Το δημοτικό τραγούδι

You might also like

Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 7

1

Το δημοτικό τραγούδι

Προέλευση και χρονολόγηση


Τα δημοτικά τραγούδια έχουν τη ρίζα τους στα αρχαία λαϊκά τραγούδια.
Πολλά δε διαφέρουν από κείνα παρά μόνο στη γλώσσα, για παράδειγμα το αρχαίο
λαϊκό τραγούδι που αναφέρεται σε ένα έθιμο, τα χελιδονίσματα, και άρχιζε με το στίχο:
ήλθε ήλθε χελιδών, έχει επιζήσει ως στις μέρες μας με τα ίδια λόγια: ήρθε ήρθε
χελιδόνα. ΄Ετσι χιλιάδες χρόνια η λαϊκή ποίηση, όπως και όλος ο λαϊκός πολιτισμός
(παροιμίες, έθιμα, μύθοι, παραμύθια) εκφράζουν με τον ίδιο τρόπο τη λαϊκή ψυχή.
Το δημοτικό τραγούδι αποτελεί μια παράλληλη με την προσωπική ποίηση
διαχρονική παρουσία που δεν μπορεί να ενταχθεί σε μια συγκεκριμένη περίοδο της
λογοτεχνικής ιστορίας. Το βρίσκουμε, με τα «ακριτικά», πριν ακόμη από το πρώτο
μνημείο της έντεχνης λογοτεχνίας (Έπος Διγενή Ακρίτα), οι ρίζες του είναι ακόμα
παλιότερες και συνεχίζει να τραγουδιέται ως τις μέρες μας. Το δημοτικό τραγούδι ζει
ακόμα και σήμερα, αλλά με την έννοια ότι συντηρείται. Αλλά δε ζει δημιουργικά. Δεν
πλάθονται καινούρια τραγούδια, έξω ίσως από μερικά δίστιχα στα νησιά ή αλλού. Την
τελευταία του δημιουργική άνθηση το δημοτικό τραγούδι τη γνώρισε με το «κλέφτικο»
τραγούδι το 18ο αιώνα και στις παραμονές της επανάστασης, και κυρίως στη Στερεά
Ελλάδα.

Χαρακτηριστικά - Τεχνική
Το δημοτικό τραγούδι, στη μορφή που γίνεται πλατιά γνωστό, δεν είναι
δημιούργημα ενός ξεχωριστού ατόμου. Πλάθεται από το λαό και εκφράζει τους
πόθους και τις λαχτάρες, τα ιδανικά και το πνεύμα ενός λαού. Το δημοτικό τραγούδι
είναι χωρίς αμφιβολία το μέσο με το οποίο ο λαός έδωσε την εγκυρότερη έκφραση
στον κόσμο του και στο πρόσωπό του. Ό,τι συνηθίζουμε να ονομάζουμε ψυχή ενός
λαού, την ψυχοσύνθεσή του, τους καημούς και τους πόθους του, ακόμα και τις
ιστορικές του περιπέτειες θα τα βρούμε στην αποκρυσταλλωμένη ανώτερη ποιητική
έκφραση του τραγουδιού. Η αρχική σύλληψη του τραγουδιού βέβαια γίνεται από ένα
άτομο που έχει το χάρισμα της στιχουργίας. Στη συνέχεια όμως αυτό το αυτοσχέδιο
τραγούδι το παίρνει ο λαός, το προσαρμόζει αδιάκοπα στην καλαισθησία και τις
διαθέσεις του, και ξεχνιέται εντελώς ο πρώτος του δημιουργός. Αυτός είναι ο λόγος
που το δημοτικό τραγούδι δε διασώζεται σε μια μόνο μορφή, αλλά σε πολλές, ανάλογα
με τον τόπο, παραλλαγές.
Υπάρχει ακόμα ένα γενικό χαρακτηριστικό των δημοτικών τραγουδιών, η
μελαγχολία. Αυτή φαίνεται όχι μόνο στα τραγούδια της ξενιτιάς και του θανάτου, αλλά
και στα τραγούδια της αγάπης, όπου ο λαϊκός ποιητής τραγουδάει με πολλή πίκρα τους
καημούς του και σπάνια είναι αισιόδοξος, ή στα τραγούδια του γάμου, όπου η μάνα
κλαίει για τον αποχωρισμό της κόρης, και ακόμη στα κλέφτικα, όπου πολλές φορές τα
παλληκάρια, απαυδημένα, ελεεινολογούν τη σκληρή ζωή τους.
Άλλο χαρακτηριστικό του δημοτικού τραγουδιού είναι ο δεσμός του με τη
μουσική και το χορό. Ακόμη και σήμερα, που τα δημοτικά τραγούδια καταγράφτηκαν
ως ποιήματα, παρατηρούμε ότι ποτέ ο λαός, σε ένα γλέντι ή σε πανηγύρια, δεν τα
απαγγέλλει. Τα συνοδεύει με μουσική και άλλοτε με μουσική και με χορό συγχρόνως.
(της τάβλας, χορευτικά).
Ως ποιητικά δημιουργήματα τα δημοτικά τραγούδια ξεχωρίζουν για την
τολμηρή σύλληψη του θέματος, τη ζωντανή και παραστατική απεικόνιση του
εξωτερικού και εσωτερικού κόσμου, την ανάγλυφη πλαστικότητα των εικόνων και
την πυκνότητα και λιτότητα του λόγου. Ειδικότερα, στα δημοτικά τραγούδια
παρατηρούμε τολμηρές προσωποποιήσεις: τα βουνά, τα δέντρα, τα άλογα, τα πουλιά,
κάθε άψυχο και έμψυχο μιλούν όπως οι άνθρωποι, συμπάσχουν και παίρνουν μέρος
στη δράση. Ο λόγος είναι λιτός και πυκνός: αποφεύγονται συνήθως τα πολλά και
Καραμπάτσα Βάγια
Φιλόλογος
Τηλ. 625147
2

περιττά επίθετα. Το δημοτικό τραγούδι οικοδομείται κυρίως πάνω στο ουσιαστικό και
το ρήμα, στο στέρεο δηλαδή κόσμο των πραγμάτων και όχι στη φανταχτερή επιφάνεια
που είναι το επίθετο. Επίσης αποφεύγεται η μακρά υπόταξη των προτάσεων.
Ο πιο συνηθισμένος στίχος του δημοτικού τραγουδιού είναι ο ιαμβικός
δεκαπεντασύλλαβος. Ομοιοκαταληξία δεν υπάρχει παρά μόνο σε σπάνιες εξαιρέσεις,
και αυτές είναι τις περισσότερες φορές πολύ μεταγενέστερες. Μόνο σε ένα είδος
χρησιμοποιήθηκε η ομοιοκαταληξία, αυτή μάλιστα στάθηκε η αιτία που δημιουργήθηκε
το είδος: στα δίστιχα ή λιανοτράγουδα, απλωμένα σε όλο τον ελληνικό χώρο, αλλά πιο
πολύ στα νησιά και στην Κρήτη, όπου ζουν ακόμα και σήμερα και πλάθονται
δημιουργικά. Με τη συμπυκνωμένη τους μορφή εκφράζουν με επιγραμματική λιτότητα
το νόημά τους. Αρκετά είναι γνωμικά, τα περισσότερα ερωτικά.
Η μακραίωνη καλλιέργεια και παράδοση του δημοτικού τραγουδιού
δημιούργησε ορισμένα τυπικά μοτίβα, ορισμένους τρόπους εκφραστικούς, μια
ιδιαίτερη γλώσσα με τους νόμους και τους κανόνες της. Ένας από τους βασικότερους
είναι η αρχή της ισομετρίας ή συμμετρικής αντιστοιχίας μορφής και περιεχομένου:
κάθε νοηματική ενότητα ανταποκρίνεται απόλυτα σε μια ενότητα μορφική. Έτσι το
φαινόμενο του μετρικού διασκελισμού, η συνέχιση δηλαδή του νοήματος σε δύο ή
περισσότερους στίχους, που συνηθίζεται στην προσωπική ποίηση, είναι άγνωστο στο
δημοτικό τραγούδι. Και επειδή ο δεκαπεντασύλλαβος, ο πιο συνηθισμένος δημοτικός
στίχος, χωρίζεται σε δύο ημιστίχια (8 και 7 συλλαβές), η αρχή της ισομετρίας καθορίζει
και τη σχέση ανάμεσα στα δύο αυτά ημιστίχια (το νόημα χωρίζεται σε δύο μέρη). Και
πολλές φορές μπορούμε να έχουμε και μια παραπέρα διαίρεση του πρώτου ημιστίχιου
(4 και 4 συλλαβές), ώστε ο στίχος να μοιράζεται στα τρία. Συνήθως την ταλάντευση
ανάμεσα στα δύο ημιστίχια έρχεται να τη συμπληρώσει μια τρίτη ενότητα, που
απλώνεται σε ένα ολόκληρο στίχο, αποκαθιστώντας έτσι τη μετρική και τη νοηματική
ισορροπία. Στις περιπτώσεις αυτές λειτουργεί ένας άλλος νόμος της λαϊκής
δημιουργίας, ο γνωστός «νόμος των τριών». Πολλές φορές στο δεύτερο ημιστίχιο
έχουμε μια απλή παραπλήρωση που δεν προσθέτει τίποτα, τις περισσότερες φορές
όμως η προσθήκη ευρύνει την εικόνα ή έχουμε ένα βαθμιαίο δυνάμωμα στην ένταση
(και μια γιορτή, μια Κυριακή, μια πίσημην ημέρα) ή στην εκφραστική ενάργεια. Καμιά
φορά η κορύφωση έρχεται απλώς με την εναλλαγή του χρόνου του ρήματος
(μοιρολογούσαν κι έλεγαν, μοιρολογούν και λέγουν)
Επίσης παρατηρείται:
1. Η χρήση στερεότυπων εκφράσεων, όπως: τρία πουλάκια κάθονται, ακόμα ο λόγος
έστεκε, πολύ του κακοφάνει
2. Το θέμα ( μοτίβο ) των άστοχων ερωτημάτων:
Μην ο Καλύβας έρχεται, μην ο Λεβεντογιάννης;
3. Το θέμα του αδυνάτου
Αν τρέμουν τ’ άγρια βουνά να τρέμει το γιοφύρι
κι αν πέφτουν τ’ άγρια πουλιά, να πέφτουν οι διαβάτες

Αξία δημοτικών τραγουδιών


Το δημοτικό τραγούδι κατέχει μια ξεχωριστή θέση στη νέα ελληνική λογοτεχνία
και στη νεοελληνική πνευματική ιστορία γενικότερα. Και αυτό όχι μόνο για την
αναμφισβήτητη ποιοτική και ποιητική του υπεροχή, που το τοποθετεί πολύ ψηλότερα
από το συνηθισμένο λαϊκό τραγούδι του χωριού και της πόλης, αλλά και γιατί
βρισκόταν πάντα κοντά στην έντεχνη, προσωπική ποίηση, ασκούσε ισχυρή επίδραση σ’
αυτήν και καθόριζε πολλές φορές τους εκφραστικούς τρόπους. Για παράδειγμα τα
ακριτικά δημοτικά τραγούδια ήταν πολύ συνδεδεμένα με το πρώτο μνημείο την
νεοελληνικής λογοτεχνίας, το έπος του Διγενή Ακρίτα, επίσης η παρουσία του
δημοτικού τραγουδιού είναι φανερή στα ιπποτικά μυθιστορήματα ή στα καταλόγια, η
κρητική λογοτεχνία επίσης έχει δημοτικό χαρακτήρα, με την έννοια ότι πλησιάζει στην
Καραμπάτσα Βάγια
Φιλόλογος
Τηλ. 625147
3

έκφραση και το στίχο προς τους καθιερωμένους τρόπους του δημοτικού τραγουδιού-
λιγότερο ο Χορτάτσης και περισσότερο ο Κορνάρος. Ο Σολωμός πάλι θα δώσει νέα
ώθηση στην ποίησή του μαθητεύοντας στο δημοτικό τραγούδι. Τη συνεχή παρουσία
και επίδραση του δημοτικού τραγουδιού μπορούμε να την παρακολουθήσουμε ως τους
ποιητές της εποχής μας. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η πορεία των ποιητών για την
κατάκτηση της νεοελληνικής έκφρασης είναι μια πορεία αδιάκοπης και ολοένα
ανανεούμενης προσαρμογής προς τους εκφραστικούς τρόπους του δημοτικού
τραγουδιού.
Είναι ακόμα αναμφισβήτητα το δημοτικό τραγούδι το μέσο με το οποίο ο λαός
έδωσε την εγκυρότερη έκφραση στον κόσμο του και το πρόσωπό του. Ό,τι
συνηθίζουμε να ονομάζουμε ψυχή ενός λαού, την ψυχοσύνθεσή του, τους καημούς και
τους πόθους του, ακόμα και τις ιστορικές του περιπέτειες, θα τα βρούμε στην
αποκρυσταλλωμένη ανώτερη ποιητική έκφραση του δημοτικού τραγουδιού.

Κατάταξη
Η κατάταξη των δημοτικών τραγουδιών σε κατηγορίες, ανάλογα με το
ειδικότερο περιεχόμενό τους, δεν είναι εύκολη και δε μπορεί πάντα να ισχύει με
αυστηρό τρόπο, γιατί ο ίδιος ο λαός πολλές φορές χρησιμοποιεί ένα τραγούδι σε
διαφορετικές περιπτώσεις.
Κάτι άλλο που συγχέει τα όρια ανάμεσα στα διάφορα είδη είναι ο συμφυρμός.
Τα κλέφτικα λ.χ. τραγούδια έχουν παραλάβει πολλά στοιχεία (ολόκληρα «μοτίβα») από
τα τραγούδια της ξενιτιάς και τα μοιρολόγια, τα οποία, γενικά, θεωρούνται παλιότερα
από τα κλέφτικα.
Ωστόσο μπορούμε να διακρίνουμε τρεις κύκλους στα δημοτικά τραγούδια:
1. σ’ αυτά που η επιστήμη της λαογραφίας ονομάζει κυρίως άσματα και αναφέρονται
στις διάφορες εκδηλώσεις της ζωής (τραγούδια της αγάπης, νυφιάτικα,
νανουρίσματα, κάλαντα, παιδικά, αποκριάτικα και άλλα εορταστικά, μοιρολόγια,
γνωμικά, επαγγελματικά, της δουλειάς, σατιρικά).
2. σ’ αυτά που έχουν φανερό ιστορικό χαρακτήρα ή ιστορική προέλευση (ακριτικά,
ιστορικά, κλέφτικα)
3. στις παραλογές.

Κυρίως άσματα
Τα πιο υποτυπώδη από τα κυρίως άσματα είναι τα εργατικά, όσα κρατούν το
ρυθμό στην εργασία του ανθρώπου, καθώς και όσα συνδέονται με διάφορες γιορτές και
λαϊκά έθιμα, όπως π.χ. τα κάλαντα. Ενδιαφέροντα είναι τα χελιδονίσματα, που τα
ψάλλουν την 1η Μαρτίου τα μικρά παιδιά από πόρτα σε πόρτα κρατώντας στο χέρι ένα
ομοίωμα χελιδονιού. Η συνήθεια έμεινε από την αρχαιότητα.
Μια μεγάλη κατηγορία τραγουδιών είναι και τα παιδικά, όσα τραγουδούν τα
ίδια τα παιδιά ή όσα τραγουδούν οι μεγάλοι για τα παιδιά: ταχταρίσματα: που τα λένε
όταν χορεύουν στα χέρια το μωρό ή τα ναναρίσματα
Ανώτερο λυρισμό και γνήσιο πάθος δείχνουν τα τραγούδια για το θάνατο
αγαπημένων προσώπων, τα μοιρολόγια (η λέξη είναι ήδη βυζαντινή). Το μοιρολόγι
συνηθίζεται σε όλους τους λαούς. Στην αρχαία Ελλάδα το βρίσκουμε ευρύτατα
διαδεδομένο, στην Ιλιάδα λ.χ. ο θρήνος δίπλα στο νεκρό Έκτορα. Ο λαός φύλαξε στα
μοιρολόγια του την αρχαία ελληνική αίσθηση, τελείως ανεπηρέαστη από τη χριστιανική
εσχατολογία. Δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στην Κόλαση και τον Παράδεισο. Οι
νεκροί πάνε στον «κάτω κόσμο», που είναι μαύρος και αραχνιασμένος, και δε
χαίρονται πια τον «απάνω κόσμο» με τις χαρές και τις ομορφιές του. Πολλά από τα
μοιρολόγια, καθώς θρηνούν το χαμό του νεκρού, ψάλλουν τις ομορφιές της άνοιξης
και της φύσης.

Καραμπάτσα Βάγια
Φιλόλογος
Τηλ. 625147
4

Τα μοιρολόγια ανάλογα με το περιεχόμενό τους μπορούν να καταταχτούν σε


διάφορες κατηγορίες. Έτσι έχουμε μοιρολόγια που εκφράζουν τις αρετές του νεκρού, ή
αλληγορικά, στα οποία ο νεκρός παρομοιάζεται με τον ήλιο, τη σελήνη, με άστρο, με
δέντρο. Μια ιδιαίτερη κατηγορία μοιρολογιών, «του Κάτω κόσμου και του Χάρου»,
όπως τα είπαν, κινείται γύρω από το Χάρο, την τραγική προσωποποίηση του θανάτου
που έπλασε ο λαός από το Χάρωνα, τον πορθμέα των αρχαίων. Ο λαός τον φαντάζεται
πελώριο στο ανάστημα, αδάμαστο και μαυροφορεμένο τις περισσότερες φορές
καβαλάρη, που σέρνει τους πεθαμένους στ’ άλογό του και σκορπίζει παντού τη φρίκη.
Είναι άτεγκτος και κουφός στα παρακάλια των ζωντανών. Η λαϊκή φαντασία του έδωσε
και μια σύζυγο, τη Χαρόντισσα και ακόμα μια μάνα που συμπονά τους πεθαμένους και
μάταια παρακαλεί το γιο της να τους λυπηθεί.
Ιδιαίτερα καλλιεργήθηκε το μοιρολόγι στη Μάνη, όπου απέκτησε έναν
ιδιόρρυθμο χαρακτήρα. Το τραγουδούν επαγγελματίες μοιρολογίστρες με μια αυστηρά
καθορισμένη εθιμοτυπία και ο στίχος δεν είναι ο κοινός δεκαπεντασύλλαβος, αλλά ο
μικρότερος οχτασύλλαβος. Τα μανιάτικα μοιρολόγια δεν έχουν τη λυτρωτική κάθαρση
των άλλων ελληνικών μοιρολογιών (λόγω και των ιδιαιτεροτήτων της κοινωνικής και
οικογενειακής ζωής της κλειστής κοινωνίας της Μάνης). Είναι βαριά, καταθλιπτικά,
δύσκολα ξεφεύγουν από την εξιστόρηση του περιστατικού.
Κλέφτικα
Τα κλέφτικα τραγούδια αποτελούν τη νεότερη και πιο πλούσια κατηγορία
δημοτικών τραγουδιών. Είναι γέννημα της ζωής των κλεφτών και αρματολών της
τουρκοκρατίας. Γι’ αυτό και προέρχονται από τις περιοχές της Ελλάδας όπου δρούσαν
οι κλεφταρματολοί: την Πελοπόννησο, Στερεά, Ήπειρο, Θεσσαλία, Νότια Μακεδονία
και Χαλκιδική.
Τα τραγούδια αυτά εγκωμιάζουν τη ζωή και τα κατορθώματα των κλεφτών και
αρματολών ή θρηνούν το θάνατό τους. Μολονότι όμως αναφέρονται σε ιστορικά
γεγονότα, δεν είναι αφηγηματικά, δεν είναι έπη, αλλά «κυρίως άσματα». Δεν εκθέτουν
διηγηματικά τα περιστατικά ούτε οι κλέφτες , αλλά ούτε και οι κλέφτες επιτελούν σ’
αυτά πράξεις υπερφυσικές και απίστευτες (όπως οι ακρίτες). Αν τους ακρίτες τους
διέκρινε η σωματική ρώμη, οι κλέφτες ξεχωρίζουν για την ψυχική τους ένταση, για την
«ευψυχία». Δημιουργημένα σε μια εποχή προετοιμασίας για την απελευθέρωση,
αποτελούν ένα αδρό σχεδίασμα της καινούριας μορφής του Έλληνα, αυτής που θα
δημιουργήσει το 1821. Από το γεγονός που έχουν ως υπόθεση παίρνουν μονάχα τον
πυρήνα ή το πολύ τις κύριες γραμμές του εισάγοντας άφθονα λυρικά στοιχεία. Η
έκφρασή τους είναι λιτή, αλλά γεμάτη πάθος, τόλμη, δραματικότητα. Διακρίνονται
επίσης για την ακρίβεια στη διήγηση και την προσήλωση στα συγκεκριμένα πρόσωπα
και πράγματα. Δε χρησιμοποιούν αφηρημένες έννοιες. Συχνή είναι η χρήση του
διαλόγου. Ήταν τραγούδια καθιστά, με πλούσια μελωδία.
Το πνεύμα που εκφράζουν είναι κυρίως ο θαυμασμός για την ανδρεία, τη
«λεβεντιά» και την ανεξάρτητη ζωή μέσα στα σκοτεινά χρόνια της δουλείας.

Ιστορικά
Τα τραγούδια αυτά έχουν θέμα τους κάποιο συγκεκριμένο γεγονός, εθνικό ή
κοινωνικό (πολεμικές συγκρούσεις, πολιορκίες, αλώσεις πόλεων, θανατηφόρες
επιδημίες, επιδρομές βαρβάρων, αιχμαλωσίες, αρπαγές παιδιών ή γυναικών κτλ). Εκτός
από ελάχιστα που μιλάνε για ευχάριστα περιστατικά, όλα τα άλλα εξιστορούν θλιβερά
γεγονότα.
Στα ιστορικά μπορούμε να κατατάξουμε και τα σατιρικά που έχουν πολιτικό
χαρακτήρα. Τέτοια σατιρικά τραγούδια μας παραδόθηκαν ακόμα από τη βυζαντινή
εποχή. Επίσης από μια άποψη ιστορικά είναι και τα ακριτικά και τα κλέφτικα. Σε
διάκριση όμως με αυτά, τα καθαρά ιστορικά αναφέρονται στις λεπτομέριες του
γεγονότος που εξιστορούν: δίνουν τον τόπο, το χρόνο, τις ιδιαίτερες συνθήκες, τα
Καραμπάτσα Βάγια
Φιλόλογος
Τηλ. 625147
5

πρόσωπα που παίρνουν μέρος, τη διαδοχή των περιστατικών.Τα παραπάνω από


χαρακτηριστικά, καθώς και η προσκόλληση στο θέμα, δίνουν στα ιστορικά τραγούδια
πληροφοριακό χαρακτήρα και εμποδίζουν την έμπνευση να λειτουργήσει ποιητικά. Γι’
αυτό και πολλά από αυτά δεν καταξιώνονται αισθητικά. Όταν όμως κατορθώνουν τα
εκφράσουν το θεμελιακό χαρακτήρα του συγκεκριμένου γεγονότος που εξιστορούν,
πέρα από την απλή μαρτυρία του φορτίζονται συγκινησιακά και φτάνουν σε υψηλές
ποιητικές κορυφώσεις,όπως «το κούρσος της Ανδρανούπολης», «Σκλάβοι των
Μπαρμπαρέσων», «Της Δέσπως», «του Κιαμήλ Μπέη» κ.α.Τα αρχαιότερα από τα
τραγούδια αυτά ανήκουν στην ύστερη βυζαντινή περίοδο, ενώ τα περισσότερα
προέρχονται από τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ελάχιστα αναφέρονται σε γεγονότα της
εποχής μας. Το παλιότερο ιστορικό τραγούδι είναι ένα ποντιακό με τίτλο: Του
Κωνσταντίνου Γαβρά.
Μια ιδιαίτερη ομάδα ιστορικών τραγουδιών αποτελούν οι «θρήνοι» για την
άλωση της Κωνσταντινούπολης (αλλά και άλλων πόλεων): Το κούρσος της
Ανδριανούπολης, της Αγια- Σοφιάς, της Τραπεζούντας, του Κωνσταντίνου
Παλαιολόγου, το Ανακάλημα της Κωνσταντινούπολης» κ.α.
Το πάρσιμο της Πόλης, που αποτελούσε το κέντρο του Ελληνισμού, είχε βαθιά
και οδυνηρή απήχηση στην ψυχή του λαού και θεωρήθηκε ως τραγικό σημάδι για τη
μοίρα ολόκληρου του έθνους. Ήταν επόμενο η λαϊκή μούσα και η λόγια ποίηση να
θρηνήσουν την απώλεια, με ιδιαίτερα συγκινητικό τρόπο. Όμως παράλληλα με την
ψυχική συντριβή οι θρήνοι εκφράζουν και τις ελπίδες του έθνους ότι δε θα αργήσει η
μέρα της απελευθέρωσης. Έτσι ο λαός μέσα στα τραγικά χρόνια της σκλαβιάς, έβρισκε
κάποια παρηγοριά για τα δεινά του.
Τα ποιήματα αυτά, που μερικά γράφτηκαν αμέσως μετά την άλωση και άλλα
πολύ αργότερα, αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο της λογοτεχνίας μας, είναι όμως
σημαντικά και ως ιστορική μαρτυρία για τις πληροφορίες και τις κρίσεις που περιέχουν.
Ελάχιστα παρουσιάζουν και κάποιες λογοτεχνικές αρετές.

Ακριτικά
Τα ακριτικά τραγούδια, όπως και οι παραλογές, είναι από τα παλιότερα
δημοτικά μας τραγούδια. Η αρχή τους οδηγεί στο Βυζάντιο. Συγκεκριμένα η
δημιουργία της ακριτικής ποίησης οφείλεται στις ειδικές αμυντικές συνθήκες, που
επικρατούσαν στα ανατολικά σύνορα του κράτους από τον 8 ο, κυρίως όμως από τον 9ο
ως τον 11ο αιώνα, εξαιτίας των σκληρών αγώνων των βυζαντινών στην περιοχή αυτή
εξαιτίας των Αράβων.
Η αυτοκρατορία, για να αναχαιτίσει τις ληστρικές επιδρομές των Σαρακηνών ή
των Απελατών, εμπιστεύτηκε τη φρούρηση των συνόρων στους ακρίτες (από τη λέξη
άκραι: σύνορα). Παραχώρησε δηλαδή σε στρατιωτικούς στις παραμεθόριες περιοχές
κοντά στον Ευφράτη, στον Ταύρο και στον Αντίταυρο μεγάλα αγροκτήματα να τα
καλλιεργούν χωρίς να πληρώνουν φόρους, με την υποχρέωση όμως να αποκρούουν τις
εχθρικές επιθέσεις. Έτσι δημιουργήθηκε στις περιοχές αυτές μια ισχυρή τοπική
φεουδαρχία.
Οι ακρίτες ήταν υποχρεωμένοι από τις συνθήκες να ζουν σε διαρκή πολεμική
ετοιμότητα. Οι επαρχίες τους είχαν τη μορφή στρατοπέδου. Όταν δεν ήταν
απασχολημένοι με πολεμικές επιχειρίσεις ασκούνταν στα όπλα, γυμνάζονταν ή
συμμετείχαν σε επικίνδυνα κυνήγια άγριων ζώων, όπου επιδείκνυαν, εκτός από τη
δεξιοτεχνία, τόλμη και ανδρεία. Τα κατορθώματά τους υμνήθηκαν σε τραγούδια που
ανήκουν σε έναν ειδικό κύκλο τραγουδιών, τα ακριτικά, που είχαν χαρακτήρα ηρωικό
και μορφή επική. Ανήκουν, όπως και οι παραλογές στα διηγηματικά τραγούδια.
Στην προσωπική ανδρεία των ακριτών η γόνιμη λαϊκή φαντασία έδωσε
διαστάσεις υπερφυσικές. Το υπερφυσικό στοιχείο υπάρχει παντού. Ο πολεμιστής
συνομιλεί με το άλογό του, τα άλογα (σύντροφοι του πολεμιστή) υψώνονται σε μια
Καραμπάτσα Βάγια
Φιλόλογος
Τηλ. 625147
6

σφαίρα ευγενική και ηρωική. Τα τραγούδια γεννήθηκαν σ’ ένα περιβάλλον ανθρώπων


που είχαν για αποκλειστικό τους έργο τον πόλεμο. Το περιβάλλον της Ιλιάδας. Καμιά
απαλότερη νότα δε γλυκαίνει τον τραχύ τους βίο. Ο έρωτας δεν παίζει κανένα ρόλο. Η
γυναίκα ανήκει κι αυτή στο ίδιο πολεμικό περιβάλλον, κάποτε είναι και η ίδια
«ανδρειωμένη λυγερή», όπως η Μαξιμώ του έπους του Διγενή. Ανάμεσα στους ήρωες
των τραγουδιών αυτών αναφέρονται ο Κωνσταντής ή Κωνσταντίνος, ο Ανδρόνικος, ο
Σκληρόπουλος, ο Φωκάς, ο Πορφύρης κ.α. Όλους όμως τους ξεπερνούσε ο Διγενής
Ακρίτας, που έγινε σύμβολο της υπεράνθρωπης ανδρείας.
Τα επεισόδια και οι ειδήσεις που μας παρέχουν τα ακριτικά τραγούδια είναι
συσκοτισμένα και ασαφή. Η ασάφεια των ειδήσεων δεν οφείλεται μόνο στην
παλαιότητα των ακριτικών τραγουδιών, αλλά και στο χαρακτήρα της ηρωικής ποίησης,
που μεταμορφώνει και μεταπλάθει μυθικότερα την ύλη της ιστορίας.
Στον κύκλο των ακριτικών τραγουδιών εντοπίζουμε τα χαρακτηριστικά ενός
διαμορφωμένου εθνικού αισθήματος, πράγμα που οφείλεται στους ειδικούς όρους που
υπαγόρευσαν τη γένεση της ακριτικής ποίησης στο σύνολό της.
Τα ακριτικά τραγούδια, που η αρχή τους τοποθετείται από τους περισσότερους
μελετητές στο 10ο αιώνα, έφτασαν ως εμάς με την προφορική παράδοση και έχουν
υποστεί, όπως είναι φυσικό, αλλοιώσεις. Είναι τα πιο διαδεδομένα σε όλο τον
ελληνισμό. Απλώθηκαν από τον Πόντο και την Καππαδοκία, όπου εμφανίστηκαν, ως
την Ήπειρο, τα Ιόνια νησιά, την Κρήτη και την Κύπρο. Είναι από τα ωραιότερα
δημοτικά τραγούδια με κύρια χαρακτηριστικά την ηρωική πνοή και την τολμηρή
έκφραση. Τα ακριτικά τραγούδια με το πέρασμα του χρόνου ήταν φυσικό να
προσαρμόζονται, για να εκφράσουν ανάλογες περιστάσεις της εθνικής ζωής.

Παραλογές
Οι παραλογές είναι πολύστιχα αφηγηματικά τραγούδια. Μοιάζουν με μικρά έπη,
όπως και τα ακριτικά, με τη διαφορά όμως ότι δεν εξυμνούν ηρωικά κατορθώματα,
αλλά αφηγούνται τις δραματικές κυρίως περιπέτειες της ανθρώπινης ζωής με τον τρόπο
των παραμυθιών. Οι υποθέσεις τους μπορεί να είναι τελείως πλαστές, φανταστικές.
Κυρίως όμως αντλούνται από τρεις πηγές: α) από αρχαίους μύθους, νεότερες
παραδόσεις, δεισιδαιμονίες, μαγικές τελετές κτλ. όπως είναι του Νεκρού αδερφού, του
Γεφυριού της Άρτας κ.α. β) από τα περιστατικά της κοινωνικής ζωής, δηλαδή από
κοινωνικά γεγονότα δραματικά και φοβερά (άτυχοι έρωτες, προδοσίες, φόνοι,
εκδικήσεις, ναυάγια πλοίων και γ) από εθνικές και ιστορικές μνήμες που αναφέρονται
σε πολέμους, σφαγές, λεηλασίες κτλ.
Οι παραλογές εκτός από τα γενικά γνωρίσματα τεχνικής που παρατηρούμε σε
όλα τα δημοτικά τραγούδια, έχουν δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το κυριότερο
γνώρισμα της τεχνοτροπίας τους είναι η δραματοποίηση της αφήγησης. Αυτή
επιτυγχάνεται: α) με τη γρήγορη δράση (ο αφηγητής δεν επιμένει σε λεπτομέρειες,
αλλά συνδέει μόνο τα κύρια επεισόδια μεταξύ τους) β) με το διάλογο, που μπαίνει στα
καίρια ιδίως σημεία της διήγησης. Αν δεν υπάρχουν πραγματικά πρόσωπα, εισάγονται
συμβατικά, κυρίως πουλιά. Με αυτό τον τρόπο έχουμε καλύτερα αισθητικά
αποτελέσματα.
Στην προσωπική ποίηση η παραλογή παίρνει τη μορφή της μπαλάντας
(βάλισμα)
Για την ιστορική και γεωγραφική τοποθέτηση των παραλογών δεν έχουμε
ακριβείς μαρτυρίες. Αξιοσημείωτο είναι πάντως ότι οι παλιότερες από αυτές έχουν
μεγάλη ομοιότητα με τα ακριτικά τραγούδια. Πολλές παραλογές διακρίνονται για την
τραγικότητα του μύθου τους ( η θεωρία του Στίλπωνα Κυριακίδη άλλωστε είναι ότι οι
παραλογές έχουν ρίζες στα ορχηστρικά άσματα που συνόδευαν τον τραγικό παντόμιμο,
που προήλθε από τη διάσπαση της τραγωδίας)

Καραμπάτσα Βάγια
Φιλόλογος
Τηλ. 625147
7

Οι παραλογές είχαν μεγάλη διάδοση σε όλους τους βαλκανικούς λαούς και


παρουσιάζουν αναλογίες με παραδόσεις, μύθους, παραμύθια και τραγούδια λαών της
κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Το γεγονός αυτό έδωσε αφορμή σε πολλές συζητήσεις
και έρευνες.

Καραμπάτσα Βάγια
Φιλόλογος
Τηλ. 625147

You might also like