Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 94

Γ’ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΟΥ


5ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ (ΩΘΗΣΗ)

1
Απαντήσεις στις εργασίες του 5ου κεφαλαίου
5.5. Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής

Ομάδα Α΄

1. Δ 2. Γ 3. Γ 4. Δ 5. Α 6. ΣΤ 7. Δ 8. Α
9. Β 10. Γ 11. Γ 12. Δ 13. Δ 14. Γ 15. Α 16. Δ
17. Α 18. Γ 19. Δ 20. Ε 21. Δ 22. Δ 23. Β 24. Ε
25. Δ 26. Α

Ομάδα Β΄

1. Β 2. Δ 3. Β 4. Δ 5. Β 6. Δ 7. Β 8. Γ
9. Γ 10. Β 11. ΣΤ 12. Ε 13. Ε 14. Δ 15. Γ 16. Γ
17. Γ

Ομάδα Γ΄

1. Γ 2. Δ 3. Α 4. Ε 5. Ε 6. Β 7. ΣΤ 8. Γ
9. Γ 10. Γ 11. Γ 12. Γ 13. Β 14. Ε 15. Β 16. Γ
17. Ε 18. Δ 19. Β 20. Γ 21. Γ

5.6. Ερωτήσεις Σωστού - Λάθους

Ομάδα Α΄

1. Λ 2. Λ 3. Λ 4. Σ 5. Λ 6. Λ 7. Σ 8. Λ 9. Λ
10. Σ 11. Σ 12. Σ 13. Λ 14. Σ 15. Σ 16. Σ 17. Λ 18.
19. Λ 20. Σ 21. Λ 22. Λ 23. Λ 24. Λ 25. Σ 26. Λ 27. Σ
28. Λ 29. Σ 30. Λ 31. Λ 32. Σ 33. Σ 34. Λ 35. Λ 36. Σ
37. Λ 38. Λ 39. Λ 40. Λ 41. Σ 42. Λ 43. Σ 44. Λ 45. Λ
46. Λ 47. Σ 48. Λ 49. Λ 50. Σ 51. Λ 52. Σ 53. Σ 54. Σ
55. Λ 56. Σ 57. Σ 58. Λ 59. Σ 60. Σ 61. Λ 62. Λ 63. Λ
64. Σ 65. Σ 66. Σ 67. Σ 68. Λ 69. Σ 70. Λ 71. Λ 72. Σ
73. Λ 74. Λ 75. Λ 76. Λ 77. Σ 78. Λ 79. Λ 80. Λ 81. Σ
82. Σ 83. Σ 84. Λ

Αιτιολογήσεις για τις προτάσεις που είναι λανθασμένες


1. Ο όρος γονότυπος αναφέρεται στο σύνολο των αλληλομόρφων γονιδίων που διαθέτει
ένας οργανισμός. Στην περίπτωση που είναι διπλοειδής, ο όρος γονότυπος περιλαμβάνει τα
γονίδια που φέρει και στα δύο αντίγραφα του γονιδιώματός του.
2. Ο Μendel μελέτησε μία-μία ή το πολύ δύο-δύο τις ιδιότητες του μοσχομπίζελου.
3. Μπορεί να πραγματοποιηθεί και με φυσικό τρόπο.
5. Μπο ρεί να πρό κ ειται για φυτά αμιγή ως προ ς διαφο ρετικά αλληλόμο ρφα της
μελετούμενης ιδιότητας.
6. Τα φυτά της δεύτερης θυγατρικής γενεάς προκύπτουν από τη διασταύρωση μεταξύ των
ατόμων της πρώτης θυγατρικής γενεάς.
8. Μπορεί να προέλθει και από διασταύρωση μεταξύ διαφορετικών ατόμων της F1 γενεάς.

2
9. Αμιγή ως προς μία συγκεκριμένη ιδιότητα ονομάζονται τα άτομα που είναι ομόζυγα για
τα αλληλόμορφα της συγκεκριμένης γονιδιακής θέσης.
13. Είναι ετερόζυγο.
17. Περιέχει το 1/4 των γονιδίων που έχει το κύτταρο στη μετάφαση Ι της μείωσης,
δεδομένου ότι πριν τη μείωση έχει πραγματοποιηθεί ο διπλασιασμός του γενετικού υλικού
του άωρου γεννητικού κυττάρου.
18. Στη μίτωση δεν πραγματοποιείται διαχωρισμός ομόλογων χρωμοσωμάτων, αλλά
αδελφών χρωματίδων.
19. Συμβαίνει μόνο στους οργανισμούς εκείνους που αναπαράγονται αμφιγονικά και
συνεπώς δημιουργούν γαμέτες.
21. Η δεύτερη μειωτική διαίρεση μο ιάζει με τη μίτωση (συμβαίνει διαχωρισμός αδελφών
χρωματίδων).
22. Στη μετάφαση Ι τα ομόλογα χρωματοσώματα τοποθετούνται στο κέντρο του κυττάρου
σε ζεύγη.
23. Γίνεται με τη μείωση.
24. Γίνεται με τη μείωση.
26. Οι γαμέτες είναι απλοειδή κύτταρα, συνεπώς περιέχουν μόνο ένα αλληλόμορφο για κάθε
ιδιότητα. Εξαιρούνται τα φυλοσύνδετα γονίδια, τα οποία στα σπερματοζωάρια υπάρχουν ή
μία φορά ή δεν υπάρχουν καθόλου.
28. Παρατηρήθηκαν τρεις διαφορετικοί γονότυποι.
30. Συμβολίζεται συνήθως το επικρατές αλληλόμορφο.
31. Στη διασταύρωση ελέγχου, το άτομο άγνωστου γονότυπου διασταυρώνεται με κάποιο
άτομο ομόζυγο ως προς το υπολειπόμενο αλληλόμορφο, το οποίο δεν προέρχεται
υποχρεωτικά από την πατρική γενεά.
34. Μας δίνει πληροφορίες για το γονότυπό του.
35. Διασταύρωση ελέγχου γίνεται σε άτομα γνωστού φαινοτύπου, προκειμένου να
εντοπίσουμε το γονότυπό τους.
37. Μελετούμε την ταυτόχρονη κληρονόμηση δύο διαφορετικών γονιδιακών θέσεων.
38. Μπορεί να πραγματοποιηθεί και στις διασταυρώσεις διυβριδισμού.
39. Ο δεύτερος νόμος του Μendel ισχύει μόνο όταν οι δύο γονιδιακές θέσεις, που
μελετούνται ταυτόχρονα, βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη ομόλογων χρωμοσωμάτων.
40. Αντιστοιχεί μόνο ένας γονότυπος (Κ1Κ2)
42. Ονομάζονται ατελώς επικρατή.
44. Αυτό ισχύει για τα συνεπικρατή αλληλόμορφα.
45. Είναι ατελώς επικρατή.
46. Είναι συνεπικρατή.
48. Είναι 1/4.
49. Όλοι οι απόγονοι της διασταύρωσης αυτής έχουν τον ίδιο φαινότυπο.
51. Ισχύουν, αλλά τροποποιούνται οι αναμενόμενες φαινοτυπικές αναλογίες.
55. Είναι 1/8.
58. Το δείγμα των δύο απογόνων δεν είναι στατιστικά αποδεκτό. Ο τρίτος, για παράδειγμα,
απόγονος θα μπορούσε να είναι υγιής.
61. Η β-θαλασσαιμία ακολουθεί αυτοσωμικό υπολειπόμενο τύπο κληρονομικότητας
62. Έχει απαραίτητα έναν γονέα ο οποίος είναι τουλάχιστον φορέας του υπολειπόμενου
αλληλομόρφου.
63. Συμβολίζονται:
68. Μονογονιδιακοί είναι οι χαρακτήρες οι οποίοι καθορίζονται από τα αλληλόμορφα μίας
γονιδιακής θέσης.
70. Η κυστική ίνωση οφείλεται σε αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο.
71. Αρκεί ένας μόνο από τους δύο γονείς του να πάσχει.
73. Έχουν πιθανότητα 1/4.
74. Δε μπορούμε να αποφανθούμε για την αναλογία υγιών παιδιών προς ασθενή παιδιά σε
ένα τόσο μικρό δείγμα ατόμων μίας οικογένειας.
3
75. Πρόκειται για αρκετά υψηλή συχνότητα εμφάνισης ασθενειών.
76. Τα φυλοσύνδετα γονίδια βρίσκονται στην περιοχή του Χ χρωμοσώματος η οποία δεν
έχει αντίστοιχη (ομόλογη) στο Υ.
78. Εκδηλώνεται συχνότερα στους άνδρες.
84. Ο πατέρας του θα είναι οπωσδήποτε αιμορροφιλικός, αλλά η μητέρα του μπορεί να είναι
και φορέας.

Ομάδα Β΄

1. Λ 2. Λ 3. Σ 4. Λ 5. Σ 6. Σ 7. Σ 8. Σ 9. Λ
10. Σ 11. Λ 12. Σ 13. Λ 14. Λ 15. Λ 16. Λ 17. Λ 18. Λ
19. Σ 20. Λ 21. Λ 22. Λ 23. Σ 24. Σ 25. Σ 26. Σ 27. Λ
28. Λ 29. Λ 30. Σ 31. Λ 32. Σ 33. Σ 34. Σ 35. Λ 36. Λ
37. Λ 38. Σ 39. Λ 40. Σ 41. Σ 42. Σ 43. Λ 44. Λ 45. Σ
46. Λ 47. Σ 48. Σ 49. Σ 50. Λ 51. Σ 52. Λ 53. Λ 54. Σ
55. Σ

Διευκρινίσεις για κάποιες από τις προτάσεις που είναι σωστές


7. Πρόκειται για γονίδια του DNA των μιτοχονδρίων που περιέχονται σε ένα ωάριο.
8. Μόνο ποσοτικά, διότι τα πρώτα κύτταρα είναι απλοειδή και τα άλλα διπλοειδή.
19. Σε περιπτώσεις που για τα δύο μελετούμενα γονίδια υπάρχει σχέση επικρατούς –
υπολειπομένου μεταξύ των αλληλομόρφων τους.
30. Πρόκειται για τη διασταύρωση Αα(x)αα.

Αιτιολογήσεις για τις προτάσεις που είναι λανθασμένες


1. Δυσκολεύτηκε στη διαπίστωση των γονοτύπων των φυτών εκείνων που εκδήλωναν το
επικρατές χαρακτηριστικό.
2. Ο φαινότυπος ενός ατόμου καθορίζεται (αν και όχι απόλυτα) από το γονότυπό του.
4. Σχετίζεται και με τη βιοχημική του σύσταση.
9. Οι μισοί γαμέτες περιέχουν το ένα αλληλόμορφο και οι άλλοι μισοί περιέχουν το άλλο
αλληλόμορφο.
11. Σίγουρα ένας από τους δύο ποντικούς είναι ετερόζυγος, αλλά δεν μπορούμε να
αποφανθούμε με σιγουριά ποιος είναι.
13. Υπάρχει, αν το πλήθος των απογόνων είναι πολύ μικρό.
14. Ισχύει για όλους τους διπλοειδείς οργανισμούς, αφού αναφέρεται στο διαχωρισμό των
ομόλογων χρωμοσωμάτων κατά τη μείωση.
15. Στην περίπτωση αλληλόμορφων γονιδίων που έχουν σχέση επικρατούς-υπολειπόμενου,
άτομο με φαινότυπο που καθορίζεται από το επικρατές αλληλόμορφο μπορεί να είναι
ομόζυγο ως προς τα επικρατή ή ετερόζυγο.
16. Τα ποσοστά είναι τα ίδια.
17. Τα τελικά ποσοστά εξαρτώνται από το δεύτερο γονέα.
18. Η γονοτυπική αναλογία είναι: 4:2:2:2:2:1:1:1:1. Η φαινοτυπική αναλογία είναι 9:3:3:1.
20. Ο ένας γονέας μπορεί να είναι ΑΑΒΒ και ο άλλος ααββ κ.λ.π.
21. Για παράδειγμα, μπορεί να προκύψει από τη διασταύρωση ΑαΒΒ(x)ααΒΒ.
22. Οι απόγονοι με γονότυπο Α-Β-Γ έχουν πιθανότητα εμφάνισης 27/64, ενώ οι απόγονοι με
γονότυπο ααββγγ έχουν πιθανότητα εμφάνισης 1/64.
27. Δεν ισχύει, για παράδειγμα, για τα γονίδια που βρίσκονται στο ίδιο ζεύγος
χρωμοσωμάτων.
28. Γίνεται, αν τα αλληλόμορφα για τις δύο μελετούμενες ιδιότητες έχουν σχέση ατελούς
επικράτειας ή συνεπικράτειας.

4
29. Όταν η σχέση των αλληλόμορφων γονιδίων είναι σχέση ατελούς επικράτειας ή
συνεπικράτειας, τότε η φαινοτυπική αναλογία στην F2 γενεά είναι 1:2:1.
31. Η συγκεκριμένη φαινοτυπική αναλογία προκύπτει μόνο όταν:
α) οι δύο γονείς είναι ετερόζυγοι και για τις δύο γενετικές θέσεις
β) τα αλληλόμορφα για κάθε γενετική θέση έχουν σχέση επικρατούς- υπολειπόμενου
γ) οι δύο γενετικές θέσεις βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη χρωμοσωμάτων.
35. Δίνει φαινοτυπική αναλογία 1:2:1.
36. Στην περίπτωση των ατελώς επικρατών και των συνεπικρατών γονιδίων η διασταύρωση
ελέγχου δεν έχει νόημα, αφού ο φαινότυπος ενός ετερόζυγου ατόμου αποκαλύπτει το
γονότυπό του.
37. Μπορεί να παρατηρηθεί και στο μονουβριδισμό, π.χ. διασταύρωση IΑi(x)IBi για τις
ομάδες αίματος.
39. Πρέπει επίσης τα αλληλόμορφα για κάθε γενετική θέση να έχουν σχέση επικρατούς-
υπολειπομένου και οι δύο γενετικές θέσεις να βρίσκονται σε δύο διαφορετικά ζεύγη
χρωμοσωμάτων.
43. Στην περίπτωση όπου Α: θνησιγόνο, τότε η φαινοτυπική αναλογία που παρατηρείται
είναι 6: 3: 2: 1 , ενώ στην περίπτωση που είναι α: θνησιγό νο , η φαινο τυπιή αναλο γία των
απογόνων είναι 9:3 = 3:1 [αλλά (ΑΒ):(Αβ)].
44. Μπορεί να πρόκειται για θνησιγόνα γονίδια διαφορετικών γενετικών θέσεων.
46. Η πιθανότητα είναι 2/3 (η διαλογή γίνεται ανάμεσα στους βιώσιμους απογόνους).
50. Εφόσον η συγκεκριμένη ασθένεια κληρονομείται με αυτοσωμικό επικρατή τύπο
κληρονομικότητας, ο ένας από τους δύο γονείς –τουλάχιστον- πρέπει να νοσεί.
51. Υπάρχουν και πολυγονιδιακοί χαρακτήρες(extra- π.χ. ύψος)
53. Μπορεί η γυναίκα να είναι ετερόζυγη, οπότε εξαρτάται από το γονότυπο του άνδρα της
αν θα πάσχουν όλες οι κόρες της ή όχι.

5.7. Ερωτήσεις Αντιστοίχησης

1. 1 – Δ, 2 – Ε, 3 – Ζ, 4 – Γ, 5 – ΣΤ, 6 – Α, 7 - Β
2. 1 – Δ, 2 – Γ, 3 – Β, 4 – Α, 5 – ΣΤ, 6 – Ε
3. 1 – Β, 2 – Α, 3 – Α, 4 – Α, 5 – Α, 6 – Β, 7 - Β
4. 1 – Γ, 2 – Β,Δ, 3 – Α, 4 – Α
5. 1: Α, Γ, Ε, Η, Θ, Ι, ΙΑ, ΙΒ και 2: Β, Γ, Δ, ΣΤ, Ζ, ΙΒ
6. 1 – Δ, 2 – Ε, 3 – Β, 4 – Α, 5 – Γ, 6 – ΣΤ
7. Γονίδιο: α, γ, ε, η και Άτομο: β, δ, στ, ζ, θ
8. 1. ιώδες – λευκό
2. κίτρινο – πράσινο
3. λείο – ρυτιδωμένο
4. ψηλό – κοντό
5. ελεύθεροι – προσκολλημένοι
6. με κορυφή – χωρίς κορυφή
7. φυσιολογική – μη φυσιολογική (αιμορροφιλία)
9. 1 – Γ, 2 – Β, 3 – Β, 4 – Β, 5 – Α, 6 – Α

5
5.8. Eρωτήσεις Θεωρίας

Ομάδα Α΄

1. Αμιγή (καθαρά) στελέχη είναι αυτά τα οποία, μετά την αυτογονιμοποίησή τους,
παρουσιάζουν για πολλές γενιές την ίδια ιδιότητα. Ουσιαστικά, πρόκειται για άτομα
ομόζυγα ως προς τις μελετούμενες (μία ή περισσότερες) ιδιότητες.

2. Κατά τη μείωση διαχωρίζονται τα δύο ομόλογα χρωμοσώματα και κατά συνέπεια και
τα δύο αλληλόμορφα γονίδια. Οι απόγονοι προκύπτουν από τον τυχαίο συνδυασμό των
γαμετών.

3. Είναι η θέση ενός γονιδίου σε ένα χρωμόσωμα.

4. Τα γονίδια πο υ ελέγχουν τον ίδιο χαρακτήρα (ή ιδιότητα) με διαφορετικό τρόπο


ονομάζονται αλληλόμορφα (π.χ., το γονίδιο που καθορίζει το μικρό ύψος του φυτού
στο μπιζέλι είναι αλληλόμορφο με αυτό που καθορίζει το μεγάλο ύψος του φυτού). Τα
αλληλόμορφα γονίδια βρίσκονται στην ίδια γονιδιακή (ή γενετική) θέση πάνω στα
ομόλογα χρωμοσώματα.

5. Ένα (διπλοειδές) άτομο είναι ομόζυγο για μία συγκεκριμένη ιδιότητα, όταν φέρει και
στα δύο χρωμοσώματα ενός ζεύγους ομολόγων το ίδιο αλληλόμορφο γονίδιο για τη
συγκεκριμένη ιδιότητα.

6. Είναι το σύνολο των αλληλομόρφων γονιδίων του οργανισμού (στην πράξη εννοούμε
τη σύσταση των αλληλομόρφων γονιδίων για μία ή περισσότερες ιδιότητες που
μελετούμε με διασταυρώσεις και όχι το σύνολο των γονιδίων του οργανισμού).

7. Είναι το σύνολο των χαρακτήρων οι οποίοι αποτελούν την έκφραση του γονοτύπου
ενός οργανισμού, όπως είναι η εξωτερική εμφάνιση και η βιοχημική σύσταση
(ουσιαστικά, πρόκειται για το ορατό αποτέλεσμα από την έκφραση των κληρονομικών
παραγόντων. Με άλλα λόγια, ο φαινότυπος είναι η εμφάνιση (αυτό που βλέπουμε) ενός
οργανισμού, καθώς επίσης οτιδήποτε είναι μετρήσιμο με διάφορες τεχνικές ή
κατάλληλες συσκευές που χρησιμοποιούμε για ιατρικούς σκοπούς).

8. Όχι πάντα. Για παράδειγμα, στην περίπτωση ετερόζυγων ατόμων που διαθέτουν ένα
επικρατές και ένα υπολειπόμενο αλληλόμορφο, η έκφραση του επικρατούς επικαλύπτει
την έκφραση του υπολειπόμενου. Επίσης, σε κάποιες περιπτώσεις το περιβάλλον
μπορεί να καθορίζει την τελική μορφή του φαινότυπου (π.χ. άτομα ομόζυγα για το
αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο που προκαλεί φαινυλκετονουρία, εάν
ακολουθήσουν κατάλληλο διαιτολόγιο, δεν εμφανίζουν υψηλές συγκεντρώσεις
φαινυλαλανίνης στο αίμα τους ούτε διανοητική καθυστέρηση).

9. Ο φαινότυπος ενός οργανισμού αφορά το σύνολο των χαρακτήρων οι οποίοι αποτελούν


την έκφραση του γονό τυπο ύ του, ό πως είναι η εξωτερική εμφάνιση και η βιοχημική
σύσταση. Από τον ορισμό φαίνεται ότι ο φαινότυπος καθορίζεται από το γονότυπο,
δηλ. από τα αλληλόμορφα γονίδια του οργανισμού που ελέγχουν το συγκεκριμένο
χαρακτήρα. Όμως, σε μερικές περιπτώσεις, παίζει ρόλο και το περιβάλλον στην τελική
εμφάνιση του χαρακτήρα.

6
10. Επικρατές ονομάζεται το αλληλόμορφο γονίδιο που καλύπτει την έκφραση ενός
αλληλομόρφου του. Αυτό που καλύπτεται ονομάζεται υπολειπόμενο.
Ομόζυγο είναι το άτομο που έχει ίδια αλληλόμορφα γονίδια για μία συγκεκριμένη
ιδιότητα και ετερόζυγο είναι αυτό που έχει δύο διαφορετικά αλληλόμορφα για την ίδια
ιδιότητα.

11. Η επιτυχία των πειραμάτων του Mendel οφείλεται στα ακόλουθα:


• Μελετούσε μία ή δύο ξεχωριστές ιδιότητες του φυτού κάθε φορά και όχι το σύνολο
των ιδιοτήτων που το χαρακτηρίζει (όπως έκαναν προγενέστεροι επιστήμονες).
• Χρησιμοποίησε αμιγή (καθαρά) στελέχη για την ιδιότητα που μελετούσε (είχε
αναπτύξει την κατάλληλη μεθοδολογία για τη δημιουργία αμιγών στελεχών με συνεχείς
αυτογονιμοποιήσεις του φυτού, έτσι ώστε να γνωρίζει τη γενετική σύσταση -ως προς
την ιδιότητα ή τις ιδιότητες που μελετούσε- των φυτών που διασταύρωνε και να εξάγει
ασφαλή συμπεράσματα).
• Η καλή γνώση μαθηματικών του έδωσε τη δυνατότητα να αναλύσει τα
αποτελέσματά του στατιστικά (δηλ. να υπολογίζει τη συχνότητα εμφάνισης των
ιδιοτήτων στους απογόνους).
• Χρησιμοποίησε στα πειράματά του το μοσχομπίζελο, το οποίο έχει τα παρακάτω
πλεονεκτήματα:
α. Αναπτύσσεται (καλλιεργείται) πολύ εύκολα.
β. Εμφανίζει μεγάλη ποικιλότητα σε πολλούς χαρακτήρες.
γ. Μπορεί να αυτογονιμοποιηθεί φυσιολογικά, γεγονός που βοήθησε τον Μέντελ να
δημιουργήσει αμιγή ή καθαρά στελέχη. Επιπλέον, στο μοσχομπίζελο μπορεί να
πραγματοποιηθεί τεχνητή γονιμοποίηση, ιδιότητα που βοηθά στην πραγματοποίηση
επιλεκτικών διασταυρώσεων με γενετικό ενδιαφέρον που μπορούν να δώσουν χρήσιμες
πληροφορίες.
δ. Δίνει μεγάλο αριθμό απογόνων, ώστε να μπορεί να γίνει στατιστική επεξεργασία των
αποτελεσμάτων (περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό το στατιστικό σφάλμα).

12. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι:


α. Αναπτύσσεται (καλλιεργείται) πολύ εύκολα.
β. Εμφανίζει μεγάλη ποικιλότητα σε πολλούς χαρακτήρες.
γ. Μπορεί να αυτογονιμοποιηθεί φυσιολογικά, γεγονός που βοήθησε τον Μέντελ να
δημιουργήσει αμιγή ή καθαρά στελέχη. Επιπλέον, στο μοσχομπίζελο μπορεί να
πραγματοποιηθεί τεχνητή γονιμοποίηση, ιδιότητα που βοηθά στην πραγματοποίηση
επιλεκτικών διασταυρώσεων με γενετικό ενδιαφέρον που μπορούν να δώσουν χρήσιμες
πληροφορίες.
δ. Δίνει μεγάλο αριθμό απογόνων, ώστε να μπορεί να γίνει στατιστική επεξεργασία των
αποτελεσμάτων (περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό το στατιστικό σφάλμα).

13. Από τη διασταύρωση αμιγών στελεχών (ομόζυγων ατόμων) που διαφέρουν ως προς την
έκφραση της συγκεκριμένης ιδιότητας.

14. Θα πρέπει να προσέξουμε ώστε το φυτό που γονιμοποιείται τεχνητά με τη μεταφο ρά


γύρης από κάποιο άλλο φυτό, να μην αυτογονιμοποιηθεί ταυτόχρονα. Στην περίπτωση
που γίνει αυτό, τα αποτελέσματα της μελέτης θα αλλοιωθούν και δε θα
αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα. Για να μη συμβεί αυτό αφαιρούνται οι ανθήρες
(οι οποίοι περιέχουν τους γυρεόκοκκους) από τους στήμονες του φυτού.

7
15. 1ος Νόμος του Mendel: Κατά την παραγωγή γαμετών (με μείωση), από έναν οργανισμό,
διαχωρίζονται τα ομόλογα χρωμοσώματα και κατά συνέπεια τα αλληλόμορφα που
διαθέτει για μία ιδιότητα. Οι απόγονοι προκύπτουν από τον τυχαίο συνδυασμό των
γαμετών, που προέρχονται από το αρσενικό και το θηλυκό άτομο.
Για το παράδειγμα: Σελίδα 75 – 76 σχολικού: «Ο Μendel διασταύρωσε …
μονοϋβριδισμού».

16. α) 1 μόνο είδος γαμετών. Κάθε γαμέτης θα περιέχει το ίδιο αλληλόμορφο.


β) 2 είδη γαμετών σε αναλογία 1:1 μεταξύ τους.

17. Στην 1η μειωτική διαίρεση.

18. Στη 2η μειωτική διαίρεση.

19. α) 46 δίκλωνα μόρια DNA


β) 92 δίκλωνα μόρια DNA
γ) 92 δίκλωνα μόρια DNA
δ) 92 δίκλωνα μόρια DNA
ε) 46 δίκλωνα μόρια DNA.

20. 1 είδος γαμέτη.

21. Η διαδικασία με την οποία παράγεται ένας γαμέτης είναι η μείωση (διαίρεση ειδικών
κυττάρων, των άωρων γεννητικών, όπου καθένα δίνει 4 γαμέτες).

22. Με τη μείωση, τα αλληλόμορφα για κάθε ιδιότητα διαχωρίζονται και κάθε γαμέτης
περιέχει μόνο ένα αλληλόμορφο. Στην περίπτωση, όμως, των φυλοσύνδετων γονιδίων,
υπάρχει περίπτωση ένας αρσενικός γαμέτης στον άνθρωπο να μην περιέχει κανένα
αλληλόμορφο (αν ο γαμέτης αυτός περιέχει το χρωμόσωμα Υ).
Σημείωση: Τα παραπάνω ισχύουν για τους μονογονιδιακούς χαρακτήρες, δηλ.
χαρακτήρες που ελέγχονται από ένα μόνο ζεύγος αλληλομόρφων. Υπάρχουν και
χαρακτήρες που ελέγχονται από περισσότερα από ένα ζεύγη γονιδίων.

23. Ονομάζεται διασταύρωση ελέγχου. Αποσκοπεί στην εύρεση του γονότυπου ενός
ατόμου που έχει φαινότυπο που καθορίζεται από το επικρατές αλληλόμορφο, από τη
μελέτη της φαινοτυπικής αναλογίας των απογόνων του. Αν το εξεταζόμενο άτομο είναι
ομόζυγο (ΑΑ), θα προκύψουν 100% (Αα) απόγονοι (φαινότυπος Α), ενώ αν το
εξεταζόμενο άτομο είναι ετερόζυγο, θα προκύψει φαινοτυπική αναλογία 1:1 (οι μισοί
απόγονοι θα διαθέτουν τον επικρατή φαινότυπο (Α) και οι άλλοι μισοί τον
υπολειπόμενο φαινότυπο (α).

24. Η μείωση διαχωρίζει τα αλληλόμορφα γονίδια, επομένως από ένα ετερόζυγο άτομο οι
μισοί (50%) γαμέτες θα έχουν το ένα αλληλόμορφο (έστω το επικρατές) και οι άλλοι
μισοί το υπολειπόμενο.

25. α) 1 είδος γαμέτη.


β) 4 είδη γαμετών, σε ποσοστό 25% ο καθένας
γ) 2 είδη γαμετών, σε ποσοστό 50% ο καθένας.

8
26. 1) Ρ: ΑΑ (x) αα 2) Ρ: Αα (x) αα
γαμέτες: Α // α γαμέτες: ½ Α, ½ α // α
F1: όλοι Αα (Γ.Α.), F1: ½ Αα, ½ αα (Γ.Α.: 1Αα : 1αα),
Φ.Α. όλα τα άτομα (Α) Φ.Α. 1(Α) : 1(α)

3) Ρ: ΑΑ (x) ΑΑ 4) Ρ: αα (x) αα
γαμέτες: Α // Α γαμέτες: α // α
F1: όλοι ΑΑ (Γ.Α.), F1: όλοι αα (Γ.Α.),
Φ.Α. όλα τα άτομα (Α) Φ.Α. όλα τα άτομα (α)

27. Διασταύρωση ελέγχου ονομάζεται η διασταύρωση ενός ατόμου άγνωστου γονότυπου


με ένα άτομο ομόζυγο για το υπολειπόμενο αλληλόμορφο γονίδιο. Ο Mendel
προκειμένου να εξακριβώσει αν ένα ψηλό φυτό είχε γονότυπο ΨΨ (ομόζυγο) ή Ψψ
(ετερόζυγο), διασταύρωνε το εξεταζόμενο φυτό με ένα κοντό φυτό (ψψ). Όταν το φυτό
έδινε και ψηλούς και κοντούς απογόνους, τότε ο Mendel ήξερε ότι το φυτό ήταν
ετερόζυγο (Ψψ), ενώ όταν έδινε μόνο ψηλά φυτά, ήταν ομόζυγο (ΨΨ). Διασταυρώσεις:
Γονότυπος ψηλού φυτού: ΨΨ ή Ψψ
α) P: ΨΨ (x) ψψ β) P: Ψψ (x) ψψ
γαμ.: Ψ // ψ γαμ.: Ψ,ψ // ψ
F1: Ψψ F1: Ψψ, ψψ

28. Το μοσχομπίζελο έχει τη δυνατότητα της αυτογονιμοποίησης. Έτσι, αν ένα φυτό έχει
φαινότυπο επικρατούς αλλά ο γονότυπός του δεν είναι γνωστός, μπορούμε να
προχωρήσουμε σε αυτογονιμοποίηση του φυτού. Αν π.χ. είναι ψηλό, έχει γονότυπο ΨΨ
ή Ψψ. Τα πιθανά αποτελέσματα είναι:
α) P: ΨΨ (x) ΨΨ β) P: Ψψ (x) Ψψ
γαμ.: Ψ // Ψ γαμ.: Ψ,ψ // Ψ,ψ
F1: ΨΨ F1:ΨΨ, Ψψ, Ψψ, ψψ
Γ. Α.: 100% ΨΨ Γ.Α.: 25% ΨΨ, 50% Ψψ. 25% ψψ
Φ.Α.: 100% ψηλά Φ.Α.: 75% ψηλά: 25% κοντά
Oι φαινοτυπικές αναλογίες των απογόνων διαφοροποιούνται, πράγμα που επιτρέπει τη
διάκριση του εξεταζόμενου φυτού, το αν είναι δηλαδή ομόζυγο επικρατές ή ετερόζυγο.
Η αυτογονιμοποίηση φυσικά δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί σε όλους τους
οργανισμούς (π.χ. στους περισσότερους ζωικούς είναι αδύνατη).

29. Οι διασταυρώσεις με τις οποίες μελετάμε τον τρόπο που κληρονομείται μια ιδιότητα,
ονομάζονται διασταυρώσεις μονοϋβριδισμού. Αντίστοιχα για δύο ιδιότητες,
διασταυρώσεις διϋβριδισμού.

30.
Γονότυποι Γαμέτες
ΑΑΒΒ ΑΒ
ΑαΒΒ ΑΒ, αΒ
ΑΑΒβ ΑΒ, Αβ
ΑαΒβ ΑΒ, Αβ, αΒ, αβ
ΑΑΒΒΓΓ ΑΒΓ
ΑαΒβΓγ ΑΒΓ, ΑΒγ, ΑβΓ, Αβγ, αΒΓ, αΒγ, αβΓ, αβγ

31. Ένα άτομο ετερόζυγο για δύο ζεύγη γονιδίων, δίνει 4 είδη γαμετών: ΑΒ, Αβ, αΒ, αβ σε
ίση αναλογία δηλ. από 25%.

9
32. Ένα άτομο ετερόζυγο για ένα ζεύγος γονιδίων δίνει 2 ειδών γαμέτες. Αν είναι
ετερόζυγο για δύο ζεύγη γονιδίων δίνει 4 ειδών γαμέτες, και αν είναι ετερόζυγο για 3
ζεύγη γονιδίων δίνει 8 είδη γαμετών. Άρα για 4 ζεύγη γονιδίων θα παραχθούν 16 είδη
γαμετών, ένας από τους οποίους θα έχει γονότυπο αβγδ (ποσοστό 6,25%).

33. Ο νόμος της ανεξάρτητης μεταβίβασης των γονιδίων ισχύει μόνο για γονίδια που
βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη ομολόγων χρωμοσωμάτων. Επίσης ισχύει μόνο για τα
γονίδια του πυρήνα και όχι τα μιτοχονδριακά, καθώς αυτά κληρονομούνται
αποκλειστικά από τη μητέρα.

34. Δεύτερος νόμος Mendel: Το γονίδιο που ελέγχει έναν χαρακτήρα δεν επηρεάζει τη
μεταβίβαση του γονιδίου που ελέγχει έναν άλλο χαρακτήρα, επειδή τα χρωμοσώματα
κάθε γονέα συνδυάζονται με τυχαίο τρόπο κατά τη μείωση (μετάφαση Ι), προκειμένου
να σχηματιστούν οι γαμέτες τους.
Απαραίτητη προ ϋπό θεση για να ισχύει ο 2ος νόμος του Μέντελ είναι τα γονίδια που
καθορίζουν τον διαφορετικό χαρακτήρα των ατόμων να βρίσκονται σε διαφορετικά
ζεύγη ομολόγων χρωμοσωμάτων.
Για το παράδειγμα: σελ. 77 σχολικού: «Σε μία δεύτερη σειρά πειραμάτων … 9:3:3:1»
και εικόνα 5.7 (λεζάντα και σχήμα)».

35. Για να ισχύει ο 2ος νόμος του Mendel πρέπει τα γο νίδια πο υ καθο ρίζουν τις δύο
μελετούμενες ιδιότητες να βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη χρωμοσωμάτων.

36. Ατελούς επικράτειας.

37. α) ΙΑΙΑ ή ΙΑi


β) ΙΒΙΒ ή ΙΒi
γ) ΙΑΙΒ
δ) ii

38. Στην ατελή επικράτεια, ο φαινότυπος των ετερόζυγων ατόμων είναι ενδιάμεσος του
φαινότυπου των ομόζυγων, για τα 2 διαφορετικά αλληλόμορφα ατόμων.
Στη συνεπικράτεια, στο φαινότυπο του ετερόζυγου ατόμου εκφράζονται και τα 2
αλληλόμορφά του (οπότε ουσιαστικά είναι το «άθροισμα» των φαινοτύπων των δύο
ομόζυγων ατόμων).

39. Οι φαινοτυπικές αναλογίες στην F1 γενιά είναι 100% με το φαινότυπο του επικρατούς,
100% με ενδιάμεσο φαινότυπο και 100% με το «άθροισμα» των φαινοτύπων των
ατό μων της Ρ για τις περιπτώσεις των επικρατών-υπολειπόμενων, ατελώς επικρατών
και συνεπικρατών αλληλόμορφων γονιδίων αντίστοιχα. Στην F2 οι αναλογίες που
προκύπτουν είναι: 3:1, 1:2:1, και 1:2:1 αντίστοιχα.
Οι διαφορές αυτές οφείλονται στις διαφορετικές σχέσεις των αλληλόμορφων γονιδίων
σε κάθε περίπτωση. Στα επικρατή – υπολειπόμενα, το ένα αλληλόμορφο εκφράζεται
στο φαινότυπο του ετερόζυγου ατόμου ενώ το άλλο όχι. Στα ατελώς επικρατή,
προκύπτει ένας ενδιάμεσος φαινότυπος (π.χ. ροζ σκυλάκια) και στα συνεπικρατή
εκφράζονται και τα δυο αλληλόμορφα στο ετερόζυγο άτομο. Επομένως, στην F1 τα
ποσοστά (γονοτυπικές αναλογίες) είναι μεν ίδια, αλλά οι φαινοτυπικές εκφράσεις
διαφέρουν. Στην F2, οι γονοτυπικές αναλογίες είναι και στις 3 περιπτώσεις ίδιες
(1 ομόζυγο για το ένα αλληλόμορφο : 2 ετερόζυγα : 1 ομόζυγο για το άλλο
αλληλόμορφο). Όταν όμως αναφερόμαστε στις φαινοτυπικές αναλογίες, αλλάζουν
τα αποτελέσματα, γιατί στα επικρατή – υπολειπόμενα αθροίζουμε τα άτομα που
έχουν ίδιο φαινότυπο, ακόμα κι αν έχουν διαφορετικούς γονότυπους. Έτσι, η

10
γονοτυπική αναλογία 1:2:1 μετατρέπεται σε 3:1 φαινοτυπική αναλογία. Στις άλλες
δύο περιπτώσεις, κάθε διαφορετικός γονότυπος αντιστοιχεί σε διαφορετικό
φαινότυπο και έτσι οι φαινοτυπικές αναλογίες συμπίπτουν με τις γονοτυπικές.

40. Συμπεραίνουμε ότι η ιδιότητα που εμφανίζεται σε όλους τους απογόνους και στον
ένα από τους δύο γονείς, ελέγχεται από επικρατές αλληλόμορφο γονίδιο, ενώ ο
άλλος γονέας φέρει τον υπολειπόμενο φαινότυπο. Επίσης οι γονείς είναι ομόζυγοι, ο
ένας για το επικρατές και ο άλλος για το υπολειπόμενο γονίδιο, ενώ οι απόγονοι
είναι ετερόζυγοι.

41. Η συγκεκριμένη φαινοτυπική αναλογία απογόνων δείχνει ότι έχουν διασταυρωθεί


δύο ετερόζυγα για μια ιδιότητα άτομα και τα αλληλόμορφα γονίδια που ελέγχουν
την ιδιότητα αυτή έχουν σχέση επικρατούς-υπολειπόμενου. Το 75% των απογόνων
έχει τον επικρατή φαινότυπο (όμοιοι με τους γονείς) και το 25% τον υπολειπόμενο.

42. Ονομάζονται τα αλληλόμορφα γονίδια τα οποία, όταν συνυπάρχουν σε ένα άτομο


(ετερόζυγο), δίνουν έναν ενδιάμεσο, ως προς το χαρακτήρα που ελέγχει το κάθε
αλληλόμορφο χωριστά, φαινότυπο στο άτομο.

43. Ονομάζονται τα αλληλόμορφα γονίδια τα οποία εκφράζονται και τα δύο όταν


συνυπάρχουν σε ένα ετερόζυγο άτομο.

44. Θνησιγόνο θεωρείται το αλληλόμορφο γονίδιο που προκαλεί πρόωρο θάνατο


(πρόωρος θεωρείται όταν επέρχεται πριν τη γέννηση του εμβρύου). Με βάση τα
προηγούμενα, είναι λογικό ότι ένα θνησιγόνο γονίδιο είναι συνήθως υπολειπόμενο
και προκαλεί το θάνατο όταν βρεθεί σε ομοζυγωτία. Αν ήταν επικρατές, ο φορέας
του δεν θα επιβίωνε, οπότε δεν θα μπορούσε να το κληροδοτήσει και σε επόμενη
γενιά (δε θα μπορούσε να εξηγηθεί πώς ο ίδιος το κληρονόμησε).

45. Παραδείγματα πολλαπλών αλληλόμορφων γονιδιών είναι τα αλληλλόμορφα γονίδια


για τις ομάδες αίματος στον άνθρωπο και τα αλληλόμορφα γονίδια που ελέγχουν τις
διάφορες μορφές της β-θαλασσαιμίας. Αναφερόμαστε σε επίπεδο πληθυσμού και όχι
ατόμων, καθώς κάθε άτομο διαθέτει φυσιολογικά δύο αλληλόμορφα (ίδια ή
διαφορετικά) για κάθε χαρακτήρα.

46. Καλείται ο τρόπος μεταβίβασης των κληρονομικών χαρακτήρων (γονιδίων) από


γενιά σε γενιά. Η μελέτη του τρόπου μεταβίβασης ενός χαρακτηριστικού γίνεται
χρησιμοποιώντας κατάλληλες διασταυρώσεις.

47. Είναι η διαγραμματική απεικόνιση των μελών μίας οικογένειας για πολλές γενεές,
στην οποία αναπαριστώνται οι γάμοι, η σειρά των γεννήσεων, το φύλο των ατόμων
και ο φαινότυπός τους σε σχέση με κάποιο συγκεκριμένο χαρακτήρα.

48. Οι προσκολλημένοι λοβοί αυτιών καθορίζονται από αυτοσωμικό υπολειπόμενο


αλληλόμορφο γονίδιο, έστω ε. Άρα, ο γονότυπος του θηλυκού ατόμου που έχει
προσκολλημένους λοβούς αυτιών είναι εεΧΧ, αφού το γονίδιο είναι αυτοσωμικό.

49. Η γραμμή τριχο υϊας


φ με κορυφή ελέγχεται από αυτοσωμικό επικρατές
αλληλόμορφο, έστω Κ. Άρα, ο γονότυπος του θηλυκού ατόμου είναι ΚκΧΧ ή
ΚΚΧΧ, αφού το γονίδιο είναι αυτοσωμικό.

11
50. Ναι. Αυτό συμβαίνει αν η ασθένεια οφείλεται σε επικρατές αλληλόμορφο, όπως η
οικογενής υπερχοληστερολαιμία. Τότε, αν οι 2 γονείς είναι ετερόζυγοι για τα 2
αλληλόμορφα, θα ισχύει:
Ο: το αλληλόμορφο για την οικογενή υπερχοληστερολαιμία
ο: το φυσιολογικό αλληλόμορφο

Ρ: Οο (x) Οο
γαμ. Ο, ο // Ο, ο

F1: γαμ. O o
Ο ΟΟ Οο
ο Οο οο

φυσιολογικός απόγονος

51. Είναι ο χαρακτήρας που καθορίζεται από περισσότερα από ένα γονίδια
(διαφορετικές γονιδιακές θέσεις).

52. Η μελέτη του τρόπου με τον οποίο κληρονομείται ένας χαρακτήρας, προϋποθέτει
την εξέταση μεγάλου αριθμού ατόμων για πολλές γενιές. Ένα γενεαλογικό δένδρο
μιας μεγάλης οικογένειας περιέχει στοιχεία για το φαινότυπο πολλών ατόμων και
για πολλές γενιές, άρα ικανοποιεί τις παραπάνω προϋποθέσεις.

53. Με τις αιμομιξίες δίνεται η ευκαιρία σε υπολειπόμενα - αυτοσωμικά ή φυλοσύνδετα


- αλληλόμορφα να εκφραστούν με μεγαλύτερη συχνότητα.

54. Σε ένα γενεαλογικό δέντρο όπου μελετούμε ένα επικρατές αυτοσωμικό γονίδιο
παρατηρούνται τα παρακάτω:
 το χαρακτηριστικό (ή η ασθένεια) εμφανίζεται με την ίδια συχνότητα σε αρσενικά
και θηλυκά άτομα, εφόσον οφείλεται σε αυτοσωμικό γονίδιο.
 η εμφάνιση απογόνων  ή  προϋποθέτει την ύπαρξη ενός τουλάχιστον γονέα με
το χαρακτηριστικό (ή την ασθένεια).
 συνήθως, τα άτομα με το χαρακτηριστικό (ή την ασθένεια),  ή , είναι
ετερόζυγα.
 από γονείς   χωρίς το χαρακτηριστικό (ή την ασθένεια) προκύπτουν μόνο
απόγονοι χωρίς το χαρακτηριστικό (ή την ασθένεια). Εξαιρείται η περίπτωση
μετάλλαξης.
 από γονείς   (αν είναι ετερόζυγοι και οι δύο) μπορεί να προκύψει απόγονος 
ή  χωρίς το χαρακτηριστικό (ή την ασθένεια). Η διασταύρωση αυτή αποτελεί
αδιάσειστη απόδειξη ότι το υπεύθυνο αλληλόμορφο είναι επικρατές.

55. Οι αυτοσωμικές υπολειπόμενες ασθένειες εκφράζονται μόνο στα ομόζυγα άτομα


που έχουν κληρονομήσει από κάθε γονέα ένα παθολογικό αλληλόμορφο. Έτσι, το
κριτήριο διάκρισης του υπολειπόμενου αλληλομόρφου μέσα από ένα γενεαλογικό
δένδρο, είναι:
• Αν εμφανίζονται στο δένδρο φυσιολογικοί γονείς να αποκτούν παιδί που
εκδηλώνει την ασθένεια, σημαίνει ότι είναι αυτοί είναι ετερόζυγοι, οπότε στο
συγκεκριμένο παιδί βρέθηκαν τα παθολογικά αλληλόμορφα σε ομοζυγωτία. Αυτό
αποτελεί αδιάσειστη απόδειξη για την παρουσία παθογόνου υπολειπόμενου
αλληλομόρφου.
Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι ότι, άτομα που πάσχουν, αποκτούν παιδιά που όλα
πάσχουν (αφού η ασθένεια ελέγχεται από υπολειπόμενο αλληλόμορφο, οι γονείς είναι

12
ομόζυγοι, άρα και τα παιδιά τους). Η συγκεκριμένη παρατήρηση, όμως, από μόνη της
ΔΕΝ αποτελεί κριτήριο ή απόδειξη για να αποφανθούμε, διότι είναι μικρός ο αριθμός
των απογόνων.

56. α) Αιμορροφιλία Α
β) Μερική αχρωματοψία στο κόκκινο-πράσινο
57. Ονομάζουμε το άτομο που είναι ετερόζυγο για τα αλληλόμορφα μίας γονιδιακής
θέσης η οποία σχετίζεται με την εκδήλωση μίας γενετικής ασθένειας. Ισχύει μόνο
για τις γενετικές ασθένειες που ακολουθούν αυτοσωμικό υπολειπόμενο ή
φυλοσύνδετο υπολειπόμενο τύπο κληρονομικότητας. Στη δεύτερη περίπτωση, μόνο
θηλυκά άτομα μπορούν να είναι φορείς.

58. Ονομάζονται τα γονίδια που βρίσκονται στο Χ χρωμόσωμα και δεν έχουν
αλληλόμορφα στο Υ.

59. Το φύλο στον άνθρωπο (και σε άλλους οργανισμούς) καθορίζεται από την παρουσία
ή απο υσία το υ Υ χρωμοσώματο ς. Η παρουσία το υ Υ καθορίζει το ♂ φύλο και η
απουσία του το ♀ φύλο.

60. Η μερική αχρωματοψία προκαλείται από φυλοσύνδετο υπολειπόμενο γονίδιο.


Επομένως για να εκδηλωθεί στο φαινότυπο ενός θηλυκού ατόμου, θα πρέπει το
συγκεκριμένο αλληλόμορφο να βρεθεί σε ομόζυγη κατάσταση στο γονότυπο του
ατόμου αυτού. Κάτι τέτοιο όμως σημαίνει πως το άτομο αυτό κληρονόμησε και από
τους δύο γονείς το υπολειπόμενο αλληλόμορφο, γεγονός σπανιότερο από το να
κληρονομήσει το αλληλόμορφο αυτό μόνο μία φορά (από τον ένα μόνο γονέα).

61. Σε ένα αρσενικό άτομο κάθε είδους όπου το φύλο καθορίζεται όπως στον άνθρωπο,
το Υ χρωμόσωμα προέρχεται πάντα από τον πατέρα του, ενώ το Χ χρωμόσωμα
προέρχεται από τη μητέρα του.

Ομάδα Β΄

1. Ο Mendel για να εξηγήσει τα αποτελέσματα των διασταυρώσεων που οδήγησαν στη


διατύπωση του πρώτου νόμου (διασταυρώσεις μονοϋβριδισμού), πρότεινε ότι κάθε
κληρονομικός χαρακτήρας -όπως το ύψος- ελέγχεται από δύο παράγοντες που
υπάρχουν σε κάθε άτομο. Αυτή η υπόθεση ερμηνεύει την επανεμφάνιση του
χαρακτήρα ‘κοντό φυτό’ στην F2 γενιά ενώ είχε «χαθεί» από την F1 .Στην περίπτωση
που μόνο ένας χαρακτήρας ήλεγχε το ύψος του φυτού, δε θα μπορούσαν να
προκύψουν κοντά φυτά στην F2, εφόσον όλα τα φυτά στην F1 ήταν ψηλά (Ψ). Οι
«κληρονομικοί παράγοντες» που πρότεινε ο Mendel γνωρίζουμε σήμερα ότι είναι τα
γονίδια. Το ότι υπάρχουν δύο γονίδια που ελέγχουν κάθε γνώρισμα, οφείλεται στο
ότι οι οργανισμοί κληρονομούν πληροφορίες και από τους δύο γονείς για κάθε
γνώρισμα, είναι δηλαδή διπλοειδείς.

13
2.
ΜΙΤΩΣΗ ΜΕΙΩΣΗ
1. Δημιουργούνται σωματικά κύτταρα. 1. Δημιουργούνται τα γεννητικά κύτταρα, οι
Χρησιμοποιείται για την αύξηση (ανάπτυξη) των γαμέτες
οργανισμών όπως και για την ανανέωση των
φθαρμένων κυττάρων.
2. Δημιουργούνται 2 θυγατρικά κύτταρα 2. Δημιουργούνται τελικά 4 κύτταρα
3. Περιλαμβάνει 1 κυτταρική διαίρεση μετά από 1 3. Περιλαμβάνει 2 κυτταρικές διαιρέσεις
διπλασιασμό του DNA μετά από 1 διπλασιασμό του DNA
4. Γίνεται στα σωματικά κύτταρα και σε 4. Γίνεται στα άωρα γεννητικά κύτταρα.
ορισμένους μονοκύτταρους ευκαρυωτικούς
οργανισμούς
5. Στην ανάφαση έχουμε διαχωρισμό αδελφών 5. Στην ανάφαση Ι έχουμε διαχωρισμό
χρωματίδων ομόλογων χρωμοσωμάτων, ενώ στην
ανάφαση ΙΙ έχουμε διαχωρισμό αδελφών
χρωματίδων
6. Η ποσότητα και η ποιότητα του γενετικού υλικού 6. Τα θυγατρικά κύτταρα δεν περιέχουν την
σε κάθε θυγατρικό κύτταρο είναι ίδια με αυτή του ίδια ποσότητα (διαθέτουν τη μισή) και
αρχικού κυττάρου (φυσιολογικά) ποιότητα γενετικού υλικού με το αρχικό
κύτταρο

3. α) Με διασταύρωση ελέγχου:
Το φυτό που εκδηλώνει τον φαινότυπο (Α, οφείλει την εμφάνισή του στην παρουσία
ενός τουλάχιστον επικρατούς αλληλόμορφου γονιδίου Α, δηλαδή μπορεί να έχει
γονότυπο ΑΑ ή Αα. Προκειμένου να διαπιστώσουμε ποιον από τους 2 γονότυπους
διαθέτει, το διασταυρώνουμε με φυτό που εκδηλώνει τον υπολειπόμενο φαινότυπο
(α).
εάν όλοι οι απόγονοι εκδηλώνουν τον φαινότυπο που καθορίζει
το επικρατές αλληλόμορφο γονίδιο, τότε ο γονότυπος του
φυτό φαινότυπου (Α) εξεταζόμενου φυτού είναι ΑΑ και η διασταύρωση είναι
(x) ΑΑ (x) αα.
φυτό φαινότυπου (α)
εάν οι μισοί απόγονοι εκδηλώνουν τον φαινότυπο που καθορίζει
το επικρατές αλληλόμορφο γονίδιο και οι άλλοι μισοί, τον
φαινότυπο που καθορίζει το υπολειπόμενο αλληλόμορφο γονίδιο,
τότε ο γονότυπος του εξεταζόμενου φυτού είναι Αα και η
διασταύρωση είναι Αα (x) αα

β) Με αυτογονιμοποίηση: ειδικά στο μοσχομπίζελο που γνωρίζουμε ότι έχει τη


δυνατότητα αυτή
εάν όλοι οι απόγονοι εκδηλώνουν τον φαινότυπο που καθορίζει
το επικρατές αλληλόμορφο γονίδιο, τότε ο γονότυπος του
αυτογονιμοποίηση εξεταζόμενου φυτού είναι ΑΑ και η διασταύρωση είναι
φυτού με φαινότυπο (Α) ΑΑ (x) ΑΑ.

εάν η φαινοτυπική αναλογία των απογόνων είναι 3:1 ανάμεσα


στους απογόνους που εκδηλώνουν τον φαινότυπο που
καθορίζεται από το επικρατές αλληλόμορφο γονίδιο και τους
απογόνους που εκδηλώνουν τον φαινότυπο που καθορίζεται από
το υπολειπόμενο αλληλόμορφο γονίδιο, τότε ο γονότυπος του
εξεταζόμενου φυτού είναι Αα και η διασταύρωση είναι
Αα (x) Αα.
14
4. Πρόκειται για τη φαινοτυπική αναλογία που εμφανίζεται στους απογόνους μίας
διασταύρωσης διυβριδισμού, όταν:
α) οι δύο γονείς είναι ετερόζυγοι για τα ίδια αλληλόμορφα τόσο για την πρώτη όσο
και για τη δεύτερη γονιδιακή θέση
β) τα αλληλόμορφα κάθε ζεύγους έχουν σχέση επικρατούς – υπολειπομένου
γ) ο ι δύο γονιδιακές θέσεις βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη ομόλογων
χρωμοσωμάτων.
δ) τα γονίδια είναι αυτοσωμικά

5. α) Πρόκειται για διασταύρωση μονοϋβριδισμού (μελέτη μιας ιδιότητας), στην οποία


τα αλληλόμορφα έχουν σχέση επικρατούς – υπολειπόμενου (Α>α). Η συγκεκριμένη
φαινοτυπική αναλογία (3:1) προκύπτει από διασταύρωση ετερόζυγων ατόμων.
β) Πρόκειται για διασταύρωση ελέγχου, μεταξύ ενός ετερόζυγου ατόμου με ένα
ομόζυγο για το υπολειπόμενο αλληλόμορφο (σχέση γονιδίων επικρατές –
υπολειπόμενο). Επίσης μπορεί να προκύψει και σε διασταύρωση με ατελώς
επικρατή γονίδια, όπου το ένα άτομο είναι και πάλι ετερόζυγο και το άλλο ομόζυγο
ως προς το ένα αλληλόμορφο (αν και ο συμβολισμός που χρησιμοποιείται
περιλαμβάνει κεφαλαία και πεζά γράμματα, ένδειξη των επικρατών–υπολειπόμενων
γονιδίων). Ομοίως μπορεί να προκύψει και από συνεπικρατή γονίδια. Τέλος φορέας
θνησιγόνου γονιδίου όταν διασταυρωθεί με φυσιολογικό άτομο, που δε φέρει το
θνησιγόνο γονίδιο, δίνει αναλογία 1:1 (αν ο φορέας του θνησιγόνου γονιδίου έχει
άλλο φαινότυπο από αυτόν που είναι φυσιολογικός).
γ) Πρόκειται για διασταύρωση μεταξύ ετερόζυγων ατόμων στα οποία η σχέση των
αλληλόμορφων είναι σχέση συνεπικράτειας. Επίσης στα ατελώς επικρατή γονίδια
προκύπτει η ίδια αναλογία, αλλά ο συμβολισμός που ακολουθείται είναι
διαφορετικός. Τέλος, στα θνησιγόνα γονίδια, αν συμβολίσουμε με Α τα
φυσιολογικά, με Αα τα άτομα φορείς του θνησιγόνου γονιδίου και με αα τα άτομα
που έχοντας 2 φορές το θνησιγόνο γονίδιο, πεθαίνουν, η γονοτυπική αναλογία 1:2:1
στα ζυγωτά (πριν αποβιώσουν οι απόγονοι με γονότυπο αα) μπορεί να προκύψει από
διασταύρωση μεταξύ φορέων.
δ) Πρόκειται για διασταύρωση διϋβριδισμού στην οποία τα αλληλόμορφα έχουν
σχέση επικρατούς – υπολειπόμενου και τα διασταυρούμενα άτομα είναι ετερόζυγα
και για τα δύο ζεύγη γονιδίων (βλέπε ερώτηση 4).

6. Αν τα άτομα της Ρ γενιάς είχαν με διαφορετικό τρόπο συνδυασμένους τους


φαινότυπούς τους, δηλαδή λεία και πράσινα σπέρματα ο ένας και ρυτιδωμένα και
κίτρινα σπέρματα ο άλλος, (γονότυποι ΛΛκκ και λλΚΚ αντίστοιχα), οι απόγονοι θα
είχαν και πάλι λεία και κίτρινα σπέρματα και θα ήταν ετερόζυγοι:
Ρ: ΛΛκκ (x) λλΚΚ
γαμ.: Λκ // λΚ
F1: ΛλΚκ
Επομένως το αποτέλεσμα στην F2 δεν θα διαφοροποιούταν από την κλασική
αναλογία 9:3:3:1.

15
7.
Ατελώς επικρατή Επικρατή-υπολειπόμενα
Το ετερόζυγο άτομο έχει φαινότυπο Το ετερόζυγο άτομο έχει φαινότυπο που
ενδιάμεσο από εκείνους που καθορίζουν καθορίζεται από το ένα αλληλόμορφο (το
τα 2 αλληλόμορφα επικρατές)
Στην F1 οι απόγονοι είναι ομοιόμορφοι Στην F1 οι απόγονοι είναι ομοιόμορφοι
μεταξύ τους όχι όμως και με τους γονείς μεταξύ τους και με τον ένα γονέα
Στην F2 προκύπτουν 3 φαινότυποι σε Στην F2 προκύπτουν 2 φαινότυποι σε
αναλογία 1:2:1 αναλογία 3:1
Σε όλες τις διασταυρώσεις συμπίπτουν οι Στην F2 οι φαινοτυπικές αναλογίες
γονοτυπικές με τις φαινοτυπικές διαφοροποιούνται από τις γονοτυπικές
αναλογίες

8. Όχι. Η διασταύρωση ελέγχου γίνεται για να εξακριβωθεί ο γονότυπος ενός ατόμου


του οποίου δε γνωρίζουμε το φαινότυπο. Στα ατελώς επικρατή γονίδια όμως, οι 3
συνδυασμοί (γονότυποι) των 2 αλληλόμορφων δίνουν 3 ευδιάκριτους φαινότυπους.
Π.χ. στο φυτό σκυλάκι (Antirhinnum), για τα 2 αλληλόμορφα Κ1 και Κ2 έχουμε:
Κ1Κ1: κόκκινα άνθη, Κ2Κ2: Λευκά άνθη, Κ1Κ2: ροζ άνθη. Δηλαδή, η απλή
παρατήρηση του φαινότυπου οδηγεί σε συμπέρασμα για το ποιος είναι ο γονότυπος.

9. Στα ατελώς επικρατή γονίδια και στα συνεπικρατή, σε όλες τις διασταυρώσεις οι
γονοτυπικές αναλογίες συμπίπτουν με τις φαινοτυπικές. Αυτό οφείλεται στο ότι
γενικότερα συμπίπτουν οι γονότυποι και οι φαινότυποι (διαφορετικοί γονότυποι
δίνουν διαφορετικούς φαινότυπους). Αντίθετα στα επικρατή-υπολειπόμενα γονίδια,
λόγω επικράτειας, εμφανίζονται διαφορετικοί γονότυποι (ο ομόζυγος επικρατής και
ο ετερόζυγος) να εκφράζουν τον ίδιο φαινότυπο.

10. α) Γονότυποι: ΑΑ, Αα1, Αa, a1a1, a1a, aa, (6 διαφορετικοί για την πρώτη ιδιότητα)
και ΒΒ, Ββ, ββ (3 διαφορετικοί για τη δεύτερη ιδιότητα). Εφόσον οι δύο ιδιότητες
κληρονομούνται η μία ανεξάρτητα από την άλλη, οι δυνατοί συνδυασμοί γονοτύπων
και για τις δύο ιδιότητες είναι 6 x 3 = 18.
β) Διασταύρωση Α-Β- (x) aaββ.
i) Αν το άτομο (ΑΒ) έχει γονότυπο ΑΑΒΒ, τότε η διασταύρωση έχει ως εξής:
Πατρική γενιά (P1): ΑΑΒΒ (x) aaββ
Γαμέτες: ΑΒ // aβ
Γενιά F1 : ΑaΒβ
Φαινοτυπική Αν. F1: όλοι (ΑΒ)

ii) Αν το άτομο (ΑΒ) έχει γονότυπο ΑΑΒβ, τότε η διασταύρωση έχει ως εξής:
Πατρική γενιά (P1): ΑΑΒβ (x) aaββ
Γαμέτες: ΑΒ, Αβ // aβ
Γενιά F1 : ΑaΒβ, Αaββ
Φαινοτυπική Αν. F1: 1 (ΑΒ): 1 (Αβ)

iii) Αν το άτομο (ΑΒ) έχει γονότυπο Αα1ΒΒ, τότε η διασταύρωση έχει ως εξής:
Πατρική γενιά (P1): Αα1ΒΒ (x) aaββ
Γαμέτες: ΑΒ, α1Β // aβ
Γενιά F1 : ΑaΒβ, α1aΒβ
Φαινοτυπική Αν. F1: 1 (ΑΒ): 1 (α1Β)

16
iv) Αν το άτομο (ΑΒ) έχει γονότυπο ΑaΒΒ, τότε η διασταύρωση έχει ως εξής:
Πατρική γενιά (P1): ΑaΒΒ (x) aaββ
Γαμέτες: ΑΒ, aΒ // aβ
Γενιά F1 : ΑaΒΒ, aaΒΒ
Φαινοτυπική Αν. F1: 1 (ΑΒ): 1 (aΒ)

v) Αν το άτομο (ΑΒ) έχει γονότυπο Αα1Ββ, τότε η διασταύρωση έχει ως εξής:


Πατρική γενιά (P1): Αα1Ββ (x) aaββ
Γαμέτες: ΑΒ, α1Β, Αβ, α1β // aβ
Γενιά F1 : ΑaΒβ, α1aΒβ, Αaββ, α1aββ
Φαινοτυπική Αν. F1: 1(ΑΒ): 1(α1Β): 1(Αβ): 1(α1β)

vi) Αν το άτομο (ΑΒ) έχει γονότυπο ΑaΒβ, τότε η διασταύρωση έχει ως εξής:
Πατρική γενιά (P1): ΑaΒβ (x) aaββ
Γαμέτες: ΑΒ, aΒ, Αβ, aβ // aβ
Γενιά F1 : ΑaΒβ, aaΒβ, Αaββ, aaββ
Φαινοτυπική Αν. F1: 1 (ΑΒ): 1 (aΒ): 1 (Αβ): 1 (aβ)

11. α) Στην περίπτωση πολυγονιδιακών χαρακτήρων.


β) Στην περίπτωση χαρακτήρων που ελέγχονται από μιτοχονδριακά γονίδια.
γ) Στην περίπτωση χαρακτήρων που ελέγχονται από γονίδια που βρίσκονται στο ίδιο
χρωμόσωμα (δεν εφαρμόζεται ο δεύτερος νόμος) .
δ) Στην περίπτωση μεταλλάξεων που γίνονται στα γεννητικά κύτταρα ενός γονέα
και μεταβιβάζονται στους απογόνους, πχ δημιουργία επικρατούς αλληλομόρφου το
οποίο οδηγεί σε κληρονομική ασθένεια.
ε) Στην περίπτωση των φυλοσύνδετων γονιδίων στα αρσενικά άτομα, δεν υπάρχει
ζεύγος αλληλόμορφων γονιδίων. Επομένως, ο πρώτος νόμος του Mendel δεν ισχύει
στην περίπτωση αυτή, αλλά μόνο στο επίπεδο των αλληλόμορφων γονιδίων.
Αντίθετα, τα φυλετικά χρωμοσώματα διαχωρίζονται μεταξύ τους κανονικά, όπως
συμβαίνει και στα θηλυκά άτομα.

12. α) Ατελώς επικρατή αλληλόμορφα (π.χ., χρώμα των ανθέων στο σκυλάκι)
β) Συνεπικρατή αλληλόμορφα (αλληλόμορφα ΙΑ και ΙΒ για τις ομάδες αίματος
σύμφωνα με το σύστημα ΑΒΟ στον άνθρωπο)
γ) Πολλαπλά αλληλόμορφα (π.χ., β-θαλασσαιμία και ομάδες αίματος – όλα τα
αλληλόμορφα: ΙΑ, ΙΒ, i – στον άνθρωπο).
δ) Θνησιγόνα αλληλόμορφα
ε) Φυλοσύνδετα γονίδια (αιμορροφιλία Α, μερική αχρωματοψία στο κόκκινο –
πράσινο)

13. α) Οι συνθήκες είναι:


i) Όταν υπάρχει σχέση επικρατούς – υπολειπόμενου ανάμεσα στα αλληλόμορφα για
τη μελετούμενη ιδιότητα και τα άτομα είναι το ένα ομόζυγο ως προς το επικρατές
και το άλλο ετερόζυγο για τη συγκεκριμένη ιδιότητα.
ii) 6ο Κεφάλαιο: Σε περίπτωση που πρόκειται για ασθενή της φαινυλκετονουρίας, ο
οποίος ακολουθεί εφ’ όρου ζωής κατάλληλο διαιτολόγιο, οπότε δεν εμφανίζει
συμπτώματα της ασθένειας, ακριβώς όπως και ένας φορέας ή ένα ομόζυγο άτομο.
iii) 6ο Κεφάλαιο: Σε περίπτωση βαριάς β–θαλασσαιμίας που προκαλείται από
διαφορετικά αλληλόμορφα (υπάρχουν περισσότερα από 300 διαφορετικά
αλληλόμορφα που προκαλούν την ασθένεια).
iv) 8ο Κεφάλαιο: Σε περίπτωση ατόμου που έχει υποστεί γονιδιακή θεραπεία (βλέπε
παράδειγμα κυστικής ίνωσης) και ενώ είναι ομόζυγος ως προς το υπολειπόμενο
αλληλόμορφο, εν τούτοις δεν εμφανίζει συμπτώματα της ασθένειας.
17
v) 6ο Κεφάλαιο: Ασθενείς από φαινυλκετονουρία μπορεί να εμφανίσουν και
συμπτώματα αλφισμού, αν με την τροφή τους δεν τους παρέχεται πηγή τυροσίνης.

β) Όταν ο φαινότυπος καθορίζεται και από το περιβάλλον:


i) 6ο Κεφάλαιο: ασθενείς από φαινυλκετονουρία μπορεί να εμφανίζουν ή να μην
εμφανίζουν συμπτώματα της ασθένειας – π.χ., διανοητική καθυστέρηση, αυξημένη
ποσότητα φιανυλαλανίνης στο αίμα τους – ανάλογα με το αν ακολουθούν
κατάλληλο διαιτολόγιο ή όχι
ii) 6ο Κεφάλαιο: φορείς δρεπανοκυτταρικής αναιμίας μπορεί να εμφανίζουν ή να μην
εμφανίζουν δρεπανοκύτταρα στο αίμα τους, ανάλογα με το αν θα βρεθούν σε
υψόμετρο μεγαλύτερο από 3.000 m
iii) 6ο Κεφάλαιο: ασθενείς από μελαγχρωματική ξηροδερμία μπορεί να εμφανίσουν ή
να μην εμφανίσουν καρκίνο του δέρματος, ανάλογα με το αν θα εκτεθούν σε
υπεριώδη ακτινοβολία ή όχι
iv) 8ο Κεφάλαιο: άτομα που πάσχουν από γενετική ασθένεια και έχουν υποστεί
γονιδιακή θεραπεία έχουν διαφορετικό φαινότυπο από άτομα που πάσχουν από την
ασθένεια και δεν έχουν υποστεί θεραπεία. (Π.χ., άτομα ομόζυγα ως προς το
υπολειπόμενο αλληλόμορφο που προκαλεί κυστική ίνωση μπορεί να εμφανίζουν
συμπτώματα της ασθένειας ή όχι, ανάλογα με το αν έχουν δεχτεί γονιδιακή θεραπεία
ή όχι).

14. Η ζητούμενη διασταύρωση είναι:


Ρ: ΙΑi (x) IBi
γαμ.: ΙΑ,i // IB, i
F1: IAIB, IAi, IBi, ii

Φ.A.: 1 με ομάδα ΑΒ : 1 με ομάδα Α : 1 με ομάδα Β : 1 με ομάδα Ο

15. Το θνησιγόνο γονίδιο δε μπορεί να είναι επικρατές ως προς τη θνησιμότητα, διότι


στην περίπτωση αυτή θα πέθαινε το άτομο εκείνο που το φέρει, και έτσι δεν θα
μπορούσε να αποκτήσει απογόνους και συνεπώς να μεταβιβάσει το γονίδιο αυτό
στην επόμενη γενιά και κατ’ επέκταση στον πληθυσμό.
Σχόλιο – Εκτός ύλης: Μόνο σε μία περίπτωση ένα θνησιγόνο γονίδιο μπορεί να είναι
επικρατές, ως προς τη θνησιμότητα όταν αυτό εκφράζεται σε άτομα μεγάλης ηλικίας
και ενώ ήδη έχουν αποκτήσει απογόνους (περίπτωση που δεν αναφέρεται στο σχολικό
βιβλίο).

16. Ο άνθρωπος δεν αποτελεί καλό πειραματικό μοντέλο για τη μελέτη των τύπων
κληρονομικότητας, διότι:
α) δίνει μικρό αριθμό απογόνων από κάθε κύηση
β) έχει μεγάλη διάρκεια γενιάς (περίπου 20-30 έτη), ενώ απαιτείται και μεγάλο
χρονικό διάστημα για τη δημιουργία των απογόνων
γ) δεν είναι δυνατόν να γίνουν διασταυρώσεις ανάλογες με αυτές που
πραγματοποίησε ο Μέντελ (δεν μπορούμε να πραγματοποιήσουμε διασταυρώσεις
που παρουσιάζουν γενετικό ενδιαφέρον, λόγω της ύπαρξης των ανθρώπινων
δικαιωμάτων).

18
17.
Αυτοσωμική επικρατής Αυτοσωμική υπολειπόμενη
κληρονομικότητα κληρονομικότητα
• υγιείς γονείς αποκτούν μόνο υγιή • υγιείς γονείς μπορούν να αποκτήσουν
παιδιά παιδί που πάσχει, αν είναι φορείς
(25%)
• ασθενείς γονείς (ετερόζυγοι) μπορούν • ασθενείς γονείς αποκτούν μόνο
να αποκτήσουν υγιές παιδί (25%) ασθενή παιδιά
• κάθε ασθενής έχει τουλάχιστον έναν • κάθε ασθενής μπορεί να έχει μόνο ένα
ασθενή γονέα γονέα ασθενή ή και τους δύο γονείς
ασθενείς ή και τους δύο γονείς υγιείς,
αλλά φορείς του υπολειπόμενου
αλληλομόρφου
• πάσχουν και αρσενικά και θηλυκά • πάσχουν και αρσενικά και θηλυκά
άτομα με την ίδια συχνότητα άτομα με την ίδια συχνότητα

18. α) Χαρακτηριστικά που οφείλονται σε φυλοσύνδετα γονίδια.


β) Χαρακτηριστικά που οφείλονται σε μιτοχονδριακά γονίδια.

19. Όχι, αφού οι γονιδιακές θέσεις που καθορίζουν τις συγκεκριμένες δύο ιδιότητες
βρίσκονται στο ίδιο χρωμόσωμα (το φυλετικό χρωμόσωμα Χ).

20. Όχι. Περιέχει και γονίδια που απαντώνται και στο Υ χρωμόσωμα (στις κοινές
περιοχές των 2 χρωμοσωμάτων).

21. α) Το γονίδιο που καθορίζει την ιδιότητα πρέπει να είναι φυλοσύνδετο και τα
αλληλόμορφά του να έχουν σχέση επικρατούς - υπολειπόμενου. Από εκεί κι έπειτα,
η διασταύρωση είναι η εξής:
P: ΧΑΥ (x) XaXa.
β) στα χαρακτηριστικά που καθορίζονται από μιτοχονδριακά γονίδια

22. Τα θνησιγόνα γονίδια αντιστοιχούν σε διαφορετικές γονιδιακές θέσεις του


φυλετικού Χ χρωμοσώματος.

23. Φυλοσύνδετα λέγονται τα γονίδια που βρίσκονται στο Χ χρωμόσωμα και δεν έχουν
αλληλόμορφα στο Υ. Επειδή τα φυσιολογικά ♂ άτομα έχουν ένα Χ και ένα Υ
χρωμόσωμα, διαθέτουν ένα μόνο φυλοσύνδετο γονίδιο για κάθε γνώρισμα, και όχι
ζεύγος αλληλομόρφων όπως συμβαίνει με τα αυτοσωμικά. Τα φυσιολογικά ♀ άτομα
έχουν δύο Χ χρωμοσώματα, επομένως έχουν τα φυλοσύνδετα γονίδια σε ζεύγη. Η
κληρονόμηση, επομένως, των φυλοσύνδετων γνωρισμάτων, σχετίζεται με (ή
επηρεάζεται από) την κληρονόμηση του φύλου. Έτσι, τα♂ άτομα κληρονομούν τα
φυλοσύνδετα χαρακτηριστικά τους από το♀ γο νέα το υς και τα ♀ άτομα και από
τους δυο γονείς τους.
Αν διασταυρωθούν άτομα που διαφέρουν στο φαινότυπο, π.χ. το♀ με το επικρατές
γνώρισμα (και έστω ότι είναι ομόζυγο, για να κάνουμε τη σύγκριση με τη μενδελική
κληρονομικότητα), και το ♂ με το υπολειπόμενο:
Ρ: ♀ ΧΑΧΑ (x) ΧαΥ ♂ Ρ: ΑΑ (x) αα
γαμ.: ΧΑ // Χα, Υ γαμ.: Α // α
F1: ΧΑΧα, ΧΑΥ F1: Αα

19
Οι παραπάνω διασταυρώσεις δε φανερώνουν κάποια διαφορά στον τρόπο με τον
οποίο κληρονομείται ένα φυλοσύνδετο από ένα αυτοσωμιοκό γονίδιο. Αν όμως το ♀
είναι ομόζυγο για το υπολειπόμενο αλληλόμορφο (φυλοσύνδετο), και το♂ έχει το
επικρατές:
Ρ: ♀XαΧα (x) ΧΑΥ♂ Ρ: ♀αα (x) ΑΑ ♂
γαμ.: Xα // ΧΑ, Υ γαμ.: α // Α
F1: XAΧα , ΧαΥ F1: Αα
Φ.Α.: 1 ♀ φυσιολογικό Φ.Α.: 100% φυσιολογικοί
1 ♂ υπολειπόμενο

Η (πρώτη) παραπάνω διασταύρωση είναι χαρακτηριστική γιατί δείχνει ότι στα


φυλοσύνδετα γονίδια, όταν το θηλυκό φέρει το υπολειπόμενο γνώρισμα, οι απόγονοι
δεν είναι ομοιόμορφοι μεταξύ τους, όπως συμβαίνει με τα αυτοσωμικά γονίδια (η
δεύτερη διασταύρωση).
Αν προχωρήσουμε στην F2 από την πρώτη διασταύρωση, όπου το θηλυκό άτομο
φέρει το υπολειπόμενο φυλοσύνδετο γονίδιο (έχει φυσιολογικό φαινότυπο), και το
αρσενικό είναι φυσιολογικό, η πιθανότητα να εμφανιστεί απόγονος με το
υπολειπόμενο γνώρισμα είναι 25%, όπως και στα αυτοσωμικά γονίδια, μόνο που
εδώ το άτομο που θα εκδηλώσει το γνώρισμα θα είναι υποχρεωτικά αρσενικό:

P: ♀XAXα Χ ΧΑΥ♂ Ρ: ♀ Αα Χ Αα ♂
γαμ.: XA, Xα , ΧΑ,Υ γαμ.: A,α , Α,α
F1: XAXA, XAY, XAXα, ΧαΥ F1: ΑΑ, Αα, Αα, αα
Φ.Α.: 2♀ φυσιολογικά Φ.Α.: 3 φυσιολογικά: 1πάσχει
1♂ φυσιολογικό
1♂ πάσχει (όπου Α = φυσιολογικό, α= υπολειπόμενο)

Ένα χαρακτηριστικό των φυλοσύνδετων γονιδίων είναι ότι η Φ.Α. κατά φύλο και
συνολικά δεν είναι η ίδια: 3:1 στο σύνολο (όπως και στα αυτοσωμικά), αλλά 100%
στα ♀ και 1:1 στα ♂.
Αν προχωρήσουμε στην F2 από τη δελυτερη διασταύρωση, θα έχουμε:
P: ♀XΑΧα Χ ΧαΥ ♂
γαμ.: ΧΑ, Xα , Χα, Υ
F1: ΧΑΧα, ΧΑΥ, ΧαΧα, ΧαΥ
Φ.Α.: 1 ♀ φυσιολογικό
1 ♀ με υπολειπόμενο φαινότυπο
1 ♂ φυσιολογικό
1 ♂ με υπολειπόμενο φαινότυπο
Εδώ διαπιστώνουμε ότι δεν προκύπτει καθόλου η Φ.Α. 3:1, όπως στα αυτοσωμικά,
αλλά η Φ.Α. 1:1.

Και από τις δύο παραπάνω διασταυρώσεις στα φυλοσύνδετα γονίδια, φαίνεται ότι
στο ♂ άτομο εκδηλώνεται ευκολότερα το υπολειπόμενο φυλοσύνδετο γνώρισμα από
ό,τι στο ♀, γιατί δεν έχει στο Υ χρωμόσωμα γονίδιο που να επικαλύπτει τη δράση
του φυλοσύνδετου γονιδίου. Ενώ λοιπόν για να εκδηλωθεί το υπολειπόμενο
γνώρισμα στον αρσενικό απόγονο αρκεί ο♀ γονέας του να είναι φορέας του
αντίστοιχου φυλοσύνδετου γονιδίου, στο θηλυκό –αντίθετα- απόγονο, για να
εκδηλωθεί το υπολειπόμενο γνώρισμα θα πρέπει το αντίστοιχο αλληλόμορφο να
βρεθεί σε ομοζυγωτία, που σημαίνει ότι θα πρέπει και ο♀ γονέας να είναι φορέας,
αλλά και ο ♂ γονέας να εκδηλώνει το υπολειπόμενο γνώρισμα.

20
Συνοψίζοντας τις διαφορές:

Φυλοσύνδετα Αυτοσωμικά
1. Για ένα ζεύγος αλληλομόρφων τα ♀ Για ένα ζεύγος αλληλομόρφων
έχουν 3 γονότυπους ενώ τα ♂ 2 υπάρχουν πάντα 3 γονότυποι
2. Κληρονομούνται σε συνάρτηση με Δε σχετίζεται η μεταβίβασή τους με το
το φύλο: τα ♂ από το θηλυκό γονέα φύλο
και τα ♀ και από τους δύο γονείς
3. Στην F1 προκύπτουν ομοιόμορφοι Στην F1 προκύπτουν πάντα ομοιόμορφοι
απόγονοι αν το ♀ είναι ομόζυγο για απόγονοι (από αμιγή άτομα)
το επικρατές αλλά όχι ομοιόμορφοι
αν ♀το είναι ομόζυγο
υπολειπόμενο
4. Στην F2 είτε προκύπτει 3:1 στο Στην F2 προκύπτει πάντα 3:1
σύνολο αλλά όχι κατά φύλο, είτε
προκύπτει 1:1
5. Οι Φ.Α. κατά φύλο και στο σύνολο Δεν υπάρχει διαφορά, είτε μετρηθεί η
διαφέρουν σε αρκετές Φ.Α. σε κάποιο φύλο, είτε στο σύνολο
διασταυρώσεις
6. Το υπολειπόμενο γνώρισμα Δεν υπάρχει διαφορά (το ίδιο συχνά και
εκδηλώνεται ευκολότερα και στα 2 φύλα)
συχνότερα στο ♂

24. Τα χαρακτηριστικά που οφείλονται σε υπολειπόμενα φυλοσύνδετα γονίδια


εκδηλώνονται ευκολότερα στα ♂ άτομα, γιατί δεν έχουν αλληλόμορφα γονίδια στο
Υ χρωμόσωμα που να καλύπτουν τη δράση τους. Έτσι, μελετώντας τα αρσενικά
άτομα ενός πληθυσμού, βρίσκουμε πιο εύκολα φαινότυπους που καθορίζονται από
υπολειπόμενα φυλοσύνδετα γονίδια σε σχέση με τη μελέτη των αυτοσωμικών
γονιδίων (τα οποία πρέπει να βρεθούν σε ομοζυγωτία για να εκδηλωθεί το
χαρακτηριστικό).

25. α) Αν οι γονείς δεν εκδηλώνουν το υπολειπόμενο γνώρισμα: Ο πατέρας θα έχει


γονότυπο ΧΑΥ και η μητέρα έστω ότι είναι ετερόζυγη (πρέπει σε κάποιον να
βρίσκεται ένα υπολειπόμενο γονίδιο για να μελετήσουμε τον τρόπο κληρονόμησής
του). Η διασταύρωση έχει ως εξής:
P: ♀XAXα (x) ΧΑΥ♂
γαμ.: ΧΑ, Χα // ΧΑ, Υ
F1: ΧΑΧΑ, ΧΑΥ, ΧΑΧα, ΧαΥ
Φ.Α.: 2 ♀ φυσιολογικά
1 ♂ φυσιολογικό
1 ♂ ασθενές

β) Αν η μητέρα είναι και πάλι ετερόζυγη και ο πατέρας πάσχει, η διασταύρωση θα


έχει ως εξής:
P: ♀ ΧΑΧα (x) ΧαΥ ♂
γαμ.: XA, Xα // Χα, Υ
F1: XAΧα, ΧΑΥ, ΧαΧα, ΧαΥ
Φ.Α.: 1 ♀ φυσιολογικό
1 ♀ ασθενές
1 ♂ φυσιολογικό
1 ♂ ασθενές

21
γ) Αν η μητέρα πάσχει και ο πατέρας είναι φυσιολογικός, η διασταύρωση έχει ως
εξής:
P: ♀ ΧαΧα (x) ΧΑΥ ♂
γαμ.: Χα // ΧΑ, Υ
F1: ΧΑΧα, ΧαΥ
Φ.Α.: 1 ♀ φυσιολογικό
1 ♂ ασθενές

δ) Αν η μητέρα είναι ομόζυγη για το φυσιολογικό γονίδιο και ο πατέρας πάσχει, η


διασταύρωση έχει ως εξής:
P: ♀ΧΑΧΑ (x) ΧαΥ ♂
γαμ.: XA // Xα, Y
F1: Χ Χ , ΧΑΥ
Α α

Φ.Α.: 1 ♀ φυσιολογικό
1 ♂ φυσιολογικό

Δε χρειάζεται να μελετήσουμε την περίπτωση να πάσχουν και οι δύο γονείς (γιατί


τότε θα πάσχουν και όλα τα παιδιά), καθώς και την περίπτωση ο ι γονείς να μη
φέρουν κανένα υπολειπόμενο γονίδιο (όλα τα παιδιά θα είναι φυσιολογικά).
Από τις παραπάνω διασταυρώσεις προκύπτει ότι οι αρσενικοί απόγονοι είναι πιο
εύκολο να κληρονομήσουν μια ασθένεια που οφείλεται σε υπολειπόμενο
φυλοσύνδετο γονίδιο, σε σχέση με τους θηλυκούς απογόνους. Σε δύο διασταυρώσεις
[(α) και (γ)] προ κύπτει αρσενικό άτο μο με την πάθηση αλλά ό χι θηλυκό . Στις
υπόλοιπες η πιθανότητα είναι ίδια και για τα δύο φύλα.

26. α. Η μοναδική περίπτωση διασταύρωσης μονοϋβριδισμού, όταν τα γονίδια είναι


αυτοσωμικά, από την οποία προκύπτει η φαινοτυπική αναλογία 3:1 στους
απογόνους είναι η Αα (x) Aα, στην περίπτωση που τα αλληλόμορφα έχουν σχέση
επικρατούς-υπολειπομένου.
Όταν τα γονίδια είναι φυλοσύνδετα, είναι δυνατό να προκύψει η αναλογία 3:1, όταν
όμως η φαινοτυπικά αναλογία δίνεται στο σύνολο των απογόνων και όχι ανάλογα με
το φύλο του οργανισμού:
P: ΧΑΧα (x) ΧΑΥ
γαμέτες: ½ ΧΑ, ½ Χα // ½ ΧΑ, ½ Υ
F1: ¼ ΧΑΧΑ, ¼ ΧΑΧα, ¼ ΧΑΥ, ¼ ΧαΥ
Φ.Α στο σύνολο των απογόνων: 3(Α):1(α)
Φ.Α. ανάλογα με το φύλο των απογόνων: ♀ όλα (Α), ♂ 1(Α) : 1(α).

β. Μονοϋβριδισμός:
• επικρατή – υπολειπόμενα: Αα (x) aa
• ατελώς επικρατή αλληλόμορφα: Κ1Κ2 (x) K1K1 ή Κ1Κ2 (x) K2K2
• συνεπικρατή αλληλόμορφα: ΙΑΙΒ (x) ΙΑΙΑ ή ΙΑΙΒ (x) ΙΒΙΒ
• φυλοσύνδετα γονίδια: ΧαΧα (x) ΧΑΥ, όταν η φαινοτυπική αναλογία αποδίδεται
στο σύνολο των απογόνων και όχι ανάλογα με το φύλο τους.
• Διυβριδισμός: ΑαΒΒ (x) ααββ ή ΑαΒΒ (x) aaBB ή ΑαΒΒ (x) ααΒβ

γ. αα (x) αα, Αα (x) αα και Αα (x) Αα, ΧΑΧα (x) ΧαΥ, ΧαΧα (x) ΧαΥ.

δ. ΑΑ (x) Aα, ΑΑ (x) ΑΑ και ΑΑ (x) αα, ΧΑΧΑ (x) ΧΑΥ, ΧΑΧΑ (x) ΧαΥ.

Το κοινό χαρακτηριστικό των παραπάνω διασταυρώσεων είναι πως τουλάχιστον


ένας εκ των δύο γονέων είναι ομόζυγος για το επικρατές αλληλόμορφο γονίδιο.

22
27. Οι φαινοτυπικές και οι γονοτυπικές αναλογίες των απογόνων ταυτίζονται:
α) όταν τα αλληλόμορφα γονίδια για κάθε γονιδιακή θέση έχουν σχέση ατελούς
επικράτειας ή συνεπικράτειας σε μονοϋβριδισμό ή σε διυβριδισμό, όπου και τα δύο
ζεύγη αλληλόμορφων έχουν σχέσεις ατελούς επικράτειας ή συνεπικράτειας.
β) σε περιπτώσεις μονοϋβριδισμού, όταν τα αλληλόμορφα γονίδια έχουν σχέση
επικρατούς-υπολειπομένου: ΑΑ (x) αα ή Αα (x) αα ή ΑΑ (x) ΑΑ ή αα (x) αα.
γ) σε περιπτώσεις διυβριδισμού όταν και τα δύο ζεύγη αλληλόμορφων έχουν σχέσεις
επικρατούς-υπολειπομένου, όπως στις διασταυρώσεις: ΑΑΒΒ (x) ΑΑΒΒ
ή ΑΑΒΒ (x) ααββ ή ΑΑΒβ (x) Ααββ ή ΑαΒΒ (x) ααΒΒ ή ΑαΒΒ (x) ααββ
ή ΑαΒβ (x) Ααββ κτλ.
δ) σε περιπτώσεις θνησιγόνων γονιδίων όταν ο φαινότυπος των ετερόζυγων ατόμων
διαφέρει από το φαινότυπο των ομόζυγων ατόμων.
Παράδειγμα:
α: υπολειπόμενο θνησιγόνο αλληλόμορφο
P: Αα (x) Αα κίτρινο (x) κίτρινο
γαμέτες: Α, α // Α, α
F1: 1ΑΑ : 2Αα : 1αα
δεν επιβιώνει
Φ.Α: 2 κίτρινα : 1 άσπρο
ε) σε περιπτώσεις πολλαπλών αλληλόμορφων γονιδίων, ειδικά όταν υπάρχουν
αλληλόμορφα γονίδια που είναι συνεπικρατή όπως στις ομάδες αίματος σύμφωνα με
το σύστημα ΑΒΟ. Μερικές τέτοιες διασταυρώσεις είναι: ΙΑι (x) ΙΒι (Γ.Α: 1ΙΑΙΒ : 1ΙΑι
: 1ΙΒι : 1ιι), Φ.Α: 1ομάδα ΑΒ : 1ομάδα Α : 1ομάδα Β : 1ομάδα Ο, ή ΙΑΙΑ (x) ΙΒι ή ΙΑι
(x) ΙΒΙΒ ή ΙΑΙΑ (x) ΙΒΙΒ κτλ.
στ) σε περιπτώσεις φυλοσύνδετων γονιδίων όταν τα αλληλόμορφα έχουν σχέση
επικρατούς-υπολειπομένου και ο θηλυκός γονέας είναι ομόζυγος στο υπολειπόμενο
αλληλόμορφο, ενώ ο αρσενικός γονέας φέρει το επικρατές αλληλόμορφο, δηλαδή
ΧαΧα (x) ΧΑΥ, όταν η φαινοτυπική αναλογία αναφέρεται στο σύνολο των απογόνων
ανεξάρτητα από το φύλο τους.

23
5.9. Ασκήσεις

Ομάδα Α΄

1. α) 46, β) 92, γ) 92, δ) 92, ε) 46.

2. α) 23 χρωμοσώματα (το κάθε χρωμόσωμα στη φάση αυτή αποτελείται από 2 αδελφές
χρωματίδες, ενώ κάθε αδελφή χρωματίδα περιέχει 1 μόριο DNA), 1 αντίγραφο
γονιδιώματος (σε δύο πανομοιότυπα αντίτυπα).
β) 23 χρωμοσώματα (το κάθε χρωμόσωμα στη φάση αυτή περιέχει μία χρωματίδα,
δηλαδή 1 μόριο DNA), 1 αντίγραφο γονιδιώματος (σε ένα αντίτυπο).
γ) 46 χρωμοσώματα (το κάθε χρωμόσωμα στη φάση αυτή αποτελείται από 2 αδελφές
χρωματίδες, ενώ κάθε αδελφή χρωματίδα περιέχει 1 μόριο DNA), 2 αντίγραφα
γονιδιώματος (σε δύο αντίτυπα το καθένα).
δ) 23 χρωμοσώματα (το κάθε χρωμόσωμα στη φάση αυτή αποτελείται από 2 αδελφές
χρωματίδες, ενώ κάθε αδελφή χρωματίδα περιέχει 1 μόριο DNA), 1 αντίγραφο
γονιδιώματος (σε 2 δύο αντίτυπα).

3. α) 2α, 46, 46
β) 2α, 23, 46
γ) 4α, 46, 92
δ) 2α, 23, 46
ε) 4α, 46, 92

4. α) 4α g, 4 μέτρα, 12x109 ζ.β.


β) 2α g, 2 μέτρα, 6x109 ζ.β.
γ) 4α g, 4 μέτρα, 12x109 ζ.β.
δ) 2α g, 2 μέτρα, 6x109 ζ.β.
ε) 2α g, 2 μέτρα, 6x109 ζ.β.

Επικρατή – Υπολειπόμενα

5. Η αναλογία αυτή (582:196) προσεγγίζει τη φαινοτυπική αναλογία 3:1. Η αναλογία αυτή


συμπίπτει με τη διασταύρωση μονοϋβριδισμού του Mendel, όπου οι γονείς είναι
ετερόζυγοι (F1 x F1).
Παρατήρηση: Οι αναλογίες 3:1, 1:1 κλπ, είναι στατιστικά αναμενόμενες και δεν είναι
δυνατόν να συμπίπτουν ακριβώς με τα αποτελέσματα μιας διασταύρωσης. Σε κάθε
άσκηση υπολογίζουμε κατά προσέγγιση την αναλογία, κάνοντας τις απαραίτητες
στρογγυλοποιήσεις.

Έτσι, συμβολίζουμε:
Κ: το αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση κανονικών
φτερών
κ: το αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση ατροφικών
φτερών

Επομένως η διασταύρωση θα έχει ως εξής:


P: Κκ (x) Κκ
γαμ.: K,κ // Κ,κ
F1: KK, Kκ, Kκ, κκ
Γ.Α.: 1ΚΚ:2Κκ:1κκ
Φ.Α.: 3 με κανονικά :1 με ατροφικά

24
6. Η φαινοτυπική αναλογία των απογόνων της διασταύρωσης προσεγγίζει την αναλογία
1:1, η οποία προκύπτει σε διασταύρωση μεταξύ ετερόζυγου ατόμου και ομόζυγου ως
προς το υπολειπόμενο αλληλόμορφο.
Συμβολισμοί: Α→ έγχρωμο περισπέρμιο, α → άσπρο περισπέρμιο.
Ρ: Αα (x) αα
γαμ.: Α,α // α
F1: Αα , αα
Γ.Α.: 1 Αα : 1αα
Φ.Α.: 1 με έγχρωμο : 1 με άχρωμο περισπέρμιο

7. Μ: επικρατές αλληλόμορφο → μαύρο, μ→ υπολειπόμενο αλληλόμορφο = λευκό.


Για να προκύψουν απόγονοι με λευκό χρώμα τριχώματος, θα πρέπει και οι δύο γονείς
να διαθέτουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο για το λευκό χρώμα. Για να προκύψουν
κάποιοι απόγονοι με μαύρο χρώμα τριχώματος, τουλάχιστον ο ένας γονέας θα πρέπει
να διαθέτει το αλληλόμορφο για το μαύρο χρώμα τριχώματος. Άρα υπάρχουν δυο
πιθανές διασταυρώσεις:
Ρ: Μμ (x) Μμ ή Ρ: Μμ (x) μμ
γαμ.: Μ,μ // Μ,μ γαμ.: Μ,μ // μ
F1: ΜΜ, Μμ, Μμ, μμ F1: Μμ, μμ
Γ.Α.: 1ΜΜ:2Μμ:1μμ Γ.Α.: 1Μμ:1μμ
Φ.Α.: 3:1 Φ.Α.: 1:1
μαύρο: λευκό μαύρο: λευκό

8. Από τη 2η διασταύρωση συμπεραίνουμε ότι το αλληλόμορφο γονίδιο που ελέγχει το


μαύρο χρώμα είναι επικρατές απέναντι στο αντίστοιχο που ελέγχει το καστανό
(1η διασταύρωση Mendel όπου προκύπτουν 100% ομοιόμορφοι απόγονοι). Επομένως ο
γονότυπος του αρσενικού είναι μμ, όπου Μ το αλληλόμορφο που καθορίζει το μαύρο
και μ το αλληλόμορφο που καθορίζει το καστανό. Το 1ο θηλυκό θα έχει ένα Μ
αλληλόμορφο αφού έχει φαινότυπο μαύρου, και ένα αλληλόμορφο μ γιατί αποκτά και
καστανούς απογόνους (το καστανό ως υπολειπόμενο εκφράζεται μόνο σε ομόζυγη
κατάσταση, επομένως κάθε γονέας πρέπει να φέρει οπωσδήποτε ένα αλληλόμορφο για
το καστανό).
Άρα οι δύο διασταυρώσεις είναι:
1ο ♀ Mμ 2ο ♀ ΜΜ
P: ♀Μμ (x) μμ ♂ P: ♀ ΜΜ (x) μμ ♂
γαμ.: M,μ // μ γαμ.: M // μ
F1: Μμ , μμ F1: Μμ
Γ.Α.: 1Μμ:1μμ Γ.Α.: όλα Μμ
Φ.Α.: 50% μαύρα Φ.Α.: 100% μαύρα
50% καστανά

10. Οι γονείς είναι ετερόζυγοι, διότι αποκτάται απόγονος με φαινότυπο που καθορίζεται από
το υπολειπόμενο αλληλόμορφο (Rh-).
Έτσι, συμβολίζουμε:
R: το αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση του παράγοντα
ρέζους (φαινότυπος Rh+)
r: το αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο που καθορίζει την απουσία του
παράγοντα ρέζους (φαινότυπος Rh-).
Η διασταύρωση έχει ως εξής:
Ρ: Rr (x) Rr
γαμ.: R,r // R, r
F1: RR, Rr, Rr, rr
Γ.Α.: 1 RR : 2Rr : 1rr
25
Φ.Α.: 3 Rh+ : 1 Rh-
Επομένως η πιθανότητα να αποκτήσουν παιδί με Rh- είναι 25%.

11. Από τη 2η διασταύρωση: καφέ (x) κίτρινο.


απόγονοι: 100% καφέ
προκύπτει ότι το αλληλόμορφο γονίδιο για το καφέ χρώμα σώματος επικρατεί έναντι
του αλληλόμορφου γονιδίου που ελέγχει το κίτρινο χρώμα σώματος.
Άρα, Κ → καφέ, κ→κίτρινο , όπου Κ>κ
ης
Επειδή οι απόγονοι της 1 διασταύρωσης έχουν καφέ χρώμα σώματος και στη
διασταύρωσή τους με άλλα άτομα κίτρινου χρώματος δίνουν δύο διαφορετικές
φαινοτυπικές αναλογίες, συμπεραίνουμε ότι περιλαμβάνουν άτομα δύο διαφορετικών
γονοτύπων (ΚΚ και Κκ). Αποκλείεται και τα δύο άτομα που διασταυρώθηκαν στην 1η
διασταύρωση (με το καφέ χρώμα σώματος) να ήταν ετερόζυγα, γιατί τότε θα
προέκυπταν και απόγονοι με κίτρινο χρώμα σώματος. Επίσης, δεν μπορεί να είναι και
τα δύο άτομα ομόζυγα ως προς το επικρατές αλληλόμορφο, γιατί οι μισοί απόγονοι της
F1 ήταν ετερόζυγοι. Άρα, ο ένας ήταν ΚΚ και ο άλλος Κκ.
Άρα Ρ: ΚΚ (x) Κκ
γαμ.: Κ // Κ, κ
F1 ΚΚ , Κκ

F1 (x) κίτρινο χρώμα σώματος:


KK (x) κκ Κκ (x) κκ
γαμ.: Κ // κ γαμ.: K,κ // κ
F2: Kκ F2: Kκ , κκ
Γ.Α.: όλα Κκ Γ.Α.: 1Kκ: 1κκ
Φ.Α.: όλα καφέ Φ.Α.: 50% καφέ: 50% κίτρινα

12. Η φαινοτυπική αναλογία 1:1 μεταξύ των απογόνων δεν μπορεί να μας οδηγήσει στην
εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων, παρά το γεγονός ότι η σχέση μεταξύ των
αλληλόμορφων γονιδίων είναι επικρατούς-υπολειπομένου Το μόνο συμπέρασμα το
οποίο εξάγεται με βεβαιόττητα είναι ότι πρόκειται για διασταύρωση ετερόζυγου ατόμου
με άτομο ομόζυγο στο υπολειπόμενο αλληλόμορφο (διασταύρωση της μορφής
Αα (x) αα )

13. Εφόσον ο χαρακτήρας «μερικώς άτριχο» ζώο οφείλεται σε αυτοσωμικό υπολειπόμενο


αλληλόμορφο, για να εκφραστεί πρέπει να βρεθεί σε ομόζυγη κατάσταση. Αυτό
σημαίνει ότι και οι δύο γονείς των ζώων αυτών φέρουν από ένα αλληλόμορφο για το
χαρακτήρα αυτό. Άρα δεν ευθύνεται αποκλειστικά ο ταύρος του κτηνοτρόφου Β, μιας
και οι 7 αγελάδες πρέπει να είναι επίσης φορείς (από τις υπόλοιπες 39 ορισμένες μπορεί
να ήταν ομόζυγες ως προς το επικρατές αλληλόμορφο και γι’ αυτό δεν απέκτησαν
«μερικώς άτριχο» απόγονο, ενώ άλλες παρότι ήταν ετερόζυγες δεν έτυχε να
αποκτήσουν «μερικώς άτριχο» απόγονο).

Ατελώς επικρατή – Συνεπικρατή

14. Επειδή και οι 91 απόγονοι της πρώτης διασταύρωσης (δείγμα στατιστικά επαρκές)
έχουν ενδιάμεσο φαινότυπο από τους φαινότυπους των ατόμων που διασταυρώθηκαν, τα
αλληλόμορφα γονίδια για το επίμηκες και το σφαιρικό ρίζωμα είναι ατελώς επικρατή.
Το ωοειδές ρίζωμα είναι ο ενδιάμεσος φαινότυπος. Το σχήμα του ριζώματος επομένως
ελέγχεται από 2 αλληλόμορφα.

26
Σύντομη λύση:
Έστω Ρ1 → επίμηκες ρίζωμα Ρ1Ρ1 → επίμηκες
Ρ2 → σφαιρικό -//- Ρ2 Ρ2 →σφαιρικό
Ρ1Ρ2 → ωοειδές

Ρ: Ρ1Ρ1 (x) Ρ2Ρ2


γαμ: Ρ1 // Ρ2
F1: Ρ1Ρ2
Γ.Α.: όλα P1P2
Φ.Α.: 100% με ωοειδές ρίζωμα

Ρ΄ (F1xF1): Ρ1Ρ2 (x) Ρ1Ρ2


γαμ: Ρ1 , Ρ2 // Ρ1 , Ρ2
F2: Ρ1Ρ1, Ρ1Ρ2, Ρ1Ρ2, Ρ2Ρ2
Γ.Α.: 1 P1P1 : 2 P1P2 : 1 P2P2
Φ.Α.: 1 με επίμηκες : 2 με ωοειδές : 1 με σφαιρικό

15. Η αναλογία 23:49:24 προσεγγίζει τη Φ.Α.:1:2:1 που προκύπτει στις περιπτώσεις των
ατελώς επικρατών και συνεπικρατών γονιδίων, όταν διασταυρώνονται γονείς με τον
ίδιο φαινότυπο και ετερόζυγοι. Τα άτομα με το μεγαλύτερο ποσοστό (49) έχουν
φαινότυπο ενδιάμεσο ως προς τις άλλες 2 ομάδες. Άρα τα αλληλόμορφα είναι ατελώς
επικρατή (αν ήταν συνεπικρατή οι ετεροζυγώτες θα εμφάνιζαν και τους 2
φαινότυπους).

Σύντομη λύση:
Έστω Φ1 → ομαλά φύλλα Φ1Φ1 → ομαλά
Φ2 → ακανόνιστα -//- Φ2Φ2 → ακανόνιστα
Φ1Φ2 → πριονωτά
P: Φ1Φ2 (x) Φ1Φ2
γαμ: Φ1, Φ2 // Φ1, Φ2
F1: Φ1Φ1, Φ1Φ2, Φ1Φ2, Φ2Φ2
Γ.Α.: 1 Φ1Φ1 : 2 Φ1Φ2 : 1 Φ2Φ2
Φ.Α.: 1 με ομαλά : 2 με πριονωτά : 1 με ακανόνιστα

ομαλά (x) πριονωτά ακανόνιστα (x) πριονωτά


P.: Φ1Φ1 (x) Φ1Φ2 P.: Φ2Φ2 (x) Φ1Φ2
γαμ: Φ1 // Φ1, Φ2 γαμ: Φ2 // Φ1, Φ2
F1: Φ1Φ1, Φ1Φ2 F1: Φ Φ , Φ Φ
1 2 2 2

Γ.Α.: 1 Φ1Φ1 : 1 Φ1Φ2 Γ.Α.: 1 Φ1Φ2 : 1 Φ2Φ2


Φ.Α.: 1 με ομαλά : 1 με πριονωτά Φ.Α.: 1 με πριονωτά : 1 με ακανόνιστα

16. Οι πρώτες δύο διασταυρώσεις δε βοηθούν να καταλάβουμε αν τα αλληλόμορφα για την


εξεταζόμενη ιδιότητα έχουν σχέση επικρατούς – υπολειπομένου (οπότε και πρόκειται
για διασταύρωση ατόμου ομόζυγου στο υπολειπόμενο αλληλόμορφο με άτομο
ετερόζυγο) ή αν είναι ατελώς επικρατή ή συνεπικρατή. Στην τρίτη διασταύρωση όμως,
επειδή προκύπτουν άτομα με μπλε φτέρωμα, από άτομα: με χρώμα φτερώματος
λευκό–πιτσιλωτό το ένα και μαύρο το άλλο, γίνεται φανερό ότι τα αλληλόμορφα
γονίδια είναι ατελώς επικρατή.

Σύντομη λύση:
Έστω Φ1 → λευκό – πιτσιλωτό Φ1Φ1 → λευκό – πιτσιλωτό
Φ2 → μαύρο Φ2Φ2 → μαύρο
Φ1Φ2 → μπλε
27
Οι διασταυρώσεις που πραγματοποιήθηκαν ήταν:
1 Φ1Φ2 (x) Φ2Φ2
2 Φ1Φ1 (x) Φ1Φ2
3 Φ1Φ1 (x) Φ2Φ2
(Βλέπε προηγούμενη άσκηση)

Τέλος: μπλε (x) μπλε


Φ1Φ2 (x) Φ1Φ2
γαμ: Φ1, Φ2 // Φ1, Φ2
F1: Φ1Φ1, Φ1Φ2, Φ1Φ2, Φ2Φ2
Γ.Α.: 1 Φ1Φ1 : 2 Φ1Φ2 : 1 Φ2Φ2
Φ.Α.: 1 λευκό : 2 μπλε : 1 μαύρο
πιτσιλωτό

17. Η μητέρα έχει γονότυπο LNLN. Τα παιδιά της έχουν γονότυπους:


1ο παιδί: LNLN
2ο παιδί: LNLN
3ο παιδί: LΜLN
Επομένως το 1ο και το 2ο παιδί θα έχουν πάρει και ένα αλληλόμορφο LN και από τον
πατέρα τους (για να είναι ομόζυγα) ενώ το τρίτο παιδί πήρε το LM αλληλόμορφο από
τον πατέρα, αφού από τη μητέρα πήρε σίγουρα το LN. Άρα ο πατέρας είναι ετερόζυγος
(LMLN) δηλ. έχει ομάδα αίματος MN.
Διασταύρωση Ρ: ♀ LNLN (x) LMLN ♂
γαμ: LN // LM, LN
M N N N
F1: L L , L L
Γ.Α.: 1 LMLN : 1 LNLN
Φ.Α.: 1 με ομάδα ΜΝ : 1 με ομάδα Ν

Θνησιγόνα
18. Η αναλογία 341:162 των απογόνων προσεγγίζει τη Φ.Α.: 2:1 που μπορεί να προκύψει
όταν ένα από τα αλληλόμορφα είναι θνησιγόνο. Πρόκειται για μια αναλογία που
προκύπτει όταν: α) άτομα ομόζυγα σε θνησιγόνο αλληλόμορφο πεθαίνουν πριν τη
γέννηση, οπότε ο αντίστοιχος φαινότυπος εξαφανίζεται. β) τα ετερόζυγα άτομα έχουν
διαφορετικό φαινότυπο από τα ομόζυγα για το φυσιολογικό επικρατές αλληλόμορφο.
Τα 2 από τα υπόλοιπα 3 άτομα είναι ετερόζυγα αλλά εμφανίζουν κάποιο μη
φυσιολογικό φαινότυπο (ανεστραμμένες πτέρυγες). Τέλος, το τελευταίο άτομο είναι
ομόζυγο για το φυσιολογικό αλληλόμορφο.

Σύντομη λύση:
Έστω: Α → φυσιολογικές πτέρυγες ΑΑ → φυσιολογικό
α → θνησιγόνο Αα → ανεστραμμένες πτέρυγες
αα → πεθαίνει

Η αναλογία φαινοτυπική 2:1 προέκυψε από τη διασταύρωση ετερόζυγων ατόμων δηλ.


με ανεστραμμένες πτέρυγες.
Ρ: Αα (x) Αα
γαμ: Α, α // Α, α
F1: ΑΑ, Αα, Αα, αα (πεθαίνει)
Γ.Α.: 1 ΑΑ : 2 Αα
Φ.Α.: 1 φυσιολ. : 2 με ανεστραμμένες πτέρυγες

28
19. Το γεγονός ότι το 25% των αβγών δεν εκκολάπτεται, φανερώνει θνησιγόνο γονίδιο σε
ομοζυγωτία. Το γεγονός ότι, από το 75% των αβγών που εκκολάφθηκαν, τα 2/3 (δηλ.
50% στο σύνολο των αρχικών ζυγωτών) είχαν λοφίο και το υπόλοιπο 1/3 (δηλ. 25%
στο σύνολο των αρχικών ζυγωτών)δεν είχαν φανερώνει μια συνολική Φ.Α.: 1:2:1
(25% χωρίς λοφίο: 50% με λοφίο: 25% πεθαίνουν), δηλαδή διασταυρώθηκαν ετερόζυγα
άτομα. Τα 2/3 των απογόνων που είχαν λοφίο επομένως είναι ετερόζυγα, ενώ τα άτομα
χωρίς λοφίο είναι ομόζυγα. Άρα δεν είναι δυνατόν να παραχθούν άτομα με λοφίο αμιγή
(δηλ. ομόζυγα) γιατί πεθαίνουν.

Σύντομη λύση:
Έστω: Α → φυσιολογικό ΑΑ → χωρίς λοφίο
α → θνησιγόνο Αα → με λοφίο
αα → πεθαίνουν
Χήνες με λοφίο: Αα (x) Αα
γαμ: Α,α // Α, α
F1: ΑΑ, Αα, Αα, αα (αν αναφερόμαστε στο γονότυπο των πιθανών ζυγωτών και όχι στο
γονότυπο απογόνων που γεννιούνται)
Γ.Α.: 1 AA : 2 Aα
Φ.Α.: 1 χωρίς λοφίο : 2 με λοφίο

Πολλαπλά αλληλόμορφα

20. Ο άντρας θα έχει γονότυπο ΙΑΙΒ και η γυναίκα ΙΑi (αφού έχει ομάδα αίματος Α, θα
διαθέτει και ένα i, αφο ύ το παιδί είναι Ο). Το παιδί θα έχει γονότυπο ii. Όμως το
συγκεκριμένο παιδί αποκλείεται να έχει προκύψει από τον άντρα με τον γονότυπο ΙΑΙΒ
(ο πραγματικός πατέρας θα έχει τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο i στο γονότυπό του).

Διασταύρωση:
(α) ♂ ΙΑΙΒ (x) ΙΑi♀
γαμ: IA, IB // IA, i
F1: IAIA, IAi, IAIB, IBi,
Γ.Α.: 1ΙΑΙΑ : 1ΙΑi : 1IAIB : 1IBi
Φ.Α.: 2 (Α) : 1 (ΑΒ) : 1 (Β)

Όπως φαίνεται, από την παραπάνω διασταύρωση δεν μπορεί να προκύψει παιδί ομάδας
αίματος Ο.

21. Ο πατέρας θα έχει γονότυπο είτε ΙΑΙΑ είτε ΙΑi. Η μητέρα θα έχει γονότυπο ΙΑΙΒ. Άρα
έχουμε δύο πιθανές διασταυρώσεις:
(α) ♂ ΙΑΙΑ (x) ΙΑΙΒ ♀ (β) ♂ ΙΑi (x) ΙΑIB ♀
Α Α Β
γαμ: Ι // Ι , Ι γαμ: IA, i // IA, IB
Α Α Α Β
F1: Ι Ι , Ι Ι F1: IAIA, IAIB, IAi, IBi,
Γ.Α.: 1I I : 1I I
A A A B
Γ.Α.: 1IAIA: 1IAIB: 1IAi: 1IBi
Φ.Α.: 1 (Α) : 1 (ΑΒ) Φ.Α.: 2 (Α) : 1 (ΑΒ) : 1 (Β)

22. Η γυναίκα έχει γονότυπο ΙΑi γιατί α) έχει ομάδα αίματος Α, β) αποκτά παιδί με ομάδα
αίματος Ο (γονότυπος ii). Ο άντρας έχει αναγκαστικά γονότυπο ii. Άρα η διασταύρωση:
Ρ: ♂ ii (x) ΙΑi ♀
γαμ: i // ΙΑ, i
F1: ΙΑi, ii
Γ.Α.: 1IAi: 1ii
Φ.Α.: 1 παιδί με ομάδα αίματος Α : 1 παιδί με ομάδα αίματος Ο

29
23. Οι γονείς έχουν γονότυπο: ♂ Ι ΑΙΒ, ♀ ii. Επομένως με τους συγκεκριμένους γονότυπους
που διαθέτουν, μπορούν να αποκτήσουν παιδί είτε με ομάδα αίματος Α είτε με ομάδα
αίματος Β. Άρα από τα τρία παιδιά, μόνο το (Β) είναι δικό τους. Η μητέρα δε μπορεί σε
καμία περίπτωση, (όποιος και αν είναι ο γονότυπος του άντρα) να γεννήσει παιδί με
ομάδα αίματος ΑΒ. Μπορεί όμως να έχει αποκτήσει παιδί (Ο) από τον προηγούμενο
γάμο (αν ο πρώτος σύζυγος είχε ένα i αλληλόμορφο στο γονότυπό του). Άρα το παιδί
ομάδα αίματος ΑΒ είναι υιοθετημένο.

24. ● Οι γονείς με ομάδα αίματος Ο μπορούν να αποκτήσουν μόνο παιδιά ομάδας


αίματος Ο, επειδή είναι ομόζυγοι για το υπολειπόμενο αλληλόμορφο i. Άρα το παιδί
(Ο) είναι δικό τους.
● Οι γονείς με ομάδα αίματος Β μπορούν να αποκτήσουν παιδιά είτε με ομάδα αίματος
Β είτε με ο μάδα αίματος Ο, αν είναι και ο ι δύο ετερό ζυγοι (έχουν από ένα i
αλληλόμορφο). Όμως το (Ο) αποδόθηκε σε άλλο ζευγάρι, άρα το δικό τους είναι το (Β).
● Οι γονείς (ΑΒ) (x) (Ο) μπορούν να αποκτήσουν είτε (Α), είτε (Β) παιδί. Επειδή το
παιδί με ο μάδα αίματο ς Β είναι το υ προ ηγο ύμενου ζευγαριού, το δικό τους είναι το
παιδί με ομάδα αίματος Α.
● Τέλος οι (Α) (x) (B) γονείς, μπορούν να αποκτήσουν παιδί με οποιαδήποτε ομάδα
αίματος, αρκεί να είναι ετερόζυγοι για το υπολειπόμενο i. Όμως το μόνο παιδί που έχει
απομείνει είναι το (ΑΒ), το οποίο θα είναι και δικό τους (άλλωστε κανένα άλλο ζευγάρι
δε μπορεί να αποκτήσει παιδί (ΑΒ).

Διυβριδισμός μη συνδεδεμένων γονιδίων

25. α) γονότυπος: ΑαΒΒ – γαμέτες: 50% ΑΒ, 50% αΒ,


β) γονότυπος ΑΑΒβ – γαμέτες: 50% ΑΒ, 50% Αβ,
γ) γονότυπος ααΒβ, γαμέτες: 50% αΒ, 50% αβ,
δ) γονότυπος Ααββ, γαμέτες: 50% Αβ, 50% αβ,
ε) γονότυπος ααΒΒ, γαμέτες: 100% αΒ.

26. Σύντομη λύση:


Τ → τραχύ Μ → μαύρο
τ → λείο μ → άσπρο
τραχύ 82 3
= ≅ ⇒ Ρ : Ττ (x) Tτ
λείο 26 1
⇒ Ρ: ΤτΜμ (x) Tτμμ
μαύρο 52 1
= ≅ ⇒ Ρ : Μμ (x) μμ
άσπρο 56 1

γαμ. ΤΜ Τμ τΜ τμ
Τμ TTMμ ΤΤμμ ΤτΜμ Ττμμ
τμ ΤτΜμ Ττμμ ττΜμ ττμμ

Φ.Α.: 3 : 3 : 1 : 1

27. Παιδί αλφικό μπορεί να αποκτηθεί από φυσιολογικούς γονείς, μόνο στην περίπτωση που
και οι δύο γονείς είναι φορείς του αλληλομόρφου που προκαλεί τον αλφισμό.
Επίσης για να έχει ομάδα αίματος Ο το παιδί εφόσον οι γονείς είναι ομάδας αίματος Α
και Β αντίστοιχα, θα πρέπει και οι γονείς να είναι ετερόζυγοι στα αλληλόμορφα που
καθορίζουν την ομάδα αίματος σύμφωνα με το σύστημα ΑΒΟ και να περιέχουν και οι
δύο αλληλόμορφο i.
30
Έτσι ο γονότυπος του παιδιού είναι γγii, ο γονότυπος του πατέρα είναι ΓγΙΑi και της
μητέρας είναι ΓγΙΒi όπου:
Γ: το αλληλόμορφο που καθορίζει τη φυσιολογική σύνθεση μελανίνης
γ: το αλληλόμορφο που ευθύνεται για την εμφάνιση αλφισμού (δε συντίθεται μελανίνη)
ΙΑ: το αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση της Α ομάδας αίματος
i: το αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση της Ο ομάδας αίματος.

28. Σύντομη λύση:


γονείς: κανον. φτερ. - καφέ χρώμα (x) ατροφ. φτερά - κίτρινο χρώμα

γονότυποι: Α - Β - (x) αα ββ
Επειδή αποκτούν απογόνους ααββ ⇒ Άρα:
Ρ: ΑαΒβ (x) ααββ
γαμ. ΑΒ, Αβ, αΒ, αβ // αβ
F1 : ΑαΒβ: Ααββ: ααΒβ: ααββ
Γ.Α.: 1ΑαΒβ: 1Ααββ: 1ααΒβ: 1ααββ
Φ.Α.: 1(ΑΒ) : 1(Αβ) : 1(αΒ) : 1(αβ)

29. Για την επίλυση τέτοιου τύπου ασκήσεων διυβριδισμού, μελετούμε ξεχωριστά την κάθε
ιδιότητα και από τη φαινοτυπική αναλογία των απογόνων μπορούμε να υποθέσουμε
τους γονότυπους των γονέων.

Διασταύρωση Απόγονοι
φαινότυποι γονέων γονότυποι κίτρινα κίτρινα πράσινα πράσινα
γονέων λεία ρυτιδωμένα λεία ρυτιδωμένα

1. κίτρινο-λείο (x)
ΚκΛλ (x) ΚκΛλ 45 15 16 5
κίτρινο λείο
3 1
2. κίτρινο ρυτιδωμένο (x) Κ-λλ (x) Κ-λλ 
0 48 0 15
κίτρινο ρυτιδωμένο Κκλλ (x) Κκλλ
3. κίτρινο λείο (x) Κ-Λ- (x) κκλλ 
31 30 36 33
πράσινο ρυτιδωμένο ΚκΛλ (x) κκλλ
4. κίτρινο ρυτιδωμένο (x) Κ-λλ (x) κκΛ- 
32 29 31 30
πράσινο λείο Κκλλ (x) κκΛλ
5. κίτρινο λείο (x) Κ-Λ- (x) κκΛ- 
45 14 46 15
πράσινο λείο ΚκΛλ (x) κκΛλ
ΚΚΛλ (x) ΚΚλλ ή
6. κίτρινο λείο (x)
ΚκΛλ (x) ΚΚλλ ή 46 45 0 0
κίτρινο ρυτιδωμένο
ΚΚΛλ (x) Κκλλ
7. κίτρινο λείο (x) Κ-Λ- (x) κκλλ 
43 41 0 0
πράσινο ρυτιδωμένο ΚΚΛλ (x) κκλλ
8. κίτρινο ρυτιδωμένο (x) Κ-λλ (x) κκΛ- 
46 44 0 0
πράσινο λείο ΚΚλλ (x) κκΛλ
9. πράσινο λείο (x) κκΛ- (x) κκλλ 
0 0 90 0
πράσινο ρυτιδωμένο κκΛΛ (x) κκλλ

30. Τα στοιχεία που αναφέρονται στις παρενθέσεις αναφέρονται σε φαινότυπους.


I Οι γονότυποι είναι ααΒ_ (x) ααΒ_ (όταν ένα άτομο έχει φαινότυπο που καθορίζεται
από το υπολειπόμενο αλληλόμορφο, είναι ομόζυγο για το υπολειπόμενο
αλληλόμορφο στο γονότυπο).
 Αφού προκύπτουν απόγονοι με φαινότυπο (β) (δηλ. γονοτύπου ββ), θα υπάρχει από
ένα υπολειπόμενο αλληλόμορφο σε κάθε γονέα. Άρα οι γονείς είναι ααΒβ (x) ααΒβ.

31
κοντό (Β)
 Άλλος τρόπος: Ως προς την ιδιότητα μήκος τριχώματος: , η Φ.Α. των
μακρύ (β )
απογόνων είναι 3:1. Άρα οι γονείς είναι ετερόζυγοι για την ιδιότητα αυτή.
II Ομοίως: Ααββ (x) Ααββ
III Οι γονείς είναι: Α_Β_ (x) Α_ββ.
Για την ιδιότητα μήκος τριχώματος, επειδή προκύπτουν απόγονοι ββ, ο ένας γονέας
θα έχει το υπολειπόμενο β στο γονότυπό του (ο άλλος το διαθέτει έτσι κι αλλιώς).
Ως προς την ιδιότητα χρώμα τριχώματος, επειδή κανένας απόγονος δεν προκύπτει
με το φαινότυπο που καθορίζεται από το υπολειπόμενο αλληλόμορφο, δεν μπορούν
και οι δύο γονείς να διαθέτουν το υπολειπόμενο (άρα ή μόνο ο ένας ή κανένας).
Άρα υπάρχουν 3 περιπτώσεις:
• ΑΑΒβ (x) ΑΑββ ή
• ΑαΒβ (x) ΑΑββ ή
• ΑΑΒβ (x) Ααββ
IV Οι γονείς: Α_Β_ (x) Α_Β_. Αφού προκύπτουν απόγονοι με ομοζυγωτία στις
υπολειπόμενες ιδιότητες ⇒ γονείς ΑαΒβ (x) ΑαΒβ. Άλλωστε η Φ.Α. των απογόνων
είναι 9 : 3 : 3 : 1.
V Οι γονείς: Α_Β_ (x) Α_ββ. Από τα υπολειπόμενα άτομα που προκύπτουν
συνεπάγεται ότι: ΑαΒβ (x) Ααββ.
VI Οι γονείς: Α_Β_ (x) Α_Β_. Καθένας έχει από ένα υπολειπόμενο β στο γονότυπό
του, για να προκύψουν απόγονοι με φαινότυπο (β). Δεν μπορούν όμως να έχουν από
ένα α στο γονότυπό τους, γιατί δεν προέκυψαν απόγονοι με φαινότυπο (α). Άρα
έχουμε 2 περιπτώσεις:
• ΑΑΒβ (x) ΑΑΒβ
• ΑΑΒβ (x) ΑαΒβ

33. Σύντομη λύση: Από την 1η διασταύρωση διαπιστώνουμε ότι το «μακρύ τρίχωμα»
καθορίζεται από υπολειπόμενο αλληλόμορφο, γιατί ενώ δεν εκφράζεται στους γονείς
εμφανίζεται σε μερικούς απογόνους. Ομοίως από τη 2η διαπιστώνουμε ότι το «σγουρό
τρίχωμα» καθορίζεται από υπολειπόμενο αλληλόμορφο. Άρα, αν Ι→ ίσιο, ι→ σγουρό,
Κ→ κοντό, κ→ μακρύ, τα άτομα που διασταυρώνονται έχουν γονότυπο Ι_Κ_, γιατί
έχουν ό λα ίσιο και κο ντό τρίχωμα. Επειδή από την 1η διασταύρωση προκύπτουν
απόγονοι με μακρύ τρίχωμα, οι γονείς θα διαθέτουν από ένα κ αλληλόμορφο.
Αντίστοιχα από τη 2η προκύπτει ότι οι γονείς θα διαθέτουν από ένα ι αλληλόμορφο.
Όμως, το ♂ είναι κοινό και στις 2 διασταυρώσεις, άρα έχει γονότυπο ΙιΚκ. Αφού από
την 1η διασταύρωση δεν προέκυψαν απόγονοι με σγουρό τρίχωμα, το 1ο ♀ θα είναι
ομόζυγο για το αλληλόμορφο που καθορίζει το ίσιο τρίχωμα (γονότυπος ΙΙΚκ). Ομοίως,
από τη 2η διασταύρωση δεν αποκτήθηκαν απόγονοι με μακρύ τρίχωμα, άρα το 2ο ♀ έχει
γονότυπο ΙιΚΚ.

34. Επειδή γνωρίζουμε ότι το φυτό μοσχομπίζελο μπορεί να αυτογονιμοποιηθεί, μπορούμε


να χρησιμοποιήσουμε τη δυνατότητα αυτή του φυτού προκειμένου να εντοπίσουμε το
γονότυπό του σε κάθε περίπτωση.
Το συγκεκριμένο φυτό της άσκησης, εκδηλώνει τα χαρακτηριστικά που οφείλονται σε
2 επικρατή αλληλόμορφα γονίδια, που το καθένα καθορίζει διαφορετικό
χαρακτηριστικό (διυβριδισμός Κ-Λ-), οπότε ο πιθανός γονότυπός του μπορεί να είναι
ένας από τους εξής 4: ΚΚλλ ή ΚκΛΛ ή ΚΚΛλ ή ΚκΛλ
Συμβολίζουμε:
Κ: αλληλόμορφο υπεύθυνο για την εμφάνιση κίτρινου σπέρματος
κ: αλληλόμορφο υπεύθυνο για την εμφάνιση πράσινου σπέρματος
Λ: αλληλόμορφο υπεύθυνο για την εμφάνιση λείου σπέρματος

32
λ:αλληλόμορφο υπεύθυνο για την εμφάνιση ρυτιδωμένου σπέρματος

1η περίπτωση: Αν ο γονότυπος του ατόμου είναι ΚΚΛΛ, τότε η φαινοτυπική


αναλογία των απογόνων είναι:
P1: KKΛΛ (x) ΚΚΛΛ
γαμέτες: όλοι ΚΛ // όλοι ΚΛ
F1: όλοι ΚΚΛΛ (Γ.Α.), Φ.Α.: όλα με κίτρινα-λεία

2η περίπτωση: Αν ο γονότυπος του ατόμου είναι ΚκΛΛ, τότε η φαινοτυπική


αναλογία των απογόνων είναι:
P1: KκΛΛ (x) ΚκΛΛ
γαμέτες: ΚΛ, κΛ // ΚΛ, κΛ
F1: 1ΚΚΛΛ, 2ΚκΛΛ, 1κκΛΛ (Γ.Α.), Φ.Α.: 3 με κίτρινα-λεία : 1 με πράσινα-λεία

3η περίπτωση: Αν ο γονότυπος του ατόμου είναι ΚΚΛλ, τότε η φαινοτυπική


αναλογία των απογόνων είναι:
P1: KΚΛλ (x) ΚΚΛλ
γαμέτες: ΚΛ, Κλ // ΚΛ, Κλ
F1:1ΚΚΛΛ, 2ΚΚΛλ, 1ΚΚλλ (Γ.Α.),
Φ.Α.: 3 με κίτρινα-λεία : 1 με κίτρινα-ρυτιδωμένα

4η περίπτωση: Αν ο γονότυπος του ατόμου είναι ΚκΛλ, τότε η φαινοτυπική


αναλογία των απογόνων είναι:
P1: KκΛλ (x) ΚκΛλ
γαμέτες: ¼ ΚΛ, ¼ κλ // ¼ ΚΛ, ¼ κλ
¼ κΛ, ¼ Κλ // ¼ κΛ, ¼ Κλ

¼ KΛ ¼ Kλ ¼ κΛ ¼ κλ

ΚΚΛΛ ΚΚΛλ ΚκΛΛ ΚκΛλ


¼ KΛ
   

ΚΚΛλ ΚΚλλ ΚκΛλ Κκλλ


¼ Kλ
   

ΚκΛΛ ΚκΛλ κκΛΛ κκΛλ


¼ κΛ
   

ΚκΛλ Κκλλ κκΛλ κκλλ


¼ κλ
   

Η γονοτυπική αναλογία στην F1 γενιά είναι:


4(ΚκΛλ):2(ΚκΛΛ):2(ΚΚΛλ):2(Κκλλ):2(κκΛλ):1(ΚΚΛΛ):1(ΚΚλλ):
1(κκΛΛ):1(κκλλ)

Η φαινοτυπική αναλογία των φυτών της F1 γενιάς είναι:


9 με κίτρινα-λεία (: Κ-Λ-): 3 με κίτρινα-ρυτιδωμένα (: Κ-λλ):
3 με πράσινα-λεία (: κκΛ-): 1 με πράσινα-ρυτιδωμένα (: κκλλ)
Είναι φανερό ότι από την αυτογονιμοποίηση διαφορετικών φυτών που διαθέτουν τον
ίδιο φαινότυπο (που καθορίζεται από τα επικρατή αλληλόμορφα και για τα δύο
χαρακτηριστικά), είναι δυνατόν να προκύψουν διαφορετικές φαινοτυπικές αναλογίες
απογόνων κατά περίπτωση, ανάλογα με τον πιθανό γονότυπο του γονέα. Το γεγονός
33
αυτό μας διευκολύνει να εντοπίζουμε τον γονότυπο του γονέα με απόλυτη ακρίβεια, σε
κάθε περίπτωση.

35. Σύντομη λύση: Η αγελάδα έχει γονότυπο: μμκκ, ενώ ο ταύρος έχει γονότυπο ΜΜΚΚ.
Άρα για την F1 πραγματοποιούμε την εξής διασταύρωση:

Ρ: ♂ ΜΜΚΚ (x) μμκκ ♀


γαμ: ΜΚ // μκ
F1: ΜμΚκ
Γ.Α.: όλα ΜμΚκ
Φ.Α.: 100% μαύρο χρώμα, μικρά κέρατα

Για την F2 :
F1 (x) F1 : ΜμΚκ (x) ΜμΚκ → 9 : 3 : 3 : 1

36. Από την 1η διασταύρωση συμπεραίνουμε ότι το αλληλόμορφο που καθορίζει το κόκκινο
επικρατεί έναντι του αλληλομόρφου που καθορίζει το λευκό χρώμα (έστω Κ,κ, Κ>κ).
Δε φαίνεται όμως η σχέση των αλληλομόρφων για το ύψος. Αν το αλληλόμορφο που
καθορίζει το νάνο στέλεχος ήταν επικρατές, τα 53 φυτά της F1 θα ήταν ετερόζυγα για
την ιδιότητα αυτή, αφού το ένα προγονικό φυτό είχε ψηλό στέλεχος. Τότε όμως, από
την αυτογονιμοποίησή τους θα προέκυπταν στην επόμενη γενεά φυτά και με νάνο και
με ψηλό στέλεχος, σε φαινοτυπική αναλογία 3:1. Όμως, προέκυψαν μόνο φυτά με νάνο
στέλεχος, άρα το αλληλόμορφο που καθορίζει το νάνο είναι υπολειπόμενο
(έστω Ψ→ ψηλό, ψ→ νάνο, Ψ επικρατεί του ψ).

Διασταυρώσεις: Ρ: ΨψΚΚ (x) ψψκκ


F1: ΨψΚκ // ψψΚκ
(58) (53)

Ρ΄: ψψΚκ (x) ψψΚκ


F1΄: ψψΚ_ , ψψκκ
(160) (55)

37. Τα 4 άτομα που διασταυρώθηκαν έχουν γονότυπο F_P_(επικρατή και στις δύο
ιδιότητες). Από την 3η διασταύρωση συμπεραίνουμε ότι τα άτομα II και III είναι
ετερόζυγα για την 1η ιδιότητα, δηλαδή Ff. Επίσης τα άτομα II και IV είναι αντίστοιχα
ετερόζυγα για τη 2η ιδιότητα, δηλαδή Ρp (4η διασταύρωση). Άρα το άτομο II: FfPp.
Επίσης το άτομο III είναι FfPP, γιατί δεν αποκτά απογόνους με γονότυπο pp
στην 3η διασταύρωση, παρόλο που το άτομο II με το οποίο διασταυρώνεται έχει ένα
αλληλόμορφο p. Αντίστοιχα το άτομο IV: FFPp (γιατί ούτε αυτό αποκτά απογόνους με
φαινότυπο που καθορίζεται από το αλληλόμορφο f). Τέλος, το άτομο I θα είναι
ομόζυγο FFPP, γιατί δεν αποκτά απογόνους με φαινότυπο που καθορίζεται από τα
υπολειπόμενα αλληλόμορφα, ούτε όταν διασταυρώνεται με το III (που είναι ετερόζυγο
για την πρώτη γονιδιακή θέση), ούτε όταν διασταυρώνεται με το IV (που είναι
ετερόζυγο για τη δεύτερη γονιδιακή θέση).

38. Σύντομη λύση: Αφού οι γονείς έχουν κανονικό χρώμα και επιφάνεια οφθαλμών, αλλά
μερικοί απόγονοι έχουν ανώμαλη επιφάνεια οφθαλμών και ανοιχτό κόκκινο χρώμα,
οι ιδιότητες των γονέων καθορίζονται από επικρατή αλληλόμορφα και οι
νεοεμφανιζόμενες στους απογόνους ιδιότητες καθορίζονται από υπολειπόμενα. Δηλ.
R>r, C>c.Επίσης, οι γονείς πρέπει να είναι ετερόζυγοι για τις ιδιότητες αυτές, άρα
είναι RrCc (x) RrCc. Η διασταύρωση αυτών δίνει την Φ.Α.: 9:3:3:1 όπου το 1/16 είναι

34
rrcc δηλ. τα 50 άτομα που αναφέρονται στην εκφώνηση. Συμπεραίνουμε ότι
παράχθηκαν περίπου 800 άτομα σε αναλογία: 450 (RC), 150 (Rc), 150 (Rc), 50 (rc).

39. Σύντομη λύση: Η φαινοτυπική αναλογία των απογόνων για τη μία ιδιότητα είναι: 32
μακρόστενα, 67 ωοειδή, 33 στρογγυλά, δηλ. αναλογία 1:2:1. Η αναλογία αυτή
φανερώνει ότι τα γονίδια είναι ατελώς επικρατή με ενδιάμεσο γνώρισμα τα ωοειδή.
Έστω, Σ1→ μακρόστενα Σ1Σ1 → μακρόστενα
Σ → στρογγυλά
2
Σ1Σ2 → ωοειδή
Σ2Σ2 → στρογγυλά
η
Αντίστοιχα για τη 2 ιδιότητα: 37 κόκκινα, 63 πορφυρά, 32 λευκά. Επομένως:
Κ1 → κόκκινα Κ1Κ1 → κόκκινα
Κ → λευκά
2
Κ1Κ2 → πορφυρά
Κ2Κ2 → λευκά
Οι γονείς ήταν: Σ Σ Κ Κ (x) Σ1Σ2Κ1Κ2
1 2 1 2

Φ.Α.: 1:2:1:2:4:2:1:2:1

40. (Ι) Αν τα Α και Β ήταν ατελώς επικρατή, τό τε θα συμβολίζονταν Α1 και Α2, αφού
πρόκειται για αλληλόμορφα γονίδια, δηλαδή γονίδια που καθορίζουν την ίδια ιδιότητα.
Αν τα Ρ και Σ ήταν ατελώς επικρατή, τό τε θα συμβολίζονταν Ρ1 και Ρ2, αφού
πρόκειται για αλληλόμορφα γονίδια, δηλαδή γονίδια που καθορίζουν την ίδια
ιδιότητα.
F1 : Α1Α2Ρ1Ρ2
F1 (x) F1: Α1Α2Ρ1Ρ2 (x) Α1Α2Ρ1Ρ2
F2 : Φ.A.: 4 : 2 : 2 : 2 : 2: 1 : 1: 1: 1
γκρι γκρι γκρι μαυρ. άσπρ. μαυρ. μαυρ. άσπρ. άσπρ.
μεσ. μεγ. μικρ. μεσ. μεσ. μεγ. μικρ. μεγ. μικρ.

(ΙΙ) Αν Α=Β ατελώς επικρατή, τότε θα συμβολίζονταν Α1 και Α2, αφού πρόκειται για
αλληλόμορφα που καθορίζουν την ίδια ιδιότητα.
και αν το Ρ επικρατούσε του Σ, τότε θα συμβολίζονταν Ρ και ρ, αφού πρόκειται για
αλληλόμορφα που αντιστοιχούν στην ίδια γονιδιακή θέση.
F1 : Α1Α2Ρρ
F1 (x) F1: Α1Α2Ρ1ρ (x) Α1Α2Ρ1ρ
Φ.Α.: F2 : 6 : 3 : 3 : 2 : 1 : 1
μεγ. μεγ. μεγ. μικρ. μικρ. μικρ.
γκρι ασπ. μαυρ. γκρι ασπρ. μαυρ.

41. Σύντομη λύση: Αν τα αρχικά φυτά είχαν γονότυπους: ΛΛκκ (x) λλΚΚ, στην F1 θα
έδιναν 100% ΛλΚκ. (λεία –κίτρινα). Άρα, η F2 θα ήταν ακριβώς η ίδια με του σχολ.
βιβλίου. Επομένως, ο τρόπος με τον οποίο συνδυάζονται οι φαινότυποι των ατόμων
της Ρ, ως προς τις 2 ιδιότητες, δεν επηρεάζει τα αποτελέσματα στην F1 και F2 (με
δεδομένο ότι αναφερόμαστε σε ιδιότητες που εδράζονται σε διαφορετικά ζεύγη
ομολόγων χρωμοσωμάτων).

Πιθανότητες

42. α) Αν η σχέση μεταξύ των αλληλομόρφων είναι επικρατούς – υπολειπομένου, τότε:


Αα (x) Αα → ¼ ΑΑ, ½ Αα, ¼ αα, άρα ½ .
β) Αν η σχέση μεταξύ των αλληλομόρφων είναι ατελούς επικράτειας ή
συνεπικράτειας, τότε:
Α1Α2 (x) A1A2 → ¼ Α1Α1, ½ Α1Α2, ¼ Α2Α2, άρα 1/2 .

43. ♂ αα (x) ♀ Αα, παιδί υγιές (γονότυπος Αα): 1/2

44. ♂ αα (x) ♀ Αα, παιδί υγιές (γονότυπος Αα): ½


αγόρι: ½ Συνολική πιθανότητα: 1/2 x 1/2 = 1/4 .

35
45. Όπως στην προηγούμενη, δηλαδή: 1/2 x 1/2 = 1/4.

46. Οο (x) Οο, παιδί που να πάσχει: 3/4 (½ Οο ή ¼ ΟΟ) Συνολική πιθανότητα: 1/2 x3/4 = 3/8
αγόρι: 1/2

47. κκλλ (x) KκΛλ → ¼ κκλλ.

48. κκλλ (x) ΚκΛλ → ¼ ΚκΛλ (ισχύει το τετράγωνο του Punnett για το ερώτημα 53).

49. κκλλ (x) ΚκΛλ → ¼ Κκλλ, ¼ κκΛλ, οπότε συνολικά 1/4+1/4 = 2


(τετράγωνο του Punnett για το ερώτημα 53).

50. Κκλλ (x) κκΛλ


Κλ κλ
κΛ ΚκΛλ κκΛλ
κλ Κκλλ κκλλ

Αναλογία διπλά ομόζυγων ως προς το σύνολο των γονοτύπων των απογόνων: 1 στους
4. Αντίστοιχη πιθανότητα: 1/4.

51. Κ1Κ1 (x) Κ1Κ2 → ½ Κ1Κ1

52. ΙΑi (x) IAi → 3/4 με ομάδα αίματος A (¼ ΙΑΙΑ + ½ ΙΑi ) .

53. Παιδί με ομάδα αίματος Ο (ii): πιθανότητα ¼


Συνολική πιθανότητα: 1/2 x 1/4 = 1/8 =
αγόρι: πιθανότητα ½
1/8
54. ΙΑΙΒ (x) ΙΑΙΒ → ¼ ΙΑΙΑ

55. ΙΑΙΒ (x) ΙΑΙΒ → ¼ Ι ΑΙΑ, ¼ Ι ΒΙΒ, οπότε η συνολική πιθανότητα είναι 1/4 + 1/4 = 2/4 =
1/2.

56. Οο (x) Οο → παιδί που πάσχει από οικογενή υπερχοληστερολαιμία, πιθανότητα 3/4
(½ Οο ή ¼ ΟΟ).

57. Εφόσον έχουν ήδη αποκτήσει αλφικό παιδί, η γυναίκα είναι φορέας του
αλληλομόρφου που προκαλεί αλφισμό.
Αν Α: το φυσιολογικό αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο και
α: το αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο για τον αλφισμό
ΧΔ: το φυλοσύνδετο επικρατές αλληλόμορφο για τη φυσιολογική πήξη του αίματος και
Χδ: το φυλοσύνδετο υπολειπόμενο αλληλόμορφο για την αιμορροφιλία Α.
Τότε η διασταύρωση της εκφώνησης έχει ως εξής:
P: ααΧΔΥ (x) ΑαΧΔΧδ
Γαμ: αΧΔ, αΥ // ΑΧΔ, ΑΧδ, αΧΔ, αΧδ
F1: ΑαΧΔΧΔ, ΑαΧΔΧδ, ααΧΔΧΔ, ααΧΔΧδ, ΑαΧΔΥ, ΑαΧδΥ, ααΧΔΥ, ααΧδΥ
Άρα, η πιθανότητα να αποκτήσουν παιδί αλφικό και αιμορροφιλικό είναι 1/8.

58. Η ζητούμενη διασταύρωση είναι η εξής:


P: ΧΑΥ (x) XαXα
Γαμ: ΧΑ, Υ // Χα
F1: ΧΑΧα, ΧαΥ
Φ.Α.: 1 θηλυκό φυσιολογικό: 1 αρσενικό που πάσχει
Άρα, η πιθανότητα να προκύψει απόγονος υγιής είναι 1/2 (50%).

36
59. Η ζητούμενη διασταύρωση είναι η εξής:
P: ΧΑΥ (x) XαXα
Γαμ: ΧΑ, Υ // Χα
F1: ΧΑΧα, ΧαΥ
Φ.Α.: 1 θηλυκό φυσιολογικό: 1 αρσενικό που πάσχει
Άρα, η πιθανότητα να προκύψει αγόρι που να πάσχει είναι 1/2 (50%).
Παρατήρηση: η ίδια πιθανότητα (1/2) θα προέκυπτε αν η άσκηση ζητούσε την
πιθανότητα να προκύψει παιδί που πάσχει!

60. Συμβολισμοί: Κ: το αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο για την φυσιολογική όραση


στο κυανό,
κ: το αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο για τη μερική αχρωματοψία στο
κυανό.
Διακρίνουμε δύο περιπτώσεις όσον αφορά το γονότυπο του φυσιολογικού άντρα, ο
οποίος μπορεί να είναι Κκ ή ΚΚ.
1η περίπτωση:
P: Κκ (x) κκ
Γαμ: Κ, κ // κ
F1: Κκ, κκ
Φ.Α. F1: 1 με φυσιολογική όραση: 1 με μερική αχρωματοψία στο κυανό
Συνεπώς, η πιθανότητα να προκύψει αγόρι που να είναι υγιές ως προς τη διάκριση
του κυανού είναι 1/2 (x) 1/2 = 1/4 .

2η περίπτωση:
P: ΚΚ (x) κκ
Γαμ: Κ // κ
F1: Κκ
Φ.Α. F1: 100 % με φυσιολογική όραση
Συνεπώς, η πιθανότητα να προκύψει αγόρι που να είναι υγιές ως προς τη διάκριση
του κυανού είναι 1/2 (x) 1 = 1/2 .

61. i) α) Ο γονότυπος του άνδρα είναι ΧαΥ. Ο πατέρας του μπορεί να έχει οποιονδήποτε
γονότυπο, ενώ η μητέρα του είναι ή φορέας του υπολειπόμενου αλληλομόρφου ή
εκδηλώνει το φαινότυπο που καθορίζεται από το υπολειπόμενο αλληλόμορφο.
β) O γονότυπος της γυναίκας είναι ΧαΧα. Ο πατέρας της εκδηλώνει το υπολειπόμενο
γνώρισμα, ενώ η μητέρα της ή είναι φο ρέας ή εκδηλώνει το φαινό τυπο πο υ
καθορίζεται από το υπολειπόμενο αλληλόμορφο.

ii)
α) P: ΧαΥ (x) XΑXΑ
Γαμ: Χα, Υ // ΧΑ
F1: ΧΑΧα, ΧΑΥ
Φ.Α.: όλοι φυσιολογικοί, άρα 0% πιθανότητα να κληροδοτήσουν το γνώρισμα.
ή
P: ΧαΥ (x) XΑXα
Γαμ: Χα, Υ // ΧΑ, Χα
F1: ΧαΧα, ΧαΥ, ΧΑΥ, ΧΑΧα
Φ.Α.: 1 θηλυκό φυσιολογικό: 1 αρσενικό που πάσχει: 1 θηλυκό που πάσχει: 1
αρσενικό φυσιολογικό, άρα 50% πιθανότητα να κληροδοτήσουν το γνώρισμα.

β) P: ΧΑΥ (x) XαXα


Γαμ: ΧΑ, Υ // Χα
F1: ΧΑΧα, ΧαΥ
Φ.Α.: 1 θηλυκό φυσιολογικό: 1 αρσενικό που πάσχει, άρα 50% πιθανότητα να
κληροδοτήσουν το γνώρισμα.

37
Γενεαλογικά δέντρα

62. Αν ήταν φυλοσύνδετο, το Ι2 θα είχε γονότυπο ΧαΧα . Άρα οι ♂ απόγονοι θα ήταν


ΧαΥ δηλ. θα έπασχαν ⇒ άτοπο. Άρα το γονίδιο που προκαλεί τη νόσο είναι
αυτοσωμικό.

63. Το γονίδιο που προκαλεί τη νόσο είναι υπολειπόμενο γιατί αν ήταν επικρατές θα
έπασχε το ♀ ΙΙ1.
Άρα ΙΙ1: ΧΑΧα
ΙΙ2: ΧΑΥ
και η πιθανότατα να γεννηθεί παιδί που να πάσχει (αγόρι) είναι ¼.

64. H νόσος προκαλείται από επικρατές γονίδιο γιατί αν ήταν υπολειπόμενο το ♀


Ι2 θα
είχε γονότυπο ΧαΧα άρα θα έπασχε ο ♂ απόγονος ΙΙ1.
Άρα το ΙΙ1 ως φυσιολογικό → ΧαΥ και το ΙΙ2 επίσης φυσιολογικό → ΧαΧα. Άρα
πιθανότητα 0% να πάσχει το παιδί τους.

65. Το γονίδιο που προκαλεί την ασθένεια είναι υπολειπόμενο, γιατί η ασθένεια
εμφανίζεται στους απογόνους χωρίς να εκδηλώνεται στους γονείς. Αν ήταν επικρατές,
απόγονος που πάσχει θα έπρεπε να έχει τουλάχιστον ένα γονέα που να πάσχει επίσης.
Επίσης, αν ήταν φυλοσύνδετο, το Ι1 με γονότυπο ΧΑΥ, δε θα μπορούσε να αποκτήσει
θηλυκούς απο γό νους με την ασθένεια. Όμως το ΙΙ3 πάσχει. Άρα το γονίδιο είναι
αυτοσωμικό υπολειπόμενο.

66. Ναι, θα μπορούσε.


α) Αν η ασθένεια οφείλεται σε αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο, οι γονότυποι
των ατόμων είναι:
Ι1, ΙΙ2, ΙΙ3: Αα
Ι2, ΙΙ1: αα
β) Αν η ασθένεια οφείλεται σε φυλοσύνδετο υπολειπόμενο αλληλόμορφο, οι
γονότυποι των ατόμων είναι:
Ι1: ΧΑΧα
Ι2: ΧαΥ
ΙΙ1: ΧαΧα
ΙΙ2, ΙΙ3: ΧΑΥ

67. Ο μοναδικός τύπος κληρονομικότητας που αποκλείεται είναι ο φυλοσύνδετος


επικρατής, αφού μητέρα που δεν πάσχει (Ι1) δεν μπορεί να αποκτήσει αγόρι που να
πάσχει από ασθένεια οφειλόμενη σε φυλοσύνδετο επικρατές αλληλόμορφο (ΙΙΙ3)
(εξαιρείται η περίπτωση της μετάλλαξης).
α) Αν η ασθένεια οφείλεται σε αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο, οι γονότυποι
των ατόμων είναι:
Ι1, ΙΙ1, ΙΙ2: αα
Ι2, ΙΙ3: Αα
β) Αν η ασθένεια οφείλεται σε αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο, οι γονότυποι
των ατόμων είναι:
Ι1, ΙΙ1, ΙΙ2: Αα
Ι2, ΙΙ3: αα
γ) Αν η ασθένεια οφείλεται σε φυλοσύνδετο υπολειπόμενο αλληλόμορφο, οι
γονότυποι των ατόμων είναι:
Ι1, ΙΙ1: ΧΑΧα
Ι2, ΙΙ3: ΧαΥ
ΙΙ2: ΧΑΥ

68. Άν ήταν φυλοσύνδετο υπολειπόμενο, από τη διασταύρωση I1 (x) I2 [XAY (x) XαXα] θα
έπρεπε να πάσχει ο II1 ⇒ άτοπο.

38
[ Χ αΧα (x) XAY
Αν ήταν φυλοσύνδετο επικρατές, από τη διασταύρωση ΙΙ4 (x) ΙΙ5 : ♀
♂ ] θα έπρεπε ό λα τα ♂ στην ΙΙΙ να είναι φυσιο λο γικά και τα ♀ να πάσχουν
⇒ άτοπο.
Άρα το γονίδιο είναι αυτοσωμικό (επικρατές ή υπολειπόμενο).

69. Εφόσον από γονείς που πάσχουν προκύπτουν υγιείς απόγονοι, η ασθένεια οφείλεται σε
επικρατές αλληλόμορφο. Επειδή πατέρας που πάσχει (Ι1) αποκτά κορίτσι που δεν
πάσχει (ΙΙ3), αποκλείεται η ασθένεια να οφείλεται σε φυλοσύνδετο επικρατές
αλληλόμορφο. Άρα, ο τύπος κληρονομικότητας είναι αυτοσωμικός επικρατής.

70. Ναι, θα μπορούσε. Οι γονότυποι των ατόμων σε αυτή την περίπτωση θα ήταν:
Ι1, ΙΙΙ3: ΧαΧα
Ι2, ΙΙΙ1, ΙΙΙ4: ΧΑΥ
ΙΙ1, ΙΙ5: ΧαΥ
II2, ΙΙ3, II4, ΙΙΙ2: ΧΑΧα

71. α) Επειδή από υγιείς γονείς [Ι1(x)I2, II2(x)II3, II5(x)II6] αποκτώνται απόγονοι που
πάσχουν, η ασθένεια οφείλεται σε υπολειπόμενο αλληλόμορφο. Επειδή υγιείς πατέρες
(ΙΙ3, ΙΙ6) αποκτούν κόρες που πάσχουν (ΙΙΙ2, ΙΙΙ5 αντίστοιχα) το γονίδιο αποκλείεται
να είναι φυλοσύνδετο. Άρα, ο τύπος κληρονομικότητας της ασθένειας είναι
αυτοσωμικός υπολειπόμενος.
β) Επειδή δε γνωρίζουμε το γονότυπο του άντρα, διακρίνουμε δύο περιπτώσεις:
i) ο άντρας είναι ομόζυγος για το φυσιολογικό επικρατές αλληλόμορφο (ΑΑ). Στην
περίπτωση αυτή ΔΕΝ υπάρχει πιθανότητα να αποκτηθεί απόγονος που να πάσχει από
την ασθένεια, αφού από τον πατέρα του θα κληρονομεί πάντα το φυσιολογικό
αλληλόμορφο.
ii) ο άντρας είναι ετερό ζυγο ς (Αα). Για να προ κύπτει από το γάμο του με την ΙΙΙ1
απόγονος που να πάσχει, πρέπει η ΙΙΙ1 να είναι ετερόζυγη. Ένας απόγονος που θα
προκύψει από το γάμο ΙΙ2 (x) ΙΙ3 [δηλαδή, Αα (x) Αα – αφού ήδη έχουν αποκτήσει
την ΙΙΙ2 που πάσχει], έχει 1/4 πιθανότητα να έχει γονότυπο ΑΑ, 2/4 να έχει γονότυπο
Αα και 1/4 να έχει γονότυπο αα. Εφόσον, η ΙΙΙ1 έχει ήδη γνωστό φαινότυπο [Α],
αναζητούμε το γονότυπό της ανάμεσα στα άτομα που προκύπτουν και έχουν
φαινότυπο [Α]. Έτσι, η ΙΙΙ1 έχει 1/3 πιθανότητα να είναι ΑΑ και 2/3 πιθανότητα να
είναι Αα. Η μόνη περίπτωση από τη διασταύρωσή της με τον άντρα Αα να προκύψει
απόγονος που να πάσχει είναι αν είναι ετερόζυγη η ΙΙΙ1. Άρα, μας ενδιαφέρει να είναι
ετερό ζυγη η ΙΙΙ1 . Από εκεί κι έπειτα, από τη διασταύρωσή της με τον άντρα Αα, η
πιθανότητα να αποκτηθεί απόγονος που να πάσχει είναι 1/4 . Τελικά, η συνολικά
πιθανότητα είναι: Ρολ = ΡΙΙΙ1 ετερόζυγη (x) Ρπαιδί που να πάσχει (x) Ρπαιδί αγόρι = 2/24 = 1/12.
γ) Η πιθανότητα να είναι η ΙΙΙ4 ετερόζυγη είναι 2/3 (υπολογίζεται όπως πριν). Η
πιθανότητα να αποκτήσει από το γάμο της με ετερόζυγο άντρα (Αα) κορίτσι που να
πάσχει είναι: Ρολ = ΡΙΙΙ1 ετερόζυγη (x) Ρπαιδί που να πάσχει (x) Ρπαιδί κορίτσι = 2/24 = 1/12.

72. α) Εφόσον από υγιείς γονείς [Ι1(x)I2 και ΙΙ1 (x) ΙΙ2] προκύπτει απόγονος ασθενής, η
ασθένεια οφείλεται σε υπολειπόμενο αλληλόμορφο. Επειδή πατέρας που δεν πάσχει
(ΙΙ1) αποκτά κορίτσι που πάσχει (ΙΙΙ1), αποκλείεται η ασθένεια να οφείλεται σε
φυλοσύνδετο υπολειπόμενο αλληλόμορφο. Άρα, ο τύπος κληρονομικότητας είναι
αυτοσωμικός υπολειπόμενος.
β) Αν το άτομο ΙΙ4 είναι ομόζυγο (ΑΑ), τότε η πιθανότητα να είναι ετερόζυγο το
άτομο ΙΙΙ4 είναι 1.
Αν το άτομο ΙΙ4 είναι ετερόζυγο (γονότυπος Αα), τότε η πιθανότητα να είναι
ετερόζυγο το άτομο ΙΙΙ4 είναι 1/2.
γ) Το άτομο ΙΙΙ3 είναι σίγουρα ετερόζυγο, αφού ο πατέρας του (ΙΙ3) πάσχει και έχει
γονότυπο αα.
Οι γονείς του ΙΙΙ2 [ΙΙ1 (x) ΙΙ2] είναι και οι δύο ετερόζυγοι, αφού η αδελφή του ΙΙΙ2 (η
ΙΙΙ1) πάσχει.
Για να προκύπτει από το γάμο ΙΙΙ2 (x) ΙΙΙ3 απόγονος που να πάσχει, πρέπει ο ΙΙΙ2 να
είναι ετερόζυγος. Ένας απόγονος που θα προκύψει από το γάμο ΙΙ1 (x) ΙΙ2 [δηλαδή,

39
Αα (x) Αα], έχει ¼ πιθανότητα να έχει γονότυπο ΑΑ, 2/4 να έχει γονότυπο Αα και
1/4 να έχει γονότυπο αα. Εφόσον, ο ΙΙΙ2 έχει ήδη γνωστό φαινότυπο [Α], αναζητούμε
το γονότυπό του ανάμεσα στα άτομα που προκύπτουν και έχουν φαινότυπο [Α]. Έτσι,
ο ΙΙI2 έχει 1/3 πιθανό τητα να είναι ΑΑ και 2 /3 πιθανό τητα να είναι Αα. Η μό νη
περίπτωση από τη διασταύρωση ΙΙΙ2 (x) ΙΙΙ3 να προκύψει απόγονος που να πάσχει
είναι αν είναι ετερόζυγος ο ΙΙΙ2. Άρα, μας ενδιαφέρει να είναι ετερόζυγος ο ΙΙΙ2. Από
εκεί κι έπειτα, από τη διασταύρωσή του με την ΙΙΙ3 η πιθανότητα να αποκτηθεί
απόγονος που να πάσχει είναι1/4. Τελικά, η συνολική πιθανότητα είναι: Ρολ = ΡΙΙΙ2
ετερόζυγος (x) Ρπαιδί που να πάσχει = 1/6.

Φυλοσύνδετη κληρονομικότητα

73. Η μερική αχρωματοψία στο κόκκινο-πράσινο οφείλεται σε φυλοσύνδετο υπολειπόμενο


γονίδιο. Άρα:
♂: XAY, ♀: ΧΑΧΑ ή ΧΑΧα.

(Έστω Α το αλληλόμορφο που καθορίζει τη φυσιολογική όραση και α το


αλληλόμορφο που προκαλεί τη μερική αχρωματοψία στο κόκκινο-πράσινο. Τα
αλληλόμορφα μπορούν επίσης να συμβολιστούν ως ΧΑ και Χα αντίστοιχα).
Αφού αποκτούν αγόρι με μερική αχρωματοψία, η μητέρα θα είναι ετερόζυγη.
Ρ: ♂ ΧΑΥ (x) ΧΑΧα ♀
γαμ: ΧΑ, Υ // ΧΑ, Χα
F1: ΧΑΧΑ, ΧΑΧα, ΧΑΥ, ΧαΥ
2 ♀ φυσιολογικά : 1 ♂ φυσιολογικό : 1 ♂ με μερική αχρωματοψία
(1 από τα οποία φορέας)
Άρα δεν μπορούν να αποκτήσουν κόρη με μερική αχρωματοψία.

74. Σύντομη λύση: Η αιμορροφιλία Α οφείλεται σε φυλοσύνδετο υπολειπόμενο γονίδιο.


Οι γονείς θα έχουν γονότυπο: ♂ ΧΑΥ (x) ΧΑΧα ♀
(βλ. προηγούμενη άσκηση) γαμ: ΧΑ, Υ // ΧΑ, Χα
F1: ΧΑΧΑ, ΧΑΧα, ΧΑΥ, ΧαΥ
Άρα η πιθανότητα είναι 25% (αγόρι)

75. Σύντομη λύση: Δ = φυσ. όραση, ο πατέρας → ΧδΥ


δ = δαλτονισμός η μητέρα → ΧΔΧΔ ή ΧΔΧδ

α) Ρ: ♂ ΧδΥ (x) ΧΔΧΔ ♀ Ρ: ♂ ΧδΥ (x) ΧΔΧδ ♀


γαμ: Χδ, Υ // ΧΔ γαμ: Χδ, Υ // ΧΔ, Χδ
F1: ΧΔΧδ, ΧΔΥ F1: ΧΔΧδ, ΧδΧδ, ΧΔΥ, ΧδΥ
Άρα, αν η μητέρα είναι Άρα στην περίπτωση αυτή
ομόζυγη δεν είναι δυνατόν έχουν 25% πιθανότητα να
να αποκτήσουν δαλτονικό αποκτήσουν δαλτονικό
παιδί κορίτσι και 25% πιθανότητα
να αποκτήσουν δαλτονικό
αγόρι. (Συνολική πιθανότητα
για δαλτονικό παιδί = 50%)

76. Σύντομη λύση: Η γυναίκα έχει γονότυπο ΧΑΧα (είναι ετερόζυγη γιατί ο πατέρας της
ήταν αιμορροφιλικός). Ο άντρας είναι ΧΑΥ (φυσιολογικός).
Άρα Ρ: ♀ ΧΑΥ (x) ΧΑΧα ♂
γαμ: ΧΑ, Υ // ΧΑ, Χα
F1: ΧΑΧΑ, ΧΑΧα, ΧΑΥ, ΧαΥ
φαινότυποι: 2 ♀ φυσιολογικά (από τα οποία το ένα φορέας)
1 ♂ φυσιολογικό
1 ♂ αιμορροφιλικό

40
77. Σύντομη λύση: Κ → κανονική ίριδα
κ → κολόβωμα της ίριδας
Ο άντρας είναι ΧΚΥ. Η μητέρα θα μπο ρούσε να έχει έναν από τους εξής δύο
γονότυπους: ΧΚΧΚ ή ΧΚΧκ , εφόσον δεν έχει κολόβωμα. Όμως, επειδή αποκτά κόρη
με κολόβωμα έχει σίγουρα γονότυπο ΧΚΧκ.
Από το συγκεκριμένο ζευγάρι φυσιολογικά δεν θα μπορούσε να γεννηθεί κορίτσι με
κολόβωμα της ίριδας, γιατί θα είχε γονότυπο ΧκΧκ. Από τον πατέρα όμως θα είχε
πάρει το ΧΚ. Άρα ο σύζυγος έχει δίκιο (θα μπορούσαν να είχαν αποκτήσει αγόρι με
κολόβωμα ίριδας).

78. Σύντομη λύση: Πατέρας της συζύγου: ΧδΥ


Άρα η σύζυγος: ΧΔΧδ
Ο σύζυγος: ΧΔΥ (ο πατέρας του, του μεταβίβασε το Υ και όχι το Χδ). Επειδή οι
απόγονοι έχουν ήδη γεννηθεί, η πιθανότητα να πάσχει το κορίτσι είναι 0, ενώ η
πιθανότητα να πάσχει το αγόρι είναι 1/2.
(Δες διασταύρωση, άσκ. 1.)

79. Η γυναίκα: ΧδΧδ (το ότι ο αδελφός της έχει φυσιολογική όραση δε σχετίζεται με το
γονότυπό της. Απλά η μητέρα τους θα ήταν ετερόζυγη). Ο σύζυγος: ΧΔΥ (το ότι ο
πατέρας του είναι δαλτονικός, δεν επηρεάζει το γονότυπό του – από αυτόν πήρε το Υ
φυλετικό χρωμόσωμα). Άρα τα κορίτσια που αποκτούν θα είναι φυσιολογικά
(ετερόζυγα). Κίνδυνος υπάρχει αν αποκτήσουν αγόρι γιατί θα είναι σίγουρα
δαλτονικό. Ο πατέρας της συζύγου είναι ΧδΥ αφού η γυναίκα είναι ομόζυγη.

80. Άντρας: ΧΑΥ


Γυναίκα: ΧΑΧα (γιατί ο πατέρας της είχε αχρωματοψία στο κόκκινο-πράσινο).
Άρα σύμφωνα με τη διασταύρωση της ασκ. 1, οι πιθανότητες είναι:
α. 25% β. 25% γ. 50% δ. 0

81. Εφόσον στα θηλυκά άτομα εμφανίζονται συνολικά περισσότερα διαφορετικά είδη
φαινοτύπων από ό,τι στα αρσενικά, συμπεραίνουμε ότι το χρώμα του τριχώματος στις
γάτες καθορίζεται από φυλοσύνδετη γονιδιακή θέση. Εφόσον εμφανίζονται και
θηλυκά άτομα που διαθέτουν και πορτοκαλί-μαύρο χρώμα τριχώματος συμπεραίνουμε
ότι τα αλληλόμορφα για το χρώμα τριχώματος έχουν σχέση συνεπικράτειας.
Συμβολίζουμε: ΧΑ1 το αλληλόμορφο που καθορίζει το πορτοκαλί χρώμα τριχώματος
ΧΑ2 το αλληλόμορφο που καθορίζει το μαύρο χρώμα τριχώματος.
Το ετερόζυγο θηλυκό άτομο ΧΑ1ΧΑ2 είναι πορτοκαλί-μαύρο. Η διασταύρωση είναι:

Ρ: ΧΑ1ΧΑ2 (x) ΧΑ1Υ


γαμέτες: ΧΑ1, ΧΑ2 // ΧΑ1, Υ
F1: 1ΧΑ1ΧΑ1 (πορτοκαλί) : 1ΧΑ1Υ (πορτοκαλί) : 1ΧΑ1ΧΑ2 (πορτοκαλί-μαύρο) :
1ΧΑ2Υ (μαύρο)

82. α) Εφόσον οι αρσενικοί απόγονοι είναι μισοί συγκριτικά με τους θηλυκούς απόγονους
μπορούμε να υποθέσουμε την παρουσία ενός φυλοσύνδετου θνησιγόνου γονιδίου.
Ο γονότυπος ΧΑΧα οδηγεί στην εμφάνιση κοντών σμηρίγγων ενώ οι γονότυποι ΧΑΧΑ
και ΧΑΥ καθορίζουν την εμφάνιση φυσιολογικού φαινότυπου.
Η διασταύρωση μεταξύ των γονέων είναι: Ρ: ΧΑΧα (x) ΧΑΥ
γαμέτες: ΧΑ, Χα // ΧΑ, Υ
F1: 1ΧΑΧΑ : 1ΧΑΥ : 1ΧΑΧα : 1ΧαΥ
δεν επιβιώνει
β) Η διασταύρωση μεταξύ των γονέων στην περίπτωση αυτή είναι:
Ρ: ΧΑΧΑ (x) ΧΑΥ
γαμέτες: ΧΑ // ΧΑ, Υ
F1: 1ΧΑΧΑ : 1ΧΑΥ
Μόνο φυσιολογικοί απόγονοι θα προκύψουν.

41
83. Όλες οι πιθανές διασταυρώσεις μονοϋβριδισμού αυτοσωμικού γονιδίου, όταν μεταξύ 2
αλληλόμορφων γονιδίων υπάρχει η σχέση επικρατούς-υπολειπομένου (Α: επικρατές,
α: υπολειπόμενο):
I) Διασταύρωση: ΑΑ (x) ΑΑ
Γαμέτες: Α // Α
Γονοτυπική αναλογία F1 θυγατρικής γενεάς: 100% ΑΑ
Φαινοτυπική αναλογία F1 θυγατρικής γενεάς: όλα (100%) [Α]

ΙΙ) Διασταύρωση: αα (x) αα


Γαμέτες: α // α
Γονοτυπική αναλογία F1: 100% αα
Φαινοτυπική αναλογία F1: όλα (100%) [α]

ΙΙΙ) Διασταύρωση: ΑΑ (x) αα


Γαμέτες: Α // α
Γονοτυπική αναλογία F1: 100% Αα
Φαινοτυπική αναλογία F1: όλα (100%) [Α]

IV) Διασταύρωση: Αα (x) Αα


Γαμέτες: Α, α // Α, α
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 ΑΑ : 2Αα : 1αα
Φαινοτυπική αναλογία F1: 3 [Α] : 1 [α]

V) Διασταύρωση: Αα (x) ΑΑ
Γαμέτες: Α,α // Α
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 ΑΑ : 1Αα
Φαινοτυπική αναλογία F1: όλα (100%) [Α]

VI) Διασταύρωση: Αα (x) αα


Γαμέτες: Α, α // α
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 Αα : 1αα
Φαινοτυπική αναλογία F1: 1 [Α] : 1 [α]

Όλες οι πιθανές διασταυρώσεις μονοϋβριδισμού φυλοσύνδετου γονιδίου, όταν μεταξύ


2 αλληλόμορφων γονιδίων υπάρχει η σχέση επικρατούς-υπολειπομένου (ΧΑ:
επικρατές, Χα: υπολειπόμενο)
I) Διασταύρωση: ΧΑΥ (x) XΑXΑ
Γαμέτες: ΧΑ, Υ // XΑ
Γονοτυπική αναλογία F1 θυγατρικής γενεάς: ΧΑΥ, XΑXΑ
Φαινοτυπική αναλογία F1 θυγατρικής γενεάς: όλα (100%) [Α]

ΙΙ) Διασταύρωση: ΧαΥ (x) XαXα


Γαμέτες: Χα, Υ// Xα
Γονοτυπική αναλογία F1: ΧαΥ, XαXα
Φαινοτυπική αναλογία F1: όλα (100%) [α]

ΙΙΙ) Διασταύρωση: ΧΑΥ (x) XαXα


Γαμέτες: ΧΑ, Υ// Xα
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 ΧΑΧα: 1ΧαΥ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 50% θηλυκά με φαινότυπο [Α] και
50% αρσενικά με φαινότυπο [α].
Σύγκριση: Στην περίπτωση της διασταύρωσης αρσενικού ατόμου με γονότυπο ΑΑ με
θηλυκό γονοτύπου αα (γονίδιο αυτοσωμικό), όλοι οι απόγονοι έχουν γονότυπο Αα και
φαινότυπο [Α], ανεξάρτητα από το φύλο τους.

42
IV) Διασταύρωση: ΧαΥ (x) XΑXΑ
Γαμέτες: Χα, Υ // XΑ
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 ΧΑΧα: 1ΧΑΥ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 100% [Α]

V) Διασταύρωση: ΧαΥ (x) XΑXα


Γαμέτες: Χα, Υ // XΑ, Χα
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 ΧΑΧα: 1ΧαΧα: 1ΧΑΥ: 1ΧαΥ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 25% θηλυκά με φαινότυπο [Α],
25% αρσενικά με φαινότυπο [Α] ,
25% θηλυκά με φαινότυπο [α] και
25% αρσενικά με φαινότυπο [α]
Σύγκριση: Στην περίπτωση της διασταύρωσης αρσενικού ατόμου με γονότυπο Αα με
θηλυκό γονοτύπου αα – ή το αντίστροφο - (γονίδιο αυτοσωμικό), οι μισοί απόγονοι
έχουν γονότυπο Αα και φαινότυπο [Α] και οι άλλοι μισοί έχουν γονότυπο αα και
φαινότυπο [α], ανεξάρτητα από το φύλο τους.

VI) Διασταύρωση: ΧΑΥ (x) XΑXα


Γαμέτες: ΧΑ, Υ // XΑ, Χα
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 ΧΑΧΑ: 1ΧΑΧα: 1ΧΑΥ: 1ΧαΥ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 50% θηλυκά με φαινότυπο [Α],
25% αρσενικά με φαινότυπο [Α] και
25% αρσενικά με φαινότυπο [α].
Στην περίπτωση της διασταύρωσης αρσενικού ατόμου με γονότυπο ΑΑ με θηλυκό
γονοτύπου Αα (γονίδιο αυτοσωμικό), οι μισοί απόγονοι έχουν γονότυπο Αα και οι
άλλοι μισοί έχουν γονότυπο ΑΑ, ο φαινότυπος όμως όλων είναι [Α], ανεξάρτητα από
το φύλο τους.

84. α) Αν ο φαινότυπος Γ είναι ενδιάμεσος των Α και Β, τότε τα αλληλόμορφα που


καθορίζουν τους συγκεκριμένους φαινότυπους είναι μεταξύ τους ατελώς επικρατή και
οι δύο γονείς ομόζυγοι.
β) Αν ο φαινό τυπο ς Γ αποτελεί κοινή έκφραση των Α και Β, τότε τα αλληλόμορφα
που καθορίζουν τους συγκεκριμένους φαινότυπους είναι μεταξύ τους συνεπικρατή και
οι δύο γονείς ομόζυγοι.
γ) Αν ο φαινότυπος Γ δεν είναι ενδιάμεσο ς των Α και Β ή δεν απο τελεί κο ινή
έκφρασή τους, υπάρχουν πολλαπλά αλληλόμορφα που καθορίζουν τους φαινότυπους
για τη συγκεκριμένη ιδιότητα. Ο φαινότυπος Γ αντιστοιχεί σε άτομο που είναι
ομόζυγο για το γονίδιο που είναι υπολειπόμενο ως προς τα γονίδια που ελέγχουν τους
φαινότυπους των Α και Β. [Π.χ., ΙΑi (x) IBi].

85. Εφόσον από το γάμο των δύο φυσιολογικών ατόμων προκύπτει αγόρι αιμορροφιλικό,
συμπεραίνουμε πως η σύζυγος είναι ετερόζυγη για τα αλληλόμορφα που καθορίζουν
την παραγωγή του παράγοντα VIII (και κατά συνέπεια και την πήξη του αίματος).
Έστω, ΧΔ: το επικρατές φυλοσύνδετο αλληλόμορφο για τη φυσιολογική πήξη του
αίματος
Χδ: το υπολειπόμενο φυλοσύνδετο αλληλόμορφο για την αιμορροφιλία Α.
Εφόσον από το γάμο των δύο ατόμων προκύπτει απόγονος με ομάδα αίματος B,
συμπεραίνο υμε πως η γυναίκα έχει γο νό τυπο ΙΑi. Ο γονότυπος του συζύγου της ως
προς την ομάδα αίματος (σύμφωνα με το σύστημα ΑΒΟ) είναι ή ΙΒi ή IΒIΒ. Έτσι, για
το γάμο μεταξύ των δύο ατόμων διακρίνουμε δύο περιπτώσεις:
1η περίπτωση:
P: ΙΒiΧΔΥ (x) ΙΑiΧΔΧδ
Γαμ: Ι Χ , iΧ , Ι Υ, iΥ // ΙΑΧΔ, ΙΑΧδ, iΧΔ, iΧδ
Β Δ Δ Β

Μετά την ανάπτυξη στο τετράγωνο του Punett οι γονότυποι που προκύπτουν είναι:
F1: ΙΑΙΒΧΔΧΔ, ΙΑIBΧΔΧδ, ΙΑiΧΔΧΔ, ΙΑiΧΔΧδ, ΙΑΙΒΧΔΥ, ΙΑIBΧδΥ, ΙΑiΧΔΥ, ΙΑiΧδΥ
ΙΒi ΧΔΧΔ, IBiΧΔΧδ, iiΧΔΧΔ, iiΧΔΧδ, ΙΒiΧΔΥ, IBiΧδΥ, iiΧΔΥ, iiΧδΥ
Η ζητούμενη πιθανότητα είναι ίση με 1/16 (6,25%).

43
2η περίπτωση:
P: ΙΒΙΒΧΔΥ (x) ΙΑiΧΔΧδ
Γαμ: Ι Χ , Ι Υ // ΙΑΧΔ, ΙΑΧδ, iΧΔ, iΧδ
Β Δ Β

Μετά την ανάπτυξη στο τετράγωνο του Punett οι γονότυποι που προκύπτουν είναι:
F1: ΙΑΙΒΧΔΧΔ, ΙΑIBΧΔΧδ, ΙΒiΧΔΧΔ, ΙΒiΧΔΧδ, ΙΑΙΒΧΔΥ, ΙΑIBΧδΥ, ΙΒiΧΔΥ, ΙΒiΧδΥ
Η ζητούμενη πιθανότητα είναι ίση με 0.

86. Διασταύρωση διυβριδισμού όπου η μία ιδιότητα ελέγχεται από φυλοσύνδετα


αλληλόμορφα και η άλλη από αυτοσωμικά.

Το ♂ θα έχει γονότυπο: ΧΚΥΜΜ ή ΧΚΥΜμ


Το ♀ -//- -//- -//- : ΧκΧκμμ

1η περίπτωση: ♂ ΧΚΥΜΜ (x) ΧκΧκμμ ♀


γαμ: ΧΚΜ, ΥΜ // Χκμ
F1: ΧΚΧκΜμ, ΧκΥΜμ
φαινότυποι: 1 ♀ με κόκκινα μάτια και μακριές πτέρυγες
1 ♂ με λευκά -//- -//- -//- -//-
F1 (x) F1: ♀ ΧΚΧκΜμ (x) ΧκΥΜμ ♂

γαμ ΧΚΜ ΧΚμ ΧκΜ Χκμ

ΧκΜ ΧΚΧκΜΜ ΧΚΧκΜμ ΧκΧκΜΜ ΧκΧκΜμ
Χκμ ΧΚΧκΜμ ΧΚΧκμμ ΧκΧκΜμ ΧκΧκμμ
Κ Κ
ΥΜ Χ ΥΜΜ Χ ΥΜμ ΧκΥΜΜ ΧκΥΜμ
Κ Κ
Υμ Χ ΥΜμ Χ Υμμ ΧκΥΜμ ΧκΥμμ

♀ ♂
Φ.Α.: κόκκινα μάτια, μακριές πτέρυγες 3 3
-//- -//- , κοντές -//- 1 1
λευκά -//- , μακριές -//- 3 3
-//- -//- , κοντές -//- 1 1

2η περίπτωση: ♂ ΧΚΥΜμ (x) ΧκΧκμμ ♀


Κ Κ
γαμ: Χ Μ, Χ μ, ΥΜ, Υμ // Χκμ
Κ κ Κ κ κ κ
F1: Χ Χ Μμ, Χ Χ μμ, Χ Υμμ, Χ Υμμ
φαινότυποι: 1 ♀ με κόκκινα μάτια και μακριές πτέρυγες (Ι)
1 ♀ -//- -//- -//- -//- κοντές -//- (ΙΙ)
1 ♂ -//- λευκά -//- -//- μακριές -//- (ΙΙΙ)
1 ♂ -//- -//- -//- -//- κοντές -//- (ΙV)
Για να παράγουμε την F2 στη συνέχεια πρέπει να πραγματοποιήσουμε 4
διασταυρώσεις.
(Ι) (x) (III) → είναι η F2 της 1ης περίπτωσης
(I) (x) (IV) → Φ.Α. 1:1:1:1 και στα ♂ και στα ♀ (με όλους τους πιθανούς
φαινότυπους)
(II) (x) (III) → όπως η προηγούμενη
(II) (x) (IV) → Φ.Α. 1 ♂ με κόκκινα
1 ♂ με λευκά όλα με κοντές
1 ♀ με κόκκινα πτέρυγες
1 ♀ με λευκά

44
Συνολικά στην F2 η Φ.Α. θα είναι (πρέπει να εξασφαλιστεί ότι όλες οι διασταυρώσεις
δίνουν το ίδιο πλήθος απογόνων, έστω 16):

κόκκινα, κόκκινα, λευκά, λευκά,


μακριές κοντές μακριές κοντές
♀ ♂ ♀ ♂ ♀ ♂ ♀ ♂
1. 3 3 1 1 3 3 1 1
2. 2 2 2 2 2 2 2 2
3. 2 2 2 2 2 2 2 2
4. 0 0 4 4 0 0 4 4
Σύνολο 7 7 9 9 7 7 9 9

Ομάδα Β΄ (Επαναληπτικές ασκήσεις)

1. α) Μ: αλληλόμορφο που καθορίζει το μαύρο χρώμα σώματος στη δροσόφιλα


μ: αλληλόμορφο που καθορίζει το καφέ χρώμα σώματος στη δροσόφιλα
Η διασταύρωση μεταξύ των γονέων:
Ρ: Μμ (x) Μμ
γαμέτες: Μ, μ // Μ, μ
F1: 1MM : 2Μμ : 1μμ

Για να εμφανιστούν δροσόφιλες με καφέ χρώμα σώματος από τη διασταύρωση ενός


γονέα (που σίγουρα έχει γονότυπο Μμ) με ένα άτομο της F1 γενιάς που έχει
φαινότυπο μαύρο χρώμα τριχώματος, θα πρέπει ο απόγονος να είναι ετερόζυγος (να
έχει γονότυπο Μμ). Η πιθανότητα να είναι ετερόζυγα ένα άτομο της F1 γενιάς με
φαινότυπο μαύρο χρώμα τριχώματος είναι 2/3 (δεν υπολογίζεται η πιθανότητα του
απογόνου να είναι φαινότυπος καφέ χρώμα τριχώματος αφού το γνωρίζουμε ότι έχει
φαινότυπο μαύρο χρώμα τριχώματος). Επειδή η πιθανότητα εμφάνισης απόγονου με
φαινότυπο καφέ χρώμα από ετερόζυγους γονείς είναι 1/4, ενώ η πιθανότητα να είναι
ετερόζυγο το άτομο με φαινότυπο μαύρο χρώμα τριχώματος της F1 γενιάς είναι 2/3, η
συνολική πιθανότητα εμφάνισης απόγονου της F2 γενιάς με καφέ χρώμα τριχώματος
είναι ¼ .(2/3)=1/6.
β) Επειδή η πιθανότητα εμφάνισης ατόμου της F2 γενιάς με φαινότυπο καφέ χρώμα
από ετερόζυγους γονείς είναι 1/4, ενώ η πιθανότητα να είναι ετερόζυγα το κάθε άτομο
με φαινότυπο μαύρο χρώμα τριχώματος της F1 γενιάς είναι 2/3, οπότε η συνολική
πιθανότητα εμφάνισης απόγονου της F2 γενιάς, με καφέ χρώμα τριχώματος είναι¼
(x) 2/3 (x) 2/3=1/9.

2. Έστω Φ→ φυσιολογικός, φ→ φαινυλκετονουρία.


Ο άνδρας και η γυναίκα έχο υν γονό τυπο Φ_ , γιατί δεν εμφανίζουν την ασθένεια. Η
αδελφή του άνδρα και ο αδελφός της γυναίκας που εμφανίζουν την ασθένεια, έχουν
γονότυπο φφ, άρα οι γονείς των ατόμων που θα αποκτήσουν παιδί, έχουν γονότυπο
Φφ (ετερόζυγοι). Σύμφωνα με τη διασταύρωση:
γονείς: Φφ (x) Φφ
γαμ.: Φ,φ // Φ,φ
F1: ΦΦ, Φφ, Φφ, φφ
προκύπτει ότι ο άνδρας και η γυναίκα, έχουν πιθανότητα να είναι ομόζυγοι
φυσιολογικοί (ΦΦ) : 1/3 και πιθανότητα να είναι ετερόζυγοι (Φφ, φορείς) : 2/3, γιατί
το ένα αλληλόμορφο Φ το έχουν σίγουρα (αποκλείεται να είναι φφ γιατί θα έπασχαν).
Άρα η πιθανότητα να αποκτήσουν παιδί με την ασθένεια είναι :
πιθανό τητα ο άνδρας x πιθανό τητα η γυναίκα x πιθανό τητα από τη
διασταύρωση
να είναι ετερόζυγος να είναι ετερόζυγη να προκύψει φφ
2 2 1 1
x x =
3 3 4 9

45
Σημ.: Παίρνουμε την πιθανότητα να είναι ετερόζυγοι, γιατί στην περίπτωση που ήταν
ομόζυγοι φυσιολογικοί οι γονείς δε θα αποκτούσαν παιδί με την ασθένεια.

3. Γονείς: Αα (x) Αα
γαμ.: Α,α, // Α,α
απόγονοι: ΑΑ, Αα, Αα, αα
3
πιθανότητα ένα παιδί να έχει γονότυπο Α_:
4
Άρα για να έχουν και τα 4 παιδιά γονότυπο Α_, η πιθανότητα είναι
 3   3   3   3   3  4 81
 x x x =  = .
 4  4  4  4  4 256

4. Σύντομη λύση: Ρ: GgHh (x) GgHh


F1:
GH Gh gH gh
GH GGHH GGHh GgHH GgHh
Gh GGHh GGhh GgHh Gghh
gH GgHH GgHh ggHH ggHh
gh GgHh Gghh ggHh gghh

Όσα άτομα έχουν το αλληλόμορφο g (για τη μία γονιδιακή θέση) ή το αλληλόμορφο h


(για την άλλη γονιδιακή θέση) σε ομόζυγη κατάσταση, πεθαίνουν γιατί δε συνθέτουν
χλωροφύλλη. Επομένως η φαινοτυπική αναλογία είναι: 9 ζουν : 7 πεθαίνουν.

5. Σύντομη λύση:
κανον. 1
= ⇒ θνησιγόνο όπου: Α → ατροφικά ΑΑ πεθαίνουν
ατροφ. 2
Ρ: Αα (x) Αα α → κανονικά Αα ατροφικά
Α>α αα κανονικά
μακρύ 3
= ⇒ Ρ: Μμ (x) Μμ
κοντό 1
όπου Μ → μακρύ, μ → κοντό.

Άρα Ρ: ΑαΜμ (x) ΑαΜμ. Το αποτέλεσμα αυτής της διασταύρωσης θα είναι η


αναλογία 9:3:3:1 τροποποιημένη κατά το ότι όσα άτομα είναι ΑΑ στο γονότυπο,
πεθαίνουν. Άρα θα προκύψει Φ.Α.: 6: 3: 2: 1.

6. Τα αλληλόμορφα Ν1,Ν2 είναι ατελώς επικρατή, και τα αλληλόμορφα G1, G2 είναι


ατελώς επικρατή με το G2 θνησιγόνο σε ομόζυγη κατάσταση. Τα άτομα με ενδιάμεσες
και φαιές τρίχες έχουν γονότυπο N1N2G1G2. Η διασταύρωσή τους:
γονείς: N1N2G1G2 (x) N1N2G1G2

N1G1 N1G2 N2G1 N2G2


N1G1 N1N1G1G1 N1N1G1G2 N1N2G1G1 N1N2G1G2
N1G2 N1N1G1G2 N1N1G2G2 N1N2G1G2 N1N2G2G2
N2G1 N1N2G1G1 N1N2G1G2 N2N2G1G1 N2N2G1G2
N2G2 N1N2G1G2 N1N2G2G2 N2N2G1G2 N2N2G2G2

Φ.Α. 1 με αγανώδεις και μαύρες (4 άτομα πεθαίνουν)


2 με αγανώδεις και φαιές
2 με ενδιάμεσες και μαύρες
4 με ενδιάμεσες και φαιές
1 με κανονικές και μαύρες
2 με κανονικές και φαιές

46
4
Άρα το ποσοστό των ατόμων με ενδιάμεσες και φαιές τρίχες είναι =25% (στο
16
4
σύνολο των ζυγωτών) ή = 33,3% (στα άτομα που επέζησαν).
12
Σημ.: Μπορούμε να υπολογίσουμε την παραπάνω αναλογία, χωρίς το τετράγωνο του
1
Ρunnett: πιθανότητα να έχουν ενδιάμεσες τρίχες: και πιθανότητα να έχουν φαιές
2
2 1
τρίχες: . Άρα συνολικά: = 33,33 % .
3 3

7. Κάθε διασταύρωση διυβριδισμού, όταν ισχύει ο 2ος νόμος του Μέντελ, μπορεί να
αντιμετωπιστεί σαν συνδυασμός δύο ανεξάρτητων μονοϋβριδισμών, όπου η
φαινοτυπική αναλογία (ή γονοτυπική) του διυβριδισμού, προκύπτει από τον
ανεξάρτητο συνδυασμό των φαινότυπων (ή γονότυπων) του κάθε μονοϋβριδισμού.
Η φαινοτυπική αναλογία 1:1:1:1 στους απογόνους μίας διασταύρωσης διυβριδισμού,
μπορεί να προκύψει από τη μελέτη 2 χαρακτηριστικών όπου η φαινοτυπική αναλογία
των απογόνων στην 1η ιδιότητα (χαρακτηριστικό) είναι 1:1, ενώ στην άλλη ιδιότητα
1:1.
 Η φαινοτυπική αναλογία 1:1 στους απογόνους μίας διασταύρωσης
μονοϋβριδισμού, μπορεί να προκύψει σε διάφορες περιπτώσεις:
ι) όταν η σχέση των δύο αλληλόμορφων γονιδίων είναι επικρατούς-υπολειπομένου,
τα γονίδια αυτοσωμικά, τότε ο ένας γονέας είναι ετερόζυγος και ο άλλος ομόζυγος
στο υπολειπόμενο, δηλαδή η διασταύρωση μεταξύ των γονέων είναι Ββ (x) ββ,
ιι) όταν τα αλληλόμορφα γονίδια έχουν σχέση ατελώς επικρατών ή συνεπικρατών, τα
γονίδια αυτοσωμικά, οπότε η διασταύρωση μεταξύ των γονέων είναι: Β1Β2 (x) Β1Β1 ή
Β1Β2 (x) Β2Β2,
ιιι) όταν τα αλληλόμορφα γονίδια έχουν σχέση επικρατούς-υπολειπομένου και είναι
φυλοσύνδετα, οπότε η διασταύρωση μεταξύ των γονέων είναι: ΧΑΥ (x) ΧαΧα.
 Η φαινοτυπική αναλογία 1:1 στους απογόνους μιας διασταύρωσης
μονοϋβριδισμού, μπορεί να προκύψει όπως αναφέρθηκε παραπάνω, με τη διαφορά ότι
όταν την μελετούμε στα πλαίσια του διυβριδισμού θα πρέπει το υπεύθυνο γονίδιο να
βρίσκεται σε άλλο χρωμόσωμα σε σχέση με αυτό που βρίσκονται τα αλληλόμορφα
γονίδια για την 1η ιδιότητα.
 Επιλέγουμε την 1η περίπτωση για κάθε ιδιότητα και επαληθεύουμε τις αναλογίες
των απογόνων του διυβριδισμού συνδυάζοντας τους μονοϋβριδισμούς:
1η ιδιότητα P: Αα (x) αα
γαμέτες: ½ Α, ½ α // α
F1: ½ Αα, ½ αα Γ.Α. 1Αα:1αα
Φ.Α.: 1 με φαινότυπο (Α): 1 με φαινότυπο (α)
2η ιδιότητα P: Ββ (x) ββ
γαμέτες: ½ Β, ½ β // β
F1: ½ Ββ, ½ ββ Γ.Α. 1Ββ:1ββ
Φ.Α.: 1 με φαινότυπο (Β): 1 με φαινότυπο (β)

1η ιδιότητα 2η ιδιότητα 1η ιδιότητα 2η ιδιότητα

½ Ββ ½ (Β)
½Αα ½ ββ ½ (Α) ½ (β)

½ Ββ ½ (Β)
½αα ½ ββ ½ (α) ½ (β)
Πιθανότητα εμφάνισης γονοτύπων: Πιθανότητα εμφάνισης φαινότυπων:
¼ ΑαΒβ, ¼ Ααββ, ¼ ααΒβ, ¼ ααββ ¼ (Α)(Β), ¼ (Α)(β), ¼ (α)(Β), ¼ (α)(β)
Γ.Α: 1:1:1:1 Φ.Α: 1:1:1:1

47
8. H φαινοτυπική αναλογία 1:1 στους απογόνους μίας διασταύρωσης διυβριδισμού,
μπορεί να προκύψει από τη μελέτη 2 χαρακτηριστικών όπου η φαινοτυπική αναλογία
των απογόνων στην 1η ιδιότητα (χαρακτηριστικό) είναι 1:1, ενώ στην άλλη ιδιότητα
όλοι οι απόγονοι έχουν τον ίδιο φαινότυπο.
 Η φαινοτυπική αναλογία 1:1 στους απογόνους μίας διασταύρωσης
μονοϋβριδισμού, μπορεί να προκύψει σε διάφορες περιπτώσεις:
ι) όταν η σχέση των δύο αλληλόμορφων γονιδίων είναι επικρατούς-υπολειπομένου,
τα γονίδια αυτοσωμικά, οπότε η διασταύρωση μεταξύ των γονέων είναι: Ββ (x) ββ,
ιι) όταν τα αλληλόμορφα γονίδια έχουν σχέση ατελώς επικρατών ή συνεπικρατών, τα
γονίδια αυτοσωμικά, οπότε και η διασταύρωση μεταξύ των γονέων είναι: Β1Β2 (x)
Β1Β1 ή Β1Β2 (x) Β2Β2,
ιιι) όταν τα αλληλόμορφα γονίδια έχουν σχέση επικρατούς-υπολειπομένου και είναι
φυλοσύνδετα, οπότε η διασταύρωση μεταξύ των γονέων είναι: ΧΑΥ (x) ΧαΧα.
 Όλοι οι απόγονοι μιας διασταύρωσης μονοϋβριδισμού, έχουν τον ίδιο
φαινότυπο όταν:
ι) η σχέση των δύο αλληλόμορφων αυτοσωμικών γονιδίων είναι επικρατούς-
υπολειπομένου, τα γονίδια αυτοσωμικά, οπότε οι διασταυρώσεις μεταξύ των γονέων
είναι: ΒΒ (x) ΒΒ ή Ββ (x) ΒΒ ή ΒΒ (x) ββ ή ββ (x) ββ,
ιι) όταν τα αλληλόμορφα γονίδια έχουν σχέση ατελώς επικρατών ή συνεπικρατών, τα
γονίδια αυτοσωμικά, οπότε η διασταύρωση μεταξύ των γονέων είναι: Β1Β1 (x) Β1Β1 ή
Β2Β2 (x) Β2Β2,
ιιι) όταν τα αλληλόμορφα γονίδια έχουν σχέση επικρατούς-υπολειπομένου, είναι
φυλοσύνδετα, οπότε και η διασταύρωση μεταξύ των γονέων είναι: ΧΑΥ (x) ΧΑΧΑ ή
ΧαΥ (x) ΧΑΧΑ.
 Επιλέγουμε την 1η περίπτωση για κάθε ιδιότητα και επαληθεύουμε τις αναλογίες
των απογόνων του διυβριδισμού συνδυάζοντας τους μονοϋβριδισμούς:
1η ιδιότητα P: Αα (x) αα
γαμέτες: ½ Α, ½ α // α
F1: ½ Αα, ½ αα Γ.Α. 1Αα:1αα
Φ.Α.: 1 με φαινότυπο (Α): 1 με φαινότυπο (α)

2η ιδιότητα P: ΒΒ (x) ΒΒ
γαμέτες: Β // Β
F1: ΒΒ Γ.Α. όλοι ΒΒ
Φ.Α.: όλοι με φαινότυπο (Β)

1η ιδιότητα 2η ιδιότητα 1η ιδιότητα 2η ιδιότητα

½Αα 1 ΒΒ ½ (Α) 1 (Β)


½αα 1 ΒΒ ½ (α) 1 (Β)
Πιθανότητα εμφάνισης γονοτύπων: Πιθανότητα εμφάνισης φαινότυπων:
½ ΑαΒΒ, ½ ααΒΒ Γ.Α: 1:1 ½ (Α)(Β), ½ (α)(Β) Φ.Α: 1:1

 Η φαινοτυπική αναλογία 3:1 στους απογόνους μίας διασταύρωσης διυβριδισμού,


μπορεί να προκύψει από τη μελέτη 2 χαρακτηριστικών όπου η φαινοτυπική αναλογία
των απογόνων στην 1η ιδιότητα (χαρακτηριστικό) είναι 3:1, ενώ στην άλλη ιδιότητα
όλοι οι απόγονοι έχουν τον ίδιο φαινότυπο όπως δείξαμε στα προηγούμενα
παραδείγματα.
 Επιλέγουμε μία περίπτωση για κάθε ιδιότητα και επαληθεύουμε τις αναλογίες των
απογόνων του διυβριδισμού συνδυάζοντας τους μονοϋβριδισμούς:

1η ιδιότητα P: Αα (x) Αα
γαμέτες: ½ Α, ½ α // ½ Α, ½ α
F1: ¼ ΑΑ, ½ Αα, ¼ αα Γ.Α. 3Αα:1αα
Φ.Α.: 3 με φαινότυπο (Α): 1 με φαινότυπο (α)

48
2η ιδιότητα P: ΒΒ (x) ΒΒ
γαμέτες: Β // Β
F1: ΒΒ Γ.Α. όλοι ΒΒ
Φ.Α.: όλοι με φαινότυπο (Β)

1η ιδιότητα 2η ιδιότητα 1η ιδιότητα 2η ιδιότητα

¼ΑΑ ΒΒ ¾ (Α) 1 (Β)


½Αα ΒΒ ¼ (α) 1 (Β)
¼αα ΒΒ

Πιθανότητα εμφάνισης γονοτύπων: Πιθανότητα εμφάνισης φαινότυπων:


¼ ΑΑΒΒ, ½ ΑαΒΒ, ½ ααΒΒ ¾ (Α)(Β), ¼ (α)(Β)
Γ.Α.: 1:2:1 Φ.Α.: 3:1

9. Σύντομη λύση:
(A) 93 3
Είναι = = ⇒ Ρ: Αα (x) Aα με Α>α
(α) 30 1
( Β) 80 2
= = ⇒ Ρ: Ββ (x) Bβ με Β>β και Β = θνησιγόνο σε ομοζυγωτία.
(β) 43 1

Άρα Ρ: ΑαΒβ (x) ΑαΒβ και όσοι απόγονοι είχαν ΒΒ → πέθαιναν.

10. Σύντομη λύση:


(A) 61 2
= = ⇒ Ρ: Αα (x) Aα με Α>α και ΑΑ = νεκρά
(α) 30 1

(Β) 60 2
= = ⇒ Ρ: Ββ (x) Bβ με Β>β και ΒΒ = νεκρά.
(β) 31 1
Και τα 2 (Α, Β) γονίδια είναι θνησιγόνα σε ομόζυγη κατάσταση. Από την F1 όσοι
είχαν ΑΑ-- ή --ΒΒ πέθαιναν.

11. Η φαινοτυπική αναλογία 2:1 στους απογόνους είναι χαρακτηριστική της ύπαρξης
θνησιγόνου γονιδίου. Το γεγονός ότι πεθαίνουν τα αρσενικά και όχι τα θηλυκά άτομα,
δείχνει ότι το θνησιγόνο γονίδιο έχει σχέση με το φύλο (φυλοσύνδετο). (Φυσιολογικά
η αναλογία ♂ / ♀ = 1:1).
Αν Α → φυσιολογικό Ρ: ♀ ΧΑΧα (x) XAY ♂
α → θνησιγόνο
Α>α F1: XAXA, ΧΑΧα, ΧΑΥ, ΧαΥ
Φ.Α.: 2♀ : 1 ♂ : ♂ 1 πεθαίνει
(το ένα φορέας)

2♀: 1♂

12. Σύντομη λύση: Κ → καν. φτερά Μ → καν. χρώμα


κ → ατροφ. φτερά μ → μαύρο χρώμα
K 1
= ⇒ Ρ: Κκ (x) κκ Ι ΚκΜμ (x) κκμμ
κ 1
⇒ Ρ ή
Μ 1
= ⇒ Ρ: Μμ (x) μμ ΙΙ Κκμμ (x) κκΜμ
μ 1

49
Ι: ΚκΜμ (x) κκμμ

ΚΜ Κμ κΜ κμ
κμ ΚκΜμ Κκμμ κκΜμ κκμμ

ΙΙ: Κκμμ (x) κκΜμ

Κμ κμ
κΜ ΚκΜμ κκΜμ
κμ Κκμμ κκμμ

Όπως παρατηρούμε και οι δύο διασταυρώσεις δίνουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.


(Φ.Α.:1:1:1:1)

13. Αρχικά η 1η διασταύρωση θα είναι ΒΒΡΡ (x) bbpp (υποχρεωτικά, αφού δε διαθέτουμε
παρά μόνο αυτούς τους 2 πληθυσμούς). Η παραπάνω διασταύρωση δίνει απογόνους
100% BbPp (ετερόζυγοι). Στη συνέχεια διασταυρώνουμε ένα άτομο της F1, με άτομο
ομόζυγο για τα υπολειπόμενα (δηλ. καστανό με κανονικό βάδισμα). Η διασταύρωση
αυτή δίνει:
F1 ανάδρομη: BbPp (x) bbpp

BP Bp bP bp
bp BbPp Bbpp bbPp bbpp

Στα 4 άτομα που προκύπτουν, το ένα (ποσοστό 25%) έχει κανονικό βάδισμα και είναι
ετερόζυγο μαύρο (Bbpp) . Το συγκεκριμένο άτομο είναι σίγουρα ετερόζυγο, γιατί από
τη διασταύρωση αυτή, δεν είναι δυνατό να παραχθεί άλλο άτομο με τον ίδιο
φαινότυπο, αλλά διαφορετικό γονότυπο (π.χ. BBpp). Έτσι, αρκούν 2 διασταυρώσεις.
Σημ.: Αν προχωρούσαμε στη διασταύρωση BbPp (x) BbPp (F1xF1), θα παράγονταν τα
ζητούμενα άτομα, αλλά και άτομα BBpp, δηλ. με ίδιο φαινότυπo αλλά άλλο
γονότυπο. Θα έπρεπε επομένως να πραγματοποιηθεί και μια 3η διασταύρωση
(ελέγχου), για να διαπιστωθεί αν ο μαύρος απόγονος είναι ομόζυγος ή ετερόζυγος
(όπως τον θέλουμε).

14. Επειδή τα φυτά της Ρ που διασταυρώθηκαν είχαν ανθεκτικότητα μόνο στη μία φυλή
του μύκητα (το ένα στην 22 και το άλλο στην 24), αλλά τα άτομα της F1 είναι όλα
ανθεκτικά και στις δύο φυλές, η ανθεκτικότητα είναι επικρατής ιδιότητα και η
ευπάθεια υπολειπόμενη. Επειδή στην F2, η αναλογία των φυτών είναι περίπου 9:3:3:1,
οι δύο ιδιότητες μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά, ανεξάρτητα η μία από την άλλη
(2ος νόμος του Mendel). Άρα έστω: Α → ανθεκτικότητα στη φυλή 22
α → ευπάθεια στη φυλή 22 όπου Α > α
Β → ανθεκτικότητα στη φυλή 24
β → ευπάθεια στη φυλή 24 όπου Β > β

Τα φυτά της Ρ είναι αμιγή γιατί στην F1 προκύπτουν φυτά ομοιόμορφα μεταξύ τους.

ποικιλία Bombay (x) ποικιλία 770 Β


Ρ: ΑΑββ (x) ααΒΒ
F1: ΑαΒβ
100% ανθεκτικά και στις δύο φυλές

F1 (x) F1: ΑαΒβ (x) ΑαΒβ


F2: 9 (ΑΒ) 128
3 (Αβ) 39
3 (αΒ) 44
1 (αβ) 14

50
15. Από την 1η διασταύρωση συμπεραίνουμε ότι το αλληλόμορφο που καθορίζει τα κοντά
κέρατα επικρατεί έναντι του αλληλομόρφου που καθορίζει τα μεγάλα, γιατί τα άτομα
που διασταυρώθηκαν είχαν κοντά κέρατα, αλλά στους απογόνους εμφανίζονται και
άτομα με μεγάλα κέρατα. Από την τελευταία διασταύρωση, συμπεραίνουμε ότι το
αλληλόμορφο που καθορίζει το μαύρο χρώμα επικρατεί έναντι του αλληλομόρφου
που καθορίζει το καφέ για αντίστοιχους λόγους (η ίδια διασταύρωση μπορεί να
χρησιμοποιηθεί επίσης για να καταλάβουμε ότι το αλληλόμορφο που καθορίζει τα
κοντά κέρατα επικρατεί έναντι του αλληλομόρφου που καθορίζει τα μεγάλα). Άρα
έστω:
Κ → κοντά, κ → μεγάλα, Κ > κ
Μ → μαύρο, μ → καφέ, Μ > μ
Ο αρχικός ταύρος έχει γονότυπο Κ_Μ_. Επειδή από την 1η διασταύρωση δίνει
απογόνους με μεγάλα κέρατα (κκ) και από τη 2η δίνει απογόνους με καφέ χρώμα (μμ),
θα διαθέτει και από ένα υπολειπόμενο γονίδιο για τις 2 ιδιότητες, έχει δηλ. γονότυπο
ΚκΜμ. Η 1η αγελάδα έχει γονότυπο ΚκΜΜ επειδή έχει ίδιο φαινότυπο με τον ταύρο,
και δίνει απογόνους με μεγάλα κέρατα, αλλά όλοι με μαύρο χρώμα (επομένως δε
διαθέτει το αλληλόμορφο μ). Η 2η αγελάδα έχει γονότυπο ΚΚ_μ, γιατί όλοι οι
απόγονοί της έχουν κοντά κέρατα (άρα δε διαθέτει το αλληλόμορφο κ), αλλά μερικοί
έχουν καφέ χρώμα (που προϋποθέτει ότι έχει ένα τουλάχιστον μ). Άρα οι πιθανοί
γονότυποι για τη 2η αγελάδα είναι ΚΚΜμ ή ΚΚμμ. Τέλος οι γονείς της τελευταίας
διασταύρωσης είναι ΚκΜμ γιατί εκτός από το ότι έχουν τα επικρατή φαινοτυπικά
χαρακτηριστικά, παράγουν απόγονους με τα υπολειπόμενα και για τις δύο ιδιότητες.

Διασταυρώσεις: 1. ♂ ΚκΜμ (x) ΚκΜΜ ♀


F1: 3 με κοντά κέρατα και μαύρο χρώμα
1 με μεγάλα κέρατα και μαύρο χρώμα

2. ♂ ΚκΜμ (x) ΚΚΜμ ♀ ή ♂ ΚκΜμ (x) ΚΚμμ ♀


F1: 3 με κοντά κέρατα και μαύρο F1: 1 με κοντά κέρατα και
μαύρο
1 με κοντά κέρατα και καφέ 1 με κοντά κέρατα και καφέ

3. ♂ ΚκΜμ (x) ΚκΜμ ♀


F1: 9 με κοντά κέρατα και μαύρο χρώμα
3 με κοντά κέρατα και καφέ χρώμα
3 με μεγάλα κέρατα και μαύρο χρώμα
1 με μεγάλα κέρατα και καφέ χρώμα

16. Επειδή μερικές διασταυρώσεις silver (x) silver δίνουν απογόνους και silver και
siamese, συμπεραίνουμε ότι ο χαρακτήρας silver επικρατεί στον χαρακτήρα
siamese. Επειδή μερικές διασταυρώσεις full (x) full δίνουν απογόνους full και silver,
συμπεραίνουμε ότι ο χαρακτήρας full επικρατεί στο χαρακτήρα silver. Ομοίως από
την τελευταία αναφορά σε διασταυρώσεις, συμπεραίνουμε ότι ο χαρακτήρας full
επικρατεί στο χαρακτήρα siamese (η περίπτωση ατελούς επικράτειας και
συνεπικράτειας αποκλείεται, γιατί οι διασταυρώσεις που δίνουν δύο διαφορετικούς
φαινότυπους απογόνων γίνονται μόνο όταν οι γονείς έχουν και δύο διαφορετικούς
φαινότυπους). Έχουμε επομένως τρία αλληλόμορφα για τη μελετούμενη ιδιότητα
(πολλαπλά).
Άρα έστω F → full
f → silver
φ → siamese

Οι διασταυρώσεις έχουν ως εξής:

51
(i) siamese (x) siamese (ii) silver (x) silver
φφ (x) φφ Fφ (x) Fφ
γαμ: φ // φ γαμ: F, φ // F, φ
F1: φφ F1: FF, Fφ, Fφ, φφ
Γ.Α.: όλα φφ Γ.Α.: 1FF: 2Fφ: 1φφ
Φ.Α.: 100% siamese Φ.Α.: 3 silver : 1 siamese
Το ότι προκύπτουν siamese σε μερικές
διασταυρώσεις και όχι σε όλες οφείλεται στο ότι
πρέπει να είναι ετερόζυγοι οι γονείς για να βγουν
και siamese
(iii) full (x) full

Ff (x) Ff (ή Fφ) Fφ (x) Fφ


γαμ: F, f, // F, f (ή φ) γαμ: F, φ // F, φ
F1: FF, Ff, (ή Fφ) Ff, ff (ή fφ) F1: FF, Fφ, Fφ, φφ
Φ.Α.: 3full : 1 silver Φ.Α.: 3full : 1 siamese
Ανάλογα με το αν τα full άτομα είναι ετερόζυγα για το αλληλόμορφο silver (και τα
δύο ή το ένα από τα δύο) ή για το αλληλόμορφο siamese, προκύπτουν τα παραπάνω
αποτελέσματα.
Τέλος για να προκύψουν απόγονοι και των τριών φαινοτύπων, θα πρέπει οι γονείς
αρχικά να έχουν από ένα υπολειπόμενο αλληλόμορφο για το siamese (που είναι
υπολειπόμενο ως προς τα άλλα δύο). Δηλ. του τύπου _s (x) _s. Επομένως για να
προκύψουν και full και silver άτομα, ο ένας γονέας θα φέρει το αλληλόμορφο F και
ο άλλος το S.

γονείς: Fφ (x) fφ
γαμ. F, φ // f, φ
F1: Ff, Fφ, fφ, φφ
Γ.Α.: 1Ff: 1Fφ : 1fφ : 1φφ
Φ.Α.: 2full : 1 silver : 1 siamese

17. Επειδή οι φαινότυποι ♀ -♂ διαφοροποιούνται το γνώρισμα δεν είναι αυτοσωμικό, αλλά


φυλοσύνδετο. Επίσης από την εκφώνηση καταλαβαίνουμε ότι οι γονείς έχουν
διαφορετικό φαινότυπο, γιατί αν είχαν τον ίδιο τότε και οι απόγονοι θα έμοιαζαν μεταξύ
τους και με τους γονείς. Επειδή έχουμε♂ ενός φαινότυπου, το θηλυκό της Ρ είναι
ομόζυγο (αν ήταν ετερόζυγο θα είχαμε δύο ειδών αρσενικούς απόγονους). Αν το θηλυκό
της Ρ ήταν ομόζυγο επικρατές, όλα τα θηλυκά της F1 θα ήταν όμοια με τη μητέρα τους
(αλλά μοιάζουν στο αρσενικό της Ρ), ⇒ άτοπο. Άρα:
α) Τα γονίδια είναι φυλοσύνδετα
β) Η Ρ είναι: ♀ ΧαΧα (x) XAY ♂
γ) F1: ♂ XαΥ, ΧΑΧα ♀

18. Σύντομη λύση:


Ελέγχουμε κάθε ιδιότητα μετρώντας τη Φ.Α. κατά φύλο και συνολικά:
♂ μακριά : 60
κοντά : 21 3:1
Αφού είναι ίδιες οι Φ.Α. ⇒ γονίδιο αυτοσωμικό
♀ μακριά : 62
κοντά : 24 3:1

♂ φαιό : 41
κίτρινο : 40 1:1
Άρα γονίδιο φυλοσύνδετο
♀ φαιό : 86

52
κίτρινο : - 100%

Στα αυτοσωμικά γονίδια οι Φ.Α. δεν διαφοροποιούνται. Όταν συμβαίνει αυτό,


καταλαβαίνουμε ότι είναι φυλοσύνδετα γιατί ο εξεταζόμενος φαινότυπος σχετίζεται με το
φύλο.
Στο αυτοσωμικό γνώρισμα, το 3:1δείχνει ότι οι γονείς είναι ετερόζυγοι.
Άρα Ρ: Μμ (x) Μμ όπου Μ → μακριά, μ → κοντά.
Στο φυλοσύνδετο επειδή τα ♂ είναι 1:1 ⇒ το ♀ της Ρ ετερόζυγο.

Επειδή όλα τα ♀ φαιά ⇒ Φ → φαιό


φ → κίτρινο Φ>φ (Τα ♀ που πήραν το αλληλόμορφο
για το κίτρινο από το♀ της Ρ –το οποίο είναι ετερόζυγο- δεν το εκφράζουν, άρα είναι
υπολειπόμενο) και άρα το ♂ της Ρ είχε φαιό χρώμα.
Άρα Ρ: ♀ ΧΦΧφΜμ (x) XΦΥΜμ ♂

19. α) Ελέγχοντας τις φαινοτυπικές αναλογίες ως προς το μήκος των τριχών στα
θηλυκά και στα αρσενικά άτομα, διαπιστώνουμε πως είναι μεγάλο: μεσαίο: μικρό
μήκος πτερύγων = 1:2:1, τόσο ανάμεσα στα θηλυκά άτομα όσο και ανάμεσα στα
αρσενικά. Συνεπώς, η γονιδιακή θέση που καθορίζει το μήκος των πτερύγων στις
δροσόφιλες είναι αυτοσωμική.
β) Οι γονότυποι των δύο γονέων ήταν οι εξής:
P: ♀ M1M2ΧκΧκ (x) M1M2XKY ♂

20. 1ο είδος: Το χρώμα των ανθέων καθορίζεται από αυτοσωμικό γονίδιο. Το


αλληλόμορφο για το κόκκινο επικρατεί του αντίστοιχου για το λευκό. Το άτομο με
τα κόκκινα άνθη είναι ομόζυγο.
Κ: το αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει το κόκκινο χρώμα
κ: το αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο για το λευκό χρώμα
Ρ: ΚΚ (x) κκ
Γαμέτες: Κ // κ
Γονοτυπική αναλογία F1: 100% Κκ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 100% κόκκινα

2ο είδος: Το χρώμα των ανθέων καθορίζεται από αυτοσωμικό γονίδιο. Το


αλληλόμορφο για το λευκό επικρατεί του αντίστοιχου για το κόκκινο. Το άτομο με
τα λευκά άνθη είναι ομόζυγο.
Λ: το αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει το λευκό χρώμα
λ: το αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο για το κόκκινο χρώμα
Ρ: ΛΛ (x) λλ
Γαμέτες: Λ // λ
Γονοτυπική αναλογία F1: 100% Λλ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 100% λευκά

3ο είδος: Το χρώμα των ανθέων καθορίζεται από αυτοσωμικό γονίδιο. Το


αλληλόμορφο για το κόκκινο είναι ατελώς επικρατές με το αντίστοιχο για το λευκό.
Κ1: το αυτοσωμικό ατελώς επικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει το κόκκινο
χρώμα
Κ2: το αυτοσωμικό ατελώς επικρατές αλληλόμορφο για το λευκό χρώμα
Ρ: Κ1Κ1 (x) Κ2Κ2
Γαμέτες: Κ1 // Κ2
Γονοτυπική αναλογία F1: 100% Κ1Κ2
Φαινοτυπική αναλογία F1: 100% ροζ

4ο είδος: Το χρώμα των ανθέων καθορίζεται από αυτοσωμικό γονίδιο. Το


αλληλόμορφο για το κόκκινο είναι συνεπικρατές με το αντίστοιχο για το λευκό.
Κ1: το αυτοσωμικό συνεπικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει το κόκκινο χρώμα
Κ2: το αυτοσωμικό συνεπικρατές αλληλόμορφο για το λευκό χρώμα

53
Ρ: Κ1Κ1 (x) Κ2Κ2
Γαμέτες: Κ1 // Κ2
Γονοτυπική αναλογία F1: 100% Κ1Κ2
Φαινοτυπική αναλογία F1: 100% ερυθρόλευκα

5ο είδος: Το χρώμα των ανθέων καθορίζεται από αυτοσωμικό γονίδιο. Για τη σχέση
ανάμεσα στα αλληλόμορφα είναι δεκτές δύο περιπτώσεις:
α) Το αλληλόμορφο για το κόκκινο επικρατεί του αντίστοιχου για το λευκό. Το
άτομο με τα κόκκινα άνθη είναι ετερόζυγο.
Κ: το αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει το κόκκινο χρώμα
κ: το υπολειπόμενο αυτοσωμικό αλληλόμορφο για το λευκό χρώμα
Ρ: Κκ (x) κκ
Γαμέτες: Κ,κ // κ
Γονοτυπική αναλογία F1: Κκ, κκ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 50% κόκκινα, 50% λευκά

β) Το αλληλόμορφο για το λευκό επικρατεί του αντίστοιχου για το κόκκινο. Το


άτομο με τα λευκά άνθη είναι ετερόζυγο.
Λ: το αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει το λευκό χρώμα
λ: το υπολειπόμενο αυτοσωμικό αλληλόμορφο για το κόκκινο χρώμα
Ρ: Λλ (x) λλ
Γαμέτες: Λ, λ // λ
Γονοτυπική αναλογία F1: Λλ, λλ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 50% λευκά, 50% κόκκινα

21.

α) ΙΙΙ1 (x) ΙΙΙ3  ii (x) ΙΒΙΒ ή ΙΒi  Απόγονος με ομάδα αίματος Ο, μπορεί να
αποκτηθεί μόνο όταν ο γονέας με ομάδα αίματος Β είναι ετερόζυγος, και στην
περίπτωση αυτή, η πιθανότητα απόκτησης τέτοιου απογόνου είναι 1/2. Επειδή η
πιθανότητα του γονέα με ομάδα αίματος Β να είναι ετερόζυγος είναι 1/2, η συνολική
πιθανότητα απόκτησης απογόνου με ομάδα αίματος Ο είναι 1/2(x)1/2 = 1/4 .
β) ΙΙΙ1 (x) ΙΙΙ4  ii (x) ΙΑi η πιθανότητα απόκτησης απογόνου με ομάδα αίματος Ο
είναι 1/2.
γ) ΙΙΙ2 (x) ΙΙΙ3  ΙΑi (x ) ΙΒΙΒ ή ΙΒi  Απόγονος με ομάδα αίματος Ο, μπορεί να
αποκτηθεί μόνο όταν ο γονέας με ομάδα αίματος Β είναι ετερόζυγος, και τότε στην
περίπτωση αυτή, η πιθανότητα απόκτησης τέτοιου απογόνου είναι 1/4 . Επειδή η
πιθανότητα του γονέα με ομάδα αίματος Β να είναι ετερόζυγος είναι 1/2 , η συνολική
πιθανότητα απόκτησης απογόνου με ομάδα αίματος Ο είναι 1/4(x)1/2 = 1/8.
δ) ΙΙΙ2 (x) ΙΙΙ4  ΙΑi (x) ΙΑi  η πιθανότητα απόκτησης απογόνου με ομάδα αίματος
Ο είναι 1/4.

54
22. Έστω Δ→ κηλίδες στο δέρμα και δ → όχι κηλίδες.
Τα γονίδια δεν είναι φυλοσύνδετα, γιατί τότε τα ΙΙ3 Χ ΙΙ4 θα αποκτούσαν ♂ χωρίς
κηλίδες και ♀ με κηλίδες. Άρα τα γονίδια είναι αυτοσωμικά.
α) Το άτομο ΙΙΙ2 έχει γονότυπο Δδ ή ΔΔ γιατί οι γο νείς το υ (ΙΙ1 και ΙΙ2 ) είναι
ετερόζυγοι. Το άτομο ΙΙΙ3 έχει γονότυπο Δδ γιατί έχει κηλίδες αλλά ♀ ο γονέας του
(ΙΙ3) όχι. Άρα η διασταύρωσή τους θα δώσει απόγονους που θα εμφανίζουν κηλίδες
με πιθανότητα 75% αν ο ΙΙΙ2 είναι ετερόζυγος και 100% αν είναι ομόζυγος ΔΔ.[Η
1 2
πιθανότητα να είναι ομόζυγος είναι και η πιθανότητα να είναι ετερόζυγος είναι .
3 3
(Η διασταύρωση των ΙΙ1 και ΙΙ2 δίνει 3 άτομα με κηλίδες και 1 χωρίς. Από τα 3 άτομα
τα 2 είναι ετερόζυγα και το 1 ομόζυγο). Άρα συνολικά η πιθανότητα να προκύψουν
1 4 2 3 5
άτομα με κηλίδες είναι ⋅ + ⋅ = ].
3 4 3 4 6
β) Το άτομο ΙΙΙ5 για τους ίδιους λόγους με το ΙΙΙ3 έχει γονότυπο Δδ. Άρα η ζητούμενη
διασταύρωση θα δώσει απόγονους με κηλίδες με πιθανότητα 75%.
γ) Το άτομο ΙΙΙ5 είναι ετερόζυγο (Δδ) αλλά το ΙΙΙ8 είναι δδ (γιατί δεν εμφανίζει το
χαρακτήρα). Άρα δίνουν απογόνους με κηλίδες με πιθανότητα 50%.
δ) Τα άτομα ΙΙΙ6 και ΙΙΙ7 δεν εμφανίζουν τον επικρατή φαινότυπο, άρα έχουν
γονότυπο δδ. Επομένως η πιθανότητα να δώσουν απογόνους με κηλίδες είναι 0%.
Τα ετερόζυγα άτομα στο γενεαλογικό δένδρο είναι το Ι1 (γιατί αποκτά απόγονο -το
ΙΙ7- χωρίς κηλίδες), τα ΙΙ1, ΙΙ2, ΙΙ4 και ΙΙ5 (για τους ίδιους λόγους), τα ΙΙΙ3 και ΙΙΙ5
(όπως είδαμε παραπάνω). Το άτομο ΙΙΙ2 μπορεί να έχει γονότυπο ΔΔ ή Δδ.

23. α)

β) Εφόσον ο Γιάννης και η Άννα δεν πάσχουν αλλά έχουν παιδί που πάσχει, η ασθένεια
ελέγχεται από υπολειπόμενο γονίδιο. Αν ήταν φυλοσύνδετο, αφ’ ενός θα έπασχε
υποχρεωτικά και ο Γιάννης, αφ’ ετέρου ο Γιάννης δε θα μπορούσε (αφού δεν πάσχει) να
αποκτήσει κόρη με την πάθηση.
γ) Τα άτομα Ι2, Ι3 και ΙΙΙ2 αφού εκδηλώνουν τη νόσο έχουν γονότυπο αα. (Έστω→Α
φυσιολογικό, α → αναιμ ία Fanconi). Τα ΙΙ1 και ΙΙ2 είναι ετερόζυγα γιατί αποκτούν παιδί
που πάσχει. Τα υπόλοιπα άτομα μπορεί να είναι ΑΑ ή Αα.
δ) Η πιθανότητα να γεννηθεί παιδί με τη νόσο είναι 1/4 (από ετερόζυγους γονείς). Για να
είναι αγόρι, πιθανότητα 1/2 . Συνολική πιθανότητα 1/8.
ε) Η Κατερίνα έχει γονότυπο αα. Ο άνδρας της θα είναι Αα ή ΑΑ. Στην 1η περίπτωση, θα
αποκτήσουν παιδί με τη νόσο με πιθανότητα 1/2. Στην 2η περίπτωση αποκλείεται να
αποκτήσουν παιδί με τη νόσο. Ένα από τα αγόρια του Γιάννη θα έχει γονότυπο ΑΑ ή Αα.
Μόνο αν είναι Αα μπορεί να αποκτήσει παιδί με τη νόσο. (Η πιθανότητα να είναι
ετερόζυγος είναι 2/3). Αν παντρευτεί γυναίκα ΑΑ δεν θα αποκτήσει παιδί με τη νόσο. Αν
2
παντρευτεί γυναίκα ετερόζυγη Αα, θα αποκτήσει παιδί με τη νόσο με πιθανότητα
3
1 1
(πιθανότητα να είναι ετερόζυγος) x = .
4 6

55
στ)

Ομάδα Γ΄

26. Σύντομη λύση: (1) Aν Κ → κόκκινα Κ>κ


κ → λευκά
(α) (β)
ΚΚ (x) κκ ή Κκ (x) κκ

F1: 100% 1:1


κόκκινα κόκκινα λευκά

(2) Αν Λ → λευκά (α) (β)


λ → κόκκινα ΛΛ (x) λλ Λλ (x) λλ

Λ>λ F1: 100% 1:1


λευκά λευκά, κόκκινα

(3) Αν Κ → κόκκινα
Λ → λευκά (ατελώς επικρατή) ΚΚ (x) ΛΛ
ΚΛ → ροζ

F1: ΚΛ
100% ροζ
(4) Αν Κ → κόκκινα
Λ → λευκά (συνεπικρατή) ΚΚ (x) ΛΛ
ΚΛ → ασπροκόκκινα
F1: ΚΛ
100% ασπροκόκκινα

27. Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε με αυτογονιμοποιήσεις αμιγή μπλε και αμιγή λευκά


ζουμπούλια. Μόλις διαπιστώσουμε ότι για πολλές γενιές κάποια στελέχη δίνουν
ομοιόμορφους απογόνους, θα το έχουμε καταφέρει. Στη συνέχεια διασταυρώνουμε τα
αμιγή μεταξύ τους. Τα πιθανά αποτελέσματα είναι:
1. μπλε (x) λευκό ⇒ 100% μπλε. Άρα το μπλε επικρατές.
2. μπλε (x) λευκό ⇒ 100% λευκό. Άρα το λευκό επικρατές.
3. μπλε (x) λευκό ⇒ 100% γαλάζιο. Άρα γονίδια ατελώς επικρατή.
4. μπλε (x) λευκό ⇒ 100% μπλε και άσπρο. Άρα γονίδια συνεπικρατή.

28. (α) Οι από γονο ι που θα μο ιάζο υν με τον 1ο γονέα θα έχουν φαινότυπο [ΑΒΓΔΕ]. Η
πιθανότητα οι απόγονοι να έχουν φαινότυπο:
[Α] είναι 1/2
[Β] είναι 3/4
[Γ] είναι 1
[Δ] είναι 1
[Ε] είναι 1/2

56
Η πιθανότητα, λοιπόν, να εμφανίζονται απόγονοι με φαινότυπο [ΑΒΓΔΕ] είναι ίση με
1/2 x 3/4 x 1 x 1 x 1/2 = 3/16.

(β) Οι από γο νοι πο υ θα μο ιάζο υν με τον 2ο γονέα θα έχουν φαινότυπο [αΒΓΔε]. Η


πιθανότητα οι απόγονοι να έχουν φαινότυπο:
[α] είναι 1/2
[Β] είναι 3/4
[Γ] είναι 1
[Δ] είναι 1
[ε] είναι 1/2
Η πιθανότητα, λοιπόν, να εμφανίζονται απόγονοι με φαινότυπο [αΒΓΔε] είναι ίση με
1/2 x 3/4 x 1 x 1 x 1/2 = 3/16.

Για τους γονότυπους:


α) Οι απόγονοι που θα έχουν γονότυπο ίδιο με τον 1ο γονέα θα έχουν γονότυπο
ΑαΒβΓγΔδΕε. Η πιθανότητα να έχει ο απόγονος γονότυπο:
Αα είναι 1/2
Ββ είναι 2/4
Γγ είναι 1/2
Δδ είναι 1/2
Εε είναι 1/2
Άρα, η πιθανότητα να έχει τον ίδιο γονότυπο με τον 1ο γονέα είναι ίση με 1/2 x 2/4 x
1/2 x 1/2 x 1/2 = 1/32

β) Οι από γονο ι πο υ θα έχο υν γονό τυπο ίδιο με τον 2ο γονέα θα έχουν γονότυπο
ααΒΒΓΓΔΔεε. Η πιθανότητα να έχει ο απόγονος γονότυπο:
αα είναι 1/2
ΒΒ είναι 2/4
ΓΓ είναι 1/2
ΔΔ είναι 1/2
εε είναι 1/2
Άρα, η πιθανότητα να έχει τον ίδιο γονότυπο με τον 2ο γονέα είναι ίση με 1/2 x.2/4 x
1/2 x 1/2 x 1/2 = 1/32.

29. 1η λύση Μ = μοβ και μοβ (x) μπλε μπλε (x) μπλε
μ = μπλε Μμ (x) μμ μμ (x) μμ
Μ>μ γαμ. Μ,μ // μ μ // μ
F1 : Μμ, μμ μμ
1μοβ, 1μπλε 100% μπλε

2η λύση Κ1 = κόκκινο μοβ (x) μπλε μπλε (x) μπλε


Κ2 = μπλε Κ1Κ2 (x) Κ2Κ2 Κ2Κ2 (x) Κ2Κ2
ατελώς Κ1Κ2 = μοβ γαμ. Κ1,Κ2 // Κ2 Κ2 // Κ2
επικρατή F1 : Κ1Κ2 , Κ2Κ2 Κ2Κ2
1 : 1 100%
μοβ μπλε μπλε

30. Από την 1η διασταύρωση προκύπτει το συμπέρασμα ότι C>c


Από την 2η διασταύρωση προκύπτει το συμπέρασμα ότι cd>c
Από την 4η διασταύρωση προκύπτει το συμπέρασμα ότι ck>cd
Από την 6η διασταύρωση προκύπτει το συμπέρασμα ότι ck>c
γιατί για να προκύψουν τελικά λευκά ινδικά χοιρίδια στους απογόνους πρέπει και οι
δύο γονείς να φέρουν το αλληλόμορφο για το λευκό, το οποίο όμως δεν εκδηλώνουν.
Με την ίδια αιτιολόγηση από τη 10η διασταύρωση συμπεραίνουμε ότι το C>cd αφού
προκύπτουν κρεμ απόγονοι αλλά το αλληλόμορφο δεν εκφράζεται στους γονείς.

57
Από την 5η διασταύρωση παρατηρούμε ότι προκύπτουν απόγονοι με κανελί
χρωματισμό. Επειδή ο λευκός γονέας δεν μπορεί να διαθέτει αλληλόμορφο ck (θα έχει
κανελί χρωματισμό), το αλληλόμορφο cκ θα περιέχεται στο μαύρο γονέα. Άρα C>ck.
Συνολικά λοιπόν ισχύει: C>cκ>cd>c.

Επομένως οι διασταυρώσεις είναι:


1. Cc (x) Cc → 3 : 1
2. cdc (x) cdc → 3 : 1
3. cdc (x) cc → 1 : 1
4. ckcd (x) ckcd ή ckc (x) ckcd → 3 : 1
5. Cck (x) cc → 1 : 1
6. ckc (x) cdc → 2 : 1 : 1
7. Cck (x) ckck ή Ccd (x) ckck ή Cc (x) ckck ή Cck (x) ckcd ή Cck (x) ckc → 1 : 1
8. Ccd (x) cc → 1 : 1
9. Cck (x) cdcd ή Cck (x) cdc → 1 : 1
10. Ccd (x) ckcd ή Ccd (x) ckc ή Cc (x) ckcd→ 2 : 1 : 1

Σημ: Προσέχουμε να καταγράφουμε όλες τις πιθανές περιπτώσεις γονότυπων των


γονέων, όπου είναι πάνω από μια, αξιοποιώντας ότι μερικά υπολειπόμενα (σε
σχέση με άλλα) αλληλόμορφα, ανάλογα με τη θέση τους, δεν μπορούν να
εκφραστούν στο φαινότυπο των απογόνων.

31. Σύντομη λύση:


διασταύρωση γονείς απόγονοι
1. Κk (Χ) kκ κόκκινο 1 (x) ροζ 2/3 κόκκινα, 1/3 ροζ  k: θνησιγόνο  kk
δεν επιβιώνει
2. Κk (Χ) κκ κόκκινο 1 (x) άσπρο 1/2 κόκκινα, 1/2 ροζ  Κ>κ, k>κ, Κ>k
3. Kκ (Χ) kκ κόκκινο 2 (x) ροζ 1/2 κόκκινα, 1/4 ροζ, 1/4 άσπρα  Κ>κ, k>κ,
Κ>k
4. KΚ (Χ) kκ κόκκινο 3 (x) ροζ όλα κόκκινα  Κ>κ, k>κ, Κ>k
5. KΚ (Χ) κκ κόκκινο 3 (x) άσπρο όλα κόκκινα  Κ>κ

32. Από την 1η διασταύρωση συμπεραίνουμε ότι το αλληλόμορφο που καθορίζει το λευκό
είναι επικρατές. Τα αλληλόμορφα είναι αυτοσωμικά, γιατί αν ήταν φυλοσύνδετα, το ♀
της 1ης διασταύρωσης θα αποκτούσε ♂ απογόνους, που θα είχαν αποκλειστικά μαύρο
χρώμα. Η Ρ γενιά είναι ομόζυγοι, επομένως οι απόγονοι στην F1 είναι ετερόζυγοι. Από
τη διασταύρωσή τους προκύπτει:
Λ = λευκό, λ = μαύρο F1x F1: Λλ x Λλ
F2 : ΛΛ, Λλ, Λλ, λλ
1 2
Επομένως ο λευκός απόγονος έχει πιθανότητα να είναι ομόζυγος (ΛΛ) και να
3 3
είναι ετερόζυγος (Λλ) (δεν υπολογίζεται το λλ άτομο, αφού αυτό είναι μαύρο). Άρα η
πιθανότητα να γεννηθεί μαύρος απόγονος από τη διασταύρωση ελέγχου με το μαύρο ♀
2 1 1
γονέα, είναι ⋅ = . (γιατί αν είναι ετερόζυγος έχει 50% πιθανότητα να αποκτήσει
3 2 3
μαύρο απόγονο κατά τη διασταύρωση με το ♀ γονέα).

33. α) Από τη διασταύρωση ΙΙΙ1 (x) ΙΙΙ2 συμπεραίνουμε ότι το σύνδρομο Rieger οφείλεται
σε ένα επικρατές αλληλόμορφο, γιατί τα άτομα που διασταυρώνονται έχουν το
σύνδρομο ενώ ο απόγονος IV2 όχι. Επίσης από την ίδια διασταύρωση προκύπτει ότι ο
υποφυσιακός νανισμός ελέγχεται από υπολειπόμενο αλληλόμορφο, γιατί οι γονείς δεν
έχουν την ασθένεια αλλά το IV1 την κληρονομεί. Το σύνδρομο του Rieger δεν μπορεί
να οφείλεται σε φυλοσύνδετο αλληλόμορφο, γιατί το ♀ άτομο ΙΙ1, ως φυσιολογικό
(έστω ΧrXr), δε θα μπορούσε να αποκτήσει♂ με το σύνδρομο. Ο υποφυσιακός
νανισμός δε μπορεί να οφείλεται σε φυλοσύνδετο αλληλόμορφο, γιατί το ΙΙΙ1 άτομο,

58
αφού είναι φυσιολογικό ♂ (έστω ΧΝΥ), δε μπορεί να αποκτήσει ♀ με την ασθένεια (το
ΙV1). Άρα οι δύο ασθένειες ελέγχονται από αυτοσωμικά γονίδια.
β) Έστω R → σύνδρομο Rieger, r → φυσιολογικό
Ν → φυσιολογικό ύψος, ν → υποφυσιακός νανισμός
Ι1: RrNν γιατί αποκτά παιδί φυσιολογικό ως προς το σύνδρομο και παιδί με
υποφυσιακό νανισμό
Ι2: rrνν γιατί έχει τους υπολειπόμενους φαινότυπους
ΙΙ1: rrΝ_ (rrNN ή rrNν)
ΙΙ2: RrNν γιατί έχει τα επικρατή γνωρίσματα R και Ν αλλά ο ♂ γονέας του έχει τα
υπολειπόμενα
ΙΙ3: rrνν ομοίως με Ι2
ΙΙ4: RrNν: ομοίως με ΙΙ2
ΙΙ5: rrN_ (rrNΝ ή rrNν)
ΙΙΙ1: RrNν γιατί έχει τα γνωρίσματα που καθορίζονται από τα επικρατή αλληλόμορφα
γονίδια για καθεμία από τις δύο διαφορετικές γονιδιακές θέσεις (R και Ν, αντίστοιχα)
αλλά από το ΙΙ1 έχει κληρονομήσει ένα αλληλόμορφο r και επίσης αποκτά απογόνους
χωρίς το σύνδρομο (rr) αλλά με υποφυσιακό νανισμό (νν).
ΙΙΙ2: RrΝν ομοίως με ΙΙΙ1
IV1: R_νν (RRνν ή Rrνν)
IV2: rrΝ_ (rrΝΝ ή rrΝν)

34. Από τη διασταύρωση ατόμων με καφέ σώμα και μεγάλες πτέρυγες με άτομα με κίτρινο
σώμα και κοντές πτέρυγες, στο 25% των διασταυρώσεων προέκυψαν άτομα με καφέ
σώμα και μεγάλες πτέρυγες μόνο. Επομένως συμπεραίνουμε ότι το αλληλόμορφο που
καθορίζει το καφέ επικρατεί έναντι του αλληλομόρφου που καθορίζει το κίτρινο
χρώμα και ότι το αλληλόμορφο που καθορίζει τις μεγάλες πτέρυγες επικρατεί έναντι
του αλληλομόρφου που καθορίζει τις κοντές.
Άρα Κ→ καφέ Μ→ μεγάλες
κ→ κίτρινο μ→ κοντές

α) Καφέ μεγάλες (x) κίτρινο κοντές


⇒ Ρ΄: ΚΚΜΜ (x) κκμμ
απόγονοι 100% καφέ μεγάλες
ΚκΜμ
β) Καφέ μεγ. (x) κιτρ. κοντές
⇒ Ρ΄: ΚκΜΜ (x) κκμμ
καφέ μεγ. κιτρ. μεγάλες
1 : 1 ΚκΜμ κκΜμ
1 : 1

γ) Καφέ μεγ. (x) κιτρ. κοντές


⇒ Ρ΄: ΚΚΜμ (x) κκμμ
καφέ μεγ. καφέ κοντές
1 : 1 ΚκΜμ ΚκΜμ
1 : 1

δ) Καφέ μεγ. (x) κιτρ. κοντές


⇒ Ρ΄: ΚκΜμ (x) κκμμ
καφέ καφέ κιτρ. κιτρ
μεγάλες κοντές μεγ. κοντές ΚκΜμ Κκμμ κκΜμ κκμμ
1 : 1 : 1 : 1 1 : 1 : 1 : 1

Τα ζεύγη γονιδίων δεν είναι συνδεδεμένα, βρίσκονται δηλαδή σε διαφορετικά ζεύγη


ομολόγων χρωμοσωμάτων. Στην πατρική διασταύρωση τα άτομα είχαν πάλι καφέ
χρώμα σώματος και μεγάλες πτέρυγες.

59
Ρ: Κ-Μ- (x) K-M-

KKMM KκMM KKMμ ΚκΜμ


1 : 1 : 1 : 1

και οι απόγονοι αυτοί που παράχθηκαν σε ίσες αναλογίες έδωσαν τις 4 παραπάνω
διασταυρώσεις. Άρα οι γονότυποι στην Ρ ήταν:
Ρ: ΚΚΜΜ (x) ΚκΜμ
ή Ρ: ΚκΜΜ (x) ΚΚΜμ

35. Για να έχει ένας άνδρας δαλτονισμό, χρειάζεται η μητέρα του να διαθέτει το
υπολειπόμενο αλληλόμορφο γονίδιο τουλάχιστον μία φορά και να του το
κληροδοτήσει. (ο πατέρας του δεν έχει σημασία τι φαινότυπο έχει). Από την εκφώνηση
3
συμπεραίνουμε ότι, για να συμβούν αυτές οι προϋποθέσεις, η πιθανότητα είναι
50
(τόσοι είναι οι δαλτονικοί άνδρες). Για να έχει μια γυναίκα δαλτονισμό, χρειάζεται η
μητέρα της να έχει τουλάχιστον μία φορά το γονίδιο και να της το κληροδοτήσει (ως
3
εδώ η πιθανότητα να συμβούν αυτά είναι προφανώς όση και για τον άνδρα, ) και
50
επιπλέον, χρειάζεται να έχει δαλτονικό πατέρα. Η πιθανότητα να συμβαίνει το
3
τελευταίο, είναι (αφού τόσοι είναι οι δαλτονικοί άνδρες). Άρα για να ισχύουν όλες
50
οι παραπάνω προϋποθέσεις και να προκύψει δαλτονική γυναίκα, η πιθανότητα είναι
3 3 9
= (πολλαπλασιάζουμε τις επιμέρους πιθανότητες). Από τα παραπάνω
50 50 2.500
φαίνεται και έμπρακτα, γιατί ένα φυλοσύνδετο υπολειπόμενο γνώρισμα εμφανίζεται
πιο συχνά στα αρσενικά άτομα.

36. 1η περίπτωση: τα γονίδια είναι αυτοσωμικά:


α) Tα αλληλόμορφα για το κίτρινο και το πράσινο χρώμα καρπού έχουν σχέση
επικρατούς–υπολειπομένου, οπότε το ένα φυτό είναι ομόζυγο ως προς το
υπολειπόμενο αλληλόμορφο, ενώ το άλλο είναι ετερόζυγο. Στη συγκεκριμένη
περίπτωση, όμως, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιο αλληλόμορφο επικρατεί του
άλλου. Θα μπορούσε να επικρατεί το αλληλόμορφο για το πράσινο χρώμα, οπότε να
είναι ετερόζυγο το φυτό με το πράσινο χρώμα καρπού. Από την άλλη, βέβαια, θα
μπορούσε να επικρατεί το αλληλόμορφο για το κίτρινο χρώμα καρπού, οπότε το φυτό
με τους κίτρινους καρπούς θα ήταν το ετερόζυγο.

Η διασταύρωση έχει τη μορφή:


κίτρινο (x) πράσινο
Ρ: Αα (x) αα
Γαμέτες: Α, α // α
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 Αα : 1αα
Φαινοτυπική αναλογία F1: 1 [Α] : 1 [α]

πράσινο (x) κίτρινο


Ρ: Αα (x) αα
Γαμέτες: Α, α // α
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 Αα : 1αα
Φαινοτυπική αναλογία F1: 1 [Α] : 1 [α]

β) Από τη διασταύρωση ανάμεσα στους απογόνους της F1 γενεάς θα προκύψουν στην


F2 απόγονοι με κίτρινους και απόγονοι με πράσινους καρπούς σε αναλογία 1:1,
ανεξάρτητα από το ποιο αλληλόμορφο (για το κίτρινο ή για το πράσινο χρώμα

60
καρπού) επικρατεί του άλλου [ουσιαστικά, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η F1 (x)
F1 είναι ίδια διασταύρωση με την Ρ, όσον αφορά τους γονότυπους των ατόμων που
διασταυρώνονται].

2η περίπτωση: τα γονίδια είναι φυλοσύνδετα:


α) Tα αλληλόμορφα για το κίτρινο και το πράσινο χρώμα καρπού έχουν σχέση
επικρατούς–υπολειπομένου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, δεν μπορούμε να
γνωρίζουμε ποιο αλληλόμορφο επικρατεί του άλλου. Θα μπορούσε να επικρατεί το
αλληλόμορφο για το πράσινο χρώμα, ή θα μπορούσε να επικρατεί το αλληλόμορφο
για το κίτρινο χρώμα.
Η διασταύρωση έχει τη μορφή:
κίτρινο (x) πράσινο
Διασταύρωση: ΧΑΥ (x) XαXα
Γαμέτες: ΧΑ, Υ// Xα
Γονοτυπική αναλογία F1: XΑΧα: 1ΧαΥ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 50% θηλυκά με κίτρινο καρπό και
50% αρσενικά με πράσινο καρπό.
β) Στην F2 θα έχουμε:
Διασταύρωση: ΧαΥ (x) XΑXα
Γαμέτες: Χα, Υ // XΑ, Χα
Γονοτυπική αναλογία F2: 1 ΧΑΧα: 1ΧαΧα: 1ΧΑΥ: 1ΧαΥ
Φαινοτυπική αναλογία F2: 25% θηλυκά με κίτρινο καρπό,
25% αρσενικά με κίτρινο καρπό,
25% θηλυκά με πράσινο καρπό και
25% αρσενικά με πράσινο καρπό.
Στην F2 η συνολική φαινοτυπική αναλογία: άτομα με πράσινο καρπό: άτομα με
κίτρινο καρπό είναι 1:1, όπως ακριβώς και στην περίπτωση που το χρώμα καρπού
ελέγχεται από αυτοσωμικό γονίδιο,
ή η διασταύρωση μπορεί να είναι:
πράσινο (x) κίτρινο
Διασταύρωση: ΧΑΥ (x) XαXα
Γαμέτες: ΧΑ, Υ// Xα
Γονοτυπική αναλογία F1: 1 ΧΑΧα: 1ΧαΥ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 50% θηλυκά με πράσινο καρπό και
50% αρσενικά με κίτρινο καρπό.
Οπότε, η F2 θα έχει ως εξής:
Διασταύρωση: ΧαΥ (x) XΑXα
Γαμέτες: Χα, Υ // XΑ, Χα
Γονοτυπική αναλογία F2: 1 ΧΑΧα: 1ΧαΧα: 1ΧΑΥ: 1ΧαΥ
Φαινοτυπική αναλογία F2: 25% θηλυκά με κίτρινο καρπό,
25% αρσενικά με κίτρινο καρπό,
25% θηλυκά με πράσινο καρπό και
25% αρσενικά με πράσινο καρπό.

Και πάλι, στην F2 η συνολική φαινοτυπική αναλογία: άτομα με πράσινο καρπό: άτομα με
κίτρινο καρπό είναι 1:1, όπως ακριβώς και στην περίπτωση που το χρώμα καρπού
ελέγχεται από αυτοσωμικό γονίδιο.

37. Η δρεπανοκυτταρική αναιμία ακολουθεί αυτοσωμικό υπολειπόμενο τύπο


κληρονομικότητας. Ετσι, Α: φυσιολογικό αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο
α: αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο υπεύθυνο για
τη δρεπανοκυτταρική αναιμία.
Επειδή οι δύο γονείς είναι ετερόζυγοι (φυσιολογικοί, αλλά φορείς) ο γονότυπος
καθενός από αυτούς είναι Αα. Ετσι:
α) 1/4 x 1/4 x 1/4 = 1/64
β) 1/2 x 1/2 x 1/2 = 1/8

61
γ) Ομόζυγος απόγονος είναι απόγονος με γονότυπο ΑΑ (1/4) ή αα (1/4). Άρα, η
πιθανότητα να είναι ομόζυγος ένας απόγονος είναι 1/4 + 1/4 = 2/4 = 1/2.
Άρα, 1/2 x 1/2 x 1/2= 1/8
δ) 1/4 x 1/2 x 1/2 = 1/16.
ε) Απόγονος ασθενής από δρεπανοκυτταρική αναιμία: πιθανότητα 1/4.
φυσιολογικός απόγονος (φορέας ή ομόζυγος για το φυσιολογικό): πιθανότητα 3/4.

1ο παιδί 2ο παιδί 3ο παιδί


ασθενής 1/4
ασθενής 1/4
ασθενής: 1/4 φυσιολογικός 3/4
ασθενής 1/4
φυσιολογικό: 3/4
φυσιολογικός 3/4

ασθενής 1/4
ασθενής 1/4
φυσιολογικό: 3/4 φυσιολογικός 3/4
ασθενής 1/4
φυσιολογικό: 3/4
φυσιολογικός 3/4

Οι συνδυασμοί που μας ενδιαφέρουν είναι:


Ασθενής-φυσιολογικός-φυσιολογικός: 1/4 x 3/4 x 3/4 = 9/64.
Φυσιολογικός-ασθενής-φυσιολογικός: 3/4 x 1/4 x 3/4 = 9/64.
Φυσιολογικός-φυσιολογικός-ασθενής: 3/4 x 3/4 x 1/4 = 9/64.
Συνολική πιθανότητα: 27/64.

στ) Γονότυπος Πιθανότητα


Ασθενής: αα 1/4

Ετερόζυγος
φυσιολογικός: Αα 2/4 = 1/2
(φορέας)
Ομόζυγος
Φυσιολογικός: ΑΑ 1/4

1ο παιδί 2ο παιδί 3ο παιδί

αα

αα Αα

αα 1/4 ΑΑ

αα

Αα Αα

ΑΑ

αα

ΑΑ Αα

ΑΑ

62
Αα 1/2: εργαζόμαστε με όμοιο τρόπο με την προηγούμενη περίπτωση (αα).

ΑΑ 1/4: εργαζόμαστε με όμοιο τρόπο με την προηγούμενη περίπτωση (αα).

Ζητούμε τους παρακάτω συνδυασμούς:


1ο παιδί 2ο παιδί 3ο παιδί
[Αα ½ (x) Αα ½ (x) ΑΑ ¼ ή αα ¼→ συνολική ½] = 1/8
[Αα ½ (x) ΑA ή αα ½ (x) Αα ½ ] = 1/8
[ΑΑ ή αα ½ (x) Αα ½ (x) Αα ½ ] = 1/8
Αρα, η συνολική πιθανότητα να έχουμε 2 φορείς και 1 ομόζυγο απόγονο είναι:
1/8 + 1/8 + 1/8 = 3/ 8.
ζ) ½ (αγόρι). 1/4 (φυσιολογικό ομόζυγο) = 1/8
η) (1/2.1/4).(1/2.2/4).(1/2.1/4) = 1/512.

38.

Για να εμφανιστούν ινδικά χοιρίδια με άσπρο χρώμα τριχώματος θα πρέπει και οι δύο
γονείς να είναι ετερόζυγοι. Ο ένας γονέας, ο ΙΙΙ1 έχει γονότυπο Ββ ενώ ο άλλος
γονέας ΙΙΙ2 είναι ετερόζυγος υπό προϋποθέσεις, δηλαδή εάν ο πατέρας του, ο ΙΙ3, είναι
ετερόζυγος. Η πιθανότητα το άτομο ΙΙ3 να είναι ετερόζυγο είναι 2/3, ενώ τότε η
πιθανότητα να είναι ετερόζυγο το άτομο ΙΙΙ2 είναι 1/2.
Επειδή:
α) η πιθανότητα εμφάνισης απόγονου με φαινότυπο άσπρο χρώμα τριχώματος από
ετερόζυγους γονείς είναι 1/4,
β) η πιθανότητα να είναι ετερόζυγο το άτομο ΙΙΙ2 με φαινότυπο μαύρο χρώμα
τριχώματος είναι ½ όταν και ο αρσενικός γονέας είναι ετερόζυγος.
γ) η πιθανότητα να είναι ετερόζυγο το άτομο ΙΙ3 είναι 2/3,
συμπεραίνουμε πως η συνολική πιθανότητα εμφάνισης απόγονου με άσπρο χρώμα
τριχώματος από τη διασταύρωση ΙΙΙ1 (x) ΙΙΙ2 είναι 1/4 x 1/2 x 2/3r=1/12.

63
5.10 Ασκήσεις από διαγωνίσματα

1.
i) Διασταύρωση με λευκό άνθος και περιεσφιγμένο σχήμα καρπού.
ii) Διασταύρωση με κοντό με ακραία άνθη.
iii) Διασταύρωση με ρυτιδωμένο σχήμα σπέρματος (ανεξαρτήτως χρώματος)

2.
Ο γονότυπος του ετερόζυγου ατόμου είναι ΜμΥυ. Οι πιθανοί γαμέτες που μπορεί να
παράγει το συγκεκριμένο άτομο είναι:

3.
Ι) Α: Λάθος
Β: Λάθος
Γ: Σωστό
Δ: Λάθος
Ε: Λάθος
Στ: Σωστό
Ζ: Λάθος
Η: Λάθος
ΙΙ) Δ, ΙΙΙ) Γ, IV) Δ, V) Α, VI) Δ, VII) Γ

64
4.
i) Το ζητούμενο σχήμα είναι:

ii) Το είδος των γαμετών που θα προκύψουν στο τέλος της δεύτερης μειωτικής διαίρεσης
καθορίζεται από τον τρόπο διάταξης των ζευγών ομολόγων χρωμοσωμάτων μεταξύ τους
κατά την μετάφαση Ι, ο οποίος αποτελεί τυχαίο γεγονός.

5.
Αρχικά, συμβολίζουμε τα αλληλόμορφα γονίδια για κάθε χαρακτήρα ως εξής:
Σ : σφαιρικό σχήμα σ : ωοειδές σχήμα
Κ : κίτρινο χρώμα κ : λευκό χρώμα.
Με βάση τα παραπάνω, το υπό μελέτη φυτό έχει γονότυπο ΚκΣσ.
Έτσι, κατά την αυτογονιμοποίηση του, το φυτό παρήγαγε γυρεόκοκκους (αρσενικοί
γαμέτες – απλοειδή κύτταρα) στους οποίους έγινε τυχαίος συνδυασμός των
αλληλόμορφων γονιδίων κάθε ζεύγους ομόλογων χρωμοσωμάτων, όπως φαίνεται
παρακάτω:
Γονότυπος: ΚκΣσ

Γυρεόκοκκοι: ¼ ΚΣ ¼ Κσ ¼ κΣ ¼ κσ
Φαινοτυπική αναλ: 25% 25% 25% 25%
Κίτρινοι Κίτρινοι Λευκοί Λευκοί
Σφαιρικοί Ωοειδείς Σφαιρικοί Ωοειδείς

6.
i) Εφόσον για τους δύο χαρακτήρες που εξετάζουμε ισχύει ο νό μο ς της ανεξάρτητης
μεταβίβασης των γονιδίων (2ος νόμος Mendel), τα αλληλόμορφα που τους ελέγχουν
βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη ομολόγων χρωμοσωμάτων. Άρα, τα συνολικά
χρωμοσώματα που καθορίζουν το μήκος και το χρώμα του τριχώματος είναι τέσσερα (ένα
ζεύγος για κάθε χαρακτήρα).
ii) Το διπλά ετερό ζυγο κο υνέλι θα έχει γονό τυπο ΚκΜμ, ενώ το άλλο ζώο θα είναι
ομόζυγο για το χρώμα του τριχώματος, αφού το καφέ τρίχωμα είναι ο υπολειπόμενος
φαινότυπος. Επομένως, ο γονότυπος του δεύτερου ζώου θα είναι Κκμμ.

65
Η διασταύρωση που πραγματοποιήθηκε είναι η ακόλουθη:

Ρ ΚκΜμ x Κκμμ
Γαμέτες ΚΜ Κμ
Κμ κμ
κΜ
κμ
F1:
Γαμέτες ΚΜ Κμ κΜ κμ

Κμ ΚΚΜμ ΚΚμμ ΚκΜμ Κκμμ

κμ ΚκΜμ Κκμμ κκΜμ κκμμ

Γονοτυπική αναλογία: 1 ΚΚΜμ : 2 ΚκΜμ : 1 κκΜμ : 1 ΚΚμμ : 2 Κκμμ : 1 κκμμ


Φαινοτυπικη αναλογία: 3 με κοντό και μαύρο τρίχωμα
3 με κοντό και καφέ τρίχωμα
1 με μακρύ και μαύρο τρίχωμα
1 με μακρύ και καφέ τρίχωμα

iii) Με τον όρο «διασταύρωση ελέγχου» εννοούμε τη διασταύρωση ενός ατόμου άγνωστου
γονότυπου (αναφορικά με το χαρακτήρα που μελετάμε) με ένα άτομο ομόζυγο για το
υπολειπόμενο αλληλόμορφο γονίδιο. Επομένως, τα ζώα της F1 γενιάς που είναι κατάλληλα για
διασταυρώσεις ελέγχου αναφορικά με το μήκος της τρίχας είναι αυτά που είναι ομόζυγα για το
αλληλόμορφο κ (κκ--). Τα ζώα αυτά αντιπροσωπεύουν τα 2/8 = 25% των ατόμων της F1 γενιάς.
iv) Εφόσον ισχύει ο νόμος της ανεξάρτητης μεταβίβασης των γονιδίων, μπορούμε να
μελετήσουμε τον τρόπο κληρονόμησης του κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά.

Μελέτη μήκους τριχώματος


Στην F1 γενιά εμφανίζονται άτομα με κοντό τρίχωμα και άτομα με μακρύ τρίχωμα σε αναλογία
Κοντό 8 + 7 15 1
= = = . Από την αναλογία αυτή προκύπτει το συμπέρασμα ότι οι γονείς
Μακρύ 9+ 6 15 1
στην Ρ γενιά είχαν, ως προς το μήκος του τριχώματος, γονοτύπους Κκ και κκ. Αυτό
αποδεικνύεται από τη διασταύρωση:
Ρ ♂ Κκ x κκ ♀
Γαμέτες Κ κ
κ
F1: 1 Κκ : 1 κκ (γονοτυπική αναλογία)
1 κοντό : 1 μακρύ (φαινοτυπική αναλογία)

Μελέτη χρώματος τριχώματος


Στην F1 γενιά εμφανίζονται άτομα με μαύρο τρίχωμα και άτομα με καφέ τρίχωμα σε αναλογία
Μαύρο 8 + 9 17 1
= =  . Από την αναλογία αυτή προκύπτει το συμπέρασμα ότι οι γονείς
Καφέ 7 + 6 13 1
στην Ρ γενιά είχαν, ως προς το χρώμα του τριχώματος, γονοτύπους Μμ και μμ. Αυτό
αποδεικνύεται από τη διασταύρωση:
Ρ ♂ μμ x Μμ ♀
Γαμέτες μ Μ
μ
F1: 1 μμ : 1 Μμ(γονοτυπική αναλογία)
1 μακρύ : 1 κοντό (φαινοτυπική αναλογία)
Συγκεντρωτικά, τα άτομα που διασταυρώθηκαν στην Ρ γενιά είχαν τους ακόλουθους
γονοτύπους: (♂ Κκμμ) και (♀ κκΜμ)

66
v) Με τον όρο «διασταύρωση ελέγχου» εννοούμε τη διασταύρωση ενός ατόμου άγνωστου
γονότυπου (αναφορικά με το χαρακτήρα που μελετάμε) με ένα άτομο ομόζυγο για το
υπολειπόμενο αλληλόμορφο γονίδιο. Ένα κουνέλι της F1 γενιάς με κοντό-καφέ τρίχωμα
έχει γονότυπο ΚΚμμ ή Κκμμ. Έτσι, για να διαπιστώσουμε τον ακριβή γονότυπο του, θα το
διασταυρώσουμε με ένα κουνέλι που διαθέτει μακρύ-καφέ τρίχωμα (γονότυπος κκμμ). Οι
πιθανές διασταυρώσεις είναι δύο:

1η περίπτωση: Αν το κουνέλι με κοντό-καφέ τρίχωμα έχει γονότυπο ΚΚμμ, τότε η


διασταύρωση ελέγχου θα δώσει τα παρακάτω αποτελέσματα:

F1 ΚΚμμ x κκμμ
Γαμέτες Κμ κμ
F2: 1 ΚκΜμ (γονοτυπική αναλογία)
1 κοντό-μαύρο (φαινοτυπική αναλογία)

2η περίπτωση: Αν το κουνέλι με κοντό-καφέ τρίχωμα έχει γονότυπο Κκμμ, τότε η


διασταύρωση ελέγχου θα δώσει τα παρακάτω αποτελέσματα:

F1 Κκμμ x κκμμ
Γαμέτες Κμ κμ
κμ
F2: 1 ΚκΜμ : 1 κκμμ (γονοτυπική αναλογία)
1 κοντό-μαύρο : 1 μακρύ-μαύρο (φαινοτυπική αναλογία)

Ανάλογα με τη φαινοτυπική αναλογία που θα προκύψει ανάμεσα στα άτομα της F2 γενιάς,
θα διαπιστώσουμε ο γονότυπος του κουνελιού με κοντό-καφέ τρίχωμα.

Αιτιολόγηση όλων των παραπάνω διασταυρώσεων σύμφωνα με τον 1ο και 2ο νόμο του
Mendel.

vi) Τα μαύρα ζώα αντιπροσωπεύουν τα μισά άτομα της F1 γενιάς, δηλαδή είναι τέσσερα.
Από αυτά, κανένα δεν είναι διπλά ο μό ζυγο για το μαύρο χρώμα και το κοντό τρίχωμα.
Επομένως το ποσοστό είναι 0%.

7.
Συμβολισμός αλληλόμορφων για την 1η ιδιότητα «χρώμα μίσχου»
Α επικρατές αλληλόμορφο που ελέγχει το μωβ μίσχο
α υπολειπόμενο αλληλόμορφο που ελέγχει τον πράσινο μίσχο

Πιθανοί γονότυποι Φαινότυποι


AA Μωβ μίσχος
Aα Μωβ μίσχος
αα Πράσινος μίσχος

Συμβολισμός αλληλόμορφων για τη 2η ιδιότητα «μορφή φύλλων»


Ν επικρατές αλληλόμορφο που ελέγχει τις εγκοπές στα φύλλα
ν υπολειπόμενο αλληλόμορφο που ελέγχει τα ομαλά φύλλα

Πιθανοί γονότυποι Φαινότυποι


ΝΝ Φύλλα με εγκοπές
Νν Φύλλα με εγκοπές
νν Ομαλά φύλλα

67
α) Μελετούμε κάθε ιδιότητα ξεχωριστά και βρίσκουμε την αναλογία των φαινοτύπων στους
απογόνους:

1η ιδιότητα:
μωβ μίσχος / πράσινος μίσχος = (221+219)/(68+71) = 440/139 ≅ 3/1

Από την φαινοτυπική αναλογία 3/1 συμπεραίνουμε ότι τα άτομα της Ρ γενιάς είναι ετερόζυγα
με μωβ μίσχο, δηλαδή έχουν γονότυπο Αα.

2η ιδιότητα:
φύλλα με εγκοπές / ομαλά φύλλα = (221+68)/(219+71) = 289/290 ≅ 1/1

Από την φαινοτυπική αναλογία 1/1 (η φαινοτυπική αυτή αναλογία θυμίζει διασταύρωση
ελέγχου!) συμπεραίνουμε ότι το άτομο της Ρ γενιάς που εμφανίζει τον επικρατή χαρακτήρα έχει
τον ετερόζυγο γονότυπο Νν, ενώ σίγουρα το άλλο άτομο είναι ομόζυγο για το υπολειπόμενο,
δηλαδή με γονότυπο νν.

Συγκεντρωτικά οι γονότυποι των ατόμων της Ρ γενιάς είναι ΑαΝν χ Αανν

β) 1η ιδιότητα: Εφόσον όλοι οι απόγονοι έχουν μωβ μίσχο, δηλαδή είναι φαινοτυπικά όμοιοι
μεταξύ τους για τον χαρακτήρα αυτό, το άτομο της Ρ γενιάς που εμφανίζει μωβ μίσχο είναι
ομόζυγο, δηλαδή με γονότυπο ΑΑ. Αντίθετα, το άτομο της Ρ γενιάς με τον υπολειπόμενο
φαινότυπο «πράσινος μίσχος» θα έχει γονότυπο αα.

2η ιδιότητα: Τα άτομα της Ρ γενιάς έχουν τον επικρατή φαινότυπο «φύλλα με εγκοπές» και
προκύπτουν απόγονοι με τον υπολειπόμενο φαινότυπο «ομαλά φύλλα». Άρα και τα δύο άτομα
της Ρ γενιάς είναι ετερόζυγα με γονότυπο Νν.

Συγκεντρωτικά οι γονότυποι των ατόμων της Ρ γενιάς είναι ΑΑΝν χ ααΝν

γ) 1η ιδιότητα: Εφόσον προκύπτουν απόγονοι με πράσινο μίσχο, δηλαδή έχουν γονότυπο αα,
σίγουρα κληρονόμησαν ένα αλληλόμορφο α από κάθε γονέα τους. Άρα το άτομο της Ρ γενιάς
πο υ εμφανίζει μωβ μίσχο είναι ετερόζυγο , δηλαδή με γο νό τυπο Αα. Το άλλο άτο μο της Ρ
γενιάς, εφόσον εμφανίζουν τον υπολειπόμενο φαινότυπο, τότε σίγουρα θα έχουν γονότυπο αα.

2η ιδιότητα: Εφόσον όλοι οι απόγονοι έχουν φύλλα με εγκοπές, δηλαδή είναι φαινοτυπικά
όμοιοι μεταξύ τους για τον χαρακτήρα αυτό, το άτομο της Ρ γενιάς που εμφανίζει φύλλα με
εγκοπές είναι ομόζυγο, δηλαδή με γονότυπο ΝΝ. Αντίθετα, το άτομο της Ρ γενιάς με τον
υπολειπόμενο φαινότυπο «ομαλά φύλλα» θα έχει γονότυπο νν.

Συγκεντρωτικά οι γονότυποι των ατόμων της Ρ γενιάς είναι ΑαΝΝ χ αανν

δ) Μελετούμε κάθε ιδιότητα ξεχωριστά και βρίσκουμε την αναλογία των φαινοτύπων στους
απογόνους:

1η ιδιότητα: μωβ μίσχος / πράσινος μίσχος = (110+112)/(113+108) =222/221 ≅ 1/1

Από την φαινοτυπική αναλογία 1/1 συμπεραίνουμε ότι τα άτομα της Ρ γενιάς είναι το ένα
ομόζυγο για το υπολειπόμενο αλληλόμοεφο, δηλαδή με γονότυπο αα και το άλλο ετερόζυγο,
δηλαδή με γονότυπο Αα.

2η ιδιότητα: φύλλα με εγκοπές / ομαλά φύλλα = (110+113)/(112+108) = 223/220 ≅ 1/1

68
Από την φαινοτυπική αναλογία 1/1 συμπεραίνουμε ότι το άτομο της Ρ γενιάς που
εμφανίζει τον επικρατή χαρακτήρα έχει τον ετερόζυγο γονότυπο Νν, ενώ σίγουρα το άλλο
άτομο είναι ομόζυγο για το υπολειπόμενο, δηλαδή με γονότυπο νν.

Συγκεντρωτικά οι γονότυποι των ατόμων της Ρ γενιάς είναι Αανν χ ααΝν

8.
i) Στο μοσχομπίζελο, το ιώδες χρώμα άνθους επικρατεί έναντι του λευκού χρώματος ενώ
τα αξονικά άνθη επικρατούν έναντι των ακραίων. Επιπλέον, στη διασταύρωση
διυβριδισμού που πραγματοποιήθηκε ισχύει η ανεξάρτητη μεταβίβαση των γονιδίων κατά
το σχηματισμό των γαμετών (2ος νόμος του Mendel), αφού οι δύο χαρακτήρες ελέγχονται
από γονίδια που βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη ομολόγων χρωμοσωμάτων.
Η διασταύρωση που πραγματοποιήθηκε στην Ρ γενιά και η αναλογία των φυτών που
προέκυψαν στην F1 γενιά φαίνονται παρακάτω:

Ρ Ιώδη , Αξονικά x Λευκά , Αξονικά

F1 150 Ιώδη , Αξονικά , 148 Λευκά , Αξονικά

Θα μελετήσουμε επομένως κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά:


 Μελέτη χρώματος άνθους: Συμβολίζουμε τα αλληλόμορφα του γονιδίου ως εξής:
Ι : ιώδες χρώμα άνθους
ι : λευκό χρώμα άνθους
Εφόσον στην F1 γενιά προκύπτουν και φυτά με λευκό χρώμα άνθους, αυτά είναι ομόζυγα
ως προς το υπολειπόμενο αλληλόμορφο, έχουν δηλαδή γονότυπο ιι. Αφού έχουν
κληρονομήσει ένα αλληλόμορφο ι από κάθε γονέα τους, αυτό σημαίνει ότι το φυτό της Ρ
γενιάς πο υ έχει ιώδη άνθη θα είναι ετερό ζυγο ως προ ς την ιδιό τητα αυτή και θα έχει
γονότυπο Ιι. Το άλλο φυτό της Ρ γενιάς που εμφανίζει τον υπολειπόμενο φαινότυπο (λευκό
χρώμα άνθους) έχει οπωσδήποτε γονότυπο ιι..

 Μελέτη θέσης ανθέων: Συμβολίζουμε τα αλληλόμορφα του γονιδίου ως εξής:


Α : αξονικά άνθη
α : ακραία άνθη
Και τα δύο φυτά της Ρ γενιάς έχουν αξονικά άνθη, δηλαδή διαθέτουν το αλληλόμορφο Α
τουλάχιστον μία φορά στο γονότυπό τους. Εντούτοις, στην F1 γενιά, παρά το μεγάλο
αριθμό απογόνων, δεν προκύπτει κανένα φυτό με ακραία άνθη, δηλαδή φυτό που να έχει
γονότυπο αα. Επομένως, αποκλείεται και οι δύο γονείς να είναι ετερόζυγοι ως προς την
ιδιότητα «θέση ανθέων», διότι τότε θα έπρεπε στην F1 γενιά η φαινοτυπική αναλογία των
απογόνων να είναι η αναμενόμενη 3 αξονικά άνθη: 1 ακραία άνθη. Στην προκειμένη όμως
περίπτωση όλοι οι απόγονοι προκύπτουν με αξονικά άνθη. Το παραπάνω αποτέλεσμα
μπορεί να προκύψει ως συνέπεια δύο πιθανών διασταυρώσεων:

i) Ρ ΑΑ x AA ή ii) Ρ ΑΑ x Aα

Δεδομένου όμως ότι οι παραπάνω δύο χαρακτήρες συνδυάζονται ανεξάρτητα στους


απογόνους μιας διασταύρωσης, οι πιθανοί γονότυποι των φυτών που διασταυρώθηκαν
στην Ρ γενιά είναι οι ακόλουθοι:
1η περίπτωση: Ρ Ιι ΑΑ x ιι ΑΑ
2η περίπτωση: Ρ Ιι ΑΑ x ιι Αα
3η περίπτωση: Ρ Ιι Αα x ιι ΑΑ

69
ii) 1η περίπτωση: Ρ Ιι ΑΑ x ιι ΑΑ
Γαμέτες ΙΑ ιΑ
ιΑ
F1
Γαμέτες ιΑ
ΙΑ Ιι ΑΑ
ιΑ ιι ΑΑ

Γονοτυπική αναλογία: 1 Ιι ΑΑ : 1 ιι ΑΑ
Φαινοτυπική αναλογια: 1 ιώδη αξονικά : 1 λευκά αξονικά

2η περίπτωση: Ρ Ιι ΑΑ x ιι Αα
Γαμέτες ΙΑ ιΑ
ιΑ ια
F1
Γαμέτες ιΑ ια
ΙΑ Ιι ΑΑ Ιι Αα
ιΑ ιι ΑΑ ιι Αα

Γονοτυπική αναλογία: 1 Ιι ΑΑ : 1 Ιι ΑΑ : 1 ιι ΑΑ : 1 ιι Αα
Φαινοτυπική αναλογια: 1 ιώδη αξονικά : 1 λευκά αξονικά

3η περίπτωση: Ρ Ιι Αα x ιι ΑΑ
Γαμέτες ΙΑ ιΑ
ιΑ
Ια
ια
F1
Γαμέτες ιΑ
ΙΑ Ιι ΑΑ
ιΑ ιι ΑΑ
Ια ΙΙ Αα
ια ιι Αα

Γονοτυπική αναλογία: 1 Ιι ΑΑ : 1 ΙΙ Αα : 1 ιι ΑΑ : 1 ιι Αα
Φαινοτυπική αναλογια: 1 ιώδη αξονικά : 1 λευκά αξονικά

iii) Ως διασταύρωση ελέγχου ορίζεται η διασταύρωση ανάμεσα σε ένα άτομο που έχει
άγνωστο γονότυπο και ένα άτομο ομόζυγο για το υπολειπόμενο αλληλόμορφο γονίδιο, με
σκοπό να διαπιστωθεί ο γονότυπος του πρώτου ατόμου.
Όπως προκύπτει από το προηγούμενο ερώτημα, τα φυτά της F1 γενιάς με λευκά, αξονικά
άνθη έχουν έναν από τους ακόλουθους γονοτύπους: ιι ΑΑ ή ιι Αα. Για να βρεθεί επομένως
ο ακριβής γονότυπος ενός λευκού φυτού, θα πραγματοποιηθεί διασταύρωση αυτού με ένα
λευκό φυτό με ακραία άνθη, το οποίο θα έχει οπωσδήποτε γονότυπο ιι αα.

1η περίπτωση: Αν το λευκό φυτό έχει γονότυπο ιι ΑΑ, τότε η διασταύρωση ελέγχου θα


δώσει τα ακόλουθα αποτελέσματα:
F1 ιι ΑΑ x ιι αα
Γαμέτες ιΑ ια
F2
Γαμέτες ια
ιΑ ιι Αα

70
Γονοτυπική αναλογία: 1 ιι Αα
Φαινοτυπική αναλογια: 100% λευκά αξονικά

2η περίπτωση: Αν το λευκό φυτό έχει γονότυπο ιι Αα, τότε η διασταύρωση ελέγχου θα


δώσει τα ακόλουθα αποτελέσματα:
F1 ιι Αα x ιι αα
Γαμέτες ιΑ ια
ια
F2
Γαμέτες ια
ιΑ ιι Αα
ια ιι αα

Γονοτυπική αναλογία: 1 ιι Αα : 1 ιι αα
Φαινοτυπική αναλογια: 50% λευκά αξονικά : 50% λευκά ακραία

Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις διασταυρώσεων γίνεται αναφορά στον 1ο και 2ο νόμο
του Mendel.

9.
i) Αναφορικά με το μήκος του τριχώματος, εφόσον στην F1 προκύπτουν μόνο άτομα με
κο ντό τρίχωμα από γονείς με κοντό και μακρύ τρίχωμα, συμπεραίνουμε πως το
αλληλόμορφο για το κοντό τρίχωμα είναι επικρατές έναντι του αλληλόμορφου για το
μακρύ τρίχωμα. Επίσης, θα πρέπει ο γονέας με το κοντό τρίχωμα να είναι ομόζυγος για το
χαρακτήρα αυτό. Άρα:
Κ : κοντό τρίχωμα
κ : μακρύ τρίχωμα
Άρα, οι γονότυποι των γονέων ως προς το μήκος του τριχώματος είναι ΚΚ και κκ.
Αναφορικά με το χρώμα του τριχώματος, εφόσον στην F1 προκύπτουν απόγονοι με
αναλογία
Κίτρινο / Κρεμ / Άσπρο = 11 / 19 / 13 = 1 /2 /1 (3 διαφορετικοί φαινότυποι)
αυτό υποδηλώνει την ύπαρξη ατελώς επικρατών αλληλόμορφων γονιδίων που ελέγχουν το
κίτρινο και άσπρο χρώμα, ενώ το κρεμ χρώμα αποτελεί τον ενδιάμεσο φαινότυπο. Οι
γονείς που διασταυρώθηκαν ήταν ετερόζυγοι για το χαρακτήρα αυτό. Άρα:
Α1 : Κίτρινο
Α2 : Άσπρο
Άρα, οι γονότυποι των γονέων ως προς το χρώμα του τριχώματος είναι Α1Α2 και Α1Α2.
Οπότε, συνοψίζοντας έχουμε:
Ρ ΚΚΑ1Α2 x κκΑ1Α2
ii)
Ρ ΚΚΑ1Α2 x κκΑ1Α2
Γαμέτες ΚΑ 1
κΑ1
ΚΑ 2
κΑ2
F1
Γαμέτες ΚΑ1 ΚΑ2

κΑ1 KκΑ1Α1 ΚκΑ1Α2

κΑ2 ΚκΑ1Α2 ΚκΑ2Α2

Γονοτυπική αναλογία: 1 KκΑ1Α1 : 2 ΚκΑ1Α2 : 1 ΚκΑ2Α2


Φαινοτυπική αναλογια: 1 Κοντό / Κίτρινο: 2 Κοντό / Κρεμ : 1 Κοντό / Άσπρο
Αιτιολόγηση βάσει του δεύτερου νόμου του Mendel.

71
iii) Από το τετράγωνο του Punnett παρατηρούμε πως η πιθανότητα να γεννηθεί ζώο
ετερόζυγο για μία γονιδιακή θέση είναι 1/2.
Η πιθανότητα να γεννηθεί αρσενικό ζώο από την παραπάνω διασταύρωση είναι 1/2. Αυτό
εξάλλου προκύπτει και από την παρακάτω διασταύρωση:

Ρ ♀ ΧΧ x ΧΥ ♂
Γαμέτες Χ Χ,Υ
F1
Γαμέτες Χ Υ

Χ ΧΧ ΧΥ

Γονοτυπική αναλογία: 1 ΧΧ : 1 ΧΥ
Φαινοτυπική αναλογια: 1 θηλυκό ζώο : 1 αρσενικό ζώο

Άρα, για τη συνολική ζητούμενη πιθανότητα θα έχουμε:


Συνολική πιθανότητα = (1/2) x (1/2) = 1/4

iv) Σε καμία φαινοτυπική ομάδα των ατόμων της F1 γενιάς δεν απαιτείται διασταύρωση
ελέγχου. Ως προς το χαρακτήρα «χρώμα τριχώματος» , αφού αυτός ελέγχεται από ατελώς
επικρατή αλληλόμορφα γονίδια, κάθε φαινότυπος αντιστοιχεί σε έναν μόνο γονότυπο.
Επιπλέον, ως προς το χαρακτήρα «μήκος τριχώματος» , όλοι οι πιθανοί απόγονοι των
ατόμων της Ρ γενιάς είναι σίγουρα ετερόζυγοι (Κκ) αφού οι γονείς τους είναι ομόζυγοι για
τα δύο αλληλόμορφα γονίδια (ΚΚ και κκ). Άρα, το ζητούμενο ποσοστό είναι 0%.

10.
α. Ο 2ος νόμος του Mendel ισχύει μόνο όταν τα γονίδια που ελέγχουν τους δύο
μελετούμενους χαρακτήρες βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη ομόλογων χρωμοσωμάτων.
Επομένως, τα ζεύγη αλληλομόρφων στα οποία βρίσκει εφαρμογή ο παραπάνω νόμος είναι
τα: (Αα και Ββ) , (Αα και Γγ) , (Αα και δδ) , (Ββ και δδ) , (Γγ και δδ).
β. Η φαινοτυπική αναλογία (9:3:3:1) ανάμεσα στους απογόνους μίας διασταύρωσης
διυβριδισμού προκύπτει όταν: (α) διασταυρώνονται γονείς ετερόζυγοι και για τα δύο ζεύγη
αλληλομόρφων (β) όταν τα δύο γονίδια βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη ομόλογων
χρωμοσωμάτων (γ) όταν τα αλληλόμορφα που καθορίζουν κάθε χαρακτήρα έχουν μεταξύ
τους σχέση επικρατούς-υπολειπόμενου.
Βάσει των παραπάνω, προκύπτει ότι απόκλιση από τη φαινοτυπική αναλογία (9:3:3:1) θα
εμφανιστεί για τα ακόλουθα ζεύγη αλληλομόρφων σε διασταυρώσεις διυβριδισμού:
(i) (Αα και δδ) , (Ββ και δδ) , (Γγ και δδ) διότι δεν πληρείται η προϋπόθεση (α)
(ii) (Ββ και Γγ) διότι δεν πληρείται η προϋπόθεση (β)

11.
α. Εφόσον ισχύει ο νόμος της ανεξάρτητης μεταβίβασης των γονιδίων, μπορούμε να
μελετήσουμε τον τρόπο κληρονόμησης του κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά.

Μελέτη χρώματος φτερώματος


Τα άτομα της F2 γενιάς εμφανίζουν τρεις διαφορετικούς φαινοτύπους αναφορικά με το
χρώμα του φτερώματος (μπλε, γκρι και άσπρο) σε αναλογία: Μπλε / Γκρι / Άσπρο = 4 / 8 /
4 = 1 /2 /1. Η αναλογία αυτή υποδηλώνει την ύπαρξη ατελώς επικρατών αλληλόμορφων
γονιδίων που καθορίζουν το μπλε και άσπρο χρώμα, ενώ το γκρι χρώμα αποτελεί τον
ενδιάμεσο φαινότυπο. Συμβολίζουμε, επομένως:
Μ1 : Μπλε
Μ2 : Άσπρο
Με βάση τα παραπάνω προκύπτει ότι, στην F1 γενιά, τα μπλε άτομα διαθέτουν γονότυπο
Μ1Μ1 ενώ τα γκρι άτομα διαθέτουν γονότυπο Μ1Μ2. Άρα, τα πτηνά και των δύο

72
πληθυσμών της P γενιάς φέρουν από ένα αλληλόμορφο Μ1 (αλλιώς δε θα προέκυπταν
μπλε απόγονοι στην F1 γενιά) ενώ ο ένας μόνο πληθυσμός διαθέτει το αλληλόμορφο Μ2
(εφόσον προκύπτουν και γκρίζοι απόγονοι). Ο άλλος πληθυσμός είναι ομόζυγος ως προς
το χρώμα του φτερώματος με γονότυπο Μ1Μ1, διότι σε περίπτωση που ήταν ετερόζυγος θα
προέκυπταν ανάμεσα στα πτηνά της F1 γενιάς και παπαγάλοι με άσπρο φτέρωμα.
Οπότε, έχουμε:
α΄ περίπτωση: (Πληθυσμός Α : Γκρι φτέρωμα) x (Πληθυσμός Β : Μπλε φτέρωμα)
β΄ περίπτωση: (Πληθυσμός Α : Μπλε φτέρωμα) x (Πληθυσμός Β : Γκρι φτέρωμα)

Μελέτη ύπαρξης λοφίου


Από τη διασταύρωση των λοφιοφόρων παπαγάλων της F1 γενιάς μεταξύ τους προέκυψαν
στην F2 γενιά πτηνά με λοφίο και χωρίς λοφίο σε αναλογία: Λοφίο / Χωρίς λοφίο = 12 / 4
= 3 / 1. Επομένως, ο χαρακτήρας «απουσία λοφίου» καθορίζεται από υπολειπόμενο
αλληλόμορφο (εφόσον δεν εκφράζεται στο φαινότυπο των ατόμων που διασταυρώθηκαν)
ενώ το επικρατές αλληλόμορφο καθορίζει την ύπαρξη λοφίου. Συμβολίζουμε, επομένως:
Λ: ύπαρξη λοφίου
λ: απουσία λοφίου
Με βάση τα παραπάνω, προκύπτει ότι στην F1 γενιά τα πτηνά με λοφίο που
διασταυρώθηκαν ήταν ετερόζυγα για το χαρακτήρα αυτό (αλλιώς δε θα προέκυπταν
παπαγάλοι χωρίς λοφίο στην F2 γενιά). Εφόσον όμως στην F1 γενιά όλα τα άτομα ήταν
ομοιόμορφα γονοτυπικά ως προς το χαρακτήρα «ύπαρξη – απουσία λοφίου», προκύπτει το
συμπέρασμα ότι τα άτομα των δύο πληθυσμών της Ρ γενιάς ήταν αμιγή στελέχη με λοφίο
(ΛΛ) και αμιγή στελέχη χωρίς λοφίο (λλ).
Οπότε, έχουμε:
α΄ περίπτωση: (Πληθυσμός Α : Λοφίο) x (Πληθυσμός Β : Χωρίς λοφίο)
β΄ περίπτωση: (Πληθυσμός Α : Χωρίς λοφίο) x (Πληθυσμός Β : Λοφίο)

Εφόσον οι δύο χαρακτήρες συνδυάζονται ανεξάρτητα μεταξύ τους, έχουμε τις ακόλουθες
πιθανές περιπτώσεις φαινοτύπων στην Ρ γενιά:
1η περίπτωση: (Πληθυσμός Α : Γκρι, λοφίο) (Πληθυσμός Β : Μπλε, χωρίς
λοφίο)
2η περίπτωση: (Πληθυσμός Α : Γκρι, χωρίς λοφίο) (Πληθυσμός Β : Μπλε, λοφίο)
3η περίπτωση: (Πληθυσμός Α : Μπλε, χωρίς λοφίο) (Πληθυσμός Β : Γκρι, λοφίο)
4η περίπτωση: (Πληθυσμός Α : Μπλε, λοφίο) (Πληθυσμό ς Β : Γκρι, χωρίς
λοφίο)

β.Τα άτομα της F1 γενιάς έχουν γονότυπο Μ1Μ2Λλ.


Επομένως, η διασταύρωση που πραγματοποιήθηκε ήταν:
F1 Μ1Μ2Λλ x Μ1Μ2Λλ
Γαμέτες Μ1Λ Μ1Λ
Μλ1
Μ1λ
Μ2Λ Μ 2Λ
Μλ2
Μ2λ
F2:
Γαμέτες Μ1Λ Μ1λ Μ2Λ Μ2λ

Μ1Λ Μ1Μ1ΛΛ Μ1Μ1Λλ Μ1Μ2ΛΛ Μ1Μ2Λλ

Μ 1λ Μ1Μ1Λλ Μ1Μ1λλ Μ1Μ2Λλ Μ1Μ2λλ

Μ2Λ Μ1Μ2ΛΛ Μ1Μ2Λλ Μ2Μ2ΛΛ Μ2Μ2Λλ

Μ 2λ Μ1Μ2Λλ Μ1Μ2λλ Μ2Μ2Λλ Μ2Μ2λλ

73
Γον. αναλογία F2: 4 Μ1Μ2Λλ : 2 Μ1Μ2ΛΛ : 2 Μ1Μ1Λλ : 1 Μ1Μ1ΛΛ :
2 Μ2Μ2Λλ : 1 Μ2Μ2ΛΛ : 2 Μ1Μ2λλ : 1 Μ1Μ1λλ : 1 Μ2Μ2λλ
Φαιν. αναλογία F2: 6 με γκρι φτέρωμα και λοφίο : 3 με μπλε φτέρωμα με λοφίο :
3 με άσπρο φτέρωμα και λοφίο : 2 με γκρι φτέρωμα, χωρίς λοφίο :
1 με μπλε φτέρωμα, χωρίς λοφίο : 1 με άσπρο φτέρωμα, χωρίς
λοφίο

Η παραπάνω διασταύρωση πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τον 1ο και 2ο νόμο του


Mendel...

12.
i) H ομάδα αίματος στον άνθρωπο ελέγχεται από τρία πολλαπλά αλληλόμορφα
αυτοσωμικά γονίδια, τα ΙΑ , ΙΒ , i. Εφόσον η κόρη εμφανίζει τον υπολειπόμενο φαινότυπο
(ομάδα αίματος Ο), αυτό σημαίνει πως είναι ομόζυγη για το υπολειπόμενο αλληλόμορφο i,
άρα έχει γονότυπο ii. Επομένως, οι γονείς της έχουν γονοτύπους ΙΑi (ο άντρας) και ΙΒi (η
γυναίκα).
Ως προς το δαλτωνισμό, αυτός κληρονομείται με φυλοσύνδετο υπολειπόμενο τρόπο.
Επομένως, η κόρη, η οποία εμφανίζει αυτόν το χαρακτήρα, έχει γονότυπο ΧδΧδ. Αυτό
σημαίνει ότι εφόσον κληρονόμησε το ένα φυλετικό χρωμόσωμα από τον πατέρα της, αυτός
θα έχει γονότυπο ΧδΥ (πάσχει από δαλτωνισμό). Η μητέρα όμως του κοριτσιού έχει
φυσιολογική όραση, γεγονός που υποδηλώνει ότι αυτή έχει γονότυπο ΧΔΧδ. Άρα,
συνοψίζοντας, έχουμε:
Γονότυπος πατέρα: ΙΑi ΧδΥ Γονότυπος μητέρας: ΙΒi ΧΔΧδ Γονότυπος κόρης: ii XδΧδ

ii) Η διασταύρωση έχει ως εξής:


Ρ ΙΑi ΧδΥ x ΙΒi ΧΔΧδ
F1
Γαμέτες ΙΑ Χδ ΙΑ Υ i Χδ iΥ

ΙΒ ΧΔ ΙΑΙΒ ΧΔΧδ ΙΑΙΒ ΧΔΥ IBi ΧΔΧδ IBi ΧΔΥ

ΙΒ Χδ ΙΑΙΒ ΧδΧδ ΙΑΙΒ ΧδΥ ΙΒi ΧδΧδ ΙΒi ΧδΥ

i ΧΔ ΙΑi ΧΔΧδ ΙΑi ΧΔΥ ii ΧΔΧδ ii ΧΔΥ

i Χδ ΙΑi ΧδΧδ IAi ΧδΥ ii ΧδΧδ ii ΧδΥ

Γονοτυπική αναλογία: 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1
Φαινοτυπική αναλογια: 1 ♀ ΑΒ / φυσιολογική όραση : 1 ♀ ΑΒ / δαλτωνισμός
1 ♀ Α / φυσιολογική όραση : 1 ♀ Α / δαλτωνισμός
1 ♀ Β / φυσιολογική όραση : 1 ♀ Β / δαλτωνισμός
1 ♀ Ο / φυσιολογική όραση : 1 ♀ Ο / δαλτωνισμός
1 ♂ ΑΒ / φυσιολογική όραση : 1 ♂ ΑΒ / δαλτωνισμός
1 ♂ Α / φυσιολογική όραση : 1 ♂ Α / δαλτωνισμός
1 ♂ Β / φυσιολογική όραση : 1 ♂ Β / δαλτωνισμός
1 ♂ Ο / φυσιολογική όραση : 1 ♂ Ο / δαλτωνισμός

Αιτιολόγηση βάσει του δεύτερου νόμου του Mendel.

74
iii) Η διασταύρωση που γίνεται έχει ως εξής:
Ρ ii XδΧδ x ΙΑi ΧδΥ
F1
Γαμέτες ΙΑ Χδ ΙΑ Υ i Χδ iΥ

i Χδ ΙΑi ΧδΧδ IAi ΧδΥ ii ΧδΧδ ii ΧδΥ

Από το παραπάνω τετράγωνο του Punnett παρατηρούμε ότι η πιθανότητα που ζητείται
είναι 25% (IAi ΧδΧδ).

iv) Από το παραπάνω τετράγωνο του Punnett παρατηρούμε ότι η πιθανότητα που ζητείται
είναι 50% (IAi ΧδΥ) (θεωρούμε δεδομένο πως έχει γεννηθεί αγόρι, εφόσον αναφέρεται
στην εκφώνηση).

13.
i. Εφόσον ισχύει ο δεύτερος νόμος στην παραπάνω διασταύρωση, το γονίδιο που ελέγχει
το χρώμα των ματιών μεταβιβάζεται στους απογόνους ανεξάρτητα από το γονίδιο που
ελέγχει την ύπαρξη ή όχι των σμηρίγγων. Έτσι, μπορούμε να μελετήσουμε τον τρόπο
κληρονόμησης του κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά.

Μελέτη χρώματος ματιών


Παρατηρούμε πως από τη διασταύρωση αρσενικού με κόκκινα μάτια με θηλυκό που έχει
άσπρα μάτια στην Ρ γενιά, οι απόγονοι της F1 εμφανίζουν διαφορετικούς φαινοτύπους,
ανάλογα με το φύλο. Άρα, το γονίδιο που ελέγχει το χρώμα των ματιών είναι
φυλοσύνδετο.
Εφόσον θεωρήσουμε ότι το αλληλόμορφο για το κόκκινο χρώμα επικρατεί έναντι του
αλληλομόρφου για το άσπρο χρώμα, τότε θα πρέπει να συμβολίσουμε τα αλληλόμορφα ως
εξής:
ΧΚ : αλληλόμορφο για κόκκινο χρώμα ματιών
Χκ : αλληλόμορφο για άσπρο χρώμα ματιών
Σε αυτή την περίπτωση, η διασταύρωση της Ρ γενιάς ήταν η ακόλουθη:
Ρ ΧΚΥ x ΧκΧκ
Γαμέτες ΧΚ Χκ
Υ
F1 1 XκΥ : 1 ΧΚΧκ
Φαινοτυπική αναλογία F1: 1 ♂ άσπρα μάτια : 1 ♀ κόκκινα μάτια
Τα αναμενόμενα αποτελέσματα συμφωνούν με τα αποτελέσματα της διασταύρωσης μας.
Η περίπτωση όπου το αλληλόμορφο γονίδιο για το άσπρο χρώμα είναι επικρατές έναντι
του αλληλομόρφου για το κόκκινο χρώμα απορρίπτεται για τους ακόλουθους λόγους:
• Αν το θηλυκό της Ρ γενιάς ήταν ομόζυγο για το επικρατές αλληλόμορφο, τότε θα
έπρεπε από τη διασταύρωση της Ρ γενιάς να προκύψουν στην F1 γενιά μόνο απόγονοι με
άσπρα μάτια, το οποίο δεν ισχύει.
• Αν το θηλυκό της Ρ γενιάς ήταν ετερόζυγο, τότε θα έπρεπε στην F1 γενιά να
προκύψουν σε αναλογία 1 : 1 : 1 : 1 άτομα και των δύο φύλων που θα εμφάνιζαν και τους
δύο φαινοτύπους, το οποίο δεν ισχύει.

Μελέτη ύπαρξης σμηρίγγων
Παρατηρο ύμε πως από τη διασταύρωση αρσενικού χωρίς σμήριγγες με θηλυκό πο υ έχει
σμήριγγες στην Ρ γενιά, οι απόγονοι της F1 δεν εμφανίζουν σμήριγγες, ανεξαρτήτως
φύλου. Άρα, το γονίδιο που ελέγχει την παρουσία/απουσία σμηρίγγων είναι αυτοσωμικό.
Επιπλέον, το αλληλόμορφο για την απουσία σμηρίγγων είναι επικρατές έναντι του
αλληλομόρφου για την παρουσία σμηρίγγων. Έτσι, έχουμε τους παρακάτω συμβολισμούς:
Α : αλληλόμορφο για άτριχο σώμα
α : αλληλόμορφο για σμήριγγες στο σώμα

75
Σε αυτή την περίπτωση, η διασταύρωση της Ρ γενιάς ήταν η ακόλουθη:
Ρ ♂ ΑΑ x αα ♀
Γαμέτες Α α
F1 Αα
Φαινοτυπική αναλογία F1: 100% άτριχο σώμα
Τα αναμενόμενα αποτελέσματα συμφωνούν με τα αποτελέσματα της διασταύρωσης μας.
Η περίπτωση όπου το αρσενικό άτομο της Ρ γενιάς είναι ετερόζυγο απορρίπτεται, διότι σε
αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να προκύψουν στην F1 γενιά και άτομα με σμήριγγες, το
οποίο δεν ισχύει.

Συνολικά, η διασταύρωση που πραγματοποιήθηκε στην Ρ γενιά είναι:


Ρ ΧΚΥΑΑ x ΧκΧκαα

ii. Όπως αποδείχτηκε στο προηγούμενο ερώτημα, οι γονότυποι των ατόμων της F1 γενιάς
ήταν οι ακόλουθοι: F1 XκΥΑα και 1 ΧΚΧκΑα.

Επομένως, για τις θεωρητικά αναμενόμενες αναλογίες των ατόμων της F2 γενιάς θα
κάνουμε την παρακάτω διασταύρωση:
F1 1 XκΥΑα : 1 ΧΚΧκΑα
Γαμέτες ΧκΑ ΧΚΑ
κ
Χα ΧΚα
ΥΑ ΧκΑ
Υα Χκα
F2:
Γαμέτες ΧΚΑ ΧΚα ΧκΑ Χκα

ΧκΑ ΧΚΧκΑΑ ΧΚΧκΑα ΧκΧκΑΑ ΧκΧκΑα

Χκα ΧΚΧκΑα ΧΚΧκαα ΧκΧκΑα ΧκΧκαα

ΥΑ ΧΚΥΑΑ ΧΚΥΑα ΧκΥΑΑ ΧκΥΑα

Υα ΧΚΥΑα ΧΚΥαα ΧκΥΑα ΧκΥαα

Γον. αναλογία F2: 1 ΧΚΧκΑΑ : 2 ΧΚΧκΑα : 1 ΧΚΧκαα : 1 ΧκΧκΑΑ : 2 ΧκΧκΑα :


1 ΧκΧκαα : 1 ΧΚΥΑΑ : 2 ΧΚΥΑα : 1 ΧΚΥαα : 1 ΧκΥΑΑ :
2 ΧκΥΑα : 1 ΧκΥαα
Φαιν. αναλογία F2: 3 ♀ κό κκινα μάτια, άτριχα : 1 ♀ κό κκινα μάτια, σμήριγγες :
3 ♀ άσπρα μάτια , άτριχα : 1 ♀ άσπρα μάτια , σμήριγγες :
3 ♂ κόκκινα μάτια, άτριχα : 1 ♂ κόκκινα μάτια, σμήριγγες :
3 ♂ άσπρα μάτια , άτριχα : 1 ♂ άσπρα μάτια , σμήριγγες

14.
Εφόσον ισχύει ο δεύτερος νόμος του Mendel, ο τρόπος με τον οποίο μεταβιβάζεται από τη
μία γενιά στην επόμενη το γονίδιο που καθορίζει το χρώμα του σώματος δεν επηρεάζει τον
τρόπο με τον οποίο μεταβιβάζεται το γονίδιο που καθορίζει το μήκος των πτερύγων.
Συνεπώς μπορούμε να μελετήσουμε την κάθε ιδιότητα ξεχωριστά. Εφόσον εμφανίζονται
δύο φαινότυποι στα θηλυκά άτομα και τέσσερις στα αρσενικά, μπορούμε να υποθέσουμε
και την παρουσία κάποιου φυλοσύνδετου γονιδίου.

76
Χρώμα σώματος :

Φύλο Χρώμα σώματος Φαινοτυπική αναλογία


39 με καστανό
χρώμα σώματος 50% με καστανό χρώμα σώματος
Αρσενικά
40 με κίτρινο χρώμα 50% με κίτρινο χρώμα σώματος
σώματος
83 με καστανό 100% με καστανό χρώμα
Θηλυκά
χρώμα σώματος σώματος

Παρατηρούμε ότι στην F2 όλα τα θηλυκά άτομα εμφάνιζαν καστανό χρώμα σώματος,
ενώ στα αρσενικά άτομα εμφανίζονταν οι φαινότυποι καστανό χρώμα σώματος και
κίτρινο χρώμα σώματος σε αναλογία 1:1. Δηλαδή, όσον αφορά το χρώμα του
σώματος, η φαινοτυπική αναλογία διαφοροποιείται ανάμεσα στα θηλυκά και τα
αρσενικά άτο μα. Άρα, το γονίδιο πο υ καθορίζει το χρώμα το υ σώματο ς στη
δροσόφιλα είναι φυλοσύνδετο.
Επειδή στην F2 εμφανίζο νται αρσενικά άτο μα με κίτρινο χρώμα σώματος και
αρσενικά άτομα με καστανό χρώμα σώματος σε αναλογία 1:1, συμπεραίνουμε πως το
θηλυκό άτομο της F1 (δηλαδή ο ένας εκ των δύο γονέων των ατό μων της F2), είναι
ετερόζυγο για τα αλληλόμορφα που καθορίζουν το χρώμα του σώματος στη
δροσόφιλα. Επίσης, οι μισοί από τους θηλυκούς απογόνους της F2 γενεάς έχουν
κληρονομήσει από τη μητέρα τους το φυλοσύνδετο αλληλόμορφο για το κίτρινο
χρώμα σώματος, ενώ οι άλλοι μισοί θηλυκοί απόγονοι έχουν κληρονομήσει το
φυλοσύνδετο αλληλόμορφο για το καστανό χρώμα σώματος. Όμως, όλα τα θηλυκά
άτομα της F2 γενεάς διαθέτουν καστανό χρώμα σώματος. Άρα, το αλληλόμορφο για
το καστανό χρώμα σώματος επικρατεί του αντίστοιχου για το κίτρινο. Έτσι,
συμβολίζουμε:
ΧΚ : το φυλοσύνδετο επικρατές αλληλόμορφο για το καστανό χρώμα σώματος
Χκ : το φυλοσύνδετο υπολειπόμενο αλληλόμορφο για το κίτρινο χρώμα σώματος.

Μήκος πτερύγων:

Φύλο Μήκος πτερύγων Φαινοτυπική αναλογία


60 με μακριές πτέρυγες 75% με μακριές πτέρυγες
Αρσενικά
19 με κοντές πτέρυγες 25% με κοντές πτέρυγες
61 με μακριές πτέρυγες 75% με μακριές πτέρυγες
Θηλυκά
22 με κοντές πτέρυγες 25% με κοντές πτέρυγες

Όσον αφορά το μήκος των πτερύγων, παρατηρούμε πως στην F2 γενεά εμφανίζονται
οι φαινότυποι μακριές πτέρυγες και κοντές πτέρυγες σε αναλογία 3:1, τόσο ανάμεσα
στους αρσενικούς απογόνους όσο και ανάμεσα στους θηλυκούς απογόνους. Συνεπώς:

α) το υπεύθυνο γονίδιο για το μήκος των πτερύγων στις δροσόφιλες είναι αυτοσωμικό
(άλλωστε εφόσον ισχύει ο 2ος νόμος του Mendel-όπως δηλώνεται στην εκφώνηση- και
η πρώτη ιδιότητα είναι φυλοσύνδετη, το μήκος των πτερύγων θα καθορίζεται από
γονιδιακή θέση η οποία βρίσκεται σε αυτοσωμικό χρωμόσωμα)
β) το αλληλόμορφο για τις μακριές πτέρυγες επικρατεί του αλληλομόρφου για τις
κοντές πτέρυγες, οπότε συμβολίζουμε:
Μ : το αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο για τις μακριές πτέρυγες
μ : το αυτοσωμικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο για τις κοντές πτέρυγες
γ) τα άτομα της F1 που διασταυρώθηκαν μεταξύ τους ήταν και τα δύο ετερόζυγα για
τα αλληλόμορφα που καθορίζουν το μήκος των πτερύγων.

77
Έτσι, η διασταύρωση F1 (x) F1 έχει ως εξής:
Ρ2 : ΜμΧΚΧκ (χ) ΜμΧΚΥ
Γαμέτες : ΜΧ , ΜΧ , μΧ , μΧ // ΜΧ , ΜΥ, μΧΚ, μΥ
Κ κ Κ κ Κ

F2:
ΜΧΚ ΜΥ μΧΚ μΥ
Κ
ΜΧ ΜΜΧΚΧΚ ΜΜΧΚΥ ΜμΧΚΧΚ ΜμΧΚΥ
ΜΧκ ΜΜΧΚΧκ ΜΜΧκΥ ΜμΧΚΧκ ΜμΧκΥ
μΧΚ ΜμΧΚΧΚ ΜμΧΚΥ μμΧΚΧΚ μμΧΚΥ
μΧκ ΜμΧΚΧκ ΜμΧκΥ μμΧΚΧκ μμΧκΥ

Γ.Α. F2 : 2 ΜμΧΚΧΚ : 2 ΜμΧΚΧκ : 1 ΜΜΧΚΧΚ :1 ΜΜΧΚΧκ :1 μμΧΚΧΚ : 1 μμΧΚΧκ :


2 ΜμΧΚΥ : 2 ΜμΧκΥ : 1 ΜΜΧΚΥ :1 ΜΜΧκΥ :1 μμΧΚΥ : 1 μμΧκΥ
Φ.Α. F2 :
Συνολικά: 9 με καστανό χρώμα σώματος και μακριές πτέρυγες : 3 με κίτρινο χρώμα
σώματο ς και μακριές πτέρυγες : 3 με καστανό χρώμα σώματος και κοντές πτέρυγες:
1 με κίτρινο χρώμα σώματος και κοντές πτέρυγες.
Στα αρσενικά άτομα: 3 με καστανό χρώμα σώματος και μακριές πτέρυγες:
3 με κίτρινο χρώμα σώματο ς και μακριές πτέρυγες: 1 με καστανό χρώμα σώματο ς και
κοντές πτέρυγες: 1 με κίτρινο χρώμα σώματος και κοντές πτέρυγες.
Στα θηλυκά άτομα: 6 με καστανό χρώμα σώματος και μακριές πτέρυγες :
2 με καστανό χρώμα σώματος και κοντές πτέρυγες.

Οπότε, για να προκύπτουν στην F1 άτομα με γονότυπους ΜμΧΚΧκ και ΜμΧΚΥ, πρέπει τα
άτομα της αρχικής πατρικής γενεάς (Ρ) να έχουν γονότυπους:

Ρ1: ΜΜΧΚΧΚ (χ) μμΧκΥ


Γαμέτες: ΜΧΚ // μΧκ, μΥ
F1: ΜμΧΚΧκ, ΜμΧΚΥ
Φ.Α. F1:
Συνολικά: όλοι οι απόγονοι με καστανό χρώμα σώματος και μακριές πτέρυγες.
Στα αρσενικά άτομα: όλοι οι απόγονοι με καστανό χρώμα σώματος και μακριές πτέρυγες.
Στα θηλυκά άτομα: όλοι οι απόγονοι με καστανό χρώμα σώματος και μακριές πτέρυγες.

15.
Παρατηρούμε ότι στην F2 γενιά όλα τα θηλυκά άτομα εμφανίζουν κόκκινο χρώμα ματιών,
ενώ στα αρσενικά άτομα εμφανίζουν φαινότυπους κόκκινο χρώμα ματιών και λευκό
χρώμα ματιών σε αναλογία 1 :1 . Δηλαδή, όσο ν αφο ρά το χρώμα ματιών, η φαινο τυπική
αναλογία διαφοροποιείται ανάμεσα στα θηλυκά και τα αρσενικά άτομα. Άρα, το γονίδιο
που καθορίζει το χρώμα ματιών στις πεταλούδες δεν μπορεί να ειναι αυτοσωμικό, άρα
είναι φυλοσύνδετο.
Επειδή στην F2 εμφανίζονται αρσενικά άτομα με κόκκινο χρώμα ματιών και λευκό χρώμα
ματιών σε φαινοτυπική αναλογία 1:1 συμπεραίνουμε πως το θηλυκό άτομο (γονέας) της
F1, είναι ετερόζυγο για τα αλληλόμορφα που καθορίζουν το χρώμα ματιών, άρα θα έχει
γονότυπο ΧΑΧα.
Επειδή ο θηλυκός γονέας είναι ετερόζυγος, οι μισοί θηλυκοί απόγονοι -άτομα της F2 γενιάς
έχουν κληρονομήσει από τη μητέρα τους το φυλοσύνδετο αλληλόμορφο για το κόκκινο
χρώμα σώματος, ενώ οι άλλοι μισοί θηλυκοί απόγονοι έχουν κληρονομήσει το
φυλοσύνδετο αλληλόμορφο για το λευκό χρώμα σώματος, ενώ έχουν κληρονομήσει το ίδιο
αλληλόμορφο από τον αρσενικό γονέα τους. Εφόσον όλα τα θηλυκά άτομα της F2 γενιάς
διαθέτουν κόκκινο χρώμα σώματος, ο αρσενικός γονέας θα έχει κόκκινο χρώμα το οποίο
είναι το επικρατές αλληλόμορφο (αν ήταν υπολειπόμενο το αλληλόμορφο για το κόκκινο
χρώμα τότε θα εμφανιζόταν και το άσπρο χρώμα ματιών στους θηλυκούς απόγονους).
Άρα, το αλληλόμορφο για το κόκκινο χρώμα ματιών επικρατεί του αντίστοιχου για το
λευκό.

78
Συμβολίζουμε:
ΧΑ : το φυλοσύνδετο επικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση κόκκινου
χρώματος ματιών
Χα: το φυλοσύνδετο υπολειπόμενο αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση λευκού
χρώματος ματιών
η διασταύρωση που θα πραγματοποιηθεί είναι:

γονείς (F1 x F1 ) ♀ ΧΑΧα (x) ΧΑΥ ♂


Α α
Γαμέτες Χ , Χ ΧΑ , Υ
Α Α Α α Α
F2 1Χ Χ : 1Χ Χ : 1Χ Υ : 1 ΧαΥ (γονοτυπική αναλογία)
100% θηλυκά με κόκκινο χρώμα ματιών
50% αρσενικά με κόκκινο χρώμα ματιών (φαιν. αναλ.)
50% αρσενικά με λευκό χρώμα ματιών

Οπότε, για να προκύπτουν στην F1 άτομα με γονότυπους ΧΑΧα και ΧΑΥ, πρέπει τα
άτομα της αρχικής πατρικής γενεάς (Ρ) να έχουν γονότυπους:

Ρ1: ΧΑΧΑ (χ) ΧαΥ


γαμέτες: ΧΑ // Χα, Υ
F1: ΧΑΧα , ΧΑΥ
Φ.Α. F1: Όλοι οι απόγονοι- αρσενικά και θηλυκά άτομα - με κόκκινο χρώμα ματιών

16.
Θεωρώντας ότι ισχύει ο 2ος νόμος Mendel ο ο ποίος αναφέρει ό τι το γονίδιο που
ελέγχει έναν χαρακτήρα (το χρώμα των ματιών) μεταβιβάζεται στους απογόνους
ανεξάρτητα από το γονίδιο που ελέγχει έναν άλλο χαρακτήρα (το σχήμα των φτερών)
τα γονίδια που ελέγχουν τους δύο χαρακτήρες βρίσκονται σε διαφορετικά ζεύγη
ομόλογων χρωμοσωμάτων και έτσι, μπορούμε να μελετήσουμε τον τρόπο
κληρονόμησης του κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά.
Αναφορικά με το χρώμα των ματιών: από τη διασταύρωση δροσόφιλας με άσπρα
μάτια με άλλη που εμφάνιζε κόκκινα μάτια, οι απόγονοι στην F1 γενιά εμφανίζουν
διαφορετικούς φαινοτύπους, ανάλογα με το φύλο (♂ : 100% άσπρα μάτια , ♀ : 100%
κόκκινα μάτια). Άρα, το γονίδιο που ελέγχει το χρώμα των ματιών είναι φυλοσύνδετο.
Αναφορικά με το σχήμα των φτερών: από τη διασταύρωση δροσόφιλας με κανονικά
φτερά με άλλη που εμφάνιζε ατροφικά φτερά, όλοι οι απόγονοι στην F1 γενιά
ανεξαρτήτως φύλου εμφανίζουν κανονικά φτερά.. Άρα, το γονίδιο που ελέγχει το
σχήμα των φτερών είναι αυτοσωμικό (δε θα μπορούσε να είναι φυλοσύνδετο,
εξάλλου, εφόσον τα δύο γονίδια πρέπει να βρίσκονται –βάσει 2ου νόμου Mendel- σε
διαφορετικά χρωμοσώματα).

Μελέτη χρώματος ματιών


Εφόσον θεωρήσουμε ότι το αλληλόμορφο για το κόκκινο χρώμα επικρατεί έναντι του
αλληλομόρφου για το άσπρο χρώμα, τότε θα συμβολίσουμε τα αλληλόμορφα ως εξής:
ΧΑ : αλληλόμορφο για κόκκινο χρώμα ματιών
Χα : αλληλόμορφο για άσπρο χρώμα ματιών

Έστω ότι στην Ρ γενιά, το άτομο με άσπρα μάτια ήταν το θηλυκό και το άτομο με
κόκκινα μάτια ήταν το αρσενικό.

Η διασταύρωση της Ρ γενιάς ήταν η ακόλουθη:


Ρ ΧΑΥ x ΧαΧα
Α
Γαμέτες Χ Χα
Υ
F1 1 XαΥ : 1 ΧΑΧα
Φαινοτυπική αναλογία F1: 1 ♂ άσπρα μάτια : 1 ♀ κόκκινα μάτια
Τα παραπάνω αποτελέσματα συμφωνούν με τα δεδομένα της άσκησης.

79
Η περίπτωση όπου το αλληλόμορφο γονίδιο για το άσπρο χρώμα είναι επικρατές έναντι
του αλληλομόρφου για το κόκκινο χρώμα απορρίπτεται για τους ακόλουθους λόγους:
• Αν το θηλυκό της Ρ γενιάς ήταν ομόζυγο για το επικρατές αλληλόμορφο, τότε θα
έπρεπε από τη διασταύρωση της Ρ γενιάς να προκύψουν στην F1 γενιά μόνο απόγονοι με
άσπρα μάτια, το οποίο δεν ισχύει.
• Αν το θηλυκό της Ρ γενιάς ήταν ετερόζυγο, τότε θα έπρεπε στην F1 γενιά να
προκύψουν σε αναλογία 1 : 1 : 1 : 1 άτομα και των δύο φύλων που θα εμφάνιζαν και τους
δύο φαινοτύπους, το οποίο δεν ισχύει.

Επιπλέον, η περίπτωση να διαθέτει το αρσενικό άτομο της Ρ γενιάς άσπρα μάτια και το
θηλυκό άτομο κόκκινα μάτια απορρίπτεται για τους ακόλουθους λόγους:
Σε περίπτωση που το κόκκινο ήταν ο επικρατής χαρακτήρας:
• Αν το θηλυκό της Ρ γενιάς ήταν ομόζυγο για το επικρατές αλληλόμορφο, τότε θα
έπρεπε από τη διασταύρωση της Ρ γενιάς να προκύψουν στην F1 γενιά μόνο απόγονοι με
κόκκινα μάτια, το οποίο δεν ισχύει.
• Αν το θηλυκό της Ρ γενιάς ήταν ετερόζυγο, τότε θα έπρεπε στην F1 γενιά να
προκύψουν σε αναλογία 1 : 1 : 1 : 1 άτομα και των δύο φύλων που θα εμφάνιζαν και τους
δύο φαινοτύπους, το οποίο δεν ισχύει.
Σε περίπτωση που το άσπρο ήταν ο επικρατής χαρακτήρας:
• Αν το θηλυκό της Ρ γενιάς ήταν ομόζυγο για το υπολειπόμενο αλληλόμορφο, τότε θα
έπρεπε από τη διασταύρωση της Ρ γενιάς να προκύψουν στην F1 γενιά όλα τα αρσενικά με
κόκκινα μάτια και όλα τα θηλυκά με άσπρα μάτια, το οποίο δεν ισχύει..

Μελέτη σχήματος φτερών


Το αλληλόμορφο για τα κανονικά φτερά είναι επικρατές έναντι του αλληλομόρφου για τα
ατροφικά φτερά, αφού από τη διασταύρωση στην Ρ γενιά ατό μου με κανονικά φτερά με
άτομο με ατροφικά φτερά, όλοι οι απόγονοι εμφάνισαν κανονικά φτερά. Έτσι, έχουμε τους
παρακάτω συμβολισμούς:
Μ : αλληλόμορφο για κανονικά φτερά
μ : αλληλόμορφο για ατροφικά φτερά

Η διασταύρωση της Ρ γενιάς ήταν η ακόλουθη:

Ρ ♂ μμ x ΜΜ ♀
Γαμέτες μ Μ
F1 1 Μμ

Φαινοτυπική αναλογία F1: 100% κανονικά φτερά


Τα παραπάνω αποτελέσματα συμφωνούν με τα δεδομένα της άσκησης.

Η περίπτωση όπου το θηλυκό άτομο της Ρ γενιάς είναι ετερόζυγο απορρίπτεται, διότι σε
αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να προκύψουν στην F1 γενιά και άτομα με ατροφικά φτερά,
το οποίο δεν ισχύει.

Συνολικά, οι γονότυποι των εντόμων στην Ρ γενιά είναι:

Ρ ΧΑΥμμ x ΧαΧαΜΜ

β. Από τη διασταύρωση της Ρ γενιάς έχουμε:

Ρ ΧΑΥμμ x ΧαΧαΜΜ
Α
Γαμέτες Χ μ ΧαΜ
ΥΜ
F1 1 XαΥΜμ : 1 ΧΑΧαΜμ

80
Επομένως, για τις αναμενόμενες φαινοτυπικές αναλογίες των ατόμων της F2 γενιάς θα
κάνουμε την παρακάτω διασταύρωση:

F1 XαΥΜμ x ΧΑΧαΜμ
Γαμέτες ΧαΜ ΧΑΜ
Χαμ ΧΑμ
ΥΜ ΧαΜ
Υμ Χαμ

F2:
Γαμέτες ΧΑΜ ΧΑμ ΧαΜ Χαμ

ΧαΜ ΧΑΧαΜΜ ΧΑΧαΜμ ΧαΧαΜΜ ΧαΧαΜμ

Χαμ ΧΑΧαΜμ ΧΑΧαμμ ΧαΧαΜμ ΧαΧαμμ

ΥΜ ΧΑΥΜΜ ΧΑΥΜμ ΧαΥΜΜ ΧαΥΜμ

Υμ ΧΑΥΜμ ΧΑΥμμ ΧαΥΜμ ΧαΥμμ

Γ.Α. F2: 1 ΧΑΧαΜΜ : 2 ΧΑΧαΜμ : 1 ΧΑΧαμμ : 1 ΧαΧαΜΜ : 2 ΧαΧαΜμ : 1 ΧαΧαμμ :


1 ΧΑΥΜΜ: 2 ΧΑΥΜμ : 1 ΧΑΥμμ : 1 ΧαΥΜΜ : 2 ΧαΥΜμ : 1 ΧαΥμμ

Φ.Α. F2: 3 ♀ κόκκινα , κανονικές : 1 ♀ κόκκινα , ατροφικές : 3 ♀ άσπρα , κανονικές :


1 ♀ άσπρα μάτια , ατροφικές : 3 ♂ κόκκινα , κανονικές : 1 ♂ κόκκινα , ατροφικές :
3 ♂ άσπρα , κανονικές : 1 ♂ άσπρα , ατροφικές

Επιπλέον, πρέπει να γίνει αναφορά στον 1ο και 2ο νόμο Mendel.

17.
α. Όσον αφορά τις ομάδες αίματος σύμφωνα με το σύστημα ABO υπάρχουν τρία
πολλαπλά αλληλόμορφα αυτοσωμικά γονίδια, τα ΙΑ, ΙΒ που είναι μεταξύ τους
συνεπικρατή και το i που είναι υπολειπόμενο έναντι των ΙΑ και ΙΒ.
Οι πιθανοί (θεωρητικά) γονότυποι της Κάτιας είναι ΙΑ ΙΑ ή ΙΑi.
Ο πατέρας της Κάτιας έχει ομάδα αίματος Β άρα ο γονότυπός του θα είναι είτε ΙΒ ΙΒ
είτε ΙΒi. Αφού όμως η Κάτια έχει ομάδα αίματος Α, ο πατέρας της θα έχει γονότυπο
ΙΒi. (Αν ήταν ομόζυγος, τότε θα μεταβιβαζόταν αναγκαστικά το αλληλόμορφο ΙΒ σε
κάθε απόγονό του, άρα και στην Κάτια).

Επομένως, οι γονότυποι των ατόμων σχετικά με τις ομάδες αίματος σύμφωνα είναι με
το σύστημα ABO είναι:

Άτομα Γονότυπος
Κάτια ΙΑi
Γιάννης* ΙΒi
Πατέρας Κάτιας ΙΒi
Μητέρα Κάτιας ΙΑ ΙΑ ή ΙΑi
Παιδί ΙΑi

*Ο Γιάννης αποκλείεται να είναι ομόζυγος για το ΙΒ, γιατί αν ήταν, κάθε απόγονός του
θα έφερε το αλληλόμορφο ΙΒ. Το παιδί όμως έχει ομάδα αίματος Α.

Όσον αφορά τη μεταβολική ασθένεια. Εφόσον από την Κάτια και το Γιάννη, μόνο το
♀ άτομο είναι φορέας, μπορούμε να καταλάβουμε ότι πρόκειται για υπολειπόμενο

81
αλληλόμορφο φυλοσύνδετης γονιδιακής θέσης. Αν ήταν αυτοσωμικό, η ασθένεια θα
εμφανιζόταν μόνο στην περίπτωση που και οι δύο γονείς είναι φορείς.
Άρα συμβολίζουμε:
ΧΔ: φυσιολογικό αλληλόμορφο
Χδ: παθολογικό μεταλλαγμένο αλληλόμορφο

Επομένως, οι γονότυποι των ατόμων σχετικά με τη μεταβολική ασθένεια είναι:

Άτομα Γονότυπος
Κάτια ΧΔΧδ
Γιάννης ΧΔΥ
Πατέρας Κάτιας ΧΔΥ
Μητέρα Κάτιας* ΧΔΧδ
Παιδί ΧδΥ

*Η μητέρα της Κάτιας έχει γονότυπο ΧΔΧδ, αφού κληροδότησε το Χδ στην Κάτια.

Για κάθε αυτοσωμική γονιδιακή θέση υπάρχουν ζεύγη αλληλομόρφων γονιδίων, το ένα
πατρικής και το άλλο μητρικής προέλευσης.
Για κάθε φυλοσύνδετη γονιδιακή θέση, ένα αρσενικό άτομο διαθέτει ένα αλληλόμορφο
μητρικής προέλευσης ενώ κάθε θηλυκό άτομο ένα ζεύγος αλληλομόρφων εκ των οποίων
το ένα γονίδιο είναι μητρικής προέλευσης και το άλλο πατρικής.

Άρα συγκεντρωτικά στο διϋβριδισμό, οι γονότυποι είναι:

Άτομα Γονότυπος
Κάτια ΙΑi ΧΔΧδ
Γιάννης ΙΒi ΧΔΥ
Πατέρας Κάτιας ΙΒi ΧΔΥ
Μητέρα Κάτιας ΙΑΙΑ ΧΔΧδ ή ΙΑi ΧΔΧδ
Παιδί ΙΑi ΧδΥ

β. Η διασταύρωση έχει ως εξής:


Ρ ΙΒi ΧΔΥ x ΙΑi ΧΔΧδ
Β Δ Β
Γαμέτες Ι Χ ,Ι Υ ΙΑΧΔ, ΙΑΧδ
iΧΔ, iΥ iΧΔ , iΧδ
F1
Γαμέτες ΙΒ ΧΔ ΙΒ Υ i ΧΔ iΥ

ΙΑ ΧΔ ΙΑΙΒ ΧΔΧΔ ΙΑΙΒ ΧΔΥ IΑi ΧΔΧΔ IΑi ΧΔΥ

ΙΑ Χδ ΙΑΙΒ ΧΔΧδ ΙΑΙΒ ΧδΥ ΙΑi ΧΔΧδ ΙΑi ΧδΥ

i ΧΔ ΙΒi ΧΔΧΔ ΙΒi ΧΔΥ ii ΧΔΧΔ ii ΧΔΥ

i Χδ ΙΒi ΧΔΧδ IΒi ΧδΥ ii ΧΔΧδ ii ΧδΥ

Γονοτυπική αναλογία: 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1 : 1
Φαινοτυπική αναλογια: 2 ♀ ΑΒ / φυσιολογικό
2 ♀ Α / φυσιολογικό
2 ♀ Β / φυσιολογικό
2 ♀ Ο / φυσιολογικό
1 ♂ ΑΒ / φυσιολογικό : 1 ♂ ΑΒ / ασθενές
1 ♂ Α / φυσιολογικό : 1 ♂ Α / ασθενές
1 ♂ Β / φυσιολογικό : 1 ♂ Β / ασθενές

82
1 ♂ Ο / φυσιολογικό : 1 ♂ Ο / ασθενές

Ισχύει ο δεύτερος νόμος του Mendel διότι τα αλληλόμορφα για την ομάδα αίματος
είναι αυτοσωμικής γονιδιακής θέσης ενώ τα αλληλόμορφα που είναι υπεύθυνα για την
ασθένεια είναι φυλοσύνδετα.

γ. Από το παραπάνω τετράγωνο του Punnett παρατηρούμε ότι η πιθανότητα που


ζητείται είναι 1/8. (ii ΧδΥ) (θεωρούμε δεδομένο πως έχει γεννηθεί αγόρι, εφόσον
αναφέρεται στην εκφώνηση).

18.
Εφόσον το λευκό φυτό είναι αμιγές άτομο-άρα ομόζυγο-και ο φαινότυπος του δεν
εμφανίζεται στους απογόνους το υπεύθυνο αλληλόμορφο δεν είναι επικρατές.
Το μωβ φυτό είναι σίγουρα ετερόζυγο, διότι σε διασταύρωση με ομόζυγο φυτό
εμφανίζονται δυο φαινότυποι στους απογόνους.
Η εμφάνιση 2 φαινότυπων στους απόγονους που διαφέρουν από τους φαινότυπους
των γονέων, φανερώνει ότι ο φαινότυπος μωβ είναι αποτέλεσμα της ετερόζυγης
κατάστασης δυο ατελώς επικρατών αλληλομόρφων (και όχι ενός επικρατούς
αλληλομόρφου που καθορίζει το μωβ).
Συμβολίζουμε:
Α1 : το ατελώς επικρατές αλληλόμορφο (αυτοσωμικό) που καθορίζει την εμφάνιση
κόκκινου χρώματος
Α2 : το ατελώς επικρατές αλληλόμορφο (αυτοσωμικό) που καθορίζει την εμφάνιση
μπλέ χρώματος
α: το υπολειπόμενο αλληλόμορφο (αυτοσωμικό) που καθορίζει την εμφάνιση λευκού
χρώματος
Γονείς: P: Α1Α2 (x) αα
γαμέτες Α1 , Α2 α
F1 Α1 α , Α2α
1Α1α : 1Α2α (γονοτυπική αναλογία)
50% άτομα με κόκκινο χρώμα
50% άτομα με λευκό χρώμα (φαινοτυπική αναλογία)

Αιτιολόγηση διασταύρωσης βάσει του 1ου νόμου Mendel.

19.
α. Εφόσον τα γονίδια που ελέγχουν τους δύο χαρακτήρες βρίσκονται σε διαφορετικά
ζεύγη ομόλογων χρωμοσωμάτων, ισχύει ο 2ος νόμος Mendel ο οποίος αναφέρει ότι το
γονίδιο που ελέγχει έναν χαρακτήρα (το χρώμα των ματιών) μεταβιβάζεται στους
απογόνους ανεξάρτητα από το γονίδιο που ελέγχει έναν άλλο χαρακτήρα (το μήκος
των κεραιών). Έτσι, μπορούμε να μελετήσουμε τον τρόπο κληρονόμησης του κάθε
χαρακτήρα ξεχωριστά.

Μελέτη χρώματος ματιών


Παρατηρούμε πως από τη διασταύρωση αρσενικού με κόκκινα μάτια με θηλυκό που
έχει άσπρα μάτια στην Ρ γενιά, οι απόγονοι στην F1 γενιά εμφανίζουν διαφορετικούς
φαινοτύπους, ανάλογα με το φύλο ♂( : 1 0 0% άσπρα μάτια , ♀ : 1 00 % κόκκινα
μάτια). Άρα, το γονίδιο που ελέγχει το χρώμα των ματιών είναι φυλοσύνδετο.
Εφόσον θεωρήσουμε ότι το αλληλόμορφο για το κόκκινο χρώμα επικρατεί έναντι του
αλληλομόρφου για το άσπρο χρώμα, τότε θα πρέπει να συμβολίσουμε τα
αλληλόμορφα ως εξής:
ΧΑ : αλληλόμορφο για κόκκινο χρώμα ματιών
Χα : αλληλόμορφο για άσπρο χρώμα ματιών

83
Η διασταύρωση της Ρ γενιάς ήταν η ακόλουθη:
Ρ ΧΑΥ x ΧαΧα
Α
Γαμέτες Χ Χα
Υ
F1 1 XαΥ : 1 ΧΑΧα
Φαινοτυπική αναλογία F1: 1 ♂ άσπρα μάτια : 1 ♀ κόκκινα μάτια
Τα παραπάνω αποτελέσματα συμφωνούν με τα δεδομένα της άσκησης.

Η περίπτωση όπου το αλληλόμορφο γονίδιο για το άσπρο χρώμα είναι επικρατές έναντι
του αλληλομόρφου για το κόκκινο χρώμα απορρίπτεται για τους ακόλουθους λόγους:
• Αν το θηλυκό της Ρ γενιάς ήταν ομόζυγο για το επικρατές αλληλόμορφο, τότε θα
έπρεπε από τη διασταύρωση της Ρ γενιάς να προκύψουν στην F1 γενιά μόνο απόγονοι με
άσπρα μάτια, το οποίο δεν ισχύει.
• Αν το θηλυκό της Ρ γενιάς ήταν ετερόζυγο, τότε θα έπρεπε στην F1 γενιά να
προκύψουν σε αναλογία 1 : 1 : 1 : 1 άτομα και των δύο φύλων που θα εμφάνιζαν και τους
δύο φαινοτύπους, το οποίο δεν ισχύει.

Μελέτη μήκους κεραίας


Τα αλληλόμορφα γονίδια που ελέγχουν το μήκος των κεραιών είναι αυτοσωμικά, διότι αν
ήταν φυλοσύνδετα δεν θα ίσχυε ο 2ος νόμος του Mendel. Το συμπέρασμα αυτό
επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι όλα τα άτομα της F1 έχουν μικρές κεραίες,
ανεξαρτήτως φύλου. Επιπλέον, το αλληλόμορφο για τις μικρές κεραίες είναι επικρατές
έναντι του αλληλομόρφου για τις μεγάλες κεραίες, αφού από τη διασταύρωση στην Ρ γενιά
αρσενικού με μικρές κεραίες με θηλυκό που έχει μεγάλες κεραίες, όλοι οι απόγονοι
εμφάνισαν μικρές κεραίες. Έτσι, έχουμε τους παρακάτω συμβολισμούς:
Μ : αλληλόμορφο για μικρές κεραίες
μ : αλληλόμορφο για μεγάλες κεραίες

Η διασταύρωση της Ρ γενιάς ήταν η ακόλουθη:

Ρ ♂ ΜΜ x μμ ♀
Γαμέτες Μ μ
F1 1 Μμ

Φαινοτυπική αναλογία F1: 100% μικρές κεραίες


Τα παραπάνω αποτελέσματα συμφωνούν με τα δεδομένα της άσκησης.

Η περίπτωση όπου το αρσενικό άτομο της Ρ γενιάς είναι ετερόζυγο απορρίπτεται, διότι σε
αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να προκύψουν στην F1 γενιά και άτομα με μεγάλες κεραίες,
το οποίο δεν ισχύει.

Συνολικά, οι γονότυποι των εντόμων στην Ρ γενιά είναι:

Ρ ΧΑΥΜΜ x ΧαΧαμμ

β. Από τη διασταύρωση της Ρ γενιάς έχουμε:

Ρ ΧΑΥΜΜ x ΧαΧαμμ
Α
Γαμέτες Χ Μ Χαμ
ΥΜ
F1 1 XαΥΜμ : 1 ΧΑΧαΜμ

Επομένως, για τις αναμενόμενες φαινοτυπικές αναλογίες των ατόμων της F2 γενιάς θα
κάνουμε την παρακάτω διασταύρωση:

84
F1 XαΥΜμ x ΧΑΧαΜμ
Γαμέτες ΧαΜ ΧΑΜ
Χαμ ΧΑμ
ΥΜ ΧαΜ
Υμ Χαμ

F2:
Γαμέτες ΧΑΜ ΧΑμ ΧαΜ Χαμ

ΧαΜ ΧΑΧαΜΜ ΧΑΧαΜμ ΧαΧαΜΜ ΧαΧαΜμ

Χαμ ΧΑΧαΜμ ΧΑΧαμμ ΧαΧαΜμ ΧαΧαμμ

ΥΜ ΧΑΥΜΜ ΧΑΥΜμ ΧαΥΜΜ ΧαΥΜμ

Υμ ΧΑΥΜμ ΧΑΥμμ ΧαΥΜμ ΧαΥμμ

Γ.Α. F2: 1 ΧΑΧαΜΜ : 2 ΧΑΧαΜμ : 1 ΧΑΧαμμ : 1 ΧαΧαΜΜ : 2 ΧαΧαΜμ : 1 ΧαΧαμμ :


1 ΧΑΥΜΜ: 2 ΧΑΥΜμ : 1 ΧΑΥμμ : 1 ΧαΥΜΜ : 2 ΧαΥΜμ : 1 ΧαΥμμ

Φ.Α. F2: 3 ♀ κόκκινα , μικρές : 1 ♀ κόκκινα , μεγάλες : 3 ♀ άσπρα , μικρές :


1 ♀ άσπρα μάτια , μεγάλες : 3 ♂ κόκκινα , μικρές : 1 ♂ κόκκινα , μεγάλες :
3 ♂ άσπρα , μικρές : 1 ♂ άσπρα , μεγάλες

Επιπλέον, πρέπει να γίνει αναφορά στον 1ο και 2ο νόμο Mendel.

γ. Βάσει του τετραγώνου Punnett προκύπτει ότι:


i. 600 x 2/16 = 75
ii. 600 x 4/16 = 150
iii. 600 x 6/16 = 225
iv. 600 x 2/16 = 75

20.
Το γενεαλογικό δένδρο Δ.
Η κληρονόμηση ενός επικρατούς φυλοσύνδετου γνωρίσματος αποκλείεται:
* στα γενεαλογικά δένδρα Α και Β διότι απόγονος που εμφανίζει το γνώρισμα θα είχε
οπωσδήποτε γονέα που εμφανίζει το γνώρισμα.
* στα γενεαλογικό δένδρο Γ διότι αρσενικός γονέας που εμφανίζει το γνώρισμα θα είχε
οπωσδήποτε θηλυκό απόγονο που εμφανίζει το γνώρισμα.

21.
i. Με δεδομένο ότι από υγιείς γονείς (Γιώργος – Μαρία) προέκυψε άτομο ασθενές (Δώρα),
συμπεραίνουμε ότι η συγκεκριμένη μορφή κώφωσης ελέγχεται από υπολειπόμενο
αλληλόμορφο γονίδιο (δε μπορεί να οφείλεται σε επικρατές αλληλόμορφο αφού σε αυτή την
περίπτωση θα έπρεπε ένας τουλάχιστον γονέας της Δώρας να έχει επίσης πρόβλημα ακοής,
δεδομένου ότι θα κληροδοτούσε το επικρατές παθολογικό αλληλόμορφο στην κόρη του).
Επιπλέον, το συγκεκριμένο υπολειπόμενο αλληλόμορφο δε μπορεί να είναι φυλοσύνδετο
διότι τότε η Δώρα θα είχε γονότυπο ΧαΧα (όπου Χα το υπολειπόμενο φυλοσύνδετο
αλληλόμορφο που προκαλεί κώφωση), πράγμα που σημαίνει ότι θα είχε κληρονομήσει το
ένα αλληλόμορφο Χα από τον πατέρα της (Γιώργος) ο οποίος θα είχε αναγκαστικά γονότυπο
ΧαΥ και επομένως θα εμφάνιζε πρόβλημα ακοής, κάτι που δεν ισχύει.
Άρα η συγκεκριμένη μορφή κώφωσης ελέγχεται από αυτοσωμικό υπολειπόμενο
αλληλόμορφο.

85
ii. Συμβολίζουμε με Α: επικρατές αυτοσωμικό αλληλόμορφο για φυσιολογική ακοή
α: υπολειπόμενο αυτοσωμικό αλληλόμορφο για κώφωση

Για τους γονοτύπους των ατόμων έχουμε:


Δώρα , 1ο παιδί: αα (εφόσον έχουν πρόβλημα ακοής)
Γιώργος , Μαρία: Αα (εφόσον έχουν φυσιολογική ακοή, έχουν όμως αποκτήσει παιδί με
πρόβλημα ακοής)
Βασίλης, Αντιγόνη: ΑΑ ή Αα (εφόσον δεν έχουν πρόβλημα ακοής και είναι απόγονοι
ετερόζυγων γονέων)
Κώστας: Αα (εφόσον έχει φυσιολογική ακοή, έχει όμως αποκτήσει με τη Δώρα ένα παιδί
με κώφωση, κληροδοτώντας σε αυτό το παθολογικό αλληλόμορφο α).
Το αντίστοιχο γενεαλογικό δέντρο φαίνεται παρακάτω:

22.
α) Ελέγχοντας το συγκεκριμένο γενεαλογικό δέντρο, μπορούμε να απορρίψουμε την
περίπτωση της φυλοσύνδετης επικρατούς κληρονόμησης. Αυτό συμβαίνει διότι σε αυτή
την περίπτωση, το άτο μο ΙΙ5 θα έπρεπε να έχει γονότυπο ΧΑΥ, εφόσον είναι ασθενής.
Τότε όμως, το αλληλόμορφο ΧΑ πρέπει να προέρχεται από τη μητέρα του (άτομο Ι4),
κάτι το οποίο δεν ισχύει αφού αυτή δεν πάσχει από την ασθένεια. Στο ίδιο συμπέρασμα
καταλήγουμε και αν μελετήσουμε το άτομο ΙΙΙ1 σε συνδυασμό με τη μητέρα του (άτομο
ΙΙ3).
Μπορούμε επίσης να απορρίψουμε την περίπτωση της αυτοσωμικής επικρατούς
κληρονομικότητας, εφόσον στις διασταυρώσεις (Ι3 x I4) και (II2 x II3) παρατηρούμε ότι
άτομα που δεν είναι ασθενή γεννούν παιδιά που φέρουν το χαρακτήρα αυτό.
Στην περίπτωση της φυλοσύνδετης υπολειπόμενης κληρονομικότητας, οι γονότυποι των
ατόμων είναι οι ακόλουθοι:
(Ι4 , ΙΙ1 , ΙΙ3 : ΧΑΧα) (Ι2 : ΧΑΧΑ ή ΧΑΧα) (Ι1 , ΙΙ5 , ΙΙΙ1: ΧαΥ)
Α
(Ι3 , ΙΙ2 , ΙΙ4 : Χ Υ)
Στην περίπτωση της αυτοσωμικής υπολειπόμενης κληρονομικότητας, οι γονότυποι των
ατόμων είναι οι ακόλουθοι:
(Ι3 , Ι4 , ΙΙ1 , ΙΙ2 , ΙΙ3 : Αα) (Ι1 , ΙΙ5 , ΙΙΙ1 : αα) (Ι2 , ΙΙ4 : ΑΑ ή Αα)

β) Στην περίπτωση που η ασθένεια κληρονομείται με φυλοσύνδετο υπολειπόμενο τρόπο,


η διασταύρωση ΙΙ1 x ΙΙ4 είναι η ακόλουθη:
Ρ ΙΙ1 ΧΑΧα x ΧΑΥ ΙΙ4
Γαμέτες ΧΑ , Χα ΧΑ , Υ
F1: 1 Χ Χ : 1 Χ Χ : 1 Χ Υ : 1 ΧαΥ
Α Α Α α Α

Η πιθανότητα γέννησης αγοριού που να πάσχει είναι 1/4.

Στην περίπτωση που η ασθένεια κληρονομείται με αυτοσωμικό υπολειπόμενο τρόπο,


διακρίνουμε δύο περιπτώσεις:

86
• Αν το ΙΙ4 είναι ομόζυγο ΑΑ, η διασταύρωση ΙΙ1 x ΙΙ4 είναι η ακόλουθη:
Ρ ΙΙ3 Αα x ΑΑ ΙΙ4
Γαμέτες Α,α Α
F1: 1 Αα : 1 ΑΑ
Η πιθανότητα γέννησης αγοριού που να πάσχει είναι 0.

• Αν το ΙΙ4 είναι ομόζυγο Αα, η διασταύρωση ΙΙ1 x ΙΙ4 είναι η ακόλουθη:


Ρ ΙΙ3 Αα x Αα ΙΙ4
Γαμέτες Α,α Α,α
F1: 1 ΑΑ : 2 Αα : 1 αα
Η πιθανότητα γέννησης παιδιού που να πάσχει είναι 1/4. Όμως, η πιθανότητα να προκύψει
αγόρι από την παραπάνω διασταύρωση είναι 1/2. Άρα, η συνολική πιθανότητα να προκύψει
αγόρι που να πάσχει είναι (1/2) x (1/4) = 1/8.
Για τις παραπάνω διασταυρώσεις, αιτιολογούμε με βάση τον 1ο νόμο του Mendel.

γ) Κατά τη μελέτη του παραπάνω γενεαλογικού δέντρου βασιστήκαμε στον 1ο νόμο του
Mendel. Εντούτοις, στον άνθρωπο, τον Μεντελικό τύπο κληρονομικότητας ακολουθούν οι
χαρακτήρες που καθορίζονται από αλληλόμορφα ενός μόνο γονιδίου. Επομένως, για να
θεωρηθούν αποδεκτά τα συμπεράσματα σας, θα πρέπει η εν λόγω ασθένεια να αποτελεί
μονογονιδιακό χαρακτήρα.

23.
α) Ελέγχοντας το παραπάνω γενεαλογικό δέντρο, μπορούμε να απορρίψουμε την περίπτωση
της φυλοσύνδετης επικρατούς κληρονόμησης. Αυτό συμβαίνει διότι σε αυτή την περίπτωση,
η γυναίκα Ι1 θα είχε γονότυπο ΧαΧα, γεγονός που σημαίνει ότι δεν μπορεί να δώσει
φυσιολογικά αρσενικό απόγονο με γονότυπο ΧΑΥ (ασθενής – άτομο ΙΙ4).
Στην περίπτωση της φυλοσύνδετης υπολειπόμενης κληρονομικότητας, οι γονότυποι των
ατόμων είναι οι ακόλουθοι:
Ι1 , ΙΙ3 : ΧΑΧα ΙΙ1 , ΙΙΙ1 : ΧαΧα Ι2 , ΙΙ4 : ΧαΥ ΙΙ2 , ΙΙΙ2 : ΧΑΥ
Στην περίπτωση της αυτοσωμικής υπολειπόμενης κληρονομικότητας, οι γονότυποι των
ατόμων είναι οι ακόλουθοι:
Ι1 , ΙΙ2 , ΙΙ3, ΙΙΙ2 : Αα Ι2 , ΙΙ1 , ΙΙ4 , ΙΙΙ1 : αα
Στην περίπτωση της αυτοσωμικής επικρατούς κληρονομικότητας, οι γονότυποι των ατόμων
είναι οι ακόλουθοι:
Ι1 , ΙΙ2 , ΙΙ3, ΙΙΙ2 : αα Ι2 , ΙΙ1 , ΙΙ4 , ΙΙΙ1 : Αα

β) Στην περίπτωση που η ασθένεια κληρονομείται με φυλοσύνδετο υπολειπόμενο τρόπο, η


διασταύρωση ΙΙ3 x ΙΙ4 είναι η ακόλουθη:
Ρ ΙΙ3 ΧΑΧα x ΧαΥ ΙΙ4
Α α
Γαμέτες Χ ,Χ Χα , Υ
F1: 1 Χ Χ : 1 Χ Χ : 1 Χ Υ : 1 ΧαΥ
Α α α α Α

Η πιθανότητα γέννησης αγοριού που να πάσχει είναι 25%.

Στην περίπτωση που η ασθένεια κληρονομείται με αυτοσωμικό υπολειπόμενο τρόπο, η


διασταύρωση ΙΙ3 x ΙΙ4 είναι η ακόλουθη:
Ρ ΙΙ3 Αα x αα ΙΙ4
Γαμέτες Α,α α
F1: 1 Αα : 1 αα
Η πιθανότητα γέννησης παιδιού που να πάσχει είναι 1/2. Όμως, η πιθανότητα να προκύψει
αγόρι από την παραπάνω διασταύρωση είναι επίσης 1/2. Αυτό εξάλλου φαίνεται από την
παρακάτω διασταύρωση:

87
Ρ ΙΙ3 ΧΧ x ΧΥ ΙΙ4
Γαμέτες Χ Χ,Υ
F1
Γαμέτες Χ Υ

Χ ΧΧ ΧΥ

Γονοτυπική αναλογία: 1 ΧΧ : 1 ΧΥ
Φαινοτυπική αναλογια: 1 αγόρι : 1 κορίτσι
Άρα, η συνολική πιθανότητα να προκύψει αγόρι που να πάσχει είναι 1/4 = 25%.

Στην περίπτωση που η ασθένεια κληρονομείται με αυτοσωμικό επικρατή τρόπο, η


διασταύρωση ΙΙ3 x ΙΙ4 είναι η ακόλουθη:
Ρ ΙΙ3 αα x Αα ΙΙ4
Γαμέτες α Α,α
F1: 1 Αα : 1 αα
Η πιθανό τητα γέννησης παιδιο ύ πο υ να πάσχει είναι 1 2/ . Όμως, η πιθανότητα να
προκύψει αγόρι από την παραπάνω διασταύρωση είναι επίσης 1/2, όπως δείχθηκε
παραπάνω. Άρα, η συνο λική πιθανό τητα να προ κύψει αγό ρι πο υ να πάσχει είναι 1 /4 =
25%.

γ) Γνωρίζουμε ότι στον άνθρωπο τα μιτοχονδριακά γονίδια μεταβιβάζονται πάντοτε από


τη μητέρα στους απογόνους της. Στο συγκεκριμένο όμως γενεαλογικό δέντρο
παρατηρούμε πως τα αρσενικά άτομα Ι2 και ΙΙ4 μεταβιβάζουν την ασθένεια στους
απογόνους τους. Επομένως, η ασθένεια δεν μπορεί να οφείλεται σε μιτοχονδριακό
γονίδιο.

24.
α. Επειδή από γονείς που πάσχουν [Ι1 (x) Ι2] προκύπτουν απόγονοι που δεν πάσχουν (ΙΙ1
και ΙΙ3) συμπεραίνουμε πως το αλληλόμορφο που ευθύνεται για την ασθένεια είναι
επικρατές. Αν η ασθένεια ακολουθούσε φυλοσύνδετο επικρατή τύπο κληρονομικότητας,
τότε το άτομο Ι1 θα είχε γονότυπο XΔY (Δ: το επικρατές αλληλόμορφο που προκαλεί την
ασθένεια) και ο θηλυκός απόγονος ΙΙ3 θα έπρεπε να πάσχει. Όμως, η ΙΙ3 δεν πάσχει.
Συνεπώς, αποκλείεται η περίπτωση του φυλοσύνδετου επικρατούς τύπου
κληρονομικότητας. Άρα, η ασθένεια ακολουθεί αυτοσωμικό επικρατή τύπο
κληρονομικότητας.
β. Εφόσον ισχύουν οι νόμοι του Mendel είναι εφικτό να μελετήσουμε κάθε ιδιότητα
(ασθένεια, ομάδα αίματος) ξεχωριστά. Έστω Δ το αυτοσωμικό επικρατές αλληλόμορφο
που ευθύνεται για την ασθένεια και δ το φυσιολογικό υπολειπόμενο αλληλόμορφο.
Εφόσον οι γονείς πάσχουν, αλλά αποκτούν και απογόνους που δεν πάσχουν είναι και οι
δύο ετερόζυγοι (Δδ). Οι απόγονοι ΙΙ1 και ΙΙ3 είναι δδ (υγιείς), ενώ η ΙΙ2 που πάσχει μπορεί
να έχει γονότυπο ΔΔ ή Δδ.
Ως προς την ομάδα αίματος:
Το άτομο Ι1 έχει γονότυπο ii.
Εφόσον από τη διασταύρωση του ατόμου Ι1 με τον Ι2 προκύπτει και απόγονος με ομάδα
αίματος Ο (ΙΙ2), το άτομο Ι2 είναι ετερόζυγο ΙΒi.
Το άτομο ΙΙ2 έχει γονότυπο ii αφού η ομάδα αίματός του είναι Ο.

88
Για την ομάδα αίματος των ατόμων Ι1 και Ι3 θα έχουμε:
P: (I1) ii (x) IBi (I2)
Γαμ: i // B
I ,i
F1: IBi, ii
Φ.Α.F1: 1 ομάδα αίματος Β
1 ομάδα αίματος Ο

Άρα, τα άτομα ΙΙ1, ΙΙ3 έχο υν ο μάδα αίματο ς ή Β ή Ο. Συνολικά ο ι γονό τυποι και ο ι
φαινότυποι των ατόμων του γενεαλογικού δέντρου είναι οι εξής:
Ι1: Δδii (πάσχει, ομάδα αίματος Ο)
Ι2: ΔδIBi (πάσχει, ομάδα αίματος B)
II2: ΔΔii ή Δδii (πάσχει, ομάδα αίματος O)
II1, II3: δδIBi ή δδii (δεν πάσχει, ομάδα αίματος Ο ή δεν πάσχει, ομάδα αίματος Β)

γ. Εφόσον η μητέρα της γυναίκας είναι υγιής έχει γονότυπο δδ και η γυναίκα θα είναι
ετερόζυγη Δδ. Ο γονότυπος της γυναίκας ως προς την ομάδα αίματος θα είναι : ΙΑΙΒ.
Διακρίνουμε δύο περιπτώσεις για τη διασταύρωση του ατόμου ΙΙ1 με τη γυναίκα Δδ ΙΑΙΒ.
α΄ περίπτωση:
P: δδii (x) Δδ ΙΑΙΒ
Γαμ: δi // ΔΙ , ΔΙΒ, δΙΑ, δΙΒ
Α

F1: ΔδΙ i, ΔδI i, δδΙ i, δδΙΒi


Α B Α

Γ.Α.F1 : 1 ΔδΙΑi:1 ΔδIBi:1 δδΙΑi:1δδΙΒi


Φ.Α.F1: 1 πάσχει - ομάδα αίματος Α
1 πάσχει - ομάδα αίματος Β
1 υγιής - ομάδα αίματος Α
1 υγιής - ομάδα αίματος Β

Γνωρίζουμε ότι στον άνθρωπο το φύλο καθορίζεται από τα φυλετικά χρωμοσώματα Χ και
Υ. Ο πατέρας διαθέτει το ζεύγος φυλετικών χρωμοσωμάτων ΧΥ, ενώ η μητέρα το ζεύγος
φυλετικών χρωμοσωμάτων ΧΧ. Για τον καθορισμό του φύλου του παιδιού θα ισχύει:
Ρ: ΧΧ (x) ΧΥ
Γαμέτες: Χ // Χ, Υ
F1: ΧΧ, ΧΥ
Φ.Α.: 1♀ : 1♂

Η πιθανότητα να προκύψει αγόρι είναι 1/2.


Η πιθανότητα να προκύψει κορίτσι είναι 1/2.

Στην περίπτωση αυτή η πιθανότητα να αποκτηθεί αγόρι με ομάδα αίματος Α που να πάσχει
1 1 1
είναι: ⋅ = .
2 4 8

β΄ περίπτωση:
P: δδIBi (x) Δδ ΙΑΙΒ
Γαμ: δIB, δi // ΔΙΑ, ΔΙΒ, δΙΑ, δΙΒ
F1:
ΔΙΑ ΔΙΒ δΙΑ δΙΒ
δIB
ΔδΙΑIB ΔδΙΒΙΒ δδΙΑΙΒ δδΙΒΙΒ
δi ΔδΙΑi ΔδΙΒi δδΙΑi δδΙΒi

89
Γ.Α.F1: 1 ΔδΙΑIB:1 ΔδΙΑi:1 ΔδΙΒΙΒ:1 ΔδΙΒi:1 δδΙΑΙΒ:1 δδΙΑi:1δδΙΒΙΒ:1 δδΙΒi
Φ.Α.F1:1 πάσχει - ομάδα αίματος ΑΒ
2 πάσχει - ομάδα αίματος Β
1 πάσχει - ομάδα αίματος Α
1 υγιής - ομάδα αίματος ΑΒ
2 υγιής - ομάδα αίματος Β
1 υγιής - ομάδα αίματος Α

Στην περίπτωση αυτή η πιθανότητα να αποκτηθεί αγόρι με ομάδα αίματος Α που να πάσχει
1 1 1
είναι: ⋅ = .
2 8 16
ΕΧΤRΑ: Συνεπώς, η συνολική πιθανότητα να προκύψει αγόρι με ομάδα αίματος Α που να
1 1 1 1 3 1
πάσχει είναι: ⋅ + ⋅ = όπου η πιθανότητα που υπάρχει για να
2 8 2 16 32 2
πραγματοποιηθεί η κάθε διασταύρωση.

25.
α. Στο γενεαλογικό δένδρο Β δε μπορεί να απεικονίζεται η κληρονόμηση της μερικής
αχρωματοψίας στο κόκκινο- πράσινο, διότι εάν έπασχε η μητέρα (ΙΙ1) τότε θα έπασχε
κάθε αρσενικός απόγονος της, αφού θα του μεταβίβαζε αναγκαστικά το παθολογικό
αλληλόμορφο Χγ, κάτι που δεν παρατηρείται.
Άρα στο γενεαλογικό δένδρο Α απεικονίζονται τα άτομα της οικογένειας αναφορικά με
το εάν πάσχουν ή όχι από την αιμορροφιλία Α, ενώ αντίστοιχα στο γενεαλογικό δένδρο
Β απεικονίζονται τα άτομα της οικογένειας αναφορικά με το εάν πάσχουν ή όχι από
κυστική ίνωση.
β. Όσον αφορά τη μελέτη της κυστικής ίνωσης, εφόσον ακολουθεί αυτοσωμικό
υπολειπόμενο τύπο κληρονομικότητας, συμβολίζουμε:
Δ: φυσιολογικό αλληλόμορφο
δ: παθολογικό μεταλλαγμένο αλληλόμορφο που ευθύνεται για τη δημιουργία κυστικής
ίνωσης,
Όσον αφορά τη μελέτη της αιμορροφιλίας Α, εφόσον ακολουθεί φυλοσύνδετο
υπολειπόμενο τύπο κληρονομικότητας, συμβολίζουμε:
ΧΓ: φυσιολογικό αλληλόμορφο
Χγ: παθολογικό μεταλλαγμένο αλληλόμορφο που ευθύνεται για την εμφάνιση της
αιμορροφιλίας Α.

Ι1: ΔδΧΓΧγ Ι2: ΔδΧγΥ


ΙΙ1: δδΧγΧγ ΙΙ2: ΔΔ ΧΓΥ ή Δδ ΧΓΥ
III1: δδΧΓΥ III2: Δδ ΧΓΧγ III3: Δδ ΧγΥ III4: δδΧΓΧΓ ή δδΧΓΧγ

γi. 1/2 στη 1η περίπτωση δηλαδή όταν III3: Δδ ΧγΥ (Χ) III4: δδΧΓΧΓ
1/4 στη 2η περίπτωση δηλαδή όταν III3: Δδ ΧγΥ (Χ) ΙΙI4: δδΧΓΧγ

γii. 1/4 στη 1η περίπτωση δηλαδή όταν III3: Δδ ΧγΥ (Χ) IΙΙ4: δδΧΓΧΓ
1/8 στη 2η περίπτωση δηλαδή όταν III3: Δδ ΧγΥ (Χ) IΙΙ4: δδΧΓΧγ
(Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι λάθος ο υπολογισμός της συνολικής πιθανότητας
γνωρίζοντας τις επιμέρους πιθανότητες)

90
26.
α. Από την 1η διασταύρωση διαπιστώνουμε ότι το αλληλόμορφο που καθορίζει το ροζ
χρώμα άνθους επικρατεί έναντι του αλληλομόρφου που καθορίζει το κόκκινο χρώμα
διότι:
① αν ήταν υπολειπόμενο, τότε από τη διασταύρωση μεταξύ ροζ φυτών θα προέκυπταν
μόνο ροζ φυτά κάτι που δεν ισχύει.
② αν ο φαινότυπος φυτό με ροζ άνθος ήταν αποτέλεσμα της ετερόζυγης κατάστασης
δυο ατελώς επικρατών αλληλόμορφων (δηλαδή του αλληλόμορφου που καθορίζει το
κόκκινο και του αλληλόμορφου που καθορίζεο το λευκό) τότε από τη διασταύρωση
μεταξύ φυτών με ροζ άνθη θα προέκυπταν φυτά με κόκκινα, ροζ και άσπρα άνθη με
φαινοτυπική αναλογία 1:2:1 κάτι που δεν ισχύει.
Από την 2η διασταύρωση διαπιστώνουμε ότι το αλληλόμορφο που καθορίζει το ροζ
χρώμα άνθους επικρατεί και έναντι του αλληλομόρφου που καθορίζει το άσπρο χρώμα,
όπως επίσης και ότι το αλληλόμορφο που καθορίζει το λευκό επικρατεί έναντι του
αλληλόμορφου που καθορίζει το κόκκινο.
① Αν το αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση κόκκινου χρώματος ήταν
υπολειπόμενο έναντι του αλληλόμορφου που καθορίζει το ροζ αλλά επικρατές έναντι
του αλληλόμορφου που καθορίζει λευκό, τότε οπωσδήποτε θα εμφανίζονταν και
απόγονοι με κόκκινο χρώμα (αν το ροζ φυτό ήταν ετερόζυγο όπως και συμβαίνει στη
διασταύρωση) κάτι που δεν επιβεβαιώνεται από τα αποτελέσματα της διασταύρωσης.
Το κόκκινο χρώμα άνθους αποτελεί τον υπολειπόμενο χαρακτήρα , άρα τα άτομα με το
συγκεκριμένο φαινότυπο είναι ομόζυγα στο υπολειπόμενο αλληλόμορφο.
Συμβολίζουμε:
Μ: το αλληλόμορφο (αυτοσωμικό) που καθορίζει την εμφάνιση ροζ χρώματος άνθους
και επικρατεί έναντι των άλλων 2 αλληλομόρφων που υπάρχουν στον πληθυσμό
(πολλαπλά αλληλόμορφα) των συγκεκριμένων φυτών
m: το αλληλόμορφο (αυτοσωμικό) που καθορίζει την εμφάνιση λευκού χρώματος και
είναι υπολειπόμενο έναντι του αλληλόμορφου του ροζ και επικρατές έναντι του
αλληλόμορφου του κόκκινου
μ: αλληλόμορφο (αυτοσωμικό) που καθορίζει την εμφάνιση κόκκινου χρώματος και
είναι υπολειπόμενο έναντι των άλλων αλληλομόρφων.
1η διασταύρωση:
Γονείς: P: Μμ (x) Μμ
γαμέτες Μ, μ Μ, μ
F1 ΜΜ, Μμ, Μμ, μμ
1 ΜΜ: 2 Μμ: 1 μμ (γονοτυπική αναλογία)
3/4 ή 75% ατόμων με ροζ χρώμα
1/4 ή 25% ατόμων με κόκκινο χρώμα (φαινοτυπική αναλογία)

2η διασταύρωση:
Γονείς: P: Μm (ροζ) (x) μμ (κόκκινο)
γαμέτες Μ, m μ
F1 Μμ, mμ
1 Μμ: 1 mμ (γονοτυπική αναλογία)
1/2 ή 50% ατόμων με ροζ χρώμα
1/2 ή 50% ατόμων με λευκό χρώμα (φαινοτυπική αναλογία)

Αιτιολόγηση διασταυρώσεων βάσει του 1ου νόμου Mendel.

91
β. Η ζητούμενη διασταύρωση είναι:
3η διασταύρωση:
Γονείς: P: Μμ (x) mμ
γαμέτες Μ, μ m, μ
F1 Μm, Μμ, mμ, μμ
1 Μm : 1Μμ : 1 mμ : 1 μμ (γονοτυπική αναλογία)
1/2 ή 50% ατόμων με ροζ χρώμα
1/4 ή 25% ατόμων με λευκό χρώμα (φαινοτυπική αναλογία)
1/4 ή 25% ατόμων με κόκκινο χρώμα

Αιτιολόγηση διασταύρωσης βάσει του 1ου νόμου Mendel.

27.
Για να διαπιστώσουμε επομένως αν το γονίδιο είναι αυτοσωμικό ή φυλοσύνδετο, θα
διασταυρώσουμε το αμιγές αρσενικό άτομο με γκρίζο χρώμα σώματος με ένα θηλυκό
με μαύρο χρώμα σώματος (άρα ομόζυγο για το υπολειπόμενο αλληλόμορφο).
1η περίπτωση: Έστω ότι το γονίδιο είναι αυτοσωμικό…
Συμβολίζουμε Α: το αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση γκρίζου χρώματος
σώματος
α: το αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση μαύρου χρώματος
σώματος

H διασταύρωση που θα πραγματοποιηθεί είναι:

Γονείς: ♀ αα (x) ΑΑ ♂
γαμέτες : α Α
F1 όλοι Αα (γονοτυπική αναλογία)
όλοι με γκρίζο χρώμα σώματος (♀ και ♂) (φαινοτυπική αναλογία)

2η περίπτωση: Έστω ότι το γονίδιο είναι φυλοσύνδετο…


Συμβολίζουμε:
ΧΑ : το φυλοσύνδετο επικρατές αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση γκρίζου
χρώματος σώματος
α
Χ : το φυλοσύνδετο υπολειπόμενο αλληλόμορφο που καθορίζει την εμφάνιση μαύρου
χρώματος σώματος

Η διασταύρωση που θα πραγματοποιηθεί είναι:

Γονείς ♀ ΧαΧα (x) ΧΑΥ ♂


α
γαμέτες Χ ΧΑ , Υ
Α α α
F1 1Χ Χ :1Χ Υ (γονοτυπική αναλογία)
όλα τα θηλυκά με γκρίζο χρώμα σώματος (φαινοτυπική αναλογία)
όλα τα αρσενικά με μαύρο χρώμα σώματος

Παρατηρώντας τις φαινοτυπικές αναλογίες που θα προκύψουν μεταξύ των δύο φύλων
στην F1 γενιά, μπορούμε να διαπιστώσουμε τελικά αν το γονίδιο για το χρώμα του
σώματος είναι αυτοσωμικό ή φυλοσύνδετο.
Δηλαδή, αν παρατηρηθούν τα αποτελέσματα της 1ης διασταύρωσης το υπεύθυνο
γονίδιο είναι αυτοσωμικό, ενώ αν παρατηρηθούν τα αποτελέσματα της 2ης
διασταύρωσης το υπεύθυνο γονίδιο είναι φυλοσύνδετο.
Αιτιολόγηση διασταυρώσεων βάσει του 1ου νόμου Mendel.

92
28.
Η οικογενής υπερχοληστερολαιμία ακολουθεί αυτοσωμικό επικρατή τύπο
κληρονομικότητας.
Συμβολίζουμε Α: παθολογικό αλληλόμορφο
α: φυσιολογικό αλληλόμορφο
οπότε οι γονότυποι των ζητούμενων ατόμων είναι:
άτομο 5: αα
άτομο 6: Αα
άτομο 1: αα
άτομο 2: αα

Η κυστική ίνωση ακολουθεί αυτοσωμικό υπολειπόμενο τύπο κληρονομικότητας.


Συμβολίζουμε Β: φυσιολογικό αλληλόμορφο
β: παθολογικό αλληλόμορφο
οπότε οι γονότυποι των ζητούμενων ατόμων είναι:
άτομο 5: Ββ
άτομο 6: Ββ
άτομο 1: ΒΒ ή Ββ
άτομο 2: ΒΒ ή Ββ
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ένας τουλάχιστον γονέας θα πρέπει να είναι ετερόζυγος
(Ββ).

Η μερική αχρωματοψία στο κόκκινο-πράσινο ακολουθεί φυλοσύνδετο υπολειπόμενο


τύπο κληρονομικότητας.
Συμβολίζουμε ΧΓ: φυσιολογικό αλληλόμορφο
Χγ: παθολογικό αλληλόμορφο
οπότε οι γονότυποι των ζητούμενων ατόμων είναι:
άτομο 5: ΧΓΧγ
άτομο 6: ΧγΥ
άτομο 1: ΧΓΥ
άτομο 2: ΧΓΧγ

29.
1η περίπτωση: Αν το ένζυμο κωδικοποιείται από μιτοχονδριακό γονίδιο, τότε σίγουρα
τα παιδιά θα πάσχουν (100%).

2η περίπτωση: Αν το ένζυμο κωδικοποιείται από γονίδιο που βρίσκεται στον πυρήνα


και η ασθένεια κληρονομείται ως αυτοσωμικός και επικρατής χαρακτήρας τότε η
γυναίκα θα έχει γονότυπο Αα και ο άνδρας αα. Η πιθανότητα να αποκτήσουν ασθενές
παιδί είναι 50%.

3η περίπτωση: Αν το ένζυμο κωδικοποιείται από γονίδιο που βρίσκεται στον πυρήνα


και η ασθένεια κληρονομείται ως αυτοσωμικός και υπολειπόμενος χαρακτήρας τότε η
γυναίκα θα έχει γονότυπο αα και ο άνδρας Αα ή ΑΑ. Η πιθανότητα να αποκτήσουν
ασθενές παιδί είναι 50%, αν ο γονότυπος του άνδρα είναι Αα και 0% αν ο γονότυπος
του άνδρα είναι ΑΑ.

4η περίπτωση: Αν το ένζυμο κωδικοποιείται από γονίδιο που βρίσκεται στον πυρήνα


και η ασθένεια κληρονομείται ως φυλοσύνδετος και επικρατής χαρακτήρας τότε η
γυναίκα θα έχει γονότυπο ΧΑΧα και ο άνδρας ΧαΥ. Η πιθανότητα να αποκτήσουν
ασθενές παιδί είναι 50%.
Σημείωση: Η περίπτωση η ασθένεια να οφείλεται σε υπολειπόμενο και φυλοσύνδετο
γονίδιο απορίπτεται, αφού ο πατέρας της κοπέλας είναι υγιής.
93
30.
i. Η συγκεκριμένη ασθένεια ακολουθεί αυτοσωμικό επικρατή τύπο κληρονομικότητας.
Εάν η ασθένεια ακολουθούσε αυτοσωμικό υπολειπόμενο τύπο κληρονομικότητας, τότε
το άτομο 1 που ασθενεί/πάσχει, θα ήταν ομόζυγο οπότε αναγκαστικά θα κληροδοτούσε
το παθολογικό/μεταλλαγμένο αλληλόμορφο σε κάθε απόγονό του. Έτσι, δεν θα
μπορούσε το άτομο 4 να μη διαθέτει το παθολογικό αλληλόμορφο.
Εάν η ασθένεια ακολουθούσε φυλοσύνδετο επικρατή τύπο κληρονομικότητας, τότε το
άτομο 1 που ασθενεί/πάσχει, θα μεταβίβαζε σε κάθε θηλυκό απόγονό του το
παθολογικό/μεταλλαγμένο αλληλόμορφο, κάτι που δεν συμβαίνει με βάση τα
αποτελέσματα της γενετικής ανάλυσης.

ii. Συμβολίζουμε Α: παθολογικό αλληλόμορφο


α: φυσιολογικό αλληλόμορφο
οπότε οι γονότυποι των ζητούμενων ατόμων είναι:
άτομο 1: Aα
άτομο 2: αα
άτομο 3: Aα
άτομο 4: αα

iii. Το άτο μο 3 έχει γονότυπο Aα ΧΓΥ ενώ η σύζυγος του αα ΧΓΧγ (αα, αφού δεν
πάσχει από τη μελετούμενη ασθένεια και ΧΓΧγ αφού ο πατέρας της είναι
αιμορροφιλικός). Η συνολική πιθανότητα να αποκτήσουν αγόρι που πάσχει και από τις
δυο ασθένειες είναι 1/8 (1 /2 να πάσχει μόνο από τη μελετούμενη ασθένεια και
αντίστοιχα 1/4 για να πάσχει μόνο από την αιμορροφιλία).

94

You might also like