Professional Documents
Culture Documents
Dobson ΠΡΑΣΙΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ
Dobson ΠΡΑΣΙΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ
Πράσινη
Πολιτική
Σκέψη
ΑΝΤΡΙΟΥ ΝΤΟΜΠΣΟΝ
Πράσινη
Πολιτική
Σκέψη
ISBN 978-618-81011-1-1
Πράσινο Ινστιτούτο, Πλατεία Ελευθερίας 14, 10553 Αθήνα, τηλ. (+30) 210 3242861
www.greeninstitute.gr, info@greeninstitute.gr
Περιεχόμενα
Εισαγωγή 19
2. Φιλοσοφικό υπόβαθρο 56
Βαθιά οικολογία: η ηθική ως κώδικας συμπεριφοράς 60
Βαθιά οικολογία: η ηθική ως στάση ζωής 69
Ανθρωποκεντρισμός 75
Η ομάδα Earth First! και η κοινωνική οικολογία 81
Υβριδισμός 85
Συμπέρασμα 89
3. Η βιώσιμη κοινωνία 92
Όρια στην ανάπτυξη 92
Πιθανές θέσεις 105
Περισσότερα προβλήματα με την ανάπτυξη 112
Αμφισβητώντας την κατανάλωση 117
Ενέργεια 132
Εμπόριο και ταξίδια 134
5
Περιεχόμενα
Εργασία 138
Βιοτοπικισμός 146
Γεωργία 150
Ποικιλομορφία 151
Η αποκέντρωση και τα όριά της 152
Συμπέρασμα 162
Επίλογος 285
Βιβλιογραφία 306
6
Αντί προλόγου: Για μιαν άλλη Πολιτική Οικολογία
Το βιβλίο τούτο παρουσιάζεται στο ελληνικό κοινό σε μια στιγμή κρίσιμη για την
ιστορία του Πράσινου Κινήματος. Έχοντας διανύσει μια σημαντική πολιτική δι-
αδρομή από τη δεκαετία του ΄70 έως σήμερα, διερχόμενο από διάφορα στά-
δια εξέλιξης και υποχώρησης στην Ευρώπη και παγκοσμίως, στέκεται σήμε-
ρα μπροστά σε ένα σταυροδρόμι όπου καλείται να λάβει αναγκαίες αποφάσεις,
οι οποίες θα καθορίσουν τη μελλοντική του πορεία. Μπροστά στη μεγαλύτε-
ρη κρίση του Δυτικού κόσμου από την εποχή του Κραχ, φυσικό επακόλουθο
των διαδικασιών της παγκοσμιοποίησης και της κυριαρχίας τους τις τελευταίες
δεκαετίες, επιβάλλεται η επαναξιολόγηση της πορείας του Κινήματος και των
στόχων του, των προτεραιοτήτων και των προσανατολισμών του. Επιβάλλεται
η αναζήτηση μια άλλης Πολιτικής Οικολογίας.
Στην αναζήτηση αυτή συμβάλλει τούτο το βιβλίο-ορόσημο της διεθνούς
βιβλιογραφίας, του οποίου την τέταρτη έκδοση το Πράσινο Ινστιτούτο επιμελεί-
ται και παρουσιάζει για την ελληνική γλώσσα. Μέσα από τις σελίδες του ο καθη-
γητής Άντριου Ντόμπσον εκθέτει με αξιοθαύμαστα σαφή και διεξοδικό τρόπο τις
αξίες, τις ιδέες και τις αρχές που διέπουν την Πράσινη Ιδεολογία από τις απαρ-
χές της έως σήμερα και την κάνουν, μέσα από τη μοναδικότητα των στόχων και
των επιδιώξεών της, να ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες ιδεολογίες του 19ου αιώ-
να που επιβιώνουν έως σήμερα. Δίκαια αποτελεί το βιβλίο με τις περισσότερες
παραπομπές παγκοσμίως σχετικά με το αντικείμενο που πραγματεύεται.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά όσους βοήθησαν στην υλοποίηση αυ-
τού του εγχειρήματος και κυρίως τον Σπύρο Πετρουνάκο, την Άννα Μπαχαρο-
πούλου, την Άννα Μιχοπούλου και την Πόπη Αλεξίου για την καθοριστική τους
συμβολή, καθώς και τον Ιωσήφ Μποτετζάγια για την επιστημονική του συμπα-
ράσταση. Κυρίως θα ήθελα να ευχαριστήσω τον συγγραφέα για την υπομονή
και την καλή του διάθεση καθ’ όλη τη διάρκεια τούτης της προσπάθειας. Το εκ-
δοτικό αυτό εγχείρημα αποτελεί το πρώτο, και ίσως το σημαντικότερο, στον σύ-
ντομο χρόνο ζωής του Πράσινου Ινστιτούτου.
Σταύρος Αγογλωσσάκης
Αντιπρόεδρος Πράσινου Ινστιτούτου 2012-2013
7
Πρόλογος του συγγραφέα για την ελληνική έκδοση
Χαίρομαι ιδιαίτερα που γράφω αυτόν τον πρόλογο για την ελληνική έκδοση του
βιβλίου Πράσινη πολιτική σκέψη. Η ιδέα για το βιβλίο αυτό μου προέκυψε για
πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν ο κόσμος φαινόταν αρκετά
διαφορετικός απ’ ότι σήμερα. Εκείνη την περίοδο στις πολιτικές διαμάχες κυρι-
αρχούσαν οι συγκρούσεις μεταξύ αριστεράς και δεξιάς, με τις χώρες του Συμ-
φώνου της Βαρσοβίας να βρίσκονται παραταγμένες απέναντι στις αντίπαλές
τους της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας (ΝΑΤΟ). Ωστόσο, το αντιπυρηνικό κίνη-
μα στη Ευρώπη, και πέρα από αυτήν, γεννούσε μια νέα πολιτική, μια πολιτική
που δεν μπορούσε στο σύνολό της να ενταχθεί στο παραδοσιακό φάσμα αρι-
στεράς - δεξιάς. Αυτή τη νέα πολιτική –την πράσινη πολιτική– τροφοδοτούσαν
ανησυχίες στις οποίες δεν φαινόταν να ανταποκρίνονται τα πολιτικά σχήματα
που είχαν κυριαρχήσει στο πολιτικό πεδίο για περισσότερα από 200 χρόνια. Ζη-
τήματα όπως η δηλητηρίαση από παρασιτοκτόνα, η όξινη βροχή, οι τρύπες στο
στρώμα του όζοντος κατέστησαν εξαιρετικά εμφανή την εύθραυστη σχέση μας
με τον μη-ανθρώπινο φυσικό κόσμο, καθώς και την εξάρτησή μας από αυ-
τόν. Βέβαια, τα περιβαλλοντικά ζητήματα δεν εμφανίζονταν για πρώτη φορά,
και η ιστορία βρίθει παραδειγμάτων κοινωνιών, ακόμα και ολόκληρων πολι-
τισμών, που κατέρρευσαν λόγω της εξαντλητικής χρήσης των πόρων που εί-
χαν στη διάθεσή τους. Η διαφορά, όμως, αυτή τη φορά, ήταν –και παραμέ-
νει– ότι η ζημιά δεν είναι τοπικής εμβέλειας ή προσωρινή, αλλά συστημική και
ενδημική.
Η φιλοδοξία της (κατά τα ειωθότα) πολιτικής –ανεξάρτητα από αποχρώ-
σεις– είναι μια αενάως επεκτεινόμενη οικονομία. Η πράσινη πολιτική βασίζεται
στη σκέψη ότι αυτή η φιλοδοξία είναι αδύνατον να διατηρηθεί μέσα σ’ ένα σύ-
στημα περιορισμένων πόρων, όπως είναι ο πλανήτης στον οποίο ζούμε. Αυτός
είναι ο λόγος που η περιβαλλοντική καταστροφή και ο κοινωνικός εκτοπισμός
–των οποίων η κλιματική αλλαγή είναι ίσως η πιο προφανής, αλλά σε καμία
περίπτωση η μόνη έκφανση– παρουσιάζονται συστημικά και ενδημικά σ’ έναν
κόσμο ο οποίος κινείται με τις ιδεολογίες που γέννησε ο Διαφωτισμός. Η πρό-
κληση για την πράσινη πολιτική είναι να διατηρήσει τα καλύτερα στοιχεία της
9
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
1 http://www.ifrc.org/news-and-media/features/european-economic-crisis/
10
Πρόλογος του συγγραφέα για την ελληνική έκδοση
γος θα μπορούσε να υπάρχει για μια πολιτική –μια πράσινη πολιτική– που εστιά-
ζει στη σχέση μεταξύ των ανθρώπινων όντων και του περιβάλλοντός τους;
Υπάρχουν δύο λόγοι : Πρώτον, η ελληνική εμπειρία προσφέρει μια πρό-
γευση του τι σημαίνει απρογραμμάτιστη λιτότητα, συρρίκνωση και «απο-ανά-
πτυξη». Οι πολιτικοί οικολογιστές πιστεύουν ότι οι οικονομίες δεν γίνεται να συ-
νεχίσουν να αναπτύσσονται, οπότε κάποια στιγμή πρέπει να σχεδιάσουμε και
να οικοδομήσουμε μια οικονομία «σταθερότητας», με σταθερούς ρυθμούς δι-
αχείρισης υλικών αντί για διαρκώς αυξανόμενους. Οι ενέργειες γι’ αυτό πρέ-
πει ν’ αρχίσουν σήμερα, ώστε να διασφαλίσουμε ότι οι κοινωνίες θα είναι όχι
μόνο βιώσιμες, αλλά και δίκαιες. Όσο περισσότερο περιμένουμε, τόσο πιθα-
νότερο γίνεται η εμπειρία της Ελλάδας να αποτελέσει κανόνα αντί εξαίρεση. Ο
δεύτερος λόγος για να πάρουμε στα σοβαρά την πράσινη πολιτική βρίσκεται
στο ότι ο καλύτερος οδηγός που διαθέτουμε για μια βιώσιμη και δίκαιη κοινω-
νία είναι ο ίδιος ο οικολογισμός. Η πράσινη πολιτική προσφέρει τη δυνατότητα
μιας ειρηνικής σχέσης των ανθρώπινων όντων μεταξύ τους, όπως και μεταξύ
των ανθρώπινων όντων και του μη-ανθρώπινου κόσμου. Καθώς η οικονομία
της ανάπτυξης ανακόπτεται, η πράσινη πολιτική έχει γίνει απόλυτη αναγκαιότη-
τα αντί για ρηχή πολυτέλεια. Εύχομαι το βιβλίο αυτό να μεταδώσει στους ανα-
γνώστες μιαν αντίληψη των επαγγελιών –αλλά και τον παγίδων– της πράσινης
πολιτικής, και να εμπνεύσει ίσως μερικούς από εσάς να σκεφτείτε και να δρά-
σετε στο όνομα ενός νέου είδους κοινωνίας. Είναι ένα ακαδημαϊκό βιβλίο με
κοινωνικό στόχο.
Θα ήθελα, με την ευκαιρία, να ευχαριστήσω όλους όσοι συμμετείχαν στη
μετάφραση του βιβλίου αυτού, και ειδικά τον Σταύρο Αγογλωσσάκη, ο οποίος
αποτέλεσε πηγή έμπνευσης καθ’ όλη τη διάρκεια του εγχειρήματος. Εύχομαι
η ανάγνωσή σας να ανταμείψει την πίστη του ίδιου, όπως και άλλων, σ’ αυτό.
Άντριου Ντόμπσον
Νοέμβριος 2013
five-years-on-the-european-economic-crisis-leaves-a-legacy-of-poverty-63516/
(10 Οκτωβρίου 2013).
11
Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση
Άντριου Ντόμπσον
Πανεπιστήμιο Keele, Δεκέμβριος 2006
13
Πρόλογος στην τρίτη έκδοση
Στην εισαγωγή της δεύτερης έκδοσης αυτού του βιβλίου επεσήμανα την
έκρηξη δημοσιεύσεων πάνω στο κεντρικό της θέμα –τον οικολογισμό–
που συνόδευσε την πρώτη έκδοση. Αυτή η ορμή δεν φαίνεται να κατα-
λαγιάζει – αντίθετα, πολλαπλασιάζεται και εντείνεται. Το επίπεδο των συ-
γκεκριμένων δημοσιεύσεων είναι πολύ υψηλό και στα κεφάλαια ανα-
λύσεων του οικολογισμού που ανέφερα στον πρόλογο της δεύτερης έκ-
δοσης πρέπει τώρα να προσθέσουμε μερικές εξέχουσες εκτενείς πραγ-
ματείες, όπως: Goodin, 1992, Hayward, 1995, 1998, Dryzek, 1997, Smith,
1998, και J. Barry, 1999. Τα συγκεκριμένα βιβλία αποτελούν μέρος αυτού
που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «δεύτερο κύμα» της θεωρητικής
προσέγγισης στην περιβαλλοντική πολιτική.
Το πρώτο κύμα είχε αφοσιωθεί στην επεξήγηση και ανάλυση των
πολιτικο-ιδεολογικών πτυχών της περιβαλλοντικής πολιτικής, και η
πρώτη έκδοση ετούτου του βιβλίου αποτελούσε σε μεγάλο βαθμό μέρος
του κύματος αυτού. Οι αναζητήσεις του δεύτερου κύματος, από την άλλη
μεριά, έχουν εστιάσει περισσότερο στην πολιτική θεωρία παρά στην πο-
λιτική ιδεολογία, κι έχουν πάρει τη μορφή μιας κριτικής διερεύνησης της
σχέσης μεταξύ της περιβαλλοντικής πολιτικής και μειζόνων θεμάτων και
εννοιών της πολιτικής θεωρίας, όπως η δημοκρατία, η δικαιοσύνη και η
ιδιότητα του πολίτη. Κάποια επιρροή αυτού του δεύτερου κύματος μπο-
ρεί να βρεθεί στην τρίτη έκδοση της Πράσινης πολιτικής σκέψης, όπου
έχω προσθέσει στο κεφάλαιο 4 μία ενότητα με τίτλο «Δημοκρατία και αυ-
ταρχισμός», όπως στο κεφάλαιο 5 αναφορές στην ακανθώδη σχέση με-
ταξύ κοινωνικής δικαιοσύνης και περιβαλλοντικών στόχων.
Το κεφάλαιο 5 γενικά έχει υποστεί ριζικές αλλαγές. Ανταποκρίθη-
κα στο ενδιαφέρον που έδειξαν οι φοιτητές για τη σχέση μεταξύ οικολογι-
σμού και άλλων ιδεολογιών, καθώς και σε ορισμένες εξέχουσες συγκρι-
τικές μελέτες από ειδικούς σε αυτόν τον χώρο, διευρύνοντας το πεδίο
αναφοράς ώστε να περιλαμβάνει όχι μόνο τον σοσιαλισμό και τον φεμινι-
σμό, αλλά και τον φιλελευθερισμό και τον συντηρητισμό. Εκμεταλλεύτη-
14
Πρόλογος στην τρίτη έκδοση
κα την ευκαιρία αυτή για να κατοχυρώσω και την κεντρική θέση του βι-
βλίου: ότι ο οικολογισμός είναι μια αυτοτελής πολιτική ιδεολογία, διακρι-
τή και διαφορετική από τις άλλες με τις οποίες συναγωνίζεται στην αυγή
του 21ου αιώνα.
Οι θετικές και οι όχι τόσο θετικές αντιδράσεις στην ανάπτυξη του οι-
κολογισμού που εντόπισα και συζήτησα στον επίλογο της δεύτερης έκδο-
σης συνεχίζονται αδιάπτωτα. Υπάρχει σήμερα μια ισχυρή πεποίθηση ότι
οι στόχοι του οικολογισμού μπορούν να επιτευχθούν, τρόπος του λέγειν,
χωρίς αυτόν. Πιστεύω ότι αυτό είναι λάθος, και έχω επικαιροποιήσει τον
επίλογο για άλλη μια φορά προκειμένου να εξηγήσω τους λόγους.
Είμαι στην ευχάριστη θέση να πω ότι οι κοινότητα των ειδικών που
ασχολούνται με την περιβαλλοντική πολιτική είναι ισχυρή, παλλόμενη και
αναπτυσσόμενη, και η συνεργασία με τα μέλη της εξακολουθεί να αποτε-
λεί πηγή πνευματικής και κοινωνικής ικανοποίησης. Είναι εξαιρετικά ευ-
χάριστο να βλέπει κανείς ειδικούς εκτός «του πράσινου χώρου» ν’ αρχί-
ζουν να καταπιάνονται με τις πνευματικές προκλήσεις που έχει αποκα-
λύψει η περιβαλλοντική πολιτική θεωρία. Είμαι, όπως πάντα, ευγνώμων
προς όσους έχουν συμμετάσχει σε αυτήν τη σπινθηροβόλα συζήτηση για
τον τρόπο με τον οποίο επηρέασαν τα όσα γράφω εδώ. Είμαι επίσης ευ-
γνώμων στον επιμελητή μου στις εκδόσεις Routledge, Mark Kavanagh,
που με προέτρεψε να σηκώσω για άλλη μια φορά το γάντι απέναντι σε
αυτήν την πρόκληση. Τέλος, ευχαριστώ τους ανθρώπους της εργολαβι-
κής εταιρείας στο πανεπιστήμιο Keele που, άθελά τους, μου προσέφεραν
το θέμα για τη φωτογραφία του Miho Suganami στο εξώφυλλο.
Άντριου Ντόμπσον
Πανεπιστήμιο Keele, Αύγουστος 1999
15
Πρόλογος στη δεύτερη έκδοση
Μόνον αφού πέρασε αρκετός καιρός από τη δημοσίευση της πρώτης έκ-
δοσης αυτού του βιβλίου συνειδητοποίησα τι είχα προσπαθήσει να κάνω
σ’ αυτό. Η γλαύκα της Αθηνάς κατέφθασε παρακινημένη από πολλές κα-
λοπροαίρετες αναγνώσεις της Πράσινης πολιτικής σκέψης από συναδέλ-
φους σε όλο τον κόσμο, η συνολική βαρύτητα των οποίων μ’ έκανε να
αντιληφθώ ότι η εξασφάλιση μίας θέσης για τον οικολογισμό στον κατά-
λογο των μοντέρνων πολιτικών ιδεολογιών ήταν κατ’ αρχάς η κύρια πρό-
θεσή μου. Τα εγχειρίδια εισαγωγής στις πολιτικές ιδεολογίες αφθονούν
εδώ και αρκετό καιρό, όμως μόνον πρόσφατα ο οικολογισμός βρήκε τη
θέση του σ’ αυτά. Το 1989 δεν γνώριζα κανένα τέτοιο εγχειρίδιο που να
περιέχει κεφάλαιο πάνω στην οικολογική πολιτική σκέψη, ενώ σήμερα
υπάρχουν αρκετά (για παράδειγμα Ball and Dagger, 1991, Leach, 1991,
Heywood, 1992, Macridis, 1992, Vincent, 1992, Dobson, 1993a, Kenny,
1994). Η συνειδητοποίηση του τι προσπαθούσα να κάνω έχει –ελπίζω–
βελτιώσει την εστίαση της δεύτερης έκδοσης, ενώ προσπαθώ (ειδι-
κά στην εισαγωγή) να ενσωματώσω την οπτική μου για τον οικολογισμό
αποτελεσματικότερα τόσο στη θεωρία της πολιτικής ιδεολογίας όσο και
στα περιεχόμενα επισκοπήσεων για το ευρύ κοινό όπως οι παραπάνω.
Αυτή η εστίαση μου έδωσε επίσης τη δυνατότητα να εμβαθύνω περαιτέ-
ρω στη διαφοροποίηση μεταξύ περιβαλλοντισμού και οικολογισμού, δια-
φοροποίηση που αποτελεί πλέον αναπόσπαστο μέρος του περιβαλλοντο-
λογικού-πολιτικού διαλόγου.
Τα τελευταία πέντε χρόνια εμφανίστηκε μια συντριπτική πληθώ-
ρα συγγραμμάτων περιβαλλοντικής πολιτικής, κάτι που για να το παρα-
κολουθήσει κανείς συνεπάγεται μια χρονοβόρα διαδικασία. Εξεπλάγην
ευχάριστα όταν ανακάλυψα ότι αυτή η συχνά πολύ απαιτητική εργασία
είχε ως αποτέλεσμα την αναπροσαρμογή των προηγουμένων απόψεών
μου, παρά μια καθολική τους αναδιάρθρωση (αν και τι άλλο θα άντεχα να
πω;). Έχω, οπωσδήποτε, επικαιροποιήσει τις παρατηρήσεις και τα παρα-
δείγματά μου κι έχω ανταποκριθεί όπου προέκυψαν προκλήσεις.
16
Πρόλογος στη δεύτερη έκδοση
17
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
έκυψε από την Πράσινη πολιτική σκέψη ήταν η ευκαιρία που μου δόθη-
κε να έρθω σ’ επαφή με ορισμένους εξαιρετικούς επιστήμονες, μερικοί
από τους οποίους έγιναν φίλοι μου. Ένα από τα πρόσωπα στον κατάλο-
γο, η Caroline Wintersgill, δεν είναι πανεπιστημιακός, αλλά η επιμελή-
τριά μου στις εκδόσεις Routledge. Είμαι υπόχρεος στην Caroline που με
παρέσυρε στην παιδευτική εμπειρία της προετοιμασίας αυτής της δεύ-
τερης έκδοσης και που υπήρξε ο πλέον υπομονετικός δοκιμαστικός δέ-
κτης όσων θα έπρεπε να κάνω γι’ αυτήν. Ελπίζω το αποτέλεσμα να είναι
αντάξιο τόσο της δικής της επιμονής όσο και των προσπαθειών των συ-
ναδέλφων μου να φωτίσουν το δικό μου πνευματικό σκοτάδι.
Άντριου Ντόμπσον
Πανεπιστήμιο Keele, 1995
18
Εισαγωγή
19
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
and Smith, 2003). Υπάρχουν βιβλία και άρθρα αφιερωμένα στα πράσινα
πολιτικά κόμματα (Müller-Rommel and Poguntke, 2002), στην περιβαλ-
λοντική χάραξη πολιτικής (Fisher and Black, 1995, Jordan et al., 2003),
στην κοινωνιολογία του περιβαλλοντικού κινήματος (Doherty, 2002), και
στις διεθνείς σχέσεις για το περιβάλλον (Thomas, 1992, Laferrière and
Stoett, 1999, Paterson, 2000). Υπάρχουν επιθεωρήσεις που ειδικεύο-
νται στην περιβαλλοντική πολιτική – όπως οι Environmental Politics και
Global Environmental Politics. Υπάρχουν επίσης βιβλία αφιερωμένα στην
επιχειρηματολογία και την ανάλυση γύρω από τις πολιτικές και κοινω-
νικές αντιλήψεις που βρίσκονται πίσω από το περιβαλλοντικό κίνημα
(Atkinson, 1991, Hayward, 1995, Dryzek, 1997, Smith, 1998, Barry, 1999,
Baxter, 1999, Blühdorn, 2000, Humphrey, 2001, Meyer, 2001, Whiteside,
2002, Dickens, 2004), κι ετούτο είναι ένα από αυτά τα βιβλία.
Η πρώτη έκδοση της Πράσινης πολιτικής σκέψης έγινε το 1990, όταν
τα πράσινα πολιτικά κόμματα αποτελούσαν καινοτομία και σχεδόν κα-
νείς δεν είχε ακούσει για την κλιματική αλλαγή. Αναρωτιόμουν, τότε, αν
το τρυφερό πράσινο φυτό του περιβαλλοντισμού αποτελούσε απλά μιαν
ακόμα εκδοχή ιδεολογιών που ήδη υπήρχαν ή μια νέα, αυθύπαρκτη ιδε-
ολογία. Όσο περισσότερο διάβαζα γι’ αυτόν, τόσο πειθόμουν ότι είχαμε
πράγματι στα χέρια μας μια νέα ιδεολογία. Το να λέμε ότι ο περιβαλλοντι-
σμός είναι «σαν» κάποιες άλλες πολιτικές ιδεολογίες μου φαινόταν τόσο
λογικό όσο το να λέμε ότι ο σοσιαλισμός είναι «σαν» τον φιλελευθερι-
σμό, για παράδειγμα. Δεκαέξι χρόνια αργότερα είμαι πιο πεπεισμένος
από ποτέ γι’ αυτό.
Ένας από τους πιο εντυπωσιακούς πολιτικούς μετασχηματισμούς
των τελευταίων δύο δεκαετιών υπήρξε ο τρόπος με τον οποίο η περιβαλ-
λοντική συνείδηση μετακινήθηκε από το περιθώριο στο κέντρο της πο-
λιτικής ζωής. Όλοι επιθυμούν ένα κομμάτι της. Κανείς σοβαρός υποψή-
φιος για πολιτικό αξίωμα δεν έχει την πολυτέλεια να κινηθεί αντίθετα
προς αυτό το ρεύμα· το να βρεις κάποιον πολιτικό που ν’ αντιτίθεται στη
βιώσιμη ανάπτυξη είναι τόσο δύσκολο όσο το να βρεις κάποιον απρό-
θυμο να φιλάει μωρά στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Ο με-
τασχηματισμός αυτός απαίτησε από τους πολιτικούς να αφομοιώσουν
«το περιβάλλον» στις σχετικές πολιτικές θέσεις τους – και το αποτέλε-
20
Εισαγωγή
21
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
δεν στερείται σημασίας, όμως επιθυμώ να δείξω ότι η φύση αυτής της
διαφοράς μας οδηγεί πέρα από το ζήτημα του ριζοσπαστισμού, σε πε-
δίο πιο θεμελιώδους χαρακτήρα – χαρακτήρα πεδίου, μάλιστα, που μας
υποχρεώνει να διακρίνουμε τον φιλελευθερισμό από τον σοσιαλισμό ως
οικογένειες, και όχι απλά –ή μόνο– ως παιδιά των ίδιων γονιών.
Αυτό ισχύει, καίρια, επειδή ο περιβαλλοντισμός δεν είναι με κανέ-
ναν τρόπο ιδεολογία. Οι περισσότεροι αναλυτές αποδίδουν τα ίδιες τρεις
βασικές παραμέτρους στις ιδεολογίες, όπως τις πραγματεύομαι εδώ:
Πρώτον, οφείλουν να παρέχουν μιαν αναλυτική περιγραφή της κοινω-
νίας – έναν «χάρτη» με σημεία αναφοράς που να βοηθούν τους χρήστες
του να βρίσκουν τον δρόμο τους μέσα στον πολιτικό κόσμο. Δεύτερον,
πρέπει να επαγγέλλονται μία συγκεκριμένη μορφή κοινωνίας, επικαλού-
μενες αντιλήψεις σχετικά με την ανθρώπινη κατάσταση οι οποίες συντη-
ρούν και αναπαράγουν ιδέες για τη φύση μιας τέτοιας κοινωνίας. Τέλος,
πρέπει να παρέχουν ένα πρόγραμμα πολιτικής δράσης ή να καταδεικνύ-
ουν πώς θα μεταβούμε από την κοινωνία όπου ζούμε σήμερα σε αυτήν
που επαγγέλλεται η συγκεκριμένη ιδεολογία.
Όσον αφορά στην πρώτη παράμετρο, και στο πλαίσιο του διαχωρι-
σμού του οικολογισμού από τον περιβαλλοντισμό, είναι σημαντικό να το-
νίσουμε ότι οποιοδήποτε πρόβλημα αντιμετωπίζεται από μια οποιαδή-
ποτε ιδεολογία πρέπει να αναλύεται ως προς κάποιο βασικό και (τρό-
πον τινά) αναγκαστικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης κατάστασης, και
όχι ως προς κάποια τυχαία χαρακτηριστικά συγκεκριμένων κοινωνικών
πρακτικών. Στη δική μας περίπτωση, ο οικολογισμός θα υποστηρίξει ότι
η κλιματική αλλαγή αποτελεί όχι απλώς ένα παρεπόμενο προβληματι-
κών τεχνολογιών παραγωγής ενέργειας, αλλά μάλλον ένα σύμπτωμα της
παραγνώρισης των δυνατοτήτων (ή, πιο σωστά εδώ, των περιορισμών)
που συνοδεύουν τη συμμετοχή σε μία αλληλένδετα βιοτική και αβιοτική
κοινότητα. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι, όσες διαφωνίες κι αν έχουν οι
ιδεολογίες σε ζητήματα ανάλυσης και συμπερασμάτων, θα τις διατυπώ-
νουν πάντοτε ως θεμελιώδεις «αλήθειες» γύρω από την ανθρώπινη κα-
τάσταση. Υπ’ αυτήν την έννοια, ο οικολογισμός συναριθμείται στις πολιτι-
κές ιδεολογίες, ενώ ο περιβαλλοντισμός όχι.
Μία παρόμοια παρατήρηση μπορεί να γίνει σχετικά με τη δεύτερη
22
Εισαγωγή
23
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
24
Εισαγωγή
25
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
και, στη θέση της, θα δημιουργήσει μια νέα οικονομική και κοινωνική
τάξη πραγμάτων, η οποία θα επιτρέπει στα ανθρώπινα όντα να ζουν σε
αρμονία με τον πλανήτη. Υπό αυτούς τους όρους, το Πράσινο Κίνημα
ισχυρίζεται ότι είναι η πιο ριζοσπαστική και σημαντική πολιτική και πο-
λιτισμική δύναμη από τη γέννηση του σοσιαλισμού.
(Porritt and Winner, 1988, σ. 9)
26
Εισαγωγή
27
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
28
Εισαγωγή
29
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
1986, σ. 1) και με την ιδιότητά της αυτή μας εμπλέκει σε κριτικό στοχασμό
σχετικά με τις πιο αθέατες προϋποθέσεις της τρέχουσας κοινωνικής και
πολιτικής ζωής – πιο αθέατες κι απ’ αυτές που οι πολιτικοί οικολογιστές
ισχυρίζονται ότι έχουν αποκαλύψει. Αντλώντας από τον Μαρξ, η αντίλη-
ψη αυτή για την ιδεολογία μας ωθεί να μην παίρνουμε τίποτε ως δεδο-
μένο και υποστηρίζει ότι οι λέξεις που χρησιμοποιούνται σε οποιαδήποτε
δεδομένη περιγραφή του κόσμου είναι μάλλον αδιαφανείς παρά διαφα-
νείς, και απαιτούν αποκρυπτογράφηση.
Παρόλα αυτά, υπάρχει ακόμα κάτι χρήσιμο που θα μπορούσα-
με να πούμε για τον σοσιαλισμό, τον φιλελευθερισμό και τον συντηρητι-
σμό μέσα από το λειτουργικό γλωσσικό ιδίωμα, έστω υπό την έννοια ότι
μπορούμε όντως να υποστηρίξουμε μετά λόγου γνώσεως πως οι πολι-
τικές ιδεολογίες παρέχουν «τις έννοιες, τις κατηγορίες, τις εικόνες και τις
ιδέες με τις οποίες οι άνθρωποι κατανοούν τον κοινωνικό και πολιτικό
τους κόσμο, σχεδιάζουν εγχειρήματα, φτάνουν σε κάποια μορφή συνει-
δητοποίησης της θέσης τους σ’ αυτόν τον κόσμο και δρουν μέσα σ’ αυ-
τόν» (Donald and Hall, 1986, σ. x). Είναι η συγκεκριμένη λειτουργική αντί-
ληψη περί ιδεολογίας που διατρέχει το περιεχόμενο αυτού του βιβλίου.
Στοχεύω να εκθέσω τις ιδέες με τις οποίες οι ριζοσπάστες πράσινοι πε-
ριγράφουν τον πολιτικό και κοινωνικό κόσμο, προτείνουν δράσεις εντός
αυτού, και επιδιώκουν να μας κινητοποιήσουν σε τέτοιες δράσεις. Η συ-
γκεκριμένη οπτική είναι γενικώς παραδεκτή στο πλαίσιο της πραγμάτευ-
σης των πολιτικών ιδεολογιών, όμως η κατανόηση της «ιδεολογίας», την
οποία προϋποθέτει, είναι κάθε άλλο παρά γενικής αποδοχής μέσα στο
ευρύτερο πλαίσιο μελέτης της ιδεολογίας καθεαυτήν. Μέσα σε αυτό το
ευρύτερο πλαίσιο, τόσο ο οικολογισμός όσο και το παρόν βιβλίο γι’ αυτόν
θα πρέπει να υποβληθούν σε διεξοδική εξέταση.
30
1. Ο προβληματισμός περί
του οικολογισμού
31
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
32
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
33
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
ντα –την ίδια τη Γη– που ενυπήρχε σε όλες τις μοντέρνες πολιτικές ιδεολο-
γίες, αλλά είχε παραμείνει αφανής, είτε λόγω της ίδιας της γενικευμένης
παρουσίας του είτε επειδή τα περιγραφικά και θεραπευτικά σχήματα των
ιδεολογιών αυτών τον είχαν κρατήσει στην αφάνεια. Ο οικολογισμός ανα-
δεικνύει ως κατεξοχήν ακρογωνιαίο λίθο του πνευματικού οικοδομήμα-
τός του τη Γη, ως φυσικό αντικείμενο, υποστηρίζοντας ότι η πεπερασμένη
φύση της είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο καθίσταται αδύνατη μια απε-
ριόριστη πληθυσμιακή και οικονομική ανάπτυξη και, κατά συνέπεια, απαι-
τούνται βαθιές αλλαγές στην κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά μας.
Μια αξεπέραστη αποτύπωση αυτού του πεπερασμένου αποτελεί η γνω-
στή φωτογραφία που τραβήχτηκε από τις κάμερες του διαστημοπλοίου
Απόλλων 8 το 1968 και απεικονίζει τη Γη, σε μπλε και λευκό χρώμα, να
αιωρείται στο διάστημα, πάνω από τον ορίζοντα της σελήνης. Είκοσι χρό-
νια νωρίτερα ο αστρονόμος Fred Hoyle είχε γράψει ότι «από τη στιγμή που
θα είναι διαθέσιμη μια φωτογραφία της Γης τραβηγμένη από μακριά […]
μια καινούργια ιστορικής σημασίας ιδέα θα αναδυθεί» (στο Myers, 1985,
σ. 21). Μάλλον είχε δίκιο. Το πράσινο κίνημα έχει υιοθετήσει αυτή την ει-
κόνα, και την αίσθηση ομορφιάς και ευθραυστότητας που αποπνέει, για να
καλλιεργήσει το ενδιαφέρον για τη Γη, υποστηρίζοντας ότι η καθημερινή
ζωή στις βιομηχανικές κοινωνίες μας έχει αποξενώσει από αυτήν. «Εκεί-
νοι που ζουν μέσα στα τσιμέντα, τα πλαστικά και τους ηλεκτρονικούς υπο-
λογιστές μπορεί εύκολα να ξεχάσουν σε πόσο μεγάλο βαθμό η ευημερία
μας εξαρτάται από τη γη» (Myers, 1985, σ. 22). Μας συνιστάται να αναγνω-
ρίσουμε ποιο ήταν και εξακολουθεί να είναι το ζήτημα: ότι όλος ο πλούτος
(κάθε είδους) προέρχεται, σε τελευταία ανάλυση, από τον πλανήτη.
Βιώσιμες κοινωνίες
Η κεντρικότητα της θέσης ότι υπάρχουν όρια στην ανάπτυξη, και τα συ-
μπεράσματα που εξάγονται από αυτήν, οδηγούν τους πολιτικούς οικο-
λογιστές να υποστηρίζουν την αναγκαιότητα ριζοσπαστικών αλλαγών
στις κοινωνικές συνήθειες και πρακτικές. Ο τύπος της κοινωνίας που
θα μπορούσε να ενσωματώσει τις αλλαγές αυτές αναφέρεται συχνά από
34
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
35
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
36
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
37
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
νται με μία πληθυσμιακή πολιτική» (Irvine and Ponton, 1988, σ. 29). Το ζή-
τημα αυτό του πληθυσμού θα αποτιμηθεί στο κεφάλαιο 3.
38
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
Καμία παρουσίαση του οικολογισμού δεν θα ήταν πλήρης χωρίς την κα-
τάλληλη (συνήθως μεγάλη) δόση απαισιόδοξων και καταστροφολογικών
προειδοποιήσεων. Οι πολιτικοί οικολογιστές υποστηρίζουν συστηματι-
κά ότι αν οι προειδοποιήσεις τους δεν εισακουσθούν και οι οδηγίες τους
δεν ακολουθηθούν οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές. Η τριαντάχρονη
επικαιροποίηση του Limits to Growth (βλ. παραπάνω) μας παρέχει ένα
χαρακτηριστικό παράδειγμα:
39
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Η δεύτερη και πιθανόν πιο σοβαρή συνέπεια της προσφυγής του κινήμα-
τος σε δυσοίωνα προγνωστικά είναι ότι οι θεωρητικοί του μοιάζει να αι-
σθάνονται απαλλαγμένοι από την υποχρέωση ενός σοβαρού στοχασμού
γύρω από την πραγμάτωση της αλλαγής που προτείνουν. Εδώ ακριβώς
40
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
41
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
42
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
43
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
44
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
45
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Οι John Gray (1993b) και Roger Scruton (2006) επέλεξαν κάποιες από
αυτές τις θέσεις και τις μετέτρεψαν σε αρετές μέσα από μια συντηρητι-
κή προσέγγιση. Ο Gray υποστηρίζει ότι υπάρχουν τρεις «βαθιές συνάφει-
ες» μεταξύ της πράσινης και της συντηρητικής σκέψης. Η πρώτη είναι
ότι «τόσο ο συντηρητισμός όσο και η πράσινη θεωρία βλέπουν τη ζωή
των ανθρώπινων όντων σε μια πολυ-δια-γενεακή προοπτική». Η δεύτε-
ρη είναι ότι «τόσο οι συντηρητικοί όσο και οι πράσινοι στοχαστές απορ-
ρίπτουν το πρότυπο του φιλελεύθερου ατομικισμού, το κυρίαρχο υπο-
κείμενο, αυτόνομο φορέα δράσης, από τις επιλογές του οποίου πηγά-
ζει οτιδήποτε έχει αξία». Και η τρίτη είναι ότι «τόσο οι πράσινοι όσο και
οι συντηρητικοί θεωρούν πως η αποφυγή της διακινδύνευσης συνιστά
την οδό της σύνεσης όταν οι νέες τεχνολογίες ή οι καινούργιες κοινωνι-
κές πρακτικές έχουν συνέπειες μεγάλες και απρόβλεπτες» (Gray, 1993b,
σ. 136-137). Παρότι ο Gray δεν περιλαμβάνει στον κατάλογό του και μια
κοινή αντίθεση στον «αλαζονικό ανθρωπισμό», θα μπορούσε να το είχε
κάνει (ό.π., σ. 139). Οι ομοιότητες που εντοπίζει ο Gray είναι σωστά επι-
λεγμένες, όμως στις λεπτομέρειες υπάρχουν πολλά που μπορούν να
τροφοδοτήσουν μια μακρά αντιπαράθεση μεταξύ πολιτικών οικολογι-
στών και συντηρητικών (Τι ακριβώς θα μπορούσε να αντικαταστήσει το
πρότυπο του φιλελεύθερου ατόμου; Ποιοι πρόκειται να είναι οι κανόνες
κατανομής από γενιά σε γενιά;) – και, βέβαια, δεν γίνεται καμία απολύ-
τως αναφορά στον οικοκεντρισμό (ως θεμελιώδες διακριτικό χαρακτη-
ριστικό). Θα εξετάσω τη σχέση μεταξύ οικολογισμού και συντηρητισμού
λεπτομερέστερα στο κεφάλαιο 5. Σε γενικές γραμμές θα δεχθούμε, για
την ώρα, ότι η δυσκολία να χαρακτηρισθεί ο οικολογισμός είτε σαφώς
αριστερός είτε δεξιός είναι απότοκη της διφορούμενης σχέσης του με την
παράδοση του Διαφωτισμού, όπως αναφέρεται στην εισαγωγή, και συ-
νάδει με την εικόνα που έχει για τον εαυτό του ως αμφισβητία κατεστη-
μένων αντιλήψεων της παράδοσης αυτής.
Δεύτερον, ο πράσινος ισχυρισμός ότι υπερβαίνει και τον καπιταλι-
σμό και του κομουνισμό, με την έννοια ότι ο οικολογισμός αμφισβητεί ένα
κυρίαρχο στοιχείο κοινό και στα δύο συστήματα (τον βιομηχανισμό), έχει
προκαλέσει έντονη κριτική από την αριστερά. Οι λόγοι γι’ αυτό είναι δύο.
Ο πρώτος είναι ότι επαναφέρει δυσάρεστες αναμνήσεις από τα περί «τέ-
46
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
λους της ιδεολογίας» λεγόμενα στη δεκαετία του 1960. Η αριστερά έχει
υποστηρίξει ότι η ίδια αυτή η τοποθέτηση είναι ιδεολογική, με την έννοια
ότι θέτει ένα προσχηματικό επικάλυμμα συναίνεσης ως προς τους βασι-
κούς στόχους της κοινωνίας και με αυτόν τον τρόπο συσκοτίζει και απο-
νομιμοποιεί εναλλακτικές στρατηγικές. Η πεποίθηση περί του «τέλους της
ιδεολογίας» βρήκε στήριγμα στην περί σύγκλισης θεωρία, η οποία ισχυ-
ριζόταν ότι τα κομουνιστικά και καπιταλιστικά έθνη είχαν αρχίσει να συ-
γκλίνουν μέσα από παρεμφερείς πορείες κοινωνικής και πολιτικής δρά-
σης. Η αριστερά ισχυρίστηκε ότι τέτοιου είδους αναλύσεις εξυπηρετού-
σαν την παγίωση των υπαρχουσών σχέσεων εξουσίας –ιδιαίτερα στις κα-
πιταλιστικές χώρες– και επομένως επιτελούσαν μία συντηρητική κοινω-
νική λειτουργία. Για τους σοσιαλιστές δεν υπάρχει σημαντικότερος πολι-
τικός αγώνας από αυτόν μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας – και οποιαδή-
ποτε πολιτική ισχυρίζεται ότι υπερβαίνει αυτόν τον αγώνα αντιμετωπίζεται
με καχυποψία. Ο ισχυρισμός ότι τα συμφέροντα κεφαλαίου και εργασίας
έχουν κατά κάποιον τρόπο συγκλίνει ισοδυναμεί, σύμφωνα με τη σοσιαλι-
στική οπτική, με προδοσία του σχεδίου απελευθέρωσης της εργασίας από
το κεφάλαιο. Τα συμφέροντα του κεφαλαίου και της εργασίας δεν είναι τα
ίδια, ωστόσο η πράσινη πεποίθηση ότι αμφότερα εγγράφονται στην υπερ-
ιδεολογία του βιομηχανισμού τα κάνει να μοιάζουν τέτοια.
Κατά βάση, υποδεικνύει η Joe Weston, το λάθος του πράσινου κι-
νήματος είναι ότι αρνείται μια ταξική ανάλυση της κοινωνίας. «Υποστηρί-
ζει ότι οι παραδοσιακοί ταξικοί διαχωρισμοί έχουν φτάσει σ’ ένα τέλος»
(Weston, 1986, σ. 22) και χρησιμοποιεί τον όρο «βιομηχανική κοινωνία …
για να διακρίνει τη σύγχρονη κοινωνία από τον ορθόδοξο καπιταλισμό –
δεν πρόκειται για ουδέτερο όρο» (ό.π.). Δεν είναι ουδέτερος, αφού απο-
μακρύνει τον καπιταλισμό από τα πυρά της κριτικής κι έτσι συμβάλλει
στην επιβίωση και αναπαραγωγή του. Παρόμοια, η αρχική θεωρία για
το «τέλος της ιδεολογίας» συνοδευόταν από μιαν ανάλυση σχετικά με το
πώς διαμορφώνονται οι πολιτικές και πώς διευθετούνται οι κοινωνικές
συγκρούσεις συναθροιζόμενες υπό τον όρο «πλουραλισμός». Οι σοσιαλι-
στές ανέκαθεν θεωρούσαν την περιγραφή αυτή ύποπτη, κυρίως επειδή
θεωρεί δεδομένη την ύπαρξη μιας καταφανώς δημοκρατικής ποικιλο-
μορφίας και ανοιχτοσύνης, εξυπηρετώντας τη συγκάλυψη της καπιταλι-
47
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
στικής ιεραρχίας πλούτου και δύναμης που βασίζεται στην κυριαρχία του
κεφαλαίου επί της εργασίας.
Δεν είναι τυχαίο επομένως, κατά τη Weston, ότι η θεωρία του πρά-
σινου κινήματος περί «βιομηχανισμού», η οποία έχει συνοδευτεί από
την εγκατάλειψη της ταξικής ανάλυσης της κοινωνίας, καταλήγει επίσης
σε μια πολιτική πρακτική που αναζητά στήριξη στις ομάδες πίεσης του
πλουραλισμού. Από αυτή την άποψη δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ του
Daniel Bell και του Jonathon Porritt. Κατ’ αρχάς, η επίθεση του Porritt
στον βιομηχανισμό τον εμποδίζει να αντιληφθεί ότι το πραγματικό πρό-
βλημα είναι ο καπιταλισμός. Δεύτερον, η αδυναμία του να προχωρήσει
σε μια ταξική ανάλυση της κοινωνίας τον οδηγεί στο αδιέξοδο της πολι-
τικής των ομάδων πίεσης. Τρίτον –και πιθανόν το σοβαρότερο από μια
σοσιαλιστική οπτική–, όχι μόνο δεν επιτίθεται στον καπιταλισμό όπως θα
όφειλε, αλλά συμβάλλει κιόλας στην επιβίωσή του, εκτρέποντας από αυ-
τόν την κριτική.
Ο Porritt πρόσφατα απομακρύνθηκε από τη διεξοδική κριτική του
καπιταλισμού προς μιαν επιφυλακτική αποδοχή του (Porritt, 2005). Πρό-
κειται, ισχυρίζεται, για «το μοναδικό οικονομικό παιχνίδι που υφίσταται»
(Porritt, 2005, σ. ΧΙV), οπότε εάν δεν υπάρχει ελπίδα για έναν βιώσιμο κα-
πιταλισμό, τότε δεν υπάρχει ελπίδα για βιωσιμότητα, τελεία και παύλα.
Περισσότερο αριστερόφρονες πράσινοι, όπως οι Derek Wall (2005) και
Saral Sarkar (1999), θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν ότι ο καπιταλισμός
είναι μέρος μάλλον του προβλήματος παρά της λύσης, κυρίως επειδή η
τάση για συσσώρευση κεφαλαίου αναπτύσσεται χωρίς αναφορά ή σεβα-
σμό στους περιορισμούς που επιβάλλονται από έναν πεπερασμένο πλα-
νήτη (η θέση «όρια στην ανάπτυξη»).
Επομένως, η πεποίθηση της αριστεράς ότι δεν είναι δυνατόν να
υπερβούμε τον καπιταλισμό όσο αυτός συνεχίζει να υπάρχει την καθιστά
καχύποπτη απέναντι σε ισχυρισμούς περί του αντιθέτου. Ο David Pepper,
για παράδειγμα, υποστήριξε ότι δεν πρέπει να βλέπουμε «τις περιβαλλο-
ντικές ανησυχίες και προτάσεις … υπέρτερες ή αποκομμένες από τους
παραδοσιακούς πολιτικούς προβληματισμούς, αλλά απότοκες και χρη-
σιμοποιούμενες κατά κόρον ως μέσα προώθησης των συμφερόντων
της μιας ή της άλλης παραδοσιακής πολιτικής παράταξης» (Pepper, 1984,
48
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
Ιστορική τοποθέτηση
49
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
έναρξη της νεολιθικής περιόδου (Oelschlaeger, 1991, σ. 28) και δεν κα-
τορθώσαμε (στον σύγχρονο βιομηχανικό κόσμο) να την ανακτήσουμε μέ-
χρι σήμερα. Πέρα από το γεγονός ότι τα τεκμήρια τέτοιου είδους ισχυρι-
σμών δεν είναι ισχυρά (με αρκετά πειστική αμφισβήτησή τους στο Lewis
1992, σ. 43-48, για παράδειγμα), οι δεσμοί της σκέψης των ανθρώπων
πριν από δεκάδες χιλιάδες χρόνια με τη μοντέρνα οικολογία μοιάζουν
υπερβολικά ισχνοί για να μας παράσχουν επαρκείς ερμηνείες ως προς
τη φύση μιας σύγχρονης ιδεολογίας.
Η τρίτη άποψη –ότι ο οικολογισμός έχει τις ρίζες του στον 19ο αιώ-
να– είναι πιθανόν η ευρύτερα αποδεκτή (βλ. π.χ. Heywood, 1992, Mac-
ridis, 1992, Vincent, 1992). Στηρίζεται συχνά σε μια ανάγνωση του σημαί-
νοντος έργου Ecology in the 20th century («Η οικολογία στον 20ό αιώνα»,
1989) από την Anna Bramwell. Ανάμεσα στις ομοιότητες της σκέψης (μέ-
ρους της τουλάχιστον) του 19ου αιώνα και του σημερινού οικολογισμού
ο Vincent εντοπίζει «μια κριτική αντίδραση στην παράδοση του Ευρωπαϊ-
κού Διαφωτισμού … [καθώς ο] οικολογισμός αντιμετωπίζει με σκεπτικι-
σμό την υπέρτατη αξία που αποδίδεται στη λογική», την αντίθεση «στην
κεντρική θέση του ανθρώπου, όπως και στο ότι η φύση δεν έχει αξία,
αλλά μπορεί να αποτελεί απλά αντικείμενο χειρισμού από τους ανθρώ-
πους» και, τέλος, τον αντίκτυπο που είχαν οι Μάλθους και Δαρβίνος στην
ενσωμάτωση «μιας αυστηρά υλιστικής και επιστημονικής οπτικής σε μια
αντίληψη της θρησκείας και της ηθικής ως έμφυτης και φυσιοκρατικής»
(Vincent, 1992, σ. 211-212).
Ίσως θα θέλαμε να αμφισβητήσουμε λεπτομέρειες των ισχυρισμών
αυτών, αλλά θα ήταν ανόητο να αρνηθούμε τις ευρείες παραλληλίες του
συνδυασμού επιστημονικού ορθολογισμού και ρομαντικού αρκαδισμού
στον 19ο αιώνα και στο σημερινό οικολογικό κίνημα. Αυτές (και άλλες)
παραλληλίες επαναβεβαιώθηκαν από την Bramwell με την πεποίθηση ότι
η βαρύτητα της προγενέστερης εργασίας της έχει γίνει ευρέως αποδεκτή
(Bramwell, 1994, σ. 25-33). Ο Vincent πιστεύει ότι αυτές οι παραλληλίες
έχουν σκόπιμα αγνοηθεί, λόγω των αντιδραστικών πολιτικών απόψεων
που συνδέθηκαν με τέτοιες θέσεις στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές
του 20ού. Βασίζοντας σε μεγάλο βαθμό το επιχείρημά του στην εργασία
της Bramwell, υποστηρίζει ότι οι φορείς της οικολογίας εκείνη την επο-
50
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
51
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
52
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
αντιπαράθεση για τα “όρια στην ανάπτυξη” στις αρχές της δεκαετίας του
1970, η οποία έλαβε μεγάλη δημοσιότητα» (Eckersley, 1992, σ. 8). Η έκ-
θεση διατύπωνε τα κυριότερα συμπεράσματά της ως εξής:
53
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
σότερο που θα μπορούσαμε να πούμε γι’ αυτόν, αφού έζησε πολύ πριν
από τη Γαλλική και τη Βιομηχανική Επανάσταση, οι οποίες γέννησαν τον
καθαυτό σοσιαλισμό, είναι ότι οι απόψεις του ήταν σοσιαλίζουσες. Παρό-
μοια, οι προ του 1970 ιδέες και κινήσεις που παρουσιάζουν μια συνάφεια
με τον οικολογισμό ήταν μάλλον «πράσινες» παρά πράσινες.
Το τελικό σημαίνον αποτέλεσμα της ιστορικής διακρίβωσης μιας ιδε-
ολογίας είναι ότι μας επιτρέπει να εξάρουμε την καινοτομία της ανάλυσής
της. Έχει σημειωθεί ότι, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της, η
οπτική του πράσινου κινήματος αποτελεί απλώς μια εκ νέου επεξεργασία
παλιών θεμάτων. Έτσι, για παράδειγμα, οι προειδοποιήσεις της σχετικά με
την πληθυσμιακή ανάπτυξη περιέχονται εκτενώς στην εργασία του Τόμας
Μάλθους. Αλλά και η απροθυμία της να αποδεχτεί πλήρως τη μηχανιστική
λογική, χαρακτηριστική του Διαφωτισμού, έχει αποτελέσει ένα διαρκώς
επανερχόμενο θέμα στο πλαίσιο του κινήματος του Ρομαντισμού τον 19ο
αιώνα. Επιπλέον, και η καταστροφολογική της προσέγγιση έχει διαγρα-
φεί αμέτρητες φορές από αμέτρητες μεσσιανικές κινήσεις. Γενικά, σύμ-
φωνα με τέτοιου είδους κριτικές, οι παρατηρήσεις αυτές υποδεικνύουν
πως, όπως έχει συμβεί και παλιότερα, τα ήσσονα θέματα που συνδέο-
νται με το πράσινο κίνημα θα απορροφηθούν τελικά από τα αντίστοιχα δε-
σπόζοντα και αντιπαρατιθέμενα. Η προσέγγιση αυτή αδυνατεί να συλλά-
βει επαρκώς την ιστορικά προσδιορισμένη φύση του οικολογισμού. Γιατί
αποτελεί, μάλιστα, άποψη της συγκεκριμένης ιδεολογίας πως, ενώ οι όροι
της ανάλυσής της δεν είναι οι ίδιοι καινούργιοι, το γεγονός ότι γίνεται χρή-
ση τους εδώ και τώρα τους προσδίδει το στοιχείο της καινοτομίας. Έτσι,
η κριτική των μηχανιστικών μορφών λογικής, για παράδειγμα, δεν μπο-
ρεί να αναχθεί άμεσα σε παρόμοιες κριτικές που διατυπώθηκαν τον 19ο
αιώνα. Ο επιπλέον παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη, υποστηρί-
ζει το πράσινο κίνημα, είναι η δυνητικά μοιραία κατάσταση στην οποία μας
έχει οδηγήσει η δουλική χρήση αυτής της λογικής. Κατ’ αυτόν τον τρό-
πο, η ιστορία προσδιορίζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί ο οικο-
λογισμός (επομένως συμβάλλει και στον ορισμό του) και παρέχει το υπό-
βαθρο πάνω στο οποίο παλιά μοτίβα αποκτούν καινούργιο νόημα, δια-
μορφώνοντας μέσα από τον συγκερασμό τους μια πλήρως αναπτυγμένη
μοντέρνα πολιτική ιδεολογία.
54
Ο προβληματισμός περί του οικολογισμού
Συμπέρασμα
Είναι απαραίτητο να τονιστεί επανειλημμένα ότι αυτό είναι ένα βιβλίο για
τον οικολογισμό και όχι για τον περιβαλλοντισμό. Οι περισσότεροι άν-
θρωποι ταυτίζουν τον περιβαλλοντισμό –μια διαχειριστική προσέγγιση
του περιβάλλοντος εντός του πλαισίου των σημερινών πολιτικών και οι-
κονομικών πρακτικών– με το περιεχόμενο των πράσινων πολιτικών. Ελ-
πίζω ότι έχω αρχίσει να αποδεικνύω πως πρόκειται για κάτι παραπάνω
από αυτό. Οικολογιστές και περιβαλλοντιστές ωθούνται σε δράση από την
υποβάθμιση του περιβάλλοντος που διαπιστώνουν, όμως οι στρατηγικές
τους για την αποκατάστασή του διαφέρουν πάρα πολύ. Οι περιβαλλοντι-
στές δεν ενστερνίζονται απαραίτητα τη θέση περί ορίων στην ανάπτυξη
ούτε επιδιώκουν συνήθως την αποδόμηση του «βιομηχανισμού». Είναι
απίθανο να υποστηρίξουν την εγγενή αξία του μη-ανθρώπινου περιβάλ-
λοντος και θα εναντιώνονταν απέναντι σε κάθε ισχυρισμό ότι εμείς (ως
είδος) «καλλιεργούμε το πνευματικό μας δυναμικό» (Porritt, 2005, σ. 145).
Οι περιβαλλοντιστές κατά κανόνα θα πιστέψουν ότι η τεχνολογία μπορεί
να επιλύσει τα προβλήματα που δημιουργεί, και μάλλον θα θεωρήσουν
εθελοτυφλία οποιονδήποτε ισχυρισμό ότι μόνο η μείωση της διεκπεραί-
ωσης υλικών κατά την παραγωγική διαδικασία θα συμβάλει στη βιωσι-
μότητα. Με λίγα λόγια, αυτό που «περνάει» για πράσινη πολιτική σήμε-
ρα στις σελίδες των εφημερίδων δεν είναι μια ορθή αντίληψη της ιδεολο-
γίας της πολιτικής οικολογίας. Αυτός είναι ο λόγος που όσοι και όσες με-
λετούν την πράσινη πολιτική πρέπει να κάνουν κάτι παραπάνω από ένα
ξύσιμο της επιφάνειας της δημόσιας εικόνας της, προκειμένου να απο-
λαύσουν όλο το εύρος της συζήτησης που έχει ξεκινήσει.
55
2. Φιλοσοφικό υπόβαθρο
Παρότι έχει αποδειχθεί ότι η συγκεκριμένη ομιλία είναι πλαστή, αυτό δεν
έχει αποτρέψει τους πράσινους από το να κάνουν ελεύθερη χρήση της,
καθώς και των αισθημάτων που αποπνέει. Στον θεωρητικό κανόνα της
πράσινης πολιτικής κεντρική είναι η πεποίθηση ότι τα κοινωνικά, πολιτι-
κά και οικονομικά προβλήματα προκαλούνται, εν μέρει, από τη διανοητι-
κή μας σχέση με τον κόσμο, και τις πρακτικές που προέρχονται από αυ-
τήν (Benson, 2000).
Με αυτή την έννοια, κάτι που διαχωρίζει τον οικολογισμό από άλλες
πολιτικές ιδεολογίες είναι η εστίασή του στη σχέση μεταξύ των ανθρώ-
πων και του μη-ανθρώπινου φυσικού κόσμου. Καμία άλλη σύγχρονη
πολιτική ιδεολογία δεν έχει αυτό το στοιχείο. Στόχος της πράσινης, ή πε-
ριβαλλοντικής, φιλοσοφίας είναι κυρίως να εκφράσει ποιο στοιχείο από
τον μη-ανθρώπινο φυσικό κόσμο οι πολιτικοί οικολογιστές πιστεύουν ότι
είναι ηθικά σημαντικό και, επίσης, πώς μπορούμε να το υπερασπιστούμε
διανοητικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο (Curry, 2006). Μια τέτοια υπε-
ράσπιση διαφέρει από τα πραγματιστικά επιχειρήματα του τύπου «όρια
στην ανάπτυξη» που αναφέρονται στο κεφάλαιο 1 και συζητιούνται λε-
56
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
Διαφέρει από μία θεωρία αξίας βασισμένη στον παραγωγό, στον βαθ-
μό που επιμένει ότι […] οι ιδιότητες οι οποίες προσδίδουν αξία είναι
φυσικές, και όχι παράγωγα, τρόπον τινά, της ανθρώπινης δραστηριό-
τητας. Και διαφέρει από μία θεωρία της αξίας βασισμένη στον κατανα-
λωτή, στον βαθμό που επιμένει ότι οι ιδιότητες οι οποίες προσδίδουν
αξία ενυπάρχουν, τρόπον τινά, στα αντικείμενα καθ’ αυτά και όχι σε νο-
ητικές καταστάσεις (πραγματικές ή υποθετικές, τωρινές ή μελλοντικές)
όσων εμπλέκονται με αυτά.
(Goodin, 1992, σ. 25)
57
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
58
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
59
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
θέση της σ’ ένα σύμπαν στο οποίο (τουλάχιστον στο υποατομικό επίπε-
δο) δεν υπάρχουν στερεά αντικείμενα, αλλά μάλλον πεδία πιθανοτήτων,
εντός των οποίων τα «σωματίδια» τείνουν να υφίστανται. Δεν υποστηρί-
ζεται ότι τα «σωματίδια» αυτά καθαυτά μπορούν να ορισθούν: αντ’ αυ-
τού, η φύση τους βρίσκεται στη σχέση τους με τα άλλα μέρη του συστή-
ματος. Όπως ισχυριζόταν ο Μπορ, «τα απομονωμένα υλικά σωματίδια εί-
ναι αφαιρέσεις», οι ιδιότητές τους είναι εφικτό να οριστούν και να πα-
ρατηρηθούν μόνο μέσα από την αλληλεξάρτησή τους με άλλα συστήμα-
τα» (αναφορά στο Capra, 1983, σ. 69). Επιπλέον, η αρχή της Αβεβαιότητας
του Χάιζενμπεργκ (θεμελιώδης στην πρακτική της κβαντικής φυσικής)
καταδεικνύει ότι οι παρατηρητές/τριες, μακράν του να είναι ανεξάρτητοι/
ες από το πείραμά τους, αποτελούν αξεδιάλυτα μέρος του. Από αυτό ο
Capra αντλεί το κατάλληλο οικολογικό-θεωρητικό συμπέρασμα: «Δεν γί-
νεται ποτέ να μιλάμε για τη φύση χωρίς ταυτόχρονα να μιλάμε για εμάς
τους ίδιους» (Capra, 1983, σ. 77). Οι πράσινοι υποστηρίζουν ότι, με δεδο-
μένες τις διασυνδέσεις που υφίστανται στον φυσικό κόσμο, είναι λάθος
να προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα απομονώνοντας
το ένα από το άλλο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο η παρούσα κυβέρνηση των
Νέων Εργατικών τοποθετείται υπέρ μιας «συλλογικής διακυβέρνησης»
και, εφόσον η ιδέα αυτή γίνει πραγματικότητα, οι πράσινοι θα την υπο-
στηρίξουν ολόψυχα. Το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής, για παράδειγ-
μα, δεν μπορεί να λυθεί χωρίς τη συντονισμένη δράση πολλών υπουρ-
γείων – μεταφορών, εμπορίου και βιομηχανίας, καθώς και περιβάλλο-
ντος. Για τη διαδικασία διασύνδεσης θα μιλήσω περισσότερο όταν θα συ-
ζητήσουμε τη θεωρία για τα όρια στην ανάπτυξη, στο πλαίσιο της οποίας
έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς και σε επόμενο τμήμα του κεφαλαίου αυ-
τού, που αναφέρεται στην αποκαλούμενη «βαθιά οικολογία».
Η «βαθιά οικολογία» πριν από μερικά χρόνια θεωρείτο βάση της ριζο-
σπαστικής πολιτικής - οικολογικής σκέψης (Curry, 2006, σ. 71-81). Απο-
τελούσε πεποίθηση ότι ήταν αναγκαία μια θεμελιώδης ηθική μεταστροφή
60
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
61
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
62
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
αποκλειστικά και μόνο του «είδους»– και θέτουν το ερώτημα εάν τέτοιες
διακρίσεις μπορεί να στηριχθούν λογικά. Οι ορθολογιστικές αναζητήσεις
για μια γνήσια περιβαλλοντική ηθική ακολουθούν παρόμοιες κατευθύν-
σεις, με τους θεωρητικούς της ηθικής και αναζητούν ιδιότητες των μη-
ανθρωπίνων οντοτήτων λιγότερο περιοριστικές από την ικανότητα ενσυ-
ναίσθησης ή έναν βαθμό νοητικής πολυπλοκότητας.
O Lawrence Johnson, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι οι οργα-
νισμοί (συμπεριλαμβανομένων των ειδών και των οικοσυστημάτων)
έχουν ανάγκες για την ευημερία τους και επομένως συμφέρον στο να
τις ικανοποιούν. Αυτό το «συμφέρον στην ευημερία» είναι, σύμφωνα με
τον Johnson, το γνώρισμα που παρέχει ηθική αξία στις οντότητες οι οποί-
ες λέγεται ότι το κατέχουν (Johnson, 1991). Πρόκειται για μια περιβαλλο-
ντική ηθική κατά δύο έννοιες: πρώτον, μπορεί να υποστηριχθεί ότι ισχύει
για το σύνολο του περιβάλλοντος και, δεύτερον, αποδίδει ηθική σημασία
σε «ολότητες» (είδη, οικοσυστήματα) όπως και σε άτομα. Καλύπτει, επο-
μένως, το πεδίο που έχει περιγράψει ο Aldo Leopold με την κλασική του
διατύπωση ως προς το εύρος μιας περιβαλλοντικής ηθικής στο A Sand
County Almanac («Αλμανάκ της κομητείας του Σαντ»):
Ο Leopold μας παρέχει έναν εμπειρικό κανόνα για μια σωστή περιβαλ-
λοντική δράση όταν γράφει ότι «κάτι είναι σωστό όταν τείνει στη δια-
τήρηση της ακεραιότητας, της σταθερότητας και της ομορφιάς της βιο-
τικής (biotic) κοινότητας. Είναι λάθος όταν τείνει σε άλλη κατεύθυνση»
63
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Μια αυτοποιητική αντίληψη των εγγενών αξιών δεν απειλείται από αμ-
φισβητήσεις που σχετίζονται είτε με τον ακραίο ατομισμό είτε με τον
ακραίο ολισμό. Ενώ οι ατομιστικές προσεγγίσεις αποδίδουν εγγενή
αξία μόνο σε μεμονωμένους οργανισμούς, και μια ακραιφνώς ολιστική
μόνο σε ολόκληρα οικοσυστήματα (ή, πιθανόν, μόνο στο επίπεδο της
βιόσφαιρας ή και της οικόσφαιρας), μια αυτοποιητική προσέγγιση ανα-
γνωρίζει … την αξία τόσο των μεμονωμένων οργανισμών όσο και των
ειδών, των οικοσυστημάτων και της οικόσφαιρας («Γαίας»).
(Eckersley, 1992, σ. 61).
64
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
… έχουν κάνει τα πράγματα πολύ δύσκολα για τους εαυτούς τους τε-
λευταία, υποστηρίζοντας με τρόπο εξαιρετικά γενικευτικό, a priori γαλ-
λο-επαναστατικού τύπου, ότι όλα τα ζώα είναι ίσα και κατακρίνοντας
τον «ειδισμό» ότι συνιστά έναν ανορθολογικό τύπο διάκρισης, παρό-
μοιο με τον ρατσισμό. Αυτός ο τρόπος σκέψης δύσκολα πείθει όταν
εφαρμόζεται στις ακρίδες, στα αγκυλοστόματα και στις σπειροχαίτες,
και συγκροτήθηκε χωρίς ν’ αποδοθεί σε αυτά ιδιαίτερη προσοχή.
(Midgley, 1983a, σ. 26)
65
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Στον βαθμό που υφίσταται εγγενής αξία στην πολυπλοκότητα των σχέ-
σεων, και στον βαθμό που η πολυπλοκότητα των σχέσεων είναι εμ-
φανής στην κεντρική οργάνωση ενός οργανισμού (και συνεπώς στην
ικανότητα για πλούτο εμπειρίας), οι οργανισμοί δικαιούνται ηθικής ση-
μασίας ανάλογης με τον βαθμό της κεντρικής οργάνωσης (ή ικανότη-
τας για πλούτο εμπειρίας) που έχουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ύπαρ-
ξής τους.
(Fox, 1984, σ. 199)
Και συνεχίζει: «Αν το αναγνωρίσουμε αυτό, θα μας γίνει σαφές ότι η κε-
ντρική αντίληψη της βαθιάς οικολογίας δεν συνεπάγεται αναγκαστικά
πως η εγγενής αξία είναι ισότιμα κατανεμημένη σε όλα τα μέλη της βιοτι-
κής κοινότητας» (Fox, 1984, σ. 199) και ότι, επομένως, «αυτές οι ιεραρχη-
μένες εννοιολογήσεις της εγγενούς αξίας … παρέχουν έναν οδηγό δρά-
σης όταν οι αξίες περιέρχονται σε καθεστώς πραγματικής σύγκρουσης»
(Fox, 1990, σ. 182).
Έτσι, οι προσπάθειες επίλυσης των δυσκολιών που εγείρει η αρχή
του Naess συχνά καταλήγουν να υπονομεύουν την ίδια την αρχή. Αυτό
αποτελεί ξεκάθαρο τεκμήριο της ιδιαίτερης δυσκολίας του προβλήμα-
τος – και αποτελεί ένα απολύτως πρακτικό πρόβλημα για την πολιτική
του πράσινου κινήματος. Κάποιος που έχει πνίξει γυμνοσάλιαγκες σε μια
66
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
67
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
68
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
νουμε ότι ενώ ο O’Neill (παραπάνω) κάνει λόγο μόνο για μη-ανθρώπινα
«όντα», οι μελετητές της περιβαλλοντικής ηθικής αναφέρονται επίσης σε
«καταστάσεις, δραστηριότητες ή/και εμπειρίες» αντικειμένων ως πιθα-
νά πεδία εγγενούς αξίας (π.χ. Attfield, 1990, σ. 63), και σε σύνολα οντοτή-
των παρομοίως.
Ορισμένοι οικοφιλόσοφοι θεωρούν ότι οι δυσκολίες που παρουσιά-
ζονται στη διεύρυνση της εργασίας των θεωρητικών επί των δικαιωμά-
των των ζώων και στην υποστήριξη μιας θέσης περί «εγγενών αξιών»
για τη φύση είναι ανυπέρβλητες. Έτσι, προτιμούν να εστιάζουν στην καλ-
λιέργεια μιας «στάσης ζωής» μάλλον, παρά σε έναν «κώδικα συμπερι-
φοράς» (Fox, 1986b, σ. 4). Αυτή η προσέγγιση ενέχει την πεποίθηση ότι η
ανάπτυξη μιας περιβαλλοντικά ορθής ηθικής δεν είναι εφικτή μέσα στον
σημερινό ηθικό λόγο (δικαιώματα, καθήκοντα, ορθολογικά υποκείμενα,
δυνατότητα αίσθησης σωματικού πόνου και ψυχικής οδύνης κ.ο.κ.) και
ότι μια τέτοια ηθική μπορεί και πρέπει να αναδυθεί μόνο μέσα από μια
νέα κοσμοαντίληψη. Όσοι επιχειρηματολογούν από αυτή την οπτική τονί-
ζουν ότι ο σημερινός διάλογος απαιτεί από τους οικολόγους να επιχειρη-
ματολογούν ως προς το γιατί ο φυσικός κόσμος δεν πρέπει να υφίσταται
παρεμβάσεις. Αυτό που απαιτείται, ισχυρίζονται, είναι η καλλιέργεια μιας
εναλλακτικής κοσμοαντίληψης στο πλαίσιο της οποίας αυτό που θα χρή-
ζει δικαιολόγησης θα είναι το γιατί πρέπει να γίνονται τέτοιες παρεμβά-
σεις (Fox, 1986a, σ. 84). Σε αυτό θα στραφώ τώρα.
69
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Για παράδειγμα, όταν ένας Αμερικανός της φυλής των Ινδιάνων Nez
Percé, ο Smohalla, ερωτάται γιατί δεν οργώνει τη γη, αυτός δεν απαντά
70
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
Ο ίδιος ο Fox παρατηρεί ως προς την αίσθηση του εαυτού στο πλαίσιο της
«διαπροσωπικής οικολογίας» του ότι:
71
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
72
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
73
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
74
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
Ανθρωποκεντρισμός
Αν υπάρχει μια λέξη που διαπερνά όλο το φάσμα των φιλοσοφικών εν-
στάσεων των ριζοσπαστών πράσινων αναφορικά με τις σημερινές μορ-
φές ανθρώπινης συμπεριφοράς παγκοσμίως, αυτή είναι μάλλον ο «αν-
θρωποκεντρισμός», «το λάθος του να δείχνει κανείς αποκλειστικό ή αυ-
θαίρετα επιλεκτικό ενδιαφέρον για τα ανθρώπινα συμφέροντα σε αντίθε-
ση με τα συμφέροντα άλλων όντων» (Hayward, 1997, σ. 51). Η μέριμνα
για τον εαυτό μας σε βάρος της μέριμνας για τον μη-ανθρώπινο κόσμο
θεωρείται βασική αιτία της περιβαλλοντικής υποβάθμισης και της δυνη-
τικής καταστροφής (Curry, 2006, σ. 42-44). Από τη μια μεριά, πάντως, ο
κεντρικός για το πράσινο ζήτημα ρόλος του όρου οδήγησε σε συσκότι-
ση της σημασίας του και σε προσπάθειες αποσαφήνισής του (Hayward,
75
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
1997), ενώ, από την άλλη, το πρακτικό θέμα της διάδοσης της πράσινης
ιδεολογίας οδήγησε σε αντιφατικά μηνύματα εκ μέρους των θεωρητικών
της σχετικά με το θέμα αυτό.
Ως προς το πρώτο σημείο, υπάρχει μια έντονη και μια ήπια σημα-
σιοδότηση της λέξης – σημασιοδοτήσεις που προκύπτουν από μια επι-
σκόπηση της οικοφιλοσοφικής γραμματείας, αλλά σπανίως διαχωρίζονται
σε τυπικό επίπεδο. Η ήπια σημασιοδότηση, όπως την κατανοώ εγώ, απο-
δίδεται από τον Warwick Fox σε μια στάση «ανθρωπο-κεντρική» (1986b,
σ. 1). Η έντονη σημασιοδότηση, επίσης κατά τον Fox, υπολαμβάνει ότι
βλέπουμε «τον μη-ανθρώπινο κόσμο αποκλειστικά ως μέσο για τους αν-
θρώπινους σκοπούς» (1984, σ. 198). Θα μπορούσαμε να αναφερόμαστε
σε αυτές τις θέσεις ως «ανθρωπο-κεντρική» και «ανθρωπο-εργαλειο-
κρατική» αντίστοιχα. Η πρώτη (ή ήπια) είναι πιο αυτονόητα «ουδέτερη»
από τη δεύτερη (ή έντονη) – και είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο
συχνά ο «ανθρωποκεντρισμός» συγχέεται με την «ανθρώπινη εργαλειο-
κρατία». Προτίθεμαι να υποστηρίξω ότι ο ανθρωποκεντρισμός στην ήπια
εκδοχή του αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της ανθρώπινης κατάστα-
σης (όπως θα εξηγήσω παρακάτω), ενώ στην έντονη εκδοχή του ενέχει
στοιχεία της αδικίας και του αθέμιτου που σχετίζονται με την εργαλειακή
χρήση του μη-ανθρώπινου κόσμου.
Σε διάφορα κείμενα βρίσκουμε συνδυασμούς της ήπιας και της
έντονης εκδοχής του ανθρωποκεντρισμού – μερικές φορές μέσα στην
ίδια πρόταση. Ο Richard Sylvan, για παράδειγμα, ορίζει τον ανθρωποκε-
ντρισμό ως οποιαδήποτε στάση «δεν κινείται έξω από ένα ανθρωπο-κε-
ντρικό πλαίσιο, το οποίο αντιλαμβάνεται τη φύση και το περιβάλλον ερ-
γαλειακά, δηλαδή απλώς ως μέσα για ανθρώπινους σκοπούς και αξίες»
(Sylvan, 1984a, σ. 5). Κατά την άποψή μου, και αντίθετα με ό,τι συνεπάγε-
ται η άποψη του Sylvan, ένα «ανθρωπο-κεντρικό πλαίσιο» δεν σημαίνει
απαραίτητα ότι είναι «ανθρωπο-εργαλειοκεντρικό». Δείτε, για παράδειγ-
μα, τον ακόλουθο ισχυρισμό του Jonathon Porritt: «Για εμάς δεν αρκεί
να προστατευτούν τα ζώα μόνο για πρακτικούς, ιδιοτελείς λόγους, αλλά
υπάρχει και μια βαθύτατη ηθική έγνοια που έχει ρίζες στη φιλοσοφία
μας περί σεβασμού για οτιδήποτε ζει πάνω στον πλανήτη» (Porritt, 1984a,
σ. 184). Το πρώτο μισό αυτής της πρότασης εκφράζει μια απόρριψη της
76
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
Είναι αυτός ο παράγοντας που συνδέει την αναζήτηση της εγγενούς αξίας
με τον ανθρωποκεντρισμό. Η αναζήτηση αυτή είναι μια ανθρώπινη ανα-
ζήτηση, και παρά το γεγονός ότι μπορεί να καταφέρει να εκτοπίσει το αν-
θρώπινο ον από την πρωτοκαθεδρία του σε ό,τι αφορά την αξία, πάντα
θα βρίσκουμε στο κέντρο του εγχειρήματος ένα ανθρώπινο ον να θέτει
τα ερωτήματα. Αν δεν υπήρχαν ανθρώπινα όντα δεν θα υπήρχε κανένα
ιδεατό αντικείμενο όπως η εγγενής αξία, και παραμένει ανοιχτό το ερώ-
τημα αν θα υπήρχε καν κάτι σαν την εγγενή αξία (δείτε, ωστόσο, την προ-
γενέστερη συζήτηση περί ηθικού αντικειμενισμού). Με αυτήν την έννοια,
οποιοδήποτε ανθρώπινο εγχείρημα θα είναι (ήπια) ανθρωποκεντρικό,
περιλαμβανομένου του ίδιου του πράσινου κινήματος.
Ο λόγος που εμμένω στο θέμα είναι ότι το πράσινο κίνημα πιθανόν
θέτει εαυτό σε μειονεκτική θέση μέσω αυτού που εκλαμβάνεται ως μια
επίμονη αποστασιοποίησή του από το ανθρώπινο. Κατ’ αρχάς, κάτι τέτοιο
είναι αντιφατικό. Για παράδειγμα, η Charlene Spretnak γράφει ότι:
77
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
78
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
Και στην επόμενη σελίδα βρίσκουμε μια τέλεια έκφραση της ισχυρής
ανθρωποκεντρικής αρχής: «Πρέπει να σταματήσουμε να παραβιάζου-
με τη φύση ώστε να μπορέσουμε να επιβιώσουμε μέσα σ’ αυτήν» (ό.π.,
σ. 30).
Ο κατάλογος των παραδειγμάτων θα μπορούσε να είναι ατελείωτος,
και όλα να καταδεικνύουν το ίδιο: ότι η πολιτική του οικολογισμού δεν
ακολουθεί τους ίδιους βασικούς κανόνες με τις ριζοσπαστικές εκφάνσεις
της φιλοσοφίας του. Υποστήριξα παραπάνω, σε αυτό το κεφάλαιο, ότι για
τους οικοφιλόσοφους οι λόγοι να μεριμνούμε για τον μη-ανθρώπινο κό-
σμο είναι το ίδιο, αν όχι περισσότερο, σημαντικοί όσο η μέριμνα καθε-
αυτή. Για τους οικοφιλόσοφους η μέριμνα θα πρέπει να είναι ανιδιοτε-
79
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
80
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
81
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Πριν λίγο καιρό, η Earth First! άρχισε να βάζει καρφιά στους κορμούς των
δέντρων σεκόγια της Καλιφόρνιας για να εμποδίσει να τα κόβουν οι υλο-
τόμοι, από τους οποίους τουλάχιστον ένας τραυματίστηκε σοβαρά όταν το
αλυσοπρίονό του αναπήδησε από τον κορμό τραυματίζοντας τον λαιμό
του. Θα χρειαστεί να πω περισσότερα για την Earth First! στο κεφάλαιο 4.
Ίσως ο πιο αφοσιωμένος και με ηθικές αρχές επικριτής (εντός του
–υπό την ευρεία έννοια– οικολογικού κινήματος) των υπερβολών στις
οποίες μπορεί να οδηγηθεί ο (από τον ίδιο αποκαλούμενος) βιοκεντρι-
σμός είναι ο Murray Bookchin (Μάρεϋ Μπούκτσιν), από την οπτική αυτού
που ονομάζει «κοινωνική οικολογία»:
82
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
Πρέπει να έχει γίνει πλέον σαφές ότι ενώ οι βαθείς οικολόγοι πρεσβεύ-
ουν έναν κατ’ αρχήν «βιοσφαιρικό εξισωτισμό», οι περισσότεροι απ’ αυ-
τούς βρίσκουν τρόπους να συγκροτούν μια ιεραρχία αξιών ώστε να μπο-
ρούν να αντιμετωπίζουν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ ειδών (για
παράδειγμα). Μάλιστα θα θυμόμαστε ότι οι υπέρμαχοι του βιοσφαιρικού
εξισωτισμού συχνά συγκροτούν αυτές τις ιεραρχίες γύρω από το στοι-
χείο της πολυπλοκότητας – ένα από τα χαρακτηριστικά που διαφοροποι-
ούν την πρώτη από τη δεύτερη φύση της περιγραφής του Bookchin. Από
την άποψη αυτή, η απόσταση μεταξύ του Bookchin και των αντιπάλων
του μπορεί να μην είναι και τόσο μεγάλη.
Αυτό, ωστόσο, που τους κρατά εν τέλει σε απόσταση, και ταυτόχρο-
να καθιστά δύσκολο να δούμε την κοινωνική οικολογία ως μέρος ενός ρι-
ζοσπαστικού οικοκεντρικού προγράμματος (αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι
αρνούμαστε τον ριζοσπαστικό της χαρακτήρα με τους δικούς της όρους)
είναι η άποψη του Bookchin ότι η ανθρωπότητα αντιπροσωπεύει μια ποι-
83
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Από μια οικοκεντρική οπτική, είναι τόσο αλαζονικό όσο και ιδιοτελές
να προβαίνεις, όπως ο Bookchin, στον μη επαληθεύσιμο ισχυρισμό ότι
η πρώτη φύση αγωνίζεται να κατορθώσει κάτι (συγκεκριμένα μεγαλύ-
τερη υποκειμενικότητα, αντιληπτικότητα, ή «εαυτό») που «απλώς συμ-
βαίνει» να έχει φτάσει στην πιο αναπτυγμένη του μορφή σε εμάς – τη
δεύτερη φύση.
(Eckersley, 1992, σ. 156).
84
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
Υβριδισμός
Τόσο η προσέγγιση του «κώδικα συμπεριφοράς» όσο και αυτή της «στά-
σης ζωής» για την υπέρβαση του ανθρωποκεντρισμού παρουσιάζουν
προβλήματα. Οι θεωρητικοί του πρώτου στρατοπέδου δυσκολεύονται να
αποφασίσουν πού ακριβώς τίθενται τα όρια του ηθικού προβληματισμού,
καθώς και να διατυπώσουν ένα πειστικό επιχείρημα περί εγγενούς αξίας
85
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
για τη «φύση», όπως και για επιμέρους στοιχεία της. Οι θεωρητικοί της
στάσης ζωής, στο μεταξύ, αντιμετωπίζουν την πρόκληση να πείσουν τους
ανθρώπους να αλλάξουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, τη συνολική κοσμοαντί-
ληψή τους.
Με δεδομένες αυτές τις δυσκολίες, έχει αναπτυχθεί μια τάση, στο
πλαίσιο των πρόσφατων θεωρητικών αναζητήσεων, που κατατείνει στην
παράκαμψη του αδιεξόδου προσεγγίζοντας μέσα από διαφορετική οπτι-
κή το πρόβλημα ανθρωπότητα/φύση. Η περιβαλλοντική φιλόσοφος και
θεωρητικός του φεμινισμού Val Plumwood αποκαλεί αυτή την οπτική
«υβριδισμό» (hybridity, Plumwood, 2006, σ. 52). «Ο υβριδισμός», γράφει,
«αποσαφηνίζει το εύρος των θεωρητικών επιλογών και μπορεί να με-
τατοπίζει σ’ ένα πρόβλημα το σημείο εστίασης με τρόπους θετικούς, που
αναιρούν τα εμπόδια» (ό.π., η έμφαση στο πρωτότυπο). Τα «εμπόδια» που
έχει κατά νου είναι αυτά που εντοπίσαμε στις προσεγγίσεις του «κώδι-
κα συμπεριφοράς» και της «στάσης ζωής» για την υπέρβαση των αν-
θρωποκεντρικών πολιτικών. Το κλειδί στην υβριδική προσέγγιση είναι
να αναγνωρίζουμε «τους δεσμούς ανάμεσα στα ανθρώπινα και τα μη-
ανθρώπινα ενδιαφέροντα» (ό.π.), αντί να τα βλέπουμε ως δυο διακριτές
σφαίρες.
Η Plumwood επισημαίνει ότι «πολλά, ίσως τα περισσότερα, πε-
ριβαλλοντικά ζητήματα αφορούν και τους ανθρώπους και τα μη-
ανθρώπινα όντα, συχνά με αλληλένδετους τρόπους που καθιστούν δύ-
σκολη την αυτονόμησή τους», έτσι ώστε «σε μια μικρή κοινότητα, οι άν-
θρωποι που διαδηλώνουν υπέρ των πιγκουίνων είναι συχνά οι ίδιοι που
διαδηλώνουν κατά της ρύπανσης από τα καυσαέρια» (Plumwood, 2006,
σ. 59). Παρατηρεί πως «ενώ ο συγκερασμός αποτελεί τον κανόνα στο
επίπεδο του ακτιβισμού, στο επίπεδο της θεωρίας ισχύει ένας περίερ-
γος διαχωρισμός», και είναι σαφές ότι έχει κατά νου τις θεωρίες που συ-
ζητάμε στο παρόν κεφάλαιο όταν γράφει πως «πολλές θεωρίες δημιουρ-
γούν θέμα επιλογής μεταξύ ανθρώπινων και μη-ανθρώπινων ζητημά-
των και μορφών προβληματισμού, ή επιχειρούν να ευνοήσουν το ένα εί-
δος σε βάρος του άλλου με κάποιον γενικευτικό, αδιακρίτως πλαισίου
τρόπο (για παράδειγμα, «βαθύ» έναντι «ρηχού») (ό.π.).
Από αυτήν την οπτική, η προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα με-
86
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
87
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
88
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
Συμπέρασμα
89
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
τους στην ανθρώπινη πρακτική και στην κατανόηση αυτής της πρακτι-
κής» (στο Feuer, 1976, σ. 285, η έμφαση στο πρωτότυπο).
Παρότι δεν ενστερνίζομαι όλα όσα έχει να πει ο Μαρξ, πιστεύω ότι
εδώ δείχνει στη σωστή κατεύθυνση. Η κεντρική ιδέα είναι ότι υπάρχουν
πράγματα στον κόσμο που είναι δύσκολο να γίνουν κατανοητά («μυστή-
ρια»), και ότι η επίλυσή τους ενδέχεται να λάβει μιαν ατελή θεωρητική
μορφή («μυστικισμός»). Στο τωρινό μας πλαίσιο θα μπορούσαμε να πού-
με ότι η περιβαλλοντική κρίση είναι το «μυστήριο» και η οικοφιλοσοφία
–σε όλες τις διαφορετικές μορφές της– είναι ο «μυστικισμός». Η θέση
του Μαρξ προχωρεί τονίζοντας ότι η επαρκής αντίληψη έγκειται στην κα-
τανόηση της κοινωνικής ζωής και των πρακτικών της που γεννούν το
πρόβλημα, ή «μυστήριο». Επιπλέον, ότι η τάση προς «μυστικιστικές» λύ-
σεις είναι μια λειτουργία αυτών ακριβώς των μορφών κοινωνικής ζωής
(δηλαδή των υφιστάμενων) και άρα ότι τόσο η αποφυγή του «μυστικι-
σμού» όσο και η τελική επίλυση του «μυστηρίου» θα εξαρτηθούν από
τις αλλαγές στην κοινωνική πρακτική. Αν αυτό είναι σωστό, και αν ερμη-
νεύω ορθά την οικοφιλοσοφία υπό αυτό το πρίσμα, τότε η αποτυχία της
οικοφιλοσοφίας να αντιμετωπίσει το ζήτημα της κοινωνικής πρακτικής
θα της στερήσει τη δυνατότητα να διαμορφώσει κάποτε μια ικανοποιητι-
κή λύση στα προβλήματα που οδήγησαν στην εμφάνισή της.
Αυτό εννοούσα όταν έλεγα παραπάνω ότι η περιβαλλοντική φιλο-
σοφία δεν κατόρθωσε να αποβεί πρακτική. Τούτο δεν σημαίνει ότι αν η
οικοφιλοσοφία ασπαζόταν την πρακτική θα λύνονταν μεμιάς όλες οι συ-
γκρούσεις μεταξύ θεωρίας και πρακτικής, όμως θα μειώνονταν οι πιθα-
νότητες για ριζικές διαφωνίες σε θέματα στρατηγικής. Κι αυτό γιατί μια
πρακτική φιλοσοφία θα εμπεριείχε μια στρατηγική κοινωνικής αλλαγής,
ένα πρόγραμμα γύρω από το οποίο οι ακτιβιστές θα μπορούσαν να δου-
λέψουν και μέσα στο οποίο οι διαφωνίες θα αφορούσαν σε θέματα τακτι-
κής και όχι στρατηγικής.
Οι «αλλαγές στην κοινωνική πρακτική» στις οποίες μόλις αναφέρ-
θηκα γίνονται σε μεγάλο βαθμό αντιληπτές εντός του οικολογικού κι-
νήματος ως ζητήματα περισσότερο της πολιτικής, παρά της φιλοσοφι-
κής του «πτέρυγας». Είναι αυτή η τάση προς διαχωρισμό του θεωρητι-
κού από το πρακτικό –ή, καλύτερα, η σαφής άρνηση της σύνδεσής τους–
90
Φιλοσοφικό υπόβαθρο
91
3. Η βιώσιμη κοινωνία
Μέσα στη σύγχυση του ενθουσιασμού για την αμόλυβδη βενζίνη και τον
πράσινο καταναλωτισμό, συχνά ξεχνιέται ότι ο ακρογωνιαίος λίθος της
ριζοσπαστικής πράσινης πολιτικής είναι η πεποίθηση πως η πεπερασμέ-
νη γη μας θέτει όρια στη βιομηχανική ανάπτυξη. Το στοιχείο αυτό, της πε-
ρατότητας, και η ανεπάρκεια πόρων που συνεπάγεται, είναι από τα θεμε-
λιώδη πιστεύω της πράσινης ιδεολογίας και το βασικό πλαίσιο μέσα στο
οποίο κάθε πιθανή εικόνα μιας πράσινης κοινωνίας θα πρέπει να σχε-
διάζεται. Κατευθυντήρια αρχή μιας τέτοιας κοινωνίας είναι η «βιωσιμό-
τητα» (από τους πλέον αμφισβητούμενους όρους του πολιτικού λεξιλο-
γίου σήμερα, βλ. Dobson, 1988, κεφ. 2), και η έμφαση στην περατότητα
όπως και η προσεκτική διαπραγμάτευση της ουτοπίας που φαίνεται να
συνεπάγεται οδηγεί τους πολιτικούς οικολόγους να αμφισβητούν την πε-
ριβαλλοντική υπευθυνότητα στρατηγικών του τύπου «πράσινος κατανα-
λωτισμός» (Seyfang, 2005). Από μια τέτοια σκοπιά, αυτό που διαφοροποι-
εί την ελαφρά πράσινη από τη βαθιά πράσινη πολιτική είναι η θέση υπέρ
των ορίων στην ανάπτυξη, μαζί με τα ηθικά συμπεράσματα που μπορούν
να εξαχθούν από τον οικοκεντρισμό και τον υβριδισμό, όπως συζητήθη-
καν στο προηγούμενο κεφάλαιο.
Έχουν ήδη γραφτεί πολλά σχετικά με το ζήτημα των ορίων στην
ανάπτυξη, και δεν θεωρώ ότι χρειάζεται να επαναλάβω εδώ όλες τις συ-
ζητήσεις που έχει προκαλέσει η συγκεκριμένη ιδέα. Θεωρώ όμως ση-
μαντικό να τονίσω την κεντρική θέση που κατέχει στην πράσινη τοπο-
θέτηση που αναπτύσσω και, με αυτή την ευκαιρία, να επισημάνω τα ση-
μεία της θέσης περί περιορισμού της ανάπτυξης τα οποία επανέρχονται
συχνότερα στις πράσινες συζητήσεις. Οι πράσινοι αντιμετώπισαν από την
αρχή αρνητική κριτική ως προς τη θέση αυτή και καθώς εξελισσόταν η
επιχειρηματολογία τους απέναντι στις κριτικές αυτές τους έγινε σαφέστε-
ρο τι είναι διατεθειμένοι να αποβάλουν και τι αισθάνονται την ανάγκη να
92
Η βιώσιμη κοινωνία
93
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
94
Η βιώσιμη κοινωνία
95
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
πως είναι απαραίτητες για τη θεωρία και την πράξη της πολιτικής οικολο-
γίας: ότι οι τεχνολογικές λύσεις δεν παρέχουν οδό διαφυγής από την αδι-
έξοδη προσδοκία μιας απεριόριστης ανάπτυξης μέσα σ’ ένα πεπερασμέ-
νο σύστημα. Οι Irvine και Ponton τονίζουν ότι:
96
Η βιώσιμη κοινωνία
97
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
98
Η βιώσιμη κοινωνία
Υποθέστε ότι έχετε στην κατοχή σας μια λίμνη στην οποία φυτρώνει ένα
νούφαρο. Το φυτό αυτό διπλασιάζει το μέγεθός του καθημερινά. Αν το
αφήναμε να αναπτύσσεται ανεξέλεγκτα, θα κάλυπτε τελείως τη λίμνη
σε 30 μέρες, καταπνίγοντας τις άλλες μορφές ζωής που αναπτύσσονται
στο νερό. Για μεγάλο διάστημα το φυτό φαίνεται μικρό, κι έτσι αποφασί-
ζετε να μην σας απασχολεί το κλάδεμά του μέχρι που φτάνει να καλύ-
πτει τη μισή λίμνη. Ποια μέρα θα γίνει αυτό; Την εικοστή ένατη, βέβαια.
Έχετε μια μέρα για να σώσετε τη λίμνη σας.
(Meadows et al., 2005, σ. 21-22)
99
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
100
Η βιώσιμη κοινωνία
Μια από τις χειρότερες μεταβολές που επέφερε η βιομηχανία στη ρύ-
πανση δεν είναι οι πρόσθετοι νέοι μεμονωμένοι ρύποι, αλλά τα συνδυ-
ασμένα τους αποτελέσματα … περίπου μισό εκατομμύριο χημικά εί-
ναι κοινής χρήσεως, περίπου χίλια ακόμα προστίθενται κάθε χρόνο.
Κι όμως, δεν γνωρίζουμε ακόμα σχεδόν τίποτα για την αλληλεπίδρα-
σή τους και για τα συνδυασμένα αποτελέσματά τους, και η κλίμακα του
προβλήματος καθιστά πιθανό να μην μάθουμε ποτέ.
(Irvine and Ponton, 1988, σ. 34)
101
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
102
Η βιώσιμη κοινωνία
γενική αρχή της θέσης περί ορίων στην ανάπτυξη. Με το ίδιο πνεύμα,
κατά την πλέον πρόσφατη συμβολή του στη συζήτηση αυτή, ο Jonathon
Porritt, πρόεδρος της Επιτροπής για την Αειφόρο Ανάπτυξη του πρωθυ-
πουργού Τόνυ Μπλαιρ, έγραψε: «Εάν δεν μάθουμε να ζούμε βιώσιμα
μέσα στα φυσικά συστήματα και όρια που παρέχουν τα θεμέλια για όλες
τις μορφές ζωής, τότε θα καταλήξουμε όπως κάθε άλλη μορφή ζωής
που απέτυχε να προσαρμοστεί σε αυτά τα μεταλλασσόμενα συστήματα
και όρια» (Porritt, 2005, σ. 10).
Αυτή είναι η αφετηρία για σκέψεις γύρω από τη βιώσιμη κοινωνία:
οι προσδοκίες για ολοένα μεγαλύτερη ανάπτυξη και κατανάλωση δεν
μπορούν να ικανοποιηθούν, διότι οι πόροι είναι πεπερασμένοι, όπως εί-
ναι και ο χώρος μέσα στον οποίο μπορούμε να πετάξουμε τα απορρίμ-
ματά μας. Ο Μαχάτμα Γκάντι, όταν ρωτήθηκε αν η Ινδία θα εξασφάλιζε
τα βρετανικά επίπεδα διαβίωσης αφότου θα αποκτούσε την ανεξαρτη-
σία της, σχολίασε: «Η Βρετανία χρειάστηκε τους μισούς πόρους του πλα-
νήτη για να πετύχει την ευημερία της. Πόσους πλανήτες θα χρειαζόταν
μια χώρα όπως η Ινδία; (Enviro Facts, 2006). Η ανάλυση των «οικολογι-
κών ιχνών» μας δίνει ορισμένες κατά προσέγγιση απαντήσεις στο ερώ-
τημα του Γκάντι:
103
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
104
Η βιώσιμη κοινωνία
εδράζονται στην οικολογική μας συνθήκη κατά έναν πολύ θεμελιώδη τρό-
πο: «…η εξάρτησή μας από τον φυσικό κόσμο λαμβάνει δύο μορφές, αυ-
τήν μιας πηγής εισροών χαμηλής εντροπίας και αυτήν μιας λεκάνης εκρο-
ών απορριμμάτων υψηλής εντροπίας» (Daly, 1992, σ. 34).
Ο Daly σημειώνει ότι ο πρώτος νόμος της θερμοδυναμικής ορί-
ζει πως «ούτε παράγουμε ούτε καταναλώνουμε κάτι, απλά το αναδια-
τάσσουμε» – δεν μπορούμε, λοιπόν, να παράγουμε πόρους, μπορούμε
μόνο να τους χρησιμοποιούμε, και αυτοί τελικά θα εξαντληθούν. Ο δεύ-
τερος νόμος, αυτός της εντροπίας, ορίζει πως «η αναδιάταξη που κάνου-
με επιφέρει μια συνεχή μείωση του δυναμικού που υφίσταται για περαι-
τέρω χρήση μέσα στο όλο σύστημα» (Daly, 1977b, σ. 109). Αυτό υποδει-
κνύει, επίσης, ότι υπάρχουν όρια στις δυνατότητες που έχουμε να κάνου-
με χρήση περιορισμένων πόρων, τονίζοντας επίσης ότι τα απορρίμματα
(υψηλή εντροπία) είναι ένα αναγκαίο προϊόν της άντλησης και της χρήσης
πόρων (χαμηλή εντροπία). Η αντίληψη, επομένως, περί ορίων στην ανά-
πτυξη είναι ο πρακτικός –τρόπος του λέγειν– λόγος για τον οποίο οι πρά-
σινοι υποστηρίζουν την αναγκαιότητα μιας βιώσιμης κοινωνίας. Προ-
βάλλουν επίσης «κοινωνικούς» και «ηθικούς» λόγους (Daly στον Ekins,
1986, σ. 13), οι οποίοι θα συζητηθούν στη συνέχεια του κεφαλαίου. Τώρα,
ωστόσο, είμαστε σε θέση να σκιαγραφήσουμε τις παραμέτρους εντός
των οποίων, σύμφωνα με τους βαθείς πράσινους, θα πρέπει να σχεδιά-
ζεται οποιαδήποτε εικόνα της βιώσιμης κοινωνίας.
Πιθανές θέσεις
105
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
με από το νόημα που του δίνουμε πολιτικές θέσεις που έχουν εσφαλμέ-
να συνδεθεί με αυτόν. Αυτό, βεβαίως, έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζε-
ται το φάσμα των σκέψεων και πρακτικών που μπορούμε να συνδέσου-
με με τη ριζοσπαστική πράσινη πολιτική, και έτσι αποσαφηνίζεται η περι-
οχή μέσα στην οποία κινείται με τον καλύτερο τρόπο.
Ως προς αυτό, κατά τη γνώμη μου, δεν έχουμε μπορέσει (ούτε χρει-
άστηκε) να βελτιώσουμε την τυπολογία που παρέχει ο Tim O’Riordan
στο βιβλίο του Environmentalism («Περιβαλλοντισμός», 1981, σ. 307). Ο
O’Riordan θεωρεί ότι όσον αφορά σε πολιτικο-θεσμικούς όρους υπάρ-
χουν τέσσερις δυνατές θέσεις:
Πρώτον, μια «νέα παγκόσμια τάξη», κατάλληλα διευθετημένη ώστε
να διαχειρίζεται τα προβλήματα παγκόσμιου συντονισμού που ανακύ-
πτουν από τη διεθνή φύση της περιβαλλοντικής κρίσης. Υποστηρικτές της
συγκεκριμένης θέσης ισχυρίζονται κατά τεκμήριο ότι το εθνικό κράτος εί-
ναι ταυτόχρονα πολύ μεγάλο και πολύ μικρό για να διαχειριστεί αποτελε-
σματικά τα παγκόσμια προβλήματα, και κατακρίνουν την αναποτελεσματι-
κότητα των Ηνωμένων Εθνών, που, παρά ταύτα, φαίνεται ότι αποτελούν
το είδος του οργανισμού επί του οποίου θα μπορούσαν να στηρίξουν τη
δική τους νέα παγκόσμια τάξη. Ο O’Riordan αναφέρει μεταξύ των υπο-
στηρικτών της άποψης αυτής τους Barbara Ward και René Dubos (1972),
στους οποίους θα μπορούσαμε σήμερα να προσθέσουμε την Gro Harlem
Brundtland, μετά την έκθεσή της Brundtland Report (1987). Η Διάσκε-
ψη Κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για την προστασία της Γης (Ρίο ντε
Τζανέιρο, 1992) και η διάδοχός της «Ρίο+10» στη Νότια Αφρική (Γιοχάνε-
σμπουργκ, 2002) αποτελούν τα μέχρι σήμερα πιο θεαματικά παραδείγματα
των υπό την αιγίδα του Ο.Η.Ε. προσπαθειών διαχείρισης των παγκόσμιων
περιβαλλοντικών προβλημάτων, και περισσότερες από κάθε άλλη φορά
κυβερνήσεις συναντήθηκαν για να συζητήσουν τα σχετικά ζητήματα. Πα-
ρότι η επιτυχία της Διάσκεψης του 1992 υπήρξε αμφιλεγόμενη (Grubb et
al., 1993) και τα περιβαλλοντικά κινήματα άσκησαν κριτική μετά τη Διά-
σκεψη του 2002 για τη μη δέσμευση πολλών κυβερνήσεων, οι υπέρμαχοι
της «παγκόσμιας τάξης» άντλησαν έναν βαθμό στήριξης από το γεγονός
και μόνο ότι πραγματοποιήθηκαν αυτές οι συναντήσεις.
Η δεύτερη θέση αναφέρεται ως «συγκεντρωτικός αυταρχισμός».
106
Η βιώσιμη κοινωνία
107
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
108
Η βιώσιμη κοινωνία
109
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
110
Η βιώσιμη κοινωνία
111
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
112
Η βιώσιμη κοινωνία
113
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
114
Η βιώσιμη κοινωνία
115
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
116
Η βιώσιμη κοινωνία
117
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Κάθε οργανισμός, είτε πρόκειται για βακτήριο, είτε για φάλαινα, είτε
για άνθρωπο, έχει έναν αντίκτυπο πάνω στη γη. Όλοι βασιζόμαστε στα
προϊόντα και τις υπηρεσίες της φύσης, τόσο για την προμήθεια πρώ-
των υλών όσο και για την απορρόφηση των αποβλήτων μας. Ο αντί-
κτυπος που έχουμε επάνω στο περιβάλλον μας συνδέεται με την «πο-
σότητα» της φύσης που χρησιμοποιούμε ή «οικειοποιούμαστε» για να
διατηρήσουμε τις καταναλωτικές μας συνήθειες.
(Chambers κ.ά., 2000, σ. xiii)
118
Η βιώσιμη κοινωνία
για την ενέργεια θα είναι 1,1 τόνος ετησίως. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η
κατά κεφαλήν παραγωγή CO2 ανέρχεται στο επίπεδο των 9 τόνων, το
οποίο σημαίνει μείωση των εκπομπών στο Η.Β. κατά 85% περίπου.
(Chambers et al., 2000, σ. 102)
119
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
«μέση οδός μεταξύ της πολυτέλειας και της φτώχειας» (ό.π.), που είναι η
οδός της βιώσιμης ανάπτυξης, μπορεί να είναι άβολος για μερικούς: «Βε-
βαίως, οι άνθρωποι θα εξακολουθήσουν να έχουν πλυντήρια (με τον όρο
ότι θα πρόκειται για συσκευές εξοικονόμησης ενέργειας). Όμως ηλεκτρι-
κές οδοντόβουρτσες και ηλεκτρικά μαχαίρια; Εδώ αλλάζει το πράγμα!»
(Banyard and Morgan-Grenville, 1987, σ. 335). Λαμβάνοντας υπόψη αυτές
τις παρατηρήσεις, ο οικολογισμός υπόκειται στην κριτική ότι αποτελεί μια
ιδεολογία για τις καλοζωισμένες μεσαίες τάξεις – γι’ αυτούς των οποίων
οι ζωές είναι αρκετά εξασφαλισμένες ώστε να μπορούν να μειώσουν την
κατανάλωση χωρίς σημαντική πτώση του βιοτικού τους επιπέδου. Η κρι-
τική αυτή είναι δυνητικά σημαντική, και πιο κάτω θα πω περισσότερα για
την κοινωνική βάση του πράσινου πολιτικού κινήματος.
Είναι, λοιπόν, ουσιώδης στο όραμα του οικολογισμού για μια βιώ-
σιμη κοινωνία η μειωμένη κατανάλωση (από εκείνους που διαθέτουν
υπερμέγεθες οικολογικό αποτύπωμα), και είναι εξίσου ουσιώδης η
ιδέα ότι, μπορεί αυτό να συνεπάγεται χαμηλότερο υλικό βιοτικό επίπε-
δο, όμως μια τέτοια θυσία αναπληρώνεται, και με το παραπάνω, από τα
οφέλη που ανακύπτουν. Οι πράσινοι θα θέτουν πάντα τη διάκριση μετα-
ξύ της ποσότητας και της ποιότητας: «…με όρους αδρού υλικού πλούτου,
είναι απίθανο να γίνουμε πλουσιότεροι. Όμως … αυτό που προέχει τώρα
είναι η ποιότητα του πλούτου» (Porritt, 1984a, σ. 124). Στο ίδιο πνεύμα, ο
Edward Goldsmith εκτιμά ότι η απατηλή ικανοποίηση που προσφέρει η
κατανάλωση μπορεί, και πρέπει, να αντικατασταθεί από «…ικανοποιή-
σεις μη υλικές … κοινωνικές» (1988, σ. 197-198), και για τους Bunyard
και Morgan-Grenville (ή για κάποιον/α από τους συγγραφείς της έκδο-
σής τους) ο ορίζοντας μπροστά μας είναι ανοιχτός:
120
Η βιώσιμη κοινωνία
Υπό την έννοια αυτή, βασικές θέσεις του πράσινου κινήματος συγκλίνουν
σε κοινούς τόπους, όπως: η περατότητα του πλανήτη, η ανάγκη να περιο-
ριστεί η ανάπτυξη και, επομένως, να μειωθεί η κατανάλωση και να ελεγ-
χθούν οι πρακτικές (εν προκειμένω η διαφήμιση) που συμβάλλουν στην
αναπαραγωγή της οικονομίας της ανάπτυξης.
121
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
122
Η βιώσιμη κοινωνία
Ο Max-Neef στη συνέχεια μιλά για μια διάκριση μεταξύ «αναγκών» και
«ικανοποιήσεων» – οι ανάγκες είναι μόνιμες, ενώ οι ικανοποιήσεις μετα-
βλητές και, ως εκ τούτου, ανοιχτές σε διαπραγμάτευση (Max-Neef, 1992,
σ. 206-207). Σε ποιο βαθμό, όμως, μας βοηθάει αυτό; Η διάκριση απλώς
σπρώχνει το πρόβλημα μια θέση πίσω. Θα μπορούσαμε όλοι να συμφω-
νήσουμε ως προς ορισμένες «βασικές ανάγκες» (τροφή, ποτό, ένδυση,
στέγη), όμως οι «ικανοποιήσεις» είναι κάτι άλλο, και είναι ακριβώς αυτές
που χρειάζεται να διαπραγματευόμαστε. Ο Jonathon Porritt παρατηρεί:
«Χρειαζόμαστε όλοι να πάμε από το Α στο Β· μερικοί επιμένουν ότι μπο-
ρούν να το καταφέρουν αυτό μόνο από το πίσω κάθισμα μιας Ρολς Ρόυς»
(1984a, σ. 196). Ποιο ακριβώς μέγεθος αυτοκινήτου είναι αποδεκτό; Είναι
καν αποδεκτό ένα αυτοκίνητο;
Εάν το ζήτημα ανάγκες/απαιτήσεις μοιάζει προς το παρόν να πα-
ρουσιάζει δυσκολίες, αρκεί να σημειώσουμε για τον σκοπό μας –δηλα-
δή για τον εντοπισμό των κύριων χαρακτηριστικών μιας ριζοσπαστικής
πράσινης βιώσιμης κοινωνίας– ότι η έμφαση στη μειωμένη κατανάλω-
ση αναδεικνύει αργά ή γρήγορα το συγκεκριμένο ζήτημα και ότι, επομέ-
νως, η διάκριση μεταξύ αναγκών και απαιτήσεων συνιστά ένα από τα
διανοητικά χαρακτηριστικά των ποικίλων εκφάνσεων μιας τέτοιας κοι-
νωνίας. Ταυτόχρονα, η αίσθηση της σπάνεως που τροφοδοτεί την όλη
συζήτηση διαμορφώνει επίσης ένα ακόμη χαρακτηριστικό της βιώσι-
μης κοινωνίας, το οποίο οι περισσότεροι υποστηρικτές της θα προσυ-
πέγραφαν: μια τάση προς την εξισωτική κατανομή του διαθέσιμου υλι-
κού πλούτου. Οι Irvine και Ponton εξηγούν πληρέστερα: «Εάν υπάρχουν
όρια στις ανάγκες τις οποίες μπορεί να καλύψει μια κοινωνία, η δίκαιη
κατανομή τους καθίσταται ακόμα περισσότερο επιτακτική … Ο περιορι-
σμός των διαφοροποιήσεων μεταξύ των ανθρώπων είναι τόσο ουσιαστι-
κός όσο και ο περιορισμός της οικονομικής ανάπτυξης και της τεχνολο-
123
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
γικής καινοτομίας» (Irvine and Ponton, 1988, σ. 80). Κάτι παρόμοιο είδα-
με, παραπάνω, να τονίζεται στη συζήτηση περί του οικολογικού αποτυ-
πώματος. Από την άποψη αυτή, η βιώσιμη κοινωνία της βαθιά πράσινης
πολιτικής, ζητώντας τον περιορισμό των διαφοροποιήσεων, προσεγγί-
ζει πολύ τις σοσιαλιστικές αντιλήψεις περί ισότητας, παρότι γίνεται σαφές,
από άλλες πλευρές, ότι η έμφαση στην ισότητα των ευκαιριών σημαί-
νει πως υπάρχει περιθώριο για διαφοροποιήσεις, οι οποίες ανακύπτουν
«δικαίως».
124
Η βιώσιμη κοινωνία
125
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
126
Η βιώσιμη κοινωνία
127
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
128
Η βιώσιμη κοινωνία
129
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
130
Η βιώσιμη κοινωνία
131
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Ενέργεια
132
Η βιώσιμη κοινωνία
133
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Συνεπείς προς τις αρχές της αυτονομίας3 και της κοινοτιστικής αποκέ-
ντρωσης που χαρακτηρίζουν ορισμένες εκδοχές της βιώσιμης κοινω-
νίας, οι πράσινοι έχουν εκτός συρμού απόψεις στα ζητήματα του εμπορί-
ου και των ταξιδιών. Πριν συζητήσουμε αυτό το θέμα σχετικά λεπτομερώς
είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε ότι η αυτονομία δεν είναι το ίδιο πράγ-
μα με την αυτάρκεια, και οι πράσινοι καταβάλλουν αρκετή προσπάθεια για
να κάνουν τη διάκριση. Παρότι η πράσινη πολιτική ταυτίζεται συχνά με το
κίνημα των αυταρκών κοινοτήτων, φαίνεται γενικότερα να είναι οργανω-
μένη πάνω στις αρχές του αυτοκαθορισμού μάλλον παρά της αυτάρκειας.
Ποια είναι η διαφορά; Η αυτάρκεια μπορεί να περιγραφεί ως «μια
κατάσταση απόλυτης οικονομικής ανεξαρτησίας», ενώ η αυτονομία εί-
ναι καλύτερα κατανοητή ως «μια κατάσταση σχετικής ανεξαρτησίας»
(Bunyard and Morgan-Grenville, 1987, σ.334). Όσον αφορά στη βαρύτητα
της έννοιας της αυτονομίας για την πολιτική της οικολογίας, ο Paul Ekins
φτάνει σε σημείο να ισχυριστεί ότι, μαζί με τις θεωρίες των αναγκών (που
έχουμε ήδη καλύψει) και μια ανασημασιοδότηση της εργασίας (βλ. πα-
ρακάτω), αποτελεί έναν από τους τρεις πυλώνες του Νέου Οικονομικού
πλαισίου (1987, σ. 97). Σύμφωνα με τον Johan Galtung, οι βασικοί κανό-
νες της αυτονομίας είναι:
3 Στο αγγλικό όχι autonomy, αλλά self-reliance, έκφραση που συνδέει την αυ-
τονομία με το να στηρίζεται κανείς στον εαυτό του (σ.τ.μ.).
134
Η βιώσιμη κοινωνία
135
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
136
Η βιώσιμη κοινωνία
των αναγκών που ευελπιστεί να στηρίξει την θέση ότι σε πολλές περι-
πτώσεις το εμπόριο στο οποίο είμαστε συνηθισμένοι είναι μια αδικαιο-
λόγητη απόλαυση. Εάν η διαβίωση υπ’ αυτές τις συνθήκες μοιάζει να
αναπαράγει στυλ ζωής που συνήθως συνδέονται με τις αναπτυσσόμενες
χώρες, τότε η πράσινη θέση για το εμπόριο (όπως και αρκετές από τις
υπόλοιπες συστάσεις τους) αντικατοπτρίζει την άποψη του Rudolf Bahro
πως «…με κάποια επιφύλαξη θα μπορούσαμε να πούμε … ότι ο δρόμος
προς τη συμφιλίωση με τον Τρίτο Κόσμο μπορεί να συνίσταται στο να γί-
νουμε εμείς οι ίδιοι Τρίτος Κόσμος» (1986, σ. 88).
Μια πτυχή της επίδρασης του προστατευτισμού θα είναι, βεβαίως, να
οδηγηθούν οι κοινότητες πίσω στους δικούς τους πόρους, και αυτό είναι
απόλυτα ευθυγραμμισμένο με τον πράσινο σχεδιασμό για τη συγκρότηση
μιας πολιτικής ζωής βασισμένης στην κοινοτιστική αποκέντρωση. Αυτός
ο σχεδιασμός επηρεάζει επίσης την πράσινη θέση για τα ταξίδια: Ένα από
τα χαρακτηριστικά της ριζοσπαστικής πράσινης βιώσιμης κοινωνίας θα εί-
ναι ότι οι άνθρωποι θα ταξιδεύουν λιγότερο. Ο Arne Naess στη διάλεξη
Schumacher του 1987 αναφέρθηκε στην αρχή της «περιορισμένης κινη-
τικότητας», και ο William Ophuls έχει υποστηρίξει επίσης ότι σε μια τέτοια
κοινωνία η ατομική κινητικότητα θα είναι περιορισμένη (1977, σ. 167).
Αυτό οφείλεται στο ότι, κατ’ αρχάς, οι πράσινοι θεωρούν πως οι τρέ-
χουσες ταξιδιωτικές πρακτικές σπαταλούν φυσικούς πόρους. Το οικολο-
γικό αποτύπωμα που αποδίδεται στις αεροπορικές μετακινήσεις αποτε-
λεί αντικείμενο αυξανόμενης ανησυχίας, ακόμα και για την κυρίαρχη πο-
λιτική, μια και οι εκπομπές ρύπων που ενοχοποιούνται για την κλιματική
αλλαγή και συνδέονται με τα αεροπορικά ταξίδια αυξάνονται με ρυθμούς
ταχύτερους απ’ όσο σε οποιονδήποτε άλλο τομέα της οικονομίας.
Δεύτερον, και πιο σημαντικό, οι πράσινοι επιχειρηματολογούν για
μια περιορισμένη κινητικότητα έχοντας τις ελπίδες τους για τη δημιουρ-
γία υποστηρικτικών, ικανοποιητικών σχέσεων στις αποκεντρωμένες,
αυτόνομες κοινότητές τους. Από αυτό το πρίσμα, τα ταξίδια συνεπάγονται
την αποδιάρθωση των δεσμών που κρατούν ενωμένες τέτοιες κοινότη-
τες, και θέτουν έτσι σε κίνδυνο το «αίσθημα αφοσίωσης και συμμετοχής»
(Porritt, 1984a, σ. 166) που για τους πράσινους θα είναι ένα από τα σημα-
ντικότερα οφέλη της αποκεντρωμένης κοινοτιστικής ζωής. Για τη βιώσι-
137
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Εργασία
138
Η βιώσιμη κοινωνία
139
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
σθέτουν μια δική τους νότα στον γνωστό σκοπό. Υποστηρίζουν πως, πα-
ρότι σίγουρα υπάρχει ανεργία, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επιτελείται ερ-
γασία. Στη ρίζα αυτής της εκτίμησης βρίσκεται η πεποίθηση ότι η εργασία
δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως συνώνυμη της αμειβόμενης απασχό-
λησης. Οι πράσινοι (και, για μια ακόμα φορά, αρκετοί άλλοι) υπογραμμί-
ζουν ότι πάρα πολλή εργασία γίνεται χωρίς να καταγράφεται ως τέτοια,
ακριβώς επειδή οι καθημερινές εργασίες δεν λαμβάνουν τη μορφή της
αμειβόμενης απασχόλησης. Τέτοιο παράδειγμα είναι η εργασία που γί-
νεται από τις γυναίκες (κυρίως) στο σπίτι, η φροντίδα των αρρώστων και
των ηλικιωμένων εκτός των ιδρυμάτων περίθαλψης, καθώς και η εργα-
σία που επιτελείται στη λεγόμενη «άτυπη» οικονομία. Συγκεκριμένο πα-
ράδειγμα μιας προσπάθειας να καταστεί όλο αυτό ορατό αποτελεί η πρό-
ταση του Victor Anderson να περιληφθεί «η χρηματική αξία της απλήρω-
της οικιακής εργασίας» και των «εξωοικιακών μη χρηματικών συναλλα-
γών» στις βελτιώσεις του Προσαρμοσμένου Εθνικού Προϊόντος επί των
υπολογισμών του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (1991, σ. 39).
Οι πράσινοι τονίζουν ότι η συγκεκριμένη διάκριση μεταξύ εργασί-
ας και αμειβόμενης απασχόλησης δεν έχει μόνο σημασιολογική αξία. Η
μοντέρνα τάση να συνδέεται η αμοιβή και η κοινωνική θέση με την αμει-
βόμενη απασχόληση έχει ως αποτέλεσμα, κατά την αναζήτηση στρατηγι-
κών για την αντιμετώπιση της ανεργίας, τόσο οι εργοδότες όσο και οι δυ-
νητικοί εργαζόμενοι να στρέφονται στους τομείς παραγωγής που συνδέ-
ονται παραδοσιακά με την αμειβόμενη απασχόληση. Με άλλα λόγια, οι
άνεργοι αναζητούν εργασία στην αμειβόμενη απασχόληση και οι εργο-
δότες προσπαθούν να τους τοποθετήσουν σε τέτοια. Η πράσινη προσέγ-
γιση στα προβλήματα της ανεργίας, αντίθετα, θέλει να επικεντρωνόμαστε
σ’ εκείνους τους τομείς όπου ανέκαθεν επιτελείται εργασία, όμως μειώ-
νεται, αν δεν ποινικοποιείται κιόλας. Τίποτε, προφανώς, δεν λύνεται με
μια σημασιολογική αναίρεση της διάκρισης μεταξύ εργασίας και αμειβό-
μενης απασχόλησης, όμως οι πράσινοι υποστηρίζουν μια σειρά μέτρων
που θα επέφεραν μια τέτοια αναίρεση στην πράξη.
Γενικά, το πράσινο επιχείρημα έχει ως προμετωπίδα την πεποίθηση
ότι οι παραδοσιακές λύσεις στα προβλήματα της ανεργίας (όπως η μεγα-
λύτερη ανάπτυξη) είναι καταδικασμένες να αποτυγχάνουν είτε επειδή το
140
Η βιώσιμη κοινωνία
141
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
5 Στο πρωτότυπο means-testing, όρος που αναφέρεται στον έλεγχο της οικο-
νομικής κατάστασης ενός προσώπου, προκειμένου να πιστοποιηθεί αν εμπίπτει
στην κατηγορία των δικαιούχων οικονομικής υποστήριξης (σ.τ.μ.).
142
Η βιώσιμη κοινωνία
143
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
144
Η βιώσιμη κοινωνία
τοδότησης) του Σ.Ε.Β.Ε. θα πρέπει να γίνεται κεντρικά, αλλά ότι αυτό δεν
αντιβαίνει στην αρχή ότι «τίποτα δεν θα πρέπει να γίνεται σε υψηλότερο
επίπεδο αν μπορεί να γίνει σε χαμηλότερο» (Porritt, 1984a, σ. 166). Η διοί-
κηση του Σ.Ε.Β.Ε., υπό την έννοια αυτή, χρειάζεται πράγματι να γίνεται σε
«υψηλό επίπεδο», και αυτό είναι γεγονός· το κατά πόσο θα το αντιμετωπί-
σουμε αυτό ως μια αίρεση σε σχέση με τον πράσινο κανόνα θα εξαρτηθεί
από το πόσο αυστηρά θα ερμηνεύσουμε την αποκέντρωση στο πλαίσιο του
πράσινου πολιτικού προγράμματος. Επ’ αυτού θα επανέλθω παρακάτω.
Πιο σοβαρή από αυτή την άποψη είναι, πιθανόν, η ένσταση ότι το πα-
ραγωγικό σύστημα στο οποίο θα στηρίζεται το Σ.Ε.Β.Ε. για να εξασφαλίσει τα
μυθώδη ποσά πλούτου που θα χρειάζονται για να το χρηματοδοτούν, του-
τέστιν το παρόν σύστημα παραγωγής, υποστηρίζεται αλλού από τους πρά-
σινους ότι βρίσκεται σε ύφεση και είναι, ούτως ή άλλως, μη βιώσιμο – εδώ
είναι που ξεκινά η πράσινη πολιτική, στην πραγματικότητα. Για να το θέσου-
με πιο ωμά: Όσο η παραγωγή θα μειώνεται και τα έσοδα από τη φορολο-
γία θα φθίνουν, από πού θα προκύπτουν τα χρήματα με τα οποία θα πλη-
ρώνουμε για το Σ.Ε.Β.Ε.; Από αυτή την άποψη, το Σ.Ε.Β.Ε. μοιάζει περισσό-
τερο με σοσιαλδημοκρατικό μέτρο, μπολιασμένο, μη βιώσιμα, στον κορμό
της νοσούσας μεταβιομηχανικής πολιτικής, παρά με ένα ριζοσπαστικό πρά-
σινο μέτρο στο πνεύμα των λύσεων για τα προβλήματα βιωσιμότητας που
προκύπτουν από το φάσμα των περιορισμών στην ανάπτυξη. Ούτως ή άλ-
λως, οι πράσινοι θα αντιμετωπίσουν και πάλι το πρόβλημα της διαπραγμά-
τευσης για την αναδιανομή των μειούμενων ποσοτήτων υλικών αγαθών.
Στην αρχή του κεφαλαίου υποστήριξα ότι η έννοια των ορίων στην
ανάπτυξη αποτελεί το σημείο εκκίνησης για τη ριζοσπαστική πράσινη πο-
λιτική. Η έννοια αυτή είναι απαραίτητη για την κατανόηση του οικολογι-
σμού, αν μη τι άλλο επειδή μας υποδεικνύει, εξ αρχής, την κατεύθυν-
ση των ριζοσπαστικών κανόνων της πολιτικής και κοινωνικής ζωής που
προϋποθέτει η πράσινη βιώσιμη κοινωνία. Αν αρκούσε απλώς να τρώ-
με υγιεινές τροφές, να ζούμε σ’ ένα περιβάλλον χωρίς μόλυβδο ή να χρη-
σιμοποιούμε βιοδιασπώμενα απορρυπαντικά, τότε οι περιβαλλοντικές
στρατηγικές, όπως ο πράσινος καταναλωτισμός, πιθανόν θα αρκούσαν.
Οι πράσινοι, όμως, υποστηρίζουν ότι μακροπρόθεσμα ο πράσινος κατα-
ναλωτισμός δεν είναι περισσότερο βιώσιμος από τον γκρίζο καταναλωτι-
145
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Βιοτοπικισμός
Όταν, πιο κοντά στην αρχή του κεφαλαίου, εξέτασα τις πιθανές ανταποκρί-
σεις στη θέση περί περιορισμού στην ανάπτυξη, πρότεινα να δεχτούμε την
146
Η βιώσιμη κοινωνία
147
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
148
Η βιώσιμη κοινωνία
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η γενική εικόνα του Kirkpatrick Sale για τον
βιοτοπικισμό και οι προτροπές του ακούγονται κάπως υπερβολικές,
όμως στοιχεία τους αναφύονται σε πολλές θέσεις που ενστερνίστηκαν
ακόμα και οι λιγότερο μυστικιστές από τους πράσινους. Σε αυτό το συ-
γκεκριμένο πλαίσιο σχεδόν όλοι τους θα επικρίνουν την τόσο χαρακτη-
149
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Γεωργία
Η γεωργία, από την άποψη αυτή, θα κατέχει πάντα μια ξεχωριστή θέση
στη θεωρία και στην πράξη της πράσινης βιώσιμης κοινωνίας. Αυτό
ισχύει με δύο τρόπους.
Πρώτον, υπάρχει το σχετικά γνωστό δεδομένο ότι το πράσινο κίνη-
μα θεωρεί τις τρέχουσες γεωργικές πρακτικές –αυτό που θα αποκαλού-
σαν «βιομηχανική γεωργία»– μη αποδεκτές, επειδή είναι μη βιώσιμες.
Οι εντατικές και βασισμένες σε χημικά καλλιέργειες θεωρείται ότι ρυπαί-
νουν τους υδάτινους πόρους, ενθαρρύνουν τις διαβρώσεις, παράγουν
άγευστες και χαμηλής θρεπτικής αξίας τροφές, επιφέρουν υφαλμύρωση
των εδαφών μέσω των αρδεύσεων, διαταράσσουν την οικολογική ισορ-
ροπία μέσω ανεξέλεγκτων παρασιτοκτονιών και μας προξενούν πλήξη
με τα πανοράματα μονοκαλλιεργειών.
Ωστόσο, η πράσινη επιχειρηματολογία υπερβαίνει αυτήν τη μάλλον
πραγματιστική προσήλωση στην αειφόρο γεωργία. Ο Jonathon Porritt, για
παράδειγμα, υποστηρίζει ότι η σημασία της ορθής γεωργίας εκτείνεται πέ-
ραν της παραγωγής υγιεινών τροφών σε βιώσιμη βάση. Γράφει τα εξής:
150
Η βιώσιμη κοινωνία
Ποικιλομορφία
151
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
152
Η βιώσιμη κοινωνία
153
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
τείνεται όχι «επειδή έχουμε καταληφθεί από νοσταλγία για τη μυθική μι-
κρή Αγγλία7 των πανηγυριών, των παλιομοδίτικων παμπ και των ατελεί-
ωτων συζητήσεων σχετικά με τους φράχτες των κήπων» (1972, σ. 61-62),
αλλά για περισσότερο πρακτικούς λόγους. Το σκεπτικό είναι ότι τα προ-
βλήματα των πόρων επιλύονται ευκολότερα όταν φέρνουμε πλησιέστε-
ρα μεταξύ τους τα σημεία παραγωγής και κατανάλωσης – δεν θα πρέ-
πει πλέον να μιλάμε για παραγωγούς και καταναλωτές, αλλά για «παραγ-
αναλωτές» (prosumers)8.
Λέγεται συχνά ότι οι πράσινοι δεν έχουν δικούς τους λόγους (δηλα-
δή λόγους που δεν έχουν δανειστεί από άλλες πολιτικές παραδόσεις) για
να επιχειρηματολογήσουν υπέρ μιας συγκεκριμένης πολιτικής μορφής και
όχι μιας άλλης. Αυτό είναι λάθος· όλοι οι πράσινοι, οποιασδήποτε απόχρω-
σης, θα υποστηρίξουν ότι τον πολιτικο-θεσμικό σχεδιασμό πρέπει να κα-
θοδηγούν οι περιβαλλοντικές ή/και οι οικολογικές πραγματικότητες. Στην
περίπτωση του Goldsmith, υποδεικνύεται ότι υπάρχουν περιβαλλοντικά
οφέλη να αντληθούν από μια πολιτική αποκέντρωση – ένα επιχείρημα με
αναμφίβολα πράσινο χρώμα. Μέσα από την οπτική αυτή, οι πόλεις παρά-
γουν υπερβολικά πολλή ρύπανση, υποβαθμίζουν τη γη γύρω τους με τα
αυξημένα απορρίμματά τους, εγείρουν «υπέρμετρες απαιτήσεις για φυσι-
κούς πόρους» (Stoett, 1994, σ. 339) και εμποδίζουν τους κατοίκους τους
να αποκτήσουν μιαν αίσθηση της εξάρτησής τους από τον φυσικό κόσμο.
Όλα τα παραπάνω, πάντως, δεν είναι επ’ ουδενί αποδεκτά από
όλους. Αντίθετα, από κάποιους υποστηρίζεται ότι διάφορες απαραίτητες
7 Στο πρωτότυπο little England, παλαιότερη έκφραση που βρέθηκε στην επι-
καιρότητα στα τέλη του 19ου αιώνα με το κίνημα Little Englander, το οποίο προπα-
γάνδισε μια μη ιμπεριαλιστική Αγγλία. Σήμερα αποδίδεται και με αρνητική χροιά σε
συμπεριφορές που προδίδουν εθνική εσωστρέφεια και ξενοφοβία. Little England
ονομάζεται και μια περιοχή της Ουαλίας όπου επικρατεί η αγγλική γλώσσα (σ.τ.μ.).
8 Η λέξη prosumers προήλθε από συμφυρμό των λέξεων producer και con-
sumer. Αργότερα σημασιοδοτήθηκε ως παράγωγο των λέξεων professional και
consumer, και αποδίδεται σε καταναλωτές που επιθυμούν προϊόντα υψηλής ποιό-
τητας, αντίστοιχα με τα απευθυνόμενα σε επαγγελματίες (σ.τ.μ.).
154
Η βιώσιμη κοινωνία
155
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
156
Η βιώσιμη κοινωνία
157
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
158
Η βιώσιμη κοινωνία
159
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
πρόβλημα (στον βαθμό που έχουν ασχοληθεί με αυτό) είναι ότι καταλή-
γουν εκεί που δεν θα ήθελαν να βρεθούν: με ένα «εθνικό» πλαίσιο βαρύ-
τερο απ’ όσο θα άρεσε σε κάποιους από αυτούς. Παίρνοντας ως παράδειγ-
μα την οικονομική αρένα, οι πράσινοι είναι συνήθως αντίθετοι στα τερτί-
πια της αγοράς, όπως τη χαρακτηρίζουν. Κατ’ αυτούς η αγορά –μη βιώ-
σιμα και, ως εκ τούτου, ανεύθυνα– ενθαρρύνει την κατανάλωση και είναι
συνήθως διαθέσιμη να απαντήσει μόνο σε βραχυπρόθεσμα ερωτήματα
(Wall, 2005). Αυτό, στο πλαίσιο των περιορισμών στην ανάπτυξη (που από
τη φύση τους, σύμφωνα με τους πράσινους, απαιτούν μακροπρόθεσμη
σκέψη), δεν είναι αποδεκτό. Αν η αγορά πρέπει να περιοριστεί, το πρόβλη-
μα στο δικό μας πλαίσιο είναι ποιος θα την περιορίσει; Ακόμα σαφέστερα,
αν οι πράσινοι απαιτούν μακροπρόθεσμες πολιτικές, θα λέγαμε ότι αυτές
πρέπει να σχεδιαστούν και να συντονιστούν· για μια ακόμη φορά, ποιος θα
κάνει τον σχεδιασμό και τον συντονισμό αν όχι κάποιος υπερ-κοινοτικός
πολιτικός οργανισμός (Martell, 1994, σ. 58-62); Ο Frankel το θέτει ως εξής:
160
Η βιώσιμη κοινωνία
161
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Συμπέρασμα
162
Η βιώσιμη κοινωνία
163
4. Στρατηγικές για την
πράσινη αλλαγή
164
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
165
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
166
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
167
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
168
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
στο κεφάλαιο 5, αλλά στο σημείο αυτό αξίζει να θυμηθούμε ότι ένα με-
γάλο μέρος των υποδείξεων των Heilbroner και Ophuls για τη σωτηρία
μας συνίστανται –όπως το έθεσε ο Bob Paehlke– «σε μια αίσθηση ενό-
τητας, που δεν χαρακτηρίζει τις φιλελεύθερες ατομικιστικές κοινωνίες»
(Paehlke, 1988, σ. 293). Η έννοια της κοινωνικής ενότητας δεν είναι, βέ-
βαια, κατά κανένα τρόπο ασύμβατη με τη δημοκρατία, ενώ μπορεί πράγ-
ματι να βρίσκεται σε ένταση με τον ατομικισμό που συνδέεται με τον φι-
λελευθερισμό.
Έτσι, μία πλευρά του πράσινου «προτάγματος» είναι, ως φαίνεται,
πραγματιστική. Με άλλα λόγια, με βάση τις απειλητικές προειδοποιήσεις
κειμένων όπως το The Limits to Growth (Meadows et al, 1974), ορισμένοι
συγγραφείς καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο μόνος τρόπος να αποτρα-
πεί η οικολογική καταστροφή είναι με αυταρχικά μέσα. Η άλλη πλευρά του
πράσινου «προτάγματος» είναι αξιακού ή ηθικού προσανατολισμού ως
προς τις καταβολές της. Ο Bob Goodin έχει πειστικά υποστηρίξει ότι αυτό
που κινεί την περιβαλλοντική πολιτική σκέψη και πράξη είναι η «πράσινη
θεωρία της αξίας», στην οποία αναφερθήκαμε στο κεφάλαιο 2. Σύμφω-
να με αυτή τη θεωρία, κάτι είναι ιδιαίτερης αξίας εάν «προέρχεται από
φυσικές μάλλον παρά από τεχνητές ανθρώπινες διαδικασίες» (Goodin,
1992, σ. 30). Το καθήκον, λοιπόν, του πολιτικού οικολογιστή είναι να εργά-
ζεται για τη διαχρονική διατήρηση αυτής της «φυσικής αξίας». Ο Goodin
διακρίνει με προσοχή τη θεωρία της αξίας από μια υποτιθέμενη πράσι-
νη «θεωρία του φορέα δράσης», και το κρίσιμο ζήτημα, για εμάς, είναι
η σχέση τους. Μπορεί μια συγκεκριμένη θεωρία του φορέα δράσης να
ανακύψει από την πράσινη θεωρία της αξίας; Όχι, λέει ο Goodin. Όπως
είδαμε, υποστηρίζει ότι αυτό που «βρίσκεται στον πυρήνα της πράσινης
σκέψης … είναι μια διαρκής μέριμνα ώστε οι φυσικές αξίες να προωθη-
θούν, να προστατευτούν και να διατηρηθούν». Έτσι:
169
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Όπου υπάρχει σύγκρουση των πράσινων αξιών και ενός ιδιαίτερου τρό-
που υλοποίησής τους, τα πρώτα πρέπει να έχουν προτεραιότητα.
170
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
171
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
172
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
173
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Ένα πολύ μικρό βήμα χωρίζει τα παραπάνω από την ιδέα ότι τα κατάλ-
ληλα είδη θεσμών για τον καθορισμό της φύσης των πράσινων στόχων,
όπως και τα μέσα για την επίτευξή τους, είναι δημοκρατικά. Αυτός είναι
ο λόγος που ο Graham Smith υποστηρίζει τη «διαβουλευτική δημοκρα-
τία» σε σχέση με το περιβάλλον, ενώ συζητά μια ποικιλία πιθανών θεσμι-
κών σχεδίων που θα μπορούσαν «να προάγουν τον στοχασμό και τη με-
λέτη επί ενός μεγάλου φάσματος περιβαλλοντικών αξιών που ενστερνί-
ζονται οι πολίτες» (Smith, 2003, σ. 129).
Μια τρίτη συναφής πρόταση για την ευθυγράμμιση μεταξύ της πρά-
σινης και της δημοκρατικής σκέψης βασίζεται σε ένα πραγματιστικό επι-
χείρημα για την αλήθεια: «…η δημοκρατία μπορεί να δικαιωθεί ορθολο-
γικά ακριβώς επειδή είναι αδύνατον να αποδείξουμε οτιδήποτε με αδιαμ-
φισβήτητο τρόπο» (Saward, 1993a, σ. 76). Με δεδομένο ότι δεν μπορού-
με να είμαστε σίγουροι για οτιδήποτε, τα πλέον αποδεκτά μέσα πολιτικής
και λήψης αποφάσεων είναι όσα εκ περιτροπής προσεγγίζουν το πρόβλη-
μα διαδοχικά και προβλέπουν την τακτική επαναξιολόγηση της λύσης. Με
τον δημόσιο διάλογο, τη λογοδοσία και τις περιοδικές εκλογές, αυτή είναι
μια κάθε άλλο παρά μόνο κατ’ όνομα δημοκρατία. Στο δικό μας πλαίσιο, ο
Saward τονίζει ότι «…η πολιτική χωρίς βεβαιότητα –στην πραγματικότητα,
η πολιτική ως υποκατάστατο της βεβαιότητας– έχει ισχυρές αντηχήσεις
στην πράσινη πολιτική σκέψη» (Saward, 1993a, σ. 77). Η «αρχή της πρό-
ληψης» (που συζητήσαμε συνοπτικά στο κεφάλαιο 3) έχει καταστεί, πράγ-
ματι, παροιμιώδης έκφραση στους κύκλους που διαμορφώνουν την πρά-
σινη πολιτική, και ενώ δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτή η αρχή να μην υι-
174
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
Αν υπάρχει μια οριστική απάντηση όσον αφορά στις «ορθές» αξίες και
τον «ορθό» τύπο κοινωνίας στην οποία πρέπει να ζούμε (και οι πράσι-
νοι γενικά πιστεύουν ότι υπάρχει), τότε οι πράσινοι πρέπει να δεσμευ-
τούν απέναντι στη δημοκρατία ως τη μόνη διαδικασία λήψης αποφάσε-
ων που … αναγκαστικά δίνει την απάντηση.
(Dobson, 1996a, σ. 139)
175
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
176
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
177
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
178
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
ντα αυτών των περιφερειών (και ιδιαίτερα των μελλοντικών γενεών και
της μη-ανθρώπινης φύσης) να «ενσωματώνονται» σε αυτά των σημερι-
νών ανθρώπινων όντων (Goodin, 1996, σ. 841), με τον ίδιο τρόπο που τα
συμφέροντα των πολύ μικρών παιδιών θεωρείται ότι ενσωματώνονται
σε αυτά των γονιών τους. Ο Goodin γνωρίζει ότι αυτό το πρότυπο έχει
κακόφημο παρελθόν: «Τα συμφέροντα των σκλάβων και των υπηρετών
ήταν κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο ενσωματωμένα στα αντίστοιχα συμφέ-
ροντα των αφεντικών τους». Παρομοίως, «οι προ-εδουαρδιανές σύζυγοι,
οι οποίες δεν είχαν ανεξάρτητη νομική υπόσταση, έπρεπε να αποδέχο-
νται το γεγονός ότι τα συμφέροντά τους ήταν ενσωματωμένα στα συμφέ-
ροντα των συζύγων τους» (ό.π., σ. 842). Όμως, συνεχίζει, «στην περίπτω-
ση των μικρών παιδιών όπως και των μελλοντικών γενεών, το πρότυ-
πο των “ενσωματωμένων συμφερόντων” μοιάζει θεμιτό κατά κύριο λόγο
επειδή εμφανίζεται ως αναπόφευκτο» (ό.π., σ. 843).
Τρία πιθανά προβλήματα υπάρχουν στην πρόταση του Goodin για
μια «εκπροσώπηση της Γης». Το πρώτο, και πιο επιζήμιο: ότι δεν είναι
δημοκρατική. Όπως κάποτε δεν ήταν δημοκρατικό ως προς τις εδουαρ-
διανές συζύγους να ενσωματώνονται τα συμφέροντά τους σε αυτά των
συζύγων τους, το ίδιο θα πρέπει να ισχύει και ανάμεσα στις παρούσες
και τις μελλοντικές γενιές. Δεύτερον, η «ενσωμάτωση» δεν είναι η μόνη
διαθέσιμη μέθοδος αντιπροσώπευσης. Τρίτον, δεν υπάρχει εγγύηση
ότι οι άνθρωποι της εποχής μας θα «εσωτερικεύσουν τα συμφέροντα»
(Goodin, 1996, σ. 844) των μελλοντικών γενεών και της μη-ανθρώπινης
φύσης με τον απαιτούμενο τρόπο – και αν δεν το πράξουν, τότε η «ενσω-
μάτωση» δεν θα αποφέρει τα οφέλη που υπόσχεται.
Μια εναλλακτική στρατηγική, ως προς αυτήν του Goodin, είναι να
έχουμε αντιπροσώπους εκλεγμένους από πληρεξούσιους εκλογείς για να
αντιπροσωπεύουν «άμεσα» τα συμφέροντα των μελλοντικών γενεών και
της μη-ανθρώπινης φύσης σε εθνικά και διακρατικά νομοθετικά σώματα:
179
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
180
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
προγράμματος μέσω αυτών. Η ιδέα ότι, ακόμα και αν δεν εκλεγεί ένα πρά-
σινο κόμμα, μπορεί να ασκηθεί επαρκής πίεση στους κυβερνώντες για την
πραγμάτωση της βιώσιμης κοινωνίας φαίνεται γενικώς αποδεκτή.
Κάποτε, η ερώτηση αν τα πράσινα κόμματα μπορούν να επιφέρουν μια
τέτοιου είδους αλλαγή ήταν εντελώς θεωρητική. Μέχρι τις αρχές του 1980
δεν υπήρχαν μέλη των Πρασίνων σε καμιά βουλή και, ασφαλώς, κανένα
πράσινο κόμμα κοντά στην εξουσία. Τώρα αυτό έχει αλλάξει. Τον Ιούνιο του
2006, όταν γραφόταν αυτές οι γραμμές, τα ευρωπαϊκά πράσινα κόμματα πε-
ρηφανεύονταν για 192 έδρες σε εθνικά κοινοβούλια, για δύο υπουργούς
κυβερνήσεων (Ιταλία και Λετονία, European Federation for Green Parties,
2006). Μέχρι τις τελευταίες εκλογές, οπότε η γερμανική πολιτική σκηνή άλ-
λαξε, το Κόμμα των Πρασίνων έπαιζε σημαντικό ρόλο στην κυβέρνηση, και
ο βουλευτής του Joschka Fischer είχε το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου
Εξωτερικών. Κατ’ αυτό τον τρόπο, οι πράσινοι γεύτηκαν την εκλογική επι-
τυχία μέσα στους περιορισμούς του φιλελεύθερου δημοκρατικού πλαισίου
(Müller-Rommel and Poguntke, 2002). Το ερώτημα είναι αν το να στηριζό-
μαστε σε αυτό το πλαίσιο αρκεί για την επίτευξη της ριζοσπαστικής πολιτι-
κής και της κοινωνικής αλλαγής που προτείνει ο οικολογισμός.
Το πρώτο πρόβλημα για κάθε πράσινο κόμμα (σε αρκετές χώρες, και
σίγουρα στη Βρετανία) είναι, αρχικά, η εκλογική επιτυχία – δεν εννοώ απα-
ραίτητα την εκλογή στην κυβέρνηση, αλλά τη συγκέντρωση ενός επαρκούς
αριθμού ψήφων ώστε να κερδίσουν ακόμα και την ελάχιστη αντιπροσώ-
πευση στη νομοθετική εξουσία. Ο ίδιος κατάλογος που εμφανίζει 192 πρά-
σινα μέλη ευρωπαϊκών νομοθετικών σωμάτων δείχνει επιπλέον ότι δε-
καεπτά από τα τριάντα πέντε πράσινα κόμματα στην Ευρώπη δεν αντιπρο-
σωπεύονται καθόλου (European Federation for Green Parties, 2006). Στη
Βρετανία, το πλειοψηφικό σύστημα με τις μονοεδρικές περιφέρειες, όπου
ο υποψήφιος με τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων καταλαμβάνει την έδρα,
λειτουργεί κατάφωρα ενάντια στα μικρά κόμματα. Τα αποτελέσματα αυτού
του συστήματος έγιναν εμφανέστερα στις ευρωπαϊκές εκλογές του 1989,
όταν το βρετανικό Πράσινο Κόμμα κέρδισε το 15% των ψήφων και όμως
δεν κατέλαβε καμία έδρα στο Στρασβούργο. Όταν εφαρμόστηκε το αναλο-
γικό σύστημα, στις εκλογές του 1999, το Πράσινο Κόμμα έστειλε δύο μέλη
στην Ευρωπαϊκή Βουλή με μόνο 5,8% των ψήφων. Οι Jean Lambert και
181
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Από το 1980 το Κόμμα των Πρασίνων στη Γερμανία έχει κλείσει τον κύ-
κλο του. Στις πρώτες εκλογές μετά την επανένωση (Δεκέμβριος 1990)
η στήριξη στους τότε Πράσινους μειώθηκε απότομα και, παρόλο που
διατήρησαν τη στήριξη της Έσσης, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβο-
λία ότι η ανοδική πορεία τους κόμματος μειώνεται.
(Bramwell, 1994, σ. 133)
182
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
183
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
… είναι, τρόπον τινά, στην ίδια θέση με τους ιεραπόστολους που αντι-
μετωπίζουν πολλά πεινασμένα στόματα με λίγες μόνο μερίδες φαγη-
τού· θα ήθελαν πάρα πολύ να τους ικανοποιήσουν όλους, αλλά μπο-
ρούν να ικανοποιήσουν μόνο λίγους. Πάντως, είναι καλύτερα να είναι
ικανοποιημένοι λίγοι παρά κανένας.
(Goodin, 1992, σ. 110)
184
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
185
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Τρόπος ζωής/Lifestyle
Η γενική αρχή που διέπει τις στρατηγικές τόσο του τρόπου ζωής όσο και
της κοινότητας είναι ότι οι αλλαγές στη συνείδηση και στη συμπεριφορά
ενισχύονται αμοιβαία. Η αλλαγή του τρόπου ζωής αφορά σε αλλαγές των
προτύπων ατομικής συμπεριφοράς στην καθημερινή ζωή. Τυπικά παρα-
δείγματα είναι: μια στάση εγρήγορσης ως προς τα πράγματα που αγορά-
ζεις, τα όσα λες, το πώς επενδύεις τα χρήματά σου, το πώς αντιμετωπί-
ζεις τους ανθρώπους, το μεταφορικό μέσο που χρησιμοποιείς, κ.ο.κ.
Τα τελευταία χρόνια υπήρξε στη Βρετανία μια γνήσια έκρηξη από
πράσινες αλλαγές στον τρόπο ζωής. Η οικιακή οικολογία, σε ορισμένα
τμήματα της κοινότητας τουλάχιστον, είναι ιδιαίτερα του συρμού. Το λια-
νικό εμπόριο «έπιασε» και ενίσχυσε αυτή την τάση, και οι μεγάλες αλυ-
σίδες σπεύδουν να εφοδιαστούν με προϊόντα φιλικά προς το περιβάλλον,
σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον· τα προϊόντα σε πράσινη συσκευασία που-
λάνε σημαντικά περισσότερο από ομόλογά τους συσκευασμένα σε άλλα
χρώματα. Στο πλαίσιο αυτό, το πράσινο έγινε πολύ γρήγορα το χρώμα της
καπιταλιστικής δραστηριότητας και επιχειρηματικότητας. Από την πλευρά
των αλλαγών στον τρόπο ζωής, τα πεδία για πολιτική δράση είναι κατ’ αρ-
χάς απεριόριστα – ακόμα και η τουαλέτα είναι ένας πιθανός χώρος ριζο-
σπαστικής πολιτικής, αφού όπως μας πληροφορούν οι John Seymour και
186
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
187
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
188
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
189
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
190
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
Κοινότητες
191
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
192
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
193
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
κρισης εργασία/μη εργασία, μεγάλη έμφαση στην κοινοτική ζωή και “βί-
ωση της τεχνολογίας”» (Harper, χ.χ., σ. 4). Όμως, όπως το έθεσε ένα μέ-
λος της κοινότητας, «…σταδιακά το άνθος μαράθηκε. Το παρακολούθησα
κι εγώ να μαραίνεται. Ένας συνδυασμός σκληρών εμπειριών, εξάντλησης,
ανθρώπινων αδυναμιών, πιέσεων από την οικογενειακή ζωή, η επιθυμία
να έχεις την αποδοχή συνηθισμένων ανθρώπων, η ηλικία … με μετέτρε-
ψαν σε έναν επιφυλακτικό μετριοπαθή» (ό.π., σ. 2). Ένα μέλος του CAT, στη
μελέτη του Pepper, υποστήριξε ότι το Λατομείο (το Κέντρο είναι χτισμένο
γύρω από ένα παλιό λατομείο σχιστολίθου) είναι πλέον ένας τρόπος, για
ανθρώπους, μυημένους στην κοινωνική αλλαγή, «να επαναφορτίσουν τις
μπαταρίες τους. Όμως δεν είναι ένας τρόπος για να αλλάξει η κοινωνία. Θα
ήθελα το πράσινο κίνημα να προωθήσει τις κομούνες, αλλά είναι σημαντι-
κότερο να αποκτήσει πολιτική δύναμη» (Pepper, 1991, σ. 181).
Αυτό το ταξίδι προς τη μετριοπάθεια πρέπει να χαρακτηρίζει εκα-
τοντάδες εναλλακτικές κοινότητες που διαπίστωσαν ότι η αντιπολίτευση
καταλήγει στην ενσωμάτωση. Τώρα το CAT δέχεται κάθε χρόνο χιλιάδες
επισκέπτες απ’ όλο τον κόσμο, οι οποίοι πληρώνουν χρήματα για να πα-
ρατηρήσουν ένα πείραμα που, εξαιτίας των ίδιων των επισκεπτών, φαί-
νεται να έχει τελειώσει. Ο Peter Harper γράφει: «Δυστυχώς, αλλά αναπό-
φευκτα, βλέπω μπροστά μας μια περίοδο Αναθεωρητισμού …. Το Λατο-
μείο θα γίνει πιο αποδοτικό, αρμονικό, συνεπές, σεβαστό και βαρετό. Θα
είναι ένας επιτυχημένος θεσμός, όχι μια κοινότητα» (χ.χ., σ. 6). Το Κέντρο
είναι τώρα ένας επιτυχημένος θεσμός – αυτό το οποίο είχε απο-αποικι-
στεί έχει τώρα επανεποικιστεί, και έχουμε απομείνει να γιορτάζουμε «την
προσθήκη του Λατομείου σαν ένα σεβαστό και αναπόσπαστο κομμάτι της
βρετανικής κοινωνίας» (ό.π., σ. 7). Η μελέτη του Pepper υποστηρίζει ότι
το CAT δεν είναι το μοναδικό τέτοιο παράδειγμα:
194
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
195
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
για την ίδια την επιβίωση και αναπαραγωγή αυτού στο οποίο αντιτίθενται.
Αυτές που αποκάλεσα «κοινοτιστικές στρατηγικές» βελτιώνουν
αναμφισβήτητα τις αλλαγές στον τρόπο ζωής, επειδή κάνουν ευκολότε-
ρες συνδέσεις της τρέχουσας πρακτικής με τις προσδοκίες για το μέλλον.
Ωστόσο, πέρα από την εύκολη εξουδετέρωσή τους, αυτές οι στρατηγικές
εξαρτώνται ιδιαίτερα (όπως και οι αντίστοιχες στην περίπτωση του τρό-
που ζωής) από την αλλαγή διά του παραδείγματος. Μπορεί όντως να μας
δείχνουν ότι είναι εφικτοί βιώσιμοι τρόποι ζωής, όμως ως φορείς πολι-
τικής αλλαγής στηρίζονται απολύτως στη σαγηνευτική τους ικανότητα. Το
πρόβλημα είναι ότι οι άνθρωποι αρνούνται να σαγηνεύονται: αντί να πα-
ράγουν ριζικές αλλαγές στις συνειδήσεις, οι βιώσιμες κοινότητες παίζουν
τον ρόλο του υποκατάστατου της καλής συνείδησης, και μπορούμε να
πηγαίνουμε ως εκεί τα Σαββατοκύριακα για να το βλέπουμε σε λειτουρ-
γία. Οι ερωτώμενοι στην –ομολογουμένως περιορισμένη– έρευνα του
Pepper ήταν γενικά απαισιόδοξοι ως προς τις πιθανότητες που έχουν οι
κομούνες να αποτελέσουν την εμπροσθοφυλακή για κοινωνική αλλαγή.
Περισσότεροι από έξι στους δέκα, που έλαβαν μέρος στις συνεντεύξεις,
πίστευαν ότι οι κοινότητες δεν είναι σημαντικές ως προς το να μας οδη-
γήσουν σε μια πράσινη κοινωνία, και δεν αποτελούν σημαντικό μέρος
του σχεδίου επιβίωσης. Λιγότεροι από τρεις στους δέκα πίστευαν ότι
μπορεί να είναι σημαντικές, και λιγότερο από ένας στους δέκα θα δε-
χόταν ότι είναι ενθουσιασμένος ή ότι υποστηρίζει την ιδέα άνευ όρων.
(Pepper, 1991, σ. 180)
196
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
Στην πόλη Wörgl, στην Αυστρία, υπάρχει μία γέφυρα, η θεμέλια πλάκα
της οποίας θυμίζει το γεγονός ότι χτίστηκε από μη χρωστούμενα χρή-
ματα που είχαν αποκτηθεί τοπικά. Αυτό είναι ένα μικρό μέρος ενός ση-
μαντικού πειράματος που έβγαλε από τη φτώχεια πόλεις και ολόκλη-
ρες περιοχές μέσα σε τρεις μήνες και τις έβαλε σε κατάσταση ευμάρει-
ας μέσα σε έναν χρόνο, σε μία περίοδο που υπήρχε εκτεταμένη ανερ-
γία στην εθνική οικονομία.
(Weston στο Ekins, 1986, σ.199)
Αυτό το συγκεκριμένο πείραμα έλαβε χώρα περίπου μεταξύ του 1929 και
του 1934 και, είναι αξιοσημείωτο, τελείωσε όταν 200 Αυστριακοί δήμαρ-
197
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Ένας αριθμός ανθρώπων που ζουν τοπικά και θέλουν να κάνουν εμπό-
ριο συναντιούνται, συμφωνούν στους κανόνες του συστήματος LETS
και καθένας τους παίρνει αριθμούς λογαριασμών. Κάθε άτομο φτιάχνει
δύο λίστες, μία με τη «ζήτηση» και μία άλλη με τις «προσφορές», με επι-
συναπτόμενες τιμές (ακολουθώντας κανονικές τιμές της αγοράς). Δημι-
ουργείται μία κοινή λίστα και δίνεται σε όλους. Τα μέλη μελετούν τη λί-
στα, τηλεφωνούν σε όποιον έχει αυτό που επιθυμούν και αρχίζουν να
συναλλάσσονται … Τα όρια στην ανταλλαγή ενός προς έναν εξαλείφο-
νται, μια και τώρα μπορείς να συναλλαγείς με άτομα του συστήματος
στο σύνολό του: η ανταλλαγή αποτελεί πλέον μία συλλογική πρόταση.
(Dauncey, 1988, σ. 52)
198
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
Άμεσες δράσεις
199
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
μέλος ενός πράσινου κόμματος, καθώς και αγοραστής του υγρού πιάτων
Ecover. Θα μπορούσε επίσης να ζει σε μια κοινότητα που προσπαθεί να
κάνει τον κόσμο πράσινο με το παράδειγμά της. Σχετικά τελευταία, του-
λάχιστον στη Βρετανία, θα μπορούσε να είναι ένας/μία από τους χιλιά-
δες ανθρώπους που αντιπαρατίθενται –μερικές φορές βίαια, άλλες όχι–
στην πρόθεση των εργολάβων να συνεχίσουν το πρόγραμμα οδοποιίας
της κυβέρνησης· ή να ανήκει στον μικρότερο –αλλά παρ’ όλα αυτά απο-
τελεσματικό– αριθμό ανθρώπων που ξεριζώνουν τις γενετικά τροποποι-
ημένες καλλιέργειες από τα καθορισμένα από την κυβέρνηση χωράφια
δοκιμών. Η άμεση δράση προκειμένου να σταματήσει αυτό που οι ενι-
στάμενοι βλέπουν ως περιβαλλοντική υποβάθμιση αποτελεί ένα όλο και
πιο διακεκριμένο χαρακτηριστικό της πολιτικής σκηνής, ενώ αναλαμβά-
νεται από μία εμφανώς ανομοιογενή ομάδα ανθρώπων, που περιλαμ-
βάνει από “NIMBYS” (Not in My Back Yard / Όχι στην πίσω αυλή μου,
ΟΣΠΑΜ) της μεσαίας τάξης μέχρι ταξιδιώτες της Νέας Εποχής (Doherty,
2000, σ. 154-182). H απογοήτευση απέναντι στα επικρατούντα πολιτικά
κόμματα (συμπεριλαμβανομένου του Πράσινου Κόμματος) και στα προ-
γράμματα που προωθούν ενισχύει μια πολιτική του τύπου «φτιάξ’ το μό-
νος σου»: ομάδες από νέους, κυρίως, ανθρώπους οργανώνονται γύρω
από μία κατάληψη, ένα ηχητικό σύστημα, μια ναρκωτική ουσία, ένα κομ-
μάτι γης και προσπαθούν να ζήσουν αυτόνομα:
200
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
Οι πολιτικές των ομάδων αυτών διαφέρουν, όμως ένα μέρος τους συ-
γκινείται από θέματα που κινητοποιούν το ευρύτερο πράσινο κίνημα –
για παράδειγμα, η αντίθεση στο πρόγραμμα οδοποιίας (Seel, 1997, North,
1998). Αντί να ασκούν παρασκηνιακή πολιτική πίεση στα μέλη του κοι-
νοβουλίου (ή να το κάνουν αυτό εκ παραλλήλου, όπως συμβαίνει ενίο-
τε, στην περίπτωση πιο παραδοσιακών διαμαρτυρομένων), ή να συμμε-
τέχουν σε κάποια κατεστημένη ομάδα πίεσης, οι ακτιβιστές επιλέγουν να
αντιταχθούν στην κατασκευή των δρόμων με άμεσες δράσεις. Κάτι τέτοιο
συνήθως σημαίνει συνεχή παρουσία στον συγκεκριμένο χώρο (αν αυτό
είναι δυνατόν) και μη βίαιη (κατά κύριο λόγο) αντίσταση στους εργολά-
βους, όταν εμφανίζονται για δουλειά.
Με διεθνείς όρους, η γνωστότερη ομάδα άμεσων περιβαλλοντι-
κών δράσεων είναι αναμφίβολα η Earth First! (Πρώτα η Γη! [Wall, 1999,
Doherty, 2002, σ. 155-168]). Η Earth First! ιδρύθηκε στις Ηνωμένες Πο-
λιτείες της Αμερικής το 1980 από μια ομάδα ακτιβιστών, που ανησυχού-
σαν ότι οι άτολμες κινητοποιήσεις έκαναν πολύ λίγα και πολύ αργά για
να σώσουν τον πλανήτη. Από την αρχή, η Earth First! πρότεινε την άμε-
ση δράση (ή τη δολιοφθορά, εφαρμόζοντας τεχνικές για να ακινητοποιεί
μπουλντόζες και άλλα βαρέα μηχανήματα) ως στρατηγική ενάντια στη βι-
ομηχανοποίηση και υπέρ της προστασίας της άγριας φύσης. Οι δράσεις
τους έχουν προκαλέσει επικριτικά σχόλια εντός και εκτός του πράσινου
κινήματος, και έχουν κατηγορηθεί επανειλημμένα ότι εκτιμούν τα ζώα
και τα δέντρα περισσότερο από τα ανθρώπινα όντα, ότι θέτουν σε κίνδυνο
την ανθρώπινη ζωή, ότι δίνουν στο υπόλοιπο κίνημα κακό όνομα.
Η δολιοφθορά, πάντως, δεν λειτουργεί χωρίς αρχές. Ο Dave Fore-
man –πάλαι ποτέ κεντρική φυσιογνωμία στην Earth First!– και ο Bill Hay-
wood συνέταξαν έναν «Οδηγό πεδίου για τη δολιοφθορά» (Field Guide to
Monkeywrenching, 1989), στον οποίο εξηγούνται και συζητούνται οι αρ-
χές του σαμποτάζ και η πολιτική του αποτελεσματικότητα. Πάνω απ’ όλα,
ο Foreman γράφει ότι η δολιοφθορά είναι μη βίαιη όταν αφορά σε άτο-
μα. Η Earth First! για την εκστρατεία της κατά την οποία μέλη της κάρφω-
ναν μακριές πρόκες στα δέντρα προκειμένου να εμποδίσουν το κόψιμό
τους έλαβε αρνητική δημοσιότητα, λόγω της πιθανότητας τραυματισμού
των ξυλοκόπων από τα ίδια τους τα πριόνια. Ο «Οδηγός πεδίου», λοιπόν,
201
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
202
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
Από τη μια πλευρά ήταν οι Dongas, που ζούσαν με τις βαθιά οικολο-
γικές τους αρχές, και στην κοινωνία αντιπροσώπευαν το όραμα μιας
εναλλακτικής λύσης· από την άλλη μεριά, οι SOS (Save Our Solsbury)
προσπαθούσαν να επιστρατεύσουν δυνάμεις για να πείσουν τις αρχές
να αλλάξουν γνώμη και να σταματήσουν την κατασκευή του δρόμου.
(North, 1998, σ. 20)
Και συνεχίζει:
203
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
σαμε τη μάχη, αλλά θα κερδίσουμε τον πόλεμο», και υπήρξε κάποιο δι-
άστημα που μπορούσαν να επικαλούνται τη μείωση των προγραμμάτων
οδοποιίας από τις διαδοχικές κυβερνήσεις Συντηρητικών και Εργατικών
(δηλαδή των Νέων Εργατικών) ως ένδειξη της μακροπρόθεσμης επιτυ-
χίας τους (Doherty, 1999, σ. 284-285). Τώρα, όμως, ο τροχός έχει γυρί-
σει, αφού η κυβέρνηση που αναδείχθηκε το 2005 προχώρησε σε ένα τε-
ράστιο πρόγραμμα οδοποιίας – πράγμα που μας δείχνει απλά ότι το να
αντλούμε συμπεράσματα σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή σχετικά με την
επίδραση των άμεσων δράσεων στην περιβαλλοντική πολιτική αποδει-
κνύεται προσωρινό και υπόκειται σε αναθεώρηση.
204
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
205
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
πετώντας τα σκουπίδια μας στην πίσω αυλή κάποιου άλλου. Αυτή η συ-
μπεριφορά θα ταιριάζει με το πρότυπο των ανθρώπινων κινήτρων που
θα υπήρχε πίσω από τον φόρο –την επιθυμία από μέρους των ατόμων να
αποφεύγουν τον πόνο και να μεγιστοποιούν την απόλαυση–, αλλά δεν θα
έφερνε το επιθυμητό αποτέλεσμα, μια πιο βιώσιμη συμπεριφορά.
Αυτά τα πιθανά μειονεκτήματα της προσέγγισης μέσω ενός οικο-
νομικού κινήτρου/αντικινήτρου για τη βιωσιμότητα οδήγησαν κάποιους
αναλυτές να διατυπώσουν μιαν αντίθετη αντίληψη περί της περιβαλλοντι-
κής ή οικολογικής ιδιότητας του πολίτη (Smith, 1998, Barry, 1999, Light,
2002, Dobson 2003, Dobson and Bell, 2005, Dobson and Valencia 2005,
MacGregor, 2006). Αυτή η επίμαχη αντίληψη αντλεί από διάφορες παρα-
δόσεις περί της ιδιότητας του πολίτη, για να καταλήξει σε έναν πιο δι-
υποκειμενικό, βασισμένο στην κοινότητα, προσδιορισμό των δικαιωμά-
των και των υποχρεώσεων των ατόμων σε σύνδεση με τη βιωσιμότητα.
Έτσι, η φιλελεύθερη αντίληψη του πολίτη εμπεριέχει την ιδέα των
περιβαλλοντικών δικαιωμάτων των πολιτών, όπως για παράδειγμα το
δικαίωμα για περιβαλλοντικό χώρο. Η ρεπουμπλικανική παράδοση πα-
ρέχει μια περιγραφή των υποχρεώσεων που θα είχαν πολίτες με περι-
βαλλοντική συνείδηση, μαζί με την αντίληψη ότι η ιδιότητα του πολίτη
έχει να κάνει με τη συνεισφορά στο κοινό καλό, όσο και με την άσκηση
των δικαιωμάτων του, ως πολίτη. Στο μεταξύ, η παλιά αντίληψη περί κο-
σμοπολιτισμού είναι και πάλι της μόδας, και λεπτομερείς αναλύσεις της
ιδιότητας του πολίτη σύμφωνα με αυτήν αποτελούν αναπόσπαστο μέρος
της θεωρίας των διεθνών σχέσεων σήμερα· η περιβαλλοντική αντίληψη
για την ιδιότητα του πολίτη δανείζεται από την παράδοση του κοσμοπολι-
τισμού την ιδέα της υπερεθνικής ιδιότητας του πολίτη.
Επομένως, η περιβαλλοντική ιδιότητα του πολίτη μιλάει τη γλώσσα
των υποχρεώσεων, του κοινού καλού και τυς παγκόσμιας εμβέλειας των
σχέσεων μεταξύ των πολιτών. Σε αυτό το πλαίσιο ενστερνίζεται μια μάλ-
λον διαφορετική αντίληψη περί των ανθρωπίνων προσδοκιών με σχέση
με τη στρατηγική των οικονομικών κινήτρων. Αναγνωρίζει (ή υποθέτει) ότι
οι άνθρωποι μερικές φορές δρουν για να «κάνουν το καλό», όπως και για
να εξασφαλίσουν ένα κέρδος για τους ίδιους. Μία από τις κεντρικές ιδέες
της είναι τα ίσα δικαιώματα στον περιβαλλοντικό χώρο για όλους τους πο-
206
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
λίτες – δηλαδή για τους πάντες, σε όλον τον κόσμο. Δεδομένου ότι ο περι-
βαλλοντικός χώρος είναι κατανεμημένος πολύ άνισα, οι περιβαλλοντικοί
πολίτες θα στοχεύσουν σε μια ανακατανομή του – μειώνοντας το μέγεθος
των περιβαλλοντικών τους αποτυπωμάτων όπου πρέπει. Έτσι, ο περιβαλ-
λοντικός πολίτης κινητοποιείται να ζήσει βιώσιμα επειδή αυτό είναι δίκαιο,
όχι επειδή ωθείται από οικονομικά κίνητρα ή αντικίνητρα.
Αυτοί οι δρόμοι προς τη βιωσιμότητα μοιάζουν πολύ διαφορετικοί,
αλλά φαίνεται ότι μάλλον αλληλοσυμπληρώνονται παρά έρχονται σε αντί-
θεση μεταξύ τους. Δεν θα ήταν λογικό να συνδυάζαμε τις ιδέες των δύο
όσον αφορά στην ανθρώπινη κινητοποίηση; Με αυτόν τον τρόπο, τα οικο-
νομικά κίνητρα θα μιλούν στην ιδιοτελή πλευρά μας, ενώ η περιβαλλοντι-
κή ιδιότητα του πολίτη θα απευθύνεται στις άλλες εκφάνσεις της συμπερι-
φοράς μας. Φαίνεται ιδανικός ο συνδυασμός, όμως έχει και τα μειονεκτή-
ματά του. Πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι χρειάζεται να λάβουμε υπόψη μας
τους τρόπους με τους οποίους οι δύο αυτές προσεγγίσεις στην τροποποί-
ηση της συμπεριφοράς επηρεάζουν η μία την άλλη. Η έρευνα αυτή υπο-
στηρίζει ότι οι προσεγγίσεις στη βάση των οικονομικών κινήτρων παρα-
γκωνίζουν τις προσεγγίσεις στη βάση της ιδιότητας του πολίτη, γιατί όσοι
έχουν κίνητρα πολίτη μπορεί να τα χάσουν εύκολα σε ένα περιβάλλον
όπου η ανταμοιβή και η τιμωρία θα είναι τα κύρια κίνητρα της κινητοποί-
ησης (Berglund and Matti, 2006). Παρομοίως, είναι δύσκολο να σπείρεις
τους σπόρους των κινήτρων του πολίτη σε ένα πλαίσιο όπου το προσω-
πικό συμφέρον είναι το μέτρο καθορισμού των πολιτικών πρωτοβουλιών.
Έτσι, οι φορείς χάραξης πολιτικής μπορεί να χρειαστεί να επιλέξουν μετα-
ξύ των δύο τρόπων καθοδήγησης της συμπεριφοράς προς έναν πιο βιώ-
σιμο δρόμο, με την επίγνωση ότι επιλέγοντας την τεχνική του οικονομικού
κινήτρου μπορεί να καταλήξουν σε σχετικά γρήγορες αλλαγές, αλλά ρη-
χές δεσμεύσεις, ενώ με τον δρόμο της ιδιότητας του πολίτη θα χρειαστεί
περισσότερος χρόνος, με κέρδος, όμως, δυνητικά βαθύτερες δεσμεύσεις.
Οι τάξεις
207
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
208
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
κτηριστικό της πράσινης πολιτικής θεωρίας είναι ότι δεν έχει ποτέ απα-
ντήσει με συνέπεια σε αυτή την ερώτηση, κυρίως επειδή η απάντηση θε-
ωρείται αυτονόητη: Όλοι. Η γενική πολιτικο-οικολογική θέση ότι η περι-
βαλλοντική κρίση θα επηρεάσει τελικά τους πάντες στον πλανήτη και ότι,
κατά συνέπεια, το κάλεσμα της ιδεολογίας είναι οικουμενικό, έχει θεω-
ρηθεί ως πηγή δύναμης για το πράσινο κίνημα. Τι καλύτερο θα υπήρχε
για την προώθηση μιας ιδέας από το να μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η
απόρριψή της θα έχει ως τίμημα μια παγκόσμια καταστροφή, που αφο-
ρά όλους ανεξαιρέτως; Με τα σημερινά μέτρα, αυτό ίσως είναι το βασι-
κό πολιτικό λάθος του κινήματος, αφού η οικουμενική έκκληση είναι, επί
της ουσίας, ουτοπική. Θα ήταν απλά αναληθές να πούμε ότι, δεδομένων
των σημερινών συνθηκών, είναι προς το συμφέρον όλων να επιτευχθεί
η βιώσιμη και ισότιμη κοινωνία. Ένα σημαντικό και με επιρροή ποσοστό
της κοινωνίας, για παράδειγμα, έχει υλικό συμφέρον από τη διαιώνιση
της περιβαλλοντικής κρίσης, αφού προσπορίζεται οικονομικά όφελη από
τη διαχείρισή της. Είναι ουτοπικό να θεωρούμε αυτούς τους ανθρώπους
κομμάτι του μηχανισμού που θα επιφέρει μια ριζική κοινωνική αλλαγή.
Ίσως η πιο λεπτομερής διατύπωση της οικουμενικής προσέγγισης
προέρχεται από τον Rudolf Bahro:
209
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
στο οποίο πρέπει να επικεντρωθούμε για να φέρει την αλλαγή δεν είναι
αυτή ή η άλλη κοινωνική τάξη αλλά ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Επι-
πλέον, γράφει ότι «…κατά τα φαινόμενα …, οι οργανωτικοί παράγοντες
που μπορούν να ενώσουν τις εναλλακτικές δυνάμεις και να τους προσ-
δώσουν έναν κοινωνικό συντονισμό (όπως είναι επιθυμητέο) στο μέλ-
λον δεν θα αφούν σε κάποιο συγκεκριμένο ταξικό συμφέρον, αλλά σε
ένα μακροπρόθεσμο ανθρώπινο συμφέρον» (Bahro, 1982, σ. 115). Όπως
τόνισα νωρίτερα, ο Bahro μπορεί και το υποστηρίζει αυτό επειδή φαίνε-
ται ξεκάθαρα ότι η επαπειλούμενη περιβαλλοντική κρίση δεν θα κάνει
διαχωρισμό μεταξύ κοινωνικών τάξεων – η καταστροφή, αν έρθει, θα
επηρεάσει τους πάντες. Ενώ μπορεί να ισχύει μακροπρόθεσμα, δεν εί-
ναι απαραίτητα η καλύτερη ιδέα για τον σχεδιασμό μιας άμεσης πολιτι-
κής στρατηγικής.
Από πολλές απόψεις μπορεί κανείς, για παράδειγμα, να διαπιστώ-
σει ότι την περιβαλλοντική υποβάθμιση δεν την υφίστανται όλοι ισότι-
μα. Για παράδειγμα, οι βιολογικές τροφές, ως εναλλακτική λύση απένα-
ντι στα πλήρη χημικών ουσιών προϊόντα είναι, ευρέως διαθέσιμες κατ’
αρχάς, όμως λόγω κόστους δεν είναι διαθέσιμες σε όλους. Δεν έχουμε
απλά θέμα παιδείας, λοιπόν, αλλά και χρημάτων. Παρομοίως, σε σχέση
με το οικοδομημένο περιβάλλον, τα χρήματα επιτρέπουν την πρόσβαση
σε πράσινους χώρους αναψυχής, ενώ η ανταπόκριση στο αρχέγονο κά-
λεσμα της άγριας φύσης αποτελεί μια δυνατότητα που είναι διαθέσιμη σε
πολύ λίγους. Το ισχυρό κίνημα της «περιβαλλοντικής δικαιοσύνης» στις
Η.Π.Α. βασίζεται στην παρατήρηση ότι οι φτωχοί άνθρωποι ζουν σε φτω-
χά περιβάλλοντα (Dobson, 1998, Low and Gleeson, 1998, Schlosberg,
1999, Agyeman et al., 2003, Agyeman, 2005, Pellow and Brulle, 2005).
Η απουσία της πολιτικής φωνής των φτωχών ανθρώπων καθιστά ευκο-
λότερη την επιβολή σε αυτούς περιβαλλοντικών «κακών», όπως είναι οι
χώροι υγειονομικής ταφής, ενώ οι φτωχοί στις αναπτυσσόμενες χώρες
πολλές φορές υποχρεώνονται να υποβαθμίσουν τα ήδη περιθωριοποιη-
μένα περιβάλλοντά τους για να επιβιώσουν.
Η σχέση μεταξύ φτώχειας και περιβαλλοντικής υποβάθμισης εί-
ναι πολύπλοκη, και δεν πρέπει να θεωρούμε ότι η πρώτη οδηγεί πάντα
στη δεύτερη. Όντως, σε πολλές περιπτώσεις οι φτωχοί συντηρούν αποτε-
210
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
211
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
212
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
κά σημεία που τον οδηγούν να χαρακτηρίσει αυτού του τύπου τον σοσια-
λισμό «ουτοπικό». Πρώτον, η έκκληση του ουτοπικού σοσιαλισμού ήταν
αντιπαραγωγική, αφού ήταν αντικειμενικά αδύνατον να περιμένει κανείς
να προσχωρήσουν όλες οι τάξεις στον σοσιαλισμό. Δεύτερον, η στρατηγι-
κή μιας αλλαγής μέσω «μικρών πειραμάτων» και της «δύναμης του πα-
ραδείγματος» υπήρξε μια αίολη προσπάθεια να αλλάξει τους ανθρώπους
χωρίς να αλλάξει τις συνθήκες στις οποίες ζούσαν και εργάζονταν.
Και οι δύο αυτές κριτικές της ουτοπικής πολιτικής στρατηγικής σχε-
τίζονται με το σύγχρονο πράσινο κίνημα. Η φύση του «μικρού πειράμα-
τος» που υπάρχει σε πολλές πρακτικές του κινήματος αποσαφηνίστηκε
παραπάνω. Από το Κέντρο Εναλλακτικής Τεχνολογίας στην Ουαλία, ή την
καλλιέργεια λαχανικών χωρίς παρασιτοκτόνα, μέχρι την κοινότητα της
Νέας Εποχής στο Findhorn της Σκοτίας η πρακτική πολλών πράσινων
πολιτικών διαμορφώνεται ως μια σειρά «μικρών πειραμάτων». Ο Μαρξ,
φυσικά, έκανε σαφές ότι αναγνώριζε την πολιτική αξία των επιχειρήσε-
ων των ουτοπικών σοσιαλιστών που αμφισβητούσαν τις αποδεκτές αλή-
θειες της ευρωπαϊκής κοινωνίας των αρχών του 19ου αιώνα, και οποια-
δήποτε κριτική του πράσινου ουτοπισμού πρέπει να κάνει το ίδιο για τις
πρωτοβουλίες που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Είναι ιδιαιτέρως γνωστό ότι η λύση του Μαρξ στο πρόβλημα που
δημιουργήθηκε από την ανυπόστατη παγκόσμια έκκληση των ουτοπικών
σοσιαλιστών ήταν να προτείνει την αναγνώριση και δημιουργία στην κοι-
νωνία (υπό τις κατάλληλες ιστορικές συνθήκες) μιας τάξης το κύριο εν-
διαφέρον της οποίας να είναι η αλλαγή της κοινωνίας. Αυτή ήταν η θέση
του στο βιβλίο του Κριτική της Εγελιανής φιλοσοφίας του κράτους και του
δικαίου, του 1844:
213
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
μερικό κακό, αλλά ένα καθολικό κακό. Πρέπει να σχηματισθεί μια σφαί-
ρα της κοινωνίας που να μην διεκδικεί καμιά από τις παραδοσιακές θέ-
σεις, αλλά μόνο μια ανθρώπινη θέση, μια σφαίρα που δεν αντιτίθεται σε
ορισμένες μόνο συνέπειες, αλλά βρίσκεται σε ολοκληρωτική αντίθεση
με τις βάσεις του γερμανικού πολιτικού συστήματος, μια σφαίρα που τε-
λικά δεν μπορεί να χειραφετηθεί χωρίς να χειραφετήσει τον εαυτό της
από όλες τις άλλες κοινωνικές σφαίρες, χωρίς επομένως να χειραφε-
τήσει όλες αυτές τις άλλες σφαίρες, που είναι μέχρι τώρα, με λίγα λόγια,
μια ολική απώλεια της ανθρωπότητας και που μπορεί να λυτρωθεί μόνο
με μια ολική ανάκτηση της ανθρωπότητας.
(στο Bottomore and Rubel, 1984, σ. 190, η έμφαση στο πρωτότυπο,
μτφρ. Ρ. Κούνδουρου - Ν. Παπαδάκη)
214
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
αλλαγών και αυτή του δυνητικά κεντρικού ρόλου των «νέων κοινωνι-
κών κινημάτων», όπως ο φεμινισμός, το ειρηνηστικό κίνημα, οι ομοφυ-
λόφιλοι και ούτω καθεξής (Doherty, 2002).
O Jonathon Porritt διατυπώνει την κλασική εκδοχή της πρώτης
θέσης:
215
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Αυτή η παρατήρηση καθιστά την πίστη του Porritt στη μεσαία τάξη κάπως
προβληματική – ειδικά όταν συνοδεύει την υπόθεση εργασίας περί του
προσωπικού συμφέροντος: «Δεν πιστεύω ότι η πλειονότητα των ανθρώ-
πων θα αλλάξει μέχρι να πειστεί ότι είναι προς το συμφέρον της να το κά-
νει … Η επανερμηνεία του πεφωτισμένου προσωπικού συμφέροντος εί-
ναι, λοιπόν, το κλειδί για οποιαδήποτε ριζική μεταβολή» (Porritt, 1984a, σ.
117). Σε ένα από τα προηγούμενα σχόλιά του, ο Porritt συμμερίζεται τις
ανησυχίες του Martell όσον αφορά στη μεσαία τάξη:
216
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
Αυτό τον οδηγεί, επίσης, σε αισιόδοξα σχόλια για «τον ρόλο των μι-
κρών επιχειρήσεων», κάτω από τον γενικό τίτλο «οι παράγοντες της αλ-
λαγής» (Porritt, 1984a, σ. 139). Συνεχίζει: «Στο είδος της μακροπρόθεσμης
οικονομίας που οραματιζόμαστε, οι μικρές επιχειρήσεις δεν είναι απλώς
ένα χρήσιμο συμπλήρωμα στον κόσμο των μεγάλων εταιρικών επιχει-
ρήσεων, είναι οι στυλοβάτες όλης της οικονομικής δραστηριότητας»
(Porritt, 1984a, σ. 139). Το πρόβλημα με την ιδέα των μικρών επιχειρήσε-
ων ως φορέων αλλαγής είναι ότι η επιτυχία τους, ακόμη και η επιβίωσή
τους, εξαρτάται από την παραγωγή και αναπαραγωγή των προϊόντων και
αξιών που απαιτούνται από το σύστημα μέσα στο οποίο λειτουργούν. Στο
όνομα της αποδοτικότητας, αυτές οι επιχειρήσεις «πρέπει» να μειώσουν
το προσωπικό τους, να καταργήσουν τον συνδικαλισμό, να προσλάβουν
προσωρινά εργατικά χέρια χωρίς ασφάλιση και να παρέχουν κακές συν-
θήκες εργασίας. Δεν υπάρχει, παρ’ όλα αυτά, εγγύηση ότι οι μικρές επι-
χειρήσεις, μακράν του να λειτουργούν ως φορείς κοινωνικής αλλαγής,
δεν θα είναι τα οχήματα της αναπαραγωγής του συστήματος που επιζη-
τούν να ξεπεράσουν. Όντως, όσο απουσιάζει μια στρατηγική για την απε-
μπλοκή από το σύστημα, αυτό είναι πολύ πιθανό να συμβεί.
Πέρα από τη μεσαία τάξη, διαβάζουμε μερικές φορές ότι «νέα κοι-
νωνικά κινήματα αναλαμβάνουν νέες μορφές πολιτικής δράσης που
προσβλέπουν σε νέες μορφές κοινωνίας» (Doherty, 2002). O Fritjof
Capra, για παράδειγμα, γράφει για μια «νικηφόρα πλειονότητα» από «πε-
ριβαλλοντιστές, φεμινίστριες, εθνικές μειονότητες κ.λπ.», κι ύστερα ότι
«οι νέες συμμαχίες πρέπει να μετατρέψουν την αλλαγή του παραδείγμα-
τος σε πολιτική πραγματικότητα» (Capra, 1983, σ. 465). Με μεγαλύτερη
λεπτομέρεια, ο Murray Bookchin αναφέρεται στις «νέες τάξεις» και υπο-
στηρίζει ότι «ενώνονται περισσότερο από πολιτισμικούς παρά από οικο-
νομικούς δεσμούς: εθνότητες, γυναίκες, άνθρωποι από διαφορετικούς
πολιτισμούς, περιβαλλοντιστές, ηλικιωμένοι, ξεπεσμένοι, άνεργοι και μη
απασχολήσιμοι, άνθρωποι του “γκέτο”» (Bookchin, 1986, σ. 152).
Παρομοίως, ο Γιούργκεν Χάμπερμας έχει συγκροτήσει τη θεωρία
μιας «νέας πολιτικής», που θέτει στο επίκεντρο «το ειρηνηστικό κίνημα,
το αντιπυρηνικό και το περιβαλλοντικό κίνημα, κινήματα για την απελευ-
θέρωση μειονοτήτων, το κίνημα για εναλλακτικούς τρόπους ζωής, το κί-
217
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Αυτή είναι μία πολύ σημαντική παρατήρηση, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της
πιο συνηθισμένης κριτικής των κοινωνικών κινημάτων ως φορέων κοι-
νωνικής αλλαγής, ότι δεν έχουν κανένα κοινό συμφέρον και γι’ αυτό δεν
μπορούν να δράσουν με συνοχή. Όπως έχει γράψει, για παράδειγμα, ο
Boris Frankel, «γυναίκες, περιβαλλοντιστές, ακτιβιστές για την ειρήνη,
ομοφυλόφιλοι κ.λπ. δεν έχουν πραγματικά αποκτήσει ταυτότητα σαν κοι-
νωνικό κίνημα» (1987, σ. 235). Αυτό είναι αναμφισβήτητα αλήθεια, όμως
σε σχέση με τη διάκριση του Χάμπερμας είναι σχεδόν ασήμαντο. Το κρί-
σιμο επίτευγμα δεν θα είναι να δημιουργηθεί μια ταυτότητα μεταξύ ετε-
ρογενών ομάδων, αλλά να εντοπιστεί εκείνη η ομάδα (ή οι ομάδες) της
οποίας (των οποίων) το πρόταγμα θα αμφισβητεί ριζικά τις προϋποθέ-
σεις των σύγχρονων κοινωνικών πρακτικών. Μόνο κάποια τέτοια ομά-
δα μπορεί να κατέχει μιαν αρκετά «αποδεσμευμένη» θέση ώστε να αντι-
σταθεί στις προσπάθειες εποικισμού από το σύστημα που προσπαθεί να
218
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
ξεπεράσει, και βεβαίως, ακόμα και τότε, η επιτυχία δεν θα είναι καθόλου
εγγυημένη. Θα κρατήσω την ιδέα ότι οι γυναίκες μπορεί να αποτελέσουν
σύντομα μια τέτοια εμπροσθοφυλακή.
Όλη αυτή η συζήτηση έχει ως στόχο να υποστηρίξει ότι μια πιθανή
στρατηγική για το πράσινο κίνημα είναι ο εντοπισμός και η συγκρότηση
μιας κοινωνικής ομάδας που δεν θα είναι μόνο σχετικά «αποδεσμευμέ-
νη», αλλά θα προσανατολίζεται ήδη στα θεμέλια της βιώσιμης ζωής. Αυτή
θα είναι ο φορέας της ριζοσπαστικής πράσινης αλλαγής, και σε πνεύμα
πειραματισμού μπορώ τώρα να τη σκιαγραφήσω, ξεκινώντας από μια
γρήγορη πράσινη υλιστική ανάλυση της κατάστασης που την γεννά.
Το πράσινο κίνημα σίγουρα θέλει να υποστηρίξει ότι η παραγωγική
διαδικασία απειλείται από την πραγματική ή δυνητική έλλειψη πρώτων
υλών – αυτό ακριβώς είναι το σημείο όπου η ιδεολογία του θεμελιώνεται
στην έννοια της πεπερασμένης Γης. Εάν αυτό είναι σωστό, τότε η ίδια η
παραγωγή θα γίνει ακόμα ακριβότερη (ακόμα και αν υπάρξουν προσω-
ρινές τεχνολογικές λύσεις ή υποκατάστατα) και το κεφάλαιο που θα απαι-
τείται για επένδυση στη διαδικασία θα είναι όλο και δυσκολότερο να βρε-
θεί. Υπάρχουν δύο πιθανές συνέπειες: πρώτον, μια μείωση του κόστους
παραγωγής ώστε να αντισταθμιστεί η αύξηση του κόστους σπανίων υλι-
κών και, δεύτερον, μια προτροπή για μεγαλύτερη κατανάλωση, ώστε να
δημιουργηθεί μεγαλύτερο κεφάλαιο. Μια σοβαρή πράσινη υλιστική ανά-
λυση απαιτεί, φυσικά, εκτενή εμπειρική στήριξη των ισχυρισμών της.
Όμως, στο δικό μας πλαίσιο, το ζήτημα είναι ότι η πρώτη στρατηγι-
κή έρχεται σε σύγκρουση με τη δεύτερη και προκαλεί κοινωνικές εντάσεις
(και μία κοινωνική τάξη) που δεν μπορούν να εκτονωθούν με το συγκεκρι-
μένο σχήμα παραγωγής και κατανάλωσης. Για παράδειγμα, ένας από τους
τρόπους με τους οποίους το κόστος παραγωγής στις μητροπολιτικές χώρες
μπορεί να μειωθεί είναι η πρόσληψη φθηνότερου εργατικού δυναμικού σε
άλλες χώρες του κόσμου. Αυτό, όπως είναι φυσικό, έχει ως αποτέλεσμα
υψηλότερα επίπεδα ανεργίας στις μητροπολιτικές χώρες. Με τη σειρά του,
ο αριθμός των ανθρώπων που περιθωριοποιούνται, με βάση τη δεύτερη
συνέπεια που αναφέρθηκε –η οποία προτρέπει σε αύξηση της κατανάλω-
σης– ανεβαίνει. Μέσα από τη δική τους οπτική, το σύστημα χαρακτηρίζεται
από αδυναμία να εκπληρώσει τις προσδοκίες που δημιουργεί.
219
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Αυτό το στοιχείο δεν είναι καινούργιο, βέβαια, στη γενική ιστορία του
σημερινού τρόπου παραγωγής, όμως οι πράσινοι υποστηρίζουν πως το
καινούργιο στην παρούσα περίοδο είναι ότι τα εξωτερικά όρια που τίθε-
νται από τη Γη οριοθετούν τα περιθώρια ελιγμών του συγκεκριμένου συ-
στήματος. Υπάρχει όλο και λιγότερος χώρος μέσα στον οποίο το σύστημα
να μπορεί τόσο να παράγει όσο και να ικανοποιεί τις προσδοκίες για κα-
τανάλωση που δημιουργεί. Με άλλα λόγια, από μια πράσινη ριζοσπαστι-
κή οπτική μπορεί να υποστηριχθεί ότι τα εξωτερικά όρια που επιβάλλο-
νται στην παραγωγική διαδικασία από την ίδια τη Γη αρχίζουν να διαμορ-
φώνουν μια τάξη που είναι λίγο έως πολύ περιθωριοποιημένη ως προς
τη διαδικασία της κατανάλωσης. Από αυτή την άποψη είναι η απόσταση
από τη διαδικασία της κατανάλωσης και ο βαθμός μονιμότητας της απομό-
νωσης αυτής που καθορίζουν σήμερα τη δυνατότητα οποιασδήποτε ομά-
δας στην κοινωνία για μια ριζοσπαστική κοινωνική αλλαγή.
Με τους όρους του Μαρξ, αυτή η ομάδα θα είναι μια τάξη με «βα-
ριά δεσμά» – «μια τάξη στην κοινωνία πολιτών που δεν είναι μια τάξη
της κοινωνίας πολιτών». Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια τάξη η καθη-
μερινή ζωή της οποίας την καθιστά διακριτή από όλες τις άλλες τάξεις
της κοινωνίας. Είναι μια τάξη που δεν αγοράζει τίποτε και ως εκ τούτου
θέτει σε αμφισβήτηση την παραγωγική διαδικασία που γεμίζει τις βιτρί-
νες των καταστημάτων. Με αυτή την έννοια, είναι μια τάξη που αντιτίθε-
ται όχι μόνο «σε ορισμένες μόνο συνέπειες» του συγκεκριμένου συστή-
ματος, αλλά επίσης στις γενικές του «παραδοχές». Είναι, λοιπόν, αρκού-
ντως «αποδεσμευμένη» ώστε να έχει ελπίδες να ξεπεράσει τα προβλή-
ματα του αποικισμού και επανεποικισμού που είδαμε να κατατρύχουν τις
κοινοβουλευτικές, κοινοτιστικές και σχετικές με τον τρόπο ζωής στρατη-
γικές για την αλλαγή.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι υφίσταται μια τέτοια τάξη στον σύγχρονο κό-
σμο; Ένα μέρος όπου θα μπορούσαμε να στραφούμε είναι ο «αναπτυσ-
σόμενος», κόσμος, όπου μεγάλα τμήματα του πληθυσμού δεν είναι σε
θέση να απολαύσουν τους καρπούς της παγκοσμιοποίησης του ελεύθε-
ρου εμπορίου. Σε μία ομιλία του στο Καράκας το 1981, ο Rudolf Bahro
αναφέρθηκε σε αυτό που ο Arnold Toynbee ονόμασε «το εξωτερικό προ-
λεταριάτο» αποδίδοντάς το, με γενικούς όρους, σε όσους «δεν είναι ακό-
220
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
O Bahro εδώ στρέφεται προς ένα κοινωνικό υποκείμενο που έχει όμοια
χαρακτηριστικά με αυτά που περιγράψαμε (την περιθωριοποίηση από
τη διαδικασία της παραγωγής και της κατανάλωσης), αλλά το τοποθετεί
στον αποκαλούμενο Τρίτο Κόσμο. Αυτό χρησιμεύει στην ανάδειξη του δι-
εθνούς χαρακτήρα της κρίσης και των κοινών συμφερόντων των «μη-
τροπολιτικών» και των «περιφερειακών» περιθωριοποιημένων, και πα-
ρέχει στους πράσινους ένα παράδειγμα και μια πρακτική εφαρμογή του
συνθήματος: «Δράσε τοπικά, σκέψου παγκόσμια». Επίσης, δίνει συγκε-
κριμένο περιεχόμενο στην υπόδειξη του Jeremy Seabrook ότι «πρέπει
άμεσα να καταδειχθεί πώς και γιατί οι φτωχοί είναι εκείνοι που θα ευερ-
γετηθούν περισσότερο απ’ όλους από την Πράσινη πολιτική» (Seabrook,
1988, σ. 166). Ο Seabrook σίγουρα έχει δίκιο ως προς το ότι:
221
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Szasz, «τα θύματα των τοξικών είναι, συνήθως, άνθρωποι φτωχοί ή ερ-
γαζόμενοι που διαθέτουν περιορισμένα μέσα. Τα περιβαλλοντικά τους
προβλήματα είναι απολύτως συνδεδεμένα με την οικονομική τους κατά-
σταση. Οι άνθρωποι που κατοικούν σε κοινότητες οικονομικής στέρησης
είναι πιθανότερο να ζουν κοντά σε περιοχές με βιομηχανικούς ρύπους»
(Szasz, 1994, σ. 151). Ως προς την αναζήτηση μιας ομάδας συνασπισμέ-
νης γύρω από ένα ζήτημα με ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συνέ-
πειες, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι το κίνημα ενάντια στα επι-
κίνδυνα απόβλητα «καθορίζει όλο και περισσότερο την περιβαλλοντική
του αποστολή με όρους μιας ευρύτερης κριτικής της κοινωνίας … ορα-
ματίζεται μάλιστα ένα μέλλον στο οποίο ένας περιβαλλοντισμός βάσης θα
είναι η αιχμή του δόρατος για την ανασύσταση ενός ευρύτερου κινήματος
κοινωνικής δικαιοσύνης» (ό.π., σ. 166).
Σε όλο αυτό το κεφάλαιο αναφέρθηκα στην περιθωριοποίηση εντός
του πλαισίου των επισήμων διαδικασιών της παραγωγής και της κα-
τανάλωσης. Οι οικοφεμινίστριες –για τις οποίες θα μιλήσω περισσότε-
ρο στο κεφάλαιο 5– κατηγορούν τους υπέρμαχους αυτής της προσέγγι-
σης ότι αγνοούν την κρίσιμη σφαίρα της αναπαραγωγής. Στα χέρια των
υλιστριών οικοφεμινιστριών αυτή η κριτική μετατρέπεται σε μια πλήρως
αναπτυγμένη θεωρία από έναν έμφυλο πολιτικό φορέα που θέτει τις γυ-
ναίκες στο προσκήνιο της αλλαγής. H Ariel Salleh, για παράδειγμα, ση-
μειώνει τα ακόλουθα:
222
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
223
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Συμπέρασμα
224
Στρατηγικές για την πράσινη αλλαγή
225
5. Οικολογισμός και
άλλες ιδεολογίες
226
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
Φιλελευθερισμός
227
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
228
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
229
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
230
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
231
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
232
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
1 Το πάρκο Γελοουστόουν, έκτασης 8.980 τ.χλμ., είναι από το 1872 ο πρώτος στο
είδος του χώρος προστασίας της άγριας φύσης στις Η.Π.Α. (σ.τ.μ.).
233
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Αν ο Wissenburg έχει δίκιο ως προς αυτό –κι εγώ πιστεύω ότι έχει– τότε
αυτός ο «πιο πράσινος φιλελευθερισμός» θα υποχρεωθεί να επεξεργα-
στεί μια ηθική αντίληψη της σχέσης μας με τον μη-ανθρώπινο φυσικό
κόσμο ως ένα αναγκαίο βήμα καθ’ οδόν προς την απόφαση του τι εί-
δους κόσμο θέλουμε να παραδώσουμε στις μελλοντικές γενιές. Σύμφω-
να με αυτή την προσέγγιση, η περιβαλλοντική βιωσιμότητα εξ ορισμού
θέτει ερωτήματα που αφορούν στην Ευζωία, κι έτσι, αν είναι ο φιλελευ-
θερισμός να έχει «μερίδιο» στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα, τότε πρέ-
πει επίσης να έχει μιαν οριστική ηθική αντίληψη περί «της δέουσας σχέ-
σης των ανθρώπων με τη φύση» (διατύπωση του Sagoff, 1988, σ. 150).
Αν τα παραπάνω είναι ένα χάπι που ο φιλελευθερισμός δεν μπορεί να
καταπιεί –όπως υποπτεύομαι– τότε εδώ μπορεί να βρίσκεται το σημείο
όπου χωρίζουν οι δρόμοι φιλελευθερισμού και οικολογισμού.
Η ιστορία της φιλελεύθερης σκέψης παρέχει κάποια βοήθεια σε
όσους αναζητούν συμβατότητες μεταξύ του φιλελευθερισμού και της ρι-
ζοσπαστικής οικολογίας. Ο Marcel Wissenburg, μεταξύ άλλων, έχει ανα-
γνωρίσει δύο είδη φιλελεύθερης κληρονομιάς: μία επικεντρωμένη στο
έργο του Τζον Λοκ και μία άλλη στον Τζον Στιούαρτ Μιλ και στον Τζέρε-
μυ Μπένθαμ (Wissenburg, 1998a, σ. 74-76). Ο ίδιος (Wissenburg, 2001)
και ο Piers Stephens (2001a, 2001b) έχουν συζητήσει τα σχετικά πλεονε-
κτήματα των δύο αυτών τύπων φιλελευθερισμού από μια πράσινη οπτι-
κή. Το πρώτο είδος, σύμφωνα με τους περισσότερους αναλυτές, στέκεται
σε γενικές γραμμές αντίθετο προς το μοντέρνο οικολογικό πρόγραμμα,
ενώ το δεύτερο διαθέτει στοιχεία που θα μπορούσαμε να τα υπολογίσου-
με στα ευνοϊκά ως προς ορισμένες πτυχές του. Στην εποχή του Λοκ, γρά-
φει ο Wissenburg, «η φύση κατείχε δύο ρόλους στη φιλελεύθερη σκέ-
ψη: στη φυσική της υπόσταση αποτελούσε μιαν ανεξάντλητη πηγή πό-
ρων, ενώ διανοητικά αποτελούσε την ενσάρκωση των φυσικών νόμων
επί των οποίων είχε θριαμβεύσει η ανθρωπότητα, υπερβαίνοντάς τους»
(Wissenburg, 1998a, σ. 74). Θα πρέπει να έχει γίνει πλέον σαφές ότι αυτή
η αντίληψη περί του «ρόλου» της φύσης είναι εντελώς απορριπτέα από
τους σημερινούς πολιτικούς οικολογιστές: η θέση περί ορίων στην ανά-
πτυξη διακηρύσσει ότι οι φυσικοί πόροι δεν είναι απεριόριστοι, η δε αντί-
ληψη ότι τα ανθρώπινα όντα μπορούν να «θριαμβεύουν» υπερισχύοντας
234
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
των νόμων της φύσης είναι η ύβρις στην οποία οι πολιτικοί οικολόγοι
αποδίδουν –εν μέρει– τα περιβαλλοντικά προβλήματα που αναφέρονται
σε ζητήματα όπως τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα. (Η δυνατότητα
μιας φιλικότερης προς την οικολογία ανάγνωσης του Λοκ εξετάζεται από
τον Hayward (1994, σ. 130-136) και τον Dobson (1998, σ. 144-148)).
Παρομοίως, ο Wissenburg μιλά για τον «κρίσιμο ρόλο της λογικής»
στον κλασικό φιλελευθερισμό (Wissenburg, 1998a, σ. 74). Η ιδέα, ή κα-
τηγορία, της λογικής είναι κεντρική στον φιλελευθερισμό, αφού η άπο-
ψη ότι όλα τα ανθρώπινα όντα έχουν λογική (ακόμα κι αν δεν τη χρησι-
μοποιούν πάντοτε) συνιστά «την αφετηρία των επιχειρημάτων υπέρ της
πολιτικής ισότητας και επιρροής των πολιτών, υπέρ του άτομου ως πηγή
κάθε πολιτικής εξουσίας, υπέρ της προτεραιότητας των ιδιωτικών ένα-
ντι των κρατικών συμφερόντων» (ό.π.). Η εκρηκτικότητα αυτής της ιδέ-
ας στα τέλη του 17ου αιώνα δεν πρέπει να υποτιμάται. Ωστόσο, η συμπε-
ρίληψη και ο αποκλεισμός είναι οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος, και
ακριβώς όπως οι κάτοχοι της λογικής τοποθετούνταν μέσα στον μαγικό
κύκλο, έτσι τα όντα που δεν την κατείχαν αφήνονταν απέξω. Όπως το θέ-
τει ο Wissenburg, «ο κλασικός φιλελευθερισμός αναγνωρίζει μία μόνο
ουσιαστική διάκριση στη φύση, τη γραμμή που διαχωρίζει τα έλλογα από
τα άλογα όντα» (Wissenburg, 1998, σ. 75). Πρόκειται για μια ουσιαστική
και ανθεκτική στον χρόνο διάκριση από έναν τύπο φιλελευθερισμού ο
οποίος νομιμοποιεί τη διακριτική μεταχείριση των ανθρώπινων όντων σε
σχέση με τα άλλα ζώα.
Ο δεύτερος, πάντως, τύπος φιλελευθερισμού –που αναπτύχθηκε
μέσα από το έργο των Μιλ, Μπένθαμ και των επιγόνων τους– μας λέει
μια διαφορετική ιστορία. Κατά τη γνωστή ρήση του Μπένθαμ: «Το ερώ-
τημα δεν είναι “Μπορούν να σκέπτονται λογικά;” oύτε “Mπορούν να μι-
λούν;”, αλλά “Μπορούν να υποφέρουν ;”» (Bentham, 1960, κεφ. 17, μέ-
ρος 1). Η νέα αυτή κατηγορία «αντιληπτικότητας» διευρύνει σαφώς την
κοινότητα των όντων που δικαιούνται ηθικής υπόληψης – τη διευρύνει
πράγματι αρκετά, ώστε να περιλαμβάνει κάποια μη-ανθρώπινα ζώα. Τα
είδαμε όλα αυτά στο κεφάλαιο 2 και είδαμε επίσης ότι το παιχνίδι του ορι-
σμού του «Χ» στο ερώτημα «Ποια ικανότητα Χ πρέπει να έχουν τα όντα
για να τους αποδίδεται ηθική σημασία;» μπορεί να συνεχίζεται ατέρμονα.
235
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Για τον κλασικό φιλελευθερισμό, το Χ είναι η λογική, και αυτό δίνει κά-
ποιας μορφής απάντηση στο ερώτημα. Για τον Μπένθαμ (και γενικά τους
ωφελιμιστές) το Χ είναι η αντιληπτικότητα, και αυτό οδηγεί σε ένα δια-
φορετικό είδος απάντησης. Οι οικοκεντριστές, πάλι, θα απαντήσουν στο
ερώτημα για το Χ με διαφορετικό τρόπο – η Robyn Eckersley, όπως είδα-
με, αναφέρεται στο «χαρακτηριστικό της αναπαραγωγής ή της αυτο-ανα-
νέωσης» (Eckersley, 1992, σ. 60). Αυτό διευρύνει την κοινότητα των «ηθι-
κών δεκτών» πέρα από οτιδήποτε αναφέρεται ακόμα και στους Μιλ και
Μπένθαμ, και καταδεικνύει επαρκώς ότι, όσο διεξοδικά κι αν ψάξουν, οι
φιλελεύθεροι δεν θα βρουν πολλά στην ιστορική τους κληρονομιά που
να ικανοποιούν τους οικοκεντριστές.
Από την άλλη πλευρά, η ιδέα των δικαιωμάτων αποτελεί αναπό-
σπαστo στοιχείο του φιλελευθερισμού, και αυτή η ιδέα μπορεί –και έχει
ήδη γίνει– να επιστρατευτεί υπέρ των περιβαλλοντικών στόχων. Μια τέ-
τοια οικειοποίηση μπορεί να γίνει με το φόρτωμα τέτοιων στόχων στην
καμπούρα ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ο Tim Hayward επισημαίνει ότι
η ιδέα του «δικαιώματος σε … ένα περιβάλλον με ποιότητα, που επιτρέ-
πει μια ζωή με αξιοπρέπεια και ευμερία» τέθηκε ήδη στο Συνέδριο για το
Ανθρώπινο Περιβάλλον των Ηνωμένων Εθνών στη Στοκχόλμη το 1972.
Από περιβαλλοντική άποψη, ωστόσο, υπάρχουν προβλήματα με μια τέ-
τοια στρατηγική δικαιωμάτων. Κατ’ αρχάς, όπως παρατηρεί ο Hayward,
το πρόβλημα των πολιτικών οικολογιστών με την ιδέα του «δικαιώματος
σ’ ένα επαρκές περιβάλλον» είναι ότι «στην πραγματικότητα δεν προχω-
ρεί μακρύτερα από την πεποίθηση ότι το περιβάλλον αποτελεί απλώς μια
πλουτοπαραγωγική πηγή που οι άνθρωποι δικαιούνται να χρησιμοποι-
ούν προς το συμφέρον τους» (Hayward, 1995, σ. 144). Δεύτερον, η θέση
περί «ορίων στην ανάπτυξη» υποστηρίζει ότι «τα φυσικά οικοσυστήματα
έχουν περιορισμένη δυνατότητα αντοχής, η οποία πολύ απλά δεν μπορεί
να ανταποκριθεί σε όλες τις απαιτήσεις ενός αυξανόμενου ανθρώπινου
πληθυσμού κι έτσι δεν μπορεί ούτε και να καλύψει αναγκαστικά όλα τα
δικαιώματα που ενδέχεται να εγερθούν» (ό.π., σ. 144-145).
Η δεύτερη αυτή ένσταση επισημαίνει την ανάγκη να περιοριστεί η
πληθυσμιακή ανάπτυξη. Μια τέτοια πολιτική μπορεί από μόνη της να έχει
σαφώς μη φιλελεύθερες επιπτώσεις (βλ. Wissenburg, 1998b), όμως ο
236
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
237
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
νο ότι το λογικό επιχείρημα πως μια τέτοια μεταχείριση είναι άδικη για
τα συγκεκριμένα ζώα θα αρκούσε για να κάνει τους συγκεκριμένους
ανθρώπους ν’ αλλάξουν συμπεριφορά.
(Benton, 1993, σ. 94)
238
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
… κανένα αγαθό δεν θα καταστρέφεται εκτός εάν κάτι τέτοιο είναι ανα-
πόφευκτο ή εάν μπορεί να αντικατασταθεί με ένα απολύτως ίδιο – εάν
αυτό είναι από φυσική άποψη αδύνατον, θα πρέπει να αντικατασταθεί
με κάποιο ισότιμο, που να μοιάζει με το πρωτότυπο όσο το δυνατόν πε-
ρισσότερο, ενώ εάν κι αυτό είναι αδύνατον, θα πρέπει να υπάρξει μια
ανάλογη επανόρθωση.
(Wissenburg, 1998, σ. 123)
239
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
πρέπει ν’ αλλάξουμε τη βασική μας θεώρηση για τον κόσμο, από μία
που εξετάζει «τι μπορούμε ν’ αποκομίσουμε απ’ αυτόν» σε μία που
εξετάζει «τι μπορούμε και τι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτόν».
(Hayward, 1994, σ. 163)
Είτε έχουν είτε δεν έχουν δικαιώματα τα ζώα, ή τα ανθρώπινα όντα των
μελλοντικών γενεών, η ιδιάζουσα ανημπόρια τους σε σχέση με τις δικές
μας ενέργειες «αξιώνει» από εμάς μια υπεύθυνη στάση ενδιαφέροντος
και φροντίδας (Goodin, 1985). Συνήθως τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις
λογίζονται αμοιβαία –«δικαιώματα υπάρχουν εάν, και μόνον εάν, υπάρ-
χουν αντίστοιχα καθήκοντα» (Hayward, 1994, σ. 169)– και η συμβολή του
οικολογισμού στη συγκεκριμένη συζήτηση (όπως είδαμε κατά την πραγ-
μάτευση της οικολογικής ιδιότητας του πολίτη στο κεφάλαιο 4) συνίσταται
στην αποκοπή της σύνδεσης μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.
Εν κατακλείδι, θα υπάρχουν πάντα εντάσεις –τουλάχιστον– μεταξύ
φιλελευθερισμού και οικολογισμού. Ο Marcel Wissenburg περιγράφει
την κατάσταση αυτή ως εξής: «Παρότι ο φιλελευθερισμός δεν έχει ουσι-
αστικά αλλάξει από την επαφή του με την πράσινη πολιτική σκέψη, έχει
εξελιχθεί από πολλές και σημαίνουσες απόψεις. Για να είμαι πιο ακρι-
βής, κάποιοι φιλελεύθεροι έχουν αποκτήσει μια πράσινη απόχρωση»
(Wissenburg, 2006, σ. 23). Όσο κι αν αυτό αληθεύει, τα σημεία τριβής πα-
ραμένουν. Στις συχνά επισημαινόμενες διαφορές των θέσεών τους σχε-
τικά με την αυτονομία και τον ατομικισμό πρέπει να προσθέσουμε την
επιμονή του οικολογισμού για μια οριστική τοποθέτηση ως προς τη δέου-
σα ηθική σχέση μεταξύ των ανθρώπινων όντων και του μη-ανθρώπινου
φυσικού κόσμου. Πρέπει να αναγνωρίσουμε τους τρόπους με τους οποί-
ους η περί δικαιωμάτων συζήτηση μπορεί να τεθεί στην υπηρεσία περι-
βαλλοντικών στόχων, αλλά συγχρόνως να το μετριάσουμε αυτό πιστο-
ποιώντας ότι μια τέτοια συζήτηση δεν μπορεί ποτέ να εκφράσει με πλη-
ρότητα τη φύση της σχέσης μεταξύ των ανθρώπινων όντων και της «φύ-
σης» που προσπαθεί να εδραιώσει ο οικολογισμός. Τέλος, ο φιλελευθε-
ρισμός είναι ακλόνητα τοποθετημένος σε μια παράδοση σκέψης και πρα-
κτικής που διαχωρίζει απόλυτα την ανθρώπινη από τη «φυσική» σφαί-
ρα, τόσο βάσει περιγραφής όσο και βάσει προδιαγραφών (όμως βλ.
240
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
Συντηρητισμός
Στο πλαίσιο της μοντέρνας πολιτικής σκέψης, μία από τις αξιόλογες και
πρωτότυπες συνεισφορές του οικολογισμού είναι η ιδέα ότι η φυσική μας
κατάσταση επηρεάζει και περιορίζει την πολιτική μας κατάσταση. Αυτό
σημαίνει ότι –συνεχίζοντας με βάση την τελευταία παρατήρηση του προ-
ηγούμενου υποκεφαλαίου– η κατάστασή μας ως ανθρώπινα ζώα μας
περιορίζει με τρόπους παρόμοιους όπως αυτοί που βιώνουν όλα τα ζώα.
Βεβαίως, υπάρχουν διαφορές. Τα ανθρώπινα ζώα είναι σε θέση να δια-
μορφώνουν σχέδια για τη ζωή και στρατηγικές για να τα πραγματοποι-
ούν με τρόπους που τα περισσότερα, αν όχι όλα, τα άλλα ζώα αδυνα-
τούν να το κάνουν. Είναι αυτή η ικανότητα για αυτόνομη σκέψη και δρά-
ση στην οποία εστιάζει η φιλελεύθερη σκέψη, όπως είδαμε στο προη-
γούμενο υποκεφάλαιο, και αυτή η αντίληψη περί της ανθρώπινης κατά-
στασης κυριαρχεί στη σύγχρονη πολιτική.
Οι πολιτικοί οικολογιστές δεν απορρίπτουν εντελώς την άποψη
αυτή, όμως οπωσδήποτε υποστηρίζουν ότι πρέπει να μετριάζεται από μια
επίμονη θεώρηση των φυσικών μας συνθηκών. Το δίδαγμα της θέσης
περί ορίων στην ανάπτυξη, όπως είδαμε στο κεφάλαιο 3, είναι ότι τα αν-
θρώπινα όντα –όπως κάθε άλλο ζώο–χρειάζεται να καταναλώνουν φυ-
σικούς πόρους και, δεδομένου ότι αυτοί οι πόροι είναι περιορισμένοι, αν-
θρώπινες δραστηριότητες όπως η χωρίς όρια οικονομική ανάπτυξη είναι
αδύνατον να διατηρηθούν. Από την άποψη αυτή, ο οικολογισμός αντλεί
από μια παράδοση που βρίσκεται πιο κοντά στις συντηρητικές παρά στις
φιλελεύθερες ευαισθησίες. Ο Τόμας Μάλθους, για παράδειγμα, διάσημος
για το έργο του An Essay on the Principle of Population («Δοκίμιο επί της
αρχής του πληθυσμού», 1792), θεωρείται ευρέως ότι συνέβαλε στη συ-
ντηρητική παράδοση – κυρίως λόγω της πίστης του στα «όρια της κοινω-
νικής προόδου, τα επιβεβλημένα από τη θέση του ανθρώπου στη φύση»
(στο Wells, 1982, σ. 2).
241
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
242
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
243
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
υπάρχουν και πολλοί συντηρητισμοί, και μερικοί από αυτούς είναι πιο
«συμβατοί» με την περιβαλλοντική σκέψη από άλλους. Ο Gray μας προ-
τρέπει να απορρίψουμε «την αυτο-εικόνα των Πρασίνων ως κληρονό-
μων των ριζοσπαστικών κινημάτων διαμαρτυρίας παλαιότερων εποχών
και ως υποστηρικτών των σύγχρονων ριζοσπαστικών κινημάτων όπως
ο φεμινισμός και η αντι-αποικιοκρατία» (ό.π., σ. 124). Αντίθετα, «μακράν
του να διαθέτει μια φυσική κατοικία στην Αριστερά, η έγνοια για την ακε-
ραιότητα του κοινού περιβάλλοντος, ανθρώπινου αλλά και οικολογικού,
βρίσκεται σε εξαιρετική αρμονία με τη θεώρηση του παραδοσιακού συ-
ντηρητισμού, στη βρετανική και στις ευρωπαϊκές εκφάνσεις του (ό.π., και
βλ. Scruton, 2006), και:
Στις ομοιότητες αυτές ο Gray προσθέτει την παρατήρηση ότι «τόσο οι πρά-
σινοι όσο και οι συντηρητικοί θεωρούν την αποφυγή της διακινδύνευσης
ως την οδό της σύνεσης ενόσω νέες τεχνολογίες ή νεόκοπες κοινωνι-
κές πρακτικές επιφέρουν μεγάλες και απρόβλεπτες συνέπειες και, ιδιαί-
τερα, όταν αναφύονται μη ποσοτικοποιούμενες αλλά δυνάμει καταστρο-
φικές διακινδυνεύσεις από παρεμβάσεις» (Gray, 1993b, σ. 137). Τα παρα-
244
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
245
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
ζωή», και είναι ίδια για τους πολιτικούς οικολόγους και για τους συντη-
ρητικούς; Από μια συντηρητική σκοπιά, ο Gray ισχυρίζεται ότι «η βαθύτε-
ρη ανάγκη των ανθρώπων είναι για ένα σπίτι, ένα δίκτυο από κοινές πρα-
κτικές και κληρονομημένες παραδόσεις που τους εξασφαλίζουν το αγαθό
μιας κατασταλαγμένης ταυτότητας» (ό.π., σ. 125). Η κοινή ζωή για την οποία
μιλά ορίζεται, επομένως, με πρωταρχικά ιστορικούς και πολιτισμικούς
όρους όπως εκφράζονται μέσα από την παράδοση. Υπάρχουν πράγματι ρι-
ζοσπάστες πράσινοι για τους οποίους ο πολιτισμός και η ιστορία έχουν με-
γάλη σημασία. Μέρος της αντίστασης στα προγράμματα οδοποιίας, για πα-
ράδειγμα, εδράζεται σε μια πεποίθηση ως προς την πολιτισμική αξία στοι-
χείων της γης που καταστρέφονται από τους εργολάβους. Η δική μου άπο-
ψη, ωστόσο, είναι ότι ακριβώς μια τέτοια αποτίμηση της «φύσης» με το νό-
μισμα του «πολιτισμού» είναι που απομακρύνει τη συντηρητική προάσπι-
ση της φύσης από τις πολιτικο-οικολογικές. Οι πολιτικοί οικολογιστές απο-
δίδουν αξία στη φύση καθεαυτήν, και αν η αξία αυτή προέρχεται από την
ιστορία σε κάποιο βαθμό είναι η φυσική ιστορία που μετράει και όχι η αν-
θρώπινη ιστορία με τη μορφή της παράδοσης και του πολιτισμού.
Μοιάζει έτσι να ισχυριζόμαστε ότι η «κοινή ζωή» στην οποία αναφέ-
ρονται οι ριζοσπάστες πράσινοι είναι μια οντολογική και ηθική ζωή που
διαπερνά τα όρια των ειδών. Κατά τον Gray, το σημαντικό προκειμένου
για κοινά πολιτισμικά, συντηρητικά χαρακτηριστικά είναι ότι:
246
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
247
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Το εντυπωσιακό στις τοποθετήσεις αυτές είναι ότι οι γενιές για τις οποίες
ενδιαφέρεται ο Burke περισσότερο είναι οι περασμένες – αυτές από τις
οποίες κληρονομούμε όσα διαθέτουμε και απέναντι στις οποίες έχουμε
κάποια υποχρέωση να τα διατηρήσουμε. Η πράσινη θέση σχετικά με τη
διαγενεακή υποχρέωση διαφέρει αρκετά στο σημείο αυτό: οι γενιές που
κατά κύριο λόγο απασχολούν τους πολιτικούς οικολογιστές είναι ολοφά-
νερα οι μελλοντικές. Ένα πράγμα, λένε, για το οποίο μπορεί να είναι σί-
γουρη η σημερινή γενιά, είναι ότι οι πράξεις μας θα επηρεάσουν τις συν-
θήκες στις οποίες θα ζήσουν οι άνθρωποι του μέλλοντος, και αυτό μας
δημιουργεί μιαν ευθύνη για την οποία άλλες πολιτικές ιδεολογίες δεν
έχουν καμία αντίληψη. Ο συντηρητισμός ενδιαφέρεται για τη διαφύλα-
ξη και διατήρηση του παρελθόντος, ο οικολογισμός ενδιαφέρεται να δια-
φυλάττουμε και να διατηρούμε για το μέλλον. Εδώ ακριβώς εντοπίζεται
μια αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ του συντηρητικού και του οικολογικού
πολιτικού οραματισμού. (Οι πολιτικοί οικολογιστές, ωστόσο, θα έκαναν
248
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
249
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
250
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
Σοσιαλισμός
251
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
252
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
253
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
254
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
255
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
4 Έκφραση που αναφέρεται στην πρακτική της αποψίλωσης δασών για τη δη-
μιουργία καλλιεργήσιμης γης (σ.τ.μ.).
256
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
257
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
κε στη σημαντική παρατήρηση του Pezzoli ότι «κοινότητες που κατά και-
ρούς εμπλέκονται σε αγώνες οι οποίοι μοιάζει να συνδέονται με τους πε-
ριβαλλοντικούς μπορεί να μην ασπάζονται ένα περιβαλλοντικό πρόγραμ-
μα» (Pulido, 1996, σ. 16). Αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από όσους
υποστηρίζουν ότι τα κινήματα για το περιβάλλον και τη δικαιοσύνη απο-
τελούν ένα και το αυτό (το ζήτημα της σχέσης μεταξύ δικαιοσύνης και πε-
ριβάλλοντος αναπτύσσεται λεπτομερώς στο Dobson, 1998, και 1999).
Ένα δεύτερο σημείο διαφωνίας μεταξύ σοσιαλιστών και πολιτικών
οικολογιστών αφορά στο ίδιο «το περιβάλλον». Επισημάνθηκε παραπά-
νω πως το επιχείρημα του Joe Weston ότι μια αναδιανομή του πλού-
του θα βοηθούσε να λυθούν τα περιβαλλοντικά προβλήματα βασίστηκε
σε μια ερμηνεία του «περιβάλλοντος» που δεν συνδέεται συνήθως με το
πράσινο κίνημα. Κατά τη γνώμη του οι πράσινοι έχουν εξαναγκάσει τη
λέξη να σημαίνει «φύση»: «…το κυριότερο μέλημα των πρασίνων είναι
πράγματι η οικολογία και η “φύση”, κάτι που έχει ως συνέπεια να παρα-
μελούνται άλλα, πολύ πιο άμεσα περιβαλλοντικά προβλήματα» (Weston,
1986, σ. 2). Σε αυτό το πλαίσιο αποτελεί ένδειξη υποχωρητικότητας και
ανευθυνότητας από μέρους του πράσινου κινήματος να συγκεντρώνει
τους «όχι αμελητέους πόρους του για να προστατεύει φράχτες από θά-
μνους, πεταλούδες και λαγουδάκια» (ό.π., σ. 12), ενώ τα σε καθημερι-
νή βάση οικοδομούμενα περιβάλλοντα μεγάλων αριθμών ανθρώπων
έχουν τόσο μεγάλη ανάγκη αναδόμησης.
Τμήματα του πράσινου κινήματος εμφανίζονται να έχουν ενστερνι-
στεί αυτή την κριτική –για παράδειγμα η εκστρατεία «Πόλεις για τους αν-
θρώπους» των Friends of the Earth (Φίλοι της Γης)–, όμως υπό μία έν-
νοια η κριτική του Weston απευθύνεται όχι στο κίνημα αλλά πέρα από
αυτό. Οι πράσινοι έχουν έναν πολύ καλό λόγο να αναφέρονται τόσο συχνά
στο βιοσφαιρικό περιβάλλον: ενδιαφέρονται για την επιβίωσή του επει-
δή εκεί στηρίζεται μακροπρόθεσμα η ανθρώπινη και η μη-ανθρώπινη
ζωή. Από τη σκοπιά αυτή οι (οικο)σοσιαλιστές έχουν δίκιο όταν ζητούν
από τους πράσινους να επαναξιολογήσουν την αντίληψή τους για το «πε-
ριβάλλον», αλλά είναι λάθος να τους ζητούν να εστιάσουν στα περιβάλλο-
ντα των αστικών κέντρων αν οι προτάσεις γι’ αυτά δεν τοποθετούνται στο
πλαίσιο της αναζήτησης μιας βιώσιμης κοινωνίας.
258
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
259
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
260
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
261
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
262
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
νουν χώρα οι πράξεις μας είναι η σπάνις. Αυτή, τελικά, είναι η «ωμή αλή-
θεια» (κατά τους πολιτικούς οικολογιστές) που οι μαρξιστές κριτικοί επι-
διώκουν ν’ απονευρώνουν καλλιεργώντας την αντίληψη περί διαλεκτι-
κής σχέσης μεταξύ των ανθρωπίνων όντων και του «φυσικού» κόσμου.
Οι επανεκτιμήσεις που κάνουν σοσιαλιστές όπως o Williams φαίνε-
ται να τους εμπλέκουν σε μιαν επανεκτίμηση του ίδιου του σοσιαλισμού.
Ο Williams γράφει πως «κάθε σοσιαλιστής θα έπρεπε να αναγνωρίσει ως
δεδομένο ότι πολλοί πόροι, με τα σημερινά επίπεδα χρήσης τους, πρό-
κειται να εξαντληθούν» (Williams, χ.χ., σ. 15) και κατά συνέπεια οι σοσι-
αλιστές θα έπρεπε να επανεξετάσουν την παραδοσιακή πεποίθησή τους
ότι η ανακούφιση της φτώχιας απαιτεί «παραγωγή και περισσότερη πα-
ραγωγή» (ό.π., σ. 6). H Mary Mellor το μετατρέπει αυτό σε επιχειρηματο-
λογία που θα μπορούσε να ωφελήσει τον ίδιο τον σοσιαλισμό: «Όπου οι
πόροι είναι περιορισμένοι, το ζήτημα του ποιος ωφελείται και ποιος χά-
νει δεν μπορεί να παρουσιαστεί ως επακόλουθο “του κρυμμένου χεριού
της αγοράς” ή κάποιου προσωπικού ελλείμματος θέλησης, διακινδύνευ-
σης ή προσπάθειας. Αποκαλύπτεται σαφώς ως ζήτημα ηθικών και πολιτι-
κών επιλογών, σχέσεων εξουσίας και κοινωνικής δικαιοσύνης» (Mellor,
2006, σ. 37). Με άλλα λόγια, η σπάνις θέτει το ζήτημα της κοινωνικής δι-
καιοσύνης στην καρδιά της συζήτησης. Οι υποσχέσεις για ευημερία και
η ροή πλούτου από τους εύπορους προς τους φτωχούς μοιάζουν λιγότε-
ρο πειστικές εντός ενός πλαισίου ορίων στην ανάπτυξη. Όταν η πίτα έχει
πεπερασμένο μέγεθος, το ερώτημα περί του πώς θα μοιράζεται δίκαια
δεν μπορεί να αποφευχθεί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, υποδεικνύει η Mellor,
η πράσινη κριτική για την «αναπτυξιακότητα» και η σοσιαλιστική κριτική
για την κοινωνική αδικία συναντώνται εποικοδομητικά. Η ίδια συνοψίζει
ως εξής: «Οι πόροι δεν είναι απεριόριστοι – όσο οι πλούσιοι ανεβάζουν
τα επίπεδα της κατανάλωσής τους σε αγαθά όπως τα πολυτελή τζιπ, οι
φτωχοί δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να ικανοποιήσουν τις ανά-
γκες τους» (Mellor, 2006, σ. 45).
Οι σοσιαλιστές, βεβαίως, πάντοτε διεκδικούσαν μια δίκαιη κατανο-
μή της παραγωγής, και υπ’ αυτήν την έννοια ο Williams είναι συνεπής, ο
σοσιαλισμός όμως δεν διαθέτει μια κυρίαρχη παράδοση αμφισβήτησης
της ίδιας της παραγωγής, κι αυτό είναι που υπαινίσσεται εδώ ο Williams.
263
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
264
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
χική παράδοση της αριστερής πολιτικής». Και προσθέτει κάτι ακόμα ση-
μαντικό: «Πιστεύω ότι αυτή η μορφή του αποκεντρωτικού σοσιαλισμού
γνώρισε πολύ δύσκολες στιγμές στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής πολιτικής
καθ’ όλη τη διάρκεια αυτού του αιώνα» (Porritt, 1984, σ. 25).
Από τα παραπάνω αναδεικνύεται ο επιλεκτικός τρόπος με τον οποίο
τόσο οι σοσιαλιστές όσο και οι οικολογιστές αναφέρονται στη σοσιαλι-
στική παράδοση. Ο Porrit συνήθως δεν κάνει τις διακρίσεις που είδα-
με προηγουμένως. Επιδιώκει να διαχωρίζει τον οικολογισμό από τον
σοσιαλισμό, διότι αντιμετωπίζει τον δεύτερο ως μέρος της παλαιάς τά-
ξης πραγμάτων, κι έτσι συνήθως τον παρουσιάζει να φέρει τον μανδύα
της γραφειοκρατίας και του παραγωγισμού. Στον βαθμό που υπάρχει μια
αποκεντρωτική παράδοση εντός του σοσιαλισμού αυτό αποτελεί μια δό-
λια πρακτική, όμως θα ήταν εξίσου ανειλικρινές αν οι σοσιαλιστές απα-
ντούσαν στην πρόκληση των οικολογιστών ισχυριζόμενοι (ξαφνικά) ότι ο
William Morris εκπροσωπεί πλήρως τον πραγματικό σοσιαλισμό.
Μερικές φορές οι σοσιαλιστές πηγαίνουν πολύ πίσω στον χρό-
νο αναζητώντας πρόσωπα που τους εξυπηρετούν. Όταν ο David Pepper
αναφέρεται, για παράδειγμα, στην παράδοση «Κροπότκιν - Γκόντουιν -
Όουεν» (στο Weston, 1986, σ. 120) αναρωτιέται κανείς εάν μιλάμε πλέον
καν για τον σοσιαλισμό. Μεταξύ αυτών των τριών υπάρχει το πολύ ένας
σοσιαλιστής και, παρότι ο Pepper καλύπτεται προτείνοντας μιαν «αναρ-
χική μάλλον παρά συγκεντρωτική» μορφή σοσιαλισμού (ό.π., σ. 115), το
επίθετο «αναρχική» έχει ως συνέπεια να απογυμνώνει τον σοσιαλισμό
από μεγάλο μέρος του περιεχομένου που συνήθως του αποδίδεται. Δεν
κερδίζουμε, όμως, πολλά από τη σημασιολογία. Το σημαντικό είναι ότι τα
αιτήματα για μια σύγκλιση μεταξύ σοσιαλισμού και οικολογισμού στηρί-
ζονται στην αναβίωση μιας δευτερεύουσας εντός του σοσιαλισμού πα-
ράδοσης. Ως εκ τούτου, το ερώτημα κατά πόσο είναι συμβατός ο σοσια-
λισμός με την πολιτική οικολογία δεν μπορεί να απαντηθεί πριν να ρωτή-
σουμε «τι είδους σοσιαλισμός;», και τελικά η απάντηση θα εξαρτηθεί από
το εάν η παράδοση ουτοπισμού - Ουίλλιαμ Μόρρις υποστηρίζει μια βιώ-
σιμη κοινωνία που παραπέμπει κάπως σε μια μοντέρνα πράσινη αντίλη-
ψη (Lee, 1989).
Συμπερασματικά, κάποιοι σοσιαλιστές, υπό την πίεση των πρασί-
265
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Φεμινισμός
266
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
σμό της «διαφοράς» κέντρο βάρους της συζήτησης και, μέσα από μια κρι-
τική του, θα αναπτύξω την εκδοχή της «αποδόμησης».
Ο οικοφεμινισμός της «διαφοράς» συγκροτείται γύρω από τρεις βα-
σικές ιδέες.
Εν πρώτοις, οι οικοφεμινίστριες της «διαφοράς» υποστηρίζουν συ-
νήθως ότι υπάρχουν αξίες και συμπεριφορές που είναι πρωταρχικά θη-
λυκές, με την έννοια ότι κατέχονται ή εκδηλώνονται θεμελιακότερα από
τις γυναίκες μάλλον παρά από τους άντρες. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπο-
ρεί να παράγονται είτε «κοινωνικά» είτε «βιολογικά», και αποδίδεται με-
γάλη σημασία στη σχετική απόφανση. Κατά πρώτον, στον βαθμό που οι
οικοφεμινίστριες θα ήθελαν να δουν τους άντρες να αναδέχονται αυτά
τα χαρακτηριστικά, θα πρέπει και να πιστεύουν ότι είναι δυνατόν σε αυ-
τούς να το κάνουν. Με άλλα λόγια, δεν μπορούν να ισχυριστούν πως εί-
ναι απαραίτητο να είσαι γυναίκα για να έχεις τα συγκεκριμένα χαρακτηρι-
στικά, αν και θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι οι άντρες δεν μπορούν
να γνωρίζουν ποια είναι αυτά παρά μόνο αν τους το πουν οι γυναίκες.
Δεύτερον, ο ισχυρισμός ότι τα χαρακτηριστικά έχουν τις ρίζες τους στη
βιολογία είναι ευάλωτος απέναντι στην κατηγορία της ουσιοκρατίας και
επομένως στη μομφή ότι τέτοια χαρακτηριστικά είναι αναπόσπαστα συν-
δεδεμένα με το ένα ή με το άλλο φύλο – εάν μετά θεωρήσουμε ορισμέ-
να από τα εν λόγω χαρακτηριστικά ανεπιθύμητα, τότε το φύλο στο οποίο
ανήκουν παραμένει προσκολλημένο σε αυτά και οποιαδήποτε δυνατότη-
τα «προόδου» αποδεικνύεται ανέφικτη. Συνδεδεμένη με την ως άνω πε-
ποίθηση είναι η άποψη πως οι γυναικείες αξίες έχουν –ιστορικά– υπο-
τιμηθεί από την πατριαρχία, και ότι είναι καθήκον των οικοφεμινιστριών
«της διαφοράς» να επιχειρηματολογήσουν υπέρ της θετικής τους επανα-
ξιολόγησης. Βεβαίως, εάν υπάρχουν θηλυκές αξίες και τρόποι συμπερι-
φοράς, τότε υπάρχουν επίσης αρσενικές αξίες και τρόποι συμπεριφοράς·
ζητώντας να επαναξιολογηθούν, αναβαθμιζόμενα, τα γυναικεία χαρακτη-
ριστικά, οι οικοφεμινίστριες δεν απαιτούν απαραίτητα να εξοβελιστούν τα
αντίστοιχα αρσενικά – κατατείνουν μάλλον στην επιδίωξη της εξισορρό-
πησής τους.
Η δεύτερη αρχή του οικοφεμινισμού της διαφοράς διακηρύσσει ότι η
εξουσία επί της φύσης συνδέεται με την εξουσία επί των γυναικών και ότι
267
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
οι δομές της εξουσίας και τα αίτιά της είναι παρόμοια και στις δύο περιπτώ-
σεις: «Η ταυτότητα και το πεπρωμένο των γυναικών και της φύσης συγχω-
νεύονται», γράφουν οι Andrée Collard και Joyce Contrucci (1988, σ. 137).
Η τρίτη ιδέα –η οποία σχετίζεται με τις πρώτες δύο, και τις συνδέει–
θέλει τις γυναίκες να βρίσκονται εγγύτερα από τους άνδρες στη φύση και
ως εκ τούτου δυνητικά στην πρώτη γραμμή για την ανάπτυξη βιώσιμων
τρόπων συνδιαλλαγής με το περιβάλλον – «οι οικοφεμινίστριες υποστη-
ρίζουν πως οι γυναίκες κατέχουν μια ιδιαίτερη θέση από την οποία μπο-
ρούν να “απευθυνθούν” στην οικολογική κρίση» (Mellor, 1992, σ. 236).
Θα επεκταθώ πάνω στις τρεις αυτές ιδέες και θα δείξω με ποιους
τρόπους ορισμένες φεμινίστριες έχουν εναντιωθεί στο οικοφεμινιστι-
κό πρόγραμμα –και ιδιαίτερα στο πρώτο σημείο (στην ουσιοκρατική του
έκφανση τουλάχιστον)– εξαιτίας όσων, κατά την εκτίμησή τους, αποτε-
λούν οπισθοδρομικές συνέπειές του. Σε κάποια («αποδομητικά») χέρια
αυτό έχει αποδώσει έναν επαναπροσδιορισμό5 του οικοφεμινισμού. Η
Val Plumwood, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι το μόνο που μοιράζο-
νται μεταξύ τους οι διάφοροι «οικολογικοί φεμινισμοί» είναι η απόρριψη
της αντίληψης «περί κατωτερότητας της γυναικείας σφαίρας και της φύ-
σης» (1993, σ. 33). Ό,τι έπεται, αφού απορρίψουμε αυτή την αντίληψη, εί-
ναι που διακρίνει τον φεμινισμό της «διαφοράς» από τον «αποδομητικό».
Αναφορικά με τις αξίες και τη συμπεριφορά, η Ynestra King γράφει
ότι «εμείς (τουτέστιν οι γυναίκες) μαθαίνουμε από νωρίς να είμαστε πα-
ρατηρητικές, να περιποιούμαστε και να ανατρέφουμε» (1983, σ. 12), ενώ
η Stephanie Leland αναφέρει «το ανήκειν, το σχετίζεσθαι και τη μη πα-
ρεμβατικότητα» ως «γυναικείες παρορμήσεις» (1983, σ. 71). Τέτοιου εί-
δους χαρακτηριστικά (που, όπως έχω ήδη επισημάνει, αναφέρονται ενίο-
τε ως ουσιώδη συστατικά της «γυναικείας αρχής») αποδίδονται συνήθως
από τις οικοφεμινίστριες στις γυναίκες και, παρόλο που η Val Plumwood
επισημαίνει σωστά ότι η απαξίωση των αρσενικών τρόπων σκέψης και
συμπεριφοράς δεν συνεπάγεται απαραίτητα την καταξίωση των θηλυκών
5 Στο πρωτότυπο re(de)fining, λογοπαίγνιο που δεν αποδίδεται στα ελληνικά και
συνδέει τον επαναπροσδιορισμό με μια εκλέπτυνση του οικοφεμινισμού (σ.τ.μ.).
268
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
χαρακτηριστικών, έχω την εντύπωση ότι αυτού του είδους την καταξίωση
την ενστερνίζονται συνήθως οι οικοφεμινίστριες της «διαφοράς».
Για να υποστηρίξει την άποψή της η Plumwood γράφει: «Αυτό που
φαίνεται να εμπεριέχεται συχνά εδώ είναι όχι τόσο μια διαβεβαίωση για τη
σύνδεση και τη συνάφεια της θηλυκότητας με τη φύση, όσο η αμφισβήτη-
ση και η απόρριψη του αρσενικού χαρακτηρολογικού προτύπου αποσύν-
δεσης από τη φυσική τάξη πραγμάτων και κυριαρχίας επ’ αυτής» (1988, σ.
19). Κάτι τέτοιο όμως μοιάζει ν’ αντικρούεται από τη διακήρυξη της Judith
Plant, για παράδειγμα, ότι «οι αξίες των γυναικών, επικεντρωμένες στη
ζωοποιό προσφορά, πρέπει να επαναξιολογηθούν, αναβαθμιζόμενες από
τον κάποτε δευτερεύοντα ρόλο τους» (χ.χ., σ. 7), όπως και από την υπερά-
σπιση της επαναξιολόγησης εκ μέρους της Hazel Henderson:
269
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
270
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
Η άρνηση του «προφανούς» από την Plumwood είναι που την οδηγεί,
271
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
όπως και άλλες (βλ. π.χ. King, 1989), στην ατραπό του «αποδομητικού»
οικοφεμινισμού. Επιχειρηματολογεί ενάντια στην ιδέα της αποδοχής του
γυναικείου (feminine) και της απόρριψης του ανδρικού (masculine) (οι
όροι δικοί της) και αντ’ αυτού προχωρά στην απόρριψη και των δύο.
Αυτό αποτελεί μέρος ενός εκλεπτυσμένου επιχειρήματος που τοποθετεί
τη φεμινιστική στρατηγική της στο πλαίσιο μιας γενικής επίθεσης ενάντια
στη δυαδική σκέψη (Plumwood, 1993, 2006). Υποστηρίζει ότι:
272
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
Η θέση της Plumwood στο σημείο αυτό με ενδιαφέρει κυρίως επειδή μας
επιτρέπει να την τοποθετήσουμε εκτός αυτού που εγώ αντιλαμβάνομαι ως
ένα ζεύγος βασικών αξιωμάτων του οικοφεμινισμού της «διαφοράς»: ότι,
πρώτον, τα γνωρίσματα του χαρακτήρα μπορούν να ταυτοποιούνται είτε
ως αρσενικά είτε ως θηλυκά και ότι, δεύτερον, τα θηλυκά γνωρίσματα εί-
ναι εκείνα που πρέπει οπωσδήποτε να αναδειχθούν σήμερα, προς όφε-
λος τόσο δικό μας όσο και του πλανήτη. Η ίδια η Plumwood παίρνει τις
αποστάσεις της από τον οικοφεμινισμό αυτού του είδους, αναφερόμενη
στο πρόταγμά της ως «κριτικό οικολογικό φεμινισμό» (βλ. π.χ. Plumwood,
1993, σ. 39) ή ως θεωρία «υβριδισμού» (Plumwood, 2006). Τέτοιες μετο-
νομασίες τοποθετήσεων στο πλαίσιο ή πέριξ του οικοφεμινιστικού προ-
τάγματος συχνά αποτελούν ένδειξη δυσανεξίας απέναντι στη φεμινιστική
τοποθέτηση επί του ζητήματος της «διαφοράς». Η Mary Mellor (για παρά-
δειγμα) αναφέρεται στη δική της θέση ως «φεμινιστική πράσινη πολιτική»
(1992, σ. 238) μάλλον παρά ως μορφή οικοφεμινισμού.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που μοιράζονται και οι δύο οικοφε-
νισμοί στους οποίους αναφέρομαι εδώ είναι ότι οι υποστηρίκτριές τους
τους θεωρούν θετικούς όχι μόνο για τις γυναίκες αλλά και για τον μη-
ανθρώπινο φυσικό κόσμο. Οι οικοφεμινίστριες αναγνωρίζουν μια δια-
273
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
274
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
σμός που τοποθετείται ενάντια στη φύση είναι πολιτισμός που τοποθετεί-
ται ενάντια στις γυναίκες» (King, 1983, σ. 11).
Έτσι ο δυϊσμός εναντίον του οποίου επιχειρηματολογούν θεωρητι-
κοί όπως η Plumwood δεν υφίσταται μόνο μεταξύ ανδρών και γυναικών
αλλά και μεταξύ ανθρώπων και φύσης: «Η κυρίαρχη θέση που είναι βα-
θιά εδραιωμένη στον δυτικό πολιτισμό κατασκευάζει ένα μεγάλο χάσμα,
ή δυϊσμό, μεταξύ των ανθρώπων, από τη μια πλευρά, και των ζώων και
της φύσης γενικά, από την άλλη» (Plumwood, 2006, σ. 56). Η Plumwood
αντιμετωπίζει το ίδιο επικριτικά τους βαθείς οικολόγους που θα τοποθε-
τούσαν τα ανθρώπινα όντα απέναντι στη φύση, όσο και τις ουσιοκρατι-
κές οικοφεμινίστριες που θα τοποθετούσαν τις γυναίκες απέναντι στους
άντρες στη βάση αμετάβλητων έμφυλων χαρακτηριστικών. Μέχρις εδώ,
η περί «υβριδισμού» θεωρία της επιτελεί την ίδια λειτουργία με τον ριζο-
σπαστικό εκδημοκρατισμό των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπινων όντων
και της φύσης που είδαμε να υποστηρίζει ο Bruno Latour προς το τέλος
του κεφαλαίου 2. Είναι λάθος, ισχυρίζεται εκείνη, να θεωρούμε το ενδι-
αφέρον για τα ανθρώπινα όντα «ρηχό», ενώ εκείνο για τη φύση «βαθύ»
(ό.π., σ. 62). Το πρόβλημα με τη βαθιά οικολογία, λέει, δεν είναι ότι εστι-
άζει στη φύση, αλλά «ο τρόπος με τον οποίο συνεχίζει να περιθωριοποι-
εί τον ανθρώπινο παράγοντα, και οι πολλές υβριδικές μορφές περιβαλ-
λοντικού ακτιβισμού που επικεντρώνονται στην περιβαλλοντική δικαιο-
σύνη και στο να τοποθετούν την ανθρώπινη ζωή σε οικολογικό πλαίσιο»
(ό.π., σ. 63). Παρομοίως θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι κάθε μέρι-
μνα για τη μη-ανθρώπινη ζωή είναι κατά κάποιον τρόπο «βαθιά»: «Μερι-
κές ανησυχίες για τα μη-ανθρώπινα μπορεί να είναι αναμφισβήτητα ρη-
χές,» γράφει, «για παράδειγμα αυτές που ευνοούν αυτόματα τα κατοικί-
δια ζώα, όπως οι γάτες και οι σκύλοι, σε βάρος άλλων ζώων» (ό.π.). Συ-
νοψίζοντας, το διπλό έργο του υβριδισμού είναι, πρώτον, να «οικολογικο-
ποιήσει» το ανθρώπινο ον (να τοποθετήσει τα ανθρώπινα όντα στο προϋ-
ποτιθέμενο οικολογικό πλαίσιό τους) και, δεύτερον, να επανατοποθετήσει
τα ανθρώπινα όντα σε ηθικό πλαίσιο (ό.π., σ. 64).
Αυτοί που μιλούν για μιαν ισχυρή σχέση ανάμεσα στην καθυπόταξη
της φύσης και εκείνη των γυναικών υποστηρίζουν ότι η πατριαρχία απο-
δίδει παρεμφερή χαρακτηριστικά στη φύση και στις γυναίκες και κατόπιν
275
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
συστηματικά τις απαξιώνει. Έτσι τόσο η μεν όσο και οι δε θεωρούνται πα-
ράλογες, αβέβαιες, ανεξέλεγκτες. H Janet Biehl γράφει:
276
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
277
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
278
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
279
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Αυτό έχει προφανώς επίδραση πάνω στη γενική φιλοδοξία του πράσινου
κινήματος να μας κάνει να ζούμε χωρίς το αποτύπωμά μας να βαραίνει
τη Γη. Όπως είδαμε στο κεφάλαιο 2, οι βαθείς οικολογιστές επιχειρηματο-
λογούν υπέρ μιας αλλαγής της συνείδησής μας όσον αφορά στις δοσολη-
ψίες μας με τον μη-ανθρώπινο φυσικό κόσμο. Ο Warwick Fox επιθυμεί
μια τέτοια αλλαγή προτεραιοτήτων ώστε να χρειάζεται να δικαιολογούν
ό,τι κάνουν αυτοί που παρεμβαίνουν στο περιβάλλον, και όχι να πέφτει
το βάρος της δικαιολόγησης σ’ εκείνους που το υπερασπίζονται. Προϋ-
πόθεση γι’ αυτό, υποστηρίζει, είναι να έχουμε επίγνωση των «ασαφών»
ορίων ανάμεσα σ’ εμάς και τον μη-ανθρώπινο φυσικό κόσμο.
Σημείωσα τότε ότι οι βαθείς οικολόγοι αντιμετωπίζουν ένα εξαιρετι-
κό πρόβλημα στο να πείσουν ως προς αυτή τη σχέση – οι περισσότεροι
άνθρωποι απλά δεν σκέφτονται έτσι, και είναι δύσκολο να συλλάβουμε
πώς θα μπορέσουν ποτέ να το κάνουν. Μερικές οικοφεμινίστριες, ωστό-
σο, υποστηρίζουν ότι υπάρχουν ήδη εκατομμύρια άνθρωποι που σκέ-
φτονται έτσι, ή τουλάχιστον βρίσκονται δυνάμει κοντά στο να το κάνουν
– οι γυναίκες. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας ανάγνωσης, η εγγύτητα των γυ-
ναικών προς τη φύση τις τοποθετεί στην εμπροσθοφυλακή της πράσι-
νης πολιτικής, σε επαφή μ’ έναν κόσμο που περιγράφει η Judith Plant
και πολλά μέλη του πράσινου κινήματος θα ήθελαν να δουν να αναβι-
ώνει – έναν κόσμο στον οποίο «μεταλλωρύχοι τελούσαν ιεροτελεστίες
–με προσφορές στους θεούς της γης και του υπόγειου κόσμου, τελε-
τουργικές θυσίες, σεξουαλική αποχή και νηστεία– πριν να παραβιαστεί
αυτό που θεωρείτο ότι είναι η ιερή γη» (χ.χ., σ. 3).
Ένα ζήτημα που χρειάζεται να αντιμετωπίσει ο οικοφεμινισμός στο
πλαίσιο των ευρύτερων στόχων του πράσινου κινήματος είναι η συμφι-
λίωση του αιτήματος για μια θετική αποτίμηση της πράξης της γέννας με
την ανάγκη για μείωση των πληθυσμιακών μεγεθών. Βεβαίως, δεν εί-
ναι απαραίτητο μια τέτοια αποτίμηση να συνεπάγεται έναν μεγάλο αριθ-
280
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
281
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Στο ίδιο πνεύμα, η Mary Mellor κάνει μια χρήσιμη διάκριση μεταξύ φεμι-
νισμού και φεμινιστικών αξιών: «Ακόμα και σε περιπτώσεις που άντρες
πράσινοι στοχαστές υποστηρίζουν ότι κεντρική θέση στην πολιτική τους
κατέχει η δέσμευση στον φεμινισμό, αυτό συχνά διολισθαίνει σε μια συ-
ζήτηση περί γυναικείων αξιών» (Mellor, 1992b, σ. 245, η έμφαση στο
πρωτότυπο), και ενώ οφείλουμε να επισημάνουμε ότι, όπως μαρτυρούν
τα στοιχεία σε αυτό το κεφάλαιο, υπάρχουν και πολλές γυναίκες συγγρα-
φείς που κάνουν το ίδιο, η γενική διαπίστωση της Mellor είναι εύστο-
χη: «Το να ενστερνίζεσαι μια γυναικεία αξία χωρίς να αντιμετωπίζεις τις
σχέσεις εξουσίας μεταξύ ανδρών και γυναικών ισοδυναμεί με το να εν-
στερνίζεσαι μια οικο-γυναικεία μάλλον παρά μια οικο-φεμινιστική θέση»
(ό.π., σ. 246).
Η κριτική της Janet Biehl έχει ως βασικό στόχο τους βαθείς οικολό-
γους, τους οποίους θεωρεί δεσμευμένους σ’ ένα πρόγραμμα που θα δι-
ασφαλίσει την επί των γυναικών κυριαρχία των ανδρών, όμως οι παρα-
τηρήσεις της μπορούν να αξιοποιηθούν το ίδιο αποτελεσματικά και ως
προς τον οικοφεμινισμό της «διαφοράς». Δεν θα πρέπει, γράφει, να ζητά-
με από τις γυναίκες να «σκέφτονται όπως ένα βουνό» – στο πλαίσιο του
αγώνα τους για εαυτό, αυτονομία και αποδοχή τους ως λογικά όντα κάτι
τέτοιο θα ισοδυναμούσε με «ένα ηχηρό ράπισμα στο πρόσωπο» (Biehl,
1988, σ. 14). Παρωδεί τους βαθείς οικολόγους (και τις οικοφεμινίστριες
της «διαφοράς») που υποστηρίζουν ότι οι «αρσενικές» αξίες και τα «αρ-
σενικά» χαρακτηριστικά είναι τιποτένια: «Τι να την κάνεις τη λογική· τι
να τον κάνεις τον εαυτό· δες πού οδήγησαν αυτά τους άντρες, στο κάτω
κάτω – οι γυναίκες ήταν πάντα σε ανώτερη θέση από τους άντρες χωρίς
όλον αυτό τον ενοχλητικό ατομικισμό» (Biehl, 1988,σ. 13).
Η προσπάθεια της βαθιάς οικολογίας να μας εμπνεύσει τις αρε-
τές της σεμνότητας, της υποχωρητικότητας και της ταπεινότητας απένα-
ντι στον φυσικό κόσμο (και τα άλλα ανθρώπινα όντα) μπορεί, υποστη-
ρίζεται, μόνο αρνητικά αποτελέσματα να φέρει ως προς την απελευθέ-
ρωση των γυναικών. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, το γυναικείο κίνημα
αναπτύχθηκε ακριβώς για την ανατροπή της σεμνότητας και της ταπει-
νότητας (και για την άρνηση κυοφορίας ενός παιδιού ανά δέκα ή δώδε-
κα μήνες), επειδή αυτά τα χαρακτηριστικά έχουν λειτουργήσει προς όφε-
282
Οικολογισμός και άλλες ιδεολογίες
283
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Συμπέρασμα
Είπα στην αρχή αυτού του κεφαλαίου ότι τα στοιχεία που παρουσιάζονται
εδώ θα πρέπει να βαθύνουν την κατανόηση της διακριτότητας του οικο-
λογισμού ως μιας πολιτικής ιδεολογίας. Νομίζω ότι αυτό επετεύχθη. Ο
οικολογισμός δεν μπορεί να «υπαχθεί» σε καμία από τις ιδεολογίες που
συζητήθηκαν εδώ, με την αμυδρά πιθανή εξαίρεση του φεμινισμού, και
καμία από αυτές τις ιδεολογίες δεν μπορεί να ειπωθεί ότι οικειοποιήθη-
κε επιτυχώς τον οικολογισμό. Αντίθετα με οποιαδήποτε άλλη ιδεολογία, ο
οικολογισμός ασχολείται θεμελιωδώς με τη σχέση μεταξύ των ανθρώπι-
νων όντων και του φυσικού τους περιβάλλοντος. Πιο συγκεκριμένα, τα
δύο κύρια και ιδιαίτερα θέματα του οικολογισμού, η πίστη του στα όρια
στην υλική ανάπτυξη και η αντίθεσή του στον ανθρωποκεντρισμό, δεν
μπορεί να βρεθούν πουθενά στον φιλελευθερισμό, στον συντηρητισμό
και στον σοσιαλισμό – και υπάρχουν ως υπαινιγμός στον οικοφεμινισμό,
όπου για παράδειγμα ο ανθρωποκεντρισμός αντικαθίσταται από τον αν-
δροκεντρισμό. Το συμπέρασμά μας πρέπει να είναι ότι ο οικολογισμός εί-
ναι μια ιδεολογία από μόνος του, εν μέρει επειδή προσφέρει μια συνεκτι-
κή (αν όχι απρόσβλητη) κριτική της σύγχρονης κοινωνίας και μια πρότα-
ση βελτίωσης, και εν μέρει επειδή αυτή η κριτική και η πρόταση διαφέ-
ρουν θεμελιωδώς από αυτές που προσφέρουν άλλες μοντέρνες πολιτι-
κές ιδεολογίες.
284
Επίλογος
Έχουμε εντοπίσει τις διαφορές μεταξύ του οικολογισμού και των άλλων
σημαντικών ιδεολογιών, ενώ η ασυμφωνία μεταξύ αυτών που ονόμα-
σα περιβαλλοντισμό και οικολογισμό είναι πλέον ξεκάθαρη. Ο οικολογι-
σμός επιδιώκει να θέσει δραστικά υπό αμφισβήτηση μια ολόκληρη σει-
ρά πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών πρακτικών έτσι όπως δεν
το κάνει ο περιβαλλοντισμός. Ο οικολογισμός οραματίζεται ένα μεταβι-
ομηχανικό μέλλον αρκετά διαφορετικό από αυτό με το οποίο έχουμε γε-
νικά εξοικειωθεί. Ενώ οι περισσότερες εκδοχές του μεταβιομηχανικού
μέλλοντος κινούνται γύρω από την υψηλή ανάπτυξη, την υψηλή τεχνολο-
γία, τις διευρυνόμενες υπηρεσίες, την αύξηση του ελεύθερου χρόνου και
την ικανοποίηση με υλικούς όρους, η μεταβιομηχανική κοινωνία του οι-
κολογισμού αμφισβητεί την ανάπτυξη και την τεχνολογία, και υποστηρί-
ζει ότι η Ευζωία θα συνεπάγεται περισσότερη εργασία και λιγότερα υλι-
κά αγαθά. Ουσιαστικά, ο οικολογισμός παίρνει στα σοβαρά την καθολική
συνθήκη της περατότητας του πλανήτη και ρωτά ποια είδη πολιτικών, οι-
κονομικών και κοινωνικών πρακτικών είναι, πρώτον, πιθανά και, δεύτε-
ρον, επιθυμητά μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Ο περιβαλλοντισμός δεν συνη-
θίζει να κάνει κάτι τέτοιο.
Όσον αφορά στις σχέσεις των ανθρώπων με τον μη-ανθρώπινο
φυσικό κόσμο, ο οικολογισμός ζητά το βάρος της δικαιολόγησης να με-
τατεθεί από εκείνους που υποστηρίζουν ότι ο μη-ανθρώπινος φυσι-
κός κόσμος πρέπει να αποκτήσει πολιτική φωνή σε εκείνους που θε-
ωρούν πως δεν πρέπει. Οι περιβαλλοντιστές θα νοιαστούν συνήθως για
τη «φύση» μόνο μέχρι του σημείου που μπορεί να επηρεάσει τα ανθρώ-
πινα όντα· οι οικολογιστές θα υποστηρίξουν ότι ο ισχυρός ανθρωποκε-
ντρισμός που προδίδει αυτό αποτελεί μάλλον μέρος των σημερινών μας
προβλημάτων παρά λύση τους.
Πρακτικοί προβληματισμοί ως προς τα όρια στην ανάπτυξη και ηθι-
κές ανησυχίες σχετικά με τον μη-ανθρώπινο φυσικό κόσμο συνδυάζο-
νται και παράγουν τον οικολογισμό, ως αυθύπαρκτη πολιτική ιδεολογία.
285
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
286
Επίλογος
287
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
288
Επίλογος
289
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
290
Επίλογος
Διάφοροι βαθείς πράσινοι (μεταξύ αυτών και μέλη του Πράσινου Κόμ-
ματος) έσπευσαν να κατακρίνουν τους Friends of the Earth που δεν
οργάνωσαν μιαν εκστρατεία ενάντια στα αεροζόλ γενικότερα, από
τη στιγμή που είναι αναμφίβολα αχρείαστα, ζημιογόνα και κάθε άλλο
πάρα ανώδυνα για το περιβάλλον, ακόμα κι αν δεν χρησιμοποιούν
CFC. Τέτοιοι επικριτές ισχυρίστηκαν (και ποιος μπορεί να τους κατη-
γορήσει γι’ αυτό;) ότι οργανώνοντας μιαν εκστρατεία για αεροζόλ χω-
ρίς CFC στην πραγματικότητα αποδεχόμαστε, αν δεν προωθούμε κιό-
291
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
λας, την αυταρέσκεια, την έπαρση και απολύτως αντίθετα στη βιωσιμό-
τητα καταναλωτικά πρότυπα.
(στο Dodds, 1988, σ. 201)
292
Επίλογος
293
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
νουμε βόλτα, ούτε λίγο ούτε πολύ για πάντα: «Έχουμε πλέον στα χέρια
μας … την τεχνολογία για να ταΐζουμε, να ντύνουμε και να παρέχουμε
ενέργεια σ’ έναν συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό για τα επόμενα 7 δισε-
κατομμύρια χρόνια» (Simon στο Myers and Simon, 1994, σ. 65).
Αυτά τα επιχειρήματα προβάλλονται ακόμα, όμως έχουν ενισχυ-
θεί (ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, αντικατασταθεί) από ένα πολύ πιο
εκλεπτυσμένο «δεύτερο κύμα» αντίδρασης προς τη θέση περί ορίων
στην ανάπτυξη, το οποίο έχει ονομαστεί «οικολογικός εκμοντερνισμός»
(Jacobs, 1999b, Moll and Sonnenfeld, 2000). Στο βιβλίο του για την πολι-
τική της ρύπανσης, ο Albert Weale περιγράφει πώς κατά τη διάρκεια της
δεκαετίας του 1980 οι οικολόγοι εκμοντερνιστές άρχισαν να αμφισβητούν
την άποψη ότι υπάρχει «μια σχέση αμοιβαίου ανταγωνισμού3 μεταξύ της
οικονομικής ευμάρειας και της φροντίδας για το περιβάλλον» (Weale,
1992, σ. 31). Οι οικολόγοι εκμοντερνιστές πρόβαλαν τρία επιχειρήματα:
Πρώτον, «όταν αποφεύγουμε να αναλάβουμε τα “κόστη” της περιβαλλο-
ντικής προστασίας, το αποτέλεσμα είναι συχνά να εξοικονομούμε χρήμα-
τα για τις παρούσες γενιές με τίμημα ένα επιπλέον βάρος για τις μελλο-
ντικές γενιές» (ό.π., σ. 76)· δεύτερον, «[α]ντί να εκλάβει την περιβαλλοντι-
κή προστασία ως ένα βάρος για την οικονομία, ο οικολόγος εκμοντερνι-
στής την εκλαμβάνει ως μια πιθανή πηγή μελλοντικής ανάπτυξης …, ένα
έναυσμα για βιομηχανική καινοτομία» (ό.π., σ. 78)· και, τρίτον:
294
Επίλογος
295
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
… η εισαγωγή της ιδέας ότι διάφορα άλλα είδη έχουν εγγενή αξία,
ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι «δίκαιοι» απέναντι σε όλα τα άλλα
είδη, δεν επιβάλλει στην ανθρώπινη συμπεριφορά κανέναν –λειτουρ-
γικά αναγνωρίσιμο– περιορισμό που δεν περιλαμβάνεται ήδη στις γε-
νικευμένες διαχρονικές υποχρεώσεις μας για τη διαφύλαξη ενός υγι-
ούς, σύνθετου και λειτουργικά αυτόνομου συστήματος προς όφελος
των μελλοντικών ανθρώπινων γενεών.
(Norton, 1991, σ. 226)
296
Επίλογος
297
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
298
Επίλογος
299
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
300
Επίλογος
σή» του φαίνεται ότι επιτρέπει να γίνεται αρκετά μεγάλη καταστροφή πριν
φτάσει να ενεργοποιηθεί ο έλεγχος «ευαισθησίας του συστήματος». Στην
καλύτερη περίπτωση, μπορούν να ισχυριστούν οι ριζοσπάστες, η εστίασή
του σε συστήματα μάλλον, παρά σε άτομα, μοιάζει κομμένη και ραμμέ-
νη για να δικαιολογεί ένα ποσοστό βλαβών σε ατομικό επίπεδο, υπό τον
όρο ότι δεν θέτουν σε δοκιμασία τα όρια ευαισθησίας του συστήματος.
Στη χειρότερη περίπτωση, η παραγωγή μπορεί να συνεχίσει να «κινείται
ελεύθερα» για καιρό πριν κριθεί ότι το «ευρύτερο πλαίσιο» έχει περιέλ-
θει σε κίνδυνο. Πόσα «μη απαραίτητα» άτομα, είδη και περιβάλλοντα δια-
βίωσης θα μπορούσε να χαθούν μέχρι να απειληθεί η ίδια η δυνατότητα
παραγωγής; Το γεγονός και μόνο ότι το συγκεκριμένο ερώτημα μπορεί
να διατυπωθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο χωρίς να παραποιείται η θέση του
Norton αποτελεί, βεβαίως, τον βασικό λόγο που οι ριζοσπάστες πράσινοι
θα αντιμετωπίσουν με αρκετή επιφύλαξη τη χείρα φιλίας που τους τείνει
– από τη δική τους «κατ’ αρχήν» οπτική, κανένα τμήμα ανθρώπινης ή μη-
ανθρώπινης φύσης δεν μπορεί να θεωρείται μη απαραίτητο.
Οι θεωρίες περί σύγκλισης, λοιπόν, μπορεί να πάρουν διάφορες
μορφές. Σε μερικές (όπως του Martin Lewis), η σύγκλιση συνεπάγεται
την εξουδετέρωση της ριζοσπαστικής οπτικής. O Lewis και οι υποστη-
ρικτές του θα ισχυριστούν ότι η ριζοσπαστική οικολογία είναι απλά τελεί-
ως λανθασμένη και ότι το ζήτημα της περιβαλλοντικής προστασίας υπη-
ρετείται καλύτερα από ρεφορμιστικές ιδέες και πολιτικές. Άλλοι αναλυτές
(όπως ο Bryan Norton) θα υποστηρίξουν ότι τα αποτελέσματα της πολιτι-
κής είναι τα ίδια είτε βασίζονται σε ριζοσπαστικές είτε σε ρεφορμιστικές
αξίες· η περίσκεψη υπαγορεύει, λοιπόν, να επιλεγεί η γραμμή της ελάχι-
στης αντίστασης – το να επιχειρηματολογούμε υπέρ της περιβαλλοντικής
προστασίας μέσα από αποδεκτά παραδείγματα. Άλλοι (όπως οι οικολόγοι
εκμοντερνιστές) πιστεύουν ότι η ριζοσπαστική οικολογία σφάλλει θεμελι-
ωδώς ως προς τη σύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης με την περιβαλ-
λοντική υποβάθμιση, και ότι η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί στην πραγ-
ματικότητα λειτουργικό παράγοντα για την περιβαλλοντική προστασία.
Έχω υπαινιχθεί ότι μια ριζοσπαστική πράσινη αντίδραση σε αυτές
τις κριτικές είναι να τις αντιμετωπίζουμε κατά μέτωπο. Μια άλλη πιθα-
νή αντίδραση θα ήταν να αποδεχθούμε την ήττα –τουλάχιστον προσω-
301
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
302
Επίλογος
303
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
τητος, αφού μας παρέχει ένα πράσινο εφαλτήριο, μια νεοπαγή συναίνε-
ση ως προς τη σχέση μας με το περιβάλλον μας, από όπου μπορούμε να
κάνουμε το άλμα προς περισσότερο ριζοσπαστικές πράσινες πρακτικές.
Υπάρχουν, βεβαίως, ριζοσπάστες κριτικοί, προερχόμενοι από την
αντίθετη κατεύθυνση, που ισχυρίζονται ότι ο ρεφορμισμός πιθανόν θα
αποτελέσει εμπόδιο μάλλον παρά εφαλτήριο. Από μια βαθιά πράσινη
σκοπιά, μπορεί να αναισθητοποιήσει μάλλον παρά να ευαισθητοποιήσει,
επισκιάζοντας τη βασική αρχή της πράσινης πολιτικής ότι σε ένα πεπερα-
σμένο σύστημα είναι αδύνατη η αέναη ανάπτυξη, και ότι, ως εκ τούτου,
η πράσινη παραγωγή και κατανάλωση είναι (μακροπρόθεσμα) το ίδιο μη
βιώσιμες όσο και οι τρέχουσες μορφές παραγωγής και κατανάλωσης.
Σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση, ο περιβαλλοντισμός απομυζά τη ριζο-
σπαστική δυναμική και κλείνει την πόρτα στην πράσινη αλλαγή.
Μια τέτοια προσέγγιση υποστηρίζει, σε αντίθεση με τον Norton (για
παράδειγμα), ότι ο περιβαλλοντισμός και ο οικολογισμός αποκλίνουν
μάλλον παρά συγκλίνουν. Ο Jonathon Porritt, μεταξύ άλλων, μοιάζει
αβέβαιος ως προς το ποια γραμμή να ακολουθήσει. Τον έχουμε δει να
επιχειρηματολογεί, «ισορροπώντας» (πιο πάνω), υπέρ της περί «μεταβα-
τικής στρατηγικής» αντίληψης, όμως είναι ενήμερος και για τις παγίδες
που κρύβει, ειδικά στην πράσινη καταναλωτική παραλλαγή της:
Και έτσι βρισκόμαστε πίσω στο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε: στο ριζο-
σπαστικό πράσινο αίτημα να τεθεί το σημερινό βιομηχανικό σύστημα σε
304
Επίλογος
305
Βιβλιογραφία
306
Βιβλιογραφία
Barry, J. – Eckersley, R. (επιμ.) (2005) The State and the Ecological Crisis (Καί-
μπριτζ: MIT Press).
Bauman, Z. (1987) Legislators and Interpreters (Οξφόρδη: Polity).
Baxter, B. (1999) Ecologism: An Introduction (Εδιμβούργο: Edinburgh Universi-
ty Press).
Begg, A. (2000) Empowering the Earth: Strategies for Green Change (Μπίντφορντ:
Green Books).
Benson, J. (επιμ.) (2000) Environmental Ethics: An Introduction with Readings
(Λονδίνο: Routledge).
Bentham, J. (1960) The Principles of Morals and Legislation (Οξφόρδη: Blackwell).
Benton, T. (1993) Natural Relations: Ecology, Animal Rights and Social Justice
(Λονδίνο: Verso).
― (επιμ.) (1996) The Greening of Marxism (Νέα Υόρκη: Guilford Press).
Bergland – Matti (2006) “Citizen and consumer: the dual role of individuals in en-
vironmental policy”, Environmental Politics, 15(4).
Biehl, J. (1988) άρθρο στο Green Line, 59 (Φεβρουάριος).
― (1993) “Problems in ecofeminism”, Society and Nature, 2(1).
Blühdorn, I. (2000) Post-ecologist Politics: Social Theory and the Abdication of the
Ecologist Paradigm (Λονδίνο: Routledge).
Bookchin, M. (1972) Post-scarcity Anarchism (Μόντρεαλ: Black Rose Books).
― (1982) The Ecology of Freedom (Πάλο Άλτο: Cheshire Books), [Η οικολογία
της ελευθερίας, μτφρ. «’Ομιλος Καλών Νέων και Νεανίδων, Διασπασμένη
Φράξια του Ομίλου Βανδάλων Θεσσαλονίκης», Διεθνής Βιβλιοθήκη, Αθήνα
2007].
― (1986) The Modern Crisis (Φιλαδέλφεια: New Society), [Η σύγχρονη οικολο-
γική κρίση, μτφρ. Μάκης Κορακιανίτης, Βιβλιοπέλαγος, Αθήνα 1993].
― (1989) Remaking Society (Μόντρεαλ: Black Rose Books), [Ξαναφτιάχνοντας
την κοινωνία, μτφρ. Τάσος Κυπριανίδης, Εξάντας, Αθήνα χ.χ.].
― (1991) “Where I stand now”, στο M. Bookchin – D. Foreman (επιμ.), Defend-
ing the Earth (Μόντρεαλ: Black Rose Books).
― (1995) Re-enchanting Humanity: A Defence of the Human Spirit Against An-
tihumanism, Misanthropy, Mysticism and Primitivism (Λονδίνο: Cassell).
Bookchin, M. – Foreman, D. (επιμ.) (1991) Defending the Earth (Μόντρεαλ: Black
Rose Books).
307
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
308
Βιβλιογραφία
309
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
310
Βιβλιογραφία
311
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
312
Βιβλιογραφία
Hall/Harvester Wheatsheaf).
German Green Party Manifesto (1983) (Λονδίνο: Heretic Books).
Gerrard, B. (1995) Whose Backyard, Whose Risk: Fear and Fairness in Toxic and
Nuclear Waste Siting (Καίμπριτζ, MA και Λονδίνο: MIT Press).
Goldsmith, E. (1972) A Blueprint for Survival (Λονδίνο: Tom Stacey).
― (1988) The Great U-turn: De-industrializing Society (Μπίντφορντ: Green
Books).
Goldsmith, E. – Hildyard, N. (1986) Green Britain or Industrial Wasteland? (Οξ-
φόρδη: Polity Press).
Goldstein, B. (1999) “Combining science and place-based knowledge”, στο M.
McGinnis (επιμ.) Bioregionalism (Λονδίνο και Νέα Υόρκη: Routledge).
Goodin, R. (1985) Protecting the Vulnerable: A Reanalysis of Our Social Responsi-
bilities (Σικάγο: University of Chicago Press).
― (1992) Green Political Theory (Καίμπριτζ: Polity Press).
― (1996) “Enfranchising the Earth, and its alternatives”, Political Studies, 44(5).
Goodwin, B. (1987) Using Political Ideas (Τσίσεστερ: John Wiley).
Gorz, A. (1982) Farewell to the Working-class (Λονδίνο: Pluto).
― (1985) Paths to Paradise/On the Liberation from Work (Λονδίνο: Pluto).
― (1994) Capitalism, Socialism, Ecology (Λονδίνο: Verso), [Καπιταλισμός, σοσι-
αλισμός, οικολογία, μτφρ. Στάθης Μπάλιας, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα
1993].
Gottlieb, R (2001) Environmentalism Unbound: Exploring New Pathways for
Change (Καίμπριτζ, MA και Λονδίνο: MIT Press).
Gould, P. (1988) Early Green Politics (Μπράιτον: Harvester Press).
Gray, J. (1993a) Beyond the New Right: Markets, Government and the Common
Environment (Λονδίνο: Routledge).
― (1993b) “An agenda for green conservatism”, στο J. Gray Beyond the New
Right: Markets, Government and the Common Environment (Λονδίνο:
Routledge).
― (2002) Straw Dogs, Thoughts on Humans and Other Animals (Λονδίνο:
Granta), [Αχυρένια σκυλιά: Σκέψεις για τους ανθρώπους και άλλα ζώα, μτφρ.
Γιώργος Λαμπράκος, εκδ. Οκτώ, Αθήνα 2012].
Greco, T. Jr. (1994) New Money for Healthy Communities (Τούσον: Thomas H.
Greco).
313
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Green Party (England and Wales) Manifesto for a Sustainable Society (1999)
(Λονδίνο: Green Party, http://www.greenparty.org.uk).
Grubb, M. – Kock, M. – Munson, A. – Sulivan, E. – Thomson, K. (1993) The Earth
Summit Agreements: A Guide and Assessment (Λονδίνο: Earthscan/RIIA).
Hailwood, S. (2004) How to Be a Green Liberal: Nature, Value and Liberal Philos-
ophy (Τσέσχαμ: Acumen Publishing).
Hamilton, M. (1987) “The elements of the concept of ideology”, Political Studies,
35(1).
Hampson, N. (1979) The Enlightenment (Χάρμοντσγουορθ: Penguin), [Ο διαφωτι-
σμός, μτφρ. Δήμητρα Μπεχλικούδη, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1995].
Harper, P. (χ.χ.) “Life at the quarry” (ανέκδ.).
Harvey, D. (1993) “The nature of environment: the dialectics of social and envi-
ronmental change”, The Socialist Register.
Hay, T. (1988) “Ecological values and Western political traditions: from anar-
chism to fascism”, Politics, 8(2).
Hayward, T. (1994) “The meaning of political ecology”, Radical Philosophy, 66
(άνοιξη).
― (1995) Ecological Thought: An Introduction (Οξφόρδη: Polity Press).
― (1997) “Anthropocentrism: a misunderstood problem”, Environmental Val-
ues, 6(1).
― (1998) Political Theory and Ecological Values (Καίμπριτζ: Polity Press).
Heilbroner, R. (1974) An Inquiry into the Human Prospect (Νέα Υόρκη: Harper-
Row).
Henderson, H. (1983) “The warp and the weft: the coming synthesis of ecophi-
losophy and ecofeminism”, στο L. Caldecott – S. Leland (επιμ.) Reclaim the
Earth (Λονδίνο: The Women’s Press).
Heywood, A. (1992) Political Ideologies: An Introduction (Λονδίνο: Macmillan),
[Πολιτικές ιδεολογίες, μτφρ. Χαρίδημος Κουτρής, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη
2007].
Hildebrand, P. (1992) “The European Community’s environmental policy, 1957
to “1992”: from incidental measures to an international regime”, Environ-
mental Politics, 1(4).
Hülsberg, W. (1988) The German Greens (Λονδίνο: Verso).
Humphrey, M. (επιμ.) (2001) Political Theory and the Environment: A Reassess-
314
Βιβλιογραφία
315
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
Kumar, S. (επιμ.) (1984) The Schumacher Lectures: Volume II (Λονδίνο: Blond &
Briggs).
Laferriere, E. – Stoett, P. (1999) International Relations Theory and Ecological
Thought: Towards a Synthesis (Λονδίνο: Routledge).
Lafferty, M. – Meadowcroft, J. (επιμ.) (1996a) Democracy and the Environment:
Problems and Prospects (Τσέλτενχαμ: Edward Elgar).
― (1996b) “Democracy and the environment: congruence and conflict – pre-
liminary reflections”, στο M. Lafferty – J. Meadowcroft (επιμ.) Democracy
and the Environment: Problems and Prospects (Τσέλτενχαμ: Edward Elgar).
Latour, B. (2004) Politics of Nature: How to Bring the Sciences into Democracy
(Καίμπριτζ, MA και Λονδίνο: Harvard University Press).
Layard, R. (2003) “Happiness: has social science a clue?” (ομιλία εις μνήμην Li-
onel Robbins), (http://cep.lse,ac.uk/events/lectures/layard/RL030303.pdf)
(πρόσβαση 11 Ιουλίου 2006) [Ευτυχία: Μαθήματα από μια νέα επιστήμη,
μτφρ. Ανδρέας Σοκοδήμος, εκδ. Κέρκυρα – Economia Publishing, Αθήνα
2011].
― (2005) Happiness: Lessons from a New Science (Λονδίνο: Allen Lane).
Leach, R. (1991) British Political Ideologies (Νέα Υόρκη και Λονδίνο: Philip Allen).
Lee, K. (1989) Social Philosophy and Ecological Scarcity (Λονδίνο: Routledge).
Leland, S. (1983) “Feminism and ecology: theoretical connections”, στο L. Calde-
cott και S. Leland (επιμ.) Reclaim the Earth (Λονδίνο: The Women’s Press).
Leopold, A. (1949) A Sand County Almanac (Οξφόρδη: Oxford University Press).
Lewis, M. (1992) Green Delusions: An Environmentalist Critique of Radical Envi-
ronmentalism (Ντάρεμ, NC: Duke University Press).
Light, A. (επιμ.) (1998) Social Ecology after Bookchin (Νέα Υόρκη και Λονδίνο:
Guilford Press).
― (2002) “Restoring ecological citizenship”, στο B. Minteer – B. Pepperman
Taylor (επιμ.) Democracy and the Claims of Nature: Critical Perspectives for
a New Century (Lanham, Boulder, CO, Νέα Υόρκη και Οξφόρδη: Rowman
& Littlefield).
Light, A. – De Shalit, A. (επιμ.) (2004) Moral and Political Reasoning in Environ-
mental Practice (Καίμπριτζ, MA και Λονδίνο: MIT Press).
Lomborg, B. (2001) The Skeptical Environmentalist: Measuring the Real State of
the World (Καίμπριτζ: Cambridge University Press).
316
Βιβλιογραφία
317
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
318
Βιβλιογραφία
Norton, B. (1991) Toward Unity Among Environmentalists (Νέα Υόρκη και Οξφόρ-
δη: Oxford University Press).
O’Connor, J. (1996) “The second contradiction of capitalism”, στο T. Benton (επιμ.)
Natural Relations: Ecology, Animal Rights and Social Justice (Λονδίνο: Verso).
Oelschlaeger, M. (1991) The Idea of Wilderness (Νιου Χέβεν, CT: Yale Universi-
ty Press).
O’Neill, J. (1993) Ecology, Policy and Politics: Human Well-being and the Natural
World (Λονδίνο: Routledge).
Ophuls, W. (1977) “The politics of a sustainable society”, στο D. Pirages (επιμ.)
The Sustainable Society (Νέα Υόρκη: Praeger).
Ophuls, W., με Boyan Jr., A. (1992) Ecology and the Politics of Scarcity Revisited:
The Unraveling of the American Dream (Νέα Υόρκη: W.H. Freeman).
O’Riordan, T. (1981) Environmentalism (Λονδίνο: Pion).
O’Riordan, T. – Cameron, I. (1994) Interpreting the Precautionary Principle (Λον-
δίνο: Earthscan).
Owen, D. (1980) What is Ecology? (Οξφόρδη: Oxford University Press).
Paehlke, R. (1988) “Democracy, bureaucracy and environmentalism”, Environ-
mental Ethics, 10.
― (2003) Democracy’s Dilemma: Environment, Social Equity and the Global
Economy (Καίμπριτζ, MA και Λονδίνο: MIT Press).
Partridge, E. (επιμ.) (1981) Responsibilities to Future Generations (Νέα Υόρκη:
Prometheus Books).
Paterson, M. (2000) Understanding Global Environmental Politics: Domination,
Accumulation, Resistance (Μπάσινγκστοκ: Macmillan).
Pearce, D. – Markandya, A. – Barbier, B. (1989) Blueprint for a Green Economy
(Λονδίνο: Earthscan).
Pellow, D. – Brulle, R. (επιμ.) (2005) Power, Justice, and the Environment: A Crit-
ical Appraisal of the Environmental Justice Movement (Καίμπριτζ, MA και
Λονδίνο: MIT Press).
Pepper, D. (1984) The Roots of Modern Environmentalism (Μπέκενχαμ: Croom
Helm).
― (1991) Communes and the Green Vision: Counterculture, Lifestyle and the
New Age (Λονδίνο: Green Print).
― (1993a) “Anthropocentrism, humanism and eco-socialism: a blueprint for
319
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
320
Βιβλιογραφία
321
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
322
Βιβλιογραφία
323
Α Ν Τ Ρ Ι Ο Υ Ν Τ Ο Μ Π Σ Ο Ν Πράσινη πολιτική σκέψη
324
Βιβλιογραφία
1 Λόγω της πληθώρας των ξένων κυρίως ονομάτων εντός του κειμένου, δεν
υπήρξε η δυνατότητα απόδοσής τους στα ελληνικά, πέραν αυτών που υπάρχουν
ήδη στην παράδοση της ελληνικής γραμματείας (σ.τ.μ.).
325