Professional Documents
Culture Documents
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟΥ ΤΗΣ ΑΙΘΕΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ PDF
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟΥ ΤΗΣ ΑΙΘΕΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ PDF
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟΥ ΤΗΣ ΑΙΘΕΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ PDF
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
ΤΟΥ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟΥ ΤΗΣ ΑΙΘΕΡΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΟΥ
ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΜΕΛΕΤΗ
ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
ΤΟΥ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟΥ ΤΗΣ ΑΙΘΕΡΙΑΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΟΥ
ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ
«Φωτίζου, φωτίζου,
Ἱερουσαλήμ,
ἐπὶ σὲ ἀνατέταλκεν».
(Ἡσ. ξ΄ 1).
1
Τούτο το ταπεινό πόνημα
αφιερώνεται ευλαβικώς
ο οποίος περιφρόνησε
2
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Όταν τελείωνε το γ΄ εξάμηνο και έπρεπε να βρώ ένα θέμα για την
διπλωματική μελέτη, είναι αλήθεια ότι προβληματίστηκα ουκ ολίγον.
Ώσπου, ξαφνικά, η σκέψη μου σταμάτησε σε αυτή τη σπουδαία
λειτουργική πηγή. Καθώς το μελετούσα ολοένα και περισσότερο,
δημιούργησε μέσα μου την επιθυμία να ολοκληρώσω την εικόνα της
λατρείας των Ιεροσολύμων, ιδιαίτερα κατά την Μεγάλη Εβδομάδα και
την Διακαινήσιμο. Χάρη στην Αιθερία, λοιπόν, είχα την ευλογία να
βρεθώ στους πραγματικά Αγίους Τόπους για άλλη μία φορά, και να
βιώσω το θαύμα του Αγίου Φωτός και όλες τις άλλες ευλογίες που μου
προσέφερε δαψιλώς η λατρεία των Ιεροσολύμων. Και μόνο για αυτό, η
μελέτη του θέματος με ευεργέτησε προσωπικά, εκτός από τις
επιστημονικές γνώσεις που μου παρέσχε.
3
υποδείξεις του στο να διατυπώσω με τρόπο σαφή και κατανοητό την
ερευνητική μου κατάθεση. Επίσης, θα ήθελα να ευχαριστήσω και όλους
τους διδάσκοντες στον τομέα Λατρείας, Αρχαιολογίας και Τέχνης και
ιδιαίτερα τον Αιδεσιμολογιώτατο Πρωτοπρεσβύτερο καθηγητή π.
Χρυσόστομο Νάσση και τον ελλογιμώτατο καθηγητή, κ. Τρύφωνα
Τσομπάνη, για τις πολύτιμες γνώσεις που μου μεταλαμπάδευσαν αυτά
τα δύο χρόνια.
Α. Β.
4
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ 3
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 5
ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ 9
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 10
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
3. Το «Οδοιπορικό» της. 32
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
5
3. Τόποι λατρείας. 41
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
1. Οι καθημερινές ακολουθίες. 51
3. Οι Λιτανείες. 61
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
1. Μεγάλη Τεσσαρακοστή. 68
2. Θεσμοί Νηστειών. 72
3. Μεγάλη Εβδομάδα. 75
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
2. Ανάληψη. 92
6
3. Αγία Πεντηκοστή. 94
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 115
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α΄ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΠΗΓΕΣ 121
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ 123
7
Β΄ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ
ΠΗΓΕΣ 126
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ 128
8
ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ
9
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1
Πρβλ. G. F. GAMOURRINI, S. Hilarii, “Tractatus de mysteriis et hymni” et S. Silviae Aquitanae
“Peregrinatio ad loca sancta” quae inedicta ex codice Arretino deprompsit I. F. Gamourrini, Accedit
«Petri Diaconi “Liber de locis sanctis”», Roma 1887, (= Biblioteca dell’ Accademia storico- giuridica, 4).
Επανέκδοση στη σειρά Studi e documenti di storia e diritto, Roma Απρίλιος- Σεπτέμβριος 1888, χωρίς
το έργο του Πέτρου Διακόνου). B. KÖTTING, Aetheria (Egeria), στο LThK, τόμ. 1, Freiburg 1957, στ.
996-997.
2
Πρβλ. J. POMIALOVSKY, «Peregrinatio ad loca sancta saeculi iv exeuntis edita, rossice uersa, notis
illustrata», Petroburgi 1889, (= Scripta Societatis Rossicae Palestinensis 7, 2).
3
Πρβλ. J. H. BERNARD, «The Pilgrimage of Silvia of Aquitania to the Holy Places circa 385 A. D.,
translated with introduction and notes, with an Appendix by Colonel Sir C. W. Wilson», London 1891,
(= Palestine Pilgrim’s Text Society, 16).
4
Πρβλ. P. GEYER, «S. Silviae, quae fertur, Peregrinatio ad loca sancta», στο Itinera Hierosolymitana
saec IIII- VIII», Corpus Scriptorum ecclesissticorum latinorum, τόμ. 39, Vindobonae 1898, σσ. 35-101.
5
Πρβλ. Μερικές από τις βασικές εκδόσεις και μεταφράσεις του κειμένου αυτού:
-E. A. BECHTEL, S. Silviae Peregrinatio. The Text and a Study of the Latinity, Leipzig- Chicago 1902, και
Chicago 1907.
-W. HERAEUS, Silviae uel potius Aetheriae Peregrinatio ad loca sancta, Heidelberg 1908, 1921, 1929,
4
1939, (= Sammlung vulgärlateinischer Texte, Heft 1).
-E. FRANCESCHINI, Aetheriae Peregrinatio ad loca sancta, Padova 1940, (= Testi e documenti di storia
e di letteratura latina medioevale, fasc. 2).
-J. WILKINSON, Egeria’ s Travels, έκδ. Society for Promoting Cristian Knowledge, 1971.
-K. VRETSKA, Die Pilgerreise der Aetheria (Peregrinatio Aetheriae), Klosterneuburg 1958.
-A. E. FRANCESCHINI - R. WEBER, «Itenerarium Egeriae», στο Itineraria et alia geographica, Turnholti
1958, σσ. 29-103 (CCL 175).
10
πάνω σ’ αυτό. Γερμανική μετάφραση του κειμένου έχουμε στο
δημοσίευμα: H. DAUSEND, Pilgerbericht der Nonne Aetheria, Düsseldorf
1932. Παλαιότερη γερμανική μετάφραση έγινε από τον H. Richter
(1919). Το πρωτότυπο λατινικό κείμενο με γαλλική εισαγωγή και
μετάφραση παρουσιάστηκε στο έργο: H. PÉTRÉ, «Etherie. Journal de
voyage. Texte latin, introduction et traduction», Sources Chrétiennes 21,
Paris 1948.
11
Ευαγγέλου Θεοδώρου 11), τα οποία παρουσιάζουν πηγαίο λειτουργικό
υλικό 12.
12
Ολοκληρώνεται, στο τέλος, η μελέτη με τη διατύπωση της
σχετικής περί του θέματος βιβλιογραφίας.
13
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
13
Βλ. https://el.m.wikipedia.org/wiki.
14
ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ (Αρχιμ.), Αἰθερίας Ὁδοιπορικόν εἰς τὸ Σινᾶ καὶ τοὺς Ἁγίους Τόπους (εισ.–
μτφρ.–σχόλια), εκδ. «Τήνος», Αθήνα 2007, σ. 9.
15
Βλ. ΕΥΑΓΓ.ΘΕΟΔΩΡΟΥ, «Τὸ Ὁδοιπορικὸν τῆς Αἰθερίας εξ ἐπόψεως λειτουργικῆς» στο Θεολογία τόμ.
Ξ΄, τευχ. 4 (1989) σ. 596.
16
Βλ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Πατρολογία, τόμ. Β΄, Αθήνα 1990, σ.467.
14
κείμενο της Vetus Latina 17, ενώ παράλληλα δεν αγνοεί πολλές ελληνικές
λέξεις και εκφράσεις 18. Πρόκειται για επιστολή ή ανταπόκριση στις
αδελφές της στην Γαλλία ή Ισπανία, για όσα έβλεπε και άκουγε
ταξιδεύοντας από το 381 μέχρι το 384 στο Σινά, την Αίγυπτο, την
Παλαιστίνη και την Μεσοποταμία. Η τρίχρονη παραμονή της στις
περιοχές αυτές υποδηλώνει κάποια οικονομική άνεση 19.
17
Β. KÖTTING, «Aetheria (Egeria)» στο Lexikon fürTheologie und Kirche (=LThK) τόμ. 1, Freiburg 1957,
στ. 996-997.
18
ΕΥΑΓΓ.ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π.
19
https://el.m.wikipedia.org/wiki.
20
Β. KÖTTING, όπ.π. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π.
21
Η Γάλλα Πλακιδία ήταν κόρη του αυτοκράτορος Θεοδοσίου Α΄, αδελφή του αυτοκράτορος
Ονωρίου (393-423), σύζυγος του αυτοκράτορος Κωνσταντίου Γ΄ (421) και επίτροπος του ανήλικου
υιού του Ουαλεντινιανού Γ΄ (425-455) στην αυτοκρατορία της Δύσεως.
22
Ὁδοιπορικόν ζ΄ 2. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ (Αρχιμ.), όπ. π., σσ. 10, 83.
23
Βλ. ΕΥΑΓΓ.ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π.
24
ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, Ἡ πρὸς Λαῦσον Ἱστορία, κεφ. ΡΜΒ΄, PG. 34, στ. 1244.
15
δημοσιεύτηκε η διήγηση αυτή στις πρώτες εκδόσεις της 25. Αργότερα ο
M. Férotin 26 και άλλοι υποστήριξαν ότι συγγραφέας ήταν η Αιθερία, η
οποία μνημονεύεται σε μία επιστολή του Βαλερίου (Valerius),
ηγουμένου ισπανικού μοναστηριού, που την εγκωμιάζει. Εκεί («Εpistola
beat Egerie») 27 γίνεται εύφημος μνεία της αυταπαρνήσεως με την οποία
έζησε μία μοναχή, που με πολλούς κόπους και κινδύνους είχε
επισκεφθεί τους μοναχούς της Αιγύπτου και του Σινά, καθώς και όλους
τους Αγίους Τόπους, και συνέγραψε τις εντυπώσεις εκείνης της
ιεραποδημίας της28. Το κείμενο της επιστολής αυτής δημοσιεύτηκε με
εισαγωγή από τον Z. Garcia29. Μετά από αυτό, οι ερευνητές θεώρησαν
βέβαιο ότι ο Βαλέριος αναφέρεται στο ίδιο προσκύνημα, όπως δείχνει
και η απαρίθμηση των περιοχών που επισκέφτηκε, και ότι είχε υπόψη
του ένα πλήρες αντίγραφο του Οδοιπορικού, όπου και ανέγνωσε το
όνομα της προσκυνητρίας: «Αιθερία»30.
25
ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σσ. 10-11.
26
M. FÉROTIN, «Le veritable auteur», στο Revue de questions historiques 74 (Paris 1903), σσ. 367-397.
27
https://el.m.wikipedia.org/wiki.
28
ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σ. 11.
29
Z. GARCIA, «La lettre de Valérius», στο Analecta Bollandiana 29 (Βρυξέλλες 1910), σσ. 377-399.
30
Το όνομα της προσκυνήτριας (Αιθερία) αναφέρεται μία φορά στον τίτλο και δύο φορές μέσα στο
κείμενο του Βαλερίου. Στην επιστολή αυτή αναφέρονται και άλλοι τόποι, οι οποίοι δεν
μνημονεύονται στο τμήμα του Οδοιπορικού που διασώθηκε, γιατί προφανώς θα περιγραφόταν στο
χαμένο σήμερα τμήμα του.
31
ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σ. 12.
32
Δ. ΜΠΑΛΑΝΟΥ, Πατρολογία, Αθήνα 1930, σ. 491.
33
Α. LAMBERT, «Egeria» στο Revue Mabillon 26 (Ligugé 1936), σσ. 71-94.
34
J. WILKINSON, Egeria’s Travels, εκδ. Society for promoting Cristian Knowledge, 1971, σσ. 235-236.
35
E. J. YARNOLD, «Egeria’ s pilgrimage» στο CHESLYN JONES, GEOFFREY WAINWRIGHT AND EDUARD
YARNOLD, The Study of Liturgy, London 1978, σσ. 64-65.
16
ότι η Εγερία ήταν αδελφή της Galla, που μνημονεύεται από τον
Ιερώνυμο, είναι αστήρικτη 36.
36
A. VACCARI, «Itinerarium Egeriae» στο Biblica 24 (Ρώμη 1943), σσ. 388-397.
37
Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π., σ. 597.
17
αυτή; Η καταγωγή της Αιθερίας δεν έχει εξακριβωθεί. Σύμφωνα με
πληροφορίες που αντλούμε από τα χειρόγραφά της, καταγόταν από
κάποια πόλη κατά μήκος του ποταμού Ροδανού, κοντά στον Δυτικό
ωκεανό, από τις δυτικές επαρχίες της ύστερης Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας: την Ισπανία, όπου έζησε ο Βαλέριος μετά από τρεις
αιώνες, τη Γαλατία, μάλιστα την περιοχή της Ακουϊτανίας, ή ακόμη και
την Ιταλία 38. Το ότι η συγγραφέας συγκρίνει τον ποταμό της νότιας
Γαλλίας Ροδανό με τον Ευφράτη 39 ποταμό της Συρίας και το ότι αυτή
γνωρίζει την περιοχή της βορειοδυτικής Ισπανίας40, κοντά στην μονή
Vierzo, καθιστά πιθανή την εκδοχή ότι αυτή προερχόταν από μία από
τις δυο αυτές περιοχές 41. Πιθανολογείται, δηλαδή, ως τόπος καταγωγής
της η Γαλλία ή η Γαλλικία (Ισπανία). Οι πόλεις που διεκδικούν την
καταγωγή της είναι: η Arles, η Τrier και η Narbonne– από τα
σημαντικότερα λιμάνια της Γαλατίας στη Μεσόγειο, και μεγάλο
εμπορικό κέντρο εισαγωγής μαρμάρου, κεραμικής και ειδών
πολυτελείας από την Ανατολή.
38
Βλ. http://www.postaugustum.gr/index.php/news/14-hiere-apodemia-sten-ystere-arhaioteta-lila-
sofiadou-proskinimatiko-odoiporiko-odiporiko-e-egeria-se-hierous-topous.
39
Ὁδοιπορικόν, ιη΄ 2. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σ. 13.
40
B. KÖTTING, όπ. π.
41
Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π.
18
άποψη, η εκπαίδευσή της δεν ήταν αυτή που διέθετε μία Ρωμαία
αριστοκράτισσα. Γνώριζε τη Βίβλο, ιδιαίτερα την Παλαιά Διαθήκη, και
ήταν άριστα προετοιμασμένη για μία τέτοια ιερή αποδημία. Η μοναδική
ελευθερία κινήσεων, που εμφανίζεται να έχει, αποκλείει την
υποχρέωση τήρησης συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος και
επιστροφής στη μοναστική αδελφότητα, όποια θέση και αν κατείχε εκεί.
Είναι απίθανο να ήταν η ίδια ηγουμένη, διότι, ως προεστώσα, δεν θα
ήταν δυνατό να απουσιάσει από τα καθήκοντά της επί μακρόν. Αλλά και
ως απλή μοναχή θα ήταν αδύνατο να αναλάβει το εγχείρημα με έξοδα
της μονής42.
42
Βλ. http://www.postaugustum.gr/index.php/news/14-hiere-apodemia-sten-ystere-arhaioteta-lila-
sofiadou-proskinimatiko-odoiporiko-odiporiko-e-egeria-se-hierous-topous.
43
Πρβλ. La J. D. Mansi, Sanctorum Couciliorum nova et amplissima collection III, 633.
44
Πρβλ. MARIN BRANIS�TE (Preot.), «Insemnārile de Cālātorie ale Peregrinei Egeria sec IV» στο
Mitropolia Olteniei 4-6, (Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 1982), Craiova 1982, σσ. 225-392.
45
Βλ. http://www.postaugustum.gr/index.php/news/14-hiere-apodemia-sten-ystere-arhaioteta-lila-
sofiadou-proskinimatiko-odoiporiko-odiporiko-e-egeria-se-hierous-topous.
19
αστικό περιβάλλον, πιθανώς από κάποια περιοχή της Ισπανίας. Μετά
την εξάπλωση του Χριστιανισμού στην ύπαιθρο, δημιουργούνται, στις
πόλεις και τα αστικά κέντρα, κοινότητες πιστών γυναικών που έχουν ως
όνειρο να καταφέρουν να επισκεφθούν τον τόπο του μαρτυρίου του
Κυρίου. Το 380, όταν» 46 η Αιθερία «αποφάσισε να ξεκινήσει το
προσκύνημά της, ο Χριστιανισμός είχε σημειώσει σημαντική άνοδο στα
αστικά κέντρα, ενώ, σε σύγκριση με την ύπαιθρο, ο αγροτικός
πληθυσμός ήταν πιο συγκρατημένος. Η ιδέα του προσκυνήματος για
μία γυναίκα ήταν μεγάλη πρόκληση.
Είναι πιθανό ότι σκοπός της ήταν ν’ ακολουθήσει την τάση των
αριστοκρατικών κύκλων και ν’ απολαύσει τη μοναδική ελευθερία
κινήσεων σε χώρες άγνωστες, αποδεικνύοντας ότι όλες οι κοινωνικές
τάξεις έχουν τα ίδια δικαιώματα στον Χριστιανισμό και στην πίστη.
Δικαιολογώντας με αξιοπρέπεια το μεγάλο της ταξίδι, επικαλείται στις
επιστολές της τη Μελανία και τη Μαρκέλλα, αριστοκράτισσες, γυναίκες
μορφωμένες με κλασική παιδεία, που γνώριζαν την ελληνική γλώσσα. Η
ίδια διέθετε, πιθανώς, ελάχιστες γνώσεις ελληνικής. Η παιδεία των
γυναικών, γενικά, και ιδίως αυτών που γνώριζαν άριστα ανάγνωση και
γραφή, καθώς και λατινική και ελληνική, κατά τον 4ο αιώνα ήταν
εξαιρετικά περιορισμένη. Ο κύκλος των γυναικών στον οποίο
απευθύνονται οι επιστολές έχει έντονες πνευματικές αναζητήσεις.
Γνωρίζοντας τους αποδέκτες των επιστολών» 47 της Αιθερίας,
«μπορούμε να εκτιμήσουμε καλύτερα τον τρόπο λειτουργίας των
μοναστικών συγκροτημάτων στη Δύση του 4ου αιώνα, από την οπτική
των γυναικών, διότι οι γνώσεις μας για τον γαλατικό και τον ισπανικό
μοναχισμό είναι περιορισμένες. Η αλληλογραφία» 48 της Αιθερίας, «με
τις λεπτομέρειες που εξιστορεί, βοηθά στην προσαρμογή των
θρησκευτικών τελετών και των ιερών ακολουθιών της Ανατολής στις
Δυτικές ανάγκες» 49.
46
Όπ. π.
47
Όπ. π.
48
Όπ. π.
49
Όπ. π.
20
2. Η προσκυνηματική της επίσκεψη στους Αγίους Τόπους.
21
Κωνσταντίνο, οι χριστιανοί ανέπτυξαν ζωηρό ενδιαφέρον για επίσκεψη
τόσο των ναών αυτών, όσο και των περιοχών, τις οποίες καθαγίασαν οι
πόδες του Κυρίου και στις οποίες γινόταν αισθητή η ιστορική μορφή
του Ιησού, όπως και η παρουσία των ιερών προσώπων της Καινής
Διαθήκης (της Παναγίας Μητέρας του Κυρίου, των Αποστόλων, του
αγίου Στεφάνου κ.λπ.). Η προσκυνηματική ευλάβεια πυροδοτούνταν
επίσης και με την σύνδεση πολλών τόπων με τις ιερές διηγήσεις της
Παλαιάς Διαθήκης 55. Αυτό συνέβαινε, επειδή ακριβώς στους Αγίους
Τόπους δεν τιμώνταν μόνο «τὰ σύμβολα τῆς διὰ σαρκὸς ἐπιδημίας τοῦ
Κυρίου», αλλά και τα σύμβολα των θεοφανείων της ισότιμης προς την
Καινή Παλαιάς Διαθήκης, όπως βεβαιώνεται και από τον άγιο
Ιερώνυμο 56. Η ανάπτυξη προσκυνηματικού ενδιαφέροντος συνετέλεσε
ώστε, όπως μαρτυρεί ο Ευσέβιος, το όρος των ελαιών, κατά τους
χρόνους αυτού, να είναι «πεπληρωμένον τῶν εἰς Χριστόν
πεπιστευκότων ἁπάντων πανταχόθεν γῆς συντρεχόντων»57. Για χάρη
των προσκυνητών αυτών παρουσιάστηκαν με την πάροδο του χρόνου
είτε είδη γεωγραφικών βιβλικών λεξικών, όπως λ.χ. το «Ὀνομαστικὸν»
του Ευσεβίου Καισαρείας 58, είτε τοπογραφικοί οδηγοί ταξιδιών, για
τους οποίους ήταν υπόδειγμα το μη χριστιανικό Itinerarium Antonini
(γ΄αιώνας μ.Χ.), είτε περιγραφές προσκυνηματικής επισκέψεως στους
Αγίους Τόπους, όπως λ.χ. η περιγραφή ενός προσκυνηματικού ταξιδιού
από το Bordeaux της Γαλλίας, μέσω της Κωνσταντινούπολης στα
Ιεροσόλυμα και από εκεί μέσω της Ρώμης στα Μεδιόλανα, την οποία
περιγραφή παρέχει το Itinerarium Burdigalense (του έτους 333) 59, ή
όπως το Οδοιπορικό της Αιθερίας 60.
22
την παρουσία του Θεού επί της γης και την ενέργεια των χαρισμάτων
του Αγίου Πνεύματος. Η βεβαιότητα αυτή της επίγειας παρουσίας του
Θεού τους οδηγούσε και στους Αγίους Τόπους, ως χώρους ιερούς,
στους οποίους εξακολουθεί να ενεργεί το μυστήριο της σωτηρίας.
23
πνευματικών και υλικών, οι οποίοι ελλόχευαν κατά την πορεία του 61.
Διότι τα ταξίδια πάντοτε, ιδιαιτέρως όμως εκείνη την εποχή, ήταν πολύ
επικίνδυνα.
61
Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Περὶ τῶν ἀπιόντων εἰς Ἱεροσόλυμα, όπ. π.,-(Πρβλ. το ίδιο έργο, με
εισαγωγή –μετάφραση-σχόλια από τον μακαριστό αρχιμ. Παγκράτιο Μπρούσαλη, εκδ. «Τέρτιος»,
Κατερίνη 1989).
62
Όπ. π., ΒΕΠΕΣ 70, 20.
63
Κατά τον άγιο ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΝΥΣΣΗΣ, όπ. π., 352, ΒΕΠΕΣ 70, 19: «ἡ σεμνὴ πολιτεία πᾶσι πρόκειται καὶ
ἀνδράσι καὶ γυναιξίν· ἲδιον δὲ τοῦ κατὰ φιλοσοφίαν βίου ἡ εὐσχημοσύνη, αὓτη δὲ ἐν τῷ ἀμίκτῳ καὶ
ἰδιάζοντι [βίῳ] τῆς ζωῆς κατορθοῦται, ὡς ἀνεπίμικτον καὶ ἀσύγχυτον εἶναι τὴν φύσιν, μήτε τῶν
γυναικῶν ἐν ἀνδράσι μήτε τῶν ἀνδρῶν ἐν γυναιξὶ πρὸς τὰ παρατετηρημένα τῆς ἀσχημοσύνης
ὁρμώντων. Ἀλλ’ ἡ τῆς ὁδοιπορίας ἀνάγκη ἀναιρεῖ τὴν ἐν τούτοις ἀκρίβειαν καὶ πρὸς ἀδιαφορίαν τῶν
παρατετηρημένων ἂγει». Στην παρεξήγηση, εκ μέρους κάποιων, του Αγίου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ ως
προς την θέση του στο θέμα των ιεραποδημιών, απαντά ο μοναχός Παχώμιος Ρουσάνου στο έργο
του «Κατὰ ἁγιοκατηγόρων ἤτοι τῶν κωλυόντων τοὺς ἀπερχομένους εἰς προσκύνησιν τῶν σεβασμίων
καὶ ἱερῶν τόπων καὶ κατὰ τοῦ Φρά Μαρτὶ Λούτερη» και ο Κωνσταντίνος Οικονόμος εξ’ Οικονόμων
24
Για να αντιμετωπίσει όλες αυτές τις θλιπτικές συνέπειες της
οδοιπορίας, «ἡ Ἐκκλησία ἀναγκάζηται δαπανᾶν…ξένων ἐπιδημίαις,
ἀποδημούντων ταλαιπωρίαις…»64. Γι’ αυτό κτίζονται παράπλευρα από
τους ιερούς προσκυνηματικούς ναούς ξενώνες, οι οποίοι ονομαζόταν
συνήθως «ξενοδοχεῖα, ἢ ξενίαι, ἢ πανδοχεῖα, ἢ πραιτώρια», και ο
επίσκοπος «ἐπικουρεῖ…τοῖς παρεπιδήμοις οὖσι ξένοις» 65. Διότι, για
τους χριστιανούς, ιδιαίτερα μάλιστα για τους μοναχούς, ήταν εξαιρετικά
δύσκολη η παραμονή στους δημόσιους κρατικούς ξενώνες, λόγω της
ηθικής ελευθεριότητας, η οποία συχνά επικρατούσε εκεί. Αντίθετα
στους εκκλησιαστικούς ξενώνες, στους οποίους πρόσφεραν τις
υπηρεσίες τους ηλικιωμένοι άνθρωποι εγνωσμένης αρετής, ευκοσμίας
και τιμιότητας, η παραμονή προσέφερε κατ’ αρχάς την εγγύηση μιάς
αξιοπρεπούς διαβιώσεως. Για να εξασφαλιστεί το σεμνό αυτό κλίμα, οι
επίσκοποι έκριναν σκόπιμο να εφοδιάζουν τους ξένους με ειδικά
συστατικά γράμματα.
στο «Σιωνίτης προσκυνητὴς, ἤτοι τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου ἐπισκόπου Νύσσης αἱ περὶ
τῶν Ἱεροσολύμων διαλαμβάνουσαι δύο ἐπιστολαὶ μετὰ σημειώσεων καὶ παραρτήματος, ἐν ᾧ
προσετέθη καὶ τὸ μέχρι νῦν ἀνέκδοτον “Κατὰ ἁγιοκατηγόρων” Παχωμίου μοναχοῦ τοῦ Ρουσάνου» το
1850, ο οποίος υπερασπίζεται την ωφέλεια των ιεραποδημιών και στηλιτεύει την αντίθετη άποψη ως
δυτική [Πρβλ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΡΑΙΣΑΡΙΔΗ (πρωτ.), Λειτουργικές ὄψεις στο ἔργο τοῦ Παχωμίου
Ρουσάνου, Αθήνα 2013, σσ. 143-186].
64
ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εἰς τὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους, Ὁμιλία κα΄, -PG 61, 180.
65
ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ, Ἀπολογία Α΄, ξζ΄-ΒΕΠΕΣ 3, 198.
25
με κάποιες «ευλογίες», όπως λεγόταν τότε και σήμερα στην μοναχική
ορολογία 66.
66
Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σσ. 24-35.
67
Βλ. http://www.postaugustum.gr/index.php/news/14-hiere-apodemia-sten-ystere-arhaioteta-lila-
sofiadou-proskinimatiko-odoiporiko-odiporiko-e-egeria-se-hierous-topous.
68
Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σ. 36.
69
Βλ. http://www.postaugustum.gr/index.php/news/14-hiere-apodemia-sten-ystere-arhaioteta-lila-
sofiadou-proskinimatiko-odoiporiko-odiporiko-e-egeria-se-hierous-topous.
26
Οι σωζόμενες σελίδες του εν λόγω προσκυνηματικού ταξιδιού,
επομένως, σχετίζονταν με ευσεβή νεαρή γυναίκα που αφηγείτο σε
κοινότητα μοναχών στη Δύση το προσκυνηματικό της ταξίδι στους
Αγίους Τόπους, στο μοναστήρι του όρους Σινά, καθώς και σε βιβλικά
μέρη. Περιέγραφε τις συναντήσεις της με μοναχούς και επισκόπους, και
αναφερόταν με ακρίβεια στις ιερές ακολουθίες που παρακολούθησε
στα Ιεροσόλυμα.
27
επαίνους»70 προς την Αιθερία, «τονίζοντας τόσο την αφοσίωση και την
ευσέβεια όσο και το θάρρος της, ως παράδειγμα για μίμηση από τους
μοναχούς. Τη συνδέει, επίσης, με την άφιξη του Χριστιανισμού στη
Γαλλικία. Αν και το όνομα της γυναίκας εμφανίζεται σε διάφορες
εκδοχές στο χειρόγραφο του Βαλέριου, οι μελετητές θεωρούν βέβαιο
ότι αυτό είναι το περιεχόμενο των τμημάτων του χειρογράφου που έχει
χαθεί, και συντάκτης του σωζόμενου λατινικού κειμένου»71 είναι η
Αιθερία.
28
την Έδεσσα, την πόλη του Αυγάρου. Κατά την επίσκεψή της εκεί,
σημειώνει: “Ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ, ὀλίγον καιρόν ἀργότερα, ἐφ’ ὅσον
τώρα πλέον ἦσαν τρία ὁλόκληρα χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ἦλθα εἰς τὰ
Ἱεροσόλυμα, ἔχοντας ἰδεῖ ὅλους τοὺς Ἅγιους Τόπους, εἰς τοὺς ὁποίους
ἐπῆγα γιὰ νὰ προσευχηθῶ, καὶ ἔχοντας, κατὰ συνέπειαν, τὴν πρόθεσι
νὰ ἐπιστρέψω εἰς τὴν πατρίδα μου, ἠθέλησα κατ’ εὐδοκίαν τοῦ Θεοῦ νὰ
ἐπισκεφθῶ καὶ τὴν Μεσοποταμία τῆς Συρίας γιὰ νὰ ἰδῶ ἅγιους
μοναχούς. Ἔλεγαν πώς εἶναι πάρα πολλοί εἰς τὴν περιοχήν αὐτήν καὶ ὅτι
διάγουν μία θαυμαστή ζωή, πού ὑπερβαίνει κάθε δυνατότητα
περιγραφῆς. Ἐπῆγα ἐκεῖ γιὰ νὰ προσευχηθῶ εἰς τὸ μαρτύριον τοῦ ἁγίου
ἀποστόλου Θωμά, τοῦ ὁποίου τὸ σῶμα ὁλόκληρο εἶχεν ἐναποτεθῆ εἰς
τὴν Ἔδεσσα. Λέγεται ὅτι ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ Ἰησοῦς, μετά τὴν Ἀνάληψί Του,
ἔπεμψε ἐκεῖ τὸν Ἅγιον, ὅπως εἶχε ὑποσχεθεῖ εἰς τὸν Αὔγαρο, διά τῆς
ἐπιστολῆς πού τοῦ ἔστειλε μὲ τὸν ταχυδρόμο Ἀνανία, καὶ ἡ ὁποία εἶχε
φυλαχθεῖ μὲ μεγάλη εὐλάβεια εἰς τὴν πόλι τῆς Ἐδέσσης, ὅπου εἶναι καὶ
τὸ μαρτύριόν του. Θέλω νὰ μὲ πιστεύση ἡ ἀγάπη σας, πώς δὲν ὑπάρχει
χριστιανός, ἀπό αὐτούς ποὺ ἔχουν ἔλθει εἰς τοὺς Ἅγιους Τόπους, εἰς τὴν
Ἱερουσαλήμ, ποὺ νὰ μὴν ὑπάγη νὰ προσευχηθῆ ἐκεῖ, ἀπό τὴν
Ἱερουσαλήμ ἀπέχει εἴκοσι πέντε σταθμούς. Καὶ ἐπειδή ἀπό τὴν
Ἀντιόχεια εἶναι πλησιέστερα ἡ Μεσοποταμία, μου ἦταν εὐκολώτερο,
κατά τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐπιστρέφοντας εἰς τὴν Κωνσταντινούπολη
καὶ ἐπειδή ὁ δρόμος περνᾶ ἐμπρός ἀπό τὴν Ἀντιόχεια, νὰ ὑπάγω ἀπὸ
ἐκεῖ εἰς τὴν Μεσοποταμίαν, ὅπως καὶ ἔγινε σύν Θεῷ” 73.
29
θεωρήσετε ὡς ἀνάξιον λόγου αὐτό ποὺ ἐνόμισα ὅτι ἔπρεπε νὰ σᾶς
γράψω” 74. Παράλληλα, τις ενημερώνει για την τήρηση των νηστειών
πριν από το Πάσχα: “ἐδῶ νηστεύουν ὀκτώ ἑβδομάδες πρὸ τοῦ
Πάσχα” 75. Κάνει γνωστό στη Δύση ότι η τελευταία εβδομάδα πριν από
το Πάσχα στην Ιερουσαλήμ» 76 ονομάζεται “Μεγάλη Ἑβδομάδα” 77.
30
πάντοτε τόσον οἱ ὕμνοι καὶ τὰ ἀντίφωνα καὶ τὰ ἀναγνώσματα, ὅσο καὶ
οἱ δεήσεις τοῦ ἐπισκόπου εἶναι ἐκφραστικές τοῦ τόπου καὶ τοῦ
περιεχομένου τῆς ἑορτῆς ποὺ πανηγυρίζεται· ὅλα εἶναι ἐπιλεγμένα καὶ
προσηρμοσμένα”79.
Τα ταξίδια κατά τον τέταρτο αιώνα εκτός από δύσκολα ήταν και
επικίνδυνα, ενώ, συνήθως, τους ταξιδιώτες συνόδευαν οι στρατιωτικοί
δημόσιοι υπάλληλοι των σταθμών. Δίπλα στα ιερά προσκυνήματα
υπήρχαν ξενώνες, υπεύθυνος για τους οποίους ήταν ο επίσκοπος της
περιοχής. Διακονητές μοναχοί φρόντιζαν για την καλή διαμονή των
κατάκοπων προσκυνητών, στους οποίους προσέφεραν στέγη, τροφή,
79
Ὁδοιπορικόν, μζ΄ 3. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σ. 224.
31
ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, πληροφορίες, συμβουλές, αλλά και
προσευχή και εκκλησιαστικές ακολουθίες» 80. Η Αιθερία «κάνει συχνές
αναφορές σε αγίους κληρικούς και ταπεινούς μοναχούς που
υποδέχονταν τους προσκυνητές.
80
http://www.postaugustum.gr/index.php/news/14-hiere-apodemia-sten-ystere-arhaioteta-lila-
sofiadou-proskinimatiko-odoiporiko-odiporiko-e-egeria-se-hierous-topous.
81
Όπ. π.
82
Όπ. π.
32
3. Το «Οδοιπορικό» της.
34
αφορούσαν την περίοδο μετά την πρώτη παραμονή της στα
Ιεροσόλυμα, όπου τοποθετούνται μία πρώτη επίσκεψή της στην
Αίγυπτο, οι περιηγήσεις της στην Ιουδαία, την Γαλιλαία και την
Σαμάρεια, καθώς και η αρχή του προσκυνήματός της στο Σινά 87.
35
προβαπτισματικών τελετών μυήσεως των κατηχουμένων, της
τελεσιουργίας του βαπτίσματος, των εορτών του εκκλησιαστικού έτους,
της συνδέσεώς τους με τους αγίους Τόπους, των ακολουθιών του
εικοσιτετραώρου και πολλών άλλων επιμέρους πτυχών της χριστιανικής
λατρείας στα Ιεροσόλυμα κατά το τέλος του δ΄ αιώνα 90.
Είναι, επίσης, βέβαιο ότι η επίσκεψή της στο Σινά προηγήθηκε της
βασιλείας του Ιουστινιανού (527-565 μ. Χ.), ο οποίος μεταξύ των ετών
527 και 557 έκτισε την εκκλησία και το μοναστήρι της Αγίας
Αικατερίνης, επειδή η περιγραφή της δεν μνημονεύει την ύπαρξη των
οικοδομημάτων αυτών. Επιπλέον, η διαμονή της στην Αντιόχεια για μία
εβδομάδα προϋποθέτει την άφιξή της εκεί πριν από την καταστροφή
της πόλης από τον βασιλιά των Περσών, Χοσρόη, κατά την άνοιξη του
540 μ. Χ. Παράλληλα, στη Σελεύκεια συναντήθηκε με τη διακόνισσα
Μαρθάνα, η οποία αναφέρεται και στο βιβλίο των «Θαυμάτων τῆς
ἁγίας Θέκλης», το οποίο χρονολογείται στα μέσα του ε΄ αιώνος.
90
Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π., σ. 599.
36
α) Η διοικητική διαίρεση και ονομασία των περιοχών, που
επισκέφθηκε η Αιθερία, αντιστοιχούν πλήρως στα δεδομένα των τελών
του δ΄ αιώνος, καθώς επίσης και το ιδίωμα της λατινικής γλώσσας της,
91
Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σσ. 13-19.
37
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
38
τον «ορθό» εκκλησιαστικό τρόπο, γεγονός που αποδεικνύεται από την
επίδραση την οποία είχε στις άλλες, εκτός των ορίων της Παλαιστίνης,
Εκκλησίες, όπου λειτούργησε ως μοντέλο για τη λειτουργική οργάνωση
και ανάπτυξη της κάθε χριστιανικής κοινότητας.
98
Ὁδοιπορικόν, λα΄ 3. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 133- Ὁδοιπορικόν, λστ΄ 2. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 135-
Ὁδοιπορικόν, λη΄ 2. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 139- Ὁδοιπορικόν, μγ΄1-3. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 141-
Ὁδοιπορικόν, μζ΄ 5. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 146- Ὁδοιπορικόν, κε΄ 5. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 126-
Ὁδοιπορικόν, λα΄ 1. J. WILKINSON, όπ. π., σσ. 132-133.
99
Βλ. G. DIX, όπ. π., σ. 353.
100
Βλ. E. HUNT, Holy Land Pilgrimage in the later Roman Empire AD 312- 460, Charendon Press,
Oxford 1984, σ. 113. Λεπτομερή περιγραφή της εορτής της Πεντηκοστής στα Ιεροσόλυμα μας
προσφέρει η Αιθερία, Οδοιπορικό, μγ΄. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 141.
101
«Όταν φτάνουν εκεί, έχουν συγκεντρωθεί τόσοι πολλοί άνθρωποι, ώστε αυτοί δε γεμίζουν μόνο
το Λαζάριον, αλλά και ολόκληρη τη γύρω περιοχή» (Ὁδοιπορικόν, κθ΄ 5. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 131.
39
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στη διαμόρφωση του εκκλησιαστικού
έτους στα Ιεροσόλυμα σημαντικές υπήρξαν οι επιδράσεις της ιουδαϊκής
λατρείας. Οι επιδράσεις αυτές διαφαίνονται στην λειτουργική ζωή της
πόλης, όπως μας την περιγράφει η Αιθερία, ενώ η ομιλία του Ευσεβίου
κατά τα εγκαίνια του ναού στην Τύρο αποκαλύπτει την πεποίθηση, που
υπήρχε, ότι η χριστιανική λατρεία αποτελεί τη νόμιμη διάδοχο της
Ιουδαϊκής λατρείας 102.
102
Βλ. Ἐκκλησιαστική Ἱστορία Ι΄, 4, 3-36- 45-46. ΒΕΠΕΣ 20, σ. 84, στ. 33-36-σ. 91, στ. 9-14- σ. 92, στ.
29-34.
103
Ειδικά για την εορτή των Εγκαινίων και το συσχετισμό της με την αντίστοιχη ιουδαϊκή, βλ. M.
BLACK, όπ. π., σσ. 78-86.
104
Βλ. ΧΡ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ, Οι Κατηχήσεις του Κυρίλλου Ιεροσολύμων. Ψυχοπαιδαγωγική
2
προσέγγιση, Θεσσαλονίκη 1998, εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, σσ. 89-93.
40
2. Οι μαρτυρίες της Αιθερίας σε σχέση με τη γνωστή της λατρεία της
Ισπανίας και τη σύγχρονη του Οδοιπορικού Ιεροσολυμιτική λατρεία.
41
Κύριλλο Ιεροσολύμων στην εκκλησία της Σιών και όπως περιγράφονται
αυτές λεπτομερώς στο Οδοιπορικό της Αιθερίας τα Επιφάνεια ή
Θεοφάνεια, από τα οποία δεν είχε ακόμη αποσπαστεί η εορτή των
Χριστουγέννων, η εορτή της προσαγωγής του Ιησού στο ναό (η
Υπαπαντή), η Τεσσαρακοστή, η μεγάλη Εβδομάδα, το Πάσχα και η
έβδομη από αυτό ημέρα (Αντίπασχα), καθώς και όλη η περίοδος μέχρι
την Πεντηκοστή, όπως και η εορτή των Εγκαινίων, διεξάγονταν με βάση
το Τυπικό που είχε καθιερωθεί και από εκεί παραλαμβάνονταν,
διαμορφώνονταν και συμπληρώνονταν από τις κατά τόπους εκκλησίες
στον κόσμο108.
3. Τόποι λατρείας.
108
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, έκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ
3
Σωτήρ», τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 2008, σσ. 8-9.
109
Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π., σ. 120.
110
ΕΥΣΕΒΙΟΥ, Εἰς τὸν βίον Κωνσταντίνου, Γ΄, κθ΄. ΒΕΠΕΣ 24, 157.
111
ΕΥΣΕΒΙΟΥ, Εἰς τὸν βίον Κωνσταντίνου, Γ΄, λα΄.ΒΕΠΕΣ 24, 158. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ. όπ.π., σ. 37.
112
Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π.
42
Η Ανάστασις, κατά την εποχή αυτή, ήταν μία ροτόντα, στο μέσο
της οποίας βρισκόταν το σπήλαιο, δηλαδή «τὸ ἱερὸν ἄντρον», κατά τον
Ευσέβιο 113, «τὸ μνῆμα τῆς ἁγιότητος», κατά τον άγιο Κύριλλο
Ιεροσολύμων 114. Πάνω από τον Πανάγιο Τάφο κατασκευάστηκε, από
τον Μεγάλο Κωνσταντίνο, θόλος που στηριζόταν πάνω σε δώδεκα
κίονες, μεταξύ των οποίων υπήρχαν κιγκλίδες και ορθομαρμαρώσεις,
ώστε να σχηματίζεται ιδιαίτερος θάλαμος. Στον προθάλαμο του
ζωοδόχου Τάφου υπήρχε ο λίθος, που έκλεινε την είσοδο του
μνημείου115, «ὁ λίθος ὁ μέχρι σήμερον κείμενος», κατά την μαρτυρία
του αγίου Κυρίλλου116. Στον προθάλαμο αυτό στεκόταν ο επίσκοπος,
κατά την διάρκεια των ιερών ακολουθιών, που τελούνταν «εἰς τὴν
Ἀνάστασιν», όπως αναφέρει το «Ὁδοιπορικόν»117.
113
ΕΥΣΕΒΙΟΥ, Εἰς τὸν βίον Κωνσταντίνου, Γ΄, μγ΄. ΒΕΠΕΣ 24, 158, 160.
114
ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατήχησις Ι΄, φωτιζομένων, ιθ΄. ΒΕΠΕΣ 39, 126.
115
Πρβλ. Μτθ. κζ΄ 60. Μρκ.ιε΄ 46.
116
ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατήχησις Ι΄, φωτιζομένων, ιθ΄,- ΒΕΠΕΣ 39, 126.
117
ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σσ. 37-38.
43
Εξερχόμενος κανείς από την Ανάσταση, μέσω μιας πύλης,
οδηγούνταν σε μία εσωτερική αυλή, σε ένα αίθριο «πολὺ μεγάλο καὶ
πολὺ ὡραῖο»118. Ο τελευταίος αυτός χώρος ήταν διπλός,
περιλαμβάνοντας αφ’ ενός το μέρος, το οποίο αναφέρεται από την
Αιθερία ως ante Crucem, δηλαδή μεγάλη αυλή που περιστοιχιζόταν από
στοές, και αφ’ ετέρου ένα στεγασμένο οικοδόμημα μικρότερων
αναλογιών, που προσδιορίζεται με την έκφραση post Crucem119.
118
Ὁδοιπορικόν, λζ΄.
119
Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π.
120
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λζ΄ 4. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 137.
121
Βλ. CH. COUASNON, The Church of the Holy Sepulchre in Jerusalem, Trans from the Original French
by J. –P. B. and CLAUDE ROSS, Oxford University Press, London 1974, σ. 39.
122
Βλ. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 43.
44
προς τον Σταυρό και περνούσε δίπλα από αυτόν μέσα στο παρεκκλήσιο,
το οποίο η Αιθερία ονομάζει «πίσω από τον Σταυρό»123. Μέσα στον
χώρο αυτό φυλασσόταν το άγιο ξύλο του Σταυρού, που ιδιαίτερα το
τιμούσαν τη Μεγάλη Παρασκευή 124. Από εκεί διά μέσου μιας άλλης
πόρτας, ο επισκέπτης βρισκόταν μέσα στη μεγαλοπρεπή βασιλική του
Κωνσταντίνου»125.
123
Ὁδοιπορικόν, κδ΄ 7. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 124. Στο παρεκκλήσιο αυτό τη Μεγάλη Πέμπτη
τελούσαν τη λειτουργία. Βλ. Ὁδοιπορικόν, λζ΄ 3. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 137.
124
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λζ΄ 1-3. J. WILKINSON, όπ. π., σσ. 136-137. Πρβλ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ,
Κατήχησις I, 19. ΒΕΠΕΣ 39, σ. 126, στ. 18-21.
125
Βλ. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 43. Χ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ, όπ. π., σσ. 81-82.
45
Αδριανός το 135 μ.Χ., ανταποκρίθηκε θετικά. Η πρώτη εντολή που
έδωσε ήταν η κατεδάφιση του ειδωλολατρικού ναού και η αφαίρεση
του αναχώματος, προκειμένου να αναφανεί «τὸ σεμνὸν καὶ πανάγιον
τῆς σωτηρίου ἀναστάσεως μαρτύριον»126. Όταν το 335 μ.Χ.
εγκαινιάστηκε ο μεγάλος ναός του Μαρτυρίου, ο ναός της Ανάστασης,
που περιέβαλε τον Πανάγιο Τάφο, ήταν στα αρχικά του στάδια. Γι’ αυτό
ούτε ο προσκυνητής από το Bordeaux127, αλλά ούτε και ο Ευσέβιος τον
μνημονεύουν.
126
Βλ. Χ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ, όπ. π., σσ. 76-77. ΕΥΣΕΒΙΟΥ, Εἰς τὸν βίον Κωνσταντίνου Βασιλέως Γ΄, 28.
ΒΕΠΕΣ 24, σ. 156, στ. 40.
127
Αυτός, ενώ μνημονεύει τη μεγάλη Βασιλική, για τον τάφο του Χριστού αναφέρει μόνο ότι «λίγα
βήματα πιο πέρα είναι μία κρύπτη μέσα στην οποία τέθηκε το σώμα του Κυρίου, και αυτός
αναστήθηκε την τρίτη ημέρα». WILKINSON, όπ. π., σ. 158.
128
Βλ. K. CONANT, «The Original Buildings at the Holy Sepulchre in Jerusalem», στο SJMS 31 (1956), σ.
3.
129
ΕΥΣΕΒΙΟΥ, όπ. π., 34. ΒΕΠΕΣ 24, σ. 158, στ. 36-38.
130
Αν και ο Κύριλλος πουθενά δε μνημονεύει σαφώς την ύπαρξη του ναού της Αναστάσεως,
εντούτοις υποδηλώνει την ύπαρξη ενός επιπροσθέτου κτιρίου, μέσα στο οποίο προαναγγέλλει ότι θα
εκφωνήσει τις Μυσταγωγικές του Κατηχήσεις. (ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατήχησις ΙΗ΄, 33. ΒΕΠΕΣ
39, σ. 245, στ.7-10). Πρβλ. και J. WILKINSON, όπ. π., σ. 302.
46
Σύμφωνα με την περιγραφή του Ευσεβίου, μπροστά από τον
Τάφο και ανατολικά απλωνόταν μια «παμμεγέθης» ανοιχτή αυλή, η
οποία κατέληγε στο πίσω μέρος της κόγχης της μεγάλης Βασιλικής του
Μαρτυρίου.
131
J. WILKINSON, όπ. π., σ. 158.
132
ΚΥΡΙΛΛΟΥ, Μ. Κατήχησις Α΄, 2. SC 126, σ. 84, στ. 1-2.
133
ΚΥΡΙΛΛΟΥ, Μ. Κατήχησις Α΄, 11. SC 126, σ. 102, στ. 1.
134
Βλ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ, Μ. Κατήχησις Β΄, 4. SC 126, σ. 110, στ. 1-7.
47
φορούσαν λευκό χιτώνα 135 και χρίονταν από τον επίσκοπο 136, μαζί με
τον οποίο, τέλος, οδηγούνταν στο ναό της Αναστάσεως 137.
135
Βλ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ, Μ. Κατήχησις Δ΄, 8. SC 126, σ. 142, στ. 12-15. Βλ. CH. COUASNON, The Church of the
Holy Sepulchre in Jerusalem, Trans from the Original French by J. –P. B. and CLAUDE ROSS, Oxford
University Press, London 1974, σ. 49.
136
Βλ. K. CONANT, όπ. π., σ. 12.
137
Ὁδοιπορικόν, λη΄ 1. J. WILKINSON, όπ. π., σσ. 138-139.
138
Κατά την Αιθερία η Μεγάλη Εκκλησία είναι γνωστή ως το Μαρτύριο, διότι βρίσκεται στον
Γολγοθά, πίσω από τον Σταυρό, όπου ο Κύριος θανατώθηκε (Ὁδοιπορικόν, λ΄ 1. J. WILKINSON, όπ. π.,
σ. 132). Ο K. CONANT υποστήριξε ότι η ονομασία «Μαρτύριον» της Κωνσταντίνειας Βασιλικής
σημαίνει «εκκλησία της μαρτυρίας του Σωτήρα στον κόσμο με την Σταύρωση και την Ανάστασή Του»
(όπ. π., σ. 7).
139
ΕΥΣΕΒΙΟΥ, όπ. π., 31. ΒΕΠΕΣ 24, σ. 157, στ. 42.
140
Βλ. Χ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ, όπ. π., σσ. 78-83.
141
ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π., σ. 120.
142
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, λθ΄, μ΄, μγ΄.
48
ψηλάφιση του Θωμά (Ιωάν. η΄ 27), και η κάθοδος, όπως αναφέρθηκε
παραπάνω, του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής
(Πρξ. β΄ 1), κατά την αρχαία μαρτυρία του «Ἱεροσολυμιτικοῦ
Ἀναγνωσματαρίου» (439 μ. Χ.) και Πέτρου τοῦ Διακόνου (ιβ΄ αιώνας). Ο
άγιος Κύριλλος την χαρακτηρίζει ως «τὴν ἀνωτέραν τῶν Ἀποστόλων
ἐκκλησίαν» 143. Το οικοδόμημα της Σιών, το οποίο επισκέφτηκε η
Αιθερία, πρέπει να κτίστηκε μεταξύ των ετών 340-350 μ. Χ. Ασφαλώς
δεν ήταν η μεγάλη πεντάκλιτος βασιλική μαζί με το παρακείμενο
επισκοπείο, το οποίο κτίστηκε στις αρχές του ε΄ αιώνος, αλλά ήδη
φυλασσόταν εκεί η κολόνα της φραγγελώσεως 144.
Κοντά στην εκκλησία του ελαιώνος, πάνω στην κορυφή αυτού του
όρους, ήταν και το Εμβώμιον, «δηλαδὴ ὁ τόπος ἀπὸ τὸν ὁποῖον
ἀνελήφθη ὁ Κύριος εἰς τοὺς οὐρανούς»148. Την εποχή της Αιθερίας, εκεί
δεν υπήρχε εκκλησία, διότι αυτή κτίστηκε μετά το 392 μ. Χ., σε σχήμα
ροτόντας και ονομάστηκε «Ἁγία Ἀνάληψις».
143
Κατήχησις ΙΣΤ΄, φωτιζομένων, δ΄. ΒΕΠΕΣ 39, 202.
144
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, λζ΄.
145
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄.
146
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄, λα΄, λγ΄, λθ΄, μ΄, μγ΄, μθ΄.
147
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, λε΄.
148
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, λα΄.
149
Πιθανόν οι πληροφορίες του να αντλούνται από το χαμένο τμήμα του Οδοιπορικού.
150
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, λστ΄.
49
Στη Βηθλεέμ, η οποία «τρία μίλια ἀπέχει ἀπό Ἱερουσαλὴμ κατὰ
νότον»151, υπήρχε η βασιλική της Γεννήσεως, την οποία επισκέφτηκε η
Αιθερία επανειλημμένως 152. Η οικοδομή αυτή ήταν, επίσης, έργο του
Μεγάλου Κωνσταντίνου και, κατά την μαρτυρία του Πέτρου του
Διακόνου, μέσα σ’ αυτή είχαν αποθησαυριστεί πολλά λείψανα των
αθώων Νηπίων, που είχαν σφαγεί από τον Ηρώδη, η μνήμη των οποίων
τότε τελούνταν κατά την 18η Μαΐου. Η βασιλική αυτή του Μ.
Κωνσταντίνου υπέστη πολλές ζημίες το 529 από τους Σαμαρείτες, αλλά
σύντομα ανακαινίστηκε από τον Ιουστινιανό και με τη μορφή αυτή
παραμένει μέχρι σήμερα 153.
Στο Λαζάριον, δηλαδή στην εκκλησία που ήταν στον τάφο του
Αγίου Λαζάρου στη Βηθανία, μετέβαιναν συχνά «ἐν λιτανείᾳ», αν και η
απόσταση από την Αγία Πόλη έφτανε τα δύο μίλια. Ιδιαιτέρως, όμως,
συγκεντρωνόταν εκεί κατά το Σάββατο του Λαζάρου.Μάλιστα υπάρχει η
άποψη ότι οι τελετές αυτές, κατά την εποχή της Αιθερίας, τελούνταν
στο ύπαιθρο στον τάφο του Λαζάρου, διότι δεν είχε κτιστεί ακόμη η
εκκλησία αυτή.
151
ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Ἐπιστολὴ πρὸς Ἰούλιον πάπαν Ῥώμης, -ΒΕΠΕΣ 39, σ. 282.
152
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄, μβ΄.
153
Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σσ. 44-49.
50
Η αγιότητα του τόπου είναι μία έννοια στενά συνδεδεμένη με τα
Ιεροσόλυμα, η οποία, στη χριστιανική της διάσταση 154, καλλιεργήθηκε
ιδιαίτερα κατά τον δ΄ αιώνα, τόσο στο θεωρητικό, όσο και το πρακτικό
επίπεδο. Αποτελεί τον αντίποδα της τάσης εκείνης η οποία προβάλλει
την σπουδαιότητα της χριστιανικής ζωής και ηθικής των πιστών, παρά
τον τόπο διαμονής ή τα προσκυνηματικά οδοιπορικά τους155.
154
Τα Ιεροσόλυμα, πριν προβληθούν ως ο κατεξοχήν ιερός τόπος για τους χριστιανούς,
λειτουργούσαν ανέκαθεν ως το ιερό κέντρο για τους Ιουδαίους (Βλ. F. CARDMAN, «Fourth- Century
Jerusalem: Religious Geography and Cristian Tradition», στο P. HENRY (ED.), Schools of Thought in the
Cristian Tradition, Philadelphia 1984, σσ. 53-54.
155
Κύριος εκφραστής της τάσης αυτής κατά τον δ΄ αιώνα ήταν ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ. Αντιδρώντας
στην αντίληψη ότι ο Θεός είναι περισσότερο παρών και ενεργών στα Ιεροσόλυμα παρά οπουδήποτε
αλλού, διερωτάται: «τί δὲ καὶ πλέον ἕξει ὁ ἐν τοῖς τόποις ἐκείνοις γενόμενος, ὡς μέχρι τοῦ νῦν
σωματικῶς τοῦ Κυρίου ἐν ἐκείνοις τοῖς τόποις διάγοντος, ἡμῶν δὲ ἀποφοιτῶντος·ἢ ὡς τοῦ ἁγίου
Πνεύματος παρὰ τοῖς Ἱεροσολυμίταις πλεονάζοντος, πρὸς δὲ ἡμᾶς διαβῆναι άδυνατοῦντος;»
(Ἐπιστολή Β΄, Περὶ ἀπιόντων εἰς Ἱεροσόλυμα, ΕΠΕ 4, 352-354. PG 46, 1012CD).
156
Βλ. Χ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ, όπ. π., σ. 86.
51
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
1. Οι καθημερινές ακολουθίες.
52
λατρεία και έκχυση της καρδιάς όλων των μελών του Σώματος του
Χριστού και των μοναχών και των λαϊκών, αρμονικά συνταιριασμένων
μεταξύ τους.
162
Πρβλ. τους εναλλασσόμενους ψαλμούς των 68 αντιφώνων μαζί με τα εφύμνιά τους, στο έργο του
Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ἐκλογή Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ὑμνογραφίας, έκδ. «Ἀποστολικῆς Διακονίας», Ἀθῆναι
1949, σσ. 39-40. Επίσης πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Εἰς τὸν βίον τῆς Ὁσίας Μακρίνης, ΕΠΕ 9, 348-350
ΒΕΠΕΣ 69, 107: «Μόνη ἡ τῶν θείων μελέτη καὶ τὸ τῆς προσευχῆς ἀδιάλειπτον καὶ ἡ ἄπαυστος
ὑμνῳδία, κατὰ τὸ ἵσον παντὶ συμπαρατεινομένη τῷ χρόνῳ διὰ νυκτὸς καὶ ἡμέρας πάσης, ὥστε
αὐταῖς καὶ ἔργον εἶναι τοῦτον καὶ ἔργου ἀνάπαυσιν».
163
Ὁδοιπορικόν, όπ. π.
164
Πρβλ. Π.ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, όπ. π., σ. 128.:«Κατῆρχον δὲ τῆς
ψαλμωδίας “oἱ κανονικοὶ ψάλται, οἱ ἐπὶ τοῦ ἄμβωνος ἀναβαίνοντες”, κατὰ τὸν ΙΕ΄ κανόνα τῆς ἐν
ου
Λαοδικείᾳ, “καὶ ἀπὸ διφθέρας ψάλλοντες”, ἀπαγορευμένου ὑπὸ τοῦ 59 κανόνος τῆς αὐτῆς
συνόδου, “ἰδιωτικοὺς ψαλμοὺς λέγεσθαι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ”. Οὕτω τοῦ ψάλτου “κατάρχοντος τοῦ
μέλους, οἱ λοιποὶ ὑπηχοῦσι”, κατὰ τὴν ἔκφρασιν τοῦ Μ. Βασιλείου».
53
αντιστοιχούν με τους σημερινούς Αίνους 165. Τότε έρχεται στο ναό ο
επίσκοπος166 μαζί με τον κλήρο, ο οποίος εισέρχεται στο σπήλαιο και
πίσω από το κιγκλίδωμα 167, λέει μία δέηση υπέρ όλου του λαού και στη
συνέχεια γίνεται η μνημόνευση των ονομάτων με την ανάγνωση των
διπτύχων, η ευλογία των κατηχουμένων, την οποία ακολουθεί μία
ακόμη δέηση 168, και η ευλογία των πιστών 169.Μετά την ευλογία των
πιστών από τον επίσκοπο, αυτοί τον πλησιάζουν, για να ασπαστούν το
χέρι του 170 και γίνεται απόλυση171, όταν πλέον έχει ξημερώσει.
Το Οδοιπορικό κάνει λόγο για την έκτη172 και ενάτη ώρα 173. Κατά
την διάρκειά τους προπορεύεται πάλι ο λαός στην Ανάσταση, όπου
λέγουν ψαλμούς και αντίφωνα μέχρι να ειδοποιηθεί ο επίσκοπος.
Αυτός εισέρχεται κατευθείαν πίσω από τις κιγκλίδες, μέσα στο σπήλαιο
της Αναστάσεως και κάνει μία δέηση. Επακολουθεί η ευλογία των
πιστών, την οποία συνοδεύει ο ασπασμός της χειρός του174.
165
Η ίδια έκφραση συναντάται και στον ΕΠΙΦΑΝΙΟ, Σύντομος ἀληθής Λόγος περί πίστεως καθολικῆς
καὶ ἀποστολικῆς ἐκκλησίας ΧΧΙΙ, PG 42, ΚΓ΄, 829Α: «ἑωθινοὶ ὕμνοι καὶ προσευχαὶ ἑωθιναί». Π.
ΤΡΕΜΠΕΛΑ, όπ. π., σ. 301.
166
Κατά την άποψη του αρχ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ πρόκειται για τον άγιο Κύριλλο, Πατριάρχη
Ιεροσολύμων (350-386 μ. Χ.), του συγγραφέως των γνωστών «Κατηχήσεων».
167
Ίσως πρόκειται για δεύτερο κιγκλίδωμα. Ήδη, όμως, υπάρχει μία σαφής διάκριση μεταξύ κλήρου
και λαού και της θέσης τους μέσα στο ναό.
168
Αντιστοιχεί προς την ευχή της κεφαλοκλισίας του Όρθρου, του ισχύοντος Τυπικού. (Πρβλ. Π.
ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Μικρὸν Εὐχολόγιον, τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 1955, σ. 235).
169
L. DUCHESNE, Les origins du culte chrétien, Paris 1925, σ. 474. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι
Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, σσ. 300-301.
170
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κδ΄ 6. Πρβλ. τον ΙΘ΄ Κανόνα της εν Λαοδικείᾳ Συνόδου: «μετὰ τὰς ὁμιλίας τῶν
ἐπισκόπων καὶ τῶν κατηχουμένων εὐχὴν ἐπιτελεῖσθαι καὶ μετὰ τὸ ἐξελθεῖν τοὺς κατηχουμένους τῶν
ἐν μετανοίᾳ τὴν εὐχὴν, γίνεσθαι καὶ τούτων προσελθόντων ὑπὸ χεῖρα…». Αυτή η ευλογία από το
επισκοπικό χέρι απευθύνεται μόνο στους πιστούς και μετανοούντες, οι οποίοι ήταν βαπτισμένοι, και
όχι στους κατηχουμένους. Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, όπ. π., σσ. 133-134.
171
Το Οδοιπορικό δεν φαίνεται να προϋποθέτει καθημερινή τέλεση της Θείας Λειτουργίας. (Πρβλ.
ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Πηδάλιον, έκδ. «Ἀστέρος», Αθήνα 1976, σ. 425: «ἐπειδὴ καθ’ ἑκάστην δὲν
έγίνετο λειτουργία».
172 η
12 μεσημβρινή ώρα.
173
3 μ. μ. L. DUCHESNE, όπ. π., σσ. 474-475.
174
Όπως η ακολουθία του Όρθρου και του Εσπερινού, τις οποίες περιγράφει η Αιθερία, έτσι και οι
ακολουθίες του Μεσονυκτικού και των Ωρών είναι του «Ασματικού Τυπικού». Στο Τυπικό αυτό οι
Ώρες δεν ήταν τρίψαλμοι, αλλά είχαν τρία αντίφωνα, συνοδευόμενα το καθένα από τη μικρή
συναπτή του διακόνου, την ευχή του ιερέως, κατά την διάρκεια που ο διάκονος ανάπεμπε τις
αιτήσεις, και την εκφώνηση του ιερέως. Στο τέλος κάθε Ώρας υπήρχε η ευχή της κεφαλοκλισίας και η
ευχή της απόλυσης. Αργότερα προστέθηκε στο ημερήσιο πρόγραμμα των ακολουθιών και η Πρώτη
Ώρα. Δύο έκτακτες ακολουθίες προστέθηκαν αργότερα: η Παννυχίδα και η Τριθέκτη της Αγίας
Τεσσαρακοστής. Οι ακολουθίες αυτές έχουν την δομή των τριών αντιφώνων και των πέντε ιερατικών
ευχών. Στην Τριθέκτη προστέθηκαν και ειδικές ευχές, εφόσον ήταν μία ακολουθία, η οποία
προϋπέθετε την ανάγνωση βιβλικών περικοπών. [Πρβλ. M. ARRANZ, «Les priéres presbytérales des
54
Ο Εσπερινός, ή Λυχνικόν 175 (όπως ονομάζεται στα Ιεροσόλυμα
τον δ΄ αιώνα) είναι ακολουθία η οποία τελούνταν κατά την δεκάτη ώρα
(4 μ. μ.). Οι μονάζοντες και οι παρθένοι συναθροιζόταν κατά την
ακολουθία αυτή, καθώς και σε άλλες ώρες στη βασιλική της
Αναστάσεως. Το πρωί, όμως και την εσπέρα μετείχε των ακολουθιών
αυτών και ο λαός176. Όλο το πλήθος συναγόταν στο ναό της
Αναστάσεως και άναβαν όλες τις κανδήλες και τις λαμπάδες, για να
γίνει απεριόριστο φως. Το φως αυτό δεν προερχόταν από έξω, αλλά
λαμβανόταν από το εσωτερικό του σπηλαίου, όπου νύχτα και ημέρα
έκαιγε λυχνία 177 πίσω από τις κιγκλίδες.
Petites Heures dans l’ ancient Euchologe byzantin», OCP (=Orientalia Cristiana Periodica) 39 (1973),
σσ. 29-82].
175
«Λυχνικόν» ονομάζεται η εσπερινή ακολουθία, που τελείται κάθε μέρα γύρω στη δύση του ηλίου,
κάτω από το φώς των λύχνων ή και λαμπάδων που ανάβονταν τότε, και σήμερα είναι περισσότερο
γνωστή με το όνομα «εσπερινός». Πρβλ. «Εὐχὰς ἐπιτελεῖτε…ἑσπέρᾳ, εὐχαριστοῦντες ὅτι ὑμῖν
ἀνάπαυσιν ἔδωκε τῶν μεθημερινῶν κόπων τὴν νύκτα». Διαταγαὶ τῶν Ἀποστόλων, Η΄. ΒΕΠΕΣ, 2, 192.
176
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ἀρχαὶ καὶ χαρακτὴρ τῆς χριστιανικῆς λατρείας, όπ. π., σ. 61. ÉTHÉRIE,“Journal
de voyaye”, texte latin, introduction et traduction de HÈLÈNE PÉTRÉ. Paris 1948, σ. 190.
177
Στις περιγραφές των προσκυνητών του Παναγίου Τάφου και στις απεικονίσεις του, γίνεται
αναφορά στην κανδήλα ή τις τρεις κανδήλες, που έφεγγαν εκεί ακοίμητα. Πολλοί έπαιρναν, ως
ευλογία, έλαιο από αυτές τις κανδήλες, και το μετέφεραν στα σπίτια τους
178
Πρβλ. τον ΝΣΤ΄ (56) κανόνα της εν Λαοδικεία Συνόδου: «Οὐ δεῖ Πρεσβυτέρους πρὸ τῆς εἰσόδου
τοῦ ἐπισκόπου εἰσιέναι καὶ καθέζεσθαι ἐν τῷ βήματι, ἀλλὰ μετὰ τοῦ ἐπισκόπου εἰσιέναι, πλὴν εἰ μὴ
ἀνωμαλοίη ἤ ἀποδημεῖ ὁ ἐπίσκοπος». Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Πηδάλιον, όπ. π., σ. 440.
179
Στέκεται μπροστά στο σπήλαιο, ώστε να είναι στραμμένος προς την Ανατολή. Διότι, εκ «τῶν ἐν τῇ
Ἐκκλησίᾳ πεφυλαγμένων δογμάτων…τὰ ἐκ τῆς τῶν Ἀποστόλων παραδόσεως διαδοθέντα ἡμῖν ἐν
55
μπροστά στις κιγκλίδες. Τότε ένας από τους διακόνους ανήγγελλε τα
μνημονευόμενα ονόματα των κατηχουμένων και των πιστών. Σε κάθε
όνομα, που μνημονεύει ο διάκονος, ένας μεγάλος αριθμός παιδιών 180,
τα οποία στέκονται εκεί όρθια, απαντούν: «Κύριε, ἐλέησον», όπως οι
μεγαλύτεροι σε ηλικία λένε: «Κύριε, οἰκτίρησον ἡμᾶς». Είναι
αξιοσημείωτη και η διάταξη της Λειτουργίας των Αποστολικών
Διαταγών, κατά την οποία: «ἐφ’ ἑκάστῳ τούτων, ὧν ὁ διάκονος
προσφωνεῖ, ὡς προείπομεν, λεγέτω ὁ λαός· Κύριε, ἐλέησον, καὶ πρὸ
πάντων τὰ παιδία» 181.
μυστηρίῳ», είναι και «τὸ πρὸς ἀνατολὰς ἐπὶ τῶν προσευχῶν· ὀλίγοι δὲ ἴσμεν ὅτι τὴν ἀρχαίαν
ἐπιζητοῦμεν πατρίδα, τὸν παράδεισον, ὃν ἐφύτευσεν ὁ Θεὸς ἐν Ἐδὲμ κατ’ Ἀνατολὰς». Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,
Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κζ΄. ΒΕΠΕΣ 52, 286-288.
180
Την παρεμβολή των παιδιών στις λειτουργικές δεήσεις εξηγεί ο άγιος ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ,
ότι την προκάλεσε η Εκκλησία, επειδή αυτή «τὰ παιδία τὰ ἄμωμα τοῦ δήμου προβάλλεται, τὸν Θεὸν
ἐπὶ ἔλεον παρακαλοῦντα. Ἐπειδὴ γὰρ αὐτοὶ κατεγνώκαμεν ἑαυτῶν ἁμαρτήματα, ὑπὲρ μὲν τῶν πολλὰ
ἡμαρτηκότων καὶ ἐγκληθῆναι ὀφειλόντων αὐτοὶ οὐ βοῶμεν, ὑπὲρ δὲ ἡμῶν αὐτῶν οἱ παῖδες, ὧν τῆς
ἁπλότητος τοὺς ζηλωτὰς ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μένει. Ὁ γὰρ τύπος οὗτος τοῦτο ἐνδείκνυται, ὅτι οἱ
κατ’ ἐκείνους τοὺς παῖδας ταπεινοὶ καὶ ἄπλαστοι οὗτοι μάλιστα δύνανται ἐξαιτεῖσθαι τοὺς
ὑπευθύνους». Εἰς τὸν Ματθαῖον Ὁμιλία ΟΑ΄, 4) (Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ
Ἀνατολῆς, όπ. π., σ. 134).
181
Βλ. Βιβλίον Η΄, 6, 9.
182
Δηλαδή τον Γολγοθά, ο οποίος βρισκόταν στο αίθριο ή την αυλή που χώριζε το ναό της
Αναστάσεως από το ναό του Μαρτυρίου.
56
ακολουθείται η ίδια διαδικασία και πίσω από τον Σταυρό (post crucem)
και μπροστά από το Σταυρό (ante crucem).
Αυτό που συνιστά κάτι το τελείως ιδιαίτερο είναι ότι κάθε ημέρα
λέγονται ειδικοί ψαλμοί και αντίφωνα 184· άλλοι λέγονται τη νύχτα και
άλλοι το πρωί, άλλοι την έκτη ώρα, την ενάτη ή τον εσπερινό. Όλα αυτά
είναι ειδικώς επιλεγμένα, με κάποια λογική, έτσι ώστε να
ανταποκρίνονται στο θέμα της ακολουθίας.
183
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κδ΄ 7.
184
Σε κάθε ασματική ακολουθία υπήρχαν αντίφωνα μόνιμα και αντίφωνα μεταβαλλόμενα ανάλογα
με την περίσταση, όπως αυτή οριζόταν από το Τυπικό. (Βλ. Archim. JOB GETCHA, La réforme
liturgique du Métropolite Cyprien de Kiev, Institut de Théologie Orthodoxe Saint- Serge, Paris 2003, σ.
146).Την ίδια ακολουθία περιγράφει και ο άγιος Κασσιανός, ο οποίος ορίζει ότι οι ψαλμοί αυτοί είναι
δώδεκα. (ΑΒΒΑ ΚΑΣΣΙΑΝΟΥ, Συνομιλίες: Συνομιλίες μὲ τοὺς Πατέρες τῆς ἐρήμου, τ. Α΄-Β΄, ἐκδ.
«Ἐτοιμασία», Καρέας 2004-2006, σσ. 59, 109. Πρβλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Βίβλος Βαρσανουφίου
καὶ Ἰωάννου, έκδ. «Σχοινᾶ», Βόλος 1960, σ. 69).
57
και Ευαγγελικό ανάγνωσμα 185. Έτσι, τα πλήθη των πιστών
συγκεντρωνόταν στον χώρο της βασιλικής που βρίσκεται μπροστά στο
ναό της Αναστάσεως, που ονομάζεται Μαρτύριο, «ὅπου φῶτα ἀρκετὰ
ἐκρέμαντο». Συναθροιζόταν με προθυμία πριν την καθορισμένη ώρα,
για να βρίσκονται εγκαίρως εκεί κατά την αλεκτοροφωνία, πράγμα που
μαρτυρεί τον πνευματικό ζήλο και την τήρηση της ακρίβειας από
μέρους των συμμετεχόντων στις λατρευτικές ευκαιρίες της Εκκλησίας.
Εωσότου, λοιπόν, ανοίξουν οι θύρες ψαλλόταν ύμνοι 186 και αντίφωνα,
ενώ ανεπέμποντο ευχές μετά από κάθε ύμνο ή αντίφωνο. Οι ιερείς και
διάκονοι ήταν πάντοτε έτοιμοι να τελέσουν την αγρυπνία 187,
διακονώντας το συγκεντρωμένο πλήθος.
185
Χ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ, όπ. π., σ. 94.
186
Πιθανώς οι ύμνοι αυτοί να είναι πρόδρομοι των κοντακίων. Πρβλ. Κ. ΜΗΤΣΑΚΗ, Βυζαντινὴ
Ὑμνογραφία, έκδ. «Γρηγόρη», Αθήνα 1986, σ.45.
187
Ο αρχ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΜΠΑΡΟΥΣΗΣ διευκρινίζει ότι τελούσαν την ώρα αυτή το σήμερα ονομαζόμενο
«Μεσονυκτικό», το οποίο αναγινώσκεται στο νάρθηκα, κατά τη ώρα που οι πύλες του κυρίως ναού
είναι κλειστές. Όμως, επειδή η αγρυπνία αυτή είναι η του Σαββάτου προς Κυριακή, δεν υπάρχει
διακεκριμένη ακολουθία του Μεσονυκτικού, όπως ισχύει και στο σημερινό βυζαντινό Τυπικό (πρβλ.
Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Μικρὸν Εὐχολόγιον, τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 1955, σ. 237 και Γ. ΡΗΓΑ, Τυπικόν έκδ.
Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών [Λειτουργικά Βλατάδων, 1], Θεσσαλονίκη 1994, σ. 172
εξ., ὅπου διὰ τὸ ἑσπέρας τοῦ Σαββάτου πρός Κυριακή προβλέπεται ἡ τέλεσις ἀγρυπνίας).
Η ακολουθία, την οποία η Αιθερία ονομάζει «ἀγρυπνία», ταυτίζεται με εκείνη που
ονομάζεται «παννυχὶς τοῦ ᾀσματικοῦ τυπικοῦ, κατὰ τὴν τάξιν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας».(Archim.JOB
GETCHA, όπ. π., σ. 166, υποσ. 444). Η «παννυχὶς» αυτή ήταν μία έκτακτη νυκτερινή ακολουθία, που
τελούνταν τις μέρες των εορτών ή νηστειών, μεταξύ του εσπερινού και του μεσονυκτικού.
Απαρτιζόταν επίσης από τρία αντίφωνα, τρεις μικρές συναπτές και τρεις ιερατικές ευχές. Η είσοδος
γινόταν μετά το τρίτο αντίφωνο. Ακολουθούσε ο Ν΄ (50) Ψαλμός και η ανάγνωση του Ευαγγελίου
από τον άμβωνα, η ευχή της απολύσεως και η λιτή. (Πρβλ. Archim. JOB GETCHA, όπ. π., σ. 149).
188
Στις 3 π. μ.
189
Πρβλ. Κ. ΚΑΛΟΚΥΡΗ, όπ. π., σσ. 45-47: «Ὁ τάφος τοῦ Χριστοῦ…ἦταν σκαμμένος πιθανότατα εἰς
ἀρχαῖο λατομεῖο…Τὸ λατομεῖο αὐτὸ, ἀφοῦ ἐπιχωματώθηκε στὰ χαμηλότερα μέρη του,
διαμορφώθηκε σὲ κῆπο, ἐνῶ ψηλὰ ἔμεινε νὰ ἐξέχῃ ὁ Γολγοθᾶς ὡς βράχος…Ὁ τάφος τοῦ Χριστοῦ, ὡς
ὄρυγμα πρὸς τὰ κάτω, εἶχε κάποια σπηλαιώδη μορφή, γι’ αὐτὸ…καὶ ἡ Αἰθερία ἀναφέρει “κάθοδον
εἰς τὸ σπήλαιον”».
58
συναπτόμενη δέηση που ακολουθεί, ψαλλόταν και τρίτος ψαλμός190
από κάποιον κληρικό που συνοδεύεται από μια τρίτη δέηση, κατά την
οποία μνημονεύονται τα ονόματα όλων. Τότε προσκομίζονται
θυμιατήρια 191 στο σπήλαιο της Αναστάσεως, ώστε ολόκληρη η Βασιλική
πλημμύριζε από το θυμίαμα 192. Ο Lietzmann παρατηρεί ότι κατά την
διάρκεια του δ΄ αιώνος εισήχθη και η χρήση του θυμιάματος ως
τέταρτο στοιχείο θυσίας. Αυτό μνημονεύει και η Αιθερία, η οποία
πολλές φορές είδε κατά τις ακολουθίες στο ναό της Αναστάσεως να
χρησιμοποιείται το θυμίαμα, όπως και ο τέταρτος αποστολικός κανόνας
της ίδιας εποχής που μιλάει για θυμίαμα «τῷ καιρῷ τῆς ἁγίας
προσφορᾶς»193.
59
κοντά στη θύρα του ναού της Αναστάσεως από τον ίδιο 196 τον
επίσκοπο 197 εν μέσω γενικής κατανύξεως από το εκκλησιαστικό
πλήρωμα. Αυτή η κατάνυξη εκδηλωνόταν με πολλά δάκρυα για όσα ο
Κύριος έπαθε για το σώμα Του, την Εκκλησία, το οποίο ακριβώς
αποδεικνύει ότι το ευαγγέλιο της Αναστάσεως παρουσίαζε και τα πάθη
του Κυρίου, κατά την παρατήρηση του Baumstark198. Μετά από αυτή
την ανάγνωση του ευαγγελίου 199, επακολουθούσε λιτανεία με ύμνους
προς τον Γολγοθά, προπορευομένου του επισκόπου και ακολουθούντος
ολοκλήρου του λαού. Μετά από την ψαλμωδία και δέηση και την
επισκοπική ευλογία, γινόταν απόλυση. Ο επίσκοπος αναχωρούσε, για
να αποσυρθεί στο κατάλυμά του, αφού πρώτα όλοι ασπαζόταν την
χείρα του 200.
60
βρέθηκε ο τίμιος Σταυρός και περιέχει το αίθριο με τον Γολγοθά 204. Εκεί
τελούνταν η Θεία Ευχαριστία, η οποία παρατεινόταν μέχρι την τέταρτη
και πέμπτη ώρα (δηλαδή μεταξύ της 10ης και 11ης προμεσημβρινής) 205.
Η όλη ακολουθία τελείωνε με λιτανεία και επιστροφή με ύμνους στο
ναό της Αναστάσεως, όπου την κεφαλοκλισία μπροστά στον πανάγιο
τάφο συνόδευε μια ευχαριστήριος προσευχή και ευλογία από τον
Επίσκοπο206 και η απόλυση207, η οποία παρατείνεται μέχρι την
πέμπτη208 ή την έκτη209 ώρα. Το αξιοσημείωτο είναι ότι στο ναό από το
σημείο αυτό και έπειτα εισέρχονται μόνο οι πιστοί, όχι όμως και οι
κατηχούμενοι, και στο τέλος ακολουθεί ο επίσκοπος210.
204
Από εκεί και η ονομασία Post crucem.
205
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄ 1.
206
J. WILKINSON, όπ. π., σσ. 124-126.
207
LOUIS DUCHESNE, όπ. π., σσ. 476-478. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, όπ. π., σσ. 302-303.
208
11 π. μ.
209
12 μβρ.
210
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄ 2-4. Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π., σσ. 127-128.
211
Βλ. J. WILKINSON, όπ. π., σσ. 58 και 253-261. Τις αρχές με τις οποίες επιλέγονταν τα κυριακάτικα
βιβλικά αναγνώσματα μπορεί κανείς να πληροφορηθεί από το Παλαιό Αρμενικό Λειτουργικό Βιβλίο
Αναγνωσμάτων, αγγλική μετάφραση, το οποίο δημοσίευσε ο F. C. CONYBEARE, στο Rituale
Armenorum, Oxford 1905, σσ. 507-527, και το οποίο αντανακλά τη λειτουργική ζωή των
Ιεροσολύμων.
212
Βλ. Χ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ, όπ. π., σ. 94.
213
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄ 6.
61
3. Λιτανείες.
62
εκκλησίασμα πήγαινε με λιτανεία στο Μαρτύριο, όπου τελούνταν η
Θεία Ευχαριστία, η οποία παρατεινόταν μέχρι την τέταρτη και πέμπτη
ώρα. Η όλη ακολουθία τελείωνε με άλλη μία λιτανεία και επιστροφή με
ύμνους στο ναό της Αναστάσεως 217.
217
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κδ΄ 11.
218
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κζ΄ 6.
219
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κθ΄ 4- 5.
63
ακολουθία που γινόταν εκεί και έχοντας επικεφαλής τον επίσκοπο,
διέτρεχαν όλη την πόλη ψάλλοντας ύμνους με την επαναλαμβανόμενη
επωδό: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὁνόματι Κυρίου» 220.
Κατά την Μεγάλη Τρίτη, μετά την ακολουθία στο ναό του
Μαρτυρίου, γινόταν αργά τη νύχτα μετάβαση και σύναξη στο όρος των
Ελαιών 222 και την Μεγάλη Τετάρτη ο επίσκοπος προπεμπόταν με
ύμνους από το Μαρτύριο προς την Ανάσταση 223.
220
Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, όπ. π., σ. 176. Βλ. Ὁδοιπορικόν, λα΄ 1-4.
221
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λβ΄ 1- 2.
222
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λγ΄ 1.
223
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λδ΄ 1.
224
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λε΄ 2- 4.
225
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λστ΄ 2- 4.
64
ακολούθως έρχονταν στο Μαρτύριο, όπου όλος ο λαός αγρυπνούσε.
Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας και την απόλυση, με ψαλμούς και
ύμνους επέστρεφαν πίσω στην Ανάσταση226.
Την Κυριακή του Θωμά, αμέσως μετά την έκτη ώρα, όλος ο λαός
ανέβαινε στο όρος των Ελαιών και έπειτα, ψάλλοντας ύμνους,
ανέβαιναν στο Εμβώμιο και από εκεί μετέβαιναν στην Ανάσταση, όπου
τελούσαν τον εσπερινό, όπως και στον Σταυρό και έπειτα επέστρεφαν
στην Σιών 229.
226
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λη΄ 1- 2.
227
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λθ΄ 2.
228
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λθ΄ 2- 3.
229
Βλ. Ὁδοιπορικόν, μ΄ 1- 2.
65
και να πραγματοποιήσουν μία νέα λιτανεία μέχρι το Μαρτύριο και μετά
στην Ανάσταση και τον Σταυρό, με κατάληξη την Σιών 230.
230
Βλ. Ὁδοιπορικόν, μγ΄ 1- 9.
231
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄ 6.
232
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κστ΄.
233
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λα΄ 2.
66
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
234
Βλ. G. DIX, The Shape of Liturgy, Dacre Press, Adam and Charles Black, London 1937, σ. 350.
235
Βλ. J. WILKINSON, Egeria’ s Travels to the Holy Land, σ. 71, υποσ. 2.
236
Ὁδοιπορικόν, κζ΄ 1. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 128. Όπως δηλαδή μας πληροφορεί η Αιθερία, το ότι η
Μ. Τεσσαρακοστή διαρκούσε οκτώ εβδομάδες οφειλόταν στο ότι τότε δε νήστευαν τα Σάββατα και
τις Κυριακές, εκτός μόνο από το Μ. Σάββατο. Ας σημειωθεί εδώ ότι η έκταση τήρησης της νηστείας
αυτής εξαρτιόταν από τις δυνατότητες του καθενός. Βλ. Ὁδοιπορικόν, κη΄. J. WILKINSON, όπ. π., σ.
130.
237
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κζ΄ 6. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 129.
238
Βλ. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 72. Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, μστ΄ 4. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 145.
239
Βλ. Ὁδοιπορικόν, λε΄ 1-λστ΄ 4. J. WILKINSON, όπ. π., σσ. 134-136.
240
Ενδεικτικό του γεγονότος αυτού είναι η αντίδραση του λαού στη Γεθσημανή κατά την ανάγνωση
της σχετικής ευαγγελικής περικοπής, που αναφέρεται στη σύλληψη του Κυρίου. Κατά τη διάρκεια
της ανάγνωσης όλος ο λαός κραύγαζε και αναστέναζε και έκλαιγε τόσο δυνατά, που οι άνθρωποι οι
οποίοι βρίσκονταν στην πόλη πιθανόν να άκουγαν αυτά. Ὁδοιπορικόν, λστ΄ 3. J. WILKINSON, όπ. π.,
σ. 136.
67
Αναστάσεως γίνονταν στους πραγματικούς τόπους που μνημονεύονται
στην ευαγγελική διήγηση. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι τα
αναγνώσματα και οι ύμνοι των ακολουθιών ταίριαζαν με τον τόπο και
την ημέρα241, υποβοηθούσαν σημαντικά, ως ζωντανή εποπτεία, στην
απόκτηση από μέρους του λαού μοναδικών λατρευτικών εμπειριών.
241
Βλ. Ὁδοιπορικόν κθ΄ 2. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 131.
242
Για μία τεκμηριωμένη ανάλυση του θέματος αυτού βλ. W. TELFER, Cyril of Jerusalem and
Nemesius of Emesa, LCC (Library of Cristian Classics) Press LTD, London 1955, σσ. 54-63.
243
Ενδεικτικό παράδειγμα της λαμπρότητας αυτής αποτελούν τα όσα αναφέρει η Αιθερία στο
Ὁδοιπορικόν κε΄ 8-9. J. WILKINSON, όπ. π., σ. 127.
244
Βλ. G. DIX, όπ. π., σ. 352. Επίσης πρβλ. G. HELLEMO, όπ. π., σ. 149.
245
Για το θέμα της νηστείας, βλ. Ὁδοιπορικόν, κη΄.
68
από τους προσκυνητές, οι οποίοι δεν επέστρεφαν στα σπίτια
τους 246» 247.
1. Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
246
Βλ. P. WALKER, όπ. π., σ. 18.
247
Βλ. Χ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ, Οι Κατηχήσεις του Κυρίλλου Ιεροσολύμων. Ψυχοπαιδαγωγική προσέγγιση,
2
εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1998, σσ. 94-96.
248
Πρβλ. ΒΕΠΕΣ 2, 124: «Τὸ Σἀββατον μέντοι καὶ τὴν Κυριακὴν ἑορτάζετε, ὅτι τὸ μὲν δημιουργίας
ἐστὶν ὑπόμνημα, τὸ δὲ ἀναστάσεως. Ἓν δὲ μόνον Σάββατον ὑμῖν φυλακτέον ἐν ὅλῳ ἐνιαυτῷ, τὸ τῆς
τοῦ Κυρίου ταφῆς, ὅπερ νηστεύειν προσῆκεν».
«Ἀρχικῶς εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, κρατοῦσαν νηστεία ἕξι ἑβδομάδων, ὁποὺ ἰσοδυναμεῖ πρὸς
τεσσαράκοντα ἡμέρας πρὸ τοῦ Πάσχα. Ἀργότερα οἱ ἐβδομάδες ἔγιναν ὀκτώ, ἀλλὰ ἐνήστευαν μόνο
τὶς πέντε ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος, ἐπειδὴ κατὰ τὸν ΞΒ΄ (64) Ἀποστολικὸν Κανόνα (πρβλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Πηδάλιον, σ. 82), δὲν ἐπιτρέπεται ἡ νηστεὶα τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου καὶ τῆς
Κυριακῆς». Archim. JOB GETSA, La réforme liturgique du Métropolite Cyprien de Kiev, Institut de
Théologie Orthodoxe Saint- Serge, Paris 2003, σσ. 283-284. Η νεώτερη αυτή τάξη της νηστείας
καταγράφηκε από την Αιθερία στο Οδοιπορικό της.
249
Πρβλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, έκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ
3
Σωτήρ», τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 2008, σ. 366: Η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής εκτεινόταν και στην
Κωνσταντινούπολη, τη Θράκη, τη Μικρά Ασία και τη Συρία, με εξαίρεση την Παλαιστίνη, σε επτά
εβδομάδες, ενώ σε όλα τα άλλα μέρη η διάρκεια αυτής ήταν έξι εβδομάδες. Την ασυμφωνία αυτή
μαρτυρούν και οι ιστορικοί Σωκράτης και Σωζομενός. Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ ομιλεί για τη νηστεία
της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ως αποδεκατώσεως, κατά τον Μωσαϊκό Νόμο (Έξ. κβ΄ 29), όλου του
έτους: «Ἡ δεκάτη ὅλου τοῦ ἀριθμοῦ τῶν ἡμερῶν, ὁποὺ περιλαμβάνονται εἰς ἓν ἔτος, εἶναι ὁ ἀριθμὸς
τριάκοντα ἓξ καὶ ἥμισυ. Ἐὰν, λοιπόν, ἀπὸ τὰς ἑπτὰ ἑβδομάδας ἐξαιρέσετε τὰς Κυριακὰς καὶ τὰ
Σάββατα, μένουν τριάκοντα πέντε ἡμέραι διὰ τὴν νηστείαν. Προσθέσατε εἰς αὐτὲς τὴν μεγάλην
αγρυπνίαν τοῦ Σαββάτου, ὁποὺ ἐξακολουθοῦμε νὰ νηστεύωμε ἕως τῆς ἀλεκτοροφωνίας, εἰς τὶς
πρῶτες ὧρες τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀναστάσεως, καὶ θὰ ἔχετε μόνον τριάκοντα ἕξ ἡμέρας. Ὅμως,
συνυπολογίζοντες τὴν δεκάτην διὰ τὸν χρόνον τῆς νυκτὸς, τῶν πέντε ὑπολοίπων ἡμερῶν,
ἐπιτυγχάνετε ἕνα πλῆρες σύνολον» (Conférences, XXV (25), -SC 64, 100).
Το κείμενο αυτό οδηγεί στην υπόθεση ότι κατά τον ε΄ αιώνα θα διαδόθηκε, από την
Παλαιστίνη, μία νηστεία επτά εβδομάδων, αντί των οκτώ που είχε γνωρίσει η Αιθερία στα
Ιεροσόλυμα τον προηγούμενο αιώνα. Όμως τον στ΄ αιώνα, ο ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΓΑΖΗΣ επαναλαμβάνει τον
υπολογισμό του Αγίου Ιωάννου Κασσιανού, περί αποδεκατώσεως των ημερών του έτους, και λέει ότι
αυτό είναι θεσμός αποστολικός, εξηγώντας όμως ότι οι Πατέρες προσέθεσαν, αργότερα, μία όγδοη
εβδομάδα συμπληρωματική. Βλ. Oeuvres spirituelles, 159. SC 92, 446-448.
250
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κζ΄. L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 481. Κατά την παρατήρηση του A. BAUMSTARK (όπ.
π., σ. 209), το ίδιο σύστημα υπολογισμού των τεσσαράκοντα ημερών μαρτυρείται για την Κύπρο από
τον ΕΠΙΦΑΝΙΟ (Περὶ πίστεως ΧΧΙΙ, PG 42, 828), ο οποίος δεν εξαιρεί το Σάββατο, αλλά μόνο την
69
Η μορφή των ακολουθιών κατά την περίοδο της Μεγάλης
Τεσσαρακοστής ήταν όμοια με την μορφή των ακολουθιών ολόκληρου
του έτους. Αξίζει ιδιαίτερα να μνημονευτεί το γεγονός ότι κατά την
Τετάρτη κάθε εβδομάδας της Τεσσαρακοστής συναθροιζόταν στην Σιών
και τελούσαν ό,τι συνηθιζόταν την ενάτη ώρα κατά την διάρκεια
ολόκληρου του έτους, εκτός από την προσφορά, για να διδάσκεται ο
λαός πάντοτε το νόμο, ενώ ο επίσκοπος και οι πρεσβύτεροι δίδασκαν
τον λόγο251. Από αυτό «συνήχθη, ὅτι κατὰ τὰς Τετάρτας καὶ τὰς
Παρασκευὰς τοῦ ἔτους πλὴν τῆς περιόδου τῆς Τεσσαρακοστῆς ἐτελεῖτο
περὶ τὸ ἑσπέρας λειτουργία, μεθ’ ἣν ἐλύετο ἡ νηστεία. Κατὰ τὴν
περίοδον ὅμως τῆς Τεσσαρακοστῆς λειτουργία ἐγίνετο μόνον κατὰ τὰ
Σάββατα καὶ τὰς Κυριακὰς, οὐχὶ δὲ κατὰ τὰς δύο μνημονευθείσας
ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος» 252. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ημέρες των
νηστειών της Μ. Τεσσαρακοστής ονομάζονται «ἑορταί»253.
Κυριακή, και αυτό ίσχυε και στην Αντιόχεια, όταν ο Χρυσόστομος, το 387 μ. Χ., κήρυττε εκεί τους Εἰς
τούς Ἀνδριάντας λόγους του και κατά τη μαρτυρία του Σεβήρου διατηρούνταν ακόμη και μέχρι τον
έκτο αιώνα (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Περὶ τῶν ἁγίων νηστειῶν ἐπιστολὴ πρὸς Κομητᾶν, PG
95, 77). Στο τέλος όμως επιβλήθηκε και στην Παλαιστίνη ο υπολογισμός της Τεσσαρακοστής κατά την
Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, κατά τον οποίο, συμπεριλαμβανομένων και των Σαββάτων και
Κυριακών στις τεσσαράκοντα ημέρες, έληγε η Τεσσαρακοστή την Παρασκευή της εβδομάδας του
Λαζάρου, στην οποία δόθηκε το όνομα «Παρασκευὴ τῶν τεσσαράκοντα ἡμερῶν» ή «Παρασκευὴ τῆς
νηστείας τῶν τεσσαράκοντα ἡμερῶν». Από εκεί και το πρώτο ιδιόμελο του εσπερινού της
Παρασκευής αυτής αρχίζει με τη φράση: «Τὴν ψυχοφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστὴν καὶ τὴν
ἁγίαν ἑβδομάδα τοῦ Πάθους σου αἰτοῦμεν κατιδεῖν»: Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ. όπ. π., σσ. 306-307, όπου
προστίθεται η εξής υποσημ. 21: «Εἶναι ἐν τούτοις ἀξιοσημείωτον, ὅτι αἱ Ἀποστολικαὶ Διαταγαὶ
ποιοῦνται λόγον περὶ νηστείας τοῦ Πάσχα ἀρχομένης “ἀπὸ Δευτέρας μέχρι τῆς Παρασκευῆς καὶ
Σαββάτου, ἓξ ἡμέρας, μόνῳ ἄρτῳ καὶ ἀλὶ καὶ λαχάνοις καὶ ποτῷ ὕδατι περιοριζομένων τῶν
Χριστιανῶν, οἴνου δὲ καὶ κρεῶν ἀπεχομένων”. “Τὴν μέντοι Παρασκευὴν καὶ τὸ Σάββατον ὁλόκληρον”
οἱ δυνάμενοι ἔδει νὰ νηστεύουν “μηδενὸς γευόμενοι μέχρις ἀλέκτορος φωνῆς νυκτὸς· εἰ δὲ τις
ἀδυνατεῖ τὰς δύο συνάπτειν ὁμοῦ φυλασσέσθω κἄν τὸ Σάββατον”. “Ἐν δὲ ταῖς λοιπαῖς ταῖς πρὸ τῆς
Παρασκευῆς ἐνάτην ὤραν ἢ ἑσπέραν ἕκαστος ἐσθιέτω”».Βιβλ. Ε΄, 18, ΒΕΠΕΣ 2, 89.
251
L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 482.
252
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, όπ. π., σ. 307. Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, «Τὸ ὀδοιπορικὸν τῆς Αἰθερίας ἐξ
ἐπόψεως Λειτουργικῆς», στο Θεολογία, τόμ. ΞΑ΄ (1990), σσ. 129-131.
253
Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, Αἰθερίας: Ὁδοιπορικόν εἰς τὸ Σινᾶ καὶ τοὺς Ἁγίους Τόπους, εκδ.
2
«Τήνος», Αθῆναι 2007, σ. 173, υποσ. 2.
254
Πρβλ. το πολύ μεταγενέστερο του Οδοιπορικού στουδιτικό Τυπικό του Αλεξίου του Στουδίτου
(ΙΑ΄αιώνας). (Πρβλ. Archim. JOB GETSA, όπ. π., σ. 169).
70
Τη Δευτέρα, την Τρίτη και την Πέμπτη της Τεσσαρακοστής
εξακολουθεί το ίδιο πρόγραμμα, όπως συνήθως. Είναι αξιοσημείωτο
ότι, τις ημέρες των νηστειών, επισυνάπτουν την ακολουθία της έκτης
ώρας με αυτήν της τρίτης ώρας στις 9 π. μ., ενώ οι άλλες ακολουθούν
την προβλεπόμενη τάξη για όλους τους Αγίους Τόπους.
Την ενάτη ώρα της Τετάρτης και της Παρασκευής πηγαίνουν στη
Σιών, επειδή σε αυτούς τους τόπους αυτές τις ημέρες νηστεύουν
πάντοτε Τετάρτη και Παρασκευή, ακόμη και οι κατηχούμενοι, εκτός αν
αυτές τις ημέρες συμπέσει εορτή μάρτυρος255. Εδώ φαίνεται ότι η ζωή
και η μνήμη ενός δοξασμένου μέλους του Σώματος του Κυρίου παρέχει
δαψιλώς την ευλογία και στα μέλη της Στρατευομένης Εκκλησίας, λόγω
της οργανικής ενότητας που συγκροτεί το ένα και το αυτό Σώμα. Γι’
αυτόν τον λόγο καταλύεται η νηστεία, που έχει την έννοια του πένθους
και της έμπονης αγωνιστικής διάθεσης του πιστού. Αυτή διακόπτεται
παροδικά από το πανηγυρικό- δοξαστικό κλίμα που βιώνει το πλήρωμα
της Εκκλησίας με τη μνήμη ενός μάρτυρος, ακόμη και μέσα στην
πένθιμη περίοδο της Τεσσαρακοστής, όπου κυριαρχεί η χαρμολύπη.
255
Το «Ἱεροσολυμιτικὸν Ἀναγνωσματάριον», στο σημείο αυτό, παρέχει λεπτομερείς πληροφορίες και
καθορίζει επακριβέστερα τις μνήμες των αγίων, που υπονοεί η Αιθερία εδώ.
256
Είναι σημαντική η πληροφορία της Αιθερίας, ότι την Τετάρτη και την Παρασκευή της Μεγάλης
Τεσσαρακοστής δεν τελούνταν θεία Λειτουργία.
257
Ιω. η΄ 32.
71
Χριστό. Στόχος της είναι να οδηγηθούν οι πιστοί στην επίγνωση, που
σημαίνει γνώση σε συνδυασμό με την εμπειρία, την οποία θα βιώσουν
στην συνέχεια με την λατρευτική ένωσή τους μαζί Του κατά τη διάρκεια
των ακολουθιών και κυρίως της Θείας Ευχαριστίας.
258
Η παρουσία του εφυμνίου (που ονομάστηκε και αντίφωνο, πρβλ. Π.ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ἐκλογή ἑλληνικῆς
ὀρθοδόξου ὑμνογραφίας, έκδ. «Ἀποστολικῆς Διακονίας», Ἀθῆναι 1949, σ. 17), στο τέλος κάθε
στροφής, αποτελεί ένδειξη ότι ο ύμνος ψαλλόταν αντιφωνικά…Ότι οι πρώτοι χριστιανοί
χρησιμοποιούσαν το αντιφωνικό μέλος, το μαθαίνουμε από την «Ἐπιστολὴ» του Πλινίου του
νεωτέρου στον αυτοκράτορα Τραϊανό (97-117 μ.Χ.). Στην επιστολή αυτή, που χρονολογείται στο 112
μ. Χ., αναφέρει ο Πλίνιος, ως ανθύπατος Βιθυνίας, ότι οι χριστιανοί της επαρχίας του
συγκεντρώνονταν με το χάραμα της νέας ημέρας κι έψαλλαν αντιφωνικά ύμνους στον Χριστό…Κατά
μαρτυρία του ιστορικού Σωκράτη (380-439), η εισαγωγή του αντιφωνικού μέλους ή απλά του
αντιφώνου στην Εκκλησία..έγινε από τον άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, που πάλι μας οδηγεί στην εποχή
του Τραϊανού και του Πλινίου. «Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας τῆς Συρίας…ὀπτασίαν εἶδεν ἀγγέλων διὰ τῶν
ἀντιφώνων ὕμνων τὴν Ἁγίαν Τριάδα ὑμνούντων, καὶ τὸν τρόπον τοῦ ὁράματος τῇ ἐν Ἀντιοχείᾳ
Ἐκκλησίᾳ παρέδωκεν. Ὅθεν καὶ ἐν πάσαις ταῖς Ἐκκλησίαις αὕτη ἡ παράδοσις διεδόθη»…Το
αντίφωνο...είναι ευρύτατα διαδεδομένο κατά τον δ΄ αιώνα…Η Αιθερία λ.χ. …αναφέρει ότι κατά την
Μ. Εβδομάδα στην Ιερουσαλήμ…«λέγονταν ὕμνοι καὶ ἀντίφωνα». Βλ. Κ. ΜΗΤΣΑΚΗ, όπ. π., σσ. 53-54.
259
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κζ΄ 7. J. WILKINSON, όπ. π., σσ. 129-130.
260
Οι αγιογραφικές αναγνώσεις της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ήταν συνεχείς, δηλαδή, την μία ημέρα
η ανάγνωση ήταν συνεχώς από την Έξοδο, την άλλη από το Δευτερονόμιον, κ. τ. λ.
261
Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σσ. 171-177. Ὁδοιπορικόν, κζ΄ 8.
72
Στο τέλος των έξι εβδομάδων της Μ. Τεσσαρακοστής, οι
αγρυπνίες τελούνταν στην Ανάσταση από τον εσπερινό της
Παρασκευής, την ώρα που επέστρεφαν από την Σιών ψάλλοντας
ύμνους, έως το πρωί του Σαββάτου, που τελούσαν την θεία Λειτουργία
στην Ανάσταση. Τα ίδια επαναλαμβάνονταν όλες τις εβδομάδες των
νηστειών. Η Αιθερία ονομάζει τις εβδομάδες της Μ. Τεσσαρακοστής ως
εβδομάδες των νηστειών, όπως και σήμερα.
2. Θεσμοί Νηστειών.
262
Πρβλ. «Ἐνήστευεν (ἡ ὁσία Μελάνη) τὰς ἑβδομάδας. Καθ’ ἑσπέραν δὲ μετὰ τὸ κλεισθῆναι τὴν
ἁγίαν Ἀνάστασιν παρέμενεν τῷ Σταυρῷ, μέχρις ὅτε εἰσήρχοντο οἱ ψάλλοντες». Δ. ΤΣΑΜΗ,
Μητερικόν, εκδ. Πουρναρά τόμ. ΣΤ΄, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 260.
263
11 π. μ.
264
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κζ΄ 9.
73
ελάφρυνση του βάρους της εγκρατείας από τους ώμους των φιλότιμων
τέκνων της. Έτσι, παρέχεται μία αναψυχή με την επίσπευση της τέλεσης
της θείας Λειτουργίας και της ταχύτερης απόλυσής της.
265
11 π. μ.
266 η
12 μεσημβρινή.
267
Βλ. Ὁδοιπορικόν κη΄ 4.
74
φανερώνει το εκούσιο της συσταύρωσης με τον Εσταυρωμένο και,
όπως η δική Του εκούσια θυσία οδήγησε τους αδελφούς Του στη
λύτρωση, κατά τον ίδιο τρόπο γίνεται και η συνακολουθία στο πάθος,
αλλά και την Ανάσταση. Οι δυνατοί βαστάζουν τα ασθενήματα των
αδυνάτων με την εκούσια δική τους άσκηση, ώστε να συμπορεύονται
παράλληλα στον δρόμο για τη σωτηρία, αποφεύγοντας τις συγκρίσεις
και τις διχόνοιες.
Όσο για την τροφή τους, τις μέρες της Τεσσαρακοστής, δεν
έτρωγαν ψωμί, ούτε το ελάχιστο κομμάτι, δεν έτρωγαν λάδι, ούτε ό,τι
προερχόταν από δέντρα, αλλά μόνο νερό και λίγο χυλό από αλεύρι. Η
λιτή τους τροφή ήταν άκρως ασκητική. Είναι φανερό ότι η Εκκλησία των
Ιεροσολύμων τον δ΄ αιώνα χαρακτηριζόταν από έμπονη άσκηση των
μελών της κατά την κατανυκτική αυτή περίοδο. Έτσι διερχόταν την
Τεσσαρακοστή.
268
Πρβλ. Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Περὶ πίστεως λόγος, ΒΕΠΕΣ 33, 262: «Καὶ δι’ ὅλου μὲν τοῦ ἔτους ἡ νηστεία
φυλάττεται ἐν τῇ αὐτῇ τῇ ἁγίᾳ καὶ καθολικῇ Ἐκκλησίᾳ, φημὶ τετράδι καὶ προσαββάτῳ ἕως ὥρας
ἐνάτης, δίχα μόνης τῆς Πεντηκοστῆς ὅλης τῶν πεντήκοντα ἡμερῶν, ἐν αἷς οὔτε γονυκλισίαι γίνονται,
οὔτε νηστεία προστέτακται· ἀντὶ δὲ τῶν πρὸς τὴν ἐνάτην συνάξεων τετράδων καὶ προσαββάτων ὡς
ἐν ἡμέρᾳ Κυριακῇ κατὰ τὰς πρωϊνὰς αἱ συνάξεις ἐπιτελοῦνται. Ἔτι δὲ καὶ ἐν ταῖς πεντήκοντα ἡμέραις,
αἷς προεῖπον τῆς Πεντηκοστῆς, οὐκ εἰσὶν οὔτε νηστεῖαι, οὔτε γονυκλισίαι…».
269
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, έκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ
3
Σωτήρ», τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 2008, σ. 316. Και αλλιώς έχουμε ρητή γι’αυτό εντολή των Αποστολικών
Διαταγών (Βιβλ. Ε΄ κεφ. κ΄, 14, 18), κατά την οποία «μετὰ τὸ ἑορτάσαι ὑμᾶς τὴν Πεντηκοστὴν
ἑορτάσατε μίαν ἑβδομάδα, καὶ μετ’ ἐκείνην νηστεύσατε μίαν· δίκαιον γὰρ καὶ εὐφρανθῆναι ἐπὶ τῇ ἐκ
Θεοῦ δωρεᾷ καὶ νηστεῦσαι μετὰ τὴν αἴνεσιν». «Μετὰ τὴν ἑβδομάδα τῆς νηστείας πᾶσαν Τετράδα
καὶ πᾶσαν Παρασκευὴν προστάσσομεν ὑμῖν νηστεύειν». Έτσι έχουμε από τις Αποστολικές Διαταγές
και την πληροφορία ότι η έκταση της μετά την Πεντηκοστή νηστείας ήταν εβδομαδιαία, σύμφωνα με
τον Τρεμπέλα.
75
3. Μεγάλη Εβδομάδα.
270
Βλ. Ὁδοιπορικόν κθ΄ 2.
271
Βλ. Ὁδοιπορικόν κθ΄ 3.
272
Ἱωάν. ια΄ 29.
273
Βλ. Ὁδοιπορικόν κθ΄ 4.
274
Βλ. Ὁδοιπορικόν κθ΄ 5. Στο Λαζάριο οι αναγνώσεις είναι: Ψαλμ. κθ΄ με εφύμνιο τον 4ο στίχο
αυτού, Α΄ Θεσσαλ. δ΄ 13-18, Αλληλούϊα μετά στίχου από τον Ψαλμ. λθ΄, Ἱωάν. ια΄ 55- ιβ΄ 11.
76
ανάγνωσμα 275.Μετά από αυτά, αφού επέστρεφαν όλοι στην πόλη,
τελούνταν στο ναό της Αναστάσεως το Λυχνικόν, όπως συνήθως 276.
275
Ἱωάν. ιβ΄ 1.
276
Βλ. Ὁδοιπορικόν κθ΄ 6. L. DUCHESNE, Les origins du culte chrétien, Paris 1925, σ. 485.
277
3 π. μ.
278
Βλ. Ὁδοιπορικόν λ΄ 1-3.
77
Το απόγευμα της ημέρας αυτής, περίπου στην έβδομη 279 ώρα –
μετά από πρόσκληση του αρχιδιακόνου, η οποία γίνεται με το πέρας της
Θείας Λειτουργίας που τελέστηκε στη μεγάλη βασιλική (Μαρτύριο) –«ὁ
λαὸς ἀνέρχεται εἰς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, εἰς τὸν ναὸν, καὶ ὁ ἐπίσκοπος
ἐπίσης. Λέγονται ὕμνοι καὶ ἀντίφωνα προσηρμοσμένα εἰς τὴν ἡμέραν
καὶ τὸν τόπον, ὁμοίως δὲ ἀναγνώσματα» 280.
279
1 μ.μ.
280
Βλ. Ὁδοιπορικόν λα΄ 1. Οι αναγνώσεις της Κυριακής των Βαΐων είναι: Ψαλμ. Ϟζ΄ με εφύμνιο τον 8ο
και 9ο στίχο αυτού, Ἐφεσ. α΄ 3-10, Αλληλούϊα με στίχο από τον Ψαλμ. Ϟζ΄, Μτθ. κ΄ 29- κα΄ 17.
281
5 μ.μ.
282
Μτθ. κα΄ 8-9.
283
Πρβλ. Ψαλμ. η΄ 3: «Ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον».
284
Ὁδοιπορικόν λα΄ 1-4.
78
περιγράφεται στο βιβλίο του προφήτου Ιωνά, όπου γίνεται μνεία της
πάνδημης μετάνοιας και ένδυσης σάκκων «ἀπὸ μεγάλου αὐτῶν ἕως
μικροῦ αὐτῶν» 285, αλλά και της πατρικής στοργής και «μετάνοιας» του
Θεού να καταστρέψει την Νινευή και των οικτιρμών αυτού, εξαιτίας των
μικρών παιδιών, τα οποία «οὐκ ἔγνωσαν δεξιὰν αὐτῶν ἢ ἀριστερὰν
αὐτῶν» 286.
285
Ἰων. γ΄ 5.
286
Ἰων. δ΄ 11.
287
Την Κυριακή των Βαΐων, μεταβαίνοντας από τον Ελαιώνα στην Ανάσταση, έψαλλαν τον Ψαλμ.
ριζ΄.
288
Βλ. L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 484-487. Κ. ΚΑΛΟΚΥΡΗ, Πηγαὶ τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογίας (Κείμενα
καὶ Μνημεῖα), Θεσσαλονίκη 1967, σσ. 446- 449. Πρβλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, όπ. π., σσ. 307-309.
289
Οι αναγνώσεις της Μ. Δευτέρας είναι: Γέν. α΄ 1- γ΄ 24, Παροιμ. α΄ 2-9, Ἡσ. μ΄ 1-8, Ψαλμ. ξδ΄ με
ο
εφύμνιο τον 6 στίχο αυτού, Μτθ. κ΄ 17-28.
79
ακολουθίες διεξάγονταν κατά την συνηθισμένη τάξη της Μεγάλης
Τεσσαρακοστής. Εξαίρεση αποτελεί η Μεγάλη Δευτέρα, κατά την
οποία, την ενάτη ώρα ο λαός συναθροιζόταν στο Μαρτύριο και όχι στην
Σιών, όπως το διάστημα που προηγήθηκε, και μετά την απόλυση του
εσπερινού μετέβαιναν στην Ανάσταση.
Κατά την Μεγάλη Τρίτη, μετά την ακολουθία στο ναό του
Μαρτυρίου, γινόταν αργά τη νύχτα μετάβαση και σύναξη στο όρος των
Ελαιών. Εκεί «εἰσέρχεται ὁ ἐπίσκοπος εἰς τὸ σπήλαιον, ἐν τῷ ὁποίῳ ὁ
Κύριος συνήθιζε νὰ διδάσκῃ τοὺς μαθητάς, λαμβάνει τὸν κώδικα τοῦ
Ευαγγελίου καὶ ἱστάμενος ὄρθιος άναγινώσκει τοὺς (εσχατολογικούς)
λόγους τοῦ Κυρίου, οἵτινες εἶναι γεγραμμένοι εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον
Εὐαγγέλιον 292: “Βλέπετε, μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ”. Ἀκολούθως λέγεται
εὐχή καὶ εὐλογοῦνται οἱ κατηχούμενοι καὶ ἐν συνεχείᾳ οἱ πιστοί. Μετὰ
τὴν ἐπακολουθοῦσαν ἀπόλυσιν ἐπιστρέφει ἕκαστος εἰς τὸν οἶκόν του
εἰς προκεχωρημένην ὥραν τῆς νυκτός»293.
290
Οι αναγνώσεις της Μ. Τρίτης είναι: Γέν. στ΄ 9- θ΄ 17, Παροιμ. θ΄ 1-11, Ἡσ. μ΄ 9-17, Ψαλμ. κδ΄ με
ο ο
εφύμνιο τον 1 και 2 στίχο αυτού, Μτθ. κδ΄ 1- κστ΄ 2.
291
Οι αναγνώσεις της Μ. Τετάρτης είναι: Γέν. ιη΄ 1- ιθ΄ 30, Παροιμ. α΄ 10-19, Ζαχαρ. ια΄ 11-14, Ψαλμ.
ο
μ΄ με εφύμνιο τον 5 στίχο αυτού, Μτθ. κστ΄ 3- 16.
292
Μτθ. κδ΄ 4 ἑξ.
293
Ὁδοιπορικόν λγ΄ 2.
294
Ὁδοιπορικόν λδ΄.
295
Μτθ. κστ΄, 14.
296
Βλ. L. DUCHESNE, όπ. π., σσ. 487-488.
80
Κατά την Μεγάλη Πέμπτη 297, εκτός των άλλων καθημερινών
ακολουθιών 298, που τελούνταν στην Ανάσταση, γινόταν σύναξη στο
Μαρτύριο, για να τελεστεί η προσφορά («oblation») «κατὰ τὸ εἰωθός»,
αλλά νωρίτερα από τις άλλες ημέρες, δηλαδή την 8η ώρα299, επειδή η
απόλυση δεν πρέπει να αργήσει πολύ, για να μείνει χρόνος για τις
επόμενες λατρευτικές συνάξεις. Η απόλυση γινόταν περί την 10η
ώρα 300. Αλλά πριν την απόλυση ο αρχιδιάκονος ύψωνε την φωνή
λέγοντας: «Τὴν πρώτην301 ὥραν τῆς νυκτὸς συναθροιζόμεθα πάντες εἰς
τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Ἐλαιῶνος, ἐπειδὴ μέγας κόπος ἀναμένει ἡμᾶς τὴν
νύκτα ταύτην» 302. Και μετά την απόλυση στο Μαρτύριο, έρχονταν πίσω
από το Σταυρό και εκεί λεγόταν ένας ύμνος και μία δέηση. «Ἐν συνεχείᾳ
ὁ ἐπίσκοπος προσφέρει τὴν Θεία Εὐχαριστία 303 καὶ κοινωνοῦν πάντες.
Ἐξαιρουμένης δὲ τῆς ἡμέρας ταύτης οὐδέποτε καθ’ ὅλον τὸ ἔτος
προσφέρεται (η αναίμακτος θυσία) ὄπισθεν τοῦ Σταυροῦ (ἐπί τοῦ
Γολγοθᾶ). Μόνον τὴν ἡμέραν ταύτην»304.
297
Οι αναγνώσεις της Μ. Πέμπτης είναι: Γέν. κβ΄ 1- 18, Παροιμ. α΄ 10-19, Ἡσ. ξα΄ 1- 6, Πρξ. α΄ 15- 26,
ο
Ψαλμ. νδ΄ με εφύμνιο τον 22 στίχο αυτού, Α΄ Κορ. ια΄ 23- 32, Μτθ. κστ΄ 17- 30.
298
Κατά την πρώτη αλεκτοροφωνία (3 π. μ.), την τρίτη (9 π. μ.) και την έκτη (12 μβρ.) ώρα.
299
2 μ. μ
300
4 μ. μ.
301
7 μ. μ.
302
Ὁδοιπορικόν, λε΄ 1.
303
Δεν είναι παράδοξο ότι την Μεγάλη Πέμπτη τελούνταν δύο θείες Λειτουργίες. Διότι αυτό γινόταν
σε δύο ξεχωριστές εκκλησίες- η μία στο Μαρτύριο, κατά την ογδόη ώρα (2 μ. μ.), και η άλλη στο
παρεκκλήσιο του Γολγοθά, κατά την δεκάτη ώρα (4 μ. μ.)- και από ξεχωριστό λειτουργό, εφόσον
καθορίζεται ότι: «τελοῦν τὴν θεία Λειτουργίαν εἰς τὸ Μαρτύριο» (δηλαδή οι ιερείς), ενώ «ὀπίσω ἀπὸ
τὸν Σταυρόν… ὁ ἐπίσκοπος τελεῖ τὴν θεία Λειτουργία…».
304
. Ὁδοιπορικόν, λε΄ 2.
81
μυστήριον» 305. Καθώς όμως παρατήρησε ο J. B. Thibaut 306, για λόγους
δογματικούς η Εκκλησία της Ιερουσαλήμ τελούσε κατά την Μ. Πέμπτη
την ανάμνηση του Δείπνου του Κυρίου στον Γολγοθά, για να φανεί η
ενότητα της ευχαριστιακής θυσίας και της θυσίας του Σταυρού 307.
82
λέγονται συνεχῶς ὕμνοι καὶ ἀντίφωνα, προσηρμοσμένα εἰς τὴν ἡμέραν
καὶ εἰς τὸν τόπον, ὁμοίως καὶ ἀναγνώσματα 310, παρεμβάλλονται δὲ καὶ
εὐχαὶ, ἀναγινώσκονται δὲ προσέτι ἐκεῖναι αἱ περικοπαὶ τοῦ Εὐαγγελίου,
ἐν ταῖς ὁποίαις ὁ Κύριος προέτρεπε (καὶ παρεμυθεῖτο) τοὺς μαθητάς
του τὴν αὐτὴν ἡμέραν καθήμενος ἐν τῷ αὐτῷ σπηλαίῳ, τὸ ὁποῖον εἷναι
ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ταύτῃ. Ἐντεῦθεν περὶ τὴν 6ην ὥραν τῆς νυκτὸς311
ἀνέρχονται ὑμνοῦντες ὑψηλότερον εἰς τὸ Ἐμβώμιον, εἰς τὸν τόπον
ἐκεῖνον, ἐξ οὗ ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς τοὺς οὐρανούς. Καὶ ἐκ νέου ἐκεῖ
λέγονται ὁμοίως ἀναγνώσματα καὶ ὕμνοι καὶ ἀντίφωνα,
προσηρμοσμένα εἰς τὴν ἡμέραν, προσέτι δὲ καὶ αἱ εὐχαὶ ἐκεῖναι, τὰς
ὁποίας λέγει ὁ ἐπίσκοπος προσηρμοσμένας πάντοτε εἰς τὴν ἡμέραν καὶ
εἰς τὸν τόπον»312.
310 ο
Τα αναγνώσματα της Μεγάλης Πέμπτης, στον Ελαιώνα, είναι: Ψαλμ. ρη΄ με εφύμνιο τον 4 στίχο
αυτού, Λκ. κβ΄ 1-65, Μρκ. ιδ΄ 27-72.
311
Μεσονύκτιο.
312
Ὁδοιπορικόν λε΄ 2- 4.
313
Λκ. κβ΄, 41.
314
Μρκ. ιδ΄, 38: «Γρηγορεῖτε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν».
315
Ὁδοιπορικόν, λστ΄ 2.
316
Πρβλ. ΔΙΑΤΑΓΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, Ε΄, ΒΕΠΕΣ 2, 89-90: «Ἐν ταῖς ἡμέραις οὖν τοῦ Πάσχα νηστεύετε,
ἀρχόμενοι ἀπὸ Δευτέρας μέχρι Παρασκευῆς καὶ Σαββάτου, ἓξ ἡμέρας, μόνῳ χρώμενοι ἄρτῳ καὶ ἁλὶ
καὶ λαχάνοις καὶ ποτῷ ὕδατι, οἴνου δὲ καὶ κρεῶν ἀπέχεσθε ἐν ταύταις· ἡμέραι γὰρ εἰσὶ πένθους. ἀλλ’
οὐχ ἑορτῆς. Τὴν μέντοι Παρασκευὴν καὶ τὸ Σάββατον ὁλόκληρον νηστεύσατε, οἷς δύναμις πρόσεστι
τοιαύτη, μηδενὸς γευόμενοι μέχρις ἀλεκτοροφωνίας νυκτός· εἰ δέ τις ἀδυνατεῖ τὰς δύο συνάπτειν
ὁμοῦ, φυλασσέσθω κἄν τὸ Σάββατον. Λέγει γὰρ αὐτὸς ὁ Κύριος περὶ ἑαυτοῦ φάσκων·“ Ὅταν ἀπαρθῇ
ἀπ’ αὐτῶν ὁ Νυμφίος, νηστεύσουσι ἐν ἐκεῖναις ταῖς ἡμέραις”…».
83
ἐκκλησιαστικαὶ λαμπάδες ἔχουν ἑτοιμασθῆ ἐνταῦθα, ἵνα φωτίζουν ὅλον
τὸν λαὸν» 317.
317
Ὁδοιπορικόν, λστ΄ 2.
318
Στη Γεθσημανή η ανάγνωση είναι: Μτθ. κστ΄ 31-56.
319
Βλ. L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 489.
320 ο
Καθώς μετέβαιναν στην πόλη έψαλλαν τον Ψαλμ. ριζ΄ με εφύμνιο τον 1 στίχο αυτού. Μόλις
έφταναν στην πύλη της πόλεως έψαλλαν τον Ψαλμ. οη΄.
84
λαμπρὸν. Ἐκεῖ ἀναγινώσκεται ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ321, καθ’ ἣν ὁ
Κύριος ὁδηγεῖται εἰς τὸν Πιλᾶτον»322. Έπειτα ο επίσκοπος μιλά
παρηγορώντας και ενθαρρύνοντας τον λαό, επειδή όλη την ημέρα
καταπονήθηκε. Χαρακτηριστική είναι, στη συνέχεια, η προτροπή του
επισκόπου: «Πηγαίνετε ἐν τῷ μεταξὺ τώρα ἕκαστος εἰς τὰς οἰκίας σας,
ἀναπαυθῆτε ἐπ’ ὀλίγον καὶ περὶ τὴν δευτέραν 323 ὥραν τῆς ἡμέρας νὰ
εἶσθε ἕτοιμοι ἐνταῦθα, ἵνα ἀπὸ τῆς ὥρας ταύτης μέχρι τῆς ἕκτης 324
δυνηθῆτε νὰ ἴδητε τὸ Ἅγιον Ξύλον τοῦ Σταυροῦ, πιστεύοντες, εἷς
ἕκαστος, ὅτι τοῦτο θὰ εἶναι λυσιτελὲς διὰ τὴν σωτηρίαν του. Διότι ἀπὸ
τῆς ἔκτης ὥρας πρέπει ἐκ νέου πάντες νὰ συνέλθωμεν εἰς τὸν τόπον
τοῦτον, δηλαδὴ πρὸ τοῦ Σταυροῦ (ante Crucem), ἵνα ἐπιδοθῶμεν μέχρι
τῆς νυκτὸς εἰς ἀναγνώσματα καὶ δεήσεις» 325. Μετά από αυτά, όταν
γινόταν η απόλυση στον τόπο του Σταυρού, δηλαδή πριν την ανατολή
του ηλίου, ολοπρόθυμοι όλοι οι πιστοί μετέβαιναν στην Σιών, για να
προσευχηθούν μπροστά στον κίονα, όπου φραγγελώθηκε ο Κύριος. Από
εκεί επιστρέφουν στους οίκους τους, για να αναπαυθούν λίγο, ώστε
νωρίς το πρωί να είναι πάλι έτοιμοι για τις ακολουθίες της Μεγάλης
Παρασκευής 326.
321
Μτθ. κζ΄ 2.
322
Ὁδοιπορικόν, λστ΄ 3-4. Φτάνοντας στον Γολγοθά αναγινώσκεται το Ἰωάν. η΄ 2-27 και τελειώνει η
ο
ακολουθία με τον Ψαλμ. ρη΄ με εφύμνιο τον 4 στίχο, και Ἰωάν. ιη΄ 28- ιθ΄ 16, Μτθ. κζ΄ 1-56, Μρκ. ιε΄
1-41, Λκ. κβ΄ 66- κγ΄ 49, Ἰωάν. ιθ΄ 16-37.
323
8 π. μ.
324
12 μβρ.
325
Ὁδοιπορικόν, λστ΄ 5.
326
Βλ. Ὁδοιπορικόν λζ΄ 1. Βλ. L. DUCHESNE, όπ. π., σσ. 488-490. Κ. ΚΑΛΟΚΥΡΗ, όπ. π., σσ. 451-455.
327
8 π. μ.
328
Πρβλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, όπ. π., σ. 312: Κάτι παρόμοιο
αναφέρεται και σε ένα Τυπικό της Ιερουσαλήμ του δεκάτου αιώνος που περιέχει την τάξη των
ακολουθιών της Μεγάλης Εβδομάδος. Κατά κάποια διάταξή του, δηλαδή, ο Πατριάρχης φέρει στους
85
Ακολουθούσε η προσκύνηση του τίμιου Σταυρού από τον πιστό
λαό του Θεού, ενώ επαγρυπνούσαν οι διάκονοι να μην κλέψει κανείς
κάποιο τεμάχιό Του, όπως συνέβη κάποια χρονική στιγμή στο
παρελθόν. Η όλη διαδικασία περιελάμβανε το γονάτισμα, και το
άγγιγμα του Σταυρού και της επιγραφής με το μέτωπο, τα μάτια και τον
ασπασμό, χωρίς να τα ακουμπήσει κανείς με τα χέρια, προς αποφυγή
τυχόν αταξίας. Στη σειρά στεκόταν ένας διάκονος που κρατούσε το
ώμους του προσδεμένο το τεμάχιο του αληθινού τίμιου ξύλου από το παρεκκλήσι, όπου είναι
πάντοτε αποτεθειμένο, μέχρι του μέρους του καλουμένου «ἁγία φυλακή» …
86
δακτυλίδι του Σολομώντος, στο οποίο υποκλίνονταν, και το κέρας με το
οποίο χρίονταν οι βασιλείς, το οποίο ασπαζόταν ο λαός329.
329
Ὁδοιπορικόν λζ΄ 2-3.
330
12 μβρ.
331
Ὁδοιπορικόν λζ 5-7.
332
Ἱωάνν. ιθ΄ 38-42.
333
Στην Ανάσταση η ανάγνωση είναι: Μτθ. κζ΄ 57-61.
87
αρετών. Στην ολονύκτια αγρυπνία ένα απέραντο πλήθος αγρυπνούσε,
ψάλλοντας ύμνους και τροπάρια, άλλοι από το βράδυ και άλλοι από το
μεσονύκτιο, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του 334.
334
Βλ. Ὁδοιπορικόν λζ΄ 8-9.
335
Βλ. Ὁδοιπορικόν λη΄ 1.
336
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, έκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ
3
Σωτήρ», τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 2008 σ. 313. Στην περιγραφή αυτή της Αιθερίας αναφερόμενος ο Κ.
ΚΑΛΟΚΥΡΗΣ σημειώνει: «Κατὰ τὰ ἀνωτέρω δύο Λειτουργίαι ἐτελοῦντο κατὰ τὴν νύκτα τοῦ Μ.
Σαββάτου. Μία εἰς τὸ Μαρτύριον (παρόντων τῶν νεοφωτίστων) καὶ ἑτέρα, σύντομος εἰς τὸν
Πανάγιον Τάφον (Ἀνάστασις). Ἡ παράδοσις τῶν Λειτουργιῶν αὐτῶν ὑπάρχει μέχρι σήμερον, ἐφ’
ὅσον τελοῦμεν Λειτουργίαν κατὰ τὸν ἑσπερινὸν τοῦ Μ. Σαββάτου (ὅστις, σημειωτέον, ἄλλοτε
ἐτελεῖτο τὰς πρώτας ὥρας τῆς νυκτὸς τοῦ Σαββάτου) καὶ κατόπιν, εὐθὺς μετὰ τὸ μεσονύκτιον, τὴν
Λειτουργίαν τοῦ Πάσχα» (Πηγαὶ τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογίας (Κείμενα καὶ Μνημεῖα), Θεσσαλονίκη
1967, σ. 461, υποσημ. 1).
88
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Την αγρυπνία του Πάσχα τελούσαν όπως και στην Δύση με την
διαφορά ότι στα Ιεροσόλυμα υπήρχε έντονη η παρουσία των
νεοφωτίστων. Αυτοί, επειδή είχαν βαπτισθεί και ενδυθεί στα λευκά,
αφού εξέρχονταν από το βαπτιστήριο, οδηγούνταν, αρχικά, μαζί με τον
επίσκοπο στην Ανάσταση 337. Ο επίσκοπος εισερχόταν πίσω από το
κιγκλίδωμα της Αναστάσεως και στη συνέχεια έψαλλαν έναν ύμνο,
γινόταν μία δέηση από εκείνον υπέρ αυτών και ακολούθως ερχόταν στο
Μαρτύριο, όπου όλος ο λαός αγρυπνούσε. Μετά το πέρας της θείας
λειτουργίας και την απόλυση, με ψαλμούς και ύμνους ερχόταν στην
Ανάσταση, όπου γινόταν πάλι ανάγνωση στην ευαγγελική περικοπή της
Αναστάσεως, δέηση και επιτέλεση της Λειτουργίας εκ νέου στον τόπο
αυτό. Όμως, όλα γινόταν σύντομα, χάριν του λαού, για να μην
αργοπορήσουν πολύ. Η απόλυση της αγρυπνίας γινόταν την ίδια ώρα
που γινόταν και στην Δύση 338.
89
διακόσμηση και ο στολισμός ήταν ο ίδιος, για όλο το οκταήμερο του
Πάσχα, όπως και κατά τα Επιφάνεια, σε όλους τους ναούς και σε όλους
τους τόπους, όπως στην μεγάλη εκκλησία 341, στην Ανάσταση, στον
Σταυρό, στο όρος των Ελαιών, στην Βηθλεέμ και στον τάφο του
Λαζάρου, για τον πανηγυρικό εορτασμό του Πάσχα 342.
90
μετέβαιναν με λιτανεία στο όρος των Ελαιών, την Πέμπτη στην
Ανάσταση, την Παρασκευή στην Σιών, το Σάββατο μπροστά στο Σταυρό,
και την Κυριακή του Θωμά, που είναι η ογδόη 343 ημέρα, στο Μαρτύριο.
Όλες τις ημέρες της Διακαινησίμου εβδομάδας, σύσσωμη η Εκκλησία, ο
επίσκοπος μαζί με όλον τον κλήρο, όλοι οι νεοφώτιστοι, οι αποτακτίτες,
άνδρες και γυναίκες και όσοι από τους υπόλοιπους πιστούς
επιθυμούσαν, ανέβαιναν στο όρος των Ελαιών. Εκεί ακολουθείται το
σύνηθες τυπικό με τους ύμνους και τις δεήσεις στην εκκλησία του
Ελαιώνος, όπου δίδασκε ο Κύριος και στο Εμβώμιο, όπου ανελήφθη
στους ουρανούς. Μετά το πέρας αυτών κατεβαίνουν εκ νέου
ψάλλοντας ύμνους στην Ανάσταση την ώρα του λυχνικού. Αυτή η τάξη
τελείται ολόκληρη την εβδομάδα. Αλλά την Κυριακή του Πάσχα, μετά
την απόλυση του εσπερινού, στην Ανάσταση, όλος ο λαός οδηγούσε τον
επίσκοπο στην Σιών ψάλλοντας ύμνους. Με την άφιξή τους εκεί
λέγονται επίκαιρα αντίφωνα και ευχές, που αντιστοιχούσαν στον
συγκεκριμένο τόπο, και αναγινώσκεται η ευαγγελική περικοπή, που
αναφέρεται στον Θωμά 344. Στη συνέχεια γίνεται πάλι μία δέηση και ο
καθένας επιστρέφει στην οικία του αργά, κατά την δευτέρα ώρα της
νυκτός345.
343
Το διάστημα των οκτώ ημερών, από το Πάσχα έως την Κυριακή του Θωμά, αποτελούσε την
γνωστή ως εβδομάδα “in albis”, δηλαδή την λευχειμονούσα εβδομάδα (πρβλ. ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ,
Εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον, ΒΕΠΕΣ 23, 297), κατά την οποία οι νεοφώτιστοι διατηρούσαν τους
λευκούς χιτώνες του Βαπτίσματός τους, και παρακολουθούσαν τις μυσταγωγικές κατηχήσεις.
Ολόκληρη η εβδομάδα θεωρούνταν ως το «Πασχαλινό οκταήμερο». Πρόκειται για την χρονική
περίοδο, κατά την οποία κυριαρχούσαν δύο θέματα: η καινούργια βαπτισματική πραγματικότητα
στην ζωή των νεοφωτίστων- από το οποίο και ο όρος «Διακαινήσιμος» για την εν λόγω εβδομάδα-
και η ελπίδα της μέλλουσας ζωής, η οποία ελπίδα πήγαζε από το γεγονός της ογδοατικής
Αναστάσεως και την «πασχάλιο ογδοάδα»…Κατά το διάστημα των οκτώ ημερών τελούνταν
καθημερινές ακολουθίες. Η μαρτυρία της Αιθερίας, για τις ακολουθίες του πασχαλινού οκταημέρου
στα Ιεροσόλυμα, πιστοποιεί ότι παρόμοιες ακολουθίες τελούνταν τόσο στην χώρα της, την σημερινή
Ισπανία), όσο και σε όλες τις χριστιανικές κοινότητες του τότε γνωστού κόσμου. Το οκταήμερο των
λευχειμονούντων νεοφωτίστων κατέληγε στην Κυριακή, κατά την οποία απέθεταν τα λευκά εμφώτια
ενδύματα, την επιλεγομένη “die Dominico post albas” (Κυριακή μετά τα λευκά), την οποία, τόσο το
ου
«Γελασιανό Ευχολόγιο», όσο και το «Γελασιανό Ευαγγελιστάριο» (και τα δύο του 7 αιώνα),
αποκαλούν ως “octava” (ογδόη). Η Κυριακή του Θωμά, επομένως, δεν αποτελεί μόνο την κατακλείδα
του πασχαλινού οκταημέρου, αλλά συνιστά την ογδόη από του Πάσχα ημέρα, γεγονός το οποίο της
προσδίδει όλα τα θεολογικά εκείνα στοιχεία περί της συγκεκριμένης ημέρας. Βλ. Γ. ΦΙΛΙΑ, όπ. π., σσ.
236-237.
344
Ἰωάν. 19-29.
345
8 μ. μ.
91
Την ογδόη346 ημέρα του Πάσχα, την Κυριακή του Θωμά, όπως
λέγεται σήμερα, αμέσως μετά την έκτη ώρα, όλος ο λαός ανέβαινε στο
όρος των Ελαιών 347. Αρχικά, στάθμευαν για λίγο στην εκκλησία, η οποία
βρισκόταν εκεί, έλεγαν ύμνους, αντίφωνα και δεήσεις κατάλληλες για
την ημέρα και τον τόπο. Έπειτα, ψάλλοντας ύμνους, ανέβαιναν στο
Εμβώμιο, όπου επαναλάμβαναν το ίδιο τυπικό. Όταν έφτανε η ώρα
σύσσωμος ο λαός με τους αποτακτίτες συνόδευαν τον επίσκοπο στην
Ανάσταση, όπου τελούσαν τον εσπερινό, όπως και στον Σταυρό, και
έπειτα επέστρεφαν στην Σιών348. Εκεί συνέχιζαν με ύμνους και την
ανάγνωση της ευαγγελικής περικοπής, που αναφέρεται στην εμφάνιση
του αναστημένου Κυρίου στους μαθητές μαζί με τον Θωμά 349, οπότε ο
Κύριος εισήλθε στον τόπο, όπου ήταν συνηγμένοι,και έλεγξε τον Θωμά
για την απιστία του, την ογδόη ημέρα του Πάσχα. Μετά από άλλη μία
346
Πρβλ. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρὸς τὸν ἐν ἁγίοις Ἀμφιλόχιον ἐπίσκοπον Ἰκονίου,
ΒΕΠΕΣ 52, 288: «μίαν τοίνυν ἡ αὐτὴ καὶ ὀγδόη τὴν μίαν ὄντως ἐκείνην καὶ ἀληθινὴν ὀγδόην, ἧς καὶ ὁ
ψαλμῳδὸς ἔν τισιν ἐπιγραφαῖς τῶν ψαλμῶν ἐπεμνήσθη…Καὶ πᾶσα δὲ ἡ πεντηκοστὴ τῆς ἐν τῷ αἰῶνι
προσδοκωμένης ἀναστάσεώς ἐστιν ὑπόμνημα. Ἡ γὰρ μία ἐκείνη καὶ πρώτη ἡμέρα, ἑπτάκις
ἑπταπλασιασθεῖσα, τὰς ἑπτὰ τῆς ἱερᾶς πεντηκοστῆς ἑβδομάδας ἀποτελεῖ. Ἐκ πρώτης γὰρ ἀρχομένη,
εἰς τὴν αὐτὴν καταλήγει, δι’ ὁμοίων τῶν ἐν τῷ μέσῳ ἐξελιττομένη πεντηκοντάκις. Διὸ καὶ μιμεῖται τῇ
ὁμοιότητι, ὥσπερ ἐν κυκλικῇ κινήσει ἀπὸ τῶν αὐτῶν ἀρχομένη σημείων καὶ εἰς τὰ αὐτὰ
καταλήγουσα…».
347
Πρβλ. ΔΙΑΤΑΓΑΙ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, ΒΕΠΕΣ 2, 91: «Μετὰ δὲ ὀκτὼ ἡμέρας (ἀπὸ τοῦ Πάσχα) ἔστω
ὑμῖν πάλιν ἑορτὴ τιμία αὐτὴ ἡ ὀγδόη, ἐν ᾗ δυσπιστοῦντα ἐμὲ Θωμᾶν ἐπὶ τῇ ἀναστάσει
ἐπληροφόρησεν, δείξας μοι τοὺς τύπους τῶν ἥλων καὶ τῆς λόγχης ἐν τῇ πλευρᾷ τὴν τρῶσιν…».
ο
Της Κυριακής του Θωμά οι αναγνώσεις είναι: Ψαλμ. ξδ΄ με εφύμνιο τον 2 στίχο αυτού, Πρξ. ε΄ 34-
στ΄ 7, Ιακώβου γ΄ 1-13, Αλληλούια με στίχο από τον Ψαλμ. ρμζ΄, Ιωάν. κ΄ 26-31.
348 ο
Οδηγούσαν τον επίσκοπο στον Ελαιώνα ψάλλοντας τον Ψαλμ. ρμθ΄ με εφύμνιο τον 1 στίχο
αυτού, και γινόταν εκεί ανάγνωση στο Ιωάν. κ΄ 26-31.
349
Ιωάν. κ΄ 26-29.
92
δέηση, ο επίσκοπος ευλογούσε τους κατηχουμένους και τους πιστούς
και, με εφόδιο αυτή την επισκοπική ευλογία, επέστρεφε καθένας στο
κατάλυμα περί την δευτέρα ώρα της νυκτός 350, όπως και κατά την
Κυριακή του Πάσχα.
Από το Πάσχα μέχρι την Πεντηκοστή, όπως και όλο τον χρόνο,
στην Ανάσταση, από την πρώτη αλεκτοροφωνία μέχρι το πρωί,
τελούσαν τις συνηθισμένες ακολουθίες, όπως και κατά την έκτη ώρα
και τον εσπερινό. Τις Κυριακές του Πεντηκοσταρίου πήγαιναν πάντοτε
στο Μαρτύριο, και από εκεί, ψάλλοντας ύμνους, μετέβαιναν στην
Ανάσταση. Την Τετάρτη και την Παρασκευή, επειδή εκεί κανείς
απολύτως δε νήστευε αυτές τις ημέρες, μετέβαιναν στην Σιών, αλλά το
πρωί η ακολουθία τελούνταν κατά την καθορισμένη τάξη 351.
2. Ανάληψη.
350
8 μ. μ.
351
Βλ. Ὁδοιπορικόν, μα΄.
352
Πρβλ. ΔΙΑΤΑΓΑΙ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, ΒΕΠΕΣ 2, 91: «…Καὶ πάλιν ἀπὸ τῆς πρώτης Κυριακῆς
ἀριθμήσαντες τεσσαράκοντα ἡμέρας, ἀπὸ Κυριακῆς μέχρι Πέμπτης ἑορτάσατε τὴν ἑορτὴν τῆς
ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, καθ’ ἣν πληρώσας πᾶσαν οἰκονομίαν καὶ διάταξιν ἀνῆλθεν πρὸς τὸν
ἀποστείλαντα αὐτὸν Θεὸν καὶ Πατέρα…».
353 ο
Οι αναγνώσεις της εορτής της Αναλήψεως είναι: Ψαλμ. μστ΄ με εφύμνιο τον 6 στίχο αυτού, Πρξ.
α΄ 1-14, ἀλληλούϊα με στίχο από τον Ψαλμ. κγ΄, Λκ. κδ΄ 41-53.
354
L. DUCHESNE, Les origins du culte chrétien, Paris 1925, σ. 495.
93
Διάφορες προσπάθειες έγιναν κατά καιρούς, για να εξιχνιασθεί
το παράδοξο του εορτασμού της τεσσαρακοστής από την Ανάσταση
ημέρας, της Αναλήψεως, στην Βηθλεέμ 355. Διότι, «θὰ ἀνέμενέ τις ἡ
ἑορτὴ τῆς Τεσσαρακοστῆς ἀπὸ τῆς Ἀναστάσεως ἡμέρας νὰ εἶναι
ἀφιερωμένη εἰς τὴν ἀπὸ τῆς γῆς ἔνδοξον τοῦ Κυρίου Ἀνάληψιν. Ἐν
τούτοις ἡ ἡμέρα αὕτη ἑορτάζεται εἰς τὴν Βηθλεέμ. Ἐκ πολλῶν
ὑποθέσεων, αἵτινες προεβλήθησαν εἰς ἐξήγησιν τῆς ἀνωμαλίας ταύτης,
πιθανωτέρα παρουσιάζεται ἡ συσχετίζουσα τὰ δύο γεγονότα τῆς ζωῆς
τοῦ Κυρίου, τὴν Γέννησιν δηλαδὴ καὶ τὴν Ἀνάληψιν αὐτοῦ, τὴν κατὰ τὴν
ἐνανθρώπησιν κάθοδον τοῦ Κυρίου ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ τὴν ἐκ τῆς γῆς
ἔξοδον καὶ ἐπάνοδον αὐτοῦ εἰς τοὺς οὐρανοὺς. Ἐὰν εἰς τὴν Βηθλεέμ,
λέγει ὁ Κύριλλος356, κατῆλθεν ὁ Κύριος ἐκ τῶν οὐρανῶν, εἰς τὸ ὄρος τῶν
Ἐλαιῶν ἐπανέκτησεν αὐτοὺς» 357.
355
Πρβλ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατήχησις ΙΔ΄, κγ΄, ΒΕΠΕΣ 39, 181: «Εἰς μὲν Βηθλεέμ ἐξ οὐρανῶν
κατελήλυθεν, ἐκ δὲ τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν εἰς οὐρανούς ἀνελήλυθεν, ἐκεῖθεν μὲν εἰς ἀνθρώπους τῶν
ἀγώνων ἀρξάμενος, ἐνταῦθα δὲ ἐπὶ τοῖς ἀγῶσι στεφανούμενος».
356
ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατηχήσεις XIV, 23, PG 38, 856.
357
Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου, όπ. π., σ. 314.
94
Βηθλεέμ. Σύμφωνα με το «Ἱεροσολυμιτικὸν Ἀναγνωσματάριον»358 στην
Βηθλεέμ τελούνταν η μνήμη των Αγίων Νηπίων, «τῶν ὑπὸ Ἡρώδου
ἀναιρεθέντων», κατά την 18η Μαΐου. Κατά την διάρκεια του
προσκυνήματος της Αιθερίας, το μόνο έτος, που η εορτή των Αγίων
Νηπίων, η οποία έπρεπε να τελεστεί κυρίως στον τόπο του μαρτυρίου
τους, στην Βηθλεέμ, συνέπεσε με την εορτή της Αναλήψεως, είναι το
383 μ. Χ.
3. Αγία Πεντηκοστή.
358
Ο π. ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΜΠΑΡΟΥΣΗΣ μας πληροφορεί ότι το «Ἱεροσολυμιτικὸν Ἀναγνωσματάριον» (439
μ. Χ.) καταγράφει τις περικοπές της Αγίας Γραφής, που αναγινώσκονται στις εκκλησίες κατά τις
μεγάλες εορτές του έτους. Αν και συνεγράφη πρωτοτύπως στην ελληνική, σώζεται σήμερα μόνο στην
αρμενική του μετάφραση. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, Αιθερίας, Ὁδοιπορικόν, σ. 17.
359
Πρβλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοί Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, όπ. π., σσ. 315-316:
«Ἐκπλήττεταί τις πληροφορούμενος, ὅτι πρὸς τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς συνεδυάζετο ἐν
Ἱεροσολύμοις καὶ ὁ ἑορτασμὸς τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναλήψεως, δέκα ὅλας ἡμέρας προηγηθέντος τῶν
κατὰ τὴν Πεντηκοστὴν συμβαινόντων. Ἀλλὰ… ἡ Πεντηκοστὴ ἦτο ἑορτὴ οὐ μόνον ἱστορική, ἀλλὰ καὶ
ἰδεολογική. Ἑωρτάζετο κατ’ αὐτὴν οὐ μόνον τὸ γεγονὸς τῆς καθόδου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλὰ καὶ
ἡ τελείωσις πάσης τῆς σωτηριώδους οἰκονομίας διὰ τῶν δύο γεγονότων τῆς Ἀναλήψεως καὶ τῆς
Πεντηκοστῆς, ἅτινα εἶναι ἀχώριστα καὶ συνδέονται ἀδιασπάστως. Διότι ἐὰν ὁ Κύριος δὲν
ἀνελαμβάνετο εἰς τοὺς οὐρανοὺς, δὲν θα ἐπληροῦτο ἡ περὶ ἀποστολῆς τοῦ Πνεύματος εἰς τοὺς
μαθητὰς ἐπαγγελία».
360
ΔΙΑΤΑΓΑΙ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, ΒΕΠΕΣ 2, 91: «Μετὰ δέκα ἡμέρας τῆς Ἀναλήψεως, ἥτις ἀπὸ τῆς
πρώτης Κυριακῆς πεντηκοστὴ γίνεται, ἑορτὴ μεγάλη ὑμῖν ἔστω· ἐν αὐτῇ γὰρ ὥρᾳ τρίτῃ ἀπέστειλεν
εἰς ἡμᾶς ὁ Κύριος Ἰησοῦς τὴν δωρεὰν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἐπλήσθημεν αὐτοῦ τῆς ἐνεργείας καὶ
γλώσσαις καιναῖς ἐλαλήσαμεν…».
J. DANIÉLOU, Αγία Γραφή και Λειτουργία, έκδ. Κέντρου Βιβλικών Μελετών «Άρτος Ζωής», Αθήνα
1981, σσ. 333-334, 340: «Η γιορτή του Πάσχα, αρχικά, συμπεριελάμβανε ολόκληρο τον πασχάλιο
χρόνο, θεωρούμενο στην ολότητά του σαν μία μονάχα εορταστική ημέρα…Από τον δ΄ όμως αιώνα κι
έπειτα, η μία γιορτή του ενός μυστηρίου τείνει να διασπαστεί σε πολλές γιορτές συνδεόμενες με
επιμέρους γεγονότα…Η εξέλιξη αυτή φαίνεται πως, κατά ένα μεγάλο μέρος, συντελέστηκε υπό την
επίδραση των προσκυνητών της Ιερουσαλήμ, όπου είχε διαμορφωθεί η συνήθεια, όπως μαρτυρεί το
Οδοιπορικό της Αιθερίας, να τελούνται τα επεισόδια της ιστορικής ζωής του Ιησού στον τόπο και τον
χρόνο, που είχαν πραγματοποιηθεί. Σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε και την κατ’ εκείνους τους
χρόνους αναγκαιότητα να πολλαπλασιασθούν οι χριστιανικές γιορτές, για να αντικαταστήσουν τις
ειδωλολατρικές, αλλά και να επισημοποιήσουν τα δόγματα που είχαν καθορίσει οι Σύνοδοι ενάντια
στους αιρετικούς. Όλα αυτά διεδραμάτισαν ιδιαίτερο ρόλο και όσον αφορά την Πεντηκοστή…Για τον
αρχαιότερο χριστιανισμό, η Πεντηκοστή σημαίνει τις επτά εβδομάδες, που ακολουθούν μετά το
Πάσχα, και για το περιεχόμενό της έχει το πασχάλιο μυστήριο στο σύνολό του μέσα στην προοπτική
της ιουδαϊκής γιορτής του θερισμού (πρβλ. Λευϊτ. κγ΄ 1-14)…Από τον δ΄ αιώνα όμως κι έπειτα, τείνει
να σημαίνει κυρίως την τελευταία ημέρα, και για περιεχόμενό της έχει την κάθοδο του Αγίου
95
πολύ κοπιαστική ημέρα για τον λαό, όλα τελούνταν κατά την τάξιν ήδη
από την ώρα της πρώτης αλεκτοροφωνίας 361. Η τέλεση της αγρυπνίας
πραγματοποιούνταν στην Ανάσταση, όπου ο επίσκοπος αναγίνωσκε την
συνήθη κυριακάτικη εωθινή ευαγγελική περικοπή, που αναφέρεται
στην Ανάσταση του Κυρίου, και συνεχίζαν με τις συνήθεις για όλο το
έτος ακολουθίες. Με το ξημέρωμα, πορευόταν όλος ο λαός με
λιτανευτική πομπή στο Μαρτύριο, όπου τελούσαν ό,τι προέβλεπε η
τάξη 362, δηλαδή το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, όπως κάθε
Κυριακή, το οποίο φρόντιζαν ώστε να ολοκληρώνεται πριν την τρίτη363
ώρα. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, κατά την οποία γινόταν
κατάλληλο κήρυγμα από τον επίσκοπο και τους πρεσβυτέρους, όλοι
ψάλλοντας ύμνους συνόδευαν τον επίσκοπο στην Σιών.Εκεί έφταναν
ακριβώς την τρίτη ώρα το πρωί, κατά την οποία έγινε η κάθοδος του
Αγίου Πνεύματος364, όπως αναφέρεται στην περικοπή των Πράξεων 365,
την οποία αναγινώσκει, ώστε οι άνθρωποι όλων των γλωσσών να
κατανοήσουν το νόημα του γεγονότος.
Πνεύματος…Έτσι ακριβώς την βρίσκουμε στις «Πασχάλιες Επιστολές» του Αγίου ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ (PG
26)».
361
3 π. μ.
362 ο
Οι αναγνώσεις της Πεντηκοστής είναι: Ψαλμ. ρμβ΄ με εφύμνιο τον 2 στίχο αυτού, Πρξ. β΄ 1-21,
Αλληλούϊα με στίχο από τον Ψαλμ. κγ΄, Ιωάν. ιδ΄ 15-24.
363
9 π. μ.
364
Πρβλ. τροπάριο ακολουθίας της γ΄ ώρας: «Κύριε, ὁ τὸ Πανάγιόν Σου Πνεῦμα ἐν τῇ τρίτῃ ὥρᾳ τοῖς
Ἀποστόλοις Σου καταπέμψας…».
365
Πρξ. β΄ 1-12.
96
Στη Σιών, όπου συνέβη η επιφοίτηση του Παρακλήτου, είχε
χτιστεί ναός, στον οποίο προσφερόταν η θεία Ευχαριστία και την στιγμή
της απολύσεως ο αρχιδιάκονος προανάγγελε την επόμενη λατρευτική
σύναξη, η οποία θα πραγματοποιούνταν στο όρος των Ελαιών, στην
εκκλησία του Εμβωμίου κατά την έκτη366 ώρα. Μετά την απόλυση, δεν
υπήρχε πολύς χρόνος για λήψη τροφής και ανάπαυση, όπως
καταλαβαίνει κανείς, επειδή δεν υπήρχε μακρύ μεσοδιάστημα, λόγω
της σύντομης επιστροφής, σύσσωμου του λαού στον οίκο του Θεού, για
την επόμενη σύναξη367.
366
12 μβ.
367
Βλ. Ὁδοιπορικόν, μγ΄ 1- 3.
368
Μρκ. ιστ΄ 19, Λκ δ΄ 50-52.
369
Πρξ. α΄ 4-13.
370
3 μ. μ.
371
4 μ. μ.
372
Βλ. Ὁδοιπορικόν, μγ΄ 6.
97
περί την δευτέρα373 ώρα της νυκτός, διότι προχωρούσαν πάντοτε αργά,
για να μην κουραστεί ο λαός. Παρατηρεί, εδώ, κανείς την φιλόστοργη
τακτική της μητέρας Εκκλησίας, που λαμβάνει υπόψη της, όχι μόνο την
διαδικασία της ακολουθίας, αλλά προνοεί με συγκατάβαση
οικονομώντας και την ανθρώπινη αδυναμία των μελών του Σώματός
Της. Στις λιτανείες συμμετείχαν όχι μόνο εύρρωστοι ενήλικες, αλλά και
ασθενείς και ηλικιωμένοι, καθώς και μικρά παιδιά. Όλοι αυτοί θα
έπρεπε να οικονομηθούν κατάλληλα, ώστε κανείς να μην αγανακτήσει ή
εγκαταλείψει την ιερή πορεία στου δρόμου τα μισά…
373
8 μ. μ.
374
Βλ. Ὁδοιπορικόν, μγ΄ 9.
98
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
375
Ένα τμήμα του κειμένου του Οδοιπορικού χάθηκε και γι’ αυτό η περιγραφή αρχίζει από την άφιξη
της λιτανείας στα Ιεροσόλυμα. Το απωλεσθέν φύλλο ίσως να περιέγραφε το πρώτο μέρος της εορτής
των Επιφανείων. Από το «Ἱεροσολυμιτικὸν Ἀναγνωσματάριον», που καταγράφει τα καθημερινώς
εναλλασσόμενα αναγνώσματα και κάποιες «διατάξεις» των ιερών ακολουθιών, πληροφορούμαστε
για όσα τελέστηκαν την παραμονή. L. FENDT, Einführuhg in die Liturgie wissenschaft, Berlin 1958, σ.
74.
376
Βλ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ (Αρχιεπισκ. Αθηνών), Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῶν
Ἱεροσολύμων, Ἀθῆναι 2010, σ. 134.
99
Κατά την διάρκειά της, εορταζόταν η Γέννηση του Χριστού με
διπλή ευχαριστιακή σύναξη. «Ἡ μία λειτουργία ἐγίνετο κατὰ τὴν
διάρκειαν τῆς νυκτὸς καθ’ ὁμοίωσιν τῆς ἀγρυπνίας τοῦ Πάσχα ἐν τῇ
Βασιλικῇ τῆς Βηθλεέμ, τῇ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου ἀνεγερθείσῃ, μετὰ
τὸ πέρας δ’ αὐτῆς ἐν πομπῇ λιτανευτικῇ κατηυθύνοντο πεζῇ εἰς τὰ
Ἱεροσόλυμα συνοδεύοντες τὸν ἐπίσκοπον, κλῆρος, μοναχοὶ καὶ λαὸς
ψάλλοντες: “Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου” 377 κ.λπ.
Καταφθανούσης δὲ τῆς συνοδείας ταύτης εἰς Ἱεροσόλυμα ἅμα τῇ πρωΐᾳ
εἰσήρχοντο πάντες οἱ ἀποτελοῦντες αὐτὴν πρῶτον εἰς τὴν Ἀνάστασιν,
ὅπου μετὰ ψαλμὸν καὶ εὐχήν τινα ηὐλογοῦντο ὑπὸ τοῦ ἐπισκόπου καὶ
ἀπεχώρουν πρὸς βραχεῖαν ἀνάπαυσιν, ἵνα ἐπανέλθουν καὶ πάλιν περὶ
τὴν ὀγδόην πρωϊνὴν εἰς τὴν μείζονα βασιλικήν, τὴν καλουμένην
Μαρτύριον, ὅπου ὁ ἐπίσκοπος ἐτέλει καὶ τὴν δευτέραν λειτουργίαν» 378.
377
Μτθ. κα΄ 9.
378
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοί Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, όπ. π., σ. 305, υποσ. 21: Ο
BAUMSTARK με βάση την περιγραφή αυτή της Αιθερίας σε συνδυασμό και με ενδείξεις του
Αρμενικού αναγνωστικού ή συναξαρίου (Lectionarium) και του Γεωργιανού Κανοναρίου, καταλήγει
στο συμπέρασμα ότι ο διπλός αυτός με τη λειτουργία εορτασμός των Επιφανείων σε Ιεροσόλυμα και
Βηθλεέμ χρησίμευσε ως πρότυπο για τη διαμόρφωση του εορτασμού των Χριστουγέννων στη Ρώμη
με τις τρεις λειτουργίες κατά την ίδια ημέρα. Ιδιαίτερα η επωδός που ψαλλόταν κατά την διάρκεια
όλης της διαδρομής από τη Βηθλεέμ στα Ιεροσόλυμα «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος» αποτελεί το
graduale της δεύτερης λειτουργίας των Χριστουγέννων, την οποία ο πάππας τελούσε καθ’ οδόν
βαδίζοντας από το ναό της Αγίας Μαρίας Magiore προς τον τάφο του Αγίου Πέτρου. Επί πλέον το
αποστολικό ανάγνωσμα κατά την λειτουργία αυτή ήταν το Τίτ. β΄ 11-15, το οποίο αναγινωσκόταν σ’
η
ολόκληρη την Ανατολή την 6 Ιανουαρίου κατά την εορτή των Επιφανείων. Πώς να εξηγήσουμε την
100
Η άφιξη της λιτανείας στα Ιεροσόλυμα γινόταν πριν ακόμη
φωτίσει η ημέρα, την αυγή. Όταν εισερχόταν ο επίσκοπος στην
Ανάσταση, η φωτοχυσία, εξαιτίας των πολλών λυχνιών, ήταν
εντυπωσιακή. Ενώ ο λαός με τον επίσκοπο αναχωρούσαν μετά τη
συνήθη ακολουθία, οι μοναχοί παρέμεναν προσκαρτερώντας στην
προσευχή με την ανάγνωση των ψαλμών, που είναι μια μορφή
αδιάλειπτης ευχής και προσκαρτέρησης του θείου ελέους.
σύμπτωση αυτή, αν δεν υποθέσουμε ότι είναι συνέπεια της μηχανικής μεταφοράς στη Ρώμη κάποιας
τελετουργικής λεπτομέρειας από την Εκκλησία, όπου η εορτή των Χριστουγέννων δεν έχει ακόμη
χωριστεί από την αρχαία πανήγυρη των Επιφανείων; A. BAUMSTARK, Liturgie Comparée. Principes et
méthods pour l’ étude historique des liturgies chrétiennes, 3e éd.revue par Dom BERNARD BOTTE,
Chevetogne 1953, σ. 166 εξ. L. DUCHESNE, όπ. π., σσ. 478-479). Σημειωτέον ότι οι Αρμένιοι
διατήρησαν μέχρι και σήμερα τη σύνδεση των Χριστουγέννων με τη γιορτή των Επιφανείων. Την
ης ης
εσπέρα της 5 Ιανουαρίου τελούν τη λειτουργία των Χριστουγέννων και το πρωί της 6 Ιανουαρίου
τη λειτουργία των Επιφανείων και τον αγιασμό. Βλ. Β. ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, Αθήνα
1948, σ. 288.
379
Βλ. Δ. ΜΩΡΑΙΤΟΥ, Ἱστορία τῆς Χριστιανικῆς Λατρείας, Αθήνα 1964, σ. 147.
380
Πρβλ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ (πρωτ.), Ἡ θεολογικὴ μαρτυρία τῆς ἐκκλησιαστικῆς λατρείας, έκδ.
Ἁρμός, Αθήνα 1995, σ. 72.
381
Όπως προκύπτει από τις Ομιλίες του ΗΣΥΧΙΟΥ, η εορτή των Επιφανείων διακρινόταν για τον
αντιαιρετικό της χαρακτήρα.
382
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄ 10.
101
την πέμπτη στην εκκλησία η οποία είχε ανεγερθεί στο όνομα του
Λαζάρου, σε απόσταση χιλίων πεντακοσίων βημάτων μακριά από τα
Ιεροσόλυμα, στην Βηθανία, την έκτη στην Σιών, την έβδομη στην
Ανάσταση και την όγδοη στον Σταυρό 383. Κατά τις οκτώ αυτές ημέρες
εορταζόταν η εορτή και στη Βηθλεέμ με τον ίδιο πανηγυρικό τρόπο,
αλλά μόνο από τους πρεσβυτέρους, τον κλήρο και τους μοναχούς του
τόπου αυτού, ενώ ο επίσκοπος βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα. Όταν τη
νύχτα όλοι επέστρεφαν στα Ιεροσόλυμα, οι μοναχοί αυτού του τόπου,
συνέχιζαν την αγρυπνία μέσα στην εκκλησία της Βηθλεέμ, λέγοντας
ύμνους και αντίφωνα μέχρι το πρωί, αποδεικνύοντας έμπρακτα τον
πνευματικό τους ζήλο. Η κοσμοσυρροή ήταν μεγάλη λόγω του
πανηγυρισμού και της ιερής πομπής αυτής της τόσο σημαντικής ημέρας
για την Εκκλησία του Χριστού 384.
383
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄ 11.
384
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄ 12.
385
Η αναφορά αυτή είναι η αρχαιότερη μαρτυρία για την εορτή της Υπαπαντής. Πρβλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ,
Λειτουργικοὶ Τύποι τῆς Δύσεως καὶ Διαμαρτυρομένων, έκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ»,
Ἀθῆναι 1966, σ. 125.
386
Κατά τον ΗΣΥΧΙΟ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, η εορτή της Υπαπαντής έχει τον χαρακτήρα της φανερώσεως
του Χριστού, γι’ αυτό και συνδυάζεται με την εορτή των Επιφανείων ως κατακλείδα αυτής. Πρβλ.
Archim. JOB GETSA, όπ.π., σσ. 33-34.
387
Λκ. β΄ 22.
388
Βλ. Ὁδοιπορικόν, κστ΄.
102
εορτή της Υπαπαντής, για την οποία μαρτυρεί η Αιθερία, διαδόθηκε
από την Παλαιστίνη σε όλο τον χριστιανικό κόσμο 389.
389
Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π., σσ. 128-129. L. DUCHESNE, όπ. π., σσ. 305-306. A. BAUMSTARK, όπ.
π., σ. 160.
390
L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 502.
103
πανηγυρισμό, εφόσον δεν είχαν κάποιο σοβαρό κώλυμα 391. Η εορτή
αυτή, συμπίπτοντας, κατά τον Π. Τρεμπέλα, προς την 14η Σεπτεμβρίου
εορτή της υψώσεως του Σταυρού, ταυτιζόταν, κατά την Αιθερία, με την
ημερομηνία κατά την οποία ανευρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός392, γι’ αυτό
και καθορίστηκε, ώστε και τα εγκαίνια των δύο ναών να συμπίπτουν με
αυτή 393. Κατά τις εορτές των Εγκαινίων, ο στολισμός όλων των
εκκλησιών είναι, όπως κατά το Πάσχα και τα Επιφάνεια, λαμπρότατος.
Καθημερινά μεταβαίνουν με λιτανεία σε διάφορους Αγίους Τόπους,
όπως και στις προαναφερθείσες εορτές. Δυστυχώς το κείμενο είναι σε
αυτό το σημείο κολοβό και δε μας επιτρέπει να πληροφορηθούμε
διεξοδικά για όλες τις ημέρες του εορτασμού.
391
Βλ. Ὁδοιπορικόν, μθ΄ 2.
392
Κατά τον BAUMSTARK, «ο μέγας Κωνσταντίνος όρισε την ημέρα αυτή ως ημέρα των εγκαινίων,
διότι κατ’ αυτήν την ημερομηνία είχαν γίνει άλλοτε και στη Ρώμη τα εγκαίνια του παλαιού ναού του
αφιερωμένου στον Καπιτώλιο Δία, κατά την πολιτική της συνδιαλλαγής του εθνικού με τον
χριστιανικό κόσμο, την οποία ακολουθούσε ο αυτοκράτορας εκείνος. Η εορτή αυτή των Εγκαινίων,
η η
μαρτυρείται από άλλα κείμενα ως διεξαγομένη την 12 Σεπτεμβρίου και από άλλα την 14 και την
η
15 , ενώ προσέλαβε μετέπειτα ακόμη περισσότερη λαμπρότητα, όταν στο έτος 614 συλήθηκε από
τον βασιλιά των Περσών ο Τίμιος Σταυρός, ανακτήθηκε από τον Ηράκλειο και επέστρεψε στα
Ιεροσόλυμα το 630». Από τότε η εορτή αυτή κατέστη γιορτή όλου του χριστιανικού κόσμου ως εορτή
της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού και καθιερώθηκε όχι μόνο στην Ανατολή, αλλά και στη Δύση».
Παραπέμπει ο BAUMSTARK στο Die älteste Gestalt, σ. 158, όπου στην υποσ. 4 βρίσκει κανείς τις
παλιές μαρτυρίες για την εθνική εορτή. Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, όπ. π., σ. 141.
393
Ὁδοιπορικόν, μη΄-μθ΄. Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοί Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, όπ. π., σσ.
316-317.
104
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ
1. Προβαπτισματικές τελετές.
394
Ὁδοιπορικόν, με΄-μζ΄.
395
Γ. ΦΙΛΙΑ, Η έννοια της «ογδόης ημέρας» στην λατρεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, έκδ. «Γρηγόρη»,
Αθήνα 2001, σσ. 69-70: «Η τελετουργική αυτή πρακτική της ονοματοδοσίας τοποθετείτο πριν από
την έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής- την πασχάλιο νύκτα ετελείτο το Βάπτισμα-, όπως μαρτυρεί
το Οδοιπορικό της Αιθερίας, στο οποίο συνδέεται το γεγονός της χορηγήσεως του ονόματος με την
έναρξη της περιόδου των οκτώ εβδομάδων της Τεσσαρακοστής. Η λεπτομέρεια της μαρτυρίας αυτής
υποδηλώνει τον σύνδεσμο της ονοματοδοσίας με τον αριθμό οκτώ, σ’ ένα περιβάλλον (το
ιεροσολυμιτικό), στο οποίο διεσώζετο εντόνως η παράδοση της κατά την ογδόη ημέρα
ονοματοδοσίας του Κυρίου»
396
J. DANIÉLOU, Αγία Γραφή και Λειτουργία, έκδ. Κέντρου Βιβλικών Μελετών «Άρτος Ζωής», Αθήνα
1981, σ. 26: «Το τελετουργικό της προπαρασκευής για το βάπτισμα, που περιγράφει η Αιθερία, είναι
αυτό της Ιερουσαλήμ, και είναι ανάλογο προς το της Αντιοχείας».
397
Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Πρὸς τοὺς βραδύνοντας τὸ βάπτισμα, ΕΠΕ 10, 302, ΒΕΠΕΣ 68, 447:
«Ἔλθετε οὖν, οἱ κεκακωμένοι, πρὸς τὴν ἑαυτῶν ἐπιμέλειαν καὶ μὴ ρᾳθυμίᾳ δότε τὸ πρᾶγμα…Δότε
μοι τὰ ὀνόματα, ἵνα ἐγὼ μὲν αὐτὰ ταῖς αἰσθηταῖς ἐγχαράξω βίβλοις, καὶ γράψω τῷ μέλανι. Θεὸς δὲ
ταῖς ἀφθάρτοις πλαξὶν ἐνσημήνηται, δακτύλῳ γράψας ἰδίῳ, ὥς ποτε τοῖς Ἑβραίοις τὸν νόμον…».
Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, Αἰθερίας Ὁδοιπορικόν, σ. 216, υποσ. 1: «Ὁ ἄνθρωπος διὰ τοῦ
βαπτίσματος καθίσταται στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ· ἡ ἀναγραφή του αυτὴ εἰς τοὺς καταλόγους
ἀντιστοιχεῖ πλήρως πρὸς τὴν ἀναγραφὴ εἰς τοὺς στρατιωτικοὺς καταλόγους».
Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, όπ. π., ΕΠΕ 10, 320 ΒΕΠΕΣ 68, 453-4: «Ὁ λαβὼν τὸ τῆς παλιγγενεσίας
λουτρόν, ὅμοιος στρατιώτῃ νέῳ ὑπόγυιον ἐναριθμηθέντι τοῖς ὁπλιτικοῖς καταλόγοις…».
105
επίσκοπο στο μέσο της μεγαλύτερης Εκκλησίας (δηλαδή στο Μαρτύριο).
Δεξιά και αριστερά καθόταν οι πρεσβύτεροι σε καθέδρες, ενώ οι
υπόλοιποι κληρικοί στέκονταν όρθιοι. Τότε προσέρχονταν ανά ένας οι
υποψήφιοι, αν είναι άνδρες, ερχόταν με τους αναδόχους τους και αν
είναι γυναίκες με τις δικές τους αναδόχους. Ο επίσκοπος ρωτούσε
όσους ήταν κοντά στον υποψήφιο που είχε πλησιάσει, αν αυτός διήγε
βίο έντιμο, αν σεβόταν τους γονείς του, αν κυριευόταν από την μέθη και
το ψεύδος398 κ.λπ. Στον καθένα απηύθυνε το ίδιο ερωτηματολόγιο για
όλα τα σοβαρά αμαρτήματα 399. Αν ο υποψήφιος αναγνωριζόταν
άμεμπτος σε όσα εξετάστηκε με την παρουσία των μαρτύρων, ο
επίσκοπος, με το ίδιο του το χέρι, σημείωνε το όνομα εκείνου. Αλλά αν
ο υποψήφιος κατηγορούνταν για κάποιο ελάττωμα, ο επίσκοπος τον
απομάκρυνε λέγοντας: «Νὰ διορθωθῇς, καὶ ὅταν θὰ ἔχῃς γίνει
καλύτερος, τότε θὰ προχωρήσῃς εἰς τὸ βάπτισμα» 400. Πρώτα στους
άνδρες και έπειτα στις γυναίκες έθετε το ίδιο ερωτηματολόγιο. Οι ξένοι
δεν γίνονταν τόσο εύκολα δεκτοί στο βάπτισμα, εκτός αν είχαν
μάρτυρες που να τους γνώριζαν 401.
398
Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Πρὸς τοὺς βραδύνοντας τὸ βάπτισμα, ΕΠΕ 10, 308, ΒΕΠΕΣ 68, 449:
«Ἀπόλυσον… τοῦ βίου σου τὸν γαστρίμαργον κόρακα· δὸς τῇ περιστερᾷ καιρὸν ἐπιπτῆναί σοι…καὶ
πολλὰ τίκτει καὶ εὐχαρῆ τὰ ἑαυτῆς τέκνα. Ταῦτα δέ εἰσιν ἀγαθαὶ πράξεις καὶ λόγοι σεμνοί, πίστις
εὐσέβεια, δικαιοσύνῃ, σωφροσύνῃ, ἁγνεία, καθαρότης… Μὴ ἀεὶ μετὰ τῶν παίδων ψελλίζου· μὴ
νηπιώδης τὴν φρένα…».
399
ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Προκατήχησις, ια΄-ΒΕΠΕΣ 39, 44-45: «τὰ λεγόμενα μάνθανε, καὶ τήρει
εἰς τὸν αἰῶνα. Μὴ νομίσῃς τὰς συνήθεις εἶναι προσομιλίας· κἀκεῖναι μὲν ἀγαθαί, καὶ πίστεως ἅξιαι·
ἀλλ’ ἐὰν σήμερον ἀμελήσωμεν, αὔριον μανθάνομεν· τὰ δὲ περὶ τοῦ λουτροῦ τῆς παλιγγενεσίας κατ’
ἀκολουθίαν διαδιδόμενα διδάγματα ἐὰν σήμερον ἀμεληθῇ, πότε κατορθωθήσεται; Νόμισόν μοι
φυτείας εἶναι δένδρων καιρὸν· ἐὰν μὴ σκάψωμεν καὶ βαθύνωμεν, πότε δύναται ἄλλοτε καλῶς
φυτευθῆναι τὸ ἅπαξ κακῶς φυτευθέν; Νόμισόν μοι οἰκοδομὴν εἶναι τὴν κατήχησιν· ἐὰν μὴ
βαθύνωμεν, καὶ θεμέλιον θῶμεν…οὐδὲν ὄφελος οὐδὲ τοῦ προτέρου κόπου…Δεῖ ἀκούειν τὰ περὶ
Θεοῦ ζῶντος· δεῖ ἀκούειν τὰ περὶ κρίσεως…καὶ πολλὰ ἐστιν ἀκολούθως λεγόμενα, νῦν μὲν σποράδην
εἰρημένα, τότε δὲ καθ’ ἁρμονίαν προσφερόμενα».
400
Ὁδοιπορικόν με΄ 4. Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Πρὸς τοὺς βραδύνοντας τὸ βάπτισμα, ΕΠΕ 10, 308-
310, ΒΕΠΕΣ 68, 449-450: «Ἐρυθριῶ ὑπὲρ σοῦ, ὅτι γηράσας λοιπὸν μετὰ τῶν κατηχουμένων ἐκβάλλῃ,
ὡς παιδάριον ἄνουν καὶ οὐκ ἐχέμυθον, μέλλοντος μυστηρίου λαλεῖσθαι… Μὴ παροξύνῃς τὸν
βαπτιστὴν βραδύνων, μηδὲ παροργίσῃς αὐτὸν ἡμέραν ἐξ ἡμέρας ἀναβαλλόμενος καὶ δαπανῶν ἐν
ὑποσχέσεσι τὸν ρέοντα χρόνον, μήποτέ σου ταῖς ὁμοίαις φωναῖς Ἰωάννου καθίκηται, γεννημά σε
ὀνομάζων ἐχίδνης…Αἱρετώτερον ἐν κακῶν ἐκλογῇ ἀξιωθέντα τινὰ τοῦ σωτηρίου λουτροῦ, γενέσθαι
πάλιν ἐν ἁμαρτήματι, ἢ τῆς χάριτος ἀμέτοχον τελευτῆσαι τὸν βίον. Τὸ μὲν γὰρ πλημμέλημα τυχὸν καὶ
συγγνώμης… ἀξιωθήσεται… τὸ δὲ παντάπασιν ἀπηγορευμένην ἔχειν τὴν σωτηρίαν ἐξ ἀποφάσεως
ὡρισμένης…».
Πρβλ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Προκατήχησις, στ΄-ζ΄. ΒΕΠΕΣ 39, 43: «Εἰσῆλθες εἰς ἀγῶνα, κάμε τὸν
δρόμον· ἄλλον καιρὸν τοιοῦτον οὐκ ἔχεις… Ἄργησον ἀπὸ τῆς σήμερον ἀπὸ παντὸς φαύλου
πράγματος· μὴ σου τὸ βλέμμα ἁμαρτανέτω, μηδέ ρεμβέσθω τὰ μὴ χρήσιμα…».
401
Ὁδοιπορικόν. με΄. Βλ. L. DUCHESNE, Les origins du culte chrétien, Paris 1925, σσ. 498-499.
106
Όλο το διάστημα της Τεσσαρακοστής, γινόταν από τους
κληρικούς οι εξορκισμοί 402 το πρωί, μετά τη απόλυση στην Ανάσταση,
σε όσους έμελλαν να λάβουν το άγιο βάπτισμα, ενώ οι κατηχήσεις
γινόταν από τον ίδιο τον επίσκοπο στον κυρίως ναό, το Μαρτύριο.
Τοποθετούνταν θρόνος για τον επίσκοπο και γύρω του κάθονταν όσοι
είχαν εγγραφεί, για να λάβουν προσεχώς το βάπτισμα, άνδρες και
γυναίκες 403, μαζί με τους αναδόχους τους που τους συνόδευαν και
όσους πιστούς404 είχαν την επιθυμία να μαθητεύσουν «παρά τους
πόδας» του διδασκάλου. Το προφητικό χάρισμα του επισκόπου, το
οποίο αντλείται από το αντίστοιχο του Χριστού, του προσδίδει την
ιδιότητα του κατεξοχήν κατηχητού της Εκκλησίας. Η μυσταγωγία του
Λόγου είναι προετοιμαστική για το επικείμενο μυστήριο, την υποδοχή
των νεόφυτων μελών και την πνευματική κατάρτιση των ήδη
ενταγμένων στο μυστηριακό Σώμα αυτής.
402
Βλ. Ὁδοιπορικόν μστ΄ 1.
403
Πρβλ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Προκατήχησις, ιδ΄, ΒΕΠΕΣ 39, 45-46: «…Καὶ ὅταν ἐπορκισμὸς
γένηται, ἕως ὅτου οἱ ἄλλοι ἐπορκιζόμενοι παραγένωνται, ἄνδρες μετ’ ἀνδρῶν, καὶ γυναῖκες μετὰ
γυναικῶν…Εἰ γὰρ καὶ μία ἦν ἡ κιβωτός, καὶ κεκλεισμένη ἦν ἡ θύρα· ἀλλὰ ἐσχημάτιστο τὰ πράγματα.
Εἰ καὶ κέκλεισται ἡ Ἐκκλησία, καὶ πάντες ὑμεῖς ἔνδον· ἀλλὰ διεστάλθω τὰ πράγματα, ἄνδρες μετ’
ἄνδρων, καὶ γυναῖκες μετὰ γυναικῶν· ἵνα μὴ γένηται ἡ ὑπόθεσις τῆς σωτηρίας, πρόφασις ἀπωλείας·
κἄν ἡ ὑπόθεσις καλὴ, πλησίον ἀλλήλων καθέζεσθαι, ἀλλὰ μακρὰν ἔστω τὰ πάθη. Εἶτα οἱ ἄνδρες
καθεζόμενοι καὶ ἐχέτωσαν βιβλίον χρήσιμον· καὶ ὁ μέν τις ἀναγινωσκέτω, ὁ δέ τις ἀκουέτω… Γυναικὶ
γὰρ λαλεῖν ἐν ἐκκλησίᾳ οὐκ ἐπιτρέπω…».
404
Για να ακούσουν τις «Κατηχήσεις τῶν Φωτιζομένων» του ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ. (Πρβλ. ΒΕΠΕΣ
39, 45-46). ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Μυσταγωγικές Κατηχήσεις, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας,
[Ἐπὶ τὰς πηγὰς, 5], Ἀθῆναι 1982, σσ. 26-27: «Ο άγιος ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ συνέγραψε 24
περίφημες “Kατηχήσεις”, που εκφωνούσε την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής και την εβδομάδα του
Πάσχα, προς τους φωτιζομένους και τους νεοφώτιστους της Εκκλησίας…Το κύριο αυτό έργο
αποτελείται από α) την πρώτη εισαγωγική κατήχηση, την “Προκατήχηση”, β) τις 18 κύριες
“Κατηχήσεις” προς τους φωτιζομένους, δηλαδή προς τους κατηχουμένους εκείνους που
ετοιμάζονταν για το θείο βάπτισμα κατά το Πάσχα, που ήδη προσέγγιζε, και οι οποίες
περιλαμβάνουν τα βασικότερα στοιχεία της χριστιανικής πίστεως, και γ) τις 5 τελευταίες, τις
ονομαζόμενες “Μυσταγωγικές Κατηχήσεις”…». Πρβλ. ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατηχήσεις,
ἐκδ. Ἑτοιμασία, Ι. Μ. Τ. Προδρόμου, Καρέας 1991. Αρχιμ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΣΚΡΕΤΤΑ, Τὸ βάπτισμα κατὰ
τὶς βαπτισματικὲς καὶ μυσταγωγικὲς κατηχήσεις τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων. Ανάτυπο από την
Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης, Τμήμα Ποιμαντικής, Νέα Σειρά, τόμ. 1,
Θεσσαλονίκη 1990, σσ. 359- 382. Ι. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ, «Ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων
περὶ βαπτίσματος», Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ΞΕ΄ (1982) 115-128.
405
Πρβλ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Προκατήχησις, ιβ΄, ΒΕΠΕΣ 39, 45: «…Ὅτε τοίνυν ἡ κατήχησις
λέγηται, ἐάν σε κατηχούμενος ἐξετάσῃ, τὶ εἰρήκασιν οἱ διδάσκοντες, μηδὲν λέγε τῷ ἔξω…».
107
νόμον»406. Αρχίζοντας από το βιβλίο της Γενέσεως κατά τις
τεσσαράκοντα εκείνες ημέρες διέτρεχε όλες τις Γραφές εκθέτοντας
πρώτα κατά γράμμα, κάνοντας, δηλαδή, φιλολογική ερμηνεία, και
εξάγοντας έπειτα το πνευματικό νόημα. Με τον ίδιο τρόπο τους δίδασκε
για την ανάσταση και για όλη την πίστη 407. Αυτή η διδασκαλία
ονομάζεται «κατήχησις» 408.
406
Ὁδοιπορικόν μστ΄ 2.
407
Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, ἐκδ. Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ
Σωτήρ», τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 1961, σ. 261. L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 499.
408
Πρβλ. ΔΙΑΤΑΓΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, ΒΕΠΕΣ 2, 133-134: «…Ὁ μέλλων τοίνυν κατηχεῖσθαι τὸν
λόγον τῆς εὐσεβείας παιδευέσθω, πρὸ τοῦ βαπτίσματος, τὴν περὶ Θεοῦ τοῦ ἀγεννήτου γνῶσιν, τὴν
περὶ υἱοῦ μονογενοῦς ἐπίγνωσιν, τὴν περὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος πληροφορίαν· μανθανέτω
δημιουργίας διαφόρου τάξιν, προνοίας εἱρμόν, νομοθεσίας διαφόρου δικαιωτήρια· παιδευέσθω, διὰ
τί ὁ κόσμος γέγονεν καὶ δι’ ὃ κοσμοπολίτης ὁ ἄνθρωπος κατέστη…ἵνα ζήσῃ τῷ Θεῷ κατά τε νοῦν καὶ
λόγον καὶ πρᾶξιν…».
409
Πρβλ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατηχήσεις Φωτιζομένων, ΒΕΠΕΣ 39, 86-246: «Το Σύμβολο της
Πίστεως διδασκόταν στις Κατηχήσεις ΣΤ΄ έως ΙΗ΄».
410
7 π. μ.
411
9 π. μ.
412
Βλ. Ὁδοιπορικόν, μστ΄ 3-4.
108
Κατά την όγδοη εβδομάδα, δηλαδή την Πασχάλια ή Μεγάλη
Εβδομάδα, «ὁ ἐπίσκοπος ἔρχεται τὴν πρωΐαν εἰς τὴν μείζονα ἐκκλησίαν,
εἰς τὸ Μαρτύριον. Εἰς τὸ βάθος τῆς ἁψίδος, ὄπισθεν τοῦ θυσιαστηρίου,
τοποθετεῖται θρόνος δι’ αὐτὸν καὶ ἐκεῖ ἔρχονται ἀνά εἷς [οι άνδρες με
τον (πνευματικό) πατέρα τους και οι γυναίκες με την (πνευματική)
μητέρα τους] καὶ ἀποκρίνονται τὸ Σύμβολον 413 εἰς τὸν ἐπίσκοπον. Ἐν
συνεχείᾳ ὁ ἐπίσκοπος λέγει πρὸς αὐτοὺς: “Κατὰ τὰς ἑπτὰ ταύτας
ἑβδομάδας ἐδιδάχθητε πάντα τὸν νόμον, τὸν περιεχόμενον εἰς τὰς
Γραφάς, καὶ ἠκούσατε τὰ περὶ τῆς πίστεως. Ἠκούσατε καὶ περὶ τῆς
ἀναστάσεως τοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ περὶ πάσης τῆς διδασκαλίας τοῦ
συμβόλου, καθ’ ὅσον ἦτο δυνατὸν εἰς σᾶς, ὄντας εἰσέτι κατηχουμένους.
Ἀλλὰ τοὺς λόγους, οἵτινες ἀναφέρονται εἰς τὸ ὑψηλότερον μυστήριον
τοῦ βαπτίσματος, δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ ἀκούσητε, ἐπειδὴ εἶσθε ἀκόμη
κατηχούμενοι. Ὅταν ὅμως βαπτισθῆτε εἰς τὸ ὅνομα τοῦ Θεοῦ414, κατὰ
τὴν διάρκεια τῶν ὀκτὼ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα, θὰ ἀκούσητε τούτους 415, καὶ
τότε θὰ ἀντιληφθῆτε, ὅτι οὐχὶ ἄνευ λόγου ἐγένετο τοῦτο. Ἐφ’ ὅσον
εἶσθε κατηχούμενοι ἀκόμη, τὰ μυστικώτερα θεῖα μυστήρια δὲν εἶναι
δυνατὸν νὰ ἀποκαλυφθοῦν εἰς ὑμᾶς”» 416.
2. Το άγιο Βάπτισμα.
413
J. DANIÉLOU, Αγία Γραφή και Λειτουργία, ἐκδ. Κέντρου Βιβλικών Μελετών «Άρτος Ζωής», Αθήνα
1981, σ. 32: «…Οι κατηχήσεις τελείωναν την Κυριακή πριν από το Πάσχα με την παράδοση του
Συμβόλου…».
414 ο
J. DANIÉLOU, όπ. π., σσ. 25, 44: Είναι γνωστό, ότι τον 4 αιώνα το μυστήριο του βαπτίσματος
ετελείτο γενικά κατά την διάρκεια της νύκτας του Σαββάτου προς την Κυριακή του Πάσχα…Το σχήμα
των βαπτιστηρίων είναι συχνά οκταγωνικό…Ο αριθμός οκτώ είναι, για τον αρχαίο χριστιανισμό,
σύμβολο της αναστάσεως και προφητεία του κόσμου, που έρχεται. Πράγματι σ’ αυτή την ογδόη
ημέρα, που εγκαινίασε ο Χριστός, είναι που εισέρχεται ο χριστιανός με το βάπτισμά του…».
415
Η τάξη αυτή επιβεβαιώνεται και από τον άγιο ΚΥΡΙΛΛΟ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατήχησις Φωτιζομένων,
ΙΗ΄, λγ΄, ΒΕΠΕΣ 39, 245: «…Μετὰ δὲ τὴν ἁγίαν καὶ σωτήριον τοῦ Πάσχα ἡμέραν, ἀπὸ τῆς δευτέρας
τῶν Σαββάτων εὐθὺς, καθ’ ἑκάστην ἡμέραν ἐν ταῖς ἑξῆς τῆς ἑβδομάδος ἡμέραις μετὰ τὴν σύναξιν εἰς
τὸν ἅγιον τῆς ἀναστάσεως τόπον εἰσερχόμενοι, κατηχήσεων ἄλλων ἀκούσεσθε Θεοῦ θέλοντος…».
416
Ὁδοιπορικόν, μστ΄ 5-6. L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 500. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, όπ. π., σ. 268. Βλ. Ε.
ΘΕΟΔΩΡΟΥ, «Τὸ ὀδοιπορικὸν τῆς Αἰθερίας ἐξ ἐπόψεως Λειτουργικῆς (Α´)», στο Θεολογία, τόμ. 61
(1989), σσ. 122-123.
109
σημειώνει: «Αἱ δὲ πασχαλιναὶ παννυχίδες τελοῦνται καθ’ ὃν τρόπον
τελοῦνται καὶ παρ΄ ἡμῖν» 417.
417
Ὁδοιπορικόν λη΄ 1.
418
Βλ. Ὁδοιπορικόν λη΄ 1.
419
Πρβλ. Ε. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, «Τὸ ὀδοιπορικὸν τῆς Αἰθερίας ἐξ ἐπόψεως Λειτουργικῆς (Α´)», όπ. π., σ. 124.
420
Βλ. και υποσημ. 249.
110
πεπτωκότα άνθρωπο και η συναρίθμηση του νεοφύτου στη στρατεία
και το μυστηριακό σώμα του Χριστού. Η πανυχίδα ολοκληρωνόταν με
μία δεύτερη σύντομη Λειτουργία στο ναό της Αναστάσεως, η απόλυση
της οποίας γινόταν την ίδια ώρα όπως και στην Δύση 421.
421
Βλ. Ὁδοιπορικόν λη΄2. L. FENDT, Einführuhg in die Liturgiewissenschaft, Berlin 1958, σ. 73.
422
Πρβλ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Μυσταγωγικαὶ Κατηχήσεις, ΒΕΠΕΣ 39, 247-262. Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ
2
ΜΠΑΡΟΥΣΗ, Αἰθερίας: Ὁδοιπορικόν εἰς τὸ Σινᾶ καὶ τοὺς Ἁγίους Τόπους, εκδ. «Τήνος», Αθῆναι 2007,
σσ. 223- 224, υποσ. 3: «Αυτές οι πέντε Μυσταγωγικές Κατηχήσεις απευθύνονται κυρίως στους ήδη
βαπτισμένους, τους νεοφώτιστους της Εκκλησίας, και λέγονταν κατά την εβδομάδα του Πάσχα,
αμέσως μετά το βάπτισμα, με σκοπό την συμπλήρωση της χριστιανικής διδασκαλίας, που είχαν
λάβει στο προηγούμενο στάδιο. Αλλά και η μύηση των νέων πιστών στα βασικά μυστήρια της
Εκκλησίας, όπως του Βαπτίσματος, του Χρίσματος και της Θείας Ευχαριστίας, ήταν στους
πρωταρχικούς στόχους των Μυσταγωγικών Κατηχήσεων».
423
ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Μυσταγ. Κατηχήσεις 5, 1. PG 33, 1109:«Τῇ τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπίᾳ ἐν
ταῖς προλαβούσαις συνάξεσιν ἀρκούντως ἀκηκόατε περί τε βαπτίσματος καὶ χρίσματος καὶ
μεταλήψεως σώματος καὶ αἵματος Χριστοῦ». Σύμφωνα με τον Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, η παραπάνω φράση
υπενθυμίζει την πληροφορία που παρέχει η Αιθερία για την Ευχαριστία, η οποία τελούνταν στον
τόπο της Αναστάσεως μετά την αποχώρηση των κατηχουμένων. Βλ. και υποσ. 409.
424
L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 501.
425
Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, «Τὸ ὀδοιπορικὸν τῆς Αἰθερίας ἐξ ἐπόψεως Λειτουργικῆς (Α´)», όπ. π., σ.
124.
111
3. Η Θεία Λειτουργία και η Θεία Ευχαριστία.
426
Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κεφ. κζ΄. ΒΕΠΕΣ 52, 287.
427
Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σσ. 177-178, υποσ. 4.
428
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, λε΄ 3 και μγ΄ 5, 6. L. DUCHESNE, όπ. π., σσ. 496-497.
429
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, λζ΄ 5. L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 501.
112
λατρείας γινόταν σ’ αυτούς τους τόπους της Ιερής Ιστορίας 430. Τα
αναγνώσματα διαβάζονταν στα ελληνικά και μεταφράζονταν στη
συριακή γλώσσα. Με τον ίδιο τρόπο έλληνες και λατίνοι αδελφοί και
αδελφές τα μετέφραζαν στη λατινική γλώσσα προς χάριν εκείνων που
καταλάβαιναν μόνο αυτήν 431.
430
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, κστ΄, κθ΄, λα΄-λθ΄, μγ΄. L. FENDT, όπ. π., σ. 73.
431
L. DUCHESNE, όπ. π., σ. 501.
432
Βλ. ΕΥΑΓΓ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, «Τὸ ὀδοιπορικὸν τῆς Αἰθερίας ἐξ ἐπόψεως Λειτουργικῆς (Α´)», όπ. π., σσ.
120-121.
433
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, όπ. π., σ. 129.
434
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, κε΄, κζ΄και μγ΄. L. FENDT, όπ. π., σ. 73. L. DUCHESNE, όπ. π., σσ. 477-478.
435
Πρβλ. Ὁδοιπορικόν, κστ΄. L. FENDT, όπ. π., σ. 73.
436
Πρβλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ἀρχαὶ καὶ χαρακτὴρ τῆς χριστιανικῆς λατρείας, τόμ. Α΄, ἐκδ. Ἀδελφότητος
3
Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 1998, σσ. 196, 203, 208: Η Αιθερία, για να δηλώσει την τέλεση της
Θείας Λειτουργίας, χρησιμοποιεί την έκφραση «facere oblationem- ποιεῖν προσφοράν». Πρβλ. Δ.
ΜΩΡΑΙΤΟΥ, Ἱστορία τῆς Χριστιανικῆς Λατρείας, Αθήνα 1964, σ. 128: Ο όρος «oblatio»
χρησιμοποιόταν από τον Τερτυλλιανό και τον άγιο Κυπριανό (β΄ αιώνα). Ο όρος χρησιμοποιόταν και
113
ἐξήλθομεν ἐκ τοῦ ναοῦ, οἱ ἱερεῖς τῆς περιοχῆς ἒδωκαν εἰς ἡμᾶς ὡς
εὐλογίαν φροῦτα»437. Μετά την κατάβαση από την αγία κορυφή, η
Αιθερία, μαζί με τους προσκυνητές που την συνόδευαν, μετέβησαν στο
όρος Χωρήβ, στο οποίο κατέφυγε ο προφήτης Ηλίας, για να γλιτώσει
από τη μανία του βασιλέως Αχαάβ. Εκεί ετέλεσαν εκ νέου την θεία
Λειτουργία 438.
από τον Ιππόλυτο στην «Ἀποστολικὴ Παράδοση», για να δηλώσει την τελουμένη από τον επίσκοπο
και τους πρεσβυτέρους Θεία Λειτουργία.
Η Αιθερία χρησιμοποιεί τον όρο με αυτήν ακριβώς την έννοια, για να δηλώσει την τέλεση της θείας
Λειτουργίας: ο λαός έχει συγκεντρωθεί με επικεφαλής τους ιερείς, γίνεται ανάγνωση των Γραφών,
αναπέμπονται δεήσεις, ακολουθεί η προσφορά της αναιμάκτου θυσίας από τους ιερείς, και τέλος
κοινωνούν των αχράντων Μυστηρίων.
Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό ότι το κείμενο χρησιμοποιεί την φράση: «ἐτελέσθη ἡ θεία Λειτουργία,
κατά τὴν τάξιν», που αντιστοιχεί προς το χωρίο της προς Κορινθίους Α΄ επιστολής (170 μ. Χ.) του
αγίου ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ ΡΩΜΗΣ, PG 1, 288Α-289Α, ΒΕΠΕΣ 1, 29 XL: «Πάντα τάξει ποιεῖν ὀφείλομεν, ὅσα ὁ
δεσπότης ἐπιτελεῖν ἐκέλευσεν κατὰ καιροὺς τεταγμένους· τάς τε προσφορὰς καὶ λειτουργίας
ἐπιτελεῖσθαι, καὶ οὐκ εἰκῇ ἢ ἀτάκτως ἐκέλευσεν γίνεσθαι, ἀλλ’ ὡρισμένοις καιροῖς καὶ ὥραις. Ποῦ
καὶ διὰ τίνων ἐπιτελεῖσθαι θέλει, αὐτὸς ὥρισεν τῇ ὑπερτάτῳ αὐτοῦ βουλήσει, ἵν’ ὁσίως πάντα
γινόμενα ἐν εὐδοκήσει εὐπρόσδεκτα εἴη τῷ θελήματι αὐτοῦ. Οἱ οὖν τοῖς προστεταγμένοις καιροῖς
ποιοῦντες τὰς προσφορὰς αὐτῶν εὐπρόσδεκτοί τε καὶ μακάριοι· τοῖς γὰρ νομίμοις τοῦ δεσπότου
ἀκολουθοῦντες οὐ διαμαρτάνουσιν…».
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ἀρχαὶ καὶ χαρακτὴρ, όπ. π., σ. 134: Στην αρχαία Εκκλησία γινόταν λόγος περί του
«τελεῖν τὴν Εὐχαριστίαν», ή «μυστήρια τελεῖν», ή «ποιεῖν σύναξιν», ή «ἄγειν σύναξιν», ἠ
«προσφορὰν ποιεῖν», ή «ἀναφορὰν τελεῖν». Οι όροι που επικράτησαν στην Δύση «λέγειν τὴν
λειτουργίαν» ή «ἀκούειν τὴν λειτουργίαν» ή «παρίστασθαι εἰς τὴν ἀκολουθίαν», είναι
μεταγενέστεροι και παρεισέδυσαν στην Δύση κατά τον Μεσαίωνα, ενώ η Ανατολή ποτέ δεν δέχθηκε
αυτήν την μεταβολή. Κατ’ αυτήν ο λαός μεταπίπτει στη λατρεία σε κατάσταση παθητική, ενώ οι
αρχαίοι χρησιμοποιούσαν όρους με έννοια ενεργητική, αδιαφόρως περί του λειτουργού και του
λαού λέγοντες το «τελεῖν» και το «ποιεῖν». Το αναντικατάστατο έργο του λειτουργού, η ιδιάζουσα σε
αυτόν λειτουργία, ήταν το «ποιεῖν τὴν εὐχὴν» ή «τὴν προσφοράν», όπως και το αναντικατάστατο
έργο του διακόνου ή του λαού ήταν να κάνει κάτι άλλο, το οποίο δεν έκανε ο λειτουργός.
437
Ὁδοιπορικόν, γ΄ 6.
438
Βλ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΠΑΡΟΥΣΗ, όπ. π., σ. 73, υποσ. 3: Οι προσκυνητές, ως εμπερίστατοι,
παρίστανται κατά την ιδίαν ημέραν στην τέλεση και άλλης θείας Λειτουργίας, μετά από εκείνη που
τελέστηκε το πρωί στην αγία Κορυφή· όμως δεν κοινώνησαν για δεύτερη φορά.
114
Κατά την έναρξη της Θείας Λειτουργίας, η είσοδος του
επισκόπου, μαζί με τους πρεσβυτέρους και τους διακόνους στο βήμα,
πραγματοποιόταν με πομπή. Κατά τον δ΄ αιώνα, όμως, όπως παρατηρεί
ο Dix, δεν έχουμε καμία ένδειξη ότι στην Ανατολή η είσοδος των
κληρικών στο ιερό βήμα, η οποία ταυτίζεται με την μετέπειτα γνωστή
«Μικρή Είσοδο», συνοδευόταν και από ύμνο ή κάποιον εισοδικό
ψαλμό. Η Αιθερία αναφέρει υμνωδία, η οποία ψαλλόταν κατά την
διάρκεια της μετάβασης του επισκόπου από το ναό του Μαρτυρίου
στην Ανάσταση, ώστε καθώς εισερχόταν σ’ αυτή να συνεχίσει την
Ευχαριστία, αλλά αυτή γινόταν μετά το κήρυγμα και την αποχώρηση
των Κατηχουμένων 439. Επίσης, κατά την άποψη του Dix 440, οι ύμνοι που
ψάλλονταν στα Ιεροσόλυμα κατά την λιτανεία του επισκόπου μεταξύ
των δύο ναών, είναι πιθανό να συνεχίζονταν και όταν ο επίσκοπος
μετέβαινε στη βασιλική της Αναστάσεως διασχίζοντας τον λαό 441.
439
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, όπ. π., σ. 125.
440
Πρβλ. DIX, The Shape of Liturgy, 1947, σ. 449.
441
Βλ. Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ἀρχαὶ καὶ χαρακτὴρ τῆς χριστιανικῆς λατρείας, όπ. π., σ. 37.
442
Π. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Λειτουργικοὶ Τύποι Αἰγύπτου καὶ Ἀνατολῆς, όπ. π., σ. 153.
115
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
116
την ενάτη ή τον εσπερινό. Όλα αυτά ήταν ειδικώς επιλεγμένα, με
κάποια λογική, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στο θέμα της ακολουθίας.
Παράλληλα, γινόταν μνημόνευση ονομάτων με την ανάγνωση των
διπτύχων, η ευλογία των κατηχουμένων και των πιστών από τον
επίσκοπο και ακολουθούσε ο ασπασμός της χειρός του. Χαρακτηριστική
ήταν η συμμετοχή παιδιών με το «Κύριε, ἐλέησον» στην καθ’ ημέραν
λατρεία.
118
11. Οι ακολουθίες την Μεγάλη Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη
διεξάγονταν κατά την συνηθισμένη τάξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής,
με μικρές διαφορές. Την Μεγάλη Πέμπτη γινόταν σύναξη στο
Μαρτύριο, για να τελεστεί η προσφορά. Η Εκκλησία της Ιερουσαλήμ
τελούσε, εκείνη την ημέρα, την ανάμνηση του Δείπνου του Κυρίου στον
Γολγοθά, για να φανεί η ενότητα της ευχαριστιακής θυσίας και της
θυσίας του Σταυρού. Την Μεγάλη Παρασκευή πραγματοποιόταν η
προσκύνηση του τίμιου Σταυρού από τον πιστό λαό του Θεού. Κατά το
Μεγάλο Σάββατο τελούνταν οι συνήθεις ακολουθίες και
προετοιμαζόταν για την αγρυπνία του Πάσχα στο Μαρτύριο, στην οποία
συμμετείχαν και οι βαπτιζόμενοι.
119
16. Το διάστημα της Τεσσαρακοστής, γινόταν από τους κληρικούς
οι εξορκισμοί, ενώ οι κατηχήσεις γινόταν από τον ίδιο τον επίσκοπο στο
Μαρτύριο. Η παράδοση του Συμβόλου της πίστεως γινόταν μετά την
πέμπτη εβδομάδα και η ερμηνεία του πραγματοποιόταν αρχικά
φιλολογικά και έπειτα πνευματικά. Η καθημερινή κατήχηση είχε
διάρκεια τριών ωρών. Η τελεσιουργία του βαπτίσματος γινόταν κατά τις
πασχαλινές παννυχίδες. Οι νεοφώτιστοι με λευκά ενδύματα,
οδηγούνταν από τον επίσκοπο στην Ανάσταση, όπου τους εσφράγιζε με
το μυστήριο του χρίσματος και στη συνέχεια στο Μαρτύριο για την
πρώτη συμμετοχή τους στη Θεία Ευχαριστία. Κατά την Διακαινίσημο
εβδομάδα εκφωνούνταν οι Μυσταγωγικές Κατηχήσεις από τον
επίσκοπο στους νεοφωτίστους και στους πιστούς.
121
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α΄ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΠΗΓΕΣ
• ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Εἰς τὸν βίον τῆς Ὁσίας Μακρίνης, ΒΕΠΕΣ 69,
101-123, ΕΠΕ 9, 334-390.
122
o Εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον, ΒΕΠΕΣ 23,
257-298.
123
o Μυσταγ.Κατήχησις A΄, ΒΕΠΕΣ 39, 247-
250.
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
125
• ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (Αρχιεπισκ. Αθηνών) Ἱστορία
τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων, Ἀθῆναι 2010.
126
o Μικρὸν Εὐχολόγιον (Ἀκολουθίαι καὶ τάξεις
ἁγιασμοῦ ὑδάτων, ἐγκαινίων, ὄρθρου, καὶ
ἑσπερινοῦ), τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 1955.
Β΄ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ
ΠΗΓΕΣ
127
• FRANCESCHINI E., Aetheriae Peregrinatio ad loca sancta, Padova
1940, (= Testi e documenti di storia e di letteratura latina medioevale,
fasc. 2).
128
• VRETSKA K., Die Pilgerreise der Aetheria (Peregrinatio Aetheriae),
Klosterneuburg 1958.
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
130
• HELLEMO G., Adventus Domini. Eschatological thought in 4th-
century apses and catechese, Trans. by Elinor Ruth Waler, Leiden/ New
York 1989.
• HUNT E., Holy Land Pilgrimage in the later Roman Empire AD 312-
460, Charendon Press, Oxford 1984.
• SMITH JULIE ANN, «“What now lies before their eyes” The
foundations of early pilgrim visuality in the holy land», στο JGRChJ
(=Journal of Greco- Roman Cristianity and Judaism) 4 (2007), σσ. 135-
157.
131
• VACCARI A., «Itinerarium Egeriae», στο Biblica 24, Ρώμη 1943.
• WILKINSON J., Egeria’s Travels to the Holy Land, εκδ. Society for
promoting Cristian Knowledge, 1971.
Γ΄ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΙ ΤΟΠΟΙ
• http://www.postaugustum.gr/index.php/news/14-hiere-
apodemia-sten-ystere-arhaioteta-lila-sofiadou-proskinimatiko-
odoiporiko-odiporiko-e-egeria-se-hierous-topous.
132