Β - κεφ Ερμηνείας κ Ερμηνευτικης Κ.Δ

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 3

ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

1. Οι υποθέσεις του ιερού Χρυσόστομου, αφετηρία για τη χρονολόγηση των επιστολών


του απόστολου Παύλου.

Στο πέρασμα των χρόνων, από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες κιόλας,
υπήρξαν πολλές προσπάθειες, για την προσέγγιση της χρονολόγησης των επιστολών
του απόστολου Παύλου. Διαπιστώνεται, όμως, αναμφισβήτητα η πρωτοτυπία των
θέσεων του, η σπουδαιότητα και η αξία του έργου του ιερού Χρυσόστομου, κάθως
είναι γεγονός πως αυτός είναι ο πρώτος στην Ιστορία της χριστιανικής Γραμματείας ,
που επιχείρησε τη χρονολογική ιεράρχηση των επιστολών του απόστολου Παύλου.
Μερικές από τις θέσεις που τέθηκαν σχετικά με το ζήτημα της χρονολόγησης
των επιστολών του Παύλου είναι οι εξής:
- Ο λεγόμενος Κανών του Muratori (ο οποίος αποδείκνυε οτι τα βιβλία της Κ.Δ,
ακόμα και στο τέλος του 2ου π.Χ αιώνα, δεν είχαν ακόμα καθοριστεί από την
εκκλησία, οπώς τα έχουμε σήμερα), επεκτείνοντας την επταδική διάταξη των
επιστολών, προχωρεί σε δική του διάταξη: α) προς Κορινθίους, β) προς
Εφεσίους, γ) προς Φιλιππησίους, δ) προς Κολοσσαίεις, ε) προς Γαλάτας, στ)
προ Θεσσαλονικείς ζ) προς Ρωμαίους. Ωστόσο, η ταξινόμηση αυτή των
επιστολών δεν έχει γίνει, σε καμία περίπτωση, με πρόθεση ή με κριτήριο τη
χρονολόγησή τους.
- Ο Ωριγένης δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται τόσο για την χρονολόγηση του
Corpus Paulinum (=το σύνολο των επιστολών του Παύλου), όσο για το βαθμό
της ωριμότητας, που εκφράζει σε συγκεκριμένες επιστολές του ο απόστολος,
καθώς η ίδια υποδεικνύει εμμέσως ένα κριτήριο για τη χρονολόγηση.
- Ο Διονύσιος Αλεξανδρείας αποτέλεσαν σημαντικό σταθμό της χριστιανικής
φιλολογίας. Η συμβολή του περί ιστορικό-γραμματικής και ποιμαντικής
προσεγγίσεως, φιλολογίας και θεολογίας ήταν σημαντική. Δυστυχώς όμως δεν
υπάρχουν πληροφορίες εάν επιχείρησε κάτι ανάλογο και για τις επιστολές.
- Ο Ευσέβιος Καισαρείας προσπαθεί να χρονολογήσει, εστιάζοντας στην
β΄προς Τιμόθεον και καταλήγει να τοποθετεί την συγγραφή της επιστολής
στις τελευταίες ημέρες του βίου του αποστόλου.
- Ο διάκονος Ευθάλιος και ο σύγχρονός του Επιφάνιος εκλαμβάνου την
παραδοσιακή σειρά των επιστολών ως χρονολογική. Σε ολόκληρο το
‘ευθαλιανό υλικό’, όπως και στον Ευσέβιο, παρατηρείται ότι δεν υπάρχει
ίχνος προβληματισμού όσον αφορά την σχετική ή την πόλυτη χρονολόγηση
των επιστολών.
Σε σύγκριση, με τα παραπάνω παραδείγματα, καταδεικνύεται πέρα από
κάθε αμφιβολία η πρωτοτυπία του ι.Χρυσόστομου, στην προσπάθεια του να
αποκαταστήσει τη χρονολογική σειρά των επιστολών του Παύλου. Το εγχείρημά
του αποτελεί σταθμό για την εξέλιξη της φιλολογικής επιστήμης γενικότερα.

2. Οι θέσεις του ιερού Χρυσόστομου και η συνέχειά τους στην Ορθόδοξη Ανατολή.

Το παράδειγμα του ι.Χρυσόστομου και το ενδιαφέρον του για τη


χρονολόγηση των παύλειων επιστολών, έμεινε στην ιστορία της εισαγωγής στην
Κ.Δ και τη νεότερη εξηγητική έρευνα, καθώς ακόμα η επιδρασή του επ’ αυτών
ήταν εντυπωσιακή.
Πιο συγκεκριμένα:
- O Θεόδωρος Μοψουεστίας επιχειρεί κάτι το υποτυπώδες, εάν όχι μίμηση,
της προσπάθειας του Χρυσόστομου προς χρονολόγηση του Corpus Paulinum.
- Το εγχείρημα του Χρυσόστομου ακολουθεί ο Θεοδωρήτος Κύρου, ο οποίος
επιχειρεί όχι μόνο να καθορίσει με πληρότητα τη σειρά των επιστολών του
Παύλου, σύμφωνα με το χρόνο συγγραφής τους, αλλά και να προσδιορίσει
τον τόπο απ’ όπου όλες αυτές εστάλησαν. Με ελάχιστες παρεκκλίσεις
καταλήγει σε παρεμφερή με τη χρυσοστόμεια ταξινόμηση των επιστολών.
- Μεταξύ των λοιπών παλαιών ερμηνευτών, οι οποίοι ασχολήθηκαν με την
ερμηνεία των επιστολών του Παύλου στην Ανατολή, ήταν ο Κύριλλος
Αλεξανδρείας, ο Γεννάδιος Κωνσταντινουπόλεως ο ‘Οικουμένιος’, ο Ιωάννης
ο Δαμασκηνός και ο Μέγας Φώτιος.
- Εξαίρεση αποτελεί ο Θεοφύλακτος Αχρίδος, υπομνιματίζοντας το έργο του
Παύλου λαμβάνει, βέβαια, υπόψιν του τις επιμέρους ερμηνείες του
Χρυσόστομου, αλλά μιμείται και τις υποθέσεις του με τον δικό του
προσωπικό τρόπο.
- Το παράδειγμα του Θεοφύλακτου φαίνεται ότι ακολούθησε και ο Ευθύμιος
Ζυγαδηνός ή Ζιγαβηνός.
- Έναν αιώνα αργότερα ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης μεταγλώττισε την
ερμηνεία του Θεοφύλακτου.

Η διάδοση και η άναδειξη των θέσεων του ι.Χρυσόστομου εντός των


ερμηνευτικών εργασιών άλλων προσώπων, πιστοποιούν τη γενικότερη
αναγνώριση της αυθεντίας του στο χώρο της Ορθοδόξου ερμηνευτικής
παραδόσεως. Ενώ, μια ενδιαφέρουσα διάσταση λέει ότι η πράδοση αυτή
διανοίγει, με τη σειρά της, νέους δρόμους και προοπτικές στην ανάγνωση των
Γραφών.

3.Οι θέσεις του ιερού Χρυσόστομου στη χριστιανική Δύση και τη νεότερη
επιστήμη τη Κ.Δ.

Οι θέσεις του ι.Χρυσόστομου δεν παρέμειναν άγνωστες στο


περιβάλλον της λόγιας δυτικής χριστιανοσύνης. Φαίνεται, ωστόσο ότι αυτές
δεν αξιοποιήθηκαν πραγματικά παρά μετά το 15ο και 16ο αιώνα. Με την
έμφαση της τυπογραφίας αναννεώνεται το αναγνωστικό και το μεταφραστικό
ενδιαφέρον για τα συγγράματα του ι.Χρυσόστομου. Τουλάχιστον 105 έντυπες
ελληνικές εκδόσεις έργων του πραγματοποιήθηκαν κατά τον 16ο αι. και 239
λατινικές εκδόσεις τους 15ο και 16ο αι.
Γίνεται αντιληπτό λοιπόν ότι μιλάμε για μια εποχή, κατά την οποία τα
έργα του αντιοχειανού ερμηνευτή δεν απουσιάζουν από καμία μεγάλη
ευρωπαϊκή βιβλιοθήκη και δεν αγνοούνται από κανέναν σοβαρό λόγιο. Γι’
αυτό και δεν πρέπει να μας ξενίζει το γεγονός ότι οι λατινικές εκδόσεις του
Χρυσοστόμου θα εγγίσουν κατά τους νεότερους χρόνους τις 300. Ενώ, από το
16ο και 17ο αι. οι θέσεις του ι.Πατρός καθιστούν εντονότερη την παρουσία
τους στο χώρο της νεότερης βιβλικής έρευνας. Διαπιστώνεται λοιπόν ότι –
πλην ορισμένων ιδιορρύθμων περιπτώσεων, όπως η ακμάσασα περί τα μέσα
του 19ου αι. γερμανική ‘Σχολή Τυβίγγης’- νεότεροι ρωμαιοκαθολικοί και
προτεστάντες ερμηνευτές και ιστορικοί, είναι εξοικειωμένοι οι περισσότεροι
με την πατερική εξηγητική παράδοση και ιδιοποιούνται τη βασική πρόταση
του Χρυσοστόμου, σχετικά με την ανάγκη (ανα)χρονολογήσεως των
επιστολών του Παύλου. Δεν λείπουν όμως και οι λογοκλοπές (φιλολογικός
δανεισμός), που δεν γίνεται καμία αναφορά στην πηγή προελεύσεως ή
ηθελημένα γίνεται αποφυγή του ονόματος του ι.Χρυσόστομου, ενδεχομένως
λόγω ομολογιακών προκαταλήψεων και αναστολών.
Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ιστορικό-φιλολογικό χάρισμα καθώς
και η κριτική διαίσθηση του ι.Πατρός αναγνωρίζεται στην πράξη, αφού τα
πορίσματά του μετά από πολλούς αιώνες επιβεβαιώνονται ή εκ νέου
ανακαλύπτονται. Χαρακτηριστικότερα, οι θέσεις του Χρυσόστομου σχετικά
με την χρονολόγηση των επιστολών του Corpus Paulinum συμφωνούν, ως
προς τα βασικότερα σημεία τους, με επικρατέστερες αντίστοιχες τοποθετήσεις
νεότερων και σύγχρονων ερευνητών της Κ.Δ. Οι τελευταίες μάλιστα μπορούν
να θεωρηθούν, από πλευράς της ιστορικής τους εξελίξεως ως συνέχεια και
επιβεβαίωση, των απόψεων που πρώτος διατύπωσε σχετικώς ο
ι.Χρυσοστομος.

You might also like