Professional Documents
Culture Documents
Χριστιανισμός Και Διηνεκής Φιλοσοφία
Χριστιανισμός Και Διηνεκής Φιλοσοφία
Χριστιανισμός Και Διηνεκής Φιλοσοφία
Θεολόγοι και φιλόσοφοι της θρησκείας κατανόησαν την διηνεκή φιλοσοφία με δύο
διακριτούς τρόπους. Ανάμεσα στους παπικούς συγγραφείς, αυτούς που
επηρεάσθηκαν ιδιαίτερα από τις διδαχές του Αγίου Θωμά Ακινάτη, συνδέεται συχνά
με την κλασσική κληρονομιά της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης και αναφέρεται σε
πεποιθήσεις σχετικά με τον Θεό, την ανθρώπινη φύση, την αρετή, και την γνώση τις
οποίες οι εκκλησιαστικοί πατέρες και οι μεσαιωνικοί σχολαστικοί μοιράζονται με
τους προ-χριστιανούς φιλοσόφους, ειδικά τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Η
λατινική έκφραση “philosophia perennis”, «διηνεκής φιλοσοφία», χρησιμοποιήθηκε
πιθανόν για πρώτη φορά με αυτήν την έννοια από τον Agostino Steucho, έναν
βιβλιοθηκάριο του Βατικανού, και τέθηκε σε χρήση κατά τον πρώιμο δέκατο όγδοο
αιώνα από τον φιλόσοφο Leibniz. Πιο πρόσφατα, η φράση χρησιμοποιήθηκε με έναν
ευρύτερο τρόπο για να δηλώσει την ιδέα πως όλες οι μεγάλες θρησκευτικές
παραδόσεις του κόσμου είναι εκφράσεις μίας μοναδικής σωτηριώδους αλήθειας.
Συγκρίνοντας αυτήν την αλήθεια με ένα αιώνιο άνθος, ένας περεννιαλιστής
ισχυρίζεται πως υπάρχει μία θεϊκή Πηγή κάθε γνώσεως, η οποία άνθιζε διαρκώς κατά
την ιστορία. Οι μεγάλες θρησκείες, συμπεριλαμβανομένου του Ινδουισμού, του
Βουδισμού, του Ταοϊσμού, του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ, είναι
διαφορετικές μορφές αυτής της σοφίας και μερικές φορές αναφέρονται ως μονοπάτια
που οδηγούν στην ίδια κορυφή ή ως διάλεκτοι μίας κοινής γλώσσας.
Αυτή είναι οπωσδήποτε η περίπτωση του Χριστιανισμού, όπου ένα από τα πιο
σημαντικά ανοίγματα μπορεί να βρεθεί στην παραδοσιακή κατανόηση του Προσώπου
του Χριστού. Οι χριστιανοί που υποστηρίζουν πως η θρησκεία τους είναι είτε
μοναδικώς είτε αποκλειστικώς αληθής, συχνά υποστηρίζουν την θέση τους
επικαλούμενοι τα λόγια του Χριστού, «εγώ είμαι η οδός, και η αλήθεια και η ζωή,
κανείς δεν έρχεται προς τον Πατέρα παρά μέσω Εμού.» (Ιωάννης, 14:6). Σύμφωνα με
τους περεννιαλιστές θεολόγους, ωστόσο, μία εξκλουσιβιστική, ή ακόμη και
ινκλουσιβιστική ερμηνεία αυτού και άλλων αποσπασμάτων δεν είναι με κανένα
τρόπο αναγκαία, και ίσως μάλιστα να προδίδει μία αιρετική Χριστολογία. Διότι στο
ανεπτυγμένο δόγμα των οικουμενικών συνόδων, το αληθινό πρόσωπο του Χριστού,
ήτοι, το υποκείμενο που σκέπτεται τις σκέψεις του, ομιλεί τα λόγια του και είναι ο
συντελεστής όλων του των πράξεων, είναι ο αιώνος Λόγος ή Υιός του Θεού, το
Δεύτερο Πρόσωπο της Τριάδος. Ο Ιησούς Χριστός δεν είναι ένας άνθρωπος που
υιοθετήθηκε από τον Θεό, ούτε κάποιος στον οποίο ο Θεός ενοίκησε την παρουσία
του, ούτε ένα ενδιάμεσο ον δημιουργημένο από το Θεό ως το ανώτατο των
κτισμάτων, ούτε πάλι ένα σύνθετο ον, εν μέρει θείο και εν μέρει ανθρώπινο. Ποιος
είναι ο Ιησούς, είναι ο θείος Υιός, «ομοούσιον τω Πατρί, δι' ου τα πάντα εγένετο»
(Σύμβολο της Νίκαιας). Από όλα τα Ευαγγέλια, το Κατά Ιωάννη είναι το πιο
εμφατικό σε αυτό το θέμα, καθώς το ίδιο Πρόσωπο που λέει για τον εαυτό του πως
είναι η μόνη οδός προς τον Πατέρα λέει επίσης «Πριν Αβραάμ γενέσθαι εγώ ειμί»
(Ιωάννης 8:58), ένα απόσπασμα του οποίου οι τόνοι υποσκάπτουν την ταυτοποίηση
του Χριστού με ένα αυστηρά χρονικό σύνολο σωτηριωδών γεγονότων. Οι χριστιανοί
περεννιαλιστές συμπεραίνουν ότι είναι σφάλμα να συγχέουμε την μοναδικότητα του
μονογενούς και αιωνίου Υιού του Θεού με την φερόμενη μοναδικότητα της ιστορικής
του εκδηλώσεως στην Παλαιστίνη του 1ου αιώνος. Δίχως να αρνούνται πως υφίσταται
μόνο ένας Υιός του Θεού, ή πως μόνον αυτός είναι ο υπεύθυνος για την σωτηρία, ή
πως ο Ιησούς Χριστός είναι αυτός ο Υιός, υποστηρίζουν πως δεν υπάρχουν Βιβλικές
ή δογματικές βάσεις για την υπόθεση πως αυτός ο Υιός περιόρισε το σωτηριολογικό
του έργο στην ενσαρκωμένη παρουσία του ως Ιησούς. Αντιθέτως, όπως ο άγιος
Αθανάσιος και άλλοι πρώιμοι Πατέρες επέμειναν, μολονότι ο Υιός «έγινε σάρκα και
έζησε ανάμεσα μας» (Ιωάννης 1:14), δεν ήταν περιορισμένος από το σώμα του, έστω
και στο επίγειο έργο του. Ορισμένες φορές επισημαίνεται ότι αυτή η ακολουθία
λόγων τραβάει ένα χάσμα ανάμεσα στις δύο φύσεις του Χριστού, μειώνοντας την
ακεραιότητα και την σημασία του ιστορικού Ιησού για χάρη του Λόγου ή κοσμικού
Χριστού. Αυτό όμως σημαίνει πως ξεχνάμε ότι ένας ξεχωριστός Ιησούς της ιστορίας,
νοημένος ως ένας συγκεκριμένος άνδρας με μία χρονικά ορισμένη ψυχοσύνθεση,
είναι περισσότερο η επινόηση σύγχρονων μελετητών, που είναι οι ίδιοι σε αντίθεση
με τις ίδιες τις διδασκαλίες που οι παραδοσιακοί χριστιανοί θέλουν να διασφαλίσουν.
Σύμφωνα με τους πατέρες, ειδικά αυτούς που ερμήνευσαν την Σύνοδο της
Χαλκηδόνος (451) συμφώνως με τα λόγια που καθιέρωσε ο Άγιος Κύριλλος της
Αλεξάνδρειας, ο Ιησούς της ιστορίας είναι ο κοσμικός Χριστός, καθώς δεν υπάρχει
κανένα ιστορικό πρόσωπο που να μπορεί να συλληφθεί μαζί ή παράλληλα με το
αιώνιο Πρόσωπο του μοναδικού Υιού. Φυσικά, η ανθρωπότητα του Ιησού δεν μπορεί
να απορριφθεί. «Σαν εμάς σε όλα, εκτός από την αμαρτία» (Όρος της Χαλκηδόνος),
όντως γεννήθηκε, όντως σταυρώθηκε και όντως αναστήθηκε από τους νεκρούς. Όμως
όταν αντιμετωπίζουμε αυτήν την ανθρωπότητα, αυτό που κάποιος αντιμετωπίζει δεν
είναι ένα ατομικό ανθρώπινο ον – δεν είναι ένας «άνδρας από την Ναζαρέτ» - αλλά η
ανθρώπινη φύση καθαυτή τιθέμενη στον Θεό και έτσι θεοποιηθείσα. Αφότου
κατανοήθηκε αυτό το λεπτό σημείο, ένας αριθμός άλλων διδαχών της Γραφής
αρχίζουν να έχουν ένα πιο ευρύ νόημα. Διαβάζει κανείς με έναν νέο και φρέσκο
τρόπο, πως ο Χριστός «είναι τον αληθινό φως που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται
στον κόσμο αυτό» (Ιωάννης 1:9), πως «καὶ ἄλλα πρόβατα ἔχω, ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς
αὐλῆς ταύτης» (Ιωάννης 10:16) και πως «οὐκ ἔστι προσωπολήπτης ὁ Θεός, ἀλλ᾿ ἐν
παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτὸν καὶ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι»
(Πράξεις 10:34-35) κα βλέπει κάποιος πως ότι τα γεγονότα του πάθους του Χριστού
στον Γολγοθά είναι το έργο σε έναν συγκεκριμένο τόπο και χρόνο για μία αυστηρώς
άχρονη σωτηρία, καθώς ο Αμνός του Θεού, του οποίου «οὕτω καὶ δι᾿ ἑνὸς
δικαιώματος εἰς πάντας ἀνθρώπους εἰς δικαίωσιν ζωῆς.» (Προς Ρωμαίους 5:18), είναι
«εσφαγμένου από καταβολής κόσμου» (Αποκάλυψη 13:8). Ακολουθούντες το νήμα
αυτών των ενδείξεων, αρχίζει κανείς να αισθάνεται πως ο Υιός ή Λόγος, μακράν του
να είναι περιορισμένος σε μία θρησκεία, είναι το θεϊκό αξίωμα πίσω από κάθε
αποκάλυψη και η αιώνια πηγή της σωτηρίας σε κάθε αυθεντική παράδοση. Καίτοι
πραγματικά ένσαρκος ως Ιησούς Χριστός στον Χριστιανισμός, είναι σωτηριολογικά
δραστήριος σε και μέσω μη χριστιανικών θρησκειών επίσης. Σε κάποιες είναι παρών
σε έναν ίσο προσωπικό τρόπο, όπως στον Κρίσνα και στα άλλα ινδικά άβαταρ, στον
οποίο επίσης «έγινε άνθρωπος» (Σύμβολο της Νίκαιας), ενώ σε άλλες εμφανίζεται με
έναν μη προσωπικό τρόπο, όπως στο Κοράνιο του Ισλάμ, όπου κατέστησε τον Εαυτό
του βιβλίο.