Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 16

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 - ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

9.5.1 Το έργο του Νίκου Καζαντζάκη και οι φιλοσοφικές του προϋποθέσεις (1883-
1957)

Για να κατανοηθεί και να αποτιμηθεί σωστά το έργο του Καζαντζάκη του, πρέπει να
ληφθούν υπόψη οι φιλοσοφικές και ιδεολογικές του προϋποθέσεις. Στη
συγγραφική διαμόρφωση του έργου του Καζαντζάκη καθοριστική επιρροή άσκησε η
φιλοσοφία του Friedrich Nietzsche (1844-1900) και του Henri Bergson (1859-1941).
Με αφετηρία τη φιλοσοφία του Νίτσε διαμόρφωσε μια σειρά στοιχείων της
κοσμοθεωρίας του, όπως είναι η αποθέωση της πράξης και η απαξίωση του λόγου
στο πεδίο της, η αποδοχή του ανορθολογισμού, του ενστικτώδους και του
παρορμητικού- και η πεποίθηση ότι «το να συντρίβουμε τις παλιές αξίες είναι μια
ηθική προσταγή, αν θέλουμε να γεννηθούν καινούργιες».
Ιδιαίτερη βαρύτητα για την καζαντζακική φιλοσοφία είχε η σκέψη του Μπερξόν.
Μάλιστα, ο Μπήαν υποστηρίζει ότι «ο Αλέξης Ζορμπάς, είναι μια μυθοποίηση της
μπερξονικής θεωρίας, μια παραβολή της ζωτικής ορμής σε λειτουργία» (Μπήαν,
1983, σ. 53).
Στο πλαίσιο του μπερξονισμού, ο Θεός, αντικαθίσταται από την έννοια της ζωτικής
ορμής. Πρόκειται για μια αρχέγονη ορμή η οποία, σε μια αέναα επαναλαμβανόμενη
διαδικασία, από τη μία πλευρά αποκτά υλική υπόσταση (ζωή) και από την άλλη
ωθεί την ύλη να εκδηλωθεί μέσα από όλο και πιο πνευματικές μορφές. Οι
άνθρωποι κλείνοντας το βιολογικό μας κύκλο, θα πρέπει να έχουμε ακολουθήσει
στο μέγιστο βαθμό τη ζωτική αυτή ώθηση, ώστε η υλική μας υπόσταση να
μετουσιωθεί σε πνευματική. Ετσι, γινόμαστε «σωτήρες θεού», salvatores dei, όπως
δηλώνεται στον τίτλο του έργου του Καζαντζάκη, Ασκητική. Salvatores Dei).
Ο Καζαντζάκης καταπιάστηκε με διάφορα είδη λόγου. Έγραψε δοκίμιο, φιλοσοφικές
και αισθητικές μελέτες, ταξιδιωτικές εντυπώσεις, θέατρο, ποίηση, μυθιστόρημα,
αυτοβιογραφία.
Από από τα πρώτα ώριμα έργα του είναι το περίφημο δοκίμιο Salvatores Dei.
Ασκητική (1927), ένα βιβλίο στο οποίο «αναπτύσσει τις μπερξονικές του ιδέες με
νιτσεϊκό πάθος».
Το είδος όμως που έμελε να του προσφέρει την αναγνώριση του διεθνούς
αναγνωστικού κοινού και την επιτυχία ήταν το μυθιστόρημα.
Με το μυθιστόρημα ασχολήθηκε εντατικά, χωρίς ωστόσο να εγκαταλείψει άλλα
είδη, όπως το θέατρο.
9.5.2 Η λογοτεχνική παραγωγή του Νίκου Καζαντζάκη πριν από τον Β' Παγκόσμιο
Πόλεμο

Ο Καζαντζάκης εμφανίζεται ως συγγραφέας με ένα μυθιστόρημα επηρεασμένο από


τον αισθητισμό, το Όφις και κρίνο (1906). Εξέδωσε μερικά ακόμη μυθιστορήματα-
«Σπασμένες ψυχές» (Ο Νονμάς, 1909-1910), Toda Raba (1934) και Le jardin des
rochers (1939), τα οποία, σε κάθε περίπτωση, δεν καθορίζουν τον ειδολογικό
χαρακτήρα της λογοτεχνικής του παραγωγής πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο μορφικός-υφολογικός χαρακτήρας του μεγαλύτερου μέρους του λογοτεχνικού
έργου του Καζαντζάκη σε αυτή τη φάση είναι ενιαίος: το γιγάντιο σε έκταση
αφηγηματικό ποίημα, Οδύσσεια (έπος, κατά τον συγγραφέα), οι Τερτσίνες του, η
θεατρική του παραγωγή, όλα είναι κείμενα συνθεμένα σε στίχο. Το ύφος τους
βασίζεται σε μία χρήση της γλώσσας (δημοτική, χωρίς παραχωρήσεις σε λόγιους
τύπους, ως προς τις φωνολογικές και μορφολογικές της βάσεις) η οποία αποκλίνει
από την καθημερινή: λεξιλόγιο πλούσιο, αντλημένο από διάφορες διαλεκτικές
ποικιλίες της ελληνικής, εμφατική χρήση ρητορικών τρόπων και σχημάτων
έκφρασης, πληθωρική εικονοποιία, περίπλοκη σύνταξη - μέχρι καταχρήσεως).

Αυτά τα έργα, επίσης, έχουν όλα αφηγηματικό χαρακτήρα: Η αφηγηματικότητα


είναι στοιχείο αυτονόητο σε ένα επικό ποίημα, όπως η Οδύσσεια, και στο θέατρο.
Και οι Τερτσίνες του όμως έχουν επίσης αφηγηματικό χαρακτήρα. Η αφήγηση
επικεντρώνεται σε ηρωικές μορφές, σημαντικά ιστορικά πρόσωπα ή ιδιαίτερα
γνωστούς λογοτεχνικούς χαρακτήρες οι οποίοι, λόγω της ξεχωριστής τους επίδοσης
σε έναν ορισμένο τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας, υπερβαίνουν τον μέσο
άνθρωπο.

Οδύσσεια: Ο Πολίτης απορρίπτει την ιδέα ότι η Οδύσσεια αποτελεί «το έπος του
σύγχρονου ανθρώπου» Η Οδύσσεια μοιράζεται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά με
τα έπη (μεγάλη έκταση, η ποιητική μορφική οργάνωση, ο αφηγηματικός
χαρακτήρας, η ηρωική διάσταση των χαρακτήρων, καθώς υπερβαίνουν τα όρια και
το πεδίο δράσης του μέσου ανθρώπου) Όμως, ενώ τα έπη εκφράζουν κοινωνίες
που δεν αμφισβητούν την ύπαρξη μιας υπερβατικής τάξης η οποία νοηματοδοτεί
τον κόσμο και νομιμοποιεί ηθικά και λογικά την ηρωική δράση, η οδυσσειακή
περιπλάνηση του Καζαντζάκη προϋποθέτει τη συνεχή υπέρβαση των υλικών
δεσμεύσεων, την απελευθέρωση από την υλική ύπαρξη, ώστε να επιτευχθεί ο
απώτερος στόχος της πνευματικής μετουσίωσης. Η αφήγηση δε (όπως και σε όλο το
έργο του δραματοποιεί τις φιλοσοφικές του αντιλήψεις).
ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Το ώριμο μυθιστορηματικό έργο του Νίκου Καζαντζάκη

Τα μυθιστορήματα του Ν. Καζαντζάκη, που του προσέφεραν τεράστια αναγνώριση


και τον καθιέρωσαν δημοσιεύτηκαν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο:
 Βίος και πολιτεία τον Αλέξη Ζορμπά (1946),
 Ο καπετάν Μιχάλης (1953),
 Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1954),
 Ο τελευταίος πειρασμός (1955),
 Ο φτωχούλης τον Θεού (1956),
 Οι αδερφοφάδες (1963).

Το 1961 κυκλοφορεί και η αυτοβιογραφία του, Αναφορά στον Γκρέκο, έργο στο
οποίο μυθοποιεί τον βίο του, μέσω της αναγωγής των επεισοδίων του στις
φιλοσοφικές του πεποιθήσεις. Ο ίδιος την χαρακτηρίζει «Οδοιπορικό» «της πορείας
[τ]ου ανάμεσα στους ανθρώπους, στα πάθη και στις ιδέες».
Τα μυθιστορήματά του έκαναν τεράστια αναγνωστική επιτυχία και ξεπέρασαν όχι
μόνο τη γλώσσα στην οποία γράφτηκαν, αλλά και το ίδιο το γλωσσικό μέσο:
πέρασαν στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση, με αποτέλεσμα να γίνουν
γνωστά στο ευρύτερο κοινό.

Δραστηριότητα 6/Κεφάλαιο 9

Ο υφολογικός-γλωσσικός πληθωρισμός, το ενδιαφέρον για τα αφηγηματικά είδη, ο


συντονισμός της αφήγησης με τη φιλοσοφία του, ορισμένα δηλαδή από τα
χαρακτηριστικά της πρώτης φάσης του έργου του Καζαντζάκη, για τα οποία έγινε
λόγος στην ενότητα 9.6.2, δεν υποχωρούν στην επόμενη φάση της δημιουργίας του.
Διαβάστε προσεκτικά το απόσπασμα από το μελέτημα του Π. Μπήαν Νίκος
Καζαντζάκης (Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων). Στη συνέχεια δοκιμάστε να
συνοψίσετε τους παράγοντες που οδήγησαν, κατά τον μελετητή, στην εξέλιξη της
γραφής του Καζαντζάκη, ύστερα από την Οδύσσεια. Θα βρείτε τη δική μας
απάντηση στο Παράρτημα, τέλος του κεφαλαίου.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Κατά την εκτίμηση του Μπήαν, στην περίπτωση του Καζαντζάκη, η «καλλιτεχνική
επιτυχία του κάθε έργου εξαρτάται», ανάμεσα σε άλλα, «από το πόσο καλά
συγχωνεύονται η ιστορία με την κοσμολογία, από τη μετάβαση του ειδικού στο
γενικό» (Μπήαν, 1983, σ. 17). Η εκτίμηση αυτή εμφανίζεται με πολύ πιο αναλυτικό
τρόπο στην πρώτη παράγραφο του αποσπάσματος (Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων).
Ο Μπήαν υποστηρίζει ότι ο συγγραφέας μετά την Οδύσσεια, σε άλλα του έργα
λιγότερο σε άλλα περισσότερο, το κατορθώνει. Και τρεις είναι οι παράγοντες που
διευκόλυναν αυτή την πρόοδο: η γλωσσική- υφολογική απελευθέρωση που
κατέκτησε ο Καζαντζάκης, εγκαταλείποντας το στίχο για την πρόζα' η ενσωμάτωση
του ελληνικού στοιχείου στο έργο του, κάτι που του προσέδωσε φυσιογνωμία'
τέλος, η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας να αποδεχτεί τις ιδιαιτερότητες του
καλλιτεχνικού έργου, σε σχέση π.χ. με τον φιλοσοφικό λόγο, κυρίως ως προς το
σκέλος της αποστασιοποίησης του καλλιτέχνη-δημιουργού από τους ήρωές του, της
αναγκαιότητας να νιώσει άνετα με έναν ρόλο όπου ο συγγραφέας γίνεται ένας
«σκηνοθέτης [...] που αφήνει τους ήρωές του να παίζουν σχεδόν μόνοι τους»
(Μπήαν, 1983, σ.55)

9.6.2 Η επιτυχία του έργου

Η επιτυχία του έργου του συσχετίζεται με τη ρομαντική κοσμοθεωρία των


μυθιστορημάτων, η οποία αποθέωνε τη μοναδικότητα του ατόμου και τα
δικαιώματα του, τις απεριόριστες δυνατότητες τις οποίες έχει η ατομικότητα
εφόσον εκφραστεί ελεύθερα: χωρίς να συμμορφώνεται με τις επιταγές του λόγου,
ακολουθώντας τη διαίσθηση και την καρδιά και συγκρουόμενη με κάθε τύπο ορίου,
όπως η παράδοση, η συγκλίνουσα συγκρότηση της προσωπικότητας, ο
συμβιβασμός με την κοινότητα, ο νόμος, η τάξη και ο λόγος.
Αυτά κατά τον Μπήαν (1989), λειτουργούν στο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη σε ένα
«εξωτικό» σκηνικό πλαίσιο, ασφαλές, καθότι διαφορετικό από εκείνο του αστού
αναγνώστη, απομακρυσμένο από το δικό του πλαίσιο αναφοράς. Με τους όρους
αυτούς, το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη προσέφερε μια νέα νομιμοποίηση σε
βασικά στοιχεία της ρομαντικής νοοτροπίας, απενοχοποιώντας την συγχρόνως,
ιδίως ως προς το σκέλος του ανορθολογισμού, από την ιστορική διασύνδεση που
είχε αποκτήσει σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες με τον ναζισμό.

9.6.3 Το χρονο-τοπικό πλαίσιο

Η ώριμη μυθιστορηματική παραγωγή του Καζαντζάκη τοποθετείται σε ένα μη


αστικό χρονο-τοπικό πλαίσιο.
Έτσι, το μυθιστόρημα Βίος και πολιτεία τον Αλέξη Ζορμπά, διαδραματίζεται στο
μεγαλύτερο μέρος του σε μικρή αγροτική κοινότητα της Κρήτης. Στην Κρήτη
διαδραματίζεται και Ο καπετάν Μιχάλης, σε ένα χωριό της Μικράς Ασίας, τη
Λυκόβρυση, το μυθιστόρημα Ο Χριστός ξανασταυρώνεται. Η μυθοπλασία στον
Τελευταίο πειρασμό αναπτύσσεται στις περιοχές όπου, σύμφωνα με τη Βίβλο, έζησε
και έδρασε ο Χριστός.
Ο Φτωχούλης τον Θεού αναφέρεται στη ζωή του αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης,
όπως τη μαρτυρούν οι «καταλασπωμένοι δρόμοι της Ιταλίας, [οι] μαύρες σπηλιές,
[οι] χιονοσκέπαστες κορφές» (Καζαντζάκης, 1981α, σ. 23), απ' όπου πέρασε ο
«βιογραφούμενος» άγιος. Τέλος, οι Αδερφοφάδες αναφέρονται στον εμφύλιο
πόλεμο και διαδραματίζονται στον Κάστελο, χωριό της Ηπείρου.

9.6.4 Η θεματική

Η θεματική των μυθιστορημάτων του Καζαντζάκη οργανώνεται γύρω από τη βασική


αντίθεση ανάμεσα στην τάση προς την πνευματική μετουσίωση και τους
διαφορετικούς δρόμους που οδηγούν σε αυτή από τη μία πλευρά και καθετί που
την παρεμποδίζει από την άλλη.

Π.χ. οι δύο αγαπημένοι σύντροφοι του αφηγητή στο μυθιστόρημα Βίος και πολιτεία
τον Αλέξη Ζορμπά, δηλαδή ο Σταυριδάκης και ο Ζορμπάς που ακολουθούν
διαφορετική πορεία.
Πράγματι, στο πλαίσιο της μυθοπλασίας και οι δυο χαρακτήρες ακολουθούν τον
δρόμο της μετουσίωσης της σάρκας σε πνεύμα: αφελώς ο πρώτος, συνειδητά ο
δεύτερος. Η βασική αυτή αντίθεση δομείται με ιεραρχημένους όρους: η
πνευματικότητα σημαίνεται με θετικό πρόσημο και η υλικότητα, καθώς και οι
ανάγκες που απορρέουν από αυτήν και παρεμποδίζουν την πνευματική
μετουσίωση, με αρνητικό.
Έτσι και η ελευθερία, με καζαντζακικούς όρους δεν βρίσκεται στο είναι, αλλά στο
γίγνεσθαι. Δεν είναι μία μορφή ηθικής, κοινωνικής ή πολιτικής κατάστασης, αλλά
έχει αναφορά ψυχολογικής τάξης (προϋποθέτει την αποδέσμευση από κάθε
επιδίωξη, οσοδήποτε υψηλή ή αλτρουιστική και αν είναι)
Όπως το διατυπώνει στην Ασκητική: «Η ανώτατη αρετή δεν είναι να 'σαι ελεύτερος,
παρά να μάχεσαι για ελευτερία» (Καζαντζάκης, 1971, σ. 83). Γιατί, η μετουσίωση
της σάρκας σε πνεύμα θα πρέπει να έχει τελείως ανυστερόβουλο χαρακτήρα. Σε
αυτό το πλαίσιο μπορούμε να καταλάβουμε και τις σκέψεις που κάνει ο αφηγητής
στον Βίο και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά: «Να λευτερωθείς από ένα πάθος,
υπακούοντας σ' ένα άλλο υψηλότερο. Μα μήπως κι αυτό δεν είναι σκλαβιά; Να
θυσιάζεσαι για μιαν ιδέα, για τη ράτσα σου, για το Θεό; Ή μήπως όσο πιο αψηλά
στέκεται ο αφέντης σου τόσο και πιο μακραίνει το σκοινί της σκλαβιάς μας,
πηδούμε τότε και παίζουμε σε πολύ πλατύχωρο αλώνι, πεθαίνουμε χωρίς να
βρούμε την άκρα του, κι αυτό το λέμε ελευτερία;» (Καζαντζάκης, 1981, σ. 35- 36).

Το αφηγηματικό περιεχόμενο των μυθιστορημάτων και η πλοκή τους (τρόπος,


οργάνωσης επεισοδίων της ιστορίας και η εξέλιξη προς ένα ορισμένος τέλος) σε ένα
μεγάλο βαθμό σκηνοθετούν την ταλάντευση μιας σειράς χαρακτήρων ανάμεσα
στους δύο θεμελιώδεις, αλλά αντιθετικούς όρους: της πνευματικής μετουσίωσης
και της δέσμευσης από τις αναγκαιότητες (υλικές ή πολιτισμικές). Στην αντίθεση
αυτή ανάγεται και μια σωρεία άλλων αντιθέσεων όπως:
σώμα-πνεύμα,
μονιμότητα-μεταβολή,
παλιό-νέο,
«κάτω»-«πάνω»,
χαμηλά-ψηλά,
χώμα-ουρανός,
γυναίκα-άνδρας,
σύνολο-άτομο,
νόηση-εμπειρία,
νους-καρδιά/ψυχή/ένστικτο/διαίσθηση,
εγρήγορση-όνειρο

χαρακτήρες οι οποίοι ακολουθούν την ορμή προς την αποπνευμάτωση της ύλης
μέχρι τέλους. Από τους υπόλοιπους, άλλος προχωρά περισσότερο άλλος λιγότερο κι
άλλος ελάχιστα. Έτσι, ενώ οι επιμέρους πράξεις τους μπορούν να
κατηγοριοποιηθούν ανάλογα με τη λειτουργία τους (σε ό,τι αφορά τους ίδιους ή τον
κεντρικό χαρακτήρα), οι χαρακτήρες δεν είναι δυνατόν να υπαχθούν σε αυτή την
κάθετη κατηγοριοποίηση (κάτι που θα μας έδινε ήρωες που διευκολύνουν ή
παρεμποδίζουν την πορεία προς την πνευματοποίηση). Σε αυτό το πλαίσιο
μπορούμε να αντιληφθούμε και τον διάλογο ανάμεσα στον Ιησού και τον Ιωάννη
από τον Τελευταίο πειρασμό:

- Ποιος σε τυραννάει;
Ο νέος αχνογέλασε· έκαμε ν' αποκριθεί: «Ο Θεός», μα κρατήθηκε· ετούτη ήταν η με-
γάλη μέσα του κραυγή, δεν ήθελε να την αφήσει να φύγει από το στόμα του»,
(Καζαντζάκης, 1955, σ. 25)
Η θετική σημασία του μοτίβου της κραυγής έχει οπωσδήποτε σχέση με την
αντίθεση ανάμεσα στον νου και στην καρδιά, το ένστικτο, τη διαίσθηση και στην
κατωτερότητα του νου στο πλαίσιο της πνευματικής μετουσίωσης.

Δραστηριότητα 7/Κεφάλαιο 9
ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΚΟ – ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Διαβάστε τον «Πρόλογο» από την Αναφορά στον Γκρέκο (Ανθολόγιο Λογοτεχνικών
Κειμένων) και περιγράψτε την οργάνωση της θεματικής του.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ 7
Αυτό που αποκαλούμε αυτοβιογραφία του Καζαντζάκη, στον «Πρόλογο»
σκηνοθετείται ως αναφορά ενός ηρωικού πολεμιστή του πνεύματος προς τον
στρατηγό-πνευματικό του πρόγονο τον οποίο επέλεξε ο αυτοβιογραφούμενος, για
να απευθύνει τον απολογισμό της ζωής του.
Έτσι, το μοτίβο του πολέμου διατρέχει τη σύλληψη του βίου: η ζωή είναι μάχη.
Ο πρόλογος οργανώνεται σε τρεις σκηνές και επίπεδα πραγματικότητας.
Το πρώτο είναι το επίπεδο της εγρήγορσης. ελέγχεται από τον νου και στο πλαίσιο
του η καρδιά ποθεί την αθανασία, αλλά στα τυφλά, στη γη' είναι αδιέξοδο ως προς
την πνευματική αγωνία που διακατέχει τον αφηγητή μπροστά σε αυτό που
διαισθάνεται ότι είναι το τέλος της ζωής του.
Το δεύτερο είναι το επίπεδο του ονείρου' ο νους έχει υποχωρήσει, η καρδιά, η
διαίσθηση και η ψυχή έχουν αναλάβει. Εδώ ο αφηγητής ανακαλύπτει τον ιδανικό
αποδέκτη της αυτοβιογραφίας του, αλλά και την ουσιαστική κλίση (: το οδηγητικό
νήμα) που υποτίθεται ότι κατηύθυνε τον βίο του και την οποία ο νους αδυνατούσε
να προσδιορίσει: «Φτάσε όπου δεν μπορείς!». Στην αντίθεση εγρήγορση- όνειρο, το
όνειρο εμφανίζεται ανώτερο και είναι σε θέση να εξαναγκάσει τον νου «να βάλει
καινούργια τάξη, καινούργιους νόμους: «πιο πλούσια αρμονία να γίνει ο κόσμος».
Πράγματι, το τρίτο επίπεδο, που ακολουθεί το ξύπνημα από το όνειρο, είναι μια
νέα εγρήγορση, ενδυναμωμένη από τις κατευθύνσεις που της έδωσε η διαίσθηση
και το όνειρο. Η θεματική αντίθεση εγρήγορση-όνειρο έχει και αφηγηματική
λειτουργία: αρχική εγρήγορση = αδυναμία αυτοβιογράφησης / όνειρο = εντοπισμός
του σκελετού της αυτοβιογραφίας και του ιδανικού αποδέκτη της / νέα εγρήγορση
= έναρξη της «αναφοράς», που προεκτείνεται και στο υπόλοιπο αυτοβιογραφικό
σώμα. Πέραν αυτής της βασικής αντίθεσης μπορούμε εύκολα να εντοπίσουμε στον
«Πρόλογο» και αρκετές από τις καζαντζακικές ιεραρχικές θεματικές αντιθέσεις: η 301
γλυκιά φωνή της γης («Έλα... έλα... έλα...») από τη μία πλευρά και ο «αρσενικός
λόγος» («Φτάσε όπου δεν μπορείς!») από την άλλη.· Η ζωή ως αξιοποίηση

312
δυνατοτήτων, το «Φτάσε όπου μπορείς» (που μοιάζει επίσης να βγαίνει από «το
βαθύ λαρύγγι της γης»), και η ζωή ως υπέρβαση δυνατοτήτων και περιορισμών, το
«Φτάσε όπου δεν μπορείς!». Και βεβαίως στον «Πρόλογο» απαντούν πολλά από τα
καζαντζακικά μοτίβα, όπως είναι ο ανήφορος, το χώμα, ο σταυρός, η φλόγα, τα
σύνορα κ.ά.

Οι χαρακτήρες

Λαμβάνοντας υπόψη τη δράση των χαρακτήρων και το ότι η εξέλιξη της αφήγησης
έχει ως βαθύτερο θέμα της τη διαδικασία της πνευματικής μετουσίωσης,
προκύπτουν δύο βασικές κατηγορίες πράξεων:
 εκείνες οι οποίες διευκολύνουν τη διαδικασία της πνευματικής μετουσίωσης
και
 εκείνες που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την παρεμποδίζουν.

Οι χαρακτήρες οι οποίοι ακολουθούν την ορμή προς την αποπνευμάτωση της ύλης
μέχρι τέλους. Από τους υπόλοιπους, άλλος προχωρά περισσότερο άλλος λιγότερο κι
άλλος ελάχιστα. Έτσι, ενώ οι επιμέρους πράξεις τους μπορούν να
κατηγοριοποιηθούν ανάλογα με τη λειτουργία τους (σε ό,τι αφορά τους ίδιους ή τον
κεντρικό χαρακτήρα), οι χαρακτήρες δεν είναι δυνατόν να υπαχθούν σε αυτή την
κάθετη κατηγοριοποίηση (κάτι που θα μας έδινε ήρωες που διευκολύνουν ή
παρεμποδίζουν την πορεία προς την πνευματοποίηση). Σε αυτό το πλαίσιο
μπορούμε να αντιληφθούμε και τον διάλογο ανάμεσα στον Ιησού και τον Ιωάννη
από τον Τελευταίο πειρασμό:

Ο άνθρωπος είναι ένα σύνορο: εκεί που σταματάει η γης κι αρχίζει ο ουρανός· μα το
σύνορο αυτό ακατάπαυτα μετατοπίζεται και προχωράει κατά τον ουρανό· μαζί του
μετατοπίζουνται και προχωρούν κι οι εντολές του Θεού· παίρνω τις εντολές του
Θεού από τις πλάκες του Μωϋσή και τις πάω πιο πέρα.
Αλλάζει το λοιπόν το θέλημα του Θεού, ραβή μου; έκαμε ο Ιωάννης ξαφνιασμένος.
Όχι, Ιωάννη αγαπημένε· μα πλαταίνει η καρδιά του ανθρώπου και χωράει περισσό-
τερο θέλημα. (Καζαντζάκης, 1955, σ. 347).

Οι πράξεις λοιπόν των ανθρώπων μπορεί να εμποδίζουν ή να διευκολύνουν την


πνευματική μετουσίωση, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος, στο βαθμό που αλλάζει, δεν
εργάζεται οριστικά στη μία ή στην άλλη κατεύθυνση.
Ο ξεχωριστός χαρακτήρας που ακολουθεί την ορμή προς την αποπνευμάτωση μέχρι
τέλους πεθαίνει γιατί η αποπνευμάτωση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί στο πλαίσιο
της βιολογικής ύπαρξης.
Στην καζαντζακική μυθοπλασία, η πλοκή δραματοποιεί την πορεία πνευματικής
μετουσίωσης και ο θάνατος, τουλάχιστον από τη σκοπιά του κεντρικού χαρακτήρα,
αποτελεί το βιολογικό τέρμα της πορείας για την πνευματοποίηση της ύλης και έτσι
τη λύση της αφήγησης. Ο ασύμβατος χαρακτήρας πνεύματος-υλικής υπόστασης
αποτελεί το θέμα του παρακάτω διαλόγου, ανάμεσα στον Ιάκωβο και τον Ιησού:

Κι αυτό, το πνέμα της αλήθειας που λες, κι αυτό θα σταυρωθεί· όσο θα υπάρχουν,
ραβή μου, άνθρωποι, το πνέμα θα σταυρώνεται, να το ξέρεις. Μα δεν πειράζει·
πάντα κάτι απομένει, κι αυτό, σου λέω, μας φτάνει.
Δε με φτάνει εμένα! Φώναξε ο Ιησούς απελπισμένος.
Ταράχτηκε ο Ιάκωβος ν' ακούσει την πονεμένη κραυγή, ζύγωσε, έπιασε το χέρι του
δασκάλου:
Δε σε φτάνει, ραβή μου, είπε, και γι' αυτό σταυρώνεσαι· συχώρεσέ με που σου αντι-
μίλησα. (Καζαντζάκης, 1955, σ. 428).

Οι μυθιστορηματικοί ήρωες του Καζαντζάκη είναι «"οριακές" προσωπικότητες». Δεν


ενσαρκώνουν τον μέσο άνθρωπο. Μνημιεώνονται ή ηρωοποιούνται εξ αιτίας της
δοκιμασία που υφίστανται, της πάλη που διεξάγουν με κάποιες δυνάμεις που
θέλουν να τους ξαναφέρουν στην παθητική αδράνεια».
Έχουν μια τάση για το ακραίο, το άγιο ή το σατανικό» και αυτό καθορίζει το «ήθος»
τους στην μυθοπλασία.
Οι χαρακτήρες στο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη «ξεπερνούν διαρκώς τις
"δυνατότητές" τους, τις "ικανότητές" τους και την "επάρκειά" τους ως προς το να
στοχάζονται για οποιοδήποτε ζήτημα - υψηλό ή όχι» και με αυτή την έννοια δεν
συμμορφώνονται με τις ρεαλιστικές προδιαγραφές αφηγηματικής ανάπτυξης των
χαρακτήρων.

9.6.6 Η ετερονομία του αφηγηματικού σύμπαντος

«Οι καταστάσεις μέσα στις οποίες δοκιμάζονται οι ήρωές του έχουν ένα προφανή
διδακτικό προσανατολισμό - κυρίως, το να μεταδώσουν ένα βιοθεωρητικό πιστεύω
για το νόημα του κόσμου. Αυτό σχετίζεται με τις φιλοσοφικές καταβολές του έργου
του. Πράγματι, η πλοκή των ώριμων μυθιστορημάτων του ολοκληρώνεται από την
άποψη της σημασίας της, μέσω της αναγωγής της σε μία δεύτερη υπονοούμενη
αφήγηση: αυτή της πορείας ενός ξεχωριστού ήρωα προς την πνευματική μετουσί-
ωση - εξού και η παραβολική διάσταση των μυθιστορημάτων του Καζαντζάκη.
Όπως παρατηρεί ο Μπήαν, η «καλλιτεχνική επιτυχία του κάθε έργου εξαρτάται»,
ανάμεσα σε άλλα, «από το πόσο καλά συγχωνεύονται η ιστορία με την κοσμολογία,
από τη μετάβαση του ειδικού στο γενικό» (1983, σ. 17).
Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε καλύτερα με ποια έννοια τα μυθιστορήματα του
Καζαντζάκη δεν είναι ολότελα ρεαλιστικά. Εκφράζουν μεν ενδιαφέρον για την
αληθοφάνεια και την αυτοτέλεια του αφηγηματικού κόσμου· εμπερικλείουν ένα
επίπεδο εξέλιξης της αφήγησης σε χρονο-τοπικό πλαίσιο, το οποίο έχει σαφείς
αναφορές στην πραγματικότητα και το οποίο τους εξασφαλίζει έναν βαθμό
αυτοτέλειας. Όμως, η κατασκευή ενός αληθοφανούς και αυτοτελούς κόσμου, δεν
είναι η κύρια βλέψη του Καζαντζάκη. Ο συγγραφέας επιθυμούσε με πάθος να
δημιουργήσει ζωντανούς χαρακτήρες, οντότητες που πείθουν για την αυτονομία και
αυτοτέλειά τους μέσα στην κάθε ιστορία, με την προϋπόθεση όμως -τη μη
ομολογημένη βέβαια από τον συγγραφέα- ότι η ζωή των χαρακτήρων έχει ένα
νόημα που τους ξεπερνάει σε σημασία. Ένα νόημα που σηματοδοτείται από τις
βιοθεωρητικές απόψεις του» (Ζήρας, 1992, σ. 151).
Έτσι, δεν αποτελεί παράδοξο το ότι συναντάμε στο μυθοπλαστικό σύμπαν μια σειρά
άλλων επιπέδων αφηγηματικής ανάπτυξης, μη ρεαλιστικών (για παράδειγμα, το
επίπεδο του «προφητικού» ονείρου ή των θαυμαστών ή παράδοξων συμβάντων, τα
οποία δεν συμμορφώνονται με τους φυσικούς νόμους που γνωρίζουμε στην
πραγματικότητά μας), αλλά τα οποία εξυπηρετούν την διδακτική σκοπιμότητα του
έργου, το χρέος της τέχνης, όπως το θέτει ο συγγραφέας «να υποτάζει τα πάντα
στην ουσία· θρέφεται από την ιστορία, την αφομοιώνει αργά, πονετικά, και την
κάνει παραμύθι» («Πρόλογος», Ο Φτωχούλης τον Θεού, Καζαντζάκης, 1981, σ. 9).
Το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη κινείται πέραν του ρεαλισμού: χρησιμοποιεί
ρεαλιστικά στοιχεία σε συνδυασμό με μη ρεαλιστικά, ώστε να επιτύχει την απόδοση
του γενικού μέσα από το ειδικό (:τη «μυθοποίηση» του φιλοσοφικού
υποστρώματος).
Ανάμεσα στα ρεαλιστικά στοιχεία συναριθμούνται και κάποια που είναι δυνατόν να
παραβληθούν με όψεις της ηθογραφίας του τέλους του 19ου αιώνα. Όπως
παρατηρεί ο Μπήτον, «το σκηνικό όλων [αυτών των μυθιστορημάτων] είναι οι
μικρές αγροτικές κοινότητες, που προτιμούσε ο ηθογραφικός ρεαλισμός του τέλους
του 19ου αιώνα και οι σύγχρονοι διάδοχοι του».
Το χρονο-τοπικό πλαίσιο και η επιλογή τυπικών χαρακτήρων - τραχιά πρόσωπα
βοσκών, ίδιοι χοντροί χυδαίοι παπάδες με υλικά συμφέροντα, ίδιες νεαρές χήρες
που ξυπνούν τον πόθο στους άντρες του χωριού», σχετίζονται όχι με την ειδυλλιακή
εκδοχή της ηθογραφίας, αλλά με τον σκοτεινότερο τύπο της, που άντλησε στοιχεία
από τον νατουραλισμό. Τουλάχιστον, λοιπόν, από την άποψη του σκηνικού όπου
τοποθετείται η δράση, αυτά τα μυθιστορήματα του Καζαντζάκη σχετίζονται με την
παράδοση της ηθογραφίας. Στο πλαίσιο αυτό αξιοποιείται και το λαϊκό γλωσσικό
υλικό. Κατά τον Tonnet, ο λόγος για τον οποίο ο συγγραφέας επιλέγει το
συγκεκριμένο πλαίσιο είναι ότι αντιλήφθηκε πως ο κόσμος της υπαίθρου ήταν σε
θέση «να τροφοδοτήσει τη νοσταλγία» των αστών αναγνωστών και ότι η ηθογραφία
θα του επέτρεπε να «ερμηνεύει αλληγορικά, πολιτικά και φιλοσοφικά τα ήθη της
ελληνικής υπαίθρου» και ότι, σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούσαν δόκιμα να
ενταχθούν υλικά από την προγενέστερη ποιητική του παραγωγή.

Δραστηριότητα 8/Κεφάλαιο 9
Εντοπίστε πτυχές των αποσπασμάτων από το μυθιστόρημα Ο Χριστός
ξανασταυρώνεται (Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων) που μπορούν να
συσχετιστούν με κάποια εκδοχή της ηθογραφικής παράδοσης.

Δραστηριότητα 8
Στα αποσπάσματα από το μυθιστόρημα Ο Χριστός ξανασταυρώνεται εύκολα
εντοπίζουμε πολλά αφηγηματικά και ρητορικά στοιχεία που έχουν ανάλογα
χαρακτηριστικά με εκείνα της ηθογραφίας, ιδίως της εκδοχής της που επηρεάστηκε
περισσότερο από τον νατουραλισμό:
το χρονο-τοπικό πλαίσιο (η πλατεία του χωριού Λυκόβρυση, λίγα χρόνια πριν από
τη Μικρασιατική Καταστροφή),
οι χαρακτήρες (ο αγάς, ο άγριος αλλά ευαίσθητος καπετάνιος, ο υποκριτής και
συμφεροντολόγος παπα-Γρηγόρης, ο ανεδαφικός ιδεολόγος δάσκαλος, η χήρα με
την άτακτη ζωή, ο τσιφούτης Λαδάς, το βοσκόπουλο, το Λενιό, η χωριατοπούλα με
τις επιθυμίες για ερωτική πλήρωση, γάμο και παιδιά),
ο λόγος των χαρακτήρων, ο οποίος παρουσιάζεται να είναι κοντά στο γλωσσικό
ιδίωμα των χωρικών (αλλά και ο αφηγηματικός λόγος που συντονίζεται με το ύφος
των διαλόγων) και,
το πλαίσιο εντός του οποίου άνθρωποι και ζώα ελέγχονται πλήρως, και με τον
ίδιο περίπου τρόπο, από το γενετήσιο ένστικτο (η σκηνή με το Λενιό και το
Νικολιό).
Ο νατουραλιστικός, ως προς τη λογοτεχνική του καταγωγή, παραλληλισμός
ανθρώπων-ζώων, εξάλλου, δεν εκδηλώνεται μόνο στο επίπεδο της δράσης αλλά και
στον λόγο του αφηγητή και των χαρακτήρων, όπου δεν λείπουν τα ζωολογικά
εκφραστικά σχήματα; «χαλινώνοντας την οργή που άρχιζε να χλιμιντρίζει στο
στήθος του», «παχιά λιβάδια να βόσκεις το ποίμνιο σου », «Αυτός ο παπάς κάνει
την καρδιά μου να μουγκρίζει σα μουσκάρι», «αναστέναξε ο παπα-Φώτης
μουγκρίζοντας», «ο παπα-Γρηγόρης έγρουξε σα μαντρόσκυλο», «να φύγουν από το
μαντρί του οι λιμασμένοι τούτοι λύκοι» κ.ά.

9.6.7 Μια παρουσίαση του Τελευταίου πειρασμού

Το αφηγηματικό περιεχόμενο του Τελευταίου πειρασμού εστιάζεται στην ενήλικη


ζωή του Ιησού, η οποία διαφοροποιείται σε μεγάλο βαθμό από τη βιβλική. Η
έμφαση δίνεται στην ψυχολογία του και τον πνευματικό αγώνα που διεξάγει. Με
ανάλογο ενδιαφέρον αντιμετωπίζεται και η ψυχολογία των υπόλοιπων χαρακτήρων
(του Ιούδα, της Μαγδαληνής, του ραβίνου Συμεών, των μαθητών, του Ζεβεδαίου,
της Παναγίας κ.ά. που επίσης προέρχονται από τη Βίβλο) οι οποίοι επίσης
διαφοροποιούνται σημαντικά από τη βιβλική παράδοση (ο Ιούδας- επαναστάτης, η
Παναγία-μητέρα που δεν θέλει ο γιος της να ακολουθήσει τον πνευματικό δρόμο,
έναν δρόμο ο οποίος στα συμφραζόμενα της λογοτεχνίας του Καζαντζάκη, εάν
ακολουθηθεί απαρέγκλιτα «τελειώνει» με τον θάνατο του σώματος, η Μαγδαληνή-
γυναίκα ερωτευμένη κ.ά.).
Σε γενικές γραμμές, η αφηγηματική τακτική είναι ενιαία σε όλη την έκταση του
αφηγήματος: εκτίθενται λεπτομερειακά όλα όσα συμβαίνουν στο μυθοπλαστικό
σύμπαν, ιδίως όταν πρόκειται για διάλογους ή για συμβάντα ψυχολογικής τάξης. Ο
αφηγητής μεθοδεύει την παρουσίαση των αισθήσεων, αισθημάτων, ψυχικών
αντιδράσεων, ονείρων και σκέψεων των χαρακτήρων, μέσω της αναλυτικής
περιγραφής τους ή μέσω της έκθεσής τους στη συντακτική-υφολογική (πεζογραφική
κατά κύριο λόγο) ποικιλία που αναφέρεται ως ελεύθερος πλάγιος λόγος1. Με
ελάχιστες εξαιρέσεις, ο αφηγητής δεν διατυπώνει κρίσεις ή απόψεις για τα
διαδραματιζόμενα.

Δραστηριότητα 9/Κεφάλαιο 9
Διαβάστε προσεκτικά τα χωρία «Ωστόσο στέκουνταν ακόμα ο παπα-Γρηγόρης
αμίλητος. δυο γαϊδουριών άχερα...» και «Να' ταν μονάχα οι δυο τους. Άνοιξε το
στόμα;» από το πρώτο απόσπασμα του μυθιστορήματος Ο Χριστός
ξανασταυρώνεται. Στη συνέχεια, να περιγράψετε την υφολογική ποικιλία στην
οποία αναπτύσσεται εδώ η αφήγηση. Τέλος επιχειρήστε να εντοπίσετε ένα ανάλογο
υφολογικά χωρίο από τον Τελευταίο πειρασμό.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ 9

Στο πρώτο από τα δύο χωρία διαπιστώνουμε ότι ο αφηγητής προετοιμάζει τη


μετάβαση σε αυτήν τη μεικτή μορφή που είναι ο ελεύθερος πλάγιος λόγος, μέσω
της αναφοράς σε απλό πλάγιο λόγο των σκέψεων του παπα-Γρηγόρη και της

313
σύντομης ανάλυσης της εσωτερικής του αναστάτωσης; «έκλωθε στο νου του τι να
πει και πώς να τα βολέψει να φύγουν. έτοιμο να του φύγει». Αμέσως μετά
ακολουθούν φράσεις που παρουσιάζουν τις σκέψεις του παπά, αλλά αντί να
εμφανίζεται ευθύς λόγος (π.χ. «Αναρωτιόταν; "Να καλέσω τον Αγά;"») ή συνήθης,
εξαρτημένος, πλάγιος (π.χ. «Αναρωτιόταν αν έπρεπε να καλέσει τον Αγά»),
διαβάζουμε ανεξάρτητες συντακτικά φράσεις, σε τρίτο πρόσωπο; «Να καλέσει τον
Αγά;». Διαπιστώνουμε τη χρήση πλούσιας στίξης, που επιχειρεί να αποδώσει τον
ρυθμό των σκέψεων του χαρακτήρα, τη μικρή έκταση των προτάσεων, την τροπή
των παρελθοντικών χρόνων της αφήγησης σε παροντικούς (που αφορούν το
«εδώ» και στο «τώρα» του χαρακτήρα) στη ζώνη του ελεύθερου πλάγιου λόγου, και
βέβαια κρίσεις για τα διαδραματιζόμενα και χαρακτηρισμούς για τους άλλους
χαρακτήρες οι οποίοι δεν προέρχονται από το αφηγηματικό αξιολογικό ρεπερτόριο,
αλλά από εκείνο του χαρακτήρα. Ένα ανάλογο υφολογικά χωρίο στον Τελευταίο
πειρασμό είναι το εξής; «δεν ήθελε αυτός να ξεμακρήνει... είταν μαγαρισμένος
τελώνης» (εμφανίζεται στην παράγραφο η οποία αφορά την απόφαση του
Ματθαίου να μην λείπει στιγμή κοντά από τον Ιησού, ώστε να μπορέσει να
αφηγηθεί τη ζωή του; «Ο Ματθαίος μονάχα απόμενε ... κι είταν στα πόδια του η
Μαγδαληνή και κουβέντιαζε μαζί της»)

Ο χώρος όπου εκτυλίσσεται η δράση δεν είναι ομοιογενής. Συναιρεί τον χώρο του
πραγματικού, του θαυμαστού και του παράδοξου. Στον χώρο του πραγματικού,
περιλαμβάνεται η ζωή της εγρήγορσης και η ζωή του ονείρου - το εκτενές αυτό
μυθιστόρημα βρίθει από όνειρα του Ιησού και των άλλων χαρακτήρων. Το
παράδοξο περιλαμβάνει συμβάντα που είναι αβέβαιο αν αποτελούν αποκλίσεις
από τους φυσικούς νόμους ή αν μπορούν να εξηγηθούν από αυτούς. Τέλος, στον
χώρο του θαυμαστού όσα λαμβάνουν χώρα είναι ασύμβατα με τους φυσικούς
νόμους. Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Μπήαν (1989) κάνει λόγο για
ποιητικό χαρακτήρα των μυθιστορημάτων του Καζαντζάκη, τον οποίο συσχετίζει με
τα εξής συστατικά: τη φαντασία, το οραματικό-προφητικό ύφος, τη μυθική μέθοδο,
την υπερβολή (επικής καταγωγής) και την ελεύθερη-ποιητική χρήση της γλώσσας.
Το μυθιστόρημα αποτελείται από τριάντα τρία κεφάλαια - όσα τα χρόνια της ζωής
του Ιησού. Η αφετηρία της αφήγησης τοποθετείται μία ημέρα πριν ο Ιησούς
εγκαταλείψει το σπίτι του στη Ναζαρέτ και την παλιά του ζωή και καλύπτει μία
Μυθιστορηματική, κατά κύριο λόγο, τεχνική απόδοσης της συνείδησης των
χαρακτήρων, κατά την οποία οι σκέψεις του χαρακτήρα παρουσιάζονται,
μετατιθέμενες στον λόγο του αφηγητή· τυχόν αναφορά σε αυτόν το χαρακτήρα
είναι σε γ' γραμματικό πρόσωπο· τα δεικτικά χώρου και χρόνου παραπέμπουν στο
«εδώ» και «τώρα» του χαρακτήρα· ο βαθμός συντακτικής οργάνωσης ενός

305
κειμενικού χωρίου με ελεύθερο πλάγιο λόγο ανταποκρίνεται στο επίπεδο της
εσωτερικότητας το οποίο υποτίθεται ότι αποδίδει: από τις πιο οργανωμένες
σιωπηρές σκέψεις ενός χαρακτήρα έως την πιο ελεύθερη ροή της συνείδησης
σειρά επεισοδίων έως τη σταύρωση του. Σε όλη την έκταση του μυθιστορήματος, με
την εξαίρεση των πρώτων και των τελευταίων κεφαλαίων, όσο δηλαδή βρίσκεται
στο σπίτι του (I- V) και στον σταυρό (XXX- XXXIII), οι χαρακτήρες συνεχώς
μετακινούνται, στους γνωστούς από τη Βίβλο τόπους (Ναζαρέτ, Μάγδαλα,
Καπερναούμ, Βηθανία, Ιερουσαλήμ κ.ά.), συναντώντας ή ακολουθώντας τον Ιησού.

Ο Ιησούς προσπαθεί αρχικά να καταπνίξει μέσα του το πάθος της πνευματικότητας -


φθάνοντας στο σημείο να κατασκευάζει σταυρούς του μαρτυρίου των
συμπατριωτών του που αντιστέκονται στους Ρωμαίους (ώστε, όπως λέει στον Θεό,
«να με σιχαθείς, να πας να βρεις άλλον, να γλιτώσω!» (Καζαντζάκης, 1955, σ. 31).
Κάποια στιγμή ωστόσο ξεκινά την πορεία του, της οποίας ο ορίζοντας θα
μπορούσαμε να πούμε ότι προσδιορίζεται από τα εξής λόγια του: «να δουλέψεις
μέσα σου την ανθρώπινη λάσπη και να την κάμεις πνέμα και τότε θάνατο δε φο-
βάσαι» (Καζαντζάκης, 1955, σ. 295). Στη διαδικασία αυτή, της πνευματικής με-
τουσίωσης, ο Ιησούς αντιμετωπίζει πολλά εμπόδια-πειρασμούς που συνδέονται με
την «υλική» διάσταση της ύπαρξης: τη ζήλια, τον φόβο, την μητρική αγάπη, την
ανάγκη για συντροφικότητα, την ερωτική επιθυμία, τον αγάπη και τον γάμο, την
εστία, τη διαιώνιση μέσω της οικογένειας και των απογόνων, το χρήμα, την εξουσία
κ.ά.
Η γυναικεία μορφή στο μυθιστόρημα συμβολίζει τα εμπόδια που πρέπει να υπερβεί
ο (αρσενικός) άνθρωπος για να επιτύχει όλο και υψηλότερους αναβαθμούς
μετουσίωσης. Όλες οι γυναίκες -η Παναγία, η Μαγδαληνή, η Σαλώμη, η Μαρία και η
Μάρθα- ενεργούν με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποπροσανατολίσουν τον Ιησού και
να τον κρατήσουν στην περιοχή της αδράνειας, της στασιμότητας, της ασφάλειας,
της τάξης και της υλικότητας. Η μόνη γυναίκα η οποία λειτουργεί αφηγηματικά ως
κίνητρο για την ανηφορική του πορεία είναι η μητέρα του σταυρωμένου Ζηλωτή, η
οποία καταριέται τον Ιησού (αυτός κατασκεύασε τον σταυρό) να καταλήξει στον
σταυρό. Η κατάρα παίρνει υπόσταση και άλλοτε τον ακολουθεί, άλλοτε πηγαίνει
μπροστά και του δείχνει τον δρόμο - εννοείται προς τον μαρτυρικό θάνατο. Αλλά
βέβαια, τα κίνητρα της ίδιας είναι καθαρά «υλικά- γυναικεία»: θέλει να εκδικηθεί
τον θάνατο του γιου της.
Οι γυναίκες, όπως αναφέραμε, επιχειρούν να καθηλώσουν τον Ιησού στην πορεία
του, σε επιλογές οι οποίες είναι μεν απαραίτητες για τη διαιώνιση της ζωής, και άρα
της δυνατότητας να υπάρχουν μελλοντικοί άνθρωποι που παλεύουν για τη
μετουσίωση, αλλά για τον ξεχωριστό άνθρωπο, τον ήρωα του πνεύματος, είναι
εμπόδια, καθώς έχουν συστατικώς χαρακτήρα υλικότητας. Η μητέρα του, για
παράδειγμα, επιθυμεί να δει τον γιο της σε μια ζωή τακτοποιημένη και φρόνιμη:
«Δε θέλω εγώ το γιο μου άγιο, μουρμούρισε· άνθρωπο τον θέλω, σαν και τους
άλλους, να παντρευτεί, να μου κάμει αγγόνια· αυτός είναι ο δρόμος του Θεού»
(Καζαντζάκης, 1955, σ. 166). Υπάρχουν μάλιστα αρκετά σημεία στο κείμενο, όπου
γυναικείοι χαρακτήρες κάνουν παρατηρήσεις που κωδικοποιούν αυτή την
υποτιθέμενη αλήθεια και έτσι συμμορφώνονται με το φιλοσοφικό υπόστρωμα του
έργου, όπως, για παράδειγμα, ισχύει στα ακόλουθα σχόλια της Μαγδαληνής:
«Ποιαν ψυχή, νεράίδάρη; Της γυναίκας η ψυχή είναι η σάρκα·» (Καζαντζάκης, 1955,
σ. 90), «Εγώ πρέπει να κοιτάζω εσένα, είπε, γιατί από τον άντρα γεννήθηκε η
γυναίκα και δεν μπορεί ακόμα να ξεκορμίσει από πάνω του· μα εσύ πρέπει να
κοιτάς τον ουρανό, γιατί είσαι άντρας, και τον άντρα τον έπλασε ο Θεός· άφησέ με
λοιπόν να σε κοιτάζω, παιδί μου·» (Καζαντζάκης, 1955, σ. 330).

Δραστηριότητα 10/Κεφάλαιο 9
Διαβάστε το απόσπασμα από τον Τελευταίο πειρασμό (Ανθολόγιο Λογοτεχνικών
Κειμένων) και σχολιάστε πώς εκδηλώνεται αφηγηματικά το φιλοσοφικό του
υπόστρωμα. Θα βρείτε τη δική μας απάντηση στο Παράρτημα, στο τέλος του
κεφαλαίου.

Δραστηριότητα 10
Το απόσπασμα αναφέρεται σε εκείνο το σημείο του αφηγηματικού περιεχομένου
όπου ο Ιησούς έχει ήδη υπερβεί διάφορους πειρασμούς και εμπόδια, έχει
χρησιμοποιήσει τον λόγο της ήπιας αγάπης για να προσεγγίσει τον λαό, χωρίς
σπουδαία αποτελέσματα, και έχει ζήσει ένα διάστημα στην έρημο. Τώρα ο Ιησούς
έχει οδηγηθεί σε μίαν άλλη προσέγγιση, δυναμική, η οποία δεν παρηγορεί τον λαό,
αλλά επιχειρεί να τον αφυπνίσει. Είναι πολύ χαρακτηριστική σε αυτό το πλαίσιο η
χρήση της ρητορικής του πολέμου στην προ ειδοποίησή του στον λαό. Στο χωρίο
εμφανίζονται επίσης αρκετά από τα θεωρούμενα στην καζαντζακική αφήγηση ως
εμπόδια της πνευματικής μετουσίωσης: η γυναίκα, εδώ η Μαγδαληνή, όπως
τοποθετείται στην πλευρά της ύλης, και η κτητική της τάση έναντι του Ιησού, τον
οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν επιχειρεί να εμποδίσει να φύγει με τον λαό,
μόνον γιατί έχει πλέον αποδεχθεί ότι δεν μπορεί να τον χειραγωγήσει· η δύναμη της
αδράνειας που καθορίζει την αντίδραση του λαού, ο οποίος κατανοεί τον λόγο του
Ιησού μέσα στο καθιερωμένο, παγιωμένο πλαίσιο του προφητικού λόγου («Πρωί
πρωί είχαν κινήσει. το δάσκαλο να προβάλει»)' η καλοζωία και το βόλεμα στην ύλη
(«παράφαγαν, παράηπιαν, παραφίλησαν») ■ η καθησυχαστική μορφή αγάπης, που
κατευνάζει τον πόνο και αποκοιμίζει το πνεύμα (Ναι, τη Νέα Ιερουσαλήμ· δεν το
'ξερα κι εγώ. από τη στάχτη δεν υπάρχει»).

ΣΥΝΟΨΗ

Βασικός ενοποιητικός παράγοντας του συγγραφικού έργου του Καζαντζάκη είναι ο


θεματικός και μορφικός καθορισμός του από τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις.
Ορισμένα χαρακτηριστικά της πολύμορφης λογοτεχνικής του παραγωγής πριν από
τη στροφή του στο μυθιστόρημα είναι η αφηγηματικότητα, το ενδιαφέρον για τους
οριακούς χαρακτήρες, ο γλωσσικός-υφολογικός πληθωρισμός, τα οποία
ανιχνεύονται και στο μεταγενέστερο έργο του, καθώς και η χρήση του στίχου. Το
μεταπολεμικό μυθιστόρημα του Καζαντζάκη του έδωσε μεγάλη αναγνώριση. Η
αξιοποίηση ενός χρονο-τοπικού πλαισίου που φαίνεται να έλκει την καταγωγή του
από την ηθογραφία του τέλους του 19ου αιώνα, η αφηγηματική απόδοση της
φιλοσοφίας του, ο συντονισμός του ήθους των μυθιστορηματικών του χαρακτήρων
με τα βασικά στοιχεία της φιλοσοφίας του και η διδακτική διάσταση των
μυθιστορημάτων του είναι ορισμένες από τις πιο ενδιαφέρουσες πλευρές του
έργου του

You might also like