Professional Documents
Culture Documents
ΝΕΟΤΟΥΡΚΟΙ (ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ)
ΝΕΟΤΟΥΡΚΟΙ (ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ)
Το «Κομιτάτο για την ΄Ενωση και την Πρόοδο» (Κ.Ε.Π.) δεν έχει συνεχή και
ομοιογενή ιστορία. Στη διάρκεια της 30χρονης πορείας του από την παρανομία στην
εξουσία γνώρισε πολλές τομές, πολλές ρήξεις, πολλούς μετασχηματισμούς. Στην
πραγματικότητα δεν πρόκειται για μια ενιαία οργάνωση, αλλά, τουλάχιστον, για τρεις ή
τέσσερεις σχηματισμούς, που διαδέχονται ο ένας τον άλλον ή αλληλεπικαλύπτονται στο
χρόνο και φέρουν το ίδιο ή παραπλήσιο όνομα.
΄Ετσι θα μπορούσαμε να διακρίνουμε 3 ή μάλλον 4 φάσεις εξέλιξης : α) την
πρώτη που καλύπτει ουσιαστικά την περίοδο 1889-1896, β) τη δεύτερη φάση, 1897-
1902 κατά την οποία το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στο εξωτερικό και το Κομιτάτο
γίνεται μια οργάνωση εξορίστων, γ) την τρίτη φάση, 1903-1908, που είναι περίοδος
ανασυγκρότησης του Κ.Ε.Π., μετά τη διάσπαση του 1902, κι «επαναγείωσή» του στο
εσωτερικό της Αυτοκρατορίας, και δ) την τέταρτη φάση 1908-1918, που αφορά την
περίοδο μετά την Επανάσταση του 1908. Το Κ.Ε.Π. δεν είναι το ίδιο πριν και μετά την
Επανάσταση μόλο που δεν θα χάσει ολότελα το χαρακτήρα του ως «μυστική»
οργάνωση, σιγά-σιγά θ’ αποκτήσει μαζική απεύθυνση, θα συσπειρώσει κοινωνικές
τάξεις και στρώματα και μετά το 1913 θα μονοπωλήσει την εξουσία.
Μιλώντας βέβαια για φάσεις θα πρέπει πάντα να έχουμε υπόψη ότι τα όρια δεν
είναι απόλυτα. Χαρακτηριστικά προηγούμενων περιόδων ενυπάρχουν ή
επαναλαμβάνονται σε επόμενες. Ωστόσο δεν είναι αυτά τα βασικά, αυτά που δίνουν τον
τόνο. ΄Ετσι κατά την περίοδο 1897-1902, για παράδειγμα, περίοδο της εξορίας δε
σημαίνει πως δεν υπάρχουν οργανώσεις του εσωτερικού. Το πολιτικό όμως κέντρο έχει
μεταφερθεί στην Ευρώπη, κάπου μεταξύ Παρισίων και Γενεύης, εκεί όπου
διαμορφώνεται η πολιτική φυσιογνωμία του Κ.Ε.Π.
Γι’ αυτό λοιπόν καλό θα ήταν να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, από το
1889. Τη χρονιά εκείνη ξεκινά το Κ.Ε.Π. από ένα πυρήνα τεσσάρων σπουδαστών της
Στρατιωτικής Ιατρικής Σχολης, των Μεχμέτ Ρεσίτ, Ισάκ Σουκουτί, Αμπντουλλάχ
Τσεβντέτ και Ιμπραήμ Τέμο. Κανείς από τους παραπάνω δεν είναι Τούρκος : ο πρώτος
είναι Κιρκάσιος, οι δύο μεσαίοι Κούρδοι, ο τελευταίος Αλβανός . ΄Ολοι τους όμως είναι
Νεότουρκοι, με την έννοια του φιλοδυτικού, του εκσυγχρονιστή, του φιλελεύθερου
Οθωμανού που επιθυμεί την αποκατάσταση του Συντάγματος του 1876 κι
αντιπολιτεύεται το αυταρχικό καθεστώς του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ. Πρόκειται για
1
φοιτητές των Ανώτερων «Επαγγελματικών» Σχολών, όπως η Στρατιωτική Ιατρική, η
Στρατιωτική Ακαδημία (Harbiye), η Σχολή Δημόσιας Διοίκησης (Mulkiye) κ.ά. Σκοπός
αυτών των Σχολών ήταν να διαμορφώσουν μια νέα κι εκσυγχρονιστική γραφειοκρατική
elite, ικανή να διαχειριστεί τις τύχες της κλυδωνιζόμενης Αυτοκρατορίας . Οι περικοπές
όμως μισθών και θέσεων στη δημόσια διοίκηση για λόγους οικονομίας, και κυρίως ο
νεποτισμός που επικρατούσε στο Χαμιδικό καθεστώς θα οδηγήσουν τους νεαρούς κι
επίδοξους εκσυγχρονιστές, που θεωρούσαν ότι τους άρμοζε μια άνετη και
καλοπληρωμένη καρριέρα, πρώτα στην απόγνωση και μετά στην αντιπολίτευση1.
Για να κατανοήσουμε όμως αυτές τις εξελίξεις θα πρέπει ν’ αναφερθούμε στις
ιδιαιτερότητες της βασιλείας του Αμπντούλ Χαμίτ. Ο «κόκκινος Σουλτάνος» ανέβηκε
στο θρόνο στα 1877 σε συνθήκες βαθιάς εσωτερικής και διεθνούς κρίσης της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αγροτικά κινήματα που συνδύαζαν εθνικά και κοινωνικά
χαρακτηριστικά ξεσπούσαν στη Βαλκανική (Βοσνία, Ν. Βουλγαρία, αλλά και Δ.
Μακεδονία), οι Βαλκάνιοι υποτελείς επιζητούσαν αυτονομία ή ανεξαρτησία, και οι
Μεγάλες Δυνάμεις με πρώτη τη Ρωσία,κατέστρωναν σχέδια για το διαμελισμό της
Αυτοκρατορίας.
Και σα να μην έφταναν όλα αυτά η κρίση του κράτους εκφράστηκε ως
αμφισβήτηση και μέσα στην ίδια την άρχουσα τάξη, καθώς το πιο δυτικοποιημένο της
κομμάτι, η ανώτερη γραφειοκρατία της Υψηλής Πύλης προσπαθούσε να επιβάλει το
καθεστώς του κοινοβουλευτισμού για να ελέγξει και να περιορίσει θεσμικά τον
Σουλτάνο αλλά και να ενσωματώσει διαμέσου της αντιπροσώπευσης τις υπόδουλες
εθνότητες.2
Μπροστά λοιπόν σε μια τέτοια αμφισβήτηση της εξουσίας του ο νεαρός
Σουλτάνος ήταν φυσικό ν’ αντιδράσει. Μόλις ένιωσε λίγο πιο ασφαλής, και σταθερός
στο θρόνο του ανέστειλε τη λειτουργία του Κοινοβουλίου και προσπάθησε να
συγκεντρώσει στο πρόσωπό του όσο το δυνατόν περισσότερες εξουσίες. Ας μην
ξεχνάμε άλλωστε ότι στην παραδοσιακή Οθωμανική κοινωνία ο Σουλτάνος ήταν το
κέντρο της ενότητας της άρχουσας τάξης και τα μέλη της απλά «δούλοι» του*. Φυσικά ο
Αμπντούλ Χαμίτ δεν έφθασε ως εκεί. Προσπάθησε να ελέγξει τον κρατικό μηχανισμό
όσο πιο ασφυκτικά μπορούσε, για ν’ αποτρέψει ακριβώς την αμφισβήτηση από τα μέσα
που είχε εκθρονίσει τους δύο ακριβώς προηγούμενους Σουλτάνους απ’ αυτόν. Και
πρώτα απ’ όλα μετέφερε το κέντρο βάρους από την Υψηλή Πύλη (το καθαυτό
διοικητικό μηχανισμό) στο Παλάτι, υποβαθμίζοντας έτσι την εκσυγχρονιστική πτέρυγα
της γραφειοκρατίας που είχε «πειραματιστεί» με τον κοινοβουλευτισμό.
2
Παράλληλα ανήγαγε την νομιμοφροσύνη σε ύψιστη αρχή και ρυθμιστικό κανόνα
λειτουργίας του κράτους. Η πίστη και η υπακοή στον ανώτατο άρχοντα αντικατέστησε
την προσωπική «αξία», τα προσόντα ως βασική αρετή του δημοσίου υπαλλήλου. Η
ευνοιοκρατία καλλιεργήθηκε σ’ όλα τα κλιμάκια κι ο χαφιεδισμός πήρε επίσημη και
θεσμοποιημένη μορφή: το να καταδίδει ένας κρατικός λειτουργός ένα συνάδελφο του
στους ανώτερους του ή και στον ίδιο το Σουλτάνο για κάποια (πραγματική ή
φανταστική) αντιπολιτευτική ενέργεια., θεωρήθηκε όχι απλά καθήκον αλλά και
προτέρημα3.
΄Ολα αυτά βέβαια ακούγονται παράλογα και υπερβολικά, αλλά δεν είναι -
τουλάχιστον ολότελα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πίστη και η υποταγή στο Ανώτερο
άρχοντα ήταν πάντα μια από τις αρχές βάσει των οποίων συγκροτούνταν η Οθωμανική
ιθύνουσα τάξη* και το κράτος της (άλλωστε πρόκειται για μια κρατική, γραφειοκρατική
elite -στην κυρίαρχη πλευρά της τουλάχιστον). Καθώς λοιπόν η κρίση της
Αυτοκρατορίας εκδηλώθηκε με τόσο έντονο τρόπο την τριετία ‘75-’78 και η
αμφισβήτηση διαπέρασε την ίδια την elite είναι φυσικό ο Σουλτάνος να θέλει από τη μια
να επαναεπιβεβαιώσει την εξουσία του και από την άλλη να επανενοποιήσει το κράτος
γύρω από το πρόσωπό του.
Αυτή όμως η εμπειρία της αμφισβήτησης και της ανώμαλης ανόδου στο θρόνο,
έμελλε να σφραγίσει την βασιλεία του Αμπντούλ Χαμίτ μέχρι τέλους γιατί το Χαμιδιανό
καθεστώς από την πρώτη του στιγμή έπασχε απ’ αυτήν την βαθύτατη ανασφάλεια που
το έκανε να υποπτεύεται αυτούς που θα έπρεπε να εμπιστεύεται : τον ίδιο τον κρατικό
μηχανισμό.΄Ετσι η δομή της Χαμιδικής πολιτείας γινόταν όλο και πιο αυταρχική, όλο
και πιο ανορθολογική4. Ο συνεχής έλεγχος (μέσω κατασκόπων) όλων των κρατικών
λειτουργών, η προαγωγή με βάση τη νομιμοφροσύνη κι όχι την αξία, που έφραζε το
δρόμο στους μορφωμένους για χάριν των αδαών αλλά πολιτικά ελεγχόμενων, ο διαρκής
φόβος του Σουλτάνου για πιθανές συνομωσίες5 καθιστούσε τον Χαμιδικό Δεσποτισμό
όχι μόνο ανελεύθερο αλλά και αντιλειτουργικό.Αν σ’ όλα αυτά κανείς προσθέσει την
ασφυκτική λογοκρισία, και τον καταθλιπτικό Ισλαμισμό δεν είναι δύσκολο να καταλάβει
κανείς, γιατί οι νεαροί αυτοί σπουδαστές στράφηκαν προς την αντιπολίτευση.
΄Οντας πνευματικά παιδιά των Νέων Οθωμανών θ’ αντιτάξουν στη χαμιδική
καταπίεση το φιλελευθερισμό και το αίτημα για επαναφορά του Συντάγματος του 1876,
που θα ενοποιούσε όλες τις φυλές και τα έθνη της Αυτοκρατορίας. Παράλληλα όμως και
κάτω από την επίδραση του Θετικισμού θα διαμορφώσουν μια εξελικτικιστική
κοσμοαντίληψη, που φετιχοποιεί την επιστήμη και προσεγγίζει τα δόγματα του
3
κοινωνικού Δαρβινισμού.΄Ετσι θ’ αναγάγουν την επιστήμη σε νέα αυθεντία που μέλλει
να υποκαταστήσει τη θρησκεία ενώ την ίδια στιγμή που ευαγγελίζονται τον
κοινοβουλευτισμό ασπάζονται τα ελιτίστικα δόγματα του Λε Μπον για την πολιτική
ανωριμότητα των μαζών και την αδυναμία τους να αυτοκυβερνηθούν6.
Στην πραγματικότητα περισσότερο από φιλελεύθεροι ή δημοκράτες είναι
κρατιστές που θα ήθελαν να υποκαταστήσουν την πατερναλιστική κι ευνοιοκρατική
διοίκηση του Αμπντούλ Χαμίτ με μιαν άλλη η οποία να στηρίζεται σε απρόσωπες
κανονιστικές αρχές, όπως η αξιοκρατία, ο σεκουλαρισμός κι ο εθνικισμός, ικανές να
εξασφαλίσουν την διευρυμένη αναπαραγωγή των υπαρκτών σχέσεων εξουσίας7.
΄Ετσι λοιπόν στα 1889 στην Στρατιωτική Ιατρική Σχολή πρώτα κι αργότερα στην
Στρατιωτική Ακαδημία [Harbiye} και τη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης αρχίζει ν’
αναπτύσσεται μια οργάνωση που φέρει το όνομα «Osmanli Ittihad Cemiyeti»
(Οθωμανικό Κομιτάτο της Ενότητας). Είναι οργανωμένη κατά τα πρότυπα των Ιταλών
Καρμπονάρων κι αποτελείται εκτός από φοιτητές, κι από κατώτερους δημοσίους
υπαλλήλους και νεαρούς αξιωματικούς. Παράλληλα φαίνεται να διατηρεί σχέσεις και με
κάποιους υψηλά ιστάμενους.
Καθώς όμως η οργάνωση αναπτυσσόταν δεν άργησε να τραβήξει την προσοχή
των καταδιωκτικών αρχών. Οπωσδήποτε η περίοδος 1889-1894 υπήρξε περίοδος
σπουδαστικής αναταραχής, που όμως αντιμετωπίστηκε με σχετική επιείκεια από τον
Σουλτάνο. Καθώς όμως τη διετία 1895-’97 η εσωτερική κρίση εντάθηκε, η ανοχή της
εξουσίας απέναντι στους κάθε λογής αντιπολιτευόμενους μειώθηκε. ΄Ετσι πολλοί
Νεότουρκοι θα φυλακιστούν ή θ’ αναγκαστούν να πάρουν το δρόμο της εξορίας.
Εκεί θα έχουν την ευκαιρία ν’ αποκαταστήσουν επικοινωνία μ’ επιφανείς
αντιπολιτευομένους, όπως το θετικιστή Ahmet Riza που ζει στο Παρίσι. Μόλο που
φαίνεται να έχει επαφή με την οργάνωση από παλιότερα είναι αυτή ακριβώς την εποχή
που η σχέση τους συστηματοποιείται. Ο Ahmet Riza θα προτείνει ως όνομα της
Οργάνωσης το ‘Nizam ve Terraki ’(=Τάξη και Πρόοδος) με εμφανείς θετικιστικές
επιρροές, αλλά τελικά θα προτιμηθεί το «Ittihad ve Terraki» (= ΄Ενωση και Πρόοδος)
που είναι και το όνομα με το οποίο θα ταυτιστεί αργότερα το Νεοτουρκικό
κίνημα8.Παράλληλα ο Αχμέτ Ριζά αποδέχεται στα 1894 την ηγεσία της οργάνωσης στο
εξωτερικό κι αναλαμβάνει να τυπώσει μια δίγλωσση εφημερίδα-όργανο του κινήματος,
τη ‘Mesveret’ (= Διαβούλευση), στα Τουρκικά και Γαλλικά.
Στο εσωτερικό όμως της Αυτοκρατορίας συμβαίνουν ακόμη σημαντικότερες
εξελίξεις. Η Αρμενική κρίση και λίγο αργότερα το Κρητικό ζήτημα θα βγάλουν από την
4
απάθεια τη μεταρρυθμιστική πτέρυγα της ανώτερης γραφειοκρατίας και θα την φέρουν
σ’ επαφή με την αντιπολίτευση.Το «Κομιτάτο για την Ένωση και την Πρόοδο» (Κ.Ε.Π.)
σιγά-σιγά από φοιτητική κυρίως οργάνωση θα μετατραπεί σε πολιτική. Στην εκτελεστική
του Επιτροπή ηγούνται πλέον ανώτεροι Στρατιωτικοί, Γραφειοκράτες και Ulema9.
Πολιτικός τους στόχος θα είναι να επιφέρουν αλλαγές στην κατεύθυνση ενός υπεύθυνου
«υπουργείου», δηλαδή μιας μετατόπισης της εξουσίας προς την Υψηλή Πύλη και ενός
κοινοβουλίου. Μέσο για την επίτευξη του σκοπού τους το πραξικόπημα, προϋπόθεση η
στήριξη της Αγγλίας και περίσταση κάποιο διεθνοποιημένο εσωτερικό πρόβλημα της
Αυτοκρατορίας, στην περίπτωσή μας το Αρμενικό10.
Το πραξικόπημα όμως που ετοιμάζουν θα προδοθεί, από συγκυριακές όπως
φαίνεται καταστάσεις και θα καταπνιγεί, προτού καν εκδηλωθεί. Αλλεπάλληλα κύματα
συλλήψεων κι εκτοπίσεων θ’ αποδεκατίσουν την οργάνωση, στέλνοντας τους
περισσότερους στη φυλακή ή στην εξορία (κυρίως στην Τριπολιτανία,στη σημερινή
Λιβύη).Από κει πολλά στελέχη θα καταφέρουν ν’ αποδράσουν στην Ευρώπη. Ανάμεσά
τους, οι Ισάκ Σουκουτί, Αμπντουλλάχ Τσεβντέτ, Αχμέτ Τσουρουκσουλού, Σαλίχ Κεμάλ
κ.ά. που θ’ ανασυγκροτήσουν την οργάνωση στο Παρίσι γύρω από τον Αχμέτ Ριζά και
την εφημερίδα του τη Mesveret11.
΄Ετσι λοιπόν καθώς τα περισσότερα μέλη που έμειναν μέσα στη χώρα
βρίσκονται ή στη φυλακή ή στην εξορία το Κ.Ε.Π. θα μετατραπεί σε οργάνωση του
εξωτερικού. Από δω και πέρα το κέντρο των πολιτικών ζυμώσεων, των διενέξεων και
των ανασυγκροτήσεων θα βρίσκεται κάπου μεταξύ Παρισίων, Γενεύης και Λονδίνου.
Στο εσωτερικό η δραστηριότητα,, μόλο που δεν θα λείψει θα είναι πολύ πιο υποτονική,
ελεγχόμενη και κυρίως προπαγανδιστική, παρά καθ’ αυτό πολιτική.
Στο Παρίσι λοιπόν όπου προσπαθιέται ν’ ανασυγκροτηθεί η οργάνωση δεν θ’
αργήσουν να εμφανιστούν προβλήματα. Ο δογματικός κι απόλυτος χαρακτήρας του
Αχμέτ Ριζά θα τον φέρει συχνά σ’ αντιπαράθεση με τους συνεργάτες του. Η εμμονή στα
θετικιστικά πιστεύω του θα ενοχλήσει τον Μουσουλμανισμό τους. ΄Ετσι η ρήξη δεν θα
αργήσει να έρθει11.Θα εκδηλωθεί με την έλευση του Μουρατ Μπέυ στο Παρίσι, ακόμη
ενός (αυτο)εξόριστου, που είναι πιο γνωστός ως Mizanci Μουράτ από το όνομα της
ερημερίδας, της Mizan (= Ζυγός) που έβγαζε στην Αίγυπτο.Στη Γαλλία θα έρθει, για
δεύτερη φορά, στα 1896 και δεν θ’ αργήσει να κερδίσει την Νεοτουρκική παροικία με τη
χαρισματικότητά και τον λαϊκισμό του. Καθώς ο Μιζαντσί Μουράτ πρεσβεύει έναν
κάποιο μίγμα εκδυτικισμού και εμμονής στις μουσουλμανικές παραδόσεις με
πανισλαμικούς12 τόνους είναι σαφέστατα δημοφιλέστερος απ’ ότι ο άτεγκτος θετικιστής,
5
ο «άθεος» Αχμέτ Ριζά.
΄Ετσι το ρήγμα δεν θ’ αργήσει να εκδηλωθεί. Στα 1897 ο Μιζαντσί Μουράτ θ’
αναλάβει την ηγεσία της οργάνωσης της οποίας η έδρα θα μεταφερθεί στη Γενεύη. Γύρω
του θα συγκεντρωθεί όλη η παλιά ηγετική φρουρά Νεοτούρκων. Ο Αχμέτ Ριζά θ’
απομονωθεί και θα εκτοπιστεί από την οργάνωση. Η ‘Mesveret’ θα πάψει να είναι το
επίσημο όργανό της και για μια περίοδο μάλιστα θα διακόψει την έκδοσή της.Το νέο
κέντρο υπό τον Μιζαντσί Μουράτ ακολουθεί μια πιο ακτιβίστικη πολιτική απ’ ό,τι ο
Αχμέτ Ριζά. Τάσσεται υπέρ ενός παλατιανού πραξικοπήματος καθοδηγούμενου από
ανώτερους γραφειοκράτες της Υψηλής Πύλης με την υποστήριξη των Μεγάλων
Δυνάμεων και κατά προτίμηση της Αγγλίας13.
Καθώς όμως αυτό ακριβώς το Lobby της Υψηλής Πύλης αδρανεί, ουσιαστικά
απέχει , μετά το ισχυρό κύμα καταστολής στη Κωνσταντινούπολη, και η οργάνωση στο
εσωτερικό περνάει φάση διάλυσης, είναι πολύ δύσκολο ν’ αναληφθεί συγκεκριμένη
δράση.
Αν κανείς προσθέσει σ’ όλα αυτά και τη νίκη των Οθωμανών στον Ελληνοτουρκικό
πόλεμο του 1897 δεν είναι δύσκολο να καταλάβει τη δυσχερή θέση στην οποία έχει
περιέλθει το ‘Κομιτάτο για την ΄Ενωση και την Πρόοδο’. ΄Οντας μια χούφτα
εμιγκρέδων,χωρίς κρατική υποστήριξη ούτε και ερείσματα μέσα στη χώρα θα υποστεί
την έντονη ιδεολογική πίεση του καθεστώτος ,που θα σπεύσει ν’ αξιοποιήσει την
αναπάντεχη νίκη.
Ο Αμπντούλ Χαμίτ θα καλέσει όλους τους αντιπολιτευόμενους να επιστρέψουν
στη χώρα. Ο Μιζαντσί Μουράτ απογοητευμένος θα συμβιβαστεί και θα γυρίσει πίσω,
χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα. Ο υπόλοιπος ηγετικός πυρήνας θα παρουσιάσει το
γεγονός ως «ανακωχή», αλλά ουσιαστικά θα εκληφθεί ως προδοσία μέσα και έξω από
την χώρα, σκορπώντας την απογοήτευση και την αποστράτευση14.
Ωστόσο τα αίτια της κρίσης είναι πιο βαθειά, και πρέπει ν’ αναζητηθούν σε δύο
κατευθύνσεις : από τη μια στην ιδεολογοπολιτική ένδεια της οργάνωσης που δεν μπορεί
ν’ αποκρύψει η καταγγελία του Χαμιδιανού Δεσποτιαμού και η έκκληση στους
υπηκόους του να τον ανατρέψουν. Από την άλλη η κοινωνική «φύση» των ίδιων των
πρωταγωνιστών, στον «κρατικοδίαιτο» χαρακτήρα τους, την προέλευσή τους δηλ. από
τα γραφειοκρατικά στρώματα, που τους έκανε ιδιαίτερα ευάλωτους απέναντι στην
εξουσία. Στερημένοι από κάθε μαζικό έρεισμα, ήταν φυσικό να συνθηκολογήσουν.
Μετά απ’ αυτό το Κ.Ε.Π. μοιάζει σχεδόν εκμηδενισμένο. Ο μόνος που φαίνεται
να κρατάει είναι ο Αχμέτ Ριζά. Δεν θα ναι η μόνη φορά που θα συμβεί αυτό. Η
6
απολυτότητα και η εμμονή του στην ιδεολογική καθαρότητα είναι η μεγάλη του
αδυναμία μα κι η μεγάλη του δύναμη. Αυτή η ιδεολογική του ακαμψία, κατ’ άλλους
συνέπεια, θα ‘ναι το στοιχείο που θα του επιτρέψει να επιβιώσει σε δύσκολους καιρούς
και ν’ αποτελέσει σημείο αναφοράς και συνέχειας, για το Νεοτουρκικό κίνημα.
Ωστόσο το Κ.Ε.Π. σιγά-σιγά θ’ ανασυγκροτηθεί. Τα εναπομείναντα μέλη της
παλιάς φρουράς γύρω από τους Αμπντουλάχ Τσεβντέτ, Ισάκ Σουκουτί, Νουρί Αχμέτ,
Τουναλί Χαλμί, κ.ά. θ’ ανασυγκροτήσουν το κίνημα με κέντρο τη Γενεύη στα τέλη
1897. Την 1η Δεκεμβρίου 1897 θα εκδοθεί το νέο δημοσιογραφικό όργανο των
Νεοτούρκων στην Ευρώπη η εφημερίδα ‘OSMANLI’, που σύντομα αποκτά και
γαλλόφωνη έκδοση15.
Η γραμμή της νέας ηγεσίας είναι μαχητική κι ακτιβίστικη : ο Αμπντούλ Χαμίτ
κατηγορείται ως προδότης του Ισλάμ και οι Μουσουλμάνοι της Αυτοκρατορίας
καλούνται να τον ανατρέψουν. Οι εξευρωπαϊσμένοι σεκουλαριστές της Γενεύης
μεταχειρίζονται μια ρητορική έντονα διαποτισμένη από τη θρησκεία, για ν’ αγγίξουν τις
θρησκευόμενες λαϊκές μάζες. Ο Αχμέτ Ριζά, που έχει επανεκδόσει την τουρκόφωνη
‘MESVERET’, θα βρεθεί και πάλι σε καραντίνα. Τα εναπομείναντα ιδρυτικά μέλη
θεωρούν το Κ.Ε.Π. ιδιοκτησία τους, κι επιμένουν να τον κρατούν σε απομόνωση.
Παρόλα αυτά το Κομιτάτο δεν θ’ αργήσει να φτάσει και πάλι σ’ αδιέξοδο: ο
πραξικοπηματισμός και ο σεχταρισμός που το διακατέχει, εντείνει τα προβλήματα μιας
μικρής κι εξόριστης πολιτικής ομάδας η οποία μάλιστα μόλις είχε υποστεί βαρύ πλήγμα
από τον αντίπαλο. Η διέξοδος στην οποία ενστικτωδώς θα στραφούν οι Νεότουρκοι θα
είναι, όπως φαίνεται, η ατομική τρομοκρατία που θα επιφέρει αποφασιστικό χτύπημα
στην αυταρχική κεφαλή του κράτους.
Το πλήγμα αυτό δεν θα ‘ρθει ποτέ . η αμφιλεγόμενη υπόθεση Dembski θα θέσει
τέρμα στα συνομωτικά σχέδια του Κομιτάτου. Ο αναρχικός που, κατά τα φαινόμενα,
ήρθε σε συμφωνία με το ΚΕΠ για να εκτελέσει το Σουλτάνο θα συλληφθεί κι η
απόπειρα θα έχει ένα άδοξο τέλος.Το Κομιτάτο για μια ακόμη φορά θα βυθιστει΄στην
κρίση κι ο ηγετικός πυρήνας της Γενεύης θ’ αναγκαστεί να ξανακάτσει στο τραπέζι των
διαπραγματεύσεων.
Αυτή τη φορά ο συμβιβασμός θα είναι αξιοπρεπέστερος : οι Ισαάκ Σουκουτί και
Αμπντ. Τσεβτέντ θα διοριστούν γιατροί στις Οθωμανικές πρεσβείες Ρώμης και Βιέννης
αντίστοιχα, ενώ ο Τουναλί Χιλμί υπάλληλος στην Πρεσβεία της Μαδρίτης, υπό τον όρο
να μην αναμιχτούν σε αντιπολιτευτικές δραστηριότητες. Ο Σουλτάνος από την άλλη
υποσχέθηκε ότι θα έδινε αμνηστία στους πολιτικούς κρατουμένους17. Βέβαια η εξουσία
7
δεν κράτησε το λόγο της, και οι παλιοί ηγέτες προσπάθησαν υπογείως να συνεχίσουν ν’
αναμιγνύονται με την αντιπολίτευση, αλλά πέραν του Τουναλί Χιλμί ήταν ουσιαστικά
τελειωμένοι16. ΄Ετσι οι Νεότουρκοι το Σεπτέμβρη του 1899 βρισκόταν και πάλι υπό
διάλυση.
Κάτι αναπάντεχο όμως θ’ αναθερμάνει το κίνημα. Ο ίδιος γαμπρός του
Σουλτάνου Damad Mahmut και οι δύο γιοί του Sabaheddin και Lutfullah θα
«δραπετεύσουν» από την Αυτοκρατορία και θα καταφύγουν στην Ευρώπη. Αυτόματα θα
καταστούν το κέντρο κάθε αντιπολιτευτικής δραστηριότητας, καθώς το παλιό Κ.Ε.Π.
πνέει τα λοίσθια. Οι ίδιοι θ’ αναλάβουν την χρηματοδότηση της ‘OSMANLI’ και θα
μεταφέρουν την έδρα της στο Λονδίνο, πράγμα που είναι ενδεικτικό και των πολιτικών
τους προτιμήσεων.Το επόμενο διάστημα - ως το θάνατό του το 1903 - ο Domad
Mahmud θ’ ακολουθήσει «Υψηλή πολιτική» προσπαθώντας να κερδίσει την εύνοια της
Βρεττανικής Βασιλικής οικογένειας, αλλά μάταια. Οι επίσημοι βρεταννικοί κύκλοι με
τους οποίους είχε επαφή ως ανώτατος κρατικός αξιωματούχος, μάλλον τον αποφεύγουν
ως αντιπολιτευόμενο18.
Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο οι δύο γιοι του Lutfullah και Sabaheddin που
έχουν αναλάβει την ηγεσία, λόγω της ασθένειας του πατέρα τους, θ’ αποφασίσουν να
συγκαλέσουν ένα συνέδριο με την ελπίδα να ενοποιήσουν όλο τον κόσμο των
εξορίστων αντιπολιτευομένων σε Αίγυπτο, Ευρώπη και Βαλκάνια. Γιατί όντως το
Κομιτάτο για την ΄Ενωση και την Πρόοδο, με το διάβα του χρόνου είχε μετασχηματιστεί
από μια συγκεντρωτική οργάνωση των σπουδαστών των Ανωτ. Σχολών στην Πόλη, με
ιδεολογικό στίγμα σαφώς κοσμικό, θετικιστικό και ελιτίστικο σε μια πανσπερμία
εντύπων και ομάδων που καθεμιά είχε διαφορετική ιδεολογική ταυτότητα και πολιτικό
πρόγραμμα : στην Αίγυπτο το στίγμα ήταν σαφώς Ισλαμιστικό, στα Βαλκάνια όπου η
οργάνωση δραστηριοποιούνταν μεταξύ των μελών των τουρκικών μειονοτήτων σε
Βουλγαρία και Ρουμανία είχε χαρακτήρα πρωτοεθνικιστικό, ενώ στο εσωτερικό, μόλο
που διατηρούσε κάποιες δυνάμεις, είχε μεταμορφωθεί σε διανομέα εντύπων της
διασποράς ή αλληλογράφο και συνδρομητή στα ίδια έντυπα19.
΄Οσο για την Ευρώπη θα μπορούσε να διακρίνει κανείς τρεις τουλάχιστον
καταστάσεις: α) ο κύκλος των πριγκήπων, γύρω από τους Sabbaheddin και Lutfullah,
ιδίως τον πρώτο, που κινείται με καθαρά προσωπικους όρους, β) η ‘Mesveret’ που
εκδίδεται στο Παρίσι από το Ahmet Riza, αδιάλλακτο θετικιστή και εχθρό κάθε ξένης
επέμβασης στα εσωτερικά της Αυτοκρατορίας, και γ) οι Νεότουρκοι της Γενεύης που
ακολουθούν μια ακτιβιστική και πραξικοπηματική γραμμή με ηγετική τους φυσιογνωμία
8
τον Tunali Hilmi. Παρόλο που οι απόψεις τους φαντάζουν γκροττέσκες και η πρακτική
τους αμελητέα, κάποια από τα φυσιογνωμικά τους χαρακτηριστικά μέλλει ν’ αποδειχτούν
σημαντικά σε περαιτέρω εξελίξεις : και αυτοί, όπως οι θετικιστές του Ahmet Riza είναι
υπέρμαχοι της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και πολέμιοι κάθε ξένης
επέμβασης στο εσωτερικό της. Και αυτοί, όπως τουλάχιστον ο ίδιος ο Ahmet Riza, αν όχι
οι περισσότεροι συνεργάτες του20 διακρίνονται από έναν λανθάνοντα (;) Τουρκισμό που
τείνει να ταυτίσει τους Οθωμανούς με τους Τούρκους21.Τέλος, όσον αφορά την παλιά
ηγεσία, Abd. Cevdet, Ischak Sukuti και σία, αν και προσπαθούν υπόγεια να επηρεάσουν
τα πράγματα, ουσιαστικά έχουν τεθεί στο περιθώριο. Η επίσημη τους εξάλλου ιδιότητα,
ως διπλωματικών υπαλλήλων, δυσκόλευε την ενεργητικότερη ανάμειξη.
Αυτό λοιπόν το φάσμα έρχονται να ενοποιήσουν οι δύο πρίγκηπες με τη βοήθεια
του Ισμαήλ Κεμάλ, αγγλόφιλου ανώτατου αξιωματούχου της Πύλης, αλβανικής
καταγωγής, που είχε καταφύγει στην Ευρώπη από το 1900. Οι τρεις αυτοί κρατούν τον
απόλυτο έλεγχο επί της διαδικασίας : μόνοι τους καθορίζουν ποιοί και πως θα
συμμετάσχουν στο Συνέδριο.Γιατί σύμφωνα με τον Ισμαήλ Κεμάλ σκοπός δεν ήταν
απλά και μόνο να εκπροσωπηθούν όλοι οι αντιπολιτευόμενοι, ασχέτως εθνικότητας,
αλλά και να προκαλέσουν την παρέμβαση της Ευρώπης για την επίτευξη των
μεταρρυθμίσεων.Γι’ αυτό και θα κληθούν να συμμετάσχουν και εκπρόσωποι των
«μειονοτήτων», δηλαδή των υποδούλων εθνοτήτων, όχι όμως όλοι22.
Το κριτήριο επιλογής θα είναι αυτό του «Οθωμανισμού», δηλαδή της αποδοχής
της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κι όχι της επιθυμίας απόσχισης απ’ αυτή. Τούτο
σημαίνει ότι το Συνέδριο θ’ αφορά κυρίως εκείνους τους πληθυσμούς και ιδίως εκείνα
τα τμήματά τους, που συμμετέχουν κατά το μάλλον ή ήταν στη διοίκηση της
αυτοκρατορίας και άρα στην ιθύνουσα τάξη της. ΄Ετσι οι Αλβανοί που έχουν έντονη
παρουσίαση στην κορυφή της κρατικής μηχανής θα υπερεκπροσωπηθούν σε όλες τους
τις τάσεις : από τους φιλέλληνες (Ισμαήλ Κεμάλ), και τους Ιταλόφιλους (Δερβίσης
Hima) ως εκείνους που είναι πιο προσκολλημένοι στην Αυτοκρατορία (Γιασάρ
Ερεμπέρα)23.
Σημαντική επίσης εκπροσώπηση θα έχουν και οι ΄Ελληνες - όχι βέβαια τυχαία.
Γιατί από τις απαρχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπήρχε πάντα μια «κοσμική» -
γραφειοκρατική ή κι εμπορική elite - χριστιανικής, ρωμαίϊκης προέλευσης που μετείχε
ως ένα βαθμό στη διοίκηση και «κυβερνούσε» μαζί με τον κλήρο τους υπόδουλους
χριστιανούς για λογαριασμό του Σουλτάνου. Παλιότερα ήταν οι Φαναριώτες, μετά την
Επανάσταση του ‘21 και το Τανζιμάτ η ανερχόμενη εμποροχρηματιστική αστική τάξη
9
και η «Νεοφαναριώτικη» γραφειοκρατική elite.
Μ’ αυτά τα στρώματα οι Οθωμανοί μεταρρυθμιστές θέλουν να συνάψουν
συμμαχία, τόσο γιατί τους θεωρούν απαραίτητους για τον εκσυγχρονισμό της χώρας -
ως ένα από τα πιο αστικοποιημένα στοιχέια - όσο και γιατί θέλουν να τους
ενσωματώσουν και ν’ αποτρέψουν την ανάπτυξη εθνικιστικών-αποχωριστικών τάσεων24.
Οι ΄Ελληνες λοιπόν αν και χριστιανοί, είναι με τον τρόπο τους ένα από τα άρχοντα millet
της Αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό κι αυτοί που θα συμμετάσχουν θα είναι είτε (πρώην)
ανώτεροι γραφειοκράτες όπως ο Μουσούρος-Γκίκης, αγγλόφιλος του κλίματος του
Ισμαήλ-Κεμάλ, ή επώνυμοι αλλά πολιτικά άχρωμοι διανοούμενοι όπως ο γνωστός
βυζαντινολόγος Κ. Σάθας, ο πολιτειολόγος Γ. Φαρδής κι ο Α. Αδοσίδης 25 που όμως δεν
εκπροσωπούν κανένα συλλογικό όργανο του Ελληνισμού πόσο μάλλον κάποια εθνική
οργάνωση. Γι’ αυτό εξάλλου δεν καλέστηκαν οι εκπρόσωποι των
(Ελληνο)Μακεδονικών επιτροπών, γιατί αυτές είχαν σαφείς αποσχιστικές τάσεις. Για
τον ίδιο λόγο δεν κλήθηκαν και οι Βουλγαρομακεδονικές οργανώσεις, όπως η ΕΜΕΟ.
Αντίθετα κλήθηκαν και συμμετείχαν οι εκπρόσωποι του άλλου «επαναστατικού
έθνους» της Αυτοκρατορίας, των Αρμενίων. ΄Οχι βέβαια ότι οι διοργανωτές αγνοούσαν
τις επαναστατικές κι αποσχιστικές τους προθέσεις, αλλά γιατί ήταν γνωστή η ευαισθησία
της Ευρωπαϊκής κοινής γνώμης πάνω στο εθνικό τους ζήτημα. Οι Αρμένιοι τελικά
καλέστηκαν ως «κράχτες», ως πρόξενοι πιθανής δυτικής επέμβασης.
΄Αλλες εθνικές αντιπροσωπείες ουσιαστικά δεν συμμετείχαν. Πήραν βέβαια
μέρος Τσερκέζοι, Κούρδοι, ένας Εβραίος (ο Αλμπέρ Φούα) και τουλάχιστον ένας
΄Αραβας (ο Λιβανέζος Χαλίλ Γιανίμ), όχι όμως ως εκπρόσωποι εθνικών ομάδων αλλά
μάλλον ως παλαίμαχοι του Νεοτουρικού κινήματος. Γενικά αυτοί, όπως και οι Τούρκοι
σύνεδροι συμμετείχαν ως Οθωμανοί αντιπολιτευόμενοι.
Το άλλο σημαντικό ζήτημα, πέραν αυτού της συμμετοχής, που έμελλε μάλιστα
να σφραγίσει το συνέδριο ήταν εκείνο της ξένης επέμβασης για την πραγματοποίηση
φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.Πάνω σ’ αυτό το
πρόβλημα θα διαφανούν δύο απόψεις : η πρώτη, των οργανωτών, που πιστεύουν ότι
προϋπόθεση κάθε φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος είναι η πίεση (τουλάχιστον) των
Δυτικών κυβερνήσεων πάνω στο Σουλτάνο και προσβλέπουν σε ένα καθεστώς
κοινοβουλευτικής μοναρχίας υπό την εγγύηση των Δυνάμεων και κυρίως της Αγγλίας.
Στα πλαίσια αυτού του πολιτεύματος όλες οι θρησκείες και οι εθνότητες της
Αυτοκρατορίας θ’ απολάμβαναν ισονομίας. Πρόκειται δηλαδή για το όραμα του
Οθωμανισμού όπως είχε διαμορφωθεί στο Σύνταγμα του 1876 κι είχε εκφρασθεί από
10
την αγγλόφιλη πτέρυγα της άρχουσας γραφειοκρατίας.
Η άλλη πλευρά πάλι, μόλο που αποδέχεται τον εκδυτικισμό, είναι ολότελα
αντίθετη στη δυτική παρέμβαση. Αν και ακραιφνώς δυτικόφιλη και λάτρης του
ευρωπαϊκού πολιτισμού, όπως θα της δοθεί η ευκαιρία να δηλώσει κατά τη διάρκεια του
Συνεδρίου, αντιμάχεται την ξένη επέμβαση για δύο κυρίως λόγους: α) γιατί την ταυτίζει
με το διαμελισμό της Αυτοκρατορίας, β) γιατί πιστεύει ότι οι Δυτικοί μεροληπτούν υπέρ
των Χριστιανών και σε βάρος των Τούρκων, και μάλιστα του φτωχού Τούρκου αγρότη
της Ανατολίας, του πιο καταπιεσμένου ραγιά στο κράτος του Αμπντούλ Χαμίτ. Πίσω
όμως, απ’ αυτόν τον λαϊκισμό, την επίκληση δηλαδή της δυστυχίας λαϊκών τάξεων,
λανθάνει ένας αρχόμενος εθνικισμός . γι’ αυτήν την πλευρά πίσω από τον Οθωμανισμό
βρίσκεται ο Τουρκισμός, που αντιλαμβάνεται την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως κράτος
ουσιαστικά τουρκικό και υπερασπίζεται την ακεραιότητά της, έναντι των Δυτικών
επιβλουλών και των αποσχίσεων των υποδούλων.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι αυτή ακριβώς η άποψη θα ενοποιήσει τους
θετικιστές του Αχμέτ Ριζά με τους ακτιβίστες της Γενεύης αλλά κι εκείνους τους
Μουσουλμάνους αντιπροσώπους - Τσερκέζους, Κούρδους και ορισμένους Αλβανούς -
που ταυτίζονται ακόμα με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Στην αντίπερα όχθη θα βρεθεί ο Sabaheddin, ο παραδοσιακός Οθωμανός
φιλελεύθερος, που θεωρεί απαραίτητη την Ευρωπαϊκή συνδρομή, σωστότερα
παρέμβαση, για να εκσυγχρονίσει την Αυτοκρατορία. Για να το πετύχει αυτό επιζητά την
στήριξη των αστικών στοιχείων του Χριστιανικού πληθυσμού, Ελλήνων και Αρμενίων,
των παραδοσιακών ενδιάμεσων Ανατολής - Δύσης. Βέβαια ούτε κι αυτός επιθυμεί τη
διάσπαση της Αυτοκρατορίας για αυτό ακριβώς επιδιώκει τον προσεταιρισμό εκείνων
που θα μπορούσαν ν’ αποχωριστούν απ΄αυτή. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι συσπειρώνει
όχι μόνο Τούρκους, και κάποιους Αλβανούς (Ισμαήλ Κεμάλ) αλλά και τους
Χριστιανούς, Ελληνες και Αρμενίους.
Κάτω απ΄αυτούς τους όρους η ρήξη ήταν αναπόφευκτη. Οι Νεότουρκοι έμελλε
να διασπασθούν και να μην ξαναενωθούν ποτέ : από τη μια η πλειοψηφία των Συνέδρων
που επιδιώκει την ξένη ανάμειξη υπό τους Σαμπαχεντίν και Ισμαήλ Κεμάλ κι από την
άλλη η μειοψηφούσα συμμαχία Θετικιστών (Αχμέτ Ριζά) και Ακτιβιστών26.Από δω και
πέρα τα δύο κομμάτια θα ακολουθήσουν ολότελα διαφορετικούς δρόμους, θα
διαμορφώσουν, ολότελα διαφορετικές φυσιογνωμίες. Ετσι ο Sabaheddin, κάτω από την
επίδραση του Ed. Desmolins και του έργου του «Σε τι έγκειται η υπεροχή των
Αγγλοσαξόνων;», θα στραφεί στον Φιλελευθερισμό και θα πειστεί ότι αυτό που λείπει
11
σε μια τόσο έντονα ελεγχόμενη από το κράτος κοινωνία, είναι η αποκέντρωση κι ο
ατομικισμός. Γι’ αυτό ο σκοπός θα πρέπει να είναι διπλός : από τη μια μεριά να
μεταστραφούν οι μορφωμένες τάξεις του Τουρκικού πληθυσμού από την προσκόλληση
τους στην κρατική γραφειοκρατία στο χώρο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, κι από την
άλλη να επιδιωχθεί η συννενόηση με τις άλλες «φυλές» της αυτοκρατορίας, που
σημειωτέον αποτελούν και την υπαρκτή κοινωνία των πολιτών. Ετσι θα ιδρύσει το
«Σύνδεσμο για την Αποκέντρωση και την Ιδιωτική Πρωτοβουλία» και από το 1906 την
εφημερίδα ‘Terraki’27.
Από την άλλη μεριά η συμμαχία θετικιστών-αντιβιστών θα κρατήσει τον τίτλο του
Κ.Ε.Π. και θα εμφανιστεί σαν ουσιαστική συνέχεια του κινήματος παρά τις προσπάθειες
της παλιάς φρουράς περί την Osmanli να επανιδιοποιηθεί τον τίτλο28.
Η σημαντικότερη όμως εξέλιξη θα προέλθει από το εσωτερικό της
Αυτοκρατορίας και συγκεκριμένα από την πιο ταραγμένη της περιοχή, τη Μακεδονία,
μια περιοχή που σφαδάζεται από τις ένοπλες συγκρούσεις αντίπαλων εθνικισμών και
την ανοιχτή διείσδυση των Μεγάλων Δυνάμεων.Σ’ αυτήν ακριβώς την περιοχή είναι που
φαίνεται πιο έντονα η βαθιά κρίση του Χαμιδιανού κράτους, καθώς αδυνατεί να
καταστείλει τα αντίπαλα ένοπλα κινήματα και να ελέγξει την κατάσταση.
Κι οι πρώτοι που αισθάνονται αυτή την αποδιάρθρωση του καθεστώτος είναι οι
νεαροί, μορφωμένοι αξιωματικοί των φρουρών της Μακεδονίας. Γι’ αυτούς το
πρόβλημα της περιοχής, αλλά και γενικότερα της Αυτοκρατορίας είναι πρόβλημα
«κακοδιοίκησης» που θα μπορούσε να λυθεί με μεταρρυθμίσεις. Δεν αφορά την
κοινωνική εκμετάλλευση που υφίσταται η χριστιανική αγροτιά (πατριαρχική κι
εξαρχική) και την εθνική καταπίεση από το Μουσουλμανικό, Οθωμανικό κράτος και
τους Μωαμεθανούς γαιοκτήμονες.Γι’ αυτό και δεν πρόκειται για ζήτημα αυτοδιάθεσης
των υπόδουλων λαών (είτε Ελλήνων είτε Σλάβων), αλλά για ζήτημα τρομοκρατίας και
άρα καταστολής που οι ίδιοι ένιωθαν αρμόδιοι κι επαρκείς να φέρουν σε πέρας.Αυτό
που κατά τη γνώμη τους τούς εμπόδιζε να το πράξουν ήταν η δυσπιστία του Χαμιδιανού
κράτους απέναντι τους και η ανικανότητα των γερασμένων πολιτικών και των ανωτέρων
τους29.Δεν ήταν λοιπόν τυχαίο πως σ’ αυτό το περιβάλλον κατόρθωσε να στεριώσει και
ν’ αναπτυχθεί ένα σημαντικό αντιπολιτευτικό ρεύμα που έμελλε να δώσει νέα τροπή και
νέα πνοή στο Νεοτουρκικό κίνημα.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: γύρω στα 1906 η οργάνωση
‘Vatan’ που δρα στη Συρία κατάφερε - μέσω ενός μέλους της, του Μουσταφά Κεμάλ- ν’
αποκτήσει διασυνδέσεις στη Θεσσαλονίκη.Εκεί θα ιδρυθεί μια νέα οργάνωση η ‘Vatan
12
ve Hurriyet’, η οποία δεν άργησε να γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη, ανάμεσα στους νεαρούς
αξιωματικούς. Σ’ αυτό βοήθησε κι η μετάθεση του Μουσταφά Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη
το 190730.
Ωστόσο δεν ήταν αυτή η οργάνωση που επρόκειτο ν’ αποτελέσει την επανίδρυση
του Κ.Ε.Π. αλλά ένα άλλο σχήμα η ‘Osmanli Hurriyet Cemiyeti’ (Οθωμανικό Κομιτάτο
της Ελευθερίας), με το οποίο σύντομα συγχωνεύτηκε και η ‘Vatan ve Hurriyet’. Iδρυτικά
μέλη της ‘Οsmanli Hurriyet’ ήταν ο Tallat Bey (μετέπειτα πρωθυπουργός), ο Fethi Bey
(μετέπειτα Υπουργός Δικαιοσύνης) μα και ο Τζεμάλ μπέυ, ο γνωστός Τζεμάλ της
μετέπειτα Νεοτουρκικής Τριανδριάς31.
Η νέα λοιπόν οργάνωση, δεν θ’ αργήσει να γνωρίσει σημαντική εξάπλωση.
Σημαντικό ρόλο θα παίξουν προς αυτή την κατεύθυνση η υιοθέτηση του μοντέλου της
μυστικής οργάνωσης, παρμένου από την IMRO, καθώς και η σχέση τους με το
μασωνισμό της Θεσσαλονίκης και πιο συγκεκριμένα με τις Στοές «Labor et Lux» και
«Macedonia risorta».
Εδώ όμως αξίζει να γίνει ένα σχόλιο. Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφεί για τη
σχέση των Νεότουρκων με το «Διεθνή Εβραϊσμό» και τη Μασωνία. Πράγματι πολλοί
Νεότουρκοι, όπως ο Ταλαάτ ή ο Τζαβίτ υπήρξαν Μασώνοι. Δεν πρέπει να μας
εκπλήσσει αυτό : η Μασωνία με τον απόκρυφο και «συνωμοτικό» της χαρακτήρα
προσέφερε κάλυψη στους αντιπολιτευόμενους από την πανταχού παρούσα μυστική
αστυνομία του Αμπντούλ Χαμίτ αλλά και γόνιμο έδαφος για προπαγάνδα και
στρατολόγηση μελών. Ας μη ξεχνάμε εξάλλου ότι η Μασωνία αυτή την περίοδο
αποτελεί κατεξοχήν σύμβολο της εκκοσμίκευσης μα και δίαυλο των φιλελεύθερων-
εκσυγχρονιστικών ιδεών στις «υπανάπτυκτες χώρες».
Παράλληλα οι Στοές θ’ αποτελέσουν τον τόπο συνάντησης των Νεότουρκων και
της Κοινωνικής τους βάσης - νεαροί αξιωματικοί και κατώτεροι γραφειοκράτες - με την
(εβραϊκή) αστική τάξη και μάλιστα την εβρομουσουλμανική, τους «Ντενμέδες»(δηλαδή
τους εξισλαμισμένους εβραίους). Αυτή η τάξη νιώθει ν’ απειλείται τόσο από τους
αντιμαχόμενους εθνικισμούς που θέλουν ν’ αποκόψουν την Μακεδονία από την
Αυτοκρατορία, όσο και από τις χριστιανικές αστικές τάξεις της Θεσσαλονίκης (ιδίως την
ελληνική) που την ανταγωνίζονται. Θ’ αναζητήσει λοιπόν στήριγμα σε μιαν ισχυρή
Οθωμανική κρατική εξουσία που το καθεστώς του Αμπντούλ Χαμίτ δεν μπορεί να της
προσφέρει32. Γι’ αυτό θα στραφεί προς την αντιπολίτευση με την οποία θα συναντηθεί
και θα «ζυμωθεί» στις Μασωνικές Στοές της Θεσσαλονίκης.
Από το σημείο όμως αυτό έως το να φτάνουμε να ταυτίσουμε Νεότουρκους και
13
Μασώνους είναι μάλλον υπερβολή. Κάτι τέτοιο απηχεί μάλλον την αστυνομική
αντίληψη της ιστορίας που πίσω από τα δρώμενα της διαβλέπει το δάκτυλο σκοτεινών
κέντρων εξουσίας. Αλλά τα πράγματα δεν είναι έτσι . η μασωνία κι ο Νεοτουρκισμός κι
αν ακόμα αλληλεπικαλύφθηκαν, παρέμειναν δύο χώροι δακριτοί. Ας μην ξεχνάμε
άλλωστε ότι ο Ελευθεροτεκτονισμός έχει τη δική του ιστορία στην Οθωμανική
Αυτοκρατορία, μιαν ιστορία που συνδέεται με τις πρωτοβουλίες Ρωμιών αστών της
Πόλης να δημιουργήσουν ένα «Νεοβυζαντινό» (Ελληνοοθωμανικό), συνταγματικό
κράτος σε συνεργασία με την μεταρρυθμιστική elite της Υψηλής Πύλης33, πράγμα που
μάλλον δεν θα συγκινούσε τους Νεότουρκους της περιόδου 1906-1908.
Γιατί οι Νεότουρκοι της Μακεδονίας ήταν και αυτοί βέβαια οπαδοί του
Συντάγματος του 1876, ήταν όμως εξίσου Οθωμανιστές, με την έννοια ότι δεν θα
δεχόταν καμιά τροποποίηση στη δομή και στη νομή της Οθωμανικής εξουσίας.Δεν είναι
τυχαίο λοιπόν το ότι προσέγγισαν τον Αχμέτ Ριζά κι όχι το Sabaheddin, όταν απέκτησαν
διασυνδέσεις με τους αντιπολιτευόμενους του εξωτερικού. Σίγουρα οι νεαροί
αξιωματικοί που διαμορφώθηκαν πολιτικά, καταδιώκοντας τα αντάρτικα σώματα της
Μακεδονίας βρίσκονταν πολύ πιο κοντά στον θετικιστή Αχμέτ Ριζά που υπερασπίζονταν
την ακεραιότητα και την ενότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κι αντιμαχόταν κάθε
αποχωριστική κίνηση των υποδούλων λαών ως προδοτική απέναντι στην κοινή
Οθωμανική πατρίδα.Αντίθετα η αποκέντρωση και η ευρεία αυτοδιοίκηση που υπόσχεται
ο Sabaheddin στις «άλλες» εθνότητες ισοδυναμεί γι’ αυτούς με διαμελισμό της
Μακεδονίας, αν όχι και με διάλυση, του ίδιου του κράτους.
΄Ετσι το καλοκαίρι του 1907 η οργάνωση του εσωτερικού θα ενοποιηθεί με την
ομάδα των θετικιστών γύρω από τον Aχμέτ Ριζά στο Παρίσι. Η νέα οργάνωση θα πάρει
το όνομα «Κομιτάτο για την ΄Ενωση και την Πρόοδο», ακριβέστερα «Οθωμανικό
Κομιτάτο για την ΄Ενωση και την Πρόοδο».Έτσι ο κύκλος θα κλείσει : το Κ.Ε.Π. έχει
επιστρέψει στην πατρώα γη. Δεν είναι όμως το Κ.Ε.Π. των αλληλοβαλόμενων
μικροομάδων της «εμιγκράτσιας» ούτε καν το Κ.Ε.Π. που μπορούσε να χωρέσει κάθε
λογής αντιπολιτευόμενο από το Sabaheddin, ως του μουλά που αντιπολιτεύεται τον
Αμπντούλ Χαμίτ με ισλαμικούς όρους. Πρόκειται για μια σφιχτοδεμένη και ιεραρχική
οργάνωση που έχει βαθιές ρίζες στο Μακεδονικό χώρο, όπου γεννήθηκε. Το κοινωνικό
της υπόβαθρο αποτελούν νεαροί αξιωματικοί και πολιτικοί γραφειοκράτες που βιώνουν
πολύ έντονα την κρίση του Χαμιδιανού κράτους αλλά και νιώθουν το δρόμο τους προς
τη κορυφή φραγμένο από αδαείς αλλά κονφορμιστές ανωτέρους, παρά τα
(τεχνοκρατικά) προσόντα και τις γνώσεις που διαθέτουν. ΄Οσο για το ιδεολογικό τους
14
στίγμα είναι σαφώς κοσμικό, εκσυγχρονιστικό και Οθωμανιστικό, με την έννοια ότι
είναι υπέρ της διατήρησης της ενότητας της Αυτοκρατορίας με κάθε θυσία. Φυσικά είναι
πολέμιοι του «δεσποτισμού» και οπαδοί του Συνταγματισμού.
Το κυριότερο όμως γνώρισμα του ανασυγκροτημένου Κ.Ε.Π. είναι πως είναι μια
οργάνωση του εσωτερικού. Μόλο που το νέο καταστατικό προβλέπει μια οργάνωση
διττή, με δύο κέντρα, στο Παρίσι και στη Θεσσαλονίκη, ουσιαστικά η πολιτική
πρωτοβουλία και η διαδικασία λήψης αποφάσεων έχει μεταφερθεί εντός της
Αυτοκρατορίας34. η Θεσσαλονίκη πλέον έχει τον πρώτο λόγο.
΄Οσο για τον Αχμέτ Ριζά αποτελεί πάντα μια πολύτιμη διασύνδεση με τον
δυτικοευρωπαϊκό χώρο, μια σεβαστή παρουσία όχι όμως και τον ηγέτη της οργάνωσης.
Εκφράζει μάλλον την συνέχεια και τη συνέπεια του Νεοτουρκικού κινήματος, αφού
μάλιστα προς τις δικές του ιδέες συνέκλινε και η νέα γενιά των αντιπολιτευομένων στη
Μακεδονία. Ωστόσο το κέντρο των αποφάσεων, όπως θα δείξει και το κίνημα του 1908
βρίσκεται πια στο εσωτερικό.
Προτού όμως μιλήσουμε για τα γεγονότα του καλοκαιριού του 1908 θα έπρεπε
να σταθούμε σε δύο σημαντικά σημεία που προηγήθηκαν : το πρώτο είναι το δεύτερο
Συνέδριο της αντιπολίτευσης στα 1907, το άλλο αφορά το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα
λίγο πριν την Επανάσταση.Το β΄ Νεοτουρκικό35 συνέδριο ήταν κατά πάσα πιθανότητα
μια αρμενική πρωτοβουλία . Η Dashnak (η βασικότερη από τις αρμενικές οργανώσεις)
εκτιμώντας την ανάπτυξη ενός «Οθωμανικού κινήματος» και το αδιέξοδο των
τρομοκρατικών ενεργειών της δεκαετίας του ‘90 πρότεινε σ’ όλες τις αντι-χαμιδικές
πολιτικές κινήσεις ένα συνέδριο που θα ενοποιούσε όλες τις δυνάμεις της
αντιπολίτευσης36.΄Ετσι στα τέλη του 1907 συνεκλήθη το Συνέδριο, όπου συμμετείχαν
εφημερίδες κι οργανώσεις του εξωτερικού, ανάμεσα τους το Κ.Ε.Π. και ο «Σύνδεσμος
για την ιδιωτική Πρωτοβουλία και Αποκέντρωση».
Το Συνέδριο αποφάσισε να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να επιτύχει την
επαναφορά του Συντάγματος ξεκινώντας από την άρνηση πληρωμής φόρων και την
προπαγάνδα μέχρι την «ένοπλη εξέγερση αν ήταν απαραίτητο».Από μια πρώτη ματιά τα
μέσα πάλης μοιάζουν πολύ ριζοσπαστικά κι αφήνουν να διαφανεί η επίδραση της
σοσιαλίζουσας Dashnak. Δεν θα ‘ταν δυνατή όμως η λήψη τέτοιων αποφάσεων αν δεν
υπήρχε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μια γενικευμένη αναταραχή : αξιωματικοί και
φαντάροι για μήνες απλήρωτοι, συχνές στάσεις στρατιωτικών τμημάτων που
διεκδικούσαν τα καθυστερούμενα, εξεγέρσεις κατά διεφθαρμένων αξιωματούχων και
αντιλαϊκών νόμων κάνουν τα προτεινόμενα μέτρα να μην φαντάζουν και τόσο
15
εξτρεμιστικά. Αυτό ίσως έπεισε και τον θετικιστή Αχμέτ Ριζά, εχθρό της επανάστασης
και οπαδό της Προόδου που συμβαδίζει με την Τάξη, να συνυπογράψει37.
Δεν ήταν ωστόσο το Συνέδριο το οποίο καθόρισε τις μετέπειτα εξελίξεις μα η
ανάπτυξη του Κ.Ε.Π. μέσα στην Αυτοκρατορία που έθεσε επί τάπητος το ζήτημα μιας
στρατιωτικής ενέργειας, ενός coup d’ etat. Αν και δεν μπορούμε να πούμε ότι
αλλεπάληλες στάσεις του Ιουλίου του 1908 ήταν προμελετημένες, φαίνεται πως η
οργάνωση είχε αποφασίσει να κινηθεί κάτω και από την επίδραση δύο συγκυριακών
παραγόντων : της συνάντησης του Τσάρου με τον ΄Αγγλο Μονάρχη στο Reval που κατά
τους φόβους των συνωμοτών επρόκειτο ν’ αποφασίσει την αυτονόμηση της
Μακεδονίας, αλλά και του κλοιού των κατασκόπων (hafiye) του καθεστώτος που
συνεχώς γινόταν και στενότερος38.
΄Ετσι το καλοκαίρι του 1908 άρχισε μια σειρά εξεγέρσεων σε επαρχιακές
φρουρές της Μακεδονίας (Ρέζνα, Μοναστήρι, Δράμα κλπ.) με αίτημα την επαναφορά
του Συντάγματος. Ο επιδημικός χαρακτήρας του φαινομένου καταδεινύει το εύρος της
οργανωτικής ανάπτυξης του Κ.Ε.Π. μα και την βαθύτατη διάβρωση του καθεστώτος.
Οι αλλεπάληλλες προσπάθειες του να καταπνίξει την εξέγερση θ’ αποτύχουν :
καμιά φρουρά στη Μακεδονία δεν θα πειθαρχήσει, τα στρατεύματα που θα σταλούν από
τη Μ. Ασία θα συναδελφωθούν με τους στασιαστές και ο Σεμσί Πασά, ο οποίος έχει
αναλάβει την καταστολή της εξέγερσης ,θα δολοφονηθεί μέρα μεσημέρι στο
Μοναστήρι39. Τελικά ο Σουλτάνος μη μπορώντας να ελέγξει αυτή τη χαώδη κατάσταση
θα εξαναγνασθεί να επαναφέρει το Σύνταγμα του 187840.
Ο Χαμιδιανός δεσποτισμός με την ανελέητη αστυνόμευση, τους καταδότες και
τη στυγμή λογοκρισία θα καταρρεύσει σα χάρτινος πύργος, ενώ αυτό που φαινόταν,
ακόμα και στους πρωταγωνιστές του, σαν απονενοημένο διάβημα θα στεφθεί με
επιτυχία.Η Ευρώπη θα σταθεί για μια στιγμή εκστατική μπροστά στις κοσμογονικές
αλλαγές οι οποίες διαδραματίζονται στην «ακίνητη» Ανατολή, ενώ οι λαοί της, Τούρκοι
και Αρμένιοι, ΄Ελληνες και Σλάυοι, Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί για μια στιγμή θα
συναδελφωθούν μέσα σε κλίμα γενικής χαράς και αγαλλίασης.Η εποχή των
Νεοτούρκων, η τελευταία φάση μα και η πιο δραματική περίοδος στην ιστορία της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έχει μόλις αρχίσει.
16
2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΝΕΟΤΟΥΡΚΟ : ΤΑΞΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΔΟΛΟΓΗΣΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο
ΝΕΟΤΟΥΡΚΟΙ : Η ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (1908 -’13)
44
4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΝΕΟΤΟΥΡΚΟΙ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ (1914-1918)
YΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
76
1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
1. «The emergence of Modern Turkey 1808-1975 vol II, Stanford Shaw, Ezel Kural
Shaw, σ. 255-256.
2. Hanioglou «The Young Turks in opposition» 1889-1902», σ. 29 και 31
- St. Shaw, οπ. παρ., σελ. 132 «... οι Νέοι Οθωμανοί (δηλ. το Συνταγματικό κίνη-
μα του 1870 σ.τ.σ.) ένιωθαν ότι ένα τέτοιο κοινοβούλιο θα παρείχε μιαν ανώδυνη
διέξοδο στα εθνικά αισθήματα των διαφόρων ομάδων προσφέροντας του μια
φωνή (voice) στη διαμόρφωση της κυβέρνησης. Πίστευαν ακόμη ότι η συμμετοχή
στο κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης θα εξέτρεφε τόσο στους Μουσουλ-
μάνους όσο και στους μη - Μουσουλμάνους το αίσθημα ότι ανήκουν στην ίδια
πατρίδα (vatan), ότι θα αδυνάτιζε τους ανταγωνισμούς των μιλλέτ και έτσι θα έδι-
νε ένα τέλος στην επιθυμία να συγκροτηθούν ανεξάρτητα κράτη...»
* Σημείωση του Συγγραφέα
Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία όπου ο πλούτος (στην έγγεια του μορφή) και κυ-
ρίως η εξουσιά, εκπορεύονταν από το Σουλτάνο, το να είσαι Kul (= δούλος), του
Ανώτατου άρχοντα δεν ήταν όνειδος, αλλά τιμή και πηγή προνομίων που σε
διέκρινε απ’ την υπόλοιπη κοινωνία. Η έννοια «δούλος» (Kul κι όχι Köle) δεν σή-
μαινε υποχρεωτικά δυσμενή κοινωνική θέση αλλά την απόλυτη εξάρτηση των με-
λών της άρχουσας τάξης της στρατο-γραφειοκρατίας απ’ το Σουλτάνο και την
υποταγή σ’ αυτόν.Τούτη ακριβώς η υποταγή σημαίνει την προνομιακή σχέση με
την εξουσία άρα και την ένταξη στην κυρίαρχη τάξη. Παράλληλα εξασφαλίζει,
χάρη στην υπαγωγή των πάντων σ’ ένα κέντρο εξουσίας, την προτασία της εσωτε-
ρικής ενότητας της elitè από εσωτερικές διενέξεις. Αυτή ακριβώς η σχέση μεταξύ
Ανώτατου ΄Αρχοντα και elitè οδήγησε το Ν. Σαρρή να μιλήσει για «δουλικό
κράτος» βλ. Ν. Σαρρής «Η Οσμανική πραγματικότητα» τ. Ι (Το δεσποτικό
κράτος) σ. 225-226. Ανάλογα ο R. Chambers παραθέτει : «... για να είσαι μέλος
της άρχουσας τάξης.... έπρεπε να «ομολογείς» (profess) πίστη στο Σουλτάνο και
ν’ αφιερώνεις τη ζωή σου στο Σουλτάνο...» βλ. Beginnings of modernisation in the
Middle East», επιμ. W. Polk - R. Chambers, σελ. 36.
3. Ε. Ζürcher «Turkey : a modern history», σελ. 84.
4. S. Hanioglou οπ.παρ., σελ. 25-26.
5. Ε. Ζürcher «Turkey : a modern history», σελ. 84.
6. S. Hanioglou «Young Turks in Opposition», σ. 18-20 για Raspail και Le bon, σ. 20-
23 αλλά και σ. 206.
7. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 207.
77
8. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 74, Ε. Ramsaur «Young Turks : Prelule to the
revolution of 1908», σελ. 23.
9. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 77.
10. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 60.
11. E. Ramsaur «Young Turks: Prelule to the revolution», σελ. 25.
12. E. Zürcher, οπ. παρ., σελ. 92, Ε. Ramsaur, οπ. παρ., σελ. 28 και 38.
13. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 91-92.
14. Yποτίθεται ότι ο Μιζαντσί Μουράτ γύρισε πίσω «για να βοηθήσει το Σουλτάνο
στις μεταρρυθμίσεις του», βλ. E. Zürcher, οπ. παρ., σελ. 92, αλλά και S.
Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 100-101.
15. Στη νέα ηγεσία περιλαμβάνονται παλαίμαχοι όπως ο Abdullah Cevdet, Ishak
Süküti, Nuri Ahmed, Tunali Hilmi κ.ά. Ο Αχμέτ Ριζά για μια ακόμη φορά θα βρε-
θεί στο περιθώριο της Νεοτουρκικής παροικίας στην Ευρώπη, βλ. S. Hanioglou,
οπ. παρ., σελ. 110-112 και κυρίως σ. 115.
16. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 130-131 και υπόθεση Dembski.
17. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 134.
18. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 146 και 148 βλ. επίσης Ramsaur, οπ. παρ., για ανάλη-
ψη της ηγεσίας της εξόριστης αντιπολίτευσης σε μια εποχή που το κίνημα των Νε-
οτούρκων είχε μετατραπεί σε μια σειρά από μικρές, αλληλοϋποβαλλόμενες
ομάδες «....whose position put him at least theoretically somewhat above
squabbling with others....», E. Ramsaur, οπ. παρ. σελ. 65, Β. Lewis «The
emergence of Modern Turkey», σελ. 19, για το ίδιο γεγονός.
19. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 168.
20. Αυτό όμως ισχύει γενικότερα για τα μέλη, του Κ.Ε.Π. αυτήν την περίοδο, που συ-
σπειρώνει κατά πλειοψηφία μουσουλμάνους διανουμένους, κύρια μη Τουρκικής
καταγωγής, που όμως συνεχίζουν να ταυτίζονται με την Οθωμανική Αυτοκρατο-
ρία και ίσως να νιώθουν πως απειλούνται από τους αφυπνιζόμενους εθνικισμούς
των χριστιανών γειτόνων τους (βλ. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 169. Χαρακτηρι-
στικά ο Ramsaur, οπ. παρ., σ. 63, αναφέρει ότι ο Abd. Cerdet κι ο Is. Süküti έβλε-
παν τους εαυτούς τους ως «Τούρκους» ή τουλάχιστον ως Οθωμανούς, όχι ειδι-
κότερα ως Κούρδους. Μόλο που μια τέτοια κρίση μάλλον θα πρέπει να θεωρηθεί
ακραία, μια και οι άνθρωποι αυτοί φαίνεται να είχαν συναίσθηση της εθνικής τους
ιδιαιτερότητας, είναι όμως ενδεικτική ενός ορισμένου κλίματος ανάμεσα στους
μουσουλμάνους διανοούμενους ,εκεί στο γύρισμα του αιώνα.
21. Σε (μεταγενέστερα - κυρίως) γραπτά του ο Tunali Hilmi, αναφέρει ο S. Hanioglou,
τείνει να ταυτίσει Τουρκικότητα με Οθωμανισμό, πράγμα που απηχεί μια ορι-
σμένη τάση στο εσωτερικό του Κ.Ε.Π. Σ’ ανάλογες ράγες κινείται κι ο Αχμέτ Ριζά,
βλ. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 170.
78
22. Ο Ισμαήλ Κεμάλ υπήρξε αξιωματούχος της Υψηλής Πύλης, αγγλόφιλος και με-
ταρρυθμιστής, υπέρμαχος της ξένης επέμβασης υπέρ του Συνταγματισμού. Γι’
αυτό και ανέλαβε να διοργανώσει ένα Συνέδριο μ’ αυτές τις προδιαγραφές, βλ. S.
Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 180.
23. Βλ. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 182.
24. Βλ. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 183.
25. Εκ μέρους των Αρμενίων συμμετείχαν, δύο από τις τρεις σημαντικότερες οργα-
νώσεις τους: η Dashnak και η Hinchak (μεταρρυθμισμένη), βλ. S. Hanioglou, οπ.
παρ., σελ. 182. Για τους «Νεότουρκους» άλλων εθνοτήτων, βλ. S. Hanioglou, οπ.
παρ., σελ. 184.
26. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 194-197. Για το ρόλο των Αρμενίων, που υπήρξαν η
πέτρα του σκανδάλου και την αντίδραση του Αχμέτ Ριζά και των περί αυτόν, βλ.
Επίσης E. Ramsaur, οπ. παρ., σ. 68-73.
- Για το ίδιο θέμα St. Shaw-Ezel Kural Shaw, οπ. παρ., σελ. 258-259
27. Βλ. B. Lewis, οπ. παρ., σελ. 190-200
Τα χρόνια μετά το Συνέδριο του 1902, είναι χρόνια μελέτης και διαμόρφωσης για
το Sabbaheddin, βλ. Ε. Ramsaur, οπ. παρ., σελ. 82-86.
28. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 199.
29. Βλ. τις διαπιστώσεις των St. Shaw και E. Kural-Shaw, οπ. παρ., σελ. 297.
30. Για την παρουσία του Μουσταφά Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη, βλ. St. Shaw και E.
Kural-Shaw, οπ. παρ., σ. 264 αλλά και Β. Lewis, οπ. παρ., σ. 190-200.
Ουσιαστικά αυτή η οργάνωση θ’ αποτελέσει το πρόπλασμα εκείνης που θα κάνει
την Επανάσταση του 08, βλ. σχετικά Ε. Ramsaur, οπ. παρ., σ. 100-101.
31. E. Ramsaur «Prelude to the revolation of ‘08» σ. 100-101.
32. Για τη σχέση Νεοτούρκων κι Εβραιομουσουλμάνων (Dönme) που ουσιαστικά συ-
νάπτεται στις Μασονικές Στοές της Θεσσαλονίκης βλ. και Ramsaur, οπ. παρ.
σ.,104-106.
33. S. Hanioglou, οπ. παρ., σελ. 32-38
34. Βλ. E. Ramsaur, οπ. παρ., σ. 121-122 (όπου καταστατικό νέας, ενοποιημένης ορ-
γάνωσης.
35. Το β΄ Νεοτουρκικό Συνέδριο συνεκλήθη το 1907 με πρωτοβουλία της Dashnak
και συμμετείχαν, εκτός απ’ αυτην το Κ.Ε.Π., η Οργάνωση του Σαμπαχεντίν καθώς
και διάφορες αντιπολιτευόμενες ομάδες από Αρμενία, Βαλκάνια και Αραβικές
χώρες (καθώς και μία Εβραϊκή), βλ. E. Ramsaur, οπ. παρ., σ. 125.
36. Για την ύπαρξη ενός «Οθωμανικού κινήματος», δηλ. μιας γενικευμένης κοινωνι-
κής αναταραχής, τα έτη 1905-1907 και τις εκτιμήσεις της Dashnak, βλ. «Socialism
and Nationalism in the Othoman Empire», επιμ. E. Zürcher - M. Tuncay, άρθρο της
Anahide Ter Minassian, σελ. 138.
37. E. Ramsaur, οπ. παρ., σ. 130-131.
79
38. E. Zürcher, οπ. παρ., σ. 38.
39. Ferroz Ahmad «The Young Turks», σ. 6-7.
40. Ferroz Ahmad, οπ. παρ., σ. 13.
2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
80
reassessment : Young Turks...» Balkan Studies, τ. 16:2 (1975), σ. 33).
13. Και πάλι D. Ergil, οπ. παρ., σ. 38 που συγχέει συστηματικά τη λενινιστική θεωρία
του Ιμπεριαλισμού με την πρακτική της «αυτοδύναμης» οικονομικής ανάπτυξης,
βλ. D. Ergil, οπ. παρ., σελ. 57.
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται ο σημαντικός Τούρκος συγγραφέας N. Berkes «The
Development of secularism in Turkey», σ. 336, όπου αναφερόμενος στη συνεισφο-
ρά του Ρωσοεβραίου σοσιαλιστή A. Parvus, αναφέρει: «Σύμφωνα με τη δική του
οπτική γωνία (ενν. του Parvus - σ.τ.σ.), ο καπιταλισμός θα κατέστρεφε τον εαυτό
του (sic) μόνο αν οι σοσιαλιστές μπορούσαν να βάλουν τέλος στον ιμπεριαλισμό.
Γι’ αυτό η Τουρκία δεν θα ‘πρεπε ν’ αποκτήσει ένα σοσιαλιστικό καθεστώς αλλά
μάλλον ένα αστικό δημοκρατικό καθεστώς. Αυτό θα γινόταν κατορθωτό με το
σπάσιμο των δεσμών του ιμπεριαλισμού». Η άποψη του N. Berkes, είναι μάλλον
τυπική για έναν «αριστερό» Κεμαλιστή της δεκαετίας του ‘60 και του ‘70.
Για μια διαφορετική θεώρηση που τονίζει τον Γερμανόφιλο χαρακτήρα του Νεο-
τουρκικού αντιδυτικισμού, βλ. Κ. Χαρπουτλού «Η Τουρκία σε αδιέξοδο : μια
Μαρξιστική ανάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι σήμερα», σ. 43-44
και 111.
3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
81
θαιρεσία από μεριάς των Νεοτούρκων.
4. Το προηγούμενο κοινοβούλιο (αυτό του 1877) δεν είχε αναδειχθεί με εκλογές
αλλά κατ’ ανάθεσην, μ’ επιλογή από τα μέλη νομαρχιακών (vilayet), επαρχιακών
(Kaza) και δημοτικών (nahiye) συμβουλίων (Σ.τ.σ.).
5. E. Zürcher, «Turkey : A modern history» σ. 99.
6. Κ. Mπούρα «Οι βουλευτικές εκλογές στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.Οι ΄Ελλη-
νες βουλευτές 1908-1913», Δελτίον Κέντρου Μικρασιατικών Ερευνών, τ. 4, τχ
71, 1983, σ. 72-73.
7. Κ. Βακαλόπουλος, «Νεότουρκοι και Μακεδονία 1908-1912» σ. 27.
8. F. Ahmad, «The Young Turks», σ. 155.
9. Ε. Zürcher, «Τurkey : A modern history» σ. 100.
10. Στην Τουρκία την εποχή εκείνη δεν ίσχυε η αρχή της «Δεδηλωμένης». Η βουλή
όμως είχε το δικαίωμα να θέσει υπό αμφισβήτηση ένα συγκεκριμένο νόμο ή και
την ίδια την κυβέρνηση, και να την αναγκάσει σε ψήφο εμπιστοσύνης, όπως σ’
αυτήν την περίπτωση (σ.τ.σ.). Πιο αναλυτικά για τα γεγονότα, βλ. Ferroz Ahmad
«The Young Turks», σ. 36.
11. E. Zürcher «Turkey : a modern history», σελ. 102.
12. St. Shaw και E. Kural-Shaw «The Rise of Modern Turkey» 1808-1975 vol II, σ.
280.
13. D. Ergil «A reassessment : The Young Turkes, their politics and anti-colonial
struggle», Balkàn Studies, vol 16:2 (1977), σελ. 30-31.
14. F. Ahmad, «The Young Turks», σ. 41-42.
15. Β. Lewis «The emergence of Modern Turkey», σ. 217, όπου αναφέρεται στην
ανάμειξη των Φιλελευθέρων.
16. St. Shaw / E. Kural-Shaw : «The Rise of Modern Turkey», 1808-1975 Vol II σ.
280-281.
17. Ε. Zürcher, «Τurkey : a modern history», σελ. 104.
18. Ε. Zürcher, oπ. παρ., σ. 105.
19. Carter Findley «Bureaucratic Reform in the Ottoman Empire (The Sublime Porte)
1789-1922», σ. 297.
20. Ε. Zürcher «Τurkey : a modern history», σ. 105.
21. Ferroz Ahmad «The Young Turks», σ. 50.
22. St. Shaw / E. Kural Shaw : «The rise of mοdern Turkey», vol. II, σ. 285-286.
23. D. Ergil «A Reassessment : The Young Turks, their politics and Anti-colomial
struggle», Balkan Studies, τ. 16:2 (1975), σ. 31.
24. Ferroz Ahmad «The Young Turks», σ. 49.
25. Tην εποχή εκείνη ακολουθούνταν μια πολιτική σκληρής λιτότητας και περικο-
πών στο Δημόσιο Τομέα με παράλληλη αύξηση φόρων. Η απαίτηση για αύξηση
των στρατιωτικών δαπανών εκφράζει την αυτονομία και τον ηγεμονικό ρόλο της
στρατοκρατίας την περίοδο αυτή (σ.τ.σ.). Για τα δημοσιονομικά μπορεί κανείς
να συμβουλευτεί τους St. Shaw / E. Kural-Shaw «The rise of modern Turkey» vol
82
II, σελ. 283 και 285.
26. Αξίζει να σημειωθεί η βαρύνουσα παρουσία των παραδοσιακών στοιχείων
ανάμεσα στους μουσουλμάνους βουλευτές : σε σύνολο 220, οι 60 ήταν ülema
και οι 100 μεγαλογαιοκτήμονες. Οι δυνάμεις αυτές, όπως καταλαβαίνουμε,
εξέφραζαν τις συντηρητικές παλαιές elitè που δεν ταυτίζονταν με τους εκσυγ-
χρονιστές Νεότουρκους πλήρως κι όταν ακόμη είχαν εκλεγεί με το ψηφοδέλτιο
τους. Γι’ αυτό και σταδιακά διαμορφώθηκε μια μεγάλη μάζα, 70-80 βουλευτές,
που δεν είχαν σαφή πολιτική ένταξη και η ψήφος τους δεν μπορούσε να είναι
βέβαιη βλ. «Socialism and Nationalism in the Othoman Empire» επιμ. E. Zürcher,
M. Tuncay, σελ. 139 (Ananide Ter Minasian).
27. F. Ahmad «The Young Turks», σελ. 53.
28. D. Ergil «A reassessment...» Balkan Studies 16:2, σελ. 31.
29. Κ. Μπούρα «Οι βουλευτικές εκλογές...» Δελτίον Κέντρου Μικρασιατικών Ερευ-
νών, τ4, τχ71 (1983), σ. 78.
30. Κ. Μπούρα, οπ. παρ., σ. 78.
31. St. Shaw / E. Kural-Shaw «The rise of Modern Turkey», vol II, σελ. 288.
32. Ε. Zürcher, «Τurkey : a modern history», σελ. 102.
33. St. Shaw / E. Kural-Shaw «Τhe rise of modern Turkey», vol. II, σελ. 286.
34. Ε. Zürcher, «Τurkey : a modern history», σελ. 107.
35. Ε. Zürcher, οπ. παρ., σ. 107.
36. F. Ahmad «The Young Turks», σ. 82-83.
37. Β. Lewis «The emergence of modern Turkey», σ. 216.
38. F. Ahmad «The Young Turks», σ. 86.
39. F. Ahmad, οπ. παρ., σ. 58.
40. St. Shaw / E. Kural-Shaw «The rise of Modern Turkey», vol II, σελ. 285.
41. D. Ergil «A reassessment....» Balkan Studies, τ. 16:2 (1975), σελ. 36.
42. Β. Lewis «The rise of Modern Turkey», σ. 222-225.
43. D. Ergil «A reassessment....» Balkan Studies, τ. 16:2, (1975) σ. 28.
44. F. Ahmad «The Young Turks», σ. 64.
45. Ε. Zürcher, «Τurkey : a modern history», σελ. 110.
46. F. Ahmad «The Young Turks», σελ. 94.
47. F. Ahmad, οπ. παρ., σ. 96-97.
48. St. Shaw / E. Kural-Shaw «The rise of modern Turkey», vol. II, σελ. 283.
49. Oι ΄Ελληνες βουλευτές σχετίζονταν με την «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως»,
που είχε ιδρύσει ο Αθ. Σουλιώτης-Νικολαΐδης (παλαίμαχος του «Μακεδονικού
Αγώνα»). Η Οργάνωση αυτή είχε χαιρετίσει μ’ ενθουσιασμό την Επανάσταση
του 1908 και είχε πειστεί από τις διακηρύξεις των Νεοτούρκων για ισοπολιτεία.
Γι’ αυτό κι επεδίωξε τη συνεργασία μαζί τους. Σκοπός τους ήταν η διαμόρφωση
ενός ελληνοοθωμανικού κοινού κράτους, όπου ΄Ελληνες και Τούρκοι θα ζούσαν
αρμονικά και θα συγκυβερνούσαν, σε μια πολιτεία όπου θα συνυπήρχαν όλες οι
φυλές της Ανατολής. Αυτή θα έπρεπε να είναι κατά το Σουλιώτη-Νικολαΐδη η
προοπτική του Ελληνισμού : όχι η συγκρότηση ενός «καθαρού» εθνικού-
83
κράτους αλλά η συνύπαρξη όλων των λαών της Ανατολής στα πλαίσια μιας φιλε-
λεύθερης και εκσυγχρονισμένης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας βλ. Κατ. Μπούρα
«Οι βουλευτικές εκλογές....» Δελτίον Κέντρου Μικρασιατικών Ερευνών τ. 4, τχ
71 (1983) και Αθ. Σουλιώτη-Νικολαΐδη «Η Οργάνωσις Κωνστα-ντινουπόλεως»,
passim.
50. Ε. Zürcher, «Τurkey : a modern history», σελ. 107.
51. Ε. Zürcher, οπ. παρ., σ. 107.
52. Ε. Ahmad «The Young Turks...», σελ. 101-102.
53. Oι Νεότουρκοι όντας ελιτίστες δεν πίστεψαν ποτέ στην έννοια της λαϊκής κυ-
ριαρχίας. Το ιδανικό τους ήταν ένα κράτος που να κυβερνιέται από μια διανοού-
μενη elitè η οποία, στην καλύτερη περίπτωση, επιλέγεται από το λαό διαμέσου
των εκλογών. Το κοινοβούλιο δηλαδή είναι ένα είδος πνευματικής αριστοκρατί-
ας. Στη χειρότερη περίπτωση πάλι υπάρχει μια de facto απαξίωση του λόγω της
υποτίμησης προς το λαό, που θεωρείται ανίκανος ν’ αυτοκυβερνηθεί (ο λαός ως
όχλος). Αυτή την αντίληψη φαίνεται ν’ απηχεί και το μόττο των Κεμαλιστών,
πνευματικών απογόνων των Νεοτούρκων, «για το λαό» κι όχι «διά του λαού».
Για όλα αυτά βλ. S. Hanioglou «The Young Turks in opposition», σ. 205-206.
54. F. Ahmad «The Young Turks», σελ. 102.
55. F. Ahmad, οπ. παρ., σ. 102.
56. F.Ahmad, οπ. παρ., σ. 104.
57. D. Ergil «A reassessment....» Balkan Studies τ. 16:2 (1975), σ. 43.
58. Κ. Mπούρα «Οι Βουλευτικές εκλογές....» Δελτίον Κέντρου Μικρασιατικών
Ερευνών, τ. 4, τχ 71 (1983), σ. 85.
59. F. Ahmad «The Young Turks», σ. 155.
60. E. Zürcher, «Turkey : a modern history», σελ. 108
F. Ahmad «Τhe Young Turks...», σ. 106.
61. K. Μπούρα «Οι βουλευτικές εκλογές...» Δελτίον Κέντρου Μικρασιατικών ερευ-
νών, τ. 4, τχ 71 (1983), σ. 79-80.
62. St. Shaw / E. Kural-Shaw «The rise of Modern Turkey», vol II, σελ. 294.
63. Ε. Zürcher, «Τurkey : a modern history», σελ. 111.
64. F. Ahmad «The Young Turks», σελ. 108.
65. F. Ahmad, οπ. παρ., σ. 111.
66. F. Ahmad «The Young Turks», σελ. 112-113.
67. Ε. Zürcher, «Τurkey : a modern history», σελ. 112.
68. F. Ahmad «The Young Turks», σελ. 119.
69. St. Shaw / E. Kural-Shaw «The rise of modern Turkey» vol. II, σ. 294.
70. St. Shaw και E. Kural-Shaw, οπ. παρ. σ. 295.
71. E. Zürcher «Turkey : a modern history», σελ. 113.
72. F. Ahmad «The Young Turks....», σελ. 113.
73. E. Zürcher «Turkey : a modern history», σελ. 113.
74. St. Shaw και E. Kural-Shaw «The rise of modern Turkey», vol II, σ. 295.
75. F. Ahmad «Τhe Young Turks...», σ. 148.
84
76. E. Zürcher «Turkey : a modern history», σελ. 113.
77. D. Ergil «A reassessment....», Balkan Studies, τ. 16:2 (1975), σ. 44.
78. F. Ahmad «Τhe Young Turks...», σ. 146-147.
79. F. Ahmad, οπ. παρ., σ. 149-151.
80. F. Ahmad, οπ. παρ., σ. 155.
4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
89
326.
85. St. Shaw / E. Kural-Shaw, οπ. παρ., σ. 327.
86. E. Zürcher «Turkey : a modern history», σελ. 124.
87. St. Shaw / E. Kural-Shaw «The rise of modern Turkey, 1808-1975» vol. II, σ. 328.
* Ουσιαστικά, γιατί τυπικά (αλλά και oριστικά) διαλύθηκε με την κατάλυση του
Σουλτανάτου και του Χαλιφάτου από το Μ. Κεμάλ την περίοδο 1922-23 (σ.τ.σ.).
88. F. Weber «Eagles on the Crescent», σ. 140-144.
89. Για την ισοτιμία των σχέσεων μεταξύ Τούρκων και Γερμανών, βλ. E. Zürcher
«Turkey : a modern history», σ. 117 αλλά και D. Ergil «A reassessment...» Balkan
Studies 16:2, (1975), σ.
Με την έννοια της ισοτιμίας εδώ υπονοείται πως η Γερμανία δεν είχε απαιτήσεις
που ν’ αμφισβητούν την εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας. Αυτό όμως δεν κα-
ταργεί την εξάρτηση και την υποτέλεια.
ΞΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. F. Ahmad «The Young Turks, the Committee of Union and Progress in Turkish Politics
1908-1914», 1969.
2. Niyazi Berkes «The development of secularism in Turkey», Toronto 1964.
3. Ahmet Emin «Turkey in the world war» New Haven, Yale University Press, 1930.
90
4. Carter Findley «Bureaucratic reform in the Ottoman Empire. The Sublime Porte 1789-
1922».
5. Charles Issawi «The economic history of Turkey 1800-1914».
6. S. Hanioglou «The Young Turks in Opposition, 1889-1902».
7. D. Kushner «The rise of Turkish nationalism 1876-1908».
8. J. Landau «Pan-turkism in Turkey : a study in irredentism».
9. W. Polk - R. Chambers (επιμ.) «Beginnings of Modernization in the Middle East . The
ninettenth century».
10.W. Haddad - W. Ochsenwald (επιμ.) «Nationalism in a non-national state.The
dissolution of the Ottoman Empire».
11. B. Lewis «The emergence of modern Turkey» 1964.
12.F. Weber «Eagles on the Crescent».
13.Vahakn Dadrian «German responsibility in the Armenian Genocide», Watertown,
Massachusettes, 1996.
14.E. Zürcher «Turkey : a modern history», Tauris Press, London, 1991.
15.E. Zürcher - M. Tuncay (επιμ.) «Nationalism and Socialism in the Ottoman Empire
1876-1923».
16.Stanford Shaw και Ezel Kural-Shaw «History of the Ottoman Empire and Modern
Turkey 1808-1975» Vol. 2nd., Stanford University 1977.
17.E.E. Ramsaur «The Young Turks; prelude to the revolution of 1908».
18.D. Qataert «Social disintegration and popular resistance in the Ottoman Empire 1881-
1908».
19.R. Trask «The United States response to Turkish Nationalism and Reform 1914-
1939».
20.U. Heyd «Foundations of Turkish Nationalism : the life and teachings of Ziya Gökalp»,
London, Luzac 1950.
21.Masami Arai «Turkish Nationalism in the Young Turk era», Leiden, Brill, 1992.
22.Richard G. Hovannisian (επιμέλεια) «The Armenian Genocide. History, Politics and
Ethics» άρθρο του Ioannis K. Hassiotis «The Armenian Genocide and the Greeks:
Response and Records (1915-23)».
EΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
91
1. E. Εμμανουηλίδης «Τα τελευταία έτη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας».
2. «Ιστορία του Ελληνικού ΄Εθνους», τ. ΙΔ, άρθρο του Θ. Βερέμη : «Το κίνημα των
Νεοτούρκων και οι άμεσες συνέπειές του»
- «Ιστορία του Ελληνικού ΄Εθνους», τ. ΙΕ, άρθρο των Ε. Αλαμανή - Κρ.
Παναγιωτοπούλου «Ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας σε διωγμό».
3. Κ. Βακαλόπουλος «Νεότουρκοι και Μακεδονία 1908-1912».
4. Αθ. Σουλιώτης-Νικολαϊδης «Οργάνωσις Κωνσταντινουπόλεως» (επιμ. Κ. Μπούρα -
Θ. Βερέμη), «Δωδώνη», Αθήνα-Γιάννενα, 1984.
5. Ε. Σκοπετέα «Η Δύση της Ανατολής».
6. Τσ. Κεϋντέρ «Τουρκία : Δικτατορία και Δημοκρατία», Στοχαστής, 1983, Αθήνα.
7. «Εκσυγχρονισμός και Βιομηχανική Επανάσταση στα Βαλκάνια το 19ο αιώνα»
(συλλογικό έργο), άρθρο των i) J. Petrosian «Οι ιδέες του «εξευρωπαϊσμού» στην
κοινωνικοπολιτική ζωή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τα νεώτερα χρόνια (τέλος
18ου - αρχές 20ου αιώνα) και ii) P. Dumont «Η Οθωμανική «εργατική τάξη» τις
παραμονές της επανάστασης των Νεοτούρκων», Θεμέλιο, Αθήνα, 1980.
8. Χ. Μοργκεντάου «Τα μυστικά του Βοσπόρου», Αθήνα, Τροχαλία.
9. Ν. Σαρρής «Η Οσμανική πραγματικότητα. Συστηματική παρά-θεση δομών και
λειτουργιών», τ. Ι, «Το Δεσποτικό κράτος», Ι.Δ. Αρσενίδης και Σία, Αθήνα.
10.Καμ. Μπ. Χαρπουτλού «Η Τουρκία σ’ αδιέξοδο : μια μαρξιστική ανάλυση της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι σήμερα», Ολκός 1975.
11.Ε. Χομπσμπάουμ «Η εποχή των Επαναστάσεων», Μ.Ι.Ε.Τ.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ - ΑΡΘΡΑ
1. Dogu Ergil «A reassessment : the Young Turks, their politics and anti-colonial
struggle», Balkan Studies, τ. 16:2 1975, σ. 27-72.
2. G. Arnakis «Turanism. An aspect of turkish nationalism», Balkan Studies, τ. 1 (1960),
σ. 19-32.
3. K. Μπούρα «Οι βουλευτικές εκλογές στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι ΄Ελληνες
92
βουλευτές 1908-1918», Δελτίον Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τόμος 4ος, τ.71,
1983.
4. Yannis Mourelos «The 1914 persecutions and the first attempt at an exchange of
miporities between Greece and Turkey», Balkan Studies, τ. 26, Thessaloniki, 1985.
93