Professional Documents
Culture Documents
Ο ΕΛΠΗΝΟΡΑΣ ΣΤΟΝ ΣΕΦΕΡΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟ
Ο ΕΛΠΗΝΟΡΑΣ ΣΤΟΝ ΣΕΦΕΡΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟ
Κάνει την εμφάνισή του στο δεύτερο επεισόδιο και αναλαμβάνει κεντρικό ρόλο
μέχρι το τέλος του έργου. Από την πρώτη στιγμή, παρουσιάζεται ως
άνθρωπος δεινός στη στρατιωτική τέχνη, αλλά αδιάφορος προς το
δημόσιο συμφέρον — ή μάλλον ως άνθρωπος που ταυτίζει το δημόσιο
συμφέρον με τη στρατιωτική επικράτηση επί του εχθρού και όχι με την
αποκατάσταση της ηθικής ακεραιότητας της πόλης). Είναι ενδεικτικό ότι
επικρίνει τον Ετεοκλή όχι για την επιθυμία του να σκοτώσει τον αδελφό του,
αλλά για τις λανθασμένες στρατιωτικές του επιλογές.
Στην ίδια σκηνή, ο Ετεοκλής τού αναθέτει να φροντίσει τον γάμο της Αντιγόνης
και του Αίμονα, σε περίπτωση που ο ίδιος δεν επιβιώσει, γεγονός που
προετοιμάζει τους θεατές για την εξέλιξη της ιστορίας, η οποία όμως δεν
ακολουθεί την πεπατημένη του Σοφοκλή. Πέραν της προετοιμασίας των
θεατών για όσα θα διαμειφθούν στην Έξοδο, η προθυμία του Ετεοκλή να
δεχθεί συμβουλές από τον Κρέοντα και οι εντολές που του δίνει για τη
διαχείριση της κατάστασης σε περίπτωση που ο ίδιος σκοτωθεί
υπογραμμίζουν την εμπιστοσύνη του πρώτου στον δεύτερο και άρα την
ηθική συνάφεια ανάμεσα στους δύο αυτούς αρνητικούς χαρακτήρες των
Φοινισσών.
Στο τρίτο επεισόδιο, όταν μαθαίνει για την αναγκαιότητα της θυσίας του
Μενοικέα, ξεδιπλώνεται μια άλλη πτυχή του Κρέοντα, αυτή του τραγικού
πατέρα. Το κοινό αναμένεται μεν να τον δει με συμπάθεια, αλλά και να
επιβεβαιώσει την ανικανότητά του να προκρίνει το δημόσιο συμφέρον από τις
προσωπικές του επιδιώξεις. Η αντίδρασή του στην προφητεία του Τειρεσία
και η επιθυμία του να φυγαδεύσει τον γιο του εκτός Θηβών προκειμένου να
γλιτώσει τον θάνατο, έστω κι αν αυτό θα σήμαινε την καταστροφή ολόκληρης
της πόλης, αμφισβητεί την ικανότητά του ως ηγέτη και τον εξομοιώνει
σχεδόν με τον Ετεοκλή.
Στη συνέχεια διατάζει την εξορία του Οιδίποδα, υποστηρίζοντας μάλιστα πως
υπακούει στην προφητεία του Τειρεσία (στ. 1590-1). Ωστόσο, σε καμία
περίπτωση ο μάντης δεν απαγόρευσε την παρουσία του Οιδίποδα στην πόλη.
Η Θήβα, λέει ο μάντης, δεν θα είναι ποτέ ασφαλής όσο κάποιος από τους
καταραμένους απογόνους του Οιδίποδα βρίσκεται είναι πολίτης ή βρίσκεται
στον θρόνο των Θηβών (τῶν Οἰδίπου / μηδένα πολίτην μηδ᾽ ἄνακτ᾽ εἶναι
χθονός, 886-7). Ο Τειρεσίας σε κανένα σημείο δεν προσδιορίζει το γερο-
Οιδίποδα ως απειλή για την πόλη. Συνεπώς, η απόφαση του Κρέοντα να
εξορίσει τον άρρωστο και αδύναμο Οιδίποδα — κατ᾽ ουσίαν να τον
καταδικάσει σε ατιμωτικό θάνατο — αποτελεί καθαρά προσωπική
παρερμηνεία-υπερερμηνεία της προφητείας, δεν οφείλεται ποσώς στην
επέμβαση οποιασδήποτε μεταφυσικής δύναμης και συνιστά έναν ακόμη κρίκο
στον κύκλο των ανθρώπινων αδικοπραγιών που παρουσιάζονται στο έργο
μας.
Η ανακολουθία που διέπει τις πράξεις του Κρέοντα τον μειώνει σε ένα
στενόμυαλο, ασύνετο άτομο, που για άλλη μια φορά θυμίζει τον ανυποχώρητο
Ετεοκλή των προηγούμενων επεισοδίων. Κατ᾽ ακρίβεια καταλήγει να είναι
κακέκτυπο και αυτού ακόμη του κακού Ετεοκλή, εφόσον παπαγαλίζει τις
άδικες και καταχρηστικές εντολές εκείνου, αν και ο ίδιος είναι σαφώς
εμπειρότερος και δεν τον επιβαρύνει καμία κατάρα. Το τελευταίο είναι μία
ακόμη απόδειξη ότι στο ευριπίδειο σύμπαν το ήθος των ανθρώπων είναι
ο πραγματικός δαίμονας, όχι οι όποιες μεταφυσικές δυνάμεις.
Τελικά, η άνοδος του Κρέοντα στην εξουσία και ο ρόλος του στην Έξοδο
προσδίδουν πολύ πικρή γεύση στο τέλος των Φοινισσών. Οι Επτά
ολοκληρώνονται σε ένα κλίμα χαρμολύπης: ο θρήνος για τον θάνατο των δύο
πριγκίπων δεν είναι βέβαιο πως ισοζυγίζεται από τη βεβαιότητα για τη
σωτηρία της πόλης, εφόσον είναι αμφίβολο το εάν η Θήβα έχει τώρα
πραγματικά σωθεί. Δεν κινδυνεύει μεν στρατιωτικά, αλλά είναι αλήθεια
ευοίωνο το μέλλον της, όσο επικεφαλής είναι ένας τιποτένιος
άνθρωπος, όπως ο Κρέων; Ως ικανός περί τα στρατιωτικά ο Κρέων έχει
ουσιαστικά εξασφαλίσει τη φυσική επιβίωση της πόλης. Μπορεί όμως να
εγγυηθεί αναλόγως και την ανόρθωση της ηθικής της ακεραιότητας, την
αποκατάσταση μιας ευσεβούς σχέσης με τους θεούς;
Μενοικεας
Από τη μελέτη της στάσης των τριών πιο πάνω χαρακτήρων εύλογα εγείρεται
ένα κρίσιμο ερώτημα: υφίσταται ως έννοια στις Φοίνισσες ο
πατριωτισμός; Σε έναν κόσμο στον οποίο βασιλείς είναι άνθρωποι όπως ο
Ετεοκλής, ο Πολυνείκης και ο Κρέων μπορεί να υπάρξει το άτομο εκείνο
που θα προκρίνει το ‘κοινό καλό’; Και όμως μπορεί, εφόσον υπάρχουν
άνθρωποι όπως ο Μενοικέας.
Ο Μενοικέας διαφοροποιεί τον εαυτό του όχι μόνο από τον Ετεοκλή αλλά και
από τον Πολυνείκη, καθώς δεν διανοείται να ζήσει εξόριστος: η περήφανη
στάση του πρέπει να διαβαστεί σε σχέση με την προηγούμενη δήλωση του
Πολυνείκη ότι η εξορία αναγκάζει τον ελεύθερο άνθρωπο να γίνει δούλος
στους ισχυρούς, δηλαδή τον εξευτελίζει και τον αλλοιώνει ηθικά. Πρέπει
επίσης να συγκριθεί με την εξίσου περήφανη στάση του Οιδίποδα στο τέλος,
ο οποίος αρνείται να παρακαλέσει τον Κρέοντα να του δείξει έλεος. Η
σύγκριση αυτή έχει ήδη γίνει και στο τρίτο στάσιμο, όπου ο Χορός
παραλληλίζει τον καλλίνικο Μενοικέα με τον καλλίνικο Οιδίποδα∙ μόνο που, σε
αντίθεση με τον τελευταίο, αυτός αποδείχθηκε πραγματικός σωτήρας για την
πόλη.
Η αλήθεια είναι, βέβαια, πως η θυσία του δεν λαμβάνει την πρέπουσα
βαρύτητα μέσα στο έργο και δεν καταφέρνει τελικά να αποτρέψει τη
μονομαχία των δύο αδελφών. Ωστόσο, η ανισοβαρής κατανομή της έμφασης
εις βάρος της θυσίας αυτής ίσως να σκοπεύει να υπογραμμίσει τη σπανιότητα
τέτοιων φωτεινών και παραδειγματικών φιγούρων σε σύγκριση με ανθρώπους
διεφθαρμένους και συμφεροντολόγους. Υπογραμμίζει ΌΜΩΣ και κάτι
επιπλέον. Κατ᾽ ουσίαν η θυσία του αποβαίνει μάταιη. Από τη στιγμή που η
Θήβα περιέρχεται εν τέλει στα χέρια του Κρέοντα, ενός κακεκτύπου του
Ετεοκλή, σώζεται, όπως είπαμε, μόνο στρατιωτικά. Η ηθική της ακεραιότητα
δεν πρόκειται ποτέ να αποκατασταθεί.
Επιλογος
Ωστόσο, μέσα στο μουντό και απαισιόδοξο αυτό σκηνικό, η ανιδιοτελής πράξη
του Μενοικέα αποτελεί νότα παρηγοριάς. Ο νέος αυτός, που θα επιλέξει να
χύσει ο ίδιος το αμόλυντό του αίμα ως θυσία προς εξιλέωση του Άρη και προς
τη σωτηρία της πατρίδας, έρχεται σε αντίθεση με τα ατομικιστικά συμφέροντα
των υπολοίπων. Τελικά, οι Φοίνισσες αναγνωρίζουν την έννοια του
πατριωτισμού· απλώς η αρετή αυτή δεν χαρακτηρίζει ούτε τους γιους
του Οιδίποδα ούτε τον νέο διάδοχο του θρόνου.