Fani Tsiampasi

You might also like

Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 11

«Διάδραση Κειμένου-Αναγνώστη σε Μυθιστορήματα

για Εφήβους του Μάνου Κοντολέων»

Φανή Τσιαμπάση

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Αντικείμενο αυτής της εργασίας1 είναι η ανάλυση του φαινομένου της


«διάδρασης» κειμένου-αναγνώστη σε μυθιστορήματα για εφήβους του Μάνου
Κοντολέων, με γνώμονα τη θεωρία της «Αισθητικής Ανταπόκρισης» του
Wolfgang Iser. Η θεωρία αυτή αντιπροσωπεύει τη φαινομενολογική εκδοχή
της Αναγνωστικής Θεωρίας και το κύριο ερευνητικό ενδιαφέρον της εστιάζεται
στις διανοητικές διεργασίες που συντελούνται στη συνείδηση του αναγνώστη
κατά την πράξη της ανάγνωσης.
Αξιοποιώντας τις βασικές αρχές της πιο πάνω θεωρίας ως
μεθοδολογική βάση διερευνούμε τον τρόπο που λαμβάνει χώρα η επικοινωνία, η
διάδραση κειμένου-αναγνώστη. Δηλαδή, προσπαθούμε να εντοπίσουμε τις
κειμενικές δομές που ενεργοποιούν τη διάνοια του αναγνώστη και τον
παρακινούν να εμπλακεί ενεργά στην αναγνωστική διαδικασία, για να δομήσει το
νόημα του κειμένου.
Η μελέτη μας περιορίζεται σε τρία μυθιστορήματα του Μάνου Κοντολέων
που απευθύνονται σε εφήβους. Μολονότι μελετήσαμε το σύνολο των
μυθιστορημάτων του για εφήβους, καταλήξαμε σε τρία από αυτά: Το 332, Μια
ιστορία του Φιοντόρ3 και Μάσκα στο φεγγάρι4, επειδή συνιστούν
αντιπροσωπευτικά δείγματα γραφής του συγγραφέα και ανταποκρίνονται
περισσότερο στο σύνολο των θεωρητικών αρχών του W. Iser. Ως πεδίο
εφαρμογής της θεωρίας αυτής, λοιπόν, επιλέγουμε το μυθιστόρημα, επειδή αυτό
το λογοτεχνικό είδος παρέχει προσφορότερο από τα άλλα είδη έδαφος για την
ανάπτυξη των αρχών του θεωρητικού μας πλαισίου, καθώς αποτέλεσε την
περιοχή μελέτης και έρευνας και του ίδιου του W. Iser. Για την επιλογή του
συγγραφέα Μάνου Κοντολέων συνεκτιμήσαμε δύο παράγοντες: το πλούσιο και,
συγχρόνως, αξιόλογο μυθιστορηματικό του έργο και τη διαπίστωση ότι η γραφή
του εγείρει καίρια θεωρητικά ζητήματα, αναφορικά με το ρόλο του αναγνώστη.

Η παρουσίαση αυτή αποτελεί μια επιτομή της διπλωματικής εργασίας μου που
1

εκπονήθηκε στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Διδακτική Γλώσσας –


Λογοτεχνία – Θέατρο και Εκπαίδευση», Ε.Κ.Π.Α., Π.Τ.Δ.Ε., 2007.
2
Κοντολέων Μάνος, Tο 33, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 1989.
3
Κοντολέων Μάνος, Μια ιστορία του Φιοντόρ, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2005.
4
Κοντολέων Μάνος, Μάσκα στο φεγγάρι, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2004.

-1-
Τέλος, τα παραδείγματα του μυθιστορηματικού λόγου που επιλέγουμε
και παραθέτουμε σε καμία περίπτωση δε συνιστούν θεωρητικές αποδείξεις˙
αποτελούν και πρέπει να εκληφθούν ως ενδεικτικά παραδείγματα.

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ «ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗΣ»


ΤΟΥ WOLFGANG ISER

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
Η θεωρία της «Αισθητικής Ανταπόκρισης» του Wolfgang Iser
εντάσσεται στο πλαίσιο της Αναγνωστικής Θεωρίας και θέτει στο επίκεντρο του
ενδιαφέροντός της όχι το κείμενο ή τον αναγνώστη αλλά τη μεταξύ τους
επικοινωνιακή σχέση. Σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση της επιστημονικής
σκέψης και, συνακόλουθα, της θεωρητικής πρότασης του Iser άσκησε η θεωρία
του Roman Ingarden, ο οποίος με τη σειρά του είχε επηρεαστεί από το δάσκαλό
του, το φαινομενολόγο φιλόσοφο Edmund Husserl.
Ο Husserl, διερευνώντας κεντρικά προβλήματα της γνωσιοθεωρίας
(όπως λ.χ.: πώς ο αντικειμενικός κόσμος εισχωρεί στη συνείδηση, πώς
σχηματίζονται οι γενικές έννοιες, πώς το υποκείμενο συνειδητοποιεί πράγματα
και νοήματα που υπερβαίνουν την υποκειμενικότητά του), υποστηρίζει πως η
συνείδηση είναι πάντοτε συνείδηση για κάτι, δηλαδή, κατευθύνεται προς ένα
αντικείμενο ή στοχεύει σε αυτό.5 Ο ρόλος της υποκειμενικής συνείδησης κατά
τη διαδικασία οικειοποίησης των αντικειμένων του εξωτερικού κόσμου σε καμιά
περίπτωση δεν είναι παθητικός˙ αντίθετα, η συνείδηση συνθέτει τον εξωτερικό
κόσμο ενεργητικά, δημιουργώντας μια εσωτερική αλληλεξάρτηση ανάμεσα σε
αυτή και στα αντικείμενα που προσλαμβάνει. Άμεση συνέπεια αυτής της
ιδιότητας της συνείδησης αποτελεί, για τη Φαινομενολογία, η διαπίστωση πως
ό,τι δεν ενυπάρχει στο εσωτερικό [της συνείδησης] δεν υπάρχει και στην
πραγματικότητα και αποκλείεται.6
Ο Roman Ingarden είναι ο πρώτος θεωρητικός που μελέτησε ζητήματα
Αισθητικής και κυρίως Λογοτεχνίας από τη σκοπιά της Φαινομενολογίας.
Πεποίθησή του ήταν ότι τα λογοτεχνικά έργα προσφέρουν στη Φαινομενολογία
μια μοναδική θεωρητική ευκαιρία, καθώς δεν είναι ούτε πραγματικά, αφού δεν

Holub R., «Φαινομενολογία» στο Selden R. (επιμ.), Από τον Φορμαλισμό στον
5

Μεταδομισμό, μτφρ. Μίλτος Πεχλιβάνος Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Θεσσαλονίκη,


Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
[Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], 2004, σ. 408.
Τζιόβας Δ., Μετά την Αισθητική: Θεωρητικές Δοκιμές και Ερμηνευτικές
6

Αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, Εκδόσεις Οδυσσέας, 2003 σσ.


240-41.
-2-
έχουν εμπειρική ύπαρξη, δεν είναι όμως ούτε ιδεατά, επειδή αλλάζουν με κάθε
ανάγνωση ακόμη και για τον ίδιο αναγνώστη σε διαφορετικές χρονικές στιγμές 7.
Αυτό, ωστόσο, που είναι ιδιαίτερα σημαντικό στη θεωρία του Ingarden και
άσκησε μεγάλη επίδραση στη διαμόρφωση του θεωρητικού σχήματος του Iser
είναι η αντίληψη ότι η πιο σημαντική δραστηριότητα που αναλαμβάνει ο
αναγνώστης κατά την πράξη της ανάγνωσης είναι η αποκατάσταση της συνοχής
του κειμένου: η συμπλήρωση των απροσδιόριστων σημείων, των κενών ή
χασμάτων του. Ο Ingarden, όταν αναφέρεται σε αυτή τη δραστηριότητα του
αναγνώστη, χρησιμοποιεί τον όρο «συγκεκριμενοποίηση» («Konkretisation»)
και σημειώνει πως, μολονότι αυτή η δραστηριότητα συνήθως δεν επιτελείται
συνειδητά, εντούτοις αποτελεί σημαντική παράμετρο νοηματοδότησης του
λογοτεχνικού έργου. Ο Ingarden χαράσσει σαφή διαχωριστική γραμμή μεταξύ
της σταθερής δομής ενός έργου και της πραγμάτωσής της από τον αναγνώστη. 8
Με άλλα λόγια, αντιλαμβάνεται ότι το λογοτεχνικό έργο έχει δύο πόλους: τον
«καλλιτεχνικό», που αναφέρεται στο κείμενο που έχει παραχωρηθεί από το
συγγραφέα, και τον «αισθητικό» πόλο, ο οποίος σχετίζεται με την πραγμάτωση
του κειμένου από τον αναγνώστη.9

Η ΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ


Η θεωρητική πρόταση του W. Iser μετατοπίζει το κέντρο βάρους της
μελέτης της Λογοτεχνίας από το κείμενο και τον αναγνώστη στην ίδια τη
διαδικασία της ανάγνωσης.10 Το δε ερευνητικό του ερώτημα συνίσταται όχι στο
‘τι λέει το κείμενο’ αλλά στο ‘πώς το διαβάζει’ ο κάθε αναγνώστης: «Δεν
ενδιέφερε πια να πούμε τι σημαίνουν τα κείμενα αλλά πώς ανταποκρίνεται ο
αναγνώστης τους σε αυτά. Εστιάσαμε, συνεπώς, το ενδιαφέρον μας […] στην
επικοινωνιακή δομή των κειμένων και την επεξεργασία τους από τον
αναγνώστη»,11 τονίζει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του.
Ο W. Iser ενστερνίζεται και αναπαράγει ουσιαστικά την άποψη του
Ingarden πως το λογοτεχνικό έργο έχει δύο πόλους, τον «καλλιτεχνικό» και
τον «αισθητικό»,12 ενώ καθίσταται αισθητικό αντικείμενο μόνο όταν διαβάζεται
και συμπληρώνεται από τον αναγνώστη. Αφού, λοιπόν, το αισθητικό αντικείμενο
συγκροτείται μέσα από μια πράξη κατανόησης από την πλευρά του αναγνώστη,
τότε η έμφαση μετατοπίζεται από το κείμενο ως αντικείμενο στην πράξη της

Ingarden Roman, The literary Work of Art: An Investigation on the


7

Borderlines of Ontology, Logic and Theory of Literature, μτφρ. George G.


Grabovicz, Evanston, IL, Northwestern University Press, 1973, σ. 246

Holub R., Θεωρία της πρόσληψης: μια κριτική εισαγωγή, μτφρ. Κ. Τσακοπούλου,
8

επιμέλεια-θεώρηση μτφρ. Άννα Τζούμα, Αθήνα, Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2001 , σ. 48.


Ό.π.
9

«Έχω περιγράψει το κείμενο και την ανάγνωση ως διαδικασία, επειδή αρνούμαι να


10

καθηλωθώ σε μία μόνον οπτική –εκείνην του συγγραφέα, του κειμένου ή του
αναγνώστη», δηλώνει ο Iser στο «Ανθρωπολογική απολογία της λογοτεχνίας»,
Συζήτηση με τον Wolfgang Iser, μτφρ. Μίλτος Πεχλιβάνος, στο περ. Λόγου χάριν, τ.
2, Άνοιξη 1991, σ. 33.
ό.π. σ. 26.
11

Iser W., Der Akt des Lesens: Theorie ästhetischer Wirkung, München, W. Fink,
12

1994, σ. 38.
-3-
ανάγνωσης ως διαδικασία.13 Με βάση την πολικότητά του, είναι προφανές ότι το
λογοτεχνικό έργο δεν είναι δυνατό να ταυτιστεί ούτε με το κείμενο ούτε με την
αντίληψη που αποκομίζει από αυτό ο αναγνώστης, δηλαδή με την πραγμάτωσή
του, αλλά τοποθετείται εκεί όπου συγκλίνουν επιτυχώς ο αναγνώστης και το
κείμενο.14 Το λογοτεχνικό έργο, λοιπόν, υποστασιοποιείται από τη διαλεκτική
σύγκλιση κειμένου-αναγνώστη και έχει δυνητικό χαρακτήρα, αφού δεν
περιορίζεται ούτε στην πραγματικότητα του κειμένου ούτε στην
υποκειμενικότητα του αναγνώστη.
Η πράξη της ανάγνωσης συνιστά μία προσπάθεια οικειοποίησης του
κειμένου από τον αναγνώστη, είναι μια πράξη νοηματοδότησης. Ο αναγνώστης
παράγει το νόημα μέσα από προβολές της ατομικής του συνείδησης, 15
καθοδηγούμενος διαρκώς από τις κειμενικές δομές. 16 Ο Iser αντιλαμβάνεται το
νόημα του κειμένου ως το αποτέλεσμα της διάδρασης κειμένου-αναγνώστη:
«Καθώς ο αναγνώστης και το κείμενο συμπλέκονται σε μια κοινή κατάσταση, η
διάκριση υποκειμένου και αντικειμένου αίρεται και κατά συνέπεια το νόημα δεν
είναι πλέον ένα αντικείμενο προς προσδιορισμό αλλά ένα αποτέλεσμα προς
βίωση».17

ΔΙΑΔΡΑΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ-ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ
Κεντρική θέση στο θεωρητικό σχήμα του Iser κατέχει η έννοια της
διάδρασης κειμένου-αναγνώστη, έννοια που συνιστά και τη «μεγάλη
καινοτομία»18 της προσέγγισής του, καθώς με βάση αυτή η αντίθεση
αντικειμενικού-υποκειμενικού φαίνεται πλέον να μην υφίσταται. 19 Η δομή της
επικοινωνίας που σκιαγραφεί ο Iser βασίζεται σε μια θεμελιώδη ασυμμετρία
μεταξύ των δύο εταίρων (κειμένου–αναγνώστη) που πρέπει διαρκώς να
εξισορροπείται μέσα από ένα αμοιβαίο «δούναι και λαβείν». Εγγύηση για μια
επιτυχή επικοινωνία μεταξύ των δύο μελών της αναγνωστικής σχέσης αποτελεί
η καθοδήγηση και ο έλεγχος της δραστηριότητας του αναγνώστη από τους
κειμενικούς μηχανισμούς20.
Καθώς ο αναγνώστης διαβάζει ένα κείμενο συνθέτει, συσχετίζει,
αναθεωρεί όψεις και προοπτικές του κειμένου, ενεργοποιώντας το μέσω του
εαυτού του και βαδίζοντας –ασυνείδητα ή και συνειδητά– στην αυτοπραγμάτωση.
Μέσα, λοιπόν, από τη διαρκή επικοινωνία του με το κείμενο ο αναγνώστης
προβαίνει συγχρόνως και σε μια αναθεώρηση, ανατοποθέτηση, αναμόρφωση του
ίδιου του εαυτού του. «Η συγκρότηση του νοήματος δε συνεπάγεται μόνο τη

Holub R., Θεωρία της πρόσληψης: μια κριτική εισαγωγή, ό. π. σ. 146


13

Iser W., Der Akt des Lesens, ό.π. σ. 38.


14

Φρυδάκη Ε., Η Θεωρία της Λογοτεχνίας στην Πράξη της Διδασκαλίας , Αθήνα,
15

Εκδόσεις Κριτική, 2003, σ. 166.


Iser W., Der Akt des Lesens, ό.π. σ. 45.
16

Iser W., Der Akt des Lesens , ό.π. σ. 22. Βλ. ακόμη Iser W., «Henry James, Η
17

εικόνα στο χαλί, Αντί Εισαγωγής στο Συνειδησιακό βίωμα της ανάγνωσης» στο Henry
James, Η εικόνα στο χαλί και τέσσερα δοκίμια ό. π. σ. 161 (από όπου και το
παραπάνω παράθεμα).
Φρυδάκη Ε., Η Θεωρία της Λογοτεχνίας στην Πράξη της Διδασκαλίας , ό.π. σ. 166.
18

Τζούμα Ά., Ερμηνευτική: από τη βεβαιότητα στην υποψία, Αθήνα, Εκδόσεις


19

Μεταίχμιο, 2005, σ. 129.


Holub R., Θεωρία της πρόσληψης: μια κριτική εισαγωγή, ό. π. σ. 161.
20

-4-
δημιουργία ενός όλου που αναδύεται από τις αλληλοσυνδεόμενες κειμενικές
προοπτικές […] αλλά ταυτόχρονα, μέσω της διαμόρφωσης αυτού του όλου, μας
επιτρέπει να διαμορφώσουμε τους εαυτούς μας και έτσι να αποκαλύψουμε έναν
εσωτερικό κόσμο τον οποίο αγνοούσαμε ως τώρα». 21 Ο Iser περιγράφει την
έννοια της διάδρασης κειμένου-αναγνώστη μέσα από τους όρους «εννοούμενος
ή λανθάνων αναγνώστης», «λογοτεχνικό ρεπερτόριο» και «λογοτεχνικές
στρατηγικές».
Ο «εννοούμενος αναγνώστης» ορίζεται ταυτόχρονα ως μια κειμενική
οντότητα (δομή) και ως διαδικασία παραγωγής του νοήματος: «ο όρος
ενσωματώνει τόσο την προκαταρκτική δόμηση του πιθανού νοήματος από το
κείμενο όσο και την πραγμάτωση αυτής της δυναμικής κατά την αναγνωστική
διαδικασία».22 Ο «εννοούμενος αναγνώστης» δεν πρέπει να συγχέεται με τον
πραγματικό, γιατί «ο πρώτος είναι ενδοκειμενικός, ενώ ο πραγματικός έχει
διπλό καθήκον: να προσέξει τις δομές που συνιστούν τον «εννοούμενο
αναγνώστη» και να ολοκληρώσει την πραγμάτωση του κειμένου». 23 Σύμφωνα με
τον Iser, o πραγματικός αναγνώστης δεν είναι απολύτως ελεύθερος κατά τη
διαδικασία δόμησης του νοήματος, αφού ο ρόλος του καθορίζεται σε σημαντικό
βαθμό από ενδοκειμενικούς περιορισμούς. Θα μπορούσε να θεωρηθεί
συγχρόνως ‘ενεργητικός’ και ‘παθητικός’˙ ‘παθητικός’, αφού η δραστηριότητά
του ενεργοποιείται και ελέγχεται από τις κειμενικές δομές, και ‘ενεργητικός’,
επειδή είναι εκείνος που, παρά τις υποδείξεις και τους περιορισμούς του
κειμένου, παράγει τελικά το νόημα.
Το «λογοτεχνικό ρεπερτόριο» είναι αυτό που η παραδοσιακή ορολογία
αποκαλεί «περιεχόμενο», δηλαδή όλα όσα από το «εξω-κείμενο» εισχωρούν στο
κείμενο: κοινωνικές υποθέσεις, ιστορικές και πολιτισμικές αναφορές, το
‘κοινωνικοπολιτισμικό συγκείμενο’, διακειμενικές παρουσίες και λογοτεχνικές
υποδηλώσεις. Απαρτίζεται, λοιπόν, από διάφορες συμβάσεις: στοιχεία, δηλαδή,
της πραγματικότητας ενσωματωμένα στο κείμενο αλλά και στοιχεία της
λογοτεχνικής παράδοσης. Συνιστά έναν ‘οικείο’ χώρο, όπου συναντιέται ο
αναγνώστης με το κείμενο και αρχίζει η επικοινωνία τους. Το «ρεπερτόριο»
είναι η αναγκαία αποσκευή του αναγνώστη κατά την αναγνωστική διαδικασία,
και, ταυτόχρονα, ό,τι το κείμενο εμπεριέχει και επικαλείται. 24
Αν εκλάβουμε το «λογοτεχνικό ρεπερτόριο» ως το περιεχόμενο ενός
λογοτεχνικού έργου, τότε μπορούμε να εννοήσουμε τις «λογοτεχνικές
στρατηγικές» ως τη μορφή του. Οι «λογοτεχνικές στρατηγικές» διαδραματίζουν
καθοριστικό ρόλο τόσο στην οργάνωση και ταξινόμηση του υλικού του
«ρεπερτορίου» όσο και στις συνθήκες μέσα στις οποίες το υλικό αυτό
επικοινωνείται.25 Ο Iser περιγράφει δύο κύριες «λογοτεχνικές στρατηγικές»: 26
τη σχέση «βάθος-προσκήνιο» και την αρχή «θέμα-ορίζοντας». Οι όροι «βάθος»
και «προσκήνιο» αναφέρονται στη σχέση που επιτρέπει σε ορισμένα στοιχεία να

Iser W., Der Akt des Lesens, ό.π. σ. 337.


21

Iser W., Der implizite Leser: Kommunikationsformen der Romans von Bunyan bis
22

Beckett, München, Fink, 1972, ό.π. σ. 12


Τζιόβας Δ., Μετά την Αισθητική: Θεωρητικές Δοκιμές και Ερμηνευτικές
23

Αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας,, ό. π. σ. 243.


Τζούμα Ά., Ερμηνευτική: από τη βεβαιότητα στην υποψία, ό.π. σ. 124.
24

Iser W., Der Akt des Lesens , ό.π. σ. 143.


25

ό.π. σσ. 155-69.


26

-5-
αναδύονται στην επιφάνεια («προσκήνιο»), ενώ, ταυτόχρονα, κάποια άλλα
υποχωρούν («βάθος») και διαμορφώνουν ένα ευρύτερο περιβάλλον. Κάθε
‘αναγνωστική στιγμή’ το «περιπλανώμενο βλέμμα» του αναγνώστη εστιάζει σε
ένα «θέμα», ενώ ποικίλα και, ενίοτε, αντιπαρατιθέμενα μεταξύ τους «θέματα»
συνθέτουν τον «ορίζοντα» της διαδικασίας της νοηματοδότησης. Το «θέμα» και
ο «ορίζοντας» αφορούν την επιλογή μέσα από τις πολλαπλές προοπτικές ενός
κειμένου.
Τα μέσα, ωστόσο, με τα οποία λαμβάνει χώρα η επικοινωνία κειμένου-
αναγνώστη είναι τα «κενά» και οι «αρνήσεις».
Ως «κενό» (Leerstelle) μπορεί κανείς να εννοήσει οτιδήποτε έρχεται
να διασπάσει την κειμενική συνοχή και να εμπλέξει τον αναγνώστη σε μια
δραστηριότητα με στόχο την αποκατάστασή της. Τα κενά υποδηλώνουν ότι τα
διαφορετικά τμήματα του κειμένου πρέπει να συνδεθούν˙ λειτουργούν ως
σκεπτόμενοι αρμοί (gedachte Scharniere), και, αφού καθορίζουν τα όρια
ανάμεσα στα σχήματα και τις κειμενικές προοπτικές, προκαλούν τη νοητική
ενεργοποίηση του αναγνώστη για τη δόμηση του νοήματος. 27 Ορίζουν δε το
συνταγματικό άξονα, καθώς χαράσσουν μια διαδρομή ‘εντός του κειμένου’.
Καθώς ο αναγνώστης καλύπτει τα κενά στο συνταγματικό άξονα,
υιοθετεί μια προοπτική σύμφωνα με την οποία οι παλαιότερες απόψεις του
εμφανίζονται παρωχημένες ή ακυρώνονται. Όταν συμβαίνει αυτό, λαμβάνει
χώρα μια «άρνηση» («Negation»), δηλαδή ένα δυναμικό κενό στον
παραδειγματικό άξονα της αναγνωστικής διαδικασίας. 28 Ό,τι ακυρώνεται όμως
συνεχίζει να λαμβάνεται υπόψη από τον αναγνώστη, επιφέροντας τροποποιήσεις
στη στάση του σχετικά με εκείνο που του είναι οικείο ή καθορισμένο. Ο
αναγνώστης, δηλαδή, καθοδηγείται να υιοθετήσει μία στάση «σε σχέση με το
κείμενο».29

Η ΔΙΑΔΡΑΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ-ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΣΤΑ


ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΑΝΟΥ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ

Ο W. Iser στο θεωρητικό του σχήμα κάνει αναλυτική αναφορά στα μέσα
που στοιχειοθετούν τη διάδραση κειμένου-αναγνώστη: στα «κενά» και στις
«αρνήσεις». Με γνώμονα αυτά τα δύο στοιχεία διερευνούμε τους τρόπους με
τους οποίους εμφανίζονται στα υπό εξέταση μυθιστορήματα και διαπιστώνουμε
ότι:
1. Τα «κενά» αναδύονται όταν το κείμενο διακρίνεται από:
α. Ρήγματα συνταγματικού άξονα
Ρήγματα υπάρχουν όταν το κείμενο περιέχει φράσεις που παρουσιάζουν
συντακτικές ελλείψεις, ανωμαλίες, αοριστίες ή όταν παρεμβάλλονται ξένες
λέξεις και ο αναγνώστης καλείται να αποκαταστήσει τη συνοχή του κειμένου. Το
παρακάτω παράδειγμα αντλείται από το μυθιστόρημα Μια ιστορία του Φιοντόρ,
όπου το φαινόμενο της ύπαρξης ξένων λέξεων στο κείμενο απαντάται σε μεγάλη

ό.π. σ. 284.
27

Iser W., Der Akt des Lesens , ό.π. σ. 328.


28

Iser W., «Η αλληλεπίδραση ανάμεσα στο κείμενο και τον αναγνώστη» στο
29

Λεοντσίνη Μαίρη (επιμ.), Όψεις της Ανάγνωσης, μτφρ. Κ. Αθανασίου και Φ. Σιατίτσας,
Αθήνα, Εκδόσεις Νήσος, 2000, σ. 201.
-6-
συχνότητα. Λ.χ. η Λιούμπα, στην ερώτηση για το όνομα του τόπου της απαντά
στα ρωσικά:
«Coюэ Советских Социалнстисческнх Республик»
(Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών) (σ. 10)
Ο αναγνώστης, λοιπόν, έρχεται αντιμέτωπος με λέξεις της ρωσικής γλώσσας,
γεγονός που του προκαλεί κενό, το οποίο καλύπτει μόνο εάν μετακινηθεί στον
παρακειμενικό χώρο των υποσημειώσεων, όπου υπάρχει η ερμηνεία των
άγνωστων λέξεων και φράσεων.

β. Συνύπαρξη φανταστικών με πραγματικά στοιχεία


Η συνύπαρξη φανταστικών–μυθοπλαστικών στοιχείων με στοιχεία της
πραγματικότητας, γνωστά στον αναγνώστη από το παρακείμενο του βιβλίου ή
από άλλες πηγές, κλονίζει τη συνοχή του κειμένου. Ως παράδειγμα
παραθέτουμε από Το 33 την αναφορά του ονόματος του συγγραφέα από ένα
μυθοπλαστικό πρόσωπο, το οποίο μεταφέρει μια φράση που έχει διαβάσει
πρόσφατα σε κάποιο βιβλίο. Δε θυμάται τον τίτλο:
Μα το συγγραφέα τον θυμάται, Μάνος Κοντολέων. (σ. 24)

γ. Εναλλαγή οπτικής γωνίας της αφήγησης


Προς την ίδια κατεύθυνση οδηγεί και η εναλλαγή της οπτικής γωνίας
αφήγησης με συνέπεια τη μέγιστη αναγνωστική δραστηριοποίηση. Αντλούμε πάλι
από Το 33:
Έκλαψα, λοιπόν, και την ίδια στιγμή πόναγα…
Πνιγόμουνα και φοβόμουνα και θύμωνα και
ανησυχούσα και λυπόμουνα…. (σ. 45) (πατέρας)
Αν έπρεπε να διάλεγα κάποια ρήματα που μ’
αντιπροσωπεύουν, θα διάλεγα: πονάω, ονειρεύομαι,
ελπίζω, τρελαίνομαι.(σ. 48) ( μητέρα)
Λοιπόν, είναι εκνευριστικό ν’ ανακαλύπτεις πως
υπάρχουν πράγματα τα οποία δεν μπορείς να
καταλάβεις (σ. 41) (γιος)
Και η κόρη αισθάνεται την επικείμενη ανατροπή της οικογενειακής κατάστασης:
σαν κάποιος να της τη χαράζει πάνω στο δέρμα (σ. 42).
Το κάθε μέλος θεάται το ζήτημα από τη δική του σκοπιά, γεγονός που
υπαγορεύει στον αναγνώστη να προβεί σε συγκεκριμένους νοητικούς
συνδυασμούς, να υιοθετήσει μια κριτική στάση απέναντι στους ισχυρισμούς των
ηρώων, ώστε να οδηγηθεί στην πραγμάτωση του κειμένου.

δ. Αναχρονισμοί: αναδρομές και προαγγελίες


Η αναδρομή σε γεγονότα του παρελθόντος ή η προαγγελία, δηλαδή η
κατά κανόνα υπαινικτική αναφορά σε ένα μελλοντικό σημείο της αφήγησης,
παρακωλύει τη γραμμική εξέλιξη της ιστορίας, προξενώντας ένα ακόμη κενό.
Ως ενδεικτικό παράδειγμα παραθέτουμε από τη Μάσκα στο φεγγάρι το σημείο
εκείνο όπου η Έλλη Κωλέτη μιλά στους μαθητές της για την εντύπωση που
αποκόμισε, όταν παρακολούθησε, για μία και μοναδική φορά στη ζωή της, το
Λουκά Αλεξίου στο θέατρο:
Είχε μπει μέσα στα παρασκήνια. […]
-7-
[…] Και ξαφνικά εκείνος την είδε… […] και της
χαμογέλασε, με το δάχτυλό του της έκανε νόημα
να πλησιάσει […] Ήταν εκείνος κι αυτή, μόνοι τους
[…] «Λοιπόν;» την είχε ρωτήσει. «Πώς σου φάνηκε
η παράσταση;» […] (σσ. 98-100)

ε. Ανοικειώσεις
Το λογοτεχνικό κείμενο ενσωματώνει συμβάσεις που είναι οργανωμένες
με τέτοιο τρόπο, ώστε κάποιες φορές να αμφισβητείται η εγκυρότητά τους, ενώ
κάποιες άλλες «ανοικειώνει» την εμπειρία του αναγνώστη προσφέροντάς του
ασυνήθιστες, διαφορετικές, μη οικείες εμπειρίες. 30 Το 33 συνιστά μια
ανοικειωτική αναγνωστική εμπειρία τόσο στο μακρόκοσμο της ανάγνωσης γενικά
(λογοτεχνικές συμβάσεις, παραδομένοι τρόποι ανάγνωσης) όσο και στο
μικρόκοσμο της ανάγνωσης του συγκεκριμένου λογοτεχνικού κειμένου
(αυτοαναφορικότητα κ.λπ.). Προς επίρρωση των παραπάνω θα μπορούσαμε να
αναφέρουμε εκείνη την αναγνωστική στιγμή, κατά την οποία ο αναγνώστης
βυθίζεται μαζί με την Άννα στο τέλμα της οικογενειακής της ζωής,
παρακολουθώντας την αφήγησή της, ενώ η μυθοπλασία διακόπτεται, ξαφνικά,
με την παρεμβολή του συγγραφέα:
Αυτά, λοιπόν, όλα βγαίνουν μέσα από τις σκέψεις
της Άννας – αυτής, δηλαδή, που εγώ, ο συγγραφέας,
της έχω δώσει το ρόλο της μητέρας. (σ. 17)

στ. Σημεία ή τμήματα αμφισβητούμενης συνεκτικότητας


Συχνά, κατά την αναγνωστική διαδικασία, ο αναγνώστης συναντά σημεία
ή και ολόκληρα τμήματα, τα οποία είναι ασύνδετα ή χαλαρά συνδεμένα με τον
κύριο κορμό του κειμένου. Τέτοια σημεία ή τμήματα παραπέμπουν, συνήθως, σε
άλλα λογοτεχνικά έργα. Ο Iser σημειώνει πως κάθε λογοτέχνημα θυμίζει ένα
αντίστοιχο ιστορικό προηγούμενο ως προς το θέμα που πραγματεύεται, την ιδέα
που προβάλλει.31
Το Μια ιστορία του Φιοντόρ είναι διανθισμένο με πλήθος από τέτοια στοιχεία.
Επιλέγουμε ένα τμήμα με στίχους του ποιητή Μαγιακόφσκι: 32
Πλούσια ρούχα, όμορφοι ήχοι και πανέμορφα κορμιά!
Και να, η Ρωσία δεν είναι κουρελιάρα ζητιάνα. 33 Και να,
η Λιούμπα δεν είναι το κορίτσι που όλοι κοροϊδεύαν…
Η Ρωσία ακέρια –ολόσωμος Ιβάν και η Λιούμπα με τον
τρομερό βασιλιά μοιάζει – το χέρι του ο Νέβας ποταμός (σ. 53)

Iser W., Der implizite Leser, ό.π. σ. 74.


30

Iser W., Der implizite Leser, ό.π. σ. 190.


31

Ο αναγνώστης αντλεί αυτές τις πληροφορίες από τα παρακειμενικά στοιχεία του


32

βιβλίου (σημειώνονται στη σελίδα 149).


Στην εργασία μας υπογραμμίζουμε τα παραθέματα που στο κείμενο εμφανίζονται με
33

πλάγια γραφή.
-8-
2. Οι «αρνήσεις», που ο Iser τις διακρίνει σε πρωταρχικές και
δευτερεύουσες (στα μυθιστορήματα που μελετούμε) επισυμβαίνουν ως
αποτέλεσμα, οι μεν πρώτες:

α. Ματαίωσης των αναγνωστικών προσδοκιών


Ο αναγνώστης ενός μυθιστορήματος, υποστηρίζει ο Iser, χάρη στην
«εκούσια άρση της δυσπιστίας»,34 ακολουθεί το δρόμο που του χαράσσει ο
αφηγητής –γεγονός απολύτως φυσιολογικό– και υιοθετεί κάποιες συγκεκριμένες
προοπτικές για την ανάπτυξη του μύθου. Στην πορεία της ανάγνωσης οι
προοπτικές αυτές δεν επιβεβαιώνονται, οπότε λαμβάνει χώρα η «άρνηση».

β. Άρσης λογοτεχνικών συμβάσεων και στερεοτύπων


Άρση συμβάσεων και στερεοτύπων εντοπίζεται και στα τρία
μυθιστορήματα. Στο 33 , λ.χ., με παρεμβάσεις του συγγραφέα, επεμβάσεις των
μυθοπλαστικών προσώπων στη διαμόρφωση της πλοκής, παρεκβάσεις στον
κύριο αφηγηματικό άξονα, κ.ά. επιφέρουν αυτό το αποτέλεσμα:
Άλλωστε κι εγώ, ο αναγνώστης, δεν είμαι, μαζί με το
συγγραφέα και τους ήρωες, ένα από τα βασικά
πρόσωπα του βιβλίου; Έτσι είναι, είμαι! […]
Το τέλος εγώ θα το γράψω! (σ. 87)

Οι «δευτερεύουσες αρνήσεις» αναδεικνύονται όταν το κείμενο


χαρακτηρίζεται από:
α. Αυτοαναφορικότητα
Από τα πλείστα στοιχεία αυτοαναφορικότητας που εντοπίσαμε
σταχυολογούμε από Το 33:
[…] κύριε Κοντολέων, το μυθιστόρημά σας δε θα
τελειώνει σε αίθουσα δικαστηρίου […] Αλλά μέσα
στο σπίτι του Δομήνικου και της Άννας Λούβαρη. (σ. 89)

β. Αποστροφή του αφηγητή στον αναγνώστη


Στην περίπτωση της αποστροφής την άμεση ανταπόκριση του αναγνώστη καθορίζει η
προσωρινή απομάκρυνση από την κυρίως αφήγηση και, συγχρόνως, η συνειδητοποίηση αυτής
καθαυτής της επικοινωνιακής πράξης της ανάγνωσης. Π.χ.:
Κι εσύ, αγαπητέ μου αναγνώστη, υπομονετικέ μου
αναγνώστη, ξέχασε ό,τι γράφτηκε στην αρχή αυτού
του κεφαλαίου… (Το 33 σ. 39)

Μπορεί ένας άνθρωπος να αλλάξει τη μοίρα ενός


άλλου ανθρώπου; (Μια ιστορία του Φιοντόρ σ. 142)

Τι είναι πιο σημαντικό; Να καταλαβαίνεις ή να


συναισθάνεσαι; (Μάσκα στο φεγγάρι σ. 331)

Iser W., «Henry James, Η εικόνα στο χαλί, Αντί Εισαγωγής στο Συνειδησιακό
34

βίωμα της ανάγνωσης» στο Henry James, Η εικόνα στο χαλί και τέσσερα δοκίμια, ό.π.
σ. 158.
-9-
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Στη μελέτη μας παρατηρήσαμε ότι και στα τρία λογοτεχνικά κείμενα υπάρχουν
πλήθος από σημεία ή τμήματα που η ασάφεια και η απροσδιοριστία τους αναγκάζει τον
αναγνώστη να εμπλακεί ενεργά στην αναγνωστική διαδικασία. Από τη μια πλευρά
ορθώνονται εμπόδια στο συνταγματικό άξονα, δηλαδή «κενά» και «σημεία ή τμήματα
αμφισβητούμενης συνεκτικότητας», και από την άλλη, στον παραδειγματικό άξονα, αφθονούν
τόσο οι «πρωταρχικές» όσο και οι «δευτερεύουσες αρνήσεις».
Στο μυθιστόρημα Το 33 η αναγνωστική διαδικασία που εγκαθιδρύεται είναι πολύ
απαιτητική, καθώς η σχέση κειμένου-αναγνώστη διέπεται από μεγάλη ασυμμετρία. Ο
αναγνώστης βιώνει μια «ανοικειωτική» εμπειρία από την πρώτη στιγμή της εμπλοκής του
στη διαδικασία της ανάγνωσης. Αντιλαμβάνεται πως το έργο αυτό αναφέρεται επιφανειακά
στο διαζύγιο ενός ζευγαριού, αλλά συνιστά ουσιαστικά το «διαζύγιο» του συγγραφέα του από
τον παραδοσιακό τρόπο γραφής.
Στο μυθιστόρημα Μια ιστορία του Φιοντόρ απαντώνται σε μεγάλη συχνότητα και
επιτελούν σπουδαίο έργο «τα σημεία ή τμήματα αμφισβητούμενης συνεκτικότητας»
(διακείμενα). Η σύνδεσή τους με τον κύριο κορμό του κειμένου και η αποκατάσταση της
συνοχής του προϋποθέτει την ενεργοποίηση του «ρεπερτορίου» του αναγνώστη αξιώνοντας
από αυτόν την ουσιαστική συμμετοχή του.
Η Μάσκα στο φεγγάρι, επίσης, μολονότι είναι ένα πολυεπίπεδο κείμενο
παραδοσιακής μορφής, εντούτοις προϋποθέτει δημιουργική ανάγνωση. Δηλαδή, μέσα από μια
διαρκή κίνηση ανάμεσα στις προοπτικές του, τη ματαίωσή τους και συνακόλουθα το
σχηματισμό νέων, ο αναγνώστης μετατρέπει τις κειμενικές ενδείξεις σε διανοητικές εικόνες
για να νοηματοδοτήσει τελικά το έργο.
Γενικά, όπως καταδεικνύεται στην παρούσα μελέτη, τα μυθιστορήματα για εφήβους
του Μάνου Κοντολέων αποτελούν ένα πεδίο όπου η θεωρία της «Αισθητικής
Ανταπόκρισης» βρίσκει γόνιμο έδαφος εφαρμογής. Η πράξη της ανάγνωσης αποδεικνύεται
σύνθετη και απαιτητική. Ο αναγνώστης γίνεται ενεργό και δημιουργικό υποκείμενο˙ είναι
εκείνος που δομεί το νόημα και, ενίοτε, τη μυθοπλασία. Με άλλα λόγια, η πραγμάτωση του
καθενός λογοτεχνικού κειμένου, δηλαδή η ανάδυση του αισθητικού αντικειμένου, είναι
προϊόν της ουσιαστικής συμμετοχής του αναγνώστη σε όλη τη διάρκεια της αναγνωστικής
διαδικασίας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
 Holub Robert, Θεωρία της πρόσληψης: μια κριτική εισαγωγή, μτφρ. Κ. Τσακοπούλου,
επιμέλεια-θεώρηση μτφρ. Άννα Τζούμα, Αθήνα, Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2001.
 Ingarden Roman, The literary Work of Art: An Investigation on the Borderlines of
Ontology, Logic and Theory of Literature, μτφρ. George G. Grabovicz, Evanston, IL,
Northwestern University Press, 1973.
 Iser Wolfgang, Der Akt des Lesens: Theοrie ästhetischer Wirkung, München, Fink,
1994.
 Iser Wolfgang, Der implizite Leser: Kommunikationsformen der Romans von Bunyan
bis Beckett, München, Fink, 1972.
 James Henry, Η εικόνα στο χαλί και τέσσερα δοκίμια, μτφρ. νουβέλας: Π. Ισμυρίδου,
επιλογή και μτφρ. δοκιμίων: Κ. Παπαδόπουλος, Αθήνα, Εκδόσεις Άγρα, 1991.

- 10 -
 Selden Raman (επιμ.), Από τον φορμαλισμό στον μεταδομισμό, μτφρ. Μίλτος Πεχλιβάνος
Μιχάλης Χρυσανθόπουλος, Θεσσαλονίκη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης,
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], 2004.
 Λεοντσίνη Μαίρη (επιμ.), Όψεις της Ανάγνωσης, μτφρ. Κ. Αθανασίου και Φ. Σιατίτσας,
Αθήνα, Εκδόσεις Νήσος, 2000.
 Τζιόβας Δημήτρης, Μετά την Αισθητική: Θεωρητικές δοκιμές και ερμηνευτικές
2
αναγνώσεις της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Αθήνα,Εκδόσεις Οδυσσέας, 2003.
 Τζούμα Άννα, Ερμηνευτική: από τη βεβαιότητα στην υποψία, Αθήνα, Εκδόσεις Μεταίχμιο,
2005.
 Φρυδάκη Ευαγγελία, Η Θεωρία της Λογοτεχνίας στην Πράξη της Διδασκαλίας , Αθήνα,
Εκδόσεις Κριτική, 2003.
 Χούσσερλ Έντμουντ, Δεύτερη Λογική Έρευνα: Η ιδεατή ενότητα του Είδους και οι
νεότερες θεωρίες για την αφαίρεση, εισαγωγή- μτφρ.- σημειώσεις Ν. Μ. Σκουτερόπουλος,
Αθήνα, Εκδόσεις Γνώση, 1986.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ

 Λόγου χάριν, Άνοιξη 1991, τ. 2, Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας»

- 11 -

You might also like