Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 7

Η Ι∆ΕΑ ΤΗΣ ΕΙ∆ΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ

ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ


Παπαδόπουλος Γιώργος*
Εργαστήριο Φαρµακολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήµιο Αθηνών, 11527 Αθήνα

Η ιστορία των φαρµάκων µπορεί να εξετασθεί από πολλές πλευρές και µε πολλούς
διαφορετικούς τρόπους. Εξετάζονται π.χ. συχνά η ανακάλυψη νέων φαρµάκων και η
εγκατάλειψη παλαιοτέρων, οι εξελίξεις στους τρόπους παρασκευής των φαρµάκων, η
επίδραση της χρήσης των φαρµάκων στην υγεία των πληθυσµών κλπ.κλπ. Εδώ θα
επικεντρώσουµε την προσοχή µας στις ιδέες για τον ‘βασικό τρόπο δράσης’ στις
διάφορες περιόδους της ιστορίας των φαρµάκων. Μπορούµε να διαπιστώσουµε ότι,
πέρα από τις επιµέρους γνώσεις για τη χρήση των φαρµάκων σε διάφορες νοσηρές
καταστάσεις και για τα αναµενόµενα αποτελέσµατα, υπήρχε, σε κάθε χρονική περίοδο ή
σε κάθε σχολή, µια βασική αντίληψη για τον τρόπο που τα φάρµακα έφερναν τα
αποτελέσµατά τους.

Τα φάρµακα και η χυµική θεωρία


Μια τέτοια βασική αντίληψη, που κυριαρχεί για πολλούς αιώνες, είναι αυτή που
συνδέει τη δράση των φαρµάκων µε τους τέσσερες χυµούς (αίµα, φλέγµα, ξανθή - ή
κίτρινη - χολή και µαύρη χολή) ή/και τις τέσσερες βασικές ποιότητες (θερµό, ψυχρό,
ξηρό, υγρό). Η θεωρία αυτή ξεκινάει, όπως είναι γνωστό, από κάποια κείµενα της
Ιπποκρατικής Συλλογής, και παίρνει µια ολοκληρωµένη και, κατά κάποιον τρόπο,
οριστική µορφή µε το έργο του Γαληνού. Σύµφωνα µε τη θεωρία αυτή, η κυριαρχία ενός
από τους χυµούς απέναντι στους άλλους, ή, αντίστοιχα, η κυριαρχία, η υπεροχή µιας
ποιότητας, είναι αυτό που προκαλεί την αρρώστεια. (Στις πιο συστηµατοποιηµένες
µορφές της θεωρίας υπάρχει µια σαφής αντιστοιχία ανάµεσα στους χυµούς και τις
ποιότητες: η κίτρινη χολή είναι ξηρή και θερµή, το φλέγµα υγρό και ψυχρό κλπ.) Αυτό
που κάνει, τώρα, το φάρµακο είναι να επαναφέρει τη διαταραγµένη ισσοροπία ανάµεσα
στους χυµούς ή τις ποιότητες. Αυτό µπορεί να το πετυχαίνει π.χ. µε το κάνει να
αποβληθεί εκείνος ο χυµός που υπερτερεί - µε αυτό συνδέεται π.χ. το γεγονός, ότι σε
Ιπποκρατικά κείµενα, αλλά και σε διάφορες κατοπινές σχολές, τα φάρµακα που
χρησιµοποιούντα είναι κυρίως καθαρτικά ή εµετικά. Αναφορικά µε τις ποιότητες, κάθε
φάρµακιο είναι, από τη φύση του θερµό ή ψυχρό, ξηρό ή υγρό και µπορεί, κατά κάποιον
τρόπο, να εξουδετερώνει, στον άρρωστο, την υπεροχή της αντίθετης ποιότητας. Όταν
π.χ. κάποιος πάσχει από µία θερµή αρρώστεια, µια αρρώστεια δηλ. που προκαλείται
από µια υπεροχή της θερµής ποιότητας, πρέπει να του δοθεί ένα ψυχρό φάρµακο κ.ο.κ.
Πρέπει να σηµειωθεί, ότι, σύµφωνα µε τις αντιλήψεις αυτές, δεν υπάρχουν, στην
πραγµατικότητα, ξεχωριστές συγκεκριµµένες αρρώστειες, αλλά διάφορες διαβαθµίσεις
και παραλλαγές της υπεροχής του ενός ή του άλλου χυµού ή ποιότητας, που µπορούν
να θεωρηθούν ότι συνιστούν ένα συνεχές φάσµα. Τα ονόµατα ασθενειών που δίνονται
µερικές φορές είναι απλά συµβατικά ονόµατα για κάποιες καταστάσεις διαταραχής των
χυµών ή των ποιοτήτων που συµβαίνει να εµφανίζονται συχνά µε παρόµοια
συµπτώµατα. Για µια τέτοια αρρώστεια δεν υπάρχει, µε την κυριολεκτική έννοια, ένα
συγκεκριµµένο φάρµακο. ∆εν έχει αποφασιστική σηµασία το όνοµα της αρρώστειας,
αλλά ο γιατρός πρέπει να διαπιστώσει την υπεροχή ενός χυµού ή µιας ποιότητας στο
συγκεκριµµένο ασθενή και να δώσει το κατάλληλο φάρµακο.
Παρόλο που η έννοια της επικράτησης ενός χυµού ή µιας ποιότητας δεν είναι τόσο
απλή όσο ίσως θα φαινόταν µε την πρώτη µατιά - κάτι για το οποίο δεν µπορούµε να
επεκταθούµε εδώ περισσότερο -, η θεώρηση αυτή της δράσης των φαρµάκων έχει, σ’
ένα πρώτο, πρακτικό επίπεδο, έναν ποσοτικό χαρακτήρα. Μια συγκεκριµµένη ποιότητα
ενός φαρµάκου έπαιρνε κι έναν βαθµό (gradus), ο οποίος χαρακτήριζε την έντασή της.
Ένα φάρµακο µπορεί να ήταν π.χ. θερµό στον 3ο βαθµό και υγρό στον 1ο βαθµό.
Αργότερα (από Άραβες, τη Σχολή του Montpellier κ.α.) δηµιουργήθηκαν κανόνες
(αλγόριθµοι), µε τους οποίους µπορούσε κανείς να υπολογίσει τις ποιότητες (και τους
βαθµούς των ποιοτήτων) ενός σύνθετου φαρµάκου, ενός µίγµατος δηλ. από απλά
φάρµακα.1 Έτσι η αντίληψη αυτή έφθανε στην πλήρη συστηµατοποίησή της.

Η έννοια του ειδικού φαρµάκου


Η έννοια του ειδικού φαρµάκου είναι κάτι αρκετά διαφορετικό. Η έννοια αυτή
συµβαδίζει µε την έννοια της ειδικής αρρώστειας, δηλ. την αντίληψη ότι µια αρρώστεια
είναι µια συγκεριµµένη, εντελώς καθορισµένη οντότητα (που µπορεί να πάρει, εποµένως,
δικαιωµατικά ένα συγκεκριµµένο όνοµα). Κάθε αρρώστεια είναι κάτι ποιοτικά
διαφορετικό. Ένας άρρωστος θα ‘έχει’ (ή δεν θα έχει) αυτή την αρρώστεια, παρόλο που
σε διαφορετικούς αρρώστους µπορεί να εµφανίζεται µε κάπως διαφορετική
συµπτωµατολογία. Σ’ αυτή την αντίληψη, ένα φάρµακο είναι ένα ειδικό φάρµακο για µια
συγκεκριµµένη, ειδική αρρώστεια.
Η αντίληψη αυτή προβλήθηκε, µε πολύ σαφή τρόπο, από τον Παράκελσο (1493-
1541)2. Για τον Παράκελσο υπάρχουν τόσα φάρµακα όσες είναι οι αρρώστειες, ή, αν
θέλετε, οι αρρώστειες είναι τόσες όσα και τα φάρµακα. Και ο καλλίτερος τρόπος για να
χαρακτηρίσει κανείς µιαν αρρώστεια είναι µε το όνοµα του φαρµάκου της. Έτσι έχουµε
την αρρώστεια της τσουκνίδας, την αρρώστεια του λιναριού κλπ. 3 H αντίθεση ανάµεσα
στην αντίληψη αυτή και σ’ εκείνη που συνδέεται µε τους χυµούς και τις ποιότητες
αντικατοπτρίζει τη συνολική αντίθεση ανάµεσα στη ‘νέα ιατρική’ που προσπαθούσε να
εισαγάγει ο Παράκελσος και σ’ εκείνη των παλαιών σχολών. Ο Παράκελσος, στις
τρέχουσες ιστορίες της ιατρικής και της φαρµακευτικής, αναφέρεται περισσότερο για τη
θορυβώδη εκστρατεία του εναντίον της ιατρικής του Γαληνού και των διαδόχων του. Σε
αντίθεση µε την, κατά κάποιον τρόπο, ποσοτική αντίληψη για τα φάρµακα της
παράδοσης του Γαληνού, έχουµε εδώ µια καθαρά ποιοτική αντίληψη: το κάθε φάρµακο
είναι κάτι ποιοτικά διαφορετικό. Το κάθε φάρµακο είναι, θα λέγαµε, µια ιδιαίτερη
οντότητα. Κι αυτό, για τον Παράκελσο, δεν λέγεται µόνο µεταφορικά. Γι αυτόν κάθε
φάρµακο είναι µια ιδιαίτερη πνευµατική οντότητα που βρίσκεται µέσα στο βότανο ή σε
όποιο φαρµακευτικό παρασκεύασµα. “Γιατί το υλικό σώµα δεν είναι φάρµακο, είναι γη.
Το φάρµακο είναι αυτό που βρίσκεται µέσα στο υλικό σώµα, αυτό που η γη, το αίµα και η
σάρκα δεν το γνωρίζουν”4
Μετά τον Παράκελσο παρόµοιες αντιλήψεις υποστηρίζονται από πολλούς, ο
διασηµότερος από τους οποίους είναι ο Van Helmont (1577-1644)5. ∆εν µπορούµε να
αναφερθούµε εδώ λεπτοµερέστερα, ούτε στα πρόσωπα που υποστήριξαν τέτοιες
απόψεις, ούτε στις διάφορες παραλλαγές ή αποχρώσεις που έπαιρνε η έννοια του
ειδικού φαρµάκου. Πρέπει να ειπούµε όµως, ότι, από την εποχή του Παράκελσου,
διατηρείται συνεχώς ένα ρεύµα ιατρικής-φαρµακευτικής σκέψεις που χαρακτηρίζεται από
την αντίληψη της ειδικότητας, της ειδικής δράσης των φαρµάκων. Μια σχολή που
συστηµατοποιεί πάλι αυτή την αντίληψη σε νεώτερα χρόνια είναι η οµοιοπαθητική του S.
Hahnemann (1755-1843).
∆εν θα πρέπει όµως να νοµίζεται, ότι η έννοια της ειδικότητας των φαρµάκων
εµφανίζεται µε τον Παράκελσο. Συζητήσεις για κάποιες ειδικές δράσεις φαρµάκων
συναντάµε αρκετά νωρίτερα. Κάποιου είδους ειδικότητα είναι αυτή που σχετίζεται µε τη
δράση ενός φαρµάκου σ’ ένα συγκεκριµµένο όργανο. Στα πλαίσια της παράδοσης του
Γαληνού, ένα φάρµακο θα έπρεπε να δρα παντού όπου υπάρχει ένας χυµός ή παντού
όπου θα µπορούσε να επηρεάσει µια ποιότητα. Υπήρχε όµως η δυνατότητα, να
κατευθύνει κανείς τη δράση του φαρµάκου σ’ ένα συγκεκριµµένο όργανο (για να
επηρεάσει εκεί τις ποιότητες ή τους χυµούς), αν το συνδύαζε µ’ ένα άλλο ‘οδηγό’
φάρµακο (ducens, dirigens ή directorium), το οποίο είχε την ‘ειδική’ δράση, να κατευθύνει
το κύριο φάρµακο σ’ εκείνο ειδικά το όργανο. Εδώ µπορεί να παρατηρήσει κανείς ότι
κάποια έννοια ειδικότητας είναι αναγκαίο να παρεισφρύει, κατά κάποιον τρόπο, ακόµα
και σε θεωρήσεις που φαίνεται να µην την δέχονται. Ο Παράκελσος, βέβαια, καταδικάζει
αυτή τη χρήση οδηγών φαρµάκων.6 Γι αυτόν ο τόπος, το όργανο που, ενδεχοµένως, θα
δράσει ειδικότερα ένα φάρµακο καθορίζεται από τη συνολική ειδικότητα του φαρµάκου:
το συγκεκριµµένο φάρµακο έχει την ειδικότητα να δρα µε τον συγκεκριµµένο τρόπο στον
συγκεκριµµένο, ενδεχοµένως, τόπο.
Υπάρχουν όµως και περισσότερο ρητές αναφορές στην έννοια της ειδικότητας. Ο
Arnaldus de Villanova (1235-1312), από τους διασηµότερους γιατρούς του ύστερου
Μεσαίωνα, αναφέρει σε µία από τις ‘παραβολές’ του:7 “Ένα φάρµακο, το οποίο οφείλει
την ωφέλιµη ενέργειά του σε µια ειδική ιδιότητά του, είναι καλλίτερο από τη θεραπευτική
δύναµη που έχει ένα µείγµα (φαρµάκων) από τα στοιχεία. Την ενέργεια των φαρµάκων
που προέρχεται από τις πρωτογενείς ποιότητες τη λαµβάνει υπόψιν του και ο λαός
γενικά. Αλλά για την ενέργεια που προέρχεται από τις δευτερογενείς και τις τριτογενείς
ποιότητες πρέπει να κινητοποιείται έντονα η σκέψη του σοφού γιατρού.” (Οι
δευτερογενείς ποιότητες είναι ποιότητες όπως η γεύση ή η οσµή, ενώ τριτογενείς είναι
αυτές ακριβώς οι ειδικές δράσεις των φαρµάκων. Ο καθένας µπορεί να χρησιµοποεί π.χ.
κάτι θερµό όταν κρυώνει ή όταν έχει κρυολογήσει, η επιλογή όµως του φαρµάκου µε
ειδική δράση είναι έργο του σοφού γιατρού.) Παρόλο που ο Arnaldus βρίσκεται µέσα στη
Γαληνική παράδοση (και είχε συµβάλει σηµαντικά στην ανάπτυξη µεθόδων για τον
προσδιορισµό των ‘βαθµών’ των συνθέτων φαρµάκων), είναι σαφές ότι αποδίδει
προεξέχουσα σηµασία στις ειδικές δράσεις των φαρµάκων. Με αυτό, καθώς και µε άλλες
όψεις του έργου του, φαίνεται να είναι ένας πρόδροµος του Παράκελσου.
Είναι αξιοσηµείωτο, ότι κάποια πολύ σαφής έννοια ειδικότητας εµφανίζεται και στα
Ιπποκρατικά κείµενα και συγκεκριµµένα στο ‘pe?`? [a??a??? [??t???~??’. Η ειδικότητα εδώ
δεν αναφέρεται βέβαια ρητά στα φάρµακα µε την στενή έννοια, η επιχειρηµατολογία
όµως του συγγραφέα έχει άµεση σχέση µε την προβληµατική που αναπτύχθηκε
αργότερα ως προς την ειδική ή µη ειδική δράση των φαρµάκων. Στο έργο αυτό της
Ιπποκρατικής συλλογής γίνεται µια έντονη κριτική στις απόψεις αυτών που, κατά τον
συγγραφέα, ‘νεωτερίζουν’ και θέλουν να ανάγουν τη γένεση των ασθενειών στην
υπερίσχυση του θερµού ή του ψυχρού κλπ., ενώ υποστηρίζεται ότι οι ασθένειες
προκαλούνται από ‘ειδικές δράσεις’: [[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[[{“ενι
γ]αρ [εν [ανθρώπ?ω κα`ι ]αλµυρ`ον κα`ι πικρ`ον κα`ι γλυκ`υ κα`ι [οξ`υ κα`ι στρυφν`ον κα`ι
πλαδαρ`ον κα`ι {αλλα µυρία παντοίας δυνάµιας {εχοντα πλ~ηθός τε κα`ι [ισχύν.” Εδώ,
αποφασιστική σηµασία για όσα συµβαίνουν στον οργανισµό του ανθρώπου δεν έχουν οι
χυµοί ή οι ποιότητες, αλλά οι µύριες ‘ειδικές δυνάµεις’ που βρίσκονται µέσα σ’ αυτόν.
Αλλά οι αρρώστειες προκαλούνται και από τις ‘ειδικές δυνάµεις’ αυτών που εισέρχονται
στον οργανισµό και πρωτα απ’ όλα των τροφών: “t?`?t? d?, t~?? ί??µ?t?? \?sa ]?µ~?? [a?
ep?t?de?? [est?? ?a`? ??µa??eta? t`?? {a????p?? [eµpes??ta, t??t?? \e?ast?? }? p????? [est?? }? ]a?
µ??`?? {? [??`? {? {a??? t? {a???t?? te ?a`? [?s?????, ?a`? d?`a t?~?t? ta?ass?µe?a ]?p[ a[?t~??, \?
spe? ?a`? ]?p`? t~?? [e? t~?? s?µat? [ap??????µ????.”8 Αυτό που παρουσιάζει εδώ ιδιαίτερο
ενδιαφέρον δεν είναι µόνον ότι η έννοια της ειδικότητας εµφανίζεται σε ένα τόσο αρχαίο
κείµενο, αλλά ότι ο συγγραφέας θεωρεί ότι η έννοια αυτή υπάρχει στην ‘αρχαία’, στην
πρωταρχική θα λέγαµε, ιατρική και ότι η αναφορά στις γενικές ποιότητες είναι κάτι που
παρουσιάζεται αργότερα από αυτούς που θέλουν να αναθεωρήσουν την ιατρική. Με
άλλα λόγια, ότι η έννοια της ειδικότητας είναι κάτι εγγενές, έµφυτο στην ιατρική, σε
αντίθεση µε τις γενικές ποιότητες, που είναι κάτι που θέλουν να το ‘εισαγάγουν’ στην
ιατρική από τη φυσική φιλοσοφία.

Η παρασκευή των φαρµάκων


Είναι ενδιαφέρον να εξετάσει κανείς τις σχέσεις που υπήρχαν ανάµεσα στις αντιλήψεις
των διαφόρων σχολών ως προς τον τρόπο δράσης των φαρµάκων και τις τεχνικές που
χρησιµποιούσαν για τα φαρµακευτικά παρασκευάσµατα. Είναι γνωστό ότι η Γαληνική
παράδοση χρησιµοποιούσε, σε µεγάλο βαθµό, µείγµατα από πολλά απλά φάρµακα
(δρόγες ή και ζωικά ή ακόµα και ορυκτά προϊόντα). Η ανάµειξη αυτή πολλών απλών
φαρµάκων αποσκοπούσε, ανάµεσα στα άλλα, να ‘εξειδικεύσει’, κατά κάποιον τρόπο τη
δράση του φαρµάκου. Μπορούσε, π.χ., µ’ αυτόν τον τρόπο, να µετριασθεί η υπερβολική
θερµότητα που χαρακτήριζε τη δράση ενός συγκεκριµµένου απλού φαρµάκου.
Στην άλλη πλευρά, αυτών που υποστηρίζουν την ειδικότητα των φαρµάκων,
µπορούµε να διαπιστώσουµε µια έµφαση στη χρήση ενός µόνον απλού φαρµάκου (κάτι
που, σε νεώτερα χρόνια, γίνεται πολύ σαφές στην οµοιοπαθητική του S. Hahnemann). Κι
αυτό είναι κάτι εύλογο, αφού όλες οι επιµέρους δράσεις του φαρµάκου, όλο το φάσµα
των αποτελεσµάτων που προκύπτουν από αυτό, περιλαµβάνονται στην ειδικότητά του
και την στοιχειοθετούν. Στην πραγµατικότητα, αυτό που περιµένει κανείς από ένα τέτοιο
φάρµακο δεν είναι να ενισχύσει ή να εξασθενήσει το θερµό ή το υγρό (ενδεχοµένως σε
µια συγκεκριµµένη περιοχή) κλπ., αλλά να αντιµετωπίσει, στο σύνολό της, τη
συγκεκριµµένη ειδική αρρώστεια, που είναι µια συγκεκριµµένη οντότητα.
Από την άλλη µεριά, µέσα στα πλαίσια τέτοιων αντιλήψεων, αναπτύσσονται και
εφαρµόζονται ιδαίτερες µέθοδοι παρασκευής των φαρµάκων. Πρόκειται για τεχνικές που
περιλαµβάνονται στο γενικότερο πλαίσιο της αλχηµικής µεθοδολογίας. Αυτή που
διαδόθηκε κι έγινε γνωστή περισσότερο από αυτές τις τεχνικές είναι βέβαια η απόσταξη.
Την ένταξη αυτών των τεχνικών (που είναι πολύ περισσότερο πολύπλοκες από τις
κλασσικές Γαληνικές τεχνικές) στο ρεύµα των αντιλήψεων για την ειδικότητα των
φαρµάκων µπορούµε να την αντιληφθούµε καλλίτερα, αν εξετάσουµε ορισµένα βασικά
χαρακτηριστικά των αντιλήψεων αυτών. Αναφέραµε ήδη ότι, για τον Παράκελσο, τον Van
Helmont και άλλους που τους ακολούθησαν, η ουσία (essentia) του φαρµάκου, αυτό στο
οποίο εδράζεται η ειδικότητά του και η δυνατότητά του για θεραπευτική δράση, είναι κάτι
πέρα από την υλικότητα, πέρα από τις ιδιότητες της ύλης (που χαρακτηρίζονταν
παραδοσιακά από τις τέσσερες ποιότητες). Και οι πολύπλοκες αυτές τεχνικές
αποσκοπούσαν στο να αναδείξουν αυτό το ‘πέρα από την ύλη’, να το απαλλάξουν, αν
θέλετε, από το βάρος της υλικότητας. Είναι χαρακτηριστικό ότι το οινόπνευµα, το
γνωστότερο προϊόν της απόσταξης, περιέχει την έννοια του µη υλικού, του πνευµατικού,
µέσα στη λέξη που το ονοµάζει, και στην Ελληνική και σε άλλες γλώσσες (spiritus, spirit,
Weingeist κλπ.) Αυτός ο στόχος της διαδικασίας παρασκευής των φαρµάκων διατηρείται
µε σαφέστατο τρόπο και στην οµοιοπαθητική: ο Hahnemann µιλάει για ‘εκπνευµατισµό’
της ύλης στη διαδικασία ‘δυναµοποίησης’ των φαρµάκων.

Η εξέλιξη των ιδεών αυτών στους νεώτερους αιώνες


Η Γαληνική παράδοση είναι κάτι που διατηρήθηκε για εκπληκτικά µεγάλο χρονικό
διάστηµα. Την παρουσία της, και ως προς την ιατρική γενικότερα και ως προς τις
αντιλήψεις της για την παρασκευή, τη χρήση και τη δράση των φαρµάκων τη
διαπιστώνουµε τουλάχιστον µέχρι και το 18ο αιώνα. 9 Εµφανίστηκαν όµως και άλλες
σχολές που υποστήριζαν µια γενική (µη ειδική) δράση των φαρµάκων. Ένα τέτοιο
χαρακτηριστικό παράδειγµα είναι η σχολή του Σκώττου John Brown (1735-1788), η
οποία, έστω και για σύντοµο χρονικό διάστηµα, επηρέασε σηµαντικά την ιατρική στην
Ευρώπη. Κατά τον Brown όλες οι αρρώστειες οφείλονται είτε σε υπερβολική, είτε σε
µειωµένη ‘διέγερση’ (ο ίδιος µιλάει για ‘σθενικές’ και ‘ασθενικές’ αρρώστειες) και
κατατάσσονται σ’ ένα γραµµικό φάσµα µεγαλύτερης ή µικρότερης διέγερσης. Τα
φάρµακα πάλι δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να αυξάνουν ή να µειώνουν τη διέγερση.
΄Εχουµε δηλ. εδώ µια ακραία περίπτωση, όπου οποιαδήποτε ειδικότητα εξαφανίζεται.
Από την άλλη µεριά, η αντίληψη της ειδικότητας των φαρµάκων εξακολουθεί να
διατηρείται, µε διάφορες µορφές και παραλλαγές, ακόµα και όταν το θεωρητικό
υπόβαθρο της σχολής Παράκελσου, Van Helmont κλπ. υποχώρησε κάτω από την πίεση
των αντιλήψεων του διαφωτισµού και µε την επικράτηση του υλισµού. Μια νεώτερη
διατύπωση της αντίληψης αυτής, που είχε σηµαντική επίδραση στην ιατρική και στη
φαρµακευτική, είναι αυτή της οµοιοπαθητικής, στην οποίαν αναφερθήκαµε
επανειληµµένα προηγουµένως.
∆εν είναι εύκολο να κατατάξουµε, στο πλαίσιο που έχουµε θέσει εδώ, τις σηµερινές
αντιλήψεις για τη δράση των φαρµάκων, αντιλήψεις που άρχισαν να διαµορφώνονται
µετά τα µέσα του 19ου αιώνα. Όπου εµφανίζεται σήµερα, µε κάποια σαφήνεια, η έννοια
της ειδικότητας, αυτή έχει να κάνει κυρίως µε την έννοια του υποδοχέα (στην ίδια ή σε µια
σχετική κατηγορία µπορούµε να τοποθετήσουµε και την έννοια της ειδικότητας των
αντιµικροβιακών και παρόµοιων µε αυτά φαρµάκων). Έτσι, σ’ ένα θεωρητικό επίπεδο, η
ειδικότητα ‘εξασφαλίζεται’ από τη µοριακή δοµή του φαρµάκου. Το πλήθος των δυνατών
µοριακών δοµών δίνει, µε την πρώτη µατιά, µια αρκετά ικανοποιητική εντύπωση
ειδικότητας. ∆εν πρέπει όµως να µας διαφεύγει ότι αυτό το πλήθος των διαφορετικών
‘ειδικών’ χηµικών δοµών βασίζεται σε συνδυασµούς, στο χώρο, ενός µικρού σχετικά
αριθµού στοιχείων (ατόµων) - γιατί, στην πραγµατικότητα δεν λαµβάνουν µέρος στη
δοµή των φαρµάκων όλα τα στοιχεία του περιοδικού πίνακα, αλλά ένας µικρός αριθµός
από αυτά. Έτσι έχουµε κι εδώ µια αναγωγή του πλήθους των φαρµάκων σ’ ένα µικρό
αριθµό βασικών στοιχείων.
Όµως οι σοβαρότερες επιφυλάξεις για το αν µπορούµε να µιλάµε σήµερα για µιαν
έννοια ειδικότητας των φαρµάκων προέρχεται από ένα άλλο επίπεδο. Γιατί το σχήµα
αυτό που µόλις σκιαγραφήσαµε λειτουργεί, στην πραγµατικότητα, µόνο θεωρητικά. Αυτό
που συµβαίνει στην πράξη µε τα φάρµακα σήµερα είναι ότι οι γνώσεις για τις ιδιότητές
τους και τη χρήση τους είναι απλά εµπειρικές καταγραφές και, αν µπορούµε να
διαπιστώσουµε κάποια πρόοδο, αυτή έγκειται στην ανάπτυξη περισσότερο
εκλεπτυσµένων µεθόδων για την εµπειρική καταγραφή και αξιολόγηση των
αποτελεσµάτων από τη χρήση των φαρµάκων. Αν ένα φάρµακο δεν είναι τίποτα άλλο
παρά το σύνολο των εµπειρικών παρατηρήσεων και µετρήσεων µετά τη χορήγησή του
(µαζί µε τις σχετικές επεξεργασίες αυτών των δεδοµένων), τότε δεν µπορεί να τεθεί καν
το ερώτηµα, αν το φάρµακο αυτό έχει ειδική δράση ή όχι. Σ’ ένα εντελώς πρακτικό
επίπεδο, και η απλή ανάγνωση του καταλόγου των ενεργειών ενός φαρµάκου (πρόκειται,
στο µεγαλύτερο µέρος, γι αυτά που ονοµάζουµε παρενέργειες), όπως παρατίθεται στην
τρέχουσα βιβλιογραφία, είναι αρκετή για να αποθαρρύνει οποιαδήποτε συζήτηση για
ειδικότητα των φαρµάκων σήµερα.

Μερικές γενικές παρατηρήσεις


Η αναφορές στην ιστορική εξέλιξη των ιδεών για την ειδικότητα και τη µη ειδικότητα
των φαρµάκων οδηγούν αυτόµατα σε σκέψεις σχετικά µε την επικαιρότητα τέτοιων
ιδεών. ∆εν µπορούµε βέβαια να επεκταθούµε εδώ σ’ αυτό το θέµα. Μπορούµε όµως να
παρατηρήσουµε ότι η έννοια του φαρµάκου (του φαρµάκου, όχι τόσο ως αντικειµένου
των σχετικών θετικών επιστηµών, αλλά ως µέσου για την ανακούφιση του πάσχοντος)
έχει µια διαχρονικότητα που αντιστοιχεί στη διαχρονικότητα της αρρώστειας και της
υγείας. Και από την άποψη του πάσχοντος (αλλά και του γιατρού που ενδιαφέρεται
προσωπικά για τον ασθενή του, µε την κλασσική έννοια του προσωπικού ή
οικογενειακού γιατρού), ιδέες που αναφέρονται στην άµεση σχέση του φαρµάκου µε τη
συγκεκριµµένη αρρώστεια και τον συγκεκριµµένο άρρωστο (και εκφράζονται από τον
άρρωστο µε λόγια όπως:“το φάρµακό µου”, “το φάρµακο που θα µε κάνει καλά” κλπ.)
µπορεί να είναι και σήµερα εξαιρετικά επίκαιρες. Σχετικά ερωτήµατα που θα µπορούσαν
να απασχολήσουν εδώ την ιστορική έρευνα είναι π.χ.
• Σε ποιό βαθµό οι παλαιότερες ιδέες για τα φάρµακα, όπως αυτές στις οποίες
αναφερθήκαµε, ανταποκρίνονται περισσότερο από τις σηµερινές στην άµεση αίσθηση
που έχει ο άρρωστος και ο γιατρός για τη διαδικασία της φαρµακοθεραπείας;
• Ποιοί είναι οι παράγοντες που συνέβαλαν ώστε να παραµερισθούν εκείνες οι
παλασιότερες αντιλήψεις και να φθάσουµε ενδεχοµένως σε µια διάσταση ανάµεσα σ’
αυτό που βιώνει άµεσα ο άρρωστος και ο γιατρός και σ’ αυτό που προσφέρει η
επιστηµονική γνώση για τα φάρµακα;
1
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Bλ. M. McVaugh: Quantified medical theory and practice at fourteenth century Montpellier. Bull. Hist. Med. 43
(1969) 397-413
2 Για τον Παράκελσο γενικά βλ. U. Benzenhöfer: Paracelsus. Rowohlt, 1997, W. Pagel: Paracelsus. An
Introduction to Philosophical Medicine in the Era of the Renaissance. 2nd ed., Karger, 1982
3Paracelsus: Labyrinthus medicorum errantium. Στο Theophrast von Hohenheim, gen. Paracelsus: Sämtliche
Werke. 1. Abteilung. Medizinische, naturwisenschaftliche und philosophische Schriften. Herausgegeben von K.
Sudhoff. 11. Band, München & Berlin 1928, σελ. 181
4 Paracelsus, ό.π., σελ. 171-72
5 Για τον Van Helmont βλ. W. Pagel: Joan Baptista Van Helmont. Reformer of Science and Medicine.
Cambridge Univ. Press, 1982
6 Paracelsus, ό.π., σελ. 209 f.
7 Des Meisters Arnald von Villanova Parabeln der Heilkunst. Aus dem Lateinischen übersetzt, erklärt und
eingeleitet von P. Diepgen. Leipzig, 1922, σελ. 18. Οι ‘παραβολές’ του Arnaldus είναι ένα σηµαντικό συνοπτικό
κείµενο, όπου αναφέρονται αφοριστικά οι βασικές, γι αυτόν, αρχές της θεραπευτικής
8 Ιπποκράτους ?e?? [a??a??? [??t???~??. Στο Loeb Classical Library: Hippocrates, Vol. 1, σελ. 12-64. Οι
παραποµπές είναι από τους στ. 31-35 και 39-45
9 Βλ. Ο. Temkin: Galenism. Rise and Decline of a Medical Philosophy. Cornell Univ. Press, 1973

You might also like