You are on page 1of 4

Sharon M.

Kaye, Medieval Philosophy: A Beginner's Guide


(Oneworld: London, 2008), κεφ.8. (Απόδοση στα ελληνικά Γ. Στείρης)

Το ερώτημα του Ευθύφρονα

Το ερώτημα του Ευθύφρονα είναι κρίσιμο για όποιον επιθυμεί να αναπτύξει


μια θεωρία της ηθικής σε συνάρτηση με την πίστη στην ύπαρξη Θεού. Το
ερώτημα ετέθη πρώτα από τον Πλάτωνα, στο διάλογο Ευθύφρων, ο οποίος πήρε
το όνομά του από τον κεντρικό του χαρακτήρα. Η ερώτηση του Ευθύφρονα
είναι η εξής: Μία πράξη είναι ορθή επειδή ο Θεός την εντέλλεται ή ο Θεός την
εντέλλεται επειδή είναι ορθή;
Σκοπός του ερωτήματος είναι η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ Θεού και
ηθικής. Η ηθική προκύπτει από τις εντολές του Θεού ή ο Θεός εντέλλεται σε
συμφωνία με την ηθική; Είναι δελεαστικό για τους θεϊστές να απαντήσουν "ναι"
και στις δύο ερωτήσεις. Από μια πιο προσεκτική εξέταση, ωστόσο,
αποδεικνύεται ότι οι δύο επιλογές αλληλοαποκλείονται.
Από τη μία, ας υποθέσουμε πως η ηθική προέρχεται από τις εντολές του
Θεού. Αυτό υπονοεί ότι δεν υπάρχει ηθική χωρίς το Θεό. Η ηθική προκύπτει
ως αποτέλεσμα του τι αποφασίζει ο Θεός να απαιτήσει από εμάς.
Από την άλλη, ας υποθέσουμε πως ο Θεός εντέλλεται σε συμφωνία με την
ηθική. Αυτό υπονοεί ότι η ηθική υπάρχει ανεξαρτήτως του Θεού. Οι εντολές
του Θεού απλώς εξειδικεύουν προϋπάρχουσες αξίες.
Η πιο κοινή απάντηση στην ερώτηση του Ευθύφρονα είναι η δεύτερη,
δηλαδή ότι η ηθική υπάρχει ανεξαρτήτως του Θεού. Η απάντηση αυτή έχει
πολλά πλεονεκτήματα. Πρώτα απ’ όλα, εξηγεί πώς κάποιος θα μπορούσε να
είναι ηθικός, ακόμη κι αν δεν πιστεύει στο Θεό. Δεύτερον, καθιστά δυνατό σε
ανθρώπους διαφορετικών θρησκειών να συμφωνήσουν σχετικά με την ηθική,
αν και ακόμη δε μπορούν να συμφωνήσουν για τον Θεό. Τρίτον, καθιστά την
ηθική προσβάσιμη μέσω του λόγου και όχι μέσω της θεϊκής αποκάλυψης. Άρα,
προσφέρεται στον καθένα μια ίση δυνατότητα διεκδίκησης της γνώσης της
διαφοράς μεταξύ του σωστού και του λάθους.

1
Φαίνεται πως το μόνο μειονέκτημα της δεύτερης απάντησης είναι ότι θέτει
έναν περιορισμό στο Θεό. Ο Θεός δε μπορεί να δώσει όποια εντολή θέλει.
Υπόκειται και ο ίδιος σε κανόνες.
…Ο Θωμάς Ακινάτης (1225-1274) υιοθετεί χωρίς δισταγμό τη δεύτερη
απάντηση στο ερώτημα του Ευθύφρονα, πεπεισμένος ότι μπορεί να ξεπεράσει
το εμφανές μειονέκτημά της. Σύμφωνα με την άποψή του, οι ηθικοί νόμοι δεν
περιορίζουν το Θεό, επειδή εκ φύσεως ο Θεός δε θα ήθελε, ούτως ή άλλως, να
δώσει διαφορετική εντολή.
Ο Ακινάτης δημιούργησε μια παρακαταθήκη στην ηθική, που έμελλε να
μείνει γνωστή ως η θεωρία του φυσικού δικαίου. Οι ηθικοί νόμοι είναι
εγγεγραμμένοι στη φύση, αφού ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο σύμφωνα με
αυτούς. Τα ανθρώπινα όντα μπορούν να ανακαλύψουν τη διαφορά μεταξύ
σωστού και λάθους παρατηρώντας τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της
φύσης τους.
...Αντιθέτως, ο Όκαμ (1285-1347) γνώριζε ότι έπρεπε να αποδεχθεί την
πρώτη απάντηση στο ερώτημα του Ευθύφρονα: η ηθική προκύπτει από τις
εντολές του Θεού. Αυτή η προσέγγιση στην ηθική έμεινε γνωστή ως η θεωρία
της θεϊκής εντολής. Ο Θεός μπορεί να δώσει μια εντολή σε ένα πρόσωπο και
μια εντελώς διαφορετική σε κάποιο άλλο.
…Η θεωρία της θεϊκής εντολής είναι προβληματική, γιατί υπονοεί πως
οτιδήποτε θα μπορούσε να είναι ηθικό ή ανήθικο. Ό,τι εντέλλεται ο Θεός είναι
σωστό και δεν υπάρχει τίποτε που να εμποδίσει το Θεό από το να διατάξει κάτι
που σε μας φαίνεται λανθασμένο. Για παράδειγμα, σκεφθείτε το περίφημο
περιστατικό από την Παλαιά Διαθήκη: ο Θεός διατάζει τον Αβραάμ να σκοτώσει
τον υιό του Ισαάκ. Πολλοί ερμηνεύουν αυτό το χωρίο με τρόπο ώστε να φανεί
ότι ο Θεός ποτέ δε σκόπευε ο Αβραάμ να σκοτώσει τον Ισαάκ, γιατί δε μπορούν
να φανταστούν ένα Θεό να εντέλλεται κάτι τέτοιο. Σύμφωνα με τον Όκαμ,
ωστόσο, ο Θεός μπορεί να εντέλλεται κάτι τέτοιο.
…Η πρώτη ερώτηση που προκύπτει, από αυτή την προσέγγιση, είναι πώς
ανακαλύπτει ο κάθε άνθρωπος τι απαιτεί ο Θεός από αυτόν. Η απάντηση του
Όκαμ είναι ότι οι εντολές του Θεού αποκαλύπτονται στη συνείδησή μας.
… Οι επικριτές αυτής της άποψης, ωστόσο, παρατηρούν ότι αν
συμβουλευτείς τη συνείδησή σου και νιώσεις να σε ωθεί να κάνεις κάτι, το

2
οποίο παραδοσιακά θεωρείται λάθος, τότε, σύμφωνα με τον Όκαμ, πρέπει να το
κάνεις. Ίσως εν πρώτοις να είναι απελευθερωτικό να σκεφτείς ότι δεν υπάρχουν
απόλυτοι ηθικοί κανόνες. Αλήθεια, όμως, εμπιστεύεσαι τη συνείδησή σου ως
ηθικό οδηγό; Και εμπιστεύεσαι, επίσης, τη συνείδηση των άλλων; Ο καθένας
μπορεί να ψεύδεται, να απατά, να κλέβει, ακόμη και να δολοφονεί, στο βαθμό
που νιώθει πως η συνείδησή του τον προτρέπει να πράξει τοιουτοτρόπως.
Πολλά φοβερά εγκλήματα έχουν διαπραχθεί στο όνομα της συνείδησης.
…Η αλήθεια είναι, ωστόσο, ότι ο Όκαμ πραγματικά βρήκε τη θεωρία της
θεϊκής εντολής περισσότερο ελκυστική από τη θεωρία του φυσικού δικαίου. Η
θεωρία του φυσικού δικαίου και η θεωρία της θεϊκής εντολής οδηγούν σε δύο
θεμελιωδώς διαφορετικά είδη ηθικής. Το ριζικότερο ερώτημα που πρέπει να
αντιμετωπίσει ο καθένας είναι αυτό: γιατί να είμαι ηθικός; Είναι αρκετά
δύσκολο να βρούμε την πράξη που πρέπει να επιτελέσουμε, αλλά, ακόμη και
όταν γνωρίζουμε πολύ καλά τι οφείλουμε να κάνουμε, συχνά δε θέλουμε να το
κάνουμε.
…Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι περπατάς πίσω από έναν ηλικιωμένο
κύριο. Βλέπεις ότι του πέφτει ένα χαρτονόμισμα. Πιάνεις το χαρτονόμισμα και
κοιτάς τριγύρω. Ούτε ο ηλικιωμένος, ούτε κανένας άλλος δεν ξέρει τι έχει γίνει.
Θα μπορούσες να τσεπώσεις το νόμισμα και να φύγεις κατά είκοσι ευρώ
πλουσιότερος. Φαίνεται όμως ότι το σωστό θα ήταν να επιστρέψεις τα χρήματα
στον ιδιοκτήτη τους. Αλλά γιατί πρέπει να κάνεις το σωστό; Ο Ακινάτης κι ο
Όκαμ έχουν πολύ διαφορετικές απαντήσεις.
Σύμφωνα με τη θεωρία του φυσικού δικαίου, πρέπει να κάνεις το σωστό
επειδή το απαιτεί ο λόγος. Ο Ακινάτης, χωρίς αμφιβολία, σε αυτή την
περίπτωση θα επέμενε ότι η επιστροφή των χρημάτων θα προωθούσε το καλό
της κοινότητας, που ο λόγος μας ορίζει ότι είναι το σωστό πράμα να κάνουμε.
Υπάρχουν και άλλες ηθικές θεωρίες στην ιστορία της φιλοσοφίας που
προσφεύγουν στο λόγο ως το αίτιο για την ηθική συμπεριφορά, μέσω διαφόρων
τρόπων. Αυτές οι θεωρίες αποκαλούνται λογοκρατικές.
Σύμφωνα με τη θεωρία της θεϊκής εντολής, αντιθέτως, θα πρέπει να κάνεις
το σωστό επειδή το απαιτεί η αγαθή βούληση. Ο Όκαμ, χωρίς αμφιβολία, θα
υποστήριζε πως η συνείδησή σου υπαγορεύει να αγαπάς το γείτονα και πως
αυτή η αγάπη, που στην πραγματικότητα είναι προέκταση της αγάπης σου για

3
το Θεό, σε υποχρεώνει να επιστρέψεις τα χρήματα. Υπάρχουν άλλες ηθικές
θεωρίες στην ιστορία της φιλοσοφίας που προσφεύγουν στην αγάπη και την
αγαθή βούληση ως κίνητρο για την ηθική συμπεριφορά. Αυτές οι θεωρίες
αποκαλούνται βουλησιοκρατικές, από τη λατινική λέξη "voluntas" που
σημαίνει βούληση.
Επομένως, η θεωρία της θεϊκής εντολής καθιστά το να είσαι καλός ζήτημα
αγάπης παρά λόγου, ενώ η θεωρία του φυσικού δικαίου καθιστά το να είσαι
καλός ζήτημα λόγου παρά αγάπης.

You might also like