Professional Documents
Culture Documents
Η Θέση των Γυναικών στην Αρχαία Ελληνική Κοινωνία
Η Θέση των Γυναικών στην Αρχαία Ελληνική Κοινωνία
2009,
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η αυτονομία (ανεξαρτησία) ήταν ο κύριος λόγος για τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες
θέσπισαν την πόλη-κράτος[1]. Η θέση της γυναίκας στην αρχαία Ελληνική κοινωνία
υπαγορευόταν από την εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού. Αυτό θα προσπαθήσουμε να
καταδείξουμε στην παρούσα εργασία, αναφερόμενοι στην θέση των γυναικών στην αρχαία
αθηναϊκή και τη σπαρτιατική κοινωνία. Ο περιορισμός μας σε αυτές τις δύο πόλεις οφείλεται
αφενός στην πληθώρα των στοιχείων που έχουμε για την περίπτωση των Αθηνών και τις αρκετές
(αν και σαφώς ολιγότερες) πληροφορίες μας για την Σπάρτη. Για τις άλλες πόλεις δεν έχουμε
αρκετά στοιχεία, αλλά γενικώς η θέση των γυναικών δεν διέφερε και πολύ από αυτήν της
αθηναϊκής κοινωνίας[2]. Η Σπάρτη, με το ιδιόμορφο καθεστώς της, φαίνεται ως μια μεγάλη
εξαίρεση στον Ελληνικό κόσμο. Άρα ό,τι αναφέρουμε για την Αθήνα ισχύει γενικώς για τους
«Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων», προσθέτοντες δε και τους «Λακεδαιμονίους», έχουμε μια
αρκετά σαφή εικόνα για την θέση των γυναικών στην αρχαία Ελλάδα.
Στις τρεις ενότητες που ακολουθούν εξετάζουμε την θέση των γυναικών, ξεκινώντας από
τον γάμο, την μέσα στα πλαίσια αυτού γέννηση των κοριτσιών και καταγράφοντας την θέση
τους καθώς μεγάλωναν, στην οικογενειακή, κοινωνική και πολιτική ζωή της Αθήνας και της
Σπάρτης. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι τρεις αυτές πτυχές της ζωής των γυναικών στις
αρχαίες ελληνικές πόλεις δεν χωρίζονται μεταξύ τους με στεγανό τρόπο, καθώς πολλές
εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής μπορούν να εκληφθούν ως ανήκουσες στην οικογενειακή ή την
πολιτική ζωή[3]. Συνεπώς η διαίρεση που ακολουθούμε είναι κατ' ανάγκην τεχνητή.
Μία ορφανή θυγατέρα που δεν είχε αδελφούς ή ανιψιούς για να κληρονομήσουν την
πατρική περιουσία, ονομαζόταν στην Αθήνα επίκληρος. Αυτές υποχρεώνονταν να παντρευτούν
στην ηλικία των δεκατεσσάρων ετών τον πλησιέστερο συγγενή της ο οποίος λάμβανε την
κληρονομία, την οποία δεν μπορούσε να διεκδικήσει η ίδια[8]. Ήταν επί-κληρος, δηλαδή
προσαρτημένη –τρόπον τινά- στην περιουσία του πατέρα της[9]. Στη Σπάρτη η πατρούχος (το
σπαρτιατικό ανάλογο της επικλήρου) κληρονομούσε απευθείας τα κτήματα του πατέρα της[10].
Στην Αθήνα τον γάμο συνιστούσαν δύο διαφορετικές διαδικασίες: Η εγγύη και η
έκδοση. Η πρώτη ήταν ο αρραβώνας, η υπόσχεση για την σύναψη του γάμου που συνοδευόταν
από συμφωνία μεταξύ του κηδεμόνα της κοπέλας και του υποψηφίου μνηστήρα της για το είδος
και το μέγεθος της προίκας. Μετά από αυτή τη συμφωνία η κυριότητα της κοπέλας (και της
προίκας) περνούσε στον μνηστήρα. Η έκδοση ήταν η παράδοση της νύφης από τον κηδεμόνα
της στον γαμπρό. Γίνονταν θυσίες, εξαγνιστικό λουτρό της νύφης και του γαμπρού, γαμήλιο
γεύμα και η επίσημη πομπή κατά την οποία ο γαμπρός μετέφερε τη νύφη επάνω σε άρμα από το
πατρικό της σπίτι στο δικό του[11]. Στη Σπάρτη ο γάμος (όσων ήταν μικρότεροι των τριάντα
ετών[12]) γινόταν με την (μάλλον συμβολική) αρπαγή της νύφης από τον γαμπρό, την παράδοσή
της σε μία γυναίκα που λεγόταν νυμφεύτρια, η οποία κούρευε τα μαλλιά της νύφης από την ρίζα,
την έντυνε με ανδρικά ρούχα και την άφηνε να πλαγιάσει μόνη στο σκοτάδι. Το βράδυ μετά το
συσσίτιο στον καταυλισμό, ο γαμπρός πήγαινε στη νύφη και την μετέφερε στην συζυγική κλίνη.
Παρέμενε μαζί της για λίγη ώρα και επέστρεφε στον στρατιωτικό καταυλισμό μέσα στην νύκτα.
Και τις επόμενες ημέρες πήγαινε κρυφά μέσα στην νύκτα και την επισκεπτόταν. Αυτό γινόταν
μέχρι ο γαμπρός να φθάσει την ηλικία των τριάντα ετών[13]. Πάντως, γενικώτερα στους
αριστοκρατικούς κύκλους των ελληνικών πόλεων ο γάμος με αρπαγή δεν ήταν ο κανόνας αλλά η
εξαίρεση.[14] Κατά την εποχή του Ηροδότου γίνονταν γάμοι και με συμφωνίες μέσω του
Πατέρα. Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι ο πατέρας μιας μοναχοκόρης μπορούσε να την μνηστεύσει
με άνδρα της επιλογής του, ενώ υπήρχε και στη Σπάρτη ο θεσμός της προίκας[15].
Στην Αθήνα ο τοκετός λάμβανε χώρα στον γυναικωνίτη του σπιτιού (τα δωμάτια των
γυναικών όπου δεν είχαν δικαίωμα εισόδου οι άνδρες) με την βοήθεια των εμπειροτέρων
γυναικών ή, κάποτε, και μιας ειδικευμένης μαίας. Αν το παιδί ήταν καχεκτικό, δύσμορφο ή
καρπός παράνομης σχέσης, παιδί δούλου ή ένα επιπλέον και ανεπιθύμητο κορίτσι, μπορούσε να
μη γίνει αποδεκτό. Με εντολή του οικοδεσπότη, του κυρίου του οίκου, μία δούλη ανελάμβανε να
αποθέσει το νεογνό σε μία ερημική τοποθεσία μέσα σε ένα καλάθι για να αποβιώσει από τα
στοιχεία της φύσεως. Αυτό λεγόταν έκθεση ή απόθεση. Τα κορίτσια κινδύνευαν να εκτεθούν
περισσότερο από τα αγόρια, λόγω της μικρότερης κοινωνικής τους αξίας και του γεγονότος ότι
για να παντρευτούν είχαν ανάγκη προίκας[19]. Στην Σπάρτη δεν έχουμε στοιχεία για το πως
γινόταν ο τοκετός. Γνωρίζουμε, όμως, ότι η απόφαση για την ανατροφή ή την απόθεση του
νεογέννητου βρέφους δεν λαμβανόταν από τον πατέρα αλλά από την Γερουσία. Τα μέλη της
γερουσίας εξέταζαν τα βρέφη και αν ήταν καλοσχηματισμένα και υγιή τα επέστρεφαν στον
πατέρα με την εντολή να τα αναθρέψει. Αν ήταν καχεκτικά και δύσμορφα έστελναν τον πατέρα
να τα αποθέσει στους λεγομένους αποθέτες[20]. Η αντιμετώπιση των κοριτσιών ήταν
ευνοϊκότερη από αυτήν των αγοριών, διότι αυτά δεν πέρναγαν την διαδικασία της διαλογής,
αλλά μόνο τα αγόρια[21].
Ο οίκος στην Σπάρτη δεν είχε την ίδια σημασία που είχε στην Αθήνα και σε άλλες
πόλεις. Η μεταφορά της βαρύτητας προς την ζωή στα στρατόπεδα είχε σαν αποτέλεσμα την
παραμέληση του οικογενειακού βίου[31].Οι άνδρες συνεχώς απουσίαζαν από το σπίτι, στα
στρατόπεδα, τα γυμναστήρια και τα κοινά συσσίτια. Οι γυναίκες απολάμβαναν μεγαλύτερης
ελευθερίας και μπορούσαν να συναναστρέφονται μεταξύ τους[32]. Δεν ασχολούνταν με τις
συνηθισμένες οικιακές εργασίες (ύφανση ρούχων και φροντίδα παιδιών) διότι αυτές τις έκαναν
οι δούλες τους και φρόντιζαν για τις υποθέσεις των ανδρών τους όταν αυτοί έλειπαν στον
πόλεμο, πράγμα όχι και τόσο σπάνιο για τους Σπαρτιάτες[33].
Ένα κοινό χαρακτηριστικό της κοινωνικής ζωής τόσο στην Σπάρτη όσο και στην Αθήνα
και τις άλλες ελληνικές πόλεις ήταν η δυνατότητα των γυναικών να μετέχουν σε θρησκευτικές
εορτές και τελετές σε όλα τα επίπεδα, αν και με υπηρετικά –ως επί το πλείστον- καθήκοντα[34].
Στα Παναθήναια προς τιμήν της Αθηνάς στην Αθήνα νέες κοπέλες ύφαιναν τον πέπλο για το
άγαλμά της[35]. Σε κάποιες εορτές -όμως- που ήταν αφιερωμένες στην παντρεμένη γυναίκα,
όπως τα Θεσμοφόρια στην Αθήνα, η συμμετοχή των γυναικών ήταν ουσιαστική[36].
Μπορούσαν να γίνουν ιέρειες υπηρετώντας τη λατρεία γυναικείων θεοτήτων[37].
Ενεργός είναι και η συμμετοχή των γυναικών στις κηδείες προσφιλών προσώπων, μέσω
του μοιρολογίου και της ετοιμασίας του νεκρού[38].
Η απομόνωση των γυναικών στο σπίτι που ίσχυε στη Αθήνα απέβλεπε στην διασφάλιση
της αποκτήσεως νομίμων τέκνων με βεβαιωμένη την καταγωγή ώστε να η πόλη να αποκτά τους
αναγκαίους για την επιβίωσή της γνήσιους πολίτες. Η ελευθερία και αγωγή που είχαν οι
Σπαρτιάτισσες απέβλεπε στην ανάδειξη της ικανότητας αποκτήσεως δυνατών και υγιών τέκνων
για την καλύτερη υπεράσπιση της πόλεως[39].
Η υποβαθμισμένη κοινωνική θέση της γυναίκας των Αθηναίων και γενικώς των Ελλήνων
(πλην Λακεδαιμονίων μέχρι κάποιο βαθμό) θεωρείται αποτέλεσμα επιρροών από τους
ανατολικούς λαούς και μάλιστα τους Πέρσες[40]. Η πλεονεκτική (σε σύγκριση με τις γυναίκες
των άλλων ελληνικών πόλεων) κοινωνική θέση των Σπαρτιατισσών οφείλεται στην ανάγκη για
συνεχή στρατιωτική ετοιμότητα της Σπαρτης σε συνδυασμό με την χαλαρή διάρθρωση της
οικογενειακής ζωής[41].
Στην Αθήνα η γυναίκα δεν είχε καθόλου δικαιοπρακτική ικανότητα. Στην Σπάρτη η
γυναίκα είχε απ' ότι φαίνεται δικαιοπρακτική ικανότητα. Δεν μπορούσε να παρασταθεί στα
δικαστήρια, να υπογράφει συμβόλαια ή να κληρονομεί. Δεν είχε δικαίωμα ιδιοκτησίας σε κινητή
ή ακίνητη περιουσία[45]. Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι τα δύο πέμπτα της συνολικής γης της
Σπάρτης ανήκαν σε γυναίκες. Δεν γνωρίζουμε αν είχε παραπάνω δικαιοπρακτική ικανότητα,
αλλά και μόνον αυτό το δικαίωμα της δυνατότητας κατοχής εγγείου ιδιοκτησίας, είναι ένα
σημαντικό προνόμιο το οποίο δεν είχαν οι Αθηναίες και οι περισσότερες άλλες Ελληνίδες[46].
Τόσο στην Αθήνα όσο και στη Σπάρτη οι γυναίκες μπορεί να μην είχαν πολιτικά
δικαιώματα, ο ρόλος τους όμως ήταν σημαντικός στην μεταβίβαση της ιδιότητας του πολίτη[47].
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας της η κάθε πόλη έριχνε το βάρος είτε στην
εξασφάλιση γνησίων πολιτών (όπως η Αθήνα) είτε στην απόκτηση γενναίων στρατιωτών (όπως
η Σπάρτη).
Οι Αθηναίοι λάμβαναν κατά πολύ νεότερες συζύγους από αυτούς ενώ οι Σπαρτιάτες
σχεδόν συνομήλικες τους. Τα κίνητρα όπως και τα έθιμα και το τελετουργικό για τον γάμο ήταν
διαφορετικά. Τα νεογέννητα βρέφη αν δεν ήταν αρτιμελή και υγιή κινδύνευαν να εκτεθούν και
να θανατωθούν και στις δύο πόλεις. Στην Αθήνα αυτό το έκρινε ο κύριος του οίκου αλλά στην
Σπάρτη το κράτος. Τα βρέφη εντάσσονταν στην οικογένεια έπειτα από κάποιες διαβατήριες
τελετές και μεγάλωναν κοντά στην οικογένεια μέχρι το έβδομο έτος της ηλικίας τους.
Στην Αθήνα τα κορίτσια και οι κοπέλες ήταν κλεισμένες στον γυναικωνίτη και γυναίκες
δεν έβγαιναν έξω από το σπίτι, εκτός μεγάλης ανάγκης. Στη Σπάρτη είχαν περισσότερη
ελευθερία. Αθλούνταν και γυμνάζονταν και έμεναν πολλές μαζί σε κοινόβια. Είχαν δικαίωμα
ιδιοκτησίας και περιουσίας σε αντίθεση με τι Αθηναίες.
Οι γυναίκες, είτε της Αθήνας είτε της Σπάρτης γενικώς δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα.
Είχαν όμως μεγάλη χρησιμότητα στο πολιτικό σύστημα των πόλεων-κρατών, διότι ήταν φορείς
της πολιτικής ιδιότητας και μπορούσαν να την μεταδώσουν στα παιδιά τους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Μήλιος Ανδρέας, «Η έννοια του ελεύθερου πολίτη» στο Μήλιος Ανδρέας,
Μπιργάλιας Νίκος Παπαευθυμίου Ελένη, Πετροπούλου Αγγελική, Δημόσιος και
Ιδιωτικός Βίος στην Ελλάδα Ι: Απ΄την Αρχαιότητα έως και τα Μεταβυζαντινά Χρόνια, τόμ.
Α΄ (Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην Αρχαία Ελλάδα), εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000 σσ. 23-
114.
2. Μπιργάλιας Νίκος, «Ο αρχαίος δημόσιος βίος, πολιτική ζωή και τάξεις: δικαστική,
στρατιωτική και θρησκευτική ζωή» στο Μήλιος Ανδρέας, Μπιργάλιας Νίκος
Παπαευθυμίου Ελένη, Πετροπούλου Αγγελική, Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην Ελλάδα
Ι: Απ΄την Αρχαιότητα έως και τα Μεταβυζαντινά Χρόνια, τόμ. Α΄ (Δημόσιος και Ιδιωτικός
Βίος στην Αρχαία Ελλάδα), εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000 σσ. 115-238.
3. Ξενίδου Schild Βάλια, Οι γυναίκες στην Ελληνική Αρχαιότητα, μτφρ. Κωνσταντίνος
Μπούρας, εκδ. Ερμής, Αθήνα 2001.
4. Πετροπούλου Αγγελική, «Οικογενειακοί Θεσμοί» στο Μήλιος Ανδρέας, Μπιργάλιας
Νίκος Παπαευθυμίου Ελένη, Πετροπούλου Αγγελική, Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην
Ελλάδα Ι: Απ΄την Αρχαιότητα έως και τα Μεταβυζαντινά Χρόνια, τόμ. Α΄ (Δημόσιος και
Ιδιωτικός Βίος στην Αρχαία Ελλάδα), εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000 σσ. 279-319.
5. Fantham Elaine, Peet Foley Helene, Boumel Kampen Natalie, Pomeroy B. Sarah,
Shapiro H. Alan, Οι γυναίκες στον Αρχαίο Κόσμο, μτφρ. Κωνσταντίνος Μπούρας, επιμ.
Γκάστη Ελένη, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2004.
[1] ΑνδρέαςΜήλιος, «Η έννοια του ελεύθερου πολίτη» στο Μήλιος Ανδρέας, Μπιργάλιας Νίκος
Παπαευθυμίου Ελένη, Πετροπούλου Αγγελική, Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην Ελλάδα Ι:
Απ΄την Αρχαιότητα έως και τα Μεταβυζαντινά Χρόνια, τόμ. Α΄ (Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην
Αρχαία Ελλάδα), εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000 σελ. 29-31.
[3] Ταπερί γάμου, λ.χ. εντάξαμε στην οικογενειακή ζωή (θα μπορούσαν να ενταχθούν και στην
κοινωνική) και τα περί συμμετοχής στη θρησκευτική λατρεία στην κοινωνική (θα μπορούσαν να
ενταχθούν και στην πολιτική ζωή, διότι η θρησκεία στην αρχαία Ελλάδα ήταν πολιτική υπόθεση,
υπόθεση της πόλης).
[4] Αγγελική
Πετροπούλου, «Οικογενειακοί Θεσμοί» στο Μήλιος Ανδρέας, Μπιργάλιας Νίκος
Παπαευθυμίου Ελένη, Πετροπούλου Αγγελική, Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην Ελλάδα Ι:
Απ΄την Αρχαιότητα έως και τα Μεταβυζαντινά Χρόνια, τόμ. Α΄ (Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος στην
Αρχαία Ελλάδα), εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2000, σελ. 280.
[9]Elaine Fantham, Helene Peet Foley, Natalie Boumel Kampen, Sarah B. Pomeroy, Alan H.
Shapiro, Οι γυναίκες στον Αρχαίο Κόσμο, μτφρ. Κωνσταντίνος Μπούρας, επιμ. Γκάστη Ελένη,
εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2004, σελ. 112.
[12]Μέχρι τα τριάντα τους οι Σπαρτιάτες έμεναν στους στρατώνες. Μετά τα τριάντα μπορούσαν
να μείνουν στο σπίτι τους.
[15]Βάλια Ξενίδου Shild, Οι γυναίκες στην Ελληνική Αρχαιότητα, μτφρ. Κωνσταντίνος Μπούρας,
εκδ. Ερμής, Αθήνα 2001, σελ. 240.