Professional Documents
Culture Documents
Προλόγηση
Προλόγηση
1
Το παρόν βιβλίο μου με ποιήματα και τίτλο:
«ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΠΟΥ ΜΟΥ’ ΤΑΞΑΝ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ!...»,
αφιερώνεται σ’ αυτούς που νύχτωσαν στους δρόμους του
απόβραδου, με ηλικιωμένες έγνοιες!
Σ’ αυτούς αφιερώνεται, με το βλέμμα στο χτες και το χέρι
στης φτωχολογιάς τα καρδιοχτύπια!
2
Πέτρες και οπωροφόρα… Βεσίνι
Χωριό μου γεμάτο πέτρες βωξίτη
και κοινώς λεγόμενες στουρνάρι,
να το περπατήσει γέρος είναι δύσκολο,
το λέει αυτό εκεί κάθε πουρνάρι!
Όλοι οι κήποι είναι γεμάτοι,
με δέντρα καρποφόρα… οπωροφόρα!
Υπάρχουν όμως εδώ και κει
και λίγα κωνοφόρα!
Ο Παναγιώτης Σπυρόπουλος φύτεψε
πεύκα κι έλατα στην Αγία Τριάδα,
δυο-τρία ακόμα στο χωριό,
γλυκαίνουν κάθε εδαφική αγριάδα!
Πολλές είναι οι πετροκερασιές
και οι καστανιές ακόμα.
Ένα σωρό κορόμηλα βλέπει κανείς,
και δαμάσκηνα στη θελκτική εικόνα!
Όταν είμαι στο χωριό σαν νοσταλγός του,
βγαίνω βόλτα ως το Γαύρο!
Και πέρα στη Γούβα και χαίρομαι,
σαν το Βεσίνι, άλλο χωριό πού θα’ βρω;
Τι αλογάριαστες συγκινήσεις
που μου χαρίζει,
του χωριού η φαντασμαγορική θέα!
Εδώ η μνήμη μου θέλει να παραθερίζει
Η γύρω φύση στο χωριό μου,
με εμπνέει και με αμείβει!
Χίλιες χαρές μου δίνει
Και με τον αέρα της να με νίβει!
Στο Βεσίνι η ρίγανη,
σαν θυμίαμα μοσχοβολάει!
Τη μυρωδιά της τη δωρίζει
και ποτέ δεν την πουλάει
Χωριό μου γεμάτο πέτρες βωξίτη
και κοινώς λεγόμενες στουρνάρι,
να το περπατήσει γέρος είναι δύσκολο,
το λέει αυτό εκεί κάθε πουρνάρι!
3
Τα ηλιοστάσια
Τα ηλιοστάσια του χρόνου
κορυφώνεται η διάρκεια της μέρας
στο θερινό
και κορυφώνεται η νύχτα
στο χειμερινό
και τούτο είναι κοινότυπη αλήθεια!
Σημαδιακές οι ημερομηνίες
Είκοσι μια Μαΐου, που έχουμε
θερινό ηλιοστάσιο
και είκοσι τρεις Δεκεμβρίου
που έχουμε το χειμερινό
και η νύχτα είναι χρόνος!
Όχι και λίγοι μετράνε την ηλικία τους
απ’ τα ηλιοστάσια μόνο και μόνο!
Πολλοί τόποι και κάμποι
Μετράνε την ηλικία τους
απ’ τα ηλιοστάσια αποκλειστικά και μόνο!
Να σε σκέφτομαι λέγανε οι παλιοί
όταν η μέρα είναι χρόνος
και να σε βλέπω στα όνειρά μου,
όταν η νύχτα είναι χρόνος!
4
Για να ενηλικιωθώ
Πήρα για να ενηλικιωθώ
και να ωριμάσω
στη ζωή μου
τη ζεστή αγκαλιά
της χειμωνιάτικης αλκυονίδας μέρας!
Την ατεχνία της ξεροτοιχιάς
ως ανορεξία,
για τα μάτια μου τα κουρασμένα!
Τ’ αγγέλματα αισιοδοξίας
της Σειρήνας
όταν κηρύττει λήξη πολέμου!
Την ισχυρή αναμνηστικότητα
δύο χωριατόπαιδων,
που κοιμούνται μαζί
στα ίδια σανίδια στρωματσάδα!
Τα υψώματα,
που είναι ομιχλόστοργα
και η όρασή τους χάνεται,
σαν έγνοια στα μελλοθάνατα
ομιχλονέφη!
Τη δύναμη του ερπυστριοφόρου καημού,
για ν’ ανέβει μόνος του,
στη σκονισμένη βουνοκορφή
της ελπίδας!
Και τη μοναξιά
της εγκαταλειμμένης ασβεστοποιίας
στην πολίχνη
που έκλεισε τα τριάντα ένα της χρόνια!
Σιμιτζής Γεώργιος
Καθηγητής-Λογοτέχνης-Ποιητής-Λαογράφος
5
Άλλα εμάς, μας συγκινούνε!
Αλλού δώσαμε εμείς, την αγάπη μας
σαν ακριβό δώρο της καρδιάς μας
Εμάς, μας συγκίνησαν άλλα
που έμειναν και ρίζωσαν μέσα μας,
σαν βαριά πικροκατακάθια!
Εμείς συγκινηθήκαμε από υπέργηρους
με τ’ αναμνηστικά τους πόδια ν’ αντέχουν,
σαν των ιστοροκόπων θρύλων!
Από δάκρυα καημού, που δεν συμβιβάζονται
με τον τυραννικό χρόνο!
Από ορφανόπαιδα, που στα πανηγύρια
απομονώνονταν και κλαίγαν!
Από φτωχοκόριτσα παλιού καιρού
μετά τον Εμφύλιο στην επαρχία,
που πουλούσαν τα κεντήματά τους,
για ν’ αγοράσουν λάδι για το σπιτικό τους!
Από ξεροπήγαδα, που δεν θέλουν
ν’ αυτοσυστηθούνε στους διαβάτες!
Από τσάντες παλιών μαστόρων,
που βάζαν τα εργαλεία μέσα τους
και τώρα τις τρώει η λησμονιά της υγρασίας!
Από σπίτια, με χορταριασμένες
πέτρινες σκάλες, να καρτερούνε
οι νοικοκυραίοι τους απ’ τα ξένα, να γυρίσουν!
Από αγκάθια όμορα με συστάδα σιδερόχορτων,
που μοιράζονταν το καρβέλι της θέας,
σαν τ’ αδέρφια τη στερνή ευχή της μάνας τους,
πριν ταξιδέψει, για τον άλλο άλαλο κόσμο!
Σιμιτζής Γεώργιος
Καθηγητής-Λογοτέχνης-Ποιητής-Λαογράφος
6
Επανεκτιμώντας την ποίηση του Παναγιώτη Νικ.
Πανουτσακόπουλου
7
Τον συναρπάζουν τα τοπία, οι δρόμοι, οι βουνοκορφές, τα
υψίπεδα και οι ακροποταμιές απ’ το χωριό του! Εξαργυρώνει με
δυσπερίγραπτη νοσταλγία ό, τι τον χρονογυρίζει στο χωριό του.
Χάρηκε με άλλα ο Παναγιώτης Πανουτσακόπουλος και αυτό
είναι διάφανα αποτυπωμένο στα ποιήματά του. Χάρηκε ν’ αντλεί
εμπειρία απ’ τις αφηγήσεις και τα παθήματα ανθρώπων με
κατάλευκα …χιονάτα μαλλιά! Χάρηκε να στέκεται στο ξέφωτο και ν’
αγναντεύει μέχρι εκεί που φτάνουν τα μάτια του και πιο πέρα!
Χάρηκε να παίρνει αγκαλιά, καθισμένος στο ξεροτοίχι, τον
δυσήνιο και άτακτο βοριά, τους αχούς από γλυκά τραγούδια και
τους κελαηδισμούς ηδύλαλων πουλιών! Έχει στον πνευματικό του
σάκο και στο ποιητικό του σακίδιο πολλά ο ποιητής να μας δώσει
και να μας χαρίσει! Ας ενασχολείται πολλές φορές και με προσωπικά
θέματα και θέματα οικογενειακής συνοχής!
Η γραφή του διδάσκει πολλά και πείθει με την αξιοπιστία της.
Διαβάζονται ευχάριστα και εντρυφηματικά τα ποιήματά του, που το
καθένα δίνει το στίγμα στα θέματα που θίγει! Τέρπει η μελέτη τους!
Δεν εκβιάζει καταστάσεις και δεν υπαινίσσεται! Ωφελούνται τα
μέγιστα οι αναγνώστες απ’ την καταληπτή ανάγνωσή τους.
Συμμερίζεται τ’ απόβροχο του φθινοπώρου, τη θεϊκή θέα του
ορίζοντα και τα ερυθροπορτοκαλόχρωμα σύννεφα στα ουράνια!
Είναι επωδός και υμνητής της λεπτομέρειας που δεν έχει νοηματική
άπνοια!
Συγκινούμαι που έγραψα λίγα λόγια με τίτλο: «Επανεκτιμώντας
την ποίηση του Παναγιώτη Νικ. Πανουτσακόπουλου». Νιώθεις
ευαρεστίες, ονειρωφέλειες και χάδια αρδεύουσας αγαλλίασης!
Ανάγεσαι και ανοίγεσαι με αυτήν να μιλήσεις κατ’ ιδίαν και να της
εκθέσεις οδυρμούς, φρίκες, τραγωδίες και ηττοπάθειάς σου πτώσεις!
Δεν σ’ αποτρέπει να της πεις οτιδήποτε σαν στη μάνα σου και στη
γενέθλια γη σου!
Ρίχνει φως συμπόνιας εκεί που το παιδάκι ζητιανεύει, εκεί που τα
μηλίγγια του πονεμένου γέρου στην καρέκλα του καφενείου στο
χωριό χτυπάνε συνέχεια, εκεί που το φθινόπωρο στη φυγή του έχασε
το δρόμο κι εκεί που ποιμένας … ο βοσκός την άνοιξη αποχαιρετάει
με δάκρυα τα οικεία βοσκοτόπια στον τόπο του και ανηφορίζει για
του βουνού τα χλωρά λιβάδια και τα στανοτόπια!
Απονέμει δίκαιο ο ποιητής για τους υπαίτιους, που ρήμαξαν και
κατασπάραξαν τον τόπο μας με τις ασυδοσίες και την
κατασπατάληση και διασπάθιση του δημόσιου χρήματος!
Μεταλαμπαδεύει η ποίησή του ιλαρό φως στο αλειτούργητο
ρημοκκλήσι για να χαρεί η εσωτερικότητά του τα εκκλησιαστικά
8
βιβλία του με τις αποτυπωμένες κεροσταξιές σε σελίδες του και μια
αγιογραφημένη εικόνα, που δύσκολα έφτανε ως εκεί ο καπνός από
το καιόμενο μοσχοθυμίαμα του σεβάσμιου ιερέα με τα λειωμένα
χέρια και τους ρόζους στα χέρια του απ’ το αλέτρι!
Και τελειώνω με τους στίχους χάριν της ποίησής του, σαν
υπογραφή του ευκταίου:
Άφηνες πάντα, όταν έγραφες ποίημα,
την ποιητική σου ματιά να φεύγει,
σαν φλογισμένη έγνοια,
σαν του νοτιά τα ζεστά φιλιά.
9
10
Προλογίζοντας το βιβλίο με ποιήματα και με λογότυπο:
«Τα ταξίδια που μου’ ταξαν τα μάτια σου!...», του Παναγιώτη Νικ.
Πανουτσακόπουλου.
11
Τα άλματα στην τεχνολογία,
καθήλωσαν τον άνθρωπο
στη μεγάλη οθόνη.
Γέμισαν τα σπίτια,
από παντός είδους οθόνες.
Μείναμε στην πραγματικότητα,
εντελώς ως άνθρωποι μόνοι!
Δεν ακούγονται παραμύθια,
από γιαγιάδες να λένε στα παιδιά,
ούτε η γυναικοπαρέα να ξαίνει,
των προβάτων τα μαλλιά!
12
Ακατέβατος πυρετός η εμπάθειά του, με καλή έννοια, για τον
Μέγα Αλέξανδρο και την εκπολιτιστική του εκστρατεία ως
αποδείχτηκε εκ των υστέρων. Γράφει επ’ αυτού σε ποίημά του
τιτλοφορούμενο «Υπάρχει κανείς στη χώρα μας ιστοριοδίφης;»
Η Ελλάς δεν έχει καθηγητές,
να γράψουν να φωνάξουν.
Και ν’ ακούσουν του λαού το χειροκρότημα!
13
Διαβάζεις ωραίες και δημοφιλείς και λογιοχαρείς λέξεις όπως:
ξεστρατίζεται, αρματωσιά, κακοκαιριά, αιωνόβια και σύνθετες
όπως: προνομιούχοι, παραγώνι και τόσες άλλες.
Είναι υμνητής κι επωδός της σποράς με το αλέτρι, τα
παραδοσιακά και τα χωραφιάρικα βόδια, του παλιού σίδερου, που
σιδέρωναν οι γυναίκες και το γέμιζαν με ζεστά κάρβουνα και τόσων
άλλων εκθαμβωτικών εικόνων της επαρχίας. Τα εύγε και τα
εγκωμιαστικά λόγια κι επιφωνήματα για το βιβλίο σας ετούτο, είναι
ανεκβιάστως δεδομένα.
Να δεχτείτε και τα δικά μου κύριε Πανουτσακόπουλε ως αμοιβή
σας. Και τελειώνω με στίχους απ’ το ποίημά του με επωνυμία: «Το
αν-όχι του Κίπλινγκ!».
Αν με δεις να φορώ ρούχα
μπαλωμένα…,
αν τα δεις με βρώμα
κι αίμα λερωμένα,
μην τρομάξεις και από κοντά μου
απομακρυνθείς!
Είναι του πολέμου αποτελέσματα
και μη φοβηθείς!
14
Επίλογος
Ρόδινα, ευέλπιστα κι αίσια έφτασε στον επίλογο, σαν λήξη κι
έκβαση κατ’ ευχήν η γραφή και του παρόντος βιβλίου μου, με τίτλο:
«Τα ταξίδια που μου’ ταξαν τα μάτια σου!...».
Είναι όγδοο (8ο ) κατά σειρά και νιώθω αίσθημα ικανοποίησης να
με περιλούζει με ρίγη συγκίνησης! Το επιθυμητό αποτέλεσμα
καταγραφής οποιουδήποτε βιβλίου είναι ανακουφιστικός πλούτος
για τον συγγραφέα.
Όλα τα ποιήματα, απ’ το πρώτο με λογότυπο «Πέτρες και
οπωροφόρα..» και το τελευταίο με επικεφαλίδα «Βρώμικο το
σύστημα που κυβερνάει τη χώρα…», θα’ ναι παντοτινοί συνομιλητές
μου και σαν να μεγαλώσαμε μαζί σε κοιλάδες τερπνόχαρων ρόδων
και σε χαλικόδρομους με θολό ορίζοντα!
Θα μου εγγυώνται δρόμους νοσταλγίας, εγνοιοφυγής,
τοποφιλίας, εξαγνισμού και ανθρωπιάς! Θα συγκινούμαι όταν τα
ποιήματά μου θα με συνοδεύουν όταν θα χτίζω όνειρα, που δεν θ’
αγαπήσουν ποτέ ηγεμονικές θέσεις εξουσιομανίας! Θα συγκινούμαι
όταν θα πλήττω και όταν τα λάθη μου οι άλλοι θα τα μεγαλοποιούν
βαθύτερα, θα με πληγώνουν και δυσίατα!
Τα ποιήματά μου είναι τάματα της γραφής μου προς ό, τι έγραψα
και διψούσα για να τα γράψω! Είναι βλέμματα φιλαλληλίας προς
τους συνανθρώπους μου!
Εν πρώτοις ευχαριστώ τον καθηγητή-λογοτέχνη-ποιητή και
λαογράφο Σιμιτζή Γεώργιο του Στεφάνου, που προλόγισε με αίσθημα
υπευθυνότητας το βιβλίο και είχε τη γλωσσική επιμέλειά του και για
τις βαθυστόχαστες και νοηματογνώμονες λεζάντες στις
φωτογραφίες και στα ποιήματά μου!
Ειλικρινά και ευπροσήγορα θα τον ευχαριστώ ανέκπτωτα για
πάντα! Θα τον ευχαριστώ και ό, τι έγραψε για μένα τιμής ένεκεν με
τίτλο: «Επανεκτιμώντας την ποίηση του Παναγιώτη Νικ.
Πανουτσακόπουλου». Και για τα δύο του ποιήματα:
«Για να ενηλικιωθώ…» και
«Άλλα εμάς, μας συγκινούνε!»
Θα επιστρέφω κι εγώ ως πρωτοαναγνώστης. Εκτιμώ αφάνταστα
το πνευματικό ύφος και το ήθος του κυρίου Σιμιτζή Γεωργίου του
Στεφάνου με τον πειστικό λόγο του, που’ ναι αυθεντικός!
Ευχαριστώ όλους όσους με βοήθησαν και με διευκόλυναν να
ολοκληρώσω ανώδυνα ετούτο το βιβλίο μου! Ας είναι αντιποιητικοί
οι καιροί μας, εμένα μια μυστική φωνή από μέσα, με προέτρεπε και μ’
εμψύχωνε να γράφω ακατάπαυστα και ακαταπόνητα!
15
Αλήθεια! Ό, τι το συντηρείς ως φυλαχτό μέσα σου σε εμπνέει και
σε ενισχύει! Ό, τι αγαπάς ανιδιοτελώς σ’ εμπνέει και αυτό! Ό, τι το
πλησίασες τρυφερά να το φιλήσεις, σαν οι νότες απ’ τους αχούς των
τραγουδιών μας τις αηχοβίωτες στράτες θα σ’ εμπνέει και θα σε
σιτίζει σαν ανταπόκριση χρέους σου!
Οι αναγνώστες που θα διαβάσουν το βιβλίο μου, θα’ χουν και
αυτοί έγκριτη γνώμη περί αυτού και των ποιημάτων του! Όποιος κι
αν είναι ο ενδοιασμός και η καλόγνωμη κριτική τους εμείς θα τη
σεβαστούμε απολύτως μετά επιστήθιων ευχαριστιών μου!
16
Το οπισθόφυλλο
«Τα ταξίδια που μου’ ταξαν τα μάτια σου!...»
Και σ’ αυτό το βιβλίο με των ανωτέρω τίτλο-λογότυπο ο
αναγνώστης θα βρει και θα διαβάσει ποιήματα με γλαφυρότητα, που
στους ώμους τους κρατάνε αλήθειες κοινόγνωμες και διαπρεπείς με
διαχρονικά νοήματα!
Θα βρει πετρωμένα δάκρυα πονεμένων! Θα βρει ανθρώπους
απλούς ν’ αγωνίζονται για την επιβίωση! Θα βρει αναπολήσεις που
όταν χρονογυρίζουν δεν φοβούνται αφιλόξενους δρόμους και
διέλευση από χείλη γκρεμών! Θα βρει ονειρολαβωμένα νιάτα,
σύγχρονες ατασθαλίες με δυσοίωνες εκβάσεις και οδυνηρότητες
προοπτικές!
Τα ποιήματα του Παναγιώτη Νικ. Πανουτσακόπουλου και σε
ετούτο το βιβλίο υμνούν συγκινήσεις και σε ωριμάζουν ν’ αγαπάς τον
κόσμο και ας σε αρνήθηκε όταν δεν έπρεπε!
17