Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 11

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ:


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΕΩΣ ΤΟΝ 20ο΄ ΑΙΩΝΑ

Ακαδημαϊκό έτος 2016-17

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ - ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ: Δρ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΕΚΚΑΣ

3η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ - ΕΛΠ 22

ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΣΤΑΥΡΙΑΝΑΚΟΥ

ΑΘΗΝΑ 2017
Περιεχόμενα

Περιεχόμενα ................................................................................................................... 2
Εισαγωγή........................................................................................................................3
Η αριστοτελική θεωρία περί σφαιρικότητας της γης.....................................................3
Η ανασκευή της αριστοτελικής θεωρίας από τον Κοσμά τον Ινδικοπλεύστη...............6
Η τοποθέτηση του Γρηγορίου Παλαμά στις θεωρίες των Αριστοτέλη και Κοσμά
Ινδικοπλεύστη................................................................................................................8
Επίλογος.......................................................................................................................10
Βιβλιογραφία................................................................................................................11

2
Εισαγωγή

Κατά την Αρχαιότητα και τους Μέσους Χρόνους, κυριαρχούσαν δύο θεωρίες
περί του σχήματος της γης. Η μία πρέσβευε ότι η γη ήταν επίπεδη «πλατεία», η δε έτερη
και επικρατούσα, ότι ήταν σφαιρική «σφαιροειδή». Έτσι, κατά τη φυσική φιλοσοφία
του Αριστοτέλη (384-322 π.Χ.), η γη είναι μια μικρού σχετικά μεγέθους σφαίρα που
ηρεμεί στο κέντρο του σύμπαντος, ενώ σύμφωνα με τη Χριστιανική Τοπογραφία του
Κοσμά Ινδικοπλεύστη (6ος αι. μ.Χ), μέρος ενός διώροφου οικοδομήματος που
αντικατοπτρίζει το σύμπαν. Για τον Γρηγόριο Παλαμά (1296-1357), ωστόσο, που
ενστερνίζεται την αντίληψη περί σφαιρικότητας, η γη αποτελεί την κατοικία της
ατομικής ψυχής.

Η αριστοτελική θεωρία περί σφαιρικότητας της γης

Στο πλαίσιο αναθεώρησης και κριτικής προγενέστερων απόψεων σχετικά με τη


θέση και το σχήμα της γης, ο Αριστοτέλης αφιερώνει σημαντικό μέρος του πρώιμου
έργου του Περί Ουρανού για την υποστήριξη και παγίωση της άποψης ότι η γη είναι
κατ’ ανάγκη σφαιροειδής.1 Σε ξεχωριστό κεφάλαιο, μάλιστα, επιχειρηματολογεί επί
της συγκεκριμένης θέσεως στηριζόμενος σε ευφυείς συλλογισμούς και εμπειρικές
παρατηρήσεις, που θεμελιώνονται στη θεωρία της φυσικής κίνησης.2
Σύμφωνα με αυτήν, η σφαιρικότητα της γης αποδεικνύεται από την υπόθεση
της φυσικής καθοδικής κίνησης όλης της γήινης πρωτογενούς ύλης από παντού προς
ένα κέντρο, με τελικό αποτέλεσμα το σφαιροειδές σχήμα, δηλαδή, το σώμα που
περιέχει τον μέγιστο όγκο μιας ομοιόμορφα κατανεμημένης ύλης γύρω από το κέντρο.3
Η όλη διαδικασία δικαιολογείται ορθολογιστικά από τη δράση ίδιας ροπής, που
προωθεί πρώτα τα μεγαλύτερα βάρη και έπειτα τα μικρότερα προς αυτό.4

1
Αριστοτέλης, Περί ουρανού, μτφρ. Π. Παναγιώτου. Αθήνα: Νέα Σύνορα-Α. Λιβάνη, 1984, [μερικώς
διαθέσιμο ηλεκτρονικά: http://www.greek-
language.gr/digitalResources/ancient_greek/anthology/literature/browse.html?text_id=335], 297b15-
19.
2
Dicks, D.R., Η πρώιμη ελληνική αστρονομία: από τις απαρχές ως τον Αριστοτέλη, μτφρ. Μ.
Παπαθανασίου. Αθήνα: Δαίδαλος-Ι. Ζαχαρόπουλος, 1991, σσ.271-272. Πρβλ. During, I., Ο Αριστοτέλης:
παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, μτφρ. Α. Γεωργίου-Κατσιβέλα. Αθήνα: ΜΙΕΤ, 1994, σ.117.
3
Αρ. Περ. Ουρ., 297a25-29. Πρβλ. Dicks, D.R., όπ. παρ., σ.274.
4
Αρ. Περ. Ουρ., 297a30-34, 297b10-14.

3
Ωστόσο, αυτά δεν κατέρχονται προς εκείνο παράλληλα αλλά σε ίσες γωνίες,
δηλαδή σε ορθή γωνία προς την εφαπτομένη.5 Αυτό, όμως, συμβαίνει εκ φύσεως με τα
σφαιρικά σώματα. Η γη, λοιπόν, είναι οπωσδήποτε σφαιρική, είτε διαμορφώθηκε εξ
ανάγκης με αυτόν τον τρόπο είτε γιατί υπήρχε ανέκαθεν αγέννητη, οπότε βρίσκεται
από τη φύσης της σε αυτήν την κατάσταση6
Το δε σχήμα της τεκμηριώνουν τα παρατηρούμενα φαινόμενα, όπως οι φάσεις
των σεληνιακών εκλείψεων. Έτσι, ενώ κατά τον μηνιαίο κύκλο της, η σελήνη
σχηματοποιείται διαφορετικά (αμφίκυρτη, ημισέληνος, κ.ά.) λόγω διάφορων τμήσεων,
κατά τις εκλείψεις, οπότε η γη παρεμβάλλεται μεταξύ εκείνης και του ήλιου, η
ορίζουσα γραμμή είναι πάντοτε κυρτή. Αιτία της κυρτότητας είναι το κυκλικό σχήμα
της περιφέρειας της γης.7
Περαιτέρω, τη σφαιρικότητα επιβεβαιώνει η παρατήρηση της ανατολής-δύσης
των άστρων. Η μετατόπιση του σημείου αναφοράς προς Βορρά ή Νότο, αποδεικνύει
ότι ο ορίζοντας παραλλάζει.8 Έτσι, άστρα ορατά στην Αίγυπτο και στην Κύπρο δεν
παρατηρούνται σε βορειότερες περιοχές, ενώ άλλα που παρατηρούνται σε αυτές, έχουν
δύσει στις προαναφερόμενες χώρες. Το γεγονός αποδεικνύει ότι όχι μόνο το σχήμα της
γης είναι κυκλικό, αλλά και ότι το μέγεθός της αντιστοιχεί σε μια σχετικά μικρή
σφαίρα.9 Το τελευταίο επαληθεύεται από όσους βεβαιώνουν την ύπαρξη του γένους
των ελεφάντων σε δύο ακραίες περιοχές της γης, εκείνες των Ηράκλειων Στηλών και
των Ινδιών,10 καθώς και από τους μαθηματικούς που ορίζουν το μέγεθος της γήινης
περιφέρειας σε 400.000 στάδια.11
Όπως προκύπτει από τα προαναφερόμενα, ο Αριστοτέλης συνδέει τα
επιχειρήματά του περί σφαιρικότητας της γης με τη φυσική του θεωρία. Σύμφωνα με
αυτήν, το σύμπαν διαχωρίζεται σε δύο διαφορετικά, ιεραρχικώς διατεταγμένα επίπεδα,
στην υποσελήνια περιοχή (γήινος κόσμος) και την υπερσελήνια. Η δεύτερη αποτελεί
τον κόσμο των ουρανών, των άστρων και των κινήσεών τους, ένα κόσμο τέλειο για τον
φιλόσοφο, καθώς και στενά συνυφασμένο με το θείο.12

5
During, I., όπ. παρ., σ.117.
6
Αρ. Περ. Ουρ., 297b15-24.
7
Αρ. Περ. Ουρ., 297b25-34.
8
Αρ. Περ. Ουρ., 298a1-4.
9
Αρ. Περ. Ουρ., 298a5-9.
10
Αρ. Περ. Ουρ., 298a10-19.
11
Αρ. Περ. Ουρ., 298a20.
12
Χριστιανίδης, Γ., Διαλέτης, Δ., Παπαδόπουλος, Γ. & Γαβρόγλου, Κ., Ελληνική φιλοσοφία και
επιστήμη: από την αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα, τ. Β΄. Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2000,
σ.135. Πρβλ. Vegetti, M., Ιστορία της Αρχαίας Φιλοσοφίας, μτφρ.-επιστ. επιμ. Γ. Δημητρακόπουλος.

4
Αμφότεροι οι κόσμοι διαφοροποιούνται ως προς την κινητική συμπεριφορά
των σωμάτων τους (καθοδική και γραμμική η επίγεια, αέναη και κυκλική η ουράνια),
αλλά και ως προς την ύλη τους. Έτσι, τον γήινο κόσμο αποτελούν τα τέσσερα στοιχεία
των προσωκρατικών φιλοσόφων (αέρας, νερό, γη, φωτιά). Έκαστο αποτελεί μία
«σφαίρα», που, όμως, ουδέποτε σχηματίζεται τέλεια, καθώς τα στοιχεία
αναμειγνύονται διαρκώς. Ταυτόχρονα, ωστόσο, εκείνα τείνουν να επανενωθούν, και
αυτό ερμηνεύει τις φυσικές (ανοδικές, καθοδικές σε ίσες γωνίες) κινήσεις των
σωμάτων, που εξαρτώνται από τις ιδιότητες ή ποιότητές τους. Αφού, λοιπόν, το
κινητικό αίτιο (κινούν) τους αποτελεί η ίδια τους η φύση, καθένα τείνει αυθορμήτως
προς τον φυσικό του τόπο, που καταλαμβάνει η «σφαίρα» του επικρατέστερου
στοιχείου σε αυτό.13
Επειδή, όμως, γη και νερό έχουν την ιδιότητα του βαρέως (η γη είναι
βαρύτερη), η φύση τους είναι να κατέρχονται προς το κέντρο του κόσμου. Αντίθετα,
επειδή αέρας και φωτιά είναι ελαφρά (η φωτιά είναι ελαφρύτερη), φύσει ανέρχονται
προς την περιφέρεια της γήινης περιοχής του. Συνεπώς, η κινητική συμπεριφορά
εκάστου σώματος εξαρτάται, κατά τον Αριστοτέλη, από την αναλογία βαρέων-
ελαφρών στοιχείων που το συγκροτούν. Μάλιστα, σε μια ιδανική περίπτωση θα
διαμορφώνονταν τέσσερις ομόκεντρες σφαίρες, όπου στην καθεμία θα κατέληγε σε
κατάσταση ηρεμίας καθένα εκ των τεσσάρων στοιχείων. Αυτές, που θα ήταν κατά
σειρά από μέσα προς τα έξω, δηλαδή, από το βαρύτερο στοιχείο στο ελαφρύτερο οι
εξής: η σφαίρα της γης, η σφαίρα του νερού, η σφαίρα του αέρα και εκείνη της φωτιάς,
συνιστούν τους φυσικούς τόπους προς τους οποίους, εκ φύσεως, κινούνται όλα τα
γήινα σώματα.14
Αντίθετα προς εκείνα, τα ουράνια είναι πλήρη ενός πέμπτου στοιχείου, του
αιθέρα. Την ύπαρξή του ο φιλόσοφος υποθέτει για να ερμηνεύσει ότι τα αστέρια είναι
ορατά (ιδιότητα που αποδεικνύει ότι είναι σωματικά), ταυτόχρονα αιώνια (ιδιότητα
που προϋποθέτει σωματική φύση όχι κοινή -άρα συστατικό στοιχείο άφθαρτο
επομένως και θεϊκό), τα οποία παρουσιάζουν διαφορετική φυσική κίνηση (αέναη
κυκλική τροχιά),15 αίτιο της οποίας, κατά τον Αριστοτέλη, είναι το ακίνητο κινούν, το
οποίο εκείνος νοεί ως ύψιστη θεότητα.16

Αθήνα: Π. Τραυλός, 2012, σ.238.


13
Χριστιανίδης, Γ. κ.ά., όπ.παρ., σ.136. Πρβλ. Vegetti, M., όπ.παρ. σ.238.
14
Χριστιανίδης, Γ. κ.ά., όπ.παρ., σ.136.
15
Στο ίδιο, σ.141.
16
Vegetti, M., όπ.παρ., σσ.238, 241.

5
Αυτήν τη θεώρηση του ουράνιου κόσμου ως τέλειου και θείου, εκείνος αντλεί
από τον Πλάτωνα, ενώ τη θεωρία των σφαιρών στην επιφάνεια των οποίων συντελείται
η ουράνια κίνηση από τον Εύδοξο. Πενήντα πέντε 55 ομόκεντρες σφαίρες συνιστούν
το αριστοτέλειο σύμπαν, που στο κέντρο τους βρίσκεται ακίνητη η γη.17 Μάλιστα, όχι
μόνο εκείνη αλλά και η σελήνη είναι σφαιρική και επομένως, όλα τα ουράνια σώματα.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει ο Αριστοτέλης παρατηρώντας όχι μόνο τις
σεληνιακές αλλά και τις ηλιακές εκλείψεις, κατά τις οποίες ο ήλιος εμφανίζεται
δρεπανοειδής.18
Για τον φιλόσοφο, άλλωστε, οι προκατασκευασμένες γνώμες ήταν άνευ αξίας.
Πεποίθησή του ήταν ότι ορισμένα πράγματα έπρεπε να κρίνονται βάσει
αποτελεσμάτων και προπάντων από τον σκοπό. Ομοίως, ότι ο φυσικός επιστήμονας
έπρεπε να μελετά τα φαινόμενα, όπως παρουσιάζονται στην κανονικότητά τους και
κυρίως στην αισθήσεις, και όχι να εμμένει στις θέσεις του ενώ αυτές δεν συνάδουν με
τα ειδικά εμπειρικά δεδομένα.19

Η ανασκευή της αριστοτελικής θεωρίας από τον Κοσμά τον Ινδικοπλεύστη

Στα τέλη της Ύστερης Αρχαιότητας και στο πλαίσιο θρησκευτικών ερίδων της
εποχής, η Χριστιανική Τοπογραφία του νεστοριανού γεωγράφου Κοσμά Ινδικοπλεύστη
αποσκοπούσε στην αντικατάσταση του αριστοτελικού-πτολεμαικού κοσμοειδώλου με
μια παράσταση του κόσμου, που απέρρεε από μια πρωτόγονη ερμηνεία της Βίβλου.20
Σύμφωνα με αυτήν, το σύμπαν έχει κυβόσχημη δομή με καμαρωτή επιστέγαση και
διώροφη διαμερισμάτωση -ο ουρανός πάνω (ουράνιος κόσμος), η γη κάτω (επίγειος)-
κατά το πρότυπο της σκηνής του Μωυσή.21 Η γη είναι επίπεδη, μια επιμήκης πεδιάδα,
που καλύπτεται από τον ουράνιο θόλο22 και περιζώνεται από ωκεανό, ο οποίος
περιβάλλεται από την «πέραν γη», τον Παράδεισο.23 Ο Ήλιος, η Σελήνη και τα άστρα

17
Vegetti, M., όπ.παρ., σ.239.
18
Dicks, D.R., όπ.παρ., σ.275.
19
During, I., όπ.παρ., σ.123.
20
Hunger, H., Βυζαντινή λογοτεχνία: η λόγια κοσμική γραμματεία των βυζαντινών, τ. Α΄: φιλοσοφία-
ρητορική-επιστολογραφία-γεωγραφία, μτφρ. Λ.Γ. Μπενάκης, Ι.Β. Αναστασίου, Γ.Χ. Μακρή. Αθήνα:
ΜΙΕΤ, 1987, σσ.381, 390.
21
Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανική Τοπογραφία, εισαγωγή-μτφρ-σχόλια Φ. Καλαϊτζάκης. Αθήνα:
Στοχαστής, 2007, σσ.20-21,25,28,183.
22
Θεοδοσίου, Σ. & Δανέζης Μ., Στα χρόνια του Βυζαντίου: οι θετικοί επιστήμονες, ιατροί, χρονολόγοι
και αστρονόμοι. Αθήνα: Δίαυλος, 2010, σ.212.
23
Καλαϊτζάκης, Φ., όπ.παρ. σσ.20-21,25,28,186.

6
περιστρέφονται γύρω από κωδωνοειδές όρος πλησίον του Βορρά, κατ’ εντολή του
Θεού, ο οποίος μπορεί οποτεδήποτε να επαναπροσδιορίσει την πορεία τους.24 Τέλος, ο
ουρανός είναι καμαροειδής, αφού στην Αγία Γραφή αναφέρεται η σύνδεση των άκρων
του με εκείνα της γης, οπότε δεν ισχύει η σφαιρικότητα της.25
Όπως προκύπτει, τα παραπάνω δεν συνιστούν παρά θεολογικές απόψεις.
Επειδή, όμως, έθιγαν την αριστοτελική-πτολεμαϊκή θεωρία περί σφαιρικότητας της γης
μόνο θεωρητικώς, ο Κοσμάς αποπειράθηκε την ανασκευή με φυσικά επιχειρήματα.
Απέδωσε, λοιπόν, τις σεληνιακές εκλείψεις στον Ήλιο που χάνεται πίσω από το
υψόμετρο της γης, ενώ την εναλλαγή μέρας-νύχτας στην προσέγγιση από τον πλανήτη
άλλοτε της κορυφής και άλλοτε της βάσεως του κωδωνοειδούς όρους.26 Ομοίως, τον
χειμώνα στην μεγαλύτερη περιφορά του ήλιου γύρω από τη βάση του βουνού, ενώ το
καλοκαίρι στην μικρότερη πέριξ της στενής κορυφής του. Τις δε κλιματικές μεταβολές
ερμήνευσε με την κλίση της επιφανείας της γης και τις υψομετρικές διαφορές.27
Παρά την παραδοξότητά του, το σύγγραμμα είχε μεγάλη απήχηση στους
αμόρφωτους Βυζαντινούς, καθώς συνέζευξε την αντίληψη της κτίσεως ως διώροφου
οικοδομήματος με τις δύο ανθρώπινες καταστάσεις (επίγεια, επουράνια). Αντίθετα,
απορρίφθηκε από τους λόγιους, χριστιανούς και ειδωλολάτρες, που αποδέχονταν το
αριστοτελικό-πτολεμαϊκό σύμπαν. Επομένως, η προσκόλληση του Κοσμά στις
Γραφές, η συνακόλουθη απόρριψη της σφαιρικότητας της γης, καθώς και οι
προσβλητικοί χαρακτηρισμοί χριστιανών, που δεν ενστερνίζονταν το βιβλικό
κοσμοείδωλο, εκλαμβάνονται ως αντίδραση στην αντίληψη για το σύμπαν τόσο της
ορθόδοξης όσο και της μονοφυσιτικής εκκλησίας, που «εκχριστιάνιζαν» την
παγανιστική επιστήμη και την αρχαία φιλοσοφία, ιδίως τον αριστοτελισμό. Η
αντίδραση αυτή θεωρείται δικαιολογημένη, δεδομένου ότι ο Κοσμάς ενστερνιζόταν
τον νεστοριανισμό την εποχή, που στην Αλεξάνδρεια κυριαρχούσε ο μονοφυσιτισμός,
ενώ δεν είχε ακόμη εδραιωθεί η επικρατούσα στην Κωνσταντινούπολη Ορθοδοξία.28

24
Στο ίδιο, σσ.189-191. Πρβλ. Θεοδοσίου, Σ. & Δανέζης Μ., όπ.παρ., σσ.212-213.
25
Καλαϊτζάκης, Φ., όπ.παρ. σσ.182-183,185-187.
26
Στο ίδιο, σσ.190-191.
27
Θεοδοσίου, Σ. & Δανέζης Μ., όπ.παρ., σ.213. Πρβλ. Hunger, H., όπ.παρ., σσ.380, 391.
28
Θεοδοσίου, Σ. & Δανέζης Μ., όπ.παρ., σ.213. Πρβλ. Hunger, H., όπ.παρ., σσ.379-381,391.

7
Η τοποθέτηση του Γρηγορίου Παλαμά στις θεωρίες των
Αριστοτέλη και Κοσμά Ινδικοπλεύστη

Όπως το έργο του Κοσμά αποτελεί μία νεστοριανική πολεμική κατά του
μονοφυσιτισμού και των εκφραστών του, όπως ο Ιωάννης Φιλόπονος,29 το κείμενο
Κεφάλαια Εκατόν Πεντήκοντα, 1-14: «Περί κόσμου» του Γρηγορίου Παλαμά (1296-
1357) αποτελεί μία χριστιανική πολεμική στη νεοπλατωνική διδασκαλία των Πλωτίνου
και Πρόκλου. Οι τελευταίοι μιλώντας για την κοσμική ψυχή του σύμπαντος αντιτίθεντο
στη χριστιανική σύλληψη της φύσης του Θεού και την αθανασία της ατομικής ψυχής,
και κυρίως, στην εκ του μηδενός δημιουργία, δηλαδή στη δημιουργία από μόνη τη θεία
βούληση, που δίδασκε ο ανθρωποκεντρικός Χριστιανισμός.30
Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαμάχης, ο διαπρεπής θεολόγος, ρήτορας και
φιλόσοφος Παλαμάς αναπτύσσει την τελεολογία του παραθέτοντας κοσμολογικά
στοιχεία και φυσικομαθηματικούς υπολογισμούς, ορισμένα εκ των οποίων αφορούν
την κίνηση των πλανητών και το σχήμα της γης. Όντας, μάλιστα, γνώστης της
αριστοτελικής φιλοσοφίας αποδέχεται ορισμένες αρχές της ενώ απορρίπτει άλλες, για
να συνθέσει μια κοσμολογία σύμφωνη προς τη χριστιανική πίστη και φιλοσοφία. Έτσι,
παρότι κινείται όπως ο Κοσμάς, εντούτοις δεν καταφεύγει σε μια κατά λέξη ερμηνεία
της Γραφής, καθώς εμφορείται από γνήσια χριστιανικά συναισθήματα.
Κοινό θεολογικό υπόβαθρο της κοσμολογίας τους, ωστόσο, αποτελεί η
πεποίθηση πως ο κόσμος υπόκειται σε ιεραρχία και ότι ο Θεός όντας ο δημιουργός του
μπορεί να παραβεί τους φυσικούς νόμους.31 Όμως, ενώ για τον Κοσμά η ανυπαρξία
τόπου, σώματος ή στοιχείου εκτός της ουράνιας σφαίρας είναι δεδομένη,32 για τον
Παλαμά η ύπαρξη χώρου πέραν του ουρανού καθίσταται αυτονόητη και η ένταξη
σώματος σε αυτόν δυνατή, καθόσον ο Θεός εκτείνεται απείρως πιο πέρα από τον
ουρανό και είναι Εκείνος, ο οποίος «τα πάντα πληρών».33 Αμφότεροι, ωστόσο,
απορρίπτουν την υποστηριζόμενη από τους Έλληνες σοφους ύπαρξη «αντιπόδων»,
δηλαδή, ανθρώπων που στέκονταν σε αντιδιαμετρικά γεωγραφικά σημεία, με το
σκεπτικό ότι θα στέκονταν ανάποδα μεταξύ τους.34 Περαιτέρω, όμως, οι κοσμολογίες

29
Hunger, H., όπ.παρ., σσ.379, 391.
30
Δημητρακόπουλος, Ι.Α., «Γρηγορίου Παλαμά Κεφάλαια εκατόν πεντήκοντα, 1-14: ‘Περί κόσμου’.
Κείμενο, μετάφραση και ερμηνευτικά σχόλια». Βυζαντιακά 20, 2000, σ.295.
31
Στο ίδιο, σ.307. Πρβλ. Θεοδοσίου, Σ. & Δανέζης Μ., όπ.παρ., σσ.212-213.
32
Καλαϊτζάκης, Φ., όπ.παρ., σ.194.
33
Δημητρακόπουλος, Ι.Α., όπ.παρ., σ.307.
34
Στο ίδιο, σ.308. Πρβλ. Καλαιτζάκης, Φ., όπ.παρ., σ.197.

8
τους διαφοροποιούνται καίρια. Ο Παλαμάς παρότι θρησκευόμενος προσεγγίζει το
ζήτημα επιστημονικά.
Υιοθετεί, λοιπόν, αριστοτελικές παραδοχές που δεν δύναται να απορρίψει,
αλλά ορισμένες τις τροποποιεί σημαντικά. Έτσι, τη διάταξη των ουρανίων σωμάτων
εξηγεί με τη θεωρία των φυσικών αρχών περί βαρέων-ελαφρών σωμάτων, τη δε
σφαιρικότητα με την κίνηση των ουρανίων σωμάτων γύρω από σώματα σφαιρικά, τα
οποία λόγω του σχήματός τους, καθιστούν υποχρεωτική την κυκλική κίνηση.35
Ομοίως, ενώ ακολουθεί το μοντέλο των πέντε στοιχείων που περιέχονται σε
πέντε σφαίρες, με τη μικρότερη να εντάσσεται πάντοτε στη μεγαλύτερη (γη-νερό-αέρα-
φωτιά-αιθέρα), καταλήγει πως αυτές δεν μπορεί να είναι ομόκεντρες, όπως υποστήριζε
ο Αριστοτέλης.36 Το σκεπτικό είναι ότι αν η γήινη σφαίρα εμπεριέχετο σε εκείνη του
πολλαπλάσιου σε όγκο νερού, τότε θα καλυπτόταν εξ ολοκλήρου από αυτό.37 Επειδή,
όμως, αυτό δεν συμβαίνει, αφού οι άνθρωποι ζουν στην ξηρά και ποτάμια και λίμνες
ξεπηδούν μέσα από τη γη, ο συγγραφέας υποθέτει ότι η υδάτινη σφαίρα είναι έκκεντρη
και το κέντρο της βρίσκεται εκατέρωθεν εκείνου της γης.38 Τοποθετώντας το, μάλιστα,
στο κατώτατο πέρας εκείνης, ενώ στο ανώτατο τμήμα της τη ζώνη που κατοικούν οι
άνθρωποι και τα άλογα χερσαία ζώα, εξηγεί γιατί τα ύδατα κατακλύζουν τη
μεγαλύτερη επιφάνεια της γης και το ότι μόνο στις κατοικήσιμες περιοχές υπάρχει
λογική ενσώματη ψυχή.39 Έτσι, αναδεικνύει τη σπουδαιότητα της ατομικής ψυχής, που
επικρατεί στον κόσμο.

35
Δημητρακόπουλος, Ι.Α., όπ.παρ., σσ.307-308.
36
Στο ίδιο, σσ.308-309.
37
Στο ίδιο, σ.309.
38
Στο ίδιο, σσ.309-310.
39
Στο ίδιο, σσ.310-311.

9
Επίλογος

Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι ο Αριστοτέλης αποδεικνύει τη σφαιρικότητα της


γης με a priori επιχειρήματα βασισμένα στη θεωρία της φυσικής, αλλά υποστηρίζοντάς
τα με δεδομένα της παρατήρησης.40 Αντίθετα, η άποψη της επίπεδης γης του Κοσμά
του Ινδικοπλεύστη, που προκύπτει ως αντίδραση σε θρησκευτικές έριδες των
βυζαντινών χρόνων, στηρίζεται σε μια πρωτόγονη ερμηνεία της Γραφής.
Τέλος, ο Παλαμάς μολονότι θρησκευόμενος, συγκεράσει την αριστοτελική
φυσική με τη χριστιανική φιλοσοφία, ώστε να αποδείξει ότι η γη είναι η κατοικία της
ατομικής ψυχής. Έτσι, εκείνος κινείται στο πλαίσιο ενός ορθού λόγου αριστοτελικής
υφής αποσκοπώντας να τον αναμορφώσει, προκειμένου να προωθήσει μια
εκκλησιαστική θεολογία ακραιφνώς επιστημονική.

40
Dicks, D.R., όπ.παρ., σ.272.

10
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 Αριστοτέλης, Περί ουρανού, μτφρ. Π. Παναγιώτου. Αθήνα: Νέα Σύνορα-Α.


Λιβάνη, 1984, [μερικώς διαθέσιμο ηλεκτρονικά: http://www.greek-
language.gr/digitalResources/ancient_greek/anthology/literature/browse.html?
text_id=335]

 Δημητρακόπουλος, Ι.Α., «Γρηγορίου Παλαμά Κεφάλαια εκατόν πεντήκοντα, 1-


14: ‘Περί κόσμου’. Κείμενο, μετάφραση και ερμηνευτικά σχόλια». Βυζαντιακά
20, 2000, σσ.293-347.

 Θεοδοσίου, Σ. & Δανέζης Μ., Στα χρόνια του Βυζαντίου: οι θετικοί επιστήμονες,
ιατροί, χρονολόγοι και αστρονόμοι. Αθήνα: Δίαυλος, 2010, σσ.211-214.

 Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, Χριστιανική Τοπογραφία, εισαγωγή-μτφρ-σχόλια Φ.


Καλαϊτζάκης. Αθήνα: Στοχαστής, 2007, σσ.15-29 και182-198.

 Χριστιανίδης, Γ., Διαλέτης, Δ., Παπαδόπουλος, Γ. & Γαβρόγλου, Κ., Ελληνική


φιλοσοφία και επιστήμη: από την αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα, τ. Β΄. Πάτρα:
Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2000, σσ.135-143, 178-179 και 279-280.

 Dicks, D.R., Η πρώιμη ελληνική αστρονομία: από τις απαρχές ως τον


Αριστοτέλη, μτφρ. Μ. Παπαθανασίου. Αθήνα: Δαίδαλος-Ι. Ζαχαρόπουλος,
1991, σσ.271-276.

 During, I., Ο Αριστοτέλης: παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, μτφρ. Α.
Γεωργίου-Κατσιβέλα. Αθήνα: ΜΙΕΤ, 1994, σσ.116-125.

 Hunger, H., Βυζαντινή λογοτεχνία: η λόγια κοσμική γραμματεία των βυζαντινών,


τ. Α΄:φιλοσοφία-ρητορική-επιστολογραφία-γεωγραφία, μτφρ. Λ.Γ. Μπενάκης,
Ι.Β. Αναστασίου, Γ.Χ. Μακρή. Αθήνα: ΜΙΕΤ, 1987, σσ.379-381 και 390-391.

 Vegetti, M., Ιστορία της Αρχαίας Φιλοσοφίας, μτφρ.-επιστ. επιμ. Γ.


Δημητρακόπουλος. Αθήνα: Π. Τραυλός, 2012.

11

You might also like