Professional Documents
Culture Documents
Εμμανουήλ Κοκκίνης
Εμμανουήλ Κοκκίνης
Η περίπτωση του καπετάν Κοκκίνη, που στα 71 του σκοτώθηκε μαχόμενος στα τείχη της
Ιεράπετρας το 1897.
Η ιστορία της Κρήτης είναι γεμάτη ηρωικές πράξεις και επαναστάσεις. Ειδικά στα τέλη του
19ου οι Κρητικοί προχώρησαν σε σειρά εξεγέρσεων προσπαθώντας να αποτινάξουν τον
Οθωμανικό ζυγό και να ζήσουν ελεύθεροι. Μάλιστα κατά τα έτη 1869-1874 η κατάσταση
στο νησί ήταν άκρως τραγική εξαιτίας των σφαγών και των βιαιοτήτων από τους
κατακτητές.
Ο Σουλτάνος όμως το 1889, κατάργησε το συγκεκριμένο άρθρο της σύμβασης, και ανέθεσε
στον συνταγματάρχη Ταχσίν την αστυνόμευση της Μεγαλονήσου με σώμα 200 ανδρών που
στρατολογήθηκαν στην Μακεδονία. (σ.σ. Ο Ταχσίν είναι αυτός που το 1912 σαν στρατηγός
παρέδωσε τη Θεσσαλονίκη στον Ελληνικό Στρατό).
Το 1896, επειδή οι ταραχές και οι ωμότητες συνεχίζονταν, ο Σουλτάνος, κάτω από την πίεση
των ξένων δυνάμεων, δέχθηκε την αποστολή στο νησί 100 Μαυροβούνιων χωροφυλάκων
με διοικητή τον Άγγλο ταγματάρχη Μπορ. Η ύπαιθρος ελέγχονταν από τους εξεγερμένους
Κρητικούς ενώ οι πόλεις από τους Οθωμανούς. Οι μεγάλες δυνάμεις (Μεγάλη Βρετανία,
Γαλλία, Αυστροουγγαρία, Ρωσία, Ιταλία, Γερμανία) έστειλαν στόλους στο νησί ώστε να
βοηθήσουν την εκτόνωση της κατάστασης.
Μέσα σ’ αυτό το ιστορικό πλαίσιο, έχασε τη ζωή του ένας Κρητικός αγωνιστής, ηλικίας 71
ετών ο οπλαρχηγός Εμμανουήλ Κοκκίνης (σ.σ. ορισμένοι τον μνημονεύουν και ως
Κοκκινάκη) τη στιγμή που έστηνε την ελληνική σημαία, στις επάλξεις του φρουρίου της
Ιεράπετρας.
Ο Εμμανουήλ Κοκκίνης
Γρήγορα ο Εμμανουήλ Κοκκίνης έδειξε τον μαχητικό χαρακτήρα του και τα ηγετικά του
προσόντα και αναδείχτηκε κατά την περίοδο 1866- 1897 οπλαρχηγός της περιοχής
Μιραμπέλλου. Μια από τις πρώτες πράξεις του ήταν να εξουδετερώσει με τα παλληκάρια
του δύο τουρκικούς λόχους στην επανάσταση του 1866. Έκτοτε πρωταγωνίστησε σε όλες τις
επαναστατικές φάσεις της Κρήτης, επιδεικνύοντας υπερβολικό θάρρος και ανδρεία, αλλά
και σύνεση.
Την ίδια χρονιά προσέβαλε με την ομάδα του, τους Τούρκους στις Βρύσες Μιραμπέλου
αρπάζοντας και τις αποσκευές τους με τα πολεμοφόδια, ενώ οι Οθωμανοί
διασκορπίσθηκαν στα φαράγγια όπου κρύβοντας φοβισμένοι για πολλές μέρες. Πήρε μέρος
σε πολλές μάχες των επαναστάσεων αυτής της περιόδου.
Η ελληνική κυβέρνηση εκτιμώντας τη δράση του, χορήγησε στον Κοκκίνη τιμητική σύνταξη,
όταν κατέφυγε στην Αθήνα.
Τον Αύγουστο του 1877 κατέβηκε από τους πρώτους στην Κρήτη θέλοντας να ξεκινήσει ένα
νέο επαναστατικό απελευθερωτικό κίνημα και να περιορίσει τις πιέσεις που ασκούσαν οι
Τούρκοι στους Έλληνες και ιδίως τις πιέσεις που ασκούσε ένας πλούσιος τοκογλύφος ο
Σακήρ αγάς, τον οποίο σκόπευε να εκτελέσει. Η εμφάνισή του στην Κρήτη πράγματι
περιόρισε τις κινήσεις των Τούρκων και υπήρξε ευεργετική για τους συμπατριώτες του. Η
επανάσταση εκείνη οδήγησε τον επόμενο χρόνο, το 1878 στην υπογραφή της σύμβασης της
Χαλέπας.
Μετά από έξι μήνες εξερράγη μια ακόμη επανάσταση, αυτή του 1878. Ο Κοκκίνης, αρχηγός
της εξέγερσης στο Λασίθι, συνελήφθη από τους Τούρκους και αιχμάλωτος, οδηγήθηκε στον
Γενικό Διοικητή Κρήτης Κωστάκη Αδοσίδη Πασά. Υποβλήθηκε προηγουμένως σε
βασανιστήρια. Τελικά απελευθερώθηκε έπειτα από διαπραγματεύσεις του Άγγλου
προξένου Χανίων, με τον Κωστάκη Αδοσίδη Πασά.
Την Ιεράπετρα είχε επιχειρήσει να αλώσει από το 1866, αλλά η βιασύνη των ανδρών του
τότε, δεν επέτρεψε την απελευθέρωσή της από τους Τούρκους. Από τότε είχε έχθρα με τους
Ιεραπετρίτες Τούρκους και συνεχώς απειλούσε ότι θα τους καταστρέψει. Η μοίρα όμως το
έφερε, να βρει το θάνατο στην Ιεράπετρα και μάλιστα από χριστιανικό βόλι.
Ο Κόρακας με έγγραφό του είχε γνωστοποιήσει στον Ιταλό πλοίαρχο την πρόθεσή του να
καταλάβει την Ιεράπετρα. Με το ίδιο έγγραφο διαμαρτύρονταν έντονα γιατί τα ευρωπαϊκά
πολεμικά πλοία μεροληπτούσαν σκανδαλωδώς υπέρ των Οθωμανών και εναντίον των
Κρητικών επαναστατών. Ζητούσε μάλιστα από τον Ιταλό πλοίαρχο να απομακρυνθεί από
την περιοχή. Οι ίδιοι οι Τούρκοι είχαν ειδοποιήσει τους Ιταλούς, ότι ζητούν την προστασία
τους γιατί δεν θα μπορούσαν να αντισταθούν στους Έλληνες και ήταν έτοιμοι να
παραδοθούν στον Κόρακα.
Η επίθεση του σώματος του Κοκκίνη ήταν ορμητική και οι Τούρκοι άρχισαν να υποχωρούν
πριν κινηθεί το σύνολο των δυνάμεων του Κόρακα. Οι Κρητικοί άρχισαν να αναρριχώνται
στο ρήγμα που προκάλεσαν στο τείχος ενώ ο Κοκκίνης καίτοι γέρων 71 ετών τότε, ανέβηκε
γρήγορα στις επάλξεις και προσπαθούσε ζητωκραυγάζοντας να στήσει την ελληνική
σημαία, όταν από ιταλικό πλοίο που ναυλοχούσε εκεί ρίχτηκε μια οβίδα και τραυμάτισε
σοβαρά τον γενναίο Κρητικό οπλαρχηγό και άλλους δέκα Κρητικούς. Την πρώτη οβίδα
ακολούθησαν άλλες 21 που ανάγκασαν τους ‘Έλληνες να υποχωρήσουν.
Ο θάνατός του προκάλεσε πανελλήνια συγκίνηση. Στην Αθήνα στην εφημερίδα «Εσπερινή
Ακρόπολις» που εξέδιδε ο Βλάσης Γαβριηλίδης δημοσιεύθηκε το ακόλουθο σκωπτικό για
τους Ιταλούς ποίημα:
«Εις την Κρήτην, την ζυμωμένην ολόκληρον με αίμα, ας προσθέσουν ολίγον και τα
ευρωπαϊκά κανόνια. Δεν πειράζει. Αι φλέβες της ηρωικής νήσου είναι πλούσιαι ακόμη και
θα ποτίσουν επιμόνως τον τόπον, όστις επί τέλους θ’ αναβλαστήση της ελευθερίας το
άνθος. Αλλ΄ η πράξις του Ιταλού πλοιάρχου θ’ απομείνη κηλίς. Έπραξε βέβαια το καθήκον
του υπερασπίζων την ζώνην της διεθνούς κατοχής. Η κυβέρνησίς του βέβαια δεν θα τον
μεμφθή όπως η Αγγλία εμέμφθη τον Κόδριγκτων και δεν θα τον εισαγάγη εις δίκην όπως
έγινε δια τον μέγα δημιουργόν του Ναυαρίνου. Αλλά η ανάμνησις του καθήκοντος αυτού
θα είναι οδυνηρά…».
Στο «Σκριπ» στις 5 Μαρτίου 1897 ο ποιητής Γεώργιος Στρατήγης δημοσίευσε πρωτοσέλιδο
ποίημα με τίτλο «Ανάθεμα». Στην πρώτη στροφή του ποιήματος αναφέρεται:
«Μοροζίνη! Μοροζίνη!
Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ρουντίνι σε συνέντευξη του εξέφρασε τη λύπη του για τον
κανονιοβολισμό από ιταλικό πολεμικό πλοίο των Ελλήνων επαναστατών και πρόσθεσε ότι
τα ευρισκόμενα ιταλικά πολεμικά πλοία στην Κρήτη έχουν ρητή διαταγή να μην
μεταχειρίζονται εκβιαστικά μέτρα κατά των χριστιανών, εάν δεν λάβουν ρητές οδηγίες από
τη Ρώμη.
Στο Παρίσι η μεγάλη ηθοποιός και θιασάρχης Σάρα Μπερνάρ έδωσε παράσταση υπέρ των
Κρητών. «Το άνθος της Παρισινής Κοινωνίας παρίστατο εν αυτή και εξεδήλωσεν
απερίγραπτον ενθουσιασμόν» έγραψαν οι εφημερίδες. Οι εισπράξεις ανήλθαν σε 12.000
γαλλικά φράγκα.
Η Κρήτη των γενναίων, περίμενε έως το 1913 για να απελευθερωθεί.