λεξιλόγιο θουκυδίδη

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 6

1

Λεξιλόγιο Θουκυδίδη
Α΄Λυκείου

ἐσπλέω=μπαίνω στο λιμάνι,σ’εναν κόλπο ἔγκλημα=κατηγορία

προσοικῶ=κατοικώ κοντά,γειτονεύω οἰκήτωρ=ο άποικος

κατακαλῶ=προσκαλώ δέος=ο φόβος

συνοικίζω=συμμετέχω στην ίδρυση πόλης περαιοῦμαι=μεταβαίνω,περνώ

τά τελευταῖα=τον τελευταίο καιρό(επιρρηματική χαλεπαίνω=δυσανασχετώ,δυσαρεστούμαι


αιτιατική του χρόνου)

δῆμος=οι δημοκρατικοί φεύγω=εξορίζομαι(πολιτικός


όρος),κατηγοροῦμαι(δικανικός όρος)

οἱ δυνατοί=οι αριστοκρατικοί,οι ολιγαρχικοί ἡ ἐπήρεια=περιφρόνηση,ύβρις

ἐπέρχομαι,ἔπειμι=επιτίθεμαι ἐπηρεάζω=συμπεριφέρομαι περιφρονητικά

λῄζομαι=λεηλατώ,ληστεύω προΐσχομαι=προφασίζομαι( πρόσχημα)

περιορῶ+κατηγ.μτχ.=αδιαφορώ που... προσκαθέζομαι=πολιορκώ

καταλύω πόλεμον=σταματώ τον πόλεμο προαγορεύω=διακηρύττω εκ των προτέρων

τιμωρία=βοήθεια(από το τιμωρῶ+δοτ.=βοηθώ) ἀπαθής=ατιμώρητος/χωρίς αισθήματα

ἐν ἀπόρῳ ή ἐν ἀπορίᾳ εἰμί ή ἔχομαι=βρίσκομαι σε παραυτίκα=αμέσως


αδιέξοδο

ἀναιρῶ(για θεό)=χρησμοδοτώ,απαντώ με χρησμό συμπλέω=πλέω μαζί με κάποιον,παίρνω μέρος σε


ναυτική εκστρατεία

ἐπαμύνω=σπεύδω να βοηθήσω συμπροπέμπω=συνοδεύω με πλοία κάποια


αποστολή

χρηστήριον=χρησμός μέτειμι τινός=συμμετέχω σε κάτι

προέχω+δοτ.της αναφοράς=υπερέχω ως προς.. άντιποιοῦμαι=προβάλλω δικαιώματα,διεκδικώ

προκατάρχομαι+γεν.=ξεκινώ δίκας δίδωμι=δικάζομαι,δίκην δίδωμι=τιμωρούμαι

κλέος=η δόξα συμβαίνω=συμφωνώ,συμβιβάζομαι( σύμβασις)

ἐξαρτύω=ετοιμάζω,οργανώνω ἐπιτρέπω+δοτ.=δίνω το δικαίωμα σε κάποιον


2

σπονδαί=ανακωχή των εχθροπραξιών εἰς ἀντιλογίαν ἔρχομαι=μιλώ εναντίον κάποιου

ἀκάτιον=μικρό πλοίο,βαρκούλα μεταγιγνώσκω=μετανοώ

ἀπαγορεύω+απαρφ.=απαγορεύω ἐπιμαχία=αμυντική συμμαχία

ζευγνύω=δένω προΐεμαι=αφήνω,εγκαταλείπω

πλώιμος=κατάλληλος για ταξίδι ὅτι μἀλιστα=όσο το δυνατόν περισσότερο

ἀντανάγομαι=ανοίγομαι στο πέλαγος προς καθίσταμαι εἰς πόλεμον=μπαίνω στον πόλεμο


συνάντηση των εχθρικών πλοίων

ὁ ἔπηλυς=ο ξένος,μη αυτόχθων στασιάζω=βρίσκομαι σε εμφύλια διαμάχη

ἀποδίδομαι=πουλώ ἀφίεμαι=απελευθερώνω

δέω-ῶ=φυλακίζω. τῷ λόγῳ=φαινομενικά

τροπαῖον=σύμβολο,μνημείο νίκης τῷ ἔργῳ=στην πραγματικότητα

ἡττ(σσ)άομαι-ῶμαι=νικιέμαι διεγγυῶμαι=τελώ υπό εγγύηση

ἐπ’οἴκου=προς την πατρίδα προσποιῶ=φέρνω με το μέρος μου

τέμνω+γεν.=κόβω τμήμα της , του... ἀφικνοῦμαι=φθάνω

ἐμπίμπρημι=καίω ἐθελοπρόξενος=εθελοντής πρόξενος

πονῶ=υποφέρω,κοπιάζω προΐσταμαι του δήμου=είμαι αρχηγός των


δημοκρατικών

ἀντιστρατοπεδεύομαι=στρατοπεδεύω ὑπάγω εἰς δίκην=οδηγώ στο δικαστήριο


απέναντι.Το ίδιο ακι το ρήμα ἀντικαθέζομαι ή
ἀντικάθημαι.

στόλος=εξοπλισμός,προετοιμασία,εκστρατεία,ταξί καταδουλῶ=υποδουλώνω
δι,αποστολή,συνοδεία,ναυτική δύναμη.

ἀγείρω=συναθροίζω ἀποφεύγω=αθωώνομαι(δικανικός όρος).στη


δικανική γλώσσα ο κατήγορος λέγεται ​διώκων​,ο
κατηγορούμενος ​φεύγων​,ο καταδικασθείς
​ ποφεύγει.
ἁλίσκεται και αυτός που αθωώνεται ἀ

ὁ ἐρέτης=ο κωπηλάτης ἀνθυπάγω=κάνω αντιμήνυση

ἔνσπονδος=ο σύμμαχος τό τέμενος=τμήμα γης αφιερωμένο σε κάποιον


θεό,ιερό έδαφος

πρεσβεύομαι=διαπραγματεύομαι,αποστέλ- ζημία=πρόστιμο,τιμωρία
λομαι ως πρεσβευτής

προσγίγνομαι=προστίθεμαι ὀφλισκάνω=καταδικάζομαι να πληρώσω πρόστιμο


3

τίθημι πολέμον=διεξάγω πόλεμον πυνθάνομαι=πληροφορούμαι

καθίσταται ἡ ἐκκλησία=καλείται σε συνεδρίαση η ἀναπείθω=μεταπείθω


εκκλησία του Δήμου

ἐξαπιναίως=ξαφνικά,αιφνιδιαστικά συνίσταμαι=συνωμοτώ( όταν πρόκειται για


πραξικοπήματα)

κτείνω=φονεύω τροπή=υποχώρηση,φυγή

ἰδιώτης=απλός πολίτης,χωρίς αξίωμα δείδω=φοβούμαι

δράω-ῶ=ενεργώ,πράττω οἱ ὀλίγοι=οι ολιγαρχικοί

τό λοιπόν=στο εξής οἱ πολλοί=οι δημοκρατικοί(ὁ δῆμος,τό πλῆθος)

ἡσυχάζω=μένω ουδέτερος αὐτοβοεί=με αιφνιδιαστική έφοδο

ἐπικυρόω-ῶ=επικυρώνω νεώρειον=ναύσταθμος

διδάσκω=εξηγώ συνοικία=πολυκατοικία

τό ἀνεπιτήδειον=η εχθρική ενέργεια ἐπίφορος=με συγκεκριμένη φορά

νεωτερίζω=υποκινώ στάση,επαναστατώ ἐν φυλακῇ είμί=είμαι σε επιφυλακή

οἱ ἔχοντες τά πράγματα=οι κύριοι της πολιτικής ὑπεξανάγομαι=ανοίγομαι με προφυλάξεις στο


κατάστασης πέλαγος

συλλέγομαι=συγκεντρώνομαι,συναθροίζομαι λανθάνω=διαφεύγω την προσοχή

ἱδρύομαι=εγκαθίσταμαι διακομίζομαι=μεταφέρομαι,περνώ

ἀκροβολίζομαι=αψιμαχώ,κάνω μικροεπιθέσεις ἡ ἐπιγιγνομένη ἡμέρα=η επόμενη ημέρα

περιπέμπω=στέλνω παντού συγχωρῶ=δοτ.=συμβιβάζομαι

παρακαλῶ=προσκαλώ αἴτιος=ο υπαίτιος

ὑπισχνοῦμαι=υπόσχομαι καταλείπω=αφήνω πίσω

παραγίγνομαι=βοηθώ,συμπαρίσταμαι πληρόω-ῶ=επανδρώνω τα πλοία με πληρώματα

ἐπίκουροι=μισθοφόροι παραμυθοῦμαι=παρηγορώ,ησυχάζω

οἰκέτης=ο δούλος ἐπιτυγχάνω+δοτ.=συναντώ

ἱκέτης=αυτός που παρακαλεί για κάτι νεωτερίζω=επιχειρώ πολιτικές μεταβολές

συνεπιλαμβάνομαι+δοτ.=βοηθώ,στηρίζω τά ἐπιτήδεια=τα τρόφιμα

διαπέμπομαι=στέλνομαι τελευτῶ=τελειώνω

διακομιδή=διαπεραίωση,μεταφορά δέδοικα=φοβούμαι
4

πλοῦς=θαλάσσιο ταξίδι κρατέω-ῶ=νικώ,επικρατώ

παραινῶ=προτρέπω,συμβουλεύω ἀναλαμβάνω=παίρνω πίσω,επανακτώ

ἐπιγίγνομαι=ακολουθώ ἀποβαίνω=καταλήγω,αποβιβάζομαι

ὁ ,ἡ σποράς(-άδος)=διασκορπισμένος πορθέω-ῶ=ερημώνω,λεηλατώ,καταστρέφω

αὐτομολῶ=λιποτακτώ περιδεής=περίφοβος,τομοκρατημένος

ὁ ἐμπλέων=ο επιβάτης προσδέχομαι=περιμένω

καταδύω=καταβυθίζω δῃόω-ῶ=λεηλατώ,ερημώνω

θορυβῶ=δημιουργώ σε κάποιον ταραχή φρυκτωρέω-ῶ=αναγγέλλω με πυρσούς

ἐπιβοηθῶ=σπεύδω να βοηθήσω ὑπερφέρω=μεταφέρω κάτι πάνω από ένα σημείο

πρύμναν κρούομαι=οπισθοδρομώ ἀποκομίζομαι=αποσύρομαι,αποχωρώ,


απομακρύνομαι

προκαταφεύγω=διαφεύγω εκ των προτέρων για αἰσθάνομαι=αντιλαμβάνομαι,εννοώ


ασφάλεια

σχολῇ=αργά,με βραδύτητα περικομίζομαι=περιφέρομαι

ἐκβιβάζω=αποβιβάζω από το πλοίο δίκην ὑπέχω=δικάζομαι

ἀποχρῶμαι+αιτ.=σκοτώνω,φονεύω ἀπάγχομαι=απαγχονίζομαι

ἀναγωγή=αναχώρηση,απόπλους ἀναλοῦμαι=τερματίζω τη ζωή μου

ἡ ὁλκάς=φορτηγό πλοίο ἐπιφέρω+δοτ.=κατηγορώ κάποιον

πλοῖον=εμπορικό πλοίο αἰτία=κατηγορία

παρασκευή=πολεμική προετοιμασία,υπηρεσίες φιλῶ+απαρφ.=συνηθίζω να...


εφοδιασμού

συνέπομαι+δοτ.=ακολουθώ ἀποσπῶμαι=απομακρύνομαι

ὅμιλος=το πλήθος περιοικοδομοῦμαι=περιτειχίζομαι,περικλεί-


ομαι από τείχος

ἐπιχώριος=ο ντόπιος,αυτόχθων ἄπιστος=απίστευτος

εἰσέρχεταί μοι=μου έρχεται στον νου πολυτελής=πολυδάπανος

ἀξιόχρεως=μεγαλεπήβολος,αξιόλογος εὐπρεπής=λαμπρός

ἀντιβολία=παράκληση,δέηση,ικεσία ἐκπονοῦμαι=εξοπλίζομαι

ὀλοφυρμός=θρήνος ἐπιφορά=επίδομα,επιμίσθιο
5

ἐς ἀπορίαν καθίσταμαι=έρχομαι σε αμηχανία τό ταχυναυτεῖν=η ταχύτητα του πλοίου

ἐπιβοῶμαι=φωνάζω μεγαλόφωνα ἐκκρίνω=επιλέγω

σύσκηνος=σύντροφος στην ίδια σκηνή τά περί τό σῶμα σκεύη=η ατομική εξάρτυση

ἐκκρεμάννυμαι=πιάνομαι από κάποιον μεγάλη σπουδή=ο μεγάλος ζήλος

ἐπιθειασμός=επίκληση των θεών ἔρις=η διαμάχη( τήν ἔριν,ὦ ἔρι)

ἀφορμῶμαι=ξεκινώ,αναχωρώ δημοσία ἀνάλωσις=δημόσια δαπάνη

κατάμεμψις=κατηγορία, μομφή ἰδία ἀνάλωσις=ιδιωτική δαπάνη

ἔοικα+δοτ.=μοιάζω προτελῶ=δαπανώ εκ των προτέρων

ὑποφεύγω=ξεφεύγω,διαφεύγω,φεύγω κρυφά περιβόητος=διάσημος,ονομαστός,φημισμένος

παρά τό εἰωθός=αντίθετα με τη συνήθεια κεράννυμι=αναμειγνύω

παραχρῆμα=τώρα τό ἔκπωμα=το ποτήρι,το κύπελλο

αἰκία=εξαθλίωση,δυστυχία ἐπί κέρως=σε μονή παράταξη

ἰσομοιρία=ίσο μερίδιο,ίση συμμετοχή ἐπείγομαι=βιάζομαι

κούφισις=ανακούφιση ἀπόλειψις=εγκατάλειψη

αὔχημα=καύχημα ἀλγεινός=οδυνηρός,λυπηρός

τό διάφορον=η μεταβολή μιας κατάστασης οἱ ἐπιτήδειοι=οι στενοί φίλοι

ἐπιφήμισμα=κακός οιωνός διαιτῶμαι=τηρώ,ζω κατά συγκεκριμένο τρόπο

ναυβάτης=οπλίτης σε πλοίο ἀνεπίφθονος=άμεμπτος

οἰστός=υποφερτός λωφάω-ῶ=παύομαι,λήγω,κοπάζω( λούφα)

ἀθυμέω-ῶ=είμαι βαρύθυμος,αποκαρδιωμένος ἀποχρώντως=αρκετά,ικανοποιητικά

ἐπιπάρειμι=διέρχομαι τις τάξεις του στρατού καταπλήσσ(ττ)ομαι=πανικοβάλλομαι

γεγωνίσκω=φωνάζω δυνατά ἄγαν=υπερβολικά

καταμέμφομαι=κατηγορώ,ψέγω ἐξανίστημι+αιτ.=διώχνω κάποιον

προφέρω=υπερτερώ,προέχω ὁ εὔτακτος=ο πειθαρχημένος

αἰωροῦμαι=είμαι εκτεθειμένος τό τε ξύμπαν=γενικά,με λίγα λόγια

μαλακίζομαι=δείχνω δειλία,αδυναμία χρῶμαι+δοτ.=μεταχειρίζομαι


6

ἐφοράω-ῶ=ξαναβλέπω,επιβλέπω διαδιδράσκω=δραπετεύω,διαφεύγω

πρόσκειμαι=είμαι κοντά σε κάτι,κάποιον τά σκῦλα=τα λάφυρα

πανταχόθεν=από παντού λιθοτομία=λατομείο

κατακοντίζω=ρίχνω ακόντια εναντίον κάποιου τήρησις=φρούρηση,φύλαξη

ἐσπίπτω=πέφτω μέσα σε κάτι ἀντιστράτηγος=ο αντίπαλος στρατηγός

κόσμος=τάξη,ευταξία,πειθαρχία ἐπιτήδειος=φιλικός,αγαπητός

ἐπίκειμαι=επιτίθεμαι εὐπραγία=ευτυχία,ευημερία

ἐμπαλάσσομαι=μπλέκομαι ἐπιτήδευσις=τρόπος συμπεριφοράς

ἐπικαταβαίνω=κατεβαίνω προς κάποιο μέρος τό πνῖγος=πνιγηρός καύσωνας

πηλός=ο βόρβορος,η λάσπη μετοπωρινός=φθινοπωρινός

περιμάχητος=περιζήτητος συννέω=στοιβάζω,συσσωρεύω

κοτύλη=μικρό ποτήρι,μονάδα μέτρησης υγρών

ἐπιγίγνομαι=συμβαίνω επιπλέον

ἀπονοστέω-ῶ=επιστρέφω στην πατρίδα μου

You might also like