Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 217

1

2
ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ
ΤΗΣ ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΕΥΚΑΔΑ

3
4
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣμΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣμΟΥ
22η ΕΦΟΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ
ΤΗΣ ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΕΥΚΑΔΑ

Πρακτικά Ημερίδας

Επιμέλεια: Ιωάννης Π. Χουλιαράς

ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ 2014

5
6
MINISTRY OF CULTURE AND SPORTS
22nd EPHORATE OF BYZANTINE ANTIQUITIES

THE ARCHAEOLOGICAL WORK


OF THE EPHORATE OF BYZANTINE ANTIQUITIES
IN AΙTOLOAKARNANIA AND LEFKAS

Conference Proceedings

Editor: Ioannis P. Chouliaras

NAFPAKTOS 2014

7
ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ
ΤΗΣ ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΕΥΚΑΔΑ
Πρακτικά Ημερίδας
Επιμέλεια: Ιωάννης Χουλιαράς

© 2014 Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού


22η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων

ΙSBN: 978-960-386-200-0

Εκδοτική επιμέλεια: Γ. Φουστέρης


Εκδοτική παραγωγή
Γραφικές Τέχνες - Εκδόσεις μυγδονία
Καμβουνίων 7, ΤΚ 546 21, Θεσσαλονίκη
Τηλ.: 2310 231 556, Fax: 2310 231 899
e-mail: kagiasath@gmail.com • www.ekdoseismygdonia.gr

8
Περιεχόμενα

Πρόγραμμα Ημερίδας
13

Πρόλογος 17

Συντομογραφίες 19

Αθανάσιος Παλιούρας
Βαράσοβα: Ένας διαχρονικός ασκητικός χώρος 21

Παναγιώτης Λ. Βοκοτόπουλος
Ἡ παρουσία τῆς 5ης Ἐφορείας Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων Ἰωαννίνων
στὴν Αἰτωλία καὶ Ἀκαρνανία τὸ 1965-1973 23

Πασχάλης Ανδρούδης
Παρατηρήσεις σε βυζαντινά γλυπτά του 12ου και 13ου αιώνα από το Κάστρο της Ναυπάκτου 31
Paschalis Androudis
Remarks on the Byzantine Ssculptures of 12th-13th centuries from the Castle of Naupaktos

Ευγενία Δρακοπούλου
Θρησκευτική τέχνη στην Αιτωλοακαρνανία και τη Λευκάδα με αφετηρία το έργο
του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών «Έλληνες Ζωγράφοι μετά την Άλωση» 45
Eugenia Drakopoulou
The religious painting of Aetolia-Acarnania and Lefkas based on the National Hellenic Foundation’s
program «Greek Painters after The Fall of Constantinople (1450-1850)»

Bασίλης Κατσαρός
Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά Μνημεία στη Δυτική Στερεά. Επισκόπηση ερευνών 57
Vassilis Katsaros
Les monuments paléochrétiens et byzantins dans la Grèce Occidentale (Aetolakarnania):
Revue des recherches

9
Ελένη Γ. Κατσούλη
Εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης σε εκκλησιαστικά μνημεία υπό την εποπτεία
της 22ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στη Λευκάδα κατά τα έτη 2009-2011 79
Helen G. Katsouli
Restoration works at religious monuments under the supervision
of the 22nd Eforate of Byzantine Antiquities in the island of Lefkada during the years 2009-2011

Αναστασία Κουμούση
Μολύβδινο εγκαίνιο προερχόμενο από ναό μεσοβυζαντινών χρόνων
στη θέση «Άγιος Γεώργιος» Ευηνοχωρίου Μεσολογγίου 87
Anastasia Koumoussi
Lead enkainion found in a middle-byzantine basilica at «Agios Georgios» of Evinohori, Mesolongi

Ιωάννα Θ. Κωστή
Βυζαντινό λουτρό. Όψεις της καθημερινής ζωής στη Βυζαντινή Ναύπακτο 91
Ioanna Th. Kosti
Byzantine bath. Aspects of the daily life at byzantine Nafpaktos

Κώστας Λάππας, μαρία Καζανάκη-Λάππα


«Τοπωνυμικά» του κάστρου της Ναυπάκτου. Η παρανόηση μιας ιστορικής μαρτυρίας 101
Costas Lappas, Maria Kazanaki-Lappa
Toponyms of the castle of Lepanto. A misconception of an historical evidence

Katerini Liampi
Numismatic indications of historical continuity: ancient Greek and Roman coins
from the Byzantine site of Aghios Georgios / Aitoloakarnania 107
Κατερίνη Λιάμπη
Νομισματικά τεκμήρια της ιστορικής συνέχειας: αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά νομίσματα
πό τη βυζαντινή θέση Άγιος Γεώργιος / Αιτωλοακαρνανία

Σταύρος μαμαλούκος, μιχαήλ Παπαβαρνάβας


Από τον βυζαντινό επισκοπικό ναό της Ναυπάκτου στο παρεκκλήσιο του Προφήτου Ηλιού.
Παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία και την αρχιτεκτονική των κτισμάτων
στη θέση Προφήτης Ηλίας του Κάστρου της Ναυπάκτου
με βάση τα ευρήματα της ανασκαφής του 2008 121
Stavros Mamaloukos, Michael Papavarnavas
From the Byzantine Cathedral of Nafpaktos to the Prophitis Elias chapel.
Observations on the construction history and the architecture of the buildings
in the Prophitis Elias area of the Castle of Nafpaktos, based on the 2008 excavation finds

10
Νικόλαος μίνως
Έργα συντήρησης στην περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας 145
Nikolaos Minos
Conservation works in Aetolia-Acarnania

Χρήστος Σταυράκος
Το χρυσό υπέρπυρο του αυτοκράτορα Ιωάννη Γ´ Βατάτζη από τις ανασκαφές
στον Άγιο Γεώργιο Ευηνοχωρίου Αιτωλοακαρνανίας 151
Christos Stavrakos
Ein goldenes Hyperpyron des Kaisers Johannes III Vatatzes aus den Ausgrabungen
des Hagios Georgios in Evinochorion von Aitoloakarnanien (Griechenland)

Αγγελική Σταυροπούλου
Η ζωγραφική εικόνων στην Λευκάδα τον 18ο και το πρώτο μισό του 19ου αιώνα.
Ανάμεσα στην Κρητική και Επτανησιακή τέχνη 159
Angeliki Stavropoulou
La peinture des icônes du 18ème et du début du 19ème siècle à Lefkada. Entre l’art crétois et ionien

Γεώργιος Φουστέρης
Άγιος Ιωάννης Γαλατάς Αιτωλοακαρνανίας: Ιδιαιτερότητες στην οργάνωση
του εικονογραφικού προγράμματος ενός βυζαντινού σταυρεπίστεγου ναού 175
George Fousteris
Agios loannis in Galatas, Aitolia: The unique arrangement of the iconographic program
in a Byzantine cross-vaulted church

Ιωάννης Χουλιαράς, Κατερίνα Χαμηλάκη, Κατερίνα Κάτσικα, Γεωργία Γεωργίου


Οι σωστικές ανασκαφές της 22ης ΕΒΑ το 2013 στο πλαίσιο των Μεγάλων Δημόσιων Έργων 181
Ioannis Chouliarás, Katerina Chamilaki, Katerina Katsika, Georgia Georgiou
The rescue excavations of the 22nd Ephorate of Byzantine Antiquities in 2013
conducted during the Major Public Works Projects

Ιωάννης Π. Χουλιαράς
Αποκάλυψη ψηφιδωτού δαπέδου σε ανασκαφή παλαιοχριστιανικής βασιλικής
στον Δρυμό Βόνιτσας 197
Ioannis P. Chouliarás
Revealing of a mosaic floor in the excavation of an early byzantine basilica in Drymos of Vonitsa

11
12
13
14
15
16
Πρόλογος

Η ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2013 στη Ναύπακτο με τίτλο «Το
Αρχαιολογικό Έργο της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην Αιτωλοακαρνανία και
την Λευκάδα» είχε ως στόχο την παρουσίαση του πολυσχιδούς έργου της 22ης Εφορείας
Βυζαντινών Αρχαιοτήτων από την σύστασή της μέχρι και το 2013. Παράλληλα επιχειρήθη-
κε μια ιστορική αναδρομή των βυζαντινών ερευνών στην περιοχή, κυρίως μέσω έργων και
προγραμμάτων, στα οποία συνέβαλλαν οι κατά καιρούς αρμόδιες για την περιοχή Εφορείες
Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Η συμμετοχή στην ημερίδα της Ναυπάκτου του ακαδημαϊκού Παναγιώτη Βοκοτόπουλου,
ο οποίος ταυτίζεται με την ιστορία αυτής της Εφορείας, και καταξιωμένων διεθνώς καθη-
γητών και επιστημόνων εξασφάλισε την επιτυχία της και ο ανά χείρας τόμος περιέχει τις
περισσότερες ανακοινώσεις της συνάντησης. Η ημερίδα της Ναυπάκτου ήταν η τελευταία
επιστημονική συνάντηση, στην οποία έλαβε μέρος ο αείμνηστος καθηγητής Αθανάσιος
Παλιούρας, ο οποίος δυστυχώς δεν πρόλαβε να στείλει το κείμενο της ανακοίνωσής του. Ο
τόμος αυτός αφιερώνεται στη μνήμη του αεικίνητου ερευνητή της Αιτωλοακαρνανίας και
τιμής ένεκεν προτάσσεται το χειρόγραφο κείμενο, το οποίο είχε στείλει ως περίληψη της
ανακοίνωσής του.
Η επιτυχής διεξαγωγή της ημερίδας οφείλεται στην άοκνη προσπάθεια όλης της οργανωτι-
κής επιτροπής. Θα ήθελα επιπλέον να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στο μόνιμο και
ωρομίσθιο προσωπικό της 22ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και ιδιαίτερα στην διοι-
κητικό Όλγα Μαλλά, τη συντηρήτρια Αφροδίτη Τηλιγάδα, καθώς και τους συμβασιούχους
συντηρητές Νικολέττα Σπούρδου, Βασιλική Διονυσοπούλου, Μαρία Παξινού, Σπυρίδωνα
Παπαγεωργίου, τους σχεδιαστές Χαρά Αθανασοπούλου και Άγγελο Δημόπουλο και τους
εργάτες Μάρθα Πλαστήρα, και Ιωάννη Ανδρεόπουλο, Νικόλαο Μίχο και Βασίλειο Μπουρ-
ντένη, για την αμέριστη βοήθειά τους.
Οι προσπάθειες αυτές απαιτούν τις περισσότερες φορές ηθική και υλική συμπαράσταση. Ο
δήμος Ναυπάκτου, δια του τότε δημάρχου κ. Ιωάννη Μπουλέ και της αντιδημάρχου πολι-
τισμού κας Μαρίας Ζιαμπάρα και οι φίλοι Γεώργιος Κοτρώνης και Ιωάννης Καλπακιώρης
υπήρξαν αρωγοί και συμπαραστάτες του όλου εγχειρήματος. Τους ευχαριστώ θερμά όπως
και όλους όσους με κάθε τρόπο υποστήριξαν αυτή την προσπάθεια. Η έκδοση αυτή δεν θα
ήταν εφικτή χωρίς την επιχορήγηση από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού.

Δρ. Ιωάννης Χουλιαράς


προϊστάμενος 22ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων

17
18
Συντομογραφίες

AAA Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών


ΑΒΜΕ Αρχείον των Βυζαντινών Μνημείων της Ελλάδας
ΑΔ Αρχαιολογικόν Δελτίον
ΑΕ Αρχαιολογική Εφημερίς
BCH Bulletin de Correspondance Hellenique
BNJ Byzantinisch-Neugriechische Jahrbücher
BZ Byzantinische Zeitschrift
DOP Dumbarton Oaks Papers
ΔΧΑΕ Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας
ΕΕΒΣ Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών
EEΛΜ Επετηρίς Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών
ΕΕΠΣΑΠΘ Επιστημονική Επετηρίς Πολυτεχνικής Σχολής
Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
ΕΕΦΣΑΠΘ Επιστημονική Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής
Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
ΗΧ Ηπειρωτικά Χρονικά
JHS The Journal of Hellenic Studies
JÖB Jahrbuch den Österreichischen Byzantinistik
JRA Journal of Roman Archaeology
NC The Numismatic Chronicle
ΠAΕ Πρακτικά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας
RE Real-Encyclopädie der classischen Altertumswissenschaft
RIC Roman Imperial Coins
Συμπόσιο ΧΑΕ Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία
Συμπόσιο βυζαντινής και μεταβυζαντινής αρχαιολογίας και τέχνης.
Πρόγραμμα και περιλήψεις ανακοινώσεων
ΤΙΒ Tabula Imperii Byzantini
Το Έργον Το Έργον της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας
(Το Έργον της Αρχαιολογικής Εταιρείας)

19
Από μία εκδρομή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων στα μετέωρα (2003).

20
Βαράσοβα: Ένας διαχρονικός ασκητικός χώρος

Αθανάσιος Παλιούρας

21
22
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΗΣ 5ης ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΙΑ

Ἡ παρουσία τῆς 5ης Ἐφορείας Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων


Ἰωαννίνων στὴν Αἰτωλία καὶ Ἀκαρνανία τὸ 1965-1973

Παναγιώτης Λ. Βοκοτόπουλος

Εἰς μνήμην Γερασίμου Παπατρέχα

Η Αἰτωλία καὶ ἡ Ἀκαρνανία ἦταν οὐσιαστικὰ terra


incognita ἀπὸ πλευρᾶς καταλοίπων τῆς παλαιο-
χριστιανικῆς καὶ τῆς βυζαντινῆς περιόδου μέχρι τὰ ἑξη-
Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας ὑπήχθη στὴν νεοϊδρυθεῖσα 5η
Περιφέρεια Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων, ποὺ ἥδρευε στὰ
Ἰωάννινα3. Παρ᾿ ὅλον ὅτι περιελάμβανε ἐννέα νομοὺς
κοστὰ ἔτη τοῦ 20οῦ αἰῶνος. Ἂν ἐξαιρέσωμε δύο μνημεῖα καὶ ἕνδεκα μητροπόλεις, ἐξικνεῖτο ἀπὸ τὸν Γράμμο μέ-
(τὸν Ἅγιο Δημήτριο στὶς ἀνατολικὲς κλιτῦς τῆς Βαράσο- χρι τὶς Στροφάδες καὶ ἦταν ἐπανδρωμένη μὲ δύο μόνο
βας καὶ τὴν Παναξιώτισσα στὴν γειτονικὴ Γαβρολίμνη) ἀρχαιολόγους, ἔγιναν ἀρκετὰ πράγματα γιὰ τὴν προ-
ποὺ ἐδημοσίευσε τὸ 1935 στὸν πρῶτο τόμο τοῦ Ἀρχείου στασία καὶ συντηρήση τῶν μεσαιωνικῶν μνημείων τοῦ
τῶν Βυζαντινῶν Μνημείων τῆς Ἑλλάδος ὁ Ἀναστάσιος νομοῦ, γιὰ τὰ ὁποῖα θὰ γίνει λόγος στὴν παροῦσα ἀνα-
Ὀρλάνδος, τὰ μεσαιωνικὰ μνημεῖα τῆς Δυτικῆς Στερεᾶς κοίνωση, ἡ ὁποία θὰ ἔχει ἔντονα προσωπικὸ χαρακτῆρα,
Ἑλλάδος παρέμεναν ἄγνωστα μέχρι τὸ 1961-62, ὅταν ὁ δεδομένου ὅτι οἱ περισσότερες ἐργασίες στὶς ὁποῖες θὰ
μὲν Ὀρλάνδος ἀφιέρωσε σὲ πέντε ἀπὸ αὐτὰ τὸ 1ο τεῦχος ἀναφερθῶ, ἔγιναν ὑπὸ τὴν ἐπίβλεψη τοῦ γράφοντος.
τοῦ Θ΄ τόμου τοῦ ΑΒΜΕ, ὁ δὲ Ἔφορος Παῦλος Λαζαρί- Προσωπικὰ ἐλάχιστα ἐγνώριζα τὴν περιοχὴ μέχρι τὸ
δης, στὸν ὁποῖο ὑπήγετο ἡ περιοχή, παρουσίασε μερικὰ καλοκαίρι τοῦ 1965, ὅταν, νεοδιορισμένος Ἐπιμελητὴς
μνημεῖα τῶν ἐπαρχιῶν μεσολογγίου καὶ Τριχωνίδος στὰ Ἀρχαιοτήτων, ἐστάλην δύο φορὲς νὰ ἐπιβλέψω ἐργασίες
Χρονικὰ τοῦ 16ου τόμου τοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Δελτίου, στὸν ναὸ τῆς Ἐπισκοπῆς, κοντὰ στὴν συμβολὴ τοῦ Ταυ-
ποὺ ἐπανεξεδόθη τότε μετὰ διακοπὴ δύο δεκαετιῶν καὶ ρωποῦ μὲ τὸν Ἀχελῶο, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ κατακλυσθῆ
πλέον1. Ὁ μεσαιωνικὸς κλάδος τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ὑπη- ἀπὸ τὸ ὑδροηλεκτρικὸ φράγμα τῶν Κρεμαστῶν4. Οἱ
ρεσίας ἦταν οὐσιαστικῶς ἀπὼν ἀπὸ τὴν περιοχή. Ὅταν συνθῆκες ἦταν ἀρκετὰ δύσκολες, ἰδίως κατὰ τὴν δεύτερη
ἐπὶ κατοχῆς οἱ Ἐφορεῖες μεσαιωνικῶν καὶ Βυζαντινῶν μετάβασή μου, διότι τὸ χωριὸ εἶχε ἐγκαταλειφθεῖ, κοιμώ-
Ἀρχαιοτήτων αὐξήθηκαν σὲ τέσσερις2, ὁ Νομὸς Αἰτωλίας μουν σὲ ἀντίσκηνο καὶ ἔτρωγα ξηρὰ τροφὴ (εἰκ. 2).
καὶ Ἀκαρνανίας ὑπήχθη στὴν 1η Περιφέρεια, ποὺ περιε- Στὰ Ἰωάννινα ἀνέλαβα ὑπηρεσία στὶς 8 Ὀκτωβρίου
λάμβανε ὁλόκληρη τὴν Στερεὰ Ἑλλάδα, καὶ τὸ ἐπιστημο- 1965, ὑπὸ τὴν Ἔφορο Ἄννα Χατζηνικολάου (1911-2005)
νικό της προσωπικὸ περιορίζετο στὸν Ἔφορο (μανόλη (εἰκ. 1). Σύμφωνα μὲ τὸν τότε Ἀρχαιολογικὸ Νόμο, ὁ
Χατζηδάκη), ὁ ὁποῖος μάλιστα ἀπὸ τὸ 1948 εἶχε καὶ τὴν ἀρχαιολογικὸς ὑπάλληλος ποὺ ἐτοποθετεῖτο σὲ μία πε-
ἀνάθεση τῆς 4ης Ἐφορείας (Νήσων Αἰγαίου). Εὐνόητο ριφέρεια ἔπρεπε ἐντὸς τριμήνου, νομίζω, νὰ περιοδεύσει
εἶναι ὅτι κατὰ τὸ διάστημα αὐτὸ ἡ Ὑπηρεσία ἦταν οὐσια- ὅλα τὰ μνημεῖα καὶ τοὺς ἀρχαιολογικοὺς χώρους τῆς
στικὰ ἀποῦσα ἀπὸ τὴν Δυτικὴ Στερεά. Τὸ 1965 ὁ Νομὸς δικαιοδοσίας του. Ἐξυπακούεται ὅτι αὐτὸ ἦταν ἐκ τῶν
πραγμάτων ἀδύνατο γιὰ τὶς βυζαντινὲς τουλάχιστον
ἐφορεῖες, ποὺ εἶχαν ἡ καθε μία καμιὰ δεκαριὰ νομούς.
1. Π. Λαζαρίδη, μεσαιωνικὰ Αἰτωλοακαρνανίας, ΑΔ, 16, 1960, σ.
196-199.
2. μὲ τὸ Ν. Δ. 1521/1942. Βλ. Β. Χ. Πετράκου, Πρόχειρον ἀρχαιολο-
γικόν, Ἀθῆναι 2013, ΙΙ, σ. 96-98. μὲ τὸν Α.Ν. 1947/1939 εἶχαν θεσπισθεῖ 3. Ἡ ἵδρυση τῆς Ἐφορείας αὐτῆς ἐπὶ Ὑφυπουργοῦ Προεδρίας τῆς Κυ-
δύο περιφέρειες Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων καὶ Χριστιανικῶν μνημείων βερνήσεως Γεωργίου μυλωνᾶ δὲν μνημονεύεται ἀπὸ τὸν Πετράκο.
(Ἀθηνῶν καὶ Θεσσαλονίκης)· Β. Χ. Πετράκος, ἔ.ἀ., σ. 94. 4. AΔ, 21, 1966, Χρονικά, σ. 28-29, 274.

23
Π Α Ν Α Γ Ι Ω Τ Η Σ Λ . Β Ο Κ Ο Τ Ο Π Ο ΥΛ Ο Σ

Εἰκ. 2. Κατασκήνωση δίπλα στὴν Ἐπισκοπὴ Εὐρυτανίας


(18.8.1965).

Πάντως ἀρκετοὺς μῆνες μετὰ τὸν διορισμό μου, ὅταν


καλοκαίρεψε, ἔκανα μία μεγάλη περιοδεία στὴν Αἰτω-
λία καὶ Ἀκαρνανία ἀπὸ τὶς 25 Ἰουνίου μέχρι τὶς 5 Ἰουλίου
1966. μὲ πολλὴ συγκίνηση φυλλομέτρησα, μὲ τὴν εὐκαι-
ρία τῆς ἡμερίδος τῆς Ναυπάκτου, τὸ σημειωματάριό μου
τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Στὸ μεσολόγγι συνήντησα τὸν νέο
νομάρχη Θεόδωρο Τσαούση, ἔγκριτο δικηγόρο Πατρῶν,
ποὺ εἶχα γνωρίσει παλαιότερα ὡς πρόεδρο τοῦ τμήμα-
τος Πατρῶν τοῦ Ἑλληνικοῦ Ὀρειβατικοῦ Συνδέσμου.
Ὁ Τσαούσης, προηγουμένως νομάρχης Εὐρυτανίας, με-
τετέθη ἀργότερα στὴν Λάρισα καὶ μετὰ στὴν Κέρκυρα,
πάλι στὴν περιφέρειά μου, καὶ πέθανε προώρως ἀπὸ
καρκίνο. Ὁ μητροπολίτης Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας Θε-
όκλητος μοῦ φάνηκε μᾶλλον ἀδιάφορος γιὰ τὰ ἀρχαιο-
λογικά. Ἐξαιρετικὴ ἐντύπωση μοῦ ἔκανε ὁ πρωτοσύγκε-
λος π. Καλλίνικος Ποῦλος, μετὰ μητροπολίτης Ἐδέσσης,
ποὺ ἀπεβίωσε προώρως5. μεταξύ ἄλλων ἀξιολόγων
κληρικῶν ποὺ συνήντησα στὴν περιοχή, περιορίζομαι νὰ
ἀναφέρω τὸν ἐφημέριο τῆς μεγάλης Χώρας π. Εὐστρά-
τιο Παπαχρῆστο, ποὺ ἐγνώρισα κατὰ τὴν ἐπίσκεψή μου
Εἰκ. 1. Ἐντολὴ ἀναλήψεως καθηκόντων στὴν 5η Περιφέ- 5. Bλ. Mητροπολίτου Nαυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Κό-
ρεια Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων (Ἰωαννίνων) τοῦ Ἐπιμελητοῦ σμημα τῆς Ἐκκλησίας. Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ... ἀειμνήστου Μητροπολίτου
Ἀρχαιοτήτων Π. Βοκοτόπουλου. Ἐδέσσης Καλλινίκου, μονὴ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου Πελαγίας 1998.

24
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΗΣ 5ης ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΙΑ

Εἰκ. 3. Ἀναμνηστικὴ φωτογραφία ἀπὸ τὶς ἐργασίες στὴν Ἐπισκοπὴ Εὐρυτανίας (17. 6. 1965). Ἀπὸ ἀρ.: Ὁ δόκιμος Ἐπιμελητὴς
Ἀρχαιοτήτων Π. Βοκοτόπουλος, οἱ συντηρηταὶ Φώτης Ζαχαρίου, Γεώργιος Δήμου, Ἀριστείδης Στεφανάκης καὶ μαμάης, ὁ ἀρχιτε-
χνίτης ἀναστηλώσεων Στράτος Φεργαδιώτης καὶ ὁ λογιστὴς τῆς 1ης Ἐφορείας Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων Γιῶργος Πρωτοψάλτης.

στὴν ἐκεῖ παλαιοχριστιανικὴ βασιλική, καὶ τὸν γιό του, στὴν Αἰτωλία, ὁ κ. Κραβαρίτης, καὶ ἐχρησιμοποιεῖτο ὡς
π. Χρῆστο Παπαχρῆστο, ἐφημέριο στὸ Ἀγρίνιο. Στὸ σπίτι ἀποθήκη ἀρχαίων τὸ Φετιχὲ τζαμί.
τους βρισκόταν καὶ ἕνας μικρότερος γιός, φοιτητὴς τῆς Κατὰ τὴν περιοδεία τοῦ Ἰουνίου 1966 καὶ σὲ κατο-
Παντείου, ὁ ὁποῖος ἐπέπρωτο νὰ ἱερωθῆ καὶ αὐτὸς καὶ πινὲς μετακινήσεις μου ἐπεσκέφθην τὰ γνωστὰ μνη-
νὰ ἔχη λαμπρὴ σταδιοδρομία στὴν ἑλλαδικὴ ἐκκλησία. μεῖα τοῦ Νομοῦ καὶ ἰδίως κτίσματα ἐλάχιστα γνωστὰ
Στὴν Ναύπακτο μὲ ἐδέχθη λίαν προφρόνως ὁ μητρο- σὲ τοπικὸ μόνο ἐπίπεδο, ποὺ εἶχαν συχνὰ χρονολογη-
πολίτης Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας Δαμασκηνός. Φιλία θεῖ λανθασμένα. Ἀναφέρω ἐνδεικτικὰ τὴν Ἐπισκοπὴ
διατηρῶ μέχρι σήμερα μὲ τὸν ἐφημέριο Παλαίρου καὶ τῆς μάστρου, τὸ κάστρο τῆς Γράβας στὸν Ἀστακό, τὴν
ἀργότερα Βονίτσης π. Θεόφιλο Κοσσυβάκη. παλαιοχριστιανικὴ βασιλικὴ τῆς Ἁγίας Σοφίας στὸν
Τὴν ἀπουσία μονίμων ἀρχαιολόγων ἀνεπλήρωνε κά- μύτικα, ποὺ ἐθεωρεῖτο κτῖσμα τοῦ Δεσποτάτου, τὴν
πως τότε ὁ θεσμὸς τῶν ἐκτάκτων ἐπιμελητῶν ἀρχαιοτή- Ἁγία Ἐλεοῦσα στὸν μύτικα, τὸ κάστρο τοῦ Καλάμου,
των, καθηγητῶν γυμνασίου ἢ δασκάλων ποὺ ἐπόπτευ- τὶς μονὲς Λυγκοβιστίου καὶ Πόρτας, τὸν Ἅγιο Νικόλαο
αν ἐν τῷ μέτρῳ τοῦ δυνατοῦ τὰ μνημεῖα τῆς περιοχῆς Κωνοπίνας, τὰ Λουτρὰ Τρύφου, τὸν Παντοκράτορα στὸ
τους. Ἡ Ἔκτ. Ἐπιμελήτρια Γυμνασιάρχις κ. Σπυριδούλα μοναστηράκι Βονίτσης, τὸν Ἅγιο Στέφανο τοῦ Ριβίου,
Ἀλεξανδροπούλου, εἶχε παραιτηθεῖ λίγα χρόνια πρὶν τὴν Ἁγία Τριάδα τοῦ μαύρικα κοντὰ στὸ Ἀγρίνιο, τὸν
εἰς ἔνδειξιν διαμαρτυρίας γιὰ τὴν ἀθώωση τῶν ὑπευθύ- Ἅγιο Νικόλαο τὸν Κρεμαστό, τὸν Ἅγιο Ἰωάννη στὸν Γα-
νων μεγάλης καταστροφῆς στὴν βασιλικὴ τῶν Ὀχθίων, λατᾶ, σπήλαια καὶ ναΰδρια στὴν Βαράσοβα, τὸν Ἅγιο Γε-
κοντὰ στὴν Στράτο. Γνώρισα ὅμως τότε τοὺς Ἐκτ. Ἐπιμε- ώργιο στὴν ὁμώνυμη κοινότητα κοντὰ στὸ Εὐηνοχώρι.
λητὰς Ναυπάκτου Νικόλαο Σιδερίδη, Παραχελωΐτιδος Γιὰ ὅλα αὐτὰ καταχωρήθηκαν ἐκτενεῖς πληροφορίες στὰ
(μὲ ἕδρα στὸ Νεοχώρι) Γεώργιο Κόκκα, καὶ ἰδίως τὸν Χρονικὰ τοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Δελτίου καὶ στὰ Ἀρχαιολο-
ἀείμνηστο Γεράσιμο Παπατρέχα, δάσκαλο στὸ μπαμπί- γικὰ Ἀνάλεκτα ἐξ Ἀθηνῶν6, γιὰ ὁρισμένα δημοσιεύθηκαν
νι, πολὺ καλὸ γνώστη τῆς Ἀκαρνανίας, ποὺ μοῦ ὑπέδει-
ξε πολλὰ μνημεῖα. Στὴν Ναύπακτο ὑπηρετοῦσε ὁ μο- 6. ΑΔ, 22, 1967, Χρονικά, σ. 325-336. μεσαιωνικὰ μνημεῖα τοῦ μύτι-
ναδικὸς φύλαξ ἀρχαιοτήτων τῆς Βυζαντινῆς Ἐφορείας κα Ἀκαρνανίας, ΑΑΑ, Ι, 1968, σ. 152-154.

25
Π Α Ν Α Γ Ι Ω Τ Η Σ Λ . Β Ο Κ Ο Τ Ο Π Ο ΥΛ Ο Σ

παρὰ τὸν πολλαπλασιασμὸ τοῦ προσωπικοῦ τῶν ἐφο-


ρειῶν τὰ τελευταῖα χρόνια, οἱ ἐντεταλμένοι εἴτε δὲν ἐπι-
βλέπουν σωστὰ τὶς ἐργασίες εἴτε δὲν ἔχουν τὴν ἀπαραί-
τητη κατάρτιση.
Κατὰ τὴν περιοδεία τοῦ 1966 συνήντησα στὴν Ζά-
βιτσα (Ἀρχοντοχώρι) ἕναν λεβέντη φουστανελλοφόρο.
Ἂν θυμᾶμαι καλὰ λεγόταν Σπύρος Καλλιμάνης (εἰκ. 4).
Κατὰ τὴν ἑπομένη ἐπίσκεψή μου ἔμαθα ὅτι εἶχε ἀποβι-
ώσει.
μεταξὺ τῶν σωστικῶν ἀνασκαφῶν ἀναφέρω τὴν
ἀποκάλυψη τῆς ἁψῖδος μεγάλης παλαιοχριστιανικῆς βα-
σιλικῆς στὴν Ναύπακτο8, καὶ τὶς ἔρευνες γύρω στὸν ναὸ
τῆς Παναγίας στὴν Πρεβέντζα τῆς Ἀκαρνανίας ποὺ θὰ
κατεκλύζετο ἀπὸ τὴν λίμνη τοῦ φράγματος Καστρακίου,
τὴν ὁποία ἐπέβλεψε ὁ νῦν ὁμότ. Καθηγητὴς τοῦ Πανεπι-
στημίου Θεσσαλονίκης Γιῶργος Βελένης, καὶ στὴν Ἁγία
Τριάδα τοῦ μαύρικα κοντὰ στὸ Ἀγρίνιο, ποὺ ἐπέβλεψε ὁ
συνάδελφος κ. Εὐθύμιος Τσιγαρίδας, ὁ ὁποῖος ὑπηρέτη-
σε γιὰ 1 1/2 χρόνο στὴν Βυζαντινὴ Ἐφορεία Ἰωαννίνων
τὸ 1968-699. Ἄρχισε τὸ 1972 ἡ ἀνασκαφὴ τῆς βασιλικῆς
τοῦ μύτικα Ἀκαρνανίας, ποὺ συνεχίσθηκε ἀπὸ τὸ 1979
καὶ μετὰ ὑπὸ τὴν αἰγίδα καὶ μὲ κονδύλια τῆς Ἀρχαιολο-
γικῆς Ἑταιρείας10.
Ἀπὸ πλευρᾶς συντηρήσεως τοιχογραφιῶν, ὁ ἀείμνη-
στος Πέτρος Καράγιαννης καὶ οἱ συνεργάτες του συ-
ντήρησαν τὶς τοιχογραφίες τῆς ἁψίδας τῆς Ἐπισκοπῆς
μάστρου (εἰκ. 5), ἐνῶ τὸ συνεργεῖο τοῦ Φώτη Ζαχαρί-
Εἰκ. 4. Ζάβιτσα (Ἀρχοντοχώρι). Σπύρος Καλλιμάνης (1.7.1966). ου ἀπετείχισε κάτω ἀπὸ ἐξαιρετικὰ δύσκολες συνθῆκες
τὶς τοιχογραφίες τῆς Παναγίας στὴν Πρεβέντζα τοῦ
Βάλτου, ποὺ εἶχαν δυστυχῶς κακὴ τύχη11. Ἀρχικὰ ἀπε-
εἰδικὲς μελέτες, στὶς ὁποῖες θὰ ἀναφερθῶ ἐν συνεχείᾳ, τέθησαν σὲ χῶρο τῆς ΔΕΗ στὸ Καστράκι. μετὰ ἀπὸ
καὶ σὲ πολλὰ ἔγιναν μικρῆς ἢ μεγάλης ἐκτάσεως ἐργα- λίγα χρόνια ἡ περιοχὴ ὑπήχθη στὴν Βυζαντινὴ Ἐφορεία
σίες. Σημειωτέον ὅτι οἱ μετακινήσεις μας ἐγίνοντο τότε Πατρῶν, ποὺ δὲν ἔκανε τίποτε γιὰ τὴν συντήρησή τους,
μὲ τὸ λεωφορεῖο ἢ τὸν σιδηρόδρομο Κρυονερίου-Ἀγρι- καὶ ἀργότερα ἀποθηκεύθηκαν στὰ Ἰωάννινα, ὅπου σὲ
νίου καὶ μὲ τὰ πόδια. Τὸ σημερινὸ θέαμα ἀρχαιολόγων ἐποχὴ παχειῶν ἀγελάδων, καὶ ἐνῶ ὑπῆρχαν ἀρκετοὶ συ-
ἐποχουμένων σὲ κοῦρσες μὲ σωφὲρ ἀνῆκε στὴν σφαῖρα ντηρηταὶ στὴν ἐκεῖ Ἐφορεία, οἱ τοιχογραφίες παρέμει-
τῆς ἐπιστημονικῆς φαντασίας. Παρὰ τὶς μεγάλες ἀπο- ναν ἀποθηκευμένες παρὰ τὶς ἐπανειλημμένες ἐνέργειές
στάσεις καὶ τὶς δυσκολίες στὶς μετακινήσεις γινόταν μου. Σήμερα βρίσκονται στὸ Φρούριο τοῦ Ἀντιρρίου καὶ
συνεχὴς ἐπίβλεψις τῶν συνεργείων. Φαινόμενα ὅπως τὸ ἐλπίζω ὁ δραστήριος Διευθυντὴς τῆς ἐδῶ Ἐφορείας καὶ
ἀξιοθρήνητο σχετικὰ πρόσφατο ἁρμολόγημα τοῦ Παν- σημερινὸς ἀμφιτρύων μας κ. Γιάννης Χουλιαρᾶς νὰ κα-
τοκράτορος στὸ μοναστηράκι Βονίτσης καὶ ἡ κάλυψις τορθώση νὰ γίνη κάτι γιὰ τὴν συντήρηση καὶ ἀνάδειξή
μὲ τσιμέντο τῆς μαρμαρίνης ποδιᾶς τοῦ παραθύρου τῆς τους.
κεντρικῆς ἁψίδας τῆς Παναξιώτισσας7, δείχνουν ὅτι

7. Ἡ μαρμάρινη ποδιὰ ποὺ δὲν ἐξέχει εἶναι χαρακτηριστικὴ ἑλλα- 8. AΔ, 28, 1973, Xρονικά, σ. 394-395.
δικῶν μνημείων τοῦ 10ου-11ου αἰ. Βλ. Π. Λ. Βοκοτοπούλου, Ἡ ἐκκλησια- 9. AΔ, 23, 1968, Xρονικά, σ. 284-285.
στικὴ ἀρχιτεκτονικὴ εἰς τὴν Δυτικὴν Στερεὰν Ἑλλάδα καὶ τὴν Ἤπειρον ἀπὸ 10. ΠAE 1972, σ. 109-113· 1979, σ. 121-126· 1980, σ. 34-36· 1981, σ.
τοῦ τέλους τοῦ 7ου μέχρι τοῦ τέλους τοῦ 10ου αἰ., Θεσσαλονίκη 21992, σ. 79-81· 1982, σ. 91-94· 1983, σ. 84-86· 1984A΄, σ. 129-130.
167-168, πίν. 50α. 11. AΔ, 23, 1968, Χρονικά, σ. 284-285.

26
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΗΣ 5ης ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΙΑ

Εἰκ. 5. Συντήρηση τῶν τοιχο-


γραφιῶν τῆς ἁψίδας τῆς Ἐπι-
σκοπῆς μάστρου (21.10.1969).
Στὸ ἐπάνω μέρος τοῦ ἰκριώματος
ἀριστερὰ ὁ συντηρητὴς Τάκης
Ἀλιφραγκῆς καὶ δεξιὰ ὁ ζωγρά-
φος-συντηρητὴς Πέτρος Καρά-
γιαννης. Ἐμπρὸς ἀπὸ τὸ ἰκρίωμα
ὁ Ἐπιμελητὴς Π. Βοκοτόπουλος.

Ὡς πρὸς τὴν περισυλλογὴ ἀρχαίων θὰ σταθῶ στὴν βασιλικὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου κοντὰ στὸ Εὐηνοχώρι13
μεταφορὰ στὴν Ἄρτα ἀπὸ ἐμένα καὶ τὴν γυναίκα μου μὲ ὑπῆρχε σύγχρονο νεκροταφεῖο. Ἔστειλα στὴν Ἐκκλησι-
ταξί (οὔτε ὑπηρεσιακὸ μέσο εἴχαμε τότε οὔτε ἐργάτες) αστικὴ Ἐπιτροπὴ ἔγγραφο νὰ μὴν γίνωνται ταφὲς κοντὰ
μεσοβυζαντινῶν γλυπτῶν ἀπὸ τὰ Λουτρὰ Τρύφου, τὸν στὸ μνημεῖο, διότι ὑπῆρχε κίνδυνος νὰ καταστραφοῦν
Ὀκτώβριο τοῦ 196612. Τὸ θυμᾶμαι διότι γεμίσαμε ψύλ- μὴ ὁρατὰ λείψανα τῶν πλαγίων κλιτῶν ἢ προσκτισμά-
λους ποὺ ἄντεχαν ἀκόμη καὶ στὸ καθαριστήριο.
των τῆς ἀρχικῆς παλαιοχριστιανικῆς βασιλικῆς. μετὰ
Ἡ συνεργασία μὲ τὶς τοπικὲς ἀρχὲς δὲν ἦταν πάντα
ἀπὸ καιρὸ διεπίστωσα ὅτι εἰς πεῖσμα τοῦ ἐγγράφου μου
ἡ ἀναμενομένη. Ἕνα μόνο δεῖγμα: Γύρω στὴν σημαντικὴ
εἶχε κτισθεῖ μεγάλος τάφος κοντὰ στὴν ἁψίδα. Ἔστειλα
12. ΑΔ, 22, 1967, Χρονικά, σ. 334-335. Τὰ Λουτρὰ Τρύφου συνδέονται
στὴν ἐπιτροπὴ ἐπιτιμητικὸ ἔγγραφο, μὲ κοινοποίηση
μὲ τὴν λατρεία τοῦ ἁγίου Βαρβάρου· βλ. Δ. Zακυθηνοῦ, Ἅγιος Βάρβαρος,
Τόμος εἰς μνήμην Κ. Ἀμάντου, Ἀθῆναι 1960, σ. 438-453. 13. ΑΔ, 22, 1967, Χρονικά, σ. 325-327.

27
Π Α Ν Α Γ Ι Ω Τ Η Σ Λ . Β Ο Κ Ο Τ Ο Π Ο ΥΛ Ο Σ

στὴν μητρόπολη. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἐπιτροπὴ ἀπήντησε ἐτήρησε τὴν ὑποχρέωση ποὺ εἶχε ἀναλάβει νὰ κτίσει να-
ὅτι ἐπετράπη ἡ κατασκευὴ τοῦ τάφου ἐπειδὴ ὁ νεκρὸς οὺς σὲ ἀντικατάσταση τῶν κατακλυσθέντων, μέρος τῶν
ἦτο χωροφύλαξ! τοιχογραφιῶν τῆς Ἐπισκοπῆς ἐξετέθη τελευταίως μόλις
Δυστυχῶς τὰ πρῶτα χρόνια τῆς λειτουργίας τῆς στὸ παμφάγον κλεινὸν ἄστυ, καὶ οἱ τοιχογραφίες τῆς
Ἐφορείας ὑπῆρχε ἔλειμμα συνεργασίας καὶ μὲ τὴν Κλασ- Πρεβέντζας μουχλιάζουν ἀκόμη σὲ διάφορες ἀποθῆκες.
σικὴ Ἐφορεία Πατρῶν, στὴν ὁποία ὑπήγετο ἡ Αἰτωλοα- Σχετικὰ τώρα μὲ τὴν μελέτη τῶν βυζαντινῶν μνη-
καρνανία. Ὁ τότε προϊστάμενος Ἔφορος Εὐθύμιος μα- μείων τοῦ νομοῦ, ὡρισμένα (οἱ Ἐπισκοπὲς μάστρου
στροκώστας (1915-1999) ἦταν ἰδιότυπη περίπτωσις. Δὲν καὶ Εὐρυτανίας, ἡ Παναγία Τριμητοῦ, οἱ Δύο Ἐκκλησίες
μᾶς ἐνημέρωνε γιὰ θέματα στὰ ὁποῖα βάσει τοῦ νόμου Σταμνᾶς, ἡ Ἁγία Τριὰς τοῦ μαύρικα) δημοσιεύθηκαν γιὰ
εἴμαστε ἐμεῖς ἁρμόδιοι. Κραυγαλέο παράδειγμα ἡ ἀνα- πρώτη φορὰ στὸ βιβλίο μου Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ ἀρχιτε-
σκαφὴ παλαιοχριστιανικῶν βασιλικῶν ποὺ διενήργησε κτονικὴ εἰς τὴν Δυτικὴν Στερεὰν Ἑλλάδα καὶ τὴν Ἤπειρον
στὸν Δρυμὸ Βονίτσης χωρὶς νὰ ἔχει ἰδέα ἡ ἁρμοδία Βυ- ἀπὸ τοῦ τέλους τοῦ 7ου μέχρι τοῦ τέλους τοῦ 10ου αἰ.
ζαντινὴ Ἐφορεία. Ἀντιστρόφως τὸν Αὔγουστο τοῦ 1968 (Θεσσαλονίκη 1975, δευτέρα βελτιωμένη ἔκδοσις 1992).
ἔλαβα ἐντολὴ ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο νὰ κάνω αὐτοψία, κα- Γιὰ τὴν Παναξιώτισσα Γαβρολίμνης δίνονται στὸ βιβλίο
τόπιν ἀναφορᾶς ἰδιώτου, σὲ ὑπόγειο παρεκκλήσιο κοντὰ μου περισσότερα στοιχεῖα ἀπὸ ὅ,τι στὴν δημοσίευση τοῦ
στὴν Ἀρτοτίνα. Ὅταν μετὰ ἀπὸ πολύωρο ταξίδι ἔφθασα Ὀρλάνδου καὶ τεκμηριώνεται καλύτερα ἡ χρονολόγησή
ἐκεῖ, διεπίστωσα ὅτι τὸ παρεκκλήσι ἦταν στὴν πραγμα- της. Ἐδημοσίευσα ἐπίσης τὶς ἑξῆς μελέτες γιὰ μνημεῖα
τικότητα μακεδονικὸς τάφος14. Τὸν ἐφωτογράφησα καὶ τοῦ νομοῦ:
ὑπέβαλα ἀναφορὰ στὴν κεντρικὴ Ὑπηρεσία ὑποδεικνύ- – Ὁ ναὸς τοῦ Παντοκράτορος στὸ μοναστηράκι Βο-
οντας ὅτι ἁρμοδία γιὰ τὴν ἔρευνα καὶ δημοσίευση τοῦ νίτσης, ΔΧΑΕ Ι΄, 1980-81 (μνήμη Ἀ. Ξυγγοπούλου), σ.
μνημείου ἦταν ἡ κλασσικὴ Ἐφορεία Πατρῶν. Ἐπειδὴ εἶχε 357-377.
προηγηθεῖ ἡ ἐπίσκεψίς μου, ὁ μαστροκώστας ἠρνήθη – Τρεῖς σταυρόσχημοι ναοὶ στὴν περιοχὴ τῆς Βόνι-
νὰ πάη, χωρὶς βέβαια νὰ ὑποστῆ καμία κύρωση ἀπὸ τὸ τσας, ΑΑΑ, 17, 1984, σ. 100-114.
Ὑπουργεῖο. Ἀργότερα ὅταν τὸν διεδέχθησαν πρῶτα ὁ – Ὁ ναὸς τῆς Παναγίας στὴν Πρεβέντζα τῆς Ἀκαρ-
ἔφορος Φώτιος Πέτσας καὶ μετὰ ὁ Γιάννης Παπαποστό- νανίας, Βυζάντιον. Ἀφιέρωμα στὸν Ἀνδρέα Ν. Στράτο,
λου μὲ ἐπιμελήτρια τὴν Ἰφιγένεια Δεκουλάκου, εἴχαμε Ἀθῆναι 1986, Ι, σ. 251-275.
ἀγαστὴ συνεργασία. – Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὴν Σταμνά, ΔΧΑΕ,
Τὸ μόνο κρατικὸ μουσεῖο στὸν νομὸ ἦταν τοῦ Θυρ- ΚΑ΄, 2000, σ. 17-25.
ρείου, κοντὰ στὴν Βόνιτσα. Στὸ Ἀγρίνιο τὰ ἀρχαῖα ἀπε- Ἄρθρο γιὰ τὸν Ἅγιο Στέφανο Ριβίου ἐδημοσίευσε ὁ
τίθεντο στὸ Παπαστράτειο μουσεῖο, ποὺ δὲν ὑπήγετο Καθ. Χαραλάμπος μπούρας, στὸν ὁποῖο εἶχα παραχω-
στὴν Ἀρχαιολογικὴ Ὑπηρεσία. Κατόπιν ἐνεργειῶν μου, ρήσει τὴν προτεραιότητα μελέτης16. Στὸν κ. μπούρα
ὁ Δῆμος Ἀγρινίου παρεχώρησε ἐπὶ δημαρχίας τοῦ κ. εἶχα παραχωρήσει καὶ τὸ Κάστρο τοῦ Καλάμου, τελικῶς
μάνθου Βεργώνη κεντρικὸ οἰκόπεδο γιὰ τὴν ἀνέγερ- ὅμως δὲν τὸ ἐδημοσίευσε.
ση Βυζαντινοῦ μουσείου, ὅπου θὰ ἐξετίθεντο τὰ βυζα- Σημειωτέον ὅτι δὲν μοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ ἀσχο-
ντινὰ γλυπτὰ καὶ ἀποτειχισμένες τοιχογραφίες. Θὰ προ- ληθῶ μὲ τὰ μνημεῖα τῆς Λευκάδος, διότι τὴν εἶχαν
εβλέποντο γραφεῖα, τῶν ὁποίων ἐστερεῖτο στὸν νομὸ ἀναλάβει ἀρχικὰ ἡ Κα Χατζηνικολάου καὶ ἀπὸ τὸ 1969
ἡ Ἀρχαιολογικὴ Ὑπηρεσία, ἐργαστήριο καὶ ξενών. Τὰ ἡ νέα προϊσταμένη τῆς Ἐφορείας Κα μυρτάλη Ἀχει-
ἐπανειλημμένα ἔγγραφά μου πρὸς τὴν κεντρικὴ ὑπηρε- μάστου, ποὺ ἦταν καὶ λευκαδίτισσα. Δημοσίευσα ὅμως
σία ἔμειναν χωρὶς ἀπάντηση. Ὅταν κάποτε ὁ τότε διευ- ἕνα ἄρθρο γιὰ μιὰ σημαντικὴ εἰκόνα τῆς Βαϊοφόρου τῆς
θυντὴς Ἀναστηλώσεως κ. Σολομωνίδης ρώτησε τὸν Γεν. Χριστιανικῆς Συλλογῆς τοῦ Νησιοῦ17. Προσθέτω ὅτι
Ἐπιθεωρητὴ μαρινᾶτο τὶ θὰ γίνη μὲ τὶς ἀναφορές μου εἶχα ἰδιαίτερη ἀγάπη γιὰ τὸν ἀοίδιμο μητροπολίτη Λευ-
σχετικὰ μὲ τὸ θέμα αὐτό, ὁ κύριος ἐκεῖνος τοῦ ἀπήντησε κάδος Δωρόθεο, καὶ ὅταν ἀναγκάσθηκε νὰ παραιτηθῆ
σύμφωνα μὲ τὸν Σολομωνίδη: «μουσεῖο στὸ Ἀγρίνιο; λόγω τῆς θεσπίσεως ὁρίου ἡλικίας, τὸν ἐπισκεπτόμουν
Τὶ θὰ βάλουν; Κανένα τσαρούχι;» Κρίνω σκόπιμο νὰ ὅποτε πήγαινα στὴν Λευκάδα στὸ ἀπέριττο δυάρι ὅπου
παραθέσω ὁλόκληρες τὴν πρώτη καὶ τὴν τρίτη ἀπὸ τὶς εἶχε ἀποτραβηχθεῖ.
ἀναφορὲς ποὺ εἶχα στείλει15. Πέρασαν 45 χρόνια καὶ τὸ Τὸ 1973, μὲ τὴν δημιουργία περιφερειῶν καὶ τὴν νέα
Ἀγρίνιο ἀκόμη δὲν ἔχει Βυζαντινὸ μουσεῖο, ἡ ΔΕΗ δὲν
16. Χ. μπούρα, Ἅγιος Στέφανος Ριβίου Ἀκαρνανίας, ΕΕΠΣΠΘ, Γ΄,
1968, σ. 41-56.
14. ΑΔ, 24, 1969, Χρονικά, σ. 242-243. 17. Π. Λ. Βοκοτοπούλου, μιὰ πρώιμη κρητικὴ εἰκόνα τῆς Βαϊοφόρου
15. Βλ. τὸ παράρτημα στὸ τέλος τῆς ἀνακοινώσεως. στὴν Λευκάδα, ΔΧΑΕ, περ. Δ΄, Θ΄, 1977-79, σ. 309-321.

28
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΗΣ 5ης ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΙΑ

διοικητικὴ διάρθρωση τῆς χώρας, ὁ νομὸς Αἰτωλίας καὶ Στερεᾶς ἀπὸ τὰ μακρινὰ Γιάννινα. μὲ τὴν ἵδρυση Βυ-
Ἀκαρνανίας ἀπεσπάσθη ἀπὸ τὴν 5η Περιφέρεια Βυζα- ζαντινῆς Ἐφορείας στὴν ἱστορικὴ Ναύπακτο, μετὰ τὶς
ντινῶν Ἀρχαιοτήτων καὶ ὑπήχθη στὴν Βυζαντινὴ Ἐφο- ἀναπόφευκτες δυσκολίες τῶν πρώτων χρόνων, εἶμαι βέ-
ρεία Πατρῶν18. Ἀπὸ ὅ,τι ἄκουσα ἀργότερα, ἡ παρουσία βαιος ὅτι ἀνατέλλει χρυσὴ ἐποχὴ γιὰ τὰ μεσαιωνικὰ καὶ
τῆς Ὑπηρεσίας ἦταν λιγώτερο αἰσθητή (μὲ ἐξαίρεση τὴν νεώτερα μνημεῖα καὶ τοὺς ἀρχαιολογικοὺς χώρους τοῦ
κοντινὴ πόλη τῆς Ναυπάκτου) ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ δια- Νομοῦ ὑπὸ τὴν στιβαρὰν ἡγεσίαν τοῦ πεπνυμένου καὶ
φεντεύαμε τὶς μεσαιωνικὲς ἀρχαιότητες τῆς Δυτικῆς δυναμικοῦ Κυρίου Ἰωάννου Χουλιαρᾶ.

18. Υ.Α. 9405/23.2.1973. Πετράκος, ἔ.ἀ., σ. 106.

ΠAPAPTHMA

1. ρος». Τοῦτο ἀπεδέχθη ἡ Δ.Ε.Η. διὰ τοῦ ὑπ᾿ ἀριθ. πρωτ.


ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΩΣ ΕΠΕΙΓΟΝ 37774/9-3-68 ἐγγράφου της. Νομίζω ὅτι ἡ λύσις αὕτη
πρέπει νὰ ἐγκαταλειφθῇ διὰ τοὺς ἑξῆς λόγους:
ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ α΄) Ἡ διάλυσις καὶ ἀνασύνθεσις μνημείων ὡς οἱ ναοὶ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ τοῦ Δεσποτάτου, ὅπου τὰ μέλη οὐδεμίαν αὐτοτέλειαν
5η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ἔχουν, εἶναι πρακτικῶς ἀδύνατος. Καὶ ἂν ἀκόμη τὸ κτή-
ριον προσεφέρετο διὰ τοιαύτην ἐργασίαν, ἡ διάλυσις θὰ
Ἐν Ἰωαννίνοις τῇ 28ῃ Μαρτίου 1968 ἦτο δυσχερεστάτη καὶ εἰς βάρος τῶν μελῶν ἀπὸ πλευρᾶς
Ἀριθ. Πρωτ. 307 στερεότητος, θ᾿ ἀπῃτεῖτο δὲ διὰ τὰς ἐργασίας διαλύσεως
καὶ ἐπανασυνθέσεως εἰδικὸν προσωπικόν, τὸ ὁποῖον εἶναι
Πρὸς ζήτημα ἂν διαθέτῃ ἡ Ὑπηρεσία.
Τὸ Στὸν Ὑπουργεῖον Προεδρίας Κυβερνήσεως β΄) Τὸ ὑδροηλεκτρικὸν ἔργον Καστρακίου, ὡς καὶ ὅλα
Γεν. Διεύθυνσιν Ἀρχαιοτήτων καὶ Ἀναστηλώσεως τὰ παραμφερῆ ἔργα, θ᾿ ἀχρηστευθῇ λόγω τῶν φερτῶν
Διεύθυνσιν Ἀναστηλώσεως ὑλῶν μετὰ παρέλευσιν τὸ πολὺ 70 ἢ 80 ἐτῶν· ἴσως μάλι-
Ἀθήνας στα ν᾿ ἀχρηστευθῇ πολὺ ἐνωρίτερον, ἂν εὑρεθοῦν ἐν τῷ
Θέμα: Ἐκτελεστέαι ἐργασίαι εἰς ναὸν Εἰσοδίων Θεοτόκου μεταξὺ εὐθηνότεραι πηγαὶ ἐνεργείας. Ἐὰν ληφθῇ πρόνοια
Πρεβέντζας Βάλτου. στερεώσεως τοῦ μνημείου πρὸ τῆς κατακλύσεως, τοῦτο
θὰ γίνῃ κάποτε καὶ πάλιν ὁρατὸν καὶ ἐπισκέψιμον.
Λαμβάνω τὴν τιμὴν νὰ ἀναφέρω, ὅτι τὴν 22αν τρέ-
Προτείνω ὅπως, ἀντὶ τῆς πρακτικῶς μὴ ἐφικτῆς με-
χοντος μετέβην μετὰ τοῦ συντηρητοῦ τῆς Ὑπηρεσίας κ.
ταφορᾶς τοῦ μνημείου, κατασκευασθῇ εἰς Ἀγρίνιον ἢ
Φ. Ζαχαρίου εἰς Πρεβέντζαν Βάλτου, πρὸς ἐξέτασιν τοῦ
Καστράκι μουσεῖον πρὸς ἔκθεσιν τῶν τοιχογραφιῶν ὄχι
βυζαντινοῦ ναοῦ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, ὅστις τὸν
μόνον τῆς Πρεβέντζας (ἐπιφάνεια 120 τ.μ. περίπου),
Ἰανουάριον 1969 θὲ κατακλυσθῇ ὑπὸ τῶν ὑδάτων τῆς
ἀλλὰ καὶ τῶν τοῦ πρὸ διετίας κατακλυσθέντος ναοῦ τῆς
λίμνης τοῦ φράγματος Καστρακίου τῆς Δ.Ε.Η. Μελέτην
καὶ προϋπολογισμὸν τῶν ἐργασιῶν ἀποτειχίσεως καὶ συ- Ἐπισκοπῆς (260 τ.μ. περίπου), αἱ ὁποῖαι παρ᾿ὅλον ὅτι ἡ
ντηρήσεως τῶν τοιχογραφιῶν τοῦ ναοῦ θὰ ὑποβάλῃ ὑμῖν συντήρησις καὶ παρουσίασίς των ἔχει κατὰ μέγα μέρος
ὁ κ. Ζαχαρίου, συμφώνως τῇ ὑπ᾿ἀριθ. 31566 π.ἔ./ 4137 συντελεσθῆ, παραμένουν ἀποθηκευμέναι εἰς Ἀθήνας
π.ἔ./27-1-68 ὑμετέρᾳ. Ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὰς λοιπὰς ἐργασί- ἐλλείψει ἐπαρκοῦς καὶ καταλλήλου χώρου πρὸς ἔκθεσίν
ας αἱ ὁποῖαι δέον νὰ ἐκτελεσθῶσι, δαπάναις τῆς Δ.Ε.Η., των. Εἰς τὸ μουσεῖον τοῦτο τῶν δύο κατακλυσθέντων
πρὸ τοῦ κατακλυσμοῦ, καὶ ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὴν τύχην τοῦ ναῶν, τὸ ὁποὶον θὰ ἔδει νὰ κατακευασθῇ ἐξόδοις τῆς
μνημείου, παρακαλῶ ὅπως μοὶ ἐπιτραπῇ νὰ ἐκθέσω τὰς Δ.Ε.Η. κατόπιν ἀρχιτεκτονικοῦ διαγωνισμοῦ, θὰ ἐκτε-
κατωτέρω ἀπόψεις. θοῦν, πλὴν τῶν τοιχογραφιῶν, σχέδια, μεγάλαι φωτογρα-
Ἡ Διεύθυνσις Ἀναστηλώσεως ἐζήτησεν ἀπὸ τὴν φίαι, ἴσως καὶ ὁμοιώματα (μακέτται) τῶν δύο μνημείων.
Δ.Ε.Η. διὰ τοῦ ὑπ᾿ ἀριθ. πρωτ. 715/198/27-1-68 ἐγγρά- Αἱ τοιχογραφίαι τῆς Πρεβέντζας θὰ ἦτο δυνατόν νὰ το-
φου της, ὅπως ὁ ναὸς «μεταφερθῇ καὶ ἀνακατασκευασθῇ ποθετηθοῦν ἐντὸς αἰθούσης πανομοιοτύπου πρὸς τὸν
εἰς ἕτερον κατάλληλον, παραπλήσιον καὶ ἀσφαλὲς μέ- ναόν, εἰς τὰς θέσεις τὰς ὁποίας καὶ πρότερον κατεῖχον. Αἱ

29
Π Α Ν Α Γ Ι Ω Τ Η Σ Λ . Β Ο Κ Ο Τ Ο Π Ο ΥΛ Ο Σ

τοιχογραφίαι τῆς Ἐπισκοπῆς, διασωθεῖσαι εἰς ἀνεξάρτη- 3) Πλήρους φωτογραφήσεως τοῦ μνημείου. Προβλε-
τα ἀλλήλων τεμάχια καὶ εἰς πολλὰ στρώματα, θὰ ἔδει νὰ πομένη δαπάνη 5.000 δρχ.
ἐκτεθοῦν εἰς μουσειακὰς αἰθούσας. 4) Ἀνασκαφῆς τῶν πλαγίων κλιτῶν τοῦ ἀρχικοῦ ναοῦ
Ἐκτὸς τῆς ἀποκολλήσεως καὶ συντηρήσεως τῶν τοιχο- (ἀρχικῶς τρικλίτου καὶ νῦν μονοκλίτου βασιλικῆς) καὶ
γραφιῶν, ἡ Δ.Ε.Η. θὰ ἔδει ν᾿ἀναλάβῃ τὴν δαπάνην τῶν τῶν κτηρίων τῆς μονῆς, τῆς ὁποίας ἦτο καθολικόν. Προ-
ἑξῆς ἐργασιῶν: βλεπομένη δαπάνη 50.000 δρχ.
1) Πλήρους καὶ σχολαστικῆς ἀποτυπώσεως τοῦ μνη- Τὴν ἐκτέλεσιν τῶν δύο τελευταίων ἐργασιῶν θ᾿ἀνα-
λάβῃ ἡ ἡμετέρα Ἐφορεία.
μείου. Ἡ ἐργασία αὕτη δέον νὰ μὴ ἀνατεθῇ εἰς οἱονδήπο-
τε, ἰδιώτην ἢ ὑπάλληλον τῆς Δ.Ε.Η., ἀλλ᾿ εἰς εἰδικευμέ- Εὐπειθέστατος,
νον ἀρχιτέκτονα. Ἰδεώδης θὰ ἦτο ἡ στερεοφωτογραφικὴ Ὁ Ἔφορος κ.ἀ.α.
ἀποτύπωσις, ἢ τουλάχιστον ἡ λῆψις εἰδικῶν στερεοφωτο- ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Λ. ΒΟΚΟΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ἐπιμελητὴς τῶν Βυζ. Ἀρχαιοτήτων
γραφικῶν ζευγῶν, ὥστε νὰ ἐπιτευχθῇ ἀπόλυτος ἀκρίβεια.
2) Στερεώσεως τοῦ μνημείου. Ἡ σχετικὴ μελέτη δέον Κοινοποίησις (ὑ. τ. ἀ.)
νὰ συνταχθῇ τὸ ταχύτερον δυνατόν. Διεύθυνσιν Ἀρχαιοτήτων.

2. Πρεβέντζας, ἐπιφανείας 120 τ.μ. περίπου, εὑρίσκονται ἐπὶ


EΠEIΓON τοῦ παρόντος ἐντὸς ἀποθήκης τῆς Δ.Ε.Η. εἰς Καστράκι
BAΣIΛEION THΣ EΛΛAΔOΣ Αἰτωλίας.
YΠOYPΓEION ΠPOEΔPIAΣ KYBEPNHΣEΩΣ Κεντρικὸν οἰκόπεδον, κατάλληλον διὰ τὴν ἀνέγερσιν
5η ΠEPIΦEPEIA BYZANTINΩN APXAIOTHTΩN τοῦ προτεινομένου μουσείου, προσφέρει ὁ Δῆμος Ἀγρινίου
τὸ μεταξὺ τοῦ ὑφισταμένου μικροῦ ἀρχαιολογικοῦ μου-
Ἐν Ἰωαννίνοις τῇ 26ῃ Ἰουλίου 1969 σείου καὶ τοῦ γυμνασίου. Ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὰς δαπάνας
Ἀριθ. Πρωτ. 823 ἀνεγέρσεως τοῦ κτηρίου, σημαντικώτατον μέρος αὐτῶν
προσφέρεται ν᾿ ἀναλάβῃ ὁ εὐεργέτης τῆς πόλεως βιο-
Πρὸς
μήχανος κ. Παπαστρᾶτος, θὰ ἔδει δὲ νὰ συνεισφέρῃ καὶ
Τὸ Στὸν Ὑπουργεῖον Προεδρίας Κυβερνήσεως
ἡ Δ.Ε.Η., ἥτις ἔχει ἀναλάβει τὴν ὑποχρέωσιν ν᾿ἀνεγείρῃ
Γεν. Διεύθυνσιν Ἀρχαιοτήτων καὶ Ἀναστηλώσεως
δύο ναοὺς πανομοιοτύπους τῶν κατακλυσθέντων ὑπὸ
Διεύθυνσιν Ἀναστηλώσεως
τῶν λιμνῶν Κρεμαστῶν καὶ Καστρακίου.
Ἀθήνας
Ἐὰν τὸ Σεβ. Ὑπουργεῖον κρίνῃ ὅτι περιττεύει ἡ ἐν
Θέμα: Ἔκθεσις ἀποτειχισθεισῶν τοιχογραφιῶν Ἐπισκοπῆς κρατικῷ μουσείῳ ἀδαπάνως διὰ τὸ δημόσιον ἔκθεσις τῶν
καὶ Πρεβέντζας. ἀνωτέρω σημαντικῶν συνόλων τοιχογραφιῶν, παρακαλῶ
ὅπως προβῆτε τοὐλάχιστον εἰς τὰς δεούσας ἐνεργείας
Ἐν συνεχείᾳ τῶν ὑπ᾿ἀριθ. πρωτ. 307/28-3-68 καὶ
παρὰ τῇ Δ.Ε.Η. πρὸς ἀνέγερσιν καταλλήλου αἰθούσης
1181/7-11-68 ἀναφορῶν μου, λαμβάνω τὴν τιμὴν νὰ ἐπα-
ἐν Καστρακίῳ, ἔνθα νὰ τοποθετηθοῦν αἱ τοιχογραφίαι αἱ
νέλθω ἐπὶ τοῦ θέματος τῆς ἱδρύσεως Βυζαντινοῦ μουσεί-
ἀποτειχισθεῖσαι ἐκ τοῦ ναοῦ τῆς Πρεβέντζας, τῶν ὁποίων
ου ἐν Ἀγρινίῳ, πρὸς στέγασιν κυρίως τῶν ἀποτειχισθεισῶν
ἡ συντήρησις ἐγγίζει πρὸς τὸ τέρμα.
ἐκ τῶν ναῶν Ἐπισκοπῆς καὶ Πρεβέντζας τοιχογραφιῶν.
Αὕται, ἀρίστης τέχνης καὶ συνολικῆς ἐπιφανείας ἄνω
τῶν 350 τ.μ., παρέχουν ἐναργεστάτην εἰκόνα τῆς ἐξελί-
ξεως τῆς μνημειώδους ζωγραφικῆς ἀπὸ τῶν μέσων τοῦ θ΄ Εὐπειθῶς,
αἰ. μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ ιδ΄. Ἐκ τούτων, αἱ τοιχογραφί- Ὁ Ἔφορος κ.ἀ.α.
αι τῆς Ἐπισκοπῆς παραμένουν ἀπὸ ἐτῶν ἀποθηκευμέναι ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Λ. ΒΟΚΟΤΟΠΟΥΛΟΣ
ἐν Ἀθήναις, χωρὶς προοπτικὴν ἀξιοποιήσεώς των· αἱ τῆς Ἐπιμελητὴς τῶν Βυζ. Ἀρχαιοτήτων

30
Π Α ΡΑΤ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ Σ Ε Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Α ΓΛΥ Π ΤΑ Τ Ο Υ 1 2 ο υ Κ Α Ι 1 3 ο υ Α Ι Ω Ν Α Α Π Ο Τ Ο Κ Α Σ Τ Ρ Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ

Παρατηρήσεις σε βυζαντινά γλυπτά του 12ου και 13ου αιώνα


από το Κάστρο της Ναυπάκτου*

Πασχάλης Ανδρούδης

Η Ναύπακτος υπήρξε σε όλη τη βυζαντινή περίοδο


εξέχον διοικητικό κέντρο του Ελλαδικού χώρου
και μάλιστα από τα τέλη του 9ου-αρχές του 10ου αιώνα
έρχεται από πολλούς ναούς. Δυστυχώς οι περισσότεροι
βυζαντινοί ναοί της Ναυπάκτου δεν σώζονται πια6 και
μόνο τα ονόματά τους είναι γνωστά από τις πηγές. Το
έγινε η πρωτεύουσα του Θέματος Νικοπόλεως1. μετά υπάρχον υλικό εμπλουτίστηκε κατά καιρούς με κομμά-
το 1204 η πόλη ανήκε στο νεοσύστατο «Δεσποτάτο» της τια γλυπτών που βρέθηκαν διάσπαρτα στο κάστρο από
Ηπείρου. Αργότερα καταλήφθηκε από τον Φίλιππο του το 2006 και εξής, είναι αδημοσίευτα και φυλάσσονται
Τάραντα το 1296, από τους Καταλανούς το 1361, τους στην αρχαιολογική συλλογή της 22ης ΕΒΑ. Πρόκειται
Βενετούς το 1407 και τέλος από τους Οθωμανούς το για θραύσματα κιονίσκου με διακόσμηση από βεργία
1499. που συνδέονται μεταξύ τους με κόμβους (ηράκλειον
Στην αρχαιολογική συλλογή της πόλης και στο επι- άμμα), όπως και πεσσίσκων, επιστυλίων και θωρακί-
βλητικό της κάστρο2 εντοπίστηκαν, ανάμεσα σε άλλα ων. Στο απόθεμα αυτό μπορούμε να εντάξουμε και τα
βυζαντινά γλυπτά, μαρμάρινα ανάγλυφα του 12ου και ευρήματα στην ανασκαφή του 2008 στο προτελευταίο
13ου αιώνα, τα οποία ξεχωρίζουν για το θεματολόγιο ψηλότερο διάζωμα του κάστρου της Ναυπάκτου7, στο
και το διάκοσμό τους. Πρόκειται για γλυπτά από τέμπλα ναό του Προφήτη Ηλία8, όπου ήρθαν στο φως τα θεμέ-
(τμήματα κιονίσκων, κιονόκρανα, θραύσματα επιστυλί- λια ενός μεγάλου βυζαντινού ναού9, μετά από υπόδειξη
ων, θωρακίων), για κοσμήτες, αλλά και τμήματα περι- και εντοπισμό του σε παλαιότερη έρευνά μας10. Βρέθηκε
θυρωμάτων. Επίσης για ενεπίγραφα επιστύλια και για λοιπόν κατά χώραν ο στυλοβάτης του μαρμάρινου τέ-
τμήμα μιας επιγραφής στην οικία Κοτίνη. Η μελέτη του μπλου του και στο μεταβυζαντινό πλακόστρωτο διά-
αποθέματος αυτού, σημαντικό μέρος του οποίου δημο- δρομο εξωτερικά κομμάτια γλυπτών του 13ου αιώνα.
σίευσαν αρχικά οι Π. Βοκοτόπουλος3 και Β. Παπαδοπού- Επίσης κατεστραμμένα τμήματα μαρμαροθετημάτων
λου4 και αργότερα η C. Vanderheyde5, κατέδειξε ότι προ- δαπέδου με γεωμετρικά θέματα, φυτικά και ζωόμορφα
μοτίβα, επίσης του 13ου αιώνα.
*Από τη θέση αυτή οφείλω θερμές ευχαριστίες στον προϊστάμενο της Τα δημοσιευμένα γλυπτά του 12ου-13ου αιώνα από
22ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Δρα κ. Ιωάννη Χουλιαρά τόσο τη Ναύπακτο, τα οποία είναι σκαλισμένα σε χαμηλό
για την πρόσκλησή του να συμμετάσχω στην Ημερίδα, αλλά και για την
παραχώρηση όλου του αδημοσίευτου γλυπτού υλικού, των δελτίων κατα- ανάγλυφο, έχουν ήδη καταταγεί πολύ εμπεριστατωμέ-
γραφής και σχετικών φωτογραφιών του. Επίσης ευχαριστώ ιδιαίτερα την να σε επιμέρους κατηγορίες ανάλογα με τη χρήση, τα
συντηρήτρια της ίδιας Εφορείας κ. Αφροδίτη Τηλιγάδα για την προθυμία
της να φωτογραφήσει λεπτομερώς πολλά από τα εξεταζόμενα γλυπτά
θέματα και την εκτέλεση του διακόσμου τους. Τα δια-
και να μου αποστείλει το σχετικό υλικό. Τέλος ευχαριστώ τον αξιότιμο κοσμητικά τους θέματα είναι σε γενικές γραμμές κοινά
κ. Απόστολο Ζορμπά για την παραχώρηση σειράς τόμων του περιοδικού
Ναυπακτιακά.
1. Για τη βυζαντινή Ναύπακτο βλ. Soustal - Koder 1981, 54, 210-211.
Soustal 1975, 25, 131, 155. Βοκοτόπουλος 1975, 5-8. Τριανταφυλλόπου- 6. Κατσαρός 1989, 642-646. Κωνστάντιος 1991, 604-605. Παπαδο-
λος 1981, 844-845. Σαββίδης 1991, 246-271. Καραγιάννη-Χαραλαμπο- πούλου 1993, 189-192. Κουτσογιάννης 2001, 195-208.
πούλου 1991, 77-118. 7. Για τη λανθασμένη ονομασία «Περιτόριο» του τμήματος αυτού, βλ.
2. Για το κάστρο βλ. Κωνστάντιος 1981, 293. Κωνστάντιος 1982, 278. Λάππας - Καζανάκη-Λάππα 2014.
Κωνστάντιος 1991, 604-605. Νεράντζης 2007. Παζαράς 1998. 8. Πετρονώτης 1993, 259, 337, εικ. 24α, 338, εικ. 24β.
3. Βοκοτόπουλος 1973, 398-399. 9. Υπεύθυνη αρχαιολόγος-ανασκαφέας Φρ. Κεφαλωνίτου. Βλ. Κε-
4. Παπαδοπούλου 1993, 180-199. φαλλωνίτου - Κουμούση 2012, 71-72.
5. Vanderheyde 2005, 61-68, pl. XXXVI-XL (fig. 97). 10. Αθανασούλης - Ανδρούδης 2004.

31
ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΝΔΡΟΥΔΗΣ

Εικ. 1. Ναύπακτος, αρχαιολογική συλλογή. Τμήμα μαρμάρινου ενεπίγραφου επιστυλίου (αρ. καταγρ. 8, φωτογρ. Α. Τηλιγάδα).

με αυτά γλυπτών από άλλα κέντρα του κεντρικού και


δυτικού ελλαδικού χώρου (Αθήνα, Κόρινθος, Άρτα),
παρά τις επιμέρους διαφορές στην εκτέλεσή τους11. Η
Β. Παπαδοπούλου χαρακτήρισε τα γλυπτά «επαρχιακά»,
δημιουργίες της «τοπικής Ελλαδικής σχολής» του β΄ μι-
σού του 12ου-αρχών του 13ου αιώνα, οι οποίες διαφέ-
ρουν από τις αντίστοιχες της Κωνσταντινούπολης12. Τα
ίδια χαρακτηριστικά παρατηρούνται και στα υπόλοιπα
αδημοσίευτα γλυπτά της Ναυπάκτου.
Παρακάτω θα παρουσιάσουμε τις σκέψεις μας για
ορισμένα από τα ήδη δημοσιευμένα γλυπτά του 12ου-
13ου αιώνα. Επίσης, έστω και συνοπτικά –λόγω του πε-
ριορισμένου χώρου που διαθέτουμε– και αδημοσίευτα
ανάγλυφα της ίδιας εποχής από την αρχαιολογική συλ- Εικ. 2. Κάτω επιφάνεια επιστυλίου. Διάκοσμος με πλέγμα
λογή της 22ης ΕΒΑ. (φωτογρ. Α. Τηλιγάδα).

1. Τμήμα ενεπίγραφου επιστυλίου (αρ. καταγραφής 8) Λέων ὁ Σεμνὸς Ναυπάκτου Θυηπόλος


Το πρώτο γλυπτό (εικ. 1, 2), ένα τμήμα μαρμάρινου επι- τὸν τύμβον ηὐτρέπισεν, ὅν βλέπεις, ξέν[ε],
στυλίου13, είχε αποτοιχιστεί από τη ΒΔ γωνία του ακρό- ὅς, εἰ μὲν τούτῳ πέσοι, Θεῷ χάρις
πυργου του κάστρου, όπου χρησίμευε ως υπέρθυρο. Ένα Ο Π. Βοκοτόπουλος ταύτισε τον Θυηπόλο (μητρο-
άλλο μέλος του ίδιου γλυπτού είχε παραδοθεί στο Δήμο πολίτη) Λέοντα της επιγραφής με τον ομώνυμο μητρο-
Ναυπάκτου, όμως δεν βρέθηκε ποτέ14. Στη λοξότμητη πολίτη Ναυπάκτου, ο οποίος συνυπέγραψε το 1172 ένα
όψη του σωζόμενου τμήματος του επιστυλίου είναι χα- έγγραφο συνόδου προς τον αυτοκράτορα μανουήλ
ραγμένη, σε ιαμβικούς τρίμετρους στίχους, η εξής κεφα- Κομνηνό15. Οι Β. Παπαδοπούλου και C. Vanderheyde
λαιογράμματη επιγραφή: υιοθέτησαν την άποψη του Π. Βοκοτόπουλου και χαρα-
κτήρισαν το γλυπτό απλά ως «τμήμα μαρμάρινου επι-
11. Παπαδοπούλου 1993, 189. στυλίου»16.
12. Παπαδοπούλου 1993, 189. Για τα γλυπτά του 12ου αιώνα της
«Σχολής» αυτής βλ. Bouras 1977-1979, 63-75. μπούρας - μπούρα 2002,
κεφ. VII (Διακοσμητική γλυπτική του 12ου αιώνα), 522-593.
13. Σπασμένο στα δύο του άκρα και απολαξευμένο στο άνω του μέ- 15. Βοκοτόπουλος 1973, 398-399. Βλ. επίσης Grumel 1947, 155, no
ρος, σωζόμενο μήκος 88 εκ., ύψος 16 εκ. και πλάτος επάνω επιφάνειας 1125. Ο όρος Θυηπόλος εμφανίζεται και στο ενεπίγραφο μαρμάρινο
28 εκ. και κάτω επιφάνειας 22 εκ. Βλ. Βοκοτόπουλος 1973, 398-399, πίν. υπέρθυρο (1070-1080) της δυτικής εισόδου του παλιού μητροπολιτικού
351β-γ. Παπαδοπούλου 1993, 183-184. Vanderheyde 2005, 63, 66, pl. ναού της Βέροιας: καὶ τοῦτον ἒργον Νικήτα θυηπόλου, Παπαζώτος 1994,
XXXVIII, fig. 82a-b. 90-91 (αρ. 1).
14. Βοκοτόπουλος 1973, 398. 16. Παπαδοπούλου 1993, 183-184. Vanderheyde 2005, 66.

32
Π Α ΡΑΤ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ Σ Ε Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Α ΓΛΥ Π ΤΑ Τ Ο Υ 1 2 ο υ Κ Α Ι 1 3 ο υ Α Ι Ω Ν Α Α Π Ο Τ Ο Κ Α Σ Τ Ρ Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ

Πιστεύουμε ότι η χρήση του επιστυλίου στην κατα- 2. Τμήμα πλαισίου θυρώματος (αριθμ. καταγραφής 12)
σκευή τέμπλου ιερού θα πρέπει να αποκλειστεί παντε-
Το δεύτερο κομμάτι, σκαλισμένο σε λευκό μάρμαρο (εικ.
λώς. Η αναφορά της επιγραφής σε «ανακαίνιση» τάφου
3-5), αρχικά εντοιχισμένο σε πύργο στη ΝΔ πλευρά του
είναι χαρακτηριστική και βέβαια δεσμευτική. Θα μπο-
β΄ περιβόλου του κάστρου, προέρχεται από κατάσχε-
ρούσε να παραπέμψει ίσως μόνο σε επιστύλιο από την ση23. Χαρακτηρίστηκε και αυτό από τους Π. Βοκοτόπου-
κατασκευή ενός σύνθετου ταφικού μνημείου, μορφής λο και Β. Παπαδοπούλου ως «επιστύλιο», χωρίς όμως να
ανάλογης με αυτό στο ταφικό μνημείο (με λειψανο- προσδιορίζεται η ακριβής χρήση του24. Πρόσφατα η C.
θήκη και επιστύλιο που φέρεται επάνω σε κιονίσκους) Vanderheyde απέδωσε ορθά το μέλος σε πλαίσιο θυρώ-
του οσίου Λουκά, στο καθολικό της ομώνυμης μονής ματος, καθώς δεν παρουσιάζει το σύνηθες προφίλ των
της Φωκίδας (11ος αι.)17 και στο μεταγενέστερο ταφικό επιστυλίων τέμπλου25.
μνημείο «της Αγίας Θεοδώρας» στην Άρτα (13ος αι.)18. Σωζόμενο σε μήκος 1,10 μ., με ύψος 0,29 μ. και πλά-
Η ακριβής θέση του γλυπτού μας στην κατασκευή του τος 0,34 μ., το γλυπτό διαιρείται στην μετωπική του όψη
ταφικού μνημείου δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βε- σε τρεις ζώνες. Στην κεντρική επιφάνεια (μεσαία ζώνη)
βαιότητα, αλλά μάλλον θα πρέπει να βρισκόταν στη τον διάκοσμο συνθέτει μια σειρά ακανθοειδών ανθεμί-
μπροστινή πλευρά. Ο διάκοσμος με τα επτάφυλλα συ- ων εντός κύκλων. Επάνω από τη ζώνη αυτή προβάλλουν
γκομβούμενα ανθέμια της αριστερής πλευράς θα πρέπει σε διπλεπίπεδο ανάγλυφο26 δύο πτηνά με διαφορετικές
να συνεχιζόταν τόσο στα αριστερά, όσο και στα δεξιά στάσεις σώματος και ένα έξεργο κομβίο με ισοσκελή
της επιγραφής, ενώ στις άκρες του επιστυλίου θα δια- πλεκτό σταυρό. Η χαμηλότερη ζώνη της κύριας όψης
μορφώνονταν οι αβαθείς υποδοχές για τα κιονόκρανα είναι λοξότμητη και διαχωρίζεται από την κεντρική με
που θα στήριζαν το επιστύλιο περιμετρικά. Η εύρεση ένα βεργίο που μιμείται σχοινί. Ο διάκοσμος αυτής της
του δεύτερου τμήματος του επιστυλίου19 ίσως να έλυνε ζώνης, σε χαμηλό ανάγλυφο περιλαμβάνει ένα φίδι (ή
κάποια επιμέρους ζητήματα ερμηνείας. Ξενίζει πάντως δράκοντα με σώμα φιδιού και μυτερά αυτιά) που κα-
και η έκκεντρη, ως προς την επιγραφή, θέση του ταινι- τασπαράσσει ένα άλλο φίδι (ή δράκοντα), καθώς και
ωτού πλέγματος στην κάτω επιφάνεια του επιστυλίου τρία πτηνά (εικ. 5). Στην κάτω ζώνη δύο βεργία οριο-
(εικ. 1, 2), η οποία θα μπορούσε να εξηγηθεί μόνο αν το θετούν μια ταινία σε ελαφρά εσοχή, που διακοσμείται
επιστύλιο ήταν μακρύτερο. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με με ελισσόμενο τριταινιωτό βλαστό με οξύληκτα φύλλα
τον D. Feissel, η δυσκολία της ερμηνείας του τελευταίου και σταφύλια. Το γλυπτό μέλος αυτό εντυπωσιάζει με
στίχου, μας οδηγεί στο να υποστηρίξουμε ότι απουσιάζει την ποιότητα της εργασίας του, το θεματολόγιο και την
ένα τμήμα επιγραφής20 που ίσως να βρισκόταν στο χαμέ- διάρθρωση των επιπέδων του και μπορεί να αποδοθεί
νο κομμάτι από το ίδιο επιστύλιο21. στον 13ο αιώνα. Άλλωστε η τεχνοτροπία των διπλεπί-
Αν όντως ευσταθεί η υπόθεσή μας για τη χρήση του πεδων αναγλύφων είναι πολύ χαρακτηριστική για πολλά
γλυπτού ως επιστυλίου ενός σύνθετου ταφικού μνη- γλυπτά που χρονολογούνται από τα μέσα του 12ου ως
μείου, τότε θα επρόκειτο για ένα πολύ σημαντικό έργο τον 13ο αιώνα27.
του β΄ μισού του 12ου αιώνα, χορηγία του μητροπολί- Όσον αφορά στην προτεινόμενη χρήση του ως επι-
τη Λέοντος. Δεν γνωρίζουμε αν το μνημείο βρισκόταν στυλίου τέμπλου πιστεύουμε ότι θα πρέπει να τεθεί εν
εντός του μητροπολιτικού ναού ή σε κάποιον άλλο ση-
μαντικό ναό της Ναυπάκτου. Τα διακοσμητικά θέματα 23. Παπαδοπούλου 1993, 184-185.
του επιστυλίου απαντούν και σε άλλα γλυπτά: το ται- 24. Βοκοτόπουλος 1973, 398. Παπαδοπούλου 1993, 184-185.
νιωτό πλέγμα σε επιστύλιο από τον Όσιο Λουκά Φω- 25. Vanderheyde 2005, 67.
26. Ο όρος προτάθηκε από τον Δ. Πάλλα, οι τεχνοτροπικές αναλύ-
κίδας, τα συγκομβούμενα ανθέμια σε γείσα επίστεψης σεις όμως οφείλονται κύρια στον Α. Grabar. Στο διπλεπίπεδο ανάγλυφο
θυρών στον Άγιο μελέτιο Κιθαιρώνος και σε επιστύλιο το βάθος του γλυπτού καλύπτεται από χαμηλό διάκοσμο, με ενδιάμεσα
έξεργα στοιχεία (όπως κομβία, φύλλα άκανθας, πτηνά, ζώα κ.ά.). Από όσο
τέμπλου στη Βλαχέρνα της Άρτας22. γνωρίζουμε το είδος αυτό του αναγλύφου εμφανίζεται για πρώτη φορά
στο γλυπτό διάκοσμο του καθολικού της μονής Οσίου Λουκά Φωκίδος
(αρχές 11ου αι.) και κυριαρχεί μετέπειτα στον 12ο και 13ο αιώνα, ιδιαί-
17. Στίκας 1970, 248-257, πίν. 180-184 α. Grabar 1976, pl. XXIIIb. τερα στην Αττική και την Πελοπόννησο· υπάρχει σε αρχιτεκτονικά γλυ-
18. Grabar 1976, 144-145, pl. CXXI-CXXIII. πτά και ζωόμορφες παραστάσεις και δεν αποκλείεται οι τεχνίτες που το
19. Βοκοτόπουλος 1973, 398. εφάρμοζαν να προέρχονταν από εργαστήρια των Αθηνών. Βλ. Πάλλας
20. Vanderheyde 2005, 66, υποσημ. 278. 1953-1954, 278. Grabar 1976, 24-26. Bouras 1977-1979, 63 κ.ε. Μπούρας
21. Βοκοτόπουλος 1973, 398. - μπούρα 2002, 574-575.
22. Παπαδοπούλου 1993, 183-184. 27. Bouras 1977-1979, 68-72, 74.

33
ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΝΔΡΟΥΔΗΣ

Εικ. 3. Τμήμα θυρώματος (αρ. καταγρ. 12, φωτογρ. Α. Τηλιγάδα).

Εικ. 4. Λεπτομέρεια της κύριας λοξότμητης όψης του θυρώματος (φωτογρ. Α. Τηλιγάδα).

αμφιβόλω. Οι πολλές επάλληλες ζώνες παραπέμπουν


σε οριζόντιο μέλος από μαρμάρινο θύρωμα και μάλιστα
εντυπωσιακών συνολικών διαστάσεων. Επιπλέον δεν
γνωρίζουμε επιστύλιο με δύο βεργία στην κάτω όψη του.
Συμπληρωματικά έχουμε μπροστά μας ένα ανάγλυφο με
πέρας στην ανώτερη ζώνη στα δεξιά, αλλά με λοξό κό-
ψιμο στις αμέσως κατώτερες ζώνες, αντί για αβαθή τε-
τράγωνη υποδοχή για τον άβακα του κιονοκράνου, που
θα υπήρχε αν το μέλος αυτό ήταν επιστύλιο τέμπλου.
Υποθέτουμε λοιπόν ότι το σωζόμενο μέλος αποτελεί το
δεξί τμήμα οριζόντιου μέλους θυρώματος και η λοξή δι-
αμόρφωση το σημείο ένωσης του οριζόντιου μέλους με
Εικ. 5. Λεπτομέρεια της πλαστικής διαμόρφωσης του μέλους τον δεξιό ορθοστάτη. Η ύπαρξη κομβίου στο αριστερό
με τις επιμέρους επιφάνειες και το διάκοσμό τους. άκρο παραπέμπει σε μεγαλύτερο αρχικό μήκος, καθώς

34
Π Α ΡΑΤ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ Σ Ε Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Α ΓΛΥ Π ΤΑ Τ Ο Υ 1 2 ο υ Κ Α Ι 1 3 ο υ Α Ι Ω Ν Α Α Π Ο Τ Ο Κ Α Σ Τ Ρ Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ

Εικ. 6. Πύργος κάστρου Ναυπάκτου. Οριζόντιο τμήμα θυρώματος με διακόσμηση πτηνών (φωτ. Α. Τηλιγάδα).

τα κομβία, όταν δεν βρίσκονται σε επιστύλια τέμπλων,


τοποθετούνται στο κέντρο. Επιπλέον το συνολικό
άνοιγμα μαζί με το κομμάτι που λείπει (βλ. παρακάτω),
ως τη μεσολάβηση κιονοκράνων θα πρέπει να ήταν του-
λάχιστον 1,60 μ., διάσταση απαγορευτική, καθώς θα
έπρεπε να βρεθούν και θωράκια ανάλογου μήκους. με
βάση τα παραπάνω, το υποτιθέμενο αρχικό μήκος του
οριζοντίου μέλους θυρώματος θα πρέπει να ήταν κο-
ντά στα 2 μ. και το καθαρό άνοιγμα της θύρας περί τα
1,60 μ. Η διάσταση παραπέμπει σε μνημειώδες θύρωμα,
ανάλογο παράδειγμα του οποίου έχουμε συναντήσει
στο οριζόντιο μέλος του θυρώματος από το καθολικό
της μονής της Οξείας Επισκέψεως στη μακρινίτσα του
Πηλίου (αρχές 13ου αιώνα)28. Δεν αποκλείεται βέβαια,
λόγω της μνημειακότητάς του, αυτό το τμήμα θυρώμα-
τος να προέρχεται από τον λαμπρό επισκοπικό ναό της
Ναυπάκτου, πιθανόν από το κεντρικό θύρωμα στο με-
σαίο κλίτος (στα ερείπια του ναού που ανασκάφηκε στη
θέση «Προφήτης Ηλίας»).

3. Τμήμα πλαισίου θυρώματος με διακόσμηση πτηνών


Η Β. Παπαδοπούλου συσχέτισε το ανάγλυφο που εξε-
τάζουμε με ένα άλλο τεμάχιο λοξότμητου διπλεπίπεδου Εικ. 7. Tμήμα ορθοστάτη θυρώματος (αρ. καταγρ. 16, φωτ. Α.
αναγλύφου και τα απέδωσε στο ίδιο γλυπτό («επιστύ- Τηλιγάδα).
λιο»). Το γλυπτό είναι εντοιχισμένο (ανάποδα) ως υπέρ-
θυρο παραθύρου στην ανωδομή της ΝΑ πλευράς του
ίδιου πύργου29 και παρουσιάζει το θέμα των αντωπών τρόπο χειρισμού των θεμάτων (π.χ. πτηνά). Επίσης το
πτηνών που ραμφίζουν και ένα σπασμένο κομβίο, αυτή σπασμένο τμήμα του κομβίου με τον πλεκτό ισοσκελή
τη φορά στα δεξιά (εικ. 6)30. Ο πύργος είναι υστεροβυζα- σταυρό συμπληρώνει το αντίστοιχο του γλυπτού της
ντινός, όμως η ανωδομή του μετασκευάστηκε στα χρό- συλλογής. Το αλυσοειδές πλέγμα επάνω από το κομβίο
νια της Τουρκοκρατίας31. Η σύγκριση των δύο γλυπτών είναι πανομοιότυπο και στα δύο γλυπτά.
ευσταθεί απόλυτα τόσο στο θεματολόγιο, όσο και στον Η C. Vanderheyde αναγνώρισε τις ομοιότητες ανά-
μεσα στα δύο γλυπτά, με την τεχνική εκτέλεσης των
28. Ανδρούδης 2010, 309-310. μοτίβων να είναι μάλιστα «καλύτερη» στο γλυπτό του
29. Βοκοτόπουλος 1973, 398, αρ. Ι, πίν. 351α. Βλ. επίσης Παζαράς πύργου32 και παρατήρησε τις στενές σχέσεις με γλυπτά
1998, εικ. 38 (πύργος Π4) και εικ. 39 (λεπτομέρεια με το γλυπτό).
30. Παπαδοπούλου 1993, 185, υποσημ. 36 και 195, πίν. 7.
31. Παζαράς 1998, 29, εικ. 38-39. 32. Vanderheyde 2005, 63.

35
ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΝΔΡΟΥΔΗΣ

από το ναό του Σωτήρος Χριστού στην Άμφισσα και με


γλυπτό από τη μεταμόρφωση του Σωτήρος στα Αλε-
πόσπιτα της Φθιώτιδας33. Η τεχνική εκτέλεσης των δύο
γλυπτών της Ναυπάκτου παρατηρείται στα ανάγλυφα
του 12ου-αρχών του 13ου αιώνα. Τη χρήση του γλυπτού
του πύργου της Ναυπάκτου ως επιστυλίου είχε προτείνει
Εικ. 8. Τμήμα επιστυλίου τέμπλου με διακόσμηση πτηνών (αρ.
ο Π. Βοκοτόπουλος34, ενώ η C. Vanderheyde δεν διαφο- καταγρ. 126, φωτ. Α. Τηλιγάδα).
ροποιήθηκε από την πρόταση των Βοκοτόπουλου και
Παπαδοπούλου. Η ίδια απέδωσε το γλυπτό στον 12ο αι-
ώνα, συσχετίζοντάς το με τμήμα ορθοστάτη θυρώματος
(εικ. 7)35 και το ενεπίγραφο «επιστύλιο» του μητροπο-
λίτη Ναυπάκτου Λέοντος, το οποίο παρουσιάσαμε πα-
ραπάνω36.
Το γλυπτό του πύργου είναι εντοιχισμένο ανάποδα
και ως εκ τούτου δεν διακρίνεται το σχήμα και ο υπόλοι- Εικ. 9. Τμήμα επιστυλίου τέμπλου (αρ. καταγρ. 92, φωτ. Α.
πος διάκοσμός του. Δεν κατέστη δυνατή η μέτρησή του, Τηλιγάδα).
καθώς βρίσκεται σε πολύ μεγάλο ύψος. Αν παρατηρήσει
κανείς προσεκτικά την εικόνα αρ. 6, μπορεί να διακρίνει
στην κάτω επιφάνεια, ακριβώς μετά το λοξότμητο με-
τωπικό τμήμα, τον ίδιο διάκοσμο με φίδια ή δράκοντες.
Δεν χωρά λοιπόν αμφιβολία ότι τα δύο γλυπτά είναι
πανομοιότυπα και συνανήκαν στο οριζόντιο μέλος πε-
ριθυρώματος (και όχι πλευρικού ορθοστάτη κατά την C.
Vanderheyde) των αρχών του 13ου αιώνα, πιθανότατα
από τον γειτονικό του πύργου Π4, ευρισκόμενο στο ίδιο
διάζωμα επισκοπικό ναό της Ναυπάκτου, όπως υποστη-
ρίξαμε παραπάνω.
Εικ. 10. Τμήμα επιστυλίου τέμπλου (αρ. καταγρ. 8596, φωτ.
4. Τμήμα επιστυλίου τέμπλου με διακόσμηση πτηνών Α. Τηλιγάδα).
(αριθμ. καταγραφής 126)
Στη συλλογή της 22ης ΕΒΑ υπάρχει ένα ακόμη γλυπτό, 5. Τμήμα επιστυλίου τέμπλου (αρ. καταγρ. 92)
με παρόμοια διακόσμηση πτηνού και συγκομβούμενα Ένα άλλο φθαρμένο αδημοσίευτο τμήμα διπλεπίπεδου
ανθέμια, το οποίο ανήκε σε επιστύλιο και είναι αδημο- επιστυλίου της συλλογής (εικ. 9)38 φέρει στη λοξότμητη
σίευτο (εικ. 8)37. Το πτηνό ραμφίζει το στήθος του και όψη του διάκοσμο από φύλλα άκανθας με αναδιπλωμέ-
η απόδοση των χαρακτηριστικών του είναι απλούστερη
νες έξεργες απολήξεις. Στο αριστερό τμήμα διακρίνεται,
σε σχέση με αυτή των πτηνών του περιθυρώματος. Στην
αν και σε κακή κατάσταση, φτερωτός γρύπας. Το γλυπτό
παράπλευρη επιφάνεια του γλυπτού υπάρχει οπή γομ-
θα μπορούσε να χρονολογηθεί στο β΄ μισό του 12ου-
φώσεως. με βάση την ομοιότητά του με τα δύο γλυπτά
αρχές 13ου αιώνα.
που παρουσιάσαμε, το γλυπτό αποδίδεται στις αρχές του
13ου αιώνα. Δεν αποκλείεται το περιθύρωμα και το επι-
6. Τμήμα επιστυλίου τέμπλου (αρ. καταγρ. 8596)
στύλιο να αποτελούσαν μέρος του γλυπτού διακόσμου
του ίδιου ναού. Σε επιστύλιο τέμπλου ανήκε ένα διπλεπίπεδο ανάγλυφο
του 12ου-13ου αιώνα που βρέθηκε το 2007 στο γ΄ διά-
33. Vanderheyde 2005, 63, υποσημ. 272 και 273. ζωμα του κάστρου (εικ. 10)39. Φέρει στη λοξότμητη όψη
34. Βοκοτόπουλος 1973, 398, αρ. Ι, πίν. 351α.
35. Vanderheyde 2005, 67 (αρ. 94) και pl. XΧΧΙΧ, fig. 84a-b.
36. Vanderheyde 2005, 67-68 (αρ. 95) και pl. XΧΧΙΧ, fig. 85. 38. Αρ. καταγραφής 92. Σωζόμενες διαστάσεις κατά το δελτίο
37. Το ακρωτηριασμένο στα δύο του άκρα μέλος βρέθηκε το 1998. καταγραφής της 22ης ΕΒΑ: 0,97 μ. (μήκος), 0,13 μ. (ύψος), 0,31 μ.
Σωζόμενες διαστάσεις σύμφωνα με την καταγραφή της 22ης ΕΒΑ: 0,58 μ. (πλάτος).
(μήκος), 0,155 μ. (ύψος), 0,36 μ. (πλάτος άνω επιφάνειας). 39. Αρ. καταγραφής 8596. Σωζόμενες διαστάσεις κατά το δελτίο

36
Π Α ΡΑΤ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ Σ Ε Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Α ΓΛΥ Π ΤΑ Τ Ο Υ 1 2 ο υ Κ Α Ι 1 3 ο υ Α Ι Ω Ν Α Α Π Ο Τ Ο Κ Α Σ Τ Ρ Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ

Εικ. 11. Τμήμα επιστυλίου τέμπλου (αρ. καταγρ. 9202, φωτ.


Α. Τηλιγάδα).

Εικ. 13α. Κιονίσκος τέμπλου με συμφυές κιονόκρανο. Ο διάκο-


σμος των τριών πλευρών (αρ. καταγρ. 11, φωτ. Α. Τηλιγάδα).
Εικ. 13β. Κιονίσκος τέμπλου με συμφυές κιονόκρανο. Ο διάκο-
σμος της τέταρτης πλευράς (αρ. καταγρ. 11, φωτ. Α. Τηλιγάδα).

Εικ. 12α. Κιονόκρανο τέμπλου. Ο διάκοσμος των τριών πλευ- 8. Κιονόκρανο τέμπλου (αρ. καταγρ. 9)
ρών (αρ. καταγρ. 9, φωτ. Α. Τηλιγάδα).
Ένα κιονόκρανο τέμπλου που βρέθηκε πριν το 1966 (εικ.
Εικ. 12β. Κιονόκρανο τέμπλου. Η ημίεργη πλευρά (αρ. κα-
ταγρ. 9, φωτ. Α. Τηλιγάδα). 12α-β)41 χαρακτηρίστηκε αρχικά λανθασμένα παλαι-
οχριστιανικό42. Ο διάκοσμός του είναι ίδιος στις τρεις
πλευρές, με δύο σειρές όρθιων τριταινιωτών ελίκων (εικ.
του διάκοσμο με ημιανθέμια, ενώ το έξεργο ανάγλυφο 12α)43, ενώ η τέταρτη όψη είναι ημίεργη (εικ. 12β). Το
(πιθανόν ζώο) είναι απολαξευμένο. γλυπτό παρουσιάζει ομοιότητες με κιονόκρανα στους
πεσσίσκους του τέμπλου του καθολικού της μονής του
7. Τμήμα επιστυλίου τέμπλου (αρ. καταγρ. 9202) Οσίου μελετίου (12ος αι.)44.
Ένα ακόμη ανέκδοτο κομμάτι από επιστύλιο τέμπλου
9. Τμήμα οκταγωνικού κιονίσκου τέμπλου με συμφυ-
του 12ου-13ου αι. βρέθηκε το 2008 στο β΄ διάζωμα του
ές κιονόκρανο (αρ. κατ. 11)
κάστρου της Ναυπάκτου (εικ. 11)40. Το ανάγλυφο φέρει
στη λοξότμητη όψη του φυτικό διάκοσμο στα δεξιά και Ένα τμήμα οκταγωνικού κιονίσκου τέμπλου με συμφυές
αριστερά, εντός διαχώρου, αετό. κιονόκρανο από την οικία Γαϊτάνη, κοντά στο ναό του
Αγίου Δημητρίου (εικ. 13α-β)45, έχει κύριο διάκοσμο

41. Βλ. Λαζαρίδης 1966, 267, πίν. 260β. Παπαδοπούλου 1993, 182-183
και 194, πίν. 3. Vanderheyde 2005, 65, pl. XXXVI, fig, 79a-b (η τελευταία
αναφέρει ότι το κιονόκρανο βρέθηκε «κοντά στην τουρκική κρήνη»).
καταγραφής της 22ης ΕΒΑ: 0,34 μ. (μήκος), 0,16 μ. (ύψος), 0,22 μ. 42. Λαζαρίδης 1966, 267, πίν. 260β.
(πλάτος). 43. Παπαδοπούλου 1993, 182-183.
40. Αρ. καταγραφής 9202. Σωζόμενες διαστάσεις: 0,43 μ. (μήκος), 44. Παπαδοπούλου 1993, 182-183 και 194, πίν. 3.
0,16 μ. (ύψος), 0,33 μ. (πλάτος). 45. μέγιστο σωζόμενο μήκος 0,38 μ., πλάτος 0,13 μ., διαστάσεις κά-

37
ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΝΔΡΟΥΔΗΣ

Εικ. 14. Πεσσίσκος τέμπλου με συμφυή σταθμό (αρ. καταγρ. Εικ. 15. Τμήμα θωρακίου τέμπλου (αρ. καταγρ. 9208, φωτ. Α.
8581, φωτ. Α. Τηλιγάδα). Τηλιγάδα).

Εικ. 16. Οθωμανική κρήνη στη θέση «Βεζύρ-Τζαμί», βυζαντινός κοσμήτης (φωτ. Π. Ανδρούδης).

σε κάθε πλευρά ένα λυρόσχημο στοιχείο που ορίζεται κάτω είναι πολύ κατεστραμμένο. Το γλυπτό θα μπορού-
από διπλή ανάγλυφη ταινία. Το στοιχείο περιβάλλει ένα σε να αποδοθεί στον 12ο-13ο αιώνα.
φύλλο με έντονες νευρώσεις (εικ. 13α). μόνο το φύλλο
της πίσω πλευράς είναι απλό και ακόσμητο (εικ. 13β). 11. Πεσσίσκος τέμπλου με συμφυή σταθμό ή τμήμα
Ομοιότητες με τον κιονίσκο παρουσιάζουν αντίστοιχοι περιθύρου (αρ. καταγρ. 8581)
από την Καπνικαρέα Αθηνών (11ος αι.), από το καθο- Το 2006, κοντά στο ναό του Προφήτη Ηλία βρέθηκε ένα
λικό της μονής Βλαχερνών Άρτας (13ος αι.), από το θραύσμα γλυπτού με συγκομβούμενα ορθογώνια ται-
καθολικό της μονής της Παναγίας-Ζωοδόχου Πηγής νιωτά πλαίσια που περικλείουν ανθεμωτή άκανθα (εικ.
Κιθαιρώνος και από τις ανασκαφές της αγοράς της Κο- 14)49. Στο δελτίο καταγραφής της 22ης ΕΒΑ χαρακτη-
ρίνθου46. Το απλό ακόσμητο φύλλο είναι ίδιο με αντί- ρίστηκε ως επιστύλιο, αλλά μάλλον πρόκειται είτε για
στοιχο στο διάκοσμο επιθήματος αμφικιονίσκου του πεσσίσκο τέμπλου (το μήκος είναι ουσιαστικά το ύψος
12ου αιώνα στη συλλογή γλυπτών της μ. Δαφνίου47. του), είτε και το πιο πιθανό, για τμήμα περιθύρου (βλ.
ομοιότητες με τμήματα περιθύρων του 11ου και 12ου αι.
10. Τμήμα θωρακίου (αρ. καταγρ. 9208) στη συλλογή γλυπτών του Θησείου Αθηνών)50.
Το αδημοσίευτο γλυπτό αυτό μέλος από θωράκιο τέ-
μπλου (εικ. 15) βρέθηκε το 2008 στο κάστρο, κοντά στο 12. Κοσμήτης
ναό του Προφήτη Ηλία48. Στο αριστερό τμήμα του υπάρ- Ανάγλυφος κοσμήτης με το θέμα του συνεχούς ακανθο-
χει πλαίσιο, ενώ στα δεξιά, μετά την τριμερή ταινία και ειδούς ανθεμίου έχει εντοιχιστεί, σε β΄ χρήση, ως επίστε-
τον κόμβο της διακρίνουμε δύο καρδιόσχημα αντιθετικά ψη, στο δεξιό τμήμα της πρόσοψης (νότιας πλευράς) της
πλαίσια: το επάνω περιέχει λογχοειδές κόσμημα, ενώ το οθωμανικής κρήνης στην περιοχή «Βεζύρ-Τζαμί» (εικ.
16)51.
τοψης κιονοκράνου 0,13 x 0,13 μ., ύψος 0,15 μ. Βλ. σχετικά Παπαδοπού-
λου 1993, 181-182 (αρ. 2) και 194, πίν. 2 και Vanderheyde 2005, 65-66, pl.
XXXVII, fig, 81a-b. Για το ναό του Αγίου Δημητρίου βλ. Τριανταφυλλό- 49. Αρ. καταγραφής: 8581. Σωζόμενες διαστάσεις σύμφωνα με το
πουλος 1991, 591-602. δελτίο καταγραφής της 22ης ΕΒΑ: μήκος 0,22 μ., πλάτος 0,13 μ., ύψος
46. Παπαδοπούλου 1993, 182. 0,11 μ.
47. μπούρας - μπούρα 2002, 577, εικ. 568. 50. Σκλάβου-μαυροειδή 1999, 150 (αρ. 204), 1501-151 (αρ. 205), 151
48. Αρ. καταγραφής 9208. Σωζόμενες διαστάσεις κατά το δελτίο κα- (αρ. 206, 207), 170-171 (αρ. 235), 171 (αρ. 236).
ταγραφής της 22ης ΕΒΑ: 0,36 μ. (μήκος), 0,21 μ. (ύψος), 0,08 μ. (πάχος). 51. Διαστάσεις, σύμφωνα με την συντηρήτρια Α. Τηλιγάδα: 1,47 μ.

38
Π Α ΡΑΤ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ Σ Ε Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Α ΓΛΥ Π ΤΑ Τ Ο Υ 1 2 ο υ Κ Α Ι 1 3 ο υ Α Ι Ω Ν Α Α Π Ο Τ Ο Κ Α Σ Τ Ρ Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ

13. Λοιπά γλυπτά της ομώνυμης εικόνας58. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας
ο ναός καταστράφηκε και πολιούχος Ναυπάκτου ανα-
Από τα υπόλοιπα γλυπτά της αρχαιολογικής συλλογής
δείχθηκε ο άγιος Δημήτριος. Στα χρόνια που ακολούθη-
και του κάστρου ξεχωρίζει ένα τμήμα ορθοστάτη θυρώ-
σαν απωλέσθη από τη συλλογική μνήμη αυτός ο τόπος
ματος με διάκοσμο ελισσόμενου φυλλοφόρου βλαστού
λατρείας της Παναγίας και η θέση του επισκοπικού ναού
από τριμερή ταινία, του 12ου αιώνα (εικ. 7)52, το οποίο
έγινε ένα από τα desiderata της μεσαιωνικής ναυπακτι-
συγγενεύει με ένα ακόμη μικρότερο κομμάτι53. Υπάρχει
ακής αρχαιολογίας.
ακόμη ένα τμήμα κιονίσκου τέμπλου με τέσσερα βεργία
Την άποψή μας για τη θέση του τελευταίου είχαμε
που συνδέονται μεταξύ τους με κόμβους (ηράκλειον
διατυπώσει το 2003, στη μελέτη του «λουτρού» του κά-
άμμα) του 12ου-13ου αιώνα, που βρέθηκε κοντά στο ναό
στρου Ναυπάκτου: «...τα στοιχεία που επισημάναμε για
του Προφήτη Ηλία54. Το ανάγλυφο αυτό, που η τέταρτη
το κτίριο θα μπορούσαν ενδεχομένως να επιτρέψουν
όψη του είναι αδρά δουλεμένη και ακόσμητη, συνδέεται
μια υπόθεση ότι το βυζαντινό μνημειακό σύνολο στο
άμεσα με ένα μικρότερο κομμάτι με την ίδια διακόσμηση
Περιτόριο σχετίζεται με τον επισκοπικό ναό της Ναυ-
(στο ανώτερο τμήμα του σώζεται τμήμα του κυκλικού
πάκτου, τον αφιερωμένο στην Θεοτόκο, και το πλησι-
άβακα του συμφυούς κιονοκράνου) που βρέθηκε στην
όχωρο συγκρότημα του επισκοπείου, για τη θέση των
ίδια τοποθεσία55. Δεν αποκλείεται τα δύο τμήματα κιο-
οποίων έχουν διατυπωθεί έως σήμερα αποκλίνουσες
νίσκων να συνανήκαν στο τέμπλο του ναού που ανα-
απόψεις...»59.
σκάφηκε το 2008 στη θέση Προφήτης Ηλίας (το τμήμα
Ο λόγιος Κωνσταντινουπολίτης μητροπολίτης
με την ακόσμητη πλευρά θα ήταν τοποθετημένο σε επα-
Ναυπάκτου Ιωάννης Απόκαυκος (1199 περίπου-1233)60
φή με τοίχο). Γνωρίζουμε επίσης ένα τμήμα επιγραφής
υπήρξε ένας από τους κυριότερους παράγοντες στη δια-
εντοιχισμένο στο τζάκι της οικογένειας Κοτίνη56.
μόρφωση της πολιτικής και πνευματικής φυσιογνωμίας
του Κράτους («Δεσποτάτου») της Ηπείρου, διαδραμα-
Το ζήτημα της προέλευσης πολλών γλυπτών από τον
τίζοντας πρωτεύοντα ρόλο στις υποθέσεις του κατά τις
μητροπολιτικό ναό της Ναυπάκτου
πρώτες δεκαετίες του βίου του. Ο Απόκαυκος παραδίδει
Εκτός από τους βυζαντινούς ναούς της Ναυπάκτου, πολύτιμες πληροφορίες για το επισκοπείο και τη μορφή
από τους οποίους προέρχονται πολλά από τα ανάγλυ- και τον τύπο του επισκοπικού ναού της Ναυπάκτου61,
φα της συλλογής της 22ης ΕΒΑ, υπάρχουν γλυπτά του ο οποίος βρισκόταν σε περίοπτη θέση: «...τετάρτην γὰρ
12ου-13ου αιώνα που κατά τη γνώμη μας προέρχονται τοῦ Ἰουνίου μετροῦντος καὶ τοῦ ἐμοῦ τὸν ἀπό τῆς μητρο-
από τον περίφημο μητροπολιτικό ναό της Ναυπάκτου. πόλεως βουνὸν καταβαίνοντος ἐπὶ τὰ δένδρα τὰ σκιά-
Ο ναός ήταν αφιερωμένος στην Πανύμνητη Θεοτόκο ζοντά μου τὴν κεφαλὴν καὶ τὴν ἡλιακὴν ἀποκρουόμενα
(Παναγία Ναυπακτιώτισσα)57, ενώ γύρω του είχε οργα- φλόγωσιν ...»62 , ήταν μεγαλοπρεπής με πτερύγια (κλίτη)
νωθεί αδελφότητα κληρικών και λαϊκών για την λατρεία και νάρθηκες και κοσμούνταν με αστραφτερά ψηφιδωτά
και επιβλητικό ζωγραφικό διάκοσμο.
Οι πληροφορίες του φαίνεται ότι ταιριάζουν πολύ με
(σωζόμενο μήκος στη νότια πλευρά), 0,11 μ. (ορατό πλάτος) και 0,225 μ.
(σωζόμενο μήκος στη διπλανή ανατολική πλευρά). Για το γλυπτό βλ. Πα- τα αρχαιολογικά και τοπογραφικά δεδομένα της περιο-
παδοπούλου 1993, 186 και 196, πίν. 10 (Η C. Vanderheyde δεν αναφέρει χής και το ναό που αποκαλύφθηκε μετά την ανασκαφή
τίποτε). Για την οθωμανική κρήνη βλ. Πετρονώτης 1993, 263, 266-267,
275 και 342, εικ. 27β.
του 2008 στη θέση Προφήτης Ηλίας63. Η άποψη αυτή έρ-
52. Παπαδοπούλου 1993, 188-189, 198, πίν. 13, η οποία πιθανολό-
γησε ότι πρόκειται για επιστύλιο. Πρόσφατα το γλυπτό ταυτίστηκε ορθά
με τμήμα ορθοστάτη θυρώματος. Βλ. Vanderheyde 2005, 67, pl. 84a-b. 58. Παλιούρας 1988, 613-623.
Ορθοστάτες θυρώματος με παρόμοιο διάκοσμο φυλάσσονται στο Βυζα- 59. Αθανασούλης - Ανδρούδης 2004, 523.
ντινό και Χριστιανικό μουσείο Αθηνών. Βλ. μπούρας - μπούρα 2002, 60. Ο Ιωάννης Απόκαυκος υπήρξε ανεψιός του Κωνσταντίνου μα-
414-415, εικ. 443. νασσή, επίσης λογίου μητροπολίτη Ναυπάκτου. Για τον Ιωάννη, το βίο
53. Ανέκδοτο. Βλ. Vanderheyde 2005, 67. και το έργο του η βιβλιογραφία είναι αρκετά πλούσια. Βλ. κυρίως Πολά-
54. μέγιστο σωζόμενο ύψος 91 εκ., πλάτος πλευράς 15 εκ. Βλ. Κων- κης 1923. Λαμπρόπουλος 1988 και Κατσαρός 1989.
στάντιος 1982, 278. Παπαδοπούλου 1993, 180-181, 194, πίν. 1. Οι τετρα- 61. Bees 1976, 115, αρ. 58, στ. 9, 20 και 125, αρ. 68, στ. 5-7. Επίσης
πλοί κιονίσκοι με κόμβο στον κορμό τους αποτελούν συνήθη μορφή που 153, αρ. 103, στ. 7-8 και 154, αρ. 104, στ. 7-10. Για τον καθεδρικό ναό
απαντά σε τέμπλα από τον 12ο αιώνα και εξής. και τη σχέση του με το επισκοπείο βλ. Athanasiadis-Novas 1953, 73-78.
55. Ανέκδοτο, αριθμ. καταγραφής 8582. Σωζόμενες διαστάσεις κατά Κατσαρός 1985, 1522-1526. Kissas 1987, 37-49. Κατσαρός 1989, 643-647.
τη καταγραφή της 22ης ΕΒΑ: ύψος 50 εκ., πλάτος 15 εκ. Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου 1991, 98-109.
56. Βοκοτόπουλος 1973, 399. Η κρήνη αναστηλώθηκε πρόσφατα. 62. Bees 1976, 125, αρ. 68, στ. 5-7.
57. Athanasiadis-Novas 1953. 63. Βλ. Κεφαλλωνίτου - Κουμούση 2012, 71-72. Για τον ναό αυτό, τον

39
ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΝΔΡΟΥΔΗΣ

χεται σε αντίθεση με την παλιότερη άποψη του Γ. Αθα- Κατσαρός, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πληρο-
νασιάδη-Νόβα που υποστήριξε ότι ο ναός βρισκόταν φορίες για το κοσμικό αρχιτεκτονικό πρόγραμμα του δι-
στη θέση όπου βρίσκεται το Α΄ Δημοτικό Σχολείο64 και οικητή της Ναυπάκτου Κωνσταντίνου Δούκα, αδελφού
τη νεότερη άποψη του καθηγητή Β. Κατσαρού, ο οποίος του ηγεμόνα του κράτους («Δεσποτάτου») της Ηπείρου.
ταύτισε το ναό με τα ερείπια της πεντάκλιτης παλαιο- Ο Κωνσταντίνος επεδίωξε, κατά την περίοδο της δια-
χριστιανικής βασιλικής που αποκαλύφθηκαν στις ση- μάχης του με τον Απόκαυκο, να χτίσει στο χώρο του
μερινές οδούς Ν. Φαρμάκη και Καρποδέλη 465. με την επισκοπικού μεγάρου ένα ξένο για τον τόπο κτίριο, τον
άποψη του Β. Κατσαρού διαφώνησαν οι Θ. Παζαράς66, «σουφάν»: «...Ἐν τούτοις ὢν οὐ τρίβω τὴν αὐθεντικὴν τοῦ
Δ. Αθανασούλης και Π. Ανδρούδης67 και εσχάτως ο Σ. ἐπισκοπείου καθέδραν, ἣν καὶ ταύτην αὐτὸς κοινωσάμε-
μαμαλούκος. νος ἀντὶ ἐπισκοπείου πορνεῖον καὶ ἀνθ’ ἱεροῦ ἰδιωτικὸν
Σε επιστολή του προς τον Νικόλαο Βονδίτζης (Βό- αὐτὸ κατεστήσατο, καὶ σὺν τοῖς ἂλλοις ὠκοδομήσατο καὶ
νιτσας) ο λόγιος ιεράρχης περιγράφει ακόμη τις ενέρ- σουφᾶν. Οἰκίας ὂνομα περσικῆς ὁ σουφᾶς...»73. Παρακά-
γειές του να διακοσμήσει και να ανακαινίσει το ναό, ο τω δίδει αρκετές λεπτομέρειες για το κτίσμα. Ποιά λοι-
οποίος είχε υποστεί ζημιές από την πολυκαιρία και τους πόν ήταν η ακριβής σχέση του Περσικού σουφά, ενός
σεισμούς: «...δέοντα γὰρ ἱστορίας τὰ πτερύγια τοῦ ναοῦ κτιρίου ισλαμικής τεχνοτροπίας, όπως ο περίφημος
καὶ οἱ νάρθηκες...»68. Επίσης σε επιστολή του προς τον «μουχρουτάς» του 12ου αιώνα στο μέγα Παλάτιον της
Ευθύμιο Τορνίκη ο Απόκαυκος αναφέρει: «...εἶς μὲν δὴ Κωνσταντινούπολης74 με το επισκοπείο και τον γειτονι-
παρακλητικὸς οὗτος λόγος· δεύτερος δὲ ὁ περὶ ἑρμογλύ- κό ναό; Ποιές άραγε καταστροφές προκλήθηκαν και στο
φου χρήζουσι γὰρ οἱ πρόναοι τοῦ ναοῦ καὶ ὅσα ἐκ καινῆς γλυπτό διάκοσμό του; Δυστυχώς δεν είμαστε σε θέση να
ποιηθήσονται λίθων ξεστῶν εἰς παραστάδας, εἰς ἒδα- το γνωρίζουμε.
φος...»69. Τέλος, σε επιστολή του προς τον μητροπολίτη Κρίνοντας από την κάτοψη του μεγάλου ναού που
Δυρραχίου Δοκειανό (1220/1) ο Απόκαυκος αναφέρεται αποκαλύφθηκε στις ανασκαφές του 2008, συμπεραίνου-
στους κόπους του για την ανακαίνιση του ναού: «...ἐπὶ με ότι ήταν κτισμένος στον τύπο της τρίκλιτης ξυλό-
πολλ’ ἔπαθον καὶ πολλ’ ἐμόγησα, χρυσῷ τὴν ἐκκλησίαν στεγης βασιλικής75. Στο βόρειο και το νότιο κλίτος του
καταστιλπνώσας καὶ ὡραΐσας ἐν εἰκονίσμασιν, ὧν πολλὰ ναού αποκαλύφθηκαν, σε βάθος 1 περίπου μ., τα ίχνη
δὲ δάκρυα λείβω καὶ ἀποδύρομαι τὴν ἀχρείωσιν. ὢ μοι του στυλοβάτη του μαρμάρινου βυζαντινού τέμπλου.
θεῖε ναὲ, ὅτι γέγονας ὡς τὸ ἀπαρχῆς, ὅτε οὐδεὶς χειρίσο- Οι στυλοβάτες όμως αυτοί είναι από διαφορετικό υλι-
φος ἐπέβαλε χεῖρά σοι...»70. κό: από ντόπια πέτρα αυτός στο βόρειο κλίτος (εικ. 17)
Δίπλα από το ναό υπήρχε το Επισκοπείο, ως «συ- και από λευκό μάρμαρο αυτός στο νότιο κλίτος (εικ. 18),
νεπτυγμένον παλάτιον»71, που έβλεπε προς την «ὑπο- ενώ διαφέρουν επίσης και οι οπές για την πάκτωση των
κειμένη θάλασσα», με όμορφο προαύλιο, ευωδιαστό κιονίσκων τους και των θωρακίων (στο νότιο κλίτος το
κήπο, μαρμάρινα σκαλιά: «...καὶ τοὺς τῶν ἡμετέρων συνολικό μήκος του στυλοβάτη, με τριμερή διαμόρφω-
καταλυμάτων μαρμαρίνους ἀναβαθμούς...», κιονίσκους: ση τέμπλου είναι 3,30 μ. και υπάρχουν βαθύνσεις 3,5 εκ.
«...ἐπὶ τὰς κεφαλὰς ἀνεχόντων ἑτέρας ἐγκαρσίας εὐθεί- για την υποδοχή των κιονίσκων και των θωρακίων).
ας, ἐξ ὁμοίας τῆς ὓλης...». Επίσης είχε αυλόπορτες: Τις δύο τουλάχιστον οικοδομικές φάσεις και τη λα-
«...ἐκ ξύλων ἀσήπτων καὶ περιεζωσμένας σιδήρῳ...» και: μπρότητα του ναού, που πιθανότατα συνδέεται με τον
«...περιτετείχισται δὲ τοῦτο καὶ τῷ ἐκ τιτάνου καὶ λίθων Ιωάννη Απόκαυκο, μαρτυρούν τα μαρμαροθετήματα
θριγγῷ περισφίγγεται...»72. Όπως παρατήρησε και ο Β. στο βόρειο και νότιο κλίτος76. Αποκαλύφθηκαν επίσης
και σπασμένα κομμάτια μαρμαροθετημάτων που στρώ-
θηκαν στο διάδρομο εισόδου στο τζαμί που κτίστηκε
οποίο μελετούμε και ετοιμάζουμε σχετική δημοσίευση, βλ. επίσης μαμα-
λούκος - Παπαβαρνάβας 2014, 124-137.
αργότερα στη θέση εκείνη (εικ. 19, 20). Τα κομμάτια
64. Athanasiadis-Novas 1953, 77. μας δίνουν μόνο μια αμυδρή και αποσπασματική ιδέα
65. Κατσαρός 1985, 1522-1526. Για την ανασκαφή βλ. Λαζαρίδης 1973, για τη μορφή και το διάκοσμο του δαπέδου του ναού:
267-268. Βοκοτόπουλος 1973, 394-395. Ζίας 1973-1974, 543. Τριανταφυλλό-
πουλος 1989, 142.
66. Παζαράς 1998, 20-21.
67. Αθανασούλης - Ανδρούδης 2004, 522-523. 73. Κατσαρός 1989, 646.
68. Bees 1976, 125, αρ. 68, στ. 6-18. 74. Για τον «μουχρουτά», περιγραφή του οποίου δίνει ο Νικόλαος
69. Bees 1976, 115, αρ. 58, στ. 20-28. μεσαρίτης, βλ. Walker 2010, 79-102.
70. Bees 1976, 86, αρ. 27, στ. 12-17. 75. Κάτοψη του ναού στο Κεφαλλωνίτου - Κουμούση 2012, 71, εικ. 7.
71. Bees 1976, 122, αρ. 67, στ. 10-18. Για περισσότερα στοιχεία βλ. μαμαλούκος - Παπαβαρνάβας 2014.
72. Παπαδόπουλος-Κεραμεύς 1907, 241, αρ. 6, στ. 1-2. 76. Αδημοσίευτα.

40
Π Α ΡΑΤ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ Σ Ε Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Α ΓΛΥ Π ΤΑ Τ Ο Υ 1 2 ο υ Κ Α Ι 1 3 ο υ Α Ι Ω Ν Α Α Π Ο Τ Ο Κ Α Σ Τ Ρ Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ

Εικ. 17. Βυζαντινός ναός δίπλα


στον Προφήτη Ηλία. Στυλοβά-
της τέμπλου και μαρμαροθέτημα
στο διαμέρισμα της Πρόθεσης
(φωτ. Π. Ανδρούδης).

Εικ. 18. Βυζαντινός ναός δίπλα


στον Προφήτη Ηλία. Στυλοβά-
της τέμπλου και μαρμαροθέτημα
στο διαμέρισμα του Διακονικού
(φωτ. Π. Ανδρούδης).

Εικ. 19. Κάστρο Ναυπάκτου, ναός


Προφήτη Ηλία. Τμήμα μαρμαρο-
θετήματος δαπέδου (φωτ. Π. Αν-
δρούδης).

41
ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΝΔΡΟΥΔΗΣ

Εικ. 20. Κάστρο Ναυπάκτου, ναός Προφήτη Ηλία. Τμήμα μαρ- Εικ. 21. Κάστρο Ναυπάκτου, ναός Προφήτη Ηλία. μικρό θω-
μαροθετήματος δαπέδου με παράσταση γρύπα (φωτ. Π. Αν- ράκιο (φωτ. Π. Ανδρούδης).
δρούδης).

μέσα σε πλαίσια από λευκό μάρμαρο υπάρχουν αλληλο- Τα γλυπτά από τη Ναύπακτο που μπορούν να απο-
τεμνόμενοι κύκλοι, ρόδακες με στρογγυλά φύλλα, λοξά δοθούν στον 13ο αιώνα συνεχίζουν, σε γενικές γραμμές,
πλαίσια με κρινάνθεμα στις γωνίες, μυθικά ζώα (γρύπας, την κρατούσα παράδοση της μεσοβυζαντινής γλυπτικής
εικ. 20)77, ανθρώπινες μορφές κ.ά. Τέλος στον ίδιο διά- του 11ου-12ου αιώνα, όχι μόνο με τις ίδιες τεχνικές εκτέ-
δρομο είναι στρωμένο και ένα μικρό θωράκιο τέμπλου λεσης και κατανομή του επιμέρους διακόσμου, αλλά και
με αποκρούσεις στις δύο γωνίες του, που παρουσιάζει με παρεμφερή διακοσμητικά μοτίβα. Πολλά βρέθηκαν
διάκοσμο από τρία συνεχόμενα μετάλλια που ορίζονται στην περιοχή του ναού του Προφήτη Ηλία και μπορούν
από τριμερή ταινία και συνδέονται μεταξύ τους με το σύ- να αποδοθούν ιδιαίτερα στην κατασκευή του τέμπλου
στημα των σηρικών τροχών (εικ. 21)78. Οι πλευρικοί κύ- του μεγάλου τρίκλιτου ναού που αποκαλύφθηκε το 2008
κλοι περικλείουν διαφορετικούς οκτάφυλλους ρόδακες, και τον οποίο μάλλον θα πρέπει να ταυτίσουμε με τον
ενώ ο κεντρικός περιέχει πολύφυλλο άνθος. Το γλυπτό μητροπολιτικό ναό του Ιωάννη Απόκαυκου. Στον ίδιο
θα μπορούσε να αποδοθεί στον 12ο αιώνα. ναό θα ανήκαν τα δύο εντυπωσιακά τμήματα οριζοντίου
θυρώματος των αρχών του 13ου αιώνα που περιγράψα-
Συμπεράσματα με παραπάνω. Στα γλυπτά της Ναυπάκτου αξιοσημείω-
τη είναι και η παντελής απουσία ψευδοκουφικών δια-
Στην εργασία μας παρουσιάσαμε μια πρώτη συνολική
κοσμήσεων (και άρα ισλαμικών επιδράσεων), οι οποίες
εικόνα των βυζαντινών γλυπτών του 12ου-13ου αιώνα
απαντούν σε γλυπτά της Αττικής, της ανατολικής Στερε-
που βρέθηκαν στο κάστρο της Ναυπάκτου. Αν και τα
άς Ελλάδος, της Εύβοιας και του Ν. μαγνησίας.
ανάγλυφα σώζονται αποσπασματικά, εντούτοις μαρτυ-
Η συνολική μελέτη των γλυπτών του 12ου-13ου αι-
ρούν, με την ποιότητα του διακόσμου τους, για την ακμή
ώνα από την Ναύπακτο, δεν εξαντλείται εδώ. Σε κάθε
της πόλης και τον πλούτο των ναών της. Όπως σωστά
περίπτωση, η μελέτη των ιστορικών συγκυριών, όσον
επισημάνθηκε, η τεχνική και ο διάκοσμος των αναγλύ-
αφορά στα ζητήματα επαφών ή αλληλεπιδράσεων των
φων της Ναυπάκτου απηχούν επιδράσεις από την Κε-
καλλιτεχνών στη Ναύπακτο και όσων κλήθηκαν εκεί
ντρική Ελλάδα και την Πελοπόννησο79.
για εργασία την περίοδο αυτή (ιδιαίτερα στα χρόνια του
μητροπολίτη Ιωάννη Απόκαυκου) υπερβαίνει το πλαίσιο
77. Αδημοσίευτο. μέγιστο σωζόμενο ύψος 0,30 μ., μήκος 0,36 μ.
78. Αδημοσίευτο. Ύψος 0,87 μ., μήκος 0,37 μ. της εργασίας μας.
79. Vanderheyde 2005, 63. Η ομοιότητα ανάμεσα στα βυζαντινά γλυ-
πτά του 12ου-13ου αιώνα από τη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο
είναι μια πραγματικότητα, η οποία έχει επισημανθεί αρκετά παλιότερα,
βλ. Bouras 1977-1979, 63.

42
Π Α ΡΑΤ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ Σ Ε Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Α ΓΛΥ Π ΤΑ Τ Ο Υ 1 2 ο υ Κ Α Ι 1 3 ο υ Α Ι Ω Ν Α Α Π Ο Τ Ο Κ Α Σ Τ Ρ Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ

Abstract
Remarks on the Byzantine Sculptures of 12th-13th centuries from the Castle of Naupaktos

Paschalis Androudis

O ur article deals with the study of the byzantine


sculptures of twelfth-thirteenth centuries from
the Castle of Naupaktos, most of which are kept in the
The number of sculptures in the Naupaktos collec-
tion attests to the existence of numerous churches in
the castle. The most important one was the Metropolis
archaeological collection of the 22nd Ephorate of Byz- dedicated to Theotokos Naupaktiotissa and restored by
antine Antiquities. Preserved in fragments and with no the Bishop of the city Ioannis Apokaukos (beginning
clear indication of their provenance, these reliefs were of the thirteenth century). To the sculptural decoration
retrieved from houses or they were found during exca- of that great church - which could be identified to the
vations in the upper parts of the Castle. Their repertoire church which was excavated in 2008 - , we attribute the
of themes is commonly found in byzantine decorative most elaborate and composite sculptures of the collec-
sculpture of twelfth-thirteenth centuries and includes tion. The art of the sculptures of Naupaktos reflects the
geometrical motifs, scrolls with leaves, small quadrupeds corresponding art of other sculptures of the same period
and birds. The techniques of carving are the typical ones in Central Greece and the Northern Peloponnese and
found in the sculptures of the period: low relief and two- confirms the hypothesis for the movement of teams of
level relief. craftsmen.

Βιβλιογραφία

Αθανασούλης - Ανδρούδης 2004: Δ. Αθανασούλης - Π. Αν- Τομές και συνέχειες στην ελληνιστική και ρωμαϊκή πα-
δρούδης, «Παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία του ράδοση (Αθήνα 15-17 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήνα 1989,
βυζαντινού λουτρού του Κάστρου Ναυπάκτου», Πρακτι- 631-674.
κά Β΄ Αρχαιολογικού και Ιστορικού συνεδρίου Αιτωλοα- Κεφαλλωνίτου - Κουμούση 2012: Φρ Κεφαλλωνίτου - Αν.
καρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2003), τ. 2, Αγρίνιο Κουμούση, «22η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων»,
2004, 515-534. 2000-2010. Από το ανασκαφικό έργο των Εφορειών
Ανδρούδης 2010: Π. Ανδρούδης, «Παρατηρήσεις στον υστε- Αρχαιοτήτων, επιμ. μ. Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, Υπουργείο
ροβυζαντινό γλυπτό διάκοσμο των εκκλησιών του δυτι- Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητι-
κού Πηλίου», Βυζαντινά 30 (2010), 299-319. σμού. Γενική Γραμματεία Πολιτισμού. Γενική Διεύθυνση
Βοκοτόπουλος 1973: Π. Βοκοτόπουλος, ΑΔ 28 (1973), Β´2 Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Αθήνα
Χρονικά, 394-395. 2012, 69-72.
Βοκοτόπουλος 1973: Π. Βοκοτόπουλος, «Βυζαντινά γλυπτά Κουτσογιάννης 2001: Ε. Κουτσογιάννης (αρχιμανδρίτης),
εἰς Ναύπακτον», ΑΔ 28 (1973), Β΄ Χρονικά, 398-399. «Χριστιανικοί ναοί στη Ναύπακτο μέχρι τα τέλη του
Ζίας 1973-1974: Ν. Ζίας, ΑΔ 29 (1973-1974), Β´2 Χρονικά, 19ου αι.», Πρακτικά Β΄ Επιστημονικού Συνεδρίου Ναυπά-
543. κτου (Ναύπακτος 17-19 Οκτωβρίου 1997) = Ναυπακτια-
Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου 1991: Ε. Καραγιάννη-Χα- κά Ι´2 (1998-1999), Αθήνα 2001, 195-208.
ραλαμποπούλου, «Η Ναύπακτος και η περιοχή της στα Κωνστάντιος 1981: Δ. Κωνστάντιος, «Ναύπακτος, Φρούριο»,
χρόνια του Απόκαυκου», Ναυπακτιακά Ε΄ (1990-1991), ΑΔ 36 (1981), Β´2 Χρονικά, 293.
Αθήνα 1991, 77-118. Κωνστάντιος 1982: Δ. Κωνστάντιος, «Ναύπακτος, Φρούριο»,
Κατσαρός 1985: Β. Κατσαρός, «Συμβολή στη μελέτη των προ- ΑΔ 37 (1982), Β´2 Χρονικά, 278.
βλημάτων βυζαντινής τοπογραφίας στη Δυτική Στερεά Κωνστάντιος 1991: Δ. Κωνστάντιος, «Προβλήματα προστα-
(12ος-13ος αι.): Πηγές και δεδομένα», Βυζαντινά 13.2 σίας και ανάδειξης των βυζαντινών μνημείων της Αι-
(1985), 1503-1539. τωλοακαρνανίας», Πρακτικά του Α΄ Αρχαιολογικού και
Κατσαρός 1989: Β. Κατσαρός, «Από την καθημερινή ζωή στο Ιστορικού συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 21-23
“Δεσποτάτο” της Ηπείρου. Η μαρτυρία του μητροπολί- Οκτωβρίου 1988), Αγρίνιο 1991, 603-609.
τη Ναυπάκτου Ιωάννη Αποκαύκου», Πρακτικά του Α΄ Λαζαρίδης 1966: Π. Λαζαρίδης, ΑΔ 21 (1966), Β´2 Χρονικά,
Διεθνούς Συμποσίου “Η καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο”, 265-268.

43
ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΑΝΔΡΟΥΔΗΣ

Λαζαρίδης 1973: Π. Λαζαρίδης, ΑΔ 28 (1973), Β΄ Χρονικά, 267-268. βυζαντινά Χρόνια ως την οθωμανική κατάκτηση του
Λαμπρόπουλος 1988: Κ. Λαμπρόπουλος, Ιωάννης Απόκαυκος. 1499: Ιστορικό διάγραμμα», Πρακτικά του Α΄ Αρχαιολο-
Συμβολή στην έρευνα του βίου και του συγγραφικού του γικού και Ιστορικού συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρί-
έργου, διδ. διατριβή, Αθήνα 1988. νιο 21-23 Οκτωβρίου 1988), Αγρίνιο 1991, 245-272.
Λάππας - Καζανάκη-Λάππα 2014: Κ. Λάππας - μ. Καζανάκη - Σκλάβου-μαυροειδή 1999: μ. Σκλάβου-μαυροειδή, Γλυπτά
Λάππα, «“Τοπωνυμικά” του κάστρου της Ναυπάκτου. Η του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών, Αθήνα 1999.
παρανόηση μιας ιστορικής μαρτυρίας», To Αρχαιολογικό Στίκας 1970: Ε. Στίκας, Τό Οἰκοδομικόν Χρονικόν τῆς Μονῆς
Έργο της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην Αιτω- Ὁσίου Λουκᾶ Φωκίδος, ἐν Ἀθήναις 1970.
λοακαρνανία και την Λευκάδα (Ναύπακτος 2 Νοεμβρίου Τριανταφυλλόπουλος 1981: Δ. Τριανταφυλλόπουλος, «Η επι-
2013), Ναύπακτος 2014, 101-106. σκοπή και η μονή Κοζίλης στην Ήπειρο (συναγωγή
μαμαλούκος - Παπαβαρνάβας 2014: Σ. μαμαλούκος - μ. Παπα- στοιχείων-προβλήματα)», Actes du XVe Congrès Inter-
βαρνάβας, «Από τον βυζαντινό επισκοπικό ναό της Ναυπά- national d’Études Byzantines (Athènes-septembre 1976),
κτου στο παρεκκλήσιο του Προφήτου Ηλιού. Παρατηρήσεις vol. II. Art et archéologie. Communications B, Athènes
στην οικοδομική ιστορία και την αρχιτεκτονική των κτισμά- 1981, 839-862.
των στη θέση Προφήτης Ηλίας του Κάστρου της Ναυπά- Τριανταφυλλόπουλος 1989: Ν. Τριανταφυλλόπουλος, ΑΔ 44
κτου με βάση τα ευρήματα της ανασκαφής του 2008», Το (1989), Β´1 Χρονικά, 142.
Aρχαιολογικό Έργο της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Τριανταφυλλόπουλος 1991: Δ. Τριανταφυλλόπουλος, «Ο πα-
στην Αιτωλοακαρνανία και την Λευκάδα (Ναύπακτος 2 λαιός μητροπολιτικός ναός του Αγίου Δημητρίου Ναυ-
Νοεμβρίου 2013), Ναύπακτος 2014, 121-144. πάκτου», Πρακτικά του Α΄ Αρχαιολογικού και Ιστορικού
μπούρα 1980: Λ. μπούρα, Ὁ γλυπτός διάκοσμος τοῦ ναοῦ τῆς συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 21-23 Οκτωβρίου
Παναγίας στό μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ, Ἀθήνα 1980. 1988), Αγρίνιο 1991, 591-602.
Νεράντζης 2007: Ι. Νεράντζης, Ιστορική Αρχαιολογία Ναυπάκτου.
Προϊστορική - Οζολαία Λοκρική - Ρωμαιοκρατούμενη - Βυ- Athanasiadis-Novas 1953: G. Athanasiadis-Novas, «Περί Πα-
ζαντινή - Μεσαιωνική - Οθωμανοκρατούμενη, Αγρίνιο 2007. ναγίας Ναυπακτιώτισσας», Atti dello VII Congresso Inter-
Παζαράς 1998: Θ. Παζαράς, Μελέτη Συνολικής Ανάδειξης nazionale di Studi Bizantini (Palermo 3-10 Aprile 1951),
Κάστρου Ναυπάκτου, Α΄ φάση: Τοπογραφική-φωτογραμ- t. II, Studi Bizantini e Neoellenici 8, Roma 1953, 73-78.
μετρική αποτύπωση, Ιστορική τεκμηρίωση, Φάσεις και Bees 1976: N. Bees, «Unedierte Schriftstücke aus der Kanzlei
επεμβάσεις με βάση τις ιστορικές μαρτυρίες, τις σχετικές des Johannes Apokaukos, des Metropoliten von Nau-
απεικονίσεις και τα σωζόμενα λείψανα (ανέκδοτη εργα- paktos (in Aetolien)», herausgegeben aus dem Nachlass
σία στο πλαίσιο προγράμματος του Ταμείου Αρχαιολογι- von N. A. Bees (Βέης) von E. Bees-Seferli =BNJ 21 (1974-
κών Πόρων), Αθήνα 1998. 1976), 55-160.
Πάλλας 1953-1954: Δ. Πάλλας, «Ἀνάγλυφος στήλη τοῦ Βυζα- Bouras 1977-1979: L. Bouras, «Architectural Sculptures of the
ντινοῦ μουσείου Ἀθηνῶν», ΑΕ 1953-1954, Γ΄, 267-299. Twelfth and the Early Thirteenth Centuries in Greece»,
Παλιούρας 1988: Α. Παλιούρας, «Η αδελφότητα της “Θεοτό- ΔΧΑΕ Θ΄ (1977-1979), 63-75.
κου Ναυπακτιωτίσσης” και η σχέση της με την περιοχή Grabar 1976: A. Grabar 1976: Sculptures byzantines du Moyen
των Θηβών κατά την μεσοβυζαντινή περίοδο», Πρακτι- Âge, XIe-XIVe siècle, Paris 1976.
κά Α΄ Διεθνούς Συνεδρίου Βοιωτικών Μελετών (Θήβα Grumel 1947: V. Grumel, Les regestes des actes du patriarcat de
10-14 Σεπτεμβρίου 1986), Αθήνα 1988, 613-623. Constantinople, v. I, Paris 1947.
Παπαδόπουλος-Κεραμεύς 1907: Α. Παπαδόπουλος-Κερα- Kissas 1987: S. Kissas, «Umetnošt u Solunu pocetkom XIII
μεύς, Συμβολή εἰς τήν ἱστορίαν τῆς ἀρχιεπισκοπῆς Ἀχρί- veka i Mileševko slikarstvo», Mileševa u istoriji Srpškog
δος, Ἁγία Πετρούπολη 1907. Naroda, Beograd 1987, 37-49.
Παπαδοπούλου 1993: Β. Παπαδοπούλου, «Βυζαντινά ανά- Soustal - Koder 1981: P. Soustal - J. Koder, Nikopolis und
γλυφα αρχιτεκτονικά μέλη στην Αρχαιολογική Συλλο- Kephallenia, TIB 3, Wien 1981.
γή Ναυπάκτου», Πρακτικά Α΄ Επιστημονικού Συνεδρίου Soustal 1975: P. Soustal, Die Griechischen Quellen zur
Ναυπάκτου (Ναύπακτος 17-19 Οκτωβρίου1992) =Ναυ- Mittelalterlichen Historischen Geographie von Epirus
πακτιακά ΣΤ΄ (1992-93), Αθήνα 1993, 179-199. (δακτυλογραφημένη διδ. διατριβή), Wien 1975.
Παπαζώτος 1994: Θ. Παπαζώτος, Η Βέροια και οι ναοί της Vanderheyde 1996: C. Vanderheyde, La sculpture architecturale
(11ος-18ος αι.). Ιστορική και αρχαιολογική σπουδή των mésobyzantine en Épire du Xe au XIIIe siècle, Thèse de
μνημείων της πόλης, Αθήνα 1994. Doctorat, Paris 1996.
Πετρονώτης 1993: Α. Πετρονώτης, «Οθωμανικά Αρχιτεκτονήματα Vanderheyde 2005: C. Vanderheyde, La sculpture architecturale
Ναυπάκτου [İnebahtı]», Πρακτικά Α΄ Επιστημονικού Συνεδρίου byzantine dans le thème de Nikopolis du Xe au début du
Ναυπάκτου (Ναύπακτος 17-19 Οκτωβρίου 1992) = Ναυπακτια- XIIIe siècle (Épire, Étolie-Acarnanie et Sud de l’Albanie),
κά ΣΤ΄ (1992-1993), Αθήνα 1993, 221-352. Athènes 2005.
Πολάκης 1923: Π. Πολάκης, «Ἰωάννης Ἀπόκαυκος μητροπολίτης Walker 2010: A. Walker, «Middle Byzantine Aesthetics of
Ναυπάκτου. Σελίδες ἐκ τῆς Ἱστορίας τοῦ βυζαντινοῦ κράτους power and the incomparability of Islamic Art: The archi-
κατά τόν ΙΓ΄ αἰώνα», Νέα Σιών ΙΗ´ (1923), 85-100. tectural ekphraseis of Nikolaos Mesarites», Muqarnas 27
Σαββίδης 1991: Α. Σαββίδης, «Η Ναύπακτος από τα Πρωτο- (2010), 79-102.

44
ΘΡΗΣΚΕΥ ΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΥΚΑΔΑ

Θρησκευτική τέχνη στην Αιτωλοακαρνανία και τη Λευκάδα


με αφετηρία το έργο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών
«Έλληνες Ζωγράφοι μετά την Άλωση»*

Ευγενία Δρακοπούλου

Σ τα μέσα του 19ου αιώνα, η οικογένεια Βαλαωρίτη


στη Λευκάδα αντικαθιστά τις παλιότερες εικόνες,
που απηχούσαν τα πρότυπα της κρητικής ζωγραφικής
15ου αιώνα μοιράστηκαν την ίδια ιστορική μοίρα ανή-
κοντας στην οθωμανική αυτοκρατορία. Η αποσύνδεσή
τους το 1684 με την προσάρτηση της Λευκάδας στη
και βρίσκονταν στο τέμπλο του ναού του Παντοκράτο- Βενετία έως το 1787 και κατόπιν στους δημοκρατικούς
ρα στη Λευκάδα, με εικόνες ιταλίζουσας τεχνοτροπίας Γάλλους, στη ρωσική και αγγλική προστασία, αλλά και
και τεχνικής του ζακύνθιου Διονυσίου Καλυβωκά1, δω- οι μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις του ελ-
ρίζοντας τις παλιότερες και πιο συντηρητικές εικόνες ληνικού στοιχείου της οθωμανικής αυτοκρατορίας το β΄
στο ναό του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου στο Δρυμώνα2. μισό του 18ου αιώνα, διαφοροποίησαν τις κοινωνικές
Την ίδια περίπου εποχή, το 1877, οι μοναχοί της μο- δομές, άλλαξαν τους τρόπους και τους χρόνους της επι-
νής Δρυμοναρίου Φλωριάδας στην Ακαρνανία καλούν κοινωνίας, τους γεωγραφικούς και τους πολιτισμικούς
ζωγράφους από τη Σαμαρίνα για να ανακαινίσουν τον προσανατολισμούς.
παλιότερο διάκοσμο του ναού3. Η Σαμαρίνα ήταν ένα Η αναζήτηση των αισθητικών προτιμήσεων στη θρη-
από τα μεγαλύτερα βλαχοχώρια της κτηνοτροφικής πε- σκευτική τέχνη στην Αιτωλοακαρνανία και τη Λευκά-
ριοχής μεταξύ Κόνιτσας και Γρεβενών, τόπος καταγω- δα μετά την Άλωση, προϋποθέτει μια θεματολογική και
γής ενός μεγάλου αριθμού ζωγράφων4, που λόγω των ερευνητική κατάτμηση του ενιαίου συνόλου της αισθη-
συχνών τους μετακινήσεων στην Βαλκανική χερσόνησο τικής της μεταβυζαντινής τέχνης. Επίσης μια μαθητεία
είχαν έρθει σε επαφή με τις νέες τάσεις του διακοσμητι- στο δύσκολο σχολείο του «ατέρμονος ψηφιδωτού»,
κού μπαρόκ και με τα δυτικά χαρακτικά και αυτό το νέο όπου ο καθένας καλείται να εισφέρει τη δική του ψηφί-
ύφος μετέφεραν και στην ακαρνανική μονή. δα για τη συγκρότηση μιας ιδεατής –πιθανώς και ανέφι-
Οι αλλαγές αυτές στις αισθητικές προτιμήσεις προ- κτης– πραγματικότητας, της αποτύπωσης μνημείων, ει-
ϋποθέτουν διαφορετικές πολιτισμικές πρακτικές, που κόνων, επιγραφών και αρχειακών μαρτυριών επιμέρους
συνδέονται με τις εξελίξεις στην ιστορική πραγματικό- γεωγραφικών ενοτήτων6.
τητα των δύο συγκοινωνούντων τόπων, της Αιτωλοα- Παράλληλα, η συγκρότηση μεγάλων συνόλων για
καρνανίας και της Λευκάδας5. Από τα μέσα περίπου του την βυζαντινή τέχνη του ελλαδικού χώρου ή την συνέ-
χειά της μέχρι την ίδρυση του ελληνικού κράτους, συνό-
* Θερμές ευχαριστίες στον προϊστάμενο της 22ης ΕΒΑ, αγαπητό συ- λων συστηματικά και υπεύθυνα σχολιασμένων, καλείται
νάδελφο Γιάννη Χουλιαρά, για την πρόσκληση στο Συνέδριο και για την
τόσο πρόθυμη γνωστοποίηση του φωτογραφικού υλικού της Εφορείας
Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Ερευνών για την πολύτιμη βοήθειά του στην αναζήτηση της λευκαδίτικης
1. Σολδάτος 1999, 230. βιβλιογραφίας.
2. Ροντογιάννης 1974, 181. 6. Παλαιά και νεώτερα μέλη της αρχαιολογικής Υπηρεσίας, όπως ο
3. Παλιούρας 2004, 383-386. ακαδημαϊκός Π. Λ. Βοκοτόπουλος, ο Δ. Τριανταφυλλόπουλος, ο Δ. Κων-
4. Για τους ζωγράφους της Σαμαρίνας βλ. Παπαγεωργίου 2010. στάντιος, η Πολ. Δημητρακοπούλου, πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, όπως οι
5. Για την επικοινωνία Λευκάδας - Στερεάς Ελλάδας, βλ. Σκλαβενίτης καθηγητές A. Παλιούρας και Αγγ. Σταυροπούλου, λόγιοι όπως ο Πάνος
1996, 185-186. Ροντογιάννης και ο Χρίστος Σολδάτος, καθώς και δεκάδες μελετητές
Θερμές ευχαριστίες στον Τριαντάφυλλο Σκλαβενίτη, Διευθυντή έχουν συνεισφέρει στη συγκρότηση του ατέρμονος ψηφιδωτού για την
Ερευνών του Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Αιτωλοακαρνανία και τη Λευκάδα.

45
Ε Υ Γ Ε Ν Ι Α Δ Ρ Α Κ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Εικ. 1. Γουριά Αιτωλίας, μονή Ταξιαρχών, καθολικό. Άγιος, τοιχογραφία, περ. 1500 (Αρχείο 22ης Ε.Β.Α.).

να λειτουργήσει θεραπευτικά στην αποσπασματικότητα, σεις και να εντάξουμε τις επιμέρους καλλιτεχνικές δρα-
προχωρώντας στην αντιμετώπιση της τέχνης ως αισθη- στηριότητες στο σύνολο της καλλιτεχνικής παραγωγής
τικής κατεύθυνσης και ως πολιτισμικής πρακτικής. Ο των μεταβυζαντινών χρόνων. Έτσι η έρευνα περνάει σε
μανόλης Χατζηδάκης συλλαμβάνοντας πολύ νωρίς την ένα συνθετικό στάδιο μελέτης των επιμέρους στοιχείων
αναγκαιότητα συνολικών έργων ξεκίνησε στην Ακαδη- και αποτύπωσης της πολιτισμικής πραγματικότητας.
μία Αθηνών και στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών έργα, που Για την περιοχή Αιτωλοακαρνανίας-Λευκάδας, ο
είχαν στόχο να ξεπεράσουν την αποσπασματικότητα και 15ος αιώνας, σε γενικές γραμμές, εμπεριέχει δύο του-
να υπηρετήσουν την πολιτισμική πραγματικότητα στο λάχιστον δυναμικά ξεχωριστά πολιτισμικά περιβάλλο-
σύνολό της7. Τώρα πια, που το έργο του για τους Έλ- ντα, ένα στην Αιτωλία, καθόσον η Ναύπακτος υπάγεται
ληνες Ζωγράφους έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, μας δίνεται στους Βενετούς έως το 14998 και ένα στη Λευκάδα, την
η δυνατότητα να προχωρήσουμε σε γενικότερες θεωρή- οποία κυβερνά ο οίκος των Τόκκων (1362-1479)9.
Η παρουσία της υψηλής ποιότητας κρητικής τέχνης
στις μονές της Αιτωλίας στα τέλη του 15ου αιώνα με
7. Το Πρόγραμμα Έλληνες Ζωγράφοι μετά την Άλωση του Εθνικού
Ιδρύματος Ερευνών συγκροτεί συστηματικά εδώ και 25 χρόνια ένα σώμα,
την πρόσκληση του Ξένου Διγενή για να εκτελέσει τις
με τη συλλογή όλων των βιογραφικών στοιχείων για τους επώνυμους ζω- τοιχογραφίες με χορηγία των μοναχών της μονής μυρ-
γράφους από τον 15ο έως τον 19ο αιώνα, καθώς και όλα τα έργα τους, τιάς10, προφανώς συνδέεται με την παρουσία των Βε-
εικόνες και τοιχογραφίες. Τα ήδη υπάρχοντα εργαλεία αυτού του προ-
γράμματος είναι τρία βασικά βιβλία –ετοιμάζεται το τέταρτο και τελευ-
ταίο– μια εκδεδομένη ψηφιακή βάση δεδομένων με αναλυτικούς πίνακες
τόπων καταγωγής και εργασίας των ζωγράφων και ένας δικτυακός τό- 8. Βλ. Νεραντζής 2007, 77-79.
πος διαθέσιμος στο κοινό. μέχρι τώρα το έργο αριθμεί 2.500 ζωγράφους, 9. Ροντογιάννης 1980, 313-356.
1.000 τοιχογραφικά σύνολα και 6.500 φορητές εικόνες. 10. Παλιούρας 2004, 116-119, 209-219.

46
ΘΡΗΣΚΕΥ ΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΥΚΑΔΑ

Εικ. 2. Αετός Ξηρομέρου, μονή Αγίου Νικολάου. Άγιοι Κων- Εικ. 3. Λιβάδι Καρυάς Λευκάδας, μονή Προδρόμου. Άγιος,
σταντίνος και Ελένη, τοιχογραφία, 1692 (Αρχείο 22ης Ε.Β.Α.). τοιχογραφία, 17ος αι. (Αρχείο 22ης Ε.Β.Α.).

νετών στην περιοχή και την επικοινωνία με την Κρήτη. τευτικό συνδυασμό της ορθόδοξης παράδοσης και της
Εξάλλου, την παρουσία ενός εξαίρετου ζωγράφου, κατό- διεθνούς γοτθικής τεχνοτροπίας. Η ζωγραφική αυτή
χου της κρητικής ζωγραφικής φορητών εικόνων συνα- δεν έμεινε χωρίς συνέχεια στο νησί, όπως δείχνουν οι
ντάμε και στη μονή Ταξιαρχών κοντά στο χωριό Γουριά τοιχογραφίες του 15ου αιώνα στον Άγιο Γεώργιο στους
της Αιτωλίας (εικ. 1)11. Σκάρους14.
Στη Λευκάδα, η τέχνη του 15ου αιώνα αποτελεί μια Τον επόμενο αιώνα, οι μοναχοί της μονής μυρτιάς,
ξεχωριστή περίπτωση, καθόσον η εγκατεστημένη εκεί ξεχωριστού ιστορικού και καλλιτεχνικού κέντρου της
αυλή των Τόκκων είχε δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο πολι- περιοχής, είναι ενήμεροι της υψηλής τέχνης που Φρά-
τισμικό περιβάλλον12, σχετιζόμενο με τη Βενετία και τη γκου Κατελάνου15. Το 1539, η κλήση του στο ίδιο μο-
Ραγούζα, από το οποίο, καθώς φαίνεται από τα λιγοστά ναστήρι, που είχε προηγουμένως προσκαλέσει τον Ξένο
ίχνη, που άφησαν οι συχνοί και καταστροφικοί σεισμοί Διγενή από την Κρήτη, καταδεικνύει και την οικονομική
στο νησί, δεν έλειψε η ζωγραφική δραστηριότητα. Σ’ δυνατότητα πρόσκλησης του καλύτερου ίσως ζωγράφου
αυτό το περιβάλλον εντάσσονται οι τοιχογραφίες της της βορειοδυτικής Ελλάδας αλλά και την στροφή προς
Απόλπαινας στα 1449/5013, σε έναν ιδιάζοντα και γοη- την τέχνη αυτής της περιοχής. Στα τέλη του αιώνα, τη
σχέση των ζωγράφων της μακεδονίας με τις μονές της
Αιτωλίας επιβεβαιώνει και η κλήση των παραγωγικών
11. Παλιούρας 2004, 268-271.
12. Βλ. Ροντογιάννης 1982, 335 κ.ε.
13. Σταυροπούλου 2000.
Ευχαριστώ την καθηγήτρια Αγγελική Σταυροπούλου για τη γνωστο- 14. Δημητρακοπούλου-μούτσικα 2010, 106-107, εικ. 81, 82.
ποίηση φωτογραφικού υλικού από την καταγραφή του Πανεπιστημίου 15. Για το ζωγράφο και την τέχνη του βλ. Αχειμάστου 1983. Semoglou
Ιωαννίνων στη Λευκάδα το 2012. 1999.

47
Ε Υ Γ Ε Ν Ι Α Δ Ρ Α Κ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Εικ. 4. Αρχοντοχώρι Ακαρ-


νανίας, ναός Ζωοδόχου Πη-
γής. Η Αγία Τριάδα, τοιχο-
γραφία, 1669 (Αρχείο 22ης
Ε.Β.Α.).

Εικ. 5. Αρχοντοχώρι Ακαρ-


νανίας, ναός Ζωοδόχου
Πηγής: Η Αποκαθήλωση,
τοιχογραφία, 1669 (Αρχείο
22ης Ε.Β.Α.).

48
ΘΡΗΣΚΕΥ ΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΥΚΑΔΑ

ζωγράφων από το Λινοτόπι κοντά στην Καστοριά στη


μονή Φωτμού16, σε μια πλαγιά της Τριχωνίδας, το 1589,
με χορηγία των μοναχών, παρότι η περιοχή είναι απομα-
κρυσμένη από την ακτίνα δράσης αυτών των ζωγράφων.
Η τέχνη των λινοτοπιτών, που συνεχίστηκε με βεβαι-
ότητα έως τα μέσα του 17ου αιώνα, εξαπλώθηκε στην
περιοχή της Ηπείρου17. Επηρεάζοντας και επηρεαζόμενη
από τα τοπικά ζωγραφικά εργαστήρια, η τέχνη αυτή δι-
ακρίθηκε για τον μη αστικό της χαρακτήρα, παρόλα τα
καλά πρότυπα του 16ου αιώνα, τα οποία διέθετε· αυτήν
τη ζωγραφική προτίμησε και ο ιερομόναχος Ευγένιος
Γιαννακόπουλος στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου
το 169218, στο κέντρο του τριγώνου που σχηματίζουν
τα τρία μεγάλα χωριά του Ξηρομέρου, η Κωνωπίνα, η
Κατούνα και ο ακμάζων Αετός, έδρα επισκοπής (εικ. 2).
Παρόμοια ζωγραφική, όχι υψηλών αξιώσεων, προτί-
μησαν και τα μοναστήρια στη Λευκάδα, ενώ το νησί μοι-
ραζόταν την ίδια ιστορική μοίρα με την διπλανή Στερεά
Ελλάδα μέχρι το τέλος του 17ου αιώνα. Τη βλέπουμε
στη μονή Προδρόμου στο Λιβάδι Καρυάς (εικ. 3), στη
μονή Ασωμάτων στη Βαυκερή και στο ναό του Προδρό-
μου στο Άλατρο19, χωριό πού άκμαζε με δέκα εκκλησίες
την εποχή της τουρκοκρατίας, κρυμμένο στο βάθος μιας
χαράδρας ανάμεσα στο Νυδρί και τον Βλυχό, προστα- Εικ. 6. Νιοχώρι Λευκάδας, ναός Αγίου Δημητρίου μουζάκη.
τευμένο από τις πειρατικές επιδρομές. Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, τοιχογραφία, τ. 17ου αιώνα (Αρ-
χείο Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών/Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών).
Σ’ αυτήν την χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις τέχνη, η
εξαίρεση σημειώνεται στο χωριό των Αρχόντων, στο
Αρχοντοχώρι της Ακαρνανίας. Το 1669, με χορηγία των Ο ρόλος της Ζακύνθου ως κέντρου τέχνης θα είναι
ευγενεστάτων αρχόντων της οικογένειας Λογοθέτη στο καθοριστικός γενικά για την πολιτισμική εξέλιξη της
ναό της Ζωοδόχου Πηγής20, οι ζωγράφοι, με τις καλο- Λευκάδας. Βρισκόμαστε στα τέλη του 17ου αιώνα, όταν
σχεδιασμένες, ευφάνταστες και ενήμερες της πιο προ- το νησί περνάει στη διοίκηση της Γαληνοτάτης και η πα-
οδευτικής τέχνης της εποχής τοιχογραφίες, δείχνουν να ρουσία ενός τοιχογραφικού συνεργείου από τη Ζάκυνθο
έχουν σχέση με τα Ιόνια νησιά και πιθανώς με τη Ζάκυν- φαίνεται περισσότερο από πιθανή αυτήν την εποχή, αν
θο (εικ. 4, 5). λάβουμε υπόψη, ότι η μεγάλη αλλαγή στο ύφος της τέ-
Την ίδια ακριβώς την εποχή, σε ιδιωτικό ναό της χνης της Λευκάδας συντελείται με την στροφή από τον
Λευκάδας, στον Άγιο Δημήτριο της ζακυνθινής καταγω- ηπειρωτικό στο νησιωτικό χώρο, δηλαδή στο βενετσιά-
γής οικογένειας μουζάκη στο Νιοχώρι21, οι τοιχογραφί- νικο, και ακολουθεί τις ιστορικές συγκυρίες.
ες του τέλους του 17ου αιώνα καταδεικνύουν πρότυπα Πολυπληθέστεροι από τους ζωγράφους των άλλων
κρητικά μεταφερμένα στα Ιόνια και πιθανότατα στη Ζά- νησιών του Ιονίου, οι ζωγράφοι της Ζακύνθου –τον 17ο
κυνθο (εικ. 6). και 18ο αιώνα πλησιάζουν τους 5022– είναι αυτοί που
έχουν δεχθεί το μεγάλο όγκο των κρητικών ομοτέχνων
τους, πριν και μετά την πτώση του Χάνδακα (1669), και
τώρα αναζητούν με προθυμία νέες παραγγελίες στα γει-
16. Παλιούρας 2004, 243-246. τονικά νησιά. Η Λευκάδα είναι ο ιδανικός τόπος για να
17. Βλ. Τούρτα 1991.
18. Παλιούρας 2004, 322-328. εξασκήσουν την τέχνη τους. με αποφάσεις της βενετι-
19. Δημητρακοπούλου-μούτσικα 2010. κής διοίκησης τζαμιά μετατρέπονται σε χριστιανικούς
20. Παλιούρας 2004, 354-359.
21. Ροντογιάννης 1974, 72-75, πίν. 33-36. Σολδάτος 1999, 161-168,
εικ. 116-126. 22. Βλ. Δρακοπούλου 2004.

49
Ε Υ Γ Ε Ν Ι Α Δ Ρ Α Κ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

στέραν ἀπό ὅλες ταῖς ζωγραφίαις καί οἰκοδομαῖς ὁπού


εὑρίσκονται εἰς ταύτην τήν Πολιτείαν»25.
Εκτός από τις μαρτυρίες των αρχείων, η παρουσία
των ζακυνθινών ζωγράφων ανιχνεύεται παντού στο
νησί. Ο ζακυνθινός Θεόδωρος Παπαντώνης ή Γεωργά-
νος ζωγραφίζει εικόνες για το νεοσύστατο ναό των Ει-
σοδίων της πόλης της Λευκάδας26. Στη Ζάκυνθο ήταν
εγκατεστημένος και ο πελοποννήσιος Παναγιώτης Δο-
ξαράς, λόγιος, κατά τα αναγεννησιακά πρότυπα ζωγρά-
φος, πριν έρθει να ζωγραφίσει στη Λευκάδα. Αυτός, όταν
έρχεται στη Λευκάδα μετά το 1738, μαζί με τον γιο του
Νικόλαο, ύστερα από μια δεκαετία στη Βενετία με την
αίγλη του έμπιστου και υπεύθυνου των καλλιτεχνικών
συλλογών του στρατάρχη Schulemberg, φαίνεται ότι με
το κύρος του θα δώσει την αποφασιστική ώθηση στο νέο
ύφος της ζωγραφικής του νησιού, που θα κατακτήσει το
γούστο των λευκαδιτών27. Στα 1777 ο παραγωγικότατος
ζακυνθινός Νικόλαος Κουτούζης θα εγκατασταθεί στη
Λευκάδα ως ιερέας και ζωγράφος28.
Αυτοί οι ζακυνθινοί κυρίως αλλά και κάποιοι κερ-
κυραίοι, όπως ο Κωνσταντίνος Κονταρίνης29 από ρε-
θυμνιώτικης καταγωγής οικογένεια, που θα ζωγραφί-
σει στον Άγιο μηνά30, και ο καλός ζωγράφος Γεώργιος
Χρυσολωράς31 θα διαμορφώσουν στη διάρκεια του 18ου
αιώνα στο νησί της Λευκάδας μια νέα αισθητική, προσα-
Εικ. 7. Πόλη Λευκάδας, ναός Αγίου Νικολάου. Χριστός ένθρο- νατολισμένη στη νατουραλιστική ιταλική τέχνη. Είναι η
νος, εικόνα του Σπυρίδωνα Βεντούρα (Φωτογραφικό Αρχείο εποχή της προετοιμασίας για να ανθήσει ο λευκαδίτικος
Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Πανεπιστημίου Ιω- πολιτισμός τον επόμενο αιώνα με τα ιδιαίτερα χαρακτη-
αννίνων). ριστικά του, και όχι μόνο στην τέχνη. Ο μελετητής και
βαθύς γνώστης του λευκαδίτικου πολιτισμού Τριαντά-
ναούς, όπως το τζαμί του κάστρου, και ιδρύεται πλήθος φυλλος Σκλαβενίτης εύστοχα επισημαίνει ότι «η ενσω-
νέων ναών ιδιωτικών ή συναδελφικών, συνολικά περί- μάτωση στο σύστημα των Ιονίων θα φανεί περισσότερο
που 40 από το 1685 ώς το 175923. τον 19ο αιώνα και τότε είναι που διαπιστώνουμε και
μια έγγραφη μαρτυρία των αρχών του 18ου αιώ- στην πολιτισμική πορεία κάποια φαινόμενα να μεστώ-
να, λίγα χρόνια μετά την αλλαγή κυριάρχων στη Λευ- νουν και στη σφαίρα των συνειδητοποιήσεων να βιώνο-
κάδα, επιβεβαιώνει όσα παρατηρούμε στην τέχνη του νται κοινά στοιχεία επτανησιακού πολιτισμού»32.
νησιού. Οι ζακυνθινοί ζωγράφοι Δημήτρης Νομικός και Οι λευκαδίτες έχοντας πλέον δεχθεί τις ποικίλες
Αντώνιος Νοταράς συνεταιρίζονται για να πάνε να ζω- επιρροές, κυρίως ζακυνθινών και κερκυραίων, και με δε-
γραφίσουν στη Λευκάδα24. Ακόμη το 1812, οι λευκαδί- δομένη τη μεγάλη ζήτηση για εικόνες στο νησί θα δια-
τες καλούν το ζωγράφο Ιωάννη μαυρομιχάλη από τη
Ζάκυνθο να ζωγραφίσει τις εικόνες και να χρυσώσει το
25. Ροντογιάννης 1974, 435-437.
τέμπλο του ναού των Εισοδίων και του δίνεται χρόνος 26. Ροντογιάννης 1974, 338-341. Ζαμπέλης 2007, 180. Χατζηδάκης -
να «πάγῃ εἰς τήν Ζάκυνθον νά φέρῃ τά ἀναγκαιοῦντα Δρακοπούλου 1997, 279.
δισένια (σχέδια), ἐργαλεῖα καί ἄλλα τῆς τέχνης γιά τήν 27. Βλ. Σολδάτος 2000. Χαραλαμπίδης 2000. Καρκαζής 2004. Αλεβί-
ζου 2005. Δρακοπούλου 2010, 270-274.
οἰκοδομή τήν ὁποίαν ὑπόσχεται νά τήν κάμῃ περιφανε- 28. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997, 120-124.
29. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997, 104-106.
30. Ροντογιάννης 1974, 230, 235-239.
23. Ροντογιάννης 1974, 234. 31. Ροντογιάννης 1974, 303-305. Ρηγόπουλος 1996, 168-170.
24. Ζώης 1923, 198-199. 32. Σκλαβενίτης 1996, 186.

50
ΘΡΗΣΚΕΥ ΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΥΚΑΔΑ

Εικ. 9. Ιρά Λευκάδας, μονή Αγίου Νικολάου. Υπογραφή του


ζωγράφου Ανδρέα μπέτζου στο τέμπλο, 1799 (Αρχείο Ινστι-
τούτου Ιστορικών Ερευνών/Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών).

Οι πιο παραγωγικοί απ’ τους τελευταίους είναι ο


Τομάζο Τζεν, ο ιερέας μακάριος Λεύκας και εφημέρι-
ος του Αγίου μηνά, ο Βασίλειος Αρκελές από φτωχική
οικογένεια που ακολουθεί τα καλά πρότυπα του Τζάνε,
ο Στυλιανός Δεβάρης, ο πολύς Σπυρίδωνας Βεντούρας,
ο Ιωάννης Ρούσος από καλή οικογένεια της Λευκάδας
και ο σύγχρονός του, επίσης παραγωγικός, Καμπίσος-
μπέλλος35. Οι ίδιοι διαμορφώνουν ένα ενδιαφέρον δί-
κτυο συγγενικών και επαγγελματικών σχέσεων με τις
λευκαδίτικες οικογένειες36.
Λευκαδίτες παραγγελιοδότες και ζωγράφοι προσεγ-
γίζοντας, αλλά όχι απολύτως κατακτώντας τα επτανησι-
ακά πρότυπα, στα ίχνη δυτικών αισθητικών αντιλήψεων
θα αναζητήσουν την έκφραση της ζωγραφικής κυρίως
Εικ. 8. Πόλη Λευκάδας, ναός Παντοκράτορα. μη μου Άπτου, στις φορητές εικόνες. Από τα τέλη του 17ου αιώνα έως
εικόνα του Σπυρίδωνα Βεντούρα (Φωτογραφικό Αρχείο Ιστο- τις αρχές του 19ου εντοπίζονται περισσότερες από 300
ρικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Πανεπιστημίου Ιωαννί-
φορητές εικόνες επώνυμων ζωγράφων, κυρίως στην
νων).
πόλη, αλλά και στα χωριά του νησιού37. Το αμφιταλα-
ντευόμενο ύφος τους, περισσότερο συντηρητικό στα
μορφώσουν ένα δικό τους πλέον μεικτό ύφος τον 18ο ως δεσποτικά (εικ. 7), περισσότερο ελεύθερο σε νέες αφη-
τις αρχές του 19ου αιώνα και θα συγκροτήσουν και την γηματικές σκηνές (εικ. 8) θα κατακτήσει τους ναούς της
πρώτη ομάδα ζωγράφων λευκαδίτικης καταγωγής στην πόλης, των χωριών και των μοναστηριών.
ιστορία της μεταβυζαντινής τέχνης. μοναχοί ή ενορίτες που επιθυμούν να διακοσμή-
Για να μιλήσουμε και με αριθμούς, αμέσως μετά την σουν με τοιχογραφίες παλιούς –κατεστραμμένους από
υπαγωγή της Λευκάδας στη βενετική διοίκηση, ως τα τους συχνούς σεισμούς– και νέους ναούς του νησιού θα
μέσα του 19ου αιώνα, έρχονται 16 επώνυμοι ζωγράφοι στραφούν αναγκαστικά σε ζωγραφικά συνεργεία που
να εργασθούν στο νησί33, ενώ οι ντόπιοι ζωγράφοι εμ- εργάζονται στον ηπειρωτικό χώρο, όπου εξακολουθεί
φανίζονται από τα μέσα του 18ου αιώνα και μετά και να έχει πέραση η τοιχογραφία, αντίθετα με τα νησιά του
φθάνουν τους 1734. Ιονίου. Το 1761, το ναό του Αγίου Γερασίμου του Νέου,

33. Θεόδωρος Παπαντώνης (Γεωργάνος), Φόσκαλης (Φώσκαρης), μήτριος, Ιωαννίτης Κωνσταντίνος, Αρκελές Βασίλειος, Δεβάρης Ιωάννης,
Κονταρίνης Κωνσταντίνος, Χρυσολωράς Γεώργιος, Δοξαράς Παναγιώ- Βεντούρας Σπυρίδων, Ρούσσος Ιωάννης, Καμπίσος-μπέλλος Σπυρίδων,
της, Δοξαράς Νικόλαος, Σταμουλόπουλος Νικόλαος, Κόκκινος Κων- Γαζής Σπυρίδων.
σταντίνος, Σταυράκης Δημήτριος, Κολυβάς Φώτης, Σκούταρης Ιωάννης, 35. Γενικά στοιχεία για τους ζωγράφους αυτούς, καθώς και για όσους
Κουτούζης Νικόλαος, Ρί(ύ)στος Αναστάσιος, μακρής Ιάκωβος, μπέτζος αναφέρονται στις δύο παραπάνω υποσημειώσεις βλ. Χατζηδάκης 1987.
Ανδρέας, Καλυβωκάς Διονύσιος. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997 και Δρακοπούλου 2010, στα αντίστοιχα
34. Τζέν μιχαήλ, Τζέν Τομάζο, μαράτζος Σπυρίδων, Ανεμογιάννης λήμματα.
Αναστάσιος, Καλός Θεόφιλος, Παπανολόπουλος Νικόλαος, Σταϊκόπου- 36. Βλ. Αλεβίζου 2013.
λος Ευστάθιος, μωραΐτης Ανδρέας, Λεύκας μακάριος, Τσιρίμπασης Δη- 37. Βλ. Δρακοπούλου 2008, 337-347.

51
Ε Υ Γ Ε Ν Ι Α Δ Ρ Α Κ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Εικ. 10. Βαρετάδα Ακαρνανίας, μονή Κοίμησης Παναγίας. Κτητορική επιγραφή, 1800 (Αρχείο 22ης Ε.Β.Α.).

ιδιωτικού ναού του Segnor Κατσαγίτη Σολδάτου, στο κόσμο τον 18ο αιώνα, πολλαπλασιάζει και τα τοπικά
χωριό Χαραδιάτικα, καλείται να τοιχογραφήσει ο από εργαστήρια ζωγραφικής. Έτσι στα μέσα του 18ου αιώ-
οικογένεια κρητική κάτοικος της Πρέβεζας ζωγράφος να, το τοπικό εργαστήρι του Γεωργίου μπαλαδήμα από
Φώτης Κολυβάς38. Ο ασυνήθιστος όρος του συμβολαίου τη Σκουρτού Ξηρομέρου ζωγραφίζει τουλάχιστον έξι
«τελειώνοντας νά δοῦν ἄνθρωποι πρακτικοί καί τεχνίτες εκκλησίες, μεταξύ αυτών στη μονή Παναγίας Ρόμβης,
ἀπό τήν αὐτήν τέχνην ἄν εἶναι καλά δουλεμένη ἡ τέχνη στον Άγιο Δημήτριο στο Αρχοντοχώρι, στη μονή Πανα-
καί φίνα στά κολόρα εἰδάλλως νά μήν πληρωθῇ ὁ ζωγρά- γίας Παπαδάτου41. Στην περιοχή της Βόνιτσας ένα άλλο
φος» δείχνει ίσως έλλειψη εμπιστοσύνης στη δουλειά εργαστήρι από τον Αετό, του ζωγράφου Αλέξιου Σαμα-
του ξένου ζωγράφου. ρά, σε συνεργασία με τον Στέλιο Αναγνώστου από τα
Ένας ηπειρωτικής καταγωγής ζωγράφος, όπως φαί- Άγραφα ζωγραφίζουν στην Κοίμηση της Θεοτόκου στο
νεται από το όνομα, εγκατεστημένος όμως στη Λευκά- Κάστρο (εικ. 11) και στην Παναγούλα Βόνιτσας42. Τα
δα, ο Ανδρέας μπέτζος, που ζωγραφίζει φορητές εικό- μοναστήρια της Αιτωλοακαρνανίας τον 18ο αιώνα δεν
νες σχεδόν αποκλειστικά στα χωριά, όπως στη μονή του πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι συγχρόνως και πνευματικά
Αγίου Νικολάου στα Ιρά39, προσπαθεί να μιμηθεί πρότυ- κέντρα, όπως η μονή Αγίου Γεωργίου Πόρτας στο Ξη-
πα επτανησιακά, ακόμα και εάν το επίπεδό του είναι πε- ρόμερο ή ο Άγιος Δημήτριος Παλαίρου αλλά και κατα-
ρισσότερο χειροτεχνικό. Στα Ιρά, δίπλα στην υπογραφή φύγια ή τόποι συγκέντρωσης κλεφτών και αρματωλών,
του ζωγραφίζει μια ξεχωριστή λεπτομέρεια, ένα σκορπιό όπως ο Προφήτης Ηλίας Δραγαμέστου43.
έτοιμο να δαγκώσει το χέρι του αγιογράφου (εικ. 9). Στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του επόμενου
Στη διπλανή Αιτωλοακαρνανία, που παραμένει υπό υπήρχε έντονη η ανάγκη ενίσχυσης της ορθόδοξης πί-
οθωμανική διοίκηση, τα μοναστήρια και τα ευημερού- στης, η οποία τώρα κινδύνευε και από τις αθεϊστικές ιδέ-
ντα χωριά είναι οι βασικοί παραγγελιοδότες έργων ζω- ες των Γάλλων, που είχαν καταλάβει τα Επτάνησα, ενώ
γραφικής, κυρίως τοιχογραφικών συνόλων, ενώ ελάχι- το ιστορικό τοπίο περιέπλεκε και η παρουσία του πάντα
στες φορητές εικόνες εντοπίζονται στην περιοχή40. απειθούς Αλή, πασά, ληστή και ηγεμόνα, στα χρόνια της
Η αυξημένη ζήτηση από μοναστήρια και κοινότητες οθωμανικής αποδιοργάνωσης. Στο χωριό Βαρετάδα της
για τοιχογραφικά σύνολα, που συμβαδίζει με την αύξη- Ακαρνανίας ιδρύεται το 1783 και διακοσμείται με τοιχο-
ση του αριθμού των ζωγράφων σε όλο τον ορθόδοξο γραφίες το 1800, το μοναστήρι της Κοίμησης της Πανα-

38. Ροντογιάννης 1974, 87-89. Triantaphyllopoulos 1985, 360, 366. 41. Παλιούρας 2004, 350-352, 360-362, 393.
39. Ροντογιάννης 1974, 406-407. 42. Παλιούρας 2004, 365-369.
40. Δρακοπούλου 2008, 178. 43. Παλιούρας 2004, 337-346, 370-371.

52
ΘΡΗΣΚΕΥ ΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΥΚΑΔΑ

Εικ. 11. Κάστρο Βόνιτσας, ναός Κοίμησης της Θεοτόκου. Άγι-


οι Αθανάσιος και Βασίλειος, τοιχογραφία, περ. 1750 (Αρχείο
22ης Ε.Β.Α.).

γίας, με έξοδα του ηγουμένου Αγαπίου, φίλου και συνερ-


γάτη του Ιγνατίου, μητροπολίτη Άρτης και Ναυπάκτου
(1794-1805), ο οποίος επίσης μνημονεύεται στη σχετική
επιγραφή44. Βρισκόμαστε στην περίοδο των ρωσοτουρ-
κικών και γαλλικών βλέψεων στην περιοχή και των δι-
εκδικήσεων του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Ο Ιγνάτιος, Εικ. 12. Δημόσια Βιβλιοθήκη Λευκάδας, Συλλογή μεταβυζα-
κατόπιν μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας, στην κρίσιμη για ντινών Εικόνων. Άγιος Γεράσιμος της Κεφαλονιάς και άποψη
τις εξελίξεις περιοχή Ηπείρου - Ακαρνανίας - Λευκάδας, Λευκάδας, εικόνα, 1808 (Ζαμπέλης 2007, εικ. 173).
με τη συνεργασία ιερέων της Ακαρνανίας, προφανώς και
του ηγουμένου της Βαρετάδας Αγαπίου, δημιουργούσε
με την ενίσχυση των μονών κέντρα ορθοδοξίας, σε ένα του νησιού από τον Αλή επιτεύχθηκε το καλοκαίρι του
δίκτυο υπέρ των ορθόδοξων Ρώσων και κατά των άθε- 1807, ύστερα από τη Συνθήκη του Τιλσίτ, σύμφωνα με
ων Γάλλων, οι οποίοι μετά την κατάληψη της Βενετίας την οποία η Λευκάδα πέρασε από την Επτάνησο Πολι-
από το Ναπολέοντα, το 1797, είχαν εγκατασταθεί στα τεία στους αυτοκρατορικούς Γάλλους48. Η ορθόδοξη εκ-
Επτάνησα45. Το 1800, ο ηγούμενος Αγάπιος κινήθηκε για κλησία απέδωσε τη σωτηρία του νησιού από τον Αλή σε
την τοιχογράφηση της μονής της Βαρετάδας (εικ. 10), θαυματουργή επέμβαση της Παναγίας και του αγίου Γε-
στα γνωστά ύδατα των εργαστηρίων της περιοχής με το ρασίμου της Κεφαλονιάς. Ξεχωριστό ενδιαφέρον για τη
απλοϊκό ύφος και τα έντονα χαρούμενα χρώματα. σύνδεση των ιστορικών γεγονότων στο νησί με τον άγιο
Η μεταγενέστερη επιθετική συμπεριφορά του Αλή Γεράσιμο έχει φορητή εικόνα μεγάλου μεγέθους (0,87 x
εναντίον του ηγουμένου της μονής της Βαρετάδας46 0,64), που βρίσκεται σήμερα στη Συλλογή μεταβυζαντι-
προφανώς συνδέεται και με τη στάση του Ιγνατίου, ο νών Εικόνων, στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Λευκάδας (εικ.
οποίος, έχοντας συγκρουστεί με τον Αλή και εγκαταλεί- 12)49.
ψει την Άρτα, το 1805, έφθασε στη Λευκάδα το 1807, Στο κάτω μέρος της εικόνας του αγίου Γερασίμου,
για να οργανώσει την άμυνα του νησιού εναντίον του μπροστά από τα ακαρνανικά βουνά εικονίζεται στα
Πασά των Ιωαννίνων, υποδεχόμενος τα σώματα ενό- αριστερά το φρούριο της Αγίας μαύρας, σε αναπαρά-
πλων ανδρών από τη Στερεά47. Η λύση της πολιορκίας σταση που θυμίζει απεικονίσεις χαρακτικών50. Στα δεξιά

44. Παλιούρας 2004, 380-382. 48. Ροντογιάννης 1982, 198.


45. Βλ. Παναγιωτόπουλος 2010, 49-51. 49. Ροντογιάννης 1974, 204, αρ. 97. Ζαμπέλης 2005, 85-94, εικ. 4. Ζα-
46. Παλιούρας 2004, 381. μπέλης 2007, 249, εικ. 173.
47. Ροντογιάννης 1982,170. Βλ. και Παναγιωτόπουλος 2010, 61-62. 50. Βλ. για παράδειγμα Λαμπρινού 2001, 141.

53
Ε Υ Γ Ε Ν Ι Α Δ Ρ Α Κ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

της εικόνας, σε πρώτο πλάνο φαίνονται οι αλυκές στου αγίου Γερασίμου, η οποία έκτοτε λιτανεύεται και στις 16
Καρυώτη51 και το φρούριο Αλέξανδρος, που είχε κτισθεί Αυγούστου και στις 20 Οκτωβρίου59.
για την αντιμετώπιση του Αλή52. Το καράβι, που φαίνε- Έτσι, και στις δύο περιπτώσεις στις οποίες αναφερθή-
ται στο βάθος της εικόνας, είναι η κανονιοφόρος της καμε, στις τοιχογραφίες της Βαρετάδας και στην εικόνα
Επτανήσου Πολιτείας, η οποία διατάχθηκε να αγκυρο- της Λευκάδας, και στην πιο συντηρητική καλλιτεχνικά
βολήσει στο δίαυλο Λευκάδας-Ακαρνανίας, όταν στις Στερεά Ελλάδα και στην ιταλοπροσανατολισμένη Λευ-
17 Οκτωβρίου 1806 η Διοίκηση της Λευκάδας πληρο- κάδα, αναδεικνύεται τόσο ο εξέχων ρόλος της εκκλη-
φορήθηκε τις κινήσεις του Αλή εναντίον Ακαρνανίας σίας στην εδραίωση του ορθόδοξου φρονήματος μέσω
και Λευκάδας53. Η Συνθήκη του Τιλσίτ, με την οποία της τέχνης και συγχρόνως ο τρόπος, που η θρησκευτική
τα Επτάνησα παραχωρήθηκαν στους Γάλλους, υπεγρά- τέχνη καλείται να ανταποκριθεί με τα μέσα που διαθέτει
φη στις 8 Ιουλίου 1807 με το νέο ημερολόγιο54. Ο Αλής και σε κοσμικές ή άλλως ιστορικές απαιτήσεις.
Αυτός ο πρωτεύων ρόλος της εκκλησίας δίνει και
αποσύρθηκε από τη Λευκάδα στα μέσα Αυγούστου του
μια εξήγηση σχετικά με την επαγγελματική συγκρότη-
ίδιου χρόνου55. Η χρονολογία της εικόνας του αγίου Γε-
ση των ζωγράφων και εξηγεί την έλλειψη συντεχνιακής
ρασίμου, 12 μαρτίου 1808, δηλώνει την παραγγελία της
οργάνωσης, σε αντίθεση με τα περισσότερα επαγγέλ-
λίγους μόνο μήνες μετά τα ιστορικά γεγονότα και τον
ματα. Έχει σημασία να επισημάνουμε εδώ ότι τόσο οι
άμεσο συσχετισμό της σωτηρίας του νησιού με την θαυ-
ζωγράφοι της Βαρετάδας, που περιφέρονται στα χωριά
ματουργή επέμβαση του αγίου Γερασίμου. Ο ισχυρισμός και στα μοναστήρια του ηπειρωτικού χώρου, όσο και οι
αυτός ενισχύεται από την μεταγενέστερη, πολύ ισχυ- ζωγράφοι στο σχεδόν αστικό περιβάλλον της πόλης της
ρότερη σύνδεση του αγίου με τη σωτηρία του νησιού, Λευκάδας βρίσκονται στο ίδιο, όπως θα λέγαμε σήμε-
προερχόμενη από το κέντρο της Ορθοδοξίας, το Άγιον ρα, εργασιακό καθεστώς. Είτε ζωγραφίζουν μόνοι τους,
Όρος. Ένας πανηγυρικός λόγος και μια Ακολουθία της είτε με οικογενειακά συνεργεία, είτε συνεταιρίζονται με
Φανερωμένης Λευκάδας, που φέρεται να συντάχθηκε ομοτέχνους τους, εργάζονται πάντα εκτός συντεχνίας60.
το 1816 στο Όρος, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε ο Προκαλεί πραγματική εντύπωση το γεγονός ότι σε κα-
λευκαδίτης μοναχός Ανατόλιος Κουτλουμουσιανός56, μία περιοχή του ελληνικού χώρου δεν υπάρχει μνεία συ-
αναφέρεται με πάμπολλες ιστορικές ανακρίβειες στα ντεχνίας ζωγράφων μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα,
γεγονότα της αποχώρησης του Αλή πασά από το νησί, όταν όλα τα υπόλοιπα επαγγέλματα είναι οργανωμένα
τοποθετώντας τα, για παράδειγμα, στις 20 Οκτωβρίου σε συντεχνίες. μόνη εξαίρεση αποτελεί η Κρήτη την
του 1800 και όχι τον Δεκαπενταύγουστο του 1807. Η εποχή της Βενετοκρατίας. Η άμεση εξάρτηση από την
σύγχυση ως προς την ημέρα (20 Οκτωβρίου/15 Αυγού- εκκλησία αποτελεί και το σημείο-κλειδί για την επαγ-
στου) προέκυψε από τη διπλή ημέρα εορτής του αγίου57. γελματική συγκρότηση των ζωγράφων, και εξηγεί την
Εξάλλου ο λευκαδίτης μοναχός βρισκόταν στο Όρος το έλλειψη συντεχνιακής τους οργάνωσης, σε αντίθεση
1886 και όχι το 1816 και η απόδοση των γεγονότων σε με τα άλλα επαγγέλματα61. Ο ρόλος της εκκλησίας, ως
θαύμα του αγίου Γερασίμου και της Παναγίας Φανερω- ελεγκτή της ποιότητας και ρυθμιστή των αμοιβών, είναι
μένης συμπίπτει με την αγιογράφηση της νέας εικόνας πιστεύω η αιτία για την απουσία της επαγγελματικής
οργάνωσης των ζωγράφων, τόσο στους αστικής ή ημια-
της Φανερωμένης στη Λευκάδα το 188658. Σε κάθε περί-
στικής συγκρότησης τόπους, όσο και στους αγροτικούς
πτωση, η λατρεία του αγίου Γερασίμου εδραιώθηκε στη
οικισμούς. Εντυπωσιάζει πραγματικά το γεγονός ότι στη
Λευκάδα, και στο μητροπολιτικό ναό της Ευαγγελίστρι-
Θεσσαλονίκη, με τη μεγάλη ζωγραφική δραστηριότητα
ας, όπου και βρέθηκε η εικόνα του 1808, έγινε στις αρ-
στα μέσα του 19ου αιώνα, ανάμεσα σε 400 επαγγελμα-
χές του 20ού αιώνα ξύλινη λάρνακα με ελαιογραφία του
τίες, οργανωμένους και μη σε διάφορες συντεχνίες, δεν
αναφέρεται ούτε ένας ζωγράφος62.
51. Λαμπρινού - μητσάκου 2001, 165-182.
52. Ροντογιάννης 1982, 168. 59. Ζαμπέλης 2005, 94.
53. Ροντογιάννης 1982, 165. 60. Παρά το γεγονός ότι μέχρι τώρα η ύπαρξη συντεχνιών εθεωρείτο
54. Ροντογιάννης 1982, 198. αναμφισβήτητη. Βλ. και Ευθυμίου 2003, 325-336 [όπου επαναλαμβάνεται
55. Ροντογιάννης 1982, 200. (σ. 333) η αστήρικτη άποψη του Κίτσου μακρή (Ζωγράφοι από το χωριό
56. Ζαμπέλης 2005, 89. Χιονιάδες της Ηπείρου, Αθήνα 1981) για ύπαρξη συντεχνίας ζωγράφων
57. Σχετικά με τη λατρεία του αγίου Γερασίμου βλ. Ζαμπέλης 2005, στην περιοχή του Πηλίου]. Βλ. και Δρακοπούλου 2010, 118.
82 κ. ε. 61. Βλ. Καλινδέρης 1973.
58. Ζαμπέλης 2005, 92, σημ. 18. 62. Βακαλόπουλος 1978. Χεκίμογλου 1993, 113-136.

54
ΘΡΗΣΚΕΥ ΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΥΚΑΔΑ

Έτσι, τόσο οι τεχνίτες-χειροτέχνες των ορθόδοξων απουσία κοσμικού ελληνικού κράτους θα επιτρέψει ή και
μοναστηριών της Αιτωλοακαρνανίας, όσο και η πρωτο- θα επιβάλει τη συνέχιση των ίδιων όρων για την άσκη-
ποριακή καλλιτεχνικά γενιά των στραμμένων προς την ση της ζωγραφικής στους ορθόδοξους πληθυσμούς του
Ιταλία ζωγράφων της Λευκάδας, ασκούν σχεδόν απο- ελλαδικού χώρου, οι οποίοι παραδίδονται τουλάχιστον
κλειστικά τη θρησκευτική τέχνη, την οποία μεταδίδουν από τον 15ο αιώνα.
εμπειρικά στους νέους μαθητευόμενους ζωγράφους. Η

Abstract
The religious painting of Aetolia-Acarnania and Lefkas based on the National Hellenic Founda-
tion’s program «Greek Painters after The Fall of Constantinople (1450-1850)»

Eugenia Drakopoulou

B ased on the possibility of an all-inclusive approach


of post-byzantine art, as it results from the National
Research Foundation’s “Greek Painters after the Fall of
onwards - the art of painters from the region of Epiros
prevails in the monasteries and the churches of Aetolia-
Acarnania, Lefkas turns to Zakynthos, the most dynamic
Constantinople” program, the present article attempts a centre of the arts in the Ionian islands. Zakynthos was
comparative study of the religious art of two closely re- empowered by the presence of renowned Cretan paint-
lated regions, Aetolia-Acarnania and Lefkas. Together, ers, which took refuge in the Ionian islands, after the
the Ionian island and Central Greece facing it, form an control of the island turned over to the Ottomans (in
example both extremely interesting and challenging, as 1669).
they constitute a cohesive geographical space. This space The turn of the 18th century marks the final diver-
was also historically cohesive from the end of the 15th gence in the art of the two regions. In Aetolia-Acarnania,
until the end of the 17th century, as part of the Ottoman the orthodox monasteries are the primary commission-
Empire. The historical coexistence of Aetolia-Acarnania ers. They function as safeguards for the orthodox faith,
and Lefkas ended when the latter was appended to the not only amidst the Ottoman surroundings but also in
Venetian territories in 1684. During the period in time the face of the new ideas imported by the “atheist French”.
that followed and until the dawn of the 19th century, Ae- Therefore, the art follows the art of the mural painting of
tolia and Acarnania existed constantly under Ottoman the mainland adopting a more conservative and hand-
governance, while the neighbouring Lefkas was ruled by crafted character, based on the traditional technique of
a number of Venetian, French, Russian and English com- the Byzantine art and using the egg as the primary bind-
manders, amongst others. ing agent of the colours.
Taking into account the fact that during the three Meanwhile in Lefkas, the up-and-coming bourgeoi-
centuries we chose to focus on, religious painting con- sie, with its eyes turned towards Italy and the Ionian
stituted the most important form of artistic expression islands, favours the art of portable icons, the Italian-in-
in these two lands, a comparison of their art may bring spired physiocratic style and the oil painting technique.
to light not only the different cultural environments but The presence of painters from Zakynthos on the island
also the way that orthodox painters adjusted to the re- fosters a new generation of local painters, eager to fulfil
quirements of their respective social communities. the numerous orders by private churches and monaster-
Thus, during the first period (end of the 15th - end ies, both in urban and rural areas.
of the 17th century), which is marked by the coexistence Despite the differences in the speed, the social stand-
of the two lands in the united Ottoman empire, Cretan ing of the commissioners and the styles of painting
painting, followed by the painting of the Macedonian that are present between the Aetolia-Akarnanias’s and
region, as practiced by the painters from Linotopi vil- Lefkas’s artistic movements, it is important to point out
lage near Kastoria, appear to exert a significant degree that the painters, well known or otherwise, share the
of influence on the art of mural painting of the two re- same work
gions. However, when - from the end of the 17th century

55
Ε Υ Γ Ε Ν Ι Α Δ Ρ Α Κ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Βιβλιογραφία

Αλεβίζου 2005: Ντ.-Χλ. Αλεβίζου, Ο Παναγιώτης Δοξαράς, το νία. Συμβολή στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή Μνημεια-
Περί Ζωγραφίας κατά το αψκστ΄ και οι άλλες μεταφρά- κή Τέχνη, Αγρίνιο 20042.
σεις. Τα Τεκμήρια, Θεσσαλονίκη 2005. Παναγιωτόπουλος 2010: Β. Παναγιωτόπουλος, Ιγνάτιος Ουγ-
Αλεβίζου 2013: Ντ.-Χλ. Αλεβίζου, «Συγγενικές και κοινωνικές γροβλαχίας, Κληρικοί στον Αγώνα, Αθήνα 2010.
σχέσεις ζωγράφων της Επτανησιακής Σχολής της ζωγρα- Παπαγεωργίου 2010: Ν. Παπαγεωργίου, Το καθολικό της Αγί-
φικής: Λευκάδα 18ος-19ος αι.», ΕΕΛΜ ΙΒ΄ (2009-2011), ας Παρασκευής και ο ναός της Μεταμορφώσεως του Σω-
Αθήνα 2013, 127-156. τήρος Σαμαρίνας Γρεβενών, Θεσσαλονίκη 2010.
Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1983: μ. Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Ρηγόπουλος 1996: Γ. Ρηγόπουλος, «Φλαμανδικές επιδράσεις
Η Μονή των Φιλανθρωπηνών και η πρώτη φάση της με- σε μεταβυζαντινά έργα της Λευκάδας», Πρακτικά Δ΄ Συ-
ταβυζαντινής ζωγραφικής, Αθήναι 1983. νεδρίου Επτανησιακού Πολιτισμού. Από την τοπική ιστο-
Βακαλόπουλος 1978: Κ. Βακαλόπουλος, «Χριστιανικές συνοι- ρία στη συνολική: το παράδειγμα της Λευκάδας, 15ος-
κίες, συντεχνίες καί ἐπαγγέλµατα τῆς Θεσσαλονίκης στά 19ος αι., Αθήνα 1996, 161-184.
µέσα τοῦ 19ου αἰ.», Μακεδονικά 18 (1978), 103-141. Ροντογιάννης 1974: Π. Ροντογιάννης, Ἡ χριστιανική τέχνη
Δημητρακοπούλου-μούτσικα 2010: Π. Δημητρακοπούλου- στή Λευκάδα, Ἀθῆναι 1974.
μούτσικα, Ο ζωγραφικός διάκοσμος του Αγίου Ιωάννη Ροντογιάννης 1980: Π. Ροντογιάννης, Ἱστορία τῆς Νήσου Λευ-
του Προδρόμου στο Άλατρο, Αθήνα 2010. κάδος, τ. Α΄, Ἀθήνα 1980.
Δρακοπούλου 2004: Ε. Δρακοπούλου, «Στοιχεία για το ταξίδι Ροντογιάννης 1982: Π. Ροντογιάννης, Ἱστορία τῆς Νήσου Λευ-
ζωγράφων και εικόνων από την Κρήτη στα νησιά του Ιο- κάδος, τ. Β΄, Ἀθήνα 1982.
νίου (16ος-18ος αι. )», Πρακτικά ΣΤ´ Διεθνούς Πανιονίου Σκλαβενίτης 1996: Τρ. Σκλαβενίτης, «Λευκαδίτικη Πολιτισμική
Συνεδρίου, τ. 4, Τέχνες - Φιλολογία, Αθήνα 2004, 413-427. Ιστορία», Πρακτικά Δ΄ Συνεδρίου Επτανησιακού Πολιτι-
Δρακοπούλου 2008: Ε. Δρακοπούλου, Αναλυτικοί Πίνακες των σμού. Από την τοπική ιστορία στη συνολική: το παράδειγμα
Ελλήνων Ζωγράφων και των Έργων τους (1450-1850), της Λευκάδας, 15ος-19ος αι., Αθήνα 1996, 185-189.
Αθήνα 2008. Σολδάτος 1999: Χρ. Σολδάτος, Χριστιανική Ζωγραφική. Η με-
ταβυζαντινή και επτανησιακή τέχνη στις εκκλησίες και τα
Δρακοπούλου 2010: Ε. Δρακοπούλου, Έλληνες Ζωγράφοι
μοναστήρια της Λευκάδας (15ος-20ός αι.), Αθήνα 1999.
μετά την Άλωση (1450-1850), τ. 3 Συμπληρώσεις-Διορ-
Σολδάτος 2000: Χρ. Σολδάτος, «Φορητές εικόνες και ουρανίες
θώσεις, Αθήνα 2010.
στην Πόλη», Πρακτικά Γ΄ Συμποσίου. Η χριστιανική τέ-
Ευθυμίου 2003: μ. Ευθυμίου, «Οι συντεχνίες. Η κρατική ορ-
χνη στη Λευκάδα, Αθήνα 2000, 117-141.
γάνωση τεχνών και επαγγελμάτων», Ιστορία του Νέου
Σταυροπούλου 2000: Α. Σταυροπούλου, «Ιάκωβος ο χορηγός
Ελληνισμού, 1770-2000 (γεν. εποπτεία Β. Παναγιωτό-
του Ναού της Οδηγήτριας στην Απόλπαινα Λευκάδας»,
πουλος), τ. 2, Αθήνα 2003, 325-336.
Πρακτικά Γ΄ Συμποσίου. Η χριστιανική τέχνη στη Λευκά-
Ζαμπέλης 2005: Γ. Ζαμπέλης, Ψήγματα τοπικής ιστορίας της
δα, Αθήνα 2000, 21-36.
Λευκάδας, Λευκάδα 2005. Τούρτα 1991: Αν. Τούρτα, Οι ναοί του Αγίου Νικολάου στη
Ζαμπέλης 2007: Γ. Ζαμπέλης πρωτοπρεσβύτερος, Οι ιεροί ναοί Βίτσα και του Αγίου Μηνά στο Μονοδένδρι. Προσέγγιση
Εισοδίων και Ευαγγελιστρίας Λευκάδος, Λευκάδα 2007. στο έργο των ζωγράφων από το Λινοτόπι, Αθήνα 1991.
Ζώης 1923: Λ. Ζώης, «Ἡ γραφικὴ ἐν Ἑπτανήσῳ», Παντογνώ- Χαραλαμπίδης 2000: Α. Χαραλαμπίδης, «Επτάνησα: Στα δυτικά
στης Β΄, 1923. της νεότερης ελληνικής τέχνης», Πρακτικά Γ΄ Συμποσίου.
Καλινδέρης 1973: μ. Καλινδέρης, Αἱ συντεχνίαι καὶ ἡ ἐκκλη- Η χριστιανική τέχνη στη Λευκάδα, Αθήνα 2000, 111-116.
σία ἐπὶ τουρκοκρατίας, ἐν Ἀθήναις 1973. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997: μ. Χατζηδάκης - Ε. Δρα-
Καρκαζής 2004: μ. Καρκαζής, «Νικόλαος Δοξαράς. Ένας ση- κοπούλου, Έλληνες Ζωγράφοι μετά την Άλωση (1450-
μαντικός εκπρόσωπος της “Επτανησιακής Σχολής” ζω- 1850), τ. 2, Αθήνα 1997.
γραφικής», ΕΕΛΜ Θ΄ (2003), Αθήνα 2004, 47-68. Χεκίμογλου 1993: Ε. Χεκίμογλου, «Χριστιανικές συντεχνίες της
Λαμπρινού 2001: μ. Λαμπρινού, «Η εντός Φρουρίου πόλη της Θεσσαλονίκης στα τέλη του 18ου αιώνα», Πρακτικά Ε΄ Επι-
Αγίας μαύρας. Νέα στοιχεία και προοπτικές για τη δια- στηµονικού Συµποσίου, Χριστιανική Θεσσαλονίκη: Οθωµα-
χείριση του ιστορικού χώρου», Πρακτικά Δ΄ Συμποσίου. νική περίοδος 1430-1912, Θεσσαλονίκη 1993, 113-136.
Οι Πρωτεύουσες της Λευκάδας, Αθήνα 2001, 47-68.
Λαμπρινού - μητσάκου 2001: μ. Λαμπρινού - Ελ. μητσάκου, Semoglou 1999: A. Semoglou, Le décor mural de la chapelle
«Οι αλυκές στου Καρυώτη», Πρακτικά Δ΄ Συμποσίου. Οι athonite de Saint-Nicolas (1560). Application d’un nou-
Πρωτεύουσες της Λευκάδας, Αθήνα 2001, 165-182. veau langage pictural par le peintre thébain Frangos Catel-
Νεραντζής 2007: Ι. Νεράντζης, Ιστορική Αρχαιολογία Ναυπάκτου. lanos, Villeneuve d’Ascq 1999.
Προϊστορική - Οζολαία Λοκρική - Ρωμαιοκρατούμενη - Βυ- Triantaphyllopoulos 1985: D. D. Triantaphyllopoulos, Die
ζαντινή - Μεσαιωνική - Οθωμανοκρατούμενη, Αγρίνιο 2007. nachbyzantinische Wandmalerei auf Kerkyra und den an-
Παλιούρας 2004: Αθ. Παλιούρας, Βυζαντινή Αιτωλοακαρνα- deren Ionischen Inseln, München 1985.

56
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά Μνημεία


στη Δυτική Στερεά. Επισκόπηση ερευνών

Bασίλης Κατσαρός

Μνήμη Ελένης Γιαννακοπούλου-Τριανταφυλλίδη

Η ιδέα για μια επισκόπηση της έρευνας που σχετί-


ζεται με τα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνη-
μεία της Δυτικής Στερεάς είναι για μένα παλαιότερη.
λία της νεόδμητης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων
και στους ανθρώπους της, στους οποίους οφείλεται η
οργάνωση αυτής της ημερίδας και προς τους οποίους
Με το τέλος του 20ού αιώνα δεν θα ήταν άσκοπη μια εκφράζω και από τη θέση αυτή τις ευχαριστίες για την
αναδρομή, έστω στην τελευταία εκατονταετία, για να πρόσκληση και απευθύνω θερμά συγχαρητήρια.
σταθμίσει κανείς τι έγινε σε μια περίοδο που εκτείνεται Ανάμεσα σε συναδέλφους και ερευνητές που περπά-
από τη στροφή των ενδιαφερόντων στο Βυζάντιο και τησαν και γνώρισαν από κοντά τους τόπους και τα μνη-
τον πολιτισμό του ως σήμερα που οι βυζαντινές σπουδές μεία του γεωγραφικού χώρου της Αιτωλοακαρνανίας
βρίσκονται –και θέλω να πιστεύω ότι θα συνεχίσουν να προτίμησα να μην προβάλω εικόνες, αφού ο περιορισμέ-
βρίσκονται– σ’ ένα επίπεδο ποικιλοτρόπων ενδιαφερό- νος χρόνος υπαγορεύει να δοθεί μάλλον ένα διάγραμ-
ντων. μα του θέματος, θα ’λεγα καλύτερα ένα σχεδίασμα του
Μια επισκόπηση των ερευνών σε έναν αδιαμφισβή- τρόπου σκέψεως και εργασίας πάνω στο ευρύτατο θέμα.
τητα στενότερο ιστορικογεωγραφικό χώρο, όπως είναι Για να δώσει κανείς μια πλήρη εικόνα της ιστορίας
η Αιτωλοακαρνανία1, φαίνεται να κρύβει στο βάθος και των ερευνών, αφού επισκοπήσεις για τη βυζαντινή τέχνη
μια αίσθηση ανάλογη μ’ εκείνη του H.-G. Beck στην της περιοχής έχουμε ήδη αρκετές3, η μέθοδος ή καλύτε-
τελευταία του εξομολόγηση «Αποχαιρετισμός στο Βυ-
ζάντιο»2, τη μελαγχολική διαπίστωση δηλαδή πως ό,τι 3. Επισκόπηση της παλαιοχριστιανικής και βυζαντινής αρχιτεκτο-
είχε να δώσει η έρευνα το έδωσε και πως στο εξής δεν νικής στη Δυτική Ελλάδα και την Ήπειρο, περιλαμβανομένης και της
Βορείου Ηπείρου, δημοσίευσε ο ακαδημαϊκός Π. Λ. Βοκοτόπουλος στο
θα πρέπει να περιμένουμε και πολλά πράγματα. Αυτό βιβλίο των Αντριάνο Αλπάγκο-Νοβέλλο και Γεωργίου Δημητροκάλλη, Η
όμως είναι πάντα μια υποκειμενική στάση απέναντι στα Βυζαντινή Τέχνη στην Ελλάδα (81-91). Χαρακτήρα επισκοπήσεων έχουν
κατά κάποιον τρόπο οι συνοπτικές παρουσιάσεις των μνημείων της κοι-
πράγματα. Γιατί μια τέτοια πίστη θα διέλυε κάθε διάθεση λάδας του Αχελώου από τον Β. Κ. Κατσαρό (Κατσαρός 2009, 233-280)
να συνεχίσουμε να μελετούμε τις ρίζες ενός πολιτισμού και τον Ν. Χ. Καπώνη (Καπώνης 2009, 281-318), ενώ η αναφορά του
και τον τρόπο που αυτός εκφράζεται σε συγκεκριμένους Κ. Σ. Κώνστα (Κώνστας 1970, 8/136-13/141) είναι επιγραμματική και η
περιδιάβαση στην περιοχή της Γαυρολίμνης και το όρος Βαράσοβα από
ιστορικογεωγραφικούς χώρους. Άλλωστε, σ’ αυτό στο- τον Ιωάννη Δελημάρη αναφέρεται στα γνωστά μνημεία της περιοχής του
χεύει και η σημερινή μας Σύναξη χάρη στην πρωτοβου- ορεινού όγκου της Βαράσοβας. Ο πρόωρα αδικοχαμένος Ν. Χ. Καπώνης
(Καπώνης 2002-3) είχε προτείνει «τη δημιουργία ενός οικολογικού-πολι-
τιστικού πάρκου» στην κοιλάδα της Γαυρολίμνης, παραθέτοντας σχέδια
1. Ο ιστορικογεωγραφικός χώρος της Αιτωλοακαρνανίας για τη και φωτογραφικό υλικό από τα μνημεία της περιοχής στα οποία και ανα-
μεσαιωνική περίοδο περιλαμβάνεται στο έργο των P. Soustal και J. φέρεται. Για το ευρύ κοινό, η Ιστορική-Ᾱρχαιολογική Εταιρεία Δυτικής
Koder, Nikopolis und Kephallēnia. Βλ. Soustal - Koder 1981, 42-43, 93- Στερεάς Ελλάδας εξέδωσε το βιβλίο Αιτωλοακαρνανία. Τόποι - Μνημεία
94 και passim. Είχε προηγηθεί το μνημειώδες γεωγραφικό έργο του A. - Ιστορία, Αγρίνιο 1995, με ωραία έγχρωμη αποτύπωση εικόνων και κα-
Philippson, Die griechischen Landschaften I-IV, συμπληρωμένο για την τατοπιστικό συνοπτικό κείμενο, ενώ η Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινο-
ιστορική τοπογραφία από τον E. Kirsten, Frankfurt / Main 1950-1959. Για τήτων Ν. Αιτωλοακαρνανίας, με την υποστήριξη της Ελληνικής Εταιρείας
την Αιτωλοακαρνανία, βλ. Der Nordwestern der griechischen Habinsel, τ. 2. Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας
Βλ. και Δρακούλης 2008, 199-224· 2009, 199-229. Βλ. ακόμα Veikou 2009, Euroform της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε το βιβλίο Αιτωλοακαρνανία.
43-54 και συμπληρωματική βιβλιογραφία στις σημ. 105-107. Φυσικό περιβάλλον, ιστορία, μνημεία, οικολογικές και πολιτιστικές διαδρο-
2. Beck 1999. μές, Αθήνα 19972, με κείμενα του Αθανασίου Παλιούρα για τη «Βυζαντινή

57
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

ρα οι μέθοδοι που πρέπει να επιλέξει για την ιστορική την αποτίμηση και την κριτική θεώρηση, με την ευρύτε-
έρευνα των παλαιοχριστιανικών και βυζαντινών μνη- ρη έννοια της προσφοράς στην πρόοδο της επιστήμης,
μείων του χώρου είναι αντίστοιχες με τις μεθόδους που έργο δύσκολο και χρονοβόρο.
εφαρμόζει η φιλολογική επιστήμη, αντιμετωπίζοντας τα Όπως το στάδιο εντοπισμού και συλλογής του υλι-
κείμενα, ύστερα βέβαια από την κριτική τους αποκατά- κού για τα κείμενα7, έτσι και η βιβλιογραφία για τα μνη-
σταση. Είναι οι γνωστές μέθοδοι, όπως μας τις ανέπτυξε μεία είναι η στέρεη βάση για τη στήριξη των ερευνών,
ευκρινέστατα ο Ιωάννης Συκουτρής: η ποιητοκεντρική αλλά και η απαραίτητη προϋπόθεση για μια πληρέστερη
(προσωποκεντρική) και η εργοκεντρική μέθοδος4. Στην επισκόπησή τους.
περίπτωσή μας, η αντιστοιχία εμφανίζεται εξίσου ευ- Τα πρόσωπα ή τα μνημεία προέχουν σε ένα τέτοιο
κρινής: προσωποκεντρική αφενός και μνημειοκεντρική εγχείρημα και με ποια διακριτή διαίρεση; Η καλύτερη
αφετέρου. Νομίζω ότι δεν χρειάζονται περαιτέρω διευ- προσέγγιση θα ήταν να διακρίνουμε πρώτα μια συμ-
κρινίσεις. Στον ιστορικό χρόνο ορισμένα πρόσωπα ερευ- βατική περιοδολόγηση8 και ύστερα να προχωρήσουμε
νητών ασχολήθηκαν με τον χώρο και αναφέρθηκαν στον στην επιλογή της προσωποκεντρικής ή μνημειοκεντρι-
μνημειακό πλούτο του με τρόπους είτε περιηγητικού ή κής προσέγγισης. Έχει ενδιαφέρον να πλησιάσει κανείς,
προεπιστημονικού ενδιαφέροντος είτε –με την πάροδο πέρα από τη στατικότητα των μνημείων στον χώρο και
του χρόνου– ειδικού, επαγγελματικού, επιστημονικού στον χρόνο τους, με ποια ματιά είδαν τα μνημεία τα
ενδιαφέροντος. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε να κάνουμε πρόσωπα. Ωστόσο, ως αφετηρία δεν θα ήταν άστοχη μια
με μνημεία, ανθρώπους και τρόπους προσέγγισης των διάκριση γενικότερη που χαρακτηρίζει και τις αναζητή-
μνημείων και του χώρου μέσα στον χρόνο. Πρώτα όμως σεις σε κάθε εποχή. Διακρίνουμε λοιπόν:
απ’ όλα προέχει η βιβλιογραφική έρευνα και ενημέρωση. α) Μια «προ-επιστημονική περίοδο», τα όρια της
Ο κάθε σύγχρονος ερευνητής φυσικά και διαθέτει οποίας μπορούν να προσδιοριστούν από την εποχή των
την προσωπική του βιβλιογραφική δελτιοθήκη και με πρώτων περιηγητών στην περιοχή (17ος αι.) ως την
σύγχρονους όρους την ηλεκτρονική του βιβλιογραφία. εδραίωση των Βυζαντινών Σπουδών στα τέλη του 19ου
Αν δεν απατώμαι, ωστόσο, δεν υπάρχει ως τώρα μια δη- αι., μια περίοδος βέβαια που ελάχιστα έχει να προσφέρει
μοσιευμένη Βιβλιογραφία ειδική για τον χώρο5 και εν- στη σχετική έρευνα.
νοώ ένα βοήθημα σαν αυτό που κατάρτισε η μακαρίτισ- β) Μια «πρώιμη-επιστημονική» περίοδο ως τον Με-
σα Στέλλα Παπαδάκη Oekland με τους συνεργάτες της σοπόλεμο, μέσα στην οποία προβάλλουν τα πρώτα ση-
Χρ. Τσιγωνάκη και Γ. Μοσχόβη6. Ένα ανάλογο εργαλείο μάδια ερευνητικών ενδιαφερόντων για την περιοχή με
έρευνας για τη βιβλιογραφία των παλαιοχριστιανικών τα μέτρα και τις αντιλήψεις που επικρατούσαν σ’ αυτήν
και βυζαντινών μνημείων της Δυτικής Στερεάς με βάση την εποχή.
όλες τις επιμέρους παλαιότερες βιβλιογραφικές έρευνες γ) Μια «μέση-επιστημονική» περίοδο από τον Με-
και τα πρόσφατα Πρακτικά των Συνεδρίων ή την απο- σοπόλεμο ως τις αρχές της δεκαετίας του 1960, εποχή
δελτίωση σχετικών συγγραμμάτων είναι στον νου μου κατά την οποία προβάλλεται η έρευνα του Αν. Ορλάν-
από καιρό· αλλά αυτή η εργασία είναι συνυφασμένη με δου με την επιβολή της τυπολογικής εξέτασης των μνη-
μείων. Παράλληλα, φαίνεται πως ξυπνά το ενδιαφέρον
περίοδο» (50-53) και τα «Χριστιανικά Μνημεία» (66-80), χωρίς βιβλιο- των εντοπίων λογίων, αφού διαμορφώνεται το κλίμα της
γραφική τεκμηρίωση. Στα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία του
νομού, καθώς και στα κειμήλια, αναφέρονται και οι οδηγοί των Εκθέσε-
εποχής που ευνοεί τη στροφή και προς τον πολιτισμό
ων « Ἴδε τὸ ἔαρ» (2000) και «Πίστη και Τέχνη απὸ τον 10ο στον 20ό αι.» του Βυζαντίου.
(2008) που διοργανώθηκαν από την Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρ- δ) Τέλος, διακρίνουμε μια ύστερη, επιστημονική πε-
νανίας και το Κέντρο Λόγου και Τέχνης «Διέξοδος». Για τις διάφορες συμ-
βολές που ομαδοποιούν μνημεία ορισμένων περιοχών σε γενικότερα έργα ρίοδο από τη δεκαετία του ’60 ως τις μέρες μας, κατά την
που αναφέρονται στη γεωγραφική περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας ή στις οποία εμφανίζονται ειδικοί αρχαιολόγοι ερευνητές ή επι-
«Εκθέσεις έργου» των αρμοδίων Εφορειών για τις βυζαντινές αρχαιότη-
τες (βλ. π.χ. Κεφαλλωνίτου 2002-3, 164-170. Βλ. ακόμη Κεφαλλωνίτου
στήμονες που με το έργο τους κατάφεραν να εντάξουν
2011, 74-96). την περιοχή στον χάρτη της ευρύτερης πανελλήνιας και
4. Συκουτρής 1982, 130-133. διεθνούς έρευνας, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα ένα
5. Στη «Λαογραφική και γλωσσική βιβλιογραφία της Στερεάς Ελ-
λάδος» (βλ. Επετηρίς Εταιρείας Στερεοελλαδικών Μελετών 1, 1968, 303-
384), καθώς και στη «Συμβολή εις την βιβλιογραφίαν της Στερεάς Ελλά-
δος κατά την Τουρκοκρατίαν» του Ι. Γ. Γιαννόπουλου (1968, 385-436), η 7. Συκουτρής 1982, 174.
αρχαιολογική βιβλιογραφία απουσιάζει. 8. Αν και ο όρος είναι αδόκιμος, φαίνεται να επικρατεί ανάμεσα στους
6. Παπαδάκη-Oekland 1996. νεότερους ιστορικούς.

58
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

κλίμα ανανέωσης στην «ηλικιωμένη» πια αρχαιολογική χρονης επιστημονικής έρευνας, τη χρήση νέας τεχνο-
επιστήμη. λογίας αλλά και τη συνδρομή επιστημόνων άλλων ειδι-
Οι νέες τάσεις στην επιστήμη της αρχαιολογίας9 που κοτήτων που είναι πλέον απαραίτητοι σε επιστημονικές
ανανεώνει τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις (στοιχειακή, ομάδες για την επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων.
δηλαδή συστηματική μέθοδος, προβληματισμοί πάνω Είναι αλήθεια ότι τα παλαιοχριστιανικά και βυζα-
στη θεωρία δομής, Νέα Αρχαιολογία κ.λπ.) συνέβαλαν, ντινά μνημεία υπήρχαν και πριν να τα ανακαλύψουν οι
ώστε να καταξιωθεί η αρχαιολογική έρευνα (πέρα από λόγιοι και οι επιστήμονες. Είναι όμως εξίσου αληθινή η
τη μελέτη των τυπολογικών, μορφολογικών ή ρυθμο- διαπίστωση ότι οι ανακαλύψεις αυτές ήταν επίτευγμα
λογικών χαρακτηριστικών των μνημείων) ως «βασικός λίγων αρχικώς ανθρώπων. Γι’ αυτό και η θέση τους στη
πυλώνας της Ιστορίας»10, αφού στα νέα δεδομένα της διαχρονική ιστορία είναι σημαντική, είτε είναι λόγιοι
στηρίχτηκαν ευρύτερες ιστορικές έρευνες και συνθέ- είτε επιστήμονες.
σεις, καθώς και οι νέοι προσανατολισμοί του Υπουρ- Για τα παλαιοχριστιανικά μνημεία, ένα μεγάλο αί-
γείου Πολιτισμού, που διεύρυνε το πλαίσιο με τον όρο νιγμα, ιστορικό ως προς την πρώτη εμφάνισή τους, πα-
«πολιτιστική κληρονομιά» και επιχειρεί να μεταδώσει τα ραμένει το ερώτημα πότε εκχριστιανίζεται η περιοχή,
μηνύματά της στο ευρύτερο κοινό. Μέσα σ’ αυτήν την αφού τα παλαιοχριστιανικά μνημεία εμφανίζονται στον
περίοδο, ακούγεται περισσότερο και ο όρος διαχείριση ευρύτερο γεωγραφικό χώρο πολύ αργά, το νωρίτερο στα
της πολιτισμικής κληρονομιάς11, απαιτώντας μεγαλύτε- τέλη του 5ου αιώνα και ως επί το πλείστον στην εποχή
ρη κατάρτιση και αυξημένες ευθύνες από τους αρχαιο- του Ιουστινιανού ή περί τα τέλη της παλαιοχριστιανικής
λόγους. περιόδου13.
Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να διευκρινιστεί Από τις 29 στο σύνολό τους παλαιοχριστιανικές βα-
ότι μέσα στις γενικότερες αυτές περιόδους κινούνται οι σιλικές που έχουν ως τώρα επισημανθεί και καταγραφεί
ερευνητές με την ειδικότερη κατάρτιση, αλλά και οι αυ- στην περιοχή, για πολύ ελάχιστες υπάρχουν αναφορές
τοδίδακτοι λόγιοι (ανήσυχα πνεύματα δηλαδή της επο- από τις πηγές14 ή τους περιηγητές και φυσικά ούτε λό-
χής τους), που εκτιμούν, από διαίσθηση της αξίας του, γος για αρχαιολογικά στοιχεία ή περιγραφές της «προ-
τον μνημειακό πλούτο. Η επισκόπηση της ερευνητικής επιστημονικής», όπως τη χαρακτηρίσαμε, περιόδου. Ο
προσφοράς των δύο κατηγοριών θα πρέπει να είναι φυ- κατάλογος δεν μπορεί να κατατεθεί με οριστική πληρό-
σικά διακριτή και νόμιμη. τητα, αλλά θα άξιζε τον κόπο να παρατεθούν τα μνημεία
Οι λόγιοι του τόπου που ήταν συναισθηματικά δε- και οι κατά χρονολογική σειρά ερευνητές που ενδιαφέρ-
μένοι με τα απομεινάρια του πολιτισμού τους συνέβα- θηκαν γι’ αυτά15.
λαν με έργο προδρομικό και ενεργή δραστηριότητα στο
να προκαλέσουν τη συστηματική επιστημονική έρευνα, ΠΙΝΑΚΑΣ Α.
έχοντας επίγνωση ότι η ακαδημαϊκή κοινότητα συνήθι- ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ
ζε να τους τοποθετεί εκτός του αυστηρού πλαισίου της
Ι. ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ
επιστημονικής έρευνας και να τους εντάσσει στον χώρο
της ιστοριογραφίας, στους «ιστοριοδίφες» (πρβλ. τον 1.1 Μεγάλη πεντάκλιτη βασιλική (οικόπεδο οδού Κα-
ιταλικό όρο antiquarii), όπως τους ονόμασαν με μια διά- πορδέλη 4, οικόπεδο Βέργου)
1) *Λαζαρίδης 1966, 267-269, πίν. 260γ, 261α-γ· 1973, 395-397, σχ. 1
θεση μειωτική οι «επαγγελματίες». Και το φαινόμενο δεν
2) *Βοκοτόπουλος 1973, 394-395 3) *Ζίας 1973-74, 543-545, σχ. 1-2
είναι μόνο ελληνικό. Ο «ιστορικός αρχαιοδιφισμός»12 εί- 4) Pallas 1977, 25, αρ. 21 5) *Τριανταφυλλόπουλος 1978, 167-168 6)
ναι πολύ ανεπτυγμένος στην Αγγλία ήδη από τον 16ο Triantaphyllopoulos 1983, 147, αρ. 40 7) Παλιούρας 1985α, 48, σχ. 1
αιώνα και στην Ιταλία οι «antiquarii» αντιπροσωπεύουν
ερασιτέχνες ιστορικούς.
Η άλλη ομάδα είναι οι συστηματικοί επιστήμονες 13. Κατσαρός 1981, 432 και σημ. 7. Πρβλ. Soustal - Koder 1981, 81-82.
ερευνητές που με κατάλληλη γνώση και μεθοδολογικά 14. Κατσαρός 1985, 1503-1539.
εφόδια είδαν τα μνημεία του τόπου με τα μάτια της σύγ- 15. Με αστερίσκο (*) σημειώνονται όσα δημοσιεύματα αναφέρονται
σε ανασκαφικά δεδομένα, καθώς επίσης και σε επιστημονικές μελέτες για
τα μνημεία ή σε όσες εργασίες προσφέρουν νέα στοιχεία στην έρευνα.
9. Λαμπρινουδάκης 2005, 13-19. Με πεζά στοιχεία δηλώνονται όλες οι άλλες δημοσιεύσεις που βασίζονται
10. Λαμπρινουδάκης 2005, 15. κυρίως στα δεδομένα προηγουμένων μελετητών. Εντός παρενθέσεως δη-
11. Λαμπρινουδάκης 2005, 17-18. λώνεται η προέλευση των σχεδίων και των φωτογραφιών, όταν αυτό το
12. Λαμπρινουδάκης 2005, 13. υλικό αντλείται από προηγούμενα δημοσιεύματα.

59
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

(Ν. Ζία) 8) Κωνστάντιος 1984, 144 9) *Κατσαρός 1985, 518-51916 10) 2) *Megaw 1977, 238 3) *Κατσαρός 1981α, 462-46317 4) Παλιούρας
Παπαδοπούλου 1990, 280 11) Νεραντζής 2001, 81-85· 2007, 234-240, 1985α, 52, εικ. 1 (κιονόκρανο· πρβλ. Βοκοτόπουλος 1975, πίν. 20β)
σχ. 17 (Ν. Ζία), 18 (Π. Λαζαρίδη), 19 (Ν. Ζία) 12) Κεφαλλωνίτου
2002-3, 167-169, εικ. 6-8 13) Βέικου 2007, 188-190 10.2 Βασιλική Αγίου Γεωργίου Ευηνοχωρίου
1) Γκούβρας 1971, 99-100, εικ. σελίδας 99 2) *Βοκοτόπου-
2.2 Βασιλική στη θέση «Οβρυόλακκα» (3η πάροδος λος 1967, 325-327, σχ. 1, πίν. 244α-δ· 1968, 241, πίν. 241γ
οδού Καρακουλάκη) 3) Pallas 1977, 25-26 4) Τριανταφυλλόπουλος 1978, 171 5) *Κατσα-
1) *Αλεξοπούλου 1989, 145, σχ. 17 2) Νεραντζής 2001, 81-85· 2007, ρός 1981α, 436-441, σχ. 2, εικ. 4-5, 7 6) Παλιούρας 1985α, 50-51, εικ.
242-243 3) *Παπαγεωργίου 2004, 460 15

3.3 Κοιμητηριακή βασιλική (οικοπέδου Σαμαλέκα, οδού 11.3 Βασιλική στον Άγιο Βασίλειο Μεσολογγίου
Κοζώνη και Κοσμά Αιτωλού) 1) *Κωνστάντιος 1984, 133· 1988, 607, πίν. 134α, β 2) Παλιούρας
1) *Αλεξοπούλου 1989, 142, σχ. 15, πίν. 90α 2) *Κεφαλλωνίτου 2002- 1985α, 50
3, 167-169, εικ. 6-8 3) *Παπαγεωργίου 2004, 460, σχ. 3, πίν. 2 4) Νε-
ραντζής 2007, 240-242, πίν. 55-56 (Φρ. Κεφαλλωνίτου)
12.4 Βασιλική στη θέση «Φοινικιά» Μεσολογγίου
1) *Ζαφειροπούλου 1973-74, 527-530, σχ. 4, πίν. 344, 349ε
4.4 Βασιλική της οδού Αποκαύκου (κοντά στο λιμάνι) 2) Soustal – Koder 1981, 106 3) Παλιούρας 1985α, 50 4) Κωνστάντιος
1) *Αλεξοπούλου 1989, 142, σχ. 16 2) *Σαράντη 1997, 304-305, πίν. 1988, 607, πίν. 133αβ, 5) Βέικου 2007, 219-220
120α, β 3) *Κεφαλλωνίτου 2002-3, 169-170, εικ. 9-10 4) *Παπαγε-
ωργίου 2004, 460-462, πίν. 3-5 5) Νεραντζής 2007, 243-245, πίν. 57
13.5 Βασιλική στον λόφο «Επισκοπή» της περιοχής του
(Φωτ. Σαράντη) χωριού «Μάστρου»
1) Πύρρος χφ.18 2) Kirsten 1941, στ. 100, σημ. 5· 1942, 2368, 17-30,
5.5 Κοιμητηριακή βασιλική extra muros 2374, 13 3) Κώνστας 1952, 1477 4) Λαζαρίδης 1960, 196 5) *Βο-
1) *Παπαδοπούλου 1991 2) Νεραντζής 2007, 243 κοτόπουλος 1967, 328-330, σχ. 2, πίν. 238-239· 1968, 241· 1969,
300, πίν. 258β· 1975, 11-20 και 179-181, σχ. 1-6, πίν. 1-7· 1976,
αρ. 888 6) Sodini 1970, 723, σημ. 42 7) Κόκκας 1973, 866-869 και
ΙΙ. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΤΑΞΥ ΚΟΙΛΑΔΑΣ ΤΗΣ ΓΑΥΡΟΛΙ-
σχέδιο σελίδας 868 8) Bull. AIEMA 6, 1976, αρ. 888 9) *Megaw
ΜΝΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΟΧΘΗΣ ΤΟΥ ΕΥΗΝΟΥ 1977, 238 10) Pallas 1977, 26-28, εικ. 10 (σχ. Π. Βοκοτοπούλου)
6.1 Βασιλική στον λόφο Αγίας Τριάδος Κάτω Βασιλικής 11) *Κατσαρός 1980, 27-28, σημ. 4719· 1981α, 443-449, σχ. 4, 8, εικ.
1) *Μαστροκώστας 1960, 196 2) *Κατσαρός 1981α, 433-436, σχ. 1 8-10· 2009, 240-244, εικ. 8-10, 11-1320 12) Soustal – Koder 1981,
(προανασκαφικά δεδομένα) 3) *Παλιούρας 1985α, 50-51, εικ. 13-14· 202 13) Κίσσας 1983, 174-175 (για την ταύτιση του μνημείου)
1985β, 211-240, πίν. 15-46· 1986, 85-86· 1987, 72-82· 1988, 45-50· 14) Παλιούρας 1985α, 52-55, εικ. 18-19, 29 και 197-200, εικ. 205-207
1989, 40-43· 1994, 555-578, πίν. 1-28· 2010, passim· 2013α, 13-41, εικ. 15) *Ασημακοπούλου-Ατζακά 1987, 114-115, αριθ. 57, πίν. 166α-γ
1-39 4) Βέικου 2007, 138-142 16) Μπούρας 2001, 50-51, 62 17) Κουμούση 2012, αρ. 32.1821

7.2 Βασιλική Παναξιώτισσας Γαυρολίμνης 17. Βλ. και Κατσαρός 1985, 1530-1533, όπου προτείνεται η ορθή
1) *Κωνστάντιος 1981, 266-269, εικ. 36αβ, 37αβ, 38αβ, 39αβ, 40α γραφή Τριμυτού αντί της επικρατούσης Τρημιτού. Παρά τους αρχικούς
2) Παλιούρας 1985α, 51-52 ενδοιασμούς μου, φαίνεται ότι στη θέση του μεσοβυζαντινού ναού υπήρ-
χε αρχικά παλαιοχριστιανικός ναός, όπως έχει ήδη υποστηρίξει ο Megaw.
Ευρείας κλίμακος ακόσμητο ψηφιδωτό δάπεδο αποκαλύφθηκε σε παλαιο-
8.3 Βασιλική στο Κρυονέρι της Βαράσοβας χριστιανική βασιλική στο χωριό Κούκουρα Δωρίδος.
1) *Κεφαλλωνίτου 2004, 487-501, εικ. 1-16 2) Βέικου 2007, 151-152 18. Πρώτη μνεία της επισκοπής και του ναού παραδίδεται από την
ανέκδοτη Γεωγραφία του Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού, Ελλάδος Πε-
ριήγησις. Αιτωλικά, χειρόγραφο της Συλλογής Γιάννη Βλαχογιάννη των
ΙΙΙ. ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΠΟ ΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΟΧΘΗ ΤΟΥ ΕΥ- Γενικών Αρχείων του Κράτους, τ. 1, φ. 569-570: «πρός ἄρκτον τοῦ Νεοχω-
ΗΝΟΥ ΕΩΣ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΟΧΘΗ ΤΟΥ ΑΧΕ- ρίου, 2 μίλια εἶναι τό Μάστρο χωρίον καί πλησίον αὐτοῦ εἶναι μία παλαιά
ἐκκλησία, Μητρόπολις τά νῦν λεγομένη, ὅπου ἦτον ἡ καθέδρα τοῦ Αχελώ-
ΛΩΟΥ ου καί Ἀετοῦ Ἀρχιερέως καθώς λέγουσιν» (Εισαγωγή, επιμέλεια, αντιγρα-
φή Κ. Δ. Μπίτα, Αθήναι 1975, 29).
9.1 Βασιλική στην Παναγία Τριμυτού 19. Η εργασία μετατέθηκε εκτάκτως από τον τόμο 9 του περιοδικού
1) *Βοκοτόπουλος 1975, 29-35, 189-190, σχ. 11, 12, πίν. 14-23 Βυζαντινά στον 10, 1980, 9 (Σημείωση Σύνταξης του περιοδικού). Ταυτί-
ζεται για πρώτη φορά ασφαλώς το μνημείο με την έδρα του επισκόπου
Αχελώου, καθώς μνημονεύεται από τον λόγιο Μητροπολίτη Ναυπάκτου
Ιωάννη Απόκαυκο στο β΄ τρίτο του 13ου αιώνα.
16. Τίθεται το πρόβλημα ταύτισης της βασιλικής με τον καθεδρικό 20. Στην εικόνα 11 αναδημοσιεύεται το σχέδιο του Γ. Δ. Κόκκα και
ναό της Ναυπάκτου που προκάλεσε και προκαλεί επιστημονικές συζη- στην εικόνα 12 το σχέδιο του Π. Λ. Βοκοτοπούλου, με παρέμβαση· στην
τήσεις (βλ. Παρεμβάσεις, Β΄ Επιστημονικό Συνέδριο Εταιρείας Ναυπα- εικόνα 12 αναπαράγονται φωτογραφίες από τον πίνακα 7 του βιβλίου του
κτιακών Μελετών, Ναύπακτος 17-18-19 Οκτωβρίου 1997, 44-47). Βλ. και Π. Λ. Βοκοτοπούλου, Αρχιτεκτονική (Bοκοτόπουλος 1975).
Γ΄ Πολιτιστική Συνάντηση, Ναύπακτος, 20-21 Οκτωβρίου 2001, Αθήνα 21. Νέα στοιχεία προέκυψαν κατά τη διάρκεια εργασιών συντήρησης
2004, 200-203. του μνημείου (Κουμούση 2012). Για τις μεταγενέστερες φάσεις του μνη-

60
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

14.6 Βασιλική στον Άγιο Ιωάννη Γουριάς Μεσολογγίου22 20.2 Βασιλική Β΄ Δρυμού
1) *Κατσαρός 1981α, 449-450, σχ. 5, εικ. 11, 12 (W. J. Woodhouse)· 1) *Μαστροκώστας 1971, 192, εικ. 7 2) Pallas 1977, 30-31 3) Παλιού-
2009, 244-245, εικ. 14, 15 2) Παλιούρας 1985α, 52 ρας 1985α, 57 4) Κωνστάντιος 1988, 607

15.7 Βασιλική στη Μεγάλη Χώρα (πρ. Ζαπάντι) 21.3 Βασιλική Γ΄ Δρυμού
1) Λαζαρίδης 1960, 196 2) *Ορλάνδος 1961α, 43-53, σχ. 2, 5-7, εικ. 1) *Μαστροκώστας 1971, 192-193, σχ. 1, εικ. 8 2) Pallas 1977, 31
1, 3-4, 8-9 3) Pallas 1977, 28-29, εικ. 11 (σχ. Α. Ορλάνδου) 4) *Κα- 3) Παλιούρας 1985α, 57 4) Κωνστάντιος 1988, 607
τσαρός 1981α, 450-453 5) Παλιούρας 1985α, 55, εικ. 21 6) Καπώνης
2009, 285, εικ. 4, 5 (Α. Ορλάνδου) VIII. ΝΗΣΟΣ ΚΕΦΑΛΟΣ ΤΟΥ ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΥ
ΚΟΛΠΟΥ
IV. ΠΕΡΙΟΧΗ ΔΥΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ
22.1 Βασιλική Α΄ Κεφάλου Αμβρακικού
16.1 Βασιλική Οχθίων - Αχελώου (Άγιος Γεώργιος ο Κισ- 1) *Μπάρλα 1965α, 78-84· 1966α, 95-102· 1967α, 28-32· 1968α, 16-
σώτης)23 2125 2) Daux 1966, 840-843, σχ.-εικ. 2, εικ. 1, 3-7· 1967, 679-681, σχ.
1) Βοκοτόπουλος 1972β, 109, σημ. 3 2) Pallas 1977, 29 3) Soustal – 1, εικ. 2 3) Michaud 1971, 916, σχ. 278, εικ. 279 (Χ. Μπάρλα) 4) Pal-
Koder 1981, 217 4) Παλιούρας 1985α, 5924 5) *Κατσαρός 2009, 242- las 1977, 34-39, εικ. 16 (σχ. Χ. Μπάρλα), 17-20 (φωτ. Χ. Μπάρλα)
243 6) Καπώνης 2009, 287, εικ. 16 5) Spiro 1978, 1. 417-421, 2. σχ. 452, εικ. 453α-454 6) Soustal - Koder
1981, 177 7) Παλιούρας 1985α, 57, εικ. 23 (σχ. Χ. Μπάρλα) 8) Κων-
V. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΤΑΞΥ ΑΓΡΙΝΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΡΜΟΥ στάντιος 1988, 607 9) Βέικου 2007, 145-146

17.1 Βασιλική πάνω στο Κάστρο Παραβόλας 23.2 Βασιλική Β΄ Κεφάλου Αμβρακικού
1) *Λαζαρίδης 1960, 197, πίν. 169β 2) *Κατσαρός 1981α, 453-461, σχ. 1) *Μπάρλα 1968α, 21-23· 1970α, 90-9726 2) Michaud 1970, 1017,
6, εικ. 13-17 3) *Παλιούρας 1985α, 53, 55, εικ. 20, 39 και 204-207, 1019, σχ. 278, εικ. 279 (Χ. Μπάρλα)· 1971, 916, 919, σχ. 260, εικ. 261
εικ. 214-217 3) Pallas 1977, 39, εικ. 21 (σχ. Μπάρλα) 4) Spiro 1978, 1. 421-424, 2.
σχ. 455, εικ. 456 5) Soustal – Koder 1981, 177 6) Παλιούρας 1985α,
58, εικ. 24 (Χ. Μπάρλα) 7) Κωνστάντιος 1988, 607 8) Βέικου 2007,
VΙ. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΥΤΙΚΑ-ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
146-148
18.1 Βασιλική Αγίας Σοφίας στον Μύτικα
1) *Βοκοτόπουλος 1968, 152-154, εικ. 1· 1972, 109-113· 1979, 121- 24. Βασιλικές ανερεύνητες ή κατεστραμμένες
126· 1980, 34-36· 1981, 79-81· 1982, 91-94· 1983, Α΄, 84-86· 1984α, α) Βασιλική Πλευρώνος (*Παλιούρας 1985α, 50)
Α΄, 129-130 2) Μοσόλας 1971α, 55-56 3) Pallas 1977, 29-30, εικ. β) Βασιλική Αγίας Παρασκευής Στρατικής (Στράτος, Χαρβάτι) (*Κα-
12 (σχ. Π. Λ. Βοκοτοπούλου), 13-15 (φωτ. Π. Λ. Βοκοτοπούλου) πώνης 2009, 287-288)
4) *Κατσαρός 1981α, 463-464 5) Παλιούρας 1985α, 58, εικ. 26 (σχ. Π. γ) Βασιλική Αγίας Σωτήρας Αστακού (*Βοκοτόπουλος 1972β, 109·
Λ. Βοκοτοπούλου) Soustal - Koder 1981, 144· Παλιούρας 1985α, 59)
δ) Βασιλική Γ΄ Κεφάλου27
ε) Βασιλική (;) Παναγίτσας Αχιλλείου28
VII. ΠΕΡΙΟΧΗ ΒΟΝΙΤΣΗΣ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ στ) Βασιλική Αγ. Ιωάννου Μπερπάτης (*Ασημακοπούλου-Ατζακά
19.1 Βασιλική Α΄ Δρυμού Βονίτσης 1987, 113, σημ. 109)
1) *Μαστροκώστας 1971, 185-192, εικ. 1-6 2) Pallas 1977, 32 3)
Soustal - Koder 1981, 148 4) Παλιούρας 1985α, 56, εικ. 22 (Ευθ. Μα- Αν παρατηρήσει κανείς τα ονόματα των ερευνητών,
στροκώστα) 5) Κωνστάντιος 1988, 607 6) Βέικου 2007, 112-113. θα διαπιστώσει ότι όλα εντάσσονται στην τελευταία πε-
ρίοδο, αυτήν που ονομάσαμε «επιστημονική», έστω και
αν σε ελάχιστες περιπτώσεις εμφανίζονται αναφορές
πριν από τη δεκαετία του ’60.
μείου καθώς και για το ζήτημα της έδρας του επισκόπου Αχελώου κατά
Το ίδιο συμβαίνει και με την έρευνα των βυζαντινών μνη-
τους βυζαντινούς χρόνους, βλ. σχετική βιβλιογραφία στον πίνακα των
Βυζαντινών Μνημείων, αρ. 32.18.
22. Οι αναφορές από τους W. J. Woodhouse (Woodhouse 1897, 160 25. Βλ., ακόμη, Μπάρλα 1965β, 47-53· 1966β, 87-92· 1967β, 24-27·
και φωτ. έναντι σ. 160), Κώνστα [Κώνστας 1971α, 117-118 (= Άπαντα 9, 1968β, 21-26.
91-94)] και το σχέδιο του Γ. Δ. Κόκκα [(Κόκκας 1973, 867), όπου παρα- 26. Βλ. ακόμη, Μπάρλα 1968β, 25-27· 1970β, 82-87.
τίθεται ασχέτως προς το λ. Επισκοπή] δεν αναφέρονται καθόλου στην 27. Η βλάστηση και η ανύψωση της στάθμης της θάλασσας δεν επι-
ύπαρξη παλαιοχριστιανικής βασιλικής. τρέπει σήμερα την επιβεβαίωση της άποψης που είχε εκφραστεί από την
23. Τα δεδομένα της ανασκαφικής έρευνας των Π. Λαζαρίδη και Σπυ- ανασκαφέα.
ριδούλας Αλεξανδροπούλου παρέμειναν αδημοσίευτα. 28. Θα πρέπει να ερευνηθεί αν η μεγάλη σε διαστάσεις αψίδα του
24. Στη θέση αυτή τοποθετεί ο ίδιος την έδρα της Επισκοπής Αχελώ- Ιερού Βήματος του ναού (Παλιούρας 1985α, 346-350 και ολοσέλιδη έγ-
ου, βλ. για το ζήτημα αυτό βιβλιογραφία στην οικεία θέση της Επισκοπής χρωμη φωτογραφία της σελίδας 102) ανήκει στο πυργόμορφο μεταγε-
Μάστρου κατά τους Βυζαντινούς Χρόνους (πίν. Β΄, αρ. 32.18). νέστερο κτήριο.

61
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

μείων της περιοχής. Από τα 54 μνημεία που χρονολο- ΙΙ. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΤΑΞΥ ΚΛΟΚΟΒΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟ-
γούνται μέσα στα όρια της βυζαντινής περιόδου –με την ΛΙΚΗΣ ΟΧΘΗΣ ΤΟΥ ΕΥΗΝΟΥ
προσθήκη σ’ αυτόν τον αριθμό των 4 μνημείων που συ-
5.1 Το μοναστηριακό συγκρότημα της Κλόκοβας33
νέχισαν να υφίστανται και μετά την παλαιοχριστιανική
1) *Κατσαρός 2001, 135-160, εικ. 1-15· 2004, 109-130
τους φάση–, τα περισσότερα συνδέονται με τους ίδιους
σε μεγάλο βαθμό μελετητές, οι οποίοι και πάλι είναι λι- 6.2 Παναξιώτισσα Γαυρολίμνης
γοστοί. Ένας γεωγραφικός κύκλος αναφοράς μπορεί να 1) *Ορλάνδος 1935α, 121-124, σχ.-εικ. 2, εικ. 1 2) *Βοκοτόπουλος
δείξει τις γενικότερες διαπιστώσεις για τα μνημεία και 1975, 80, 86, 192-193, εικ. 32-34, πίν. 48-52 3) Soustal - Koder 1981,
151-152 4) Βελένης 1984, Α΄, σχ. 47, 174(1), 177, 178· Β΄, σχ. 47
τους πρώτους μελετητές, καθώς και τη χρονική έναρξη
5) Παλιούρας 1985α, 183-185, εικ. 189, 190 6) Δελημάρης 2004, 550,
της αφετηρίας ή της συστηματικής εξέτασής τους. πίν. 3 7) Βέικου 2007, 109-111 8) Κατσαρός 2008, 71, εικ. σελίδας 45
9) Osswald 2011, 3. 756-757
ΠΙΝΑΚΑΣ Β.
ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ 7.3 Άγιος Δημήτριος στη Βαράσοβα
1) *Ορλάνδος 1935β, 105-120, σχ.-εικ. 3, 16-17, εικ. 1-2 2) Kirsten
Ι. ΠΕΡΙΟΧΗ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ 1941, στ. 101 3) Μαστροκώστας 1960, 19634 4) Βοκοτόπουλος 1967,
325 5) Μουτσόπουλος 1971-72, 333-334 6) Soustal - Koder 1981,
1.1 Ναός του Σωτήρος στο Χρύσοβο 121-122 7) Κατσαρός 1983, εικ. 9, 10· 2008, 71-72, εικ. Α.2 σελίδας 45
1) *Λαζαρίδης 1966, 269-272, εικ. 266-269 2) Soustal - Koder 8) Παλιούρας 1985α, 178-180, εικ. 183 (σχ. Α. Ορλάνδου), 184, 185
1981, 138 3) Nicol 1984, 245 4) Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου (σχ. Α. Ορλάνδου) 9) Δελημάρης 2004, 550-551, πίν. 4 10) Βέικου
1986-87, 327-340, χάρτης σ. 329, εικ. σελίδων: 333, 334 (Π. Λα- 2007, 84-86 11) Osswald 2011, 3. 756
ζαρίδη), 336 (Π. Λαζαρίδη), 338 (Π. Λαζαρίδη), 339, 340 5) *Πα-
παϊωάννου 1991, 367-371 6) Kalopissi-Verti 1992, 105, εικ. 98 8.4 Άγιος Ιωάννης στη Βαράσοβα35
7) Veikou 1998, 111 8) Καπώνης 2005, 56-57, σχ. 1-2 (Π. Λαζαρίδη), *Κατσαρός 1983, 119, σημ. 1
εικ. 1-7 9) Osswald 2011, 3. 762-763 10) *Χουλιαράς 2014 (ανακοί-
νωση) 9.5 Σπήλαιο Αγίων Πατέρων Βαράσοβας
1) *Βοκοτόπουλος 1967, 325 2) *Παλιούρας 1985α, 176-177, εικ.
2.2 Ναός του Σωτήρος Χριστού στη Σκάλα Ναυπάκτου29 54, 181-182 3) *Βασιλακέρης – Φουντούλη 2004, 535-548, χάρ-
1) *Κατσαρός 1992-93, 123-124 2) Πορτελάνος 1998, 590 3) Βέικου της σελίδας 542, σκαρίφημα κατόψεως σελίδας 543, πίν. 1-8
2007, 201-202 4) Δελημάρης 2004, 551-552, πίν. 6 5) Βέικου 2007, 87-88 6) Κατσα-
ρός 2008, 74, εικ. Β.1 σελίδας 48 7) Osswald 2011, 3. 755
3.3 Μεσοβυζαντινή βασιλική στο κάστρο της Ναυπά-
κτου30 10.6 Άγιος Νικόλαος στη Ν. Βαράσοβα
1) *Αθανασούλης – Ανδρούδης 2004, 515-534, σχ. 1ΑΒ-4ΑΒ, εικ. 1) *Βοκοτόπουλος 1970, 301, πίν. 260γ, 261α-β 2) Κώνστας 1972α,
5-10 2) Osswald 2011, 3. 762 3) *Κεφαλλωνίτου 2012, 62-74, σχ. 11, 592 3) Κατσαρός 1979-80, 31 και σημ. 59 4) Soustal - Koder 1981,
12, εικ. 7-10 4)*Μαμαλούκος - Παπαβαρνάβας 201431 122 5) *Παλιούρας - Κατσιμπίνης 1983, 67· 1985, 105-114, σχ. 1-3,
εικ. 2-12 6) *Παλιούρας 1985α, 180-182, εικ. 186-188· 1994, 555-
4.4 Προφήτης Ηλίας στα Ελληνικά Βελβίνας32 578, πίν. 1-28· 2001, 291-322, εικ. 1-22· 1999α, 97-106, πίν. 11-12,
1) Woodhouse 1897, 324 2) *Κατσαρός 1992-93, 121-122, σχ. 1, πίν. 3 13-14 (σχέδια), 15 (χάρτης - αναδημοσίευση), 16, 17 (αναπαραγω-
γή του χειρογράφου της Οξφόρδης), 18· 1999β, 8· 2006, 147-155,
εικ. 1-2636· 2008, passim· 2010, passim·2013β, 41-86, πίν. 40-101
7) Δελημάρης 2004, 551, πίν. 5 8) Βέικου 2007, 91-93 9) Osswald
2011, 3. 755-756
29. Σώζονται τα κατώτερα μέρη του μνημείου.
30. Διατηρείται η κάτοψη του μνημείου.
31. Η βεβαιότητα που εκφράζεται από τους μελετητές Δ. Χ. Αθανα-
11.7 Άγιος Νικόλαος στη Δ. Βαράσοβα
σούλη - Π. Ανδρούδη (2004, 523) και Στ. Μαμαλούκο - Μιχ. Παπαβαρ- 1) *Βοκοτόπουλος 1970, 300-301, πίν. 260β 2) Παλιούρας 1985α, 180
νάβα (2014) ότι η θέση αυτή ταυτίζεται με τον μητροπολιτικό ναό της
Ναυπάκτου (ενώ η Φραγκίσκα Κεφαλλωνίτου είναι περισσότερο επιφυ-
λακτική), αντιβαίνει τόσο στην κατανόηση του κειμένου του Αποκαύκου, 33. Ο χώρος ανασκάπτεται από την 22η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαι-
όσο και στην ιστορική πορεία της Ναυπάκτου, πόλη που με κανέναν οτήτων.
τρόπο δεν συρρικνώνεται στην κορυφή ενός κάστρου, αφού η ακμή της 34. Πρβλ. BCH 86, 1962, 758.
βασίζεται στην οικιστική οργάνωση γύρω από το λιμάνι της σε όλη τη 35. Σώζεται μέρος του μνημείου.
μακραίωνη ιστορική διαδρομή της. Άλλωστε, ένας ναός που χτίζεται στον 36. Σε επίσκεψή μας στη Μονή με τον Σωτήρη Κίσσα (1976) σημεί-
11ο αιώνα δεν μπορεί να μοιάζει με κτήριο καταρρακωμένο εκ σεισμών ωσα στο ημερολόγιό μου την προσπάθεια του αείμνηστου φίλου να συ-
και χρόνου, «ὡς χήρα» με «κρήδεμνα καπνηρά», κατά τα λεγόμενα του νταιριάσει τα κομμάτια της Αγίας Τράπεζας και των θωρακίων, τα οποία
Αποκαύκου. ήταν σκόρπια μεταξύ των λίθων. Φωτογράφισα, επίσης, το αποτέλεσμα
32. Σώζεται μέρος του μνημείου. αυτής της ολοήμερης εργασίας. Βλ. και Παλιούρας 1999β, 2006 και 2013δ.

62
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

3) *Κατσαρός 2001, 149 και σημ. 23, εικ. 18-21 4) Δελημάρης 2004, 20.6 Μονή Μυροδοτούσης (αρχική τοποθεσία)
552 5) Βέικου 2007, 89-90 1) *Κατσαρός 1985, 1504-150641· 2009, 253-254, εικ. 32 2) Osswald
2011, 3. 760
12.8 Άγιος Δημήτριος στη ΒΔ Βαράσοβα
*Δελημάρης 2004, 552, πίν. 7 21.7 Άγιος Νικόλαος ο Κρεμαστός (το μεγάλο σπήλαιο)
1) Μπερσίμης 1958, 243 2) *Βοκοτόπουλος 1967, 327-328, πίν.
13.9 Άγιος Πέτρος στη ΒΔ Βαράσοβα 235αβ, 236αβγ, 237αβ 3) Κώνστας 1971γ, 136-137 (με μια κακή φω-
1) *Βοκοτόπουλος 1970, 300, πίν. 260α 2) Soustal - Koder 1981, 122 τογραφία) 4) *Κίσσας 1978, 1· 198342, 172-173, πίν. 4 5) *Κατσαρός
3) Παλιούρας 1985α, 182-183 4) Δελημάρης 2004, 553, πίν. 8 5) *Κα- 1979-80, 29-30, σημ. 52, πίν. ΙΙΙ· 1980α, 367-388, εικ. 1-5· 2008, 74,
πώνης 2005, 57-58, σχ. 3, εικ. 8-9 6) Osswald 2011, 3. 756 εικ. Β.2 σελίδας 49 και ΣΤ.1 σελίδας 59· 2009, 251-252, εικ. 30-31
6) Soustal - Koder 1981, 212-213 7) *Παλιούρας 1985α, 187-194, εικ.
14.10 Άγιος Ιωάννης Γαλατά 9 (αναπαραγωγή φωτογραφίας και στο πρόσφατο βιβλίο του Αιτω-
1) *Βοκοτόπουλος 1972α, 440-441, πίν. 372αβ 2) Τριανταφυλλόπου- λία, 93, εικ. 106), 192-195, 196 (όπου δηλώνεται ως πρόσοψη του
λος 1978, 171, πίν. 58αγ 3) Soustal - Koder 1981, 15237 4) Παλιούρας μικρού σπηλαίου μεταγενέστερο κτήριο, άσχετο με τη μικρή είσοδο
1985α, 238, εικ. 243 5) Küpper 1990, 1. passim και 2. 108-109 6) *Κα- του σπηλαίου), 197-200· *2011, (οδηγός για το μνημείο) 8) Καπώνης
πώνης 2005, 175-177, σχ. 102-104 (σχ. H. M. Küpper), εικ. 300-303 2005, Α΄ 59-60, Β΄ σχ. 4 (Χρ. Κατσιμπίνη) 9) Βέικου 2007, 70-72 10)
7) Κατσαρός 2008, 75 8) Osswald 2011, 3. 759 9) *Φουστέρης 2014 Osswald 2011, 3. 757

ΙΙΙ. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΤΑΞΥ ΔΥΤΙΚΗΣ ΟΧΘΗΣ ΤΟΥ 22.8 Άγιος Νικόλαος ο Κρεμαστός (το μικρό σπήλαιο)
ΕΥΗΝΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΟΧΘΗΣ ΤΟΥ ΑΧΕ- 1) *Κατσαρός 1979-80, 30, σημ. 52· 2009, 253, εικ. 30 2) *Κίσσας
1983, 173, πίν. 1-3 (φωτ. Γ. Ρίζου)· βλ. και αρ. 21.7 3) *Παλιούρας
ΛΩΟΥ
1985α, 194-196, εικ. 202-203· 2011 (οδηγός για το μνημείο)
15.1 Παναγία η Τριμυτού (της Τριμυτούς)38
1) *Βοκοτόπουλος 1972α, 441· 1975, 29-35, 189-191 2) Κατσαρός 23.9 Αγία Ελεούσα Κλεισούρας (α΄ φάση)
1985, 1530-1533 3) Παλιούρας 1985α, 173-176, εικ. 179-180 (σχ. Π. 1) Λαμπάκης 1886α, 268 2) *Παπακυριακού 1925α, 52-5343 3) Κών-
Λ. Βοκοτοπούλου - Πλ. Θεοχαρίδη) 4) Βέικου 2007, 67-69 5) Os- στας 1958· 1972β, 43-46 4) Μοσόλας 1971α 5) Soustal - Koder 1981,
swald 2011, 3. 755 270 6) *Κατσαρός 1985, 1509-1513 7) Καβάγιας 2010 8) Osswald
2011, 3. 757
16.2 Μεσοβυζαντινή, τρίκλιτη, κοιμητηριακή βασιλική
και χριστιανικό νεκροταφείο στη θέση «Χονδραίικα» 24.10 Άγιος Γεώργιος Αγγελοκάστρου
1) Woodhouse 1897, 211, εικ. μεταξύ σελίδων 210-211 2) *Παπακυ-
Αγίου Γεωργίου Ευηνοχωρίου
ριακού 1925β, 51 3) Μαστροκώστας 1964, 300· 1968, 299 4) *Ορ-
1) *Βικάτου 2011, 48 2)* Kουμούση 2014 3) *Χουλιαράς - Χαμηλάκη
λάνδος 1961γ, 54-73, σχ. 1-2, εικ. 6-10 5) Soustal - Koder 1981, 108
- Κάτσικα - Γεωργίου 2014, 181-187 6) Βελένης 1984, Α΄ 28 7) Παλιούρας 1985α, 202-204, εικ. 211, 213
(σχ. Α. Ορλάνδου) 8) Τσουρής 1988, 43, 200, 324 9) *Καπώνης 2005,
17.3 Άγιος Γεώργιος Ευηνοχωρίου (βυζαντινή φάση) 136-138 (σχ. Α. Ορλάνδου), εικ. 171, 172 (φωτ. Woodhouse), 173-
1) *Κατσαρός 1981α, 439-442, εικ. 4-6 και προσθήκη 464-465, εικ. 19
180· 2009, 285, εικ. 1, 2 (σχ. Α. Ορλάνδου) 10) Βέικου 2007, 43 11)
2) *Παλιούρας 1985α, 185-187, εικ. 191 3) *Καπώνης 2005, 200, εικ.
Κατσαρός 2009, 248-249, εικ. 26, 27αβ (σχ. Α. Ορλάνδου) 12) Os-
365-366 4) Βέικου 2007, 48-50 5) Osswald 2011, 3. 756
swald 2011, 3. 760
18.4 Άγιος Ιωάννης Καλυδώνος39
1) *Κατσαρός 1985, 1529-1530 2) *Βέικου 2007, 117-118

19.5 Αγία Παρασκευή Ευηνοχωρίου40


1) *Καλαμαρτζή-Κατσαρού 1983, 68-89, σχ. 1-2, εικ. 1-4 2) Καπώνης 41. Ταύτιση της Μονής με σωζόμενα ερείπια στη θέση που βρίσκε-
2005, 162-163, σχ. 91-92, εικ. 263-264 (αναπαραγωγή σχεδίων και ται σήμερα ο ναός της Παναγίας Φοινικιάς. Λανθασμένα οι P. Soustal - J.
φωτογραφιών του προηγουμένου άρθρου) Koder (1981, 165) ταυτίζουν την αναφερόμενη από τον Ιωάννη Απόκαυ-
κο Μονή με την Παναγία Ελεούσα της Κλεισούρας. Το μεταβυζαντινό
μοναστήρι της Φοινικιάς (Γιακουμής κ.ά. 1976, 16. Παλιούρας 1985α, 281.
37. Οι συγγραφείς ταυτίζουν, εσφαλμένα κατά τη γνώμη μου, το με- Κατσαρός 2008, 77) είναι τοποθετημένο πάνω στα ερείπια του βυζαντινού
ταγενέστερο ναΰδριο του Γαλατά με τη μεσοβυζαντινή Μονή του Αγίου μοναστηριού.
Ιωάννου του Προδρόμου Καλυδώνος (βλ. και παρακάτω, αριθ. 18.4). 42. Ο αείμνηστος φίλος Σ. Κ. Κίσσας προσέθεσε στο, αρχικά στη Σερ-
38. Το μνημείο κατεστράφη και στη θέση του υψώθηκε νεότερος βοκροατική και αργότερα στη Νεοελληνική γλώσσα, φιλολογικοϊστορικό
ναός. του άρθρο, και ύστερα από υπόδειξή μου, τα νέα στοιχεία για τη μονή και
39. Βλ. και παραπάνω, αριθ. 14.10, σημ. 33 για την ταύτιση της Αι- κυρίως για το αρχαιότερο μικρό σπήλαιο (Κίσσας 1983, 173-174 και πίν.
τωλικής Μονής του Προδρόμου Καλυδώνος. Το μνημείο κατέλαβε τον 1-3). Βλ. και αρ. 22.8 του καταλόγου.
χώρο αρχαίου ιερού του Διονύσου και αντικαταστάθηκε από νεότερο ναό. 43. Παπακυριακού 1925α, 53: «Εἶναι ἀρχαιότατον. Ἀναφέρεται ὅμως
40. Το μνημείο σήμερα κατεστράφη ολοσχερώς και στη θέση του ανε- προϋπάρχον πρό τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Διακρίνεται μία τοιχογρα-
γέρθη σύγχρονη μονόχωρη αίθουσα ναού. φία, ἐν ᾗ παρίσταται, ὅτι ἐν τῷ ναῷ ἡ Θεοτόκος προσεύχεται».

63
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

25.11 Υψηλή Παναγιά44 Για την ταύτιση του χώρου με τη βυζαντινή πόλη του
1) *Μαστροκώστας - Κατσιμπίνης 1989, 42-43 2) *Κατσιμπίνης 1991 Αχελώου και την έδρα της ομώνυμης επισκοπής, βλ.:
(περίληψη ανακοίνωσης και 2 σχέδια) 3) Πορτελάνος 1998, 559 1) Βοκοτόπουλος 1975, 11, σημ. 1 (όπου και η προηγούμενη βιβλιο-
4) Βέικου 2007, 154-155 5) Κατσαρός 2009, 219-225 και εικ. 28-29 γραφία) 2) Κατσαρός 1986, 43-52· 1988, 198-201 3) Παλιούρας 2004,
(σχ. Χρ. Κατσιμπίνη) 503-507

26.12 Ταξιάρχης στην ανατολική όχθη της λίμνης του 33.19 Άγιος Αιμιλιανός στη θέση «Σκαμνιά» Νεοχωρί-
Ανατολικού45 ου49
*Κατσαρός 1985, 1508, σημ. 22 1) *Βοκοτόπουλος 1969, 245, πίν. 246β 2) Κατσαρός 2009, 236

27.13 Ναός των Ασωμάτων Ταξιαρχών στη δυτική όχθη


της λίμνης του Ανατολικού46 IV. ΠΕΡΙΟΧΗ ΔΥΤΙΚΑ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ
1) Στεριόπουλος 1938, 42 2) Κώνστας 1971δ, 76-77 3) *Μαστροκώ- 34.1 Ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Παλαιοκα-
στας 1963, 212· 1964, 299 4) Soustal - Koder 1981, 117 5) *Κατσαρός
τούνας
1985, 1507-1508 6) Osswald 2011, 3. 762
1) *Ορλάνδος 1961δ, 21-42, εικ. 1, 2(σχ.), 3, 4 (σχ.), 5, 6 (σχ.), 7-9,
10 (σχ.), 12, 18 2) *Βελένης 1984, 118, 121, 124, 126, 187, 270-271,
28.14 Άγιος Γεώργιος Σταμνάς
πίν. 52β, 97α 3) Παλιούρας 1985α, 308-311, εικ. 309, 310 (σχ. Α. Ορ-
1) Leake 1835/1967, τ. 1, 119 2) Woodhouse 1897, 138-139 3) Μα-
λάνδου) 4) *Τσουρής 1988, 43-45, 200, 325 5) Καπώνης 2005, 93-97,
στροκώστας 1963, 216 4) Κατσαρός 1983, 110, σημ. 4· 1990α, 330·
σχ. 35-38 (Α. Ορλάνδου), εικ. 85-95 6) Κατσαρός 2008, 72, εικ. Α.3
2009, 247-248, εικ. 24 5) Τσουρής 1988, 43, 200, 325 6) Πορτελάνος
σελίδας 46· 2009, 239-240, εικ. 6-7 7) Osswald 2011, 3. 763
1998, 160 7) *Βοκοτόπουλος 2000, 17-26, σχ. 1-3, εικ. 1-8 8) Καπώ-
νης 2005, 60-62, σχ. 57 (Π. Λ. Βοκοτοπούλου), εικ. 10-13 9) Βέικου
35.2 Άγιος Παντελεήμων Κατοχής50
2007, 155
1) Leake 1835/1967, τ. 3, 556 2) Κατσαρός 1977-78, 310, σημ. 3·
1988/1991, 325 σημ. 62, 330 σημ. 2 3) *Μιτάκης 1986, 250-253 4)
29.15 Δυο ’κκλησιές Σταμνάς
*Καπώνης 2005, 70-71, σχ. 19, εικ. 31-32
1) Woodhouse 1897, 159 2) *Παπατρέχας 1958, 173-174 3) *Μα-
στροκώστας 1964, 300, πίν. 323-3404) *Βοκοτόπουλος 1975, 41-
44, 187-188, σχ. 15, πίν. 28-31 5) *Πάλλας 1976-77, 34-36, σχ. 1-2, V. ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΣΤΑΚΟΥ – ΔΡΑΓΑΜΕΣΤΟΥ
εικ. 20-21 6) Soustal - Koder 1981, 264 7) Βελένης 1984, 16, 284(1)
8) Παλιούρας 1985α, 200-202, εικ. 203 (σχ. Π. Λ. Βοκοτοπούλου),
36.1 Βασιλική στη θέση Γράβες Αστακού
1) *Δημητρακόπουλος 1970, 18-19 2) *Βοκοτόπουλος 1972α, 441,
209, 210 (σχ. Δ. Ι. Πάλλα - Γ. Δημητροκάλλη) 9) Βέικου 2007, 203-204
πίν. 373γδ 3) Χασάπης 1976 (δημοσίευση πέντε παρένθετων φωτο-
10) Κατσαρός 2009, 246-247, εικ. 22, 23α (σχ. Π. Λ. Βοκοτοπούλου),
γραφιών της βασιλικής με την ενιαία λεζάντα: Φωτογραφίες από το
23β (σχ. Δ. Ι. Πάλλα - Γ. Δημητροκάλλη) 11) Osswald 2011, 3. 760
κάστρο, αρχαιότητες που έχουν εγκαταλειφθεί και καταστρέφονται)
30.16 Άγιος Θεόδωρος Σταμνάς 4) Soustal – Koder 1981, 102-103 5) *Παλιούρας 1985α, 299-300, εικ.
1) *Κατσαρός 1981β, 397-406, σχ. 1, 3, εικ. 2,4· 1983, 109-166, σχ. 36, 42, 301 6) Βέικου 2007, 75 4) Osswald 2011, 3. 763
1-3, εικ. 1-8· 2009, 245-246, εικ. 18-21β 2) Βέικου 2007, 205-207
VI. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΥΤΙΚΑ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
31.17 Άγιοι Απόστολοι στα Ελληνικά (μεταξύ Σταμνάς
και Γουριάς)47 37.1 Αγία Σοφία του Μύτικα51
1) *Κατσαρός 1991, 327-328, πίν. 66 (σκαρίφημα κατόψεως), 1) *Βοκοτόπουλος 1972β, 109-113, εικ. 1, πίν. 86-90 2) *Κατσαρός
67α-γ, 68αβ· 2009, 245, εικ. 17αβ 2) Καπώνης 2005, 62-63, σχ. 8 1981α, 463-464
(Β. Κατσαρού)
38.2 Αγία Ελεούσα του Μύτικα
32.18 Άγιος Ιωάννης ο Ριγανάς (Επισκοπή Μάστρου, 1) *Βοκοτόπουλος 1968, 153, εικ. 2-3 2) Μοσόλας 1971β, 46 3) Κα-
τσαρός 1985, 1512 4) Παλιούρας 1985α, 300-301, εικ. 302 5) Βέικου
βυζαντινές φάσεις)48
2007, 134-135 6) Osswald 2011, 3. 764, 766
1) *Κατσαρός 1981α, 447-449· 1990/1992, 531-533, εικ. 9-11· 2009,
242-244 2) *Παλιούρας 1985α, 197-199 3) Βέικου 2007, 156-158
4) Osswald 2011, 3. 760 5) Κουμούση 2012
49. Ερειπωμένο μνημείο.
50. Τροποποιημένο κτήριο του ναού.
44. Σώζεται η κατώτερη τοιχοποιία του ναού. 51. Η ένταξη της πρώτης φάσης του μνημείου στην παλαιοχριστια-
45. Σώζονται ελάχιστα υπολείμματα του ναού. νική περίοδο (βλ. παραπάνω, αριθ. 18.1, στον κατάλογο των παλαιο-
46. Στη θέση του βυζαντινού ναού υψώθηκε νεότερος ναός. χριστιανικών μνημείων) είναι αδιαμφισβήτητη. Όμως η διατάραξη των
47. Σώζεται η κατώτερη τοιχοποιία του ναού. πλευρικών τοίχων του μνημείου (βόρεια πλευρά) στην ίδια στάθμη από
48. Η παράδοση της βυζαντινής πόλης διεσώθη «ὡς χωρίον Ἀχελώου» το δάπεδο, η αρχική βάση της αψίδας του Ιερού και η μορφή της τοιχο-
σε μεταβυζαντινή (17ος αιώνας) πηγή (Χαραλαμπόπουλος 1990-91, 160, δομίας της αψίδας συνηγορούν στο ότι το μνημείο ξαναχτίστηκε σε β΄
φ. 14, 161 και 178). οικοδομική φάση.

64
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

VII. ΠΕΡΙΟΧΗ ΒΟΝΙΤΣΗΣ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ *Kalopissi-Verti 1992, 56-57, εικ. 16 7) Veikou 1998, 123-125 8)
*Αλεξανδροπούλου 2000, 127-146, πίν. 3-10 9) Μπούρας 2001, 182
39.1 Παντοκράτορας στο Μοναστηράκι 10) Καπώνης 2005, 86-89, σχ. 29-31 (σχ. Γ. Βελένη), εικ. 67-69 (Αρ-
1) *Βοκοτόπουλος 1980-81, 358-377, σχ.–εικ. 1-2, πίν. 99-100 χείο Ι.Α.Ε.Δ.Σ.Ε. Αγρινίου), 70-72 (φωτ. Π. Λ. Βοκοτοπούλου), 73-74
2) Soustal - Koder 1981, 263 3) Κατσαρός 1985, 1520-1521 4) *Πα- (Αρχείο Ι.Α.Ε.Δ.Σ.Ε. Αγρινίου)· 2009, 288, σημ.. 21, εικ. 22 (Αρχείο
λιούρας 1985α, 292-298, εικ. 293-300 5) Τσουρής 1988, 39-40, 198, Ι.Α.Ε.Δ.Σ.Ε. Αγρινίου), 23-24 (σχ. Π.Λ. Βοκοτοπούλου), 25 (Αρχείο
323 6) Καπώνης 2005, 141-144, σχ. 73 (Π. Λ. Βοκοτοπούλου), εικ. Ι.Α.Ε.Δ.Σ.Ε. Αγρινίου) 11) Osswald 2011, 3. 764
193-204 7) Βέικου 2007, 164-165 8) Osswald 2011, 3. 764
47.4 Άγιος Νικόλαος Τρικλίνου Βάλτου
40.2 Παναγία η Αλιχνιώτισσα *Καπώνης 2009, 28, σημ. 22
1) Soustal - Koder 1981, 128 2) Βελένης 1984, 186, 260 3) *Παλιού-
ρας 1985α, 311-313 4) *Τσουρής 1988, 39, 197, 323, εικ. 44-45 5) 48.5 Άγιος Ανδρέας Χαλκιοπούλων Βάλτου
Καπώνης 2005, 71-73, σχ. 20, εικ. 33 (φωτ. Α. Παλιούρα), 34-38 6) 1) *Βοκοτόπουλος 1975, 20 2) *Κατσαρός 1980, 387-388· 1991,
Βέικου 2007, 104 7) Osswald 2011, 3. 765 324, σημ. 57· 1992, 521, εικ. 3-5· 2008, 75, εικ. Β.4 σελίδας 51
3) Soustal – Koder 1981, 107 4) Παλιούρας 1985α, 31-316, εικ. 313-
41.3 Άγιος Ιωάννης Βονίτσης52 316β 5) *Κίσσας 1992, 205-237, σχ. 1-6, πίν. 12-22 6) Καπώνης 2005,
Βέικου 2007, 101 69-72, σχ. 16-18 (σχ. Σ. Κίσσα – Ξανθής Σαββοπούλου), εικ. 29-30·
2009, 289, σημ. 23, εικ. 26-28 (φωτ. Σ. Κίσσα) 7) Rhoby 2009, 137-139
42.4 Αγία Σοφία κάστρου Βονίτσης 8) Osswald 2011, 3. 766
1) *Βοκοτόπουλος 1975, 106, σημ. 7· 1984β, 113-114, σχ. 5-6, εικ. 10
2) Κατσαρός 1983, 120· 1985, 1518 3) Βέικου 2007, 97-98
Χ. ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΓΡΙΝΙΟΥ - ΘΕΡΜΟΥ
VIII. ΠΕΡΙΟΧΗ ΛΙΜΝΗΣ ΑΜΒΡΑΚΙΑΣ 49.1 Βασιλική της Μεγάλης Χώρας (βυζαντινές οικοδο-
μικές φάσεις)
43.1 Άγιος Στέφανος Ριβίου53
*Βιβλιογραφία βλ. στον κατάλογο των παλαιοχριστιανικών βασιλι-
1) *Μπούρας 1968, 41-57, σχ. 1, πίν. I-IV 2) *Κωνστάντιος 1981, 275
κών. Για τη βυζαντινή φάση του κτηρίου, βλ.:
3) Soustal - Koder 1981, 108 4) Βελένης 1984, 27, 56, 258, πίν. 11αβ,
1) Χαβέλλας 1883, 12 2) Λαμπάκης 1886, 310-311 3) Θωμόπουλος
21γ 5) Παλιούρας 1985α, 304-308, εικ. 305, 306 (σχ. Χ. Μπούρα),
1954, 23-24 4) Μποκώρος 1968, 78-80 5) *Ορλάνδος 1961, 50-51
307, 308 (σχ. Χ. Μπούρα) 6) Τσουρής 1988, 40, 198, 323 7) Velenis
6) *Κατσαρός 1981, 452-453 7) Soustal - Koder 1981, 280 8) *Πα-
1988, 281-282 8) Μπούρας - Μπούρα 2002, 499 σημ. 649, 507, 601
λιούρας 1985α, 170-172, σχ. 175-176 (Αν. Ορλάνδου) 9) *Τσουρής
9) Καπώνης 2005, 138-141, σχ. 67-72, εικ. 181-192 10) Βέικου 2007,
1988, 311, σημ. 678 10) Veikou 1998, 174 11) *Καπώνης 2005, 203
199-200 11) Κατσαρός 2008, 73, εικ. Α.5 σελίδας 47 (πριν και μετά
12) Βέικου 2007, 162-163 13) Osswald 2011, 3. 754
την αναστήλωση) 11) Osswald 2011, 3. 765
Για την ιστορία του χωριού Ζαπάντι και της μετεξέλιξης
ΙΧ. ΜΝΗΜΕΙΑ ΔΥΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ του τοπωνυμίου ως Παλιόχωρας, βλ.:
*Πασαλούρος 2006, 263 κ.ε., 292-294. Βλ. και εικ. 27 (ΝΑ άποψη της
44.1 Αγία Παρασκευή Ασπροκκλησιάς Στράτου βασιλικής)
1) *Schwander 1994, 459-465 2) Καπώνης 2009, 287-288, σημ. 19, εικ.
18-19 (χάρτες Lang) 50.2 Αγία Τριάδα του Μαύρικα
1) Λαμπάκης 1886β, 282-283, σχ. κατόψεως (αναδημοσιεύτηκε στο
45.2 Άγιος Δημήτριος στο Ματσούκι Βάλτου Mémoire sur les antiquités chrétiennes de la Grèce, Athènes 1902,
1) *Κωνστάντιος 1991, 604, πίν. 120αβγ, 121 2) *Κωνστάντιος - Καρ- εικ. 12· Fr. Gerke, Der Peloponnes, Athen 1944, 276, εικ. 34) 2) *Βο-
δάση 1996-98, 67-76, εικ. 1-17 3) Βέικου 2007, 159 4) Καπώνης 2009, κοτόπουλος 1975, 50-51, 107-109, πίν. 34β 3) Τριανταφυλλόπουλος
288, εικ. 20 (φωτ. Δ. Κωνστάντιου - Μ. Καρδάση), 21 (σχ. Δ. Κων- 1978, 171-172 4) Βελένης 1984, 15(1), 175-178 5) *Παλιούρας 1985α,
στάντιου - Μ. Καρδάση) 172-173, εικ. 177-178 και ολοσέλιδη έγχρωμη φωτογραφία στη σελί-
δα 63· 2010· 2013γ, 120-156, εικ. 125-128 6) Βέικου 2007, 160-161 7)
46.3 Παναγία η Κυριώτισσα Πρεβέντζας Βάλτου Osswald 2011, 3. 755
1) *Βοκοτόπουλος - Τσιγαρίδας 1968, 284-285, πίν. 225-227 2) *Βο-
κοτόπουλος 1969, 242· 1970, 300· 1986, 251-275, σχ. 1-2, εικ. 1-16 51.3 Άγιος Γεώργιος στο Καινούργιο
3) *Βελένης 1984, Α΄, 187, 191, 240(1), 260, 261· Β΄, πίν. 111β· 1994, 1) *Κατσαρός 1981α, 463, σχ. 7, εικ. 18 2) Soustal - Koder 1981, 169
269, 270, 277, εικ. 2 (σελίδας 748), σχ. 1 4) Παλιούρας 1985α, 302- 3) *Παλιούρας 1985α, 207-208, εικ. 218 4) *Πασαλούρος 2006, 300-
304, εικ. 35, 303-304 5) Τσουρής 1988, 40-42, 146, 199, 323-324 6) 303, εικ. 32-34 5) Osswald 2011, 3. 761

52.4 Παναγία του κάστρου Παραβόλας


52. Γνωστό μεν (http://www.diakopes.gr/destinations/
siteseeing/?cid=44333), αλλά αδημοσίευτο μεσοβυζαντινό μνημείο.
1) Λαζαρίδης 1960, 197 2) *Κατσαρός 1981α, 453-457, εικ. 13, 16-
53. Μελέτη αναστήλωσης του μνημείου εκπόνησε ο Στ. Μαμαλού- 17 3) Soustal – Koder 1981, 189 4) *Παλιούρας 1985α, 53-54, εικ.
κος. 20, 30, 39, 215, 216, 217, σχ. 214 5) *Τσουρής 1988, 42-43, 199, 324

65
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

6) Καπώνης 2005, 201-203, σχ. 130 (ημιτελές), εικ. 368-372α 7) Βέι- 57.9 Άγιοι Απόστολοι Νερομάνας
κου 2007, 195-197 8) Osswald 2011, 3. 761 1) *Λαζαρίδης 1960, 197, πίν. 167α 2) *Βοκοτόπουλος 1969, 243-245,
σχ. 1, πίν. 243αγ· 1971/1977, 440-441 3) *Κίσσας 1973, 21-64, σχ. 1-8,
53.5 Καθολικό Μονής Μυρτιάς πίν. I-XVI 4) Παλιούρας 1985α, 219-223, εικ. 227 (σχ. Σ. Κίσσα), 228,
1) Woodhouse 1897, 205 2) *Λουκόπουλος 1928, 301-313· 229 5) Τσουρής 1988, 42, 199, 324 6) Καρύτσας 2009, 218-234, εικ.
1940-1942/2002, 131-148 (με φωτογραφικό υλικό) 3) Παπακυ- σελίδων 196, 225, 230 7) Osswald 2011, 3. 758
ριακού 1929, 53 4) *Λαζαρίδης 1960, 198 5) *Ορλάνδος 1961β,
74-103, εικ. 1-11 6) *Βοκοτόπουλος 1967, 330· 1972α, 441· 58.10 Παναγίτσα Μπροστοβάς (σημ. Καλλιθέας)
1973, 398 7) Βοκοτόπουλος - Τσιγαρίδας 1968, 284 8) Τριαντα- 1) *Παλιούρας 1985α, 239-243, εικ. 244, 245 (σχ. κάτοψης και τομής
φυλλόπουλος 1978, 172, πίν. 58β 9) Μαυραγιάννης 1979, 47-53 κατά μήκος), 246 2) Osswald 2011, 3. 759
10) Soustal – Koder 1981, 161 11) Παλιούρας 1985α, 209-318, εικ.
219, σχ. 220 (Α. Ορλάνδου), εικ. 221 (αναπαραγωγή φωτ. 1925), Υπάρχουν ενδείξεις ή και ορισμένα στοιχεία για την
222, 223 (σχ. τοιχογραφιών), 224 (επιγραφή Ξένου Διγενή 1491) επισήμανση και άλλων βυζαντινών ναών στην Αιτωλο-
12) Μητρ. Φθιώτιδος Νικόλαος - Παλιούρας 1997, 231-234 13) ακαρνανία, όπως ο ναός του Αγίου Δημητρίου (Osswald
Μπούρας - Μπούρα 2002, 248-249 (το πρώτο καθολικό) 14) Βέ-
2011, 3. 761) και του Αγίου Κηρύκου (Χριστόπουλος
ικου 2007, 166-167 15) Κατσαρός 2008, 75 16) Καρύτσας 2009,
13-45, εικ. σελίδων 17-18, 20-21, 23-24, 25-26 (σχ. Α. Ορλάνδου) 1971 και Osswald 2011, 3. 762) στη Ναύπακτο, ή ο ναός
17) Αγρέβη 2010 του Αγίου Γεωργίου Τρύφου στην Ακαρνανία (Βέικου
2007, 215-216) κ.ά. Η αρχαιολογική έρευνα επεσἠμανε
54.6 Αγία Ελεούσα Άνω Μυρτιάς επίσης ορισμένες θέσεις που παρουσιάζουν ειδικό ενδι-
1) *Λαζαρίδης 1960, 197-198 2) *Παλιούρας 1985α, 232-238, εικ. 238,
239 (σχ. Χρ. Κατσιμπίνη), 240-242
αφέρον, όπως π.χ. το βυζαντινό νεκροταφείο της Ερμί-
τσας στη θέση Ταξιάρχης που ανέσκαψε η Φραγκίσκη
55.7 Αγία Σοφία Μόκιστας Κεφαλλωνίτου (Βέικου 2007, 216) και το νεκροταφείο
1) *Λαζαρίδης 1960, 198· 1966, 273-274 2) Βοκοτόπουλος 1972α, που ανασκάπτεται από την 22η Εφορεία Βυζαντινών
441, πίν. 373αβ 3) *Κωνστάντιος 1981, 270-275 4) Βελένης 1984, 56,
Αρχαιοτήτων στη θέση «Χονδραίικα», πριν από τη σή-
πίν. 24β 5) Παλιούρας 1985α, 230-232, εικ. 37, 235, 236 (σχ. Δημ.
Κωνστάντιου), 237 6) Βέικου 2007, 46-47 7) Καρύτσας 2009, 249-
ραγγα Καλυδώνος της Ιονίας οδού. Την όλη φροντίδα
250, εικ. σελίδας 239 8) Osswald 2011, 3. 759 για τον μνημειακό πλούτο της Αιτωλοακαρνανίας πι-
στοποιεί και η πρόσφατη στροφή προς την έρευνα των
56.8 Άγιος Νικόλαος και Ταξιάρχες Μόκιστας οχυρωματικών έργων (στη Ναύπακτο, στο Αντίρριο,
1) Bazin 1864, 324-332 2) Woodhouse 1897, 206-208, εικ. μεταξύ σε-
στη Βόνιτσα και σε άλλα εντοπισμένα κάστρα), με ερευ-
λίδων 208-209 3) *Λαζαρίδης 1960, 198, σχ. 1, πίν. 167β 4) *Βοκοτό-
πουλος 1972α, 441 5) Nicol 1984, 242 6) *Παλιούρας 1985α, 223-229,
νητικές δραστηριότητες που αναδεικνύουν την οργά-
εικ. 230, 231, 232 (σχ. Δ. Κουτσούκη), 233, 234 (σχέδια) 7) Καπώνης νωση του ευρύτερου χώρου της Αιτωλοακαρνανίας και
2005, 63-66, σχ. 9-13 (σχ. Δ. Παπακωνσταντίνου - Α. Ιωνά), εικ. 15- το ενδιαφέρον των υπηρεσιών του πολιτισμού για την
28 8) Καρύτσας 2009, 244-251 9) Osswald 2011, 3. 758-759 προστασία και ανάδειξη αυτού του πλούτου που απαιτεί,
ασφαλώς, τη διεπιστημονική συνεργασία.
Για τις επιγραφές από τα μνημεία της Μόκιστας βλ.:
Τα μνημεία από τη στιγμή που θα εντοπιστούν
1) Σωτηριάδης 1903, 208-215· 1914, 208-210 2) Λάμπρος 1904α,
37-42 3) Κατσαρός 1980, 380-382, εικ. 5· 1992, 520-521, εικ. 1-2 4) χρειάζονται προστασία για να σωθούν, ανασκαφή, συ-
Kalopissi-Verti 1992, 57-59, εικ. 17-21 5) Veikou 1998, 126-128 ντήρηση και ανάδειξη, δράσεις που ορίζονται με τον
πολυχρησιμοποιημένο όρο διαχείριση (πολιτιστική δια-
Για τον Μιχαήλ Ζωριανό και τη σχέση του με ναο- χείριση). Οι ερευνητές ασφαλώς πρέπει να διαθέτουν τις
δομικές και άλλες πολιτιστικές δραστηριότητες, βλ.:
γνώσεις εκείνες που τους καθιστούν απαραίτητους, για
1) Σωτηριάδης 1903, 211· 1914, 208-210 2) Λάμπρος 1903, 217-218·
1904β, 64· 1914, 209 3) Hutter 1977, 104-105, αρ. 64, πίν. 396-397 να διαχειριστούν ένα σύνθετο σύστημα ποικίλων αξιών
4) Κατσαρός 1980, 520-521· 1992, 520-521· 2008, 79, εικ. Ε4 σελίδας που μεταφέρεται από το παρελθόν στο παρόν μέσω των
57 5) Gamillscheg – Harfinger A. 151 και Β. 118, αρ. 280, πίν. 280 6) μνημείων54.
Weyl-Carr 1992, 567-578 7) Βοκοτόπουλος 1988, 164-167· 2012, 92- Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, η ιστορία των ερευ-
93 8) Καρύτσας 2009, 251-257 νών και η επισκόπηση της πορείας τους επιβάλλει και
Για το έργο του χορηγού Θωμά Ανδρουτσόπουλου, την καταγραφή των προσώπων που ασχολήθηκαν με τα
μνημεία, δηλαδή των ερευνητών, κρίνοντας τη συνει-
ως λογογράφου των επιγραμμάτων της Μόκιστας αλλά
σφορά τους μέσα στο καθορισμένο ιστορικό πλαίσιο.
και ως θεολόγου, βλ.:
1) Λάμπρος 1906, 474-476 2) Κατσαρός 1992, 520· 2008, 81, εικ. ΣΤ.3
σελίδας 59 3) Rigo 2002, 195-201 4) Καπώνης 2002-3, 129 54. Λαμπρινουδάκης 2005, 17-18.

66
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

Στην κριτική αποτίμηση του έργου τους, που είναι βασι- ενδιαφέροντα και τον θαυμασμό στο ελληνικό ιδεώδες,
κός άξονας της επισκόπησης, συνεκτιμώνται τα ακόλου- παρείχαν σποραδικές (ενίοτε χρήσιμες) μαρτυρίες για
θα βασικά στοιχεία: ορισμένα εκκλησιαστικά μνημεία της περιοχής. Εκεί-
α) τα ανασκαφικά δεδομένα, νος όμως που πλούτιζε πιο συστηματικά το έργο του με
β) η παρουσίαση αγνώστων μνημείων και η πραγμα- ανάλογες πληροφορίες ήταν ο αρχαιολόγος W. J. Wood-
τικότητα ότι αυτά ήταν από επιστημονική άποψη ανε- house61.
ρεύνητα, β) Στη λεγόμενη «πρωτο-επιστημονική» περίοδο
γ) η αναθεώρηση της χρονολόγησής τους, κάνει την εμφάνισή της στη βυζαντινολογική έρευνα
δ) η αναγνώριση των οικοδομικών φάσεων, της περιοχής ένας μικρός κύκλος σπουδαίων βυζαντι-
ε) η γνώση των τύπων, της δομής, των υλικών και νολόγων, όπως ο Γεώργιος Λαμπάκης62, ο οποίος το
της μορφολογίας τους, καθώς και η σύγκριση με τα πρό- 1886 περιοδεύει στην περιοχή και δημοσιεύει σχετικές
τυπά τους και ειδήσεις στο περιοδικό Εβδομάς· επίσης, ο γνωστός
στ) η διείσδυση στον χώρο της ερμηνείας τους και ιστορικός Σπύρος Λάμπρος63, ο οποίος ήδη στα 1903
η διασύνδεση με την εξελικτική διαδικασία, όπου η σύ- και 1904 έστρεψε τα ενδιαφέροντά του προς την περι-
γκριση οδηγεί στη διατύπωση νέων απόψεων. οχή, μελετώντας τις βυζαντινές επιγραφές, όπως και ο
Η ένταξη, ωστόσο των ερευνητών στις «σχολές» των Γεώργιος Σωτηριάδης (1903)64, εκδηλώνοντας και αυτός
διαφόρων τάσεων της έρευνας έχει σημασία, αν οι τά- τη συμπάθειά του προς το Βυζάντιο που την εξέφρασε
σεις αυτές αποκλίνουν αισθητά από τη διαμορφωμένη ποικιλοτρόπως65.
παράδοση. Στην ίδια περίοδο, στον κύκλο των ενδιαφερομένων
Κάτω από το πρίσμα της ιστορίας των ερευνών για λογίων εμφανίζονται δύο αξιοπρόσεχτες μορφές στην
τα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία, μπορούμε ιστορία των ερευνών για τα μνημεία της Δυτικής Στερε-
να επανέλθουμε στην αρχική μας περιοδολόγηση και να άς· από τη μεριά των κοσμικών, ο δάσκαλος Δημήτρης
τοποθετήσουμε τα πρόσωπα που συνδέονται με τα μνη- Λουκόπουλος66 ήδη από τη β΄ δεκαετία του εικοστού
μεία, μεταφέροντας τη συνεισφορά τους στην επόμενη αιώνα στρέφει την προσοχή του προς τη μνημειακή
γενιά των ερευνητών. Έτσι: παράδοση του τόπου και, από την πλευρά των ιερω-
α) Στην πρώτη περίοδο, την «προ-επιστημονική», μένων, ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος Παπακυριακού67
ακολουθώντας τον David Constantine55, ο οποίος στο γράφει εκλαϊκευτικά άρθρα για τα χριστιανικά μνημεία
έργο του παρουσιάζει τους ταξιδιώτες που μας άφη- της Αιτωλοακαρνανίας στα περιοδικά Ποιμήν ο Καλός
σαν, εν είδει απομνημονευμάτων-ημερολογίων, τόσο τα
ή στο μεγαλύτερης αναγνωστικής εμβέλειας περιοδικό
οδοιπορικά (όλοι σχεδόν οι συγγραφείς τους Άγγλοι ή
Θεολογία.
Γάλλοι), όσο και οι γνωστοί Jac. Spon, G. Wheler και ο
Εβλιγιά Τσελεμπή56, που πέρασαν από την περιοχή, δεν γ) Στην τρίτη, τη λεγόμενη «μεσο-επιστημονική»,
έχουν να προσφέρουν τίποτα σημαντικό, παρά ορισμένα κυριαρχεί η μορφή του Αναστασίου Κ. Ορλάνδου68, ο
στοιχεία ανθρώπινης δραστηριότητας στον χώρο. Ο F.-
C.- H.-L. Pouqueville57 και ο W. M. Leake58 προσέχουν 61. Woodhouse 1897 (και φωτ. ανατ. New York 1985)· μετάφραση
του κειμένου που αναφέρεται στη Ναυπακτία βλ. Τριψιάνος 1986-87·
περισσότερο για την επισήμανση των μνημείων και των 1992-93.
αρχαιολογικών καταλοίπων, αλλά τα ενδιαφέροντά 62. Για την προσωπικότητα και το έργο του, βλ. Αρχείο Οικογένειας
τους κλίνουν προς τις κλασικές αρχαιότητες. Ο τελευ- Λαμπάκη 2014.
63. Για την προσωπικότητα και το έργο του, βλ. Αρχείο Ελλήνων Λο-
ταίος φαίνεται περισσότερο καταρτισμένος και προσα- γοτεχνών ΕΚΕΒΙ 2014.
νατολισμένος πλησιέστερα στην αρχαιολογική έρευνα. 64. Για την προσωπικότητα και το έργο του, βλ. Εν Αθήναις Αρχαιο-
λογική Εταιρεία 2014β.
Ελάχιστες όμως είναι οι πληροφορίες που υπάρχουν για 65. Μνημειώδης παραμένει η μετάφραση της Ιστορίας της Βυζαντι-
τα χριστιανικά μνημεία, ενώ οι κλασικοί Γάλλοι αρχαι- νής Λογοτεχνίας του Κ. Krumbacher σε τρεις τόμους που περιελήφθη στη
ολόγοι M. Bazin59 και L. Hezey60, κοντά στα δικά τους σειρά της «Βιβλιοθήκης Μαρασλή» και ανατυπώθηκε φωτομηχανικά, με
εισαγωγή του Ι. Μ. Χατζηφώτη, στην Αθήνα το 1964.
66. Σταμέλος 2004, 1260-1265, όπου και η προηγούμενη βιβλιογρα-
55. Constantine 1984. φία.
56. Spon - Wheler 1678. Γιαννόπουλος 1969/1970, 146-147, 186-187. 67. Αναφορά στον αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο Παπακυριακού γίνεται
57. Pouqueville 1826. στο Ημερολόγιο 2014 της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας.
58. Leake 1835/1967, passim. 68. Για την προσωπικότητα και το έργο του, βλ. Χαριστήριον εις Ανα-
59. Bazin 1864, passim. στάσιον Κ. Ορλάνδον, τ. 1, Αθήνα 1965, σ. ια΄-μδ΄. Βλ. και Εν Αθήναις Αρ-
60. Hezey 1860. Βλ. και Καπώνης 2010, 99-122. χαιολογική Εταιρεία 2014α.

67
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

οποίος ήδη από το 1935 εγκαινιάζει την έρευνά του στα δ) Η τελευταία περίοδος, που ονομάσαμε «συστημα-
μνημεία της Αιτωλοακαρνανίας (στη Δυτική Στερεά λίγο τική», απλώνεται από τη δεκαετία του ᾽60-᾽70 και φτά-
νωρίτερα, το 1921)69, ανοίγοντας με τη δική του μέθοδο, νει ως τις μέρες μας, αποτελώντας την ακμαιότερη και
που παραμένει προσηλωμένη στην τυπολογία, τον κύ- μεστότερη περίοδο της ειδικής έρευνας στην περιοχή.
κλο της επιστημονικής προσέγγισης των πιο σημαντι- Η σκυτάλη των ερευνών παραδίδεται από έναν συμπα-
κών μνημείων, κύκλο που θα κλείσει το 1961 με τον Θ΄ θή κλασικό αρχαιολόγο, τον Ευθύμιο Μαστροκώστα78,
τόμο του γνωστού Αρχείου των Βυζαντινών Μνημείων στον βυζαντινολόγο Παύλο Λαζαρίδη79, ο οποίος εμφα-
της Ελλάδος70. νίζεται συχνότερα ως συντάκτης συνοπτικών αρχαιολο-
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τη δεκαε- γικών ειδήσεων, των Χρονικών στο Αρχαιολογικόν Δελ-
τία ’50-’60 εμφανίζεται ένα ρεύμα ντόπιων λογίων που τίον, στα οποία περιλαμβάνεται και η Αιτωλοακαρνανία.
εντάσσουν στα ποικιλότροπα ενδιαφέροντά τους και Ανάμεσα στους δύο άνδρες, μια δυναμική γυναίκα, η
την αγάπη τους για τα μνημεία του τόπου τους. Ανά- Χαρίκλεια Μπάρλα80, θα δημοσιεύσει τις πρώτες ανα-
μεσά τους ξεχωρίζουν ο φιλόλογος Κ. Σ. Κώνστας και σκαφές σε παλαιοχριστιανικά μνημεία της περιοχής στο
οι δάσκαλοι Γεώργιος Κόκκας71 και Γεράσιμος Παπατρέ- νησί Κέφαλος, η πρώτη, αν δεν απατώμαι, που επιχειρεί
χας72, ενώ το παράδειγμά τους ακολουθούν ο Κ. Α. Τσα- να ανασκάψει παλαιοχριστιανικές βασιλικές στη Δυτική
Στερεά.
ρούχης73, ο Σοφοκλής Δημητρακόπουλος74 και ο Θωμάς
Ως ο σπουδαιότερος ερευνητής των μνημείων της
Μποκώρος75. Όλοι τους αποτελούν μια ομάδα με ξεχωρι-
περιοχής αναδεικνύεται ο Ακαδημαϊκός σήμερα Π. Λ.
στές ιδιαιτερότητες ο καθένας αλλά και με διαφοροποι-
Βοκοτόπουλος81. Ήδη από τις πρώτες του επαφές με την
ημένη παιδεία και κατάρτιση. Ενδιάμεσο κρίκο ανάμεσα
Αιτωλοακαρνανία, ως επιμελητή της Η΄ Εφορείας Βυ-
στην ομάδα των προαναφερομένων και του κύκλου των
ζαντινών Αρχαιοτήτων, ο Παναγιώτης Βοκοτόπουλος
ειδικών επιστημόνων αποτελούν δύο μορφές φιλολό-
έδειξε τον αθεράπευτο ζήλο του για τα μνημεία του χώ-
γων καθηγητών, του Κώστα Τριανταφυλλίδη76 και της ρου που υπηρέτησε, προσφέροντας στην επιστήμη διε-
Σπυριδούλας Αλεξανδροπούλου77, που υπηρέτησαν τον θνώς όχι μόνο τη μνημειώδη διδακτορική διατριβή του
κλάδο της Αρχαιολογίας στη Δυτική Στερεά ως έκτακτοι για την εκκλησιαστική αρχιτεκτονική82, που ανέδειξε τα
επιμελητές Αρχαιοτήτων, μια ιδιότητα που τους έφερε πιο σημαντικά μνημεία του χώρου, αλλά κι ένα πλήθος
πιο κοντά στη συστηματική επιστημονική έρευνα. μελετών που αποτελούν υποδείγματα μεθόδου, που βα-
σίζεται στον συνδυασμό τυπολογίας, μορφολογίας και
κατασκευαστικής τεχνικής και αποδίδει αποτελέσματα
69. Ορλάνδος 1922. Τριανταφυλλόπουλος 1987-88, 16-26. Γκράτζιου
1998-99, 11-15. επιστημονικής ακρίβειας και γερά θεμελιωμένων συμπε-
70. Ορλάνδος 1961. ρασμάτων. Στην έρευνα των βυζαντινών και μεσαιωνι-
71. Ο Γ. Κόκκας υπηρέτησε ως έκτακτος επιμελητής αρχαιοτήτων
(βλ. Βοκοτόπουλος 1967, 325, σημ. 1).
κών μνημείων της Αιτωλοακαρνανίας, η συμβολή του
72. Ο εμπνευσμένος δάσκαλος Γεράσιμος Ηρ. Παπατρέχας υπήρξε Π. Λ. Βοκοτοπούλου, όπως και εκείνη του Α. Ορλάνδου,
μία λαμπρή μορφή ανάμεσα στους διακεκριμένους Αιτωλοακαρνάνες λο- υπήρξε πολύ σημαντική. Από την πρώτη περιοδεία του
γίους με αξιόλογο δημιουργικό έργο· υπηρέτησε και αυτός ως έκτακτος
επιμελητής αρχαιοτήτων και είναι συγγραφέας αρκετών άρθρων και βι- στον νομό επεσήμανε έναν μεγάλο αριθμό αγνώστων
βλίων σχετικών με τον χώρο, την ιστορία και την τέχνη της Ακαρνανίας στην επιστημονική έρευνα μνημείων, επέβλεψε τη στε-
(βλ. Βοκοτόπουλος 1967, 325, σημ. 1).
73. Τσαρούχης 1966.
ρέωση και τη συντήρησή τους, κατέγραψε αρχαιολογικό
74. Δημητρακόπουλος 1970.
75. Μποκόρος 1969. Ανάμεσα στα κείμενα του Μποκόρου παρέχο-
νται και ορισμένες πληροφορίες για τα βυζαντινά μνημεία, ασφαλώς με 78. ΙΑΚΑ 2014. Εργογραφία του Ευθ. Μαστροκώστα δημοσίευσε ο
τη γλαφυρή γραφή του εραστή της τέχνης φιλαρχαιολόγου. Πέτρος Θέμελης στα Φωκικά Χρονικά 14, 2006, 27-29.
76. Ο Κ. Τριανταφυλλίδης, διακεκριμένος φιλόλογος και δοκιμιο- 79. Για την προσφορά του στη Βυζαντινή Αρχαιολογία, βλ. Ντίνα
γράφος, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για τις αρχαιότητες της Δυτικής 2004, 17-26.
Στερεάς (βλ. π.χ. Τριανταφυλλίδης 1991 και 2004, 861-877, εικ. 1-13) και 80. Μπάρλα 1965α-1970β.
δημοσίευσε πολλά εκλαϊκευτικά άρθρα κάτω από το ψευδώνυμο «Ο Αρ- 81. Βλ. Αφιέρωμα στον Ακαδημαϊκό Παναγιώτη Λ. Βοκοτόπουλο, τ.
χαιολόγος» στο περιοδικό της Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας 1-2, Αθήνα 2014 (βρίσκεται στο τυπογραφείο).
«Κοσμάς ο Αιτωλός». 82. Βοκοτόπουλος 1975. Το έργο αυτό έριξε νέο φως στην έρευνα
77. Η Σπυριδούλα Αλεξανδροπούλου εργάστηκε ακούραστα στην της μεσοβυζαντινής ναοδομίας στη Δυτική Ελλάδα και γνώρισε τα πιο
Αιτωλοακαρνανία για την προστασία και ανάδειξη των μνημείων και της εγκωμιαστικά σχόλια της κριτικής σε αρκετές βιβλιοκρισίες Ελλήνων και
ιστορίας του χώρου, δημοσιεύοντας ένα πλήθος άρθρων στον επαρχιακό ξένων επιστημόνων (H. Bardikian, Ch. Delvoye, J. Gill, A. H. S. Megaw, A.
τύπο καθώς και βιβλία. Βλ. Αλεξανδροπούλου 1993. Αλεξανδροπούλου Meksi, Κ. Μπόνης, Χ. Μπούρας, U. Peschlow, P. Soustal, Nancy Patterson
2000. Ševčenko, P. Yannopoulos κ.ά.).

68
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

υλικό και πραγματοποίησε συστηματικό ανασκαφικό κών θέσεων της Αιτωλοακαρνανίας (Αγία Τριάδα Κάτω
έργο. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στον κατάλογο Βασιλικής, Σπήλαιο Αγίου Νικολάου Βαράσοβας, Αγία
των μνημείων παρουσιάζεται ως πρώτος ή συστηματι- Τριάδα του Μαύρικα) και ανέδειξε μνημεία της μεταβυ-
κός μελετητής των περισσοτέρων μνημείων της Αιτω- ζαντινής κυρίως περιόδου, ενώ απέδωσε στην έρευνα
λοακαρνανίας. πλούσιο φωτογραφικό υλικό των μνημείων. Ανέδειξε
Ο αείμνηστος καθηγητής Δημήτριος Πάλλας83, στον επίσης ένα πλήθος μαθητών, αφότου εδραιώθηκε στο
κατάλογό του για τις παλαιοχριστιανικές βασιλικές εν Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και μετείχε στα αρχαιολογικά
Ελλάδι, περιέλαβε και τα μνημεία της Δυτικής Στερεάς, διοικητικά δρώμενα του Δήμου Αγρινίου, της Ιστορικής
ορισμένα από τα οποία παρακολουθεί και στη μετάβα- και Αρχαιολογικής Εταιρείας καθώς και του Υπουργείου
σή τους από την αρχιτεκτονική της παλαιοχριστιανικής Πολιτισμού.
περιόδου στην κλειστή μορφή της μεσοβυζαντινής επο- Το έργο των προαναφερθέντων πρωτοπόρων μελε-
χής, εισάγοντας στοιχεία μεθόδου «Νέας Αρχαιολογίας» τητών της σχετικής έρευνας στην περιοχή συνέχισε μια
στην έρευνα με θεωρητική κατάρτιση που απορρέει από σειρά παλαιοτέρων αλλά και νεοτέρων αρχαιολόγων.
τη γενικότερη παιδεία του. Η Φωτεινή Ζαφειροπούλου88 ανέσκαψε την παλαιο-
Ένας ακόμη ειδικός στη Βυζαντινή αρχιτεκτονική και χριστιανική βασιλική στη Φοινικιά (1973/74), ενώ στη
ναοδομία, ο καθηγητής Χαρ. Μπούρας84, δημοσίευσε Ναύπακτο η αρχαιολογική έρευνα ανέδειξε έναν μεγά-
υποδειγματικά (το 1968) τον ναό στο Ρίβιο και αναφέ- λης αξίας μνημειακό πλούτο.
ρεται στα μνημεία της περιοχής στα συνθετικά έργα του Η Ναύπακτος είναι το κέντρο όπου ασκήθηκε το
για τη Βυζαντινή αρχιτεκτονική και ναοδομία, ενώ μια ανασκαφικό και σωστικό έργο από νέους αρχαιολόγους
ομάδα αρχιτεκτόνων μαθητών του άσκησαν, επίσης, τις που εργάστηκαν στις αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσί-
ικανότητές τους στα μνημεία της Αιτωλοακαρνανίας, ες, κυρίως της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων
όπως οι Στ. Μαμαλούκος, Γ. Βελένης και Πλούταρχος των Ιωαννίνων. Στις ερευνητικές αναζητήσεις της νέας
Θεοχαρίδης85. γενιάς των ειδικών αρχαιολόγων υπεισέρχονται σιγά
Επιστήμονες-ερευνητές (αρχαιολόγοι και θεολόγοι), σιγά και οι νέες τάσεις που προσεγγίζουν την ανθρω-
καταγόμενοι από την Αιτωλοακαρνανία, όπως οι αεί- πιστική προσέγγιση των μνημείων και την ανάδειξη της
μνηστοι Σωτ. Κ. Κίσσας86 και Αθανάσιος Παλιούρας87, ταυτότητάς τους. Οι ερευνητές προσχωρούν στην οργά-
εξερεύνησαν εξαντλητικά τον χώρο της Αιτωλοακαρνα- νωση διεπιστημονικών ομάδων με ξεχωριστούς ρόλους,
νίας και προσέφεραν στην επιστήμη εργασίες με πρω- κυνηγούν τη χρηματοδότηση για τον προγραμματισμό
τότυπο υλικό ή και ανασκαφικό έργο, αλλά και δημο- των ερευνών, στοχεύουν στη σημασία της Μουσειολογί-
σιεύσεις εκλαϊκευτικού χαρακτήρα, προσεγγίζοντας το ας που ενισχύει την προβολή των αξιών.
ευρύτερο κοινό στην εσωτερική, συναισθηματική επαφή Η αείμνηστη Φραγκίσκα Κεφαλλωνίτου89 εργάστη-
με τα θρησκευτικά μνημεία. Ο Αθαν. Παλιούρας αφο- κε με αυτό το πνεύμα, αφήνοντας εδώ την τελευταία της
σιώθηκε στην ανασκαφική έρευνα τριών αρχαιολογι- πνοή. Προσέφερε αδιαλείπτως όσο ζούσε τις υπηρεσί-
ες της σε όλη τη γεωγραφική έκταση της αρμοδιότητάς
της, αλλά κυρίως στην Αιτωλοακαρνανία. Ο αείμνη-
83. Τριανταφυλλόπουλος 1987-88. Βλ. και Γκράτσιου 1998-99, 11-15
και 16-26. Στα εκλαϊκευτικά δημοσιεύματα στον τόμο Αποφόρητα. Πρώι-
στος, επίσης, Δημήτρης Κωνστάντιος90 και ο συνονό-
μος χριστιανικός και μεσαιωνικός ελληνικός κόσμος, γίνεται λόγος για τον ματός του Δημ. Τριανταφυλλόπουλος91 υποστήριξαν με
Άγιο Δημήτριο της Βαράσοβας (βλ. Πάλλας 2007, 88, εικ. 45) και τη Μονή σθένος την προστασία και τη σημασία του σεβασμού και
Μυρτιάς (βλ. Πάλλας 2007, 265-266, 298).
84. Για τα βιβλία και άλλα αυτοτελή δημοσιεύματα, βλ. Μουσείο της ανάδειξης των μνημείων.
Μπενάκη 2009, 77-90. Στη Ναύπακτο, έμπειροι αλλά και νεότεροι αρχαιο-
85. Βοκοτόπουλος1975, ΙΧ (σχ. 11-12, 16-26, 32-34).
86. Κατσαρός 1998. Καλαμαρτζή-Κατσαρού - Ταμπάκη (επιμ.) 2001,
λόγοι άσκησαν το ανασκαφικό έργο και το διεύρυναν σε
XIII-XXXVI. άλλες περιοχές του νομού ή των τόπων που υπηρέτη-
87. Το πιο γνωστό έργο του Αθαν. Παλιούρα, Η Βυζαντινή Αιτωλοα-
καρνανία, κυκλοφόρησε σε πολύ περιορισμένο αριθμό αντιτύπων σε δα-
κτυλόγραφη μορφή για πρώτη φορά στα Ιωάννινα το 1981. Το έργο αυτό
στη συνέχεια απεσύρθη. Η βελτιωμένη δεύτερη έκδοση (Αγρίνιο 1985) 88. Ζαφειροπούλου 1973-74.
θεωρείται ως «πρώτη» από τον ίδιο τον συγγραφέα, ο οποίος χαρακτη- 89. Βλ. «Χρήστος Παπουτσάκης, Γιώργος Μαύρος, Φραγκίσκα Κε-
ρίζει ως «δεύτερη» (Παλιούρας 2010, 157) τη φωτομηχανική επανέκδο- φαλλωνίτου: τρεις απώλειες», στο http://metaxifilon.blogspot.gr/2009/03/
ση της έκδοσης του 1985. Οι παραπομπές στο έργο των P. Soustal και J. blog-post_10.html [ανάρτηση, 10 Μαρτίου 2009].
Koder, Nikopolis und Kephallēnia, γίνονται στη δακτυλόγραφη μορφή του 90. Κωνστάντιος 2012.
βιβλίου του Αθ. Παλιούρα, στην έκδοση του 1981. 91. Τριανταφυλλόπουλος 1991.

69
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

σαν. Η Γεωργία Αλεξοπούλου92, η Φωτεινή Σαράντη93, η του Νομού Αιτωλοακαρνανίας, εντός των οποίων υπάρ-
Βαρβάρα Παπαδοπούλου94, η Βασιλική Παπαγεωργίου95 χουν και μοναστικά συγκροτήματα, πραγματοποίησε ο
και η Αθηνά Ζωγάκη96 συνέχισαν την καλή παράδοση σπηλαιολόγος Ι. Ζαβιτσανάκης107.
των αρχαιολόγων. Τέλος, ιδιαίτερος λόγος οφείλεται στους εντοπίους
Έναν άλλο κύκλο διαμορφώνουν οι ερευνητές της Συλλόγους108, που με την οργάνωση ειδικών επιστημο-
διεπιστημονικής συνεργασίας, όπως οι αρχαιολόγοι Τζί- νικών εκδηλώσεων και την έκδοση των περιοδικών και
να Παπαϊωάννου97, Δημήτρης Αθανασούλης και ο αρ- Πρακτικών τους συνέβαλαν κατά ένα μεγάλο μέρος
χιτέκτονας και αρχαιολόγος Πασχάλης Ανδρούδης98, ο στην πρόοδο των σχετικών ερευνών. Τα Συνέδρια και
Ανέστης Βασιλακέρης και η Ελένη Φουντούλη99, ο Σταύ- τα Πρακτικά 2 Συνεδρίων του Συλλόγου «Σκουφάς»109
ρος Μαμαλούκος και ο Μιχαήλ Παπαβαρνάβας100. στην Άρτα, τα ταυτάριθμα στο Αγρίνιο110 από την Ιστο-
Διακριτό, επίσης, κύκλο στην επισκόπηση των ερευ- ρική και Αρχαιολογική Εταιρεία, τα Συνέδρια στο Με-
νών αποτελούν ερευνητές που η κατάρτισή τους συ- σολόγγι και το περιοδικό «Τα Αιτωλικά»111 κι εδώ στη
ντελέστηκε από την προσήλωσή τους στην έρευνα της Ναύπακτο η Εταιρεία Ναυπακτιακών Μελετών και το
Αιτωλοακαρνανίας. Στον κύκλο αυτόν εντάσσεται ο περιοδικό «Ναυπακτιακά»112 φιλοξένησαν ερευνητικές
πρόσφατα χαμένος, ταλαντούχος θεολόγος και αρχαι- εργασίες και θέματα σχετικά με τον πυρήνα της επισκό-
ολόγος Νίκος Καπώνης101, ο οποίος, εκτός από τα εν- πησής μας. Το έργο αυτό εναποτίθεται στην 22η ΕΒΑ
διαφέροντά του στην έρευνα της Βυζαντινής Αιτωλοα- που χρεώνεται το ιστορικό βάρος των ερευνών για το
καρνανίας, επιχείρησε να συνθέσει έργο με θέμα τη να- μέλλον113.
οδομική δραστηριότητα στο Δεσποτάτο της Ηπείρου102.
Έντονη είναι και η παρουσία του προϊστορικού και κλα-
σικού αρχαιολόγου Γιάννη Νεραντζή103, ο οποίος στην
Ιστορική Τοπογραφία της Ναυπάκτου συμπεριλαμβάνει
τα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία. Σημαντι-
κή προώθηση των ερευνών για την Αιτωλοακαρνανία
107. Ζαβιτσανάκης 2005.
επιτέλεσαν και οι διατριβές του αείμνηστου Σπ. Ασωνί- 108. Όπως: η Αρχαιολογική Εταιρεία Δυτικής Στερεάς Ελλάδος (Με-
τη104, της Μυρτώς Βέικου105 και του Bredan Osswald106, σολόγγι), η Ιστορική Αρχαιολογική Εταιρεία Δυτικής Στερεάς Ελλάδας
(Αγρίνιο), ο Μουσικοφιλολογικός Σύλλογος Άρτης «Ο Σκουφάς» (Άρτα),
στις οποίες διατυπώνονται και απόψεις των συγγραφέ- η Εταιρεία Ναυπακτιακών Μελετών (Αθήνα, Ναύπακτος) και η Αρχαιο-
ων τους πάνω σε ορισμένα ζητήματα που απασχόλησαν λογική, Ιστορική, Λαογραφική Εταιρεία Θεσπιέων (Καινούργιο - Δ. Αγρι-
την έρευνα, διαπίστωση που σημαίνει ότι ο επιστημονι- νίου).
109. α) Α΄ Διεθνές Συμπόσιο για το Δεσποτάτο της Ηπείρου (Άρτα,
κός διάλογος παρουσιάζει συνεχές ενδιαφέρον και μπο- 27-31 Μαΐου 1990). Τα Πρακτικά εκδόθηκαν με επιμέλεια του Ευαγγ.
ρεί να συνεχιστεί και στο μέλλον. Έρευνα των σπηλαίων Χρυσού, Άρτα 1992. β) Β΄ Διεθνές Αρχαιολογικό και Ιστορικό Συνέδριο
«Η Βυζαντινή Άρτα και η περιοχή της» (Άρτα, 12-14 Απριλίου 2002). Τα
Πρακτικά εκδόθηκαν με επιμέλεια της Ευστρατίας Συγκέλλου, Αθήνα
92. Αλεξοπούλου 1989. 2007.
93. Σαράντη 1997. 110. α) Α΄ Αρχαιολογικό και Ιστορικό Συνέδριο Αιτωλοακαρνανίας
94. Παπαδοπούλου 1990. «Μνημειακή Κληρονομιά και Ιστορία της Αιτωλοακαρνανίας» (Αγρίνιο,
95. Παπαγεωργίου 2004. 21 - 22 - 23 Οκτωβρίου 1988). Τα Πρακτικά εκδόθηκαν με επιμέλεια της
96. Ζωγάκη 2004. Ιωάννας Μέννεγκα, Αγρίνιο 1991. β) Β΄ Διεθνές Ιστορικό και Αρχαιολο-
97. Παπαϊωάννου 1991. γικό Συνέδριο Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο, 29, 30, 31 Μαρτίου 2002). Τα
98. Αθανασούλης - Ανδρούδης 2004. Πρακτικά: τ. 1-2, Αγρίνιο 2004.
99. Βασιλακέρης - Φουντούλη 2004. 111. Α΄ Διεθνές Αρχαιολογικό Συμπόσιο για την Αιτωλοακαρνανία
100. Μαμαλούκος - Παπαβαρνάβας 2014. (Μεσολόγγι, 13-15 Δεκεμβρίου 1991). Τα Πρακτικά του Συνεδρίου δεν
101. Για το έργο του Νίκου Καπώνη, βλ. Academia.edu 2014. Στη κυκλοφόρησαν. Δεν κυκλοφόρησαν, επίσης, τα Πρακτικά της Συνάντη-
μνήμη του Νίκου Καπώνη, η Αρχαιολογική Ιστορική Εταιρεία Δυτικής σης Προυσσού, που πραγματοποίησε η Εταιρεία Στερεοελλαδικών Με-
Στερεάς οργάνωσε στο Αγρίνιο ειδική επιστημονική ημερίδα (Αγρίνιο, 26 λετών τον Οκτώβριο του 1981. Στους 6 τόμους του περιοδικού Επετηρίς
Ιανουαρίου 2013). Εταιρείας Στερεοελλαδικών Μελετών περιελήφθησαν, ωστόσο, μελέτες
102. Καπώνης 2005. και για τα βυζαντινά μνημεία της Αιτωλοακαρνανίας.
103. Νεραντζής 2001· 2007. 112. Η νεοϊδρυθείσα Αιτωλική Πολιτιστική Εταιρεία (Αθήνα 2002),
104. Ασωνίτης 2005. στα χρόνια που μεσολάβησαν από τη δραστηριοποίησή της έως σήμερα,
105. Βέικου 2007. Η δακτυλόγραφη διδακτορική διατριβή της Μ. Βέ- έχει να επιδείξει σπουδαίο έργο σε διάφορους τομείς της πολιτιστικής
ικου κυκλοφορεί τώρα και σε αγγλική έκδοση, Veikou 2012. Δεν μπόρεσα ιστορίας του τόπου κι ανάμεσα σ’ αυτούς περιλαμβάνεται και η μνημειακή
εγκαίρως να συμβουλευτώ το προσφάτως εκδομένο βιβλίο, στο οποίο κληρονομιά της περιοχής, ύλη που περιέχεται στα τεύχη του περιοδικού
φυσικά μεταφέρονται όλα τα δεδομένα της έκδοσης του 2007, στην οποία «Τα Αιτωλικά». Κυκλοφόρησαν 22 τεύχη έως το έτος 2014.
και παραπέμπω, με την έλλειψη μάλιστα του εικονογραφικού υλικού. 113. Για το έργο της Εταιρείας (1982-2012), βλ. Ναυπακτιακά Ευρε-
106. Osswald 2011. τήρια 2012.

70
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

Résumé
Les monuments paléochrétiens et byzantins dans la Grèce Occidentale (Aetolakarnania):
Revue des recherches

Vassilis Katsaros

E n Grèce Occidentale (Aetoloakarnania) il y a un


grand nombre de monuments paléochrétiens et by-
zantins. Malheureucement les rechercheurs ont interessè
ments paléochretiens et pour les monuments byzantins.
Il nous donne la bibliographie pour chaque monument
en jugeant l’offre du chaque rechercheur. Il remarque aus-
pour ces monuments assez tardivement. Ils ont com- si les catégories des chercheurs (voyagers, recherecheurs
mencé à les étudier plus Systématiquement aux débuts de l’histoire locale, byzntinologues spécials), en jugeans
de la décenne 1960-1970. l’offre du chacun. En cette méthode on peut comprendre
Dans cette étude l’auteur remarque quatres phases l’évolution culturelle pendant l’ époque paléochrétienne
à l’histoire des recherches: a) pre-scientifique (17ème- et byzantine. L’auteur propose, à la fin, l’avancement de la
19ème siècles), b) précose (début du 20ème siècle jusque recherche pour l’époque post-byzantine, pour la civilisa-
1930), c) middle-scientifique (déceme 1930-1940 jusque tion aussi du Byzance après Byzance. C’est vrai, certaine-
les débuts de la décenne 1960) et d) scientifique posté- ment, que «Byzance après Byzance» constitue une claire
rieure (débuts de la décenne 1960 jusqu’ aujourd’hui). unité culturelle dans la région de la Grèce Occidentale
L’auteur nous cite ici une catalogue pour les monu- pendant la domination turque.

Βιβλιογραφία

Αγρέβη 2010: Μ. Αγρέβη, Οι τοιχογραφίες του Ξένου Διγενή της Ελλάδος, (Συνεργασία Έ. Πελεκανίδου), ΙΙ, Πελοπόν-
στη Μονή Μυρτιάς Αιτωλίας (1491), Leipzig 2010. νησος - Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλονίκη 1987.
Αθανασούλης - Ανδρούδης 2004: Δ. Χ. Αθανασούλης - Π. Αν- Ασωνίτης 2005: Σ. Ν. Ασωνίτης, Το Νότιο Ιόνιο κατά τον Όψι-
δρούδης, «Παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία του μο Μεσαίωνα. Κομητεία Κεφαλληνίας, Δουκάτο Λευκά-
“βυζαντινού λουτρού” του Κάστρου Ναυπάκτου», Πρα- δας, Αιτωλοακαρνανία, Αθήνα 2005.
κτικά Β΄ Διεθνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρί- Βασιλακέρης - Φουντούλη 2004: Α. Βασιλακέρης - Μ. Φου-
ου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. ντούλη, «Το ασκηταριό των Αγίων Πατέρων στη Βαρά-
2, Αγρίνιο 2004, 515-534. σοβα Αιτωλίας. Προκαταρκτική έκθεση», Πρακτικά Β΄
Αλεξανδροπούλου 1993: Σ. Κ. Αλεξανδροπούλου, Νότια Αι- Διεθνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτω-
τωλία. Το οδικό δίκτυο έως τα πρώτα μεταεπαναστατικά λοακαρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. 2, Αγρί-
χρόνια, Αθήνα 1993. νιο 2004, 535-548, πίν. 1-8.
Βέικου 2007: Μ. Βέικου, Οικιστικές θέσεις στη Βυζαντινή Ήπει-
Αλεξανδροπούλου 2000: Σ. Αλεξανδροπούλου, Αιτωλοακαρ-
ρο από τον 7ο έως τον 12ο αιώνα. Μια τοπογραφία του
νανικά Μελετήματα, Αθήνα 2000.
μετασχηματισμού, αδημ. διδ. διατριβή, Αθήνα 2007.
Αλεξοπούλου 1989: Γ. Αλεξοπούλου, «Στ΄ Εφορεία Προϊστο-
Βελένης 1984: Γ. Βελένης, Ερμηνεία του εξωτερικού διακόσμου
ρικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Επαρχία Ναυπακτί-
στη βυζαντινή αρχιτεκτονική, Α΄ (κείμενο) - Β΄ (Πίνακες -
ας», ΑΔ 44 (1989), Β΄1 Χρονικά, 142-145, σχ. 15-17, πίν. Σχέδια), Θεσσαλονίκη 1984.
90α, 92β. Βελένης 1994: Γ. Βελένης, «Σχόλια και παρατηρήσεις σε πολύ-
Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών ΕΚΕΒΙ 2014: Αρχείο Ελλήνων Λο- στιχες πλίνθινες επιγραφές», Αντίφωνον. Αφιέρωμα στον
γοτεχνών ΕΚΕΒΙ, «Σπυρίδων Λάμπρος», στο http: //www. καθηγητή Ν. Β. Δρανδάκη, Θεσσαλονίκη 1994, 266-281,
ekebi.gr / frontoffice / portal.asp?cpage = NODE&cnode = σχ. 1, εικ. 1-8.
461&t = 500 [ΗΤΠ* 12 Οκτωβρίου 2014]. Βικάτου 2011: Ο. Βικάτου, «Το έργο της ΛΣΤ´ Εφορείας Προ-
Αρχείο Οικογένειας Λαμπάκη 2014: Αρχείο Οικογένειας Λα- ϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων κατά το έτος
μπάκη, «Γεώργιος Λαμπάκης. Ο Βυζαντινολόγος», στο 2011», Τα Αιτωλικά 17 (2011), 44-73.
http://www.aol.org.gr/index.html [ΗΤΠ 12 Οκτωβρίου Βοκοτόπουλος 1967: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Μεσαιωνικά Αἰ-
2014]. τωλίας καί Ἀκαρνανίας», ΑΔ 22 (1967), Β΄2 Χρονικά,
Ασημακοπούλου-Ατζακά 1987: Π. Ασημακοπούλου-Ατζακά, 325-336, πίν. 234-245.
Σύνταγμα των παλαιοχριστιανικών ψηφιδωτών δαπέδων Βοκοτόπουλος 1968: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Μεσαιωνικά μνη-

71
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

μεῖα τοῦ Μύτικα Ἀκαρνανίας», ΑΑΑ I (1968), 152-154, Δημητρίου στό Φανάρι. Συμβολή στή μελέτη τῆς ἀρχιτε-
σχ. 1, εικ. 1-3. κτονικής τοῦ Δεσποτάτου τῆς Ἠπείρου, Ἀθήνα 2012.
Βοκοτόπουλος 1969: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Βυζαντινά καί Βοκοτόπουλος - Τσιγαρίδας 1968: Π. Λ. Βοκοτόπουλος - Ε.
Μεσαιωνικά μνημεῖα Αἰτωλίας-Ἀκαρνανίας», ΑΔ 24 Τσιγαρίδας, «Μεσαιωνικά Μνημεῖα Αἰτωλίας καί Ἀκαρ-
(1969), Β΄2 Χρονικά, 241-245, πίν. 240-246. νανίας», ΑΔ 23 (1968), Β΄2 Χρονικά, 284-285, πίν. 225-
Βοκοτόπουλος 1970: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Μεσαιωνικά μνη- 227.
μεῖα Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας», ΑΔ 25 (1970), Β΄2 Χρο- Γιακουμής κ.ά. 1976: Γ. Γιακουμής - Π. Γιακουμής - Ν. Κατσί-
νικά, 299-302, πίν. 257-262. κης, Μεσολόγγι, Ἀθῆναι 1976.
Βοκοτόπουλος 1972α: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Μεσαιωνικά Γιαννόπουλος 1968: Ι. Γ. Γιαννόπουλος, «Συμβολή εἰς τήν βι-
Μνημεία Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας», ΑΔ 27 (1972), Β΄2 βλιογραφίαν τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος κατά τήν Τουρκοκρα-
Χρονικά, 440-441, πίν. 372-373. τίαν», Ἐπετηρίς Ἑταιρείας Στερεοελλαδικῶν Μελετῶν 1
Βοκοτόπουλος 1972β: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἀνασκαφή βα- (1968), 385-436.
σιλικῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Μύτικα», ΠΑΕ 1972, 109-113, Γιαννόπουλος 1969-70: Ι. Γ. Γιαννόπουλος, «Ἡ περιήγηση
σχ.-εικ. 1, πίν. 86-90 (πρβλ. Τό Ἔργον 1972, 49-53, σχ.- τοῦ Ἐβλιγιά Τσελεμπῆ ἀνά τή Στερεά Ἑλλάδα», Ἐπετη-
εικ. 43, εικ. 44-47). ρίς Ἑταιρείας Στερεοελλαδικῶν Μελετῶν 2 (1969-1970),
Βοκοτόπουλος 1973: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Μεσαιωνικά
139-198.
Μνημεῖα Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, Ἀνασκαφαί», ΑΔ 28
Γκούβρας 1971: Κ. Γκούβρας, «Ἅγιος Γεώργιος», Αἰτωλοακαρ-
(1973), Β΄2 Χρονικά, 394-399, σχ. 1, πίν. 350-352.
νανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 1, 1971, 99-100.
Βοκοτόπουλος 1975: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, Ἡ ἐκκλησιαστική
ἀρχιτεκτονική εἰς τήν δυτικήν Στερεάν Ἑλλάδα καί τήν Γκράτσιου 1998-99: Ό. Γκράτσιου, «Δημήτριος Ι. Πάλλας»,
Ἤπειρον ἀπό τοῦ τέλους τοῦ 7ου μέχρι τοῦ τέλους τοῦ ΔΧΑΕ Κ´ (1998-1999), 11-15 και «Εργογραφία του Δ. Ι.
10ου αἰῶνος, Θεσσαλονίκη 1975, 19922. Πάλλα», 16-26.
Βοκοτόπουλος 1979: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἀνασκαφή βα- Δελημάρης 2004: Ι. Σ. Δελημάρης, «Η Βαράσοβα και τα μνη-
σιλικῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Μύτικα», ΠΑΕ 1979, 121-126, μεία της. Αρχαιολογικά δεδομένα βυζαντινής και μετα-
παρένθ. πίν. Ε΄, σχ. 1-3, πίν. 85-89. βυζαντινής περιόδου», Πρακτικά Β΄ Ιστορικού και Αρχαι-
Βοκοτόπουλος 1980: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἀνασκαφή βασι- ολογικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 29-31
λικῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Μύτικα», ΠΑΕ 1980, 34-36, πίν. Μαρτίου 2002), τ. 2, Αγρίνιο 2004, 549-554, εικ. 1-8.
42-46. Δημητρακόπουλος 1970: Σ. Δημητρακόπουλος, Ἀρχαιότητες
Βοκοτόπουλος 1980-81: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ὁ ναός τοῦ καί μνημεῖα Ξηρομέρου Αἰτωλοακαρνανίας, τεῦχος 1,
Παντοκράτορος στό Μοναστηράκι Βονίτσης», ΔΧΑΕ Γ´ Ἀθήνα 1970.
(1980-1981), 357-378, σχ.-εικ. 1-2, πίν. 99-110. Δρακούλης 2008: Δ. Δρακούλης, «Ο Συνέκδημος του Ιερο-
Βοκοτόπουλος 1981: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἀνασκαφή βασι- κλέους και η Χαρτογραφική του Αναπαράσταση: το
λικής Ἁγίας Σοφίας τοῦ Μύτικα», ΠΑΕ 1981, 79-81, εἰκ. παράδειγμα της επαρχίας Παλαιάς Ηπείρου», Πρακτικά
1, πίν. 77-79. 10ου Συνεδρίου Χαρτογραφίας “Χαρτογραφία της Ηπει-
Βοκοτόπουλος 1982: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἀνασκαφή βασι- ρωτικής Περιφέρειας. Όρια - φραγμοί - άξονες - πρότυπα
λικῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Μύτικα», ΠΑΕ 1982, 91-94, πίν. - ποιότητα” (Ιωάννινα 12-14 Νοεμβρίου 2008), Ιωάννινα
64-69. 2008, 199-224, χάρτ. 1-4.
Βοκοτόπουλος 1983: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἀνασκαφή βασι- Δρακούλης 2009: Δ. Π. Δρακούλης, «Το δίκτυο οικισμών της
λικῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Μύτικα», ΠΑΕ 1983, 84-86, εικ. επαρχίας Παλαιάς Ηπείρου στην πρώιμη βυζαντινή περί-
1-4, πίν. 87-88. οδο», Βυζαντινά 29 (2009), 199-229.
Βοκοτόπουλος 1984α: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἀνασκαφή βα- Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία 2014α: Εν Αθήναις Αρ-
σιλικῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Μύτικα», ΠΑΕ 1984, 129-130,
χαιολογική Εταιρεία, «Ορλάνδος Αναστάσιος», http://
πίν. 106-108.
www.archetai.gr/site/content.php?artid=1402 [ΗΤΠ, 12
Βοκοτόπουλος 1984β: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Τρεῖς σταυ-
Οκτωβρίου 2014].
ρόσχημοι ναοί στήν περιοχή τῆς Βόνιτσας», ΑΑΑ 27
Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία 2014β: Εν Αθήναις Αρ-
(1984), 100-114, σχ. 1-4, εἰκ. 1-10.
Βοκοτόπουλος 1986: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ὁ ναός τῆς Πα- χαιολογική Εταιρεία, «Σωτηριάδης Γεώργιος», http://
ναγίας στήν Πρεβέντζα τῆς Ἀκαρνανίας», Βυζάντιον. www.archetai.gr/site/content.php?artid=1370 [ΗΤΠ, 12
Αφιέρωμα στόν Ἀνδρέα Στράτο, τ. 1, Ἀθῆναι 1986, 251- Οκτωβρίου 2014].
275, σχ. 1-4, εικ. 1-14. Εταιρεία Ναυπακτιακών Μελετών 1977: Εταιρεία Ναυπακτι-
Βοκοτόπουλος 1988: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἡ πλίνθινη ἐπι- ακών Μελετών, «Παρεμβάσεις», Β΄ Επιστημονικό Συνέ-
γραφή τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στό Φανάρι τῆς δριο Εταιρείας Ναυπακτιακών Μελετών (Ναύπακτος 17-
Ἠπείρου», Ελληνικά 39 (1988), 164-167, εικ. 1-2. 19 Οκτωβρίου 1977), Ναύπακτος 1977.
Βοκοτόπουλος 2000: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ὁ ναός τοῦ Ἁγίου Ζαβιτσανάκης 2005: Ι. Ζαβιτσανάκης, Σπηλαιολογικός Οδη-
Γεωργίου στή Σταμνά», ΔΧΑΕ ΚΑ´ (2000), 17-26, σχ.- γός Αιτωλοακαρνανίας, Μεσολόγγι 2005.
εικ. 1-2, εικ. 3-11. Ζαφειροπούλου 1973-74: Φ. Ζαφειροπούλου, «Αἰτωλοακαρ-
Βοκοτόπουλος 2012: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, Ἡ Μονή τοῦ Ἁγίου νανία. Ἀνασκαφικαί ἔρευναι. Περιοχή Μεσολογγίου»,

72
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

ΑΔ 29 (1973-74), Β΄2 Χρονικά, 527-530, σχ. 4, πίν. Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου 1986: Ε. Καραγιάννη-Χαρα-


344α-349ε. λαμποπούλου, «Η Σωτήρω του Χρυσόβου», εφημ. Ναυ-
Ζίας 1973-74: Ν. Ζίας, «Βυζαντινά καί Μεσαιωνικά Μνημεῖα πακτία 17, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1986.
Αἰτωλοακαρνανίας», ΑΔ 29 (1973-74), Β΄1 Χρονικά, Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου 1986-87: Ε. Καραγιάννη-
543-545, σχ. 1-2, πίν. 368α-368δ. Χαραλαμποπούλου, «Η Σωτήρω, το μοναστήρι του Χρυ-
Ζωγάκη 2004: Α. Ζωγάκη, «Ψηφιδωτό από τη Ναύπακτο. Συμ- σόβου», Ναυπακτιακά Γ´ (1986-1987), 327-340, εικ. 1-6.
βολή στην παλαιοχριστιανική ιστορία της πόλης», Πρα- Καρύτσας 2009: Γ. Β. Καρύτσας, Βυζαντινά και μεταβυζαντι-
κτικά Β΄ Διεθνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρί- νά μνημεία και μοναστήρια στην Τριχωνίδα (Απόκουρο),
ου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. Αθήνα 2009.
2, Αγρίνιο 2004, 473-485, σχ. 1-4, πίν. 1-7. Κατσαρός 1977-78: Β. Κατσαρός, «Συμβολή στήν ἱστορία καί
Θωμόπουλος 1954: Θ. Θωμόπουλος, Τό Ἀγρίνιο ἀπό τήν μνημειακή τοπογραφία τοῦ χωριοῦ Κατοχή Ἀκαρνανίας.
Ἀρχαιότητα μέχρι σήμερα, Ἀθήνα 1954. Νέα στοιχεῖα από τό “Χρονικό τῶν Τόκκων”», Ελληνικά
ΙΑΚΑ 2014: Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας - Τμήμα Ιστορί- 30 (1977-78), 307-320.
ας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Κατσαρός 1980: Β. Κατσαρός, «Ζητήματα ἱστορίας ἑνός βυζα-
«Δωρεά Ευθυμίου Μαστροκώστα», http: //w w w. ντινοῦ ναοῦ κοντά στό Εὐπάλιο Δωρίδος», Βυζαντινά 10
ha.ut h.gr / index.php?page = arch-donations- (1980), 11-50, πίν. I-IV.
mastrokost as [ΗΤΠ 12 Οκτωβρίου 2014]. Κατσαρός 1980α: Β. Κατσαρός, «Μία ἀκόμη μαρτυρία γιά τή
Καβάγιας 2010: Α. Καβάγιας, Η Αγία Ελεούσα. Το βυζαντινό Μονή τοῦ Κρεμαστοῦ», Κληρονομία 12 (1980), 367-388,
μοναστήρι της Κλεισούρας του Μεσολογγίου, Μεσολόγγι εικ. 1-5.
2010. Κατσαρός 1981α: Β. Κατσαρός, «Παρατηρήσεις σέ ορισμέ-
Καλαμαρτζή-Κατσαρού 1983: Κ. Καλαμαρτζή-Κατσαρού, νες παλαιοχριστιανικές βασιλικές μέ φάσεις βυζαντινῆς
«Άγνωστος βυζαντινός ναός από την Αιτωλία», Αφιέ- περιόδου στή Δυτική Στερεά Ἑλλάδα», Κληρονομία 13
ρωμα στη Μνήμη Στυλιανού Πελεκανίδη, Θεσσαλονίκη (1981), 431-465, χάρτης, σχ. 1-8, εικ. 1-19.
1983, 68-89, σχ.-εικ. 1-2, εικ. 1-4. Κατσαρός 1981β: Β. Κατσαρός, «Μια ερειπωμένη εκκλησία με
Καλαμαρτζή-Κατσαρού - Ταμπάκη 2001: Κ. Καλαμαρτζή- ανεικονικό διάκοσμο στο χωριό Σταμνά της Αιτωλίας»,
Κατσαρού - Σ. Ταμπάκη (επιμ.), Αφιέρωμα στη Μνήμη Πρακτικά 19ου Διεθνούς Συνεδρίου Βυζαντινών Σπουδών
Σωτήρη Κίσσα, Ελληνική Εταιρεία Σλαβικών Μελετών, 1981 =JÖB 32/5 (1982), 397-406, σχ.-εικ. 1, 3, εικ. 2, 4.
Θεσσαλονίκη 2001. Κατσαρός 1983: Β. Κατσαρός, «Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων
Καπώνης 2002-3: Ν. Χ. Καπώνης, «Κοιλάδα της Γαυρολίμνης. της Αιτωλικής Σταμνάς και ο “ανεικονικός” του διά-
Πρόταση για τη δημιουργία ενός οικολογικού-πολιτι- κοσμος», Αφιέρωμα στη μνήμη Στυλιανού Πελεκανίδη,
στικού πάρκου», Ναυπακτιακά μνημεία του παρελθόντος Θεσσαλονίκη 1983, 109-166, σχ. 1-3, εικ. 1-10.
και η ένταξή τους στις λειτουργίες του παρόντος: Γ΄ Πολι- Κατσαρός 1985: Β. Κατσαρός, «Συμβολή στη μελέτη των προ-
τιστική Συνάντηση (Ναύπακτος 20-21 Οκτωβρίου 2001) βλημάτων βυζαντινής τοπογραφίας στη Δυτική Στερεά
=Ναυπακτιακά ΙΓ´ (2002-2003), Αθήνα 2004, 219-233, (12ος-13ος αι.): πηγές και δεδομένα», Βυζαντινά 13.1
εικ. 1-18. (1985), 1503-1538, χάρτης σελ. 1539.
Καπώνης 2003: Ν. Χ. Καπώνης, «Η πρόρρησις του αγιωτά- Κατσαρός 1986: Β. Κατσαρός, «Αχελώος. Συμβολή στο πρό-
του Ανδριτζοπούλου προς τον Ζωριανόν κύριν Μιχαήλ. βλημα της βυζαντινής πόλης», Ιστορικογεωγραφικά 1
Μία νέα προσέγγιση», Βυζαντινός Δόμος 13 (2002-2003), (1986), 43-52.
129-141. Κατσαρός 1988: Β. Κατσαρός, «Η θέση της επισκοπής Αχε-
λώου και η σχέση της με τη “βυζαντινή πόλη” γύρω από
Καπώνης 2005: Ν. Χ. Καπώνης, Η ναοδομική αρχιτεκτονική
τον λόφο “Επισκοπή” κοντά στο χωριό “Μάστρον” της
του Δεσποτάτου της Ηπείρου, την περίοδο της δυναστείας
Αιτωλίας», Ιστορικογεωγραφικά 2 (1988), 198-201.
των Κομνηνών Αγγέλων 1204-1318, τ. 1 (κείμενο), τ. 2 Κατσαρός 1991: Β. Κατσαρός, «Το πρόγραμμα έρευνας της
(σχέδια-εικόνες), αδημ. διδ. διατριβή, Αγρίνιο 2005. βυζαντινής τοπογραφίας στην κοιλάδα του Αχελώου.
Καπώνης 2006: Ν. Χ. Καπώνης, «Ιστορικές αναφορές και μαρ- Πρόταση για μια νέα θεώρηση του χώρου», Πρακτικά Α΄
τυρίες για τη λατρεία της Παναγίας στη Ναύπακτο κατά Αρχαιολογικού και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνα-
τη Βυζαντινή περίοδο», Βυζαντινός Δόμος 15 (2006), νίας (Αγρίνιο 21-23 Οκτωβρίου 1988), Αγρίνιο 1991, 315-
233-249. 332, πίν. 62-63 (χάρτες), 61, 64-68.
Καπώνης 2009: Ν. Χ. Καπώνης, «Τα βυζαντινά μνημεία του Κατσαρός 1992: Β. Κατσαρός, «Λόγια στοιχεία στην επιγραφι-
Άνω Αχελώου», Αχελώος, Χθες, Σήμερα, Αύριο; Συμβολή κή του ‘Δεσποτάτου’. Λόγιοι και διανοούμενοι κατά τον
στην προστασία του περιβάλλοντος και τον πολιτισμό του 13ο αι. στην Ήπειρο με βάση τις έμμετρες επιγραφές του
νομού Αιτωλοακαρνανίας, Πρακτικά Επιστημονικού Συ- χώρου», Πρακτικά Διεθνούς Συμποσίου για το Δεσποτάτο
νεδρίου (Ι. Π. Μεσολογγίου 17 Μαΐου 2009), Αθήνα 2009, της Ηπείρου (Άρτα 27-31 Μαΐου 1990), Άρτα 1992, 517-
281-317, χάρτης, εικ. 1-30. 544, εικ. 1-11.
Καπώνης 2010: Ν. Χ. Καπώνης, «León Heuzey: ένας Γάλλος Κατσαρός 1992-93: Β. Κατσαρός, «Γύρω από τη μοναστική
περιηγητής στην Ακαρνανία. Αφιέρωμα στα 150 χρόνια ζωή της περιοχής Ναυπάκτου στα Βυζαντινά Χρόνια»,
από την έκδοση της περιήγησής του στο Ξηρόμερο και Ναυπακτιακά ΣΤ´ (1992-93), Αθήνα 1994, 117-177, σχ.
τον Βάλτο (1860-2010)», Τα Αιτωλικά 15 (2010), 99-122. 1-7, χάρτ. 1-4, πίν. 1-18.

73
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

Κατσαρός 1998: Β. Κατσαρός, «Σωτήρης Κ. Κίσσας 1948- Κουμούση 2012: Α. Κουμούση (επιμ.), Επισκευή και ανάδειξη
1994», Βυζαντινά 19 (1998), 411-414 και Ιστορικογεω- βυζαντινού ναού Τιμίου Προδρόμου Επισκοπής Μάστρου
γραφικά 6 (1998), 347-357. Αιτωλοακαρνανίας, Ναύπακτος 2012.
Κατσαρός 2001: Β. Κ. Κατσαρός, «Άγνωστο ερειπωμένο βυ- Κουμούση 2014: Α. Κουμούση, «Μολύβδινο εγκαίνιο προ-
ζαντινό μοναστήρι στην Κακή Σκάλα της Κλόκοβας», ερχόμενο από ναό μεσοβυζαντινών χρόνων στη
Αφιέρωμα στη Μνήμη του Σωτήρη Κίσσα, Θεσσαλονίκη θέση “Άγιος Γεώργιος” Ευηνοχωρίου Μεσολογγί-
2001, 135-160, χάρτ.-εικ. 1-3, σχ.-εικ. 4, εικ. 5-21. ου», Το Αρχαιολογικό Έργο της Εφορείας Βυζαντινών
Κατσαρός 2004: Β. Κ. Κατσαρός, «Το Παλιομονάστηρο της Αρχαιοτήτων στην Αιτωλοακαρνανία και την Λευκάδα
Κλόκοβας», Ναυπακτιακά μνημεία του παρελθόντος και (Ναύπακτος 2 Νοεμβρίου 2013), Ναύπακτος 2014, 87-90.
η ένταξή τους στις λειτουργίες του παρόντος: Γ΄ Πολιτι- Κωνστάντιος 1981: Δ. Κωνστάντιος, «Νεώτερα στοιχεία σε
στική Συνάντηση (Ναύπακτος 20-21 Οκτωβρίου 2001) βυζαντινούς ναούς της Αιτωλοακαρνανίας», ΗΧ 23
=Ναυπακτιακά ΙΓ´ (2002-2003), Αθήνα 2004, 109-130, (1981), 266-283, σχ. 1-8, πίν. 36-45.
χάρτ.-εικ. 1-3, σχ.-εικ. 4, εικ. 5-21. Κωνστάντιος 1984: Δ. Κωνστάντιος, «Επιφανειακές και σκα-
Κατσαρός 2008: Β. Κ. Κατσαρός, Πίστη και Τέχνη. Από τον 10ο φικές έρευνες στη ΒΔ Ελλάδα», ΗΧ 26 (1984), 117-145,
στον 20ό αιώνα, Ι. Π. Μεσολογγίου 2008. σχ. 1-10.
Κατσαρός 2009: Β. Κ. Κατσαρός, «Τα βυζαντινά μνημεία του Κωνστάντιος 1991: Δ. Κωνστάντιος, «Προβλήματα προστα-
Κάτω Αχελώου», Αχελώος, Χθες, Σήμερα, Αύριο; Συμβο- σίας, έρευνας και ανάδειξης των Βυζαντινών Μνημείων
λή στην προστασία του περιβάλλοντος και τον πολιτισμό της Αιτωλοακαρνανίας», Πρακτικά Α΄ Αρχαιολογικού και
του νομού Αιτωλοακαρνανίας, Πρακτικά Επιστημονικού Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 21-23
Συνεδρίου (Ι. Π. Μεσολογγίου 17 Μαΐου 2009), Αθήνα Οκτωβρίου 1988), Αγρίνιο 1991, 603-609, πίν. 120-140.
2009, 233-280, εικ. 1-32. Κωνστάντιος - Καρδάση 1996-98: Δ. Κωνστάντιος - Μ. Καρ-
Κατσιμπίνης 1991: Χ. Κατσιμπίνης, «Το καθολικό της Μονής δάση, «Η ανασκαφή του βυζαντινού ναού του Αγίου Δη-
Υψηλής Παναγίας», Α΄ Διεθνές Αρχαιολογικό Συνέδριο μητρίου στο Ματσούκι Αιτωλοακαρνανίας», AAA 29-31
για την Αιτωλοακαρνανία (Ι. Π. Μεσολογγίου 13-15 Δε- (1996-1998), 67-76, εικ. 1-17.
κεμβρίου 1991), περίληψη ανακοίνωσης και δύο σχέδια. Κωνστάντιος 2012: Ν. Δ. Κωνστάντιος, «Δημήτριος Κωνστά-
Κεφαλλωνίτου 2002-3: Φ. Κεφαλλωνίτου, «Το έργο της 8ης ντιος (1950-2010). Εργογραφικό Σημείωμα», ΔΧΑΕ ΛΓ´
Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στη Ναύπακτο και (2012), xi-xxiv.
οι προοπτικές ανάδειξης των μνημείων της», Ναυπα- Κώνστας 1952: Κ. Σ. Κώνστας, «Ἀπαρατήρητα μοναστή-
κτιακά μνημεία του παρελθόντος και η ένταξή τους στις ρια Παραχελωίτιδος», Νέα Ἑστία 52 (1952), 1475-1480
λειτουργίες του παρόντος: Γ΄ Πολιτιστική Συνάντηση (= Ἅπαντα 9, Ἀθήνα 1990, 11-21).
(Ναύπακτος 20-21 Οκτωβρίου 2001) =Ναυπακτιακά ΙΓ´ Κώνστας 1958: Κ. Σ. Κώνστας, Ἡ Ἁγία Ἐλεοῦσα, Αθήναι 1958.
(2002-2003), Αθήνα 2004, 163-192, σχ. α-γ, εικ. 1-16. Κώνστας 1970: Κ. Σ. Κώνστας, «Χριστιανικά μνημεῖα τῆς
Κεφαλλωνίτου 2004: Φ. Κεφαλλωνίτου, «Μια νέα παλαιο- Αἰτωλοακαρνανίας», Στερεά Ελλάς 1970, 8/136-13/141
χριστιανική θέση στο Κρυονέρι Μεσολογγίου», Πρακτι- (= Ἅπαντα 9, Ἀθήνα 1990, 113-121).
κά Β΄ Διεθνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρίου Κώνστας 1971α: Κ. Σ. Κώνστας, «Ἅγιος Ἰωάννης», Αἰτωλοα-
Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. 2, καρνανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 1, 1971, 117-
Αγρίνιο 2004, 487-501, σχ. 1, εικ. 1-16. 118 (= Ἅπαντα 9, Ἀθήνα 1990, 91-94 και 10, 55-56).
Κεφαλλωνίτου 2012: Φ. Κεφαλλωνίτου, «Βυζαντινή Ναύπα- Κώνστας 1971β: Κ. Σ. Κώνστας, «Ἅγιος Ἰωάννης», Αἰτωλοα-
κτος: νέα στοιχεία», Τα Αιτωλικά 18 (2012), 55-74, εικ. 1-14. καρνανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 1, 1971, 118-
Κίσσας 1973: Σ. Κίσσας, «Ἡ Μονή Ἁγίων Ἀποστόλων Νερο- 120 (= Ἅπαντα 9, Ἀθήνα 1990, 87-90 και 10, 57-58).
μάνας Αἰτωλίας», Ἐπετηρίς Ἑταιρείας Στερεοελλαδικῶν Κώνστας 1971γ: Κ. Σ. Κώνστας, «Ἅγιος Νικόλαος ὁ Κρεμα-
Μελετῶν 3 (1973), 21-64, πίν. I-XVI. στός», Αἰτωλοακαρνανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαι-
Κίσσας 1978: Σ. Κίσσας, «Ἅγιος Νικόλαος ὁ Κρεμαστός. Ἐπι- δεία 1, 1971, 136-137 (= Ἅπαντα 10, Ἀθήνα 1990, 61).
τυχής διάλεξις ὑπό τοῦ βυζαντινολόγου κ. Σωτηρίου Κ. Κώνστας 1971δ: Κ. Σ. Κώνστας, «Ἅγιοι Ἀσώματοι», Αἰτωλοα-
Κίσσα», ἐφημ. Αἰτωλική, αρ. φ. 351, 25-6-1978, 1, εικ. 1. καρνανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 1, 1971, 76-
Κίσσας 1983: Σ. Κίσσας, «Σχόλια σ’ ένα σιγίλλιο του Ιωάννου 77 (= Ἅπαντα 10, Ἀθήνα 1990, 36-38).
Αποκαύκου, μητροπολίτη Ναυπάκτου», Αφιέρωμα στη Κώνστας 1972α: Κ. Σ. Κώνστας, «Βαράσοβα», Αἰτωλοακαρ-
Μνήμη Στυλιανού Πελεκανίδη, Θεσσαλονίκη 1983, 167- νανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 2, 1972, 591-594
196, πίν. 1-4. (= Ἅπαντα 10, Ἀθήνα 1990, 206-210).
Κίσσας 1992: Σ. Κίσσας, «Όσιος Ανδρέας ο Ερημίτης ο εκ Μο- Κώνστας 1972β: Κ. Σ. Κώνστας, «Ἁγία Ἐλεοῦσα», Αἰτωλοα-
νοδένδρου. Ιστορία - Λατρεία - Τέχνη», Πρακτικά Διε- καρνανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 2, 1972, 43-
θνούς Συνεδρίου για το Δεσποτάτο της Ηπείρου (Άρτα 27- 46 (= Ἅπαντα 10, Ἀθήνα 1990, 28-31).
31 Μαΐου 1990), Άρτα 1992, 205-237, σχ. 1-6, πίν. 1-22. Κώνστας 1990-94: Κ. Σ. Κώνστας, Ἅπαντα ὅσα βρέθηκαν,
Κόκκας 1973: Γ. Δ. Κόκκας, «Ἐπισκοπή», Αἰτωλοακαρνανική ἐπιμ. Θ. Μ. Πολίτη, τ. 1-10, Ἀθήνα 1990-1994.
και Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 3, 1973, 866-869, σχ. σε- Κωστή 2004: Ι. Κωστή, «Νέα αρχαιολογικά στοιχεία για το κά-
λίδας 868. στρο της Ναυπάκτου», Πρακτικά Β΄ Διεθνούς Ιστορικού

74
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

και Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρί- Μαστροκώστας 1971: Ευθ. Μαστροκώστας, «Παλαιοχριστια-
νιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. 2, Αγρίνιο 2004, 587-593, σχ. νικαί βασιλικαί Δρυμοῦ Βονίτσης», ΑΑΑ ΙV.2 (1971),
1-3, πίν. 1-8. 185-193, σχ. 1, εικ. 1-10.
Λαζαρίδης 1960: Π. Λαζαρίδης, «Μεσαιωνικά Αιτωλοακαρνα- Μαστροκώστας - Κατσιμπίνης 1989: Ευθ. Μαστροκώστας - Χ.
νίας», ΑΔ 16 (1960), Β´ Χρονικά, 196-200, πίν. 166γ-167β. Κατσιμπίνης, «Το καθολικόν της Ι. Μ. Υψηλής Παναγίας
Λαζαρίδης 1966: Π. Λαζαρίδης, «Ἀρχαιότητες και μνημεῖα επί της <του> Αρακύνθου», 9o Συμπόσιο XAE (1989),
Αἰτωλοακαρνανίας. Μεσαιωνικά Αἰτωλοακαρνανίας», 42-43.
ΑΔ 21 (1966), B´2 Χρονικά, 265-275, πίν. 260γ, 261γ, Μαυραγιάννης 1979: Κ. Δ. Μαυραγιάννης, Τό Ἀπόκουρο,
266-269. Αθήνα 1979.
Λαζαρίδης 1973: Π. Λαζαρίδης, «Ἀρχαιότητες και μνημεῖα Μητρ. Φθιώτιδος Νικόλαος - Παλιούρας 1997: Μητρ. Φθιώτι-
Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, Ἀνασκαφαί», ΑΔ 28 (1973), δος Νικόλαος - Αθ. Δ. Παλιούρας (σύμβ. εκδ.), Τα μονα-
Β΄2 Χρονικά, 395-397, σχ. 1. στήρια του Ελληνισμού. Ιστορία - Παράδοση - Τέχνη, τ. 1,
Λαμπάκης 1886α: Γ. Λαμπάκης, «Ἐπιστημονικαί περιοδεῖαι. Πειραιάς 1997.
Κλεισούρα», Ἑβδομάς 3 (1886), 268. Μιτάκης 1986: Δ. Μιτάκης, Οινιάδες - Κατοχή, Πάτρα 1986.
Λαμπάκης 1886β: Γ. Λαμπάκης, «Ἐπιστημονικαί περιοδεῖαι. Μοσόλας 1971α: Ν. Μοσόλας «Ἁγία Σοφία (Μύτικα)», Αἰτω-
Ἀγρίνιον», Ἑβδομάς 3 (1886), 282-283, σχ. 1. λοακαρνανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 1, 1971,
Λαμπρινουδάκης 2005: Β. Λαμπρινουδάκης, «Σύγχρονες τά- 55-56.
σεις στην αρχαιολογία: θεωρία και πράξη», Τα Αιτωλικά Μοσόλας 1971β: Ν. Μοσόλας «Ἁγία Ἐλεοῦσα», Αἰτωλοακαρ-
5 (2005), 13-19. νανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 1, 1971, 46.
Λάμπρος 1903: Σ. Λάμπρος, «Πρόχειρον Σημείωμα περί Μιχα- Μουσείο Μπενάκη, Για τον Χαράλαμπο Μπούρα, Αθήνα 2009.
ήλ Ζωριανοῦ», Ἐπετηρίς Φιλολογικοῦ Συλλόγου Παρνασ- Μουτσόπουλος 1971-72: Ν. Μουτσόπουλος, «Ἀνασκαφή τῆς
σός 7 (1903), 217-218. βασιλικῆς τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλείου», ΕΕΠΣΑΠΘ 5 (1971-
Λάμπρος 1904α: Σ. Λάμπρος, «Ἄννα ἡ Καντακουζηνή. Βυζα- 1972), 149-407.
ντιακή ἐπιγραφή ἐξ Αἰτωλίας», Νέος Ἑλληνομνήμων 1 Μπάρλα 1965α: Χ. Ν. Μπάρλα, «Ἀνασκαφή Κεφάλου Ἀμβρα-
(1904), 37-42. κικού», ΠΑΕ 1965, 78-84, εἰκ.-σχ. 1,2-3, 5, 6, εἰκ.-φωτ. 4
Λάμπρος 1904β: Σ. Λάμπρος, «Μιχαήλ Ζωριανός καί ὁ ὑπ’ (εντός κειμένου), πίν. 96-99.
ἀριθ. 29 Βαροκκικός κῶδιξ», Ἐπετηρίς Φιλολογικοῦ Συλ- Μπάρλα 1965β: Χ. Ν. Μπάρλα, Τό Ἔργον 1965, 47-53, εἰκ. 55-
λόγου Παρνασσός 8 (1904), 63-64. 63.
Λάμπρος 1906: Σ. Λάμπρος, «Ἡ πρόρρησις τοῦ Ἀνδριτζοπού- Μπάρλα 1966α: Χ. Ν. Μπάρλα, ««Ἀνασκαφή Κεφάλου
λου», Νέος Ελληνομνήμων 3 (1906), 474-476. Ἀμβρακικοῦ», ΠΑΕ 1966, 95-102, σχ.-εἰκ. 1-7, πίν. 88-89.
Λουκόπουλος 1928: Δ. Λουκόπουλος, «Ἡ ἐν Αἰτωλίᾳ Μονή Μπάρλα 1966β: Χ. Ν. Μπάρλα, Τό Ἔργον 1966, 87-92, σχ.-εἰκ.
τῆς Μυρτιᾶς», Ἡμερολόγιον τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος 1928, 103, εἰκ. 104-108.
301-313. Μπάρλα 1967α: Χ. Ν. Μπάρλα, «Ἀνασκαφή Κεφάλου Ἀμβρα-
Λουκόπουλος 1940-42/2002: Δ. Λουκόπουλος, Θέρμος καί κικοῦ», ΠΑΕ (1967), 28-32, σχ.-εἰκ. 1-2, πίν. 19-24.
Ἀπόκουρο. Ἱστορία - Ἀρχαιολογία - Λαογραφία, Ἀθήνα Μπάρλα 1967β: Χ. Ν. Μπάρλα, Τό Ἔργον 1967, 24-27, σχ.-εἰκ.
2002. 20, εἰκ. 21-23.
Μαμαλούκος - Παπαβαρνάβας 2014: Σ. Μαμαλούκος - Μ. Μπάρλα 1968α: Χ. Ν. Μπάρλα, «Ἀνασκαφή Κεφάλου Ἀμβρα-
Παπαβαρνάβας, «Από τον βυζαντινό επισκοπικό ναό κικοῦ», ΠΑΕ (1968), 16-23, σχ.-εἰκ. 1-3, πίν. 14-21.
της Ναυπάκτου στο παρεκκλήσιο του Προφήτου Ηλιού. Μπάρλα 1968β: Χ. Ν. Μπάρλα, Τό Ἔργον 1968, 21-27, σχ.-εἰκ.
Παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία και την αρχιτε- 23, 29, εἰκ. 24-28, 30-31.
κτονική των κτισμάτων στη θέση Προφήτης Ηλίας του Μπάρλα-Πάλλα 1970α: Χ. Ν. Μπάρλα-Πάλλα, «Ἀνασκαφή
Κάστρου της Ναυπάκτου με βάση τα ευρήματα της ανα- Κεφάλου Ἀμβρακικοῦ», ΠΑΕ 1970, 90-97, σχ.-εἰκ. 1, πίν.
σκαφής του 2008», Το Αρχαιολογικό Έργο της Εφορείας 129-143.
Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην Αιτωλοακαρνανία και την Μπάρλα-Πάλλα 1970β: Χ. Ν. Μπάρλα-Πάλλα, Τό Ἔργον
Λευκάδα (Ναύπακτος 2 Νοεμβρίου 2013), Ναύπακτος 1970, 82-87, σχ.-εἰκ. 85, εἰκ. 86-89.
2014, 121-144. Μπερσίμης 1958: Θ. Ε. Μπερσίμης, «Τό πανηγύρι τοῦ Ἁγίου
Μαστροκώστας 1960: Εὐθ. Μαστροκώστας, «Ἀρχαιότητες καί Νικολάου τοῦ Κρεμαστοῦ», Ἀρχεῖα Ἑταιρείας Αἰτωλοα-
Μνημεῖα Αἰτωλίας», ΑΔ 16 (1960), Β´ Χρονικά, 195-196, καρνανικῶν Σπουδῶν, τ. 1, Ἀθῆναι 1958, 243.
πίν. 166α-β. Μποκόρος 1969: Θ. Μποκόρος, Αἰτωλία - Ἀκαρνανία. Μνη-
Μαστροκώστας 1963: Εὐθ. Μαστροκώστας, «Ἀνασκαφή Ἁγί- μεία, ἥρωες, θρύλοι, τ. 1, Ἀγρίνιο 1969.
ου Ἠλία Μεσολογγίου Ἰθωρίας», ΠΑΕ 1963, 216. Μπούρας 1968: Χ. Θ. Μπούρας, «Ἅγιος Στέφανος Ριβίου
Μαστροκώστας 1964: Εὐθ. Μαστροκώστας, «Ἀρχαιότητες καί Ἀκαρνανίας», ΕΕΠΣΑΠΘ 3 (1968), 41-57, σχ. 1-6, πίν.
μνημεῖα Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας», ΑΔ 19 (1964), Β΄2 I-IV.
Χρονικά, 294-300, πίν. 323α-340γ. Μπούρας 2001: Χ. Μπούρας, Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή
Μαστροκώστας 1968: Εὐθ. Μαστροκώστας, «Ἀρχαιότητες καί Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, Αθήνα 2001.
Μνημεῖα Αἰτωλίας», ΑΔ 23 (1968), Β΄2 Χρονικά, 277- Μπούρας - Μπούρα 2002: Χ. Μπούρας - Λ. Μπούρα, Η ελλα-
279, σχ. 1, πίν. 221α-222γ. δική ναοδομία κατά τον 12ο αιώνα, Αθήνα 2002.

75
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

Ναυπακτιακά Ευρετήρια 2012: Ναυπακτιακά Ευρετήρια, «Μεσαιωνική Ήπειρος», Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Φιλο-
Ναύπακτος 2012. σοφική Σχολή - Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα
Νεραντζής 2001: Ι. Νεραντζής, «Μνημειακή τοπογραφία Μεσαιωνικών Σπουδών (17-19 Σεπτεμβρίου 1999), Περι-
Ναυπάκτου στους ρωμαϊκούς και παλαιοχριστιανικούς λήψεις ανακοινώσεων, Ιωάννινα 1999, 8.
χρόνους: Οικιστικά, πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά Παλιούρας 2001: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Η Ανασκαφή της Εγ-
τεκμήρια», Πρακτικά Β΄ Επιστημονικού Συνεδρίου «Η κλείστρας Αγίου Νικολάου Βαράσοβας. Συμβολή στην
Ναύπακτος και η περιοχή της κατά τη Βυζαντινή και Με- Ιστορία και Αρχαιολογία της περιοχής Ναυπάκτου στη
ταβυζαντινή Εποχή (325-1821)(Ναύπακτος 17-19 Οκτω- Βυζαντινή περίοδο», Πρακτικά Β΄ Επιστημονικού Συνε-
βρίου 1997) =Ναυπακτιακά Ι´.2 (2001), 47-118, χάρτ. δρίου (Ναύπακτος 17-19 Οκτωβρίου 1997) “Η Ναύπα-
1-3, σχ.-πίν. 1-13, εικ. 2-3. κτος και η περιοχή της κατά τη Βυζαντινή και Μεταβυ-
Νεραντζής 2007: Ι. Νεραντζής, Ιστορική Αρχαιολογία Ναυπά- ζαντινή εποχή” = Ναυπακτιακά Ι´.2 (2001), 291-322, σχ.
κτου. Προϊστορική - Οζολαία Λοκρική - Ρωμαιοκρατού- σελίδας 307, 22-23, εικ. 1-3.
μενη - Βυζαντινή - Μεσαιωνική - Οθωμανοκρατούμενη, Παλιούρας 2004: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Αχελώος: αναζητώντας
Αγρίνιο 2007. μια χαμένη πόλη και μια επισκοπή», Πρακτικά Β΄ Διε-
Ντίνα 2004: Α. Κ. Ντίνα, «Παύλος Λαζαρίδης 1917-1992», θνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτωλο-
Θωράκιον. Αφιέρωμα στη Μνήμη του Παύλου Λαζαρίδη, ακαρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. 2, Αγρίνιο
Αθήνα 2004, 17-26. 2004, 503-514, σχ. 1, εικ. 1-12.
Ορλάνδος 1935α: Ἀν. Κ. Ὀρλάνδος, «Ἡ Παναξιώτισσα τῆς Γαυρο- Παλιούρας 2006: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Πώς αναστηλώθηκαν
λίμνης», ΑΒΜΕ 1 (1935), 121-124, σχ.-εἰκ. 2, εἰκ. 1. μια βυζαντινή Αγία Τράπεζα κι ένα Τέμπλο», Δώρον. Τι-
Ορλάνδος 1935β: Ἀν. Κ. Ὀρλάνδος, «Ὁ Ἅγιος Δημήτριος τῆς Βα- μητικός τόμος στον καθηγητή Ν. Νικονάνο, Θεσσαλονίκη
ράσοβας», ΑΒΜΕ 1 (1935), 105-120, σχ.-εἰκ. 3, 5-17, εἰκ. 1-2. 2006, 147-155, σχ.-εικ. 7-8, 14, 18, 23, 26, εικ. 1-6, 9-13,
Ορλάνδος 1961α: Ἀν. Κ. Ὀρλάνδος, «Ἡ παρά τό Ζαπάντι βασιλι- 15-17, 19-24, 25.
κή τῆς μεγάλης χώρας», ΑΒΜΕ 9 (1961), 43-53, σχ.-εικ. 2, Παλιούρας 2008: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Σπήλαιο Αγίου Νικολά-
5-7, εικ. 1, 3-4, 8-9. ου Βαράσοβας Αιτωλίας. Εγκλείστρα. Ανασκαφή 1990-
Ορλάνδος 1961β: Ἀν. Κ. Ὀρλάνδος, «Ἡ ἐν Αἰτωλίᾳ Μονή τῆς 2000», Ημερολόγιο 2008, Αγρίνιο 2008.
Μυρτιᾶς», ΑΒΜΕ 9 (1961), 74-112, σχ.-εικ. 3, 7, 10, 12, εἰκ. Παλιούρας 2010: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Αγία Τριάδα Μαύρικα
1-2, 4-6, 8-9, 11, 13-14 (φωτ. εντός κειμένου), πίν. 1-14. Αγρινίου. Ανασκαφή 2002-2009», Τριάντα (30) χρόνια
Ορλάνδος 1961γ: Ἀν. Κ. Ὀρλάνδος, «Τό φρούριον τοῦ Ἀγγελοκά- Ανασκαφές στη Βυζαντινή Αιτωλία, 1980-2010, Ημερολό-
στρου», ΑΒΜΕ 9 (1961), 54-73, σχ.-εικ. 2, 9, εἰκ. 1, 3-8, 10. γιο του 2010, Αγρίνιο 2010.
Ορλάνδος 1961δ: Ἀν. Κ. Ὀρλάνδος, «Ὁ ἐν Ἀκαρνανίᾳ βυζαντι- Παλιούρας 2011: Αθ. Δ. Παλιούρας, Ο Άγιος Νικόλαος ο Κρε-
νός ναός τῆς Παλαιοκατούνας», ΑΒΜΕ 9 (1961), 21-42, μαστός, Μεσολόγγι 2011.
σχ.-εικ. 2, 4, 6, 10-11, 13-19, εικ. 1, 3, 5, 7-9, 12. Παλιούρας 2013α: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Ανασκαφή Παλαιοχρι-
Παλιούρας 1985α: Αθ. Δ. Παλιούρας, Βυζαντινή Αιτωλοακαρ- στιανικής Βασιλικής Αγίας Τριάδας Κάτω Βασιλικής»,
νανία. Συμβολή στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή μνημει- Αιτωλία. Αποκαλύπτοντας τον Βυζαντινό Πολιτισμό μέσα
ακή τέχνη, Αθήνα 1985, 20042. από τις Ανασκαφές, Αγρίνιο 2013, 13-41, σχ. 3-4, 18, 28,
Παλιούρας 1985β: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Έκθεση για την Ανα- εικ. 1-2, 5-17, 19-27, 29-39.
σκαφή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων στην Κάτω Βασι- Παλιούρας 2013β: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Σπήλαιο Αγίου Νικολά-
λική Αιτωλίας», Δωδώνη 14.1 (1985), 211-240, πίν. 15-46. ου Βαράσοβας», Αιτωλία. Αποκαλύπτοντας τον Βυζαντινό
Παλιούρας 1986: Αθ. Δ. Παλιούρας, Τό Ἔργον 1986, 84-86. Πολιτισμό μέσα από τις Ανασκαφές, Αγρίνιο 2013, 41-86,
Παλιούρας 1987: Αθ. Δ. Παλιούρας, Τό Ἔργον 1987, 79-83, σχ. 65-68, χάρτ. 42, εικ. 40-41, 43-64, 69-83 και «Η εγκλεί-
πίν. 84-85. στρα», 103-117, σχ. 110, 112, 114, εικ. 111-113, 115-124.
Παλιούρας 1988: Αθ. Δ. Παλιούρας, Τό Ἔργον 1988, 48-50, Παλιούρας 2013γ: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Ανασκαφή Αγίας Τριάδας
εικ. 44. Μαύρικα Αγρινίου», Αιτωλία. Αποκαλύπτοντας τον Βυζα-
Παλιούρας 1989: Αθ. Δ. Παλιούρας, Τό Ἔργον 1989, 40-44, ντινό Πολιτισμό μέσα από τις Ανασκαφές, Αγρίνιο 2013,
εικ. 40-43. 120-156, σχ. 133, 153, εικ. 125-132, 134-152, 154-158.
Παλιούρας 1994: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Εκτιμήσεις και προβλη- Παλιούρας 2013δ: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Η αναστήλωση Αγίας
ματισμοί για τον χώρο της Δυτικής Στερεάς με αφορμή Τράπεζας και Τέμπλου», Αιτωλία. Αποκαλύπτοντας τον
την Ανασκαφή της Κάτω Βασιλικής», Φηγός. Τιμητικός Βυζαντινό Πολιτισμό μέσα από τις Ανασκαφές, Αγρίνιο
τόμος για τον καθηγητή Σωτήρη Δάκαρη, Ιωάννινα 1994, 2013, 171-186, σχ. 88, 97, 99-100, εικ. 84-87, 89-96, 98,
555-578, πίν. 1-28. χάρτ. 101.
Παλιούρας 1999α: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Η Εγκλείστρα του Αγί- Παλιούρας - Κατσιμπίνης 1983: Αθ. Δ. Παλιούρας - Χρ. Κα-
ου Νεοφύτου στην Κύπρο και η Εγκλείστρα του Αγίου τσιμπίνης, «Έρευνα για την ιστορία και αρχιτεκτονική
Νικολάου στη Βαράσοβα Αιτωλίας. Οι ιδιαιτερότητες του Αγίου Νικολάου Βαράσοβας Αιτωλίας», 3o Συμπόσιο
των αναζητήσεων του μοναχισμού στην Ανατολική Με- XAE (1983), 67.
σόγειο», Επετηρίς Κέντρου Μελετών Ιεράς Μονής Κύκ- Παλιούρας - Κατσιμπίνης 1985: Θ. Παλιούρας - Χ. Κατσιμπί-
κου 4 (1999), 97-106, πίν. 1-18. νης, «Έρευνα για την ιστορία και την αρχιτεκτονική του
Παλιούρας 1999β: Αθ. Δ. Παλιούρας, «Η αναστήλωση μιας Αγίου Νικολάου Βαράσοβας Αιτωλίας», ΗΧ 27 (1985),
βυζαντινής Αγίας Τράπεζας», Επιστημονική Διημερίδα 105-114, εικ. 2-12.

76
ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΤΗ ΔΥ ΤΙΚΗ ΣΤΕΡΕΑ

Πάλλας 1976-77: Δ. Ι. Πάλλας, «Ἡ Παναγία τῆς Σκριπούς ὡς Τριανταφυλλίδης 1991: Κ. Ι. Τριανταφυλλίδης, «Το φρούριο
μετάπλαση τῆς παλαιοχριστιανικῆς ἀρχιτεκτονικῆς σέ ‘Βρωμιάριν’ στο Βενέτικο Ναυπακτίας. Συμβολή στη με-
μεσαιωνική βυζαντινή», Ἐπετηρίς Ἑταιρείας Στερεοελλα- λέτη των παραποτάμιων οχυρώσεων», Πρακτικά Α΄ Αρ-
δικῶν Μελετῶν 6 (1976-77), 1-80, σχ.-εικ. 1-42, πίν. Α΄-Δ΄. χαιολογικού και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας
Πάλλας 2007: Δ. Ι. Πάλλας, Αποφόρητα: Πρώιμος χριστιανι- (Αγρίνιο 21-23 Οκτωβρίου 1988), Αγρίνιο 1991, 340-361,
κός και μεσαιωνικός ελληνικός κόσμος, επιμ. Δ. Δ. Τρια- σχ. 1-4, πίν. 69-72.
νταφυλλόπουλος, Αθήνα 2007. Τριανταφυλλίδης 2004: Κ. Ι. Τριανταφυλλίδης, «Η Βελάουστα
Παπαγεωργίου 2004: Β. Α. Παπαγεωργίου, «Όψεις της πόλης του Βραχωρίου (Ιστορία - Παράδοση - Τέχνη)», Πρακτι-
μέσα από τις ανασκαφικές μαρτυρίες», Πρακτικά Β΄ Διε- κά Β΄ Αρχαιολογικού και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοα-
θνούς Ιστορικού-Αρχαιολογικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρ- καρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. 2, Αγρίνιο
νανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. 2, Αγρίνιο 2004, 2004, 861-869, εικ. 1-13.
459-471, σχ. 1-2, πίν. 1-6. Τριανταφυλλόπουλος 1978: Δ. Τριανταφυλλόπουλος, «Βυζα-
Παπαδάκη-Oekland 1996: Στ. Παπαδάκη-Oekland, Η Τέχνη ντινά, Μεσαιωνικά καί Νεώτερα Μνημεία Αἰτωλοακαρ-
στην Κρήτη 4ος - 18ος αιώνας: Βιβλιογραφία 1900-1996, νανίας», ΑΔ 33 (1978), Β΄1 Χρονικά, 167-172, σχ. 1, πίν.
Ηράκλειο 1996. 55-58.
Παπαδοπούλου 1990: Β. Παπαδοπούλου, «8η Εφορεία Βυζα- Τριανταφυλλόπουλος 1987-88: Δ. Δ. Τριανταφυλλόπουλος,
ντινών Αρχαιοτήτων, Νομός Αιτωλοακαρνανίας», ΑΔ 45 «Εργογραφία Δ. Ι. Πάλλα», Δ. Ι. Πάλλα Συναγωγή Μελε-
(1990), Β΄1 Χρονικά, 280-281, σχ. 5. τών Βυζαντινής Αρχαιολογίας (Λατρεία - Τέχνη - Κοινω-
Παπαδοπούλου 1991: Β. Παπαδοπούλου, «Νέα στοιχεία για νία), τ. 1, Αθήνα 1987-1988, *16-*30.
την Παλαιοχριστιανική Ναύπακτο», Α΄ Διεθνές Αρχαιο- Τριανταφυλλόπουλος 1991: Δ. Τριανταφυλλόπουλος, «Ο πα-
λογικό Συνέδριο για την Αιτωλοακαρνανία (Ι. Π. Μεσο- λαιός ναός του Αγίου Δημητρίου Ναυπάκτου: μια τυπική
λογγίου 13-15 Δεκεμβρίου 1991), περίληψη.
περίπτωση για τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας στο
Παπαϊωάννου 1991: Τζ. Παπαϊωάννου, «Η Ιερά Μονή Με-
πρόβλημα της διατήρησης της παράδοσης», Πρακτικά Α΄
ταμορφώσεως Σωτήρος Χρυσόβου Ναυπακτίας», Πρα-
Αρχαιολογικού και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνα-
κτικά Α΄ Αρχαιολογικού και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτω-
νίας (Αγρίνιο 21-23 Οκτωβρίου 1988), Αγρίνιο 1991, 591-
λοακαρνανίας (Αγρίνιο 21-23 Οκτωβρίου 1988), Αγρίνιο
602, σχ. 1, πίν. 116-119.
1991, 367-371.
Τριψιάνος 1986-87: Ν. Τριψιάνος, Ναυπακτιακά Γ´ (1986-87),
Παπακυριακού 1925α: Σ. Παπακυριακοῦ, «Χριστιανικά μνη-
μεῖα ἐν Ἀκαρνανίᾳ. Ἁγίασμα Ἁγίας Ἐλεούσης», Θεολογία 121-182.
3 (1925), 52-53. Tριψιάνος 1992-93: Ν. Τριψιάνος, «Αγγλόφωνοι περιηγητές
Παπακυριακού 1925β: Σ. Παπακυριακοῦ, «Χριστιανικά μνη- στη Ναυπακτία», Ναυπακτιακά ΣΤ´ (1992-93), 479-502.
μεῖα ἐν Ἀκαρνανίᾳ. Ὁ ναός τοῦ Ἁγίου Γεωργίου», Θεολο- Τσαρούχης 1966: Κ. Α. Τσαρούχης, Ὅ,τι ξέρω γιά τόν τόπο μου,
γία 3 (1925), 51. Αγρίνιο 1966.
Παπακυριακού 1929: Σ. Παπακυριακοῦ, «Μονή Μυρτιᾶς», Τσουρής 1988: Κ. Τσουρής, Ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος
Ποιμήν ὁ Καλός 7 (1929), 53. των υστεροβυζαντινών μνημείων της Βορειοδυτικής Ελ-
Παπατρέχας 1958: Γ. Η. Παπατρέχας, «Ἐπισκοπή Ἀχελώου καί λάδος, Καβάλα 1988.
ἡ ὁμώνυμη βυζαντινή πόλη», Ἀρχεῖα Ἑταιρείας Αἰτωλοα- Φουστέρης 2014: Γ. Φουστέρης, «Άγιος Ιωάννης Γαλατά Αι-
καρνανικῶν Σπουδῶν 1 (1958), 173-177. τωλοακαρνανίας: Ιδιαιτερότητες στην οργάνωση του
Πασαλούρος 2006: Φ. Α. Πασαλούρος, Βλοχός. Η ακρόπολη εικονογραφικού προγράμματος ενός βυζαντινού σταυ-
των Θεσπιέων. Από τον μύθο στην Ιστορία, Δήμος Θεσπι- ρεπίστεγου ναού», Το Aρχαιολογικό Έργο της Εφορείας
έων - Καινούργιο 2006. Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην Αιτωλοακαρνανία και την
Πορτελάνος 1998: Α. Πορτελάνος, Οι αρχαίες αιτωλικές οχυ- Λευκάδα (Ναύπακτος 2 Νοεμβρίου 2013), Ναύπακτος
ρώσεις, διδ. διατριβή, τ. 1, Εκδόσεις Πανεπιστημίου Κρή- 2014, 175-180.
της 1998. Χαβέλλας 1883: Θ. Α. Χαβέλλας, Ἱστορία τῶν Αἰτωλῶν συ-
Σαράντη 1997: Φ. Σαράντη, «Ναύπακτος», ΑΔ 52 (1997), Β΄1 νέχεια ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων μέχρι τοῦ 1829, τ. 2,
Χρονικά, 301-307, σχ. 15-17, πίν. 118γ-120α, β. Ἀθῆναι 1883.
Σταμέλος 2004: Δ. Σταμέλος, «Λουκόπουλος Δημήτρης», Χαραλαμπόπουλος 1990-91: Χ. Δ. Χαραλαμπόπουλος, «Γεω-
Αἰτωλοακαρνανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυκλοπαιδεία 4, γραφικές πληροφορίες για την Αιτωλοακαρνανία (17ος
2004, 1260-1265. αι.) από Κώδικα του Μοναστηρίου Καταφυγίου Τριχωνί-
Στεριόπουλος 1938: Κ. Δ. Στεριόπουλος, Ἡ Ἀρχαία Αἰτωλία, δας», Ναυπακτιακά Ε´ (1990-91), 155-186, εικ. 1-11 και
Ἀθῆναι 1939. χάρτ. σελ. 185.
Συκουτρής 1982: Ἰ. Συκουτρῆς, Μελέται καί ἄρθρα, Ἀθήνα
Χασάπης 1976: Χ. Κ. Χασάπης, Λεύκωμα Ἀστακοῦ, Ἀθῆναι
1956, 19822.
Σωτηριάδης 1903: Γ. Σωτηριάδης, «Βυζαντηναί ἐπιγραφαί ἐξ 1976.
Αἰτωλίας», Ἐπετηρίς Φιλολογικοῦ Συλλόγου Παρνασσός Χουλιαράς 2014: Ι. Χουλιαράς, «Οι τοιχογραφίες της Μονής
7 (1903), 208-215, εἰκ. - ἀριθ. 1-2. Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στο Χρύσοβο Ναυπακτί-
Σωτηριάδης 1914: Γ. Σωτηριάδης, «Βυζαντηνή ἐπιγραφή ἐξ ας», Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Ναυπακτία. Ιστορία
Αἰτωλίας τοῦ ἔτους 1199», Ἐπετηρίς Φιλολογικοῦ Συλλό- και Τέχνη (Ναύπακτος, 22-23 Φεβρουαρίου 2014), Πρα-
γου Παρνασσός 14 (1914), 208-210. κτικά Ημερίδας υπό έκδοση.

77
Β Α Σ ΙΛ Η Σ Κ ΑΤ Σ Α Ρ ΟΣ

Χουλιαράς - Xαμηλάκη - Κάτσικα - Γεωργίου 2014: I. Χου- Michaud 1971: J.-P. Michaud, «Chronique de fouilles et dé-
λιαράς - K. Xαμηλάκη - K. Κάτσικα - Γ. Γεωργίου, «Οι couvertes Archéologiques en Grèce en 1970», BCH 95
σωστικές ανασκαφές της 22ης ΕΒΑ το 2013 στο πλαί- (1971), 916, σχ. 260 (σελ. 919), εικ. 261.
σιο των Μεγάλων Δημοσίων Έργων», Το Αρχαιολογικό Nicol 1984: D. M. Nicol, The Despotate of Epiros, 1267-1479. A
Έργο της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην Contribution to the History of Greece in the Middle Ages,
Αιτωλοακαρνανία και την Λευκάδα (Ναύπακτος 2 Cambridge 1984.
Νοεμβρίου 2013), Ναύπακτος 2014, 181-196. Osswald 2011: B. Osswald, L’ Épire du treizième au quinzième
Χριστόπουλος 1971: Τ. Φ. Χριστόπουλος, «Ἅγιος Κηρύκος (ἢ siècle: autonomie et hétérogéneité d’ une région balka-
Ἅη Κηρύκος)», Αἰτωλοακαρνανική καί Εὐρυτανική Ἐγκυ- nique, v. 1-3, Toulouse 2011.
κλοπαιδεία 1, 1971, 125-129. Pouqueville 1826: F.-C.-H.-L. Pouqueville, Voyage de la Grèce,
v. II, Paris 1826.
Academia.edu 2014: Academia.edu, «Nikolaos Kaponis», στο Pallas 1977: D. I. Pallas, Les monuments paléochrétiennes de
http://independent.academia.edu/DrNikolaosKaponis Grèce découverts des 1959 à 1973, Città del Vaticano,
[ΗΤΠ 12 Οκτωβρίου 2014]. Roma 1977.
Bazin 1864: M. Bazin, Memoire sul l’ Étolie, Archives des Rhoby 2009: A. Rhoby, Byzantinische Epigramme auf Fresken
Missions Scientifiques et Littéraire, τ. 1, Paris 1864. und Mosaiken, Wien 2009.
Beck 1999: Η.-G. Beck, Αποχαιρετισμός στο Βυζάντιο, Αθήνα Rigo 2002: A. Rigo, «La protezia di Cosma Andritzopoulos»,
1999. Κανίσκιν. Studi in onore di Giuseppe Spadaro, ed. A. di Ben-
Bull. AIEMA 1976: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ψηφιδωτό Μά- detto Zimbone - Fr. Rizzo Nervo, Rubbettino 2002, 195-201.
στρου», Bulletin d’ Information de l’ Association Interna- Schwander 1994: E. L. Schwander, «Stratos am Acheloos. Η
tionale pour l’ Étude de la Mosaïque Antique 6, 1976, αρ. πόλις φάντασμα», Φηγός. Τιμητικός Τόμος για τον καθη-
888. γητή Σωτήρη Δάκαρη, Ιωάννινα 1994, 459-465.
Constantine 1984: D. Constantine, Early Greek Traveller and Sodini 1970: J. P. Sodini, «Mosaïques paléochrétiennes de
the Hellenic Ideal, Cambridge 1984. Grèce», BCH 94 (1970), 699-753.
Daux 1966: G. Daux, «Chronique de fouilles et découvertes Soustal - Koder 1981: P. Soustal - J. Koder, Nikopolis und
Archéologiques en Grèce en 1965», BCH 90 (1966), 840- Kephallēnia, TIB 3, Wien 1981.
843, σχ.-εικ. 2, εικ. 1, 3-7. Spiro 1978: M. Spiro, Critical Corpus of the Mosaic Pavements
Daux 1967: G. Daux, «Chronique de fouilles et découvertes on the Greek Mainland. 4th-6th Centuries with Architec-
Archéologiques en Grèce en 1966», BCH 91 (1967), 679- tural Surveys, v. 1-2, New York - London 1978.
681, σχ. 1, εικ. 2. Spon - Wheler 1678: J. Spon - G. Wheler, Voyage d’ Italie, de
Gamillscheg - Harfinger 1981: E. Gamillscheg - D. Harfinger, Dalmatie, de Grèce et du Levant, 1, Lyon 1678.
Repertorium der griechischen Kopisten 800-1600, v. 1, Α. Triantaphyllopoulos 1983: D. D. Triantaphyllopoulos, «Monu-
Verzeichnis der Kopisten και Β. Paläographische Charak- mente und Quellen», Balkan Studies 24 (1983), 135-161.
teristika, Wien 1981. Veikou 1998: M. Veikou, Late Roman and Byzantine Inscrip-
Heuzey 1860: L. Heuzey, Le Mont Olympe et l’ Acarnanie tions from Epiros. An Inventory, Commentary and Com-
(1860), Paris 1860. parative Study, Diss., Birmingham 1998.
Hutter 1977: I. Hutter, Corpus der byzantinischen Miniaturen Veikou 2009: M. Veikou, «‘Rural Towns’ and ‘In-Between’ or
handschriften (ed. Otto Demus), v. 1, Stuttgart 1977. ΄Third’ Spaces. Settlement Patterns in Byzantine Epirus
Kalopissi-Verti 1992: S. Kalopissi-Verti, Dedicatory Inscrip- (7th-11th c.) from an Interdisciplinary Approach», Ar-
tions and Donors Portraits in the Thirteenth-Century chaeologia Medievale 36 (2009), 43-54.
Churches of Greece, Wien 1992. Veikou 2012: M. Veikou, Byzantine Epirus. A Topography of
Kirsten 1941: E. Kirsten, «Bericht über eine Reise in Aitolien Transformation. Settlements of the Seventh-Twelfth Cen-
und Akarnanien», Archäologischer Anzeiger 1941, στ. turies in Southern Epirus and Aetoloacarnania, Greece,
100, σημ. 5. Leiden 2012.
Kirsten 1942: E. Kirsten, «Paeanion», Pauly’s RΕ 18.2, 1942, Velenis 1988: G. Velenis, «Thirteenth Century Architecture
2368-2374. in the Despotate of Epirus: The Origins of the School»,
Küpper 1990: H. M. Küpper, Der Bautypus der griechischen Studenitsa et l’ art byzantin autour l’ année 1200, Beograd
Dachtranseptkirchen, τ. 1-2, Amsterdam 1990. 1988, 279-285, εικ. 1-23.
Leake 1835/1967: W. M. Leake, Travels in Northern Greece, τ. Weyl-Carr 1992: A. Weyl-Carr, «Oxford Barocci 29 and Ma-
3, London 1835, (φωτ. ανατ. Amsterdam 1967). nuscript Illumination in Epiros», Πρακτικά Διεθνούς
Megaw 1977: A. H. S. Megaw (βιβλιοκρισία του βιβλίου του Π. Συμποσίου για το Δεσποτάτο της Ηπείρου, Αθήνα 1992,
Λ. Βοκοτοπούλου, Αρχιτεκτονική), JHS 97 (1977), 237- 238. 567-578.
Michaud 1970: J.-P. Michaud, «Chronique de fouilles et décou- Woodhouse 1897: W. J. Woodhouse, Aetolia. Its Geography,
vertes Archéologiques en Grèce en 1968 et 1969», BCH Topography and Antiquities, Oxford 1897 (φωτ. ανατ.
94 (1970), 1017, σχ. 278 (σελ. 109), εικ. 279. New York 1985).

78
Ε Ρ ΓΑ Σ Ι Ε Σ Σ Τ Ε Ρ Ε Ω Σ Η Σ Κ Α Ι Α Π Ο Κ ΑΤΑ Σ ΤΑ Σ Η Σ Σ Ε Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α Σ Τ Ι Κ Α Μ Ν Η Μ Ε Ι Α

Εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης σε εκκλησιαστικά


μνημεία υπό την εποπτεία της 22ης Εφορείας Βυζαντινών
Αρχαιοτήτων στη Λευκάδα κατά τα έτη 2009-2011

Ελένη Γ. Κατσούλη

Θ έμα της παρούσης ανακοίνωσης είναι ο απολογι-


σμός των εργασιών, που πραγματοποιήθηκαν σε
εκκλησιαστικά μνημεία στη Λευκάδα, με δαπάνες των
αρμόδιων Εκκλησιαστικών συμβουλίων ή άλλων χορη-
γών, υπό την εποπτεία της 22ης Εφορείας Βυζαντινών
Αρχαιοτήτων κατά τα έτη 2009-2011.
Πρόκειται για τους ακόλουθους ναούς, οι θέσεις των
οποίων φαίνονται στον χάρτη Λευκάδας (εικ. 1):
1) Ι. Ν. Αγ. Ιωάννη Προδρόμου Αντζούση στη Γύρα,
2) Ι. Ν. Ζωοδόχου Πηγής στην Μεγάλη Βρύση, 3) Ι. Μ.
Αγ. Γεωργίου στον Μπισά - Μαραντοχωρίου, 4) Ι. Ν. Αγ.
Νικολάου στον Νικολή, 5) Άγνωστος βυζαντινός ναός
στον Νικολή.

1. Ι. Ν. Αγίου Ιωάννη Προδρόμου Αντζούση στη Γύρα


Ο Ι. Ν. Αγίου Ιωάννη Αντζούση βρίσκεται στο βορειοδυ-
τικό άκρο του νησιού, όπου και η ομώνυμη περιοχή. Εί-
ναι κηρυγμένο ιστορικό διατηρητέο μνημείο με την από-
φαση με αρ. πρ. ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Β1/Φ33/65044/2131π.ε.
και ΦΕΚ 138/Β/18-2-1998. Το έτος ιδρύσεώς του δεν εί-
ναι απολύτως εξακριβωμένο. Ωστόσο, σύμφωνα με τον
ιστορικό Κ. Μαχαιρά1 το υποτυπώδες σπήλαιο, όπου
κτίστηκε αργότερα ο ναός, αποτέλεσε τόπο συνάθροι-
σης των πιστών έως το 1311, οπότε ο Βάλτερος Β΄ Βρυ-
έννιος D’ Anzou κατέλαβε τη Λευκάδα και ίδρυσε εκεί
Εικ. 1. Χάρτης Λευκάδας με τις θέσεις των μνημείων.
ναό στο όνομα του Αγίου Ιωάννη (εικ. 2), από όπου και
το όνομα Αντζούσης.
Το μνημείο είναι κτισμένο στη βάση πλαγιάς με έντο- Υπάρχει ξυλόστεγος νάρθηκας, από όπου και η είσοδος
νο πρανές και στη σημερινή του μορφή αποτελείται από στο ναό. Η κόγχη του ιερού είναι ημικυκλικής κάτοψης.
ένα γραμμικό σύνολο μικρών κτιρίων. Αναφορικά με την Στο μνημείο δεν απαντούν ίχνη τοιχογραφιών, ενώ έχει
τυπολογία του μνημείου ο κυρίως ναός είναι μικρών νεώτερο τέμπλο και απλό κωδωνοστάσιο.
διαστάσεων μονόχωρη θολοσκεπής δρομική βασιλική. Συντάχθηκε μελέτη αποκατάστασης και στερέωσης
από τον αρχιτέκτονα Π. Αργυρό με δαπάνες του εκκλη-
1. Μαχαιράς 1957. σιαστικού συμβουλίου του Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Λευκά-

79
Ε Λ Ε Ν Η Γ . Κ Α Τ Σ Ο ΥΛ Η

Εικ. 2. Ι. Ν. Αγ. Ιωάννη Αντζούση, αποτύπωση νότιας όψης.

Εικ. 3. Ι. Ν. Αγ. Ιωάννη Αντζούση, κακή κατάσταση στεγών. Εικ. 4. Ι. Ν. Αγ. Ιωάννη Αντζούση, εσωτερικά επιχρίσματα και
ενέματα.

δας, η οποία εγκρίθηκε από τη Διεύθυνση Αναστύλω-


σης του Υπουργείου Πολιτισμού με την υπ᾽ αρ. ΥΠΠΟ/
ΔΑΒΜΜ/20566πε/4581πε/30-4-2008 απόφαση.
Όσον αφορά στην παθολογία του ναού παρατηρού-
νταν τα εξής: α) Σποραδικές διαγώνιες και κατακόρυφες
ρηγματώσεις από τις οποίες ορισμένες ήταν διαμπερείς.
β) Αποσάθρωση εξωτερικών και εσωτερικών κονιαμά-
των. γ) Ρωγμή στο θόλο σε όλο το μήκος του εσωραχίου
και μικρή καθίζηση στο μέσον του. δ) Στέγες σε κακή
κατάσταση με κατεστραμμένα κεραμίδια. ε) Ξύλινα κου-
φώματα αποσαθρωμένα. στ) Κατερχόμενες και ανερχό-
μενες υγρασίες. ζ) Νεότερες επεμβάσεις (όπως το δάπε-
δο του νάρθηκα από ακανόνιστες πλάκες, χρήση μπετόν
σε διάφορα σημεία, σιδηρά κιγκλιδώματα κ.ά.) (εικ. 3).
Eικ. 5. Ι. Ν. Αγ. Ιωάννη Αντζούση, εφαρμογή ενεμάτων, νέα Οι εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης, που
ξύλινη στέγη. πραγματοποιήθηκαν κατά το έτος 2009 ήταν οι ακόλου-

80
Ε Ρ ΓΑ Σ Ι Ε Σ Σ Τ Ε Ρ Ε Ω Σ Η Σ Κ Α Ι Α Π Ο Κ ΑΤΑ Σ ΤΑ Σ Η Σ Σ Ε Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α Σ Τ Ι Κ Α Μ Ν Η Μ Ε Ι Α

Εικ. 6. Ι. Ν. Ζωοδόχου
Πηγής, αποτύπωση
νότιας όψης.

Εικ. 7. Ι. Ν. Ζωοδόχου
Πηγής, βόρεια όψη.

θες: 1) Καθαίρεση επιχρισμάτων μετά από έρευνα για 2. Ιερός ναός Ζωοδόχου Πηγής στη Μεγάλη Βρύση.
τοιχογραφίες. 2) Πλήρωση ρωγμών και λιθοσυρραφές
Ο Ι. Ν. Ζωοδόχου Πηγής βρίσκεται κτισμένος στα νό-
μετά από καθαρισμό. 3) Τοπικά ενέματα με συμβατό
τια περίχωρα της πόλης της Λευκάδας και συγκεκριμένα
κονίαμα (εικ. 5). 4) Καθαίρεση στέγης, βαθύς καθαρι-
στην είσοδό της από την ενδοχώρα επί του επαρχιακού
σμός του εξωραχίου και στερέωση του θόλου, πλήρωση
οδικού άξονα.
με πατητό κονίαμα και κομμάτια κεραμιδιών, εφαρμογή
Πρόκειται για μονόκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με-
υγρομόνωσης και τοποθέτηση βυζαντινών κεραμιδιών.
σαίου μεγέθους με ημιεξαγωνικής κάτοψης κόγχη Ιερού
5) Νέες ξύλινες στέγες και ψευδοροφές. 6) Αρμολογή-
(εικ. 6, 7). Σύμφωνα με τον Π. Ροντογιάννη ο ναός οι-
ματα και νέα επιχρίσματα (εικ. 4). 7) Τοποθέτηση νέων
κοδομήθηκε το 17352. Το μνημείο εμφανίζει πληθώρα
ξύλινων κουφωμάτων. 8) Καθαρισμός δαπέδου καθο-
αξιόλογων μορφολογικών στοιχείων, πέραν της κόγχης,
λικού και αντικατάσταση των υπολοίπων με κεραμικές
όπως η διαμόρφωση των πλαισίων των ανοιγμάτων της
πλάκες. 9) Συντήρηση λίθινων γλυπτών. 10) Διαμόρφω-
βόρειας όψης του.
ση περιβάλλοντα χώρου με συμβατά υλικά (εικ. 3, 4, 5).

2. Ροντογιάννης 1974.

81
Ε Λ Ε Ν Η Γ . Κ Α Τ Σ Ο ΥΛ Η

Εικ. 8. Ι. Ν. Ζωοδόχου Πηγής,


εφαρμογή ενεμάτων.

Ιδιαίτερης όμως καλλιτεχνικής αξίας είναι το δίλο-


βο κωδωνοστάσιο με τους τρεις πεσσούς με μπαρόκ και
αναγεννησιακά στοιχεία (εικ. 9). Εσωτερικά στην ακάλυ-
πτη τοιχοποιία του Ιερού δεν απαντούν ίχνη τοιχογρα-
φιών και το ξύλινο τέμπλο είναι περιορισμένης τεχνικής.
Οι τρόποι δομής του ναού είναι τυπικοί για την να-
οδομία του νησιού: δίρριχτη ξύλινη στέγη, τοιχοποιία
από αργούς και ημιλαξευτούς λίθους, επιχρισμένη στην
επιμελημένη βόρεια όψη και ανεπίχριστη στις άλλες,
στοιχειώδες ποντελάρισμα και γεφύρωση των ανοιγ-
μάτων εξωτερικά με ημικυκλικό τόξο και εσωτερικά με
χαμηλωμένο.
Συντάχθηκε μελέτη αποκατάστασης και στερέωσης
από τον αρχιτέκτονα Π. Αργυρό με δαπάνες του εκκλη-
σιαστικού συμβουλίου του Ι. Ν. Ζωοδόχου Πηγής.
Παρατηρούνταν γενικά μικρές φθορές: 1) Σπορα-
δικές μικρές διαγώνιες και κατακόρυφες ρηγματώσεις.
2) Τμηματικές καταρρεύσεις των ασύμβατων εξωτερικά
επιχρισμάτων. 3) Αποσάθρωση στην ανωδομή του κω-
δωνοστασίου. 4) Νεώτερες ξύλινες εσωτερικές επενδύ-
σεις. 5) Ασύμβατες πλακοστρώσεις περιβάλλοντα χώ-
ρου.
Οι εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης, που
πραγματοποιήθηκαν αφορούσαν: 1) Την καθαίρεση επι-
χρισμάτων. 2) Πλήρωση των ρωγμών και συρραφές μετά
από καθαρισμό. 3) Αρμολογήματα και τοπικά ενέματα
με συμβατό κονίαμα. 4) Εφαρμογή νέων επιχρισμάτων
(εικ. 8).

Eικ. 9. Ι. Ν. Ζωοδόχου Πηγής, επισκευή κωδωνοστασίου.

82
Ε Ρ ΓΑ Σ Ι Ε Σ Σ Τ Ε Ρ Ε Ω Σ Η Σ Κ Α Ι Α Π Ο Κ ΑΤΑ Σ ΤΑ Σ Η Σ Σ Ε Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α Σ Τ Ι Κ Α Μ Ν Η Μ Ε Ι Α

Εικ. 10. Ι. Μ. Αγ. Γεωργίου, αποτύπωση νότιας όψης.

3. Ιερά Μονή Αγ. Γεωργίου στον Μπισά - Μαραντο-


χωρίου
Ο ναός του Αγίου Γεωργίου αποτελεί το καθολικό μικρού
μοναστηριού γνωστού με την ονομασία «Αγ. Γεώργιος
στον Μπισά», του οποίου η ίδρυση ανάγεται στην Τουρ-
κοκρατία, ενώ διαλύθηκε το 18273. Το μνημείο βρίσκεται
στην Νότια Λευκάδα σε μικρή απόσταση βορειοδυτικά
του οικισμού Μαραντοχώρι. Είναι κτισμένο στις νότιες
υπόρροιες μικρής λοφοσειράς στο υψηλότερο σημείο.
Το μοναστήρι σήμερα αποτελείται από το δυσανάλογα
μεγάλο καθολικό και ένα πρόσκτισμα στην δυτική πλευρά
του. Γενικά, το μνημείο έχει έντονα την εικόνα εσωστρέ-
φειας και αμυντικής διάταξης με πολεμίστρες, τόσο στον
μαντρότοιχο όσο και στον βόρειο τοίχο, από τον οποίο Εικ. 11. Ι. Μ. Αγ. Γεωργίου, τελική βορειοανατολική όψη.
απουσιάζουν πλήρως τα ανοίγματα (εικ. 10, 11).
Το καθολικό ανήκει στις ξυλόστεγες δρομικές βασι- υγρασίες. 5) Νεώτερο δάπεδο και καμπαναριό από σκυ-
λικές με ημικυκλικής κάτοψης κόγχη Ιερού. Υπάρχουν ρόδεμα. 6) Ασβεστώματα εσωτερικά και εξωτερικά κα-
τμήματα τοιχογραφιών στον βόρειο και νότιο τοίχο, κα-
θώς και ακαλαίσθητος περιβάλλων χώρος.
θώς και νεώτερο τέμπλο.
Οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν κατά τα έτη
Συντάχθηκε μελέτη αποκατάστασης και στερέωσης
2010-2011 ήταν οι ακόλουθες: 1) Διερευνητικές τομές
από τον αρχιτέκτονα Π. Αργυρό με δαπάνες του εκκλησι-
για την εξακρίβωση της κατάστασης της θεμελίωσης
αστικού συμβουλίου του Ι. Ν. Θείων Ταξιαρχών, η οποία
από τις οποίες δεν προέκυψε παθολογία. 2) Πλήρω-
εγκρίθηκε με την υπ᾽αρ. ΥΠΠΟ/22η ΕΒΑ/3128/14-12-
2009 απόφαση. ση ρωγμών και λιθοσυρραφές μετά από καθαρισμό.
Όσον αφορά στην παθολογία παρατηρούνταν τα 3) Στερέωση τοιχογραφιών. 4) Καθαίρεση εσωτερικών
ακόλουθα: 1) Αποσάθρωση κονιαμάτων δομής και επιχρισμάτων με έλεγχο για την ύπαρξη μη ορατών τοι-
ρηγματώσεις. 2) Νεώτερη στέγη σε μέτρια κατάσταση. χογραφιών. 5) Βαθύ αρμολόγημα και τοπικά ενέματα.
3) Νεώτερα μεταλλικά κουφώματα. 4) Κατερχόμενες 6) Τοποθέτηση νέας ξύλινης στέγης με βυζαντινά κερα-
μίδια. 7) Εφαρμογή νέων εσωτερικών και εξωτερικών
3. Μαχαιράς 1957. επιχρισμάτων (εικ. 11). 8) Τοποθέτηση νέων ξύλινων

83
Ε Λ Ε Ν Η Γ . Κ Α Τ Σ Ο ΥΛ Η

Εικ. 12. Ι. Ν. Αγ. Νικολάου στον Νικολή, φωτογραφία αρχείου Εικ. 13. Ι. Ν. Αγ. Νικολάου στον Νικολή, αποτύπωση δυτικής
(1982). όψης.

Eικ. 14. Ι. Ν. Αγ. Νικολάου στον Νικολή, δυτική άποψη. Eικ. 15. Ι. Ν. Αγ. Νικολάου στον Νικολή, ανατολική άποψη.

κουφωμάτων. 9) Συντήρηση υπαρχόντων δαπέδων και σέλκυε το ενδιαφέρον των λευκαδίων ιστορικών και
απομάκρυνση ασύμβατων τμημάτων. 10) Διαμόρφωση περιηγητών. Από τα μορφολογικά και κατασκευαστικά
περιβάλλοντα χώρου από καλά πατημένο χώμα. 11) Κα- στοιχεία του ναού, συγκρινόμενα με αντίστοιχους του
θαίρεση καμπαναριού και ανέγερση νέου απλούστερου νησιού, μπορούμε να τοποθετήσουμε την κτίση του περί
λιθόκτιστου. Στην εικόνα 11 φαίνονται τα τελικά εξωτε- τον 17ο-18ο αι.
ρικά επιχρίσματα. Τυπολογικά ανήκει στην κατηγορία ξυλόστεγων
δρομικών βασιλικών. Η κόγχη είναι ημιεξαγωνική με μι-
4. Ιερός ναός Αγίου Νικολάου στον Νικολή κρό άνοιγμα και εκατέρωθεν αυτής απαντούν ημικυκλι-
κές υποτυπώδεις εσοχές πρόθεσης και διακονικού. Από
Ο Ι. Ν. Αγ. Νικολάου βρίσκεται στις νοτιοδυτικές υπόρ- το ναό απουσιάζουν τα αξιόλογα μορφολογικά στοιχεία
ροιες του κυρίαρχου ορεινού όγκου των Σταυρωτών, νό- καθώς και οι τοιχογραφίες (εικ. 12-15).
τια και εκτός των ορίων του οικισμού Νικολή του πρώην Συντάχθηκε μελέτη αποκατάστασης και στερέωσης
Δήμου Απολλωνίων. από τον αρχιτέκτονα Π. Αργυρό με δαπάνες του εκ-
Για το μνημείο απουσιάζουν πλήρως τα ιστορικά κλησιαστικού συμβουλίου του Ι. Ν. Αγ. Γεωργίου Νι-
στοιχεία, καθώς εξαιτίας της ταπεινότητάς του και της κολή, η οποία εγκρίθηκε με την υπ᾽αρ. ΥΠΠΟΤ/22η
σημαντικής απόστασης τόσο από την πόλη της Λευκά- ΕΒΑ/3275/22-11-2010 απόφαση.
δας, όσο και από άλλα μνημεία του νησιού, δεν προ- Παρατηρούνταν τα ακόλουθα: 1) Ξύλινη στέγη υπό

84
Ε Ρ ΓΑ Σ Ι Ε Σ Σ Τ Ε Ρ Ε Ω Σ Η Σ Κ Α Ι Α Π Ο Κ ΑΤΑ Σ ΤΑ Σ Η Σ Σ Ε Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α Σ Τ Ι Κ Α Μ Ν Η Μ Ε Ι Α

Εικ. 16. Άγνωστος ναός στον Νικολή, κάτοψη. Εικ. 17. Άγνωστος ναός στον Νικολή, η αψίδα.

κατάρρευση. 2) Αποσάθρωση των αρμολογημάτων. 5) Άγνωστος Βυζαντινός ναός στον Νικολή


3) Αποκόλληση των επιχρισμάτων. 4) Έντονες ρηγμα- Σε απόσταση περίπου 50 μ. ανατολικά - νοτιοανατολικά
τώσεις στην τοιχοποιία. 5) Αρκετές διαγώνιες και κατα- του ναού του Αγ. Νικολάου στον Νικολή διασώζονται
κόρυφες ρηγματώσεις, ορισμένες από αυτές διαμπερείς. εμφανή ερείπια ναού.
6) Λύση της συνοχής της τοιχοποιίας στο νοτιοδυτικό Οι εργασίες που πραγματοποιήθηκαν ήταν οι ακό-
άκρο. 7) Αποσάθρωση εξωτερικών και εσωτερικών κο- λουθες: Ανασκάφηκε ο περιβάλλων χώρος, προκειμένου
νιαμάτων και αποκολλήσεις λίθων. 8) Κατερχόμενες και να αποκαλυφθούν οι τοιχοποιίες και να τεκμηριωθεί το
ανερχόμενες υγρασίες. 9) Νεώτερες επεμβάσεις όπως: περίγραμμά τους. Κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών
δάπεδο από σκυρόδεμα και νεώτερο τέμπλο. εργασιών τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 2011 αποκα-
Οι εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης που λύφθηκαν πλήρως οι εξωτερικές όψεις του μνημείου, η
πραγματοποιήθηκαν είναι οι ακόλουθες: 1) Καθαίρεση είσοδός του από τη δυτική πλευρά και ορισμένες κερα-
εσωτερικών επιχρισμάτων με έλεγχο για την ύπαρξη μοσκεπείς ταφές. Ο περιβάλλων χώρος διερευνήθηκε
τοιχογραφιών. 2) Πλήρωση ρωγμών και λιθοσυρραφές περιμετρικά σε απόσταση περίπου 2 μ. εξαιτίας της περι-
μετά από καθαρισμό. 3) Βαθύ αρμολόγημα και καθο- ορισμένης χρηματοδότησης.
Με το πέρας των εργασιών αποκαλύφθηκε το βασικό
λικά ενέματα με συμβατό κονίαμα. 4) Εφαρμογή φύλ-
σχήμα του, που είναι ελεύθερος σταυρός στην κάτοψη
λου μολύβδου για να είναι διακριτές οι επεμβάσεις.
διαστάσεων 7,00 x 7,00 μ. (εικ. 16). Η δομή της τοιχο-
5) Τοποθέτηση νέας ξυλόστεγης με βυζαντινά κεραμίδια.
ποιίας της ημικυκλικής αψίδας, αλλά και των τμημάτων
6) Τοποθέτηση ξύλινης ψευδοροφής λευκαδίτικου τύ- τοίχων της βόρειας πλευράς είναι το πλινθοπερίκλειστο
που. 7) Νέα εσωτερικά και εξωτερικά επιχρίσματα. σύστημα. Τα κύρια υλικά δόμησης είναι αργοί ή αδροπε-
8) Τοποθέτηση νέων ξύλινων κουφωμάτων. 9) Αντικα- λεκημένοι λίθοι με άφθονο ασβεστοκονίαμα ως συνδε-
τάσταση δαπέδου με πλάκες που προσομοιάζουν την τικό υλικό. Στο κέντρο της ημικυκλικής αψίδας υπάρχει
υφή του πατημένου χώματος. δίλοβο άνοιγμα, το οποίο κοσμείται με πλίνθινη ταινία

85
Ε Λ Ε Ν Η Γ . Κ Α Τ Σ Ο ΥΛ Η

στην περιφέρεια του τόξου του, ενώ λείπει το κεντρικό θερου σταυρού με ημικυκλική αψίδα με δίλοβο παράθυ-
υποστύλωμα. Οι τοίχοι της βόρειας και νότιας κεραίας ρο, τον τρόπο δόμησης των τοίχων, που είναι το πλινθο-
σώζονται σε μικρό ύψος από 0,30 μ. έως 0,50 μ. ενώ η περίκλειστο σύστημα κυρίως στην ανατολική πλευρά,
ανατολική πλευρά στα 3,18 μ. περίπου. Το μέσο πάχος τα ευρήματα της κεραμικής ιδιαίτερα της χονδρής (δια-
των τοίχων είναι 0,60 μ. έως 0,70 μ., ενώ ανακαλύφθηκε κόσμηση και διαστάσεις πλίνθων) θα μπορούσαμε να
το κατώφλι της δυτικής θύρας. τον θεωρήσουμε μεσοβυζαντινό και να τοποθετήσουμε
Λαμβάνοντας υπόψη, λοιπόν, τα γενικά αρχιτεκτονι- την κατασκευή του στον 11ο αι. (εικ. 17).
κά χαρακτηριστικά του ναού, όπως το σχήμα του ελεύ-

Abstract
Restoration works at religious monuments under the supervision of the 22nd Eforate of Byzantine
Antiquities in the island of Lefkada during the years 2009-2011

Helen G. Katsouli

P urpose of this participation is the presentation of the


restoration works that took place at religious mon-
uments in the island of Lefkada during the years 2009
their aim was to transfer them into religious monuments
where people will be able to read and acknowledge the
cultural heritage of the island of Lefkada.
and 2011 under the supervision of the 22nd Eforate of The studies were made by specialized scientists and
Byzantine Antiquities and more specific of: 1) Saint John was materialized by each monument’s Committee. The
Anjousis at Gyra, 2) Zoodohos Pigis at Megali Brysi, 3) last monument was found at Nikoli where restoration
Saint George at Mpisa - Marantohoriou, 4) Saint Nicolas works took place at Saint Nicolas. A full scale excavation
at Nikoli and 5) Unknown byzantine church at Nikoli. took place and revealed a late byzantine church.
The restoration works were different at each case but

Βιβλιογραφία

Μαχαιράς 1957: Κ. Μαχαιρᾶς, Ναοί καί Μοναί Λευκάδος, Ροντογιάννης 1974: Π. Γ. Ροντογιάννης, Ἡ Χριστιανική Τέχνη
Ἀθήνα 1957. στή Λευκάδα, Ἀθῆναι 1974.

86
Μ Ο ΛΥ Β Δ Ι Ν Ο Ε Γ Κ Α Ι Ν Ι Ο Π Ρ Ο Ε Ρ Χ Ο Μ Ε Ν Ο Α Π Ο Ν Α Ο Μ Ε Σ Ο Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ω Ν Χ Ρ Ο Ν Ω Ν

Μολύβδινο εγκαίνιο
προερχόμενο από ναό μεσοβυζαντινών χρόνων
στη θέση «Άγιος Γεώργιος» Ευηνοχωρίου Μεσολογγίου*

Αναστασία Κουμούση

Σ το πλαίσιο της διάνοιξης της Ιονίας Οδού (Τμήμα


Ι, Αντίρριο – Κεφαλόβρυσο) η 22η Εφορεία Βυζα-
ντινών Αρχαιοτήτων διενήργησε εκτεταμένη ανασκα-
Η θέση εντοπίστηκε κατά την διάρκεια σωστικών
ανασκαφικών εργασιών από την ΛΣΤ΄ Εφορεία Προϊ-
στορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων σε χώρο με προ-
φική έρευνα στη θέση «Άγιος Γεώργιος» Ευηνοχωρίου γενέστερη κατοίκηση. Στη διάρκεια αυτής της ανασκα-
Μεσολογγίου1. Στη διάρκεια της έρευνας ήρθε στο φως φικής διερεύνησης του χώρου, είχε αποκαλυφθεί μέχρι
ναός μεσοβυζαντινών χρόνων με εκτεταμένο κοιμητή- την επιφάνεια του εδάφους το περίγραμμα του κεντρι-
ριο περιμετρικά του. Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική2 με κού τμήματος του βυζαντινού ναού, που παρουσίαζε
τριμερές ιερό και νάρθηκα, από την οποία προέρχεται το αρχικά την μορφή του μονόχωρου δρομικού ναΐσκου με
ιδιαίτερο εύρημα που παρουσιάζεται σε αυτό το άρθρο. ημικυκλική αψίδα και νάρθηκα4. Ο ναός σωζόταν κάτω
Η θέση «Άγιος Γεώργιος» βρίσκεται στην Αιτωλία, από το στρώμα καταστροφής και τις επιχώσεις σε δια-
στα νότια πρόβουνα του όρους Αράκυνθος, βορειοανα- φορετικές στάθμες από 1.50 μ. έως το επίπεδο των θε-
τολικά της ακρόπολης της αρχαίας Καλυδώνας, σε από- μελίων.
σταση περίπου ενός χιλιομέτρου από την κοίτη του κάτω Όπως αποδείχτηκε κατά την συνέχιση της ανασκα-
ρου του ποταμού Εύηνου ή Φίδαρη, προς τον οποίο έχει φής από την 22η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, ο
πανοραμική θέα. Στην ευρύτερη περιοχή είναι άφθονα ναός ανήκε στον αρχιτεκτονικό τύπο της τρίκλιτης βα-
τα αρχαιολογικά κατάλοιπα από την προϊστορική έως σιλικής με τριμερές ιερό και νάρθηκα, εξωτερικών δια-
την μεταβυζαντινή περίοδο. Η περιοχή κατοικήθηκε στάσεων, χωρίς τις αψίδες5, 13.00 μ. μήκους και 10.50 μ.
ήδη κατά την πρωτοβυζαντινή εποχή, όπως υποδεικνύει πλάτους (σχ. 1)6. Στην ανατολική πλευρά παρουσιάζεται
η αρχική φάση του βυζαντινού ναού του Αγίου Γεωργίου πλήρως ανεπτυγμένο το τριμερές Ιερό, με ημικυκλικές
(10ος/11ος αιώνας), που βρίσκεται σε απόσταση περί- αψίδες τόσο στο Ιερό Βήμα όσο και στη Πρόθεση και το
που 700μ. ανατολικά του χώρου της ανασκαφής, καθώς Διακονικό. Η επικοινωνία των παραβημάτων με το Ιερό
και τα κατάλοιπα υστερορωμαϊκής-πρωτοβυζαντινής γινόταν μέσω στενών θυρωμάτων (πλάτους 0.70 μ.).
λουτρικής εγκατάστασης μεταξύ των δύο θέσεων, σε Στην δυτική πλευρά του ναού εκτεινόταν σχετικά
απόσταση 590 μ.3. πλατύς νάρθηκας (μήκους 6.10 μ. και πλάτους 2.60 μ.),
ο οποίος δεν έφτανε έως τα εξωτερικά άκρα των πλα-
γίων κλιτών. Ο νάρθηκας επικοινωνούσε με το ναό με
* Το άρθρο αφιερώνεται στη μνήμη του πρόωρα χαμένου συναδέλ-
θύρα πλάτους 1.10 μ. Με τα πλάγια κλίτη επικοινωνού-
φου Νίκου Καπώνη. σε μέσω θυρίδων (πλάτους 0,90 μ.), στη νότια εκ των
1. Η ανασκαφή στην χιλιομετρική θέση 23+670 από την 1η Οκτωβρί- οποίων διατηρείται το κατώφλι. Η σημερινή μορφή του
ου 2010 και έως τον Ιανουάριο 2013 διενεργείτο υπό την διεύθυνση της
υπογράφουσας. Την επίβλεψη αρχικά είχε αναλάβει ο Νίκος Καπώνης,
ενώ από τον Νοέμβριο του 2012 η Κατερίνα Χαμηλάκη. Επί τόπου υπεύ- 4. Η ανασκαφή της ΛΣΤ΄ ΕΠΚΑ, πραγματοποιήθηκε με υπεύθυνη
θυνες αρχαιολόγοι ήσαν οι Εμμανουέλα Αναγνωστοπούλου και Κατερίνα αρχαιολόγο την Γ. Παυλίδη, υπό την διεύθυνση της Προϊσταμένης Μαρί-
Κάτσικα. ας Σταυροπούλου-Γάτση.
2. Για τις τρίκλιτες βασιλικές κατά τη μεσοβυζαντινή εποχή στην πε- 5. Αξιοσημείωτο ότι ο ναός έχει ακριβώς τις ίδιες διαστάσεις με την
ριοχή βλ. Βοκοτόπουλος 1975, 11-20, 29-35, 179-181, 189-191. πλησιόχωρη τρίκλιτη βασιλική της Παναγίας Τρημιτού, που χρονολογεί-
3. Για τις θέσεις αυτές βλ. Παλιούρας 2004, 50-51, 185-187, με την ται στον 10ο αιώνα. Βοκοτόπουλος 1975, 29-35 και Παλιούρας 2004, 174.
παλαιότερη βιβλιογραφία. 6. Το σχέδιο ανήκει στον σχεδιαστή Μιχάλη Παπαδογιώργο.

87
Α Ν Α Σ ΤΑ Σ Ι Α Κ Ο Υ Μ Ο Υ Σ Η

Σχ. 1. Βυζαντινός ναός στη θέση «Άγιος Γεώργιος» Ευηνοχωρίου Μεσολογγίου. Κάτοψη.

νάρθηκα, ο οποίος εισέχει των πλαγίων μακρών πλευ- προέρχεται πιθανότατα από το δίλοβο παράθυρο του
ρών του τρίκλιτου ναού οφείλεται σε μεταγενέστερη δυτικού αετώματος του ναού.
φάση κατασκευής. Ο ναός στη θέση «Άγιος Γεώργιος» Ευηνοχωρίου,
Ο ναός είναι κτισμένος με συλλεκτούς αργούς λίθους σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία8, τοποθετείται χρονικά
από τον επιχώριο φαιό αμμόλιθο, ασβεστοκονίαμα και στους μέσους βυζαντινούς χρόνους (10ος/11ος αιώνας)
πλίνθους. Σημαντική είναι επίσης η χρήση πωρόλιθων, και εντάσσεται στην ομάδα των ήδη γνωστών μεσο-
που βρέθηκαν κυρίως στην επίχωση και προέρχονται πι- βυζαντινών ναών του ίδιου αρχιτεκτονικού τύπου της
θανότατα από τα περιθυρώματα του ναού. Οι πλίνθοι Αιτωλοακαρνανίας9. Ο χώρος συνέχισε να είναι σε λει-
τοποθετούνται κυρίως στους οριζόντιους αρμούς ενώ τουργική χρήση κατά τον 12ο και 13ο αιώνα, σύμφωνα
στους κάθετους παρεμβάλλονται συχνά επάλληλα πλιν- με τα ανασκαφικά δεδομένα10, ως πυρήνας του περι-
θία. Ο νάρθηκας, ο ναός και το ιερό, είχαν δάπεδο από βάλλοντος κοιμητηρίου, μέχρι την εγκατάλειψη και την
ορθογώνιες πήλινες πλάκες (διαστάσεων 0,30 x 0,27 x ερείπωσή του.
0,04 μ. στο ιερό και 0,29 x 0,16 x 0,03 μ. στους υπόλοι- Περιμετρικά του ναού ανασκάφηκε εκτεταμένο νε-
πους χώρους). Μοναδικό στοιχείο γλυπτού διακόσμου κροταφείο βυζαντινών χρόνων με εκατοντάδες τάφους
αποτελεί πώρινο επίθημα αμφικιονίσκου (διαστάσεων διαφόρων τύπων. Η κεραμική11 που προήλθε από την
0,53 x 0,33 x 0,23μ.), που κοσμείται στις στενές πλευρές
με ισοσκελείς σταυρούς με πεπλατυσμένα άκρα κεραι-
8. Η δημοσίευση του ναού θα αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης με-
ών, που μπορεί να χρονολογηθεί στους μεσοβυζαντι- λέτης από την υπογράφουσα.
νούς χρόνους7 και το οποίο βρέθηκε στο νάρθηκα και 9. Βλ. Βοκοτόπουλος 1975, σημ. 2 και Παλιούρας 2004, 66, 173-176,
185, 197-200, 204-207.
10. Σημαντικό εύρημα συνιστά υπέρπυρο του αυτοκράτορα Ιωάννη
ΙΙ Κομνηνού (1118-1143) που βρέθηκε στο δάπεδο του βορείου κλίτους
7. Βλ. όμοιο επίθημα από την βασιλική της Παναγίας Τρημιτού, που (Grierson 1982, 230, πίν. 62.1065).
χρονολογείται στον 10ο αιώνα. Βοκοτόπουλος 1975, 34-35, πίν. 19. 11. Κυρίως άβαφη χρηστική αλλά και εφυαλωμένη. Αξιοσημείωτη εί-

88
Μ Ο ΛΥ Β Δ Ι Ν Ο Ε Γ Κ Α Ι Ν Ι Ο Π Ρ Ο Ε Ρ Χ Ο Μ Ε Ν Ο Α Π Ο Ν Α Ο Μ Ε Σ Ο Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ω Ν Χ Ρ Ο Ν Ω Ν

Εικ. 2. Βυζαντινός ναός στη θέση «Άγιος Γεώργιος» Ευηνοχω-


ρίου Μεσολογγίου. Άποψη της πρόθεσης με το όρυγμα του
εγκαινίου.

Εικ. 1. Βυζαντινός ναός στη θέση «Άγιος Γεώργιος» Ευηνο-


χωρίου Μεσολογγίου. Το όρυγμα με το μολύβδινο εγκαίνιο.

ανασκαφή του ανάγεται στην μεσοβυζαντινή και υστε-


ροβυζαντινή περίοδο, ενώ και τα νομισματικά δεδομέ-
να12 επιβεβαιώνουν την κοιμητηριακή χρήση του χώρου
τουλάχιστον έως τα τέλη του 14ου αιώνα.
Η ανασκαφή του βυζαντινού ναού στο Ευηνοχώρι Εικ. 3. Βυζαντινός ναός στη θέση «Άγιος Γεώργιος» Ευηνοχω-
ρίου Μεσολογγίου. Το μολύβδινο εγκαίνιο.
προσέφερε ένα ιδιαίτερο εύρημα. Στο δάπεδο της πρό-
θεσης αποκαλύφθηκε τετράπλευρο όρυγμα (διαστάσε-
του Ρίου για να ακτινογραφηθεί και να διαγνωστεί πιθα-
ων 0,15 x 0,13 x 0,05 μ.) επενδεδυμένο με μαρμάρινα
νή ύπαρξη περιεχομένου (οστά, ξύλο). Την διαδικασία
πλακίδια, μέσα στο οποίο βρέθηκε εγκαίνιο13 (εικ. 1, 2):
ανέλαβε ο καθηγητής της Ακτινολογίας κ. Θεόδωρος
ένα φύλλο μολύβδου (διαστάσεων 4,50 x 4,00 εκ. και πά-
Πέτσας. Σε πρώτη φάση το μολύβδινο αντικείμενο υπο-
χους 0,5-1,5 χιλ.) διπλωμένο με τρόπο ώστε να σχηματί-
βλήθηκε σε ακτινογραφία, η οποία όμως, λόγω μεγάλης
ζει τετράπλευρο (εικ. 3). Το εγκαίνιο συντηρήθηκε στο
πυκνότητας του μολύβδου, δεν έδειξε την ύπαρξη ή μη
εργαστήριο συντήρησης της 6ης Εφορείας Βυζαντινών
περιεχομένου. Στη συνέχεια το εγκαίνιο υποβλήθηκε σε
Αρχαιοτήτων στην Πάτρα, αλλά δεν επιχειρήθηκε το
αξονική τομογραφία, η οποία απέκλεισε μεν την ύπαρξη
άνοιγμά του καθώς υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να σπά-
οστού στο εσωτερικό του, έδειξε όμως σε ορισμένο ση-
σει. Μεταφέρθηκε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο
μείο συγκέντρωση αέρος, γεγονός που υποδεικνύει ότι
πιθανόν στο σημείο αυτό να είχε τοποθετηθεί κάποιο
ναι η εύρεση πλίνθου με εγχάρακτο σταυρό και ανάμεσα στις κεραίες την
επιγραφή ΙC XC NI KA.
φθαρτό υλικό που δεν υπάρχει πλέον. Η αξονική τομο-
12. Η ανασκαφή απέδωσε ικανό αριθμό νομισμάτων της βυζαντινής γραφία αποκάλυψε επιπλέον τον τρόπο με τον οποίο
περιόδου καθώς και δυτικά νομίσματα 13ου/14ου αιώνα (soldini, deniers, ήταν διπλωμένο το εγκαίνιο. Το φύλλο μολύβδου του
tournois, torneselli).
13. Για την ύπαρξη εγκαινίων σε παλαιοχριστιανικούς ναούς βλ. Ορ-
εγκαινίου, πριν διπλωθεί και «κλείσει», είχε σταυρικό
λάνδος 1952, 466-468. σχήμα.

89
Α Ν Α Σ ΤΑ Σ Ι Α Κ Ο Υ Μ Ο Υ Σ Η

Το εύρημα, σύμφωνα με την έως τώρα έρευνά μας, ώργιος» Ευηνοχωρίου αποτελούν σημαντική συμβολή
είναι μοναδικό. Διαφοροποιείται από τα εγκαίνια που στην μελέτη της μνημειακής τοπογραφίας και της αρ-
έχουν αποκαλυφθεί στους ναούς των πρωτοβυζαντινών χαιολογίας της ευρύτερης περιοχής της νότιας Αιτωλίας
χρόνων ως προς τη μορφή, το υλικό και τη θέση εντοπι- κατά τους βυζαντινούς χρόνους. Ο ναός και το εκτετα-
σμού του. Ούτε όμως έχει βρεθεί εγκαίνιο τέτοιας μορ- μένο νεκροταφείο που τον περιβάλλει προϋποθέτουν
φής και υλικού σε μεσοβυζαντινό ναό και μάλιστα στην την ύπαρξη ενός σημαντικού οικισμού, ο οποίος δεν έχει
Πρόθεση, το σημαντικότερο από λειτουργικής άποψης, ακόμη εντοπιστεί αλλά θεωρούμε ότι θα εκτεινόταν ανα-
μετά το Ιερό βήμα, μέρος ενός χριστιανικού ναού. Από τολικότερα και ίσως περιελάμβανε και τον πλησιόχωρο
εκεί γίνεται η Μεγάλη Είσοδος (η μεταφορά των τιμίων βυζαντινό ναό του Αγίου Γεωργίου. Η περιοχή, μεταξύ
δώρων προς το Ιερό), η οποία αποκτά ιδιαίτερη μεγα- της θάλασσας και των υπωρειών του όρους Αράκυνθος,
λοπρέπεια με την προσθήκη στο λειτουργικό κείμενο το πλούσια σε παραγωγικούς πόρους, είναι ιδανική για την
573-574 του Χερουβικού Ύμνου14. Η αποκάλυψη του ανθρώπινη κατοίκηση, ενώ την διέσχιζε η πανάρχαια
εγκαινίου με το συμβολικό σχήμα στο ναό του Ευηνοχω- οδός από την ΒΔ Ελλάδα προς την περιοχή του Αντιρ-
ρίου φανερώνει τη διατήρηση μιας λατρευτικής πρακτι- ρίου, την πορεία της οποίας ακολουθεί και η νέα χάραξη
κής για την οποία δεν υπάρχουν έως σήμερα αρχαιολο- της Ιονίας Οδού. Με την επισταμένη μελέτη του αρχαιο-
γικά παράλληλα. Η μελέτη του συνόλου του μνημείου λογικού υλικού θα διαφωτιστούν περαιτέρω οι συνθήκες
ίσως προσφέρει απάντηση στο θέμα. της ζωής ενός βυζαντινού οικισμού στην Δυτική Στερεά
Ο εντοπισμός και η ανασκαφή της θέσης «Άγιος Γε- Ελλάδα κατά την μέση και ύστερη βυζαντινή περίοδο.

14. Brightman 1986, 379.

Abstract
Lead enkainion found in a middle-byzantine basilica at «Agios Georgios» of Evinohori, Mesolongi

Anastasia Koumoussi

T he first results from the field work of 22nd Ephorate


of Byzantine Antiquities during the construction of
the Ionian Highway in the region of Mesolongi, Aetolo-
also revealed: a quadrilateral lead enkainion. According
to the computed tomography in which the finding was
subjected, the enkainion, prior to his folding, was cross-
acarnania Prefecture, are presented at this paper. shaped.
During the excavations at «Agios Georgios» of Evino- The excavation of the above mentioned site is an
hori, a middle Byzantine church, dated back to 10th- important contribution to the study of monumental to-
11th c., and the surrounding cemetery were revealed. pography and archeology of the wider area of Southern
The church belongs to the architectural type of three- Aetolia, during the Μiddle Byzantine and Late Byzantine
aisle basilica. times.
At the Prothesis of the church a unique finding was

Βιβλιογραφία

Βοκοτόπουλος 1975: Π. Βοκοτόπουλος, Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Συμβολή στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή μνημειακή τέ-
ἀρχιτεκτονικὴ εἰς τὴν Δυτικὴν Στερεὰν Ἑλλάδα καὶ τὴν χνη, Αγρίνιο 20042.
Ἤπειρον ἀπὸ τοῦ τέλους τοῦ 7ου μέχρι τοῦ τέλους τοῦ
10ου αἰῶνος, Θεσσαλονίκη 1975. Brightman 1986: F. E. Brightman, Liturgies Eastern and
Ορλάνδος 1952: Ἀ. Ὀρλάνδος, Ἡ ξυλόστεγος παλαιοχριστια- Western, Oxford 1986.
νικὴ βασιλικὴ τῆς Μεσογειακῆς λεκάνης, τ. Β´, Ἀθῆναι Grierson 1982: Ph. Grierson, Byzantine Coins, Berkeley-Los
1952. Angeles 1982.
Παλιούρας 2004: Α. Παλιούρας, Βυζαντινή Αιτωλοακαρνανία.

90
Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Λ Ο Υ Τ Ρ Ο . Ο Ψ Ε Ι Σ Τ Η Σ Κ Α Θ Η Μ Ε Ρ Ι Ν Η Σ Ζ Ω Η Σ Σ Τ Η Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Η Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο

Βυζαντινό λουτρό. Όψεις της καθημερινής ζωής


στη Βυζαντινή Ναύπακτο1

Ιωάννα Θ. Κωστή

1. Τα βυζαντινά λουτρά στην ευρύτερη περιοχή της νέπεια και για τις λουτρικές εγκαταστάσεις. Στα αστικά
Ναυπάκτου 1 κέντρα όπως και στη Ναύπακτο επιβιώνει σε πολλές

Ο
περιπτώσεις η χρήση ρωμαϊκών λουτρικών εγκαταστά-
ι περισσότερες πληροφορίες που μας σώζονται για
σεων, η οποία σταδιακά περιορίζεται ή εγκαταλείπεται.
τα βυζαντινά λουτρά –αν εξαιρέσει κανείς τον πε-
Αποσπασματικά αρχιτεκτονικά λείψανα από 11 λουτρι-
ριορισμένο αριθμό σωζόμενων συγκροτημάτων– προέρ-
κές εγκαταστάσεις παλαιοχριστιανικών χρόνων έχουν
χονται από «γραπτές πηγές», δηλαδή κείμενα από βίους
εντοπιστεί σε ανασκαφικές έρευνες στην πόλη της
αγίων και επιστολές, συλλογές νόμων, αγοραπωλητή-
ρια, ιστοριογραφικά και θεολογικά έργα, κοσμική και Ναυπάκτου5. Στη μεσοβυζαντινή περίοδο η ίδρυση και
εκκλησιαστική ποίηση, ιατρικά εγχειρίδια2. Διακρίνο- ανέγερση μοναστηριών ή εκκλησιαστικών ιδρυμάτων
νται σε ιδιωτικά, δημόσια και εκκλησιαστικά. συνοδεύονται συχνά από λουτρικές εγκαταστάσεις. Το
Η λειτουργία θερμών, βαλανείων καί λουτρών μέσα λουτρό θεωρείται πλέον απαραίτητο στοιχείο της υγι-
στις πρωτοβυζαντινές πόλεις είναι συνηθισμένο φαι- εινής ή θαυματουργού δράσης. Χαρακτηριστική είναι
νόμενο, που συνδέεται άρρηκτα με την οργάνωση των η μαρτυρία ενός αγιολογικού κειμένου του 9ου αι., στο
αρχαίων και ρωμαϊκών αστικών κέντρων3. Στα πλαίσια οποίο αναφέρεται η χρήση Λουτρού από τον τοπικό επί-
μιας κοινωνίας, που αποθέωνε το σώμα και εξυπηρετού- σκοπο Πατρών. Συγκεκριμένα, στο Βίο του αγίου Ηλία
σε τις ανάγκες του, οι θέρμες και τα λουτρά ήταν χώ- του Σπηλαιώτη αναφέρεται ότι ο μητροπολίτης Πατρών
ροι συγκέντρωσης νέων, αθλητών, ασθενών και άλλων καλεί τον υπέργηρο και άρρωστο ασκητή Αρσένιο να
ανθρώπων, με σκοπό τον καθαρισμό και την περιποίηση συλλουσθούν, για να ανακουφισθεί από τα προβλήμα-
του σώματος, καθώς και τη σύναψη κοινωνικών επαφών τα που τον ταλαιπωρούσαν. Ο ασκητής αποδέχεται την
και συναναστροφών. πρόσκληση και λαμβάνει χώρα το συγκεκριμένο θαύμα
Η παράδοση αυτή συνεχίστηκε και κατά την παλαι- του οσίου Αρσενίου, που συνίσταται στην ευωδίαση του
οχριστιανική περίοδο, αν και η επικράτηση του χριστια- χώρου του λουτρού και τη θαυματουργική απόφραξή
νισμού αλλάζει την αντίληψη για το σώμα4 και κατά συ- του, ώστε η ευωδίαση αυτή να μείνει εγκλωβισμένη και
να διατηρηθεί για χρόνια6.
1. Μία πρώτη παρουσίαση των ανασκαφικών δεδομένων πραγματο-
Οι αντιλήψεις αυτές επιβιώνουν και στην υστεροβυ-
ποιήθηκε στο «Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο Τοπικής Ιστορίας και Αρ- ζαντινή περίοδο. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του
χαιολογίας Τριχωνίας και Ναυπακτίας» (Ακρόπολη Θεστιέων, Ναύπακτος μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιωάννη Απόκαυκου για το επι-
και Αρχαίος Θερμός Αιτωλίας 9-11 Ιουνίου 2012), Πρακτικά (υπό έκδο-
ση). Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω την προϊσταμένη της 6ης Ε.Β.Α κα σκοπικό λουτρό της Ναυπάκτου: «...τὸ δὲ λουτρὸν ἡμῶν
Αν. Κουμούση για την παραχώρηση της άδειας δημοσίευσης της ανασκα- οὐ μετάρσιον; οὐ τὴν ὄψιν ἔλκειν τοῦ βλέποντος; οὐ γρα-
φής, τις συντηρήτριες κες Τηλιγάδα Αφροδίτη, Σπούρδου Νικολέτα και
Πολονύφη Βούλα για τη συντήρηση κεραμικής και νομισμάτων και τον
φικοῖς ὑέλοις καταπεφώτισται; Οὐχ ἡδονὴν τῷ λουωμένῳ
σχεδιαστή της ανασκαφής κο Θεοχαρόπουλο Ηλία.
2. Αγαπητού 2001, 26 κ.ε. προϋπόθεση άσκησης, ενώ είχε επιπτώσεις στον περιορισμό της χρήσης
3. Για τις αντιλήψεις περί λουτρών στα πρώιμα βυζαντινά χρόνια, βλ. των λουτρών, καθώς και στη σταδιακή αύξηση της χρήσης των ατομικών
Berger 1982, 21-55. Mango 1981, 337-341. Για τα λουτρά στην ύστερη λουτήρων, βλ. σχετικά Λαμπροπούλου - Μουτζάλη 2003-2004, 315-336,
αρχαιότητα, βλ. κυρίως Yegül 1992, όπου συγκεντρώνεται και η εξαιρε- όπου και παλαιότερη βιβλιογραφία.
τικά εκτεταμένη παλιότερη βιβλιογραφία για τα βαλανεία και τις θέρμες. 5. Βλ. Παπαγεωργίου 2004, 460-462, σχ. 1Α, όπου και αναφορές για
Farrington 1999, 57-65. Για τη βαλανευτική γενικά, βλ. Ginouvès 1962. ρωμαϊκά λουτρά που χρησιμοποιούνται και κατά την παλαιοχριστιανική
4. Η απαγόρευση της τέλεσης των Ολυμπιακών αγώνων, περί τα περίοδο.
τέλη του 4ου αι. πιθανόν ήταν αποτέλεσμα της αλλαγής των αντιλήψε- 6. «Βίος Ηλία του Σπηλαιώτου», AASS, Sept. IΙΙ, 858-859, § 26. Λα-
ων πού είχαν ήδη συντελεσθεί γύρω από το σώμα και την αλουσία ως μπροπούλου - Μουτζάλη 2003-2004, 340-341.

91
ΙΩΑΝΝΑ Θ. ΚΩΣΤΗ

Εικ. 1. Κάτοψη Βυζαντινού Λουτρού, oικόπ. Π. Πέτρου, Ναύπακτος.

ἐντίθησιν; οὐ καταμάρμαρον ὅλον; οὐ δεξαμεναί διάλευ- ως ξεχωριστός χώρος, καθώς οι Βυζαντινοί του Μεσαί-
κοι παρ’ αὐτῷ;»7. ωνα, όντας πρακτικοί έκτιζαν βαλανεία για την άνεση
Τα Λουτρά της μέσης και ύστερης βυζαντινής περιό- ενός θερμού λουτρού, που δεν ήταν εφικτό στα πλαίσια
δου8 αποτελούν συνέχεια των πρωτοβυζαντινών βαλα- της οίκοθεν υγιεινής, αντίθετα με το κρύο μπάνιο. Μία
νείων (όπως αναφέρονται τα λουτρά στις βυζαντινές ακόμη αίθουσα, το χλιαρόν, αυτή την εποχή λειτουργεί
πηγές)9 και των ρωμαϊκών θερμών10. Πρόκειται ουσι- κυρίως ως προθάλαμος ή αποδυτήριο και λιγότερο ως
αστικά για κτίρια με απλούστερη αρχιτεκτονική και χώρος εφίδρωσης. Οι χώροι θερμαίνονται με την εφαρ-
μικρότερες διαστάσεις, αποτελούμενα από δύο ή τρεις μογή ενός απλοποιημένου υπόκαυστου συστήματος.
θερμαινόμενους χώρους (ο μέσος οίκος των βυζαντινών Συνήθως η εστία έκαιγε έξω από τη δεξαμενή, θέρμαινε
ή το caldarium των Ρωμαίων) που επικοινωνούσαν με τη το νερό και παράλληλα παρήγε θερμότητα που κυκλο-
δεξαμενή, δηλαδή έναν κτιστό λουτήρα για μπάνιο. To
φορούσε στο υπόκαυστο σύστημα ζεσταίνοντας τους
frigidarium (ο ψυχρός χώρος των Ρωμαίων) δεν υπάρχει
χώρους μέσω των δαπέδων, πριν καταλήξει στον αέρα
μέσω εφελκυστικών αγωγών που διέρχονταν από τους
7. Κατσαρός 1989, 645-646. τοίχους. Η παροχή νερού ήταν εφικτή είτε με στέρνες,
8. Από το πλήθος των βαλανείων της μέσης ή της ύστερης βυζαντι- είτε από παρακείμενη πηγή, πηγάδι ή ρέμα.
νής περιόδου στον ελλαδικό χώρο, πρβλ. ενδεικτικά τα γνωστότερα και
καλύτερα διατηρημένα: της Μονής Καισαριανής, της Μονής στο Δερβε- Οι πληροφορίες μας για τα λουτρά της μέσης και
νοσάλεσι (Ορλάνδος 1958, 100-108), της Σπάρτης (Μπούρας 1982, 99- ύστερης βυζαντινής περιόδου που λειτουργούν στη
112), της Άνω Πόλης στην Θεσσαλονίκη (Ξυγγόπουλος 1940, 83-97). Για
τα βυζαντινά λουτρά βλ. Berger 1982. Επίσης Γκράτσιου 1983, 245-249.
Ναύπακτο είναι σαφώς περιορισμένες 11. Στο κάστρο της
9. Για την διαμόρφωση και την εξέλιξη των ελλαδικών βαλανείων
της πρωτοβυζαντινής περιόδου, βλ. Αθανασούλης 1998, 209 κ.ε. Eπίσης 11. Για τη βυζαντινή Ναύπακτο η βιβλιογραφία επικεντρώνεται κυρί-
Γούναρης 1990 και Γεωργοπούλου-Βέρρα 2004, 75 κ.ε. ως στο Κάστρο. Βλ. σχ. Κωστή 2004, 587, υποσημ. 1, όπου και παλαιότερη
10. Nielsen 1990 και Yegül 1992. βιβλιογραφία.

92
Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Λ Ο Υ Τ Ρ Ο . Ο Ψ Ε Ι Σ Τ Η Σ Κ Α Θ Η Μ Ε Ρ Ι Ν Η Σ Ζ Ω Η Σ Σ Τ Η Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Η Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο

Εικ. 2. Γενική άποψη ανασκαφής Βυζαντινού Λουτρού, Ναύπακτος.

Ναυπάκτου και συγκεκριμένα στην ακρόπολη, βορειο- οικόπεδο ιδ. Ιωάννη, Διονυσίου, Παναγιώτη και Αθανα-
δυτικά του ναού του Προφήτη Ηλία υπάρχει κτίριο με σίου Κοργιαλά και ανατολικά με την οδό Ευθ. Πλαστή-
δύο θολοσκεπείς αίθουσες, το οποίο έχει ταυτιστεί από ρα.
τους περισσότερους ερευνητές με υστεροβυζαντινό βα- Όταν ξεκίνησε συστηματική ανασκαφή, ήταν ήδη
λανείο12. Νεώτερα ωστόσο στοιχεία αποκλείουν τη συ- ορατό στο βορειοδυτικό τμήμα του οικοπέδου κτίριο
γκεκριμένη χρήση13. με ευδιάκριτους τρεις χώρους, που συμβατικά ονομά-
στηκαν X1, Χ2, Χ3, σε βάθος -1,40 μ., + 0 ορίστηκε το
2. Το Βυζαντινό λουτρό στο οικόπεδο ιδ. Π. Πέτρου βορειοανατολικό άκρο του οικοπέδου, στο ύψος της
πλακοστρωμένης οδού Ευθ. Πλαστήρα, σύμφωνα με το
Η ανασκαφική έρευνα στο οικόπεδο ιδιοκτησίας Π. Πέ-
τοπογραφικό διάγραμμα. Η έρευνα στο οικόπεδο απο-
τρου, Ο.Τ. 61, οδός Ευθ. Πλαστήρα 5, στο λιμάνι της
κάλυψε την ύπαρξη τμήματος βυζαντινού λουτρού. Το
Ναυπάκτου, άρχισε και ολοκληρώθηκε το έτος 2005. Το
βυζαντινό λουτρό στο οικόπεδο ιδιοκτησίας Πέτρου
προαναφερθέν οικόπεδο συνορεύει βόρεια και δυτικά με
(εικ. 1) είναι σωζόμενων διαστάσεων 11 x 4,15 μ. Η πλή-
οικόπεδα ιδιοκτησίας κληρονόμων Ιω. Περάτη, νότια με
ρης διερεύνηση του λουτρού δεν ήταν δυνατή, καθώς
το κτίριο εκτείνεται βορειοδυτικά προς το οικόπεδο ιδ.
12. Για τη μετατροπή του κτιρίου σε λουτρό κατά την υστεροβυζα- κληρονόμων I. Περάτη και δυτικά προς την οδό Ε. Πλα-
ντινή περίοδο συμφωνούν οι: Κωνστάντιος 1981, 293. Ο ίδιος 1982, 278. στήρα. Εντοπίστηκε η δεξαμενή, το caldarium (θερμός
Ο ίδιος 1991, 603-609. Παπαδοπούλου 1992-93, 179 κ.ε. Ραπτόπουλος
1998-99, 195-208. χώρος), ο χώρος του υποκαύστου και προσαρτημένη μι-
13. Σοβαρές διαφωνίες διατυπώνονται για τη χρήση του κτιρίου ως κρή εξωτερική δεξαμενή ύδατος (στέρνα) (εικ. 2).
λουτρού από τους Δ. Αθανασούλη και Π. Ανδρούδη στο άρθρο τους:
Η δεξαμενή (X1) (σωζόμενων εσωτ. διαστ. 3,55 x 2
Αθανασούλης - Ανδρούδης 2004, 515-534, τις οποίες υιοθετούν και οι Στ.
Μαμαλούκος και Μ. Παπαβαρνάβας, βλ. Μαμαλούκος- Παπαβαρνάβας μ.), καταλαμβάνει το δυτικότερο τμήμα του λουτρού.
2014. Ορίζεται από τους τοίχους Τ1 (πλάτους 0,62 μ.), Τ2

93
ΙΩΑΝΝΑ Θ. ΚΩΣΤΗ

Εικ. 3. Χώρος Χ3α του Βυζαντινού Λουτρού.

(πλάτους 0,65 μ.), Τ3 (πλάτους 0,65 μ.) και σώζεται σε στών πλίνθινων πεσσίσκων, ορθογώνιας διατομής. Η
ύψος 1,21 μ. από το δάπεδό της. Οι τοίχοι είναι κτισμένοι suspensura14, το υπερυψωμένο δηλαδή δάπεδο που στη-
με σειρές αργών λίθων και οπτοπλίνθων συνδεδεμένων ρίζεται σε πεσσίσκους, διατηρήθηκε σε πολύ καλή κατά-
με ισχυρό κονίαμα. Η δεξαμενή έχει υποστεί εν μέρει κα- σταση στους χώρους που φέρουν υπόκαυση. Σώθηκαν
ταστροφή από την κατασκευή νεώτερου πηγαδιού. Το δηλαδή τα διπλά δάπεδα των θερμών χώρων του λου-
δάπεδο της δεξαμενής εντοπίστηκε στο νοτιοανατολικό τρού οι suspensurae caldariorum προκειμένου να διαδί-
τμήμα της, σε βάθος -2,35 μ. και καλύπτεται από ισχυρό δεται η θερμότητα που παραγόταν από το praefurnium.
υδραυλικό κονίαμα. Ανατολικά της δεξαμενής βρίσκεται Ο θερμός χώρος του Λουτρού (Χ3) περιλαμβάνει δύο
δωμάτια (Χ3α και Χ3β). Η επικοινωνία μεταξύ των δύο
το caldarium (θερμός χώρος) ή γνωστός και ως μέσος
δωματίων είναι δυνατή με είσοδο μήκους 0,67 μ. που
οίκος των βυζαντινών βαλανείων, εσωτ. διαστ. 6,90 x
διαμορφώνεται κατά μήκος του Τ6. Το δάπεδο του Χ3
3,05 μ. (Χ3). Στη δυτική πλευρά του (Χ2), χωρίζεται από
εντοπίστηκε σε βάθος -2,50/- 2,55 μ. και αποτελείται
τοίχο που αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη (Τ4), πλά-
από μεγάλες λίθινες πλάκες (διαστ. 0,90 x 0,40 μ.). Ο
τους 0,65 μ. και δημιουργεί τον χώρο Χ2, ο οποίος όμως χώρος Χ3α (εικ. 3), (εσωτ. διαστ. 3,80 x 3,05 μ.) σώζεται
λειτουργικά αποτελεί τμήμα του Χ3. Καταστροφή του σε ύψος 1,05 μ., ορίζεται από τον Τ3, Τ2 και Τ6 (πλάτους
Τ2 στο σημείο αυτό και διερευνητική τομή αποκάλυψε 0,70 μ.), ενώ όψη τοίχου αποκαλύφθηκε κατά μήκος της
δύο τοξωτά πλίνθινα ανοίγματα κατά μήκος του ανα- βορειοδυτικής πλευράς αλλά δεν ανασκάφηκε καθώς
τολικού τοίχου της δεξαμενής, που τη συνδέουν με τον βρίσκεται στο όμορρο οικόπεδο ιδ. κληρονόμων I. Πε-
υπόκαυστο χώρο.
Το υπόκαυστο αποτελείται από πυκνές σειρές κτι- 14. Για τη suspensura, βλ. Nielsen 1990, τ. 1, 4, 14, 161.

94
Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Λ Ο Υ Τ Ρ Ο . Ο Ψ Ε Ι Σ Τ Η Σ Κ Α Θ Η Μ Ε Ρ Ι Ν Η Σ Ζ Ω Η Σ Σ Τ Η Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Η Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο

Εικ. 4. Λεπτομέρεια από τον χώρο Χ3β του Βυζαντινού Λουτρού.

ράτη· σώζεται εσωτερικά ως ύψος 0,50 μ. Κατά μήκος υπόλευκο επίχρισμα και η επιφάνειά τους με λίθινες
της ΝΑ πλευράς του Χ3α αποκαλύφθηκε κτιστή κατα- πλάκες, ενώ λίθινες πλάκες χρησιμοποιούνταν και ως
σκευή (διαστ. 1,45 x 0,50 μ.), «θρανίο», πιθανόν για να ορθοστάτες, όπως μαρτυρούν δύο πλάκες που βρέθη-
κάθονται οι λουόμενοι. Ανάλογες κατασκευές αποκαλύ- καν in situ αλλά και τα ίχνη κονιάματος, που είναι ορατά
φθηκαν κατά μήκος της ανατολικής πλευράς (διαστάσε- στην επιφάνεια των οριζόντιων πλακών για την τοπο-
ων ένθεν και ένθεν της εισόδου 0,80 x 0,45 μ. και 0,55 x θέτηση των ορθοστατών. Πίσω από τους ορθοστάτες
0,45 μ.), της ΒΑ πλευράς (σωζ. διαστ. 1,45 x 0,40 μ.) και υπάρχουν κατακόρυφοι αγωγοί ορθογώνιας διατομής
κατά μήκος του Τ3 στον Χ2 (διαστ. 2 μ. x 0,45 μ.). Τα για την κυκλοφορία του θερμού αέρα. Στο ΒΑ άκρο του
θρανία σώζονται ως ύψος 0,42 μ., έχουν κατασκευαστεί δωματίου υπήρχε είσοδος, πλάτους 0,72 μ., η οποία σε
από επάλληλες σειρές πλίνθων, συνδετικό κονίαμα και δεύτερη φάση έκλεισε με τοίχο που ενσωματώθηκε στον
ορθογώνιες πλάκες (οι οποίες δε σώζονταν) στην ανώ- Τ7. Ο νεώτερος τοίχος είναι θεμελιωμένος σε χώμα και
τερη σειρά. Λόγω των φθορών που έχουν υποστεί είναι σε ύψος 0,45 μ. πάνω από το δάπεδο. Η είσοδος αυτή πι-
ορατοί οι κατακόρυφοι αγωγοί για την κυκλοφορία του θανόν οδηγούσε στο αποδυτήριο ή «χλιαρόν» των βυζα-
θερμού αέρα. ντινών λουτρών, που ίσως βρίσκεται κάτω από την οδό
Το δωμάτιο Χ3β (εσωτ. διαστ. 3,10 x 2,65 μ.) ορίζε- Ε. Πλαστήρα, καθώς ο Τ2 βρέθηκε ότι συνεχίζει προς
ται από τους τοίχους Τ6, Τ2 και Τ7 (πλάτους 0,65 μ.) ανατολικά. Εξωτερικά του Χ3α και σε επαφή με τον Τ2
και σώζεται ως ύψος εσωτ. 1,78 μ. (εικ. 4). Θρανία περι- υπάρχει δεξαμενή - στέρνα (ύψ. 2,02 μ.) με δύο φάσεις
τρέχουν όλες τις πλευρές (εκτός από τη ΒΔ), και έχουν χρήσης. Στον ανατολικό τοίχο (Τ5) της δεξαμενής δι-
ύψος 0,45 μ. Η όψη των θρανίων είναι καλυμμένη με ακρίνονται επίσης δύο φάσεις κατασκευής. Η ανώτερη

95
ΙΩΑΝΝΑ Θ. ΚΩΣΤΗ

Εικ. 5. Πήλινη κούπα από το Βυζαντινό Λουτρό. Εικ. 6. Πήλινη κούπα από το Βυζαντινό Λουτρό.

και νεώτερη φάση της τοιχοποιίας (ύψ. 72 εκ.) «πατά» καλύφθηκε σε βάθος -2,96 μ., έχει μήκος 6 μ. και μέγ.
πάνω σε δύο αρχαίους δόμους που βρίσκονται εδώ σε πλάτος 0,53 μ. Ακολουθεί τη φορά από Ανατολή προς
δεύτερη χρήση. Δύση, παράλληλα προς τον Τ2 και στο ύψος της εξω-
Οι τοίχοι του βυζαντινού λουτρού (κυρίως Τ2, Τ6, τερικής δεξαμενής γωνιάζει και διέρχεται κάτω από τον
Τ7) δείχνουν ιδιαίτερα επιμελημένο χτίσιμο με λαξευμέ- Τ10, ο οποίος πιθανόν είναι βυζαντινός και ορίζει κά-
νες πέτρες και πλίνθους σε οριζόντιες σειρές και ανθε- ποιο βυζαντινό κτίσμα που δεν ήταν δυνατό να ερευνη-
κτικό υδραυλικό κονίαμα ως επίχρισμα. Ο Τ2 σώζεται θεί. Στο βορειοανατολικό τμήμα σε βάθος -3,10 μ. και δί-
εξωτερικά σε ύψος 3,27 μ. και έχει πλάτος 0,65 μ. Η θε- πλα στον αγωγό βρέθηκαν ορθογώνιες, γκρίζες πλάκες
μελίωσή του βρέθηκε σε βάθος -4,30/-4,40 μ. Έχει ύψος από πλακόστρωτο δάπεδο. Ο Τ9, ο οποίος εντοπίστηκε
1 μ. ως το επίπεδο του υπόκαυστου και αποτελείται από σε βάθος -1,40 μ., είναι ορατός σε μήκος 6,50 μ., έχει
μεγαλύτερες πέτρες με ισχυρό κονίαμα. Τα εκτεταμένα πλάτος 0,80 μ., σώζεται σε ύψος 1,27 μ. και πιθανόν ορί-
ίχνη καύσης που εντοπίστηκαν σε όλους τους χώρους ζει κάποια οικία οθωμανικών χρόνων. Η κατασκευή του
σε βάθος -2,35 μ. ως -2,50/-2,60 μ. μαρτυρούν την μερι- Τ9 διαφέρει, αφού χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή
κή καταστροφή του λουτρού από κάποια πυρκαγιά. Το του μικρότερου μεγέθους πέτρες, ελάχιστο κονίαμα και
γεγονός αυτό πρέπει να συνέβη κατά τους μεταβυζα- ελάχιστα μικρά θραύσματα πλίνθων.
ντινούς χρόνους, όταν το λουτρό πιθανόν μετατράπη-
κε σε οικία, όπως δείχνουν οι νεώτερες τοιχοποιίες (Τ4, 3. Κινητά ευρήματα και χρονολόγηση του βυζαντινού
εντοιχισμός εισόδου στον Τ7, νεώτερη φάση εξωτερικής λουτρού
δεξαμενής, Τ8, ο οποίος αφαιρέθηκε και βρισκόταν ανα- Τα κινητά ευρήματα της ανασκαφής ήταν κυρίως όστρα-
τολικά του Τ2) και το νεώτερο δάπεδο από ασβεστοκο- κα, στη μεγάλη τους πλειοψηφία της ύστερης βυζαντι-
νίαμα που εντοπίστηκε σε βάθος -1,90 /-1,97 μ. στον Χ3. νής εποχής. Τα εφυαλωμένα όστρακα προέρχονται κυρί-
Η χρήση του ενδεχομένως σταμάτησε με την ανέγερση ως από πινάκια, κούπες, γαβάθες με χαρακτηριστική εγ-
του οθωμανικού λουτρού λίγα μέτρα ανατολικότερα, χάρακτη διακόσμηση από βλαστόσπειρες, πόδια ζώων,
στην οικία Ταραμπίκου. γεωμετρικά μοτίβα από το τέλος του 12ου αι. ως τον 14ο
Το νοτιοδυτικό και νοτιοανατολικό τμήμα του οικο- αι. κ.ά. αλλά και εφυαλωμένους κηροστάτες. Η άβαφη
πέδου καλύπτει τους εξωτερικούς χώρους του λουτρού. κεραμική περιλαμβάνει όστρακα κυρίως από αγγεία
Στη βυζαντινή φάση ανήκει ο κτιστός αγωγός που απο- τύπου αμφορίσκων, λαγηνιών και τσουκαλιών. Από τα

96
Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Λ Ο Υ Τ Ρ Ο . Ο Ψ Ε Ι Σ Τ Η Σ Κ Α Θ Η Μ Ε Ρ Ι Ν Η Σ Ζ Ω Η Σ Σ Τ Η Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Η Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο

Εικ. 7. Χάλκινο νόμισμα από το Βυζαντινό Λουτρό.

ψηλότερα στρώματα τα όστρακα ήταν μεταβυζαντινής μελίωση του λουτρού σε βάθος -4,13 μ. μας επιτρέπει να
εποχής 15ου-17ου αι. τοποθετήσουμε με ασφάλεια την ανέγερση του οικοδο-
Από το σύνολο της κεραμικής ιδιαίτερο ενδιαφέρον μήματος τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Στο νόμισμα
παρουσιάζει η βάση και τμήμα πυθμένα κούπας (εικ. διακρίνεται προτομή κατά μέτωπο του αυτοκράτορα με
5), με διάμετρο βάσης 8,5 εκ., σωζ. ύψος 3,2 εκ., που σταυροφόρο στέμμα και χλαμύδα.
συνδυάζει την εγχάρακτη διακόσμηση με τη γραπτή Εμπροσθότυπος + AEON Basilevsrom
(painted sgraffito). Στον πυθμένα υπάρχει μετάλλιο με Οπισθότυπος: +LEON/ ΕΝ Θ EOb A SILEVSR/
λεπτεγχάρακτη τριπλή σπείρα και ταινία με εκφυλισμένη OMEON
βλαστόσπειρα στα τοιχώματα που διανθίζονται με πρά- Την εποχή αυτή έχει αυξηθεί σημαντικά και η σημα-
σινες πινελιές15. Χρονολογείται περίπου στο τέλος του σία της Ναυπάκτου18 αλλά και της ευρύτερης περιοχής19.
12ου - αρχές 13ου αι. Πιθανόν μετά το 880 η Ναύπακτος γίνεται πρωτεύουσα
Επίσης εντοπίστηκε κούπα (εικ. 6) με ύψος 7 εκ., του θέματος της Νικοπόλεως και η επισκοπή Ναυπά-
διάμ. χείλους 13 εκ., διάμ. βάσης 8,5 εκ., με εγχάρακτη κτου αναβαθμίζεται σε «μητρόπολιν Παλαιᾶς Ἠπείρου»,
διακόσμηση και καφεκίτρινες και πράσινες πινελιές. Στο σε αντικατάσταση της μητρόπολης Νικοπόλεως, πιθα-
κέντρο του πυθμένα πολύφυλλος ρόδακας περιβάλλε- νόν μεταξύ 901 και 907. Επίσης η Ναύπακτος έχει κα-
ται από πράσινο κύκλο ενώ το χείλος ορίζεται με θλα- θιερωθεί την περίοδο αυτή ως μία από τις σημαντικές
στή γραμμή. Χρονολογικά μπορεί να τοποθετηθεί την βάσεις ελλιμενισμού του βυζαντινού στόλου των δυτι-
παλαιολόγεια περίοδο16. κών επιχειρήσεων, όπως αποδεικνύει ανέκδοτη σωζόμε-
Τις σημαντικότερες όμως πληροφορίες για τη χρο- νη σφραγίδα στην αρχειοθήκη νομισμάτων της Βιέννης
νολόγηση του λουτρού αντλούμε από τα νομίσματα που (αρ. 613), που αναφέρει κάποιον εξαρτιστή της περιο-
βρέθηκαν στην ανασκαφή. Βυζαντινό χάλκινο νόμισμα χής20.
φόλλις (εικ. 7) της εποχής του αυτοκράτορα Λέοντος Ένα δεύτερο χάλκινο βυζαντινό νόμισμα βρέθηκε
ΣΤ (χρονολογία κοπής 886-912)17, που βρέθηκε στη θε- πάνω στον Τοίχο 10 σε βάθος -2,32 μ. ως -2,22 μ. Πρό-

15. Για κεραμική με ανάλογα χαρακτηριστικά βλ. ενδεικτικά Παπα- 18. Σαββίδης 1991, 246-297.
νικόλα-Μπακιρτζή - Μαυρικίου - Μπακιρτζής 1999, 58-61, αρ. 157, 159. 19. Θησαυρός νομισμάτων με αντίστοιχους ανώνυμους φόλλεις βρέ-
16. Παπανικόλα-Μπακιρτζή - Μαυρικίου - Μπακιρτζής 1999, 149, θηκε στην ανασκαφή της παλαιοχριστιανικής βασιλικής Αγίας Τριάδας
151, αρ. 325. Κάτω Βασιλικής, Παλιούρας 2004, 419.
17. Γαλάνη-Κρίκου - Τσουράτσογλου - Τσούρτη 2000, 126, 127, 22.23. 20. Σαββίδης 1991, 247-248.

97
ΙΩΑΝΝΑ Θ. ΚΩΣΤΗ

Εικ. 8. Χάλκινο νόμισμα από το Βυζαντινό Λουτρό.

κειται για ανώνυμο φόλλι (εικ. 8) με χρονολογία κοπής εται από μελετητές με την ίδρυση της αδελφότητας της
που τοποθετείται μεταξύ 976 - 1029/1035 περίπου21. Θεοτόκου της Ναυπακτιώτισσας24.
Εμπροσθότυπος: ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ Χριστός στον Με τα βίαια αυτά γεγονότα συνδέεται πιθανόν το
τύπο του Παντοκράτορα. Οπισθότυπος: εκτεταμένο στρώμα καταστροφής που εντοπίστηκε στο
IhSYS/ XRISTYS/bASILEY/bASILE κτίριο σε βάθος -2,40 ως -2,60 μ. Το βυζαντινό βαλανείο
Την εποχή αυτή ως γνωστό έχει αυξηθεί η εμπορική αλλάζει χρήση πιθανόν την υστεροβυζαντινή εποχή και
σημασία του λιμανιού της Ναυπάκτου και η πόλη αναφέ- μετατρέπεται σε οικία, όπως υποδεικνύει και ο σημα-
ρεται ως ενδιάμεσος σταθμός στα ταξίδια διπλωματών ντικός αριθμός χρηστικής κεραμικής αυτής της εποχής,
προς και από την Κωνσταντινούπολη22. Ωστόσο οι βυζα- χρήση που συνεχίζεται την οθωμανική περίοδο, όταν
ντινοί συγγραφείς Σκυλίτζης και Κεδρηνός αναφέρονται πλέον χτίζονται και λειτουργούν τα γειτονικά λουτρά
στο μεγάλο στασιαστικό κίνημα των Ναυπακτίων το που διατηρούνται σήμερα στο υπόγειο της οικίας Ταρα-
1026 εναντίον του ντόπιου στρατηγού Γεώργιου (Μω- μπίκου. Η κατάσταση διατήρησης των οικοδομικών λει-
ρογεώργιος σύμφωνα με ανώνυμο μητροπολίτη), που ψάνων του βυζαντινού λουτρού στο οικόπεδο Πέτρου
στρεφόταν κυρίως ενάντια στη φορολογική πολιτική είναι καλή, αλλά η έλλειψη συσχετισμού τους με αυτά
του αδελφού τού αυτοκράτορα Βασιλείου Β´, του Κων- που βρίσκονται στα όμορα οικόπεδα, που δεν έχουν
σταντίνου Θ´ (1025-1028)23. Ο Μωρογεώργιος συλλαμ- ανασκαφεί, δεν μας επιτρέπει υποθέσεις για το εάν πρό-
βάνεται και θανατώνεται από τους ντόπιους, οι οποίοι κειται για λουτρική εγκατάσταση που εξυπηρετούσε δη-
στη συνέχεια αντιμετωπίζουν τη βίαιη και σφοδρή τι- μόσιου ή ιδιωτικού χαρακτήρα κτίριο.
μωρία από τον αυτοκρατορικό στρατό. Η υποχρεωτική Το βυζαντινό λουτρό διατηρείται σήμερα σε κατάχω-
εξορία πολλών εκ των πρωτοστατών στη Θήβα συνδέ- ση και στη θέση του έχει ανεγερθεί πετρόκτιστη οικία.

21. Σαββίδης 1991, 140-141, 25.7. Grierson 1973, 634 κ.ε., πίν. XL-
VIII-LV.
22. Σαββίδης 1991, 249.
23. Σαββίδης 1991, 250. 24. Παλιούρας 2004, 39.

98
Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Λ Ο Υ Τ Ρ Ο . Ο Ψ Ε Ι Σ Τ Η Σ Κ Α Θ Η Μ Ε Ρ Ι Ν Η Σ Ζ Ω Η Σ Σ Τ Η Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Η Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο

Abstract
Byzantine bath. Aspects of the daily life at byzantine Nafpaktos

Ioanna Th. Kosti

T he archaeological research at the property of P. Pe-


trou in the area of the port of Nafpaktos, revealed
the existence of a part of the Byzantine bath. The dimen-
portance of Nafpaktos and the surrounding area has in-
creased probably because after 880 Nafpaktos becomes
the capital of the theme of Nikopolis and the bishopric of
sions of the Byzantine bath which was found are 11x4,15 Nafpaktos upgraded to the “Metropolis of Epirus vetus”
m. The full investigation of the monument was not pos- in replacement of the metropolis of Nikopolis probably
sible because the building extends NW to the property between 901 and 907. Also Nafpaktos has been in this
of Perati family and to the west to Plastira street. During period one of the most important places for mooring
the excavation was found the cistern, the caldarium, the ships of the Byzantine navy. A second Byzantine bronze
room of the hypocaust and the attached small external coin was found on the top of Wall 10. It is an anonymous
cistern of the water. The coins which found during the follis with chronology of cutting between 976-1029/1035
excavation give us important information for the chro- approximately.
nology of the bath. A Byzantine bronze coin (follis) The Byzantine bath probably changes use during the
of the emperor Leo VI (cutting chronology 886-912), post-Byzantine era and becomes a house, as the num-
which was found at the foundation of the bath, allowed ber of utilitarian pottery of this period suggests. This
us to place with security the erection of the building in use continues during the ottoman period, when baths
this period. nearby are been build and been used and reserved at the
During this era the strategic and commercial im- basement of Tarabikou house.

Βιβλιογραφία

Αγαπητού 2001: Γ. Α. Αγαπητού, «Τα λουτρά στη βυζαντινή Κατσαρός 1989: Β. Κατσαρός, «Από την Καθημερινή ζωή στο
λογοτεχνία», Τα λουτρά στην αρχαιότητα και στο Βυζά- “Δεσποτάτο” της Ηπείρου. Η μαρτυρία του μητροπολίτη
ντιο, εφ. Καθημερινή, Επτά Ημέρες (Κυριακή 13 Μαΐου Ναυπάκτου Ιωάννη Απόκαυκου», Πρακτικά Α´ Διεθνούς
2001), 26-28. Συμποσίου “Η Καθημερινή Ζωή στο Βυζάντιο” (Αθήνα 15-
Αθανασούλης 1998: Δ. Αθανασούλης, «Λουτρική εγκατάστα- 17 Σεπτεμβρίου 1988), ΚΒΕ/ΕΙΕ, Αθήνα 1989, 632-674.
ση στην Κοκκινοράχη Σπάρτης», Πρακτικά Ε´ Διεθνούς Κωνστάντιος 1981: Δ. Κωνστάντιος, «Ναύπακτος. Φρούριο»,
Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, τ. Β΄, Αθήναι ΑΔ 36 (1981), Β´2 Χρονικά, 293.
1998, 209 κ. ε. Κωνστάντιος 1982: Δ. Κωνστάντιος, ΑΔ 37 (1982), Β´2 Χρο-
Αθανασούλης - Ανδρούδης 2004: Δ. Χ. Αθανασούλης - Π. Αν- νικά, 278.
δρούδης, «Παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία του Κωνστάντιος 1991: Δ. Κωνστάντιος, «Προβλήματα προστασί-
“βυζαντινού λουτρού” του Κάστρου Ναυπάκτου», Πρα- ας και ανάδειξης των βυζαντινών μνημείων της Αιτωλο-
ακαρνανίας», Πρακτικά Α΄ Αρχαιολογικού και Ιστορικού
κτικά Β´ Αρχαιολογικού και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλο-
Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 21-23 Οκτωβρίου
ακαρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. 2, Αγρίνιο
1988), Αθήνα 1991, 603-609.
2004, 515-534.
Κωστή 2004: Ι. Κωστή, «Νέα αρχαιολογικά στοιχεία για το
Γαλάνη-Κρίκου - Τσουράτσογλου - Τσούρτη 2000: Μ. Γαλά-
Κάστρο της Ναυπάκτου», Πρακτικά Β´ Αρχαιολογικού
νη-Κρίκου - Ι. Τσουράτσογλου - Η. Τσούρτη, Συλλογή και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 29-
Ηλία Καντά. Βυζαντινά Νομίσματα, Αθήνα 2000. 31 Μαρτίου 2002), τ. 2, Αγρίνιο 2004, 587-599.
Γεωργοπούλου-Βέρρα 2004: Μ. Γεωργοπούλου-Βέρρα, «Άγνω- Λαμπροπούλου - Μουτζάλη 2003-2004: Α. Ι. Λαμπροπούλου
στο μέχρι σήμερα παλαιοχριστανικό συγκρότημα στα - Α. Μουτζάλη, «Πρωτοβυζαντινό λουτρό στην Πάτρα.
Αραχωβίτικα Αχαΐας», Θωράκιον. Aφιέρωμα στον Π. Λα- Τεκμήρια για την επιβίωση της πόλης κατά τους σκοτει-
ζαρίδη, Αθήνα 2004, 75-86. νούς χρόνους», Σύμμεικτα 16 (2003-2004), 315-336.
Γκράτσιου 1983: Ο. Γκράτσιου, «Ιωάννινα-Βυζαντινό Λου- Μαμαλούκος - Παπαβαρνάβας 2014: Σ. Μαμαλούκος - Μ.
τρό», ΑΔ 38 (1983), Β´2 Χρονικά, 245-249. Παπαβαρνάβας, «Από τον βυζαντινό επισκοπικό ναό
Γούναρης 1990: Γ. Γούναρης, Το βαλανείο και τα βόρεια προ- της Ναυπάκτου στο παρεκκλήσιο του Προφήτου Ηλιού.
σκτίσματα του Οκταγώνου των Φιλίππων, Αθήναι 1990. Παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία και την αρχιτε-

99
ΙΩΑΝΝΑ Θ. ΚΩΣΤΗ

κτονική των κτισμάτων στη θέση Προφήτης Ηλίας του Σαββίδης 1991: Α. Γ. Σαββίδης, «Η Ναύπακτος από τα πρωτο-
Κάστρου της Ναυπάκτου με βάση τα ευρήματα της ανα- βυζαντινά χρόνια ως την οθωμανική κατάκτηση», Πρα-
σκαφής του 2008», Το Aχαιολογικό Έργο της Εφορείας κτικά Α΄ Αρχαιολογικού και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτω-
Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην Αιτωλοακαρνανία και την λοακαρνανίας (Αγρίνιο 21-23 Oκτωβρίου 1988), Αγρίνιο
Λευκάδα (Ναύπακτος 2 Νοεμβρίου 2013), Ναύπακτος 1991, 246-297.
2014, 121-140.
Μπούρας 1982: Χ. Μπούρας, «Ένα βυζαντινό λουτρό στη Λα- Berger 1982: Α. Berger, Das Bad in der byzantinischen Zeit,
κεδαιμονία», ΑΕ 1982, 99-112. (Miscellanea Byzantina Monacensia 27), Μunich 1982.
Ξυγγόπουλος 1940: Ἀ. Ξυγγόπουλος, «Βυζαντινός λουτρών Farrington 1999: A. Farrington, «The Introduction and Spread
ἐν Θεσσαλονίκῃ», ΕΕΦΣΑΠΘ 5 (1940), 83-97. of Roman Bathing in Greece», in J. De Laine - D. E. John-
Ορλάνδος 1958: Ἀ. Ὀρλάνδος, Μοναστηριακὴ Ἀρχιτεκτονική, ston (eds.), Roman Baths and Bathing, Proceedings of the
Ἀθῆναι 1958. First International Conference on Roman Baths, Part 1:
Παλιούρας 2004: Α. Παλιούρας, Βυζαντινή Αιτωλοακαρνανία. Bathing and Society = JRA 37 (1999), 57-66.
Συμβολή στη Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή μνημειακή Ginouvès 1962: R. Ginouvès, Balaneutikè. Recherches sur le
τέχνη, Αγρίνιο 20042. bain dans l’antiquité grecque [Bibliothèque des Écoles
Παπαγεωργίου 2004: Β. Παπαγεωργίου, «Παλαιοχριστιανική Françaises d’Athènes et de Rome 200], Paris 1962.
Ναύπακτος», Πρακτικά Β´ Αρχαιολογικού και Ιστορικού Grierson 1973: P. Grierson, Catalogue of the Byzantine Coins in
Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου the Dumbarton Oaks Collection III, Basil I to Nikephorus
2002), τ. 2, Αγρίνιο 2004, 460-462. III (867-1081), Washington D.C. 1973.
Παπαδοπούλου 1992-93: Β. Παπαδοπούλου, «Βυζαντινά ανά- Mango 1981: C. Mango, «Daily Life in Byzantium», XVI In-
γλυφα αρχιτεκτονικά μέλη στην Αρχαιολογική Συλλογή ternationaler Byzantinistenkongress, Akten 1/1, JÖB 31/1
Ναυπάκτου», Ναυπακτιακά ΣΤ´ (1992-1993), 179-199. (1981), 327-353.
Παπανικόλα-Μπακιρτζή - Μαυρικίου - Μπακιρτζής 1999: Δ. Nielsen 1990: I. Nielsen, Thermae et Balnea, The Architecture
Παπανικόλα-Μπακιρτζή - Φ. Ν. Μαυρικίου - Χ. Μπακιρ- and Cultural History of Roman Baths, v. I-II, Aarhus Uni-
τζής, Βυζαντινή Κεραμική στο Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα versity, Aarhus 1990.
1999. Yegül 1992: F. Yegül, «Baths and Bathing in the Late Antique
Ραπτόπουλος 1998-99: Σ. Ραπτόπουλος, «Το βυζαντινό λου- and Early Byzantine World», Baths and Bathing in Classi-
τρό του Κάστρου της Ναυπάκτου - Τα λουτρά στη Ρω- cal Antiquity, Νew York 1992.
μαϊκή και Βυζαντινή Ελλάδα», Ναυπακτιακά Ι´ 2 (1998-
1999), 195-208.

100
« Τ Ο Π Ω Ν Υ Μ Ι Κ Α » Τ Ο Υ Κ Α Σ Τ Ρ Ο Υ Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ. Η Π Α Ρ Α Ν Ο Η Σ Η Μ Ι Α Σ Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ Μ Α Ρ Τ Υ Ρ Ι Α Σ

«Τοπωνυμικά» του κάστρου της Ναυπάκτου.


Η παρανόηση μιας ιστορικής μαρτυρίας

Κώστας Λάππας, Μαρία Καζανάκη-Λάππα

Ας μου επιτραπεί αρχίζοντας ένας προσωπικός τόνος: να εκφράσω τη χαρά μου που ξαναβρίσκομαι στο γνώριμο
περιβάλλον της Ναυπάκτου, με τους ανθρώπους που δουλέψαμε μαζί την τελευταία χρονιά της θητείας μου στην
Αρχαιολογική Υπηρεσία, οι οποίοι συνεχίζουν δημιουργικά το έργο της 22ης Εφορείας και να τους ευχαριστήσω για
την πρόσκληση στην ημερίδα. Να πω ακόμη ότι η ανακοίνωση αυτή αφιερώνεται στη μνήμη του Νίκου Καπώνη,
γιατί μαζί του ξεκίνησαν οι συζητήσεις για τις ονομασίες του κάστρου της Ναυπάκτου και σχεδιάστηκε μια
συνεργασία με τον Κώστα Λάππα στην οποία ο Νίκος θα έκανε την αρχαιολογική τεκμηρίωση. Όπως ξέρουμε όλοι
όσοι τον γνωρίσαμε, ο Νίκος διακρινόταν για το πάθος του για την έρευνα και τη βαθιά γνώση των αρχαίων, των
βυζαντινών και των μεταγενέστερων μνημείων. Έτσι θα τον θυμόμαστε.
M. Κ.

Σ τις περιγραφές του κάστρου της Ναυπάκτου υπάρ-


χει από τον 19ο αιώνα μια παρανόηση, που αφορά
την ονομασία των επάλληλων διαζωμάτων του. Το κα-
επισκεύασε τα τείχη, φρόντισε για την εκβάθυνση της
τάφρου και για την οικοδόμηση ενός χώρου για την
αποθήκευση των πολεμοφοδίων και των προμηθειών
θένα από τα διαζώματα, δηλαδή, εμφανίζεται να έχει κά- που στέλνονταν από τη Βενετία. Μερίμνησε επίσης
ποιο δικό του όνομα, πράγμα που δεν ανταποκρίνεται για την αποκατάσταση αδικιών στους αδύνατους, τη
στην πραγματικότητα. Στην ανακοίνωσή μας θα προ- μισθοδοσία των στρατιωτών και τον διορισμό ικανών
σπαθήσουμε να εξηγήσουμε πώς προέκυψε η παρανό- ανθρώπων. Στα Diarii έχει επίσης καταχωρισθεί το γνω-
ηση αυτή. στό σκαρίφημα του 14992, που παρουσίασε σε μελέτη
Τον Δεκέμβριο του 1498, όταν η τουρκική απειλή για του ο Αργύρης Πετρονώτης (εικ. 1): ένα σχεδιάγραμμα
την περιοχή της Ναυπάκτου ήταν πια φανερή, ο Piero του κάστρου της Ναυπάκτου που έγινε επί τόπου από
Sanudo, σύνδικος, προνοητής και avogador της Βενετίας κάποιο βενετό μηχανικό, ο οποίος σημειώνει με κόκκινο
στην Ανατολή, συντάσσει μια αναφορά προς τις βενε- μελάνι παρατηρήσεις για την αμυντική ικανότητα του
τικές αρχές. Η αναφορά μάς είναι γνωστή γιατί κατα- κάστρου, τις διαστάσεις της τάφρου και ενός πύργου,
χωρήθηκε από τον μεγάλο χρονικογράφο της Βενετίας στοιχεία που εντάσσονται στο πλαίσιο της προετοιμασί-
Marin Sanudo (1466-1536) στα Diarii1, τα ημερολόγια, ας για την αντιμετώπιση των Τούρκων3.
όπου ο βενετός πατρίκιος κατέγραφε καθημερινά κάθε Ο ίδιος o Piero Sanudo, έχοντας προφανώς συνει-
είδους γεγονότα, απεικονίζοντας τη ζωή σε όλες της τις δητοποιήσει την αμεσότητα του κινδύνου, σημειώνει
όψεις και παρέχοντας μια ανεκτίμητη εικόνα της εποχής ότι γνωρίζοντας πως «στην περιοχή αυτή [της Ναυπά-
του. Στην αναφορά του, που φέρει ημερομηνία 1 Δεκεμ- κτου] υπάρχουν τέσσερα πολύ σημαντικά φρούρια, ο Γα-
βρίου, ο βενετός προνοητής επαινεί τον προηγούμενο λατάς (Galata), το Περιθώριο (Peritorio), το Βρωμιάρι
προνοητή Viaro, που είχε πεθάνει το καλοκαίρι, και το (Uromiari) και το Νεόκαστρο (Neokastro), που είναι τα
έργο του στη Ναύπακτο. Ο Viaro, λέει ο Piero Sanudo,
2. Sanuto 1879, μετά τη στ. 534. Για άλλα σχέδια της Ναυπάκτου βλ.
Μαρίνου 1985. Πετρονώτης 1992-93. Λιάτα - Τσικνάκης 1998, 106-107.
1. Sanuto 1879, στήλη 292 κ.ε. 3. Πετρονώτης 1992-93, 224-226, 308-309.

101
Κ Ω Σ ΤΑ Σ Λ Α Π Π Α Σ , Μ Α Ρ Ι Α Κ Α Ζ Α Ν Α Κ Η - Λ Α Π Π Α

Εικ. 1. Σχεδιάγραμμα του κάστρου της Ναυπάκτου (1499) από τα Diarii του Marin Sanudo.

κλειδιά της Ναυπάκτου»4, έστειλε τον ικανότατο Zuan πόρτες ήταν ανοιχτές. Το τρίτο φρούριο, το Νεόκαστρο,
Moscho cavalier να ελέγξει τις φρουρές, να δει τον εξο- όχι μόνο ήταν ερειπωμένο αλλά και οι επάλξεις του δεν
πλισμό των φρουρίων, να διαπιστώσει αν η συλλογή των ήταν επαρκείς.
φόρων ήταν σωστή και να κάνει γνωστό στους φτωχούς Ο Moscho υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα των τριών
χωρικούς, ότι μπορούν να διαμαρτυρηθούν στον μεγάλο φρουρίων, που είναι «οι πόρτες» για την περιοχή γιατί
βενετό αξιωματούχο για κάθε αδικία που έχουν υποστεί. ελέγχουν τους τρεις δρόμους από τους οποίους φτάνει
Ο Moscho πράγματι εξετέλεσε την αποστολή και επι- κανείς στη Ναύπακτο και παρατηρεί, ότι θα αρκούσαν
στρέφοντας έδωσε προφορικά την αναφορά του στις 18 τα φορολογικά έσοδα της περιοχής των φρουρίων δύο
Νοεμβρίου 1498, η οποία καταγράφηκε από τον νοτάριο χρόνων μόνο, για να ενισχυθούν τα τείχη, να επισκευα-
του προνοητή, επειδή ο ίδιος δεν ήξερε να γράφει με λα- σθούν οι δεξαμενές και οι χώροι διαβίωσης των στρατι-
τινικούς χαρακτήρες. Η μαρτυρία αυτή καταχωρίσθηκε ωτών, και ότι μικρός εξοπλισμός και λίγα πολεμοφόδια
στη συνέχεια του εγγράφου που στάλθηκε στη Βενετία5. θα αρκούσαν για να γίνουν τα φρούρια απόρθητα.
Μεταφέροντας προφανώς το οδοιπορικό που ακο- Τα φρούρια που περιγράφονται παραπάνω είναι γνω-
λούθησε, o Moscho αρχίζει τη διήγησή του από το στά από μελέτες σχετικές με την ιστορία και την αρχαιο-
κάστρο του Περιθωρίου περιγράφοντας την κακή κα- λογία της Ναυπάκτου6 (εικ. 2). Το Περιθώριο βρίσκεται
τάσταση των τειχών του, «που σε ορισμένα σημεία δεν σε ένα ύψωμα του βουνού Βαράσοβα, ανατολικά του
έχουν ασβεστοκονίαμα και είναι μόνο οι πέτρες», τη σπα- ομώνυμου χωριού, και σώζεται σήμερα μέρος των τει-
σμένη δεξαμενή, την έλλειψη πολεμοφοδίων και τη μι- χών του. Το κάστρο Uromiari (Βρωμιάρι και πολύ αργό-
κρή κακοπληρωμένη φρουρά. Σε χειρότερη κατάσταση τερα Βρώμιαρη) βρίσκεται 15 χιλιόμετρα βορειοδυτικά
λέει ότι είναι το κάστρο Βρωμιάρι (Uromario) όπου δεν της Ναυπάκτου, στην περιοχή του Βενέτικου, στην κο-
υπήρχε καθόλου φρουρά, μόνο μια γριά γυναίκα, και οι ρυφή κωνικού λόφου, πάνω από τον οικισμό Καστράκι.
Το κάστρο αναφέρεται στη γνωστή επιστολή του 1481
4. Σε άλλο σημείο της αναφοράς του ο Piero Sanudo μιλάει για τρία που απευθύνει ο Μωάμεθ ο Β΄ ο Πορθητής στον δόγη
φρούρια (Perytori, Uromiari και Neokastro) και δύο χωριά (casali), Galata
και Milisca.
5. Sanuto 1879, στ. 293-294. 6. Schmitt 1997, 78 κ.ε. Σιαμαντάς 2006, 115 κ.ε.

102
« Τ Ο Π Ω Ν Υ Μ Ι Κ Α » Τ Ο Υ Κ Α Σ Τ Ρ Ο Υ Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ. Η Π Α Ρ Α Ν Ο Η Σ Η Μ Ι Α Σ Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ Μ Α Ρ Τ Υ Ρ Ι Α Σ

Εικ. 2. Χάρτης της περιοχής της Ναυπάκτου όπου σημειώνεται η θέση των φρουρίων.

της Βενετίας Giovanni Mocenigo, στην οποία ορίζονται μεινε ως το 1866 οπότε επιστράφηκε στη Βενετία. Στη
τα σύνορα της βενετικής επικράτειας με την τουρκική Βιέννη το είδε και το χρησιμοποίησε εκτενώς ο γνωστός
και καθορίζεται η περιοχή της Ναυπάκτου ως εκτεινόμε- αυστριακός ιστορικός Joseph von Hammer στο μνημει-
νη από τον Εύηνο ως τον Μόρνο: «ἔτι περὶ τοῦ συνόρου ώδες έργο του Geschichte des osmanischen Reiches (1827-
τοῦ Ναυπάκτου, ὅπερ ἄρχεται ἀπὸ τῆς εἰσβολῆς τῆς πρὸς 1835).
τὴν θάλασσαν τοῦ ποταμοῦ τοῦ λεγομένου Ὀφιδάρου Στον δεύτερο τόμο του έργου αυτού (1828) ο Ham-
καὶ ἀνερχόμενον διέρχεται ἀπὸ τὸ κάστρον τὸ λεγόμενον mer, αναφερόμενος στην κατάκτηση της Ναυπάκτου
Βρομιάριν...»7. Με το κάστρο αυτό έχει ασχοληθεί σε άρ- απο τους Οθωμανούς το 1499, κάνει μια σύντομη περι-
θρο του ο Κ. Τριανταφυλλίδης8. Τέλος το φρούριο του γραφή του κάστρου της9, χρησιμοποιώντας ως πηγές τα
Νεοκάστρου βρίσκεται στα βόρεια της Ναυπάκτου, ανά- Diarii του Sanudo (Chronik τα ονομάζει) και ένα σχέ-
μεσα στα χωριά Μαμουλάδα και Νεόκαστρο, και έχουν διο του κάστρου, του V. Coronelli10 (εικ. 3). Μιλώντας ο
διασωθεί απ᾽ αυτό μόνο ερείπια. Hammer για το κάστρο της Ναυπάκτου, γράφει τα εξής:
Ας ξαναγυρίσουμε όμως στα Diarii του Marin «Το κάστρο (Festung) του Lepanto υψώνεται στην πλα-
Sanudo. Το σπουδαίο αυτό έργο, το οποίο ο συντάκτης γιά ενός βουνού με κωνικό σχήμα και έχει τρία φρούρια
του κληροδότησε στο βενετικό κράτος προς φύλαξη (Castellen), τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο» (στο
και χρήση, έμεινε ανέκδοτο ως τα τέλη του 19ου αιώνα. σημείο αυτό παραπέμπει στο «κακό» σχέδιο, όπως το
Εκδόθηκε στα 1879-1903 στη Βενετία από ομάδα ιστο- χαρακτηρίζει, του Coronelli). Και συνεχίζει: «το πρώτο
ρικών σε 58 τόμους. Αρκετά πριν όμως είχε αρχίσει να [φρούριο] ονομάζεται Peritorio, το δεύτερο Uromasio
αξιοποιείται ως ιστορική πηγή από το χειρόγραφο που (αντί Uromario, όπως καταγράφεται στη μαρτυρία του
βρίσκεται σήμερα στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη της Βενε- Zuan Moscho) και το τρίτο Neo Castron. Τα φρούρια
τίας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις αρχές του 19ου αυτά παρότι είναι οχυρωμένα καλά τόσο από τη φύση
αιώνα, στα χρόνια της αυστριακής κατοχής της Βενετί- όσο και από την τέχνη, είχαν παραμεληθεί τον τελευταίο
ας, το χειρόγραφο μεταφέρθηκε στη Βιέννη, όπου παρέ- καιρό, και τα τείχη, χωρίς ασβεστοκονίαμα, ήταν εν μέρει

7. Miklosich - Müller 1865, 307. 9. Hammer 1828, 318-319.


8. Τριανταφυλλίδης 1991. 10. Coronelli 1686, μετά τη σ. 230.

103
Κ Ω Σ ΤΑ Σ Λ Α Π Π Α Σ , Μ Α Ρ Ι Α Κ Α Ζ Α Ν Α Κ Η - Λ Α Π Π Α

Εικ. 3. Σχέδιο του κάστρου της Ναυπάκτου του V. Coronelli (1686).

ερειπωμένα. Γι᾽ αυτό ο ρέκτορας Zuane Mori θεώρησε ότι φρουρίων αυτών στα Castellen του κάστρου της Ναυπά-
εδικαιούτο να παραδώσει το κάστρο όταν εμφανίστηκε κτου. Πρόκειται για μια ακατανόητη πραγματικά σύγχυ-
μπροστά στο λιμάνι ο τουρκικός στόλος». ση, δεδομένου ότι στην αναφορά του 1498 είναι σαφέ-
Είναι φανερό ότι ο Hammer παρανοεί εδώ, κατά πε- στατο ότι τα τρία φρούρια βρίσκονταν στην περιφέρεια
ρίεργο τρόπο, τα Diarii του Sanudo. Πριν όμως σχολι- της Ναυπάκτου. Παρασύρθηκε άραγε από το σχέδιο του
άσουμε την παρανόηση αυτή, θα πρέπει να πούμε δυο Coronelli; Όπως και να έχουν τα πράγματα, η παρανόη-
λόγια για το σχέδιο της Ναυπάκτου του Coronelli, το ση του Hammer «χάρισε» σε τρία από τα διαζώματα του
οποίο έχει υπόψη του ο Hammer. Στο σχέδιο αυτό ο κάστρου από ένα όνομα.
Coronelli αντιγράφει, ή πιο σωστά χρησιμοποιεί, ένα Το λάθος του Hammer θα αναπαραγάγει μερικές δε-
ανάλογο σχέδιο του J. Spon11 (εικ. 4). Και στα δύο σχέδια καετίες αργότερα ο γνωστός αρχειοδίφης και ιστορικός
(του Spon και του Coronelli) το κάστρο της Ναυπάκτου Κων. Σάθας. Το 1865, στην εισαγωγή του βιβλίου του
εμφανίζεται με τρία εγκάρσια τείχη, που σχηματίζουν Χρονικόν ἀνέκδοτον Γαλαξειδίου ο Σάθας αναφέρεται
τέσσερα διαζώματα, και με την ακρόπολη στην κορυφή. εκτενώς στην ιστορία της Ναυπάκτου και κάνει μια πε-
Στο κείμενό του όμως ο Spon κάνει λόγο για τέσσερα ή ριγραφή του κάστρου της: «Ἡ Ναύπακτος, κεῖται ἐπὶ τῆς
πέντε τείχη (murailles), ενώ ο Coronelli που τον αντι- μεσημβρινῆς κρημνώδους κλιτύος τοῦ ὄρους Πίνδου (῾Ρι-
γράφει για τέσσερα. Δεν θα σχολιάσουμε τις διαφορές γάνι), τοῦ ὁποίου αἱ γυμναὶ κορυφαὶ ἁμιλλῶνται κατὰ τὸ
αυτές. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι η παρανόηση ὕψος πρὸς τὰς τοῦ Ταφίου (Κλοκόβου). Παριστᾷ σχῆμα
του Hammer. πυραμίδος, καὶ βαθμηδὸν ἀνερχομένη διαιρεῖται εἰς πέ-
Στηριζόμενος στα Diarii του Sanudo και στο σχέδιο ντε ἀνωμάλους περιβόλους, ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ τελευ-
του Coronelli, ο Hammer ταυτίζει τα τρία διαζώματα ταίου τῶν ὁποίων ὑψοῦται τὸ φρούριον»12. Ο ίδιος σχο-
του σχεδίου του Coronelli (τα οποία ονομάζει, όπως εί- λιάζοντας τα σχετικά με τους περιβόλους του κάστρου,
δαμε, Castellen) με τα τρία φρούρια, για τα οποία γίνεται υποσημειώνει: «Οἱ Coronelli καὶ Μάρκος Σανοῦδος
λόγος στην αναφορά του 1498 και δίνει τα ονόματα των τρεῖς ἀναφέρουσι [περιβόλους] καλουμένους, Peritorio,

11. Spon et Wheler 1679, πριν από τη σ. 25. 12. Σάθας 1865, 38-39.

104
« Τ Ο Π Ω Ν Υ Μ Ι Κ Α » Τ Ο Υ Κ Α Σ Τ Ρ Ο Υ Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ. Η Π Α Ρ Α Ν Ο Η Σ Η Μ Ι Α Σ Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Η Σ Μ Α Ρ Τ Υ Ρ Ι Α Σ

Εικ. 4. Σχέδιο του κάστρου της Ναυπάκτου


του J. Spon (1679).

Uramasio καὶ Neo-Castron». Στην πραγματικότητα όμως έχουν τα πράγματα, ήταν σχεδόν αδύνατο να αναγνω-
ο Σάθας δεν φαίνεται να είδε ούτε τον Coronelli ούτε ριστεί πίσω από τα ονόματα αυτά το βυζαντινό κάστρο
τα Diarii του Sanudo (τον οποίο μάλιστα αναφέρει ως Βρωμιάρι. Είναι χαρακτηριστικό εξάλλου ότι σε μια ελ-
Μάρκο αντί Μαρίνο). Πηγή του είναι, χωρίς να το λέει, ληνική μετάφραση της Ιστορίας του Hammer, από τα
ο Hammer, και ειδικότερα μια γαλλική μετάφραση της γαλλικά, ο μεταφραστής Κων. Κροκιδάς θα μεταγράψει
Ιστορίας του για την Οθωμανική Αυτοκρατορία13. Τις με ελληνικούς χαρακτήρες το Uromasio ως Οὐρομάζι-
παραπομπές στον Coronelli και τον Sanudo ο Σάθας ον14.
τις παίρνει από τον Hammer και τις παρανοεί, καθώς Την ονοματολογία του κάστρου της Ναυπάκτου δεν
εμφανίζει ανακριβώς και τους δύο (τον Coronelli και την πρόσεξε ή την αγνόησε ως ατεκμηρίωτη η ιστορική
τον Sanudo) να δίνουν ονόματα στους περιβόλους του και αρχαιολογική έρευνα. Από τις αρχές της δεκαετίας
κάστρου της Ναυπάκτου. Ανεξάρτητα απ᾽ αυτό όμως, του 1980 όμως, αν δεν κάνουμε λάθος, η παρανόηση του
τα σχετικά με την ονοματοδοσία ο Σάθας τα βάζει σε Hammer ήρθε και πάλι στην επικαιρότητα μέσω κυρίως
υποσημείωση χωρίς να τα σχολιάζει, πράγμα που δείχνει του Σάθα. Τουριστικοί οδηγοί, βιβλία για τα ελληνικά
ίσως μια αμηχανία. κάστρα, καθώς και ένα μέρος της τοπικής ιστοριογραφί-
Ας σημειωθεί ακόμη ότι ο Σάθας αναπαράγει, άθε- ας, θα «επισημοποιήσουν» τη λανθασμένη ονοματοθε-
λά του, και ένα λάθος της γαλλικής μετάφρασης του σία, δίνοντας σε τρία διαζώματα του κάστρου της Ναυ-
Hammer την οποία χρησιμοποιεί. Στη μετάφραση το πάκτου τα ονόματα τριών βυζαντινών φρουρίων της πε-
Uromasio του Hammer (που και αυτό δεν είναι σωστό) ριοχής15. Κι αυτό εξαιτίας ενός ακατανόητου λάθους του
είχε γίνει Uramasio και αυτό τον τύπο κρατάει και ο Hammer και μιας αμήχανης υποσημείωσης του Σάθα.
Σάθας. Έτσι από το αρχικό Uromiari ή Uromario, που
δίνουν τα Diarii του Sanudo, φτάνουμε στα ακατανόη- 14. Χάμμερ 1872, 52. Ο μεταφραστής έλαβε υπόψη του, εκτός από τη
τα Uromasio και Uramasio, που οφείλονται πιθανώς σε γαλλική μετάφραση του J. J. Hellert (Hammer 1836), και τη μετάφραση
αντιγραφικά ή τυπογραφικά λάθη. Αλλά όπως και να του [Louis] Dochez (Hammer 1844, 378), όπου Uromasio, ενώ παράλλη-
λα έκανε και αντιβολή με τη γερμανική έκδοση.
15. Βλ. για παράδειγμα, Οικονόμου 1980, 67 κ.ε. και Σφηκόπουλος
13. Hammer 1836, 57-58. 1981, 150 κ.ε.

105
Κ Ω Σ ΤΑ Σ Λ Α Π Π Α Σ , Μ Α Ρ Ι Α Κ Α Ζ Α Ν Α Κ Η - Λ Α Π Π Α

Abstract
Toponyms of the castle of Lepanto. A misconception of an historical evidence

Costas Lappas, Maria Kazanaki-Lappa

A misconception is frequently found in some de-


scriptions of the castle of Lepanto (Nafpaktos): the
three successive landings of the castle are given distinc-
pert in the service of Venice. In the above texts of the
Diarii, are described three known forts in the Nafpaktos
area which are named Peritorio, Uromiari or Uromario
tive names, which, however, do not correspond to reality. –the Byzantine castle Vromiarin– and Neokastro. It is
The misunderstanding may be traced back to the apparent that Hammer misread the relevant documents
work of the Austrian historian Joseph von Hammer, and gave the names of these three forts to the landings of
Geschichte des osmanischen Reiches (1827-1835). In the the fortress of Lepanto.
second volume of his work (1828) Hammer says that The mistake of Hammer was reproduced by Constan-
the castle of Nafpaktos has three Kastellia (Castellen), tine Sathas in his book Χρονικόν ανέκδοτον Γαλαξειδίου
to which he gives specific names: the first, he writes, is (Unpublished Chronicle of Galaxidi) in 1865. Much
called Peritorio, the second Uromasio and the third Neo later, around the beginning of the 1980s, travel guides,
Castron. The sources used by Hammer are mainly the books on Greek castles and local history, drawing mainly
Diarii of Marin Sanudo and especially a report (Decem- from Sathas, reproduced the wrong naming, offering to
ber 1498) by Piero Sanudo, Sindico Proveditor and Avo- the three landings of the fortress of Lepanto the names
gador of Venice in the East, and an accompanying report of three Byzantine forts that are located elsewhere in the
(November 1498) of cavalier Zuan Mosco, a Greek ex- district of Nafpaktos.

Βιβλιογραφία

Λιάτα - Τσικνάκης 1998: Με την Αρμάδα στο Μοριά 1684- Coronelli 1686: Mémoires historiques et géographiques du
1687. Ανέκδοτο ημερολόγιο με σχέδια, Εισαγωγή-επιμέ- Royaume de la Morée, Negrepont, et des places maritimes,
λεια: Ευτυχία Δ. Λιάτα, Μεταγραφή κειμένου: Κ. Γ. Τσι- par P. M. Coronelli, Amsterdam 1686.
κνάκης, ΚΝΕ/ΕΙΕ 66, Αθήνα 1998. Hammer 1828: Geschichte des osmanischen Reiches, Grossent-
Μαρίνου 1985: Γ. Χ. Μαρίνου, «Η αρχιτεκτονική της Ναυπά- heils aus bisher unbenützten Handschriften und Archiven
κτου κατά την Ενετοκρατία και την Τουρκοκρατία», ΗΧ durch Joseph von Hammer, v. ΙΙ, Pest 1828.
27 (1985) 127-138, πίν. 13-20. Hammer 1836: Histoire de l’empire Ottoman depuis son origine
Οικονόμου 1980: Κ. Οἰκονόμου, Ναύπακτος. Ἱστορικός καί jusqu’ à nos jours par J. de Hammer. Traduit de l’Allemand,
Τουριστικός Ὁδηγός, Ἀθήνα 1980. par J. J. Hellert, v. IV, Paris 1836.
Πετρονώτης 1992-93: Αρ. Πετρονώτης, «Οθωμανικά αρχιτε- Hammer 1844: Histoire de l’empire Ottoman, depuis son
κτονήματα Ναυπάκτου [İnebahtı]», Ναυπακτιακά ΣΤ´ origine jusqu’ à nos jours, par M. de Hammer. Traduite
(1992-93), 221-352.
de l’Allemand sur la deuxième édition, par M. Dochez, v.
Σάθας 1865: Κ. Ν. Σάθας, Χρονικόν ἀνέκδοτον Γαλαξειδίου, ἤ
Ι, Paris 1844.
Ἱστορία Ἀμφίσσης, Ναυπάκτου, Γαλαξειδίου, Λοιδορικίου
Miklosich - Müller 1865: Fr. Miklosich - Ios. Müller, Acta et
καὶ τῶν περιχώρων, Ἀθῆναι 1865.
Σιαμαντάς 2006: X. I. Σιαμαντάς, Στο Λεπάντο του Λεβάντε. Diplomata Graeca, v. ΙΙΙ, Wien1865.
Iστορικά στοιχεία για τη Nαύπακτο από τον 6o αιώνα μ.X. Sanuto 1879: I Diarii di Marino Sanuto, v. II, ed. G. Berchet,
έως το 1829, Nαύπακτος 2006. Venezia 1879. Βλ. και την ηλεκτρονική έκδοση: http://
Σφηκόπουλος 1981: Ι. Θ. Σφηκόπουλος, Μεσαιωνικά κάστρα www.liberliber.it/mediateca/libri/s/sanudo/i_diarii_
και πύργοι στη Ρούμελη, Αθήνα 1981. tomo_ii/pdf/sanudo_i_diarii_tomo_ii.pdf
Τριανταφυλλίδης 1991: Κ. Ι. Τριανταφυλλίδης, «Το φρούριο Schmitt 1997: O. J. Schmitt, «Geschichte Lepantos unter Ve-
“Βρωμιάριν” στο Βενέτικο Ναυπακτίας. Συμβολή στη nezianerherrschaft (1407-1499)», Südost-Forschungen 56
μελέτη των παραποτάμιων οχυρώσεων», Πρακτικά Α΄ (1997), 43-103.
Αρχαιολογικού και Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνα- Spon et Wheler 1679: Voyage d’Italie, de Dalmatie, de Grèce, et
νίας (Αγρίνιο 21-23 Οκτωβρίου 1988), Αγρίνιο 1991, 340- du Levant, fait és années 1675 et 1676, par Jacob Spon et
361, σχέδ. 1-4, πίν. 69-72. George Wheler, v. ΙΙ, Amsterdam 1679.
Χάμμερ 1872: Ἱστορία τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας ὑπὸ Ι.
Χάμερ, ἐξελληνισθεῖσα ὑπὸ Κωνσταντίνου Σ. Κροκιδᾶ, τ.
Γ΄, Ἀθῆναι 1872.

106
N U M I S M AT I C I N D I C AT I O N S O F H I S T O R I C A L C O N T I N U I T Y

Numismatic indications of historical continuity:


ancient Greek and Roman coins
from the Byzantine site of Aghios Georgios / Aitoloakarnania

Katerini Liampi

F ound in a cemetery around a Middle Byzantine


church at the site of Aghios Georgios in the Munici-
pality of Messolonghi during the course of excavations
which is confluent with that of Aitolia4. The flourish-
ing5 Hellenistic city was destroyed by the Macedonian
king Philip V and the Epirotes when they joined forces
in 2010-2013 were Greek, Roman, Byzantine in great against Thermos (218 BC) in order to take revenge on
numbers and Venetian coins1. The burials were super- the Aitolians for their fierce ravaging, the year before,
imposed: beneath the Byzantine, Roman burials were of the sanctuaries of Dodona and Dion. After 146 BC
found and, at a lower level, Hellenistic. Although few in Aitolia became part of the provincia Achaia and under
number so far, the coins are of interest. They are chara- Augustus, in 14 BC her coastal areas were placed under
cteristic examples of the Greek and Roman issues and the colonia Patrensis; prior to this, in 31 BC, many of Ai-
the continuous presence of the coins in the area suggests tolia’s inhabitants had already moved to Nikopolis (see
almost uninterrupted use of the cemetery. There appears below, n. 63).
to have been no systematic re-use of all the older graves, Like the other Aitolian cities, Kalydon was not nu-
but some few were retained. mismatically active, since the Aitolian Koinon controlled
The Middle Byzantine cemetery church and the the exclusive production of silver and bronze and occa-
cemetery occupy a hillside. On the other side of the hill sionally gold coinage6.
and beyond, on a neighbouring hill, Aitolian Kalydon2 In Kalydon itself, as excavations in three areas of the
developed and flourished. It is certain that the origi- city have shown7, a considerable number of coins were in
nal cemetery belongs to the ancient city3, the history of circulation (162). Their chronological horizon covers the
period from Late Classical times to the Roman occupa-
tion, including also five Venetian coins, but no Byzantine
1. The Director of the 22nd Ephorate of Byzantine Antiquities, Dr.
Ioannis Houliaras has generously entrusted me with study and publica- at all. The presence of the bronze issues of the Aitolian
tion of the coins found in the rescue excavations at the site. I should like Koinon predominated, comprising practically all the
to express my warmest thanks. I also thank the archaeologist, Katerina
Chamilaki, for the valuable information she has given me about the ex-
types.
cavation evidence.
2. The location of Kalydon has been identified securely on the slopes
of the mountain Arakynthos, at a central point in the Southeast coastal 4. Freitag - Funke - Moustakis 2004, 384; Saranti 2008, 392-394; Pa-
zone of Aitoloakarnania, near the river Euenos. It had its own harbour papostolou 2014, 30-73.
(now Kryoneri) near the spring Kalliroe (Paus. 7.21.5). For its location, 5. The city reached an acme during Hellenistic times, as is evident
see Freitag - Funke - Moustakis 2004, 384 (with relevant bibliography); from archeological remains and significant finds, see Saranti 2008, 392-
Saranti 2008, 392; Kalydon I, 37-46. 396; Kalydon I-ΙΙ, at many sites (fortifications, architecture, sculpture, pot-
3. Kalydon is characterized as a polis with the urban (Ps.-Skylax tery). Her great cult centre was the Laphrion. This included the temples of
35) and political dimension of the term (IG IX2 1 140.1). The ethnic Artemis Laphria –with a chryselephantine statue, now lost (Paus. 7.18.10-
Καλυδώνιος is known from the literary sources (Xen., Hell. 4.6.1; Lys. 11), which was taken by the Romans to Patrae– and Apollo Laphrios, see
13.71) and inscriptions (IG IX2 1 140.1; SEG 32, 550; IG Ι3 102 and add. Antonetti 1990, 245-263; Freitag - Funke - Moustakis 2004, 384; Saranti
946). References to its institutions are few; we know that eponymic offi- 2008, 392-395. Reported too is the worship of a host of other divinities, see
cials were two δαμιουργοί (IG IX2 1 138) and that probably in 355 BC, the Saranti 2008, 392-396.
city was visited by theorodokoi from Epidauros (IG IV2 195.7). See Freitag 6. Tsangari 2007, passim.
- Funke - Moustakis 2004, 384. 7. Alexopoulou - Sidiropoulos 2011, 449-577.

107
K AT E R I N I L IA M P I

The Hellenistic coins from the site of Aghios Geor­ Rev. As above, but without grapes.
gios are issues of the Aitolian Koinon, with a few foreign 4. Ν 57, trench K3, 29.07.2011
specimens. Their finding places have been carefully re­ 2.60g 15mm 1:00 pl. 1, 3
corded by the excavators. Yet the disturbance of the area, 5. Ν 93, trench Δ7, 8.10.2012
through superimposed burials during antiquity, does 1.33g 14mm 6:00
not allow us to say with certainty from which grave each Liampi 1995­1996, 104, no. 4a; Tsangari 2007, nos. 277­
and every specimen came; nor whether they formed 331.
small ensembles together with other objects as offerings
of a single burial. We have at our disposal: a) a Helle­ Series 4, Gr. ΙI, 220-205 BC
nistic grave which has as an offering only one coin, b) a obv. Laureate head of Apollo r.
Hellenistic grave containing a coin and pottery (burial
group), c) a small hoard, which was not found in a grave, Rev. ΑΙΤΩ / ΛΩΝ. Star and between spearhead and
d) and finally, a Roman grave, containing a grave hoard jaw­bone of boar, grapes, l.
of bronze coins and other metal and ceramic objects 6. Ν 148, Trench 21, grave 365, burial Α, 16.12.2013
(burial group). 3.24g 17mm 9:00 pl. 1, 4
Included in the present study are the ancient Greek Liampi 1995­1996, 104, no. 4f; Tsangari 2007, nos. 1001­
and the Roman coins to the period of the Tetrarchy. 1021.
Although coins of the Tetrarchy and in general of Late
Antiquity were found in the excavated area, they will be Rev. As above, but ΚΛΕΙ between spearhead and jaw­
presented after their necessary conservation. Moreover, bone of boar, grapes, l.
with Diocletian and the administrative changes he in­ 7. Ν 89, trench 42, 0.49m from the Northern aisle of the
troduced, and the subsequent reform of the coinage, the church, 16.08.2012
prelude to another age begins. 3.80g 16mm 9:00 pl. 1, 5
Liampi 1995­1996, 104, no. 4n; Tsangari 2007, nos. 1022­
CATALoGuE 1065.
Ionian Street, location St. George, sector Β, Middle By­
zantine church. Peloponnese
Corinth
Aitolian League
Bronze, c. 303-287 BC
Series 2, Gr. 1, 323-300/290 BC obv. Pegasos flying l., below .
obv. Head of Atalante wearing kausia r. Rev. Trident upwards, to l. Nike or Tyche (?), to r. N in
Rev. ΑΙΤΩ / ΛΩΝ. Spearhead l., below r., bunch of wreath (?).
grapes. 8. N 133, trenches ΓΟ­Γ1, grave 115, 20.5.2013
1. Ν 111, trench E5­E6, purification of bones from se­ 1.87g 12mm 12:00 pl. 1, 6
condary burials 57, 22.11.2012 BCD Korinth 267 (Nike), 268­269 (Tyche).
4.57g 16mm 4:00 pl. 1, 1
2. Ν 46, 2.05.2011
Sikyon
4.92g 18mm 8:00
Tsangari 2007, nos. 72­119. Bronze, c. 196-c. 146 BC
obv. Dove flying l., above tail, ΦΙ.
Series 3, Gr. Ι, 300/290-220 BC Rev. ΣI within olive wreath with ties above.
obv. Laureate head of Apollo r. 9. N 105, trench E5, 14.1.2012
Rev. ΑΙΤΩ / ΛΩΝ. Spearhead and jaw­bone of boar r., 1.84g 14mm 10:00 pl. 1, 7
grapes, l. Warren 1984, 6, Gr. 8A.2a, pl. 1; Warren 1998, 355; BCD
3. Ν 87, trench Θ5, 27.06.2012 Peloponnesos 328.5.
5.38g 18mm 4:00 pl. 1, 2
Liampi 1995­1996, 104, no. 4c; Tsangari 2007, nos. 148­ obv. As above, but above tail, Α and below tail, mono­
276. gram .

108
N U M I S M AT I C I N D I C AT I O N S O F H I S T O R I C A L C O N T I N U I T Y

Rev. ΣI within olive wreath with ties below. Obv. L VERVS AVG ARM PARTH MAX. Head of Lucius
10. Ν 26, 30.11.2010 Verus, laureate r. Border of dots.
2.51g 14mm 3:00 pl. 1, 8 Rev. TR POT VII· IMP II II C O S III, S-C (l. – r. in field).
Warren 1984, 7, Gr. 8A.11, pl. 1; Warren 1998, 355, Gr. Victory9 draped, advancing l., holding wreath and palm
8Α.31, pl. 74, 20; BCD Peloponnesos 328.10. over l. shoulder. Border of dots.
14. N 131, trench Γ1, Western part, -2,92m, chance find,
Bronze, 90s-60s BC 9.04.2013
Obv. As above, but above wing, [ΟΛΥΜ] and above tail, 22.05g 30mm 6:00 pl. 1, 11
ΠΙΑ. RIC Hunt. II, 107, pl. 107.
Rev. ΣI within olive wreath with ties above.
11. Ν 70, trench H3, 21.02.2012 Aurelian (AD Sept. 270-Sept./ Oct. 275)
2.29g 14mm 2:00 Mint of Ticinum, post reform, antoninianus
Warren 1984, 14, Gr. 10.1b, pl. 3; Warren 1998, 357; BCD Obv. IMP C AVRELIANVS AVG. Bust of Aurelian radia-
Peloponnesos 338.2. te, cuirassed r. Border of dots.
Rev. PRO VIDEN D EOR, PXXT (in exergue). Provi-
Megaris dentia10, draped, standing r., holding standard upright in
each hand, facing Sol, radiate, standing l., raising r. hand,
Megara
l. holding globe. Border of dots.
Bronze, late 4th-early 3rd century BC 15. Ν 136, trench Z1, 27.05.2013
Obv. Prow l., on which stands a tripod (?), symbols dis- 4.37g 22mm 11:00 pl. 1, 12
cernable. RIC Hunt. IV, 64, pl. 32.
Rev. ΜΕΓ between two dolphins swimming r. in circle.
Border of dots. Hoard Ι
12. Ν 137, trench I1, 31.05.2013
1.72g 14mm 5:00 pl. 1, 9 Ionian Street, location St. George, Middle Byzantine
Kroll 1993, no. 643. church, Aitoloakarnania/ 12.04.2011, outside the South-
ern aisle β of the church, -2,12m.
Provincial
Aitolian League
Patrae
Series 2, Gr. 1, 323-300/290 BC
Caracalla (AD 211-217)8
Double Assarion, AD 214-215 Obv. Head of Atalante wearing kausia r.
Obv. M AVR ANTONINVS PIVS AVG GERM. Bust of Rev. ΑΙΤΩ / ΛΩΝ. Spearhead l., below r., bunch of
Caracalla, laureate, draped, cuirassed, r. Border of dots. grapes.
Rev. COL A A, PATR (in exergue). Hermes seated left Obv. 1/ Rev. 1
on rock, resting his r. hand on his knee and holding ca- 1. Ν 35 5.89g 19mm 8:00 pl. 1, 1
duceus in his left hand; to left, ram standing l., looking
Obv. 2/ Rev. 2-6
back. Border of dots.
2. Ν 43 4.47g 17mm 9:00 pl. 1, 2
13. Ν 140, chance find from dumped-earth area,
3. Ν 34 6.56g 19mm 8:00
18.06.2013
4. Ν 41 6.40g 18mm 5:00
8.80g 24mm 10:00 pl. 1, 10
5. Ν 37 4.70g 18mm 8:00
BCD Peloponnesos 571-572; Agallopoulou 2012, 88,
6. Ν 38 4.37g 16mm 11:00
nos. 1-9.
Obv. 3/ Rev. 7-8
Imperial 7. Ν 44 5.41g 16mm 5:00 pl. 1, 3
8. Ν 40 4.62g 18mm 4:00
Lucius Verus (AD 161-169)
Tsangari 2007, nos. 72-119.
Mint of Rome, Sestertius, AD Dec. 166-Dec. 167
9. Szaivert 1989, 111.
8. Chronology of the emperors henceforth according to Kienast 19962. 10. Göbl 1993, pl. 21-22, type 78 and 78A.

109
K AT E R I N I L IA M P I

Macedonia holds standard in l. hand. On l., standard set in ground.


Border of dots.
Cassander (316-297 BC)
2. Ν1 19.67g 28mm 1200
Bronzes, 306/305-297 BC, Macedonia RIC Hunt. III, 54, pl. 78.
Obv. Beardless head of Herakles in lion’s skin r.
Rev. ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΑΣΣΑΝΔΡΟΥ. Rider on horse r. Herennia Cupressenia Etruscilla (Decius for Herennia
Etruscilla)
Outside the Southern aisle β of the church, -2,12m, Mint of Rome, Sestertius, AD 249-251
12.04.2011 Obv. HERENNIA ETRVSCILLA AVG. Bust of Etruscil-
Rev. [ΒΑΣΙ]ΛΕΩΣ [ΚΑΣΣΑΝΔΡΟΥ]. As above, but star, la, wearing stephane, draped, r., hair slightly waved, plait
r., T, between forelegs, Λ, below. up back of head. Border of dots.
9. Ν 42 5.44g 20mm 12:00 pl. 1, 4 Rev. PVDICITIA AVG, SC (in exergue). Pudicitia, veiled,
SNG München 999. draped seated l. on throne, drawing out veil and holding
Rev. [ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΑ]Σ[ΣΑΝΔΡΟΥ]. As above, but ΔΙ, transverse scepter. Border of dots.
r., Θ, below. 3. Ν3 13.47g 27mm 12:00
RIC Hunt. III, 16, pl. 79.
10. Ν 39 6.71g 21mm 11:00
SNG München 1007. Trebonianus Gallus (AD 251-253)
Rev. [ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΑ]Σ[ΣΑΝΔΡΟΥ]. As above, but ΔΙ, Mint of Rome, Sestertius, AD 251-253
r., , below. Obv. IMP CAES C VIBIVS TREBONIANVS GALLVS
11. Ν 36 5.25g 18mm 2:00 pl. 1, 5 AVG. Bust of Trebonianus Gallus, laureate, draped, cui-
SNG München 1010-1012. rassed, r. Border of dots.
Rev. LIBERTAS AVGG, S-C (l. – r. in field). Libertas,
Hoard ΙΙ (pl. 2, 1-4) draped, standing l., holding pileus and rod. Border of
dots.
Ionian Street, location St. George, Middle Byzantine 4. Ν2 17.50g 29mm 12:00
church, Aitoloakarnania/ 9.5.2013, sector Β, trench Θ3, RIC Hunt. III, 31, pl. 84.
Θ4, Ι3, Ι4, undisturbed grave 71, directly beneath a By-
zantine grave. The Hellenistic, local or foreign issues found in the
cemetery and coming, indeed, from its earliest levels,
Gordian III (AD 238-244) to date are limited. Yet one may note that at times they
comprise a micrograph of the circulating currency in the
Mint of Rome, Sestertius, AD 240-244 city.
Obv. IMP GORDIANVS PIVS FEL AVG. Bust of Gord- The greater number of the Greek coins, as was ex-
ian III, laureate, draped, cuirassed, r. Border of dots. pected, comprise local issues of the Aitolian Koinon. The
Rev. FORTVNA REDVX, SC (in exergue). Fortuna, Koinon began to mint bronze coins and, simultaneously,
draped, seated l. on throne, holding rudder and cornu- small silver fractions from the 2nd half of the 4th centu-
copiae, wheel below seat. Border of dots. ry BC; its total production came to an end in the middle
1. Ν 4 19.81g 30mm 12:00 of the 2nd century BC11. Before the end of the 3rd cen-
RIC Hunt. III, 133, pl. 65. tury BC it had reached the peak of its production with
gold and silver issues, by means of which they projected
Trajan Decius (AD 249-251)
the very ancient myth of the Kalydonian boar and lauded
Mint of Rome, Sestertius, AD 249-251 the sweeping defeat inflicted by the Aitolians at Delphi in
Obv. IMP C M Q TRAIANVS DECIVS AVG. Bust of 279 BC on the invading Celts.
Trajan Decius, laureate, draped, cuirassed, r. Border of During the course of excavations at the Aghios Geor-
dots. gios site, two of the well known and very numerous Aito-
Rev. P ANNONIAE, S-C (l. - r. in field). The two Pan-
noniae, veiled, draped standing front, each turning r. and 11. For the dating of the coins of Aitolia, see Tsangari 2007, 249-254
l. from one another. Each raises r. hand and the one on r. and Table 21.

110
N U M I S M AT I C I N D I C AT I O N S O F H I S T O R I C A L C O N T I N U I T Y

1 2 3

4 5 6

7 8 9

10 11 12

Hoard I

1 2 3

4 5

Plate 1. Aitolian Koinon 1-5; Corinth 6; Sikyon 7-8; Megara 9; Patrae 10; Lucius Verus 11; Aurelian 12; Hoard I, 1-5.

111
K AT E R I N I L IA M P I

Hoard II

1 2

3 4

Plate 2. Hoard II, 1-4.

lian issues came to light. These are the coins showing the bronze coins were channeled into Akarnania, Epirus,
heroine Atalante on the obverse, with her spearhead on Thessaly, Central Greece, the Peloponnese and Crete as
the reverse between the ethnic ΑΙΤΩ / ΛΩΝ. Another well16.
widespread type shows the head of Apollo as obverse Only a single coin of the Aitolian Koinon, no. 6, was
type, the spearhead and jaw of the Kalydonian boar as found in the unlooted slab covered grave 365. This con-
reverse type12. The theme of the reverse on this type was tained two superimposed burials in their original posi-
adopted by all the members of the Aitolian Koinon as an tions, which, however, are only partially preserved be-
indication of the confederate character of their organiza- cause of the destruction of part of the grave outside the
tion13. Similar specimens were found in the excavations slab. The coin was found beneath the chest of the dead
conducted in three sections of the city14. in the first burial, at the bottom of the grave. The grave
The Aitolian Koinon monopolized the interest of the contained in addition an unguentarium and a lamp of
Hellenistic world for a long time, not only with their the Hellenistic period, thus a small grave deposit.
lengthy attacks at the expense of neighbouring Akarna- From the Peloponnesian mints, the excavation at
nia, but also because of their sharp disagreements with Aghios Georgios has yielded to date four coins: one of
the Macedonian kings, which led to the destruction of Corinth and three of Sikyon. The Corinthian bronze17
Thermos, Kalydon and other Aitolian settlements. The was issued at the end of the 4th/beginning of the 3rd
political structure of the Koinon was superlative. It de- century BC, its main representations being Pegasos and
monstrated admirable function as a confederated state15. the trident. It was found in the unlooted cist grave 115.
Apart from their circulation in the region of Aitolia, its It is the only offering that was found when the grave was
opened. It lay among the disturbed bones and it dates the
grave after the beginning of the 3rd century BC. Two Co-
12. Although Kalydon never minted coins, its intent was to connect rinthian coins, with symbols that cannot be discerned,
its name with the coinage of the Koinon. The engravers inspired their cre-
ations with the myth of the hunting of the Kalydonian boar which had were also found in the city18.
been inflicted on the city as a punishment by Artemis. Many heroes joined Sikyon is represented by three Hellenistic bronze
in the effort to get rid of the boar, among them Meleagros, son of the king
of Kalydon, Oinoas and Atalante. A brief account of this Aitolian myth
specimens of the familiar iconography: on the obverse
and its various versions is to be found in Papapostolou 2008, 264-266.
13. Liampi 1995-1996, 94, 98-100, 104-105. 16. Tsangari 2007, 241-245.
14. Alexopoulou - Sidiropoulos 2011, 568, Table I. 17. For a reliable typological and chronological catalogue of the Hel-
15. For the historical development of the Aitolian Koinon, see lenistic bronze coins of Corinth, see BCD Korinth.
Grainger 1999; Scholten 2000; Tsangari 2007, 17-36. 18. Alexopoulou - Sidiropoulos 2011, 569, Table I.

112
N U M I S M AT I C I N D I C AT I O N S O F H I S T O R I C A L C O N T I N U I T Y

a dove and on the reverse the initials of the ethnic Augustus and came to an end under Caracalla26. Kalydon
ΣΙ[ΚΥΩΝΙΩΝ] within a wreath of olive leaves19. The was already incorporated in the colony of Patrae, so it is
number is not to be dismissed if we take into conside- hardly surprising that coins of Patrae would circulate in
ration that only eight specimens were found in the exca- its market, from which the deposit of one such specimen
vation of the city20. The two earliest examples belong to as an offering in a grave. In any case, among the finds in
the first half of the 2nd century, and one is datable in the the city itself, coins of Patrae are known exclusively from
first half of the 1st century BC. The coins of Sikyon, the the period 40-31 BC27.
most important mint of the Northern Peloponnese after The sestertius of Lucius Verus was produced by the
Corinth, circulated in the Peloponnese and in the area mint of Rome. The obverse immortalises his laureate
across from the gulfs of Corinth and Patrae.21 These spe- portrait, surrounded by his name and titles; rendered
cific types belong to a numerically extensive series that on the reverse is the winged Nike, a familiar motive in
the Imperial coinage. The antoninianus of Aurelian28,
were issued by the city mint for a long time, to be sure
renders his bust radiate and on the reverse the personi-
with quite a few variations.
fied Providentia. Clearly visible in the exergue are the
The only Megarian coin is in a bad state of preserva-
inscribed characters of the officinae, which enable us to
tion. This was a particularly numerous issue with vari-
recognize the series of emission and thus its chronology
ant symbols that surround the main representations: the
and issuing by the mint of Ticinum.
bow of a ship, and the two dolphins that swim around the
The offering of the Roman coins into graves indicates
initials of the ethnic ΜΕΓ or ΜΕΓΑ. The chronology sug-
the circulation in the city of comparable pieces, in greater
gested by researchers is based on the finding of a speci-
or smaller numbers, from the time of their minting and
men of this type in Olynthus in an area of the second half subsequently. In the case at hand they were withdrawn
of the 4th century BC. That allows a date at least before by private individuals to satisfy the burial customs. Ro-
the last fifteen years of the 4th century BC22, while the man Republican denarii made their way into Kalydon
finds from the Athenian Agora appear to indicate that it itself; reported, from the Imperial time, are three bronz-
was in circulation until the 260s23. es of Augustus, 1 from Pergamon and 2 probably from
During Imperial times, the needs of the citizens were Ephesos; likewise Provincial issues, 2 of Corinth and one
covered by local bronze issues. The entrance of issues of Patrae29. In all cases they belong chronologically to the
from the mint of Rome has been verified in the urban reign of Augustus (28-2/1 BC).
centres, harbours, commercial hubs and wherever the One may well ask whether the Hellenistic coins in the
local coinage was in short supply. To date, one provincial area of the cemetery belonged to contemporary graves or
of the colony of Patrae and 2 Roman coins, comprising if they were given as an offering in burials during the Ro-
1 bronze and 1 antoninianus, have come to light around man period. Hellenistic coins are known to have made
the cemetery church at the site of Aghios Georgios. their way even into hoards of Imperial times, from the
The first was issued around AD 214-215 for the em- period of Trajan Decius to the time of Gallienus: it was
peror Caracalla by the Patrae mint. The obverse shows quite usual in those painful times to withdraw money,
the portrait of the emperor; chosen for the reverse was irrespective of when it was minted, simply on the basis
the Hermes seated on a rock and to the left a standing of its value as metal. Even so, their condition is not so
ram24. Patrae, the Roman colonia Augusta Achaica Pa- bad as to suggest a long period of circulation prior to
trensis (COL A A PATR), was established in 14 BC25. The Imperial times. It is most likely for this reason that they
production of its mint in Imperial times began under constitute offerings in Hellenistic tombs.

19. Warren 1998, 347-361 (with references to her earlier works). 26. For the numerical size of the coin production of Patrae as a colony,
20. Alexopoulou - Sidiropoulos 2011, 569-570, Table I. see Agallopoulou 2012, 58, pl. Ι, 65. For the 6 hoards and the circulation of
21. Tsangari 2007, 238. isolated coins of other cities, including Rome, that were found in the city,
22. Olynthus IX, 245 and 371. see Agallopoulou 2012, 43-52, 55-56,125-165 (hoards); 53-54, 57, 58-62,
23. Kroll 1993, 216-217. 92-124 (excavation coins).
24. The type copies the bronze statue of the seated god with the ram to 27. Alexopoulou - Sidiropoulos 2011, 570, Table I.
left; as recorded by Pausanias (2.3.4) it was in the agora of ancient Corinth, 28. For the creation of antoninianus under Caracalla, see Liampi
see Siebert 1990, 314-315, no. 304c. On the local iconography under Cara- 2012, 601. For the monetary reform of Aurelian (274 AD), see Touratso-
calla, see Papageorgiadou-Bani 2004, 68, 124. glou 2006, 47-48 (with relevant bibliography).
25. Agallopoulou 2012, 65 (especially 11). 29. Alexopoulou - Sidiropoulos 2011, 571, Table I.

113
K AT E R I N I L IA M P I

A total of 11 bronze coins were found together in result of the agitated relations between the Macedonian
the excavation of 12.04.2011 in back-fill at a depth of kingdom and Aitolia.
-2.12 m, outside the south wall of the south aisle of the We cannot be certain as to whether Hoard I with
church. They consist of 8 issues of the Aitolians and 3 coins of the Aitolian Koinon (nos. 1-8) and of Cassander
of the Macedonian king Cassander, comprising Helle- (nos. 9-11) have served initially as an offering in a grave,
nistic Hoard I. Whether there were other specimens in from which they were later removed and placed where
addition to these is unknown. Apart from the finding of they were found or if they were an emergency hoard.
these coins together, there are other reasons for believing Τheir chronological association, at the end of the 4th/
this to be a hoard, or part of a hoard. Not a single ex- beginning of the 3rd century BC would tend to support
ample of the common type of the Aitolian Koinon and a burial date at the first quarter of the 3rd century BC.
its members (Apollo/ spearhead and jaw-bone of boar) Hoard II is the most interesting find at the site of
made its way into the hoard. The coins are all of the Ata- Aghios Georgios. Found by the archaeologist’s spade,
lante/ spearhead type30. They come from 3 obverse and unlooted beneath a Byzantine grave, was a Roman grave.
8 reverse dies and are dated to around 323-300/290 BC. Hoard II was found in cist grave 71 which is very large. It
The absence of the common type may, to be sure, be a had been used in three different periods. Its highest level
question of chance. In my opinion, however, it is more was disturbed; in it were the 3 skulls (not in their original
likely that at the time Hoard I was created, these coins positions) and the rest of the bones were scattered. The
had not yet begun to be struck, or they were not yet in second level of the grave, however, which held Hoard
general circulation. II, was for the most part undisturbed. Preserved from
The 3 bronzes of Cassander, struck at a Macedo- the adult burial are the lower legs, the pelvis, part of the
nian mint after 306/305 BC when he acquired the royal spine, parts of the chest, and all of the right arm except
title and continuing down to 297 BC, bear the familiar for the fingers. The skull, part of the chest and the left
types: head of Herakles as an obverse, and on the reverse arm were not preserved in situ. The skull will probably
a horseman, around which is the legend ΒΑΣΙΛΕΩΣ be one of those found in the upper level. Some offerings
ΚΑΣΣΑΝΔΡΟΥ31. They are all from different obverse accompanied the dead for eternity34: placed near the legs
and reverse dies. According to the catalogue of Alexo- of the dead, in their original position, were 2 plain oino-
poulos - Sidiropoulos (2011), the Macedonian royal choae and an iron spearhead, while between the soles
coins are totally absent from Kalydon. of the feet was a lamp, all Roman. The 4 coins of Hoard
During the reign of Cassander, coins of Philip II were II were likewise in their original position, placed as a
in circulation in Akarnania32. Cassander, beginning in group on the pelvis of the dead, probably on top of his
314 BC, supported the Akarnanians in their struggle garment. These are sestertii from the mint of Rome. All
against the Aitolians; as did subsequently Lykiskos as bear the portaits of the Roman leaders and on the reverse
themes connected with their feats or valour: Fortuna on
his general. Cassander was the one who furthered aban-
the coins of Gordian; personifications of Pannonia Supe-
donment of the small settlements in favour of organi-
rior and Inferior on the sestertius of Trajan Decius and
zing them into cities, in order to strengthen their defense
Pudicitia in praise of the virtue of his queen, Herennia
against the neighbouring enemy, on the other side of the
Etruscilla35; the figure of Libertas on the sestertius of Tre-
Acheloos. In contrast to Akarnania, in Aitolia the limited
bonianus Gallus. The coins, as we shall see, securely date
circulation of the coins of Philip II and other Macedo-
the burial after the middle of the 3rd century AD. This is
nian kings is notable, while those of Cassander are not
indeed a grave group. Below this burial, on a third level,
in evidence at all33. This is likely to be accidental or the
there was an earlier burial containing disturbed bones
and including as offerings a black-glazed lamp and a
30. Two similar coins were found also in the cemetery, see Catalogue bronze spatoula.
nos. 1-2, and relevant comments above.
31. For the coinage of Cassander, see Valassiadis 2005, 405-413.
32. See the interpretation in Kremidi-Sicilianou 2000, 61-77 (with
bibliography).
33. Isolated coins of Philip II, Alexander III, Demetrios Poliorcetes 34. The offerings will be published by the archaeologists of the 22nd
and Antigonos Gonatas have been found, see Tsangari 2007, 237-239. Ephorate of Byzantine Antiquities.
Coins of Cassander are not in evidence. 35. For Herennia Etruscilla, see Bleckmann 2002, 307-309.

114
N U M I S M AT I C I N D I C AT I O N S O F H I S T O R I C A L C O N T I N U I T Y

To understand better the presence of the sestertii of the battle. The next emperor, Trebonianus Gallus40, was
the three practically successive soldier emperors as an of- not able to expel the Goths from the Northeastern Balkan
fering in a single grave, in the site of Aghios Georgios, it Peninsula, even though he bought peace paying them an
would be well to review briefly the events of the Empire annual amount. In AD 253 the Goths sailed for the first
in their times36 and moreover, in its Eastern part. The time to the Western coast of Asia Minor and a year later
epoch of these emperors coincides with the dramatic in- they laid siege unsuccessfully to Thessalonike. The Greek
cursions of the barbarian tribes into Greece itself, shortly cities then began to fortify themselves or to repair their
before their expulsion by the forces of the emperor Gal- existing fortification walls. From AD 255 to 256 the Bo-
lienus. ranians made inroads in the Asia Minor Black Sea and
During the 3rd century AD the Roman state began Northwestern Asia Minor. In the reign of Valerian (AD
to be struck by political, economic and social problems. June/ Aug. 253-June[?] 260) and his son Gallienus Da-
Added to these problems, beginning in the fourth de- cia and Pannonia suffered badly (AD 253/254), but the
cade of the 3rd century AD, were the movements of situation began to improve in AD 255 when Gallienus
Germanic and other tribes (Franks, Alamanni, Marco- arrived in Illyricum. Incursions by the barbarians, how-
manni and Quadi, Sarmatians, Vandals –especially the ever, began again in AD 259-260 both in the East and
Carpi–, Goths, Herulians and Persians), which threat- in the West. Gallienus succeeded in bringing under con-
ened Rome37. With continuous troubles at the borders trol Italy, likewise Pannonia, both Moesias and Macedo-
and, despite campaigns carried out by Rome against the nia. In AD 264-265 he visited Greece and Athens itself,
invaders, the danger continued since the state had no or- thence proceeding in AD 266 to Siscia to confront the
ganized border defensive system. Goths. Events after that are known to have been tragic
Around AD 241, Gordian III38 managed to defeat the when in AD 267-268 under Gallienus, Goths and Heru-
Alamanni and a year after that, his general Timesitheus lians made fierce incursions on the coast of Asia Minor
was successful in Dacia, utterly defeating the Carpi, and its hinterland, in the Aegean, in Athens and in the
the Goths and the Sarmatians Roxolani, who despoiled provincia Achaia, pillaging and destroying the cities. He-
Moesia Inferior, Dacia and Thrace. It is presumed, more- rennius Dexippus (assisted by the Imperial fleet) threw
over, on the basis of archaeological finds, that the bar- the invaders out of Athens. The barbaric incursions con-
barians challenged also Central and Eastern Macedonia. tinued in Northern Greece, but finally the Romans ma-
The same year (AD 242) Gordian, aiming to confront naged to ward off the enemy on land and sea. The course
the Persians, arrived in Macedonia where he repaired of return followed by the fleeing barbarians took them
the road network. At that time the international games, through Boiotia, Aitolia, Akarnania (from Kalydon to
Ἀλεξάνδρεια Ὀλύμπια, were taking place in Beroia. His Actium), provincia Epirus and to Dyrrhachion in pro-
successor, Philip I Arabs (AD 244-249) devoted himself vincia Macedonia41. Aurelian42, who was distinguished
to fierce struggles against the Carpi, whom he defeated under Gallienus in the war against the Goths, ascended
in the Lower Danube, but he did not manage to prevent the throne in AD 270. He protected Italy from the Ala-
the incursion of the Goths into Moesia. In the summer of manni and other hostile attackers, but in AD 271, his
AD 249, Trajan Decius39, claimant to the throne, moved troops abandoned Dacia. As the result of a plot he was
against Philip and neutralized him. Then, in AD 250, the murdered in AD 275, while still in Thrace campaigning
new leader had notable military successes against the against the Persians.
Goths in Moesia Inferior and in Dacia. In AD 251, the From the last period of incursions by the Goths and
emperor was ambushed by the Goth king Kniva in Moe- Herulians numerous concealments have been found of
sia Inferior, where he himself and his son were killed in valuables and money, chiefly in urban centres and on ei-
ther side of the major routes43. The same phenomenon
36. The volume Soldaten-Κaiser (2008) is an in-depth approach to the
period of the soldier emperors, especially for the events, see the studies in 40. Hanslik 1958, 1984-1993.
Soldaten-Κaiser 2008, 161-423. 41. Vlachogianni 2007-2008, 128-134.
37. For the recounting of the events that unfolded in the Balkan Pe- 42. Groag 1905, 1361-1392; Homo 19672, 59-116, 309-329; Gizek
ninsula, see Touratsoglou 2006, 17-33 with extensive bibliographical sup- 1994, 94-97; Watson 1999, 155-157.
port. 43. Discussion and interpretation of the hoards from the area of Pan-
38. Rhoden 1894, 2623-2628; Herrmann 2013, 145-155. nonia Inferior and Superior and as far as Crete, in Touratsoglou 2006, 37-
39. Wittig 1931, 1265-1284. 41 and pls. 63-103 (with bibliographical quotations). For a more recent

115
K AT E R I N I L IA M P I

is evident also along the course of the barbarians’ return of Trebonianus Gallus, dated to the period AD 251-253,
from the Greek region. In Akarnania and the province are included in two hoards, in Chalkidike56 and Knos-
Epirus evidence of the transit of the Herulians is provid- sos57, respectively, with yet another from Patrae58.
ed by the concealments at the Plakanida site (between The hoard ΙΙ from the site of Aghios Georgios is the
Akarnania and Epirus)44, in Epirus (?)45 and Nikopolis46. only one composed of sestertii59 of the three successive
The closing issues, contained in these concealments, be- emperors Gordian (with the exclusion of Philip I Arabs),
long to the emperor Gallienus, products – exclusively – Trajan Decius and Trebonianus Gallus. All the speci-
of Nikopolis47. mens are in a very good state of preservation. This shows
Our hoard precedes the spoilage of the Herulians. that they were in circulation only briefly and that they
While it does not belong to the category of emergency were acquired by their owner by the time of Trebonianus
hoards, which are of definitive help in determining the Gallus’ reign or immediately afterwards, when they were
numismatic circulation, as it is a grave hoard, it is an in- offered to the dead. Moreover, the time that separates the
teresting find. It includes sestertii of three emperors who earlier from the later coins of the hoard is only ca. 10
fought against the barbarians in the Balkan Peninsula years. The coins, moreover, agree in date with the other
and in Greece. The coins are exclusively from the mint offerings of the burial, since they were found on the same
of Rome and not from the neighbouring, local mints (for level as both offerings and skeletal remains. Thus it can-
example Patrae, Corinth or Nikopolis). not be argued that the coins entered the burial at a later
Emergency hoards in Mainland Greece containing time. The latest coin of the hoard determines the termi-
coins of Gordian III together with local issues and coins nus postquem for the dating of the hoard and extent of
of earlier emperors have been found: four in Macedonia the burial. The very good condition of the specimens
(ca. AD 244)48, one each in Anthochori/Metsovo (ca. AD suggests that the burial and concealment may have oc-
238-244)49, Chalkis (ca. AD 238-244)50 and Sparta (ca. cured in the reign of Trebonianus Gallus. Yet the short
AD 238-244)51 and three in Patrae52. Known to date are duration of his reign (AD 251-253) permits a later date, if
hoards with coins of Trajan Decius from Kallion/Aito- we take into consideration the circulation (even if brief)
lia, the latest date being the years of his reign (ca. AD before the coins came into the hands of their owner.
249-251)53 and from Patrae54. Coins of his wife, Herennia The owner of these coins, some local individual
Etruscilla were found in two hoards from Patrae55. Issues (probably the dead himself), will have acquired them
either as pieces circulating in the local market, or as pro-
ducts of commercial activity. It is always possible that he
study of the hoards in Mainland Greece during the reign of Galllienus,
see Vlachogianni 2007-2008, 107-164. For the presence of jewellery in the was a mercenary who offered his services to the legions
hoard of Larissa, see Touratsoglou 2006, 11-16. of the Roman army, receiving the coins as recompense
44. Plakanida site/ 1967 (Phloriada, Valtos/ AD 260-268)=Caramessi-
ni-Oeconomides 1967, 93-107; Touratsoglou 2006, no. 447.
for his military services60. From the period of Hadrian
45. Epirus(?)/ 1934 (AD 260-268)=Caramessini-Oeconomides 1971, on, indeed, it was prevailing principle to enlist local men
42-51; Caramessini- Oeconomides 1975, 176-178 + Berytus/ 1929=Ca- for service in the legiones61.
ramessini-Oeconomides 1975, 170-176; Touratsoglou 2006, no. 448.
46. Nikopolis/ (?)/ (AD 260-268)=Caramessini-Oeconomides 1967, The Hellenistic and Roman coins at our disposal
107-114; Touratsoglou 2006, no. 446. from the excavations to date at the Aghios Georgios site,
47. In Epirus during Imperial times, the provincial issues of Nikopolis
predominate, for example, see Papageorgiadou-Bani 2004, 96; Abdy 2013,
do not, of course, give us a picture of the numismatic
463-471; Faklari - Niarou 2013, 483-493. For the association of the hoards circulation, since they constitute burial offerings. More-
of the 3rd century AD from Epirus with the invasions of the Goths, see
Papageorgiadou-Bani 2013, 478 (with earlier bibliography).
48. Touratsoglou 2006, no. 90 (Lete 2000), no. 91 (Kavala 1981), no. 56. Touratsoglou 2006, no. 352 (‘Chalkidike’ 1935).
92 (‘Macedonia’ 1975), no. 93 (‘Strymon’ 1916-1918). 57. Touratsoglou 2006, no. 353 (Knossos 1950).
49. Touratsoglou 2006, no. 94 (Anthochori/ Metsovon 1939). 58. Agallopoulou 2012, 52, 164, hoard 6, nos. 16-18 (AD 267-268).
50. Touratsoglou 2006, no. 95 (Chalkis 1911). 59. Thus also the case of Patrae, see Agallopoulou 2012, 49-52, nos.
51. Touratsoglou 2006, no. 96 (Sparta 1955). 5-6. Likewise the role of the sestertii, dupondii and antoniniani during the
52. Agallopoulou 2012, 49, 156, hoard 4, nos. 43-49 (no. 48 of the 3rd century AD is discussed by Touratsoglou 2006, 38, 42-43; Touratso-
same type as the sestertius in our hoard), 50, 157-158, hoard 5, nos. 1-8; glou 2013, 794.
52, 162-163, hoard 6, nos. 6-10 (AD 267-268). 60. Probably the property of a mercenary likewise the grave hoard
53. Touratsoglou 2006, no. 311 (Kallion 1976). Ellinika at Kopani, Ioannina/ 2008, which includes antoniniani of the later
54. Agallopoulou 2012, 50, 159, hoard 5, nos. 19-22; 52. emperors M. Aurelius Probus (AD 276-282) and M. Aurelius Carinus (AD
55. Agallopoulou 2012, 159-160, hoard 5, nos. 23-24; 164, hoard 6, 283-285), see Liampi 2012, 599-618.
no. 15 (AD 267-268). 61. Liampi 2012, 608.

116
N U M I S M AT I C I N D I C AT I O N S O F H I S T O R I C A L C O N T I N U I T Y

over, only a few historical periods are represented by the in Aitolia and Akarnania (including Kalydon) were not
existing sample: completely deserted, as Strabo (8.8.1) exaggerates in his
a) The Hellenistic period62, from the late 4th to the 1st reports about other areas as well, such as Epirus66. People
century BC, which coincides with the acme of the city continued to live in a number of the old cities, which had
and shows some parallels with the circulation in the city by then contracted considerably, but their main interest
itself (see above, n. 7). These are the bronze pieces of the was on agriculture, in the countryside along road and
Aitolian League, Corinth, Sikyon and Megara. coastal axes67.
b) The Imperial period, with a coin of the 2nd centu- Life in Kalydon itself, while subdued, continued, as
ry AD of Lucius Verus; two 3rd century AD specimens, did also the cult at the Laphrion, according to the finds
that is one provincial coin of Caracalla minted at Patrae to date of the end of the 1st century BC to the middle
and one of Aurelian. Dated to the period immediately of the 1st century AD68. All indications are that in the
preceding the time of Gallienus is our hoard with coins interval from the end of the 1st century BC to the middle
of Gordian III, Trajan Decius, Herennia Etruscilla and of the 2nd century AD funding of the city was minimal,
Trebonianus Gallus. These are followed by a consider- hence the lack of coins from the excavations of both city
able number of issues dating up to the beginning of the and cemetery. Poverty, moreover, did away with rich of-
4th century AD, continuing with a notable increase in ferings in the graves. Yet the 2nd and especially the 3rd
Byzantine coins. century AD the city began to recover economically, to
It is not yet certain whether the total lack of coins judge by the Roman and, later on, the Byzantine remains
in the area from the second half of the 1st century BC
that are found both there and in neighbouring areas69.
to and including the middle of the 2nd century AD is
The Hellenistic graves that contained offerings, grave
by chance, since continuation of the excavations could
115 (1 Corinthian coin) and grave 365 (1 coin of the Ai-
yield new information. Be that as it may, this period was
tolian Koinon, an unguentarium and a Hellenistic lamp),
marked by two serious events: the obligatory or volun-
and the Roman grave 71 (hoard of 4 coins, a lamp, 2 plain
tary movement of citizens from Kalydon to Nikopolis in
oinochoae and an iron spearhead, all Roman) indicate
30 BC, and the annexation of coastal Aitolia, including
the continued use of the cemetery of Calydon during an-
also Kalydon, initially to the province Achaia, and sub-
tiquity. Indeed it appears that those who made use of it
sequently, in 14 BC to the colony of Patrae63. The conse-
later on –at least in the cases we can monitor with clar-
quence of these events, apart from a dramatic decline in
the population, was the upheaval in life and institutions ity– showed respect to the earlier burials.
suffered by those who remained in their homelands and Continuation of archaeological research in the area
economic decline. Naupaktos was the only city of South- of Aghios Georgios will enable us, certainly through
ern Aitolia that was maintained as it was during the Ro- the coins recovered as well, to gain a fuller and sharper
man era64. knowledge of the time of the political and cultural transi-
Archaeological research has, nevertheless, brought tion from Greek to Roman antiquity and to the Byzan-
to light rural establishments of the Roman and Early tine period, so we can draw conclusions that are more
Christian periods65. This demonstrates that the cities reliable.

62. Circulating in general in Aitolia were the Hellenistic coins of the 66. For Epirus, see Karatzeni 2001, 163-179, in particular 170-172.
cities of Thessaly, Boiotia and Central Greece, Aigina, Athens (new style The significance of ἐρημία, according to Isager (2001, 17-27), is an indica-
tetradrachms), the Peloponnese, isolated issues of Akarnania and Ambra- tion of the non-urbanized landscape.
kia, of the Seleucids and the Ptolemies, of Miletus and Carthago and Ro- 67. Interesting analysis of the Peloponnesian economy during the
man denarii, see Tsangari 2007, 237-239. Roman period in Rizakis 2013, 21-51 and on the economy, through the
63. See in connection, Petropoulos 1991, 96-99; Houby-Nielsen 2001, coins in Touratsoglou 2006, 50-62. Papageorgiadou-Bani (2013, 473-482)
257-258. For the Roman presence in Aitolia, see Stavropoulou-Gatsi - Sa- studied the Roman economic and political penetration of the regions of
ranti 2013, 657-659; relevant comments also in Gerolymou (2013, 685) Western Greece and the Ionian Islands, through the coins.
and Staikou - Leontariti (2013, 705-706). Rich bibliography in all. 68. Petropoulos 1991, 110-111, 118; Kalydon I-II, in many places;
64. Nerantzis 2007, 125 ff., 212 ff., 226 ff.; Saranti - Staikou 2013, 718- Stavropoulou-Gatsi - Saranti 2013, 661, 665-666. The city was deprived of
733. an important source of profit, utilisation of her lagoon, which came under
65. The first significant research is due to Petropoulos 1991, 93-125, the control of Patrae (Strabo 10.2.21).
especially 100-117 (catalogue of sites). For new significant evidence added 69. Petropoulos 1991, 110; Kalydon I, 250-264. Roman coins, similar
from the excavations, see the publication of Stavropoulou-Gatsi - Saranti to those found at the site if Aghios Georgios, come also from the Naupak-
2013, 659-661, 673-681, in which the subject is discussed with detailed tos area: at Elaiostasi and at the location of the Carrefour-Marinopoulos,
mentions of the villas, farm houses and farm installations. see Saranti - Staikou 2013, 731-733.

117
K AT E R I N I L IA M P I

Περίληψη
Νομισματικά τεκμήρια της ιστορικής συνέχειας: αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά νομίσματα από τη
βυζαντινή θέση Άγιος Γεώργιος / Αιτωλοακαρνανία

Κατερίνη Λιάμπη

Σ τη θέση Άγιος Γεώργιος του Δήμου Μεσολογγίου


αποκαλύφθηκαν, κατά τη διάρκεια των ανασκαφών,
ελληνικά και ρωμαϊκά νομίσματα σε νεκροταφείο, που
χές του 3ου αι. π.Χ., σύγκειται από νομίσματα των Αι-
τωλών και του Μακεδόνος βασιλέως Κασσάνδρου. Ο
δεύτερος, ο οποίος εντοπίσθηκε σε ασύλητο τάφο από
βρίσκεται πέριξ ενός μεσοβυζαντινού ναού, κοντά στην κοινού με άλλα κτερίσματα (κλειστό σύνολο), περιλαμ-
αρχαία Καλυδώνα. βάνει τέσσερις σηστερτίους, προϊόντα του εργαστηρίου
Πρόκειται για ελληνιστικά νομίσματα του Αιτωλι- της Ρώμης. Ανήκουν στους αυτοκράτορες Γορδιανό Γ΄,
κού Κοινού και όμορων πόλεων, καθώς και για εκδόσεις Τραϊανό Δέκιο, τη σύζυγό του Ερέννια Ετρούσκιλλα και
της αυτοκρατορικής περιόδου. Όλα είχαν, ασφαλώς, στον Τρεβωνιανό Γάλλο. Η απόκρυψή του συνδέεται
κυκλοφορήσει στην Καλυδώνα, πριν από την απόθε- με τη δραματική περίοδο των επιδρομών των Ερούλων
σή τους σε τάφους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εγείρουν δύο στην ελληνική χερσόνησο, πριν από την εκδίωξή τους το
θησαυροί: Ο αρχαιότερος, χρονολογούμενος στις αρ- 267/8 μ.Χ.

References

Abdy 2013: R. Abdy, «Butrint. The Coins from the Modern Caramessini-Oeconomides 1971: M. Caramessini-Oecono-
Excavations in the Forum», in K. Liampi et alii (eds.), mides, «Εύρημα Νικοπόλεως “Noe 397”», ΑΕ 1971,
Proceedings of the 1st International Conference, Numis- Chron., 42-51.
matic History and Economy in Epirus during Antiquity, Caramessini-Oeconomides 1975: M. Caramessini-Oecono-
University of Ioannina (October 3rd-7th 2007), Athens mides, Η νομισματοκοπία της Νικοπόλεως, Athens 1975.
2013, 463-471. Faklari - Niarou 2013: Yp. Faklari - M. Niarou, «Coins from
Agallopoulou 2012: P. Agallopoulou, Θέματα νομισματοκοπίας a Roman Farmhouse in the Prefecture of Arta», in K.
και νομισματικής κυκλοφορίας των Πατρών 14 π.Χ.-268 Liampi et alii (eds.), Proceedings of the 1st International
μ.Χ., Tripolis 2012. Conference, Numismatic History and Economy in Epirus
Alexopoulou - Sidiropoulos 2011: G. Alexopoulou - K. Sidi- during Antiquity, University of Ioannina, October 3rd-7th
ropoulos, «The Coins», in S. Dietz - M. Stavropoulou- 2007, Athens 2013, 483-493.
Gatsi (eds.), Kalydon in Aitolia II. Catalogues. Danish/ Freitag - Funke - Moustakis 2004: K. Freitag - P. Funke - N.
Moustakis, «Aitolia», in M. H. Hansen - Th. H. Nielsen
Greek Field Work 2001-2005, Athens 2011, 449-577.
(eds.), An Inventory of Archaic and Classical Poleis, Ox-
Antonetti 1990: Cl. Antonetti, Les Étoliens. Image et Religion,
ford 2004, 379-390 (Kalydon, no. 148).
Paris 1990.
Gerolymou 2013: V. Gerolymou, «Farmhouse at Sitaralona
BCD Korinth: Numismatik Lanz, München, Auktion 105, 26
in the Prefecture of Aitoloakarnania: Agricultural and
November 2001, Münzen von Korinth (Sammlung BCD), Workshop Production», in A. D. Rizakis - I. P. Touratso-
lots 267-269. glou (eds.), Villae Rusticae. Family and Market-Oriented
BCD Peloponnesos: LHS Numismatics LTD, Zürich, Auction Farms in Greece under Roman Rule. Proceedings of an
96, 8-9 May 2006, Coins of Peloponnesos (The BCD Col- International Congress held at Patrai (23-24 April 2010),
lection), lots 571-572. Athens 2013, 682-703.
Bleckmann 2002: B. Bleckmann, «Die severische Familie und Gizek 1994: E. Gizek, L’empereur Aurélien et son temps, Paris
die Soldatenkaiser», in H. Temporini-Gräfin Vitzthum 1994.
(ed.), Die Kaiserinnen Roms. Von Livia bis Theodora, Göbl 1993: R. Göbl, Die Münzprägung des Kaisers Aurelianus
München 2002. (270/275), Wien 1993.
Caramessini-Oeconomides 1967: M. Caramessini-Oecono- Grainger 1999: J. D. Grainger, The League of the Aitolians,
mides, «Συμβολή εις την μελέτην της νομισματοκοπίας Leiden - Boston - Köln 1999.
της Νικοπόλεως. Περιγραφή δύο θησαυρών», ΑΕ 1967, Groag 1905: E. Groag, in RE 5.1, Stuttgart 1905, 1347-1419,
91-114. no. 36 (Domitius).

118
N U M I S M AT I C I N D I C AT I O N S O F H I S T O R I C A L C O N T I N U I T Y

Hanslik 1958: R. Hanslik, in RE 8.A2, Stuttgart 1958, 1984- Papageorgiadou-Bani 2013: Ch. Papageorgiadou-Bani, «The
1994, no. 58 (Vibius). Numismatic Evidence for Epirus during Roman Impe-
Herrmann 2013: K. Herrmann, Gordian III. Kaiser einer Um- rial Times», in K. Liampi et alii (eds.), Proceedings of the
bruchszeit, Speyer 2013. 1st International Conference, Numismatic History and
Homo 19672: L. Homo, Essai sur le règne de l’empereur Aurélien Economy in Epirus during Antiquity, University of Ioan-
(270-275), Roma 19672. nina (October 3rd-7th 2007), Athens 2013, 473-482.
Houby-Nielsen 2001: S. Houby-Nielsen, «Sacred Landscapes Papapostolou 2008: I. A. Papapostolou, Θέρμος. Το μέγαρο Β
of Aetolia and Achaea: Synoecism Processes and Non- και το πρώϊμο ιερό. Η ανασκαφή 1992-2003, Athens 2008.
Urban Sanctuaries», in J. Isager (ed.), Foundation and Papapostolou 2014: I. A. Papapostolou, Το Ιερό του Θέρμου
Destruction. Nikopolis and Northwestern Greece. The Ar- στην Αιτωλία. Ιστορία - Μνημεία - Περιήγηση του χώρου,
chaeological Evidence for the City Destructions, the Foun- Athens 2014.
dation of Nikopolis and the Synoecism, Athens 2001, 257- Petropoulos 1991: M. Petropoulos, «Η Αιτωλοακαρνανία
275. κατά τη ρωμαϊκή περίοδο», Α΄ Αρχαιολογικό και Ιστορικό
Isager 2001: J. Isager, «Eremia in Epirus and the Foundation of Συνέδριο Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 21-23 Οκτωβρίου
Nikopolis. Models of Civilization in Strabo», in J. Isager 1988), Agrinio 1991, 93-125.
(ed.), Foundation and Destruction. Nikopolis and North- Rizakis 2013: A. Rizakis, «Rural Structures and Agrarian
western Greece. The Archaeological Evidence for the City Strategies in Greece under the Roman Empire», in A. D.
Destructions, the Foundation of Nikopolis and the Synoe- Rizakis - I. P. Touratsoglou (eds.), Villae Rusticae. Family
cism, Athens 2001, 17-27. and Market-Oriented Farms in Greece under Roman Rule.
Kalydon I-II: S. Dietz - M. Stavropoulou-Gatsi (eds.), Kalydon Proceedings of an International Congress held at Patrai
in Aitolia I. The Fortification Walls, Towers and Gates, II. (23-24 April 2010), Athens 2013, 20-51.
Catalogues. Danish/Greek Field Work 2001-2005, Athens RIC Hunt.: A. S. Robertson, Roman Imperial Coins in the
2011. Hunter Coin Cabinet, University of Glasgow, II. Trajan to
Karatzeni 2001: V. Karatzeni, «Epirus in the Roman Era», in J. Commodus, London - Glasgow - New York 1971; III. Per-
Isager (ed.), Foundation and Destruction. Nikopolis and tinax to Aemilian, London - Glasgow - New York 1977;
Northwestern Greece. The Archaeological Evidence for the IV. Valerian I to Allectus, Oxford 1978.
City Destructions, the Foundation of Nikopolis and the Rhoden 1894: P. v. Rhoden, in RE 1.2, Stuttgart 1894, 2619-
Synoecism, Athens 2001, 163-179. 2628, no. 60 (Antonius).
Kienast 19962: D. Kienast, Römische Kaisertabelle. Grundzüge Saranti 2008: F. Saranti, «Αιτωλία. Από τον Εύηνο έως τον
einer römischen Kaiserchronologie, Darmstadt 19962. Μόρνο», in Εύβοια και Στερεά Ελλάδα, Athens 2008,
Kremidi-Sisilianou 2000: S. Kremidi-Sisilianou, «Macedonia 390-397.
and Acarnania: Acarnanian Coins struck on Macedonian Saranti - Staikou 2013: Ph. Saranti - V. Staikou, «Roman Farm-
Bronzes», Οβολός 4. Το νόμισμα στο μακεδονικό χώρο. steads West of Naupaktos», in A. D. Rizakis - I. P. Tourat-
Πρακτικά Β΄ Επιστημονικής Συνάντησης (Θεσσαλονίκη, soglou (eds.), Villae Rusticae. Family and Market-Orient-
15-17 Μαΐου 1998), Thessaloniki 2000, 61-77. ed Farms in Greece under Roman Rule. Proceedings of an
Kroll 1993: J.-H. Kroll, The Greek Coins. The Athenian Agora, v. International Congress held at Patrai (23-24 April 2010),
XXVI, Princeton 1993. Athens 2013, 718-733.
Liampi 1995-1996: K. Liampi, «On the Chronology of the Scholten 2000: J. B. Scholten, The Politics of Plunder. Aitolians
Bronze Coinages of the Aetolian League and its Μembers and their Koinon in the Early Hellenistic Era, 279-217
(Spearhead and Jawbone Types)», Αρχαιογνωσία 9 (1995- B.C., Berkeley - Los Angeles - London 2000.
1996), 83-109. Siebert 1990: G. Siebert, in LIMC V, Zurich - Munich 1990,
Liampi 2012: K. Liampi, «Grave Hoard of Late Roman Peri- 285-387, s.v. Hermes.
od from the Site Ellinika at Kopani, Ioannina 2008», in Soldaten-Κaiser: in K.-P. Johne - M. Hartman - Th. Gerhardt
ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΘΑΣΙΩΝ. Studia in honorem (eds.), Die Zeit der Soldaten-Κaiser. Krise und Transfor-
Iliae Prokopov sexagenario ab amicis et discipulis dedi- mation des Römischen Reiches im 3. Jh. n. Chr. (235-284),
cata, Tirnovi 2012, 599-618. v. I, Berlin 2008.
Nerantzis 2007: I. Nerantzis, Ιστορική Αρχαιολογία Ναυπάκτου, Staikou - Leontariti 2013: V. Staikou - K. Leontariti, «Roman
Agrinio 2007. Farmhouses in the wider Agrinion Area», in A. D. Riza-
Olynthus IX: D. M. Robinson - P. A. Clement, The Chalcidic kis - I. P. Touratsoglou (eds.), Villae Rusticae. Family and
Mint and the Excavation Coins found in 1928-1934. Ex- Market-Oriented Farms in Greece under Roman Rule.
cavations at Olynthus IX, Baltimore - London - Oxford Proceedings of an International Congress held at Patrai
1938. (23-24 April 2010), Athens 2013, 704-717.
Papageorgiadou-Bani 2004: Ch. Papageorgiadou-Bani, The Stavropoulou-Gatsi - Saranti 2013: M. Stavropoulou-Gatsi -
Numismatic Iconography of the Roman Colonies in Greece. Ph. Saranti, «Installations at the Aetolian and Akarnanian
Local Spirit and the Expression of Imperial Policy, Athens Countryside in the Roman Period», in A. D. Rizakis - I. P.
2004. Touratsoglou (eds.), Villae Rusticae. Family and Market-

119
K AT E R I N I L IA M P I

Oriented Farms in Greece under Roman Rule. Proceedings sander’s Bronze Coinage», in C. Alfaro - C. Marcos - P.
of an International Congress held at Patrai (23-24 April Otero (eds.), Actas XIII Congreso Internacional de Nu-
2010), Athens 2013, 656-681. mismática, Madrid 2003. In memoriam Carmen Alfaro
SNG München: SNG Deutschland. Staatliche Münzsammlung Asins, Madrid 2005, 405-413.
München 12. Heft. Thessalien - Illyrien - Epirus - Korkyra: Vlachogianni 2007-2008: E. Vlachogianni, «Emergency
Nr. 1-701 (K. Liampi), München 2007. Hoards concealed in Mainland Greece during the Reign
Szaivert 1989: W. Szaivert, Die Münzprägung der Kaiser Mar- of Gallienus (A.D. 253-268) and the Chaironeia/2001
cus Aurelius, Lucius Verus und Commodus (161-192), ‘Hoard’. Boeotia during the first Half of the Third Cent.
Wien 1989. A.D. and the Herulians», Eulimene 8-9 (2007-2008), 107-
Touratsoglou 2006: I. P. Touratsoglou, Greece and the Balkans 164.
before the End of Antiquity, Athens 2006. Warren 1984: J. A. W. Warren, «The Autonomous Bronze
Touratsoglou 2013: I. Touratsoglou, «The Numismatic Affairs Coinage of Sikyon. Part 2», NC 1984, 1-24.
in Villae Rusticae of Provincia Achaia», in A. D. Rizakis Warren 1998: J. A. W. Warren, «Updating and Downdating the
- I. P. Touratsoglou (eds.), Villae Rusticae. Family and Autonomous Bronze Coinage of Sikyon», in R. Ashton -
Market-Oriented Farms in Greece under Roman Rule. S. Hurter (eds.), Studies in Greek Numismatics in Memory
Proceedings of an International Congress held at Patrai of Martin Jessop Price, London 1998, 347-361.
(23-24 April 2010), Athens 2013, 792-803. Watson 1999: Α. Watson, Aurelian and the Third Century, Lon-
Tsangari 2007: D. I. Tsangari, Corpus des monnaies d’or, d’argent don 1999.
et de bronze de la Confédération Étolienne, Athènes 2007. Wittig 1931: C. Wittig, in RE 15.1, Stuttgart 1931, 1244-1284,
Valassiadis 2005: Chr. Valassiadis, «A Contribution to Cas- no. 9 (Messius).

120
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

Από τον βυζαντινό επισκοπικό ναό της Ναυπάκτου


στο παρεκκλήσιο του Προφήτου Ηλιού.
Παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία και την αρχιτεκτονική
των κτισμάτων στη θέση Προφήτης Ηλίας του Κάστρου
της Ναυπάκτου με βάση τα ευρήματα της ανασκαφής του 2008*

Σταύρος Μαμαλούκος, Μιχαήλ Παπαβαρνάβας

Εἰς μνήμην Φραγκίσκης Κεφαλλωνίτου

Α. Από το 2008 το ανώτερο τμήμα των οχυρώσεων


της Ναυπάκτου, που αποτελούν το κυρίως Κά-
στρο, την ακρόπολη, δηλαδή, της πόλης, λειτουργεί ως
αποτελεί ένα εκ των ων ουκ άνευ ζητούμενο της διαδι-
κασίας της αποκατάστασης μνημείων. Στο ημιερειπωμέ-
νο κτίσμα ο, δυστυχώς συνήθης ακόμη στις μέρες μας,
οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος. Διαβαίνοντας τη υπερβάλλων ζήλος των εργολάβων αλλά, κάποτε, και
δυτική, τριπλή πύλη του Κάστρου, που χρησιμεύει ως εί- των επιβλεπόντων μηχανικών και αρχαιολόγων έχει κα-
σοδος του χώρου, ο επισκέπτης αντικρίζει ένα καλοσχε- ταστρέψει το μεγαλύτερο μέρος των αυθεντικών αρμο-
διασμένο και καλά ενταγμένο στο περιβάλλον φυλάκιο λογημάτων αντικαθιστώντας τα με νέα, τα οποία έχουν
και ένα δίκτυο καλοφτιαγμένων λιθόστρωτων πεζόδρο- αποκρύψει ή και εξαφανίσει τελείως τα περισσότερα από
μων που μπορεί να ακολουθήσει για να περιηγηθεί το τα πολύτιμα ίχνη (οικοδομικούς αρμούς, διαφοροποιή-
χώρο και να θαυμάσει τα μνημεία και το εξαίρετο φυ- σεις στις τοιχοποιίες και τα παρόμοια), που επέτρεψαν
σικό περιβάλλον και να απολαύσει την καταπληκτική προ δεκαετίας στους Δημήτρη Αθανασούλη και Πασχά-
θέα προς την πόλη, τον Πατραϊκό Κόλπο και τα γύρω λη Ανδρούδη1 να κάνουν μια σειρά εξαιρετικά εύστοχων
βουνά της Ρούμελης και του Μοριά. Ανηφορίζοντας στη παρατηρήσεων, που οδήγησαν στην άρση παλαιοτέρων
συνέχεια στον τέταρτο και προτελευταίο περίβολο (εικ. παρεξηγήσεων και σε μια προς τη σωστή κατεύθυνση
1) ο επισκέπτης θα συναντήσει, ανάμεσα σε ψηλά αναλ- ερμηνεία του κτίσματος (εικ. 4, 5). Ο ναΐσκος, εξ άλλου,
λήματα και τοίχους που σώζονται σε μικρό ύψος, το ναΐ- του Προφήτου Ηλιού έχει κυριολεκτικά ανακαινισθεί
σκο του Προφήτου Ηλιού (εικ. 2, 3) και το γνωστό στην
παλαιότερη βιβλιογραφία ως βυζαντινό λουτρό ημιερει- * Οι συγγραφείς θεωρούν υποχρέωσή τους να εκφράσουν και από τη
θέση αυτή τις ευχαριστίες τους προς τον διευθυντή της 22ης Εφορείας
πωμένο κτίσμα που βρίσκεται σε μικρή απόσταση στα Βυζαντινών Αρχαιοτήτων για την παραχώρηση άδειας επανεξέτασης του
βορειοδυτικά του ναού (εικ. 4, 5). Και τα δύο κτίσματα μνημείου και δημοσίευσης του υλικού που παρουσιάζεται εδώ, καθώς και
για την παροχή υλικού από το Αρχείο της Εφορείας, αλλά και για την εν
έχουν δεχθεί σχετικά πρόσφατα εκτεταμένες αναστηλω-
γένει υποστήριξή του στην έρευνα που έγινε στα πλαίσια της εργασίας
τικές επεμβάσεις, οι οποίες παρά το γεγονός ότι έχουν αυτής. Ευχαριστίες επίσης εκφράζονται από τους υπογραφόμενους στον
συντελέσει σε μια σοβαρή αναβάθμιση του χώρου και καθηγητή κ. Βασίλη Κατσαρό για τις χρήσιμες συζητήσεις που έκαναν
μαζί του σχετικά με την ταύτιση του μνημείου και στους συναδέλφους
παρά την καλή εικόνα που δίνουν με μια πρώτη ματιά Δημήτρη Αθανασούλη, Μιχάλη Κάππα, Γιώργο Πάλλη και Χριστίνα Πι-
δεν μπορούν, δυστυχώς, κατ’ ουδένα τρόπο να θεωρη- νάτση, για τη συνδρομή τους στη διαπραγμάτευση συγκεκριμένων ζη-
τημάτων που τέθηκαν από την εξέταση του μνημείου, αλλά και για τις
θούν επιτυχημένες, καθώς έχουν στερήσει από τα δύο παρατηρήσεις τους στο κείμενο της μελέτης.
κτίσματα σε μεγάλο βαθμό την αυθεντικότητα, η οποία 1. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 515-534.

121
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Εικ. 1. Ναύπακτος. Άποψη


από αέρος από τα νοτιοδυ-
τικά. Σημειώνεται η θέση του
ναού του Προφήτου Ηλιού
(Αρχείο Οργανισμού Κτημα-
τολογίου και Χαρτογραφή-
σεων Ελλάδος 1932).

ριζικά, όπως σωστά αναφέρουν οι δύο οικοδομικές επι- τάστασης και ανάδειξης. Στο αντικείμενο των έργων
γραφές με χρονολογία 2008 που μνημονεύουν το έργο2. περιλαμβάνονταν και το παρακείμενο στο ναΐσκο του
Ωστόσο ουδέν κακόν αμιγές καλού. Οι εργασίες στα δύο Προφήτου Ηλιού ημιερειπωμένο κτίσμα4. Κατά τη διάρ-
αυτά κτίσματα έγιναν αιτία για μια μείζονος σημασίας κεια των εργασιών διαμόρφωσης του περιβάλλοντος
αρχαιολογική ανακάλυψη, η οποία έρχεται να διαφωτί- χώρου του κτίσματος αυτού εντοπίσθηκαν στις αρχές
σει σημαντικά ζητήματα της ιστορίας και της τέχνης της του 2008 κτηριακά κατάλοιπα, των οποίων τη μεγάλη
μεσαιωνικής Ναυπάκτου. Ας πάρουμε όμως τα πράγμα- σημασία αντελήφθη η τότε διευθύντρια της 22ης ΕΒΑ
τα από την αρχή. και ήδη μακαριστή Φραγκίσκη Κεφαλλωνίτου και, παρά
Μεταξύ των ετών 2006 και 2008 στο Κάστρο της το γεγονός ότι η Εφορεία ήταν νεοσύστατη και ελλιπώς
Ναυπάκτου εκτελέσθηκαν στο πλαίσιο του προγράμ- στελεχωμένη, αποφάσισε να διενεργήσει συστηματικό-
ματος Κάστρων Περίπλους3 μια σειρά από έργα αποκα- τερη ανασκαφική έρευνα στο χώρο. Σε αυτά τα πλαί-
σια η ίδια οργάνωσε και επόπτευσε την εκτέλεση μιας
σειράς εργασιών ανακαίνισης του ναού του Προφήτου
2. Επιγραφή εγχάρακτη σε μαρμάρινη πλάκα στερεωμένη χαμηλά Ηλιού (εικ. 2, 3), σε συνεργασία με την Ιερά Μητρόπολη
στη δυτική όψη του ναού του Προφήτου Ηλιού αναφέρει: ΤΗΝ ΑΝΑΚΑΙ-
ΝΙΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ / ΤΟΥΤΟΥ ΝΑΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ / ΑΝΑΣΚΑΦΗ ΠΕΡΙΞ Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου και την ενορία της Αγίας
ΑΥΤΟΥ / ΕΠΕΒΛΕΨΕ & ΕΠΙΜΕΛΗΘΗΚΕ / Η ΑΕΙΜΝΗΣΤΗ ΠΡΟΪΣ- Παρασκευής, της οποίας ο ναΐσκος αποτελεί παρεκκλή-
ΤΑΜΕΝΗ / ΤΗΣ 22ας ΕΦΟΡΕΙΑΣ / ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ /
ΦΡΑΓΚΙΣΚΑ ΚΕΦΑΛΛΩΝΙΤΟΥ / ΤΟ ΕΤΟΣ 2008 και γραπτή επιγραφή
σι. Τον Μάιο του ίδιου έτους, όταν η ανασκαφή είχε αρ-
επάνω από τη δυτική θύρα του ναού του Προφήτου Ηλιού εσωτερι- κετά προχωρήσει, η Κεφαλλωνίτου ζήτησε τη συνδρομή
κά αναφέρει: ΑΝΗΓΕΡΘΗ Ο ΘΕΙΟΣ ΟΥΤΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ των συντακτών της εργασίας αυτής στην αποτύπωση
ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΗΛΙΟΥ / ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ
ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΟΥΡΚΙΚΟΝ ΖΥΓΟΝ. / ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΡΕΙΠΙΩΝ και την ερμηνεία των ευρημάτων, πράγμα που έγινε. Με-
ΙΣΛΑΜΙΚΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ / ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΡΕΙΠΙΩΝ ΛΑΜΠΡΟΥ ΒΥ- ταξύ Μαΐου και Ιουνίου 2008 οι γράφοντες αποτύπωσαν
ΖΑΝΤΙΝΟΥ ΝΑΟΥ / ΚΑΙ ΑΝΕΚΑΙΝΙΣΘΗ ΡΙΖΙΚΩΣ ΤΟ ΣΩΤΗΡΙΟΝ
ΕΤΟΣ 2008 / ΔΙΑ ΔΑΠΑΝΗΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΤΗΣ
και τεκμηρίωσαν, κατά το δυνατόν, τα κτηριακά κατά-
ΝΟΜΑΡΧΙΑΣ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ / ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΥΣΕΒΩΝ ΝΑΥΠΑ- λοιπα που είχαν ως τότε αποκαλυφθεί και παρέμεναν
ΚΤΙΩΝ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ / ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΟ- ορατά. Δυστυχώς, εξ αιτίας της μεγάλης πίεσης χρόνου
ΝΤΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ /
ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΥ ΤΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙ- και της έλλειψης προγραμματισμού και δεδομένου ότι
ΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ / ΤΟΥ Ι.Ν. ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ / ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΚΑΙ-
ΟΙ ΕΙΣΕΛΘΕΤΕ ΕΙΣ ΔΟΞΑΝ ΘΕΟΥ.
3. Για το Πρόγραμμα γενικά βλ. Γεωργοπούλου-Ντ’Αμίκο 2002 και 4. Συνοπτική παρουσίαση του έργου βλ. στο Κεφαλλωνίτου 2011, 80,
Γεωργοπούλου-Ντ’Αμίκο 2008, 9. εικ. 23, 24.

122
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

Εικ. 2. Ναύπακτος. Κάστρο.


Ναός Προφήτου Ηλιού.
Άποψη από τα νοτιοδυτικά
(Σ. Παράσχου, Ιούλιος 2006).

Εικ. 3. Ναύπακτος. Κάστρο.


Ναός Προφήτου Ηλιού.
Άποψη από τα νοτιοδυτικά
(Στ. Μαμαλούκος, Οκτώβρι-
ος 2013).

οι επεμβάσεις στο ναό του Προφήτου Ηλιού έγιναν χω- ραδόθηκαν στην 22η Εφορεία τον Ιούλιο του 2008, μια
ρίς συστηματική μελέτη και επίβλεψη, αρκετά στοιχεία κάτοψη δημοσιεύθηκε στον τόμο Από το ανασκαφικό
πολύτιμα για την κατανόηση και ερμηνεία του εξαιρε- Έργο των Εφορειών Αρχαιοτήτων, που εξέδωσε το 2012
τικά σύνθετου οικοδομικού συνόλου, που αποκάλυψε η το Υπουργείο Πολιτισμού5, συνοδεύοντας μια σύντομη
ανασκαφή καλύφθηκαν ή και καταστράφηκαν χωρίς να αλλά περιεκτική έκθεση, στην οποία παρουσιάζονται τα
καταγραφούν και να ερμηνευθούν. Καρπός της εργασίας κύρια πορίσματα που προέκυψαν από την τεκμηρίωση
πεδίου των υπογραφομένων ήταν τότε η σύνταξη μιας του χώρου. Εν τω μεταξύ τον Ιούλιο του 2008 το έργο
σειράς σχεδίων αποτύπωσης και πρώτης αναγνώρισης
των οικοδομικών φάσεων. Από τα σχέδια αυτά που πα- 5. Κεφαλλωνίτου - Κουμούση 2012, 71-72.

123
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Εικ. 4. Ναύπακτος. Κάστρο.


Βορειοδυτικό κτήριο. Άποψη
από τα νότια (Μ. Παπαβαρ-
νάβας, Ιούλιος 2006).

Εικ. 5. Ναύπακτος. Κάστρο.


Βορειοδυτικό κτήριο. Άποψη
από τα νότια (Μ. Παπαβαρ-
νάβας, Απρίλιος 2014).

ανακαίνισης του ναού του Προφήτου Ηλιού και διαμόρ- έγιναν εν μέρει κατά τη διάρκεια της αποτύπωσης των
φωσης του περιβάλλοντος χώρου του ολοκληρώθηκε. κτηριακών λειψάνων, που ήταν ορατά κατά το διάστημα
Από τα κτηριακά κατάλοιπα που βρέθηκαν στην ανα- από τον Μάιο μέχρι και τον Ιούνιο του 2008 και εν μέρει
σκαφή άλλα καταχώθηκαν και άλλα παραμένουν ακόμη αργότερα, σε διάφορες φάσεις, στο γραφείο με τη βο-
ορατά. ήθεια των σχεδίων της αποτύπωσης και φωτογραφιών
Σκοπός της εργασίας που ακολουθεί είναι η παρου- της 22ης Εφορείας και της πολιτικού μηχανικού κ. Βιβής
σίαση των παρατηρήσεων, που έγιναν από τους υπογρα- Λαγαρού, η οποία συνέδραμε στο συγκεκριμένο έργο
φόμενους κατά τη διάρκεια της τεκμηρίωσης των κτη- την Εφορεία. Οι φωτογραφίες αφορούσαν ορισμένες
ριακών καταλοίπων, που αποκαλύφθηκαν γύρω από το κατασκευές, που καταστράφηκαν ή αλλοιώθηκαν σοβα-
ναό του Προφήτου Ηλίου και μια προσπάθεια ερμηνείας ρά κατά τις επεμβάσεις που έγιναν τους πρώτους μήνες
τους, ώστε να καταστεί κατά το δυνατόν δυνατή η με- του 2008 στο ναό του Προφήτου Ηλιού.
λέτη της οικοδομικής ιστορίας και της αρχιτεκτονικής
Β. Ο χώρος στον οποίο διενεργήθηκε η ανασκαφή
των διαδοχικών κτισμάτων, που κατά καιρούς υπήρξαν
του 2008 καταλαμβάνει μια σημαντική έκταση στο κέ-
στη θέση του σημερινού ναΐσκου, δεδομένου ότι η ανα-
ντρο και προς τα βόρεια του μεσαίου τμήματος (ή δια-
σκαφεύς τους δεν ζει πλέον, ώστε να προβεί σε μια συ-
στηματικότερη δημοσίευση του σημαντικού μνημειακού ζώματος6) του επάνω οχυρού περιβόλου της Ναυπάκτου,
συνόλου. Οι παρατηρήσεις αφορούν στην οικοδομική
ιστορία και την αρχιτεκτονική των επάλληλων κτισμά-
6. Με τον αδόκιμο όρο διαζώματα ονομάζονται στη βιβλιογραφία
των, που υπήρξαν κατά καιρούς στη σημαντική αυτή τα μεταξύ των διατειχισμάτων τμήματα των δύο οχυρών περιβόλων της
θέση του Κάστρου της Ναυπάκτου. Οι παρατηρήσεις πόλης.

124
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

Σχ. 1. Ναύπακτος. Κάστρο. Ανασκαφή Προφήτου Ηλιού. Αποτύπωση. Κάτοψη.

Σχ. 2. Ναύπακτος. Κάστρο. Ανασκαφή Προφήτου Ηλιού. Εγκάρσια τομή του χώρου και όψεις του ναού.

125
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Σχ. 3. Ναύπακτος. Κάστρο. Ανασκαφή Προφήτη Ηλιού. Διάγραμμα οικοδομικών φάσεων.

που στη βιβλιογραφία αναφέρεται ως Περιτόριο7 (εικ. 1). Στο μέσον περίπου του ανδήρου υψώνεται ο ναός
Πρόκειται για ένα επίμηκες, σχεδόν επίπεδο άνδηρο με του Προφήτου Ηλιού, μια μονόχωρη δρομική ξυλόστε-
σχήμα σε κάτοψη ακανόνιστου πολυγώνου, ο διαμήκης γη εκκλησία διαστάσεων περίπου 7,40 x 10,50 μ. χωρίς
άξονας του οποίου ακολουθεί την κατεύθυνση ΒΔΔ - την πεντάπλευρη κόγχη του ιερού και το ελικοειδές κλι-
ΝΑΑ. Οι μέγιστες διαστάσεις του ανδήρου είναι 27 x 50 μακοστάσιο με μορφή ορθογωνικού σε κάτοψη πύργου
μ. περίπου. Η πρόσβαση σε αυτό γίνεται από τα δυτικά διαστάσεων 2,40 x 2,20 μ. που είναι προσκολλημένο στο
μέσω διαδρόμου, ο οποίος ξεκινά από τον ανηφορικό, νότιο άκρο του δυτικού τοίχου. Η βορειοδυτική γωνία
κύριο οδικό άξονα που διασχίζει το διάζωμα ξεκινώντας του ναού παρουσιάζει έντονη απότμηση.
από τη νότια πύλη του κατευθυνόμενος προς τα βόρεια, Στο χώρο μεταξύ του ναού και του τείχους και σε
προς την πύλη του τρίτου και τελευταίου οχυρού περι- απόσταση 3 περίπου μ. βορειοδυτικά του ναού βρίσκε-
βόλου, της ακρόπολης του Κάστρου, του οθωμανικού ται ένα ημιερειπωμένο κτίσμα, γνωστό στην παλαιότε-
Ιτς-Καλέ, και από τα ανατολικά μέσω κτιστής κλίμακας. ρη βιβλιογραφία ως λουτρό, το οποίο στη συνέχεια θα
Μια ζώνη μέσου πλάτους 10 μ. χωρίζει το άνδηρο από ονομάζεται Βορειοδυτικό Κτήριο. Το κτίσμα αυτό, το
το τείχος της βορειοδυτικής πλευράς του Κάστρου, στην οποίο είχε προ δεκαετίας αποτελέσει το αντικείμενο της
κατασκευή του οποίου έχουν ενσωματωθεί τα λείψανα εξαιρετικής μελέτης των Δημήτρη Αθανασούλη και Πα-
ενός οικοδομικού συγκροτήματος δύο κτισμάτων, το σχάλη Aνδρούδη, που αναφέρθηκε παραπάνω9, έχει δια-
οποίο οι Αθανασούλης και Ανδρούδης ονομάζουν Βό- στάσεις περίπου 6 x 11 μ. και περιλαμβάνει δύο χώρους,
ρειο Συγκρότημα8. έναν παλαιότερο προς δυσμάς, ο οποίος καλύπτεται με
σταυροθόλιο, και έναν νεώτερο προς ανατολάς, ο οποί-
7. Όπως πρόσφατα απέδειξαν οι Κώστας Λάππας και Μαρία Καζα-
ος καλύπτεται με ημικυλινδρικό θόλο.
νάκη-Λάππα (Λάππας - Καζανάκη-Λάππα 2014, 101-106), τα διαζώμα- Κατά την ανασκαφή του 2008, η οποία διενεργήθη-
τα των δύο οχυρών περιβόλων της Ναυπάκτου φέρουν στη βιβλιογρα- κε σε μιαν έκταση διαστάσεων περίπου 20 x 30 μ. γύρω
φία, εξ αιτίας μιας παρανόησης των πηγών του 15ου αιώνα, ονομασίες
που προέρχονται από παραφθορά των ονομάτων μικρών κάστρων της
ευρύτερης περιοχής της πόλης, του Territorio di Lepanto. 9. Για το κτίσμα αυτό βλ. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 515-534,
8. Σχετικά βλ. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 515, πίν. 1Α. όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία.

126
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

από το ναό του Προφήτου Ηλιού, αποκαλύφθηκαν ση- ρες, ενώ η μεσαία, από την οποία ελάχιστα ίχνη διατη-
μαντικά κτηριακά κατάλοιπα, τα οποία παρουσιάζονται ρούνται, φαίνεται ότι ήταν μάλλον ημικυκλική. Ο νότιος
συνοπτικά παρακάτω (σχ. 1-3). τοίχος του ναού, του οποίου η ανασκαφή απεκάλυψε εν
Στα ανατολικά του ναού αποκαλύφθηκαν τα κατώ- μέρει το άνω τελείωμα, είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος
τερα τμήματα του ανατολικού τοίχου και του ανατολι- του επενδεδυμένος με ένα παλαιό και καλοχτισμένο
κού άκρου του βόρειου τοίχου ενός ισλαμικού τεμένους, ψηλό ανάλλημα με κεκλιμένη όψη. Το δυτικότερο τμή-
το οποίο θα ονομάζεται στο εξής Τέμενος Γ, το οποίο μα του νότιου τοίχου του ναού με τη νοτιοδυτική του
προφανώς σχετίζεται με το κτήριο του υφιστάμενου να- γωνία αποκαλύφθηκε πρόσφατα, τον Απρίλιο του 2014,
ΐσκου, του οποίου αποτελούσε κάποτε το ανατολικό πέ- μετά από την κατάρρευση του νεώτερου αναλημματικού
ρας. Η βορειοανατολική γωνία του κτηρίου παρουσιάζει τοίχου που τον κάλυπτε. Ο δυτικός τοίχος του ναού, ο
μικρή απότμηση. Στον ισχυρά αποκλίνοντα προς νότον οποίος, σημειωτέον, προεκτεινόταν προς βορράν κατά
ανατολικό τοίχο του κτηρίου διακρίνεται εν μέρει μια μι- 5 τουλάχιστον μ. πέραν της βορειοδυτικής γωνίας της
κρή κόγχη. Στο εσωτερικό του κτηρίου βρέθηκε τμήμα βασιλικής, αποκαλύφθηκε εν μέρει. Εξ ολοκλήρου απο-
δαπέδου από πήλινα πλακίδια διαστάσεων 23 x 23 εκ. καλύφθηκε ο μεταξύ του κυρίως ναού και του νάρθηκα
Στα βόρεια και στα ανατολικά του ναού αποκαλύ- τοίχος και οι μεταξύ των κλιτών πεσσοστοιχίες με τα πε-
φθηκαν τα κατώτερα τμήματα του ανατολικού, του ρισσότερα από τα αρχικά τους ανοίγματα αποφραγμένα
βορειοανατολικού, του βόρειου και του άκρου του βο- σε μεταγενέστερη εποχή. Στο βορειοδυτικό άκρο του
ρειοδυτικού τοίχου ενός άλλου ισλαμικού τεμένους, το βορείου κλίτους αποκαλύφθηκε ο τοίχος του οποίου την
οποίο θα ονομάζεται στο εξής Τέμενος Β, το οποίο επί- ύπαρξη αντελήφθησαν οι Αθανασούλης και Ανδρούδης,
σης σχετίζεται με το σημερινό ναό, καθώς ο δυτικός τοί- οι οποίοι τον ονόμασαν ΤχΙΙΑ και σωστά τον θεώρησαν
χος του τελευταίου ταυτίζεται με τον αντίστοιχο τοίχο σύγχρονο με τον βόρειο τοίχο της βασιλικής11.
του αποκαλυφθέντος κτηρίου. Στο μέσον του νοτιοανα- Ο τοίχος αυτός κατευθυνόταν προς νότον ορίζοντας
τολικού τοίχου του κτηρίου είναι διαμορφωμένη στο πά- ένα χώρο διαστάσεων 3,50 x 4,20 μ., ο οποίος επικοι-
χος του τοίχου μια μικρή πεντάπλευρη κόγχη μιχράμπ, νωνούσε με τον νάρθηκα μέσω ανοίγματος που υπήρχε
εμπρός από την οποία σωζόταν μικρό τμήμα δαπέδου στο βόρειο άκρο του δυτικού τοίχου. Το άνοιγμα αυτό
από πήλινα πλακίδια διαστάσεων 30 x 30 εκ. αποφράχθηκε μεταγενέστερα και ο χώρος κατατμήθηκε
Στα ανατολικά του ναΐσκου του Προφήτου Ηλιού, σε τρία άνισα μέρη μετά την οικοδόμηση δύο τοίχων. Ο
κάτω από το ανατολικό τμήμα του Τεμένους Β και αμέ- πρώτος, με κατεύθυνση ανατολή-δύση, στο μέσον πε-
σως νότιά του, καθώς και στα βόρεια, στα νότια και στα ρίπου του χώρου, ενώ ο δεύτερος, με κατεύθυνση βορ-
δυτικά του ναού αποκαλύφθηκαν εξ ολοκλήρου ή εν μέ- ρά-νότο, στο νοτιοδυτικό άκρο του χώρου. Στον βόρειο
ρει τα κατώτερα μέρη των τοίχων μιας τρίκλιτης βασιλι- χώρο που δημιουργήθηκε από την οικοδόμηση των δύο
κής με αρχικό νάρθηκα και μια σειρά από μεταγενέστε- παραπάνω τοίχων και συγκεκριμένα στην βορειοδυτική
ρα προσκτίσματα. Όπως πολύ σωστά είχαν προβλέψει οι γωνία, υπάρχει ένας μικρών διαστάσεων υπόγειος χώ-
Αθανασούλης και Ανδρούδης ένα μεγάλο μέρος –περί- ρος που καλυπτόταν με ιδιότυπο, όπως φαίνεται, ημικυ-
που το δυτικό μισό– του βόρειου τοίχου του ναού απο- λινδρικό θόλο (εικ. 6). Στον ίδιο χώρο αποκαλύφθηκαν
τελεί ο νότιος τοίχος του κτίσματος που εδώ ονομάζεται και τα ίχνη άλλων κατασκευών, η ανασκαφή των οποίων
Βορειοδυτικό Κτήριο και το οποίο είχαν μελετήσει το δεν ολοκληρώθηκε, λόγω της μεγάλης πίεσης χρόνου
200410. Από το ανατολικό μισό του τοίχου αυτού αποκα- και ως εκ τούτου παραμένουν δυσνόητα και δυσερμή-
λύφθηκαν μικρά τμήματα, καθώς αυτός είχε κατά μέγα νευτα.
μέρος καταστραφεί όταν στη θέση του, αλλά με ελαφρά Κατά την ανασκαφή αποκαλύφθηκαν επίσης δύο
διαφορετική κατεύθυνση, κτίσθηκε ο βόρειος τοίχος του νεώτεροι τοίχοι με κατεύθυνση βορρά-νότου, ένας στο
Τεμένους Β. Στην ανατολική πλευρά του ναού αποκαλύ- βόρειο κλίτος, στην ευθεία περίπου του δυτικού τοί-
φθηκαν τα λείψανα των τριών κογχών του ιερού. Από χου του ναΐσκου, και ένας στο μεσαίο κλίτος, σε από-
αυτές η μεσαία είχε ακτίνα 2,80 μ., η βόρεια 1 και η νότια σταση 3 περίπου μ. από το δυτικό του άκρο. Τόσο στο
1,40 μ. Οι δύο πλάγιες κόγχες ήταν εξωτερικά τρίπλευ- βόρειο όσο και στο νότιο κλίτος βρέθηκε κατά χώραν
ο μαρμάρινος στυλοβάτης του φράγματος του πρεσβυ-
10. Για το κτίσμα αυτό βλ. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 517-518,
πίν. 2Α, 3Α. 11. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 517, πίν. 2Α, 3Α.

127
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Εικ. 6. Ναύπακτος. Κάστρο. Ανασκαφή Προφήτου Ηλιού. Άποψη δυτικού άκρου του βόρειου κλίτους της βασιλικής (Μ. Παπα-
βαρνάβας, Ιούλιος 2008).

τερίου σε απόσταση 4.25 μ. από τον ανατολικό τοίχο. και του δρόμου. Ο χώρος αυτός ορίζεται από τα δυτικά
Στο βόρειο κλίτος του ναού αποκαλύφθηκαν τμήματα και από τα νότια από αναλληματικό τοίχο με περισσότε-
πολυτελούς μαρμαροθετημένου δαπέδου (εικ. 7), ενώ ρες της μιας οικοδομικές φάσεις, ο οποίος παρουσιάζει
στο δυτικό τμήμα του μεσαίου κλίτους βρέθηκε σε καλή σήμερα μεγάλες ρηγματώσεις και ισχυρές αποκλίσεις
κατάσταση δάπεδο από πήλινα πλακίδια διαστάσεων από την κατακόρυφο. Στην στέψη του τοίχου αυτού, στο
29 x 29 εκ. Αμέσως δυτικά του δυτικού τοίχου του κυ- μέσον περίπου της δυτικής του πλευράς, υπάρχει μεγά-
ρίως ναού αποκαλύφθηκε, σχεδόν αξονικά διατεταγ- λη υδρορροή διαμορφωμένη από λαξευμένο τμήμα αρ-
μένος ως προς τη βασιλική, διάδρομος πλάτους από χαίου μαρμάρινου κίονα σε δεύτερη χρήση. Η υδρορροή
καλύπτεται ως επί τω πλείστον από ημίεργους λίθους
2,10 ως 2,60 μ. και μήκους 8 περίπου μ., στρωμένος με
διαφόρων μεγεθών, μεταξύ των οποίων διακρίνεται και
μαρμαρόπλακες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται
τμήμα κιονίσκου από σκουρόχρωμο λίθο.
αποτμήματα πλακών ενός μαρμάρινου πολυτελούς δα-
Τέλος, στα ανατολικά του ναού και σε επαφή με τις
πέδου αλλά και γλυπτά, μεταξύ των οποίων ένα μικρού
πλάγιες κόγχες του ιερού και πάνω από το κατεστραμ-
πλάτους θωράκιο τέμπλου (εικ. 8). Ο διάδρομος αυτός, μένο τμήμα της μεσαίας, αποκαλύφθηκε δάπεδο από
που οδηγεί από τον κύριο οδικό άξονα του μεσαίου πε- κουρασάνι, το οποίο φαίνεται ότι κάλυπτε εν μέρει
ριβόλου του Κάστρου σε μια μεταγενέστερη θύρα που τουλάχιστον την επιφάνεια του μεγάλου ανδήρου που
ανοίγεται στον άξονα του δυτικού τοίχου του κυρίως εκτείνεται στα ανατολικά της βασιλικής. Η κάλυψη της
ναού, διασχίζει, πατώντας επάνω στα λείψανά του, το επιφάνειας με υδραυλικό κονίαμα εξυπηρετούσε πιθα-
νάρθηκα της βασιλικής και ένα χώρο πλάτους 3,70 μ., νότατα τη συλλογή των ομβρίων στη δεξαμενή που ήταν
που εκτείνεται μεταξύ του δυτικού τοίχου του νάρθηκα διαμορφωμένη ΒΑ του ανδήρου.

128
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

Εικ. 7. Ναύπακτος. Κάστρο. Ανα-


σκαφή Προφήτου Ηλιού. Λεπτο-
μέρεια του δαπέδου του βορείου
κλίτους της βασιλικής (Μ. Παπα-
βαρνάβας, Μάιος 2008).

Εικ. 8. Ναύπακτος. Κάστρο. Ανα-


σκαφή Προφήτου Ηλιού. Διάδρομος
στρωμένος με μαρμαρόπλακες (Μ.
Παπαβαρνάβας, Οκτώβριος 2013).

129
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Σχ. 4. Ναύπακτος. Κάστρο. Ανασκαφή Προφήτου Ηλιού. Τρίκλιτη βασιλική. Αναπαράσταση. Κάτοψη.

Γ. Από την εξέταση των κτηριακών καταλοίπων που Τα κλίτη της βασιλικής διαχωρίζονταν με τοξοστοι-
αποκαλύφθηκαν κατά την ανασκαφή του 2008, σε συν- χίες, τα τόξα των οποίων φέρονταν, όπως φαίνεται, από
δυασμό με τα συμπεράσματα στα οποία είχε καταλήξει επιμήκεις κτιστούς πεσσούς. Η ακριβής αναπαράσταση
η μελέτη των Αθανασούλη και Ανδρούδη, αλλά και την των πεσσοστοιχιών παρουσιάζει προβλήματα, καθώς τα
παλαιότερη βιβλιογραφία προκύπτουν τα εξής: διατηρούμενα λείψανά τους δεν είναι παντού σαφή και
Στο χώρο της ανασκαφής γύρω από το σημερινό ναό αρκετά από τα στοιχεία που αποκαλύφθηκαν κατά τη
του Προφήτου Ηλιού, υπήρχε στη βυζαντινή εποχή μια διάρκεια της ανασκαφής καλύφθηκαν ή καταστράφηκαν
προφανώς ξυλόστεγη, όπως προκύπτει από τις διαστά- κατά την (αδικαιολόγητη) σχεδόν πλήρη ανακατασκευή
σεις της και τα πάχη των τοίχων της12, τρίκλιτη βασι- των εξωτερικών παρειών των πλαγίων τοίχων του ναΐ-
λική (σχ. 4-6). Στην αρχική της μορφή η βασιλική είχε σκου, που είναι κτισμένοι ο μεν βόρειος ακριβώς επάνω
συνολικές διαστάσεις 28 x 15,50 ως 16 μ. χωρίς τις τρεις στα κατάλοιπα της βόρειας πεσσοστοιχίας, ο δε νότιος
κόγχες του ιερού, από τις οποίες, όπως ήδη αναφέρθηκε, αμέσως βόρεια των υπολειμμάτων της νότιας, και τη με-
οι δύο πλάγιες κόγχες ήταν εξωτερικά τρίπλευρες, ενώ ρική ανακατασκευή του πεζουλιού, που βρίσκεται κατά
η μεσαία μάλλον ημικυκλική. Το δυτικό τμήμα του ναού μήκος της νότιας πλευράς του νεώτερου ναού, χωρίς να
κατελάμβανε νάρθηκας με καθαρό πλάτος 4 περίπου μ. τεκμηριωθούν και να ερμηνευθούν. Έτσι η όποια μελλο-
Ο δυτικός τοίχος του νάρθηκα προεκτεινόταν προς βορ- ντική έρευνα στερήθηκε τη δυνατότητα επανεξέτασης
ράν, προς το Βόρειο Συγκρότημα, με το οποίο πιθανότα- στοιχείων, τα οποία ενδεχομένως θα μπορούσαν να οδη-
τα συνδεόταν. γήσουν σε ασφαλέστερα συμπεράσματα για τη μελέτη
και την ερμηνεία του μνημείου. Στα σχέδια της αναπα-
12. Σχετικά βλ. και Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 521. ράστασης της βασιλικής, τα οποία συνοδεύουν την πα-

130
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

Σχ. 5. Ναύπακτος. Κάστρο. Τρίκλιτη βασιλική. Αναπαράσταση. Τομές και όψεις.

ρούσα μελέτη, οι δύο πεσσοστοιχίες έχουν αναπαραστα- μπάκας15, του Δομενίκου16, των Σερβίων17 κ.ά., μπορούν
θεί όμοιες, παρά τις κάποιες ενδείξεις που οδηγούσαν να αναπαρασταθούν κατά προσέγγιση η κατά πλάτος
στο αντίθετο συμπέρασμα. Έτσι δεν μπορεί να αποκλει- και η κατά μήκος τομή του κτηρίου και, με αρκετές κατά
σθεί εντελώς η πιθανότητα οι δύο πεσσοστοιχίες να μην τόπους υποθέσεις, οι όψεις του.
ήταν εντελώς όμοιες, αλλά ο ναός να παρουσίαζε στο Μια περιοχή του ναού, η αναπαράσταση της οποί-
σημείο αυτό μιαν ασυμμετρία, ανάλογη με εκείνη που ας φαίνεται ότι παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλλά
παρουσιάζει η βασιλική των Σερβίων13. και σοβαρές δυσκολίες είναι το βορειοδυτικό άκρο του
Για την αναπαράσταση των τομών και των όψεων βορείου κλίτους που, όπως ήδη αναφέρθηκε υπήρχε εκεί
του ναού τα μόνα διαθέσιμα στοιχεία είναι αυτά που δί- αλλά δυστυχώς, δεν διερευνήθηκε επαρκώς μετά την
νει το, όπως φαίνεται, σωζόμενο σε όλο του το ύψος δυ- αποκάλυψη και πριν την εκ νέου κατάχωσή του, ώστε να
τικό τμήμα του βόρειου τοίχου του. Με βάση τα στοιχεία καταστεί δυνατή η αναπαράσταση και η ερμηνεία του.
αυτά και συγκρίσεις με άλλες βυζαντινές βασιλικές, με Αυτό που μπορεί κανείς να παρατηρήσει προς το παρόν
τις οποίες η βασιλική της Ναυπάκτου παρουσιάζει ομοι- είναι ότι η ύπαρξη του χώρου, που ορίζει ο σχήματος σε
ότητες, όπως λ.χ. οι βασιλικές της Μάστρου14, της Καλα- κάτοψη Γ τοίχος ΤχΙΙΑ των Αθανασούλη και Ανδρού-

15. Για το μνημείο βλ. Sythiakakis-Kritsimallis - Voyadjis 2011, όπου


και η προγενέστερη βιβλιογραφία.
16. Για το μνημείο βλ. κυρίως Βογιατζής - Συθιακάκη-Κριτσιμάλλη
2014. Βλ. επίσης Βέμη - Πετρονώτης 1994 και Πασαλή 1994.
13. Ćurčić 2010, 310-311 και 396-397. 17. Για το μνημείο βλ. Ξυγγόπουλος 1957, 27-75. Καραγιάννη 2006,
14. Για το μνημείο βλ. Βοκοτόπουλος 1975, 11-20, 179-181. Κατσαρός 265-268, όπου και η νεώτερη βιβλιογραφία, και Ćurčić 2010, 310-311 και
1981, 443-449. 396-397.

131
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Σχ. 6. Ναύπακτος. Κάστρο. Τρίκλιτη βασιλική. Αναπαράσταση. Αξονομετρική απεικόνιση.

δη καθιστά απίθανη την διαμόρφωση στο βόρειο τοίχο ναού το μόνο που είναι γνωστό με σχετική ασφάλεια εί-
του ναού ενός μεγάλου ανοίγματος πλάτους περίπου ναι η μορφή, ο αριθμός και η διάταξη των μονολόβων
3 μ., το οποίο οι παραπάνω μελετητές υπέθεταν ότι θα παραθύρων του βόρειου τοίχου. Με βάση τα στοιχεία
εξασφάλιζε την επικοινωνία με το προσκολλημένο στη αυτά και τις γνωστές από άλλα μνημεία διατάξεις μπορεί
βασιλική πρόσκτισμα18. να γίνει μια προσπάθεια συνολικής αναπαράστασης του
Με βάση τα σημερινά δεδομένα λογικότερο είναι να τρόπου φωτισμού του ναού.
υποθέσει κανείς ότι στο βόρειο τοίχο του ναού αντί για Κατά μήκος της δυτικής πλευράς της βασιλικής, στο
ένα μεγάλο άνοιγμα πρέπει να υπήρχε μια θύρα μεταξύ χώρο μεταξύ του δυτικού τοίχου του νάρθηκα και του
των τοίχων Τχ ΙΑ1 και Τχ ΙΑ2, μέσω της οποίας ο ναός δρόμου, και που περιγράφηκε παραπάνω, ήταν διαμορ-
επικοινωνούσε με το βόρειο πρόσκτισμά του. φωμένο ένα άνδηρο, επάνω στο οποίο δεν αποκλείεται
Η προσπέλαση στο ναό γινόταν από άγνωστο αριθ- να υπήρχε ένας εξωνάρθηξ με μορφής ανοικτής στοάς,
μό θυρών που ανοίγονταν στο δυτικό του τοίχο και με πλάτος 3,70 μ. και μήκος ίσο με του ναού ή και με-
από μια θύρα διαμορφωμένη στο βόρειο τοίχο του, την γαλύτερο από αυτόν προς βορράν. Όπως φαίνεται από
ύπαρξη της οποίας είχαν σωστά παρατηρήσει οι Αθανα- τον οικοδομικό αρμό, που υπάρχει μεταξύ του δυτικού
σούλης και Ανδρούδης19. Ο κυρίως ναός επικοινωνούσε άκρου του νότιου τοίχου της βασιλικής και της προς δυ-
με τον νάρθηκα μέσω τριών ανοιγμάτων: ενός τριβήλου σμάς συνέχειάς του, το άνδηρο αυτό ήταν κατασκευα-
που αντιστοιχούσε στο μεσαίο κλίτος και δύο θυρών που στικά ανεξάρτητο και πιθανώς μεταγενέστερο του ναού.
αντιστοιχούσαν στα πλάγια κλίτη. Για το φωτισμό του Όσον αφορά τα ζητήματα κατασκευής και μορφολο-
γίας της βασιλικής, από την εξέταση των λειψάνων της
18. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 517, πίν. 2Α, 3Α.
προκύπτει ότι οι πάχους περίπου 0,65 μ. (ή 2 βυζαντινών
19. Σχετικά βλ. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 517, πίν. 4Α. ποδών) τοίχοι της ήταν κτισμένοι με αργούς, πλακοει-

132
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

δείς γενικά ασβεστόλιθους, μετρίου μάλλον μεγέθους και έχουν από διάφορους μελετητές συνδεθεί με κάποιο
και διαφόρων διαστάσεων πλίνθους, τοποθετημένες σημαντικό μεσοβυζαντινό ναό του Κάστρου, μπορούν
στους οριζόντιους αρμούς σε ακανόνιστες σειρές με εύλογα να θεωρηθούν ως προερχόμενα από τα διάφορα
συνδετικό υλικό ισχυρό ασβεστοκονίαμα20. Στις γωνίες στοιχεία του. Πρόκειται για τεμάχια κοσμητών, για αρκε-
των τοίχων, χαμηλά τουλάχιστον, είχαν χρησιμοποιηθεί τά μέλη ενός ή περισσοτέρων φραγμάτων πρεσβυτερίου,
μεγάλων διαστάσεων ορθογωνισμένοι λιθόπλινθοι, πι- αποτμήματα πλαισίων θυρών, ένα τεμάχιο επιστυλίου το
θανότατα spolia. Η δομή των τοίχων του ναού ήταν ενι- οποίο, σύμφωνα με την επιγραφή που φέρει, προέρχεται
σχυμένη με κρυφές ξυλοδεσιές που αποτελούνταν από από τάφο, και άλλα μέλη προς το παρόν αταύτιστα26.
δύο διαμήκη στοιχεία τοποθετημένα σε μικρή απόσταση
Δ. Όσον αφορά τη χρονολόγηση της βασιλικής του
μέσα από τα πρόσωπα των τοίχων21. Τα ανοίγματα των
Κάστρου της Ναυπάκτου, αυτή, δεδομένης της απο-
παραθύρων και, όπως φαίνεται από τα διατηρούμενα
σπασματικής κατάστασης στην οποία διατηρείται το
λείψανά τους, και των θυρών του ναού ήταν του τύπου
μνημείο, δεν είναι εύκολη. Αναμφίβολα μεγάλη βοήθεια
των απλών ανοιγμάτων με παρειές κάθετες στα πρόσω-
στην προσπάθεια χρονολόγησης της αρχικής οικοδόμη-
πα του τοίχου. Τα παράθυρα πρέπει να είχαν σταθερά
σης του ναού θα προσφέρει, όταν αυτή γίνει, η μελέτη
διαφράγματα και οι θύρες ένθετα περιθυρώματα / πλαί-
του αρχικού δαπέδου του και, ενδεχομένως, και όσων
σια22. Οι σταθμοί τους ήταν από απλή τοιχοποιία και τα
τυχόν τμημάτων του μαρμάρινου εξοπλισμού του μπο-
τοξωτά ανώφλια τους είχαν τη μορφή απλών πλίνθινων
ρέσουν με ασφάλεια να αποδοθούν στην πρώτη του
τόξων, τα οποία εξωτερικά περιβάλλονταν από απλή
οικοδομική φάση. Στην παρούσα μελέτη θα επιχειρηθεί
πλίνθινη ταινία23.
μια πρώτη προσέγγιση του ζητήματος με βάση τα περιο-
Η βασιλική είχε πολυτελές δάπεδο κατασκευασμέ-
ρισμένα διαθέσιμα στοιχεία. Τα τυπολογικά, αλλά και τα
νο από πλάκες μαρμάρου, μεταξύ των οποίων υπήρχαν
κατασκευαστικά και μορφολογικά της χαρακτηριστικά,
ταινίες και πίνακες από μαρμαροθέτημα κατασκευασμέ-
τα οποία συνδέουν τη βασιλική της Ναυπάκτου με εκεί-
νο από κρούστες διαφόρων σχημάτων24. Όπως έχει ήδη
νες της Μάστρου27, του Αγίου Γεωργίου Ευηνοχωρίου28,
αναφερθεί, αρκετά τμήματα του δαπέδου αυτού σώζο-
εν μέρει των Σερβίων29 και άλλες, οδηγούν σε μια χρονο-
νται κατά χώραν, κυρίως στο βόρειο κλίτος του ναού. Σε
λόγηση στην πρώιμη μεσοβυζαντινή εποχή30. Στην ίδια
κάποια σημεία όμως του ναού υπήρχαν, όπως φαίνεται,
εποχή φαίνεται να οδηγεί μια πρώτη εξέταση του κατά
ομφάλια με πλούσιο διάκοσμο, κατασκευασμένα με την
χώραν διατηρούμενου στο βόρειο κλίτος δαπέδου του
τεχνική της ένθεσης μαρμαροθετημάτων σε αύλακες λα-
ξευμένες σε ενιαίες μαρμαρόπλακες25. Σε αυτές ακριβώς μνημείου, το οποίο παρουσιάζει στοιχεία πρωιμότητας31.
τις πλάκες ανήκουν τα αποτμήματα που, όπως αναφέρ-
26. Για τα γλυπτά που προέρχονται από το Κάστρο βλ. Βοκοτόπουλος
θηκε, είναι στρωμένα μαζί με άλλες μαρμαρόπλακες, 1973. Κωνστάντιος 1981, 604-605. Κωνστάντιος 1982, 278. Παπαδοπού-
αλλά και γλυπτά στο μεταγενέστερο διάδρομο που απο- λου 1993. Αθανασούλης - Ανδρούδης 2004, 521-522. Vanderheyde 2005,
64-70 καθώς και Ανδρούδης 2014.
καλύφθηκε στα δυτικά του ναού. 27. Σχετικά με την άποψη ότι ο σημερινός ναός έχει οικοδομηθεί στα
Εξαιρετικά σημαντικός φαίνεται ότι ήταν ο μαρ- πρώιμα μεσοβυζαντινά χρόνια, επάνω στα λείψανα παλαιότερου βλ. Κα-
μάρινος εξοπλισμός του ναού. Αν και από αυτόν κατά τσαρός 1981, 443-449.
28. Για το μνημείο βλ. Κατσαρός 1981, 437-443, όπου υποστηρίζεται
χώραν διατηρείται μόνο ο στυλοβάτης του φράγματος η άποψη ότι ο ναός ανοικοδομήθηκε στη θέση παλαιοχριστιανικής βασι-
του πρεσβυτερίου, αρκετά αρχιτεκτονικά μέλη, πολλά λικής κατά την πρώιμη μεσοβυζαντινή περίοδο.
29. Το μνημείο θεωρείται κτίσμα των περί το έτος 1000 χρόνων (Ξυγ-
από τα οποία φέρουν γλυπτό διάκοσμο, που έχουν κατά
γόπουλος 1957, 46-50. Καραγιάννη 2006, 267 και Ćurčić 2010, 310), με
καιρούς εντοπισθεί στην ευρύτερη περιοχή του ναού βάση όμως τα τυπολογικά και τα κατασκευαστικά του στοιχεία δεν θα
μπορούσε να αποκλεισθεί και μια κάπως πρωιμότερη χρονολόγηση.
30. Για τις βασιλικές της πρώιμης μεσοβυζαντινής εποχής (9ου-10ου
20. Για την κατασκευή των τοίχων του ναού βλ. και Αθανασούλης - αιώνα) καθώς και για εκείνες των αμέσως επόμενων αιώνων (11ου-12ου
Aνδρούδης 2004, 518. αιώνα) βλ. Ćurčić 2010, 308-315 και 395-398 αντίστοιχα, όπου και η κυρι-
21. Βλ. σχετικά και Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 517, πίν. 2Α, 7. ότερη προγενέστερη βιβλιογραφία.
22. Για τα ανοίγματα των θυρών και παραθύρων στη βυζαντινή αρχι- 31. Κάποιες γενικές παρατηρήσεις σε σχέση με το χαρακτήρα των
τεκτονική βλ. Mamaloukos 2012, 5-17 και 26-28. προ του 11ου αιώνα βυζαντινών δαπέδων με αφορμή το δάπεδο του ιερού
23. Για τα παράθυρα του ναού βλ. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, του ναού της Αγίας Σοφίας στη Νίκαια, που έχει χρονολογηθεί στη φάση
518, πίν. 8. επισκευών του ναού που έγιναν μετά το σεισμό του 1065, βλ. στο Pinatsi
24. Για την τεχνική βλ. πρόχειρα Καμπούρη 1971, 143. Μπούρας - 2006, σημ. 57. Η πρώτη προσπάθεια χρονολόγησης των υπολειμμάτων
Μπούρα 2002, 445-446. των δαπέδων της βασιλικής της Ναυπάκτου που γίνεται εδώ βασίζεται εν
25. Για την τεχνική βλ. πρόχειρα Καμπούρη 1971, 142-143. Μπούρας πολλοίς σε απόψεις της συναδέλφου Χριστίνας Πινάτση, η οποία εκπονεί
- Μπούρα 2002, 445-446. διδακτορική διατριβή για τα βυζαντινά δάπεδα.

133
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Το γεγονός ότι η βασιλική του Κάστρου της Ναυπά- φήτου Ηλιού κλιμακοστάσιο36 και εκείνο της οθωμανι-
κτου είχε, πέρα από την αρχική, και άλλες οικοδομικές κής κρήνης που βρίσκεται κοντά στο Βεζίρ-Τζαμί37). γ.
φάσεις, όσο ακόμη λειτουργούσε ως χριστιανικός ναός, Ένα τάφο πιθανότατα του τύπου με κιβώριο38 του 12ου
έχει ήδη παρατηρηθεί από τους Αθανασούλη και Ανδρού- αιώνα, από τον οποίο πρέπει να προέρχεται το επιστύλιο
δη, οι οποίοι σωστά σημειώνουν ότι στη βόρεια πλευρά με την επιγραφή του θυηπόλου Λέοντος39. δ. Ένα ακόμη
του μεσοβυζαντινού, αγνώστων διαστάσεων κτίσματος, φράγμα πρεσβυτερίου, του 12ου μάλλον αιώνα, από το
που εκτεινόταν στο πλάτωμα που βρίσκεται σήμερα ο οποίο διατηρούνται τρία τουλάχιστον τεμάχια40. ε. Ένα
Προφήτης Ηλίας είχε κτισθεί ως πρόσκτισμα το βυζα- θύρωμα του 13ου αιώνα, του οποίου διατηρείται ένα
ντινό κτήριο, που μελέτησαν και που με βάση ορισμένα απότμημα41. Στην ίδια πιθανότατα εποχή πρέπει να χρο-
μορφολογικά και κατασκευαστικά του στοιχεία χρονο- νολογηθεί με βάση τα τεχνοτροπικά του στοιχεία και το
λόγησαν στην υστεροβυζαντινή εποχή32. Η αρχική χρή- ομφάλιο ή τα ομφάλια, των οποίων αποτμήματα έχουν
ση του βορείου προσκτίσματος δεν είναι με ασφάλεια χρησιμοποιηθεί μαζί με άλλες μαρμαρόπλακες για την
γνωστή. Η υπόθεση των Αθανασούλη και Ανδρούδη κατασκευή του μεταγενέστερου διαδρόμου στα δυτικά
ότι αυτό ήταν ένα είδος προπύλου, το οποίο συνέδεε το του ναού.
ναό με το παρακείμενο βόρειο συγκρότημα33 είναι πολύ Όσα αναφέρθηκαν παραπάνω θεωρούμε ότι απο-
πιθανή, έστω και αν, σύμφωνα με όσα υποστηρίχθηκαν δεικνύουν ότι ο ναός, του οποίου τα λείψανα αποκα-
παραπάνω, το κτίσμα ήταν έκκεντρα διατεταγμένο σε λύφθηκαν κατά την ανασκαφή του 2008 στο Κάστρο
σχέση με τη θύρα στην οποία αυτό οδηγούσε. Η μορ- της Ναυπάκτου είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό μνη-
φή της κάτοψης του προσκτίσματος, σε συνδυασμό με μείο. Πρόκειται για μια μεγάλη, για τα μεσοβυζαντινά
την ισχυρή του κατασκευή, επιτρέπουν να διατυπωθεί με δεδομένα βασιλική, οι διαστάσεις της οποίας (16 x 28
επιφύλαξη η υπόθεση ότι αυτό δεν αποκλείεται να απο- περίπου μ.) είναι συγκρίσιμες με τις διαστάσεις πολλών
τελεί την κατώτερη στάθμη ενός πύργου κωδωνοστασί- σχετικά μεγάλων μεσοβυζαντινών βασιλικών, όπως λ.χ.
ου. Μεταγενέστερη προσθήκη στον αρχικό ναό φαίνεται εκείνες της Μάστρου (14 x 21 μ.), του Αγίου Γεωργίου
ότι είναι και το προς δυσμάς του νάρθηκα άνδηρο, επά- Ευηνοχωρίου (13,50 x 23 μ.), των Σερβίων (13 x 22,50 μ.
νω στο οποίο, όπως έχει ήδη σημειωθεί, υπήρχε ενδεχο- περίπου) κ.ά.
μένως ένας εξωνάρθηξ με μορφή στοάς. Το γεγονός ότι Παρά το μεγάλο μέγεθός του, το κτίσμα με τις βαριές
στο ναό έγιναν πολλές ανακαινιστικές και εξωραϊστικές και χαμηλές σχετικά αναλογίες του, το χωρισμό των κλι-
επεμβάσεις σαφώς φαίνεται και από μια, έστω και πρό- τών με ογκώδεις πεσσούς, την εν γένει απλή κατασκευή
χειρη, εξέταση του μαρμάρινου εξοπλισμού του. Τα λεί- και τη μορφολογία του (τοίχοι από αργολιθοδομή χωρίς
ψανα του μαρμάρινου αυτού εξοπλισμού της βασιλικής, διάκοσμο και απλής μορφής ανοίγματα) χαρακτηριζό-
που έχουν ως τώρα εντοπισθεί ανήκουν σε στοιχεία ή ταν από σχετική απλότητα και φτώχεια. Αναμφίβολα τα
σύνολα στοιχείων, τα οποία προφανώς χρονολογούνται χαρακτηριστικά αυτά του μνημείου σχετίζονται με την
σε διάφορες περιόδους. Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για: πρώιμη χρονολόγησή του. Από την άλλη πλευρά, στη
α. Το φράγμα του πρεσβυτερίου, του οποίου ο στυλοβά-
της διατηρείται κατά χώραν. β. Ένα φράγμα πρεσβυτερί- 36. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 522, σημ. 41. Vanderheyde
ου του 11ου, όπως φαίνεται, αιώνα, στο οποίο ανήκε ένα 2005, 68, fig. 86 (96).
37. Παπαδοπούλου 1993, 186, πίν. 10. Ανδρούδης 2014, 38, αρ. 12,
μικρού πλάτους θωράκιο, το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί εικ. 16.
στην πλακόστρωση του μεταγενέστερου διαδρόμου στα 38. Για τάφους αυτού του τύπου βλ. Ševčenko 2010, 615, όπου η πα-
δυτικά του ναού34. Σε αυτό το φράγμα ανήκε πιθανότα- λαιότερη σχετική βιβλιογραφία.
39. Βοκοτόπουλος 1973, 398-399, πίν. 352γ (2). Παπαδοπούλου 1993,
τα και ο άγνωστης αρχικής χρήσης λοξότμητος κοσμή- 183-184, πίν. 4 (4). Vanderheyde 2005, 66, fig. 82a-b (92). Ανδρούδης
της, του οποίου είναι γνωστά τρία τεμάχια (αυτό που 2014, 32, αρ.1, εικ. 1.
40. Πρόκειται για ένα τεμάχιο επιστυλίου [Βοκοτόπουλος 1973, 398,
από παλιά είχε δημοσιεύσει ο Βοκοτόπουλος35, αυτό που πίν. 351α (1). Παπαδοπούλου 1993, 185, πίν. 7. Vanderheyde, 67-68, fig. 85
είναι εντοιχισμένο στο προσαρτημένο στο ναό του Προ- (95). Ανδρούδης 2014, 35, αρ. 3, εικ. 6], ένα απότμημα τετραμερούς κιο-
νίσκου με κόμβο [Παπαδοπούλου 1993, 180-181, πίν. 1 (1). Vanderheyde
2005, 65, fig. 80a-b (90). Ανδρούδης 2014, 39, αρ. 13] και ένα κιονόκρανο
32. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 519. [Παπαδοπούλου 1993, 182-183, πίν. 3 (3). Vanderheyde 2005, 65, fig. 79a-
33. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 522. b (89). Ανδρούδης 2014, 37, αρ. 8, εικ. 12α-β].
34. Η χρονολόγηση του γλυπτού έγινε από τον Γιώργο Πάλλη. 41. Παπαδοπούλου 1993, 184-185, πίν. 5-6 (5) (όπου το μέλος λανθα-
35. Βοκοτόπουλος 1973, 399 πίν. 352α (3). Παπαδοπούλου 1993, 186- σμένα θεωρήθηκε ως τμήμα επιστυλίου τέμπλου). Vanderheyde 2005, 67,
187, πίν. 11 (7). Vanderheyde 2005, 65, fig. 78a-b (89). fig. 83a-c (93). Ανδρούδης 2014, 33-35, αρ. 2, εικ. 3-5.

134
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

διακόσμηση του εσωτερικού χώρου και στο λειτουργικό νά της εν μέρει να αναπαρασταθεί. Ωστόσο, η τεράστια
εξοπλισμό του ναού είναι εμφανείς οι υψηλές προθέσεις αυτή παλαιοχριστιανική βασιλική, η οποία παρουσιάζει
των κτιτόρων και των κατά καιρούς ανακαινιστών του. όλες τις γνωστές στα κτήρια του είδους της τεχνικές
Είναι προφανές ότι το μεγάλο, αλλά σχετικά φτωχό αρ- αδυναμίες, που τα καθιστούσαν εξαιρετικά ευάλωτα
χικό κτίσμα, συν τω χρόνω συνεχώς πλουτιζόταν ώστε στους σεισμούς και στις πυρκαγιές, είναι αδύνατον να
στο τέλος να μπορεί να χαρακτηρισθεί πολυτελές. είχε επιβιώσει ως τη μεσοβυζαντινή εποχή και μάλιστα
Όσον αφορά την ταύτιση του ναού, τόσο η καίρια στην τόσο εκτεθειμένη σε επιδρομές αυτή θέση, στην
θέση του στο κέντρο του Κάστρου της Ναυπάκτου και σχεδόν επίπεδη έκταση κοντά στη θάλασσα που αποτε-
ο συσχετισμός του με το αναμφισβήτητα χρονολογού- λούσε το κέντρο της πόλης της Ύστερης Αρχαιότητας48.
μενο στη βυζαντινή εποχή Βόρειο Συγκρότημα, όσο και Συνεκτιμώντας τα ανασκαφικά δεδομένα με τα ιστορικά
το μέγεθος και η πολυτέλεια του κτηρίου οδηγούν στο στοιχεία που είναι γνωστά για τη Ναύπακτο της Ύστε-
συμπέρασμα ότι η σπουδαία αυτή εκκλησία ήταν ο αφιε- ρης Αρχαιότητας και της Πρώιμης Βυζαντινής Περιό-
ρωμένος στην Πανύμνητο Θεοτόκο την Ναυπακτιώτισ- δου49 μπορεί κανείς να υποθέσει ότι ο σημαντικός αυτός
σα, επισκοπικός ναός, η Καθολική δηλαδή εκκλησία της ναός, ο οποίος είναι πολύ πιθανόν να αποτελούσε τον
Ναυπάκτου και το Βόρειο Συγκρότημα το επισκοπικό επισκοπικό ναό της παλαιοχριστιανικής πόλης, να κατα-
μέγαρο, όπως εύστοχα είχαν υποθέσει προ ετών οι Αθα- στράφηκε από το μεγάλο σεισμό του 551/55250 και στη
νασούλης και Ανδρούδης42. συνέχεια και ως την υστεροβυζαντινή εποχή στη θέση
Το ζήτημα του εντοπισμού και της ταύτισης του του να κτίσθηκαν άλλοι μικρότεροι ναοί, στους οποίους
επισκοπικού ναού της Ναυπάκτου έχει επί σειρά ετών ανήκουν οι μεταγενέστερες της βασιλικής κατασκευές
απασχολήσει τους μελετητές της σημαντικής αυτής με- που εντοπίσθηκαν στην ανασκαφή καθώς και τα χρο-
σαιωνικής πόλης. Έχουν έτσι κατά καιρούς διατυπωθεί νολογούμενα στη μεσοβυζαντινή περίοδο γλυπτά51. Ας
διάφορες υποθέσεις, από τις οποίες, όμως, πολλές δεν σημειωθεί ότι η πόλη κατά τους δύσκολους Σκοτεινούς
έχουν σοβαρή ή και καμία βάση43. Οι σοβαρότερες από Χρόνους52, φαίνεται ότι είχε συρρικνωθεί στην ακρόπο-
τις απόψεις για τη θέση του επισκοπικού ναού είναι: λη της αρχαίας Ναυπάκτου, στην περιοχή δηλαδή που
α. Η άποψη που υποστήριξε ο Γεώργιος Αθανασιάδης- αντιστοιχεί σήμερα στους τρεις ανώτερους περιβόλους
Νόβας44, ότι ο ναός βρισκόταν στην παραθαλάσσια πε- του οχυρωμένου μεσαιωνικού οικισμού. Ως εκ τούτου,
ριοχή Γρίμποβο, στη θέση όπου σήμερα βρίσκεται το 1ο είναι δύσκολο να δεχθεί κανείς ότι κατά τη Μέση και
Δημοτικό Σχολείο, β. Η άποψη που υποστήριξε ο καθη- την Ύστερη Βυζαντινή Περίοδο, ο επισκοπικός ναός της
γητής Βασίλης Κατσαρός45, ότι ο επισκοπικός ναός ήταν πόλης βρισκόταν στην εκτός του Κάστρου περιοχή, η
η μεγάλη πεντάκλιτη βασιλική, τμήματα της οποίας οποία, όπως σαφώς προκύπτει από τις μαρτυρίες του Ιω-
ανασκάφηκαν κατά τις δεκαετίες 1960, 1970, 1980 και άννου Αποκαύκου53 ήταν ανοχύρωτη και όχι στο ασφα-
1990 στην Οβριόλακα, στο κέντρο της νεώτερης πόλης, λές οχυρωμένο τμήμα της επάνω στο λόφο.
στο Οικοδομικό Τετράγωνο 120, που ορίζεται από τις Η εύλογη υπόθεση ότι ο επισκοπικός ναός της βυζα-
οδούς Φαρμάκη, Καπορδέλη, Καρακουλάκη και Ανδρε-
οπούλου46 και γ. Η άποψη των Αθανασούλη και Ανδρού- 48. Για την παλαιοχριστιανική Ναύπακτο βλ. Παπαδοπούλου 1997.
Νεραντζής 1992-1993 και Νεραντζής 2007, 71-72 και 231-265.
δη, που αναφέρθηκε παραπάνω47. Από τις δύο πρώτες 49. Για μια συνοπτική παρουσίαση της ιστορίας της Ναυπάκτου
απόψεις καλύτερα τεκμηριωμένη είναι αναμφισβήτητα στους Μέσους Χρόνους βλ. Σαββίδης 1991.
50. Σαββίδης 1991, 247.
εκείνη του Βασίλη Κατσαρού, η οποία ταυτίζει τον επι- 51. Σχετικά βλ. Κεφαλλωνίτου 2002-2003, 163-167 και Νεραντζής
σκοπικό ναό με μια αναμφίβολα σημαντική εκκλησία, η 2007, 234-240.
52. Σχετικά βλ. Μαμαλούκος υπό δημοσίευσιν. Για τη διαδικασία της
οποία μάλιστα μπορεί με βάση τα διατηρούμενα λείψα-
συρρίκνωσης και της αγροτοποίησης των βυζαντινών πόλεων κατά τη με-
τάβαση από την Αρχαιότητα στο Μεσαίωνα, μεταξύ δηλαδή του τέλους
του 6ου και του 9ου αιώνα, βλ. πρόχειρα Mango 2006, 198-208. Για μια
42. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 520-523. τεκμηριωμένη βιβλιογραφικά επιχειρηματολογία υπέρ της άποψης αυτής
43. Συνοπτική παρουσίαση όλων των απόψεων βλ. στο Καπώνης βλ. και Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 521.
2006, 244-245. 53. Βλ. την επιστολή του Ιωάννου Αποκαύκου προς τον Βονδίτζης
44. Athanasiadis-Novas 1953, 77-78. Νικόλαο [Βέη-Σεφερλή 1976, 149-150 (99)] που χρονολογείται το 1217 /
45. Κατσαρός 1985, 1524-1525. 1218 (Βέη-Σεφερλή 1976, 233) ή το καλοκαίρι του 1218 (Λαμπρόπουλος
46. Για μια συνολική παρουσίαση του μνημείου βλ. Νεραντζής 2007, 1988, 189). Σχολιασμό των πληροφοριών της επιστολής βλ. στα: Κατσα-
234-240, όπου και όλη η προγενέστερη βιβλιογραφία. ρός 1989, 647, σημ. 111-119. Λαμπρόπουλος 1988, 189-190 και Καραγιάν-
47. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 520-523. νη-Χαραλαμποπούλου 1990-1991, 86-89, σημ. 37-39.

135
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Σχ. 7. Ναύπακτος. Κάστρο. Τέμενος Β. Αναπαράσταση: Κάτοψη.

ντινής Ναυπάκτου βρισκόταν στο οχυρωμένο τμήμα της σκόταν ψηλά σε κάποιο βουνό, από όπου κανείς έβλεπε
πόλης, ενισχύει βέβαια την άποψη ότι αυτός πρέπει μάλ- κάτω τη θάλασσα58, πράγμα που ταιριάζει απόλυτα με
λον να ταυτισθεί με τη σημαντική εκκλησία που ανασκά- τη θέση του στο Κάστρο, ενώ κάτι τέτοιο δεν θα μπο-
φηκε στο Κάστρο. Πέρα όμως από αυτό, την παραπάνω ρούσε να λεχθεί για την κτισμένη στην Οβριόλακα πα-
άποψη στηρίζουν και διάφορα στοιχεία που παρέχουν λαιοχριστιανική βασιλική. β. Ότι ο ναός βρισκόταν πολύ
οι πηγές, όταν αυτά συνδυασθούν με τα δεδομένα που κοντά στο επισκοπικό μέγαρο, με το οποίο μάλιστα κά-
προκύπτουν από την εξέταση του κτίσματος. Καθώς οι πως συνδεόταν59, πράγμα που συμβαίνει στη βασιλική
πληροφορίες για τον επισκοπικό ναό που παραδίδει ο του Κάστρου, δίπλα στην οποία υπάρχει το Βόρειο Συ-
Απόκαυκος έχουν συστηματικά παρουσιασθεί και σχο- γκρότημα, ένα σημαντικό κτηριακό σύνολο, το οποίο
λιασθεί πρώτα από τον Βασίλη Κατσαρό54 και κατόπιν σωστά έχουν χρονολογήσει στη βυζαντινή εποχή όλοι
από την Ευγενία Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου55, οι ερευνητές που έχουν ως τώρα ασχοληθεί με αυτό60
τους Δημήτρη Αθανασούλη και Πασχάλη Ανδρούδη56 και το οποίο θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελούσε την
και τον Νίκο Καπώνη57, στη συνέχεια θα γίνει σε αυτές κατοικία του επισκόπου της Ναυπάκτου. γ. Ότι ο ναός
συνοπτική αναφορά σε σχέση με τη βασιλική του Κά-
στρου. Γνωρίζουμε έτσι: α. Ότι ο επισκοπικός ναός βρι-
58. Κατσαρός 1985, 1522-1526. Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου
1990-1991, 98-99. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, σημ. 50.
54. Κατσαρός 1985, 1522-1526 και Κατσαρός 1989, 643-644, σημ. 89- 59. Κατσαρός 1985, 1522-1526. Κατσαρός 1989, 644-645. Καραγιάν-
91. νη-Χαραλαμποπούλου 1990-1991, 98-99, 100-105, 106-107. Αθανασού-
55. Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου 1990-1991, 98-109. λης - Aνδρούδης 2004, σημ. 50.
56. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, σημ. 50. 60. Σχετικά βλ. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004, 521-522, όπου και η
57. Καπώνης 2006, 243-244. προγενέστερη βιβλιογραφία.

136
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

Σχ. 8. Ναύπακτος. Κάστρο. Τέμενος Β. Αναπαράσταση: Τομές Σχ. 9. Ναύπακτος. Κάστρο. Τέμενος Β. Αναπαράσταση: Αξο-
και όψεις. νομετρική απεικόνιση.

είχε πτερύγια και νάρθηκες και προνάους61, που θα μπο- νται στο 13ο αιώνα και δεν είναι απίθανο να συνδέονται
ρούσαν εύλογα να ταυτισθούν αντίστοιχα με τα πλάγια με τα έργα του ίδιου του λόγιου μητροπολίτη.
κλίτη, το νάρθηκα και τον υποτιθέμενο εξωνάρθηκα της Τέλος, ένα ακόμη δεδομένο που στηρίζει την ταύτιση
βασιλικής του Κάστρου. δ. Ότι όταν ο Ιωάννης Απόκαυ- της βασιλικής του Κάστρου με τον επισκοπικό ναό της
κος ανέλαβε τη Μητρόπολη Ναυπάκτου ο ναός ήταν Ναυπάκτου είναι η εύρεση στο Κάστρο του αποτμήμα-
ήδη παλαιός και είχε ανάγκη επισκευών και εξωραϊσμού, τος του επιστυλίου, που προέρχεται από τον τάφο του
πράγμα που ο ίδιος έκανε κατά το δυνατόν καταβάλ- μητροπολίτου Λέοντος, ο οποίος, όπως εύλογα έχει υπο-
λοντας μεγάλες προσπάθειες62. Οι πληροφορίες αυτές στηριχθεί63, είναι πολύ πιθανό να βρισκόταν στον καθε-
ταιριάζουν απόλυτα με την εικόνα που αποκομίζει κα- δρικό ναό της πόλης.
νείς από την εξέταση της βασιλικής του Κάστρου, στην Αμέσως μετά την κατάληψη της Ναυπάκτου από
οποία αναγνωρίζονται προσθήκες και επεμβάσεις εξω- τους Οθωμανούς, το 1499, η βασιλική πρέπει να μετα-
ραϊσμού, από τις οποίες ορισμένες, όπως η οικοδόμηση τράπηκε σε τέμενος. Από στοιχεία που προέκυψαν κατά
του βορείου προσκτίσματος, ένα μέρος του μαρμάρινου την ανασκαφή του 2008 φαίνεται ότι στη φάση αυτή το
εξοπλισμού και το δάπεδο με τα ομφάλια, χρονολογού- κτήριο περιορίσθηκε στο κεντρικό και το βόρειο κλίτος
του παλαιού ναού, ενώ το νότιο κλίτος και ενδεχομένως
61. Κατσαρός 1985, 1522-1523. Κατσαρός 1989, 106-107. Καραγιάν- και ο νάρθηκας του ναού καταστράφηκαν. Ο χρόνος και
νη-Χαραλαμποπούλου 1990-1991, 98-99 και Αθανασούλης - Aνδρούδης τα αίτια αυτής της μερικής καταστροφής του ναού, που
2004, σημ. 50.
62. Κατσαρός 1985, 1522-1523, 1525. Κατσαρός 1989, 643-644.
θυμίζει κάτι ανάλογο που συνέβη και στην Παλαιά Μη-
Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου 1990-1991, 106-109. Αθανασούλης -
Aνδρούδης 2004, σημ. 50 και Καπώνης 2006, 243-244. 63. Καπώνης 2006, 243.

137
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Σχ. 10. Ναύπακτος. Κάστρο. Τέμενος Γ. Αναπαράσταση: Κάτοψη.

τρόπολη της Βέροιας64, δεν μας είναι γνωστά. Δεν απο- βασιλικής με το βόρειο πρόσκτισμα καμαροσκέπαστης
κλείεται η καταστροφή να οφείλεται σε φυσικά αίτια ή, δεξαμενής, η οποία θα μπορούσε να χρησιμεύει για την
τουλάχιστον όσον αφορά το νότιο κλίτος, να σχετίζεται τροφοδοσία της κρήνης καθαρμού (σεμπίλ) του τεμέ-
με τα εδαφοτεχνικά προβλήματα, που φαίνεται ότι ανέ- νους65. Όσον, τέλος, αφορά την ονομασία του τεμένους,
καθεν και ως σήμερα ακόμη αντιμετωπίζει η βασιλική. και την ταύτισή του με κάποιο από τα αναφερόμενα στις
Μετά την καταστροφή του νότιου κλίτους η νότια τοξο- πηγές τεμένη της οθωμανικής Ναυπάκτου66, θα μπορού-
στοιχία του κτηρίου τοιχίσθηκε και στο μέσον περίπου σε να υποτεθεί ότι στο σημαντικότερο χριστιανικό ναό
του μήκους της διαμορφώθηκε το μιχράμπ του τεμένους, του Κάστρου της Ναυπάκτου, ο οποίος βρισκόταν στο
λείψανα του οποίου εντοπίσθηκαν στα πρώτα στάδια κεντρικότερο σημείο του οχυρού περιβόλου, θα δόθηκε
της ανασκαφής, αλλά δυστυχώς δεν ερμηνεύθηκαν τότε κατά τη μετατροπή του σε τέμενος το όνομα του πορθη-
σωστά ώστε να ληφθεί πρόνοια για την προστασία και τή της πόλης. Άρα το πιθανότερο είναι το τέμενος, στο
την ανάδειξή τους. Ως κύρια είσοδος του τεμένους είναι οποίο μετατράπηκε η βασιλική του Κάστρου, να είναι
πιθανόν να χρησιμοποιούνταν η παλαιά βόρεια θύρα
του ναού. Ενδεχομένως με τη λειτουργία του ναού ως
65. Για τη δεξαμενή (Χώρος 2) βλ. Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004,
τεμένους να σχετίζεται και η οικοδόμηση της προσαρ- 519, πίν. 2Α, 2Β, 3Β, 3Γ.
τημένης στη γωνία που σχηματίζει ο βόρειος τοίχος της 66. Για τα οθωμανικά τεμένη της Ναυπάκτου βλ. Γιαννόπουλος 1970,
175-176. Μαρίνου 1985, 136-137, πίν. 13-15. Πετρονώτης 1992-1993,
254-269 και πίν. σ. 309-316. Κουτσογιάννης 2001, 199 και Καπώνης 2006,
64. Παπαζώτος 1994, 164-169. 245 και σημ. 53.

138
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

Σχ. 11. Ναύπακτος. Κάστρο. Τέμενος Γ. Αναπαράσταση: Σχ. 12. Ναύπακτος. Κάστρο. Τέμενος Γ. Αναπαράσταση:
Τομή και όψη. Αξονομετρική απεικόνιση.

το αναφερόμενο από τον Εβλιά Τσελεμπή τζαμί του Βα- ση, τότε το τέμενος του Μπαμπά Τσαούς είναι το Τέμε-
γιαζίτ Βελή Χάν67 και όχι, όπως υπέθεσε ο Πετρονώτης, νος Β, το οποίο είχε σχήμα ακανόνιστου εξαγώνου με
το τζαμί του Μπαμπά Τσαούς68. Σε συσχετισμό με την μέγιστες διαστάσεις 12,30 x 20,30 μ. περίπου (σχ. 7-9). Ο
παραπάνω υπόθεση μπορεί να υποτεθεί ότι η μετασκευ- μιναρές του τζαμιού, το κατώτερο τμήμα του οποίου είχε
ασμένη σε τζαμί βασιλική, δηλαδή το Τέμενος Α, κατα- τη μορφή ορθογωνικού σε κάτοψη πύργου διαστάσεων
στράφηκε κατά την πρώτη περίοδο της Τουρκοκρατίας 2,40 x 2,20 μ., στο εσωτερικό του οποίου ήταν διαμορ-
και στη θέση της οικοδομήθηκε το Τέμενος Β από τον φωμένο ελικοειδές κλιμακοστάσιο, ήταν προσκολλημέ-
Μπαμπά Τσαούς, από τον οποίο το νέο τζαμί πήρε το νο στο νότιο άκρο του δυτικού του τοίχου. Ας σημειωθεί
όνομα με το οποίο το αναγνώρισε ο Πετρονώτης, ο ότι κατά την οικοδόμηση του κτηρίου αυτού ο νότιος
οποίος, επειδή πριν από την ανασκαφή δεν μπορούσε να τοίχος του παλαιότερου τεμένους, δηλαδή η αποφραγ-
υποπτευθεί ότι στην ίδια θέση βρίσκονταν τρία διαφορε- μένη νότια τοξοστοιχία της βασιλικής, έστεκε ακόμη όρ-
τικά τεμένη, και επηρεασμένος από την περιγραφή του θιος, οπότε ο νότιος τοίχος του νέου τεμένους κτίσθηκε
Εβλιά Τσελεμπή69, αναζητούσε μάταια να εντοπίσει το σε επαφή με τον ιστάμενο παλαιό τοίχο. Το μιχράμπ του
τζαμί του Βαγιαζίτ Βελή Χάν σε κάποιο άλλο σημείο του νέου τεμένους ήταν διαμορφωμένο στο μέσον του νοτι-
τέταρτου περιβόλου. Εάν ευσταθεί η παραπάνω υπόθε- οανατολικού του τοίχου. Το δάπεδό του ήταν στρωμένο
με πήλινα πλακίδια. Στο χώρο δυτικά του τεμένους, με-
67. Γιαννόπουλος 1970, 176.
68. Πετρονώτης 1992-1993, 258-259.
ταξύ του νέου κτίσματος και του δυτικού τμήματος του
69. Γιαννόπουλος 1970, 176. βόρειου τοίχου της βασιλικής και των βορειοδυτικών της

139
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

προσκτισμάτων που διατηρήθηκαν φαίνεται ότι διαμορ- αιώνα φαίνεται ότι έγιναν νέες επεμβάσεις στο ναό. Σε
φώθηκε το ρεβάκ του τζαμιού. Η κύρια πρόσβαση του αυτές περιλαμβανόταν η κατασκευή νέου ξύλινου εικο-
ρεβάκ φαίνεται ότι γινόταν από τον κύριο οδικό άξονα νοστασίου με μορφολογία χαρακτηριστική της εποχής·
του μεσαίου περιβόλου του Κάστρου μέσω του στρωμέ- οι δεσποτικές εικόνες του ιστορήθηκαν το 1918 και το
νου με μάρμαρα διαδρόμου, που πρέπει να διαμορφώθη- 192372. Τέλος επεμβάσεις επισκευής του ναού, στις οποί-
κε τότε, και στον οποίο έχει γίνει ήδη αναφορά. ες περιλαμβάνονταν η ανακατασκευή της στέγης και η
Το Τέμενος Β με τη σειρά του αντικαταστάθηκε σε επίχριση των όψεων με πεταχτό επίχρισμα έγιναν στη
άγνωστη εποχή και υπό αδιάγνωστες συνθήκες, ενδε- δεκαετία του 1960.
χομένως κατά τη διάρκεια της 2ης Ενετοκρατίας (1687- Ε. Ο άγνωστος μέχρι πρόσφατα βυζαντινός ναός,
1701), με ένα ακόμη μικρότερο τέμενος, το Τέμενος Γ που η ανασκαφή του 2008 αποκάλυψε στο Κάστρο της
(σχ. 10-12). Το νέο κτίσμα, το οποίο ενσωμάτωσε το Ναυπάκτου, αποτελεί αναμφισβήτητα ένα εξαιρετικά
δυτικό και το μεγαλύτερο τμήμα του νότιου τοίχου του σημαντικό μνημείο όχι μόνο της ιστορικής πόλης της
παλαιού τεμένους, καθώς και το μιναρέ του, είχε κάτοψη Δυτικής Στερεάς αλλά και της Νότιας Ελλάδας εν γένει.
σχήματος τραπεζίου με πλάτος 7,40 μ. και μήκος στη νό- Το μνημείο παρουσιάζει μεγάλο αρχαιολογικό και ιστο-
τια πλευρά του 10,50 μ. και στη βόρεια 13,70 μ. περίπου. ρικό ενδιαφέρον καθώς, όπως φαίνεται, είναι ο γνωστός
Η βορειοδυτική και η βορειοανατολική γωνία του κτη- από τις πηγές επισκοπικός ναός της Ναυπάκτου, με τον
ρίου παρουσίαζαν απότμηση. Το μιχράμπ του τεμένους οποίο συνδέονται σημαντικά γεγονότα και προσωπικό-
ήταν διαμορφωμένο στο μέσον τού ισχυρά αποκλίνο- τητες, όπως λ.χ. ο πολύς Ιωάννης Απόκαυκος. Αλλά και
ντος προς νότον ανατολικού του τοίχου. Το δάπεδο του από αρχαιολογική άποψη το μνημείο, παρά την κακή
χώρου ήταν στρωμένο με πήλινα πλακίδια. κατάσταση διατήρησής του, παρουσιάζει ενδιαφέρον,
Το τελευταίο αυτό τέμενος μετατράπηκε μετά την καθώς αποτελεί ένα ακόμη σπάνιο παράδειγμα επισκο-
απελευθέρωση της Ναυπάκτου από τον Οθωμανικό πικού ναού, και παρέχει στοιχεία για τη εξέταση της με-
ζυγό στο σημερινό ναΐσκο του Προφήτου Ηλιού, αφού σοβυζαντινής και υστεροβυζαντινής αρχιτεκτονικής και
υπέστη μια σειρά εκτεταμένων σχετικά επεμβάσεων. Η τέχνης. Τέλος οι ιστορικές του περιπέτειες στα μετά την
κυριότερη από αυτές ήταν η κατεδάφιση του ανατολικού οθωμανική κατάκτηση χρόνια παρέχουν ένα εξαιρετικό
του τμήματος, προκειμένου να οικοδομηθεί στη θέση παράδειγμα μετασχηματισμού του αστικού τοπίου και
του ο ανατολικός τοίχος του ναού με την κόγχη του ιε- του κτηριακού αποθέματος στα Βαλκάνια των Νεωτέ-
ρού. Ο χρόνος της μετατροπής του εγκαταλελειμμένου ρων Χρόνων.
τεμένους σε ναό δεν είναι με ακρίβεια γνωστός, όμως
αυτή είχε ήδη συντελεσθεί το 1874, όταν επισκέφθηκε
το χώρο ο Λουδοβίκος Σαλβατόρ70. Πιθανώς αυτή να
έγινε περί τα μέσα του 19ου αιώνα και να σχετίζεται με
την οικογένεια Τζαβέλλα, ένα μέλος της οποίας, ο Νι-
κόλαος, το 1869 δαπάνησε χρήματα για την ιστόρηση 72. Οι εικόνες φέρουν τις εξής γραπτές επιγραφές: η εικόνα του Χρι-
της εικόνας του Προφήτου που σώζεται ακόμη στο προ- στού: Δαπάνῃ / ἐξ εἰσφορᾶς διαφόρων κατοίκων / Ναυπάκτου / Γ. Χ. Δρά-
κος 1923, η εικόνα της Θεοτόκου: Δαπάνῃ Γ. Μ. Τσάρα. Ναύπακτος / Ἅγ.
σκυνητάριο του ναού71. Στο πρώτο τέταρτο του 20ού
Ὄρος Κατουνάκια ιζ´ Σεπτ. / 1918 Ἔργον Δανιήλ. Μ., η εικόνα του Αγίου
Ιωάννου του Προδρόμου: Δαπάνῃ / Ἐκ κληροδοτήματος / Ἀγγελικῆς Σ.
70. Πετρονώτης 1992-1993, 259. Γουλοπούλου / τό γένος Ντζαβέλα / Γ. Χ. Δράκος 1923 και η εικόνα του
71. Η εικόνα φέρει γραπτή επιγραφή, η οποία αναφέρει: Τη δαπάνη / Προφήτου Ηλιού: Δαπάνῃ Γ. Μ. Τσάρα. Ναύπακτος / Ἅγ. Ὄρος Κατουνά-
Νικολάου Τζα/βέλα 1869. κια ιζ´ Σεπτ. / 1918 Ἔργον Δανιήλ. Μ.

140
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

Abstract
From the Byzantine Cathedral of Nafpaktos to the Prophitis Elias chapel. Observations on the con-
struction history and the architecture of the buildings in the Prophitis Elias area of the Castle of
Nafpaktos, based on the 2008 excavation finds.

Stavros Mamaloukos, Michael Papavarnavas

A. The aim of the following paper is to present a


number of observations made by the authors
during the survey of the building remains unearthed in
and previous bibliographical references point to the
following conclusions: The excavated area around the
surviving Profitis Elias church housed, during Byzan-
the Castle of Nafpaktos, during the 2008 excavation, as tine times, a large (28 x 15.50-16.00) three-aisle, timber-
part of a comprehensive restoration and enhancement of roofed basilica with three apses, the two corner apses
the area surrounding the church of Profitis Elias, within being trilateral on the exterior, and the central one prob-
the greater “Kastron Periplous” project. Furthermore, an ably circular, as well as a narthex. The aisles of the ba-
attempt is made to interpret these findings in order to silica were divided by colonnades, with series of arches,
facilitate the study of the construction history and the apparently resting on oblong pillars. A ledge, that was
architecture of the successive buildings erected in place most probably later than the basilica itself, was formed
of the chapel that survives today. These observations re- along its western side, upon which could have stood an
late to the building history and the architecture of the exo-narthex in the form of an open arcade. The basilica
consecutive buildings that, in the past, stood in this im- had an opulent floor, and noteworthy marble fixtures.
portant position inside the Castle of Nafpaktos. D. Given the fragmented nature of the of the basilica
B. The 2008 excavation included a rather large area in findings, it is not easy to determine its exact date. Never-
the center and to the north of the central area of the up- theless, typological, as well as structural and morpholog-
per enceinte of the Castle of Nafpaktos (fig. 1). This area ical elements link the Nafpaktos basilica to similar ones
is an oblong, almost flat plateau in the shape of an irregu- in Mastros, Hagios Georgios in Evinochori, partly to the
lar polygon, in the middle of which stands the church basilica in Servia, and others as well. These similarities
of Prophitis Elias, a small single-aisle, timber-roofed ba- point to a date in the early middle-Byzantine period. As
silica, as well as a half-demolished building mentioned has already been mentioned, the monument had several
in previous bibliography as a “bath”, forthwith to be subsequent buildings phases all belonging to the time it
named the Northwest Building. The 2008 excavation un- served as a Christian church. The fact that the church
earthed the lower part of the east, and the eastern end was renovated and refurbished numerous times is also
of the north walls of an Islamic mosque, which will be evident even after a surreptitious look at its marble fix-
hereafter named Mosque C, which is obviously related tures, which include elements, or whole groups, which
to the surviving church building, forming at some time can clearly be dated to different time periods.
its eastern end. The excavation also unearthed the lower All the observations made above point out that the
part of the east, northeast, north, and the northern end church remains that were unearthed in the 2008 excava-
of the northwest wall of another Islamic mosque, which tion in the Castle of Nafpaktos must have been an ex-
will be hereafter named Mosque B. Finally, the lower tremely important monument. It is a large, particularly
part of the wall of a three-aisle basilica, which initially, by middle-Byzantine standards, basilica, whose over-
at least included a narthex, as well as a number of sub- all dimensions (about 16 x 28 meters) are comparable
sequent buildings were also discovered. As Athanasoulis to many other rather large middle-Byzantine basilicas.
and Andoudis had correctly predicted, a large part of the Despite its large size, the heavy and squat proportions,
north wall of the church, i.e. its western half, consists of the aisle divisions made of bulky pillars, and the over-
the south wall of the building herein termed the North- all simple constructions and morphology (undecorated,
west Building. rumble masonry walls, and simple openings) give an
C. The study of the building remains discovered dur- impression of simplicity and poverty. These elements, of
ing the 2008 excavation, in conjunction with the conclu- course, must be attributable to its early date as well. On
sions of the research by Athanasoulis and Androudis, the other hand, the interior decorations, and the fixtures

141
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

betray the lofty intentions of its patrons, builders and This last mosque was converted after the liberation of
subsequent renovators. It is evident that the large, but Nafpaktos from Ottoman rule to the surviving chapel of
initially rather poor building, was continually enriched, Profitis Elias, after receiving a number of rather heavy
in the end offering at least an impression of opulence. handed interventions. The date of conversion of the de-
As for its identification, the monument’s position in the serted mosque to a church is not precisely known, but
center of the Castle of Nafpaktos, and its relation to the it must have occurred before 1874, when Ludwig Salva-
indisputably Byzantine dated North Complex, as well as tor visited it. The conversion was most probably carried
its size and opulence, lead us to believe that this church out around the mid-19th century by the Tzavellas family.
must have been the Panimnitos Theotokos Nafpakti- Further interventions took place during the first half of
otissa, the Catholic cathedral of Nafpaktos, thus mak- the 20th century, and later on during the 1960s.
ing the North Complex the bishop’s residence and hall, The heretofore unknown Byzantine church discov-
as was already, correctly proposed by Athanasoulis and ered in the 2008 excavation in the Castle of Nafpaktos,
Androudis several years ago. unquestionably constitutes an extremely important
Immediately after the capture of Nafpaktos by the Ot- monument, not just for this historic city of Western
tomans in 1499 the basilica must have been converted Mainland Greece, but of Southern Greece in general.
into a mosque, most probably the one mentioned in The monument is of great archaeological and histori-
sources as the Mosque of Bayazid Veli Han, and not, cal importance, as it appears to be the, already known
as was first assumed by Petronotis, the Mosque of Baba from sources, cathedral of Nafpaktos that is linked to
Chaus. Evidence from the 2008 excavation shows that several important events and personalities, such as the
during this phase the building must have been confined renowned Ioannis Apokavkos. Despite its bad state of
to the central and north aisle of the old basilica, while preservation, the monument is also of great archaeo-
the south aisle, and presumably also the narthex, must logical interest, as it is another rather rare specimen of
have been destroyed. The converted basilica, i.e. Mosque a cathedral church, providing valuable data for the study
A, was most probably destroyed during the first phase of middle-Byzantine and late-Byzantine art and archi-
of Ottoman rule, and in its place Mosque B was erected tecture. Lastly, its turbulent building history in the years
by Baba Chaus. Mosque B was in turn replaced, at an following the Ottoman occupation offers us a unique
unspecified date and under unknown circumstances, glimpse into the transformation of the urban fabric and
presumably during the second Venetian Period (1687- the building inventory of the Balkans in the Later Era.
1701), by an even smaller mosque, namely Mosque C.

Βιβλιογραφία

Αθανασούλης - Aνδρούδης 2004: Δ. Αθανασούλης - Π. Αν- (in Aetolien), Herausgegeben aus dem Nachlass von N.
δρούδης, «Παρατηρήσεις στην οικοδομική ιστορία του A. Bees (Βέης) von E. Bees-Seferli), 55-160, Προσθήκαι
βυζαντινού λουτρού του Κάστρου Ναυπάκτου», Β΄ Διε- και παρατηρήσεις, 161-243», Byzantinisch-Neugriechische
θνές Ιστορικό και Αρχαιολογικό Συνέδριο Αιτωλοακαρνα- Jahrbücher 21 (1976), Παράρτημα.
νίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), τ. 2, Αγρίνιο 2004, Βέμη - Πετρονώτης 1994: Β. Βέμη - Α. Πετρονώτης, «Κιονό-
515-534. κρανα και άλλα παλαιοχριστιανικά στοιχεία στη μετα-
Ανδρούδης 2014: Π. Ανδρούδης, «Βυζαντινά γλυπτά του βυζαντινή βασιλική του Αγίου Γεωργίου στο Θεσσαλικό
12ου και 13ου αιώνα από το κάστρο της Ναυπάκτου», Δομένικο», Αντίφωνον. Αφιέρωμα στον Καθηγητή Ν. Β.
Το Aρχαιολογικό Έργο της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιο- Δρανδάκη, Θεσσαλονίκη 1994, 444-450.
τήτων στην Αιτωλοακαρνανία και την Λευκάδα (Ναύπα- Βογιατζής - Συθιακάκη-Κριτσιμάλλη 2014: Σ. Βογιατζής - Β.
κτος 2 Νοεμβρίου 2013), Ναύπακτος 2014, 31-44. Συθιακάκη-Κριτσιμάλλη, «Ο ναός του Αγίου Γεωργίου
Βέη-Σεφερλή 1976: Ε. Βέη-Σεφερλῆ, «Ἐκ τῶν καταλοίπων τοῦ στο Δομένικο Ελασσώνας», ΔΧΑΕ ΛΕ´ (2014), 19-42.
Ν. Α. Βέη / Aus dem Nachlass von N. A. Bees, Προλεγό- Βοκοτόπουλος 1973: Π. Βοκοτόπουλος, «Βυζαντινά γλυπτά
μενα γ´-κ´ και 1-6, Περιγραφή του κώδικος Ισαάκ του εἰς Ναύπακτον», ΑΔ 28 (1973), Β´2 Χρονικά, 398-399,
Μεσοποταμίτου (Petropolitanus Graecus CCL) Nikos πίν. 351 α-γ, 352 α-γ.
Bees, 7-54, Unedierte Schrifttücke aus der Kanzlei des Βοκοτόπουλος 1975: Π. Βοκοτόπουλος, Ἡ Ἐκκλησιαστική
Johannes Apokaukos, des Metropoliten von Naupactos Ἀρχιτεκτονική εἰς τήν Δυτικήν Στερεάν Ἑλλάδα καί τήν

142
Α Π Ο Τ Ο Ν Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ο Ε Π Ι Σ Κ Ο Π Ι Κ Ο Ν Α Ο Τ Η Σ Ν ΑΥ Π Α Κ Τ Ο Υ Σ Τ Ο Π Α Ρ Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Ο Τ Ο Υ Π Ρ Ο Φ Η Τ Ο Υ Η Λ Ι Ο Υ

Ἤπειρον ἀπό τοῦ τέλους τοῦ 7ου μέχρι τοῦ τέλους τοῦ Κουτσογιάννης 2001: Ειρ. Κουτσογιάννης (αρχιμανδρίτης),
10ου αἰῶνος, Θεσσαλονίκη 1975, Επανέκδοση 1992. «Χριστιανικοί ναοί στη Ναύπακτο μέχρι τα τέλη του
Γεωργοπούλου-Ντ’Αμίκο 2002: I. Γεωργοπούλου-Ντ’Αμίκο, 19ου αι.», Ναυπακτιακά Γ´2 (1998-1999), Αθήνα 2001,
«Θεωρητική προσέγγιση και πρακτική του προγράμ- 195-208.
ματος Κάστρων περίπλους», Τα παράκτια οχυρά και η Κωνστάντιος 1981: Δ. Κωνστάντιος, «Ναύπακτος, Φρούριο»,
άμυνα των λιμανιών, Πρακτικά Ημερίδας, Θεσσαλονίκη, ΑΔ 36 (1981), Β´2 Χρονικά, 293.
25-9-1998, επιμ. Ευ. Καμπούρη - Ο. Δεληγιάννη, ΥΠΠΟ, Κωνστάντιος 1982: Δ. Κωνστάντιος, «Ναύπακτος, Φρούριο»,
Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, Διεύθυνση Αποτυπώσε- ΑΔ 37 (1982), Β´2 Χρονικά, 278.
ων, Αθήνα 2002, 59-66.
Λαμπρόπουλος 1988: Κ. Λαμπρόπουλος, Ιωάννης Απόκαυκος.
Γεωργοπούλου-Ντ’Αμίκο 2008: Ι. Γεωργοπούλου-Ντ’Αμί-
Συμβολή στην έρευνα του βίου του και του συγγραφικού
κο, Κάστρων περίπλους - Castrorum Circumnavigatio,
έργου του, Αθήνα 1988.
ΥΠΠΟ, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, Διεύθυνση Απο-
τυπώσεων, Αθήνα 2008. Λάππας - Καζανάκη-Λάππα 2014: Κ. Λάππας - Μ. Καζανάκη-
Γιαννόπουλος 1970: Ἰ. Γιαννόπουλος, «Ἡ περιήγησις τοῦ Ἐβλιά Λάππα, «“Τοπωνυμικά” του κάστρου της Ναυπάκτου. Η
Τσελεμπῆ ἀνά τήν Στερεά Ἑλλάδα», Ἐπετηρίς Ἑταιρείας παρανόηση μιας ιστορικής μαρτυρίας», Το Αρχαιολογικό
Στερεοελλαδικῶν Μελετῶν 2 (1969-1970), 139-198. Έργο της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην Αιτω-
Καμπούρη 1971: Μ. Καμπούρη, «Νέα στοιχεία ἀπό τήν με- λοακαρνανία και την Λευκάδα (Ναύπακτος 2 Νοεμβρίου
σοβυζαντινή φάση τοῦ καθολικοῦ τῆς Μονῆς Εἰκοσι- 2013), Ναύπακτος 2014, 101-106.
φοινίσσης», ΕΕΠΣΑΠΘ (Τμήμα Αρχιτεκτόνων) 5 (1971), Μαμαλούκος υπό δημοσίευσιν: Στ. Μαμαλούκος, «Παρατη-
125-148. ρήσεις στην αρχιτεκτονική και την οικοδομική ιστορία
Καπώνης 2006: Ν. Καπώνης, «Ιστορικές αναφορές και μαρτυ- των μεσαιωνικών οχυρώσεων της Ναυπάκτου», Πρακτι-
ρίες για τη λατρεία της Παναγίας στη Ναύπακτο κατά τη κά Διημερίδας Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Ναυπακτία:
βυζαντινή περίοδο», Βυζαντινός Δόμος 15 (2006), 233- Ιστορία και Τέχνη (Ναύπακτος 22 Φεβρουαρίου 2014),
249. υπό δημοσίευσιν
Καραγιάννη 2006: Φλ. Καραγιάννη, Επισκοπικοί ναοί της Μέ- Μαρίνου 1985: Γ. Μαρίνου, «Η αρχιτεκτονική της Ναυπάκτου
σης Βυζαντινής Περιόδου. Το παράδειγμα της Μακεδονί- κατά την Ενετοκρατία και την Τουρκοκρατία», ΗΧ 27
ας (αδημ. διδ. διατριβή), Θεσσαλονίκη 2006. (1985), 127-138.
Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου 1990-1991: Ε. Καραγιάννη- Μπούρας - Μπούρα 2002: Χ. Μπούρας - Λ. Μπούρα, Η Ελλα-
Χαραλαμποπούλου, «Η Ναύπακτος και η περιοχή της
δική Ναοδομία κατά τον 12ο αιώνα, Αθήνα 2002.
στα χρόνια του Απόκαυκου», Ναυπακτιακά Ε´ (1990-
Νεραντζής 1992-1993: Ι. Νεραντζής, «Μνημειακή Τοπογρα-
1991), 77-118.
Κατσαρός 1981: Β. Κατσαρός, «Παρατηρήσεις σε ορισμένες φία Ναυπάκτου στους Ρωμαϊκούς και Παλαιοχριστιανι-
παλαιοχριστιανικές βασιλικές με φάσεις βυζαντινής κούς χρόνους», Ναυπακτιακά Ι´2 (1992-1993), 47-118.
περιόδου στη Δυτική Στερεά Ελλάδα», Κληρονομία 13 Νεραντζής 2007: Ι. Νεραντζής, Ιστορική Αρχαιολογία Ναυπά-
(1981), 431-465. κτου: Προϊστορική - Οζολαία Λοκρική - Ρωμαιοκρατού-
Κατσαρός 1985: Β. Κατσαρός, «Συμβολή στη μελέτη των προ- μενη, Βυζαντινή - Μεσαιωνική - Οθωμανοκρατούμενη,
βλημάτων βυζαντινής τοπογραφίας στη Δυτική Στερεά Αγρίνιο 2007.
(12ος - 13ος αι.): πηγές και δεδομένα», Βυζαντινά 13.2 Ξυγγόπουλος 1957: Ἀ. Ξυγγόπουλος, Τά μνημεῖα τῶν Σερβί-
(1985), 1503-1539. ων, Ἀθῆναι 1957.
Κατσαρός 1989: Β. Κατσαρός, «Η μαρτυρία του μητροπολίτη Παπαδοπούλου 1993: Β. Παπαδοπούλου, «Βυζαντινά ανά-
Ναυπάκτου Ιωάννη Αποκαύκου», Πρακτικά Α´ Διεθνούς γλυφα αρχιτεκτονικά μέλη στην Αρχαιολογική Συλλογή
Συμποσίου “Η καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο” (Αθήνα 15- Ναυπάκτου», Ναυπακτιακά ΣΤ´ (1992-1993), 179-199.
17 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήνα 1989, 631-674. Παπαδοπούλου 1997: Β. Παπαδοπούλου, «Η Παλαιοχριστια-
Κεφαλλωνίτου 2002-2003: Φρ. Κεφαλλωνίτου, «Το έργον της νική Ναύπακτος», 17ο Συμπόσιο XAE (1997), 57.
8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στη Ναύπακτο», Παπαζώτος 1994: Θ. Παπαζώτος, Η Βέροια και οι ναοί της
Ναυπακτιακά ΙΓ´ (2002-2003), 163-192. (11ος-18ος αι.), Αθήνα 1994.
Κεφαλλωνίτου 2011: Φρ. Κεφαλλωνίτου, «Η ανάδειξη των Πασαλή 1994: Α. Πασαλή, Ναοί της Επισκοπής Δομενίκου και
βυζαντινών και μεταβυζαντινών μνημείων του νομού Αι-
Ελασσόνος. Συμβολή στη Μεταβυζαντινή Αρχιτεκτονική,
τωλοακαρνανίας», Τα Αιτωλικά 17 (Ιούλιος - Δεκέμβριος
Θεσσαλονίκη 2003.
2011), 74-98.
Κεφαλλωνίτου - Κουμούση 2012: Φρ Κεφαλλωνίτου - Αν. Πετρονώτης 1992-1993: Α. Πετρονώτης, «Οθωμανικά αρ-
Κουμούση, «22η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων», χιτεκτονήματα Ναυπάκτου (İnebahtı)», Ναυπακτιακά
2000-2010. Από το ανασκαφικό έργο των Εφορειών ΣΤ´(1992-1993), 221-352.
Αρχαιοτήτων, επιμ. Μ. Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, Υπουργείο Σαββίδης 1991: Α. Σαββίδης, «Η Ναύπακτος από τα πρωτοβυ-
Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητι- ζαντινά χρόνια ως την οθωμανική κατάκτηση του 1499:
σμού. Γενική Γραμματεία Πολιτισμού. Γενική Διεύθυνση Ιστορικό διάγραμμα», Πρακτικά Α΄ Αρχαιολογικού και
Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Αθήνα Ιστορικού Συνεδρίου Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 21-23
2012, 69-72. Οκτωβρίου1988), Αγρίνιο 1991, 245-272.

143
Σ ΤΑΥ Ρ Ο Σ Μ Α Μ Α Λ Ο Υ Κ Ο Σ , Μ Ι Χ Α Η Λ Π Α Π Α Β Α Ρ Ν Α Β Α Σ

Athanasiadis-Novas 1953: G. Athanasiadis-Novas, «Περί Πα- Pinatsi 2006: Chr. Pinatsi, «New Observations on the pave-
ναγίας Ναυπακτιώτισσας», Atti dello VIII Congresso ment of the Church of Hagia Sophia in Nicaea», BZ 99
internazionale di studi bizantini (Palermo 3-10 Aprile (2006), 119-126, taf. XIII-XVIII.
1951), t. II, Studi Bizantini e Neoellenici 8, Roma 1953, Ševčenko 2010: Ν. Ševčenko, «The tomb of Manuel I of Kome-
73-78. nos, again», in A. Ödekan - E. Akyürek - N. Necipoğlu
Ćurčić 2010: S. Ćurčić, Architecture in the Balkans. From - Ç. İ. Türkoğlu (eds), 1. Uluslararası Sevgi Gönül Bizans
Diocletian to Suleyman the Magnificent, Yale University Araştırmaları Sempozyumu / First International Sevgi
Press, New Haven - London 2010. Gönül Byzantine Studies Symposium, On ikinci ve on
Mamaloukos 2012: St. Mamaloukos, «Observations on the üçüncü yüzyıllarda Bizans dünyasında değişim / Change
Doors and Windows in Byzantine Architecture», in in the Byzantine world in the twelfth and thirteenth centu-
R. Ousterhout - R. Holod - L. Haselberger (eds) - J. A. ries, Bildiriler / Proceedings, İstanbul: Vehbi Koç Vakfı,
Thourson (associate editor), Masons at Work: Architec- 2010, 609-616.
ture and Construction in the Pre-Modern World, Center Sythiakakis-Kritsimallis - Voyadjis 2011: V. Sythiakakis-Kritsi-
for Ancient Studies, University of Pennsylvania, PA, Oc- mallis - S. Voyadjis, «Redating the Basilica of Dormition,
tober 2012, http://www.sas.upenn.edu/ancient/masons/ Kalampaka, Thessaly», JÖB 61 (2011), 195-227.
mamaloukos.pdf Vanderheyde 2005: C. Vanderheyde, «La sculpture architec-
Mango 2006: C. Mango, Ιστορία του Βυζαντίου, (μτφρ. Ό. Κα- turale byzantine dans le thème de Nikopolis du Xe au
ραγιώργου), Αθήνα 2006. début du XIIIe siècle (Epire, Etolie-Acarnanie et Sud de
l’Albanie)», BCH, Supplément 45, Athènes 2005.

144
Ε Ρ ΓΑ Σ Υ Ν Τ Η Ρ Η Σ Η Σ Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Η Σ Α Ι Τ Ω Λ Ο Α Κ Α Ρ Ν Α Ν Ι Α Σ

Έργα συντήρησης στην περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας

Νικόλαος Μίνως

Η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων


Μνημείων (ΔΣΑΝΜ) σε συνεργασία με την 8η
και κατόπιν με την 22η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτή-
των συνέβαλλε σε πολλές περιπτώσεις με εξειδικευμένο
προσωπικό σε θέματα εκπόνησης μελετών συντήρησης,
καθώς και εκτέλεσης εργασιών σωστικού χαρακτήρα σε
Βυζαντινά και Μεταβυζαντινά μνημεία στην περιοχή της
Αιτωλοακαρνανίας, όπως των τοιχογραφιών της Μονής
Εισοδίων της Θεοτόκου, του ξυλόγλυπτου τέμπλου της
Μονής Τιμίου Προδρόμου στην Τριχωνίδα, ψηφιδωτών
και εικόνων στην περιοχή της Ναυπάκτου κ.ά.
Σε όλες τις περιπτώσεις το προσωπικό της ΔΣΑΝΜ
βοήθησε, όταν υπήρχε ανάγκη υποστήριξης του προ- Εικ. 1. Το Καθολικό της Ιεράς Μονής Ταξιαρχών Γουριάς.
γράμματος συντήρησης της αρμόδιας για την περιοχή
Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, και ύστερα από
την εκπόνηση και έγκριση των σχετικών μελετών, εντά-
χθηκε στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα ΠΕΠ Δυτικής Ελ-
λάδας, το έργο «Συντήρηση, αποκατάσταση της Ι. Μ.
Ταξιαρχών Γουριάς Μεσολογγίου» που περιλάμβανε το
υποέργο «Συντήρηση, αποκατάσταση των τοιχογραφι-
ών» του ναού. Οι εργασίες εκτελέστηκαν με αυτεπιστα-
σία από τη ΔΣΑΝΜ, με υπεύθυνο τον προϊστάμενο του
τμήματος συντήρησης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών
μνημείων κ. Χ. Λιωνή, από το 2007 μέχρι το 2009.

Καθολικό Ιεράς Μονής Ταξιαρχών Γουριάς


Εικ. 2. Τμήμα της δεύτερης ζωγραφικής φάσης πάνω από το
Ο Ι. Ν. Ταξιαρχών ήταν το Καθολικό της ομώνυμης μο- αρχικό στρώμα. Διακρίνονται οι εκδορές ως προετοιμασία για
νής στη Γουριά Αιτωλοακαρνανίας (εικ. 1). Από το μονα- την τοποθέτηση του δεύτερου ζωγραφικού στρώματος.
στικό συγκρότημα σώζονται, εκτός από το ναό, ερείπια
μόνο των κελιών και της τράπεζας. Το αρχικό κτίσμα του Ο τοιχογραφικός διάκοσμος, ιδιαίτερης ιστορικής
ναού, το οποίο υπέστη πολλές αλλαγές με την πάροδο σημασίας, σώζεται στο Καθολικό και διακρίνεται σε δύο
των αιώνων, χρονολογείται στον 16ο αιώνα. Το κτίσμα φάσεις (εικ. 2). Η πρώτη φάση περιορίζεται στο βόρειο
αρχικά ήταν μονόχωρο με δίριχτη στέγη και τοιχογραφι- τοίχο και φανερώνει ζωγράφο με άριστη τεχνική κατάρ-
κό διάκοσμο στο εσωτερικό του. Ο νάρθηκας θεωρείται τιση, ενώ η μεταγενέστερη καλύπτει τοίχους και την κα-
μεταγενέστερος. μάρα του κυρίως ναού και τμήματα του νάρθηκα. Η ζω-

145
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΙΝΩΣ

Εικ. 3. Κατά τη διάρκεια των εργασιών συντήρησης. Συγκρά- Εικ. 4. Μετά τις εργασίες συντήρησης. Πλήρωση της ρωγμής
τηση και στερέωση της τοιχογραφίας. και της απώλειας με νέο κονίαμα, καθαρισμός της ζωγραφικής
επιφάνειας.

γραφική αυτή χρονολογείται στα τέλη του 18ου αιώνα


και κατά τον Α. Παλιούρα1 συμπίπτει με την κατασκευή
του Νάρθηκα. Σε μικρό τμήμα του νοτίου τοίχου εντο-
πίστηκαν και σπαράγματα τοιχογραφιών μιας τρίτης νε-
ότερης φάσης.
Το μνημείο παρουσίαζε σοβαρό στατικό πρόβλημα
που οφειλόταν στην εξασθένηση της συνοχής της τοι-
χοποιίας, στη μεγάλη ρωγμή στο κέντρο της καμάρας
του Κυρίως Ναού, στην υποχώρηση του «κλειδιού» στην
κόγχη του Ιερού, στην αποκόλληση των αντηρίδων εξω-
τερικά στο βόρειο και νότιο τοίχο όπως περιγράφεται
στη μελέτη αποκατάστασης του αρχιτέκτονα Χ. Κατσι-
μπίνη2. Σημαντικό πρόβλημα ήταν και η κακή κατάστα-
ση της στέγης, η οποία σε συνδυασμό με τις ρωγμές της
τοιχοποιίας επέτρεπε την εισροή υδάτων στο ναό προ-
καλώντας την αύξηση των τιμών της σχετικής υγρασίας
στο εσωτερικό του μνημείου.
Πολλοί παράγοντες συνέβαλλαν στην επιδείνω-

Εικ. 5. Λεπτομέρεια τοιχογραφίας μετά τις εργασίες συντήρη- 1. Παλιούρας 2004.


σης. 2. Κατσιμπίνης 1998.

146
Ε Ρ ΓΑ Σ Υ Ν Τ Η Ρ Η Σ Η Σ Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Η Σ Α Ι Τ Ω Λ Ο Α Κ Α Ρ Ν Α Ν Ι Α Σ

Εικ. 6. Ο ναός των Ταξιαρχών εσωτερικά μετά τις εργασίες συντήρησης.

ση της κατάστασης διατήρησης των τοιχογραφιών του εκδορές και ίχνη από πυρκαγιά αλλοίωσαν αισθητικά τη
ναού. Όπως περιγράφεται στη μελέτη συντήρησης, που μορφή του ζωγραφικού διακόσμου.
εκπονήθηκε από τη ΔΣΑΝΜ, οι παράγοντες αυτοί επέ- Οι προτεινόμενες, από τη μελέτη, επεμβάσεις συ-
δρασαν συνδυαστικά και συνοψίζονται ως εξής3: ντήρησης και αποκατάστασης των τοιχογραφιών του Ι.
1. Μηχανική καταπόνηση του κτιρίου - Φυσικοί πα- Ν. Ταξιαρχών είχαν χαρακτήρα διάσωσης και ανάδειξης
ράγοντες και μεταγενέστερες επεμβάσεις. Σεισμικές του τοιχογραφικού διακόσμου του μνημείου. Στηρίχθη-
δονήσεις, καθώς και η αφαίρεση των ξύλινων στοιχείων καν στην εκτίμηση της ιστορικής αξίας και της κατά-
είχαν ως αποτέλεσμα την καταπόνηση της φέρουσας κα- στασης διατήρησής τους, καθώς και στις βασικές αρχές
τασκευής (εικ. 3). που διέπουν τη συντήρηση και αναφέρονται σε ήπιες και
2. Παρουσία υγρασίας και εναλλαγές θερμοκρασίας. αντιστρεπτές επεμβάσεις.
Η κίνηση της υγρασίας, βασική αιτία μεταφοράς διαλυ- Οι εργασίες συντήρησης που πραγματοποιήθηκαν στο
τών αλάτων στην επιφάνεια των τοίχων και στη συνέ- πλαίσιο του υποέργου και παρουσιάστηκαν σε ημερίδα
χεια η κρυστάλλωσή τους έχει ως αποτέλεσμα την εξα- που διοργάνωσε η ΔΣΑΝΜ με τίτλο «Έργα συντήρησης
σθένηση των επιχρισμάτων. συγχρηματοδοτούμενα από το Γ´ ΚΠΣ» ήταν οι εξής4:
Η χρήση τσιμέντου, κυρίως σε σημεία απωλειών, το 1. Σωστικές επεμβάσεις πριν και κατά τη διάρκεια των
οποίο σχηματίζει διαλυτά άλατα, οδήγησε στην άσκηση αναστηλωτικών εργασιών. Πραγματοποιήθηκαν οπλι-
μηχανικών τάσεων σε παρακείμενα στρώματα τοιχογρα- σμοί και σφραγίσεις ρωγμών (εικ. 4), όπου οι τοιχογρα-
φιών. Νεότερα επιχρίσματα στη ζωγραφική επιφάνεια, φίες, ιδιαίτερα της δεύτερης φάσης, παρουσίαζαν απο-

3. Λιωνής - Καβαλέκα - Κανακάρη 2001. 4. Σοφόπουλος 2011.

147
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΙΝΩΣ

Εικ. 7. Ο Ι. Ν. Ζωοδόχου Πηγής στο Αρχοντοχώρι.

κολλήσεις και υπήρχε κίνδυνος κατάρρευσής τους.


2. Στερεώσεις του υποστρώματος των τοιχογραφιών με
τη διοχέτευση ενέσιμου υλικού (υδραυλικής ασβέστου)
από ρωγμές ή σημεία απωλειών.
3. Στερεώσεις ζωγραφικής επιφάνειας απολεπισμένων ή
κονιορτοποιημένων ζωγραφικών στρωμάτων με υδατική
Εικ. 8. Άποψη του ζωγραφικού διακόσμου.
διασπορά ακρυλικού πολυμερούς.
4. Αφαίρεση νεότερων επεμβάσεων, κονιαμάτων και
ασβεστοχρισμάτων, σε σύνολο 30 μ2.
5. Καθαρισμός της ζωγραφικής επιφάνειας με αφαίρεση
κρυσταλλωμένων αλάτων, αιθάλης, σκόνης, ρύπων, μικρο-
οργανισμών με τη χρήση επιθεμάτων σε σύνολο 223 μ2. Ιερός Ναός Ζωοδόχου Πηγής Αρχοντοχωρίου
6. Αισθητική αποκατάσταση περιορισμένης έκτασης που Ένα μνημείο με ανάλογα προβλήματα, επίσης στην περι-
στόχευε στην επίλυση προβλημάτων που δημιουργούν οχή της Αιτωλοακαρνανίας, το οποίο ελπίζουμε να τύχει
οι απώλειες στην ανάγνωση των παραστάσεων, ώστε να της ίδιας φροντίδας με τους Ταξιάρχες Γουριάς, είναι ο
επιτευχθεί η επανάκτηση της ενότητας του ζωγραφικού ναός της Ζωοδόχου Πηγής στο Αρχοντοχώρι (εικ. 7).
διακόσμου (εικ. 4, 5, 6). Ύστερα από πρωτοβουλία του προέδρου του Δ.Σ. του
Για την τεκμηρίωση των εργασιών τηρήθηκε καθημε- Δήμου Ξηρομέρου, κ. Β. Μουρκούζη και του ομότιμου
ρινό ημερολόγιο, δεκαπενθήμερες, μηνιαίες και τριμηνι-
καθηγητή, κ. Αθ. Παλιούρα, επισκεφθήκαμε το μνημείο
αίες αναφορές και δημιουργήθηκε φωτογραφικό αρχείο
για την επίβλεψη της μελέτης συντήρησης που εκπονή-
από κάθε φάση εργασιών.
θηκε από τους συντηρητές Γ. Παυλόπουλο και Μ. Χα-
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να αναφερθούμε στη
τζηνικολάου, ύστερα από σχετική ανάθεση από το Δήμο
συμβολή του καθηγητή Π. Κοντού, γραμματέα του Πα-
νεπιστημίου Αθηνών καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, Αρχοντοχωρίου (εικ. 9).
καθώς και στη φροντίδα του για τη δημοσίευση των Ο ναός ανήκει στον τύπο της μονόκλιτης καμαρο-
αποτελεσμάτων των εργασιών5. σκέπαστης βασιλικής με νάρθηκα. Από τις δύο κτητορι-
κές επιγραφές προκύπτει ότι ο ναός αγιογραφήθηκε το
5. Λιωνής 2011. 1669 και το 1670 (εικ. 8).

148
Ε Ρ ΓΑ Σ Υ Ν Τ Η Ρ Η Σ Η Σ Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Η Σ Α Ι Τ Ω Λ Ο Α Κ Α Ρ Ν Α Ν Ι Α Σ

Εικ. 9. Ο αείμνηστος καθηγητής Αθανάσιος Παλιούρας, κατά τη διερεύνηση και εξέταση της κατάστασης διατήρησης του τοι-
χογραφικού διακόσμου του Ι. Ν. Ζωοδόχου Πηγής Αρχοντοχωρίου.

Το μνημείο παρουσιάζει πολλά προβλήματα στην μικροκλίματος, καθώς και των χαρακτηριστικών της
τοιχοποιία εξωτερικά, στη στέγη και εσωτερικά στα τόξα κατασκευής των τοιχογραφιών, τα αποτελέσματα των
με μετατόπιση των «κλειδιών». Λόγω της εισροής υγρα- οποίων θα συμβάλουν στην ερμηνεία της παθολογίας
σίας στο ναό, το κονίαμα του υποστρώματος των τοι- τους.
χογραφιών εμφανίζει κονιορτοποίηση ενώ η ζωγραφική Όπως έγινε και στην περίπτωση των Ταξιαρχών Γου-
επιφάνεια παρουσιάζει ειδικά προβλήματα κρυστάλλω- ριάς, η αντιμετώπιση των προβλημάτων του ζωγραφικού
σης αλάτων, που έχουν εντοπιστεί και σε άλλα μνημεία διακόσμου απαιτείται να πραγματοποιηθεί παράλληλα
και οφείλονται σε ειδικές συνθήκες μικροκλίματος, κα- με τις αναστηλωτικές επεμβάσεις, ώστε να επιτευχθεί με
θώς και στα τεχνικά χαρακτηριστικά της ζωγραφικής. τον καλύτερο τρόπο η διάσωση και ανάδειξη του σημα-
Στην προκαταρκτική εξέταση και κατά τη συλλογή ντικού αυτού μνημείου.
στοιχείων για την εκπόνηση της μελέτης διαπιστώθηκαν
επιζωγραφίσεις και παλαιότερο ζωγραφικό στρώμα στο
κτιστό τέμπλο και στο νότιο εξωτερικό τοίχο πάνω από
τη θύρα της εισόδου.
Τα ιδιαίτερα προβλήματα που παρουσιάζουν οι τοι-
χογραφίες αυτού του μνημείου απαιτούν την εφαρμογή
συγκεκριμένων μεθόδων εξέτασης των συνθηκών του

149
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΙΝΩΣ

Abstract
Conservation works in Aetolia-Acarnania

Nikolaos Minos

T he Directorate of Conservation of Ancient and


Modern Monuments, with its specialized person-
nel, collaborated with the 8th and the 22nd Ephorate of
ings suffered great damages, mainly because of the static
problems of the building and the water inflow, but also
due to problematic previous interventions with cement
Byzantine Antiquities in the Aetolia-Acarnania region, mortars. The conservation intervention included remov-
implementing conservation studies and rescue works in al of old repair mortars, consolidation of the wall paint-
endangered monuments. ings, cleaning and partial restoration.
The project “Conservation of the wall paintings of Tax- The duration of the conservation project was from 2007
iarches Monastery in Gouria”, part of this collaboration, to 2009 and was implemented by the Directorate of Con-
was co-financed by Greece and the European Union, servation of Ancient and Modern Monuments.
through the 3rd Community Support Framework. The Another monument with similar problems that hope-
monument was decorated in two phases. The wall paint- fully will be treated as well is the Zoodochos Pigi church
ings of the earlier phase are dated to the 16th century, in Archontochori.
while the later to the late 18th century. The wall paint-

Βιβλιογραφία

Κατσιμπίνης 1998: Χ. Κατσιμπίνης, Μελέτη αποκατάστασης Ι. Παλιούρας 2004: Αθ. Παλιούρας, Βυζαντινή Αιτωλοακαρνα-
Μ. Ταξιαρχών Γουριάς Αιτωλοακαρνανίας, Αθήνα 1998. νία, Συμβολή στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή μνημεια-
Λιωνής - Καβαλέκα - Κανακάρη 2001: Χ. Λιωνής - Χ. Καβαλέ- κή τέχνη, Αγρίνιο 20042.
κα - Ο. Κανακάρη, Μελέτη συντήρησης και αποκατάστα- Σοφόπουλος 2011: Χ. Σοφόπουλος, «Συντήρηση και αποκα-
σης τοιχογραφιών Ι. Ν. Ταξιαρχών Γουριάς Μεσολογγίου, τάσταση τοιχογραφιών ναού Ταξιαρχών Γουριάς Μεσο-
Αθήνα 2001. λογγίου», στο Έργα συντήρησης συγχρηματοδοτούμενα
Λιωνής 2011: Χ. Λιωνής, «Ιερά Μονή Ταξιαρχών στη Γουριά από το Γ´ ΚΠΣ, Αθήνα 2011.
Αιτωλοακαρνανίας. Η συντήρηση των τοιχογραφιών»,
Τα Αιτωλικά 16 (2011), 167-177.

150
Τ Ο Χ Ρ Υ Σ Ο Υ Π Ε Ρ Π Υ Ρ Ο Τ Ο Υ Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ Α Ι Ω Α Ν Ν Η Γ´ Β Α Τ Α Τ Ζ Η

Το χρυσό υπέρπυρο του αυτοκράτορα Ιωάννη Γ´ Βατάτζη


από τις ανασκαφές στον Άγιο Γεώργιο Ευηνοχωρίου
Αιτωλοακαρνανίας

Χρήστος Σταυράκος

Ο ι ανασκαφές της 22ης Εφορείας Βυζαντινών Αρ-


χαιοτήτων στον Άγιο Γεώργιο Ευηνοχωρίου έχουν
φέρει στο φως πολυάριθμα νομισματικά ευρήματα. Πρό-
IC // XC Ἰ(ησοῦ)ς // Χ(ριστό)ς
Σε αντίθεση με τις πρώιμες κοπές υπέρπυρων του Ιω-
άννη Γ´ Βατάτζη από το νομισματοκοπείο της Μαγνησί-
κειται κυρίως για χάλκινα βυζαντινά, αλλά και αρκετά ας, εδώ δεν εμφανίζεται η επιγραφή
δυτικά μεσαιωνικά, τα οποία θα αποτελέσουν αντικεί- KERO // HΘΕΙ Κ(ύρι)ε βο- // ήθει
μενο επόμενης εκτεταμένης μελέτης στο άμεσο μέλλον1. Στον οπισθότυπο απεικονίζεται ο αυτοκράτορας
Το πρώτο και εντυπωσιακότερο όλων εύρημα στον Ιωάννης Γ´ (αριστερά) να στέφεται από τη Θεοτόκο (δε-
Άγιο Γεώργιο Ευηνοχωρίου2 είναι ένα υπέρπυρο του ξιά). Ο αυτοκράτορας, ο οποίος στο δεξί του χέρι κρατά-
Ιωάννη Γ´ Δούκα Βατάτζη (αυτοκρατορία της Νίκαιας ει λάβαρο και στο αριστερό φέρει ανεξικακία, είναι ενδε-
1222-1254), το οποίο προέρχεται από το νομισματοκο- δυμένος με αυτοκρατορική περιβολή. Το στέμμα φέρει
πείο της Μαγνησίας. Το υπέρπυρο εντάσσεται στη δεύ- τα χαρακτηριστικά περπενδούλια του τύπου 6b (Hendy,
τερη νομισματοκοπία του αυτοκράτορα και μάλιστα σε Catalogue IV 2). To κολάρο του είναι διακοσμημένο με
αυτήν, την οποία ο Μ. Hendy ονόμασε «transitional B»3. εννέα πολύτιμους λίθους, ενώ ο αυτοκρατορικός λώρος
Το συγκεκριμένο εύρημα βρίσκεται σε αρκετά καλή στο ανώτερο τμήμα του με δεκαέξι και στο κατώτερο με
κατάσταση. Ελαφρώς εφθαρμένα είναι το αριστερό και δέκα, αντίστοιχα πολύτιμους λίθους.
δεξί τμήμα του οπισθότυπου με αποτέλεσμα να μην εί- Από τις επιγραφές του οπισθότυπου έχει σωθεί μόνο
ναι δυνατή η ανάγνωση της επιγραφής. Έχει διάμετρο 28 το ΜΡ (= Μήτηρ) στο άνω τμήμα της παράστασης μετα-
χιλιοστά και βάρος 4 γραμμάρια. ξύ της Θεοτόκου και του αυτοκράτορα.
Στον εμπροσθότυπο φέρει απεικόνιση του Χριστού Αγιογραφικά κείμενα του 14ου αιώνα αναφέρουν ως
σε πολυτελή θρόνο χωρίς ερεισίνωτο. Στο δεξί τμήμα τόπο καταγωγής της οικογένειας Βατάτζη4 την περιοχή
πάνω από τον θρόνο υπάρχει μια στιγμή. Ο Χριστός της Ορεστειάδος, μέλη της οποίας την κυβερνούσαν. Αν
απεικονίζεται γενειοφόρος με φωτοστέφανο, χωρίς και η θέση της βυζαντινής Ορεστειάδας δεν έχει με ακρί-
σταυρό όπισθεν της κεφαλής. Ο φωτοστέφανος ορίζεται βεια ταυτιστεί5, θεωρείται ότι ο Ιωάννης Βατάτζης γεν-
ως μια σειρά στιγμών. Ο Χριστός απεικονίζεται γενειο- νήθηκε στο Διδυμότειχο6 μεταξύ 1192 και 11947. Ο D.
φόρος, ενδεδυμένος με τούνικα και κολόβιον. Στο αρι- Polemis θεωρεί ότι ήταν γιος του Βασιλείου Βατάτζη8. Ο
στερό χέρι φέρει Ευαγγέλιο, ενώ το δεξί το έχει υψωμένο Ιωάννης διαδέχθηκε στον θρόνο της αυτοκρατορίας της
σε στάση ευλογίας. Εκατέρωθεν της κεφαλής διακρίνε- Νίκαιας τον Θεόδωρο Α΄ Λάσκαρη, αφού είχε λάβει ως
ται η βραχυγραφία: σύζυγο την κόρη του αυτοκράτορα, Ειρήνη. Ο Ιωάννης

1. Θερμές ευχαριστίες απευθύνω στον δρ Ιωάννη Χουλιαρά, προϊ- 4. Amantos 1931, 492. Αμάντος 1951. Polemis 1968, 106 κ.ε.
στάμενο της 22ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων για την άδεια να 5. Langdon 1978, 21 κ.ε.
μελετήσω τα νομισματικά ευρήματα. 6. Soustal 1991, 240-244.
2. Soustal - Koder 1981, 155-156. Veikou 2012, 428-429. 7. Langdon 1978, 39 κ.ε.
3. Hendy 1999. 8. Polemis 1968, 107.

151
Χ Ρ Η Σ Τ Ο Σ Σ ΤΑΥ ΡΑ Κ Ο Σ

πέθανε το 1254 και ετάφη στη μονή των Σωσάνδρων με την αδυναμία της λατινικής αυτοκρατορίας και τα
στη Μαγνησία της Μ. Ασίας9. Αργότερα αγιοποιήθηκε10. σφάλματα των άλλων Βυζαντινών και Βούλγαρων ηγε-
Αξίζει να σημειωθεί ότι ούτε ο ίδιος ο Ιωάννης ούτε μόνων, συγκαταλέγονται τόσο η επέκταση της Νίκαιας
σύγχρονες προς αυτόν πηγές τον αναφέρουν με το οικο- στη Μικρά Ασία και στις ευρωπαϊκές επαρχίες, όσο και
γενειακό όνομα Βατάτζης, παρά μόνον με το Δούκας11. η πολιτική και η οικονομική σταθεροποίηση της αυτο-
Ωστόσο δεν υπάρχει αμφιβολία για την καταγωγή του κρατορίας13. Επιπλέον έλαβε πρωτοφανή, για τα σημερι-
αυτοκράτορα από την οικογένεια Βατάτζη. Τόσο οι βυ- νά δεδομένα, οικονομικά μέτρα οικονομικού “εθνικού”
ζαντινές και λατινικές γραπτές πηγές, λίγο μετά τον θά- προστατευτισμού με σκοπό την τόνωση της εγχώριας
νατό του, τον αποκαλούν και με το οικογενειακό όνομα παραγωγής και τη μείωση των εξόδων14.
Βατάτζης, όσο και τα 17 καρατίων υπέρπυρά του ονομά- Οι πηγές συμφωνούν, ότι κατά τη διάρκεια της δι-
ζονται σε μαθηματικό δοκίμιο των αρχών του 14ου αιώ- ακυβέρνησής του παρατηρήθηκε αύξηση της αγροτικής
να perperi boctazati, γεγονός το οποίο αντικατοπτρίζει παραγωγής, γεγονός το οποίο ασφαλώς συνδέεται πι-
τη διαδεδομένη γνώση και πεποίθηση για την οικογε- θανότατα επιπροσθέτως και με γεωγραφικούς και δημο-
νειακή προέλευση του Ιωάννη Γ´12. γραφικούς παράγοντες στη Μ. Ασία του πρώτου μισού
Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους πο- του 13ου αιώνα. Ιδιαίτερης σημασίας και καινοφανές για
λιτικούς ηγεμόνες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και την οικονομία της εποχής παραμένει το μέτρο, σύμφωνα
σίγουρα τον πλέον επιτυχημένο της περιόδου της Νίκαι- με το οποίο οι υπήκοοι της αυτοκρατορίας της Νίκαιας
ας. Στις επιτυχίες του, οι οποίες βέβαια δεν είναι άσχετες επιτρέπονταν να χρησιμοποιούν μόνο τα προϊόντα των
ντόπιων εργαστηρίων μεταξιού. Ο ιστορικός Νικηφόρος
9. Polemis 1968, 108. Γρηγοράς είναι σαφής:
10. Ciolfi 2014, 273-278.
11. Langdon 1978, 34 κ.ε.
12. Hendy 1985, 527, υποσ. 393: το χειρόγραφο φυλάσσεται στη βι- 13. Langdon 1978, 258-272. Ostrogorsky 1981, 112 κ.ε.
βλιοθήκη του Columbia University (ref. no. X511 AI 3). 14. Βλ. Mitsiou 2010, 195-205.

152
Τ Ο Χ Ρ Υ Σ Ο Υ Π Ε Ρ Π Υ Ρ Ο Τ Ο Υ Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ Α Ι Ω Α Ν Ν Η Γ´ Β Α Τ Α Τ Ζ Η

«Ἕτερον δὲ, ἐπειδὴ ἑώρα τὸν ῥωμαϊκὸν πλοῦτον μάτην την αυτοκράτειρα, διακοσμημένο με πολύτιμους λίθους
κινούμενον ἐς τὰ ἐξ ἀλλοδαπῶν ἐθνῶν ένδύματα, ὅσα τε και μαργαριτάρια, το οποίο για τον λόγο αυτόν ονόμασε
ἐκ Σηρῶν Βαβυλώνιαι καὶ Ἀσσύριαι ταλαισιουργίαι ποικί- «ὠάτον»17.
λως δημιουργοῦσιν καὶ ὅσα χεῖρες Ἰταλῶν εὐφυῶς ἐξυφαί- Αξίζει να σημειωθεί ότι στις καινοτομίες του συγκε-
νουσιν, ἐξήνεγκε δόγμα, μηδένα τῶν ὑπηκόων χρήσθαι κριμένου αυτοκράτορα ανήκει η εισαγωγή του χρυσού
αὐτοῖς, εἰ μὴ βούλοιτο, ὅστις πότ᾽ ἄρ᾽ εἴη, αὐτὸς τε καὶ υπέρπυρου και τoυ χαλκού τεταρτηρού. Αν και δεν είναι
γένος ἄτιμος εἶναι· ἀλλ᾽ ἢ μόνοις τοῖς ὅσα ἡ Ῥωμαίων γῆ δυνατόν να διατυπωθεί με σαφήνεια, εάν αυτές έγιναν
γεωργεῖ καὶ αἱ Ῥωμαίων ἀσκούσι χεῖρες15». σταδιακά ή συντονισμένα, το έτος 1227 φαίνεται να εί-
Η αυτάρκεια, την οποία προώθησε στον τομέα της ναι η πλέον πιθανή χρονολόγηση της κοπής των δύο αυ-
παραγωγής και κατανάλωσης προϊόντων, δεν οδήγη- τών νομισμάτων στο νομισματοκοπείο της Μαγνησίας.
σε βέβαια στον περιορισμό του εμπορίου γενικότερα. Το έτος αυτό αποτελεί τέλος ινδικτιώνος και απαρχή
Στόχος του αυτοκράτορα ήταν τα προϊόντα πολυτε- νέας, με συνέπεια να επιτρέπει τέτοιου είδους θεσμικές
λείας (κυρίως το μετάξι) αλλά και οι Λατίνοι και Σελ- αλλαγές. Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται από το γεγο-
τζούκοι έμποροι16. Ενδεικτικό παράδειγμα της στάσης νός ότι ήδη από το 1224 ο Ιωάννης Γ΄ είχε εκδιώξει τους
του Ιωάννη Γ΄ απέναντι στις δυνατότητες παραγωγής Λατίνους από τη βορειοδυτική Μικρά Ασία18, με αποτέ-
και οικονομικής της εκμετάλλευσης είναι το περιστα- λεσμα να του παρέχεται η δυνατότητα να προχωρήσει
τικό που περιγράφει ο Νικηφόρος Γρηγοράς. Σύμφωνα σε πλήρη οικονομική αναδιοργάνωση της περιοχής του
με τον βυζαντινό ιστορικό ο αυτοκράτορας με τα έσο-
δα από την πώληση των αυγών παρήγγειλε στέμμα για 17. Νικηφόρος Γρηγορᾶς (εκδ. Β. Niebuhr, Corpus scriptorum
historiae byzantinae), Βόννη 1829, I 43, 12-15: ὡς ὀλίγου χρόνου πρὸς τῶν
συναχθέντων, ἐντεῦθεν χρημάτων στέφανον κατασκευασθῆναι τῇ βασιλίδι,
15. Νικηφόρος Γρηγορᾶς (εκδ. Β. Niebuhr, Corpus scriptorum histo- λίθοις καὶ μαργάροις λίαν πολυτελέσι διηνθισμένον, ὃν καὶ ὠάτον ὁ βασι-
riae byzantinae), Βόννη 1829, I 43, 24. λεὺς ἐπωνόμασε, διὰ τὸ ἐκ τῆς τῶν ὠῶν πράσεως κατεσκευάσθαι αὐτόν.
16. Mitsiou 2010, 199-200. 18. Langdon 1978, 69-76.

153
Χ Ρ Η Σ Τ Ο Σ Σ ΤΑΥ ΡΑ Κ Ο Σ

Σκαμάνδρου19. Η ευθύνη της προσπάθειας αυτής ανατέ- Αξίζει στο σημείο αυτό να παρουσιάσω το περιεχό-
θηκε σε δυο υψηλόβαθμους αξιωματούχους, τον καίσα- μενο των θησαυρών, σε αντιστοιχία με τη γεωγραφική
ρα Ρωμανό και τον μέγα δομέστικο Ανδρόνικο Παλαιο- τους κατανομή. Οι θησαυροί, οι οποίοι περιείχαν υπέρ-
λόγο20. πυρα και των δυο αυτοκρατόρων προέρχονταν κυρίως
Οι κοπές χρυσών νομισμάτων του Ιωάννη Γ΄ συγκρι- από τη Βουλγαρία. Οι νομισματικοί θησαυροί από τη
νόμενες με αυτές προηγούμενων αυτοκρατόρων της δυ- Ρουμανία και την Τουρκία αποτελούνταν αποκλειστικά
ναστείας των Κομνηνών ή των Αγγέλων είναι εμφανώς από νομίσματα του Ιωάννη Γ´. Οι θησαυροί του Αγρι-
υποτιμημένες και η περιεκτικότητά τους σε χρυσό πέ- νίου, της Tvŭrditsa (Βουλγαρία) και της Ανατολικής
φτει από τα 201/2 - 191/2 των προκατόχων του στα 18 - 16 Ευρώπης (2002) περιείχαν υπέρπυρα και των δυο ηγε-
καράτια21. Έτσι δικαιολογείται και η ονομασία δίμοιρον, μόνων. Στον θησαυρό του Αγρινίου υπερτερούσαν αριθ-
για το υποτιμημένο σε χρυσό υπέρπυρο του Ιωάννη Γ´ μητικά τα υπέρπυρα του Ιωάννη Γ´, ενώ στον θησαυρό
από τον ιστορικό Γεώργιο Παχυμέρη22. της Tvŭrditsa εκείνα του Ιωάννη Β´25.
Τα υπέρπυρα ωστόσο του Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη γνώ- Η ύπαρξη των θησαυρών αυτών δείχνει την ευρεία
ρισαν μεγάλη κυκλοφορία, η οποία καταδεικνύει την διάδοση και χρήση των υπέρπυρων του Ιωάννη Γ´, τα
ευρεία επικράτηση και αποδοχή του νομίσματος στις οι- οποία καθιερώθηκαν, όπως φαίνεται, στις ενχρήματες
κονομικές συναλλαγές σε περιοχές ακόμη και εκτός των συναλλαγές κατά το πρώτο μισό του 13ου αιώνα.
συνόρων της Νίκαιας. Αυτό βέβαια αντανακλά την επι- Ειδικά για την Μικρά Ασία ο 13ος αιώνας, κυρίως
τυχημένη οικονομική, γενικότερα εσωτερική αλλά και μετά τις μεταρρυθμίσεις του Ιωάνη Γ´ Βατάτζη ήταν μια
εξωτερική πολιτική του. περίοδος οικονομικής ανάπτυξης. Μαρτυρούνται εντα-
Ενισχυτικά στην επιτυχημένη εσωτερική και οικονο- τικές καλλιέργειες (Βιθυνία, περιοχή Σμύρνης, κοιλάδα
μική πολιτική του Ιωάννη, εκτός των μέτρων που έλαβε, του Μαιάνδρου), που συνετέλεσαν στην ύπαρξη πλεο-
λειτούργησε ένας μεγάλος λιμός που έπληξε τους Σελ- νασμάτων σε βασικά είδη διατροφής (σιτηρά, ελαιόλα-
τζούκους την περίοδο εκείνη. Το εμπόριο των Βυζαντι- δο), τα οποία μαζί με το κρασί εξάγονταν στους πληγέ-
νών άντλησε πολλά κέρδη από τις συναλλαγές με τους ντες από λιμό Σελτζούκους Τούρκους της Μικράς Ασίας.
Τούρκους, οι οποίοι προσπαθούσαν να επιβιώσουν23. Η εικόνα αυτή άλλαξε άρδην με τα μέτρα και την βαριά
H E. Λιάντα σε μελέτη της από το έτος 2006 παρου- φορολογία που επιβλήθηκαν αργότερα από τον αυτο-
σιάζει έναν εκτενή κατάλογο των θησαυρών, οι οποίοι κράτορα Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγο26.
περιέχουν υπέρπυρα των αυτοκρατόρων Ιωάννη Β´ Κο- Οι θησαυροί που βρέθηκαν στη Ρουμανία προέρχο-
μνηνού και Ιωάννη Γ´ Βατάτζη. Οι θησαυροί με υπέρπυ- νται κυρίως από την περιοχή του Δούναβη και μάλιστα
ρα του τελευταίου προέρχονται από τη Βουλγαρία, από την ευρύτερη περιοχή του δέλτα του ποταμού και πρό-
την F.Y.R.O.M., από την Ελλάδα, την Τουρκία, δύο είναι κειται για εμπορικά λιμάνια (Dunărea, Giurgiu, Isaccea
αγνώστου προέλευσης και ένας από την Ανατολική Ευ- [III]) ή νησάκια με λιμάνια πάνω στον ποταμό Δούναβη
ρώπη. Από τους εβδομήντα έναν αυτούς θησαυρούς πε- (Păcuiul lui Soare)27. Οι θησαυροί αυτοί θεωρώ ότι δεν
νήντα ένας φέρεται να περιέχουν υπέρπυρα του Ιωάννη είναι άσχετοι με τη δραστηριοποίηση των Βενετών και
Γ´, δεκαεπτά του Ιωάννη Β´, ενώ τρεις θησαυροί περιεί- Γενουατών εμπόρων στην περιοχή του Δούναβη και του
χαν υπέρπυρα και των δυο αυτοκρατόρων. Η εμφανής Ευξείνου Πόντου τον 13ο αιώνα28.
υπερίσχυση των υπερπύρων του Ιωάννη Γ´ έναντι αυ- Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθούμε στον περί-
τών του Ιωάννη Β´ μεταξύ άλλων σχετίζεται, σύμφωνα φημο θησαυρό του Αγρινίου. Πρόκειται για έναν νομι-
με τη συγγραφέα, και με την τάση των νομισματολόγων σματικό θησαυρό, ο οποίος πιθανότατα βρέθηκε κοντά
τα τελευταία χρόνια να ταυτίζουν εκ νέου νομίσματα, τα στο Αγρίνιο τον χειμώνα 1977/1978. Μαζί με τον θησαυ-
οποία παλαιότερα είχαν αποδοθεί στον Ιωάννη Β´ και να ρό του Uzun Baïr (στην περιοχή του δέλτα του ποτα-
τα συνδέουν με τον Ιωάννη Γ´ Βατάτζη24. μού Δούναβη στη σημερινή Ρουμανία)29 αποτελούν τους
μεγαλύτερους θησαυρούς υπερπύρων του αυτοκράτορα
19. Angold 1975, 241.
20. Cheynet - Vannier 1986, 176-178. 25. Lianta 2006, 271-274.
21. Hendy 1999, 475. 26. Λαΐου 2006, 495-499.
22. Γεώργιος Παχυμέρης, Ῥωμαϊκὴ Ἱστορία (εκδ. E. Weber, Corpus 27. Βλ. Lianta 2006, 22. Morrisson - Papadopoulou 2003-2005, 138-
scriptorum historiae byzantinae). Βόννη 1835, II 493-494. 139. Επίσης: Grierson 1982, 265-267.
23. Αhrweiler 1965, 8. 28. Jacoby 2003, 103-104, 111-114. Bratianu 1929.
24. Lianta 2006, 271, υποσ. 3. Επίσης: Metcalf 1960, 203-214. 29. Οberländer-Târnoveanu 2000, 499-562.

154
Τ Ο Χ Ρ Υ Σ Ο Υ Π Ε Ρ Π Υ Ρ Ο Τ Ο Υ Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ Α Ι Ω Α Ν Ν Η Γ´ Β Α Τ Α Τ Ζ Η

Ιωάννη Γ´. Ο θησαυρός του Uzun Baïr περιέχει αποκλει- Ευφροσύνη συνελήφθη κατά την πτώση του συζύγου
στικά και μόνο υπέρπυρα του Ιωάννη Γ´ Βατάτζη (συ- της από τον θρόνο τον Αύγουστο του 1203. Μετά την
νολικά εκατόν εξήντα τέσσερα υπέρπυρα). Ο θησαυρός δραπέτευσή της πέρασε ένα διάστημα περιπλανώμενη
του Αγρινίου δημοσιεύθηκε από τον D. M. Metcalf30. και τελικά εγκαταστάθηκε στην Άρτα, όπου και πέθανε
Πριν τα νομίσματα πουληθούν και διασκορπιστούν σε το 121135.
άγνωστα χέρια, εξετάστηκαν και ταυτίστηκαν από τον Το πρόβλημα όμως της διάκρισης των υπερπύρων
D. M. Metcalf. Δεκαπέντε (15), όμως, εξ αυτών παρέμει- των δυο αυτοκρατόρων λύθηκε μέσω ανάλυσης ιδιαί-
ναν αταύτιστα. Τα υπόλοιπα είναι υπέρπυρα των παρα- τερων τεχνοτροπικών διαφορών, αλλά και με τη χρήση
κάτω αυτοκρατόρων: της ανάλυσης της καθαρότητας του μετάλλου. Τα υπέρ-
– Ιωάννης Β´ Κομνηνός (1118-1143): τρία (3) νομί- πυρα του Ιωάννη Β´ Κομνηνού είναι είκοσι καρατίων,
σματα, ενώ αυτά του Ιωάννη Γ´ Βατάτζη δεκαέξι έως δεκαοκτώ.
– Μανουήλ Α´ Κομνηνός (1143-1180): επτά (7), Ωστόσο δεν έχει ακόμη πλήρως αποσαφηνιστεί,
– Ανδρόνικος Α´ Κομνηνός (1183-1185): δύο (2), παρά την ανάπτυξη και τα επιτεύγματα της νομισματι-
– Ισαάκ Β´ Άγγελος (1185-1195): δεκαοκτώ (18), κής έρευνας, η διάκριση των υπερπύρων του Ιωάννη Γ´
– Αλέξιος Γ´ Άγγελος (1195-1203): είκοσι τρία (23) από τις λατινικές απομιμήσεις τους, οι οποίες κόπηκαν
και στο νομισματοκοπείο της Κωνσταντινούπολης36.
– Ιωάννης Γ´ Βατάτζης (1222-1254): διακόσια σαρά- Στις σφραγίδες του, αντίστοιχα, ο Ιωάννης Γ΄ Βα-
ντα δύο (242)31. τάζης έχει στην πρόσθια πλευρά τον Ιησού Χριστό κατ’
Άλλο ένα χρυσό νόμισμα του Ιωάννη Γ´ Βατάτζη ενώπιον, ιστάμενο με Ευαγγέλιο στο αριστερό χέρι και
βρέθηκε σε ανασκαφές της ΙΒ΄ Εφορείας Προϊστορικών υψωμένο σε στάση ευλογίας το δεξί. Η επιγραφή: Ἰ(η)
και Κλασικών Αρχαιοτήτων στο κυρίως κτήριο, στο σ(οῦς) Χ(ριστὸ)ς ὁ Χαλκίτης37. Στην οπίσθια πλευρά των
πλάτωμα της Μεσογέφυρας Κόνιτσας μαζί με ένα αργυ- αυτοκρατορικών σφραγίδων ο αυτοκράτορας απεικο-
ρό βενετικό grosso, το οποίο δεν ταυτίζεται με βεβαιό- νίζεται ολόσωμος με πολυτελή ενδυμασία κρατώντας
τητα32. λάβαρο στο δεξί χέρι και ένσταυρη σφαίρα στο αριστε-
Ένα άλλο θέμα, το οποίο σχετίζεται με τη νομισματο- ρό. Η επιγραφή έχει ως ακολούθως: Ἰωάννης δεσπότης ὁ
κοπία του Ιωάννη Γ´ είναι η αντιγραφή των υπερπύρων Δούκας38.
του αυτοκράτορα Ιωάννη Β´ Κομνηνού (1118-1143) σε
τέτοιο βαθμό, ώστε για μεγάλο χρονικό διάστημα να Η σημασία του νομισματικού ευρήματος39
ταυτίζονται τα υπέρπυρα του πρώτου ως υπέρπυρα του
Η περιοχή που κάλυπτε το κράτος της Ηπείρου, όπως
δεύτερου αυτοκράτορα. Κατά δε την αντιγραφή ο Ιωάν-
σωστά επεσήμανε η Α. Λαΐου στη μελέτη της για τη νο-
νης Γ´ Βατάτζης κράτησε παράτυπα ακόμη και τον τίτλο
μισματική κυκλοφορία στο δεσποτάτο40, ανήκει σε αυτές
πορφυρογέννητος του Ιωάννη Β´.
για την οικονομία των οποίων λίγα είναι γνωστά. Ωστό-
O Μ. Hendy υποστηρίζει ότι με τον τρόπο αυτό ο
σο φαίνεται να μην υπάρχουν μεγάλες διαφοροποιήσεις
Ιωάννης Γ´ Βατάτζης προπαγάνδιζε συγγενικό δεσμό
σε σύγκριση με τις άλλες περιοχές της αυτοκρατορίας.
με την οικογένεια των Δουκών και συγκεκριμένα με την Επιπλέον για την Ήπειρο διαθέτουμε, τουλάχιστον για
Ευφροσύνη Δούκαινα, σύζυγο του αυτοκράτορα Αλεξί- τη συγκεκριμένη περίοδο, τόσο γραπτές πηγές όσο και
ου Γ´ Αγγέλου (1195-1203)33. Η Ευφροσύνη Δούκαινα σημαντικά νομισματικά ευρήματα (μεμονωμένα νομί-
ήταν κόρη του Ανδρονίκου Δούκα Καματηρού, ο οποίος σματα ή θησαυρούς).
διακρίθηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του αυτο- Οι δημοσιευμένοι νομισματικοί θησαυροί και τα
κράτορα Μανουήλ Α´ Κομνηνού (1143-1180) με τους δημοσιευμένα μεμονωμένα νομίσματα, προϊόντα ανα-
τίτλους του σεβαστού και πανσεβάστου σεβαστού34. Η
35. Polemis 1968, 131.
36. Οberländer-Târnoveanu 2000, 499-562. Lianta 2006, 280 κ.ε.
30. Metcalf 1980, 113-131. 37. Στον τύπο Zacos - Veglery 1972, 118 I-II δεν υπάρχει το επίθετο ὁ
31. Metcalf 1980, 114-115. Χαλκίτης ως συνοδευτικό του Χριστού.
32. Ζάχος - Οικονομίδου 2013, 360-361. Βλ. επίσης Stavrakos 2013, 38. Zacos - Veglery 1972, 117-118. Nesbitt 2009, VI 102, 102.1.
112-113. 39. Γενικά για τη σημασία των βυζαντινών νομισμάτων ως ιστορικής
33. Hendy 1999, 467. πηγής βλ. Karayannopoulos - Weiss 1982, 172-178.
34. Polemis 1968, 126-127. 40. Laiou 2001, 207-215.

155
Χ Ρ Η Σ Τ Ο Σ Σ ΤΑΥ ΡΑ Κ Ο Σ

σκαφικής έρευνας, προέρχονται κυρίως από την Άρτα Η έλλειψη χρυσών νομισματικών ευρημάτων από
(ανασκαφικά ευρήματα σε οικόπεδα, ευρήματα στον πε- αυτή την περίοδο αλλά και η δυσκολία εξεύρεσής τους,
ρίγυρο της Παρηγορίτισσας και στην ανασκαφή του θε- όπως μαρτυρείται στις γραπτές πηγές, δικαιολογεί την
άτρου), το Αγρίνιο, τα Ιωάννινα (κάστρο), από την Πλα- προέλευση χρυσών νομισμάτων μόνο από θησαυρούς
κωτή, το Μέτσοβο και τον Άγιο Αχίλειο στις Πρέσπες41. και μάλιστα θησαυρούς ιδιαίτερα πλουσίων πολιτών46.
Πριν όμως παρουσιάσω τη σημασία του συγκεκρι- Μπορούμε λοιπόν δικαίως να υποθέσουμε ότι το
μένου ευρήματος, θεωρώ απαραίτητο να δώσω σε γενι- σπάνιο χρυσό αυτό νομισματικό εύρημα από τον Άγιο
κές γραμμές την εικόνα της νομισματικής κυκλοφορίας Γεώργιο47 βρισκόταν στην κατοχή ενός ιδιαίτερα εύπο-
στην Ήπειρο την περίοδο του Δεσποτάτου. ρου κατοίκου της περιοχής και πιθανότατα όχι στα χέ-
Στη μελέτη των Μ. Οικονομίδου, Ι. Τουράτσογλου ρια κάποιου απλού κατοίκου, ο οποίος αποσκοπούσε
και Η. Τσούρτη για τη νομισματική κυκλοφορία στην με αυτό να πληρώσει φόρους. Συνεχίζοντας τη σκέψη
Ήπειρο των ύστερων βυζαντινών χρόνων καταγράφεται για τον κάτοχο του χρυσού νομίσματος θα μπορούσαμε
η έντονη παρουσία νομισμάτων από το νομισματοκο- να ισχυριστούμε με σχετική βεβαιότητα, ότι ο ναός που
πείο της Θεσσαλονίκης, φαινόμενο το οποίο λογικά εξη- ανασκάφθηκε και αποτελεί τόπο εύρεσης του χρυσού
γείται από τη γεωγραφική εγγύτητα της Ηπείρου. Τόσο νομίσματος αποτελούσε για κάποιο λόγο πόλο έλξης και
στα μεμονωμένα νομισματικά ευρήματα όσο και στους μελών της ιδιαίτερα εύπορης τάξης της περιοχής.
θησαυρούς η εκπροσώπηση του νομισματοκοπείου της Άλλη σημαντική υπόθεση, την οποία εύλογα θα μπο-
Νίκαιας είναι εξαιρετικά ισχνή. Όσον αφορά στα νομί- ρούσαμε να διατυπώσουμε, είναι η σχετική με τον χρό-
σματα από το νομισματοκοπείο της Κωνσταντινούπο- νο απώλειας του νομίσματος. Η κυκλοφορία, άρα και η
λης έχουμε κυρίως κοπές του Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγου κατοχή χρυσών νομισμάτων σε μια αγροτική περιοχή,
(1261-1282). όπως αυτή που ανακαλύφθηκε το υπέρπυρο, είναι κα-
Το νομισματοκοπείο της Άρτας προχώρησε, όσο του- θαρά εποχιακή και καθορίζεται από την αντίστοιχη επο-
λάχιστον λειτούργησε, σε κοπές τοπικού χαρακτήρα42. χιακότητα της αγροτικής συγκομιδής και της συλλογής
Για να εξαγάγουμε, όμως, ασφαλή συμπεράσματα για τη των φόρων48. Στις περιοχές αυτές, που παρήγαν κυρίως
λειτουργία του απαιτείται μεγάλος αριθμός αξιόπιστων δημητριακά και κρασί, η εποχή της συγκομιδής είναι το
ευρημάτων43. Αν εξαιρέσουμε τον θησαυρό του Αγρινίου τέλος του καλοκαιριού και οι αρχές του φθινοπώρου.
παρατηρείται πλήρης έλλειψη νομισμάτων από χρυσό44. Οπότε φαίνεται πολύ πιθανό να έλαβε χώρα η απώλεια
Τα γνωστά νομίσματα από χρυσό, που έχουν βρεθεί του νομίσματος τη συγκεκριμένη περίοδο.
στην Ήπειρο, προέρχονται όλα αποκλειστικά από τον Εν κατακλείδι η εύρεση του χρυσού νομίσματος είναι
θησαυρό του Αγρινίου και στην πλειοψηφία τους είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον συγκεκριμένο ανασκαφικό
κοπές του αυτοκράτορα Ιωάννη Γ´ Βατάτζη από το νο- χώρο, όχι μόνο επειδή αποτελεί το μοναδικό ανασκαφι-
μισματοκοπείο της Μαγνησίας. Με το συμπέρασμα αυτό κό εύρημα εκτός θησαυρού, το οποίο είναι από πολύτιμο
συμφωνούν και οι πληροφορίες από τις γραπτές πηγές, μέταλλο. Η μοναδικότητά του επιβεβαιώνει τη γνωστή
όπου οι αναφορές σε χρυσά νομίσματα ως ὑπέρπυρα, από τις πηγές δυσκολία των μελών της αγροτικής κοινω-
ἐξάγια, νομίσματα, χρύσινοι είναι σπάνιες και σχετίζο- νίας της ευρύτερης περιοχής της Ναυπάκτου να αποκτή-
νται με τη συλλογή των φόρων. Ο Ιωάννης Απόκαυκος, σουν χρυσά νομίσματα για την αποπληρωμή των φόρων
μητροπολίτης Ναυπάκτου, παραπονείται συχνά στις αλλά και την ύπαρξη κάποιων λίγων πολύ εύπορων πο-
αρχές για την αδυναμία της μητρόπολης και των φορο- λιτών, οι οποίοι είχαν αυτή τη δυνατότητα και ευκολία.
λογούμενων να αποπληρώσουν τους φόρους σε χρυσά
νομίσματα και αντ᾽ αυτών προτείνει την καταβολή τους
σε τρικέφαλα45.

41. Οικονομίδου - Τουράτσογλου - Τσούρτη 1992, 101-123.


42. Caramessini-Oeconomides 1976, 187-190. Πρωτονοτάριος 1982,
130-150.
43. Οικονομίδου - Τουράτσογλου - Τσούρτη 1992, 103-104.
44. Βλέπε πίνακες κατανομής μεμονωμένων νομισμάτων και νομι- 46. Laiou 2001, 209-211.
σμάτων θησαυρών: Οικονομίδου - Τουράτσογλου - Τσούρτη 1992, 107- 47. Για τη χρονολόγηση βλ. Veikou 2012, 428 (με παλαιότερη βιβλι-
120. ογραφία).
45. Laiou 2001, 210. 48. Laiou 2001, 212-213.

156
Τ Ο Χ Ρ Υ Σ Ο Υ Π Ε Ρ Π Υ Ρ Ο Τ Ο Υ Α Υ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ο Ρ Α Ι Ω Α Ν Ν Η Γ´ Β Α Τ Α Τ Ζ Η

Abstract
Ein goldenes Hyperpyron des Kaisers Johannes III Vatatzes aus den Ausgrabungen des Hagios
Georgios in Evinochorion von Aitoloakarnanien (Griechenland)

Christos Stavrakos

D as wichtigste der numismatischen Funden in den


Ausgrabungen des Hagios Georgios in Evinocho-
rion von Aitoloakarnanien (Griechenland) ist ein golde-
gegraben wurden und besonders diese, die in Epirus (die
bereits bekannten aus dem Hort von Agrinion und auch
ein ganz neuer Fund in der Gegend von Konitsa, nörd-
nes Hyperpyron des Kaisers Johannes III Vatatzes, das lich von Ioannina) gefunden wurden. Zusätzlich wird
der sogennanten “transitional B” Gruppe gehört. die historische Bedeutung von diesem numismatischen
Anlässlich von diesem Fund werden alle Goldmün- Fund im Rahmen der Finanzpolitik des Kaisers disku-
zen dieses Kaisers präsentiert, die auf dem Balkan aus- tiert.

Βιβλιογραφία

Αμάντος 1951: Μ. Αμάντος, «Ἡ οἰκογένεια Βατάτζη», ΕΕΒΣ Caramessini-Oeconomides 1976: M. Caramessini-Oecono-


21 (1951), 174-178. mides, «Contribution à l᾽étude du monnayage de Mi-
Ζάχος - Οικονομίδου 2013: Κ. Ζάχος - Β. Οικονομίδου, «Με- chele II d᾽Épire», Actes du XIVe Congrès International des
σογέφυρα Κόνιτσας. Η νομισματική Μαρτυρία», Νομι- Études Byzantines (Bucarest 6-12 Septembre 1971), ed. M.
σματική και οικονομική ιστορία στην Ήπειρο κατά την Berza - E. Stănescu, Bucarest 1976, 187-190.
Αρχαιότητα, Πρακτικά 1ου Διεθνούς Συνεδρίου Νομισμα- Cheynet - Vannier 1986: J.-Cl. Cheynet - J.-F. Vannier, Études
τική και οικονομική ιστορία στην Ήπειρο κατά την Αρχαι- prosopographiques. Trois familles du duché d᾽Antioche,
ότητα (Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 3-7 Οκτωβρίου 2007) Paris 1986.
(επιμ. Κ. Λιάμπη, Κ. Παπαευαγγέλου-Γκενάκου, Κ. Ζά- Ciolfi 2014: L. Ciolfi, «John III Vatatzes: History, Myth and
χος, Α. Ντούζουγλη, Α. Ιακωβίδου)=ΚΕΡΜΑ ΙΙΙ, Αθήνα Propaganda», Landscapes of Power. Selected Papers from
2013, 359-372. the Oxford University Byzantine Society International
Λαΐου 2006: Α. Λαΐου, «Η αγροτική οικονομία (13ος-15ος αι- Graduate Conference, Byzantine and Neohellenic Studies
ώνας)», Η οικονομική ιστορία του Βυζαντίου από τον 7ο 10, Bern 2014.
έως τον 15ο αιώνα, Α´, 495-499, Αθήνα 2006.
Grierson 1982: Ph. Grierson, Byzantine Coins, Berkeley - Los
Οικονομίδου - Τουράτσογλου - Τσούρτη1992: Μ. Οικονομί-
Angeles 1982.
δου - Γ. Τουράτσογλου - Η. Τσούρτη, «Συμβολή στην
Hendy 1985: Μ. F. Hendy, Studies in the Byzantine Monetary
έρευνα της κυκλοφορίας των βυζαντινών νομισμάτων
Economy c. 300-1450, Cambridge 1985.
στην Ήπειρο (1204-1332)», Πρακτικά Διεθνούς Συμπο-
σίου για το Δεσποτάτο της Ηπείρου (Άρτα 27-31 Μαΐου Hendy 1999: M. Hendy, Catalogue of the Byzantine Coins in the
1990), επιμ. Ε. Χρυσός, Άρτα 1992, 101-123. Dumbarton Oaks Collection and in the Whittemore Collec-
Πρωτονοτάριος 1982: Π. Πρωτονοτάριος, «Ἡ νομισματοκοπία tion. IV 2 (The Emperors of Nicaea and Their Contempo-
τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους τῆς Ἠπείρου (1204-1268)», ΗΧ raries [1204-1261]), Washington D.C. 1999.
24 (1982), 130-150. Jacoby 2003: D. Jacoby, «Foreigners and the Urban Economy in
Thessalonike, ca. 1150-ca. 1450», DOP 57 (2003), 85-132.
Αhrweiler 1965: Η. Αhrweiler, «L᾽histoire et la géographie de Karayannopoulos - Weiss 1982: J. Karayannopoulos - G. Weiss,
la région de Smyrne entre les deux occupations turques Quellenkunde zur Geschichte von Byzanz (324-1453), Wi-
(1081-1317) particulièrement au XIIIe siècle», Travaux et esbaden 1982.
Memoires 1 (1965), 1-204. Laiou 2001: A. Laiou, «Use and Circulation of Coins in the
Amantos 1931: M. Amantos, «Βατάτκης-Βατάσης», Ἑλληνικὰ Despotate of Epiros», DOP 55 (2001), 207-215.
4 (1931), 492. Langdon 1978: J. Langdon, John Ducas Vatatzes’ Byzantine Im-
Angold 1975: M. Angold, A byzantine Government in Exile. perium in Anatolian Exile, 1222-54: The Legacy of his Dip-
Government and Society under the Laskarids of Nicaea lomatic, Military and Internal Program for the “restitutio
(1204-1261), London 1975. orbis” (unpublished thesis), Los Angeles 1978.
Bratianu 1929: G. Bratianu, Recherches sur le commerce génois Lianta 2006: E. Lianta, «John II Comnenus (1118-43) or John
dans la Mer Noire au XIIIe siècle, Paris 1929. III Vatatzes (1222-54)? (Distinguishing the Hyperpyra of

157
Χ Ρ Η Σ Τ Ο Σ Σ ΤΑΥ ΡΑ Κ Ο Σ

John II from those of John III)», NC 166 (2006), 269-299. Οberländer-Târnoveanu 2000: E. Οberländer-Târnoveanu,
Metcalf 1960: D. M. Metcalf, «John Vatatzes and John Comne- «Les hyperpères du type Jean III Vatatzès. Classification,
nus. Questions of Style and Detail in Byzantine Numis- chronologie et évolution du titre (à la lumière du trésor
matics», Greek, Roman and Byzantine Studies 3 (1960), d’Uzunbair, dép. de Tulcea)», Istro-Pontica, Muzeul Tul-
203-214. cean la a 50-a Aniversare 1950-2000 (eds. M. Jacob - E.
Metcalf 1980: D. M. Metcalf, «The Agrinion Hoard. Gold Oberländer-Târnoveanu - F. Toppoleanu), Tulcea 2000,
Hyperpyra of John III Vatatzes», NC 20/140 (1980), 499-562.
113-131. Ostrogorsky 1981: G. Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού
Mitsiou 2010: E. Mitsiou, «Ideology and Economy in the Poli- Κράτους, τ. ΙΙΙ. Αθήνα 1981.
tics of John III Vatazes (1221-1254)», First International Polemis 1968: D. Polemis, The Doukai, Lοndon 1968.
Byzantine Studies Symposium. Change in the Byzantine Soustal 1991: P. Soustal, Thrakien (Thrakē, Rodopē und
World in the Twelfth and Thirteenth Centuries (eds. A. Haimimontos), TIB 6, Wien 1991.
Ödekan - E. Akyürek - N. Necipoğlu), Istanbul 2010. Soustal - Koder 1981: P. Soustal - J. Koder, Nikopolis und
Morrisson - Papadopoulou 2003-2005: C. Morrisson - P. Papa- Kephallēnia, TIB 3, Wien 1981.
dopoulou, «L’ éclatement du monnayage dans le monde Stavrakos 2013: Ch. Stavrakos, The Sixteenth Century Donor
byzantin après 1204: apparence ou réalité?», 1204, la Inscriptions in the Monastery of the Dormition of the Vir-
quatrième croisade. De Blois à Constantinople et éclats gin (Theotokos Molybdoskepastos). The Legend of the Em-
d’empires. Catalogue d’exposition, Musée Château de peror Constanitne IV as Founder of Monasteries in Epirus,
Blois et Paris, Bibliothèque Nationale de France, Musée Wiesbaden 2013.
du cabinet des Médailles, ed. Ι. Villela-Petit, Paris 2003- Veikou 2012: M. Veikou, Byzantine Epirus. A Topography of
2005, 135-143. Transformation. Settlements of the Seventh - Twelfth Cen-
Nesbitt 2009: J. Nesbitt, Catalogue of the Byzantine Seals at turies in Southern Epirus and Aitoloakarnania, Greece,
Dumbarton Oaks and in the Fogg Museum of Art, Wash- Leiden - Boston 2012.
ington D.C. 2009. Zacos - Veglery 1972: G. Zacos - A. Veglery, Byzantine Lead
Seals, I, Basel 1972.

158
Η Ζ Ω Γ ΡΑ Φ Ι Κ Η Ε Ι Κ Ο Ν Ω Ν Σ Τ Η Ν Λ Ε Υ Κ Α Δ Α Τ Ο Ν 1 8 ο Κ Α Ι Τ Ο Π Ρ Ω Τ Ο Μ Ι Σ Ο Τ Ο Υ 1 9 ο υ Α Ι Ω Ν Α

Η ζωγραφική εικόνων στην Λευκάδα


τον 18ο και το πρώτο μισό του 19ου αιώνα.
Ανάμεσα στην Κρητική και Επτανησιακή τέχνη1

Αγγελική Σταυροπούλου

Η ζωγραφική που αναπτύχθηκε στο χώρο του Ιονίου


τον 18ο και 19ο αιώνα, είναι αναμφισβήτητα ένα
αδιάσπαστο φαινόμενο, που όμως δεν εξελίχθηκε με τον
και οικονομικών δομών με την γειτονική ηπειρωτική εν-
δοχώρα, έμεινε μακριά από τις γόνιμες αυτές εξελίξεις.
Εκτός των άλλων η επιχώρια καλλιτεχνική παράδοση
ίδιο ρυθμό σε όλα τα νησιά1. Η Ζάκυνθος και η Κέρκυρα χαρακτηρίζεται από εμφανή συντηρητισμό στο ύφος,
διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο σε καλλιτεχνικό επίπε- καθώς στο περιβάλλον της υπαίθρου τα μοναστήρια,
δο, καταρχήν λόγω της μακραίωνης εξάρτησής τους από που είχαν ιδρυθεί την περίοδο της τουρκοκρατίας, κο-
τους Δυτικούς, Φράγκους και Βενετούς στη συνέχεια, σμούνται με τοιχογραφίες, οι οποίες ακολουθούν πιστά
αλλά και ως γέφυρες-σταθμοί στο ταξίδι ανάμεσα στην την παράδοση της μεταβυζαντινής ζωγραφικής στην
βενετοκρατούμενη Κρήτη και τη Βενετία, και ως αποθέ- ηπειρωτική ενδοχώρα4. Η ακμή της καλλιτεχνικής κίνη-
τες εικόνων και κειμηλίων, όταν το 1669 τα κάστρα της σης στη Λευκάδα σχετίζεται άμεσα με την κατάκτηση
Κρήτης πάρθηκαν από τους Τούρκους2. Σε αντίθεση η του νησιού από τους Βενετούς. Στην περίοδο της Ενετο-
Λευκάδα λόγω της μακρόχρονης οθωμανικής κατοχής, κρατίας οικοδομήθηκαν σχεδόν όλοι οι ναοί στην πόλη
σχεδόν δύο αιώνων3, αλλά και των κοινών κοινωνικών (δέκα επτά) και αρκετοί στα περίχωρα και στα χωριά5.
Είναι μονόκλιτες βασιλικές, με οριζόντια ξύλινη οροφή
1. Τον Οκτώβριο του 2010 και στη συνέχεια τον ίδιο μήνα του 2012 εσωτερικά, την Ουρανία και χρυσοποίκιλτα τέμπλα στο-
είχα την τύχη, στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος που χρημα-
τοδοτήθηκε από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, να μεταβώ στη Λευκάδα λισμένα με εικόνες. Τους τοίχους διακοσμούν ελαιογρα-
με μία ομάδα φοιτητών με σκοπό την καταγραφή των φορητών εικόνων φίες. Και ενώ η Ζάκυνθος και η Κέρκυρα αναδεικνύο-
στους ναούς της πόλης και των περιχώρων. Θα σημειώσω ότι περιοριστή-
καμε στην πόλη της Λευκάδας και στην καταγραφή των εικόνων και όχι
νται σε σπουδαία, ιδιαίτερα η Ζάκυνθος, και πρωτοπόρα
των πινάκων της Επτανησιακής Σχολής, με την τεχνική της ελαιογραφίας. καλλιτεχνικά κέντρα της εποχής, στη Λευκάδα ξενόφερ-
Στο δημοσίευμα που ακολουθεί παρουσιάζω συνοπτικά ορισμένα έργα
τοι είναι οι ζωγράφοι, που θα μεταφέρουν και θα διδά-
που ιχνογραφούν την καλλιτεχνική παραγωγή του 18ου και των αρχών
του 19ου αιώνα στη Λευκάδα. ξουν εκεί τη νέα αισθητική που αντιπαραβάλλει στην
Θα ήθελα να ευχαριστήσω καταρχήν την Μητρόπολη Λευκάδος για βυζαντινή ιερατική τεχνοτροπία τον ιταλικό νατουρα-
την βοήθεια που μας παρείχε, την Ανίτα Κουμούση, πρώην προϊσταμένη
της 22ης ΕΒΑ, για την άδεια καταγραφής και μελέτης των εικόνων, καθώς λισμό· ο Παναγιώτης Δοξαράς6, από τη Μάνη, ιππότης
και τον Γιάννη Χουλιαρά, προϊστάμενο της 22ης ΕΒΑ, για την οργάνω- των Βενετών, θεωρείται εισηγητής της Επτανησιακής
ση του Συνεδρίου. Ευχαριστώ επίσης για την βοήθεια, τον ενθουσιασμό
και το μεράκι τους καταρχήν την δρ. Κατερίνα Κοντοπανάγου και τους Σχολής. Μαθητής του κρητικού Λέω Μόσχου, ο οποίος
φοιτητές Ιζόλδη Κύργιου, Χάρις Πόλκα, Παναγιώτη Δασκαλάκη, Φανή του δίδαξε την «προφεσιόν τῆς ἁγιογραφοσύνης» και τον
Τότη, Θεοφάνη Βέργο, Δημήτρη Γεωργογιάννη, Βασιλική Παππά, Μαρι-
λένα Βελτσίστα, Κατερίνα Κωνσταντίνου, Γεωργία Σουβατζή, Χάρις Πα-
εμύησε στο ιταλοκρητικό ύφος, μαθήτευσε στη Βενετία
παγεωργίου, επίσης τον Λευκαδίτη συντηρητή Γιάννη Τυπάλδο, που μας
πρόσφερε την αμέριστη βοήθειά του και τον καλλιτέχνη φωτογράφο Ξε- 4. Δημητρακοπούλου-Μούτσικα 2010.
νοφώντα Μικρώνη, που μας συνόδευε στις καθημερινές μας εξορμήσεις. 5. Ένα μόλις χρόνο μετά την άφιξη των Βενετών αρχίζει η ανοικοδό-
2. Για την κίνηση των κρητών ζωγράφων στα νησιά του Ιονίου βλ. μηση. Στα 1685 ιδρύεται ο ναός του Αγίου Σπυρίδωνα (Μαχαιράς 1957.
Δρακοπούλου 2004, 413-427. Ροντογιάννης 1974, 1-3, 122 κ.ε. Σολδάτος 1990, 442-47. Ροντογιάννης
3. Στα 1479 με την υποταγή των τελευταίων φράγκων ηγεμόνων 2006, 673).
στα στρατεύματα του Γκεντούκ Αχμέτ, πασά της Αυλώνας, θα αρχίσει η 6. Προκοπίου 1964, 299. Ροντογιάννης 1974, 241 κ.ε. Χαραλαμπίδης
περίοδος της τουρκοκρατίας, η οποία θα διαρκέσει έως το 1684 (Ροντο- 1978, 25-32. Χαραλαμπίδης 1983, 433-443. Χατζηδάκης 1987, 280-281.
γιάννης 1980, 381 κ.ε.). Δρακοπούλου 2010. Αλεβίζου 2013, 127-131.

159
Α Γ Γ Ε Λ Ι Κ Η Σ Τ Α Υ Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

του Χριστού Μεγάλου Αρχιερέα, της ένθρονης Βρεφο-


κρατούσας (εικ. 1) και του Ιωάννη Προδρόμου (εικ. 2-3)
βρίσκονται στο ναό, ενώ η εικόνα του αγίου Δημητρίου
στο Μουσείο Μεταβυζαντινής Τέχνης της Λευκάδας και
στη θέση της υπάρχει πιστό αντίγραφο10. Στις λαμπρές
αυτές εικόνες ο «καβαλιέρης εικονογράφος» υιοθετεί,
σύμφωνα με τα διδάγματα του κρητικού του δασκάλου,
την υπάκουη στο ορθόδοξο θρησκευτικό συναίσθημα ει-
κονογραφία, την παλιά τεχνική της αυγοτέμπερας πάνω
σε ξύλο, το χρυσό βάθος και τις αδιόρατες ψιμμυθιές.
Στο εντυπωσιακά αρμονικό σύνολο των εικόνων του
Χριστού και της Θεοτόκου, τα παρακάτω στοιχεία αντι-
παρατίθενται στην συντηρητική του τάση: τα χρώματα,
γαλάζια και ρόδινα, από όπου πηγάζει φως, οι μανιερι-
στικές στάσεις, ιδιαίτερα της Παναγίας και του μικρού
Χριστού, οι θρόνοι με τους έλικες και τις γυμνόστηθες
σειρήνες στο ερεισίνωτο, στοιχείο γνώριμο στο μπαρόκ,
τα πλούσια παραπετάσματα, η ανήσυχη αναζήτηση της
προοπτικής, ιδιαίτερα εμφανής στη στάση των ποδιών
της Παναγίας και του Χριστού και τέλος η ψυχογραφία,
τα υγρά μάτια και το πλάσιμο στο «νατουράλε» στις
μορφές και τα ενδύματα11. Στην εικόνα του Προδρόμου
Εικ. 1. Ναός Αγίου Δημητρίου, Παναγιώτη Δοξαρά (;), Ένθρο- η ρωμαλέα μορφή, πλασμένη νατουραλιστικά, παρά το
νη Θεοτόκος, 1721-1724. χρυσό βάθος, στέκει εμπρός σε πλούσιο τοπίο. Εντυπω-
σιακή είναι και στις τρεις εικόνες η επίδραση του μπαρόκ
και μετέφρασε ιταλικά θεωρητικά κείμενα για τη ζω- στο baldacchino των θρόνων, στη ρεαλιστική απόδοση
γραφική καθώς και έναν κατάλογο «...τῶν νέων καί πα- της υφής των μεταξωτών υφασμάτων, στο μυώδες σώμα
λαιῶν ζωγράφων καί διδασκάλων...». Το περίφημο «Περί του Προδρόμου και στο τοπίο με τη λίμνη, τα δέντρα
Ζωγραφίας» κείμενο, γνωστό έως τώρα ως πρωτότυπο και το μακρινό οικισμό (εικ. 3). Οι εικόνες αυτές, έργα
έργο του ιδίου, απεδείχθη πρόσφατα μετάφραση και ικανού καλλιτέχνη, είναι ανυπόγραφες, ωστόσο οι αρ-
αυτό ιταλικών καλλιτεχνικών οδηγών7. Τα κείμενα αυτά χειακές μαρτυρίες για τους δεσμούς του ζωγράφου με το
είναι ενδεικτικά για τον προσανατολισμό της Επτανη- ναό έκαναν αποδεκτή την απόδοσή τους στην έως τώρα
σιακής ζωγραφικής προς τα καλλιτεχνικά ιδεώδη της έρευνα. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η μελέτη των
Ιταλίας, καθώς υποδεικνύουν ότι «...ἡ ζωγραφία θέλει νά ελάχιστων σωζόμενων έργων του Παναγιώτη Δοξαρά,
φαίνεται τρυφερά, παστοφόρος καί ἁπαλή, χωρίς ὁροθε- που μπορούν να του αποδοθούν με ασφάλεια, δεν προ-
σίας (περιγράμματα), καθάπερ τό φυσικόν φανερώνει...». σφέρεται για να τεκμηριωθεί η ταυτότητα του ζωγράφου
Ο Παναγιώτης Δοξαράς έρχεται στη Λευκάδα στα 1721, των έργων αυτών12. Αν θεωρήσουμε δε ότι οι δεσποτικές
όπου του παραχωρούνται γαίες από την Γαληνοτάτη και εικόνες στο ναό του Αγίου Δημητρίου φιλοτεχνήθηκαν
εγκαθίσταται εκεί προσωρινά. Πιθανόν είναι αυτός που γύρω στο 1721-1722, κατά την πρώτη παραμονή του
ζωγραφίζει τα δεσποτικά του τέμπλου στο μικρό ναό του
Αγίου Δημητρίου της πόλης8. Εκεί βρίσκεται «...τό ταφί- 10. Το σημερινό τέμπλο, έργο πιθανόν του Λευκαδίτη Πάνου Προ-
σαλέντη, έγινε λίγο μετά το 1869. Το αντίγραφο της εικόνας του αγίου
ον τῆς συμβίου...» του, όπως δηλώνει στη διαθήκη του Δημητρίου είναι έργο πιθανόν του Δημητρίου Μπέλλου, ο οποίος φιλο-
ζητώντας να ταφεί και ο ίδιος εκεί μαζί της9. Οι εικόνες τέχνησε και τα εικονίσματα προστά στα δεσποτικά (Ροντογιάννης 1974,
284, 290-291, 296, εικ. 73-77. Σολδάτος 1990, εικ. 179, 180).
11. Ο Π. Ροντογιάννης πιστεύει ότι οι εικόνες φιλοτεχνήθηκαν κατά
7. Αλεβίζου 2004, 211-225. Αλεβίζου 2005. την πρώτη περίοδο της παραμονής του ζωγράφου στη Λευκάδα 1721-
8. Για το ναό βλ. Ροντογιάννης 1974, 133-135. Σολδάτος 1990, 211- 1722, βλ. Ροντογιάννης 1974, 280-296, εικ. 74-77. Δρακοπούλου 2010,
220. εικ. 93, 94.
9. Για την διαθήκη του Παναγιώτη Δοξαρά βλ. Ροντογιάννης 1974, 12. Βλ. κατάλογο των έργων Χαραλαμπίδης 1983, 437, σημ. 1. Χατζη-
254-261. δάκης 1987, 280-281. Δρακοπούλου 2010, 272-274.

160
Η Ζ Ω Γ ΡΑ Φ Ι Κ Η Ε Ι Κ Ο Ν Ω Ν Σ Τ Η Ν Λ Ε Υ Κ Α Δ Α Τ Ο Ν 1 8 ο Κ Α Ι Τ Ο Π Ρ Ω Τ Ο Μ Ι Σ Ο Τ Ο Υ 1 9 ο υ Α Ι Ω Ν Α

Δοξαρά στη Λευκάδα13, και το περίφημο υπογεγραμένο


πορτραίτο του κόμη Jean Mathias Schulenburg, με έντο-
νες επιδράσεις της βενετσιάνικης προσωπογραφίας και
του δυτικού μπαρόκ, στα 1719, δύο η τρία μόλις χρόνια
πριν14, είναι φανερό ότι πρόκειται για έναν επινοητικό
καλλιτέχνη με μία δυναμική, που του επιτρέπει να υιο-
θετεί παραδοσιακά θρησκευτικά θέματα, να τα αναπλά-
θει με στοιχεία δυτικά και συγχρόνως να φιλοτεχνεί ένα
τυπικό δείγμα επίσημης προσωπογραφίας, προάγγελου
της κοσμικής νεοελληνικής ζωγραφικής. Ωστόσο στις
εικόνες της Λευκάδας ορισμένα στοιχεία προσφέρονται
για μία διεισδυτική παρατήρηση. Η παραβολή της γρα-
φής στο Ευαγγέλιο του Χριστού και στο ειλητάριο του
Προδρόμου με την γραφή της ιδιόχειρης διαθήκης του
ζωγράφου βεβαιώνει ότι πρόκειται για τον ίδιο γραφέα.
Με τον ίδιο ιδιαίτερο τρόπο γράφονται το δέλτα, το πι,
το βήτα, το ταυ κ.ά.15. Το δε μεγαλογράμματο δέλτα της
υπογραφής του στο έγγραφο το βρίσκουμε στο συμπί-
λημα του Προδρόμου στην εικόνα, καθώς και στην υπο-
γραφή του «...ΧΕΙΡ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ/ΔΟΞΑΡΑ...» στην πίσω
όψη της δεσποτικής εικόνας του Χριστού Μεγάλου
Αρχιερέα, από την Ζάκυνθο16. Οι παρατηρήσεις αυτές
συνηγορούν στην ταύτιση του ζωγράφου και ενισχύουν
Εικ. 2. Ναός Αγίου Δημητρίου, Παναγιώτη Δοξαρά (;), Πρό-
την υπόθεση ότι πράγματι πρόκειται για τον ιππότη «ει-
δρομος, 1721-1724.
κονογράφο».
Το πέρασμα του Παναγιώτη Δοξαρά από τη Λευκά-
δα επηρέασε τις μορφικές αναζητήσεις των ζωγράφων.
Στις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα ένας από τους
παλαιότερους γνωστούς Λευκαδίτες ο Νικόλαος Πα-
πανολόπουλος (1708-1756)17 φαίνεται επηρεασμένος
ιδιαίτερα από το μπαρόκ. Εικάζεται ότι σπούδασε στη
Ρώμη και όταν επέστρεψε ασχολήθηκε με την αγιογρα-
φία. Συνδέεται με τους δυτικούς ιερείς, τους φράρηδες
και γνωρίζει λατινικά, έγραψε μάλιστα και μία δέηση
στα λατινικά, σε ένα μικρό εικόνισμα, στο οποίο υπο-
γράφει με λατινικούς χαρακτήρες. Στη βιογραφική εικό-
να της αγίας Παρασκευής, στον ομώνυμο ναό «ποίημα
ἐφευρετικόν Νικολάου Παπανολοπούλου 1735» όπως
υπογράφει18, υιοθετεί τα νέα μηνύματα της επτανησια-
κής τέχνης. Απεικονίζει το βυζαντινό σχήμα της βιογρα-
φικής εικόνας: στο μέσον την αγία, ολόσωμη, μετωπική

13. Βλ. παραπάνω σημ. 11.


14. Χαραλαμπίδης 1983, 433-443.
15. Ροντογιάννης 1974, εικ. 78,1-3.
16. Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997, αριθ. 46, 172. Για την υπογραφή
βλ. Χατζηδάκης 1987, εικ. 150.
17. Ροντογιάννης 1974, 327-336. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997,
278-279. Σολδάτος 1990, 265. Εικ. 3. Ναός Αγίου Δημητρίου, Παναγιώτη Δοξαρά (;), Πρό-
18. Ρηγόπουλος 1996, 176. δρομος (λεπτομέρεια).

161
Α Γ Γ Ε Λ Ι Κ Η Σ Τ Α Υ Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Εικ. 4. Ναός Αγίων Αναργύρων, Νικολάου Παπανολόπουλου, Ευαγγελισμός, 1788.

και ολόγυρα σκηνές του βίου μέσα σε χρυσά, δίκην ανα- των αγίων Βικεντίου, Μηνά και Βίκτωρος. Η σχηματική
γλύφου, μπαρόκ διάχωρα. Οι μικρές σκηνές, εξαιρετικής πτυχολογία και το βαθύχρωμο πλάσιμο των μορφών με
τέχνης φανερώνουν έναν δεξιοτέχνη στην μικρογραφία, τις λευκές ψιμμυθιές συνδέονται με τα αυστηρά κρητικά
με καλή γνώση δυτικών προτύπων στην απόδοση των έργα του 17ου αιώνα, που προσιδιάζουν στην τέχνη του
αρχιτεκτονημάτων, των μανιεριστικών στάσεων και των Τζάνε20. Το ύφος είναι διαφορετικό, επηρεασμένο από
πλούσιων ενδυμάτων. Η μικρή εικόνα του Ευαγγελισμού δυτικά πρότυπα, στις τρεις μικρογραφημένες σκηνές του
(εικ. 4), από το ναό των Αγίων Αναργύρων, με παρόμοιες βίου του αγίου Μηνά στο κάτω τμήμα της εικόνας21. Στις
ολόχρυσες μπαρόκ διακοσμήσεις, αναγεννησιακές ανα- άκαμπτες αυστηρές μορφές των δεσποτικών εικόνων
ζητήσεις στο χώρο και την προοπτική, υπογράφεται από αναγνωρίζονται επίσης τα χαρακτηριστικά της κρητικής
τον ίδιο καλλιτέχνη. Ωστόσο ο απόηχος των κρητικών του παιδείας. Ιδιαίτερα ο Χριστός Μέγας Αρχιερεύς (εικ.
ζωγράφων της διασποράς, των οποίων τα έργα, αλλά 5) μεταπλάθει το πρότυπο της ομόθεμης εικόνας του
και οι ίδιοι, είχαν φιλοξενηθεί στα γειτονικά νησιά, επη- Εμμανουήλ Λαμπάρδου από την Κέρκυρα22, ενώ στον
ρέασε ορισμένους καλλιτέχνες, οι οποίοι διατήρησαν
δεσμούς με την παράδοση, ενώ παράλληλα υιοθετούσαν γιάννης 1974, 232). Για το ναό βλ. Ροντογιάννης 1974, 150-153. Σολδάτος
1990, 243-252.
τα νέα επιτεύγματα της επτανησιακής ζωγραφικής. Ένας
20. Χατζηδάκη 1997, 338-340.
από αυτούς είναι ο Κερκυραίος Κωνσταντίνος Κονταρί- 21. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Κονταρίνης, λίγα χρόνια πριν, στα 1699,
νης, κρητικής καταγωγής, ο οποίος στα 1731 ζωγραφίζει ζωγραφίζει στην Κέρκυρα στο ναό της Αντιβουνιώτισσας δύο μεγάλες
εικόνες-πίνακες με θέματα από την Παλαιά Διαθήκη εμπνευσμένα από
τις δεσποτικές εικόνες στο ναό του Αγίου Μηνά στην φλαμανδικά χαρακτικά, χωρίς καμία παραπομπή στην παράδοση της
πόλη19. Η υπογραφή του υπάρχει μόνον στην εικόνα βυζαντινής τέχνης, Βοκοτόπουλος 1990, 163. Χονδρογιάννης 2010, 140-
146.
22. Ο τύπος αυτός υιοθετείται και σε άλλες εικόνες των αρχών του
19. Για τον ζωγράφο βλ. Ροντογιάννης 1974, 229-239. Βοκοτόπουλος 17ου αιώνα στην Κέρκυρα (Βοκοτόπουλος 1990, 76, 97-98, εικ. 169, 177.
1990, 163. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997, 104-106. Στα 1731 σημειώ- Βυζαντινή και μεταβυζαντινή Τέχνη στην Κέρκυρα 1994, εικ. 123. Χονδρο-
νεται σε νοταριακό έγγραφο η παρουσία του ζωγράφου στο νησί (Ροντο- γιάννης 2010, 132, εικ. 133, 90, εικ. 91).

162
Η Ζ Ω Γ ΡΑ Φ Ι Κ Η Ε Ι Κ Ο Ν Ω Ν Σ Τ Η Ν Λ Ε Υ Κ Α Δ Α Τ Ο Ν 1 8 ο Κ Α Ι Τ Ο Π Ρ Ω Τ Ο Μ Ι Σ Ο Τ Ο Υ 1 9 ο υ Α Ι Ω Ν Α

Εικ. 5. Ναός Αγίου Μηνά, Κωνσταντίνου Κονταρίνη, Χριστός Μέγας Αρχιερεύς, 1731.

163
Α Γ Γ Ε Λ Ι Κ Η Σ Τ Α Υ Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Εικ. 6. Ναός Αγίου Μηνά, Κωνσταντίνου Κονταρίνη, Εσταυ- Εικ. 7. Ναός Αγίου Μηνά, Κωνσταντίνου Κονταρίνη, Ο Νυμ-
ρωμένος στην Αγία Τράπεζα, 1731. φίος, 1731.

Εσταυρωμένo (εικ. 6) της Αγίας Τράπεζας αντιγράφει πι- Άνθρωπος», στην Ωραία Πύλη (εικ. 7) και οι αρχάγγελοι
στά το έργο που έχει αποδοθεί στον Τζάνε και βρίσκεται με τα σύμβολα του Πάθους, στις θύρες των παραβημά-
στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνα στην Κέρκυρα23. Ωστόσο των. Επηρεασμένος δε από το ύφος της επτανησιακής
ο Κερκυραίος ζωγράφος υιοθετεί και νέα εικονογραφικά τέχνης επιδιώκει ρεαλιστική λεπτομέρεια στην ανατομία
θέματα για το διάκοσμο του τέμπλου, που έχουν ευρεία του σώματος του Νυμφίου και νατουραλιστική απόδο-
διάδοση στα νησιά του Ιονίου24, όπως ο Χριστός «Ίδε ο ση στα ενδύματα των αγγέλων, χωρίς ωστόσο να επι-
τυγχάνει τη μορφολογική σύνδεση με τα επτανησιακά
23. Βυζαντινή και μεταβυζαντινή Τέχνη στην Κέρκυρα 1994, εικ. 137. πρότυπα25, καθώς δεν απαρνείται τους σκληρούς σκιο-
O Τζάνε έχει φιλοτεχνήσει παρόμοια σύνθεση και στο ναό της Παναγίας φωτισμούς.
Κρεμαστής, στην Κέρκυρα, η οποία ενδεχομένως να αποτέλεσε πρότυπο
και για ανάλογα έργα του 17ου αιώνα στην Παναγία Αντιβουνιώτισα που
βρίσκεται πλάι στην Κρεμαστή (Χονδρογιάννης 2010, 200, εικ. 201, 257).
24. Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997, 208. 25. Βλ. παρακάτω σ. 172-173.

164
Η Ζ Ω Γ ΡΑ Φ Ι Κ Η Ε Ι Κ Ο Ν Ω Ν Σ Τ Η Ν Λ Ε Υ Κ Α Δ Α Τ Ο Ν 1 8 ο Κ Α Ι Τ Ο Π Ρ Ω Τ Ο Μ Ι Σ Ο Τ Ο Υ 1 9 ο υ Α Ι Ω Ν Α

Το έργο του είχε απήχηση στους Λευκαδίτες ζωγρά-


φους στο νησί. Την ίδια εποχή ο Νυμφίος του Τομάζο
Τζεν, στην Αγία Παρασκευή (1736)26, αλλά και αργότε-
ρα, την πρώτη δεκαετία του 19ου αιώνα, το ίδιο έργο του
Ιωάννη Ρούσσου27, καθώς και αυτό της Αγίας Τριάδας
στο Καλλιγόνι28, παραπέμπουν στον Κερκυραίο καλλι-
τέχνη. Τον δε Εσταυρωμένο του ιερού θα συναντήσουμε
και σε άλλους ναούς της πόλης σε πιστά αντίγραφα του
έργου του Κονταρίνη29.
Ο σύγχρονος ομότεχνός του, ο Λευκαδίτης Τομάζο
Τζεν (1736-1755), ίσως κρητικής καταγωγής30, όπως και
οι άλλοι ζωγράφοι με το ίδιο όνομα31, γνωρίζουν καλά
πρότυπα της κρητικής ζωγραφικής και τα εμπλουτίζουν
με πλούσια διακοσμητικά στοιχεία της επτανησιακής
τέχνης. Το αμάλγαμα αυτό απαντά σε πολλά έργα του
Τομάζο Τζεν. Στην ενυπόγραφη εικόνα του ζωγράφου με
τους Tρεις Iεράρχες, στο ναό της Παναγίας των Ξένων,
είναι εμφανής η εικονογραφική επίδραση αυστηρών
κρητικών έργων του 15ου αιώνα32 (εικ. 8). Η εικόνα πα-
ραπέμπει στην ομόθεμη από τη Συλλογή Λοβέρδου33 και
αυτήν από το ναό της Αγίας Αικατερίνης του Σινά, στη
Ζάκυνθο που έφερε από το Χάνδακα ο ευκατάστατος
πρόσφυγας Γρηγόρης Σαβόγιας34. Ο Λευκαδίτης ζωγρά-
φος υιοθετεί την αυστηρότητα των επιβλητικών μορ-
φών ακόμη και τα φυσιογνωμικά τους χαρακτηριστικά,
υπερβάλλοντας στο φωτισμό με αλλεπάλληλες λευκές
ψιμμυθιές πάνω στο βαθύχρωμο πλάσιμο και τις γενειά- Εικ. 8. Παναγία των Ξένων, Τομάζο Τζεν, Τρεις Ιεράρχες, 1736.
δες35. Ενήμερος όμως των μηνυμάτων της επτανησιακής
τέχνης διακόσμησε με περίτεχνους σταυρούς τα άμφια. αυτά προσγράφονται στις δημιουργίες του. Στο πλού-
Είναι ενδιαφέρον ότι στα αποστολικά και στο Δωδε- σιο έργο του αναγνωρίζουμε και την έντονη επίδραση
κάορτο του ναού της Αγίας Παρασκευής επισημάναμε της επτανησιακής τέχνης. Στον Χριστό Μεγάλο Αρχιε-
άγνωστες υπογραφές του ζωγράφου και έτσι τα έργα ρέα από το τέμπλο του Αγίου Σπυρίδωνα, έργο υπογε-
γραμμένο36, διατηρεί την παλαιολόγεια εικονογραφία
του θέματος, εμπλουτίζει όμως τα ενδύματα της μορφής
26. Φέρει την επιγραφή ΧΕΙΡ ΤΟΜΑΖΟΥ ΤΖΕΝ 1736 Ἀπριλίου 18
(Ροντογιάννης 1974, 311. Σολδάτος 1999, 247). με χρυσοποίκιλτες διακοσμήσεις. Στενή συνάφεια με
27. Σήμερα το βημόθυρο αυτό βρίσκεται στο Μουσείο της μονής Φα- κρητικό υπόδειγμα μαρτυρούν και άλλα έργα ανωνύ-
νερωμένης (Ροντογιάννης 1974, 419, εικ. 122,1).
28. Ροντογιάννης 1974, 158.
μων καλλιτεχνών στη Λευκάδα. Αναφέρουμε ενδεικτικά
29. Στο ναό του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου τον Επιτάφιο Θρήνο, στο ναό των Αγίων Αναργύρων37
και στον Παντοκράτορα. (εικ. 9). Ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος κρατούν το σώμα του
30. Ροντογιάννης 1974, 309-327. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997,
436-438. Σολδάτος 1999, 195. νεκρού Χριστού τυλιγμένο σε σινδόνη, η Παναγία στο
31. Όπως ο Ιάκωβος Τζεν και ο Ιωάννης (Βοκοτόπουλος 1990, 142- μέσον θρηνεί. Η σπάνια αυτή εικόνα όπου το ξύλο έχει
143. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997, 434-436).
32. Ο Ροντογιάννης αναφέρει ότι δεν φέρει υπογραφή (Ροντογιάννης
κοπεί ολόγυρα στο περίγραμμα των μορφών, μιμείται
1974, 147). πιστά ένα παρόμοιο έργο του κρητικού ζωγράφου της
33. Affreschi e Icone 1986, αριθ. 78.
34. Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997, εικ. 12. O απόηχος του εικονογρα-
φικού αυτού σχήματος απαντά και σε αναθηματική εικόνα της Κέρκυρας 36. Ροντογιάννης 1974, 314, εικ. 88, 1. Σολδάτος 1999, εικ. 195. Οι
(Βοκοτόπουλος 1990, αριθ. 102, εικ. 262). δύο δεσποτικές εικόνες του Χριστού και της Θεοτόκου βρίσκονται σήμε-
35. Η γραμμική αποτύπωση της μορφής, ιδιαίτερα του αγίου Γρη- ρα στην 22η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων μετά τον καθαρισμό τους.
γορίου του Θεολόγου, παραπέμπει σε εικόνα του ιδίου ιεράρχη, από τη 37. Για το ναό βλ. Ροντογιάννης 1974, 130-132. Σολδάτος 1999, 293-
Ζάκυνθο (α´ μισό 16ου αιώνα), Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997, αριθ. 17. 300.

165
Α Γ Γ Ε Λ Ι Κ Η Σ Τ Α Υ Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

9
διασποράς Εμμανουήλ Τζάνε (1667)38.Τεχνοτροπικές Εικ. 9. Ναός Αγίων Αναργύρων, Επιτάφιος Θρήνος (α΄ μισό
διαφορές στο πλάσιμο των μορφών και στην πτυχο- 18ου αι.).
λογία τοποθετούν το έργο στις αρχές του 18ου αιώνα. Εικ. 10. Ναός Παντοκράτορα, Ο Χριστός εν Δόξη, 1842.
Εικ. 11. Ναός Αγίας Τριάδος στο Καλλιγόνι, Αγία Τριάδα (α΄
Αξίζει να αναφέρουμε ακόμη τον Χριστό εν Δόξη, στο μισό 18ου αι.).
ναό του Παντοκράτορα39, που μεταπλάθει τον τύπο Εικ. 12. Παναγία των Ξένων, Ιωάννη Ρούσσου, Ένθρονος Χρι-
της εικόνας του Τζάνε του Μητροπολιτικού μεγάρου στός, 1810.
της Κέρκυρας (1648)40. Ο γονατισμένος αφιερωτής σε Εικ. 13. Ναός Αγίας Τριάδος στο Καλλιγόνι, Σπυρίδωνος Βε-
μικρογραφία απαντά και σε άλλες αναθηματικές εικό- ντούρα, Απόστολος Ιάκωβος, 1803.
νες στα Επτάνησα41 (εικ. 10) «χείρ Δανιήλ ἱερομονάχου»,
όπως υπογράφει, «δέησις τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Δημητρί-
ου Πετσάλη 1842». Η μορφή του Χριστού παραπέμπει
στην αυστηρή εικονογραφία κρητικών προτύπων του και η εικονογραφία στις δύο υπογεγραμμένες δεσποτι-
17ου αιώνα, ωστόσο η χαλαρή απόδοση της σχηματικής κές εικόνες της ένθρονης Θεοτόκου και του Χριστού εν
πτυχολογίας συνηγορεί με την χρονολογία της εικόνας. Δόξη (εικ. 12) του Ιωάννη Ρούσσου44, στην Παναγία των
Αυστηρό κρητικό σχήμα φανερώνει και η εικόνα της Ξένων (1810)45. Η μετωπική άκαμπτη στάση των μορ-
Αγίας Τριάδας στον ομώνυμο ναό στο Καλλιγόνι, έργο φών με την έντονη σχηματοποίηση και τις χρυσοκοντυ-
αγνώστου42, η οποία ίσως αντλεί από πρότυπο επιγόνων λιές στα ενδύματα, που παραπέμπουν σε πρότυπα του
του Δαμασκηνού43 (εικ. 11). Το ίδιο συντηρητική είναι 15ου αιώνα, συνδυάζονται αρμονικά με την εκζήτηση
των μαρμάρινων μπαρόκ θρόνων. Το ίδιο παρατηρούμε
38. Ο Τζάνε έχει φιλοτεχνήσει και άλλη μία εικόνα Επιταφίου. Σε να- συχνά και στα αποστολικά όπου οι απόστολοι απεικο-
ούς της Κέρκυρας σώζονται αρκετά αντίγραφα του θέματος βλ. Δρανδά- νίζονται σύμφωνα με αυστηρά πρότυπα της κρητικής
κης 1962, 69-74, εικ. 21β-24β. Chatzidakis 1962, αριθ. 112, εικ. 60. Επίσης
ζωγραφικής, καθισμένοι άλλοτε σε «ψευδοαναγεννησι-
Χονδρογιάννης 2010, 216-217.
39. Ροντογιάννη 1974, 140. Σολδάτος 1999, εικ. 380. ακούς» μαρμάρινους θρόνους, με έξεργο ανάγλυφο που
40. Βυζαντινή και μεταβυζαντινή Τέχνη στην Κέρκυρα 1994, εικ. 133. το αναδεικνύει νατουραλιστικός φωτισμός46 (εικ. 13),
41. Για τις αναθηματικές επτανησιακές εικόνες βλ. Βοκοτόπουλος
1988, 31-52. Stavropoulou 2001, 147-163.
42. Ο Ροντογιάννης και ο Σολδάτος την αποδίδουν στον Σπυρίδω- 44. Ροντογιάννης 1974, 410-429. Χατζηδάκης-Δρακοπούλου 1997,
να Μπέλλο που έχει υπογράψει την δεσποτική εικόνα του Προδρόμου 335-336. Σολδάτος 1999, 275.
(1771). Ροντογιάννης 1974, 372. Σολδάτος 1999, 336, εικ. 363. 45. Ροντογιάννης 1974, 147, εικ. 120,2-121,1. Σολδάτος 1999, εικ. 269,
43. Πρβλ. με κρητική εικόνα του β΄ μισού του 16ου αιώνα από την 270.
Κέρκυρα (Χονδρογιάννης 2010, 74-75) και του 17ου αιώνα (Καζανάκη- 46. Στο τέμπλο της Αγίας Τριάδας στο Καλλιγόνι (1803), έργο πιθα-
Λάππα 1996, αριθ. 29). νόν του Βεντούρα.

166
Η Ζ Ω Γ ΡΑ Φ Ι Κ Η Ε Ι Κ Ο Ν Ω Ν Σ Τ Η Ν Λ Ε Υ Κ Α Δ Α Τ Ο Ν 1 8 ο Κ Α Ι Τ Ο Π Ρ Ω Τ Ο Μ Ι Σ Ο Τ Ο Υ 1 9 ο υ Α Ι Ω Ν Α

10 11

12 13

167
Α Γ Γ Ε Λ Ι Κ Η Σ Τ Α Υ Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Εικ. 14. Ναός Αγίου Νικολάου, Σπυρίδωνος


Βεντούρα, Ένθρονη Θεοτόκος.

και άλλοτε σε ολόχρυσους, με περίτεχνη μπαρόκ διακό- τική ζωγραφική49. Ωστόσο στον αρχάγγελο Γαβριήλ της
σμηση από ελικόφυλλα και ερωτιδείς47. Παναγίας των Ξένων (1813) διαπιστώνει κανείς ότι έχει
Και το β΄ μισό του 18ου αιώνα θα συντηρηθεί η προ- αφομοιώσει τυπολογικά και μορφολογικά την επτανη-
σκόλληση στα αυστηρά πρότυπα της κρητικής ζωγρα- σιακή επίδραση50.
φικής, τουλάχιστον όσον αφορά τους καθιερωμένους Αυτήν την εποχή στο νησί μια σειρά από καλλιτέχνες
εικονογραφικούς τύπους, παράλληλα με τα πλούσια προσπαθούν να βρουν το προσωπικό τους ιδίωμα στο
διακοσμητικά μοτίβα του μπαρόκ και τις δυτικότρο- συγκερασμό του παλιού με το καινούριο. Τους δεσμούς
πες μορφές. Ο Λευκαδίτης Στυλιανός Δεβάρης (1745- με την αυστηρή παράδοση θα διακόψει στο τέλος του
1813)48 ζωγραφίζει το 1793, στο ναό των Αγίων Αποστό- αιώνα ένας Λευκαδίτης ζωγράφος με προσωπικό ιδίω-
λων στο Φρύνι, τον Πέτρο και Παύλο αντιγράφοντας μα, ο Σπυρίδων Βεντούρας (1761-1835), ο οποίος μά-
το εικονογραφικό σχήμα του Νικολάου Ρίτζου του 15ου λιστα δούλεψε στην Κέρκυρα και την Κεφαλονιά51. Στο
αιώνα, το οποίο γνώρισε εξαιρετική διάδοση στην κρη- παλιότερο έργο του, στα 1795, τους Αρχάγγελους, στο

47. Οι απόστολοι του Τομάζο Τζεν, στην Αγία Παρασκευή (Ροντο- 49. Χατζηδάκη 1993, αριθ. 16.
γιάννης 1974, 145) και οι απόστολοι στο ναό της Ζωοδόχου Πηγής. 50. Ροντογιάννης 1974, 362, εικ. 108.
48. Για το ζωγράφο βλ. Ροντογιάννης 1974, 352-360. Χατζηδάκης 51. Ροντογιάννης 1974, 379-398. Χατζηδάκης 1987, 189-190. Δρακο-
1987, 259-260. Δρακοπούλου 2010, 246-247. πούλου 2010, 187-190. Σολδάτος 1999, 205.

168
Η Ζ Ω Γ ΡΑ Φ Ι Κ Η Ε Ι Κ Ο Ν Ω Ν Σ Τ Η Ν Λ Ε Υ Κ Α Δ Α Τ Ο Ν 1 8 ο Κ Α Ι Τ Ο Π Ρ Ω Τ Ο Μ Ι Σ Ο Τ Ο Υ 1 9 ο υ Α Ι Ω Ν Α

ναό των Εισοδίων52 και λίγα χρόνια αργότερα το 1815


στις δεσποτικές εικόνες στον Άγιο Νικόλαο, στον έν-
θρονο Χριστό, τη Θεοτόκο (εικ. 14) και τον Πρόδρομο,
καθώς και στην εικόνα του τιμώμενου αγίου, την οποία
υπογράφει, αποτυπώνονται χωρίς παλινδρομήσεις τα
διδάγματα της επτανησιακής ζωγραφικής53. Σύμφωνα με
το νέο αισθητικό ιδεώδες επιχειρεί, στις σκηνές του βίου
του αγίου Νικολάου, τη ρεαλιστική σύλληψη του χώρου
και του τοπίου, την έντονη σωματικότητα στις μορφές,
την φυσιοκρατική απόδοση της πτυχολογίας και το ζω-
γραφικό πλάσιμο στα πρόσωπα ως «...εἰς τό φυσικόν καί
ἀληθινόν...» (εικ. 15). Έτσι ο καλλιτέχνης είχε μία ασφα-
λή πρόσβαση και στην κοσμική ζωγραφική φιλοτεχνώ-
ντας προσωπογραφίες, που αποτελούν την κυριότερη
έκφανσή της54. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Βεντούρας, έχο-
ντας σπουδάσει στην Βενετία, είναι ο πρώτος που χρη-
σιμοποίησε την καινούργια τεχνική της ελαιογραφίας
σε μουσαμά55. Στο ναό του Παντοκράτορα ζωγράφισε
στους τοίχους έξι μεγάλα «κουάδρα» με θρησκευτικά
θέματα που αποτελούν δημιουργίες της Επτανησιακής
Σχολής56. Ο πολυπράγμων καλλιτέχνης σχεδίασε έως
και κατόψεις και σχέδια σπιτιών.
Παρά το γεγονός ότι η ζωγραφική στην πόλη της
Λευκάδας, σε σύγκριση με τα άλλα Ιόνια νησιά, πα-
ραμένει πιστή, όσον αφορά στο στυλ, στην ορθόδοξη
παράδοση, προσκολλημένη σε δόκιμα πρότυπα των
κρητικών, είναι αξιοσημείωτο ότι στην εικονογραφία οι
ζωγράφοι υιοθετούν και τη νέα θεματική των ομότεχνών
τους στη Ζάκυνθο και στην Κέρκυρα. Ως επιδέξιοι δε
καλλιτέχνες θα μεταβάλλουν και θα προσαρμόσουν τη
Εικ. 15. Ναός Αγίου Νικολάου, Σπυρίδωνος Βεντούρα, Άγιος
ζωγραφική φόρμα στις απαιτήσεις των νέων θεμάτων.
Νικόλαος, λεπτομέρεια.
Έτσι στο τέμπλο καθιερώνεται ως δεσποτική εικόνα ο
Χριστός Μέγας Αρχιερέας-Βασιλέας, σε προτομή57 ή έν-
θρονος58, φορεί τα άμφια του αρχιερέα, τον σάκο με τους χρυσούς σταυρούς, το ωμοφόριο και την μίτρα, σύμφω-
να με τα υποδείγματα της κρητικής ζωγραφικής59. Το
52. Ροντογιάννης 1974, 142. Σολδάτος 1999, εικ. 284.
πρότυπο της εικόνας του Εμμανουήλ Λαμπάρδου στην
53. Ροντογιάννης 1974, 394, εικ. 112,1, 113,1. Σολδάτος 1999, εικ. Κέρκυρα60, του Βίκτωρα στη Ζάκυνθο με τα σύμβολα
170-173. των τεσσάρων ευαγγελιστών να πλαισιώνουν τον έν-
54. Η προσωπογραφία του κόμη και της κόμησσας Orio, του Αλή
Πασά κ.ά. Χατζηδάκης 1987, 190. Δρακοπούλου 2010, 189, εικ. 44. θρονο Χριστό61, αλλά και αρκετές άλλες υπήρξαν ίσως
55. Οι τρεις ελαιογραφίες σε μουσαμά του Βεντούρα στον Άγιο Μηνά η αφετηρία. Οι Λευκαδίτες ζωγράφοι εμπλουτίζουν το
δεν σώζονται, βλ. Ροντογιάννης 1974, 386-389.
56. Ροντογιάννης 1974, 390-391. Δρακοπούλου 2010, εικ. 45-47. Ας
παραδοσιακό θέμα με περίτεχνες μπαρόκ διακοσμήσεις.
σημειωθεί ότι στους άλλους ναούς της πόλης οι ελαιογραφίες στους τοί-
χους είναι έργα μεταγενεστέρων ζωγράφων, όπως του Γαζή και αργότερα
της θυγατέρας του, του Στάμπογλη κ.ά. 59. Ο Χατζηδάκης πιστεύει ότι το πρότυπο ανήκει στον Ανδρέα Ρίτζο
57. Στον Άγιο Σπυρίδωνα, στον Άγιο Μηνά, στην Παναγία της Γύρας, (Χατζηδάκης 1995, αρ. 15). Επίσης Εικόνες της Κρητικής Τέχνης 1993, αρ.
στη Ζωοδόχο Πηγή, στους Αγίους Αποστόλους στο Φρύνι κ.α. Βλ. επίσης 162, 57.
παραπάνω σημ. 21. 60. Βοκοτόπουλος 1990, αριθ. 50, εικ. 169, αριθ. 67, εικ. 177. Χονδρο-
58. Στο ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου, του Αγίου Γεωργίου, της γιάννης 2010, 133.
Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, του Αγίου Χαρα- 61. Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997, αριθ. 42, 163-165. Μυλωνά 1998,
λάμπου στο Φρύνι κ.α. 68-69.

169
Α Γ Γ Ε Λ Ι Κ Η Σ Τ Α Υ Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Εικ. 16. Άγιος Σπυρίδων, Τομάζο Τζεν (;), Άγγελος με τον κί- Εικ. 17. Άγιος Σπυρίδων, Τομάζο Τζεν (;), Άγγελος με το Άγιο
ονα, 1748. Μανδήλιο, 1748.

Τα άμφια, τα οποία αναφέρονται στην αρχιερωσύνη του το 195365. Εικονογραφικά το θέμα των αρχαγγέλων με
Χριστού, τονισμένα με έντονα χρώματα, όπως το γα- τα σύμβολα του Πάθους (Arma Cristi)66, στα παραβή-
λάζιο ωμοφόριο στην εικόνα του Τζεν62, και πλουμιστά ματα του τέμπλου, δεν είναι άγνωστο στην ευρωπαϊκή
κοσμήματα, μοιάζουν να αποδυναμώνουν την λειτουρ- ζωγραφική, από όπου διαδόθηκε και στα Ιόνια νησιά67.
γική σημασία του θέματος. Η σύνθεση του Νυμφίου, Ίδε Σε πολλούς ναούς της Λευκάδας υιοθετούνται τα επτα-
ο άνθρωπος, συνοδεία των Αρχαγγέλων, εισάγεται στο νησιακά πρότυπα, οι αρχάγγελοι, τα υπερβατικά αυτά
β΄ μισό του 17ου αιώνα και επικρατεί τον 18ο αιώνα στα όντα, με τονισμένη τη σωματικότητα και συχνά με ψυ-
νησιά του Ιονίου, κυρίως στη Ζάκυνθο63, αλλά και τη χογραφημένες τις μορφές είναι ταυτόχρονα και γήινα68.
Λευκάδα, όπως για παράδειγμα στους ναούς του Αγίου Τυπικά παραδείγματα ο Μιχαήλ, με τον σταυρό, στον
Μηνά, του Αγίου Σπυρίδωνα, του Αγίου Δημητρίου, του Άγιο Νικόλαο και οι ωραίες μορφές του Γαβριήλ με τον
Αγίου Νικολάου, της Παναγία των Ξένων. Στη Δυτική κίονα (εικ. 16) και του Μιχαήλ με το Άγιο Μανδήλιο,
τέχνη του 15ου-16ου αιώνα, ο Χριστός Ecce Homo ει- στον Άγιο Σπυρίδωνα69 (εικ. 17). Η περιπάθεια στην έκ-
κονίζεται με ανάλογο τρόπο64. Το θέμα που συνδέεται
με την Αντιμεταρρύθμιση και τον κηρυγματικό λόγο των 65. Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997, αριθ. 60. Δρανδάκη 2002, αριθ. 65.
Για το έργο του Martin de Vos (1561) και την αντίστοιχη χαλκογραφία
Ιησουϊτών, υιοθετείται στην ορθόδοξη παράδοση μέσω του R. Sadeler I, που χρησίμευσε ως πρότυπο για το έργο του Ηλία Μό-
φλαμανδικών προτύπων από τον Ηλία Μόσκο σε μια ει- σκου βλ. Ρηγόπουλος 1994, 284-285, ειδ. σημ. 23.
κόνα του 1684 που κάηκε στην πυρκαγιά της Ζακύνθου 66. Σταυρό, κίονα, φραγγέλιο, λόγχη, καλάμι με το σπόγγο.
67. Η παλαιότερη απεικόνιση αγγέλων ίσως είναι του Ηλία Μόσκου,
1684, στη Ζάκυνθο, που δεν σώζεται (Κονόμος 1988, 73 κ.ε. Ρηγόπουλος,
2006, Γ΄, 396). Στη Ζάκυνθο βλ. επίσης Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997,
62. Στον Άγιο Σπυρίδωνα, παραπάνω σημ. 36.
αριθ. 55. Μυλωνά 1998, 75, αριθ. 126, 153, 159. Ρηγόπουλος 2006, Β΄, εικ.
63. Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997, αριθ. 60, 208.
246-248.
64. Η γυμνότητα του σώματος, το ακάνθινο στεφάνι, ο πορφυρός
68. Στον Άγιο Μηνά, στον Άγιο Σπυρίδωνα, στον Άγιο Νικόλαο, στον
μανδύας είναι στοιχεία του Ecce Homo στα έργα του Andrea Mantegna,
Άγιο Δημήτριο, στην Παναγία των Ξένων.
τουTiziano, του Caravaggio κ.ά. καθώς και σε Φλαμανδικά έργα. Βλ. πα-
69. Ροντογιάννης 1974, 316. Το θέμα απαντά και σε ναούς της Ζα-
ραπάνω σημ. 26.
κύνθου, Ρηγόπουλος 2002, Γ΄, εικ. 360, 361.

170
Η Ζ Ω Γ ΡΑ Φ Ι Κ Η Ε Ι Κ Ο Ν Ω Ν Σ Τ Η Ν Λ Ε Υ Κ Α Δ Α Τ Ο Ν 1 8 ο Κ Α Ι Τ Ο Π Ρ Ω Τ Ο Μ Ι Σ Ο Τ Ο Υ 1 9 ο υ Α Ι Ω Ν Α

Εικ. 18. Άγιος Σπυρίδων, Τομάζο Τζεν (;), Πιετά με άγγελο, 1748.

φρασή τους υποδηλώνει την επίδραση του μπαρόκ. τέχνη της Ζακύνθου72, με εισηγητή τον Νικόλαο Καλ-
Μοναδικό παράδειγμα στη Λευκάδα είναι ο Χριστός λέργη (1732)73. Η εικονογραφική διατύπωση της ζα-
αιρόμενος από άγγελο, που προβάλλεται σε ανάγλυ- κυνθινής εικόνας σχετίζεται άμεσα με την Πιετά με αγ-
φο με σκαλιστά ανθέμια, στην Ωραία Πύλη του Αγίου γέλους του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, της Συλλογής
Σπυρίδωνα70 (εικ. 18). Ο νεκρός Χριστός υποβαστάζεται Βελιμέζη, η οποία πιστεύεται ότι είχε μεταφερθεί στη
από άγγελο με ανοιχτές φτερούγες, ο οποίος τον κρα- Ζάκυνθο και συνέβαλε στην διάδοση του θέματος στο
τεί με το αριστερό χέρι από τη μασχάλη, ενώ με το δεξί νησί74. Στο πρότυπο των ζακυνθινών έργων υπακούει και
συγκρατεί τον βραχίονά του. Οι μορφές αποδίδονται ο ζωγράφος της Λευκάδας. Η τέχνη του προσιδιάζει με
αδρές, το νεκρό σώμα είναι βαρύ, με αφημένα χαλαρά του Τομάζο Τζεν, που έχει φιλοτεχνήσει και τις δεσποτι-
τα χέρια και γερμένο το κεφάλι. Στο πρόσωπο του αγ- κές εικόνες του ναού στα 1748. Οι μορφές σχεδιάζονται
γέλου, που έχει το βλέμμα στραμμένο προς τα πάνω, με επιμέλεια και παρά την αναζήτηση της ψυχογραφίας,
αποτυπώνεται λύπη με τις έντονες ρυτίδες και το μισά- ο ζωγράφος επιμένει να σχεδιάζει γραμμικά την κόμη.
νοιχτο στόμα. Το θέμα της εικόνας αυτής του Πάθους Το εικονογραφικό θέμα Ίδε ο άνθρωπος διαγράφει με
–Πιετά με άγγελο– είναι ευρύτατα γνωστό στη δυτική ενάργεια τις σύνθετες αναζητήσεις της ζωγραφικής στα
τέχνη ιδιαίτερα στη γερμανική και ιταλική ζωγραφική Ιόνια νησιά, βεβαίως και στην Λευκάδα. Αυτήν την δια-
από το 15ο αιώνα71. Στις κρητικές εικόνες δεν έχει απει- δρομή προς μια όλο και μεγαλύτερη έμφαση στα ρεαλι-
κονιστεί ενώ αντίθετα εμφανίζεται συχνά στην τοπική στικά στοιχεία και την απόλυτη αποδοχή των μηνυμάτων
της Δύσης την χαρτογραφεί μια σειρά χαρακτηριστικών

70. Ροντογιάννης 1974, 316, εικ. 90,1, 91,1. Σολδάτος 1999, εικ. 159. 72. Βλ. παραδείγματα Χατζηδάκη 1997, 217. Ρηγόπουλος 2002, Γ´,
Σήμερα τα εξαιρετικά αυτά έργα, το βημόθυρο, τα παραβήματα του τέ- εικ. 314, 315, 350, 356, 357.
μπλου και άλλες εικόνες βρίσκονται σε χώρο φύλαξης, εκτός του ναού, σε 73. Χατζηδάκη 1997, 217. Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997, αριθ. 61.
συνθήκες εντελώς ακατάλληλες. Μυλωνά 1998, 124.
71. Χατζηδάκη 1997, 203 κ.ε. 74. Χατζηδάκη 1997, 218.

171
Α Γ Γ Ε Λ Ι Κ Η Σ Τ Α Υ Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Εικ. 19. Παναγία των Ξένων, Βασι-


λείου Σίδερη, Νυμφίος.

έργων. Στο Νυμφίο, του Αγίου Μηνά (1731) ο Κονταρί- Βασιλείου Σίδερη, στην Παναγία των Ξένων77 (εικ. 19).
νης με τις γραμμικές ανατομικές λεπτομέρειες εμμένει Ο ζωγράφος στην μορφή του Νυμφίου μεταφέρει ατομι-
στην αυστηρή κρητική παράδοση75 (εικ. 7). Πιο κοντά κά χαρακτηριστικά κοσμικού πορτραίτου, ενός γιατρού
στις αναζητήσεις της Επτανησιακής ζωγραφικής είναι το της λευκαδίτικης κοινωνίας της εποχής, σύμφωνα με την
έργο του Πατσαρά, στα 1855 στον Άγιο Δημήτριο76. Ο παράδοση. Οι ρεαλιστικές τάσεις της σύγχρονης προ-
Νυμφίος εδώ με την φυσιοκρατική αποτύπωση του γυ- σωπογραφίας έχουν ήδη κατακτήσει έδαφος, ιδιαίτερα
μνού σώματος, αποκτά γήινη υπόσταση. Και κλείνοντας στη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα.
αυτή τη διαδρομή του θέματος, θα αναφέρω το έργο του Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι οι σύνθετες αναζη-
τήσεις της ζωγραφικής στα Επτάνησα δεν είχαν την ίδια
αποδοχή και στη Λευκάδα. Το νησί, αποκομμένο για
75. Το πλησιέστερο παράλληλο φαίνεται πως είναι ο Χριστός στην 200 περίπου χρόνια και πολιτικά και πολιτιστικά, από τα
Ωραία Πύλη του Μητροπολιτικού Μεγάρου στην Κέρκυρα (Βυζαντινή
και μεταβυζαντινή Τέχνη στην Κέρκυρα 1994, 160, εικ. 171).
76. Ροντογιάννης 1974, 441. 77. Ροντογιάννης 1974, 460-463.

172
Η Ζ Ω Γ ΡΑ Φ Ι Κ Η Ε Ι Κ Ο Ν Ω Ν Σ Τ Η Ν Λ Ε Υ Κ Α Δ Α Τ Ο Ν 1 8 ο Κ Α Ι Τ Ο Π Ρ Ω Τ Ο Μ Ι Σ Ο Τ Ο Υ 1 9 ο υ Α Ι Ω Ν Α

άλλα Ιόνια δεν υπήρξε καταφύγιο προσφύγων καλλιτε- ζωγράφοι που δραστηριοποιούνται στην «Αμαξικήν»81,
χνών το 16ο και 17ο αιώνα. Η Κρητική ζωγραφική δεν την πόλη, από τις πρώτες δεκαετίες του 18ου έως και το
μεταλαμπαδεύτηκε εκεί με έργα φερμένα από την Κρή- α΄ μισό του 19ου αιώνα –δεκαπέντε ντόπιοι– αμφιταλα-
τη όπως συνέβη στα άλλα νησιά78. Ωστόσο οι πρωτο- ντεύονται ανάμεσα στα διδάγματα της Κρητικής σχολής
πόροι ξενόφερτοι καλλιτέχνες όπως οι Παναγιώτης και και την ανανέωση της Επτανησιακής. Αναπλάθουν δη-
Νικόλαος Δοξαράς, ο Νικόλαος Κουτούζης, που είχαν μιουργικά καλά πρότυπα των κρητικών ζωγράφων της
προσωρινό πέρασμα από το νησί, καθώς και οι μαθητές διασποράς, κυρίως σε εικόνες δεσποτικές ή σε Δωδε-
των μεγάλων κρητικών της διασποράς, όπως ο Κοντα- κάορτα και αποστολικά, ενώ παράλληλα τα εμπλουτί-
ρίνης, που εργάστηκε στη Λευκάδα για λίγο79, αλλά και ζουν με στοιχεία δυτικά. Τολμούν να υιοθετούν και τα
άλλοι80, συνέβαλαν δημιουργικά στη διαμόρφωση της νέα εικονογραφικά θέματα, εμπνευσμένα από τη δυτική
καλλιτεχνικής άνθισης στα χρόνια της Ενετοκρατίας. Οι τέχνη, που επικρατούν στα άλλα Ιόνια, χωρίς όμως να
τα μετουσιώσουν σε νέες δημιουργίες. Οι Λευκαδίτες
ζωγράφοι είναι επιδέξιοι, παραγωγικοί, αλλά δεν ξεχω-
78. Για τις κρητικές εικόνες που βρίσκονται στην Κέρκυρα, Ζάκυνθο
ρίζουν ανάμεσά τους προδρομικές μορφές, όπως στους
και Κεφαλλονιά βλ. Δρακοπούλου 2004, 414 κ.ε. Στη Λευκάδα μόνο δύο Ζακυνθινούς ομότεχνούς τους. Την επανάσταση στη
εικόνες κρητικές του 15ου αιώνα γνωρίζουμε, την Βαϊοφόρο και την Κοί- φόρμα και την αλλαγή στην τεχνική της Επτανησιακής
μηση του αγίου Σάββα, σήμερα στο Μουσείο της πόλης (Affreschi e Icone
1986, αριθ. 83, 86). σχολής δεν θα την κατακτήσουν, με μόνη εξαίρεση τον
79. Ίσως από το 1724-1731 (Ροντογιάννης 1974, 232). Σπυρίδωνα Βεντούρα.
80. Ο Ζακύνθιος Διονύσιος Καλιβωκάς, μαθητής του Νικολάου Κα-
ντούνη, ο Δημήτριος Σταυράκης, ίσως και αυτός από τη Ζάκυνθο (Ροντο-
γιάννης 1974, 343-344, 438-439. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997, 59, 81. Η Αμαξική ήταν συνοικισμός στη θέση της σημερινής πόλης, Ρο-
375-376. Δρακοπούλου 2004, σποραδικά). ντογιάννης 1974, 123, σημ. 4.

Résumé
La peinture des icônes du 18ème et du début du 19ème siècle à Lefkada.
Entre l’art crétois et ionien

Angeliki Stavropoulou

A u cours du XVIIIème et du XIXème siècle, la pein-


ture constitue sans aucun doute un fait social to-
tal dans l’Heptanèse; il n’évolue pas toutefois au même
nymes (Panagiotis Doxaras Constantinos Kontarinis,
Papanoulopoulos, Tommaso Zen, Stylianos Devaris
et Spyridon Venturas), ainsi que de thèmes iconogra-
rythme dans toutes les îles ioniennes. Zakynthos et Cor- phiques typiques (Ecce Homo, les anges avec les sym-
fou ont un rôle artistique important; par contre, Lefkada boles de la Passion) qui rendent compte de la fécondité
reste longtemps en retraite de cette agitation fertile, en artistique à Lefkada durant le XVIIIème et la première
raison de la longue occupation ottomane, et de l’assimi- moitié du XIXème siècle.
lation de ses structures sociales et économiques à celles Pendant cette période, les peintres qui s’activent sur
du continent attenant. Quand survient la conquête vé- place, dont quinze sont d’origine locale, vacillent entre
nitienne, Lefkada connaît une effervescence artistique les strictes normes de l’école crétoise et l’esprit novateur
notoire, dont témoigne la construction et la décoration de l’école ionienne. Lefkada offre un milieu remarquable-
de presque toutes les églises de la ville. ment créatif, aussi bien pour les artistes indigènes que
Grâce au financement de l’Université de Ioannina et pour les étrangers: tous relèvent le défit de conjuguer
avec la participation d’une équipe d’étudiants, une mis- l’influence des artistes crétois, notamment ceux de la
sion entreprise en 2010 et 2012 se fixa le but de dresser diaspora, avec la nouvelle esthétique qui vient de l’Occi-
un inventaire des icônes dans ces églises. Cette com- dent; ils produisent ainsi un art original, qui propose une
munication propose d’en présenter une esquisse de son technique, une iconographie et un style authentiques.
contenu, à travers un choix d’œuvres des peintres épo-

173
Α Γ Γ Ε Λ Ι Κ Η Σ Τ Α Υ Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ

Βιβλιογραφία

Αχειμάστου-Ποταμιάνου 1997: M. Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Ρηγόπουλος 1996: Γ. Ρηγόπουλος, «Φλαμανδικές επιδράσεις


Εικόνες της Ζακύνθου, Αθήνα 1997. σε μεταβυζαντινά έργα», Πρακτικά Δ΄ Συμποσίου Επτα-
Βυζαντινή και μεταβυζαντινή τέχνη στην Κέρκυρα 1994: Βυζα- νησιακού Πολιτισμού “Από την τοπική Ιστορία στη συνο-
ντινή και μεταβυζαντινή τέχνη στην Κέρκυρα, Μνημεία, λική: το παράδειγμα της Λευκάδας, 15ος-19ος αι.” (Λευ-
Εικόνες, Κειμήλια, Πολιτισμός, Ιερά Μητρόπολις Κερκύ- κάδα 8-12 Σεπτεμβρίου 1993), Αθήνα 1996, 161-184.
ρας, Παξών και Διαποντίων νήσων, Κέρκυρα 1994. Ρηγόπουλος 2006: Γ. Ρηγόπουλος, Εικόνες της Ζακύνθου και
Βοκοτόπουλος 1988: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Κερκυραϊκές τα πρότυπά τους, τ. Β΄, Γ΄, Αθήνα 2006.
ἀναθηματικές εἰκόνες», Δελτίον Αναγνωστικής Εταιρείας Ροντογιάννης 1974: Π. Ροντογιάννης, Ἡ χριστιανική τέχνη
Κερκύρας 22 (1988), 31-52. στη Λευκάδα, Ἀθῆναι 1974.
Βοκοτόπουλος 1990: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, Εἰκόνες τῆς Κέρ- Ροντογιάννης 1980: Π. Ροντογιάννης, Ἱστορία τῆς νήσου Λευ-
κυρας, Ἀθήνα 1990. κάδος, 1, Ἀθήνα 1980.
Δρακοπούλου 2004: Ε. Δρακοπούλου, «Στοιχεία για το ταξίδι Χαραλαμπίδης 1978: Ἀ. Χαραλαμπίδης, Συμβολή στή μελέτη
ζωγράφων και εικόνων από την Κρήτη στα νησιά του Ιο- τῆς ἑφτανησιώτικης ζωγραφικῆς τοῦ 17ου καί 19ου αἰώ-
νίου (16ος-18ος αι.)», ΣΤ΄ Πανιόνιο Συνέδριο (Ζάκυνθος να, Ἰωάννινα 1978.
23-27 Σεπτεμβρίου 1997), τ. 4, Αθήνα 2004, 413-426. Χαραλαμπίδης 1983: Α. Χαραλαμπίδης, «Έργο του Παναγιώ-
Δρακοπούλου 2010: Ε. Δρακοπούλου, Έλληνες ζωγράφοι μετά τη Δοξαρά σε ξένη ιδιωτική συλλογή», Αφιέρωμα στη
την Άλωση (1450-1850), τ. 3, Αθήνα 2010. μνήμη Στυλιανού Πελεκανίδη, Θεσσαλονίκη 1983, 433-
Δρανδάκη 2002: Α. Δρανδάκη, Εικόνες 14ος-18ος αιώνας. 443.
Συλλογή Ρ. Ανδρεάδη, Αθήνα 2002. Χατζηδάκη 1993: Ν. Χατζηδάκη, Venetiae quasi alterum
Δρανδάκης 1962: Ν. Β. Δρανδάκης, Ὁ Ἐμμανουήλ Τζάνε Byzantium. Από το Χάνδακα στη Βενετία, Ελληνικές ει-
Μπουνιαλής θεωρούμενος ἐξ εἰκόνων του σωζομένων κυ- κόνες στην Ιταλία, 15ος-16ος αιώνας, κατάλογος έκθε-
ρίως ἐν Βενετίᾳ, ἐν Ἀθήναις 1962. σης, Αθήνα 1993.
Εικόνες της Κρητικής Τέχνης 1993: Εἰκόνες τῆς Κρητικῆς Τέ- Χατζηδάκη 1997: Ν. Χατζηδάκη, Εικόνες της Συλλογής Βελι-
χνης, κατάλογος έκθεσης, ἐπιμ. Μ. Μπορμπουδάκης, μέζη, Αθήνα 1997.
Ἡράκλειον 1993 Χατζηδάκης 1987: Μ. Χατζηδάκης, Έλληνες ζωγράφοι μετά
Καζανάκη-Λάππα 1996: Μ. Καζανάκη-Λάππα, Μετά το Βυζά- την Άλωση (1450-1830), τ. 1, Αθήνα 1987.
ντιο, Αθήνα 1996. Χατζηδάκης - Δρακοπούλου 1997: Μ. Χατζηδάκης - Ε. Δρα-
Κονόμος 1964: Ν. Κονόμος, Ναοί καί Μονές στή Ζάκυνθο, κοπούλου, Έλληνες ζωγράφοι μετά την Άλωση (1450-
Ἀθῆναι 1964. 1830), τ. 2, Αθήνα 1997.
Μυλωνά 1998: Ζ. Μυλωνά, Μουσείο Ζακύνθου, Αθήνα 1998.
Προκοπίου 1964: Ἀ. Προκοπίου, «Ὁ Νικόλαος Δοξαρᾶς στή Affreschi e icone 1986: Affreschi e icone dalla Grecia (X-XVII
Λευκάδα», Ἐπετηρίς Φιλολογικοῦ Συλλόγου Παρνασσός secolo), Atene e Firenze Palazzo Strozzi 16 Settembre-16
6 (1964), 298-312. Novembre 1986, Atene 1986.
Ρηγόπουλος 1994: Γ. Ρηγόπουλος, «Αξιολόγηση του έργου Stavropoulou 2001: A. Stavropoulou, «Storie devozionali nella
του Ν. Καλλέργη. Η έρευνα και η κριτική της», Θυμία- pittura post-bizantina», Il Contributo veneziano nella
μα στη μνήμη της Λασκαρίνας Μπούρα, 1, Αθήνα 1994, formazione del gusto dei Greci (XV-XVII sec.), Atti del
283-288. Convegno (Venezia, 2-3 giugno 2000), Venezia 2001, 148-163.

174
Α Γ Ι Ο Σ Ι Ω Α Ν Ν Η Σ ΓΑ Λ ΑΤΑ Σ Α Ι Τ Ω Λ Ο Α Κ Α Ρ Ν Α Ν Ι Α Σ

Άγιος Ιωάννης Γαλατάς Αιτωλοακαρνανίας: Ιδιαιτερότητες


στην οργάνωση του εικονογραφικού προγράμματος
ενός βυζαντινού σταυρεπίστεγου ναού

Γεώργιος Φουστέρης

Τ ον ναό του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στον


Γαλατά (εικ. 1), επεσήμανε και έκανε γνωστό στην
έρευνα το 1972, ο ακαδημαϊκός Π. Βοκοτόπουλος κατά
σματα (εικ. 3). Ωστόσο, εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι
πρόκειται για ένα ενδιαφέρον τοιχογραφικό σύνολο, όχι
ιδιαίτερα υψηλής ποιότητας, που έχει χρονολογηθεί βά-
τις έρευνές του στην Αιτωλοακαρνανία1. Βρίσκεται σε σει τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών στα τέλη του 13ου
απόσταση ενός χιλιομέτρου έξω από τον οικισμό του ή τις αρχές του 14ου αιώνα4.
Γαλατά σε εύφορη πεδινή θέση και ανήκει στην παραλ- Στην παρούσα ανακοίνωση εστιάζουμε στο εικονο-
λαγή 1 της κατηγορίας Α των σταυρεπίστεγων ναών, γραφικό πρόγραμμα του ναού, η ανάγνωση του οποίου
σύμφωνα με την κατάταξη του Ορλάνδου (εικ. 2). γίνεται με αρκετή ασφάλεια, παρά το γεγονός ότι κά-
Ο Η.-Μ. Küpper, ο πιο σημαντικός μελετητής της ποιες παραστάσεις είναι εξαιρετικά δυσδιάκριτες (εικ. 4).
αρχιτεκτονικής των σταυρεπίστεγων ναών, συμπεριέλα- Σε κάθε περίπτωση, μέχρι να προχωρήσει η συντήρηση
βε το σημαντικό αυτό μνημείο στη διατριβή του για τους των τοιχογραφιών, λίγα πράγματα μπορεί κανείς να πει
σταυρεπίστεγους ναούς2 και ο γράφων στην αντίστοιχη τόσο για την εικονογραφία, όσο και για τα τεχνοτροπι-
μελέτη των εικονογραφικών προγραμμάτων των βυζα- κά χαρακτηριστικά του διακόσμου5. Το ενδιαφέρον του
ντινών σταυρεπίστεγων ναών3. θέματος προκύπτει από το γεγονός, ότι σε σύγκριση με
Οι τοιχογραφίες του ναού σώζονται αποσπασματικά τα εικονογραφικά προγράμματα των 49 σταυρεπίστε-
και σε κακή κατάσταση διατήρησης, ενώ κάποια τμή- γων ναών της βυζαντινής περιόδου, που είναι γνωστά
ματά τους είναι ακόμη καλυμμένα από ασβεστοεπιχρί- στην έρευνα6, η διάταξη των κύκλων και των παραστά-
σεων στον ναό που εξετάζουμε, αποτελεί unicum. Η
* Ευχαριστώ τον Προϊστάμενο της 22ης ΕΒΑ Ιω. Χουλιαρά, για την διαπίστωση αυτή δεν αποτελεί έκπληξη, τουλάχιστον
πρόσκληση να συμμετάσχω στο Συνέδριο για το Αρχαιολογικό Έργο
στην Αιτωλοακαρνανία και τη Λευκάδα. Εκτός από την εικ. 2, όλα τα σχέ-
όσον αφορά τους σταυρεπίστεγους ναούς, καθώς έχει
δια και οι φωτογραφίες είναι του συγγραφέα. διαπιστωθεί ότι οι εικονογράφοι σε συνεργασία με τους
1. Βοκοτόπουλος 1972. Αργότερα ο αείμνηστος καθηγητής Αθ. Πα- υπόλοιπους συντελεστές της τοιχογράφησης, στην προ-
λιούρας συμπεριέλαβε τον ναό στο βιβλίο του για τα βυζαντινά μνημεία
της Αιτωλοακαρνανίας, βλ. Παλιούρας 1985. σπάθεια τους να δώσουν λύση στο πρόβλημα της διά-
2. H.-M. Küpper, 1990. Ειδικότερα για τον ναό που εξετάζουμε βλ. ταξης του εικονογραφικού προγράμματος που έθετε ο
τ. II, αρ. 79, σ. 107. Τον ναό μελέτησε επίσης ο αείμνηστος αρχαιολόγος
Ν. Καπώνης στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής, βλ. Καπώνης
τύπος, επινοούσαν διαφορετικές κάθε φορά λύσεις7.
2005, σ. 185-188.
3. Φουστέρης 2006α, σποράδην και κυρίως σ. 45-47, σχ. 9. Την έρευνα 4. Βοκοτόπουλος 1972.
έχει επίσης απασχολήσει το ζήτημα της ταύτισης του ναού με το καθο- 5. Στο παρελθόν έχουν γίνει εργασίες στερέωσης και καθαρισμού οι
λικό ομώνυμης μονής στον κόλπο της Καλυδώνος, την οποία αναφέρει οποίες ωστόσο δεν ολοκληρώθηκαν. Κατά το τρέχον έτος (2013), με ενέρ-
σε επιστολή του έτους 1217 ο μητροπολίτης Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτης γειες του εφόρου της 22ης ΕΒΑ Ι. Χουλιαρά έχει γίνει κατάλληλη προερ-
(Soustal - Koder 1981, 185). Την ταύτιση αυτή αμφισβήτησε ο Κατσαρός γασία, ώστε να έχουν ολοκληρωθεί εντός του 2014 τόσο η μελέτη στε-
που προσδιορίζει τη θέση της μονής, στην οποία αναφέρεται ο Χωνιάτης, ρέωσης του ναού όσο και η μελέτη συντήρησης των τοιχογραφιών του.
στην περιοχή της αρχαίας Καλυδώνος (Κατσαρός 1985 και 2008). Εάν 6. Στους 49 ναούς του τύπου, των οποίων το εικονογραφικό πρό-
θεωρήσουμε δεδομένη την ομόφωνη στην μέχρι σήμερα έρευνα χρονο- γραμμα εξέτασα (Φουστέρης 2006α), θα μπορούσε να προστεθεί και ο
λόγηση του ναού μετά τα μέσα του 13ου αιώνα, η ταύτιση των Soustal και ναός του Αγίου Νικολάου στις Μάλλες Ιεράπετρας, βλ. Φουστέρης 2014.
Koder θα μπορούσε να θεωρηθεί πιθανή μόνο εάν δεχθούμε ότι ο σωζό- 7. Φουστέρης 2006α σποράδην και ιδίως 247 (συμπεράσματα). Σε
μενος ναός αντικατέστησε παλαιότερο μεσοβυζαντινό κτίσμα. αντίθεση με τις καθιερωμένες θεωρίες περί ενός δεδομένου και σταθερού

175
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Φ ΟΥΣΤΕΡΗΣ

Εικ. 1. Γαλατάς, Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Άποψη από ΒΔ.

Ας δούμε λοιπόν ποιά είναι η λύση που εφαρμόστηκε


στον άγιο Ιωάννη Γαλατά ως προς την γενική διάταξη του
εικονογραφικού προγράμματος. Η όλη διάταξη βασίζεται
στην συνύπαρξη δύο κύριων κύκλων, του χριστολογικού
και του τιμώμενου αγίου. Βασική επιλογή, που θα μπο-
ρούσε να χαρακτηριστεί ρηξικέλευθη, είναι η τοποθέτη-
ση του κύκλου του Προδρόμου στην εγκάρσια καμάρα,
δηλ. ψηλότερα από τον χριστολογικό. Συγκεκριμένα, η
ημικυλινδρική επιφάνεια της εγκάρσιας καμάρας καλύ-
πτεται από έξι παραστάσεις του βίου του Προδρόμου,
ενώ ο χριστολογικός κύκλος εκτείνεται στις επιφάνειες
της χαμηλότερα εδραζόμενης κατά μήκος καμάρας.
Ο κύκλος του Προδρόμου, αν και καταλαμβάνει το
πλέον προβεβλημένο τμήμα του ναού, δεν είναι πλήρως
αυτονομημένος. Είναι σαφής η συνειδητή προσπάθεια
σύνδεσής του με τον χριστολογικό κύκλο που διατάσ-
σεται στις κατά μήκος καμάρες και στα τύμπανα της
εγκάρσιας. Οι δύο κύκλοι συμπλέκονται αφηγηματικά,
όπως άλλωστε συμβαίνει με την ιστορική αφήγηση των

εικονογραφικού προγράμματος, η τάση για διαφοροποίηση και πρωτο-


τυπία φαίνεται ότι ήταν ένα από τα ζητούμενα στην οργάνωση των πα-
ραστάσεων. Ας σημειωθεί ότι η συγκριτική έρευνα των εικονογραφικών
προγραμμάτων πέραν των σταυρεπίστεγων, δεν έχει ακόμη επεκταθεί
και σε άλλους τύπους ναών με μεγαλύτερη διάδοση και αντίστοιχα πολύ
Εικ. 2. Γαλατάς, Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. μεγαλύτερο αριθμό παραδειγμάτων. Για κάποιες πρώτες διαπιστώσεις για
Κάτοψη και κατά μήκος τομή (Küpper 1990, τ. ΙΙ 108). τους σταυροειδείς εγγεγραμμένους ναούς βλ. Φουστέρης 2002.

176
Α Γ Ι Ο Σ Ι Ω Α Ν Ν Η Σ ΓΑ Λ ΑΤΑ Σ Α Ι Τ Ω Λ Ο Α Κ Α Ρ Ν Α Ν Ι Α Σ

Εικ. 3. Γενική άποψη


της εγκάρσιας καμάρας.

1. Ευαγγελισμός Ζαχαρία (;) 2. Συνάντηση Θεοτόκου-Ελισά-


βετ. 3. Γενέσιο Προδρόμου (;) 4. Φυγή Ελισάβετ. 5. Έλεγχος
Ηρώδου (;) 6. Συμπόσιο Ηρώδου. 7. Ευαγγελισμός α. Γαβριήλ
β. Θεοτόκος. 8. Γέννηση Χριστού. 9. Υπαπαντή. 10. Μεταμόρ-
φωση. 11. Εισόδια της Θεοτόκου. 12. Σταύρωση. 13. Αποκα-
θήλωση. 14. Θρήνος. 15. Ανάληψη. 16. Πεντηκοστή. 17. Άγιο
Μανδήλιο. 18. Θεοτόκος Πλατυτέρα, ένθρονη βρεφοκρατού-
σα εν μέσω δύο Αγγέλων. 19. Αρχάγγελος Μιχαήλ, ολόσωμος.
20. Θεόδωρος Στρατηλάτης (;), ολόσωμος. 21. Αδιάγνωστος
στρατιωτικός άγιος, ολόσωμος. 22-25. Αδιάγνωστοι άγιοι σε
μετάλλια. 26. Ίχνη αδιάγνωστης παράστασης. 27. Ίχνη αδιά-
γνωστης παράστασης. 28-35. Αδιάγνωστοι άγιοι σε μετάλλια.
Εικ. 4. Γαλατάς, Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Εικονογραφικό
πρόγραμμα και κατάλογος παραστάσεων.

ευαγγελίων: ο Ιωάννης είναι συγγενής του Ιησού και σχε-


τίζονται μεταξύ τους ήδη από την περίοδο της ταυτόχρο-
νης κυοφορίας τους (συνάντηση Μαριάμ-Ελισάβετ). Η
σύνδεση των δύο κύκλων γίνεται με κομβικό σημείο την
παράσταση της Φυγής της Ελισάβετ που τοποθετείται
ευφυώς στο νότιο άκρο του δυτικού μισού της εγκάρσιας
καμάρας. Η συγκεκριμένη σκηνή σπανίως αποτελεί αυ-
τοτελή παράσταση και αναφέρεται στην καταδίωξη και
την θαυματουργική διάσωση της Ελισάβετ και του Ιωάν-
νη κατά την σφαγή των νηπίων στη Βηθλεέμ8. Στη συ-
γκεκριμένη θέση, η παράσταση ακολουθεί αφηγηματικά
τόσο την Γέννηση του Χριστού (άνω τοξωτό διάχωρο του

8. Για την παράσταση, τις γραμματειακές πηγές, την καθιέρωση και τη


διάδοσή της βλ. Κατσιώτη 1998, 61-72.

177
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Φ ΟΥΣΤΕΡΗΣ

Εικ. 5. Γαλατάς, Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Η διάταξη των παραστάσεων στο νότιο άκρο της εγκάρσιας καμάρας.

νότιου τύμπανου) όσο και το Γενέσιο του Προδρόμου (νό- νογραφικά προγράμματα σταυρεπίστεγων ναών, διαπι-
τιο άκρο του ανατολικού μισού της εγκάρσιας καμάρας, στώνεται ότι η εξαιρετικά εμπνευσμένη και πρωτότυπη
βλ. εικ. 4, 5). αυτή διάταξη έχει κάποια παράλληλα κυρίως σε επίπε-
Η διαπίστωση της συνειδητής διάταξης των κύκλων δο γενικότερης αντίληψης και νοοτροπίας. Η παρουσία
με κοινή αφηγηματική συνέχεια εξηγεί την ρηξικέλευ- κύκλων Αγίων ή Αρχαγγέλων επισημάνθηκε σε 21 από
θη επιλογή της τοποθέτησης του βίου του Προδρόμου τα 49 εικονογραφικά προγράμματα βυζαντινών σταυ-
σε ανώτερη στάθμη από τον χριστολογικό κύκλο. Στην ρεπίστεγων ναών9 (επτά του αγίου Νικολάου, πέντε
πραγματικότητα έχουμε μία ενιαία αφήγηση με αφετη- του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, πέντε των Αρχαγ-
ρία στην εγκάρσια καμάρα, όπου «προηγούνται» τα γε- γέλων, δύο του αγίου Γεωργίου και από ένας του αγί-
γονότα του βίου του Προδρόμου, ο οποίος γεννήθηκε ου Δημητρίου και της αγίας Παρασκευής). Ο βίος του
νωρίτερα από τον Χριστό. Και ενώ ο βίος του Προδρό- επωνύμου αγίου υπεισέρχεται στην εγκάρσια καμάρα
μου διατάσσεται δεξιόστροφα, στο σημείο που απεικο- σε μόνον έξι περιπτώσεις. Αποκλειστική κυριαρχία του
νίζεται η διάσωσή του κατά την βρεφοκτονία (Φυγή της κύκλου του φερώνυμου αγίου σε ολόκληρη την ημικυ-
Ελισάβετ) «εφάπτεται» άμεσα με την χριστολογική αφή- λινδρική επιφάνεια της καμάρας, εκτός από τον ναό του
γηση, δηλαδή με την Γέννηση του Χριστού, συνέπεια της Γαλατά, εμφανίζεται σε μόλις δύο από τους παραπάνω
οποίας ήταν η σφαγή των νηπίων. Έτσι στο ανατολικό ναούς10. Όπως είναι φυσικό, ζήτημα ανάλογης διασύν-
μισό της εγκάρσιας καμάρας υπάρχουν τα γεγονότα του δεσης δεν τίθεται στις περιπτώσεις αυτές, καθώς ο βίος
βίου του Προδρόμου μέχρι και τη Γέννηση του Χριστού του Αγίου Νικολάου ιστορικά δεν έχει συνάφεια με την
(Ευαγγελισμός Ζαχαρία, Ασπασμός Θεοτόκου Ελισάβετ, ευαγγελική αφήγηση. Ωστόσο, η τάση για διασύνδεση
Γενέσιο), ενώ στο δυτικό μισό εκείνα που χρονικά έπο- διαφορετικών κύκλων είναι γνωστή από άλλα παρα-
νται. Τηρώντας λοιπόν με συνέπεια την χρονική διαδο- δείγματα, ως γενικότερη νοοτροπία στην οργάνωση
χή των γεγονότων της ζωής του Προδρόμου, η αφήγηση
«συγχρονίζεται» και με τον χριστολογικό κύκλο που 9. Φουστέρης 2006α, 218-221,
αναπτύσσεται ενοποιημένος στην κατά μήκος καμάρα. 10. Πρόκειται για τους ναούς του Αγίου Νικολάου στην Κλένια Κο-
ρινθίας, βλ. Ασπρά-Βαρδαβάκη 1986 και στην Μ. Καστάνια Μεσσηνίας,
Αναζητώντας ανάλογα παραδείγματα σε άλλα εικο- βλ. Φουστέρης 2006α, 127, αρ. 32.

178
Α Γ Ι Ο Σ Ι Ω Α Ν Ν Η Σ ΓΑ Λ ΑΤΑ Σ Α Ι Τ Ω Λ Ο Α Κ Α Ρ Ν Α Ν Ι Α Σ

Εικ. 6. Εύβοια, Μακρυχώρι. Άγιος Δημήτριος. Διάταξη χριστο-


Θεομητορικός κύκλος: 1. Ιωακείμ και Άννα στο Ναό.
λογικού και θεομητορικού κύκλου. 2. Απόρριψη των Δώρων. 3. Ευαγγελισμός Ιωακείμ. 4. Ευ-
αγγελισμός Άννας (;) 5. Ασπασμός. 6. Γενέσιο. 7. Κολα-
των εικονογραφικών προγραμμάτων. Ακόμη περισσότε- κεία. 8. Επταβηματίζουσα (;) 9. Ευλόγηση από τους ιερείς
(;) 10. Εισόδια της Θεοτόκου. 11. Ταξείδι στη Βηθλεέμ.
ρες δυνατότητες συνάφειας προσφέρει ο θεομητορικός
κύκλος, ο οποίος, αν και αναπτύσσεται συνήθως αυτό- Χριστολογικός κύκλος: 12. Γέννηση. 13. Υπαπαντή.
14. Βάπτιση. 15. Μεταμόρφωση. 16. Έγερση του Λαζάρου.
νομα σε ξεχωριστή ζώνη, μπορεί να συνδεθεί ποικιλό- 17. Βαϊοφόρος. 18. Προδοσία. 19. Σταύρωση. 20. Αποκα-
τροπα με τον χριστολογικό κύκλο. Άλλωστε ο βίος της θήλωση. 21. Επιτάφιος Θρήνος. 22. Εις Άδου κάθοδος. 23.
Θεοτόκου και του Χριστού συμπλέκονται εκ των πραγ- Το Χαίρε των Μυροφόρων. 24. Ψηλάφηση. 25. Τάση Παρα-
μάτων, αφού ορισμένες παραστάσεις μπορούν να εντα- λυτικού. 26. Ανάληψη. 27. Πεντηκοστή.
χθούν τόσο στον χριστολογικό όσο και στον θεομητο- Εικ. 7. Αρκαδία, Λεοντάρι. Άγιος Αθανάσιος. Διάταξη χριστο-
ρικό κύκλο11. Ιδιαίτερα ευφυείς επινοήσεις διασύνδεσης λογικού και θεομητορικού κύκλου.
θεομητορικού και χριστολογικού κύκλου σε σταυρεπί-
στεγους ναούς διαπιστώθηκαν στην Κοίμηση Οξυλίθου τα μέσα του 14ου αι., βλ. εικ. 7)13. Είναι σαφές ότι στην
(π. 1300), στον Άγιο Δημήτριο Μακρυχωρίου (1302/3, περίπτωση των δύο Ευβοϊκών μνημείων υπάρχει πολύ
βλ. εικ. 6)12 και στον Άγιο Αθανάσιο Λεονταρίου (μετά στενή αναλογία όσον αφορά τους χειρισμούς διασύνδε-
σης που αναλύσαμε στον ναό του Γαλατά. Πρέπει μάλι-
11. Εκτός από τον Ευαγγελισμό, χαρακτηριστική είναι και η περί-
στα να επισημάνουμε ότι και στο μνημείο που εξετάζου-
πτωση της Κοίμησης της Θεοτόκου που πολύ συχνά ολοκληρώνει τον
χριστολογικό κύκλο όχι μόνο στα εικονογραφικά προγράμματα αλλά και με, πέρα από την σαφέστατη και συνειδητή διασύνδεση
στις φορητές εικόνες όπου τηρείται μάλιστα η έννοια του δωδεκαόρτου. του χριστολογικού κύκλου με τον βίο του Προδρόμου,
Άλλωστε η κεντρική παρουσία του Χριστού στην παράσταση προσδίδει
χριστολογικό χαρακτήρα στην κυριότερη θεομητορική παράσταση.
12. Τους δύο ναούς μελέτησε εμπεριστατωμένα η Μ. Εμμανουήλ στη 13. Βλ. Albani 1989. Για τον τρόπο με τον οποίο συναρμόζονται ο
διδακτορική της διατριβή, βλ. Εμμανουήλ 1991. θεομητορικός και ο χριστολογικός κύκλος, βλ. Φουστέρης 2006β.

179
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Φ ΟΥΣΤΕΡΗΣ

υπάρχει μία αντιστοίχηση της Υπαπαντής με τα Εισόδια, την υμνολογία τής προ των Χριστουγέννων περιόδου.
την μοναδική θεομητορική παράσταση του εικονογρα- Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η διάτα-
φικού προγράμματος. Οι δύο παραστάσεις τοποθετού- ξη των παραστάσεων στον ναό του αγίου Ιωάννου του
νται αντικριστά, στην ίδια στάθμη, απολύτως ισότιμες Προδρόμου στον Γαλατά χαρακτηρίζεται από μία ευρη-
στον νότιο και βόρειο τοίχο της εγκάρσιας καμάρας. ματική συνύπαρξη του χριστολογικού κύκλου με τον βίο
Εκτός από την προφανή θεματολογική και εικονογραφι- του Προδρόμου, λύση που αντικατοπτρίζει το υψηλό
κή συνάφεια με την Υπαπαντή, η συγκεκριμένη επιλογή θεολογικό και δημιουργικό επίπεδο των συντελεστών
αντανακλά τη σημασία της εορτής των Εισοδίων και την των εικονογραφικών προγραμμάτων της ύστερης βυζα-
άμεση σχέση της με την ενανθρώπιση του Χριστού, όπως ντινής περιόδου.
ακριβώς αποτυπώνεται στην ερμηνευτική παράδοση και

Abstract
Agios loannis in Galatas, Aitolia: The unique arrangement of the iconographic program
in a Byzantine cross-vaulted church

George Fousteris

T he iconographic program of the cross-vaulted


church of St. John the Baptist in the village of Galata
(end of 13th- beginning of 14th c., fig. 1-2) has a unique
two cycles are connected with the Escape of Elizabeth, an
episode which follows both the Birth of John the Baptist
and the Birth of Christ (fig. 5). In this way, the two cycles
arrangement of scenes and cycles (fig. 3). The cycle of the constitute a single narrative.
Baptist covers the semi-cylindrical surface of the trans- The connection of different cycles is quite common
verse arch, while the christological scenes, in lower level, in late byzantine iconographic programs, especially be-
are situated in the eastern and western arch (fig. 4). The tween the cycles of Christ and Virgin (fig. 6).

Βιβλιογραφία

Ασπρά‐Βαρδαβάκη 1986: Μ. Ασπρά‐Βαρδαβάκη, «Οι τοι- Φουστέρης 2002: Γ. Φουστέρης, «Παρατηρήσεις στη διάτα-
χογραφίες του Αγίου Νικολάου στην Κλένια της Κο- ξη του χριστολογικού κύκλου σε σταυροειδείς εγγε-
ρινθίας», Δίπτυχα 4 (1986), 94‐141, πίν. 1‐16. γραμμένους ναούς», 22ο Συμπόσιο ΧΑΕ (2002), 118‐119.
Βοκοτόπουλος 1972: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἅγιος Ἰωάννης Φουστέρης 2006α: Γ. Φουστέρης, Εικονογραφικά Προγράμ-
Γαλατᾶ», ΑΔ 27 (1972), Β´ Χρονικά, 440-441, πίν. 372- ματα σε βυζαντινούς σταυρεπίστεγους ναούς (αδημ. διδ.
373. διατριβή), Θεσσαλονίκη 2006.
Εμμανουήλ 1991: Μ. Εμμανουήλ, Οι τοιχογραφίες του Αγίου Φουστέρης 2006β: «Παρατηρήσεις στο εικονογραφικό πρό-
Δημητρίου στο Μακρυχώρι και της Κοιμήσεως της Θε- γραμμα του Αγίου Αθανασίου Λεονταρίου», 26ο Συμπό-
οτόκου στον Οξύλιθο της Εύβοιας, Αθήνα 1991. σιο ΧΑΕ (2006), 98-99.
Κατσαρός 1985: Β. Κατσαρός «Συμβολή στη μελέτη των προ- Φουστέρης 2014: «Προσθήκη στον κατάλογο των σταυρεπί-
βλημάτων βυζαντινής τοπογραφίας στη Δυτική Στερεά στεγων ναών. Ο Άγιος Νικόλαος στις Μάλλες Ιεράπε-
(12ος-13ος αι.): πηγές και δεδομένα», Βυζαντινά 13.1 τρας», 34ο Συμπόσιο ΧΑΕ (2014), 134-135.
(1985), 1503-1538, χάρτης σελ. 1539.
Κατσαρός 2008: Β. Κ. Κατσαρός, Πίστη και Τέχνη. Από τον 10ο Albani 1989: J. Albani, «Die Wandmalereien der Kirche Ha-
στον 20ό αιώνα, Ι. Π. Μεσολογγίου 2008. gios Athanasios zu Leondari», JÖB 39 (1989), 259‐294,
Καπώνης 2005: Ν. Χ. Καπώνης, Η ναοδομική αρχιτεκτονική εικ. 1‐39, πίν. 1‐4.
του Δεσποτάτου της Ηπείρου, την περίοδο της δυναστεί- Küpper 1990: H.‐M. Küpper , Der Bautypus der Griechischen
ας των Κομνηνών Αγγέλων 1204-1318, τ. 1 (κείμενο), Dachtranseptkirche, Ι‐ΙΙ, Amsterdam 1990.
τ. 2 (σχέδια-εικόνες), αδημ. διδακτορική διατριβή, Αγρί- Soustal - Koder 1981: P. Soustal - J. Koder, Nikopolis und Keph-
νιο 2005. allenia, TIB 3, Wien 1981.
Κατσιώτη 1998: Α. Κατσιώτη, Οι σκηνές και ο εικονογραφικός
κύκλος του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου στη βυζαντινή τέ-
χνη, Αθήνα 1998.

180
Ο Ι Σ Ω Σ Τ Ι Κ Ε Σ Α Ν Α Σ Κ Α Φ Ε Σ Τ Η Σ 2 2 η ς Ε Β Α Τ Ο 2 0 1 3 Σ Τ Ο Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Τ Ω Ν Μ Ε ΓΑ Λ Ω Ν Δ Η Μ Ο Σ Ι Ω Ν Ε Ρ Γ Ω Ν

Οι σωστικές ανασκαφές της 22ης ΕΒΑ το 2013


στο πλαίσιο των Μεγάλων Δημόσιων Έργων

Ιωάννης Χουλιαράς, Κατερίνα Χαμηλάκη, Κατερίνα Κάτσικα, Γεωργία Γεωργίου

Τ ο 2013 η 22η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων


συνέχισε τις σωστικές ανασκαφές στο πλαίσιο των
Υποέργων σε δύο Μεγάλα Έργα του Επιχειρησιακού
χιλιόμετρο βορειοανατολικά της ακρόπολης της αρχαί-
ας Καλυδώνας2 και σε απόσταση περίπου ενάμιση χι-
λιόμετρο3 από τον παλαιοχριστιανικό ναό του Αγίου
Προγράμματος «Ενίσχυση της Προσπελασιμότητας, Γεωργίου στον ομώνυμο οικισμό4. Το 2010 εντοπίσθηκε
2007-2013». Πρόκειται για το έργο «Αποπεράτωση Υπο- βυζαντινός ναός με εκτεταμένο νεκροταφείο περιμετρι-
δομών Αυτοκινητοδρόμου ΙΟΝΙΑ ΟΔΟΣ» και συγκε- κά αυτού5. Με την ανασκαφική έρευνα του 2010-2011
κριμένα στο Τμήμα 1 από Αντίρριο μέχρι Κεφαλόβρυσο, διαπιστώθηκε η ύπαρξη τρίκλιτης βυζαντινής βασιλικής
και το έργο «Κατασκευή Οδικής Σύνδεσης της Περιοχής (εικ. 1), αποτελούμενης από κυρίως ναό-κεντρικό κλί-
Ακτίου με τον Δυτικό Άξονα Β-Ν»1. Οι εκτεταμένες σω- τος, νάρθηκα και πλευρικά κλίτη6. Ο ναός έχει εξωτερι-
στικές ανασκαφές το 2013 συνέχισαν να φέρνουν στο κές διαστάσεις 13 μ. μήκος και 10,5 μ. πλάτος, με τριμε-
φως σημαντικά κατάλοιπα της βυζαντινής περιόδου ρές ιερό και αψίδες στα τρία κλίτη. Τα πλευρικά κλίτη
στην Αιτωλοακαρνανία. Το παρόν άρθρο θα παρουσιά- επικοινωνούν με το κεντρικό μέσα από μικρά ανοίγματα
σει νέα στοιχεία για την χρονολόγηση και την ερμηνεία στην ανατολική πλευρά του ιερού. Το δάπεδο του ναού
των θέσεων καθώς και ενδεικτικά ευρήματα. καλύπτεται από πλίνθους. Ο νάρθηκας κατά την τελι-
κή φάση κατασκευής δεν φτάνει σε πλάτος τα πλευρι-
Ανασκαφές στο πλαίσιο του έργου «ΙΟΝΙΑ ΟΔΟΣ» κά κλίτη7. Από την άνοιξη του 2011 έως και σήμερα η
Η ανασκαφική έρευνα της 22ης ΕΒΑ το 2013 επικεντρώ- ανασκαφική έρευνα επικεντρώνεται στην ανασκαφή του
θηκε σε δύο θέσεις, την θέση «Άγιος Γεώργιος» κοντά πυκνού νεκροταφείου περιμετρικά της βασιλικής.
στον ομώνυμο οικισμό και το Ευηνοχώρι και πλησίον Η ανασκαφή της 22ης ΕΒΑ διεξάγεται σε έκταση 4
της Αρχαίας Καλυδώνας, και την θέση «Μπόμπορας» στρεμμάτων στην κορυφή του λοφίσκου. Στην έκταση
πλησίον του χωριού Άγιος Θωμάς και της αρχαίας Αλί- αυτή δεν εντοπίζονται κτηριακά κατάλοιπα, πλην της
κυρνας, στο Δήμο Ιεράς Πόλης Μεσολογγίου. κοιμητηριακής βασιλικής, αλλά μόνο πυκνό νεκροτα-
φείο βυζαντινής κυρίως περιόδου. Το 2013 η 22η ΕΒΑ
Βυζαντινό Νεκροταφείο στην θέση Άγιος Γεώργιος,
Ευηνοχώρι 2. Σχετικά με την τοπογραφία της Καλυδώνας και της ευρύτερης πε-
ριοχής βλ. Dietz - Stavropoulou-Gatsi 2011, 37-46
Η θέση των ανασκαφών βρίσκεται σε πανοραμικό ση- 3. Στη θέση (είσοδος σήραγγας Καλυδώνας Χ.Θ. 23+550-23+800)
διεξάγονται σωστικές ανασκαφές από το 2009 από την ΛΣΤ´ ΕΠΚΑ. Για
μείο σε λοφίσκο νότια του όρους Αράκυνθος, στην δυ- την ανασκαφή της Εφορείας βλ. Βικάτου 2012, 48. Βικάτου 2013.
τική πλευρά του ποταμού Ευήνου, σε απόσταση περίπου 4. Παλιούρας 2004, 185. Για την θέση της αρχαίας Καλυδώνας κατά
τη βυζαντινή περίοδο, βλ. Veikou 2012, λήμμα Evinochori, Calydon, 428.
ενός χιλιομέτρου από την σημερινή κοίτη του, ενάμιση 5. Ο ναός και τμήμα του βυζαντινού νεκροταφείου εντοπίστηκε κατά
τη διάρκεια των σωστικών ανασκαφών στη θέση (είσοδος σήραγγας Κα-
1. Οι συντάκτες του άρθρου συμμετείχαν στην ομάδα επίβλεψης των λυδώνας Χ.Θ. 23+550-23+800) το 2009, βλ. Βικάτου 2011, 48 και συνέχισε
έργων, η Κατερίνα Χαμηλάκη ως επιβλέπουσα επικεφαλής πεδίου, η Κα- η 22η ΕΒΑ.
τερίνα Κάτσικα ως αρχαιολόγος πεδίου στην θέση Άγιος Γεώργιος και η 6. Την ανασκαφή της τρίκλιτης βασιλικής για τα έτη 2010-2012 πραγ-
Γεωργία Γεωργία ως αρχαιολόγος πεδίου στην θέση Δρυμός. Οι σωστικές ματεύεται το άρθρο των Κουμούση - Καπώνη - Αναγνωστοπούλου, 2012.
ανασκαφές έγιναν υπό τη διεύθυνση του προϊσταμένου της 22η ΕΒΑ Ιω- 7. Η ανασκαφή της τρίκλιτης βασιλικής κυρίως στον χώρο του νάρ-
άννη Χουλιαρά. θηκα και περιμετρικά των κλιτών έως τη θεμελίωση θα συνεχιστεί το 2014.

181
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Χ Α Μ Η Λ Α Κ Η , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Κ Α Τ Σ Ι Κ Α , Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Α Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ

Εικ. 1. Η τρίκλιτη κοιμητηριακή βασιλική στη θέση Άγιος Γεώργιος Ευηνοχωρίου, αεροφωτογραφία από το αρχείο της 22ης ΕΒΑ.

Σχ. 1. Η κοιμητηριακή βασιλική και το νεκροταφείο στη θέση Άγιος Γεώργιος.

182
Ο Ι Σ Ω Σ Τ Ι Κ Ε Σ Α Ν Α Σ Κ Α Φ Ε Σ Τ Η Σ 2 2 η ς Ε Β Α Τ Ο 2 0 1 3 Σ Τ Ο Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Τ Ω Ν Μ Ε ΓΑ Λ Ω Ν Δ Η Μ Ο Σ Ι Ω Ν Ε Ρ Γ Ω Ν

συνέχισε την ανασκαφική έρευνα στο 40% της συνολι- για να πλαισιώσει την περιοχή της βασιλικής (σχ. 1). Οι
κής έκτασης8. Κατά το έτος αυτό ερευνήθηκαν 250 τά- τάφοι βρίσκονται πλησίον των κτισμάτων που εντοπίζο-
φοι, από τους συνολικά εμφανισθέντες 361. Από την νται χαμηλότερα στα ανατολικά και βόρεια του λόφου12,
αρχή της ανασκαφής έως 31-12-2013 είχαν ερευνηθεί γεγονός που μαρτυρεί την ενδεχόμενη εγκατάλειψη της
ανασκαφικά 314 τάφοι από τους οποίους 216 είναι κιβω- θέσης ως θέσης κατοίκησης κατά τη βυζαντινή περίοδο
τιόσχημοι, 39 ψευδοκιβωτιόσχημοι, 23 λακκοειδείς, 19 και την λειτουργία της ως νεκροταφείου εκτός των τει-
κεραμοσκεπείς στον τύπο του καλυβίτη, 14 ελεύθερες χών (extra muros).
ταφές, 3 κτιστοί κιβωτιόσχημοι. Στον διαχωρισμό των περιόδων χρήσης του κοιμη-
Όσον αφορά τις ταφές που ερευνήθηκαν το 2013, τηρίου συμβάλλουν τα κτερίσματα των τάφων, τα νο-
διαπιστώνεται ότι 107 τάφοι περιείχαν από μία ταφή μίσματα, η κεραμική που βρέθηκε εντός και εκτός των
ενήλικα, 73 από μία παιδική ταφή ή ταφή βρέφους, 20 τάφων. Καθώς οι περισσότεροι τάφοι ήταν ακτέριστοι,
από δύο ταφές (κυρίως ενηλίκων), 23 περιείχαν κύριες η κατά προσέγγιση χρονολόγησή τους βασίζεται και σε
ταφές και ανακομιδές, 7 περιείχαν δευτερογενείς ταφές στοιχεία όπως ο προσανατολισμός, ο τρόπος κατασκευ-
(όχι κύριες), ένας τάφος (Τ.152) περιείχε τρεις κύριες τα- ής, η θέση τους στην στρωματογραφία, ο συσχετισμός
φές και έτερος (Τ.302) πέντε. Σε αρκετούς τάφους δεν με τους λοιπούς τάφους13.
βρέθηκαν οστά. Στην πλειονότητά τους οι ταφές είναι Οι ανασκαφικές έρευνες της 22ης ΕΒΑ για το έτος
ακτέριστες. Από τους ερευνηθέντες το 2013 τάφους κτε- 2013 (σχ. 1 και εικ. 2) επικεντρώθηκαν στο εκτεταμένο
ρίσματα βρέθηκαν στους 26. κοιμητήριο βόρεια, νότια και ανατολικά της κοιμητηρι-
Πρόκειται για χάλκινα ενώτια, νομίσματα, σιδερέ- ακής βασιλικής. Οι τάφοι διατάσσονται σε δύο τουλάχι-
νια καρφιά, ακέραια ή θραυσμένα αγγεία. Στον παιδι- στον ή και περισσότερα επίπεδα. Τα ανώτερα στρώματα
κό τάφο Τ.187 βρέθηκε ένα χάλκινο κουδουνάκι, στον ανήκουν κυρίως στην μεσοβυζαντινή περίοδο, ενώ συνε-
Τ.63 ένα σιδερένιο μαχαίρι και στον Τ.234 ένα χάλκινο χίζουν και στην ύστερη βυζαντινή περίοδο και την εποχή
δαχτυλίδι. Ο τάφος Τ.71, ο οποίος χρονολογείται στην της ενετοκρατίας βάσει της νομισματικής μαρτυρίας14.
κύρια χρήση του στον 3ο αιώνα μ.Χ. (περιείχε τουλάχι- Οι ταφές ανήκουν στην πλειονότητά τους στον τύπο
στον 4 ταφές), αλλά χρησιμοποιήθηκε και σε επόμενη του κιβωτιόσχημου τάφου15. Οι τάφοι είναι κατασκευα-
περίοδο, περιελάμβανε τα περισσότερα κτερίσματα (4 σμένοι από επιμήκεις τοπικούς ψαμμιτικούς λίθους που
νομίσματα, 3 λυχνάρια, μία σιδερένια λόγχη, χάλκινη τοποθετούνται ανά δύο ή ένας στις μακριές πλευρές,
σπάτουλα, πήλινα αγγεία, 1 ληκύθιο, 1 φιάλη, 3 μόνωτα ενώ ένας μικρότερος λίθος ορίζει τις στενές πλευρές
κλειστά αγγεία, 1 θραυσμένο λεκανίδιο;)9. (εικ. 3). Οι καλυπτήριοι λίθοι είναι επίσης πλακοειδείς
Το νεκροταφείο που διατάσσεται γύρω από την από ψαμμίτη, συνήθως τρεις ή τέσσερις στον αριθμό ή
τρίκλιτη κοιμητηριακή βασιλική είναι ιδιαίτερα πυκνό λιγότεροι στις παιδικές ταφές. Τα έθιμα ταφής ακολου-
(σχ. 1). Η θέση χρησιμοποιείται ως νεκροταφείο από θούν αυτά της μεσοβυζαντινής περιόδου16. Ο νεκρός το-
την ελληνιστική περίοδο10, συνεχίζει στην ρωμαϊκή και ποθετείται σε ύπτια εκτάδην στάση με την κεφαλή στη
υστερορωμαϊκή-πρωτοβυζαντινή περίοδο και αποκτά δύση και τα χέρια συνήθως σταυρωμένα στην θωρακική,
την εικόνα ενός πυκνού σε διάταξη νεκροταφείου στην
μεσοβυζαντινή εποχή11, παράλληλα με την ίδρυση της
12. Κοντινότερο συγκρότημα αποτελεί υστερορωμαϊκό λουτρό που
τρίκλιτης βασιλικής. Η χρήση του χώρου ως κοιμητήριο ανακαλύφθηκε στις ανασκαφές της ΛΣΤ΄ ΕΠΚΑ.
τεκμηριώνεται έως τη μεταβυζαντινή περίοδο (16ος αι- 13. Μετά από την ολοκλήρωση της ανασκαφής το 2014 θα ακολου-
ώνας). Ως προς τη διάταξη του βυζαντινού νεκροταφεί- θήσει λεπτομερής μελέτη της κεραμικής, των μικροευρημάτων και του
σκελετικού υλικού, από το οποίο θα προκύψουν ασφαλέστερα στοιχεία
ου παρατηρείται μια μετατόπιση στη χρήση του χώρου για την χρονολόγηση του κοιμητηρίου.
προς τα ανατολικά του προγενέστερου νεκροταφείου, 14. Πληροφορία βασιζόμενη στην μελέτη των υπό δημοσίευση νο-
μισμάτων από τον καθηγητή του πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Χρ. Σταυ-
ράκο.
8. Το 2013 στην σωστική ανασκαφή συμμετείχαν επίσης οι αρχαιολό- 15. Ο τύπος του κιβωτιόσχημου τάφου κυριαρχεί κατά τη μέση βυζα-
γοι πεδίου Παναγής Σκλαβουνάκης και Βικτωρία Γερολύμου. ντινή περίοδο. Για τον τύπο βλ. Laskaris 2000, 298-301.
9. Για τα νομίσματα που προέρχονται από τον τάφο 71 βλ. Liampi 16. Μαρκή 2002, 174, για την θέση των μεσοβυζαντινών και υστε-
2014. ροβυζαντινών νεκροταφείων, Poulou - Tzavella - Ott, 2012, 407-408 και
10. Βικάτου 2011, 48. πίν. 15-17, για μια παρουσίαση μεσοβυζαντινών νεκροταφείων και ιδίως
11. Για παραδείγματα επαναχρησιμοποίησης νεκροταφείων εκτός του νεκροταφείου στη θέση Παραπόταμος Θεσπρωτίας και των ευρημά-
των τειχών κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο βλ. Poulou - Tzavella - Ott των του (το νεκροταφείο δημοσίευσε η ανασκαφέας Κ. Πρέκα βλ. Πρέκα
2012, 407 κ.εξ. 1992-1993).

183
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Χ Α Μ Η Λ Α Κ Η , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Κ Α Τ Σ Ι Κ Α , Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Α Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ

Εικ. 2. Αεροφωτογραφία της ανασκαφής στο βυζαντινό νεκροταφείο στη θέση Άγιος Γεώργιος, από το αρχείο της 22ης ΕΒΑ.

Εικ. 3. Τάφος 209, Άγιος Γεώργιος Ευηνοχωρίου.

184
Ο Ι Σ Ω Σ Τ Ι Κ Ε Σ Α Ν Α Σ Κ Α Φ Ε Σ Τ Η Σ 2 2 η ς Ε Β Α Τ Ο 2 0 1 3 Σ Τ Ο Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Τ Ω Ν Μ Ε ΓΑ Λ Ω Ν Δ Η Μ Ο Σ Ι Ω Ν Ε Ρ Γ Ω Ν

κοιλιακή ή βουβωνική χώρα. Λόγω του περιορισμένου


χώρου και της συνεχούς χρήσης του νεκροταφείου, πα-
ρατηρείται επανάχρηση των τάφων, με τοποθέτηση της
προγενέστερης ταφής σε ανακομιδή έξω από τον τάφο
επί των καλυπτήριων λίθων ή στο ένα άκρο του τάφου
μαζί ή όχι με κύριες ταφές.
Τα λίγα κατά περίπτωση κτερίσματα συμπεριλαμ-
βάνουν χάλκινα κοσμήματα και ελάχιστες πόρπες. Από
αυτά αναφέρουμε ενδεικτικά χάλκινα ενώτια με σφαιρί-
δια (εικ. 4), τα οποία χρονολογούνται στον 10ο αιώνα17,
μικρό χάλκινο σταυρό με εγχαράξεις (εικ. 5), πόρπη με
εγχάρακτο λέοντα (εικ. 6)18. Η πλειονότητα των τάφων
χρονολογούνται στη μέση βυζαντινή περίοδο, είναι δη-
Εικ. 4. Χάλκινο ενώτιο από τον τάφο 437, Άγιος Γεώργιος Ευ-
λαδή σύγχρονοι με την τρίκλιτη κοιμητηριακή βασιλική. ηνοχωρίου.
Η χρήση του νεκροταφείου κατά τους σκοτεινούς
αιώνες (7ο-9ο αι. μ.Χ.) δεν είναι σε αυτό το στάδιο της
ανασκαφικής έρευνας εμφανής. Στην πρωτοβυζαντινή
περίοδο (5ος-6ος αιώνας) μπορούν να ενταχθούν λίγοι
τάφοι με κτερίσματα απλούς χάλκινους κρίκους, χάλκι-
νο κοχλιάριο και λίγες πρόχους.
Οι ελάχιστοι (5) προγενέστεροι τάφοι, ρωμαϊκοί και
υστερορωμαϊκοί κεραμοσκεπείς και κιβωτιόσχημοι, δια-
χωρίζονται βάσει και του διαφορετικού προσανατολι-
σμού τους (Β-Ν).
Στο βυζαντινό νεκροταφείο δεν εντοπίζονται μέχρι
ώρας κατασκευές που να σχετίζονται με την νεκρική
τελετουργία, πχ. τράπεζες προσφορών, χώροι για νε-
κρόδειπνα. Επίσης οι τάφοι είναι μεμονωμένοι χωρίς
να εντάσσονται σε ενιαίες κατασκευές (μαρτύρια, τα-
φικά μνημεία). Εξαίρεση αποτελεί ταφικός περίβολος Εικ. 5. Μικρός χάλκινος σταυρός με εγχαράξεις από τον τάφο
42, Άγιος Γεώργιος Ευηνοχωρίου.
ορθογώνιας κάτοψης κατασκευασμένος με τεμάχια λί-
θων, κεράμων και κονιάματος, εξωτερικών διαστάσεων
2,70 x 2,70 μ., ο οποίος περιέχει τρεις κιβωτιόσχημους
τάφους με προσανατολισμό Α-Δ και 3 ανακομιδές, των
οποίων τα οστά εντοπίσθηκαν εκτός των τάφων (εικ. 7).
Σημαντικά στοιχεία για την χρονολόγηση του ναού
και τις διαφορετικές περιόδους χρήσης του κοιμητηρίου
αποτελούν τμήμα ανάγλυφης μαρμάρινης πλάκας, πι-
θανόν θωράκιο, με δύο κεραίες σταυρού, που χρησιμο-
ποιήθηκε ως κάλυμμα κιβωτιόσχημου τάφου στα νότια
της βασιλικής και ενδεχομένως προέρχεται από προγε-

17. Szmoniewski 2010, 161-172. Poulou - Tzavella - Ott 2012, 407-


408, πίν. 16. Καθημερινή Ζωή στο Βυζάντιο 2002, 434, αρ. 563, όπου χάλκινα
σκουλαρίκια με ίδια τεχνική κατασκευής.
18. Tsivikis 2012, 71. Σχετικά με αυτόν τον τύπο βυζαντινής πόρπης
που χρονολογείται στον 9ο-10ο αιώνα, βλ. Καθημερινή Ζωή στο Βυζάντιο
2002, 393-395, αρ. 482, 483, 484, 485, όπου πόρπες του τύπου χρονολο- Εικ. 6. Χάλκινη πόρπη με ανάγλυφη παράσταση λέοντα από
γούνται στον 7ο-9ο αιώνα. τον Άγιο Γεώργιο Ευηνοχωρίου.

185
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Χ Α Μ Η Λ Α Κ Η , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Κ Α Τ Σ Ι Κ Α , Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Α Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ

Εικ. 7. Ταφικός περίβολος με κιβωτιόσχημους τάφους, Άγιος Γεώργιος.

Εικ. 8. Ανάγλυφο τμήμα θωρακίου (;) σε δεύτερη χρήση ως καλυπτήριος λίθος του τάφου 293, Άγιος Γεώργιος.

186
Ο Ι Σ Ω Σ Τ Ι Κ Ε Σ Α Ν Α Σ Κ Α Φ Ε Σ Τ Η Σ 2 2 η ς Ε Β Α Τ Ο 2 0 1 3 Σ Τ Ο Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Τ Ω Ν Μ Ε ΓΑ Λ Ω Ν Δ Η Μ Ο Σ Ι Ω Ν Ε Ρ Γ Ω Ν

Εικ. 9. Αεροφωτογραφία της ανασκαφής της 22ης ΕΒΑ στη θέση Ράχη Μπόμπορα, Άγιος Θωμάς, από το αρχείο της 22ης ΕΒΑ.

νέστερη φάση του ναού (εικ. 8), καθώς και η παρουσία οποίας επίσης ανασκάπτεται στα πλαίσια του έργου Ιο-
τεσσάρων ογκόλιθων στη θεμελίωση της κεντρικής και νία Οδός20, και σε απόσταση ενός χιλιομέτρου βορειοα-
της βόρειας αψίδας της βασιλικής. Πρόκειται για ορθο- νατολικά των θερμών του Αγίου Θωμά21.
γώνιους ογκόλιθους πιθανόν σε δεύτερη χρήση. Κατά τη διάρκεια των σωστικών ανασκαφών ερευ-
νήθηκε όλη η έκταση του κοιμητηρίου, που διασώθηκε
Βυζαντινό νεκροταφείο στη Θέση «Ράχη Μπόμπορα» από νεότερες επεμβάσεις και κατολισθήσεις στο λόφο.
Αγίου Θωμά Μεσολογγίου Συνολικά ανασκάφηκαν 292 τάφοι σε ερευνηθείσα έκτα-
ση 2.600 μ2 περίπου (εικ. 9).
Το 2013 η 22η ΕΒΑ ολοκλήρωσε την σωστική ανασκα-
Το βυζαντινό νεκροταφείο περιλαμβάνει κυρίως κι-
φή στην θέση «Ράχη Μπόμπορα», στη χιλιομετρική θέση
βωτιόσχημους τάφους τοποθετημένους σε προσανατο-
30+450, του έργου της Ιονίας Οδού, η οποία διεξαγό-
λισμό Α-Δ (σχ. 2). Οι τάφοι είναι κατασκευασμένοι από
ταν τμηματικά από το 201019. Το βυζαντινό νεκροταφείο
αργούς πλακοειδείς τοπικούς ψαμμιτικούς λίθους τοπο-
βρίσκεται σε περίοπτη θέση, σε υψόμετρο 55 μέτρων,
θετημένους από 1 έως 5 στις μακρές πλευρές, αναλόγως
στη νότια πλευρά χαμηλού λόφου στις νότιες υπώρειες
του μήκους του τάφου, και από ένας συνήθως στις στε-
του όρους Αράκυνθος, πάνω από τον κάμπο του Μεσο-
νές πλευρές. Το εσωτερικό των τάφων είναι ορθογώνιο
λογγίου. Βρίσκεται δυτικά και σε απόσταση λίγων χι-
επίμηκες, ενώ σε ορισμένους το ανατολικό τμήμα, που
λιομέτρων από την αρχαία πόλη Αλίκυρνα, τμήμα της
αντιστοιχεί στα πόδια του νεκρού, είναι στενότερο. Οι
τάφοι καλύπτονταν επίσης από αργούς ψαμμιτικούς
19. Το 2010 την ανασκαφή διενήργησε η ΛΣΤ´ ΕΠΚΑ με προσωπικό
που προσέλαβε η ανάδοχος εταιρία του έργου. Από τον Ιούνιο 2011 την πλακοειδείς λίθους (εικ. 10). Υπάρχουν και οι περιπτώ-
ανασκαφή διενήργησε η 22η ΕΒΑ υπό τη διεύθυνση των προϊσταμένων σεις λακκοειδών τάφων χωρίς πλευρικούς λίθους που
της Μαρίας Καζανάκη-Λάππα, Αναστασίας Κουμούση, Ιωάννη Χουλιαρά,
την επίβλεψη της αρχαιολόγου Κατερίνας Χαμηλάκη ως επικεφαλής πεδί-
ου και αρχαιολόγους στη θέση την Άννα Αμυγδαλά, για όλη τη διάρκεια 20. Βικάτου 2012, 155-156.
του έργου, και την Βικτωρία Γερολύμου για μικρότερο διάστημα. 21. Πετρόπουλος 2004, 413-432.

187
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Χ Α Μ Η Λ Α Κ Η , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Κ Α Τ Σ Ι Κ Α , Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Α Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ

Εικ. 10. Κιβωτιόσχημος τάφος, Ράχη Μπόμπορα, Άγιος Θωμάς.

καλύπτονται από αργούς λίθους. Ελάχιστοι και κυρίως σε 13 από αυτούς, εκ των οποίων σε 6 παιδικούς τάφους.
παιδικοί, 5 στον αριθμό, είναι οι κεραμοσκεπείς τάφοι. Πρόκειται για χάλκινα κοσμήματα, χάντρες, νομίσματα,
Η πλειονότητα των τάφων (171) περιείχε μία ταφή. εγχειρίδια, ενώ δεν βρέθηκαν ακέραια αγγεία στο εσω-
Ο νεκρός ήταν τοποθετημένος με την κεφαλή στη δύση τερικό των τάφων.
και τα χέρια σταυρωμένα στον θώρακα ή τη βουβωνική Οι τάφοι καταλαμβάνουν στρωματογραφικά ένα
χώρα. 52 τάφοι περιείχαν δύο ταφές, συνήθως μη σύγ- επίπεδο, εκτός από ένα σημείο όπου μια ομάδα τάφων
χρονες, ενώ περί τους 30 τάφους περιείχαν πολλαπλές τοποθετήθηκε σε επίπεδο πάνω από υποκείμενους. Εί-
ταφές με 3 έως 5 νεκρούς. Σε 38 τάφους δεν διατηρή- ναι πυκνότεροι στο κέντρο και τη νότια πλευρά του
θηκε το σκελετικό υλικό. Δεν εντοπίστηκαν ανακομιδές νεκροταφείου (σχ. 2). Σε μία περίπτωση επιμήκης τοί-
εκτός τάφων. Το δάπεδο των τάφων δεν έχει επένδυση, χος από αργούς λίθους λειτουργεί πιθανόν ως ταφικός
ενώ δεν παρατηρείται η συνήθεια τοποθέτησης πλίνθου περίβολος στο ανατολικό άκρο του νεκροταφείου. Στο
ή λίθου κάτω από το κεφάλι του νεκρού. επίπεδο όπου εκτείνεται το νεκροταφείο δεν εντοπίζο-
Ενδεικτικός της παιδικής θνησιμότητας και των δυ- νται κτήρια ή κατασκευές με εξαίρεση τα θεμέλια ενός
σχερών συνθηκών διαβίωσης κατά την διάρκεια χρήσης ορθογώνιου χώρου με είσοδο, έναν τετράγωνο χώρο και
του νεκροταφείου είναι ο μεγάλος αριθμός παιδικών τά- πιθανό δεύτερο κατά μήκος αυτού στο νότιο όριο του
φων που ανασκάφηκε. Οι παιδικοί τάφοι είναι σχεδόν οι νεκροταφείου, η λειτουργία του οποίου δεν μπορεί να
μισοί του συνόλου (143 από 292), οι ταφές είναι κυρίως προσδιοριστεί λόγω της κακής κατάστασης διατήρησής
μεμονωμένες, ενώ σε λίγες περιπτώσεις έχουμε παιδική του.
ταφή που συνοδεύει ταφή ενήλικα. Τα κτερίσματα των Η ανασκαφή απέδωσε ελάχιστη κεραμική, στην συ-
τάφων είναι πολύ περιορισμένα και εντοπίζονται μόνο ντριπτική πλειοψηφία της άβαφη. Δύο χαρακτηριστικά

188
Ο Ι Σ Ω Σ Τ Ι Κ Ε Σ Α Ν Α Σ Κ Α Φ Ε Σ Τ Η Σ 2 2 η ς Ε Β Α Τ Ο 2 0 1 3 Σ Τ Ο Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Τ Ω Ν Μ Ε ΓΑ Λ Ω Ν Δ Η Μ Ο Σ Ι Ω Ν Ε Ρ Γ Ω Ν

Σχ. 2. Το βυζαντινό νεκροταφείο στη θέση Ράχη Μπόμπορα, Άγιος Θωμάς Μεσολογγίου.

Εικ. 11. Πρόχους, Ράχη Μπόμπορα, Άγιος Θωμάς. Εικ. 12. Χάλκινο ενώτιο από τον τάφο 233, Ράχη Μπόμπορα,
Άγιος Θωμάς.

δείγματα πρόχου και άλλου κλειστού αγγείου που βρέ- μ.Χ. (εικ. 11)22. Στην ανασκαφή βρέθηκαν λίγα νομίσμα-
θηκαν εκτός τάφων, χρονολογούνται στον 7ο αιώνα τα κυρίως εντός των τάφων και δύο εκτός. Δύο από τα

22. Yangaki 2005, αρ. 478, 138-139, όπου κοντινό παράλληλο.

189
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Χ Α Μ Η Λ Α Κ Η , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Κ Α Τ Σ Ι Κ Α , Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Α Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ

θέση Κελεφή Δρυμού Βόνιτσας, πραγματοποιούνται


από το Νοέμβριο του 2012 έως και σήμερα ανασκαφι-
κές εργασίες από την 22ης ΕΒΑ υπό τη διεύθυνση του
προϊσταμένου της 22ης ΕΒΑ Ιωάννη Χουλιαρά26. Η
θέση Δρυμός βρίσκεται στη νότια ακτή του Αμβρακικού
κόλπου27 σε κοντινή ακτίνα με τις σημαντικές αρχαίες
πόλεις Θύρρειο και Ανακτόριο και κοντά στις παράλιες
οχυρώσεις στη θέση Ρούγα, πιθανό αρχαίο Εχίνο ή αρ-
χαία Ηράκλεια, επίνεια του Θυρρείου. Ήταν γνωστή από
τις ανασκαφές του Ευθυμίου Μαστροκώστα το 1967-68,
όπου είχαν εντοπιστεί στην ευρύτερη περιοχή 3 βασιλι-
κές και τμήμα κτηρίου με αρκετά δωμάτια28. Ακολούθη-
σαν σωστικές ανασκαφές στον οικισμό όπου εντοπίστη-
Εικ. 13. Σύνολο χαντρών και αργυρά ενώτια, Ράχη Μπόμπο-
ρα, Άγιος Θωμάς. καν αρχιτεκτονικά μέλη πρωτοβυζαντινής περιόδου29.
Οι έρευνες της 22ης ΕΒΑ έρχονται να επαληθεύσουν τις
νομίσματα που βρέθηκαν εντός τάφων ανήκουν στον διαπιστώσεις αυτές και να αποκαλύψουν με συστηματι-
Λέοντα ΣΤ΄ τον Σοφό (886-912) και στον Νικηφόρο Β΄ κό τρόπο ένα σημαντικό παράκτιο κέντρο της Ύστερης
Φωκά (963-969) πιστοποιώντας για την χρήση του νε- Αρχαιότητας30. Η ανασκαφή γίνεται σε δύο τμήματα βό-
κροταφείου τον 10ο αιώνα, ενώ τουλάχιστον δύο ακόμα ρεια και νότια της εθνικής οδού Αμφιλοχίας-Βόνιτσας,
ανήκουν στην μεσοβυζαντινή περίοδο. Ένα νόμισμα από στο χώρο μελλοντικής κατασκευής ημικόμβου του έρ-
υστερορωμαϊκό τάφο ανήκει στον Αντωνίνο Πίο. Συχνό γου. Στο «Νότιο Τομέα» η 22η ΕΒΑ ανασκάπτει σημα-
κτέρισμα είναι τα χάλκινα ενώτια (εικ. 12) και ενίοτε αρ- ντική παλαιοχριστιανική τρίκλιτη βασιλική με ψηφιδω-
γυρά. Απαντούν επίσης χάντρες (εικ. 13)23, περίαπτα και τά δάπεδα31.
εγχειρίδια24, τα οποία τοποθετούνται στην περίοδο από Στον Βόρειο Τομέα και με την αφαίρεση επίχωσης
0,80μ. περίπου αποκαλύφθηκαν τα λείψανα ενός κτηρι-
τα τέλη του 7ου έως και τον 10 αιώνα.
ακού συγκροτήματος σε έκταση έως το τέλος του 2013,
Βάσει των λίγων ευρημάτων, του προσανατολισμού
1150 μ2 (σχ. 3), η ανασκαφή του οποίου συνεχίζεται χω-
και του τρόπου κατασκευής των τάφων, καθώς και της
ρίς τα όριά του να έχουν αποκαλυφθεί32. Το έτος 2013 η
κεραμικής που βρέθηκε στις επιχώσεις, κυρίως γύρω από
ανασκαφή επικεντρώθηκε στην αποκάλυψη όσο το δυ-
τους τάφους, η κύρια περίοδος χρήσης του κοιμητηρίου
νατόν μεγαλύτερης έκτασης του κτηρίου παραμένοντας
εκτείνεται από τους σκοτεινούς αιώνες (7ο-8ο αιώνα) στο επίπεδο της άνω επιφάνειας των τοίχων.
έως και τον 10ο αιώνα μ.Χ.25. Μοναδικός προγενέστε- Συγκεκριμένα, το κτηριακό συγκρότημα αναπτύσσε-
ρος τάφος είναι ο υστερορωμαϊκός, κτιστός με πλίνθους ται σε δύο κύρια τμήματα-πτέρυγες, ένα ορθογώνιο στα
κιβωτιόσχημος τάφος με προσανατολισμό Β-Ν που βρί-
σκεται στο νότιο άκρο του νεκροταφείου κοντά στο τε- 26. Την καθημερινή επίβλεψη των ανασκαφών έχουν οι έκτακτοι
τράπλευρο κτίσμα, ο οποίος τοποθετείται από το τέλος αρχαιολόγοι Γεωργία Γεωργίου, Ιωάννα Γκούμπλια, Παναγιώτης Δελαβί-
νιας, Ευαγγελία Σκεντέρη, ενώ την επίβλεψη για τον Βόρειο Τομέα ως
του 3ου αι. μ.Χ. και μετά.
επικεφαλής αρχαιολόγος πεδίου έχει η Κατερίνα Χαμηλάκη αρχαιολόγος
της 22ης ΕΒΑ.
Ανασκαφές στη θέση Δρυμός 27. Για την άνθιση των οικισμών στις ακτές του Αμβρακικού κατά την
ρωμαϊκή και παλαιοχριστιανική περίοδο βλ. Bowden 2003, 18-19. Σταυ-
Στα πλαίσια της κατασκευής του οδικού άξονα που συν- ροπούλου-Γάτση - Σαράντη 2013, 672.
28. Μαστροκώστας 1971. Η θέση αναφέρεται από πολλούς ερευνη-
δέει την περιοχή Ακτίου με τον δυτικό άξονα Β-Ν, στη τές, ενδεικτικά: Soustal - Koder 1981, λήμμα Drymos, 148. Veikou 2012,
λήμμα Drymos, 420-421.
29. Κωνστάντιος - Χαλκιά 1983, 210-211, πίν. 77.
23. Για παράλληλα χρονολογούμενα από την ανασκαφέα στον 7ο-8ο 30. Χουλιαράς 2014, 210-211.
αιώνα βλ. Βικάτου 2002, 254, εικ. 18δ, 22β. 31. Παρουσίαση των ευρημάτων της σωστικής ανασκαφής στον το-
24. Βλ. Vida - Volling 2000, passim σχετικά με την παρουσία σιδερέ- μέα αυτό βλ. Χουλιαράς 2014.
νιων εγχειριδίων σε σλαβικές ταφές. 32. Παράλληλα μεγάλων κτηριακών συγκροτημάτων της περιόδου
25. Γνωστό βυζαντινό νεκροταφείο στην ευρύτερη περιοχή με μπορούν να αναζητηθούν στο επισκοπικό ανάκτορο και στην έπαυλη του
κιβωτιόσχημους τάφους αποκαλύφθηκε κατά την ανασκαφή στην τρί- Αντωνίνου στη Νικόπολη, στο τρίκογχο ανάκτορο στον Βουθρωτό και
κλιτη βασιλική Φοινικιάς Μεσολογγίου βλ. Ζαφειροπούλου 1973-1974. σε άλλες θέσεις της Ηπείρου βλ. Bowden 2003, 46-53. Bowden - Mitchell
Παλιούρας 2004, 49, εικ. 12, 50. 2007, 455-474.

190
Ο Ι Σ Ω Σ Τ Ι Κ Ε Σ Α Ν Α Σ Κ Α Φ Ε Σ Τ Η Σ 2 2 η ς Ε Β Α Τ Ο 2 0 1 3 Σ Τ Ο Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Τ Ω Ν Μ Ε ΓΑ Λ Ω Ν Δ Η Μ Ο Σ Ι Ω Ν Ε Ρ Γ Ω Ν

Σχ. 3. Το κτηριακό συγκρότημα στον Βόρειο Τομέα της σωστικής ανασκαφής της 22ης ΕΒΑ στον Δρυμό Βόνιτσας.

ΒΔ με κατεύθυνση ΒΔ-ΝΑ (χώρος 1) και ένα δεύτερο Το τμήμα 2 σχηματίζει σχεδόν ορθή γωνία με το τμή-
ορθογώνιο τμήμα προς τα ΒΑ και σχεδόν κάθετα στο μα 1 και επεκτείνεται ΒΑ προς την θάλασσα. Πρόκειται
πρώτο (χώρος 2) με κατεύθυνση ΒΑ-ΝΔ (σχ. 3). για έναν επιμήκη χώρο (χώρος 2) με 3 τουλάχιστον ορ-
Το ένα τμήμα (χώρος 1) είναι επίμηκες ορθογώνιο θογώνια δωμάτια (δωμάτια 3, 4, 5), ενώ στα ΒΑ έχουν
και χωρίζεται σε δύο τουλάχιστον συνεχόμενα ορθογώ- αποκαλυφθεί αψιδωτοί χώροι που ανήκουν σε λουτρό
νια μεγάλων διαστάσεων δωμάτια με εισόδους και στις και στα ΒΔ τοίχοι λεπτού πάχους και πεσσοί κατασκευα-
δύο μακρές πλευρές, τα οποία χωρίζονται εσωτερικά με σμένοι από τετράγωνες πλίνθους που ορίζουν επιμήκη
τοιχία. Στο νοτιοανατολικό άκρο του Δωματίου 1 έχει χώρο. Η πρόσβαση στον χώρο 2 γίνεται από τη ΒΔ μα-
εντοπιστεί εγκατάσταση εισόδου νερού και θέρμανσής κριά πλευρά, μέσα από τα ανοίγματα του τοίχου Τχ13,
του με σύστημα υποκαύστων (εικ. 14). Το νερό μεταφέ- ορατού μήκους 28,53 μ., που διαμορφώνεται με πεσσο-
ρεται από νότο με πήλινους αγωγούς τοποθετημένους στοιχία αποτελούμενη από έξι πεσσούς και πέντε του-
παράλληλα με αγωγό απορροής υδάτων, χτιστού από λάχιστον ανοίγματα, αλλά και από τη ΝΔ μακριά πλευ-
πέτρες και κονίαμα και καλυμμένου με λίθινες πλάκες. ρά από δυο ανοίγματα που εντοπίζονται στην Τχ14, η

191
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Χ Α Μ Η Λ Α Κ Η , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Κ Α Τ Σ Ι Κ Α , Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Α Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ

Εικ. 14. Δωμάτιο 1, σύστημα υποκαύστων, κτηριακό συγκρότημα, Δρυμός Βόνιτσας.

οποία έχει μήκος 19,07 μ. Μεταξύ των δωματίων 3, 4, 5 και παλαιοχριστιανικά λουτρά, ενδεικτικά στις Φθιώτι-
και των μακριών τοίχων 13 και 14 διαμορφώνονται επι- δες Θήβες34.
μήκεις χώροι-στοές (σχ. 3). Στα ΝΔ των αψιδωτών δωματίων 7 και 8 αποκαλύ-
Τα δωμάτια 3 και 4 στο κέντρο αυτού του τμήματος φθηκε άλλο ένα δωμάτιο (10), εμβαδού 13,10 μ2 καμπύ-
διατάσσονται παράλληλα, αλλά το δωμάτιο 4 έχει μεγα- λου σχήματος.
λύτερες διαστάσεις και χωρίζεται εσωτερικά από τοίχο. Στα ΒΔ του χώρου 2 εντοπίστηκαν πλινθόκτιστοι
Το δωμάτιο 5 είναι ορθογώνιο με μικρότερες διαστάσεις τοίχοι και πεσσοί που σχηματίζουν οχτώ κτιστές κόγχες
και σώζει άνοιγμα με μαρμάρινο κατώφλι, μπροστά από και αναπτύσσονται σε τρεις σειρές παράλληλες μεταξύ
το οποίο βρέθηκε μεγάλος αμφικίονας και ακόσμητο τους. Ένας διάδρομος, που μεσολαβεί μεταξύ της δεύτε-
επίκρανο. ρης και τρίτης σειράς από κόγχες, τις συνδέει αφενός με
Τα τέσσερα αψιδωτά δωμάτια στο ΒΑ άκρο του χώ- τον χώρο 2 στα ΝΔ τους και αφετέρου με, το μη ερευ-
ρου λόγω κάτοψης μπορούν να ταυτιστούν με τον πυ- νημένο ακόμη, υπόλοιπο κτηριακό συγκρότημα στα ΒΑ
ρήνα λουτρικού συγκροτήματος, παρότι η ανασκαφή τους. Στη σειρά ένα, στην οποία αποκαλύφθηκαν δυο
βρίσκεται ακόμα σε ανώτερα στρώματα (εικ. 15). Τα δω- κόγχες, εντοπίστηκαν σπαράγματα τοιχογραφίας. Οι
μάτια 6, 7 και 8 έχουν κατεύθυνση ΒΑ-ΝΔ και είναι πα- τοιχοποιίες είναι κατασκευασμένες με τρεις τρόπους δό-
ράλληλα μεταξύ τους, ενώ το δωμάτιο 9 έχει κατεύθυν- μησης (εικ. 16)35:
ση ΒΔ-ΝΑ και λειτουργεί πιθανόν ως προθάλαμός τους. α) Τοιχοποιία κατασκευασμένη με εναλλαγή σειράς
Πρόκειται πιθανόν για χώρο λουτρού με αίθουσες λίθων επεξεργασμένων και μη με μια τουλάχιστον σειρά
θερμού και ψυχρού λουτρού με μικρές πισίνες στις αψί- πλίνθων (opus mixtum).
δες τοποθετημένες γύρω από έναν χώρο εισόδου. Ανή- β) Τοιχοποιία κατασκευασμένη εξολοκλήρου με
κει στον τύπου λουτρού που διατάσσεται σε «γωνία»33. πλίνθους. Με τον τρόπο αυτό είναι κατασκευασμένοι οι
Ο τύπος λουτρού έχει παράλληλα σε υστερορωμαϊκά
34. Βλ. Σωτηρίου 1955, 134.
35. Και οι τρεις τρόποι δόμησης παρουσιάζουν παράλληλα με τον
33. Angular row type στην κατάταξη της Nielsen 1993. τρόπο κατασκευής της τρίκλιτης βασιλικής του Νοτίου Τομέα.

192
Ο Ι Σ Ω Σ Τ Ι Κ Ε Σ Α Ν Α Σ Κ Α Φ Ε Σ Τ Η Σ 2 2 η ς Ε Β Α Τ Ο 2 0 1 3 Σ Τ Ο Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Τ Ω Ν Μ Ε ΓΑ Λ Ω Ν Δ Η Μ Ο Σ Ι Ω Ν Ε Ρ Γ Ω Ν

Εικ. 15. Το λουτρό στα ΒΑ του συγκροτήματος, Δρυμός Βό-


νιτσας.

πεσσοί, οι σειρές με τα κτιστά θρανία και οι αψίδες στα


δωμάτια 6, 7, 8, 9.
γ) Τοιχοποιία κατασκευασμένη σύμφωνα με το πλιν-
θοπερίκλειστο σύστημα (Τχ22).
Στο σύνολο του συγκροτήματος έχουν εντοπιστεί β
εντός των τοιχοποιιών οριζόντια, διαμπερή ανοίγματα
τετράγωνης διατομής. Επίσης, σε ορισμένες τοιχοποιίες
παρατηρήθηκε ότι υπάρχοντα ανοίγματα, είσοδοι, κλεί-
στηκαν πιθανώς σε μεταγενέστερη χρήση του χώρου.
Εξωτερικά του κτηριακού συγκροτήματος έχουν
εντοπιστεί τρία τμήματα αγωγών. Πρόκειται για πήλι-
νους κυλινδρικούς αγωγούς, που οριοθετούνται είτε
από τοιχοποιίες, είτε από λίθινες πλάκες κάθετα τοπο-
θετημένες. Το τρίτο τμήμα αγωγού εντοπίστηκε στα ΝΑ
του χώρου 2 και συγκεκριμένα στα ΝΑ του δωματίου
5. Πρόκειται για κτιστό αγωγό, ο οποίος κατευθύνεται
προς το χώρο των αψιδωτών δωματίων. Έχουν επίσης
εντοπιστεί ακόσμητα επίκρανα παραστάδων και μεγά-
λου μεγέθους αμφικίονας. γ
Ερμηνεία κτηρίου: Πρόκειται για κτήριο που δια- Εικ. 16 (α, β, γ): Τρόποι δόμησης στο κτηριακό συγκρότημα
τάσσεται σε σχήμα Γ πιθανόν γύρω από αυλή ή ανοι- του Βορείου Τομέα, Δρυμός Βόνιτσας, α) opus mixtum, β)
χτό χώρο. Οι δύο πτέρυγές του επεκτείνονται προς τα δόμηση με πλίνθους, γ) ατελές πλινθοπερίκλειστο σύστημα.

193
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Χ Α Μ Η Λ Α Κ Η , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Κ Α Τ Σ Ι Κ Α , Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Α Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ

ΒΔ και ΒΑ αντίστοιχα. Διαθέτει λουτρικές εγκαταστά- Συμπεράσματα


σεις, πιθανό χώρο αποδυτηρίων μπροστά από αυτές και
Οι σωστικές ανασκαφές της 22ης ΕΒΑ το 2013 προσέ-
πλήθος δωματίων μεγάλων διαστάσεων, ορισμένα με
θεσαν νέα στοιχεία στην ιστορία, αρχαιολογία και το-
επιμελημένες εισόδους36. Τα πολλά δωμάτια ίδιου κατά
πογραφία της πρωτοβυζαντινής και βυζαντινής περι-
τα φαινόμενα μεγέθους, καθώς και η διάταξη πίσω από
όδου στην Αιτωλοακαρνανία. Τα ιδιαίτερα εκτεταμένα
στοές-διαδρόμους οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκει-
νεκροταφεία βυζαντινής περιόδου στην περιοχή του
ται για πολυτελές αστικό συγκρότημα, η λειτουργία του Αγίου Γεωργίου Ευηνοχωρίου και στην Ράχη Μπόμπο-
οποίου θα αποκαλυφθεί κατά την πορεία των ανασκα- ρα Αγίου Θωμά Μεσολογγίου δηλώνουν την παρουσία
φικών ερευνών. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το μέγε- ακμαζόντων οικισμών βυζαντινής περιόδου στην νότια
θος του οικοδομήματος37 ενισχύει την άποψή μας για Αιτωλία, οι οποίοι δεν έχουν έως σήμερα ταυτιστεί, και
την σπουδαιότητα του Δρυμού ως οικισμού σημαντικού παρέχουν στοιχεία για τον υλικό τους βίο και πολιτισμό.
μεγέθους, ο οποίος ήταν πόλος έλξης πολλών επισκε- Οι σωστικές ανασκαφές στη θέση Δρυμός Βόνιτσας έρ-
πτών, προσκυνητών πιθανότατα των τριών τουλάχιστον χονται να επιβεβαιώσουν και να τεκμηριώσουν πληρέ-
παλαιοχριστιανικών βασιλικών. Το συγκρότημα χρονο- στερα την αρχαιολογική έρευνα των παρελθόντων ετών
λογείται βάσει κεραμικής38 στην περίοδο της Ύστερης και να αποδώσουν στην έρευνα και το κοινό μια σημα-
Αρχαιότητας, ενώ βρισκόταν σε χρήση την περίοδο λει- ντική παράκτια θέση της πρωτοβυζαντινής περιόδου
τουργίας της παλαιοχριστιανικής βασιλικής του Νοτίου στις νότιες ακτές του Αμβρακικού.
Τομέα.

36. Για την ανάπτυξη κοσμικών συγκροτημάτων της Ύστερης Αρχαι-


ότητας στα αστικά κέντρα στον ελλαδικό χώρο, βλ. Πετρίδης 2008, 247-
258. Ellis 2007, 1-22.
37. Το οικοδόμημα μπορεί να συγκριθεί με άλλα μεγάλα συγκροτή-
ματα στην Ήπειρο και τη Δυτική Ελλάδα, όπως στη Νικόπολη και τον
Βουθρωτό (Τρίκογχο Ανάκτορο).
38. Αμφορείς τύπου Late Roman 5 από την περιοχή της Παλαιστίνης
που χρονολογούνται στον 6ο αιώνα μ.Χ. εντοπίστηκαν στο δωμάτιο 1 του
χώρου 1 καθώς και εμπορικοί αμφορείς του 5ου-6ου αιώνα.

Abstract
The rescue excavations of the 22nd Ephorate of Byzantine Antiquities in 2013 conducted during the
Major Public Works Projects

Ioannis Chouliarás, Katerina Chamilaki, Katerina Katsika, Georgia Georgiou

I n 2013 the 22nd Ephorate of Byzantine Antiquities


in Aetoloakarnania and Lefkada conducted rescue
excavations as part of two Major Public Works Projects
antine cemetery basilica with nathex. The basilica was
erected on the site of an ancient cemetery dating from
the Hellenistic to the Late Antique period. In the middle
funded by the EU Operational Programme “Reinforce- and late byzantine period the area around the basilica
ment of Accessibility 2007-2013”. During the construc- was densely covered with cist graves. Until 2013, 314
tion work of Motorway 5 “Ionia Odos”, part of E55, the graves had been excavated, 216 cist graves, 39 partly cist
Byzantine Ephorate spotted and excavated two large graves, 23 graves in a ditch, 19 tile graves, 14 loose graves
byzantine cemeteries in Aetolia. The first one lies at the and 3 built cist graves with tiles. 73 out of 314 were child
site of Hagios Georgios, northeast of ancient Kalydon, graves. Only 26 graves contained grave goods. The use of
near the modern village of Evinochori. On the southeast the byzantine cemetery based on pottery, coins, stratig-
ridges of mountain Arakynthos overlooking the Evinos raphy, burial customs and the grave typology, reaches its
river valley stands an extra muros three aisle middle byz- peak in the middle byzantine period (10th-11th century)

194
Ο Ι Σ Ω Σ Τ Ι Κ Ε Σ Α Ν Α Σ Κ Α Φ Ε Σ Τ Η Σ 2 2 η ς Ε Β Α Τ Ο 2 0 1 3 Σ Τ Ο Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Τ Ω Ν Μ Ε ΓΑ Λ Ω Ν Δ Η Μ Ο Σ Ι Ω Ν Ε Ρ Γ Ω Ν

but it continues to be in use in the late and post-byzan- ous habitation of south Aetolia in the middle byzantine
tine era until the 16th century. period.
The second cemetery site, near the modern village Another major excavation conducted by the 22nd
of Hagios Thomas, lies on a low hill on the south slopes Ephorate of Byzantine Antiquities took place as part of
of mount Arakynthos overlooking the plain of modern the “Construction of the Road Connection of Aktion to
Mesologgi. It is located a few thousand meters west of the North-South West Branch”. The excavations, located
ancient Alikyrna and northwest of the roman baths of on the northeast entrance of the modern village Dry-
Hagios Thomas. In 2013 the 22nd Ephorate of Byzan- mos, revealed the center of a Late Antique town on the
tine Antiquities completed the excavation of a byzantine south coast of Ambrakikos Golf. North of the three aisle
cemetery with 292 graves. The majority were cist graves basilica with the elaborate mosaic floors, a large build-
constructed of local limestone slabs, while there were ing complex with baths covering an area of at least 1150
very few tile and ditch graves. 143 out of 292 were child sq.m. was partly excavated in 2013. The building com-
graves, while 82 graves accommodated multiple burials. plex consists of two rows of large rectangular rooms ar-
Only 13 graves contained grave goods, mainly bronze ranged at right angle around a possible courtyard. There
and iron jewelry, knives and fibulae. Based on coins, are indications of at least two baths within the complex.
grave goods and pottery the cemetery was mainly used The most elaborate ones are located at the northeast cor-
between the late 7th to the 10th century AD, while two ner of the building and belong to the angular row type
graves date in the late roman period. with apsidal rooms and semicircular piscinae. The build-
The byzantine settlements related to both of the cem- ing complex, which is still being excavated, dates in the
eteries excavated remain unidentified, however the exis- late antique period and was still in use during the early
tence of densely used burial areas testify to the continu- byzantine period (6th century AD).

Βιβλιογραφία

Αξιώτη 1980: Κ. Ἀξιώτη, «Ρωμαϊκοί δρόμοι τῆς Αἰτωλοακαρ- λάδα. Οργάνωση, τυπολογία, ταφική ζωγραφική, μαρτύ-
νανίας», ΑΔ 35 (1980), Α´ Μελέται, 186-205. ρια, κοιμητηριακές βασιλικές», ΔΧΑΕ ΚΓ΄ (2002), 163-
Βικάτου 2002: Ο. Βικάτου, «Το χριστιανικό νεκροταφείο στην 176.
Αγία Τριάδα Ηλείας. Συμβολή στη μελέτη της χειροποίη- Μαστροκώστας 1971: Ε. Μαστροκώστας, «Παλαιοχριστιανι-
της κεραμικής», Πρωτοβυζαντινή Μεσσήνη και Ολυμπία. καί βασιλικαί Δρυμοῦ Βονίτσης», ΑΑΑ IV (1971), 185-
Αστικός και αγροτικός χώρος στη Δυτική Πελοπόννησο, 193.
επιμ. Π. Θέμελης, Β. Κόντη, Αθήνα, 238-270. Παλιούρας 2004: Αθ. Παλιούρας, Βυζαντινή Αιτωλοακαρνα-
Βικάτου 2011: Ο. Βικάτου, «Το Έργο της ΛΣΤ΄ Εφορείας Προ- νία, Αγρίνιο 20042.
ϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων κατά το έτος Καθημερινή Ζωή στο Βυζάντιο 2002: Καθημερινή Ζωή στο Βυ-
2011», Τα Αιτωλικά 17 (2011), 44-73. ζάντιο, κατάλογος έκθεσης, Θεσσαλονίκη, Λευκός Πύρ-
Βικάτου 2012: Ο. Βικάτου, «Το Έργο της ΛΣΤ΄ Εφορείας Προ- γος Οκτώβριος 2001-Ιανουάριος 2002, επιμ. Δ. Παπανι-
ϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων κατά το έτος κόλα-Μπακιρτζή, Αθήνα 2002.
2011», Τα Αιτωλικά 19 (2012), 146-195. Πετρίδης 2008: Π. Πετρίδης, «Παρατηρήσεις στις πόλεις και
Ζαφειροπούλου 1973-1974: Φ. Ζαφειροπούλου, ΑΔ 29 (1973- τις αστικές οικίες της ύστερης αρχαιότητας στον ελλαδι-
1974), B´ Χρονικά, 527-530. κό χώρο», ΔΧΑΕ ΚΘ΄ (2008), 247-258.
Κουμούση - Καπώνης - Αναγνωστοπούλου 2012: Α. Κουμού- Πετρόπουλος 2004: Μ. Πετρόπουλος, «Ρωμαϊκές Θέρμες κο-
ση - Ν. Καπώνης - Ε. Αναγνωστοπούλου, «Νέα αρχαιο- ντά στο Μεσολόγγι. Μετά από την ανασκαφή», Πρακτι-
λογικά δεδομένα της βυζαντινής και μεταβυζαντινής πε- κά Β΄ Διεθνούς Ιστορικού και Αρχαιολογικού Συνεδρίου
ριόδου από το ανασκαφικό έργο της 22ης ΕΒΑ στα πλαί- Αιτωλοακαρνανίας (Αγρίνιο 29-31 Μαρτίου 2002), Αγρί-
σια της κατασκευής της Ιονίας Οδού στην περιοχή του νιο 2004, τ. 1, 413-432.
δήμου Μεσολογγίου Ν. Αιτωλοακαρνανίας», Πρακτικά Πετρόπουλος 2007: Μ. Πετρόπουλος, «Νικόπολις-Πάτρα μέ-
4ου Αρχαιολογικού Έργου Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλά- σω Αιτωλοακαρνανίας», Νικόπολις Β΄. Πρακτικά 2ου Δι-
δας 2009-2011 (Βόλος 15-18 Μαρτίου 2012), υπό έκδοση. εθνούς Συμποσίου για τη Νικόπολη (11-15 Σεπτεμβρίου
Κωνστάντιος - Χαλκιά 1983: Δ. Κωνστάντιος - E. Χαλκιά, ΑΔ 2002), επιμ. Κ. Λ. Ζάχος, Πρέβεζα 2007, 97-211.
34 (1983), Β´1 Χρονικά, 210-211. Πρέκα 1992-1993: Κ. Πρέκα, «Ο τύμβος του Παραποτάμου»,
Μαρκή 2002: Ε. Μαρκή, «Τα χριστιανικά κοιμητήρια στην Ελ- ΑΔ 47-48 (1992-1993), Α´ Μελέτες, 165-212.

195
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Χ Α Μ Η Λ Α Κ Η , Κ Α Τ Ε Ρ Ι Ν Α Κ Α Τ Σ Ι Κ Α , Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Α Γ Ε Ω Ρ Γ Ι Ο Υ

Σταυροπούλου-Γάτση - Σαράντη 2013: Μ. Σταυροπούλου- Liampi 2014: Κ. Liampi, «Numismatic indications of historical
Γάτση - Φ. Σαράντη, «Εγκαταστάσεις στην Ύπαιθρο της continuity: ancient Greek and Roman coins from the
Αιτωλοακαρνανίας κατά τη Ρωμαϊκή Περίοδο», Villae Byzantine site of Agios Georgios / Aitoloakarnania», Το
Rusticae, Family and Market-Oriented Farms in Greece Αρχαιολογικό Έργο της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτή-
under Roman Rule, A. D. Rizakis - I. P. Touratsoglou των στην Αιτωλοακαρνανία και τη Λευκάδα, Πρακτικά
(eds.), Αθήνα 2013, 656-681. Ημερίδας (Ναύπακτος 2 Νοεμβρίου 2013), Ναύπακτος
Σωτηρίου 1955: Γ. Α. Σωτηρίου, «Ἀνασκαφή Νέας Ἀγχιάλου», 2014, 107-120.
ΠΑΕ 1955, 134. Nielsen 1993: I. Nielsen, Thermae et Balnea, Copenhagen
Χουλιαράς 2014: I. Π. Χουλιαράς, «Αποκάλυψη ψηφιδωτού 1993.
δαπέδου σε ανασκαφή παλαιοχριστιανικής βασιλικής Poulou - Tzavella - Ott 2012: N. Poulou-Papadimitriou - E.
στον Δρυμό Βόνιτσας», Το Αρχαιολογικό Έργο της Εφο- Tzavella - J. Ott, «Burial Practices in Byzantine Greece,
ρείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην Αιτωλοακαρνανία Archaeological Evidence and Methodological Problems
και τη Λευκάδα, Πρακτικά Ημερίδας (Ναύπακτος 2 Νο- for its Interpretation», in M. Salamon - M. Wołoszyn - A.
εμβρίου 2013), Ναύπακτος 2014, 197-216. Musin - P. Špehar - M. Hardt - M. P. Kruk - A. Sulikowska-
Gąska (eds.), Rome, Constantinople and Newly-Converted
Bowden 2003: W. Bowden, Epirus Vetus,The Archaeology of a Europe. Archaeological and Historical Evidence, Kraków-
Late Antique Province, London 2003. Leipzig-Rzeszów-Warszawa 2012, vol. I, 377-428.
Bowden - Mitchell 2007: W. Bowden- J. Mitchell, «The Tri- Soustal - Koder 1981: P. Soustal - J. Koder, Nikopolis und
conch Palace at Butrint: The Life and Death of a Late Ro- Kephallenia, TIB 3, Wien 1981.
man Domus», in L. Lavan, L. Özgene, A. Sarantis (eds.), Szmoniewski 2010: B. S. Szmoniewski, «Byzantium and the
Housing in Late Antiquity = Late Antique Archaeology, v. Slavs in the Light of Goldsmiths’ Production», in Ch.
3.2, Boston-Leiden 2007, 455-474. Entwistle - N. Adams (eds.), Intelligible Beauty, Recent
Dietz - Stavropoulou-Gatsi 2011: S. Dietz - M. Stavropoulou- Research on Byzantine Jewellery, British Museum Re-
Gatsi (eds.), Kalydon in Aitolia I-II, Danish/Greek Field search Publication 178, London 2010, 161-172.
Work 2001-2005, Monographs of the Danish Institute at Tsivikis 2012: N.Tsivikis, «Considerations on Some Bronze
Athens, v. 1-2, Aarhus 2011. Buckles from Byzantine Messene», in B. Böhlendorf-Ar-
Ellis 2007: S. Ellis, «Late Antique Housing and the Uses of slan - A. Ricci (eds.), Byzantine Small Finds in Archaeo-
Residential Buildings: an Overview», in L. Lavan, L. logical Contexts = Byzas 15 (2012).
Özgene, A. Sarantis (eds.), Housing in Late Antiquity, = Veikou 2012: M. Veikou, Byzantine Epirus: A Topography of
Late Antique Archaeology, v. 3.2, Boston-Leiden 2007, Transformation, The Medieval Mediterranean v. 95,
1-22. Leiden-Boston 2012.
Hodges - Bowden - Lako 2004: R. Hodges - W. Bowden - K. Vida - Volling 2000: T. Vida - T. Volling, Das slawische Brand-
Lako, Byzantine Butrint, Excavations and Surveys 1994- graeberfeld von Olympia, Leidorf 2000.
99, Oxford 2004. Yangaki 2005: A. G. Yangaki, La céramique des IVe-VIIIe siècles
Laskaris 2000: N. G. Laskaris, Monuments funéraires paléo- ap. J.-C. d’Éleutherna, Athens 2005.
chrétiens (et byzantins) de Grèce, Athènes 2000.

196
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

Αποκάλυψη ψηφιδωτού δαπέδου σε ανασκαφή


παλαιοχριστιανικής βασιλικής στον Δρυμό Βόνιτσας

Ιωάννης Π. Χουλιαράς

Σ τον οικισμό του Δρυμού Βόνιτσας, στη θέση Κελε-


φή, οι ανασκαφικές εργασίες που λαμβάνουν χώρα
από τον Αύγουστο του 2013, ως υποέργο στα πλαίσια
βασιλικής, στα οποία η ανασκαφική έρευνα δεν έχει
ολοκληρωθεί. Τα ερείπια μαρτυρούν πως πρόκειται για
ναό κτισμένο ως επί το πλείστον με απλή τοιχοδομία
της κατασκευής του συνδετήριου άξονα της Ιόνιας οδού με ακατέργαστους ή ελαφρά επεξεργασμένους λίθους
με το Άκτιο, αποκαλύπτουν τα ερείπια μεγάλης τρίκλι- τοποθετημένους σε οριζόντιες στρώσεις, ενώ κατά δι-
της παλαιοχριστιανικής βασιλικής (εικ. 1)1. αστήματα παρεμβάλλονται σειρές πλίνθων. Σε κάποια
Στη δυτική πλευρά της βασιλικής προσαρτάται νάρ- τμήματα υπάρχει επιμελέστερη τοιχοδομία με πλίνθους
θηκας, ο οποίος συνδέεται με το κεντρικό κλίτος με να τοποθετούνται σε οριζόντιες στρώσεις. Η τοιχοδο-
τρίβηλο. Ο νάρθηκας επικοινωνεί τόσο με τα πλάγια μία με εναλλαγή ζωνών ακανόνιστων λίθων και πλίνθων
κλίτη όσο και με άλλους βοηθητικούς χώρους, οι οποί- είναι ενδεικτική της παλαιοχριστιανικής αρχιτεκτονικής
οι δεν έχουν ανασκαφεί μέχρι τώρα στο σύνολό τους. της Δυτικής Ελλάδας, ενώ σαν υλικό δομής χρησιμοποι-
Στο μέσον περίπου του νότιου κλίτους ανοίγεται θύρα, η ήθηκε και η σταχτιά ασβεστόπετρα της περιοχής3. Στον
οποία επικοινωνεί με μικρό δωμάτιο και αυτό με τη σει- χώρο του ναού εντοπίστηκαν άφθονα μαρμάρινα αρ-
ρά του με χώρο, που αναπτύσσεται προς τα ανατολικά χιτεκτονικά μέλη, αρκετά από αυτά σε δεύτερη χρήση,
και ταυτίζεται με βαπτιστήριο, εντός του οποίου υπάρ- όπως θωράκια, τμήματα επιστυλίων, πεσσίσκοι, κίονες
χει σταυρόσχημη κολυμβήθρα, που στεγαζόταν πιθανώς ραβδωτοί και αρράβδωτοι, κιονίσκοι, κιονόκρανα και
με κιβώριο. Η αψίδα της βασιλικής πρέπει να είναι ημι- επιθήματα. Επίσης βρέθηκαν κινητά ευρήματα όπως σι-
κυκλική και να καλύπτει όλο το πλάτος του κεντρικού δερένιοι ήλοι, θραύσματα υάλινων αντικειμένων και υα-
κλίτους. Μία αντηρίδα στον άξονά της είναι ήδη ορατή, λοπινάκων και πολλά νομίσματα. Σπαράγματα κονιάμα-
γεγονός που μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι ενδεχο- τος φέροντα ίχνη κυανού, λευκού και ως επί το πλείστον
ερυθρού χρώματος υποδηλώνουν ύπαρξη τοιχογραφιών.
μένως υπάρχουν και άλλες δύο (εικ. 2)2. Ακαθόριστος
Από το χώρο περισυλλέγησαν επίσης ελάχιστα δείγμα-
αριθμός προσκτισμάτων αναπτύσσονται ολόγυρα της
τα άνθρακα, κέραμοι, ορισμένες εκ των οποίων φέρουν
ανάγλυφες δαχτυλιές καθώς και όστρακα κτενωτής ή
* Θα ήθελα να ευχαριστήσω και από τη θέση αυτή την ομότιμη κα-
θηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κυρία Π.
και άγραφης χρηστικής κεραμικής. Μεταξύ των αξιόλο-
Ασημακοπούλου-Ατζακά, η οποία μου παρείχε πολύτιμες συμβουλές και γων ευρημάτων επισημαίνουμε την ανεύρεση πήλινου
βιβλιογραφία για τα θέματα του ψηφιδωτού δαπέδου. κιβωτίου, μέσα στον χώρο του βαπτιστηρίου, ανοιχτού
1. Για το σύνολο της ανασκαφής θα ακολουθήσει εκτενής δημοσίευ-
ση. Θέλω να ευχαριστήσω όλο το μόνιμο και ωρομίσθιο προσωπικό της στη μια του πλευρά, που μπορεί να ταυτιστεί με παιδική
22ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, που εργάζονται καθημερινά κολυμβήθρα (εικ. 14).
στον νότιο τομέα της ανασκαφής του Δρυμού.
2. Τα σχέδια (εικ. 2, 3, 6 και 10) έγιναν από τις κυρίες Κ. Πατουλιά
Εξαιρετικής σημασίας είναι το γεγονός ότι μέχρι
τοπογράφο μηχανικό, Α. Αλεξάκη αρχιτέκτονα, Στ. Κωστούλα και Θ. Μ. στιγμής έχει αποκαλυφθεί το ψηφιδωτό δάπεδο της βα-
Μπαλή σχεδιάστριες. Η αποτύπωση της αψίδας έγινε με διακεκομένες σιλικής σε έκταση τουλάχιστον 300 μ2 (εικ. 2). Το ψηφι-
γραμμές, καθώς μέχρι την ολοκλήρωση του τόμου δεν είχε αποκαλυφθεί.
Ωστόσο θεωρούμε ότι η ευθύγραμμη απόληξη του Ν κλίτους και η ύπαρ- δωτό καλύπτει και τα τρία κλίτη του κυρίως ναού, τον
ξη τουλάχιστον μιας αντηρίδας, μας δίνει σαφή εικόνα για τον τύπο της
αψίδας, που πρέπει να είναι παρόμοιος με εκείνες των βασιλικών Β (Σω-
τηρίου 1938, 116. Ορλάνδος 1952, εικ. 133) και Δ (Χαλκιά 2007, σχ. 1) 3. Ενδεικτικά, βλ. Gregory 1987, 257-258. Hellenkemper 1987, 245,
της Νικόπολης. εικ. 9. Βοκοτόπουλος 1992, 142-146.

197
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

Εικ. 1. Αεροφωτογραφία της βασιλικής (με αριθμούς σημειώνονται οι θέσεις των επιγραφών).

νάρθηκα, το βαπτιστήριο και τον προθάλαμό του και επαναλαμβάνονται από δύο έως έξι φορές. Τα διακοσμη-
επεκτείνεται, τόσο σε μια ακόμη αίθουσα στα δυτικά τικά θέματα που επιλέγονται στα ενδιάμεσα τετράγωνα
του προθαλάμου του βαπτιστηρίου, η οποία επικοινωνεί ανά έξι φορές είναι α) τροχοί και τετράγωνα εναλλάξ,
και με τον νάρθηκα, όσο και σε ορισμένα προσκτίσματα, συνδεόμενα με κόμβους και πληρούμενα είτε με σταυ-
στα οποία δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η ανασκαφική ρούς εντός κατά κορυφήν τετραγώνων, στους τροχούς,
έρευνα. Το πρεσβυτέριο καλύπτεται με μαρμαροθέτημα. είτε με ομόκεντρα τρίγωνα εντός των τετραγώνων και,
Το ψηφιδωτό δάπεδο του κεντρικού κλίτους καλύ- β) τέσσερις ομόκεντροι ρόμβοι, συνδεόμενοι στη μια
πτει συνολική έκταση 100 περίπου μ2, με μέγιστο μήκος κορυφή, οι οποίοι ενώνονται με κόμβους με κύκλους,
17,95 μ. και πλάτος 5,65 μ. και χωρίζεται σε τρία μέρη. Το εντός των οποίων δημιουργούνται σταυροί, ενώ από
δυτικό τμήμα (εικ. 3), το οποίο έχει επιφάνεια πάνω από τους κόμβους φύονται φύλλα κισσού (εικ. 4). Τέσσερις
50 μ2, ορίζεται σε όλες τις πλευρές από ταινία με ελισ- φορές επαναλαμβάνονται ομόκεντρα τετράφυλλα συν-
σόμενους φυλλοφόρους κλάδους κισσού, ενώ στα νότια δεόμενα με κόμβους με ομόκεντρα τρίγωνα, ενώ μόνο
βρίσκεται ανάμεσα σε δυο ακόμη ταινίες, μια με πλοχμό, δυο φορές εμφανίζονται σηρικοί τροχοί που φέρουν στο
και μια ακόμη εξωτερική με φολίδες. Το τμήμα αυτό πε- εσωτερικό τους σταυρόσχημα μοτίβα και σχηματίζουν
ριλαμβάνει τριανταέξι (36) διακοσμητικά διάχωρα, που ενδιάμεσα οκτάκτινα ακανόνιστα σχήματα, που πλη-
διατάσσονται ανά τέσσερα (4) κατά πλάτος και εννέα ρούνται με φύλλα.
(9) κατά μήκος. Βασικό διακοσμητικό θέμα, που περι- Το κεντρικό τμήμα του ψηφιδωτού (εικ. 5-8), το
βάλλει τα υπόλοιπα και επαναλαμβάνεται δεκαοκτώ οποίο είναι μικρότερο σε εμβαδόν από το δυτικό, ορί-
(18) φορές είναι ο κλειδόμορφος μαίανδρος αγκυλωτών ζεται στα δυτικά από την ταινία με τον φυλλοφόρο
σταυρών (εικ. 4), ο οποίος σχηματίζεται με διπλά ταυ κισσό, στα βόρεια, νότια και ανατολικά από μια στενή
(Τ) και ανάμεσά του παρεμβάλλονται τα υπόλοιπα τε- ταινία με πλοχμό, ενώ στα βόρεια και νότια προστίθεται
τράγωνα πληρούμενα με κοσμήματα (εικ. 3, 5). Τα υπό- στη συνέχεια μεγαλύτερη ταινία με σηρικούς τροχούς
λοιπα διακοσμητικά θέματα είναι τεσσάρων τύπων και συνδεόμενους με κόμβους και στα νότια συνεχίζεται η

198
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

Εικ. 2. Σχέδιο της


βασιλικής με το ψη-
φιδωτό.

199
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

Εικ. 3. Σχέδιο του δυτικού τμήματος του κεντρικού κλίτους.

Εικ. 4. Δυτικό τμήμα κεντρικού κλίτους. Κλειδόμορφος μαίανδρος αγκυλωτών σταυρών.

200
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

Εικ. 5. Γενική άποψη κεντρικού και ανατολικού τμήματος κεντρικού κλίτους με την επιγραφή.

ταινία με τις φολίδες. Το τμήμα αυτό περιλαμβάνει εί- β) συμπλεκόμενοι κύκλοι, γ) σηρικοί τροχοί πληρού-
κοσι (20) διακοσμητικά διάχωρα, που διατάσσονται μενοι με κόμβο του Σολομώντος (εικ. 8) και δ) σηρικοί
ανά τέσσερα (4) κατά πλάτος και πέντε (5) κατά μήκος. τροχοί που σχηματίζουν ενδιάμεσα οκτάκτινα ακανόνι-
Το βασικό διακοσμητικό μοτίβο και αυτού του τμήμα- στα σχήματα, που πληρούνται με τετράφυλλα. Στη νο-
τος παραμένει ο κλειδόμορφος μαίανδρος αγκυλωτών τιοανατολική πλευρά του τμήματος αυτού υπάρχει με-
σταυρών, ο οποίος εμφανίζεται δέκα (10) φορές, ενώ ταγενέστερη κατασκευή από μαρμάρινα αρχιτεκτονικά
στα παρεμβαλλόμενα τετράγωνα επαναλαμβάνονται τα μέλη της βασιλικής σε δεύτερη ή τρίτη χρήση και από
ίδια κοσμήματα ανά δύο ή τρεις φορές. Τα θέματα αυτά λίθους χωρίς κονίαμα, η οποία καλύπτει το ψηφιδωτό σε
είναι α) πυροστρόβιλοι εντός κύκλων με τέσσερεις κόμ- εκείνο το σημείο και μοιάζει με άμβωνα, ενώ πεσμένο
βους, που εγγράφονται σε τετράγωνα διάχωρα (εικ. 7), τόξο αφέθηκε in situ, για λόγους τεκμηρίωσης. Ανατο-

201
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

Εικ. 6. Σχέδιο του κεντρικού τμήματος του κεντρικού κλίτους.

λικά το τμήμα αυτό οριοθετείται από επιγραφή επί του ΝΗΣ / [Τ]ΗΣ ΕΑΥΤΟΥ ΚΑΙ ΔΙΟΓΕΝΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΔΡΕ-
ψηφιδωτού, εντός πλαισίου (tabula ansata), σε δυο σει- ΟΥ ΚΑΙ ΠΑΝΤΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥ ΑΥΤΟΥ ΕΚΕΝΤΗΣΕΝ
ρές, που αναπτύσσεται καθ’ όλο σχεδόν το πλάτος της Μετά την επιγραφή της ανατολικής πλευράς διακρί-
ανατολικής πλευράς του κεντρικού κλίτους (εικ. 5). Η νεται μια πλατιά ζώνη με συμπλεκόμενους κύκλους και
επιγραφή, η οποία σώζεται σε άριστη κατάσταση, έχει ως ακολουθεί στενή ταινία με σηρικούς τροχούς. Το ανατο-
εξής4: λικό τμήμα είναι και το μικρότερο, καθώς διακόπτεται
Θ• ΕΟΦΙΛ(ΕΣΤΑΤΟ)Σ ΔΟΥΛΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΟΛΥ- από το φράγμα του πρεσβυτερίου, όπου και αλλάζει η
ΜΠΙΟΣ ΥΠΕΡ ΕΥΧΗΣ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΜΟ- μορφή του δαπέδου, το οποίο είναι κατασκευασμένο με
μαρμαροθέτημα (εικ. 1, 2). Το μαρμαροθέτημα αποτε-
4. Σχετικά με τις επιγραφές της βασιλικής, καθώς και τα ιστορικά και
ανασκαφικά τεκμήρια, που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη επισκοπής στην
λείται από γεωμετρικά σχέδια και καλύπτει και τα τρία
περιοχή του Δρυμού, βλ. Chouliarás 2015. κλίτη του ιερού αλλά σώζεται καλύτερα μόνο στο νότιο

202
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

Εικ. 7. Κεντρικό τμήμα κεντρικού κλίτους. Πυροστρόβιλος. Εικ. 8. Κεντρικό τμήμα κεντρικού κλίτους. Σηρικοί τροχοί,
πλοχμοί και φυλλοφόρος κλάδος κισσού.

κλίτος και σε μεγάλο τμήμα του στο κεντρικό, ενώ στο σερις μικρότερους σηρικούς τροχούς, που πληρούνται
βόρειο είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος κατεστραμμένο. με σταυρόσχημα σχήματα και σχηματίζουν στο κέντρο
Τα διακοσμητικά σχέδια του βόρειου και νότιου κλίτους ακανόνιστα οκτάκτινα.
είναι όμοια, ενώ πιο πολύπλοκα είναι του κεντρικού. Στο νότιο κλίτος το φηφιδωτό δάπεδο χωρίζεται επί-
Το φράγμα του πρεσβυτερίου μάλλον δέχθηκε μεταγε- σης σε δυο τμήματα συνολικής έκτασης 50 περίπου μ2,
νέστερη επέμβαση, αλλά το μαρμαροθέτημα του ιερού διαιρούμενα από πλατιά ταινία με ζικζακωτό κόσμημα
φαίνεται να ανήκει στην αρχική φάση της βασιλικής. (εικ. 11). Τα διακοσμητικά θέματα του δυτικού τμήμα-
Στο βόρειο κλίτος το ψηφιδωτό δάπεδο διαιρείται σε τος του βόρειου κλίτους επαναλαμβάνονται αυτούσια
δυο τμήματα συνολικής έκτασης περίπου 52 μ2, με μέγι- και στο νότιο, με τη διαφορά ότι η στενή ταινία με τον
στο μήκος 15,08 μ. και πλάτος 3,53 μ. Τα τμήματα αυτά πλοχμό δεν επεκτείνεται στην ανατολική πλευρά και
τα χωρίζει μια πλατιά ταινία με ζικζακωτό κόσμημα. Η δεν υπάρχει επίσης και η ταινία με τον φυλλοφόρο κισ-
δυτική πλευρά (εικ. 9), που καταλαμβάνει τη μεγαλύ- σό στα δυτικά. Το ανατολικό τμήμα του ψηφιδωτού του
τερη έκταση, περιβάλλεται από στενή ταινία με απλούς νότιου κλίτους είναι σε μεγάλο βαθμό κατεστραμμένο,
αλυσοειδείς πλοχμοειδείς κόμβους και στα δυτικά από αλλά από τα σπαράγματα που σώζονται μπορούμε να
ταινία με φυλλοφόρο κισσό. Στο κέντρο αναπτύσσονται πούμε, ότι επαναλαμβάνονται τα περισσότερα διακο-
σηρικοί τροχοί με ταινία, η οποία κοσμείται εναλλάξ με σμητικά μοτίβα της ανατολικής πλευρά του βόρειου κλί-
τόξο της ίριδας και ζικζακωτό κόσμημα. Ανάμεσα στους τους, αλλά προστίθεται επίσης στο εσωτερικό των σηρι-
σηρικούς τροχούς δημιουργούνται ακανόνιστα οκτά- κών τροχών και ένα ακόμη θέμα· τέσσερα τετράγωνα, τα
κτινα, που κοσμούνται με τέσσερεις αντίνωτες ανά δύο οποία συνδέονται με κόμβους με κύκλο στο κέντρο και
πέλτες και το κενό ανάμεσά τους πληρούται με κατά το σύνολο σχηματίζει σταυρό, ανάμεσα στις κεραίες του
κορυφήν τετράγωνα και ρόμβους (εικ. 9). Το κέντρο οποίου φύονται κισσόφυλλα.
των σηρικών τροχών κοσμείται με πλέγμα. Η ανατο- Τα διακοσμητικά σχήματα των κλιτών του κυρίως
λική πλευρά (εικ. 10), η οποία δεν σώζεται ολόκληρη ναού, ενώ δίνουν την εντύπωση περίπλοκων διακοσμη-
πλαισιώνεται από μια ταινία με κυματοειδή γραμμή, μια τικών μοτίβων, εντούτοις, αν τα συγκεντρώσει κάποιος
δεύτερη με πλοχμό και δυο μικρότερα ακόσμητα πλαί- διαπιστώνει ότι ουσιαστικά επαναλαμβάνονται βασικά
σια, ενώ προς το εσωτερικό βλαστάνουν φύλλα κισσού. γεωμετρικά θέματα με μικρές διαφοροποιήσεις, όπως
Στο κέντρο αναπτύσσονται σηρικοί τροχοί, οι οποίοι είναι ενδεικτικά οι κλειδόμορφοι μαίανδροι αγκυλωτών
διακοσμούνται στο εσωτερικό τους α) με ομόκεντρα τε- σταυρών, οι σηρικοί τροχοί διαφόρων τύπων, οι απλοί
τράφυλλα, που διατάσσονται κυκλικά και ενώνονται με αλυσοειδείς πλοχμοειδείς κόμβοι και οι συμπλεκόμε-
κόμβους με μικρότερο κύκλο στο κέντρο και β) με τέσ- νοι κύκλοι. Δεν λείπουν βέβαια και κάποια θέματα που

203
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

Εικ. 9. Δυτικό τμήμα βόρειου κλίτους. Σηρικοί τροχοί, πέλτες και ζικζακωτό κόσμημα.

Εικ. 10. Σχέδιο ανατολικής πλευράς βόρειου κλίτους.

204
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

εμφανίζονται άπαξ στο ψηφιδωτό δάπεδο του κυρίως τροχούς εγγράφονται τετράπλευρα με σταυρό στο κέ-
ναού, όπως είναι οι φολίδες και οι πέλτες. ντρο, ενώ τα τετράγωνα διαιρούνται διαγωνίως σε τρί-
Όσον αφορά τα χρώματα των ψηφίδων, επικρατούν γωνα. Στο νότιο τμήμα του νάρθηκα απουσιάζει από την
κυρίως οι αποχρώσεις του γαλάζιου, του ρόδινου, του ανατολική πλευρά η ταινία με την κυματοειδή γραμμή,
ερυθρού, του λευκού, του κίτρινου και του μελανού. Οι αλλά όλη η υπόλοιπη διακόσμηση επαναλαμβάνει τη δι-
ψηφίδες έχουν μέγεθος περίπου 1x1 εκατοστό και το άταξη του βόρειου τμήματος, αν εξαιρέσουμε ότι στην
υλικό τους είναι από ασβεστολιθικά φυσικά πετρώματα. ταινία που περιβάλλει το κεντρικό τμήμα προστίθενται
Το τμήμα του ψηφιδωτού που αποκαλύφθηκε σώζεται και δυο ανισομεγέθη ορθογώνια διάχωρα με ζικζακωτό
σε πολύ καλή κατάσταση, αν εξαιρέσουμε μια καταστρο- κόσμημα στις δυο γωνίες προς το κεντρικό τμήμα και τα
φή στη δυτική πλευρά του κεντρικού και βόρειου κλί- σχέδια του κεντρικού τμήματος είναι έντεκα (11) κατά
τους, όπου ένας σύγχρονος αγωγός το έχει σπάσει και πλάτος, ενώ παραμένουν οκτώ (8) κατά μήκος.
μια δεύτερη στην ανατολική πλευρά του νότιου κλίτους. Η επιγραφή του νάρθηκα αναπτύσσεται ακριβώς
Το ψηφιδωτό δάπεδο του νάρθηκα αναπτύσσεται σε πριν το τρίβηλο, μέσα σε στενό πλαίσιο, που διαμορφώ-
έκταση 48 περίπου μ2, με μέγιστο πλάτος 13,90 μ. και νεται από την κυματοειδή γραμμή (εικ. 12)5.
μήκος 3,46 μ. Το ψηφιδωτό σώζεται σε πολύ καλή κατά- ΕΓΩ ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΕΚΕΝ/ΤΗΣΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΤΟΥ /
σταση και χωρίζεται σε τρία τμήματα (εικ. 12). Τα τρία Θ(ΕΟ)Υ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ
τμήματα καταλαμβάνουν σχεδόν την ίδια επιφάνεια, με
το νότιο να είναι ελαφρώς μικρότερο σε έκταση από τα Στο βαπτιστήριο και στον προθάλαμό του (εικ. 14),
άλλα δύο. Το κεντρικό τμήμα (εικ. 12), που αναπτύσ- των οποίων η ανασκαφική έρευνα ξεκίνησε την Άνοιξη
σεται ακριβώς μπροστά στο τρίβηλο είναι το πιο ενδια- του 2014, εντοπίστηκε επίσης ψηφιδωτό δάπεδο και
φέρον, γιατί περιλαμβάνει εκτός από γεωμετρικά, φυτι- σπαράγματα επιγραφής στην είσοδο του βαπτιστηρίου.
κά και ζωικά θέματα, καθώς και μια δεύτερη επιγραφή. Το δάπεδο της αίθουσας που επικοινωνεί με το νότιο
Στο κέντρο σχεδιάζεται «κουκουνάρα» με επάλληλα κλίτος του κυρίως ναού και αποτελεί ουσιαστικά τον
τρίγωνα και ταινία εξωτερικά με ζικζακωτό κόσμημα. προθάλαμο του βαπτιστηρίου καλύπτεται εξ ολοκλήρου
Στο εσωτερικό της κουκουνάρας περικλείεται υδρόβιο με ψηφιδωτό, το οποίο αποτελείται από μια εξωτερική
πτηνό επάνω από κλαδί και το σύνολο εγγράφεται σε ταινία με φυλλοφόρο κλάδο κισσού, που περικλείει πέ-
ντε (5) κατά μήκος και τρεις (3) κατά πλάτος σηρικούς
παραλληλόγραμμο (εικ. 12). Στις τέσσερις γωνίες, που
τροχούς, οι οποίοι στο εσωτερικό τους φέρουν δια-
σχηματίζονται από την εφαρμογή του κύκλου στο πα-
κοσμητικά γεωμετρικά σχέδια παρόμοια με αυτά των
ραλληλόγραμμο παριστάνονται τέσσερις πάπιες ανάμε-
ανατολικών πλευρών των δυο πλάγιων κλιτών του κυ-
σα σε φυτικό διάκοσμο με φυλλοφόρα κλαδιά και φύλλα
ρίως ναού, ενώ ανάμεσά τους σχηματίζονται τετράκτι-
κληματίδας (εικ. 12). Στο στενό πλαίσιο που περιβάλλει
να σχήματα που πληρούνται με πλέγματα (εικ. 15). Τα
το παραλληλόγραμμο σχηματίζεται συνεχόμενη κυμα-
τρίγωνα διάκενα που σχηματίζονται από την εφαρμογή
τοειδής γραμμή και το σύνολο περικλείεται από παχιά
των κύκλων στο παραλληλόγραμμο πλαίσιο γεμίζουν με
ταινία με τετραπλό πλοχμό. Το μέγεθος των ψηφίδων
φύλλα κισσού. Το μέγιστο μήκος του ψηφιδωτού δαπέ-
του νάρθηκα είναι ίδιο με αυτό του κυρίως ναού, ενώ
δου είναι 5,36 μ. και το πλάτος 3,46 μ., ενώ το εμβαδόν
και τα χρώματα που επιλέγονται είναι παρόμοια με αυτά
του είναι περίπου 18 μ2. Το βαπτιστήριο έχει τετράγω-
των ψηφίδων του κυρίως ναού.
νη κάτοψη με πλευρές από 4,40 μ. και συνολική έκταση
Το βόρειο τμήμα του νάρθηκα (εικ. 2, 13) οριοθετεί-
ψηφιδωτού περίπου 14 μ2. Η ψηφιδωτή διακόσμηση του
ται στην ανατολική πλευρά από ταινία με κυματοειδή
δαπέδου αναπτύσσεται εκατέρωθεν της σταυρόσχημης
γραμμή και έπειτα ακολουθεί μια παχιά ταινία, εντός της
κολυμβήθρας, βόρεια και νότια, ενώ στην δυτική πλευ-
οποίας εναλλάσσονται κλειδόμορφοι μαίανδροι αγκυ-
ρά υπάρχει, όπως αναφέραμε πιο πάνω, επιγραφή. Το
λωτών σταυρών με τετράγωνα, όπου εγγράφονται κόμ-
βασικό διακοσμητικό μοτίβο στο δάπεδο του βαπτιστη-
βοι Σολομώντος. Στο κεντρικό τμήμα, το οποίο περιβάλ-
ρίου είναι φυλλοφόρος άμπελος με καρπούς, η οποία
λεται από την παραπάνω ταινία εναλλάσσονται τετρά- εκφύεται από δυο κανθάρους εκατέρωθεν της εισόδου
γωνα και τροχοί, που συνδέονται με κόμβους, οκτώ (8)
κατά μήκος και δώδεκα (12) κατά πλάτος. Μέσα στους 5. Σχετικά με την επιγραφή, βλ. Chouliarás 2015.

205
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

Εικ. 11. Γενική άποψη νότιου κλίτους.

Εικ. 12. Νάρθηκας. Το κεντρικό τμήμα του ψηφιδωτού δαπέδου.

206
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

Εικ. 13. Βόρειο τμήμα νάρθηκα. Λεπτομέρεια διακόσμου.

(εικ. 16). Η κληματίδα απλώνεται βόρεια και νότια της μαλίες στην επιφάνεια του ψηφιδωτού. Είναι επίσης χα-
κολυμβήθρας και οι δυο κορυφές της καταλήγουν στα ρακτηριστικό ότι με ανάλογο τρόπο διαμορφώνεται το
ανατολικά. υπόστρωμα στις βασιλικές της Νικόπολης, ιδιαίτερα στη
Η επιγραφή στην είσοδο του βαπτιστηρίου σώζεται βασιλική Β ή Αλκίσωνος, όπου επίσης υπάρχει τριπλό
αποσπασματικά. Το κείμενο της επιγραφής έχει ως εξής6: υπόστρωμα με χρήση ανάλογων υλικών7.
Η τεχνική κατασκευής του δαπέδου, το μέγεθος των
ΚΥΡΙΕ [ΜΝ]Η/ΣΘΗ[ΤΙ] […]Υ / […]ΟΥ / […] TΟΟ
ψηφίδων, το κοινό υπόστρωμα του δαπέδου, το υλικό
Ενδιαφέρον είναι το υπόστρωμα του ψηφιδωτού και οι χρωματισμοί των ψηφίδων και τα κοινά γεωμε-
δαπέδου όλων των χώρων. Αυτό αποτελείται από τρία τρικά θέματα του ψηφιδωτού δαπέδου του κυρίως ναού
στρώματα (εικ. 17)· η υποδομή (statumen) με πάχος και του νάρθηκα φανερώνουν την σχεδόν ταυτόχρονη
15-20 εκ. περιέχει κροκάλες μέσα σε πατημένο χώμα, κατασκευή τους. Οι δυο επιγραφές επί των ψηφιδωτών
με ασθενές κονίαμα για συνδετικό υλικό. Το δεύτερο δαπέδων του κυρίως ναού και του νάρθηκα, αντίστοι-
στρώμα (rudus) περίπου 5 εκ. συνθέτουν χοντρόκοκ- χα, έχουν κοινούς τύπους γραμμάτων, γεγονός που μας
κο κονίαμα και τριμμένο κεραμίδι και τέλος το στρώμα κάνει να πιστεύουμε ότι το σύνολο του δαπέδου διακο-
τοποθέτησης των ψηφίδων (nucleus) με πάχος 10 χλστ. σμήθηκε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, πιθανώς
κατασκευάζεται από λεπτόκοκκο κονίαμα με ασβέστη. από το ίδιο συνεργείο ψηφοθετών. Τα ψηφιδωτά δάπεδα
Το υπόστρωμα αυτό παρέμεινε σταθερό μέχρι σήμερα του βαπτιστηρίου και του προθαλάμου του κατασκευά-
και για το λόγο αυτό δεν παρουσιάζονται μεγάλες ανω- στηκαν επίσης σχεδόν ταυτόχρονα, όπως δείχνει τόσο η

6. Σχετικά με την επιγραφή, βλ. Chouliarás 2015. 7. Κλειδάς 2008, 15.

207
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

Εικ. 14. Γενική άποψη βαπτιστηρίου.

τεχνική κατασκευής τους, όσο και το μέγεθος των ψηφί- τός διακόσμησης είναι σπάνιος και με παρόμοιο τρόπο
δων και οι χρωματισμοί που επιλέγονται. Το σύνολο των απαντά σε λίγα παλαιοχριστιανικά ψηφιδωτά δάπεδα8,
ανασκαφέντων χώρων της βασιλικής υποδηλώνει μια όπως βλέπουμε ενδεικτικά στη Βασιλική Β΄ της Νικόπο-
ενιαία αρχική φάση, η οποία διαταράσσεται ουσιαστικά λης9, στο κτίριο της οδού Φιλίππου 86 στη Θεσσαλονί-
μόνο στην ανατολική πλευρά και στα προσκτίσματα, με κη10 και στα Τρία Δόντια Σάμου11, όλα χρονολογούμενα
τα μέχρι τώρα ανασκαφικά δεδομένα. Όσον αφορά τα στο β΄ μισό του 5ου με αρχές του 6ου αιώνα. Γενικά τα
ψηφιδωτά δάπεδα θα πρέπει να θεωρήσουμε, ότι αυτό ψηφιδωτά δάπεδα με καθαρά γεωμετρικά θέματα γνώρι-
του κυρίως ναού και του νάρθηκα έγιναν σε μια πρώτη σαν ιδιαίτερη διάδοση στην ανατολική Μεσόγειο από τα
φάση, ενώ τα δάπεδα του βαπτιστηρίου και του προθα- τέλη του 5ου αιώνα12. Τα περισσότερα θέματα εμφανί-
λάμου του ακολούθησαν σε μια δεύτερη ενδεχομένως ζουν απόλυτη συνάφεια με τα ψηφιδωτά της Νικόπολης
φάση, όχι όμως πολύ μακρινή χρονικά από την πρώτη. και ιδιαίτερα με χώρους του αιθρίου και του νάρθηκα
Επιπλέον, η τεχνική κατασκευής των ψηφιδωτών δαπέ-
δων του βαπτιστηρίου και του προθαλάμου του δείχνει,
ότι η διακόσμηση έγινε πιθανώς από διαφορετικό συ- 8. Δημητροκάλλης, 1982, 266-267, εικ. 374, όπου αναφέρονται, εκτός
από την βασιλική Β Νικοπόλεως, η βασιλική Α Χερσονήσου Κρήτης, η
νεργείο ψηφοθετών από αυτό του κυρίως ναού και του βασιλική Μεσκλών Κρήτης και η βασιλική στην Tébessa της Αλγερίας,
νάρθηκα. ενώ αρκετά διαφοροποιημένο είναι το σχέδιο στην βασιλική του Αγίου
Από τα επιμέρους διακοσμητικά θέματα αξίζει να Προκοπίου στα Γέρασα της Παλαιστίνης. Όλα αυτά τα παραδείγματα
χρονολογούνται στα τέλη του 5ου με αρχές του 6ου αιώνα.
επισημανθεί η εκτεταμένη χρήση των κλειδόμορφων 9. Spiro 1978, πίν. 555-556. Είναι χαρακτηριστικό ότι αποδίδονται
μαιάνδρων αγκυλωτών σταυρών ή τετράδων αγκυλω- πανομοιότυπα οι κλειδόμορφοι μαίανδροι αγκυλωτών σταυρών.
10. Ασημακοπούλου-Ατζακά 1998, 322, πίν. 184 και ΧLΙΙΙ.
τών σταυρών, που εναλλάσσονται με τετράγωνα διάχω- 11. Γιαννούλη 1998, φωτ. 1, 2.
ρα διακοσμημένα με γεωμετρικά σχήματα. Ο τρόπος αυ- 12. Assimakopoulou-Atzaka 1984, 18-19.

208
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

Εικ. 15. Προθάλαμος βαπτιστηρίου. Σηρικοί τροχοί, πλέγμα και κλάδος κισσού.

της Βασιλικής Β ή Αλκίσωνος13, σε σημείο που να είμα-


στε βέβαιοι σχεδόν, ότι αποτελούν έργο εργαστηρίων,
που σχετίζονται άμεσα με τη Νικόπολη και εργάζονται
στην περιοχή στα τέλη του 5ου και στις αρχές του 6ου
αιώνα14. Ο τύπος του αγγείου του βαπτιστηρίου, από το
οποίο εκφύονται κληματίδες είναι συχνός στην παλαι-
οχριστιανική τέχνη15. Η κουκουνάρα, κεντρικό διακο-
σμητικό θέμα του νάρθηκα, με το πτηνό στο εσωτερικό
της απαντά παρόμοια στη βασιλική του Αγίου Λεωνίδη

13. Η διακόσμηση στους χώρους αυτούς τοποθετείται στα τέλη του


5ου αιώνα (γύρω στο 500) και συνδέεται με τον επίσκοπο Αλκίσωνα, με-
ταξύ 491 και 516. Βλ. Kitzinger 1951, 89 κ.ε. Pallas 1979, 121-123. Πρέπει
να επισημάνουμε την πανομοιότυπη απόδοση όλων σχεδόν των διακο-
σμητικών θεμάτων σε αυτούς τους χώρους της βασιλικής Β με αυτά των
πλάγιων κλιτών του κυρίως ναού και του νάρθηκα της βασιλικής του
Δρυμού. Βλ. Spiro 1978, 474-483, πίν. 551-554, 559-562 (πρόκειται για
τους χώρους Ib και IIa και b).
14. Έχει υποστηριχθεί η ύπαρξη ενός κεντρικού εργαστηρίου ψη-
φοθετών στην Νικόπολη με παραγωγή συγκεκριμένων διακοσμητικών
θεμάτων, βλ. Kitzinger 1951, 88. Sodini 1970, 739, με την παλαιότερη βι-
βλιογραφία.
15. Βλ. ενδεικτικά Sodini 1970, εικ. 8, 9. Δημητροκάλλης 1982, 286,
εικ. 406. Ασημακοπούλου-Ατζακά - Πελεκανίδου 1987, πίν. 15, 16, 209β-γ,
226, 278. Κούρεντα-Ραπτάκη 2004, πίν. 39α. Εικ. 16. Βαπτιστήριο. Κάνθαρος με κληματίδα.

209
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

Εικ. 17. Υπόστρωμα ψηφιδωτού (Α. Τηλιγάδα).

στο Κλαυσί Ευρυτανίας (β΄ τέταρτο 6ου αι.)16. Πρέπει να Με τα μέχρι τώρα δεδομένα της ανασκαφικής έρευ-
προσεχθεί τέλος, ότι στον ζωικό διάκοσμο του νάρθηκα νας, αλλά και αξιοποιώντας τα ευρήματα παλαιότερων
περιλαμβάνονται υδρόβια πτηνά, από τα πολλά που φι- ανασκαφών στον Δρυμό20, όπως επίσης και τις πενι-
λοξενούσε και φιλοξενεί ο Αμβρακικός κόλπος, όπως οι χρές ιστορικές μαρτυρίες για τη σημασία της ευρύτερης
πρασινοκέφαλες πάπιες (Anas platyrhynchos) και πιθα- περιοχής και τις σχέσεις της με το αρχαίο Θύρρειο, εί-
νώς η στικτοπουλάδα (Porzana porzana) ή η μικροπου- μαστε σε θέση να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα, ότι ο
λάδα (Porzana parva) στο εσωτερικό της κουκουνάρας ναός αυτός είναι επισκοπικός και να προσθέσουμε μια
(εικ. 12)17. Παρόμοια πτηνά εικονίζονται και στις παρα- νέα, άγνωστη μέχρι τώρα στην έρευνα, επισκοπή στην
στάσεις των ψηφιδωτών της Νικόπολης18. βορειοδυτική Αιτωλοακαρνανία21. Τα μέχρι στιγμής τεκ-
Το ψηφιδωτό δάπεδο του κυρίως ναού και του νάρ- μήρια, που μας οδηγούν να υποθέσουμε ότι πρόκειται
θηκα ανάγεται στην πρώτη φάση της βασιλικής και με για έναν επισκοπικό ναό είναι πολλά και ορισμένα προ-
βάση τις ανωτέρω παρατηρήσεις για το είδος των διακο- έρχονται και από τις παλαιότερες ανασκαφές. Αυτό που
σμητικών θεμάτων, το μέγεθος των ψηφίδων, τον τύπο έχει σημασία στην περίπτωση ύπαρξης επισκοπής στη
των γραμμάτων των επιγραφών και την άμεση συνάφεια θέση αυτή είναι μια επιτύμβια επιγραφή που είχε βρεθεί
του διακόσμου με τις βασιλικές της Νικόπολης και ιδιαί- σε μια από τις βασιλικές (βασιλική Α), που είχε ανασκά-
τερα τη Β, μας οδηγεί, ώστε να το χρονολογήσουμε στο ψει ο Ε. Μαστροκώστας στη θέση «Παλιοκκλήσι», όπου
τελευταίο τέταρτο του 5ου ή στο πρώτο τέταρτο του 6ου αναγράφεται η λέξη «επίσκοπος» και η κατάληξη του
αιώνα μ.Χ. Σε λίγο μεταγενέστερη φάση, αλλά εντός του ονόματός του22. Πιθανώς ο τόπος ταφής του επισκόπου
πρώτου μισού του 6ου αιώνα, πρέπει να τοποθετήσουμε να ήταν ο ίδιος, με αυτόν που ποίμανε κατά τη διάρκεια
και την κατασκευή του ψηφιδωτού δαπέδου του βαπτι- της ζωής του. Στη θέση «Παλιοκκλήσι» εντοπίστηκαν
στηρίου και του προθαλάμου του. Στην παραπάνω χρο- και άλλοι τάφοι, με ορισμένα σημαντικά ευρήματα όπως
νολόγηση βοηθούν και άλλα ευρήματα της ανασκαφής και επιγραφές, που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι
όπως η κεραμική, που ωστόσο δεν είναι πλούσια μέχρι η βασιλική σε εκείνη τη θέση είχε κοιμητηριακό χαρα-
τώρα, αλλά κυρίως τα νομίσματα, που στην συντριπτική
τους πλειοψηφία τοποθετούνται από τα μέσα του 5ου
σταυρό εντός στεφάνης στη μια πλευρά και προτομή στην άλλη, γύρω
μέχρι και τα μέσα του 6ου αιώνα19. στο 439, επί Θεοδοσίου Β΄ (408-450) (Carson - Kent - Burnett 1994, 261,
πίν. 11 αρ. 280, 281) και το δεύτερο, ένα νόμισμα (nummus) του Ιου-
στινιανού Α΄ (527-565), που μπορεί να χρονολογηθεί μεταξύ 534-539
16. Ασημακοπούλου-Ατζακά - Πελεκανίδου 1987, πίν. 279β. (Bellinger - Grierson 1966, 170, αρ. 308).
17. Mullarney - Svensson - Zetterström - Grant 2007, 48-49, 114-115. 20. Ο Ε. Μαστροκώστας είχε διενεργήσει ανασκαφές στον Δρυμό στα
Σύμφωνα με τον συγκεκριμένο οδηγό είναι πολύ δύσκολη η ταύτιση του τέλη της δεκαετίας του 1960 και είχε εντοπίσει τρεις βασιλικές (βασιλικές
πτηνού με πέρδικα, καθώς δεν μοιάζει ιδιαίτερα με πέρδικα. Α, Β και Γ) όπως επίσης ένα κτιριακό συγκρότημα (Δ) και αρκετές ταφές.
18. Spiro 1978, πίν. 460-464. Κεφαλλωνίτου - Γερολύμου 2008, 50, Βλ. Μαστροκώστας 1971. Pallas 1977, 30-32.
εικ. σ. 47 και 51. 21. Για την ύπαρξη επισκοπής στην περιοχή του Δρυμού, βλ. Αξιώτη
19. Έχουν βρεθεί τουλάχιστον 700 νομίσματα μέχρι τώρα, τα περισ- 1980, 196. Soustal - Koder 1981, 148. Βοκοτόπουλος 1992, 8 (4). Δρακού-
σότερα στα προσκτίσματα βορειοδυτικά του νάρθηκα. Χαρακτηριστικά λης 2009, 223.
είναι δυο νομίσματα που χρονολογούνται το πρώτο, ένα τριμήσιον με 22. Μαστροκώστας 1971, 189. Veikou 1998, 20-21.

210
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

κτήρα και σίγουρα θα ενταφιάζονταν εκεί και οι ντόπιοι περαιτέρω σχέση της με την αρχιεπισκοπή Νικοπόλεως
επίσκοποι23. Στη θέση «Παλιοκκλήσι» υπάρχει επίσης και η τυχόν άμεση εξάρτησή της από την Νικόπολη, από
το τοπωνύμιο «Γοργοβλή» ή «Γουργουβλή». Σύμφωνα την οποία απέχει μόλις 40 χιλιόμετρα25. Η βασιλική αυτή
με την παράδοση και ντόπιους ιστοριοδίφες στη θέση αποδεικνύεται μεγαλοπρεπέστερη και πολύ πιο πλούσια
«Γοργοβλή» δημιουργήθηκε τον 4ο αιώνα η επισκοπή διακοσμημένη από όλες τις προηγούμενες, που έχουν
Γοργοβλής από τους χριστιανούς κατοίκους του αρχαί- ανασκαφεί μέχρι τώρα στον ευρύτερο χώρο της Ακαρ-
ου Θυρρείου24. Άρα η παράδοση και οι λίγες ιστορικές νανίας, και είναι σύγχρονη της Βασιλικής Β της Νικόπο-
πηγές μαρτυρούν την ύπαρξη παλαιάς επισκοπής στην λης και επίσης σύγχρονη ή ελάχιστα προγενέστερη των
περιοχή του Δρυμού, που πιστεύουμε δεν θα είχε το όνο- βασιλικών της γειτονικής νήσου Κέφαλος26.
μα Γοργοβλή, αλλά κάποιο άλλο. Η επισκοπή πρέπει να
συνδεθεί με το χριστιανικό Θύρρειο και να αναζητηθεί η

25. Η πιθανή άμεση εξάρτηση της επισκοπής από την Νικόπολη και η
23. Μαστροκώστας 1971, 186-190, εικ. 1-6. Pallas 1977, 32. Veikou παρουσία χωρεπισκόπου στην περιοχή ή και η ενδεχόμενη ίδρυσή της στο
2012, 275, πίν. 17 αρ. 38. πρώτο μισό του 6ου αιώνα, ίσως να εξηγεί το γεγονός ότι δεν αναφέρεται
24. Φερεντίνος 2000, 145-150. Ωστόσο το όνομα της επισκοπής Γορ- από τον «Συνέκδημο» του Ιεροκλέους.
γοβλής δεν επαληθεύεται από τις πηγές της εποχής. 26. Μπάρλα 1968.

Abstract
Revealing of a mosaic floor in the excavation of an early byzantine basilica in Drymos of Vonitsa

Ioannis P. Chouliarás

I n the south sector of the connective road of the Io-


nian driveway with Aktion, to the east of the village
of Drymos of the municipality of Vonitsa-Aktion, take
with geometric motifs. In the narthex is added floral mo-
tifs and animal decoration with birds. Until today were
found three dedicatory inscriptions on the mosaic pave-
place excavations, which revealed the remains of a large ment.
three-aisled basilica of the Early Christian period. The truly magnificent decoration of the basilica con-
It is particularly important that this basilica preserves stitutes one of the many significant indications to iden-
its mosaic pavement, which was discovered during the tify it as an episcopal church. Many historians are in ac-
excavations, and seems that it expands over a surface of cordance that Drymos was a bishopric during the Late
300 m². The mosaic covers the three aisles of the main Antiquity, possibly of Christian Thyrreion and an impor-
church, the narthex, the baptistery and the two struc- tant centre of the roman road that linked Nikopolis with
tures to its west, as well as some annexes in which the Patras.
excavational survey is not yet completed. The pavement The first phase of the basilica can be dated from the
is preserved almost intact in great parts of the nave, the last quarter of the 5th century until the first half of the
narthex and the baptistery, while the sanctuary is paved 6th century. This dating is based on the decoration and
with opus sectile. The mosaic pavement is decorated its similarities with the basilicas of Nikopolis.

211
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

Βιβλιογραφία

Αξιώτη 1980: Κ. Ἀξιώτη, «Ρωμαϊκοί δρόμοι τῆς Αἰτωλοακαρνα- Assimakopoulou-Atzaka 1984: P. Assimakopoulou-Atzaka,
νίας», ΑΔ 35 (1980), Α΄Μελέται, 187-205. «I mosaici pavimentali paleochristiani in Grecia», XXXI
Ασημακοπούλου-Ατζακά 1998: Π. Ασημακοπούλου-Ατζακά, Corso di cultura sull’ arte ravennate e bizantina, Ravenna
Σύνταγμα των παλαιοχριστιανικών ψηφιδωτών δαπέδων 1984, 13-75.
της Ελλάδος, ΙΙΙ Μακεδονία - Θράκη. 1. Τα ψηφιδωτά δά- Bellinger - Grierson 1966: A. R. Bellinger - Ph. Grierson, Cata-
πεδα της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1998. logue of the Byzantine Coins in the Dumbarton Oaks Col-
Ασημακοπούλου-Ατζακά - Πελεκανίδου 1987: Π. Ασημακο- lection and in the Whittemore Collection, vol. I Anastasius
πούλου-Ατζακά - Έ. Πελεκανίδου, Σύνταγμα των παλαι- I to Maurice 492-602 (A. R. Bellinger), Washington D.C.
οχριστιανικών ψηφιδωτών δαπέδων της Ελλάδος, ΙΙ Πελο- 1966.
πόννησος - Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλονίκη 1987. Carson - Kent - Burnett 1994: R. A. Carson - J. P. C. Kent - A. M.
Βοκοτόπουλος 1992: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, Ἡ ἐκκλησιαστική Burnett, The Roman Imperial Coinage, vol. X The Divided
ἀρχιτεκτονική εἰς τήν Δυτικήν Στερεάν Ἑλλάδα καί τήν Empire and the Fall of the Western Parts AD 395-491 (J. P.
Ἤπειρον ἀπό τοῦ τέλους τοῦ 7ου μέχρι τοῦ τέλους τοῦ 10ου C. Kent), London 1994.
αἰῶνος, Θεσσαλονίκη 19922. Chouliarás 2015: I. P. Chouliarás, «Excavation of an Early Byz-
Γιαννούλη 1998: Β. Γιαννούλη, «Τα ψηφιδωτά δάπεδα των πα- antine Basilica in Drymos of Vonitsa. The Evidence of the
λαιοχριστιανικών βασιλικών στην αρχαία πόλη της Σά- Dedicatory Inscriptions», The Institution of Sponsorship
μου», Η Σάμος από τα βυζαντινά χρόνια μέχρι σήμερα, from Ancient to Modern Times (Thessaloniki, 7-8 February
Πρακτικά Συνεδρίου, τ. Α´, Αθήνα 1998, 271-291. 2014), Proceedings of the International Conference, ed. G.
Δημητροκάλλης 1982: Γ. Δημητροκάλλης, Παλαιοχριστιανικοί Th. Kakavas et al., Athens 2015, υπό έκδοση.
καί βυζαντινοί μαίανδροι, Ἀθῆναι 1982. Gregory 1987: T. Gregory, «The early Byzantine fortifications
Δρακούλης 2009: Δ. Δ. Δρακούλης, «Το δίκτυο των οικισμών of Nikopolis in comparative perspective», Νικόπολις
της επαρχίας Παλαιάς Ηπείρου στην πρώιμη βυζαντινή
Α΄, Πρακτικά του πρώτου Διεθνούς Συμποσίου για τη
περίοδο», Βυζαντινά 29 (2009), 199-229.
Νικόπολη (23-29 Σεπτεμβρίου 1984), επιμ. Ε. Χρυσός,
Κεφαλλωνίτου - Γερολύμου 2008: Φρ. Κεφαλλωνίτου - Κ. Γερο-
Πρέβεζα 1987, 253-261.
λύμου, Η βασιλική του επισκόπου Δουμετίου στην Παλαιο-
Hellenkemper 1987: H. Hellenkemper, «Die byzantinische
χριστιανική Νικόπολη, Αθήνα 2008.
Stadtmauer von Nikopolis in Epeiros. Ein kaiserlicher
Κλειδάς 2008: Ε. Κλειδάς, Μελέτη συντήρησης και αποκατά-
Bauauftrag des 5. oder 6. Jahrhunderts», Νικόπολις Α΄,
στασης του ψηφιδωτού δαπέδου στον χώρο Ε της βασιλικής
ό.π., Πρέβεζα 1987, 243-251.
Β (Αλκίσωνος), Νικόπολη 2008 (αδημοσίευτη μελέτη).
Kitzinger 1951: E. Kitzinger, «Studies on Late Antique and Early
Κούρεντα-Ραπτάκη 2004: Α. Κούρεντα-Ραπτάκη, «Παλαιοχρι-
στιανική Αντίκυρα. Μια πρώτη προσέγγιση», Θωράκιον, Byzantine Floor Mosaics: Ι. Mosaics at Nikopolis», DOP 6
Αφιέρωμα στη μνήμη του Παύλου Λαζαρίδη, Αθήνα 2004, (1951), 81-122.
109-122. Mullarney - Svensson - Zetterström - Grant 2007: K. Mul-
Μαστροκώστας 1971: Ε. Ἰ. Μαστροκώστας, «Παλαιοχριστια- larney - L. Svensson - D. Zetterström - P. J. Grant, Τα
νικαί βασιλικαί Δρυμοῦ Βονίτσης», ΑΑΑ IV (1971), 185- πουλιά της Ελλάδας της Κύπρου και της Ευρώπης, οδηγός
193. αναγνώρισης (μετάφρ. Χ. Αλιβιζάτος), Milano 2007.
Μπάρλα 1968: Χ. Ν. Μπάρλα, «Ἀνασκαφή Κεφάλου Ἀμβρακι- Pallas 1977: D. Pallas, Les monuments paléochrétiens de Grèce
κοῦ», ΠΑΕ 123 (1968), 16-21. découverts de 1959 à 1973, Roma 1977.
Ορλάνδος 1952: Ἀ. Κ. Ὀρλάνδος, Ἡ ξυλόστεγος παλαιοχρι- Pallas 1979: D. Ι. Pallas, «Corinthe et Nikopolis pendant le bas
στιανική βασιλική τῆς μεσογειακῆς λεκάνης, τ. Α´, Ἀθῆναι moyen-âge», Felix Ravenna 118 (1979), 93-142.
1952. Sodini 1970: J.-P. Sodini, «Mosaïques paléochrétiennes de
Πελεκανίδης - Ατζακά 1988: Στ. Πελεκανίδης - Π. I. Ατζακά, Grèce», BCH 94 (1970), 699-753.
Σύνταγμα τῶν παλαιοχριστιανικῶν ψηφιδωτῶν δαπέδων Soustal - Koder 1981: P. Soustal - J. Koder, Nikopolis und Keph-
τῆς Ἑλλάδος, Ι Νησιωτική Ἑλλάς, Θεσσαλονίκη 19882. allenia, TΙB 3, Wien 1981.
Σωτηρίου 1938: Γ. Σωτηρίου, «Ἀνασκαφαί Νικοπόλεως», ΠΑΕ Spiro 1978: M. Spiro, Critical Corpus of the Mosaic Pavements on
93 (1938), 112-117. the Greek Mainland, Fourth/Sixth Centuries with Architec-
Φερεντίνος 2000: Γ. Φερεντίνος, Το Θύρρειον Ακαρνανίας ανά tural Surveys, vol. I, II, New York - London 1978.
τους αιώνας, Αθήνα 2000. Veikou 1998: M. Veikou, Late Roman and Byzantine Inscriptions
Χαλκιά 2007: Ε. Χαλκιά, «Συμπληρωματική ανασκαφή στη from Epiros (an Inventory, Commentary and Comparative
βασιλική Δ της Νικόπολης», Νικόπολις Β΄, Πρακτικά του Study), The University of Birmingham 1998.
Δεύτερου Διεθνούς Συμποσίου για τη Νικόπολη Πρέβεζα Veikou 2012: M. Veikou, A Topography of Transformation.
(11-15 Σεπτεμβρίου 2002), επιμ. Κ. Λ. Ζάχος, τ. 2, Πρέβε- Settlements of the Seventh-Twelfth Centuries in Southern
ζα 2007, 659-666. Epirus and Aetoloacarnania, Greece, Leiden-Boston 2012.

212
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

213
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

Ανδρούδης Πασχάλης Λάππας Κώστας


Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ακαδημία Αθηνών
archaio22@gmail.com mlappa@hotmail.com

Βοκοτόπουλος Παναγιώτης Λιάμπη Κατερίνη


Ακαδημαϊκός Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
kevmt@academyofathens.gr kaliampi@cc.uoi.gr

Γεωργίου Γεωργία Μαμαλούκος Σταύρος


Αρχαιολόγος Πανεπιστήμιο Πάτρας
ge_georgiou@yahoo.gr smamaloukos@geam-mnimeio.gr

Δρακοπούλου Ευγενία Μίνως Νίκος


Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Υπουργείο Πολιτισμού
egidrak@eie.gr minosnick@gmail.com

Παπαβαρνάβας Μιχαήλ
Καζανάκη-Λάππα Μαρία
Αρχιτέκτονας
Υπουργείο Πολιτισμού
mpapav@gmail.com
mlappa@hotmail.com
Σταυράκος Χρήστος
Κατσαρός Βασίλης
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
chstavra@uoi.gr
vkatsaro@lit.auth.gr
Σταυροπούλου Αγγελική
Κάτσικα Κατερίνα Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Αρχαιολόγος aggelistavrop@gmail.com
Κατσούλη Ελένη Φουστέρης Γεώργιος
Υπουργείο Πολιτισμού Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης
elena.katsouli@yahoo.gr gfousteris@gmail.com
Κουμούση Αναστασία Χαμηλάκη Κατερίνα
Υπουργείο Πολιτισμού Υπουργείο Πολιτισμού
akoumousi@culture.gr katercham@gmail.com
Κωστή Ιωάννα Χουλιαράς Ιωάννης
Αρχαιολόγος Υπουργείο Πολιτισμού
ikosti@nafpaktos.gr ihouliaras@gmail.com

214
Α Π Ο Κ Α ΛΥ Ψ Η Ψ Η Φ Ι Δ Ω Τ Ο Υ Δ Α Π Ε Δ Ο Υ Σ Ε Α Ν Α Σ Κ Α Φ Η Π Α Λ Α Ι Ο Χ Ρ Ι Σ Τ Ι Α Ν Ι Κ Η Σ Β Α Σ Ι Λ Ι Κ Η Σ

ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΙΔΑΣ


ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ
ΕΦΟΡΕΙΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡ-
ΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΙΤΩΛΟΑ-
ΚΑΡΝΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΕΥΚΑΔΑ
ΤΥΠΩΘΗΚΑΝ ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟ
ΤΟΥ 2014 ΣΕ 500 ΑΝΤΙΤΥΠΑ
ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ - ΓΡΑΦΙΚΕΣ
ΤΕΧΝΕΣ ΜΥΓΔΟΝΙΑ ΓΙΑ ΛΟΓΑ-
ΡΙΑΣΜΟ ΤΗΣ 22ης ΕΦΟΡΕΙΑΣ
ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

215
Ι Ω Α Ν Ν Η Σ Π . Χ Ο ΥΛ Ι Α Ρ Α Σ

216

You might also like