Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 63

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΘΕΑΤΡΟΥ

ΤΑ ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1960 – 2014)


ΠΑΡΑΣΤΑΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΛΗΨΗ

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΓΡΙΒΑ Α.Μ. 65

ΕΠΟΠΤΡΙΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΑΝΝΑ ΣΤΑΥΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

ΜΑΪΟΣ 2014
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στην παρούσα εργασία που έχει σαν θέμα της «Τα θεατρικά έργα του Αλμπέρ Καμύ
στην Ελλάδα (1960 – 2014). Παραστασιογραφία και κριτική πρόσληψη» εξετάζεται η
παρουσίαση των έργων του Αλμπέρ Καμύ στην ελληνική σκηνή και η ερμηνεία τους
από τους έλληνες σκηνοθέτες. Αφορμή για την εργασία αποτέλεσε η επιλογή μου να
σκηνοθετήσω το έργο του Καμύ Οι Δίκαιοι στο πλαίσιο της καλλιτεχνικής μου
εξέτασης για το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών του Τμήματος Θεάτρου.

Μετά από έρευνα στο αρχείο του Τμήματος, για τις ανάγκες των προβών και
την κατανόηση των ζητημάτων που θίγει ο συγγραφέας στο έργο του, διαπίστωσα ότι
δεν υπήρχε κάποια σχετική εργασία για το θέατρο του Καμύ. Έτσι, θέλοντας να
συνδυάσω τη θεωρία με την πράξη, αποφάσισα να καταγράψω σε μια επιστημονική
εργασία τα σκηνικά ανεβάσματα των έργων του στην Ελλάδα και να μελετήσω την
σκηνική τους προσέγγιση. Η απόφασή μου αυτή, αποτέλεσε την πρώτη ερευνητική
μου προσπάθεια στη διερεύνηση τέτοιων θεμάτων.

Αρχικά με προβλημάτισε ο τρόπος με τον οποίο θα συγκέντρωνα τα στοιχεία


για τη δημιουργία του πίνακα της παραστασιογραφίας. Η αδυναμία μου να ταξιδέψω
στην Αθήνα και να επισκεφτώ το αρχείο της Βιβλιοθήκης της Βουλής, σε συνδυασμό
με την αναστολή της λειτουργίας του Θεατρικού Μουσείου, με ανάγκασαν να
περιορίσω την έρευνά μου στο ψηφιοποιημένο αρχείο του Εθνικού Θεάτρου, του
Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και το διαδίκτυο. Έτσι (αναπόφευκτα) η
ιστορική καταγραφή των στοιχείων σε κάποιες περιπτώσεις παρουσιάζει κενά. Όσον
αφορά τη μορφή του πίνακα της παραστασιογραφίας, επέλεξα να συνδυάσω
διάφορους τύπους παραστασιογραφικής καταγραφής που μελέτησα σε προγράμματα
και εργασίες που υπήρχαν στην βιβλιοθήκη του Τμήματος.

Στη συνέχεια και αφού συγκέντρωσα το απαραίτητο υλικό για τη δημιουργία


του πίνακα (της παραστασιογραφίας), στράφηκα προς την αναζήτηση πηγών μέσα
από τις οποίες θα μπορούσα να αντλήσω πληροφορίες για τις παραστάσεις. Κατά τη
διάρκεια της έρευνάς μου διαπίστωσα ότι τα κείμενα της κριτικής αφορούσαν ως επί
το πλείστον, τα σκηνικά ανεβάσματα των έργων από τους δύο κρατικούς θεατρικούς
οργανισμούς της χώρας, το Εθνικό Θέατρο και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.


 
Έτσι οδηγήθηκα κυρίως στη μελέτη των συγκεκριμένων παραγωγών. Η
συλλογή των κριτικών προήλθε από την αναζήτησή μου στο ψηφιοποιημένο αρχείο
του Εθνικού και του Κρατικού Θεάτρου, στα ψηφιοποιημένα αρχεία εφημερίδων της
Εθνικής Βιβλιοθήκης και της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Θεσσαλονίκης, στην
Ψηφιοθήκη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, καθώς επίσης και στο
αρχείο θεατρικών προγραμμάτων της Βιβλιοθήκης του Τμήματος Θεάτρου.

Κατάφερα, στο βαθμό του δυνατού, να συγκεντρώσω ένα επαρκές υλικό, το


οποίο και χρησιμοποίησα για την περιγραφή των σκηνικών γεγονότων. Σε αυτή μου
την προσπάθεια, συνέβαλε με καθοριστικό τρόπο και η βοήθεια της επόπτριάς μου κ.
Σταυρακοπούλου, την οποία και ευχαριστώ θερμά για την πολύτιμη συνεργασία της.

Έχοντας ως στόχο να δώσω μια ολοκληρωμένη μορφή στην εργασία μου,


χωρίς να θέλω να εμβαθύνω σε δραματολογικής φύσεως θέματα, τη χώρισα σε δύο
μέρη. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει τη βιογραφία του Αλμπέρ Καμύ και μια
συνοπτική εισαγωγή στο θέατρό του, καθώς επίσης την παρουσίαση των θεατρικών
του έργων κατά χρονολογική σειρά, μαζί με μια σύντομη περίληψη των υποθέσεών
τους. Ακολουθεί το δεύτερο μέρος που περιλαμβάνει την παραστασιογραφία των
έργων σε μορφή πίνακα (1960 - 2014) και την παρουσίαση των παραστάσεων μέσα
από τα κείμενα της κριτικής. Συμπληρωματικό κεφάλαιο αποτελεί το Παράρτημα,
στο τέλος της εργασίας, το οποίο διαθέτει οπτικό υλικό από τις παραστάσεις.

Όπως προκύπτει λοιπόν, τα θεατρικά έργα του Καμύ αποτελούν μέχρι και
σήμερα ένα ιδιαίτερο πεδίο σκηνικού πειραματισμού για τους έλληνες σκηνοθέτες. Η
γλώσσα του συγγραφέα, που κινείται ανάμεσα στη φιλοσοφία και το θέατρο, θέτει
αναμφισβήτητα ζητήματα αισθητικού ύφους που επιδέχονται έρευνα από όλους τους
καλλιτέχνες της θεατρικής πράξης, οι οποίοι δείχνουν τελικά να τα αντιμετωπίζουν με
ενδιαφέροντες τρόπους.


 
Η ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΥ 1

Ο Αλμπέρ Καμύ (Albert Camus) γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1913 στο Μοντοβί
της Αλγερίας. Ήταν γιος του Λυσιέν Καμύ, ενός εργάτη που απασχολούνταν σε ένα
οινοπαραγωγικό κτήμα της περιοχής και της Κατερίνα Σέντες. Η οικογένεια Καμύ
ήταν πάμφτωχη. Το 1914 ο πατέρας του, επιστρατεύεται στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
και μέσα σε ένα μήνα χάνει τη ζωή του. Ο μικρός Αλμπέρ ήταν μόλις ενός έτους.

Μετά το θάνατο του Λυσιέν, η οικογένεια εγκαθίσταται στο Αλγέρι, σ’ ένα


δυάρι στην οδό Λυών, αρ. 93. Η μητέρα του ξενοδουλεύει, ενώ η αυταρχική γιαγιά
δεσπόζει στο σπίτι. Το 1918 πηγαίνει στο δημοτικό σχολείο και έχοντας την
υποστήριξη των δασκάλων του και κυρίως του Λουί Ζερμέν, ο οποίος τον
προετοιμάζει εντατικά, το 1923 μπαίνει με υποτροφία και ως ημιοικότροφος στο
σχολείο του Μπιζό. Μετά το απολυτήριο του λυκείου, 1930, παίρνει πτυχίο
ανωτάτων σπουδών στη φιλολογία, από τη Φιλοσοφική Σχολή του Αλγερίου, αλλά η
φυματίωση τον εμποδίζει να περάσει τον διαγωνισμό πιστοποίησης που θα του
επέτρεπε να ασχοληθεί με την εκπαίδευση.

Το 1934, ο Καμύ παντρεύεται τη Σιμόν Ιέ, από την οποία θα χωρίσει δύο
χρόνια μετά. Τον Οκτώβρη της ίδιας χρονιάς μπαίνει στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Θα
αναλάβει την ευθύνη της προπαγάνδας στους μουσουλμανικούς κύκλους και το 1935
θα δημιουργήσει ένα είδος Λαϊκού Πανεπιστημίου. Ένα χρόνο μετά ιδρύει το Θέατρο
της Εργασίας (-le Théâtre du Travail), που αργότερα μετονομάζει σε Θέατρο της
Ομάδας.

To 1937, o Καμύ, αποβάλλεται από το Κομμουνιστικό Κόμμα, με την


κατηγορία ότι ήταν τροτσκικός. Στις 10 Μαΐου της ίδιας χρονιάς, δημοσιεύεται το
βιβλίο του Από την καλή και από την ανάποδη (L'Envers et l'Endroit), που γράφτηκε
από το 1934 έως το 1937. Την περίοδο εκείνη ανεβάζει με το Θέατρο της Ομάδας,
Αντρέ Ζιντ την Επιστροφή του άσωτου υιού, Βιλντράκ - Το Υπερωκεάνειο του
Τενάσιτυ και μια διασκευή του Ζακ Κοπώ για τους Αδελφούς Καραμαζώφ. Το 1938

                                                            
1
Ροζέ Κιγιό, «Χρονολόγιο Αλμπέρ Καμύ», Διαβάζω, τχ. 110 (1985), σ. 12-23, Καλιγούλας,
πρόγραμμα για την παράσταση του Εθνικού Θεάτρου, 1977, Σοφία Μαγουλιώτη, «Βιογραφία του
Αλμπέρ Καμύ», διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο:
Hhttp://www.eoellas.org/2013/11/10/viografiaalberkami/H (τελευταία πρόσβαση 2/3/2014).


 
τελειώνει τον Ευτυχισμένο θάνατο (La Mort heureuse), πρόδρομο έργο του Ξένου
(L'Étranger), ενώ παράλληλα γράφει την πρώτη μορφή του Καλιγούλα (Caligula), με
την πρόθεση να παίξει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Την ίδια χρονιά μπαίνει στην
εφημερίδα του Αλγερίου Αλζέ Ρεπυμπλικέν, του Λαϊκού Μετώπου, που διευθύνει ο
Πασκάλ Πία. Ένα χρόνο αργότερα δημοσιεύονται Οι Γάμοι (Noces), μια συλλογή
από τέσσερα ποιητικά δοκίμια.

Σεπτέμβριος του 1939 – κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ο Καμύ


χάνει την θέση του στην εφημερίδα, η οποία λόγω σοβαρών δυσχερειών διακόπτει
την έκδοσή της. Το 1940 και χωρίς δουλειά πλέον, αποφασίζει να φύγει στη Γαλλία.
Εκεί, εγκαθίσταται στο Παρίσι και εργάζεται ως γραμματέας σύνταξης στην
εφημερίδα Παρί-Σουάρ. Στις 3 Δεκεμβρίου παντρεύεται την δεύτερη γυναίκα του,
Φρανσίν Φορ, την οποία γνώριζε αρκετά χρόνια πριν. Το 1941 βρίσκει τον Καμύ να
διδάσκει σ’ ένα ιδιωτικό σχολείο στο Οράν, όπου φοιτούν πολλοί Ισραηλίτες που
απειλούνται από τους νόμους του Βισύ. Εκεί μελετά Τολστόι, Μάρκο Αυρήλιο, Βινύ,
Σαντ κ.ά. Αν και τα προβλήματα υγείας που είχε συνεχίζονται και η φυματίωση που
εμφανίζεται πάλι τον οδηγεί σε τακτικές πνευμο-θωρακικές εμφυσήσεις, ο Καμύ
ξανασυναντάει τον Πία στη Λυών και το 1942 μπαίνει στην ενεργητική αντίσταση.
Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί Ο Ξένος.

Το 1943, προσλαμβάνεται από τον εκδοτικό οίκο Gallimard και γράφει το


πρώτο Γράμμα σ’ ένα φίλο Γερμανό. Παράλληλα συνεργάζεται στη σύνταξη και στην
εκτύπωση της παράνομης εφημερίδας Κομπά. Όταν ο Κλοντ Μπουρντέ
συλλαμβάνεται και ο Πασκάλ Πία, αναλαμβάνει υψηλότερες αρμοδιότητες στη
γαλλική αντίσταση, ο Καμύ γίνεται ο ίδιος διευθυντής της Κομπά, με τα ονόματα
Μποσάρ και Ματέ. Την ίδια χρονιά δημοσιεύεται και Ο Μύθος του Σισύφου (Le
Mythe de Sisyphe), ένα δοκίμιο για το παράλογο. Το 1944, συναντά τον Σαρτρ, με τον
οποίο συνδέεται φιλικά, παρόλο που αργότερα θα έρθει σε ιδεολογική σύγκρουση
μαζί του. Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς ανεβαίνει και η πρώτη παράσταση της
Παρεξήγησης (Le Malentendu), ενός θεατρικού έργου, που μαζί με τον Καλιγούλα, –
πρώτη παράσταση το 1945- τον Μύθο του Σισύφου και τον Ξένο, αποτελούν
σύμφωνα με τον Καμύ, τα έργα που υπάγονται στον «κύκλο του παραλόγου». Στις 5
Σεπτεμβρίου θα αποκτήσει και τα δυο του δίδυμα παιδιά, Ζαν και Κατρίν.


 
Το 1946 επισκέπτεται την Αμερική και δίνει μια διάλεξη στην Νέα Υόρκη και
στο Χάρβαρντ. Την ίδια περίοδο συνδέεται φιλικά με τον γάλλο ποιητή Ρενέ Σαρ. Το
1947 αποχωρεί από την εφημερίδα Κομπά, η οποία μετά το τέλος του πολέμου
αντιμετωπίζει οικονομικές και πολιτικές δυσκολίες, ενώ τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς,
δημοσιεύει ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματά του, την Πανούκλα (La Peste). Τα
επόμενα δύο χρόνια, ταξιδεύει στην Αλγερία και τη Νότιο Αμερική. Η κατάσταση
της υγείας του αρχίζει να επιδεινώνεται. Στις 27 Οκτωβρίου του 1948, ανεβαίνει για
πρώτη φορά Η Κατάσταση Πολιορκίας (L' État de Siège), θεατρικό έργο το οποίο ο
Καμύ έγραψε σε συνεργασία με τον Ζαν-Λουί Μπαρό. Ένα χρόνο αργότερα
ανεβαίνει και το τέταρτο και τελευταίο θεατρικό του έργο, Οι Δίκαιοι (Les Justes),
στο θέατρο Εμπερτό. Λίγο αργότερα θα συγκεντρώσει τα πιο σπουδαία πολιτικά του
άρθρα που δημοσιεύθηκαν από το 1944 έως και το 1948, σε ένα έργο με τον τίτλο
Χρονικά Ι (Actuelles I), το οποίο και θα εκδώσει το 1950.

Κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και συγκεκριμένα το 1951, ο Καμύ
δημοσιεύει το έργο του Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος (L'Homme révolté) κλείνοντας
έτσι τη σειρά των έργων που ανήκουν στον «κύκλο της εξέγερσης» (Η Πανούκλα,
Κατάσταση Πολιορκίας, Οι Δίκαιοι). Πρόκειται για ένα δοκίμιο που αντιτίθεται στην
πολιτική της άκρας αριστεράς και προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στους κύκλους των
κομμουνιστών, των υπαρξιστών, των χριστιανών και των σουρεαλιστών. Γι’ αυτές
του τις απόψεις μάλιστα ήρθε σε ρήξη με τον Σαρτρ. Τον Νοέμβρη της επόμενης
χρονιάς, παραιτείται από την Ουνέσκο σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την αποδοχή της
Ισπανίας του Φράνκο, ενώ το 1953, καταδικάζει δημόσια την επέμβαση των
σοβιετικών αρμάτων στο Ανατολικό Βερολίνο. Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς εκδίδει
το βιβλίο του Χρονικά ΙΙ (Actuelles II), το οποίο συγκεντρώνει τα πολιτικά του άρθρα
για την περίοδο 1948-1952, ενώ παράλληλα σκηνοθετεί στο Φεστιβάλ του Ανζέ,
Καλντερόν- Η αφοσίωση στο Σταυρό και μια δική του διασκευή για το έργο του
Λαριβέ, Πνεύματα.

Το 1954, αρχή του αλγερινού πολέμου, ο Καμύ, δημοσιεύει Το Καλοκαίρι


(L'Été), μια συλλογή μικρών λυρικών δοκιμίων, που γράφτηκαν μεταξύ του 1939 και
1953. Έναν χρόνο αργότερα ταξιδεύει στην Ελλάδα για μια διάλεξη με θέμα την
Τραγωδία. Το 1956 και καθώς οι συγκρούσεις συνεχίζονται στην Αλγερία και τα
αντάρτικα σώματα συγκρούονται με τους Γάλλους μέσα στις πόλεις, ο Καμύ κάνει


 
έκκληση για πολιτική ανακωχή. Την ίδια χρονιά, δημοσιεύει το διήγημά του Η
Πτώση (La Chute).

Το 1957, κερδίζει το Νόμπελ Λογοτεχνίας σε ηλικία 44 χρονών – είναι ο


δεύτερος νεότερος στην ιστορία του θεσμού, μετά τον Κίπλινγκ. Την ίδια χρονιά
δημοσιεύεται και το έργο του Η Εξορία και το Βασίλειο (L'Exil et le Royaume ), μια
συλλογή από νουβέλες. Η κατάσταση της υγείας του όμως συνεχίζει να είναι κακή.
Μέσα σε μεγάλη ένταση ταξιδεύει και πάλι στην Ελλάδα. Τον Ιούνιο του 1958
δημοσιεύει τα Χρονικά ΙΙΙ (Actuelles III) – Αλγερινά Χρονικά, ενώ το 1959 ανεβάζει
την παράσταση των Δαιμονισμένων, μια διασκευή του έργου του Φιοντόρ
Ντοστογιέφσκι. Στο τέλος της ίδιας χρονιάς ξεκινάει να γράφει τις πρώτες 200
σελίδες για τον Πρώτο Άνθρωπο (Le Premier Homme), έργο που δεν ολοκληρώθηκε
ποτέ. Ο Αλμπέρ Καμύ σκοτώνεται ακαριαία σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο
Βιλμπλεβέν, κοντά στο Μοντερό, μέσα στο αυτοκίνητο του Μισέλ Γκαλιμάρ. Το
ημερολόγιο έγραφε 4 Ιανουαρίου 1960.


 
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΚΑΜΥ 2

Το θέατρο αποτελούσε για τον Καμύ τη σπουδαιότερη μορφή καλλιτεχνικής


έκφρασης. Η πορεία του σε αυτό μπορεί να χωριστεί σε τρεις σημαντικές περιόδους.

1935 έως το 1939

Την πρώτη περίοδο ο Καμύ βρίσκεται στην Αλγερία. Εκεί μαθαίνει να παίζει θέατρο,
να σκηνοθετεί και να γράφει υπό αντίξοες οικονομικές συνθήκες και συμμετέχοντας
σε όλες τις φάσεις της θεατρικής παραγωγής. Κατά την περίοδο αυτή, πειραματίζεται
αρκετά και εκπροσωπεί το αβάντ γκαρντ θέατρο στην Αλγερία. Επηρεάζεται από τον
Μπρεχτ και τον Πισκάτορ, λόγω της κομμουνιστικής του ιδεολογίας 3 , αλλά και από
τον Κοπώ και τον Αρτώ.

1944 έως 1949

Η δεύτερη περίοδος αποτελεί σταθμό στη δραματουργική του πορεία. Το διπλό


φιλοσοφικό του ζητούμενο, το παράλογο 4 και η εξέγερση 5 βρίσκει πια την έκφρασή
του και μέσα από το θέατρο.

Τα τέσσερα έργα του, Καλιγούλας, Παρεξήγηση, Κατάσταση Πολιορκίας και Οι


Δίκαιοι βασίζονται στην υπόθεση ότι η ζωή είναι παράλογη. Τα δύο πρώτα, ο
Καλιγούλας και η Παρεξήγηση ασχολούνται κυρίως με τη μεταφυσική και αφηρημένη
έννοια του παράλογου και τα δύο τελευταία, Κατάσταση Πολιορκίας και Οι Δίκαιοι
επικεντρώνονται περισσότερο στις πολιτικές και κοινωνικές του συνέπειες. Κάθε
έργο περιέχει τουλάχιστον έναν κεντρικό χαρακτήρα που είναι ανήμπορος να
διαχειριστεί το παράλογο, με αποτέλεσμα να οδηγείται στη δολοφονία και έπειτα
στην αυτοκτονία.
                                                            
2
 E. Freeman, The theatre of Albert Camus. A critical study, Methuen & Co Ltd, London 1971.
3
Στο ίδιο, σ. 4.
4
  Αλμπέρ Καμύ, Ο Μύθος του Σισύφου, μτφ. Μαρία Καρακίτσου Ντουζέ, Μαρία Κασαμπάλογλου
Ρομπλέν, Καστανιώτης, Αθήνα 2010.
5
  Αλμπέρ Καμύ, Ο επαναστατημένος άνθρωπος, μτφ. Μαρία Καρακίτσου Ντούζε, Μαρία
Κασαμπάλογλου Ρομπλέν, Πατάκης, Αθήνα 2013.


 
Την ίδια περίοδο, τα έργα του παρουσιάζονται από τους καλύτερους θιάσους του
γαλλικού θεάτρου, ενώ ο ίδιος έρχεται σε ρήξη με πολλούς από τους ακροαριστερούς
φίλους του, για τις απόψεις του, γεγονός που τον οδηγεί σε μια βαθιά προσωπική και
καλλιτεχνική κρίση.

1950 έως 1960

Στην τρίτη και τελευταία περίοδο ασχολείται κυρίως με θεατρικές μεταφράσεις και
προσαρμογές, ενώ παράλληλα εργάζεται πιο ενεργά ως σκηνοθέτης ερευνώντας
διαφορετικά είδη θεάτρου.

Ο Καμύ θεωρούσε την τραγωδία το σημαντικότερο είδος θεάτρου και ήλπιζε


ότι θα μπορούσε να αναγεννηθεί μέσα από μια σύγχρονη μορφή. Σε αντίθεση με τους
σύγχρονούς του συγγραφείς, επιχείρησε να δημιουργήσει ήρωες που ενσαρκώνουν τα
διλήμματα των απλών ανθρώπων του 20ού αιώνα, χρησιμοποιώντας εκλεπτυσμένους
διαλόγους αρκετά αποστασιοποιημένους, ώστε να αποπνέουν μια αίσθηση κλασικής
μεγαλοπρέπειας, αλλά ταυτόχρονα τόσο οικείους και προσιτούς στον σύγχρονο
άνθρωπο και στη φιλοσοφική πολυπλοκότητα των προβλημάτων του.


 
ΤΑ ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΚΑΜΥ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΤΟΥΣ 6

ΚΑΛΙΓΟΥΛΑΣ (1938)
Το έργο του Αλμπέρ Καμύ είναι εμπνευσμένο από την ιδιόμορφη προσωπικότητα του
ρωμαίου αυτοκράτορα Καλιγούλα. Μετά το θάνατο της αγαπημένης του αδελφής-
συζύγου Δρουσίλλας, ο Καλιγούλας εξαφανίζεται για τρεις ημέρες. Όταν επιστρέφει
είναι τελείως διαφορετικός. Βιώνοντας τον απόλυτο πόνο και έχοντας
συνειδητοποιήσει το παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης και το αναπόφευκτο γεγονός
του θανάτου, θέλει να καταστρέψει τα πάντα γύρω του. Εμπλέκεται έτσι σε μια
φρενήρη διαδρομή, όπου η εξουσία, ο αυτοκρατορικός περίγυρος, οι συνωμοσίες, η
βία, η παρακμή του βασιλείου, γίνονται πεδία εσωτερικών συγκρούσεων που τον
οδηγούν τελικά στο θάνατο 7 .

Η ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ (1942)
Η ιστορία της Παρεξήγησης εκτυλίσσεται σε ένα σχεδόν απομονωμένο πανδοχείο σε
ένα μικρό χωριό της Τσεχίας. Ιδιοκτήτριες του πανδοχείου είναι δύο μοναχικές
γυναίκες, μητέρα και κόρη, οι οποίες περνούν τη ζωή τους εγκλωβισμένες στη
στερημένη καθημερινότητα. Όνειρό τους είναι να φύγουν κάποτε από αυτόν τον τόπο
και να μετακομίσουν στον Νότο, στον ήλιο και στη θάλασσα. Προκειμένου να τα
καταφέρουν ληστεύουν και σκοτώνουν τους πελάτες του πανδοχείου. Συνεργός τους
είναι και ένας υπηρέτης, που ζει μαζί τους.

Μια μέρα στο πανδοχείο των δύο γυναικών φτάνει ένα ζευγάρι. Ο Γιαν και η
Μαρία. Ο άνδρας είναι ο γιος και αδελφός των δύο γυναικών, αντίστοιχα, ο οποίος
επιστρέφει στο χωριό μετά από πολλά χρόνια με σκοπό να ξανασυναντήσει την
οικογένειά του. Παρουσιάζεται ως πελάτης, χωρίς να αποκαλύψει την ταυτότητά του
και οι δύο γυναίκες δεν τον αναγνωρίζουν, με αποτέλεσμα να έχει την ίδια τύχη με

                                                            
6
Η συγκεκριμένη έρευνα, από εδώ και στο εξής δεν θα συμπεριλαμβάνει στα κεφάλαιά της το
θεατρικό έργο του Αλμπέρ Καμύ, Κατάσταση Πολιορκίας, μιας και δεν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά
και δεν έχει παρασταθεί ποτέ από κάποιον ελληνικό επαγγελματικό θίασο. Σε αυτό το σημείο αξίζει
ίσως να αναφέρουμε ότι αναζητώντας τις πηγές, οδηγηθήκαμε σε μία μόνο ερασιτεχνική παράσταση
του συγκεκριμένου έργου από το Θέατρο Παράθλαση το 2004 στη Θεσσαλονίκη.
7
 Jacob Golomb, “Camus’s ideal of authentic life”, Philosophy Today, τμ.38, τχ. 3 (Φθινόπωρο 1994),
σ. 268-277. 


 
τους υπόλοιπους πελάτες του πανδοχείου. Η ταυτότητά του αποκαλύπτεται μετά το
θάνατό του και τότε η μητέρα συντρίβεται και αυτοκτονεί, ενώ η Μάρθα νιώθει
προδομένη από εκείνη.

ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ (1949)
Ο Καμύ τοποθετεί τη δράση των Δίκαιων στην προεπαναστατική Ρωσία του 1905,
εμπνεόμενος από πραγματικά γεγονότα και συγκεκριμένα από την επαναστατική
δράση της «Οργάνωσης Μάχης», μιας ομάδας τρομοκρατών που εμφανίστηκε στη
Ρωσία στις αρχές του 20ού αιώνα Η ομάδα των επαναστατών-τρομοκρατών
ετοιμάζεται να δολοφονήσει τον Μεγάλο Δούκα Σέργιο, θείο του Τσάρου, τον οποίο
θεωρεί υπαίτιο για τα δεινά που βιώνει ο λαός. Την στιγμή όμως της απόπειρας, ο
επίδοξος τρομοκράτης θα βρεθεί ενώπιον ενός απρόσμενου γεγονότος: στην άμαξα-
στόχο του Μεγάλου Δούκα βρίσκονται και δύο παιδιά. Ο τρομοκράτης αποφασίζει
τότε να κάνει πίσω. Η αποτυχία του εγχειρήματος θα πυροδοτήσει μια σειρά
συγκρούσεων μεταξύ των μελών της οργάνωσης, τα οποία θα κληθούν να πάρουν
θέση απέναντι στα μεγάλα ερωτήματα της αγωνιζόμενης ύπαρξης που σχετίζονται με
την ηθική της επανάστασης και με το δικαίωμα του εξεγερμένου στο φόνο.

ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ (1959)
Διασκευή του ομώνυμου μυθιστορήματος του Φ. Ντοστογιέφσκι

Ο Καμύ διασκεύασε για το θέατρο, το πολιτικό μυθιστόρημα του Φιοντόρ


Ντοστογιέφσκι Οι Δαιμονισμένοι. Η δράση εκτυλίσσεται στην τσαρική Ρωσία, στα
τέλη του 19ού αιώνα, την εποχή της έντονης πολιτικοποίησης της ρωσικής κοινωνίας
και των μεγάλων ιδεολογικών συγκρούσεων. Σ΄ ένα επαρχιακό τοπίο, ένας επίδοξος
επαναστάτης, ο Βερχοβένσκι, προσπαθεί να δημιουργήσει έναν πυρήνα
επαναστατών, στο κέντρο του οποίου τοποθετεί τον Νικολάι Σταυρόγκιν. Γύρω από
αυτά τα δύο πρόσωπα, περιστρέφονται διάφορες άλλες φιγούρες, η κοινωνία αυτής
της μικρής πόλης και εξελίσσεται και όλη η πλοκή του έργου.

10 
 
Κεντρικό θέμα είναι η δολοφονία του Σάτωφ, (εμπνευσμένη από ένα
πραγματικό γεγονός: τον φόνο του φοιτητή Ιβάνοφ, από τον μηδενιστή Νετσάγιεφ) 8
και η πνευματική περιπέτεια και ο θάνατος του Σταυρόγκιν, ο οποίος διχάζεται
ανάμεσα στο καλό και στο κακό της ανθρώπινης μοίρας και φέρνει το πρόβλημα της
ελευθερίας του ανθρώπου σε αντιπαράθεση με την πίστη στο Θεό.
 

                                                            
8
 Εμμ. Ι. Βερμισσώ, «Έργον του Ντοστογιέφσκυ. Οι Δαιμονισμένοι αύριον εις το Εθνικόν Θέατρον»,
εφ. Έθνος, 5 Φεβρουαρίου 1964.

11 
 
ΠΑΡΑΣΤΑΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΡΓΩΝ ΤΟΥ ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΚΗΝΗ 9

(1960 – 2014)

Οι πληροφορίες για την παραστασιογραφία αντλήθηκαν μέσα από έρευνα στο ψηφιοποιημένο αρχείο του Εθνικού Θεάτρου, του Κρατικού
Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και το διαδίκτυο. Οι παρακάτω πίνακες είναι ενημερωμένοι στο βαθμό που οι δυσκολίες της αναζήτησης το
επέτρεψαν και γι’ αυτό ενδεχομένως να υπάρχουν ελλείψεις στην καταγραφή των στοιχείων.

Αρχικά παραθέτω ένα κοινό χρονολόγιο των παραστάσεων των τεσσάρων έργων και ακολουθούν οι πίνακες της παραστασιογραφίας για
κάθε έργο ξεχωριστά. Αυτό θα μας επιτρέψει να δούμε την ιδιαίτερη πορεία κάθε έργου σε συνδυασμό με τη γενικότερη δημοτικότητα του
συγγραφέα στην Ελλάδα. Οι πίνακες ακολουθούν το παρακάτω μοντέλο:

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΘΙΑΣΟΣ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ, ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΙ ΔΙΑΝΟΜΗ ΤΟΠΟΣ


«ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
ΣΚΗΝΗ» (ΒΟΗΘΟΣ)

Για οικονομία χρόνου και κυρίως χώρου, που θα έπρεπε να λάβουμε υπόψη μας αν εργαζόμασταν για μια δημοσίευση σε πρόγραμμα ή
άλλο έντυπο, οι τίτλοι των στηλών δεν θα επαναλαμβάνονται σε κάθε σελίδα. Επίσης κάθε συνεργάτης με την ιδιότητα του βοηθού θα μπαίνει
σε παρένθεση στη στήλη που ταιριάζει, ενώ οι συντελεστές που είναι ομαδοποιημένοι θα αναφέρονται μετά από την ειδικότητά τους που θα
γράφεται με κεφαλαία, π.χ. ΣΚΗΝΙΚΑ: Γιώργος Γυπαράκης.

                                                            
9
Η αλλαγή στη διάταξη της σελίδας στο κεφάλαιο της παραστασιογραφίας έγινε για λόγους χώρου και επιλέχθηκε η πλάγια διάταξη ως πιο εύχρηστη.

12 
 
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ: Ο ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

• 1960, Οι Δίκαιοι, Θίασος Δημήτρη Μυράτ


• 1964, Οι Δαιμονισμένοι, Εθνικό Θέατρο
• 1977, Καλιγούλας, Εθνικό Θέατρο
• 1980, Η Παρεξήγηση, Θέατρο Θυμέλη
• 1981, Οι Δίκαιοι, Εταιρικό Θέατρο Αναζήτηση
• 1991, Οι Δαιμονισμένοι, ΚΘΒΕ
Οι Δίκαιοι, Θέατρο Βικτώρια
Η Παρεξήγηση, Εθνικό Θέατρο
• 1999, Καλιγούλας, ΚΘΒΕ σε συμπαραγωγή με την Εταιρεία Θεάτρου Ηθικόν Ακμαιότατον
• 2002, Η Παρεξήγηση, Ομάδα Πολυμήχανοι
• 2003, Η Παρεξήγηση, Θεατρική Εταιρεία Σωρείτες
• 2007, Καλιγούλας, Εθνικό Θέατρο σε συμπαραγωγή με την ομάδα Όχι Παίζουμε
• 2007, Η Παρεξήγηση, Global Arts
• 2010, Καλιγούλας, Witkacy Theatre
• 2011, Οι Δίκαιοι, Ομάδα Σημείο Μηδέν
• 2013, Οι Δίκαιοι, Έλασσον Θέατρο
Η Παρεξήγηση, Θέατρο Λύχνος Τέχνης και Πολιτισμού
Οι Δαιμονισμένοι, Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας
• 2014, Οι Δίκαιοι, UBU Art Crew

13 
 
ΠΙΝΑΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

ΚΑΛΙΓΟΥΛΑΣ

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΘΙΑΣΟΣ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ, ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΙ ΔΙΑΝΟΜΗ ΤΟΠΟΣ


«ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ, ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
ΣΚΗΝΗ» (ΒΟΗΘΟΣ)

30/12/1977- Εθνικό Θέατρο, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΚΗΝΙΚΑ- Κώστας Κοκκάκης (Μέτελος, Α΄Πατρίκιος), ΑΘΗΝΑ
29/01/1978 Νέα Σκηνή Ολυμπία ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Αλέξανδρος Αντωνόπουλος (Λέπιδος,
Καράγιωργα Λαλούλα Β΄Πατρίκιος, Θοδωρής Μορίδης (Γέρος
Χρυσικοπούλου Πατρίκιος), Κώστας Γαλανάκης (Ελικών),
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Φάνης Χηνάς (Χεραίας), Κώστας Καστανάς
Τηλέμαχος ΜΟΥΣΙΚΗ (Καλιγούλας), Νίτα Παγώνη (Καιζωνία), Δάνης
Μουδατσάκης ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Κατρανίδης (Σκιπίων), Γίαννης Μαυρογένης
Ολυμπία Κυριακάκη- (Θησαυροφύλακας), Χριστόφορος Καζαντζίδης
Λουκίσσα (Κάσσιος, Γ΄Πατρίκιος), Κώστας Τύμβιος
(Οκτάβιος, Δ΄Πατρίκιος), Γιώργος Κώνστας
(Λύβιος, Ε΄Πατρίκιος), Γιώργος Παρτσαλάκης
(Μούκιος), Άγγελος Γιαννούλης (Μέριας), Λία
Πάρλα (Δρούσιλα, γυναίκα Μούκιου), Νίκος
Καψής (Φύλακας, Πατρίκιος).

17/12/1999- ΚΘΒΕ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΚΗΝΙΚΑ: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης (Καλιγούλας), ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ


31/12/1999 Εταιρεία Θεάτρου Ειρήνη Τσολακέλλη, Γιώργος Γυπαράκης, Σωκράτης Αλαφούζος (Χαιρέας), Θάλεια
«ηθικόν (Δημήτρης Πλατανάκης) Προκοπίου (Καιζώνια), Γιώργος Πυρπασό-
ακμαιότατον», ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: πουλος (Σκιπίωνας, Γ΄Φρουρός), Βαγγέλης

14 
 
Δημοτικό Θέατρο Θανάσης Σαράντος, ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Ρίκος (Οκτάβιος, Α΄Φρουρός), Μάριος Ιωάννου
Καλαμαριάς 10 (Μαριλένα Γιώργος Γυπαράκης, (Λούκιος), Έλενα Κορρέ (Δρουσίλλα, γυναίκα
Ρασιδάκη) Γιάννης Ράμσης Μούκιου) 11 .

ΦΩΤΙΣΜΟΙ:
Σάκης Μπιρμπίλης

Φεβρουάριος – Εθνικό Θέατρο, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΚΗΝΙΚΑ- Γιάννης Κλίνης (Σκιπίων, Λούκιος), ΑΘΗΝΑ
Απρίλιος 2007 Ομάδα «όχι Παναγιώτα Πανταζή ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Παναγιώτης Κλίνης (Χαιρέας, Μούκιος), Ελένη
παίζουμε», Γιάννης Σκουρλέτης Κούστα (Καισωνία, Κάσσιος), Γιώργης
Νέα Σκηνή – ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τσαμπουράκης (Καλιγούλας), Γιώργος
Θέατρο Χώρα Γιώργος Σαχίνης ΦΩΤΙΣΜΟΙ: Φριντζήλας (Ελικώνιος).
Χριστίνα Θανάσουλα

ΜΟΥΣΙΚΗ:
Κώστας Δαλακούρας

15/09/2010 Witkacy Theatre, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΚΗΝΙΚΑ: Krzysztof Lakomik (Καλιγούλας), ΑΘΗΝΑ


Ίδρυμα Μιχάλης Wojciech Natanson, Jerzy Skarzynski, Joanna Banasik (Καιζωνία),
Κακογιάννης Andrianna Jerzmanowska (Ελικών),
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΜΟΥΣΙΚΗ: Marek Wrona (ο νεαρός Σκυπίων),
Adrzej Dziuk Tomasz Stanko Krzysztof Wnuk (Χαιρέας),
Katarzyna Pietrzk (Σύζυγος),
Andrzej Bienias,
Lukasz Chojeta,
Bartlomiej Chowaniec,
Krzysztof Najbor

                                                            
10
 Μετά την ολοκλήρωση των παραστάσεων στη Θεσσαλονίκη, ο Καλιγούλας παρουσιάστηκε και στην Αθήνα, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, από τις 4 Ιανουαρίου έως και
τα τέλη Απριλίου 2000.
11
 Κατά τη διάρκεια της έρευνας, διαπιστώσαμε ότι στην κριτική του για την παράσταση, ο Δημήτρης Τσατσούλης αναφέρει το όνομα του ηθοποιού Τάσου Νούσια στο ρόλο
του Ελικώνιου, στοιχείο το οποίο δεν αναφέρεται στη διανομή έτσι όπως παρουσιάζεται στο αρχείο του ΚΘΒΕ και το αρχείο της ομάδας «ηθικόν ακμαιότατον».

15 
 
Η ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ

1980 Θέατρο Θυμέλη, ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΑΘΗΝΑ


Θέατρο οδού Νίκος Παπαδάκης
Κεφαλληνίας

7/12/1991 - 25/01/1992 Εθνικό Θέατρο, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΚΗΝΙΚΑ- Όλγα Τουρνάκη (Μάρθα), ΑΘΗΝΑ
Νέα Σκηνή Σταμάτης Χονδρογιάννης ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Κώστας Καστανάς (Ζαν),
Ιωάννα Παπαντωνίου Νέλλη Αγγελίδου
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: (Μητέρα), Φωτεινή
Κοραής Δαμάτης ΜΟΥΣΙΚΗ Μανέτα (Μαρία),
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Μιχάλης Ρωμανός
Ολυμπία Κυριακάκη- (Επιστάτης)
Λουκίσσα

8/04/2002 Θεατρική ομάδα ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αντωνία Βαλλιανάτου, ΑΘΗΝΑ


«Πολυμήχανοι», Γιάννης Πετσόπουλος Ευαγγελία Κοζώνη,
Θέατρο του Νέου Κόσμου Δημήτρης Αγαρτζίδης,
Πάρις Φερράρο

15/02/2003 Θεατρική Εταιρεία ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΚΗΝΙΚΑ- Αγλαΐα Παπά, Κατερίνα ΑΘΗΝΑ


«Σωρείτες», Τζούλια Τσιακίρη ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Χέλμη, Γιάννης Ροζάκης,
Θέατρο Ιλίσια-Ντενίση Γιώργος Σουγλίδης Άρης Λεμπεσόπουλος,
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ναταλία Καποδίστρια
Βαρβάρα Μαυρομάτη ΦΩΤΙΣΜΟΙ:
Κατερίνα Μαραγκουδάκη

ΜΟΥΣΙΚΗ:
Κωνσταντίνος Βήτα

Ιούλιος 2007 Global Arts ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΚΟΡΙΝΘΟΣ


Γιάννης Θηβαίου ΕΞΑΜΙΛΙΑ
ΑΓ.ΘΕΟΔΩΡΟΙ
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΔΗΜΟΣ
Σωκράτης Λαμπρόπουλος ΣΙΚΥΩΝΙΩΝ
ΑΘΗΝΑ

16 
 
13/11/2013 - 30/01/2014 Θέατρο Λύχνος Τέχνης ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιώργος Τασιόπουλος, ΑΘΗΝΑ
και Πολιτισμού Γιώργος Τασιόπουλος Ελισάβετ Γκοτσοπούλου,
Μαρία Οικονόμου,
Μαρία Αμβροσίου,
Πέτρος Ραζέλος

17 
 
ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ

1960 - 1961 Θίασος Δημήτρη Μυράτ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ- ΣΚΗΝΙΚΑ- Δημήτρης Μυράτ, Βούλα ΑΘΗΝΑ
Θέατρο Άλφα ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Ζουμπουλάκη, Βάσος
Δημήτρης Μυράτ Γιάννης Τσαρούχης Ανδρονίδης, Γιάννης
Αργύρης, Βύρων Πάλλης,
Θόδωρος Έξαρχος

1981 Εταιρικό Θέατρο ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΑΘΗΝΑ


Αναζήτηση Θεόφιλος Ζαμάνης

1991 Θέατρο Βικτώρια ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαίρη Γκότση (Μεγάλη ΑΘΗΝΑ


Θεόφιλος Ζαμάνης Δούκισσα), Γιάννης
Θειακός (Σκουράτωφ)

10/02/2011 Θεατρική ομάδα ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ- ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ Μαρία Αθηναίου (Αλεξέι ΑΘΗΝΑ


«Σημείο Μηδέν», ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Βοϊνόφ/ Μεγάλη
Χώρος Ιστορικής Μνήμης Σάββας Στρούμπος Γιώργος Κολιός Δούκισσα), Ελεάνα
(Κοραή 4) Γεωργούλη (Στεπάν
ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Φεντόροφ), Ρόζα
Rebekka Gutsfeld Προδρόμου (Ντόρα
Ντούλεμποφ), Σάββας
ΦΩΤΙΣΜΟΙ: Στρούμπος (Ιβάν
Κώστας Μπεθάνης Καλιάγιεφ), Μιλτιάδης
Φιορέντζης ( Μπόρις
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Άννενκοφ/ Σκουράτοφ)
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ-
ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ:
Νίκος Γιαννίκας

18/02/2013 - 26/03/2013 Έλασσον Θέατρο, ΔΙΑΣΚΕΥΗ- ΣΚΗΝΙΚΑ: Ηρακλής Κωστάκης ΑΘΗΝΑ


18 
 
Θέατρο Παραμυθίας ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αρισταίος Τσούσης (Αλεξέι Βοϊνόφ), Άκης
Δημήτρης Παρίσογλου, Σιδέρης (Μπόρις
Μιχάλης Σάκκουλης VIDEO: Άννενκοφ), Ιωάννα
Γιάννης Λουκόπουλος Ασημακοπούλου (Ντόρα
Ντούλεμποφ), Μαρία
SOUND DESINGER: Μαυροματάκη (Μεγάλη
Peter Demerson Δούκισσα), Στάθης
Παναγιωτίδης (Στεπάν
Φεντόροφ), Μιχάλης
Σάκκουλης (Ιβάν
Καλιάγιεφ), Νίκος
Αναστασόπουλος (Φοκά)

17/01/2014 - 21/2/2014 UBU Art Crew, MΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΚΗΝΙΚΑ: Δημήτρης Κρίκος (Αλεξέι ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Studio Vis Motrix Σάββας Στρούμπος Βαγγέλης Ξώνογλου Βοϊνόφ), Αλέξανδρος
Κωχ (Μπόρις Άννενκοφ),
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Αντιγόνη Μπάρμπα
Μαρία Γρίβα Χρήστος Μπρούφας (Ντόρα Ντούλεμποφ),
(Ελευθερία Τσάκουρη) Γρηγόρης Παπαδόπουλος
ΦΩΤΙΣΜΟΙ-VIDEO (Ιβάν Καλιάγιεφ),
MAPPING: Γιώργος Σακελλαρίου
Στάθης Μήτσιος (Στεπάν Φεντόροφ),
Ελευθερία Τσάκουρη
ΜΟΥΣΙΚΗ: (Μεγάλη Δούκισσα)
Δημήτρης Δαλέζης

ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑ:
Αναστασία Τζέλλου

ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ

19 
 
06/02/1964 - 01/03/1964 Εθνικό Θέατρο, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΚΗΝΙΚΑ- Στέλιος Βόκοβιτς ΑΘΗΝΑ
Κεντρική σκηνή Δημήτρης Μυράτ ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: (Γρηγορέιεφ), Θάνος
Γιώργος Βακαλό Κωτσόπουλος (Στεπάν
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Βερχοβένσκι), Μαίρη Αρώνη
Τάκης Μουζενίδης ΜΟΥΣΙΚΗ (Βαρβάρα Σταυρόγκιν),
(Στέλιος Παπαδάκης) ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Γκίκας Μπινιάρης (Λιπούτιν),
Αργυρώ Μεταξά Άρης Βλαχόπουλος
(Σιγκαλιώφ), Νίκος
Παπακωνσταντίνου (Ιβάν
Σάτωφ), Ευάγγελος
Πρωτόπαππας (Βιργκίνσκι),
Παντελής Ζερβός
(Γκαγκάνωφ), Θόδωρος
Σαρρής (Αλέξης), Πέτρος
Φυσσούν (Νικολά
Σταυρόγκιν), Ελένη
Χαλκούση (Πρασκόβια
Ντροζντώφ), Βέρα
Ζαβιτσιάνου (Ντάρια Σάτωφ),
Πόπη Παπαδάκη (Πρασκόβια
Ντρόζντωφ), Θάνος
Λειβαδίτης (Μαυρίκιος
Νικολάιεβιτς), Λυκούργος
Καλλέργης (Αλέξης
Κυρίλωφ), Ελένη
Χατζηαργύρη (Μαρία
Λεμπιάτκιν), Θόδωρος
Μορίδης (Λογαχός
Λεμπιάτκιν), Νίκος Τζόγιας
(Πέτρος Βερχοβένσκι), Νίκος
Φιλιππόπουλος (Φέντκα),
Βασίλης Παπανίκας
(Λιάμσιν), Βασίλης Κανάκης
(Σεμιναρίστας),
Χριστόφορος Νέζερ
(Επίσκοπος Τύχων), Έλλη
Βοζικιάδου (Μαρία Σάτωφ)

14/03/1991 – 31/03/1991 ΚΘΒΕ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΣΚΗΝΙΚΑ- Βασίλης Σεϊμένης ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ


ΕΜΣ-Κεντρική Σκηνή Αλέξανδρος ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: (Γκρηγκόριεφ), Νίκος
Αδαμόπουλος Γιώργος Πάτσας Καββαδάς (Στεπάν

20 
 
Βερχοβένσκι), Λίνα
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΜΟΥΣΙΚΗ Λαμπράκη (Βαρβάρα
Γιάννης Ιορδανίδης ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Σταυρόγκιν), Κώστας Γακίδης
(Ελένη Πήττα- Αίγλη Χαβά-Βάγια (Σιγκάλεφ), Γιώργος
Τριανταφυλλάκη) Μουστάκας (Λιπούτιν),
ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ Χάρης Τσιτσάκης (Ιβάν
ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ: Σάτωφ), Σάκης Πετκίδης
Γιάννης Ιορδανίδης (Βιργίνσκι), Γρηγόρης Μήττας
(Γκαγκάνωφ), Δημήτρης
Καρέλλης (Νικολά
Σταυρόγκιν), Χρήστος
Παπαστεργίου (Αφηγητής),
Μιράντα Οικονομίδου
(Πρασκόβια Ντρόζντωφ),
Όλγα Παπά (Ντάσα Σάτωφ),
Γιώργος Σμπυράκης
(Κιρίλωφ), Δέσποινα
Μαρτινοπούλου (Λίζα
Ντρόζντωφ), Δήμος
Κουτρούλης (Μώρις
Νικολάγιεβιτς), Ανέζα
Παπαδοπούλου (Μαρία
Λεμπιάτκιν), Άκης
Δρακουλινάκος (Λοχαγός
Λεμπιάτκιν), Κώστας Σαντάς
(Πιερ Βερχοβένσκι), Βάνα
Φιτσιώρη (Φιλίποβνα),
Ζαφείρης Κατραμάδας
(Φέντκα), Θόδωρος
Τεκνετσίδης (σπουδαστής
Θεολογίας), Δημήτρης
Αραμπατζόγλου (Λιάμσιν),
Δημήτρης Γεννηματάς
(Ηγούμενος τύχων), Λένα
Κουρούδη (Μαρία Σάτωφ)

Συμμετείχαν: Άννα Δελή,


Γιάννα Κατσικίδου, Νίκος
Παπάζογλου, Νίκος Ψαρράς,
Σταύρος Σαββόγλου, Νίκος
Σαλπιγκτίδης, Γιάννης
Τσάτσαρης, Φίλιππος
Φαρμάκης
21 
 
19/12/2013 - 13/04/2014 Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ: Δήμητρα Χατούπη, ΑΘΗΝΑ
Δήμητρα Πετροπούλου Γιάννης Μετζικώφ Αλέξανδρος Σταύρου,
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΜΟΥΣΙΚΗ: Ιωάννης Παπαζήσης, Κερασία
Σταύρος Σ. Τσακίρης Μίνως Μάτσας Σαμαρά, Βίκυ Μαραγκάκη,
(Έφη Ρευματά) ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ Δημήτρης Μαύρος, Αλμπέρτο
ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ: Φάις, Σταύρος Καραγιάννης,
Σταύρος Σ. Τσακίρης Αλέξανδρος Μπαλαμώτης,
Στάθης Μαντζώρος, Έφη
Ρευματά, Κώστας Καστανάς

22 
 
ΟΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΤΙΚΗ

Σχόλια και προσωπικές παρατηρήσεις

Στο κεφάλαιο αυτό, επέλεξα να παρουσιάσω κάποιες από τις παραστάσεις των έργων
του Καμύ στη Ελλάδα. Στόχος μου ήταν να διερευνήσω τον τρόπο με τον οποίο οι
έλληνες σκηνοθέτες προσέγγισαν τον θεατρικό λόγο του γάλλου συγγραφέα και πώς
τον απέδωσαν σκηνικά. Κριτήριο για την επιλογή των παραστάσεων ήταν το
διαθέσιμο υλικό πληροφοριών που άντλησα κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου.

Διαπιστώνοντας ότι οι κριτικές για τις παραγωγές του ελεύθερου θεάτρου


ήταν περιορισμένες, οδηγήθηκα στα σκηνικά ανεβάσματα του Εθνικού και του
Κρατικού Θεάτρου, μιας και οι πηγές ήταν επαρκείς για μια ικανοποιητική περιγραφή
των σκηνικών γεγονότων. Εξαίρεση αποτελούν ο θίασος του Δημήτρη Μυράτ και της
ομάδας Σημείο Μηδέν, των οποίων τις παραστάσεις και συμπεριέλαβα.

ΚΑΛΙΓΟΥΛΑΣ
Ο Καλιγούλας αριθμεί τέσσερα σκηνικά ανεβάσματα στην ελληνική σκηνή, τα τρία
από τα οποία είναι παραγωγές των δύο κρατικών θεατρικών οργανισμών της χώρας,
του Εθνικού Θεάτρου και του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, ενώ το τέταρτο
και πιο πρόσφατο χρονικά, ανήκει στο ελεύθερο θέατρο.

Το έργο ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1977 από το Εθνικό
Θέατρο. Παράλληλα είναι και η πρώτη φορά που ένας κρατικός θεατρικός
οργανισμός συμπεριλαμβάνει στο ρεπερτόριό του θεατρικό έργο του Καμύ. Είχε
βέβαια προηγηθεί η παράσταση των Δαιμονισμένων το 1964, έργο το οποίο όπως
έχουμε ήδη αναφέρει, αποτελεί τη θεατρική μεταφορά του ομώνυμου
μυθιστορήματος του Φ. Ντοστογιέφσκι από τον γάλλο συγγραφέα.

Είκοσι δύο χρόνια αργότερα, το 1999, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος,


ακολουθώντας το παράδειγμα του Εθνικού, ανεβάζει τον Καλιγούλα, σε
συμπαραγωγή με την Εταιρεία Θεάτρου Ηθικόν Ακμαιότατον, παρουσιάζοντας έτσι
για πρώτη φορά τον θεατρικό Αλμπέρ Καμύ στο κοινό της Βόρειας Ελλάδας. Τριάντα
χρόνια μετά το πρώτο ανέβασμα και συγκεκριμένα το 2007, ο Καλιγούλας

23 
 
ξαναπαίζεται στο Εθνικό. Η παράσταση ανεβαίνει σε συμπαραγωγή με την ομάδα
Όχι Παίζουμε. Ο κύκλος του έργου ολοκληρώνεται με την παράσταση του πολωνικού
θιάσου, Witkacy Theatre, o οποίος παρουσίασε τη δουλειά του στο Ίδρυμα Μιχάλη
Κακογιάννη το 2010, με ελληνικούς υπέρτιτλους.

Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το συγκεκριμένο έργο, δεν έχει


παρασταθεί ποτέ από κάποιον ελεύθερο θίασο της ελληνικής θεατρικής σκηνής, αλλά
ανέβηκε μόνο και χωρίς μεγάλη συχνότητα, στις δύο κεντρικές κρατικές σκηνές της
χώρας. Ίσως το πλήθος των ρόλων στον Καλιγούλα, εικοσιτέσσερις στο σύνολο, να
είναι αυτό που αποτρέπει τους μικρότερους θιάσους (του ελεύθερου θεάτρου), να
συμπεριλάβουν στο ρεπερτόριό τους μια τέτοια παραγωγή.

Αντίθετα, διαφορετική «τύχη» είχαν στην ελληνική σκηνή τα υπόλοιπα


θεατρικά έργα του Καμύ, τα οποία στην πλειοψηφία τους, έχουν παρουσιαστεί
κυρίως από το ελεύθερο θέατρο, με εξαίρεση την Παρεξήγηση που για μία μόνο φορά
ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο, το 1991.

Παρακάτω ακολουθεί η περιγραφή των παραστάσεων του Εθνικού (1977) και


του Κρατικού Θεάτρου (1999), έτσι όπως τις παρουσίασε ο τύπος της εποχής 12 .

1977, Εθνικό Θέατρο

Λίγο πριν τη λήξη του 1977 και συγκεκριμένα στις 30 Δεκεμβρίου ο Καλιγούλας
κάνει πρεμιέρα στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου σε σκηνοθεσία του
πρωτοεμφανιζόμενου νεαρού σκηνοθέτη Τηλέμαχου Μουδατσάκη. Μόλις 28 χρόνων
ο Μουδατσάκης και με «πλούσιες εμπειρίες γύρω από το θέατρο» 13 , προσκαλείται
από τον τότε διευθυντή του Εθνικού, Αλέξη Μινωτή, να έρθει από το Παρίσι ειδικά
για τη σκηνοθεσία του Καλιγούλα.

Ο σκηνοθέτης αντιμετώπισε τον ήρωά του «σαν ένα παιδί που παίζει,
ζητώντας μέσα στο παιχνίδι του μια μεταφυσική ευτυχία για να ξεπεράσει το

                                                            
12
Στο Παράρτημα της εργασίας υπάρχει διαθέσιμο οπτικό υλικό, το οποίο περιλαμβάνει κάποιες
φωτογραφίες που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο ή περιέχονται στα θεατρικά προγράμματα των
παραστάσεων.
13
Φωτεινή Ανδρέου Πιπιλή, «Τηλέμαχος Μουδατσάκης, ένα νέο πρόσωπο στον ελληνικό θεατρικό
χώρο», Πάνθεον (7 Φεβρουαρίου 1978), σ. 101-102.

24 
 
παράλογο» 14 . Εμπνεόμενος από το πρώτο χειρόγραφο του Καμύ για το έργο με τίτλο
«Καλιγούλας ή ο Παίχτης», δημιούργησε πάνω στη σκηνή ένα «σύμπαν παιχνιδιού
απελπισίας» 15 . Θέλοντας να στηρίξει αυτήν την ιδέα χρησιμοποίησε κούκλες, καθώς
επίσης και «μια χορογραφία σε τρία μέτωπα με βάση την κίνηση της μαριονέττας» 16 .
«Μέσα σε αυτό το παιχνίδι», λέει χαρακτηριστικά ο Τηλέμαχος Μουδατσάκης, «το
έγκλημα χάνει τη χυδαιότητά του και αποκτάει μια ποίηση που εξαγνίζει τις
προθέσεις του δημιουργού του» 17 . Στόχος του ήταν να δημιουργήσει επί σκηνής «ένα
σημειολογικό σύστημα, μια ανοιχτή διαλεκτική ανάμεσα στο κείμενο και την
παράσταση, μετατρέποντας το λεκτικό σε σύστημα σημάτων, εικόνων και συμβόλων
με μέσα που δεν ανήκουν από ένα σημείο και μετά στη γραφή, αλλά που υπηρετούν
τα νοήματα» 18 .

Το σκηνικό της Λαλούλας Χρυσικοπούλου ήταν «λιτό» 19 , «μνήμη ρωμαϊκού


κατωφλιού με απόλυτα γεωμετρημένες διαστάσεις» 20 , ενώ τα κοστούμια της
κινήθηκαν «ανάμεσα στο μυθολογικό και το ρεαλιστικό στοιχείο, δίνοντας μια
άχρονη υπόσταση στο έργο» (Δρομάζος). Η μετάφραση της Ολυμπίας Καράγιωργα
σύμφωνα με τους κριτικούς ήταν «πολύ καλή» 21 και «απέδιδε ζωντανά το
σπινθηροβόλο ύφος του συγγραφέα και τις αμφίστομες σκέψεις του» (Δρομάζος).
Διαχρονική χαρακτηρίστηκε τέλος η μουσική επένδυση της Ολυμπίας Κυριακάκη.

Η σκηνοθεσία του νεαρού Μουδατσάκη, αλλά και η επιλογή του Εθνικού να


συμπεριλάβει στο ρεπερτόριό του, το συγκεκριμένο έργο του Καμύ, ξεσήκωσε
θύελλα αντιδράσεων σε μια μερίδα κριτικών της εποχής. «Αδύνατο
δραματουργικά» 22 και χωρίς να «μπορεί να παρασταθεί εύκολα» 23 , με
«περιορισμένο σκηνικό ενδιαφέρον» 24 , περισσότερο «δοκίμιο υπαρξιακής σκέψης,
παρά θεατρικό έργο», όπου «πολλά λέγονται και λίγα γίνονται» (Δρομάζος),
                                                            
14
Στο ίδιο, σ. 102.
15
Ε.Π., «Ο Καλιγούλας αύριο στο Εθνικό, σε σκηνοθεσία Τηλέμαχου Μουδατσάκη», εφ. Η Βραδυνή,
28 Δεκεμβρίου 1977.
16
Φωτεινή Ανδρέου Πιπιλή, Πάνθεον, σ. 102.
17
Τηλέμαχος Μουδατσάκης, «Σημείωμα του σκηνοθέτη», πρόγραμμα παράστασης: Αλμπέρ Καμύ,
Καλιγούλας, Εθνικό Θέατρο, Αθήνα 1977.
18
Στο ίδιο, σ. 7.
19
Στάθης Ιω. Δρομάζος, «Καλιγούλας, υπαρξιακές απόψεις. Στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου»,
εφ. Η Καθημερινή, 8 Ιανουαρίου 1978.
20
Τηλέμαχος Μουδατσάκης, «Σημείωμα του σκηνοθέτη», σ. 7.
21
Περσεύς Αθηναίος, «Καλιγούλας», εφ. Ημερησία, 14 Ιανουαρίου 1978.
22
Θυμέλη, «Ο Καλιγούλας του Καμύ στη Νέα Σκηνή», εφ. Ριζοσπάστης, 28 Ιανουαρίου 1978.
23
Στο ίδιο.
24
Ελένη Βαροπούλου, «Αλμπέρ Καμύ, Καλιγούλας. Εθνικό Θέατρο (Νέα Σκηνή)», εφ. Η Αυγή, 8
Ιανουαρίου 1978.

25 
 
χαρακτηρίστηκε από κάποιους κριτικούς, οι οποίοι το αντιμετώπισαν ως έναν
φιλοσοφικό μονόλογο, ένα έργο που το μόνο «που καταφέρνει είναι να κάνει το
θεατή να πλήξει θανάσιμα […]. Ο Καλιγούλας του Καμύ, ο οποίος σφάζει, βασανίζει
και ατιμάζει, με αμιγώς φιλοσοφικά κίνητρα και σε μια προσπάθεια να καταργήσει
κάθε συμβατικό ανθρώπινο όριο για να δοκιμάσει τη γεύση της απόλυτης ελευθερίας,
δεν είναι παρά ένα θεωρητικό κατασκεύασμα στερημένο από κάθε ανθρώπινη
υπόσταση» 25 που σύμφωνα με τον Δρομάζο, απλώς υπάρχει για «να εκθέσει τις
υπαρξιακές απόψεις του Καμύ».

Τα ίδια πυρά δέχτηκε και η σκηνοθεσία του Μουδατσάκη, από το μεγαλύτερο


μέρος των κριτικών της εποχής.

O πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης «που επιστρατεύθηκε για να υπηρετήσει


το έργο» 26 κρίθηκε «ακατάλληλος και αδοκίμαστος» (Βαροπούλου), ενώ η
σκηνοθεσία του χαρακτηρίστηκε ως μια «σύνθεση εξεζητημένων και ωραιοπαθών
συμπλεγμάτων» (Κρητικός) που άφηνε τους ηθοποιούς αβοήθητους. Συνολικά «μια
παράσταση χωρίς ενιαίο ύφος» με «συγκρούσεις διακοσμητικές» (Δρομάζος), «χωρίς
ρυθμό και συνοχή […] μια συμβολική τελετή θανάτου», που έμεινε «στο επίπεδο
ενός μεγαλεπήβολου, αλλά αδιέξοδου σκηνικά θεάματος» (Βαροπούλου).

Όσον αφορά την υποκριτική, «οι ηθοποιοί έμοιαζαν ακαθοδήγητοι στο να


αναπλάσουν θεατρικά τους ρόλους τους» (Θυμέλη) και «εκτελώντας μηχανικά
κάποιες μετακινήσεις […] απαγγέλλοντας» (Βαροπούλου) «αδιάφορα» (Κρητικός)
και «χωρίς πειστικότητα» (Βαροπούλου) «τους μακρόσυρτους διαλόγους»
(Κρητικός) προσπαθούσαν σχηματικά «να προβάλουν τους φιλοσοφικούς
στοχασμούς του Καμύ» (Θυμέλη), οδηγώντας τους θεατές σε μια «άτεχνη και βαρετή
βραδιά» (Κρητικός).

Φωτεινή εξαίρεση στο σύνολο, ο Κώστας Καστανάς, που ως Καλιγούλας


«κατόρθωσε να δώσει όλη την ένταση και την ψυχονευρωτική κατάσταση του ήρωα
πάνω στη σκηνή» (Αθηναίος).

                                                            
25
Θόδωρος Κρητικός, «Εθνικό Θέατρο. Καλιγούλας του Αλμπέρ Καμύ», εφ. Ακρόπολις, 26
Ιανουαρίου 1978.
26
Κώστας Γεωργουσόπουλος, «Το είναι δίχως άλλοθι», εφ. Το Βήμα, 4 Ιανουαρίου 1978.

26 
 
Στον αντίποδα αυτών των κριτικών, βρέθηκε μια άλλη μερίδα του τύπου που
εγκωμίασε την παράσταση και την «επιδεξιότητα» 27 του σκηνοθέτη, ο οποίος
«πέτυχε να δώσει μια εικαστική διαλεκτική ανταπόκριση στη διανοητική
αιχμηρότητα του κειμένου» 28 . Όλη η σκηνοθεσία, από τη διδασκαλία των ηθοποιών
έως και τη σκηνική εφαρμογή, κρίθηκε «ζωντανή και αποδοτική» 29 , ενώ η
«στυλιζαρισμένη όψη και η ρυθμισμένη σπασμωδική κίνηση των ομάδων,
δημιούργησαν μια εξαίσια εναρμόνιση πλαισίου και περιεχομένου» (Μοσχοβάκης).

Σε αυτό το σημείο αξίζει να παρατηρήσουμε ότι η συγκεκριμένη παράσταση


του Εθνικού, φαίνεται να προκάλεσε αίσθηση στους κύκλους των κριτικών , οι οποίοι
στη συντριπτική τους πλειοψηφία την κατέκριναν έντονα, πλην ελαχίστων
εξαιρέσεων. Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη πάντως, το αρνητικό κλίμα εναντίον του
δημιουργήθηκε λόγω του νεαρού της ηλικίας του από το κατεστημένο της εποχής,
«που δεν δέχεται πολύ εύκολα την παρουσία και τη δημιουργικότητα ενός νέου» 30 .
Για τον ίδιο βέβαια, το κοινό δέχτηκε το έργο του με ενθουσιασμό και μάλιστα
ανέφερε σχετικά ότι για πρώτη φορά στην ιστορία της Νέας Σκηνής, η αίθουσα
φιλοξένησε και όρθιους θεατές.

Η αλήθεια είναι ότι διχασμένη ένιωσα και εγώ κατά τη διάρκεια της έρευνάς
μου και μελετώντας τα δημοσιεύματα της εποχής, χωρίς τελικά να μπορέσω να
οδηγηθώ σε κάποια καθαρά συμπεράσματα σχετικά με το ύφος και την ποιότητα της
συγκεκριμένης παραγωγής. Σίγουρα μου κίνησε το ενδιαφέρον η εικαστική
αντιμετώπιση του έργου από τον Μουδατσάκη, αλλά σε έναν μεγάλο βαθμό θα
συμφωνήσω με τα σχόλια ότι οι μακρόσυρτοι διάλογοι του Καμύ απαιτούν μια
«μεγάλη σκηνοθεσία» (Γεωργουσόπουλος).

                                                            
27
Αντώνης Μοσχοβάκης, «Καλιγούλας, έργο του Αλμπέρ Καμύ. Εθνικό Θέατρο, Νέα Σκηνή», εφ.
Ελευθεροτυπία, 3 Φεβρουαρίου 1978.
28
Στο ίδιο.
29
Μπάμπης Δ. Κλάρας, «Ο Καλιγούλας του Καμύ στο Εθνικό», εφ. Η Βραδυνή, 4 Ιανουαρίου 1978.
30
Φωτεινή Ανδρέου Πιπιλή, Πάνθεον, σ. 102.

27 
 
1999, Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και ομάδα Ηθικόν Ακμαιότατον

Στις 17 Δεκεμβρίου του 1999, η νεοσύστατη τότε ομάδα Ηθικόν Ακμαιότατον 31


ανεβάζει σε συμπαραγωγή με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, τον Καλιγούλα
για έντεκα μόνο παραστάσεις στο Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς. Μετά την
ολοκλήρωση των παραστάσεων στη Θεσσαλονίκη, ο Καλιγούλας «ταξιδεύει» στην
πρωτεύουσα, για έναν νέο κύκλο παραστάσεων στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, μέχρι
και τον Απρίλιο του 2000 32 .

Το «υπαρξιακό» 33 και «σύνθετο» 34 έργο του Καμύ ανέλαβε να παρουσιάσει


(αρχικά) στο κοινό της Βόρειας Ελλάδας, ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης
Θανάσης Σαράντος, ο οποίος επιμελήθηκε και την δραματουργική επεξεργασία του
κειμένου. Ο Σαράντος με την «πολύτιμη βοήθεια της μετάφρασης της Ειρήνης
Τσολακέλλη» 35 και την «εικαστική αντίληψη» 36 του Γιώργου Γυπαράκη, ο οποίος
«για πρώτη φορά δούλεψε στο θέατρο» 37 , έστησε μια μεταμοντέρνα παράσταση,
απαλλαγμένη από το ιστορικό πλαίσιο του έργου. Σύμφωνα με την Καλτάκη,
«όλος ο σκηνικός χώρος είναι βαμμένος σε έντονο μπλε, ενώ πράσινες
πλαστικές κορδέλες που στη συνέχεια γίνονται κόκκινες, καλύπτουν τις
κάθετες πίσω και πλαϊνές επιφάνειες. Μια κούκλα βιτρίνας (η νεκρή
Δρουσίλλα) περιμένει τον τελευταίο ασπασμό, οι πατρίκιοι μπαίνουν με
μαλλιά βαμμένα σε περίεργα χρώματα και ντυμένοι με ρούχα που δεν
θυμίζουν τίποτα. Στον κάδο ενός κουτιού σε σχήμα πλυντηρίου
παρακολουθούμε βίντεο φουρτουνιασμένης θάλασσας, όπως φαίνεται από
το φινιστρίνι κότερου […]. Βινίλ, πανωφόρια από διαφανές πλαστικό,

                                                            
31
Η εταιρεία θεάτρου Ηθικόν Ακμαιότατον ιδρύθηκε το 1999 από το σκηνοθέτη και ηθοποιό Θανάση
Σαράντο, με τη συμμετοχή του ηθοποιού Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, ενώ επανιδρύθηκε το 2001.
Εκτός από τον Καλιγούλα έως τώρα έχει παρουσιάσει τα εξής έργα: Ο Μικρός Πρίγκιπας του Αντουάν
ντε Σαιντ Εξυπερύ, Ένας αριθμός της Κάριλ Τσέρτσιλ, Ο Αμερικάνος και Όνειρο στο κύμα του
Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Επίσης υπήρξε παραγωγός εταιρεία για τρεις ταινίες μικρού μήκους σε
συνεργασία με το ΕΚΚ και την ΕΡΤ (Το γάντι, Εν Λευκώ, Μαρία).
32
Η παρουσίαση της παράστασης γίνεται μέσα από πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από τα κείμενα
της κριτικής που αναφέρονται στα δύο σκηνικά ανεβάσματα σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα.
33
Σάββας Πατσαλίδης, «Καλιγούλας με Ηθικόν Ακμαιότατον: στο δημοτικό θέατρο Καλαμαριάς», εφ.
Αγγελιοφόρος της Κυριακής, 9 Ιανουαρίου 2000.
34
Λέανδρος Πολενάκης, «Η λογική (της τάξης) εναντίον της ζωής: Ο Καλιγούλας του Καμύ», εφ. Η
Αυγή, 7 Μαΐου 2000.
35
Βασίλης Μπουζιώτης, «Ο ακραίος Καίσαρας», εφ. Έθνος της Κυριακής, 1 Ιανουαρίου 2000.
36
Δημήτρης Τσατσούλης, «Skriker – Καλιγούλας: μεταμοντέρνες προτάσεις νέων σκηνοθετών», εφ.
Ημερησία, 24 Μαρτίου 2000.
37
Ματίνα Καλτάκη, «Μεταμοντέρνος ο Καλιγούλας: εξαντλητική η παράσταση του Θανάση Σαράντου
στο θέατρο του Νέου Κόσμου», εφ. Επενδυτής, 29 Ιανουαρίου 2000.

28 
 
χρώματα φλούο και ελεκτρίκ […] δίνουν στην όψη την ποπ διάσταση. Ένα
μονό κρεβάτι αναπτυγμένο σε μήκος γίνεται τραπέζι, πάγκος και ότι άλλο
χρειάζεται η σκηνική δράση. Περούκες, τεράστια φωσφοριζέ γάντια και
καρέκλες που σχηματίζονται από τεράστια μαχαιροπίρουνα (τα οποία
κατόπιν θα χρησιμοποιηθούν και ως φονικά όπλα), αποτελούν το παράδοξο
κιτς σύνολο των σκηνικών αντικειμένων […]. Ο Γ. Γυπαράκης ήθελε ο
σκηνικός χώρος να μοιάζει με βυθό (γι’ αυτό τα εκτεταμένα μπλε και
πράσινα […] εξ ου και όλα αυτά τα περίεργα, έντονων χρωμάτων και
σχεδίων, κοστούμια των ηθοποιών. Ο βυθός παραπέμπει στο υποσυνείδητο,
γι’ αυτό και το κρεβάτι (που είναι υπερβολικά μακρύ, γιατί είναι αδελφικό
και όχι συζυγικό) παίζει τόσο μεγάλο ρόλο – όλη η σκηνική δράση θα
μπορούσε να είναι ένας εφιάλτης».

Η εικαστική πρόταση του Γρυπαράκη σε συνδυασμό με τα «παράδοξα, αλλά


ενδιαφέροντα κοστούμια του ίδιου και του Γιάννη Ραμσή» (Τσατσούλης) και η
σκηνοθετική ανάγνωση του Σαράντου, απέσπασαν ποικίλα σχόλια.

Σύμφωνα με τον Πατσαλίδη, η παράσταση, «ένα περίεργο μείγμα


πραγμάτων», είχε «ρυθμό, ατμόσφαιρα και εν γένει κάποια καλά εξωτερικά
γνωρίσματα». Ένα σύγχρονο και «εξαιρετικά ενδιαφέρον κοίταγμα» (Μπουζιώτης),
ενός πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη, που έκανε ότι μπορούσε «για να αποκολλήσει
το έργο του Καμύ από την ψυχρή διαλεκτική» (Πολενάκης), μια σκηνοθεσία με
«μεταμοντέρνα αισθητική» 38 που σε συνδυασμό με τους γρήγορους διαλόγους, δεν
σε άφηνε να πλήξεις.

Παρόλ΄ αυτά η σκηνογραφική παρέμβαση του Γρυπαράκη, όπως παρατηρεί η


Καλτάκη, «υπήρξε τόσο ισχυρή, ώστε η σκηνοθετική άποψη ακολούθησε τη
σκηνογραφική», οδηγώντας έτσι τους θεατές, σε έναν «οπτικό ορυμαγδό», που τελικά
δεν «κολλούσε» με την υπόθεση του έργου.

Σχετικά με την υποκριτική, ένα μέρος των κριτικών «ξεχώρισε» στον


πρωταγωνιστικό ρόλο τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, ο οποίος, όπως αναφέρει ο
Μπουζιώτης, «πέτυχε ό,τι πιο άρτιο έχει επιτύχει στη γόνιμη πορεία του στο χώρο,

                                                            
38
Ανυπόγραφο, «Ο Καμί αρέσει στους νέους», Marie Claire (Μάιος 2000), σ. 218.

29 
 
πείθοντας απόλυτα ως Γάιος Καίσαρας Καλιγούλας» και μαζί του τον Σωκράτη
Αλαφούζο, «που έδωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα ερμηνεία στον ρόλο του Χαιρέα»
(Καλτάκη) και τον Τάσο Νούσια (Ελικώνιος), «του οποίου η εκάστοτε εμφάνιση επί
σκηνής συνιστούσε μικρή όαση» (Τσατσούλης).

Ωστόσο κάποιες κριτικές αν και χαρακτήρισαν τον Μαρκουλάκη καλό


ηθοποιό, υποστήριξαν ότι «δεν μπόρεσε να βρει το μέτρο στον αυθάδη, εγωκεντρικό
και παράλογο, ρόλο του Καλιγούλα» (Πατσαλίδης) και αυτό λόγω έλλειψης
σκηνοθετικής καθοδήγησης από τον Σαράντο, ο οποίος, σύμφωνα με τον Τσατσούλη
«δεν φάνηκε να εμβάθυνε στις απαιτήσεις του κειμένου» και «δεν μπόρεσε να διδάξει
τους ηθοποιούς», οδηγώντας τους τελικά σε μια «μετρίων τόνων απόδοση» 39 .

Yποβλητικά χαρακτηρίστηκαν τέλος, τα μουσικά ακούσματα του Studio 19.

Συνοψίζοντας λοιπόν, διαπιστώνουμε ότι ο Καλιγούλας είναι ένα έργο που


παρόλη τη δραματουργική του δυσκολία και την αδυναμία του να παρασταθεί
εύκολα, προσέλκυσε νέους σκηνοθέτες, οι οποίοι το αντιμετώπισαν ως πεδίο
πειραματισμού και σκηνικής έρευνας. Δυστυχώς, όπως φάνηκε από τα σχόλια των
κριτικών, φαίνεται ότι το εγχείρημα αυτό, εμπεριέχει ένα ρίσκο.

Ο φιλοσοφικός, μη θεατρικός λόγος του Καμύ, μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε


σκηνοθετικές επιλογές που ενισχύουν κυρίως την όψη της παράστασης,
υποβαθμίζοντας με αυτόν τον τρόπο, τις σχέσεις των προσώπων και τα νοήματα του
έργου. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο Καλιγούλας είναι μια άκρως σκοτεινή και
διεφθαρμένη προσωπικότητα, που με το πάθος του για καταστροφή, διεγείρει τη
φαντασία κάθε νέου καλλιτέχνη.

                                                            
39
Ανυπόγραφο, «Καλιγούλας, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου», εφ. Η Αξία, 15 Ιανουαρίου 2000.

30 
 
Η ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ

Η Παρεξήγηση αριθμεί έξι σκηνικά ανεβάσματα στην ελληνική σκηνή, με πρώτη την
παράσταση από τον θίασο της Έλλης Βοζικιάδου και το Θέατρο Θυμέλη το 1980,
στην Οδό Κεφαλληνίας. Ακολουθεί η παράσταση του Εθνικού Θεάτρου το 1991.

Με το γύρισμα του αιώνα και συγκεκριμένα από το 2002 και μετά, τα έργα
του Καμύ βλέπουν το φως της ελληνικής σκηνής όλο και πιο συχνά. Μέσα στα
τελευταία δώδεκα χρόνια, έχουν ανέβει συνολικά δέκα έργα του γάλλου συγγραφέα,
ανάμεσά τους και τέσσερις παραστάσεις της Παρεξήγησης. Από τον θίασο
Πολυμήχανοι τον Απρίλιο του 2002 και ακολουθούν ο θίασος Σωρείτες την επόμενη
χρονιά και οι Global Arts και το Θέατρο Λύχνος Τέχνης, το 2007 και 2013
αντίστοιχα.

Σε αυτό το σημείο αξίζει ίσως να αναρωτηθούμε γιατί τον τελευταίο καιρό


πολλοί σύγχρονοι έλληνες σκηνοθέτες επιστρέφουν στα θεατρικά κείμενα του Καμύ
και τι σημαίνει αυτή η επιλογή τους. Για ποιον λόγο δηλαδή επιδιώκουν να
παρουσιάσουν χαρακτήρες που ως επί το πλείστον έρχονται αντιμέτωποι με
διλήμματα που σχετίζονται κυρίως με τις φιλοσοφικές αναζητήσεις της ύπαρξης.

Στην συνέχεια της εργασίας θα μελετήσουμε την περίπτωση του Εθνικού για
την παράσταση της Παρεξήγησης, που παρουσιάστηκε στη Νέα Σκηνή το 1991.

1991, Εθνικό Θέατρο

Δεκατέσσερα χρόνια μετά τον Καλιγούλα, σε σκηνοθεσία Τηλέμαχου Μουδατσάκη,


το Εθνικό συμπεριλαμβάνει ένα ακόμη έργο του Αλμπέρ Καμύ στο ρεπερτόριό του,
την Παρεξήγηση, που για πρώτη φορά ανεβαίνει σε κρατική σκηνή.

Το έργο κάνει πρεμιέρα στις 7 Δεκεμβρίου του 1991, στη Νέα Σκηνή, σε
σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη και παίζεται σε εναλλασσόμενο ρεπερτόριο με το έργο
του Ζαν Ζενέ Δούλες 40 .

                                                            
40
Οι Δούλες, σε σκηνοθεσία επίσης Κοραή Δαμάτη, κάνουν πρεμιέρα μια μέρα νωρίτερα από την
Παρεξήγηση, στις 6 Δεκεμβρίου 1991.

31 
 
Ο σκηνοθέτης, προσπαθώντας «να αξιοποιήσει τον ακατάλληλο για τη δράση
του έργου, χώρο της Νέας Σκηνής» 41 , «έστησε ένα χορό διακριτικού θανάτου» 42 «με
απλά τελετουργικά και φορτισμένα στοιχεία» 43 τα οποία επιμελήθηκε η σκηνογράφος
της παράστασης Ιωάννα Παπαντωνίου. Η Παπαντωνίου, «έστησε μια εξέδρα –
σκηνή κατά μήκος της αίθουσας» 44 και τοποθέτησε τους θεατές δεξιά και αριστερά
από αυτήν. Το σκηνικό, σύμφωνα με τον Βαρβέρη, «σκοτεινό και γυμνό» θύμιζε
«μεγάλο ξύλινο φέρετρο» 45 και «με την κατανυκτική του αυστηρότητα»
(Καγγελάρη), «εξασφάλιζε ψύχος, αλλά και οικουμενικότητα» (Βαρβέρης), κάνοντας
«ακόμα πιο αμείλικτα τα φιλοσοφικά ερωτήματα του συγγραφέα» (Καγγελάρη). Η
σκηνογράφος επιμελήθηκε και τα κοστούμια της παράστασης, τα οποία αυστηρά και
αυτά, ενίσχυαν ακόμα περισσότερο την αίσθηση της ερημιάς που κυριαρχεί στο έργο.

Ο Κοραής Δαμάτης, χρησιμοποιώντας την «άρτια» 46 μετάφραση του Σταμάτη


Χονδρογιάννη, «δίδαξε το έργο στις παρυφές της τραγωδίας» (Γεωργουσόπουλος),
αποφεύγοντας «τις μελοδραματικές παγίδες» (Καγγελάρη) και μαζί με τους
ηθοποιούς του «οργάνωσε χωρίς φωνασκίες και υπογραμμίσεις, τραγικά, απόλυτα
πρόσωπα, εγκιβωτισμένα μέσα στην αντινομία τους» (Βαρβέρης).

«Ανεπανάληπτη» (Γεωργουσόπουλος) μητέρα, η Νέλλη Αγγελίδου, κινήθηκε


με φυσικότητα και «απέριττο εσωτερικό αίσθημα» (Βαρβέρης) μεταδίδοντας την
συγκίνησή της στους θεατές, ενώ η Όλγα Τουρνάκη, με την «θαυμαστή φωνή» 47 και
την «αφομοιωμένη στους ρυθμούς κίνηση» 48 , «σήκωσε το σκληρό βάρος ενός
τραγικού ρόλου» (Αθηναίος) και έπαιξε τη Μάρθα με «δωρική αυστηρότητα»
(Καγγελάρη) και «εσωτερική δύναμη» (Γεωργουσόπουλος) αποδίδοντας άψογα «τον
ψυχικά αναστατωμένο και διαμαρτυρόμενο κόσμο της εγκλωβισμένης γυναίκας»
(Αθηναίος). «Μια ερμηνεία κεντημένη βήμα βήμα» (Καγγελάρη).

                                                            
41
Περσεύς Αθηναίος, «Η Παρεξήγηση στο Εθνικό Θέατρο», εφ. Ημερησία, 28 Δεκεμβρίου 1991.
42
Γιάννης Βαρβέρης, «Θεράποντες του Καμύ. Η Παρεξήγηση στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου»,
εφ. Η Καθημερινή, 29 Δεκεμβρίου 1991.
43
Κώστας Γεωργουσόπουλος, «Η εξορία της υπάρξεως. Παρεξήγηση», εφ. Τα Νέα, 24 Δεκεμβρίου
1991.
44
Δηώ Καγγελάρη, «Η ενσάρκωση του παραλόγου… Η παρεξήγηση του Αλμπέρ Καμί, Οι δούλες του
Ζαν Ζενέ στη Νέα Σκηνή του Εθνικού», εφ. Έθνος, 7 Ιανουαρίου 1992.
45
Ελένη Παπασωτηρίου, «Η αγωνία της μοναξιάς στις Δούλες και την Παρεξήγηση», εφ. Μεσημβρινή,
6 Δεκεμβρίου 1991.
46
Περσεύς Αθηναίος, «Η Παρεξήγηση, στο Εθνικό Θέατρο», εφ. Ελεύθερη Ώρα, 17 Ιανουαρίου 1991.
47
Λέανδρος Πολενάκης, «Δύο αρνήσεις κάνουν μια κατάφαση, Καμύ και Ζενέ στο Εθνικό», εφ. Η
Αυγή, 30 Ιανουαρίου 1992.
48
Στο ίδιο.

32 
 
«Με συγκίνηση, τρυφερότητα και καλοσύνη απέδωσε τον γιο – Ζαν ο Κώστας
Καστανάς» (Καγγελάρη), σε μία από τις «λιτότερες και συγκλονιστικότερες»
(Γεωργουσόπουλος) ερμηνείες του.

Τέλος, «άσπαστη φιγούρα μάσκας θανάτου ο επιστάτης» (Βαρβέρης) του


Μιχάλη Ρωμανού που με τους βηματισμούς του προσέδιδε «μια μακάβρια απειλή»
(Καγγελάρη) σε όλη την ατμόσφαιρα του έργου. Η μόνη ίσως εξαίρεση, η Μαρία, της
Φωτεινής Μανέτα, «που μιμούνταν μελοδραματικά τα συναισθήματα και κάθε τόσο ο
λόγος της κατέληγε σε απαγγελία» (Καγγελάρη).

Σύμφωνα λοιπόν με τον Βαρβέρη, ο Κοραής Δαμάτης πήρε «ένα


βαθυστόχαστο κείμενο ανατομίας της ύπαρξης και το μετέτρεψε σε σαγηνευτικό για
τον θεατή θέατρο».

Σε αυτό το σημείο αξίζει ίσως να αναφέρουμε ότι παρόλα τα διθυραμβικά


σχόλια που δέχτηκε η παράσταση της Παρεξήγησης στο σύνολό της, υπήρξαν και
κάποιες κριτικές που κατακεραύνωσαν την επιλογή του Εθνικού να αναθέσει στον
συγκεκριμένο σκηνοθέτη το ανέβασμα του έργου, ο οποίος και σε συνδυασμό με τη
«λανθασμένη διανομή» 49 , οδήγησε το όλο εγχείρημα σε αποτυχία.

Ιδιαίτερη εντύπωση πάντως μου προκαλεί η αντίφαση στην οποία πέφτει η


συγκεκριμένη κριτική του Βάιου Παγκουρέλη που αν και επικρίνει έντονα τη δουλειά
του Δαμάτη, λίγο παρακάτω εκθειάζει την υποκριτική απόδοση της Νέλλης
Αγγελίδου, λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Μια ερμηνεία συγκλονιστική, με μέτρο και βάθος τέτοιο, ώστε
καταχωρείται στις μεγάλες ερμηνείες του ρόλου και σίγουρα στις
σπουδαιότερες ερμηνείες που μπορεί να απολαύσει ο θεατής του ελληνικού
θεάτρου» 50 .

Σε αυτό το σημείο και ως νέα σκηνοθέτης, αναρωτιέμαι λοιπόν, πώς η


συγκεκριμένη ερμηνεία της Αγγελίδου κατάφερε να ξεχωρίσει από το υπόλοιπο
«κακό» σύνολο; Και επιπλέον, ο σκηνοθέτης δημιούργησε δηλαδή ένα πλαίσιο το

                                                            
49
Βάιος Παγκουρέλης, «Μικτή αποτυχία. Δούλες του Ζενέ και Παρεξήγηση του Καμί στο Εθνικό», εφ.
Ελεύθερος Τύπος, 30 Δεκεμβρίου 1991.
50
Στο ίδιο. 

33 
 
οποίο ευνοούσε κάποιους από τους ηθοποιούς και τους άλλους τους άφηνε
εκτεθειμένους;

Χωρίς να θέλω να οδηγηθώ σε εύκολα συμπεράσματα, πολλές φορές κάποιες


κριτικές μοιάζουν σαν να μην έχουν τελικά ξεκάθαρο στόχο. Κατά την άποψή μου
πάντως, η αντικειμενικότητα στον τρόπο που γράφονται κάποια πράγματα είναι κάτι
δύσκολο και χρειάζεται «πολλούς αγώνες» για να κατακτηθεί.

ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ

Το τελευταίο κατά σειρά θεατρικό έργο του Καμύ, παρουσιάζεται για πρώτη φορά
στην Ελλάδα, το 1960 51 . Η παράσταση ανεβαίνει στο θέατρο Άλφα, από τον θίασο
του Δημήτρη Μυράτ, σε μετάφραση και σκηνοθεσία του ίδιου. Με το συγκεκριμένο
ανέβασμα, ο Μυράτ παρουσιάζει για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό το θέατρο του
Αλμπέρ Καμύ, την ώρα που το παγκόσμιο ενδιαφέρον είναι στραμμένο στον
γαλλοαλγερινό πόλεμο. Μέχρι τότε, ποτέ, κανένας άλλος κρατικός ή ελεύθερος
θίασος, δεν είχε ασχοληθεί με τα θεατρικά κείμενα του γάλλου νομπελίστα.

Μετά την παράσταση του Μυράτ, ακολουθεί ο Θεόφιλος Ζαμάνης. Ο


σκηνοθέτης, μαζί με το Εταιρικό Θέατρο Αναζήτηση, ανεβάζει δύο φορές το έργο,
σε δύο ξεχωριστές παραγωγές. Η πρώτη παράσταση παρουσιάζεται το 1981 και μετά
από δέκα χρόνια, ακολουθεί η δεύτερη.

Από τότε και μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα, Οι Δίκαιοι, δεν θα ξαναδούν το
φως της ελληνικής σκηνής.

Μετά από είκοσι χρόνια και εν τω μέσω της οικονομικής κρίσης, που
εξαθλιώνει την ελληνική κοινωνία, αρκετοί νέοι καλλιτέχνες στρέφονται και πάλι στη
φιλοσοφική και πολιτική σκέψη του Καμύ και επιλέγουν να παρουσιάσουν τους
Δίκαιους, θέλοντας να μιλήσουν για τα αδιέξοδα της εποχής μας.

                                                            
51
Χρονολογία θανάτου του Καμύ.

34 
 
Συγκεκριμένα, το 2011, η θεατρική ομάδα Σημείο Μηδέν, παρουσιάζει το
έργο, στον Χώρο Ιστορικής Μνήμης – Κοραή 4 52 , στην Αθήνα, συνδέοντας έτσι την
παράσταση με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τα κρατητήρια της Γκεστάπο. Δύο
χρόνια αργότερα, το έργο ξανανεβαίνει, από το Έλασσον Θέατρο, σε διασκευή και
σκηνοθεσία Δημήτρη Παρίσογλου και Μιχάλη Σάκκουλη. Μαζί τους βρίσκεται, κατά
πλειοψηφία, ένας θίασος νεαρών συντελεστών.

Τέλος, τον Ιανουάριο του 2014, η πρωτοεμφανιζόμενη καλλιτεχνική ομάδα


της Θεσσαλονίκης, Ubu Art Crew, συστήνεται στο κοινό της πόλης, μέσα από τους
Δίκαιους, έργο το οποίο ανεβάζει για είκοσι δύο παραστάσεις στο Studio Vis
Motrix 53 .

Στη συνέχεια, ακολουθεί η περιγραφή των παραστάσεων του Δημήτρη Μυράτ


και της θεατρικής ομάδας Σημείο Μηδέν.

1960, Θίασος Δημήτρη Μυράτ

Την εποχή που η παγκόσμια κοινότητα βρίσκεται υπό την απειλή του Ψυχρού
Πολέμου και η Ελλάδα βιώνει ακόμα τις καταστροφικές συνέπειες του Εμφυλίου, ο
Δημήτρης Μυράτ, αποφασίζει να ανεβάσει τους Δίκαιους, θέλοντας να παρουσιάσει
στο ελληνικό κοινό, έναν στοχαστή του καιρού του, ο οποίος σύμφωνα με τον Άλκη
Θρύλο, φαίνεται «διστακτικός μπροστά στις μεθόδους βίας» 54 .
Η παράσταση κάνει πρεμιέρα στις 12 Οκτωβρίου του 1960 55 . Την ίδια
περίοδο το πολιτικό σκηνικό στη χώρα είναι τεταμένο. Οι φιλοδυτικές δυνάμεις, υπό
την καθοδήγηση των ΗΠΑ, βρίσκονται στο προσκήνιο, ενώ οι αριστερές οργανώσεις
διώκονται από τον φόβο της κομμουνιστικής απειλής 56 .
Καθώς λοιπόν το έργο θίγει ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη φύση της
εξέγερσης και την ηθική της επανάστασης, μπροστά στον κίνδυνο μιας νέας
                                                            
52
Το εν λόγω κτήριο ανήκει στην Εθνική Ασφαλιστική. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, είχαν
εγκατασταθεί εκεί διάφορες υπηρεσίες των γερμανικών στρατευμάτων, ενώ τα υπόγεια μετατράπηκαν
σε χώρους φυλάκισης και βασανιστηρίων.
53
Η συγκεκριμένη παράσταση ξεκίνησε στο πλαίσιο του ΜΠΣ του Τμήματος Θεάτρου του ΑΠΘ και
παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ως τελική διπλωματική εξέταση στη σκηνοθεσία της Μαρίας Γρίβα,
με επόπτη καθηγητή τον Βίκτωρα Αρδίττη. Μετά την εξέταση, οι παραστάσεις συνεχίστηκαν κανονικά
και αποτέλεσαν την πρώτη επαγγελματική δουλειά της σκηνοθέτιδος.
54
 Άλκης Θρύλος, Το ελληνικό θέατρο. Η΄ τόμος 1959 – 1961, Αθήνα 1980, σ. 350- 351 
55
Ω, «Τι θα μας παρουσιάσουν τα θέατρα τον χειμώνα», εφ. Ελευθερία, 9 Οκτωβρίου 1960.
56
 Ευανθής Χατζηβασιλείου, Εισαγωγή στην ιστορία του μεταπολεμικού κόσμου, Πατάκης, Αθήνα 2008.

35 
 
παγκόσμιας καταστροφής, ο Μυράτ προβάλλει τους προβληματισμούς των
προσώπων του έργου, στην ελληνική κοινωνία, η οποία βρίσκεται διχασμένη
ανάμεσα σε δύο κόσμους, στην καπιταλιστική, φιλελεύθερη Δύση και την
κομμουνιστική Ανατολή.
Δυστυχώς, λόγω δυσκολίας πρόσβασης στις υπάρχουσες κριτικές, δεν
μπορούμε να έχουμε μια σαφή εικόνα για την πρόσληψη της παράστασης από τους
κριτικούς και το κοινό. Μέσα από τις ελάχιστες πληροφορίες που καταφέραμε να
συλλέξουμε, συμπεραίνουμε ότι το «έργο ποιότητος» 57 όπως χαρακτηρίστηκε, δεν
κατάφερε να ενθουσιάσει το κοινό, εξαιτίας της δραματουργικής του αδυναμίας.
Καταθέτοντας όμως μια προσωπική άποψη, θεωρώ σημαντική την επιλογή του
σκηνοθέτη να ασχοληθεί με το πολιτικό αυτό έργο του Καμύ, τη συγκεκριμένη
χρονική στιγμή και παραβλέποντας το ρίσκο της εμπορικής αποτυχίας, να μιλήσει για
καίρια ζητήματα της εποχής του, μέσα από την τέχνη του.
Παρακάτω παραθέτουμε ολόκληρο το άρθρο του Άλκη Θρύλου, από το οποίο
μπορούμε να αντλήσουμε τις περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση 58 .

«Οι Δίκαιοι του Καμύ είναι ένα έργο πολύ πνευματικό και τιμά τον κ.
Μυράτ το ότι το ανέβασε για να ακουσθεί μέσον αυτού η φωνή του πρόωρα
χαμένου συγγραφέα, που υπήρξε ένας από τους στοχαστικότερους και πιο
αντιπροσωπευτικούς πνευματικούς ανθρώπους της εποχής μας. Τον τιμά
τόσο περισσότερο που ήταν εκ των προτέρων περίπου βέβαιο ότι οι
πιθανότητες Οι Δίκαιοι να έχουν εμπορική επιτυχία ήταν ελάχιστες.
Στερούνται αισθητά από θεατρικότητα. Ο Καμύ δεν κατόρθωσε να
ζωντανέψει τα πρόσωπά του, να εμφυσήσει στα πρόσωπά του πνοή. Όλο το
έργο έχει για επίκεντρο ένα επεισόδιο της Ρώσικης Ιστορίας που
προανάγγελε και προετοίμαζε τη ρώσικη επανάσταση, μια διαλεκτική
συζήτηση γύρω από το πρόβλημα του εάν ο σκοπός εξαγιάζει τα μέσα, του
εάν η επανάσταση δικαιώνει τις δολοφονίες που γίνονται για να
επικρατήσει και γύρω από διακλαδώσεις του βασικού αυτού προβλήματος.
Ο Καμύ σαν καλλιτέχνης, δε θέλει να επηρεάσει άμεσα τον ακροατή, να
επιβάλει τις απόψεις του, είναι όμως έκδηλο ότι ο ίδιος είναι πολύ
                                                            
57
Ανυπόγραφο, «Οι πρεμιέρες. Τα 3 νέα έργα της εβδομάδος», εφ. Εμπρός, 15 Οκτωβρίου 1960.
58
Αν και οι πληροφορίες για την συγκεκριμένη παράσταση είναι ελάχιστες, θεώρησα σημαντικό να
την συμπεριλάβω στην εργασία μου, μιας και αποτελεί την πρώτη παρουσίαση θεατρικού έργου του
Καμύ στην Ελλάδα.

36 
 
διστακτικός μπροστά στις μεθόδους βίας. Το έργο κεντρίζει διαρκώς τη
σκέψη μας, ανοίγει ορίζοντες, αλλά καθώς παραμένει στις καθαρά
διανοητικές σφαίρες, δε μας μαγνητίζει, δε μας μεταδίδει θερμότητα.
Φοβούμαι ότι και οι ηθοποιοί παρασύρθηκαν από τον συζητητικό τόνο.
Αντί να προσέξουν το πόσο ο Καμύ θέλει να μην είναι δογματικός κι
ολοένα προβληματίζεται και τούτο να τους καθοδηγήσει προς τη λιτότητα
και τη σουρντίνα, άφησαν να τους εξουσιάσει η ρητορικότητα και
αναγκαστικά κι ο στόμφος που ενυπάρχει στην κάθε συζήτηση. Το στόμφο
δεν τον απέφυγε ούτε ο κ. Μυράτ, ενώ η κα Ζουμπουλάκη, που σε πολλούς
της ρόλους έχει φανερώσει πολλή ευαισθησία, δεν κατόρθωσε παρά σε
λίγες στιγμές να μας πείσει ότι τα λόγια του μέρους της αναπηδούσαν από
μέσα της κι όχι από την επιφάνεια του εαυτού της, την εκφράζανε και τη
δόνιζαν και ότι δεν περιοριζόταν να τ’ απαγγείλει έντεχνα. Οι μόνοι που
ξεπέρασαν το εξωτερικό παίξιμο είναι ο κ. Γ. Αργύρης και περισσότερο
ακόμα ο νέος ηθοποιός κ. Β. Ανδρονίδης, που και φέτος, όπως πέρσι,
κατόρθωσε, με τα λίγα στοιχεία που του έδινε το έργο, να διαπλάσει ένα
χαρακτήρα όσο γίνεται ολοκληρωμένο. Οι σκηνογραφίες του κ. Τσαρούχη
ήταν και παραστατικές και εμποτισμένες με ατμόσφαιρα 59 .

2011, Ομάδα Σημείο Μηδέν 60

Οι Δίκαιοι είναι ένα έργο στο οποίο θίγονται ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη
φύση της επανάστασης και το δικαίωμα του εξεγερμένου στο φόνο. Μέσα από τις
συγκρούσεις των προσώπων φωτίζονται θέματα που σχετίζονται με την τρομοκρατία,
τη βία, την ηθική της εξέγερσης και τη δικαιοσύνη. Οι κοινωνικές και οικονομικές
συνθήκες στις οποίες ζει τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία, οδηγούν πολλούς
νέους καλλιτέχνες να ασχοληθούν με το πολιτικό θέατρο, καταθέτοντας έτσι τις
απόψεις τους, για όλα τα παραπάνω.

                                                            
59
Άλκης Θρύλος, Το ελληνικό θέατρο. Η΄ τόμος 1959 – 1961, σ. 350-351.
60
Η παράσταση επαναλήφθηκε για 2η χρονιά στη Knot Gallery της Αθήνας, από τις 11 Δεκεμβρίου
2011 έως και τις 14 Φεβρουαρίου 2012. Η παρουσίαση της παράστασης στηρίζεται σε πληροφορίες
που αντλήθηκαν από κριτικές που αναφέρονται και στις δύο παρουσιάσεις.

37 
 
Το 2011 και καθώς η Ελλάδα βρίσκεται ήδη υπό το καθεστώς του
Μνημονίου 61 , μια νέα θεατρική ομάδα, «με έντονους πολιτικούς και αισθητικούς
προβληματισμούς» 62 , παρουσιάζει τους Δίκαιους, είκοσι χρόνια μετά το τελευταίο
τους σκηνικό ανέβασμα.
Το έργο κάνει πρεμιέρα στις 10 Φεβρουαρίου, στον Χώρο Ιστορικής Μνήμης
1941 – 1944, στην πλατεία Κοραή, υπό τη σκηνοθετική ματιά του Σάββα Στρούμπου,
ο οποίος ανέλαβε και τη μετάφραση του κειμένου.
Ο Στρούμπος, ηθοποιός και σκηνοθέτης, «πνευματικό παιδί» του Θεόδωρου
Τερζόπουλου 63 , επιστρέφοντας στον Χώρο Ιστορικής Μνήμης των κρατητηρίων της
Γκεστάπο, συνδέει την παράστασή του με τα ταραγμένα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου
Πολέμου και προσδίδει στην δουλειά του ένα συγκεκριμένο ιστορικό βάρος.
Ο χώρος, ένα «ιδανικό φυσικό σκηνικό» 64 , είναι πλημμυρισμένος από
τσαλακωμένα χαρτιά, φύλλα από παλιές εφημερίδες, που θυμίζουν σκορπισμένες
προκηρύξεις. Παντού κυριαρχεί το μαύρο. Τα σώματα των πέντε ηθοποιών
«αρχετυπικές φιγούρες επαναστατών» (Τριανταφύλλου), κινούνται τελετουργικά,
ανάμεσα στα λιτά σκηνογραφικά στοιχεία του Γιώργου Κολιού δημιουργώντας,
σύμφωνα με τον Τσατσούλη,
«μια παράσταση-χορογραφία του τρόμου […] όπου ο λόγος
ανασημασιοδοτείται από την κίνηση, η φωνή ακούγεται ως απόρροια ενός
εσώτερου σωματικού παλμού […]» ενώ η φόρμα «αποκαλύπτει τη
βαθύτερη ουσία του φόβου, μπροστά στην επιτακτική ανάγκη υλοποίησης
της ιδέας» 65 .

                                                            
61
Στα μέσα του 2010, λόγω υψηλού δημοσιονομικού ελλείμματος, η Ελλάδα κατέφυγε στη βοήθεια
του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής
Τράπεζας, οι οποίοι συγκρότησαν από κοινού μηχανισμό οικονομικής στήριξης, υπό τους όρους ότι η
χώρα, θα λάμβανε μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και εξυγίανσης. Οι όροι δανεισμού
περιελάμβαναν μέτρα λιτότητας και περικοπές, που οδήγησαν σε πρωτοφανή οικονομική και
κοινωνική αστάθεια. Σήμερα, το έτος 2014, η Ελλάδα παραμένει υπό τον στενό κλοιό της μνημονιακής
κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, ενώ η ελληνική κοινωνία ατενίζει με αβεβαιότητα το μέλλον.
62
Μάρω Τριανταφύλλου, «Αναζητώντας την ηθική του επαναστάτη», εφ. Εποχή, 27 Μαρτίου 2011.
63
Ο Σάββας Στρούμπος τα τελευταία χρόνια είναι μόνιμος συνεργάτης του Θεόδωρου Τερζόπουλου
και του Θεάτρου Άττις. Έχει συμμετάσχει σε πολλές παραγωγές του θεάτρου, είτε ως ηθοποιός, είτε
ως βοηθός σκηνοθέτη. Αναφέρουμε ενδεικτικά κάποιες από αυτές: ως ηθοποιός, Προμηθέας Δεσμώτης
του Αισχύλου (2003), Τρίπτυχο του Μπέκετ (2004), Τελευταία Μάσκα του Κώστα Λογαρά (2006), κ.ά.
Ως βοηθός σκηνοθέτη, Πέρσες του Αισχύλου (2003), Οιδίπους Τύραννος (2006), Αντιγόνη του
Σοφοκλή (2011), κ.ά.
64
 Δημήτρης Τσατσούλης, «Η κρίση της αναπαράστασης», Επτά (εφ. Ελευθεροτυπία) (27 Μαρτίου 
2011),  χωρίς σελίδες. 
65
Στο ίδιο.

38 
 
Τα κοστούμια της Rebekka Gutsfeld, ακολουθούν και αυτά την αφαιρετική
διάθεση της παράστασης, χωρίς να παραπέμπουν σε κάποια συγκεκριμένη ιστορική
στιγμή. Αντίθετα, η υπόκρουση του αντάρτικου τραγουδιού «Ήρωες» από την
ηθοποιό Ελεάνα Γεωργούλη στην αρχή της παράστασης, «ξυπνάει» μνήμες που
συνδέονται άμεσα με το σκηνικό «τοπίο» στο οποίο διαδραματίζεται το έργο.
Τέλος, οι φωτισμοί του Κώστα Μπεθάνη, σε συνδυασμό με την εικαστική
ματιά του Κολιού, δημιουργούν, σύμφωνα με την Τριανταφύλλου, «την πρέπουσα
ατμόσφαιρα» και οδηγούν την ομάδα στο «άπειρο» 66 .
Με βάση τις κριτικές λοιπόν, ο Στρούμπος, «απέσταξε την εσωτερική
ψυχολογική υφή και ενέργεια του κάθε ατόμου/τρομοκράτη και την αναπαρέστησε
λιτά και αφαιρετικά» 67 , δημιουργώντας μια παράσταση, όπου «το κοινωνικοπολιτικό
εκρέει αβίαστα μέσα από το αισθητικό και καλλιτεχνικό αποτέλεσμα»
(Τριανταφύλλου).

Οι Δίκαιοι, ένα έργο ξεχασμένο από καιρό, βλέπουμε να επανέρχονται


δυναμικά στο προσκήνιο και μάλιστα, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, να παίζονται
κατ΄εξακολούθηση στην ελληνική σκηνή, κυρίως από θιάσους που ανήκουν στο
ελεύθερο θέατρο και ως επί το πλείστον απαρτίζονται από νέους σε ηλικία
καλλιτέχνες.

Κατά την άποψή μου, το γεγονός αυτό, συνδέεται άρρηκτα με την


κοινωνικοπολιτική κατάσταση που βιώνει σήμερα η ελληνική κοινωνία της
«οικονομικής κρίσης» και με την επιλογή κάποιων νέων σκηνοθετών να ασχοληθούν
με τα «κακώς κείμενα» της εποχής τους, αναζητώντας απαντήσεις μέσα από πολιτικά
κατά βάση έργα.

Αντίθετα, η «επικινδυνότητα» του θέματος, που όπως προαναφέραμε


σχετίζεται με την έννοια της τρομοκρατίας και τη φύση του επαναστατημένου
ανθρώπου, κάνει επιφυλακτικούς τους διευθυντές των κρατικών θεατρικών
οργανισμών, στο να αποφασίσουν να συμπεριλάβουν το έργο στο ρεπερτόριό τους,
φοβούμενοι ίσως τον αντίκτυπο που θα είχε μια τέτοια επιλογή.
                                                            
66
Χριστίνα Ανδρέου, «Πάνω Απ΄ Όλα Η Επανάσταση, Η Ζωή Ή Και Τα Δύο; Οι Δίκαιοι του Αλμπέρ
Καμύ από την Ομάδα Σημείο Μηδέν στη Κnot Gallery», εφ. Δρόμος της Αριστεράς, 22 Δεκεμβρίου
2011.
67
Εύη Προύσαλη, «Οι Δίκαιοι … στο Σημείο Μηδέν», εφ. Το Ποντίκι, 24 Μαρτίου 2011.

39 
 
Παρόλ΄ αυτά, Οι Δίκαιοι εξακολουθούν να είναι ένα από τα πιο
πολυπαιγμένα έργα του Καμύ στην Ελλάδα (μαζί με την Παρεξήγηση).

ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ

Ο Καμύ, διασκεύασε το μυθιστόρημα του Φ. Ντοστογιέφσκι, βρίσκοντας στην


υπόθεση του έργου και στις συγκρούσεις των προσώπων, έναν «δρόμο» για να
εκφράσει τις προσωπικές του ιδέες και απόψεις για την ηθική της επανάστασης και τη
φύση της αγωνιζόμενης ύπαρξης. Ζητήματα που τον απασχολούσαν άλλωστε και στο
σύνολο του έργου του. Ο ίδιος σκηνοθέτησε τους Δαιμονισμένους στο Θέατρο
Αντουάν, το 1959 68 .

Στην Ελλάδα, το έργο παρουσιάστηκε μόνο τρεις φορές. Το 1964 από το


Εθνικό Θέατρο, το 1991 από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και το 2013, από
το Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας. Σίγουρα το εγχείρημα μιας τέτοιας παράστασης είναι
μεγάλο και λόγω της δυσκολίας του πολυεπίπεδου αυτού κειμένου και λόγω του
πλήθους των ρόλων που περιέχει. Παρόλ’ αυτά, κάποιοι «τολμούν» να μεταφέρουν
την ντοστογιεφσκική ατμόσφαιρα επί σκηνής, μέσω της διασκευής που «χάρισε»
στην θεατρική κοινότητα ο Αλμπέρ Καμύ πριν χρόνια.  

1964, Εθνικό Θέατρο

Το 1964, το Εθνικό Θέατρο, υπό τη διεύθυνση του Αιμίλιου Χουρμούζιου,


αποφασίζει να συμπεριλάβει στο ρεπερτόριό του, τη θεατρική μεταφορά του
ομώνυμου μυθιστορήματος του Φ. Ντοστογιέφσκι από τον γάλλο συγγραφέα. Είναι η
πρώτη φορά που το όνομα Αλμπέρ Καμύ, ακούγεται στην κεντρική κρατική σκηνή.
Την σκηνοθεσία ανέλαβε ο Τάκης Μουζενίδης και τη μετάφραση του
κειμένου ο Δημήτρης Μυράτ. Σύμφωνα με τους κριτικούς της εποχής, το Εθνικό
«επιστράτευσε τις περισσότερες από τις πρωταγωνιστούσες δυνάμεις του για να

                                                            
68
Στο παράρτημα παρουσιάζουμε μέρος από το σκηνοθετικό σημείωμα το Καμύ για την παράστασή
του στο Παρίσι, έτσι όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ακρόπολη στις 5 Φεβρουαρίου 1964, με
αφορμή την παράσταση των Δαιμονισμένων από Εθνικό Θέατρο.

40 
 
μπορέσει να ανταποκριθεί στις μεγάλες απαιτήσεις των ρόλων του έργου» 69 . Κάτι
σπάνιο για την εποχή εκείνη, γιατί «το μίασμα του βεντετισμού» 70 δεν «επέτρεπε»
εύκολα τέτοιες «συναντήσεις».
Σύμφωνα με τον Άλκη Θρύλο, η «εξαιρετική διανομή» οδήγησε στη
δημιουργία ενός άρτιου συνόλου, που «παράλληλα με τον αριστοτεχνικό και
εμπνευσμένο συγχρονισμό του, από τον σκηνοθέτη, απαρτιζότανε από πολλές
ξεχωριστές μονάδες», οι οποίες ερμηνεύοντας το έργο «με την ατομικότητά τους» 71 ,
ανέβαζαν την ποιότητα του όλου εγχειρήματος.
Ο Μουζενίδης, εμπνεόμενος από μια υπόδειξη που έκανε ο ίδιος ο Καμύ σ΄
ένα άρθρο του με την ευκαιρία της πρώτης παράστασης του έργου στο Παρίσι,
έστησε ένα πολύεδρο σκηνικό κάδρο, υπό τις «επινοητικές και αισθητικές» (Θρύλος)
σκηνογραφικές κατευθύνσεις του Γιώργου Βακαλό. Μέσα εκεί προβάλλονταν οι
είκοσι εικόνες του έργου, οι οποίες διαδέχονταν η μία την άλλη «αβίαστα και γοργά
με την παρεμβολή ενός ιδιότυπου αφήγητη» (Χ.σ.). Επτά διαφορετικοί χώροι, σε μια
σκηνική σύνθεση ρεαλισμού και «συγκρατημένου στυλιζαρίσματος» (Χ.σ), μέσα
στους οποίους εναλλάσσονταν, σύμφωνα με τον Βερμισσώ, «ο χείμαρρος της
ντοστογιεφσκικής συλλήψεως».
Σε μια παράσταση συνολικά τρεισήμισι ωρών, ο Μουζενίδης κατάφερε
σύμφωνα με τους κριτικούς, να παρουσιάσει όλη τη θεατρικότητα που έλειπε από το
ίδιο το κείμενο του Καμύ.
Παρόλ’ αυτά, αν και η παράσταση, τοποθετήθηκε, όπως παρατηρεί ο Άλκης
Θρύλος «σ’ ένα πολύ υψηλότερο επίπεδο από την κοινή στάθμη πολλών
παραστάσεων» της εποχής, άφησε παράλληλα και μια «αόριστη» 72 εντύπωση στο
κοινό, το οποίο έχανε μέσα στο πλήθος των προσώπων, τον στόχο του
μυθιστορήματος.
Συνοδοιπόροι του Μουζενίδη, οι ηθοποιοί που ζωντάνεψαν «πολύ
ικανοποιητικά και δημιουργικά τους ρόλους τους» 73 και προσέφεραν συνολικά στο
καλλιτεχνικό αποτέλεσμα της παράστασης. Ανάμεσά τους, ξεχώρισαν οι Ελένη
                                                            
69
Χ.σ., «Από τον Ντοστογιέφσκυ στον Έντουαρντ Άλμπη. Αυτή την εβδομάδα στην Αθήνα», εφ.
Ταχυδρόμος, 8 Φεβρουαρίου 1964.
70
Άλκης Θρύλος, «Ο τρίτος κύκλος των παραστάσεων. Εθνικό Θέατρο Ντοστογέβσκι Οι
δαιμονισμένοι (διασκευή A. Camus), δράμα σε τρία μέρη, είκοσι εικόνες», Νέα Εστία, τμ. 75, τχ. 880
(1 Μαρτίου 1964), σ. 345-346.
71
Εμμ. Ι. Βερμισσώ, «Έργον του Ντοστογιέφσκυ. Οι Δαιμονισμένοι αύριον εις το Εθνικόν Θέατρον»,
εφ. Έθνος, 5 Φεβρουαρίου 1964.
72
 Κώστας Σούκας, «Οι δαιμονισμένοι στο Εθνικόν», εφ. Φωνή Πειραιώς, 2 Μαρτίου 1964.
73
Αχιλλέας Μαμάκης, «Χ.τ.», Εικόνες (14 Φεβρουαρίου 1964), χωρίς σελίδες.

41 
 
Χαλκούση, Πέτρος Φυσσούν και Ελένη Χατζηαργύρη, που «χωρίς υποψία ρωγμής»
(Θρύλος) ταυτίστηκαν τέλεια με τα ντοστογιεφσκικά πρόσωπα, αποδίδοντάς τα έτσι,
όπως τα φαντάστηκε ο δημιουργός τους.

Μια συνολικά θετική εικόνα φαίνεται να «άφησε» η παράσταση των


Δαιμονισμένων από το Εθνικό Θέατρο, η οποία αν και δεν παρουσίασε κάποιο
ιδιαίτερο σκηνοθετικό ενδιαφέρον, κατάφερε ίσως να δημιουργήσει το
σημαντικότερο όλων. Μια καλά δεμένη ομάδα ηθοποιών που «σήκωσε» με επιτυχία
το βάρος ενός τέτοιου εγχειρήματος.

42 
 
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ο Αλμπέρ Καμύ αποτελεί αναμφίβολα μια ιδιαίτερη περίπτωση θεατρικού


συγγραφέα. Τα έργα του, δομημένα πάνω σε μια κοινή θεματική, γίνονται φορείς της
φιλοσοφικής του σκέψης και ξεπερνούν τα όρια του καθημερινού. Το παράλογο και η
εξέγερση διαπερνούν τα διλήμματα και τις σκέψεις των ηρώων, ενώ το πολιτικό
«συναντιέται» με το τραγικό. Με όλα αυτά τα ζητήματα ήρθαν αντιμέτωποι και οι
έλληνες σκηνοθέτες, που ασχολήθηκαν με το θέατρο του Καμύ, σε ένα σύνολο
δεκαεννέα παραστάσεων από το 1960 μέχρι και σήμερα.

Όπως προκύπτει από την έρευνα, φαίνεται ότι οι σκηνοθεσίες των ελλήνων
καλλιτεχνών, ακολούθησαν δύο διαφορετικές τάσεις στην προσέγγιση των έργων. Η
μία αντιμετώπισε τη διαλεκτική των κειμένων τονίζοντας τους συμβολισμούς που
κρύβονται πίσω από αυτή, ενώ η άλλη διατήρησε πιο έντονα το ρεαλιστικό στοιχείο.

Ιδιαίτερη εντύπωση μάλιστα προκαλεί το γεγονός, ότι τα έργα του Καμύ,


υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό, πεδίο έρευνας και σκηνικού πειραματισμού για νεαρούς
σε ηλικία σκηνοθέτες, οι οποίοι μέσα από την εικαστικότητα της όψης, το
στυλιζάρισμα και την υποβολή, θέλησαν να σπάσουν το ιστορικό πλαίσιο και να
αγγίξουν το οικουμενικό.

Εν κατακλείδι, πρόσωπα που ταλανίζονται από υπαρξιακές αγωνίες,


συγκρούσεις και φιλοσοφικά διλήμματα συνθέτουν όλα αυτά τα χρόνια την ιδιαίτερη
ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζει στο σύνολό του το έργο του Αλμπέρ Καμύ,
συμπαρασύροντας τους θεατές άλλοτε σε ένα «καλλιτεχνικό ναυάγιο», και άλλες
φορές σε μια μεγάλη «βουτιά» στην ανατομία της ύπαρξης.

43 
 
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελληνόγλωσση
Καμύ Αλμπέρ, Η Παρεξήγηση, μτφ. Μαρία Γ. Πορτολομαίου, Δωδώνη, Αθήνα
1984.
Καμύ Αλμπέρ, Καλιγούλας, μτφ. Θηβαίος Γιάννης, Δωδώνη, Αθήνα 1998.
Καμύ Αλμπέρ, Οι Δίκαιοι, μτφ, Σάββας Στρούμπος, Νεφέλη, Αθήνα 2011.
Καμύ Αλμπέρ, Ο επαναστατημένος άνθρωπος, μτφ. Μαρία Καρακίτσου Ντούζε,
Μαρία Κασαμπάλογλου Ρομπλέν, Πατάκης, Αθήνα 2013.

Καμύ Αλμπέρ, Ο Μύθος του Σισύφου, μτφ. Μαρία Καρακίτσου Ντουζέ, Μαρία
Κασαμπάλογλου Ρομπλέν, Καστανιώτης, Αθήνα 2010.
Θρύλος Άλκης, Το ελληνικό θέατρο. Η΄ τόμος 1959 – 1961, Αθήνα 1980.
Χατζηβασιλείου Ευανθής, Εισαγωγή στην ιστορία του μεταπολεμικού κόσμου,
Πατάκης, Αθήνα 2008.

Ξενόγλωσση

Freeman Ε. , The theatre of Albert Camus. A critical study, Methuen & Co Ltd,
Λονδίνο 1971.

Άρθρα σε εφημερίδες

Αθηναίος Περσεύς, Η Παρεξήγηση, στο Εθνικό Θέατρο», εφ. Ελεύθερη Ώρα, 17


Ιανουαρίου 1991.
Αθηναίος Περσεύς, « Η Παρεξήγηση στο Εθνικό Θέατρο», εφ. Ημερησία, 28 Δεκεμβρίου
1991.
Αθηναίος Περσεύς, «Καλιγούλας», εφ. Ημερησία, 14 Ιανουαρίου 1978.
Ανδρέου Χριστίνα, «Πάνω Απ΄ Όλα Η Επανάσταση, Η Ζωή Ή Και Τα Δύο; Οι
Δίκαιοι του Αλμπέρ Καμύ από την Ομάδα Σημείο Μηδέν στη Κnot Gallery», εφ.
Δρόμος της Αριστεράς, 22 Δεκεμβρίου 2011.

44 
 
Ανυπόγραφο, «Οι πρεμιέρες. Τα 3 νέα έργα της εβδομάδος», εφ. Εμπρός, 15
Οκτωβρίου 1960.

Βαρβέρης Γιάννης, «Θεράποντες του Καμύ. Η Παρεξήγηση στη Νέα Σκηνή του
Εθνικού Θεάτρου», εφ. Η Καθημερινή, 29 Δεκεμβρίου 1991.

Βαροπούλου Ελένη, «Αλμπέρ Καμύ, Καλιγούλας, Εθνικό Θέατρο (Νέα Σκηνή)»,


εφ. Η Αυγή, 8 Ιανουαρίου 1978.

Βερμισσώ Εμμ., «Έργον του Ντοστογιέφσκυ. Οι Δαιμονισμένοι αύριον εις το


Εθνικόν Θέατρον», εφ. Έθνος, 5 Φεβρουαρίου 1964.

Γεωργουσόπουλος Κώστας, «Η εξορία της υπάρξεως. Παρεξήγηση» εφ. Τα Νέα, 21


Δεκεμβρίου 1991.

Γεωργουσόπουλος Κώστας, «Το είναι δίχως άλλοθι», εφ. Το Βήμα, 4 Ιανουαρίου


1978.

Δρομάζος Στάθης, «Καλιγούλας, υπαρξιακές απόψεις. Στη Νέα Σκηνή του Εθνικού
Θεάτρου», εφ. Η Καθημερινή, 7 Ιανουαρίου 1978.

Ε.Π., «Ο Καλιγούλας αύριο στο Εθνικό, σε σκηνοθεσία Τηλέμαχου Μουδατσάκη»,


εφ. Η Βραδυνή, 28 Δεκεμβρίου 1977.

Θυμέλη, «Ο Καλιγούλας του Καμύ στη Νέα Σκηνή», εφ. Ριζοσπάστης, 28


Ιανουαρίου 1978.

Καγγελάρη Δηώ, «Η ενσάρκωση του παραλόγου…. Η παρεξήγηση του Αλμπέρ


Καμί, Οι δούλες του Ζαν Ζενέ στη Νέα Σκηνή του Εθνικού», εφ. Έθνος, 7
Ιανουαρίου 1992.

Καλτάκη Ματίνα, «Μεταμοντέρνος ο Καλιγούλας: εξαντλητική η παράσταση του


Θανάση Σαράντου στο θέατρο του Νέου Κόσμου», εφ. Επενδυτής, 29 Ιανουαρίου
2000.

Κλάρας Μπάμπης, «Ο Καλιγούλας του Καμύ στο Εθνικό», εφ. Η Βραδυνή, 4


Ιανουαρίου 1978.

Κρητικός Θόδωρος, «Εθνικό Θέατρο. Καλιγούλας του Αλμπέρ Καμύ», εφ.


Ακρόπολις, 26 Ιανουρίου 1978.

Μοσχοβάκης Αντώνης, «Καλιγούλας, έργο του Αλμπέρ Καμύ. Εθνικό Θέατρο, Νέα
Σκηνή», εφ. Ελευθεροτυπία, 3 Φεβρουαρίου 1978.

Μπουζιώτης Βασίλης, «Ο ακραίος Καίσαρας», εφ. Έθνος της Κυριακής, 1


Ιανουαρίου 2000.

Παγκουρέλης Βάιος, «Μικτή αποτυχία. Δούλες του Ζενέ και Παρεξήγηση του Καμί
στο Εθνικό», εφ. Ελεύθερος Τύπος, 30 Δεκεμβρίου 1991.

45 
 
Παπασωτηρίου Ελένη, «Η αγωνία της μοναξιάς στις Δούλες και την Παρεξήγηση»,
εφ. Μεσημβρινή, 6 Δεκεμβρίου 1991.

Πατσαλίδης Σάββας, «Καλιγούλας με Ηθικόν Ακμαιότατον: στο δημοτικό θέατρο


Καλαμαριάς», εφ. Αγγελιοφόρος της Κυριακής, 9 Ιανουαρίου 2000.

Πολενάκης Λέανδρος, «Δύο αρνήσεις κάνουν μια κατάφαση, Καμύ και Ζενέ στο
Εθνικό», εφ. Η Αυγή, 30 Ιανουαρίου 1992.

Πολενάκης Λέανδρος, «Η λογική (της τάξης) εναντίον της ζωής: Ο Καλιγούλας του
Καμύ», εφ. Η Αυγή, 7 Μαΐου 2000.

Προύσαλη Εύη, «Οι Δίκαιοι…. στο Σημείο Μηδέν», εφ. Το Ποντίκι, 24 Μαρτίου
2011.

Σούκας Κώστας, «Οι δαιμονισμένοι στο Εθνικόν», εφ. Φωνή Πειραιώς, 2 Μαρτίου
1964.

Τσατσούλης Δημήτρης, «Skriker – Καλιγούλας: μεταμοντέρνες προτάσεις νέων


σκηνοθετών», εφ. Ημερησία, 24 Μαρτίου 2000.

Τριανταφύλλου Μάρω, «Αναζητώντας την ηθική του επαναστάτη», εφ. Εποχή, 27


Μαρτίου 2011.

Χ.σ., «Από τον Ντοστογιέφσκυ στον Έντουαρντ Άλμπη. Αυτή την εβδομάδα στην
Αθήνα», εφ. Ταχυδρόμος, 8 Φεβρουαρίου 1964.

Ω, «Τι θα μας παρουσιάσουν τα θέατρα τον χειμώνα», εφ. Ελευθερία, 9 Οκτωβρίου


1960.

Άρθρα σε περιοδικά

Ανυπόγραφο, «Ο Καμί αρέσει στους νέους», Marie Claire (Μάιος 2000), σ. 218.

Jacob Golomb, “Camus’s ideal of authentic life”, Philosophy Today, τμ.38, τχ. 3
(Φθινόπωρο 1994), σ. 268-277. 

Θρύλος Άλκης, «Ο τρίτος κύκλος των παραστάσεων. Εθνικό Θέατρο Ντοστογέβσκι


Οι δαιμονισμένοι (διασκευή A. Camus), δράμα σε τρία μέρη, είκοσι εικόνες», Νέα
Εστία, τμ. 75, τχ. 880 (1 Μαρτίου 1964), σ. 345-346.

Κιγιό Ροζέ, «Χρονολόγιο Αλμπέρ Καμύ», Διαβάζω, τχ. 110 (1985), σ. 12-23.

Μαμάκης Αχιλλέας, «Χ.τ.», Εικόνες (14 Φεβρουαρίου 1964).

Πιπιλή Φωτεινή, «Τηλέμαχος Μουδατσάκης, ένα νέο πρόσωπο στον ελληνικό


θεατρικό χώρο», Πάνθεον (7 Φεβρουαρίου 1978), σ. 101-102.

46 
 
Τσατσούλης Δημήτρης, «Η κρίση της αναπαράστασης», Επτά (εφ. Ελευθεροτυπία)
(27 Μαρτίου 2011).

Θεατρικά Προγράμματα

Πρόγραμμα παράστασης Αλμπέρ Καμύ, Η Παρεξήγηση, Εθνικό Θέατρο, Αθήνα


1991.

Πρόγραμμα παράστασης Αλμπέρ Καμύ, Καλιγούλας, Εθνικό Θέατρο, Αθήνα 1977.

Πρόγραμμα παράστασης Αλμπέρ Καμύ, Καλιγούλας, Κρατικό Θέατρο Βορείου


Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 1999.

Πρόγραμμα παράστασης Αλμπέρ Καμύ, Οι Δαιμονισμένοι, Εθνικό Θέατρο, Αθήνα


1964.

Πρόγραμμα παράστασης Αλμπέρ Καμύ, Οι Δίκαιοι, Θέατρο Άλφα, Αθήνα 1960.

Πηγές από το διαδίκτυο

Σοφία Μαγουλιώτη, «Βιογραφία Αλμπέρ Καμύ», διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο:


http://www.eoellas.org/2013/11/10/viografiaalberkami/ (τελευταία πρόσβαση στις
2/3/2014).

Ανυπόγραφο, «Ηθικόν Ακμαιότατον. Ποιοι είμαστε», διαθέσιμο στον δικτυακό


τόπο: http://ithikon-akmeotaton.blogspot.gr/p/blog-page_506.html (τελευταία
πρόσβαση στις 20/5/2014).

Ανυπόγραφο, «Ιστορία Μεγάρου Κοραή 4», διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο:


http://www.korai4.gr/ko-bui-history.html (τελευταία πρόσβαση στις 17/4/2014).

47 
 
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

48 
 
ΚΑΛΙΓΟΥΛΑΣ

Εθνικό Θέατρο 1977 74

Μετάφραση: Ολυμπία Καράγιωργα


Σκηνοθεσία: Τηλέμαχος Μουδατσάκης
Σκηνικά – κοστούμια: Λαλούλα Χρυσικοπούλου
Μουσική επιμέλεια: Ολυμπία Κυριακάκη – Λουκίσσα

Πρώτη σειρά, μπροστά: Κώστας Τύμβιος (Οκτάβιος), Δάνης Κατρανίδης (Σκιπίων), Γιάννης
Μαυρογένης (Θησαυροφύλακας), Αλέξανδρος Αντωνόπουλος (Λέπιδος). Δεύτερη σειρά, πίσω:
Δεύτερος: Άγγελος Γιαννούλης (Μέριας), Νίτα Παγώνη (Καιζωνία), Κώστας Καστανάς
(Καλιγούλας), Θόδωρος Μορίδης (Γέρος Πατρίκιος)

                                                            
74
Φωτογραφίες από το ψηφιοποιημένο αρχείο του Εθνικού Θεάτρου, διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο:
Hhttp://www.nt-archive.gr/playMaterial.aspx?playID=161#photosH (τελευταία πρόσβαση στις
20/5/2014).

49 
 
Άγγελος Γιαννούλης (Μέριας), Κώστας Καστανάς (Καλιγούλας), Φάνης Χηνάς (Χεραίας), Νίτα
Παγώνη (Καιζωνία)

50 
 
Μπροστά: Νίτα Παγώνη (Καιζωνία), Κώστας Καστανάς (Καλιγούλας). Πίσω: Γιώργος
Παρτσαλάκης (Μούκιος), Αλέξανδρος Αντωνόπουλος (Λέπιδος), Δάνης Κατρανίδης (Σκιπίων),
Θόδωρος Μορίδης (Γέρος Πατρίκιος)

51 
 
ΚΑΛΙΓΟΥΛΑΣ

ΚΘΒΕ – Ηθικόν Ακμαιότατον 1999 75

Μετάφραση: Ειρήνη Τσολακέλλη


Σκηνοθεσία: Θανάσης Σαράντος
Σκηνικά: Γιώργος Γυπαράκης
Κοστούμια: Γιώργος Γυπαράκης, Γιάννης Ραμσής
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης

                                                            
75
Φωτογραφίες από την ιστοσελίδα της ομάδας Ηθικόν Ακμαιότατον, διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο:
Hhttp://ithikon-akmeotaton.blogspot.gr/2011/09/1999-2000.htmlH (τελευταία πρόσβαση στις
20/5/2014).

52 
 
Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης (Καλιγούλας), Έλενα Κορρέ (Δρουσίλλα)

53 
 
Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης (Καλιγούλας)

54 
 
Η ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ

Εθνικό Θέατρο 1991 76

Μετάφραση: Σταμάτης Χονδρογιάννης


Σκηνοθεσία: Κοραής Δαμάτης
Σκηνικά – Κοστούμια: Ιωάννα Παπαντωνίου
Μουσική επιμέλεια: Ολυμπία Κυριακάκη - Λουκίσσα

                                                            
76
Φωτογραφίες από το ψηφιοποιημένο αρχείο του Εθνικού Θεάτρου, διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο:
Hhttp://www.nt-archive.gr/playMaterial.aspx?playID=161#photosH (τελευταία πρόσβαση στις
20/5/2014).

55 
 
Όλγα Τουρνάκη (Μάρθα), Νέλλη Αγγελίδου (Μητέρα), Κώστας Καστανάς (Ζαν)

Κοστούμια της Ιωάννας Παπαντωνίου

56 
 
ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ

Ομάδα Σημείο Μηδέν 2011 77

Μετάφραση: Σάββας Στρούμπος


Σκηνοθεσία: Σάββας Στρούμπος
Εικαστική επιμέλεια: Γιώργος Κολιός
Κοστούμια: Rebekka Gutfeld
Φωτισμοί: Κώστας Μπεθάνης

Μαρία Αθηναίου (Αλεξέι Βοϊνόφ), Ρόζα Προδρόμου (Ντόρα Ντούλεμποφ), Μιλτιάδης


Φιορεντζής (Μπόρις Άννενκοφ), Σάββας Στρούμπος (Ιβάν Καλλιάγιεφ), Ελεάνα Γεωργούλη
(Στεπάν Φεντόροφ)

                                                            
77
Φωτογραφίες από την ιστοσελίδα της ομάδας Σημείο Μηδέν, διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο:
http://simeiomiden.gr/shows/justs/ (τελευταία πρόσβαση στις 20/5/2014).

57 
 
Ελεάνα Γεωργούλη (Στεπάν Φεντόροφ), Ρόζα Προδρόμου (Ντόρα Ντούλεμποφ), Μιλτιάδης
Φιορεντζής (Μπόρις Άννενκοφ), Σάββας Στρούμπος (Ιβάν Καλλιάγιεφ)

58 
 
Ρόζα Πρόδρομου (Ντόρα Ντούλεμπο), Σάββας Στρούμπος (Ιβάν Καλλιάγιεφ)

ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ

Εθνικό Θέατρο 1964 78

Μετάφραση: Δημήτρης Μυράτ


Σκηνοθεσία: Τάκης Μουζενίδης
Σκηνικά – κοστούμια: Γιώργος Βακαλό
Μουσική επιμέλεια: Αργυρώ Μεταξά

Θάνος Κωτσόπουλος (Στεπάν Βερχοβένσκι), Στέλιος Βόκοβιτς (Γρηγορέιεφ), Μαίρη Αρώνη


(Βαρβάρα Σταυρόγκιν)

                                                            
78
Φωτογραφίες από το ψηφιοποιημένο αρχείο του Εθνικού Θεάτρου, διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο:
Hhttp://www.nt-archive.gr/viewFiles1.aspx?playID=369&a=369H (τελευταία πρόσβαση στις
20/5/2014).

59 
 
Πέτρος Φυσσούν (Νικόλας Σταυρόγκιν), Λυκούργος Καλλέργης (Αλέξης Κυρίλωφ)

60 
 
Ελένη Χατζηαργύρη (Μαρία Λεμπιάτκιν), Θόδωρος Μορίδης (Λοχαγός Λεμπιάτκιν), Πέτρος
Φυσσούν (Νικόλας Σταυρόγκιν)

61 
 
Σκηνοθετικό σημείωμα το Καμύ για την παράστασή του στο Παρίσι, έτσι όπως δημοσιεύτηκε στην
εφημερίδα Ακρόπολη στις 5 Φεβρουαρίου 1964.

62 
 

You might also like