Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 6

«Τους Γυμνούς Ενδύσατε …» ή «Το Παιχνίδι των Ρόλων»

Η ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΤΟΥ ΛΟΥΙΤΖΙ ΠΙΡΑΝΤΕΛΛΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο


ΑΙΩΝΑ*
Της Σοφίας Ιορδανίδου**

Για να μιλήσει κάποιος για την πορεία πρόσληψης ενός συγγραφέα σε μια
συγκεκριμένη χώρα ή χρονική περίοδο, δεν είναι αρκετή η αξιολόγηση των
παραστάσεων που πραγματοποιήθηκαν· απαιτείται και η αποτίμηση των αισθητικών,
κοινωνιολογικών, και ιδεολογικών παραγόντων, που με τη σειρά τους συμβάλλουν
στη διαμόρφωση της εικόνας του κοινού για την αξία ή την απαξία του έργου του.1
Όσον αφορά την αφομοίωση του έργου του Λουίτζι Πιραντέλλο στην Ελλάδα
κατά τον 20ό αιώνα, η καθιέρωση του ως ευρωπαίο δραματουργό, -μιας και η χώρα
μας είναι η πρώτη μετά την Ιταλία που παίζεται έργο του πολύ πριν τον
ανακαλύψουν τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά θεατρικά κέντρα-, συντελείται απρόσκοπτα,
ολοκληρωμένα, αλλά και με αρκετές εκπλήξεις.
Την ευθύνη για την πρώτη παράσταση πιραντελλικού έργου στην χώρα μας
φέρει ο Τηλέμαχος Λεπενιώτης, ένας από τους «μύστες» της Νέας Σκηνής του
Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, ο οποίος παρουσιάζει με το θίασό του, στις 19 Ιουνίου
1914 και για δύο συνεχόμενες μέρες, το μονόπρακτο Η μέγγενη (La morsa) στο
θέατρο Κυβέλης. Πρόκειται για το πρώτο μονόπρακτο που έγραψε ο Λουίτζι
Πιραντέλλο και πρωτοδημοσιεύτηκε στα 1898, με τον αρχικό τίτλο Ο επίλογος (L'
epilogo). Ο τύπος τον υποδέχεται απλά, το ίδιο και το κοινό: στο περιοδικό Ελλάς
διαβάζουμε: «[Το] νέον μονόπρακτον Μέγγενη - (La Morsa) - είναι έργον γραμμένον
κατά τον παλαιόν τρόπον και στρέφεται γύρω από την απιστίαν. Το έργον δεν είναι
ούτε φιλολογικόν, ούτε γραμμένον διά να παιχθή. Αλλ' εν τούτοις το καλό παίξιμο
των ηθοποιών του θιάσου έφερε την επιτυχίαν του»2. Αυτά γράφει για την πρώτη
εκείνη παράσταση του Πιραντέλλο στην Ελλάδα ο Φώτης Γιοφύλλης, με το
ψευδώνυμο Θεατρικός, φανερώνοντας ότι ακόμη και αν οι πνευματικοί άνθρωπου
του τόπου προσπαθούν να βρίσκονται σε συνεχή επαφή με τα επιτεύγματα του
δυτικοευρωπαϊκού πνεύματος, το θεατρόφιλο κοινό της εποχής απέχει πολύ από το
να θεωρείται εξοικειωμένο με αυτά.
Η γενικότερη θεατρική ζωή της χώρας μας δε, εκείνη την περίοδο
τροφοδοτείται από το ιταλικό ρεπερτόριο, γοητεύεται από τα ποιητικά δράματα του
Ντ’ Αννούντσιο, ενώ δε λείπουν και οι αναφορές στον τύπο για σύγχρονους του
1
Θεόδωρος Γραμματάς, Το ελληνικό θέατρο στον εικοστό αιώνα, εκδόσεις Εξάντας,
τ. Α΄, σσ. 311-313.
2
Θεατρικός, Ελλάς, 22 Ιουνίου 1914
Πιραντέλλο θεατρικούς συγγραφείς, όπως ο Λουίτζι Κιαρέλλι. Μέσα σε αυτό το
κλίμα και λίγο πριν την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το ελληνικό κοινό
έχει την πρώτη του επαφή με το έργο του Πιραντέλλο, πολύ πριν το υπόλοιπο
ευρωπαϊκό ή το αμερικάνικο, και σχεδόν ταυτόχρονα με το ιταλικό.
Η παράσταση αυτή έρχεται σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία ο
συγγραφέας είναι σχεδόν άγνωστος ακόμα και στην Ιταλία, και τέσσερα χρόνια μετά
την πρώτη παράσταση του έργου. Με ποιο τρόπο ή ποιος φέρνει σε επαφή το
Λεπενιώτη με το έργο του σικελού δραματουργού παραμένει άγνωστο. Η σύμπτωση
ότι τόσο ο Χρηστομάνος όσο και ο Πιραντέλλο βρέθηκαν στη Βόννη την ίδια χρονική
περίοδο, μας επιτρέπει την ακόλουθη εικασία: διόλου απίθανο να συναντήθηκαν εκεί
μια και οι δύο τελειώνουν το κεφάλαιο Βόννη την ίδια περίοδο, ο Χρηστομάνος ήρθε
σε επαφή με τις νέες τάσεις στη δραματουργία και ταυτόχρονα με την κοσμοθεωρία
του Πιραντέλλο, και στη συνέχεια στην Αθήνα συζητά με τους μαθητές του την
πρωτοπορία και τους εκφραστές της. Και ο Λεπενιώτης ως ένας από τους
τελευταίους «μύστες» και μαθητής του Χρηστομάνου, ακολουθώντας τα βήματα του
δασκάλου του φέρνει στην Ελλάδα το συγγραφέα του «είναι» και του «φαίνεσθαι».
Δεν μπορούμε όμως να είμαστε απόλυτα βέβαιοι, παρά μόνο να εικάσουμε αυτή ή μια
παρόμοια διεργασία.
Βέβαιο όμως παραμένει το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη ευρωπαϊκή
χώρα μετά την Ιταλία που παρουσιάζει έργο του Πιραντέλλο. Μια ακόμη έκπληξη
προκαλεί το γεγονός ότι την ίδια στιγμή που η χώρα μας τον «χρίζει» ευρωπαίο
δραματουργό, την ίδια στιγμή και για τα επόμενα εννέα χρόνια, μέχρι το 1923, τον
«αφανίζει» από τη θεατρική και όχι μόνο ζωή της.
Το 1923 είναι η χρονιά κατά τη διάρκεια της οποίας ο Σικελός δραματουργός
ξεχύνεται σαν ορμητικός χείμαρρος από τα σύνορα της Ιταλίας, κατακλύζοντας τα
διεθνή θεατρικά κέντρα. Μόλις έχει προηγηθεί, στα τέλη του προηγούμενου έτους, η
παράσταση του Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα στη Νέα Υόρκη, ανεβαίνει Η ηδονή
της τιμιότητας και θριαμβεύει το Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα στη σκηνοθεσία
του Πιτοέφ στο Παρίσι. Το όνομα του Πιραντέλλο «τρέχει» σε ολόκληρο τον
θεατρικό κόσμο: έργα του παίζονται στην Κρακοβία, την Πράγα, στο Άμστερνταμ,
στη Βαρσοβία, στη Βαρκελώνη και τη Νέα Υόρκη.
Παράλληλα με το εξωτερικό που ανακαλύπτει το διεθνή πλέον δραματουργό,
η Ελλάδα «ξανά»-ανακαλύπτει το συγγραφέα της Μέγγενης. Παράλληλα με το
παρισινό ανέβασμα της Ηδονής της τιμιότητας ετοιμάζεται και η αθηναϊκή πρεμιέρα
του έργου από το θίασο της Κυβέλης, σε σκηνοθεσία της ίδιας. Η κριτική
υποδέχτηκε την παράσταση με θερμά σχόλια: «το κοινόν παρηκολούθησε την
παράστασιν κυριολεκτικώς καθηλωμένον εις τα καθίσματά του»3, γράφει ο Πάνος
Καλογερίκος, στο Ελεύθερο Βήμα, ενώ ο Σάρτορ στην Καθημερινή παραδέχεται πως
παρά τη δικτατορική επιβολή του Ίψεν, ο Πιραντέλλο «ανακαίνισε» το θέατρο4. Η
παράσταση διαρκεί μια ολόκληρη εβδομάδα, διάστημα μεγάλο για τα δεδομένα της
εποχής, γεγονός που αποκαλύπτει τη μεγάλη απήχηση που είχε το έργο στο κοινό,
και οδήγησε στην επανάληψή της στις 31 Οκτωβρίου 1923. Η διαδικασία της
εισαγωγής και σταδιακής αφομοίωσης που βασίστηκε κατ’ αρχήν σε μία προσπάθεια
των ανθρώπων του θεάτρου να συντονιστούν με τις εξελίξεις του ευρωπαϊκού
θεάτρου, οδηγεί αργά αλλά σταθερά, όπως εύκολα μπορούμε να συμπεράνουμε, στο
συντονισμό του κοινού και της γενικότερης πολιτιστικής ζωής με αυτές τις
εξελίξεις.
Δέκα παραστάσεις συνολικά έργων του Πιραντέλλο θα δει η ελληνική σκηνή
κατά τη δεκαετία αυτή, επτά από τις οποίες πρωτοπαρουσιάζουν στο κοινό άπαιχτα
μέχρι τότε έργα:Η ηδονή της τιμιότητας, Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε, Έξι πρόσωπα
ζητούν συγγραφέα, Ερρίκος ο Δ’, Σκέψου το καλά Τζακομίνο, Όλα σε καλό, Ο
άνθρωπος το κτήνος και η αρετή.
Σε αυτό το γεγονός, καθοριστικό ρόλο παίζουν οι εμφανίσεις στον τύπο και
των πρώτων άρθρων για τον Πιραντέλλο. Λίγο πιο πριν, στις 6 Μαρτίου, διαβάζουμε
στην εφημερίδα Εμπρός άρθρο γραμμένο από τον Κωστή Παλαμά, ο οποίος εκτός
του ότι πραγματοποιεί μια πρώτη γνωριμία του κοινού με το φαινόμενο Πιραντέλλο:
«Και ιδού εις Ιταλός απλούς διηγηματογράφος και δραματικός συγγραφεύς, ο εκ
Σικελίας Λουίγκε Πιραντέλλο, όχι τυχαίος καθώς φαίνεται, θαυμάσιος, όχι σπανίως,
εκμεταλλευτής της φυσιολογικής δόξης περί του πολυσυνθέτου της
υποκειμενικότητος, περί της πολλαπλότητος του εγώ […]», προχωρά στην πρώτη
κατ’ ουσία ανάλυση του πιραντελλικού κόσμου στην ελληνική πνευματική ζωή: «Είνε
η θεωρία της πολυσυνθέτου υποκειμενικότητος, η θεωρία του ανθρωπίνου ε γ ώ το
οποίον δεν αποτελεί ενιαίον τι και συνηρτημένον και αδιάσπαστον και απλούν και
ευχαρακτήριστον, αλλ' είνε τι πολλαπλούν, ανακόλουθον και πολυπρόσωπον […]».
Για να συνεχίσει: «Και διά τον Πιραντέλλο το ανθρώπινον πρόσωπον δεν είνε το
ομογενές, πλήρες, συναφές, συνεχές. […] Τα πράγματα μας λέγουν ότι η
πραγματικότης εκάστου δεν είνε μία. Την αποτελούν διάφορα συμπλέγματα
γεγονότων∙ είνε το σύνολον διαφορετικών στοιχείων, τα οποία ενεργούν διά
λογαριασμόν των, και μας σύρουν ασυνειδήτως. […] Η αντίληψις αυτή της ζωής
διαφαίνεται δι' όλων των διηγημάτων του Πιραντέλλο και αποτελεί την
5
πρωτοτυπίαν των και το θέλγητρόν των» . Δεν είναι τυχαία αλλά μάλλον
3
Πάνος Καλογερίκος, Ελεύθερο Βήμα, 18 Αυγ. 1923
4
Σάρτορ, Καθημερινή, 18 Αυγ. 1923
5
Κωστής Παλαμάς, Εμπρός, 6 Μαρτ. 1923
αναμενόμενη μια τέτοια είδους ανάλυση του δραματουργικού σύμπαντος του
Πιραντέλλο, μια και υπαγορεύεται, θα λέγαμε, από τις εξελίξεις στον τομέα της
πειραματικής ψυχολογίας και τη θεωρία της πολυσύνθετης υποκειμενικότητας, η
οποία διατυπώθηκε τα προηγούμενα χρόνια και την επίδραση της οποίας εύκολα
διακρίνει κανείς στο πιραντελλικό έργο.
Μ’ αυτό το κείμενο αρχίζει το «παιχνίδι των ρόλων» στην ελληνική κριτική
όσον αφορά το Λουίτζι Πιραντέλλο. Και είναι ένα «παιχνίδι» γιατί ο συγγραφέας
καταφέρνει να ξεσηκώσει ανάμικτα και αντιφατικά συναισθήματα και γνώμες. Τον
χαρακτηρίζουν «[…]μεγαλοφυία της φανταστικής λογοτεχνίας»6, «εξαιρετικά
7 8
εγκεφαλικό» , «Η τούμπα στον αέρα. Η μετά μαλακίας φιλοσοφία» . Αξιοσημείωτο
είναι πως στην Ευρώπη και την Αμερική οι αντιδράσεις ήταν παρόμοιες9, γεγονός
που ανταποκρίνεται σε αυτό που ανέκαθεν ευχόταν ο Πιραντέλλο: να προκαλέσει την
αντίδραση του κοινού, είτε θετική είτε αρνητική, καθώς ταύτιζε την αντίδραση με
συμμετοχή στη ζωή και κατ’ επέκταση με τη ζωή την ίδια10.
Μέχρι τα μισά του αιώνα που εξετάζουμε, το ενδιαφέρον των ελλήνων
θεωρητικών και πρακτικών του θεάτρου μας για το θεατρικό σύμπαν του
Πιραντέλλο παρουσιάζει ποικίλες διακυμάνσεις. Κατά τη δεκαετία του 1930
ανεβαίνουν πέντε παραστάσεις έργων του, ενώ την ίδια περίοδο πραγματοποιείται
και η πρώτη ερασιτεχνική παράσταση από θίασο της επαρχίας: το Δραματικό Τμήμα
της Χορωδίας Μυτιλήνης παρουσιάζει το Έτσι είναι αν έτσι νομίζεται είκοσι χρόνια
μετά την πρώτη παράσταση έργου του Σικελού δραματουργού, το 1934. Το γεγονός
αυτό μαρτυρά τη σταδιακή εξοικείωση του κοινού με ένα θέατρο λιγότερο εύπεπτο,
πιο εγκεφαλικό, που προβληματίζει για υπαρξιακά ζητήματα, διεργασία που θα
φτάσει στην κορύφωσή της το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.
Κατά την επόμενη, φτωχή όσον αφορά παραστάσεις έργων του Πιραντέλλο,
δεκαετία έρχεται ο Κουν, ο μεγάλος αυτός θεατράνθρωπος, και καταπιάνεται με το
έργο του σικελού δραματουργού, σκηνοθετώντας τις τρεις από τις τέσσερις
παραστάσεις που πραγματοποιούνται. Η ενασχόληση του Κουν με τα έργα του
νομπελίστα ποιητή καθιερώνουν στη συνείδηση του θεατή το πόσο σημαντικός και

6
Νέα, 9 Φεβρ. 1983
7
Σπύρος Μελάς, Πενήντα Χρόνια Θέατρο, , «Νέα Βιβλιοθήκη Φέξη», Εκδοτικός Οίκος
Γ. Φέξη, Αθήναι, 1960, σ. 164
8
Φώτος Πολίτης, Φώτος Πολίτης, Εκλογή από το έργο του: είκοσι χρόνια κριτικής, τ.
Α΄, 1914 - 1927, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα, 1983, σσ. 270 - 272
9
Olga Ragusa, Luigi Pirandello, Columbia University Press, New York – London, 1968;
Renate Matthaei, Luigi Pirandello, (translation: Simon & Erika Young), “World
Dramatists”, Frederick Ungar Publishing Co, New York, 1973; Michele Cometa, Il
teatro di Pirandello in Germania, Novecento, Siracusa, 1986
10
περ. Εκκύκλημα, τευχ. 20, Άνοιξη 1989 στο Σοφία Ιορδανίδου, Μια ματιά στον
Πιραντέλλο του ελληνικού θεάτρου, σελ. 48
πρωτοποριακός συγγραφέας υπήρξε ο Πιραντέλλο, και οδηγούν στην εκτόξευση του
άστρου του σκηνοθέτη. Ακόμη κι αν δεχτούμε το γεγονός, ότι ο ιδρυτής του
Θεάτρου Τέχνης ασχολήθηκε με τα έργα του Ιταλού δραματουργού ώστε να μην
δημιουργηθούν προβλήματα για τη λειτουργία του θεάτρου από την επιτροπή
λογοκρισίας των δυνάμεων Κατοχής κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου
Πολέμου, δεν μειώνεται ούτε στο ελάχιστο η διαπίστωση της πρωτοπορίας του Κουν
στα ελληνικά θεατρικά δρώμενα. Αντί λοιπόν ο μεγάλος σκηνοθέτης να ανεβάζει
«εργάκια» ή κείμενα που θα τον εξόκειλαν από τις προγραμματικές δηλώσεις και τα
πιστεύω του, ασχολήθηκε με τα έργα του Πιραντέλλο, παρουσιάζοντας σε μια
δύσκολη περίοδο για την Ελλάδα τρόπους να γνωρίσουν οι άνθρωποι «τη ζωή, τον
εαυτό τους, και τους άλλους»11, όπως ακριβώς και οι ήρωες των έργων του. Το
ελληνικό κοινό ανακαλύπτει μέσα από αυτές τις επιλογές του μεγάλου
θεατρανθρώπου μία έντονη συγγένεια ιδιοσυγκρασίας με το Σικελό δραματουργό και
εξοικειώνεται σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό με το έργο του.
Στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα η συχνότητα των παραστάσεων
καταδεικνύει ότι ο Πιραντέλλο θεωρείται δεδομένο πλέον κομμάτι της ελληνικής
θεατρικής ζωής και αναπόσπαστο μέρος του κλασικού δραματολογίου των θεάτρων.
Με μέσο όρο δεκαοχτώ παραστάσεων κατά δεκαετία ανεβαίνουν είκοσι επτά από τα
σαράντα τέσσερα συνολικά έργα του συγγραφέα. Σταθερή επιλογή των θιάσων
αποτελούν τα Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα, το Απόψε αυτοσχεδιάζουμε, η Ηδονή
της τιμιότητας, το Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε, το Να ντύσουμε τους γυμνούς, το Ο
άνθρωπος, το κτήνος και η αρετή και το μονόπρακτο Ο άνθρωπος με το λουλούδι
στο στόμα, έργα που γνωρίζουν πολλές επαναλήψεις από τους σημαντικότερους
θιάσους της Ελλάδας και βοηθούν στην ανάδειξη σκηνοθετών με κυριότερα
παραδείγματα τον Αλέξη Σολομό τον Κώστα Μπάκα, το Δημήτρη Μυράτ, το Γιώργο
Λαζάνη και το Δημήτρη Μαυρίκιο.
Η πληθώρα παραστάσεων, πολλών και αξιόλογων, σε συνδυασμό με τις φωνές
που αρχίζουν να ακούγονται για την έλλειψη ρεπερτορίου αυτή την περίοδο,
διαμορφώνουν την πεποίθηση του κοινού και των θεατρικών παραγόντων ότι ο
Πιραντέλλο συμπεριλαμβάνεται σε έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς του
αιώνα, έναν από τους πολυπαιγμένους ξένους δραματουργούς και μια σταθερή αξία
του παγκόσμιου θεάτρου. Πρόκειται σαν να αναφωνούν ο ίδιος ο συγγραφέας, το
κοινό και οι καλλιτέχνες του θεάτρου «τους γυμνούς ενδύσατε…», δίνοντας έτσι
λύση με τις παραστάσεις των έργων του στην ένδεια του ρεπερτορίου που ταλανίζει
την εποχή μας.

11
Από ραδιοφωνική εκπομπή του ΕΙΡ.
Πλέον η εξοικείωση του κοινού με έργα σημαντικά, «δύσκολα», έχει
συντελεστεί. Η επιλογή τους τόσο από επιχορηγούμενους από το ΥΠΠΟ θιάσους με
αυστηρά καλλιτεχνικά κριτήρια και συγκεκριμένη οπτική στην επιλογή του
ρεπερτορίου τους (Θέατρο Τέχνης, Αμφιθέατρο, Θέατρο Του Νότου, Θεατρική
Εταιρεία Πράξη), όσο και από θιάσους του ελεύθερου θεάτρου (Θεατρικές
επιχειρήσεις Βαγ. Λειβαδά, Θίασος Κ. Ρηγόπουλου – Μ. Καραγιάννη, Θίασος Π.
Φυσσούν) ή ερασιτεχνικούς θιάσους μαρτυρά τη σιγουριά και το αίσθημα
εμπιστοσύνης που εμπνέει η υπογραφή του στους ανθρώπους του θεάτρου.

* Το παρόν κείμενο αποτελεί μια σύνοψη του αντίστοιχου κεφαλαίου στο υπό έκδοση
μελέτημα Η πρόσληψη του Πιραντέλλο στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα.
** Η Σοφία Ιορδανίδου είναι διδάκτωρ του τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και
Λογοτεχνίας του Α.Π.Θ.

You might also like