Professional Documents
Culture Documents
ΓοργίαςJGJH
ΓοργίαςJGJH
Εισαγωγικά σχόλια
Ο Σωκράτης κι ο Παλαμήδης αποτελούν δύο πρόσωπα, τα οποία αρχικά θα
μπορούσε κανείς να πει ότι δύσκολα συγκρίνονται. Η σύγκρισή τους καθίσταται
δύσκολη από τη βάση και μόνο του εγχειρήματος, αφού έχουμε να κάνουμε μ' ένα
ιστορικό κι ένα μυθολογικό πρόσωπο, αντίστοιχα. Για τον μεν Σωκράτη έχουμε
έμμεσες μαρτυρίες κυρίως από τον Πλάτωνα και τον Ξενοφώντα, για τον δε
Παλαμήδη έχουμε κυρίως μικρές σε έκταση κειμενικές αναφορές, ενώ το έργο του
Γοργία αποτελεί το μεγαλύτερο διασωθέν αρχαιοελληνικό κείμενο, που αναφέρεται
στο συγκεκριμένο μυθολογικό πρόσωπο.
Σχετικά με τον Σωκράτη οι συστάσεις είναι περιττές. Αποτελεί μία από τις
σπουδαιότερες μορφές της αρχαίας ελληνικής διανόησης, η οποία έμεινε γνωστή
χάρη στον πιστό του μαθητή Πλάτωνα, αφού ο ίδιος δεν άφησε πίσω του καμία
γραπτή μαρτυρία. Η φιγούρα του Σωκράτη έχει απασχολήσει καθόλη τη διάρκεια
των αιώνων σπουδαίες προσωπικότητες της παγκόσμιας ανθρώπινης διανόησης κι
έχει συγκριθεί ανά καιρούς με πολλές σπουδαίες προσωπικότητες, ακόμη και με τον
ίδιο τον Χριστό από τον Έρασμο.
Αντίθετα ο Παλαμήδης επισκιάζεται από άλλα μυθολογικά πρόσωπα του τρωικού
κύκλου, στον οποίο και ανήκει. Δεν είναι το ίδιο δημοφιλής με τον Αχιλλέα, τον
Έκτορα, τον Αγαμέμνονα, τον Οδυσσέα ή ακόμη και με τον αντιηρωικό Πάρη,
γεγονός το οποίο οφείλεται μάλλον στο ότι δεν έπαιξε κάποιον σπουδαίο ρόλο στην
εξέλιξη της άλωσης της Τροίας ή δεν σκότωσε κάποιο από τα κεντρικά πρόσωπα του
τρωικού κύκλου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο Όμηρος δεν αναφέρεται στο όνομα
του Παλαμήδη σε κανένα σημείο της Ιλιάδας ή της Οδύσσειας. Το γεγονός αυτό ίσως
έπαιξε το δικό του ρόλο στη μετέπειτα υστεροφημία του. Ωστόσο για τους αρχαίους
Έλληνες αποτελούσε ένα σπουδαίο πρόσωπο της μυθολογίας, το οποίο, όπως μας
αναφέρει ο Ξενοφών, τιμήθηκε από τους θεούς μαζί με άλλους σπουδαίους ήρωες 1.
Πολλοί τον θεωρούσαν εφάμιλλο του Προμηθέα, αφού συνέβαλε μέσω των
εφευρέσεων και των επινοήσεών του στην εξέλιξη του ανθρώπινου είδους.
Η εργασία αυτή λοιπόν έχει ως σκοπό να ρίξει φως στις ομοιότητες, αλλά και τις
επι μέρους διαφορές των δύο αυτών προσώπων ως προς τον βίο που διήγαν και
κυρίως ως προς τον τρόπο που αντιμετώπισαν τον θάνατο, όταν βρέθηκαν να
κατηγορούνται από τους συμπολίτες τους. Βάσεις μας, όπως μαρτυρεί κι ο τίτλος της
εργασίας, θα είναι η Υπέρ Παλαμήδους απολογία του Γοργία και η Απολογία του
Πλάτωνα.
Το έργο του Γοργία αποτελεί μία ρητορική αγόρευση, η οποία ωστόσο δεν έχει
καμία σχέση με οποαιδήποτε δικανική διάσταση. Έχει συγγραφεί καθαρά για
ψυχαγωγικούς ή εκπαιδευτικούς σκοπούς, έτσι ώστε να δείξει στους αναγνώστες ή
τους μαθητές του ότι η σωστή χρήση των λέξεων μπορεί να αντικρούσει οποιοδήποτε
επιχείρημα ή κατηγορία. Το ίδιο άλλωστε έκανε και με το Ελένης εγκώμιον. Αν και ο
αναγνώστης αρχίζει να διαβάζει το έργο έχοντας μία στερεοτυπική άποψη ότι η
Ελένη είναι υπαίτια για όλα τα δεινά που επακαλούθησαν, στη συνέχεια όμως,
δημιουργείται ένα κλίμα συμπάθειας προς αυτήν, αφού, όπως λέει ο Γοργίας, δεν
ήταν τελικά και τόσο υπάιτια για ό,τι συνέβη. Οι δύο λόγοι διαφέρουν, ωστόσο,
διαφορετικά. Η απολογία του Παλαμήδη είναι ένα έργο που έχει γραφτεί σε
πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ενώ στο Ελένης εγκώμιο έχουμε τροτοπρόσωπη αφήγηση
κι επίσης ο τίτλος είναι αρκετά ενδεικτικός των δύο έργων. Έχουμε να κάνουμε με
μία απολογία και με ένα εγκώμιο, το οποίο μάλιστα ο ίδιος ο Γοργίας το
χαρακτηρίζει στο τέλος ως παίγνιον. Η απολογία από την άλλη έχει σοβαρό ύφος και
προσιδιάζει σε αληθινή δικανική απολογία. Τα δύο αυτά έργα του Γοργία θα
μπορούσαν ν' αποτελούν declamationes, όπως ονομάστηκαν αργότερα από τους
Λατίνους, ρητορικές δηλαδή αγορεύσεις και γυμνάσματα που απαγγέλλονταν σε
κλειστούς χώρους για ψυχαγωγικούς σκοπούς και χωρίς να έχουν καμία απολύτως
σχέση με οποιαδήποτε δικαστική διάσταση.
Ο Υπέρ του Παλαμήδους λόγος έχει επινοηθεί εξ ολοκλήρου από τον Γοργία, ο
οποίος γενικά αρέσκονταν στο να γράφει λόγους για πρόσωπα, τα οποία είχαν στο
παρελθόν ενοχοποιηθεί από τους υπολοίπους. Μέσω των υπερασπιστικών λόγων που
γράφει, θέλει να δείξει στον αναγνώστη ότι οι λέξεις κρύβουν μέσα τους τέτοια
δύναμη, που ακόμη και φιγούρες, όπως η ωραία Ελένη, καταλήγουν να γίνονται
συμπαθείς ή και να δικαιολογούνται για τις πράξεις τους.
Αρχικά έχουμε να κάνουμε με έμμεσες μαρτυρίες. Ο Πλάτωνας δηλαδή ανέλαβε
να γράψει την απολογία του Σωκράτη, ενώ ο Γοργίας αυτήν του Παλαμήδη. Από τη
μία πλευρά έχουμε να κάνουμε μ' ένα ιστορικό πρόσωπο κι από την άλλη με ένα
μυθολογικό, αντίστοιχα. Το φιλολογικό ζήτημα που απασχολεί μέχρι και σήμερα τους
μελετητές, σχετικά με το αν η Απολογία του Πλάτωνα ανταπορκίνεται στον αληθινό
λόγο που έβγαλε ο δάσκαλός του κατά τη διάρκεια της δίκης του, δεν μας βοηθά στο
να πούμε με ακρίβεια αν τελικά κι οι δύο λόγοι είναι φανταστικοί ή αν αυτό αποτελεί
μία βασική διαφορά μεταξύ των δύο λόγων. Το σίγουρο είναι ότι η απολογία του
Γοργία βασίζεται σε γεγονότα του επικού κύκλου, άρα μυθολογικά, ενώ η απολογία
του Πλάτωνα σε ένα ιστορικό γεγονός, χωρίς όμως να γνωρίζουμε και σ' αυτήν την
περίπτωση αν το έργο του μας μεταφέρει τα ακριβή λόγια του δασκάλου του.
-Δομή Παλαμήδη: Η απολογία του Παλαμήδη δεν έχει μία τόσο σαφή δομή, όσο
αυτή του Σωκράτη. Το προοίμιο καλύπτει τις παραγράφους 1-4, η πρόθεση την
παράγραφο 5, οι πίστεις τις παραγράφους 6-21, στις παραγράφους 22-27 γίνεται η
αποστροφή προς τον κατήγορο, ενώ στις παραγράφους 28-32 η αποστροφή προς
τους δικαστές. Οι παράγραφοι 33-37 αποτελούν τον επίλογο της απολογίας.
Μέσω του προοιμίου ο Παλαμήδης μας αναφέρει το βασικό θέμα της απολογίας
του, ενώ παράλληλα μας παρουσιάζει και κάποιους προβληματισμούς του σχετικά με
τον θάνατο και τον τρόπο που πρέπει να κάνει αυτήν την απολογία, στοιχεία τα οποία
έχουν ως στόχο να προδιαθέσουν ευνοϊκά το ακροατήριο. Από την πρώτη κιόλας
παράγραφο ο Παλαμήδης μας εκθέτει την πιο καίρια τοποθέτηση της απολογίας του.
Ο λόγος του ου περί θανάτου γίγνεται. Ο μυθολογικός ήρωας δείχνει την
περιφρονητική του στάση απέναντι στον θάνατο, αφού αυτός επέρχεται αργά ή
γρήγορα στη ζωή κάθε ανθρώπου (η φύσις φανερα τη ψηφω πάντων κατεψηφίσατο
των θνητων, ήπερ ημερα εγενετο). Το να προσπαθεί κανείς ν' αποφύγει τον θάνατο
είναι ανώφελο. Αφού λοιπόν έχει αποκλείσει τον θάνατο ως τον λόγο, για τον οποίο
εκφωνεί την απολογία του, στην αμέσως επόμενη πρόταση αναφέρει τον σκοπό της
ομιλίας του. Αυτό που ενδιαφέρει τον Παλαμήδη είναι να πεθάνει με τιμημένο και
δίκαιο τρόπο.
Ο Γοργίας σ' αυτήν την παράγραφο παίζει ουσιαστικά με τα αντιθετικά ζεύγη. Από
τη μία πλευρά έχουμε τον άτιμο και βίαιο θάνατο, που θα επισκιάσει τη ζωή του
Παλαμήδη, σε περίπτωση που δεν καταφέρει ν' αποδείξει την αλήθεια, κι από την
άλλη τον τιμημένο και δίκαιο θάνατο, για τον οποίο εκφωνεί μάλιστα την απολογία
αυτή. Ο δίκαιος θάνατος αντιστοιχεί ουσιαστικά στον φυσικό θάνατο, που επέρχεται
στη ζωή κάθε ανθρώπου. Έχουμε να κάνουμε επίσης με ένα χιαστό σχήμα ανάμεσα
στα δύο αντιθετικά ζεύγη αφού η ατιμία συνδέεται με τον βίαιο θάνατο και η τιμή με
τον δίκαιο-φυσικό θάνατο.
Στη δεύτερη παράγραφο ο Παλαμήδης απευθύνεται στους δικαστές, έτσι ώστε να
επισημάνει τη δύναμη που έχουν στα χέρια τους οι δικαστές, αφού αυτοί είναι που θα
αποφασίσουν για τη ζωή ή τον θάνατό του, η οποία έρχεται σ' αντιδιαστολή με τη
δεινή θέση, που βρίσκεται ο ίδιος. Αυτό είναι άλλο ένα στοιχείο, που χρησιμοποιεί ο
Γοργίας, έτσι ώστε να συνταχθεί το ακροατήριο με τον αδύναμο κατηγορούμενο και
να προκαλέσει την εύνοιά του.
Στην τρίτη παράγραφο ο Γοργίας συνεχίζει να χρησιμοποιεί τα αντιθετικά ζεύγη.
Σ' αυτήν την περίπτωση αναφέρεται στον λόγο, για τον οποίο κατηγόρησε ο
Οδυσσέας τον Παλαμήδη. Εάν λοιπόν το έκανε, για να απαλλάξει την Ελλάδα από
έναν προδότη, τότε είναι άριστος ανηρ. Αντίθετα, αν πίσω από την κατηγορία
κρυβόταν φθόνος, κακοτεχνία και πανουργία, τότε είναι κάκιστος ανηρ. Σ' αυτήν την
παράγραφο έχουμε επίσης τη μία και μοναδική περίπτωση που ο Παλαμήδης κάνει
αναφορά στο όνομα του κατηγόρου.
Στην τέταρτη παράγρφο ο αναγνώστης εισπράττει την έκπληξη του Παλαμήδη,
όταν αυτός βρέθηκε κατηγορούμενος για εσχάτη προδοσία. Η έκπληξη αυτή
αποτυπώνεται με τρεις συνεχόμενες ρητορικής ερωτήσεις (περί τούτων δε λέγων
πόθεν άρξωμαι; τί δε πρώτον είπω; ποι δε της απολογιας τραπωμαι;). Η τελευταία
πρόταση της παραγράφου περιέχει μία ενδιαφέρουσα αναφορά στο θεωρητικό
υπόβαθρο της αποδεικτικής τεχνικής, που χρησιμοποιεί ο Γοργίας και κατ' επέκταση
ο Παλαμήδης, για την υπεράσπισή του απέναντι στις κατηγορίες του Οδυσσέα. Από
τη μία έχουμε τα πραγματικά γεγονότα (αυτή η αλήθεια), που είναι δύσκολο να τα
αποδείξει κανείς, κι από την άλλη την παρούσα ανάγκη. Ο Παλαμήδης δηλαδή
καλείται να υπερασπιστεί τον εαυτό του κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες. Οι
συνθήκες αυτές δεν είναι ευνοϊκές για τον ίδιο, αφού θα πρέπει να στηριχτεί σε
αποδεικτικές τεχνικές, που βασίζονται στην πιθανότητα (εικός).
Τις επίσημες κατηγορίες εναντίον του Σωκράτη τις βρίσκουμε στον Ξενοφώντα,
τον Διογένη Λαέρτιο και τον Πλάτωνα. Οι κατηγορίες δεν αλλάζουν ουσιαστικά σε
κανέναν από τους τρεις συγγραφείς, απλά παραλλάσσονται ως προς την σύνταξή
τους. Αυτές ήταν ότι δεν αναγνωρίζει και δεν πιστεύει στους θεούς της πόλης, ότι
εισάγει νέες θεότητες και ότι διαφθείρει τους νέους. Οι κατηγορίες αυτές μοιάζουν να
είναι αρκετά ασαφείς. Οι κατήγοροι του Σωκράτη αδυνατούσαν ουσιαστικά να
προσάψουν κάποια παραβίαση ενός αθηναϊκού νόμου. Ουσιαστικά βασίστηκαν σε
αντιλήψεις που είχαν αρκετοί Αθηναίοι για τον Σωκράτη, οι οποίες όμως υπό
κανονικές συνθήκες το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν στο
εδώλιο του κατηγορουμένου. Οι πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν στην Αθήνα,
μετά την ήττα τους στον Πελοποννησιακό πόλεμο και μετά το πέρασμα του
ολιγαρχικού καθεστώτος των τριάκοντα τυράννων, είχαν οδηγήσει τους Αθηναίους
στην εύρεση αποδιοπομπαίων τράγων. Σίγουρα η κατηγορία εναντίον του Σωκράτη
ότι διαφθείρει τους νέους σχετιζόταν εν πολλοίς με τη συμμετοχή των μαθητών του,
Κριτία και Χαρμίδη, στο πολιτικό καθεστώς των τριάκοντα τυράννων, ενώ πιο πριν
ένας άλλος του κύκλου του Σωκράτη, ο Αλκιβιάδης, είχε πρωταγωνιστήσει αρνητικά
κατά τη διάρκεια του πελοποννησιακού πολέμου, προδίδοντας πολλάκις την Αθήνα.
Σχετικά με τις άλλες δύο κατηγορίες του που σχετίζονται με τις θρησκευτικές του
αντιλήψεις κια δραστηριότητες, αν λάβουμε υπόψιν τις Νεφέλες του Αριστοφάνη, θα
εξάγουμε το συμπέρασμα ότι ήδη πολύ πριν την εκδίκαση του Σωκράτη, είχε
παγιωθεί σε πολλούς Αθηναίους η αντίληψη ότι ο Σωκράτης προσιδίαζε περισσότερο
σε φυσικό φιλόσοφο που αμφισβητούσε τις καθιερωμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις.
Ο Αριστοφάνης μάλιστα τον ενέτασσε στον κύκλο των σοφιστών, οι απόψεις των
οποίων κυμαίνονταν εν πολλοίς από τον αγνωστικισμό έως την αθεΐα.
Από την άλλη, ο Παλαμήδης βρίσκεται στο εδώλιο για κάτι πολύ πιο
συγκεκριμένο. Κατηγορείται ότι συνεργάστηκε εν κρυπτώ με τους αντίπαλους
Τρώες, κατηγορία, η οποία ισούται με εσχάτη προδοσία. Δεν υπάρχει βέβαια το
κείμενο της κατηγορίας, αφού πρόκειται για μυθολογική αφήγηση,
αντιλαμβανόμαστε όμως ότι ο Παλαμήδης βρίσκεται ενώπιον μίας πολύ σοβαρής
κατηγορίας, η οποία, όπως και στην περίπτωση του Σωκράτη, δεν ανταποκρίνεται
στην πραγματικότητα. Αμφότεροι οι κατήγοροι βρίσκονται ουσιαστικά προ
εκπλήξεως, αφού κατηγορούνται για πράγματα τα οποία δεν ισχύουν, με αποτέλεσμα
η διαδικασία αθώωσής τους να γίνεται αυτομάτως δυσκολότερη.
Ο Παλαμήδης κι ο Σωκράτης έπεσαν θύματα του φθόνου των άλλων. Ο πρώτος
στοχοποιήθηκε από τον Οδυσσέα, ο οποίος σκηνοθέτησε αριστοτεχνικά την
ενοχοποίηση του Παλαμήδη, ενώ ο δεύτερος από ένα μεγάλο μέρος των Αθηναίων,
οι οποίοι ενδεχομένως είχαν εκτεθεί από τους διαλόγους τους με τον Σωκράτη και
δεν έβλεπαν με καλο μάτι τις ενέργειές του. Οι Μέλητος, Άνυτος και Λύκων
επωμίστηκαν το βάρος της σύνταξης κατηγορίας εναντίον του Σωκράτη, κάτι το
οποίο αποτελούσε πιθανόν λαϊκή απαίτηση.