληροφορούσε: «Αυτό το Πάρκο οφείλει την δημιουργία του στους αγώνες
των πολιτών που ξεκίνησαν το έτος 2011». Προχωρήσαμε και στην μέση περίπου του
Πάρκου κατεβήκαμε σχεδόν όλοι από το τραμ.

Μάης, προχωρημένη άνοιξη. Τα ψηλά δέντρα, πανέμορφα, εξασφάλιζαν την δροσιά


που χρειάζονταν για μια ευχάριστη βόλτα. Πουλάκια πέταγαν ψηλά,
πηγαινοερχόντουσαν, και με κάθετες εφορμήσεις εντόπιζαν παιδάκια που τους έδιναν
να φάνε. Θάμνοι καταπράσινοι, λουλούδια ανθισμένα, λιμνούλες, ποταμάκια,
τρεχούμενα νερά. Χαρά θεού.

Αυτοδιαχειριζόμενο ζαχαροπλαστείο - καφενείο - εστιατόριο

Η Λεμονιά κι ο Παναγιώτης μου ζητούσαν παγωτό. Κάπου εκεί κοντά, υπήρχε ένα
αυτοδιαχειριζόμενο ζαχαροπλαστείο – καφενείο – εστιατόριο, χωμένο μέσα στην
βαθειά σκιά των μεγάλων δένδρων. Καθήσαμε σε ένα τραπεζάκι και περιμέναμε να
έρθει κάποιος να παραγγείλουμε. Ένας νέος από το διπλανό τραπέζι μας είδε που
περιμέναμε, μας πληροφόρησε ότι το κατάστημα είναι αυτοξυπηρετούμενο και μας
ρώτησε αν έχουμε το «ΕΛ». «Δηλαδή»; τον ρώτησα. « Το τοπικό χρήμα, μου
απάντησε. Εδώ και ένα μήνα, τίποτα δεν μπορείς να κάνεις χωρίς αυτό. Πηγαίνετε
στη θυρίδα απέναντι να αλλάξετε».

Πήρα την Λεμονιά και τον Παναγιώτη, πήγαμε στη θυρίδα και αγοράσαμε κάτι
πανέμορφα χρωματιστά χαρτάκια που έγραφαν επάνω: «Πάρκο Ελληνικού –ΕΛ -
Κουπόνι ανταλλαγής υπηρεσιών». Μετά πήγαμε στο ζαχαροπλαστείο, πήραμε τα
παγωτά, τα πληρώσαμε με ΕΛ, και πήγαμε στο τραπεζάκι και τα φάγαμε. Τα παιδιά
ήταν ενθουσιασμένα. Κοιτούσαν και ξανακοιτούσαν τα ΕΛ και δεν τα χόρταιναν τα
μάτια τους. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι ερωτήσεις έπεφταν βροχή. Άντε να τους τα
εξηγήσεις όλα...Πώς να καταλάβουν ότι μπορεί να φτιάχνει κάποιος ή κάποια γλυκά,
κουλούρια, πίτες κλπ και να πληρώνεται για τον κόπο και τα έξοδα που έκανε σε ΕΛ.
Και μετά να πηγαίνει στο αυτοδιαχειριζόμενο εστιατόριο, να τρώει μακαρόνια,
μουσακά ή πίτσα και να πληρώνει σε ΕΛ αυτούς που τα έφτιαξαν.

Κάποια κοπέλα από δίπλα που άκουγε, μας εξήγησε: γνώρισα κάποια κυρία πριν λίγο
καιρό εδώ που ήθελε να μάθει κιθάρα. Της είπα ότι έχω σπουδάσει μουσική και ότι
μπορώ να της κάνω εγώ μαθήματα 10 ώρες την εβδομάδα. Εκείνη μου είπε ότι έχει
σπουδάσει γαλλική φιλολογία και ότι μπορεί να μου κάνει μόνο 5 ώρες την εβδομάδα
γαλλικά. Συμφωνήσαμε, ανταλλάσουμε τις γνώσεις μας και «πληρώνουμε» η μία την
άλλη ανάλογα. Με τα ΕΛ που μου έδωσε η κυρία αυτή, θα πληρώσω εδώ σήμερα τον
καφέ που πήρα.

Η Λεμονιά και ο Παναγιώτης άκουγαν όλα αυτά με ανοιχτό το στόμα. Η φαντασία


τους είχε ήδη απογειωθεί. Σαν να είχαν μπει στον «κόσμο των θαυμάτων», όπως η
Αλίκη…

Αυτοδιαχειριζόμενοι αγροί - Συλλογική Κουζίνα - Κοινωνικό Παντοπωλείο


Φάγαμε τα παγωτά και συνεχίσαμε την βόλτα. Μια ταμπέλα παρακάτω, έγραφε:
«Προς τους αυτοδιαχειριζόμενους αγρούς». «Εκεί να πάμε», φώναξε ο Παναγιώτης
που ήξερε να διαβάζει. «Ναι, ναι», συμπλήρωσε με μια φωνή κι η Λεμονιά. Βγήκαμε
από τη σκιά των υψηλών δέντρων και προχωρήσαμε προς το ξέφωτο με τους
«αγρούς». Προσπάθησα να επαναφέρω στη μνήμη μου, τι είχε συμβεί πριν 30 χρόνια
περίπου, όταν πρωτοξεκίνησε το πείραμα αυτό.

Όλα ξεκίνησαν το 2011 από μια πρωτοβουλία λίγων ανθρώπων, σε μια μικρή έκταση
δυόμιση στρεμμάτων στην πρώην Αμερικάνική Βάση, που τους την είχε παραχωρήσει
ο τότε Δήμαρχος Ελληνικού –Αργυρούπολης Χρήστος Κορτζίδης. Έστησαν τότε τον
πρώτο αυτοδιαχειριζόμενο αγρό και στην συνέχεια επεκτάθηκαν και σε άλλες
εκτάσεις. Ήταν τότε που ήθελαν να πουλήσουν οι κυβερνώντες τον χώρο του πρώην
αεροδρομίου Ελληνικού και της παραλίας του Αγίου Κοσμά σε ιδιώτες για να τον
χτίσουν και να καλύψουν ένα πολύ μικρό μέρος από τα τεράστια δημόσια χρέη που
είχαν δημιουργήσει οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Τελικά
όμως δεν τα κατάφεραν και ολόκληρος ο χώρος αυτός παρέμεινε αδόμητος και
δημόσιος, άρχισε να φυτεύεται, και σήμερα είναι αυτό το θαυμάσιο, ανεπανάληπτο
Μητροπολιτικό Πάρκο που το χαίρονται οι κάτοικοι όλης της Αθήνας.

«Τι σκέφτεσαι παππού, φτάσαμε», με διέκοψε ο Παναγιώτης και με επανέφερε στην


πραγματικότητα. Είχαμε φτάσει στ’ αλήθεια στους αυτοδιαχειριζόμενους αγρούς, μια
εμπειρία που συμπλήρωνε 30 χρόνια. «Εδώ ξεκίνησαν παιδιά να καλλιεργούν
ντομάτες, πιπεριές, πεπόνια χειμωνιάτικα και μαύρα καρπούζια. Στόχος αυτών που
πήραν αυτήν την πρωτοβουλία, ήταν η φύτευση σπόρων από ντόπιες παραδοσιακές
ποικιλίες, που στη συνέχεια τους χάριζαν σε κάθε ενδιαφερόμενο πολίτη, σε μαθητές
των σχολείων, για να τους φυτεύσουν σε άλλους χώρους. Έτσι βοήθησαν στη
διατήρηση και την παράδοση των σπόρων αυτών, επαναπροσδιορίζοντας αξίες που
χάνονταν λόγω της εμπορευματοποίησης της διατροφής μας…». «Λίγο δύσκολα μου
φαίνονται όλα αυτά παππού», αντέτεινε ευθαρσώς ο Παναγιώτης. «Έχεις δίκιο», είπα,
«είναι λίγο δύσκολο να σας εξηγήσω τι συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια με την
τροφή μας. Κάποιοι ασυνείδητοι, θέλοντας να κερδίσουν όσο μπορούσαν
περισσότερα, αδιαφορούσαν για την υγεία των ανθρώπων και καλλιεργούσαν με
φυτοφάρμακα και λιπάσματα σε ακατάλληλες πολλές φορές περιοχές. Άσε που τα
τρόφιμα έφταναν στο πιάτο μας πανάκριβα γιατί κερδοσκοπούσαν και διάφοροι
μεσάζοντες έμποροι, σε βάρος των καταναλωτών…».

«Και τι γίνεται εδώ;» ρώτησε με ενδιαφέρον ο Παναγιώτης. «Εδώ καλλιεργούν χωρίς


χημικά, καλλιεργούν βιολογικά… Καλλιεργούν κάποιες συλλογικότητες κατοίκων της
περιοχής, αλλά και κάποιοι μεμονωμένοι, πολίτες για βιοποριστικούς λόγους….Eδω
δίνονται μαθήματα κηπουρικής στους ενδιαφερόμενους κατοίκους των γύρω
περιοχών… Οι αγροί αυτοί λειτουργούν ως χώροι περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και
για την δημιουργία σχολικών κήπων, την ευαισθητοποίηση σε θέματα
κομποστοποίησης, ανακύκλωσης και προστασίας της βιοποικιλότητας… Λειτουργούν
ως «κιβωτός» για την διατήρηση του γενετικού πλούτου της χώρας μας, για τις
τοπικές ποικιλίες σπόρων κηπευτικών… Ακόμη, αυτοί οι αγροί λειτουργούν και ως
σημείο συνάντησης όσων υπερασπίζονται τους ελεύθερους χώρους, αναλαμβάνοντας
πρωτοβουλίες για συζητήσεις, προβολές , γιορτές κλπ». «Ωραία ακούγονται όλα αυτά
παππού», πετάχτηκε ένας που είχε στήσει αυτί από δίπλα και άκουγε. «Πολύ ωραία,
αλλά και πολύ δύσκολα, μου φαίνονται» συμπλήρωσε. «Ναι είναι δύσκολα, αλλά
γίνονται», επέμενα…

Φεύγοντας από τους αυτοδιαχειριζόμενους αγρούς, σταθήκαμε σε ένα ημιϋπαίθριο


χώρο έκθεσης και προβολής των προϊόντων κηπουρικής που περιλάμβανε και έναν
ημιστεγασμένο χώρο γευσιγνωσίας, όπου λειτουργούσε μια Συλλογική Κουζίνα.
Ακόμη, παραδίπλα, λειτουργούσε σε ένα ανακαινισμένο παλιό μικρό κτίριο, ένα
Κοινωνικό Παντοπωλείο όπου μπορούσε να αγοράσει κάποιος σε φτηνές τιμές
πληρώνοντας με ΕΛ, λαχανικά βιολογικής καλλιέργειας προερχόμενα από τους
συλλογικούς ή τους μεμονωμένους αγρούς.

Οργανωμένος παιδότοπος – Αυτοδιαχειριζόμενο ψιλικατζίδικο

Προχωρώντας, τα παιδιά μου ζήτησαν να τα πάω σε ένα οργανωμένο παιδότοπο, με


μη τυποποιημένα παιγνίδια, σχεδιασμένα από ειδικούς καλλιτέχνες και αρχιτέκτονες
και φτιαγμένα από ειδικούς μαστόρους. Ο χώρος αυτός ήταν ένας πραγματικός
παράδεισος μέσα στο υψηλό πράσινο, με ξύλινες σκάλες και εναέριες διαδρομές από
δέντρο σε δέντρο, απόλυτα ασφαλείς, με μια μεγάλη λίμνη στη μέση και διάφορα
ζώα που κυκλοφορούσαν ελεύθερα σε ελεγχόμενους και προστατευόμενους χώρους,
που δεν θύμιζαν με τίποτα τους γνωστούς Ζωολογικούς Κήπους.

Κάπου εκεί υπήρχε και ένα αυτοδιαχειριζόμενο ψιλικατζίδικο, όπου μπορούσε κάποιος
να αγοράσει μερικά είδη πρώτης ανάγκης που είχε ξεχάσει να φέρει απ΄ το σπίτι του.
Η Λεμονιά και ο Παναγιώτης είχαν διψάσει και ήθελαν να πιούν μια πορτοκαλάδα. Δεν
τους χάλασα το χατίρι, και πήρα κι εγώ ένα μπουκαλάκι νερό, πληρώνοντας, φυσικά,
με ΕΛ.

Αυτοδιαχειριζόμενοι συνεταιρισμοί καλλιτεχνών –βιοτεχνών

Φεύγοντας από το αυτοδιαχειριζόμενο ψιλικατζίδικο, συμφωνήσαμε με την Λεμονιά


και τον Παναγιώτη, να κάνουμε μια τελευταία στάση στα αυτοδιαχειριζόμενα κτίρια
των συνεταιρισμένων καλλιτεχνών - βιοτεχνών, που είχαν από χρόνια εγκατασταθεί
εκεί.

Διασχίζοντας το δάσος με τα υψηλά δένδρα και βαδίζοντας προς τα κει, βυθίστηκα


ξανά στις αναμνήσεις μου. Θυμήθηκα τότε που σχεδίαζαν να ξεπουλήσουν τον χώρο
του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού και την παραλία του Αγίου Κοσμά αντί 5 δις ευρώ
στον εμίρη του Κατάρ. Τότε που ξεκίνησε και αναπτύχθηκε ένα σημαντικό κίνημα
αντίστασης το οποίο χάλασε και απέτρεψε τελικά τα σχέδια των κυβερνώντων.
Μεταξύ των επιχειρημάτων της τότε κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου του
νεώτερου, ήταν ότι θα έπρεπε να παραχωρηθεί σε ιδιώτες για 49 - 99 χρόνια το
«φιλέτο» του Ελληνικού, δηλαδή μια δημόσια έκταση 5,500 στρεμμάτων, αφού
χρειαζόμασταν άμεσα χρήματα για να περιορίσουμε το δημόσιο χρέος της χώρας, το
οποίο τότε ανέρχονταν σε 350 δις ευρώ. Η «Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό
Πάρκο Ελληνικού» που συγκροτήθηκε τότε, απέδειξε ότι, τα 5 δις ευρώ που θα
εισπράτταμε, αντιστοιχούσαν σε τόκους μόνο τριών μηνών, οπότε άνθρακες ο
θησαυρός. Ακόμη απέδειξε ότι οι 35.000 μόνιμες θέσεις εργασίας που υπόσχονταν οι
τότε κυβερνώντες, ήταν ένας πραγματικός μύθος, εφ’ όσον τόσες θέσεις εργασίας
δεν υπήρχαν ούτε στο σύνολο των μεγάλων εμπορικών καταστημάτων της Αττικής.
Η «Επιτροπή Αγώνα», έθεσε τότε το ζήτημα της οικειοποίησης, της επανάχρησης και
της αυτοδιαχείρισης μιας σειράς κτιρίων και εγκαταλειμμένων στρατιωτικών
εγκαταστάσεων που υπήρχαν εκεί. Έτσι, μια σειρά ενδιαφερόμενες συλλογικότητες
ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της «Επιτροπής Αγώνα» και έσπευσαν να καταλάβουν
διάφορα ημι-ερειπωμένα, εγκαταλειμμένα κτίρια, τα οποία επισκεύασαν με πολύ κόπο
και πολλές προσπάθειες. Σήμερα, στεγάζονται εκεί μια σειρά συνεταιρισμοί
καλλιτεχνών – βιοτεχνών που δημιουργήθηκαν στη συνέχεια, παράγοντας
χειροποίητα καλλιτεχνικά αντικείμενα και έργα τέχνης, τα οποία εκθέτουν και
πουλάνε σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους που έχουν φτιάξει οι ίδιοι.

Ήδη, στους συνεταιρισμούς αυτούς εντάσσονται αρκετές χιλιάδες


αυτοαπασχολούμενων καλλιτεχνών- βιοτεχνών, οι οποίοι εξασφαλίζουν ένα
αξιοπρεπές εισόδημα, με όρους πολύ καλύτερους από αυτούς που θα παρείχαν στους
μισθωτούς εργαζόμενους στις επιχειρήσεις τους, οι εμίρηδες του Κατάρ ή οι όποιοι
άλλοι «επενδυτές». Το όλο εγχείρημα, έχει ενταχθεί στα πλαίσια επιδοτούμενων
προγραμμάτων «Κοινωνικής Οικονομίας»…

Κάπου εδώ αναγκάστηκα να διακόψω τις αναμνήσεις και τους συλλογισμούς μου.
Μόλις φτάσαμε στο πρώτο κτίριο των καλλιτεχνών, και ήταν σα να βρεθήκαμε σε
έναν άλλο κόσμο: Θαυμάσια διαμορφωμένοι χώροι, πολύχρωμα σχέδια παντού,
πίνακες ζωγραφικής, γλυπτά, υφάσματα σταμπωτά, χειροτεχνήματα φτιαγμένα με
πολλή φαντασία και μεράκι, αντικείμενα που έβλεπες για πρώτη φορά. Τα παιδιά κάθε
τόσο φώναζαν το ένα το άλλο να έρθουν να δουν κάτι που ανακάλυψαν ή με
τράβαγαν από το χέρι να μου το δείξουν. Πανέμορφα, υπέροχα πραγματάκια που
έφτιαχναν μπροστά μας οι καλλιτέχνες στα εργαστήριά τους, μπορούσαμε να τα
αγγίξουμε, και ακόμη να τα αγοράσουμε στο εκθετήριο –πωλητήριο, του κτιρίου,
μόνο φυσικά με ΕΛ. Είπα στον Παναγιώτη και την Λεμονιά να διαλέξουν κάτι φτηνό. Ο
Παναγιώτης διάλεξε ένα ξύλινο καραβάκι, κι η Λεμονιά, ένα υφασμάτινο άλογο.

Είχε φτάσει πια μεσημέρι, ήταν ώρα να γυρίσουμε σπίτι. Ο γιός μου και η νύφη μου θα
μας περίμεναν για φαγητό. Περπατήσαμε ξανά μέσα στο Πάρκο με τα ψηλά δέντρα
μέχρι τη στάση του τραμ, περνώντας από τις αθλητικές εγκαταστάσεις που πρωτο-
λειτούργησαν για τις ανάγκες των «περίφημων» Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, οι
οποίοι, όσα κέρδη απέφεραν σε λίγους, τόσα χρέη και τόκους συσσώρευσαν στους
πολλούς.

«Ε, παππού, τι σκέφτεσαι πάλι», με προσγείωσε ξανά ο Παναγιώτης, μπαίνοντας στο


τραμ της επιστροφής. «Δεν μου είπες ακόμη γιατί το λένε Ελληνικό»…

«Την επόμενη φορά θα στο πω, μαζί με τα όσα δεν προλάβαμε σήμερα να δούμε», του
απάντησα.

You might also like