Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 100

Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ


ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

EIΔΙΚΕΥΣΗ: ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

ΤΣΑΚΛΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

Το Περί Ειδωλολατρίας (De Idololatria) σύγγραμμα του Τερτυλλιανού


Γραμματολογική και θεολογική προσέγγιση

Quintus Septimius Florens Tertullianus

Διπλωματική Εργασία
που υποβλήθηκε στο Τμήμα Θεολογίας της
Θεολογικής σχολής του Α.Π.Θ. για τη λήψη του
Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης

ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΦΩΤΙΟΣ Σ. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2013
1
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Igitur quam noluit, reiecit, quam reiecit, damnauit, quam damnauit, in pompa diaboli depu-
tauit. Non enim damnasset, nisi non sua: alterius autem esse non possunt, nisi diaboli, quae
dei non sunt.

De Idololatria 18.7.

2
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 5

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 7

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 8

Ι. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Ο Τερτυλλιανός και η εποχή του

1. Ο βίος του Τερτυλλιανού 11


2. Το συγγραφικό έργο του Τερτυλλιανού 23
3. Χριστιανισμός και ειδωλολατρία στη Βόρεια Αφρική κατά τη διάρκεια
των τριών πρώτων αιώνων 31

ΙΙ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Γραμματολογική ανάλυση και σχολιασμός του De Idololatria

1. Χειρόγραφη παράδοση του De Idololatria 38


2 Ο σκοπός του έργου και το συγγραφικό ύφος 38
3. Χρονολογία του έργου 41
4. Ανάλυση και σχολιασμός του έργου 42

ΙΙΙ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Η κριτική στάση του Τερτυλλιανού προς τους ειδωλολάτρες και τη


λατρεία των ειδώλων 74

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 80

3
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ABSTRACT 87

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
1. Χρονολογικός πίνακας κυριοτέρων γεγονότων της
εποχής του Τερτυλλιανού 88
2. Χάρτες 91

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. ΠΗΓΕΣ 93
2. ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ 95

4
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Εκτιμώντας την τεράστια προσφορά του ρηξικέλευθου Χριστιανού Λατίνου


συγγραφέα και πρώτου θεολόγου της Δύσης, Σεπτίμιου Τερτυλλιανού, στην Εκ-
κλησία του Χριστού, λάβαμε την απόφαση με τον επιβλέποντα καθηγητή μου κ.
Φώτιο Ιωαννίδη, να μελετήσω σε βάθος και να συγγράψω την τελική μεταπτυχια-
κή μου εργασία, με θέμα την πολύ σημαντική πραγματεία του, De Idololatria (Περί
Ειδωλολατρίας). Η πραγματεία αυτή είναι ένα έργο πραγματικά πρωτοποριακό,
που εκθέτει με σαφήνεια τις θεμελιώδεις αρχές του Χριστιανισμού και τη σχέση του
με την ειδωλολατρία. H δράση του Τερτυλλιανού έλαβε χώρα στα τέλη του 2ου και
στις αρχές του 3ου αιώνα, την πλέον κρίσιμη περίοδο εξάπλωσης του χριστιανικού
μηνύματος του Ευαγγελίου, μέσω διώξεων από τη ρωμαϊκή εξουσία και αβάσιμων
συκοφαντιών από τους Ιουδαίους και τους Εθνικούς.
Είναι αλήθεια πως, όταν αναλαμβάνει ένας ερευνητής το επίπονο έργο της
επιστημονικής σπουδής ενός πρώιμου Χριστιανού Λατίνου συγγραφέα, αντιλαμ-
βάνεται τη δυσκολία της απόδοσης των κυριολεκτικών νοημάτων που θέλει να
εκφράσει ο συγγραφέας. Γι’ αυτό το λόγο, η γραμματολογική ανάλυση και η θε-
ολογική προσέγγιση ενός έργου, γραμμένο από ένα συγγραφέα της πρώιμης χρι-
στιανικής περιόδου, κατά την οποία δεν είχε διαμορφωθεί ακόμη ξεκάθαρα η δογ-
ματική διδασκαλία της Εκκλησίας, φέρνει τις περισσότερες φορές στην επιφάνεια
τις εγγενείς δυσκολίες ερμηνείας των νοημάτων. Με δεδομένο ότι οι μεταφράσεις
δεν αποδίδουν πάντα ορθά τη σκέψη του συγγραφέα, έγινε συνειδητή προσπάθεια
να αποκαλυφθούν οι γνήσιοι στοχασμοί του βορειοαφρικανού Χριστιανού συγ-
γραφέα στην πραγματεία του De Idololatria, ώστε να αποφευχθεί η παραχάραξη
και η πλάνη. Έτσι, η μετάφραση, η γραμματολογική και θεολογική προσέγγιση
του συγκεκριμένου έργου του Τερτυλλιανού από τις πηγές, αλλά και η κατανόηση
των σχολίων από τους σύγχρονους ερευνητές, σχετικά με το βίο, τη δράση, τα έργα
και τη διδασκαλία του, καθίσταται έρευνα κοπιώδης, λόγω και των αντιτιθέμενων
απόψεων.
Είχα στη διάθεσή μου, την πληθώρα των βιβλιογραφικών πηγών που υφίστα-
ται για την πρώιμη χριστιανική περίοδο και για τον Τερτυλλιανό ειδικότερα (ελλη-
νική και ξενόγλωσση), αλλά προπάντων αναγνωρίζω την εξάρτηση μου στην πρω-
τότυπη κειμενική επεξεργασία του συγγράμματος. Η βιβλιογραφία μου περιλαμ-
βάνει – εκτός των πρωτογενών πηγών - κριτικές και μη μελέτες διαφόρων σύγχρο-
νων συγγραφέων, το έργο των οποίων έφερε στο φως νέα επιστημονικά στοιχεία,
που αποτελούν άλλωστε τον αδιάψευστο μάρτυρα κάθε αντικειμενικής μελέτης.
Επιπρόσθετα, προσπάθησα να παρουσιάσω με αρμονικό δέσιμο και λειτουργική
ενότητα τα γραμματολογικά και θεολογικά στοιχεία του συγγράμματος, σε συνάρ-
τηση με το πνευματικό και πολιτιστικό περιβάλλον της εποχής που έδρασε.

5
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Μεθοδολογικά η εργασία επιχειρεί κυρίαρχα τη διεπιστημονική (φιλολογική,


θεολογική) προσέγγιση των πηγών και της δευτερεύουσας βιβλιογραφίας της. Η
διεπιστημονική έρευνα κρίθηκε αναγκαία, προκειμένου να αναδειχθεί σφαιρικά
η ερμηνεία των συμφραζομένων της εργασίας, αλλά και η θεολογική, φιλοσοφική
και πολιτισμική παράδοση της εποχής του Τερτυλλιανού. Στόχος της εργασίας
είναι η πρωτογενής φιλολογική και θεολογική επεξεργασία της πραγματείας του
Τερτυλλιανού De Idololatria, σε συνδυασμό αφενός με τη διερεύνηση των απόψεων
του ίδιου του συγγραφέα μέσα από το έργο του, αλλά και στις άλλες πραγματείες
που συνέθεσε και αφετέρου των απόψεων σύγχρονων και μεταγενέστερων Πατέ-
ρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων.
Η διάρθρωση της εργασίας φαίνεται από τα περιεχόμενα ότι ακολουθεί την
κοινή επιστημονική μέθοδο των τελικών μεταπτυχιακών εργασιών: α. Εισαγωγή
β. Πρώτο κεφάλαιο με βιογραφικό, συγγραφικό σχεδίασμα και μια συνοπτική πε-
ριγραφή των σχέσεων Χριστιανισμού και ειδωλολατρίας στη Βόρεια Αφρική κατά
τη διάρκεια των τριών πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων γ. Δεύτερο κεφάλαιο
με τη γραμματολογική ανάλυση και το σχολιασμό του έργου δ. Τρίτο κεφάλαιο
με την κριτική του Τερτυλλιανού προς τους ειδωλολάτρες και τη λατρεία των ει-
δώλων και ε. Συμπεράσματα. Η εργασία κλείνει με την περίληψη στην αγγλική
γλώσσα, τα παραρτήματα με το χρονολογικό πίνακα και τους χάρτες και τέλος με
τη βιβλιογραφία.
Στo σημείο αυτό έχω την ηθική υποχρέωση να ευχαριστήσω όλους εκείνους
που συντέλεσαν στην πνευματική μου ανατροφή και συνέβαλαν στην ολοκλήρω-
ση της εργασίας αυτής. Εκφράζω την ειλικρινή μου ευγνωμοσύνη στο σύμβουλο
καθηγητή μου κ. Φώτιο Ιωαννίδη, για την εμπιστοσύνη που έδειξε στις ικανότητές
μου αλλά και για την πολύτιμη αρωγή του στην εκπόνηση αυτής της εργασίας.
Οφείλω επίσης να ευχαριστήσω τους καθηγητές μου, κ.κ. Αραμπατζή Χρή-
στο, Υφαντή Παναγιώτη και Ευαγγέλου Ηλία, οι οποίοι με τη διδασκαλία τους
μου προσέφεραν γνώση, προβληματισμό και ενθάρρυνση στην ακαδημαϊκή μου
πορεία.
Τέλος, ευχαριστώ ολόθερμα το φίλο και υποψήφιο Διδάκτορα, Νικόλαο Ζα-
ρωτιάδη, ο οποίος γενναιόδωρα μου προσέφερε τις ανεκτίμητες φιλολογικές και
θεολογικές του γνώσεις, αλλά κυρίως για την πολύπλευρη στήριξή του, τις ιδέες
και τις πολύτιμες υποδείξεις του στη σωστή ερμηνεία της λατινικής γλώσσας.

6
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ

ACW Ancient Christian Writers.


ΑFL Annales de la Faculté des Lettres et Sciences humaines de Nice.
ANF ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
Ante-Nicene Fathers(Grand Rapids, MI: Eerdmans).
ANRW Aufstieg und Niedergang der römischen Welt (Berlin: De Gruyter).
ACW
BASP BulletinAncient Christian Writers.
of the American Society of Papyrologists.
ΑFL
ΒΕΠΕΣ AnnalesΕλλήνων
Βιβλιοθήκη de la Faculté des Lettres
Πατέρων και etΕκκλησιαστικών
Sciences humainesΣυγγραφέων,
de Nice.
ANF Ante-Nicene
Αθήνα 1954- Fathers(Grand Rapids, MI: Eerdmans).
ANRW
CBQ Aufstieg
Catholic und
Biblical Niedergang der römischen Welt (Berlin: De Gruyter).
Quarterly.
BASP
CCSL Corpus Bulletin of the American
Christianorum Society
Series Latina, of Papyrologists.
Turnholti, Brepols.
ΒΕΠΕΣ
CPL Βιβλιοθήκη
Clavis Patrum Latinorum. Ελλήνων Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγρα-
φέων, ΑθήναCorpus Scriptorum Ecclesiasticorum Latinorum,(Vienna/Leipzing
CSEL
1954-.
Prague,1866-).
CBQ
DACL Catholic
Dictionnaire Biblical Quarterly.
d’archéologie chrétienne et de liturgie,15 vols., F. Cabrol (ed.),
CCSL Corpus Christianorum
Paris:Letouzey et Ané, 1907–53. Series Latina, Turnholti, Brepols.
EKCPL Clavis Patrum Latinorum.
Evangelisches Kirkchenlexikon: Kirchlich – Theologisches Handwörtebu-
CSEL CorpusGöttingen
ch, t.1 (A-G), Scriptorum Ecclesiasticorum Latinorum,(Vienna/
1961.
ΕΠΕ Leipzing Prague,1866-).
Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, Θεσ/νίκη 1972-.
FCDACL Dictionnaire
Fathers d’archéologie
of the church chrétienne
(Washington, et de liturgie,15
DC: Catholic vols.,
University F. Cabrol
of America
Press). (ed.), Paris: Letouzey et Ané, 1907–53.
EK
GCS Evangelisches
Griechische ChristlicheKirkchenlexikon: Kirchlich – Theologisches
Schriftsteller (Berlin-Leipzing).
JRomS JournalHandwörtebuch,
of Roman Studies. t.1 (A-G), Göttingen 1961.
ΕΠΕ
Loeb Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας,
Loeb Classical library (Cambridge, Θεσ/νίκη
MA: Harvard 1972-. Press).
University
PLFC J.P. MigneFathers of the church
(ed.), Patrologiae, (Washington,
cursus completus, DC: Catholic
series University
Latina, (Parisiis, of
America 1844-1864).
PTS Press).
Patristische Texte und Studien (Berlin: De Gruyter).
GCS
REL Revue Griechische Christliche Schriftsteller (Berlin-Leipzing).
des études latines.
JRomS Journal of Roman
Sacris Erudiri A Journal on the Inheritance Studies.
of Late Antique and Medieval Christianity,
Loeb Loeb Classical library (Cambridge, MA: Harvard University Press).
Brepols.
SCPL J.P. Migne
Sources (ed.), Patrologiae,
Chrétiennes cursus completus,
(Paris: Les Éditions series Latina, (Parisiis,
du Cerf, 1941-).
SecCent 1844-1864).
The second century: a journal of early Christian Studies.
SPPTS StudiaPatristische
Patristica. Texte und Studien (Berlin: De Gruyter).
REL
SPCK Revue des études
Society for Promoting latines. Knowledge, London.
Christian
Sacris ErudiriBibliotheca
Teubner A Journal on the Inheritance
scriptorum GraecorumofetLate Antique and
Romanorum Medieval(Leipzig:
Teubneriana Christi-
anity, Teubner).
VigChr Vigiliae Brepols.
Christianae: a review of early Christian life and language.
SC Sources Chrétiennes (Paris: Les Éditions du Cerf, 1941-).
SecCent The second century: a journal of early Christian Studies.
SP Studia Patristica.
SPCK Society for Promoting Christian Knowledge, London.
Teubner Bibliotheca scriptorum Graecorum et Romanorum Teubneriana
(Leipzig: Teubner).
VigChr Vigiliae Christianae: a review of early Christian life
and language.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

7
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Οι Πατέρες και οι συγγραφείς της Βόρειας Αφρικής (Africa proconsularis), είναι


πολυάριθμοι και από τους σημαντικότερους στην εκκλησιαστική γραμματολογία,
ιδιαίτερα κατά την περίοδο της αδιαίρετης Εκκλησίας. Είναι γεγονός αναμφισβή-
τητο, ότι στις δυτικές περιοχές της Βόρειας Αφρικής, η λατινική χριστιανική γραμ-
ματεία, έχει να επιδείξει λαμπρά δείγματα λατινόφωνης θεολογικής διάνοιας, στα
πλαίσια της αδιαίρετης εκκλησιαστικής παράδοσης, με πρώτους (2ος – 3ος αι.) τον
Μινούκιο Φίληκα1, το Σεπτίμιο Τερτυλλιανό, τον Άγιο Κυπριανό Καρχηδόνας και
άλλους σημαντικούς Χριστιανούς συγγραφείς, φτάνοντας στο απόγειό της τον 4ο
αιώνα, με τον Αρνόβιο2, τον Λακτάντιο3 και τον ιερό Αυγουστίνο4.
Από τους πρώτους συγγραφείς της αρχαίας Εκκλησίας, είναι βέβαιο, ότι ο
Χριστιανός Λατίνος που επηρέασε περισσότερο την εξέλιξη του δυτικού χριστια-
νισμού – μαζί με τον Αυγουστίνο - είναι ο Τερτυλλιανός (πλήρες λατινικό όνομα,
συμπεριλαμβανομένου και του cognomen: Quintus Septimius Florens Tertullianus). O
Λατίνος συγγραφέας και «πρώτος θεολόγος της Δύσης»5 διαμόρφωσε τη λατινική

1
Ο Μάρκος Μινούκιος Φήλικας είναι ο αρχαιότερος Λατίνος Απολογητής και σύγχρονος του Τερ-
τυλλιανού. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Ιωαννίδης, Φ. (2010a) Πατέρες και Εκκλησιαστικοί
Συγγραφείς της Δύσης, Θεσ/νίκη, σελ. 59-62. Βλ. επίσης Heck, E. (1984) ‘Minucius Felix und der Römis-
che Staat’. Ein Hinweis zum 25. Kapitel des «Octavius»,VigChr 38: 154-164 και Quasten, J. (1953) Patrology,
vol. 2: The Ante-Nicene Literature after Irenaeus, Ultrecht, σελ. 155-163.
2
Ο Geffcken ισχυρίζεται ότι ο Αρνόβιος ακολουθεί τον Τερτυλλιανό στην πολεμική του ρητορική
εναντίον των Εθνικών και ότι είναι πρόδρομος του μαθητή του Λακτάντιου, βλ. Geffcken, J. (1907)
Zwei griechische Apologetem (Samml. Wiss. Komment. zu griech. u. Röm. Schriftstellern), Leipzing–Berlin, σελ.
287 κ.εξ. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Ζαρωτιάδης, Ν. - Ιωαννίδης, Φ. (2011) Αρνόβιος, Κατά
Εθνικών, Βιβλίο Β΄, Θεσ/νίκη, σελ. 11-33.
3
Υπάρχει μια ανεπιβεβαίωτη πληροφορία ότι ο Λακτάντιος ήταν μαθητής του Αρνόβιου, πρβλ.
Ιερώνυμος, De viris illustribus 80: Firmianus, qui et Lactantius, Arnobii discipulus, sub Diocletiano principe
accitus cum Flavio Grammatico… Ωστόσο, στο έργο του ο Λακτάντιος (Divinarum Institutionum 5.1.22),
δεν τον αναφέρει καθόλου μεταξύ των άλλων σπουδαίων λατίνων εκκλησιαστικών συγγραφέων.
4
Για τη μελέτη του βίου και της δράσης του ιερού Αυγουστίνου, ενός από τους από τους σημαντικό-
τερους Χριστιανούς Πατέρες της Εκκλησίας, ο οποίος ανήκει στη χορεία των Πατέρων της ενιαίας
και αδιαίρετης Εκκλησίας του Χριστού, βλ. Ιωαννίδης, Φ. (2011) σελ. 437-694, στο συλλογικό τόμο
Χριστιανοί Λατίνοι, τομ. 1ος, Θεσ/νίκη. Ορισμένοι μελετητές έχουν ανιχνεύσει άμεσες επιρροές στα
έργα του ιερού Αυγουστίνου, από τις ιδέες του Τερτυλλιανού, βλ. Osborn, E. (2001²) Tertullian: First
theologian of the West, Cammbridge, σελ. ii, 129-130, 163, 221.
5
Πρβλ. Ιερώνυμος, De viris illustribus 53: Tertullianus presbyter, nunc demum primus post Victorem et Ap-
pollonium Latinorum ponitur…. Ο ευρύτατα διαδεδομένος αυτός χαρακτηρισμός φαίνεται και από τον
τίτλο του έργου του Eric Osborn, Tertullian: First theologian of the West, Cambridge, 2001². Στο έργο αυτό,
ο Osborn εστιάζει την προσοχή του περισσότερο στις ανάγκες της φιλοσοφικής ανάπτυξης της θεο-
λογίας του Τερτυλλιανού και όχι στην ίδια τη θεολογία του· χαρακτηριστικά αναφέρει: «Ως πρώτος
θεολόγος της Δύσης, είναι ένας απ’ τους συγγραφείς του 2ου αιώνα, που απορροφούν τα στοιχεία
της φιλοσοφίας στη θεολογία και παράλληλα τα έργα του, φωτίζουν τη σχέση μεταξύ της Καινής
Διαθήκης και των μεταγενέστερων δογμάτων», βλ. Osborn, Ε. (1997) σελ. xv. Για παρόμοιους χα-
ρακτηρισμούς βλ. Green Greenslade, S.L. (1956) Early Latin Theology: Selections from Tertullian, Cyprian,
Ambrose, and Jerome, London σελ. 23 και Von Campenhausen, S.L. (1969⁴) The Fathers of the Latin Church:
Men Who Shaped the Western Church, Stanford, σελ. 5.

8
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

θεολογική ορολογία και συνέχισε την εκκλησιαστική παράδοση της αδιαίρετης


Εκκλησίας. Υπήρξε εισηγητής του δικανικού πνεύματος στη θεολογική σκέψη,
γιατί θεωρούσε ότι είναι ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης των αληθειών της
χριστιανικής πίστης.
Ο Βορειοαφρικανός Χριστιανός Λατίνος συγγραφέας έζησε και έδρασε στην
εποχή και άλλων σημαντικών προσωπικοτήτων της λατινικής εκκλησιαστικής
γραμματείας, θερμών υπερασπιστών της χριστιανικής πίστης και από τα λαμπρό-
τερα πνεύματα της εποχής τους, όπως οι συγγραφείς της βορειοαφρικανικής γραμ-
ματείας, Μινούκιος Φήλικας και Άγιος Κυπριανός Καρχηδόνας, από την ιταλική
γραμματεία, ο Ιππόλυτος Ρώμης και ο Νοβατιανός, από τη γαλλική γραμματεία,
ο Ειρηναίος Λουγδούνου, αλλά και των σπουδαίων ελληνόφωνων Απολογητών
της ίδιας περιόδου, όπως ο Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Μάρτυρας, ο Αθηναγόρας,
ο Θεόφιλος Αντιοχείας και ο Τατιανός. Δραστηριοποιήθηκε σε μια περίοδο όπου η
πρώιμη θεολογική δράση των Αλεξανδρινών εξεχουσών προσωπικοτήτων, όπως
ο Πάνταινος, ο Κλήμης Αλεξανδρέας και ο Ωριγένης θεμελίωναν με βήματα στα-
θερά την παράδοση της ενιαίας Εκκλησίας και επέδρασαν σημαντικά στην ανά-
πτυξη του σχήματος και της μορφής της ορθοδοξίας του Χριστιανισμού6.
Το Περί Ειδωλολατρίας (De Idololatria) σύγγραμμα του Τερτυλλιανού αποτελεί
μια από τις πρώτες πραγματείες της χριστιανικής λατινικής γραμματείας, με κύ-
ριο θέμα τις θεμελιώδεις απόψεις της νέας θρησκείας για την ειδωλολατρία και
των σχέσεών της έναντι του ειδωλολατρικού κόσμου.
Η υπεράσπιση του Χριστιανισμού από τους εχθρούς του, πέρασε στα τέλη του
2 και στις αρχές του 3ου αιώνα - εκτός των άλλων σπουδαίων Πατέρων και εκ-
ου

κλησιαστικών συγγραφέων της εποχής - στον Τερτυλλιανό, ο οποίος έκανε πράξη


την αποτελεσματική επίθεση ακόμη και κατά την περίοδο των έντονων ρωμαϊκών
διωγμών της εποχής του και το συνολικό έργο του θεωρείται σταθμός στη χριστια-
νική λατινική γραμματεία.
Χωρίς προσωπική ικανοποίηση από τη χαλαρή απόκρουση των συκοφαντι-
ών και γελοιοποιήσεων των Χριστιανών, ανέλαβε να αποδείξει και ως νομικός,
τον παράνομο χαρακτήρα των διώξεων, αλλά και ως ηθικολόγος και ρήτορας, να
αντικρούσει τους παραλογισμούς και τις δεισιδαιμονίες των ειδωλολατρών7. Επι-
δόθηκε με ζήλο στη διάψευση των αιρετικών δοξασιών και των πλανών τους, οι
οποίες μέσα στην ίδια την Εκκλησία επιδίωκαν να διαβρώσουν το αληθινό μήνυ-

6
Wright, F. A., (1928) Fathers of the Church: A Selection from the Writings of the Latin Fathers, London σελ.
34.
7
Οι δεισιδαιμονίες της εποχής ωθούσαν τους Eθνικούς να θεωρούν τους Χριστιανούς αιτία κάθε
συμφοράς, είτε δημόσιας είτε ιδιωτικής, πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 40.1-2. Ο Αθηναγόρας
διασώζει την πληροφορία ότι τρεις ήταν οι κυριότερες κατηγορίες εναντίον των Χριστιανών, πρβλ.
Αθηναγόρας, Πρεσβεία υπέρ Χριστιανών 3.1: Τρία ἐπιφημίζουσιν ἡμῖν ἐγκλήματα͵ ἀθεότητα͵ Θυέ-
στεια δεῖπνα͵ Οἰδιποδείους μίξεις.

9
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

μα του Ευαγγελίου. Τελικά, από τρομερός αντίπαλος των άλλων, μεταβλήθηκε σ’


ένα τρομερό αντίπαλο της ίδιας της Εκκλησίας και κατηγορούμενος για αιρετική
διδασκαλία8.

8
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Warfield, B. B. (1905) “Tertullian and the Beginning of the Doc-
trine of the Trinity’’, The Princeton Theological Review 3: 529-557 και του ίδιου “Tertullian and the Begin-
ning of the Doctrine of the Trinity’’, The Princeton Theological Review 4 (1906) : 1-36, 145-167.

10
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Ι. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Ο Τερτυλλιανός και η εποχή του

1. O βίος του Τερτυλλιανού

Ένας από τους πρώτους εκπροσώπους της ορθόδοξης Δύσης είναι ο Σεπτίμιος
Τερτυλλιανός (Septimius Tertullianus)9. Υπήρξε από τους πρωτοπόρους Χριστιανούς
λατίνους συγγραφείς των μέσων του 2ου αιώνα και των αρχών του 3ου αιώνα και
συγκαταλέγεται μεταξύ των σπουδαιότερων πρώιμων εκπροσώπων της βορειοα-
φρικανικής εκκλησιαστικής γραμματείας10.
Η συγγραφική παραγωγή του, αποτέλεσε σημείο αναφοράς με τεράστια με-
ταγενέστερα11 θεολογική εμβέλεια12, προσφέροντας ανεκτίμητες υπηρεσίες στην

9
Το gentilicium Σεπτίμιος (Septimius) ήταν ένα κοινό όνομα στη Βόρεια Αφρική με ταπεινή κατα-
γωγή, με μοναδική εξαίρεση του πρώτου Αφρικανού Ρωμαίου αυτοκράτορα Λεύκιου Σεπτίμιου
Σεβήρου (146-211), βλ. Barnes, T.D. (1985²) Tertullian: A Historical and Literary Study, Oxford, σελ. 242.
Ο Τερτυλλιανός μέσα από τα έργα του δεν δείχνει ενδιαφέρον για να παραδώσει το πλήρες όνομά
του. Έτσι όταν το αναφέρει, είτε αποκαλεί τον εαυτό του ως αμαρτωλό είτε χρησιμοποιεί το όνο-
μα της gens στην οποία ανήκει, πρβλ. De Baptismo 20.29-30: tantum oro, ut cum petitis etiam Tertulliani
peccatoris memineritis και De virginibus velandis 17.9: Haec cum bona pace legentibus, utilitatem consuetudini
praeponentibus pax et gratia a domino nostro Iesu redundet cum Septimio Tertulliano, cuius hoc opusculum est.
Ωστόσο, υπάρχουν ενστάσεις από μερικούς ερευνητές, εάν είναι το αυθεντικό πλήρες όνομά του
ή αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη και πρέπει να διατηρηθεί μόνο το Septimius Tertullianus, βλ.
Albrecht, M. Von (2005²) Ιστορία της Ρωμαϊκής Λογοτεχνίας, τομ. Β΄, μτφρ. Νικήτας Δ.Ζ., Ηράκλειο,
σελ. 1753. O Iερώνυμος τον αποκαλεί απλά «Tertullianus Afer». Είναι γεγονός πως στη Σύνοδο της
Καρχηδόνας το 411, η οποία συστήθηκε με αφορμή την καταδίκη του Πελαγιανισμού, οι περισσό-
τεροι σύνεδροι αποκαλούσαν τον Τερτυλλιανό μ’ αυτό το προσωνύμιο (Afer), βλ. Wilhite, D.E. (2007)
Tertullian the African: An Anthropological Reading of Tertullian’s Context and Identities, Berlin, σελ. 177.
10
Ο J. Daniélou υποστηρίζει ότι υπήρξε εκτενής λατινική χριστιανική βιβλιογραφία πριν από τον
Τερτυλλιανό, η οποία απορρέει από τον Ιουδαιο-Χριστιανισμό του 2ου αιώνα, δίνοντας ως αποδεί-
ξεις τις πραγματείες του Ψευδο-Κυπριανού, Adversus Judaeos, De Centesima Sexagesima Tricesima και
De Montibus Sina et Sion . Δέχτηκε όμως την αυστηρή κριτική του A. P. Orbán, στο ‘‘Die Frage der
ersten Zeugnisse des Christenlateins’’,VigChr 30(1976): 214–238. Ο Ιερώνυμος (De viris Illustribus 34,
53) δίδει την πληροφορία ότι ο Βίκτωρας, επίσκοπος Ρώμης ( 189–199), υπήρξε ο συντάκτης κά-
ποιων σύντομων πραγματειών, γραμμένες στη λατινική γλώσσα, οι οποίες όμως δεν διασώθηκαν
και έτσι πολύ πιθανόν να είναι τα πρώτα χριστιανικά λατινικά κείμενα, γραμμένα στη Ρώμη.
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Αραμπατζής, Χ. (2008) Χριστιανική Γραμματεία: Εκκλησιαστικοί
συγγραφείς και κείμενα της πρώτης χιλιετίας, τομ. Α΄, Θεσ/νίκη, σελ. 18-22, Daniélou, J. (1970) ‘‘La
littérature latine avant Tertullien’’, REL 48: 357–375 και Carroll, S. T. (1991): ‘‘An Early Church Sermon
Against Gambling’’, SecCent 8: 83–95.
11
Bλ. ιστοσελίδα http://www.tertullian.org/. Η παγκοσμίως διάσημη αυτή ερασιτεχνική ιστοσελίδα
έχει σκοπό να ενθαρρύνει τη μελέτη - τόσο στους ειδικούς, όσο και στους απλούς αναγνώστες
– των έργων του σπουδαίου Χριστιανού Λατίνου συγγραφέα, μέσα από πρωτογενείς αλλά και
δευτερογενείς πηγές, ελεύθερα προς όλους του χρήστες του διαδικτύου, γεγονός το οποίο είναι
πρωτοπόρο και μοναδικό για έναν πρώιμο Χριστιανό συγγραφέα. Η ιστοσελίδα έχει αναγνωριστεί
από τους ειδικούς μελετητές του επιστημονικού κλάδου και δημοσιεύθηκε σε περιοδικά, όπως στο
Revue des Etudes Augustiniennes (1997, 2003) και στο Journal of Early Christian Studies (2000).
12
Daniélou, J. (1977) A History of Early Christian Doctrine Before the Council of Nicaea, vol. 3: The Origins
of Latin Christianity, (trans.), Smith David and Baker John Austin, London, σελ. 340 και Φλορόφσκυ, Γ.
(2007³) Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 5ου αιώνα, μτφρ. Πάλλη Π.Κ., Θεσ/νίκη, σελ. 185.
11
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria
πρώιμη περίοδο της καθολικής χριστιανικής Εκκλησίας, σε μια κρίσιμη εποχή για
τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία13 και το Χριστιανισμό14.
Το μέγεθος της δημοφιλούς προσωπικότητας του Τερτυλλιανού στη χριστια-
νική λατινική γραμματεία - μαζί με τον ιερό Αυγουστίνο και τον Αμβρόσιο Μεδιο-
λάνων - καταδεικνύεται από το μέγεθος των έργων του που έχουν δημοσιευθεί,
ύστερα από την πρώτη εκδοτική προσπάθεια στη Βενετία το 1483 του Apologeticum,
και της ολοένα και αυξανόμενης σύγχρονης εκδοτικής δραστηριότητας - έντυπης
και ηλεκτρονικής - τόσο για τα έργα του όσο και για την ίδια την προσωπικότητά
του15.
Χαρακτηρίστηκε από τον Ιερώνυμο – τον πρώτο αυθεντικό μάρτυρα του βίου
του τον 4ο αιώνα - ως ένας «πολυμαθής και ενθουσιώδης συγγραφέας»16 και από
τον άγιο Κυπριανό Καρχηδόνας ως δάσκαλος και καθοδηγητής, τονίζοντας εμ-
φαντικά ότι: «δεν περνούσε ούτε μια μέρα χωρίς να διαβάσει Τερτυλλιανό»17. Η
ημερομηνία γέννησής του τοποθετείται μεταξύ του 150 και 16018 και πριν τη μετα-
στροφή του (convertio) στο Χριστιανισμό, η οποία πραγματοποιήθηκε το 19319 πε-
ρίπου, υπήρξε ειδωλολάτρης20. Ο Τερτυλλιανός γεννήθηκε, έδρασε και πέθανε σε

13
Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με αργά και σταθερά βήματα οδηγείται, την περίοδο της δυναστείας
των Σεβήρων (193-235), στη στρατιωτική και πολιτική αποσταθεροποίηση, με συνεχείς εμφύλιες
έριδες αλλά και εξωτερικές επιδρομές βάρβαρων φυλών, που επέφεραν σταδιακή στρατιωτική και
δυναστική κρίση, οι οποίες δεν θα αποκατασταθούν, παρά μόνο όταν την εξουσία θα αναλάβει ο
Διοκλητιανός (284-305). Για τον Χριστιανισμό υπήρξε περίοδος ανεπιτυχούς καταδίωξης εκ μέρους
της αυτοκρατορικής διοίκησης στην εκτός νόμου και ολοένα και αυξανόμενης κοινότητας των πι-
στών του. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Mackay, C.S. (2008²) Αρχαία Ρώμη: Στρατιωτική και
πολιτική ιστορία, μτφρ. Ζάννη Δ.Γ., επιμ. Ξυδόπουλος Ι.Κ., Αθήνα, σελ. 353-388.
14
Ο Τερτυλλιανός έζησε στη δεύτερη περίοδο των μεγάλων διωγμών των Χριστιανών, οι οποί-
οι κατηγορούνταν ως «μισητοί εξαιτίας των βδελυρών πράξεών τους» (flagitia) και που ο Τάκιτος
αποκαλούσε εγκληματίες, οι οποίοι άξιζαν την παραδειγματική τιμωρία, πρβλ. Τάκιτος, Annales
15.44.2-8 και ο Πλίνιος τους θεωρούσε φαύλους και δεισιδαίμονες, πρβλ. Πλίνιος, Epistula 10.96.8.
Πρβλ. επίσης Tερτυλλιανός, Apologeticum 37.8: Sed hostes maluistis vocare generis humani potius quam er-
roris humani. Ο Croix χωρίζει τους διωγμούς των Χριστιανών σε τρείς περιόδους: α. πριν τη μεγάλη
πυρκαγιά της Ρώμης απ’ τον Νέρωνα το 64, β. απ’ το διωγμό που προκλήθηκε της πυρκαγιάς, έως
και το 250 και γ. η περίοδος αυτή οριοθετείται απ’ το διωγμό του Δεκίου το 250/51, έως το 313 ή μετά
την ήττα του Λικίνιου το 324 απ’ το Μέγα Κων/νο. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Croix, G.E.M.
(2005) Ο Xριστιανισμός και η Ρώμη. Διωγμοί, Αιρέσεις και ήθη, επιμ. Κυρτάτας Δ.Ι., μτφρ. Κράλλης
Ι., Αθήνα, σελ. 27-115 (με πλούσια βιβλιογραφία).
15
Περισσότερες από 2000 μελέτες έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα, με κεντρικό θέμα τα έργα και την
προσωπικότητα του λατίνου συγγραφέα. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Balfour, I.L.S. (2000)
“Tertullian On and Off the Internet”, Journal of Early Christian Studies 8 (4): 579-585.
16
Πρβλ. Ιερώνυμος, Epistulae 70.5 και 84.2.
17
Πρβλ. Ιερώνυμος, De viris illustribus 53:.…Vidi ego quemdam Paulum Concordiae, quod oppidum Italiae est,
senem, qui se beati Cypriani, jam grandis aetatis, notarium, cum ipse admodum esset adolescens, Romae vidisse
diceret, referreque sibi solitum numquam Cyprianum absque Tertulliani lectione unum diem praeterisse, ac sibi
crebro dicere, Da magistrum: Tertullianum videlicet significans.
18
Ο Barnes τοποθετεί την ημερομηνία γέννησης του το 170, βλ. Barnes, T.D. (1985²) σελ. 58.
19
Quasten, J. (1953) σελ. 246.
20
Ο Τερτυλλιανός καταγόταν από εθνική αριστοκρατική οικογένεια, πρβλ. De Anima 9.4 και Apolo-
geticum 18.4:…Haec et nos risimus aliquando. De vestris sumus: Fiunt, non nascuntur Christiani… και όπως

12
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

βαθιά γεράματα στην Καρχηδόνα (σημερινή Τυνησία) το 225 περίπου, στη ρωμαϊ-
κή επαρχιακή πρωτεύουσα21 της Βόρειας Αφρικής22.
Eλάχιστες και αντικρουόμενες πληροφορίες έχουν διασωθεί για τη ζωή του
Τερτυλλιανού, γεγονός που συσκοτίζει την έρευνα23 για το βίο και τις πεποιθήσεις
του μεγάλου αυτού Χριστιανού Λατίνου συγγραφέα και ακόμη λιγότερες αναφο-
ρές στο πρόσωπό του κάνει και ο ίδιος μέσα από τα έργα του24, εκτός από δύο
πραγματείες-επιστολές25, στις οποίες μας πληροφορεί ότι πέρασε για λίγο χρονικό
διάστημα παντρεμένος και δεν φαίνεται να είχε αποκτήσει παιδιά. Το έργο του
Τερτυλλιανού Adversus Marcionem, αποτελεί την αυθεντικότερη πηγή πληροφόρη-
σης, η οποία συνδέεται άμεσα με τη ζωή του λατίνου συγγραφέα26, ενώ η μοναδική
περίπτωση μέσα σε σύγγραμμά του που αναφέρεται το πλήρη όνομα με την προ-
σθήκη του nomen ή gentilicium είναι στην πραγματεία De virginibus velandis27.
Σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας28, αλλά και τον Ιερώνυμο29 ήταν ο γιος
ενός εκατόνταρχου30 (centurion proconsularis) και είχε εκπαιδευτεί ως δικηγόρος στη

διαφαίνεται μέσα από τα έργα του, η μεταστροφή στο Χριστιανισμό έγινε σε ώριμη ηλικία, μετά
από κάποιο γεγονός που τον οδήγησε στη μετάνοια και στην απόρριψη της παλιάς του ζωής, πρβλ.
De Spectaculis 19, De Paenitentia 1.1, Adversus Marcionem 3.21, De fuga in persecutione 6.2, με πιθανότερη
όμως εκδοχή, λόγω του εντυπωσιασμού του από τον ηρωϊσμό των μαρτύρων της Εκκλησίας, πρβλ.
Αd Scapulam 5, Apologeticum 1, 18 και 23. Βλ. Επίσης, Barnes (1985²) σελ. 246-247 και von Campenhau-
sen, S.L. (1969⁴) σελ. 6.
21
Μια προσεκτική μελέτη των έργων του καταδεικνύει ως τοποθεσία συγγραφής των πραγματει-
ών του τη δημοφιλή Βορειοαφρικανκή επαρχιακή πρωτεύουσα Καρχηδόνα, βλ. Wilhite, D.E. (2007)
σελ. 18.
22
Πρβλ. Ιερώνυμος, De viris illustribus 53: ….Provinciae Africae, Civitatis Carthaginensis… και Apologeti-
cum 9, βλ. επίσης Barnes (1985²) 58.
23
Οι πληροφορίες που διασώθηκαν περιέχουν πολλά ανακριβή στοιχεία, σε σημείο που οι σύγχρο-
νοι μελετητές να συμφωνούν σε γενικές γραμμές με τον Gerald L. Bray στη διαπίστωση πως: «ουσι-
αστικά δεν γνωρίζουμε τίποτε για τη ζωή του Τερτυλλιανού», βλ. Βray, G. L. (1979) Hollines And The
Will Of God: Perspectives On The Theology Of Tertullian, London, σελ. 8-9 και Ιωαννίδης, Φ. (2004) Εκκλη-
σιαστική Γραμματολογία. Συγγραφείς και Πατέρες της Δύσης (Β΄-ΣΤ΄ αι.) τομ. Α΄, Θεσ/νίκη, σελ. 29.
24
Οι τελευταίες λέξεις στην πραγματεία του Τερτυλλιανού De Baptismo, προτρέπει τον οποιοδήπο-
τε μελετητή να έχει στη μνήμη του το Λατίνο συγγραφέα ως έναν «αμαρτωλό» άνθρωπο, πρβλ. De
Baptismo 5.29-30:…tantum oro, ut cum petitis etiam Tertulliani peccatoris memineritis. Για την ενήλικη ζωή
του πρβλ. De Resurrectione Carnis 59.3: Quis enim iudicium dei non in sententia duplici statuit salutis et po-
enae? Omnis igitur caro foenum quae igni destinatur, et omnis caro videbit salutare domini quae saluti ordinatur.
Ego me scio neque alia carne adulteria commisisse, neque nunc alia carne ad continentiam eniti.
25
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Ad Uxorem I & II.
26
Ο ίδιος παραδίδει την πληροφορία ότι την περίοδο που έγραφε το έργο, ο Ρωμαίος αυτοκράτο-
ρας Λεύκιος Σεπτίμιος Σεβήρος βρισκόταν στο δέκατο πέμπτο έτος της βασιλείας του (207), πρβλ.
Τερτυλλιανός, Adversus Marcionem 1.1.15: … substantia vero anno xv iam Severi imperatoris nulla omnino
comperta sit?
27
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De virginibus velandis 17:…pax et gratia a domino nostro Iesu redundet cum Septimio
Tertulliano, cuius hoc opusculum est.
28
Ο Ευσέβιος δείχνει απεριόριστο σεβασμό στο πρόσωπο του Τερτυλλιανού, αποκαλώντας τον
χαρακτηριστικά «ἀνὴρ τά τε ἄλλα ἔνδοξος καὶ τῶν μάλιστα ἐπὶ Ῥώμης λαμπρῶν», πρβλ. Ευσέβιος
Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία 2.2.4.
29
Πρβλ. Ιερώνυμος, De viris illustribus 53.
30
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 9.2. Ανώτατος στρατιωτικός τίτλος της ρωμαϊκής επαρχιακής
διοίκησης (ανθυπατικός αξιωματούχος), βλ. Φλορόφσκυ (2007³) σελ. 186. Ο τιμητικός αυτός τίτλος

13
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Ρώμη. Πραγματοποίησε λαμπρές σπουδές στη λογοτεχνία31, στη φιλοσοφία32, στη


ρητορική33, στην ιστορία, στις νομικές επιστήμες34 και όπως ισχυρίζεται μεγάλη
μερίδα σύγχρονων μελετητών κατείχε αξιόλογες γνώσης και της ιατρικής επιστή-
μης35. Υπήρξε ένας απ’ τους πρώτους δυτικούς εκκλησιαστικούς συγγραφείς, που
έγραψε τα έργα του στη λατινική γλώσσα και είναι πολύ πιθανόν να έγραψε και
μερικές πραγματείες στην ελληνική γλώσσα36 – οι οποίες όμως δεν διασώθηκαν
- γεγονός που καταδεικνύει το ψηλό επίπεδο της παιδείας του. Είχε τη μοναδική
- για την εποχή του - ικανότητα να διαβάζει και να γράφει στα ελληνικά και στα
λατινικά, αν και τα συγγράμματά του στην ελληνική γλώσσα δεν έχουν διασω-
θεί37.

συνεχίστηκε και στη βυζαντινή εθιμοτυπία, με αυστηρή ιεράρχηση των τίτλων ευγενείας της κε-
ντρικής διοίκησης της αυτοκρατορίας, μέχρι και την εποχή των Κομνηνών (11ος -12ος αι.). Για πε-
ρισσότερες πληροφορίες βλ. Πλακογιαννάκης, Κ.Ε. (2001) Ελληνική Ανατολική Αυτοκρατορία των
Μέσων Αιώνων: Τιμητικοί τίτλοι και ενεργά αξιώματα στο Βυζάντιο. Εθιμοτυπία, Διοίκηση, Στρατός,
Θεσ/νίκη και Χριστοφιλοπούλου, Α. (2004) Το Πολίτευμα και οι θεσμοί της Βυζαντινής Αυτοκρατορί-
ας (324-1204). Κράτος, Διοίκηση, Οικονομία, Κοινωνία, Αθήνα.
31
Πρβλ. Apologeticum 14. Αν και δεν είχε ιδιαίτερη κλίση προς την ποίηση, σε προχωρημένη ηλικία
πλέον ανακαλούσε στην μνήμη του τις μελέτες του πάνω στον Όμηρο, πρβλ. Ad Nationes 1.10. Ο
Λακτάντιος υποστήριξε ότι «ο Τερτυλλιανός ήταν ειδικευμένος στη λογοτεχνία κάθε είδους, αλλά
υστερούσε στην ευγλωττία, και επιπρόσθετα δεν ήταν επαρκώς ξεκάθαρος στα νοήματά του, πλή-
ρης σκοτεινών ιδεών», πρβλ. Λακτάντιος, Divinarum Institutionum 5.1.21-23.
32
Ο Τερτυλλιανός είχε μελετήσει τα έργα των Ελλήνων φιλοσόφων και δεν έχανε ευκαιρία μέσα
από τα δικά του έργα να χλευάσει τις απόψεις τους. Ιδιαίτερα για το ζήτημα της αθανασίας της
ψυχής, πρβλ. τον πρόλογο του έργου του De Anima (κεφ. 1-3).
33
Σε μια αδιάσπαστη συνέχεια από την περίοδο των ελληνιστικών χρόνων, καθ’ όλη τη διάρκεια
της ρωμαϊκής κυριαρχίας αλλά και τη βυζαντινή περίοδο η ρητορική υπήρξε καθοριστικός παρά-
γοντας ανώτερου μορφωτικού επιπέδου, βλ. Jenkins, R.J.H. (1963) The Hellenistic Origins of Byzantine
Literature, Dumbarton, σελ. 17, 37-52. Για τη ρητορική του Τερτυλλιανού βλ. Dunn, G.D. (2004) The
Early Church Fathers: Tertullian, London-New York, σελ. 17-20.
34
Για τη νομική κατάρτιση του Τερτυλλιανού βλ. Rankin, D.I. (1997) “Was Tertullian a Jurist?” Studia
Patristica 31: 335-342. Σύμφωνα με τον Jean Claude Fredouille και τον Timothy Barnes, η διαδεδομένη
άποψη ότι ο συνονόματος του Τερτυλλιανού, νομομαθής του 2ου αιώνα, είναι το ίδιο και αυτό πρό-
σωπο, είναι αμφίβολης γνησιότητας, βλ. Fredouille, J.C. (1972) Tertullien et la conversion de la culture
antique, Paris, σελ. 196 και Barnes, T.D. (1985²) σελ. 22-29. Για τις διαφωνίες των σύγχρονων ερευνη-
τών, όσον αφορά τη μόρφωση και την εργασιακή απασχόληση του Τερτυλλιανού βλ. Wilhite, D.E.
(2007) σελ. 19-24 και Βray, G. L. (1979) σελ. 32 κ.εξ.
35
Το ζήτημα αυτό δεν έχει μελετηθεί επαρκώς από τους σύγχρονους μελετητές. Μια διεξοδική
ανάλυση των συγγραμμάτων του Τερτυλλιανού, αποκαλύπτει έναν εξαιρετικά συνεπή σεβασμό
για τους γιατρούς, βαθιά κατανόηση της ιατρικής επιστήμης και δημιουργική χρήση των ιατρικών
μεταφορών. Ο Adolf von Harnack και ο Stephen D’Irsay παραθέτουν αποσπάσματα από το De anima
για να δείξουν ότι ο Τερτυλλιανός υπήρξε πιθανόν ο «πρώτος Χριστιανός» με μεγάλα ενδιαφέ-
ρονται και γνώσεις της ιατρικής επιστήμης. Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Von Harnack, A.
(1892) Medicinisches Aus Der Ältesten Kirchengeschichte, Leipzig, σελ. 78 κ.εξ., D’Irsay, S. (1928) “Patristic
Medicine”, Annals of Medical History 9: 364-378.
36
Υπάρχει μια πληροφορία ότι έγραψε στην ελληνική γλώσσα μια πραγματεία, η οποία αφορούσε
τη συμβολή του θεάτρου στην προαγωγή της ειδωλολατρίας, βλ. von Campenhausen, S.L. (1969⁴)
σελ. 6-7.
37
Οι ισχυρές ενδείξεις ότι πιθανόν να έγραψε και στην ελληνική γλώσσα, συνάγoνται μέσα από
κάποια έργα του, πρβλ. De corona militis 6.3: Sic itaque et circa uoluptates spectaculorum infamata conditio
est ab eis qui natura quidem omnia Dei sentiunt, ex quibus spectacula instruuntur, scientia autem deficiunt illud
quoque intellegere, omnia esse a diabolo mutata. Sed et huic materiae propter suauiludios nostros Graeco quoque

14
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Στην Καρχηδόνα μελέτησε όλους τους Έλληνες και Ρωμαίους κλασικούς δι-
ανοητές και αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Καρχηδόνα πήγε στη Ρώμη,
στο τέλος της εφηβείας του, για περαιτέρω σπουδές και πιθανόν για να ασκήσει το
επάγγελμα του δικηγόρου38. Ο Ευσέβιος αναφέρει ότι ο Τερτυλλιανός ήταν εκπαι-
δευμένος και στο ρωμαϊκό δίκαιο. Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη αυτή η άποψη,
καθόσον το δικανικό πνεύμα στη θεολογική του σκέψη, διαπνέει όλα τα απολογη-
τικά και πολεμικά του έργα39. Η σύγχρονη έρευνα κατέδειξε ότι ο αναφερόμενος
στον ιουστινιάνειο Κώδικα, αρχαίος Ρωμαίος νομικός, δεν είναι το ίδιο πρόσωπο
με το Χριστιανό Λατίνο συγγραφέα Τερτυλλιανό40.
Μετά τη μεταστροφή του στο Χριστιανισμό, η οποία τοποθετείται το 195/19641,
έγινε πρεσβύτερος42 στην Εκκλησία της Καρχηδόνας, αλλά αργότερα αποστασιο-
ποιήθηκε43 από αυτήν (το 205 περίπου) μετά και τη σύγκρουσή του με τους επισκό-
πους της Ρώμης, Ζεφυρίνο (199-217) και Κάλλιστο Α΄44 (217-222), προσχωρώντας
στην πνευματική κίνηση της «Νέας Προφητείας» του Mοντανισμού45. Οι ενέργειες
ιδιαίτερα του επισκόπου Κάλλιστου Α΄ – μέσω σχετικού διατάγματος46 - οι οποί-

stilo satis fecimus, De Baptismo 15.2:…ergo nec baptismus unus, quia non idem. quem cum rite non habeant
sine dubio non habent, nec capit numerare quod non habetur: ita nec possunt accipere, quia non habent. sed de
isto plenius iam nobis in Graeco digestum est και De virginibus velandis 1: Proprium iam negotium passus meae
opinionis Latine quoque stendam virgines nostras velari oportere, ex quo transitum aetatis suae fecerint…
38
Πρβλ. De cultu feminarem 1.7.2: Gemmarum quoque nobilitatem uidimus Romae de fastidio Parthorum et Me-
dorum ceterorumque gentilium suorum coram matronis erubescentem, βλ. von Campenhausen, S.L. (1969⁴)
σελ. 5-6 και Wright, F. A. (1928) σελ. 27.
39
Πρβλ. Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία 2.2.4: Tαῦτα Τερτυλλιανός τούς Ῥωμαίων νόμους ἠκριβω-
κώς, ἀνήρ τά τε ἄλλα ἔνδοξος καί τῶν μάλιστα ἐπί Ρώμης λαμπρῶν, βλ. επίσης Quasten, J. (1953)
σελ. 246-247.
40
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Barnes, T.D. (1985²) σελ. 22-29 και 325, Sider, R.D. (1971) Ancient
Rhetoric and the art of Tertullian, London, σελ. 77. Βλ. επίσης τις προσεγγίσεις που δίνει πάνω στο
ζήτημα αυτό η Laura Nasrallah στο “An Ecstasy of Folly”: Prophecy and Authority in Early Christianity,
Harvard Theological Studies no. 52, Cambridge, 2003, σελ. 97-101.
41
Σκουτέρης, Κ.Β. (1998) Ιστορία Δογμάτων τομ. 1ος: Η Ορθόδοξη δογματική παράδοση και οι παρα-
χαράξεις της κατά τους τρείς πρώτους αιώνες, Αθήνα, σελ. 399.
42
Aν και ο Ιερώνυμος αναφερόταν σ’ αυτόν ως «ο πρεσβύτερος της Εκκλησίας» [De viris illustribus
53], ο ίδιος κατέτασσε τον εαυτό του στους λαϊκούς, πρβλ. De exhortatione castitatis 7.3 και De Mono-
gamia 12.2.
43
Ο Jan Hendrik Waszink ισχυρίζεται ότι, περίπου στην ηλικία των 30 ή 40 ετών (μεταξύ 202 και
208) μεταστράφηκε στο Χριστιανισμό και στη συνέχεια διαφοροποιούμενος απ’ την παραδοσιακή
Εκκλησία ακολούθησε τη σέκτα των Μοντανιστών. Ακολούθως, αποστασιοποιήθηκε και από τη
σέκτα αυτή προβαίνοντας στην ίδρυση μιας αυτόνομης κοινότητας πιστών με την ονομασία «Τερ-
τυλλιανιστές», βλ. Waszink, J.H. (2010²) Quinti Septimi Florentis Tertulliani, De Anima, Leiden-Boston,
σελ. xiii.
44
Χρήστου, Π.Κ. (2008⁴) Ελληνική Πατρολογία, τομ. Β΄, Θεσ/νίκη, σελ. 683-684.
45
Για μια σύντομη περίληψη της ανάπτυξης αυτής της “αιρετικής” πνευματικής κίνησης βλ. Jen-
sen, A. (1993) “Prisca – Maximilla – Montanus: ‘Who Was the Founder of ‘Montanism’?’’, SP 26: 147-150.
46
Η επίθεσή του Τερτυλλιανού στο Διάταγμα του Κάλλιστου ήταν μια προσωπική επίθεση στις
παρεκτροπές του επισκόπου της Ρώμης και όχι εναντίον της καθολικής Εκκλησίας. Άλλωστε ένας
επίσκοπος του 3ου αιώνα δεν είχε την οικουμενική εμβέλεια για την έκδοση καθολικών διαταγμά-
των και έτσι η επίθεση του Αφρικανού συγγραφέα είχε καθαρά τοπικό χαρακτήρα, σε μια περίοδο
που δεν υπήρξε ακόμη σαφής διαχωρισμός θέσεων απ’ την Μοντανιστική κίνηση, βλ. Rankin, D.I.
(1995) Tertullian and the Church, Cambridge, σελ. 35 κ.εξ.

15
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ες αφορούσαν στη δυνατότητα πραγματοποίησης δεύτερου και τρίτου γάμου απ’


τους κληρικούς, αλλά και της συγχώρεσης σε όσους έπεφταν στο βαρύτατο αμάρ-
τημα της πορνείας και της μοιχείας και της γενικότερης εκτροπής του επισκόπου
από τη χριστιανική παράδοση, εξόργισε τον Τερτυλλιανό - ο οποίος αποκαλούσε
τον πάπα Κάλλιστο υποτιμητικά, «Pontifex scilicet maximus, episcopus episcoporum»47
- και τελικά γεμάτος απέχθεια, αποφάσισε να στραφεί προς τον αυστηρότερο σε
θέματα πίστης και ηθικών αρχών Μοντανισμό.
To ρητορικό ύφος, οι εκφραστικές ιδιότητες και ο χαρακτήρας του λόγου του
αφρικανού συγγραφέα υπήρξαν πεδίο αντικρουόμενων απόψεων από τους αρχαί-
ους συγγραφείς, αλλά και τους σύγχρονους ερευνητές. Στον επιχειρηματολογικό
τομέα, που αποτελεί κληροδότημα της ελληνιστικής περιόδου48, ήλθε σε σύγκρου-
ση με τη διαδεδομένη - από ορισμένους Χριστιανούς συγγραφείς - άποψη της επο-
χής του αλλά και μεταγενέστερων, όσον αφορά στη χρησιμότητα της ελληνικής
φιλοσοφίας, για την εύρεση της χριστιανικής αλήθειας49. Σύμφωνα με τον Τερ-
τυλλιανό50 : «η φιλοσοφία είναι το συσσωρευμένο υλικό της ανθρώπινης σοφίας
και η ασυλλόγιστη ερμηνεία της φύσης του Θεού. Είναι αλήθεια ότι οι αιρέσεις
υποκινήθηκαν απ’ τη φιλοσοφία…. Τι σχέση αλήθεια μπορεί να έχει η Αθήνα με
την Ιερουσαλήμ51; Τι σχέση έχει η Ακαδημία με την Εκκλησία; Τι σχέση μπορεί

47
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Pudicitia 1.6: Aduersus hanc nunc, ne dissimulare potuissem, audio etiam edictum
esse propositum, et quidem peremptorium. Pontifex scilicet maximus, episcopus episcoporum, edicit: «Ego et moe-
chiae et fornicationis delicta paenitentia functis dimitto».
48
Η ρητορική αποτελεί πνευματικό προϊόν της αρχαίας ελληνικής πόλης-κράτους του 5ου και 4ου
π.Χ. αιώνα και έχει σχέση με την ομιλία και την πειθώ. Οι Ρωμαίοι προσάρμοσαν την ελληνική ρη-
τορική θεωρία και πρακτική στη δική τους ρητορική, αναδεικνύοντας σπουδαίους χειριστές του λό-
γου, όπως ο Κικέρωνας, ο Σενέκας ο πρεσβύτερος, ο Τάκιτος, ο Πλίνιος ο νεότερος, ο Κοϊντιλιανός
και ο Φρόντων, βλ. Dunn, G.D. (2004) σελ.17-18 και Pernot, L. (2005) Η Ρητορική στην Αρχαιότητα,
μτφρ. Τσελέντη Ξ., επιμ. Σερέτη Β., Αθήνα, σελ. 108-112.
49
Επιφανής εκπρόσωπος αυτής της άποψης ήταν ο Αλεξανδρινός Απολογητής Κλήμης Αλεξαν-
δρέας, ένας απ’ τους πρωτοπόρους λόγιους Χριστιανούς συγγραφείς των τελών του 2ου και των
αρχών του 3ου αιώνα, με ευρύτατη ελληνική και χριστιανική παιδεία, ο οποίος εκτιμούσε βαθύτατα
την ελληνική διανόηση, θεωρώντας πως ο ρόλος της ελληνικής φιλοσοφίας υπήρξε καθοριστικός
στην ανεύρεση της – μερικής – αλήθειας και αποτέλεσε τον παιδαγωγό «εἰς Χριστόν», όπως ακρι-
βώς ο Νόμος των Ιουδαίων. Ωστόσο, διαχώριζε την αξία της φιλοσοφικής αλήθειας απ’ τη χριστια-
νική αλήθεια, που αν και έχουν το ίδιο όνομα, η δεύτερη είναι ανώτερη και τελειώτερη γιατί, όπως
υποστήριζε, «θεοδίδακτοι γάρ ἡμεῖς, ἱερά ὄντως γράμματα παρά τῷ Υἱῷ τοῦ Θεοῦ παιδευόμενοι»,
πρβλ. Κλήμης Αλεξανδρέας, Στρωματείς 1.5.28, 1.20.98, 6.7.55, 7.2.11, βλ. επίσης Χρήστου, Π. (2008⁴)
σελ. 790-791.
50
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De praescriptione haereticorum 7: Ea est enim materia sapientiae saecularis, temeraria
interpres diuinae naturae et dispositionis. Ipsae denique haereses a philosophia subornantur…Fuerat Athenis et is-
tam sapientiam humanam affectatricem et interpolatricem ueritatis de congressibus nouerat, ipsam quoque in suas
haereses multipartitam uarietate sectarum inuicem repugnantium. Quid ergo Athenis et Hierosolymis? quid aca-
demiae et ecclesiae? quid haereticis et christianis? Nostra institutio de porticu Solomonis est qui et ipse tradiderat
Dominum in simplicitate cordis esse quaerendum. Viderint qui Stoicum et Platonicum et dialecticum christian-
ismum protulerunt. Nobis curiositate opus non est post Christum Iesum nec inquisitione post euangelium. Cum
credimus, nihil desideramus ultra credere. Hoc enim prius credimus non esse quod ultra credere debeamus.
51
Σαφέστατος επηρεασμός του Τερτυλλιανού από τις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου, πρβλ. Α΄
Κορ 1.18-25: Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις

16
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

να έχουν οι αιρετικοί με τους Χριστιανούς; Οι διδασκαλίες μας έρχονται απ’ τις


στεγασμένες πύλες του Σολωμόντα, ο οποίος είχε διδάξει ότι ο Κύριος θα πρέπει
να αναζητηθεί στην απλότητα της καρδιάς. Μακριά λοιπόν απ’ όλες τις προσπά-
θειες να παραχθεί ένας στωικός, πλατωνικός, και διαλεκτικός Χριστιανισμός. Δεν
θέλουμε παράξενες φιλονικίες με τον απολύτως εμπιστευτικό Ιησού Χριστό και
ούτε είναι αναγκαία καμία δικαστική έρευνα μετά την παραλαβή του Ευαγγελίου.
Όταν πιστεύουμε, δεν θέλουμε καμία περαιτέρω πίστη. Για το λόγο αυτό υπάρχει
το πρώτο άρθρο της πίστης μας, ότι δεν υπάρχει τίποτα το οποίο οφείλουμε να
πιστεύουμε επιπρόσθετα».
Σύμφωνα με το Λατίνο συγγραφέα, η ελληνική φιλοσοφία ήταν ένα αμάλ-
γαμα των αντίπαλων κοσμικών απόψεων, με βάση τις θεωρητικές ερμηνείες, οι
οποίες είναι πολύ διαφορετικές από τη βιβλική Αποκάλυψη και μια αποτυχημένη
διανοητική διεργασία που δεν κατάφερε να συγκεράσει τις κατά καιρούς διαφω-
νίες των διαφόρων φιλοσόφων. Ο Τερτυλλιανός πίστευε ότι «οι αιρέσεις είναι οι
αυτές που υποκινήθηκαν από τη φιλοσοφία»52 και ότι ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέ-
λης ήταν υπεύθυνοι για τον Γνωστικισμό του Βαλεντινιανού. Ο David Lindberg53
υποστηρίζει ότι «…δεν ήταν αντίθετος με τη φιλοσοφία γενικά, αλλά η αίρεση ή
η φιλοσοφία ήταν υπαίτια που τον οδηγούσε σ’ αυτή τη διαπίστωση». Ο Τερτυλ-
λιανός παρ’ όλα αυτά δεν απέρριπτε συλλήβδην το «διάλογο του Χριστιανικού με
το ελληνικό πνεύμα»54 και έκανε χρήση55 των φιλοσοφικών ιδεών – ιδιαίτερα των
Στωικών56 – στα συγγράμματά του, ισχυριζόμενος επιπρόσθετα, όπως ο Φίλωνας,
ο Ιουστίνος και ο Κλήμης Αλεξανδρέας, ότι οι φιλόσοφοι δανείστηκαν τις αλή-
θειες από τον εβραϊκό Νόμο57.

ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστι. γέγραπται γάρ· ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν
ἀθετήσω. ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν
σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν
Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας. ἐπειδὴ καὶ Ἰουδαῖοι
σημεῖον αἰτοῦσι καὶ Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις
μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι, Χριστὸν Θεοῦ
δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν· ὅτι τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί, καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ
Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί. Πρβλ. επίσης Β΄ Κορ 6.14-16.
52
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De praescriptione haereticorum 5 και 7, De Anima 3 και 18.
53
Lindberg, D. C. (1986) “Science and the Early Church,” in David C. Lindberg & Ronald L. Numbers,
(eds.) God & Nature: Historical Essays on the Encounter Between Christianity and Science, Berkeley-Los An-
geles, σελ. 26.
54
Τατάκης, Β. (1958) «Ο Διάλογος του Χριστιανικού με το ελληνικὸ πνεύμα», Περιοδικό Χρονικὰ
του Πειραματικού Σχολείου του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τόμ 12ος, τεύχ. 48, Θεσ/νίκη, σελ.
179-189.
55
Στην πραγματεία De anima, ο Τερτυλλιανός αναγκάζεται να παραδεκτεί ότι «και οι φιλόσοφοι
έχουν σκεφτεί μερικές φορές τα ίδια πράγματα με εμάς», πρβλ. Τερτυλλιανός, De anima 2.
56
Για μια πλήρη μελέτη της χρήσης απ’ τον Τερτυλλιανού των στωϊκών επιχειρημάτων βλ. Daniélou,
J. (1977) The Origins Of Latin Christianity, (trans.) David Smith and John Austin Baker, Philadelphia, σελ.
209-223.
57
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 47.1, De carne Christi 9.2.
17
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria
Υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις μεταξύ των σύγχρονων ερευνητών στα
παραδιδόμενα από τις δυο πρωτογενείς πηγές – του Ιερώνυμου και του Ευσέβι-
ου Καισαρείας – όσον αφορά το συνολικό βίο και δράση του, ακόμη και για το
“ολίσθημα” της στροφής στο Μοντανισμό. Γι’ αυτήν τη θεολογική “εκτροπή”58 του
Τερτυλλιανού, αλλά και τη συνολική εκτίμηση της προσωπικότητας και του βίου
του, οι Geoffrey Dunn και Timothy Barnes, παραθέτουν στις μελέτες τους μια σει-
ρά από αναθεωρητικές και απορριπτικές απόψεις για τις ανακριβείς πληροφορίες
του βίου του59. Επιπρόσθετα, Ο Douglas Powell60 και ο Gerald Lewis Bray61 υποστηρί-
ζουν ότι ο Τερτυλλιανός παρόλο που φαίνεται να προσχωρεί στην Μοντανιστική
κίνηση, στην πραγματικότητα παρέμεινε πιστός στην Εκκλησία της Καρχηδόνας
και δεν απομακρύνθηκε απ’ αυτήν - αν και προοδευτικά αποξενωνόταν ψυχικά -
προσχωρώντας στο Μοντανισμό, αλλά ουσιαστικά συγκρότησε μια «μικρή Εκκλη-
σία» μέσα στην Εκκλησία και ότι μολονότι υπερασπιζόταν τον Μοντανισμό, ποτέ
δεν υπέταξε την καθολική του πίστη στις απόψεις της φρυγικής κίνησης.
Ο Τερτυλλιανός δέχτηκε την αποδοκιμασία της Εκκλησίας για δύο βασι-
κούς λόγους: για τον ασπασμό του Μοντανισμού, τη γνωστή πνευματική κίνη-
ση «τὴν λεγομένην κατά Φρύγας αἵρεσιν»62 αλλά και λόγω της αντι-εκκλησιαστι-
κής του στάσης63. Ωστόσο, η συντριπτική πλειοψηφία των σύγχρονων μελετητών,
τώρα πλέον, συμφωνούν ότι οι Μοντανιστές ήταν δογματικά Ορθόδοξοι64, και έτσι
δεν υφίστανται λόγοι για την απορριπτική συμβολή του Τερτυλλιανού στη χρι-
στιανική θεολογία λόγω της σύνδεσής του μ’ αυτούς.
Την ίδια περίοδο, είναι γνωστή η δραστηριοποίηση της Κατηχητικής Σχολής
της Αλεξάνδρειας, η οποία από τα τέλη του 2ου αιώνα και μετέπειτα ανέδειξε δύο
από τις λαμπρότερες μορφές της χριστιανικής θεολογίας, τον Κλήμη Αλεξανδρέα65
και το μαθητή του Ωριγένη. Κατά τη διάρκεια της πρώιμης χριστιανικής περιόδου,

58
Ο Gerald Lewis Bray ισχυρίζεται ότι τα πραγματικά ενδιαφέροντα του Τερτυλλιανού που τον
ώθησαν στον Μοντανισμό δεν ήταν οι προφητικές δοξασίες και η εσχατολογία τους, αλλά η καθα-
γίαση και η αυστηρή δογματική πειθαρχία, βλ. Βray, G. L. (1979) σελ. 61-62.
59
Για μια εκτεταμένη εξέταση του βίου, της στροφής στο Μοντανισμό, αλλά και τις διαφωνίες
των μελετητών για την παρουσιαζόμενη εικόνα του Τερτυλλιανού βλ. Dunn, G.D. (2004) σελ. 2-36,
Barnes, T.D. (1985²) σελ. 57-84.
60
Powell, D. (1975) “Tertullianists and Cataphrygians”, VigChr 29: 33-54.
61
Βray, G. L. (1979) σελ. 54-63, βλ. επίσης Rankin, D.I. (1995) σελ. 41-51 και Barnes, T.D. (1985²) σελ.
42-48, 327-328.
62
Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία 5.16.1.6-7.
63
Ο Sider ισχυρίζεται ότι, «Λόγω της αντίθεσής τους στους Μοντανιστές, ούτε ο Ευσέβιος Καισα-
ρείας αλλά ούτε και ο Ιερώνυμος θεωρούνται αξιόπιστες μαρτυρίες σχετικά με τον Τερτυλλιανό»,
βλ. Sider, R.D. (1982) “Approaches to Tertullian: A Study of Recent Scholarship”, SecCent 2: 228-260.
64
Barnes, T.D. (1985²) σελ. 42.
65
Σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας, διαδέχθηκε το Στωϊκό φιλόσοφο και δάσκαλό του Πάνται-
νο στην ηγεσία της Κατηχητικής Σχολής της Αλεξάνδρειας, που ιδρύθηκε πιθανόν στα τέλη τον 1ου
αιώνα, πρβλ. Ευσέβιος Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία 6.6.

18
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

η ρωμαϊκή αυτοκρατορία ήταν πολυθεϊστική και ο Χριστιανισμός μια απαγορευ-


μένη θρησκεία (religio illicita) που εξακολουθούσε επίσημα να θεωρείται μια σέκτα
ή αίρεση του Ιουδαϊσμού ή απλά μια ασήμαντη επαναστατική πολιτική ομάδα66.
Σύντομα όμως, η ολοένα και αυξανόμενη πληθυσμιακή ομάδα των πρώτων Χρι-
στιανών, προσέλκυσε την προσοχή τόσο της ρωμαϊκής διοίκησης, η οποία φοβή-
θηκε την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης, όσο και του ιουδαϊκού ιερατείου, που
τους κατηγορούσαν για παραχάραξη και οικειοποίηση της παράδοσής τους67.
Το 2ο αιώνα ο Χριστιανισμός διαδόθηκε κυρίως στη Μικρά Ασία, αλλά υπήρ-
χαν εκτός των άλλων και πολλοί Χριστιανοί που ζούσαν στη Ρώμη και σε ορι-
σμένες πόλεις της Αφρικής, με ισχυρή παρουσία ήδη από την πρώτη περίοδο των
διωγμών, οι οποίοι διώχθηκαν για τις πεποιθήσεις τους, επειδή αρνήθηκαν να
υποταχθούν στην αυτοκρατορική θέληση και επέλεξαν τον μαρτυρικό θάνατο68
αντιμετωπιζόμενοι ως παράνομη και απαγορευμένη μυστική εταιρεία ή θρησκεία
(collegium illicitum, religio illicita)69, νέα και βδελυρή δεισιδαιμονία (exitabilis nova su-
perstitio, externa et malefica)70, όπου για την καταδίκη των πιστών αρκούσε μόνο η
ομολογία τους71.
Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία την περίοδο από το δεύτερο μισό του 1ου και ολό-
κληρο τον 2ο αιώνα βρισκόταν στη μεγαλύτερη ακμή της. Ένα από τα χαρακτηρι-
στικότερα φαινόμενα της περιόδου αυτής ήταν ο περαιτέρω «εκρωμαϊσμός»72 των
επαρχιών, η ανάπτυξη της οικονομίας τους, η άνοδος του ρόλου που διαδραμάτι-
ζαν οι πληθυσμοί των επαρχιών στην αυτοκρατορική ζωή και η αύξηση του αριθ-
μού των συγκλητικών, των ιππέων και των στρατιωτικών που προέρχονταν από
τις επαρχίες. Ωστόσο, ο επιδιωκόμενος εκρωμαϊσμός και η επιρροή των ρωμαϊκών

66
Frend, W.H.C. (1991³) The Early Church: From the Beginnings to 461, London, σελ. 70 και Αραμπατζής,
Χ. (2008) σελ. 20-21.
67
Φειδάς, Β. (2002³) Εκκλησιαστική Ιστορία. Απ’ αρχής μέχρι την Εικονομαχία, τόμ. Α΄, Αθήναι, σελ.
38-51, 114-142.
68
Μαγγιώρος, Ν. (2005) Ο Μέγας Κωνσταντίνος και η Δονατιστική Έριδα: Συμβολή στη μελέτη των
σχέσεων Εκκλησίας-Πολιτείας κατά την Κωνσταντίνεια περίοδο, Θεσ/νίκη, σελ. 32.
69
Τερτυλλιανός, Apologeticum 5.3, 38.1-2, 39, Πλίνιος, Epistulae 10.96.7, 33.3, 34.1, Ωριγένης, Κατά
Κέλσου 1.1.
70
Φειδάς, Β. (2002³) σελ. 117 κ.εξ.
71
Έχει διασωθεί πληθώρα μαρτυριών της εποχής για τη μορφή των επίσημων κατηγοριών από τη
ρωμαϊκή εξουσία προς τους Χριστιανούς, οι οποίοι τιμωρούνταν για την ομολογία του «Ονόμα-
τος» τους, πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 1-3, Ad Nationes 10.3, Ιουστίνος, Απολογία 1.4 και 2.2,
Αθηναγόρας, Πρεσβεία περί Χριστιανών 1-2, Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία 4.15.25, Μαρτύριο
Πολύκαρπου 12.1.
72
Με τον όρο «εκρωμαϊσμός», εννοείται η προσπάθεια της Ρώμης στην πληρέστερη διεύρυνση
της πολιτιστικής επικράτησής της – κυρίως στις επαρχίες της Δύσης - και αποτελούσε στρατηγικό
στόχο ήδη από την εποχή του Αυγούστου. Με άλλα λόγια, η προσπάθεια υιοθέτησης των κατακτη-
μένων λαών της ρωμαϊκής παιδείας, θρησκείας και των ηθών της. Για περισσότερες πληροφορίες
βλ. Garnsey, P. - Saller, R. (1995) Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οικονομία, κοινωνία και πολιτισμός, μτφ.
Αναστασιάδης Β., επιμ. Σουρής Γ., Ηράκλειο, σελ. 13-23, 229-235, 247-248, 258-273.

19
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

πολιτιστικών στοιχείων πάνω στους αυτόχθονους πληθυσμούς, δεν αναπτύχθηκε


ομοιόμορφα σ’ όλη την αυτοκρατορία, αλλά λειτούργησε πραγματικά μόνο στις
πόλεις του δυτικού τμήματος, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση συνδυαστικών πο-
λιτισμικών μοντέλων, καλούμενων αντίστοιχα ρωμαιο-αφρικανικός, ρωμαιο-βρε-
τανικός και άλλων ιδιαίτερων και πρωτότυπων πολιτισμών73.
Από το 2ο αιώνα και έπειτα, κάνει την εμφάνισή της η ολοένα και αυξανόμενη
τάση για ένωση του Χριστιανισμού με τη φιλοσοφία και είχε ως αποτέλεσμα τη
δημιουργία πολυάριθμων αιρέσεων που ονομάστηκαν Γνωστικιστικές (Γνωστικι-
σμός ή Γνώση), με μεγάλη επίδραση απ’ τον πλατωνισμό, τον νεοπυθαγορισμό,
τον περσικό δυϊσμό, τον ανατολικό μυστικισμό, την αστρολογία και την ιουδαϊκή
αποκαλυπτική γραμματεία. Κοινή πεποίθηση όλων αυτών των αιρέσεων ήταν ότι
στη σωτηρία του ανθρώπου θα οδηγούσε η «αληθινή γνώση»74.
Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες την περίοδο αυτή διαδέχονταν ο ένας τον άλλο και
παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις σε γενικές γραμμές ακολουθούσαν την ίδια
πολιτική γραμμή, την οποία καθόριζε η γενική πορεία της ιστορικής εξέλιξης της
ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που θεμελιώθηκε πάνω στα ελληνορωμαϊκά ιδεώδη και
στις αξίες του ρωμαϊκού λαού. Ταυτόχρονα, πρώτιστη επιδίωξη όλων των Ρωμαί-
ων αυτοκρατόρων ήταν η διατήρηση της ακμής της πρωτεύουσας και αιώνιας πό-
λης (Ρώμης) και η διατήρηση της μαχητικής ικανότητας του στρατού ως εγγυητού
της παγκόσμιας τάξης και ειρήνης (Pax Romana)75.
Τη στιγμή που εμφανίστηκε στο προσκήνιο των εξελίξεων ο Τερτυλλιανός,
την τελευταία δεκαετία του 2ου αιώνα, είναι η σκοτεινή εποχή που ο αυτοκράτο-
ρας Κόμμοδος (180-192) είχε πεθάνει, αφήνοντας τα ίχνη του εμφυλίου πολέμου
πίσω του και σε μια περίοδο που νέες διώξεις είχαν ξεσπάσει στην Αφρική. Οι
διώξεις της ρωμαϊκής κεντρικής διοίκησης εναντίον των Χριστιανών αποτυπώνε-
ται με άμεσο ή έμμεσο τρόπο τόσο στις ρωμαϊκές όσο και στις χριστιανικές πη-
γές της εποχής, καταδεικνύοντας εμφαντικά τα αίτια αυτής της εχθρότητας. Οι
πρώτοι Χριστιανοί ήταν κατηγορούμενοι για την άρνηση τους να λατρεύουν τους
ρωμαϊκούς θεούς, ότι δεν θυσιάζαν στους θεούς για λογαριασμό του αυτοκράτο-

73
Garnsey, P. - Saller, R. (1995) σελ. 263-270.
74
Οι Χριστιανοί Απολογητές και συγγραφείς καταπολέμησαν σκληρά το Γνωστικισμό. Σύμφωνα
με τον Κλήμη Αλεξανδρέα, η αληθινή γνώση στηρίζεται στον ίδιο τον Χριστό, όπου η γνώση του
θεού και η αληθινή θεολογία αποκαλύπτεται και «εκδιδάσκεται» από τον ενανθρωπήσαντα Υιό
και Λόγο του Θεού και κατά συμπέρασμα, ο Χριστός είναι το θεμέλιο της γνώσης, βλ. Σκουτέρης,
Κ. (1998) σελ. 275 κ.εξ., 525-531.
75
Συνήθως, η περίοδος από το 31 π.Χ. μέχρι το 193 μ.Χ. θεωρείται η «χρυσή εποχή» της ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας, όπου η παγκόσμια ειρήνη – συχνά με τη χρήση στρατιωτικής βίας – συνέβαλε
καθοριστικά στην εδραίωση της ρωμαϊκής εξουσίας, βλ. Petit, P. (1976²) Pax Romana, Barkeley, σελ.
13-16, 46-73.

20
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ρα και της αρμονικής σχέσης θεών και ανθρώπων (pax deorum)76 και ότι δεν ήταν
υπάκουοι στις ρωμαϊκές αρχές, με λίγα λόγια θεωρήθηκαν ταραχοποιά στοιχεία
που επιδίωκαν την πολιτική, κοινωνική και θρησκευτική αναταραχή77 και επιπρό-
σθετα διατάραζαν την καλή τύχη (fortuna) των Ρωμαίων, δηλαδή το ρωμαϊκό ius
divinum78. Κάτω από αυτό το πλαίσιο η ρωμαϊκή εξουσία όφειλε να λάβει αυστηρά
μέτρα καταπολέμησης οποιασδήποτε παρέκκλισης για τη διατήρηση της συνοχής
της αυτοκρατορίας. Άλλωστε ο πολυεθνικός χαρακτήρας του ρωμαϊκού κράτους
επέτασσε μια κοινή ιδεολογική και κατ’ επέκταση και θρησκευτική ομοιογένεια,
η οποία μόνο κάτω από την αυστηρή τήρηση των νόμων θα γινόταν εφικτή79. Από
επιβεβαιωμένες αρχαίες μαρτυρίες καταδεικνύεται η ασυλία που απολάμβαναν
οι περισσότερες Γνωστικές ομάδες, ακόμη και στις περιόδους άγριων διωγμών,
επειδή προσάρμοζαν τη στάση τους στις επιταγές του εκάστοτε ρωμαίου αυτοκρά-
τορα, αποδίδοντας έναν επιφανειακό σεβασμό στους επίσημους ειδωλολατρικούς
θεούς80.
Στα τέλη του 2ου και στις αρχές του 3ου αιώνα παγιοποιείται η τελική ανάπτυξη
της αυτοκρατορικής ιδεολογίας της ενότητας, βασισμένη επάνω σε ένα θρησκευ-
τικό συγκρητισμό και εκφράζεται στην εικονογραφία προσηλωμένη στο πρόσωπο
του αυτοκράτορα. Η Constitutio Antoniniana De Civitate, που καταρτίστηκε από τον
αυτοκράτορα Καρακάλλα το 212, έδωσε τη ρωμαϊκή ιθαγένεια σ’ όλους τους κα-
τοίκους της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας81. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι από
την εποχή ακόμη των Ιουλίων και Κλαυδίων, της σταδιακής χορήγησης του τίτλου
του Ρωμαίου πολίτη, στα μέλη της ανώτερης κοινωνικής τάξης, στα εδάφη που κυ-

76
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Croix, G.E.M. (2005) σελ. 81, 96, 129-130, 139.
77
Ο Croix, αναφέρεται επίσης στις ψευδείς κατηγορίες εναντίον των πρώτων Χριστιανών, συμπε-
ριλαμβανομένων του κανιβαλισμού και της αιμομιξίας. Ο συγγραφέας κατάφερε να αποδείξει ότι
οι εν λόγω κατηγορίες είχαν εσκεμμένα κατασκευαστεί απ’ τους εχθρούς του Χριστιανισμού, έτσι
ώστε να τους παρουσιάσει ως ανήθικους ανθρώπους για να προκαλέσουν την οργή της κοινής
γνώμης, βλ. Croix, G.Ε.Μ. (2006) “Why Were the Early Christians Persecuted?” in Christian Persecution,
Martyrdom, and Orthodoxy, (ed.), Michael Whitby and Joseph Streeter, New York, σελ. 112, 121, 124, 128-
129, 133-134.
78
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Croix, G.E.M. (2005) σελ. 39, 57, 81, 85, 96 – 97.
79
Την περίοδο της βασιλείας του Δέκιου (249-251) – η οποία αποτελεί τη δεύτερη περίοδο των διωγ-
μών - ενισχύθηκε η επίσημη ρωμαϊκή θρησκεία ως παράγοντας ενότητας του κράτους, λαμβάνο-
ντας αυστηρά νομοθετικά μέτρα υποχρεωτικής συμμετοχής των υπηκόων στις γενικές θυσίες του
αυτοκράτορα, βλ. Φειδάς, Β. (2002³) σελ. 124 κ.εξ.
80
Ο Βασιλείδης προέτρεπε τους οπαδούς του προσποιητά – κάτι που αρνούνταν πεισματικά οι Ορ-
θόδοξοι – «να απαρνούνται ανέμελα την πίστη τους», βλ. Croix, G.E.M. (2005) σελ. 94-96.
81
Παρόλη την κατ’ αρχήν θετική πολιτική κίνηση του Καρακάλλα, το μέτρο της απονομής του
τίτλου του Ρωμαίου πολίτη σ’ όλο το ρωμαϊκό αυτοκρατορικό πληθυσμό δεν βελτιώθηκε η νομική
θέση των πολιτών, αλλά αντίθετα έγινε εμφανής η παρακμή της κεντρικής διοίκησης με προεκτά-
σεις κοινωνικής, οικονομικής και πνευματικής κρίσης, βλ. Rostovtzeff, M. (1984) Ρωμαϊκή Ιστορία,
μτφρ. Κάλφογλου Β., Αθήνα, σελ. 313-314, Brent, A. (1995) Hippolytus and the Roman Church in the Third
Century: Communities in Tension Before the Emergence of a Monarch-Bishop, Leiden, 83-84.

21
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ριαρχούσε η Ρώμη82. Μια επιγραφή που διασώθηκε καθιστά σαφές ότι το πρωταρ-
χικό κίνητρο ήταν ο θρησκευτικός συγκρητισμός, και ότι ήταν μια επέκταση της
επιρροής της αυτοκρατορικής λατρείας83. Ο αυτοκράτορας και η σύζυγος του με-
τείχαν μυστηριακώς στη θρησκευτική λειτουργία της πραγματοποίησης της αυτο-
κρατορικής ενότητας, εκφράζοντας την κυρίαρχη ιδεολογία και παγιώνοντας την
ισχυρή τους θέληση, μέσω της επέκτασης της ιδιότητας του πολίτη σ’ όλους τους
κατοίκους.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του τέλους του 3ου αιώνα και για μια περίοδο ογδόντα
περίπου ετών, το όνομα του Τερτυλλιανού δεν αναφέρεται πουθενά. Στην ελλη-
νική Ανατολή πράγματι κανείς, εκτός από τον Ευσέβιο Καισαρείας84, δεν φαίνεται
να είχε ακούσει κάτι γι’ αυτόν. Ακόμη και στη λατινική Δύση, ο Λακτάντιος είναι
ο πρώτος Χριστιανός συγγραφέας που θα παραπέμψει σ’ αυτόν, αλλά το κάνει με
προφανή υποτίμηση και προκατάληψη85.
Ο Ιερώνυμος – μέσα στο γενικότερο κλίμα αμφισβήτησής του - δείχνει τον
απεριόριστο θαυμασμό του για τη μόρφωση, την ευφυΐα, την ορμή, την κομψό-
τητα και το «χείμαρρο της ευγλωττίας» του και όχι μόνο τον τοποθετεί ανάμεσα
στους τυπικά «επιφανείς άνδρες» της Εκκλησίας, αλλά αναφέρεται σ’ αυτόν με
σεβασμό. Ο Αμβρόσιος δεν τον γνώριζε καθόλου και ο Ιλάριος Πικτάβων μαζί με
τον Αυγουστίνο τον συμπεριέλαβαν στον κατάλογο των αιρετικών86, μια αρνητι-
κή εκτίμηση που ήταν σχεδόν αδύνατο να ανατραπεί μελλοντικά, λόγω της εκ-
κλησιαστικής βαρύτητας των προσωπικοτήτων που τον κατηγόρησαν87. Ωστόσο,
ορισμένοι συγγραφείς δεν ξέφυγαν από την επιρροή του, όπως για παράδειγμα ο
Κυπριανός Καρχηδόνας.
Ο Τερτυλλιανός κατέστησε το λατινικό Χριστιανισμό ηθικό, νομικό, πρακτικό.
Ο σπουδαίος πολιτισμολόγος Will Durant88, καταλήγει – ίσως υπερβολικά - στην

82
Rostovtzeff, M. (1984) Ρωμαϊκή Ιστορία, μτφρ. Κάλφογλου Β., Αθήνα, σελ. 287.
83
Jones, A.H.M. (1936) “Another Interpretation of the Constitutio Antoniana”, JRomS, 26, 2: 223-225.
84
Ο Ευσέβιος αν και χρησιμοποίησε την πραγματεία του Τερτυλλιανού Apologeticum αρκετές φο-
ρές, παρ’ όλα αυτά τον αναφέρει ονομαστικά μόνο μια φορά, πρβλ. Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστο-
ρία 2.2.4.
85
Η πρώτη εκτίμηση για τη ρητορική ικανότητα του Τερτυλλιανού, καταγράφηκε από το λαμπρό
εκπρόσωπο της βορειοαφρικανικής λατινικής γραμματείας και της καθολικής Εκκλησίας, του τέ-
λους του 3ου και των αρχών του 4ου αιώνα, το ρήτορα Λακτάντιο - τον αποκαλούμενο «Χριστιανό
Κικέρωνα» - ο οποίος λόγω της φήμης του, είχε συνδεθεί με τους αυτοκράτορες Διοκλητιανό και
Μέγα Κωνσταντίνο, βλ. Ιωαννίδης, Φ. (2010a) σελ. 82-83 και Dunn, G.D. (2004) σελ. 17.
86
Πρβλ. Βικέντιος Λειρίνου, Commonitorium 18.
87
Ο Ιππόλυτος, ο Νοβατιανός και ο Κυπριανός χρησιμοποιούσαν πολύ συχνά τον Τερτυλλιανό -
μερικές φορές μάλιστα κατά λέξη - αλλά χωρίς αναφορά στο όνομά του, βλ. Saebo, M. (1996) Hebrew
Bible Old Testament: The History and its Interpretation, I/1: Antiquity, Göttingen, σελ. 433.
88
Durant, W. (1958) Παγκόσμιος Ιστορία του Πολιτισμού, τόμ. Γ΄. Η Κλασσική μας Κληρονομιά (Ρώμη),
επιμ. Κόλιας Γ., μτφρ. Παπαρρόδου Ν.Κ., Αθήνα, σελ. 705.

22
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

κριτική του για το Χριστιανό Λατίνο συγγραφέα: «Είχε τη δύναμη και την ευγλωτ-
τία του Κικέρωνα, τη σατυρική οξύτητα του Ιουβενάλη, ενίοτε δε μπορούσε να
αντιπαραβληθεί προς τον Τάκιτο ως προς τη συγκέντρωση οξύτητας σε μια φρά-
ση…Με τον Μινούκιο Φίληκα και τον Τερτυλλιανό, η χριστιανική φιλολογία στη
Δύση έγινε λατινική και η λατινική φιλολογία έγινε χριστιανική». Σύμφωνα με
την παράδοση, απεβίωσε σε προχωρημένη ηλικία89, μεταξύ των ετών 220-240, δι-
ακατεχόμενος από τη θλίψη και την απογοήτευση για τις επιλογές της ζωής του90
αλλά και με πλήρη συνείδηση στον ασυμβίβαστο χαρακτήρα του91· παρ’ όλες όμως
τις ακρότητες της συμπεριφοράς του, παρέμεινε πιστός αθλητής της ορθόδοξης
πίστης. Η αγάπη του για την καθολική Εκκλησία – αν και με κάποιες υπερβολές
– ήταν η ασπίδα εναντίον οποιασδήποτε απειλής και δε δίστασε να εναντιωθεί
με σθένος στις κακοδοξίες των αιρετικών της εποχής του αλλά και στη ρωμαϊκή
εξουσία.

2. Το συγγραφικό έργο του Τερτυλλιανού

Ο Τερτυλλιανός υπήρξε – μέχρι τον ιερό Αυγουστίνο – ο πολυγραφότερος Χρι-


στιανός Λατίνος συγγραφέας, συνθέτοντας εξαιρετικά απολογητικά, αντιαιρετι-
κά, ηθικά και ασκητικά έργα.
Από τις αρχές του Μεσαίωνα μέχρι και σήμερα έχουν διασωθεί έξι92 χειρόγρα-
φες συλλογές (ΜSS) με τα συγγράμματα του Τερτυλλιανού93:

89
Πρβλ. Ιερώνυμος, De viris illustribus 53: …Ferturque vixisse usque ad decrepitam aetatem, et multa, quae
non exstant opuscula condidisse.
90
Ιωαννίδης, Φ. (2010a) σελ. 63 και von Campenhausen, S.L. (1969⁴) σελ. 144. Ο Σκουτέρης ισχυρίζεται
ότι παρέμεινε πιστός στη Μοντανιστική κίνηση μέχρι το 220 και πέθανε το 223, χωρίς να υφίστα-
νται ενδείξεις επιστροφής του στην καθολική Εκκλησία το χρονικό διάστημα αυτό, βλ. Σκουτέρης,
Κ. (1998) σελ. 399.
91
Παρόμοια συμπεριφορά έδειξαν και άλλοι Πατέρες της καθολικής Εκκλησίας στην Ανατολή,
όπως για παράδειγμα οι χαλκέντεροι Μέγας Βασίλειος και Γρηγόριος ο Θεολόγος, όπου μέσα από
το συνολικό βίο τους είναι εύκολο να παρατηρήσει κάποιος τον ασυμβίβαστο και άκαμπτο χαρα-
κτήρα τους – ιδιαίτερα σε ζητήματα πίστης – σε σημείο που οδηγούνταν πολλές φορές σε οξύτατες
αντιπαραθέσεις και ρήξεις, βλ. Stanislas, G. (1941) Sasimes: Une méprise de saint Basile, Paris, σελ. 100
σημ. 3.
92
Ο Waszink στηριζόμενος στον Kroymann, κατατάσει τα έργα του Τερτυλλιανού κυρίως σε τέσ-
σερις διαφορετικές χειρόγραφες συλλογές (Codex Agobardinus, Codex Trecensis, Codices Cluniacenses,
Codices Hirsaugienses) αλλά και στους μη διασωζόμενους μέχρι σήμερα χειρόγραφους Κώδικες των
ερευνητών Gagneius, Gelenius και Pamelius, βλ. Waszink, J.H. (2010²) σελ. 1. και Waszink, J.H. – Van
Winden, J.CM. (1987) Tertullian: De Idololatria. Critical Text, Translation and Commentary, Supplements
to Vigiliae Christiane 1, Leiden-New York, σελ. 1-2.
93
Για τις χειρόγραφες παραδόσεις αλλά και τις ποικίλες εκδοτικές δραστηριότητες των συγγραμ-
μάτων του Τερτυλλιανού από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα, με πρώτες του Beatus Rhenatus το 1521,
1528, 1536 [Basel (R)] βλ. Quasten, J. (1953) 251-255. Μια πλήρης λίστα των έργων του Τερτυλλιανού
παρατίθεται στο ίδιο βιβλίο και στις σελίδες 246-319, με εκτενή βιβλιογραφία και ανάλυση.

23
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

1. Το Corpus Trecence, το οποίο είναι μεν η μικρότερη αλλά αποτελεί την παλαι-
ότερη συλλογή, η αντιπροσωπευτική ονομασία του οποίου ονομάζεται Codex Tre-
censis Troyes 523 (T) και το οποίο ανακαλύφθηκε από τον Dom. A. Wilmart το 1916.
2. Το Corpus Μasburence , το οποίο έχει διασωθεί σε αντίγραφα γραμμένο σε
νεώτερη εποχή από το Corpus Trecence και ανήκει στην περίοδο προγενέστερα
του 494, τη χρονιά που εκδόθηκε το Decretum Gelasianum de libris recipiendis et non
recipiendis και σύμφωνα με την παράδοση αποδίδεται στον πάπα της Ρώμης Γελά-
σιο Α΄ (492-496).
3. Τρίτη συλλογή είναι το Corpus Agobardinum – γνωστή ως Corpus Agobardinus
– η οποία περιείχε 21 πραγματείες. Πρώτος ιδιοκτήτης του χειρόγραφου Κώδικα
[Codex Parisinus latinus 1622, saec. IX ή απλώς Codex Agobardinus (A)] θεωρείται ο επί-
σκοπος της Λυών Agobard (†840). Περιέχει πλέον 13 πραγματείες: α. De praescrip-
tione haereticorum β. Scorpiae γ. De testimonio animae δ. De corona militis ε. De Spectaculis
στ. Ad Uxorem ζ. De exhortatione castitatis, η. Ad Nationes και τα ημιτελή έργα: De Ido-
lolatria, De Anima, De Oratione, De cultu feminarum, De carne Christi (μέχρι το κεφ. 10).
4. To Corpus Cluniacense συντάχθηκε αργότερα απ’ τις τρεις προηγούμενες συλ-
λογές στην Ισπανία τον 6ο αιώνα και περιέχει μεγαλύτερη ποικιλία έργων – συνο-
λικά 27 πραγματείες – συμπεριλαμβανομένων των αντιαιρετικών συγγραμμάτων
του Τερτυλλιανού. To Corpus Cluniacense διασώθηκε σε διάφορους χειρόγραφους
Κώδικες και ουσιαστικά αποτελεί μέρος του χαμένου Codd. Cluniacenses. O περισ-
σότερο γνωστός και διάσημος είναι ο Codex Montepessulanus H 54, saec. XI (M), ο
οποίος βρέθηκε στη Δημοτική Βιβλιοθήκη του Montepellier.
5. Η πέμπτη συλλογή η οποία ανακαλύφθηκε πρόσφατα στη Βατικανή Βιβλι-
οθήκη, από το Σουηδό φιλόλογο Gösta Claesson και περιλαμβάνει αποσπάσματα
τεσσάρων συγγραμμάτων του Τερτυλλιανού μέσα στον Codex Ottobonianus latinus
25, saec. XIV. (12ος αιώνας)94. Τα συγγράμματα αυτά είναι: α. De patientia β. De paeni-
tentia γ. De Pudicitia δ. De Spectaculis.
6. Πρόσφατα ανακαλύφθηκε στην Ολλανδία, απ’ τους Α.P. von Schilfraarde
και G.I. Lieftinck, ένα απόσπασμα από χειρόγραφο Κώδικα του 9ου αιώνα το σύγ-
γραμμα De Spectaculis95, το οποίο αποτελεί και το αρχαιότερο αντίγραφο της συ-
γκεκριμένης πραγματείας. Μέσα στη συλλογή περιέχονταν και το σύγγραμμα
του Νοβατιανού, De Trinitate. Αποτελεί δε μέρος τριών χαμένων Κωδίκων: α. Codex
Coloniensis β. Codex Corbeiensis γ. Codex Ioannis Clementis Angli. Αυτούς τους χαμέ-
νους Κώδικες πρέπει να είχε υπόψη του ο Jacobus Pamelius για την έκδοση των

94
Borleffs, J.W.P. (1951) “Un nouveau manuscript de Tertullen’, VigChr 5: 65-79.
95
Lieftinck, G.I. (1951) “Un fragment de De Spectaculis de Tertullien provenant d’un manuscript neu-
viéme siècle”, VigChr 5, σελ. 193-203.

24
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

έργων του Τερτυλλιανού το 1579 (Antwerp)96.


Tα έργα του καλύπτουν το χρονικό διάστημα από το 197, μέχρι την περίοδο
κατά την οποία επίσκοπος Ρώμης ήταν ο Κάλλιστος Α΄ (218-222)97, αποτελούμενα
από 31 πραγματείες98, αριστοτεχνικά δομημένες, γεμάτα ένταση, πάθος και πρω-
τότυπα θεολογικά και λογοτεχνικά σχήματα99. Η ασφαλής χρονολόγηση πολλών
έργων του καθίσταται προβληματική και σημείο διαφωνιών μεταξύ των μελετη-
τών100. Συχνά, μέσα από τα έργα του, ανακαλεί στην μνήμη του τις αποκρουστικές
ειδωλολατρικές συνήθειες - στις οποίες είχε λάβει και εκείνος μέρος στα νεανικά
του χρόνια – όπως οι θεατρικές παραστάσεις και ο ιππόδρομος, τις οποίες αποκη-
ρύσσει με βδελυγμία ως επινοήσεις του διαβόλου και όχι ως κτιστά δημιουργήμα-
τα του σωτήρα Θεού101.
Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι ορισμένα έργα του εκδόθηκαν πρώτα στην
ελληνική γλώσσα, όπως για παράδειγμα τα: De Spectaculis, De Baptismo, De virgini-
bus velandis και το De exstasi, το οποίο δεν πρέπει να δημοσιεύθηκε καθόλου στα
λατινικά102. Τα πρώτα έργα του Τερτυλλιανού Ad Martyras, Ad Nationes και Apologe-
ticum, μπορούν με ευκολία να τοποθετηθούν χρονολογικά το 196-197, με βάση τις
ιστορικές ενδείξεις της μάχης που διεξήχθη στη Γαλατική πόλη του Λούγδουνου
(Lugdunum), γνωστή ως η μάχη της Λυών, όπου ο ρωμαίος αυτοκράτορας Λεύκιος
Σεπτίμιος Σεβήρος νίκησε τον σφετεριστή του θρόνου Κλαύδιο Αλμπίνο, εξασφα-
λίζοντας τον πλήρη έλεγχο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας103.

96
Dekkers, E. (1952) “Note sur les fragments récemment dé couvert de Tertulien’, Sacris Erudiri 4: 372-
383.
97
Greenslade, S. L. (1956) σελ. 21-22.
98
Αυτός είναι ο γενικά αποδεκτός αριθμός πραγματειών, οι οποίες θεωρούνται αυθεντικές απ’
τους σύγχρονους μελετητές, βλ. Dunn, G.D. (2004) σελ. 5 και Βray, G. L. (1979) σελ. 2.
99
Για το πρωτοπόρο θεολογικό πνεύμα του Τερτυλλιανού και τη συμβολή του στο Λατινικό Χρι-
στιανισμό ο Σκουτέρης επισημαίνει: «Η εσχατολογία του Τερτυλλιανού, όπως άλλωστε και η όλη
θεολογία και ανθρωπολογία του, παρουσιάζει τη χαρακτηριστική ιδιομορφία, η οποία σφραγίζει
το έργο του…Ο Τερτυλλιανός με την περί εσχάτων έκθεσή του απέδειξε ότι και στο σημείο αυτό
είναι ο θεμελιωτής της διδασκαλίας του λατινικού Χριστιανισμού…Με τα έργα του Τερτυλλιανού
άρχισε η ιστορία της λατινικής χριστιανικής γραμματείας…Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, ο Τερτυλ-
λιανός αποτελεί προσωπικότητα μεγάλων διαστάσεων, που καθώρισε και σφράγισε τη θεολογία
της Δύσεως.», βλ. Σκουτέρης, Κ. (1998) σελ. 434-438. Με άλλα λόγια, η λατινική γλώσσα στα χέρια
του Τερτυλλιανού βρήκε τον τέλειο εκφραστή της, βλ. Ιωαννίδης, Φ. (2004) σελ. 30.
100
Για τα προβλήματα της χρονολόγησης βλ. Barnes, T.D. (1985²) σελ. 30-56, 326-329. Στην πρώτη
έκδοση της μελέτης του το 1971, ο Barnes τοποθετεί χρονολογικά τα έργα του από το 196 μέχρι το
212. Στην επανέκδοση όμως του 1985, σημειώνει ότι αυτή η χρονολόγηση χρειάζεται αναθεώρηση.
Άλλοι μελετητές, όπως ο Fredouille, ακολουθούν τη χρονολόγηση που δίνει ο R. Braun και τοποθε-
τούν τη συγγραφή τους μεταξύ των ετών 197-217, βλ. Fredouille, J.C. (1972) σελ. 487-488.
101
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Spectaculis 15.8, …sed tamen in saecularibus separamur, quia saeculum dei est,
saecularia autem diaboli, πρβλ. επίσης Ad Nationes 1.10 και Apologeticum 15.
102
Σύμφωνα με τον Quasten είναι πολύ αμφίβολο ο Τερτυλλιανός να είναι ο συγγραφέας του έργου
Passio Sanctorum Felicitatis et Perpetuae, το οποίο είναι γραμμένο στην ελληνική γλώσσα και αποτελεί
ένα από τα αρχαιότερα σωζόμενα Χριστιανικά μαρτυρολόγια, βλ. Quasten, J. (1953) σελ. 245, 319.
103
Για την εμφύλια αιματηρή μάχη του Λουγδούνου βλ. Birley, A.R. (1999) Septimius Severus: The Af-
rican Emperor, London, σελ. 121-128.
25
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Η χρονολογική κατάταξη του συγγραφικού έργου του Τερτυλλιανού βρίσκε-


ται σε άμεση συνάρτηση με την αξιοπιστία των αρχαίων πηγών και τις κριτικές
εκδόσεις των σύγχρονων ερευνητών, οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη τους μια σειρά
από καθοριστικούς παράγοντες, όπως τα ιστορικά δεδομένα της εποχής, τη δογ-
ματική ανάπτυξη των θέσεών του, την υφολογική απόκλιση των κειμένων, την
πολεμική αυστηρότητα του περιεχομένου των έργων, την εχθρική στάση εναντίον
της καθολικής Εκκλησίας, της Μοντανιστικής στροφής του, αλλά και την αλληλο-
επίδραση των άλλων έργων του104. Στην απόπειρα να δοθεί κατά το δυνατό η ακρι-
βής χρονολογική105 σειρά των έργων του Τερτυλλιανού, η έρευνα περνάει υποχρε-
ωτικά μέσα από τις πιο πρόσφατες – κριτικές - μελέτες106 πάνω στο ζήτημα αυτό.
Η Πατρολογία του Quasten (τομ. 2ος. The Ante-Nicene Literature after Irenaeus, Ultrecht:
Spectrum Publishers,1953) παραμένει πάντα ένα κλασικό έργο, με πολύτιμες πλη-
ροφορίες για μια συνολική εκτίμηση του βίου, της θεολογίας και της συγγραφικής
δραστηριότητας του Τερτυλλιανού107.
Παρά τα προβλήματα στη χρονολόγηση των έργων του, φαίνεται ότι το μεγα-
λύτερο μέρος τους το σύνθεσε την περίοδο, κατά την οποία η ρωμαϊκή αυτοκρατο-
ρία βρισκόταν στα χέρια του ρωμαιοαφρικανού αυτοκράτορα, Λεύκιου Σεπτίμιου
Σεβήρου (193-211) και του γιου του Καρακάλλα (211-217)108. Η ακριβής χρονολογική

104
Rankin, D.I. (1995) σελ. xiv.
105
Προσέγγιση του αμφιλεγόμενου αυτού ζητήματος με τρόπο επιστημονικό και κάνοντας χρήση
κάθε είδους αποδεικτικών στοιχείων που είναι δυνατόν να βρεθούν για να τοποθετηθεί το σύνο-
λο των συγγραμμάτων του Τερτυλλιανού σε μια χρονολογική τάξη, παρουσιάζει στις αρχές του
20ου αιώνα ο Robert Roberts. Σ’ αυτό το έργο ο συγγραφέας επισημαίνει τη δυσκολία και την πο-
λυπλοκότητα του εγχειρήματος να ανευρεθούν τα έργα με σαφέστατη επιρροή και ποια όχι από
τον Μοντανισμό. Ο σχετικός πίνακας αρχίζει με το De Baptismo (195) και κλείνει με το De Pudicitia
(217-221), βλ. Roberts, E. R. (1924) The Theology of Tertullian, London, σελ. 79-120. Μια ακόμη χρονολο-
γική κατάταξη των έργων του Τερτυλλιανού παραθέτει και ο Gerald L. Bray, την οποία υιοθέτησε
από τη γνωστή σειρά Corpus Christianorum, Series Latina 1&2, Turnhout, 1954. Στην κατάταξη αυτή
παρουσίαζονται 35 έργα (μαζί με τα αμφισβητούμενα και τα αποσπασματικά σωζόμενα), με την
αγγλική μετάφρασή τους σε παρένθεση, βλ. Βray, G. L. (1979) σελ. 169-170.
106
Η μελέτη του David Wilhite περιγράφει με λεπτομέρειες το ανθρωπολογικό περιβάλλον μέσα
στο οποίο έζησε και έδρασε και φυσικά επηρέασε τον χαρακτήρα του, γεγονός το οποίο ανιχνεύ-
εται μέσα από τα ίδια τα έργα του, βλ. Wilhite, D.E. (2007) Tertullian the African: An Anthropological
Reading of Tertullian’s Context and Identities, Berlin. O Timothy Barnes καταγράφει μια ριζικά αντίθετη
χρονολογική άποψη, αλλά χωρίς αυτή του η τοποθέτηση να έχει γίνει αποδεκτή απ’ τους άλλους
μελετητές, βλ. Barnes, T.D. (1985²) σελ. 30-56. Βλ. επίσης Fredouille, J.C. (1972) σελ. 443-478, Rankin,
D.I. (1995) σελ. xiv-8, Osborn, E. (1997) σελ. 9-16, Dunn, G.D. (2004) σελ. 2-8, Waszink, J.H. – Van Win-
den, J.C.M.- Nat, van der P. G. (1987) σελ. 10-13.
107
Ο Quasten ακολουθεί σε γενικές γραμμές τον Krϋger, βλ. Krϋger, G. (1969²) History of Early Chris-
tian Literature in the First Three Centuries, (trans.), Gillett R.CR., New York, σελ. 256-279, ενώ ο Eric
Osborn o oποίος χωρίζει σε τρείς περιόδους τη συγγραφική δραστηριότητα του Τερτυλλιανού (κα-
θολική: 197-206, προ-Μοντανιστική: 207-212, Μοντανιστική: 213-222), αποδέχεται τα συμπεράματα
του Rene Braun, βλ. Osborn, E. (1997) σελ. 9 και Braun, R. (1977²) Deus Christianorum: Recherches sur le
vocabulaire doctrinal de Tertullien, Paris, σελ. 563-577.
108
Σύμφωνα με τον Gerald Βray, πιθανόν να έγραφε δυο βιβλία το χρόνο, γεγονός αξιοσημείωτο
για τα δεδομένα της εποχής, βλ. Βray, G. L. (1979) σελ. 3.
26
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

κατάταξη του συγγραφικού έργου του Τερτυλλιανού θεωρείται γενικά από τους
ερευνητές μια δύσκολη υπόθεση και ακόμη δυσκολότερος ο προσδιορισμός, πότε
γράφει ως Ορθόδοξος και πότε κάτω από τη Μοντανιστική επιρροή109. Βέβαια, πι-
στός στη βιβλική παράδοση μέχρι τέλους, δεν αφήνει κανένα υπονοούμενο αντι-
ορθόδοξης θεολογικής προσέγγισης μέσα στα έργα του και ότι η «Νέα Προφη-
τεία» αντικαθιστά την Αποστολική πίστη110.
Ο Timothy Barnes, ο οποίος σε γενικές γραμμές συμφωνεί με τον Fredouille
– εκτός της χρονολόγηση τεσσάρων πραγματειών111 - προχωράει σε μια διαίρεση
του συγγραφικού έργου του Τερτυλλιανού, με βάση τρεις ευδιάκριτες – για εκεί-
νον – περιόδους της χριστιανικής ζωής του: α. την καθολική περίοδο112 (197-206) β.
την περίοδο κάτω από την επίδραση του Μοντανισμού113 (207-212) και γ. την περί-
οδο της οριστικής ρήξης του με την καθολική Εκκλησία (213-225)114. H μελέτη του
Geoffrey Dunn κινείται – στο κεφάλαιο για την εργογραφία του βορειοαφρικανού
συγγραφέα – κυρίως σε συγκερασμό με τις απόψεις των τριών προαναφερόμενων
ερευνητών, ομολογώντας παράλληλα τη δυσκολία του εγχειρήματος, όσον αφορά
την πυκνότητα της σκέψης του και την ασάφεια σε πολλές περιπτώσεις του ύφους
του115.
Ένας άλλος τρόπος κατάταξης των έργων του Τερτυλλιανού αποτελεί το
ύφος των πραγματειών. Ο Quasten στην Πατρολογία του (τόμος 2ος) ομαδοποίησε
τα συγγράμματά του σε πέντε κατηγορίες: α. απολογητικά116 β. δογματικά-πολε-
μικά γ. πειθαρχικά-ηθικά-ασκητικά δ. απολεσθέντα έργα117 και ε. μη αυθεντικά118.

109
Pelikan, J. (1971) The Christian Tradition. A History of the Development of Doctrine: The Emergence of the
Catholic Tradition (100-600), vol. 1, Chicago-London, σελ. 122.
110
Evans, E. (1948) Quintus Septimii Florentis Tertulliani, Adversus Praxean Liber: Tertullian’s Treatise Against
Praxeas, London, σελ. 79 και Pelikan, J. (1971) σελ. 109, 118-119.
111
Πρόκειται για τα έργα: De Spectaculis, Scorpiace, De Pallio και το De carne Christi, βλ. Fredouille, J.-C.
(1972) σελ. 487-488 και Rankin, D.I. (1995) σελ. xv.
112
Ο Barnes τοποθετεί στην Προ-Μοντανιστική περίοδο πέντε πραγματείες, μεταξύ των ετών 198-
203: Ad Uxorem, De Baptismo, De Oratione, De Paenitentia και De Patientia, βλ. Barnes, T.D. (1985²) σελ. 55.
113
Ο Geoffrey Dunn υποστηρίζει ότι, ο Τερτυλλιανός θα μπορούσε να είχε συγγράψει την πραγμα-
τεία Ad Scapulam, που τοποθετείται στην Μοντανιστική περίοδο της χριστιανικής ζωής του, αλλά
παρ’ όλα αυτά να μην εμφανίζει σημάδια επηρεασμού απ’ τον Μοντανισμό, βλ. Dunn, G.D. (2004)
σελ. 5.
114
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Barnes, T.D. (1985²) σελ. 325 κ.εξ., Fredouille, J-C. (1972) σελ.
487 κ.εξ.
115
Dunn, G.D. (2004) 1-8.
116
Quasten, J. (1953) σελ. 268-269 και Dunn, G.D. (2004) σελ. 40-47.
117
Στα απωλεσθέντα συγγράμματα του Τερτυλλιανού και τα οποία πολύ πιθανόν να ήταν γραμ-
μένα στην ελληνική γλώσσα συγκαταλέγονται τα: De ecstasi (7 Βιβλία), De spe Fidelium (Codex
agobardinus), Adversus Apelleiacos, De sencu animae, De fato, Adamicum philosophum, De Aaron vestibus,
De carne et anima, De anima submissione, De superstitione (Codex Agobardinus), βλ. Quasten, J. (1953) σελ.
317-318.
118
Σύμφωνα με τον Quasten οι μη αυθεντικές πραγματείες που αποδίδονται στον Τερτυλλιανό
είναι: De execrandis gentium diis (Codex Vaticanus 3852 saec. X), Adversus omnes haereses, Carmen Adversus
Marcionitas (ποίημα σε 5 Βιβλία, βασισμένο στο Adversus Marcionem), Passio SS. Perpetuae et Felicitatis,

27
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Στον Τερτυλλιανό αποδίδονται επίσης και δυο ποιήματα, το De Sodoma και το De


Jona, τα οποία βασίζονται στα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, Γένεση και Ιωνάς και
διασώζονται σε διάφορους Κώδικες119.
Τέλος, μια ιδιαίτερη διαίρεση των έργων του είναι ο διαχωρισμός τους ανά-
λογα με το περιεχόμενο, σε πέντε μεγάλες κατηγορίες, από τις οποίες οι δύο
μπορεί να υποδιαιρεθούν περαιτέρω, ανάλογα με τα ειδικά ενδιαφέροντα του
Τερτυλλιανού120. Η πρώτη κατηγορία πραγματειών περιλαμβάνει τα έργα εκεί-
να τα οποία δείχνουν την απολογητική ικανότητα του Τερτυλλιανού στην υπε-
ράσπιση των Χριστιανών από τις συνεχείς κατηγορίες και διώξεις των Εθνι-
κών. Σ’ αυτή την κατηγορία υπάγονται το πολύ σπουδαίο έργο του, Apologeti-
cum και το στενά συνδεδεμένο μ’ αυτό, το πρωιμότερο Ad Nationes. Ακολουθούν
δύο μικρότερα έργα με παρόμοιο ύφος και αποτελεί η πρώτη (De testimonio animae)
μια σύντομη πραγματεία για τη μαρτυρία της ψυχής και η δεύτερη (Ad Scapulam)
μια δυναμική ρητορική πραγματεία προς το Ρωμαίο διώκτη των Χριστιανών Σκά-
πουλα, μέσα από την οποία του εξηγεί τη νομιμότητα των πιστών της νέας θρη-
σκείας και το ανώφελο των διώξεων εναντίον τους.
Η δεύτερη κατηγορία συγγραμμάτων περιλαμβάνει πραγματείες με κυριό-
τερο αντικείμενο, το ζήτημα της δίωξης και της χριστιανικής ομολογίας. Ο Τερ-
τυλλιανός σ’ αυτά τα έργα υπογραμμίζει τις αρετές του μαρτυρίου και προτρέπει
τους Χριστιανούς να πεθάνουν μ’ ένα θάνατο αντάξιο της πίστης τους (πρβλ. Ad
Martyras, De fuga in persecutione). Η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει έργα τα οποία
επικεντρώνονται σε διάφορες πτυχές της χριστιανικής ευσέβειας και καθημερινής
πρακτικής: De oratione , De Jeiunio, De Paenitentia, De Patientia, De Baptismo, και το χα-
μένο De extasi.
Στην τέταρτη κατηγορία συγγραμμάτων περιλαμβάνονται εκείνα τα έργα τα
οποία μπορούν να υποδιαιρεθούν σε δυο υποκατηγορίες, με την πρώτη να σχετί-
ζεται με την ευσέβεια των Χριστιανών σε σχέση με τον περιβάλλοντα ειδωλολα-
τρικό κόσμο. Μερικά από αυτά τα έργα ασχολούνται με γενικά θέματα, όπως τα
δημόσια θεάματα (De Spectaculis), την ειδωλολατρία (De Idololatria), του στεφανώ-
ματος των Χριστιανών στρατιωτών και γενικά την οφειλόμενη στάση των πιστών
απέναντι στον πόλεμο (De corona militis)121. Στη δεύτερη υποκατηγορία, ο Τερτυλ-

Carmen ad Flarium Felicem de resurrectione mortuorum et de iudicio Domini (ποίημα σε 400 εξάμετρους
στίχους, το οποίο αποδίδεται είτε στον Τερτυλλιανό, είτε στον Άγιο Κυπριανό, βλ. Quasten, J. (1953)
σελ. 318-319.
119
Krϋger, G. (1969²) σελ. 279.
120
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Βray, G. L. (1979) σελ. 3-9 και Krϋger, G. (1969²) σελ. 256-280.
121
Οι τρείς αυτές πραγματείες θεωρούνται μια ενιαία κατηγορία έργων, γιατί σχετίζονται με βάση
το περιεχόμενο τους και αλληλοσυμπληρώνουν εννοιολογικά η μια την άλλη ως ένα ξεχωριστό
σώμα συγγραμμάτων. Μέσα σ’ αυτά μπορεί να προστεθεί και το Ad Scapulam, αφού αποτελεί μια
απολογητική πραγματεία (επιστολή) υπεράσπισης της χριστιανικής νομιμότητας και ηθικής, από

28
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

λιανός ασχολείται με τη θέση της γυναίκας μέσα στην Εκκλησία. Ο Tερτυλλιανός


θεωρούσε πολύ σημαντικό το ζήτημα της γυναικείας εμφάνισης122 και προέτρεπε
τις γυναίκες να ζουν σεμνά, δίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στα είδη των ενδυμάτων
και του στολισμού, και απέκλειε το ενδεχόμενο δεύτερων γάμων στην επίγεια ζωή
(Αd Uxorem, De Pallio, De exhortatione castitatis, De virginibus velandis, De Monogamia, De
Pudicitia).
Στην πέμπτη κατηγορία περιλαμβάνονται οι δογματικές πραγματείες, οι
οποίες ως επί το πλείστον ασχολούνται με τη φύση του ανθρώπου και την εναν-
θρώπηση του Χριστού. Το πιο σημαντικό από αυτά, το πιο μεγάλο σε έκταση και
η πνευματικότερη πραγματεία απ’ όλα τα συγγράμματα του Τερτυλλιανού είναι
το De Anima123. Μέσα σ’ αυτή την πραγματεία, ο Τερτυλλιανός παρουσιάζει τη χρι-
στιανική κριτική των διαφόρων φιλοσοφικών ιδεών σχετικά με τη φύση της αν-
θρώπινης ψυχής. Ακολουθεί το De carne Christi και το De Resurrectione carnis (mortuo-
rum), το οποίο ασχολείται με την ένωση του πνεύματος και της ύλης που αποτελεί
την επιβεβαίωση της ενσάρκωσης (Ανάστασης της σάρκας).
Συνολικά τα συγγράμματα του Τερτυλλιανού, με τη σειρά που εμφανίζονται
στο Corpus Christianorum, Series Latina 1&2, Turnhout, 1954, σε μια περίπου χρονολο-
γική διάταξη, είναι τα παρακάτω124:

• Ad Μartyras (Προς τους Μάρτυρες) CCSL, 1 [E. Dekkers, 1954] σελ. 3-8.
• Ad Νationes I-II (Προς τους Εθνικούς) CCSL, 1 [J.G.PH. Borleffs, 1954] σελ. 11-75.
• Apologeticum (Απολογητικός) CCSL, 1 [E. Dekkers, 1954] σελ. 85-171.
• De testimonio animae (Περί μαρτυρίας της ψυχής) CCSL, 1 [R. Willems, 1954] σελ.
175-183.
• De praescriptione haereticorum (Περί ενστάσεως κατά των αιρετικών) CCSL, 1 [R.F.
Refoulé, 1954] σελ. 187-224.
• De Spectaculis (Περί θεαμάτων) CCSL, 1 [E. Dekkers, 1954] σελ. 227-253.
• De Oratione (Περί προσευχής) CCSL, 1 [G.F. Diercks, 1954] σελ. 257-274.
• De Baptismo (Περί του Βαπτίσματος) CCSL, 1 [J.G.PH. Borleffs, 1954] σελ. 277-295.

τις ειδωλολατρικές δοξασίες και διώξεις βλ. Greenslade, S. L. (1956) σελ. 81-82.
122
Ο τρόπος με τον οποίο οφείλουν να ντύνονται οι Χριστιανοί απασχόλησε από πολύ νωρίς την
Εκκλησία και αυτή η ανησυχία έχει τις ρίζες της στην Αγία Γραφή, όπου δίδονται πληροφορίες πώς
πρέπει να ντύνονται τα μέλη των χριστιανικών κοινοτήτων, πρβλ. Α΄ Κορ. 11.2-16, Α΄ Τιμ. 2.8-15 και
Α΄ Πε. 3.3-5.
123
Αυτό το σύγγραμμα αποτελεί τη συνέχεια της πρωιμότερης αλλά χαμένης πραγματείας, De
censu animae, βλ. Quasten, J. (1953) σελ. 287.
124
Dekkers, E.- Borleffs, J.G.Ph.- Willems, R.- Refoulé, R.F.- Diercks, G.F.- Kroymann, A. (eds.) (1954).
Tertulliani, pars I: Opera catholica – Adversus Marcionem, Turnhout: Brepols (CCSL 1), Gerlo, A. - Waszink,
J.H. – Borleffs, J.G.Ph. – Reifferscheid, A. - Wissowa, G. - Dekkers, E. - Thierry, J.J. - Evans, E. - Willems,
R. - Harnack, A. (eds.) (1954). Tertulliani, pars II: Opera montanistica, Turnhout: Brepols (CCSL 2). Βλ.
επίσης Βray, G. L. (1979) σελ. 169-170 και Ιωαννίδης, Φ. (2010) σελ. 63-65.

29
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

• De Patientia (Περί της υπομονής) CCSL, 1 [J.G.PH. Borleffs, 1954] σελ. 299-317.
• De Paenitentia (Περί μετανοίας) CCSL, 1 [J.G.PH. Borleffs, 1954] σελ. 321-340.
• De cultu feminarum Ι-ΙΙ (Περί του στολισμού των γυναικών Α΄-Β΄) CCSL, 1 [E. Kroy-
mann, 1954] σελ. 343-370.
• Ad uxorem (Προς τη σύζυγο) CCSL, 1 [E. Kroymann, 1954] σελ. 373-394.
• Adversus Hermogenem (Κατά του Ερμογένη) CCSL, 1 [E. Kroymann, 195] σελ. 397-
435.
• Adversus Marcionem Ι-V (Κατά του Μαρκίωνα) CCSL, 1 [E. Kroymann, 1954] σελ.
441-726.
• De Pallio (Περί του τρίβωνα) CCSL, 2 [A. Gerlo, 1954] σελ. 733-750.
• Adversus Valentinianos (Κατά των Βαλεντινιανών) CCSL, 2 [E. Kroymann, 1954] σελ.
753 - 778.
• De Anima (Περί Ψυχής) CCSL, 2 [J.H. Waszink, 1954] σελ. 781-869.
• De carne Christi (Περί της σάρκας του Χριστού) CCSL, 2 [E. Kroymann, 1954] σελ.
873-917.
• De Resurrectione mortuorum (Περί της Αναστάσεως των νεκρών) CCSL, 2 [J.G.PH.
Borleffs, 1954] σελ. 921-1012.
• De exhortatione castitatis (Περί προτροπής στην αγνεία) CCSL, 2 [E. Kroymann, 1954]
σελ. 1015-1035.
• De corona militis (Περί του στεφανώματος των στρατιωτών) CCSL, 2 [E. Kroymann,
1954] σελ. 1039-1065.
• Scorpiace (Σκορπιακόν) CCSL, 2 [A. Reifferscheid / G. Wissowa, 1954] σελ. 1069-1097.
• De idololatria (Περί ειδωλολατρίας) CCSL, 2 [A. Reifferscheid / G. Wissowa, 1954}
σελ. 1101-1124.
• Ad Scapulam (Προς τον Σκάπουλα) CCSL, 2 [E. Dekkers, 1954] σελ. 1127-1132.
• De fuga in persecutione (Περί της φυγής κατά τη διάρκεια των διωγμών) CCSL, 2 [J.J.
Thierry, 1954] σελ. 1135-1155.
• Adversus Praxeam (Κατά του Πραξέα) CCSL, 2 [E. Kroymann / E. Evans, 1954] σελ.
1159-1205.
• De virginibus velandis (Περί του καλύμματος των παρθένων) CCSL, 2 [E. Dekkers,
1954] σελ. 1209-1226.
• De monogamia (Περί της μονογαμίας) CCSL, 2 [E. Dekkers, 1954] σελ. 1229-1253.
• De Jeiunio adversus psychicos (Περί νηστείας) CCSL, 2 [A. Reifferscheid / G. Wissowa,
1954] σελ. 1257-1277.
• De pudicitia (Περί της αγνείας) CCSL, 2 [E. Dekkers, 1954] σελ. 1281-1330.

Αποσπάσματα μέσα σε έργα άλλων συγγραφέων:


• De fato (Περί της τύχης) (fragmentum apud Fulgentium Mythographum servatum)
CCSL, 2 [A. Harnack, 1954] σελ. 1333.

30
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

• Adversus Apelleiacos (fragmentum apud Augustinum servatum) CCSL, 2 (A. Harnack,


1954) σελ. 1333.
• De exstasi (fragmentum apud ‘Praedestinatum’ servatum) CCSL, 2 [A. Harnack,
1954] σελ. 1334.
• De censu animae contra Hermogenem (fragmenta apud ‘Praedestinatum’ servata) CCSL,
2 [A. Harnack, 1954] σελ. 1335-1336.
• Adversus Iudaeos (Κατά των Ιουδαίων) CCSL, 2 [E. Kroymann, 1954] σελ. 1339-1396.

Αμφιβαλλόμενα έργα [3ος – 5ος αιώνας]:


• Adversus omnes haereses CCSL, 2 [E. Kroymann, 1954] σελ. 1401-1410.
• Carmen adversus Marcionem CCSL, 2 [R. Willems, 1954] σελ. 1421-1454.

Αμφιβαλλόμενα έργα [6ος αιώνας]:


• De execrandis gentium diis CCSL, 2 [R. Willems, 1954] σελ. 1413-1415.

3. Χριστιανισμός και ειδωλολατρία στη Βόρεια Αφρική κατά τη διάρκεια


των τριών πρώτων αιώνων

Όταν αναφερόμαστε στους εκπροσώπους της λατινικής βορειοαφρικανικής


χριστιανικής γραμματείας, εννοούμε τη χριστιανική πατερική και συγγραφική ερ-
γογραφία μεγάλων προσωπικοτήτων, που γεννήθηκαν και έδρασαν στη μεγάλη
περιοχή στα βορειοδυτικά παράλια της αφρικανικής ηπείρου, βόρεια της Σαχάρας
- εκτός από την Αίγυπτο και την Αιθιοπία – που περιλαμβάνει την Καρχηδόνα
(σημ. Τυνησία), τη Νουμιδία (σημ. Αλγερία) και τη Μαυριτανία (σημ. Μαρόκο)125.
Σε αυτή την τεράστια γεωγραφικά έκταση, ο Χριστιανισμός αναπτύχθηκε και
πρόσφερε γενναιόδωρα σπουδαίες εκκλησιαστικές μορφές στην καλλιέργεια του
λατινικού θεολογικού στοχασμού. Οι ρίζες της σύγχρονης δυτικής Εκκλησιολογί-
ας και μυστηριακής θεολογίας, καθώς και οι παραδόσεις της βιβλικής ερμηνείας,
έλκουν τις ρίζες τους σε αυτήν την περιοχή.
Η εκκλησιαστική γραμματεία στη Βόρεια Αφρική, κατά τους τρεις πρώτους
μεταχριστιανικούς αιώνες, προέρχεται από τον Μινούκιο Φήλικα, τον Τερτυλ-
λιανό και τον Κυπριανό Καρχηδόνας. Επιπρόσθετα, η χριστιανική γραμματεία
εμπλουτίστηκε και από κείμενα που εντάσσονται στο γραμματειακό είδος των
Μαρτυρίων126. Το αρχαιότερο γραπτό κείμενο της δυτικής Εκκλησίας στη λατινική

125
Ιωαννίδης, Φ. (2010a) σελ. 33-34.

31
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

γλώσσα, γράφτηκε στο Σκίλλιο της Καρχηδόνας το 180 και αποκλήθηκε Πράξεις
των Μαρτύρων του Σκιλλίου (acta Martyrum Scillitanorum). Είναι πολύ πιθανόν οι
πρώτες εκδώσεις, από ορισμένες πραγματείες του Τερτυλλιανού, να γράφτηκαν
στην ελληνική γλώσσα127, γεγονός που προσδίδει ισχυρές ενδείξεις ότι η πρώτη
γλώσσα των Βορειοαφρικανών Χριστιανών συγγραφέων να ήταν η ελληνική, εν-
δεχομένως από τη συμβολή της ελληνομαθούς ιουδαϊκής διασποράς. Άλλωστε, η
διάδοση του Χριστιανισμού στις βορειοδυτικές περιοχές της Αφρικής εντοπίζεται
στις επαφές των ιουδαιοχριστιανικών κοινοτήτων με τις κοινότητες της Ρώμης,
ήδη από τον 1ο αιώνα μ.Χ128.
Πριν την εισαγωγή του Χριστιανισμού στην περιοχή, πολλοί και διαφορετι-
κοί λαοί συνέβαλαν στη διαμόρφωση του βορειοαφρικανικού πολιτισμού και κατ’
επέκταση και της θρησκείας του. Οι προ-Καρχηδόνιοι παράκτιοι λαοί, που ονο-
μάζονταν από τους Έλληνες συνολικά Λίβυες, άφησαν ίχνη σε επιγραφές που
χρονολογούνται μέχρι τη 2η χιλιετία π.Χ.
Οι Φοίνικες, που είχαν επεκταθεί στα παράλια της δυτικής Μεσογείου, ως οι
κύριοι ανταγωνιστές των Ελλήνων σε όλη τη διάρκεια της αρχαϊκής εποχής, ίδρυ-
σαν ήδη από το 1100 περίπου εμπορικά κέντρα (εμπορικά πρακτορεία) κατά μήκος
των ακτών της Αφρικής, της Ισπανίας, της Σικελίας και της Μάλτας, ασκώντας
εμπόριο ειδών πολυτελείας129. Μέσα σ’ αυτά τα εμπορικά κέντρα συγκαταλέγεται
και η φημισμένη Καρχηδόνα, που ιδρύθηκε το 814 π.Χ. και έφτασε στην ακμή της
κατά τον 6ο αιώνα π.Χ., αποτελώντας επιπλέον από τα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ.
τη γενέτειρα του λατινόφωνου Χριστιανισμού. Στα πλαίσια της διοίκησης και του
εκρωμαϊσμού της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας κατά την Ύστερη αρχαιότητα, επιλέ-
χθηκε η Καρχηδόνα ως περιφερειακό-επαρχιακό κέντρο της ευρύτερης περιοχής
της Βόρειας Αφρικής, για φορολογικούς σκοπούς και για λόγους τάξης και ασφά-
λειας130. Άλλωστε, όπως οι σχέσεις της μητρόπολης με όλες τις κατακτημένες
επαρχίες της – κυρίως στο δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας - διέπονταν από το
ρωμαϊκό δίκαιο και μια στερεότυπη μορφή πολιτεύματος από αποικίες και ισοπο-
λίτιδες πόλεις (coloniae, municipia), με σκοπό τη σταθερότητα της ρωμαϊκής κυριαρ-
χίας131, έτσι και στη δυτική Μεσόγειο, ο πολιτικός έλεγχος ήταν ο πρωταρχικός πα-

126
Για το γραμματειακό είδος των αρχαίων Μαρτυρίων στη βόρεια Αφρική βλ. Ιωαννίδης, Σ. Φ.
(2010a) σελ. 49-58. Βλ. επίσης Croix, G.E.M. (2006) σελ. 153 κ.εξ., 328 κ.εξ.
127
Labriolle, P. C. de.(1924) History and literature of Christianity fromTertullian to Boethius, (trans.), Wilson
H., London, σελ. 41.
128
Ιωαννίδης, Φ (2010a) σελ. 33-34.
129
Wilcken, U. (1976) σελ. 102 κ.εξ.
130
Garnsey, P.– Saller, R. ( 1995) σελ. 25 κ.εξ.
131
Garnsey, P. - Saller, R. (1995) σελ. 34-36.

32
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ράγοντας, χωρίς απαραίτητη πολιτιστική αλλαγή μεταξύ των τοπικών πόλεων132.


Λίγες πληροφορίες διασώζονται για τις προ-Καρχηδονιακές θρησκευτικές
παραδόσεις. Η αρχαιολογική σκαπάνη ανέδειξε ογκώδεις τάφους με λίγα κτερί-
σματα δίπλα στους νεκρούς. Οι μελετητές αποδίδουν σε αυτές τις παραδόσεις, τις
θρησκευτικές συνήθειες στους Λίβυες, όπως για παράδειγμα η λατρεία των μετε-
ωριτών και η πρακτική της απόθεσης υφασμάτινων αποκομμάτων σε ιερές τοπο-
θεσίες133. Οι Φοίνικες έφεραν μαζί τους την πολιτισμική κληρονομιά της Τύρου και
με ιδιαίτερη λατρευτική αφοσίωση στο θεό Μέλκαρτ, τον αντίστοιχο ημίθεο Ηρα-
κλή των Ελλήνων, τον οποίο θεωρούσαν πολιούχο της Τύρου και προστάτη των
φοινικικών αποικιών τους στη Μεσόγειο. Από την πολιτισμική επαφή Λιβύων και
Καρχηδονίων γεννήθηκε μια σειρά θεοτήτων με κοινά θεοφορικά ονόματα που
επιβίωσαν μέχρι τη χριστιανική εποχή με εκλατινισμένες μορφές134. Μια τοπική
ειδωλολατρική λατρεία στον Κρόνο συναντάται πριν τη διάδοση του Χριστιανι-
σμού στη Βόρεια Αφρική, προφανώς κατάλοιπο επηρεασμού από τις επαφές των
γηγενών κατοίκων με τον καρχηδονικής προέλευσης θεό Βάαλ, με τον οποίον και
ταυτιζόταν. Σύμφωνα με τον Μινούκιο Φήλικα135, οι γονείς συνήθιζαν να θυσιά-
ζουν τα παιδιά τους στον αιμοδιψή Κρόνο, για να τους παρέχει πλούτο και ευτυ-
χία.
Είναι γεγονός, ότι είναι αδύνατο να δοθεί μια πλήρης εικόνα της ειδωλολατρί-
ας κατά την περίοδο της Ύστερης Αρχαιότητας, γιατί δεν αποτέλεσε ποτέ σύστη-
μα με ειρμό, αλλά παρέμεινε σε όλη την πορεία της, ένα αλλόκοτο αμάλγαμα από
δοξασίες και λατρείες που προέρχονταν από διαφορετικές χώρες και αντιπροσώ-
πευαν κάθε πολιτιστικό στάδιο, από τον πανθεϊσμό ως την ζωολατρία. Ο Ύστερος
ειδωλολατρικός κόσμος, συνδέονταν μεταξύ του από μία ασαφή και ισχυρή ροπή
προς τον συγκρητισμό, χάρη στον οποίο οι θεοί από διάφορες χώρες ταυτίζονταν
μεταξύ τους και οι μύθοι τους συνυφαίνονταν μέσα στο γενικό πλαίσιο της ελλη-
νικής και της ανατολικής μυθολογίας.
Οι παλαιότερες λατρευτικές συνήθειες των ειδωλολατρών επέζησαν κατά τη
διάρκεια των τριών πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων και είχαν εκτός από καρ-
χηδονιακή, κυρίως αιγυπτιακή και μικρασιατική προέλευση, όπως ο Σάραπις, η
Ίσις, ο Καρποκράτης, η λατρεία της Μεγάλης Μητέρας, ο Πέρσης Μίθρας και μια
σειρά άλλων μικρότερης σημασίας θεοτήτων, ενώ η επίσημη ρωμαϊκή θρησκεία

132
Garnsey, P. (1978) “Rome’s African empire under the Principate”, In Imperialism in the ancient world,
(ed.), Garnsey P. and Whittaker C.R., Cambridge, σελ. 252-254.
133
Picard, G.-C. (1954) Les religions de l’Afrique antique, Paris, σελ. 5.
134
Picard, G.-C. (1954) σελ. 26-27, 56-61.
135
Πρβλ. Μινούκιος Φήλικας, Octavius 30.3: Saturnus filios suos non exposuit sed voravit: merito ei in non-
nulis Africae partibus a parentibus infants immolabantur, blanditiis et osculo comprimente vagitum, ne flebilis
hostia immolaretur.

33
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

(ρωμαϊκό πάνθεο) – οι επικεφαλής θεοί του οποίου είχαν ταυτισθεί με τους Ολύ-
μπιους θεούς των Ελλήνων και είχε καθολικό χαρακτήρα - περιλάμβανε τη λα-
τρεία του αυτοκράτορα και την τριάδα: Jupiter-Juno-Minerva136, συνθέτοντας ένα
κράμα ελληνικών αλλά και αιγυπτιακών θρησκευτικών στοιχείων137. Η πιο παλιά
και η περισσότερο αγαπημένη – η άλλη ήταν η Minerva (Αθηνά) - θεότητα του
ρωμαϊκού πάνθεου, με σαφέστατες ελληνικές επιρροές, ήταν ο Ηρακλής (Hercu-
les), προστάτης του εμπορίου και των οικονομικών συναλλαγών. Η αναφορά του
μύθου του Ηρακλή στη χριστιανική γραμματεία, μεταξύ του 2ου και του 4ου αιώνα,
υπήρξε αντικείμενο σφοδρής κριτικής138.
Μερικές παγανιστικές παραδόσεις εξελίχθηκαν με την πάροδο των χρόνων
σε χριστιανικές139. Η παγανιστική πρακτική των συμποσίων στις γιορτές αλλά και
στις επικήδειες τελετές, συνεχίσθηκε και στη χριστιανική παράδοση για να δια-
τηρηθεί η μνήμη του θανάτου (βλ. μνημόσυνα). Η τήρηση του εθίμου, απαιτούσε
ανάμιξη άρτου με νερό και κρασί, που αρχικά καταναλώνονταν από τους επισκέ-
πτες και στη συνέχεια αποδίδονταν στο θανόντα. Ο Τερτυλλιανός θεωρούσε τις
ταφικές αυτές δεξιώσεις μια ειδωλολατρική δαιμονική ιεροτελεστία της ενότητας
των ζωντανών με τους νεκρούς140. Σύμφωνα με τον ιερό Αυγουστίνο141, τo έθιμο
αυτό ήταν ευρέως διαδεδομένο στη Βόρεια Αφρική ακόμη και κατά τη διάρκεια
του 4ου αιώνα και είχε την άποψη ότι πρέπει οπωσδήποτε να απαγορευτεί142. Τα
ειδωλολατρικά πρότυπα στη χριστιανική τέχνη, είχαν εισέλθει από πολύ νωρίς
στην καλλιτεχνική ζωή ως μίμηση των ρωμαϊκών και των ελληνικών κλασικών

136
Για τις θρησκευτικές εξελίξεις στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων
μεταχριστιανικών αιώνων βλ. Rostovtzeff, M. (1984) σελ. 291 κ.εξ.
137
Μια συνολική παρουσίαση πλαισιωμένη με σύγχρονο υλικό, για τις σχέσεις παγανιστών και
Χριστιανών αλλά και των άλλων θρησκευτικών ομάδων στην Ύστερη Αρχαιότητα, αποτελεί η
μελέτη του A. D. Lee, Παγανιστές και Χριστιανοί στην Ύστερη Αρχαιότητα. Ένα Ανθολόγιο Πηγών,
μτφρ. Τσαλιγοπούλου Χ., επιμ. Ξυράφης Α., Αθήνα.
138
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 14, Ad Nationes 1.10, 2.2, 2.10, 2.14, De Spectaculis 11, De Idololatria
20, Ad Marcionem 4, De Pallio 4, De Corona militis 7, 12. Για την πολεμική των άλλων Χριστιανών Πα-
τέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων της περιόδου βλ. Bouchard, I. (2008) Hercule à la defénse du
Christianisme. L’ Utilisation du mythe d’ Hercule dans les ouvrages Chértiens entre le II et IV siècle, Québéc.
139
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Barnes, T. D. (1991) “Pagan perceptions of Christianity”, in Early
Christianity: origins and evolution to ad 600: in honour of W. H. C. Frend, I. Hazlett (ed.), SPCK: London:
231–243.
140
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Spectaculis 13.2-5: non quod idolum sit aliquid, ut apostolus ait, sed quoniam quae
faciunt daemoniis faciunt consistentibus scilicet in consecrationibus idolorum, sive mortuorum sive, ut putant,
deorum. propterea igitur, quoniam utraque species idolorum condicionis unius est, dum mortui et dei unum
sunt, utraque idololatria abstinemus. nec minus templa quam monumenta despuimus, neutram aram novimus,
neutram effigiem adoramus, non sacrificamus, non parentamus. sed neque de sacrificio et parentato edimus, quia
non possumus cenam dei edere et cenam daemoniorum. si ergo gulam et ventrem ab inquinamentis liberamus,
quanto magis augustiora nostra, et aures et oculos, ab idolothytis et necrothytis voluptatibus abstinemus, quae
non intestinis transiguntur, sed in ipso spiritu et anima digeruntur, quorum munditia magis ad deum pertinet
quam intestinorum.
141
Πρβλ. Αυγουστίνος, Confessiones 6.2.
142
Πρβλ. Αυγουστίνος, Epistulae 16.57-58 και 22.3.

34
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

προτύπων, καταδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο την αλληλοεπίδραση – με συμ-


βολική έννοια - του Χριστιανισμού με τον ειδωλολατρικό κόσμο. Σύμφωνα με τον
Ειρηναίο Λουγδούνου, τον Ιππόλυτο Ρώμης και τον Επιφάνιο Σαλαμίνας, μεταξύ
των Εθνικών και των αιρετικών, υπήρχε μια τάση καλλωπισμού των σπιτιών τους
με εικόνες και αγάλματα του Χριστού, αποδίδοντάς Του την ίδια τιμή με τους άλ-
λους φιλοσόφους της ελληνικής αρχαιότητας143.
Πότε ιδρύθηκε ο Χριστιανισμός στη βόρεια Αφρική και πότε εξαπλώθηκε με
ακρίβεια η πρώτη Εκκλησία παραμένουν δυο ερωτήματα με αβέβαιη απάντηση,
λόγω των περιορισμένων πληροφοριών. Όσον αφορά για το πότε διαδόθηκε το
Ευαγγέλιο, ορισμένοι ερευνητές συμφωνούν ότι έφθασε είτε από τη Ρώμη είτε
από την Αίγυπτο και στη συνέχεια εξαπλώθηκε γρήγορα τον 2ο αιώνα στην ευρύ-
τερη περιοχή144.
Η πιθανότητα της άφιξης του Ευαγγελίου τον 1ο αιώνα, στηρίζεται στους
ισχυρισμούς πολλών εκκλησιαστικών ιστορικών, οι οποίοι βασίζουν την άποψή
τους στην μαρτυρία της Αγίας Γραφής και συγκεκριμένα στις Πράξεις των Απο-
στόλων145. Ο Τερτυλλιανός μαρτυρεί τη μεταστροφή των αυτοχθόνων αφρικανι-
κών φυλών – όπως για παράδειγμα οι Μαυριτανοί - σε μέρη όπου η Pax Romana
των Ρωμαίων δεν είχε επιβληθεί ακόμη και ότι η εξάπλωση του Χριστιανισμού
στην περιοχή ήταν αποτέλεσμα της επαφής των γηγενών πληθυσμών με μεμο-
νωμένους πλανόδιους Χριστιανούς146. Ο John C. Thiessen αναφέρει ως την πρώτη
άφιξη Χριστιανών, τους πρόσφυγες από την Ιερουσαλήμ που κατέφυγαν στο Μα-
ρόκο για να αποφύγουν τους διωγμούς του Τίτου το 70 μ.Χ147.
Μια άλλη θεωρία, υποστηρίζει ότι η πρώτη Εκκλησία ιδρύθηκε τον 2ο αιώνα
από το «αίμα των πρώτων μαρτύρων». Ο Harry R. Boer148, υποστηρίζει ότι ο Χρι-
στιανισμός μάλλον ήταν εγκατεστημένος στην Καρχηδόνα από τις αρχές του 2ου
αιώνα κάτω από την επιρροή της Εκκλησίας της Ρώμης. Από την άλλη πλευρά,
με βάση τα ιστορικά στοιχεία, όπως η Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσέβιου Καισα-
ρείας ή η Απολογία (Apologeticum) του Τερτυλλιανού και διάφορες αρχαιολογικές
αποδείξεις, οι περισσότεροι εκκλησιαστικοί ιστορικοί επιμένουν ότι η Εκκλησία

143
Βλαχογιάννη-Δαγκλή, Α. (1975) “Ειδωλολατρικά πρότυπα εις την χριστιανικήν τέχνην”, Θεο-
λογία 46: 115-147, Αθήνα και Σαββάτος, Χ. (2005) «Από τη λατρεία των ειδώλων στη λατρεία της
Εκκλησίας. Η συμβολή της πατερικής θεολογίας», στο Χριστιανική Λατρεία και Ειδωλολατρία.
Πρακτικά ΣΤ΄ Πανελληνίου Λειτουργικού Συμποσίου Στελεχών Ιερών Μητροπόλεων, Αθήνα, σελ.
143-170.
144
Latourette, K.S. (1971) A History of the Expansion of Christianity, vol. II, New York, σελ. 97 κ.εξ.
145
Πρβλ. Πράξ 2.9-11, 8.26-40, 11.20, 13.1-2, 21.8. Βλ. επίσης Foster, J. (1991) Church History 1: The First
Advance (AD 29-500), London, σελ. 37-41.
146
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Adversus Judaeos 7.
147
Τhiessen, J. C. (1961) A Survey of World Mission, Chicago, σελ. 182.
148
Boer, H. R. (1978) A Short History of the Early Church, Michigan, σελ. 25.

35
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ιδρύθηκε στο τέλος του 2ου αιώνα149. Ισχυρή παρουσία Χριστιανών παρατηρείται
στη Βόρεια Αφρική στα τέλη του 2ου αιώνα, όπως μαρτυρεί ο Τερτυλλιανός στο
έργο του Apologeticum150, ο αριθμός των οποίων στην Καρχηδόνα για παράδειγμα,
μπορεί να υπολογιστεί σε περίπου 10% του συνολικού πληθυσμού151.
Είναι γεγονός ότι αυτήν την περίοδο ένας μεγάλος αριθμός Χριστιανών βρέ-
θηκε σε μια μικρή πόλη που ονομαζόταν Σκίλλιο (Scilli/Scillium) στη Νουμιδία και
στη ρωμαϊκή ανθυπατική Καρχηδόνα152,το σημαντικότερο ιεραποστολικό κέντρο
όλων των αφρικανικών επαρχιών153. Ο Ευσέβιος Καισαρείας εντοπίζει στο μαρ-
τύριο των δώδεκα Χριστιανών του Σκιλλίου τους πρώτους μάρτυρες της βόρειας
Αφρικής, οι οποίοι κατηγορούνται ότι κουβαλούσαν μαζί τους «βιβλία και επιστο-
λές του Απόστολου Παύλου»154 και εκτελέστηκαν για χάρη του Ευαγγελίου155 και
έτσι μπορεί να υποστηριχθεί ότι η πρώτη Εκκλησία ιδρύθηκε από το αίμα των
Χριστιανών μαρτύρων του Σκιλλίου και όχι στην Καρχηδόνα
Μέσα στα πρώτα γραπτά χριστιανικά κείμενα, απεικονίζονται οι πεποιθήσεις
των πιστών, οι δομές της κοινωνίας και οι πρακτικές του βίου τους. Η αδιάλλακτη
στάση του αφρικανικού Χριστιανισμού απέναντι στον εθνικό κόσμο, αρχίζει από
πολύ νωρίς με το μαρτύριο και τις απολογίες των Χριστιανών λογίων, οι οποίοι
από ειδωλολάτρες μεταστράφηκαν σε διαπρύσιους κήρυκες του Λόγου του Θεού.
Οι Χριστιανοί στη Βόρεια Αφρική διώχθηκαν σκληρά και με περιόδους, από το
180 μέχρι το 313, αλλά πρέπει να τονισθεί ότι δεν υπήρξε η ίδια ένταση και το ίδιο
διωκτικό μένος από τη ρωμαϊκή διοίκηση σε όλη την αυτοκρατορία. Για παράδειγ-
μα, την περίοδο της ηγεμονίας του Σεπτίμιου Σεβήρου (193-211) ο Χριστιανισμός
γίνεται παράνομη θρησκεία, ενώ το 249 ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Τραϊνός Δέκιος
(249-251) – ο οποίος θεωρείται από τους σκληρότερους διώκτες των Χριστιανών156
- εξέδωσε διάταγμα για την υποχρεωτική θυσία των ειδώλων157. Αυτή την περί-
οδο έχουν διασωθεί οι γραπτές μαρτυρίες του Τερτυλλιανού και του Κυπριανού
Καρχηδόνας, οι οποίες αποτελούν πολύτιμες πληροφορίες για το σθένος και το

149
Wand, J.W.C. (1953) A History of the Early Church, London, σελ. 55-56, Chadwick, H. (1967) The Early
Church: the story of emergent Christianity from the Apostolic age to the dividing of the ways between the Greek
East and the Latin West, London, σελ. 91.
150
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 37.
151
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Ad Scapulam 5. Bλ. Addis, W. E. (1893) Christianity and the Roman Empire, Lon-
don, σελ. 45-46.
152
Chadwick, H. (1967) σελ. 91.
153
Ιωαννίδης, Φ. (2010b) Πτυχές της Ορθόδοξης Δυτικής Εμπειρίας: Θεολογία – Γραμματεία – Πνευ-
ματικότητα, Θεσ/νίκη, σελ. 31.
154
Isichei, E. (1995) A History of Christianity in Africa, London, σελ. 34.
155
Lietzmann, H. (1967) A History of the Early Church, London σελ. 218.
156
Mackay, C.S. (2008²) σελ. 386 κ.εξ.
157
Brent, A. (2010) Cyprian and Roman Carthage, Cambridge σελ. 37.

36
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ηθικό ανάστημα των Χριστιανών να αρνηθούν τα ειδωλολατρικά σύμβολα και


τις θυσίες που τα συνοδεύουν. Πρόκειται κυρίως για τις θαυμάσιες πραγματείες
παρόμοιου απολογητικού χαρακτήρα του Τερτυλλιανού, Ad Nationes, Apologeticum,
De Spectaculis, De Idololatria, De corona militis και η επιστολή προς τον έπαρχο της βό-
ρειας Αφρικής Σκάπουλα, o οποίος το 212 περίπου άρχισε τοπικό διωγμό κατά των
Χριστιανών (πρβλ. Ad Scapulam). Από το συγγραφικό έργο του Κυπριανού Καρχη-
δόνας ξεχωρίζουν οι πραγματείες Quod idola dii non sint, De lapsis, De habitu virginum,
Ad Demetrianum158.
Υπάρχουν πολλοί αρχαιολογικοί χώροι στη βόρεια Αφρική, αλλά κανένας
δεν αποτελεί άμεση μαρτυρία για τα πρώτα χρόνια εμφάνισης του Χριστιανισμού.
Ακόμη και η Καρχηδόνα δεν διαθέτει πριν τον 4ο αιώνα επαρκείς αποδείξεις. Το
κύριο εμπόδιο για τις έρευνες για την πρώιμη αυτή περίοδο είναι το γεγονός ότι
οι Εκκλησίες επανειλημμένα ξαναχτίστηκαν, ειδικά κατά τη διάρκεια της μετα-
βανδαλικής περιόδου.
Κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων, η Εκκλησία
της Βόρειας Αφρικής, η οποία δοκιμάστηκε από τους σκληρούς διωγμούς της ρω-
μαϊκής εξουσίας159 και πολεμήθηκε σφοδρά160, συνδέθηκε στενά με τέσσερα σημα-
ντικά και κοσμοϊστορικά γεγονότα: τη γέννηση της λατινικής χριστιανικής γραμ-
ματείας, την εξάπλωση του Χριστιανισμού, τους δύο μεγάλους διωγμούς εναντίον
των Χριστιανών (Δέκιου, Διοκλητιανού) και τα διάφορα Εκκλησιολογικά σχίσμα-
τα.

158
Για το συγγραφικό έργο του Κυπριανού Καρχηδόνας βλ. PL 4 και τις κριτικές εκδόσεις Sancti
Cypriani Episcopi Opera 3,3 A,B,C, στη σειρά Corpus Christianorum Series Latina (Turnholt: Brepols).
159
Ιωαννίδης, Φ. (2010a) σελ. 35.
160
Frend, W.H.C. (1984) The Rise of Christianity, Philadelphia, σελ. 127.

37
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΙΙ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Γραμματολογική ανάλυση και σχολιασμός του De Idololatria

1. Χειρόγραφη παράδοση του De Idololatria

Το μόνο γνωστό χειρόγραφο που περιέχει την πραγματεία De Idololatria, είναι


των αρχών του 9ου αιώνα, ο ονομαζόμενος Codex Agobardinus (Codex Parisinus latinus
1622 της Γαλλικής Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, saec. IX, fol. 105v - fol.118v),
αν και παραλείπεται το κείμενο λίγο πριν από το τέλος του 18ου κεφαλαίου 161. Ο
Codex Agobardinus είναι μια χειρόγραφη περγαμηνή που πήρε το όνομά του από
τον πρώτο ιδιοκτήτη του, τον Agobard (779-840), ο οποίος έδρασε την περίοδο της
Καρολίγγειας Αναγέννησης και αναρριχήθηκε μάλιστα και στον επισκοπικό θρό-
νο της Λυών το 816162. Tο σύγγραμμα δεν περιλαμβάνεται στην πρώτη συλλογή
των έργων του Τερτυλλιανού, που εκδόθηκε από τον Beatus Rhenanus στη Βασι-
λεία το 1521, αλλά εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε έντυπη μορφή, στην εκδοτική
συλλογή του Gagnaeus το 1545 στο Παρίσι, η οποία ήταν κάτω απ’ την επιμέλεια
του Mesnart, και επιπρόσθετα στην έκδοση του Gelenius στη Βασιλεία το 1550. Ο
Mesnart και ο Gelenius κατείχε ο καθένας και ένα άλλο χειρόγραφο εκτός από
τον Κώδικα Agobardinus, αλλά δεν έχει διασωθεί. Το λατινικό κείμενο από το 19ο
κεφάλαιο και μετά, εξαρτάται απ’ την προσέγγιση αυτών των δύο κλασικών με-
λετητών.

2. Ο σκοπός του έργου και το συγγραφικό ύφος

Η πρώτη εντύπωση που δίνει εξωτερικά ο τίτλος της πραγματείας, οδηγεί στην
υπόθεση ότι πρόκειται για έργο προορισμένο να περιγράψει τη λατρεία των ειδώ-
λων και των παγανιστικών θεοτήτων. Όμως ο σκοπός του Τερτυλλιανού ήταν η
επισήμανση των κινδύνων της ειδωλολατρίας, με δεδομένο ότι οι Χριστιανοί ήταν
υποχρεωμένοι να ζουν μεταξύ των Εθνικών. Η πραγματεία δίνει απαντήσεις σε
μια σειρά από γενικές αλλά και ειδικές απορίες που μπορεί να έχει κάποιος πιστός
από αυτή την αναπόφευκτη κοινωνική επαφή με τις λατρευτικές συνήθειες των
ειδωλολατρών, που ο Λατίνος συγγραφέας ρητά και κατηγορηματικά τις θεωρεί
παντελώς ξένες προς τη χριστιανική πίστη.

161
Ο κώδικας περιείχε 21 πραγματείες, αλλά το τελευταίο μέρος του, με εννέα από αυτές, δεν δια-
σώθηκε. Λεπτομέρειες για τον κώδικα, βλ. Klussmann, M. (1887) Curarum Tertullianearum particulae
tres, Gotha.
162
Debroise, E. (1924) “Agobard”, DACL I, 1: 971-979.

38
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Από την αρχή κιόλας του έργου, ο Τερτυλλιανός ορίζει την ειδωλολατρία ως
την κορυφαία αμαρτία, η οποία μάλιστα περιλαμβάνει όλες τις άλλες αμαρτίες.
Σύμφωνα με το Λατίνο συγγραφέα, η ειδωλολατρία περιέχεται σε μια ευρύτερη
ποικιλία αμαρτιών και πως δεν περιορίζεται μόνο στην άμεση άσκηση τελετουρ-
γικών ειδωλολατρικών καθηκόντων, αλλά προεκτείνεται σε ένα μεγάλο αριθμό
μορφών στην κοινωνική του ζωή, που όταν ο Χριστιανός έρθει σε επαφή μαζί τους,
κινδυνεύει να διαπράξει το αμάρτημα της ειδωλολατρίας163. Έτσι, η πραγματεία
De Idololatria αποτελεί προειδοποίηση, προτροπή και νουθεσία στην ενάρετη άσκη-
ση της χριστιανικής ζωής, μέσα στα - πολύ συχνά - κεκαλυμμένα ειδωλολατρικά
στοιχεία που κρύβει ο ειδωλολατρικός κόσμος.
Η απολογητική πραγματεία του Τερτυλλιανού De Idololatria, απευθύνεται τόσο
προς τους απλούς Χριστιανούς, οι οποίοι δεν κατανοούν τους παγανιστικούς κιν-
δύνους, όσο και προς τους υποψιασμένους που εθελοτυφλούν164. Σκοπός του είναι
να πείσει και τις δυο κατηγορίες πιστών για την αλήθεια της ριζοσπαστικής του
άποψης. Η οξύτητα του νου και η διορατικότητά του τον ανάγκασε να συγγράψει
αυτό το έργο, επειδή αντιλαμβανόταν ότι οι κίνδυνοι από την ειδωλολατρία ελ-
λόχευαν σε κάθε στιγμή της κοινωνικής ζωής των Χριστιανών. Μέσα από το έργο
διακρίνονται δυο κύριες κατηγορίες κινδύνων: α. οι κίνδυνοι που προέρχονται από
την άσκηση του βιοποριστικού επαγγέλματος του πιστού, όπως τα επαγγέλματα
του γλύπτη, του αστρολόγου, του δασκάλου και του έμπορου και β. οι κίνδυνοι
από την κοινωνική συναναστροφή των Χριστιανών με τους Εθνικούς. Με βάση αυ-
τές τις κατηγορίες διατυπώνει ερωτήματα και δίνει απαντήσεις σε μια σειρά από
ζητήματα που αφορούν τη στάση των Χριστιανών: Επιτρέπεται στους πιστούς να
κατασκευάζουν λατρευτικά είδωλα; Επιτρέπεται στους Χριστιανούς να ασκούν το
επάγγελμα του δασκάλου; Επιτρέπεται η συμμετοχή τους στις ειδωλολατρικές δη-
μόσιες και ιδιωτικές γιορτές και ποια η οφειλόμενη στάση τους; Επιτρέπεται για
ένα Χριστιανό να ασκεί δημόσια αξιώματα και να υπηρετεί στο στρατό;
Παρόλο που ο Τερτυλλιανός έχει επίγνωση της δυσκολίας της διαβίωσης για
ένα Χριστιανό μέσα στον ειδωλολατρικό κόσμο, διατυπώνει με ρητορική δεινότη-
τα τα επιχειρήματά του και φυσικά απαντάει και στις ενδεχόμενες αντιρρήσεις
που μπορεί να έχει κάποιος κακοπροαίρετος. Με μια πιο προσεκτική ματιά, διαπι-
στώνεται ο απολογητικός χαρακτήρας της πραγματείας σε διαλογική μορφή, με
αποδέκτες τους ίδιους τους Χριστιανούς. Υπάρχει ακόμη μια γενική διαπίστωση
μέσα στο έργο και αφορά την αντίθεσή του απέναντι στη Ρώμη, που αντιπρο-

163
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 2.
164
Waszink, J.H. – Van Winden, J.C.M. (1987) σελ. 9.

39
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

σωπεύει τον ειδωλολατρικό κόσμο165 και παραπέμπει χαρακτηριστικά στην άλλη


ριζοσπαστική του εναντίωση, σε φιλοσοφικό επίπεδο, για τη σχέση Αθήνας και
Ιερουσαλήμ.
Ο Τερτυλλιανός θέτει με σαφήνεια τις υποχρεώσεις κάθε Χριστιανού απένα-
ντι στο Nόμο του Θεού και κατ’ επέκταση και σε κάθε άνθρωπο που επιθυμεί
να εισέλθει στη χριστιανική ζωή166. Επιχειρεί, με σθένος και επιχειρηματολογία
βασισμένη στην Αγία Γραφή και στην ιερή παράδοση, να αποτρέψει την ολοένα
και αυξανόμενη χριστιανική κοινότητα της εποχής του από όλους τους κινδύνους
που είναι αποτρεπτικοί για τη σωτηρία της, αφού οι ειδωλολάτρες απορρίφτηκαν
από τον ίδιο το Θεό και καταδικάστηκαν να μείνουν έξω από την Κιβωτό167. Οι J.H.
Waszink και J.C.M. Van Winden168 ισχυρίζονται ότι, οι ριζοσπαστικές απόψεις του
Τερτυλλιανού δεν έχουν Μοντανιστική επιρροή, αφού πουθενά μέσα στο έργο δεν
εκφράζει αρνητική θέση εναντίον της Εκκλησίας. Ο κύριος στόχος του Τερτυλλι-
ανού είναι, η με κάθε τρόπο αποφυγή της ειδωλολατρίας – με τη γενική έννοια
αλλά και με τις διάφορες μορφές της – και η προτροπή προς τους Χριστιανούς, να
είναι έτοιμοι να δώσουν έμπρακτα την ξεκάθαρη μαρτυρία της πίστης τους.
Το ύφος, η συγκρότηση και η μέθοδος της επιχειρηματολογίας του Τερτυλλι-
ανού, αποδεικνύουν την ευρύτητα της παιδείας του και την έξοχη ρητορική του
κατάρτιση. Στο De Idololatria, όπως και σε όλα τα απολογητικά του συγγράμματα,
ο Λατίνος συγγραφέας ακολουθεί την κλασική τριμερή διαίρεση του λόγου (εισα-
γωγή – κυρίως θέμα – επίλογος) υποδιαιρούμενα σε επιμέρους τμήματα ως εξής:
α. exordium (προΐμιο) β. narratio (αφήγηση) γ. partitio (διαίρεση) δ. confirmatio (διαβε-
βαίωση) ε. reprehensio (αναίρεση) στ. conclusio (επίλογος-συμπεράσματα)169.

165
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Αpologeticum 35.9-10: Unde Cassii et Nigri et Albini? Unde qui inter duas laurus
obsident Caesarem? Unde qui faucibus eius exprimendis palaestricam exercent? Unde qui armati palatium ir-
rumpunt, omnibus tot Sigeriis atque Partheniis audaciores? De Romanis, nisi fallor, id est de non Christianis.
Atque adeo omnes illi sub ipsa usque impietatis eruptione et sacra faciebant pro salute imperatoris et genium eius
deierabant, alii foris, alii intus, et utique publicorum hostium nomen Christianis dabant.
166
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 24.3.
167
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 24.4.
168
Waszink, J.H. – Van Winden, J.C.M. (1987) σελ. 10.
169
Δρίτσας, Δ. (1957) «Το συγγραφικόν ύφος του Τερτυλλιανού», Θεολογία 46: 854.

40
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

3. Χρονολογία του έργου

Ο Van der Nat170, στην εισαγωγή της μελέτης του, ισχυρίζεται ότι αν και η
συγγραφική παραγωγή του Τερτυλλιανού είναι πλούσια, ωστόσο η χρονολόγηση
πολλών έργων του παραμένει ακόμη και σήμερα αβέβαιη. Ο Nat θεωρεί την πραγ-
ματεία De Idololatria μια από τις σημαντικότερες και πιο αμφιλεγόμενες χρονολο-
γικά πραγματείες του Λατίνου συγγραφέα, χωρίς να αμφισβητηθεί αυτή η άποψη
του από άλλους σύγχρονους μελετητές. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι αυτή η πραγ-
ματεία του Τερτυλλιανού, θα μπορούσε να είχε γραφτεί σε οποιαδήποτε περίοδο
της συγγραφικής του δραστηριότητας. Κάποιοι ερευνητές την τοποθετούν το 197171
και λίγο πριν το Apologeticum, ενώ άλλοι ότι αποτελεί μέρος της συγγραφικής πε-
ριόδου κάτω από την επίδραση του Μοντανισμού172 ή την περίοδο που ετοιμαζόταν
για την πλήρη υιοθέτηση της κίνησης της «Νέας Προφητείας». Άλλοι πάλι, τοπο-
θετούν τη συγγραφή του έργου κάπου στο μεσοδιάστημα της συγγραφικής του
δραστηριότητας173.
Οι ερευνητές που ισχυρίζονται ότι το De Idololatria είναι καρπός μεταγενέστε-
ρης συγγραφής και σύμφωνη με το πνεύμα της «Νέας Προφητείας», στηρίζονται
στην αυστηρή του στάση στο ζήτημα της στρατιωτικής θητείας, μια θέση πραγ-
ματικά πολύ πιο “ριζοσπαστική” και από την κατεξοχήν ειδική πραγματεία του
De corona militis, η οποία πιθανόν γράφτηκε το 211. Είναι αλήθεια ότι στο 19ο κε-
φάλαιο του De Idololatria 174 ο Τερτυλλιανός αναφέρεται στην απόρριψη του επαγ-
γέλματος του στρατιωτικού, γιατί αντιβαίνει την εντολή του Θεού, όπως άλλωστε
περιγράφει στο De Spectaculis175 και στο De corona militis176, αλλά είναι πολύ παρα-
κινδυνευμένο να καταταγεί στα Μοντανιστικά του συγγράμματα177. Άλλωστε ο
εκρηκτικός χαρακτήρας του Τερτυλλιανού δεν τον εμπόδιζε να αλλάζει απόψεις
για την εκπλήρωση των επιδιωκόμενων στόχων του, ακόμη και κατά την Μοντα-
νιστική συγγραφική του περίοδο. Επιπρόσθετα, οι λόγοι συγγραφείς του De Idolo-

170
Nat, P.G. van der – Huizen, van P.H. (1960)Quinti Septimi Florentis Tertulliani de Idololatria: Edited with
introduction, translation and commentary, Leiden.
171
Roberts, E. R. (1924) σελ. 83-84.
172
Γύρω στο 205 μεταστράφηκε στον Μοντανισμό, βλ. Ιωαννίδης, Φ. (2010) σελ. 63. Ο Waszink τοπο-
θετεί τον επηρεασμό του από τον Μοντανισμό από το 208 και μετέπειτα, ενώ την πλήρη μεταστρο-
φή μετά το 211, βλ. Waszink, J.H. – Van Winden, J.CM. (1987) σελ. 10.
173
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Braun, R. (1974) “Chronologia Tertullianea: le De carne Christi
et le ‘De dololatria”’, AFL Nice 21: 271-281.
174
Πρβλ. Tερτυλλιανός, De Idololatria 19.1-2.
175
Πρβλ. Tερτυλλιανός, De Spectaculis 19.
176
Πρβλ. Tερτυλλιανός, De corona militis 11.
177
Braun, R. (1974) “Chronologia Tertullianea: le De carne Christi et le ‘De dololatria”’, AFL Nice 21:
279.

41
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

latria και του De corona militis είναι διαφορετικοί, αφού το πρώτο περιγράφει τους
κανόνες της πίστης και απευθύνεται κυρίως σ’ αυτούς που θέλουν να εισέλθουν
στη χριστιανική ζωή (προσήλυτοι), ενώ το δεύτερο προορίζεται σ’ αυτούς που είναι
ήδη Χριστιανοί και αρνούνται να αποδεχτούν τις συνέπειες της πίστης τους.
Η συζήτηση γύρω από το ζήτημα της χρονολόγησης της πραγματείας De Idolo-
latria είναι μεγάλη και απασχόλησε σπουδαίους σύγχρονους ερευνητές. Ο Van der
Nat ισχυρίζεται ότι η πραγματεία De Idololatria δεν είναι Μοντανιστικό έργο και
πρέπει να έχει γραφτεί πολύ πρώιμα και πιθανόν λίγο πριν το Apologeticum (197).
Τους ισχυρισμούς του Van der Nat επιβεβαίωσαν ο Timothy Barnes178, ο R. Braun, o
Th. Klauser και φαίνεται να συμφωνεί και ο J.H. Waszink179. Νωρίτερα βέβαια, την
ίδια άποψη εξέφρασε και ο E. R. Roberts180 αλλά και ο C. Becker181. Ο Waszink182 κα-
ταλήγοντας, ισχυρίζεται ότι το μόνο σίγουρο είναι ότι η πραγματεία De Idololatria
γράφτηκε μετά το De Spectaculis183 (μεταξύ του 198 και του 208) και ότι όλες οι άλλες
εκδοχές παραμένουν αβέβαιες.

4. Ανάλυση και σχολιασμός του έργου

Η πραγματεία του Τερτυλλιανού De Idololatria, ακολουθεί την κλασική τριμε-


ρή διαίρεση του ρητορικού λόγου: α. εισαγωγή (exordium) β. κυρίως θέμα (narratio)
και γ. επίλογος-συμπεράσματα (conclusio). Ο λόγος του Τερτυλλιανού είναι ηχη-
ρός, ρωμαλέος και επιμελέστατα επεξεργασμένος. Οι παρατηρήσεις του λεπτομε-
ρείς, η περιγραφή των επιχειρημάτων με ακρίβεια διατυπωμένες και η πλαστική
αρμονία της γλώσσας του, καταδεικνύει την αρτιότητα ενός κλασικού ρητορικού
κειμένου.
Στην εισαγωγή του έργου (κεφ. 1-2) ο Τερτυλλιανός αναφέρεται τόσο στη στε-
νή έννοια της ειδωλολατρίας, που τη θεωρεί κυρίαρχη αμαρτία184, όσο και τις ευρύ-
τερες μορφές της, οι οποίες συχνά βρίσκονται καλυμμένες και δύσκολα κατανοη-
τές. Το βασικό θέμα της πραγματείας είναι αυτές οι κρυμμένες μορφές της ειδω-

178
Στη 2η έκδοση (1985) της μελέτης του ο Barnes [Barnes, T.D. (1985²) Tertullian: A Historical and Liter-
ary Study, Oxford] μετέστρεψε την άποψή του και τοποθέτησε τη συγγραφή του έργου – μαζί με το
De Spectaculis – πριν το Apologeticum και άρα είναι έργο προ-Μοντανιστικής επιρροής.
179
Ο Waszink θεωρεί πιθανότερη χρονολογία μεταξύ 198-208, βλ. Waszink, J.H. – Van Winden, J.CM.
(1987) σελ. 10-13.
180
Roberts, E. R. (1924) σελ. 83-84.
181
Becker, C. (1954) Tertullians Apologeticum: Werden Leistung, Mόnchen σελ. 350-354.
182
Waszink, J.H. – Van Winden, J.CM. (1987) σελ. 13. Ο Timothy Barnes έχει κατατάξει τα έργα του
Τερτυλλιανού με βάση τα ιστορικά γεγονότα, το δόγμα και το ύφος του, μεταξύ του 196 και του 211,
βλ. Barnes, T.D. (²1985) σελ. 55.
183
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 13.1: Sed de sacrificiis et sacerdotiis quid loquar ? De spectaculis autem
et uoluptatibus eiusmodi suum iam uolumen impleuimus…
184
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.

42
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

λολατρίας185. Σύμφωνα με τον Λατίνο συγγραφέα, η ειδωλολατρία στην ευρύτερη


έννοιά της, είναι η κορυφή και η περίληψη όλων των άλλων αμαρτιών. Σε αυτό το
εισαγωγικό μέρος ο συγγραφέας περιορίζεται στην κύρια έννοια της ειδωλολατρί-
ας προσφέροντας πληθώρα επιχειρημάτων, επειδή θεωρεί ότι έχει πολλές μορφές
και τεράστια κυριαρχία κρυμμένων διακλαδώσεων.
Στο κυρίως θέμα του έργου (κεφ. 3-23) περιγράφονται οι διάφορες μορφές της
ειδωλολατρίας, όπως τα βιοποριστικά επαγγέλματα του τεχνίτη ειδώλων, του
αστρολόγου, του δασκάλου και του έμπορου. Επιπρόσθετα, δίνονται συμβουλές
για τη συμμετοχή των Χριστιανών στη δημόσια και ιδιωτική ζωή, την ανάληψη δη-
μόσιων αξιωμάτων και την έννοια της ειδωλολατρίας στην πράξη και στα λόγια,
πάντοτε με γνώμονα τα διδάγματα της Αγίας Γραφής. Ο Τερτυλλιανός τελειώνει
την πραγματεία του με τον επίλογο (κεφ. 24), ως προτροπή για αποφυγή πάση
θυσία της ειδωλολατρίας, επειδή σύμφωνα με το πρότυπο της Κιβωτού: «οι ειδω-
λολάτρες δεν έχουν θέση στην Εκκλησία, γιατί παρέβηκαν τον Νόμο του Θεού»186.
Πιο αναλυτικά:

Κεφάλαιο Ι: Ειδωλολατρία: Η κορυφή και η σύνοψη όλων των αμαρτιών.

«Η ειδωλολατρία είναι η κορυφαία αμαρτία, η οποία από μόνη της περιλαμβά-


νει και όλες τις άλλες αμαρτίες . Κάθε αμαρτία διατηρεί τα κύρια χαρακτηριστικά
της και με αυτά θα κριθεί από το Θεό, παρόλα αυτά η ειδωλολατρία κατέχει την
κυρίαρχη θέση. Ο ειδωλολάτρης είναι εγκληματίας, αφού από τις ειδωλολατρικές
του πράξεις σκοτώνει το ίδιο του τον εαυτό187. Ο ειδωλολάτρης διαπράττει επιπλέ-
ον, τα αμαρτήματα της μοιχείας και της πορνείας, γιατί αφ’ ενός υπηρετεί ψεύτι-
κους θεούς και αφ’ ετέρου ενοχοποιείται για τη συνεργασία του με τα ακάθαρτα
πνεύματα188. Ο ειδωλολάτρης είναι ένοχος απάτης, επειδή περιφρονεί και αρνείται
να αποδώσει στο Θεό τις τιμές που Του ανήκουν. Εφ’ όσον η μοιχεία, η πορνεία και
η απάτη οδηγούν στο βέβαιο θάνατο, γι’ αυτό το λόγο κρίνεται συνολικά ένοχος
για διάπραξη φόνου189.
Επιπρόσθετα, όλα τα άλλα εγκλήματα, το καθένα με τα δικά του χαρακτηρι-
στικά, συμμετέχουν στην ειδωλολατρία, όπως για παράδειγμα οι λαγνείες του κό-

185
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 2.
186
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 24.4: Certe idololatres in arcae typo non habetur. Nullum animal in
idololatren figuratum est. Quod in arca non fuit, in ecclesia non sit.
187
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.1
188
Πρβλ. Εξ 20.17, Πρμ 5.3-14, Μτ 21.31-32, Α΄Θεσ 4.3, Εβρ 11.31, Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.2.
189
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.3.

43
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

σμου, η ασέλγεια, η μέθη, η αδικία, η ματαιοδοξία και η ψευδολογία190. Έτσι, είναι


ξεκάθαρο ότι όλες οι αμαρτίες βρίσκονται στην ειδωλολατρία και η ειδωλολατρία
μέσα σε όλες τις αμαρτίες.
Υπάρχει, επιπλέον, ένας δεύτερος λόγος γιατί κάθε αμαρτία είναι μέσα στην
ειδωλολατρία: όλες οι αμαρτίες κατευθύνονται εναντίον του Θεού. Τώρα, οτιδή-
ποτε κατευθύνεται εναντίον του Θεού, αποδίδεται στους δαίμονες και τα ακά-
θαρτα πνεύματα, στα οποία τα είδωλα είναι υποκείμενα. Γι’ αυτό το λόγο, κάθε
αμαρτωλός υπηρετεί τους κατόχους των ειδώλων και κατά συνέπεια διαπράττει
ειδωλολατρία191».

Σχόλια: Με τα παραπάνω τα επιχειρήματα, που βασίζονται στην Αγία Γρα-


φή, ο Τερτυλλιανός αποδεικνύει ότι όλες οι αμαρτίες βρίσκονται μέσα στην ειδω-
λολατρία και η ειδωλολατρία βρίσκεται μέσα σε όλες τις άλλες αμαρτίες και πως
όλες οι αμαρτίες τελικά, στρέφονται εναντίον του Θεού. Σύμφωνα με το Λατίνο
συγγραφέα, οτιδήποτε στρέφεται εναντίον του Θεού, υπηρετεί τα είδωλα, που και
αυτά με τη σειρά τους είναι υπηρέτες των δαιμόνων192 και των ακάθαρτων πνευ-
μάτων.

Κεφάλαιο ΙΙ: Η Ειδωλολατρία στην περιορισμένη της έννοια. Συχνά κρύβε-


ται κάτω από φαινομενικά αθώες ενέργειες.

«Αλλά θα περιοριστούμε στην ειδωλολατρία στην κύριά της έννοια, η οποία


από μόνη της δίνει επαρκές υλικό για την πραγματεία. Γιατί πέρα από τις ανοι-
χτές της εκδηλώσεις, η ειδωλολατρία περιλαμβάνει ένα ευρύ πεδίο διακλαδώσεων
και μορφών, το οποίο οδηγεί παραπλανητικά στην καταστροφή τους υπηρέτες του
Θεού. Αυτό συμβαίνει είτε από άγνοια είτε από εθελοτυφλία. Το αποτέλεσμα βέ-
βαια και στις δυο περιπτώσεις είναι το ίδιο: η καταστροφή των Χριστιανών193.
Εσφαλμένα οι άνθρωποι πιστεύουν ότι η ειδωλολατρία βρίσκεται αποκλειστι-
κά μέσα σε φανερές ειδωλολατρικές εκδηλώσεις, όπως για παράδειγμα η πραγ-
ματοποίηση θυσιών ή το κάψιμο θυμιάματος. Αυτό είναι το ίδιο με τη σκέψη ότι η
μοιχεία δεν είναι τίποτα άλλο από φιλιά, αγκάλιασμα και σεξουαλική συνεύρεση
και ο φόνος τίποτα άλλο, παρά το να σκοτώσεις τον άλλον194. Αλλά εμείς γνωρί-
ζουμε από την Αγία Γραφή, ότι αυτό δεν είναι σωστό: σύμφωνα με τον Κύριο αυτά

190
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.4.
191
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.5.
192
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 22-23.
193
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 2.1.
194
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 2.2.

44
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

τα ελαττώματα έχουν ένα πολύ ευρύτερο σκοπό195. Ειδάλλως, η κυριαρχία του διά-
βολου και εκείνη της αρετής θα είχε κάπως στενή έννοια196. Και η δικαιοσύνη μας
δεν θα υπερείχε εκείνη των Γραμματέων και Φαρισαίων, εάν δεν καταλαβαίναμε
πόσο μεγάλη είναι η κυριαρχία της δικαιοσύνης. Η ειδωλολατρία τώρα, είναι η
κορυφή της αδικίας. Γι’ αυτό πρέπει να καταλάβουμε πόσο μεγάλη είναι η εξουσία
της και να μην την περιορίζουμε μόνο στις άμεσα προφανείς μορφές της197».

Σχόλια: Σύμφωνα με τον Τερτυλλιανό, οι Χριστιανοί δεν πρέπει να φέρονται


με αφέλεια και να θεωρούν τις φαινομενικά άμεμπτες εκδηλώσεις ως αθώες ενέρ-
γειες, όπως για παράδειγμα η απλή επιθυμία της γυναίκας198. Επίσης, η δικαιοσύνη
των Χριστιανών δεν θα υπερείχε εκείνης των Γραμματέων και των Φαρισαίων199,
εάν δεν μπορούσαν να αντιληφθούν πόσο μεγάλη σημασία έχει η κυριαρχία της.
Συμπερασματικά, επειδή η ειδωλολατρία είναι η κορωνίδα της αδικίας, οφείλουν
οι Χριστιανοί να καταλάβουν τη μεγάλη σημασία της δικαιοσύνης και να μην την
περιορίζουν μόνο στη στενή της έννοια και μορφή.

Κεφάλαιο ΙΙΙ: Προέλευση και έννοια της ειδωλολατρίας. Ο κατασκευαστής


ειδώλων είναι ειδωλολάτρης.

«Τα είδωλα (εικόνες) δεν προορίζονται απαραίτητα για την ειδωλολατρία.


Τα παλιά χρόνια δεν υπήρχαν είδωλα και παρ’ όλα αυτά υπήρχε ειδωλολατρία200.
Ακόμη και στην εποχή μας η ειδωλολατρία υπάρχει χωρίς είδωλα201. Έχει προκλη-
θεί τεράστια ζήτηση στην κατασκευή ειδώλων και έχουν στην πραγματικότητα
παραχωρήσει το όνομά τους σ’ αυτή την επιζήμια λατρεία. Για το λόγο αυτό, κάθε
τέχνη που κατασκευάζει οποιασδήποτε είδους είδωλο, έχει καταστεί η κορυφαία
πηγή ειδωλολατρίας. Δεν έχει σημασία από ποιο υλικό είναι ή τι μορφή έχει το
είδωλο202. Κατά συμπέρασμα, ακόμη και χωρίς είδωλα είναι δυνατό να πραγματο-
ποιηθεί η ειδωλολατρία και κατ’ επέκταση δεν έχει σημασία το υλικό και η μορφή
τους203.
Με τον όρο “είδωλο” – όχι μόνο με ανθρώπινη μορφή – εννοείται κάθε μορ-
φική απεικόνιση που παρέχει λατρευτική δραστηριότητα. Επομένως, κάθε υπη-

195
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 2.3.
196
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 2.4.
197
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 2.5.
198
Πρβλ. Μτ 5.28.
199
Πρβλ. Μτ 5.20.
200
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.6: sine idolo opus idololatriae incendiis odorum perpetratur.
201
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 3.1.
202
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 3.2.
203
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 3.3.

45
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ρεσία (λατρεία) οποιασδήποτε εικόνας ή ειδώλου είναι σαφέστατη ειδωλολατρία.


Για το λόγο αυτό, κάθε κατασκευαστής ειδώλων είναι ένοχος διάπραξης του ίδιου
εγκλήματος, δηλαδή της ειδωλολατρίας. Ή μήπως δεν είναι αλήθεια ότι και οι
Εβραίοι που λάτρεψαν το ομοίωμα μοσχαριού, άσχετα εάν δεν ήταν μια ανθρώπι-
νη μορφή, δεν ένοιωσαν την ενοχή της ειδωλολατρίας204;».

Σχόλια: Στο κεφάλαιο αυτό, ο Τερτυλλιανός ανοίγει το κυρίαρχο ζήτημα των


διαφόρων αθέατων μορφών της ειδωλολατρίας. Η πολεμική του αποτελείται από
δυο επιχειρήματα, που συμπερασματικά καταλήγουν: πρώτον, κάθε τέχνη που
κατασκευάζει είδωλα είναι η κύρια πηγή της ειδωλολατρίας (caput idololatriae)205.
Δεύτερον, κάθε κατασκευαστής ειδώλων είναι ένοχος ειδωλολατρίας206. Επιπλέον,
ο Τερτυλλιανός, αναφέρεται στην ετυμολογία της λέξης “εἴδωλο”(idolum). Η ετυ-
μολογία που παραθέτει, οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι κάθε μορφή – εικόνα, πρέ-
πει να καλείται “εἴδωλον” (idolum se dici exposcit)207. O Tερτυλλιανός εξηγεί στους
λατινόφωνους αναγνώστες του ότι, η ελληνική λέξη “είδωλο” είναι παράγωγο
του “εἴδους” και μεταφέρθηκε στη λατινική γλώσσα ως forma, δημιουργώντας τo
υποκοριστικό formula (=μορφή, είδος, γένος, εικόνα, είδωλο, απεικόνιση) [πρβλ.
Τερτυλλιανός, De Idololatria 3.4: Ad hoc necessaria est uocabuli interpretatio. Εἶδος Graece
formam sonat; ab eo per diminutionem εἴδωλον deductum; aeque apud nos forma formulam
fecit. Igitur omnis forma uel formula idolum se dici exposcit]. Καταλήγοντας στην ερμη-
νεία του, αναφέρει: Inde idololatria omnis circa omne idolum famulatus et seruitus. Inde et
omnis idoli artifex eiusdem et unius est criminis, nisi parum idololatrian populus admisit, quia
simulacrum uituli et non hominis sibi consecrauit.

Κεφάλαιο IV: Κατασκευαστές ειδώλων και ειδωλολάτρες ανήκουν στην ίδια


κατηγορία. Η μαρτυρία της Αγίας Γραφής.

«Ο Θεός απαγορεύει τόσο την κατασκευή όσο και τη λατρεία των ειδώλων208.
Η Αγία Γραφή με σαφήνεια δηλώνει τη ρητή απαγόρευση της κατασκευής οποιου-

204
Ο Τερτυλλιανός εννοεί τους Εβραίους και το παλιό κατά σάρκα Ισραήλ: populus=Ισραήλ, πρβλ.
Εξ 32, Γαλ 6.16, Τερτυλλιανός, De Idololatria 3.4:…nisi parum idololatrian populus admisit, quia simulacrum
uituli et non hominis sibi consecrauit. Πρβλ. επίσης De Anima 9.8, 15.4, De Baptismo 9.1, De corona militis
9.3, De Resurrectione mortuorum 31.1.
205
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 2.5: Quod si caput iniustitiae idololatria est, prius est, uti aduersus
abundantiam idololatriae praemuniamur, dum illam non solum in manifestis recognoscimus.
206
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 3.2: Exinde iam caput facta est idololatriae ars omnis quae idolum
quoquomodo edit. Neque enim interest, an plastes effingat, an caelator exculpat, an phrygio detexat, quia nec de
materia refert, an gypso, an coloribus, an lapide, an aere, an argento, an filo formetur idolum.
207
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 3.4: Igitur omnis forma uel formula idolum se dici exposcit.
208
Πρβλ. Ησ 44.9.

46
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

δήποτε ειδώλου209. Ακόμη και ο Ενώχ είχε παλαιότερα αναφέρει, ότι οι δαίμονες
είχαν εισαγάγει τη λατρεία των ειδώλων και γι’ αυτό το λόγο η ανθρώπινη πλάνη
λατρεύει τα πάντα εκτός τον αληθινό Θεό210. Επειδή από όλα αυτά τα πράγματα ο
άνθρωπος κατασκευάζει και λατρεύει είδωλα και εικόνες, προσφέροντάς τα στους
δαίμονες, διαπράττει ειδωλολατρία211. Επειδή οι κατασκευαστές των ειδώλων συμ-
βάλλουν στη λατρεία των δαιμόνων και των ακάθαρτων πνευμάτων, πρέπει να
τους αποδοθεί η ενοχή της αμαρτωλής ειδωλολατρίας.
Σε διάφορα βιβλικά εδάφια καταδικάζονται οι κατασκευαστές και οι λάτρεις
των ειδώλων212. Ο κατασκευαστής ειδώλων διαπράττει πιο σοβαρό αμάρτημα, για-
τί σύμφωνα με την εισαγωγή του κεφαλαίου, η καταδίκη του από το Θεό, προη-
γείται αυτής των ειδωλολατρών213. “Γιατί εγώ, ένας άνθρωπος με μέτρια μνήμη
να προσθέσω τίποτε περισσότερο από τις Γραφές; Σε περίπτωση που η φωνή του
Αγίου Πνεύματος δεν ήταν επαρκής, τότε θα ήταν σκόπιμη η περισσότερη συζή-
τηση, εάν ο Θεός καταράστηκε και καταδίκασε πρώτα τους κατασκευαστές των
ειδώλων, αφού και αυτούς που τα λατρεύουν τους έχει καταραστεί και καταδικά-
σει”» 214.

Σχόλια: Στο προηγούμενο κεφάλαιο, ο Λατίνος συγγραφέας, κατέθεσε τη βα-


σική εξήγηση των θέσεών του, όσον αφορά τον κατασκευαστή των ειδώλων. Σε
αυτό το κεφάλαιο, παρουσιάζει τις μαρτυρίες της ίδιας της Αγίας Γραφής γι’ αυτή
του τη θέση215. Δυο είναι τα επιχειρήματά του: α. η Αγία Γραφή απαγορεύει ρητά
την κατασκευή ειδώλων και β. η Αγία Γραφή τοποθετεί στην ίδια θέση, αυτούς
που λατρεύουν τα είδωλα και εκείνους που τα κατασκευάζουν.

Κεφάλαιο V: Διάφορες ενστάσεις και δικαιολογίες από τους κατασκευαστές


των ειδώλων.

«Αλλά εγώ θα απαντήσω με σιγουριά στις δικαιολογίες (επιχειρήματα) που


δίνονται από τους κατασκευαστές των ειδώλων, που αγωνίζονται για τη συνέχι-
ση της άσκησης της τέχνης τους και μετά τη μεταστροφή τους, και επομένως δεν

209
Πρβλ. Εξ 20.3-4, Λευ 26.1, Δτ 5.7-8, Τερτυλλιανός, De Idololatria 4.1.
210
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 22, De Idololatria 9, 15, De cultu feminarum 1.2, 1.3, De virginibus
velandis 7.
211
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 4.2.
212
Πρβλ. Ησ 44.8, Ψλ 115(113Β).8.
213
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 4.3-4.
214
Τερτυλλιανός, De Idololatria 4.5. Για την παρουσία του Αγίου Πνεύματος στο λόγο των προφητών
βλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 18.2, Αθηναγόρας, Πρεσβεία υπέρ των Χριστιανών 10, Ιουστίνος,
Απολογία 1.32.2, 1.36.1, Θεόφιλος Αντιοχείας, Προς Αυτόλυκον 2.30-33.
215
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 4.1: Idolum tam fieri quam coli deus prohibet.

47
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

θα πρέπει ποτέ να γίνουν δεκτοί στον οίκο του Θεού216. Κατά πρώτον, αυτοί λένε:
«δεν έχουμε από που αλλού να ζήσουμε». Η απάντησή μας είναι ότι, αυτοί δεν
έχουν δικαίωμα να ζουν, εάν δεν ζουν σύμφωνα με τους Νόμους του Θεού217. Στη
συνέχεια, αυτοί αναφέρονται στα λόγια του Αποστόλου Παύλου, που λέει ότι όλοι
πρέπει να παραμένουν στην κατάσταση στην οποία ήταν πριν την αλλαγή της
θρησκείας218 και ότι οι Χριστιανοί υποκινούνται να δουλέψουν με τα χέρια τους219.
Εάν αυτές οι εντολές ερμηνεύονται με αυτό τον τρόπο, καταλήγουν στα πα-
ράλογα συμπεράσματα ότι, οι Χριστιανοί θα μπορούσαν να παραμένουν αμαρτω-
λοί και επίσης θα επιτρεπόταν να είναι κακοποιοί και διαρρήκτες220. Οι κατασκευ-
αστές των ειδώλων αναφέρονται επίσης στο παράδειγμα του Μωυσή, ο οποίος
κατασκεύασε την εικόνα ενός φιδιού221. Ωστόσο, αυτό είναι ένα γεγονός τελείως
διαφορετικής εντολής, γιατί αυτό το φίδι ήταν η φιγούρα μιας μυστικής διανομής,
δηλαδή η προεικόνιση του σταυρού του Κυρίου και όχι η ακύρωση του δοθέντος
Νόμου. Διαφορετικά, κάνουμε το Θεό μεταβλητό, εφ’ όσον σε διαφορετικές στιγ-
μές Αυτός θα απαγόρευε και θα διέταζε το ίδιο πράγμα.
Αλλά, ακόμη και αν κάποιος κλείνει τα μάτια του στην ερμηνεία αυτής της
εικόνας του φιδιού, ως μια προεικόνιση του σταυρού του Κυρίου ή ακόμη, αν εμ-
μένει σε μια διαφορετική ερμηνεία, επομένως να προσκολλάται στον ισχυρισμό
του Αποστόλου Παύλου ότι, όλα συνέβησαν στο Ισραήλ γιατί είχαν συμβολικό
νόημα, είναι σίγουρο ότι είναι ο ίδιος Θεός, ο οποίος απ’ τη μια πλευρά απαγόρευ-
σε την κατασκευή μιας εικόνας, και από την άλλη πλευρά διέταξε με μια ειδική
αντίληψη, την κατασκευή της εικόνας του φιδιού. Έτσι, εάν λατρεύεις τον ίδιο Θεό
– όπως ο Μωυσής – ακολούθησε το παράδειγμά του, στα χνάρια της ίδιας αντίλη-
ψης, ότι: δεν κατασκευάζουμε εικόνες, εκτός και αν Αυτός ξεκάθαρα σε διατάξει
να το πράξεις222 ».

Σχόλια: Στην πρώτη παράγραφο του κεφαλαίου, ο Τερτυλλιανός χρησιμοποι-


εί τη λεκτική ειρωνεία, προκειμένου να απαντήσει στο αντεπιχείρημα των κατα-

216
Πρβλ. Εφ 2.20-22, Α΄Τιμ 3.15, Α΄Πε 2.5, Επιστολή Βαρνάβα 4.11.
217
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 5.1.
218
Πρβλ. Α΄ Κορ 7.20, Α΄ Θεσ 4.11.
219
Πρβλ. Β΄ Θεσ 3.7-12.
220
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 5.1-2.
221
Πρβλ. Αρ 21.8-9, Τερτυλλιανός, Adversus Marcionem 2.22, 3.18, Adversus Judaeos 10. To φίδι σε μορφή
σταυρού αναφέρεται ήδη από πολύ νωρίς στη χριστιανική γραμματεία, πρβλ. Επιστολή Βαρνάβα
12: Ὁμοίως πάλιν περὶ τοῦ σταυροῦ ὁρίζει ἐν ἄλλῳ προφήτῃ λέγοντι· Καὶ πότε ταῦτα συντελεσθή-
ται; λέγει κύριος· ὁταν ξύλου αἷμα στάξῃ. ἔχεις πάλιν περὶ τοῦ σταυροῦ καὶ τοῦ σταυροῦσθαι μέλ-
λοντος…λέγει εἰς τὴν καρδίαν Μωϋσέως τὸ πνεῦμα, ἵνα ποιήσῃ τύπον σταυροῦ καὶ τοῦ μέλλοντος
πάσχειν, ὅτι, ἐὰν μή, φησίν, ἐλπίσωσιν ἐπ’ αὐτῷ εἰς τὸν αἰῶνα πολεμηθήσονται...
222
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 5.3-4.

48
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

σκευαστών ειδώλων και να δηλώσει την αντίθεσή του στο σχόλιο: «δεν έχουμε
από που αλλού να ζήσουμε» [non habeo aliud quo uiuam]. Ο Τερτυλλιανός, ξεκάθα-
ρα απαντάει με βιβλικό επιχείρημα: «δεν έχετε δικαίωμα να ζείτε, εάν δεν ζείτε
σύμφωνα με τους Νόμους του Θεού» [quid tibi cum deo est, si tuis legibus uiuis ]. Η ει-
ρωνεία χρησιμοποιήθηκε, για να στηλιτευτεί τη συγκεκριμένη συμπεριφορά των
καλλιτεχνών.
Στο παράδειγμα του Μωυσή, ο οποίος κατασκεύασε χάλκινο φίδι στην έρημο,
ο Τερτυλλιανός θέτει το ρητορικό ερώτημα: Γιατί να μην επιτρέπεται στους Χρι-
στιανούς να κάνουν ότι έπραξε και ο Μωυσής; [Sed ait quidam aduersus similitudinis
interdictae propositionem: cur ergo Moses in eremo simulacrum serpentis ex aere fecit?]. Η
χρήση του ερωτηματικού στην πρόταση, επιδιώκει την αφύπνιση των Χριστιανών,
τον προβληματισμό και τη διανοητική τους συμμετοχή. Παράλληλα, εδραιώνει
έναν ενεργό, ανοικτό διάλογο που προσδίδει αμεσότητα, ζωντάνια και εκφραστι-
κή δύναμη στην πρόταση.
Το επιχείρημα του Τερτυλλιανού είναι ότι, το κατασκευασμένο φίδι του Μω-
υσή, δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια προεικόνιση, δηλαδή μια φανταστική
δημιουργία, και ως εκ τούτου, αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση [Seorsum figurae, quae
dispositioni alicui arcanae praestruebantur, non ad erogationem legis, sed ad exemplarium
causae suae]. Τη συγκεκριμένη στιγμή, ο Θεός είναι που επέτρεψε τη δημιουργία
αυτής της εικόνας για τους δικούς του λόγους και κατά συνέπεια, δεν αποτελεί
διαρκές παράδειγμα για μίμηση.

Κεφάλαιο VΙ: Το μυστήριο του βαπτίσματος είναι από μόνο του ένα επαρκές
επιχείρημα.

«Ακόμη και αν κανένας Νόμος του θεού και καμιά φωνή του Αγίου Πνεύμα-
τος, δεν μας είχε απαγορεύσει να φτιάχνουμε είδωλα, το μυστήριο της Βάπτισης
θα ήταν από μόνο του επαρκές για να μας κάνει να ερμηνεύσουμε ότι, τέτοιες τέ-
χνες είναι αντίθετες με την πίστη μας223. Με τη βάπτιση αποταχθήκαμε το διάβολο
και τους αγγέλους του. Πως θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το εκπληρώνου-
με αυτό, εάν κατασκευάζουμε τις εικόνες τους; Πως, εάν ζούμε από αυτά; Πως
θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι διαφωνούμε μ’ αυτούς, εάν δεσμευόμαστε μ’
αυτούς για την επιβίωσή μας; Εδώ οι πράξεις μας θα έρχονται σε αντιδιαστολή με
τα λόγια μας224.
Η αντίρρηση του κατασκευαστή ειδώλων: «εγώ τα κατασκευάζω, δεν τα λα-
τρεύω» δεν ισχύει γιατί, πρώτον, το να λατρεύεις και να φτιάχνεις είδωλα απα-

223
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 6.1.
224
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 6.2.

49
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

γορεύεται για τον ίδιο ακριβώς λόγο, εφ’ όσον και τα δυο προσβάλλουν το Θεό.
Επιπλέον, ο κατασκευαστής ειδώλων είναι κάποιος που λατρεύει, αφού κάνει τη
λατρεία δυνατό να συμβεί, υπηρετεί με άλλα λόγια τα είδωλα225».

Σχόλια: Στο πρώτο μέρος του κεφαλαίου (6.1), ο Τερτυλλιανός τονίζει ότι, η
αποκήρυξη του διάβολου και των αγγέλων του [angelis diaboli] με το βάπτισμα,
είναι από μόνο του ένα επαρκές επιχείρημα, εναντίον των κατασκευαστών ειδώ-
λων, οι οποίοι μάλιστα αποδεικνύονται οι μεγαλύτεροι λάτρεις των δημιουργιών
τους (είδωλα). Στο δεύτερο τμήμα του κεφαλαίου (6.2-3), ο Λατίνος συγγραφέας,
αρνείται το αντεπιχείρημα των κατασκευαστών ειδώλων ότι, κάποιος είναι δυνα-
τόν να φτιάχνει είδωλα, χωρίς να τα λατρεύει [πρβλ. De Idololatria 6.3: Plus es illis
quam sacerdos, cum per te habeant sacerdotem; diligentia tua numen illorum est. Negas te quod
facis colere? Sed illi non negant, quibus hanc saginatiorem et auratiorem et maiorem hostiam
caedis, salutem tuam tota die].

Κεφάλαιο VΙΙ: Η θλίψη και το παράπονο του ένθερμου πιστού.

«Αποτελεί δυσάρεστη ενόχληση για τους ένθερμους Χριστιανούς, όταν βλέ-


πουν τους κατασκευαστές ειδώλων να εισέρχονται μέσα στην Εκκλησία, υψώνο-
ντας τα χέρια που φτιάχνουν τα είδωλα και να προσεύχονται στο Θεό. Και ακόμη,
να δέχονται μ’ αυτά τα ίδια τα χέρια το Σώμα και το Αίμα του Χριστού226. Παρ’ όλα
αυτά, το χειρότερο από όλα είναι ότι οι κατασκευαστές ειδώλων γίνονται μέλη του
κλήρου και έτσι περνάνε με την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας, οτιδήποτε τα χέρια
τους έχουν προηγουμένως μολυνθεί. Αυτοί οι άνθρωποι δεν απλώνουν τα χέρια
τους στο Θεό μόνο μια φορά, όπως έκαναν οι Εβραίοι, αλλά κάθε μέρα. Μπορεί
να είναι αυτό που ο Απόστολος Ματθαίος εννοούσε μεταφορικά, αναφερόμενος
κυρίως σ’ αυτούς τους ανθρώπους227».

Σχόλια: Σε αυτό το κεφάλαιο, ο Τερτυλλιανός ισχυρίζεται ότι, οι κατασκευα-


στές ειδώλων είναι ανεπιθύμητοι στην Εκκλησία του Χριστού, αφού με τα χέρια
τους κατασκευάζουν τη μορφή του διάβολου [πρβλ. De Idololatria 7.1: Christianum ab
idolis in ecclesiam uenire, de aduersaria officina in domum dei uenire, attollere ad deum patrem
manus matres idolorum, his manibus adorare, quae foris aduersus deum adorantur, eas manus

225
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 6.3.
226
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 7.1.
227
Πρβλ. Μτ 18.8, Τερτυλλιανός, De Idololatria 7.2-3.

50
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

admouere corpori domini, quae daemoniis corpora conferunt?]228. Επίσης, το κεφάλαιο θα


μπορούσε να αποτελέσει την ανακεφαλαίωση (peroratio), των επιχειρημάτων του
Λατίνου συγγραφέα, εναντίον των κατασκευαστών ειδώλων.

Κεφάλαιο VIII: Οι καλυμμένες τέχνες που είναι υποταγμένες στην ειδωλολα-


τρία. Η απαγόρευσή τους.

«Εκτός των τεχνών που κατασκευάζουν είδωλα, υπάρχουν και εκείνοι που
κατασκευάζουν τα απαραίτητα χαρακτηριστικά στολίδια των λατρευτικών αντι-
κειμένων. Αυτοί είναι ακόμη πιο ένοχοι για ειδωλολατρία, γιατί οι προηγούμενοι
απλώς δανείζουν μια εικόνα σε ένα είδωλο, ενώ οι τελευταίοι τα δίνουν εξουσία229.
Εάν η αναγκαιότητας της συντήρησης προβληθεί ως δικαιολογία, αυτό δεν ισχύει
γιατί αυτοί οι τεχνίτες πάντα έχουν άλλες τέχνες στη διάθεσή τους, με τις οποίες
βγάζουν το προς το ζην230. Υπάρχουν τόσες τέχνες, όσες μορφές έχουν οι ανθρώ-
πινες επιθυμίες231.
Η κατασκευή ενός ειδωλολατρικού αντικειμένου, μπορεί να είναι μια πολύ
επικερδής εργασία, αλλά το να ζήσεις από άλλα πράγματα είναι ευκολότερο. Η
μικρότερη ανταμοιβή που μπορεί κάποιος να πάρει από μεμονωμένα προϊόντα,
αποζημιώνεται από τη δουλειά κάποιου που γίνεται πιο συχνά. Η φιλοδοξία (luxu-
ria) και η πολυτέλεια (ambitio) είναι από ανέκαθεν πιο ελκυστικές στους ανθρώ-
πους από τη δεισιδαιμονία (superstitio)232. Επομένως, οφείλουμε να αποφεύγουμε
εκείνες τις τέχνες που σχετίζονται με την ειδωλολατρία. Αλλά ακόμη κι αν το κά-
νουμε αυτό, θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι, πολλά πράγματα είναι κοινά
στους ανθρώπους και στα είδωλα. Αν τυχόν γνωρίζουμε ότι τα προϊόντα από τα
χέρια μας, στην πραγματικότητα τα ζητάνε για ένα ειδωλολατρικό σκοπό, πρέπει
να αρνηθούμε. Ειδάλλως, είμαστε ένοχοι για ειδωλολατρία233».

Σχόλια: Στο κεφάλαιο αυτό – και σε συνέχεια του 4ου - ο Τερτυλλιανός διευ-
κρινίζει με έμφαση ότι, οι κατασκευαστές ειδώλων, είναι περισσότερο ένοχοι και
αμαρτωλοί για διάπραξη ειδωλολατρίας, από τους απλούς προσκυνητές. Σύμφω-
να με το Λατίνο συγγραφέα, οι κατασκευαστές ειδώλων με τα καλλιτεχνήματά

228
Πρβλ. Δτ 4.28, Ησ 2.8, Τερτυλλιανός, Ad Nationes 1.4.15, De Patientia 2.1-3, Λακτάντιος, Divinarum
Institutionum 2.1.19, 4.1.2, 5.22.21, 7.19.9, 7.22.12, Iουστίνος, Απολογία 1.53.6, Θεόφιλος Αντιοχείας,
Προς Αυτόλυκον 1.1.2.
229
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 8.1.
230
Πρβλ. Εξ 35.31-32.
231
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 8.2-3.
232
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 8.3-5.
233
Πρβλ. Α΄ Κορ 10.20, Α΄ Τιμ 5.22, Τερτυλλιανός, De Idololatria 5.

51
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

τους, δίνουν εξουσία στα είδωλα, ενώ οι προσκυνητές απλώς λατρεύουν το κα-
τασκευασμένο ομοίωμα. Στις παραγράφους 2 και 3 εξηγεί τους τρόπους που οι
καλλιτέχνες ειδώλων μπορούν, με άλλους τρόπους να βγάζουν τα έξοδα της δι-
αβίωσής τους, χωρίς να εγκαταλείψουν την τέχνη και την πίστη τους. Η τέχνη,
όταν δεν υπηρετεί τα είδωλα είναι επιτρεπτή, περιλαμβάνει όμως μια σειρά από
κρυφές μορφές ειδωλολατρίας, οι οποίες ρητά απαγορεύονται. Αυτές τις μορφές,
όπως του αστρολόγου και του δασκάλου, εξηγεί με επιχειρήματα ο Τερτυλλιανός
στα επόμενα κεφάλαια.

Κεφάλαιο IX: Το επάγγελμα του αστρολόγου και η διασύνδεσή του με την


ειδωλολατρία.

«Είναι προφανές ότι το επάγγελμα του αστρολόγου απαγορεύεται σ’ ένα Χρι-


στιανό234. Ωστόσο, το γεγονός ότι πρόσφατα κάποιος υπερασπίστηκε την επιμο-
νή του στην αστρολογία, μετά την αλλαγή θρησκείας, με προκαλεί να αφιερώσω
λίγα λόγια σ’ αυτό το ζήτημα.
Δεν θα μιλήσω για το γεγονός ότι ο αστρολόγος λατρεύει τα είδωλα - επο-
μένως διαπράττει ειδωλολατρία - δίνοντας τα ονόματά τους στ’ άστρα και απο-
δίδοντάς τους τη δύναμη που ανήκει στο Θεό235. Οι αστρολόγοι παρασύρουν τους
ανθρώπους να πιστεύουν ότι κυριεύονται από τα άστρα και συνεπώς δε χρειάζε-
ται να ψάχνουν το Θεό. Το μοναδικό επιχείρημα που προβάλω, είναι η προέλευση
αυτής της τέχνης, η οποία προέρχεται από τους έκπτωτους άγγελους, οι οποίοι
είναι καταδικασμένοι από το Θεό γι’ αυτό το λόγο236. Αυτή η θεϊκή καταδίκη έχει
το επίγειο πανομοιότυπό του, στην εξορία των αστρολόγων από τη Ρώμη και την
Ιταλία237.
Κάποιος μπορεί να έχει αντιρρήσεις στα λόγια της Αγίας Γραφής: «Οι μάγοι
ήρθαν από τα μέρη της Ανατολής»238. Στην πραγματικότητα, αυτοί ήταν αστρολό-
γοι και ήταν οι πρώτοι που ανακοίνωσαν τη γέννηση του Χριστού και Του έδωσαν
δώρα239. Γι’ αυτό το λόγο θεμελίωσαν ένα ευσεβές δεσμό με το Χριστό. Αλλά αυτό
δεν προστατεύει τους σημερινούς αστρολόγους. Θα υπήρχε περίπτωση να ισχυρι-

234
Η πατερική γραμματεία από πολύ νωρίς καταδίκασε σφοδρά την αστρολογία και τη μαγεία,
πρβλ. Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων 3.4: Τέκνον μου, μὴ γίνου οἰωνοσκόπος, ἐπειδὴ ὁδηγεῖ εἰς τὴν
εἰδωλολατρίαν· μηδὲ ἐπαοιδὸς μηδὲ μαθηματικὸς μηδὲ περικαθαίρων, μηδὲ θέλε αὐτὰ βλέπειν μηδὲ
ἀκούειν· ἐκ γὰρ τούτων ἁπάντων εἰδωλολατρία γεννᾶται. Για την καταδίκη αυτών των ψευδο-επι-
στημών από τον Τερτυλλιανό, εκτός του De Idololatria, πρβλ. Apologeticum 35.12, De praescriptione
haereticorum 33.12, 43.1, De Anima 25.9, 34.2, Adversus Marcionem 1.18.1, Adversus Scapulam 3.3
235
Πρβλ. Εφ 5.11-12.
236
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 9.1.
237
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 9.2.
238
Πρβλ. Μτ 2.1.
239
Πρβλ. Μτ 2.10-11.

52
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

στείτε ότι οι αστρολόγοι ενδιαφέρονται για το Χριστό και το δικό Του αστέρι και όχι
για εκείνα του Κρόνου, του Άρη και των άλλων νεκρών ανθρώπων240; Επιτράπηκε
αυτή η επιστήμη μέχρι την εποχή του Χριστού: η αναγγελία της γέννησης του
Χριστού, από τους Μάγους, ήταν η τελευταία επιτρεπτή πράξη αυτού του είδους.
Το ίδιο ισχύει και γι’ αυτά που Του προσέφεραν241. Η εντολή που δόθηκε στους μά-
γους, να επιστρέψουν στο σπίτι τους από διαφορετικό δρόμο απ’ τον οποίο είχαν
έρθει242, θα έπρεπε να κατανοηθεί με αυτή την έννοια. Η εντολή δεν δόθηκε για να
τους προφυλάξει από το διωγμό του Ηρώδη, ο οποίος δεν γνώριζε το δρόμο που
είχαν έρθει. Ο άλλος δρόμος σημαίνει αλληγορικά έναν άλλο τρόπο ζωής, δηλαδή
άλλη επιστήμη και άλλη πειθαρχία.
Με παρόμοιο τρόπο, το άλλο είδος μαγείας, δηλαδή αυτό που ασχολείται με
τα θαύματα και το οποίο επίσης συναγωνίστηκε με το Μωυσή, όπως για παρά-
δειγμα η περίπτωση του Σίμωνα του Μάγου, έγινε ανεκτό μέχρι την εμφάνιση
του Ευαγγελίου και αυτό αποδεικνύεται από τις τιμωρίες που έχουν υποστεί οι
μάγοι243. Η αστρολογία από την άλλη μεριά, είναι ένα είδος μαγείας με τη γενική
έννοια: όταν το γενικό τιμωρείται, το ίδιο συμβαίνει και στο ειδικό. Από την εμφά-
νιση του Ευαγγελίου και μετέπειτα, συναντάμε τους μάγους να καταδικάζονται
και να τιμωρούνται συνεχώς244. Επομένως, η αστρολογία δεν είναι αποδεκτή στη
βασιλεία των ουρανών245 ».

Σχόλια: Η αστρολογία και η μαγεία, απασχόλησε το χριστιανικό κόσμο από


τις απαρχές της εμφάνισής του, γιατί θεωρήθηκαν και οι δυο ειδωλολατρικές και
βέβηλες συνήθειες, συνδεόμενες επιπρόσθετα με μια σειρά από άλλες τελετουρ-
γίες, όπως η ψευδομαντεία, η φαρμακεία, η γοητεία, η ονειρομαντεία, η επαοιδία,
η σπλαγχνοσκοπία, οι θυσίες στους δαίμονες (δαιμονολογία), η λυκανθρωπία246
κ.ά. Πληθώρα χωρίων της Αγίας Γραφής247, αλλά και πατερικών κειμένων, απα-
σχόλησαν το συγκεκριμένο ζήτημα. Σύμφωνα με την πατερική γραμματεία, η
αστρολογία και η μαγεία, έχουν στενές σχέσεις μεταξύ τους και συνήθως υπήρ-
ξαν αντικείμενο αλληλένδετης πολεμικής248. Τα χωρία των συγγραμμάτων του

240
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 9.3.
241
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 9.4.
242
Πρβλ. Μτ 2.12.
243
Πρβλ. Πραξ 8.9-24, 13.6-11.
244
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 9.5-7.
245
Πρβλ. Πραξ 8.21.
246
Πρβλ. Αυγουστίνος, De civitate Dei 18.17-18.
247
Πρβλ. Εξ 22.18, Λευ 19.26, 20.27, 31, Δτ 18.10-11, Πραξ 8.9-24, 13.6-12.
248
Πρβλ. Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων 3.4: Τέκνον μου, μὴ γίνου οἰωνοσκόπος, ἐπειδὴ ὁδηγεῖ εἰς τὴν
εἰδωλολατρίαν· μηδὲ ἐπαοιδὸς μηδὲ μαθηματικὸς μηδὲ περικαθαίρων, μηδὲ θέλε αὐτὰ βλέπειν μηδὲ
ἀκούειν· ἐκ γὰρ τούτων ἁπάντων εἰδωλολατρία γεννᾶται. Για τη μαγεία στον πρώιμο Χριστιανισμό
βλ. Aune, D.E. (1980) “Magic in Early Christianity”, ANRW II 23.2:1507-1557.

53
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Τερτυλλιανού, που αναφέρονται στις δύο αυτές ειδωλολατρικές συνήθειες και


στην άμεση διασύνδεσής τους είναι πολλά και κατατοπιστικά249.

Κεφάλαιο X: Το επάγγελμα του διευθυντή σχολείου και του δασκάλου.


Οι Χριστιανοί δεν επιτρέπεται να διδάσκουν δημοσίως.

«Χωρίς αμφιβολία, δεν επιτρέπεται στους Χριστιανούς να ασκούν το επάγ-


γελμα του διευθυντή σχολείου ή του δασκάλου, εφ’ όσον τέτοιοι άνθρωποι εμπλέ-
κονται σε ποικιλία ειδωλολατρικών εφαρμογών. Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να διδά-
σκουν απαγορευμένες γνώσεις, όπως τους θεούς των Εθνικών, τα ονόματά τους250,
τις γενεαλογίες τους κλπ. Αυτές είναι ενέργειες που συνεισφέρουν στην προαγω-
γή της ειδωλολατρίας. Δεύτερον, πρέπει να παραβρίσκονται στις ειδωλολατρικές
γιορτές για χάρη των εισοδημάτων τους251.
Ένας διευθυντής σχολείου δεν πρέπει να συμμετέχει στη γιορτή των επτά πλα-
νητών (Quinquatria) χωρίς την πινακίδα με τα ονόματα των επτά ειδώλων τους252.
Οφείλει να αφιερώσει τα πρώτα δίδακτρα του μαθητή στην Αθηνά και όταν φάει
από αυτά, παρ’ όλο που δεν τρώει κάτι που ανήκει σε θυσία253, διαπράττει μια ειδω-
λολατρική πράξη254. Το ίδιο ισχύει και για τις άλλες εορταστικές εκδηλώσεις των
Εθνικών255. Όλες αυτές οι τελετουργίες του διάβολου πρέπει να βοηθούν από αυ-
τόν και μ’ αυτό τον τρόπο, ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι αυτό επιτρέπεται στους
Χριστιανούς;
Κάποιος μπορεί να έχει αντίρρηση: «Εάν η διδασκαλία δεν επιτρέπεται στους
Χριστιανούς, τότε το ίδιο και η μάθηση. Αυτό σημαίνει άρνηση αποδοχής στην αν-
θρώπινη εκπαίδευση αλλά και στη σπουδή του θείου Λόγου»256. Ένας Χριστιανός
μπορεί να πάει σχολείο και να διδαχθεί λογοτεχνία, κι ας είναι η κατάσταση του
μαθητή διαφορετική από του δασκάλου. Με άλλα λόγια, επιτρέπεται στους Χρι-
στιανούς να αποδεχθούν το ένα και να απορρίψουν το άλλο. Εάν ένας Χριστιανός
διδάσκει, επιβεβαιώνει τη διδαχή των ειδωλολατρικών θεών που περιέχονται στη
λογοτεχνία257. Θα αναγκαστεί να τους αποκαλέσει “θεούς”, χτίζοντας την πίστη

249
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 35.12, Ad Scapulam 3.3, De praescriptione haereticorum 33..12, 43.1,
De Anima 25.9, 34.2, 35.1, 50.2, Adversus Marcionem 1.18.1
250
Πρβλ. Εξ 23.13.
251
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 10.1.
252
Τα επτά είδωλα είναι οι επτά πλανήτες: Minervalia, Saturnalia, Brumae, Carae Cognationis (=Caristia),
strenuae, Septimontium, flaminicae, βλ. Greenslade, S.L. (1956) σελ. 92.
253
Πρβλ. Α΄ Κορ 10.28.
254
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 10.2.
255
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 10.3.
256
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 10.4.
257
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 10.5.

54
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

του στο διάβολο, πράγμα που απαγορεύει η Αγία Γραφή. Πως δεν είναι ένοχος
για ειδωλολατρία, εφ’ όσον είναι κατηχητής των ειδώλων; Ως μαθητής ένας Χρι-
στιανός, οφείλει να συμπεριφερθεί σαν τον άνθρωπο που δέχεται μια κούπα με
δηλητήριο από κάποιον που δεν γνωρίζει το περιεχόμενό της. Θα το δεχτεί, αλλά
δεν θα πιει από αυτό258. Η αναγκαιότητα της μάθησης αποτελεί μια έγκυρη δικαι-
ολογία για το Χριστιανό μαθητή και επιπλέον όπως είναι ευκολότερο γι’ αυτόν
να αποφύγει τις ειδωλολατρικές γιορτές απ’ ότι για ένα δάσκαλο να μη διδάξει
λογοτεχνία, απ’ το να μην τη μελετήσει259 ».

Σχόλια: Η κύρια ένσταση του Τερτυλλιανού, όσον αφορά το επάγγελμα του


δασκάλου, είναι ότι ο κάθε δάσκαλος οφείλει υποχρεωτικά να συμμετέχει στις ει-
δωλολατρικές εκδηλώσεις προς τιμή των λεγόμενων «επτά πλανητών» (Quinqua-
tria) και των άλλων δημόσιων εορτών και επίσης, να αφιερώνει την πρώτη αμοιβή
του στη θεά Αθηνά. Κατά συμπέρασμα, αυτές οι ενέργειες από ένα Χριστιανό,
δηλώνουν άμεση αποδοχή των ειδώλων και αποτελούν σαφέστατη αντίθεση στη
διδασκαλία του Ευαγγελίου [πρβλ. De Idololatria 10.4: Quis haec competere Christiano
existimabit, nisi qui putabit conuenire etiam non magistro? Scimus dici posse: si docere litteras
dei seruis non licet, etiam nec discere licebit, et, quomodo quis institueretur ad prudentiam
interim humanam uel ad quemcumque sensum uel actum, cum instrumentum sit ad omnem
uitam litteratura?].
Ο Τερτυλλιανός, με τις πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις της 4ης παραγράφου,
επιθυμεί να προκαλέσει τον προβληματισμό των Χριστιανών και να διεγείρει το
ενδιαφέρον τους, ενώ παράλληλα, προσδίδει παραστατικότητα και έμφαση στο
λόγο του. Ταυτόχρονα, εκφράζει την απορία του και τον προβληματισμό του, για
τα κίνητρα που οδηγούν κάποιον πιστό, στην άσκηση ενός επαγγέλματος το οποίο
απαραίτητα συνδέεται με πράξεις, αντίθετες στο θέλημα του Θεού.

Κεφάλαιο XI: Σύνδεση μεταξύ απληστίας και ειδωλολατρίας. Το επάγγελμα


του έμπορου.

«Ήδη, εξαιτίας των άλλων αμαρτιών, με προεξάρχουσα την απληστία-πλεο-


νεξία260, σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο261 και του υπηρέτη της, του ψεύδους και
της φιλαργυρίας - για να μη μιλήσουμε για την ψευδορκία - υπάρχει η αμφιβολία

258
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 10.6.
259
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 10.7.
260
Πρβλ. Κολ 3.5.
261
Πρβλ. Μτ 5.34-37, Εφ 5.5, Α΄ Τιμ 1.19, 6.10, Ιακ 5.12.

55
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

εάν το εμπόριο είναι ένα επάγγελμα που επιτρέπεται σ’ έναν Χριστιανό. Όταν
εξαλείφεται η απληστία, η επιδίωξη του κέρδους σταματάει, άρα, εξαλείφεται και
η ανάγκη για εμπόριο262.
Αλλά ας υποθέσουμε ότι υπάρχει επιδίωξη κέρδους, το οποίο είναι απαλλαγ-
μένο από τις αμαρτίες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Το εμπόριο είναι, με σιγου-
ριά, ένοχο για ειδωλολατρία, αφού προμηθεύει προϊόντα όπως το λιβάνι (θυμία-
μα), που είναι ζωτικής σημασίας στην τελετουργία των ειδώλων. Βέβαια, τέτοια
προϊόντα χρησιμοποιούνται και από τους Χριστιανούς, αλλά για άλλους λόγους.
Δεν πρέπει όμως να χρησιμοποιείται αυτό ως αντεπιχείρημα για να πολεμη-
θεί όλο το εμπόριο263. Όσο πιο σοβαρή είναι η αμαρτία, τόσο πιο προσεκτικά κά-
ποιος θα πρέπει να προφυλαχθεί έναντί της και έναντι σε ότι την καθιστά πιθα-
νή264. Ακόμη και αν η αμαρτία διαπράττεται από κάποιον άλλο, το πρόσωπο που
δημιουργεί έστω την πιθανότητα συμμετοχής, είναι εξίσου ένοχο265. Αυτή η αρχή
αναγνωρίζεται και σε άλλα σοβαρά αδικήματα, όπως για παράδειγμα η συμμετο-
χή στην προαγωγή της πορνείας (leno) και η προπόνηση των μονομάχων (lanistas),
που διδάσκεται ο τρόπος διάπραξης εγκλημάτων266.
Δεν πρέπει πλέον να δεχόμαστε στην Εκκλησία ούτε τον έμπορο λιβανιού,
αλλά ούτε και τον προμηθευτή υποψήφιων δημόσιων θυμάτων καθώς η μοναδι-
κή διαφορά και των δυο είναι ότι ο μεν πρώτος προμηθεύει λιβάνι, ο δε δεύτερος
κρέας προς τιμή των δαιμόνων. Κάποιος, επιπλέον, οφείλει να παρατηρήσει ότι το
λιβάνι προσφέρθηκε πριν ακόμη υπάρξουν τα είδωλα των θεών και ότι τώρα πλέ-
ον το λιβάνι προσφέρεται χωρίς να είναι παρόν ένα είδωλα. Αυτό καταδεικνύει τη
σημασία του θυμιάματος267.
Ο έμπορος λιβανιού δεν μπορεί να αποφύγει την εσωτερική διαμάχη. Πως
μπορεί να δείξει την αποστροφή του στους ναούς και τους βωμούς για τους οποί-
ους ο ίδιος προμηθεύει τα απαραίτητα προϊόντα; Πως μπορεί να εξορκίσει τους
δαίμονες τους οποίους καθημερινά ταΐζει268;».

Σχόλια: Ο Λατίνος συγγραφέας, χρησιμοποιεί τις διπλές παύλες, στην 1η πα-


ράγραφο του κεφαλαίου «--taceo de periurio, quando ne iurare quidem liceat--» για
να συμπληρώσει τους ισχυρισμούς του, από τη ρητή βιβλική απαγόρευση του όρ-

262
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.1.
263
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.2.
264
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.3.
265
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.4.
266
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.4-5.
267
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.6-7.
268
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.7-8.

56
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

κου. Ο Τερτυλλιανός, βασιζόμενος απόλυτα στην Αγία Γραφή και την προγενέ-
στερη πατερική παράδοση, τονίζει στους Χριστιανούς, τη σοβαρότητα των αμαρ-
τημάτων της απληστίας – πλεονεξίας, της φιλαργυρίας και της ψευδορκίας269 που
συνοδεύουν τις εμπορικές συναλλαγές, θεωρώντας τις και ο ίδιος «τη ρίζα όλων
των κακών»270 [ πρβλ. De Idololatria 11.1: De generationibus si cetera delictorum recogite-
mus, inprimis cupiditatem radicem omnium malorum, qua quidam inretiti circa fidem naufra-
gium sunt passi] και σαφέστατη ειδωλολατρία [cum bis et idololatria ab eodem apostolo
dicta sit cupiditas, tum mendacium cupiditatis ministrum]. Κατά συνέπεια, οι Χριστιανοί
βρίσκονται μπροστά σε μια κρίσιμη και αποφασιστική επιλογή για τη στάση που
πρέπει να κρατήσουν. Το δίλημμα είναι επιτακτικό, ανάμεσα στην επιδίωξη της
οικονομικής ευμάρειας και τα αμαρτήματα που τη συνοδεύουν και η ανάγκη να
παραμείνουν στους κόλπους της Εκκλησίας, και η οποιαδήποτε απόφασή τους, θα
κριθεί από το Θεό ανάλογα271.

Επίλογος και συμπέρασμα κεφαλαίων 3-11: Καμία τέχνη, επάγγελμα ή


εμπόριο, που διαδραματίζει κάποιο ρόλο, είτε στην κατασκευή είτε στη φροντίδα
των ειδώλων, δεν είναι απαλλαγμένο από την υπηρέτηση της λατρείας των ειδώ-
λων272.

Κεφάλαιο XIΙ: Μια δεύτερη διάψευση όλων εκείνων που ισχυρίζονται την
αναγκαιότητα της προστασίας της διαβίωσης.

«Τώρα θα αναφερθώ σε μια μεγαλύτερη δικαιολογία που βασίζεται στην ανα-


γκαιότητα της προστασίας της καθημερινής διατροφής. Πρώτον, αυτή η δικαιολο-
γία εκφράζεται καθυστερημένα. Θα έπρεπε να το είχες σκεφτεί πολύ πριν γίνεις
Χριστιανός273. Αλλά ακόμη και τώρα μπορείτε να στηριχθείτε στα λόγια του Κυρί-

269
Πρβλ. Ζαχ 8.17: καί ἕκαστος τὴν κακίαν τοῦ πλησίον αὐτοῦ μὴ λογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν
καὶ ὅρκον ψευδῆ μὴ ἀγαπᾶτε.
270
Πρβλ. Α΄Τιμ 6.10: ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία, ἧς τινες ὀρεγόμενοι ἀπε-
πλανήθησαν ἀπὸ τῆς πίστεως καὶ ἑαυτοὺς περιέπειραν ὀδύναις πολλαῖς, Πολύκαρπος Σμύρνης,
Επιστολή προς Φιλιππησίους 4.1: Ἀρχὴ δὲ πάντων χαλεπῶν φιλαργυρία.
271
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.6: Si publicarum uictimarum redemptor ad fidem accedat, permittes
ei in eo negotio permanere? Aut si iam fidelis id agere susceperit, retinendum in ecclesia putabis? Non opinor, nisi
si quis et de turario dissimulabit. Scilicet ad alios peruenit procuratio sanguinis, ad alios odorum. Si, antequam
idola in saeculo essent, his mercibus adhuc informis idololatria transigebatur, si et nunc fere sine idolo opus ido-
lolatriae incendiis odorum perpetratur, ecquid maioris operae et erga daemonia turarius?.
272
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 11.8.
273
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 12.1.

57
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ου που διδάσκει τις ικεσίες για φτώχεια274 και φροντίδα του πλησίον σας275. Το να
γίνεις μαθητής του Κυρίου σημαίνει ότι πρέπει να αναλάβεις τον σταυρό276 σου και
να Τον ακολουθήσεις277, να εγκαταλείψεις πίσω σου όλα όσα μέχρι χθες είχες στην
κατοχή σου278. Οι Απόστολοι279 μας παροτρύνουν ότι για χάρη του θεού πρέπει να
εγκαταλείψουμε ακόμη και τα πιο αγαπημένα μας πρόσωπα280.
Κανένας απ’ αυτούς που επιλέχθηκαν από τον Κύριο, δεν ανησυχούσε για
την επιβίωσή του. Η πίστη δεν φοβάται την πείνα, περισσότερο από κάθε άλλη
μορφή θανάτου, όταν είναι σύμφωνη με το θέλημα του Θεού281. Αυτό μπορεί να
φαίνεται δύσκολο, αλλά οτιδήποτε είναι δύσκολο για τον άνθρωπο, είναι εύκολο
και για το Θεό282. Ας μην παρασυρόμαστε από την επιείκειά Του και να αφήνουμε
τους εαυτούς μας να δελεάζονται με την ειδωλολατρία και από την ανάγκη για
την προστασία της επιβίωσης. Αυτό ισχύει όχι μόνο για τις περιπτώσεις που έχουν
συζητηθεί παραπάνω, αλλά με όλες τις μορφές δεισιδαιμονίας283 ».

Σχόλια: Τα επιχειρήματα του Τερτυλλιανού, για την ανατροπή της άποψης:


«και τι δουλειά να κάνω για να ζήσω;», είναι βασισμένα για μια ακόμη φορά μέσα
από την Αγία Γραφή, και χωρίζονται σε δυο μέρη. Πρώτον, ο Τερτυλλιανός ισχυρί-
ζεται ότι: «είναι πολύ αργά» [Sero dicitur] πλέον και θα έπρεπε να είχε ληφθεί υπό-
ψη αυτή η θέση, πολύ πριν μεταστραφεί κάποιος στο Χριστιανισμό, γιατί ο πιστός
οφείλει να ζει σύμφωνα με τις διδασκαλίες του Κυρίου, δηλαδή φτωχός, ελεήμο-
νας και έτοιμος να σηκώσει το δικό του σταυρό284. Δεύτερον, ακόμη και τώρα, ένας
Χριστιανός μπορεί να αλλάξει θέση, ακολουθώντας το παράδειγμα των Αποστό-
λων και απαρνούμενος όλες τις υλικές απολαύσεις και τα αγαπημένα του πρόσω-
πα, για χάρη του θελήματος του Θεού.
Στο τέλος του κεφαλαίου (12.5), ο Τερτυλλιανός τονίζει με έμφαση και αλλη-
γορικά ότι, κάθε Χριστιανός πρέπει να αποφεύγει την ειδωλολατρία, σαν να ήταν

274
Πρβλ. Λκ 6.20, 12.22-24.
275
Πρβλ. Μτ 19.21.
276
Πρβλ. Λκ 9.23.
277
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 12.2.
278
Πρβλ. Μτ 19.21.
279
Πρβλ. Μτ 4.21-22, 6.25, 9.9, 16.24, Λκ 6.20, 9.59-62, 14.26.
280
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 12.3.
281
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 12.4.
282
Πρβλ. Μτ 19.26.
283
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 12.4-5.
284
Πρβλ. Λκ 14.28-30: τίς γὰρ ἐξ ὑμῶν, θέλων πύργον οἰκοδομῆσαι, οὐχὶ πρῶτον καθίσας ψηφίζει
τὴν δαπάνην, εἰ ἔχει τὰ πρὸς ἀπαρτισμόν, ἵνα μήποτε, θέντος αὐτοῦ θεμέλιον καὶ μὴ ἰσχύσαντος
ἐκτελέσαι, πάντες οἱ θεωροῦντες ἄρξωνται αὐτῷ ἐμπαίζειν, λέγοντες ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος ἤρξατο
οἰκοδομεῖν καὶ οὐκ ἴσχυσεν ἐκτελέσαι;

58
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

πανούκλα και να στραφεί προς τον ελεήμονα και καλοκάγαθο Θεό, ως στήριγμα
στην αποφυγή κάθε δεισιδαιμονίας (superstitionis) και επηρεασμού από τα ακά-
θαρτα πνεύματα (spiritus immundos).

Κεφάλαια XIΙΙ-ΧΙV: Συμμετοχή στους παγανιστικούς


και μεγαλοπρεπείς εορτασμούς.

«Για τις θυσίες και τα ιερατεία δεν χρειάζεται να ανοίξουμε συζήτηση. Με


τα θεάματα έχουμε ήδη ασχοληθεί285. Αυτό που απομένει να συζητηθεί είναι οι
υπερβολικοί εορτασμοί των Εθνικών. Για τη συμμετοχή σ’ αυτές είμαστε επιει-
κείς μερικές φορές, ως προς τις ακόλαστες συνήθειές τους και τη δειλία μας που
βρίσκεται σε αντίθεση με την πίστη που όλοι έχουμε αποδεχθεί286. Το πρώτο ση-
μείο της συζήτησης θα αφορά το εάν επιτρέπεται στους Χριστιανούς η συμμετοχή
στις εορταστικές εκδηλώσεις των ειδωλολατρών. Η αναφορά της Αγίας Γραφής287:
«Να χαίρεστε μαζί με εκείνους που χαίρονται και να κλαίτε μαζί με εκείνους που
κλαίνε», δεν αποτελεί θετικό επιχείρημα, αφού είναι μια προτροπή του Αποστό-
λου Παύλου προς στους αδελφούς, προκειμένου να βρίσκονται σε ομόνοια μεταξύ
τους. Δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ ειδωλολατρών και Χριστιανών, όπως δεν
υπάρχει σχέση μεταξύ φωτός και σκοταδιού, ζωής και θανάτου288. Σε διαφορετική
περίπτωση ο λόγος της Αγίας Γραφής289: «Σας λέω ότι εσείς θα κλάψετε και θα
θρηνήσετε για το θάνατό μου, ο κόσμος που βρίσκεται μακρυά μου θα χαρεί», δεν
θα έβγαινε αληθινός. Κοιτάξτε για παράδειγμα την περίπτωση του φτωχού Λά-
ζαρου και του πλούσιου290.
Τώρα για το έθιμο, εξαιτίας δεισιδαιμονίας, που συνηθίζεται ότι κάποια συ-
γκεκριμένη ημέρα πρέπει να πάρετε πίσω ότι σας ανήκει ή να αποπληρώσετε
ότι χρωστάτε, δεν υπάρχει σχετική εντολή και πρέπει να κρατηθείτε μακρυά απ’
αυτό291.
Εσύ ο ίδιος θα πρέπει να θέσεις τους κανόνες με τους οποίους θέλεις να σε
αντιμετωπίζουν. Εάν τώρα θέλεις να ενωθείς με τους ειδωλολάτρες για να κρύ-
ψεις ότι είσαι Χριστιανός, μολύνεις τη συνείδησή σου. Απ’ την άλλη μεριά, εάν οι

285
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Spectaculis. Σ’ αυτήν την παράγραφο αποδεικνύεται ότι η πραγματεία
του Τερτυλλιανού De Spectaculis γράφτηκε πριν την De Idololatria, βλ. επίσης υποσ. 183.
286
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 13.1.
287
Πρβλ. Ιω 16.20, Ρωμ 12.15, Β΄ Κορ 6.14.
288
Πρβλ. Α΄ Κορ 6.14, Κλήμης Αλεξανδρέας, Προτρεπτικός προς Έλληνας 123.2:…οὐδὲ μὴν συγκρίνε-
σθαι θέμις ζωὴν ἀπωλείᾳ.
289
Πρβλ. Ιω 16.20.
290
Πρβλ. Λκ 16.19-31, Τερτυλλιανός, De Idololatria 13.2-4.
291
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 13.5.

59
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

άλλοι γνωρίζουν ότι είσαι Χριστιανός, η συμμετοχή σου στις γιορτές τους θα τους
κάνει να θεωρήσουν ότι δεν είσαι Χριστιανός. Οπότε, έχεις ελεγχθεί και καταδικα-
σθεί. Και στις δυο περιπτώσεις ο Κύριος θα ντρέπεται για σένα292.
Πολλοί Χριστιανοί νομίζουν ότι κάνοντας ότι ακριβώς κάνουν οι ειδωλολά-
τρες για να μη «βλασφημείται το Όνομα του Θεού»293. Αλλά η μοναδική βλασφη-
μία που πρέπει να αποφευχθεί είναι εξαιτίας απάτης ή σωματικής βλάβης ή άλ-
λης σοβαρής κατηγορίας εναντίον μας. Επειδή αυτοί βλασφημούν εμείς θα πρέπει
να συνταχθούμε μαζί τους; Αφήστε τους να κάνουν ό,τι θέλουν, αυτό είναι επι-
δοκιμασία για εμάς294. Και όπως αναφέρει η προτροπή του Απόστολου Παύλου295:
«Συμπεριφερθείτε όπως και εγώ που ευχαριστώ τους πάντες, χωρίς να ζητάω το
συμφέρον μου, αλλά εκείνο που συμφέρει τους πολλούς». Και αλλού296: «Έγινα με
τους ασθενείς ασθενής, για να τους κερδίσω στην πίστη του Χριστού, Με όλους
έχω γίνει τα πάντα, ώστε με κάθε τρόπο να σώσω μερικούς»297. Επιτρέπεται να συ-
ναναστρεφόμαστε τους ειδωλολάτρες, αλλά δεν μας επιτρέπεται να αμαρτήσου-
με και να πεθάνουμε μαζί τους298. Δεν είμαστε συνιδιοκτήτες της πλάνης τους299.
Αφού δεν μας επιτρέπεται να γιορτάζουμε τις γιορτές μαζί με τους ειδωλο-
λάτρες, τότε σίγουρα δεν μας επιτρέπεται να τις γιορτάζουμε μεταξύ μας. Ακόμη
και οι εβραϊκοί εορτασμοί, που ήταν κάποτε αποδεκτοί από το Θεό, τώρα πλέον
απαγορεύτηκαν300. Οι Χριστιανοί θα πρέπει να παραδειγματιστούν από τους ειδω-
λολάτρες, οι οποίοι ποτέ δε θα συμμετείχαν στις δικές τους τις γιορτές. Εάν ένας
Χριστιανός ισχυριζόταν ότι θα πρέπει να αποδοθεί κάποια επιείκεια για την από-
λαυση της σάρκας, εγώ απαντώ: έχεις περισσότερες εορταστικές ημέρες απ’ ότι οι
ειδωλολάτρες που γιορτάζουν μια φορά το χρόνο301 ».

Σχόλια: Το 13ο και 14ο κεφάλαιο, μπορεί να θεωρηθούν ως μια ενότητα, επειδή
μέσα σε αυτά περιλαμβάνονται μια σειρά από επιχειρήματα εναντίον εκείνων
των Χριστιανών, που επιθυμούν να συμμετέχουν στις ειδωλολατρικές εκδηλώσεις
και τα δημόσια θεάματα. Από την εισαγωγική ακόμη παράγραφο, ο Τερτυλλιανός
επισημαίνει πως τα δημόσια θεάματα έχουν σχέση με την ακολασία και τη δειλία

292
Πρβλ. Μτ 10.33, Λκ 9.26, Τερτυλλιανός, De Idololatria 13.6.
293
Πρβλ. Ησ 52.5, Ρωμ 2.24, Α΄ Πε 4.14, Τερτυλλιανός, De Idololatria 14.1, De cultu feminarum 2.2.
294
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 14.2.
295
Πρβλ. Α΄ Κορ 10.33.
296
Πρβλ. Α΄ Κορ 9.22.
297
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 14.3-4.
298
Πρβλ. Ρωμ 6.23, Α΄ Κορ 5.10. 9.22, 10.33, 9.22, Γαλ 1.10.
299
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 14.5.
300
Πρβλ. Ησ 1.14, Επιστολή Βαρνάβα 15.8-9, Τερτυλλιανός, De Idololatria 14.6.
301
Πρβλ. Δτ 16.10, Τερτυλλιανός, De Idololatria 14.7.

60
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

των Χριστιανών και βρίσκονται σε αντίθεση με τη Χριστιανική πίστη και διδα-


σκαλία [πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 13.1.]. Επίσης, ο Λατίνος συγγραφέας
αναφέρει, πως έχει γράψει μια ειδική πραγματεία (De Spectaculis), σχετικά με το
ζήτημα των θεαμάτων, που ήταν πολύ δημοφιλείς και διαδεδομένες ειδωλολατρι-
κές εκδηλώσεις την εποχή του. Mε σαφήνεια τονίζει ότι, η συμμετοχή σ’ αυτές τις
Εθνικές εκδηλώσεις από τους Χριστιανούς, υποδηλώνουν ενοχή ειδωλολατρίας.

Κεφάλαιο ΧV: Η συμμετοχή στη λατρεία του αυτοκράτορα, ο στολισμός των


θυρών με λυχνάρια και δάφνινα στεφάνια. Το παράδειγμα των τριών παί-
δων και του Δανιήλ.

«Άλλη μια ειδωλολατρική συνήθεια, είναι η διακόσμηση των θυρών με λυ-


χνάρια και δάφνινα στεφάνια302. Τι να πεις γι’ αυτό; Εάν αυτό το έθιμο αποτελεί
σεβασμό σε ένα είδωλο, σαφώς και είναι μια μορφή ειδωλολατρίας. Εάν δηλώνει
σεβασμό σε άνθρωπο, τότε κάποιος θα πρέπει να έχει υπόψη του ότι κάθε μορφή
ειδωλολατρίας απευθύνεται προς τους ανθρώπους303, επειδή όπως ομολογούν και
οι ίδιοι οι Εθνικοί, οι πρώτοι θεοί τους ήταν άνθρωποι. Βέβαια, δεν έχει καμία δια-
φορά εάν κάποιος λατρεύει ανθρώπους από το παρελθόν ή το παρόν. Η καταδίκη
δεν αναφέρεται στα άτομα, που είναι το άμεσο αντικείμενο της ειδωλολατρίας,
αλλά στις πράξεις λατρείας που καθοδηγούνται από τους δαίμονες304.
Είναι αλήθεια ότι ο Χριστός αναφέρει305: «Δώστε λοιπόν στο Καίσαρα αυτά που
ανήκουν στον Καίσαρα και στο Θεό εκείνα που ανήκουν στο Θεό». Η ερμηνεία
που δίνεται είναι ότι πρέπει να δίνεται στο Καίσαρα τα δικά του, δηλαδή τα υλικά
αγαθά, ενώ στο Θεό το εαυτό σου, ως μια απλή ανθρώπινη ύπαρξη306. Διαφορε-
τικά τίποτα δεν μένει για το Θεό. Τα λυχνάρια και τα στεφάνια στις πόρτες στην
εξωτερική εμφάνιση συμβολίζουν την τιμή προς τον Καίσαρα, αλλά μυστικά ανα-
φέρονται στους δαίμονες307. Κάποιος θα πρέπει να παρατηρήσει ότι αυτός ο στολι-
σμός των εξωθυρών συναρτάται με τη συνήθεια των Ρωμαίων και των Ελλήνων,
οι οποίοι έχουν θεούς προστάτες θυρών. Παρ’ όλο που αυτοί οι θεοί έχουν μάταια
και φανταστικά ονόματα, με την καθιέρωσή τους προκαλούν ένα δεσμό ανάμεσα
στους ανθρώπους και τους δαίμονες. Ο Ενώχ έχει ήδη μιλήσει γι’ αυτό το είδος της

302
Πρβλ. Μτ 5.15-16.
303
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.1.
304
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.2.
305
Πρβλ. Μτ 22.21, Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.3.
306
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.4.
307
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.5.

61
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

δεισιδαιμονίας308. Τώρα, εάν υπάρχουν δαίμονες στις πόρτες, αυτούς τιμούν με τα


λυχνάρια και τα δάφνινα στεφάνια. Το πόσο αυστηρή είναι η κρίση του Θεού σ’
αυτά τα πράγματα, φαίνεται από το όνειρο που έστειλε Αυτός σε έναν από τους
αδερφούς μας, του οποίου οι δούλοι είχαν στολίσει , εν αγνοία του, την πόρτα του.
Για το λόγο αυτό πρέπει να υπακούμε τους κοσμικούς άρχοντες, όπως ο Από-
στολος μας προστάζει να κάνουμε, και να τους τιμάμε, αλλά χωρίς να διαπράτ-
τουμε ειδωλολατρία309. Καλά παραδείγματα γενναιότητας δόθηκαν από τα τρία
αδέρφια με τη συμπεριφορά τους στον Ναβουχοδονόσορα και από τον Δανιήλ στο
Δαρείο310.
Άφησε τους ειδωλολάτρες να έχουν τα λυχνάρια τους και τα δάφνινα στεφά-
νια. Τα λυχνάρια υποδηλώνουν την έλλειψη αληθινού φωτός και τα ξεθωριασμέ-
να στεφάνια, ότι προορίζονται για τη φωτιά. Εσύ όμως είσαι το φως του κόσμου
και το αειθαλές δέντρο. Μη δίνεις στο σπίτι σου την εμφάνιση πραγμάτων που
έχεις απαρνηθεί, δηλαδή τους ειδωλολατρικούς ναούς και την πορνεία311 ».

Σχόλια: Στο 13ο και 14ο κεφάλαιο, ο Τερτυλλιανός, υποστηρίζει με βιβλικά


επιχειρήματα ότι, οι Χριστιανοί απαγορεύεται να συμμετέχουν στις ειδωλολατρι-
κές εκδηλώσεις των Εθνικών. Σε αυτό το κεφάλαιο, ο Λατίνος συγγραφέας, επι-
σημαίνει με παρρησία ότι, η λατρεία των αυτοκρατόρων και η επακόλουθη τιμή
με δάφνινα στεφάνια προς οποιαδήποτε είδωλα και προς οποιοδήποτε άνθρωπο
– ζωντανό ή νεκρό - θεωρείται ειδωλολατρία312. Τονίζει ότι η απόδοση τιμών σε
αρχαίους ή σύγχρονους ανθρώπους δεν διαφοροποιεί την ουσία της πράξης, την
οποία αποδίδει αποκλειστικά στους δαίμονες313.
Σχετικά με την οφειλόμενη τιμή στους βασιλιάδες και τους αυτοκράτορες, ο
Τερτυλλιανός στην πραγματεία του De Idololatria, τονίζει την υποχρέωση των Χρι-
στιανών στην εντολή του Αποστόλου Παύλου,314 δηλαδή ότι πρέπει να υπακού-
ουν σ’ αυτούς, αλλά με πειθαρχία315 και αποστασιοποίηση από τα ειδωλολατρικά
ήθη316. Μια παρόμοια στάση κρατάει και στην πραγματεία του Apologeticum, όπου
τονίζει ότι οι Χριστιανοί δεν τιμούν τον αυτοκράτορα ως θεό, ούτε τον ονομάζουν
θεό, καθώς επίσης αρνούνται να θυσιάσουν προς τιμή του και στους θεούς του,

308
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.6.
309
Θαρραλέα απάντηση του Τερτυλλιανού για τη λατρεία του αυτοκράτορα, πρβλ. Τερτυλλιανός,
De Idololatria 15.7-8.
310
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.9-10.
311
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.11.
312
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.1-2.
313
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.2.
314
Πρβλ. Ρωμ 13.1, Τίτ 3.1.
315
Πρβλ. Μτ 22.21.
316
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.8, 17.2. Πρβλ. επίσης Πράξ 5.29.

62
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ωστόσο τον σέβονται και τον αγαπούν επειδή έχουν την πίστη, ότι από το θέλημα
του Θεού είναι αυτοκράτορας317.
Για το ζήτημα της συμμετοχής των Χριστιανών στις παραδοσιακές λατρευ-
τικές τελετές των Εθνικών, ο Τερτυλλιανός υπήρξε κατηγορηματικός και έδινε
έμφαση στην προτίμηση του δύσκολου δρόμου του μαρτυρίου, που εξασφαλίζει
μακροπρόθεσμα τον ουράνιο παράδεισο318.

Κεφάλαια ΧVΙ – ΧVΙΙ.1: Συμμετοχή στις ιδιωτικές γιορτές.

«Δεν υπάρχει καμία αντίρρηση, όσον αφορά τις επισκέψεις σε ιδιωτικές και
κοινωνικές γιορτές, όπως για παράδειγμα στη γιορτή της αγνής τηβέννου, των
αρραβώνων, των γάμων και των ονομαστικών εορτών, παρ’ όλο που διαχέεται μια
πνοή ειδωλολατρίας γύρω τους319. Οι λόγοι της παρουσίας μας πρέπει να αναλυ-
θούν και εφ’ όσον προσκαλούμαστε για τους παραπάνω λόγους, η παρουσία μας
πρέπει να τηρεί τους Χριστιανικούς κανόνες συμπεριφοράς, όπως για παράδειγμα
η ενδεδειγμένη ενδυμασία. Εάν όμως προσκληθώ για συμμετοχή σε θυσία, δεν
μου επιτρέπεται να πάρω μέρος ή να παρευρεθώ στη διάπραξη ειδωλολατρίας320.
Τι άλλο μπορούν να κάνουν οι σκλάβοι, οι απελεύθεροι και οι υπηρέτες των
αρχόντων, οι οποίοι πρέπει να συνοδεύσουν τους αφέντες τους στη διεξαγωγή θυ-
σίας; Σύμφωνα με τον κανόνα, μπορούμε επίσης να είμαστε στην υπηρεσία ενός
άρχοντα, όπως ακριβώς ήταν ο πατριάρχης και οι άλλοι προπάτορές μας, οι οποίοι
βρίσκονταν στην υπηρεσία ειδωλολατρών βασιλιάδων, χωρίς ωστόσο να περά-
σουν το όριο προς την ειδωλολατρία321 ».

Σχόλια: Στα κεφάλαια 16-17.1 ο Τερτυλλιανός ασχολείται με τα διάφορα είδη


κοινωνικών επαφών, τα οποία χωρίς την επίγνωση του βιβλικού κανόνα, είναι
δυνατόν να οδηγήσουν στη διάπραξη ειδωλολατρίας. Κάτω από αυτά τα νοημα-
τικά συμφραζόμενα, το 17ο κεφάλαιο αποτελεί συνέχεια του 16ου για τους εξής
λόγους: Πρώτον, ο Τερτυλλιανός θέτει τη ρητορική ερώτηση εάν ένας Χριστιανός
επιτρέπεται να λαμβάνει μέρος στους ιδιωτικούς εορτασμούς των Εθνικών, γνω-
ρίζοντας a priori ότι η συμμετοχή σ’ αυτές περιλαμβάνει ειδωλολατρικές συνήθει-
ες, δηλαδή θυσίες. Ωστόσο συμπληρώνοντας, αναφέρει ότι εφόσον ο Χριστιανός

317
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 27-36.
318
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Anima 55.
319
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 16.1.
320
Πρβλ. Α΄ Κορ 10.27-29, Τερτυλλιανός, De Idololatria 16.2-5.
321
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 17.1: Huius regulae memores etiam magistratibus et potestatibus of-
ficium possumus reddere secundum patriarchas et ceteros maiores, qui regibus idololatris usque ad finem idolola-
triae apparuerunt.

63
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

δε συμμετέχει σ’ αυτό το μέρος της γιορτής, επιτρέπεται η παρουσία του στις εορ-
ταστικές εκδηλώσεις. Δεύτερον, οι περιπτώσεις των σκλάβων, των απελεύθερων
και των υπηρετών, προβάλλονται ως επιβεβαίωση της θέσης που υπερασπίζεται
στο 16ο κεφάλαιο. Επεξηγεί πως είναι δυνατό οι σκλάβοι και οι άλλοι υπηρέτες να
συμπεριφερθούν σ’ αυτή την περίσταση, δηλώνοντας ευθαρσώς ότι δεν επιτρέπε-
ται σ’ αυτούς να πάρουν μέρος στη θυσία των ειδωλολατρών. Άρα, και για τους
σκλάβους ισχύει ο ίδιος κανόνας: η υπηρεσία επιτρέπεται, αλλά οι ειδωλολατρικές
πράξεις πρέπει να αποφεύγονται. Αυτός είναι δηλαδή ο κανόνας στον οποίο ανα-
φέρεται ο Τερτυλλιανός στην παραπάνω προτροπή (Huius regulae…), δίνοντας το
παράδειγμα των βασιλικών σκλάβων, όπως του Ιωσήφ και του Δανιήλ, οι οποίοι
υπηρετούσαν τους βασιλιάδες τους, χωρίς όμως να διαπράττουν ειδωλολατρία.

Κεφάλαια ΧVΙΙ.2 - ΧVΙΙΙ: Μπορεί να υπάρχουν λόγοι για να δικαιολογήσουν


τη λαμπρότητα και τη μεγαλοπρέπεια, που οι Χριστιανοί θα πρέπει σίγουρα
καταδικάζουν; Επιτρέπεται στους Χριστιανούς να καταλαμβάνουν δημόσια
αξιώματα ή θέσεις τιμής και εξουσίας;

«Εδώ προκύπτει το ερώτημα, το οποίο πρόσφατα έγινε πραγματικό: Εάν ένας


Χριστιανός που μπορεί και κρατηθεί ελεύθερος και μακριά από ειδωλολατρικές
πράξεις, επιτρέπεται να καταλαμβάνει δημόσιες θέσεις τιμής ή εξουσίας; Οι περι-
πτώσεις του Ιωσήφ και του Δανιήλ παρέχουν κατ’ αρχήν μια θετική απάντηση322.
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι ο Χριστιανός καταλαμβάνοντας μια δημόσια θέση
εξουσίας μπορεί να αποφύγει τις ειδωλολατρικές πράξεις – αν και είναι μετά βίας
πιστευτό - που είναι αντίθετες στα Χριστιανικά ήθη323.
Εμείς θα περιοριστούμε στην ενδυμασία και στη μεγαλοπρέπεια που ανα-
δεικνύουν, είτε χρησιμοποιείται για καθημερινή χρήση, είτε προορίζεται για την
άσκηση δημόσιας εξουσίας. Υπάρχει μια αλληλοσύνδεση μεταξύ ενδύματος και
της λειτουργίας που ασκεί αυτός που το φοράει. Στους Αιγύπτιους και στους Βα-
βυλώνιους τα μοβ και τα χρυσά στολίδια, αποτελούσαν διακριτικά ανώτατης κρα-
τικής εξουσίας. Στην περίπτωση του Ιωσήφ και του Δανιήλ η κατάσταση ήταν
διαφορετική και αποτελούσε καθαρά ένδειξη τιμής που απονέμονταν στους έμπι-
στους φίλους του βασιλιά και δεν ήταν σε καμία περίπτωση συνειδητή πράξη συν-
δεδεμένη με ειδωλολατρικές συνήθειες324. Έτσι, η μοβ ενδυμασία του Ιωσήφ και
του Δανιήλ αποτελούσε σημάδι διάκρισης, όχι αξιώματος. Μπορεί κάλλιστα να
συγκριθεί με την τήβεννο των αγοριών (toga) και το σεμνό γυναικείο φόρεμα (sto-

322
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 17.2.
323
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 17.3.
324
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.1.

64
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

la), τα οποία είναι σημάδια διάκρισης και όχι δύναμης (status) ή δεισιδαιμονίας325.
Tο μοβ ένδυμα και τα άλλα στολίδια των αξιωματούχων μας είναι λερωμένα
από την ειδωλολατρία, η οποία είναι πανταχού παρούσα στην άσκηση της εξου-
σίας τους. Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι τα ίδια εμβλήματα-διάσημα
(insignia) στολίζονται και τα είδωλά τους και με αυτό τον τρόπο εμφανίζουν τους
δαίμονες να είναι «οι άρχοντες αυτού του κόσμου»326. Για αυτό το λόγο έχεις ήδη
μολυνθεί από τα στολίδια και μόνο, ακόμη κι αν δεν έχει εκτελεστεί ειδωλολατρι-
κή πράξη327.
Όσον αφορά, στη σύγκριση παλαιών και νέων (εν. προπατόρων), να έχεις στο
νου σου ότι δεν είναι ίδια η κατάσταση μ’ εκείνους. Οι παλαιοί υπήρξαν σκλάβοι,
ενώ εσύ δεν είσαι σκλάβος κανενός, παρά μόνο δούλος του Χριστού328 και θα πρέ-
πει να ακολουθήσεις το παράδειγμα του Κυρίου σου329. Αυτός ήταν ταπεινός, σε-
μνός στο ντύσιμο, χωρίς δόξα στην όψη Του330. Δεν ασκούσε εξουσία (δύναμη) ούτε
στους δικούς Του ανθρώπους331. Με αυτόν τον τρόπο αποτέλεσε παράδειγμα στους
οπαδούς Του, απομακρύνοντάς τους από τη μεγαλοπρέπεια και τη λάμψη του αξι-
ώματος και της δύναμης332. Στην πραγματικότητα, περισσότερο από οποιονδήποτε
άλλο, ο Υιός του Θεού θα είχε χρησιμοποιήσει αυτή τη μεγαλοπρέπεια, αν δεν τη
θεωρούσε ξένη προς Αυτόν και τους οπαδούς Του333. Συμπεριφερόταν με αυτόν
τον τρόπο γιατί το θεωρούσε μέρος της μεγαλομανίας του διάβολου334. Εσύ όμως,
έχεις αποκηρύξει τη μεγαλοπρέπεια του διάβολου335 και σε περίπτωση που έχεις
προσεγγίσει αυτά τα πράγματα, να γνωρίζεις ότι διαπράττεις ειδωλολατρία336.
Επιπλέον, η εχθρική συμπεριφορά των αξιωματούχων, απέναντι στο Θεό και
τους υπηρέτες Του, θα πρέπει να σε έχει ήδη προειδοποιήσει337. Αλλά ακόμη και η
γέννησή σου και η ευμάρεια, στέκονται εμπόδιο στον αγώνα κατά της ειδωλολα-
τρίας. Υπάρχει ωστόσο, πάντα τρόπος για να την αποφύγεις, επειδή αν τα άλλα
μέσα αποτύχουν, ο δρόμος για το μαρτύριο, ο οποίος σε κάνει άρχοντα του ουρα-
νού, είναι ανοιχτός338».

325
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.2-3.
326
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.3.
327
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.4.
328
Πρβλ. Ρωμ 1.1.
329
Πρβλ. Α΄ Κορ 9.19.
330
Πρβλ. Μτ 8.20, 11.8, Ησ 52.2, Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.5.
331
Πρβλ. Ιω 13.1-38.
332
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.6.
333
Πρβλ. Ιω 6.15, 18.36.
334
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.7.
335
Πρβλ. Α΄ Ιω 3.8.
336
Πρβλ. Ιακ 4.4.
337
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.8.
338
Πρβλ. Λκ 22.25-30, Α΄ Κορ 6.2, Απ 2.1-29, 3.21, Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.9.

65
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Σχόλια: Στην παράγραφο 17.2, ο Τερτυλλιανός εισάγει το ρητορικό ερώτη-


μα: Είναι επιτρεπτό σε έναν Χριστιανό να ασκεί δημόσια καθήκοντα και να ασκεί
εξουσία; Η απάντηση του Λατίνου συγγραφέα, δίνεται σε συνάρτηση και παρα-
δειγματισμό, με τη στάση που τήρησαν ο Δανιήλ και ο Ιωσήφ, οι οποίοι σε πα-
ρόμοια περίπτωση και παρόλο που υπηρετούσαν σε ανώτατα αξιώματα ειδωλο-
λάτρες βασιλιάδες, παρέμειναν αμόλυντοι από την άσκηση των δημόσιων καθη-
κόντων τους339. Βέβαια, ο Τερτυλλιανός φαίνεται να αποδέχεται την παραπάνω
στάση, αλλά διατυπωμένη με σαφείς επιφυλάξεις340. Οι επιφυλάξεις αυτές, εδρά-
ζονταν στο γεγονός ότι η κοσμική εξουσία διαφθείρει τους ανθρώπους και γι’ αυτό
το λόγο οφείλουν οι Χριστιανοί να αρνούνται – όπως ορίζει η εντολή του Θεού341
- τις κοσμικές τιμές και τα δημόσια αξιώματα, που είναι «μεγαλοπρεπή έργα δια-
βόλου» (pompa diaboli)342. Στο 18ο κεφάλαιο, ο Τερτυλλιανός απορρίπτει επίσης τη
μεγαλοπρεπή ενδυμασία, ως μη αρμόζουσα στο Χριστιανικό ήθος, αφού αποτελεί
σύμβολο δεισιδαιμονίας και δαιμονικής εξουσίας343.

339
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 17.2: Hinc proxime disputatio oborta est, an seruus dei alicuius dig-
nitatis aut potestatis administrationem capiat, si ab omni specie idololatriae intactum se aut gratia aliqua aut
astutia etiam praestare possit, secundum quod et Ioseph et Daniel mundi ab idololatria et dignitatem et potestatem
administrauerunt in ornamento et purpura praefecturae totius Aegypti siue Babyloniae.
340
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 17.2: iam uero quae sunt potestatis, neque iudicet de capite alicuius
uel pudore -- feras enim de pecunia -- neque damnet neque praedamnet, neminem uinciat, neminem recludat aut
torqueat, si haec credibile est fieri posse.
341
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.7: Igitur quam noluit, reiecit, quam reiecit, damnauit, quam dam-
nauit, in pompa diaboli deputauit. Non enim damnasset, nisi non sua: alterius autem esse non possunt, nisi
diaboli, quae dei non sunt.
342
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.8-9: Tu si diaboli pompam eierasti, quicquid ex ea attigeris, id scias
esse idololatrian. Vel hoc te commonefaciat omnes huius saeculi potestates et dignitates non solum alienas, uerum
et inimicas dei esse, quod per illas aduersus dei seruos supplicia consulta sunt, per illas et poenae ad impios para-
tae ignorantur. Sed et natiuitas et substantia tua molestae tibi sunt aduersus idololatrian. Ad euitandum remedia
deesse non possunt, cum et, si defuerint, supersit unicum illud, quo felicior factus non in terris magistratus, sed
in caelis. Πρβλ. επίσης Τερτυλλιανός, De Idololatria, 10.4: Idem fit idoli natali; omnis diaboli pompa frequen-
tatur.
343
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.3: Simplex igitur purpura illa nec iam dignitatis erat, sed ingenui-
tatis apud barbaros insigne. Quemadmodum enim et Ioseph, qui seruus fuerat, et Daniel, qui per captiuitatem
statum uerterat, ciuitatem Babyloniam et Aegyptiam sunt consecuti per habitum barbaricae ingenuitatis, sic pe-
nes nos quoque fideles, si necesse fuerit, poterit et pueris praetexta concedi et puellis stola, natiuitatis insignia, nec
potestatis, generis, non honoris, ordinis, non superstitionis. Ceterum purpura uel cetera insignia dignitatum et
potestatum insertae dignitati et potestatibus idololatriae ab initio dicata habent profanationis suae maculam, cum
praeterea ipsis etiam idolis induantur praetextae et trabeae et laticlaui, fasces quoque et uirgae praeferantur, et
merito. Nam daemonia magistratus sunt saeculi huius; unius collegii insignia fasces et purpuras gestant.

66
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Κεφάλαιο XIX: Ο Χριστιανός και η στρατιωτική υπηρεσία.


Η απαγόρευση344.

«Το κυρίαρχο ερώτημα τώρα που προκύπτει – και μπορεί να ειπωθεί ότι έχει
δοθεί μια απάντηση - είναι, εάν το να είσαι Χριστιανός είναι συμβατό με το να
είσαι παράλληλα και στρατιώτης, ακόμη και αν βρίσκεσαι στις χαμηλότερες βαθ-
μίδες της ιεραρχίας345, οι οποίες δεν διατρέχουν τον κίνδυνο της υποχρεωτικής θυ-
σίας και της επιβολής θανατικής καταδίκης346.
Η απάντηση είναι αρνητική. Ο θεϊκός και ο ανθρώπινος όρκος δε συμβιβάζο-
νται. Μια ψυχή δεν μπορεί να υπηρετεί ταυτόχρονα και το Θεό και τον άνθρωπο
(Καίσαρα). Τα βιβλικά παραδείγματα φαίνεται να δείχνουν στους Χριστιανούς ότι
επιτρέπεται η διεξαγωγή του πολέμου347. Αλλά πως θα τους επιτραπεί να γίνει
αυτό ή πως θα τους επιτραπεί η στρατιωτική θητεία ήρεμα και χωρίς σπαθί, το
οποίο ο Κύριος έχει αποσπάσει348; Είναι αλήθεια ότι οι στρατιώτες που ήρθαν στον
Ιωάννη τον Βαπτιστή, δέχτηκαν από αυτόν ένα κανόνα ζωής και επιπλέον ένας
εκατόνταρχος349 είχε προσέλθει στην πίστη μας, προφανώς παραμένοντας στρα-
τιώτης350. Αλλά από τον Πέτρο και ύστερα ο Χριστός αφόπλισε τους πάντες. Επο-
μένως, η στρατιωτική ενδυμασία ανήκει στις απαγορευμένες (non convenit) πρά-
ξεις για ένα Χριστιανό351 ».

Σχόλια: Η άποψη του Τερτυλλιανού για τη στρατιωτική θητεία διαφοροποι-


είται στο De corona militis. Από τις αρχές του 3ου αιώνα η διάκριση και το δίλημμα
στην Εκκλησία εντοπίζεται μεταξύ δυο περιπτώσεων, αφού κυρίαρχος λόγος ήταν
η ευαγγελική απαγόρευση352: αφενός του Χριστιανού που θέλει να γίνει στρατιώ-
της και αφετέρου του στρατιώτη που θέλει να γίνει Χριστιανός και να παραμείνει
στρατιώτης. Όσον αφορά την πρώτη περίπτωση, δεν υπάρχει διχογνωμία στο De

344
Ο Τερτυλλιανός έχει συγγράψει – μεταγενέστερα του De Idololatria – μια πραγματεία αναφερό-
μενη αποκλειστικά στις αντιρρήσεις του για το στρατιωτικό επάγγελμα και τον πόλεμο, πρβλ. De
corona militis.
345
To 19ο κεφάλαιο μπορεί να θεωρηθεί ότι διασυνδέεται με τα κεφάλαια 17.2-18-9. Σε αυτά τα
κεφάλαια ο Τερτυλλιανός υποστηρίζει την απαγόρευση κατοχής υψηλών αξιωμάτων από τους
Χριστιανούς, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα υψηλόβαθμα αξιώματα του στρατού. Στο 19ο
κεφάλαιο υποστηρίζει ότι η στρατιωτική υπηρεσία ακόμη (etiam) και στις χαμηλές βαθμίδες είναι
απαγορευτική, γιατί δεν συμβιβάζεται σε κάποιον πιστό να υπηρετεί και το Θεό και τον Καίσαρα
και να διεξάγει πολέμους.
346
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 19.1.
347
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 19.2.
348
Πρβλ. Μτ 26.52.
349
Πρβλ. Μτ 8.5.
350
Πρβλ. Λκ 3.12-13.
351
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 19.3.
352
Πρβλ. Εξ 20.13, Μτ 5.44.

67
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Idololatria και στο De corona militis. Και στα δυο έργα του Λατίνου συγγραφέα υπάρ-
χει απαγόρευση. Στη δεύτερη περίπτωση, στο De corona militis - που θεωρείται
μεταγενέστερο έργο - φαίνεται να γίνεται δεκτό από τον Τερτυλλιανό το αίτημα
της διπλής ιδιότητας (Χριστιανός – στρατιώτης), δηλαδή του στρατιωτικού επαγ-
γέλματος και της Χριστιανικής πίστης353. Ωστόσο, στην πραγματεία De Idololatria,
δίνεται η εντύπωση ότι και οι δυο ιδιότητες απορρίπτονται ρητά και κατηγορημα-
τικά από τον Τερτυλλιανό.

Κεφάλαιο XX: Η ειδωλολατρία των λέξεων. Το ελάττωμα της συνήθειας.

«Ο χριστιανικός τρόπος ζωής δεν απειλείται μόνο από τις ειδωλολατρικές


πράξεις, αλλά επίσης και από τις ειδωλολατρικές λέξεις, οι οποίες μπορεί να έχουν
την προέλευσή τους από τη συνήθεια ή τη δειλία μας354. Η απαγόρευση του Νόμου,
να προφέρουμε τους θεούς των ειδωλολατρών, δεν θα πρέπει να ερμηνευτεί με
τέτοιο τρόπο που να μας αναγκάζει να μην προφέρουμε αυτά τα ονόματα355. Αυτή
η στάση θα έκανε αδύνατη τη συμμετοχή μας στην κοινωνική ζωή356. Ο Νόμος
μας απαγορεύει να τους αποκαλούμε “θεούς”357 και αν μερικές φορές είναι αυτό
απαραίτητο, οφείλουμε να προσθέτουμε κάποιο χαρακτηρισμό για να το ξεκα-
θαρίζουμε πως δεν τους θεωρούμε θεούς. Η Αγία Γραφή είναι το παράδειγμα για
μας358. Αυτές οι παρατηρήσεις πρέπει να γίνονται εκ των προτέρων359. Ελάττωμα
της συνήθειας είναι να λέμε: «Μα τον Ηρακλή» (Mechercule)360 ή «βοήθησέ με θεέ»
(Medius Fidius)361, ακόμη και αν κάποιοι δε γνωρίζουν ότι αποτελεί πράξη όρκου
στον Ηρακλή. Ένας όρκος προς στους θεούς, τους οποίους έχεις αρνηθεί (ενόρ-
κως), δεν μπορεί παρά να είναι μια επιζήμια ανάμειξη της πίστης με την ειδωλο-
λατρία, εφόσον τιμάς εκείνους τους θεούς362 ».

Σχόλια: Στα κεφάλαια 3-19, ο Τερτυλλιανός αναπτύσσει τις απόψεις του για
τις – κυρίως – κρυμμένες μορφές της ειδωλολατρίας στην πράξη. Σε αυτό το κε-
φάλαιο, ο Λατίνος συγγραφέας στρέφει την προσοχή του στους κινδύνους που

353
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De corona militis 11.4.
354
Πρβλ. Μτ 12.37, Τερτυλλιανός, De Idololatria 20.1.
355
Πρβλ. Εξ 23.13, 20.7, Ψλ 96.5.
356
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 20.2.
357
Πρβλ. Εξ 20.7, Τερτυλλιανός, De Idololatria 20.3.
358
Πρβλ. Δτ 29.18, 32.21.
359
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 20.4.
360
Αυτή η έκφραση ήταν κοινή ρωμαϊκή λατρευτική προσφώνηση, βλ. Bouchard, I. (2008) σελ. 25.
361
Πανάρχαιος ιταλικός όρκος που συνδέεται με τη λατρεία του Δία, βλ. Greenslade, S.L. (1956)
σελ. 106.
362
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 20.5.

68
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

απειλούν τους Χριστιανούς, από τη χρήση των λόγων τους στην απόδοση όρκων
στο όνομα των ειδωλολατρικών θεών, γιατί αυτή η πρακτική αποτελεί σαφέστατη
ειδωλολατρία363.

Κεφάλαιο XXΙ- XXΙΙ: Η ειδωλολατρία εξαιτίας της δειλίας. Η ανηθικότητα


και οι αντιδράσεις των Χριστιανών.

«Το ελάττωμα της δειλίας ανιχνεύεται εκεί, πρώτον, όταν κάποιος σε έχει δε-
σμεύσει στο όνομα των ειδωλολατρικών θεών και δεν διαμαρτυρηθείς από φόβο,
μήπως και αναγνωριστείς ως Χριστιανός. Η σιωπή σου είναι ένδειξη ομολογίας
του μεγαλείου των θεών τους364. Δεν βλέπεις ότι είσαι το θύμα των τεχνασμάτων
του Σατανά; Ότι δεν μπορείς να πετύχεις με το στόμα σου (ανοιχτή ομολογία),
αυτός (Σατανάς) το πετυχαίνει με τα αυτιά σου365. Εάν κάποιος που θέλει να σε
δεσμεύσει σε πλησιάσει με ένα μη φιλικό τρόπο, πρέπει να μείνεις σταθερός και
να πολεμήσεις. Εάν είναι φιλικός, είναι πιο ασφαλές για εσένα να μεταφέρεις την
προσήλωσή σου όχι στους θεούς, αλλά στον Κύριο και να μην δεσμευτείς σ’ αυτόν,
ο οποίος είναι όργανο του διάβολου, για να σε κάνει ειδωλολάτρη366. Κάθε ανοχή σ’
αυτό το ζήτημα, είναι ειδωλολατρία.
Γνωρίζω έναν Χριστιανό, ο οποίος κατηγορήθηκε από έναν Εθνικό με την κα-
τάρα: «την οργή του Δία να έχεις», αυτός απάντησε: «όχι, εσύ να την έχεις». Αυτή
όμως είναι αντίδραση ενός ειδωλολάτρη. Ακόμη και αν δεν είχε ανταπαντήσει
στην κατάρα ο Χριστιανός, αλλά απλώς έδειχνε αγανάκτηση, θα είχε διαπράξει
ειδωλολατρία. Με το θυμό κάποιος, επιβεβαιώνει την ύπαρξη του θεού367. Γιατί
πως αλλιώς εξηγείται ο θυμός εξαιτίας κάποιου που δεν υπάρχει; Περισσότερο δε,
όταν επιστρέφει την κατάρα. Ο Χριστιανός έπρεπε να κοροϊδέψει μια τέτοια κα-
τάσταση368 ή να επιστρέψει την κατάρα με μια ευλογία στο όνομα του Θεού, όπως
προστάζει η Αγία Γραφή369, καταστρέφοντας τα είδωλα και τιμώντας το Θεό370.
Με παρόμοιο τρόπο, ένας Χριστιανός μπορεί να μην ανέχεται την ευλογία στο
όνομα των ειδωλολατρικών θεών, γιατί κάθε ευλογία απ’ αυτούς, είναι κατάρα

363
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 20.4: Sed enim cum conuersatio diuinae disciplinae non factis tantum,
uerum etiam uerbis periclitetur (nam sicut scriptum est, ecce homo et facta eius, ita, ex ore tuo iustificaberis),
meminisse debemus etiam in uerbis quoque idololatriae incursum praecauendum aut de consuetudinis uitio aut
timiditatis.
364
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 21.1.
365
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 21.2.
366
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 21.3.
367
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 21.4.
368
Πρβλ. Ψλ 2.4.
369
Πρβλ. Μτ 5.44.
370
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 21.5.

69
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

από το Θεό371. Εάν δώσω μια ελεημοσύνη σε κάποιον, και αυτός καταραστεί τις
ευλογίες των θεών του πάνω μου, τότε η ελεημοσύνη μου γίνεται τιμή σ’ αυτούς
τους θεούς372. «Μα ο Θεός γνωρίζει την πρόθεσή μου». Ναι, αλλά Αυτός βλέπει
επίσης ότι δεν ήμουν πρόθυμος να δείξω ότι το έκανα γι’ Αυτόν373. Πολλοί λένε:
«κανείς δεν πρέπει να κάνει τον εαυτό του γνωστό». Αλλά, κανείς δεν πρέπει να
αρνηθεί το εαυτό του. Γι’ αυτό, το να υποκρίνεται κάποιος ότι είναι Χριστιανός,
είναι σαν να αρνείται την πίστη του. Κάθε άρνηση είναι ειδωλολατρία, όπως και
κάθε πράξη ειδωλολατρίας, είναι άρνηση της πίστης374.

Σχόλια: Στα κεφάλαια 21 και 22, που μπορεί να θεωρηθούν νοηματικά αλληλέν-
δετα, ο Τερτυλλιανός επεξηγεί το ελάττωμα και την ανηθικότητα της δειλίας και
στην συνεπακόλουθη αντίδραση των Χριστιανών, η οποία ανιχνεύεται σε τρεις
περιπτώσεις αντιπαράθεσης με τους Εθνικούς. Επισημαίνει, ότι μια λανθασμένη
αντίδραση από τους Χριστιανούς, τους ενοχοποιεί αυτόματα για διάπραξη ειδω-
λολατρίας. Τις περισσότερες φορές αυτή η αντίδραση έχει τη μορφή της σιωπής.
Σύμφωνα με το Λατίνο συγγραφέα, αυτή η σιωπή προέρχεται από το φόβο των
Χριστιανών να ομολογήσουν την πίστη τους. Οι τρεις περιπτώσεις είναι: α. Η αντί-
δραση των Χριστιανών απέναντι στη δέσμευση στους όρκους των ειδωλολατρών375
β. Η αντίδραση σε κάποια κατάρα εκ μέρους των Εθνικών376 και γ. Η αντίδραση σε
μια ευλογία377».

Κεφάλαιο XXΙΙΙ: Η ειδωλολατρία στην πράξη και στα λόγια. Γραπτές συμβά-
σεις στο όνομα των ειδώλων. Σιωπηρή συγκατάθεση.

«Παρατηρείται επίσης ένα είδος ειδωλολατρίας και στην πράξη και στα λόγια,
που είναι ο δανεισμός χρημάτων από τους Εθνικούς. Παρόλο που από την πρώτη
ματιά αυτή η πράξη φαίνεται να είναι κάτι αβλαβές, στην πραγματικότητα μια
γραπτή εγγύηση με την προϋπόθεση του όρκου επιβεβαιώνουν το αντίθετο378.
Ο Χριστός όμως απαγορεύει τον όρκο. Κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι: «Εγώ
έχω γράψει, αλλά δεν έχω πει τίποτα». Εδώ εντοπίζεται μια έκκληση στη φύση και
το ανθρώπινο συναίσθημα. Στη φύση, επειδή το χέρι δεν μπορεί να γράψει τίποτα

371
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 22.1.
372
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 22.2.
373
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 22.3.
374
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 22.4.
375
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 21.1-3.
376
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 21.4-5.
377
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 22.1-4.
378
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 23.1.

70
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

το οποίο έχει υπαγορεύσει η ψυχή379. Και αν κάποιος φέρνει αντίρρηση ότι κάποιος
άλλος έχει υπαγορεύσει, ο Τερτυλλιανός επικαλείται την ανθρώπινη συνείδηση,
εφόσον αυτό που κάποιος άλλος έχει υπαγορεύσει έχει παρθεί από την ψυχή και
μεταφέρθηκε στο χέρι, είτε η γλώσσα έχει πάρει μέρος σ’ αυτήν την πράξη ή πα-
ραμείνει σε αδράνεια. Αυτή η γνώμη επιβεβαιώνεται από το Λόγο του Θεού, ο
οποίος λέει ότι η πράξη της αμαρτίας βρίσκεται στο μυαλό και στη συναίσθηση380.
Τώρα εφόσον ο Χριστιανός, για τον οποίο γίνεται λόγος, έχει δώσει μια εγγύηση
και είχε συναίσθηση το τι έκανε, δεν μπορεί να αποστασιοποιηθεί απ’ αυτό λέγο-
ντας: «Δεν είχα πρόθεση να το κάνω»381.
Ούτε μπορεί να δοκιμαστεί, μέσω ενός ελαφρύτερου εγκλήματος, να αποκλεί-
σουμε ένα πολύ πιο σημαντικό λέγοντας: «Όντως παραδέχομαι ότι έχω ενεργήσει
λανθασμένα δίνοντας μια εγγύηση, κάτι που απαγορεύεται σ’ έναν Χριστιανό.
Αλλά έχω ορκιστεί, και έτσι δεν έχω αρνηθεί την πίστη μου». Ακόμη και αν δεν
είχες κάνει τίποτα τέτοιου είδους ενέργεια, ήσουν και πάλι ένοχος, αν είχες συναι-
νέσει να γίνει, δηλαδή να δώσεις την εγγύηση.
Ο Χριστιανός μπορεί να επιμένει να λέει ότι η σιωπή στην οποία αυτή η πράξη
λαμβάνει χώρα την κάνει άκυρη382. Η αντίρρηση αυτή εύκολα απορρίπτεται όταν
αναφερόμαστε στην περίπτωση του βωβού Ζαχαρία383, του οποίου η φωνή χωρίς
λαλιά ήταν περισσότερο ακουστή και είχε πλήρη εγκυρότητα384.
Ας προσευχηθούμε στον Κύριο για την αποφυγή της αναγκαιότητας στη σύ-
ναψη τέτοιου συμβολαίου. Αυτός μπορεί είτε να καταστήσει ικανά τα αδέρφια μας
να μας βοηθήσουν οικονομικά, είτε να μας δώσει το κουράγιο να σπάσουμε τα
δεσμά της ανάγκης, διότι τα γραμμένα κείμενα θα τα βρούμε μπροστά μας κατά
την ημέρα της Κρίσης385 ».

Σχόλια: Η έκφραση litterae negatrices (De Idololatria 23.7), αποτελεί την περίληψη
όλου του κεφαλαίου και την κατηγορηματική άποψη του Τερτυλλιανού, για τη
σύναψη συμβολαίου με την εγγύηση τον ειδωλολατρικό όρκο. Η πράξη της υπο-
γραφής συμβολαίου από έναν Χριστιανό, ερμηνεύεται από το Λατίνο συγγραφέα
με άρνηση της πίστης, επειδή περιλαμβάνει την υποχρέωση του όρκου και την
επίκληση των ειδωλολατρικών θεών. Προτρέπει τους Χριστιανούς, όταν συνά-

379
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 23.2.
380
Πρβλ. Μτ 5.28, Τερτυλλιανός, De Idololatria 23.3.
381
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 23.4.
382
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 23.5.
383
Πρβλ. Λκ 1.20-80.
384
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 23.6.
385
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 23.7.

71
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

πτουν δάνεια από τους ειδωλολάτρες να προσέχουν πολύ, γιατί αυτοί απαιτούν
την απόδοση εγγύησης συνοδευόμενη από όρκους στους θεούς τους, γεγονός που
αποτελεί σαφέστατη διάπραξη ειδωλολατρίας και παρέκκλιση από τη Χριστιανι-
κή πίστη. Ο Λατίνος συγγραφέας επισημαίνει, ότι και μόνο η σκέψη (μυαλό και
συνείδηση) για την απόδοση του όρκου, αποτελεί δεσμευτική ενέργεια, που θα την
βρουν μπροστά τους, την ώρα της τελικής κρίσης από το Θεό386.

Κεφάλαιο XXΙV: Επίλογος – Συμπεράσματα.

«Το καράβι της πίστης πλέει μέσα σε αυτούς τους κινδύνους. Αυτός που ρίχνε-
ται στη μανιασμένη θάλασσα χάνεται387. Ας πει ο οποιοσδήποτε σ’ αυτόν τον κό-
σμο ότι δεν μπορεί να αποφύγει την ειδωλολατρία388. Παρόλα αυτά, πάντα υπάρ-
χει διέξοδος389. Το Άγιο Πνεύμα από την Αποστολική εποχή μας έχει ελαφρύνει το
ζυγό, με σκοπό να δώσουμε τη μάχη εναντίον της ειδωλολατρίας390. Για το λόγο
αυτό, έχουμε την υποχρέωση να είμαστε πιστοί στη Χριστιανική εντολή (Νόμος)391.
Η Κιβωτός περιείχε πολλά ζώα (κοράκια, φίδια κλπ), διάφορους τύπους ανθρώ-
πων, πολλά ανθρώπινα πάθη και σύμβολα ανθρώπινης κακίας392, αλλά δεν υπήρ-
χε η ειδωλολατρία393. Γι’ αυτό, με σιγουριά δεν πρέπει να υπάρχει ειδωλολατρία
μέσα στην Εκκλησία394 ».

Σχόλια: Ο επίλογος της πραγματείας παρουσιάζει υψηλό ρητορικό ύφος και


καίριο ετυμολογικό σχήμα λόγου, αφού ο Τερτυλλιανός παρονομάζει την Εκκλη-
σία του Χριστού με την Κιβωτό του Νώε. Ο Τερτυλλιανός, επιθυμεί προφανώς να
προκαλέσει τον προβληματισμό των Χριστιανών αναγνωστών και να διεγείρει
τη συνείδησή τους, προσδίδοντας παράλληλα παραστατικότητα και έμφαση στο
λόγο του. Ολόκληρη η πραγματεία αποτελεί μια ανακεφαλαίωση των κρυμμένων
μορφών της ειδωλολατρίας και των κινδύνων που αντιμετωπίζουν οι Χριστιανοί.

386
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 23.7: Dominum oremus, ne qua nos eiusmodi contractus necessitas
circumsistat et, si ita euenerit, det fratribus operandi copiam uel nobis abrumpendae omnis necessitatis constan-
tiam, ne illae litterae negatrices uicariae oris nostri in die iudicii aduersus nos proferantur signatae signis non iam
aduocatorum, sed angelorum.
387
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 24.1.
388
Α΄Κορ 5.10.
389
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 24.2.
390
Πρβλ. Πραξ 15.28-29.
391
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 24.3.
392
Πρβλ. Ψλ 48.21, Τερτυλλιανός, De Anima 32.8.
393
Παρονομασία της Κιβωτού του Νώε με την Εκκλησία του Χριστού, πρβλ. Τερτυλλιανός, De Bap-
tismo 8, Κυπριανός, Epistulae 69.2, 74.11, 75.15, De Unitate 6.
394
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 24.4.

72
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Στον επίλογο του έργου, αυτοί οι κίνδυνοι συγκρίνονται – με θαυμάσιο σχήμα λό-
γου (tertium comparationis) – με βραχώδεις και απότομες ακτές, με κόλπους αβαθείς
και στενά επικίνδυνα. Ο Τερτυλλιανός επισημαίνει ότι, μέσα από αυτούς τους κιν-
δύνους πρέπει να περάσει αλώβητο το πλοίο της χριστιανικής πίστης.
Ο Λατίνος συγγραφέας, για να στηρίξει περαιτέρω τα επιχειρήματά του, ανα-
φέρει έμμεσα την Αποστολική Σύνοδο της Ιερουσαλήμ395 (περίπου το 50), η οποία
συγκλήθηκε μέσα στους κόλπους της πρώτης χριστιανικής κοινότητας, όπου με
τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος396 και παρά τις αρχικές διαφωνίες των συμμετε-
χόντων, αποτελεί ουσιαστικά το πρώτο άνοιγμα στον εθνικό κόσμο.

Πρβλ. Πραξ 15.28, Τερτυλλιανός, De pudicitia 12.4.


395

Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 24.3: Propterea spiritus sanctus consultantibus tunc apostolis uincu-
396

lum et iugum nobis relaxauit, ut idololatriae deuitandae uacaremus.

73
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΙΙΙ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Η κριτική στάση του Τερτυλλιανού προς τους ειδωλολάτρες και


τη λατρεία των ειδώλων

Ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της εργογραφίας του Τερτυλλιανού, εί-


ναι η κριτική του στάση έναντι των εθνικών δοξασιών, η απόρριψη συλλήβδην
των άδικων διώξεων των Χριστιανών και η πολεμική εναντίον της λατρείας και
θυσίας των ειδώλων. Η στάση του καθοδηγήθηκε από τη διαπίστωση ότι οι Εθνι-
κοί αποτελούσαν πληθυσμιακά τη συντριπτική πλειοψηφία και αποτελούσαν την
κυρίαρχη μέχρι την εποχή του κατηγορία ανθρώπων, που οι Χριστιανοί ήταν ανα-
γκασμένοι να ζουν μαζί τους, χωρίς να μοιράζονται όμως τις ίδιες θρησκευτικές
πεποιθήσεις και λατρείες. Η έρευνα για την ανάδειξη των θέσεων του Τερτυλλι-
ανού, έναντι των ειδωλολατρών και των παγανιστικών θεοτήτων και τελετουργι-
ών, οδηγείται απαραίτητα μέσα στα ίδια τα συγγράμματά του.
Ήδη από τα δύο πρωιμότερα συγγράμματά του Ad Nationes και Apologeticum,
γραμμένα το 197, αρχίζει η αντιπαράθεση του με τον ειδωλολατρικό κόσμο. Αυτές
οι δυο πραγματείες ακολουθούν το τυπικό απολογητικό ύφος και έχουν θεματική
συγγένεια, με το δεύτερο να αποτελεί το πιο άρτιο υφολογικά σύγγραμμά του και
την κορωνίδα της συγγραφικής του δραστηριότητας397.
Στο Ad Nationes, που αποτελείται από δυο βιβλία, ο Τερτυλλιανός επιχειρεί
– ως κάτοχος της τεχνικής των δικανικών λόγων - να αναιρέσει την άδικη δίω-
ξη των Χριστιανών, την οποία θεωρεί παράλογη και έρχεται σε αντίθεση με τις
αρχές της δικαιοσύνης. Αυτή η ανομία έλκει τις αιτίες της από την άγνοια των
Εθνικών για το τι ακριβώς καταδικάζουν398. Αρνείται τις συνήθεις κατηγορίες των
Εθνικών και αποδεικνύει ότι είναι αναληθείς και πως ακόμη και να ήταν αληθι-
νές, τότε δίκαια να τιμωρηθούν, αν και εκείνοι (Εθνικοί) διαπράττουν χειρότε-
ρα εγκλήματα399. Ειδικά στο 2ο βιβλίο, ο Τερτυλλιανός επιτίθεται με σφοδρότητα,
ασκώντας κριτική γενικά στην ειδωλολατρική θρησκεία και ειδικότερα στους ρω-
μαϊκούς θεούς. Δίνει ιδιαίτερη προσοχή στους ρωμαϊκούς θεούς, γελοιοποιώντας
την πανταχού παρουσία τους, σε όλα τα στάδια της ανθρώπινης ύπαρξης, ακόμη
και πριν από τη γέννηση του ανθρώπου μέχρι και το θάνατο, μέσα σε ένα εξαιρε-
τικά ιδιότυπο και πολύπλοκο σύστημα συνάφειας και προστασίας400. Στόχος του

397
Για τη δομή και το ρητορικό ύφος του Τερτυλλιανού στο Apologeticum βλ. Dunn, G. D. (2002) “Rhe-
torical Structure in Tertullian’s ad Scapula”,VigChr 55:47–55 και Sider, R. D. (1973) “On Symmetrical
Composition in Tertullian”, Journal of Theological Studies n.s. 24:405–423.
398
Πρβλ. Tερτυλλιανός, Ad Nationes 1.1-6.
399
Πρβλ. Tερτυλλιανός, Ad Nationes 1.7-19.
400
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Ad Nationes 2.11.

74
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Λατίνου συγγραφέα είναι να ανταποδώσει τις κατηγορίες στους ειδωλολάτρες, οι


οποίοι στα πλαίσια των τελετουργιών τους, επιβαρύνονται με σοβαρά εγκλήμα-
τα, όπως βρεφοκτονίες και αιμομιξίες401. Αναλύει την έννοια του Θεού και αποδει-
κνύει ότι οι παγανιστικές θεότητες είναι ανθρώπινες κατασκευές402. Η πολύ καλή
γνώση του Τερτυλλιανού για το πάνθεο των Εθνικών προέρχεται, όπως αργότερα
του ιερού Αυγουστίνου, του Ισίδωρου Σεβίλης αλλά και πολλών άλλων αρχαίων
συγγραφέων (Εθνικών και Χριστιανών), από το έργο Antiquitates Rerum Divinarum,
του Λατίνου Εθνικού πεζογράφου του 1ου αιώνα π.Χ. Βάρρωνα Ρεατινού (Marcus
Terentius Varro ή Varro Reatinus)403.
Στην πραγματεία του Apologeticum, ο Λατίνος συγγραφέας επιχειρεί την ανα-
σκευή όλων των κατηγοριών εναντίον των Χριστιανών με συγκρότηση και μεθο-
δικότητα και υποστηρίζει ότι οι διαδικασίες δίωξης τους είναι άδικες και νομικά
ελεγχόμενες για την αξιοπιστία τους404. Περιγράφει με ζωηρό ύφος το χαρακτήρα
και την καθαρότητα της καθημερινής ζωής των Χριστιανών και επισημαίνει την
προσήλωσή τους στην προσευχή και στη μελέτη του Ευαγγελίου. Εξηγεί γιατί ο
Χριστιανισμός δεν έχει σχέση με τη φιλοσοφία και εξαίρει την αυταπάρνηση των
μαρτύρων. Επιπλέον, ξεκαθαρίζει με σαφή τρόπο τη μορφή της χριστιανικής λα-
τρείας και την άδικη συμπεριφορά της ρωμαϊκής εξουσίας, στην ελεύθερη άσκησή
της. Στις συκοφαντίες εναντίον των Χριστιανών, ο Τερτυλλιανός αντέταξε με σθέ-
νος τα επιχειρήματά του, αναιρώντας κυρίως δυο επίσημες κατηγορίες: το έγκλη-
μα των Χριστιανών που δεν λατρεύουν τους θεούς των Εθνικών405 και το σοβαρό-
τερο όλων, τη μη εκπλήρωση των καθηκόντων τους προς τον αυτοκράτορα και το
ρωμαϊκό κράτος γενικότερα406.
Δυο πραγματείες, οι οποίες γράφτηκαν από τον Τερτυλλιανό πρώιμα και
απευθύνονταν στους Χριστιανούς, με σαφείς απαντήσεις στα ερωτήματα που
αφορούσαν την καθημερινή συναναστροφή τους με τους ειδωλολάτρες είναι τα,
De Spectaculis και De Idololatria. Στο De Spectaculis αποδεικνύει ότι η διασκέδαση και
τα θεάματα των Ρωμαίων, όπως τα δημόσια θεάματα και το θέατρο δεν συμβιβά-
ζονται με την πίστη στον αληθινό Θεό407, τη χριστιανική διδασκαλία408, την αλή-

401
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Ad Nationes 1.15-16.
402
Πρβλ. Κλήμης Αλεξανδρέας, Προτρεπτικός προς Έλληνας 2.38.1-2.39.3, 10.96.4-10.99.2, 10.101.1-2,
10.102.1-4, Μ. Αθανάσιος, Κατά ειδώλων 2.
403
Kenney, E.J.-Clausen, W.V. (⁴2003) Ιστορία της Λατινικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Πίκουλα Θ., Σιδέρη
–Τόλια Α., επιμ. Στεφανή Α., Αθήνα, σελ. 393 κ.εξ., Dunn, G.D. (2004) σελ. 27.
404
Πρβλ. Tερτυλλιανός, Apologeticum 1-3.
405
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Αpologeticum 10-27.
406
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Αpologeticum 28-45.
407
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Spectaculis 5-14.
408
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Spectaculis 15-19.

75
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

θεια409, έχουν σαφέστατα ειδωλολατρική καταγωγή410, και είναι έργα του διαβό-
λου411.
Στο έργο του De Idololatria, ο Τερτυλλιανός – το οποίο απευθύνεται τόσο προς
τους απλούς πιστούς, οι οποίοι δεν κατανοούν τους παγανιστικούς κινδύνους, όσο
και προς τους υποψιασμένους που εθελοτυφλούν412 - καταγράφει τον ορισμό της
ειδωλολατρίας και ξεκαθαρίζει τις βασικές αρχές του Χριστιανισμού. Ο Τερτυλ-
λιανός ορίζει την ειδωλολατρία, που είναι αρκετά γενική ώστε να περιλαμβάνει
όλα τα άλλα εγκλήματα μέσα σε αυτήν και αρκετά συγκεκριμένη για να μπορεί
να βρεθεί μέσα σε άλλα εγκλήματα413 και επιπλέον τη θεωρεί το κυριότερο έγκλη-
μα414 της ανθρωπότητας, διαβολική λατρεία415 και δεισιδαιμονία416. Κάθε αμάρτημα
ονομάζεται ειδωλολατρία, επειδή κατευθύνεται εναντίον του Θεού, και κάθε τι
που είναι αντίθετο σ’ Αυτόν, είναι στην πραγματικότητα μια λατρεία προς τους
δαίμονες και τα ακάθαρτα πνεύματα417. Ο Λατίνος συγγραφέας υποστηρίζει ότι,
όχι μόνο πρέπει οι Χριστιανοί να μην έχουν καμία σχέση με την κατασκευή των
ειδώλων που χρησιμοποιούνται σε θρησκευτικές τελετές, αλλά και ότι δεν πρέπει
να αφιερώνουν κάθε τεχνίτη ικανότητα η οποία διευκολύνει την παγανιστική λα-
τρεία418. Καταδικάζει κάθε δραστηριότητα που σχετίζεται με την αστρολογία, τη
διδασκαλία των φιλοσοφικών σχολών, το άπληστο εμπόριο, τη συμμετοχή στις
εορταστικές εκδηλώσεις των Εθνικών, τη βλασφημία, τη λατρεία του αυτοκράτο-
ρα, την ανάληψη δημόσιων αξιωμάτων και η στρατιωτική θητεία, ισχυριζόμενος
ότι δεν συμβιβάζονται με τη χριστιανική πίστη στον Ένα και αληθινό Θεό419. Για
το ζήτημα του ασυμβίβαστου του στρατιωτικού επαγγέλματος με τη χριστιανική
πίστη στις τρεις πραγματείες στις οποίες κάνει αναφορά ο Τερτυλλιανός (Apolo-
geticum, De Idololatria, De corona militis), παραμένει αμετάβλητα αρνητικός420. Ως συ-

409
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Spectaculis 20-23.
410
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Spectaculis 5.
411
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Spectaculis 2.
412
Edwards, M.–Goodman, M.–Price, S. (1999) Apologetics in the Roman Empire: Pagans, Jews and Chris-
tians, New York, σελ. 106.
413
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.5, 2.1, 3.1.
414
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.1.
415
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1-3, 18.7.
416
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 12.5.
417
Πρβλ. Εφ 5.5, Κολ 3.5-6, Ιερώνυμος, Epistulae 14.5.2, Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.5: cum uniuersa
delicta aduersus deum sapiant, nihil autem, quod aduersus deum sapiat, non daemoniis et immundis spiritibus
deputetur quibus idola mancipantur, sine dubio idololatrian admittit quicunque delinquit.
418
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 8.
419
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 9-23.
420
Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Gero, S. (1970) “Miles Gloriosus: The Christian and Military
Service according to Tertullian”, Church History 39: 285–298. Για τη στάση της αρχαίας Εκκλησίας στο
ζήτημα του πολέμου και της στρατιωτικής θητείας βλ. Cadoux, C. J. (1978) The Early Christian Attitude
to War: a Contribution to the History of Christian Ethics, New York, Wift, L. J. (1984) The Early Fathers on War
and Military Service, Wilmington, Bainton, R. (2008) Christian Attitudes Toward War and Peace: A Historical
Survey and Critical Re-Evaluation, Nashville.

76
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

μπέρασμα και αφού περιγράφει όλες τις μορφές της ειδωλολατρίας, καταλήγει
στο De Idololatria: σύμφωνα με το πρότυπο της Κιβωτού, η ειδωλολατρία δεν έχει
θέση στην Εκκλησία421.
Στην πραγματεία Ad Scapulam, ο Τερτυλλιανός απευθύνεται στο Βορειοαφρι-
κανό ανθύπατο και σκληρό διώκτη Σκάπουλα, δηλώνοντάς του ότι οι Χριστιανοί
δεν φοβούνται το μαρτύριο και πως αντίθετα από τις προθέσεις του διώκτη, οι
διωκόμενοι επιθυμούν τη σωτηρία της ψυχής του422. Προειδοποιεί τον Σκάπουλα
πως οι κατηγορίες εναντίον των Χριστιανών είναι άδικες και αβάσιμες423 και πως
τελικά το αίμα των μαρτύρων θα ποτίσει το δέντρο της πίστης τους424, αφού είναι
θέλημα Θεού, του μοναδικού αφέντη τους425.
Ο Τερτυλλιανός στην πολεμική του εναντίον της λατρείας των αυτοκρατό-
ρων ισχυρίζεται, ότι όπως η τιμή με δάφνινα στεφάνια προς οποιαδήποτε είδωλα,
έτσι και η τιμή προς οποιοδήποτε άνθρωπο – ζωντανό ή νεκρό - θεωρείται ειδω-
λολατρία426. Συνεχίζοντας, υπενθυμίζει ότι αρχικά η ειδωλολατρία στρεφόταν στη
λατρεία των ανθρώπων, αφού και οι ίδιοι οι Εθνικοί το παραδέχονται και έτσι η
απόδοση τιμών σε αρχαίους ή σύγχρονους ανθρώπους δεν διαφοροποιεί την ουσία
της πράξης, η οποία ανήκει αποκλειστικά στους δαίμονες427.
Σχετικά με την οφειλόμενη τιμή στους βασιλιάδες και τους αυτοκράτορες, ο
Τερτυλλιανός στην πραγματεία του De Idololatria, τονίζει την υποχρέωση των Χρι-
στιανών στην εντολή του Αποστόλου Παύλου428, δηλαδή ότι πρέπει να υπακούουν
σ’ αυτούς, αλλά με πειθαρχία429 και συστήνει αποστασιοποίηση από τα ειδωλο-
λατρικά ήθη430. Μια παρόμοια στάση κρατάει και στην πραγματεία του Apologeti-
cum, όπου τονίζει ότι οι Χριστιανοί δεν τιμούν τον αυτοκράτορα ως θεό, ούτε τον
ονομάζουν θεό, καθώς επίσης αρνούνται να θυσιάσουν προς τιμή του και στους
θεούς του, ωστόσο τον σέβονται και τον αγαπούν επειδή έχουν την πίστη, ότι από
το θέλημα του Θεού είναι αυτοκράτορας431.
Για το ζήτημα της συμμετοχής των Χριστιανών στις παραδοσιακές λατρευτι-
κές τελετές των Εθνικών ο Τερτυλλιανός υπήρξε κατηγορηματικός και έδινε έμ-
φαση στην προτίμηση του δύσκολου δρόμου του μαρτυρίου, που εξασφάλιζε μα-

421
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 24.4.
422
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Ad Scapulam 1.4.
423
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Ad Scapulam 2.
424
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Ad Scapulam 5.
425
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Ad Scapulam 5.4.
426
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.1-2.
427
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.2.
428
Πρβλ. Ρωμ 13.1, Τίτ 3.1.
429
Πρβλ. Μτ 22.21.
430
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.8, 17.2. Πρβλ. επίσης Πράξ 5.29.
431
Πρβλ. Τερτυλλιανός, Apologeticum 27-36.

77
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

κροπρόθεσμα τον ουράνιο παράδεισο432. Για το λόγο αυτό συνέταξε ειδική πραγ-
ματεία (πρβλ. De Fuga in persecutione), με σκοπό να επισημάνει ότι οι Χριστιανοί
δεν έπρεπε να δείξουν δειλία για να αποφύγουν το μαρτύριο και ότι αποτελεί
δοκιμασία πίστης433 και οφειλής προς τη μόνη εξουσία που πρέπει να αναγνωρί-
ζουν434. Επειδή όμως αυτή του η προτροπή ερχόταν σε αντίθεση με την εντολή του
Χριστού435, δικαιολόγησε τη στάση του με την επισήμανση ότι η ευαγγελική προ-
τροπή αφορούσε την εποχή του Χριστού και όχι την περίοδο που έγραψε το έργο
του436. Σε μια άλλη πραγματεία του, με σαρκαστικό τρόπο κατηγορεί όλους εκεί-
νους – κυρίως τους ποιμένες - οι οποίοι απαρνήθηκαν το Ευαγγέλιο και απέφυγαν
να ομολογήσουν με θάρρος τη χριστιανική τους ιδιότητα, χαρακτηρίζοντάς τους,
«στην ειρήνη λιοντάρια και στον πόλεμο ελάφια» 437.
Στην ίδια γραμμή κινείται και το Περί του στέμματος των στρατιωτών σύγ-
γραμμά του (πρβλ. De corona militis), όπου μέσα σε αυτή την πραγματεία του, με
το παράδειγμα της άρνησης του στεφανώματος του Χριστιανού στρατιώτη, κατά
τη διάρκεια μιας επινίκιας ρωμαϊκής τελετής438, διαπιστώνεται η κατηγορηματική
άρνηση του Τερτυλλιανού να αποδεχτεί κάποιος πιστός το στεφάνωμα, αφ’ ενός
γιατί αποτελεί ειδωλολατρική συνήθεια439 – αντίθετη στις επιταγές της Εκκλησί-
ας440 – και αφ’ ετέρου γιατί η μοναδική σωτήρια ελπίδα πρέπει να είναι το στεφά-
νωμα από το ίδιο το Θεό, ως επιβράβευση της πίστης για την αιώνια ζωή441.
Ο Τερτυλλιανός, εστιάζει την προσοχή του στα είδωλα και όχι στους δαίμονες,
που οι Εθνικοί τους εμφανίζουν ως θεϊκά πλάσματα. Αντίθετα, ο Λατίνος συγ-
γραφέας αποκαλεί τους δαίμονες, ψεύτικες θεότητες (mendacium divinatis, mendax
divinitas)442 και ζηλωτές θεούς (divinorum aemulator)443. Σύμφωνα με τον Τερτυλλια-
νό, η ειδωλολατρία κατανοείται με την έννοια της δαιμονολατρείας και τα είδωλα
δεν είναι συνώνυμα με τους δαίμονες. Με το όρο «είδωλα», αναφέρεται στις οντό-
τητες, οι οποίες βρίσκονται σε ενδιάμεση κατάσταση, μεταξύ των δαιμόνων και
ανθρώπων που τα λατρεύουν444.

432
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Anima 55.
433
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Fuga in persecutione 2.
434
Πρβλ. Ρωμ 13.1.
435
Πρβλ. Μτ 10.23.
436
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Fuga in persecutione 6.
437
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De corona militis 1.5: in pace leones et in proelio ceruos.
438
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De corona militis 1.
439
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De corona militis 7, 10
440
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De corona militis 4, 9, 14.
441
Πρβλ. Απ 2.10, Τερτυλλιανός, De corona militis 15.1.
442
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De corona militis 7.8: Si enim mendacium diuinitatis diabolus operator…
443
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Jejunio 16.7: Hinc diuinam constabit, quam diabolus diuinorum aemulator imita-
tor, De praescriptione haereticorum 40.2: A diabolo scilicet, cuius sunt partes interuertendi ueritatem qui ipsas
quoque res sacramentorum diuinorum idolorum mysteriis aemulatur.
444
Van Winden, J.C.M. (1982) “Idolum and idololatria in Tertullian’’, VigChr 36: 113.

78
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Ο Τερτυλλιανός δεν φείδεται λόγων ανασκευής (refutatio) και πολεμικής αντι-


παράθεσης κατά των Εθνικών του αντιπάλων και δεν φοβάται την ευθεία αντι-
παράθεση με τη ρωμαϊκή εξουσία, αντιθέτως με σθένος και γενναιότητα – αν και
υπήρξε πολύ εχθρικό το κλίμα την εποχή του σε βάρος της Εκκλησίας – υπερασπί-
στηκε τον Χριστιανισμό με ρητορική δεινότητα και σθεναρούς λόγους, οι οποίοι
στρέφονταν εναντίον Εθνικών, Ιουδαίων και αιρετικών. Ο Λατίνος συγγραφέας
ανέπτυξε τις απόψεις του, ως άριστος γνώστης της ρητορικής τέχνης, αναδεικνύο-
ντας υφολογικό πλούτο και λόγο επιχειρηματολογικά πειστικό. Άλλωστε ο ασυμ-
βίβαστος, παρορμητικός και επιθετικός του χαρακτήρας – γεγονός πολύ χρήσιμο
στον αγώνα του και κατά των αιρετικών445 - δεν θα του επέτρεπε αλλοίωση των
προθέσεών του στην ανάδειξη των αληθειών της χριστιανικής πίστης.

445
Ιωαννίδης, Φ. (2010a) σελ. 63.

79
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Συμπερασματικά, η παρούσα εργασία εξέτασε μέσα σε τρία κεφάλαια, το


εξαιρετικά ενδιαφέρον και κυρίαρχο για την Ύστερη Αρχαιότητα ζήτημα των σχέ-
σεων του Χριστιανισμού με τον ειδωλολατρικό κόσμο, όπως εμφανίζεται μέσα
στην πραγματεία του Τερτυλλιανού De Idololatria , σε συνδυασμό με τα άλλα συγ-
γράμματά του και τις απόψεις των πρώτων Πατέρων και εκκλησιαστικών συγ-
γραφέων446. Kρίθηκε αναγκαία μια συνολική περιγραφή του ιστορικού, πολιτικού,
φιλοσοφικού και πνευματικού πλαισίου της εποχής που έζησε ο Χριστιανός Λατί-
νος συγγραφέας, επειδή με αυτόν τον τρόπο γίνονται κατανοητά τα εννοιολογικά
συμφραζόμενα του έργου. Περιγράφηκε ο βίος και η εποχή που έζησε, το συνολικό
συγγραφικό έργο του βορειοαφρικανού Χριστιανού συγγραφέα – που βαρύνεται
με το “ολίσθημα” της μεταστροφής του στον Μοντανισμό - σε άμεση συνάρτηση
με τις απόψεις άλλων κορυφαίων πρώιμων Πατέρων και συγγραφέων σε Ανατο-
λή και Δύση. Δόθηκε έμφαση στο σύγγραμμα και στις απόψεις του ίδιου, γιατί η ει-
δωλολατρία υπήρξε ο κύριος αντίπαλος του Χριστιανισμού την εποχή του Τερτυλ-
λιανού, αν και βάδιζε με σταθερά βήματα στην παρακμή, που όπως εμφαντικά
χαρακτήρισε ο Dodds447, ήταν «μια εποχή αγωνίας», που η ακραία υλική και ηθική
ανασφάλεια, έστρεφε τους ανθρώπους στην αναζήτηση του αληθινού Θεού.
Ο Χριστιανισμός στα πρώτα βήματά του, με την ορμή, την αυταπάρνηση των
μαρτύρων και τη διαλογική συγγραφική δραστηριότητα των λογίων υπερασπι-
στών του, πέτυχε τελικά να καθιερωθεί τον 4ο αιώνα. Από την άλλη μεριά, ο ει-
δωλολατρικός κόσμος έπνεε τα λοίσθια, αφού από την ελληνιστική εποχή, απο-
τελούσε ένα σύστημα χωρίς συνθετική ουσία και ειρμό, οδηγούνταν σταδιακά,
αλλά με σθεναρή αντίσταση κάποιων τελευταίων οπαδών του, στην αποσύνθεση
και στην παρακμή.
Την περίοδο που έζησε και έδρασε ο Τερτυλλιανός, ο ρωμαϊκός κόσμος (Orbis
Romanus) βρισκόταν ακόμη στο απόγειό της, ήταν ενωμένος πολιτικά και η επέ-
κτασή του σχετικά σταθερή ήδη από την εποχή της αυτοκρατορικών χρόνων και

446
Για τις σχέσεις Χριστιανών και ειδωλολατρών στην Ύστερη Αρχαιότητα βλ. Lee, A.D. (2009) Πα-
γανιστές και Χριστιανοί στην Ύστερη Αρχαιότητα. Ένα Ανθολόγιο Πηγών, μτφρ. Τσαλιγοπούλου Χ.,
επιμ. Ξυράφης Α., Αθήνα. O A.D. Lee εξετάζει τις τύχες των ειδωλολατρών και των Χριστιανών,
από τις αναταραχές του 3ου αιώνα μέχρι την ολοένα και πιο ταραχώδη εποχή του 5ου και του 6ου αι-
ώνα, που ανέδειξε τη διάλυση της δυτικής αυτοκρατορίας και την επιβίωση του ανατολικού τμήμα-
τος. Επίσης, διερευνά με σύγχρονο υλικό, την τύχη των άλλων σημαντικών θρησκευτικών ομάδων
(Εβραίων, Ζωροαστρών και Μανιχαίων) και παρουσιάζει μια σειρά από σημαντικά θέματα για
τον Χριστιανισμό, όπως η ανάπτυξη του μοναχισμού, η αναδυόμενη δύναμη των επισκόπων και η
ανάπτυξη του προσκυνήματος.
447
Dodds E. R. (1995) Εθνικοί και Χριστιανοί σε μια εποχή αγωνίας. Όψεις της θρησκευτικής εμπει-
ρίας από τον Μ. Αυρήλιο ως τον Μ. Κωνσταντίνο, μτφρ. Αντύπας Κ., Αθήνα.

80
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

μέχρι το τελευταίο τέταρτο του 4ου αιώνα. Η επιρροή που ασκούσε η ρωμαϊκή εξου-
σία επεκτεινόταν σε όλο το μήκος των μεσογειακών ακτών κάνοντας αισθητή την
παρουσία της από την Ευρώπη και τη βόρεια Αφρική μέχρι την Εγγύς Ανατολή448.
Μέσα σ’ αυτό το τεράστιο γεωγραφικά χώρο, που περιελάμβανε μεγάλη ποικιλία
πολιτισμών και θρησκειών, ο Χριστιανισμός ήλθε σε αντιπαράθεση με τον ειδω-
λολατρικό κόσμο τους πρώτους τέσσερις μεταχριστιανικούς αιώνες, αναδεικνύο-
ντας τα όρια και των δυο πλευρών.
H προσωπικότητα του Τερτυλλιανού κατέχει σημαντική θέση στην ιστορία
και τη γραμματεία της αρχαίας Εκκλησίας. Έζησε και έδρασε σε μια περίοδο πολύ
κρίσιμη για την επιβίωση του Χριστιανισμού. Αναγνωρίσθηκε από τη δυτική και
την ανατολική εκκλησιαστική ιστορία – παρ’ όλη τη μετέπειτα μεταστροφή του
στον Μοντανισμό - ως υπόδειγμα θαρραλέου αγωνιστή της πίστης του Ευαγγελί-
ου, έναντι των αντιπάλων της νέας θρησκείας. Στο σύγγραμμά του De Idololatria,
ο Τερτυλλιανός εκφράζει με έμφαση και αγωνία την αντίθεσή του προς την ειδω-
λολατρία και τις παγανιστικές λατρείες. Παράλληλα προειδοποιεί τους ανυποψί-
αστους Χριστιανούς, για τους κινδύνους που ελλοχεύουν, κυρίως από τις αθέατες
μορφές της ειδωλολατρίας. Η πραγματεία του αυτή, συμφωνεί εκπληκτικά με τον
Προτρεπτικό προς Έλληνας, του σπουδαίου Αλεξανδρινού Απολογητή Κλήμεντα
Αλεξανδρέα, με το Κατά Ειδώλων του Μεγάλου Αθανασίου, αλλά και με έργα άλ-
λων πρώιμων Πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων.
Η φιλολογική ανάλυση του De Idololatria, καταδεικνύει το ζωηρό ρητορικό του
ύφος, την ευφυή μέθοδο της επιχειρηματολογίας του και την τεχνική των δικανι-
κών του λόγων· με απλά λόγια, έναν άνθρωπο με πλούσια παιδεία και επίπεδο
μορφώσεως αντάξιο των Εθνικών και αιρετικών του αντιπάλων, ιδιαίτερα δε κά-
τοχο της ελληνορωμαϊκής ρητορικής τέχνης, που στην εποχή του ήταν το κυρίαρ-
χο στοιχείο της δημόσιας επιχειρηματολογίας449.
Το ζήτημα της συγγραφικής παραγωγής του Σεπτίμιου Τερτυλλιανού και της
αντίστοιχης χρονολόγησης των έργων του είναι σημαντική, αλλά πολύπλοκη και
ανοικτή σε μεγάλη διαφωνία. Ήταν ένας συγγραφέας του οποίου οι απόψεις στα
διάφορα ζητήματα άλλαζαν συνεχώς και έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια η δι-
αμάχη των σύγχρονων ερευνητών, ιδιαίτερα για την Μοντανιστική επιρροή των
συγγραμμάτων του. Πρόσφατες μελέτες450 για τον βορειοαφρικανό Απολογητή,
προσπαθούν να δικαιολογήσουν τις αντιφατικές θέσεις που έχει λάβει σε διάφορα

448
Brown, P. (1998) Ο Κόσμος της Ύστερης Αρχαιότητας (150-750), μτφρ. Σταμπόγλη Ε., επιμ. Σύρ-
μου Ε. – Κουβίδης Δ., Αθήνα, σελ. 15 κ.εξ.
449
Marrou, H.I. (1956) A History of Education in Antiquity, London, σελ. 194, 265, 283.
450
Wilhite, D. Ε. (2007) σελ. 27, 60, Dunn, G.D. (2004) 8-9, Osborn, E. (1997) σελ. 34, 119, 256,
Rankin, D.I. (1995) σελ. 9-19, Fredouille, J-C. (1972) σελ. 21, 268, 288, 341.

81
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

έργα του. Σε ορισμένες από τις πραγματείες του, για παράδειγμα, ο Τερτυλλιανός
χλευάζει τη φιλοσοφία – όπως για παράδειγμα στην De Idololatria - λέγοντας ότι
είναι το λίκνο όλων των αιρέσεων και με δαιμονικές καταβολές, ενώ σε άλλες,
εξάρει τη χρησιμότητά της από τους Χριστιανούς451. Σε άλλες περιπτώσεις επικρί-
νει την Εκκλησία αν και γενικά αισθάνεται την υποχρέωση να υπερασπιστεί τον
Ορθόδοξο Χριστιανισμό κατά των αιρετικών. Όσο για τη Ρώμη, άλλες φορές την
αντιμετωπίζει θετικά και άλλες τη δυσφημεί.
Για μια ολοκληρωμένη άποψη των θέσεων του Τερτυλλιανού στην πραγμα-
τεία De Idololatria, επιβάλλεται μια συγκριτική μελέτη όλης της συγγραφικής του
παραγωγής. Ακόμα και αν ο Timothy Barnes χωρίζει τη λογοτεχνική σταδιοδρομία
του Τερτυλλιανού σε δύο φάσεις (προ-Μοντανιστική και Μοντανιστική), πουθενά
δεν προκύπτει ότι ο ίδιος ερευνητής αργότερα προτείνει για τα ύστερα έργα του να
αντιμετωπίζονται με καχυποψία ως αιρετικά. Έτσι, δημιουργούνται επιφυλάξεις
για τους χαρακτηρισμούς των έργων του Τερτυλλιανού που προσφέρονται από
την Fredouille (Καθολική, υπό Μοντανιστική επιρροή και Μοντανιστική περίοδος),
οι οποίες δείχνουν ότι τα μεταγενέστερα έργα του δεν πρέπει να τα εμπιστευόμα-
στε επειδή δεν είναι πλέον καθολικά (Ορθόδοξα). Ο Geoffrey Dunn διαπιστώνει
ότι, «Κανένα από τα έργα του Τερτυλλιανού δεν είναι αντι-ορθόδοξο. Μπορεί να
ήταν ασυνήθιστα και ακραία αλλά δεν είναι αιρετικά452 ».
Η Christine Trevett453 υποστηρίζει ότι «Ο Τερτυλλιανός ο Μοντανιστής, υπήρ-
ξε ο Τερτυλλιανός ο Μοντανιστής της καθολικής Εκκλησίας». Δεν υπάρχουν
επαρκώς τεκμηριωμένα στοιχεία για δύο διαφορετικές περιόδους στη λογοτεχνική
ζωή του Λατίνου συγγραφέα. Δεν υπήρχε δραματική ή ξαφνική αλλαγή στις από-
ψεις του. Οι ιδέες του σίγουρα έγιναν πιο έντονες με την πάροδο του χρόνου, αλλά
πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι υπάρχουν πολλά έργα του που έχουν Μοντανιστική
«απόχρωση», πριν ακόμη από την «Moντανιστική περίοδο» του. Το ερώτημα λοι-
πόν μπορεί να είναι λιγότερο σχετικό με το πώς ο Μοντανισμός επηρέασε τον Τερ-
τυλλιανό και περισσότερο για το πώς η δική του προσωπικότητα αντανακλάται
στα γραπτά του και διαμόρφωσε αυτό που έχει μείνει στην ιστορία ως Μοντανι-
σμός. Έτσι, ακόμη και αν συγκεκριμένες αναφορές στο Μοντανισμό εμφανίζονται
στα γραπτά του σε κάποιο σημείο (αν και ποτέ δεν χρησιμοποίησε αυτό τον όρο),

451
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Pallio 6.2:…melior philosophia, ενώ στο έργο Ad Nationes (2.1.7) ισχυρίζεται
ότι η φιλοσοφία πηγαίνει χέρι-χέρι με την ειδωλολατρία, πρβλ. επίσης De Anima 3.1, Adversus Her-
mogenem 18.3, De Praescriptione Haereticorum 7.3.
452
Dunn, G.D. (2004): «No work of Tertullian is unorthodox. They may be unusual and extreme but they
are not heretical», σελ. 6.
453
Trevett, C. (1996) Montanism: Gender, Authority and the New Prophecy, London: «Tertullian the Mon-
tanist was Tertullian the Montanist catholic», σελ. 69.

82
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

δεν θα πρέπει να παραχθούν λανθασμένες ερμηνείες. Ο Wright454 επισημαίνει ότι:


«Η υιοθέτηση της Νέας Προφητείας από τον Τερτυλλιανό στα μέσα της σταδιο-
δρομίας του, δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως μια σημαντική αλλαγή κατεύθυνσης
στο θρησκευτικό και θεολογικό του προσανατολισμό». Κατά συμπέρασμα, η χρο-
νολόγηση των έργων του Λατίνου συγγραφέα και κατ’ επέκταση και του De Ido-
lolatria, διαδραματίζει δευτερεύοντα ρόλο. Πρωτεύοντα ρόλο έχουν οι θεολογικές
του απόψεις και η στάση του μέσα στο ενιαίο σώμα της ορθόδοξης και αδιαίρετης
(καθολικής) Εκκλησίας.
Η απολογητική πραγματεία του Τερτυλλιανού De Idololatria, απευθύνεται
τόσο προς τους απλούς πιστούς, οι οποίοι δεν κατανοούν τους παγανιστικούς κιν-
δύνους, όσο και προς τους υποψιασμένους που εθελοτυφλούν, δηλαδή σε όλους
εκείνους που αγνοούν – εσκεμμένα ή μη - τους πολλαπλούς κινδύνους της ειδω-
λολατρίας455. Σύμφωνα με τον Τερτυλλιανό, η ειδωλολατρία είναι η κύρια πηγή
της αμαρτίας και περιλαμβάνει όλες τις άλλες αμαρτίες των ανθρώπων. Τονίζει
ότι ο ειδωλολάτρης είναι εγκληματίας που σκοτώνει τον ίδιο του τον εαυτό456, πλα-
νεμένος από τις τελετουργικές συνήθειές του. Η ειδωλολατρία είναι το κορυφαίο
έγκλημα, επειδή δεν είναι τίποτε άλλο παρά η θρησκευτική λατρεία των δαιμό-
νων457. Αυτός ο ισχυρισμός του Τερτυλλιανού βρισκόταν σε πλήρη ταύτιση με τη
γενική άποψη των Χριστιανών, ότι οι θεοί των Ελλήνων και των Ρωμαίων ήταν
δαίμονες458.
Στην εισαγωγή της πραγματείας De Idololatria, ο Τερτυλλιανός παραθέτει τον
ορισμό της ειδωλολατρίας που τον ορίζει αρκετά γενικό ώστε να περιλάβει όλα
τα άλλα εγκλήματα μέσα σε αυτήν και αρκετά συγκεκριμένη για να μπορεί να
βρεθεί σε άλλα εγκλήματα459. Ο Λατίνος συγγραφέας ισχυρίζεται ότι όχι μόνο δεν
πρέπει οι Χριστιανοί να έχουν καμία σχέση με την κατασκευή του ειδώλων που
χρησιμοποιούνται στις εθνικές θρησκευτικές τελετές, αλλά και ότι δεν πρέπει να

454
Wright, D. - Esler, P. F. (2000) “Tertullian’’, The Early Christian World, vol. 2, London: «Tertullian’s
adoption of the New Prophecy in mid-career should not be read as making a significan change of direc-
tion and theological orientation», σελ. 1029.
455
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 2.1:… quoniam multifariam seruos dei nec tantum ignorata, sed etiam
dissimulata subuertit.
456
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.1: Si quid ad elogii ambitionem facit, non extraneum nec inimicum,
sed ipsum se. Quibus insidiis ? Erroris sui. Quo telo ? Offensa dei. Quot plagis? Quotquot idololatriis.
457
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.2, 15.4, De corona militis 7.8.
458
Σύμφωνα με τον Αυγουστίνο όλοι οι παγανιστικοί θεοί είναι δαίμονες (πρβλ. De civitate Dei 2.11)
και έκπτωτοι άγγελοι (πρβλ. De civitate Dei 5.9). Στο έργο, De divinatione daemonum, περιγράφει τη
φύση και την προέλευση των δαιμόνων, βλ. Kühn, K. (1997) “Augustinus Schrift de Divinatione Dae-
monum”, Augustiana 47: 291-337.
459
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 1.5: Ita fit, ut omnia in idololatria et in omnibus idololatria deprehen-
datur. Sed et alias, cum uniuersa delicta aduersus deum sapiant, nihil autem, quod aduersus deum sapiat, non
daemoniis et immundis spiritibus deputetur quibus idola mancipantur, sine dubio idololatrian admittit quicunque
delinquit. Id enim facit quod ad idolorum mancipes pertinet.

83
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

αφιερώνουν κάθε τεχνική ικανότητα που διαθέτουν για να διευκολύνουν την πα-
γανιστική λατρεία, ακόμη και όταν πρόκειται για βιοποριστικούς λόγους460. Στην
ερώτηση, και τι δουλειά πρέπει να κάνει ένας Χριστιανός για να ζήσει, αφού τόσες
πολλές εργασίες ωφελούν την ειδωλολατρία, ο Τερτυλλιανός παραπέμπει στην
Αγία Γραφή461, θέλοντας να τονίσει τη δύσκολη απόφαση που πρέπει να πάρει κά-
ποιος όταν θέλει να ακολουθήσει τον Χριστό. Ισχυρίζεται ότι όπως Εκείνος κουβά-
λησε το σταυρό του, καλώντας τους μαθητές του να αφήσουν την ασφάλεια και
την άνεση που είχαν στην παλιά φθαρτή ζωή τους, έτσι και οι Χριστιανοί πρέπει
να κουβαλήσουν τον δικό τους σταυρό462.
Ο Τερτυλλιανός παρ’ όλο που αναγνώριζε ότι οι Χριστιανοί πρέπει να ζουν
με τους αμαρτωλούς ειδωλολάτρες, ωστόσο έθετε ως μοναδική προϋπόθεση ότι
οι ίδιοι δεν θα έπεφταν στην αμαρτία. Σ’ αυτό το εδάφιο ο βορειοαφρικανός Χρι-
στιανός συγγραφέας προσφέρει έναν αφορισμό: Επιτρέπεται στους Χριστιανούς
να ζήσουν με τους ειδωλολάτρες463, αλλά τονίζει ότι δεν επιτρέπεται να πεθάνουν
μαζί τους, μέσα στην αμαρτία που οδηγεί ο μάταιος και πλανεμένος κόσμος τους464.
Σύμφωνα με τη χριστιανική ηθική, υπήρξε από την αρχή μια διάκριση μεταξύ κο-
σμικής και θρησκευτικής εξουσίας, ανάμεσα σε αυτό που ανήκε στον Καίσαρα και
σε ό,τι ανήκε στο Θεό465. Οι Χριστιανοί οφείλουν να είναι υπάκουοι και πειθαρχημέ-
νοι στην εκάστοτε πολιτική εξουσία (εδώ ρωμαϊκή εξουσία), εκτός εάν η ειδωλολα-
τρία εκφράζει την εχθρότητά της και σε αυτή την περίπτωση οφείλουν να απέχουν
από κάθε επαφή μαζί της466.

460
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 8.
461
Πρβλ. Μτ 19.21, Λκ 6.20, 9.23, 9.62, 12.22-24, 12.27-28, 14.28-30, 16.13.
462
Ο Τερτυλλιανός θέτει το κεφαλαιώδες ζήτημα: πια θα πρέπει να είναι η στάση των Χριστιανών
οι οποίοι ακολουθούν επαγγέλματα που δεν συνάδουν προς τη χριστιανική πίστη; πρβλ Τερτυλλι-
ανός, De Idololatria 12.2: Sed et nunc habes dicta domini et exempla adimentia tibi omnem causationem. Quid
enim dicis ? Egebo. Sed felices egenos dominus appellat. Victum non habebo: sed nolite, inquit, cogitare de uictu. Et
uestitus habemus exemplum lilia. Substantia milti opus erat : atquin omnia uendenda sunt et egentibus diuidenda.
Sed filiis et posteritati prouidendum : nemo aratro manum imponens et retro spectans aptus est operi. Sed condi-
cionalis eram: nemo duobus dominis seruire potest. Si uis domini discipulus esse, crucem tuam tollas et dominum
sequaris necesse est id est angustias et cruciatus tuos uel corpus solum, quod in modum crucis est.
463
Ο Τερτυλλιανός παραπέμπει εδώ στην Προς Κορινθίους Α΄, για να τονίσει τη στάση που πρέπει
να κρατούν οι Χριστιανοί, λόγω της αναγκαστικής τους κοινωνικής επαφής με τους ειδωλολάτρες,
δηλαδή την εν Χριστώ ζωή, διαφορετικά οφείλουν να εξέλθουν από τον κόσμο της πλάνης τους,
πρβλ. Α΄ Κορ 9.13.
464
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 14.5: Sed etsi non prohibet nos conuersari cum idololatris et adulteris et
ceteris criminosis dicens, ceterum de mundo exiretis, non utique eas habenas conuersationis inmittit, ut, quoniam
necesse est et conuiuere nos et commisceri cum peccatoribus, idem et compeccare possimus. Vbi est commercium
uitae, quod apostolus concedit, ibi peccare, quod nemo permittit. Licet conuiuere cum ethnicis, commori non licet.
Conuiuamus cum omnibus; conlaetemur ex communione naturae, non superstitionis. Pares anima sumus, non
disciplina, compossessores mundi, non erroris
465
Πρβλ. Μτ 22.21.
466
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 15.8: Et tamen non ipse coronauerat aut praeceperat ; nam ante pro-
cesserat et regressus reprehenderat factum. Adeo apud deum in huiusmodi etiam disciplina familiae nostrae aes-

84
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Στο ζήτημα των κοινωνικών επαφών και εορτασμών και της προβλεπόμενης
ενδυμασίας (όπως γάμους, εορταστικές εκδηλώσεις, τελετές) ο Τερτυλλιανός προ-
τρέπει τη συμμετοχή των πιστών, με την προϋπόθεση πως πραγματοποιούνται
για να τιμήσουν τους οικοδεσπότες και όχι τις ειδωλολατρικές συνήθειές τους και
φυσικά χωρίς την ανάμιξη σε οποιαδήποτε θυσία467. Ο Θεός - τονίζει ο Τερτυλλι-
ανός – δεν απαγορεύει τη συμμετοχή στους γάμους και στις τελετές, παρά μόνο
ως ένδειξη φιλοφρόνησης προς το τιμώμενο πρόσωπο και όχι ως συμμετοχή στις
ειδωλολατρικές συνήθειες468.
Ο Τερτυλλιανός τονίζει ότι αν κάποιος Χριστιανός θα ήθελε να εισέλθει στη
δημόσια ζωή της ειδωλολατρικής κοινωνίας, αυτή του η απόφαση καθίσταται
πολύ δύσκολη, για το λόγο ότι δεν θα μπορούσε να αποφύγει εύκολα τις παγίδες
των ειδωλολατρικών ενδυματολογικών συνηθειών, σε σχέση με τις ενδεδειγμένες
ενδυμασίες, που θα όφειλε να φοράει ως δούλος του Θεού και όχι του διαβόλου469.
Περισσότερο ρητά αναφέρει ως απαγορευτικό επάγγελμα τη στρατιωτική θητεία
(είτε ως αξιωματικός είτε ως απλός στρατιώτης), αφού πρόκειται για βίαια και
απάνθρωπη συμπεριφορά και απαγορεύεται εντελώς σε έναν Χριστιανό, επειδή
δεν έχει την ίδια βαρύτητα ο όρκος470 που δίνουμε στο Θεό, με αυτόν που δίνουμε
στους ανθρώπους471. Ο Τερτυλλιανός είναι από τους πρώτους Χριστιανούς συγ-
γραφείς που δηλώνει ξεκάθαρα την αντίθεσή του στον πόλεμο και το στρατιωτικό
επάγγελμα, αλλά και στην ανάληψη θέσεων εξουσίας από τους πιστούς, επειδή

timamur. Igitur quod attineat ad honores regum uel imperatorum, satis praescriptum habemus, in omni obsequio
esse nos oportere secundum apostoli praeceptum subditos magistratibus et principibus et potestatibus, sed intra
limites disciplinae, quousque ab idololatria separamur.
467
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 16.
468
Πρβλ. Α΄ Κορ 10.27-29.
469
Ο Τερτυλλιανός επισημαίνει πως ο Χριστός είχε ταπεινή όψη και εμφάνιση και όχι εξεζητημένη
και φαντασμαγορική όπως οι ματαιόδοξοι βασιλιάδες, οι διάφοροι κρατικοί αξιωματούχοι και οι
Eθνικοί ιερείς, πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 18.5: Nam illi etiam condicione serui erant : tu uero nul-
lius seruus, in quantum solius Christi, qui te etiam captiuitate saeculi liberauit, ex forma dominica agere debebis.
Ille dominus in humilitate et ignobilitate incessit domicilio incertus: nam filius, inquit, hominis non habet ubi
caput collocet ; uestitu incultus, neque enim dixisset, ecce qui teneris uestiuntur, in domibus regum sunt; uultu
denique et aspectu inglorius, sicut et Esaias pronuntiauerat. Πρβλ. επίσης Ησ 52.2, Μτ 8.20, 11.8, Α΄ Κορ 9.19.
470
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 19.2: Non conuenit sacramento diuino et humano, signo Christi et signo
diaboli, castris lucis et castris tenebrarum; Εδώ το sacramento έχει την έννοια του στρατιωτικού όρκου, βλ.
Κουμανούδης, Α. Σ. (1995) Λεξικόν Λατινοελληνικόν. Μετά συνωνύμων και αντιθέτων της λατινικής,
Αθήνα, σελ. 818 (λήμμα sacramentum).
471
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 19.1:  Possit in isto capitulo etiam de militia definitum uideri, quae
inter dignitatem et potestatem est. At nunc de isto quaeritur, an fidelis ad militiam conuerti possit et an militia ad
fidem admitti, etiam caligata uel inferior quaeque, cui non sit necessitas immolationum uel capitalium iudiciorum.
Πρβλ. επίσης De Idololatria 19.3: Quomodo autem bellabit, immo quomodo etiam in pace militabit sine gladio,
quem dominus abstulit ? Nam etsi adierant milites ad Iohannem et formam obseruationis acceperant, si etiam
centurio crediderat, omnem postea militem dominus in Petro exarmando discinxit. Nullus habitus licitus est apud
nos illicito actui adscriptus.

85
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

θεωρεί ότι δεν συμβιβάζεται η βία με τη χριστιανική διδασκαλία της αγάπης472 και
τη στράτευση στο πνευματικό στρατόπεδο του Κυρίου473.
Ο Λατίνος συγγραφέας δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στο ζήτημα του δανεισμού
χρημάτων ο οποίος απαιτεί τη λήψη όρκου και χαρακτηρίζει αυτήν την ενέργεια
επίσης ως ειδωλολατρία, επειδή δεν συνάδει με τη θεϊκή εντολή474. Ο Τερτυλλια-
νός είχε συνείδηση της δυσκολίας για έναν Χριστιανό να ζήσει σε ένα μη χριστια-
νικό περιβάλλον, αλλά προσπαθούσε με απαράμιλλο σθένος να μεταδώσει στους
αδελφούς του τη σαφή διάκριση και απόσταση που έπρεπε να τηρούν από τους ει-
δωλολάτρες συμπολίτες τους, σε συνθήκες δηλαδή απόλυτα σύμφωνες προς την
Αγία Γραφή και την εκκλησιαστική παράδοση. Ο Geoffrey D. Dunn διαφωνεί με
τον Timothy Barnes475 και απορρίπτει την ιδέα ότι αυτή δεν ήταν η άκαμπτη θέση
του Τερτυλλιανού. Ο Dunn476 ισχυρίζεται ότι παρά τις λίγες παραχωρήσεις που
έκανε, ο στόχος του Τερτυλλιανού υπήρξε σαφής: η Εκκλησία είχε προβλεφθεί να
είναι μια Εκκλησία των αγίων και όχι των αμαρτωλών.

472
Πρβλ. Έξ 20.13, Μτ 5.44.
473
Πρβλ. Σουλπίκιος Σεβήρος, Vita Martini 4.2-3: tum vero oportunum tempus existimans, quo peteret mis-
sionem – neque enim integrum sibi fore arbitrabatur, si donativum non militaturus acciperet -, hactenus, inquit
ad Caesarem, militabi tibi: patere ut nunc militem Deo: donativum tuum pugnaturus accipiat, Christi ego miles
sum: pugnare mihi non licet.
474
Πρβλ. Τερτυλλιανός, De Idololatria 23.1-2: Sed est quaedam eiusmodi species in facto et in uerbo bis acuta et
infesta utrimque, licet tibi blandiatur, quasi uacet in utroque, dum factum non uidetur, quia dictum non tenetur. 
Pecuniam de ethnicis mutuantes sub pignoribus fiduciati iurati cauent et se negant ; se scire uolunt scilicet tem-
pus persecutionis et locus tribunalis et persona praesidis. Praescribit Christus non esse iurandum. Scripsi, inquit,
sed nihil dixi : lingua, non littera occidit. Hic ego naturam et conscientiam aduoco : naturam, quia nihil potest
manus scribere, etiamsi lingua in dictando cessat immobilis et quieta, quod non anima dictauerit ; quamquam et
ipsi linguae anima dictauerit aut a se conceptum aut ab alio traditum.
475
Barnes, T.D. (1985²) σελ. 100.
476
Dunn, G.D. (2004) σελ. 29.

86
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ABSTRACT

During the period when the distinguished ecclesiastic author and first theologian
of the West, Septimius Tertullian (c. AD 160-225) lived and acted, Christianity was in
a severe controversy with the pagan world. The Latin author in his apologetic treatise
De Idololatria, which is addressed both to the plain believers who do not comprehend
the pagan dangers and those who are suspicious but close their eyes, gives the defini-
tion of idolatry – particular analyze its various forms which have demonic origin - and
elucidates the basic principles of Christianity.
The North African Christian writer claims that Christians must not dedicate their
technical skills to serve the pagan worship when it comes to reasons regarding earning
a living. He condemns every activity that is related to astrology, teaching in Schools
of Philosophy, the greedy trade, participation in pagan celebrations, blasphemy, the
emperor’s worship, the undertaking of public offices, indecent clothes and military
service, claiming that all these do not comply with the Christian faith to One and Real
God.

87
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

1. ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ


ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΟΥ ΤΕΡΤΥΛΛΙΑΝΟΥ

ΕΤΟΣ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Γέννηση του Τερτυλλιανού στην Καρχηδόνα της Βόρειας


150-160
Αφρικής.

150-
Bίος και δράση του του Αλεξανδρινού Απολογητή.
211/215

160–240 Ιούλιος Σέξτος Αφρικανός (Sextus Julius Africanus). Πρώτος Χρι-


στιανός χρονογράφος, μαθητής του Ωριγένη και του Ηρα-
κλά, με σπουδές στην Κατηχητική Σχολή της Αλεξάνδρειας.
Έγραψε «Xρονογραφία», δηλαδή μια καθολική ιστορία που
βασίζεται στην Αγία Γραφή. Επίσκοπος Ρώμης ο Σωτήρ Α΄
(166-174/175). Ηγεμονία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αντωνί-
νου Πίου (138-160).

165 Μαρτυρικός θάνατος του Απολογητή και φιλόσοφου Ιουστί-


νου.

160-180 Ηγεμονία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου.

161-166 Παρθικός πόλεμος. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία πλήττεται από


το μεγάλο λοιμό.

167-180 Εκστρατείες των Ρωμαίων κατά μήκος του Δούναβη.

175 Συγγράφεται το έργο, Ελλάδος Περιήγησις του Παυσανία (10


Βιβλία) που έχει τη μορφή περιήγησης στην Πελοπόννησο και
σε ένα τμήμα της Βόρειας Ελλάδας. Ο Έλληνας περιηγητής
και γεωγράφος περιγράφει τις διάφορες ιεροτελεστίες και τα
δεισιδαιμονικά έθιμα των τόπων που επισκέφτηκε. Διδασκα-
λία του Μοναρχιανού Πραξέα και εγκαινίαση της κίνησης
της «Νέας Προφητείας» από τον Μοντανό (Μοντανισμός).

176-177 Ο Αθηναγόρας γράφει το απολογητικό του έργο «Πρεσβεία


υπέρ των Χριστιανών».

177 Επιστολή (Μαρτύριο) περί των 48 Μικρασιατών Χριστιανών


μαρτύρων της Λυών και της Βιέν (Vienne) προς τις Εκκλησί-
ες Mικράς Ασίας και Φρυγίας του Ειρηναίου Λουγδούνου. Ο
Ειρηναίος Λουγδούνου συγγράφει την πραγματεία «Έλεγχος
και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως (Adversus haereses).

88
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Συγγράφεται το αρχαιότερο γραπτό μνημείο της δυτικής Εκ-


κλησίας στη λατινική γλώσσα: Πράξεις των Μαρτύρων του
180
Σκιλλίου της Νουμιδίας (Acta proconsularis martyrum Scillitano-
rum, 17 Ιουλίου 180).

Ηγεμονία του Κομμόδου. Ο πρεσβύτερος Βλάσιος επιχειρεί


180-192 να εισαγάγει στη Ρώμη τον τρόπο εορτασμού του Πάσχα των
Μικρασιατών.

Bίος και δράση του αρχαιότερου Χριστιανού Λατίνου Απολο-


γητή, του Μινούκιου Φήλικα (Marcus Minucius Felix). Έγραψε
180–220
το διαλογικό απολογητικό σύγγραμμα Οκτάβιος (Octavius).
Επίσκοπος Ρώμης ο Ελεύθερος (174/175-189).

185-253 Βίος και δράση του Ωριγένη.

Επίσκοπος Ρώμης ο Βίκτωρ Α΄(189-198/199), ο πρώτος Αφρικα-


189–198 νός επίσκοπος Ρώμης. Την περίοδο της επισκοπείας του καθιερώ-
θηκε η λατινική γλώσσα στη λατρεία της Εκκλησίας.

190 Πρώτη μετάφραση της Βίβλου (Vetus Latina ή Afra) στη λατινι-
κή γλώσσα στη Βόρεια Αφρική.

192 Διευθέτηση του ζητήματος του εορτασμού του Πάσχα από


τον επίσκοπο Ρώμης Βίκτορα Α΄.

193 Ηγεμονία του Περτίνακα και του Δίδιου Ιουλιανού.

193-211 Ηγεμονία του πρώτου Βορειοαφρικανού Ρωμαίου αυτοκρά-


τορα: Λεύκιος Σεπτίμιος Σεβήρος (Lucius Septimius Severus
Augustus).

196-212 Μεταστροφή του Τερτυλλιανού στο Χριστιανισμό σε ηλικία


μεταξύ 30 και 40 ετών. Περίοδος συγγραφικής δραστηριότη-
τας του Χριστιανού Λατίνου συγγραφέα.

Διάταγμα του Σεπτίμιου Σεβήρου που απαγορεύει τον προ-


197
σηλυτισμό στο Χριστιανισμό.

198-208 Ο Τερτυλλιανός συνθέτει την πραγματεία De Idololatria.

Βίος, δράση και μαρτυρικός θάνατος του Κυπριανού Καρχη-


200/210-
δόνας κατά τον αιματηρό διωγμό του Ρωμαίου αυτοκράτορα
258
Βαλεριανού.

Μαρτυρικός θάνατος του Ειρηναίου Λυώνος κατά τον αιμα-


τηρό διωγμό του Ρωμαίου αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου.
202 Μαρτύριο (Passiones) της Περπέτουας, της Φηλικιτάτης, του
Ρεβοκάτου, του Σατουρνίνου, του Σεκούνδουλου και του Σά-
τυρου (7 Μαρτίου 202). [Passio Sanctarum Perpetuae et Felicitatis].

89
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

198-217 Επίσκοπος Ρώμης ο Zεφυρίνος.

205 O Tερτυλλιανός ασπάζεται τις ιδέες του Μοντανισμού.

211-217 Ηγεμονία του Αντωνίνου (Καρακάλλα).

212 Θεσπίζεται η Constitutio Antoniniana, η οποία παραχωρεί την


ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους ελεύθερους υπη-
κόους της αυτοκρατορίας.

215 Εγκατάσταση στη Ρώμη και διδασκαλία του αιρετικού Μο-


ναρχιανού – Λιβυκής καταγωγής – Σαβέλλιου.

217-223 Επίσκοπος Ρώμης ο Κάλλιστος Α΄.

218-222 Ηγεμονία του Αντωνίνου του νεότερου (Ελαγάβαλου).

222-235 Ηγεμονία του Σεβήρου Αλεξάνδρου.

225-240 Θάνατος του Τερτυλλιανού.

90
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

2. ΧΑΡΤΕΣ

Χάρτης Ι. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία την εποχή του Μάρκου Αυρήλιου (160-180)


Cambridge Histories Online© Cambridge University Press, 2008

Χάρτης ΙΙ. Η ανάπτυξη του Χριστιανισμού (1ος-4ος αιώνας)


Cambridge Histories Online© Cambridge University Press, 2008
91
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Χάρτης ΙΙΙ. Η ρωμαϊκή Αφρική την εποχη του Τερτυλλιανού

Cambridge Histories Online© Cambridge University Press, 2008

92
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. ΠΗΓΕΣ

• Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Κατά Αρειανών, Δογματικά, Λόγοι Α΄-Δ΄, Ε.Π.Ε., Θεσ/ νίκη.
• Aμπατζοπούλου, Φ. (1999) Αγίου Αυγουστίνου, Εξομολογήσεις, (εισαγωγή-
μτφρ.-σχόλια- ευρετήριο), τόμ. 1-2, Αθήνα.
• Bardy, G.-  Gonnet, D.-Neyrand, L.-Richard, F. (2003) Eusèbe de Césarée, Histoire Ecclésias-
tique, [SC 31, 41, 55, 73] Paris.
• Baxter, J.H. (1930) Augustine, Select Letters, Cambridge [ LOEB].
• Becker, C. (1954) Tertullians Apologeticum: Werden Leistung, Mόnchen.
• Bévenot, M.S.J. (1957) Saint Cyprian, The Lapsed, The Unity of the Catholic Church, ACW
25, New York.
• Borleffs, J.G.Ph. (1954) Τertullianus, Ad Nationes [CCSL 1] Brepols .
• Borleffs, J.G.PH. (1954) Τertullianus, De Paenitentia [CCSL 1] Brepols.
• Borleffs, J.G.PH. (1954) Τertullianus, De Patientia [CCSL 1] Brepols.
• Borleffs, J.G.PH. (1954) Τertullianus. De Resurrectione mortuorum [CCSL 2] Brepols.
• Brandt, S. (1893) Lactantius, Divinae Institutiones, Epitome divinarum institutionum
[CSEL 19] Vindobonae.
• Bulhart, V. (1957) Τertullianus, Ad martyras, Ad Scapulam, De fuga in persecutione, De
monogamia, De virginibus velandis, De pallio, [CSEL 76] Vindobonae.
• Chapot, F. (1999) Tertullien, Contre Hermogène [SC 439] Paris.
• Clarke, G. W. (trans.) (1984-9) The letters of St Cyprian of Carthage, 4vols., ACW 43–
4,46–7, New York.
• Dekkers, E. (1954) Τertullianus, Apologeticum [CCSL 1] Brepols.
• Dekkers, E. (1954) Τertullianus, Ad Scapulam [CCSL 2] Brepols.
• Dekkers, E. (1954) Τertullianus, De monogamia [CCSL 2] Brepols.
• Dekkers, Ε. (1954) Τertullianus, De virginibus velandis [CCSL 2] Brepols.
• Dombart, B. – Kalb, A. (1981⁵) Augustine, Sancti Aurelii Augustini episcopi De civitate
Dei, libri xxii, Teubner.
• Drouzy, M. Refoulé, F. (2002²) Tertullien, Traité du baptême [SC 35] Paris.
• Erhman, B.D. (ed. and trans.) (2003) The Apostolic Fathers, vol. I, Cambridge [LOEB].
• Erhman, B.D. (ed. and trans.) (2003) The Apostolic Fathers, vol. II, Cambridge [LOEB].
• Falls, T. B. (trans.) (1977) Saint Justin Martyr, The first Apology, The second Apology,
Dialogue with Trypho, Exhortation to the Greeks, Discourse to the Greeks, The monarchy or
the rule of God, FC 6.
• Φραγκούλης, Ι.Δ. (1936) Απολογητικός του Τερτυλλιανού (εισαγωγή - μετφρ.),
Αθήνα.
• Gerlo, Α. (1954) Τertullianus, De pallio [CCSL 2] Brepols .

93
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

• Grant, R.M. (ed. and trans.) (1970) Theophilus of Antioch, Ad Autolycum, Oxford.
• Καινή Διαθήκη (1985), Το πρωτότυπο κείμενο με νεοελληνική δημοτική μετάφραση,
Βιβλική Εταιρία, Αθήνα.
• Jackson, J. (1937) Tacitus, Annals, Books 13-16, Cambridge [LOEB].
• Koetschau, P. (ed.) (1899) Origenes, Contra Celsum, 2 vols., GCS, Berlin-Leipzing.
• Kroymann, E. (1942) Τertullianus, De praescriptione haereticorum, De cultu feminar-
um, Ad uxorem, De exhortatione castitatis, De corona, De carne Christi, Adversus Iudaeos,
[CSEL 70] Vindobonae .
• Kroymann, E. (1954) Τertullianus, Ad uxorem [CCSL 1] Brepols .
• Kroymann, E. (1954) Τertullianus, Adversus Marcionem [CCSL 1] Brepols.
• Kroymann, E. (1954) Τertullianus, Adversus Iudaeos [CCSL 2] Brepols .
• Kroymann, E. (1954) Τertullianus, De corona militis [CCSL 2] Brepols .
• Kroymann, E. (1954) Τertullianus, De exhortatione castitatis [CCSL 2] Brepols .
• Mahé, J.P. (1975) Tertullien, La chair du Christ, I [SC 216] Paris.
• Mahé, J.P. (1975) Tertullien, La chair du Christ, II [SC 217] Paris.
• Marcovich, M. (ed.) (1990) Athenagoras, Legatio sive supplication pro Christianis, PTS31,
Berlin.
• Marcovich, M. (ed.) (1995) Clementis Alexandrini Protrepticus, Leiden.
• Mattei, P.-Schulz-Flügel, E. (1997) Tertullien, Le voile des vierges [SC 424] Paris.
• Micaelli, C.-Munier, C. (1993) Tertullien, La Pudicité, I [SC 394] Paris.
• Micaelli, C. (1993) Tertullien, La Pudicité, II [SC 395] Paris.
• Mondésert, C. (1951) Clement d’Alexandrie, Les Stromates vol. I, (trans.), Caster C. [SC
30] Paris.
• Mondésert, C. (1954) Clement d’Alexandrie, Les Stromates, vol. II. Introduction et notes
de Camelot P. Th. [SC 38] Paris.
• Nestle – Aland NTG²⁸, Novum Testamentum Graecae, Stuttgard 2012²⁸.
• O’ Donnell, J.J. (1992) Augustine, Confessions, Oxford.
• Pellegrino, M. (2000) Marco Minucio Felice, Ottavio, Torino.
• Radice, B. (19690 Pliny, Letters, vol. II, Books 8-10, Panegyricus, Cambridge [LOEB].
• Rahls, A. (1981) Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Ο΄, Αποστολική Διακονία της Εκ-
κλησίας της Ελλάδος, Αθήναι.
• Refoulé, R.F. (1954) Τertullianus, De praescriptione haereticorum [CCSL 1] Brepols.
• Reifferscheid, A. (1875) Arnobius, Adversus Nationes libri VII [CSEL 4] Vindobonae .
• Reifferscheid, A. – Wissowa, G. (1890) Τertullianus, De spectaculis, De idololatria, Ad
nationes, De testimonio animae, Scorpiace, De oratione, De baptismo, De ieiunio, De anima,
De pudicitia [CSEL 20] Vindobonae, .
• Σιαμάκης, Κ. (1992) Ιερωνύμου, De viris illustribus, πηγές και πρότυπα, (κείμενο–
μτφρ.– σχόλια), Βυζαντινά Κείμενα και Μελέται 23, Κέντρο Βυζαντινών Ερευ-
νών, Θεσ/νίκη.

94
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

• Thierry, J.J. (1954) Τertullianus, De fuga in persecutione [CCSL 2] Brepols .


• Turcan, M. (2007²) Tertullien, La toilette des femmes [SC 173] Paris.
• Turcan, M. (2012³) Tertullien, Les Spectacles [SC 332] Paris.
• Waszink, J.H. (1954) Τertullianus, De anima [CCSL 2] Paris.
• Waszink, J.H. – Van Winden, J.C.M.- Nat, van der P. G. (eds. and trans.) (1987) Tertul-
lian, De Idololatria. Critical Text, Translation and Commentary, Supplements to Vi-
giliae Christianae 1, Leiden - New York.
• Weber, R. (1990³) Biblia Sacra Vulgata, Stuttgard.
• Wright, F.A. (1933) Jerome, Select Letters, Cambridge [LOEB].
• Ζαρωτιάδης, Ν. - Ιωαννίδης, Φ. (2011) Αρνόβιος, Κατά Εθνικών, Βιβλίο Β΄, Θεσ/
νίκη.
• Zαρωτιάδης, Ν. (2013) Ο Βίος του Αγίου Μαρτίνου (Vita Martini ), Θεσ/νίκη.

2. ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ

• Addis, W. E. (1893) Christianity and the Roman Empire, London.


• Albrecht, M. Von (2005²) Ιστορία της Ρωμαϊκής Λογοτεχνίας, τομ. Β΄, μτφρ. Νική-
τας Δ.Ζ., Ηράκλειο.
• Αραμπατζής, Χ. (2008) Χριστιανική Γραμματεία. Εκκλησιαστικοί συγγραφείς και
κείμενα της πρώτης χιλιετίας, τομ. Α΄, Θεσ/νίκη.
• Aune, D.E. (1980) “Magic in Early Christianity”, ANRW II 23.2:1507-1557.
• Bainton, R. (2008) Christian Attitudes Toward War and Peace: A Historical Survey and
Critical Re-Evaluation, Nashville.
• Balfour, I.L.S. (2000) “Tertullian On and Off the Internet”, Journal of Early Christian
Studies 8 (4): 579-585.
• Barnes, T.D. (1985²) Tertullian: A Historical and Literary Study, Oxford.
• Barnes, T. D. (1991) “Pagan perceptions of Christianity”, in Early Christianity: origins
and evolution to ad 600: in honour of Frend W. H. C., Hazlett I., (ed.), SPCK: London:
231–243.
• Birley, A.R. (1999) Septimius Severus: The African Emperor, London.
• Βλαχογιάννη-Δαγκλή, Α. (1975) “Ειδωλολατρικά πρότυπα εις την χριστιανικήν
τέχνην”, Θεολογία 46: 115-147, Αθήνα.
• Boer, H. R. (1978) A Short History of the Early Church, Michigan.
• Borleffs, J.W.P. (1951) “Un nouveau manuscript de Tertullen”,VigChr 5: 65-79.
• Bouchard, I. (2008) Hercule à la defénse du Christianisme: L’ Utilisation du mythe d’ Her-
cule dans les ouvrages Chértiens entre le II et IV siècle, Québéc.
• Braun, R. (1974) “Chronologia Tertullianea: le De carne Christi et le “De dololatria”’,
AFL Nice 21: 271-281.
• Braun, R. (1977²) Deus Christianorum: Recherches sur le vocabulaire doctrinal de

95
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Tertullien, Paris.
• Βray, G. L. (1979) Hollines And The Will Of God: Perspectives On The Theology of
Tertullian, London.
• Brent, A. (1995) Hippolytus and the Roman Church in the Third Century: Communities in
Tension Before the Emergence of a Monarch-Bishop, Leiden.
• Brent, A. (2010) Cyprian and Roman Carthage, London .
• Brown, P. (1998²) O Κόσμος της Ύστερης Αρχαιότητας (150-750), μτφρ. Σταμπόγλη
Ε., επιμ. Σύρμου Ε. - Κουβίδης Δ., Αθήνα.
• Cadoux, C. J. (1978) The Early Christian Attitude to War: a Contribution to the History of
Christian Ethics, New York.
• Campenhausen, S.L. von (1969⁴) The Fathers of the Latin Church: Men Who Shaped the
Western Church, Stanford.
• Carroll, S. T. (1991) ‘‘An Early Church Sermon Against Gambling’’, SecCent 8: 83–95.
• Chadwick, H. (1967) The Early Church: the story of emergent Christianity from the Ap-
ostolic age to the dividing of the ways between the Greek East and the Latin West, London.
• Croix, G.E.M. (2005) Ο Xριστιανισμός και η Ρώμη. Διωγμοί, Αιρέσεις και ήθη, επιμ.
Κυρτάτας Δ.Ι., μτφρ. Κράλλης Ι., Αθήνα.
• Croix, G.Ε.Μ. (2006) “Why Were the Early Christians Persecuted?” in Christian Per-
secution, Martyrdom, and Orthodoxy, (ed.), Michael Whitby and Joseph Streeter, New
York, σελ. 105-152.
• Δρίτσας, Δ. (1957) «Το συγγραφικόν ύφος του Τερτυλλιανού μετά σχετικών
αποσπασμάτων εκ των έργων αυτού», Θεολογία 46: 851-881, Αθήνα.
• Daniélou, J. (1970) ‘‘La littérature latine avant Tertullien’’, REL 48: 357–375.
• Daniélou, J. (1977) The Origins Of Latin Christianity, trans. David Smith and John
Austin Baker, Philadelphia.
• Daniélou, J. (1977) A History of Early Christian Doctrine Before the Council of Nicaea, vol.
3: The Origins of Latin Christianity, (trans.) Smith David and Baker John Austin, London.
• Debroise, E. (1924) “Agobard”, DACL I, 1: 971-979.
• Dekkers, E. (1952) “Note sur les fragments récemment dé couvert de Tertulien’, Sacris
Erudiri 4: 372-383.
• D’Irsay, S. (1928) “Patristic Medicine”, Annals of Medical History 9: 364-378.
• Dodds E. R. (1995) Εθνικοί και Χριστιανοί σε μια εποχή αγωνίας. Όψεις της θρη-
σκευτικής εμπειρίας από τον Μ. Αυρήλιο ως τον Μ. Κωνσταντίνο, μτφρ. Αντύπας
Κ., Αθήνα.
• Dunn, G. D. (2002) “Rhetorical Structure in Tertullian’s ad Scapulam”,VigChr 55:47–
55.
• Dunn, G.D. (2004) The Early Church Fathers: Tertullian, London-New York.
• Durant, W. (1958) Παγκόσμιος Ιστορία του Πολιτισμού, τόμ. Γ΄. Η Κλασσική μας
Κληρονομιά (Ρώμη), επιμ. Κόλιας Γ., μτφρ. Παπαρρόδου Ν.Κ., Αθήνα.

96
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

• Edwards, M.–Goodman, M.–Price, S. (1999) Apologetics in the Roman Empire: Pagans,


Jews and Christians, New York.
• Evans, E. (1948) Quintus Septimii Florentis Tertulliani, Adversus Praxean Liber: Tertul-
lian’s Treatise Against Praxeas, London.
• Foster, J. (1991) Church History 1: The First Advance (AD 29- 500), London.
• Frend, W.H.C. (1984) The Rise of Christianity, Philadelphia.
• Frend, W.H.C. (1991³) The Early Church: From the Beginnings to 461, London.
• Fredouille, J.C. (1972) Tertullien et la conversion de la culture antique, Paris.
• Garnsey, P. - Saller, R. (1995) Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οικονομία, κοινωνία και
πολιτισμός, μτφ. Αναστασιάδης Β., επιμ. Σουρής Γ., Ηράκλειο.
• Garnsey, P. (1978) “Rome’s African empire under the Principate”, In Imperialism in
the ancient world, (ed.), Garnsey P. and Whittaker C.R., London.
• Geffcken, J. (1907) Zwei griechische Apologetem (Samml. Wiss. Komment. zu griech. u.
Röm. Schriftstellern), Leipzing – Berlin.
• Gero, S. (1970) “Miles Gloriosus: The Christian and Military Service according to
Tertullian”, Church History 39: 285–298.
• Greenslade, S.L. (1956) Early Latin Theology: Selections from Tertullian, Cyprian, Am-
brose, and Jerome, London.
• Harnack, A. von (1892) Medicinisches Aus Der Ältesten Kirchengeschichte, Leipzig.
• Heck, E. (1984) “Minucius Felix und der Römische Staat”, Ein Hinweis zum 25. Kapitel
des «Octavius»,VigChr 38: 154-164.
• Ιωαννίδης, Φ. (2004) Εκκλησιαστική Γραμματολογία. Συγγραφείς και Πατέρες της
Δύσης (Β΄-ΣΤ΄ αι.) τομ. Α΄, Θεσ/νίκη.
• Ιωαννίδης, Φ. (2010a) Πατέρες και Εκκλησιαστικοί Συγγραφείς της Δύσης, Θεσ/
νίκη.
• Ιωαννίδης, Φ. (2010b) Πτυχές της Ορθόδοξης δυτικής εμπειρίας: Θεολογία– Γραμ-
ματεία – Πνευματικότητα, Θεσ/νίκη.
• Ιωαννίδης, Φ. (2011) Χριστιανοί Λατίνοι, τομ. 1ος, Θεσ/νίκη.
• Isichei, E. (1995) A History of Christianity in Africa, London.
• Jenkins, R.J.H. (1963) The Hellenistic Origins of Byzantine Literature, Dumbarton.
• Jensen, A. (1993) “Prisca – Maximilla – Montanus: Who Was the Founder of Montan-
ism’?’’, SP 26 : 147-150.
• Jones, A.H.M. (1936) “Another Interpretation of the Constitutio Antoniana”, JRomS,
26, 2: 223-225.
• Kenney, E.J.-Clausen, W.V. (⁴2003) Ιστορία της Λατινικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Πί-
κουλα Θ., Σιδέρη –Τόλια Α., επιμ. Στεφανή Α., Αθήνα.
• Klussmann, M. (1887) Curarum Tertullianearum particulae tres, Gotha.
• Kοκκινάκης, Α. (1978) «Ιερού Βικεντίου του Ληρινίτου Υπομνήματα (Commonito-
ria),

97
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Μετάφρασις και Σχόλια», Θεολογία 49: 30-56, 218-241, 423-442, 672-691.


• Κουμανούδης, Σ. (1995) Λεξικόν Λατινοελληνικόν. Μετά συνωνύμων και αντιθέ-
των της λατινικής, Αθήνα.
• Krϋger, G. (1969²) History of Early Christian Literature in the First Three Centuries,
(trans.) Gillett R.CR., New York.
• Kühn, K. (1997) “Augustinus Schrift de Divinatione Daemonum”, Augustiana 47: 291-
337.
• Labriolle, P. C. de.(1924) History and literature of Christianity fromTertullian to Boethius,
(trans.), Wilson H., London.
• Latourette, K.S. (1971) A History of the Expansion of Christianity, vol. II, New York.
• Lee, A.D. (2009) Παγανιστές και Χριστιανοί στην Ύστερη Αρχαιότητα. Ένα Ανθο-
λόγιο Πηγών, μτφρ. Τσαλιγοπούλου Χ., επιμ. Ξυράφης Α., Αθήνα.
• Lieftinck, G.I. (1951) “Un fragment de De Spectaculis de Tertullien provenant d’un
manuscript neuviéme siècle”, VigChr 5: 193-203.
• Lietzmann, H. (1967) A History of the Early Church, London.
• Lindberg, D. C. (1986) “Science and the Early Church,” in David C. Lindberg & Ron-
ald L. Numbers, (eds.), God & Nature: Historical Essays on the Encounter Between Chris-
tianity and Science, Berkeley-Los Angeles.
• Μαγγιώρος, Ν. (2005) Ο Μέγας Κωνσταντίνος και η Δονατιστική Έριδα: Συμβολή
στη μελέτη των σχέσεων Εκκλησίας-Πολιτείας κατά την Κωνσταντίνεια περίοδο,
Θεσ/νίκη.
• Mackay, C.S. (2008²) Αρχαία Ρώμη: Στρατιωτική και πολιτική ιστορία, μτφρ. Ζάν-
νη Δ.Γ., επιμ. Ξυδόπουλος Ι.Κ., Αθήνα.
• Marrou, H.I. (1956) A History of Education in Antiquity, London.
• Nasrallah, L. (2003) “An Ecstasy of Folly”: Prophecy and Authority in Early Christi-
anity, Harvard Theological Studies no. 52, London.
• Nat, P.G. van der - Huizen, van P.H. (trans.) (1960)Quinti Septimi Florentis Tertulliani
de Idololatria. Edited with introduction, translation and commentary, Leiden.
• Orbán, A. P. (1976) ‘‘Die Frage der ersten Zeugnisse des Christenlateins’’,VigChr 30:
214–238.
• Osborn, E. (2001²) Tertullian: First theologian of the West, New York.
• Σαββάτος, Χ. (2005) «Από τη λατρεία των ειδώλων στη λατρεία της Εκκλησίας. Η
συμβολή της πατερικής θεολογίας», στο Χριστιανική Λατρεία και Ειδωλολατρία.
Πρακτικά ΣΤ΄ Πανελληνίου Λειτουργικού Συμποσίου Στελεχών Ιερών Μητροπό-
λεων, Αθήνα, σελ. 143-170.
• Πλακογιαννάκης, Κ.Ε. (2001) Ελληνική Ανατολική Αυτοκρατορία των Μέσων Αι-
ώνων. Τιμητικοί τίτλοι και ενεργά αξιώματα στο Βυζάντιο. Εθιμοτυπία, Διοίκηση,
Στρατός, Θεσ/νίκη.
• Pelikan, J. (1971) The Christian Tradition. A History of the Development of Doctrine: The

98
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

Emergence of the Catholic Tradition (100-600), vol. 1, Chicago-London.


• Pernot, L. (2005) Η Ρητορική στην Αρχαιότητα, μτφρ. Τσελέντη Ξ., επιμ. Σερέτη Β.,
Αθήνα.
• Petit, P. (1976) Pax Romana, Barkeley.
• Picard, G.-C. (1954) Les religions de l’Afrique antique, Paris.
• Powell, D. (1975) “Tertullianists and Cataphrygians”, VigChr 29: 33-54.
• Quasten, J. (1953) Patrology, vol. 2: The Ante-Nicene Literature after Irenaeus, Ultrecht.
• Rostovtzeff, M. (1984) Ρωμαϊκή Ιστορία, μτφρ. Κάλφογλου Β., Αθήνα.
• Rankin, D.I. (1995) Tertullian and the Church, Cambridge.
• Rankin, D.I. (1997) “Was Tertullian a Jurist?” Studia Patristica 31: 335-342.
• Roberts, E. R. (1924) The Theology of Tertullian, London.
• Saebo, M. (1996) Hebrew Bible Old Testament: The History and its Interpretation, I/1:
Antiquity, Göttingen.
• Sider, R.D. (1971) Ancient Rhetoric and the art of Tertullian, London.
• Sider, R. D. (1973) “On Symmetrical Composition in Tertullian”, Journal of Theological
Studies n.s. 24:405–423.
• Sider, R.D. (1982) “Approaches to Tertullian: A Study of Recent Scholarship”, SecCent
2: 228-260.
• Σκουτέρης, Κ. (1998) Ιστορία Δογμάτων τομ. 1ος: Η Ορθόδοξη δογματική παράδοση
και οι παραχαράξεις της κατά τους τρείς πρώτους αιώνες, Αθήνα.
• Stanislas, G. (1941) Sasimes: Une méprise de saint Basile, Paris.
• Τατάκης, Β. (1958) «Ο Διάλογος του Χριστιανικού με το ελληνικὸ πνεύμα»,
Περιοδικό Χρονικὰ του Πειραματικού Σχολείου του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,
τόμ 12ος , τεύχ. 48, Θεσ/νίκη.
• Τhiessen, J. C. (1961) A Survey of World Mission, Chicago.
• Trevett, C. (1996) Montanism: Gender, Authority and the New Prophecy, London.
• Van Winden, J.C.M. (1982) “Idolum and idololatria in Tertullian’’, VigChr 36: 108-114.
• Wand, J.W.C. (1953) A History of the Early Church, London.
• Warfield, B. B. (1905) “Tertullian and the Beginning of the Doctrine of the Trinity’’,
The Princeton Theological Review 3: 529-557.
• Warfield, B. B. (1906) “Tertullian and the Beginning of the Doctrine of the Trinity’’,
The Princeton Theological Review 4: 1-36, 145-167.
• Waszink, J.H. (ed.) (2010²) Quinti Septimi Florentis Tertulliani, De Anima, Leiden-Boston.
• Wift, L. J. (1984) The Early Fathers on War and Military Service, Wilmington.
• Wilcken, U. (1976⁹) Αρχαία Ελληνική Ιστορία, μτφρ. Τουλουμάκος Ι., Αθήνα.
• Wilhite, D.E. (2007) Tertullian the African:An Anthropological Reading of Tertullian’s
Context and Identities, Berlin.
• Wright, F. A., (1928) Fathers of the Church: A Selection from the Writings of the Latin
Fathers, London.

99
Τερτυλλιανός Περί Ειδωλολατρίας / De Idololatria

• Wright, D. - Esler, P. F. (2000) “Tertullian’’,The Early Christian World, vol. 2, London.


• Φειδάς, Β. (2002³) Εκκλησιαστική Ιστορία. Απ’ αρχής μέχρι την Εικονομαχία, τόμ.
Α΄, Αθήναι.
• Φλορόφσκυ, Γ. (2007³) Οι Βυζαντινοί Πατέρες του 5ου αιώνα, μτφρ. Πάλλη Π.Κ.,
Θεσ/νίκη.
• Χρήστου, Π. (2008⁴) Ελληνική Πατρολογία, τομ. Β΄, Θεσ/νίκη.
• Χριστοφιλοπούλου, Α. (2004) Το Πολίτευμα και οι θεσμοί της Βυζαντινής Αυτο-
κρατορίας (324-1204). Κράτος, Διοίκηση, Οικονομία, Κοινωνία, Αθήνα.

100

You might also like