Professional Documents
Culture Documents
MMF II 1o Kefalaio
MMF II 1o Kefalaio
MMF II 1o Kefalaio
ΜΑΣΕΝ
ΣΠΟΥ∆ΑΣΤΗΡΙΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟ∆ΟΙ
ΦΥΣΙΚΗΣ
Τόµος ΙΙ
∞
ξ
νi
f (x) = c i Jν x
a
i=1
a ξ
2 νi
ci = 2 2 f (x)xJν x dx
a Jν+1(ξνi) 0 a
Η λύση ενός προβλήµατος στη Φυσική ανάγεται, κατά κανόνα, στην επίλυση
µιας εξισώσεως ή συστήµατος εξισώσεων, που µπορεί να είναι: Αλγεβρικές, ∆ια-
ϕορικές (συνήθεις ή µε µερικές παραγώγους), ολοκληρωτικές, ολοκληροδια-
ϕορικές κλπ. Πρέπει να αναφερθεί ότι στις Μαθηµατικές Μεθόδους Φυσικής
ασχολούµαστε µε τις µεθόδους λύσεως των εξισώσεων αυτών, χωρίς να ενδια-
ϕερόµαστε για το πως προέκυψαν. Αυτό είναι αντικείµενο της Μαθηµατικής
Φυσικής.
Στο πρώτο κεφάλαιο του παρόντος τόµου ϑα γίνει µια σύντοµη παρουσίαση
των ϐασικών διαφορικών εξισώσεων (∆.Ε.) που συναντάµε στη Φυσική και ϑα
περιγράψουµε τη µέθοδο χωρισµού των µεταβλητών που µπορεί να εφαρµοστεί
σε µια µεγάλη κατηγορία γραµµικών ∆.Ε. µε µερικές παραγώγους.
Τέλος, ϑα αναφερθούν ορισµένα χαρακτηριστικά των συνήθων ∆.Ε. δευ-
τέρας τάξεως σε συνδυασµό µε τις περιοριστικές (οριακές) συνθήκες που επι-
ϐάλλονται στις λύσεις, ανάλογα µε το ϕυσικό πρόβληµα. Για την πληρότητα
του κεφαλαίου ϑεωρήθηκε σκόπιµο να επαναληφθούν ορισµένα ϑέµατα που
αναφέρθηκαν στον πρώτο τόµο του ϐιβλίου.
∂2u ∂2u ∂u ∂u
A1 2
+ A2 2 + A3 + A4 + A5 u = 0, (1.1)
∂x ∂y ∂x ∂y
όπου Ai = Ai (x, y), i = 1, 2, 3, 4, 5 είναι συναρτήσεις των ανεξαρτήτων µετα-
ϐλητών x και y , αν περιοριστούµε σε δύο διαστάσεις.
Πριν τη διατύπωση του ϑεωρήµατος, το σχετικό µε το εφαρµόσιµο της
µεθόδου χωρισµού των µεταβλητών, είναι χρήσιµο να αναφερθεί ότι, σ’ ένα
πρόβληµα που ανάγεται σε µια ∆.Ε. (συνήθη ή µε µερικές παραγώγους), οι
λύσεις πρέπει να υπακούν σε ορισµένες συνθήκες που προκύπτουν από τη
ϕύση του προβλήµατος. Για παράδειγµα η λύση πρέπει να έχει γνωστή συµ-
περιφορά σε δοσµένες χρονικές στιγµές ή περιοχές του χώρου. Οι συνθήκες
αυτές µπορεί να είναι αρχικές ή οριακές, αν και από µαθηµατικής πλευρά ο
διαχωρισµό αυτός δεν έχει σηµασία.
d 2 Xλ dXλ (1)
G1 (x) 2
+ G3 (x) + G5 (x) − λ Xλ = 0 (1.2βʹ)
dx dx
d2 Yλ dYλ (2)
G2 (y) 2 + G4 (y) + G5 (y) + λ Yλ = 0 (1.2γʹ)
dy dy
4 ∆ΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ
Σε σχέση µε την αναπαράσταση της λύσεως της ∆.Ε. (1.1) µε σειρά, ισχύει
το παρακάτω ϑεώρηµα, που είναι γνωστό και ως αρχή της επαλληλίας:
Θεώρηµα 2. Αν οι συναρτήσεις uλi (x, y) = Xλi (x)Yλi (y) είναι λύσεις της
∆.Ε. (1.1) και ικανοποιούν τις οριακές συνθήκες (1.3) και επιπλέον υπάρχουν
σταθερές ci (i = 1, 2, 3, . . .) για τις οποίες οι σειρές:
∞
∞
∞
∞
∂ 2 uλi ∂ 2 uλi ∂uλi ∂uλi
ci , ci , ci , ci
∂x2 ∂y 2 ∂x ∂y
i=1 i=1 i=1 i=1
∞
συγκλίνουν οµοιόµορφα και η σειρά ci uλi (x, y) συγκλίνει απλά στον τόπο
i=1
D και στο σύνορό του C , που καθορίζεται από τις εξισώσεις: x = x(s) και
y = y(s), τότε η συνάρτηση:
∞
u(x, y) = ci uλi (x, y)
i=1
είναι λύση της ∆.Ε. (1.1) στον τόπο D και ικανοποιεί τις οριακές συνθήκες
(1.3) επάνω στην καµπύλη C .
Τα παραπάνω µπορούν να γενικευθούν και στην περίπτωση περισσοτέρων
των δύο ανεξαρτήτων µεταβλητών.
Θα χρησιµοποιήσουµε τη µέθοδο χωρισµού των µεταβλητών στη λύση της
∆.Ε. του Helmholtz, ∇2 Ψ + k 2 Ψ = 0, σε δύο συστήµατα ορθογωνίων συντε-
ταγµένων, σε κυλινδρικές και σε σφαιρικές συντεταγµένες. Η µέθοδος αυτή
χρησιµοποιήθηκε επίσης και στο εδάφιο 10.4.2 του πρώτου τόµου του ϐιβλίου
για τη λύση της ∆.Ε. του Helmholtz σε καρτεσιανές συντεταγµένες. Υπενθυ-
µίζουµε ότι η συνάρτηση Ψ της εξισώσεως του Helmholtz µπορεί να παριστά
π.χ. το ανεξάρτητο από το χρόνο µέρος της λύσεως της κυµατικής εξισώσεως ή
της εξισώσεως διαχύσεως. Με παρόµοιο τρόπο µπορούµε να δουλέψουµε και
µε τις άλλες ∆.Ε. που αναφέρθηκαν στο εδάφιο 1.1.
και αντικαταστήσουµε την (1.6) στην (1.5) και στη συνέχεια διαιρέσουµε και
τα δύο µέλη της ∆.Ε. µε R(ρ)Φ(φ)Z(z), ϑα έχουµε:
1 d2 R 1 dR 1 d2 Φ 1 d2 Z
+ + + = −k 2 (1.7)
R dρ2 ρ dρ ρ2 Φ dφ2 Z d2 z
Παρατηρούµε ότι έχουµε ένα άθροισµα όρων που ισούται µε µια σταθερά,
−k 2 . Οι δύο πρώτοι όροι εξαρτώνται µόνο από τις ανεξάρτητες µεταβλητές ρ
και φ και ο τρίτος µόνο από την ανεξάρτητη µεταβλητή z . Εποµένως, τόσο
το άθροισµα των δύο πρώτων όρων, όσο και ο τρίτος όρος πρέπει να ισούνται
µε µια σταθερά τη σταθερά διαχωρισµού. Το άθροισµα των δύο σταθερών
πρέπει να ισούται µε −k 2 . ∆ηλαδή:
1 d2 Z 1 d2 R 1 dR 1 d2 Φ
=ν και + + =λ (1.8)
Z dz 2 R dρ2 ρ dρ ρ2 Φ dφ2
όπου:
ν + λ = −k 2 → λ = −k 2 − ν
Αντικαθιστώντας την τιµή λ = −k 2 − ν στη δεύτερη ∆.Ε. των (1.8) και
πολλαπλασιάζοντας µε ρ2 και τα δύο µέλη της έχουµε:
1 2 d2 R dR 2 2
1 d2 Φ
− ρ + ρ + (k + ν)ρ = (1.9)
R dρ2 dρ Φ dφ2
Επειδή το αριστερό µέλος της ∆.Ε. (1.9) εξαρτάται µόνο από την ανεξάρτητη
µεταβλητή ρ και το δεξιό µέλος µόνο από την ανεξάρτητη µεταβλητή φ, τα δύο
µέλη της ∆.Ε. πρέπει να είναι ίσα µε την ίδια σταθερά, που τη συµβολίζουµε
µε µ. ΄Ετσι η ∆.Ε. (1.9) χωρίζεται στις εξισώσεις:
1 d2 Φ 1 2 d2 R dR
2 2
=µ και ρ + ρ + k + ν ρ = −µ (1.10)
Φ dφ2 R dρ2 dρ
Εποµένως, η ∆.Ε.του Helmholtz (σε κυλινδρικές συντεταγµένες) χωρίζεται
στις τρεις ∆.Ε.:
d2 Z
− νZ = 0 (1.11αʹ)
dz 2
d2 Φ
− µΦ = 0 (1.11βʹ)
dφ2
d2 R dR
2
ρ2 2 + ρ + k + ν ρ2 + µ R = 0 (1.11γʹ)
dρ dρ
1.2 Η µέθοδος χωρισµού των µεταβλητών 7
dΦ(φ) dΦ(φ)
Φ(φ0 ) = Φ(φ0 + 2π), = (1.12)
dφ φ=φ0 dφ φ=φ0 +2π
Οι συνθήκες αυτές επιτυγχάνονται όταν (ϐλέπε παράδειγµα 2 του εδαφίου
1.4.3 για µια παρόµοια περίπτωση):
όπου A1 είναι αυθαίρετη σταθερά. Παρατηρούµε ότι, σε κάθε τιµή της σταθερά
διαχωρισµού µ αντιστοιχούν οι δύο γραµµικά ανεξάρτητες λύσεις Φ±|m| (φ) =
e±i|m|φ . Στη σχέση (1.13) η λύση έχει γραφεί χωρίς το σύµβολο ± επειδή
νοείται ότι ο ακέραιος αριθµός m µπορεί να είναι αρνητικός, µηδέν ή ϑετικός.
Η σταθερά διαχωρισµού ν καθορίζεται από επιπρόσθετες οριακές συνθή-
κες. ΄Ετσι, αν απαιτείται π.χ. οι λύσεις Ψ(ρ, φ, z) να µηδενίζονται για z = 0
και z = L, τότε:
Z(0) = 0 και Z(L) = 0 (1.14)
n2 π 2 nπz
ν=− , n = 1, 2, 3, ... και Zn (z) = A2 sin (1.15)
L2 L
d2 R dR 2 n2 π 2 2
ρ2 + ρ + k − ρ − m 2
R=0 (1.16)
dρ2 dρ L2
Με την αλλαγή µεταβλητής:
2 n2 π 2
r = γkn ρ όπου γkn = k2 − (1.17)
L2
η ∆.Ε. (1.16) παίρνει την απλούστερη µορφή:
d2 R dR
r2 2
+r + (r2 − m2 )R = 0 (1.18)
dr dr
8 ∆ΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ
Η ∆.Ε. (1.18) λέγεται ∆.Ε. Bessel ακεραίας τάξεως m και η γενική της λύση
είναι:
R(r) = A3 Jm (r) + B3 Nm (r)
όπου Jm (r) και Nm (r) οι συναρτήσεις Bessel και Neumann ακεραίας τάξεως
m, τις οποίες ϑα µελετήσουµε στο εδάφιο ;; και στο Κεφάλαιο ;;.
Αν στο πρόβληµα που εξετάζουµε η R(r) = R(γkn ρ) πρέπει να είναι
ϕραγµένη για ρ = 0, τότε πρέπει να ϑέσουµε B3 = 0, επειδή η συνάρτη-
ση Nm (r) = Nm (γkn ρ) δεν είναι ϕραγµένη σε αυτό το σηµείο. ΄Ετσι, ως λύση
της (1.18) δεχόµαστε µόνο τη Jm (r). ∆ηλαδή:
Με τη ϐοήθεια τώρα των σχέσεων (1.13), (1.15) και (1.19) οι λύσεις της
∆.Ε. του Helmholtz που ικανοποιεί τις οριακές συνθήκες (1.12) και (1.14) και
είναι ϕραγµένη για ρ = 0, γράφεται :
nπz
Ψknm (ρ, φ, z) = Cnm Jm (γkn ρ) sin eimφ (1.20)
L
όπου Cnm = A1 · A2 · A3 είναι αυθαίρετη σταθερά.
Τέλος (αν ισχύουν οι προϋποθέσεις της αρχής της επαλληλίας), η πλέον
γενική λύση της ∆.Ε. (1.5), που υπόκειται στις προαναφερθείσες οριακές συν-
ϑήκες ως προς τις συναρτήσεις Φ(φ), Z(z) και R(ρ), είναι ένας γραµµικός
συνδυασµός των λύσεων Ψknm (ρ, φ, z). ∆ηλαδή,
∞
∞ nπz
Ψk (ρ, φ, z) = Cnm Jm (γkn ρ) sin eimφ (1.21)
L
n=0 m−∞
Σχήµα 1.2.
1.2 Η µέθοδος χωρισµού των µεταβλητών 9
1 ∂ 2 ∂Ψ 1 ∂ ∂Ψ 1 ∂2Ψ
r + sin θ + = −k 2 Ψ (1.22)
r2 ∂r ∂r r2 sin θ ∂θ ∂θ r2 sin2 θ ∂φ2
Αν Ϲητήσουµε λύσεις της µορφής:
αντικαταστήσουµε στη ∆.Ε. (1.22) και διαιρέσουµε µε το γινόµενο R(r)Y (θ, φ),
µετά την αναδιάταξη των διαφόρων όρων, παίρνουµε:
1 d
2 dR 1 1 ∂ ∂Y 1 ∂2Y
r + k2 r2 = − sin θ + (1.23)
R dr dr Y sin θ ∂θ ∂θ sin2 θ ∂φ2
Επειδή το αριστερό µέλος της (1.23) είναι συνάρτηση µόνο της ανεξάρτητης
µεταϐλητής r και το δεξιό µέλος συνάρτηση µόνο των ανεξαρτήτων µεταβλη-
τών θ και φ, πρέπει και τα δύο µέλη να είναι ίσα µε την ίδια σταθερά. Αν
συµβολίσουµε τη σταθερά αυτή µε λ παίρνουµε τις ∆.Ε.:
1 ∂ ∂Y 1 ∂2Y
sin θ + + λY = 0 (1.24αʹ)
sin θ ∂θ ∂θ sin2 θ ∂φ2
d2 R dR
r2 2 + 2r + k2 r2 − λ R = 0 (1.24βʹ)
dr dr
Θα ασχοληθούµε πρώτα µε τη ∆.Ε. (1.24αʹ) και στη συνέχεια µε τη (1.24βʹ).
Αν Ϲητήσουµε λύσεις της ∆.Ε. (1.24αʹ) της µορφής:
Y (θ, φ) = Θ(θ)Φ(φ)
d2 Φ
− µΦ = 0 (1.26αʹ)
dφ2
1 d dΘ µ
sin θ + λ+ Θ=0 (1.26βʹ)
sin θ dθ dθ sin2 θ
10 ∆ΙΑΦΟΡΙΚΕΣ ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ
d dΘ m2
(1 − ξ 2 ) + λ− Θ=0 (1.28)
dξ dξ 1 − ξ2
Η ∆.Ε. στην οποία καταλήξαµε (που γίνεται η ∆.Ε. του Legendre για
m = 0), µε κατάλληλους µετασχηµατισµούς ανάγεται σε µια ∆.Ε. που µπορεί
να λυθεί µε αναζήτηση λύσεως υπό µορφή σειράς ϑετικών δυνάµεων του ξ .
Μπορεί να δειχθεί ότι, αν οι οριακές συνθήκες για θ = 0 και θ = π (ή ξ = ±1)
απαιτούν οι λύσεις της (1.28) να είναι ϕραγµένες, τότε οι παράµετροι λ και µ
πρέπει να παίρνουν τις τιµές:
|m|/2 d|m| Pl (ξ)
Θ(θ) = Plm (ξ) = 1 − ξ 2 , ξ = cos θ
dξ |m|
ή
d|m| Pl (cos θ)
Θ(θ) = Plm (cos θ) = sin|m| θ (1.29γʹ)
d(cos θ)|m|
όπου Pl (ξ) τα πολυώνυµα Legendre l τάξεως. Οι συναρτήσεις Plm (ξ) λέγον-
ται προσαρτηµένες συναρτήσεις Legendre (associate Legendre funcions).
Αυτή είναι η ∆.Ε. Bessel τάξεως l + 12 και η γενική της λύση είναι:
όπου Jl+ 1 (ρ) και Nl+ 1 (ρ) οι συναρτήσεις Bessel και Neumann τάξεως l + 12 .
2 2
Αν στο πρόβληµα που εξετάζουµε η ακτινική λύση Rkl (r) = ρ−1/2 w(ρ) =
(kr)−1.2 w(kr) πρέπει να είναι ϕραγµένη για r = 0, τότε πρέπει να ισχύει
B3 = 0, επειδή η συνάρτηση (kr)−1/2 Nl+ 1 (kr) = ρ−1/2 Nl+ 1 (ρ) δεν είναι
2 2
ϕραγµένη σε αυτό το σηµείο. ΄Ετσι, η λύση της ∆.Ε. (1.24βʹ) είναι:
Με τη ϐοήθεια των σχέσεων (1.30), και (1.32) οι λύσεις της ∆.Ε. του Hel-
mholtz σε σφαιρικές συντεταγµένες που ικανοποιούν τις συνθήκες: α) είναι
περιοδικές ως προς τη µεταβλητή φ, ϐ) είναι ϕραγµένες για θ = 0, και θ = π
και γ) είναι ϕραγµένες για r = 0 γράφονται :
∞
l
Ψk (r, θ, φ) = Clm (kr)−1/2 Jl+ 1 (kr) Ylm (θ, φ) (1.34)
2
l=0 m=−l
d
p(x)y (x) + q(x) + λρ(x) y(x) = 0 (1.35)
dx
Υποθέτουµε ότι όλες οι σταθερές διαχωρισµού εκτός της λ έχουν προσδιοριστεί.
Επειδή λοιπόν πολλά προβλήµατα της Φυσικής ανάγονται τελικά στη επί-
λυση ∆.Ε. της παραπάνω µορφής, ϑα τις εξετάσουµε µε κάποια λεπτοµέρεια.
Επιπρόσθετα η µελέτη αυτών των ∆.Ε. µας οδηγεί στις Ειδικές Συναρτήσεις
της Μαθηµατικής Φυσικής καθώς και σε συστήµατα ορθογωνίων συναρτή-
σεων τα οποία µπορούν να χρησιµοποιηθούν στην αναπαράσταση διαφόρων
συναρτήσεων.
1.3.1 Γενικά
όπου A(x) ≡ 0.
Οι συναρτήσεις A(x), B(x), C(x) υποτίθεται ότι είναι πραγµατικές συναρ-
τήσεις της πραγµατικής µεταβλητής x και επιπλέον αναλυτικές.
d
Π(x)A(x) = Π(x)B(x) (1.38αʹ)
dx
1.3 Συνήθεις γραµµικές και οµογενείς διαφορικές εξισώσεις 2ας τάξεως. 13
1
B(x)
Π(x) = exp A(x) dx (1.38βʹ)
A(x)
d
p(x)y + r(x)y = 0 (1.39)
dx
όπου:
C(x)
B(x)
p(x) = exp A(x) dx και r(x) = p(x) (1.40)
A(x)
Υπενθυµίζουµε ότι, η γενική λύση της ∆.Ε. (1.36) είναι ένας γραµµικός
συνδυασµός δύο γραµµικά ανεξαρτήτων λύσεων αυτής. Αν y1 (x) και y2 (x)
είναι δύο τέτοιες λύσεις της ∆.Ε. τότε η γενική λύση είναι:
d
p(x)y + q(x) + λρ(x) y = 0 , a ≤ x ≤ b (1.44)
dx
Ορισµός. Η επίλυση της ∆.Ε. (1.44) µε µια από τις παρακάτω γραµµικές
και οµογενείς οριακές συνθήκες, λέγεται πρόβληµα Sturm-Liouville (S.L.):
A) y(a) = 0 , y(b) = 0
B) y (a) = 0 , y (b) = 0
C) y(a) + αy (a) = 0 , y(b) + βy (b) = 0 , (α, β = σταθερές) (1.45)
D) y(a) = y(b) , y (a) = y (b), p(a) = p(b)
E) p(a) = 0 , y(a) = ϕραγµένη , y (a) = ϕραγµένη
ή (και) p(b) = 0 , y(b) = ϕραγµένη , y (b) = ϕραγµένη
1.4 Πρόβληµα Sturm - Liouville 15
d d
L̂ = p(x) + q(x)
dx dx
η ∆.Ε. (1.44) γράφεται πιο κοµψά ως εξής:
L̂y(x) = −λρ(x)y(x)
d
p(x)yn + q(x) + λn ρ(x) yn = 0 (1.46αʹ)
dx
d
p(x)ym + q(x) + λm ρ(x) ym = 0 (1.46βʹ)
dx
Η µιγαδική συζυγής της (1.46αʹ) γράφεται :
d
p(x) (yn∗ ) + q(x) + λn ρ(x) yn∗ = 0 (1.47)
dx
Στη συνέχεια πολλαπλασιάζουµε την (1.46βʹ) επί yn∗ (x) και την (1.47) επί
ym (x) και αφαιρούµε κατά µέλη, οπότε έχουµε :
d d
yn∗
p(x)ym − ym p(x)(yn∗ ) + (λm − λn )ρ(x)yn∗ ym = 0
dx dx
ή
d ∗
p(x)(ym yn − ym yn∗ ) + (λm − λn )ρ(x)yn∗ ym = 0 (1.49)
dx
Ολοκληρώνοντας την (1.49) από a έως b έχουµε :
b
x=b
p(x) ym (x)yn∗ (x)−ym (x)yn∗ (x) +(λm −λn ) yn∗ (x)ρ(x)ym (x) dx = 0
x=a a
(1.50)
Ο πρώτος όρος της (1.50) είναι ίσος µε µηδέν για κάθε τύπο οριακών
συνθηκών της (1.45) και επειδή λm = λn ϑα έχουµε :
b
(yn , ρym ) ≡ yn∗ (x)ρ(x)ym (x) dx = 0 (1.51)
a
1.4 Πρόβληµα Sturm - Liouville 17
Η κανονικοποιηµένη συνάρτηση:
λόγω της οµογένειας του προβλήµατος S.L., είναι πάλι ιδιοσυνάρτηση της ∆.Ε.
(1.44) που ανήκει στην ιδιοτιµή λn .
Αν δοθεί λοιπόν µια τυχαία ιδιοσυνάρτηση, µπορούµε από τις άπειρες προς
αυτήν γραµµικά εξαρτηµένες ιδιοσυναρτήσεις, να διαλέξουµε ως ‘‘χαρακτηρι-
στικό αντιπρόσωπο’’ την κανονικοποιηµένη. Σηµειώνεται ότι, η κανονικοποιη-
µένη ιδιοσυνάρτηση δεν ορίζεται µονοσήµαντα. Μπορούµε για παράδειγµα
να πολλαπλασιάσουµε την ỹn (x) επί έναν παράγοντα eiφ (φ =πραγµατικός
αριθµός) και η νέα ιδιοσυνάρτηση ỹ˜n (x) = eiφ ỹn (x) να είναι πάλι κανονικο-
ποιηµένη. ∆ηλαδή παρά την κανονικοποίηση εξακολουθεί ακόµη να υπάρχει
στην ιδιοσυνάρτηση µια αυθαιρεσία ‘‘ϕάσεως’’.
d du1
p(x) + q(x) + λρ(x) u1 = 0
dx dx
και
d du2
p(x) + q(x) + λρ(x) u2 = 0
dx dx
Αν πολλαπλασιάσουµε επί u2 την πρώτη ∆.Ε. και επί u1 τη δεύτερη και αφαι-
ϱέσουµε κατά µέλη παίρνουµε:
d du1 d du2
u2 p(x) − u1 p(x) =0
dx dx dx dx
ή
d
p(x)(u2 u1 − u2 u1 ) = 0 (1.56)
dx
∆ηλαδή,
p(x) u2 (x)u1 (x) − u1 (x)u2 (x) = c = σταθερά , ∀x ∈ [a, b] (1.57)
΄Ετσι, οι v1 (x), v2 (x) είναι δύο ορθογώνιες ιδιοσυναρτήσεις που ανήκουν στη
διπλή ιδιοτιµή λ και ϐρίσκονται από τις σχέσεις:
v1 (x) = u1 (x) και v2 (x) = u2 (x) − (u1 , ρu2 )u1 (x) (1.61)
v2 (x)
y1 (x) = v1 (x) και y2 (x) =
(1.62)
(v2 , ρv2 )
(ỹ1 (x), ρ ỹ1 (x)) = 1, (ỹ2 (x), ρ ỹ2 (x)), (ỹ1 (x), ρ ỹ2 (x)) = 0
για τον καθορισµό των τεσσάρων αγνώστων Cij (i = 1, 2, j = 1, 2). Το
σύστηµα αυτό έχει εν γένει άπειρες λύσεις. Αυτό σηµαίνει ότι από το ορθο-
κανονικό Ϲεύγος των ιδιοσυναρτήσεων y1 (x), y2 (x) που ανήκουν στη διπλή
ιδιοτιµή λ, µπορούµε να κατασκευάσουµε, µε άπειρους τρόπους και άλλα
Ϲεύγη ορθοκανονικών ιδιοσυναρτήσεων που να ανήκουν στην ίδια ιδιοτιµή.
n2 π 2
λ ≡ λn = , n = 1, 2, 3, . . . (1.69)
4L2
Αυτές είναι οι Ϲητούµενες ιδιοτιµές. ΄Οταν n = 0, τότε λ0 = 0 και η αντίστοιχη
ιδιοσυνάρτηση είναι ίση µε το µηδέν για ∀x ∈ [−L, L] και δεν παρουσιάζει
ενδιαφέρον.
Οι ιδιοσυναρτήσεις υπολογίζονται ως εξής: Για µια ορισµένη ιδιοτιµή λ =
λn η σχέση (1.67αʹ) δίνει:
√
C1 = −C2 ei2 λn L
= −C2 einπ = −C2 (−1)n (1.70)
οπότε:
nπ(x + L)
yn (x) = Cn sin [ λn (x + L)] = Cn sin (1.71)
2L
√
όπου η Cn (Cn = −i2C2 ei λn L ) εξακολουθεί να είναι µια αυθαίρετη σταθερά.
Η Cn µπορεί να ‘‘προσδιοριστεί’’ από τη συνθήκη κανονικοποιήσεως:
L
nπ(x + L)
Cn∗ Cn sin 2
dx = 1 → Cn∗ Cn L = 1
−L 2L
1
οπότε: |Cn |2 = .
L
Εποµένως οι (πραγµατικές) κανονικοποιηµένες ιδιοσυναρτήσεις είναι :
1 nπ(x + L)
yn (x) = √ sin (1.72)
L 2L
ή √ √
2 sin2 ( λL) = 0 =⇒ λL = nπ , n = 0, ±1, ±2, . . .
Εποµένως, οι ιδιοτιµές στην περίπτωση αυτή είναι :
n2 π 2
λ ≡ λn = , n = 0, 1, 2, . . . (1.75)
L2
1 nπx 1 nπx
yn(1) (x) = √ exp i , yn(2) (x) = √ exp − i (1.78)
2L L 2L L
b
N 2
lim f (x) − Cn yn (x) ρ(x) dx = 0 όπου Cn = (yn , ρf ) (1.80)
N →∞ a
n=1
Με άλλα λόγια για κάθε συνάρτηση f (x) που είναι κατά τµήµατα συνεχής
(ή f (x) ∈ L2ρ [a, b]), η σειρά των ιδιοσυναρτήσεων του προβλήµατος S.L.
∞
f (x) = Cn yn (x) , Cn = (yn , ρf ) (1.81)
n=1
Στην αρχή του εδαφίου 1.4 αναφέραµε ότι το ϕάσµα των ιδιοτιµών της ∆.Ε.
(1.44) µε τις οµογενείς οριακές συνθήκες (1.45) είναι ένα αριθµήσιµο σύνολο.
Στη σχετική µελέτη, ϑεωρήθηκε ότι το διάστηµα [a, b] είναι πεπερασµένο. Σε
πολλά προβλήµατα της Φυσικής όµως, συµβαίνει το ένα ή και τα δύο άκρα
του διαστήµατος να τείνουν στο άπειρο. Η µελέτη των οριακών προβληµάτων
αυτής της µορφής, οδηγεί στο συµπέρασµα ότι σε ορισµένες περιπτώσεις, το
ϕάσµα των ιδιοτιµών είναι διακεκριµένο, ενώ σε άλλες συνεχές. ∆ηλαδή, η
παράµετρος λ µπορεί να παίρνει οποιαδήποτε τιµή µέσα σ’ ένα διάστηµα (ή
διαστήµατα). Τέλος, το ϕάσµα των ιδιοτιµών µπορεί να είναι και µικτό, δηλαδή
να έχουµε τόσο διακεκριµένες, όσο και συνεχείς τιµές της παραµέτρου λ.
Θα περιοριστούµε να υποδείξουµε την εµφάνιση συνεχούς ϕάσµατος ιδιο-
τιµών, εξετάζοντας το παράδειγµα της αρµονικής κινήσεως (εδάφιο 1.4.3) µε
οµογενείς οριακές συνθήκες τύπου D , όταν το διάστηµα είναι (−∞, ∞). Στο
παράδειγµα αυτό είδαµε ότι, όταν L =πεπερασµένο, οι ιδιοτιµές δίνονται από
2 2
τη σχέση λn = nLπ2 , n = 0, 1, 2, . . ..
Παρατηρούµε ότι, όταν το L αυξάνει, η ιδιοτιµή λn πλησιάζει προς την
ιδιοτιµή µηδέν, ενώ η διαφορά µεταξύ δύο διαδοχικών ιδιοτιµών :
(2n + 1)π 2
∆λ = λn+1 − λn =
L2
µικραίνει, δηλαδή το ϕάσµα τείνει να γίνει συνεχές.
Το γεγονός όµως, ότι η λn πλησιάζει προς την ιδιοτιµή µηδέν οπότε και
οι δύο ιδιοσυναρτήσεις (σχέσεις (1.78)) πλησιάζουν προς το µηδέν για κάθε
x, ϕανερώνει, ότι η περίπτωση αυτή δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον. Η
ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι εκείνη, κατά την οποία όταν L → ∞ εξασφαλί-
2 2
Ϲουµε όπως η ιδιοτιµή λn = nLπ2 τείνει σ’ ένα προκαθορισµένο όριο λ (λ > 0)
και οι ιδιοσυναρτήσεις τείνουν στις συναρτήσεις:
√ √
(1) (2)
yλ (x) = αλ ei λx
yλ (x) = αλ e−i λx
(1.82)
n2 π 2
lim λn = lim =λ
L→∞ L→∞ L2
n→∞ n→∞
και b
Cn = yn∗ (x)f (x)dx (1.83βʹ)
a
Τέλος, από τη σχέση (1.85), µε αλλαγή της σειράς των συµβόλων της αθροί-
σεως και ολοκληρώσεως, προκύπτει:
b
∞
f (x) = yn∗ (x )yn (x) f (x )dx
a n=1
1.4 Πρόβληµα Sturm - Liouville 27
οπότε:
∞
yn∗ (x )yn (x) = δ(x − x) (1.86)
n=1
Η σχέση αυτή, λέγεται ‘‘σχέση κλεισίµατος’’ και εκφράζει την πληρότητα
των ιδιοσυναρτήσεων yn (x).
Αν έχουµε συνεχές ϕάσµα ιδιοτιµών, αντί των σχέσεων (1.83αʹ) και (1.83βʹ)
ϑα έχουµε (το ολοκλήρωµα εκτείνεται σ’ όλο το συνεχές ϕάσµα των ιδιοτιµών):
f (x) = Cλ yλ (x)dλ (1.87αʹ)
σ
και ∞
Cλ = yλ∗ (x)f (x)dx (1.87βʹ)
−∞
Η αντικατάσταση της (1.87βʹ) στην (1.87αʹ) δίνει :
∞
f (x) = yλ (x) dλ yλ∗ (x ) f (x ) dx (1.88)
σ −∞
f (x) = Cn yn (x) + Cλ yλ (x)dλ
n σ
2
Επίσης, η σχέση πληρότητας, παίρνει τη µορφή :
+∞
2 2
|Cn | + |Cλ | dλ = |f (x)|2 dx
n σ −∞
3. Να δειχθεί ότι:
α) Οι λύσεις της ∆.Ε. του Legendre:
(1 − x2 )y − 2xy + l(l + 1)y = 0 , −1 ≤ x ≤ 1
που είναι ϕραγµένες στα σηµεία ±1, είναι ορθογώνιες συναρτήσεις στο διά-
στηµα [−1, 1], µε συνάρτηση ϐάρους ρ(x) = 1. Οι συναρτήσεις αυτές είναι τα
πολυώνυµα του Legendre Pl (x).
2
για τις οποίες ισχύει: lim y(x)e−x = 0, είναι ορθογώνιες συναρτήσεις στο
x→±∞
2
διάστηµα (−∞, ∞), µε συνάρτηση ϐάρους ρ(x) = e−x . Οι συναρτήσεις αυτές
είναι τα πολυώνυµα του Hermite Hm (x).
α) y + λy = 0 0 ≤ x ≤ L, y(0) = 0, y(L) = 0
β) y + λy = 0 0 ≤ x ≤ 2π, y(0) + y (0) = 0, y(2π) + y (2π) = 0
γ) y + λy = 0 0 ≤ x ≤ 2π, y(0) − y(2π) = 0, y (0) − y (2π) = 0
δ) y + λy = 0 0 ≤ x ≤ π, y (0) = 0, y (π) = 0
d 3
α) (x y ) + λxy = 0, 1 ≤ x ≤ e, y(1) = y(e) = 0
dx
β) x2 y + 2xy + λy = 0, 1 ≤ x ≤ 2, y(0) = y(2) = 0
γ) (2x + 3)2 y + 4(2x + 3)y + (1 + λ)y = 0, 1 ≤ x ≤ 3, y(0) = y(3) = 0
7. Να δειχθεί ότι για κάθε δύο λύσεις yi (x), yj (x) της ∆.Ε.:
d
xy + λxy = 0, |y(0)| < ∞ , y(1) = 0
dx
ισχύει ότι :
1
yi (x)xyj (x)dx = 0
0
d
p(x)yn + λn ρ(x)yn = 0 , a≤x≤b
dx
και ικανοποιούν κατάλληλες οµογενείς οριακές συνθήκες ώστε οι yn (x) και
ym (x) να είναι ορθογώνιες µε συνάρτηση ϐάρους ρ(x). Να δειχθεί ότι υπάρ-
χουν κατάλληλες οριακές συνθήκες ώστε οι συναρτήσεις yn (x) και ym
(x) (m =
2 d 2 u
− + V (x)u = Eu
2m dx2
όπου E η ενέργεια και V (x) το δυναµικό (το οποίο υποτίθεται πεπερασµένο).
Να δειχθεί ότι σε προβλήµατα δεµίας καταστάσεως, οπότε lim u(x) = 0 και
x→±∞
το ϕάσµα των ιδιοτιµών της ενέργειας είναι διακεκριµένο, δεν έχουµε εκφυλι-
σµό.
10. ∆ίνεται το πρόβληµα S.L.:
d
[p(x)y ] + [q(x) + λρ(x)]y = 0 , p(x) > 0, ρ(x) > 0 , 0 ≤ x ≤ 1
dx
α1 y(0) + α2 y (0) = 0 , β1 y(1) + β2 y (1) = 0
α) Να δειχθεί ότι αν λn είναι µια ιδιοτιµή του και yn (x) η αντίστοιχη ιδιοσυ-
νάρτηση, τότε :
1 1
2
λn ρ(x)yn2 (x)dx = p(x)yn (x) − q(x)yn2 (x) dx
0 0
β1 α1
+ p(1)yn2 (1) − p(0)yn2 (0)
β2 α2
Πως γράφεται αυτή η σχέση όταν α2 = β2 = 0·
β
ϐ) Αν q(x) ≤ 0 και β12 ≥ 0 , α
α2 ≥ 0 να δειχθεί ότι : λn ≥ 0.
1