Professional Documents
Culture Documents
ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ (ΦΤΙΑΓΜΕΝΟ)
ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ (ΦΤΙΑΓΜΕΝΟ)
ΖΩΡΖ ΦΕΥΝΤΩ
ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ
Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
ΠΡΟΣΩΠΑ:
ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ
Σκηνικό : Το σπίτι του κου και της κας Περλέ. Ο Περλέ είναι με την πλάτη στο κοινό, μπροστά σε ένα σχεδιαστήριο
και σιγοτραγουδάει. Είναι εργολάβος. Τραγουδάει χαρωπά.
ΠΕΡΛΕ: Ο Μάιος μας έφθασε, εμπρός βήμα ταχύ... Να τον προϋπαντήσουμε παιδιά στην εξοχή.. (Μπαίνει η κα
Περλέ κρατώντας δύο υφάσματα στο χέρι. Πολύ αυταρχικά)
Κα ΠΕΡΛΕ: Περλέ !!
Κα ΠΕΡΛΕ: Καλά δεν μπορείτε να σταματήσετε την δουλειά σας όταν σας ομιλώ;
ΠΕΡΛΕ: Μα αγάπη μου έχω μια πολύ σημαντική δουλειά.... Πρόκειται για την βίλα που χτίζουμε με τον
αγαπητό μας φίλο και αρχιτέκτονα Μπαγιατέ.
Κα ΠΕΡΛΕ: (Ακουμπώντας τα υφάσματα στον ώμο του και πάνω της διστάζει) Ποιο από τα υφάσματα να διαλέξω;
Κα ΠΕΡΛΕ : Γιατί δεν έχετε γούστο. Διαλέγω πάντα το αντίθετο και έτσι σιγουρεύομαι για το σωστό της επιλογής
μου.
ΠΕΡΛΕ : Ευχαρίστως Αγγελική μου. (Η κα Περλέ βγαίνει βγάζοντας του συγχρόνως την γλώσσα). Και να σκεφτείς
πως αυτό το έκτρωμα της φύσεως το παντρεύτηκα από έρωτα !! Παρόλες τις αντιρρήσεις της
οικογένειάς μου. (Ξαναγυρνάει στο σχεδιαστήριο του)... Βέβαια εδώ που τα λέμε έχουν περάσει 10
χρόνια από τότε. Αν μπορούσε να δει κανείς την γυναίκα του 10 χρόνια μετά δεν θα την παντρευόταν
10 χρόνια πριν. (Πάει προς το παράθυρο)... Χάλασε ο καιρός συννέφιασε. Μάλλον θα βρέξει. (Χτυπάει
η πόρτα. Πάει και ανοίγει)... Ααα! Η κυρία Μπαγιατέ.
~3~
ΠΕΡΛΕ : (Χαριτωμένα) Αυτά είναι τα προνόμια των γειτόνων. Όταν δυο φίλοι και συνεργάτες μένουν δίπλα -
δίπλα, τι πιο φυσικό από μια τέτοια υποδοχή.
ΠΕΡΛΕ : (Της πιάνει τα χέρια και την κοιτάει στα μάτια) Τι έχετε;
ΜΑΡΣΕΛ : Όχι δεν είναι τίποτα. Τα συνηθισμένα. Τσακώθηκα με τον άντρα μου.
ΜΑΡΣΕΛ : Ο Μπαγιατέ να επιτεθεί; Που τέτοια τύχη. Δεν θέλω να μιλάμε γι αυτό. Εκνευρίζομαι φοβερά. Πάω να
δω την γυναίκα σας.
ΠΕΡΛΕ : (Δείχνοντας της) Από δω. Από δω. Εγώ πάντως του Μπαγιατέ θα του τα ψάλλω να το ξέρετε.
ΜΑΡΣΕΛ : Αχ, όχι σας παρακαλώ μην του πείτε λέξη. Άλλωστε δεν υπάρχει καμιά ελπίδα. Δεν περιμένω τίποτε
από τον άνδρα μου. (Βγαίνει προς το δωμάτιο που είναι η κα Περλέ).
Μόλις φύγει η Μαρσέλ ο Περλέ πάει στο δωμάτιο του βγάζει την ρόμπα και βάζει το σακάκι του. Έρχεται πάλι στο
γραφείο του μόνος του - αναστατωμένος και ονειροπολώντας)
ΠΕΡΛΕ: Αχ, αχ, αχ, Τι γυναίκα Παναγία μου... Τι γυναίκα... Όχι σαν την δικιά μου που με κατηγορεί και από
πάνω για ψυχρότητα. Αν και μαζί της βέβαια το παραδέχομαι είμαι ψυχρός. Για εμφανέστατους
λόγους. Για ξαπλώστε με όμως σε ένα κρεβάτι εκ παραλλήλου με την Μαρσέλ και βλέπουμε. Τι να
κάνουμε όμως η Μαρσέλ πήγε και παντρεύτηκε αυτόν τον λαπά. (Απευθύνεται στο κοινό) Ναι αυτό
μπορώ να σας το πω, γιατί είναι πολύ στενός μου φίλος. Και αν δεν μπορείς να πεις τον πιο στενό σου
φίλο λαπά, τότε γιατί να τον έχεις φίλο; (Ξαναγυρίζει στην δουλειά του).. Τι διάολο έχει χώσει σε αυτό
το σχέδιο αυτός ο Μπαγιατέ; Αυτοί παιδί μου είναι οι αρχιτέκτονες, θεωρία και πάλι θεωρία. Ενώ εμείς
οι εργολάβοι άλλο πράγμα. Έχουμε στο νου μας και την πρακτική. Πάντως η γυναίκα του είναι κούκλα,
αυτό έχω να πω εγώ. Είναι κούκλα.
(Ανοίγει η εξώπορτα και μπαίνει ο Μπαγιατέ. Είναι εκνευρισμένος, αμέσως πάει πάνω από το γραφείο του Περλέ.)
ΠΕΡΛΕ : Αντιθέτως σε περίμενα πως και πως. Δεν μου λες τι έχεις χώσει σε αυτό το καταραμένο το σχέδιο;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Τι;
ΠΕΡΛΕ : Είσαι τρελός; Θέλεις να τοποθετήσω για την στήριξη ολόκληρου αυτού του οικοδομήματος μια πέτρα
πελεκητή;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Σιγά το οικοδόμημα, μια βιλίτσα είναι. Γιατί δηλαδή εσύ τι θα έβαζες;
~4~
ΠΕΡΛΕ : Ξέρω κι εγώ, κάτι σε χαλίκι !! Ορίστε! Αρχιτέκτονας σου λέει. Κάτσε να μην υπήρχαμε εμείς οι
δοξασμένοι εργολάβοι.... Αχ.!!
ΠΕΡΛΕ : Ναι. (Με ενδιαφέρον δήθεν μου) Δεν μου λες τι τις έκανες πάλι;
ΠΕΡΛΕ : Λέξη δεν είπε, αλλά δεν χρειαζότανε. Και μόνο να την δεις καταλαβαίνεις.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: Σε παρακαλώ ας μην μιλάμε για την γυναίκα μου. Έχει γίνει ανυπόφορη και να πεις ότι την κερατώνω;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Λέει ότι δεν την κάνω ευτυχισμένη. Βρίσκει πως δεν είμαι τρυφερός μαζί της.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Ξέρεις κανέναν που να είναι τρυφερός με την γυναίκα του; Εσύ με την δικιά σου είσαι;
ΠΕΡΛΕ : Εγώ; Άλλο εγώ!! Εγώ μετά από 10 χρόνια γάμου καλά κρασιά!!
ΠΕΡΛΕ : Ναι για τα κρασιά, όχι για τις γυναίκες. Άσε που η δικιά μου δεν είναι κρασί, είναι ξύδι.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Γελάει) Ναι. Όχι!! Αυτό δεν μπορώ να το πω για την δικιά μου. Αλλά και πάλι μετά από 5 χρόνια
γάμου να πρέπει να εκτελείς όλες τις συζυγικές σου υποχρεώσεις. Απαπαπα. Εγώ χαίρεται. Γι αυτό
παντρεύτηκα ; Χίλιες φορές να είχα ερωμένη. (Ανάβει τσιγάρο)
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Όχι , αλλά καταλαβαίνεις… Δουλεύω όλη την ημέρα, στις οικοδομές, ανεβοκατεβαίνω σκαλωσιές,
γυρνάω στο σπίτι το βράδυ ένα ερείπιο, βλέπω το κρεβάτι, πέφτω κοιμάμαι. Ε, αυτό η γυναίκα μου
δεν το ανέχεται. Το θεωρεί έλλειψη τακτ.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Τι τα θες. Εγώ δεν είμαι εραστής, ούτε και υπήρξα ποτέ. Γι αυτό και παντρεύτηκα άλλωστε. Δεν
είχα το ταμπεραμέντο.
ΠΕΡΛΕ : Μάλιστα. (Σηκώνεται και έρχεται μπροστά από το γραφείο του) Διότι δεν με ξέρεις καλά εμένα.
Είμαι λάβρος. Υπάρχει μέσα μου μια λάβα εν αναβρασμώ. Μόνο ο κρατήρας μου λείπει.
ΠΕΡΛΕ : Εμ. Βλέπεις, όταν σε ένα ηφαίστειο λείπει η λάβα δεν είναι ηφαίστειο. Είναι 'ένα βουνό με τρύπα.
Μια τρύπα στο βουνό.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Δεν αλλάζουμε κουβέντα; Για πες μου θέλω μια χάρη. Μήπως θα μπορούσες να μου δανείσεις την
υπηρεσία σου;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Δεν πρόκειται για μένα. Πρόκειται για τον ανιψιό μου τον Μαξίμ. Πρέπει να πάει στο Λύκειο
Στανισλάς.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Δεν προλαβαίνω. Και την νύχτα επίσης θα κοιμηθώ στην πόλη.
ΠΕΡΛΕ : Αχάα….
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Όπως τ ακούς. Πρέπει να διανυκτερεύσω σε ένα φριχτό ξενοδοχείο για το οποίο λένε ότι είναι
στοιχειωμένο. Στοιχειωμένο από θορυβοποιά πνεύματα.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: Η προσωπική μου άποψη είναι πω όλοι αυτοί οι θόρυβοι και οι κρότοι προέρχονται από τις
υδραυλικές εγκαταστάσεις.
ΠΕΡΛΕ : Προφανώς.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: Το θέμα είναι ότι ο ενοικιαστής ζητάει να ακυρώσει το συμβόλαιο, ο ιδιοκτήτης αντιδρά, και αφού
το δικαστήριο με υπέδειξε ως τον πλέον ενδεδειγμένο ειδήμονα, είμαι τώρα εγώ υποχρεωμένος να
πάω να κοιμηθώ το βράδυ εκεί για να το πιστοποιήσω. (Σηκώνεται να φύγει)
ΠΕΡΛΕ : Να σου πω, νομίζω πως αυτή η διανυκτέρευση θα δυσκολέψει την κατάσταση όσον αφορά την
γυναίκα σου.
ΠΕΡΛΕ : Δεν στο εύχομαι αλλά αν η γυναίκα σου βρει αντικαταστάτη η αιτία θα είσαι εσύ.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Ειρωνικά) Η γυναίκα μου να με απατήσει; Εμένα; Και πρώτα - πρώτα που θα τον βρει τον εραστή;
ΠΕΡΛΕ : Όχι γιατί αν η γυναίκα σου σε απατήσει, εγώ θα γίνω άνω κάτω. (μόνος του) και ειδικά αν σε
απατήσει μαζί μου !! (Μπαίνει ο Μαξίμ με ένα βιβλίο στην μασχάλη και η Βικτουάρ)
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Κύριε.
~6~
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Η κυρία.
ΠΕΡΛΕ : Ναι;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Διότι επειδή κάνει την πρόβα με την μοδίστρα, θέλει και την γνώμη του κυρίου. Η κυρία...
ΠΕΡΛΕ : (Στον Μπαγιατέ) Πως μου σπάει τα νεύρα. (Στην Βικτουάρ) Τι να την κάνει την γνώμη μου; Αφού
πάντα κάνει το αντίθετο. Τέλος πάντων πάω (πηγαίνει προς την πόρτα).
ΜΑΞΙΜ: Θείε μου κοιτάω μήπως βρω το βιβλίο που ξέχασα εδώ προχθές.
ΠΕΡΛΕ: Βικτουάρ, βρήκατε εσείς εδώ ένα φιλοσοφικό δοκίμιο του... Ριγέ;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ: Ριγέ ;
ΠΕΡΛΕ : Ε, ωραία, καρό. Σιγά την διαφορά. Τι Ριγέ, τι καρό. Το ίδιο κάνει.
ΠΕΡΛΕ : Α, Βικτουάρ, θα πρέπει να συνοδέψετε απόψε το βράδυ τον Μαξίμ στο κολέγιο Στανισλάς.
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Άκουσα κύριε. (Πάει στο τραπέζι και τακτοποιεί τα χαρτιά του Περλέ).
ΠΕΡΛΕ : Εδώ είμαι. (Στον Μπαγιατέ). Πάμε να δεις την γυναίκα μου σε πρόβα. Έλα θα σου μείνει αξέχαστη.
~7~
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Ε, τότε πάμε (Βγαίνουν. Η Βικτουάρ και ο Μαξίμ. Ο Μαξίμ διαβάζει στο σκαμνί. Η Βικτουάρ
ξεσκονίζει το γραφείο.)
ΜΑΞΙΜ : (Διαβάζοντας) " ... Ο έρωτας είναι ένα αίσθημα ψυχής που προκαλείται από την κίνηση των σκοτεινών
ενστίκτων καθώς την καλούν να παραδοθεί εθελοντικά στα αντικείμενα που της ταιριάζουν". Πόσο
δίκιο έχει αυτό είναι. Αυτό ακριβώς.
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Τον πλησιάζει σκύβοντας στο τραπέζι) Και λοιπόν κύριε Μαξίμ;
ΜΑΞΙΜ : Ορίστε;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Τι κάνετε;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ: Ελάτε καλέ τώρα. Σε αυτή την στάση; (Μόνη της) δεν είναι κακός ο μικρός. Γλυκούλη τον βρίσκω. (Τον
πλησιάζει πάλι). Με την άδεια σας κύριε Μαξίμ, μπορώ να σας βοηθήσω στην μελέτη σας;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Τρέχοντας στον Μαξίμ) Λοιπόν δεν θέλετε να σας βοηθήσω; (Τον χαϊδεύει)
ΜΑΞΙΜ : Δεν εννοώ αυτό. Εννοώ με γαργαλάτε. (μονολογώντας) Τι θέλει αυτή η γυναίκα τέλος πάντων από μένα ;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ: Δεν το βρίσκω καθόλου ευγενικό που με αποφεύγετε (του ανακατεύει τα μαλλιά και τον γαργαλάει
ταυτόχρονα) Γούτσου.... Γούτσου.... Γούτσου !!!
ΒΙΚΤΟΥΑΡ: Μάλιστα κύριε Μαξίμ μου. Κύριε Μαξίμ , σας έχουν πει ποτέ πως είσαστε ωραίο αγόρι;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Ναι;
ΜΑΞΙΜ : Ναι. Ένας φωτογράφος. Του είχα παραγγείλει 10 φωτογραφίες και μου λέει: "Είστε τόσο ωραίο αγόρι,
γιατί δεν παίρνετε 30; και πήρα 30.
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Α!! (Παύση). Δεν σας το είπε γυναίκα δηλαδή. (Του ξαναχαιδεύει τα μαλλιά)
ΜΑΞΙΜ : Όχι. (Ξαναδιαβάζει) ... Την θεωρεί σαν προέκταση του ίδιου του του εαυτού και επιθυμεί διακαώς το
καλό τους. (Ξαφνιάζεται που η Βικτουάρ δεν τον χαϊδεύει).
ΜΑΞΙΜ : (Ξαναρχίζει) Και μάλιστα με περισσότερη φροντίδα γιατί πιστεύει ότι αυτός και τα τέκνα του ανήκουν
στην ίδια ολότητα.
ΜΑΞΙΜ : (Στον καναπέ) Φοβάμαι δεσποινίς πως δεν έχει απάντηση σε αυτό το θέμα.
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Ε, τότε δεν τον κλείνουμε; (του κλείνει το βιβλίο). Μα είναι δυνατόν ένα νέο και όμορφο αγόρι σαν κι
εσάς να μαθαίνει τον έρωτα μέσα από τα βιβλία; Είναι σαν αυτούς που μαθαίνουν κολύμπι στην
ξαπλώστρα. Και μόλις τους βγάλεις στο νερό, βγάζουν μπουρμπουλήθρες. Λοιπόν τέρμα οι φυλλάδες.
(Παίρνει το βιβλίο και κάθεται δίπλα του)
ΜΑΞΙΜ : Τι έπαθε;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Τον πιάνει από τους ώμους) Κοίτα το καλέ κοίτα το. (Τον πιάνει από τους ώμους, τον σηκώνει και
του βγάζει τα γυαλιά). Τι ντύσιμο είναι αυτό, κοίτα χάλια... (του φτιάχνει τα ρούχα) Κοίτα γυαλιά
ντεμοντέ (του τα βγάζει). Έτσι δηλαδή δεν βλέπετε;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Πίσω από τον καναπέ) Και αυτό το χτένισμα (του ανακατεύει τα μαλλιά) πάλι, είναι της ηλικίας σας
τώρα; Επιτρέπεται όταν η φύση σας έχει προικίσει με αυτό το ... τέλος πάντων κορμί... εσείς να το
ασχημαίνετε τοιουτοτρόπως;... Όχι επιτρέπεται;;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Τον σφίγγει στο στήθος της) Γούτσου, γούτσου, γούτσου, γούτσου....
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Άστο καλό σας !!! (Μόνη της). Όρμα Βικτουάρ όρμα ! (του δείχνει ένα καθρέφτη) Για κοιταχτείτε
στον καθρέφτη... δεν σας βρίσκεται ωραιότερο;
ΜΑΞΙΜ: (Ξαναβάζει τα γυαλιά στρώνει τα μαλλιά) Δεν υπάρχει συζήτηση. Είμαι πολύ καλύτερος. (Ξαναβάζει
τα γυαλιά του και ξαναδιαβάζει).. Γιατί αυτός και τα τέκνα του ανήκουν στην ίδια ολότητα...
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Αφήνει να πέσουν τα χέρια της από απελπισία) Τον έπιασε πάλι.
ΜΑΞΙΜ : (Συνεχίζει) " Συχνά υπερασπίζεται τα δικά τους συμφέροντα εις βάρος των δικών του..."
ΜΑΞΙΜ : Ορίστε;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Βγαίνοντας) Α, όχι δεν το πιστεύω !!! Αυτουνού, δεν τρέχει αίμα στις φλέβες του .... δεν τρέχει
τίποτα...
ΜΑΞΙΜ : (Διαβάζει) "Επίσης και η στοργή των εντίμων ανθρώπων (Ακούγεται θόρυβος. Κλείνει τα αυτιά του για
να συνεχίσει το διάβασμα)... Επίσης και η στοργή των εντίμων ανθρώπων, προς τους φίλους της είναι
αυτής της φύσεως...(μπαίνει η Μαρσέλ και κλαίγοντας πάει και κάθεται στον καναπέ δίπλα στον
Μαξίμ. Τρομάζει ο Μαξίμ. Μπαίνουν και οι ΜΠΑΓΙΑΤΕ -ΠΕΡΛΕ - Κα ΠΕΡΛΕ)
ΜΑΡΣΕΛ : Εσάς έχω που μου κάνετε την ζωή ανυπόφορη !!!
Κα ΠΕΡΛΕ : Μα τότε τι θα λέγατε αγαπητή μου , αν είσαστε παντρεμένη όπως εγώ (δείχνει υποτιμητικά τον Περλέ)
10 ολόκληρα χρόνια.
ΠΕΡΛΕ: Μιλάς και εσύ; Εσύ που σου έχω κάνει την ζωή ευτυχισμένη;
ΜΑΞΙΜ : (Σηκώνεται) Όχι, όχι, όχι,. Δεν είναι δυνατόν να διαβάσει κανείς εδώ μέσα. Εγώ φεύγω.(βγαίνει)
ΜΑΡΣΕΛ : (Κλαίγοντας) Όχι πέστε μου δηλαδή γιατί παντρεύτηκα αυτόν τον κύριο. Είναι επιτέλους συμπεριφορά
αυτή;
ΜΑΡΣΕΛ : Όχι δηλαδή τι φαντάστηκε. Ότι τον παντρεύτηκα για να του κρατώ το σπίτι; Γιατί εκτός από αυτό τι
άλλο κάνω; Με παραμελεί. Ως σύζυγο δηλαδή με παραμελεί.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Υπερβάλλει.
Κα ΠΕΡΛΕ : (Στον Μπαγιατέ) Είμαι παντρεμένη 10 χρόνια με τον Περλέ, αλλά έτσι και ποτέ διανοείτο ο άνδρας μου
να μου κάνει τον αδιάφορο.... Α, α, αυτό σας το λέω (και κάνει κίνηση ότι θα καταχερίσει τον Περλέ )
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Χαμηλά στον Περλέ) Δηλαδή τώρα εσύ τι; Κάθε βράδυ;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Στην Μαρσέλ εκνευρισμένος) Να μην πάω απόψε στο ξενοδοχείο για την πραγματογνωμοσύνη;
ΜΑΡΣΕΛ : Όοοχι. Να πάτε. Τι εκεί; Τι εδώ. Πάντα το ίσιο μακριά μου είστε.
ΜΑΡΣΕΛ : Αλλά δεν φταίει κανένας εγώ φταίω. Εγώ που σας έμεινα πιστή.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Για κάνε μου την χάρη κι εσύ σε παρακαλώ. Για σταμάτα.
~ 10 ~
ΜΑΡΣΕΛ : Προσέξτε όμως. Φοβού την μέρα που θα διανοηθώ να την ζητήσω αλλού την ευτυχία, που εσείς μου
την στερείτε.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: (Γελώντας) Τότε τι περιμένεις αγάπη μου. Πήγαινε. Βρες τον λοιπόν τον παρηγορητή σου.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: Αυτή με εξωθεί. Ας πάει λοιπόν. Αυτό θέλω κι εγώ, να βρει κάποιον, να δούμε θα την αντέξει;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Έτσι.
ΠΕΡΛΕ : (Στην πόρτα) Να το ξέρεις αυτό που κάνεις είναι μια βλακεία. Ακούς; μια βλακεία. (Ο Μπαγιατέ και η
κα Περλέ έχουν φύγει)
ΠΕΡΛΕ : Αγύριστο κεφάλι. Ε λοιπόν τόσο το χειρότερο γι αυτόν. Εμένα ένα πράγμα μου έκανε εντύπωση.
Που τον απειλήσατε ότι θα βρείτε παρηγορητή κι αυτός απάντησε άντε βρε τον. Ε, λοιπόν αν θέλετε
να δείξετε χαρακτήρα πρέπει να βρείτε παρηγορητή τώρα αμέσως! Αλλά τώρα αμέσως !! Αααα μα
πια !!
ΠΕΡΛΕ : Και μην μου πείτε που θα τον βρείτε; εδώ θα τον βρείτε. ΣΕ ΜΕΝΑ !!
ΜΑΡΣΕΛ : Σε εσάς;;
ΠΕΡΛΕ : Σ' εμένα. Διότι σας προσέβαλαν μπροστά μου. Δεν θα την αφήσω εγώ έτσι αυτή την προσβολή. Δεν
σας είπε να βρείτε εραστή; θα του κάνω εγώ το χατήρι. Θα γίνω ο εραστής σας.
ΜΑΡΣΕΛ : Εσείς;
~ 11 ~
ΠΕΡΛΕ : Ακριβώς ! Διότι εγώ δεν ανέχομαι να προσβάλλουν μια κυρία μπροστά στα μάτια μου. Μάρτυς μου ο
Θεός με βαριά καρδιά το κάνω σε ένα φίλο μου αυτό, υποφέρω φριχτά, αλλά πριν από το φίλο μιλάει
μέσα μου και η φωνή του Γάλλου Ιππότη. Και τι μου λέει αυτή η φωνή; Τι μου λέει αυτή η φωνή;
Μαρσέλ ! Μαρσέλ μου λέει, σ' αγαπώ! (και πάει να την αγκαλιάσει)
ΠΕΡΛΕ : Μαρσέλ, υπάρχουν στιγμές σε αυτή την ζωή που πρέπει κανείς το καθήκον να το κάνει πέρα !!
ΜΑΡΣΕΛ : Μπα;
ΠΕΡΛΕ : Δεν βλέπετε εμένα; εγώ δεν το θυσιάζω το καθήκον μου; δεν έχω καθήκον προς την γυναίκα μου; Κι
όμως όχι !! δεν διστάζω. Διότι υπάρχει ένα άλλο καθήκον ανώτερο του προηγουμένου.
ΜΑΡΣΕΛ : Τι;
ΠΕΡΛΕ : Μας εξύβρισαν Μαρσέλ !! Μας προσέβαλαν !! Κι όταν προσβάλλουν έναν άντρα, ξεχνάμε και γυναίκες
και παιδιά και προχωράμε.
ΜΑΡΣΕΛ: Μάλιστα.
ΠΕΡΛΕ : Τι; Διστάζετε; Μαρσέλ δεν θέλω, λιπο - λιπο - λιποψυχίες. Ας το καλό !! Δεν πιστεύω να ξεχάσατε την
προσβολή που σας έκανε μπροστά σε όλους μας ! Πέστε μου την ξεχάσατε;
ΠΕΡΛΕ : Τότε; Οι συζυγικές σας υποχρεώσεις θα μου πείτε. Τις κράτησε αυτός τις δικές του;
ΜΑΡΣΕΛ : Όχι!
ΠΕΡΛΕ : (Της πιάνει τα χέρια) Όσο σκέφτομαι ότι έχει την ωραιότερη γυναίκα του κόσμου, και την παρατάει
σε μια γωνιά έτσι εν αχρηστία... (Η Μαρσέλ κλαίει... της σκουπίζει τα μάτια)
ΠΕΡΛΕ : Άρα δεν σας αγαπά. Και γιατί δεν σας αγαπά; Γιατί δεν έχει το ταμπεραμέντο!!
ΜΑΡΣΕΛ : Από το όνομα μόνο να καταλάβεις. Μπαγιατέ. Όνομα και πράγμα. Μπαγιατέ.
ΠΕΡΛΕ : (Γονατίζει δίπλα της) Ελάτε. Ελάτε. Αφού πρέπει να πάρουμε μια εκδίκηση ας την πάρουμε. Μόνο
που την θέλω εκθαμβωτική την εκδίκησή μας. Εκθαμβωτική και τεράστια.
ΠΕΡΛΕ : (Τρυφερά στην αγκαλιά του) Θα δείτε ... Σε μένα θα δείτε έναν άλλον άνδρα. Τρυφερό , αγαπητό.
Ένα άνδρα, αντάξιο σας.
~ 12 ~
ΜΑΡΣΕΛ : (Συγκινημένη) Αχ Περλέ, μπορεί να είστε ένας εργολάβος, αλλά ξέρετε να μιλάτε στην καρδιά μιας
γυναίκας.
ΜΑΡΣΕΛ : Μόνο ο Θεός ξέρει με τι φρίκη θα σας απωθούσα αν μου μιλάγατε με αυτόν τον τρόπο μια ώρα
πριν. Και να που τώρα σας λέω. Μιλήστε Περλέ. Διατάξτε με θα υπακούσω.
ΠΕΡΛΕ : (Την αγκαλιάζει) Μαρσέλ η αγκαλιά σας είναι η χώρα των ονείρων!!
ΠΕΡΛΕ : Και η χώρα των τσιρίδων (Η Μαρσέλ του ξεφεύγει). Δεν υπάρχει καιρός για χάσιμο. Απόψε ο άνδρας
σας φεύγει. Θα βρω κι εγώ μια δικαιολογία.
ΜΑΡΣΕΛ : Που;
ΠΕΡΛΕ : Δεν ξέρω, κάπου θα βρούμε. Και τότε η εκδίκηση θα είναι όλη δική μας. Προσέξτε η γυναίκα μου...
Κα ΠΕΡΛΕ : (Μπαίνει δεξιά) Α ααα!! εδώ είσαι Περλέ. Καλός κι αυτός ο φίλος σας ο Μπαγιατέ.
ΠΕΡΛΕ : Γιατί;
Κα ΠΕΡΛΕ : Καθ' ην στιγμή εγώ ως καλή χριστιανή αλλά και ως φίλη σας αγαπητή μου Μαρσέλ προσπαθούσα
να συμβιβάσω τα ασυμβίβαστα, τι γυρνάει και μου λέει ο άντρας σας. "Δεν με παρατάτε λέω εγώ,
και εσείς και να πάτε να κοιτάξετε την δουλειά σας".
ΜΑΡΣΕΛ : Δεν με εκπλήσσει καθόλου.
Κα ΠΕΡΛΕ : (Στη Μαρσέλ) Σας λυπάμαι φίλη μου αγαπημένη με τέτοιον άνδρα που έχετε.
ΜΑΡΣΕΛ : Επίσης.
Κα ΠΕΡΛΕ : Τι εννοείτε;
Κα ΠΕΡΛΕ : Ααα, διότι εάν και ποτέ ο κος Περλέ και μόνο διανοείτο ...
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Μπαίνει με γράμματα στο χέρι) : Κυρία φέρανε ένα φόρεμα για την κυρία Μπαγιατέ.
ΜΑΡΣΕΛ : Σύμφωνοι (μόνη της). Αυτός το θέλησε. Το κρίμα στο λαιμό του. (Βγαίνει).
ΠΕΡΛΕ : Και τώρα που θα βρω μια φωλιά διακριτική και μυστηριώδη... Τι κουτός που είμαι.. .στο Χρυσό
Οδηγό.. (Χτυπά το χέρι του στο τραπέζι σε στυλ το βρήκα)
Κα ΠΕΡΛΕ : Περλέ γιατί χαστουκίζετε τα έπιπλα; (Αφού διαβάσει την αλληλογραφία της), Βικτουάρ, δεν θα φάω
σπίτι απόψε.
ΠΕΡΛΕ : (Μόνος του) Δεν θα φάει σπίτι απόψε. Αυτό μου έρχεται κουτί !! Δεν θα φας εδώ απόψε; Και που θα
φας;
Κα ΠΕΡΛΕ: Στην αδελφή μου, στην Βιλντόρ... Δεν έχει συνέλθει ακόμα... Ορίστε διάβασε κι εσύ... (Η Βικτουάρ πάει
το γράμμα στον Περλέ)... Αν χειροτερέψει θα μείνω εκεί το βράδυ. Μην ανησυχείς.
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Μάλιστα κυρία...(βγαίνει δεξιά. Ο Περλέ ξεφυλλίζει με την πλάτη γυρισμένη στην γυναίκα του το χρυσό
οδηγό)
Κα ΠΕΡΛΕ : (Που έχει ανοίξει πάλι ένα γράμμα) Ωραία, ο λογαριασμός της μοδίστρας μου.
ΠΕΡΛΕ : Μάλιστα.
ΠΕΡΛΕ : (Από μέσα του διαβάζει) Ξενοδοχείο Θερμιντόρ, Απαπαπαπα… Ξενοδοχείο του Πιγκουίνου και της
λατρεμένης γυναικός... Ε, όχι βέβαια...
~ 14 ~
ΠΕΡΛΕ : Εεε;;;
Κα ΠΕΡΛΕ : Κοίταξε τι μου στείλανε... Προσπέκτους για ξενοδοχεία... και ένα και δυο και τρία...
Κα ΠΕΡΛΕ: Άκουσε αυτό εδώ. "Εχεμύθεια, ασφάλεια, διακριτικότης, Ξενοδοχείο ο Παράδεισος, Οδός
Προβηγκίας αριθμός 220. ειδικά για παντρεμένους, κατά ζεύγος ή κατά μόνας".
Κα ΠΕΡΛΕ : Ύποπτο μου φαίνεται... Σαν τα ξενοδοχεία που βλέπουμε στα θέατρα.
ΠΕΡΛΕ : Ακριβώς (Μόνος του). Ότι πρέπει για την περίπτωσή μου. (Διαβάζει δυνατά) Δωμάτια σε όλες τις
τιμές.
Κα ΠΕΡΛΕ: Ήθελα να ήξερα για ποιαν με πέρασαν και μου στέλνουν αυτού του είδους τα προσπέκτους... όχι θα
ήθελα να ήξερα...
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Μπαίνει) Κυρία είναι ένας κύριος και ζητάει τον κύριο και την κα Περλέ.
ΠΕΡΛΕ : Από πού και ως που; Αυτός δεν μένει στην Νορμανδία; Βικτουάρ πέστου να περάσει...
Κα ΠΕΡΛΕ : Ένα λεπτό. Μάζεψε πρώτα αυτά τα χαρτιά...(τις δείχνει τα προσπέκτους για τα ξενοδοχεία και τα
χαρτιά), Γρήγορα Βικτουάρ και μάζεψε και τα ρούχα γιατί βρέχει. (Η Βικτουάρ βγαίνει)... Ο Ματίς εδώ,
τι καλός φίλος !!
ΠΕΡΛΕ: Δεν φαντάζεσαι με τι χαρά θα τον ξαναδώ !! Α, μας φιλοξένησε τόσο χαριτωμένα ...
Κα ΠΕΡΛΕ: Τόσο χαριτωμένα που θα μας είναι αδύνατον να φανούμε αντάξιοι των περιποιήσεών του. Τι μας
κοίμισε, τι μας τάισε, τι μας πότισε... και για 15 ολόκληρες μέρες ε;...
ΠΕΡΛΕ: Ναι και φερόταν με έναν τρόπο, λες και αυτός ήταν υποχρεωμένος σε εμάς.
Κα ΠΕΡΛΕ : Λες και δεν ήταν δικό του το σπίτι, αλλά δικό μας. Και τι λαμπρός ομιλητής!!
ΠΕΡΛΕ : Ε, διάολε, δικηγόρος είναι... άμα δεν είναι και λαμπρός ομιλητής...
Κα ΠΕΡΛΕ : Ω, Ματίς. Τι ευχάριστη έκπληξη. (Ο Ματίς φιλάει το χέρι της κυρίας Περλέ)
ΠΕΡΛΕ : Τι;
ΜΑΤΙΣ : Λέω, είμαι τόσο μα...μα...μα... μα-γε...με..με νος, που είμαι εδώ...
ΠΕΡΛΕ : Μα τι έπαθε;
ΠΕΡΛΕ : Διότι διακρίνω μια απειροελάχιστη δυσκολία στην έκφρασή σας, ή κάνω λάθος;
Κα ΠΕΡΛΕ : Όντως. Το καλοκαίρι αυτές τις 15 μέρες που περάσαμε μαζί δεν ... δηλαδή ποτέ... εξ αντιθέτου
μάλλον λαλίστατος θα έλεγα...
ΜΑΤΙΣ : Μα..μα. μα αυτό το καλο.. και.. .και., ρι, και τις δεκαπέντε με.. .με., μέρες ο καιρός ήταν κατά...
κατά... κατά.. .(χτυπάει το πόδι του χάμω) καταπληκτικός ....
ΜΑΤΙΣ : Στην κα.. κα..καταιγί.. δα πάλι δεν μορώ να βγάλω λε,.λε.,λέξη. Α!! Β..Β..
ΜΑΤΙΣ : Να'χω στο στόμα μου μια πεπέ.. .πε-πε.. .πε-πε... πε.. .πε..
ΠΕΡΛΕ : Πελεκητή !!
ΠΕΡΛΕ : Α, ζητάτε αναβολή για μια εβδομάδα. Δηλαδή έτσι και είναι κάπως βροχερή η χρονιά...
ΜΑΤΙΣ : Κα..κα...κάηκα !!
ΠΕΡΛΕ : (Σφίγγοντας του τα χέρια) Μα τι ευγενικό, τι ευγενικό Ματίς που δεν μας ξεχάσατε!! Με το που
ήρθατε μας επισκεφτήκατε...
ΠΕΡΛΕ : Θα μείνετε όσο θέλετε. Μια μέρα δυο μέρες, τρεις μέρες; Θα μείνετε βέβαια τρεις μέρες...
~ 17 ~
ΜΑΤΙΣ : Όχι.
ΜΑΤΙΣ : Όχι.
ΜΑΤΙΣ : Α, μπα...μπα...μπα...
Κα ΠΕΡΛΕ : Μπαμπάκια.
ΠΕΡΛΕ : Μην της δίνετε σημασία. Είμαστε πολύ ευτυχείς. Πολύ ευτυχείς. (Ο Ματίς βγάζει το παλτό του)
Κα ΠΕΡΛΕ : (Στον Περλέ) Άκου ένα μήνα !! Σαν πολύ δεν σου φαίνεται; Εδώ εμείς και μείναμε 15 μέρες.
ΠΕΡΛΕ : Ναι αλλά εμείς είμαστε 2. άρα πιάνει το ίσιο. (Στον Ματίς) Βρε το Ματίς...
ΜΑΤΙΣ : Σσσςααςς έχω όμως, όμως μια.. .μια εκ.. .εκ.. .έκπληξη.
ΠΕΡΛΕ : Πράγματι έχω δει γενναιόδωρους ανθρώπους αλλά η γενναιοδωρία η δικιά σας φτάνει σε ύψη
δυσθεώρητα και δημιουργεί ένα οικοδόμημα πολυεδρ.... Πολεπ.. πολυεδρανο...
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Κυρία είναι κάτι κοριτσάκια έξω, τα έφερε μια άμαξα και θέλουν να...
ΜΑΤΙΣ : Να.. .να... νάτες αυτές εί.. .ει..είναι. Πέστε τους να αν.. .αν.. .αν.. .ανέβουν.
ΜΑΤΙΣ : Να η έκπληξη.
~ 18 ~
ΠΕΡΛΕ : Όχι.
ΜΑΤΙΣ : Σωστά. Διότι το καλοκαίρι που ήλθατε ήμουν ακόμα εργένης. Από τότε που χάσαμε την κυρία Ματίς,
είναι οκτώ χρόνια τώρα...
ΜΑΤΙΣ : Οι κόρες μου μεγαλώνουν σε μονα..μονα...στήρι. αλλά βλέπετε τώρα το.. .το.. .το κλείσανε γιατί
πολλές κοπέλλες είχανε μαγουλά...
ΜΑΤΙΣ : ...Λάδες. Μαγουλάδες. Γι αυτό κι εγώ τις πήρα από εκεί και λέω. Ματίς, οι φίλοι σου οι Περλέ αγνοούν
την ύπαρξη αυτών των παιδιών, δεν τους κάνεις μια εκ.. .εκ.. .εκ., έκπληξη, και σας την έκανα !!
ΜΑΤΙΣ : Μπράβο. Σας έχω μιλήσει για τους φίλους μου τον κο και την κα..Πε...Πε...Πε...Πε...
Κα ΠΕΡΛΕ : Το ίδιο κάνει. Και δεν σας φαινότανε ότι είχατε τόσα πολλά, από αυτά , τα πως τα λένε ... τα
κοριτσάκια.
(Μια μικρή η Βιολέτα) : Του φίλου η φιλοξενία, είναι μεγάλη ευτυχία, του για είναι ευλογία, κι άνθη γεμίζει την
καρδία. Τα χιόνια λιώνουν στα βουνά και και το άνθος μαραζώνει, μα της φιλίας η φωτιά ποτέ δεν θα τελειώνει.
Τον σκύλο σου αν έχασες θα έβρεις άλλο σκύλο, ο φίλος αν απωλεσθεί θα βουτηχτείς στο θρήνο !!
ΠΕΡΛΕ : Είδαμε. Και τώρα τι θα τα κάνετε; θα βρείτε κανένα άλλο μοναστήρι να τα κλείσετε;
~ 19 ~
ΜΑΤΙΣ : Εδώ !!
Κα ΠΕΡΛΕ : Εδώ ;;
ΠΕΡΛΕ : Ε, καλά σας το είπα... σας είπα να έρθετε στο σπίτι μου... από ευγένεια το είπα...
ΜΑΤΙΣ : Α!!
ΠΕΡΛΕ : Πήρατε κι εσείς τα λόγια μου κατά γράμμα... Ωραία έρχεστε, εντάξει αυτό. Αλλά να μου κουβαλάτε και
ένα κάρο κόσμο ... Ε όχι...
ΠΕΡΛΕ : (Του δίνει μια φιλική παλαμιά στο στήθος) Α, σας βρίσκω καταπληκτικό, καταπληκτικό. Εδώ είναι
Παρίσι κύριε, δεν είναι επαρχία.
Κα ΠΕΡΛΕ : (Τσακώνονται κρυφά) Δικό σου είναι το λάθος. Εσύ τον κάλεσες.
ΠΕΡΛΕ : Εγώ... εσύ μου έλεγες και μου ξανάλεγες... " δεν γίνεται αλλιώς, περάσαμε στο σπίτι του 15 μέρες,
πρέπει να τον καλέσουμε..."
Κα ΠΕΡΛΕ : Εγώ το είπα έτσι... φλου. Δεν φανταζόμουνα ότι αυτός θα δεχότανε...
Κα ΠΕΡΛΕ : Ναι. Εσύ φταις διότι αν του τό ριχνες μια φορά στον αέρα έτσι και εσύ θα έκανες το πρέπον και
αυτός δεν θα ερχότανε... Αλλά όχι, εκεί εσύ... επέμενες. Τόλεγες, το ξανά λεγες... Τι να σου κάνει κι
αυτό το καημένο το πλάσμα. Αισθάνθηκε υποχρεωμένο.
ΠΕΡΛΕ : Ναι, δικαιολόγησε τον τώρα. (Στον Ματίς) Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Εσείς φταίτε που ήρθατε.
ΜΑΤΙΣ : (Σηκώνεται υποχωρητικός, χαμένος) Μάλιστα. Δηλαδή αν κα... κα... κα... κατάλαβα, εμείς να
πηγαίνουμε ε;;
ΜΑΤΙΣ : Ναι... καλά... Τότε παι... παι... παι... παιδιά μου , πάμε. Ευχαριστείστε τον κύριο και την κυρία
Πε...Πε... Πε...Περλέ, για την ευγενική υποδοχή που μας έκαναν.
ΠΕΡΛΕ : Παρακαλώ, δεν υπάρχει λόγος. (Στην Κα Περλέ). Αγγελική κοίτα αν θέλεις στην κουζίνα, αν είναι
ακόμα εκεί ο αχθοφόρος και πες του να έρθει να μαζέψει τα μπαούλα τους.
~ 20 ~
Κα ΠΕΡΛΕ : Βεβαίως πάω (Πηγαίνοντας στην κουζίνα συναντά την Μαρσέλ).Ελάτε Περάστε Μαρσέλ. Εμένα να με
συγχωρείτε.
ΠΕΡΛΕ : (Ζωηρά) Αγαπητή μου να σας συστήσω τον εξαιρετικό μου φίλο κύριο Ματίς, για τον οποίο σας έχω
ήδη μιλήσει. Και από δω οι κληρονόμες του. (Στον Ματίς) Η κα Μπαγιατέ. (Χαμηλά προς την
Μαρσέλ) Βρήκα αυτό που θέλουμε.Είσαστε αποφασισμένη;
ΜΑΤΙΣ : Και τώρα που θα πάμε εμείς με όλα αυτά τα μπαγκάζια; (κάθεται απεγνωσμένος στον καναπέ)
ΠΕΡΛΕ : (Αργά και θριαμβευτικά) Ξενοδοχείο ο Παράδεισος.!! Οδός Προβηγκίας 220 !! (Ο Ματίς σημειώνει
την διεύθυνση και το ψιθυρίζει γράφοντας)
ΜΑΤΙΣ : (Στον Περλέ) Σας ευχαριστώ πολύ και εις το επανειδείν. Ξέρετε που θα είμαστε.
ΠΕΡΛΕ : Που;
ΠΕΡΛΕ : (Σιγά- σιγά πλησιάζοντας την Μαρσέλ) Α, Μαρσέλ δεν ξέρετε πόσο ευτυχισμένος είμαι...
ΜΑΡΣΕΛ : (Εκνευρισμένη) Ναι. Μου πέταξε ένα ξερό αντίο και εξαφανίστηκε. Αλλά κι εγώ θα του δείξω.
ΠΕΡΛΕ : Α, είμαι πολύ ευτυχισμένος. Η γυναίκα μου θα πάει στην αδερφή της.
ΜΑΡΣΕΛ : (Στέλνοντας φιλί στον Περλέ). Σύμφωνοι. (Κάνει να φύγει και μπαίνει η κα Περλέ μαζί με την Βικτουάρ)
Κα ΠΕΡΛΕ : Φεύγετε;
Κα ΠΕΡΛΕ : Ε, τότε πηγαίνετε να ξεκουραστείτε φίλη μου. (Στην Βικτουάρ) Βικτουάρ αφήστε τα εκεί... (Η
Μαρσέλ φεύγει).
Κα ΠΕΡΛΕ : Το φαγητό σας. Αφού πρέπει να συνοδεύσει η Βικτουάρ τον Μαξίμ στο Στανισλάς;
ΠΕΡΛΕ : Αφού εσύ θα είσαι στην αδελφή σου, εγώ λέω να προσφέρω στον εαυτό μου την πολυτέλεια ενός
δείπνου σε ένα καλό ρεστοράν...
ΠΕΡΛΕ : Γιατί;
Κα ΠΕΡΛΕ : Γιατί είστε παντρεμένος !! και άπαξ και είστε παντρεμένος δεν θα πάτε ποτέ σε ρεστοράν χωρίς την
σύζυγο σας.
ΠΕΡΛΕ : Όχι....
Κα ΠΕΡΛΕ : Ναι, ευχαριστώ... Μόνος σας σε ρεστοράν !! Φαντάζεστε τι θα έλεγε μετά ο κόσμος;
ΠΕΡΛΕ : Τι θα λέγανε;
Κα ΠΕΡΛΕ : Δεν ξημέρωσε ακόμα η μέρα που θα πάτε σε ρεστοράν χωρίς εμένα.
ΠΕΡΛΕ : Αγγελική μου, γιατί να μην πάω μόνος μου; Θα τους λείψει η καλλονή σου;
ΠΕΡΛΕ : (Θυμωμένος) Α, για σε παρακαλώ, να μου λείπουν οι κηδεμονίες. Ως εδώ και μην παρέκει. Φτάνει!!
ΠΕΡΛΕ : Είπα , ως εδώ και μην παρέκει και είπα ότι είτε το θέλεις, είτε όχι εγώ θα πάω στο ρεστοράν.
ΠΕΡΛΕ : Θα πάω !!
Κα ΠΕΡΛΕ : Ωραία, για να δούμε τότε πως θα πας. (Παίρνει το κλειδί της πόρτας του το δείχνει και το κρύβει σε
μια τσέπη της).
ΠΕΡΛΕ : (Προσπαθεί να το πάρει πίσω) Δώστο μου, δώστο μου, είπα δώστο μου.
Κα ΠΕΡΛΕ : Όχι...
ΠΕΡΛΕ : (Κάθεται εμβρόντητος με το χέρι στο μάγουλο και ανοικτό στόμα, ενώ η κα Περλέ έχει ήδη φύγει και
τον έχει κλειδώσει μέσα στο σπίτι) Ααα!!! (ο Περλέ ξανασηκώνεται και τραντάζει την πόρτα). Ανοιξε
σου λέω, άνοιξε τώρα αμέσως την πόρτα !!!
ΠΕΡΛΕ : Τώρα θα δεις παλιοπανούκλα !! (Παίρνει μια ανεμόσκαλα την κρεμάει από το ανοικτό παράθυρο και
φεύγει λέγοντας) Το καλό το παλικάρι ξέρει και άλλο μονοπάτι!! (και βγαίνει από το παράθυρο)
ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΡΑΞΗ
ΣΚΗΝΙΚΟ: Στη μέση διάδρομος με ρεσεψιόν. Βάθος σκάλα που ανεβαίνει στο επών πάτωμα και σκάλα που
οδηγεί προς την εξώπορτα. Αριστερά το δωμάτιο του Περλέ και της Μαρσέλ. Δεξιά το δωμάτιο της οικογένειας
Ματίς.
ΜΠΟΥΛΟ : (Κατρακυλάει σαν χαμένος την σκάλα) Α.. πα... πα.. Α.. πα., πα... Θεούλη μου, θεούλη μου, θεούλη
μου.
ΜΠΟΥΛΟ : Κύριε Μπαστιέν, κύριε Μπαστιέν, δεν θα το πιστέψετε. Τα ματάκια μου, τι είδαν τα ματάκια μου.
Και εγώ χτύπησα. Μου είπατε να χτυπάω πριν μπαίνω. Χτυπάω κι εγώ...
ΜΠΟΥΛΟ : Το 32 κύριε Μπαστιέν. Είχε καλέσει το 32, πάω, χτυπάω την πόρτα, λέει εμπρός, μπαίνω, και τι
βλέπω; Μια γυναίκα , τσίτσιδη...
ΜΠΟΥΛΟ : (Χαμένος) Τι ε και; Αφού σας λέω μια γυναίκα τσίτσιδη, κύριε Μπαστιέν. Τσίτσιδη των τσίτσιδων.
ΜΠΟΥΛΟ : Και τι μου λέει. Γκαρσόν , μου λέει, φέρε μια τράπουλα. Όχι πέστε μου εσείς στην θέση μου τι θα
κάνατε;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Θα έφερνα μια τράπουλα....
ΜΠΟΥΛΟ : Στην τσιτσιδωμένη;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Σε αυτήν.
ΜΠΟΥΛΟ : Και το βρίσκεται αυτό κατά φύσην...
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Μια γυναίκα γυμνή, τι θες να την βρίσκω;; παρά φύσην ;;...
ΜΠΟΥΛΟ : Κοίτα πόσο διαφέρει ρε παιδί μου το Παρίσι από την επαρχία.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Μπουλό μου φαίνεται πως κάποιος πρέπει να σε ξεπαρχιώσει... Αν κι εσύ από μόνος σου σε 2
βδομάδες σε τούτο το παράδεισο που έμπλεξες, δεν θα σε πιάνει τίποτα. Σαν και εμένα θα γίνεις. Ότι
και να βλέπεις, ότι και να ακούς στα παλιά σου τα παπούτσια.
ΜΠΟΥΛΟ : Ε, και τι άλλο να δω ακόμα ;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Ότι και να δεις, όποιον και να δεις, ένα θα λες.
ΜΠΟΥΛΟ : Ένα θα λέω.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Χαριτωμένη η κυρία σας κύριε. Εγώ σας προτείνω να πάρετε αυτό το δωμάτιο. Σε αυτό το δωμάτιο
πέρασε την πρώτη της νύχτα γάμου, η πριγκίπισσα της Πολωνίας με τον πρώτο της θαλαμηπόλο.
ΜΠΟΥΛΟ : Σε ποιο δωμάτιο ;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Σε όλα.
ΜΠΟΥΛΟ : Σε όλα;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Έτσι εσύ θα λες. Εκτός από το 11.
ΜΠΟΥΛΟ : Γιατί;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Γιατί είναι στοιχειωμένο, (φτου - φτου φτύνει τον κόρφο του). Κάθε βράδυ σε αυτό το δωμάτιο
γίνονται κάτι θόρυβοι μπουμπουνιστοί.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Κανείς δεν θέλει να μείνει εκεί μέσα. Μέχρι και κοιτώνα το έκανα για εργένηδες και μισοτιμής το
έδωσα. Μπα, δε βαριέσαι, ακούνε...φοβούνται... φεύγουν.
ΜΠΟΥΛΟ : Έτσι ε;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Α, και κάτι άλλο. Θέλω ευγένεια με τους πελάτες. Θέλω σε όλους να μιλάς με το σεις και με το σας.
Τουλάχιστον μπροστά τους.
ΜΠΟΥΛΟ : Και πίσω τους.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Πίσω τους υπάρχει άλλος τρόπος.
ΜΠΟΥΛΟ : Τι τρόπος;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Δικός μου. Έχω κι εγώ τον τρόπο μου....Έτσι και με ενδιαφέρει κάτι, το παίρνω μάτι.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Εμένα που με βλέπεις, έχω πάρει τις ωραιότερες γυναίκες του Παρισιού. Με το μάτι φυσικά.
(Χτυπάει κουδούνι) Ποιος να είναι πάλι;
~ 24 ~
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : (Ευγενέστατος) Ορίστε κύριε !! Είστε μόνος; Όχι βέβαια!! Ξέρω λοιπόν τι θέλετε. Μια μικρή
γοητευτική φωλίτσα, που η χαριτωμένη σας κυρία θα αισθάνεται άνετη και ασφαλής.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Κρατώντας μια τσάντα) Όχι ευχαριστώ, δεν περιμένω καμία κυρία. Είμαι ο κος Μπαγιατέ ο
ορισμένος από το Υπουργείο Οικισμού ως εμπειρογνώμονας.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Α, ξέρω, ξέρω, έρχεστε για το στοιχειωμένο δωμάτιο. Εγώ σας το λέω (Χτυπάει κουδούνι) - Ένα
λεπτό παρακαλώ, Μπουλό δεν ακούς; χτυπάνε. Πήγαινε σε παρακαλώ να δεις. - (Ξανά στον
Μπαγιατέ) Όχι σοβαρά σας το λέω κύριε. Κάθε βράδυ το τι γίνεται σε αυτό το δωμάτιο θόρυβοι,
κρότοι εκκωφαντικοί, τι έπιπλα πετάνε, τι τοίχοι ραγίζουν...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Καλά, καλά... δεν θέλω περιγραφές. Γι αυτό είμαι εδώ. Να διαπιστώσω ιδίοις όμμα σι. Που είναι
λοιπόν αυτό το δωμάτιο;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : (Του δείχνει προς τα δεξιά) Από δω κύριε. Αυτό είναι.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Για να δούμε λοιπόν το στοιχειωμένο σας δωμάτιο. (Μπαίνουν μέσα)
ΜΠΑΣΤΙΕΝ: Αυτό είναι κύριε. Ομολογώ ότι δεν σας ζηλεύω που θα κοιμηθείτε εδώ απόψε. Εξ αντιθέτου μάλιστα.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Γελώντας γυρνάει και βλέπει το δωμάτιο) Για στοιχειωμένο ήσυχο το βρίσκω.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Δεν μου λέτε και αυτοί οι θόρυβοι από πάνω τι είναι; Φαντάσματα;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : 'Όχι κύριε. Είναι οι πωλητές του Φασόν. Ήρθανε με τις πωλήτριες και το ρίχνουν λίγο έξω τα παιδιά.
Τα νιάτα κύριε. Τα νιάτα. Θα τους πω να κάνουν λίγο πιο σιγά. (Του δίνει το κλειδί του δωματίου)
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : (Απέξω συνεχίζει να φωνάζει σε αυτούς που κάνουν θόρυβο) Τι θα γίνει με εσάς. Θα ησυχάσετε καμιά
ώρα εκεί πάνω;
ΦΩΝΗ : Ρε αει παράτα μας... σαχλαμάρα...
ΜΠΑΣΤΙΕΝ: Σαχλαμάρας εγώ. Για ακούστε εδώ, κανονίστε να μην ανέβω εκεί πάνω εντάξει; Σταματήστε είπα,
άντε μπράβο. (Εμφανίζεται ο Περλέ)
~ 25 ~
ΠΕΡΛΕ : Μπορεί να υστερεί σε εμφάνιση, αλλά είναι ότι πρέπει για εμάς. Σε ένα ξενοδοχείο της σειράς μας θα
υπήρχε κίνδυνος να μας αναγνωρίσουν, ενώ εδώ αποκλείεται να συναντήσουμε κάποιον γνωστό μας.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Αψιού (φταρνίζεται... και ακούγεται)
ΠΕΡΛΕ : Με τις υγείες σας..
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: Ευχαριστώ.
ΠΕΡΛΕ : Παρακαλώ. (Στην Μαρσέλ τρυφερά) Κι έπειτα τι σημασία έχει το ξενοδοχείο; Το εξωραΐζει η ένωσή μου
μαζί σας. Α, νάτος. (Ο Μπαγιατέ εν τω μεταξύ μπαίνει στην τουαλέτα του βάθους. Σκοτάδι)
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Να' μαι. Στις διαταγές σας κύριε. Ξέρω τι χρειάζεται ο κύριος. Μια μικρή γοητευτική φωλίτσα που η
χαριτωμένη σας κυρία θα αισθάνεται άνετα και ασφαλής. Αχ, είναι πολύ χαριτωμένη η μαντάμ κύριε,
πολύ χαριτωμένη.
ΠΕΡΛΕ : Σας παρακαλώ. Να λείπουν οι οικειότητες. Πρώτα - πρώτα η κυρία είναι σύζυγος μου.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Όχι...
ΠΕΡΛΕ : Ναι...
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Όχι...
ΠΕΡΛΕ : Ναι...
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Όχι. Αν ήταν σύζυγος σας δεν θα της κουβαλάγατε τα πράγματα.
ΠΕΡΛΕ : Ψυχολόγος ο ξενοδόχος. Για πείτε μου σας παρακαλώ, σε αυτόν τον όροφο τι υπάρχει;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : (Δείχνει το δωμάτιο 10) Το 10 κύριε. Σε αυτό το δωμάτιο πέρασε την πρώτη νύχτα του γάμου της η
πριγκίπισσα της Πολωνίας με τον πρώτο της θαλαμηπόλο.
ΠΕΡΛΕ : Ααα!!! Πολύ ωραία. (Στην Μαρσέλ) Το δωμάτιο της διαδόχου της Πολωνίας. Τι σας έλεγα;
Αριστοκρατικότατο ξενοδοχείο.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : (Με ένα αναμμένο κερί) Ορίστε κύριε περάστε. (Μπαίνουν στο αριστερό) Το δωμάτιο είναι βολικό
όπως βλέπετε και έχει όλα τα κομφόρ.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Ευχαρίστως κύριε. (Ανάβει τα κεριά στα κηροπήγια) Καληνύχτα σας κύριε.(Βγαίνει)
ΠΕΡΛΕ : Καληνύχτα. (Ο Περλέ πάει να αγκαλιάσει την Μαρσέλ) Μαρσέλ...
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : (Ξαναμπαίνει) Το κλειδί σας κύριε, και καλές επιτυχίες. (Ξαναβγαίνει στο διάδρομο και βλέπει τον
Μπαγιατέ που έχει βγει από το δωμάτιο του) Θα βγει ο κύριος;
~ 26 ~
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Δίνει το κηροπήγιο στον Μπαστιέν) Ναι είναι νωρίς ακόμα για ύπνο, θα πάω εδώ δίπλα για καμιά
μπύρα. Σε μισή ώρα θα είμαι πίσω.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Μάλιστα κύριε. (Ο Μπαστιέν ανεβαίνει στον πάνω όροφο)
ΠΕΡΛΕ : (Πάντα με το πούρο στο στόμα) Μαρσέλ (την αγκαλιάζει)
ΜΑΡΣΕΛ : Περλέ...
ΠΕΡΛΕ : Όχι Περλέ... Τέρμα το Περλέ. Από δω και μπρος θα με λέτε Μπενουά.
ΜΑΡΣΕΛ: Γιατί;
ΠΕΡΛΕ : Γιατί έτσι με φώναζε η μαμά μου !! (Την ακολουθεί)
ΜΑΡΣΕΛ : Μπενουά;
ΠΕΡΛΕ : Ναι Μπενουά, Μαρσέλ. Η ώρα της εκδίκησης σημαίνει. Σε έχω στην αγκαλιά μου.
ΜΑΡΣΕΛ : Καλέ προσέξτε θα με κάψετε με αυτό το πούρο σας. (Επιμένει να την φιλήσει με το πούρο στο
στόμα - αυτή τον απωθεί) Προσέξτε μου φυσάτε τον καπνό στα μούτρα.
ΠΕΡΛΕ : Ωωω!! Μπαρντον...
ΜΑΡΣΕΛ : Δεν μπορείτε να το πετάξετε αυτό το πράγμα;
ΠΕΡΛΕ : Τι λέτε καλέ; 40 φράγκα το πλήρωσα και θα το πετάξω;
ΜΑΡΣΕΛ : (Πικαρισμένη) Εεε... τότε κι εγώ...
ΠΕΡΛΕ : Χαλάλι σας όμως (πάει προς το τασάκι να το σβήσει). Τι σημασία έχει το χρήμα μπροστά στον
έρωτα... Μαρσέλ είσαστε πολύ ωραία.... ω Μαρσέλ...
ΜΑΡΣΕΛ : Χριστός και Παναγία. Τι πάθατε Περλέ; Κύριε Μπενουά σας παρακαλώ...
ΜΑΡΣΕΛ : (Ξεφεύγοντας) Μα τι μύγα σας τσίμπησε τέλος πάντων; Ποτέ δεν σας έχω δει έτσι...Μπενουά
φαίνεται ότι η σαμπάνια σας ανέβηκε στο κεφάλι...
ΠΕΡΛΕ : Δεν ξέρω τι μου ανέβηκε στο κεφάλι, αλλά κάτι μου ανέβηκε. Ίσως εσείς, ίσως το δείπνο, το κρασί,
το λικέρ, το πούρο. Όχι που μου έλεγε η γυναίκα μου πως δεν μπορώ να πιω και να καπνίσω γιατί
θα αρρωστήσω. Με βλέπετε άρρωστο; Όχι. Σε θέλω. Σε θέλω σε θέλω πολύ...(Κάθεται σε μια
καρέκλα κρατώντας την στην αγκαλιά του και η καρέκλα σπάει, Ωχ, ωχ, ωχ, αχ, αχ,.... (βογκάει -
σακατεύτηκε)
ΠΕΡΛΕ : Εγώ δεν το βρίσκω καθόλου αστείο. (βγάζει έξω στο διάδρομο την σπασμένη καρέκλα, και
ξαναμπαίνει μέσα στο δωμάτιο)
ΜΠΟΥΛΟ : (Στο διάδρομο ενώ περνάει βλέπει την σπασμένη καρέκλα) Για δες εδώ. Η καρέκλα του 10. ποιος την
έβγαλε έξω άραγε; (πάει να την βάλει μέσα και μένει κάγκελο) Ααα !!
ΜΑΡΣΕΛ-ΠΕΡΛΕ:Αααα!!
ΜΠΟΥΛΟ : Χίλια συγγνώμη κύριε, δεν ήξερα ότι το δωμάτιο το είχαμε δώσει. Έφερνα την καρέκλα.
ΠΕΡΛΕ : (Έξαλλος) Ααα, όχι, αρκετά πια με εσάς, πάρτε την.
ΜΠΟΥΛΟ : Μα αφού είναι αυτού του δωματίου...
ΠΕΡΛΕ : Γι αυτό σας λέω πάρτε την αμέσως και φύγετε.
ΜΠΟΥΛΟ : Χαριτωμένη η μαντάμ. Πολύ θα ήθελα... και γιατί όχι...
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : (Από τον επάνω όροφο) Μπουλό... Μπουλό...
ΜΠΟΥΛΟ : Έφτασα... έφτασα...
ΠΕΡΛΕ : Αχ, θεέ μου, κάτι έχω, κάτι έχω...
ΜΑΡΣΕΛ : Τι έχετε; (τρομαγμένη)
ΠΕΡΛΕ : Δεν ξέρω με έλουσε κρύος ιδρώτας. Το κεφάλι μου, ίσως από την πολύ συγκίνηση. Μπα τίποτα δεν
θα είναι. (Την ξαναγκαλιάζει με πάθος) Αααα Μαρσέλ, να μαστέ λοιπόν τα δυο μας. Πόσο θα ήθελα
να βλέπατε αυτό που συμβαίνει στην καρδιά μου. Η καρδιά μου, η καρδιά μου, αχ θεέ μου η καρδιά
μου...
ΜΑΡΣΕΛ : Μα εσείς χλωμιάσατε... Καλέ εσείς είστε άρρωστος... Περλέ... Μπενουά...
ΠΕΡΛΕ : Είμαι άρρωστος...
ΜΑΡΣΕΛ : Καθίστε σας παρακαλώ, καθίστε...
ΠΕΡΛΕ : Να κάτσω, που; Διώξαμε και την καρέκλα.
ΜΑΡΣΕΛ : Στο τραπέζι στο τραπέζι...
ΠΕΡΛΕ : (Στο τραπέζι) Λυπάμαι Μαρσέλ, σας ζητώ συγγνώμη για όλη αυτή την φασαρία, αλλά είναι... θα
περάσει... Α, πα... πα... πα...
ΜΠΟΥΛΟ : (Εμφανίζεται. Ετοιμάζεται για μπανιστήρι από την κλειδαρότρυπα) Γιατί δηλαδή ο Μπαστιέν καλύτερος
είναι από μένα;
ΠΕΡΛΕ : (Στο αντίστοιχο μέρος του τοίχου με την πλάτη του) Σας ευχαριστώ... Σας ευχαριστώ πολύ...
ΜΠΟΥΛΟ : Το πολύ - πολύ να με καταλάβουνε... Αλλά δεν θα με καταλάβουνε...
ΜΑΡΣΕΛ : Αισθάνεστε καλύτερα;
ΠΕΡΛΕ : Όχι και πολύ καλύτερα....
ΜΑΡΣΕΛ : Μήπως θα έπρεπε να φωνάξουμε ένα γιατρό;
ΠΕΡΛΕ : Όχι γιατρό. Αέρα θέλω.. Αέρα... (Αερίζεται με το καπέλο της Μαρσέλ)... και λίγο χαμομήλι...
ΜΠΟΥΛΟ : (Στα 4 κοιτάει από την κλειδαρότρυπα) Για να δούμε λοιπόν καλύτερα...
ΠΕΡΛΕ : (Ανοίγει την πόρτα) Γκαρσόν... που είναι το γκαρσόν... (πέφτει πάνω στον Μπουλό) Τι κάνετε εσείς
εδώ;
ΜΑΤΙΣ : (Γρήγορα) Γκαρσόν... γκαρσόν... πουθενά γκαρσόν... ψυχή... πρώτη μου φορά βλέπω τέτοιο
πράγμα... Αυτό δεν είναι ξενοδοχείο... Αυτό είναι μπάτε σκύλοι αλέστε... (αρχίζει να αγορεύει προς
τις κόρες) ωραία ασφάλεια παρέχει στους πελάτες... Ο πρώτος όροφος έρημος... Δηλαδή εάν
προκείμεθα περί κλεφτών , λωποδυτών κακούργων, δολοφόνων, θα μπορούσαμε κάλλιστα να
κλέψουμε να λεηλατήσουμε, να καταστρέψουμε, να ισοπεδώσουμε το κτίριο και ποιος μας είδε,
ποιος μας ήξερε... Τι το κρεμάσανε τότε ολόκληρο κουδούνι στην εξώπορτα...
ΜΠΟΥΛΟ : Πέφτετε εσείς πρώτος, ρίχνετε από πάνω την κουνουπιέρα και μετά ξαπλώνουν και τα κορίτσια. Άσε
που έχει και 2 τουαλέτες...
ΜΑΤΙΣ : Τι να κάνουμε, αφού δεν υπάρχει τίποτε άλλο... στην ανάγκη κι αυτό... (του παίρνει το κηροπήγιο) Και
δεν μου λέτε; Πόσο θα μας κοστίσει... η σουίτα;
ΜΠΟΥΛΟ : Κοιτάξτε... λόγω της περιπτώσεως και αφού σας στέλνει ο κύριος ... πως τον λένε., για εσάς... δηλαδή
μόνο για εσάς...7 φράγκα την βραδιά... Φουλ πανσιόν...
~ 30 ~
ΜΑΡΣΕΛ : (Του γυρίζει την πλάτη) Όχι!! Όχι... Ναι... ναι.. είμαι!!
ΜΑΤΙΣ : Την οποία είχα την ευχαρίστηση να γνωρίσω στο σπίτι του κοινού μας φίλου , του κου Περλέ.
ΜΑΡΣΕΛ : Η ευχαρίστηση είναι όλη δική μου... πιστέψτε με !!
ΜΠΟΥΛΟ : (έκπληκτος) Πως !! Πως !! Γνωρίζονται!!
ΜΑΤΙΣ : Α ! Μα τι υπέροχη έκπληξη!! (φωνάζει τις κόρες του) Παιδιά !! Παιδιά !!
ΜΑΡΣΕΛ : (Προσπαθεί να τον αποτρέψει) Κύριε σας παρακαλώ ...
ΜΑΤΙΣ : Τώρα... τώρα !! Παιδιά ελάτε λοιπόν ! Η κα Μπαγιατέ ! Η κα Μπαγιατέ !!
ΜΑΡΣΕΛ : Θεέ μου !! Φωνάζει το όνομά μου !!
ΜΠΟΥΛΟ : Ώστε την λένε Μπαγιατέ (πάει αριστερά να δει το τσάι)
ΚΟΡΕΣ : (Με χαρά) κα Μπαγιατέ! Τι έκπληξη είναι η κα Μπαγιατέ !!
ΜΑΡΣΕΛ : (Μόνη της) Τα κορίτσια !! Αυτά μου λείπανε τώρα !! (τα χαιρετά ταραγμένη)
ΜΑΡΣΕΛ : (Με βεβιασμένο γέλιο) Λείπουν οι καρέκλες ε;... Αααα. Δεν έχουμε καρέκλες...
ΜΠΟΥΛΟ : Ορίστε τα φλιτζάνια... (Αφήνει το δίσκο με 7 φλιτζάνια και 1 ζαχαριέρα)
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ : Επιτέλους...
ΜΑΤΙΣ : Καρέκλες παιδί μου... καρέκλες...
ΜΠΟΥΛΟ : Μάλιστα κύριε.. (πάει σε άλλο δωμάτιο)
ΜΑΤΙΣ : Δεν πάτε κι εσείς κορίτσια να βοηθήσετε το νεαρό; (Φέρνουν καρέκλες)
ΜΑΡΣΕΛ : (Μόνη της) Δεν θα φύγουνε θεέ μου , δεν θα φύγουνε και όπου να είναι θα έρθει και ο Περλέ...
ΜΑΤΙΣ : Κυρία μου θα θέλατε να μου επιτρέψετε να βάλω το νερό στην τσαγιέρα;
ΜΑΡΣΕΛ : Και δεν σας επιτρέπω; Καλέ αυτός σε λίγο θα μαγειρέψει κιόλας...
ΜΠΟΥΛΟ : Να και οι καρέκλες...(Μπαίνουν και οι μικρές κρατώντας από μια καρέκλα)
ΜΑΡΣΕΛ : (Μόνη της) Κοίτα που με έφερε ο Περλέ... Κοίτα που με έφερε...
ΜΠΟΥΛΟ : (Στην Μαρσέλ) Εγώ πάω για την μπουγιότα τώρα !!
ΜΑΡΣΕΛ : Ποια μπουγιότα;
ΜΠΟΥΛΟ : Την μπουγιότα του κυρίου... που αρρώστησε...
ΜΑΡΣΕΛ : Ααα... ναι...βέβαια... Τρέξτε... τρέξτε...( Ο Μπουλό φεύγει)
ΜΑΡΣΕΛ : (Στον εαυτό της) Δεν θα το αντέξω αυτό... Προτιμώ να πεθάνω... Δεν κάθεστε... Καθίστε... Καθίστε...
ΜΑΤΙΣ : (Καθισμένος) Αυτά λοιπόν... Τι άλλα; Όλα καλά κυρία Μπαγιατέ;...
ΜΑΡΣΕΛ : Μόνο καλά... καλώτατα...
ΜΑΤΙΣ : Ελάτε κορίτσια βοηθήστε λίγο την κατάσταση... Σερβίρετε το τσάι.. .(Σερβίρουν. Ο Ματίς στην Μαρσέλ)
Και ο κοινός μας φίλος ο Περλέ; Τον βλέπετε συχνά;
ΜΑΡΣΕΛ : Εγώ;... Σπανίως... Ξέρετε... εντελώς τυπικά... Είναι που είμαι πολύ φίλη με την γυναίκα του... γι αυτό
και με είδατε σήμερα στο σπίτι του... (Ο Περλέ καταφθάνει στην ρεσεψιόν χαρούμενος)
ΠΕΡΛΕ : Ααα, αισθάνομαι πολύ καλύτερα... ξαλάφρωσα... πήρα και τον αέρα μου, απαλλάχτηκα και από το
φαγητό μου...ξανάνιωσα ο άνθρωπος...(τραγουδάει)
ΜΑΤΙΣ : Ναι;
ΠΕΡΛΕ : Ναι... ναι... ναι... Αυτό το ξενοδοχείο είναι διάσημο για τις μπουγιότες του... Καλά δεν το ξέρατε...
Αφού η γυναίκα μου, μου λέει όποτε περνάς από τον Παράδεισο, θα μου φέρνεις και μια
μπουγιότα... Ε, κυρία Μπαγιατέ;
ΜΑΡΣΕΛ : Ναι... ναι.. .ναι...
~ 33 ~
ΜΑΡΣΕΛ : Δεν αντέχω άλλο... αυτό να μου γίνει μάθημα, να μου γίνει...
ΚΟΡΕΣ: (Φιλάνε τον πατέρα τους) Καληνύχτα μπαμπά. Να γδυθούμε;
ΜΑΤΙΣ : Ναι αλλά σε αυτή την τουαλέτα και ήσυχα ε; φρόνιμα. Υπάρχουν άνθρωποι που κοιμούνται τέτοια
ώρα....
ΜΑΡΣΕΛ : Εγώ δεν μένω άλλο εδώ μέσα., ούτε δευτερόλεπτο... Μόλις γυρίσει ο Περλέ.. (Βγάζει το παλτό της)
ΜΑΤΙΣ : Α, τι ωραίο πράγμα ο ύπνος !
ΜΑΡΣΕΛ : Το καπέλο μου; Που είναι το καπέλο μου τώρα;
ΜΑΤΙΣ : Και μετά από αυτό το κουραστικό ταξίδι...
ΜΑΡΣΕΛ: Μήπως το πήγα μέσα, μαζί με το σακάκι του Περλέ; (παίρνει το κηροπήγιο και πάει προς την
τουαλέτα του δωματίου, σκοτεινιάζει ο χώρος της)
ΜΑΤΙΣ : (Εξετάζοντας το δωμάτιο) Σαν καλά μου φαίνεται εδώ.... Έχει κάτι το παραδοσιακό και το αξιοπρεπές
συγχρόνως... Αααα... όχι μου αρέσει πολύ.. (βλέπει το νεσεσέρ του Μπαγιατέ). Δεν το πιστεύω... τι
πολυτέλειες είναι αυτές... Τσατσάρες από ταρταρούγα, βούρτσες από έβενο, και έχει και τα αρχικά του
ξενοδοχείο επάνω.... Ααα... Πούρα !! Εδώ μέσα τελικά βρίσκεις τα πάντα... Ποιος ο λόγος να παίρνεις
το νεσεσέρ σου... τελικά τα ξενοδοχεία στο Παρίσι είναι άλλο πράγμα... Ουδεμία σύγκριση με αυτά της
επαρχίας... Λέω πριν ξαπλώσω να καπνίσω και ένα πούρο...(Βγάζει ένα πούρο και το ανάβει)... Τι
ξενοδοχείο... Μα τι ξενοδοχεία... 7 φράγκα την βραδιά και ένα κουτί γεμάτο πούρα.. (παίρνει αρκετά
πούρα από το κουτί) Είναι καταπληκτικό... Είχε δίκιο ο Περλέ που μου το σύστησε...
ΜΑΡΣΕΛ : (Βγαίνει από την τουαλέτα - φωτίζεται το δωμάτιο) Πουθενά το καπέλο. Εξαφανίστηκε σαν από θαύμα.
ΜΑΤΙΣ : (Καπνίζει με το κηροπήγιο στο χέρι) Α, είναι έξοχο... Μου κάνει εντύπωση, αυτοί με τέτοια πολυτέλεια
θα μπαίνουν μέσα.
ΜΑΡΣΕΛ : (Ψάχνοντας) Κι αυτός ο Περλέ τώρα που είναι; Γιατί δεν έρχεται; (ανοίγει την πόρτα)
~ 34 ~
ΜΑΤΙΣ : (Βλέποντας την πουκαμίσα) Και πουκαμίσα ; Μέχρις αυτού του σημείου δηλαδή... και παντόφλες...
Βρε παιδί μου, όλα πια να τα σκέφτονται, όλα !! (τα παίρνει) Είναι πρωτοφανές… πρωτοφανές...
(Εν τω μεταξύ εμφανίζεται με μια μπουγιότα ο Περλέ)
ΜΑΡΣΕΛ : (Στην πόρτα) Α, νάτος. Ελάτε ντε...
ΠΕΡΛΕ : (Χαμηλά, προσεκτικά) Έρχομαι... έρχομαι...
ΜΑΤΙΣ : Ξέρω τι θέλω τώρα. Μια μπουγιότα. Θα πάω να πω να μου φέρουν.
ΜΑΡΣΕΛ : Γρήγορα... γρήγορα... (Ο Ματίς με το κηροπήγιο στην ρεσεψιόν. Στο δεξί δωμάτιο Σκοτάδι)
ΜΑΡΣΕΛ : (Τον βλέπει και κλείνει απότομα την πόρτα)
ΠΕΡΛΕ : Ματίς !!
ΜΑΤΙΣ : Πάλι εδώ; (Αφήνει το κηροπήγιο)
ΠΕΡΛΕ : (Τρακαρισμένος) Ναι... για εσάς... ήρθα... ξανάρθα, γιατί ήθελα να σας πω κάτι...
ΜΠΑΣΤΙΕΝ: (Είναι στο διάδρομο και ακούει το κουδούνι της εξώπορτας) Κι άλλος μας έρχεται. (Βλέπει τον
Μπαγιατέ) Ααα !! ο κος ειδήμων.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Ακριβώς.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Ο κύριος ειδήμων θα πάει για ύπνο;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Αν δεν σας πειράζει. Οι κύριοι βρικόλακες εμφανίστηκαν ή ακόμα;
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Μέχρις στιγμής όχι. (του δίνει το κηροπήγιο)
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Κρίμα (Πηγαίνει δεξιά στο φως)
ΜΠΑΣΤΙΕΝ: (Μόνος του) Ναι κάνε τον άνετο, κάνε τον άνετο. (Ο Μπαγιατέ κοιτάει γύρω γελώντας ακολουθούμενος
από τον Μπαστιέν)
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: Ελπίζω τα φαντάσματα σας να ξέρουν τρόπους και να μην κάνουν πολύ θόρυβο, ώστε να
μπορέσουμε κι εμείς να κοιμηθούμε.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ : Μακάρι να σας ακούσουν και να μην τα ακούσετε, κε ειδήμονα μου.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Βλέπει το κουτί με τα πούρα) Μπα τα πούρα μου...
ΜΠΑΣΤΙΕΝ: Ναι...
~ 36 ~
ΜΑΞΙΜ : Βρίσκετε;
~ 37 ~
ΜΠΑΣΤΙΕΝ: Θα σας συνιστούσα το 9. σε αυτό το δωμάτιο πέρασε την πρώτη νύχτα του γάμου της η διάδοχος της
Πολωνίας με τον πρώτο της θαλαμηπόλο...
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Καλέ ναι... το ξέρω... Διάβασα εγώ το προσπέκτους. Λοιπόν θα προτιμήσουμε το 9.
ΜΠΑΣΤΙΕΝ: Μάλιστα (Τους κοιτάει και γελάει. Πάει και ανάβει ένα κηροπήγιο) Αν οι κύριος και η κυρία επιθυμούν
να περάσουν... (Η Βικτουάρ παίρνει αλα μπρατσέτα τον Μαξίμ)
ΜΑΞΙΜ : Δεσποινίς , δεν ξέρω αν ξέρετε, αυτό που κάνουμε, είναι πολύ σοβαρό...
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Ναι, αλλά είναι και καλό.
ΜΑΞΙΜ : (Μπαίνει στο 9) Ευτυχώς που πάω διαβασμένος. (ο Μπαστιέν τους ακολουθεί. Ο Μπαγιατέ στο
δωμάτιο του δεξιά κοιμάται. Βγαίνουν οι δεσποινίδες Ματίς με τις νυχτικιές από την τουαλέτα.)
1η ΚΟΡΗ : (Αφήνει το κερί) Επιτέλους στα κρεβάτια μας.
2η ΚΟΡΗ : Εγώ θα πάρω αυτό το κρεβάτι.
3η ΚΟΡΗ : Κι εγώ αυτό.
1η ΚΟΡΗ : Όχι, αυτό θα το πάρω εγώ.
2η ΚΟΡΗ : Όχι... όχι... όχι... (Μαλώνουν)
1η ΚΟΡΗ : Σταματήστε λοιπόν, ο μπαμπάς είπε ησυχία. (Βγάζουν τις κάλτσες τους). Αχ τι ωραία θα μπούμε κάτω
από τα σεντόνια. (Ξαπλώνει) Μπρρρ... κρύα που είναι... (Η 2η κόρη λύνει τα μαλλιά της και η 3η είναι
με την τσάντα στο χέρι.)
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Ακολουθούμενη από τον Μαξίμ βγαίνει και αυτή έξω) Τι είναι καλέ... Τι είναι;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Φωνάζει) Βοήθεια !!... Βοήθεια !!
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : (Τον βλέπει) Ο κος Μπαγιατέ !!
ΜΑΞΙΜ : Ο Θείος μου !! (Ο Μαξίμ μπαίνει στο δωμάτιο 9 και η Βικτουάρ στο κρεβάτι του Ματίς)
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: (Εξαφανίζεται στην σκάλα ... φωνάζει) Φαντάσματα... Είναι τα φαντάσματα.. (Η Βικτουάρ δεξιά, έπειτα
Μαξίμ, και δεσποινίδες Ματίς. Ο Ματίς βγαίνει από την τουαλέτα με ένα κερί)
ΜΑΤΙΣ : Μα τι μου λέτε τώρα; Ένας άνδρας στο κρεβάτι; (Σηκώνει την κουνουπιέρα και βλέπει την Βικτουάρ)
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Ααα...
~ 38 ~
ΜΑΤΙΣ : Ω!! Παρντόν μαντάμ... (γελάει. Απευθυνόμενος στις κόρες του) Ποιος άντρας καλέ; Γυναίκα είναι.
(Μόνος του) Μμμμ τέτοιο ξενοδοχείο... μέχρι και γυναίκα στο κρεβάτι...(Ξαναγυρνάει στην τουαλέτα.
Του φωνάζουν οι μικρές από μέσα)
ΚΟΡΕΣ : Όχι. Άντρας είναι μπαμπά. ... άντρας. (Ο Μαξίμ βγαίνει από το 9)
ΜΑΞΙΜ : Έφυγε ο θείος. Μα τι κάνει η Βικτουάρ σε ξένο δωμάτιο; (Μπαίνει) ... Τίποτα... Ψυχή... Βικτουάρ.. .(Η
Βικτουάρ μέσα από την κουνουπιέρα)
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Εδώ κε Μαξίμ ... εδώ...(ο Ματίς βγαίνει από την τουαλέτα με τα κορίτσια)
ΜΑΤΙΣ : Ωραία λοιπόν... ελάτε να δείτε και μόνες σας... (Ο Μαξίμ και η Βικτουάρ κρύβονται στην κουνουπιέρα
φωνάζοντας ωωχχ)
1η ΚΟΡΗ : Αφού καλέ μπαμπά σας το λέω, άντρας ήταν τον είδα με τα ίδια μου τα μάτια.
ΜΑΤΙΣ : Κι εγώ επίσης. Τι στο διάολο, στην ηλικία μου δεν ξέρω να ξεχωρίσω το αντρικό από το γυναικείο φύλο;
(Η Βικτουάρ βγαίνει στον διάδρομο)
ΜΑΤΙΣ : Τι σας έλεγα, είναι ή δεν είναι γυναίκα; (Φεύγει και ο Μαξίμ)
1Η ΚΟΡΗ : Καλέ μπαμπά δεν βλέπεις;
3η ΚΟΡΗ : Άντρας ένας άντρας...( Ο Ματίς ανήσυχος)
ΜΑΤΙΣ : Ένας άντρας και μια γυναίκα.
ΜΑΞΙΜ : Δεν είναι ξενοδοχείο αυτό!
ΒΙΚΤΟΥΑΡ: Φεύγουμε. Πάμε μέσα στο δωμάτιο μας γρήγορα. (φεύγουν από την σκάλα)
ΜΑΤΙΣ : Α, τώρα θα το διαλευκάνουμε αμέσως. Γκαρσόν !! (Εμφανίζεται ο Μπουλό)
ΜΠΟΥΛΟ : Τι σαματάς είναι αυτός;
ΜΑΤΙΣ : Στο δωμάτιο μου μπαινοβγαίνουν άντρες και γυναίκες και δεν ξέρω εγώ τι...
ΜΠΟΥΛΟ : Σοβαρά κύριε... αλήθεια; Δηλαδή τα είδατε;
ΜΑΤΙΣ : Τα ποια;
ΜΠΟΥΛΟ : Δεν ήθελα να σας το πω κύριε, αλλά το 11 είναι το στοιχειωμένο δωμάτιο
ΟΛΟΙ : Το στοιχειωμένο δωμάτιο; (Εμφανίζεται ο Μπαγιατέ, κατεβαίνει την σκάλα προσεκτικά)
ΜΠΟΥΛΟ : Μάλιστα κύριε... Αυτά που πήρατε για άντρες, γυναίκες και δεν ξέρω εγώ τι, είναι πνεύματα,
φαντάσματα κύριε.
ΚΟΡΕΣ : (Φωνάζουν έντρομες) Φαντάσματα !!... Φαντάσματα !!! (Ανεβαίνουν την σκάλα στριγκλίζοντας και
τρομοκρατούν τον Μπαγιατέ που οπισθοχωρεί)
ΜΑΤΙΣ : (Τις ακολουθεί) Που πάτε καλέ και τρέχετε μέσα στο ξενοδοχείο με τις νυχτικιές σας; (Ο Ματίς
εξαφανίζεται και ο Μπουλό τον παίρνει στο κατόπι).
(Μαρσέλ - Περλέ αριστερά. Ο Περλέ βγαίνει από την τουαλέτα με την Μαρσέλ)
ΠΕΡΛΕ : Τι φωνές ήταν αυτές;
ΜΑΡΣΕΛ : Εγώ σας το λέω τρέμω από τον φόβο μου. Πάμε σας παρακαλώ, πάμε.
ΠΕΡΛΕ : Πάμε, αλλά σιγά - σιγά. (Μισανοίγει την πόρτα προσεκτικά)
ΜΑΡΣΕΛ : Αν δεν βγω στον δρόμο δεν θα ηρεμήσω. (Ο Περλέ κοιτάει απέξω)
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Πολύ ωραία. (Ανοίγει την πόρτα και βγαίνουν στο διάδρομο) Για... να ρωτήσουμε ... τον κύριο
τώρα!!! Για πέστε μου λοιπόν ... πως ονομάζεστε;
ΠΕΡΛΕ : Δεν κατάλαβα την ερώτηση. Δεν είμεθα παράνομοι. Σύζυγοι είμεθα. Η κυρία είναι κυρία γυναίκα μου.
ΤΡΙΤΗ ΠΡΑΞΗ
Το ίδιο σκηνικό της πρώτης πράξης.
ΠΕΡΛΕ : (Μπαίνει από το παράθυρο) Τι νύχτα και αυτή Χριστέ μου !! Τι νύχτα και αυτή !! Να μας
μπαγλαρώσουνε έτσι; Σαν τους κλέφτες; (Κάθεται) Ποιους κλέφτες; Σαν λωποδύτες. Και όλα αυτά
επειδή εγώ και η Μαρσέλ... κι αυτούς τι τους νοιάζει; Εδώ ο άντρας της και πέρα βρέχει... (χτυπάει το
κουδούνι της πόρτας) Ποιος είναι παρακαλώ;;
~ 41 ~
ΜΑΡΣΕΛ : Εγώ !!
ΠΕΡΛΕ : Μαρσέλ εσείς ! ί Είσαστε μόνη σας;
ΜΑΡΣΕΛ : Ναι..
ΠΕΡΛΕ : Αχ !! Μαρσέλ !! Τι νύχτα !!... Τι νύχτα!
ΜΑΡΣΕΛ : (Ταραγμένη) Με καταστρέψατε !!
ΠΕΡΛΕ : Όχι και σας κατέστρεψα. Στο κάτω - κάτω και τι έγινε δηλαδή; σιγά, μας πιάσανε σε ένα ξενοδοχείο. Ε,
και; (Η Μαρσέλ πέφτει στον καναπέ και κλαίει) Ελάτε, ελάτε... κουράγιο, κουράγιο (την φιλάει, η
Μαρσέλ αντιδράει και τον παίρνει... δια της βίας κρατώντας του την μούρη μπροστά σε ένα καθρέφτη)
ΠΕΡΛΕ : Ω, γαμώτο... το φούμο από το τζάκι. Κι ήθελα εγώ με αυτά τα μούτρα να με πιστέψει η γυναίκα μου
πως κοιμόμουνα. Ααχχ, να με έβλεπε θα είχαμε άλλα ντράβαλα τώρα. (σκουπίζεται και αλλάζει)
ΠΕΡΛΕ : Ναι, τι νύχτα!! τι νύχτα!! φτηνά την γλυτώσαμε. Σκέφτεσαι να μας κρατάγανε όλη την νύχτα στο Τμήμα
σαν του άλλους. Πάλι καλά που μας πήρε από καλό μάτι ο Αστυνόμος και μας άφησε προσωρινώς.
ΠΕΡΛΕ : Ναι αλλά και το πορτοφόλι μου ήταν πολύ καλό. 5 χιλιάδες φράγκα του έδωσα εγγύηση. (Δείχνει το
πρόσωπο του) Έχω ακόμα φούμο;
ΠΕΡΛΕ : Μάλιστα. Του λέω τι θέλετε; τον λόγο της τιμής μου ή 5 χιλιάδες φράγκα; προτίμησε το δεύτερο, αφού
υποσχέθηκα βέβαια να περάσω σήμερα το απόγευμα από το Τμήμα και να του πάω την ταυτότητά
σας.
ΜΑΡΣΕΛ : Αυτό λέτε να φτάνει;
ΠΕΡΛΕ : Πήγα και στον Αρχηγό της Αστυνομίας.
ΜΑΡΣΕΛ : Και; Τον βρήκατε;
ΠΕΡΛΕ : Ναι . Κοιμόταν βέβαια γιατί είχε γυρίσει από μια δεξίωση, αλλά θα ξαναπάω γιατί είναι πολύ γνωστός
μου.
ΠΕΡΛΕ : Και βέβαια θα του πω όλη την αλήθεια. Άμα του πω ότι πρόκειται για την τιμή μιας γυναίκας θα την
καλύψει. Δεν μπορεί. Τι στο καλό.
ΜΑΡΣΕΛ : Μα πως σας ήρθε και είπατε ότι σας λένε Μπαγιατέ !!
ΠΕΡΛΕ : Γιατί εσάς ... που σας λένε Μπαγιατέ; Πως σας ήρθε κι είπατε Περλέ;
ΠΕΡΛΕ : Κι εγώ αν είπα Μπαγιατέ, το είπα για να με πάρουνε για άντρα σας, που να ήξερα όταν έλεγα πως
είμαι Μπαγιατέ, ότι εσείς είχατε ήδη πει ότι είστε Περλέ. (Χτυπάει το κουδούνι της εξώπορτας)
~ 42 ~
ΦΩΝΗ : Σοβαρά;
ΠΕΡΛΕ : Να σου πω. Πήγαινε από τον κήπο, πάρε την σκάλα του κηπουρού κσι έλα από το παράθυρο.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Κι εγώ σαν εσένα ήμουνα, δεν πίστευα με τίποτα. Πήγα στο ξενοδοχείο και έκανα τον άνετο. (Ο Περλέ
γελάει). Και μέσα στην σύγχυση μου βλέπω και ένα δωμάτιο, δηλαδή, νόμιζα πως είδα ανθρώπους
ζωντανούς. Αχ αυτό το δωμάτιο, αχ αυτό το δωμάτιο...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Το 10; Ξέρω κι εγώ; Γιατί ειδικά το 10; Καλά ας πούμε το 10... Τρέχω που λες και πέφτω επάνω σε μια
γυναίκα ή σε ένα πράγμα που μου φάνηκε για γυναίκα με ένα φόρεμα καφέ όλα τέτοια. (Δείχνει) και
με ένα κεφάλι που δεν μπορούσα να δω διότι φορούσε το καπέλο μου.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Έλα ντε. Δεν κατάλαβα. Ούτε που πρόλαβα... αλλά το φόρεμά της μπορώ να το ξεχωρίσω ανάμεσα σε
χίλια να δω.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Και ξαφνικά πετάγεται από το τζάκι ένας καπνοκαθαριστής. Τώρα γιατί και πως ιδέα δεν έχω. Ένας
καπνοκαθαριστής στο ύψος το δικό σου.
~ 43 ~
ΠΕΡΛΕ : (Μόνος του) Τόχαψε με τα φαντάσματα... τόχαψε...(Δυνατά) Και η γυναίκα σου σε πίστεψε;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Δεν την είδα ακόμα. Όταν γύρισα της χτύπησα. Καμία απάντηση. Θα κοιμόταν του καλού καιρού. Τι να
κάνω κι εγώ, κοιμήθηκα στον ξενώνα.
ΜΑΞΙΜ : (Από τον κήπο) Θείε Ξαβιέ... Θείε Ξαβιέ...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Ο Μαξίμ είναι ή μου φαίνεται;
ΠΕΡΛΕ : (Τον ακολουθεί) Ναι, ο Μαξίμ..(Στον Μαξίμ) Έλα από το παράθυρο...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Καλά, εσύ γιατί δεν είσαι στο σχολείο σου;
ΜΑΞΙΜ : Θα σας εξηγήσω... θα σας εξηγήσω...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Για ανέβα..
ΜΑΞΙΜ : Ανεβαίνω. (Εμφανίζεται με ένα τσιγάρο στο στόμα). Κύριε Περλέ καλημέρα σας. Θείε τι βλέπω; Τι έχει
το μάτι σας;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Τίποτα... τίποτα...(έκπληκτος) Άσε το μάτι μου, εσύ γιατί δεν είσαι στο σχολείο;
ΜΑΞΙΜ : Μάλλον δεν είχα κουρδίσει το ρολόι μου, διότι μόλις έφθασα στο Κολέγιο, είχαν κλείσει την πόρτα.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Έτσι ε; Κάτι βρομοδουλειά έχεις κάνει εσύ...
ΜΑΞΙΜ : Εγώ θείε μου, τι βρομοδουλειά; Αφού ξέρετε ότι δεν είναι στον τύπο μου.
ΠΕΡΛΕ : (Μόνος του) Όχι, της Βικτουάρ όμως είναι...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Και γιατί δεν γύρισες σπίτι;
ΜΑΞΙΜ: Διότι θείε μου ήταν αργά και αφού εσείς λείπατε, λέω να μην ξυπνήσω την θεία.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Και που κοιμήθηκες;
ΜΑΞΙΜ: Στο ξενοδοχείο.
ΠΕΡΛΕ : Αχά !!
ΜΑΞΙΜ : Στο Κοντινένταλ. Στο Κοντινένταλ.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Είσαι σίγουρος;
ΜΑΞΙΜ : Σιγουρότατος.
ΠΕΡΛΕ : (Μόνος του στο κοινό) Κοίτα το άτιμο ψέματα που λέει, ούτε δικηγόρος να ήταν ο φιλόσοφος.
ΜΑΞΙΜ : Και όταν πήγα σήμερα το πρωί στο Κολέγιο μου είπε ο Διευθυντής, πως δεν με δέχονται αν δεν τους
πάω ένα δικαιολογητικό από εσάς.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Καλά θα το τακτοποιήσω.
ΜΑΞΙΜ: (Μόνος του) Ευτυχώς που δεν με αναγνώρισε στο ξενοδοχείο.
~ 44 ~
ΜΑΞΙΜ : Μάλιστα θείε. (Φεύγουν και οι δυο. Ο Περλέ μένει μόνος του. Κάνει μια περαντζάδα λίγο στο σκηνικό
και χτυπάει το τηλέφωνο)
ΠΕΡΛΕ : Ναι... Ναι... Όχι καλή μου... Δεν ξέρει τίποτα. Όλα πάνε καλά. Δεν πήρε είδηση τίποτα. Το μόνο που
θυμάται πολύ κακά είναι το φόρεμά σας. Είναι το μοναδικό στοιχείο που έχει. Σκίστε το, κάψτε το,
χαρίστε το, αλλά με κανέναν τρόπο να μην το δει. Κλείνω τώρα .... Κάποιος έρχεται...
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Κύριε... κύριε...
ΠΕΡΛΕ : Τι είναι Βικτουάρ; Τι συμβαίνει;
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Έχετε ένα τηλεγράφημα κύριε.
ΠΕΡΛΕ : Ε, δώστο μου εδώ. (του το δίνει) Από την γυναίκα μου θα είναι.(το ανοίγει) Όχι. Είναι από την αδερφή
της. (Διαβάζει) Ανησυχούμε πολύ. Στοπ. Περιμέναμε χθες βράδυ Αγγελική αλλά ματαίως. Στοπ. Πως
ματαίως; Αγγελική δεν ήρθε. Στοπ. Είναι άρρωστη; Τηλεγραφήστε. Στοπ. Τώρα αυτό τι σημαίνει; Δεν
πήγε στην αδερφή της; Μια στιγμή να τα βάλουμε κάτω. Χθες βράδυ δεν έφυγε για να πάει... Ε, που
πήγε; (Το πρόσωπο του φωτίζεται) Λες να την απήγαγε κανείς; Και ποιος να ήταν αυτός; Μπα... στην
εποχή μας δεν υπάρχουν ήρωες... Μήπως μου 'έχει στήσει καμιά παγίδα;
ΠΕΡΛΕ : Όχι που θα την έχανα.!!! Και μου γύρισε και με φωνή σβησμένη. Λοιπόν για να κάνουμε τον
αγουροξυπνημένο !!! Ή καλύτερα ότι σηκωνόμαστε από τον ύπνο ! (Μπαίνει στην κάμαρά του)
Κα ΠΕΡΛΕ : (Μπαίνει με το μάτι μαυρισμένο) Αχ Περλέ... Αχ Μπενουά μου... Τι νύχτα θεέ μου !! Τι νύχτα!!
Μπενουά !! Που είσαι Μπενουά !! (τσιρίζοντας)
ΦΩΝΗ ΠΕΡΛΕ : Ναι, ποιος είναι;
Κα ΠΕΡΛΕ : Εγώ είμαι. Έλα σωτήρα μου. Έλα, είμαι ζωντανή.
ΦΩΝΗ ΠΕΡΛΕ : Μπράβο.
Κα ΠΕΡΛΕ : Χριστέ μου αν ήξερε τι πέρασα... Πως γλίτωσα από του Χάρου τα δόντια... Και αυτός κοιμόταν του
καλού καιρού... Μα που είσαι Μπενουά μου;...
Κα ΠΕΡΛΕ : (Πέφτει στην αγκαλιά του) Α, Μπενουά νόμιζα ότι δεν θα σε ξανάβλεπα ποτέ.
ΠΕΡΛΕ : Αυτό το ρεφρενάκι κάπου το ξέρω. (Της πιάνει το κεφάλι με τα χέρια του) Κοίταξε με στα μάτια και πες
μου. Τι έχεις; Έχεις ένα μάτι μαυρισμένο.
Κα ΠΕΡΛΕ : Περλέ, παραλίγο να με χάσεις.
ΠΕΡΛΕ : (Ηρεμα αλλά και λίγο ειρωνικά) Έλα !!..
Κα ΠΕΡΛΕ : Ναι.,.Ναι!!
ΠΕΡΛΕ : Κρίμα.
Κα ΠΕΡΛΕ : Σε στεναχώρησα ε;
ΠΕΡΛΕ : Πολύ. (Μόνος του) Διότι μια ευκαιρία ήταν αυτή και την χάσαμε.
Κα ΠΕΡΛΕ : Ένα δυστύχημα έπαθα Περλέ. Ένα δυστύχημα παραλίγο... να σου στερήσει για πάντα την παρουσία
μου.
ΠΕΡΛΕ : Μην μου το ξαναπείς, δεν την αντέχω τόση ατυχία πια.
Κα ΠΕΡΛΕ : Άκου λοιπόν να δεις. Πήρα μια άμαξα για να πάω στην βίλα ντ' Αβρέ, στην αρχή εντάξει ταξιδεύαμε
μια χαρά και οι τρεις.
Κα ΠΕΡΛΕ : Ο αμαξάς, εγώ και η φοράδα. Όπου , έτσι όπως βγαίνουμε από το Παρίσι, ξέρεις, ακούει η φοράδα το
σφύριγμα ενός τραίνου και την έπιασε κάτι σαν να αφήνιασε.
ΠΕΡΛΕ : Τι μου λες;
Κα ΠΕΡΛΕ : Προσπαθεί ο αμαξάς να την τιθασεύσει, τίποτα. Και αρχίζουμε ένα τροχάδην η άμαξα, μια τρεχάλα,
διασχίζαμε τους κάμπους και τα χωράφια με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Και να μην υπάρχει ούτε ένα δείγμα
ανθρώπου προς βοήθειά μας. Αχχ !! Μπενουά!! Αυτές τις στιγμές όταν βλέπεις τον Χάρο με τα μάτια
σου βλέπεις συγχρόνως και τον άνθρωπο που αγαπάς. Τώρα με βλέπεις ήρεμη, αλλά εκείνη την στιγμή
είχα παραλογίσει.... Γι αυτό λοιπόν έχασα τα λογικά μου, άνοιξα την πόρτα και πήδηξα !!
ΠΕΡΛΕ : (Ήρεμος) Πω, πω, πω....
Κα ΠΕΡΛΕ : Και μπαμ δίνω μια με το κεφάλι σε κάτι κοτρόνια...
ΠΕΡΛΕ : Καημένη μου...
Κα ΠΕΡΛΕ : Και από εκείνη την στιγμή και μετά... δεν θυμάμαι τίποτα. Με σώσανε κάτι χωριάτες. Αχ, οι καημένοι.
Πόσο λυπήθηκα που είχα στο πορτοφόλι μου 100 φράγκα. Θα ήθελα να τους έδινα ότι έχουμε και δεν
έχουμε.
ΠΕΡΛΕ : Λίγο υπερβολικό δεν το βρίσκεις;
Κα ΠΕΡΛΕ : Τι λες καλέ, αφού μου σώσανε την ζωή.
ΠΕΡΛΕ : Γι αυτό ακριβώς.
Κα ΠΕΡΛΕ : Και το πρωί πια, μόλις είδανε ότι καλυτέρευσα ζέψανε ένα κάρο και με βάλανε και εμένα επάνω
φέρνοντας με θριαμβευτικά μέχρι την Αψίδα του Θριάμβου. Από κει πήρα μια άμαξα και να' μαι.
ΠΕΡΛΕ : Καλά, είναι τρομερό.
Κα ΠΕΡΛΕ : (Κλαίγοντας με λυγμούς) Αχ, Περλέ μου... Το φαντάζεσαι... Η φτωχή σου η γυναικούλα... (πέφτει
στην αγκαλιά του)
ΠΕΡΛΕ : (Ολο κυνισμό) Δεν τολμώ να φανταστώ !!!
~ 46 ~
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Α !! Τι έπαθε η κυρία; Η κυρία δεν το είδε το μάτι της που μαύρισε;
Κα ΠΕΡΛΕ : Και βεβαίως το είδα. Λοιπόν εσύ να πας να μου ετοιμάσεις την μπανιέρα.
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Μάλιστα κυρία. (φεύγει)
Κα ΠΕΡΛΕ : Για να δούμε ποιος μας θυμήθηκε;
ΦΩΝΗ ΠΕΡΛΕ : Ο Μάιος μας έφτασε εμπρός βήμα ταχύ, να τον προϋπαντήσουμε παιδιά στην εξοχή.
Κα ΠΕΡΛΕ : Τι είναι αυτό πάλι; (Διαβάζει) «Εκ του αστυνομικού Τμήματος.» Τι να με θέλουν; (Ανοίγει τον φάκελο)
«Παρακαλούμε περάστε από τα γραφεία μας δι υπόθεσήν σας, προσκομίζοντας και την ταυτότητά
σας.» Τι να εννοούν; «Προς την κυρία Περλέ που συνελήφθη μετά του κ. Μπαγιατέ» Ε; πως; «Χθες την
νύχτα κατά την διάρκεια εφόδου στο Ξενοδοχείον ο Παράδεισος» (Χαμένη) Εγώ; Εγώ κατά την
διάρκεια εφόδου; Στον Παράδεισο; Και με τον Μπαγιατέ; Ααα!! Είναι μια τρέλα. Μια τρέλα! (πολύ
ταραγμένη) Μήπως δεν ξέρω να διαβάζω; Μήπως έχω πυρετό;
ΠΕΡΛΕ : (Μπαίνει με ένα μποτίνι στο χέρι) Ορίστε. Λείπει ένα κουμπί από το πουκάμισο μου.
ΠΕΡΛΕ : Τι συμβαίνει;
Κα ΠΕΡΛΕ : Εδώ μέσα μου λένε... όχι είναι φρικτό διάβασε το μόνος σου.
ΠΕΡΛΕ : Ωχ, η Αστυνομία. Το στείλανε κιόλας.
Κα ΠΕΡΛΕ : Όχι, διάβασε, διάβασε.
ΠΕΡΛΕ : Τώρα την πατήσαμε.
Κα ΠΕΡΛΕ : Εγώ. Εγώ λέει συνελήφθην χθες βράδυ με τον Μπαγιατέ...
ΠΕΡΛΕ : (Μόνος του) Ωραία ιδέα... Καθόλου άσχημη θα έλεγα (Ξεσπάει δυνατά την τρομάζει) Άτιμη το
ομολογείς;..
Κα ΠΕΡΛΕ : Εγώ;
ΠΕΡΛΕ : Συνελήφθεις με τον Μπαγιατέ; (Χτυπάει το μποτίνι στο σκαμνί)
Κα ΠΕΡΛΕ : Εγώ να συλληφθώ;
ΠΕΡΛΕ : Μακριά. Μακριά από μένα.
Κα ΠΕΡΛΕ : Περλέ...
ΠΕΡΛΕ: (Συνεχίζει έξαλλος) Και τι έκανες εκεί μέσα με τον Μπαγιατέ, ε; τι;
Κα ΠΕΡΛΕ : Καλέ τίποτα. Λόγω τιμής. Όλο αυτό είναι μια τρέλα, μια τρέλα.
ΠΕΡΛΕ : Ποια τρέλα; (Δείχνει το γράμμα) Το γράμμα είναι κατηγορηματικό. (Το παίζει δράμα - σφίγγει τους
καρπούς της) Πέστε μου τι κάνατε κυρία. Απαντήστε.
Κα ΠΕΡΛΕ : Μπενουά με πονάτε. Με πονάτε φριχτά.
ΠΕΡΛΕ : (Οσο πιο τρομερός γίνεται) Απαντήστε μου.
~ 47 ~
Κα ΠΕΡΛΕ : Μα είναι φοβερό. Πώς να απαντήσω για κάτι που δεν έγινε.
ΠΕΡΛΕ : (Κραδαίνοντας το μποτίνι) Θα σας δείξω εγώ !!
Κα ΠΕΡΛΕ : (Γονατίζει μπροστά του) Έλεος !!
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Χτυπήσατε κύριε;
ΠΕΡΛΕ: (Αλλάζει ήρεμα) Ναι. Μου ράβεις σε παρακαλώ ένα κουμπί στο πουκάμισο μου; Γερά παρακαλώ. Να
κρατήσει.
ΠΕΡΛΕ : (Θυμωμένος πάλι) Μεσσαλίνα, ναι έτσι θα σε λέω τώρα. Μεσσαλίνα κι εγώ που σας έδωσα όλη μου
την εμπιστοσύνη που σας πίστεψα. Έλεγα μπορεί να παντρεύτηκα μια γυναίκα μέγαιρα και σκύλα,
αλλά ήταν μια γυναίκα πιστή...
Κα ΠΕΡΛΕ : Μα είναι ψέμματα σου λέω, είναι ψέμματα.
ΠΕΡΛΕ : Γι αυτό λοιπόν με κλειδώσατε, για να παραδοθείτε στις ερωτικές περιπτύξεις του Μπαγιατέ. Του
καλύτερού μου φίλου.
ΠΕΡΛΕ : Και για να πάτε που; Στο Ξενοδοχείον ο Παράδεισος, στο πιο κακόφημο ξενοχείο στην οδό
Προβηγκίας....
Κα ΠΕΡΛΕ: Ποτέ... Ποτέ των ποτών. Σε βεβαιώ. ….. Και που το ξέρετε εσείς ότι είναι στην οδό Προβηγκίας;;
ΠΕΡΛΕ: Το γράφει στο γράμμα….(τοκοιτά ξανά) εεε… δε το γράφει το γράμμα!
Κα ΠΕΡΛΕ: Βλέπεις; Σου είπα την αλήθεια για ότι συνέβη, με την φοράδα την αφηνιασμένη και τους χωριάτες.
ΠΕΡΛΕ : Και που' ντοι οι χωριάτες σου;
Κα ΠΕΡΛΕ : Στο χωριό τους.
ΠΕΡΛΕ : Και που είναι το χωριό τους;
Κα ΠΕΡΛΕ : Έλα ντε. Αλήθεια δεν ξέρω θεέ μου, δεν ξέρω. Ήταν τόσο μακριά. Έπρεπε να ρωτήσω. Αλλά ήταν τόσο
βαρύ το χτύπημα που μέσα στην ζαλάδα μου ξεχάστηκα, αφέθηκα. Αλλά μια στιγμή. Υπάρχει και ο
Μπαγιατέ. Γιατί και γι αυτόν λέει το γράμμα. Αυτός θα ρίξει λίγο φως στο μαύρο μου σκοτάδι.
ΠΕΡΛΕ : Μάλιστα μαντάμ. (Φωνάζει τον Μπαγιατέ) Μπαγιατέ... Μπαγιατέ...
ΦΩΝΗ ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Ορίστε.
ΠΕΡΛΕ : (Αυστηρά) Για ελάτε επάνω που σας θέλω.
ΦΩΝΗ ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Τι με θες;
ΠΕΡΛΕ: Ανέβα και θα δεις. (στην κα Περλέ) και εσείς μαντάμ, μείνετε ακίνητη. Δεν θα πείτε λέξη στον συνένοχο
σας. Ούτε νόημα, ούτε χειρονομία. Αφήστε την δικαιοσύνη να μιλήσει.
Κα ΠΕΡΛΕ : (Με τα χέρια ψηλά, δραματικά) Χριστέ μου, Παναγία μου, βοήθησε....
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Λοιπόν να' μαι τι με θες;
ΠΕΡΛΕ : (Επίσημα) Πλησιάστε κύριε.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Έκπληκτος γελάει) Κύριε; Μα τι έπαθες;
Κα ΠΕΡΛΕ : Αχ, Μπαγιατέ !!
~ 48 ~
ΠΕΡΛΕ : Εσείς μαντάμ τσιμουδιά, αφήστε την δικαιοσύνη να μιλήσει. (Στον Μπαγιατέ) Που μου είπατε ότι
είσαστε χθες την νύχτα;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Στο ξενοδοχείο ο Παράδεισος.
Κα ΠΕΡΛΕ : (Χαμένη) Που;;
ΠΕΡΛΕ : (Θριαμβευτικά) Αχά !! Το ακούσατε αυτό μαντάμ;
Κα ΠΕΡΛΕ : (Πιο χαμένη) Θεέ μου !! Μήπως η τρέλα μου χτυπάει την πόρτα; Μήπως μέσα σε αυτή την ζαλάδα
μου βρέθηκα στο... όχι, όχι αποκλείεται.
ΠΕΡΛΕ : Με βλέπετε να αστειεύομαι; (Του δίνει το γράμμα) Διάβασε λοιπόν και μόνος σου.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Τι είναι αυτό; (Διαβάζει το γράμμα και αρχίζει να γελάει) Πολύ αστείο... Αυτό είναι φάρσα παιδί
μου, φάρσα.
Κα ΠΕΡΛΕ : (Πνίγεται η φωνή της) Μάλιστα. Ο άνδρας μου είναι βέβαιος πως κι εσείς... δηλαδή ναι...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Τι; Εγώ; Εραστής σας; (Διπλώνεται από τα γέλια) Θα πεθάνω... ουχου θα πεθάνω.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Σταματάει τα γέλια) Δηλαδή ... πιστεύεις σοβαρά ότι εγώ... Α!! μα είσαι ηλίθιος.
ΠΕΡΛΕ : Η αναίδειά σας δεν θα σας γλυτώσει. (Η Περλέ πέφτει σε μια πολυθρόνα).
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Ε, όχι... όχι... Εγώ εραστής της; (χαμηλά) Μα είσαι με τα καλά σου Περλέ; Ξέχασες τι μου έλεγες
χθες, προχθές, αντίπροχτες για την γυναίκα σου. Όχι κοίταξέ την... κοίταξέ την καλά και πες μου...
ΠΕΡΛΕ : Μάλιστα μαντάμ, αυτό κάνει, ρίχνει στην πυρά την θεά που λάτρεψε. Σας πετάει σαν στυμμένη
λεμονόκουπα
.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Α, είσαι πολύ ηλίθιος.
ΠΕΡΛΕ : Ναι, αλλά αυτό δεν σας απαλλάσσει. Διότι υπάρχει και το γράμμα της Αστυνομίας. Γι αυτό τι έχεις
να πεις;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Εγώ; Τι να πω; Εγώ δεν έλαβα τίποτα από την Αστυνομία, με ακούς; Τίποτα. Κι αφού δεν έλαβα τίποτα,
αρνούμαι τα πάντα, ακούς; Τα πάντα. (Μπαίνει στην σκηνή η Μαρσέλ κρατώντας έναν φάκελο)
ΜΑΡΣΕΛ : Καλημέρα Ξαβιέ !! Φέρανε αυτό το γράμμα για σένα .
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Τι είναι πάλι τούτο; (το ανοίγει)
~ 49 ~
Κα ΠΕΡΛΕ : (Έρχεται με τον αιθέρα και ένα ποτήρι νερό) Ορίστε. (Δίνουν τον αιθέρα στην Μαρσέλ και λίγο νερό)
Συνήλθε !!
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Στην Μαρσέλ) Μαρσέλ σε παρακαλώ, μην το πιστεύεις, είναι όλα ψέμματα.
Κα ΠΕΡΛΕ : Ναι, ναι, ψέμματα!
ΠΕΡΛΕ : Ποια ψέμματα; Εδώ η Αστυνομία τους έπιασε στα πράσα !! (Η Μαρσέλ κάνει να ξαναλιποθυμήσει, και
ο Περλέ της μιλάει χαμηλά) Όχι. Φτάνει η λιποθυμία. Θυμώστε τώρα. Θέλω θυμό !! Θυμό !!
ΜΑΡΣΕΛ : Μπαγιατέ !!
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: Μαρσέλ σε παρακαλώ. Αυτό που διάβασες είναι ένα γράμμα, ένα ψέμα, ένα κρύο αστείο, μια
αποτρόπαια φάρσα.
ΠΕΡΛΕ : Ναι, γι αυτόν ήταν το φάντασμα, και γι αυτήν η φοράδα η αφηνιασμένη. Και θέλουνε να μας
πείσουνε κι από πάνω πως δεν ήτανε οι αστυνομικοί που τους μαύρισαν τα μάτια
.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Ξεσπώντας) Εεε !! Μα στο κάτω - κάτω είναι και γελοίο. Εσείς είσαστε βέβαιοι για την ενοχή μας έτσι;
ΠΕΡΛΕ : Βεβαιώτατοι!!
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Ωραία λοιπόν. Πάμε τότε και οι 4 στην Αστυνομία να δούμε αν θα μας αναγνωρίσουν.
Κα ΠΕΡΛΕ: Ναι, ναι, ναι. Εμπρός όλοι στην Αστυνομία. (Τους πιάνουν τα χέρια και προσπαθούν να παρασύρουν οι
μεν τους δε. Οι Περλέ και Μαρσέλ αντιστέκονται)
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Ααα… Μας κατηγορήσατε. Μόνο ο Αστυνόμος μπορεί να μας αθωώσει. (Μπαίνει η Βικτουάρ)
~ 50 ~
ΠΕΡΛΕ : (Τον πιάνει από τους ώμους και τον σπρώχνει) Πως είστε καλά; Δεν πάτε στο δωμάτιο μου να με
περιμένετε; Έχουμε κάτι υποθέσεις ξέρετε και...
ΜΑΤΙΣ : Α, καλά…καλά. Κυρία Μπαγιατέ καλημέρα. Καλημέρα σας κα Περλέ. Ααα!! Τι έπαθε το μάτι σας;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Τι κολλιτσίδα !!
ΜΑΤΙΣ : (Ανοίγει την πόρτα και ξαναβγαίνει) Δεν μου λέτε κι εσείς πως ξεμπλέξατε χθες το βράδυ; (στον Περλέ
πονηρά)
ΠΕΡΛΕ : (Τρέχοντας σε αυτόν) Μια χαρά σας ευχαριστώ.
ΜΑΤΙΣ : Δηλαδή;
ΠΕΡΛΕ : Πηγαίνετε, πηγαίνετε (Τον σπρώχνει και τον κλείνει στο δωμάτιο)
Κα ΠΕΡΛΕ : Τι εννοούσε με το πως ξεμπλέξατε το βράδυ;
ΠΕΡΛΕ : Τίποτα είναι μια έκφραση της Νορμανδίας. Όταν λένε πως ξεμπλέξατε το βράδυ εννοούν πως
κοιμηθήκατε το βράδυ.
Κα ΠΕΡΛΕ : Αα! Αυτό μου διέφευγε.
ΠΕΡΛΕ : (Μόνος του) Ευτυχώς !!
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: Λοιπόν, πάμε στην Αστυνομία (Ξαναπιάνονται από τα χέρια και την ώρα που γίνεται αυτή η φασαρία
μπαίνει η Βικτουάρ)
ΒΙΚΤΟΥΑΡ : Ο Διευθυντής του Τμήματος Ηθών.
ΟΛΟΙ : Ο Διευθυντής του Τμήματος Ηθών;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Πάνω στην ώρα.
~ 51 ~
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Όχι κύριε Διευθυντά, θα συλλάβατε κάποιους άσχετους που σας εξαπάτησαν, δίνοντάς σας τα
ονόματά μας.
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Μα όχι σας λέω, εξάλλου τώρα πια δεν έχει καμιά σημασία.
Κα ΠΕΡΛΕ - ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Πως δεν έχει σημασία;
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Αφού δεν έχει... έτσι κι αλλιώς η υπόθεση έκλεισε. Το μόνο που λυπάμαι είναι που ο Γραμματέας
μου, σας έστειλε αυτές τις κλήσεις μια και σήμερα το πρωί έμαθα περί ποίου ακριβώς πρόκειται....
Ο κος Μπαγιατέ δεν είστε; Ο γνωστός αρχιτέκτονας και ειδήμων του Υπουργείου οικισμού; Ο
ειδήμων του Οικισμού δεν είστε;
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Όχι, όχι, για μένα είναι σχετικό, διότι εγώ έχω ανάγκη από έναν ειδικό και δεν ήξερα που να
αποτανθώ... καθόσον ... ξέρετε ... έχω ένα σπιτάκι στην εξοχή., και έχω ένα μικρό πρόβλημα...
~ 52 ~
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : (Ανυπόμονα) Μα εδώ δεν πρόκειται για το σπιτάκι σας, εδώ πρόκειται για χθες το βράδυ.
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Σας επαναλαμβάνω μη σας απασχολεί. Από την στιγμή που μάθαμε την θέση σας την
επαγγελματική και την οικονομική σας κατάσταση, η Αστυνομία δεν πρόκειται να σας
ξαναενοχλήσει ποτέ.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Μα εδώ πρόκειται για τον κύριο και την κυρία (Δείχνει τον Περλέ και την Μαρσέλ)
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : (Τους χαιρετά αμφότερους) Κύριε... Κυρία μου... (Τον χαιρετούν χωρίς να γυρίσουν)
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Ναι αλλά τώρα οι σύζυγοι μας από δω πιστεύουν επειδή πήραν το γράμμα σας, πως χθες είμασταν
και οι δυο στο Ξενοδοχείο ο Παράδεισος, και αφού αυτό είναι ψέμα σας ζητώ να τους βεβαιώσετε
κατηγορηματικά ότι δεν μας αναγνωρίζετε.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ: Όχι με συγχωρείτε δεν κάνετε αυτό, λέτε ότι δυσκολεύεστε να θυμηθείτε τα πρόσωπά μας, αλλά
επιμένετε πως εμείς είμαστε αυτοί που συλλάβατε.
Κα ΠΕΡΛΕ : Αν σας διαφεύγει το πρόσωπο της γυναίκας, τουλάχιστον θυμηθείτε το σουλούπι της, το ύψος της (Εν
τω μεταξύ ο Περλέ κρύβει την Μαρσέλ από τον Μπουκαρόν)
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Ένα μόνο θυμάμαι καλά, πως η περί ου ο λόγος κυρία φορούσε ένα καφέ φόρεμα.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Μπορώ να τον δω παρακαλώ (Ο Μπουκαρόν του τον δίνει και ο Μπαγιατέ τον διαβάζει) Ζαν
Μοσχάρ.... δεν τον ξέρω... Αντελαϊντ Ντασω... η επονομαζόμενη Ζαζού μπα... Μπαστιέν Μοριγιόν
................Ματίς και θυγατέρες...(Ο Μπουκαρόν κλείνει το μάτι του πονηρά όσο διαβάζει ο
Μπαγιατέ)
~ 53 ~
Κα ΠΕΡΛΕ : (Εντονα) Ματίς, ποιος Ματίς; Γιατί έχουμε εδώ ένα Ματίς.
ΠΕΡΛΕ : Φτου !!
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Εδώ;
Κα ΠΕΡΛΕ : Βεβαίως και έχει και θυγατέρες...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Και μόλις μας είπε ότι πέρασε μια νύχτα στην φυλα....
ΠΕΡΛΕ : Αρμονική... στην Φιλαρμονική.
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Όχι... όχι εσύ είπες Αρμονική.
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Ε, αυτός είναι. !!
Κα ΠΕΡΛΕ : Για να δούμε λοιπόν τώρα.. Για να τον ρωτήσουμε... Ματίις....Ματίις..
ΜΑΤΙΣ : (Βγαίνει από το δωμάτιο) Με φωνάξατε;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Για έλα εδώ εσύ !!
ΜΑΤΙΣ : Ωχ ! Ο Αστυνόμος. Τι έγινε πάλι; (Πάει να φύγει και τον κρατούν)
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Κύριε Ματίς μόνο εσείς μπορείτε να μας σώσετε.
Κα ΠΕΡΛΕ : Πείτε μας την αλήθεια Ματίς, από τα χείλια σας κρεμόμαστε.
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Κύριε Ματίς, προσπαθήστε να θυμηθείτε.
ΜΑΤΙΣ : Αχ, σας παρακαλώ, μην μου μιλάτε όλοι μαζί, δεν μπορώ να καταλάβω τίποτα.
ΠΕΡΛΕ : (Μόνος του, χαμένος) Αχ Παναγία μου, και δεν κεκεδίζει σήμερα...
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Δεν είσασταν χθες στο Ξενοδοχείο ο Παράδεισος;
ΜΑΤΙΣ : Βεβαίως και ήμουνα και όχι μόνο αυτό και με συνέλαβαν χωρίς λόγο και αιτία, θα την θυμάμαι αυτή
την νύχτα, θα την θυμάμαι...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Δεν μας αφορά τι θυμάστε. Για πέστε μας όμως, μήπως είδατε σε αυτό το ξενοδοχείο, εμένα και την
κα Περλέ;
ΜΑΤΙΣ : Όσο σκέφτομαι τις κορούλες μου που τις μάζεψαν στην κλούβα και περάσανε ολόκληρη την νύχτα
στην φυλακή...
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Δεν μας αφορά τι σκεφτόσαστε, μας αφορά πως εμάς μπορεί να μην μας είδατε, αλλά άλλους θα
είδατε.
ΜΑΤΙΣ : Θέλετε να μάθετε ποιους είδα; (Ο Περλέ του τραβάει το σακάκι) Καλέ τι μου τραβάτε το σακάκι;
(Στην κα Περλέ) Λοιπόν είδα... (Απότομα κεραυνός και χαλάζι στα παράθυρα) Τον... τον... και... και...
την... την... το... το...
ΠΕΡΛΕ : Αμάν καήκαμε !!! (Μπαίνει από την είσοδο ο Μαξίμ κρατώντας καπέλο)
ΜΑΞΙΜ : Πολύ κόσμο βλέπω... Ααα!! Ο χθεσινός. (κρύβει το πρόσωπο του με το καπέλο) Αν με αναγνωρίσει
θα τα πει όλα στο θείο. (Βλέπει την πετσέτα του Περλέ που είναι μουτζουρωμένη από πρίν και την βάζει στο
κεφάλι του και μετά βάζει από πάνω το καπέλο. Προσπαθεί να το σκάσει από το παράθυρο)
ΜΑΤΙΣ : (Δείχνοντας τον Μαξίμ στον Μπαγιατέ και την Κα Περλέ) Να... να., να... ε...ε...εκ...εκεί... εκεί..
ΠΕΡΛΕ : (Βλέπει τον Μαξίμ, ταράζεται και αρχίζει να φωνάζει) Ενας κλέφτης... κλέφτης !!!
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : (Πηγαίνοντας προς το παράθυρο μαζί με τον Μπαγιατέ) Μην ανησυχείτε. Εγώ είμαι εδώ.(Πιάνει
από το ένα χέρι και το άλλο ο Μπαγιατέ. Προσπαθούν να του βγάλουν την πετσέτα από το κεφάλι.)
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ - ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Βγάλτη... Γρήγορα... ξεσκεπάσου... (Του βγάζουν την πετσέτα) Ααα!! Ο Μαξίμ !!
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Αυτός είναι!!! Ο μουτζουρωμένος!!!
ΟΛΟΙ : Τι;; Ο Μαξίμ;;
ΜΠΑΓΙΑΤΕ : Εσύ βρε αναθεματισμένε... εσύ ήσουνα;
~ 55 ~
ΜΑΤΙΣ : (Πονώντας και κουτσαίνοντας) Ααα!! Κα., κα.. λα., καλά. (πάει να συνεχίσει το γράψιμο της κατάθεσής
του)
ΜΑΤΙΣ : Ααα !!
ΠΕΡΛΕ : (Κοιτώντας το ρολόι του) Δεν πηγαίνετε σιγά σιγά... μην φτιάξει και ο καιρός... Πηγαίνετε... δεν θα
προλάβετε το τρένο... όπου να' ναι φεύγει. Γρήγορα στην Νορμανδία.!!
ΜΑΤΙΣ : Μα..μα..βρε...βρε...βρε...βρέχει...
ΠΕΡΛΕ : Εδώ βρέχει, στην Νορμανδία όμως δεν βρέχει. Πάρτε και την Βικτουάρ χάρισμα σας και πηγαίνετε στην
Νορμανδία.
ΟΛΟΙ : Στην Νορμανδία... Στην Νορμανδία (Ο Ματίς βγαίνει ακολουθούμενος από όλους)
ΠΕΡΛΕ : Ουφ.!!
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : (Στον Μαξίμ) Και τώρα νεαρέ μου αφού η υπόθεση θεωρείται λήξασα, θα μου επιτρέψετε να σας
επιστρέψω τα 5.000 φράγκα. Σας ανήκουν.
ΜΑΞΙΜ : Εμένα;
ΠΕΡΛΕ : (Μόνος του) Πάνε τα φράγκα μου !!
ΜΑΞΙΜ : Γιατί μου ανήκουν;
ΜΠΟΥΚΑΡΟΝ : Μα, εσείς δεν είσασταν στο ξενοδοχείο;
ΜΑΞΙΜ : Μπα, δίνουνε και πριμ.!!
ΠΕΡΛΕ : (Μόνος του) Δηλαδή και κερατάς και δαρμένος.
ΜΑΞΙΜ : Τι ξενοδοχείο. Θα ξαναπάω !!
Κα ΠΕΡΛΕ: Τι ξενοδοχείο. Θα θελα να πάω !!
ΠΕΡΛΕ : Τι ξενοδοχείο…εγω;… θα ξαναπάω;;
ΤΕΛΟΣ
~ 57 ~
~ 58 ~
~ 59 ~
~ 60 ~
~ 61 ~