Η Θρησκεία της Καππαδοκίας (Η αγιοτόκος Καππαδοκία: Ιερά σκηνώματα-Άγιοι των νεοτέρων χρόνων)

You might also like

Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 22

ΙΩΣΗΦΙΔΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ


ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΣΤΙΣ ΚΡΗΝΙΔΕΣ ΚΑΒΑΛΑΣ: ΟΙ ΚΑΠΠΑΔΟΚΕΣ

Η Θρησκεία της Καππαδοκίας (Η αγιοτόκος Καππαδοκία: Ιερά σκηνώματα-Άγιοι


των νεοτέρων χρόνων)

ΚΡΗΝΙΔΕΣ 2012-2013

1
ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ
ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΣΤΙΣ ΚΡΗΝΙΔΕΣ ΚΑΒΑΛΑΣ: ΟΙ ΚΑΠΠΑΔΟΚΕΣ

Η Θρησκεία της Καππαδοκίας (Η αγιοτόκος Καππαδοκία: Ιερά σκηνώματα-Άγιοι


των νεοτέρων χρόνων)

2
Μέλη Γ΄ ομάδας:

 Βαλωτής Αντώνης

 Θεοδωρίδης Ηλίας

 Ιωσηφίδης Αναστάσιος

 Λιάκος Κώστας

 Σεπετσίδης Χρήστος

Εποπτεία

Γκούμα Όλγα

3
Περιεχόμενα

Πρόλογος………………………………………………………………......................5
Εισαγωγή……………………………………………………………………………..6
Κεφάλαιο Α΄
Ιερά σκηνώματα

1.Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος……………………………………………………….7


2.Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος………………………………………………………….….9
Κεφάλαιο Β΄.
Άγιοι των νεοτέρων χρόνων

1.Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης……………………………………..……………...11


2.Γέρων Παΐσιος……………………………………………………………………...15
Επίλογος……………………………………………………………………………...20
Βιβλιογραφία…………………………........................................................................21

Πρόλογος

4
Στα πλαίσια του μαθήματος Ερευνητικές Εργασίες (Project) της Β΄ Λυκείου, οι
μαθητές Βαλωτής Αντώνιος, Σεπετσίδης Χρήστος, Ιωσηφίδης Αναστάσιος, Λιάκος
Κωνσταντίνος και Θεοδωρίδης Ηλίας , υπό την εποπτεία του καθηγητή Καρατζό-γλου
Αλεξάνδρου και της καθηγήτριας Γκούμα ΄Ολγας διερεύνησαν το Θρησκευτικό
φαινόμενο στη γη της Καππαδοκίας.
Πιο συγκεκριμένα στα μέλη της ομάδας κατανεμήθηκαν επιμέρους υποθέματα που
αφορούσαν στις προχριστανικές λατρείες της περιοχής με ιδιαίτερη αναφορά στην
πυρολατρεία και στο Ελληνικό δωδεκάθεο, στην αγιοτόκο Καππαδοκία, καθώς και
στις μοναδικές υπόσκαφες εκκλησίες που εντοπίζονται στον ευλογημένο εκείνο τόπο.
Το δικό μου επιμέρους αντικείμενο διαπραγμάτευσης ήταν τα ιερά σκηνώματα
καθώς και οι άγιοι των νεότερων χρόνων. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για την
διερεύνηση του ήταν η άντληση πληροφοριών από το διαδίκτυο, από τη σχετική με το
θέμα βιβλιογραφία, καθώς και από τις εισηγήσεις των εποπτευόντων καθηγητών.

Εισαγωγή

5
Η συμβολή των Καππαδοκών στη διάδοση και εξάπλωση του ευαγγελικού μηνύματος
είναι πολύ μεγάλη. Στην ιερή γη τους, τη γεμάτη υπόγειους και ανώγειους οίκους του
Θεού, γαλουχήθηκαν πολλοί Άγιοι της χριστιανικής πίστης, που διέδωσαν και
στέριωσαν το λόγο του Χριστού από τα πρώτα ήδη αποστολικά χρόνια. Τότε,
υπήρχαν ήδη χριστιανικές κοινότητες στην Καισάρεια και στα Τύανα. Φαίνεται πως
οι εξελληνισμένοι Ιουδαίοι υπήρξαν οι κύριοι φορείς της διάδοσης του χριστιανισμού
στην Καππαδοκία.
Η διάδοση του χριστιανισμού στην περιοχή έγινε σχετικά εύκολα, λόγω της
θρησκευτικής πολυμορφίας που υπήρχε στον τόπο, της ελληνικής γλώσσας και του
γεγονότος ότι οι ταλαιπωρημένοι άνθρωποι της φτωχής αυτής χώρας βρήκαν στη
χριστιανική πίστη διέξοδο, καταφυγή και ελπίδα. Αν και οι Καππαδόκες των
προχριστιανικών χρόνων είχαν δυσφημιστεί ως πονηροί και δεισιδαίμονες, μετά τον
εκχριστιανισμό τους, έγιναν οι πιο ευσεβείς άνθρωποι της Ανατολής.
Οι Καππαδόκες δέχτηκαν πολύ νωρίς το ευαγγελικό μήνυμα και πολλοί πίστεψαν στο
Χριστό από τα πρώτα αποστολικά χρόνια. Γι’ αυτό και πολλοί εκ των μεγάλων
πατέρων της εκκλησίας και των επιφανών συγγραφέων της , κατάγονταν από την
Καππαδοκία. Η ελληνική γλώσσα θα πρέπει να ήταν η κύρια γλώσσα στην περιοχή,
γιατί στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες η μεγάλη πλειοψηφία των χριστιανών δεν
ανήκε στην άρχουσα τάξη, αλλά στους απλούς καθημερινούς ανθρώπους του μόχθου.
Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι ο ιεραποστολικός χριστιανισμός χρησιμοποιούσε για τη
διάδοσή του τις τοπικές γλώσσες και τις διαλέκτους των περιοχών όπου διδάσκονταν
η αλήθεια του Θεανθρώπου, αυτό είναι ένα ακόμη αποδεικτικό στοιχείο ότι η
ελληνική ήταν εκείνο τον καιρό η κρατούσα γλώσσα της περιοχής. Επιπλέον, όταν οι
Απόστολοι του Χριστού αναφέρονται στους κατοίκους της Μικράς Ασίας, μιλούν
μόνο για Έλληνες και Ιουδαίους, θεωρώντας Έλληνες όλους τους λαούς της περιοχής,
όχι μόνο για την επικρατούσα ελληνική θρησκεία , αλλά πιθανότατα και λόγω της
ελληνικής γλώσσας που μιλούσαν.
Στην παρούσα εργασία γίνεται αναφορά στα ιερά σκηνώματα του αγίου Γρηγορίου
του Θεολόγου και του αγίου Ιωάννη του Ρώσου που από τα ευλογημένα χώματα της
Καππαδοκίας ήρθαν στην Ελλάδα, καθώς και στους Καππαδόκες αγίους των
νεοτέρων χρόνων τον άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη και τον γέροντα Παίσιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

6
Ιερά σκηνώματα

1.Γρηγόριος ο Θεολόγος

Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (επίσης γνωστός και


ως Γρηγόριος ο Θεολόγος και ως Γρηγόριος της
Ναζιανζού)ήταν Αρχιεπίσκοπος της Κωνσταντινουπ
όλεως τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Θεωρείται ευρέως ως ο πιο ταλαντούχος ρήτορας
μεταξύ των Πατέρων της Εκκλησίας. Ως κλασσικά
εκπαιδευμένος ομιλητής και φιλόσοφος του
Ελληνισμού, κατάφερε να συνδυάσει τον
Ελληνισμό με την πρώτη εκκλησία της Βυζαντινής
Αυτοκρατορίας.
Ο Γρηγόριος είχε σημαντικό αντίκτυπο στη
διαμόρφωση της Τριαδικής θεολογίας τόσο μεταξύ
των ελληνόφωνων και λατινόφωνων θεολόγων και
έγινε γνωστός ως «Τριαδικός Θεολόγος». Τα
περισσότερα από τα έργα του επηρεάζουν τους
σύγχρονους θεολόγους, ειδικά όσον αφορά στα τρία
Πρόσωπα της Αγίας Τριάδας. Ήταν φίλος με δύο
αδέρφια, τον Βασίλειο και τον Ιωάννη.
Ο Γρηγόριος είναι άγιος και της Ανατολικής και της
Δυτικής Χριστιανικής Εκκλησίας. Στη Ρωμαϊκή
Καθολική Εκκλησία θεωρείται ως ένας από
τους Δασκάλους της Εκκλησίας - στην Ανατολική
Ορθόδοξη και στη Δυτική Καθολική Εκκλησία
είναι γνωστός ως ένας από τους Τρεις Ιεράρχες,
μαζί με τον Βασίλειο τον Μέγα και τον Ιωάννη τον
Χρυσόστομο.

Ιερά λείψανα

Μετά τον θάνατο του, ο Γρηγόριος τάφηκε στη


Ναζιανζό. Τα λείψανα του μεταφέρθηκαν, το 950,
στην Εκκλησία των Άγιων Αποστόλων στην
Κωνσταντινούπολη. Ένα μέρος των λειψάνων ελήφθησαν από την
Κωνσταντινούπολη από τους Σταυροφόρους κατά τη διάρκεια της Δ' Σταυροφορίας,
το 1204, και μεταφέρθηκαν στη Ρώμη. Στις 27 Νοεμβρίου 2004, τα λείψανα του
Γρηγορίου και του Ιωάννη Χρυσόστομου επιστράφηκαν στην
Κωνσταντινούπολη. Γύρω στα 12 χλμ έξω από την πόλη τής Καβάλας, βρίσκεται ένα
πανέμορφο παραθαλάσσιο χωριό η Νέα Καρβάλη, και είναι δημιούργημα εδώ και
ογδόντα έξι χρόνων ξεριζωμένων ανθρώπων από τα βάθη τής Μικράς Ασίας. Στην
μέση τού χωριού βρίσκεται η εκκλησία τού Αγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου.
Επέλεξαν δε να κτίσουν την νέα τους εκκλησία στο κέντρο τού χωριού για να δίνουν
ισομερώς την ίδια προστασία στα Ιερά λείψανα των Αγίων. Ο Άγιος Γρηγόριος ο
Θεολόγος ή Ναζιανζηνός γεννήθηκε στα βάθη τής Μικράς Ασίας , στην κωμόπολη
Ναζιανζό ή Ανζιανζό τής Καππαδοκίας, το 329 μ.Χ. , από τον πατέρα του Γρηγόριο

7
πού ήταν επίσκοπος στην Ναζιανζό , και την υπέροχη μητέρα του Νόννα η οποία τού
έδωσε τα μέγιστα για την θρησκευτική και πνευματική του οντότητα . Έκανε
θρησκευτικές και φιλοσοφικές σπουδές επί σειρά ετών στην Καισάρεια , στην
Αλεξάνδρεια τής Αιγύπτου , και στην Αθήνα . Από αυτές τις πόλεις τρεις μεγάλες
φιλίες αναπτύχθηκαν , με τον Άγιο Αντώνιο , τον Άγιο Αθανάσιο, και στην Αθήνα με
τον Βασίλειο τον Μέγα , όπου διατήρησε στενούς φιλικούς δεσμούς στο υπόλοιπο
τού βίου τους . Λάτρεις και οι δυο τής ήρεμης ζωής ζούσαν ασκητικά στον Πόντο . Ο
Άγιος Γρηγόριος διατέλεσε το Ιερατικό αξίωμα τού Πατριάρχη Κων/πόλεως , και
συντέλεσε τα μέγιστα για την εξόντωση των αιρετικών τής εποχής . Άφησε στην
Χριστιανοσύνη πολλά πνευματικά έργα , επιστολές , συγγράμματα , και ποιήματα.
Έφυγε από τον βίον τούτον το 390 ΜΧ . Η Αγία μνήμη του τιμάται στις 25
Ιανουαρίου και στις 30 Ιανουαρίου των τριών Ιεραρχών .

2. Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος

8
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος γεννήθηκε το 1690 στη Ρωσία. Οι γονείς του, πιστοί
χριστιανοί οι ίδιοι, βάπτισαν τον γιο τους χριστιανό και τον μεγάλωσαν σύμφωνα με
τις επιταγές του Χριστιανισμού. Ο Άγιος από μικρός έγινε θερμός χριστιανός και
διήγαγε τον βίο του εν Χριστώ.
Όταν έφτασε στην κατάλληλη ηλικία, ο Άγιος Ιωάννης κατετάγη στο Ρωσικό στρατό.
Την εποχή εκείνη μαινόταν ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Ο Άγιος πολέμησε σε αυτόν
τον πόλεμο, έως ότου αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και δόθηκε σαν σκλάβος
σε ένα Τούρκο αξιωματικό που καταγόταν από το χωριό Προκόπι της Μικράς Ασίας.
Ο Τούρκος αξιωματικός μετέφερε τον Άγιο στο Προκόπι και εκεί προσπάθησε, όπως
συνηθιζόταν τότε, να τον πείσει να αλλαξοπιστήσει. Ο Άγιος αντιστάθηκε σθεναρά σε
όλες τις προσπάθειες του Τούρκου και τέλος ο Τούρκος άφησε ήσυχο τον Άγιο να
διατηρήσει την πίστη του.
Οι συνθήκες διαβίωσης του Αγίου ήταν πολύ σκληρές. Κοιμόταν στο στάβλο του
αφεντικού του, μαζί με τα ζώα των οποίων τη φροντίδα του είχε αναθέσει. Έτρωγε
ελάχιστα, τα ρούχα του ήταν φτωχικά και ήταν αναγκασμένος να περπατά χωρίς
υποδήματα. Σε αυτόν τον στάβλο, ο Άγιος προσευχόταν, ενώ τα βράδια συχνά
επισκεπτόταν μια εκκλησία που ήταν εκεί κοντά, αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο.
Το αφεντικό του πλούτισε και έγινε από τους ισχυρότερους άντρες της περιοχής.
Όταν κάποια στιγμή ο Τούρκος αξιωματικός επισκέφτηκε τη Μέκκα για προσκύνημα,
ο Άγιος Ιωάννης με θαυμαστό τρόπο έστειλε από το Προκόπι στην Μέκκα ένα πιάτο
με ρύζι για το αφεντικό του. Στην αρχή δεν τον πίστεψαν, αλλά όταν ο Τούρκος
γύρισε από την Μέκκα φέρνοντας το πιάτο μαζί του πείστηκαν και το θαύμα αυτό
έγινε σε όλους όσους κατοικούσαν στην περιοχή γνωστό.
Ο Τούρκος θέλοντας να τιμήσει τον Άγιο προσφέρθηκε να του καλυτερέψει τις
συνθήκες διαβίωσης. Ο Άγιος όμως αρνήθηκε και συνέχισε να φροντίζει τα ζώα του
αφεντικού του και να μένει στον στάβλο. Δουλεύοντας την ημέρα και προσευχόμενος
την νύχτα έζησε ο Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος τον υπόλοιπο του βίου του έως τις 27
Μαΐου του 1730, όπου αναπαύτηκε σε ηλικία 40 ετών.

9
Το σώμα του παραδόθηκε από το αφεντικό του στους χριστιανούς του Προκοπίου,
ώστε να το θάψουν σύμφωνα με τους κανόνες του Χριστιανισμού. Το σώμα του
Αγίου ενταφιάστηκε στο χριστιανικό νεκροταφείο και εκεί παρέμεινε για τρεισήμισι
χρόνια. Μετά το πέρας αυτών των ετών ο Άγιος εμφανίστηκε στον ύπνο ενός
γέροντα ιερέα ζητώντας του να γίνει ανακομιδή του ιερού λειψάνου του.
Οι Χριστιανοί έκαναν την ανακομιδή του λειψάνου του Αγίου και το τοποθέτησαν σε
μια λάρνακα κάτω από την Αγία Τράπεζα του Ναού του Αγίου Γεωργίου, στον οποίο
προσευχόταν ο Άγιος εν όσο ήταν στη ζωή.
Όταν το 1834 κτίστηκε στο Προκόπι ένας μεγάλος Ναός του Μεγάλου Βασιλείου,
μεταφέρθηκε εκεί το λείψανό του. Τρεις φορές όμως επέστρεφε το βράδυ το Ιερό
Λείψανο του Αγίου στον παλαιό ναό, ενώ οι πιστοί το μετέφεραν την ημέρα στον νέο
Ναό. Μετά από πολλές αγρυπνίες μεταφέρθηκε μόνιμα πλέον το λείψανό του στον
νέο Ναό.
Σε αυτόν τον ναό έμεινε ο Άγιος μέχρι το 1924. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών
Ελλάδας και Τουρκίας που έγινε τότε, μεταφέρθηκε και το Ιερό Λείψανο του Αγίου
Ιωάννη του Ρώσου στο Νέο Προκόπι Εύβοιας, όπου εγκαταστάθηκαν οι Έλληνες που
ζούσαν στο Προκόπι της Μικράς Ασίας. Η μεταφορά στο Νέο Προκόπι Ευβοίας έγινε
χάρη στις προσπάθειες του Παναγιώτη Παπαδόπουλου. Ο αείμνηστος Παναγιώτης
Παπαδόπουλος ναύλωσε με δική του δαπάνη το πλοίο «Βασίλειος Δεστούνης», με το
οποίο εκτός από το σκήνωμα του Αγίου μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα και 800
πατριώτες.
Το 1930 άρχισε να χτίζεται ναός προς τιμή του Αγίου, ο οποίος ολοκληρώθηκε μετά
από πολλούς κόπους των πιστών το 1951. Τότε μεταφέρθηκε ο Άγιος στο νέο Ναό και
εκεί βρίσκεται μέχρι τις μέρες μας. Πιστοί επισκέπτονται τον ναό αυτό και
προσκυνούν τον Άγιο από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Την μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Ρώσου εορτάζουμε στις 27 Μαΐου.

10
Κεφάλαιο Β΄

Άγιοι των νεοτέρων χρόνων

1.Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης

Ο όσιος Αρσένιος ο Καππαδόκης γεννήθηκε γύρω στα


1840 στα Φάρασα ή Βαρασιό, στο Κεφαλοχώρι των έξι
Χριστιανικών χωριών της περιφερείας Φαράσων της
Καππαδοκίας.

Οι γονείς του ήταν πλούσιοι σε αρετές και μέτριοι σε


αγαθά. Είχαν αποκτήσει δύο αγόρια, τον Βλάσιο και τον
Θεόδωρο (τον Άγιο Αρσένιο). Από μικρή ηλικία έμειναν
ορφανά και τα προστάτεψε η θεία τους, αδελφή της
μητέρας τους.

Ένα θαυμαστό γεγονός που συνέβηκε στα παιδιά και την


θαυματουργική διάσωση του μικρού τότε Θεόδωρου από
τον Άγιο Γεώργιο που τον έσωσε από βέβαιο πνιγμό, είχε
ως αποτέλεσμα, για τον μεν Βλάσιο να δοθεί με τον δικό του τρόπο στον Θεό, να τον
δοξολογεί ως δάσκαλος της Βυζαντινής Μουσικής και κατέληξε αργότερα στην
Κωνσταντινούπολη, για τον Θεόδωρο δε να θέλει να γίνει καλόγερος. Στη συνέχεια
μεγαλώνοντας, στάλθηκε στη Νίγδη και μετά στη Σμύρνη όπου τέλειωσε τις σπουδές
του.

Στα είκοσι έξι του περίπου χρόνια πήγε στην Ιερά Μονή Φλαβιανών του Τιμίου
Προδρόμου όπου αργότερα εκάρη Μοναχός και πήρε το όνομα Αρσένιος. Δυστυχώς
όμως δε χάρηκε πολύ την ησυχία του, διότι εκείνη την εποχή είχαν ανάγκη μεγάλη
από δασκάλους και ο Μητροπολίτης Παϊσιος ο Β΄, τον χειροτόνησε Διάκο και τον
έστειλε στα Φάρασα για να μάθει γράμματα στα εγκαταλειμμένα παιδιά. Αυτό

11
φυσικά γινόταν στα κρυφά, με χίλιες δυο προφυλάξεις, για να μη μάθουν τίποτε οι
Τούρκοι. Στο τριακοστό έτος της ηλικίας του χειροτονήθηκε στην Καισαρεία
πρεσβύτερος με τον τίτλο του Αρχιμανδρίτη και την ευλογία ως Πνευματικός. Άρχισε
πια η πνευματική του δράση να γίνεται μεγαλύτερη και να απλώνεται.

Σκεύος της Θείας Χάριτος.

Με την άφθονη Θεία Χάρη που τον προίκισε ο Θεός θεράπευε τις ψυχές και τα
σώματα των πονεμένων ανθρώπων.

Είχε πολλή αγάπη στον Θεό και προς την εικόνα Του, τον άνθρωπο και όχι στον
εαυτό του, διότι , όταν έβλεπε πολύ πόνο και καταπίεση Τουρκική, η αγάπη τον
έβγαζε έξω από τον εαυτό του και έξω από το χωριό του και αγκάλιαζε και τα γύρω
χωριά. Θεράπευε αδιάκριτα τον ανθρώπινο πόνο όπου τον συναντούσε σε
Χριστιανούς ή Τούρκους. Για τον Άγιο δεν είχε καμιά σημασία, διότι έβλεπε στο
πρόσωπό τους, την με πολλή αγάπη πλασθείσα εικόνα του Θεού.

Αναρίθμητα είναι τα θαύματα που επετέλεσε ο Άγιος με τη Χάρη του Θεού. Στείρες
γυναίκες τεκνοποιούσαν, αφού τις διάβαζε ευχή ή έδιδε “φυλακτό” που ήταν ένα
κομμάτι χαρτί γραμμένο με κάποιες ευχές που τις έγραψε ο ίδιος. Διάβαζε το Άγιο
Ευαγγέλιο σε σοβαρές περιπτώσεις, όπως στους τυφλούς, βουβούς, χωλούς
παραλυτικούς, δαιμονισμένους και γινόντουσαν καλά, μόλις τελείωνε την ανάγνωση.

Πολλοί Χριστιανοί και Τούρκοι είχαν θεραπευθεί, αφού πήραν χώμα από το κατώφλι
του κελιού του και αναμιγνύοντάς το με λίγο νερό το έπιναν, πιστεύοντας ότι θα
θεραπευθούν και η πίστη τους που είχαν στον Άγιο, έκανε το θαύμα. Χρήματα φυσικά
δε δεχόταν ποτέ ούτε κι έπιανε στα χέρια του.

Συνήθιζε να λέγει “η πίστη μας δεν πουλιέται”. Βίωνε ολοκληρωτικά και “έπασχε τα
Θεία”. Ζούσε με αυταπάρνηση, διότι αγαπούσε πολύ πρώτα τον Θεό και μετά την
εικόνα Του, τον πλησίον. Αιματηρούς αγώνες και προσπάθειες κατέβαλε για να
διατηρήσει τους συγχωριανούς και τους συμπατριώτες του στην πίστη, για να μην

12
κλονιστούν και αλλαξοπιστήσουν στις χαλεπές εκείνες ημέρες και εποχές, από τις
πολλές και διάφορες πιέσεις που δεχόντουσαν από τους Τούρκους, αλλά και από
διάφορους προβατόσχημους λύκους, τους προτεστάντες, που προσπαθούσαν να
ποιμάνουν την ποίμνη του Χριστού.

Το κελί του, μικρό, απέριττο, ευρισκόταν μέσα στον κόσμο. Ζούσε μέσα στον κόσμο,
αλλά συγχρόνως κατόρθωνε να ζει και εκτός του κόσμου. Σε αυτό, καθώς και για τα
θεία του κατορθώματα, πολύ τον βοηθούσαν οι δύο ημέρες (η Τετάρτη και η
Παρασκευή) που έμενε έγκλειστος στο κελί του, προσευχόμενος. Οι οποίες
καρποφορούσαν περισσότερο πνευματικά τότε, διότι αγίαζαν και την εργασία των
άλλων ημερών. Ώρες έμενε γονατιστός προσευχόμενος στον Θεό για τον λαό Του,
που τον είχε εμπιστευθεί στα ασκητικά χέρια του δούλου Του Αρσενίου.

Η μεγάλη ευαισθησία του Αγίου Πατρός δεν άντεχε να κάνει κανένα κακό στην
πλάση. Ιδιαίτερα στα ζώα. Ποτέ του δεν κάθισε σε ζώο να το κουράσει, για να
ξεκουράσει τον εαυτό του. Προτιμούσε πάντοτε να βαδίζει πεζός και όπως συνήθιζε
ξυπόλυτος. Είχε πάντοτε μπροστά του τον Χριστό που ποτέ Του δεν κάθισε σε ζώο –
μόνο μια φορά – και όπως χαρακτηριστικά έλεγε: “Εγώ που είμαι χειρότερος και από
το γαϊδουράκι, πως να καθίσω σ’ αυτό;”

Για να κρύψει τις αρετές του από τα μάτια των ανθρώπων και να αποφύγει έτσι τους
επαίνους, κατάφευγε σ’ ορισμένες “ιδιοτροπίες”. Παρουσιαζόταν σαν σκληρός
θυμώδης, οξύθυμος, απόπαιρνε τις διάφορες γυναίκες, που από αγάπη γι’ αυτόν και
ευγνωμοσύνη προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν, με διάφορους τρόπους, να του
μαγειρεύουν και να του στέλνουν φαγητό. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε στον πιστό
του φίλο και ψάλτη Πρόδρομο τα εξής: “Εάν ήθελα να με υπηρετούν γυναίκες, θα
γινόμουν έγγαμος ιερεύς και θα με υπηρετούσε παπαδιά. Τον καλόγηρο που τον
υπηρετούνε γυναίκες, δεν είναι καλόγηρος”. Όταν ύψωνε τα χέρια του για να
παρακαλέσει για κάτι τον Θεό, άρχιζε να τον παρακαλεί προσευχόμενος και
φωνάζοντας, “Θεέ μου! λες και ξεκοβόταν η καρδιά του εκείνη την ώρα, και θαρρείς
πως έπιανε τον Χριστό από τα πόδια και δεν του έκανε το αίτημά του. Εμείς όπως

13
έλεγαν οι Φαρασιώτες “στην Πατρίδα μας τι θα πει γιατρός, δεν ξέραμε στον
Χατζεφεντή τρέχαμε. Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλά αν τα πούμε στους
εντόπιους, τους φαίνονται παράξενα”. Εκτός από τα άλλα του χαρίσματα είχε και το
προορατικό χάρισμα.

Είχε πληροφορηθεί από τον Θεό, πως θα έφευγαν για την Ελλάδα και έγινε στις 14
Αυγούστου του 1924 με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Γνώριζε από προηγουμένως
και τον θάνατό του και ότι αυτός θα συνέβαινε σ’ ένα νησί. Η αγία του μορφή
συνέχεια σκορπούσε Χάρη και παρηγοριά. Το πρόσωπό του έλαμπε από την ασκητική
γυαλάδα, που έμοιαζε σαν το χρώμα του φτιασμένου κυδωνιού. Είχε πια εξαϋλωθεί
από τους υπερφυσικούς πνευματικούς αγώνες, που έκανε από αγάπη στον Χριστό,
καθώς και από τους πολλούς του κόπους για την αγάπη προς το ποίμνιο του, που το
ποίμανε πενήντα χρόνια σαν καλός Ποιμένας.

Τρεις μέρες πριν την εκδημία του ήλθε η Παναγία, τον γύρισε σ’ όλο το Άγιο Όρος,
τα Μοναστήρια, τους Ναούς που τόσο επιθυμούσε να δει και δεν είχε αξιωθεί και του
είπε ότι σε τρεις ημέρες θα παρουσιαστεί στον Κύριο, που τόσο πολύ αγάπησε και
έδωσε όλο του τον εαυτό σ’ Αυτόν. Έφυγε στις 10 Νοεμβρίου το 1924.

14
2.Γέρων Παΐσιος

Ο Γέρων Παΐσιος γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία, στις 25
Ιουλίου του 1924. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πρόδρομος και ήταν πρόεδρος των
Φαράσων, ενώ η μητέρα του λεγόταν Ευλαμπία. Ο Γέροντας είχε ακόμα 8 αδέλφια.
Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για
την Ελλάδα, ο Γέροντας βαφτίστηκε από τον Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη, ο οποίος
επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του»,
όπως χαρακτηριστικά είχε πει.
Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου, στις 14
Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων,
έφτασε στον Άγιο Γεώργιοστον Πειραιά και στη συνέχεια πήγε στην Κέρκυρα, όπου
και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο. Στην Κέρκυρα η οικογένειά του έμεινε
ενάμιση χρόνο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Ηγουμενίτσα και κατέληξε
στην Κόνιτσα. Εκεί ο Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το
απολυτήριο του «με βαθμό οκτώ και διαγωγή εξαίρετο». Από μικρός συνεχώς είχε
μαζί του ένα χαρτί, στο οποίο σημείωνε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου. Έδειχνε
ιδιαίτερη κλίση προς τον μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς
του χαριτολογώντας, του έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε».

Εφηβικά χρόνια και στρατός

Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στο στρατό ο Αρσένιος δούλεψε
σαν ξυλουργός. Όταν του παραγγελλόταν να κατασκευάσει κάποιο φέρετρο, ο ίδιος,
συμμεριζόμενος την θλίψη της οικογένειας, αλλά και τη φτώχεια της εποχής, δεν
ζητούσε χρήματα.
Το 1945 ο Αρσένιος κατατάχτηκε στο στρατό και υπηρέτησε σαν ασυρματιστής κατά
τον ελληνικό εμφύλιο. Όσο καιρό δεν ήταν ασυρματιστής, ζητούσε να πολεμά στην
πρώτη γραμμή, προκειμένου κάποιοι οικογενειάρχες, να μην βλαφτούν. Το
μεγαλύτερο όμως διάστημα της θητείας του το υπηρέτησε με την ειδικότητα του
ασυρματιστή. Γι' αυτό και πολλές εκδόσεις αφιερωμένες στη ζωή του Γέροντα τον
αναφέρουν ως "Ασυρματιστή του Θεού". Μάλιστα, ο Γέροντας φέροντας ως
παράδειγμα την κατά τη στρατιωτική του θητεία αυτή ιδιότητα, απάντησε σε κάποιον
που αμφισβητούσε τη χρησιμότητα της μοναχικής ζωής ότι οι μοναχοί είναι
"ασυρματιστές του Θεού", εννοώντας την θερμή τους προσευχή και την έγνοια τους
για την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Απολύθηκε από το στρατό το 1949.

15
Μοναστικός βίος

Τα πρώτα χρόνια

Ο πατέρας Παΐσιος πρώτη φορά εισήλθε στο Άγιο Όρος για να μονάσει το 1949,
αμέσως μετά την απόλυσή του από το στρατό. Όμως επέστρεψε στα κοσμικά για ένα
χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του, έτσι το 1950 πήγε στο
Άγιο Όρος. Η πρώτη μονή στην οποία κατευθύνθηκε και παρέμεινε για ένα βράδυ
ήταν Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στις Καρυές. Εν συνεχεία κατέλυσε στη
σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου. Εκεί θα
γνωρίσει τον πατέρα Κύριλλο που ήταν ηγούμενος στη μονή και θα τον
ακολουθήσει πιστά.

Λίγο αργότερα αποχώρησε από τη μονή και κατευθύνθηκε στη Μονή Εσφιγμένου.
Εκεί τελέσθηκε η τελετή της «ρασοευχής» και πήρε το πρώτο όνομά του που ήταν
Αβέρκιος. Και εκεί αμέσως ξεχώρισε για την εργατικότητά του, τη μεγάλη αγάπη και
κατανόηση που έδειχνε για τους «αδελφούς» του, την πιστή υπακοή στο γέροντά του,
την ταπεινοφροσύνη του, αφού θεωρούσε εαυτόν κατώτερο όλων των μοναχών στην
πράξη. Προσευχόταν έντονα και διάβαζε διαρκώς, ιδιαίτερα τον Αββά Ισαάκ.

Το 1954 έφυγε από τη μονή Εσφιγμένου και κατευθύνθηκε προς την Μονή Φιλοθέου,
που ήταν Ιδιόρρυθμο μοναστήρι όπου μόναζε και ένας θείος του. Η συνάντησή του
όμως με τον Γέροντα Συμεών θα είναι καταλυτική για την πορεία και διαμόρφωση

16
του μοναχικού χαρακτήρα του Παϊσίου. Μετά από δύο χρόνια, το 1956,
χειροθετήθηκε «Σταυροφόρος» και πήρε το «Μικρό Σχήμα». Τότε ήταν τελικά που
ονομάστηκε και «Παΐσιος», χάρη στο Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τον β΄, ο
οποίος ήταν και συμπατριώτης του. Ο Γέρων Αυγουστίνος αυτήν την περίοδο
απέκτησε στενή σχέση με τον Παΐσιο.

Το 1958, ύστερα από «εσωτερική πληροφόρηση», πήγε στο Στόμιο Κονίτσης. Εκεί
πραγματοποίησε έργο το οποίο αφορούσε στους ετερόδοξους αλλά περιελάμβανε και
τη βοήθεια των βασανισμένων και φτωχών Ελλήνων, είτε με φιλανθρωπίες, είτε
παρηγορώντας τους και στηρίζοντάς τους ψυχολογικά, με αιχμή το λόγο του
Ευαγγελίου. Επί 4 έτη έμεινε στην Ιερά Μονή Γενεθλίων της Θεοτόκου στο Στόμιο,
όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό της περιοχής για την προσφορά και τον
μετριοπαθή χαρακτήρα του.

Από εκεί πήγε στο Όρος Σινά στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης. Ο
Γέροντας εργαζόταν ως ξυλουργός και ότι κέρδιζε το έδινε σε φιλανθρωπίες στους
Βεδουίνους, ιδίως τρόφιμα και φάρμακα.

Επιστροφή στο Άγιο Όρος

Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος, από όπου δεν ξαναέφυγε ποτέ. Η σκήτη η οποία
τον φιλοξένησε ήταν η Ιβήρων. Στο διάστημα που παρέμεινε εκεί, και συγκεκριμένα
το 1966, ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Νοσοκομείο Παπανικολάου.
Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο
διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιο Όρος φιλοξενήθηκε στο
Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστή στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο
Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, και
συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπατίου.

Από τότε άρχισε να δέχεται πολλές επισκέψεις. Ήδη το όνομά του έχει αρχίσει να
γίνεται αρκετά γνωστό μακριά από το Όρος και κάθε λογής βασανισμένοι άνθρωποι
οδηγούνταν σε αυτόν, μαθαίνοντας για ένα χαρισματούχο μοναχό που ονομάζεται
Παΐσιος. Το επόμενο έτος μεταφέρεται στη Μονή Σταυρονικήτα. Βοηθάει σημαντικά
σε χειρωνακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού. Την
εποχή εκείνη ήταν υποτακτικός του Ρώσου μοναχού Τύχωνα. Ο άγιος αυτός γέροντας
ασκήτευε στο Σταυρονικητιανό κελλί του Τιμίου Σταυρού. Κοιμήθηκε το 1968. Ο
Γέροντας Παΐσιος ευλαβείτο πολύ τον γέροντά του και πάντα μιλούσε με συγκίνηση
γι' αυτόν. Έμεινε στο κελί του Γέροντα Τύχωνος για ένδεκα έτη μετά την κοίμησή
του, πράγμα που ήταν επιθυμία και του ίδιου πριν πεθάνει.

Στην Παναγούδα

Το 1979 αποχώρησε από την σκήτη του Τιμίου Προδρόμου και κατευθύνθηκε προς
την Μονή Κουτλουμουσίου. Εκεί εισχώρησε στή μοναχική αδελφότητα ως
εξαρτηματικός μοναχός. Η Παναγούδα ήταν μια σκήτη εγκαταλελειμμένη και ο
Παΐσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο», όπου και
έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην
Παναγούδα πλήθος λαού τον επισκεπτόταν. Ήταν μάλιστα τόσο το πλήθος ώστε να
υπάρχουν και ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε
να μην ενοχλούν οι επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς. Επίσης δεχόταν πάρα

17
πολλές επιστολές. Όπως έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές
μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές. Παρά το βεβαρημένο
πρόγραμμά του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται
ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται και να προσπαθεί
να βοηθήσει τους επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει «σταμπωτά» εικονάκια τα
οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.

Οι ασθένειες του Γέροντα

Το ιστορικό

Το 1966 ο γέροντας νοσηλεύθηκε στο Νοσοκομείο Παπανικολάου λόγω


βρογχεκτασιών. Μετά την επέμβαση για την αφαίρεσή τους και λόγω της χρήσης
ισχυρών αντιβιοτικών ο γέροντας έπαθε ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα, η οποία του
άφησε μόνιμα δυσπεπτικά προβλήματα. Κάποια στιγμή, ενώ εργαζόταν στην πρέσα
που είχε στο κελί του, έπαθε βουβωνοκήλη Αρνήθηκε να νοσηλευτεί και υπέμεινε
καρτερικά την ασθένεια, η οποία του έδινε φοβερούς πόνους για τέσσερα ή πέντε
χρόνια. Κάποια μέρα σε μια επίσκεψή του στη Σουρωτή, κάποιοι γνωστοί του γιατροί
κυριολεκτικά τον απήγαγαν και τον οδήγησαν στο Θεαγένειο νοσοκομείο, όπου και
χειρουργήθηκε. Παρά την αντίθεση των γιατρών, ο γέροντας συνέχισε τη σκληρή
ασκητική ζωή και τις χειρωνακτικές εργασίες κάτι που επιδείνωσε και άλλο την
κατάσταση της υγείας του.

Το τέλος της ζωής του

Μετά το 1993 άρχισε να παρουσιάζει αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να


νοσηλευτεί λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα». Τον
Νοέμβριο του ίδιου έτους ο Γέροντας Παΐσιος βγαίνει για τελευταία φορά από το
Όρος και πηγαίνει στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου
για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί μένει για λίγες μέρες και ενώ
ετοιμάζεται να φύγει ασθενεί και μεταφέρεται στο Θεαγένειο, όπου του γίνεται
διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 ο γέροντας
χειρουργείται.

Παρότι η ασθένεια δεν έπαυσε (παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο
ήπαρ), ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις
13Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.

Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοινώνουν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν
δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου(γιορτή της Αγίας Ευφημίας)
ο γέροντας κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις
τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα,
παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του. Τελικά ο Γέροντας Παΐσιος απεβίωσε
την Τρίτη 12 Ιουλίου1994 και ώρα 11:00. Ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του
Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις
11 προς 12 Ιουλίου, στην επέτειο κοιμήσεως του Γέροντος, τελείται αγρυπνία στο
Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων πιστών.

18
Συγγραφικό έργο

Ο Γέροντας Παΐσιος συνέγραψε 4 βιβλία, τα οποία έχουν εκδοθεί από το Ιερόν


Ησυχαστήριον "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» (Σουρωτή Θεσσαλονίκης). Τα
βιβλία αυτά τιτλοφορούνται

 Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1991)


 Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης ο Αθωνίτης, 1809-1886 (1986)
 Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα (1993)
 Επιστολές (1994)

Προτεινόμενη αναγνώρισή του ως Αγίου

Η φήμη του Γέροντα Παΐσιου του Αγιορείτη ως αγίου μεταξύ των ορθοδόξων πιστών
είναι μεγάλη, λόγω της προσωπικοτητος, της πνευματικότητας και των χαρισμάτων
(διάκρισης, διορατικό, προορατικό, ιαματικό) που σύμφωνα με πλήθος από μαρτυρίες
διέθετε. Για τους λόγους αυτούς, ο Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ.κ. Ιερόθεος και
ο Θεοφ. Επίσκοπος Μαραθώνος κ.κ. Μελίτων, έχουν προτείνει την κατάταξή του στα
δίπτυχα της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως Αγίου.

19
Επίλογος

Αν και η γνώση των αγίων και των μαρτύρων της Καππαδοκίας θα είναι πάντοτε πολύ
μικρή, σε σχέση με την πραγματικότητα, παρ’ όλα αυτά μια μικρή παράθεση
ορισμένων ονομάτων από αυτούς θα μας βοηθούσε να συνειδητοποιήσουμε το
πραγματικά μεγάλο πλήθος και το μεγαλείο τους. Ο Μέγας ιεράρχης άγιος Βασίλειος,
ο διδάσκαλος και φωστήρας της Οικουμένης Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο άγιος
Γρηγόριος ο Νύσσης, ο άγιος Βλάσιος, ο τροπαιοφόρος και μεγαλομάρτυρας άγιος
Γεώργιος, ο άγιος Αχίλλειος, ο άγιος μάρτυρας Υάκινθος, η οσία Μακρίνα, η οσία
Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου, ο άγιος Σάββας ο Ηγιασμένος, και πολλοί άλλοι άγιοι, τα
δύο τρίτα σχεδόν των αγίων της ορθοδοξίας.
Οι μορφές των ορθόδοξων Καππαδοκών Αγίων δεν έχουν τελειωμό. Τα τελευταία
χρόνια ξεχώρισε ο άγιος Αρσένιος, από τα Φάρασα, και το πνευματικό του τέκνο ο
μεγάλος ασκητής γέροντας Παΐσιος, τον οποίον το Άγιο Πνεύμα προίκισε με
σπουδαίες ικανότητες. Μετά την επικράτηση των Σελτζούκων και μετέπειτα των
Οθωμανών Τούρκων τα χρόνια πέρασαν με μεγάλες αλλαγές φωτός και σκότους για
τον Ελληνισμό της Καππαδοκίας και γενικότερα της Μικρασίας. Όμως, οι Ρωμιοί δε
χάθηκαν, αλλά οργανώθηκαν σε δικούς τους πυρήνες, επαύξησαν τα προτερήματά
τους, διατήρησαν την ελληνική τους συνείδηση, τα ήθη κι έθιμά τους και αυτήν
ακόμα την ελληνική λαλιά τους, άσχετα αν στα χρόνια της υποδούλωσης και της
πολιτιστικής καταστροφής, αναγκάστηκαν πολλοί να τουρκοφωνήσουν.
Παρά τα όσα πέρασαν κράτησαν την πίστη τους ανόθευτη και στη δίνη του
ξεριζωμού έφεραν μαζί τους τα ιερά σκηνώματα των αγίων τους του αγίου Γρηγορίου
του Θεολόγου και του αγίου Ιωάννη του Ρώσου.
Εκεί πλέον τα καντήλια των ναών έχουν σβήσει. Οι σιγανές ψαλμωδίες σίγησαν και
οι καμπάνες των εκκλησιών βουβάθηκαν. Εκεί μακριά, στα ακριτικά φυλάκια, τα
κρησφύγετα των ψηλών βουνών ερήμωσαν. Οι αρχαίες πολιτείες έχουν μείνει μόνες
τους, δίχως την ψυχή τους που ήταν οι Έλληνες. Σήμερα, στους ερημότοπους και τα
ηφαιστειογενή βράχια της Καππαδοκίας και γενικότερα της Μικράς Ασίας, έμειναν τα
μνημεία των προγόνων μας ως αψευδείς μάρτυρες του παλαιού μεγαλείου της
ιστορίας των Ελλήνων. Όλα εκεί είναι σαν ένα παραμύθι.

20
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Α΄ ΒΙΒΛΙΑ

 Γιάννης Σταματιάδης, «Βραχοκκλησίες και Πετρομονάστηρα της


Καππαδοκίας», Έκδοση ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ. 2003.
 Βασίλειος Τατάκης, « Η συμβολή της Καππαδικίας στη Χριστιανική σκέψη»,
Κ.Μ.Σ. Αθήνα , 1998.
 Θεόδωρος Θεοδωρίδης, «Φαρασιώτικες παραδόσεις, μύθοι και παραμύθια»,
«Λαογραφία» τόμος ΚΑ (ΧΧΙ) 1964, Αθήνα, σελ. 269-336.
 Μάξιμος Χαρακόπουλος, «Ρωμιοί της Καππαδοκίας», ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΓΡΑΜΜΑΤΑ, ΑΘΗΝΑ 2003.
 Εμμανουήλ Τσαλίκογλου, «Ελληνικά Εκπαιδευτήρια και ελληνορθόδοξες
κοινότητες της περιφέρειας Καισαρείας», Κ.Μ.Σ. Αθήνα 1976.
 Τάκης Σαλκιτζόγλου, «Η Σύλλη του Ικονίου. Μία ελληνική κωμόπολη στην
καρδιά της Μικράς Ασίας», ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, ΑΘΗΝΑ
2005.
 Δ. Λουκόπουλος – Δ. Πετρόπουλος, «Παροιμίες των Φαράσων»,*Κ.Μ.Σ.,
1951.
 Δ. Λουκόπουλος – Δ. Πετρόπουλος, « Η Λαϊκή λατρεία των

Φαράσων», Κ.Μ.Σ. 1951.


 Σεφέρης Γιώργος, «Τρεις μέρες στα μοναστήρια της Καππαδοκίας», Κ.Μ.Σ.
2005.
 Βασίλης Π. Κέκης , «Καππαδοκία, Προσκύνημα από γης και ουρανού»,
Εκδόσεις Ακρίτας , Αθήνα 2008.

Β΄ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

 el.wikipedia.org
 www.kappadokes.gr
 www.misti.gr
 wikimapia.org.
 www.ethnos.gr

21
 lithoksou.net
 www.google.gr/εικόνες
 wikipedia.org
 www.farassiotis.gr
 www.ellinwn.paradosi.com
 www.kapadokiko.blogspot.com

22

You might also like