Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 21

Οι ονομασίες του πρωτότυπου κειμένου, για τις διαδρομές, λιμάνια, λαούς, τοποθεσίες

και εμπορεύματα που περιγράφονται στον Περίπλου

Ο Περίπλους της Ερυθράς Θάλασσας ή ο Περίπλους τῆς Ἐρυθράς Θαλάσσης,


κατά την πρωτότυπη του ονομασία, είναι ελληνορωμαϊκός περίπλους του 1ου με 3ου
αιώνα μ.Χ., γραμμένος στην Ελληνιστική Κοινή, και περιγράφει την πλοήγηση και τις
εμπορικές δραστηριότητες από τα Ρωμαϊκά λιμάνια της Αιγύπτου, την πορεία τους στις
ακτές της Ερυθράς Θάλασσας, και τους εμπορικούς σταθμούς κατά μήκος της
ανατολικής Αφρικής και της Ινδίας, καθώς και πρώιμες στοιχειώδεις περιγραφές της
νοτιοανατολικής Ασίας και Κίνας.

Υπάρχουν διαφορετικές εκτιμήσεις για την ηλικία του κειμένου, το οποίο γενικώς
χρονολογείται μεταξύ του 1ου και του 3ου αιώνα μ.Χ., αλλά η πιο κοινώς αποδεκτή
ημερομηνία φαίνεται να είναι τα μέσα του 1ου αιώνα. Αν και ο συγγραφέας είναι
άγνωστος, είναι εμφανές πως είναι μια πρωτογενής περιγραφή από κάποιον που
γνωρίζει καλά την περιοχή, και έχει την μοναδική ιδιότητα να δίνει ακριβείς περιγραφές
στο τι ο αρχαίος κόσμος γνώριζε για τις τοποθεσίες γύρω από τον Ινδικό ωκεανό.

Στη σημερινή εποχή η Ερυθρά Θάλασσα αντιστοιχεί στην θαλάσσια λωρίδα ανάμεσα
στην Αφρική και την Αραβία, όμως στον αρχαίο κόσμο, ο όρος αυτός συμπεριλάμβανε
και τον Ινδικό ωκεανό και τον Περσικό κόλπο.
Σύνοψη

Χάρτης του 17ου αιώνα με τις τοποθεσίες του


Περίπλου

Το έργο αποτελείται από 66 κεφάλαια, με αρκετά από αυτά να έχουν το μέγεθος


μικρής παραγράφου. Για παράδειγμα το κεφάλαιο 9 το οποίο είναι μικρό, στο σύνολο
του αναφέρει τα παρακάτω:

Ἀπὸ δὲ Μαλαὼ [η πόλη Βέρβερα της Σοµαλίας] δύο δρόµοις ἐστὶν


ἐµπόριον ἡ Μούνδου, ἐν ᾧ καὶ ἀσφαλέστερον ὁρµεῖ τὰ πλοῖα εἰς τὴν
προκειµένην ἔγγιστα τῆς γῆς νῆσον. Προχωρεῖ δὲ εἰς αὐτὴν τὰ
προειρηµένα [του κεφαλαίου 8] καὶ ἐκεῖθεν ὁµοίως ἐκφέρεται τὰ
προειρηµένα φορτία [καὶ] θυµίαµα τὸ λεγόµενον µοκρότου
[µακαράντα στα Σανσκριτικά της Ινδίας]. Οἱ δὲ κατοικοῦντες ἔµποροι
σκληρότεροι

— παράγραφος 9

Σε πολλές περιπτώσεις, η περιγραφή των τοποθεσιών είναι αρκετά λεπτομερής έτσι


ώστε να γίνει ταυτοποίηση με τις σημερινής τοποθεσίες, ενώ για κάποιες άλλες
υπάρχει αρκετή συζήτηση. Για παράδειγμα, αναφέρεται μια πόλη με το όνομα Ραπτά
(§16) ως η πιο μακρινή αγορά στο μέρος της Αφρικανικής ακτής με το όνομα Αζανία
(σύγχρονη Τανζανία), αλλά υπάρχουν τουλάχιστον πέντε διαφορετικές τοποθεσίες οι
οποίες ταιριάζουν με αυτή την περιγραφή, από την πόλη Τάνγκα της βόρειας
Τανζανίας έως και στα νότια του δέλτα του ποταμού Ρουφίτζι (Rufiji) στην ίδια χώρα.
Επίσης η περιγραφή της Ινδικής ακτής περιγράφει τον ποταμό Γάγγη ξεκάθαρα, αλλά
μετά από αυτό το σημείο η περιγραφή είναι συγκεχυμένη, περιγράφοντας την Κίνα
(§64) ως μεγάλη πόλη και συγκεκριμένα παράκειται ἐν αὐτῇ πόλις μεσόγειος μεγίστη,
λεγομένη Θῖναι [Κίνα], η οποία είναι πηγή ακατέργαστου μεταξιού.

Ο Περίπλους αναφέρει πως η απευθείας θαλάσσια διαδρομή από την Ερυθρά θάλασσα
προς την Ινδική χερσόνησο μέσω του ανοικτού ωκεανού ανακαλύφθηκε από τον
Ίππαλο (§57), τον Έλληνα εξερευνητή του 1ου αιώνα π.Χ..

Επίσης αναφέρονται πολλά εμπορικά αγαθά, αλλά κάποιες από τις ονομασίες των
αγαθών αυτών δεν φαίνονται να εμφανίζονται πουθενά αλλού στην αρχαία
βιβλιογραφία, και έτσι μπορούν να γίνουν μόνο εικασίες για το τι είδους αντικειμένου
πρόκειται, όπως για παράδειγμα αναφέρεται ο λάκκος χρωμάτινος (§6). Η ονομασία
αυτή εμφανίζεται ξανά στο τέλος του Μεσαίωνα στα Λατινικά -εάν πρόκειται για την
ίδια και όχι απλή σύμπτωση- ως λάκκα (lacca), ως λεξικό δάνειο από το Αραβικό λακ
(lakk), το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το Σανσκριτικό λακχ (lakh), και έχει τη
σημασία κόκκινης χρωματικής βαφής.[1]

Το κείμενο του Περίπλου έχει διασωθεί από ένα Βυζαντινό χειρόγραφο του 10ου
αιώνα, το οποίο σήμερα φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου της
Χαϊδελβέργης[2], καθώς και από ένα άλλο αντίγραφο του 14ου ή 15ου αιώνα που
διατηρείται στο Βρετανικό μουσείο[3]. Στο χειρόγραφο του 10ου αιώνα, το κείμενο
αποδίδεται στον Αρριανό, πιθανώς όχι για άλλο λόγο από το ότι το χειρόγραφο
βρέθηκε μαζί με το έργο Περίπλους του Ευξείνου Πόντου, το οποίο είναι έργο του
Αρριανού. Το κείμενο του Περίπλου της Ερυθράς επιμελήθηκε από τον Τσέχο
Ζίγκμουντ Γκέλεν (Sigismund Gelenius)[4] και η πρώτη έντυπη έκδοση του έγινε από
τον Ελβετό Ιερώνυμο Φρόμπεν (Hieronymus Froben) το 1533 στη Βασιλεία. Η έκδοση
αυτή ήταν ατελής και γεμάτη σφάλματα, και χρησίμευσε ως βάση και για μετέπειτα
εκδόσεις, ώσπου το αυθεντικό χειρόγραφο του 10ου αιώνα βρέθηκε ξανά και
μεταφράστηκε εκ νέου το 1816.[5]

Ηµεροµηνία και συγγραφέας


Μια ιστορική έρευνα που δημοσιεύτηκε το 1912,[6] συγκεκριμενοποίησε την ημερομηνία
του κειμένου στο 60 μ.Χ.. Αν και η χρονολόγηση ενός κειμένου 2000 ετών με ακρίβεια
έτους μπορεί να φαίνεται αξιοθαύμαστη για τα σύγχρονα δεδομένα, η ημερομηνία του
60 μ.Χ. βρίσκεται σε συμφωνία με τις σημερινές εκτιμήσεις σε σχέση με τα μέσα του
1ου αιώνα π.Χ.. Η ίδια έρευνα παραθέτει επίσης μια ιστορική ανάλυση ως προς τον
συγγραφέα του αρχικού κειμένου,[7] και φτάνει στο συμπέρασμα πως ο συγγραφέας
πρέπει να ήταν ένας Έλληνας της Αιγύπτου, υπό την κυριαρχία των Ρωμαίων.[8] Βάσει
των υπολογισμών της ανάλυσης, η εποχή αυτή θα πρέπει να ήταν κατά τον καιρό του
Βάλβιλλου, διάσημου πολιτικού της αρχαίας Ρώμης, ο οποίος συμπτωματικά ήταν
επίσης Έλληνας της Αιγύπτου.

Η έρευνα συνεχίζει σημειώνοντας πως ο συγγραφέας δε μπορεί να ήταν υψηλής


μόρφωσης καθώς όπως αναφέρει, είναι φανερό από την συνεχή εναλλαγή Ελληνικών
και Λατινικών λέξεων και τις αδέξιες και συχνά λανθασμένες γραμματικά συντάξεις
του.[9] Επίσης εξαιτίας της απουσίας πληροφοριών για το ταξίδι από τον Νείλο και
μέσω της ερήμου από την ΚΚοπτό -πόλη επί του Νείλου-,[9] η ερμηνεία επικεντρώνεται
στην πόλη της Βερενίκης αντί της Αλεξάνδρειας.[9] Αν και δε γίνεται συγκεκριμένο σε
ποια Βερενίκη η έρευνα αυτή αναφέρεται, πιθανώς πρόκειται για τη Βερενίκη
Πάγχρυσο η οποία ήταν επίσης γνωστή και ως Βερενίκη η κατά Σαβάς στην επαρχία
της Τρωγλοδυτικής, της οποίας τα χαρακτηριστικά περιγράφονται στο κείμενο του
Περίπλου. (§2)

Επίσης, παρατηρείται στην έρευνα πως κατά την μετάφραση του κειμένου που έγινε
από το αρχικό Ελληνικό κείμενο πως το κείμενο είναι τόσο ασαφές και είναι αβέβαιο
για το αν ο συγγραφέας μεταφέρει τα λόγια κάποιου άλλου, ή αν έχει χαθεί σημαντικό
μέρος του κειμένου κατά την αντιγραφή στο χειρόγραφο[9] -πιθανώς όμως και κατά τις
διάφορες μεταφράσεις-.

Μια σύγχρονη άποψη του 2009, υποστηρίζει πως ο Περίπλους μπορεί πλέον με
βεβαιότητα να τοποθετηθεί μεταξύ του 40 και 70 μ.Χ., και πιθανώς ακόμα πιο
συγκεκριμένα μεταξύ του 40 και 50 μ.Χ..[10]

Αραβική χερσόνησος

Χιμιαριτικό βασίλειο και Σαβά


Νομίσματα του Χιμιαριτικού βασιλείου στη νότια ακτή της
Αραβικής χερσονήσου. Πρόκειται για την τοποθεσία από
την οποία τα πλοία με προορισμό την Ινδία περνούσαν.

Τα πλοία από την Χιμιαρία -αρχαία τοποθεσία της Αραβίας- ταξίδευαν συχνά στην
ανατολική Αφρικανική ακτή. Ο Περίπλους περιγράφει την εμπορική αυτοκρατορία της
Χιμιαρίας και του Σαβά, περιοχές που ενώθηκαν από τον βασιλιά Χαριβαήλ, ο οποίος
λέγεται πως διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τη Ρώμη:

Καὶ µετ́ ἄλλας ἐννέα ἡµέρας Σαφὰρ µητρόπολις, ἐν ᾗ Χαριβαὴλ,


ἔνθεσµος βασιλεὺς ἐθνῶν δύο, τοῦ τε Ὁµηρίτου [Χιµιαρίτες] καὶ τοῦ
παρακειµένου λεγοµένου Σαβαΐτου, συνεχέσι πρεσβείαις καὶ δώροις
φίλος τῶν αὐτοκρατόρων.

— παράγραφος 23

Αραβικά βασίλεια

Η περιγραφή των Αραβικών βασιλείων περιλαμβάνει την Κανή (σύγχρονη Μπιρ Αλί στη
Χαδραμούτ), «χώρα λιβανωτοφόρου», η οποία περιγράφεται πως βρίσκεται ανατολικά
πάνω στη νότια ακτή της Αραβικής χερσονήσου, και πως είναι λιμάνι από το οποίο
διέρχονται τα πλοία που ταξιδεύουν προς την Ινδία. Ως βασιλιάς αναφέρεται ο
Ελεάζος:

Ἀπὸ δὲ τῆς Εὐδαίµονος Ἀραβικῆς ἐκδέχεται συναφὴς αἰγιαλὸς ἐπιµήκης


καὶ κόλπος ἐπὶ δισχιλίους ἢ πλείονας παρήκων σταδίους, Νοµάδων τε
καὶ Ἰχθυοφάγων κώµαις παροικούµενος, οὗ µετὰ τὴν προέχουσαν
ἄκραν ἐµπόριόν ἐστιν ἕτερονπαραθαλάσσιον, Κανὴ, βασιλείας
Ἐλεάζου, χώρας λιβανωτοφόρου, καὶ κατ́ αὐτὴν ἔρηµοι νῆσοι δύο, µία
µὲν ἡ τῶν Ὀρνέων, ἡ δ ἑτέρα λεγοµένη Τρούλλας, ἀπὸ σταδίων ἑκατὸν
εἴκοσι τῆς Κανῆς. Ὑπέρκειται δὲ αὐτῆς µεσόγειος ἡ µητρόπολις
Σαββαθὰ, ἐν ᾗ καὶ ὁ βασιλεὺς κατοικεῖ. Πᾶς δὲ ὁ γεννώµενος ἐν τῇ χώρᾳ
λίβανος εἰς αὐτὴν ὥσπερ ἐκδοχεῖον εἰσάγεται καµήλοις τε καὶ σχεδίαις
ἐντοπίαις δερµατίναις ἐξ ἀσκῶν καὶ πλοίοις. Ἔχει δὲ καὶ αὐτὴ
σύγχρησιν τῶν τοῦ πέραν ἐµπορίων, Βαρυγάζων καὶ Σκυθίας καὶ
Ὀµάνων καὶ τῆς παρακειµένης Περσίδος.

— παράγραφος 27

Ανατολική Αφρική

Σομαλία

Τοποθεσία της Σομαλίας στην Αφρική

Η κεντρική εμπορική τοποθεσία της Οπώνης θεωρείται πως αντιστοιχεί στο σύγχρονο
Ρας Χαφούν της βόρειας Σομαλίας. Έχουν βρεθεί κεραμικά Αιγυπτιακής, Ρωμαϊκής και
Περσικής προέλευσης (από τον Περσικό κόλπο) στον χώρο από το Πανεπιστήμιο του
Μίτσιγκαν. Μέρος της 13ης παραγράφου όπου και αναφέρεται η Οπώνη λέει πως:

Ἀπὸ δὲ Τάβαι µετὰ σταδίους τετρακοσίους παραπλεύσαντι


χερσόνησον, καθ́ ὃν τόπον καὶ ὁ ῥοῦς ἕλκει, ἕτερόν ἐστιν ἐµπόριον
Ὀπώνη, εἰς ἣν καὶ αὐτὴν προχωρεῖ µὲν τὰ προειρηµένα, τὸ δὲ πλεῖστον
ἐν αὐτῇ γεννᾶται κασσία καὶ ἄρωµα καὶ µοτὼ καὶ δουλικὰ κρείσσονα, ἃ
εἰς Αἴγυπτον προχωρεῖ µᾶλλον, καὶ χελώνη πλείστη καὶ διαφορωτέρα
τῆς ἄλλης.

— παράγραφος 13

Κατά την αρχαία εποχή, η Οπώνη λειτουργούσε ως ένα κομβικό λιμάνι για εμπόρους
από τη Φοινίκη, Αίγυπτο, Ελλάδα, Περσία, Υεμένη, Ναβαταία, Αζανία, και Ρώμη, καθώς
διέθετε μια στρατηγική τοποθεσία πάνω στη θαλάσσια διαδρομή από την Αζανία προς
την Ερυθρά θάλασσα. Έμποροι από πολύ μακρινές τοποθεσίες όπως αυτές της
Ινδονησίας και της Μαλαισίας περνούσαν από την Οπώνη, φέρνοντας πλούσια
πραμάτεια με μπαχαρικά, μετάξια και άλλα πολλά αγαθά, πριν να αναχωρήσουν νοτίως
προς την Αζανία, ή βορείως προς την Υεμένη ή Αίγυπτο στις εμπορικές οδούς του
Ινδικού ωκεανού. Ήδη από το 50 μ.Χ., η Οπώνη ήταν γνωστή ως κέντρο για το εμπόριο
κανέλας, καθώς και για το εμπόριο γαρύφαλλων και άλλων μπαχαρικών,
ελεφαντόδοντου, δερμάτων από εξωτικά άγνωστα ζώα, και θυμιαμάτων.

Το αρχαίο λιμάνι της Μαλαώ, το οποίο βρίσκεται στη σημερινή Βερβέρα της
βορειοδυτικής Σομαλίας, αναφέρεται επίσης στον Περίπλου:

Μετὰ δὲ τὴν Αὐαλίτην ἕτερον ἐµπόριόν ἐστι τούτου διαφέρον ἡ


λεγοµένη Μαλαὼ, πλοῦν ἀπέχουσα σταδίων ὡς ὀκτακοσίων· ὁ δὲ ὅρµος
ἐπίσαλος, σκεπόµενος ἀκρωτηρίῳ τῷ ἐξ ἀνατολῆς ἀνατείνοντι· οἱ δὲ
κατοικοῦντες εἰρηνικώτεροι. Προχωρεῖ δὲ εἰς τοῦτον τὸν τόπον τὰ
προειρηµένα καὶ πλείονες χιτῶνες, σάγοι Ἀρσινοητικοὶ γεγναµµένοι
καὶ βεβαµµένοι καὶ ποτήρια καὶ µελίεφθα ὀλίγα καὶ σίδηρος καὶ
δηνάριον οὐ πολὺ χρυσοῦν τε καὶ ἀργυροῦν. Ἐκφέρεται δὲ ἀπὸ τῶν
τόπων τούτων καὶ σµύρνα καὶ λίβανος ὁ περατικὸς ὀλίγος καὶ κασσία
σκληροτέρα καὶ δούακα καὶ κάγκαµον καὶ µάκειρ, τὰ εἰς Ἀραβίαν
προχωροῦντα, καὶ σώµατα σπανίως.

— παράγραφος 8
Σουδάν

Νομίσματα του βασιλιά Ενδύβη του βασιλείου του Άξουμ


-σημερινό Σουδάν-, 227 - 235 μ.Χ., Βρετανικό μουσείο.
Το αριστερό νόμισμα έχει την επιγραφή 'ΑΞΩΜΙΤΩ
ΒΑΣΙΛΕΥC' και το δεξί 'ΕΝΔΥΒΗC ΒΑΣΙΛΕΥC'

Το Άξουμ αναφέρεται στον Περίπλου ως μια σημαντική αγορά ελεφαντόδοντου, το


οποίο εξάγονταν προς τον υπόλοιπο αρχαία κόσμο:

Ἀπὸ δὲ ταύτης εἰς αὐτὴν τὴν µετρόπολιν τῶν Αὐξωµιτῶν λεγοµένων


ἄλλων ἡµερῶν πέντε, εἰς ἣν ὁ πᾶς ἐλέφας ἀπὸ τοῦ πέραν τοῦ Νείλου
φέρεται διὰ τοῦ λεγοµένου Κυηνείου, ἐκεῖθεν δὲ εἰς Ἀδουλί.

— παράγραφος 4

Σύμφωνα με τον Περίπλου, ο κυβερνήτης του Άξουμ τον 1ο αιώνα μ.Χ. ήταν ο
Ζωσκάλης, ο οποίος, πέρα από την περιοχή που κατείχε στο Άξουμ, είχε επίσης υπό
τον έλεγχο του και λιμάνια στην Ερυθρά θάλασσα. Επίσης αναφέρεται πως η Ελληνική
λογοτεχνία του ήταν γνωστή:

Βασιλεύει δὲ τῶν τόπων τούτων ἀπὸ τῶν Μοσχοφάγων µέχρι τῆς ἄλλης
Βαρβαρίας Ζωσκάλης, ἀκριβὴς µὲν τοῦ βίου καὶ τοῦ πλείονος
ἐξεχόµενος, γενναῖος δὲ περὶ τὰ λοιπὰ καὶ γραµµάτων Ἑλληνικῶν
ἔµπειρος.

— παράγραφος 5
Τανζανία

Τοποθεσία της Τανζανίας στην


Αφρική

Σύγχρονες αρχαιολογικές έρευνες στην Τανζανία[11][12], ανακάλυψαν ένα μεγάλο αριθμό


ευρημάτων που σχετίζονται με το Ρωμαϊκό εμπόριο, κοντά στην εκβολή του Ποταμού
Ρουφίτζι και το κοντινό νησί της Μάφιας, και αποτελεί ισχυρή ένδειξη πως το αρχαίο
λιμάνι των Ραπτών βρισκόταν στις όχθες του Ρουφίτζι, μόλις στα νότια του Νταρ ες
Σαλάμ.

Ο Περίπλους αναφέρει πως:

Ἀφ́ ἧς µετὰ δύο δρόµους τῆς ἠπείρου τὸ τελευταιότατον τῆς Ἀζανίας


ἐµπόριον κεῖται, τὰ Ῥαπτὰ λεγόµενα, ταύτην ἔχον τὴν προσωνυµίαν
ἀπὸ τῶν προειρηµένων ῥαπτῶν πλοιαρίων, ἐν ᾧ καὶ πλεῖστός ἐστιν
ἐλέφας καὶ χελώνη.

— παράγραφος 16

Σύμφωνα με τις ίδιες έρευνες, η περιοχή της πρωτεύουσας της Αζανίας, των Ραπτών,
παραμένει άγνωστη. Όμως υπάρχουν ενδείξεις πως βρισκόταν επί της Τανζανικής
ακτής, και αν η περιοχή της Μενουθίας που αναφέρεται στην παράγραφο 15 πρόκειται
για την Ζανζιβάρη, τότε ένα σύντομο ταξίδι προς τα νότια θα κατέληγε στο Ρουφίτζι.
Επίσης υπάρχει ο ισχυρισμός πως ο γεωγράφος Κλαύδιος Πτολεμαίος του 2ου αιώνα,
έχει οριοθετήσει τα Ραπτά στον 8ο παράλληλο στο νότο, το οποίο συμπίπτει με το νησί
της Μαφίας.[13]
Παρόλα αυτά, υπάρχει και η άποψη πως η σύγχρονη Κουαλιμάνε (Quelimane) στη
Μοζαμβίκη είναι η τοποθεσία των αρχαίων Ραπτών,[14] αναφέροντας πως η
ακτογραμμή εκεί έχει κατεύθυνση προς το νότο. Επίσης με την ονομασία Πυραλάων
νήσων (§15) αναφέρεται στα ενεργά ηφαιστειακά νησιά των νήσων Κομόρες, στην
είσοδο του κόλπου της Μοζαμβίκης. Επίσης αναφέρει πως η πόλη Μενουθίας δε
μπορεί να είναι η Ζανζιβάρη, και αντιπροτείνει την Μαδαγασκάρη ως πιο πιθανή
τοποθεσία.

Ο Περίπλους αναφέρει επίσης πως στα Ραπτά, τα οποία ήταν υπό τον έλεγχο του
Άραβα βασιλιά των Μουζών, συλλέγονταν φόροι, και ήταν η πόλη ήταν στελεχωμένη με
εμπορικά πλοιάρια στα οποία υπηρετούσαν Άραβες ναυτικοί, οι οποίοι μέσω συνεχών
επιμειξιών και γάμων, γνωρίζουν καλά την περιοχή και την γλώσσα της.

Νέµεται δὲ αὐτὴν, κατά τι δίκαιον ἀρχαῖον ὑποπίπτουσαν τῇ βασιλείᾳ


τῆς πρώτης γινοµένης Ἀραβίας, ὁ Μοφαρείτης τύραννος. Παρὰ δὲ τοῦ
βασιλέως ὑπόφορον αὐτὴν ἔχουσιν οἱ ἀπὸ Μούζα, καὶ πέµπουσιν εἰς
αὐτὴν ἐφόλκια τὰ πλείονα κυβερνήταις καὶ χρειακοῖς Ἄραψι χρώµενοι
τοῖς καὶ συνήθειαν καὶ ἐπιγαµβρίαν ἔχουσιν ἐµπείροις τε οὖσι τῶν
τόπων καὶ τῆς φωνῆς αὐτῶν.

— παράγραφος 16

Αναφέρεται πως η Αζανία -η οποία συμπεριελάμβανε τα Ραπτά- κυβερνώνταν από τον


Χαριβαήλ, τον βασιλιά των Σαβαίων και των Χιμιαριτών στα νοτιοδυτικά της Αραβίας.
Το βασίλειο αυτό ήταν γνωστό για την συμμαχία του με τη Ρώμη αυτή τη περίοδο, και
αναφέρεται πως δεχόταν συχνά τις Ρωμαϊκές αντιπροσωπείες και τα δώρα που
ανταλλάσσονταν.

Καὶ µετ́ ἄλλας ἐννέα ἡµέρας Σαφὰρ µητρόπολις, ἐν ᾗ Χαριβαὴλ,


ἔνθεσµος βασιλεὺς ἐθνῶν δύο, τοῦ τε Ὁµηρίτου καὶ τοῦ παρακειµένου
λεγοµένου Σαβαΐτου, συνεχέσι πρεσβείαις καὶ δώροις φίλος τῶν
αὐτοκρατόρων.
— παράγραφος 23

Νότια Ασία

Βαρύγαζα

Ο βασιλιάς Μαμβάρος της περιοχής


των Βαρύγαζων, ο οποίος αναφέρεται
στον Περίπλου

Το εμπόριο με το Ινδικό λιμάνι των Βαρύγαζων (σύγχρονο Μπαρούτς στην Ινδία)


περιγράφεται εκτεταμένα στις παραγράφους του Περίπλου. Ως βασιλιάς της περιοχής
αναφέρεται ο Μαμβάρος (Ναχαπάνα στα Ινδικά) ή Ναμβάνος σύμφωνα με άλλες
εκδοχές αναλυτών του κειμένου,[15] ο οποίος ήταν ο ηγεμόνας των δυτικών
σατραπειών του Ινδοσκυθικού βασιλείου και ο κυρίαρχος της περιοχής γύρω από τα
Βαρύγαζα:

Μετὰ δὲ τὸν Βαράκην εὐθύς ἐστιν ὁ Βαρυγάζων κόλπος καὶ ἡ ἤπειρος


τῆς Ἀριακῆς χώρας, τῆς Μαµβάρου βασιλείας ἀρχὴ καὶ τῆς ὅλης Ἰνδικῆς
οὖσα. Ταύτης τὰ µὲν µεσόγεια τῇ Σκυθίᾳ συνορίζοντα Ἀβηρία καλεῖται,
τὰ δὲ παραθαλάσσια Συραστρηνή. Πολυφόρος δὲ ἡ χώρα σίτου καὶ
ὀρύζης καὶ ἐλαίου σησαµίνου καὶ βουτύρου καὶ καρπάσου καὶ τῶν ἐξ
αὐτῆς Ἰνδικῶν ὀθονίων τῶν χυδαίων· βουκόλια δὲ ἐν αὐτῇ πλεῖστα καὶ
ἄνδρες ὑπερµεγέθεις τῷ σώµατι καὶ µέλανες τῇ χροιᾷ. Μητρόπολις δὲ
τῆς χώρας Μιννάγαρα, ἀφ́ ἧς καὶ πλεῖστον ὀθόνιον εἰς Βαρύγαζα
κατάγεται.

— παράγραφος 41

Υπό τους δυτικούς σατράπες, τα Βαρύγαζα ήταν ένα από τα κύρια κέντρα του
Ρωμαϊκού εμπορίου στην Ινδία. Ο Περίπλους περιγράφει πολλά από τα αγαθά που
ανταλλάσσονταν στη τοποθεσία αυτή:

Προχωρεῖ δὲ εἰς τὸ ἐµπόριον οἶνος προηγουµένως Ἰταλικὸς καὶ


Λαοδικηνὸς καὶ Ἀραβικὸς καὶ χαλκὸς καὶ κασσίτερος καὶ µόλυβδος,
κοράλλιον καὶ χρυσόλιθον, ἱµατισµὸς ἁπλοῦς καὶ νόθος παντοῖος,
πολύµιτοι ζῶναι πηχυαῖαι, στύραξ, µελίλωτον, ὕαλος ἀργὴ, σανδαράκη,
στίµµι, δηνάριον χρυσοῦν καὶ ἀργυροῦν, ἔχον ἀλλαγὴν καὶ ἐπικέρδειάν
τινα πρὸς τὸ ἐντόπιον νόµισµα, µύρον οὐ βαρύτιµον οὐδὲ πολύ· τῷ δὲ
βασιλεῖ κατ́ ἐκείνους τοὺς καιροὺς εἰσφερόµενα βαρύτιµα
ἀργυρώµατα καὶ µουσικὰ καὶ παρθένοι εὐειδεῖς πρὸς παλλακίαν καὶ
διάφορος οἶνος καὶ ἱµατισµὸς ἁπλοῦς πολυτελὴς καὶ µύρον ἔξοχον.
Φέρεται δὲ ἀπὸ τούτων τῶν τόπων νάρδος, κόστος, βδέλλα, ἐλέφας,
ὀνυχίνη λιθία καὶ µουρρίνη καὶ λύκιον καὶ ὀθόνιον παντοῖον καὶ
Σηρικὸν καὶ µολόχινον καὶ νῆµα καὶ πέπερι µακρὸν καὶ τὰ ἀπὸ τῶν
ἐµπορίων φερόµενα. Ἀποπλέουσι δὲ κατὰ καιρὸν οἱ ἀπὸ τῆς Αἰγύπτου
εἰς τὸ ἐµπόριον ἀναγόµενοι περὶ τὸν Ἰούλιον µῆνα, ὅς ἐστιν Ἐπιφί.

— παράγραφος 49

Μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων επίσης έρχονταν και από τα βόρεια, την Οζήνη
(Ουτζαΐν στα Ινδικά), την πρωτεύουσα των σατραπών της δυτικής Ινδίας:

Ἔνι δὲ αὐτῇ καὶ ἐξ ἀνατολῆς πόλις λεγοµένη Ὀζήνη, ἐν ᾗ καὶ τὰ βασίλεια


πρότερον ἦν· ἀφ́ ἧς πάντα τὰ πρὸς εὐθηνίαν τῆς χώρας εἰς Βαρύγαζα
καταφέρεται καὶ τὰ πρὸς ἐµπορίαν τὴν ἡµετέραν, ὀνυχίνη λιθία καὶ
µουρρίνη καὶ σινδόνες Ἰνδικαὶ καὶ µολόχιναι καὶ ἱκανὸν χυδαῖον
ὀθόνιον.

— παράγραφος 48

Τα κατάλοιπα του Ινδοελληνικού βασιλείου

Χάρτης του Ινδοελληνικού βασιλείου


(180 π.Χ. - 10 μ.Χ.)

Ο Περίπλους περιγράφει πολυάριθμα Ελληνικά κτίσματα και οχυρώσεις στα Βαρύγαζα,


και τα αποδίδει λανθασμένα στον Μέγα Αλέξανδρο, ο οποίος δεν έφτασε ποτέ τόσο
νότια. Αν οι αναφορές είναι ακριβής τότε πρόκειται για την επέκταση του
Ινδοελληνικού βασιλείου (πρώην Ελληνικό βασίλειο της Βακτριανής) προς τα νότια, στο
Γκουτζαράτ της Ινδίας, και το οποίο είχε τα θεμέλια του από τις κατακτήσεις του
Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Μητρόπολις δὲ τῆς χώρας Μιννάγαρα, ἀφ́ ἧς καὶ πλεῖστον ὀθόνιον εἰς


Βαρύγαζα κατάγεται. Σώζεται δὲ ἔτι καὶ νῦν τῆς Ἀλεξάνδρου στρατιᾶς
σηµεῖα περὶ τοὺς τόπους, ἱερά τε ἀρχαῖα καὶ θεµέλιοι παρεµβολῶν καὶ
φρέατα µέγιστα.

— παράγραφος 41

Ο Περίπλους αναφέρει επίσης πως κυκλοφορούσαν Ελληνικά νομίσματα δραχμών στη


περιοχή των βασιλέων Απολλοδότου και Μενάνδρου μετά τον Αλέξανδρο
Ο Περίπλους του 1ου αιώνα μ.Χ.,
αναφέρει πως οι δραχμές του
Μενάνδρου Α' του Ινδοελληνικού
βασιλείου, όπου βασίλεψε έως το 130
π.Χ., ήταν ακόμα σε κυκλοφορία στα
Βαρύγαζα της Ινδίας τον 1ο αιώνα
μ.Χ.

Καὶ Ἀλέξανδρος ὁρµηθεὶς ἀπὸ τῶν µερῶν τούτων ἄχρι τοῦ Γάγγους
διῆλθε, καταλιπὼν τήν τε Λιµυρικὴν καὶ τὰ νότια τῆς Ἰνδικῆς· ἀφ́ οὗ
µέχρι νῦν ἐν Βαρυγάζοις παλαιαὶ προχωροῦσι δραχµαὶ, γράµµασιν
Ἑλληνικοῖς ἐγκεχαραγµέναι ἐπίσηµα τῶν µετ Ἀλέξανδρον
βεβασιλευκότων Ἀπολλοδότου καὶ Μενάνδρου.

— παράγραφος 47

Η Ελληνική πόλη της Αλεξάνδρειας Βουκεφάλας στον ποταμό Υδάσπη, αναφέρεται


επίσης στον Περίπλου (όπως και στον μετέπειτα Πευτιγγεριανό Πίνακα, μια Ρωμαϊκή
αναπαράσταση των γνωστών διαδρομών ανάμεσα σε Ευρώπη, βόρεια Αφρική και μέρη
της Ασίας, ο οποίος δημιουργήθηκε τον 4ο με 5ο αιώνα).

Ἐπίκειται δὲ τοῖς Βαρυγάζοις κατὰ τὰ µεσόγεια πλείονα ἔθνη, τό τε τῶν


Ἀρατρίων καὶ Ἀραχωσίων καὶ Γανδαραίων καὶ τῆς Προκλαΐδος, ἐν ᾗ ἡ
Βουκέφαλος Ἀλεξάνδρεια.

— παράγραφος 47

Πρώιμα βασίλεια της νότιας Ινδίας


Ο ναός της Ταντζόρης (Tanjore) στη
γη των Ταμίλ

Το χαμένο λιμάνι της Μουζιρίς (κοντά στο σημερινό Κοτσί της Ινδίας) στο βασίλειο των
Τσέρα (Chera), καθώς και το πρώιμο βασίλειο των Παντγιάν (Pandyan), αναφέρονται
στον Περίπλου ως μεγάλα κέντρα εμπορίου, πιπεριών και άλλων μπαχαρικών,
μεταλλουργίας και ημιπολύτιμων λίθων, ανάμεσα στην Ινδία και τη Ρωμαϊκή
αυτοκρατορία.

Σύμφωνα με τον Περίπλου, πολλοί Έλληνες ναυτικοί είχαν σημαντική εμπορική


δραστηριότητα στη Μουζιρή:

Εἶτα Νάουρα καὶ Τύνδις τὰ πρῶτα ἐµπόρια τῆς Λιµυρικῆς, καὶ µετὰ
ταύτας Μουζιρὶς καὶ Νέλκυνδα, αἱ νῦν πράσσουσαι. Βασιλείας δ́ ἐστὶν
ἡ µὲν Τύνδις Κηπροβότρου, κώµη παραθαλάσσιος ἔνσηµος· ἡ δὲ
Μουζιρὶς βασιλείας µὲν τῆς αὐτῆς, ἀκµάζουσα δὲ τοῖς ἀπὸ τῆς Ἀριακῆς
εἰς αὐτὴν ἐρχοµένοις πλοίοις καὶ τοῖς Ἑλληνικοῖς· κεῖται δὲ παρὰ
ποταµὸν, ἀπέχουσα ἀπὸ µὲν Τύνδεως διὰ τοῦ ποταµοῦ καὶ διὰ
θαλάσσης σταδίους πεντακοσίους, ἀπὸ δὲ τοῦ * κατ́ αὐτὴν εἴκοσι.

— παράγραφοι 53-54

Η περιοχή που αναφέρεται ως Λιμυρική είναι η χώρα των Ταμίλ (Ταμιλαγκάμ, த"ழகm).
Επιπλέον, η περιοχή αυτή ήταν χρήσιμη ως κόμβος για το εμπόριο με το εσωτερικό της
Ινδίας, στις πεδιάδες από όπου περνούσε ο ποταμός Γάγγης:

Φέρεται δὲ πέπερι µονογενῶς ἐν ἑνὶ τόπῳ τούτων τῶν ἐµπορίων


γεννώµενον πολὺ, τῇ λεγοµένῃ Κοττοναρικῇ· φέρεται δὲ καὶ
µαργαρίτης ἱκανὸς καὶ διάφορος καὶ ἐλέφας καὶ ὀθόνια Σηρικὰ καὶ
νάρδος ἡ Γαγγητικὴ καὶ µαλάβαθρον ἐκ τῶν ἔσω τόπων εἰς αὐτὴν, καὶ
λιθία διαφανὴς παντοία καὶ ἀδάµας καὶ ὑάκινθος καὶ χελώνη ἥ τε
Χρυσονησιωτικὴ καὶ ἡ περὶ τὰς νήσους θηρευοµένη τὰς προκειµένας
αὐτῆς τῆς Λιµυρικῆς. Πλέουσι δὲ εἰς αὐτὴν οἱ κατὰ καιρὸν ἀναγόµενοι
ἀπ́ Αἰγύπτου περὶ τὸν Ἰούλιον µῆνα, ὅ ἐστιν Ἐπιφί.

— παράγραφος 56

Βορειοανατολική Ινδία

Ο Περίπλους επίσης περιγράφει τις ετήσιες εκδηλώσεις που γινόταν στην


βορειοανατολική Ινδία, στα σύνορα με την Κίνα.

Κατ́ ἔτος δὲ παραγίνεται ἐπὶ τὴν συνορίαν τῆς Θινὸς ἔθνος τι, τῷ µὲν
σώµατι κολοβοὶ καὶ σφόδρα πλατυπρόσωποι, ἐννοίαις δὲ λῷστοι·
αὐτοὺς [δὲ] λέγεσθαί [φασι] Σησάτας, παροµοίους ἀνηµέροις·
παραγίνονται σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις, βαστάζοντες φορτία µεγάλα
[καὶ] ταρπόνας ὠµαµπελίνοις παραπλησίας, εἶτ́ ἐνεπιµένουσιν ἐπί τινα
τόπον τῆς συνορίας αὐτῶν καὶ τῶν ἐπὶ τῆς Θινὸς, καὶ ἑορτάζουσιν ἐπί
τινας ἡµέρας, ὑποστρώσαντες ἑαυτοῖς τὰς ταρπόνας, καὶ ἀπαίρουσιν
εἰς τὰ ἴδια εἰς τοὺς ἐσωτέρους τόπους.

— παράγραφος 65

Οι Σησάτες[16] είναι η πηγή του αρωματικού φυτού μαλάβαθρο.

Οἱ δὲ ταῦτα δοκεύοντες τότε παραγίνονται ἐπὶ τοὺς τόπους καὶ


συλλέγουσι τὰ ἐκείνων ὑποστρώµατα, καὶ ἐξινιάσαντες καλάµους τοὺς
λεγοµένους πέτρους ἐπὶ λεπτὸν ἐπιδιπλώσαντες τὰ φύλλα καὶ
σφαιροειδῆ ποιοῦντες διείρουσι ταῖς ἀπὸ τῶν καλάµων ἴναις. Γίνεται δὲ
γένη τρία· ἐκ µὲν τοῦ µείζονος φύλλου τὸ ἁδρόσφαιρον µαλάβαθρον
λεγόµενον, ἐκ δὲ τοῦ ὑποδεεστέρου τὸ µεσόσφαιρον, ἐκ δὲ τοῦ
µικροτέρου τὸ µικρόσφαιρον. Ἔνθεν τὰ τρία µέρη τοῦ µαλαβάθρου
γίνεται καὶ τότε φέρεται εἰς τὴν Ἰνδικὴν ὑπὸ τῶν κατεργαζοµένων αὐτά.

— παράγραφος 65

Νοτιοανατολική Ασία

Την περιοχή ανατολικά της Ινδίας και μετά τον Γάγγη (Ινδοκίνα) την αποκαλεί Χρυσή

Μετὰ δὲ ταῦτα, εἰς τὴν ἀνατολὴν [πλεόντων] καὶ τὸν ὠκεανὸν ἐν δεξιοῖς
ἐχόντων, εὐώνυµα δὲ τὰ λοιπὰ µέρη ἔξωθεν παραπλεόντων, ὁ Γάγγης
ἀπαντᾷ καὶ ἡ περὶ αὐτὴν ἐσχάτη τῆς ἀνατολῆς ἤπειρος, ἡ Χρυσῆ.

— παράγραφος 63

και συνεχίζει παρακάτω στην ίδια παράγραφο αναλύοντας πως η περιοχή είναι πλούσια
σε χρυσό και η ανατολικότερη γη που υπάρχει:

Λέγεται δὲ καὶ χρυσωρύχια περὶ τοὺς τόπους εἶναι, νόµισµά τε χρυσοῦ,


ὁ λεγόµενος κάλτις. Κατ́ αὐτὸν δὲ τὸν ποταµὸν νῆσός ἐστιν ὠκεάνιος,
ἐσχάτη τῶν πρὸς ἀνατολὴν µερῶν τῆς οἰκουµένης, ὑπ αὐτὸν ἀνέχοντα
τὸν ἥλιον, καλουµένη Χρυσῆ, χελώνην ἔχουσα πάντων τῶν κατὰ τὴν
Ἐρυθρὰν τόπων ἀρίστην.

— παράγραφος 63

Παραπέρα

Κίνα

Η αφήγηση αποκαλεί την Κίνα ως μεγάλη πόλη,


Μετὰ δὲ ταύτην τὴν χώραν ὑπ́ αὐτὸν ἤδη τὸν βορέαν, ἔξωθεν εἰς Θινός
τινα τόπον ἀποληγούσης τῆς θαλάσσης, παράκειται ἐν αὐτῇ πόλις
µεσόγειος µεγίστη, λεγοµένη Θῖναι

— παράγραφος 64

και συνεχίζει παρακάτω στην ίδια παράγραφο πως πρόκειται για μια μακρινή περιοχή
στην οποία σπάνια φτάνουν οι εξερευνητές, και πως βρίσκεται κάτω από τη Μικρή
Άρκτο, και αναφέρει πως πρόκειται για την αντίποδα του Πόντου και της Κασπίας:

Εἰς δὲ τὴν Θῖνα ταύτην οὐκ ἔστιν εὐχερῶς ἀπελθεῖν· σπανίως γὰρ ἀπ́
αὐτῆς τινὲς οὐ πολλοὶ ἔρχονται. Κεῖται δὲ ὁ τόπος ὑπ́ αὐτὴν τὴν µικρὰν
ἄρκτον, λέγεται δὲ συνορίζειν τοῖς ἀπεστραµµένοις µέρεσι τοῦ Πόντου
καὶ τῆς Κασπίας θαλάσσης

— παράγραφος 64

δίνει μια φυσική περιγραφή της εντύπωσης που αποκόμισε από τους Κινέζους:

Κατ́ ἔτος δὲ παραγίνεται ἐπὶ τὴν συνορίαν τῆς Θινὸς ἔθνος τι, τῷ µὲν
σώµατι κολοβοὶ καὶ σφόδρα πλατυπρόσωποι, ἐννοίαις δὲ λῷστοι·
αὐτοὺς [δὲ] λέγεσθαί [φασι] Σησάτας, παροµοίους ἀνηµέροις·
παραγίνονται σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις, βαστάζοντες φορτία µεγάλα
[καὶ] ταρπόνας ὠµαµπελίνοις παραπλησίας, εἶτ́ ἐνεπιµένουσιν ἐπί τινα
τόπον τῆς συνορίας αὐτῶν καὶ τῶν ἐπὶ τῆς Θινὸς, καὶ ἑορτάζουσιν ἐπί
τινας ἡµέρας, ὑποστρώσαντες ἑαυτοῖς τὰς ταρπόνας, καὶ ἀπαίρουσιν
εἰς τὰ ἴδια εἰς τοὺς ἐσωτέρους τόπους.

— παράγραφος 65

καθώς και μια περιγραφή της εμπορική δραστηριότητα των Κινέζων προς την Ινδία:
Γίνεται δὲ γένη τρία· ἐκ µὲν τοῦ µείζονος φύλλου τὸ ἁδρόσφαιρον
µαλάβαθρον λεγόµενον, ἐκ δὲ τοῦ ὑποδεεστέρου τὸ µεσόσφαιρον, ἐκ δὲ
τοῦ µικροτέρου τὸ µικρόσφαιρον. Ἔνθεν τὰ τρία µέρη τοῦ µαλαβάθρου
γίνεται καὶ τότε φέρεται εἰς τὴν Ἰνδικὴν ὑπὸ τῶν κατεργαζοµένων αὐτά.

— παράγραφος 65

Το άγνωστο

Οι χώρες που βρίσκονται πέρα της Κίνας, αναφέρεται πως είναι αδύνατο να
εξερευνηθούν λόγω των κάκιστων καιρικών συνθηκών και της πολύ δύσκολης
πρόσβασης

Τὰ δὲ µετὰ [τούτους] τοὺς τόπους, διά τε ὑπερβολὰς χειµώνων καὶ


πάγους µεγίστους δύσβατα ὄντα, εἴτε καὶ θείᾳ τινὶ δυνάµει θεῶν,
ἀνερεύνητά ἐστιν.

— παράγραφος 66

Δείτε επίσης

Μασσαλιώτικος Περίπλους

Περίπλους του Ευξείνου Πόντου

Ινδοελληνικό βασίλειο

Δρόμος του Μεταξιού

Παραποµπές

1. Sino-Iranica από τον Berthold Laufer, έτος 1919, σελ. 476, παραπομπή 9. Επίσης
A Glossary of Colloquial Anglo-Indian Words and Phrases , από τους Yule και Burnell,
έτος 1903, σελ. 499.

2. Κωδικός έργου στη βιβλιοθήκη, CPG 398: 40v-54v


3. Κωδικός αντικειμένου, B.M. Add 19391 9r-12r

4. "viaLibri Resources for Bibliophiles"

5. Schoff (1912), σελ. 7, 17.

6. Wilfred Harvey Schoff (1912) "Date and Authorship of the Periplus," σελ 7-15.

7. Schoff (1912), σελ. 15-16.

8. Schoff (1912) "Introduction," σελ. 6.

9. Schoff (1912), page 16.

10. Hill (2009), pp. xvi and 244-245, n. 10.10.

11. Casson (1989), p. 61.

12. Miller, J. Innes. 1969. Chapter 8: "The Cinnamon Route". In: The Spice Trade of the
Roman Empire. Oxford: University Press. ISBN 0-19-814264-1

13. Chami, Felix A. 2002. "The Graeco-Romans and Paanchea/Azania: sailing in the
Erythraean Sea." From: Red Sea Trade and Travel. The British Museum. Organised by
The Society for Arabian Studies., σελ. 20.

14. Peters, C., 1902. "The Eldorado of the Ancients", pages 312-319, 347. London:
Pearson and Bell

15. "History of the Andhras" by Durga Prasad

16. Βεσάτες στην Γερμανική μετάφραση του Σκοφ (Schoff) λαός που ζούσε μεταξύ των
περιοχών του Ασσάμ στην Ινδία και Σιτσουάν της Κίνας (Casson 1989, σελίδες 241–
242)

Πηγές

Chami, F. A. 1999. "The Early Iron Age on Mafia island and its relationship with the
mainland." Azania Vol. XXXIV 1999, pp. 1–10.

Chami, Felix A. 2002. "The Graeco-Romans and Paanchea/Azania: sailing in the


Erythraean Sea." From: Red Sea Trade and Travel. The British Museum. Organised by
The Society for Arabian Studies.

Dihle, A. 1965. Umstrittene Daten – Untersuchungen zum Auftreten der Griechen am


Roten Meer, Wissenschaftliche Abhandlungen der Arbeitsgemeinschaft Für Forschung
des Landes Nordrhein-Westfalen. Köln und Opladen: Westdeutscher Verlag.

Hill, John E. (2004). "The Peoples of the West" from the Weilüe, Section 15. (Draft
version). [1] .

Hill, John E. (2009) Through the Jade Gate to Rome: A Study of the Silk Routes
during the Later Han Dynasty, 1st to 2nd Centuries CE. BookSurge, Charleston, South
Carolina. ISBN 978-1-4392-2134-1.

Huntingford, G. W. B. (μετάφραση) (1980). The Periplus of the Erythraean Sea, ISBN


0-904180-05-0, (επίσης περιλαμβάνει μετάφραση σχετικά με πληροφορίες για την
Ερυθρά Θάλασσα από τον Αγαθαρχίδη)

Hjalmar Frisk, Le Périple de la Mer Erythrée (Göteborg, 1927)

Miller, J. Innes. 1969. The Spice Trade of The Roman Empire: 29 B.C. to A.D. 641.
Oxford University Press. Special edition for Sandpiper Books. 1998. ISBN 0-19-
814264-1.

Fussman, G. 1991. "Le Periple et l'histoire politique del'Inde". Journal Asiatique 279
(1991):31-38.

Robin, C. 1991. "L'Arabie du sud et la date du Périple de la mer érythrée". Journal


Asiatique 279:1-30.

Dr. Nagaswamy, R. 1995 Roman Karur. Brahadish Publications.


http://tamilartsacademy.com/books/roman%20karur/cover.html

Schoff, Wilfred Harvey, translator and Secretary of the Commercial Museum of


Philadelphia, with a foreword by W. P. Wilson, Sc. Director, University of Pennsylvania
Museum of Archaeology and Anthropology. Periplus of the Erythraean Sea: Travel and
Trade in the Indian Ocean by a Merchant of the First Century, Translated from the Greek
and Annotated. (First published 1912, New York, New York: Longmans, Green, and
Co.) Reprinted 1995, New Delhi: Munshiram Monoharlal Publishers, ISBN 81-215-
0699-9 .

Τελευταία επεξεργασία 1 μήνα πριν από τον την Ah3kal

You might also like