Professional Documents
Culture Documents
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ
ΓΕΡΟΝΤΟΣ
ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΜΠΟΚΑ
ΡΟΥΜΑΝΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ
(1910-1989)
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ-ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
Μ.Δ.Γ
2003
1
Πρώτη προϋπόθεσις ἀκολουθήσεως ὀπίσω τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι
ἡ ἀπάρνησις τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ὁ Χριστός ἦτο ὑπάκουος μέχρι θανάτου καί μάλιστα
ἐξουθενωμένου θανάτου. Ὁ ὑπάκους Χριστός μᾶς λέγει: «Ὑπόδειγμα γάρ δέδωκα
ὑμῖν, ἵνα καθώς ἐγώ ἐποίησα ὑμῖν, καί ὑμεῖς ποιεῖτε» (Ἰωάν.13,15). «Ἄρατε τόν ζυγόν
μου ἐφ᾿ ὑμᾶς καί μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾶος εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, καί
εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν· ὁ γάρ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίον μου
ἐλαφρόν ἐστιν» (Ματ.11,29-30).
Ἐπειδή ὁ Κύριος ἦτο:
-πτωχός, δέν εἶχε ποῦ νά κλίνη τήν κεφαλή Του.
-ἀειπάρθενος, διότι δέν ἦτο κατά τήν φυσική τάξι· κι αὐτό φαίνεται ὅταν ἡ
Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἐπειδή εἶχε τά ἑπτά κορυφαῖα διαβολικά πάθη, δέν ἠμποροῦσε
νά πλησιάση τόν Χριστό μέχρις ὅτου Ἐκεῖνος τήν ἀπήλλαξε ἀπ᾿ αὐτά.
-ὑπάκουος μέχρι θανάτου καί μάλιστα σταυρικοῦ· ἐάν ἡ προσευχή, ἡ νηστεία
καί ἡ πρός τούς ἐχθρούς ἀγάπη εἶναι γνωστές ἐντολές, ὁ θάνατος (πού γίνεται δεκτός
διά τῆς ὑπακοῆς) εἶναι μία ἐντολή, ὀλιγώτερο γνωστή ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους.
Ἀλλά τί κάνουν οἱ ἄνθρωποι; Ἀγαποῦν ὑπερβολικά αὐτή τήν ζωή καί μέ τά δόντια
φυλάγουν τόν ἑαυτό τους, φυλάγουν τόν ἐγωϊσμό τους καί ἔτσι παρεμποδίζουν τήν
πνευματική τους πορεία γιά τήν σωτηρία.
Στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου γίνεται μάχη μεταξύ Θεοῦ καί διαβόλου. Ὁ Θεός
κρύβεται πίσω ἀπό τίς ἐντολές Του, ἐνῶ ὁ διάβολος ἐμποδίζει τόν ἄνθρωπο νά
ἐκπληρώση τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μέσῳ τῶν ἐντολῶν Του. Διότι ἔτσι λέγει ἡ Γραφή: «Εἴ
τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ
καθ᾿ ἡμέραν καί ἀκολουθείτω μοι» (Λουκ.9,23). Ὁ σταυρός πού ἀναφέρεται ἐδῶ
ἐννοεῖ τό ἐπίπεδο τῆς αὐταπαρνήσεως καί τῆς ἀρνήσεως αὐτῆς τῆς ζωῆς, δηλαδή
εἶναι ἐντολή νά πεθαίνω κάθε ἡμέρα, διότι καί ὁ Κύριος τό ἴδιο ἔκανε. Ἀπόδειξις
αὐτοῦ εἶναι ἡ προσευχή Του στήν Γεθσημανῆ: «Πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι,
παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο· πλήν οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ᾿ ὡς σύ»
(Ματ.26,39) καί προσθέτει «ἀλλά διά τοῦτο ἦλθον εἰς τήν ὥραν ταύτην» (Ἰωάν.12,27),
τῆς θυσίας, τοῦ θανάτου...
Ἐντολή τῆς ἀγάπης: Νά μήν ἀνέχεσαι καμμία κατάκρισι γιά τούς ἄλλους,
καμμία ἀπομάκρυνσι ἀπό τόν ἀδελφό σου, ἀλλά προσευχήσου γι᾿ αὐτόν πού σέ
ἀδίκησε.
Ὁ σατανᾶς μάχεται μέ ὅλους τούς τρόπους νά χαλάση αὐτές τίς ὑποσχέσεις,
αὐτές τίς ἐντολές, νά σέ ὑποσκελίση καί ν᾿ ἀρχίσης νά κρίνης τούς ἄλλους μέ
γογγυσμούς καί περιφρονήσεις ἐναντίον τους. Ὁποιαδήποτε ὑπακοή καί νά κάνης,
ἔρχεται ὁ διάβολος καί σοῦ «βιδώνει» τήν ἰδέα γιά νά σοῦ τροποποιήση τόν σκοπό τῆς
ὑπακοῆς, ὅπως στόν καιρό τῆς ἀνταποδόσεως, ὅπου μπορεῖ νά λέγης: «Κύριε, ἔκανα
ὑπακοή σέ Σένα»! Αὐτή εἶναι ἡ ρίζα τῆς ἐχθρικότητος μεταξύ σοῦ καί τοῦ ἀδελφοῦ
σου.
2
Στόν Ψαλμό λεγεται: «Ἰδού δή τι καλόν ἤ τί τερπνόν, ἀλλ᾿ ἤ τό κατοικεῖν
ἀδελφούς ἐπί τό αὐτό» (Ψαλμ.132,1)
Τί λέγουν οἱ μεγάλοι πατέρες; Ὅσες φορές πληγώνεις κάποιον, εἴτε ἀκόμη
καί μέ τόν λόγο, ὅσες φορές κρίνεις τόν ἀδελφό σου, νά ξέρης ὅτι δέν ἠμπορεῖς πλέον
νά προσεύχεσαι. Ἡ προσευχή σου δέν εἶναι εὐπρόσδεκτη, δέν εἰσακούεται ἀπό τόν
Θεό, ἀλλά ἀπορίπτεται.
Πόσες φορές καταπατεῖς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὑπακούοντας στήν συμβουλή
τοῦ πειρασμοῦ, ἀπομονώνεσαι ἀπό τόν ἀδελφό σου, διχάζεσαι καί τότε αὐξάνεται
ἐπάνω σου ἡ δύναμις τοῦ διαβόλου καί, χωρίς νά τό ἀντιλαμβάνεσαι, πετάγεσαι ἔξω
ἀπό τόν δρόμο; Στήν ψυχική ἑνότητα φθάνεις μόνο διά τῆς τελείας ἀπαρνήσεως τοῦ
ἑαυτοῦ σου: μέσῳ τῆς εἰλικρινοῦς καί λεπτομεροῦς ἐξαγορεύσεως ὅλων τῶν
ἁμαρτιῶν καί παθῶν σου καί τήν ἀπομάκρυνσί σου ὁριστικά ἀπ᾿ αὐτά, διά τῆς
ὑπακοῆς, τῆς ταπεινώσεως καί τῆς ἀγάπης.
Τί πρέπει νά κάνω; Νά ἐπανέλθης στήν πορεία τοῦ Θεοῦ, νά ὑπακούης σ᾿
Αὐτόν καί αὐτό νά τό κάνης ἀπό τήν νεότητά σου. Ἡ νεότης πρέπει νά εἶναι
πειθαρχική. Διά τῆς μετακινήσεως αὐτῆς ἀπό τόν δρόμο τοῦ διαβόλου στόν δρόμο τοῦ
Θεοῦ, μεταπηδοῦμε ἀπό τήν παρά φύσι στήν ὑπέρ φύσι ζωή μας. Γινόμεθα μαθητές
τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Πῶς μπορεῖ νά γίνη ἡ ἑνοποίησις τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς; Μέ τήν
ἐπιστροφή τῆς νεανικῆς δυναμικότητος στόν Θεό.
Αὐτός πού ἐπανέρχεται μέ ὅλες τίς δυνάμεις τῆς ὑπάρξεώς του καί μέ ὅλη τήν
εἰλικρίνειά του στόν Χριστιανισμό - πού εἶναι ἡ δεύτερη δημιουργία τοῦ κόσμου, ἡ
δεύτερη δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ δεύτερη δημιουργία τῆς φύσεώς μας - αὐτός
ἠμπορεῖ νά ἐπιστρέψη στόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό μέ εἰλικρίνεια καί μέ ὅλο τό φῶς
τῆς γνώσεως καί τῆς ἀγάπης, ἀπό τήν ὁποία πηγάζει ἡ θεία γνῶσις, ἡ ὁποία
μετατρέπεται σέ μία ἑνοποιό ἀγάπη γιά τόν Θεό - οἰκειοποιεῖται μέ ἄγνωστο τρόπο -
γιά τήν κοινότητα. Αὐτή ἡ γνῶσις εἶναι ἡ μοναδική αἰτία, ἡ ὁποία μπορεῖ νά φέρη τήν
ἑνοποίησι τῆς ψυχῆς.
Αὐτή ἡ ἐπιστροφή τῆς νεανικῆς ἐνεργείας στόν Θεό εἶναι ἀναγκαία. Χωρίς
αὐτή τήν ἐπιστροφή τῶν ψυχικῶν σου δυνάμεων, οἱ μικροπρέπειες καί ὅλα τά εὐτελῆ
πράγματα σέ θρυμματίζουν σκορπίζοντας ὅλη τήν δύναμι καί ἐνέργεια, ἐνῶ, ἐάν
εἶχες ὑποτάξει τιποτένια πράγματα, θά ἤσουν ἑνωμένος μέ τόν Θεό καί μακάριος.
Στούς πέντε πρώτους μακαρισμούς εὑρίσκεται ἀκριβῶς ἡ ὁδός πού ἀναφέρουμε ἐδῶ.
Μᾶς φαίνεται παράδοξο, διότι ἐνῶ ζοῦμε, οἱ μακαρισμοί γίνονται ἡ ὁδός τῆς ζωῆς,
τοῦ σκοποῦ καί τῆς κατανοήσεώς μας μέ τούς ἄλλους. Εἶναι ἀναγκαῖο νά
ἁρπαζώμεθα ἀπό ἕνα γερανό, ὁ ὁποῖος θά μᾶς ἀνυψώνη σ᾿ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο
ὑπάρξεως. Νά μεταβαλώμεθα μέ ὅλη μας τήν ὕπαρξι, νά γίνουμε μαθητές τοῦ
Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐμβαθύνοντας σ᾿ αὐτή τή καινούργια πορεία πού εἶναι ὁ
Χριστός.
Ἡ ἐλεημοσύνη
Πόσο πολύ σήμερα ὁ κόσμος ἀγωνίζεται νά πλουτίζη σέ ἔργα ἀηδιαστικά καί
ἐφήμερα! Γι᾿ αὐτό εἶναι μεγάλη ἀνάγκη τά παιδιά τοῦ Θεοῦ νά πλουτίζωνται, ὅσο
γίνεται περισσότερο, μέ αἰσθήματα καί ἔργα ἐλεημοσύνης. Ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος
19
ἠμπορεῖ νά κάνη τό καλό καί δέν τό κάνει, εἶναι μία ἐλεεινή ὕπαρξις. Ἐάν δέν δίνουμε
στόν πτωχό ἀπ᾿ αὐτά πού ἀπομένουν ἀπό τίς ἀνάγκες μας, αὐτό σημαίνει σάν νά
ἁρπάζουμε τά καλά τοῦ ἄλλου.
Ὁ Θεός παραχωρεῖ νά ὑπάρχουν πολλές δυστυχίες καί συμφορές στόν κόσμο
γιά νά σωθοῦν οἱ παθόντες διά τῆς ὑπομονῆς, ἐνῶ ἐσύ διά τῆς ἐλεημοσύνης.
Οἱ πλούσιοι παρέχουν στούς πτωχούς τά μέσα διατροφῆς τους, ἐνῶ οἱ πτωχοί
μεσολαβοῦν στόν Θεό γιά τήν σωτηρία τῶν πλουσίων.
Χωρίς δυστυχίες ἠμπορεῖς νά εἰσέλθης στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἀλλά
χωρίς ἐλεημοσύνη ποτέ! Εἶναι ἀπολύτως ἀδύνατο νά φθάσης, ἔστω καί στήν πόρτα
τοῦ οὐρανοῦ, χωρίς τήν ἐλεημοσύνη.
Χωρίς ἐλεημοσύνη, ἡ ἴδια ἡ προσευχή εἶναι χωρίς καρπό. Μέ τί ἐλπίδα θά
προσευχηθῆς στόν Θεό, ὅταν σύ ὁ ἴδιος δέν ἀκούεις τίς προσευχές τῶν ἄλλων
ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι εἶναι ὅμοιοι μέ σένα; Πῶς θά ζητήσης μαζί μέ τούς ἄλλους
χριστιανούς τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν Χριστό λέγοντας: «Δός μου, Κύριε...», ὅταν ἐσύ ὁ
ἴδιος δέν βοηθεῖς τούς πτωχούς, ἐνῶ μπορεῖς νά τούς δώσης; Μέ τί στόμα θά εἰπῆς:
«εἰσάκουσόν μου, Κύριε»!, ὅταν ἐσύ δέν ἀκούεις τόν πτωχό, ἤ πιό σωστά νά εἴπω τόν
Χριστό, ὁ Ὁποῖος κράζει πρός ἐσένα διά τοῦ πτωχοῦ;
Ἔτσι ὅπως συμπεριφερόμεθα ἐμεῖς πρός τόν πλησίον μας, ἔτσι ἀκριβῶς
συμπεριφέρεται καί ὁ Θεός πρός ἐμᾶς. Περιφρόνησες τόν πτωχό καί τόν περιέπαιξες,
χωρίς νά τόν προστατεύσης; Καί ὁ Θεός θά περιφρονήση καί σένα. Δέν ἄνοιξες σ᾿
αὐτόν ποῦ σοῦ κτυπᾶ τήν πόρτα; Δέν θά ἀνοιχθοῦν οὔτε καί σέ σένα οἱ πόρτες τῆς
Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Δέν ἄκουσες τόν στεναγμό αὐτοῦ πού ὑποφέρει; Οὔτε ὁ Θεός θ᾿
ἀκούση τόν στεναγμό σου στήν ὥρα τῆς προσευχῆς σου.
Τά δάκρυα εὐγνωμοσύνης τῶν πτωχῶν πού ἔχυσαν γιά τίς βοήθειές σου σ᾿
αὐτούς θά εἶναι γιά σένα ἀστραφτερά μαργαριτάρια στήν πέραν τοῦ τάφου ζωή σου.
Ὅσα δάκρυα θά χύση ὁ πτωχός ἐξ αἰτίας τῆς ψυχρότητος καί ἀδιαφορίας σου,
θά πέσουν στήν ψυχή σου σάν μία φλόγα φωτιᾶς μπροστά στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ.
Ζήτησε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ διά τῆς ἐλεημοσύνης πρός τούς πτωχούς!
Θά σοῦ δώση ὁ Θεός! Λέγουν μερικοί στόν πτωχό καί δέν θέλουν οὔτε νά τόν
κυττάξουν.
Ἀλλά πῶς ἐσύ συμπεριφέρεσαι ἔτσι στόν ἀδελφό σου, ἐνῶ αὐτός εἶναι στήν
δυστυχία του; Ὁ Θεός στέλλει τόν Θεό σέ σένα καί σύ τόν στέλλεις πάλι στόν Θεό;
Ὁ Θεός θά τοῦ δώση ὁπωσδήποτε, μέσῳ ἄλλου ἀνθρώπου, ἀλλά τόν στέλλει σέ
σένα νά τοῦ δώσης ἐσύ. Αὐτός θά δώση στούς πτωχούς γιά νά δώση καί σέ σένα τό
ἔλεός Του, διότι ἐσύ ἔχεις ἀπείρως μεγαλύτερη ἀνάγκη ἀπό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, παρά
ὁ πτωχός ἀπό τήν ἐλεημοσύνη σου.
Ὁ Θεός δέν ἐγκαταλείπει κανέναν, ἀλλά ἐσύ, στέλλοντας ὁ Θεός τόν πτωχό σέ
σένα, ἀπογοητεύθηκες γιά τήν τιμή πού σοῦ ἔκανε ὁ Θεός καί ἀπεμάκρυνες τό δῶρο
Του πού ἦλθε νά σοῦ δώση μέσῳ τοῦ πτωχοῦ.
Ἀγάπα τούς πτωχούς, διότι δι᾿ αὐτῶν καί ἐσύ θά εὕρης τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ γιά
τήν σωτηρία σου. Πρόσφερε μέ ἁπλωχεριά στούς πτωχούς καί αὐτοί θά κάνουν τόν
Θεό ἐλεήμονα γιά σένα στήν Δικαία Κρίσι Του.
20
Ἡ Φιλία
Ἡ καλλίτερη ἀπόδειξις φιλίας εἶναι ἡ σχέσις μέ ἕνα πιστό χριστιανό. Ἕνας
καλός καί εἰλικρινής φίλος εἶναι πλησιέστερα ἀπό τόν ὁποιονδήποτε συγγενῆ.
Μή κάνης γνωριμία μέ πονηρό ἄνθρωπο. Ἡ φιλία μέ τέτοιο ἄνθρωπο εἶναι
φιλία μέ τόν διάβολο.
Μ᾿ αὐτούς οἱ ὁποῖοι σέ ἐπισκέπτονται γιά νά μή σκοτώνεις τόν χρόνο σου καί
τόν ἑαυτό σου, μίλησε μαζί τους γιά τόν Χριστό, γιά τόν θάνατο, γιά τήν μέλλουσα
ζωή καί τήν Κρίσι, γιά τόν παράδεισο καί τήν κόλασι καί τότε, εἴτε θά φύγουν ἀπό τό
σπίτι ὠφελημένοι, εἴτε δέν θά ἔλθουν πάλι νά σοῦ κλέψουν τόν πολύτιμο χρόνο σου.
Νά στέκεσαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἐνώπιον τῆς συνειδήσεώς σου διαυγής, σάν
ἕνας ποταμός μέ γάργαρο νερό, ἀλλά μήν ἀφήνης τούς διεφθαρμένους καί κακούς
νά κυττάζουν μέσα στήν ψυχή σου, διότι ἡ ματιά τοῦ φαύλου ἀνθρώπου σκοτίζει τήν
ψυχή.
Μέ τούς ἀνθρώπους νά εἰρηνεύης, ἀλλά μέ τίς ἁμαρτίες σου νά εὑρίσκεσαι σέ
διαρκῆ μάχη. Ὁ χριστιανός, ὁ ὁποῖος πληρώνει μέ κακό τό κακό, αὐτός εἶναι
χειρότερος κι ἀπό τόν εἰδωλολάτρη. Τί θά εἶναι ἄραγε ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος πληρώνει μέ
τό κακό τήν καλωσύνη τοῦ συνανθρώπου του;
Ἐάν κάποια λοιδορία εἰσέλθη μέσα στήν καρδιά σου γιά κάποιον, ἐνθυμήσου
τόν Χριστό καί τίς πληγές Του, σκέψου ὅτι αὐτά πού ἐσύ ὑπομένεις εἶναι ἀπείρως
μικρότερα ἀπ᾿ αὐτά, τά ὁποῖα ὑπέφερε ὁ Χριστός, καί τότε σβήνει σάν μέ νερό ἡ
σιχαμερή κακία πού μπῆκε μέσα σου.
Ὁ ἐχθρός σου δέν ἀξίζει συγχωρήσεως; Ἀλλά, ἄραγε, ὁ Ἰησοῦς Χριστός δέν
ἀξίζει, ἀπό ἀγάπη γι᾿ Αὐτόν, νά συγχωρήσης καί ἐσύ τόν πλησίον σου, τόν ὁποῖον
προσέβαλλες;
Εἶναι προτιμώτερο νά ὑποφέρης τό κακό, παρά νά γίνης αἰτία τοῦ κακοῦ. Εἶναι
προτιμώτερη ἡ λύπη α᾿ αὐτόν πού ὑποφέρει ἀδίκως, παρά ἡ χαρά σ᾿ αὐτόν πού
ἐργάζεται μέ ἀδικία.
Αὐτός πού ἐκδικεῖται τόν ἄλλον, σίγουρα θά λάβη τήν ἐκδίκησι ἀπό τόν Θεό.
Γι᾿ αὐτό συγχώρεσε αὐτόν πού σέ ὑβρίζει, διότι καί ἐσύ ἔχεις ἀνάγκη συγχωρήσεως
ἀπό τόν Θεό. Ἐάν ἐμεῖς συγχωροῦμε, θά συγχωρηθοῦμε. Ὁ Κύριος εἶπε καί δέν
ἀρνεῖται τόν λόγο Του. Ὅπως ἐμεῖς συμπεριφερώμεθα πρός τούς συναθρώπους μας,
ἔτσι θά συμπεριφερθῆ καί σ᾿ ἐμᾶς ὁ Θεός. Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τήν κρίσι μας στά χέρια
μας. Ἐάν ἐμεῖς εἴμεθα κρεμασμένοι ἀπό ἐδῶ, ἀπ᾿ αὐτή τήν γῆ, νά ἀποφασίσουμε ἀπό
πρωτύτερα τήν καταδίκη μας καί τήν ἐναντίον μας δικαστική ἀπόφασι.
Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἠμπορεῖ νά λέγη μαζί μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο
Νύσσης: «Κύριε, κάνε σέ μένα αὐτό πού ἐγώ κάνω στούς ἄλλους».
Συμπαθῆστε οἱ μέν τούς δέ γιά νά σᾶς συμπαθήση καί ἐσᾶς ὁ Θεός. Νά εἴμεθα
ἀνεκτικοί μέ τούς ἐχθρούς μας, γιά νά κερδίσουμε τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι τόσο
ἀνεκτικός ἀπέναντί μας.
Μή κρατᾶς κακία ἐναντίον κανενός ἀνθρώπου, ἔστω νά εἶναι κακός, διότι ἡ
προσευχή σου δέν θά εἰσακουσθῆ ἀπό τόν Θεό. Πῶς θά εἰπῆς: «Κύριε ἐλέησόν με»,
ἐάν ἐσύ δέν ἐλεεῖς τόν φίλον ἤ τόν ἀδελφό σου;
23
Μάταιες εἶναι οἱ προσευχές καί οἱ ἀσκήσεις τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, ὁ ὁποῖος
διατηρεῖ στήν καρδιά του κακία ἐναντίον τοῦ πλησίον του. Ἡ προσευχή αὐτοῦ πού
ἔχει μέσα του κακία γιά τόν ἄλλον ὁμοιάζει μέ τόν σπόρο πού ἔπεσε στήν πέτρα.
Ὅπου δέν ὑπάρχει ἡ εἰρήνη, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει ὁ Θεός!
Αὐτός πού διατηρεῖ τήν κακία μέσα στήν καρδιά του, ὁμοιάζει μ᾿ ἐκεῖνον πού
διατηρεῖ φωτιά στά ἄχυρα. Ὅποιος κρύβει τήν κακία στήν καρδιά του, κρύβει τό φίδι
στόν κόρφο του. Ἐάν στό σπίτι σας μπῆκε ἕνα φίδι, τί δέν κάνετε γιά νά γλυτώσετε
ἀπ᾿αὐτό! Ἀλλά τό μῖσος καί ἡ ἐχθρότης εἶναι χειρότερα ἀπό τά ζῶα καί παρ᾿ ὅλα
αὐτά δέν θέλετε νά καθαρίσετε τήν καρδιά σας ἀπ᾿ αὐτά, ἡ ὁποία καρδία εἶναι οἶκος
τοῦ Θεοῦ.
Νίκησε τό κακό μέ τό καλό! Μεῖνε πρόβατο καί μέ τήν δύναμι τοῦ Χριστοῦ θά
νικήσης τούς λύκους!
Ὅταν ὑποφέρης κάποια ἀτιμία ἐκ μέρους τῶν ἄλλων, σκέψου τήν ὠφέλεια τήν
ὁποία ἠμπορεῖς νά λάβης, ἐάν ὑπομείνης μέ μία πραεῖα καρδιά. Ὅταν δέχεσαι
ἀτιμίες ἀπό τούς ἀνθρώπους, νά ξέρης ὅτι αὐτές σοῦ τίς στέλλει ὁ Θεός γιά νά σέ
δοξάση.
Πρέπει νά προσευχώμεθα καί γιά τούς ἐχθρούς μας. Στό μεγαλύτερο μέρος
τους αὐτοί εἶναι πτωχοί, μόνοι τους, δέν ἀντιλαμβάνονται τί κάνουν, μάλιστα, τό
βασικώτερο, εἶναι καί εὐεργέτες μας, διότι μέ τίς ἐπισκέψεις τους, μᾶς ἐνισχύουν στίς
ἀρετές, μᾶς ταπεινώνουν τό πνεῦμα μέχρις ἐδάφους, ἐνῶ στούς οὐρανούς μᾶς
ἑτοιμάζουν τό στεφάνι τοῦ παραδείσου. Τούς ἐχθρούς, λοιπόν, πρέπει νά τούς
θεωροῦμε σάν τούς καλλίτερους εὐεργέτες μας. Πῶς νά μή τούς εὐχαριστήσουμε,
πῶς νά μή προσευχηθοῦμε γι᾿ αὐτούς γιά νά τούς διαφυλάττει ὁ Κύριος καί νά τούς
ὁδηγήση στήν σωτηρία. Ὅταν προσευχώμεθα, ἡ προσευχή μας νά εἶναι περισσότερη
γι᾿ αὐτούς, παρά γιά τούς ἀληθινούς εὐεργέτες μας.
Ὅμως τό αἴσθημα τῆς τιμῆς θά ἔπρεπε καί πρέπει νά μᾶς προτρέπη πρός τήν
ἐκπλήρωσιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Ἀγάπα τούς ἐχθρούς σου καί θά γίνης φίλος
τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ταπείνωσις
Συνδέσου φιλικά, ὅσο δύνασαι, μέ τήν ταπείνωσι, ὥστε χωρίς αὐτήν τίποτε νά
μή σκέπτεσαι, νά μή ὁμιλῆς καί νά μή κάνης κάτι. Ἀγάπα τήν ταπείνωσι τήν ὁποίαν
ἀγαπᾶ ὁ Θεός. Στούς ἀνθρώπους εἶναι πλοῦτος ἀνεκτίμητος, ἐνῶ γιά τόν Θεό εἶναι
ἀξιοτίμητη μία ταπεινή ψυχή (Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος).
Ἐάν ἡ ψυχή ἐλέγχεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τότε ὁ Θεός τήν ἀγαπᾶ. Μακάριοι
εἶναι οἱ ὀφθαλμοί τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, ὁ ὁποῖος ἐξ αἰτίας τῆς ταπεινώσεώς του δέν
τολμᾶ νά τούς ὑψώση στόν οὐρανό.
Ἐάν ἕνας ἀρχιτέκτων σκάβει καί τοποθετεῖ βαθειά στήν γῆ τήν πέτρα γιά
θεμέλιο τῆς οἰκοδομῆς πού θέλει νά κάνη, ἔτσι ἀκριβῶς καί ὁ χριστιανός, ὁ ὁποῖος
θέλει νά οἰκοδομήση τήν σωτηρία του ἐπάνω σέ σταθερό θεμέλιο, πρέπει νά τήν
θεμελιώση ὁπωσδήποτε ἐπάνω στήν ταπείνωσι.
Πολλοί ἐσώθησαν χωρίς νά κάνουν σημεῖα καί θαύματα, ἀλλά χωρίς τήν
ταπείνωσι κανείς δέν θά εἰσέλθη στήν οὐράνια κατοικία. Τό κλᾶμμα γιά τίς ἁμαρτίες
μας κτυπᾶ τίς πῦλες τοῦ οὐρανοῦ, ἐνῶ ἡ ταπείνωσις τίς ἀνοίγει. Ἀγάπα τήν
ταπείνωσι! Αὐτή θά σοῦ σκεπάση ὅλες τίς ἁμαρτίες σου.
Ἡ ταπείνωσις εἶναι ἕνα ἀπό τά ἀληθινά σημεῖα τῆς ἀληθινῆς σοφίας.
Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος θεωρεῖ τόν ἑαυτό του χειρότερο ἀπό ὅλους,
χωρίς νά πίπτη στήν ἀπελπισία. Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἀκατάπαυστα
βλέπουν τίς ἁμαρτίες τους. Ὅποιος ἐνθυμῆται τίς ἁμαρτίες του, γρήγορα ἀποκτᾶ τήν
ταπείνωσι.
Ἐάν θέλης ν᾿ ἀποκτήσης ἀνάπαυσι σ᾿ αὐτόν τόν αἰῶνα καί στόν ἄλλον, νά
ἐρωτᾶς τόν ἑαυτό σου κάθε φορά: «Ἀλλά, ἐγώ ποιός εἶμαι;» Καί νά μή κατηγορῆς
κανέναν.
Ἐάν θέλης ν᾿ ἀποκτήσης τήν ἀληθινή ταπείνωσι, συνήθιζε νά ὑπομένης
ἀνδρειοφρόνως τίς κατηγορίες, τίς περιφρονήσεις καί χλευασμούς τῶν ἄλλων.
Ὁ ταπεινός δέν ἐνθυμῆται τό κακό πού τοῦ ἔκαναν οἱ ἄλλοι καί δέν ὀνειδίζει
τόν ἄνθρωπο πού ἁμαρτάνει. Μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο ἀποκτᾶ τήν συγχώρησι τῶν
ἁμαρτιῶν του μέ τά τρία αὐτά μέσα:
26
1. Αὐτός πού δέν κρίνει τούς ἄλλους δέν θά κριθῆ.
2. Μένει ταπεινός κάποιος δημιουργώντας μέσα του ταπεινούς στοχασμούς.
3. Αὐτός πού συγχωρεῖ τούς ἄλλους θά συγχωρηθῆ.
Ὅπως ὁ ἄνθρωπος πού θέλει νά κτίση μία οἰκία σκάβει στήν γῆ μέχρις ὅτου
εὕρη σκληρό ἔδαφος, ἔτσι καί ἐμεῖς πρέπει νά σκάβουμε βαθειά καί νά εἰσχωροῦμε
στό βάθος τῆς καρδιᾶς μας, γιά ν᾿ ἀντικρύσουμε ἐκεῖ ὅλο τό βάθος τῶν παθῶν καί
τῶν ἐμφωλευσάντων δρακόντων καί διά τῆς μετανοίας νά διδαχθοῦμε τήν ἀληθινή
ταπείνωσι.
Ἡ ταπείνωσις εἶναι ἕνα ὕψος καί μία συνεχής ἀνάβασις. Ὅσο κάποιος
ταπεινώνεται βαθειά, ἄλλο τόσο ἀνεβαίνει ὑψηλά. Ὅσο ταπεινός εἶναι ὁ ἄνθρωπος,
πτωχός καί μηδαμινός στά μάτια του, ἄλλο τόσο μεγάλος εἶναι στά μάτια τοῦ Θεοῦ.
Αὐτός πού καταφρονεῖ τόν ἑαυτό του, ἀπέκτησε τήν ὁδό πρός τήν σωτηρία. Ὁ
Θεός συγχωρεῖ μόνο ἐκεῖνον πού δέν συγχωρεῖ τόν ἑαυτό του.
Ἀγάπα τήν ταπείνωσι, διότι μέσῳ αὐτῆς ὁ Θεός θά σοῦ σκεπάση τ᾿
ἁμαρτήματα. Ἡ ταπείνωσις εἶναι τό ἁλάτι τῶν ἀρετῶν. Ὅπως τό ἁλάτι δίνει γεῦσι
στά φαγητά, ἔτσι καί ἡ ταπείνωσις συμβάλλει στήν τελειότητα τῶν ἀρετῶν. Χωρίς
ἁλάτι τό ἐλαφρό φαγητό χαλάει· χωρίς τήν ταπείνωσι ἡ ἐλαφρά ἀρετή
«ἀποσυντίθεται»: μέ τήν ὑπερηφάνεια, μέ τήν κενοδοξία, τήν ἀνυπομονησία καί τήν
ἀκηδία. Τίποτε δέν ἠμπορεῖ νά συγκριθῆ μέ τήν ἀρετή τῆς ταπεινώσεως. Αὐτή εἶναι
μητέρα, ρίζα, τροφή, θεμέλιο καί δεσμός τοῦ κάθε καλοῦ (ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος).
Γιά νά βαδίσης στίς ἀρετές σημαίνει ὅτι βαδίζεις τόν δρόμο τῆς ταπεινώσεως.
Δέν σέ ἀνυψώνει ἡ πίστις καί ἡ ἁγιωσύνη σου, ἀλλά τό πέρασμά σου ἀπό τόν φόβο
τοῦ Θεοῦ μέχρι τήν τελευταία σου ἀναπνοή (Ἀββᾶς Ἠσαΐας).
Ἦλθε ἕνας γέροντας σ᾿ ἕνα ἄλλο γέροντα καί καθώς ὡμιλοῦσαν εἶπε ὁ ἕνας
στόν ἄλλο:
-'Εγώ ἀπέθανα γιά τόν κόσμο. Καί ὁ ἄλλος τοῦ ἀπήνησε:
-Μή στηρίζης τήν ἐλπίδα σου πουθενά, ὅσο καιρό ἀκόμη δέν
ἐξῆλθες ἀπ᾿ αὐτό τό σῶμα.
Περί μετανοίας
Μετάνοια εἶναι ἡ λύπη γιά τίς ἁμαρτίες μας. Αὐτός ὅμως πού λυπεῖται, χωρίς
ἐλπίδα γιά τήν σωτηρία του, εἶναι ὁ ἀπελπισμένος.
Ὅμως ἀδελφέ μου, γιά ὅσες ἁμαρτίες βαρύνεσαι, ἀκόμη κι ἄν ἔχης τόν θάνατο
μπροστά σου, μήν ἀπελπίζεσαι, διότι πρέπει νά γνωρίζης ὅτι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι
ἀπείρως ἀναρίθμητο ἀπό τίς ἁμαρτίες σου. Αὐτή ἡ ἐλπίδα σου στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ,
πρόσεχε, νά μή γίνη αἰτία ὑπερβολικῆς ἐμπιστοσύνης σου καί κατόπιν συνεχίζεις νά
ἁμαρτάνης, γνωρίζοντας ὅτι θά σέ συγχωρέση ὁ Θεός.
Ὁ Θεός εἶναι ἐλεήμων ἐνώπιον τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλά ὄχι ἐνώπιον ὅλων. Εἶναι
ἐλεήμων μόνο σ᾿ αὐτούς πού μετανοοῦν, ἐνῶ στούς ἰσχυρογνώμονες εἶναι δίκαιος
Κριτής.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι τρομακτικό κακό σ᾿ αὐτόν πού τήν κρατεῖ μέσα του, ἀλλά
εἶναι εὔκολο νά θεραπευθῆ γι᾿ αὐτόν πού θά τήν βγᾶλη ἀπό τήν ζωή του μέ τήν
μετάνοια.
27
Ἡ πέτρα πού πετιέται μακριά παραμένει ἄγνωστη γιά τόν ὁποιονδήποτε. Ἔτσι
καί ἡ ἁμαρτία μας πνίγεται στό βάθος τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Θά ἐξαφανισθοῦν καί
ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν τοῦ Οὐρανίου Κριστοῦ, ἐάν ἐμεῖς μετανοήσουμε μέ καθαρή
καρδιά ἐνώπιόν Του.
Ἕνας στατιώτης ἐρώτησε τόν ἀββᾶ Μωϋσῆ:
-Δέχεται, ἄραγε ὁ Θεός τήν μετάνοια;
Καί ὁ γέροντας τοῦ ἀπήντησε:
-Λέγε μου, ἀγαπητέ, ἐάν θά σχισθῆ τό σακκάκι σου, θά τό πετάξης;
Καί ἀπήντησε ὁ στρατιώτης: Ὄχι, ἀλλά θά τό ράψω καί θά τό χρησιμοποιήσω
πάλι.
-'Εάν ἐσύ διορθώνης τό ροῦχο σου, τοῦ εἶπε ὁ Γέροντας, πόσο περισσότερο ὁ
Θεός δέν θά φροντίση γιά τό πλάσμα Του;
Ἡ γνῶσις τῆς ἁμαρτωλότητός μας καί ἡ προσωπική μας ἀκαθαρσία μᾶς
συνιστοῦν τούς πρώτους ὅρους γιά τά πρῶτα βήματα τῆς μετανοίας (Λουκ.15,18,19).
Ὅποιος ἁμάρτησε πρέπει νά καταδικάζη ὡς ἔνοχο τόν ἑαυτό του, ἔστω κι ἄν δέν τόν
κατηγορεῖ κανένας ἄλλος. Ἐάν ἡ ψυχή ἐνοχοποιεῖται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος τήν
ἀγαπᾶ. Ἀφ᾿ ὅτου ὁ ἁμαρτωλός θά καταγγείλη ὡς ἔνοχο τόν ἑαυτό του, θά νικήση
ὑπέρ αὐτοῦ τήν κρίσι τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος εἶναι δυσαρεστημένος ἀπό τόν ἑαυτό του,
εὑρίσκεται στήν καλή ὁδό καί ἠμπορεῖ νά περιμένη τήν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν
του. Συγχώρησε τούς ἄλλους γιά τό κάθε παράπτωμά τους, ἀλλά νά μή συγχωρῆς
κανένα δικό σου παράπτωμα ἤ ἐλάττωμα!
Ἡ ἀναγνώρισις τῶν ἁμαρτιῶν μας, μᾶς δίνει τήν δυνατότητα νά τίς
σταματήσουμε. Ἐάν δέν ἀναγνωρίζης τά λάθη σου, αὐτό σημαίνει ὅτι θά ἐπαυξηθοῦν
στήν ζωή σου. Ὅποιος ἁμαρτάνει καί δοξάζεται μέ τήν ἁμαρτία, αὐτός ἁμαρτάνει δύο
φορές. Εἶναι καταδικασμένος ὄχι τόσο γιά τήν διάπραξι τῆς ἁμαρτίας, ὅσο προπαντός
γιά τήν ἀδιαντροπιά τῆς ἀμαρτίας (ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος).
Ὅπου καταπατήθηκε μέ τά πόδια τό αἴσθημα τῆς τιμῆς, ἐκεῖ δέν ὑπάρχει
πλέον ἡ ἐλπίδα τῆς δικαιοσύνης, ἀλλά ἐκεῖ ὅπου διατηρεῖται, ὑπάρχει ἡ ἐλπίδα τῆς
σωτηρίας.
Κανείς δέν εἶναι τόσο καλός καί ἐλεήμων σάν τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλά
αὐτόν πού δέν μετανοεῖ, οὔτε ὁ Χριστός ἠμπορεῖ νά τόν συγχωρέση. Ὁ Ἅγιος καί
ἀναμάρτητος Θεός δέν λυπήθηκε γιά σένα τόν Μονογενῆ Του Υἱό, ἐνῶ ἐσύ,
δυστυχισμένος ἁμαρτωλός, ὁ ὁποῖος δέν μετανοεῖς, δέν λυπᾶσαι οὔτε τόν ἑαυτό σου;
Ὁ Θεός σέ ὑπέμεινε μέχρι τώρα βλέποντας τά παράνομα ἔργα σου, ἀλλά δέν
γνωρίζεις, ἐάν σέ ὑπομείνη ἀπό τώρα καί ἐμπρός. Μή καθυστερῆς, ὦ ἁμαρτωλέ, νά
ἐπιστρέψης στόν Κύριο, μήπως ἀντί τῆς ἐλεημοσύνης τοῦ Θεοῦ, συναντήσης μπροστά
σου τήν ἀνελέητη κρίσι Του.
Νά φεύγουμε μακριά ἀπό ἀνθρώπους τῆς ἀπωλείας καί κακοποιούς καί νά
ἀρνούμεθα νά δεχθοῦμε τά λόγια τους· ἄς μένουμε ἄγρυπνοι γιά νά ξεκινήσουμε τήν
ἐπιτέλεσι τῶν καλῶν ἔργων.
Ὅποιος θέλει νά εὕρη τόν Θεό, ἀρνεῖται τόν ἑαυτό του, χωρίς νά λυπᾶται γι᾿
αὐτό καί βάζει ἔχθρα μεταξύ τοῦ ἑαυτοῦ του καί ὅλων αὐτῶν πού κάνουν μία
κοσμική ζωή. Μή περιφρονήσης αὐτές τίς προτροπές μου· μή κάθεσαι κοντά τους,
οὔτε νά συνομιλῆς ἄσχημα λόγια μ᾿ αὐτούς, οἱ ὁποῖοι δηλητηριάζουν τήν ψυχή καί
28
τήν πετοῦν νά συντρίβεται ἀπό τούς κακούς λογισμούς καί τήν συχνή ἐνθύμησί τους.
Ἄνθρωπε, νά φοβᾶσαι τό δόλωμα μέ τό ἀγκίστρι καί ἄκουσέ με: Φῦγε μακριά ἀπ᾿
αὐτούς, γιά νά μή κατέβη πάλι ἡ ψυχή σου στόν ἄδη. Κυριάρχησε στούς λογισμούς
σου καί μήν τούς ἀφήνης νά σέ πλανήσουν ν᾿ ἀκούης τά μάταια τοῦ κόσμου. Μή
ἐπιστρέφης στά ὀπίσω, μήν εἶσαι ἀργός καί μήν αἰχμαλωτίζεσαι ἀπό τήν ἀκηδία, μή
δίνης ὕπνο στούς ὀφθαλμούς σου, οὔτε νά γλυκαίνεται ὁ λάρυγγά σου μέ τά γλυκά
ἐδέσματά τους μέχρις ὅτου, χωρίς νά δοκιμάσης, νά τρέξης γιά τήν σωτηρία σου
(ἅγιος Συμεών Νέος Θεολόγος).
Ἐάν ὁ Θεός ἦτο τόσο φοβερός βασανιστής γιά τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων, τί θά
ὑποφέρουν γιά τίς ἁμαρτίες τους αὐτοί πού ἁμαρτάνουν μέ τήν δική τους θέλησι; Ἡ
ἁμαρτία πού δέν εἶναι θανάσιμη ἐδῶ, μετά τόν θάνατο θά εἶναι ἐκεῖ τό βάσανό μας.
Ἀγωνίσου νά μή πέσης στόν πειρασμό, ἀλλά ἐάν ἔπεσες, ἀπομακρύνσου
γρήγορα μέ τήν ἐξομολόγησι καί τήν μετάνοια! Δέν ὑπάρχει ἀσυγχώρητη ἁμαρτία,
παρά μόνο ἡ ἁμαρτία γιά τήν ὁποία δέν μετανόησε ὁ ἄνθρωπος. Τό νά πέσω εἶναι
φαινόμενο τῆς ἀδυναμίας μου, ἀλλά τό νά παραμείνω στήν ἁμαρτία εἶναι ἔργο τοῦ
διαβόλου καί εἶναι ἡ ὁλοσχερής ἀπωλειά μου. Τό νά ἐπιστρέψω ἀπό τήν ἁμαρτία
αὐτό εἶναι θεῖο καί ἅγιο καί σωτήριο ἔργο τοῦ Θεοῦ. Δέν στενοχωροῦμε τόν Θεό τόσο
γιά τήν ἁμαρτία πού ἐπράξαμε, ὅσο γιά τήν ἀδιαφορία μας γιά τήν διόρθωσι καί τήν
ἐπιστροφή μας (ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος).
Δέν πρέπει ν᾿ ἀναβάλλουμε τόν καιρό τῆς διορθώσεώς μας γιά τήν αὐριανή
ἡμέρα, διότι δέν γνωρίζουμε, ἐάν θά ζήσουμε αὔριο. Μή λέγης: «Σήμερα θ᾿ ἁμαρτήσω
καί αὔριο θά μετανοήσω». Καλλίτερα εἶναι νά μετανοοῦμε σήμερα, διότι τό αὔριο
ἀνήκει στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Νά ξέρης ὅτι στήν ὥρα τοῦ θανάτου σου δέν θά ἔχης τήν
δύναμι νά κάνης τό καλό, ἐάν δέν τό ἔκαμες στήν διάρκεια τῆς ζωῆς σου.
Ἡ νηστεία εἶναι τό ὅπλο, ἡ προσευχή τό ἀπόρθητο τεῖχος καί τά δάκρυα τῆς
μετανοίας τό λουτρό τῆς ψυχῆς. Νά κλαῖμε, ἀδελφοί! Τά μάτια μας νά χύνουν
δάκρυα, πρίν νά φύγουμε ἀπ᾿ αὐτόν τό κόσμο στόν ἄλλον, ὅπου ἐκεῖ τά δάκρυά μας
καί τά σώματά μας δέν θά ἔχουν καμμία ἀξία. Ὅποιος δέν κλαίει ἐδῶ γιά τόν ἑαυτό
του, θά κλάψη ἐκεῖ, καί συνεπῶς, εἶναι ἀναγκαῖο νά κλαίγουμε, εἴτε ἐδῶ μέ τήν καλή
μας θέλησι, εἴτε ἐκεῖ ἐξ αἰτίας τῶν βασάνων τῆς κολάσεως. (Ἀββᾶς Ἀρσένιος).
Τά δάκρυα εἶναι τό σύμβολο τῆς μετανοίας, εἶναι ἀνεκτίμητα καί δέν χάνεται
ποτέ ἡ ἀξία τους. Εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ σ᾿ αὐτόν πού ἐπιδιώκει μέ ταπείνωσι τήν
μετάνοια.
Ὅποιος θέλει νά λυτρωθῆ ἀπό τήν ἁμαρτία, λυτρώνεται διά τῶν στεναγμῶν
καί ὅποιος θέλει νά κάμη τά καλά ἔργα, ἄς τά ἐπιτύχη πάλι μέ τούς στεναγμούς.
(Ἀββᾶς Ποιμήν). Ὁ ὠφέλιμος στεναγμός εἶναι τοῦ ταπεινοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος
γνωρίζει καλλίτερα τόν ἑαυτό του· ὁ ὠφέλιμος στεναγμός ἀποδεικνύει μία ψυχική
κατάστασι μετανοίας, ταπεινώσεως καί εὐτελείας.
Στό Πατερικό τῶν Ὁσίων τοῦ Κιέβου διαβάζουμε γιά κάποιον, ὁ ὁποῖος
συγκέντρωνε τά δάκρυα, πρίν ἀπό τόν θάνατό του, μέσα σ᾿ ἕνα βάζο καί τά ἔδειχνε
στήν κρίσι πού ἔκανε γιά τόν ἑαυτό του. Ὁ ἄγγελός του τοῦ ὑπενθύμισε ὅτι ἔχει χύσει
καί ἄλλα πολλά δάκρυα, τά ὁποῖα δέν εἶναι συγκεντρωμένα σ᾿ αὐτό τό βάζο. Τότε
ἐπῆρε ὅλα τά δάκρυά του καί τά ἔχυσε ἐπάνω στό μνῆμα του, πού εἶχε ἑτοιμάσει γιά
29
τόν ἑαυτό του, καί ἀμέσως τά δάκρυα αὐτά ἀνέβηκαν στόν οὐρανό σάν καπνός
θυμιάματος καί σάν σημεῖο τῆς μετανοίας του.
Ἀλλά ὑπάρχουν καί φυσικά δάκρυα, πού προέρχονται ἀπό πολλές αἰτίες καί
δέν ἀποτελοῦν ἀπαραιτήτως ἕνα σημεῖο γιά σωτηρία, δέν συμβάλλουν στήν σωτηρία,
διότι, ἐνίοτε αὐτός πού τά ἔχει ὑπερηφανεύται μ᾿ αὐτά. Δάκρυα ἀπελπισίας ἔχουν οἱ
ὑπερήφανοι ἄνθρωποι. Δέν ἀρκοῦν βέβαια τά πνευματικά δάκρυα γιά τήν σωτηρία.
Ἀπό κάποια ὡρισμένη ἡλικία τά δάκρυα σταματοῦν.
Ἰσοδύναμη μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας εἶναι ἡ συνείδησις. Τά δάκρυα πού
βλέπεις, ἐνίοτε μπερδεύεσαι νά ξεχωρίσης ἄν εἶναι ἀπό τόν Θεό ἤ ἀπό τήν
ὑπερηφάνεια. Γι᾿ αὐτό, τά ὠφέλιμα δάκρυα τά ξέρει μόνο ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.
Μακάριος βέβαια εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος κλαίει πάντοτε γιά τίς ἁμαρτίες του. Ἡ
λύπη κατά Θεόν εἶναι καλλίτερη καί ὠφελιμώτερη ἀπό τήν χαρά τοῦ κόσμου. Ὅπως
ἡ κοσμική χαρά εἶναι ἀναμειγμένη μέ τήν λύπη, ἔτσι καί τά κατά Θεόν δάκρυα
βλαστάνουν μία παντοτεινή καί ἀνεκδιήγητη χαρά
Ἄς βιαζώμεθα νά σπέρνουμε δάκρυα μετανοίας, γιά νά θερίσουμε τήν χαρά
τῆς σωτηρίας. Ὁ Θεός γνωρίζει σίγουρα ὅλες τίς ἁμαρτίες μας, ἀλλά περιμένει τήν
στιγμή, ὅταν θά ἐμφανισθῆ τό κακό μπροστά μας, θά τό ὁμολογήσουμε ἐνώπιόν Του
καί θά ζητήσουμε συγχώρησι; Μόνο σέ μία τέτοια περίπτωσι ὁ Θεός μᾶς ἀναγγέλλει
τήν συγχώρησι τῶν ἁμαρτιῶν μας, μέσῳ τοῦ ἱερέως.
Ἡ ἁμαρτία περνᾶ μέσα ἀπό ἄνομες ἀπολαύσεις, πού διώχνονται μέ τήν
προσευχή. Τό Μυστήριο τῆς Μετανοίας εἶναι τό λουτρό, στό ὁποῖο ὁ ἁμαρτωλός
καθαρίζεται ἀπό τήν ἁμαρτία του γιά νά μπῆ ἕτοιμος στόν οὐρανό.
Στό βιβλίο τῆς ζωῆς μας εὑρίσκονται πολλές σκοτεινές σελίδες. Αὐτές οἱ
σελίδες πρέπει νά ξεπλυθοῦν μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας. Ἡ ἁμαρτία ἐπικάθεται
ἐπάνω μας σάν μία μαύρη κηλίδα, τήν ὁποία ἐμεῖς δέν ἠμποροῦμε νά πλύνουμε, οὔτε
μέ χίλιες πηγές, παρά μόνο μέ τά δάκρυα καί τήν μετάνοιά μας. Ὅποιος θέλει νά
καθαρισθῆ ἀπό τήν ἁμαρτία του, καθαρίζεται μέ τά δάκρυα.
Ἐάν θαυμάζης πῶς ὁ Χριστός εὑρίσκεται καί προσφέρεται ὁλόκληρος στούς
πιστούς, εἴτε μέ τό μικρότερο τεμάχιο τοῦ Σώματός Του, εἴτε μέ τό μεγαλύτερο,
ἀπορεῖς μέ τό γεγονός ὅτι ἡ φωνή μου, ἡ ὁποία εἶναι μία, τόσο στό στόμα μου, ὅσο καί
στά αὐτιά μου, αὐτή πάλι τό ἴδιο, δέν εἶναι παρά μία μόνο φωνή.
Ζῆσε χωρίς νά περιφρονῆς τούς ἄλλους ἀδελφούς σου καί κράτησε μόνιμα
στόν νοῦ σου τήν ὥρα τοῦ θανάτου σου. Ἀγωνίσου νά ζῆς μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε στήν
ὥρα τοῦ θανάτου σου νά ἔχης περισσότερη χαρά, παρά λύπη. Ἀγάπα τόν θάνατο σάν
φίλο σου, ὁ ὁποῖος θά σέ ὁδογήση στόν Χριστό.
Εἶναι κακό ν᾿ ἀπομακρύνεσαι ἀπό τήν Θεία Κοινωνία, ἀλλά μεγαλύτερο κακό
εἶναι νά πλησιάζης ἀδιόρθωτος.
Γυμνός εἰσῆλθες στόν κόσμο. Ὤ....μακάρι ἀπ᾿ αὐτή τόν κόσμο νά ἐξέλθης καί
γυμνός ἀπό ἁμαρτίες!
Σκέψου ὅτι σήμερα θά ἀποθάνης ἤ αὔριο καί ὁποιαδήποτε ματαιότητα θά
ἐξαφανισθῆ ἀπό τήν καρδιά σου. Ὅ,τι κάνεις, νά τό κάνης σάν νά περνᾶς ἐκείνη τήν
στιγμή στήν αἰωνιότητα, στήν κρίσι τοῦ Θεοῦ. Ὅποιου χριστιανοῦ ἡ ζωή εἶναι
παράνομη καί ἀμετανότητη δέν θά χαρῆ τήν ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως, ἀλλά θά
περάση στό ἀτελεύτητο σκοτάδι.
30
Περί ἐξομολογήσεως
Στήν ἐξομολόγησι δέν πρέπει νά λέγης γιά ἐκεῖνα τ᾿ ἁμαρτήματα γιά τά ὁποῖα
μετενόησες προηγουμένως καί τά ἐξωμολογήθηκες καί δέν τά ἐπανέλαβες πλέον.
Ἀλλιῶς αὐτό θά ἐσήμαινε ὅτι δέν ἔχεις ἐμπιστοσύνη στήν δύναμι τοῦ τελεσθέντος
Μυστηρίου διά τῆς ἐξομολογήσεως. Δέν πρέπει νά μνημονεύης τό πρόσωπο μέ τό
ὁποῖο ἤσουν τήν στιγμή διαπράξεως τῆς ἁμαρτίας, διότι πρέπει μόνο τόν ἑαυτό σου
νά καταδικάζης. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες δέν ἐπιτρέπουν στούς χριστιανούς νά λέγουν τίς
ἁμαρτίες τους μέ ὅλες τίς λεπτομέρειες, ἀλλά νά τίς ὁμολογοῦν γενικά, διότι ὑπάρχει
κίνδυνος νά δοθῆ ἀφορμή νά σκανδαλισθῆ ἡ ψυχή σου, ἀκόμη καί τοῦ Πνευματικοῦ
σου.
Ἦλθες νά ἐξομολογηθῆς κι ὅμως δέν μετανοεῖς γιά τήν ἁμαρτία σου, ἐπειδή
δέν γνωρίζεις νά μετανοῆς, ὅπως πρέπει, δηλαδή νά ἐνθυμῆσαι τήν ἁμαρτία σου μέ
ἀποστροφή καί περιφρόνησι.
Ἀράδιασες στήν ἐξομολόγησι ὅλες τίς λεπτομέρειες, ἐνῶ τά σπουδαιότερα τά
ἀπέκρυψες. Δέν ἐξωμολογήθηκες τά βαρειά σου ἁμαρτήματα, δέν τά ἀνεγνώρισες
καί δέν ἐσημείωσες ὅτι:
-Δέν ἀγαπᾶς τόν Θεό.
-ὅτι μισεῖς τόν πλησίον σου,
-ὅτι δέν πιστεύεις σ᾿ αὐτά πού λέγει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
-ὅτι εἶσαι γεμᾶτος ἀπό ὑπερηφάνεια καί κενοδοξία. Μ᾿ αὐτά τά τέσσερα
ἁμαρτήματα ἐπιτρέπεις νά μπαίνουν μέσα σου ἡ κακία πού προκαλεῖ τήν
πνευματική σου διαφθορά. Οὐσιαστικά εἶναι οἱ πρωταρχικές ρίζες ἀπό τίς ὁποῖες
βλαστάνουν ὅλα τά βλαστάρια γιά τήν πτῶσι μας στίς ἁμαρτίες.
Ρίχνοντας μιά ματιά μέ πολλή προσοχή μέσα στήν ψυχή μου καί
παρατηρῶντας τήν ἐσωτερική πορεία της διεπίστωσα ἐμπειρικά ὅτι δέν ἀγαπῶ τόν
Θεό, δέν ἔχω ἀγάπη γιά τόν πλησίον, δέν πιστεύω σέ τίποτε ἀπ᾿ αὐτά πού γνωρίζω
γιά τήν θρησκεία καί εἶμαι πλήρης ἀπό ὑπερηφάνεια καί φιλαυτία. Ὅλα αὐτά
ὑπάρχουν πράγματι σέ μένα, μετά ἀπό μία λεπτομερῆ ἐξέτασι πού ἔκανα ἐπάνω στά
αἰσθήματά μου καί στά ἔργα μου.
Δέν ἀγαπῶ τόν Θεό, διότι δέν ἐκπληρώνω τίς ἐντολές Του.
Περί προσευχῆς
Ἡ προσευχή εἶναι τό πρῶτο καθῆκον τοῦ χριστιανοῦ τό ὁποῖον πρέπει νά
ἐκπληρώνη. «Τοῖς πᾶσι χρόνος καί καιρός παντί πράγματι ὑπό τόν οὐρανόν»
(Ἐκκλησ. 3,1). Ἀλλά πῶς νά μήν εἶναι χρόνος γιά προσευχή, ἀφοῦ εἶναι τό πρῶτο
ἔργο πού πρέπει νά γίνεται κάτω ἐδῶ στήν γῆ;
Ἐάν ὑπάρχη χρόνος γιά διασκέδασι, μπορεῖς νά διαμαρτύρεσαι ὅτι δέν ὑπάρχη
πλέον χρόνος γιά προσευχή;
Μόνον αὐτός πού δέν θέλει νά προσεύχεται, δέν εὑρίσκει χρόνο γιά προσευχή.
Ὅσο καί νά εἶσαι ἀπησχολημένος, ὅσο καί νά εἶναι δύσκολη ἡ ἐργασία σου, μέ τήν
ὁποία ἀποκτᾶς τήν τροφή τῆς ζωῆς σου, δέν εἶσαι σέ θέσι νά προσθέσης δίπλα στό
ἐργατικό σου ὡράριο τίς πρῶτες ὥρες τῆς ἡμέρας καί τῆς νυκτός γιά τήν συνομιλία
σου μέ τόν Θεό, μέσῳ τῆς προσευχῆς;
Ἐάν εἶναι δυνατόν, ἀκόμη καί στόν καιρό τῆς ἐργασίας σου, μήν ἀφήνης τήν
προσευχή! Ἕνας ἀσκητής λέγει ὅτι τό ἔργο νά γίνεται μέ τά χέρια καί ἡ προσευχή μέ
τό στόμα.
Ἡ προσευχή εἶναι τό πρῶτο δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἀπό τό ὁποῖο ἀποκτοῦνται ὅλα τά
ἄλλα δῶρα.
Ὅπως ἕνας ἐπαίτης γιά νά δεχθῆ ἐλεημοσύνη, πρέπει νά ἐκτείνη τό χέρι του,
ὅπως ἕνα νήπιο γιά νά δεχθῆ τήν τροφή του πρέπει ν᾿ ἀνοίξη τό στόμα του,
παρομοίως πρέπει καί ὁ ἄνθρωπος νά ἀνοιχθῆ πρός τόν Θεό γιά νά λάβη τό δῶρο
Του. Πρέπει νά ἔχη ψυχή ἀνοικτή γιά νά λάβη τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ προσευχή εἶναι τό ἀνοικτό χέρι γιά τήν παραλαβή τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ,
εἶναι τό ἀνοικτό στόμα γιά τήν γεῦσι τῆς οὐράνιας τροφῆς. Ἡ προσευχή ὁμοιάζει μέ
τό χρυσό κλειδί μέ τό ὁποῖο ἀνοίγονται ὅλοι οἱ θησαυροί τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν.
Ἡ προσευχή ἀνέρχεται καί ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ κατέρχεται στόν ἄνθρωπο.
Χωρίς προσευχή, ἡ πνευματική μας ζωή πεινᾶ, διψᾶ καί πεθαίνει.
Ὅποιος θέλει νά γίνη εἰσακουστός ἀπό τόν Θεό στήν προσευχή του, πρέπει νά
ὑπακούση τόν Θεό διά τῶν ἐντολῶν Του.
Δέξου τόν Νομοδότην Θεόν καί Αὐτός θά δεχθῆ ἐσένα, ὅταν προσεύχεσαι. Δέν
γίνεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑπακούει στόν Θεό, ὁ Θεός νά μήν τόν ἀκούη, διότι ὁ Θεός
δέν εἶναι μακριά ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ἡ ὑπακοή ἀκολουθεῖ τήν ὑπακοή. Ἐάν κάποιος
ὑπακούη στόν Θεό καί ὁ Θεός τόν ὑπακούει (Ἀββᾶς Μωϋσῆς).
Βάδιζε τόν δρόμο πού πηγαίνει πρός τόν Θεό κι αὐτός ὁ δρόμος θά σέ φέρη
στήν θεία σοφία. Ἡ ὁδός πρός τόν Θεό εἶναι γνωστή: Ταπεινοί στοχασμοί, προσευχή
καί πίστις.
Ὅλες οἱ γνώσεις μας εἶναι ἀνώφελες, ἐάν δέν γνωρίσουμε τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ
ψυχή ἡ ὁποία μένει σάν ξένη μακριά ἀπό τόν Θεό, τήν Πηγή τῆς Ζωῆς, τήν Ἀρχή
παντός ἀγαθοῦ, ματαίως ὀνειρεύεται ὅτι προοδεύει καί πηγαίνει μπροστά.
32
Προσευχήσου στόν Θεό καί, ὅταν Τόν βλέπεις, σέ βλέπει καί ἐκεῖνος.
Γιατί οἱ χριστιανοί τήν ὥρα τῆς προσευχῆς τους κλείνουν τά μάτια; Διότι
στέκονται ἐνώπιον τοῦ φωτεινωτάτου Προσώπου τῆς ἀνωτάτης θεανδρικῆς
Ὑπάρξεως. Νά σκέπτεσαι μέ ποιόν συζητῆς γιά νά μή σοῦ λογισθῆ ἡ προσευχή σάν
ἁμαρτία.
Αὐτός πού προσεύχεται μόνο μέ τό στόμα, προσεύχεται στόν ἀέρα καί ὄχι στόν
Θεό. Ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ πρέπει νά κατευθύνεται στόν καρδιά καί ὄχι μόνο στά λόγια.
Ἡ προσευχή πού ἐπιτελεῖται μέ ἀμέλεια καί ὀκνηρία εἶναι μία κενή συνομιλία. Ἀφοῦ
ἐσύ ὁ ἴδιος δέν ἀκοῦς τήν προσευχή σου, πῶς θέλεις νά τήν ἀκούση ὁ Θεός;
Πρέπει νά καθαρίσουμε πρῶτα τόν ἑαυτό μας καί μετά νά σταθοῦμε σέ
συνομιλία μέ τόν Καθαρώτατο Ἰησοῦ Χριστό μας (ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος).
Μόνο μία καθαρή ψυχή ἀναπέμει καθαρή προσευχή πρός τόν Θεό (Ἀββᾶς
Ἠσαΐας).
Ὅπως θέλουμε νά εἴμεθα στόν καιρό τῆς προσευχῆς, ἔτσι πρέπει νά εἴμεθα καί
πρίν ἀπό τήν προσευχή. Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ταπεινώνει τόν ἑαυτό του
σέ ὅλα, διότι αὐτός θά ὑψωθῆ.
Περί σιωπῆς
Πρέπει νά μάθουμε πρῶτα νά σιωποῦμε: «ὅποιος δέν ξέρει νά σιωπᾶ, δέν ξέρει
οὔτε νά ὁμιλῆ».
Ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον πρέπει νά διακόψης τήν σιωπή πρέπει νά εἶναι πολύ
οἰκοδομητικός γιά τήν ψυχή. Μόνον ἡ πνευματική συνομιλία εἶναι ὠφέλιμη, ἐνῶ ἡ
σιωπή προτιμώτερη ἀπό ὅλα. Ἕνας καλός λόγος καί μόνο ὁ καλός ὁμοιάζει μέ τόν
ἄργυρο, ἐνῶ ἡ σιωπή ὁμοιάζει μέ τόν καθαρό χρυσό.
Κάθε τι τό ἄδικο, κάθε τί τό ψεύτικο, θά χαθῆ ἐνωρίτερα παρά ἀργότερα.
Μόνον ἡ ἀλήθεια δέν ἐξαφανίζεται ἀπό τόν χρόνο, μόνον ἡ ἀλήθεια περνᾶ
στόν αἰῶνα.
Πρέπει νά βλέπουμε τόν κόσμο σάν ἕνα μεγάλο κίνδυνο· μεταξύ τοῦ καλοῦ καί
τοῦ κακοῦ, μεταξύ ἀληθείας καί πλάνης, μεταξύ ὑπομονῆς καί ἐλπίδος.
Εἶναι καλλίτερο νά ὑποφέρης μία στενοχώρια γιά τήν ἀλήθεια, παρά νά λέγης
ἕνα ψέμμα. Ἕνας κακός λόγος, κάνει κακούς καί τούς καλούς, ἐνῶ ἕνας καλός λόγος
καί τούς κακούς τούς κάνει καλούς.
Ἡ γλῶσσα εἶναι ἕνα μικρό μέλος, ἀλλά προκαλεῖ πολλές καί μεγάλες
δυστυχίες. Αὐτή εἶναι περιφραγμένη μέ δύο φρουρούς, μέ τήν σειρά τῶν ὀδόντων καί
μέ τά χείλη, ἀλλά εἶναι πολύ εὔκολο γι᾿ αὐτήν νά ξεφεύγη τούς φρουρούς της καί νά
«τσακίζη κόκκαλα».
Σκέψου καλά, ἐάν ὁ λόγος πού λέγεις στόν κόσμο θά εἶναι γιά τό καλό σου καί
γιά τό καλό τῶν ἄλλων. Ὁ λόγος, ὅσο μικρός καί ἀσήμαντος κι ἄν φαίνεται, θά ζήση
μέχρι τήν Μέλλουσα Κρίσι τοῦ Θεοῦ, ὅπου θά ἀπολογηθῆ εἴτε ὑπέρ σοῦ, εἴτε
ἐναντίον σου.
Μήν ἀνοίγης τό στόμα σου νά γελάσης· αὐτό εἶναι σημεῖο μιᾶς
διασκορπισμένης καί ἀφρόντιστης ψυχῆς, πού εἶναι ξένη στόν φόβο τοῦ Θεοῦ.
Διάλεξε τήν σιωπή, ἡ ὁποία θά σέ προφυλάξη ἀπό πολλά κακά.
Ἐάν ἀκόμη ὁ ἄνθρωπος ἠμπορέση νά μάθη ὁλόκληρη τήν Ἁγία Γραφή καί
πάλι θά ἰσχύη τό χωρίο: «ἐκ τῶν λόγων σου θά δικαιωθῆς καί ἐκ τῶν λόγων σου θά
κατακριθῆς». Τότε θά ἀποφασίσης ὅτι εἶναι προτιμώτερο νά σιωπᾶς.
Ἡ σιωπή εἶναι καλή στόν κατάλληλο καιρό της. Ἀκόμη εἶναι ἡ μητέρα τῶν
σκέψεων τῆς σοφίας.
Οἱ συζητήσεις μας νά εἶναι τόσο φυσικές, ὥστε νά μή συνατήσουμε ἐξ αἰτίας
τους στήν ἄλλη ζωή τά αἰώνια βάσανα. Ὁποιοσδήποτε λόγος δέν στηρίζεται στό
ἔργο, δέν περνᾶ πέρα ἀπό τά αὐτιά, ἐνῶ, ὅταν στηρίζεται στό ἔργο, αὐτός δίνει ζωή
καί εἰσέρχεται μέχρι τήν καρδιά.
Μάθε νά συνομιλῆς πολύ μέ τόν ἑαυτό σου καί μέ τόν Θεό καί ὀλιγώτερο μέ
τούς ἀνθρώπους. Ὅσο ὀλιγώτερο ὁμιλεῖς μέ τούς ἀνθρώπους, τόσο περισσότερο θά
ὁμιλῆς μέ τόν Θεό. Κἄπου-κἄπου νά συνομιλῆς μαζί Του στήν καρδιά σου.
36
Ἀπαγορεύσιμα λόγια
Ἡ λέξις «τρελλός» δέν εἶναι μία ἀπαγορεύσιμη λέξις. Ὅποιος ὅμως λέγει τόν
ἀδελφό του «ἀνόητον, τρελλόν» θά βασανίζεται στό πῦρ τῆς γεέννης. Γιατί; Ἐπειδή
ἁπλῶς καί μόνο ὁ ἐκσφενδονισμός αὐτοῦ τοῦ λόγου στό μάγουλο τοῦ ἄλλου
ἀνθρώπου «στραπατσάρει» τήν φυσιογνωμία τοῦ νοῦ του.
Εἶναι γνωστή ἡ ἐμπειρία πολλῶν ἀτόμων τά ὁποῖα ὠργάνωσαν κάποτε τήν
ἑπόμενη ψυχολογική συνωμοσία: Ἐξέλεξαν τό θῦμα καί παρουσιάσθηκαν στήν
σειρά, σέ ἀκανόνιστα χρονικά διαστηματα καί ἄρχισαν νά ξαφνιάζουν μέ τίς
ἐρωτήσεις τους τό θῦμα.
-Τί γίνεται μέ σένα, μήπως ἐσύ ἄλλαξες κάτι; Καί ἔφευγε. Ἐρχόταν ὁ ἑπόμενος:
-Τί ἔπαθες, ἀδελφέ, δέν βλέπεις καλά; Τί θά γίνη μέ σένα;
Ἔφευγε κι αὐτός. Ἄλλη φορά ὁ τρίτος τοῦ λέγει τόν μεγάλο θαυμασμό του ὅτι
τόν βρῆκε κἄπως ἀλλαγμένον καί πώς δέν εἶναι πλήρως καλά. Ὁ ἑπόμενος τόν βρῆκε
ὅτι ἦτο περίεργος στά μυαλά του. Ἔτσι καί οἱ ἄλλοι, μέχρι τόν τελευταῖο, ὁ ὁποῖος τόν
μετέφερε στό ψυχιατρεῖο γιά ψυχικές καί διανοητικές του διαταραχές. Καί τό
δυστυχισμένο θῦμα χάνοντας σταδιακά τήν ἡσυχία του καί μή γνωρίζοντας τήν
παγίδα, ἔφθασε στήν τρέλλα. Ἔπρεπε νά γίνη τό κακό καί κατόπιν ὅλοι αὐτοί ν᾿
ἀποκαλύψουν τήν συνομωσία. Τελικά, μέ μεγάλη δυσκολία ὁ ἄνθρωπος ἐπανεῦρε τό
μυαλό του. Μόλις κατώρθωσε νά γίνη πάλι διαυγής ὁ νοῦς, μετά τήν συστηματική
ἀπάτη πού ὑπέστη γιά νά ὑποστῆ τήν διαταραχή πού ἔπαθε.
Τό ψέμμα καί οἱ βαθμοί του, λέγονται εὔκολα γιά ἀστεῖο, ἀλλά ἐπιφέρει
μεγάλη ψυχική βλάβη στόν ἄνθρωπο. Ἡ ἐπόμενη ἐμπειρία θά μᾶς τό ἀποδείξη:
Εἴχαμε ὑπ᾿ ὄψιν μας ἕνα μαθητή. Τοῦ συνέβη κάποτε νά κοιμηθῆ τό ἀπόγευμα
περισσότερο. Ἦτο καί φθινόπωρο καί ἡ ἡμέρα νεφελώδης, ὁπότε σηκώθηκε τό βράδυ
στίς ἑπτά. Πῶς ἐπῆγε ὁ ὕπνος; Τόν ἐπήραμε μέ τήν εἰρωνεία. «Ἄϊντε γρήγορα στό
μάθημα. Ἄργησες».
-Ἀλλά, μοῦ φαίνεται ὅτι σκοτίνιασε ἔξω, εἶπε ἐκεῖνος.
-Ναί, ἀλλά εἶναι πρωΐ. Αὐτό πού βλέπεις εἶναι ἔκκλειψις ἡλίου.
Πιέσθηκε νά πιστεύση στήν ἀναφερθεῖσα αὐτή κατάστασι. Παίρνοντας κάτι
στό στόμα του, ἑτοιμάσθηκε νά ἀναχωρήση ἀπό τό σχολεῖο.
-Στάσου, Γκικοῦλε, εἶναι βράδυ.
-Καί γελᾶτε μέ μένα; Τούς εἶπε καί ἀνεχώρησε γρήγορα. Χρειάσθηκαν καί
ἄλλοι τρόποι γιά νά τοῦ ἀποδείξουν ὅτι εἶναι βράδυ καί ὄχι πρωΐ. Τότε εἶδα τήν
ταραγμένη καί ἀλλοπρόσαλλη κατάστασι στό πρόσωπο αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ.
Συνεπῶς, πρέπει νά εἴμεθα ἀνώτεροι ἀπό ἀστεῖα, ψέμματα καί λόγια
κοσμικῶν ἀνθρώπων: Οὔτε μέ τά λόγια μας νά τούς ἐπαινοῦμε πολύ, οὔτε νά τούς
κακολογοῦμε. Τά λόγια εἶναι ζωντανές ὑπάρξεις, ἱκανές νά κάνουν ἔργο γιά τό ὁποῖο
ἐστάλησαν. Καί ἐπειδή εἶναι ζωντανές ὑπάρξεις, ζωή ἀπό τήν ζωή ἐκείνου ὁ ὁποῖος
τά ἐδημιούργησε, αὐτά (λόγια) τόν συνοδεύουν μέχρι τήν Ἔσχατη Κρίσι, σάν παιδιά
του, μέ ὅλα τά κατορθώματά τους καί μέ ὅλες τίς συνέπειές τους. Ἡ ἐξομολόγησίς
τους μέ μετάνοια, μπορεῖ ν᾿ ἀλλάξη τήν κατάστασι. Τό μυστήριο τῆς μετανοίας εἶναι
μία εὐσπλαγχνική κρίσις· ὅ,τιδήποτε σταματᾶ ἐδῶ, δέν πηγαίνει πιό πέρα, στήν ἄλλη
37
ζωή. Δέκα ἐντολές ἔχει ἡ σοφία: στίς ἐννέα νά σιωπᾶς καί στήν μία νά ὁμιλῆς καί
τότε μέ λίγα λόγια.
Περί ὑπερηφανείας
Μή ὑπερηφανεύεσαι, ὦ ἄνθρωπε, σύ πού εἶσαι σκόνη καί στάκτη. Γιατί
ὑψώνεις τό μετωπό σου; Νά γνωρίζης ὅτι δέν εἶσαι τίποτε παρά μόνο χῶμα καί
στάκτη. Ἀπό τήν γῆ προῆλθες καί στήν γῆ γρήγορα θά ἐπιστρέψης. Φοβήσου καί
φῦγε ὄχι μόνο ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ἀλλά ἀπό κάθε τι τό ὁποῖον σέ ὁδηγῆ σ᾿ αὐτήν
καί προπαντός ἀπό τήν κενοδοξία. Ἡ ἀρχή τῆς ὑπερηφανείας εἶναι ἡ ἀρχή τῆς
κενοδοξίας. Αὐτός πού δέν αἰχμαλωτίσθηκε ἀπό τήν κενοδοξία, αὐτός δέν ἔπεσε στήν
παράλογη ὑπερηφάνεια, ἡ ὁποία εἶναι ἐχθρός ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Μή στέκεσαι μέ τόν λογισμό σου ὅτι εἶσαι ἀνώτερος τῶν ἄλλων, γιά νά μή
πέσης πολύ χαμηλά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Νά μή ἀνυψούμεθα ὁ ἕνας ἀπέναντι στόν
ἄλλον, διότι τό χῶμα θά μᾶς δεχθῆ ὅλους καί θά δώση στόν καθένα τόν ἴδιο χῶρο γιά
τό πτῶμα μας. Διότι στό ἔδαφος περπατᾶμε, στό ἔδαφος ζοῦμε καί στό ἔδαφος θά
γυρίσουμε. Ἠμποροῦμε νά ὑπερηφανευθοῦμε γιά κάτι τό ὁποῖον ἐμεῖς δέν τό ἔχουμε,
οὔτε ἀκόμη καί κάποιο εἶδος ἰδιοκτησίας μας, ἐκτός μόνον ἀπό τίς ἁμαρτίες καί
ἀδυναμίες μας; Ἡ ἀξία μας δέν ἔχει καμμία ἀξία καί εἶναι ἄξια μόνο γιά τά παρόντα
38
καί τά αἰώνια βάσανα. Τί εἴμεθα ὅλοι ἐμεῖς, παρά σάν μερικούς ζητιάνους; Τί ἔχουμε
ἰδικό μας; Ἀλήθεια, τίποτε δέν ἔχουμε, ἐκτός ἀπό τίς ἁμαρτίες μας.
Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει πρό ὀφθαλμῶν του, ἡμέρα καί νύκτα, τήν
ἔξοδο τῆς ψυχῆς του ἀπό τό σῶμα καί μισεῖ τήν ὑπερηφάνεια καί τό ψέμμα.
Δοξάσθηκε κάποιος στήν ἀποκάλυψι: «Λέγεις ἐξ αἰτίας τῆς ὑπερηφανείας σου
ὅτι εἶμαι πλούσιος εἰς ἀρετάς καί ἔχω πλουτίσει καί δέν μοῦ χρειάζεται τίποτε. Καί
δέν ἠξεύρεις ὅτι σύ εἶσαι πράγματι ὁ ταλαίπωρος καί ἐλεεινός καί πτωχός εἰς ἀρετήν
καί τυφλός, ὥστε νά μή βλέπης τήν πραγματικήν πνευματικήν σου κατάστασιν καί
γυμνός»! (Ἀποκ.3,17).
Εἶναι καλλίτερα νά εἶσαι ἕνας ταπεινός ἁμαρτωλός, παρά ἕνα δίκαιος
ὑπερήφανος. Μήν ὑψώνεσαι μέ τόν λογισμό σου στά ὕψη γιά νά μή πέσης στά βάθη.
Τό καλλίτερο εἶναι ν᾿ ἀναγνωρίζουμε τίς ἁμαρτίες μας μέ ταπείνωσι. Ὅλες οἱ
ἁμαρτίες μας εἶναι μισητές ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἡ πιό μισητή ἀπό ὅλες εἶναι ἡ
ὑπερηφάνεια.
Αὐτός πού ἀποκαλύπτει τά καλά του ἔργα καί τά σαλπίζει ὁμοιάζει μέ τόν
γεωργό, ὁ ὁποῖος σπέρνει τόν σπόρο μπροστά του, στίς πέτρες καί ἔρχονται τά
πετεινά τοῦ οὐρανοῦ καί τόν τρώγουν.
Ἕνα τρύπιο σακκί δέν ἠμπορεῖ νά διατηρήση μέσα αὐτό πού κάποιος ἔβαλε,
ἔτσι καί ἡ κενοδοξία σκορπίζει τόν πλοῦτο τῶν καλῶν ἔργων. Ἡ κενοδοξία
μεταβάλλει τά καλά ἔργα καί τά κάνη ἀνώφελα καί κοσμικά.
Ὁ ἀληθινός Χριστιανός
Χριστιανός νά εἶσαι καί ὄχι μόνο νά φαίνεσαι! Ἰδού ἕνα ἀπό τά πρωταρχικά
σου καθήκοντα. Τό ὄνομα Χριστιανός χωρίς χριστιανική ζωή εἶναι μία ὑποκρισία.
Χριστιανός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος, ὅσο εἶναι δυνατόν στόν ἄνθρωπο, μιμεῖται τόν
Κύριο Ἰησοῦ: μέ τά λόγια του, μέ τά ἔργα του καί μέ τίς σκέψεις του. Γιά τήν
ἐκπλήρωσι τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ χρειάζεσαι τήν ἁπλότητα.
Καθώς τό ὄνομα Ἀπόστολος μέ τό ὁποῖο ὠνομάσθηκε ὁ Ἰούδας, ὁ
ὁποῖος εἶχε λογισμούς, σχέδια καί ἄλλα κακά δέν τοῦ ἐμφανίσθηκαν, ὅταν ζοῦσε,
ἐνώπιόν του τά αἰώνια βάσανα, ἔτσι ἀκριβῶς οὔτε καί ἐμεῖς δέν θά ἐξαγοράσουμε μέ
μία παρόμοια παίδευσι τό ὄνομα Χριστιανός, ἐάν δέν ζήσουμε τήν ζωή μας κατά τόν
νόμο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Πτωχός εἶναι ὁ Χριστιανός, ὁ ὁποῖος ζητεῖ πολλά καί τά προμηθεύεται στόν
κόσμο αὐτόν.
Κάθε Χριστιανός πρέπει νά σηκώνη τόν σταυρό του.
Ὁ πραγματικός χριστιανός ἠμπορεῖ νά λέγη μέ μία γεμάτη ἀπό χαρά καί
τόλμη καρδιά, ἀκόμη καί στό κατώφλιο τοῦ θανάτου, πού πλησιάζει, νά λέγη: «Ποῦ
εἶναι ἄδη τό κεντρί σου;»(Α΄Κορ.15,55). Ἐπειδή ζώντας στήν γῆ ὁ ἀληθινός χριστιανός
ἀρνεῖται τίς ἀπολαύσεις, τά αἰσθήματα, ἀλλά ἀντίθετα μετά θάνατον αὐτός θά
ἀξιωθῆ στόν οὐρανό τῶν θείων εὐεργεσιῶν πού τίς περιγράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος
ὅτι: «μάτι δέν τίς εἶδε καί αὐτί δέν τίς ἄκουσε καί στήν καρδία ἀνθρώπου δέν
ἀνέβηκαν». (Α΄Κορ.2,9). Αὐτά δέν εἶναι δυνατόν οὔτε ἐμεῖς νά τά φαντασθοῦμε, οὔτε
νά παρουσιασθοῦν μπροστά μας.
Ὁ χριστιανός στήν γῆ δέχεται τήν παρηγορία τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι ἀδύνατον νά κυριαρχῆ κάποιος στά πάθη τῶν ἄλλων, ἐάν ὁ ἴδιος δέν
ἐνίκησε τά ἰδικά του. Ἐάν εἶσαι κυβερνήτης τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, νά ἐνθυμῆσαι ὅτι
γιά σένα εἶναι κυβερνήτης ὁ Θεός. Νά συμπεριφέρεσαι μ᾿ ἐκείνους πού σέ ὑπηρετοῦν,
ὅπως θά ἐπιθυμῆς νά εἶναι ἀπέναντί σου ὁ Θεός.
Εἶναι καλλίτερα οἱ ὑπήκοοί σου νά σέ ἀγαποῦν, παρά νά σέ φοβοῦνται, διότι
ἀπό τόν φόβο γεννᾶται ἡ ὑποκρισία καί τό ψέμμα, ἐνῶ ἀπό τήν ἀγάπη γεννᾶται ἡ
ἀλήθεια.
Τό καθῆκον τῶν κυβερνώντων εἶναι νά σώζουν καί ὄχι νά παιδεύουν. Αὐτός
πού ὑποτάσσεται στόν κυβερνήτη του ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὑποτάσσεται
στόν Θεό.
Ὀνομάζεσαι πατήρ τῶν παιδιῶν σου κατά σάρκα, νά εἶσαι καί πατήρ τους
κατά πνεῦμα. Ὄχι μόνο νά κάνης τήν ἁπλῆ γέννησι σάν πατέρας, ἀλλά προπαντός
νά τούς δώσης τήν καλή ἀγωγή στό πνεῦμα τῆς ὀρθοδόξου Πίστεως. Ἔμαθες νά
γεννᾶς παιδιά; Τώρα νά τά παιδαγωγήσης, ὅπως πρέπει γιά νά φέρης μέ ἀξία τό
ὄνομα τοῦ πατρός.
49
Ὄχι μόνο ἡ κυοφορία τοῦ παιδιοῦ στήν κοιλιά σου σέ κάνει μητέρα, ἀλλά μία
καλή χριστιανική ἀγωγή τῶν παιδιῶν σου. Ὁ πρῶτος λόγος πού πρέπει νά εἰπῆς στό
παιδί σου νά εἶναι γιά τόν Θεό, στόν Ὁποῖον χαρίζεται καί τό πρῶτο χαμόγελο τοῦ
παιδιοῦ σου.
Ὅταν γεννᾶται ἕνα παιδί, ἡ μητέρα δίνει στόν κόσμο ἕνα ἄνθρωπο καί στήν
συνέχεια πρέπει δι᾿ αὐτῆς νά δώση ὁ οὐρανός ἕνα ἄγγελο. Ἡ πρώτη ἰδανική
κατάστασις τῶν παιδιῶν ἐξαρτᾶται κατά μέγα μέρος ἀπό τήν ἠθική ἐπίδρασι τήν
ὁποία ἔχει ἡ μητέρα ἐπάνω τους.
Δώστε μας τίς καλλίτερες μητέρες (ταπεινές καί πιστές στόν Θεό) καί θά σᾶς
δώσουμε τούς καλλίτερους ἀνθρώπους.
Δέν ὑπάρχει καμμία ἀνώτερη τέχνη ἀπό τήν τέχνη τῆς ἀγωγῆς. Ὅ,τι ἀγωγή
θά δώσουν οἱ γονεῖς στά παιδιά τους, στήν νηπιακή τους ἡλικία, ἀπ᾿ αὐτή συνήθως
θά ἐξαρτηθῆ, ἄν θά γίνουν εὐάρεστα ἤ μισητά στόν Θεό, ἀγγελικά ἤ διαβολικά, μ᾿
αὐτό τόν τρόπο καί θά ζήσουν. Οἱ γονεῖς θά τιμωρηθοῦν ὄχι μόνο γιά τίς ἁμαρτίες
τους, ἀλλά καί γιά τά παιδιά τους, τά ὁποῖα δέν τά ἀνέθρεψαν μέ τόν πνεῦμα τῆς
εὐλαβείας καί τῆς πίστεως στόν Χριστό. Γονεῖς οἱ ὁποῖοι δέν μεγαλώνουν τά παιδιά
τους ὅπως πρέπει, δηλαδή χριστιανικά, τά γεννοῦν μόνο γιά μία παροδική ζωή,
σωματική καί τούς ἀνοίγουν τήν πόρτα γιά τόν αἰώνιο θάνατο, τήν κόλασι.
Νά εἶσαι πρῶτα ἐσύ ὁ ἴδιος, αὐτό πού θέλεις νά κάνης στόν ἄλλον. Ἐάν θέλης
νά διδάξης τά παιδιά, δίδαξε πρῶτα τά ἰδικά σου ἐν πνεύματι τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἀληθινός μοναχός
Γιά τόν ἀληθινό μοναχό δέν ὑπάρχει κανείς καί τίποτε ἐπάνω στήν γῆ. Χαρά
καί εὐφροσύνη του εἶναι ἡ ἀκατάπαυστη προσευχή του. Αὐτός ἀγαπᾶ ὅλους τούς
ἀνθρώπους, ἀλλά ἐνοχλεῖται κι ἀπό ὅλους, διότι αὐτοί ζοῦν ἀπομακρυσμένοι ἀπό τόν
Θεό.
Ἡ ζωή τοῦ μοναχοῦ πρέπει νά εἶναι τό κάτι ἄλλο ἀπ᾿ αὐτούς πού ζοῦν στόν
κόσμο. Ἡ ἡσυχία εἶναι μία γλυκύτης, ἐνῶ ἡ προσευχή εἶναι μία πνευματική θεωρία.
59
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τροφή γιά τήν ψυχή του, εἶναι ἡ γλυκύτερη συνεργασία μέ
τόν Θεό. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό μοναδικό καταφύγιο, ἡ αὐλή τοῦ ἱεροῦ τόπου. Εἶναι ἕνα
σύνορο. Ὁ κόσμος του εἶναι ἡ αἰωνιότης, ἐκεῖ εἶναι ὁ θησαυρός του, ἐκεῖ εἶναι ἡ
καρδία του.
Μοναδικός δεσμός μέ τούς ἐν τῷ κόσμῳ ζῶντας εἶναι ἕνα καντήλι, ἡ προσευχή
γι᾿ αὐτούς. Ἰδού ποιά εἶναι ἡ ζωή τοῦ μοναχοῦ.
Ὁ μοναχός δέν ἔχει παρά μόνο μία ἐπιθυμία στήν καρδιά του, μία μοναδική
φροντίδα, πῶς νά εὐαρεστῆ τόν Θεό καί νά ἐργάζεται γιά τόν Θεό. Ὅταν ὁ ἅγιος
Ἰωάννης τῆς Κλίμακος ἐρωτήθηκε: «Ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός καί συνετός μοναχός;
Ἀπήντησε: «Αὐτός ὁ ὁποῖος κάθε ἡμέρα, μέχρι τόν θάνατό του, δέν σταματᾶ νά
προσθέτει φλόγα ἐπάνω στήν φλόγα, ἐπιθυμία ἐπάνω στήν ἐπιθυμία, ἄσκησι ἐπάνω
στήν ἄσκησι». Ἐκεῖνος εἶναι μοναχός ὁ ὁποῖος, ὄντας ἐνδεδυμένος μέ φθαρτό καί
ὑλικό σῶμα, μιμεῖται τήν ζωή τῶν ἀσωμάτων ἀγγέλων.
Αὐτός πού θέλει νά εἶναι ἀληθινός μοναχός πρέπει νά ἔχη μία μεγάλη
ἀγωνιστική διάθεσι, νά ἐπιδιώκη νά μή ἀπουσιάζη ἀπ᾿ ὅλα τά ἀναγκαῖα καθήκοντά
του. Ν᾿ἀγαπᾶ τήν πτωχεία, τήν θλῖψι, τήν ταλαιπωρία καί τήν νηστεία: ἰδού τά ὅπλα
τῆς ἐργασίας τοῦ μοναχοῦ.
Μοναχός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἶναι βιαστής σέ ὅλα καί ἐπιδιώκει νά ζῆ
μόνος. Μοναχός ὁ ὁποῖος δέν ἀνανεώνει μέσα του τήν κλῆσι του, καλλίτερα νά εἶχε
σαπίση στήν κοιλιά τῆς μητέρας του.
Μοναχισμός, ὅπως ἄλλωστε τό λέγει καί ἡ ἴδια ἡ λέξις σημαίνει ζωή στήν
μοναξιά, χωρίς τήν κοινωνία μέ ἄλλο κόσμο. Γι᾿ αὐτό καί οἱ σοφοί διδάσκαλοι τοῦ
μοναχικοῦ βίου, προσπαθοῦν κατά ἕνα ἰδιαίτερο τρόπο νά πείσουν τούς μοναχούς νά
ζοῦν μέ μόνη κυρίως τήν παρηγοριά καί τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή τους,
δείχνοντάς τους ἀπό τήν ἄλλη πλευρά τούς καλούς καρπούς αὐτῆς τῆς μοναχικῆς
ζωῆς καί παράλληλα ἀναφέρουν καί τά κακά πού προέρχονται ἀπό τήν ἔκπτωσι ἀπ᾿
αὐτή τήν ἀγγελοειδῆ πολιτεία.
Νά εἶσαι μοναχός ὄχι μόνο στήν ἐνδυμασία, ἀλλά στό ἔργο καί στήν πρᾶξι: Νά
εἶσαι μοναχός, δηλαδή μόνος μέ τόν Θεό. Ἡ μοναχική ζωή ἐπί τῆς γῆς. Ὅποιος
ἀπομακρύνεται ἀπό τά ἐπίγεια καί τούς φίλους, αὐτός πλησιάζει τόν Θεό μέ τούς
Ἁγίους Ἀγγέλους.
Μέ τίποτε περισσότερο δέν σφάλλει ὁ ἄνθρωπος ἐπί τῆς γῆς, ὅσο μέ τήν
γλῶσσα, τήν ὁποία μόνο ἡ μοναξιά μπορεῖ τελείως ν᾿ ἀφανίση. Οἱ καλοί καί οὐράνιοι
λογισμοί γεννῶνται στήν ἡσυχία καί ὄχι μέ τό πολύ πλῆθος καί τόν θόρυβο. Κάθισε
στό κελλί σου κι αὐτό θά σέ διδάξη τά πάντα. Στήν μοναξιά δέν ὑπάρχει φλυαρία,
παρά μόνο ἀγωνία τί ἀπάντησι θά δώσουμε τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως. (Ματ.12,36).
Ἀλλά, μή νομίσης ὅτι, ἀπομακρυνόμενος στήν ἔρημο, ἔγινες και ἡσυχαστής. Ἐάν δέν
εἶσαι μέ τόν Θεό, τότε ὁπωσδήποτε εἶσαι μέ τόν διάβολο.
Στό μέτρο στό ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἀπό τούς δεσμούς του μέ τόν
κόσμο, στό ἴδιο μέτρο ἀξιώνεται νά δέχεται ἐν ἐλευθερίᾳ τόν Θεό στόν νοῦ καί στήν
καρδιά του.
Ὅπως σ᾿ ἕνα ποτήρι γεμᾶτο μέ διαυγές νερό φαίνεται καλλίτερα ὁ ἥλιος,
ἀπ᾿ὅ,τι σέ ἕνα ποτήρι μέ θολωμένο νερό, ἔτσι ἀκριβῶς καί ὁ αἰώνιος Ἥλιος Χριστός
60
γνωρίζεται καλλίτερα στήν ἡσυχία διά τῆς πίστεως καί τῶν νοερῶν ὀφθαλμῶν, παρά
στήν ταραχή καί στόν θόρυβο τοῦ κόσμου.
Ὁ ἄνθρωπος πού ἐγνώρισε τήν γλυκύτητα τοῦ κελλιοῦ του φεύγει τόν πλησίον
του, παρότι τόν ἀγαπᾶ καί τόν σέβεται. Ὁ Ἀββᾶς Μᾶρκος ἔλεγε στόν Ἀββᾶ Ἀρσένιο:
-Γιατί μᾶς ἀποφεύγεις; Καί ὁ Γέροντας τούς ἀπήντησε:
-Ὁ Θεός βλέπει ὅτι σᾶς ἀγαπῶ, ἀλλά δέν ἠμπορῶ νά εἶμαι μαζί καί μέ τόν Θεό
καί μέ τούς ἀνθρώπους.
Στόν οὐρανό, χιλιάδες καί ἑκαστομμύρια πνευμάτων καί Ἁγίων ἔχουν μία
μόνη ἐπιθυμία, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι ἔχουν πολλῶν εἰδῶν ἐπιθυμίες καί θελήματα.
Ἡ παραμονή στήν μοναξιά γεννᾶ ἕνα πνευματικό θησαυρό, ἐνῶ ἡ ἀπουσία
της, τόν διασκορπίζει. Χωρίς μεγάλη ἀνάγκη, μήν ἐξέρχεσαι ἀπό τό μοναστήρι καί
μήν εἰσέρχεσαι σέ σπίτι λαϊκοῦ χριστιανοῦ, διότι θά ἐξέλθης διαφορετικός ἀπό ὅ,τι
μπῆκες.
Νά εἶσαι σέ ἐπιφυλακή στό κελλί σου καί ἔξω ἀπ᾿ αὐτό. Ἐάν δέν μάθης νά ζῆς
μέ εἰρήνη μέ τούς ἀνθρώπους, τότε δέν θά βρῆς τήν εἰρήνη οὔτε στήν ἔρημο. Μή
νομίσης ὅτι ἀπομακρυνόμενος στήν ἔρημο εἶσαι μόνος καί ἐρημίτης. Ὅπου καί νά
εἶσαι δέν ἠμπορεῖς νά λυτρωθῆς ἀπό τίς παγίδες τοῦ σατανᾶ.
Ὅποιος μπῆκε στό μοναχικό πολίτευμα πρέπει νά ξέρη ὅτι ἐδῶ στήν μοναξιά
ἐμφανίζεται κατά ἰδιαίτερο τρόπο τό κακό πνεῦμα, πού ἐπιθυμεῖ νά τόν ἐμποδίση
στήν ὁδό τῆς σωτηρίας του. Ὅποιος ζῆ στόν κόσμο, μάχεται μέ τούς δαίμονες σάν μέ
τίς μυῖγες, ἐνῶ αὐτοί πού ζοῦν στήν ἐρημιά μάχονται μ᾿ αὐτούς σάν νά ἦλθαν τίγρεις
καί λεοπαρδάλεις. Ὅποιος ζῆ στήν ἔρημο εἶναι ἀπηλλαγμένος ἀπό τρεῖς μεγάλας
ἐχθρούς: ἀπό τόν πειρασμό τῆς φιλαργυρίας, τῆς φλυαρίας καί τῆς ὁράσεως. Αὐτός
δέν ἔχει ἄλλο πειρασμό νά πολεμήση παρά τούς πειρασμούς τῆς καρδίας.
Στήν ἀρχή τά πονηρά πνεύματα πολεμοῦν τόν μοναχό ἰδιαίτερα μέ τήν πλῆξι,
μέ τήν ἀπελπισία, μέ τήν στενοχώρια καί ὅσα ἄφησε στόν κόσμο ἔρχονται καί τοῦ
λέγουν ν᾿ἀφήση τήν ἔρημο καί ἐκ νέου νά ἐπιστρέψη στόν κόσμο. Ὁ μοναχός πρέπει
νά ξέρη αὐτόν τόν πόλεμο ἀπό πρίν, γιά νά μή ἐξασθενήση ἡ ψυχή του σ᾿ ἕνα
παρόμοιο πειρασμό, ἀλλά νά πολεμήση ἀνδρεῖα μ᾿ αὐτόν προτάσσοντάς του τό
ἀνίκητο ὅπλο τῆς προσευχῆς. Ἡ προσευχή εἶναι τό φάρμακο τῆς στενοχώριας καί τοῦ
μίσους.
Νά εἶσαι πάντοτε μέ τόν Θεό, ἐάν θέλης κι Αὐτός νά εἶναι πάντα μαζί σου. Ὁ
Θεός εἶναι παρών ὁπουδήποτε, ἐνῶ ἐσύ νά στέκεσαι μπροστά Του.
Πρέπει νά πιστεύουμε δυνατά ὅτι τά μάτια τοῦ Θεοῦ εἶναι παντοτεινά πιό
φωτεινά ἀπό τόν ἥλιο, ὅτι παρακολουθοῦν τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων καί ὅτι τίποτε
δέν ἠμπορεῖ νά κρυφθῆ ἀπ᾿ αὐτούς: οὔτε σκέψεις, οὔτε ὄνειρα, οὔτε ὁποιαδήποτε
αἴσθησις τῆς καρδίας.
Ὁ Κύριος εὐδοκεῖ νά ξεχύνονται πλούσια τά χαρίσματά Του σ᾿ αὐτούς πού Τόν
δέχονται μέ μία εὐγνωμοσύνη ταπεινή. Ἐνῶ ἀπό τόν ἀγνώμονα θά τοῦ πάρη κι αὐτό
πού τοῦ ἔδωσε.
Νά δοξάζης τόν Θεό καί θά δοξασθῆς καί σύ ἀπ᾿ Αὐτόν.
Ὅποιος ξεχνᾶ τόν Θεό κι Αὐτός θά τόν ξεχάση.
Ἦλθε μία εὐλογία στήν ζωή σου, εὐχαρίστησε τόν Θεό καί ἡ πνευματική σου
κατάστασίς θά γίνη καλλίτερη.
61
Ἦλθε μία δυστυχία, εὐχαρίστησε τόν Θεό καί θά παρέλθη. Δόξαζε τόν Θεό γιά
ὅλα.
Εἴτε εἶσαι στά βουνά, εἴτε στίς κοιλάδες δῶσε τό χέρι σου νά σέ καθοδηγῆ τό
χέρι τῆς Θείας Προνοίας καί νά σέ ἀνεβάζη ψηλά.
Ἀκόμη κι ἀπό τήν γέννησί Του ὁ Κυριός μας Ἰησοῦς ὑπέφερε: Γεννήθηκε στήν
φάτνη, ἔζησε ὅπως τό ἔφεραν οἱ συνθῆκες καί ἀπέθανε στόν σταυρό. Ἐνῶ ἐμεῖς
ξεχνοῦμε τόν σταυρό τοῦ Κυρίου καί διαβάζουμε τά πάθη Του καί μόνοι μας δέν
ὑπομένουμε τήν παραμικρή ὕβρι. Ὁ Κύριός μας ἀπέθανε γιά νά θανατώση τά πάθη
πού κατοικοῦσαν μέσα μας.
Ὅταν ἡ φουρτοῦνα ἀρχίζει νά κλονίζη τό πλοῖο τῆς ψυχῆς μας, τότε νά
παρακαλᾶμε τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό διά τῆς προσευχῆς καί ἡ εἰρήνη Του θά
κατασκηνώση ἐπάνω μας. Αὐτός πού σταυρώθηκε γιά ἐμᾶς θά μᾶς βοηθήση νά
σταυρώσουμε κι ἐμεῖς τά πάθη μας καί τίς ἐπιθυμίες μας.
Ὁ Ἰησοῦς εἶναι πάντοτε καί γιατρός καί ἰατρεῖο. Ὁ Ἰησοῦς διά τοῦ θανάτου Του
ἐνίκησε τήν ἁμαρτία, ἐνῶ μέ τήν ἀνάστασί Του ἐνίκησε τόν θάνατο. Παρότι δέν Τόν
βλέπεις, ὅμως Τόν πιστεύεις, Τόν ἀγαπᾶς καί χαίρεσαι καί θά εἶσαι εὐτυχισμένος καί
στήν ἄλλη ζωή.
Ἐάν ἐσύ παράλληλα μέ τίς Μυροφόρες δέν κοιμᾶσαι τό πρωΐ γιά τόν Κύριο καί
προετοιμάζεσαι γι᾿ Αὐτόν μέ τό πνεῦμα σου, τότε, ἀκόμη κι ἄν δέν Τόν ἰδῆς, θά λάβης
ὁπωσδήποτε μία συμβουλή, ὅπου κι ἄν εὑρίσκεσαι.
Βλέπε βαθειά στήν καρδιά σου καί θά ἰδῆς ὅτι ὁ κάθε λογισμός ἡ κάθε
ἐπιθυμία σου, τό κάθε ἔργο σου θά σοῦ προκαλοῦν ἐντροπή καί θλῖψι. Κανείς δέν
γνωρίζει τούς λογισμούς καί τά ἔργα σου, ἀλλά θά ἔλθη καιρός πού τά πάντα θά
δημοσιευθοῦν στήν Μέλλουσα Κρίσι.
Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει καθαρά συνείδησι ὑποφέρει (ἀπό πόνο γιά τούς
ἄλλους), ἀλλά ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς του εἶναι ἀδιατάρακτη.
Ὅπως δέν ἠμπορεῖς νά σταματήσης τόν ἄνεμο, ἔτσι δέν ἠμπορεῖς καί νά
σταματήσης τούς κακούς λογισμούς σου.
Ἐάν ἀντιστεκώμεθα μέ ζῆλο κατά τῶν λογισμῶν, τότε ἡ μάχη μέ αὐτούς εἶναι
γιά ἐμᾶς πλήρης φωτεινῶν στεφάνων.
Ὅπως δέν θέλης νά κρατήσης ἕνα σκορπιό στό στῆθος σου, ἔτσι μή κρατῆς κι
ἕνα κακό λογισμό στήν καρδιά σου. Ἐάν κόπτουμε τούς λογισμούς, θά κοπῆ καί ἡ
ἁμαρτία.
Ὁ ἄνθρωπος μέ τήν καλή συνείδησι ἠμπορεῖ νά δημιουργήση φιλία μέ τόν
ὁποιονδήποτε, ἐνῶ ὁ κακός βασανίζεται καί δέν ἔχει ἡσυχία οὔτε καί στήν ἐρημιά
του.
Ὅποιος πτωχεύει γιά τόν Θεό, ἀποκτᾶ θησαυρό, ὁ ὁποῖος οὐδέποτε μειώνεται.
Στό μέτρο στό ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἀρνεῖται τίς παρηγοριές τοῦ κόσμου, στό ἴδιο μέτρο
ἀξιώνεται νά ἀπολαμβάνη τίς χαρές καί εὐλογίες τοῦ Θεοῦ διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
ὅσο μακρύτερα εἶσαι ἀπό τόν κόσμο, τόσο πλησιέστερα εἶσαι στόν Θεό.
Μεταξύ μοναχικῆς καί χριστιανικῆς ἐν τῷ κόσμῳ ζωῆς ἡ διαφορά εἶναι τόση,
ὅση εἶναι μεταξύ λιμανιοῦ καί θαλάσσης.
Γιά νά ἀγγίξης τούς σκοπούς τοῦ ἀληθινοῦ μοναχισμοῦ - ἠθική τελειότης καί
στενή ἕνωσις μέ τόν Θεό διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος - εἶναι ἀναγκαῖο νά γνωρίζης καί
62
νά ἐκπληρώνης τά ἐσωτερικά τῆς ψυχῆς σου καί ἐξωτερικά τῆς Μονῆς σου μοναχικά
καθήκοντα. Ἔτσι, ἠμπορεῖς νά ζῆς μέσα στά τείχη τῆς Μονῆς, ἔξω ἀπό τόν θόρυβο
καί τίς κοσμικές ματαιότητες, μπορεῖς νά φέρης ἐνδυμασία καί τήν ὀνομασία τοῦ
μοναχοῦ, ἐνῶ ἐξωτερικά νά εἶσαι ἕνας ἄνθρωπος ταπεινός καί ἄσημος, περισσότερο
ἀπό ἕνα συνηθισμένο λαϊκό.
Καθένας πού πειράζεται ἀπό τόν ἑαυτό του καί μετά τρώγει τόν ἄρτο τῆς
καλογερικῆς ζωῆς, πού εἶναι ἀνάμεικτος μέ τά πικρά ἀγριόχορτα καί νά πίνη ἀπ᾿
αὐτό τό ποτήρι πού εἶναι γεμᾶτο ἀπό τά δάκρυα, γιά νά μή κοπιάζη εἰς μάτην καί
πρός τιμωρίαν του. Στήν περίπτωσι αὐτή εἶναι καλλίτερα νά μή κάνης ἀρχή
ἀρνήσεως τοῦ ἑαυτοῦ σου παρά νά τό ἐκπληρώσης ἀργότερα μέ ἀδιαφορία καί νά
ἐκτεθῆς σέ μεγαλυτέρους κινδύνους.
Εἶναι καλλίτερο νά μή δώσης ὑποσχέσεις, παρά νά τίς δώσης καί νά μή τίς
ἐκπληρώσης. Ὅλοι οἱ μοναχοί, ὅσοι ζοῦν στό μοναστήρι δέν εἶναι ἀληθινοί, ἀλλά
μόνο αὐτοί, οἱ ὁποῖοι ἐκπληρώνουν τά καθήκοντά τους.
Ἡ μοναχική ζωή εἶναι ἡ σοφία πάσης ἄλλης σοφίας καί ἐμπειρία πάσης ἄλλης
ἐμπειρίας.
Στήν ζωή ἑνός μοναχοῦ τό κάθε τι πρέπει νά εἶναι διαφορετικό: Τά αἰσθήματά
του, τό καθημερινό πρόγραμμά του, ὁλόκληρη ἡ ζωή του· ὅλα νά διαφέρουν ἀπό τήν
ζωή αὐτῶν πού ζοῦν στόν κόσμο. Ἡ ἡσυχία εἶναι γλυκύτης, ἡ προσευχή εἶναι
πνευματική ἀνάβασις καί θεία νοερά ἐποπτία. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τροφή τῆς
ψυχῆς, εἶναι ἡ γλυκύτερη συνομιλία μέ τόν Θεό.
-Οἱ ὑποσχέσεις τοῦ μοναχοῦ εἶναι: ἀκτημοσύνη, παρθενία καί ὑπακοή.
-Διά τῆς μετοικίσεως στό μοναστήρι ἤ στήν ἔρημο μεταπηδοῦμε ἀπό τήν παρά
φύσιν καί κατά φύσιν στήν ὑπέρ φύσιν ζωήν.
.
63