Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Διοικητική Πράξη, Διαδικασία PDF

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 12

Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ.

Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

Ερωτήσεις Γενικό Διοικητικό Δίκαιο

1)Ποιες δεν είναι διοικητικές πράξεις;


Οι πράξεις των δημόσιων οργανισμών δεν χαρακτηρίζονται αυτόματα
διοικητικές. Ως εκ τούτου δεν είναι διοικητικές πράξεις
a. Οι πράξεις που ρυθμίζουν σχέσεις ιδιωτικού δικαίου (δεν ασκείται
δημόσια εξουσία)
b. Οι διοικητικές συμβάσεις
c. Οι πράξεις τις διοίκησης που δεν μεταβάλλουν την έννομη τάξη ,
αφού στερούνται εκτελεστότητας (γνωμοδότηση,
προπαρασκευαστικές πράξεις)
d. Πράξεις Νομοθετικού περιεχομένου: Αποτελούν εξαιρετική
νομοθετική διαδικασία και όχι διοικητική πράξη
2)Κριτήρια διφυούς νομικού προσώπου
Διφυές νομικό πρόσωπο είναι εκείνο το οποίο δρα τόσο με τις αρχές του
ιδιωτικού δικαίου όσο και έχει την αρμοδιότητα άσκησης συγκεκριμένης δημόσιας
εξουσίας.
Κατά την κρατούσα άποψη υπερισχύει το οργανικό κριτήριο κατά το οποίο
δημόσια διοίκηση είναι ένα σύνολο οργάνων που δρουν προς ικανοποίηση του
δημοσίου συμφέροντος. Ως εκ τούτου , το διφυές νομικό πρόσωπο αφορά νομικό
πρόσωπο με διττή φύση, δρώντας τόσο ως δημόσια αρχή – εξουσία όσο και στο
πλαίσιο των ιδιωτικών σχέσεων.
47)Νομολογία όμοιων πράξεων
Οι όμοιες πράξεις της Διοίκησης, έχουν υποχρέωση να ανακληθούν υπό
συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Υπάρχει δηλαδή δέσμια αρμοδιότητα της διοίκησης
να ανακληθεί η πράξη.
Πιο συγκεκριμένα οφείλεται ανάκληση όταν το ΣτΕ έχει εκδώσει αντίθετη
απόφαση (κατά την οποία ακυρώνεται ατομική πράξη μιας και ερείδεται σε
αντισυνταγματικό νόμο ή σε κανονιστική πράξη παράνομη.
Η απόφαση του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου , ή αμετάκλητη
απόφαση διοικητικού δικαστηρίου οφείλει η διοίκηση να ανακαλέσει τις όμοιες
πράξεις με την ακυρωθείσα. Δηλαδή πράξεις που έχουν το ίδιο νόμιμο έρεισμα και
το ίδιο περιεχόμενο.
Η ακύρωση αυτή πρέπει να γίνει μετά από αίτηση του διοικούμενου με
έννομο συμφέρον , εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, ενώ τα δικαιώματα
καλόπιστων τρίτων δεν μπορούν να θίγονται.
Η ακύρωση των πράξεων αυτών έχει διατυπωθεί νομολογιακά εξαιτίας των
αρχών του Κράτους Δικαίου και των ατομικών δικαιωμάτων.
17)Προϋποθέσεις νόμιμης επιβολής μέτρων διοικητικού καταναγκασμού
Η επιβολή του διοικητικού καταναγκασμού ως αναγκαίο παρακολούθημα
της εκτελεστότητας των διοικητικών πράξεων επιβάλλεται μόνο με συγκεκριμένες
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

προϋποθέσεις για να εξασφαλιστεί πως δεν θα υπάρξει αυθαιρεσία από την


Διοίκηση και παραβίαση των δικαιωμάτων τους.
Ειδικότερα οι προϋποθέσεις είναι οι εξής:
α) τα μέτρα να προβλέπονται από νομοθετικές ή κανονιστικές ρυθμίσεις για την
συγκεκριμένη περίπτωση
β) Άρνηση συμμόρφωσης των διοικουμένων προς την πράξη
γ) Επείγουσα ανάγκη εκτέλεσης της πράξης
δ) Αρχή της αναλογικότητας: Τα μέσα διοικητικού καταναγκασμού να είναι
αναγκαία και πρόσφορα , εν στενή εννοία αναλογικά με τον σκοπό του.
18)Διοικητική εκτέλεση
Η διοικητική εκτέλεση αποτελεί είδος κύρωσης που επιβάλλεται από την
Διοίκηση ως διοικητικός καταναγκασμός λόγω της παράβασης ενός κανόνα δικαίου
που θεσπίστηκε από αυτή.
Πιο συγκεκριμένα , διοικητική εκτέλεση είναι ο καταναγκασμός που
σκοπεύει στην ικανοποίηση των χρηματικών απαιτήσεων του ευρύτερου Δημόσιου
τομέα.
37)Προϋποθέσεις χαρακτηρισμού νόμιμης αιτιολογία της διοικητικής πράξης
Σύμφωνα με τον νόμο , η αιτιολογία πρέπει να είναι σαφής, ειδική και
επαρκής και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου.
Σαφής είναι η αιτιολογία όταν καταγράφονται με διαυγή τρόπο οι σκέψεις του
διοικητικού οργάνου, και πρέπει να γίνεται μνεία συγκεκριμένων στοιχείων που
στηρίζουν το συμπέρασμά της.
Ειδική είναι η αιτιολογία όταν δεν είναι γενική και αόριστη, όταν, δηλαδή, όλα τα
στοιχεία της αναφέρονται στη συγκεκριμένη περίπτωση που ρυθμίζεται με την
διοικητική πράξη.
Επαρκής είναι η αιτιολογία όταν περιέχει με σαφήνεια όλα τα στοιχεία της κατά
τέτοιο τρόπο ώστε να μην καταλείπονται κενά ή αμφιβολίες για την ορθότητα της
κρίσης του διοικητικού οργάνου. Η επάρκεια προϋποθέτει ότι η αιτιολογία είναι
σαφής και ότι εμπεριέχει το στοιχείο της ειδικότητας. Η αιτιολογία θεωρείται
ανεπαρκής εάν απλώς αναφέρει τις προϋποθέσεις που απαιτεί ο νόμος,
αποτελώντας πιστή επανάληψη της διάταξής του, χωρίς να αναδεικνύεται ο
αναγκαίος σύνδεσμος με τη συγκεκριμένη περίπτωση.
7)Παράλειψη οφειλόμενης νομίμως ενέργειας
Η στοιχειοθέτηση της παράλειψης για μια οφειλόμενη από τον νόμο
ενέργεια από την Διοίκηση έχει τις εξής προϋποθέσεις όπως προβλέπεται στον
νόμο:
i. Η ύπαρξη δέσμιας αρμοδιότητας για την έκδοση διοικητικής πράξης.
Σε περίπτωση διακριτικής ευχέρειας , υπάρχει παράλειψη όταν
στοιχειοθετείται πλημμελής άσκηση της ευχέρειας.
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

ii. Εάν υπάρξει αίτηση σε αναρμόδιο όργανο, αυτό οφείλει μέσα σε


πέντε μέρες το αργότερο να το διαβιβάσει στο αρμόδιο, παράλειψη
αυτού συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας.
iii. Άπρακτη προθεσμία που ορίζουν οι διατάξεις, ή ελλείψει ειδικής
προθεσμίας , τριών μηνών.
3)Σύνθετη διοικητική ενέργεια και συναφείς πράξεις
Η σύνθετη διοικητική ενέργεια είναι η αλληλουχία τουλάχιστον δύο
διοικητικών πράξεων που σκοπούν στην επέλευση ενός έννομου αποτελέσματος.
Κάθε προηγούμενη πράξη αποτελεί προϋπόθεση εκδόσεως της επόμενης και
ενσωματώνεται σε αυτήν.
Με την έκδοση της τελικής πράξης, όλες οι προηγούμενες ενσωματώνονται
σε αυτή και μόνο αυτή είναι εκτελεστή και προσβλητή. Αποτελεί μια ενιαία
διοικητική ενέργεια που εφαρμόζεται κυρίως με σκοπό την τελική σύναψη
διοικητικών συμβάσεων.
Οι συναφείς διοικητικές πράξεις διακρίνονται από την σύνθετη ενέργεια
κατά το ότι αυτές είναι αυτοτελείς διότι δεν εντάσσονται στην ίδια διοικητική
ενέργεια και διαδικασία.
Δεν υπάρχει ενσωμάτωση της μιας στην άλλη. Δικαιολογητικός λόγος της μη
ύπαρξης ενιαίας διαδικασίας είναι ο διαφορετικός σκοπός του νόμου που επιβάλλει
την έκδοση της συναφούς πράξης, δηλαδή το διαφορετικό έννομο αποτέλεσμα το
οποίο σκοπείται.
27)Επεξεργασία κανονιστικών διαταγμάτων ΣτΕ
Αποτελεί είδος γνωμοδότησης που προβλέπεται Συνταγματικά στο πλαίσιο
των διοικητικών αρμοδιοτήτων του ΣτΕ που έχει έκταση στην συνταγματικότητα και
την νομιμότητα , χωρίς να υπεισέρχεται στην ουσία.
Χαρακτηριστικά αυτής της γνωμοδότησης είναι η ακυρότητα του Π.Δ. που
δεν έχει επεξεργαστεί το ΣτΕ , χωρίς να καλύπτεται από μεταγενέστερη επικύρωση
της Βουλής, μιας και η επεξεργασία προβλέπεται συνταγματικά.
Η ουσιώδης απόκλιση της γνωμοδότησης από το τελικό κείμενο του Π.Δ. με
την παράλληλη μνεία του αριθμού της γνωμοδότησης. Για την Διοίκηση δεν
αποτελεί δεσμευτική γνώμη για το Προεδρικό Διάταγμα. Συνήθως όμως
συμμορφώνεται. Τέλος , δεν δεσμεύεται ούτε το ΣτΕ κατά την απονομή δικαιοσύνης
για την νομιμότητα του διατάγματος.

Διοικητικές Πράξεις: Ερωτήσεις 3 – 7 , 10 – 16 , 19 – 20 , 33 , 34 – 36,


44 – 46, 48

Είναι πράξεις της διοίκησης που δηλώνουν την μονομερή βούληση της να
μεταβάλλει την εννομη τάξη, στο πλαίσιο σχέσεων διοικητικού δικαίου.
Οφείλουν να :
1) Εκδίδονται από διοικητική αρχή
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

2) Θεσπιζουν κανόνα δικαίου με την άσκηση δημόσιας εξουσίας


3) Μεταβολή της εννομης ταξης
4) Επιδιώξει σκοπού δημοσίου συμφερόντων

Διάκριση μεταξύ κανονιστικών και ατομικών.


Κανονιστικές Πράξεις Ατομικές πράξεις

Απροσωπος κανόνας δικαίου Εξατομικευμενη ρύθμιση (συγκεκριμένο


πρόσωπο)

Γενικό και αφηρημενο περιεχόμενο. Συγκεκριμένο περιεχομενο

Κατ’ αρχήν δημοσιεύετεα ως συστατικός Κατ’ αρχήν απευθύνεται στον


τύπος ενδιαφερομενο

Παρεμπιπτόν δικαστικές ελεγχος Ευθύς δικαστικος έλεγχος

Ερειδεται σε νόμο της Βουλής που παρέχει Νόμιμο ερέθισμα μια κανονιστικη
εξουσιοδότηση

Οι ατομικές πράξεις διακρίνονται σε:


1) Πραγματοπαγεις: Απευθύνεται στον φορέα του δικαιώματος στον οποίο
αφορά η ατομική διοικητική πράξη, που μπορεί να είναι διαφορετικός κάθε
φορά
2) Σωρευτικη: Σωρευει περισσότερες ατομικές ρυθμίσεις σε ένα ενιαίο κείμενο
που δημοσιεύεται ως μια πράξη. (Διορισμός περισσότερων υπαλλήλων με
μια πραξη)

Γενικές ατομικές πράξεις: Αποτελεί ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ της κανονιστικες και
της ατομικής . Εκδίδεται για μια συγκεκριμένη περίσταση που υπάγονται
περισσότερα άτομα. Διαφέρει ως προς την κανονιστικη αφού δεν έχει απροσωπο
χαρακτήρα αλλά εξαντελειται με την εφαρμογή της στην συγκεκριμένη βιοτικη
περίπτωση. Παράλληλα διαφέρει με την κανονιστικη αφού αφορά σε συγκεκριμένα
πρόσωπα. Η διάκριση γενικά είναι ιδιαίτερα δύσκολη.

Διάκριση διοικητικών πράξεων


Ευμενεις: Είναι οι πράξεις που επωφελουν τους διοικουμενους. Είτε δημιουργούν
δικαιώματα, είτε αιρουν υποχρεώσεις, είτε επιβάλλεται υποχρέωση στην Διοίκηση,
είτε δημιουργούνται επωφελεις καταστάσεις για τους διοικουμενους . Τέλος,
ευμενης είναι η πράξη όπου δέχεται αίτημα του διοικουμενου.
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

Δυσμενεις: Πράξεις αντίθετες από τις παραπάνω

Συστατικες - Διαπιστωτικες - Βεβαιωτικες


Συστατική είναι η διοικητική πράξη ατομική κατά την οποία θεσπιζεται ατομικές
κανόνας δικαίου. Πρόκειται για διάσπαση μιας εννομης σχέσης νέας, δημοσίου
δικαίου. Κατάργηση, θέσπιση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.
Διαπιστωτικες είναι οι διοικητικές πράξεις που αποτελούν προϋπόθεση εφαρμογής
κανόνων δικαίου ή έκδοσης συστατικών πράξεων. Διαπιστώνεται δηλαδή η
επελευδη ενός γεγονότος το οποίο υπαγει μια περίπτωση σε μια ρύθμιση του
νόμου και προχωρά ή εκδιδεται νεα διοικητική πράξη εξαιτίας της Διαπιστωτικες.
Βεβαιωτικες είναι οι πράξεις που δεν χαρακτήριζονται διοικητικές . Επιβεβαιώνει
μια υφισταμενη ρύθμιση και δηλώνουν την εμμονή της διοίκησης σε αυτήν.
Συνήθως Εκδίδονται μετά απο αίτηση των διοικουμενων για ίδια ζητήματα. Το
γεγονός, ότι δεν χαρακτηριζεται διοικητικη πράξη ,της στερεί την εκτελεστοτητα ,
δηλαδή την ικανότητα διοικητικού καταναγκασμου. Όμως το γεγονός ότι δηλώνουν
την εμμονή της διοίκησης σε μια ισχυρή διοικητικη πράξη , μέσω της παραπομπης
σε αυτήν, μπορεί θα θεωρηθεί ότι προκύπτει εκτελεστοτητα στην βιοτικη
περίπτωση, ως προς την ρύθμιση που η διοίκηση έχει αποφασίσει.

Χαρακτηριστικά Διοικητικής Πράξης


1) Τεκμήριο νομιμότητας
Η Διοικητική πράξη παράγει όλα τα έννοια αποτελέσματα της , ακόμη και εάν έχει
νομικές πλημμελειες, έως ωτοθ ανακληθεί ή ακυρωθεί με διοικητική ή δικαστική
απόφαση. Αναγνωριζεται αυξημένη ισχύς και κύρος, μολονότι τυχόν έχει
ελαττώματα, πλήρης ισοδύναμια με την νόμιμη διοικητική πράξη.
Η νομική αυτή ρύθμιση επιβάλλεται από το γεγονός ότι μέσω των διοικητικών
πράξεων ασκείται δημόσια εξουσία και δικαιολογημενα ο πολίτης πρέπει να
εμπιστεύεται την διοίκηση και τις πράξεις της για λόγους ασφαλείας του δικαίου
και σταθερότητας των εντόμων σχέσεων. Προϋποτιθεται όμως πως η πράξη είναι
υποστατή ωστε να θεωρείται πως έχει Τεκμήριο νομιμότητας
2) Εκτελεστοτητα
Οι Διοικητικές πράξεις δεσμευουν τους διοικουμενους άμεσα και υπάρχει
δυνατότητα εξαναγκασμου σε συμμόρφωση μέσω κυρώσεων ή διοικητικού
καταναγκασμου. Διοικητικος καταναγκασμος είναι οι κυρώσεις, δηλαδή η
συνέπεια της παραβίασης του κανόνα δικαίου. Επίσης θεωρείται καταναγκασμος ,
η υλική ενέργεια, δηλαδή η ενέργεια στην οποία προβαίνει η διοίκηση για να
επιβάλλει την εφαρμογή των ρυθμίσεων που θέσπισε. Τέλος , μπορεί να ασκηθει
βία από την διοίκηση (πχ αστυνομια)

Ελαττώματα διοικητικής πράξης


Ανυποστατη είναι η πράξη που δεν έχει σχέση με την διοίκηση, ή δεν έχει
ολοκληρωθεί η παραγωγή της. Δηλαδη: είτε την εκδίδει ιδιώτης, είτε δεν φέρει τα
γνώρισματα του νόμου, είτε τέλος, είναι προϊόν φυσικής η ψυχικής βίας στο
διοικητικό όργανο.
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

Άκυρη είναι η πράξη που φέρει ένα ουσιωδες και προδηλο νομικό ελάττωμα. Το
όργανο έχει προβεί σε υπέρβαση καθηκόντων (δικαστική πράξη από διοικητικό
όργανο) , είναι αναρμόδιο για την έκδοση της διοικητικής πράξης.
Ακύρωσιμη είναι η διοικητική πράξη που πάσχει από ελάττωμα μη προφανές και
μικρής βαρύτητας. Πχ αν αρμοδιότητα αλλού είδους , παράβαση διαδικαστικου
τύπου, παράβαση νόμου ή τέλος παράβαση σκοπιμοτητας της πράξης.
Κατά την διπλή διάκριση υπάρχουν Ανυποστατες και άκυρες. Οι ακύρωσιμες
θεωρούνται άκυρες και οι άλλες ανυποστατες.
Οι συνέπειες της διάκρισης έχουν ως εξης:
1) Οι ανυποστατες και οι άκυρες δεν έχουν Τεκμήριο νομιμότητας, δεν
δεσμευουν κανέναν και δεν δημιουργούν καμία ευθύνη
2) Οι ακύρωσιμες διαθέτουν τα παραπάνω και η βαρύτητα του παραρτήματος
δεν είναι τέτοια που να ανατρέπει την ισχύ της και την εγκυρότητα της.

Έλεγχος πράξεων
Κανονιστικη: Διηνεκής παρεμπίπτον έλεγχος της πράξης για την νομιμότητα της με
την κυρία προσβολή να τίθεται κατά της ατομικής που εκδόθηκε με βάση αυτή. Αν
κριθεί παράνομη δεν εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη υπόθεση και η ατομική πράξη
χάνεται αφού χάνει το νόμιμο έρεισμα της. Η νέα νομοθεσία προβλέπει ικανότητα
περιορισμού των συνεπειών του ελέγχου. Έτσι, είναι στην κρίση του δικαστηρίου αν
θα ακυρώσει την πράξη λόγω πλημελλειών.
Ατομικές : Ελέγχεται ευθέως μέσα σε τα ενημέρωση εκ των προτέρων προθεσμία.
Είναι ο μόνος τρόπος ελέγχου. Υπάρχουν φυσικά εξαιρέσεις. Όταν υπάρχει ρωτήσω
και ειδική χωρίς ενδοιασμούς πρόβλεψη από τον νομο, όταν υπάρχει συνθέτη
διοικητική πράξη, όταν εγειρεται αγωγή αποζημίωσης και είναι απαραίτητος ο
παρεμπιπτόν έλεγχος. Επιπλεον μπορεί το ΕΣ, τα πολιτικά και ποινικα δικαστήρια
οταν αποτελεί προϋπόθεση κρίσης ιδιωτικής ή ποινικής υπόθεσης, και τέλος όταν
υπάρχει ατομική πράξη που ελέγχεται ως όρος έκδοσης μιας κανονιστικης.

Ανάκληση διοικητικών πράξεων


Ανακαλουνται με την νομική έννοια του όρου μόνο οι ατομικές διοικητικές πράξεις
καθώς οι κανονιστικες παυουν να ισχύουν με νέα κανονιστικη ρύθμιση.
Νόμιμες διοικητικές πράξεις: Οι επωφελεις, εφόσον έχουν αποφεύγει από αυτήν
δικαιώματα για τρίτους και τον ενδιαφερομενο δεν Ανακαλουνται. Εξαίρεση
υπάρχει όταν υπάρχει λόγος δημοσίου συμφερόντος, ή με συναινεση του
ενδιαφερομενου. Επιπλέον όταν ο διοικουμενος δεν συμμορφωνονται με τους
όρους της επωφελους πράξης. Ακόμη όταν υπάρχει επιφύλαξη ανάκλησης ή δεν
έχουν απορρρευσει δικαιώματα χωρει ανάκληση.
Παράνομες πράξεις: Ανακαλουνται εντός εύκολου χρόνου είτε είναι επωφελεις είτε
δυσμενεις. Μόνο για λόγους νομιμότητας χωρει ανάκληση. Ο εύκολος χρόνος,
ελλείψει ειδικής διάταξης, είναι πέντε έτη. Εάν δεν υπάρχει πρόκληση του
διοικουμενου, για την έκδοση της πράξης, υπάρχει αξιοσημείωτο κατά την αστική
ευθύνη που υπεχει το δημόσιο.
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

Οι δυσμενεις πράξεις Ανακαλουνται και μετά το πέρας του ευλογου χρόνου, ή αν


πρόκειται για επωφελη , σε περίπτωση που υπάρχει απάτηλη και δολια ενέργεια
από τον διοικουμενο, ή υπάρχει δημόσιο συμφέρον. Ακόμη ανάκληση υποχρεούται
να κάνει η διοίκηση συμμορφουμενη σε απόφαση αμετάκλητο διοικητικού
δικαστηρίου. Είναι προφανές ότι οι καλό πιστοί τρίτος δεν θιγονται.
Η ανακληση των διοικητικών πράξεων οδηγεί στην αναβίωση της διοικητικής
πράξης εκείνης που ισχύε πριν την έκδοση της ανακληθεισας. Αξίζει να σημειωθεί
πως πρέπει να υπάρχει πλήρης και ειδική αιτιολογία για την ακύρωση. Κυρίως δρα
στο μέλλον εκτός των παράνομων πράξεων. Φυσικά όταν η ανάκληση αφορά
παροχές που αν ανακληθουν θα είναι δυσβαχτακτες, υπάρχει στο μέλλον ενέργεια.
Όταν υπάρχει δέσμια αρμοδιότητα για την ανάκληση μιας διοικητικής πράξης, η
παράλειψη αυτή συνιστά παράλειψη νόμιμης οφειλόμενης ενέργειας δεν είναι
εκτέλεστη πράξη. Μόνο με νέα έρευνα ουσίας υπάρχει εκτέλεστη πράξη.

Εγκυρότητα διοικητικής πράξης


Η διοικητική πράξη αντλεί την εγκυρότητα της τόσο από την εγγραφή μορφή της,
όσο και από την υπογραφή του οργάνου που την εκδίδει, την χρονολόγηση και την
μνεία του οργάνου. Αυτά προσδίδουν επίφαση νομιμότητας.
Το Πρόγραμμα Διαύγεια (Ν.3861/2010) επιβάλλει υποχρέωση ανάρτησης των
διοικητικών πράξεων στο διαδίκτυο. Για τις μη δημοσιευτεες σε ΦΕΚ, αποτελεί
ουσιώδη τύπο για την έναρξη της ισχύος τους. Είναι προϋπόθεση της εκτέλεσης της.
Εάν υπάρχει υποχρέωση δημοσίευσης στο ΦΕΚ, τότε δεν καθιέρωσε ταινία τύπος
ουσιωδες και παράγονται αποτελέσματα ήδη από την δημοσίευση.
Αναδρομική κύρωση κανονιστικής πράξης επιτρέπεται εάν δεν είναι Ανυπόστατη η
πράξη. Δεν θίγονται οι μελλοντικές έννομες συνέπειες από την κύρωση.

Διαδικασία Γνωμοδότησης: Ερωτήσεις 21 – 26, 28


Γνωμοδοτική είναι εκείνη η διαδικασία της Διοίκησης, που συνίσταται στην νομική
έκφραση γνώμης από Διοικητικό όργανο , προς το αποφασίζον σχετικά με ένα
ζήτημα για το οποίο πρέπει να εκφράσει άποψη το γνωμοδοτικό προς το
αποφασίζον όργανο.

Διακρίσεις διαδικασίας:
1) Προβλεπόμενη από διατάξεις
Υφίσταται όταν ένας νόμος , ή ακόμη και το Σύνταγμα , ή μια διοικητική πράξη
προβλέπει την έκδοση γνώμης για ένα ζήτημα ή για περισσότερα προς ένα όργανο
που είναι αρμόδιο για την έκδοση της διοικητικής πράξης.
1.1) Υποχρεωτική
Η διάταξη προβλέπει απαραιτήτως την προσφυγή στην γνώμη του οργάνου, πριν
την έκδοση της πράξης. Θεωρείται ουσιώδης τύπος της διοικητικής διαδικασίας και
πάσχει ακυρότητας η πράξη χωρίς γνώμη.
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

1.2) Προαιρετική
Στην διάταξη προβλέπεται ότι η γνωμοδοτική διαδικασία υφίσταται , εάν το
επιλέξει το αποφασίζον όργανο μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας.
Δίνουν την δυνατότητα να προσφύγει το όργανο που εκδίδει την διοικητική πράξη
σε άλλο , το οποίο θα προβεί σε έκδοση γνώμης για την υπόθεση. Χωρίς ρητή
διατύπωση, δεν έχει υποχρέωση το αποφασίζον όργανο να προβεί στην λήψη
γνωμοδότησης
2) Οικειοθελής γνωμοδοτική διαδικασία
Το αποφασίζον όργανο, κρίνει σκόπιμο να ζητήσει μια γνώμη χωρίς αυτό να
προβλέπεται από διατάξεις, εφόσον δεν το απαγορεύει άλλη διάταξη. Η Διοίκηση
αυτοδεσμεύεται μέσω αυτής της διαδικασίας καθ’ ότι, αφού την ζήτησε, οφείλει να
την τηρήσει και να αποφασίσει σύμφωνα μ’ αυτή.
Υπόκειται όμως σε περιορισμούς:
α) Δεν μπορεί να αγνοήσει την αρμοδιότητά του , ή να την περιορίσει, είτε να την
καταστήσει δέσμια μέσω μιας γνωμοδότησης
β) Δεν ιδρύεται γνωμοδοτική διαδικασία , πολλώ δε μάλλον σύμφωνης γνώμης
καθώς καθιστά το διοικητικό όργανο δεσμευμένο, και ως εκ τούτου, μοιράζεται η
αρμοδιότητα
γ) Η οικειοθελής γνωμοδοτική διαδικασία δεν δεσμεύει το αποφασίζον όργανο σε
τέτοιο βαθμό ώστε να μην μπορεί να αποστεί από την πράξη.
δ) Μη απαγόρευση γνωμοδότησης από διατάξεις
ε) Δεν είναι δυνατόν η οικειοθελής διαδικασία να υποκαταστήσει την γνώμη από
διατάξεις
Στ) Δεν μπορεί η θέσπιση επιπλέον διαδικασίας γνώμης – εκτός των διατάξεων –
δεν πρέπει να είναι ούτε άχρηστη ούτε αντιφατική.
Σε κάθε περίπτωση , δεν μπορεί η διαδικασία που προβλέπεται από τον νόμο να
καθίσταται αλλοιωμένη, ή να διακυβεύει τις έννομες συνέπειες της προβλεπόμενης
διαδικασίας.

Διακρίσεις γνώμης
1) Απλή Γνώμη
Είναι δυνατόν να εκφύγει η απόφαση του διοικητικού οργάνου, από την
διατυπωμένη γνώμη. Εκδίδοντας διαφορετική πράξη. Όμως υποχρεούται τόσο να
διατυπώσει ερώτημα για γνώμη, πρέπει να δικαιολογήσει την απόκλιση από την
γνώμη.
2) Σύμφωνη γνώμη
Το αποφασίζον όργανο οφείλει είτε να δεχθεί την γνώμη και να πράξει ανάλογα,
είτε να μην πράξει καθόλου. Ο χαρακτηρισμός μιας γνώμης ως σύμφωνης
προβλέπεται από ρητές διατάξεις.
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

Είναι είτε θετική είτε αρνητική. Στην μεν πρώτη περίπτωση , το αποφασίζον όργανο
είτε θα ακολουθήσει την γνώμη εκδίδοντας σύμφωνη πράξη, είτε δεν θα εκδώσει
ουδεμία πράξη, με ειδική αιτιολογία.
Όταν η διοίκηση δρα με δέσμια αρμοδιότητα, η παράλειψη έκδοσης απόφασης με
σύμφωνη γνώμη, συνιστά παράλειψη νομίμως οφειλόμενης ενέργειας.
Στην αρνητική γνώμη, είτε εκδίδεται αρνητική πράξη, είτε δεν εκδίδεται θετική.
3) Πρόταση
Υποβάλλεται με πρόταση του γνωμοδοτικού οργάνου. Είναι ουσιώδης τύπος, και το
αποφασίζον όργανο μπορεί να το δεχθεί , είτε να απέχει από την πράξη.
Σε θετική πρόταση, πρέπει να εκδοθεί η πράξη. Η αποχή νοείται μόνο όταν η
Διοίκηση δρα με διακριτική ευχέρεια. Με την αρνητική απαγορεύεται η έκδοση
οποιασδήποτε πράξης.

Μεγαλύτερη δέσμευση της Διοίκησης, υπάρχει με την πρόταση , η οποία αποτελεί


ένα είδος συναρμοδιότητας αφού η έκδοση και το περιεχόμενο της διοικητικής
πράξης προσδιορίζεται με βάση την γνώμη που εξεδόθη. Το αποφασίζον όργανο
μπορεί να απόσχει μόνο στην περίπτωση διακριτικής ευχέρειας και παράλληλα
είναι μια υποχρεωτική διαδικασία. Ως εκ τούτου , υπάρχει βαρύνουσα σημασία στο
γνωμοδοτικό όργανο και στην άποψή του. Τέλος, είναι καθοριστικό το γεγονός ότι
υποβάλλεται με την πρωτοβουλία του γνωμοδοτικού και όχι του αποφασίζοντος
οργάνου. Οπότε με πρωτοβουλία του γνωμοδοτικού οργάνου, η Διοίκηση οφείλει
να συμμορφωθεί σε μια γνώμη του.

Εκτελεστή πράξη με την μορφή γνώμης υφίσταται, όταν υπάρχει σύμφωνη


αρνητική γνώμη και η Διοίκηση δεν εκδίδει καμία πράξη. Για λόγους
αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας και προστασίας των ατομικών
συμφερόντων , υπάρχει η δυνατότητα να προσβληθεί δικαστικά και ως εκ τούτου
έχει εκτελεστότητα. Mutatis Mutandis , η ίδια επιχειρηματολογία ισχύει και στην
αρνητική πρόταση. Τέλος, εκτελεστότητα έχει και η «υποχρεωτική γνώμη» , που
καταχρηστικά ονομάζεται γνώμη. Απαντώνται σε ειδικά νομικά πλαίσια, και δεν
μπορούν να θεωρηθούν ως είδος γνωμοδοτικής διαδικασίας.

Χαρακτηριστικά της γνώμης: Έγγραφη, αιτιολογημένη, επίκαιρη.


Η αιτιολογία πρέπει να είναι ειδική, ορισμένη και επαρκής ως προς το υπό
γνωμοδότηση ζήτημα. Δηλαδή να αφορά ορισμένα το ζήτημα αυτό , και μόνο αυτό,
ενώ να περιέχει επαρκή αιτιολογία που να δικαιολογεί την γνώμη.
Σχετικά με την επικαιρότητα της γνώμης , αυτή συνίσταται στην λήψη της πριν την
έκδοση της διοικητικής πράξης, και στο ότι το αποφασίζον όργανο πρέπει να
αναμείνει για εύλογο διάστημα καθοριζόμενο είτε από διατάξεις είτε τάσσεται από
το αποφασίζον όργανο. Η γνώμη δεν μπορεί να απέχει από την εκτελεστή πράξη
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

χρονικό διάστημα ικανό ώστε να έχουν ανατραπεί τα πραγματικά περιστατικά , και


να μην θεωρείται εύλογο το διάστημα αναμονής.

Διοικητικές Προσφυγές: Ερωτήσεις 38 – 40


Είναι προσφυγές ενώπιον διοικητικών οργάνων, με αίτημα την άσκηση ελέγχου
νομιμότητας ή σκοπιμότητας διοικητικών πράξεων που έχουν εκδοθεί και τους
αφορούν.
Διακρίνονται σε Απλές , Ειδικές , Ενδικοφανείς
1) Απλή Διοικητική προσφυγή
Προκύπτει από το δικαίωμα της αναφοράς στις αρχές που το Σύνταγμα επιβάλλει.
Αποτελεί προσφυγή η οποία ασκείται όταν δεν υφίσταται άλλου είδους.
1.1) Αίτηση θεραπείας
Γίνεται στο διοικητικό όργανο που εξέδωσε την πράξη. Γίνεται πλήρης έλεγχος
(νομιμότητας και σκοπιμότητας). Μπορεί να υπάρξει είτε ανάκληση της πράξης ή
τροποποίηση της, εκτός από την απόρριψη της αίτησης
1.2) Ιεραρχική Προσφυγή
Προσφεύγει ο διοικούμενος σε ιεραρχικά ανώτερο όργανο. Υπάρχει ξανά πλήρης
έλεγχος, και είναι δυνατόν να την ακυρώσει και να την αναπέμψει στο αρμόδιο
όργανο. Εάν απορριφθεί η αίτηση, τότε θεωρείται ότι υπάρχει βεβαιωτική πράξη.
2) Ειδική Διοικητική Προσφυγή
Προβλέπονται από ειδικές διατάξεις για συγκεκριμένες κατηγορίες διοικητικών
πράξεων. Γίνεται έλεγχος μόνο της νομιμότητας της διοικητικής πράξης και ως εκ
τούτου είτε μπορεί να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, χωρίς να υπάρξει
τροποποίηση. Γίνεται μόνο για ρητές ατομικές και κανονιστικές πράξεις. Όχι υλικών
ενεργειών ή οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας.
3) Ενδικοφανής Διοικητική Προσφυγή
Προβλέπονται όπως οι ειδικές από συγκεκριμένες διατάξεις. Είναι δυνατή η ύπαρξη
δύο βαθμών. Ο έλεγχος είναι ολοκληρωτικός , και νομιμότητας και σκοπιμότητας. Η
ενδικοφανής προσφυγή είναι προϋπόθεση για να ασκηθεί παραδεκτά ένα ένδικο
βοήθημα. Αυτό συνιστά βέβαια μείωση της δικαστικής προστασίας, όμως δεν
συνιστά ανεπίτρεπτο περιορισμό.

Η ενδικοφανής προσφυγή επιβάλλεται (όπως και η ειδική) να μνημονεύεται στην


ατομική πράξη την οποία ο διοικούμενος θέλει να προσβάλλει. Το γεγονός αυτό
θεμελιώνει την μείωση της δικαστικής προστασίας. Παραλείποντας την μνεία της
προσφυγής , οδηγεί στο μη απαράδεκτο της άσκησης ένδικων μέσων. Τέλος, εάν οι
δικονομικές διατάξεις επιβάλλουν την αίτηση ενδικοφανούς προσφυγής τότε δεν
θεμελιώνεται υποχρέωση της Διοίκησης για την ενημέρωση του διοικούμενου.

Εάν δεν μπορεί να υπάρξει διοικητική προσφυγή, θεμελιώνεται δικαίωμα


αναφοράς του διοικουμένου.
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

Δικαιώματα του Διοικούμενου: Ερωτήσεις 29 – 32 , 41 – 42

Δικαίωμα Πρόσβασης στα έγγραφα


Ο διοικούμενος , σύμφωνα με τον νόμο έχει την δυνατότητα να λαμβάνει γνώσεις
διοικητικών εγγράφων. Τα διοικητικά έγγραφα , έχει την ικανότητα να έχει
πρόσβαση κάθε ενδιαφερόμενος . Ορθό είναι να θεωρηθεί με ευρύτητα ο
ενδιαφερόμενος, αφού τα διοικητικά έγγραφα είναι κατ’ αρχάς δημόσια. Έτσι,
οποιοσδήποτε , δικαιολογεί ένα εύλογο συμφέρον και μπορεί να υποβάλλει
έγγραφα.
Αναφορικά με τα ιδιωτικά έγγραφα, γίνεται μετά από ειδικό έννομο συμφέρον ,
αφού υπάρχει και η αρχή της προστασίας των ιδιωτικών – προσωπικών δεδομένων.

Οι περιορισμοί είναι οι εξής:


i. Απόλυτος περιορισμός: Προστασία ιδιωτικής – οικογενειακής ζωής τρίτου.
ii. Σχετικός περιορισμός: Έγγραφα συζητήσεων Υπουργών – Υπουργικού
Συμβουλίου ή αν δημιουργείται κίνδυνος, που δυσχεραίνει ουσιωδώς
έρευνες των αρχών. (Υπάρχει διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης)

Η απόρριψη της αίτησης , πρέπει να συνοδεύεται από ειδική αιτιολογία και


έγγραφη με προθεσμία των είκοσι ημερών.

Δικαίωμα Προηγούμενης Ακρόασης


Κατοχυρώνεται στον Συνταγματικό Χάρτη, και αποτελεί γενική αρχή του διοικητικού
δικαίου, παραδεδεγμένη και νομολογιακά.
Πρέπει σε κάθε δυσμενή πράξη η διοίκηση , ενόψει και της Διεθνούς και Κοινοτικής
Προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, να δίνει το δικαίωμα στον διοικούμενο
να εκθέτει την άποψή τους. Μόνο σε εξαιρετική περίπτωση είναι δυνατόν να
υπάρξει χωρίς προηγούμενη ακρόαση.

Σκοπός αυτού του δικαιώματος:


1) Δυνατότητα έκθεσης των απόψεων για την υποστήριξη των δικαιωμάτων
του, προτείνοντας άλλες λύσεις.
2) Δίνει την δυνατότητα στην Διοίκηση να πληροφορηθεί καλύτερα το ζήτημα,
και να προβεί σε πιο αποτελεσματική ρύθμιση του ζητήματος

Το νομολογιακό προηγούμενο, έχει υιοθετήσει την αρχή ότι δεν τίθεται ζήτημα
προηγούμενης ακρόασης, όταν υπάρχει δέσμια αρμοδιότητα της Διοίκησης προς
δυσμενή πράξη. Ως εκ τούτου, όταν η Διοίκηση πράττει σύμφωνα με τον νόμο και
χωρίς να έχει την δυνατότητα να επιλέξει μεταξύ των νόμιμων εναλλακτικών
λύσεων, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, έχει αποφανθεί ότι αποτελεί
αποτελεσματικότερη νομική στάθμιση να μην υπάρχει προηγούμενη ακρόαση.
Γενικό Διοικητικό Δίκαιο Παναγιώτης Δ. Ντούκας
Διοικητικές Πράξεις – Γλυκερία Σιούτη

Δικαίωμα ακρόασης - Δικαστική Προστασία


Η υποχρέωση της Διοίκησης για την προηγούμενη ακρόαση είναι ανεξάρτητο από
την δυνατότητα άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής. Αυτό διότι η προηγούμενη
ακρόαση αφορά στην κρίση της Διοίκησης προτού εκδοθεί μια πράξη, ενώ η
προσφυγή αποτελεί ένα κατασταλτικό μέτρο. Νομολογιακά έχει περιοριστεί αυτό το
δικαίωμα διότι: πρέπει στο δικόγραφο να αναφέρονται όσα θα προέβαλλε ο
διοικούμενος σε περίπτωση ακρόασης και να εξετάζεται εάν – προβάλλοντας τους
ισχυρισμούς – καλύπτεται η μη τήρηση του δικαιώματος ακρόασης.
Σε διαφορετική περίπτωση, ο σχετικός λόγος ακύρωσης θεωρείται απαράδεκτος.

Εφαρμογή Δικαιώματος
Το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης, εφαρμόζεται όταν υπάρχει υποκειμενική
συμπεριφορά του διοικούμενου που θίγεται ώστε να δοθούν από αυτόν εξηγήσεις.
Σε περίπτωση λήψης απόφασης (και έκδοσης πράξης) με βάση αντικειμενικά
κριτήρια , δεν εφαρμόζεται το δικαίωμα.
Πολλές φορές οι υποκειμενικές και αντικειμενικές συμπεριφορές συγκλίνουν. Η
διάκριση, λοιπόν, κάποιες φορές είναι δύσκολη για την εφαρμογή της
προηγούμενης ακρόασης ή μη.
Νομολογιακά , τόσο από το ΣτΕ όσο και το Ελεγκτικό Συνέδριο, έχει διευρυνθεί σε
αρκετές περιπτώσεις. Τόσο σε περιβαλλοντικά ζητήματα, ή σε φορολογικά έχουν
δεχθεί τα Ανώτατα Δικαστήρια το ότι είναι νομικά ορθότερη η εφαρμογή του
δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης με σκοπό την αποτελεσματικότερη
προστασία του διοικούμενου από την δράση της διοίκησης και την πληρέστερη
ενημέρωση αυτής σχετικά με συγκεκριμένα ζητήματα.

You might also like