Καππαδοκία- Η Βυζαντινή περίοδος

You might also like

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 21

ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ ΑΝΑΤΟΛΗ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ

ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΚΡΗΝΙΔΩΝ ΚΑΒΑΛΑΣ :ΟΙ ΚΑΠΑΔΟΚΕΣ

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

ΚΡΗΝΙΔΕΣ 2012 - 2013

1
ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ

ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΚΡΗΝΙΔΩΝ ΚΑΒΑΛΑΣ :ΟΙ ΚΑΠΑΔΟΚΕΣ

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

2
ΟΜΑΔΑ Α΄

1. ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
2. ΚΟΥΤΟΥΣΑΚΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
3. ΜΠΥΡΟΥ ΜΑΡΙΑ
4. ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ ΑΝΑΤΟΛΗ
5. ΤΣΟΜΠΑΝΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΕΠΟΠΤΕΙΑ

ΓΚΟΥΜΑ ΟΛΓΑ

3
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ………………………………………………………………………………………………………………………….. 5

ΕΙΣΑΓΩΓΗ…………………………………………………………………………………………………………………………….. 6

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

1.ΠΡΩΤΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ…………………………………………………………………………………………. 7

2.ΜΕΣΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ……………………………………………………………………………………………..9

3.ΥΣΤΕΡΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ…………………………………………………………………………………………10

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

1. ΑΚΡΙΤΕΣ…………………………………………………………………………………………………………………………. 12

2 . ΑΚΡΙΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ-ΠΟΙΗΜΑΤΑ…………………………………………………………………………………..14

ΕΠΙΛΟΓΟΣ………………………………………………………………………………………………………………………….. 19

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ…………………………………………………………………………………………………………………… 20

4
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Κατά το σχολικό έτος 2012-2013 στο ΓΕΛ Κρηνίδων εκπονήθηκε από τους μαθητές
της Β΄ Λυκείου ερευνητική εργασία με θέμα την πολιτισμική χαρτογράφηση του
προσφυγικού ελληνισμού των Κρηνίδων Καβάλας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στους
Καππαδόκες.

Η Α΄ ομάδα στην οποία ανήκω ασχολήθηκε με την Ιστορία, τη Γεωγραφία, καθώς


και με την ιδιαίτερη γεωμορφολογία της περιοχής .Μέλη της ήταν οι μαθητές
Κουτουσάκη Παρασκευή, Μπύρου Μαρία, Συμεωνίδου Ανατολή και Γεώργιος
Τσομπανάκης.

Αντικείμενο της δικής μου ερευνητικής εργασία ήταν η Βυζαντινή Καππαδοκία, ενώ
ιδιαίτερη αναφορά έγινε στους ακρίτες.

5
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Με τον όρο Βυζαντινή Αυτοκρατορία ή Βυζάντιο ή Ανατολική Ρωμαϊκή


Αυτοκρατορία αναφερόμαστε στην αυτοκρατορία με πρωτεύουσα την
Κωνσταντινούπολη η οποία ήταν κληρονόμο κράτος του γεωγραφικού χώρου της
Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, με χρονικά όρια που ξεκινούν από τα εγκαίνια της
Κωνσταντινούπολης στις 11 Μαΐου του 330 και φτάνουν ως την τελική της πτώση,
την άλωση από τους Οθωμανούς Τούρκους, στις 29 Μαΐου του 1453 . Τα όρια της
μέσα στα εκτεταμένα χρονικά όρια ζωής άλλαξαν πολλές φορές, αλλά στη
μεγαλύτερή της έκταση διοικούσε εδάφη που περιελάμβαναν την Ιταλική
χερσόνησο, τα Βαλκάνια, τη Μικρά Ασία, Συρία και Παλαιστίνη, την Αίγυπτο, τη
σημερινή Τυνησία καθώς και μικρό τμήμα της Ιβηρικής χερσονήσου.

Από τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, γεννήθηκε το "Εκχριστιανισμένο Ρωμαϊκό κράτος


της Ανατολής" με κύριο μέλημα την ανασύσταση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, επί
της δυναστείας του Ηρακλείου μεταμορφώθηκε στην "Εξελληνισμένη αυτοκρατορία
της χριστιανικής Ανατολής" και τέλος, κυρίως από το 1204 και μετά, με την
κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους, γεννήθηκε η "Ελληνική
Βυζαντινή Αυτοκρατορία".

Πρόκειται για μία νέα φάση της ρωμαϊκής ιστορίας που διαμορφώθηκε κάτω από
την επιρροή του ελληνικού πολιτισμού και παραδόσεων και της ελληνικής γλώσσας,
με μετάθεση του πολιτικού κέντρου του κράτους στην εξελληνισμένη Ανατολή, της
χριστιανικής πίστης και της ρωμαϊκής πολιτικής θεωρίας. Οι διαφορές
δημιουργούνταν μόνο με βάση το μερίδιο που διατηρούσαν οι τρεις αυτοί
παράγοντες στη συσπείρωση της αυτοκρατορίας, κατά τη διάρκεια της
ακατάπαυστης και αγωνιώδους προσπάθειας επιβίωσής της.

Η Καππαδοκία κατά τους Βυζαντινούς χρόνους και συγκεκριμένα στην


πρωτοβυζαντινή, μεσοβυζαντινή και υστεροβυζαντινή περίοδο, θα αποτελέσει
αντικείμενο της διαπραγμάτευσης μας.

6
Α΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

1.ΠΡΩΤΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Το 293 ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Διοκλητιανός εισήγαγε ένας νέο σύστημα


διοίκησης της αυτοκρατορίας, την τετραρχία, με το οποίο διαμοιραζόταν η
αυτοκρατορική εξουσία σε τέσσερις συναυτοκράτορες, ο καθένας από τους οποίους
διοικούσε μία μεγάλη γεωγραφική και διοικητική περιφέρεια, που ονομαζόταν
επαρχία. Ο ανταγωνισμός που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους τέσσερις τετράρχες
είχε ως αποτέλεσμα να ξεκινήσουν πόλεμοι μεταξύ τους. Από τους πολέμους
αυτούς νικητής αναδείχθηκε το 324 ο Κωνσταντίνος. Το 330 με απόφαση του
μονοκράτορα πλέον Κωνσταντίνου, που θεωρείται ιδρυτής της αυτοκρατορίας, η
πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας μεταφέρθηκε από τη Ρώμη στο Βυζάντιο, που
μετονομάστηκε σε "Κωνσταντινούπολη", προς τιμήν του κτίστη της, ή "Νέα Ρώμη".
Η ιστορία της Πόλης ταυτίστηκε με εκείνη της αυτοκρατορίας. Οι χρόνοι που
ακολουθούν έως τον 6ο αιώνα ονομάζονται "πρωτοβυζαντινή περίοδος" (4ος-6ος
αι.), η οποία θεωρείται η τελευταία φάση της ρωμαϊκής ιστορίας και η περίοδος του
σχηματισμού της νέας αυτοκρατορίας.

Το Βυζάντιο αποτελεί ένα ιδιότυπο ιστορικό φαινόμενο: ο Κωνσταντίνος


αναγνωρίζεται ως ο πρώτος Βυζαντινός αυτοκράτορας χωρίς όμως να είναι και ο
τελευταίος Ρωμαίος αυτοκράτορας, ενώ το Βυζάντιο είναι η μόνη αυτοκρατορία,
που δεν κτίσθηκε πάνω στα ερείπια μιας άλλης ως προϊόν στρατιωτικών επιτυχιών,
αλλά ήταν αποτέλεσμα των εξελίξεων στον ρωμαϊκό κόσμο.

Η μεταφορά της αυτοκρατορικής έδρα στην ανατολή συνοδεύτηκε από αλλαγή της
αντιμετώπισης του Χριστιανισμού. Το 313 το Διάταγμα των Μεδιολάνων επέτρεψε
την ελεύθερη άσκηση της χριστιανικής λατρείας και το 325 ο Κωνσταντίνος
συγκάλεσε Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια για τον καθορισμό του χριστιανικού
δόγματος.

Το 395 ο Θεοδόσιος Α' διαίρεσε και πάλι την αυτοκρατορία: το ανατολικό τμήμα
που περιλάμβανε τις επαρχίες Ανατολής και Ιλλυρικού δόθηκε στον 17χρονο γιο του
Αρκάδιο και το δυτικό που περιλάμβανε τις επαρχίες Ιταλίας-Αφρικής και Γαλατίας
στον 11χρονο γιο του Ονώριο. Η διαίρεση αυτή αποδείχθηκε οριστική, καθώς τα
δύο τμήματα δεν επρόκειτο ποτέ πια να ενωθούν σε ένα σύνολο, με εξαίρεση την
περίοδο της βασιλείας του Ιουστινιανού.

7
Έτσι μοιρασμένη η ρωμαϊκή αυτοκρατορία αντιμετώπισε ως τα τέλη του 5ου αι. τις
επιθέσεις γερμανικών και άλλων φύλων, τα οποία είχαν αρχίσει ήδη από τον 3ο
αιώνα να εισδύουν στην Ευρώπη. Η έκβαση αυτού του αγώνα ήταν διαφορετική για
τα δύο τμήματα της αυτοκρατορίας. Το έτος 476 σημαδεύει την οριστική πτώση του
δυτικού ρωμαϊκού κράτους, ενώ η οικονομικά ισχυρότερη Ανατολή γνώριζε μια
περίοδο σχετικής ισορροπίας, εσωτερικής και εξωτερικής.

8
1. ΜΕΣΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Στη λεγόμενη "Μεσοβυζαντινή περίοδο", κατά τον 6ο και 7ο αιώνα, οι


εγκαταστάσεις των εχθρών στα βυζαντινά εδάφη αλλάζουν και πάλι τη γεωγραφική
όψη της αυτοκρατορίας. Οι Λογγοβάρδοι εισβάλλουν και εγκαθίστανται στη βόρεια
Ιταλία και οι Σλάβοι στη βορειοδυτική και βόρεια βαλκανική περιοχή. Το κράτος
υφίσταται πολύ βαριές εδαφικές απώλειες και το έτος 642, με την αποχώρηση του
βυζαντινού στόλου από την Αλεξάνδρεια, οριστικοποιείται η απώλεια των πέρα από
τη Μικρά Ασία ανατολικών επαρχιών, της ελληνιστικής Ανατολής, κάτω από την
πίεση της κατακτητικής ορμής των Αράβων που αποσπούν τη Συρία, την
Παλαιστίνη, την Αίγυπτο και τις βορειοαφρικανικές περιοχές της αυτοκρατορίας.

Οι αμφίρροποι αγώνες του 8ου και του 9ου αιώνα έφεραν ελάχιστες μόνο αλλαγές
στην εδαφική όψη του κράτους, όμως επί Μακεδονικής δυναστείας, στα χρόνια των
τελευταίων Μακεδόνων, η αυτοκρατορία πέτυχε σημαντικές επεκτάσεις στην
ανατολή και μικρότερες στη δύση. Οι επικές νίκες του Νικηφόρου Φωκά, του
Ιωάννη Τσιμισκή και του Βασιλείου Β’ ανέκτησαν την Κρήτη, την Κύπρο, τις πόλεις
της Κιλικίας και τμήματα της Συρίας και της Παλαιστίνης. Η ανάκτηση όλων των
παλαιών ρωμαϊκών εδαφών της Εγγύς Ανατολής ήταν ο απώτερος σκοπός των
εκστρατειών τους. Επί Βασιλείου Β' του Βουλγαροκτόνου, η Βουλγαρία υποτάχθηκε
πλήρως και τα σύνορα του Βυζαντίου έφτασαν και πάλι στον Δούναβη, χωρίς
βέβαια, ακόμη και τότε, να πλησιάσουν τα σύνορα που είχε το κράτος επί της
ιουστινιάνειας "ανακτήσεως" (reconquista)

9
3.ΥΣΤΕΡΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Οι εδαφικές κατακτήσεις επί Μακεδονικής δυναστείας αποδείχθηκαν βραχύβιο


επίτευγμα. Το 1071 ο βυζαντινός στρατός υπέστη μεγάλη ήττα από τους
Σελτζούκους Τούρκους στο Ματζικέρτ και σε ελάχιστο χρόνο το Βυζάντιο έχασε το
μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας. Το ίδιο έτος καταλήφθηκε η Βάρη (Μπάρι), το
τελευταίο βυζαντινό έρεισμα στην Ιταλία, από τους Νορμανδούς. Η ήττα στο
Μαντζικέρτ και, κυρίως, το πολιτικο-στρατιωτικό χάος που ακολούθησε, ήταν η
"θανάσιμη στιγμή της Μεγάλης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας". Η επακόλουθη
απώλεια του μεγαλύτερου μέρους της Μικράς Ασίας, η οποία αποτελούσε το
σπουδαιότερο τμήμα της Αυτοκρατορίας, ήταν ένα ισχυρό χτύπημα για την
αυτοκρατορία. Η Αρμενία και η Καππαδοκία, οι επαρχίες από τις οποίες είχαν
προέλθει πολλοί αυτοκράτορες και πολεμιστές, χάθηκαν οριστικά.

Περιορισμένη εδαφικά, η αυτοκρατορία γνώρισε μια σύντομη ανάκαμψη υπό τη


δυναστεία των Κομνηνών οι οποίοι αντιμετώπισαν τον ερχομό των Σταυροφοριών.
Η ανάμιξη των δυνάμεων της Δ' Σταυροφορίας στις έριδες μελών της δυναστείας
των Αγγέλων οδήγησε στην άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους το
1204.

Τα εδάφη της αυτοκρατορίας διαμοιράστηκαν ανάμεσα στις σταυροφορικές


δυνάμεις και η Κωνσταντινούπολη ήταν πλέον η έδρα μιας λατινικής
αυτοκρατορίας. Η βυζαντινή εξουσία, όμως, συνεχίστηκε να ασκείται σε τρία κράτη:
την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, το δεσποτάτο της Ηπείρου και την
αυτοκρατορία της Νίκαιας. Τα δύο τελευταία βρίσκονταν σε ανταγωνισμό μεταξύ
τους. Το 1261 ο στρατηγός της αυτοκρατορίας της Νίκαιας Αλέξανδρος
Στρατηγόπουλος ανακατέλαβε την Κωνσταντινούπολη.

Η περίοδος των Παλαιολόγων (1258-1453) που ακολούθησε, χαρακτηριζόταν από


αποδυνάμωση και μείωση της εδαφικής εκτάσεως της αυτοκρατορίας, που
οφειλόταν κυρίως στους εμφυλίους του 14ου αιώνα και στις κατακτήσεις των
Οθωμανών Τούρκων, πρώτα στη Μικρά Ασία και στη συνέχεια στη χερσόνησο του
Αίμου. Την ίδια περίοδο, σε πολλές περιοχές συνεχίστηκε η λατινοκρατία, ενώ στην
Ήπειρο και στην Τραπεζούντα, διατηρήθηκαν ανεξάρτητα από την
Κωνσταντινούπολη κράτη.

10
Στις αρχές του 14ου αιώνα, το Βυζάντιο είχε χάσει τη Μικρά Ασία, στα μέσα του
ίδιου αιώνα περιορίστηκε στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη και στις αρχές
του 15ου αιώνα στην περιοχή της Πόλης και σε κάποιες κτήσεις στα νησιά του
Αιγαίου και στο λεγόμενο Δεσποτάτο του Μυστρά.

Οι τελευταίοι αυτοκράτορες είχαν στραφεί προς τη δυτική χριστιανοσύνη


αναζητώντας συμμάχους. Το 1438 ο Ιωάννης Η' Παλαιολόγος στη Σύνοδο της
Φεράρας-Φλωρεντίας συμφώνησε στην ένωση της ανατολικής και δυτικής
εκκλησίας, απόφαση η οποία δίχασε τους υπηκόους του.

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς υπό τον Μωάμεθ Β' στις 29
Μαΐου του 1453, ήρθε μετά από μία μακρόχρονη επιθανάτια αγωνία, την οποία
ακολούθησε η τελική καταστροφή. Η βυζαντινή αυτοκρατορία έπαψε να υπάρχει
και η Πόλη έγινε πρωτεύουσα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

11
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

1.ΑΚΡΙΤΕΣ
Η Καππαδοκία στα πρώτα βυζαντινά χρόνια ήταν αγροτική επαρχία, με λίγες
πόλεις και πολλούς αγροτικούς οικισμούς. Προοπτικές για τους φιλόδοξους και τους
ταλαντούχους δεν υπήρχαν, γι’ αυτό πολλοί αναγκάζονταν να φεύγουν και να
πηγαίνουν σε άλλες περιοχές με ανώτερη πνευματική και οικονομική ανάπτυξη. Οι
περισσότεροι προτιμούσαν την Κωνσταντινούπολη, τον «ομφαλό της
αυτοκρατορίας», όπως την ονόμαζαν.

Από την Καππαδοκία είχαν την προέλευσή τους σπουδαίοι βυζαντινοί οίκοι όπως οι
Λασκάρεις ή Λασκαρίδαι, που ίδρυσαν τη δυναστεία της Νίκαιας με τους αδελφούς
Κωνσταντίνο ΙΑ’ και Θεόδωρο Α’ το 1204- 1205, οι Διογέναι ή Διογένηδες, οι
Μαλεϊνοι, οι Βοϊλαι, οι Φωκάδες, οι Αργυροί ή Αργυρόπουλοι κ.α. Είναι δε
χαρακτηριστικές, ακόμη και σήμερα, οι ονομασίες τόπων, όπως το λαξευτό
μοναστήρι του Εσκί Γκιουμουσλέρ, που βρίσκεται σε απόσταση 10 χιλιομέτρων
βορειοανατολικά της Νίγδης στο κέντρο ενός πολύ μεγάλου βράχου.

Οι Καππαδόκες ήταν ο κυματοθραύστης των επιδρομέων από την Ανατολή και


έδωσαν τον αγώνα τον καλό για τη διαφύλαξη των βυζαντινών συνόρων. Οι
αυτοκράτορες, καταλαβαίνοντας τη στρατηγική αξία και σπουδαιότητα του χώρου
της Καππαδοκίας, την έκαναν στρατιωτικό κέντρο.

Το βυζαντινό κράτος δέχτηκε μετά τον 7ο αι. τις καταστρεπτικές επιδρομές των
εξισλαμισμένων Αράβων, με συνέπεια να χάσει πολλές από τις ανατολικές περιοχές
του. Οι συνεχείς επιθέσεις που δέχονταν τα ανατολικά σύνορα του κράτους,
ανάγκασαν τους ηγήτορες του Βυζαντίου να λάβουν έκτακτα μέτρα σωτηρίας του,
όπως το χτίσιμο νέων οχυρών φρουρίων, κάστρων και τειχών. Όμως, στις
απόμακρες εκείνες περιοχές δε θα είχαν επιτυχία ούτε αυτά τα αμυντικά έργα, γιατί
οι αποφάσεις που έπρεπε να ληφθούν θα αργούσαν πάρα πολύ να παρθούν λόγω
της τεράστιας απόστασης που χώριζε τα ανάκτορα της Βασιλεύουσας από τα
σύνορα, όσο γρήγορα άλογα και να είχαν οι αγγελιαφόροι. Για να λύσουν το
πρόβλημα οι Βυζαντινοί, εφάρμοσαν ένα μοναδικό σύστημα επικοινωνίας, που
βασιζόταν σε φωτεινά σήματα, τον οπτικό «τηλέγραφο». Οι βυζαντινοί
αυτοκράτορες προσπάθησαν να διώξουν τους Άραβες, μα δεν τα κατάφεραν. Για
200 περίπου χρόνια η χώρα των Καππαδοκών ήταν ένα απέραντο πεδίο μαχών και
οι Έλληνες του τόπου έγιναν το προπύργιο της βυζαντινής αυτοκρατορίας στα
ανατολικά σύνορα του κράτους. Οι ακρίτες, βράχοι ασάλευτοι πάνω στους πύργους
και τα κάστρα, κράτησαν και δεν άφησαν τα μανιασμένα βαρβαρικά κύματα να
κατακτήσουν τη χώρα τους.

12
Οι κυβερνήτες, καθιέρωσαν τα «θέματα», όπου εγκατέστησαν έναν ιδιαίτερης
μορφής και αξίας μόνιμο στρατό για την άμυνά τους, τους Ακρίτες. Αυτοί,
αποτελούσαν ξέχωρο στρατιωτικό σώμα, από άριστους μαχητές, που διακρίνονταν
για το θάρρος, την ανδρεία, τη δύναμη, την αντοχή και την άριστη γνώση της
πολεμικής τέχνης. Ζούσαν μόνιμα, με τις οικογένειές τους, στα πιο επικίνδυνα μέρη
των συνόρων, τα οποία θα μπορούσαν να γίνουν περάσματα επιδρομέων και
έπρεπε να τα κρατήσουν πάση θυσία. Με το νέο αυτό στρατιωτικό σύστημα, το
βυζαντινό κράτος έδινε σε γεωργούς αγροκτήματα για να τα καλλιεργούν, με την
υποχρέωση να προσφέρουν, όποτε παραστεί ανάγκη, αυτοί και οι απόγονοί τους
στρατιωτικές υπηρεσίες στις αυτοκρατορικές δυνάμεις. Η ιδιοκτησία της γης
κληρονομούνταν στα παιδιά τους, αρκεί βέβαια να συνέχιζαν το έργο των
πατεράδων τους. Δεν είχαν όμως το δικαίωμα και ούτε μπορούσαν να την
πουλήσουν σε άλλους. Εκτός από τα στρατιωτόπια είχαν κι άλλα πλεονεκτήματα,
όπως το να παίρνουν μισθό και την απαλλαγή τους από κάθε φορολογία. Με την
οργάνωση αυτή, αργά αλλά σταθερά, σχηματίστηκαν στην ανατολική οριογραμμή
του βυζαντινού κράτους, στρατιωτικές αποικίες, απαρτιζόμενες από Αρμένιους,
Θράκες και άλλες φυλές, αλλά βασικά από ντόπιους Έλληνες της Καππαδοκίας, του
Πόντου και της Κιλικίας. Η ακριτική εποποιία, βρήκε στην Καππαδοκία τον ιδανικό
τόπο για να αναδειχτεί.

Οι Ακρίτες, με τους ηρωισμούς, τον πλούτο, τη μεγαλοπρεπή εμφάνιση, τα


χρυσοστόλιστα άλογα και τα περιπετειώδη ερωτικά ειδύλλιά τους, δημιούργησαν
στο λαό ψυχική ανάταση. Ο λαός τους έπλεξε το εγκώμιο, δημιουργώντας ένα
μεγάλο επικό ποίημα, που φέρει το όνομα και περιγράφει τη ζωή, τα
ανδραγαθήματα και τις περιπέτειες του Βασίλειου Διγενή Ακρίτα. Τα ακριτικά
τραγούδια είχαν προέλευση τη χώρα της Καππαδοκίας και κατόπιν διαδόθηκαν σε
όλο τον ελληνικό κόσμο. Η φήμη του Διγενή Ακρίτα έφτασε σε όλη τη χριστιανική
Ανατολή. Η ιδιαίτερη πατρίδα του Βασιλείου Διγενή Ακρίτα, πρέπει να ήταν το
Χαρσιανό θέμα, πρωτεύουσα του οποίου ήταν η Καισάρεια της Καππαδοκίας.
Πατέρας του Διγενή ήταν ο εμίρης της Μελιτήνης της Συρίας Μουσούρ και μητέρα
του η Καππαδόκισα Ειρήνη Δούκαινα, κόρη Έλληνα στρατηγού. Για να την
παντρευτεί ο Μουσούρ, βαφτίστηκε χριστιανός. Γι’ αυτό ο Βασίλειος, που στις
φλέβες του έτρεχε από τη μια μεριά της μητέρας του ελληνικό αίμα κι από την
πλευρά του πατέρα του αραβικό αίμα, ονομάστηκε Διγενής. Ο Κωνσταντίνος ο
Πορφυρογέννητος αναφέρει ότι ο Κωνσταντίνος Δούκας ήταν στρατηγός του
Χαρσιανού θέματος. Οι ερευνητές καταλήγουν ότι το κάστρο του Χαρσιανού
θέματος βρισκόταν στο Τσουχούρ της Καππαδοκίας. Εκεί, όπου η φύση φαίνεται
σαν να είναι από μάρμαρο, ήταν τα «Μαρμαρένια Αλώνια» του Βασίλειου Διγενή
Ακρίτα και των συναγωνιστών του.

13
2.ΑΚΡΙΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ - ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Απόψιν τα μεσάνυχτα

Απόψιν, απόψιν τα μεσάνυχτα (δις)

Σηκώθηκα να γράψω στο πουλάκι μου

Σηκώθηκα να γράψω τρυγωνάκι μου

Και κοντυ - και κοντυλιά δεν έριξα (δις)

Δίχως ν' αναστενάξω τρυγωνάκι μου

Δίχως ν' αναστενάξω για σε πουλάκι μου.

Απόψιν, απόψιν τα μεσάνυχτα (δις)

Μας κλέψανε τη γλάστρα το πουλάκι μου

Μας κλέψανε τη γλάστρα τρυγωνάκι μου

Μας πήραν, μας πήραν τον Αυγερινό (δις)

Τον ουρανό με τ' άστρα τρυγωνάκι μου

Τον ουρανό με τ' άστρα το πουλάκι μου

14
Μαλαματένιος αργαλειός

μαλαματένιος αργαλειός μ' ελεφαντένιο χτένι

κι ένα κορμί κι αμάν αμάν κι ένα κορμί αγγελικό

κι ένα κορμί αγγελικό κάθεται και υφαίνει

πραματευτής κι αμάν αμάν, πραματευτής επέρασε

πραματευτής επέρασε στο μαύρο καβαλάρης

κοντοκρατεί κι αμάν αμάν, κοντοκρατεί το μαύρο του

κοντοκρατεί το μαύρο του και την καλημερίζει

καλή σου μέ- κι αμάν αμάν, καλή σου μέρα λυγερή

καλή σου μέρα λυγερή, καλώς τον ξενο που 'ρθε

κόρη 'μ για δε κι αμάν αμάν, κορή μ' για δε παντρεύεσαι

κόρη μ' για δε παντρεύεσαι να πάρεις ξένον άντρα

κάλλιο ν α σκα- κι αμάν αμάν, κάλλιο ν ασκάσει ο μαύρος σου

κάλλιο να σκάσει ο μάυρος σου παρά το λόγο που πες

κι έχω άντρα κι αμάν αμάν κι έχω αντρα στην ξενητειά

κι έχω άντρα στην ξενητεία τώρα δωδέκα χρόνους

15
Σαν Ακρίτας Διγενής

Σαν Ακρίτας Διγενής

να φυλάς τα σύνορά σου

μην πατήσουν τα όνειρά σου

σαν πολεμιστής

σαν Ακρίτας Διγενής.

Φτάνει πια να πολεμώ

φτάνει ν` αρρωσταίνω

στα σύνορα μου στο βουνό

μόνος να πεθαίνω

φτάνει εγώ να σπέρνω μια ζωή

κι άλλοι να θερίζουν

κι όσοι πουλήσαν την ψυχή

πάντα να κερδίζουν.

Τα φώτα σβήνω να κρυφτώ

απ` όλα κουρασμένος

και σ` ακρογιάλι μυστικό

βγαίνω μαγεμένος

στο φως λουσμένοι όσοι αγαπώ

κι όσοι μ` αγαπάνε

στήνουν γύρω μου χορό

και μου τραγουδάνε.

16
Σαν Ακρίτας Διγενής

να φυλάς τα σύνορά σου

μην πατήσουν τα όνειρά σου

κι άμα πληγωθείς

θα` μαστε κοντά σου

σαν Ακρίτας Διγενής

να φυλάς τα χώματά σου

τρέλα σου και διαφορά σου

μην παραδοθείς

σαν Ακρίτας Διγενής.

Καλώς ήρθατε ξανά

φωνές αγαπημένες

ένα βήμα πριν την άβυσσο

πάντα καλά κρυμμένες

να λευτερώσετε τον Διγενή

τον εχθρό και φίλο

που μια δαγκώνει, μια πετά

του πειρασμού το μήλο.

Σαν Ακρίτας Διγενής

να φυλάς τα σύνορά σου

μην πατήσουν τα όνειρά σου

σαν πολεμιστής

σαν Ακρίτας Διγενής.

17
Φτάνει πια να πολεμώ

φτάνει ν` αρρωσταίνω

στα σύνορα μου στο βουνό

μόνος να πεθαίνω

φτάνει εγώ να σπέρνω μια ζωή

κι άλλοι να θερίζουν

κι όσοι πουλήσαν την ψυχή

πάντα να κερδίζουν.

Τα φώτα σβήνω να κρυφτώ

απ` όλα κουρασμένος

και σ` ακρογιάλι μυστικό

βγαίνω μαγεμένος

στο φως λουσμένοι όσοι αγαπώ

κι όσοι μ` αγαπάνε

στήνουν γύρω μου χορό

και μου τραγουδάνε.

18
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Στην παρούσα ερευνητική εργασία με θέμα την Βυζαντινή Καππαδοκία,


ψηλαφήθηκε η παρούσα ιστορική περίοδος από τους πρώιμους μέχρι τους
ύστερους βυζαντινούς χρόνους.

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στους Ακρίτες, αυτούς τους περήφανους μαχητές και
υπερασπιστές του Βυζαντίου, τα κατορθώματα των οποίων η λαϊκή Μούσα
αποτύπωσε σε τραγούδια και ποιήματα. Την εποχή της δόξας τους (7ος – 10ος
αιώνας) οι ακρίτες αγωνίζονταν ακατάπαυστα εναντίον των Σαρακηνών και των
απελατών. Η ζωή τους ήταν κατ’ εξοχήν πολεμική και επικίνδυνη, ιδιαίτερα στις
παραμεθόριες μικρασιατικές περιοχές του Πόντου και της Καππαδοκίας. Αυτό
συνετέλεσε στην ανάπτυξη πνεύματος ηρωικού (ανάλογο με αυτό της μεσαιωνικής
Δύσης), στο οποίο και οφείλεται η γένεση και ανάπτυξη ποίησης κατ’ εξοχήν
ηρωικής, της λεγόμενης «ακριτικής».

Λείψανα τέτοια έχουμε μέχρι και σήμερα στα παραδοσιακά δημοτικά τραγούδια
μας και ιδιαίτερα στο σωζόμενο σε χειρόγραφα μεσαιωνικό «έπος του Βασίλειου
Διγενή Ακρίτα». Δεν πρέπει όμως να ξεχάσουμε και τους υπόλοιπους
εξυμνούμενους ήρωες ακρίτες όπως, ο Ανδρόνικος, ο Αρμούρης, ο Βάρδας Φωκάς,
ο Νικηφόρος, ο Πετροτράχηλος, ο Πορφύρης και άλλοι.

Περαιτέρω εμβάθυνση σε αυτή την τόσο πλούσια λαϊκή Παράδοση θα ακολουθήσει


στο β΄ τετράμηνο, με αναλυτική διερεύνηση της δημώδους παράδοσης αυτής της
τόσο ιδιαίτερης επαρχίας, της Καππαδοκίας.

19
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Α΄ ΒΙΒΛΙΑ

 Γιάννης Σταματιάδης, «Βραχοκκλησίες και Πετρομονάστηρα της


Καππαδοκίας», Έκδοση ΚΕ.ΜΙ.ΠΟ. 2003.
 Βασίλειος Τατάκης, « Η συμβολή της Καππαδοκίας στη Χριστιανική σκέψη»,
Κ.Μ.Σ. Αθήνα , 1998.
 Θεόδωρος Θεοδωρίδης, «Φαρασιώτικες παραδόσεις, μύθοι και
παραμύθια», «Λαογραφία» τόμος ΚΑ (ΧΧΙ) 1964, Αθήνα, σελ. 269-336.
 Μάξιμος Χαρακόπουλος, «Ρωμιοί της Καππαδοκίας», ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΓΡΑΜΜΑΤΑ, ΑΘΗΝΑ 2003.
 Εμμανουήλ Τσαλίκογλου, «Ελληνικά Εκπαιδευτήρια και ελληνορθόδοξες
κοινότητες της περιφέρειας Καισαρείας», Κ.Μ.Σ. Αθήνα 1976.
 Τάκης Σαλκιτζόγλου, «Η Σύλλη του Ικονίου. Μία ελληνική κωμόπολη στην
καρδιά της Μικράς Ασίας», ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, ΑΘΗΝΑ 2005.
 Δ. Λουκόπουλος – Δ. Πετρόπουλος, «Παροιμίες των Φαράσων»,Κ.Μ.Σ., 1951.
 Δ. Λουκόπουλος – Δ. Πετρόπουλος, « Η Λαϊκή λατρεία των Φαράσων»,
Κ.Μ.Σ. 1951.
 Σεφέρης Γιώργος, «Τρεις μέρες στα μοναστήρια της Καππαδοκίας», Κ.Μ.Σ.
2005.
 Βασίλης Π. Κέκης , «Καππαδοκία, Προσκύνημα από γης και ουρανού»,
Εκδόσεις Ακρίτας , Αθήνα 2008.

20
Β΄ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

 el.wikipedia.org
 www.kappadokes.gr
 www.misti.gr
 wikimapia.org.
 www.ethnos.gr
 lithoksou.net
 www.google.gr/εικόνες

21

You might also like