Αναπαραστάσεις Της Επανάστασης Του 1821 Στον Ελληνικό Κινηματογράφο

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 46

Αναπαραστάσεις της Επανάστασης του 1821

στον ελληνικό κινηματογράφο

ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ 25ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 1821

ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ 25 Η Σ ΜΑΡΤΙΟΥ 1821

Λ
ΛΥΥΚ
ΚΕΕΙΙΟ
ΟΠΠΕ
ΕΔΔΙΙΝ
ΝΗΗΣ
Σ ΙΙΩ
ΩΑΑΝ
ΝΝΝΙΙΝ
ΝΩΩΝ
Ν
ΙΙΩ
ΩΑΑΝ
ΝΝΝΙΙΝ
ΝΑΑ 22001177
ΕΡΕΥΝΑ, ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ
ΣΤΑΜΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ

Η παρούσα έκδοση πραγματοποιήθηκε με αφορμή τον εορτασμό της επετείου της 25ης
Μαρτίου στο Λύκειο Πεδινής Ιωαννίνων, το Μάρτιο 2017.

Στον εορτασμό συμμετείχαν οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου: Αθανασίου Άρης, Βουλιστιώτη


Νατάσα, Γκουντέβενου Χρύσα, Κεΐσογλου Σταματία, Μαγγιώρος Νίκος, Οικονόμου
Παναγιώτα, Παπακώστας Γιάννης, Προδρόμου Ζωή, Τζίμα Άννα, Τσαβλαχοπούλου Αφροδίτη,
Χήτα Ζέτα και της Β΄ Λυκείου: Αναστασίου Ρένια, Αντωνίου Αθανασία, Τζίμα Βάγια και Σίντου
Ευτυχία.

ΤΑ ΠΟΡΤΡΕΤΑ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ Η ΗΡΩΩΝ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ


ΤΑΙΝΙΕΣ ΦΙΛΟΤΕΧΝΗΣΑΝ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ: Αναστασίου Ρένια, Αντωνίου Αθανασία, Δραγάτης
Αλέξανδρος, Σιούλη Δήμητρα, Τζίμα Βάγια και Σίντου Ευτυχία.

2
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Με την ευκαιρία του εορτασμού της 25ης Μαρτίου 1821 επιχειρήσαμε να


προσεγγίσουμε μερικές όψεις των αναπαραστάσεων της ελληνικής επανάστασης
στον ελληνικό κινηματογράφο. Αναζητήσαμε, δηλαδή, τους τρόπους με τους οποίους
ο ελληνικός κινηματογράφος παρουσίασε τα πολεμικά γεγονότα της επανάστασης που
σημάδεψαν την ιστορία του τόπου μας αλλά και τις ερμηνείες που δόθηκαν γι αυτά τα
γεγονότα από τους έλληνες κινηματογραφιστές.

Τι θα πει αναπαράσταση; Παρουσίαση ενός γεγονότος όπως έγινε ή όπως θέλει να το


παρουσιάσει ο αφηγητής; Με άλλα λόγια, πρόκειται για αντικειμενική εξιστόρηση
γεγονότων ή για την ερμηνεία τους σύμφωνα με την υποκειμενική κρίση του
αφηγητή;

Ρητορικό, φυσικά, το ερώτημα. Πώς θα ήταν δυνατόν να περιμένουμε μια


αντικειμενική παρουσίαση ενός φαινομένου τόσο συνταρακτικού αλλά και τόσο
πολυσύνθετου όπως είναι ο πόλεμος ή έστω ενός και μόνον επεισοδίου, μιας σκηνής,
ενός στιγμιότυπου, μιας αιματηρής σύγκρουσης, από έναν σκηνοθέτη ή έναν
σεναριογράφο;

Όταν ο ιστορικός Θουκυδίδης δοκίμασε να συλλέξει πληροφορίες για τον πόλεμο που
ήθελε να εξιστορήσει, και εννοούμε φυσικά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, ρώτησε
πρόσωπα που είχαν λάβει μέρος σε κάποια συγκεκριμένη φάση του πολέμου. Τότε
διαπίστωσε ότι:

«οἱ παρόντες τοῖς ἔργοις ἑκάστοις οὐ ταὐτὰ περὶ τῶν αὐτῶν


ἔλεγον, ἀλλ’ ὡς ἑκατέρων τις εὐνοίας ἢ μνήμης ἔχοι»

Αυτό σημαίνει ότι οι αυτόπτες μάρτυρες δεν έλεγαν ο καθένας τα ίδια πράγματα, αλλά
σύμφωνα με όσα θυμόταν ο καθένας και ανάλογα με την προτίμησή του προς τη μια ή
την άλλη μερίδα.

Επομένως, που καταλήγουμε; Στο ότι οι κινηματογραφικές ταινίες για το 1821 δεν
καταγράφουν αυθεντικά πολεμικά γεγονότα αλλά γεγονότα που σκηνοθετήθηκαν
προκειμένου να αναπαραστήσουν στρατιωτικές δραστηριότητες και ότι
προσφέρονται σε προπαγανδιστική εκμετάλλευση.

Να μην ξεχάσουμε να αναφέρουμε ότι οι ταινίες αυτές απέκτησαν ιδιαίτερη άνθηση


στην περίοδο της χουντικής επταετίας, πράγμα που δεν είναι καθόλου τυχαίο. Ο
Τζέημς Πάρης, γνωστός παραγωγός τέτοιων ταινιών, ανέφερε σε συνέντευξή του:
«Αφού δεν μας επιτρέπουν τίποτε άλλο, το ρίξαμε κι εμείς στα μπαμ-μπουμ». Έτσι,
από πλευράς θέματος οι ταινίες είναι απλοϊκές αλλά από πλευράς θεάματος διαθέτουν
ένα σχετικό πλούτο, αφού το κράτος τούς συμπαραστεκόταν οικονομικά στα
γυρίσματά τους.

ΛΥΚΕΙΟ ΠΕΔΙΝΗΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

4
ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821
ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ

Τα γεγονότα και τα πρόσωπα της περιόδου του μεγάλου αγώνα του 1821
στάθηκαν κύρια πηγή απ` όπου άντλησε θέματα ολόκληρη η πολιτιστική παραγωγή
της χώρας για εκατό και πλέον χρόνια. Μεγάλοι ζωγράφοι όπως Γύζης, Βρυζάκης,
Λύτρας, Θεόφιλος, το δημοτικό τραγούδι, η λογοτεχνία, το θέατρο και ο καραγκιόζης,
με τα έργα τους, αναφέρονται σ` αυτή την εποχή. Και φυσικά το κοινό έδειχνε το
ανάλογο ενδιαφέρον σ` εκείνη την παραγωγή, κυρίως στις εποχές των εθνικών μας
δεινών, αναζητώντας στο ηρωικό πνεύμα του `21 να βρει την ανάταση.
Ο κινηματογράφος μας, στα πρώτα του βήματα, φάνηκε διστακτικός μπροστά σε
θέματα που μια στοιχειώδης πειστική αναπαράστασή τους απαιτούσε πολλά χρήματα.
Προς το τέλος όμως της δεκαετίας του `20, το εγχείρημα αποτολμήθηκε. Έτσι, από τη
διερεύνηση που κάναμε στην ενότητα «φιλμογραφία» στον ιστότοπο της Ταινιοθήκης
της Ελλάδας και στη σχετική βιβλιογραφία, διαπιστώσαμε ότι οι κινηματογραφικές
ταινίες με θέμα την επανάσταση του 1821 είναι πολύ λίγες. Όπως προκύπτει, οι ταινίες
που αφορούν στο Εικοσιένα και στην προγενέστερη οθωμανική περίοδο είναι περίπου
είκοσι επτά (27). Από αυτές:
 έντεκα (11) αναφέρονται στην προεπαναστατική περίοδο (εκ των οποίων
τουλάχιστον πέντε (5) στα χρόνια του Αλή Πασά),
 δεκαπέντε (15) αναφέρονται στην επανάσταση και
 μία (1) επικεντρώνεται στη στάση του καθεστώτος του Όθωνα απέναντι στους
αγωνιστές.
Στα 1928-29 ολοκληρώθηκαν δύο ταινίες με καθαρώς ιστορικό θέμα, 11992288--11992299
ενώ είχαν αναγγελθεί δεκάδες άλλες που σταμάτησαν στο ξεκίνημά τους. Οι
δύο που ολοκληρώθηκαν ήταν:
1. ΤΟ ΛΑΒΑΡΟΝ ΤΟΥ '21, παραγωγή της Γκρηκ Φιλμ, σε σκηνοθεσία Κώστα
Λελούδα. Στην ταινία αυτή έκανε την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση ο
Μάνος Κατράκης, στο ρόλο του Δήμου που είναι ερωτευμένος με τη Βάσω, ενώ στη
διάρκεια της ερωτικής τους ιστορίας ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός
ύψωσε, σε αναπαράσταση της σχολικής εκδοχής, το λάβαρο της Επανάστασης και
οι Έλληνες ξαμολήθηκαν για τη λευτεριά τους.

2. Η δεύτερη ταινία αυτής της περιόδου είναι το


ιστορικό δράμα ΑΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΙ ΗΜΕΡΑΙ ΤΟΥ
ΟΔΥΣΣΕΩΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΥ, παραγωγή της Ηρώ
Φίλμ-Νέας Ελλάδος από τη Θεσσαλονίκη, σε
σκηνοθεσία του Δημήτρη Καμινάκη.
Και οι δύο είναι βουβές ταινίες και
εντάσσονται στη χρονική περίοδο της πολιτικής
διακυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου (1928-
1932), η οποία συμπίπτει με μια σημαντική ανάπτυξη
του ελληνικού βωβού κινηματογράφου. Η
παραγωγή τους πιθανόν να σχετίζεται με την
εκατονταετηρίδα από την επανάσταση, που λόγω
της μικρασιατικής εκστρατείας γιορτάστηκε το 1930.

Θεόδωρος Βρυζάκης (1819 – 1878)


Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός
6
ευλογεί τη σημαία της Επανάστασης, 1865
Το κράτος συνέτρεχε τους παραγωγούς με όπλα, ιππικό και πολεμοφόδια αλλά η
ενίσχυση δεν ήταν αρκετή. Οι γνώσεις μας γι` αυτές τις ταινίες περιορίζονται σε
στοιχεία από τον τύπο και από στρατιωτικές επετηρίδες και σε ελάχιστες
διαφημιστικές φωτογραφίες.

***
11994455 Αρκετά πριν τη γερμανική κατοχή οι έλληνες κινηματογραφιστές είχαν
σταματήσει να παράγουν ταινίες. Η εγκαθίδρυση του ναζισμού έπνιξε οποιαδήποτε
έκφραση. Ο ελληνικός κινηματογράφος δεν έχει τίποτα να επιδείξει από εκείνα τα
χρόνια. Μετά το τέλος της γερμανικής κατοχής και κυρίως μετά το τέλος του
Εμφυλίου, οι ιστορικές και πολεμικές ταινίες είναι σχετικά λίγες, ενώ απουσιάζει το
ενδιαφέρον για ταινίες που αντλούν τη θεματολογία τους από την Επανάσταση του
`21.
Τη μόνη εξαίρεση αποτελεί η ταινία ΕΞΟΡΜΗΣΙΣ. Πρόκειται για την
πρώτη μετακατοχική ελληνική ταινία ιστορικού χαρακτήρα, που
πραγματεύεται τους αγώνες του Ελληνικού Έθνους, από την επανάσταση
του 1821 μέχρι την απελευθέρωση του 1944. Είναι μια παραγωγή της
Ηρώ Φιλμ, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Χριστοδούλου.
Η ταινία αντιμετωπίζει πρόχειρα την ελληνική ιστορία,
συνδυάζοντας επίκαιρα του 1940 και 1944 με σκηνές από την Ελληνική
Επανάσταση. Ζωντανεύει αθάνατες στιγμές από το κρυφό σχολειό, την
κλεφτουριά και τη ναυμαχία του Ναβαρίνου, μέχρι το αλβανικό μέτωπο.
Στις επόμενες δύο δεκαετίες, του 1950 και 1960, ο ελληνικός κινηματογράφος
παρουσιάζει μια μεγάλη και εντυπωσιακή ανάπτυξη. Ο εμφύλιος πόλεμος έχει
τελειώσει και τα λαϊκά στρώματα προσπαθούν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες.
Ο κινηματογράφος αυτής της περιόδου θα λειτουργήσει ως λαϊκό θέαμα, που θα
καλύψει ένα σημαντικό κενό στη διασκέδαση των Νεοελλήνων.
Στη δεκαετία του `50 η κινηματογραφική παραγωγή φτάνει συνολικά τις 300
ταινίες. Στα μέσα της δεκαετίας κάνουν θεαματικά την εμφάνισή τους οι λεγόμενες
ταινίες φουστανέλας, σαν παράγωγο του όρου «αθάνατη ελληνική φουστανέλα». Η
αρχική του χρήση με αναγωγές στην επανάσταση του `21, πέρασε σταδιακά στην
κατάχρηση και στην εμπορική εκμετάλλευση.

***

Το θέμα της Ελληνικής Επανάστασης εμφανίζεται ξανά στον κινηματογράφο το 11995599


1959 με την παραγωγή τεσσάρων (4) ταινιών στις οποίες κυριαρχεί το ιστορικό
ρομάντζο, ενώ οι ιστορικές αναφορές παίζουν δευτερεύοντα ρόλο. Από αυτές:
δύο είναι για τον Αλή Πασά και την κυρά-Φροσύνη,
μία για το Σούλι και
μία για την Μπουμπουλίνα

Πρόκειται για τις ταινίες:

8
1. Η ΛΙΜΝΗ ΤΩΝ ΣΤΕΝΑΓΜΩΝ του Γρηγόρη Γρηγορίου, με πρωταγωνιστές την
Ειρήνη Παπά και τον Ανδρέα Μπάρκουλη. Είναι μια ταινία
εποχής που έγινε κινηματογραφική επιτυχία, εκμεταλλευόμενη
τη ζήτηση της εποχής για ταινίες φουστανέλας. Το σενάριο
βασίστηκε, όπως λέει ο ίδιος ο Γρηγορίου, στο ποίημα του
Αριστοτέλη Βαλαωρίτη Η Κυρά Φροσύνη, που δημοσιεύτηκε
την ίδια χρονιά.
Βρισκόμαστε στα Γιάννενα, στις αρχές του 19ου αιώνα. Ο
πρωτότοκος γιος του Αλή Πασά, ο Μουχτάρ (Ανδρέας
Μπάρκουλης), και η όμορφη Φροσύνη (Ειρήνη Παπά), χήρα από
μεγάλο σόι, ανιψιά του δεσπότη της Λάρισας, έχουν κρυφό
ερωτικό δεσμό. Αυτό πέφτει στην αντίληψη της γυναίκας του
Μουχτάρ, της Χανιφέ, που είναι κόρη του πανίσχυρου Βεζύρη
της Σκόδρας, η οποία τυφλωμένη από τη ζήλεια της ζητά απ’ τον
πεθερό της την τιμωρία της χριστιανής μοιχαλίδας. Ο Αλή
στέλνει το γιο του με στρατό να καταστείλει την ανταρσία στην
Ανδριανούπολη και καλεί τη Φροσύνη στο παλάτι, όπου της
ζητάει επίμονα να γίνει ερωμένη του,
αλλά αυτή αρνείται. Τότε την καταδικάζει
σε θάνατο και, για να συγκαλύψει την
αληθινή αιτία, συλλαμβάνει κι άλλες
δεκαεπτά μοιχαλίδες, τις οποίες πνίγει
όλες μαζί στη λίμνη των Ιωαννίνων.
Ρετρό αφίσα που ήταν αναρτημένη σε σινεμά των Ιωαννίνων για να διαφημίσει την ταινία
«Η Λίμνη των Στεναγμών»
Οι ρετρό αφίσες έχουν τη δική τους γοητεία και αναδύουν μια μοναδική νοσταλγία
για μια ρομαντική εποχή που έχει χαθεί.

10
Παρατηρούμε ότι στην ταινία αυτή η Φροσύνη είναι χήρα,
ενώ σε όλες τις εκδοχές της ιστορίας, είτε σε χρονικά είτε σε
δημοτικά τραγούδια είτε στη λογοτεχνία -αλλά και στην άλλη
κινηματογραφική εκδοχή της ίδιας χρονιάς- η Φροσύνη ζει μόνη,
γιατί ο άντρας της, πλούσιος έμπορος, ζει μακριά της στη Βενετία.
Το ρομαντικό ζευγάρι, Φροσύνη και Μουχτάρ, είναι σχεδιασμένο
για να λειτουργήσει ως πόλος έλξης για το κοινό. Ο Μουχτάρ της
ταινίας αποτελεί, κατά πάσα πιθανότητα, τον πιο θετικό Τούρκο
του ελληνικού κινηματογράφου. Ακόμα και η απιστία του προς τη
σύζυγό του μπορεί να δικαιολογηθεί, επειδή, όπως μας εξηγείται,
επρόκειτο για γάμο συμφέροντος, σχεδιασμένο από τον πατέρα
του τον Αλή.
Αλλά και το ηθικό δίλημμα της κινηματογραφικής
Φροσύνης είναι δίλημμα καθαρά εθνικό. Σε καμιά από τις σκηνές
με τον Μουχτάρ, οι επανειλημμένα διατυπωμένες τύψεις της δεν
πηγάζουν από την πράξη της μοιχείας καθαυτή. Αντίθετα,
υποφέρει από το γεγονός της διαφορετικής τους πίστης και
βρίσκει μια πρόσκαιρη παρηγοριά, πριν την τελική κάθαρση στο
ότι, εφόσον ο Μουχτάρ είναι δικός της, είναι και χριστιανός και
άρα ο δικός της Θεός, όπως λέει, θα τον προστατεύει.

Σκηνές από την ταινία


Η λίμνη των στεναγμών
2. Ο ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ ΚΑΙ Η ΚΥΡΑ ΦΡΟΣΥΝΗ, του Στέφανου
Στρατηγού.
Η ταινία προβλήθηκε την ίδια χρονιά, ανταγωνιστικά με την
προηγούμενη, με το ίδιο ακριβώς θέμα.

3. ΖΑΛΟΓΓΟ ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ, σε σκηνοθεσία του


Στέλιου Τατασόπουλου.
Η ιστορική περιπέτεια Ζάλογγο, το κάστρο της λευτεριάς, είναι μια
ταινία εθνικοπατριωτικής λεβεντιάς, με θέμα τις ηρωικές
Σουλιώτισσες που προτίμησαν τη θυσία από την ατίμωση. Η
ταινία παρουσιάζει συγκεκριμένες και μυθοποιημένες στιγμές
της επανάστασης, οι οποίες εντάσσονται στο μυθολογικό σύνολο
εκείνης της περιόδου. Τη μουσική έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις. Η
μουσική επένδυση είναι κατά βάση ορχηστρική, με κεντρικό θέμα
τη διασκευή του γνωστού τραγουδιού «Έχε γεια καημένε κόσμε».
Σύνοψη της υπόθεσης:
Οι ηρωικοί Σουλιώτες έχουν καταφέρει να απωθήσουν το ασκέρι
του Αλή-Πασά κι ο γενναίος Μαλάμος Δράκος στέλνει τη μητέρα
του να ζητήσει το χέρι της Μάρως, ανιψιάς της καπετάνισσας
Τζαβέλαινας. Εκείνη παραβλέπει την έχθρα που χώριζε από
χρόνια τις δυο φαμίλιες και δέχεται να του δώσει την ανιψιά της,
χωρίς όμως να ξέρει ότι η Μάρω αγαπά τον Κίτσο Μπότσαρη.

Οι αφίσες των ταινιών

12
"...ούτε πανταχού, ούτε
Όταν ο γιος της Φώτος Τζαβέλλας αρραβωνιάζει τη
και καθ' όλας τας εποχάς Μάρω με τον Κίτσο, ο Μαλάμος πνίγει τον πόνο του κι
αναφαίνονται εν ταις εξαπολύει την οργή του κατά των Τούρκων, οι οποίοι
προσπαθούν και πάλι να πάρουν το Σούλι. Όμως, μετά τη
επαναστάσεσι γυναίκες νίκη του κατά του Τούρκου Μουσλίν Γκιολέκα, ο Μαλάμος
τοιαύται, έκτακτον δέχεται μια πισώπλατη τουφεκιά και λίγο αργότερα ξεψυχά.
Το απάτητο Σούλι καταλαμβάνεται μετά από προδοσία του
έχουσαι τον χαρακτήρα
Πήλιου Γούση. Οι Σουλιώτισσες, προκειμένου να μην πέσουν
και άξιαι να κινήσωσι τον στα χέρια των Τουρκαλβανών ρίχνονται στον γκρεμό του
Ζαλόγγου χορεύοντας, με τα μωρά τους. Οι άντρες
θαυμασμό του κόσμου."
αποδεκατίζονται και ο καλόγερος Σαμουήλ ανατινάζει το
Κούγκι, παίρνοντας μαζί του στο θάνατο και πολλούς
Ιστορικός Ορλάνδος
εχθρούς.

4. ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ
Ιστορική περιπέτεια του Κώστα Ανδρίτσου, με
πρωταγωνιστές την Ειρήνη Παπά και τον Ανδρέα
Μπάρκουλη. Η μουσική είναι του Κώστα Καπνίση.

Πίνακας του 1827 από τον Άνταμ Φρίντελ (Adam de Friedel),


που απεικονίζει την Μπουμπουλίνα
Η ταινία αυτή έχει, μέχρι ένα βαθμό, ως ιστορικό
πλαίσιο την επανάσταση.
Εξιστορείται η ζωή και η δράση της Λασκαρίνας
Μπουμπουλίνας (Ειρήνη Παπά), η οποία, για δεύτερη φορά
χήρα, ταξιδεύει στην Οδησσό, επικοινωνεί με τα μέλη της
Φιλικής Εταιρείας και συμμετέχει στην επανάσταση
διαθέτοντας πλοία ή με την προσωπική της αγωνιστική
παρουσία. Στη μουσική της ταινίας είναι εμφανής η επιρροή
από τη «λαϊκή μουσική παράδοση» του Αιγαίου, με
παρουσία ανάλογων οργάνων σε κάποιες σκηνές, στην
αρχή της ταινίας. Στο μεγαλύτερο μέρος της η μουσική του
Καπνίση είναι ορχηστρική, ορισμένες φορές με ύφος επικό.
Αποτελεί ένα πρώιμο δείγμα της διαμόρφωσης του επικού
μουσικού ύφους του Καπνίση, που συναντούμε πιο έντονο
στις μεταγενέστερες συνθέσεις του για τις ταινίες
Παπαφλέσσας και Σουλιώτες.

Το τελευταίο χαρτονόμισμα των 50 δραχμών


14 με τη μορφή της Μπουμπουλίνας
11996655 Η δεκαετία του 1960 αποτελεί τη «χρυσή» εποχή του ελληνικού κινηματογράφου. Οι
ταινίες φουστανέλας παρακμάζουν και από τις αρχές της δεκαετίας αυτής μέχρι τα
μέσα της επόμενης, ανθεί ο λεγόμενος λαϊκός κινηματογράφος. Είναι ένας
κινηματογράφος που είχε σχέση με το λαό, όμως μεγαλύτερη σχέση είχε με τις μάζες
και γι` αυτό έγινε «εμπορικός», όπως ονομάστηκε. Οι ταινίες αυτής της δεκαετίας με
αναφορές στο 1821 είναι ελάχιστες. Οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής δεν τις
προτιμούν, προφανώς λόγω κόστους.

Ένα άλλο γεγονός που εξελίχθηκε σαν το σημαντικότερο στην κινηματογραφική


δραστηριότητα της χώρας ήταν η καθιέρωση, από το 1960, της Εβδομάδας Ελληνικού
Κινηματογράφου, στη Θεσσαλονίκη. Από το 1966 η Εβδομάδα μετονομάστηκε σε
Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου.
***
Από το 1965 έχουμε την ταινία Η ΕΞΟΔΟΣ ΤΟΥ
ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ, του Δημήτρη Δούκα, με πρωταγωνιστή
το Μάνο Κατράκη. Είναι μια ιστορική περιπέτεια που
αναφέρεται στις τελευταίες ώρες των μαχητών του
Μεσολογγίου, λίγο πριν την έξοδο. Απεικονίζει ανάγλυφα
την όλη κατάσταση που επικρατούσε στην πόλη μετά την
πολύμηνη πολιορκία των Τούρκων και αφηγείται τη
θαρραλέα προσπάθεια των υπερασπιστών της, οι οποίοι
επιχειρούν την ηρωική και απελπισμένη έξοδο.

Οι αφίσα της ταινίας


Στη δεκαετία του 1970 τα πράγματα αλλάζουν για τον ελληνικό 1 1997700--11997722
κινηματογράφο. Ο εμπορικός κινηματογράφος περνάει σε περίοδο κρίσης, οι
εταιρείες παραγωγής φθίνουν σταδιακά και η τηλεόραση, που αρχίζει τη
δυναμική και μαζική ανάπτυξή της, καθηλώνει τους άλλοτε θεατές του
κινηματογράφου μπροστά στους τηλεοπτικούς δέκτες και στη νέα μορφή της
«ιδιωτικής» διασκέδασης. Παράλληλα, αναπτύσσεται ο λεγόμενος «Νέος
Ελληνικός Κινηματογράφος».
Κατά τη διάρκεια, όμως, της επταετούς δικτατορίας παρατηρείται μια έξαρση
στην παραγωγή ιστορικών και πολεμικών ταινιών, που παρουσιάζουν το ελληνικό
έθνος να μάχεται ενωμένο στους κάθε λογής εισβολείς. Η χούντα στήριξε τη στροφή
του κινηματογράφου και της τηλεόρασης σε εθνικιστικές και αντικομμουνιστικές
παραγωγές που αφορούσαν την ιστορία του 20ου αιώνα. Το αποκορύφωμα
συντελείται στη διετία 1970-1972. Τότε γυρίστηκαν 32 περίπου τέτοιες ταινίες από τις
οποίες οι οκτώ (8) σχετίζονται με την Επανάσταση του `21. Θα σας παρουσιάσουμε
τρεις από αυτές, που αποτελούν και τις πιο χαρακτηριστικές για το σύνολό τους. Την
επική μουσική σύνθεση και των τριών ταινιών έγραψε ο Κώστας Καπνίσης. Οι ταινίες
είναι:

ΜΕΓΑΛΗ ΣΤΙΓΜΗ ΤΟΥ '21. ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ (1971)


ΜΑΝΤΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ (1971)
ΣΟΥΛΙΩΤΕΣ (1972)

16
Από άποψη εισιτηρίων θεωρούνται και οι τρεις επιτυχείς. Πραγματοποιήθηκαν
σίγουρα με αφορμή τον εορτασμό των 150 χρόνων από την ελληνική Επανάσταση.
Επισήμως, η ταινία του εορτασμού ήταν ο Παπαφλέσσας. Σ` ένα σύνολο 90 ταινιών της
χρονιάς 1971-1972 ο Παπαφλέσσας ήρθε δέκατος κόβοντας σχεδόν 300.000 εισιτήρια,
η Μαντώ εικοστή με 200.000 εισιτήρια και οι Σουλιώτες τεσσαρακοστοί με 117.000
εισιτήρια. Είναι η χρονιά που βγαίνει στις κινηματογραφικές αίθουσες η Ευδοκία του
Αλέξη Δαμιανού κάνοντας 70.000 εισιτήρια. Από την επόμενη χρονιά η
κινηματογραφική παραγωγή μειώνεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς, οι ταινίες σεξ
πληθαίνουν και μαζί πληθαίνουν οι ταινίες του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου.
Αναλυτική παρουσίαση των ταινιών
1. H MΕΓΑΛΗ ΣΤΙΓΜΗ ΤΟΥ '21. ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ του Ερρίκου Ανδρέου. Έγχρωμη
παραγωγή με πρωταγωνιστές το Δημήτρη Παπαμιχαήλ και την Κάτια
Δανδουλάκη. Η πρώτη προβολή έγινε στις 25 Οκτωβρίου 1971.
H ταινία θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες υπερπαραγωγές του Ελληνικού
κινηματογράφου, προσεγγίζοντας αντίστοιχες αμερικάνικες. Κόστισε 12.000.000
δραχμές, ποσό τεράστιο για εκείνη την εποχή. Απέσπασε τα βραβεία Καλύτερης
Σκηνοθεσίας και Αρτιότερης Παραγωγής στο 12ο Φεστιβάλ Ελληνικού
κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, το 1971, ενώ δόθηκε τιμητική διάκριση στον
σκηνογράφο και ενδυματολόγο Διονύση Φωτόπουλο. Είναι μία συμπαραγωγή της
Φίνος Φιλμ, του Καραγιάννης-Καρατζόπουλος και της Γενικής Κινηματογραφικών
Επιχειρήσεων Α.Ε.
Όπως γράφτηκε από την κινηματογραφική κριτική, «η ταινία πέτυχε απόλυτα
την αρχική της πρόθεση, δηλαδή τη συμβολή του ελληνικού κινηματογράφου στο
σχολικό εορτασμό της 150ης επετείου της Ελληνικής Επαναστάσεως».
Στον Παπαφλέσσα ήδη οι τίτλοι μάς
προκαταβάλλουν για τον τρόπο με τον οποίο θα
εξιστορηθεί η σχέση Ελλήνων και Τούρκων πριν την
Ελληνική Επανάσταση. Πάνω στο φόντο καβαλάρηδων
με δάδες διαβάζουμε με κεφαλαία γράμματα:
«Όταν στα 1453 έπεσε η Κωνσταντινούπολη
το σκοτάδι της σκλαβιάς σκέπασε τον
Ελληνισμό για τετρακόσια ολόκληρα χρόνια»
Ακολουθούν σκηνές πυρπόλησης ενός χωριού και βιαιοπραγιών εναντίον
αμάχων, ενώ στο σκοτάδι που περιβάλλει τις πράξεις αυτές και με φόντο τις φωτιές
πέφτουν οι κατακόκκινοι τίτλοι. Αντιστικτικά με τις κραυγές των θυμάτων, αρχίζουμε
σιγά σιγά να διακρίνουμε μια χορωδιακή εκτέλεση του Θούριου του Ρήγα.
Η ταινία αυτή είναι η μοναδική που επιχειρεί να καταγράψει και να εξηγήσει όλη
την πορεία της επανάστασης του 21, από το 1818 έως και τη μάχη που έδωσε ο
Παπαφλέσσας στο Μανιάκι ενάντια στο στρατό του Ιμπραήμ. Αν και αναφέρεται στην
προσωπική ιστορία του Παπαφλέσσα, ωστόσο, σε αντίθεση με τη Μαντώ
Μαυρογένους, για παράδειγμα, ή τη Μπουμπουλίνα, παλιότερα, που αναφέρονταν σε
συγκεκριμένα πρόσωπα, εδώ η προσωπική ιστορία είναι το όχημα για γενικότερη
περιγραφή των επαναστατικών πολεμικών γεγονότων.

18
Η επανάσταση του `21 παρουσιάζεται ως εθνική παλιγγενεσία.
Οι λέξεις και οι φράσεις που χρησιμοποιούνται στο λόγο
των πρωταγωνιστών είναι χαρακτηριστικές: Γένος, Ελληνισμός,
Ρωμιοσύνη, «το γένος ξαναγεννιέται από τις ίδιες του τις ρίζες»,
«το γένος ετοιμάζεται από καιρό», «απόγονοι του Περικλέους»
κλπ. Η συνέχεια του Ελληνισμού, η οποία καταλύθηκε με τα 400
χρόνια σκλαβιάς, αποκαθίσταται τώρα με την Επανάσταση.
Αν εξαιρέσει κανείς την εμβόλιμη ιστορία του άδολου και
πλατωνικού έρωτα της χωριατοπούλας με τον ιερωμένο
Παπαφλέσσα, τα γεγονότα και η ερμηνεία τους ταυτίζονται με
την εθνική και σχολική ιστορία της εποχής. Το γένος ενωμένο
και με πλήρως διαμορφωμένη εθνική συνείδηση ξεκινάει στις
25 Μαρτίου την Επανάσταση δυσπιστώντας προς τις ξένες
δυνάμεις. Οι κλέφτες αναδεικνύονται σε στρατηγούς, δίνεται η
μάχη της Τριπολιτσάς, ακολουθούν η καταστροφή της στρατιάς
του Δράμαλη στα Δερβενάκια, η διχόνοια και ο εμφύλιος, η
διαφορά των στρατιωτικών με τους πολιτικούς ηγέτες και η
ταινία τελειώνει με τη μάχη του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι.
Ταυτόχρονα, τονίζονται τα ιδιαίτερα στοιχεία της νοοτροπίας
της φυλής όπως η παρορμητικότητα, η γενναιότητα, η αίσθηση
της ελευθερίας και η βαθιά ορθόδοξη πίστη.

Σκηνές από την ταινία


Το πιο σημαντικό στοιχείο, όμως, είναι η αναφορά στο
διχασμό και η απόδοση κατηγοριών γι` αυτόν στους πολιτικούς,
τους κοτσαμπάσηδες και τους Φαναριώτες οι οποίοι κατέχουν
τη διοίκηση. Αυτή αποτελεί το μήλο της έριδας, αφού όλοι τους
ενδιαφέρονται για τα αξιώματα τη στιγμή που για να σωθεί η
πατρίδα χρειάζεται σύνεση και, κυρίως, στρατιωτική δράση.
Αποκαλυπτικά είναι τα λόγια που αναφέρει ο Παπαφλέσσας
όταν γίνεται μινίστρος.

«Οι νόμοι πρέπει να είναι σκληροί, ακόμη κι όταν πρέπει να


πάρεις σκληρές αποφάσεις. Η θέση της εξουσίας είναι δύσκολη.
Τώρα προστάζω εγώ! Ας το χωνέψουν οι πολιτικοί, θα φαν τα
μούτρα τους».

Στο τέλος της ταινίας ο Παπαφλέσσας θυσιάζεται εν γνώσει


του, μένοντας με 300 άνδρες. Γίνεται, δηλαδή, ευθεία αναφορά
στους 300 του Λεωνίδα, αν και τα ιστορικά στοιχεία μιλάνε για
πολλαπλούς άνδρες. Με αυτούς τους άνδρες αντιμετωπίζει τις
στρατιές του οργανωμένου κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα
στρατού του Ιμπραήμ.

Σκηνές από την ταινία


20
Τέλος, να πούμε ότι στην ταινία οι ρόλοι των Τούρκων αξιωματούχων είναι
μικροί. Τον Δράμαλη υποδύεται ο Ισπανός κωμικός Φερνάντο Σάντσο, ενώ τον
Ιμπραήμ ο γνωστός «κακός» του ελληνικού κινηματογράφου Στέφανος Στρατηγός.
Εξαίρεση αποτελεί ο Ιμπραήμ, ο οποίος εμφανίζεται δυτικότροπος με τη στρατιωτική
στολή στα γαλλικά χρώματα, και μπαίνει στην υπόθεση με ένα πλάνο όπου παίζει
σκάκι, σύμβολο της άσκησης της ορθολογικής σκέψης και στρατηγικής. Αντίθετα, οι
τοπικοί αγάδες της Πελοποννήσου και ο Δράμαλης, εμφανίζονται να καπνίζουν
αποχαυνωμένοι το ναργιλέ τους ή να παρακολουθούν συνήθως χορό της κοιλιάς, όταν
παίρνουν στρατηγικής σημασίας αποφάσεις. Τονίζεται, δηλαδή, εδώ το γνωστό σχήμα
που θέλει τον ηρωισμό της ελληνικής πλευράς να υστερεί μόνο έναντι του
εκμοντερνισμένου, ενισχυμένου από τη Δύση αιγυπτιακού στρατού.

2. ΜΑΝΤΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ, του Κώστα Καραγιάννη. Έγχρωμη ιστορική


περιπέτεια του 1971, με πρωταγωνιστές τη Τζένη Καρέζη και τον Πέτρο
Φυσσούν. Η παραγωγή είναι της εταιρείας Καραγιάννης-Καρατζόπουλος.

Η Μαντώ Μαυρογένους αποτελεί κλασική περίπτωση σε ό,τι αφορά την


εξιστόρηση μιας προσωπικής ερωτικής ιστορίας με πλαίσιο τα γεγονότα της
Επανάστασης. Στην ταινία αυτή κυριαρχεί η λογική του είδους του μελό, δηλαδή το
άτομο, συνήθως γυναίκα, είναι θύμα και έρμαιο των περιστάσεων, οι οποίες
αποδεικνύονται καταστροφικές για την προσωπική του ζωή. Η Μαντώ έδωσε τα
πάντα για την επανάσταση του `21, η οποία χρησιμοποιείται αποκλειστικά ως πλαίσιο
για την εξιστόρηση του ερωτικού πάθους ανάμεσα στην ίδια/Τζένη Καρέζη και στο
Δημήτριο Υψηλάντη/Πέτρο Φυσσούν, για να εισπράξει την απόρριψη και την
καταφρόνια από τη συντηρητική κοινωνία της εποχής, να υποστεί τις μηχανορραφίες
των πολιτικών και κυρίως του Κωλέττη και να εισπράξει τελικά τη φτώχεια. Η ιστορία
τους τελειώνει αφήνοντας την εντύπωση πως ο Υψηλάντης πεθαίνει άρρωστος από τις
κακουχίες και η Μαντώ βρίσκεται δίπλα του. Λίγο πριν πεθάνει, μάλιστα, της ζητάει να
παντρευτούν.
Σε επίπεδο εκφραστικών μέσων έχουμε συνεχή κοντινά πλάνα (γκρο πλαν) στα
πρόσωπα των πρωταγωνιστών και κυρίως στα ωραία μάτια της Τζένης Καρέζη. Η
επική μουσική του Κώστα Καπνίση δεν σταματάει λεπτό, προκαλώντας στο θεατή, σε
συνδυασμό με τις εικόνες, συναισθήματα συγκίνησης. Το πιο σημαντικό στοιχείο,
όμως, είναι και εδώ, όπως και στον Παπαφλέσσα, οι συνεχείς αναφορές στο διχασμό
των Ελλήνων, -«όλοι έχουμε τις ευθύνες για το διχασμό», αναφέρει η Μαντώ- και
στην ανικανότητα, σε συνδυασμό
με την ιδιοτέλεια, των πολιτικών
αρχηγών, σε αντίθεση με τους
στρατιωτικούς, οι οποίοι, για
ευνόητους λόγους, παρουσιάζονται
ως οι μόνοι άξιοι, ικανοί και τίμιοι
αγωνιστές. «Τα τερτίπια των
πολιτικών δεν τα θέλω καθόλου»,
αναφέρει η Μαντώ στον Υψηλάντη.

22

Η αφίσα της ταινίας


3. ΣΟΥΛΙΩΤΕΣ, του Δημήτρη Παπακωνσταντή, σε παραγωγή Τζαίημς Πάρης. Η
ταινία προβλήθηκε το 1972. Πρωταγωνιστούν ο Χρήστος Πολίτης και η Κάτια
Δανδουλάκη.
Οι Σουλιώτες πληροφορούνται ότι ο Αλή Πασάς (Φερνάντο
Σάντσο) ετοιμάζεται να τους επιτεθεί και να πατήσει το Σούλι. Ο
Πρώτοι ας έλθουνε οι Φώτος Τζαβέλλας (Χρήστος Καλαβρούζος), όμως, και τα
Σουλιώτες, παλικάρια του είναι έτοιμοι να υπερασπιστούν την ελευθερία
τους. Ο Αλή Πασάς αποφασίζει να πολιορκήσει το Σούλι, αλλά οι
και απ’ το Λείψανον αυτό γενναίοι Σουλιώτες δεν πρόκειται να πέσουν στα χέρια των
ας μακραίνουν οι Τούρκων ζωντανοί. Το δράμα κορυφώνεται βρίσκοντας τις
προδότες, Σουλιώτισσες στο Ζάλογγο να θυσιάζονται χορεύοντας και
πέφτοντας στον γκρεμό με τα μωρά τους στην αγκαλιά και τους
και απ’ τα λόγια οπού θα άνδρες να αποφασίζουν να πεθάνουν ανατινάζοντας το μοναστήρι
πω· στο Κούγκι.
Η ταινία αναπαράγει την κλασική σχολική και εθνική
αντίληψη για τις αυτόνομες περιοχές του ελλαδικού χώρου, οι
Διονύσιου Σολωμού, οποίες ποτέ δεν υποτάχθηκαν στον οθωμανικό ζυγό και όπου οι
Εις τον θάνατον του Λορδ Μπάιρον Έλληνες που κατοικούσαν σ` αυτές (όπως στο Σούλι, στη Μάνη
και σε περιοχές της Κρήτης), διαβιούσαν σε συνθήκες σχεδόν
απόλυτης ελευθερίας. Από `κει και πέρα η κινηματογραφική
αναπαράσταση τα έχει όλα: συμπλοκές με τους Τούρκους,
απάτητα βουνά, έρωτες γεμάτους πάθος, κατάκτηση μόνον
κατόπιν προδοσίας κλπ.
Οι αφίσες των ταινιών

24
11997744 Το 1974 η δικτατορία οδηγήθηκε στην κατάρρευσή της, με σημαντικές συνέπειες
στον πολιτιστικό μας χώρο και, φυσικά, και στον κινηματογράφο. Τη χρονιά αυτή,
όπως και την επόμενη, παρουσιάζει έξαρση ο Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος, σε
αντίθεση με τον προηγούμενο, εμπορικό κινηματογράφο, που περνάει στο περιθώριο.
Από το πρώτο κιόλας μεταδικτατορικό φεστιβάλ -το 15ο Φεστιβάλ Ελληνικού
Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης- αρχίζει η επίθεση των σκηνοθετών κατά του
κρατικού παρεμβατισμού.

***
Η ΔΙΚΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΩΝ, μια παραγωγή της Φίνος Φιλμ, είναι ένα ιστορικό
δικαστικό δράμα, που αφορά στη δίκη του επαναστάτη οπλαρχηγού και λαϊκού ήρωα,
Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι του Πάνου Γλυκοφρύδη
και η μουσική του Χρήστου Λεοντή.
Η ταινία γυρίστηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας αλλά προβλήθηκε μετά
την πτώση της χούντας. Αποτελεί την τελευταία συνεργασία του Νίκου Κούρκουλου με
τη Φίνος Φιλμ, και περιλαμβάνει ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα ηθοποιών, με
τις ξεχωριστές παρουσίες του Μάνου Κατράκη στο ρόλο του Κολοκοτρώνη και του
Δημήτρη Μυράτ στο ρόλο του Καποδίστρια. Απέσπασε τιμητική διάκριση στο 15ο
Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου αλλά δεν κατάφερε να γίνει εμπορική επιτυχία.
Θέμα της ταινίας είναι η υπόθεση των δικαστών Τερτσέτη και Πολυζωίδη.
Λίγα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821, το
νεοσύστατο ελληνικό κράτος, υπό τη βασιλεία του Βαυαρού
Όθωνα, προσήγαγε σε δίκη τους μεγάλους οπλαρχηγούς του
αγώνα, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και Γεώργιο Πλαπούτα,
με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Η περιβόητη αυτή
δίκη έγινε στο Ναύπλιο, το 1833. Ο πρόεδρος του
δικαστηρίου Αθανάσιος Πολυζωίδης (Νίκος Κούρκουλος) και
ο δικαστής Γεώργιος Τερτσέτης (Νικηφόρος Νανέρης),
καλούνται να δικάσουν και, για την εξυπηρέτηση της
πολιτικής σκοπιμότητας, να καταδικάσουν τους
οπλαρχηγούς. Όμως, υπακούοντας στη συνείδησή τους και
όχι στην πολιτική σκοπιμότητα, αρνούνται να υπογράψουν
την καταδίκη σε θάνατο των κατηγορουμένων. Οι Βαυαροί
διατάζουν τον Υπουργό Δικαιοσύνης να επέμβει, και αυτός
απαγγέλλει κατηγορία εναντίον τους, με αποτέλεσμα να
καθαιρεθούν από το αξίωμά τους και να συρθούν στα
μπουντρούμια των φυλακών, για να δικαστούν με την
κατηγορία της εσχάτης προδοσίας.
Ο Γλυκοφρύδης στην ταινία του αυτή αποπειράται
τον παραλληλισμό εκείνων των δικών και των
σκοπιμοτήτων, με τις δίκες που διεξάγονται τα τελευταία
χρόνια της χούντας, όταν αρχίζουν τα γυρίσματα της ταινίας.

26
Σκηνές από την ταινία
Η δίκη των δικαστών
11999922 Για 20 σχεδόν χρόνια μετά από την ταινία Η δίκη των δικαστών, δεν εμφανίζεται
κάποια ταινία με αναφορές στην περίοδο της Επανάστασης του 1821. Αυτό συνδέεται
με την παρακμή του εμπορικού κινηματογράφου και την έλλειψη μεγάλων εταιρειών
παραγωγής, όπως επίσης και με το γεγονός ότι τα 20 αυτά χρόνια ο Νέος Ελληνικός
Κινηματογράφος δεν επιχείρησε να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη την περίοδο της
Επανάστασης, προφανώς για λόγους πολιτικούς.

***
Το 1992, προβάλλεται η ταινία ΜΠΑΫΡΟΝ: Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΕΝΟΣ
ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΥ, του Νίκου Κούνδουρου. Είναι η δέκατη μεγάλου μήκους ταινία
του σκηνοθέτη. Η μουσική της σύνθεση είναι του Γιάννη Μαρκόπουλου. Στην
απονομή των Κρατικών Κινηματογραφικών Βραβείων του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης
απέσπασε πολλά βραβεία και διακρίσεις. Όταν, όμως, αργότερα, βγήκε στις
κινηματογραφικές αίθουσες, «έκοψε» ασήμαντο αριθμό εισιτηρίων.
Η ταινία είναι αγγλόφωνη στο μεγαλύτερο μέρος της. Γυρίστηκε στην Κριμαία,
με ελληνικά και σοβιετικά
κεφάλαια. Η δράση της
τοποθετείται στο Μεσολόγγι του
1824, του οποίου έχει γίνει μια
εξαιρετική κινηματογραφική
απεικόνιση, μέσα σε τοπία
καταχνιάς και ομίχλης. Τίποτα δεν
μπορεί να πείσει έναν Έλληνα
Σκηνή από την ταινία
ΜΠΑΫΡΟΝ: Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΕΝΟΣ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΥ
θεατή ότι οι χώροι αυτοί είναι εκτός Ελλάδας. Ο ποιητής λόρδος Μπάυρον (Μάνος
Βακούσης) αποφασίζει να αγωνιστεί μαζί με τους Έλληνες επαναστάτες στο
Μεσολόγγι εναντίον των Τούρκων, για να στήσει τη νέα Ελλάδα, να την «αναστήσει»
μέσα από τις στάχτες που άφησαν οι Οθωμανοί. Εξόριστος από την πατρίδα του,
εξοστρακισμένος από την κοινωνία, αφού έμαθε να γεύεται τη ζωή πέρα από τα όριά
της, κουρασμένος από τα ανούσια πάρτι της Λονδρέζικης αριστοκρατίας, αναλαμβάνει
την ηγεσία μιας στρατιωτικά άπειρης μονάδας που απαρτίζεται από Έλληνες και
ξένους αγρότες ή περιθωριακούς της εποχής. Φτάνει στο Μεσολόγγι με τη συνοδεία
του, συνεπαρμένος από το ρομαντικό ιδεώδες. Το πλοιάριο που τον μεταφέρει, τον
φέρνει σ` ένα χώρο πνιγμένο στην ομίχλη και τους καπνούς μέσα στο βάλτο, όπου οι
επαναστατημένοι εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Έλληνες τον υποδέχονται
σαν Μεσσία. Ο Μπάυρον φλέγεται από τον πυρετό και έρχεται αντιμέτωπος με
οράματα και φαντάσματα του παρόντος και του παρελθόντος. Μέσα στη δίνη της
επανάστασης, ο ποιητής γίνεται ένα με την καταστροφή και τη φρενήρη πορεία των
πραγμάτων, οδηγούμενος προς το θάνατό του.
Από το πρώτο ως το τελευταίο πλάνο της ταινίας, ο θάνατος παρουσιάζεται ως ο
κυρίαρχος αφέντης του παιχνιδιού. Λείπει ο λυρισμός, ενώ υπερισχύει η μαυρίλα του
θανάτου. Ο ωραίος λόρδος Βύρωνας των παιδικών μας χρόνων, στην ταινία του
Κούνδουρου είναι καταραμένος, ρομαντικός, άρρωστος ψυχικά και σωματικά,
κυνηγημένος από τα φαντάσματά του: το φάντασμα της Αρχαίας Ελλάδας, το μεγαλείο
και το κατάντημα της σημερινής, το φάντασμα της Ευρώπης και της παρακμής της.
Γύρω του η Ελλάδα σπαράσσεται και αλληλοσπαράσσεται, πνιγμένη στην πείνα, στη
στέρηση, στη βρώμα, στο κουνούπι, στο βάλτο και στις ίντριγκες των καπετανάτων.

28
Το αθάνατο `21, το αλωνάκι του Σολωμού, έχουν και την άλλη όψη τους. Στήνουν το
φόντο για να παίξει την τελευταία πράξη στο δράμα του ο ποιητής που, αν και
αδύναμος και άρρωστος, κουβαλάει τέτοια δύναμη, ώστε εγκλωβίζει, μέσα στον
ιδιόμορφο κόσμο του, τα πρόσωπα που τον συναναστρέφονται.

22001177 Το αφιέρωμα ολοκληρώνεται με την ταινία «ΕΞΟΔΟΣ 1826». Μετά τον


Μπάυρον, η ταινία αυτή είναι η πρώτη η οποία γίνεται στην Ελλάδα, με θέμα το 1821.
Είναι μια ανεξάρτητη παραγωγή και αφορά στη δραματική ιστορία 120 αντρών από τη
Σαμαρίνα Γρεβενών και τα γύρω χωριά, που έφυγαν από το χωριό τους για να
βοηθήσουν στην Έξοδο του Μεσολογγίου, τον Απρίλιο 1826. Ο δρόμος τους δεν ήταν
εύκολος τους έτυχαν πολλές δυσκολίες μέχρι να φτάσουν στο Μεσολόγγι και από εκεί
πίσω στη Σαμαρίνα. Το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι του Βασίλη Τσικάρα.
Η ταινία είναι βασισμένη στο δημοτικό μας τραγούδι «Παιδιά της Σαμαρίνας» και
ξεκίνησε μέσα από την προσπάθεια του σκηνοθέτη και σεναριογράφου της Βασίλη
Τσικάρα, να κατανοήσει τον στίχο του δημοτικού τραγουδιού «Παιδιά της Σαμαρίνας,
μωρέ παιδιά καημένα».
«Με αφορμή τις τηλεοπτικές εκπομπές που έκανα στο παρελθόν», λέει ο Βασίλης
Τσικάρας, «μού προέκυψε η ανάγκη να κάνω γνωστή την ιστορία του τραγουδιού Τα
παιδιά της Σαμαρίνας. Να μιλήσω για τους ανθρώπους αυτούς που έφυγαν από τη
Σαμαρίνα τον Μάρτιο του 1826 για να βοηθήσουν κι αυτοί στην Έξοδο του
Μεσολογγίου. Έτσι, ξεκίνησα μια έρευνα και με πολλή προσοχή στην προφορική
παράδοση και στα ιστορικά στοιχεία, έγραψα ένα σενάριο για τον κινηματογράφο.
Βέβαια, το σενάριο αυτό παντρεύεται με τη μυθοπλασία και αυτό δημιουργεί και τις
βάσεις για την περαιτέρω ιστορική έρευνα».
Η ταινία αγγίζει τα όρια της περιπέτειας. Το 1826 οι Σαμαριναίοι συμμετείχαν στη
Φρουρά των Μακεδόνων. Ο στίχος του τραγουδιού που λέει παιδιά της Σαμαρίνας
μωρέ παιδιά καημένα γιατί είστε λερωμένα, φαίνεται να είναι η αναφώνηση μίας
μαυροφόρας γυναίκας η οποία αντικρίζει τα 33
παλικάρια που απέμειναν ζωντανοί και γύρισαν
στο χωριό τους μετά τη δύσκολή περιπέτεια που
είχαν προς και από το Μεσολόγγι. Αυτό συμβαίνει
διότι, όταν έφυγαν από το χωριό τους, ήταν με τις
καλές τις φορεσιές τους, τις ολόλευκές
φουστανέλες τους. Ήταν ντυμένοι λες και θα
πήγαιναν σε γάμο και γύρισαν πίσω βρώμικοι και
ταλαιπωρημένοι. Οι καταληκτικοί στίχοι του
τραγουδιού είναι τα τελευταία λόγια του
καπετάνιου των ανδρών, του Μίχου Φλώρου, ο
οποίος ξεψυχώντας ψέλλισε αυτά τα λόγια, τα
οποία αφορούσαν την μητέρα και την αδερφή
του.
Ο καπετάνιος Μίχος Φλώρος επιστρέφει
στη Σαμαρίνα για να πάρει κι άλλους άντρες και

30
Αφίσα της ταινίας
να τους οδηγήσει στο Μεσολόγγι συμπληρώνοντας το ήδη υπάρχον σώμα, στη ντάπια
του στρατηγού Μακρή. Έτσι, με τη βοήθεια του προσωπικού του φίλου Ηλία Μανάκα
κι άλλους 25 άντρες ξεκινούν ένα μακρύ ταξίδι προκειμένου να συναντήσουν στο
Μεσολόγγι, τον Ζήση Χατζημάτη και τους υπόλοιπους συμπατριώτες τους. Στις 31
Μαρτίου του 1826 ξεκινά η δύσκολη πορεία τους, μέσα από τα βουνά. Την ίδια ώρα, οι
γυναίκες στο χωριό προσπαθούν να μάθουν από την Ελένη Φλώρου, τη γυναίκα του
καπετάνιου, την πραγματική αιτία της ξαφνικής φυγής των αντρών τους. Ο Ιμπραήμ
πασάς και ο Τούρκος Φρούραρχος της Άρτας Ν. Σερβάν ετοιμάζουν την τελική επίθεση
στο Μεσολόγγι.
Η παραγωγή είναι ανεξάρτητη και δεν υπήρξε καμία κρατική αρωγή. Τα
γυρίσματα της ταινίας κράτησαν 4 χρόνια και βασίστηκαν κυρίως στο εθελοντισμό. Η
πρεμιέρα της έγινε 25 Ιανουαρίου 2017.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΔΙΚΤΥΟΓΡΑΦΙΑ

1. Βαλούκος Στάθης, Φιλμογραφία του Ελληνικού Κινηματογράφου (1914-1998), Αιγόκερως,


Αθήνα 1998.
2. Δερμεντζόπουλος Χρήστος, Κινηματογράφος και Επανάσταση: Αναπαραστάσεις της
Επανάστασης του 1821 στον ελληνικό κινηματογράφο των ειδών (1950-1975), στο Φωτεινή Τομαή
(επιμ.), ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, Υπουργείο Εξωτερικών, Υπηρεσία Διπλωματικού
και Ιστορικού Αρχείου, Κινηματογραφικό Αρχείο, Παπαζήσης, Αθήνα 2006, σελ. 239-253.
3. Δερμεντζόπουλος Χρήστος, Ο ελληνικός λαϊκός κινηματογράφος (1950-1975), Ουτοπία, 90
(Μάιος – Ιούνιος 2010).
4. Ενότητα Φιλμογραφία, στον ιστότοπο της Ταινιοθήκης της Ελλάδας:
http://www.tainiothiki.gr/v2/index/collection/
5. Θεοδωρόπουλος Βύρων, Διαπραγματεύσεις για τον πόλεμο: οι αναπαραστάσεις του πολέμου
στον κινηματογράφο, στο Φωτεινή Τομαή (επιμ.), ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ,
Υπουργείο Εξωτερικών, Υπηρεσία Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου, Κινηματογραφικό
Αρχείο, Παπαζήσης, Αθήνα 2006, σελ. 21-23.
6. Πλειάς. Ψηφιακή Συλλογή ιστορικών Ελληνικών περιοδικών της Βιβλιοθήκης και Κέντρου
Πληροφόρησης του Πανεπιστημίου Πατρών.
7. Σολδάτος Γιάννης, Ιστορία του Ελληνικού κινηματογράφου, 5 τόμ., Αθήνα, Αιγόκερως.
8. Στάθης Παναγιώτης, Η οθωμανική περίοδος και το Εικοσιένα στον ελληνικό κινηματογράφο, στο
Μάρθα Πύλια (επιμ.), Από το 1821 στο 2010, Βιβλιόραμα, Αθήνα 2012, σελ. 123-130.
9. Στασινοπούλου Μαρία, Το οθωμανικό παρελθόν στον ελληνικό κινηματογράφο. Μεταφορά
λογοτεχνικών προτύπων και δημιουργία νέων εικόνων, στο: Ο ελληνικός κόσμος ανάμεσα στην
Ανατολή και τη Δύση 1453-1981. Πρακτικά του Α΄ Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Νεοελληνικών
Σπουδών, Βερολίνο, 2-4 Οκρωβρίου 1998, τόμ. Β΄ Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999, σελ. 149-
161.

32
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΠΟΡΤΡΕΤΑ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΗΡΩΩΝ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ
ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Η κυρά-Φροσύνη γεννήθηκε το 1776 από γονείς ευκατάστατους των


Ιωαννίνων αλλά πολύ μικρή έχασε τον πατέρα της και τη μητέρα της.
Ο θείος της, τότε μητροπολίτης Λάρισας, ανέλαβε την κηδεμονία της
και τις σπουδές της. Και πραγματικά, σε μικρό διάστημα, η Φροσύνη έδειξε μεγάλα
χαρίσματα αντίληψης και ευφυΐας. Εκτός από τα τουρκικά που μιλούσε, κατόρθωσε να
μάθει γαλλικά και ιταλικά, πράγμα σπάνιο για την εποχή εκείνη. Με τον καιρό
μεγάλωσε και έγινε μια πολύ όμορφη κοπέλα. Ο θείος της την πάντρεψε στα δεκαεπτά
της με κάποιον πλούσιο έμπορο της Λάρισας. Λέγεται πως απόκτησε και δύο παιδιά
από το γάμο της μαζί του. Για άγνωστους λόγους, η Φροσύνη ξαναγύρισε στα
Γιάννενα. Η ομορφιά της, η ευφυΐα της και ο πλούτος του συζύγου της, την
ανέβασαν κοινωνικά στην ηπειρωτική πρωτεύουσα. Τα πλουσιώτερα σπίτια
την καλούσαν στις συντροφιές τους και η τότε κοινωνία των Ιωαννίνων, η
καλύτερη όλης της Βαλκανικής, θεωρούσε καύχημά της την παρουσία της
Φροσύνης στις συγκεντρώσεις της. Πολλοί ξένοι περιηγητές, όπως ο Ληκ
και ο γνωστός φιλέλληνας Πουκεβίλ μίλησαν με θαυμασμό για τη σωματική
και πνευματική ανωτερότητα της Φροσύνης.

Φόρεμα της κυρά-Φροσύνης.


Αποτελείται από μεταξωτό πουκάμισο, χρυσοκεντημένο βελούδινο
φόρεμα, βελούδινο φέσι και παντόφλες με χρυσά κεντήματα, 18ος αι.
Από τις συλλογές του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου.
Ο Πουκεβίλ έγραψε πως «Η Φροσύνη ήταν πλάσμα θείο, προικισμένο με όλα
τα δώρα της φύσεως, ασύγκριτον ελληνικό θαύμα». Κάποτε ο άνδρας της
αναγκάστηκε να εγκατασταθεί στη Βενετία. Ο γιος του Αλή, Μουχτάρ πασάς την
ερωτεύτηκε και κατόρθωσε να την κάνει ερωμένη του για κάμποσο διάστημα. «Τα
φθονερά παράπονα της γυναίκας του Μουχτάρ στον πεθερό της», γράφει ο Ληκ,
«είχαν στόχο τη Φροσύνη. Η αδελφή της πάλι, σύζυγος του Βελή, φθονούσε δύο ή
τρεις παντρεμένες Γιανιώτισσες. Αυτές οι κατηγορίες υπήρξαν, χωρίς αμφιβολία, η
άμεση αιτία του τρομερού γεγονότος. Ο συνολικός αριθμός των θυμάτων ήταν
δεκαεπτά. Τα πτώματα επέπλεαν πολλές μέρες και ο σατράπης ήταν αμπαρωμένος
στο χαρέμι του για να
αποφύγει τα διαβήματα
διαμαρτυρίας των Ελλήνων.
Οι Γιαννιώτες πάντως έδει-
ξαν την αγανάκτησή τους
παρακολουθώντας ομαδικά
την κηδεία της Φροσύνης».

Ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων

έργο του μαθητή


34 Δραγάτη Αλέξανδρου
Α΄ Λυκείου Πεδινής
Η κυρά - Φροσύνη

έργο της μαθήτριας έργο της μαθήτριας


Αντωνίου Αθανασίας Σιούλη Δήμητρας
Β΄ Λυκείου Πεδινής Α΄ Λυκείου Πεδινής
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ

Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, η Μεγάλη Κυρά, όπως την έλεγαν οι


Σπετσιώτες, είναι η μεγαλύτερη γυναικεία μορφή της Ελληνικής Επανάστασης.
Όχι μόνον η καρδιά αλλά και το παράστημά της ήταν επιβλητικό. Η Λασκαρίνα,
κόρη Υδραίου εφοπλιστή, παντρεύτηκε το Σπετσιώτη θαλασσοπόρο Δημήτρη
Γιάννουζα, ο οποίος, όμως, σκοτώθηκε από πειρατές, αφήνοντάς της δύο γιους,
μια κόρη και μικρή περιουσία. Η Μπουμπουλίνα ξαναπαντρεύτηκε το Σπετσιώτη
πλοίαρχο Δημήτρη Μπούμπουλη και απέκτησε μαζί του άλλα τρία παιδιά αλλά
χήρεψε για δεύτερη φορά. Η περιουσία που της άφησε ο Μπούμπουλης σε πλοία,
Όρθια επάνω στο
μετρητά και ακίνητα ήταν πολύ μεγάλη και απειλήθηκε με κατάσχεση από τους καράβι της, άφοβη
Τούρκους. Η Μπουμπουλίνα όχι μόνο κατάφερε και τη γλίτωσε από αυτόν τον και ατρόμητη με
κίνδυνο αλλά ναυπήγησε κι άλλα τρία δικά της πλοία, μεταξύ των οποίων και τον αστραποβόλο
Αγαμέμνονα, ένα αξιόμαχο καράβι, με 18 κανόνια, στον οποίο ύψωσε τη σημαία βλέμμα, δείχνει
στους ναύτες της τα
της επανάστασης.
οχυρώματα του
Όταν οι Έλληνες πολιόρκησαν το Ναύπλιο και κατόπιν την Τρίπολη, η Ναυπλίου, τους
Μπουμπουλίνα τους εφοδίαζε με τρόφιμα και πολεμοφόδια και έτσι ξόδεψε, στα παρορμά σε έφοδο
δύο μόλις πρώτα χρόνια της Επανάστασης, όλη την περιουσία της. Το 1822 και με τη θερμή
εγκαταστάθηκε οριστικά στο Ναύπλιο, σε σπίτι που της παραχώρησε η βαριά φωνή της
διατάσει το πυρ κατά
κυβέρνηση για τις μεγάλες υπηρεσίες της προς το έθνος. Η Μπουμπουλίνα
των φρουρίων
πέθανε στις 22 Μαΐου 1825 στις Σπέτσες με τραγικό και άδοξο τρόπο, από
Σπετσιώτικο βόλι, στο σπίτι του πρώτου άντρα της, του Γιάννουζα.

36
Λασκαρίνα
Μπουμπουλίνα

έργο της μαθήτριας


Αντωνίου Αθανασίας
Β΄ Λυκείου Πεδινής
ήταν κόρη του Νικολάου Μαυρογένους, ανεψιού του ηγεμόνα της
Μολδοβλαχίας. Γεννήθηκε στα 1796 στην Πάρο. Ο πατέρας της,
κυνηγημένος από τους Τούρκους, εγκαταστάθηκε στην Τεργέστη
και έγινε μεγαλέμπορος. Η Μαντώ στην Τεργέστη, ξεχώριζε απ` όλες
τις νέες για τη μόρφωση και την ομορφιά της τόσο, που όλοι την
έλεγαν «la bella Creca», η ωραία Ελληνίδα. Στις παραμονές της
επανάστασης ο πατέρας της, που ήταν μυημένος στη Φιλική Εταιρεία, εγκατέλειψε την
Τεργέστη και εγκαταστάθηκε στη Μύκονο, τόπο καταγωγής της μητέρας της Μαντώς,
όπου πέθανε ξαφνικά. Μόλις ξέσπασε η επανάσταση, η Μαντώ εξόπλισε με δικά της
έξοδα δύο πλοία και ένα ένοπλο σώμα για να υπερασπίζεται τη Μύκονο από τις
επιδρομές των Τούρκων και των πειρατών. Πούλησε όλα τα υπάρχοντά της και
συμμετείχε στον αγώνα πολεμώντας παλικαρίσια στην πρώτη γραμμή.
Μετά την επανάσταση πήγε στο Ναύπλιο. Εκεί πρώτη κατέθεσε τα κοσμήματά
της και ό,τι της είχε απομείνει από τη μεγάλη περιουσία της, υπέρ των προσφύγων του
Μεσολογγίου. Έτσι, απέμεινε φτωχή και επί Καποδίστρια της παραχώρησαν, για τις
υπηρεσίες της στην πατρίδα, ένα κεντρικό σπίτι στο Ναύπλιο, κοντά στο σπίτι του
Δημητρίου Υψηλάντη, με τον οποίο η Μαντώ είχε συνδεθεί ερωτικά. Δυστυχώς, όμως,
η σχέση αυτή έγινε η αφορμή για να εκδιωχθεί η Μαντώ από το Ναύπλιο και να
μεταφερθεί, χωρίς τη θέλησή της, στη Μύκονο. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια,
οι Βαυβαροί αρνήθηκαν να της αποδώσουν τα αριστεία και τους βαθμούς που της
είχαν απονεμηθεί από την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας. Μετά το θάνατο της
μητέρας της πήγε στην Πάρο, όπου και έμεινε μέχρι το 1840, που πέθανε πάμφτωχη,
φιλοξενούμενη από συγγενείς της.

38
Μαντώ Μαυρογένους

έργο της μαθήτριας


Σίντου Ευτυχίας
Β΄ Λυκείου Πεδινής
Γ
ρηγόριος Δικαίος, μετέπειτα Παπαφλέσσας. Αρχιμανδρίτης, ένας από τους
κορυφαίους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821, ένθερμος οπαδός της
επαναστατικής ιδέας. Γεννήθηκε το 1788 στην Πολιανή Μεσσηνίας, ένα χωριό
τριάντα χιλιόμετρα έξω από την Καλαμάτα. Ο Γρηγόριος ήταν ο τελευταίος
από τα 28 αδέλφια του. Φοίτησε στη Σχολή Δημητσάνας, που ήταν τότε το καλύτερο
διδακτήριο στο Μοριά, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του, πιθανώς το 1816, για να
γίνει μοναχός στη Μονή Βελανιδιάς στην Καλαμάτα. Από τότε, σύμφωνα με τους
εκκλησιαστικούς κανόνες, ονομάστηκε Γρηγόριος Δικαίος – Φλέσσας, ο λαός όμως,
τον αποκαλούσε μονολεκτικά Παπαφλέσσα και μ` αυτό το όνομα πέρασε στην ιστορία.
Γρήγορα ήρθε σε ρήξη με την ιεραρχία και αναγκάστηκε να φύγει για να εγκατασταθεί
στη Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Ρεκίτσας, μεταξύ Λεονταρίου και Μυστρά. Λόγω
κτηματικών διαφορών συγκρούστηκε με έναν ισχυρό Τούρκο της περιοχής και
αναγκάστηκε να εκπατρισθεί στην Κωνσταντινούπολη. Επί πατριαρχίας Γρηγορίου Ε’
ο Παπαφλέσσας χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης.
Ο Παπαφλέσσας, σε ηλικία 32 ετών μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον
Αναγνωσταρά και ανέλαβε τη σημαντική αποστολή της κατήχησης των κατοίκων των
Παραδουνάβιων Ηγεμονιών με το συνθηματικό όνομα Αρμόδιος. Όταν πλέον
επέστρεψε στην Πελοπόννησο ξεκίνησε μια σειρά ομιλίες ευαγγελιζόμενος την
απελευθέρωση των Ελλήνων από τον ζυγό των Τούρκων. Ο ηγετικός του χαρακτήρας
και οι πρωτοβουλίες του αυτές ανησύχησαν πολλούς προύχοντες, οι οποίοι δεν ήθελαν
να διαταραχθεί η τάξη και οι Τούρκοι να προβούν σε αντίποινα. Πολλοί ήταν εκείνοι οι
οποίοι σκέφθηκαν να τον συλλάβουν και να τον παραδώσουν στα χέρια του εχθρού. Ο

40
Παπαφλέσσας, όμως, διαισθάνθηκε τον κίνδυνο και φρόντισε να περιορίσει τη δράση
του στους απλούς χωρικούς, οι οποίοι τον προστάτευαν.
Τον Ιανουάριο του 1821 στη Βοστίτσα, το σημερινό Αίγιο, ο Παπαφλέσσας
κάλεσε συνέλευση στην οποία υποστήριξε την Επανάσταση, την οποία αποδοκίμασαν
πολλοί με τη δικαιολογία ότι το έδαφος δεν ήταν έτοιμο ακόμη. Η έκρηξη της
επανάστασης, τον βρίσκει στην Καλαμάτα. Η πόλη αυτή ελευθερώθηκε στις 23
Μαρτίου 1821. Από τον Μάρτιο του 1821 ως και τη μάχη στο Μανιάκι το 1825, όπου
σκοτώθηκε, πρωταγωνίστησε σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις αλλά και σε πολιτικές
δραστηριότητες. Το 1823 ανέλαβε το υπουργείο Εσωτερικών. Στον εμφύλιο πόλεμο
βρέθηκε αντίπαλος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, παρ’ ότι στο παρελθόν είχε
πολεμήσει μαζί του. Όταν ο Ιμπραήμ απείλησε σοβαρά την έκβαση της Επανάστασης,
ο ίδιος ο Παπαφλέσσας πρότεινε την αποφυλάκιση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και
άλλων αντικυβερνητικών. Η απελευθέρωσή τους όμως δεν έγινε εγκαίρως. Ο
Παπαφλέσσας έσπευσε στο Μανιάκι, το οποίο αποτελούσε στόχο των Αιγυπτίων,
όπου συγκέντρωσε αρχικά 1.500 άνδρες, από τους οποίους τελικά έμειναν μόνο 500.
Κυκλωμένος από 3.000 ιππείς και πεζούς απέρριψε την πρόταση άλλων οπλαρχηγών
να μετακινηθεί σε πιο ασφαλή θέση. Στην οκτάωρη μάχη που δόθηκε ο Παπαφλέσσας
έπεσε νεκρός μαζί με τους περισσότερους άνδρες του. Η μάχη αυτή μπορεί να ήταν
άτυχη για τα Ελληνικά όπλα, αλλά ο ηρωισμός και η αυτοθυσία του Παπαφλέσσα
είχαν σαν αποτέλεσμα την τόνωση του ηθικού του λαού και τον ξεσηκωμό του.
Παπαφλέσσας

έργο της μαθήτριας


42 Τζίμα Βάγιας
Β΄ Λυκείου Πεδινής
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

έργο της μαθήτριας


Αναστασίου Ρένιας
Β΄ Λυκείου Πεδινής
Λόρδος Βύρων

έργο της μαθήτριας


44 Αντωνίου Αθανασίας
Β΄ Λυκείου Πεδινής
Διονύσιος Σολωμός

έργο της μαθήτριας


Αντωνίου Αθανασίας
Β΄ Λυκείου Πεδινής
(από σχέδιο του Γιάννη Κολιού)
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η επανάσταση του 1821 είναι το πιο σημαντικό γεγονός της νεότερης ελληνικής
ιστορίας, «η μεγάλη τομή» η οποία όρισε τη δημιουργία του ελληνικού εθνικού
κράτους. Αποτέλεσε την πρώτη ρήξη στη «δεσποτική» οικουμενικότητα, όπως την
αντιπροσώπευαν οι τότε αυτοκρατορίες (Οθωμανική, Αυστροουγρική και Ρωσική),
συνασπισμένες στην Ιερά Συμμαχία. Διάρκεσε εννέα χρόνια, χωρίς καμιά επίσημη
εξωτερική βοήθεια.
Σήμερα, που η πατρίδα μας βρίσκεται αντιμέτωπη με νέους κινδύνους που μας
απειλούν, χρέος όλων μας είναι η διατήρηση της ιστορικής μας μνήμης. Ο μεγάλος
εθνικός ποιητής μας, Διονύσιος Σολωμός, στους Ελεύθερους Πολιορκημένους μάς
προειδοποιεί:

«Σ` ελέγχει η πέτρα που κρατείς και κλει φωνή κι αυτήνη»

46

You might also like