Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 107

ΠΛΑΤΩΝ

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ
ΗΛΙΑΣ Σ. ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΣΕΙΡΑΣ
ΔΗΜ. ΛΥΠΟΥΡΛΗΣ, θ. ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, Κ. ΖΗΤΡΟΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΗΤΡΟΣ, 2009


ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

[Ή ΣΟΦΙΣΤΑΙ, ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ]

ΕΤΑΊΡΟΣ, ΣΩΚΡΆΤΗΣ, ΙΠΠΟΚΡΆΤΗΣ, ΠΡΩΤΑΓΌΡΑΣ,

ΑΛΚΙΒΙΆΔΗΣ, ΚΑΛΛΙΑΣ, ΚΡΙΤΊΑΣ, ΠΡΟΔΙΚΟΣ, ΙΠΠΊΑΣ

ΕΤΑΙΡΟΣ. Α π ό π ο ύ έρχεσαι Σ ω κ ρ ά τ η ; Ή - είναι φα­


309Α ET. Πόθεν, ώ Σώχρατες, φαίνη; ή δήλα δη δτι από
νερό ά λ λ ω σ τ ε - έρχεσαι α π ό το κυνήγι της ομορφιάς
χυνηγεσίου του περί την Άλχιβιάδου ώραν; xaà μην
του Αλκιβιάδη; 1 Σ τ ' αλήθεια, και σε μένα π ο υ τον εί­
μοι χοά πρώην ίδόντι χαλάς μεν εφαίνετο άνήρ ετι, δ α τις π ρ ο ά λ λ ε ς , φάνηκε α κ ό μ η ωραίος ά ν τ ρ α ς ' ά­
άνήρ μεντοι, ώ Σώχρατες, ώς γ' εν αύτοΐς ήμΐν εί- ντρας ό μ ω ς , Σ ω κ ρ ά τ η , γ ι α να το π ο ύ μ ε μεταξύ μ α ς ,
ρήσθαι, χαϊ πώγωνος ήδη ύποπιμπλάμενος. κι άρχισε κιόλας να α π ο κ τ ά π υ κ ν ά γ έ ν ι α .
ΣΩΚ. Είτα τί τοΰτο; ου σύ μεντοι'Ομήρου επαινε- ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Κ α ι τι μ' αυτό; Εσύ λοιπόν δε σ υ μ φ ω ­
Β
της ει, δς εφη χαριεστάτην ήβην είναι του <πρώτον> νείς με τ ο ν Ό μ η ρ ο , 2 π ο υ είπε π ω ς η νεότητα π ο υ έχει
ύπηνήτου, ην νυν Άλχιβιάδης έχει; τ ώ ρ α ο Αλκιβιάδης, του άντρα π ο υ μόλις αρχίζει να
ET. Ti ούν τα νυν; ή παρ ' έχείνου φαίνη; χαϊ πώς βγάζει γ έ ν ι α , είναι η π ι ο χ α ρ ι τ ω μ έ ν η ;
προς σε ό νεανίας διάχειται; ET. Τ ι συμβαίνει επομένως τ ώ ρ α ; Π ρ ά γ μ α τ ι , α π ό
κείνον έρχεσαι; Κ α ι π ώ ς διάκειται ο νεαρός α π έ ν α ν τ ι
σου;

42 43
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ΣΩΚ. Εύ, εμοιγε εδοξεν, ούχ ήχιστα δε χα'ι τη νυν ΣΩΚ. Ωραία, όπως τουλάχιστο μου φάνηκε, και μά­
ήμερα' χαι γαρ πολλά όπερ εμού είπε βοηθών εμοί, λιστα σήμερα" γιατί πολλά είπε για μένα, και με βοή­
χαϊ ούν χαι άρτι άπ 'εχείνου έρχομαι, άτοπον μεντοι θησε' μόλις, λοιπόν, έρχομαι από κείνον. Θέλω, πά­
τί σοι εθελω ειπείν' παρόντος γάρ εχείνου, ούτε ντως, να σου π ω κάτι παράδοξο' παρόλο που ήταν
προσεΐχον τον νουν, επελανθανόμην τε αύτοϋ θαμά. μπροστά εκείνος, όχι μόνο δεν τον πρόσεχα, αλλά συ­
e ET. Και τί αν γεγονός εϊη περί σε χάχεΐνον τοσού­ χνά τον ξεχνούσα κιόλας. 3
τον πράγμα; ού γάρ δη που τιν'ι χαλλίονι ενετυχες ET. Και τι τόσο σπουδαίο θα μπορούσε να συμβεί σε
άλλω εν γε τήδε τη πόλει. σένα και σε κείνον; Δε συνάντησες, βέβαια, κάποιον
ΣΩΚ. Και πολύ γε. άλλο ομορφότερο σε τούτη την πόλη.
ET. Τί φης; άστώ ή ξενω; ΣΩΚ. Ναι, και μάλιστα πολύ. 4
ΣΩΚ. Ξενω. ET. Τι λες; Δικό μας ή ξένο;
ET. Ποδαπώ; ΣΩΚ. Ξένο.
ΣΩΚ. 'Αβδηρίτη. ET. Από ποιο μέρος;
ET. Kai ούτω χαλός τις ό ξένος εδοξεν σοι είναι, ΣΩΚ. Από τα Αβδηρα. 5
ώστε του Κλεινίου ύέοςχαλλίων σοι φανήναι; ET. Και τόσο όμορφος σου φάνηκε ο ξένος, ώστε να
ΣΩΚ. Πώς δ' ού μέλλει, ώ μαχάριε, το σοφώτατον λες π ω ς είναι καλύτερος από το γιο του Κλεινία;
χάλλιον φαίνεσθαι; ΣΩΚ. Πώς μπορεί, καλότυχε άνθρωπε, το σοφότατο
ET. 'Αλλ 'ή σοφώ τινι ήμΐν, ώ Σώχρατες, έντυχών να μη φαίνεται ωραιότερο; 6
πάρει; ET. Αλήθεια όμως, Σωκράτη, μας ήλθες εδώ αφού
D ΣΩΚ. Σοφωτάτω μεν ούν δήπου τών γε νυν, ει σοι συνάντησες κάποιον σοφό;
ΣΩΚ. Και μάλιστα τον σοφότερο από τους τωρινούς,
δοχεΐ σοφώτατος είναι Πρωταγόρας.
αν πιστεύεις κι εσύ ότι ο Πρωταγόρας είναι σοφότα­
KT."Ω τί λέγεις; Πρωταγόρας επιδεδήμηχεν;
τος.
ΣΩΚ. Τρίτη ν γε ήδη ήμεραν.
ET. Ω, τι λες; Ο Πρωταγόρας βρίσκεται εδώ;
ΣΩΚ. Για τρίτη μέρα ήδη.

44
45
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ET. Και άρτι άρα εχείνω συγγεγονώς ήχεις; ET. Αρα, λοιπόν, ήρθες αμέσως αφού συνάντησες ε­
310 ΣΩΚ. Πάνυ γε, πολλά χαι ειπών χαι άχούσας. κείνον;
ET. Τί ουν ού διηγήσω ήμΐν τήν συνουσίαν, ει μη ΣΩΚ. Βέβαια, αφού είπα και άκουσα πάρα πολλά.
σε τι χωλύει, χαθεζόμενος ένταυθί, εξαναστήσας τον ET. Γιατί, λοιπόν, δε μας διηγείσαι τη συνάντηση, αν
δε σε εμποδίζει κάτι; Σήκωσε τούτο το δούλο και κά­
παΐδα τουτονί;
θισε εδώ. 7
ΣΩΚ. Πάνυ μεν οΰν χαι χάριν γε εϊσομαι, εάν ά-
ΣΩΚ. Βεβαιότατα' και μάλιστα θα σας χρωστώ χ ά ­
χούητε.
ρη, αν με ακούσετε.
ET. Και μήν χαι ημείς σοί, εάν λέγης.
ET. Κι εμείς σε σένα, αν μας πεις.
ΣΩΚ. Διπλή αν είη ή χάρις, άλλ 'ουν άχούετε. Τής
ΣΩΚ. Διπλή, τότε, θα είναι η χάρη. 8 Ακούτε λοιπόν.
γάρ παρελθούσης νυκτός ταυτησί, ετι βαθέος όρθρου, Τ η νύχτα τούτη που πέρασε, α π ' το βαθύ ξημέρωμα
'Ιπποκράτης, ό 'Απολλοδώρου υιός Φάσωνος δε ά- ακόμη, 9 ο Ιπποκράτης, 1 0 ο γιος του Απολλοδώρου, ο
Β δελφός, τήν θύραν τη βακτηρία πάνυ σφόδρα έκρουε, αδελφός του Φάσωνα, χτυπούσε πολύ δυνατά με το
και επειδή αύτώ άνεωξε τις, ευθύς εϊσω ηει επειγό- ραβδί του την πόρτα μου" και μόλις του άνοιξε κά­
μενος,χαϊ τη φωνή μέγα λέγων, «'Ω Σώχρατες,» ε- ποιος, αμέσως μπήκε μέσα βιαστικός και, φωνάζοντας
φη, «εγρήγορας ή χαθεύδεις;» Kai εγώ τήν φωνή ν δυνατά, «Σωκράτη», είπε, «ξύπνησες ή κοιμάσαι;» -
γνούς αυτού, «Ιπποκράτης,» εφην, «ούτος' μή τι Κι εγώ, που γνώρισα τη φωνή του, «Ιπποκράτη», εί­
νεώτερον άγγέλλεις;» «Ουδέν γ',» ή δ'ός,» ει μή α­ π α , «εσύ είσαι; Μην και μας φέρνεις άσχημα νέα;»
γαθά γε.» «Ευ αν λέγοις,» ην δ' εγώ' «εστί δε τί, «'Οχι βέβαια», είπε εκείνος, «μόνο καλά». - «Με το
και τού ένεκα τηνικάδε άφίχου;» «Πρωταγόρας,» καλό να τα πεις», είπα τότε εγώ. «Τι συμβαίνει, και
έφη, «ήχει,» στάς παρ' εμοί. «Πρώην,» εφην εγώ' για ποιο λόγο ήλθες τόσο νωρίς;» Εκείνος στάθηκε κο­
ντά μου και είπε: «Ο Πρωταγόρας ήλθε». - «Από
«σύ δε άρτι πέπυσαι;» «Νή τους θεούς,» έφη, «'ε­
προχθές», είπα εγώ. «Εσύ τώρα το έμαθες;» - «Μα
ς, σπέρας γε.» Και άμα επιφηλαφήσας τού σκίμποδος
τους θεούς», είπε, «το βράδυ το έμαθα». Και, την ίδια
στιγμή, έψαξε ψηλαφητά να βρει το σκαμνί' κάθισε κο-

46 47
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

εκαθέζετο παρά τους πόδας μου, χαϊ είπεν' «'Εσπέ­ ντά στα πόδια μου, και είπε: «Χθες το βράδυ, λοιπόν,
ρας δήτα, μάλα γε όφέ άφιχόμενος εξ Οινόης, ό γάρ γύρισα πολύ αργά από την Οινόη." Ο δούλος μου ο
το ι παΐς με ό Σάτυρος άπέδρα" και δήτα μέλλων σοι Σάτυρος δραπέτευσε' είχα μάλιστα σκοπό να σε ειδο­
ποιήσω π ω ς θα τον κυνηγήσω, μα κάτι άλλο έγινε και
φράζειν ότι διωξοίμην αυτόν, υπό τίνος άλλου επε-
το ξέχασα. 'Οταν γύρισα, όμως, και δειπνήσαμε και ή­
λαθόμην. επειδή δε ήλθον και δεδειπνηκότες ήμεν
μασταν έτοιμοι να ξαπλώσουμε, τότε μου λέει ο αδελ­
και έμέλλομεν άναπαύεσθαι, τότε μοι αδελφός λέγει
φός μου ότι είχε έλθει ο Πρωταγόρας. Την ίδια στιγ­
ότι ήκει Πρωταγόρας, και έτι μεν ένεχείρησα ευθύς
μή, κιόλας, σηκώθηκα αμέσως να έλθω σε σένα, αλλά
παρά σε Ίέναι, έπειτα μοι λίαν πόρρω έδοξε τών νυ-
μετά μου φάνηκε πολύ προχωρημένη η νύκτα" πολύ
D κτών είναι ' επειδή δε τάχιστα με εκ τού κόπου ό ύ­ γρήγορα, όμως, μόλις ο ύπνος έδιωξε την κούραση, α­
πνος άνήκεν, ευθύς άναστάς ούτω δεΰρο έπορευό- μέσως σηκώθηκα και πήρα το δρόμο για εδώ. - Κι ε­
μην.» Και εγώ γιγνώσκων αυτού τήν άνδρείαν και γ ώ , που κατάλαβα την ορμή και τη μεγάλη ταραχή
τήν πτοίησιν, «Τίούν σοι,» ήν δ'εγώ, «τούτο;μών του: «Γιατί λοιπόν», του είπα, «σ' ενδιαφέρει τόσο;
τί σε αδικεί Πρωταγόρας;» Και ός γελάσας, «Νή Μ ή π ω ς σε αδικεί 12 σε κάτι ο Πρωταγόρας»; - Εκείνος
τους θεούς,» έφη, «ώ Σώκρατες, ότι γε μόνος εστί γέλασε και, «ναι, μα τους θεούς», είπε, «Σωκράτη, ε­
σοφός, έμέ δε ού ποιεί.» «'Αλλά ναι μά Δία,» έφην πειδή μόνος αυτός είναι σοφός, κι εμένα δε με κάνει.»
εγώ, «αν αύτω διδώς άργύριον και πείθης εκείνον, - «Βέβαια, μα το Δία», είπα εγώ, «αν όμως του δώ­
σεις χρήματα και τον πείσεις, 13 θα κάνει κι εσένα σο­
Ε ποιήσει και σε σοφό ν.» «ΕΊ γάρ,» ή δ' ός, «ώ Ζεύ
φό.» - «Μακάρι», είπε εκείνος, «Δία και θεοί, να έ­
και θεοί, εν τούτω είη' ώς ούτ' αν τών εμώ ν έπιλί-
φθανε αυτό και μόνο" θα ξόδευα τη δική μου περιουσί­
ποιμι ουδέν ούτε τών φίλων' άλλ ' αυτά ταύτα και
α και των φίλων μου' Μ τώρα γι' αυτό, όμως, έρχομαι
νΰν ήχω παρά σέ, ίνα υπέρ εμού διαλεχθής αύτώ. ε­
σε σένα' για να του μιλήσεις για μένα.' 5 Γιατί εγώ και
γώ γάρ άμα μέν και νεώτερος είμι, άμα δέ ουδέ ε- νεώτερος είμαι, κι ούτε έχω δει ποτέ τον Πρωταγόρα,
ώραχαΠρωταγόραν πώποτε ούδ'άχήχοα ουδέν"έτι ούτε τον άκουσα καθόλου' αφού ακόμα ήμουν παιδί,
την προηγούμενη φορά που ήρθε στην πόλη. Ό μ ω ς ,

48 49
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

γάρ παις ή ότε τό πρότερο ν έπεδήμησε. άλλα γάρ, ώ Σωκράτη, όλοι επαινούν τον άνδρα, και λένε πως εί­
Σώχρατες, πάντες τον άνδρα έπαινούσιν χαί φασιν ναι ικανότατος να μιλά' αλλά γιατί δεν πηγαίνουμε
σοφώτατον είναι λέγειν' άλλα τί ού βαδίζομεν παρ ' να τον βρούμε, για να τον προλάβουμε μέσα; Μένει, ό­
311 αυτόν, ίνα ένδον χαταλάβωμεν; καταλύει δ', ως εγώ π ω ς άκουσα, στο σπίτι του Καλλία, του γιου του Ι π ­
ήκουσα, παρά Κάλλια τω Ίππονίκου" άλλ ' ίωμεν.» πονίκου* μόνο ας πηγαίνουμε.» - Κι εγώ είπα: «ακό­

Και εγώ εΐπον' «Μήπω, αγαθέ, εκείσε ίωμεν -πρω μη, καλέ μου, ας μην πάμε προς τα κει' είναι νωρίς' έ­
λα να βγούμε έξω στην αυλή, κι ας καθυστερήσουμε
γάρ έστιν- άλλα δεύρο έξαναστώμεν εις τήν αυλή ν,
τριγυρνώντας εκεί, μέχρι να φωτίσει' και μετά πάμε.
και περιιόντες αυτού διατρίφωμεν έως αν φώς γένη-
Τον περισσότερο καιρό, άλλωστε, ο Πρωταγόρας μέ­
ται ' είτα ίωμεν. και γάρ τά πολλά Πρωταγόρας έν­
νει μέσα' επομένως, έχε θάρρος, το πιθανότερο είναι
δον διατρίβει, ώστε, θάρρει, καταληφόμεθα αυτόν,
να τον βρούμε μέσα.»
ώς τό εικός, ένδον.»
Μετά από αυτά, σηκωθήκαμε και περιφερθήκαμε
Μετά ταύτα άναστάντες εις τήν αύλήν περιήμεν'
στην αυλή" κι εγώ, δοκιμάζοντας τη δύναμη του Ι π ­
Β και εγώ άποπειρώμενος τού'Ιπποκράτους τής ρώ­
ποκράτη, τον εξέταζα και τον ρωτούσα: «Πες μου»,
μης διεσκόπουν αυτόν και ήρώτων, Είπε μοι, έφην είπα εγώ, «Ιπποκράτη, επιχειρείς τώρα να πλησιάσεις
εγώ, ώ'Ιππόκρατες, παρά Πρωταγόραν νΰν επιχει­ τον Πρωταγόρα, πληρώνοντας σε κείνον χρήματα ως
ρείς Ίέναι, άργύριον τελών έκείνω μισθόν υπέρ σεαυ- αμοιβή για τον εαυτό σου' σε ποιον νομίζεις πως θα
τού, ώς παρά τίνα άφιξόμενος και τίς γενησόμενος; πας, και ποιος έχεις σκοπό να γίνεις; Ό π ω ς , αν είχες
ώσπερ αν ει έπενόεις παρά τον σαυτού όμώνυμον στο νου σου να πας στον συνονόματο σου τον Ιππο­
έλθω ν 'Ιπποκράτη τόν Κώον, τον τών Άσκληπια- κράτη από την Κω,' 6 τον Ασκληπιάδη, και να πληρώ­
δών, άργύριον τελείν υπέρ σαυτού μισθόν έκείνω, ει σεις σε κείνον αμοιβή σε χρήματα για σένα, αν κάποιος
τίς σε ήρετο ' «Είπε μοι, μέλλεις τελείν, ώ Ίππο­ σε ρωτούσε: "Πες μου' πρόκειται να πληρώσεις, Ιππο­
ς χρατες, Ίπποκράτει μισθόν ώς τίνι όντι;» τί αν άπε- κράτη, στον Ιπποκράτη αμοιβή; Ποιος νομίζεις ότι εί­
χρίνω; - Εΐπον άν, έφη, ότι ώς Ίατρώ. - «Ως τίς γε- ναι;" Τι θα απαντούσες;» - «Θα έλεγα», είπε, «ότι θα
τα δώσω επειδή είναι γιατρός». - Για να γίνεις τι

50 5ΐ
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

νησόμενος;» - Ώς 'ιατρός, έφη. - ΕΊ δε παρά Πολύ­ π ρ ά γ μ α ; - Γ ι α να γ ί ν ω γ ι α τ ρ ό ς , είπε. - Κι αν α π ο φ ά ­


κλειτου τόν'Αργεΐον ή Φειδίαν τόν'Αθηναΐον επενό- σιζες να π α ς κ ο ν τ ά στον Πολύκλειτο τον Αργείο ή τον
εις άφιχόμενοςμισθόν υπέρ σαυτού τελείν έκείνοις, ει Φειδία τον Α θ η ν α ί ο " και να πληρώσεις σ' εκείνους α­
τίς σε ήρετο ' « Τελείν τούτο τό άργύριον ώς τίνι όντι μ ο ι β ή γ ι α λ ο γ α ρ ι α σ μ ό σου, αν κάποιος σε ρωτούσε:
έν νώ έχεις Πολυκλείτω τε και Φειδία;» τί αν άπε- " Τ ι σκέπτεσαι π ω ς είναι ο Πολύκλειτος και ο Φειδίας,
κρίνω; - Εΐπον αν ώς άγαλματοποιοΐς. - « Ώς τίς και τους πληρώνεις α υ τ ά τ α χ ρ ή μ α τ α " , τι θα αποκρι­

δέ γενησόμενοςαυτός;» - Δηλονότι άγαλματοποι- νόσουν; - Θ α έλεγα ότι τ α δ ί ν ω σε α γ α λ μ α τ ο π ο ι ο ύ ς .

ός. - Είεν, ην δ'εγώ' παρά δέ δή Πρωταγόραν νύν - Κ α ι γ ι α να γίνεις τι ο ίδιος; - Α γ α λ μ α τ ο π ο ι ό ς , προ­


φ α ν ώ ς . - Ας είναι, είπα ε γ ώ ' τ ώ ρ α , ό μ ω ς , ε γ ώ και συ
D άφιχόμενοι εγώ τε και σύ άργύριον έκείνω μισθόν έ­
π η γ α ί ν ο υ μ ε στον Π ρ ω τ α γ ό ρ α , και θα είμαστε έτοιμοι
τοιμοι έσόμεθα τελείν υπέρ σού, αν μέν έξικνήται τά
να π λ η ρ ώ σ ο υ μ ε σε κείνον α μ ο ι β ή σε χ ρ ή μ α γ ι α λ ο γ α ­
ημέτερα χρήματα και τούτοις πείθωμεν αυτόν, ει δέ
ριασμό σου" α ν , βέβαια, φθάνουν τ α δικά μας χ ρ ή μ α ­
μή, και τά τών φίλων προσαναλίσκοντες. ει ουν τις
τ α , και με α υ τ ά τον πείσουμε" α λ λ ι ώ ς , θα ξοδέψουμε
ημάς περί ταύτα ούτω σφόδρα σπουδάζοντας έροι- κι εκείνα τ ω ν φ ί λ ω ν μ α ς . Αν κάποιος λοιπόν, εμάς,
το ' «Είπε μοι, ώ Σώκρατές τε και Ίππόχρατες, ώς π ο υ δείχνουμε τόσο μ ε γ ά λ ο ζήλο γ ι α τ ο ύ τ α τ α π ρ ά γ ­
τίνι όντι τω Πρωταγόρα έν νώ έχετε χρήματα τε­ μ α τ α , μας ρωτούσε: «πες μου, Σ ω κ ρ ά τ η , και συ Ι π π ο ­
λείν;» τί αν αύτω άποκριναίμεθα; τί όνομα άλλο γε κ ρ ά τ η , ποιος νομίζετε π ω ς είναι ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς , κι έ­
Ε λεγόμενον περί Πρωταγόρου άκούομεν; ώσπερ περί χ ε τ ε στο νου να του π λ η ρ ώ σ ε τ ε χ ρ ή μ α τ α ; » , τι θα του
Φειδίου άγαλματοποιόν και περ'ι 'Ομήρου ποιητήν, α π α ν τ ο ύ σ α μ ε ; Π ο ι ο ά λ λ ο όνομα, βέβαια, ακούμε να
τί τοιούτον περί Πρωταγόρου άκούομεν; - Σοφι­ χ ρ η σ ι μ ο π ο ι ο ύ ν γ ι α τον Π ρ ω τ α γ ό ρ α ; Ό π ω ς γ ι α το
στή ν δή τοι όνομάζουσί γε, ώ Σώκρατες, τόν άνδρα Φ ε ι δ ί α τ ο « α γ α λ μ α τ ο π ο ι ό ς » , και γ ι α τον Ό μ η ρ ο το
είναι, έφη. - 'Ως σοφιστή άρα έρχόμεθα τελούντες τά « π ο ι η τ ή ς » , π ο ι ο π α ρ ό μ ο ι ο ακούμε γ ι α τ ο ν Π ρ ω τ α γ ό ­

χρήματα; - Μάλιστα. - ΕΊ ούν καϊ τούτο τίς σε ρα; - Λένε, Σ ω κ ρ ά τ η , π ρ ά γ μ α τ ι , π ω ς ο ά ν θ ρ ω π ο ς εί­


ναι σοφιστής, είπε. - Σ ε σοφιστή, άρα, π ά μ ε να π λ η ­
ρώσουμε τ α χ ρ ή μ α τ α ; - Μ ά λ ι σ τ α . - Αν λοιπόν κά-

52 53
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

προσέροιτο' «Αυτός δέ δή ώς τίς γενησόμενος έρχη ποιος, επιπλέον, σε ρωτούσε κι αυτό: «κι εσυ ο ιοιος,
312 παρά τόν Πρωταγόραν;» - Και δς ε'ιπεν έρυθριά- τ ώ ρ α , τι σκοπεύεις να γίνεις και π α ς στον Π ρ ω τ α γ ό ­

σας- ήδη γάρ ύπέφαινέν τι ημέρας, ώστε καταφανή ρα;», εκείνος είπε κοκκινίζοντας - μ ι α π ο υ άρχιζε π ι α

αυτόν γενέσθαι- ΕΊ μέν τι τοίς έμπροσθεν έοικεν, να ξημερώνει, ώ σ τ ε να φαίνεται κ α λ ά - : «αν, βέβαια,
υ π ά ρ χ ε ι κ ά π ο ι α ο μ ο ι ό τ η τ α με τ α π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν α , π η ­
δήλο ν ότι σοφιστής γενησόμενος. - Συ δέ, ή ν δ'έγώ,
γ α ί ν ω , π ρ ο φ α ν ώ ς , γ ι α να γ ί ν ω σοφιστής». - Κι εσύ, εί­
προς θεών, ούκ αν α'ισχύνοιο εις τους 'Έλληνας σαυ-
π α ε γ ώ , γ ι α τ ' ό ν ο μ α τ ω ν θεών, δε θα ντρεπόσουν να
τόν σοφιστή ν παρέχων; - Νή τον Δία, ώ Σώκρατες,
εμφανίζεσαι μ π ρ ο σ τ ά στους Έ λ λ η ν ε ς ω ς σοφιστής; -
είπερ γε α διανοούμαι χρή λέγειν. - 'Αλλ' άρα, ώ
Ν α ι , μ α τ ο Δ ί α , Σ ω κ ρ ά τ η , αφού πρέπει να λ έ ω α υ τ ά
'Ιππόκρατες, μή ού τοιαύτη ν ύπολαμβάνεις σου τήν 18
π ο υ σκέπτομαι. - Μ ή π ω ς ό μ ω ς , Ι π π ο κ ρ ά τ η , δε θεω­
παρά Πρωταγόρου μάθησιν έσεσθαι, άλλ ' ο'ίαπερ ή
ρείς π ω ς είναι τ έ τ ο ι α η γ ν ώ σ η π ο υ θα πάρεις α π ό τον
Β παρά τού γραμματιστοΰ έγένετο και κιθαριστού και
Π ρ ω τ α γ ό ρ α , α λ λ ά ά λ λ η , ακριβώς ό π ω ς εκείνη π ο υ
παιδοτρίβου; τούτων γάρ σύ έκάστην ούκ επί τέχνη πήρες α π ό τ ο δ ά σ κ α λ ο και τον κιθαριστή και τ ο γ υ ­
έμαθες, ώς δημιουργός έσόμενος, άλλ ' έπί παιδεία, μναστή; 1 9 Γ ι α τ ί , όλες αυτές τις γνώσεις εσύ δεν τις π ή ­
ώς τόν Ίδιώτην και τόν ελεύθερον πρέπει. - Πάνυ ρες γ ι α να εξασκήσεις την τ έ χ ν η , γ ι α να γίνεις ε π α γ ­
μέν ουν μοι δοκεί, έφη, τοιαύτη μάλλον είναι ή παρά γ ε λ μ α τ ί α ς , α λ λ ά γ ι α να μορφωθείς, ό π ω ς πρέπει να
Πρωταγόρου μάθησις. κάνει ο π ο λ ί τ η ς και ο ελεύθερος ά ν θ ρ ω π ο ς . 2 0 - Λοιπόν,
Οίσθα ούν δ μέλλεις νΰν πράττει ν, ή σε λανθάνει; τέτοια μου φαίνεται μ ά λ λ ο ν , είπε, η γ ν ώ σ η π ο υ θα π ά ­
ην δ'έγώ. - Τού πέρι; - "Οτι μέλλεις τήν φυχήν τήν ρ ω α π ό τ ο ν Π ρ ω τ α γ ό ρ α . - Γνωρίζεις, λοιπόν, αυτό

c σαυτού παρασχείν θεραπεύσαι άνδρί, ώς φής, σοφι­ π ο υ τ ώ ρ α πρόκειται να κάνεις ή σου διαφεύγει; ε ί π α ε­
γ ώ . - Σ χ ε τ ι κ ά με π ο ι ο π ρ ά γ μ α ; - Ό τ ι πρόκειται, δη­
στή' ό τι δέ ποτέ ό σοφιστής έστιν, θαυμάζοιμ'άν ε'ι
λ α δ ή , να π α ρ α δ ώ σ ε ι ς την ψ υ χ ή σου γ ι α ν α τ η φροντί­
οίσθα. καίτοι ει τούτ' αγνοείς, ουδέ ότω παραδίδως
σει κ ά π ο ι ο ς , π ο υ , ό π ω ς ισχυρίζεσαι, είναι σοφιστής' τι
είναι ό μ ω ς ο σοφιστής, θα μου φαινόταν παράξενο αν
τ ο ήξερες. Π α ρ ό λ ο π ο υ , αν α υ τ ό τ ο αγνοείς, ούτε σε τι

54 55
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

2
τήν φυχήν οίσθα, ούτ'εί άγαθώ ούτ'εί κακώ πράγ­ παραδίδεις ' την ψ υ χ ή σου ξέρεις, ούτε α ν είναι κ α λ ό ή
ματι. - Οίμαίγ\ έφη, είδέναι. - Αέγε δή, τίήγή εί­ κ α κ ό π ρ ά γ μ α . - Ν ο μ ί ζ ω , είπε, π ω ς ξέρω. - Λέγε, λοι­
ναι τόν σοφιστήν; - Έγώ μέν, ή δ'ός, ώσπερ τούνο- π ό ν , τι πιστεύεις π ω ς είναι ο σοφιστής; - Ε γ ώ τ ο υ λ ά ­
μα λέγει, τούτον είναι τόν τών σοφών επιστήμονα. χ ι σ τ ο , είπε εκείνος, ό π ω ς λέει και το όνομα, ν ο μ ί ζ ω
22
- Ούκούν, ην δ' έγώ, τούτο μέν έξεστι λέγειν και π ω ς είναι αυτός π ο υ γνωρίζει τ α σοφά. - Λοιπόν, εί­

περί ζωγράφων και περί τεκτόνων, ότι ούτοι εΐσιν ο'ι π α ε γ ώ , αυτό μ π ο ρ ο ύ μ ε να π ο ύ μ ε και γ ι α τους ζ ω γ ρ ά ­
φους και τους αρχιτέκτονες' ότι, δ η λ α δ ή , αυτοί είναι
D τών σοφών επιστήμονες' άλλ' ει τις έροιτο ημάς,
π ο υ γνωρίζουν τ α σοφά" α λ λ ά , α ν κάποιος μας ρωτού
«Τών τί σοφών εΐσιν ο'ι ζωγράφοι επιστήμονες,» εί-
σε, « π ο ι α σοφά π ρ ά γ μ α τ α γνωρίζουν οι ζ ω γ ρ ά φ ο ι ; » ,
ποιμεν άν που αύτώ ότι τών προς τήν άπεργασίαν
θα του α π α ν τ ο ύ σ α μ ε , α ν δεν κ ά ν ω λάθος, π ω ς γ ν ω ρ ί ­
τήν τών εικόνων, και τάλλα ούτως, ει δέ τις εκείνο
ζουν εκείνα π ο υ χρειάζονται γ ι α τ η δημιουργία τ ω ν ει­
έροιτο, «Ό δέ σοφιστής τών τί σοφών έστιν;» τί αν κ ό ν ω ν ' και γ ι α τ α ά λ λ α με τον ίδιο τ ρ ό π ο . Αν, ό μ ω ς ,
άποκρινοίμεθα αύτώ; ποίας εργασίας επιστάτης; - κάποιος ρωτούσε τ ο εξής: και ο σοφιστής, π ο ι α σοφά
Τί άν είποιμεν αυτόν είναι, ώ Σώκρατες, ή έπιστά- π ρ ά γ μ α τ α γνωρίζει; Τ ι θα του α π ο κ ρ ι ν ό μ α σ τ α ν ; Π ο ι ο
την τού ποιήσαι δεινόν λέγειν; - Ίσως άν, ην δ'έγώ, έργο α ν α λ α μ β ά ν ε ι ; - Τ ι άλλο θα μπορούσαμε να π ο ύ ­
αληθή λέγοιμεν, ού μεντοι Ίκανώς γε' ερωτήσεως με π ω ς είναι, Σ ω κ ρ ά τ η , αν όχι εκείνος π ο υ φροντίζει
γάρ έτι ή άπόκρισις ήμίν δείται, περί ότου ό σοφι­ να κάνει κ ά π ο ι ο ν ικανό να μιλά; - Ί σ ω ς , είπα ε γ ώ , να
στής δεινόν ποιεί λέγειν' ώσπερ ό κιθαριστής δεινόν λ έ γ α μ ε κάτι σωστό, α λ λ ά όχι αρκετό' γ ι α τ ί η απόκρι­
Ε δήπου ποιεί λέγειν περί ούπερ και επιστήμονα, περί ση μας χρειάζεται κι ά λ λ η ερώτηση: σχετικά με τ ο
κιθαρίσεως' ή γάρ; - Ναι. - Είεν' ό δέ δή σοφιστής π ρ ά γ μ α , γ ι α τ ο οποίο ο σοφιστής κάνει τον ά λ λ ο ικα­
—'νος δεινόν ποιεί λέγειν; - "Η δήλον ότι περί νό να μ ι λ ά ' ό π ω ς , ν ο μ ί ζ ω , ο κιθαριστής κάνει κ ά π ο ι ο ν
ικανό να μ ι λ ά γ ι α εκείνο π ο υ του μαθαίνει κιόλας, γ ι α
τ η ν τ έ χ ν η της κιθάρας' έτσι δεν είναι; - Ν α ι . - Ας εί­
ναι' ο σοφιστής λ ο ι π ό ν , τ ώ ρ α , γ ι α ποιο π ρ ά γ μ α κάνει
τ ο ν άλλον ικανό να μ ι λ ά ; Ή είναι φανερό π ω ς τ ο κ ά -

56 57
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

οΰπερ και έπίσταται; - Εικός γε. τί δή έστιν τούτο νει για εκείνο που γνωρίζει ο ίδιος; - Είναι φυσικό. - Τ ι
περί ού αυτός τε επιστήμων έστϊν ό σοφιστής χαϊ τόν είναι αυτό, τώρα, που και ο ίδιος ο σοφιστής γνωρίζει,
μαθητήν ποιεί; - Μά Δί', έφη, ούχέτι έχω σοι λέ­ και κάνει και το μαθητή να το μάθει; - Μ α το Δία, εί­
γειν. πε, αυτό δεν μπορώ να σου το π ω .
Και έγώ εΐπον μετά τούτο' Τί ούν; οίσθα εις ο'ιόν Κι εγώ, μετά από αυτό, είπα: Τ ι λοιπόν; Ξέρεις τά­
313 τι να κίνδυ νο ν έρχη ύποθήσω ν τήν φυχήν; ή ε'ι μέ ν τό χα σε ποιον κίνδυνο πας να υποβάλεις την ψυχή σου;
Αν ήταν να εμπιστευτείς το σώμα σου σε κάποιον, δια­
σώμα έπιτρέπειν σε έδει τω διακινδυνεύοντα ή χρη-
κινδυνεύοντας να βρεθεί σε καλή ή κακή κατάσταση,
στόν αυτό γενέσθαι ή πονηρόν, πολλά αν περιεσκέ-
πολύ θα το σκεπτόσουν, αν έπρεπε να το εμπιστευτείς
φω είτ'έπιτρεπτέον είτε ού, και εις συμβουλή ν τους
ή όχι, και θα ζητούσες και από τους φίλους σου να σε
τε φίλους άν παρεκάλεις και τους οικείους σκοπού­
συμβουλέψουν και από τους δικούς σου, εξετάζοντας
μενος ημέρας συχνάς' δ δέ περί πλείονος τού σώμα­
το πολλές ημέρες. Εκείνο, όμως, που θεωρείς σημαντι­
τος ήγή, τήν φυχήν, και έν ώ πάντ'έστιν τά σά ή εύ κότερο από το σώμα, την ψυχή, και από το οποίο ε­
ή κακώς πράττειν, χρηστού ή πονηρού αυτού γενο- ξαρτάται όλη η ευτυχία ή η κακοτυχία σου, ανάλογα
Β μένου, περί δέ τούτου ούτε τω πατρ'ι ούτε τω άδελ- με το αν αυτό βρεθεί σε καλή ή κακή κατάσταση' για
φώ έπεκοινώσω ούτε ημών τών εταίρων ούδενί, είτ' τούτο, ούτε τον πατέρα ούτε τον αδελφό σου συμβου­
έπιτρεπτέον είτε και ού τω άφικομένω τούτω ξένω λεύτηκες, ούτε κανέναν από εμάς τους φίλους σου, αν
τήν σήν φυχήν, άλλ 'εσπέρας άκουσας, ώς φης, όρ- πρέπει ή όχι να εμπιστευθείς την ψυχή σου σε τούτον
θριος ήχων περί μέν τούτου ουδέ να λόγον ουδέ συμ- το νεοφερμένο ξένο. Αλλά, όταν το βράδυ άκουσες π ω ς
βουλήν ποιή, είτε χρή έπιτρέπειν σαυτόν αύτώ είτε έφθασε, όπως λες, ήρθες από τα ξημερώματα, και δεν
μή, έτοιμος δ'ει άναλίσκειν τά τε σαυτού χαι τά τών κάνεις κανένα λόγο, ούτε ζητείς συμβουλή, αν πρέπει
φίλων χρήματα, ώς ήδη διεγνωκώς ότι πάντως να εμπιστευθείς τον εαυτό σου σε αυτόν ή όχι, ενώ εί­
σαι έτοιμος να ξοδέψεις και τη δική σου και των φίλων
συνεστέον Πρωταγόρα, δν ούτε γιγνώσκεις, ώς φης,
σου την περιουσία, όπως ήδη αποφάσισες, γιατί πρέ­
πει οπωσδήποτε να συναντήσεις τον Πρωταγόρα, τον

58 59
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ούτε διείλεξαι ούδεπώποτε, σοφιστή ν δ' ονομάζεις, οποίο ούτε γνωρίζεις, ό π ω ς λες, ούτε συζήτησες π ο τ έ
μαζί τ ο υ , α λ λ ά τον ονομάζεις σοφιστή' τι είναι ό μ ω ς ο
τόν δέ σοφιστήν δ τί ποτ' έστιν, φαίνη άγνοών, ώ
σοφιστής, στον οποίο πρόκειται να εμπιστευθείς τον ε­
μέλλεις σαυτόν έπιτρέπειν; - Και δς άκούσας,Έοι-
αυτό σου, είναι φανερό π ω ς τ ο αγνοείς.
κεν, έφη, ώ Σώκρατες, έξ ών σύ λέγεις. - Αρ'ούν, ώ
Κι εκείνος, ό τ α ν με άκουσε: « Έ τ σ ι φαίνεται Σ ω κ ρ ά ­
Ίππόκρατες, ό σοφιστής τυγχάνει ών έμπορος τις ή
τ η » , είπε, « α π ό α υ τ ά π ο υ λες». - Ά ρ α λοιπόν, Ι π π ο ­
κάπηλος τών αγώγιμων, άφ' ών φυχή τρέφεται;
κ ρ ά τ η , ο σοφιστής συμβαίνει να είναι κάποιος έμπορος
φαίνεται γάρ έμοιγε τοιούτος τις. - Τρέφεται δέ, ώ
ή μ ε τ α π ρ ά τ η ς τ ω ν ε μ π ο ρ ε υ μ ά τ ω ν α π ό τ α οποία τρέ­
Σώκρατες, φυχή τίνι; - Μαθήμασιν δήπου, ήν δ'έ­
φεται η ψ υ χ ή ; Γ ι α τ ί σε μένα, τουλάχιστον, τέτοιος
γώ. και όπως γε μή, ώ εταίρε, ό σοφιστής επαινώ ν
φαίνεται. - Κ α ι η ψ υ χ ή , Σ ω κ ρ ά τ η , με τι τρέφεται; - Μ ε
α πωλεί εξαπάτηση ημάς, ώσπερ ο'ι περί τήν τού μ α θ ή μ α τ α βέβαια, ε ί π α ε γ ώ . Κ α ι πρέπει, φίλε, να
σώματος τροφή ν, ό έμπορος τε και κάπηλος. και γάρ προσέξουμε μ ή π ω ς , ε π α ι ν ώ ν τ α ς ο σοφιστής αυτά π ο υ
ούτοι που ών άγουσιν αγώγιμων ούτε αυτοί ίσασιν π ο υ λ ά , μ α ς εξαπατήσει, ό π ω ς εκείνοι π ο υ ασχολού­
ό τι χρηστό ν ή πονηρόν περί τό σώμα, έπαινούσιν δέ νται με την τ ρ ο φ ή του σ ώ μ α τ ο ς , ο έμπορος και ο με­
πάντα πωλούντες, ούτε ο'ι ώνούμενοι παρ ' αυτών, τ α π ρ ά τ η ς . Γ ι α τ ί και αυτοί, ν ο μ ί ζ ω , γ ι α τ α εμπορεύ­
έάν μή τις τύχη γυμναστικός ή ιατρός ών. ούτω δέ μ α τ α π ο υ φέρνουν, ούτε οι ίδιοι ξέρουν τι είναι καλό ή
και ο'ι τά μαθήματα περιάγοντες κατά τάς πόλεις βλαβερό γ ι α το σ ώ μ α , π α ρ ό λ ο π ο υ τ α επαινούν όλα ό­
καϊ πωλούντεςκαι καπηλεύοντες τω άε'ι επιθυμούν- τ α ν τ α π ω λ ο ύ ν , ούτε εκείνοι π ο υ αγοράζουν α π ό αυ­

τι έπαινούσιν μέν πάντα ά πωλούσιν, τάχα δ' άν τί­ τούς, εκτός αν κ ά π ο ι ο ς τύχει να είναι γυμναστής ή
γ ι α τ ρ ό ς . Έ τ σ ι , κι εκείνοι π ο υ περιφέρουν τ α μ α θ ή μ α τ α
νες, ώ άριστε, και τούτων άγνοοίεν ών πωλούσιν ό
στις πόλεις, και τ α π ω λ ο ύ ν χονδρικά και λιανικά,σε
τι χρηστόν ή πονηρόν προς τήν φυχήν' ώς δ'αύτως
κείνον π ο υ τ α ζητεί κάθε φορά, επαινούν όλα όσα π ω ­
λούν" ίσως ό μ ω ς , ευγενέστατε, και α π ό αυτούς κ ά ­
ποιοι ν α α γ ν ο ο ύ ν τι α π ό κείνα π ο υ π ω λ ο ύ ν είναι καλό
ή βλαβερό γ ι α την ψ υ χ ή ' τ ο ίδιο κι εκείνοι π ο υ α γ ο ρ ά -

6ο 6ι
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

και οι ωνουμενοι παρ αυτών, εαν μη τις τύχη περί ζουν α π ό αυτούς, εκτός κι α ν κάποιος τύχει να α σ χ ο ­
τήν φυχήν αύ 'ιατρικός ών. ε'ι μέν ούν σύ τυγχάνεις λείται με την ίαση της ψυχής. Αν, λοιπόν, συμβαίνει ε­
επιστήμων τούτων τίχρηστόν χαι πονηρόν, ασφα­ σύ να ξέρεις τι α π ό α υ τ ά είναι κ α λ ό και τι βλαβερό, δε

λές σοι ώνείσθαι μαθήματα καϊ παρά Πρωταγόρου διατρέχεις κίνδυνο να αγοράζεις μ α θ ή μ α τ α και α π ό
23
και παρ' άλλου ότουοΰν' ει δέ μή, όρα, ώ μακάριε, τον Π ρ ω τ α γ ό ρ α και α π ό ο π ο ι ο ν δ ή π ο τ ε άλλον" αλ­
λ ι ώ ς , κ α λ ό τ υ χ ε , πρόσεξε μ ή π ω ς παίζεις και διακινδυ­
314 μή περί τοις φιλτάτοις κυβεύης τε και κινδυνεύης.
νεύεις μ' ό,τι π ι ο α γ α π η μ έ ν ο . Γ ι α τ ί , π ρ ά γ μ α τ ι , είναι
καϊ γάρ δή και πολύ μείζων κίνδυνος έν τη τών μα­
π ο λ ύ μεγαλύτερος ο κίνδυνος στην α γ ο ρ ά τ ω ν μ α θ η ­
θημάτων ώνή ή έν τη τών σιτίων. σιτία μέν γάρ και
μ ά τ ω ν α π ' ό,τι σ' εκείνη τ ω ν τ ρ ο φ ί μ ω ν . Αφού, όταν α­
ποτά πριάμενον παρά τού καπήλου και εμπόρου
γοράσεις τρόφιμα και π ο τ ά α π ό το μ ε τ α π ρ ά τ η και τον
έξεστιν έν άλλοις άγγείοις άποφέρειν, χαϊ πριν δέξα-
έμπορο, μπορείς να τ α μεταφέρεις σε ά λ λ α α γ γ ε ί α και,
σθαι αυτά εις τό σώμα πιόντα ή φαγόντα, χαταθέ-
πριν τ α βάλεις μέσα στο σ ώ μ α , π ί ν ο ν τ α ς ή τ ρ ώ γ ο ν τ α ς ,
μενον οίκαδε έξεστιν συμβουλεύσασθαι, παρακαλέ- μπορείς να τ α τακτοποιήσεις στο σπίτι, να καλέσεις ε­
σαντα τόν επαΐοντα, ό τι τε έδεστέον ή ποτέον καϊ κείνον π ο υ ξέρει α π ό α υ τ ά και να ζητήσεις συμβουλή
ό τι μή, καϊ όπόσον καϊ οπότε' ώστε έν τη ώνή ού γ ι α τ ο τι πρέπει να φας και να πιεις και τι όχι, και π ό ­
Β μέγας ό κίνδυνος, μαθήματα δέ ούκ έστιν έν άλλω σο και πότε" ε π ο μ έ ν ω ς , στην α γ ο ρ ά τους δεν υ π ά ρ χ ε ι
άγγείω άπενεγκείν, άλλ 'ανάγκη, χαταθέντα τήν τι­ μ ε γ ά λ ο ς κίνδυνος. Τ α μ α θ ή μ α τ α , ό μ ω ς , δεν μπορείς
μήν, τό μάθημα έν αύτη τη φυχή λαβόντα καϊ μα- να τ α μεταφέρεις σε ά λ λ ο α γ γ ε ί ο , α λ λ ά , α ν α γ κ α σ τ ι κ ά ,
θόντα άπιέναι ή βεβλαμμένον ή ώφελημένον. ταύτα αφού πληρώσεις τ ο α ν τ ί τ ι μ ο και πάρεις τ ο μ ά θ η μ α μέ­
ούν σκοπώμέθα χαϊ μετά τών πρεσβυτέρων ημών σα στην ίδια σου την ψ υ χ ή και τ ο μάθεις, θα φύγεις ζη­
ημείς γάρ έτι νέοι ώστε τοσούτον πράγμα διελέσθαι. μιωμένος ή ωφελημένος. Α υ τ ά , λοιπόν, ας τ α εξετά­
νΰν μεντοι, ώσπερ ώρμήσαμεν, ίωμεν χαϊ άχούσω- σουμε και με τους μεγαλύτερους α π ό ε μ ά ς ' γ ι α τ ί εμείς
α κ ό μ α είμαστε νέοι, ώ σ τ ε να αποφασίσουμε γ ι α ένα
τόσο σημαντικό ζ ή τ η μ α . Τ ώ ρ α λοιπόν, αφού ξεκινή­
σαμε, ας π ά μ ε και ας ακούσουμε τον ά ν θ ρ ω π ο " κι α-

62 63
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

μεν τού ανδρός, έπειτα άκούσαντες χαϊ άλλοις άνα- φού ακούσουμε, ας συμβουλευτούμε και άλλους" γ ι α τ ί
χοινωσώμεθα' χαϊ γάρ ού μόνος Πρωταγόρας αύ- δεν είναι μόνο ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς εκεί, α λ λ ά και ο Ι π π ί α ς
24 25
C τόθι εστίν, άλλα χαϊ 'Ιππίας ό 'Ηλείος - οΐμαι δέ χαϊ ο Ηλείος" ν ο μ ί ζ ω , μ ά λ ι σ τ α , και ο Πρόδικος ο Κείος"
Πρόδιχον τόν Κείον- καϊ άλλοι πολλοί χαϊ σοφοί. και άλλοι π ο λ λ ο ί και σοφοί.

Δόξαν ήμίν ταύτα έπορευόμεθα' επειδή δέ έν τώ Σ υ μ φ ω ν ή σ α μ ε σε α υ τ ά και ξεκινήσαμε. Ό τ α ν ό μ ω ς

προθύρω έγενόμεθα, έπιστάντες περί τίνος λόγου φθάσαμε στην είσοδο, σ τ α μ α τ ή σ α μ ε και συνεχίσαμε

διελεγόμεθα, δς ήμίν κατά τήν όδόν ένέπεσεν' ίν' μια συζήτηση π ο υ ε ί χ α μ ε αρχίσει στο δρόμο' γ ι α να
μην την αφήσουμε λ ο ι π ό ν στη μέση, α λ λ ά να την τε­
ούν μή ατελής γένοιτο, άλλα διαπερανάμενοι ούτως
λειώσουμε και να μ π ο ύ μ ε , σταθήκαμε στην είσοδο και
έσίοιμεν, στάντες έν τω προθύρω διελεγόμεθα έως
συζητούσαμε, μέχρι π ο υ συμφωνήσαμε μεταξύ μ α ς .
συνωμολογήσαμεν άλλήλοις. δοκέί ούν μοι, ό θυ-
Μ ο υ φαίνεται λ ο ι π ό ν ότι ο θυρωρός, κάποιος ευνού­
D ρωρός, ευνούχος τις, κατήκουεν ημών, κινδυνεύει δέ
χ ο ς , μ α ς άκουσε, και είναι π ι θ α ν ό , εξαιτίας του π λ ή ­
διά τό πλήθος τών σοφιστών άχθεσθαι τοις φοιτώ-
θους τ ω ν σοφιστών, 2 6 να δυσφορούσε με όσους σύχνα­
σιν εις τήν ο'ικίαν' επειδή γούν έκρούσαμεν τήν θύ-
ζαν στο σ π ί τ ι ' ό τ α ν λ ο ι π ό ν χ τ υ π ή σ α μ ε την π ό ρ τ α , α­
ραν, άνοίξας καϊ Ίδών ημάς, «Έα,» έφη, «σοφισταί φού άνοιξε και μ α ς είδε: - « Α χ » , είπε, «κάποιοι σοφι­
τίνες' ού σχολή αύτώ'» χαϊ άμα άμφοΐν τοίνχεροΐν στές" δεν έχει καιρό»" και τ α υ τ ό χ ρ ο ν α , με τ α δυο του
τήν θύραν πάνυ προθύμως ώς ο'ιός τ' ήν έπήραξεν. χέρια, όσο μπορούσε π ι ο δ υ ν α τ ά , μ α ς έκλεισε την π ό ρ ­
καϊ ημείς πάλιν έκρούομεν, καϊ δς έγκεχλημένης τής τ α . Κι εμείς π ά λ ι χ τ υ π ο ύ σ α μ ε , ενώ εκείνος, με κλει­
θύρας άποχρινόμενος είπεν, « Ώ άνθρωποι,» έφη, σμένη την π ό ρ τ α , αποκρίθηκε και είπε: - « Ε ά ν θ ρ ω ­
«ούκ άκηχόατε ότι ού σχολή αύτώ;» «Άλλ 'ώγαθέ,» π ο ι » , είπε, «δεν ακούσατε ότι δεν έχει καιρό;» - « Κ α ­
έφην έγώ, «ούτε παρά Καλλίαν ήχομεν ούτε σοφι- λέ μ ο υ » , ε ί π α ε γ ώ , «ούτε γ ι α τον Κ α λ λ ί α ήλθαμε, ού­
Ε σταί έσμεν. άλλα θάρρεΓ Πρωταγόραν γάρ τοι δεό- τε σοφιστές είμαστε. Μ η φοβάσαι' τον Π ρ ω τ α γ ό ρ α
μενοι ίδείν ήλθομεν" είσάγγειλον ούν.» μόγις ούν χρειαζόμαστε και ή λ θ α μ ε να τον δούμε" μπες μέσα και
ποτέ ήμίν άνθρωπος άνέωξεν τήν θύραν. α ν ά γ γ ε ι λ ε μας.» Μ ό λ ι ς , λ ο ι π ό ν , και μ ε τ ά βίας, μ α ς ά­
νοιξε ο ά ν θ ρ ω π ο ς την π ό ρ τ α .

64 65
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

'Επειδή δέ είσήλθομεν, χατελάβομεν Πρωταγόραν Ό τ α ν μ π ή κ α μ ε , έτσι, βρήκαμε τον Π ρ ω τ α γ ό ρ α να


έν τω προστώω περιπατοΰντα, εξής δ'αύτώ συμπε- π ε ρ π α τ ά στο υ π ό σ τ ε γ ο ' κοντά σ' αυτόν, περπατούσαν

ριεπάτουν έχ μέν τού έπϊ θάτερα Καλλίας ό Ίππο- μαζί του α π ό τ η μια πλευρά ο Κ α λ λ ί α ς , ο γιος του Ι π -
27
πονίκου, και ο αδελφός του α π ό την ίδια μητέρα, ο
315 νίχου καϊ ό αδελφός αυτού ό όμομήτριος, Πάραλος 28
Π ά ρ α λ ο ς του Περικλή, και ο Χαρμίδης, ο γιος του
ό Περικλέους, καϊ Χαρμίδης ό Γλαύκωνος, έκ δέ τού
Γ λ α ύ κ ω ν α ' ενώ, α π ό την ά λ λ η , ο άλλος γιος του Πε­
έπϊ θάτερα ό έτερος τών Περικλέους Ξάνθιππος, καϊ 29
ρικλή, ο Ξ ά ν θ ι π π ο ς , και ο Φ ι λ ι π π ί δ η ς , ο γιος του Φι­
Φιλιππίδης ό Φιλομήλου καϊ Άντίμοψος ό Μενδαί- 30
λομήλου, και ο Αντίμοιρος ο Μενδαίος, π ο υ προο­
ος, όσπερ ευδοκιμεί μάλιστα τών Πρωταγόρου μα­
δεύει περισσότερο α π ό τους μαθητές του Π ρ ω τ α γ ό ρ α ,
θητών καϊ έπϊ τέχνη μανθάνει, ώς σοφιστής έσόμε- και μαθαίνει γ ι α να εξασκήσει το ε π ά γ γ ε λ μ α , γ ι α να
νος. τούτων δέ ο'ι όπισθεν ήκολούθουν έπακούοντες γίνει σοφιστής. Ανάμεσα τους, όσοι ακολουθούσαν α­
τών λεγομένων, τό μέν πολύ ξένοι έφαίνοντο-ο'ύς π ό π ί σ ω , α κ ο ύ γ ο ν τ α ς προσεκτικά εκείνα που έλεγαν,
άγει έξεκάστων τών πόλεων ό Πρωταγόρας, δι 'ών οι περισσότεροι φαίνονταν ξένοι, π ο υ τους παίρνει μ α ­
διεξέρχεται, κηλών τη φωνή ώσπερ Όρφεύς, ο'ι δέ ζί του α π ό κάθε π ό λ η π ο υ περνά ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς , σα­
Β κατά τήν φωνή ν έπονται κεκηλημένοι- ήσαν δέ τί­ γηνεύοντας με τ η φ ω ν ή ό π ω ς ο Ορφέας, ενώ εκείνοι α­
νες καϊ τών έπιχωρίων έν τω χορώ. τούτον τόν χο- κολουθούν τ η φ ω ν ή ξελογιασμένοι' ή τ α ν , ό μ ω ς , και
ρόν μάλιστα έγωγε Ίδών ήσθην, ώς καλώς ηύλα- κάποιοι ντόπιοι στη σ υ ν τ ρ ο φ ι ά / Ο τ α ν είδα α υ τ ή τ η συ­

βούντο μηδέποτε έμποδών έν τω πρόσθεν είναι ντροφιά, χ ά ρ η κ α π ο λ ύ ' πόσο ω ρ α ί α πρόσεχαν να μη


στέκονται π ο τ έ εμπόδιο μ π ρ ο σ τ ά στον Π ρ ω τ α γ ό ρ α ,
Πρωταγόρου, άλλ ' επειδή αυτός άναστρέφοι καϊ ο'ι
α λ λ ά , όταν αυτός και η π α ρ έ α του γύριζαν π ί σ ω , αυ­
μετ' εκείνου, εύ πως καϊ ένκόσμω περιεσχίζοντο ού­
τοί οι ακροατές, ω ρ α ί α και με τ ά ξ η , ά ν ο ι γ α ν στη μέ­
τοι ο'ι έπήκοοι ένθεν καϊ ένθεν, καϊ έν κύκλω περιι-
ση, α π ό τ η μια πλευρά κι α π ό την ά λ λ η , και, κάνοντας
όντες άεϊ εις τό όπισθεν καθίσταντο κάλλιστα.
κύκλο, βρίσκονταν, με τον καλύτερο τ ρ ό π ο , π ά ν τ α α­
Τόν δέ μετ' ε'ισενόησα, έφη "Ομηρος, Ίππίαν τόν
π ό π ί σ ω του. 3 1
« Κ α ι μ ε τ ά διέκρινα εκείνον», 3 2 λέει ο Ό μ η ρ ο ς , τον

66 67
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

c Ήλείον, καθήμενον έν τω κατ' αντικρύ προστώω έν Ι π π ί α τ ο ν Η λ ε ί ο , να κάθεται σε θρόνο απέναντι στο υ­


θρόνω' περί αυτόν δ' έχάθηντο έπϊ βάθρων Έρυξί- π ό σ τ ε γ ο ' και γ ύ ρ ω α π ό κείνον κάθονταν, π ά ν ω σε βά­
33
μοιχός τε ό Άχουμενού χαϊ Φάίδρος ό Μυρρινούσιος θρα, ο Ε ρ υ ξ ί μ α χ ο ς , ο γιος του Ακουμενού, και ο Φ α ι ­
34 35
χαϊ Ανδρών ό Άνδροτίωνος χαϊ τών ξένων πολίταί δρός ο Μυρρινούσιος, και ο Ανδρών, ο γιος του Αν-
τε αυτού καϊ άλλοι τινές, έφαίνοντο δέ περϊ φύσεως δ ρ ο τ ί ω ν α , και ξένοι, συμπολίτες του και κάποιοι άλ­
τε χαϊ τών μετεώρων αστρονομικά άττα διερωτάν λοι. Μ ο υ φάνηκε μ ά λ ι σ τ α π ω ς ρωτούσαν τ ο ν Ι π π ί α
τόν Ίππίαν, ό δ' έν θρόνω καθήμενος έκάστοις αυ­ γ ι α τ η φύση και γ ι α τ α ουράνια φαινόμενα κάποιες α­
τών διέκρινε ν χαϊ διεξηει τά ερωτώμενα, χαϊ μέν δή στρονομικές πληροφορίες" κι εκείνος, καθισμένος στο

καϊ Τάνταλο ν γε ε'ισείδον-έπεδήμει γάρ άρα καϊ θρόνο, διευκρίνιζε στον καθέναν τους και εξηγούσε με
λεπτομέρειες εκείνα π ο υ τον ρωτούσαν.
D Πρόδικος ό Κείος- ην δέ έν ο'ικήματίτινι, ώ προ τού
« Α κ ό μ η , μέσα, είδα και τον Τ ά ν τ α λ ο » " 3 6 γ ι α τ ί , βέ­
μέν ώς ταμιείω έχρήτο Ίππόνικος, νΰν δέ ύπό τού
βαια, είχε φθάσει στην π ό λ η και ο Πρόδικος ο Κείος,
πλήθους τών καταλυόντων ό Καλλίας χαϊ τούτο
και βρισκόταν μέσα σ' ένα οίκημα π ο υ , μέχρι τελευ­
έχκενώσας ξένοις κατάλυσιν πεποίηκεν. ό μέν ούν
τ α ί α , χρησιμοποιούσε ω ς α π ο θ ή κ η ο Ι π π ό ν ι κ ο ς ' τ ώ ρ α ,
Πρόδικος έτι χατέχειτο, έγκεκαλυμμένος έν κωδίοις
ό μ ω ς , επειδή οι φιλοξενούμενοι ή τ α ν πολλοί, κι αυτό
τισϊ ν καϊ στρώμασι ν καϊ μάλα πολλοίς, ώς έφαίνετο ' τ ο άδειασε ο Κ α λ λ ί α ς και τ ο έκανε κ α τ ά λ υ μ α γ ι α τους
παρεκάθηντο δέ αύτώ έπϊ τάίς πλησίον κλίναις ξένους. Ο Πρόδικος, λ ο ι π ό ν , α κ ό μ η ξ ά π λ ω ν ε , τ υ λ ι γ ­
Παυσανίας τε ό έκ Κεραμέων καϊ μετά Παυσανίου μένος με κάποιες προβιές και σ κ ε π ά σ μ α τ α , και μο λί­
νέον τι έτι μειράκιον, ώς μέν έγωμαι, καλόν τε κά- στα π ο λ λ ά , ό π ω ς φ α ι ν ό τ α ν ' κοντά του κάθονταν, στα
Ε γαθόν τήν φύσιν, τήν δ' ούν Ίδέαν πάνυ καλός, έδο- δ ι π λ α ν ά κρεβάτια, ο Παυσανίας 3 7 α π ό τ ο δ ή μ ο τ ω ν
ξα άκούσαι όνομα αύτώ είναι Αγάθωνα, καϊ ούκ άν Κ ε ρ α μ έ ω ν , και, μαζί με τον Π α υ σ α ν ί α , κάποιος νέος,
π ο λ ύ μικρός ακόμη" καλός και α γ α θ ό ς στη φύση, ό π ω ς
μου φάνηκε, και στην όψη π ο λ ύ όμορφος. Ν ό μ ι σ α π ω ς
άκουσα ότι τ ο ό ν ο μ α του είναι Α γ ά θ ω ν α ς , 3 8 και δε θα
α π ο ρ ο ύ σ α , α ν συνέβαινε να είναι τ ο α γ α π η μ έ ν ο π α ι δ ί

68 69
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

θαυμάζοιμι ει παιδικά Παυσανίου τυγχάνει ών. του Π α υ σ α ν ί α . Αυτό το π α λ η κ α ρ ά κ ι ή τ α ν λοιπόν και


39
τούτο τ' ην τό μειράκιον, καϊ τώ Άδειμάντω άμφο- οι δυο Αδείμαντοι, ο γιος του Κ ή π ι δ ο ς και ο γιος του
40
τέρω, ό τε Κήπιδος καϊ ό Αευκολοφίδου, καϊ άλλοι Αευκολοφίδου, και φαίνονταν και μερικοί άλλοι' τι
τινές έφαίνοντο' περϊ δέ ών διελέγοντο ούκ έδυνά- συζητούσαν, ό μ ω ς , ε γ ώ δεν μπορούσα να τ ο κ α τ α λ ά ­

μην έγωγε μαθεΐν έξωθεν, καίπερ λιπαρώς έχων α­ β ω α π ' έξω, π α ρ ό λ ο π ο υ θέλω π ο λ ύ να α κ ο ύ ω τον

κούει τού Προδίκου- πάσσοφος γάρ μοι δοκεΐ άνήρ Πρόδικο" - γ ι α τ ί ν ο μ ί ζ ω π ω ς είναι ά ν θ ρ ω π ο ς π ά ν σ ο -
φος και θ ε ί ο ς - α λ λ ά , α π ό τ η βαθιά του φ ω ν ή , υ π ή ρ χ ε
3ΐ6 είναι χαϊ θείος-άλλα διά τήν βαρύτητα τής φωνής
κ ά π ο ι ο βουητό μέσα στο οίκημα, π ο υ έκανε ασαφή ε­
βόμβος τις έν τώ ο'ιχήματι γιγνόμενος ασαφή έποίει
κείνα π ο υ έλεγε.
τά λεγόμενα.
Μ ό λ ι ς εμείς ε ί χ α μ ε μπει μέσα, μ π ή κ α ν , μετά α π ό ε­
Καϊ ημείς μέν άρτι είσεληλύθεμεν, κατόπιν δέ η­
μ ά ς , ο ωραίος Αλκιβιάδης, ό π ω ς εσύ ισχυρίζεσαι κι ε­
μών έπεισήλθον Αλκιβιάδης τε ό καλός, ώς φής συ
γ ώ σ υ μ φ ω ν ώ , και ο Κριτίας, 4 ' ο γιος του Κ α λ λ α ί σ ­
καϊ έγώ πείθομαι, χαϊ Κριτίας ό Καλλαίσχρου. χρου.
Ημείς ούν ώς είσήλθομεν, έτι σμίχρ'άττα διατρί- Κ α θ ώ ς , λ ο ι π ό ν , μ π ή κ α μ ε μέσα, αφού καθυστερήσα­
φαντεςκαϊ ταύτα διαθεασάμενοι προσήμεν προς τόν με λ ί γ ο α κ ό μ η , και είδαμε προσεκτικά όσα γ ί ν ο ν τ α ν ,
Β Πρωταγόραν, καϊ έγώ εΐπον'Ώ Πρωταγόρα, προς π λ η σ ι ά σ α μ ε τον Π ρ ω τ α γ ό ρ α , κι ε γ ώ ε ί π α ' - Σ ε σένα,
σέ τοι ήλθομεν έγώ τε καϊ'Ιπποκράτης ούτος. Π ρ ω τ α γ ό ρ α , ή λ θ α μ ε , ε γ ώ και τούτος ε δ ώ ο Ι π π ο κ ρ ά ­
Πότερον, έφη, μόνω βουλόμενοι διαλεχθήναι ή καϊ της. - Ε π ε ι δ ή , είπε, θέλετε να συζητήσετε μόνοι μαζί
μετά τών άλλων;'Ημίν μέν, ήν δ'έγώ, ουδέν διαφέ­ μου ή μαζί και με τους άλλους; - Γ ι α μ α ς , είπα ε γ ώ ,
ρει' άκουσας δέ ού ένεκα ήλθομεν, αυτός σκέφαι. Τί δεν υπάρχει διαφορά' αφού ακούσεις, ό μ ω ς , γ ι α τ ί ήλ­
ούν δή έστιν, έφη, ού ένεκα ήκετε; 'Ιπποκράτης όδε θαμε, αποφάσισε ο ίδιος. - Γ ι α τ ί ήλθατε λοιπόν; - Ο
έστιν μέν τών έπιχωρίων, Απολλοδώρου υιός, οικί­ Ι π π ο κ ρ ά τ η ς , αυτός ε δ ώ , είναι ντόπιος, γιος του Α π ο λ ­

ας μεγάλης τε καϊ εύδαίμονος, αυτός δέ τήν φύσιν λ ο δ ώ ρ ο υ , α π ό οικογένεια μ ε γ ά λ η και πλούσια, και νο­
μίζει π ω ς η φύση του τον κάνει ισοδύναμο με τους συ­
e δοκεΐ ένάμιλλος είναι τοις ήλικιώταις. έπιθυμεΐν δέ
νομηλίκους τ ο υ . Μ ο υ φαίνεται, μ ά λ ι σ τ α , π ω ς θέλει να

70 71
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

μοι δοκεΐ έλλόγιμος γενέσθαι έν τη πόλει, τούτο δέ γίνει επιφανής μέσα στην πόλη, κι αυτό πιστεύει ότι
οίεταί ο'ι μάλιστ'ά<ν> γενέσθαι, ει σοι συγγένοιτο' σίγουρα μπορεί να γίνει, αν συναναστραφεί εσένα' εσύ
ταύτ'ούν ήδη σύ σκόπει, πότερον περϊ αυτών μόνος λοιπόν, πια, σκέψου αν νομίζεις ότι πρέπει μόνος να

οΐει δεΐν διαλέγεσθαι προς μόνους, ή μετ' άλλων. συζητήσεις με μόνους εμάς γι' αυτά ή μπροστά στους
άλλους. - Σωστά, είπε, νοιάζεσαι για μένα Σωκράτη.
'Ορθώς, έφη, προμηθή, ώ Σώκρατες, υπέρ εμού. ξέ­
Πράγματι, ένας ξένος άνθρωπος, που πηγαίνει σε πό­
νον γάρ άνδρα χαϊ ιόντα εις πόλεις μεγάλας, χαϊ έν
λεις μεγάλες και σ' αυτές πείθει τους καλύτερους νέους
ταύταις πείθοντα τών νέων τους βέλτιστους απο­
να εγκαταλείψουν τις συναναστροφές των άλλων, και
λείποντας τάς τών άλλων συνουσίας, χαϊ οικείων
δικών τους και ξένων, και μεγαλύτερων και νεότερων,
καϊ όθνείων, καϊ πρεσβυτέρων καϊ νεωτέρων, έαυτώ
και να συναναστραφούν μαζί του, για να γίνουν καλύ­
συνεΐναι ώςβελτίους έσομένους διά τήν εαυτού συν-
τεροι με τη δική του συναναστροφή, εκείνος, που τα
D ουσίαν, χρή εύλαβεΐσθαι τόν ταύτα πράττοντα' ού κάνει αυτά, πρέπει να προσέχει' γιατί δεν είναι μικροί
γάρ σμικροί περϊ αυτά φθόνοι τε γίγνονται καϊ άλ- οι φθόνοι που δημιουργούνται γι' αυτά τα πράγματα,
λαι δυσμένειαί τε καϊ έπιβουλαί. έγώ δέ τήν σοφι- και οι άλλες εχθρικές διαθέσεις και επιβουλές. Ε γ ώ ,
στικήν τέχνην φημϊ μέν είναι πάλαιαν, τους δέ με- βεβαίως, ισχυρίζομαι ότι η σοφιστική τέχνη είναι πα­
ταχειριζομένους αυτήν τών παλαιών ανδρών, φο­ λιά' οι παλιοί, όμως, που την ασκούσαν, επειδή φο­
βούμενους τό επαχθές αυτής, πρόσχημα ποιεΐσθαι βούνταν τη δυστυχία που φέρνει, έκαναν πρόσχημα
καϊ προκαλύπτεσθαι, τους μέν ποίησιν, οίον'Όμηρόν και προφυλάσσονταν, άλλοι την ποίηση, όπως ο Ό μ η -
τε καϊ Ήσίοδον καϊ Σιμωνίδην, τους δέ αυ τελετάς ρος και ο Ησίοδος και ο Σιμωνίδης, και άλλοι, πάλι,
τε καϊ χρησμωδίας, τους άμφί τε 'Ορφέα καϊ Μου- τελετές και χρησμούς, οι οπαδοί του Ορφέα και του

σαΐον' ένίους δέ τινας ησθημαι καϊ γυμναστική ν, οί- Μουσαίου' μερικοί άλλοι, πάλι, κατάλαβα πως είχαν
και τη γυμναστική, όπως ο'Ικκος 42 ο Ταραντίνος, και,
ονΤκκος τε ό Ταραντΐνος καϊ ό νύν έτι ών ούδενός
σήμερα, ο σοφιστής που δεν είναι κατώτερος απο κα­
Ε ήττων σοφιστής Ήρόδικος ό Σηλυμβριανός, τό δέ
νέναν, ο Ηρόδικος 4 3 ο Σηλυμβριανός, που παλιότερα
άρχαΐον Μεγαρεύς'μουσικήν δέ Αγαθοκλής τε ό ύ-
ήταν Μεγαρίτης' ο δικός σας ο Αγαθοκλής, επίσης,

72 73
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

μέτερος πρόσχημα έποιήσατο, μέγας ών σοφιστής, που είναι μ έ γ α ς σοφιστής, έκανε π ρ ό σ χ η μ α τ η μουσι­
44
καϊ Πυθοκλείδης ό Κεΐος καϊ άλλοι πολλοί, ούτοι κ ή , και ο Πυθοκλείδης ο Κείος και άλλοι πολλοί. Ό ­

πάντες, ώσπερ λέγω, φοβηθέντες τόν φθόνον ταΐς λοι αυτοί, ό π ω ς είπα, επειδή φοβήθηκαν τ ο φθόνο,
χρησιμοποίησαν τις τέχνες αυτές σαν π α ρ α π ε τ ά σ μ α ­
317 τέχναις ταύταις παραπετάσμασιν έχρήσαντο. έγώ
τ α ' κι ε γ ώ , ω ς προς αυτό, δε σ υ μ φ ω ν ώ με όλους αυ­
δέ τούτοις άπασιν κατά τούτο είναι ού συμφέρομαΓ
τούς" γ ι α τ ί π ι σ τ ε ύ ω ότι δεν κατάφεραν εκείνο π ο υ θέ­
ηγούμαι γάρ αυτούς ού τι διαπράξασθαι δ έβουλή-
λ η σ α ν ' αφού δεν ξέφυγαν α π ό την π ρ ο σ ο χ ή τ ω ν αν­
θησαν-ού γάρ λαθεΐν τών ανθρώπων τους δυναμέ­
θ ρ ώ π ω ν π ο υ είχαν την εξουσία μέσα στις πόλεις, γ ι α
νους έν ταΐς πόλεσι πράττειν, ώνπερ ένεκα ταΰτ'έ­
τους οποίους, ά λ λ ω σ τ ε , ή τ α ν α υ τ ά τ α π ρ ο σ χ ή μ α τ α " ε­
στιν τά προσχήματα' έπεϊ όί γε πολλοί ώς έπος ει­ π ε ι δ ή οι πολλοί, βέβαια, γ ι α να τ ο π ω έτσι, δεν κ α τ α ­
πείν ουδέν αισθάνονται, άλλ ' άττ' άν ούτοι διαγ- λαβαίνουν τ ί π ο τ ε , α λ λ ά , όσα διακηρύττουν εκείνοι,
γέλλωσι, ταύτα ύμνοΰσιν-τό ούν άποδιδράσκοντα α υ τ ά και τ ρ α γ ο υ δ ο ύ ν . Ε π ο μ έ ν ω ς , να μην μπορείς να
μή δύνασθαι άποδράναι, άλλα καταφανή είναι, δραπετεύσεις όταν π α ς να το κάνεις, και να γίνεσαι α­
Β πολλή μωρία καϊ τού επιχειρήματος, χαϊ πολύ δυσ­ ν τ ι λ η π τ ό ς είναι και μ ε γ ά λ η ανοησία να το επιχειρείς
μενέστερους παρέχεσθαι ανάγκη τους ανθρώπους' και, α ν α γ κ α σ τ ι κ ά , κάνει τους α ν θ ρ ώ π ο υ ς π ο λ ύ δυσμε­
ηγούνται γάρ τόν τοιούτον προς τοις άλλοις χαϊ νέστερους' γ ι α τ ί πιστεύουν π ω ς κάποιος τέτοιος, κο­
πανοΰργον είναι, έγώ ούν τούτων τήν έναντίαν ά­ ν τ ά στα ά λ λ α , είναι και π α ν ο ύ ρ γ ο ς . Ε γ ώ , λοιπόν, έ χ ω

πασαν όδόν έλήλυθα, χαϊ ομολογώ τε σοφιστής εί­ βαδίσει τ ο ν εντελώς αντίθετο δρόμο α π ό αυτούς και ο­
μ ο λ ο γ ώ π ω ς είμαι σοφιστής και μ ο ρ φ ώ ν ω α ν θ ρ ώ ­
ναι χαϊ παιδεύειν ανθρώπους, καϊ εύλάβειαν ταύτην
π ο υ ς ' και π ι σ τ ε ύ ω π ω ς η προφύλαξη α υ τ ή είναι καλύ­
οίμαι βελτίω εκείνης είναι, τό όμολογεΐν μάλλον ή
τερη α π ό την ά λ λ η , να το ομολογείς δ η λ α δ ή , μ ά λ λ ο ν ,
έξαρνον είναι'καϊ άλλας προς ταύτη έσκεμμαι, ώσ­
π α ρ ά ν α τ ο αρνείσαι" μαζί με α υ τ ή , βέβαια, έ χ ω σκε­
τε, σύν θεώ ειπείν, μηδέν δεινόν πάσχειν διά τό ό-
φτεί και άλλες προφυλάξεις, ώστε, με τ η βοήθεια του
c μολογεΐν σοφιστής είναι, καίτοι πολλά γε έτη ήδη
θεού, να μ η ν έ χ ω πάθει τ ί π ο τ α φοβερό, επειδή ομολο­
ε'ιμϊ έν τη τέχνη' καϊ γάρ καϊ τά σύμπαντα πολλά γ ώ ότι είμαι σοφιστής. Π α ρ ό λ ο , βέβαια, π ο υ π ο λ λ ά

74 75
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

45
μοίέστιν- ούδενός ότου ού πάντων άν υμών καθ' η­ χ ρ ό ν ι α , ή δ η , είμαι στο ε π ά γ γ ε λ μ α " μια π ο υ και όλα
λικία ν πατήρ είην -ώστε πολύ μοι ήδιστον έστιν, ει μου τ α χρόνια είναι π ο λ λ ά " και δεν υ π ά ρ χ ε ι κανένας
τι βούλεσθε, περϊ τούτων απάντων εναντίον τών έν­ α π ό όλους εσάς, γ ι α τον οποίο δε θα μπορούσα, με την

δον όντων τόν λόγον ποιεΐσθαι. Καϊ έγώ - ύπω- ηλικία μου, να είμαι π α τ έ ρ α ς τ ο υ ' μου είναι επομένως

πτευσα γάρ βούλεσθαι αυτόν τω τε Προδίκω καϊ τω π ά ρ α π ο λ ύ ευχάριστο, αν βέβαια θέλετε, να μιλήσου­
με γ ι α ό λ α α υ τ ά μ π ρ ο σ τ ά σε όσους βρίσκονται ε δ ώ .
'Ιππία ένδείξασθαι χαϊ χαλλωπίσασθαι ότι έρασταϊ
Κ ι ε γ ώ -επειδή υ π ο π τ ε ύ θ η κ α ότι εκείνος ήθελε να
D αυτού άφιγμένοι είμεν- Τί ούν, έφην έγώ, ού καϊ
κάνει επίδειξη στον Πρόδικο και στον Ι π π ί α και να π ε ­
Πρόδικον χαϊ Ίππίαν έκαλέσαμεν καϊ τους μετ' αυ­
ρηφανευτεί ότι ε ί χ α μ ε πάει ω ς οπαδοί τ ο υ ' - Γ ι α τ ί λοι­
τών, 'ίνα έπακούσωσιν ημών; Πάνυ μέν ούν, έφη ό
π ό ν , είπα ε γ ώ , δεν καλούμε και τον Πρόδικο και τον
Πρωταγόρας. Βούλεσθε ούν, ό Καλλίας έφη, συνέ-
Ι π π ί α και όσους βρίσκονται μαζί τους, γ ι α να μ α ς α­
δριον κατασκευάσωμεν, ίνα καθεζόμενοι διαλέγη-
κούσουν; - Ο π ω σ δ ή π ο τ ε , είπε ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς . - Θέλε­
σθε; Έδόκει χρήναι ' άσμενοι δέ πάντες ήμεΐς, ώς ά- τε λ ο ι π ό ν , είπε ο Κ α λ λ ί α ς , να τακτοποιήσουμε τ α κ α ­
κουσόμενοι ανδρών σοφών, καϊ αυτοί τε άντιλαβό- θ ί σ μ α τ α , γ ι α να καθήσετε και να συζητήσετε; Σ υ μ φ ώ ­
μενοι τών βάθρων χαϊ τών κλινών κατεσκευάζομεν νησαν π ω ς έπρεπε' χαρούμενοι έτσι, όλοι εμείς, επειδή
παρά τω'Ιππία- έκεΐγάρ προϋπήρχε τά βάθρα- έν δέ θα α κ ο ύ γ α μ ε σοφούς άνδρες, π ή ρ α μ ε και οι ίδιοι τ α
Ε τούτω Καλλίας τε καϊ Αλκιβιάδης ήκέτην άγοντε βάθρα και τ α κρεβάτια, και τ α τ α κ τ ο π ο ι ο ύ σ α μ ε κοντά
τόν Πρόδικον, άναστήσαντες έκ της κλίνης, καϊ τους στον Ι π π ί α ' γ ι α τ ί εκεί υ π ή ρ χ α ν α π ό πριν τ α βάθρα. Σ '
μετά τού Προδίχου. αυτό τ ο δ ι ά σ τ η μ α , ο Κριτίας και ο Αλκιβιάδης ήρθαν
Έπεϊ δέ πάντες συνεκαθεζόμεθα, ό Πρωταγόρας, φέρνοντας τον Πρόδικο, π ο υ τον σήκωσαν α π ό τ ο κρε­
Νΰν δή άν, έφη, λέγοις, ώ Σώκρατες, επειδή καϊ ο'ίδε βάτι, κι όσους ή τ α ν μαζί με τον Πρόδικο.

πάρεισιν, περϊ ών ολίγον πρότερον μνείαν έποιοΰ Ό τ α ν όλοι καθίσαμε μαζί, ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς " - Τ ώ ρ α

προς έμέ υπέρ τού νεανίσκου. Καϊ έγώ εΐπον ότι ' Ή λ ο ι π ό ν Σ ω κ ρ ά τ η , είπε, μπορείς να μας πεις, μ ι α π ο υ
και όλοι τούτοι βρίσκονται κ ο ν τ ά μας, όσα πριν λ ί γ ο
μ ο υ ανέφερες γ ι α τον νεαρό. - Κι ε γ ώ ε ί π α : «με τον ί-

76 77
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

3ΐ8 αυτή μοι αρχή έστιν, ώ Πρωταγόρα, ήπερ άρτι, περϊ διο τ ρ ό π ο α ρ χ ί ζ ω , Π ρ ω τ α γ ό ρ α , ό π ω ς και νωρίτερα,
ών άφικόμην. 'Ιπποκράτης γάρ όδε τυγχάνει έν επι­ γ ι α εκείνα γ ι α τ α ο π ο ί α ήλθα. Γ ι α τ ί , τούτος εδώ ο Ι π ­
θυμία ών της σής συνουσίας' ό τι ούν αύτώ άποβή- π ο κ ρ ά τ η ς , π ρ ά γ μ α τ ι , συμβαίνει να επιθυμεί τ η συνα­

σεται, έάν σοι συνή, ήδέως άν φησι πυθέσθαι. τοσού­ ναστροφή σου' ό,τι λοιπόν θα αποκομίσει, εάν σε συ-
ναναστραφεί, λέει π ω ς ευχαρίστως θα το άκουγε. Αυ­
τος ό γε ημέτερος λόγος. Ύπολαβών ούν ό Πρωτα­
τ ά είχαμε να π ο ύ μ ε εμείς.» Π ή ρ ε το λ ό γ ο λοιπόν ο
γόρας εέπεν'Ώ νεανίσκε, έσται τοίνυν σοι, έάν έμοϊ
Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς και είπε* Ε , νεαρέ, αν μείνεις κοντά μου,
συνής, η άν ήμερα έμοϊ συγγενή, άπιέναι οίκαδε
θα μπορείς, από τ η μέρα π ο υ θ' αρχίσεις να με συνα­
βελτίονι γεγονότι, καϊ έν τη ύστερα ία ταύτα ταύτα'
ναστρέφεσαι, να επιστρέφεις στο σπίτι σου καλύτερος,
Β καϊ εκάστης ημέρας άεϊ έπϊ τό βέλτιον έπιδιδόναι. και την ε π ο μ έ ν η το ίδιο" και, κάθε μέρα, να βελτιώνε­
Τ
Καϊ έγώ άκουσας εΐπον' Ω Πρωταγόρα, τούτο μέν σαι όλο και περισσότερο. - Κι ε γ ώ π ο υ τον άκουσα, εί­
ουδέν θαυμαστόν λέγεις, άλλα εικός, έπεϊ καν σύ, π α ' Π ρ ω τ α γ ό ρ α , καθόλου παράξενο δεν είναι αυτό
καίπερ τηλικοΰτος ών καϊ ούτως σοφός, ει τίς σε δι- π ο υ λες, α λ λ ά φυσικό, μια π ο υ κι εσύ, π α ρ ό λ ο που εί­
δάξειεν δ μή τυγχάνεις επισταμένος, βελτίων άν γέ- σαι τόσο μ ε γ ά λ ο ς στην ηλικία και τόσο σοφός, αν κ ά ­
νοιο. άλλα μή ούτως, άλλ ' ώσπερ άν ει αύτίκα μά- ποιος σε δίδασκε κάτι π ο υ δε συμβαίνει να ξέρεις, θα
λα μεταβαλών τήν έπιθυμίαν 'Ιπποκράτης όδε έπι- γινόσουν καλύτερος" μην τ ο βλέπεις ό μ ω ς έτσι, ά λ λ α
θυμήσειεν τής συνουσίας τούτου τού νεανίσκου τού αν α μ έ σ ω ς αυτός ε δ ώ ο Ι π π ο κ ρ ά τ η ς ά λ λ α ζ ε επιθυμία,

νΰν νεωστϊ έπιδημοΰντος, Ζευξίππου τού Ήρακλε- και ήθελε να συναναστραφεί εκείνο τ ο νεαρό, π ο υ π ρ ό ­
σφατα ήρθε στην π ό λ η μ α ς , το Ζ ε ύ ξ ι π π ο τον Η ρ α ­
ώτου, καϊ άφικόμενος παρ ' αυτόν, ώσπερ παρά σε
κλειώτη, 4 6 και, π η γ α ί ν ο ν τ α ς σ' αυτόν, ό π ω ς σ' εσένα
C νΰν, άκούσειεν αυτού ταύτα ταύτα άπερ σοΰ, ότι έ­
τ ώ ρ α , ά κ ο υ γ ε α π ό αυτόν τ α ίδια π ο υ ακούει α π ό σένα
καστης ημέρας συνών αύτώ βελτίων έσται καϊ επι­
τ ώ ρ α , ότι, δ η λ α δ ή , κάθε μέρα π ο υ θα περνά μαζί του
δώσει, ει αυτόν έπανέροιτο' «Τί δή φης βελτίω έσε-
θα βελτιώνεται και θα προοδεύει' αν τον ξ α ν α ρ ω τ ο ύ ­
σθαι καϊ εις τί επιδώσει ν;» είποι άν αύτώ ό Ζεύξιπ-
σε" « Σ ε τι λες, λ ο ι π ό ν , π ω ς θα β ε λ τ ι ω θ ώ και σε τι θα
προοδεύσω;», ο Ζ ε ύ ξ ι π π ο ς θα του απαντούσε: στη ζ ω -

78 79
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

πος ότι προς γραφική ν' κάν ει Όρθαγόρα τώ Θη- γραφική. Κι αν, σ υ ν α ν τ ώ ν τ α ς τον Ορθαγόρα το Θ η ­
47
βαίω συγγενόμενος, άκουσας εκείνου ταύτα ταύτα βαίο και α κ ο ύ γ ο ν τ α ς α π ό κείνον τ α ίδια π ο υ ακούει
α π ό σένα, τον ρωτούσε π ά λ ι : σε τι θα βελτιώνεται κα­
άπερ σου, έπανέροιτο αυτόν εις ό τι βελτίων καθ'ή-
θημερινά με τ η συναναστροφή του, θα του απαντούσε:
μέραν έσται συγγιγνόμενος έκείνω, είποι αν ότι εις
στην τ έ χ ν η του αυλού. Έ τ σ ι λ ο ι π ό ν κι εσύ πες στο νε­
αύλησιν' ούτω δή καϊ σύ ε'ιπέ τώ νεανίσκω και έμοϊ
αρό και σ' εμένα π ο υ ρ ω τ ά ω γ ι ' αυτόν' τούτος ε δ ώ ο
Ό υπέρ τούτου έρωτώντι, 'Ιπποκράτης όδε Πρωταγόρα
Ι π π ο κ ρ ά τ η ς , α ν συναναστραφεί τ ο ν Π ρ ω τ α γ ό ρ α , τ η
συγγενόμενος, ή αν αύτώ ήμερα συγγένηται, βελτί­
μέρα π ο υ θα τον συναντήσει θα φύγει καλύτερος, και
ων άπεισι γενόμενος καϊ τών άλλων ημερών έκα­ καθεμιά α π ό τις άλλες μέρες θα προοδεύει σε τι, Π ρ ω ­
στης ούτως επιδώσει εις τί, ώ Πρωταγόρα, καϊ περϊ τ α γ ό ρ α , και σχετικά με π ο ι ο π ρ ά γ μ α ;
τού; Κ α ι ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς , ό τ α ν με άκουσε να μ ι λ ώ έτσι"
Καϊ ό Πρωταγόρας εμού ταύτα άκουσας, Σύ τε Ωραία ρ ω τ ά ς , είπε, Σ ω κ ρ ά τ η , κι ε γ ώ χ α ί ρ ο μ α ι να α­
καλώς έρωτας, έφη, ώ Σώκρατες, χαϊ έγώ τοις κα­ π α ν τ ώ σ' εκείνους π ο υ ρωτούν ω ρ α ί α . Ο Ι π π ο κ ρ ά τ η ς ,
λώς έρωτώσι χαίρω άποκρινόμενος. 'Ιπποκράτης π ρ ά γ μ α τ ι , α ν έλθει σ' εμένα, δε θα πάθει α υ τ ά π ο υ θα
γάρ παρ 'έμέ άφικόμενος ού πείσεται άπερ άν έπαθεν πάθαινε αν συναναστρεφόταν κ ά π ο ι ο ν άλλον α π ό τους
άλλω τω συγγενόμενος τών σοφιστών, ο'ι μέν γάρ σοφιστές" γ ι α τ ί οι άλλοι β λ ά π τ ο υ ν τους νέους' αφού, ε­
άλλοι λωβώνται τους νέους' τάς γάρ τέχνας αυτούς ν ώ ο. νέοι ο:ποφεύγουν τις τεχνικές γνώσεις, αυτοί π ά ­
Ε πεφευ γάτας άκο ντας πάλ ι ν αύ άγο ντες έμβάλλ ουσι ν λι, χ ω ρ ί ς τ η θέληση τους, τους οδηγούν και τους ρί­

εις τέχνας, λογισμούς τε καϊ άστρονομίαν καϊ γεω- χνουν στις γ ν ώ σ ε ι ς αυτές, διδάσκοντας τους υπολογι­

μετρίαν καϊ μουσικήν διδάσκοντες-καϊ άμα εις τόν σμούς και αστρονομία και γ ε ω μ ε τ ρ ί α και μουσική -κι
εκείνη τ η σ τ ι γ μ ή έριξε το β λ έ μ μ α του στον Ι π π ί α - ενώ,
Ίππίαν άπέβλεφεν- παρά δ'έμέ άφικόμενος μαθήσε-
αν έλθει κ ο ν τ ά μου, δε θα μάθει ά λ λ ο α π ό εκείνο γ ι α
ται ού περϊ άλλου του ή περϊ ού ήκει. τό δέ μάθημα
το οποίο ήλθε. Κ ι αυτό π ο υ θα μάθει είναι η σύνεση
έστιν ευβουλία περϊ τών οικείων, όπως άν άριστα
γ ι α τις ιδιωτικές τ ο υ υποθέσεις, π ώ ς θα διοικεί άριστα
το σπίτι τ ο υ , και γ ι α τις υποθέσεις της π ό λ η ς , π ώ ς θα

Si
8ο
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

319 τήν αυτού ο'ικίαν διοικοΐ, χαϊ περϊ τών τής πόλεως, γίνει ικανότατος σε ό,τι κάνει και λέει γ ι α τ α ζ η τ ή μ α ­
όπως τά τής πόλεως δυνατώτατος άν είη χαϊ πράτ- τ α της π ό λ η ς . - Ά ρ α γ ε , είπα ε γ ώ , κ α τ α λ α β α ί ν ω α υ τ ά
τειν χαϊ λέγειν.
Τ
Αρα, έφην έγώ, έπομαι σου τω λό­ π ο υ λες; Γ ι α τ ί μου φαίνεται π ω ς εννοείς την π ο λ ι τ ι κ ή

γω; δοχεΐς γάρ μοι λέγειν τήν πολιτικήν τέχνην καϊ τ έ χ ν η και υπόσχεσαι να κάνεις τους άνδρες καλούς π ο ­

ύπισχνεΐσθαι ποιεΐν άνδρας αγαθούς πολίτας. Αυτό λίτες. - Λοιπόν, α υ τ ή ακριβώς είναι, είπε, Σ ω κ ρ ά τ η , η
υπόσχεση που δίνω.
μέν ούν τούτο έστιν, έφη, ώ Σώκρατες, τό επάγγελ­
Π ρ ά γ μ α τ ι , ε ί π α ε γ ώ , ω ρ α ί ο κατασκεύασμα επινόη­
μα δ επαγγέλλομαι.
σες, α ν βέβαια τ ο κ α τ έ χ ε ι ς ' το λ έ ω αυτό, γ ι α τ ί δε θα
Ή καλόν, ην δ'έγώ, τέχνημα άρα κέκτησαι, είπερ
σου π ω ά λ λ ο π έ ρ α α π ό κείνα ακριβώς π ο υ σκέπτομαι.
κέκτησαι ' ού γάρ τι άλλο προς γε σε είρήσεται ή ά-
Αλήθεια, Π ρ ω τ α γ ό ρ α , ε γ ώ δε θεωρούσα ότι αυτό
Β περ νοώ. έγώ γάρ τούτο, ώ Πρωταγόρα, ούκ φμην
μπορεί να διδαχθεί" αφού ό μ ω ς το λες εσύ, δεν μ π ο ρ ώ
διδακτόν είναι, σοι δέ λέγοντι ούκ έχω όπως [άν]
να μην το π ι σ τ έ ψ ω . Τ ο λ ό γ ο , ό μ ω ς , π ο υ ν ο μ ί ζ ω ότι
άπιστώ. όθεν δέ αυτό ηγούμαι ού διδακτόν είναι αυτό δεν μπορεί να διδαχθεί, ούτε να το προσφέρουν
μηδ'ύπ'ανθρώπων παρασκευαστόν άνθρώποις, δί­ ά ν θ ρ ω π ο ι σε ά λ λ ο υ ς ανθρώπους, είμαι υ π ο χ ρ ε ω μ έ ν ο ς
καιος ε'ιμι ειπείν, έγώ γάρ Αθηναίους, ώσπερ καϊ ο'ι να τ ο ν π ω . Γ ι α τ ί ε γ ώ , ό π ω ς και οι άλλοι Έ λ λ η ν ε ς , ι­
άλλοι Έλληνες, φημϊ σοφούς είναι, όρώ ούν, όταν σχυρίζομαι π ω ς οι Αθηναίοι είναι σοφοί. Β λ έ π ω λοι­
συλλεγώμεν εις τήν έκκλησίαν, έπειδάνμέν περϊ ο'ι- π ό ν π ω ς , ό τ α ν συγκεντρωθούμε στην εκκλησία του
κοδομίας τι δέη πράξαι τήν πόλιν, τους οικοδόμους δ ή μ ο υ , κάθε φορά π ο υ η π ό λ η χρειάζεται να οικοδομή­
μεταπεμπομένους συμβούλους περϊ τών οικοδομη­ σει κ ά τ ι , στέλνουν και καλούν τους οικοδόμους ω ς
μάτων, όταν δέ περϊ ναυπηγίας, τους ναυπηγούς, συμβούλους γ ι α τ α ο ι κ ο δ ο μ ή μ α τ α , κι όταν να ν α υ π η ­
e καϊ τάλλα πάντα ούτως, όσα ηγούνται μαθητά τε γήσει, τους ν α υ π η γ ο ύ ς και γ ι α όλα τ α ά λ λ α κάνουν τ ο

καϊ διδακτά είναι ' έάν δέ τις άλλος έπιχειρή αύτοΐς ίδιο, όσα πιστεύουν π ω ς μπορεί κανείς να τ α μάθει και

συμβουλεύειν δ ν έκεΐνοι μή οίονται δημιουργόν εί­ να τ α διδάξει' α ν , ό μ ω ς , κάποιος άλλος επιχειρήσει να


τους δώσει συμβουλή, π ο υ εκείνοι δεν τον θεωρούν τε­
ναι, καν πάνυ καλός ή καϊ πλούσιος καϊ τών γενναί­
χ ν ί τ η , α κ ό μ α κι αν είναι π ο λ ύ όμορφος και πλούσιος

οι 83
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
ων, ουδέν τι μάλλον αποδέχονται, άλλα καταγελώ- κι α π ό κ α λ ή γ ε ν ι ά , καθόλου δε δέχονται να τον ακού­
σι καϊ θορυβοΰσιν, έως άν ή αυτός άποστή ό επιχει­ σουν περισσότερο, α λ λ ά τον περιγελούν και κάνουν
ρώ ν λέγειν καταθορυβηθείς, ή ο'ι τοξόται αυτόν ά- θόρυβο, ώ σ π ο υ είτε ο ίδιος, π ο υ επιχειρεί να μιλήσει,
φελκύσωσιν ή έξάρωνται κελευόντων τών πρυτάνε­ α π ο χ ω ρ ή σ ε ι ζαλισμένος είτε οι τοξότες τον τραβήξουν
ων. περϊ μέν ούν ών οϊονται έν τέχνη είναι, ούτω δι­ ή τον σύρουν έξω με δ ι α τ α γ ή τ ω ν π ρ υ τ ά ν ε ω ν . Γ ι α ό­
απράττονται ' έπειδάν δέ τι περϊ τών τής πόλεως δι- σα, λοιπόν, πιστεύουν π ω ς χρειάζονται τεχνικές γ ν ώ ­
D οικήσεως δέη βουλεύσασθαι, συμβουλεύει αύτοΐς ά- σεις, έτσι ενεργούν' κάθε φορά, ό μ ω ς , π ο υ χρειάζεται
νιστάμενος περϊ τούτων ομοίως μέν τέκτων, ομοίως να αποφασίσουν κ ά τ ι γ ι α τ α ζ η τ ή μ α τ α π ο υ αφορούν

δέ χαλχεύς σκυτοτόμος, έμπορος ναύχληρος, πλού­ στη διοίκηση της π ό λ η ς , σηκώνεται και τους συμβου­
λεύει γ ι ' α υ τ ά τ ο ίδιο ξυλουργός και σιδηρουργός και
σιος πένης, γενναίος άγεννής, χαϊ τούτοις ούδεϊς
σκυτοτόμος, έμπορος και ναυτικός, πλούσιος και φ τ ω ­
τούτο έπιπλήττει ώσπερ τοις πρότερον, ότι ούδαμό-
χ ό ς , ευγενής και ταπεινός, και κανείς δεν τους κ α τ η γ ο ­
θεν μαθών, ουδέ όντος διδασκάλου ούδενός αύτώ, έ­
ρεί γ ι ' α υ τ ό , ό π ω ς τους προηγούμενους, ότι, π α ρ ό λ ο
πειτα συμβουλεύειν 'επιχειρεί' δήλον γάρ, ότι ούχ η­
π ο υ δεν έμαθε α π ό πουθενά, ούτε είχε αυτός π ο τ έ κ α ­
γούνται διδακτόν είναι, μή τοίνυν ότι τό κοινόν τής
νένα δ ά σ κ α λ ο , επιχειρεί μετά να δώσει συμβουλές'
Ε πόλεως ούτως έχει, άλλα ιδία ήμίν ο'ι σοφώτατοι
γ ι α τ ί είναι φανερό ότι δεν πιστεύουν π ω ς αυτό μπορεί
καϊ άριστοι τών πολιτών ταύτην τήν άρετήν ην έ-
να διδαχθεί. Μ η νομίζεις, βέβαια, ότι μόνο στις δ η μ ό ­
χουσιν ούχ οίοι τε άλλοις παραδιδόναΓ έπεϊ Περι­ σιες υποθέσεις συμβαίνει α υ τ ό , α λ λ ά , και e την ιδιωτι­
κλής, ό τούτωνϊ τών νεανίσκων πατήρ, τούτους α κ ή τους ζ ω ή , οι περισσότερο σοφοί και άριστοι πολίτες
μέν διδασκάλων είχετο καλώς χαϊ εύ έπαίδευσεν, α μ α ς , την αρετή π ο υ έχουν δεν μπορούν να τ η μ ε τ α δ ώ ­
320 δέ αυτός σοφός έστιν ούτε αυτός παιδεύει ούτε τω σουν σε άλλους' αφού και ο Περικλής, ο π α τ έ ρ α ς α υ ­
άλλω παραδίδωσιν, άλλ ' αύτοϊ περιιόντες νέμονται τ ώ ν ε δ ώ τ ω ν νεαρών, σε όσα εξαρτιόνταν α π ό δασκά­
λους, τους μόρφωσε ω ρ α ί α και κ α λ ά ' σ' εκείνα, ό μ ω ς ,
που είναι ο ίδιος σοφός, ούτε ο ίδιος τους εκπαιδεύει
ούτε τους αναθέτει σε κ ά π ο ι ο ν ά λ λ ο , α λ λ ά οι ίδιοι,

84 85
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ώσπερ άφετοι, έάν που αυτόματοι περιτύχωσιν τη γ υ ρ ν ώ ν τ α ς ε δ ώ κι εκεί, βόσκουν σαν α δ έ σ π ο τ α , μ ή π ω ς


αρετή, ε'ι δέ βούλει, Κλεινίαν, τόν Άλχιβιάδου του- και κ ά π ο υ , στην τ ύ χ η , συναντήσουν την αρετή. Κι αν
48
τούί νεώτερον άδελφόν, έπιτροπεύων ό αυτός ούτος θέλεις, τον Κλεινία, τ ο νεότερο αδελφό αυτού εδώ
του Αλκιβιάδη, π ο υ τον έχει υ π ό την κηδεμονία του ο
άνήρ Περικλής, δεδιώς περϊ αυτού μή διαφθαρή δή
ίδιος ο Περικλής, επειδή φοβήθηκε γ ι α λογαριασμό
ύπό Άλκιβιάδου, άποσπάσας άπό τούτου, καταθέ-
του, μ ή π ω ς διαφθαρεί α π ό τον Αλκιβιάδη, τον α π ο ­
μενος έν Άρίφρονος έπαίδευε ' καϊ πριν εξ μήνας γε­
μάκρυνε α π ό αυτόν και, π α ρ α δ ί δ ο ν τ α ς τον στον Αρί-
ν, γονέναι, άπέδωκε τούτω ούκ έχων ότι χρήσαιτο αύ­ 49
φρονα, τον μόρφωνε" ό μ ω ς , πριν περάσουν έξι μήνες,
τώ. καϊ άλλους σοι πάμπολλους έχω λέγειν, ο'ι αύ-
ο Αρίφρων τού τον έστειλε π ί σ ω , επειδή δεν μπορούσε
τοϊ άγαθοϊ όντες ούδένα πώποτε βελτίω εποίησαν
να τον ωφελήσει σε κ ά τ ι . Κ α ι άλλους μπορώ να σου α­
ούτε τών οικείων ούτε τών αλλότριων, έγώ ούν, ώ
ναφέρω, π ά ρ α πολλούς, οι οποίοι, π α ρ ό λ ο π ο υ οι ίδιοι
Πρωταγόρα, εις ταύτα αποβλέπων ούχ ηγούμαι δι­ ή τ α ν καλοί, π ο τ έ τους δεν έκαναν καλύτερο κανένα,
δακτόν είναι άρετήν" επειδή δέ σου ακούω ταύτα ούτε δικό τους ούτε ξένο. Ε γ ώ λ ο ι π ό ν , Π ρ ω τ α γ ό ρ α ,
λέγοντος, κάμπτομαι καϊ οίμαί τί σε λέγειν διά τό λ α μ β ά ν ο ν τ α ς υ π ό ψ η μου α υ τ ά , δε ν ο μ ί ζ ω π ω ς η αρε­
ήγείσθαίσε πολλών μέν έμπειρον γεγονέναι, πολλά τ ή μπορεί να δ ι δ α χ θ ε ί ' επειδή, ό μ ω ς , σε α κ ο ύ ω να λες
δέ μεμαθηκέναι, τά δέ αυτόν έξηυρηχέναι. ε'ι ούν έ­ α υ τ ά , π α ρ α σ ύ ρ ο μ α ι και ν ο μ ί ζ ω π ω ς λες κάτι σημαντι­
χεις έναργέστερον ήμίν έπιδεΐξαι ώς διδακτόν έστιν κό, επειδή π ι σ τ ε ύ ω ότι έχεις πολλές εμπειρίες κι έχεις
C ή αρετή, μή φθονήσης άλλ ' έπίδειξον. Αλλ ', ώ Σώ­ μάθει π ο λ λ ά , ενώ ά λ λ α τ α έχεις ανακαλύψει ο ίδιος.
κρατες, έφη, ού φθονήσω' άλλα πότερον ύμΐν, ώς Αν, λ ο ι π ό ν , μπορείς να μ α ς αποδείξεις σαφέστερα ότι
πρεσβύτερος νεωτέροις, μύθον λέγων επιδείξω ή η αρετή μπορεί να διδαχθεί, μην αρνηθείς, α λ λ ά δώσε
λόγω διεξέλθω; Πολλοί ούν αύτώ ύπέλαβον τών μας την α π ό δ ε ι ξ η . - Σ ω κ ρ ά τ η , είπε, δε θα α ρ ν η θ ώ ' αλ­
παρακαθημένων, όποτέρωςβούλοιτο, ούτως διεξιέ- λ ά , θέλετε να σας δ ώ σ ω την απόδειξη ω ς μεγαλύτερος
σε νεότερους, λ έ γ ο ν τ α ς κ ά π ο ι ο μύθο, ή να μ ι λ ή σ ω με
ε π ι χ ε ι ρ ή μ α τ α ; - Π ο λ λ ο ί , έτσι, α π ό κείνους π ο υ κάθο­
νταν μαζί μ α ς , του είπαν να μιλήσει ό π ω ς θέλει. - Έ -

86 87
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ναι. Δοκεΐ τοίνυν μοι, έφη, χαριέστερον είναι μΰθον χ ω λοιπόν την εντύπωση, είπε, οτι πιο ευχάριστο εί­
ύμΐν λέγειν. ναι να σας π ω ένα μύθο.
50

Τ
Ην γάρ ποτέ χρόνος ότε θεοϊ μέν ήσαν, θνητά δέ Ή τ α ν κάποτε εποχή, που υπήρχαν οι θεοί, αλλά δεν
D γένη ούκ ήν. επειδή δέ καϊ τούτοις χρόνος ήλθεν ε'ι- υπήρχαν θνητά γένη. Κι όταν έφτασε ο χρόνος που εί­
μαρμένος γενέσεως, τυπούσιν αυτά θεοϊ γής ένδον έκ χε οριστεί από τη μοίρα για τη γέννηση τους, οι θεοί
γής καϊ πυρός μείξαντες καϊ τών όσα πυρϊ καϊ γη τα έπλασαν, μέσα στη γη, αναμιγνύοντας χ ώ μ α και
κεράννυται. επειδή δ'άγειν αυτά προς φώς έμελλον, φωτιά κι όσα ταιριάζουν με το χ ώ μ α και τη φωτιά. Κι
προσέταξαν Προμηθεΐκαϊ Έπιμηθεΐκοσμήσαίτε καϊ όταν ήρθε καιρός να τα οδηγήσουν στο φως, διέταξαν
τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα εφοδιάσουν και
νεΐμαι δυνάμεις έκάστοις ώς πρέπει. Προμηθέα δέ
να μοιράσουν στο καθένα τους ξεχωριστά τις ιδιότητες
παραιτείται Έπιμηθεύς αυτός νεΐμαι, «Νείμαντος δέ
που πρέπει. Τότε ο Επιμηθέας ζήτησε από τον Προ­
Ε μου,» έφη, «'επίσκεφαι'» καϊ ούτω πείσας νέμει, νέ-
μηθέα να κάνει ο ίδιος τη διανομή. «Και μόλις την τε­
μων δέ τοις μέν Ίσχύν άνευ τάχους προσήπτεν, τους
λειώσω», είπε, «μπορείς να επιθεωρήσεις.» Έ τ σ ι τον
δ'ασθενέστερους τάχει έκόσμει " τους δέ ώπλιζε, τοΐς έπεισε και έκανε τη διανομή. Μοιράζοντας, λοιπόν, σ'
δ'άοπλον διδούς φύσιν άλλην τιν'αύτοΐς έμηχανάτο άλλα έδινε δύναμη χωρίς ταχύτητα' τα ασθενέστερα,
δύναμιν εις σωτηρίαν. α μέν γάρ αυτών σμικρότητι όμως, εφοδίαζε με ταχύτητα. Σ ' άλλα έδινε όπλα, κι
ήμπισχεν, πτηνόν φυγήν η κατάγειον οίκησιν ένε- όσων τη φύση δεν όπλισε, επινοούσε άλλη ικανότητα
321 μεν' α δέ ηύξε μεγέθει, τώδε αύτώ αυτά έσωζεν'καϊ για τη σωτηρία τους. Γιατί όσα τα έπλαθε μικροκα­
τάλλα ούτως έπανισών ένεμε ν. ταύτα δέ έμηχανάτο μωμένα, τα προίκιζε με φτερωτή φυγή ή με υπόγεια
εύλάβειαν έχων μή τι γένος άΐστωθείη' επειδή δέ κατοικία/Οσων, όμως, μεγάλωνε το μέγεθος, αυτό το
αύτοΐς άλληλοφθοριών διαφυγάςέπήρκεσε, προς τάς ίδιο τα έσωζε.Έτσι εξισώνοντας τις διαφορές, μοίραζε
και τις υπόλοιπες ιδιότητες. Ό λ α , μάλιστα, τα σχεδί­
αζε με προσοχή, φροντίζοντας να μην εξαφανιστεί κα­
νένα γένος. Κι αφού κατάφερε να ξεφύγουν τη μεταξύ
τους εξόντωση, σκεφτόταν την προστασία τους από τις

88 89
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

έκ Διός ώρας εύμάρειαν έμηχανάτο άμφιεννύς αυτά μεταβολές του καιρού π ο υ οφείλονται στο Δ ί α . Έ τ σ ι
πυκνάΐς τε θριξιν καϊ στερεοΐς δέρμασιν, Ίκανοίςμέν τ α έντυσε με πυκνό τ ρ ί χ ω μ α και σκληρά δέρματα, ι­
άμύναι χειμώνα, δυνατοΐς δέ καϊ καύματα, καϊ εις κ α ν ά να τ α προφυλάσσουν α π ό τ ο κρύο και κ α τ ά λ λ η ­
εύνάς Ίούσιν όπως ύπαρχοι τά αυτά ταύτα στρωμνή λ α γ ι α τ η ζέστη. Κι έτσι π ο υ , π η γ α ί ν ο ν τ α ς να κοιμη­
οικεία τε καϊ αυτοφυής έκάστω' καϊ ύποδών τά μέν θούν, τ α ίδια να αποτελούν σ τ ρ ώ μ α φυσικό και ιδιαί­
τερο γ ι α το καθένα. Κ α ι σ' ά λ λ α φόραγε οπλές, ενώ
Β όπλαΐς, τά δέ [θριξιν καϊ] δέρμασιν στερεοΐς καϊ ά-
ά λ λ α τ α έντυνε με τ ρ ί χ ω μ α και δ έ ρ μ α τ α σκληρά και
ναίμοις. τούντεύθεν τροφάς άλλοις άλλας έξεπόρι-
δ ί χ ω ς α ί μ α / Υ σ τ ε ρ α εξασφάλιζε τροφή γ ι α κάθε είδος
ζεν, τοις μέν έκ γής βοτάνην, άλλοις δέ δένδρων
χ ω ρ ι σ τ ά ' σ' ά λ λ α χορτάρι α π ό τ η γ η , σ' ά λ λ α καρπούς
καρπούς, τοις δέ ρίζας" έστι δ'οίς έδωκεν είναι τρο-
α π ό τ α δέντρα και σ' ά λ λ α ρίζες. Μερικά, π ά λ ι , έκανε
φήν ζώων άλλων βοράν' καϊ τοις μέν όλιγογονίαν
να τρέφονται με τ η βορά ά λ λ ω ν ζ ώ ω ν . Φρόντισε, λοι­
προσήφε, τοΐς δ'άναλισκομένοις ύπό τούτων πολυ-
π ό ν , εκείνα να γεννούν λ ί γ α μικρά, ενώ, όσα κ α τ α ­
γονίαν, σωτηρίαν τω γένει πορίζων. άτε δή ούν ού
σ π α ρ ά ζ ο ν τ α ι α π ό α υ τ ά , π ο λ λ ά , εξασφαλίζοντας τ η
πάνυ τι σοφός ών ό'Επιμηθεύς έλαθεν αυτόν κατα- σωτηρία του γένους. Κ α ι επειδή ο Ε π ι μ η θ έ α ς δεν ή τ α ν
c ναλώσας τάς δυνάμεις εις τά άλογα' λοιπόν δή ά- αρκετά σοφός, δ ί χ ω ς να το κ α τ α λ ά β ε ι κ α τ α ν ά λ ω σ ε ό­
κόσμητον έτι αύτώ ή ν τό ανθρώπων γένος, καϊ ή- λες τις ιδιότητες στα ά λ ο γ α ζ ώ α . Α κ ό μ η ό μ ω ς δεν εί­
πόρει ό τι χρήσαιτο. άπορούντι δέ αύτώ έρχεται χ ε εφοδιάσει το γένος τ ω ν α ν θ ρ ώ π ω ν και δεν ήξερε τι
Προμηθεύς έπισκεφόμενος τήν νομήν, καϊ όρά τά να κάνει.
μέν άλλα ζώα έμμελώς πάντων έχοντα, τόν δέ άν- Ε ν ώ λοιπόν βρισκόταν σε α μ η χ α ν ί α , έρχεται ο Π ρ ο ­
θρωπον γυμνόν τε καϊ άνυπόδητον καϊ άστρωτον μηθέας να επιθεωρήσει τ η δ ι α ν ο μ ή . Κ α ι βλέπει τ α άλ­
καϊ άοπλον' ήδη δέκαϊ ή ειμαρμένη ήμερα παρήν, έν λ α ζ ώ α να έχουν τ α π ά ν τ α κανονικά. Ό μ ω ς τον ά ν ­
ή έδει καϊ άνθρωπο ν έξιέναι έκ γής εις φώς. απορία θ ρ ω π ο γ υ μ ν ό και α ν υ π ό δ η τ ο , χ ω ρ ί ς σ τ ρ ώ μ α και ό­
ούν έχόμενος ό Προμηθεύς ήντινα σωτηρίαν τώ άν- π λ α . Πλησίαζε, ό μ ω ς , η ορισμένη α π ό τ η μοίρα μέρα,
π ο υ έπρεπε και ο ά ν θ ρ ω π ο ς να βγει α π ό τ η γ η στο
φ ω ς . Ε π ε ι δ ή , λοιπόν, ο Προμηθέας βρισκόταν σε α μ η -

90 9ΐ
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
ΠΛΑΤΩΝ

θρώπω εύροι, κλέπτει Ηφαίστου καϊ Αθηνάς τήν έν- χ α ν ί α π ο ι α σωτηρία να βρει γ ι α τον ά ν θ ρ ω π ο , κλέβει

D τεχνον σοφίαν σύν πυρί- άμήχανον γάρ ήν άνευ πυ­ τις τεχνικές γνώσεις του Ηφαίστου και της Αθηνάς,
μαζί με τ η φ ω τ ι ά - γ ι α τ ί ή τ α ν α δ ύ ν α τ ο , χ ω ρ ί ς τ η φ ω ­
ρός αυτήν κτητήν τω ή χρησίμην γενέσθαι- καϊ ούτω
τιά, να αποκτήσει κανείς ή να χρησιμοποιήσει αυτές
δή δωρεΐται άνθρώπω. τήν μέν ούν περϊ τόνβίον σο­
τις γνώσεις- και τις δωρίζει στον ά ν θ ρ ω π ο . Μ ' α υ τ ό
φίαν άνθρωπος ταύτη έσχεν, τήν δέ πολιτικήν ούκ
τον τ ρ ό π ο , ο ά ν θ ρ ω π ο ς απέκτησε τις τεχνικές δεξιότη­
εΐχεν' ήν γάρ παρά τω Διί. τω δέ Προμηθεΐε'ιςμέν
τες γ ι α τ η ζ ω ή . Τ η ν π ο λ ι τ ι κ ή ικανότητα ό μ ω ς δεν την
τήν άκρόπολιν τήν τού Διός οίκησιν ούκέτι ένεχώρει
είχε. Α υ τ ή την κ α τ ε ί χ ε ο Δ ί α ς . Ο Προμηθέας δεν μ π ο ­
είσελθεΐν- προς δέ καϊ α'ι Διός φυλακαϊ φοβεραϊ ή-
ρούσε π ι α να μπει στην α κ ρ ό π ο λ η , την κατοικία του
Ε σαν- εις δέ τό τής Αθηνάς καϊ 'Ηφαίστου οίκημα τό 51
Δ ί α . Κ α ι οι φρουροί του Δία, εξάλλου, ήταν φοβεροί.
κοινόν, έν ώ έφιλοτεχνείτην, λαθών εισέρχεται, καϊ
Μ π α ί ν ε ι ό μ ω ς κρυφά στο κοινό εργαστήρι της Αθηνάς
κλέφας τήν τε έμπυρον τέχνην τήν τού'Ηφαίστου και του Η φ α ί σ τ ο υ , ό π ο υ οι δυο τους ασκούσαν την τέ­
καϊ τήν άλλην τήν τής Αθηνάς δίδωσιν άνθρώπω, χ ν η τους" κλέβει την τ έ χ ν η της φ ω τ ι ά ς α π ό τον Ή φ α ι ­
καϊ έκ τούτου εύπορία μέν άνθρώπω τού βίου γίγνε- στο και την ά λ λ η της Αθηνάς, και τις δίνει στον άν­
322 τα ι, Προμηθέα δέ δι ' Επιμηθέα ύστερον, ήπερ λέ­ θ ρ ω π ο . Μ ' α υ τ ό λ ο ι π ό ν τον τ ρ ό π ο , ο ά ν θ ρ ω π ο ς εξα­
γεται, κλοπής δίκη μετήλθεν. σφάλισε όλα τ α μέσα γ ι α τ η ζ ω ή του. Ο Προμηθέας ό­
'Επειδή δέ ό άνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας, πρώ­ μ ω ς , εξαιτίας του Ε π ι μ η θ έ α , ό π ω ς λέγεται, κ α τ η γ ο ­

τον μέν διά τήν τού θεού συγγένειαν ζώων μόνον θε­ ρήθηκε αργότερα γ ι α κ λ ο π ή .

ούς ένόμισεν, καϊ έπεχείρει βωμούς τε Ίδρύεσθαι καϊ Ε π ε ι δ ή , τ ώ ρ α , ο ά ν θ ρ ω π ο ς πήρε κάτι α π ό τους θε­
ούς, π ρ ώ τ α εξαιτίας της συγγένειας του μαζί τους, 5 2
αγάλματα θεών' έπειτα φωνή ν καϊ ονόματα ταχύ
μόνος αυτός α π ' ό λ α τ α ζ ώ α πίστεψε σε θεούς, και
διηρθρώσατο τη τέχνη, καϊ οικήσεις χαϊ έσθήτας χαϊ
προσπαθούσε να κατασκευάσει βωμούς και α γ ά λ μ α τ α
ύποδέσεις χαϊ στρωμ νάς χαϊ τάς έκ γής τροφάς ηύ-
Θ ε ώ ν / Ε π ε ι τ α , γ ρ ή γ ο ρ α , άρθρωσε με επιδεξιότητα φ ω ­
νή και λέξεις και επινόησε κατοικίες και ενδύματα και
υ π ο δ ή μ α τ α και σ κ ε π ά σ μ α τ α και τροφές α π ό τ η γ η .

92 93
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ρετο. ούτω δή παρεσκευασμένοι κατ ' αρχάς άνθρω­ Μ ε α υ τ ά τ α εφόδια οι άνθρωποι στην α ρ χ ή κατοικού­
ποι ωκουν σποράδην, πόλεις δέ ούκ ήσαν' άπώλ- σαν διασκορπισμένοι, και πόλεις δεν υ π ή ρ χ α ν . Αφανί­
Β λυντο ούν ύπό τών θηρίων διά τό πανταχή αυτών ζονταν λ ο ι π ό ν α π ό τ α θηρία, γ ι α τ ί , α π ό κάθε ά π ο ψ η ,
ασθενέστεροι είναι, καϊ ή δημιουργική τέχνη αύτοΐς ή τ α ν ασθενέστεροι α π ό α υ τ ά . Γ ι α την εξασφάλιση της

προς μέν τροφήν ικανή βοηθός ήν, προς δέ τόν τών τροφής τους οι τεχνικές τους υ<ανότητες π α ρ ε ί χ α ν αρ­

θηρίων πόλεμον ενδεής - πολιτικήν γάρ τέχνην ού- κετή βοήθεια" ή τ α ν ό μ ω ς ανεπαρκείς στον π ό λ ε μ ο με
τ α θηρία. Γ ι α τ ί δεν ε ί χ α ν α κ ό μ η την πολιτική τ έ χ ν η ,
πω είχον, ής μέρος πολεμική- έζήτουν δή άθροίζε-
μέρος της ο π ο ί α ς είναι η πολεμική. Ε π ι δ ί ω κ α ν λοιπόν
σθαι καϊ σώζεσθαι κτίζοντες πόλεις' ότ' ούν άθροι-
να συγκεντρωθούν και να εξασφαλίσουν τ η σωτηρία
σθεΐεν, ήδίκουν αλλήλους άτε ούκ έχοντες τήν πολι­
τους χ τ ί ζ ο ν τ α ς πόλεις. Ό τ α ν ό μ ω ς συγκεντρώνονταν
τικήν τέχνην, ώστε πάλιν σκεδαννύμενοι διεφθεί-
όλοι μαζί, αδικούσαν ο ένας τον άλλο, επειδή δεν κ α ­
c ροντο. Ζευς ούν δείσας περϊ τω γένει ημών μή άπό-
τ ε ί χ α ν την π ο λ ι τ ι κ ή τέχνη" σκόρπιζαν έτσι, π ά λ ι , και
λοιτο πάν,Έρμήν πέμπει άγοντα εις ανθρώπους αι­
αφανίζονταν. Ο Δ ί α ς , λοιπόν, επειδή φοβήθηκε γ ι α το
δώ τε καϊ δίκην, ΐν' είεν πόλεων κόσμοι τε καϊ δε­ γένος μ α ς , μ ή π ω ς εξαφανιστεί όλο, στέλνει τον Ε ρ μ ή
σμοί φιλίας συναγωγοί. έρωτα ούν'Ερμής Δία τίνα να φέρει στους α ν θ ρ ώ π ο υ ς την α ι δ ώ και τ η δικαιοσύ­
ούν τρόπον δοίη δίκην καϊ αιδώ άνθρώποις' «Πότε- νη, 5 3 γ ι α να α π ο τ ε λ ο ύ ν κ ο σ μ ή μ α τ α γ ι α τις πόλεις και
ρον ώς α'ι τέχναι νενέμηνται, ούτω καϊ ταύτας δεσμούς π ο υ στερεώνουν τ η φιλία. Ρ ω τ ά ε ι λοιπόν ο
νείμω; νενέμηνται δέ ώδε' εις έχων Ίατρικήν πολ­ Ε ρ μ ή ς τ ο Δ ί α με π ο ι ο ν τ ρ ό π ο θα δώσει τ η δικαιοσύνη
λοίς ικανός Ίδιώταις, καϊ ο'ι άλλοι δημιουργοί' καϊ και την α ι δ ώ στους α ν θ ρ ώ π ο υ ς : «να μοιράσω και α υ ­
δίκην δή καϊ αιδώ ούτω θώ έν τοις άνθρώποις, ή έπϊ τές ό π ω ς μοιράζουν τις τέχνες;» Τ ι ς έχουν μοιράσει με
τον εξής τ ρ ό π ο : ένας π ο υ κατέχει την ιατρική τ έ χ ν η ,
είναι αρκετός γ ι α π ο λ λ ο ύ ς συμπολίτες του, το ίδιο και
οι άλλοι δημιουργοί. Τ η δικαιοσύνη λοιπόν και την αι­
δ ώ , έτσι να τις τ ο π ο θ ε τ ή σ ω ανάμεσα στους α ν θ ρ ώ ­
πους ή να τις μ ο ι ρ ά σ ω σε όλους; Σ ε όλους, είπε ο Δί-

94 95
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

Ό πάντας νείμω;» «Έπϊ πάντας,» έφη ό Ζευς, «καϊ ας, και όλοι να έχουν μερίδιο. Γιατί δε θα υπήρχαν
πάντες μετεχόντων' ού γάρ άν γένοιντο πόλεις, ε'ι πόλεις, αν συμμετείχαν λίγοι σ' αυτές, όπως στις άλ­
ολίγοι αυτών μετέχοιεν ώσπερ άλλων τεχνών καϊ λες τέχνες. Και, βέβαια, να θέσεις εκ μέρους μου νόμο,
νόμον γε θές παρ 'εμού τόν μή δυνάμενον α'ιδούς καϊ εκείνον που δεν μπορεί να συμμετέχει στην αιδώ και
δίκηςμετέχειν κτείνειν ώς νόσον πόλεως.» ούτω δή, τη δικαιοσύνη να τον σκοτώνουν ως αρρώστια της
ώ Σώκρατες, καϊ διά ταύτα οι τε άλλοι καϊ Αθη­ πόλης.
ναίοι, όταν μέν περϊ αρετής τεκτονικής η λόγος ή Έ τ σ ι λοιπόν, Σωκράτη, και γι' αυτούς τους λόγους,
άλλης τινός δημιουργικής, ολίγοις οίονται μετεΐναι οι άλλοι Έλληνες και οι Αθηναίοι, όταν πρόκειται για
την ξυλουργική τέχνη ή για κάποια άλλη τεχνική ικα­
Ε συμβουλής, καϊ έάν τις έκτος ών τών ολίγων συμ-
νότητα, πιστεύουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να λέ­
βουλεύη, ούκ ανέχονται, ώς σύ φης-είκότως, ώς
νε την άποψη τους. Κι αν κάποιος, που δεν ανήκει
έγώ φημι-όταν δέ εις συμβουλή ν πολιτικής αρετής
στους λίγους, επιχειρεί να εκφέρει γνώμη, δεν το ανέ­
3 23 ίωσιν, ήν δει διά δικαιοσύνης πάσαν Ίέναι καϊ
χονται, όπως υποστηρίζεις' δικαιολογημένα μάλιστα,
σωφροσύνης, είκότως άπαντος ανδρός ανέχονται, όπως ισχυρίζομαι κι εγώ. Ό τ α ν , όμως, έρχονται να
ώς παντϊ προσήκον ταύτης γε μετέχειν τής αρετής ή ζητήσουν γνώμη σε θέμα που αφορά την πολιτική ικα­
μή είναι πόλεις, αύτη, ώ Σώκρατες, τούτου αιτία. νότητα, γ ν ώ μ η που ολόκληρη πρέπει να περνά από τη
'Ινα δέ μή οίη άπατάσθαι ώς τώ όντι ηγούνται δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη, τότε σωστά ακούν τη
πάντες άνθρωποι πάντα άνδρα μετέχειν δικαιοσύ­ γ ν ώ μ η κάθε άνδρα, γιατί σ' όλους ταιριάζει να έχουν
νης τε καϊ τής άλλης πολιτικής αρετής, τόδε α υλαβε μέρος στην ικανότητα αυτή" διαφορετικά δε θα υπάρ­
χουν πόλεις. Αυτή είναι, Σωκράτη, η αιτία του πράγ­
ματος.
Και για να μη νομίζεις ότι πλανάσαι, αν συμφωνή­
σεις ότι, πράγματι, όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν πως
κάθε άνδρας μετέχει στη δικαιοσύνη και την άλλη πο­
λιτική αρετή, δέξου αυτό ως απόδειξη. Γιατί στις άλ-

9
6 97
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

τεκμήριον. έν γάρ ταΐς άλλαις άρεταΐς, ώσπερ σύ λες ικανότητες, όπως εσύ το λες, αν κάποιος ισχυρι­
λέγεις, έάν τις φή αγαθός αυλητής είναι, ή άλλην στεί ότι είναι καλός αυλητής ή κατέχει κάποια άλλη
ήντινούν τέχνην ήν μή έστιν, ή χαταγελώσιν ή χα~ τέχνη, την οποία δεν ξέρει, ή τον περιγελούν ή οργί­
λεπαίνουσιν, καϊ ο'ι οικείοι προσιόντες νουθετοΰσιν ζονται μαζί του. Και οι δικοί του τον πλησιάζουν και
ώςμαινόμενον' εν δέ δικαιοσύνη και έν τη άλλη πο- τον συμβουλεύουν, σα να πρόκειται για τρελό. Στην
περίπτωση της δικαιοσύνης, όμως, και της άλλης πο­
Β λιτική αρετή, έάν τίνα καϊ είδώσιν ότι άδικος έστιν,
λιτικής αρετής, ακόμη και αν ξέρουν ότι κάποιος κά­
έάν ούτος αυτός καθ' αυτού τάληθή λέγη 'εναντίον
νει αδικίες, αν αυτός ο ίδιος, μπροστά σε πολλούς, λέ­
πολλών, δ έκεΐ σωφροσύνην ήγούντο είναι, τάληθή
ει την αλήθεια για τον εαυτό του, εκείνο που πριν νό­
λέγειν, ενταύθα μανίαν, καί φασιν πάντας δεΐν φά-
μιζαν ότι είναι σωφροσύνη, δηλαδή να λέει κανείς την
ναι είναι δικαίους, έάντε ώσιν έάντε μή, ή μαίνεσθαι
αλήθεια, εδώ το λένε τρέλα. Και ισχυρίζονται πως
τόν μή προσποιούμενον [δικαιοσύνην]' ώς άναγ- πρέπει όλοι να λένε ότι είναι δίκαιοι, είτε είναι είτε ό­
c καΐον ούδένα όντιν' ούχϊ άμώς γέ πως μετέχειν αυ­ χι, και ότι είναι τρελός όποιος δεν προσποιείται τον
τής, ή μή είναι έν άνθρώποις. δίκαιο. Γιατί το βρίσκουν αναγκαίο, κανείς να μην υ­
"Οτιμέν ούν πάντ'άνδραε'ιχότως αποδέχονται πε­ πάρχει που, κατά κάποιον τρόπο, να μη μετέχει στη
ρϊ ταύτης τής αρετής σύμβουλον διά τό ήγεΐσθαι δικαιοσύνη' διαφορετικά, δεν πρέπει να ζει με τους αν­
παντϊ μετεΐναι αυτής, ταύτα λέγω' ότι δέ αυτήν ού θρώπους.
φύσει ηγούνται είναι ούδ'άπό τού αυτομάτου, άλλα Για το γεγονός, λοιπόν, ότι εύλογα οι Αθηναίοι δέ­
διδακτόν τε καϊ έξ επιμελείας παραγίγνεσθαι ω άν χονται κάθε άνδρα ως σύμβουλο γι' αυτή την αρετή, ε­
D παραγίγνηται, τούτο σοι μετά τούτο πειράσομαι ά- πειδή πιστεύουν ότι καθένας μετέχει σ' αυτή, αυτά
λέω. Ό τ ι , όμως, δεν πιστεύουν ότι η αρετή αυτή είναι
έμφυτη, ούτε εμφανίζεται τυχαία, αλλά μπορεί να δι­
δαχτεί, και, όποιος την αποκτά, την αποκτά με φρο­
ντίδα, αυτό, ύστερα από το προηγούμενο θέμα, θα
προσπαθήσω να σου αποδείξω. Γιατί, για όσα κακά οι

98 99
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ποδεΐξαι. όσα γάρ ηγούνται αλλήλους κακά έχειν ά ν θ ρ ω π ο ι πιστεύουν, ο ένας γ ι α τον ά λ λ ο , π ω ς έχουν
άνθρωποι φύσει ή τύχη, ούδεϊς θυμούται ουδέ νου­ έμφυτα ή α π ό τ ύ χ η , κανένας δεν οργίζεται ούτε συμ­
θετεί ουδέ διδάσκει ουδέ κολάζει τους ταύτα έχον­ βουλεύει ούτε διδάσκει ούτε τιμωρεί όσους τ α έχουν,
τας, ίνα μή τοιούτοι ώσιν, άλλ ' έλεούσιν' οίον τους γ ι α να π ά ψ ο υ ν να είναι τέτοιοι, α λ λ ά τους λυπούνται'
αισχρούς ή σμικρούς ή ασθενείς τίς ούτως ανόητος στους ά σ χ η μ ο υ ς , λ ό γ ο υ χ ά ρ η , ή στους κοντούς ή στους
ώστε τι τούτων έπιχειρεΐν ποιεΐν; ταύτα μέν γάρ οί- καχεκτικούς, ποιος είναι τόσο ανόητος, ώστε να επι­
μαι ίσασιν ότι φύσει τε καϊ τύχη τοις άνθρώποις γί- χειρήσει να κάνει κάτι α π ' α υ τ ά ; Γ ι α τ ί ξέρουν, ν ο μ ί ζ ω ,
γνεται, τά καλά καϊ τάναντία τούτοις' όσα δέ έξ ε­ ότι τ α κ α λ ά και τ α αντίθετα τους υ π ά ρ χ ο υ ν α π ό τ η
πιμελείας καϊ ασκήσεως καϊ διδαχής οίονται γίγνε­ φύση στους α ν θ ρ ώ π ο υ ς ή εμφανίζονται τ υ χ α ί α . Ό σ α

σθαι αγαθά άνθρώποις, έάν τις ταύτα μή έχη, άλλα κ α λ ά , ό μ ω ς , θεωρούν ότι οι ά ν θ ρ ω π ο ι τ α α π ο κ τ ο ύ ν με

τάναντία τούτων κακά, έπϊ τούτοις που οι τε θυμοϊ φροντίδα, άσκηση και διδασκαλία, α ν κάποιος δεν τ α
έχει, έχει ό μ ω ς τ α αντίθετα τους κ α κ ά , γ ι ' α υ τ ά υ π ά ρ ­
γίγνονται καϊ α'ι κολάσεις καϊ α'ι νουθετήσεις, ών έ­
χουν οι θυμοί και οι τιμωρίες και οι συμβουλές. 5 4
στιν έν καϊ ή αδικία καϊ ή ασέβεια καϊ συλλήβδην
Έ ν α α π ό α υ τ ά είναι και η αδικία και η ασέβεια και,
πάν τό εναντίον τής πολιτικής αρετής' ένθα δή πάς
μ' ένα λ ό γ ο , ό,τι είναι αντίθετο στην π ο λ ι τ ι κ ή αρετή.
παντϊ θυμούται καϊ νου-θετεζ δήλον ότι ώς έξ επιμε­
Ό π ο υ , λ ο ι π ό ν , καθένας θυμώνει με τον καθένα και τον
λείας καϊ μαθήσεως κτητής ούσης, ει γάρ έθέλεις έν-
συμβουλεύει, αυτό γίνεται, ολοφάνερα \ επειδή πιστεύ­
νοήσαι τό κολάζειν, ώ Σώκρατες, τους άδικούντας
ουν ότι η αρετή α υ τ ή μπορεί να αποκτηθεί με επιμέ­
τί ποτέ δύναται, αυτό σε διδάξει ότι ο'ί γε άνθρωποι
λεια και μάθηση. Αν ό ν τ ω ς θέλεις να καταλάβεις, Σ ω ­
ηγούνται παρασκευαστόν είναι άρετήν. ούδεϊς γάρ κ ρ ά τ η , τι σημασία μπορεί να έχει η τ ι μ ω ρ ί α όσων α­
κολάζει τους άδιχοΰντας προς τούτω τόν νουν έχων δικούν, α υ τ ό , τ ο ίδιο, θα σου αποδείξει ότι οι άνθρω­
καϊ τούτου ένεκα, ότι ήδίκησεν, όστις μή ώσπερ θη- ποι πιστεύουν π ω ς η αρετή μπορεί να αποκτηθεί. Γ ι α ­
τί κανείς δεν τιμωρεί τους ανθρώτνους π ο υ κάνουν αδι­
κίες έ χ ο ν τ α ς αυτό στο νου του και γ ι α τ ο λ ό γ ο αυτό,
επειδή δ η λ α δ ή αδίκησαν' τ ο υ λ ά χ ι σ τ ο ν όποιος δεν εκ-

ιοο ιοί
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ρίον άλογίστως τιμωρείται ' ό δέ μετά λόγου έπιχει- δικείται σα ζώο, ασυλλόγιστα. Όποιος, όμως, έρχεται
ρών κολάζειν ού τού παρεληλυθότος ένεκα αδική­ να τιμωρήσει με περίσκεψη, δεν επιβάλλει τιμωρία για
ματος τιμωρείται- ού γάρ άν τό γε πραχθέν άγένη- το αδίκημα που έγινε - γιατί δεν μπορεί, εκείνο που έ­
τον θείη-άλλά τού μέλλοντος χάριν, ίνα μή αύθις γινε, να κάνει ώστε να μην έχει γίνει 55 - αλλά για χά­
ρη του μέλλοντος, για να μην αδικήσει ξανά ούτε αυ­
άδικήση μήτε αυτός ούτος μήτε άλλος ό τούτον ιδώ ν
τός ο ίδιος, ούτε άλλος, που είδε να τον τιμωρούν. Κι
κολασθέντα. καϊ τοιαύτην διάνοιαν έχων διανοείται
όταν σκέφτεται με αυτό τον τρόπο, θεωρεί ότι η αρετή
παιδευτήν είναι άρετήν' αποτροπής γούν ένεκα κο­
διδάσκεται. Τιμωρεί, λοιπόν, με σκοπό να αποτρέψει
λάζει. ταύτην ούν τήν δόξαν πάντες έχουσιν όσοιπερ
από το κακό. Αυτή λοιπόν τη σκέψη κάνουν όλοι όσοι
e τιμωρούνται καϊ ιδία καϊ δημοσία, τιμωρούνται δέ επιβάλλουν τιμωρίες, και στην ιδιωτική και στη δημό­
καϊ κολάζονται ο'ί τε άλλοι άνθρωποι ους άν οΐων- σια ζωή. Τιμωρούν, βέβαια, και επιβάλλουν ποινές σ'
ται άδικεΐν, καϊ ούχ ήκιστα Αθηναίοι ο'ι σοι πολΐται ' όσους κατά τη γ ν ώ μ η τους κάνουν αδικίες, και οι άλ­
ώστε κατά τούτον τόν λόγον καϊ Αθηναίοιε'ισι τών λοι άνθρωποι, και μάλιστα οι Αθηναίοι, οι συμπολίτες
ηγουμένων παρασκευαστόν είναι καϊ διδακτόν άρε­ σου. Ώστε, σύμφωνα με τούτο το συλλογισμό, και οι
τήν. ώς μέν ούν είκότως αποδέχονται οι σοι πολΐται Αθηναίοι είναι από κείνους που πιστεύουν ότι η αρετή
καϊ χαλκέως καϊ σκυτοτόμου συμβουλεύοντος τά διδάσκεται και μαθαίνεται. Ό τ ι , λοιπόν, δικαιολογη­
πολιτικά, καϊ ότι διδακτόν καϊ παρασκευαστόν ή- μένα οι συμπολίτες σου δέχονται και το σιδηρουργό
D γούνται άρετήν, άποδέδεικταί σοι, ώ Σώκρατες, Ί- και το σκυτοτόμο να τους συμβουλεύει για θέματα πο­
κανώς, ώς γέ μοι φαίνεται. λιτικής αρετής, και ότι πιστεύουν πως η αρετή διδά­
"Έτι δή λοιπή απορία εστίν, ή ν απορείς περϊ τών σκεται και μαθαίνεται, στο έχω αποδείξει ικανοποιη­
τικά, Σωκράτη, όπως μου φαίνεται.
ανδρών τών αγαθών, τίδήποτε ο'ι άνδρες ο'ι άγαθοϊ
Μένει ακόμα μια απορία, αυτή που διατύπωσες για
τά μέν άλλα τους αυτών ύεΐς διδάσκουσιν α διδα-
τους καλούς άνδρες. Γιατί δηλαδή, άραγε, οι καλοί άν­
δρες διδάσκουν τα παιδιά τους όλα τα άλλα, που διδά­
σκουν δάσκαλοι, και τα προικίζουν με ικανότητες'

Ι02 103
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

σκάλων έχεται καϊ σοφούς ποιούσιν, ήν δέ αύτοϊ ά­ στην αρετή ό μ ω ς , π ο υ κάνει τους ιοιους κάλους, οεν
ρετήν αγαθοί ούδενός βελτίους ποιούσιν. τούτου δή τους κάνουν καλύτερους α π ό κανέναν ά λ λ ο . Γ ι ' αυτό
πέρι, ώ Σώκρατες, ούκέτι μύθο ν σοι έρώ άλλα λό­ το θέμα, Σ ω κ ρ ά τ η , δε θα σου π ω π ι α μύθο, α λ λ ά λό­
γο ν. ώδε γάρ έννόησον' πότερο ν έστιν τι έν, ή ούχ Ι ­ γ ο . Σκέψου λοιπόν ω ς εξής. Υπάρχει ή δεν υπάρχει έ­
Ε στιν, ου άναγχαΐον πάντας τους πολίτας μετέχειν, να π ρ ά γ μ α , στο οποίο είναι α ν ά γ κ η να συμμετέχουν
εΐπερ μέλλει πόλις είναι; έν τούτω γάρ αύτη λύεται όλοι οι πολίτες, αν πρόκειται να υφίσταται μια π ό λ η ;

ή απορία ήν σύ απορείς ή άλλοθι ούδαμού. ει μέν Σ ε τούτο μόνο, π ρ ά γ μ α τ ι , και πουθενά αλλού, δε λύ­
νεται η α π ο ρ ί α π ο υ έχεις. Γ ι α τ ί , αν υπάρχει αυτό τ ο
γάρ έστιν, καϊ τούτο έστιν τό έν ού τεκτονική ουδέ
π ρ ά γ μ α , και αυτό το ένα είναι όχι η ξυλουργική, ούτε
χαλκεία ουδέ κεραμεία άλλα δικαιοσύνη καϊ σω-
η τ έ χ ν η του σιδηρουργού ούτε του κεραμέα, α λ λ ά η δι­
325 φροσύνη καϊ τό όσιον είναι, καϊ συλλήβδην έν αυτό
καιοσύνη και η σωφροσύνη και η ευσέβεια, το ένα αυ­
προσαγορεύω είναι ανδρός άρετήν-ε'ι τούτ'έστιν ού
τ ό , με μ ι α λέξη, το ο ν ο μ ά ζ ω αρετή του α ν θ ρ ώ π ο υ . Αν
δει πάντας μετέχει ν καϊ μετά τούτου πάντ ' άνδρα,
αυτό είναι εκείνο, στο οποίο όλοι πρέπει να συμμετέ­
έάν τι καϊ άλλο βούληται μανθάνειν ή πράττει ν, ού­
χ ο υ ν , και, σ ύ μ φ ω ν α μ' α υ τ ό , κάθε άνθρωπος, αν θέλει
τω πράττειν, άνευ δέ τούτου μή, ή τόν μή μετέχοντα
να μάθει και να πράξει κάτι άλλο, να το πράττει με αυ­
καϊ διδάσκει ν καϊ κολάζει ν καϊ παΐδα καϊ άνδρα και
τό τον τ ρ ό π ο , ενώ χ ω ρ ί ς αυτό να μην τ ο κάνει' κι ό­
γυναίκα, έωσπερ άν κολαζόμενος βελτίων γένηται, ποιον δε μετέχει σ' αυτό, να τον διδάσκουν και να τον
δς δ' άν μή ύπακούη κολαζόμενος καϊ διδασκόμενος, τ ι μ ω ρ ο ύ ν , και π α ι δ ί και άνδρα και γ υ ν α ί κ α , ώ σ π ο υ με
Β ώς άνίατον όντα τούτον έκβάλλειν έκ τών πόλεων ή τις τιμωρίες να γίνει καλύτερος" κι όποιον δεν υ π α κ ο ύ ­
άποκτείνειν-ε'ι ούτω μέν έχει, ούτω δ'αυτού πεφυ- ει, με τις τιμωρίες και τις διδαχές να τον δ ι ώ χ ν ο υ ν α­
κότος ο'ι άγαθοϊ άνδρες ε'ι τά μέν άλλα διδάσκονται π ό τις πόλεις ή να τον σκοτώνουν, με τ η σκέψη ότι εί­
τους ύεΐς, τούτο δέ μή, σκέφαι ώς θαυμασίως γί- ναι αθεράπευτος. 5 6 Αν έτσι έχουν τ α π ρ ά γ μ α τ α , κι εί­
ναι α υ τ ή η φύση της κατάστασης, οι αγαθοί, δ η λ α δ ή ,
αν διδάσκουν όλα τ ' ά λ λ α στα π α ι δ ι ά τους, ενώ αυτό
όχι, σκέψου πόσο παράξενοι ά ν θ ρ ω π ο ι γίνονται οι α-

Ι04 105
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

γνονται ο'ι αγαθοί, ότι μέν γάρ διδακτόν αυτό η­ γ α θ ο ί . Γ ι α τ ί αποδείξαμε ότι πιστεύουν π ω ς η αρετή
γούνται καϊ 'ιδία χαϊ δημοσία, άπεδείξαμεν' διδακ­ διδάσκεται, και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζ ω ή .
τού δέ όντος καϊ θεραπευτού τά μέν άλλα άρα τους Κι ενώ α υ τ ή διδάσκεται και καλλιεργείται, διδάσκουν
ύεΐς διδάσκονται, έφ ' οΐς ούκ έστι θάνατος ή ζημία στα π α ι δ ι ά τους όλα τ α ά λ λ α , γ ι α τ α οποία, αν δεν τ α

έάν μή έπίστωνται, έφ 'ώ δέ ή τε ζημία θάνατος αύ- γνωρίζουν, η τ ι μ ω ρ ί α δεν είναι θάνατος. Γ ι α κείνο, ό­
μ ω ς , π ο υ η τ ι μ ω ρ ί α είναι θάνατος γ ι α τ α π α ι δ ι ά τους,
c τών τοις παισϊ χαϊ φυγαϊ μή μαθοΰσι μηδέ θεραπευ-
και εξορίες, αν δε μορφωθούν και δεν καλλιεργήσουν
θεΐσιν εις άρετήν, καϊ προς τώ θανάτωχρημάτων τε
την αρετή, και, κ ο ν τ ά στο θ ά ν α τ ο , οι δημεύσεις περιου­
δημεύσεις χαϊ ώς έπος ειπείν συλλήβδην τών οίκων
σιών και, με λ ί γ α λ ό γ ι α , η καταστροφή της οικογέ­
άνατροπαί, ταύτα δ' άρα ού διδάσκονται ούδ' επι­
νειας τους, α υ τ ά , λ ο ι π ό ν , δεν τ α διδάσκουν και δεν τ α
μελούνται πάσαν έπιμέλειαν; οΐεσθαί γε χρή, ώ
φροντίζουν με κάθε επιμέλεια; Πρέπει να πιστεύουμε
Σώκρατες. έκ παίδων σμικρών άρξάμενοι, μέχρι
ότι τ ο κάνουν, Σ ω κ ρ ά τ η . Α π ό μικρά π α ι δ ι ά αρχίζο­
ούπερ άν ζώσι, καϊ διδάσκουσι καϊ νουθετούσιν. έ- ντας, μέχρι όσο ζουν, τ α διδάσκουν και τ α συμβουλεύ­
πειδάν θάττον συνιή τις τά λεγόμενα, καϊ τροφός και ουν. 5 7 Ό τ α ν ένα π α ι δ ί καταλαβαίνει περισσότερο τ η
μήτηρ καϊ παιδαγωγός καϊ αυτός ό πατήρ περϊ τού- γ λ ώ σ σ α , κ α ι η τροφός και η μητέρα και ο π α ι δ α γ ω γ ό ς
D του διαμάχονται, όπως <ώς> βέλτιστος έσται ό και ο ίδιος ο π α τ έ ρ α ς του γ ι ' αυτό α γ ω ν ί ζ ο ν τ α ι ' π ώ ς ,
παις, παρ "έκαστον καϊ έργον καϊ λόγον διδάσκοντες δ η λ α δ ή , θα γίνει τ ο π α ι δ ί όσο γίνεται καλύτερο, διδά­
καϊ ένδεικνύμενοι ότι τό μέν δίκαιον, τό δέ άδικον, σκοντας και ε ξ η γ ώ ν τ α ς του, γ ι α κάθε πράξη και λ ό γ ο ,
καϊ τάδε μέν καλόν, τόδε δέ αίσχρόν, καϊ τόδε μέν ότι τ ο ένα είναι δίκαιο, το ά λ λ ο άδικο, τ ο ένα όμορφο
όσιον, τόδε δέ άνόσιον, καϊ τά μέν ποίει, τά δέ μή και τ ο ά λ λ ο ά σ χ η μ ο , τ ο ένα όσιο και το ά λ λ ο ανόσιο,
ποίει. καϊ έάν μέν 'εκών πείθηται' ε'ι δέ μή, ώσπερ και, λ έ γ ο ν τ α ς τ ο υ , κάνε α υ τ ά και μην κάνεις τ α ά λ λ α .

ξύλον διαστρεφόμενον καϊ καμπτόμενον εύθύνουσιν Αν τ ο π α ι δ ί συμμορφώνεται με τ η θέληση του, έχει κ α ­

άπειλάΐς χαϊ πληγάΐς. μετά δέ ταύτα εις δώασχά- λ ώ ς . Διαφορετικά, σαν κλωνάρι π ο υ π α ρ α μ ο ρ φ ώ ν ε τ α ι
και λυγίζει, τ ο ευθυγραμμίζουν με απειλές και ξύλο.
Ύ σ τ ε ρ α τ ο στέλνουν στους δασκάλους και δίνουν εντο-

ιο6 107
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
ΠΛΑΤΩΝ
λ ή να φροντίσουν π ο λ ύ περισσότερο γ ι α την κ α λ ή δια­
λων πέμποντες πολύ μάλλον εντέλλονται έπιμελεΐ-
γ ω γ ή τ ω ν π α ι δ ι ώ ν π α ρ ά γ ι α τ α γ ρ ά μ μ α τ α και την τέ­
σθαι εύχοσμίας τών παίδων ή γραμμάτων τε χαϊ
χ ν η της κιθάρας. Οι δάσκαλοι, λοιπόν, φροντίζουν τ α
Ε χιθαρίσεως' ο'ι δέ διδάσκαλοι τούτων τε επιμελούν­
π α ι δ ι ά , κι όταν π ι α α υ τ ά μάθουν γ ρ ά μ μ α τ α και αρχί­
ται, καϊ έπειδάν αύ γράμματαμάθωσιν καϊ μέλλω-
ζουν να κ α τ α λ α β α ί ν ο υ ν τ α γ ρ α π τ ά κείμενα, ό π ω ς
σιν συνήσειν τά γεγραμμένα ώσπερ τότε τήν φωνήν,
στην α ρ χ ή την προφορική ομιλία, τους δίνουν, στα
παρατιθέασιν αύτοΐς έπϊ τών βάθρων άναγιγνώ- θρανία τους, να διαβάζουν π ο ι ή μ α τ α κ α λ ώ ν π ο ι η τ ώ ν
σκειν ποιητών αγαθών ποιήματα καϊ έκμανθάνειν και τ α α ν α γ κ ά ζ ο υ ν να τ α μαθαίνουν α π ' έξω. Μ έ σ α σ'
326 άναγκάζουσιν, έν οίς πολλαϊ μέν νουθετήσεις ένεισιν α υ τ ά υ π ά ρ χ ο υ ν πολλές παραινέσεις, πολλές διηγήσεις
πολλαϊ δέ διέξοδοι καϊ έπαινοι καϊ εγκώμια παλαι­ και έπαινοι και ε γ κ ώ μ ι α π α λ α ι ώ ν η ρ ώ ω ν , ώ σ τ ε τ ο
ών ανδρών αγαθών, ίνα ό παις ζηλών μιμήται καϊ παιδί να α γ ω ν ί ζ ε τ α ι να τους μιμηθεί και να επιθυμεί
όρέγηται τοιούτος γενέσθαι, ο'ί τ' αύ κιθαρισταί, έ­ να γίνει ό π ω ς αυτοί. Οι κιθαριστές, π ά λ ι , κάνουν το ί­
τερα τοιαύτα, σωφροσύνης τε επιμελούνται καϊ ό­ διο με ά λ λ ο ν τρόπο" φροντίζουν και γ ι α τ η σωφροσύ­
πως άν ο'ι νέοι μηδέν κακουργώσιν' προς δέ τούτοις, νη και π ώ ς οι νέοι να μην κάνουν κανένα κακό. Κ ο ν τ ά
έπειδάν κιθαρίζειν μάθωσιν, άλλων αύ ποιητών ά- σ' α υ τ ά , αφού μάθουν να παίζουν κιθάρα, τους διδά­

Β γαθών ποιήματα διδάσκουσι μελοποιών, εις τά κι- σκουν π ά λ ι π ο ι ή μ α τ α ά λ λ ω ν κ α λ ώ ν λυρικών π ο ι η ­

θαρίσματα έντείνοντες, καϊ τους ρυθμούς τε καϊ τάς τ ώ ν , π ο υ τ α ταιριάζουν με τις μελωδίες της κιθάρας,
και κάνουν ώ σ τ ε οι ρυθμοί και οι αρμονίες να γίνουν
αρμονίας άναγκάζουσιν ο'ικειοΰσθαι ταΐς φυχαΐς τών
οικείες στις ψυχές τ ω ν π α ι δ ι ώ ν , γ ι α να γίνουν, έτσι,
παίδων, ίνα ήμερώτεροί τε ώσιν, καϊ εύρυθμότεροι
περισσότερο ήρεμοι ά ν θ ρ ω π ο ι ' και, έχοντας γίνει πε­
καϊ εύαρμοστότεροι γιγνόμενοι χρήσιμοι ώσιν εις τό
ρισσότερο κόσμιοι και ευπροσάρμοστοι, να είναι χ ρ ή ­
λέγειν τε καϊ πράττει ν' πάς γάρ ό βίος τού άνθρω­
σιμοι στο λ ό γ ο και στην π ρ ά ξ η . Γ ι α τ ί , σ' όλη του τ η
που ευρυθμίας τε καϊ εύαρμοστίας δεΐται. έτι τοίνυν
ζ ω ή ο ά ν θ ρ ω π ο ς χρειάζεται κοσμιότητα και προσαρ­
προς τούτοις εις παιδοτρίβου πέμπουσιν, ίνα τά σώ-
μοστικότητα. Ε π ι π λ έ ο ν , ύστερα α π ' α υ τ ά , τ α στέλ­
νουν στον π α ι δ ο τ ρ ί β η , προκειμένου, με περισσότερο

ιο8 Ι09
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ματα βελτίω έχοντες ύπηρετώσι τη διάνοια χρηστή ρ ω μ α λ έ α σ ώ μ α τ α , να υπηρετήσουν τ η χρηστή τους


e ούση, καϊ μή άναγκάζωνται άποδειλιάν διά τήν πο- σκέψη και να μην καταλήξουν, α π ό την α δ υ ν α μ ί α τ ω ν
νηρίαν τών σωμάτων χαϊ έν τοις πολέμοις χαϊ έν σ ω μ ά τ ω ν , δειλοί στον π ό λ ε μ ο και στις άλλες πράξεις.
ταΐς άλλαις πράξεσιν. χαϊ ταύτα ποιούσιν ο'ι μά­ Αυτά κάνουν όσοι διαθέτουν π ο λ ύ μ ε γ ά λ η δ ύ ν α μ η ' και
λιστα δυνάμενοι <μάλιστα>-μάλιστα δέ δύνανται ο'ι τ η μ ε γ α λ ύ τ ε ρ η δ ύ ν α μ η έχουν οι πιο πλούσιοι. Οι γιοι

πλουσιώτατοι-καϊ ο'ι τούτων ύεΐς, πρωαίτατα εις τους, ενώ αρχίζουν να συχνάζουν π ο λ ύ μικροί στους
58
δασκάλους, τους α π ο χ ω ρ ί ζ ο ν τ α ι π ο λ ύ μεγάλοι. Κι
διδασκάλων τής ηλικίας άρξάμενοι φοιτάν, όφιαί-
όταν π ι α φύγουν α π ό τους δασκάλους, η π ό λ η , τότε,
τατα άπαλλάττονται. έπειδάν δέ έκ διδασκάλων ά-
τους αναγκάζει να μάθουν τους νόμους και να ζουν
παλλαγώσιν, ή πόλις αύ τους τε νόμους αναγκάζει
σ ύ μ φ ω ν α μ' αυτούς (έχοντας τους γ ι α π ρ ό τ υ π ο ) , γ ι α
D μανθάνειν χαϊ κατά τούτους ζήν κατά παράδειγμα,
να μ η ν ενεργούν μόνοι τους στην τ ύ χ η . Α λ λ ά , ό π ω ς α­
ίνα μή αύτοϊ έφ ' αυτών εική πράττωσιν, άλλ ' άτε-
κριβώς οι γ ρ α μ μ α τ ο δ ι δ ά σ κ α λ ο ι , γ ι α όσα π α ι δ ι ά δεν έ­
χνώς ώσπερ ο'ι γραμματισταϊ τοΐς μήπω δεινοΐς
μ α θ α ν α κ ό μ η να γράφουν, τραβούν γ ρ α μ μ έ ς με τ η
γράφειν τών παίδων ύπογράφαντες γραμμάς τη
γ ρ α φ ί δ α κι έτσι δίνουν την π λ ά κ α στα π α ι δ ι ά και τ α
γραφίδι ούτω τό γραμματεΐον διδόασιν καϊ άναγ-
α ν α γ κ ά ζ ο υ ν να γ ρ ά φ ο υ ν με ο δ η γ ό τις γ ρ α μ μ έ ς , το ί­
κάζουσι γράφειν κατά τήν ύφηγησιν τών γραμμών, διο και η π ό λ η , αφού θέσει γ ι α π ρ ό τ υ π ο νόμους, ευρή­
ώς δέ καϊ ή πόλις νόμους ύπογράφασα, αγαθών καϊ μ α τ α ά ξ ι ω ν και π α λ α ι ώ ν νομοθετών, υποχρεώνει τους
παλαιών νομοθετών ευρήματα, κατά τούτους α­ πολίτες να κυβερνούν και να ά ρ χ ο ν τ α ι σύμφωνα μ' αυ­
ναγκάζει καϊ άρχειν καϊ άρχεσθαι. 3ς δ' άν έκτος τούς. Ό π ο ι ο ς τους παραβαίνει τον τιμωρεί, και τ ο όνο­
βαίνη τούτων, κολάζει, καϊ όνομα τη κολάσει ταύτη μ α γ ι α την τ ι μ ω ρ ί α α υ τ ή , σ' εσάς και σε π ο λ λ ά ά λ λ α
Ε καϊ παρ'ύμΐν καϊ άλλοθι πολλαχού, ώς εύθυνούσης μέρη, επειδή η δικαιοσύνη κάνει τον ά ν θ ρ ω π ο ευθύ, εί­
τής δίκης, εύθύναι. τοσαύτης ούν τής επιμελείας ού­ ναι ευθύνη. Μ ε τόση λοιπόν φροντίδα γ ι α την αρετή,
σης περϊ αρετής 'ιδία καϊ δημοσία, θαυμάζεις, ώ Σώ- στην ι δ ι ω τ ι κ ή και στη δημόσια ζ ω ή , αναρωτιέσαι,
Σ ω κ ρ ά τ η , και απορείς α ν μπορεί να διδαχθεί η αρετή;
Δεν πρέπει, ό μ ω ς , να αναρωτιέσαι, α λ λ ά , π ο λ ύ περισ-

I ΙΟ I II
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
κρατες, καϊ απορείς ε'ι διδακτόν έστιν αρετή; άλλ 'ού
σότερο, θα είχες δίκιο να το κάνεις αν δεν μπορούσε να
χρή θαυμάζειν, άλλα πολύ μάλλον ε'ι μή διδακτόν.
διδαχθεί.
Διά τί ούν τών αγαθών πατέρων πολλοί ύεΐς φαύ­
Γιατί, λοιπόν, πολλοί γιοι καλών πατέρων γίνονται
λοι γίγνονται; τούτο αύ μάθε' ουδέν γάρ θαυμαστόν,
κακοί; Μάθε επιπλέον και τούτο. Καθόλου, πράγμα­
είπερ αληθή έγώ έν τοΐς έμπροσθεν έλεγον, ότι τού- τι, δεν είναι παράδοξο, αν βέβαια τα προηγούμενα που
327 του τού πράγματος, τής αρετής, ε'ι μέλλει πόλις εί­ είπα ήταν σωστά, ότι αυτό το πράγμα, την αρετή, αν
ναι, ουδέ να δεΐ Ίδιωτεύειν. ε'ι γάρ δή δ λέγω ούτως πρόκειται να υπάρχει η πόλη, κανείς δεν πρέπει να το
έχει-έχει δέ μάλιστα πάντων ούτως-ένθυμήθητι αγνοεί. Γιατί, αν αυτό που λέω είναι έτσι - και είναι έ­
άλλο τών επιτηδευμάτων ότιοΰν χαϊ μαθημάτων τσι, περισσότερο από κάθε άλλο - κάνε μια επιλογή
προελόμενος. ε'ι μή οίον τ' ήν πόλιν είναι ει μή πάν­ και σκέψου οποιαδήποτε άλλη ασχολία ή μάθημα. Αν
τες αύληταϊ ήμεν όποιος τις έδύνατο έκαστος, καϊ δε γινόταν να σταθεί μια πόλη, παρά μόνο στην περί­
τούτο καϊ Ιδία καϊ δημοσία πάς πάντα καϊ έδίδασκε πτωση που όλοι ήμασταν αυλητές, όσο μπορούσε ο
καθένας, και αυτό καθένας το δίδασκε στον καθένα,
χαϊ έπέπληττε τόν μή καλώς αύλοΰντα, καϊ μή έ-
και ιδιαίτερα και δημόσια, και έπέπληττε όποιον δεν έ­
φθόνει τούτου, ώσπερ νΰν τών δικαίων καϊ τών νο-
παιζε καλά τον αυλό, και δεν τον στερούσε από κανέ­
Β μίμων ούδεϊς φθονεί ούδ' αποκρύπτεται ώσπερ τών
ναν, όπως τώρα κανείς δε στερεί ούτε αποκρύπτει τα
άλλων τεχνημάτων-λυσιτελεΐγάρ οΐμαι ήμίν ή αλ­
δίκαια και τα νόμιμα, όπως τις άλλες τέχνες - γιατί
λήλων δικαιοσύνη καϊ αρετή' διά ταύτα πάς παντϊ νομίζω π ω ς μας ωφελεί η μεταξύ μας δικαιοσύνη και
προθύμως λέγει καϊ διδάσκει καϊ τά δίκαια χαϊ τά αρετή' γι' αυτό καθένας πρόθυμα λέγει και διδάσκει
νόμιμα-ε'ι ούν ούτω χαϊ έν αύλήσει πάσαν προθυμί- στον καθένα τα δίκαια και τα νόμιμα - αν, λοιπόν, έ­
ανκαϊ άφθονίαν εΐχομεν αλλήλους διδάσκει ν, οίει άν τσι και στην τέχνη του αυλού είχαμε κάθε προθυμία
τι, έφη, μάλλον, ώ Σώχρατες, τών αγαθών αυλητών και γενναιοδωρία να διδάσκουμε ο ένας τον άλλο, νο­
αγαθούς αύλητάς τους ύεΐς γίγνεσθαι ή τών φαύ- μίζεις, είπε, Σωκράτη, ότι τα παιδιά των καλών αυ­
C λων; οΐμαι μέν ού, άλλα ότου έτυχε ν ό ύός εύφυέ- λητών θα γίνονταν καλοί αυλητές περισσότερο από τα
παιδιά των κακών; Νομίζω π ω ς όχι, αλλά όποιου ο

I 12
113
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

στατος γενόμενος εις αύλησιν, ούτος άν έλλόγιμος γιος έτυχε α π ό τ η φύση π ο λ ύ προικισμένος στην τ έ χ ν η
ηύξήθη, ότου δέ άφυής, άχλεής'καϊ πολλάκις μέν α­ του αυλού, αυτός μ ε γ α λ ώ ν ο ν τ α ς θα διακρίθηκε. Ό ­
γαθού αύλητού φαύλος άν απέβη, πολλάκις δ' άν ποιου, ό μ ω ς , δεν είχε τ η φυσική ικανότητα, θα έμεινε
φαύλου αγαθός' άλλ 'ουν αύληταίγ'άν πάντες ήσαν α φ α ν ή ς . Έ τ σ ι , πολλές φορές, ο γιος του καλού α υ λ η τ ή

Ίκανοϊ ώς προς τους Ίδιώταςκαϊ μηδέν αύλήσεως έ- θα κ α τ έ λ η γ ε ασήμαντος, ενώ, πολλές φορές, του κ α ­
κού ξακουστός. Α λ λ ά , π ά λ ι , όλοι θα ήταν ικανοί α υ λ η ­
παΐοντας. ούτως οίου καϊ νύν, όστις σοι άδικώτατος
τές σε σχέση με τους αδαείς, π ο υ δε θα γ ν ώ ρ ι ζ α ν κ α ­
φαίνεται άνθρωπος τών έν νόμοις καϊ άνθρώποις
θόλου την τ έ χ ν η του αυλού. Έ τ σ ι να πιστεύεις και τ ώ ­
D τεθραμμένων, δίκαιον αυτόν είναι καϊ δημιουργόν
ρα' ότι όποιος σου φαίνεται π ο λ ύ άδικος ά ν θ ρ ω π ο ς , α­
τούτου τού πράγματος, ει δέοι αυτόν κρίνεσθαι προς
νάμεσα σε α ν θ ρ ώ π ο υ ς π ο υ α ν α τ ρ ά φ η κ α ν με νόμους, ο
ανθρώπους οΐς μήτε παιδεία έστιν μήτε δικαστήρια
ίδιος είναι δίκαιος και δημιουργός αυτής της κ α τ ά σ τ α ­
μήτε νόμοι μηδέ ανάγκη μηδεμία διά παντός άναγ- σης, α ν πρέπει να τον συγκρίνουμε με α ν θ ρ ώ π ο υ ς οι ο­
κάζουσα αρετής έπιμελεΐσθαι, άλλ ' εΐεν άγριοι τίνες ποίοι δεν έχουν ούτε π α ι δ ε ί α , ούτε δικαστήρια, ούτε
οΐοίπερ ους πέρυσιν Φερεκράτης ό ποιητής έδίδαξεν νόμους, ούτε κανέναν εξαναγκ^.σμ.ό, π ο υ τους υ π ο χ ρ ε ­
έπϊ Αηναίω. ή σφόδρα έν τοΐς τοιούτοις άνθρώποις ώνει να φροντίζουν διαρκώς την αρετή, α λ λ ά είναι ά­
γενόμενος, ώσπερ ο'ι έν έκείνω τώ χορώ μισάνθρω- γριοι, σαν κι αυτούς π ο υ μας παρουσίασε πέρυσι ο ποι­
ποι, άγαπήσαις άν ε'ι έντύχοις Εύρυβάτω καϊ Φρυ- ητής Φερεκράτης 5 9 στα Λήναια. Αν, μάλιστα, βρισκό­
Ε νώνδα, καϊ άνολοφύραι ' άν ποθών τήν τών ένθάδε σουν α ν ά μ ε σ α σε τέτοιους α ν θ ρ ώ π ο υ ς , ό π ω ς οι μισάν-
ανθρώπων πονηρίαν. νύν δέ τρυφάς, ώ Σώκρατες, θ ρ ω π ο ι μέσα σ' εκείνο τ ο χορό της κ ω μ ω δ ί α ς , θα σου
διότι πάντες διδάσκαλοι εΐσιν αρετής καθ' όσον δύ­ άρεσε να συναντούσες τον Ε υ ρ υ β ά τ η και τον Φ ρ υ ν ώ ν -

νανται έκαστος, καϊ ουδείς σοι φαίνεται' ε'ιθ', ώσπερ δα 6 ° και θα θρηνολογούσες, ε π ι ζ η τ ώ ν τ α ς την πονηριά
τ ω ν ανθρώπων εδώ. Τ ώ ρ α όμως, Σωκράτη, απολαμ­
βάνεις το α γ α θ ό αυτό επειδή όλοι είναι δάσκαλοι της
αρετής, καθένας τους όσο μπορεί, και συ νομίζεις ότι
κανείς δεν τ η διδάσκει. Κ α ι μ ε τ ά , σα να ζητούσες ακρι-

114 115
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

άν ε'ι ζητοΐς τίς διδάσκαλος τού έλληνίζειν, ούδ' άν βώς να μάθεις ποιος είναι δάσκαλος της ελληνικής
328 εις φανείη, ουδέ γ'άν οϊμαι ει ζητοΐς τίς άν ήμίν δι- γλώσσας, κανένας δε θα φαινόταν. Ούτε, νομίζω, αν
δάξειεν τους τών χειροτεχνών ύεΐς αυτήν ταύτην ζητούσες να μάθεις ποιος δίδαξε στους γιους των τε­
τήν τέχνην, ήν δή παρά τού πατρός μεμαθήκασιν, χνιτών μας αυτή την τέχνη, την οποία έχουν μάθει α­
πό τον πατέρα τους, όσο μπορούσε ο ίδιος και οι φίλοι
καθ'όσον οϊός τ'ήν ό πατήρ καϊ ο'ι τού πατρός φίλοι
του πατέρα τους, που ασκούν την ίδια τέχνη" κι αυ­
όντες ομότεχνοι, τούτους ετι τίς άν διδάξειεν, ού ρά-
τούς, ακόμα, αν ζητούσες να μάθεις ποιος τους δίδαξε,
διον οϊμαι είναι, ώ Σώκρατες, τούτων διδάσκαλον
δεν είναι εύκολο, νομίζω, Σωκράτη, να βρεθεί ο δά­
φανήναι, τών δέ απείρων παντάπασι ράδιον, ούτω
σκαλος τους, ενώ είναι εύκολο να βρεθεί δάσκαλος για
δέ αρετής καϊ τών άλλων πάντων' άλλα κάν ε'ι όλί-
κείνους που δεν ξέρουν απολύτως τίποτε. Τ ο ίδιο ισχύ­
Β γον έστιν τις όστις διαφέρει ημών προβιβάσαι ε'ις ά­
ει και για την αρετή και για όλα τα άλλα. Αλλά, έστω
ρετήν, άγαπητόν. ών δή έγώ οΐμαι εις είναι, καϊ δι­ και λίγο να υπερέχει κάποιος από εμάς στην τέχνη της
άφερα ντως άν τών άλλων ανθρώπων όνήσαί τίνα καθοδήγησης στην αρετή, πρέπει να μας ικανοποιεί.
προς τό καλόν καϊ αγαθόν γενέσθαι, καϊ άξίως τού Έ ν α ς από αυτούς πιστεύω π ω ς είμαι εγώ, και πως θα
μισθού δν πράττομαι καϊ έτι πλείονος, ώστε χαϊ αύ­ μπορούσα, διαφορετικά από τους άλλους ανθρώπους,
τώ δοχεΐν τω μαθόντι. διά ταύτα καϊ τόν τρόπον τής να ωφελήσω κάποιον, και να γίνει καλός και αγαθός,
πράξεως τού μισθού τοιούτον πεποίημαι' έπειδάν και π ω ς αξίζω το μισθό που παίρνο,, και ακόμα μεγα­
γάρ τις παρ'εμού μάθη, έάν μέν βούληται, άποδέ- λύτερο, όπως πιστεύουν και οι ίδιοι οι μαθητές μου. Γι'
δωκεν δ έγώ πράττομαι άργύριον' έάν δέ μή, έλθών αυτό το λόγο, έχω κανονίσει να πληρώνομαι με συ­
e εις 'ιερόν, όμόσας όσου άν φή άξια είναι τά μαθήμα­ γκεκριμένο τρόπο. Γιατί, όταν κάποιος ολοκληρώσει
τα, τοσούτον κατέβηκε. τις σπουδές του κοντά μου, πληρώνει, c.v θέλει, το πο­
Τοιούτον σοι, έφη, ώ Σώκρατες, έγώ καϊ μύθο ν σό που εγώ ζητώ. Αν όμο^ς όχι, αφού πάει σε κάποιο
ναό και πάρει όρκο για την αξία των μαθημάτων, κα­
ταθέτει εκεί τα χρήματα.
Τέτοιο μύθο και λόγο, Σωκράτη, είχα εγώ να σου

117
ιι6
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

καϊ λόγον είρηκα, ώς διδακτόν αρετή καϊ Αθηναίοι π ω : ότι η αρετή μπορεί να διδαχθεί, και π ω ς έτσι π ι ­
ούτως ηγούνται, και ότι ουδέν θαυμαστόν τών αγα­ στεύουν οι Αθηναίοι, και, επιπλέον, ότι δεν είναι καθό­

θών πατέρων φαύλους ύεΐς γίγνεσθαι καϊ τών φαύ­ λου π α ρ ά δ ο ξ ο οι γιοι τ ω ν κ α λ ώ ν π α τ έ ρ ω ν να γίνονται
κακοί και τ ω ν κ α κ ώ ν καλοί, αφού και οι γιοι του Π ο ­
λων αγαθούς, έπεϊ καϊ ο'ι Πολυκλείτου ύεΐς, Παρά­
λυκλείτου, π ο υ είναι στην ίδια ηλικία με τον Π ά ρ α λ ο
λου καϊ Ξανθίππου τούδε ήλικιώται, ουδέν προς τόν
και τον Ξ ά ν θ ι π π ο αυτόν ε δ ώ , δεν είναι τ ί π ο τ α μ π ρ ο ­
πατέρα ε'ισίν, καϊ άλλοι άλλων δημιουργών, τώνδε
στά στον π α τ έ ρ α τους, ό π ω ς και άλλοι, ά λ λ ω ν τεχνι­
D δέ ούπω άξιον τούτο κατηγορεΐν έτι γάρ έν αύτόΐς
τ ώ ν . Ό μ ω ς , α κ ό μ η δεν είναι σωστό να τους κ α τ η γ ο ­
εΐσιν ελπίδες' νέοι γάρ. ρούμε. Γ ι α τ ί , γ ι ' αυτούς υ π ά ρ χ ο υ ν α κ ό μ η ελπίδες, ε­
Πρωταγόρας μέν τοσαύτα καϊ τοιαύτα έπιδειξά- π ε ι δ ή είναι νέοι.
μενος άπεπαύσατο τού λόγου, καϊ έγώ έπϊ μέν πο­ Ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς , τ ώ ρ α , αφού έκανε την επίδειξη του
λύν χρόνον κεκηλημένος έτι προς αυτόν έβλεπον ώς με τόσα και τέτοια λ ό γ ι α , σταμάτησε να μιλά. Κι ε­
έρούντά τι, επιθυμώ ν άκουε ιν' έπεϊ δέ δή ησθόμην γ ώ , γ ι α π ο λ λ ή ώ ρ α , συνέχιζα να τον κ ο ι τ ά ζ ω γοητευ­
ότι τώ όντι πεπαυμένος είη, μόγις πως έμαυτόν μένος, με την ε λ π ί δ α ότι θα πει κ ά τ ι και την επιθυμία
ώσπερεϊ συναγείρας εΐπον, βλέφας προς τόν'Ιππο­ να τον α κ ο ύ ω . Ό τ α ν ό μ ω ς κ α τ ά λ α β α ότι, π ρ α γ μ α τ ι ­
κράτη' ~Ω παΐ Απολλοδώρου, ώς χάριν σοι έχω ότι κ ά , είχε σταματήσει να μ ι λ ά , μόλις π ο υ κατάφερα κ ά ­
προύτρεφάς με ώδε άφικέσθαι ' πολλού γάρ ποιοΰ- π ω ς να συνέλθω, γύρισα στον Ι π π ο κ ρ ά τ η και είπα. -
Ε μαι άκηκοέναι α άκήκοα Πρωταγόρου. έγώ γάρ έν Γιε του Α π ο λ λ ό δ ω ρ ο υ , π ό σ η ε υ γ ν ω μ ο σ ύ ν η σου χ ρ ω ­
μέν τώ έμπροσθενχρόνω ήγούμην ούκ είναι άνθρω- σ τ ώ , π ο υ με παρακίνησες να έλθω ε δ ώ . Τ ο θ ε ω ρ ώ π ο ­

πίνην έπιμέλειαν η άγαθοϊ ο'ι άγαθοϊ γίγνονται ' νΰν λύ σημαντικό π ο υ άκουσα όσα άκουσα α π ό τον Π ρ ω ­

δέ πέπεισμαι. πλην σμικρόν τί μοι έμ ποδών, δ δήλο ν τ α γ ό ρ α . Γ ι α τ ί ε γ ώ , μέχρι τ ώ ρ α , πίστευα ότι δεν υ π ά ρ ­
χει α ν θ ρ ώ π ι ν η μέριμνα, με την ο π ο ί α οι καλοί γίνο­
ότι Πρωταγόρας ραδίως έπεκδιδάξει, επειδή καϊ τά
νται καλοί" τ ώ ρ α , ό μ ω ς , έ χ ω πεισθεί π ω ς υπάρχει. Υ­
π ά ρ χ ε ι α κ ό μ η ό μ ω ς , γ ι α μένα, ένα μικρό εμπόδιο,
π ο υ , ολοφάνερα, ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς θα τ ο ξεκαθαρίσει εύ-

119
ιι8
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

πολλά ταύτα έξεδίδαξεν. καϊ γάρ ει μέν τις περϊ αύ- κολα, αφού (αποσαφήνισε όλα αυτά τα πράγματα.
329 τών τούτων συγγένοιτο ότωοΰν τών δημηγόρων, Γιατί αν κάποιος, γι' αυτά τα ίδια θέματα, πήγαινε σε
τάχ' άν καϊ τοιούτους λόγους άκούσειεν ή Περικλέ­ οποιονδήποτε πολιτικό ρήτορα, ίσως να άκουγε και
ους ή άλλου τινός τών ικανών ειπείν' ε'ι δέ έπανέ- παρόμοιους λόγους, είτε από τον Περικλή είτε από κά­
ροιτό τινά τι, ώσπερ βιβλία ουδέν εχουσιν ούτε άπο- ποιον άλλον ικανό αγορητή. Αν, όμως, ρωτούσε κά­
κρίνασθαι ούτε έρέσθαι, άλλ ' έάν τις καϊ σμικρόν ε­ ποιον κάτι παραπάνω, όπως ακριβώς τα βιβλία, 61 αυ­

περώτηση τι τώνρηθέντων, ώσπερ τάχαλκία πλη­ τοί δεν είναι σε θέση ούτε να απαντήσουν ούτε να ρω­
τήσουν. Αλλά, αν κάποιος ζητήσει έστω και μικρή ε­
γέντα μακρόν ήχεΐκαϊ αποτείνει έάν μή έπιλάβηταί
ξήγηση για όσα έχουν ειπωθεί, όπως ακριβώς τα χάλ­
τις, καϊ ο'ι ρήτορες ούτω, σμικρά ερωτηθέντες δό-
κινα σκεύη, όταν τα χτυπήσει κάποιος, ηχούν για με­
Β λιχον κατατείνουσι τού λόγου. Πρωταγόρας δέ όδε
γάλο διάστημα και συνεχίζουν, αν κάποιος δεν τα συ­
Ικανός μέν μακρούς λόγους καϊ καλούς ειπείν, ώς
γκρατήσει, έτσι και οι ρήτορες, ένα τόσο μικρό ερώτη­
αυτά δηλοΐ, ικανός δέ καϊ 'ερωτηθείς άποκρίνασθαι
μα αν τους θέσουν, μπαίνουν σ' ένα μακρύ δρόμο λό­
κατά βραχύ καϊ έρόμενος περιμεΐναί τε καϊ άποδέ-
γου. Ο Πρωταγόρας όμως, εδώ, είναι ικανός και μα­
ξασθαι τήν άπόκρισιν, ά ολίγοις έστϊ παρεσκευα- κροσκελείς και ωραίους λόγους να αναπτύσσει, όπως
σμένα. νΰν ούν, ώ Πρωταγόρα, σμικρού τίνος ενδε­ δείχνουν τα πράγματα, αλλά είναι επίσης ικανός, ό­
ής είμ ι πάντ ' έχει ν, ει μοι άποκρίναιο τόδε. ταν τον ρωτήσουν κάτι, να απαντήσει σύντομα, κι ό­
Τήν άρετήν φής διδακτόν είναι, και έγώ είπερ άλ- ταν ο ίδιος ρωτήσει, να περιμένει και να ακούσει την
λω τω ανθρώπων πειθοίμην άν, καϊ σοι πείθομαι' δ απάντηση, χαρακτηριστικά που έχουν λίγοι άνθρω­
C δ ' έθαύμασά σου λέγοντος, τούτο μοι έν τη φυχή ά- ποι. Τ ώ ρ α λοιπόν, Πρωταγόρα, κάτι μικρό μου λεί­
πει, για να έχω τα πάντα, αρκεί να μου απαντήσεις
στο εξής.
Λες ότι η αρετή μπορεί να διδαχτεί, κι εγώ πιστεύω
εσένα περισσότερο α π ' όσο θα πίστευα οποιονδήποτε
άλλο άνθρωπο. Κάτι, όμως, που με παραξένεψε στα

120 121
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ποπλήρωσον. έλεγες γάρ ότι ό Ζευς τήν δικαιοσύνην λόγια σου, σε παρακαλώ να μου το εξηγήσεις.Έλεγες,
καϊ τήν αιδώ πέμφειε τοΐς άνθρώποις, καϊ αύ πολ- πράγματι, ότι ο Δίας έστειλε στους ανθρώπους τη δι­
62
λαχοΰ έν τοΐς λόγοις έλέγετο υπό σοΰ ή δικαιοσύνη καιοσύνη και την αιδώ, και, σε πολλές περιπτώσεις,
καϊ σωφροσύνη καϊ όσιότης καϊ πάντα ταύτα ώς έν πάλι, με όσα έλεγες εννοούσες ότι η δικαιοσύνη και η
τι εΐη συλλήβδην, αρετή' ταΰτ'ούν αυτά δίελθέμοι σωφροσύνη και η οσιότητα, και όλα αυτά μαζί, είναι έ­
ακριβώς τω λόγω, πότερον εν μέν τί έστιν ή αρετή, να πράγμα, η αρετή. Αυτά, λοιπόν, εξήγησε μου σε
μόρια δέ αυτής έστιν ή δικαιοσύνη καϊ σωφροσύνη παρακαλώ με λεπτομέρειες. Τι από τα δυο ισχύει: εί­
ναι ένα πράγμα η αρετή και μέρη της είναι η δικαιοσύ­
D καϊ όσιότης, ή ταΰτ'έστιν α νυνδή έγώ έλεγον πάν­
νη και η σωφροσύνη και η οσιότητα, ή αυτά, που ανέ­
τα ονόματα τού αυτού ενός όντος. τοΰτ'έστιν δ έτι
φερα μόλις τώρα, είναι όλα ονόματα του ίδιου και μο­
έπι ποθώ.
ναδικού πράγματος; Αυτό είναι που θέλω ακόμα.
'Αλλάράδιον τούτο γ', έφη, ώ Σώκρατες, άποκρί-
- Μ α είναι εύκολο, Σωκράτη, είπε, να απαντήσω σ'
νασθαι, ότι ενός όντος τής αρετής μόρια έστιν ά έ­
αυτό, ότι η αρετή είναι μία και μέρη της αυτά που ρω­
ρωτας. - Πότερον, εφην, ώσπερ προσώπου τά μόρια τάς. - Π ώ ς ακριβώς, είπα" όπο^ς είναι μέρη τα μέρη του
μόρια έστιν, στόμα τε καϊ ρις καϊ οφθαλμοί και ώτα, προσώπου, το στόμα κι η μύτη και τα μάτια και τ ' αυ­
ή ώσπερ τά τού χρυσού μόρια ουδέν διαφέρει τά έ­ τιά, ή όπως τα μόρια του χρυσού, που δε διαφέρουν το
τερα τών ετέρων, αλλήλων καϊ τού όλου, άλλ 'ή με- ένα από τ ' άλλο, μεταξύ τους και ως προς το σύνολο,
γέθει καϊ σμικρότητι; - Έκείνως μοι φαίνεται, ώ παρά μόνο στο μέγεθος ή στη μικρότητα; - Μου φαί­
Ε Σώχρατες, ώσπερ τά τού προσώπου μόρια έχει προς νεται, Σωκράτη, ότι υφίσταται η πρώτη σχέση, εκείνη
τό όλον πρόσωπον. - Πότερον ούν, ήν δ' έγώ, καϊ που υπάρχει ανάμεσα στα μέρη του προσώπου και σε
μεταλαμβάνουσιν οι άνθρωποι τούτων τών τής α­ ολόκληρο το πρόσωπο. - Λοιπόν, τι γίνεται ακριβώς,
ρετής μορίων ο'ι μέν άλλο, ο'ι δέ άλλο, ή ανάγκη, έ- είπα εγώ" οι άνθρωποι παίρνουν, από τα μέρη αυτά
άνπερ τις έν λάβη, άπαντα έχειν; - Ουδαμώς, έφη, της αρετής, άλλοι το ένα και άλλοι το άλλο, ή αναγκα­
έπεϊ πολλοί ανδρείοιεΐσιν, άδικοι δέ, καϊ δίκαιοι αύ, στικά, αν κάποιος αποκτήσει το ένα, τα έχει όλα; -Κα­
θόλου, είπε, αφού πολλοί είναι ανδρείοι αλλά άδικοι

122 123
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

σοφοϊ δέ ού. - Έστιν γάρ ούν καϊ ταύτα μόρια τής και άλλοι, πάλι, είναι δίκαιοι, όμως όχι σοφοί. - Είναι
330 αρετής, έφην έγώ, σοφία τε καϊ ανδρεία; - Πάντων πράγματι, λοιπόν, και αυτά μέρη της αρετής, είπα ε­
μάλιστα δήπου, έφη' καϊ μέγιστόν γε ή σοφία τών γ ώ , η σοφία και η ανδρεία; - Περισσότερο α π ' όλα α­
μορίων. - Έκαστον δέ αυτών έστιν, ήν δ'έγώ, άλλο, σφαλώς, είπε. Kat το σπουδαιότερο από τα μέρη είναι
τό δέ άλλο; - Ναι. - Ή καϊ δύναμιν αυτών έκαστον η σοφία. - Καθένα όμως α π ' αυτά, είπα εγώ, είναι άλ­
ιδίαν έχει, ώσπερ τά τού προσώπου; ούκ έστιν ο­ λο το ένα κι άλλο το άλλο; -Ναι. - Και το καθένα τους
φθαλμός οίον τά ώτα, ούδ' ή δύναμις αυτού ή αυτή" έχει, στ' αλήθεια, διαφορετικά χαρακτηριστικά, όπως
ουδέ τών άλλων ουδέν έστιν οίον τό έτερον ούτε κα­ τα μέρη του προσώπου; Γιατί το μάτι δεν είναι όπως

τά τήν δύναμιν ούτε κατά τά άλλα' άρ 'ούν ούτω καϊ τα αυτιά, ούτε και τα χαρακτηριστικά του είναι ίδια.
Και από τα υπόλοιπα, κανένα δεν είναι όπως το άλ­
Β τά τής αρετής μόρια ούκ έστιν τό έτερον οίον τό έ­
λο, ούτε στα χαρακτηριστικά ούτε ως προς τα άλλα.
τερον, ούτε αυτό ούτε ή δύναμις αυτού; ή δήλα δή
Άρα, λοιπόν, και τα μέρη της αρετής διαφέρουν το ένα
ότι ούτως έχει, είπερ τώ παραδείγματι γε εοικε; -
από το άλλο, τόσο στην ουσία όσο και στα χαρακτη­
Αλλ ' ούτως, έφη, έχει, ώ Σώκρατες. - Καϊ έγώ εΐ­
ριστικά τους; Ή , κιόλας, είναι φανερό πως αυτό συμ­
πον' Ουδέν άρα έστιν τών τής αρετής μορίων άλλο
βαίνει, αν βέβαια το παράδειγμα μας είναι εύστοχο; -
οίον επιστήμη, ούδ' οίον δικαιοσύνη, ούδ' οίον αν­
Μα έτσι συμβαίνει, Σωκράτη, είπε. - Κι εγώ είπα' κα­
δρεία, ούδ' οίον σωφροσύνη, ούδ' οίον όσιότης. - νένα άλλο, συνεπώς, από τα μέρη της αρετής δεν είναι
Ούκ έφη. -Φέρε δή, έφην έγώ, κοινή σκεφώμεθα σαν την επιστήμη, ούτε σαν τη δικαιοσύνη, ούτε σαν
ποΐόν τι αυτών έστιν έκαστον. πρώτον μέν τό τοι- την ανδρεία, ούτε σαν τη σωφροσύνη, ούτε σαν την ο­
C όνδε' ή δικαιοσύνη πράγμα τί έστιν ή ουδέν πράγ­ σιότητα. - Ό χ ι , είπε. - Εμπρός λοιπόν, είπα εγώ, ας
μα; έμοϊ μέν γάρ δοκεΐ' τί δέ σοί; - Κάμοί, έφη. - Τί εξετάσουμε μαζί τι π ρ ά γ μ α είναι το καθένα τους χ ω ­
Τ
ούν; ει τις έροιτο έμέ τε καϊ σέ' « Ω Πρωταγόρα τε ριστά. Και, πρώτα πρώτα, ως εξής. Είναι η δικαιοσύ­
νη συγκεκριμένο π ρ ά γ μ α ή όχι; Εμένα μου φαίνεται
π ω ς ναι, εσένα; - Και σε μένα το ίδιο, είπε. - Τι είναι
λοιπόν; Αν κάποιος ρωτούσε κι εμένα και σένα, "Πεί-

124 125
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

καϊ Σώκρατες, είπετον δή μοι, τούτο τό πράγμα δ τε μου λοιπόν, εσείς οι δυο, Πρωταγόρα και Σωκρά­
ώνομάσατε άρτι, ή δικαιοσύνη, αυτό τούτο δίκαιον τη, το πράγμα αυτό, που αναφέρατε πριν λίγο, η δι­
έστιν ή άδικον;» έγώ μέν άν αύτώ άποκριναίμην ότι καιοσύνη, το ίδιο αυτό, είναι δίκαιο ή άδικο;" Ε γ ώ θα
δίκαιον' σύ δέ τίν'άν φήφον θείο; τήν αυτήν έμοϊ ή του απαντούσα πως είναι δίκαιο. Εσύ τι ψήφο θα έδι­
άλλην; - Τήν αυτήν, έφη. - Έστιν άρα τοιούτον ή νες; Την ίδια με τη δική μου ή άλλη; - Την ίδια, είπε.
δικαιοσύνη οίον δίκαιον είναι, φαίην άν έγωγε άπο- - Τέτοιο πράγμα, επομένως, είναι η δικαιοσύνη, δί­
καιο δηλαδή, θα έλεγα εγώ, απαντώντας σ' εκείνον
D κρινόμενος τω ερωτώντι ' ούκοΰνκαϊ σύ; - Ναί, έφη.
που μας ρώτησε. Τ ο ίδιο κι εσύ; - Ναι, είπε. - Αν λοι­
- ΕΊ ούν μετά τούτο ημάς έροιτο' «Ούκοΰν καϊ ο­
πόν, μετά α π ' αυτό, μας ρωτούσε: "συμφωνείτε, επο­
σιότητα τινά φάτε είναι;» φαΐμεν άν, ώς έγωμαι. -
μένως, ότι υπάρχει και η οσιότητα;" Θα συμφωνούσα­
Ναί, ή δ' ός. - «Ούκοΰν φάτε καϊ τούτο πράγμα τι
με, νομίζω εγώ. - Ναι, είπε κι εκείνος. - "Δέχεσθε, λοι­
είναι;» φαΐμεν άν" ή ού; - Καϊ τούτο συνέφη. - πόν, ότι και αυτή είναι συγκεκριμένο π ρ ά γ μ α ; " Θα το
«Πότερον δέ τούτο αυτό τό πράγμα φάτε τοιούτον δεχόμασταν ή όχι; -Θα το δεχόμασταν κι αυτό, συμ­
πεφυκέναι οίον άνόσιον είναι ή οίον όσιον;» φώνησε. - "Ισχυρίζεστε, τότε, ότι το ίδιο αυτό πράγμα
άγανακτήσαιμ ' άν έγωγ', έφην, τω έρωτήματι, καϊ είναι τέτοιο από τη φύση του, ώστε να είναι ανόσιο ή
Ε είποιμ ' άν' Εύφήμει, ώ άνθρωπε" σχολή μεντάν τι όσιο;" Θα οργιζόμουν εγώ, είπα, μ' αυτή την ερώτη­
άλλο όσιον είη, ει μή αυτή γε ή όσιότης όσιον έσται. ση και θα έλεγα: μη μιλάς έτσι, άνθρωπε' γιατί, τι άλ­
τί δέ σύ; ούχ ούτως άν άποκρίναιο; - Πάνυ μέν ούν, λο θα ήταν όσιο, αν δεν ήταν η ίδια η οσιότητα; Τι θα
έφη. έλεγες εσύ; Δε θα απαντούσες έτσι; - Βεβαιότατα, εί­
Ει ούν μετά τούτο είποι ερωτών ημάς" «Πώς ούν πε.
ολίγον πρότερον έλέγετε; άρ' ούκ ορθώς υμών κα- -Αν λοιπόν, μετά α π ' αυτό, συνέχιζε να μας ρωτά:
τήκουσα; έδόξατέ μοι φάναι <τά> τής αρετής μόρια " Τ ι λέγατε όμως πριν λίγο; Μ ή π ω ς δε σας άκουσα
είναι ούτως έχοντα προς άλληλα, ώς ούκ είναι τό έ­ καλά; Μου φάνηκε π ω ς είπατε, ότι τα μέρη της αρε­
τής έχουν τέτοια σχέση μεταξύ τους, ώστε καθένα τους
τερον αυτών οίον τό έτερον"» είποιμ ' άν έγωγε ότι
να είναι διαφορετικό από το άλλο." Ε γ ώ , τότε, θα ε­

126 ι 27
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

τά μέν άλλα ορθώς ήκουσας, ότι δέ καϊ έμέ οίει λ ε γ α ότι τ α ά λ λ α σ ω σ τ ά τ α άκουσες' παράκουσες ό­
331 είπεΐν τούτο, παρήκουσας' Πρωταγόρας γάρ όδε μ ω ς , γ ι α τ ί νομίζεις ότι αυτό τ ο είπα κι ε γ ώ ' π ρ ά γ μ α ­
ταύτα άπεκρίνατο, έγώ δέ ήρώτων. ε'ι ούν είποι' τι ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς , ε δ ώ , έδωσε α υ τ ή την α π ά ν τ η σ η . Ε ­
«Αληθή όδε λέγει, ώ Πρωταγόρα; σύ φης ούκ είναι γ ώ έκανα την ερώτηση. Αν λοιπόν μ α ς πει: "Αλήθεια
τό έτερον μόριον οίον τό έτερον τών τής αρετής; σος λέει αυτός ε δ ώ , Π ρ ω τ α γ ό ρ α ; Εσύ υποστηρίζεις ότι το
ούτος ό λόγος εστίν;» τί αν αύτώ άποκρίναιο; - ένα μέρος της αρετής δεν είναι ίδιο με το ά λ λ ο ; Δικός
Ανάγκη, έφη, ώ Σώκρατες, όμολογεΐν. σου είναι ο ισχυρισμός αυτός;" Τ ι θα του απαντούσες;
- Ε ί μ α ι α ν α γ κ α σ μ έ ν ο ς , είπε, Σ ω κ ρ ά τ η , να συμφωνή­
Τί ούν, ώ Πρωταγόρα, άποκρινούμεθα αύτώ,
σω.
ταύτα όμολογήσαντες, έάν ημάς έπανέρηται ' «Ούκ
-Αφού συμφωνήσαμε σ' αυτά, Π ρ ω τ α γ ό ρ α , τι θα του
άρα έστιν όσιότης οίον δίκαιον είναι πράγμα, ουδέ
α π α ν τ ή σ ο υ μ ε λοιπόν, αν μας ρωτήσει ξανά: " Δ ε ν είναι
δικαιοσύνη οίον όσιον άλλ ' οίον μή όσιον' ή δ' όσι­
ε π ο μ έ ν ω ς η οσιότητα έτσι, ώστε να είναι δίκαιο π ρ ά γ ­
ότης οίον μή δίκαιον, άλλ ' άδικον άρα, τό δέ άνόσι-
μ α , ούτε η δικαιοσύνη έτσι, ώστε να είναι όσιο, α λ λ ά
Β ον;» τί αύτώ άποκρινούμεθα; έγώ μέν γάρ αυτός υ­
έτσι, ώ σ τ ε να είναι ανόσιο; Κ α ι η οσιότητα είναι έτσι,
πέρ γε έμαυτοΰ φαίην άν καϊ τήν δικαιοσύνην όσιον
ώ σ τ ε να είναι μ η δίκαιο π ρ ά γ μ α , και επομένως άδικο,
είναι καϊ τήν οσιότητα δίκαιον' καϊ υπέρ σοΰ δέ, ει
και η δικαιοσύνη ανόσιο;" 6 3 Τ ι θα του α π α ν τ ή σ ο υ μ ε ;
με έφης, ταύτα άν ταύτα άποκρινοίμην, ότι ήτοι Ε γ ώ βέβαια, γ ι α τον εαυτό μου, θα ισχυριζόμουν ότι
ταύτόν γ' έστιν δικαιότης όσιότητι ή ότι όμοιότα- και η δικαιοσύνη είναι όσιο και η οσιότητα δίκαιο
τον, καϊ μάλιστα πάντων ή τε δικαιοσύνη οίον όσι­ π ρ ά γ μ α . Α λ λ ά και γ ι α δικό σου λ ο γ α ρ ι α σ μ ό , αν μου
ότης καϊ ή όσιότης οίον δικαιοσύνη, άλλ ' δρα ε'ι δι- επέτρεπες, θα έδινα την ίδια α π ά ν τ η σ η ' ότι, δ η λ α δ ή ,
ακωλύεις άποκρίνεσθαι, ή καϊ σοϊ συνδοκεΐούτως. - είτε η δ ι κ α ι ό τ η τ α είναι το ίδιο π ρ ά γ μ α με την οσιότη­
τ α , είτε κ ά τ ι π ο λ ύ όμοιο και, επιπλέον, ότι η δικαιοσύ­
νη μοιάζει π ρ ο π ά ν τ ω ν με την οσιότητα και η οσιότη­
τ α με τ η δικαιοσύνη. Σκέψου, μόνο, αν με εμποδίζεις
να δ ώ σ ω α υ τ ή την α π ά ν τ η σ η ή και συ νομίζεις το ίδιο.

128 129
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

C Ού πάνυ μοι δοκεΐ, έφη, ώ Σώκρατες, ούτως άπλοΰν - Καθόλου δε νομίζω, Σωκράτη, είπε, ότι το πράγμα
είναι, ώστε συγχωρήσαι τήν τε δικαιοσύνην όσιον είναι τόσο απλό, ώστε να συμφωνήσω π ω ς η δικαιο­
είναι καϊ τήν οσιότητα δίκαιον, άλλα τί μοι δοκεΐ έν σύνη είναι όσιο πράγμα και η οσιότητα δίκαιο, αλλά
αύτώ διάφορον είναι, άλλα τί τούτο διαφέρει; έφη' ει πιστεύω ότι έχουν κάποια διαφορά. Αλλά τι σημασία
γάρ βούλει, έστω ήμΐν καϊ δικαιοσύνη όσιον καϊ ό­ έχει; είπε' αν θέλεις, ας δεχτούμε ότι και η δικαιοσύνη
σιότης δίκαιον. - Μή μοι, ήν δ' έγώ' ουδέν γάρ δέ­ είναι όσιο π ρ ά γ μ α και η οσιότητα δίκαιο. ·
ομαι τό «ε'ι βούλει» τούτο καϊ «ει σοι δοκεΐ» έλέγ- - Ό χ ι , είπα εγώ' καθόλου δε μ' ενδιαφέρει να εξετά­
χεσθαι, άλλ 'έμέ τε καϊ σέ' τό δ' «έμέ τε καϊ σέ» τού­ ζω αν θέλεις αυτό και αν σου αρέσει, αλλά να ελέγχω
το λέγω, ο'ιόμενος ούτω τόν λόγον βέλτιστ' αν έ- εμένα και σένα. Και λέω εμένα και σένα, γιατί πι­

λέγχεσθαι, εί τις τό «ει» άφέλοι αύτοΰ. - Αλλά μέν- στεύω ότι έτσι ελέγχεται άριστα ο λόγος, αν κάποιος
αφαιρέσει α π ' αυτόν το " α ν " . - Ό μ ω ς , είπε εκείνος, η
D τοι, ή δ ' δς, προσέοικέν τι δικαιοσύνη όσιότητι ' καϊ
δικαιοσύνη μοιάζει κάπως με την οσιότητα' γιατί, με
γάρ ότιοΰν ότωοΰν άμή γέ πη προσέοικέν. τό γάρ
κάποιον τρόπο, οποιοδήποτε πράγμα μοιάζει με ο­
λευκόν τώ μέλανι έστιν όπη προσέοικέν, καϊ τό
ποιοδήποτε άλλο. Πράγματι, το λευκό μοιάζει κατά
σκληρόν τωμαλακώ, καϊ τάλλα α δοκεΐ έναντιώτα- κάποιον τρόπο με το μαύρο και το σκληρό με το μα­
τα είναι άλλί]λοις' καϊ α τότε έφαμεν άλλην δύναμιν λακό και τα άλλα, που φαίνονται τελείως διαφορετικά
έχειν καϊ ούκ είναι τό έτερον οίον τό έτερον, τά τού μεταξύ τους. 64 Και όσα είπαμε πριν ότι έχουν άλλα
προσώπου μόρια, άμή γέ πη προσέοικέν καϊ έστιν τό χαρακτηριστικά, και δεν είναι το ένα όπως το άλλο, τα
έτερον οίον τό έτερον, ώστε τούτω γε τω τρόπω κάν μέρη του προσώπου δηλαδή, κατά κάποιον τρόπο
ταύτα έλέγχοις, ε'ι βούλοιο, ώς απαντά έστιν όμοια μοιάζουν μεταξύ τους και είναι το ένα όπως το άλλο.
Ε άλλήλοις. άλλ ' ούχϊ τά όμοιόν τι έχοντα όμοια δί­ Έ τ σ ι λοιπόν, και μ' αυτό τον τρόπο, αν ήθελες, θα
καιον καλεΐν, ουδέ τά άνόμοιόν τι έχοντα ανόμοια, μπορούσες να αποδείξεις ότι όλα μοιάζουν μεταξύ
τους. Δεν είναι σωστό, όμως, να ονομάζουμε όμοια ό­
σα έχουν κάποια ομοιότητα, ούτε ανόμοια όσα έχουν
κάποια διαφορά, ακόμη κι αν η ομοιότητα μεταξύ τους

130 131
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

κάν πάνυ σμικρόν έχη τό όμοιον. - Καϊ έγώ θαυμά- είναι πολύ μικρή. -Κι εγώ απόρησα μ' αυτά και του εί­
σας εΐπον προς αυτόν' Ή γάρ ούτω σοι τό δίκαιον π α ' "αλήθεια, τέτοια σχέση νομίζεις π ω ς έχουν το δί­
καϊ τό όσιον προς άλληλα έχει, ώστε όμοιόν τι σμι­ καιο και το όσιο, ώστε η ομοιότητα τους να είναι μι­
κρόν έχειν άλλήλοις; - Ού πάνυ, έφη, ούτως, ού κρή;" - Ό χ ι απολύτως έτσι, είπε' ούτε πάλι, όμως, ό­
332 μεντοι ουδέ αύ ώς σύ μοι δοκεΐς οίεσθαι. - Αλλά π ω ς εσύ φαίνεται να πιστεύεις. - Ό μ ω ς , είπα εγώ, ε­
μήν, έφην έγώ, επειδή δυσχερώς δοκεΐς μοι έχειν πειδή νομίζω σε στενοχωρεί αυτό το ζήτημα, ας το α­
προς τούτο, τούτο μέν έάσωμεν, τόδε δέ άλλο ών έ­ φήσουμε κι ας εξετάσουμε ένα άλλο α π ' όσα έλεγες, το
λεγες έπισκεφώμεθα. εξής·

Άφροσύνην τι καλείς; - Έφη. - Τούτω τω πράγ­ Υπάρχει κάτι που τ ' ονομάζεις αφροσύνη; -Ναι, είπε.
-Η σοφία δεν είναι εντελώς αντίθετη σ' αυτό το πράγ­
ματι ού πάν τουναντίον έστιν ή σοφία; - Έμοιγε δο­
μα; -Ετσι πιστεύω, είπε. -Κι όταν οι άνθρωποι ενερ­
κεΐ, έφη. - Πότερον δέ όταν πράττωσιν άνθρωποι
γούν σωστά και ωφέλιμα, μήπως τότε σου φαίνονται
ορθώς τε καϊ ώφελίμως, τότε σωφρονεΐν σοι δοκοΰ-
σώφρονες, ενεργώντας έτσι, ή θα ήταν σώφρονες αν έ­
σιν ούτω πράττοντες, ή [ε'ι] τουναντίον [έπρατταν];
καναν το αντίθετο; -Τότε είναι σώφρονες, είπε. -Δε γί­
Β - Σωφρονεΐν, έφη. - Ούκοΰν σωφροσύνη σωφρονοΰ- νονται λοιπόν σώφρονες με τη σωφροσύνη; -Αναγκα­
σιν; - Ανάγκη. - Ούκοΰν ο'ι μή ορθώς σωφροσύνη στικά, είπε. - Όσοι, επομένως, ενεργούν όχι σωστά,
σωφρονοΰσιν; - Ανάγκη. - Ούκοΰν ο'ι μή ορθώς δεν είναι αλήθεια π ω ς ενεργούν με αφροσύνη και, ενερ­
πράττοντες άφρόνως πράττουσιν καϊ ού σωφρονοΰ­ γώντας έτσι, είναι όχι σώφρονες; - Τ ο πιστεύω κι εγώ,
σιν ούτω πράττοντες; - Συνδοκεΐμοι, έφη. - Του­ είπε. - Κάποιος, λοιπόν, να ενεργεί με αφροσύνη είναι
ναντίον άρα έστιν τό άφρόνως πράττει ν τω σωφρό- αντίθετο από το να ενεργεί με σωφροσύνη; - Εκείνο.
νως; - Έφη. - Ούκοΰν τά μέν άφρόνως πραττόμενα συμφώνησε. - Ό σ α , λοιπόν, γίνονται χωρίς σύνεση γί­
αφροσύνη πράττεται, τά δέ σωφρόνως σωφροσύνη; νονται με απερισκεψία και όσα γίνονται με σύνεση γί­
- Ώμολόγει. - Ούκοΰν ει τι Ίσχύί πράττεται, ισχυ­ νονται με σωφροσύνη; - Συμφώνησε. - Αν κάτι, επο­
ρώς πράττεται, καϊ ει τι ασθένεια, ασθενώς; - Έδό- μένως, γίνεται με δύναμη, δεν αληθεύει ότι γίνεται δυ­
νατά, κι αν κάτι με αδυναμία αδύναμα; - Τ ο δέχτηκε.

132
133
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

κει. - Καϊ ει τι μετά τάχους, ταχέως, καϊ ει τι μετά - Κι αν κάτι γίνεται με ταχύτητα γίνεται γρήγορα, ε­
e βραδυτήτος, βραδέως; - Έφη. - Καϊ ει τι δή ωσαύ­ νώ αν με βραδύτητα αργά; -Ναι, είπε. -Κι αν κάτι,
τως πράττεται, ύπό τού αυτού πράττεται, καϊ ει τι τέλος, γίνεται με τον ίδιο τρόπο, γίνεται από το ίδιο
έναντίως, ύπό τού εναντίου; - Συνέφη. - Φέρε δή, πράγμα, ενώ αν κάτι με αντίθετο τρόπο από το αντί­
ήν δ'έγώ, έστιν τι καλόν; - Συνεχώρει. - Τούτω έ­ θετο π ρ ά γ μ α ; - Συμφώνησε. - Ας δούμε λοιπόν, είπα
στιν τι εναντίον πλην τό α'ισχρόν; - Ούκ έστιν. - Τί εγώ, υπάρχει κάτι ωραίο; - Υπάρχει, είπε. - Υπάρχει
δέ; έστιν τι αγαθόν; - Έστιν. - Τούτω έστιν τι εναν­ κάτι αντίθετο σ' αυτό, εκτός από το άσχημο; - Δεν υ­

τίον πλην τό κακόν; - Ούκ έστιν. - Τί δέ; έστιν τι πάρχει. -Υπάρχει μήπως κάτι καλό; -Υπάρχει, είπε.
-Υπάρχει κάτι αντίθετο σ' αυτό, εκτός από το κακό;
όξύ έν φωνή; - Έφη. - Τούτω μή έστιν τι εναντίον
- Ό χ ι , είπε. - Υπάρχει μήπως κάτι οξύ στη φωνή; - Βέ­
άλλο πλην τό βαρύ; - Ούκ έφη. - Ούκοΰν, ήν δ'έγώ,
βαια, είπε. - Μ ή π ω ς σ' αυτό υπάρχει τίποτ^ άλλο α­
ένϊ έκάστω τών εναντίων έν μόνον έστιν εναντίον
ντίθετο, εκτός από το βαρύ; - Ό χ ι , είπε. - Επομένως,
D καϊ ού πολλά; - Συνωμολόγει.
είπα εγώ, για κάθε αντίθετο δεν υπάρχει ένα μόνο α­
Ύθί δή, ήν δ' έγώ, άναλογισώμεθα τά ώμολογη- ντίθετο και όχι πολλά; - Συμφώνησε.
μένα ήμίν. ώμολογήκαμεν έν ένϊ μόνον εναντίον εί­ -Εμπρός λοιπόν, είπα εγώ, ας συγκεφαλαιώσουμε ό­
ναι, πλείω δέ μή; - Ώμολογήκαμεν. - Τό δέ έναν­ σα συμφωνήσαμε. Συμφωνήσαμε ότι, για κάθε πράγ­
τίως πραττόμενον ύπό εναντίων πράττεσθαι; - Έ­ μα, υπάρχει ένα μόνο αντίθετο και όχι περισσότερα;
φη. - Ώμολογήκαμεν δέ έναντίως πράττεσθαι δ άν - Συμφωνήσαμε. - Κι ότι αυτό που γίνεται με αντίθε­
άφρόνως πράττηται τώ σωφρόνως πραττομένω; - το τρόπο γίνεται από αντίθετα; -Ναι, είπε. - Και δε­
Έφη. - Τό δέ σωφρόνως πραττόμενον ύπό σωφρο­ χτήκαμε εξάλλου πως ό,τι γίνεται με αφροσύνη, γίνε­
σύνης πράττεσθαι, τό δέ άφρόνως ύπό αφροσύνης; - ται με αντίθετο τρόπο από εκείνο που γίνεται με σω­
Ε Συνεχώρει. - Ούκοΰν είπερ έναντίως πράττεται, ύ- φροσύνη; - Πράγματι, είπε. - Επιπλέον πως ό,τι γίνε­
ται με σύνεση γίνεται από σωφροσύνη, ενώ αυτό που
γίνεται χωρίς περίσκεψη από αφροσύνη; -Συμφώνησε.
- Αν, συνεπώς, γίνεται με αντίθετο τρόπο, δε θα το

134 135
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

πό εναντίου πράττοιτ'άν; - Ναί. - Πράττεται δέ τό έχανε αντίθετο π ρ ά γ μ α ; - Ν α ι . - Μ ε αντίθετο τ ρ ό π ο ;


μέν ύπό σωφροσύνης, τό δέ ύπό αφροσύνης; - Ναί. -Βεβαιότατα. -Δε γίνονται λοιπόν α π ό αντίθετα
- Έναντίως; - Πάνυ γε. - Ούκούν ύπό εναντίων π ρ ά γ μ α τ α ; - Ν α ι . -Αντίθετο ε π ο μ έ ν ω ς στη σωφροσύνη
όντων; - Ναί. - 'Εναντίον άρ'έστιν αφροσύνη σω­ είναι η αφροσύνη; -Είναι προφανές. -Θυμάσαι λοιπόν
φροσύνης; - Φαίνεται. - Μέμνησαι ούν ότι έν τοΐς ότι, λ ί γ ο πριν, είχαμε συμφωνήσει π ω ς η αφροσύνη εί­

έμπροσθεν ώμολόγηται ήμΐν αφροσύνη σοφία εναν­ ναι αντίθετο στη σοφία; - Σ υ μ φ ώ ν η σ ε . -Και ότι στο κ α ­
θένα ένα μόνο είναι αντίθετο; - Τ ο θ υ μ ά μ α ι . - Π ο ι α ,
τίον είναι; - Συνωμολόγει. -"Εν δε ένϊ μόνον έναν-
λοιπόν, α π ό τις δυο απόψεις θα απορρίψουμε, Π ρ ω τ α ­
333 τίον είναι; - Φημί. - Πότερον ούν, ώ Πρωταγόρα,
γ ό ρ α ; Εκείνη π ο υ δέχεται ότι, γ ι α κάθε π ρ ά γ μ α , υ­
λύσωμεν τών λόγων; τό εν ένϊ μόνον εναντίον είναι,
π ά ρ χ ε ι ένα μόνο αντίθετο ή εκείνη π ο υ δ ε χ ό τ α ν ότι η
ή εκείνον έν φ έλέγετο έτερον είναι σωφροσύνης σο­
σοφία είναι άλλο α π ό τ η σωφροσύνη, α λ λ ά καθένα
φία, μόριον δέ έκάτερον αρετής, καϊ προς τω έτερον
τους είναι μέρος της αρετής, και ότι, εκτός α π ό διαφο­
είναι καϊ ανόμοια καϊ αυτά καϊ α'ι δυνάμεις αυτών,
ρετικά, είναι και ανόμοια, τόσο τ α ίδια όσο και τ α χ α ­
ώσπερ τά τού προσώπου μόρια; πότερον ούν δή λύ­ ρακτηριστικά τους, ό π ω ς τ α μέρη του π ρ ο σ ώ π ο υ ;
σωμεν; ούτοι γάρ ο'ι λόγοι αμφότεροι ού πάνυ μου- Π ο ι α θα απορρίψουμε; Γ ι α τ ί οι δυο αυτές θέσεις δεν ε­
σικώς λέγονται ' ού γάρ συνάδουσιν ουδέ συναρμότ- ναρμονίζονται μεταξύ τους. Σ τ ' αλήθεια, ούτε συμφω­
τουσιν άλλήλοις. πώς γάρ άν συνάδοιεν, είπερ γε ά- νούν ούτε συναρμόζονται η μ ι α με την ά λ λ η . Γ ι α τ ί ,
Β νάγκη ένϊ μέν έν μόνον εναντίον είναι, πλείοσιν δέ π ώ ς θα συμφωνούσαν αν, α π ό τ η μια, α ν α γ κ α σ τ ι κ ά ,
μή, τη δέ αφροσύνη ένϊ όντι σοφία εναντία καϊ σω­ ένα μόνο αντίθετο υπάρχει γ ι α το καθένα και όχι π ε ­
φροσύνη αύ φαίνεται ' ή γάρ, ώ Πρωταγόρα, έφην έ­ ρισσότερα' α π ό την ά λ λ η ό μ ω ς , στην αφροσύνη, π ο υ
γώ, ή άλλως πως; - 'Ωμολόγησεν καϊ μάλ 'άκόντως. είναι μία, η σοφία τόσο όσο και η σύνεση παρουσιάζο­
- Ούκοΰν έν άν είη ή σωφροσύνη καϊ ή σοφία; τό δέ νται ω ς αντίθετα της; Αληθεύει αυτό, Π ρ ω τ α γ ό ρ α , εί­

πρότερον αύ έφάνη ήμΐν ή δικαιοσύνη καϊ ή όσιότης π α ε γ ώ , ή τ α π ρ ά γ μ α τ α έχουν α λ λ ι ώ ς ; -Συμφώνησε,


α λ λ ά π ο λ ύ α π ρ ό θ υ μ α . -Δεν είναι λοιπόν ένα π ρ ά γ μ α
η σωφροσύνη και η σοφία; Π ρ ο η γ ο υ μ έ ν ω ς , ό μ ω ς , η δι-

136 137
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

σχεδόν τι ταύτόν όν.Τθι δή, ήν δ'έγώ, ώ Πρωτα­ καιοσύνη και η οσιότητα μας φάνηκαν σχεδόν το ίδιο
γόρα, μή άποκάμωμεν άλλα καϊ τά λοιπά διασκε- π ρ ά γ μ α / Ε λ α λοιπόν, Πρωταγόρα, είπα εγώ, ας μην
φώμεθα. άρά τίς σοι δοκεΐ άδικων άνθρωπος σω- κουραστούμε κι ας εξετάσουμε και τα υπόλοιπα. Πι­
c φρονεΐν, ότι αδικεί; - ΑΊσχυνοίμην άν έγωγ\ έφη, ώ στεύεις άραγε πως ένας άνθρωπος που κάνει αδικίες,
Σώκρατες, τούτο όμολογεΐν, έπεϊ πολλοί γέ φασιν είναι σώφρων επειδή αδικεί; - Ε γ ώ τουλάχιστον, είπε,
τών ανθρώπων. - Πότερον ούν προς εκείνους τόν Σωκράτη, θα ντρεπόμουν να το δεχτώ αυτό, κι ας το
λόγον ποιήσομαι, έφην, ή προς σέ; - ΕΊ βούλει, έφη, υποστηρίζουν πολλοί άνθρωποι. -Με κείνους λοιπόν
θα συζητήσω, είπα, ή με σένα; -Αν θέλεις, είπε, συζή­
προς τούτον πρώτον τόν λόγον διαλέχθητι τόν τών
τησε πρώτα αυτή την άποψη των πολλών. -Δε μ' εν­
πολλών. - Άλλ 'ουδέν μοι διαφέρει, έάν μόνον σύ γε
διαφέρει καθόλου αν είναι δικές σου οι απόψεις ή όχι"
άποκρίνη, είτ' ούν δοκεΐ σοι ταύτα είτε μή' τόν γάρ
φθάνει, μόνο, να απαντάς εσύ. Γιατί εγώ, κυρίως, εξε­
λόγον έγωγε μάλιστα εξετάζω, συμβαίνει μεντοι ί­
τάζω τον ισχυρισμό/Ισως, όμως, συμβαίνει να εξετα­
σως καϊ έμέ τόν ερωτώντα καϊ τόν άποκρινόμενον
ζόμαστε ταυτόχρονα, κι εγώ που ρωτώ κι εκείνος που
έξετάζεσθαι.
απαντά.
D Τό μέν ούν πρώτον έκαλλωπίζετο ήμΐν ό Πρωτα­ Στην αρχή, λοιπόν, ο Πρωταγόρας καμωνόταν πως
γόρας- τόν γάρ λόγον ήτιάτο δυσχερή είναι- έπειτα δεν ήθελε' παραπονιόταν π ω ς ο ισχυρισμός ήταν στρυ­
μεντοι συνεχώρησεν άποκρίνεσθαι. - Τθι δή, έφην έ­ φνός. Στο τέλος, όμως, συμφώνησε να απαντά. - Έ λ α
γώ, έξ αρχής μοι άπόκριναι. δοκόΰσί τινές σοι σω­ λοιπόν, είπα εγώ, απάντησε μου από την αρχή. Μερι­
φρονεΐν άδικοΰντες; - Έστω, έφη. - Τό δέ σωφρο­ κοί που κάνουν αδικίες, σου φαίνονται πως ενεργούν
νεΐν λέγεις εύ φρονεΐν; - Έφη. - Τό δ'εύ φρονεΐν ευ με σωφροσύνη; - Έ σ τ ω π ω ς μου φαίνονται, είπε. -Κι
βουλεύεσθαι, ότι άδικοΰσιν; - Έστω, έφη. - Πότε­ όταν λες π ω ς ενεργούν με σωφροσύνη, εννοείς ότι σκέ­
ρον, ήν δ'έγώ, ε'ι εύπράττουσιν άδικοΰντες ή ε'ι κα- πτονται σωστά; -Ναι, είπε. -Κι όταν λες πως σκέπτο­
νται σωστά, εννοείς ότι παίρνουν σωστή απόφαση ε­
πειδή αδικούν; - Έ σ τ ω , είπε. -Πότε, είπα εγώ, παίρ­
νουν τη σωστή απόφαση, όταν αδικούν και πετυχαί-

138 139
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

κώς; - Ei εύ. - Αέγεις ούν αγαθά άττα είναι; - Λέ­ νουν ή όταν αποτυγχάνουν; -Όταν πετυχαίνουν. -Πα­
γω. - Αρ'ούν, ήν δ'έγώ, ταΰτ'έστιν αγαθά ά έστιν ραδέχεσαι, τώρα, ότι υπάρχουν κάποια πράγματα κα­
Ε ωφέλιμα τοΐς άνθρώποις; - Καϊ ναι μά Δί', έφη, καν λά; -Το δέχομαι. - Άραγε λοιπόν, είπα εγώ, καλά εί­
μή τοΐς άνθρώποις ωφέλιμα ή, έγωγε καλώ αγαθά. ναι όσα είναι ωφέλιμα στους ανθρώπους; -Μα το Δία,
- Καίμοι έδόκει ό Πρωταγόρας ήδη τετραχύνθαι είπε, ακόμη κι αν δεν είναι ωφέλιμα στους ανθρώπους,
τε καϊ άγω νια ν καϊ παρατετάχθαι προς τό άπο- εγώ τα ονομάζω καλά.

κρίνεσθαι" επειδή ούν έώρων αυτόν ούτως έχοντα, Ο Πρωταγόρας μού φαινόταν, τώρα, πως είχε αρχί­
εύλαβούμενος ήρεμα ήρόμην. Πότερον, ήν δ' έγώ, σει να οργίζεται, και να γίνεται ανήσυχος, και π ω ς εί­
χε καταπονηθεί να δίνει απαντήσεις. Επειδή, λοιπόν,
334 λέγεις, ώ Πρωταγόρα, ά μηδενϊ ανθρώπων ωφέ­
τον έβλεπα σ' αυτή την κατάσταση, με προσοχή και η­
λιμα έστιν, ή α μηδέ τό παράπαν ωφέλιμα; καϊ τά
ρεμία ρώτησα: -Εννοείς, Πρωταγόρα, είπα, όσα για
τοιαύτα σύ αγαθά καλείς; - Ουδαμώς, έφη ' άλλ ' έ­
κανέναν άνθρωπο δεν είναι ωφέλιμα ή όσα δεν είναι
γωγε πολλά ο'ιδ' ά άνθρώποις μέν ανωφελή έστι,
καθόλου ωφέλιμα; Και τέτοια πράγματα τα ονομάζεις
καϊ σιτία καϊ ποτά καϊ φάρμακα καϊ άλλα μυρία, τά
εσύ αγαθά; -Καθόλου, είπε. Ε γ ώ , όμως, ξέρω πολλά
δέ γε ωφέλιμα" τά δέ άνθρώποις μέν ουδέτερα, ίπ­
πράγματα επιβλαβή στους ανθρώπους, και τρόφιμα
πο ις δέ" τά δέ βουσϊν μόνον, τά δέ κυσίν" τά δέ γε και ποτά και φάρμακα και άλλα πάρα πολλά, αλλά
τούτων μέν ούδενί, δένδροις δέ' τά δέ τοΰ δένδρου και άλλα που είναι ωφέλιμα. Άλλα, επίσης, που ούτε
ταΐς μέν ρίζαις αγαθά, ταΐς δέ βλάσταις πονηρά, οί­ βλάπτουν ούτε ωφελούν τους ανθρώπους, αλλά είναι
ον καϊ ή κόπρος πάντων τών φυτών ταΐς μέν ρίζαις ωφέλιμα για τα άλογα' άλλα ωφέλιμα μόνο για τα
Β αγαθόν παραβαλλομένη, ει δ' έθέλοις έπϊ τους βόδια και άλλα ωφέλιμα για τα σκυλιά' και άλλα που
δεν είναι ωφέλιμα για κανένα α π ' αυτά, αλλά είναι κα­
λά για τα δέντρα" άλλα καλά για τις ρίζες του δέντρου,
βλαβερά όμως για τους βλαστούς' όπως και η κοπριά,
που είναι ωφέλιμη όταν τη ρίξουμε κοντά στις ρίζες ό­
λων των φυτών" αν, όμως, θελήσεις να τη ρίξεις π ά ν ω

140 141
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

πτόρθους καϊ τους νέουςκλώνας έπιβάλλειν, πάντα στους τρυφερούς βλαστούς και στα νέα κ λ ω ν ά ρ ι α , κ α ­
άπόλλυσιν' έπεϊ καϊ τό έλαιον τοΐς μέν φυτοΐς άπα- ταστρέφει τ α π ά ν τ α . Γ ι ' α υ τ ό , και το λάδι είναι π ο λ ύ
σίν έστιν πάγκακον καϊ ταΐς θριξιν πολεμιώτατον βλαβερό γ ι α όλα τ α φυτά και π ο λ ύ εχθρικό γ ι α το τρί­
ταΐς τών άλλων ζώων πλην ταΐς τού άνθρωπου, ταΐς χ ω μ α τ ω ν ά λ λ ω ν ζ ώ ω ν , α λ λ ά όχι του α ν θ ρ ώ π ο υ , γ ι α
δέ τού άνθρωπου αρωγό ν και τω άλλω σώματι, ού­ του οποίου τ ο τ ρ ί χ ω μ α και το υ π ό λ ο ι π ο σ ώ μ α είναι

τω δέ ποικίλο ν τί έστιν τό αγαθόν καϊ παντοδαπόν, βοηθητικό. Τ ό σ ο πολύπλευρο και πολύμορφο π ρ ά γ μ α


είναι τ ο α γ α θ ό , ώστε, και στην π ε ρ ί π τ ω σ η αυτή, ό,τι
e ώστε καϊ ενταύθα τοΐς μέν έξωθεν τού σώματος α­
είναι α γ α θ ό γ ι α το εξωτερικό του σ ώ μ α τ ο ς του α ν θ ρ ώ ­
γαθόν έστιν τω άνθρώπω, τοΐς δ'εντός ταύτόν τούτο
π ο υ το ίδιο α υ τ ό είναι π ο λ ύ βλαβερό γ ι α το εσωτερικό
χάκιστον"καϊ διά τούτο ο'ι ιατροί πάντες άπαγορεύ-
του. Γ ι ' α υ τ ό , ακριβώς, όλοι οι γ ι α τ ρ ο ί απαγορεύουν
ουσιν τοΐς άσθενοΰσιν μή χρήσθαι έλαίω άλλ ' ή ότι
στους ασθενείς να χρησιμοποιούν λάδι, π α ρ ά μόνο τ η
σμικροτάτω έν τούτοις οΐς μέλλει έδεσθαι, όσον μό­
μικρότερη π ο σ ό τ η τ α , σ' α υ τ ά π ο υ πρόκειται να φάνε,
νον τήν δυσχέρειαν κατασβέσαι τήν έπϊ ταΐς α'ισθή- όσο γ ι α να εξαλείψουν την αηδία π ο υ προκαλείται
σεσι ταΐς διά τών ρινών γιγνομένην έν τοΐς σιτίοις τε στην όσφρηση α π ό τ α φ α γ η τ ά και τ α π ρ ο σ φ ά γ ι α .
καϊ όφοις. Ό τ α ν λ ο ι π ό ν είπε α υ τ ά , οι παρόντες τον επιδοκίμα­
ΕΊπόντος ούν ταύτα αυτού ο'ι παρόντες άνεθορύ- σαν με θόρυβο ε π ε ι δ ή μίλησε ω ρ α ί α . Κι ε γ ώ ε ί π α :
βησαν ώς εύ λέγοι, καϊ έγώ εΐπον"Ώ Πρωταγόρα, - Π ρ ω τ α γ ό ρ α , ε γ ώ τυχαίνει να είμαι ά ν θ ρ ω π ο ς π ο υ
D έγώ τυγχάνω έπιλήσμων τις ών άνθρωπος, καϊ έάν ξεχνάει εύκολα' κι α ν κάποιος μου λέει π ο λ λ ά , ξ ε χ ν ώ
τίς μοι μακρά λέγη, έπιλανθάνομαι περϊ ού άν η ό γ ι α π ο ι ο θέμα γίνεται η συζήτηση. Ό π ω ς , λοιπόν, αν
λόγος, ώσπερ ούν ε'ι έτύγχανον υπόκωφος ών, ωου συνέβαινε να είμαι λ ί γ ο κουφός, θα πίστευες ότι πρέ­
άν χρήναι, είπερ έμελλες μοι διαλέξεσθαι, μεΐζον πει, αν βέβαια επρόκειτο να συζητήσεις μαζί μου, να
φθέγγεσθαι ή προς τους άλλους, ούτω καϊ νΰν, επει­ μου μιλάς π ι ο δ υ ν α τ ά α π ό τους άλλους, έτσι και τ ώ ­

δή έπιλήσμονι ένέτυχες, συντέμνε μοι τάς αποκρί­ ρα, επειδή έτυχε να συναντήσεις ά ν θ ρ ω π ο π ο υ ξεχνάει
εύκολα, λ ί γ ο , σε π α ρ α κ α λ ώ , να συντομεύεις τις α π α ­
σεις καϊ βραχυτέρας ποίει, ει μέλλω σοι έπεσθαι.
ντήσεις σου και να τις κάνεις π ι ο μικρές, γ ι α να μ π ο -

142 143
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

Πώς ούν κελεύεις με βραχέα άποκρίνεσθαι; ή βρα- ρώ να σε π α ρ α κ ο λ ο υ θ ώ . - Μ ε ποιον τρόπο, λοιπόν, με


χύτερά σοι, έφη, άποκρίνωμαι ή δεΐ; - Μηδαμώς, ήν παροτρύνεις να σου α π α ν τ ώ σύντομα; Μ ή π ω ς θέλεις,
ο εγω. είπε, να σου α π α ν τ ώ με λιγότερα α π ' όσα πρέπει; - Κ α ­
Ε - 'Αλλ ' όσα δεΐ; έφη. - Ναί, ήν δ' έγώ. - Πότερα θόλου, ε ί π α ε γ ώ .

ούν όσα έμοϊ δοκεΐ δεΐν άποκρίνεσθαι, τοσαΰτά σοι -Αλλά με όσα πρέπει; είπε. - Ν α ι , ε ί π α ε γ ώ . - Μ ε ό­

άποκρίνωμαι, ή όσα σοί; - Άκήκοα γοΰν, ήν δ'έγώ, σα, λ ο ι π ό ν , ε γ ώ θ ε ω ρ ώ ότι πρέπει να α π α ν τ ώ , με τ ό ­

ότι σύ οίος τ' ει καϊ αυτός καϊ άλλον διδάξαι περϊ σα να α π α ν τ ώ ή με όσα εσύ θεωρείς α π α ρ α ί τ η τ α ; - Έ ­
χ ω ακούσει, π ρ ά γ μ α τ ι , ε ί π α ε γ ώ , ότι και ο ίδιος εσύ
τών αυτών καϊ μακρά λέγειν, έάν βούλη, ούτως ώσ­
είσαι ικανός, α λ λ ά και ά λ λ ο ν μπορείς να διδάξεις γ ι α
τε τόν λόγον μηδέποτε έπιλιπεΐν, καϊ αύ βραχέα ού-
τ α ίδια π ρ ά γ μ α τ α και να λες π ο λ λ ά , α ν θέλεις, έτσι
335 τως ώστε μηδένα σοΰ έν βραχυτέροις ε'ιπεΐν" ε'ι ούν
που ο λ ό γ ο ς να μ η σ τ α μ α τ ά π ο τ έ , και, π ά λ ι , να λες τ ό ­
μέλλεις έμοϊ διαλέξεσθαι, τώ έτέρω χρώ τρόπω προς
σο λ ί γ α , ώ σ τ ε κανένας να μ η ν πει λ ι γ ό τ ε ρ α α π ό σένα.
με, τή βραχυλογία. - Ώ Σώκρατες, έφη, έγώ πολ­
Αν, λ ο ι π ό ν , πρόκειται να συζητήσεις μαζί μου, χρησι­
λοίς ήδη εις αγώνα λόγων άφικόμην άνθρώποις, καϊ
μοποίησε, σε π α ρ α κ α λ ώ , τ ο δεύτερο τ ρ ό π ο , τ η β ρ α χ υ ­
ε'ι τούτο έποίουν δ σύ κελεύεις, ώς ό άντιλέγων λ ο γ ί α . - Σ ω κ ρ ά τ η , είπε, ε γ ώ με π ο λ λ ο ύ ς α ν θ ρ ώ π ο υ ς ,
έκέλευέν με διαλέγεσθαι, ούτω διελεγόμην, ούδενός ω ς τ ώ ρ α , σ υ ν α γ ω ν ί σ τ η κ α σε συζητήσεις και, αν έκανα
άν βελτίων έφαινόμην ούδ'άν έγένετο Πρωταγόρου αυτό π ο υ με προτρέπεις να κ ά ν ω και συζητούσα έτσι,
όνομα έν τοΐς Έλλησιν. ό π ω ς με παρότρυνε ο συνομιλητής μου να συζητώ, δε
Καϊ έγώ - έγνων γάρ ότι ούκ ήρεσεν αυτός αύτώ θα αναδεικνυόμουν καλύτερος α π ό κανέναν, κι ούτε τ ο
ταΐς άποκρίσεσιν ταΐς έμπροσθεν, καϊ ότι ούκ έθελή- όνομα του Π ρ ω τ α γ ό ρ α θα γ ι ν ό τ α ν γ ν ω σ τ ό ανάμεσα
Β σοι εκών είναι άποκρινόμενος διαλέγεσθαι- ήγησά- στους Έ λ λ η ν ε ς .
μενος ούκέτι έμόν έργον είναι παρεΐναι έν ταΐς συν- Κ ι ε γ ώ -επειδή κ α τ ά λ α β α ό τ ; ο ίδιος δεν ή τ α ν ευχα­
ριστημένος με τις προηγούμενες αποκρίσεις του και ότι
δε θα 'θελε να συζητεί δίνοντας π ρ ό θ υ μ α απαντήσεις-
θεώρησα ότι δεν ή τ α ν π ι α δουλειά μου να παραβρίσκο-

144 145
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ουσίαις, Άλλα τοι, έφην, ώ Πρωταγόρα, ούδ' έγώ μαι στη συγκέντρωση: - Ό μ ω ς , Π ρ ω τ α γ ό ρ α , είπα, ού­
λιπαρώς έχω παρά τά σοι δοκοΰντα τήν συνουσίαν τε ε γ ώ έ χ ω σφοδρή επιθυμία να συνεχισθεί η συνομι­
ήμΐν γίγνεσθαι, άλλ ' έπειδάν σύ βούλη διαλέγεσθαι λία μ α ς με τ ρ ό π ο π ο υ εσύ δεν εγκρίνεις. Ό τ α ν , π α ρ ό ­
ώς έγώ δύναμαι έπεσθαι, τότε σοι διαλέξομαι. σύ λ α α υ τ ά , θελήσεις εσύ να συζητήσεις με τ ρ ό π ο π ο υ να
μέν γάρ, ώς λέγεται περϊ σοΰ, φης δέ καϊ αυτός, καϊ μ π ο ρ ώ ε γ ώ να π α ρ α κ ο λ ο υ θ ώ , τότε θα συζητήσω μαζί
έν μακρολογία καϊ έν βραχυλογία οΐός τ' ει συνου- σου. Αφού εσύ, ό π ω ς λένε γ ι α σένα, και τ ο ισχυρίζεσαι
ο ίδιος, είσαι σε θέση να κάνεις συζητήσεις και με π ο λ ­
C σίας ποιεΐσθαι - σοφός γάρ ε'ι- έγώ δέ τά μακρά ταύ­
λ ά και με λ ί γ α λ ό γ ι α ' γ ι α τ ί είσαι έμπειρος. Ε γ ώ , ό­
τα αδύνατος, έπεϊ έβουλόμην άν οίος τ'είναι, άλλα
μ ω ς , γ ι ' α υ τ ά τ α π ο λ λ ά δεν είμαι ικανός, π α ρ ό λ ο π ο υ
σέ έχρήν ήμΐν συγχωρεΐν τόν αμφότερα δυνάμενον,
θα 'θελα κι ε γ ώ να μ π ο ρ ο ύ σ α . Εσύ, π ά ν τ ω ς , π ο υ μ π ο ­
ίνα ή συνουσία έγίγνετο' νΰν δέ επειδή ούκ έθέλεις
ρείς και τ α δυο, έπρεπε να συναινέσεις, γ ι α να συνεχι­
χαϊ έμοίτις ασχολία έστϊν καϊ ούκ άν οίος τ'είην σοι
στεί η συνομιλία μ α ς . Τ ώ ρ α , βέβαια, αφού δε θέλεις,
παραμεΐναι άποτείνοντι μακρούς λόγους- έλθεΐν γάρ
και επειδή έ χ ω κ ά π ο ι α δουλειά και δε θα μπορούσα να
ποίμε δεΐ-εΐμι' έπεϊ καϊ ταΰτ' άν ίσως ούκ άηδώς π α ρ α μ ε ί ν ω και να σ' α κ ο ύ ω ν' αναπτύσσεις μεγάλους
σου ήκουον. λόγους, θα φ ύ γ ω , γ ι α τ ί πρέπει να π ά ω κ ά π ο υ . Δ ι α φ ο ­
Καϊ άμα ταΰτ' ειπών άνιστάμην ώς άπιών καί ρετικά, κι α υ τ ά π ο υ θα 'λεγες ίσως να τ ' ά κ ο υ γ α με ευ­
μου άνισταμένου επιλαμβάνεται ό Καλλίας τής χει- χαρίστηση.
D ρός τη δεξιά, τη δ'αριστερά άντελάβετο τού τρίβω- Τ η ν ώ ρ α π ο υ τ α έ λ ε γ α α υ τ ά σηκώθηκα γ ι α να φύ­
νος τουτουΐ, καϊ εΐπεν' Ούκ άφήσομέν σε, ώ γ ω ' εκεί π ο υ σηκωνόμουν, ό μ ω ς , ο Κ α λ λ ί α ς πιάνει με
Σώκρατες' έάν γάρ σύ έξέλθης, ούχ ομοίως ήμΐν τ ο δεξί του χέρι τ ο χέρι μου και με το αριστερό του
έσονται ο'ι διάλογοι, δέομαι ούν σου παραμεΐναι κράτησε τούτον ε δ ώ τον τ ρ ί β ω ν α και λέει: - Δ ε θα σ'
ήμΐν' ώς έγώ ούδ'άν ενός ήδιον άκούσαιμι η σοΰ τε αφήσουμε, Σ ω κ ρ ά τ η . Γ ι α τ ί , αν φύγεις εσύ, οι συζητή­
σεις μ α ς δε θα είναι οι ίδιες. Σ ε π α ρ α κ α λ ώ , λοιπόν, να
παραμείνεις μ α ζ ί μ α ς . Γ ι α τ ί ε γ ώ κανέναν δε θ' άκου­
γ α περισσότερο ευχάριστα α π ' όσο α κ ο ύ ω εσένα και

146 147
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

καϊ Πρωταγόρου διαλεγομένων. άλλαχάρισαι ήμΐν τον Π ρ ω τ α γ ό ρ α να συζητάτε. Κ ά ν ε λοιπόν τ η χ ά ρ η σ'


πάσιν. όλους μ α ς . -Κι ε γ ώ α π ά ν τ η σ α , ενώ ε ί χ α ήδη σηκωθεί
Καϊ έγώ εΐπον- ήδη δέ άνειστήκη ώς έξιών- Ώ πάΐ γ ι α να β γ ω : " Γ ι ε του Ι π π ό ν ι κ ο υ , ε γ ώ π ά ν τ α θ α υ μ ά ζ ω
Ίππονίκου, άεϊ μέν έγωγέ σου τήν φιλοσοφίαν άγα- την α γ ά π η σου γ ι α τ η σοφία. Τ ο ίδιο και τ ώ ρ α σε ε­
μαι, άτάρκαϊ νΰν επαινώ καϊ φιλώ, ώστεβουλοίμην π α ι ν ώ και σ' α γ α π ώ , ώστε θα ήθελα να σου κ ά ν ω τ η
άν χαρίζεσθαί σοι, ει μου δυνατά δέοιο' νΰν δ'έστιν χ ά ρ η , α ν μου ζητούσες π ρ ά γ μ α τ α δ υ ν α τ ά . Τ ώ ρ α , ό­
ώσπερ άν ε'ι δέοιόμου Κρίσωνι τωΊμεραίω δρομεΐ μ ω ς , είναι σα να μου ζητούσες να ακολουθήσω τον
άκμάζοντι έπεσθαι, ή τών δολιχοδρόμων τω ή τών Κ ρ ί σ ω ν α τον Ιμεραίο, το δρομέα, π ο υ βρίσκεται στην
ήμεροδρόμων διαθεΐν τε καϊ έπεσθαι. είποιμ ι άν σοι α κ μ ή της δύναμης του, ή να σ υ ν α γ ω ν ι σ τ ώ και να ακο­

ότι πολύ σοΰ μάλλον έγώ έμαυτοΰ δέομαι θέουσιν λουθήσω κ ά π ο ι ο ν σταδιοδρόμο ή ημεροδρόμο. Θ α σου
έλεγα ότι ε γ ώ , π ο λ ύ περισσότερο α π ό σένα, ζ η τ ώ α π ό
τούτοις άκολουθεΐν, άλλ ' ού γάρ δύναμαι, άλλ ' ει τι
τον εαυτό μου να τους ακολουθεί αυτούς όταν τρέχουν,
δέη θεάσασθαι έν τω αύτώ έμέ τε καϊ Κρίσωνα θέ-
α λ λ ά δεν μ π ο ρ ώ . Αν, ό μ ω ς , ζητείς να δεις εμένα και
οντας, τούτου δέου συγκαθεΐναι' έγώ μέν γάρ ού
τον Κ ρ ί σ ω ν α 6 6 να τρέχουμε μαζί, παρακάλεσε εκείνον
δύναμαι ταχύ θεΐν, ούτος δέ δύναται βραδέως, ε'ι ούν
να δείξει επιείκεια. Γ ι α τ ί ε γ ώ δεν μ π ο ρ ώ να τ ρ έ χ ω
επιθυμείς έμοΰ καϊ Πρωταγόρου ακούει ν, τούτου
γ ρ ή γ ο ρ α " αυτός, ό μ ω ς , μπορεί να πηγαίνει α ρ γ ά . Αν,
δέου, ώσπερ τό πρώτον μοι άπεκρίνατο διά βραχέ­
λ ο ι π ό ν , επιθυμείς να ακούσεις εμένα και τον Π ρ ω τ α ­
ων τε καϊ αυτά τά ερωτώμενα, ούτω χαϊ νΰν άπο­
γ ό ρ α , αυτόν να παρακαλέσεις, ό π ω ς μου απαντούσε
κρίνεσθαι ' ε'ι δέ μή, τίς ό τρόπος έσται τών διαλό­ στην α ρ χ ή με λ ί γ α λ ό γ ι α και σ' α υ τ ά π ο υ τον ρ ω τ ο ύ ­
γων; χωρϊς γάρ έγωγ'ωμην είναι τό συνεΐναίτε άλ- σα, έτσι να α π α ν τ ά και τ ώ ρ α . Διαφορετικά, π ώ ς αλ­
λήλοις διαλεγομένους καϊ τό δημηγορεΐν. - Άλλ ' λ ι ώ ς θα γίνει δ ι ά λ ο γ ο ς ; Ε γ ώ , τ ο υ λ ά χ ι σ τ ο ν , νόμιζα
οράς, έφη, ώ Σώκρατες, δίκαια δοκεΐ λέγειν Πρω- π ω ς ά λ λ ο π ρ ά γ μ α είναι ά ν θ ρ ω π ο ι συγκεντρωμένοι να
συζητούν μεταξύ τους και ά λ λ ο η δ η μ η γ ο ρ ί α . -Βλέπεις
ό μ ω ς , Σ ω κ ρ ά τ η , είπε' υπάρχει η ά π ο ψ η π ω ς ο Π ρ ω ­
τ α γ ό ρ α ς έχει δίκιο, ό τ α ν αξιώνει να μπορεί να μ ι λ ά ό-

148
149
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ταγόρας άξιων αύτώ τε έξεΐναι διαλέγεσθαι όπως πως θέλει, κι εσύ, πάλι, όπως εσύ θέλεις.
βούλεται, χαϊ σύ όπως άν αύ σύ βούλη. Μετά, πήρε το λόγο ο Αλκιβιάδης. -Δε μιλάς σωστά,
Ύπολαβών ούν ό Αλκιβιάδης, Ού καλώς λέγεις, έ­ Καλλία, είπε. 0 Σωκράτης, εδώ, ομολογεί ότι δεν
φη, ώ Κάλλια' Σωκράτης μέν γάρ όδε ομολογεί μή μπορεί να μακρηγορεί και παραχωρεί, γι' αυτό, την υ­
περοχή στον Πρωταγόρα. Ό σ ο , τώρα, για την ικανό­
e μετεΐναι ο'ι μακρολογίας καϊ παραχωρεί Πρωταγό­
τητα του να συζητεί και να γνωρίζει να απαντά και να
ρα, τού δέ διαλέγεσθαι οίος τ' είναι καϊ έπίστασθαι
δέχεται την απάντηση, θα απορούσα αν υποχωρούσε
λόγον τε δούναι καϊ δέξασθαι θαυμάζοιμ ' άν ει τω
σε κάποιον άνθρωπο. Αν, λοιπόν, και ο Πρωταγόρας
ανθρώπων παραχωρεί, ει μέν ούν καϊ Πρωταγόρας
ομολογεί ότι στη διαλεκτική είναι κατώτερος από το
όμολογεΐφαυλότερος είναι Σωκράτους διαλεχθήναι, Σωκράτη, αυτό είναι αρκετό για το Σωκράτη. Αν ό­
έξαρκεΐΣωκράτει' ε'ι δέ αντιποιείται, διαλεγέσθω ε­ μως το αμφισβητεί, ας συζητήσει μαζί του, ρωτώντας
ρωτών τε καϊ άποκρινόμενος, μή έφ' εκάστη ερωτή­ και δίνοντας απαντήσεις, χωρίς να εκφωνεί σε κάθε ε­
σει μακρόν λόγον άποτείνων, έκκρούων τους λόγους ρώτηση ένα μακροσκελή λόγο και να αποφεύγει τα ε­
καϊ ούκ έθέλων διδόναι λόγον, άλλ ' άπομηκύνων πιχειρήματα και, δίχως να θέλει να εξηγήσει όσα λέει,
D έως άν έπιλάθωνται περϊ ότου τό ερώτημα ήν οι να μακρηγορεί, μέχρι οι περισσότεροι ακροατές να ξε­
πολλοί τών άκουόντων' έπεϊ Σωκράτη γε έγώ έγ- χάσουν για ποιο ζήτημα έγινε η ερώτηση. Ο Σωκρά­
γυώμαι μή έπιλήσεσθαι, ούχ ότι παίζει καί φησιν έ- της, βέβαια, σας εγγυώμαι εγώ, δε θα ξεχάσει" αφήστε
πιλήσμων είναι, έμοϊ μέν ούν δοκεΐ επιεικέστερα που παίζει και ισχυρίζεται π ω ς είναι ξεχασιάρης. Ε­
γ ώ , λοιπόν, πιστεύω π ω ς ο Σωκράτης έχει περισσότε­
Σωκράτης λέγειν' χρή γάρ έκαστον τήν εαυτού
ρο δίκιο' και πρέπει καθένας να πει τη δική του γ ν ώ -
γνώμη ν άποφαίνεσθαι.
μη.7
Μετά δέ τόν Αλκιβιάδην, ώς έγωμαι, Κριτίας ήν ό
ειπών' Ώ Πρόδικε καϊ 'Ιππία, Καλλίας μέν δοκεΐ Μετά τον Αλκιβιάδη, νομίζω, ήταν ο Κριτίας που εί­
πε: -Πρόδικε και Ιππία, μου φαίνεται πως ο Καλλίας
μοι μάλα προς Πρωταγόρου είναι, Αλκιβιάδης δέ
είναι πολύ με το μέρος του Πρωταγόρα. Ο Αλκιβιά­
δης, πάλι, με ό,τι κι αν καταπιαστεί, είναι πάντα ισχυ-

Ι50 151
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

Ε άεϊ φιλόνικός έστι προς δ άν όρμήση' ημάς δέ ουδέν ρ ο γ ν ώ μ ω ν . Εμείς, ό μ ω ς , δεν πρέπει καθόλου να φιλο-
δεΐ συμφιλονικεΐν ούτε Σωκράτει ούτε Πρωταγόρα, νικούμε, ούτε γ ι α τ ο Σ ω κ ρ ά τ η ούτε γ ι α τον Π ρ ω τ α ­
άλλα κοινή αμφοτέρων δεΐσθαι μή μεταξύ διαλΰσαι γ ό ρ α , α λ λ ά να ζητήσουμε όλοι, και α π ό τους δυο, να
τήν συνουσίαν. μην αφήσουν στη μέση τ η συγκέντρωση.
337 ΕΊπόντος δέ αυτού ταύτα, ό Πρόδικος, Καλώς μοι, Αφού είπε α υ τ ά ο Κριτίας, πήρε τ ο λ ό γ ο ο Πρόδικος.
έφη, δοκεΐς λέγειν, ώ Κριτία' χρή γάρ τους έν τοι- - Μ ο υ φαίνεται μ ι λ ά ς σ ω σ τ ά , Κριτία, είπε. Γ ι α τ ί πρέ­
οΐσδε λόγοις παραγιγνομένους κοινούς μέν είναι πει, όσοι παρευρίσκονται σε τέτοιες συζητήσεις, να εί­

άμφοΐν τοΐν διαλεγομένοιν άκροατάς, ίσους δέ μή- ναι α μ ε ρ ό λ η π τ ο ι οικροατές και γ ι α τους δυο συνομιλη­
τές, α λ λ ά όχι ίσοι και γ ι α τους δυο. Γιατί δεν είναι, βέ­
έστιν γάρ ού ταύτόν' κοινή μέν γάρ άκοΰσαι δεΐ αμ­
βαια, το ίδιο π ρ ά γ μ α . Πρέπει ν' ακούσουμε και τους
φοτέρων, μή ίσον δέ νεΐμαι έκατέρω, άλλα τω μέν
δυο α μ ε ρ ό λ η π τ α , και να μην απονείμουμε τ α ίσα στον
σοφωτέρω πλέον, τώ δέ αμαθεστέρα) έλαττον. έγώ
καθένα, α λ λ ά περισσότερα στον σοφώτερο και λιγότε­
μέν καϊ αυτός, ώ Πρωταγόρα τε καϊ Σώκρατες, ά-
ρα στον λιγότερο σοφό. 6 8 Κι ε γ ώ ο ίδιος, Π ρ ω τ α γ ό ρ α
ξιώ υμάς συγχωρεΐν και άλλήλοις περϊ τών λόγων
και Σ ω κ ρ ά τ η , σας ζ η τ ώ να κάνετε υποχωρήσεις, και
Β άμφισβητεΐν μέν, έρίζειν δέ μή-άμφισβητοΰσι μέν
να διαφωνείτε, βέβαια, γ ι α τ α θ έ μ α τ α π ο υ συζητάτε,
γάρ καϊ δι ' εύνοιαν οι φίλοι τοΐς φίλοις, έρίζουσιν δέ α λ λ ά να μ η μ α λ ώ ν ε τ ε . Γ ι α τ ί οι φίλοι διαφωνούν με
ο'ι διάφοροι τε καϊ έχθροϊ άλλήλοις-καϊ ούτως άν τους φίλους και με κ α λ ή διάθεση, ενώ οι α ν τ ί π α λ ο ι και
καλλίστη ήμΐν ή συνουσία γίγνοιτο' ύμεΐς τε γάρ ο'ι οι εχθροί μ α λ ώ ν ο υ ν μεταξύ τους. Έ τ σ ι η συντροφιά
λέγοντες μάλιστ' άν ούτως έν ήμΐν τοΐς άκούουσιν μας θα ή τ α ν π ο λ ύ όμορφη. Κι εσάς που μιλάτε, εμείς
εύδοκιμοΐτε καϊ ούκ έπαινοΐσθε- εύδοκιμεΐν μέν γάρ που σας ακούμε θα σας επιδοκιμάζαμε έτσι περισσότε­
έστιν παρά ταΐς φυχαΐς τών άκουόντων άνευ άπα­ ρο, χ ω ρ ί ς βέβαια να σας ε γ κ ω μ ι ά ζ ο υ μ ε . Γ ι α τ ί η επιδο­
της, έπαινεΐσθαι δέ έν λόγω πολλάκις παρά δόξαν κιμασία υφίσταται στις ψυχές τ ω ν α κ ρ ο α τ ώ ν χ ω ρ ί ς α­
e φευδομένων - ημείς τ' αύ ο'ι άκούοντες μάλιστ' άν π ά τ η , ενώ ο έπαινος προέρχεται πολλές φορές α π ό α ν ­
θ ρ ώ π ο υ ς π ο υ λένε ψ έ μ α τ α και δεν εκφράζει τ η γ ν ώ μ η
τους. Κι εμείς π ά λ ι οι ακροατές, με αυτό τον τ ρ ό π ο θα

152 153
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ούτως εύφραινοίμεθα, ούχ ήδοίσμεθα- εύφραίνεσθαι αισθανόμασταν μ ε γ ά λ η ευφροσύνη, α λ λ ά όχι ηδονή.


μέν γάρ έστιν μανθάνοντά τι καϊ φρονήσεως μετα­ Γ ι α τ ί , μπορεί κανείς να αισθανθεί χ α ρ ά όταν μαθαίνει
λαμβάνοντα αύτη τη διάνοια, ήδεσθαι δέ έσθίοντά τι κ ά τ ι και, με την ίδια τ η σκέψη του, γίνεται κοινωνός
ή άλλο ήδύ πάσχοντα αύτώ τώ σώματι. στη φρόνηση, ε ν ώ ηδονή αισθάνεται όταν τρώει κάτι ή
69
Ταύτα ούν ει πόντος τού Προδίκου πολλοί πάνυ νιώθει κ ά τ ι ευχάριστο στο σ ώ μ α του.

τών παρόντων άπεδέξαντο' μετά δέ τόν Πρόδικον Α υ τ ά είπε ο Πρόδικος, και π ά ρ α πολλοί α π ό τους

'Ιππίας ό σοφός είπε ν, Ώ άνδρες, έφη, ο'ι παρόντες, παρόντες τ α επικρότησαν.


70
Μ ε τ ά α π ό τον Πρόδικο, ο σοφός Ι π π ί α ς μίλησε:
ηγούμαι έγώ υμάς συγγενείς τε καϊ οικείους καϊ πο-
- Άνδρες, είπε, εσείς οι παρόντες π ι σ τ ε ύ ω ότι όλοι σας
D λίτας απαντάς είναι- φύσει, ού νόμω' τό γάρ όμοιον
είστε συγγενείς και φίλοι και συμπολίτες α π ό τ η φύση,
τω όμοίω φύσει συγγενές έστιν, ό δέ νόμος, τύραν­
ό χ ι α π ό τ ο νόμο. 7 ' Γ ι α τ ί το όμοιο με το όμοιο είναι α ­
νος ών τών ανθρώπων, πολλά παρά τήν φύσινβιά­
π ό τ η φύση του συγγενικό, ενώ ο νόμος, π ο υ είναι τ ύ ­
ζεται- ημάς ούν α'ισχρόν τήν μέν φύσιν τών πραγ­
ραννος γ ι α τους α ν θ ρ ώ π ο υ ς , πολλές φορές παραβιάζει
μάτων είδε ναι, σοφωτάτους δέ όντας τών'Ελλήνων,
τ η φύση. Ε ί ν α ι ν τ ρ ο π ή λοιπόν εμείς π ο υ γ ν ω ρ ί ζ ο υ μ ε
καϊ κατ'αυτό τούτο νΰν συνεληλυθότας τής τε'Ελ­ τ η φύση τ ω ν π ρ α γ μ ά τ ω ν , 7 2 και είμαστε οι π ι ο σοφοί α ­
λάδος εις αυτό τό πρυτανεΐον τής σοφίας καϊ αυτής π ό τους Έ λ λ η ν ε ς , και γ ι ' αυτόν ακριβώς τ ο λ ό γ ο συ­
τής πόλεως εις τόν μέγιστον καϊ όλβιώτατον οίκον γ κ ε ν τ ρ ω θ ή κ α μ ε τ ώ ρ α , σ' αυτό ε δ ώ το πρυτανείο της
τόνδε, μηδέν τούτου τού αξιώματος άξιον άποφή- σοφίας της Ε λ λ ά δ α ς , και σ' αυτόν ε δ ώ , τον μ ε γ α λ ύ τ ε ­
Ε νασθαι, άλλ 'ώσπερ τους φαυλότατους τών ανθρώ­ ρο και τον π ι ο πλούσιο οίκο αυτής της π ό λ η ς , να μην
πων διαφέρεσθαι άλλήλοις. έγώ μέν ούν καϊ δέομαι αναδειχθούμε αντάξιοι αυτής της φήμης, α λ λ ά να δια­
καϊ συμβουλεύω, ώ Πρωταγόρα τε καϊ Σώκρατες, φ ω ν ο ύ μ ε μεταξύ μ α ς , ό π ω ς οι π ι ο ασήμαντοι ά ν θ ρ ω ­
συμβήναι υμάς ώσπερ ύπό διαιτητών ημών συμβι- ποι. Ε γ ώ , λ ο ι π ό ν , και π α ρ α κ α λ ώ και συμβουλεύω και
τους δυο, Π ρ ω τ α γ ό ρ α και Σ ω κ ρ ά τ η , να συμφωνήσετε
σε μια μέση λύση, σαν, διαιτητές σας εμείς, να σας
συμβιβάζαμε, κι ούτε εσύ να ζητάς το αυστηρό εκείνο

154 155
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

338 βαζόντων εις τό μέσον, καϊ μήτε σέ τό ακριβές τούτο είδος των διαλόγων, που το χαρακτηρίζει η μεγάλη
είδος τών διαλόγων ζητεΐν τό κατά βραχύ λίαν, ει βραχυλογία, αν δεν αρέσει στον Πρωταγόρα, αλλά να
μή ήδύ Πρωταγόρα, άλλ ' έφεΐναι καϊ χαλάσαι τάς επιτρέπεις να χαλαρώνει τα ηνία των λόγων, για να
ήνίας τοΐς λόγοις, ίνα μεγαλοπρεπέστεροι καϊ εύ- μας φαίνονται μεγαλοπρεπέστεροι και πιο όμορφοι.
σχημονέστεροι ήμΐν φαίνωνται^μήτ'αύ Πρωταγό- Κι ούτε πάλι ο Πρωταγόρας, αφού απλώσει όλα τα
ραν πάντα κάλων έκτείναντα, ουρία έφέντα, φεύγειν σχοινιά και παραδοθεί στον ούριο άνεμο, να φεύγει στο
πέλαγος των λόγων μέχρι να χάσει τη στεριά" καλύ­
εις τό πέλαγος τών λόγων άποκρύφαντα γη ν, άλλα
τερα και οι δυο σας να χαράξετε μια μέση οδό. Έ τ σ ι
μέσον τι αμφότερους τεμεΐν. ώς ούν ποιήσετε, καϊ
λοιπόν να κάνετε και ακούστε με: να εκλέξετε ένα ρα­
πείθεσθέμοι ραβδοΰχον καϊ έπιστάτην καϊ πρύτανιν
βδούχο, έναν επιστάτη, έναν πρύτανη, που θα προσέ­
Β έλέσθαι δς ύμΐν φυλάξει τό μέτριον μήκος τών λό­ ξει, για λογαριασμό σας, το κατάλληλο, για τον καθέ­
γων έκατέρου. να, μήκος των λόγων.
Ταύτα ήρεσε τοΐς παροΰσι, καϊ πάντες έπήνεσαν, Αυτά άρεσαν στους παρόντες, και όλοι τα επαίνεσαν.
καϊ έμέ τε ό Καλλίας ούκ έφη αφήσει ν καϊ έλέσθαι έ- Ο Καλλίας είπε ότι δε θα με αφήσει να φύγω, και ζη­
δέοντο έπιστάτην. εΐπον ούν έγώ ότι α'ισχρόν είη τούσαν να εκλέξουμε επιστάτη. Είπα λοιπόν εγώ ότι
βραβευτήν έλέσθαι τών λόγων, είτε γάρ χείρων έ- θα ήταν άσχημο να εκλέξουμε κριτή για τη συζήτηση. 73
σται ήμων ο αφεθείς, ουκ ορθώς αν εχοι τον χειρω Γιατί, είτε αυτός ι. y) θα εκλέξουμε θα είναι κατώτερος
τών βελτιόνων έπιστατεΐν, είτε όμοιος, ούδ' ούτως μας, και δε θα ήταν σωστό ο κατώτερος να επιστατεί
ορθώς' ό γάρ όμοιος ήμΐν όμοια καϊ ποιήσει, ώστε τους καλύτερους α π ' αυτόν, είτε θα είναι όμοιος, που
c έκ περιττού ήρήσεται. άλλα δή βελτίονα ημών α'ι- κι αυτό δε θα είναι σωστό. Γιατί ο όμοιος μας θα κά­
ρήσεσθε. τη μέν άληθεία, ώς έγωμαι, αδύνατον ύμΐν νει τα ίδια, και η εκλογή του θα είναι περιττή. Θα ε­
ώστε Πρωταγόρου τούδε σοφώτερόν τίνα έλέσθαι ' ε'ι κλέξετε, λοιπόν, κάποιον καλύτερα από μας. Ε γ ώ , στ'
δέ α'ιρήσεσθε μέν μηδέν βελτίω, φήσετε δέ, α'ισχρόν αλήθεια, νομίζω ότι είναι αδύνατο να εκλέξετε κά­
ποιον σοφότερο από τον Πρωταγόρα. 7 4 Αν, όμως^δεν
εκλέξετε κάποιον καλύτερο, κι όμως ισχυριστείτε ότι

156 157
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

καϊ τούτο τώδε γίγνεται, ώσπερ φαύλω άνθρώπω έ­ είναι, και αυτό είναι ά σ χ η μ ο γ ι α τον Π ρ ω τ α γ ό ρ α : να
πιστάτην α'ιρεΐσθαι, έπεϊ τό γ' έμόν ουδέν μοι δια­ εκλέγετε γ ι ' αυτόν ε π ι σ τ ά τ η , σα να είναι ασήμαντος
75
φέρει. άλλ ' ούτωσϊ έθέλω ποιήσαι, ίν' δ προθυμεΐσθε ά ν θ ρ ω π ο ς ' αφού, γ ι α μένα, καθόλου δε με νοιάζει.
συνουσία τε καϊ διάλογοι ήμΐν γΐγνωνται' ε'ι μή Δείτε, ό μ ω ς , τι πρόκειται να κ ά ν ω , γ ι α να έχουμε α υ ­

D βούλεται Πρωταγόρας άποκρίνεσθαι, ούτος μέν έ- τό π ο υ επιθυμείτε, τ η συγκέντρωση και τ ο δ ι ά λ ο γ ο .


Αν ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς δε θέλει να α π α ν τ ά , ας ρωτάει αυ­
ρωτάτω, έγώ δέ άποκρινοΰμαι, καϊ άμα πειράσομαι
τός κι ε γ ώ θα α π α ν τ ώ και, τ α υ τ ό χ ρ ο ν α , θα π ρ ο σ π α ­
αύτώ δεΐξαι ώς έγώ φημι χρήναι τόν άποκρινόμενον
θήσω να του δείξω π ώ ς , κ α τ ά τ η γ ν ώ μ η μου, πρέπει
άποκρίνεσθαι' έπειδάν δέ έγώ άποκρίνωμαι όπόσ'
να α π α ν τ ά όποιος α π α ν τ ά . Κι αφού ε γ ώ α π α ν τ ή σ ω σ'
άν ούτοςβούληται έρωτάν, πάλιν ούτος έμοϊ λόγον
όσα αυτός θα ήθελε να ρωτήσει, εκείνος, π ά λ ι , ας υ π ο ­
ύποσχέτω ομοίως, έάν ούν μή δοκη πρόθυμος είναι
σχεθεί να μου α π α ν τ ά με τον ίδιο τ ρ ό π ο . Αν, π ά λ ι , δεί­
προς αυτό τό έρωτώμενον άποκρίνεσθαι, καϊ έγώ
ξει ότι δεν είναι πρόθυμος να α π α ν τ ά στην ερώτηση
καϊ ύμεΐς κοινή δεησόμεθα αυτού άπερ ύμεΐς εμού,
π ο υ του κ ά ν ω , τότε κι ε γ ώ κι εσείς να του ζητήσουμε
μή διαφθείρειν τήν συνουσίαν" καϊ ουδέν δεΐ τούτου
α π ό κοινού ό,τι εσείς ζητήσατε α π ό μένα, να μ η διαλύ­
ένεκα ένα έπιστάτην γενέσθαι, άλλα πάντες κοινή σει τ η συγκέντρωση μ α ς . Κ α ι , γ ι ' αυτό τ ο π ρ ά γ μ α , κ α ­
Ε έπιστατήσετε. Έδόκει πάσιν ούτω ποιητέον είναι' θόλου δε χρειάζεται κ ά π ο ι ο ς να γίνει επιστάτης. Θ α έ­
καϊ ό Πρωταγόρας πάνυ μέν ούκ ήθελεν, όμως δέ πιστατήσετε όλοι α π ό κοινού/Ολοι συμφώνησαν ότι έ­
ήναγκάσθη όμολογήσαι έρωτήσειν, καϊ έπειδάν τσι έπρεπε να κάνουμε. Κ α ι ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς , αν και δεν
Ίκανώς έρωτήση, πάλιν δώσε ι ν λόγον κατά σμικρόν το ήθελε, α ν α γ κ ά σ τ η κ ε να συμφωνήσει ότι θα κάνει ε­
άποκρι νόμενος. ρωτήσεις" κι αφού κάνει αρκετές, θα δίνει με τ η σειρά
Ήρξατο ούν έρωτάν ούτωσίπως''Ηγούμαι, έφη, ώ του εξηγήσεις, α π α ν τ ώ ν τ α ς σύντομα. Άρχισε, λοιπόν,
339 Σώκρατες, έγώ άνδρϊ παιδείας μέγιστο ν μέρος είναι να ρ ω τ ά κ ά π ω ς έτσι.

περϊ έπων δεινόν είναι' έστιν δέ τούτο τά ύπό τών - Ε γ ώ ν ο μ ί ζ ω Σ ω κ ρ ά τ η , είπε, ότι, γ ι α έναν άνδρα,
τ ο σημαντικότερο μέρος της μόρφωσης του είναι να γ ί ­
νει ικανός στα ε π ι κ ά π ο ι ή μ α τ α ' κι αυτό σημαίνει να

158 159
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ποιητών λεγόμενα οίον τ'είναι συνιέναι ά τε ορθώς μπορεί να κ α τ α λ α β α ί ν ε ι όσα λένε οι ποιητές, π ο ι α έρ­
πεποίηται καϊ ά μή, καϊ έπίστασθαι διελεΐν τε καϊ γ α έχουν συνθέσει σ ω σ τ ά και π ο ι α όχι, και να ξέρει να
έρωτώμενον λόγον δούναι, καϊ δή καϊ νύν έσται τό τ α διακρίνει και, ό τ α ν τον ρωτούν, να εξηγεί. Έ τ σ ι
ερώτημα περϊ τού αυτού μέν περϊ ούπερ έγώ τε καϊ λ ο ι π ό ν , τ ώ ρ α , το ε ρ ώ τ η μ α γ ι α το ίδιο π ρ ά γ μ α , π ο υ
σύ νΰν δή διαλεγόμεθα, περϊ αρετής, μετενηνεγμένον συζητούσαμε ε γ ώ κι εσύ πριν λ ί γ ο , γ ι α την αρετή, θα
δ' εις ποίησιν' τοσούτον μόνον διοίσει. λέγει γάρ που μεταφερθεί στην π ο ί η σ η ' ε λ ά χ ι σ τ α θα διαφέρει μόνο.
76
Σιμωνίδης προς Σκόπαν τόν Κρέοντος ύόν τού Π ρ ά γ μ α τ ι , λέει, μου φαίνεται ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς στον
Θετταλοΰ ότι- Σ κ ό π α , τ ο γ ι ο του Κρέοντος του Θεσσαλού:

άνδρ ' αγαθόν μέν άλαθέως γενέσθαι χαλεπόν, αλήθεια, να γίνει άνθρωπος καλός, δύσκολο πράγμα,
χερσίν τε καϊ ποσϊ καϊ νόω τετράγωνο ν, με χέρια και με πόδια και μυαλό τετράγωνο"
άνευ φόγου τετυγμένον. δίχως φεγάδι καμωμένος.
τούτο έπίστασαι τό άσμα, ή πάν σοι διεξέλθω;
Τ ο ξέρεις τ ο ύ τ ο το ά σ μ α ή να σου το π ω ολόκληρο;
Καϊ έγώ εΐπον ότι " Ουδέν δεΐ' έπίσταμαί τε γάρ,
- Κι ε γ ώ ε ί π α : Δε χ ρ ε ι ά ζ ε τ α ι ' γ ι α τ ί και τ ο ξέρω και
καϊ πάνυ μοι τυγχάνει μεμεληκός τυΰ άσματος.
τ υ χ α ί ν ε ι να μ' έχει α π α σ χ ο λ ή σ ε ι π ο λ ύ τούτο το ά σ μ α .
Εύ, έφη, λέγεις, πότερον ούν καλώς σοι δοκεΐ πε-
- Σ ω σ τ ά , είπε, μιλάς. Σ ο υ φαίνεται, λοιπόν, ότι ωραία
ποιήσθαι καϊ ορθώς, ή ού; - Πάνυ, έφην έγώ, <κα- το συνέθεσε και σ ω σ τ ά ή όχι; - Π ο λ ύ , είπα ε γ ώ , ωραία
λώς> τε καϊ ορθώς. - Δοκεΐ δέ σοι καλώς πεποιή- και σ ω σ τ ά . - Νομίζεις, ό μ ω ς , π ω ς είναι ω ρ α ί α κ α μ ω ­
σθαι, ε'ι εναντία λέγει αυτός αύτώ ό ποιητής; - Ού μένο, αν ο ποιητής πέφτει σε αντίφαση; - Ό χ ι ω ρ α ί α ,
καλώς, ήν δ' έγώ. - "Ορα δή, έφη, βέλτιον. - Αλλ ', είπα ε γ ώ . - Πρόσεξε λοιπόν, είπε, καλύτερα. - Ό μ ω ς ,
ώγαθέ, έσκεμμαι Ίκανώς. - Οίσθα ούν, εοη, ότι καλέ μου, τ ο έ χ ω εξετάσει αρκετά. - Ξέρεις λοιπόν, εί­
προϊόντος τού άσματος λέγει που- π ε , ότι π ρ ο χ ω ρ ώ ν τ α ς το ά σ μ α λέει κ ά π ο υ :
ούδέ μοι έμμελέως τό Πιττάκειον νέμεται,
Κι ούτε καλά ηχεί στ' αυτιά μου κείνο που λέει
ο Πιττακός^
παρόλο που το είπε άνθρωπος σοφός και

ι6ο ι6ι
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

καίτοι σοφού παρά φωτός ε'ιρημένον'χαλεπόν φωτισμένος'


φάτ' έσθλόν έμμεναι. δύσκολο, λέει, να μείνει άνθρωπος καλός.
Εννοείς ότι ό αυτός ούτος καϊ τάδε λέγει κάκεΐνα τά
Κ α τ α λ α β α ί ν ε ι ς ότι ο ίδιος ά ν θ ρ ω π ο ς λέει και α υ τ ά κι
έμπροσθεν; - Οίδα, ήν δ' έγώ. - Δοκεΐ ούν σοι, έφη,
εκείνα τ α π ρ ώ τ α ; - Τ ο ξέρω, είπα ε γ ώ . - Νομίζεις λοι­
ταύτα έκείνοις όμολογεΐσθαι; - Φαίνεται έμοιγε
π ό ν , είπε, ότι α υ τ ά συμφωνούν μ' εκείνα; - Γ ι α μένα,
(καϊ άμα μεντοι έφοβούμην μή τϊ λέγοι) άτάρ, έφην
τ ο υ λ ά χ ι σ τ ο ν , είναι φανερό. (Και βέβαια, την ίδια στιγ­
D έγώ, σοι ού φαίνεται; - Πώς γάρ άν φαίνοιτο όμο-
μ ή , φοβόμουν μ ή π ω ς λέει κάτι σημαντικό). Ό μ ω ς , εί­
λογεΐν αυτός έαυτώ ό ταύτα αμφότερα λέγων, ός γε π α ε γ ώ , εσύ δε νομίζεις ότι συμφωνούν; - Γ ι α τ ί , π ώ ς
τό μέν πρώτον αυτός ύπέθετο χαλεπόν είναι άνδρα γίνεται να συμφωνεί με τον εαυτό του κείνος π ο υ λέει
αγαθόν γενέσθαι άληθεία, ολίγον δέ τού ποιήματος και τ α δυο α υ τ ά ' και π ρ ώ τ α , βέβαια, ο ίδιος έθεσε την
εις τό πρόσθεν προέλθω ν έπελάθετο, καϊ Πιττακόν α ρ χ ή π ω ς είναι δύσκολο να γίνει ά ν θ ρ ω π ο ς καλός, στ'
τόν ταύτα λέγοντα έαυτώ, ότι χαλεπόν έσθλόν έμ­ αλήθεια, μ α ό τ α ν λ ί γ ο π ρ ο χ ώ ρ η σ ε στο π ο ί η μ α τ ο ξέ­
μεναι, τούτον μέμφεται τε καϊ ού φησιν άποδέχεσθαι χασε, και τον Π ι τ τ α κ ό , π ο υ λέει τ α ίδια μ' εκείνον,
αυτού τά αυτά έαυτώ λέγοντος; καίτοι οπότε τόν π ω ς είναι δύσκολο να μείνει ά ν θ ρ ω π ο ς κ α λ ό ς , τον
ταύτα λέγοντα αύτώ μέμφεται, δήλον ότι καϊ εαυ­ μέμφεται και λέει π ω ς δε συμφωνεί μ' εκείνον, π ο υ λέει

τόν μέμφεται, ώστε ήτοι τό πρότερον ή ύστερον ούκ τ α ίδια με α υ τ ό ν ; Ό τ α ν , ό μ ω ς , μέμφεται εκείνον με τον
οποίο λέει τ α ίδια, είναι φανερό ότι μέμφεται και τον
ορθώς λέγει.
εαυτό του" ώστε, είτε την π ρ ώ τ η φορά είτε τ η δεύτερη
Ειπών ούν ταύτα πολλοίς θόρυβον παρέσχεν καϊ
δε μ ι λ ά σ ω σ τ ά .
Ε έπαινον τών άκουόντων' καϊ έγώ τό μέν πρώτον,
Λ έ γ ο ν τ α ς λ ο ι π ό ν α υ τ ά , προκάλεσε το θόρυβο πολ­
ώσπερεϊ ύπό αγαθού πύκτου πληγείς, έσκοτώθην τε
λ ώ ν και τον έπαινο του ακροατηρίου" κι ε γ ώ , στην αρ­
καϊ Ίλιγγίασα είπόντος αυτού ταύτα καϊ τών άλλων
χ ή , σα να με χ τ ύ π η σ ε καλός π υ γ μ ά χ ο ς , σκοτείνιασα κι
έπιθορυβησάντων' έπειτα-ώς γε προς σέ ε'ιρήσθαι
ένιωσα ί λ ι γ γ ο , ό τ α ν εκείνος είπε αυτά, και οι άλλοι
τάληθή, ίνα μοι χρόνος έγγένηται τη σκέφει τί λέγοι
τον ε π ι δ ο κ ί μ α σ α ν με θόρυβο' έπειτα, γ ι α να σου π ω
την αλήθεια, προκειμένου να κερδίσω χρόνο και να ε-

ΐ62
163
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ό ποιητής- τρέπομαι προς τόν Πρόδικον, καϊ καλέ- ξετάσω τι λέει ο ποιητής, στρέφομαι προς τον Πρόδι­
σας αύτόν,Ώ Πρόδικε, έφην έγώ, σος μεντοι Σιμω­ κο και, φωνάζοντας του" Ε, Πρόδικε, του είπα, δικός
νίδης πολίτης' δίκαιος ει βοηθεΐν τω άνδρί. δοκώ σου συμπολίτης είναι ο Σιμωνίδης' έχεις υποχρέωση
να βοηθήσεις τον άνθρωπο. Νιώθω λοιπόν να σε προ­
340 ούν μοι έγώ παρακαλεΐν σέ, ώσπερ έφη'Όμηρος τόν
σκαλώ, με τον τρόπο που ο Όμηρος λέει π ω ς ο Σκά­
Σκάμανδρον πολιορκούμενον ύπό τού Αχιλλέως τόν
μανδρος, όταν τον πολιορκούσε ο Αχιλλέας, κάλεσε σε
Σιμόεντα παρακαλεΐν, είπόντα'
βοήθεια τον Σιμόεντα και του είπε'
φίλε κασίγνητε, σθένος άνέρος αμφότεροι περ
Φίλε αδελφικέ, και οι δυο ας συγκρατήσουμε
σχώμεν, 79
τη δύναμη του άνδρα.
άτάρ καϊ έγώ σέ παρακαλώ, μή ήμΐν 6 Πρωταγόρας
Έ τ σ ι κι ε γ ώ σε προσκαλώ, για να μη μας εκπορθή­
τόν Σιμωνίδην έκπέρση. καϊ γάρ ούν καϊ δεΐται τό
σει ο Πρωταγόρας τον Σιμωνίδη. Πράγματι, λοιπόν,
Β υπέρ Σιμωνίδου έπανόρθωμα τής σής μουσικής, ή για να αποκαταστήσουμε τον Σιμωνίδη, χρειάζεται η
τό τε βούλεσθαι καϊ έπιθυμεΐν διαιρείς ώς ού ταύτόν μουσική σου, με την οποία διακρίνεις το «θέλω» και το
όν, καϊ ά νυνδή είπες πολλά τε καϊ καλά. καϊ νΰν «επιθυμώ», θεωρώντας πως δεν είναι το ίδιο πράγμα,
σκόπει ει σοι συνδοκεΐ όπερ έμοϊ. ού γάρ φαίνεται και φθάνεις σε όσα πολλά και καλά μας είπες μόλις
εναντία λέγειν αυτός αύτώ Σιμωνίδης, σύ γάρ, ώ τώρα. Και τώρα εξέτασε αν κι εσύ έχεις την ίδια γνώ­
Πρόδικε, προαπόφηναι τήν σήν γνώμην" ταύτόν σοι μη μ' εμένα. Γιατί δεν είναι φανερό ότι ο Σιμωνίδης
δοκεΐ είναι τό γενέσθαι καϊ τό είναι, ή άλλο; - Αλλο πέφτει σε αντίφαση. Εσύ λοιπόν, Πρόδικε, πες μας α­
νή Δί', έφη ό Πρόδικος. - Ούκοΰν, έφην έγώ, έν μέν πό πριν τη δική σου γ ν ώ μ η ' το ίδιο σου φαίνεται πως
τοΐς πρώτοις αυτός ό Σιμωνίδης τήν εαυτού γνώμην είναι το «να γίνει» και το «να είναι» ή άλλο; - Άλλο,
άπεφήνατο, ότι άνδρα αγαθόν άληθεία γενέσθαι χα- μα το Δία, είπε ο Πρόδικος. - Επομένως, είπα εγώ, ο
c λεπόν εϊη; - Αληθή λέγεις, έφη ό Πρόδικος. - Τόν ίδιος ο Σιμωνίδης, στους πρώτους στίχους, δεν είπε τ η
δέ γε Πιττακόν, ήν δ'έγώ, μέμφεται, ούχ ώς οΐεται δική του γ ν ώ μ η , ότι να γίνει άνθρωπος καλός είναι
στ' αλήθεια δύσκολο; - Αλήθεια λες, είπε ο Πρόδικος.
-Μέμφεται όμως τον Πιττακό, είπα εγώ, όχι, όπως

164 165
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

Πρωταγόρας, ταύτόν έαυτώ λέγοντα, άλλ 'άλλο. ού νομίζει ο Πρωταγόρας, επειδή λέει το ίδιο με αυτόν,
γάρ τούτο ό Πιττακός έλεγε ν χαλεπόν, τό γενέσθαι αλλά άλλο. Γιατί ο Πιττακός δεν έλεγε πως είναι δύ­
έσθλόν, ώσπερ ό Σιμωνίδης, άλλα τό έμμεναι ' έστιν σκολο αυτό, να γίνει δηλαδή κανείς καλός, όπως ο Σι­
δέ ού ταύτόν, ώ Πρωταγόρα, ώς φησιν Πρόδικος ό­ μωνίδης, αλλά να παραμείνει' και δεν είναι το ίδιο,
δε, τό είναι καϊ τό γενέσθαι, ε'ι δέ μή τό αυτό έστιν Πρωταγόρα, όπως ισχυρίζεται ο Πρόδικος εδώ, το να
τό είναι τω γενέσθαι, ούκ εναντία λέγει ό Σιμωνίδης είναι κανείς και το να γίνει" αν, όμως, δεν είναι το ίδιο
αυτός αύτώ. καϊ ίσως άν φαίη Πρόδικος όδε καϊ άλ - το να είσαι και το να γίνεις, ο Σιμωνίδης δεν πέφτει σε
αντίφαση. Και, ίσως, να έλεγε ο Πρόδικος εδώ, και
D λοι πολλοί καθ'Ήσίοδον γενέσθαι μέν αγαθόν χα­
άλλοι πολλοί, ακολουθώντας τον Ησίοδο, 8 0 π ω ς είναι
λεπόν είναι- τής γάρ αρετής έμπροσθεν τους θεούς ι­
δύσκολο να γίνει κανείς καλός' γιατί, μπροστά από
δρώτα θεΐναι-όταν δέ τις αυτής είς άκρον ΐκηται,
την αρετή, οι θεοί τοποθέτησαν τον ιδρώτα" όταν, ό­
ρηϊδίην δήπειτα πέλειν, χαλεπήν περ έούσαν, έκτή-
μως, κάποιος φθάσει στην κορυφή της, είναι πια εύκο­
σθαι.
λο να την κρατήσει, κι ας χρειάζεται κόπος.
Ό μέν ούν Πρόδικος άκουσας ταύτα έπήνεσέν με ' ό
Ό τ α ν , λοιπόν, τα άκουσε αυτά ο Πρόδικος, με επαί­
δέ Πρωταγόρας, Τό έπανόρθωμά σοι, έφη, ώ Σώ­ νεσε" όμως ο Πρωταγόρας" - Η διόρθωση που κάνεις,
κρατες, μείζον αμάρτημα έχει ή δ έπανορθοΐς. - Καϊ Σωκράτη, είπε, έχει μεγαλύτερο σφάλμα από εκείνο
έγώ εΐπον' Κακόν άρα μοι εΐργασται, ώς έοικεν, ώ που πας να διορθώσεις. - Κι εγώ είπα' επομένως έκα­
Ε Πρωταγόρα, καϊ ειμί τις γελοίος ιατρός' Ίώμενος να κακό, όπως φαίνεται, Πρωταγόρα, και είμαι γελοί­
μεΐζον τό νόσημα ποιώ. - Άλλ ' ούτως έχει, έφη. ος γιατρός' εκεί που το γιατρεύω, κάνω το νόσημα σο­
Πώς δή; ή ν δ' έγώ. Πολλή άν, έφη, άμαθία εΐη τού βαρότερο. - Μ α έτσι είναι, είπε. - Πώς έτσι; είπα εγώ.
ποιητοΰ, ε'ι ούτω φαΰλόν τί φησιν είναι τήν άρετήν - Μεγάλη, είπε, πρέπει να είναι η αμάθεια του ποιητή,
έκτήσθαι, ό έστιν πάντων χαλεπώτατον, ώς άπασιν αν ισχυρίζεται π ω ς είναι τόσο εύκολο να αποκτήσει
δοκεΐ άνθρώποις. κανείς την αρετή, πράγμα που είναι το πιο δύσκολο
Καϊ έγώ εΐπον' Νή τόν Δία, εις καιρόν γε παρατε- α π ' όλα, όπως πιστεύουν όλοι οι άνθρωποι.
Κι ε γ ώ είπα" Μ α το Δία, π ά ν ω στην ώρα βρέθηκε

ι66 167
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

τύχηκεν ήμΐν έν τοΐς λόγοις Πρόδικος όδε. κινδυ­ στη συζήτηση μ α ς ο Πρόδικος. Γ ι α τ ί , κ α θ ώ ς φαίνεται,
νεύει γάρ τοι, ώ Πρωταγόρα, ή Προδίχου σοφία θεία Π ρ ω τ α γ ό ρ α , η σοφία του Προδίκου έχει τ ο θεϊκό της
341 τις είναι πάλαι, ήτοι άπό Σιμωνίδου άρξαμένη, ή χ α ρ α κ τ ή ρ α α π ό παλιά* κρατάει α π ό το Σ ι μ ω ν ί δ η ή
χαϊ έτι παλαιοτέρα, σύ δέ άλλων πολλών έμπειρος και α π ό α κ ό μ η π α λ α ι ό τ ε ρ α . Εσύ, ό μ ω ς , π α ρ ό λ ο π ο υ

ών ταύτης άπειρος είναι φαίνη, ούχ ώσπερ έγώ έμ­ ξέρεις π ο λ λ ά ά λ λ α , φαίνεται π ω ς α υ τ ή δεν την ξέρεις

πειρος διά τό μαθητής είναι Προδίχου τουτουΐ' χαϊ και δεν έχεις τ η γ ν ώ σ η π ο υ ε γ ώ έ χ ω , επειδή είμαι μ α ­
θητής του Π ρ ο δ ί κ ο υ ' τ ώ ρ α , λοιπόν, μου φαίνεται π ω ς
νΰν μοι δοκεΐς ού μανθάνειν ότι καϊ τό «χαλεπόν»
δεν καταλαβαίνεις ότι το «δύσκολο» ίσως ο Σ ι μ ω ν ί ­
τούτο ίσως ούχ ούτως Σιμωνίδης ύπελάμβανεν ώσ­
δης δεν το εννοούσε ό π ω ς το εννοείς εσύ, α λ λ ά συμβαί­
περ σύ ύπολαμβάνεις, άλλ 'ώσπερ περϊ τού «δεινού»
νει ό,τι και με τ ο «φοβερό», γ ι α τ ο οποίο ο Πρόδικος
Πρόδικός με ούτοσϊ νουθετεί εκάστοτε, όταν επαί­
ε δ ώ κάθε φορά με διορθώνει' ό τ α ν ε γ ώ ε π α ι ν ώ είτε ε­
νων έγώ ή σέ ή άλλον τινά λέγω ότι Πρωταγόρας
σένα είτε κ ά π ο ι ο ν άλλον και λ έ ω ότι ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς
Β σοφός καϊ δεινός έστιν άνήρ, έρωτα ει ούκ αίσχύνο-
είναι σοφός και φοβερός ά ν θ ρ ω π ο ς , με ρ ω τ ά αν δεν
μαι τάγαθά δεινά καλών, τό γάρ δεινόν, φησίν, κα­ ν τ ρ έ π ο μ α ι να ο ν ο μ ά ζ ω τ α κ α λ ά φοβερά. Γ ι α τ ί το φο­
κόν έστιν' ουδείς γοΰνλέγει εκάστοτε «δεινούπλού­ βερό, λέει, είναι κ α κ ό ' κανείς, λ ο ι π ό ν , δε μιλά κάθε φο­
του» ουδέ «δεινής ειρήνης» ουδέ «δεινής ύγιείας,» ρά γ ι α φοβερό π λ ο ύ τ ο ούτε γ ι α φο^ερΎ\ ειρήνη ούτε γ ι α
άλλα «δεινής νόσου» καϊ «δεινού πολέμου» καϊ φοβερή υγεία, α λ λ ά γ ι α φοβερή αρρώστια και γ ι α φο­
«δεινής πενίας,» ώς τού δεινού κακού όντος. ίσως βερό π ό λ ε μ ο και γ ι α φοβερή φ τ ώ χ ε ι α , επειδή το φοβε­
ούν καϊ τό «χαλεπόν» αύ ο'ι Κεΐοι καϊ ό Σιμωνίδης ρό είναι κ α κ ό / Ι σ ω ς , λοιπόν, και το «δύσκολο» οι Κεί-
ή κακόν ύπολαμβάνουσι ή άλλο τι δ σύ ού μανθά- οι, π ά λ ι , και ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς ή τ ο θεωρούν κακό ή κάτι
νεις' έρώμεθα ούν Πρόδικον-δίκαιον γάρ τήν Σι­ ά λ λ ο , π ο υ εσύ δεν κ α τ α λ α β α ί ν ε ι ς ' ας ρωτήσουμε λοι­
μωνίδου φωνήν τούτον έρωτάν-τί έλεγεν, ώ Πρό- π ό ν τον Π ρ ό δ ι κ ο ' γ ι α τ ί αυτόν είναι σωστό να ρωτού­

C δικέ, τό «χαλεπόν» Σιμωνίδης; - Κακόν, έφη. Διά με γ ι α τ η γ λ ώ σ σ α του Σ ι μ ω ν ί δ η " - Π ώ ς εννοούσε,

ταΰτ' άρα καϊ μέμφεται, ήν δ' έγώ, ώ Πρόδικε, τόν Πρόδικε, τ ο «δύσκολο» ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς ; - Ως κάτι κακό,
είπε. - Γ ι ' αυτό ε π ο μ έ ν ω ς μέμφεται, είπα ε γ ώ , Πρόδι-

ι68 169
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

Πιττακόν λέγοντα χαλεπόν έσθλόν έμμεναι, ώσπερ κε, τον Π ι τ τ α κ ό , π ο υ λέει π ω ς είναι δύσκολο να είναι
άν ε'ι ήκουεν αυτού λέγοντος ότι έστιν κακόν έσθλόν κ ά π ο ι ο ς καλός, σα να τ ο ν άκουγε να λέει π ω ς είναι κ α ­
έμμεναι. - 'Αλλά τί οίει, έφη, λέγειν, ώ Σώκρατες, κό να είναι κ ά π ο ι ο ς καλός. - Ό μ ω ς Σ ω κ ρ ά τ η , είπε, τι
Σιμωνίδην άλλο ή τούτο, καϊ όνειδίζειν τω Πιττα- ά λ λ ο α π ό αυτό νομίζεις π ω ς εννοεί ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς και
κώ ότι τά ονόματα ούκ ήπίστατο ορθώς διαιρεΐν άτε κατηγορεί τον Π ι τ τ α κ ό π ω ς δεν ήξερε να διακρίνει
Αέσβιος ών καϊ έν φωνή βαρβάρω τεθραμμένος; - σ ω σ τ ά τις σημασίες τ ω ν ο ν ο μ ά τ ω ν , επειδή ή τ α ν Λε­
D Άκούεις δή, έφην έγώ, ώ Πρωταγόρα, Προδίκου σβίος και αναθρεμμένος με βαρβαρική γ λ ώ σ σ α ; - Α­

τούδε, έχεις τι προς ταύτα λέγειν; κούς λ ο ι π ό ν , ε ί π α ε γ ώ , Π ρ ω τ α γ ό ρ α , τον Πρόδικο ε­


δ ώ . Έ χ ε ι ς να πεις κ ά τ ι γ ι ' αυτά;
Καϊ ό Πρωταγόρας" Πολλού γε δεΐ, έφη, ούτως έ­
- Κ α ι ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς ' Π ο λ ύ α π έ χ ε ι , είπε, α π ό το να
χειν, ώ Πρόδικε " άλλ 'έγώ εύ οΐδ'ότι καϊ Σιμωνίδης
έχουν έτσι τ α π ρ ά γ μ α τ α , Πρόδικε. Ε γ ώ , ό μ ω ς , ξέρω
τό «χαλεπόν» έλεγεν όπερ ημείς ο'ι άλλοι, ού τό κα­
κ α λ ά ότι και ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς εννοούσε το «δύσκολο» ό­
κόν, άλλ ' δ άν μή ράδιον η άλλα διά πολλών πραγ­
π ω ς κ α ι εμείς οι ά λ λ ο ι και δεν εννοούσε τ ο « κ α κ ό » ,
μάτων γίγνηται. - Άλλα καϊ έγώ οΐμαι, έφην, ώ
α λ λ ά εκείνο π ο υ δεν μπορεί να είναι εύκολο και χρειά­
Πρωταγόρα, τούτο λέγειν Σιμωνίδην, καϊ Πρόδικον ζεται π ο λ λ ά π ρ ά γ μ α τ α γ ι α να γίνει. - Κι ε γ ώ ό μ ω ς
γε τόνδε ε'ιδέναι, άλλα παίζειν καϊ σοΰ δοκεΐν άπο- Π ρ ω τ α γ ό ρ α , ε ί π α , ν ο μ ί ζ ω ότι ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς αυτό εν­
πειράσθαι ε'ι οίος τ'έση τώ σαυτού λόγωβοηθεΐν. Ι­ νοεί και π ω ς ο Πρόδικος ε δ ώ ξέρει, α λ λ ά παίζει μαζί
Ε πει ότι γε Σιμωνίδης ού λέγει τό χαλεπόν κακόν, σου και σε δοκιμάζει, κ α θ ώ ς φαίνεται, γ ι α να δει αν θα
μέγα τεκμήριόν έστιν ευθύς τό μετά τούτο ρήμα" λέ­ μπορέσεις να υποστηρίξεις τ ο λ ό γ ο σου" ότι, βέβαια, ο
γει γάρ ότι- Σ ι μ ω ν ί δ η ς δεν εννοεί π ω ς τ ο δύσκολο είναι κ α κ ό το α­
θεός άν μόνος τοΰτ' εχοι γέρας, ποδεικνύει π ε ρ ί τ ρ α ν α η επόμενη φράση' αφού λέει
ού δήπου τούτο γε λέγων, κακόν έσθλόν έμμεναι, πως
είτα τόν θεόν φησιν μόνον τούτο άν έχειν καϊ τω θεώ ο θεός, και μόνο, μπορεί να έχει τούτο το προνόμιο.
Δεν εννοεί, α σ φ α λ ώ ς , ότι είναι κακό να είναι κανείς
καλός και, στη συνέχεια, υποστηρίζει ότι μόνο ο θεός

170 171
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

τούτο γέρας απένειμε μόνω' άκόλαστον γάρ άν τίνα μπορεί να το έχει, και μόνο στο θεό απένειμε αυτό το
λέγοι Σιμωνίδην ό Πρόδικος καϊ ουδαμώς Κεΐον. π ρ ο ν ό μ ι ο ' έτσι, ο Πρόδικος μπορεί να μας μιλά γ ι α
άλλ 'άμοι δοκεΐδιανοεΐσθαι Σιμωνίδης έν τούτω τω κ ά π ο ι ο ν Σ ι μ ω ν ί δ η ακόλαστο και καθόλου Κ ε ί ο . Ό σ α ,
ασματι, έθέλω σοι ειπείν, ε'ι βούλει λαβείν μου πεΐ- ό μ ω ς , ν ο μ ί ζ ω ότι σκέφτεται ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς σε αυτό το ά­
ραν όπως έχω, δ σύ λέγεις τούτο, περϊ έπων' έάν δέ σ μ α , είμαι πρόθυμος να σου τ α π ω , αν θέλεις να δεις
βούλη, σοΰ άκούσομαι. Ό μέν ούν Πρωταγόρας ά­ τι π ι σ τ ε ύ ω γ ι ' αυτό π ο υ λες εσύ γ ι α τ α έπη" αν π ά λ ι
κουσας μου ταύτα λέγοντος, - ΕΊ σύ βούλει, έφη, ώ θέλεις, θα ακούσω εσένα. Ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς , λοιπόν, ό­
Σώκρατες' ό δέ Πρόδικός τε καϊ ό Ιππίας έκελευέ- τ α ν με άκουσε να μ ι λ ώ έτσι: - Αν το θέλεις εσύ, είπε,
την πάνυ, καϊ ο'ι άλλοι. - Έγώ τοίνυν, ήν δ'έγώ, ά Σ ω κ ρ ά τ η ' ενώ ο Πρόδικος και ο Ι π π ί α ς με προέτρε-

γέ μοι δοκεΐ περϊ τού άσματος τούτου, πειράσομαι π α ν ε π ί μ ο ν α , τ ο ίδιο και οι άλλοι.

ύμΐν διεξελθεΐν. φιλοσοφία γάρ έστιν παλαιότατη τε - Ε γ ώ λ ο ι π ό ν , είπα, ό,τι π ι σ τ ε ύ ω γ ι ' αυτό το ά σ μ α

καϊ πλείστη τώνΈλλήνων έν Κρήτη τε καϊ έν Αα- θα π ρ ο σ π α θ ή σ ω να σας το εκθέσω. Γ ι α τ ί η π α λ α ι ό τ ε ­


ρη και περισσότερη φιλοσοφία τ ω ν Ε λ λ ή ν ω ν υ π ά ρ χ ε ι
κεδαίμονι, καϊ σοφισταϊ πλείστοι γής έκεΐεΐσιν' άλλ '
στην Κ ρ ή τ η και τ η Λ α κ ε δ α ί μ ο ν α , και οι περισσότεροι
έξαρνοΰνται καϊ σχηματίζονται αμαθείς είναι, ίνα
σοφιστές βρίσκονται εκεί' 8 1 τ ο αρνούνται, ό μ ω ς , και
μή κατάδηλοι ώσιν ότι σοφία τώνΈλλήνων περίει-
προσποιούνται π ω ς είναι αμαθείς, γ ι α να μ η γίνει φ α ­
σιν, ώσπερ ους Πρωταγόρας έλεγε τους σοφιστάς,
νερό ότι ξεπερνούν τους άλλους Έ λ λ η ν ε ς στη σοφία'
άλλα δοκώσιν τω μάχεσθαι καϊ ανδρεία περιεΐναι,
κάνουν ό,τι και οι σοφιστές π ο υ ανέφερε ο Π ρ ω τ α γ ό ­
ηγούμενοι, ε'ι γνωσθεΐεν ώ περίεισιν, πάντας τούτο
ρας, 8 2 α λ λ ά δίνουν την ε ν τ ύ π ω σ η π ω ς υπερέχουν στον
άσκήσειν, τήν σοφίαν. νΰν δέ άποκρυφάμενοι εκείνο
π ό λ ε μ ο και την ανδρεία, γ ι α τ ί πιστεύουν ότι, αν γίνει
έξηπατήκασιν τους έν ταΐς πόλεσι λακωνίζοντας,
γ ν ω σ τ ό σε τι υπερέχουν, όλοι θα επιδοθούν σε α υ τ ό ,
καϊ ο'ι μέν ώτά τε κατάγνυνται μιμούμενοι αυτούς, δ η λ α δ ή στη σοφία. Τ ώ ρ α , ό μ ω ς , κ α θ ώ ς αυτό τ ο α π έ -
καϊ ιμάντας περιειλίττονται καϊ φιλογυμναστοΰσιν κρυψαν, έχουν εξαπατήσει όσους λακωνίζουν στις άλ­
λες πόλεις' έτσι, εκείνοι τους μιμούνται και τ ρ α υ μ α τ ί ­
ζουν τ α αυτιά τους και τυλίγουν τ α π ό δ ι α τους με ιμά-

172
173
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

καϊ βραχείας άναβολάς φοροΰσιν, ώς δή τούτοις ντες και α σ χ ο λ ο ύ ν τ α ι με τ η γ υ μ ν α σ τ ι κ ή και φορούν


κρατούντας τώνΈλλήνων τους Λακεδαιμονίους" οι κοντά π α ν ω φ ό ρ ι α , γ ι α τ ί πιστεύουν π ω ς με α υ τ ά επι­
δέ Λακεδαιμόνιοι, έπειδάν βούλωνται άνέδην τοΐς κρατούν οι Λακεδαιμόνιοι π ά ν ω στους Έ λ λ η ν ε ς ' οι
παρ'αύτοΐς συγγενέσθαι σοφισταΐςκαϊ ήδη άχθων- Λακεδαιμόνιοι, ό μ ω ς , κάθε φορά π ο υ θέλουν να συνα-
ται λάθρα συγγιγνόμενοι, ξενηλασίας ποιούμενοι ναστραφούν ελεύθερα τους σοφιστές τους, κι έχουν π ι α

τών τε λακωνιζόντων τούτων καϊ έάν τις άλλος ξέ­ κουραστεί να τους συναναστρέφονται κρυφά, δ ι ώ χ ν ο υ ν
α π ό τον τ ό π ο τους όλους αυτούς π ο υ λακωνίζουν και
νος ών έπιδημήση, συγγίγνονται τοΐς σοφισταΐς
όποιον ά λ λ ο ξένο βρίσκεται στην π ό λ η , και συνανα­
λανθάνοντες τους ξένους, καϊ αύτοϊ ούδένα έώσιν
στρέφονται τους σοφιστές χ ω ρ ί ς να παίρνουν είδηση οι
D τών νέων εις τάς άλλας πόλεις έξιέναι, ώσπερ ουδέ
ξένοι' και κανέναν νέο δεν αφήνουν να ταξιδέψει στις
Κρήτες, 'ίνα μή άπομανθάνωσιν ά αύτοϊ διδάσχου- άλλες πόλεις, ό π ω ς δεν τους αφήνουν και οι Κρήτες,
σιν. ε'ισϊν δέ έν ταύταις ταΐς πόλεσιν ού μόνον άνδρες γ ι α να μην ξεμάθουν όσα οι ίδιοι τους διδάσκουν. Σ '
έπϊ παιδεύσει μέγα φρονοΰντες, άλλα καϊ γυναίκες. αυτές τις πόλεις, ά λ λ ω σ τ ε , περήφανοι δεν είναι μόνο
γνοΐτε δ' άν ότι έγώ ταύτα αληθή λέγω καϊ Λακε­ άνδρες γ ι α τ η μ ό ρ φ ω σ η τους, α λ λ ά και γυναίκες. 8 3
δαιμόνιοι προς φιλοσοφίαν καϊ λόγους άριστα πε- Μ π ο ρ ε ί τ ε να κ α τ α λ ά β ε τ ε ότι λ έ ω την αλήθεια γ ι ' α υ ­
παίδευνται, ώδε' ε'ι γάρ έθέλει τις Λακεδαιμονίων τ ά και ότι οι Λακεδαιμόνιοι, στη φιλοσοφία και τους
Ε τω φαυλοτάτω συγγενέσθαι, τά μέν πρώτα έν τοΐς λόγους, είναι άριστα εκπαιδευμένοι, με τον εξής τρό­
λόγοις εύρήσει αυτόν φαΰλόν τίνα φαινόμενον, έπει­ π ο : αν κ ά π ο ι ο ς , π ρ ά γ μ α τ ι , θελήσει να συζητήσει με

τα, όπου άν τύχη τών λεγομένων, ένέβαλενρήμα ά­ τον π ι ο α σ ή μ α ν τ ο Λακεδαιμόνιο, στα λ ό γ ι α , στην α ρ ­
χ ή , θ' ανακαλύψει ότι φαίνεται α σ ή μ α ν τ ο ς ' ό μ ω ς έπει­
ξιον λόγου βραχύ καϊ συνεστραμμένον ώσπερ δεινός
τ α , σε α ν ύ π ο π τ ο σημείο της συζήτησης, ρίχνει, σαν κ ά ­
ακοντιστής, ώστε φαίνεσθαι τόν προσδιαλεγόμενον
ποιος ικανός ακοντιστής, μ ι α φράση αξιόλογη, σύντο­
παιδός μηδέν βελτίω, τούτο ούν αυτό καϊ τών νΰν
μ η και νευρώδη, ώ σ τ ε εκείνος π ο υ μαζί του συζητεί να
εΐσιν ο'ικατανενοήκασι καϊ τών πάλαι, ότι τό λακω-
μ η φαίνεται καθόλου καλύτερος α π ό παιδί. Κ ά π ο ι ο ι
λοιπόν, και σύγχρονοι και παλαιότεροι, κ α τ ά λ α β α ν α-

174 175
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

νίζειν πολύ μάλλον έστιν φιλοσοφείν ή φιλογυμνα- κριβώς π ω ς να μιμείται κανείς τους Λ ά κ ω ν ε ς π ο λ ύ πε­
343 στεΐν, ε'ιδότες ότι τοιαύτα οίον τ' είναι ρήματα ρισσότερο σημαίνει ότι φιλοσοφεί π α ρ ά π ω ς επιδίδεται
φθέγγεσθαι τελέως πεπαιδευμένου έστιν άνθρωπου. στη γ υ μ ν α σ τ ι κ ή , γ ι α τ ί γνωρίζουν ότι τέτοια λ ό γ ι α ,
τούτων ήν καϊ Θαλής ό Μιλήσιος καϊ Πιττακός ό μόνο ο τέλεια μορφωμένος ά ν θ ρ ω π ο ς μπορεί να τ α
Μυτιληναίος καϊ Βίας ό Πριηνεύς καϊ Σόλων ό η­ πει. Α ν ά μ ε σ α τους ή τ α ν και ο Θ α λ ή ς ο Μιλήσιος και
μέτερος καϊ Κλεόβουλος ό Λίνδιος καϊ Μύσων ό ο Π ι τ τ α κ ό ς ο Μ υ τ ι λ η ν α ί ο ς και ο Βίας ο Πριηνεύς και
Χηνεύς, καϊ έβδομος έν τούτοις έλέγετο Λακεδαιμό­ ο δικός μ α ς ο Σ ό λ ω ν και ο Κλεόβουλος ο Λίνδιος και
νιος Χίλων. ούτοι πάντες ζηλωταϊ καϊ έρασταϊ καϊ ο Μ ύ σ ω ν ο Χηνεύς και έβδομος, μέσα σ' αυτούς, α ν α ­
84
μαθηταϊ ήσαν τής Λακεδαιμονίων παιδείας, καϊ κα- φερόταν ο Λακεδαιμόνιος Χ ί λ ω ν . Ό λ ο ι αυτοί ή τ α ν

ταμάθοι άν τις αυτών τήν σοφίαν τοιαύτην ούσαν, ζηλωτές και εραστές και μαθητές της παιδείας τ ω ν
Λακεδαιμονίων" ά λ λ ω σ τ ε , μπορεί κανείς να κ α τ α λ ά ­
ρήματα βραχέα αξιομνημόνευτα έκάστω ε'ιρημένα'
βει ότι τέτοια ή τ α ν η σοφία τους α π ό τ α σύντομα και
Β ούτοι καϊ κοινή συνελθόντες άπαρχήν τής σοφίας α­
αξιομνημόνευτα α π ο φ θ έ γ μ α τ α π ο υ δ ι α τ ύ π ω σ ε καθέ­
νέθεσαν τω Απόλλωνι εις τόν νεών τόν έν Δελφοΐς,
νας' συγκεντρώθηκαν μ ά λ ι σ τ α όλοι και αφιέρωσαν
γράφαντες ταύτα ά δή πάντες ύμνοΰσιν, Γνώθι
τους π ρ ώ τ ο υ ς κ α ρ π ο ύ ς της σοφίας τους στον Α π ό λ λ ω ­
σαυτόν καϊ Μηδέν άγαν. τού δή ένεκα ταύτα λέγω;
να, στο ναό του π ο υ βρίσκεται στους Δελφούς, γ ρ ά φ ο ­
ότι ούτος ό τρόπος ήν τών παλαιών τής φιλοσοφίας,
ντας εκείνα π ο υ όλοι υμνούν: «Γνώρισε τον εαυτό
βραχυλογία τις Λακωνική' καϊ δή καϊ τού Πιττακοΰ
σου» και « Τ ί π ο τ α υπερβολικό». Γ ι α π ο ι ο λ ό γ ο , τ ώ ρ α ,
Ιδία περιεφέρετο τούτο τό ρήμα έγκωμιαζόμενον ύ- τ α λ έ ω α υ τ ά ; Ε π ε ι δ ή αυτός ή τ α ν ο τ ρ ό π ο ς τ ω ν π α ­
C πό τών σοφών, τό Χαλεπόν έσθλόν 'έμμεναι. ό ούν λ α ι ώ ν της φιλοσοφίας, 8 5 μ ι α κ ά π ο ι α λ α κ ω ν ι κ / β ρ α χ υ ­
Σιμωνίδης, άτε φιλότιμος ών έπϊ σοφία, έγνω ότι ε'ι λογία' ιδιαίτερα, μ ά λ ι σ τ α , κυκλοφορούσε τούτη η
καθέλοι τούτο τό ρήμα ώσπερ εύδοκιμούντα άθλη- φράση του Π ι τ τ α κ ο ύ -που ε γ κ ω μ ι ά ζ ο υ ν οι σοφοί, το
«δύσκολο κανείς ν α ' ναι κ α λ ό ς » . Q Σ ι μ ω ν ί δ η ς , λοι­
π ό ν , επειδή είχε τ η φιλοδοξία της σοφίας, κ α τ ά λ α β ε ό­
τι, α ν μπορούσε να καταρρίψει αυτό το α π ό φ θ ε γ μ α ,

176 177
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

την και περιγενοιτο αυτού, αυτός ευοοκιμησει εν σαν κάποιος πετυχημένος αθλητής, και να το ξεπερά­
τοΐς τότε άνθρώποις. εις τούτο ούν τό ρήμα καϊ τού­ σει, θα γινόταν ο ίδιος διάσημος ανάμεσα στους αν­
του ένεκα τούτω έπιβουλεύων κολοΰσαι αυτό άπαν θρώπους της εποχής του. Καθώς μου φαίνεται, λοι­
τό άσμα πεποίηκεν, ώς μοι φαίνεται. πόν, για τούτο το απόφθεγμα και για το λόγο που εί­
Έπισκεφώμεθα δή αυτό κοινή άπαντες, ε'ι άρα έγώ πα, επειδή σχεδίαζε να το ακρωτηριάσει, συνέθεσε ο­
αληθή λέγω. ευθύς γάρ τό πρώτον τού άσματοςμα- λόκληρο το άσμα. Ας το εξετάσουμε λοιπόν τώρα όλοι

D νικόν άν φανείη, ε'ι βουλόμενος λέγειν ότι άνδρα α­ μαζί, για να δούμε αν λέω την αλήθεια.

γαθόν γενέσθαι χαλεπόν, έπειτα ένέβαλε τό «μέν». Γιατί, αμέσως, η αρχή του άσματος μπορεί να δώσει
την εντύπωση παραφροσύνης, αν, ενώ θέλει να πει
τούτο γάρ ουδέ προς ένα λόγον φαίνεται έμβεβλή-
π ω ς είναι δύσκολο να γίνει ένας άνθρωπος καλός, πα­
σθαι, έάν μή τις ύπολάβη προς τό τού Πιττακόΰρή­
ρεμβάλλει ύστερα το «μεν». Αυτό, πράγματι, δε φαί­
μα ώσπερ έρίζοντα λέγειν τόν Σιμωνίδην' λέγοντος
νεται να παρεμβάλλεται για κανένα λόγο, αν κανείς δε
τού Πιττακοΰ ότι «χαλεπόν έσθλόν έμμεναι», αμ­
θεωρήσει ότι ο Σιμωνίδης μιλάει για το απόφθεγμα
φισβητούντα είπεΐν ότι' Ούκ, άλλα «γενέσθαι μέν
του Πιττακού σα να φιλονικεί' κι ενώ ο Πιττακός λέει
χαλεπόν» άνδρα αγαθόν έστιν, ώ Πιττακέ, ώς αλη­
π ω ς «είναι δύσκολο να είναι κάποιος καλός», ο Σ ι μ ω ­
θώς-ούκ αλήθεια αγαθόν, ούκ έπϊ τούτω λέγει τήν νίδης το αμφισβητεί και λέει: Ό χ ι , «δύσκολο» στ' α­
Ε άλήθειαν, ώς άρα όντων τινών τών μέν ώς άλ.ηθώς λήθεια, Πιττακέ, «είναι να γίνει» κανείς καλός άνθρω­
αγαθών, τών δέ αγαθών μέν, ού μεντοι αληθώς- εύ- πος - όχι όμως στ' αλήθεια καλός' δεν αναφέρει στο
ηθες γάρ τούτο γε φανείη άν καϊ ού Σιμωνίδου - άλ­ «αγαθός» την αλήθεια, σα να υπήρχαν άνθρωποι, άλ­
λ ' ύπερβατόν δεΐ θεΐναι έν τω άσματι τό άλαθέως, λοι αληθινά καλοί, ενώ άλλοι καλοί, αλλά όχι αληθι­
ούτωσί πως ύπειπόντα τό τού Πιττακοΰ, ώσπερ άν νά' γιατί αυτό θα φαινόταν ανόητο και όχι άξιο του
Σιμωνίδη. Πρέπει, λοιπόν, να υποθέσουμε πως, μέσα
στο άσμα το «αλαθέως» είναι σχήμα υπερβατό, 8 6 σαν,
κάπως έτσι, ο Σιμωνίδης ν' απαντούσε στο απόφθεγ­
μα του Πιττακού' όπως, αν υποθέταμε ότι ο ίδιος ο

178 179
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ει θεΐμεν αυτόν λέγοντα τόν Πιττακόν καϊ Σιμωνί­ Π ι τ τ α κ ό ς μιλεί, και ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς αποκρίνεται' κι εκεί
Τ
δην άποκρινόμενον ε'ιπόντα' Ω άνθρωποι, χαλεπόν π ο υ λέει ο Π ι τ τ α κ ό ς ' «άνθρωποι, δύσκολο να 'ναι κ α ­
έσθλόν έμμεναι, τόν δέ άποκρινόμενον
Τ
ότι ' Ω Πιτ- νείς κ α λ ό ς » , ο άλλος να αποκρίνεται' Π ι τ τ α κ έ , δε μι­

344 τακέ, ούκ αληθή λέγεις' ού γάρ είναι άλλα γενέσθαι λάς σ ω σ τ ά ' αφού, όχι να είναι, α λ λ ά «να γίνει ά ν θ ρ ω ­

μέν έστιν άνδρα «αγαθόν χερσί τε καϊ ποσϊ καϊ νόω πος καλός, με χέρια και με π ό δ ι α και μ υ α λ ό τ ε τ ρ ά γ ω ­
νο, δ ί χ ω ς ψεγάδι κ α μ ω μ έ ν ο ς , είναι στ' αλήθεια δύσκο­
τετράγωνον, άνευ φόγου τετυγμένον, χαλεπόν άλα-
λ ο » . Έ τ σ ι , φαίνεται π ω ς εύλογα π α ρ ε μ β ά λ λ ε τ α ι τ ο
θέως». ούτω φαίνεται [τό] προς λόγον τό «μέν»
« μ ε ν » , και τ ο «στ' αλήθεια» μπαίνει σ ω σ τ ά στο τέλος'
έμβεβλημένον καϊ τό «άλαθέως» ορθώς έπ' έσχάτω
κι όλα όσα ακολουθούν μαρτυρούν, γ ι α το συγκεκριμέ­
κείμενον' καϊ τά έπιόντα πάντα τούτω μαρτυρεί, ότι
νο, π ω ς έτσι έχει λεχθεί. Έ χ ο υ μ ε , π ρ ά γ μ α τ ι , πολλές
ούτως είρηται. πολλά μέν γάρ έστι καϊ περϊ έκαστου
αποδείξεις και γ ι α καθετί π ο υ λέγεται μέσα στο ά σ μ α ,
Β τών έν τω άσματι εΐρημένων άποδεΐξαι ώς εύ πε-
π ω ς έχει συντεθεί όμορφα' γ ι α τ ί είναι π ο λ ύ ευχάριστο
ποίηται- πάνυ γάρ χαριέντως καϊ μεμελημένως έ­ και εξαιρετικά φροντισμένο. Θ α αργούσαμε π ο λ ύ , ό­
χει- άλλα μακρόν άν είη αυτό ούτω διελθεΐν' άλλα μ ω ς , γ ι α να τ ο εξετάσουμε έτσι' π α ρ ό λ α α υ τ ά , ας εξε­
τόν τύπον αυτού τόν όλον διεξέλθωμενκαϊ τήνβού- τάσουμε τ ο χ α ρ α κ τ ή ρ α του στο σύνολο και το σκοπό
λησιν, ότι παντός μάλλον έλεγχος έστιν τού Πίττα- του, π ο υ είναι, περισσότερο α π ό κάθε ά λ λ ο , να ελέγξει
κείου ρήματος διά παντός τού άσματος. τ ο α π ό φ θ ε γ μ α του Π ι τ τ α κ ο ύ μέσα σε ολόκληρο τ ο ά­
Λέγει γάρ μετά τούτο ολίγα διελθών, ώς άν ει λέ­ σμα.
γοι λ,όγον, ότι γενέσθαι μέν άνδρα αγαθόν χαλεπόν Γ ι α τ ί , μ ε τ ά α π ό αυτό, αφού αναφέρει μερικά, ο Σ ι ­
άλαθέως, οίον τε μεντοι έπί γε χρόνον τινά' γενό- μ ω ν ί δ η ς λέει, σα να μιλούσε σε πεζό λ ό γ ο : να γίνει έ­
μενον δέ διαμένει ν έν ταύτη τη έξει καϊ είναι άνδρα νας ά ν θ ρ ω π ο ς καλός είναι στ' αλήθεια δύσκολο, α λ λ ά
e αγαθόν, ώς σύ λέγεις, ώ Πιττακέ, αδύνατον καϊ ούκ είναι δυνατό γ ι α κ ά π ο ι ο χ ρ ό ν ο ' αν ό μ ω ς γίνει, να π α ­

άνθρώπειον, άλλα θεός άν μόνος τούτο έχοι τό γέ- ραμένει σε α υ τ ή την κ α τ ά σ τ α σ η και διαρκώς να είναι
καλός ά ν θ ρ ω π ο ς , ό π ω ς λες εσύ, Π ι τ τ α κ έ , είναι αδύνα­
τ ο και δεν είναι α ν θ ρ ώ π ι ν ο , α λ λ ά «μόνο ένας θεός

ι8ο ι8ι
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ρας, μπορει να έχει αυτό τ ο προνόμιο»

άνδρα δ'ούκ έστι μή ού κακόν έμμεναι, Ο άνθρωπος δεν μπορεί να μην είναι κακός,

δν [αν] αμήχανος συμφορά καθελη. όταν αξεπέραστη συμφορά τον καταβάλει.


Ποιον, λοιπόν, π ο υ έχει την κυβέρνηση του πλοίου,
τίνα ούν αμήχανος συμφορά καθαιρεί έν πλοίου άρ-
κ α τ α β ά λ λ ε ι αξεπέραστη συμφορά; Ό χ ι π ρ ο φ α ν ώ ς τον
χη; δήλον ότι ού τόν ίδιώτην' ό μέν γάρ Ιδιώτης άεϊ
αδαή" αφού, π ά ν τ α , ο αδαής είναι τ α π ε ι ν ω μ έ ν ο ς ' ό­
καθήρηται. ώσπερ ούν ού τόν κείμενόν τις άν κατα-
π ω ς , λοιπόν, δεν μπορεί κανείς να ρίξει εκείνον π ο υ
βάλοι, άλλα τόν μέν έστώτά ποτέ καταβάλοι άν τις
βρίσκεται κ ά τ ω , α λ λ ά μπορεί κ ά π ο τ ε να ρίξει εκείνον
ώστε κείμενόν ποιήσαι, τόν δέ κείμενόν ού, ούτω καϊ
που στέκεται όρθιος, ώ σ τ ε να τον ξ α π λ ώ σ ε ι κ ά τ ω , ε­
τόν εύμήχανον όντα ποτέ αμήχανος άν συμφορά
ν ώ δεν μπορεί εκείνον π ο υ ή δ η βρίσκεται εκεί, έτσι κι
καθέλοι, τόν δέ άεϊ άμήχανον όντα ού' καϊ τόν κυ-
εκείνον π ο υ είναι επινοητικός μπορεί κ ά π ο τ ε να τον
βερνήτην μέγας χειμών έπιπεσών άμήχανον άν καταβάλει αξεπέραστη συμφορά, ενώ εκείνον που
ποιήσειεν, καϊ γεωργόν χαλεπή ώρα επελθούσα ά­ διαρκώς είναι ανίκανος ό χ ι ' έτσι και τον κυβερνήτη, ό­
μήχανον άν θείη, καϊ Ίατρόν ταύτα ταύτα, τω μέν τ α ν τον βρει μ ε γ ά λ η τρικυμία, μπορεί να τ ο ν κ α τ α σ τ ή ­
γάρ έσθλώ έγχωρεΐ κακώ γενέσθαι, ώσπερ καϊ παρ ' σει ανίκανο, και το γ ε ω ρ γ ό , ό τ α ν έλθει δύσκολη επο­
άλλου ποιητοΰμαρτυρεΐται τού ε'ιπόντος- χ ή , μπορεί να τ ο ν αφήσει α μ ή χ α ν ο , και γ ι α το γ ι α τ ρ ό
αύτάρ άνήρ αγαθός τοτέ μέν κακός, άλλοτε ισχύουν τ α ίδια. Ο γενναίος, π ρ ά γ μ α τ ι , μπορεί να γί­
δ' έσθλός' νει δειλός, ό π ω ς μαρτυρείται και α π ό ά λ λ ο ν π ο ι η τ ή ,
τω δέ κακώ ούκ έγχωρεΐ γενέσθαι, άλλ 'άεϊ είναι α­ π ο υ είπε:
νάγκη. ώστε τόν μέν εύμήχανον καϊ σοφόν καϊ αγα­ Πάντως, ο γενναίος άνθρωπος, άλλοτε είναι δειλός
θόν έπειδάν αμήχανος συμφορά καθέλη, «ούκ έστι χι άλλοτε πάλι ρωμαλέος'

μή ού κακόν έμμεναι» ' σύ δέ φής, ώ Πιττακέ, «χα- ενώ ο δειλός δεν μπορεί να γίνει δειλός, α λ λ ά α ν α γ κ α ­
στικά είναι π ά ν τ α ' ώ σ τ ε ο επινοητικός και ικανός και
καλός, όταν τον κ α τ α β ά λ ε ι αξεπέραστη συμφορά, δεν
μπορεί να μην είναι κ α κ ό ς ' ενώ εσύ τ ώ ρ α , Π ι τ τ α κ έ , ι-

ΐ82 ι83
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

λεπόν έσθλόν έμμεναι» ' τό δ'έστι γενέσθαι μέν χα­ σχυρίζεσαι π ω ς είναι δύσκολο να είναι κανείς καλός'
λεπόν, δυνατόν δέ, έσθλόν, έμμεναι δέ αδύνατον' αυτό σημαίνει, π ά ν τ ω ς , ότι να γίνει κανείς καλός είναι
πράξας μέν γάρ εύ πάς άνήρ αγαθός, δύσκολο α λ λ ά δ υ ν α τ ό , να είναι ό μ ω ς διαρκώς είναι α­

κακός δ'ε'ι κακώς. δύνατο"

τίς ούν εις γράμματα αγαθή πράξίς έστιν, καϊ τίς αν πετύχει, κάθε άνθρωπος είναι καλός,
ενώ κακός αν αποτύχει.
345 άνδρα αγαθόν ποιεί εις γράμματα; δήλον ότι ή τού­
Π ο ι α , λ ο ι π ό ν , είναι κ α λ ή π ρ ά ξ η γ ι α τ α γ ρ ά μ μ α τ α και
των μάθησις. τίς δέ εύπραγία αγαθόν ιατρό ν ποιεί;
π ο ι α κάνει τον ά ν θ ρ ω π ο κ α λ ό στα γ ρ ά μ μ α τ α ; Π ρ ο ­
δήλον ότι ή τών καμνόντων τής θεραπείαςμάθησις.
φ α ν ώ ς η α π ό κ τ η σ η της γ ν ώ σ η ς τους. Κ α ι π ο ι α π ε τ υ ­
«κακός δέ κακώς» " τίς ούν άν κακός ιατρός γένοιτο;
χ η μ έ ν η π ρ ά ξ η κάνει το γ ι α τ ρ ό κ α λ ό ; Τ ο να μάθει,
δήλον ότι φ πρώτον μέν υπάρχει ίατρώ είναι, έπει­
π ρ ο φ α ν ώ ς , τ η θεραπεία τ ω ν α ρ ρ ώ σ τ ω ν . Ε ν ώ «κακός
τα άγαθώ ίατρώ- ούτος γάρ άν καϊ κακός γένοιτο-
αν α π ο τ ύ χ ε ι » " ποιος, λ ο ι π ό ν , θα μπορούσε να γίνει
ήμεΐς δέ ο'ι ιατρικής Ίδιώται ούκ άν ποτέ γενοίμεθα κακός γ ι α τ ρ ό ς ; Π ρ ο φ α ν ώ ς , εκείνος π ο υ , προ'·»τα, συμ­
κακώς πράξαντες ούτε Ίατροϊ ούτε τέκτονες ούτε βαίνει να είναι γ ι α τ ρ ό ς κι έ π ε ι τ α καλός γιατρός" γ ι α ­
Β άλλο ουδέν τών τοιούτων' όστις δέ μή ιατρός άν γέ­ τί αυτός θα μπορούσε να γίνει και κ α κ ό ς ' εμείς, ό μ ω ς ,
νοιτο κακώς πράξας, δήλον ότι ουδέ κακός ιατρός. οι αδαείς στην ιατρική, δε θα μ π ο ρ ο ύ σ α μ ε π ο τ έ να γ ί ­
ούτω καϊ ό μέν αγαθός άνήρ γένοιτ 'άν ποτέ καϊ κα­ νουμε, αν ε ί χ α μ ε α π ο τ ύ χ ε ι , ούτε γ ι α τ ρ ο ί ούτε αρχιτέ­
κός ή ύπό χρόνου ή ύπό πόνου ή ύπό νόσου ή ύπό κτονες ούτε τ ί π ο τ ε ά λ λ ο π α ρ ό μ ο ι ο ' κι όποιος α π ο τ ύ ­
άλλου τινός περιπτώματος- αύτη γάρ μόνη έστι χει και δεν μπορέσει να γίνει γ ι α τ ρ ό ς , είναι προφανές
κακή πράξις, επιστήμης στερηθήναι- ό δέ κακός ά- ότι ούτε κακός γ ι α τ ρ ό ς μπορεί να γ ί ν ε ι / Ε τ σ ι κι ο κ α ­
λός ά ν θ ρ ω π ο ς , θα μπορούσε κ ά π ο τ ε να γίνει και κ α ­
κός, είτε με τ ο χ ρ ό ν ο είτε α π ό τον κ ό π ο είτε α π ό αρ­
ρ ώ σ τ ι α είτε α π ό κ ά π ο ι α ά λ λ η περίσταση -γιατί μόνο
α υ τ ή είναι κ α κ ή π ρ ά ξ η , να στερηθεί κανείς τ η γ ν ώ ­
ση. 8 7 Ο κακός ά ν θ ρ ω π ο ς , ό μ ω ς , δε θα μπορούσε να γί-

ι84 ι85
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

νήρ ούκ άν ποτέ γένοιτο κακός-έστιν γάρ άεί- άλλ ' νει κάποτε κακός' γιατί είναι πάντα' αλλά, αν πρό­
ει μέλλει κακός γενέσθαι, δεΐ αυτόν πρότερον άγα- κειται να γίνει κακός, πρέπει π ρ ώ τ α να γίνει καλός.
c θόν γενέσθαι, ώστε καϊ τούτο του άσματος προς Ώ σ τ ε κι αυτό το μέρος του ποιήματος τείνει σε τούτο
τούτο τείνει, ότι είναι μέν άνδρα αγαθόν ούχ οίον τε, το συμπέρασμα, π ω ς δεν μπορεί να είναι κάποιος άν­
διατελούντα αγαθόν, γενέσθαι δέ αγαθόν οίον τε, θρωπος καλός και να παραμένει καλός, όμως μπορεί,
καϊ κακόν γε τόν αυτόν τούτον' έπϊ πλείστον δέ καϊ ο ίδιος, να γίνει και καλός και κακός" «πολύν καιρό ό­
άριστοι εΐσιν ους άν ο'ι θεοϊ φιλώσιν. μως καλοί, κι άριστοι μάλιστα, είναι εκείνοι που αγα­
πούν οι θεοί».
Ταύτα τε ούν πάντα προς τόν Πιττακόν είρηται,
Ό λ α λοιπόν αυτά ειπώθηκαν για τον Πιττακό, κι ό­
καϊ τά έπιόντα γε τού άσματος έτι μάλλον δηλόΐ.
σα ακολουθούν στο ποίημα το φανερώνουν ακόμη πε­
φησϊ γάρ'
ρισσότερο. Γιατί λέει ο Σιμωνίδης:
τούνεκεν ού ποτ'έγώ τό μή γενέσθαι δυνατόν
Γι αυτό κι εγώ ποτέ δε θα ζητήσω
διζήμενος κενεάν ές άπρακτον ελπίδα μοίρα ν
κείνο που για να γίνει δυνατό δεν είναι,
α'ιώ νος βαλ έω,
και στην κενή κι ανώφελη ελπίδα
πανάμωμον άνθρωπον, εύρυεδοΰς όσοι καρπόν τον κλήρο της ζωής δε θα τον ρίξω,
αίνύμεθα χθονός' να βρω πανάμωμο τον άνθρωπο, σ εμάς ανάμεσα,
D επί θ' ύμΐν εύρών άπαγγελέω, που της πλατιάς γης τρώμε τον καρπό'
φησιν' ούτω σφόδρα καϊ δι 'όλου τού άσματος έπε- κι άμα τον βρω, να σας τον αναγγείλω
ξέρχεται τω τοΰ Πιττακοΰ ρήματΓ Έ τ σ ι λέει' τόσο πολύ, και σ' ολόκληρο το άσμα, συζη­
πάντας δ'έπαίνημι καϊ φιλέω τεί το απόφθεγμα του Πιττακού'
εκών όστις έρδη Όλους τους επαινώ και τους αγαπώ
μηδέν α'ισχρόν ανάγκη δ' ουδέ θεοϊ μάχονται ' εκούσια όποιος κακό δεν κάνει κανένα '
καϊ τοΰτ'έστϊ προς τό αυτό τούτο ε'ιρημένον. ού γάρ την ανάγκη ούτε θεοί τη μάχονται '
ούτως απαίδευτος ήν Σιμωνίδης, ώστε τούτους φά- κι αυτό το λέει για το ίδιο ακριβώς θέμα. Γιατί δεν ή­
ταν τόσο απαίδευτος ο Σιμωνίδης, ώστε να πει πως

ι86 ι87
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
ναι έπαινεΐν, δς άν εκών μηδέν κακόν ποιή, ώς όν­ α π ' όλους εκείνον επαινεί, π ο υ με τ η θέληση του δεν
των τινών ο'ι έκόντες κακά ποιούσιν. έγώ γάρ σχε­ κάνει κανένα κ α κ ό , λες και υ π ά ρ χ ο υ ν κάποιοι που με
δόν τι οΐμαι τούτο, ότι ούδεϊς τών σοφών ανδρών ή- τ η θέληση τους κάνουν ά σ χ η μ α π ρ ά γ μ α τ α . Ε γ ώ , στ'
Ε γεΐται ούδένα ανθρώπων έκόντα έξαμαρτάνειν ουδέ αλήθεια, θ ε ω ρ ώ ότι κανείς α π ό τους σοφούς άνδρες δεν
αισχρά τε καϊ κακά έκόντα έργάζεσθαι, άλλ 'ευ ίσα- πιστεύει π ω ς κ ά π ο ι ο ς ά ν θ ρ ω π ο ς σφάλλει με τ η θέληση
σιν ότι πάντες ο'ι τά αισχρά καϊ τά κακά ποιοΰντες του, ούτε π ω ς με τ η θέληση του, κάνει άσχημες και κ α ­

άκοντες ποιούσιν'καϊ δή καϊ ό Σιμωνίδης ούχ δς άν κές πράξεις, α λ λ ά , όλοι γ ν ω ρ ί ζ ο υ ν κ α λ ά ότι εκείνοι

μή κακά ποιή 'εκών, τούτων φησιν επαινετής είναι, π ο υ κάνουν τ α ά σ χ η μ α και τ α κ α κ ά , τ α κάνουν χ ω ρ ί ς
τ η θέληση τους" γ ι ' α υ τ ό κι ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς δε λέει π ω ς ε­
άλλα περϊ εαυτού λέγει τούτο τό «εκών», ήγεΐτο
παινεί εκείνον π ο υ δεν κάνει ά σ χ η μ α π ρ ά γ μ α τ α με τ η
γάρ άνδρα καλόν κάγαθόν πολλάκις αυτόν έπαναγ-
θέληση του, α λ λ ά αυτό το «εκούσια» τ ο λέει γ ι α τον ε­
346 κάζει ν φίλ ο ν τι vi γίγνεσθαι καϊ έπα ι νέτη ν [φιλ εΐν καϊ
α υ τ ό τ ο υ . Γ ι α τ ί πίστευε ότι, πολλές φορές, ο καλός και
έπαινεΐν], οίον άνδρϊ πολλάκις συμβήναι μητέρα ή
έντιμος ά ν θ ρ ω π ο ς εξαναγκάζει τον εαυτό του να α γ α ­
πατέρα άλλόκοτον ή πατρίδα ή άλλο τι τών τοιού­
πήσει κ ά π ο ι ο ν και να τον επαινέσει" ό π ω ς , γ ι α π α ρ ά ­
των. τους μέν ούν πονηρούς, όταν τοιούτον τι αύτοΐς
δ ε ι γ μ α , τυχαίνει πολλές φορές κάποιος να έχει μητέρα
συμβή, ώσπερ άσμένους όράν καϊ φέγοντας έπιδει- ή πατέρα ή πατρίδα αλλόκοτη ή κάτι άλλο παρόμοιο.
κνύναι καϊ κατηγορεΐν τήν πονηρίαν τών γονέων ή Οι κακοί λ ο ι π ό ν , όταν τους τύχει κάτι τέτοιο, το βλέ­
πατρίδος, ίνα αύτοΐς άμελοΰσιν αυτών μή έγκαλώ- π ο υ ν σα να χ α ί ρ ο ν τ α ι και, ψέγοντας, προβάλλουν και
σιν ο'ι άνθρωποι μηδ' όνειδίζωσιν ότι άμελοΰσιν, κ α τ η γ ο ρ ο ύ ν την κακία τ ω ν γ ο ν έ ω ν ή της π α τ ρ ί δ α ς , ώ ­
ώστε έτι μάλλον φέγειν τε αυτούς καϊ έχθρας έκου- στε, ό τ α ν τους π α ρ α μ ε λ ο ύ ν , να μην τους κατηγορούν
Β σίους προς ταΐς άναγκαίαις προστίθεσθαι' τους δ' οι ά ν θ ρ ω π ο ι , ούτε να τους επιτιμούν επειδή τους π α ­
αγαθούς έπικρύπτεσθαί τε καϊ έπαινεΐν άναγκάζε- ραμελούν' με α π ο τ έ λ ε σ μ α , α κ ό μ η περισσότερο να τους
ψέγουν και να προσθέτουν, κ ο ν τ ά στις αναπόφευκτες,
έχθρες εκούσιες' οι καλοί, αντίθετα, α ν α γ κ ά ζ ο ν τ α ι να
μεταμφιέζονται και να επαινούν, κι αν κ ά π ω ς οργι-

ι88 ι89
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

σθαι, καϊ άν τι όργισθώσιν τοΐς γονεΰσιν ή πατρίδι σθούν με τους γονείς τους ή την π α τ ρ ί δ α , επειδή τους
άδικηθέντες, αυτούς εαυτούς παραμυθεΐσθαι καϊ δι- αδίκησαν, π α ρ η γ ο ρ ο ύ ν τ α ι μόνοι τους, και, α ν α γ κ ά ζ ο ­
αλλάττεσθαι προσαναγκάζοντας εαυτούς φιλεΐν ντας τον εαυτό τους να συμφιλιωθεί, α γ α π ο ύ ν τους δι­
τους εαυτών καϊ έπαινεΐν. πολλάκις δέ οΐμαι καϊ Σι­ κούς τους και τους επαινούν.
μωνίδης ήγήσατο καϊ αυτός ή τύραννο ν ή άλλον τι­ Π ο λ λ έ ς φορές ν ο μ ί ζ ω , μ ά λ ι σ τ α , κι ο ίδιος ο Σ ι μ ω ν ί ­
νά τών τοιούτων έπαινέσαι καϊ έγκωμιάσαι ούχ έ- δης θεώρησε σωστό να επαινέσει και να εγκωμιάσει εί­
c κών, άλλ ' άναγκαζόμενος. ταύτα δή καϊ τω Πιττα- τε τύραννο είτε κ ά π ο ι ο ν ά λ λ ο ν α π ό αυτούς, όχι με τ η
κώ λέγει ότι Έγώ, ώ Πιττακέ, ού διά ταΰτά σε φέ- θέληση του, α λ λ ά α π ό α ν ά γ κ η . Γ ι α τούτο, μ ά λ ι σ τ α ,

γω, ότι εΐμϊ φιλόφογος, έπεϊ λέει στον Π ι τ τ α κ ό : « Ε γ ώ , Π ι τ τ α κ έ , δε σε ψ έ γ ω γ ι ' α υ ­


τ ά επειδή μ' αρέσει να κ α τ η γ ο ρ ώ , γ ι α τ ί :
έμοιγ ' έξαρκεΐ δς άν μή κακός η
Αρκεί, τουλάχιστο σ' εμένα, κακός
μηδ'άγαν άπάλαμνος, ε'ιδώς τ'όνησίπολιν δίκαν
να μην είναι κανείς,
υγιής άνήρ'
μήτε θρασύς πολύ, άνθρωπος υγιής,
ούμιν έγώ μωμήσομαι-
να ξέρει πως το δίκιο την πατρίδα ωφελεί'
ού γάρ ε'ιμι φιλόμωμος' τούτον εγώ δε θα τον φέξω '
τών γάρ ηλιθίων απείρων γενέθλα, γιατίφιλοκατήγορος δεν είμαι "
ώστ' ει τις χαίρει φέγων, έμπλησθείη άν εκείνους των ηλιθίων, στ* αλήθεια, άπειρη η ράτσα'
μεμφόμενος. ώστε, α ν κ ά π ο ι ο ς χ α ί ρ ε τ α ι να ψέγει, να μπορεί να χ ο ρ ­
πάντα τοι καλά, τοΐσί τ ' αισχρά μή μέμεικται. τάσει κ α τ η γ ο ρ ώ ν τ α ς εκείνους'
ού τούτο λέγει, ώσπερ άν ει έλεγε πάντα τοι λευκά, Όλα στ' αλήθεια είναι όμορφα,
D οίς μέλανα μή μέμεικται- γελοΐον γάρ άν εΐη πολ- σε όσα δεν αναμιγνύονται τα άσχημα.
λαχή-άλλ 'ότι αυτός καϊ τά μέσα αποδέχεται ώστε Κ α ι τ ο ύ τ ο δεν το λέει σα να 'λέγε π ω ς όλα είναι λευ­
κ ά , σε όσα δεν έχουν α ν α μ ι χ θ ε ί τ α μελανά -γιατί α υ ­
τ ό θα ' τ α ν γελοίο σε π ο λ λ ά - εννοεί, ό μ ω ς , ότι αυτός α­
π ο δ έ χ ε τ α ι και τις μέσες καταστάσεις, ώστε να μην τις

190 191
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

μή φέγειν. καϊ ού ζητώ, έφη, «πανάμωμον άνθρω- ψέγει. Κ α ι «δε ζ η τ ώ , είπε, να β ρ ω π α ν ά μ ω μ ο τον ά ν ­
πον, εύρυεδούς όσοι καρπόν αίνύμεθα χθονός, έπειθ' θ ρ ω π ο , σ' εμάς α ν ά μ ε σ α , π ο υ της π λ α τ ι ά ς γ η ς τ ρ ώ μ ε
ύμΐν εύρων άπαγγελέω» " ώστε τούτου γ "ένεκα ού- τον κ α ρ π ό , κι ά μ α τ ο ν β ρ ω να σας τον α ν α γ γ ε ί λ ω » '
δένα έπαινέσομαι, άλλα μοι έξαρκεΐ άν ή μέσος καϊ γ ι α τούτο, ε π ο μ έ ν ω ς , κανέναν δε θα επαινέσω, μ α μου
μηδέν κακόν ποιή, ώς έγώ πάντας «φιλέω καϊ έπαί- αρκεί α ν είναι μέσος ά ν θ ρ ω π ο ς και δεν κάνει κακό κ α ­
νημι»-καϊ τη φωνή ενταύθα κέχρηται τη τών Μυ­ νένα, γ ι α τ ί ε γ ώ «όλους τους α γ α π ώ και τους ε π α ι ν ώ »
τιληναίων, ώς προς Πιττακό ν λέγων τό «πάντας δέ -κι ε δ ώ έχει χρησιμοποιήσει τ η διάλεκτο τ ω ν Μ υ τ ι λ η ­
έπαίνημι καϊ φιλέω εκών»- ενταύθα δεΐ έν τω «ε­ ν α ί ω ν , κ α θ ώ ς απευθύνεται στον Π ι τ τ α κ ό , και λέει τ ο

κών» διαλαβεΐν λέγοντα- «όστις έρδη μηδέν α'ισ­ «όλους τους ε π α ι ν ώ κ α ι τους α γ α π ώ εκούσια» - ε δ ώ ,

χρόν», άκων δ' έστιν ους έγώ επαινώ καϊ φιλώ. σέ στο «εκούσια», πρέπει να σταματήσουμε και να π ο ύ ­
με- «όποιος δεν κάνει τ ί π ο τ ε κ α κ ό » , υ π ά ρ χ ο υ ν ό μ ω ς
ούν, καϊ ε'ι μέσω ς έλεγες επιεική καϊ αληθή, ώ Πιτ­
και ά ν θ ρ ω π ο ι π ο υ ε π α ι ν ώ και α γ α π ώ χ ω ρ ί ς τ η θέληση
τακέ, ούκ άν ποτέ έφεγον' νΰν δέ σφόδρα γάρ καϊ
μου. Εσένα λ ο ι π ό ν , Π ι τ τ α κ έ , α κ ό μ α κι α ν κ ά π ω ς κ α ­
περϊ των μεγίστων 'ψευδόμενος δοκεΐς αληθή λέγε. ν,..
τάφερνες να πεις σ ω σ τ ά π ρ ά γ μ α τ α κι αληθινά, ποτέ δε
διά ταύτα σε έγώ φέγω. ταύτα μοι δ^Αεΐ, ώ Πρόδικε
θα σε κατηγορούσα. Τ ώ ρ α , ό μ ω ς , επειδή π ο λ ύ και γ ι α
καϊ Πρωταγόρα, ήν δ' έγώ, Σιμωνίδης διανοούμε­
τ α π ι ο σ η μ α ν τ ι κ ά ζ η τ ή μ α τ α ψεύδεσαι και δίνεις τ η ν ε­
νος πεποιηκέναι τούτο τό άσμα.
ν τ ύ π ω σ η π ω ς λες τ η ν αλήθεια, γ ι α τ ο ύ τ ο σε κ α τ η γ ο ­
Καϊ ό 'Ιππίας, Εύ μέν μοι δοκεΐς, έφη, ώ Σώκρα­ ρ ώ . Α υ τ ά ν ο μ ί ζ ω , Πρόδικε και Π ρ ω τ α γ ό ρ α , είπα,
τες, καϊ σύ περϊ τού άσματος διεληλυθέναΓ έστιν σκέφτηκε ο Σ ι μ ω ν ί δ η ς , και συνέθεσε αυτό τ ο ά σ μ α .
μεντοι, έφη, καϊ έμοϊ λόγος περϊ αυτού εύ έχων, δ ν Τ ό τ ε ο Ι π π ί α ς : « Ω ρ α ί α μ ο υ φαίνεται, είπε, Σ ω κ ρ ά ­
ύμΐν επιδείξω, άνβούλησθε. Καϊ ό Αλκιβιάδης, Nat, τ η , π ω ς μίλησες κι εσύ γ ι α τ ο άσμα* έ χ ω , ό μ ω ς , κι ε­
έφη, ώ'Ιππία, ε'ισαΰθίς γε' νΰν δέ δίκαιον έστιν α ώ- γ ώ έναν κ α λ ό λ ό γ ο γ ι ' α υ τ ό , π ο υ θα σας τον π α ρ ο υ ­
μολογησάτην προς άλλήλω Πρωταγόρας καϊ Σω- σιάσω, αν θέλετε.» - Κ α ι ο Αλκιβιάδης" Ν α ι , είπε, Ι π ­
π ί α , αργότερα ό μ ω ς ' τ ο σωστό, τ ώ ρ α , είναι να γίνουν
όσα συμφώνησαν μεταξύ τους ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς κι ο

192 193
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

κράτης, Πρωταγόρας μέν ει έτι βούλεται έρωτάν, Σ ω κ ρ ά τ η ς : αν ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς θέλει να συνεχίσει να


άποκρίνεσθαι Σωκράτη, εΊ δέ δή βούλεται Σωκράτει ρ ω τ ά , ν' αποκρίνεται ο Σ ω κ ρ ά τ η ς " αν ό μ ω ς θέλει ν' α­
άποκρίνεσθαι, έρωτάν τόν έτερον. - Καϊ έγώ εΐπον' π α ν τ ά στο Σ ω κ ρ ά τ η , ετούτος να ρ ω τ ά . - Kt ε γ ώ είπα:
'Επιτρέπω μέν έγωγε Πρωταγόρα όπότερον αύτώ Ε γ ώ , τ ο υ λ ά χ ι σ τ ο ν , α φ ή ν ω τον Π ρ ω τ α γ ό ρ α να κάνει
e ήδιον ' ε'ι δέ βούλεται, περϊ μέν ασμάτων τε καϊ έπων ό,τι τ ο ν ευχαριστεί περισσότερο' κι αν π ά λ ι θέλει, μ π ο ­

έάσωμεν, περϊ δέ ών τό πρώτον έγώ σε ήρώτησα, ώ ρούμε να αφήσουμε τ η συζήτηση γ ι α τ α ά σ μ α τ α και τ α


έ π η . Γ ι α όσα, ό μ ω ς , σε ρ ώ τ η σ α στην α ρ χ ή , Π ρ ω τ α γ ό ­
Πρωταγόρα, ήδέως άν έπϊ τέλος έλθοιμι μετά σοΰ
ρα, ε υ χ α ρ ί σ τ ω ς θα έφθανα μέχρι το τέλος, εξετάζοντας
σκοπούμενος, καϊ γάρ δοκεΐ μοι τό περϊ ποιήσεως
τ α μαζί σου. Γ ι α τ ί μου φαίνεται ότι το να συζητεί κ α ­
διαλέγεσθαι όμοιότατον είναι τοΐς συμποσίοις τοΐς
νείς γ ι α ποίηση μοιάζει π ο λ ύ με τ α συμπόσια τ ω ν ε­
τών φαύλων καϊ αγοραίων ανθρώπων, καϊ γάρ ού­
ν τ ε λ ώ ς α π α ί δ ε υ τ ω ν και α γ ο ρ α ί ω ν α ν θ ρ ώ π ω ν . Αυτοί,
τοι, διά τό μή δύνασθαι άλλήλοις δι' εαυτών συνεΐ-
π ρ ά γ μ α τ ι , επειδή δεν μπορούν, στο συμπόσιο, να κ ά ­
ναι έν τώ πότω μηδέ διά τής εαυτών φωνής καϊ τών νουν μεταξύ τους συντροφιά με τ ο δικό τους τ ρ ό π ο , ού­
D λόγων τών εαυτών ύπό άπαιδευσίας, τιμίας ποιοΰσι τε με τ η δική τους τ η φ ω ν ή και με τ α λ ό γ ι α τ α δικά
τάς αύλητρίδας, πολλού μισθούμενοι άλλοτρίαν τους, επειδή είναι α μ ό ρ φ ω τ ο ι , δίνουν μ ε γ ά λ η αξία στις
φωνήν τήν τών αυλών, καϊ διά τής εκείνων φωνής αυλητρίδες και π λ η ρ ώ ν ο υ ν π ο λ λ ά γ ι α την ξένη φ ω ν ή
άλλήλοις σύνεισιν' όπου δέ καλοϊ κάγαθοϊ συμπόται τ ω ν α υ λ ώ ν και, μ' εκείνων τ η φ ω ν ή , κάνουν παρέα με­
καϊ πεπαιδευμένοι ε'ισίν, ούκ άν ίδοις ούτ'αύλητρί­ ταξύ τους. Ό π ο υ , ό μ ω ς , οι συμπότες είναι καλοί και
δας ούτε όρχηστρίδας ούτε φαλτρίας, άλλα αυτούς ευγενείς και μορφωμένοι, δε θα δεις ούτε αυλητρίδες
αύτοΐς 'ικανούς όντας συνεΐναι άνευ τών λήρων τε ούτε χορεύτριες ούτε κιθαρίστριες, α λ λ ά τους ίδιους ι­

καϊ παιδιών τούτων διά τής αυτών φωνής, λέγοντας κανούς να κάνουν μεταξύ τους συντροφιά, δ ί χ ω ς αυτές
τις φλυαρίες και τις διασκεδάσεις, με τ η δική τους τ η
τε καϊ άκούοντας έν μέρει εαυτών κοσμίως, καν πά-
φ ω ν ή , μ ι λ ώ ν τ α ς και α κ ο ύ γ ο ν τ α ς με τ η σειρά ο ένας
Ε νυ πολύν οίνον πίωσιν. ούτω δέ καϊ α'ι τοιαίδε συν-
τον ά λ λ ο κόσμια, α κ ό μ α κι α ν πιουν πολύ κρασί. 8 8 Έ ­
ουσίαι, έάν μέν λάβωνται ανδρών οίοίπερ ημών ο'ι
τσι, οι παρόμοιες συναναστροφές, αν συγκεντρώνουν

194 195
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

πολλοίφασιν είναι, ουδέν δέονται αλλότριας φωνής ανθρώπους τέτοιους, που οι περισσότεροι από εμάς λέ­
ουδέ ποιητών, ους ούτε άνερέσθαι οίον τ'έστιν περϊ νε π ω ς είναι, καθόλου δε χρειάζονται ξένη φωνή, ούτε
ών λέγουσιν, 'επαγόμενοιτε αυτούς ο'ι πολλοί έν τοΐς ποιητές, που δεν μπορείς να τους ρωτήσεις για όσα λέ­
λόγοις ο'ι μέν ταύτα φασιν τόν ποιητήν νοεΐν, ο'ι δ' νε, και που όταν οι πολλοί τους αναφέρουν στις συζη­
έτερα, περϊ πράγματος διαλεγόμενοι δ άδυνατοΰσι τήσεις, άλλοι ισχυρίζονται ότι αυτά εννοεί ο ποιητής,
άλλοι τα άλλα, συζητώντας για ένα πράγμα που δεν
έξελέγξαι' άλλα τάς μέν τοιαύτας συνουσίας έώσιν
μπορούν να το ελέγξουν εντελώς' τέτοιες όμως συνα­
348 χαίρειν, αύτοϊ δ'έαυτοΐς σύνεισιν δι'εαυτών, έν τοΐς
ναστροφές τις αφήνουν στην άκρη, και οι ίδιοι κάνουν
εαυτών λόγοις πεΐραν αλλήλων λαμβάνοντες καϊ
μεταξύ τους συντροφιά με τα δικά τους μέσα, γνωρί­
δίδοντες, τους τοιούτους μοι δοκεΐ χρήναι μάλλον ζοντας, στις συζητήσεις τους, ο ένας τον άλλο. Τέ­
μιμεΐσθαι έμέ τε καϊ σέ, καταθεμένους τους ποιητάς τοιους ανθρώπους, μάλλον, πρέπει μου φαίνεται εγώ
αυτούς δι ' ημών αυτών προς αλλήλους τους λόγους κι εσύ να μιμηθούμε και πια τελειώνοντας μ' αυτούς
ποιεΐσθαι, τής αληθείας καϊ ημών αυτών πεΐραν τους ποιητές, με τα δικά μας εφόδια να συζητήσουμε
λαμβάνοντας' καν μέν βούλη έτι έρωτάν, έτοιμος μεταξύ μας, γνωρίζοντας έτσι την αλήθεια και δοκιμά­
ειμί σοι παρέχει ν άποκρινόμενος' έάν δέ βούλη, σύ ζοντας τους εαυτούς μας" κι αν θέλεις να συνεχίσεις να
έμοϊ παράσχες, περϊ ών μεταξύ έπαυσάμεθα διεξι- ρωτάς, είμαι πρόθυμος να ελέγξεις τις απαντήσεις
όντες, τούτοις τέλος έπιθέΐναι. μου' αν όμως θέλεις, άφησε εγώ να σε ρωτήσω, και
Β Λέγοντος ούν έμοΰ ταύτα καϊ τοιαύτα άλλα ουδέν για όσα, εν τ ω μεταξύ, πάψαμε να μιλάμε να δώσου­
άπεσάφει ό Πρωταγόρας όπότερα ποιήσοι. είπε ν ούν με ένα τέλος.
ό Αλκιβιάδης προς τόν Καλλίαν βλέφας, Ώ Κάλλια, Ε ν ώ , λοιπόν, εγώ έλεγα αυτά και άλλα τέτοια, ο
δοκεΐ σοι, έφη, καϊ νΰν καλώς Πρωταγόρας ποιεΐν, Πρωταγόρας καθόλου δεν αποσαφήνισε τι από τα δύο

ούκ έθέλων είτε δώσει λόγον είτε μή διασαφεΐν; έμοϊ θα κάνει. Έ τ σ ι ο Αλκιβιάδης, κοιτάζοντας προς τον
Καλλία, είπε' - Σου φαίνεται Καλλία, είπε, πως, και
τώρα, κάνει καλά ο Πρωταγόρας και δε θέλει να ξεκα­
θαρίσει αν θέλει να συνεχίσει τη συζήτηση ή όχι; Γιατί

196 197
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

γάρ ού δοκεΐ" άλλ 'ήτοι διαλεγέσθω ή ε'ιπέτω ότι ούκ ε γ ώ δεν τ ο β λ έ π ω κ α λ ό ' ας συζητήσει, λοιπόν, ή ας πει
έθέλει διαλέγεσθαι, ίνα τούτω μέν ταύτα συνειδώ- ότι δε θέλει να συζητήσει, γ ι α να ξέρουμε ότι αυτός αυ­
μεν, Σωκράτης δέ άλλω τω διαλέγηται ή άλλος όσ­ τ ό θα κάνει, και ο Σ ω κ ρ ά τ η ς να συζητήσει με κ ά π ο ι ο ν

ο. τις άν βούληται άλλω. - Καϊ ό Πρωταγόρας α'ι- ά λ λ ο ή όποιος άλλος θέλει με άλλον. - Κι επειδή ο
Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς ντράπηκε, ό π ω ς μου φάνηκε, α π ό α υ τ ά
σχυνθείς, ώς γέ μοι εδοξεν, τού τε Άλκιβιάδου ταύτα
π ο υ είπε ο Αλκιβιάδης και α π ό τις παρακλήσεις του
λέγοντος καϊ τού Κάλλιο υ δεομένου καϊ τών άλλων
Κ α λ λ ί α και ό λ ω ν σχεδόν τ ω ν ά λ λ ω ν π ο υ ή τ α ν π α ρ ό ­
σχεδόν τι τών παρόντων, μόγις προυτράπετο εις τό
ντες, μόλις και μετά βίας αποφάσισε να συζητήσει και
διαλέγεσθαι καϊ έκέλευεν έρωτάν αυτόν ώς άποκρι-
με παρότρυνε να τον ρ ω τ ώ , με την υπόσχεση ότι θα α­
νούμενος.
παντά.
Εΐπον δή έγώ'ΤΩ Πρωταγόρα, μή οίου διαλέγε­
Ε ί π α λοιπόν ε γ ώ ' Π ρ ω τ α γ ό ρ α , μ η νομίζεις ότι συ­
σθαι μέ σοι άλλο τι βουλόμενον ή ά αυτός απορώ ε­ ζ η τ ώ μαζί σου επειδή θέλω κάτι ά λ λ ο , εκτός α π ό τ ο να
κάστοτε, ταύτα διασκέφασθαι. ηγούμαι γάρ πάνυ εξετάσω τις απορίες π ο υ έ χ ω κάθε φορά. Ν ο μ ί ζ ω , μ ά ­
λέγειν τι τόν'Όμηρον τό' λιστα, ότι ο Ό μ η ρ ο ς λέει π ο λ ύ σ ω σ τ ά τ ο
D σύν τε δύ ' 'ερχομένω, καί τε προ δ τού έ νόησε ν. όταν πηγαίνουν δυο μαζί,
εύπορώτεροι γάρ πως άπαντες έσμεν ο'ι άνθρωποι σκέφτεται πρώτα ο ένας απ
9
τον άλλο *
89

προς άπαν έργον καϊ λόγον καϊ διανόημα' «μούνος γ ι α τ ί , κ α τ ά κ ά π ο ι ο ν τ ρ ό π ο , όλοι μαζί οι ά ν θ ρ ω π ο ι , εί­
δ'είπερ τε νοήση,» αύτίκα περιιών ζητείότω έπιδεί- μαστε περισσότερο εφευρετικοί σε κάθε έργο και λ ό γ ο
ξηται καϊ μεθ' ότου βεβαιώσηται, έως άν έντύχη. και σκέψη' «κι αν κ ά π ο ι ο ς μόνος του σκεφτεί κ ά τ ι » , α­
ώσπερ καϊ έγώ ένεκα τούτου σοι ήδέως διαλέγομαι μέσως περιφέρεται και γυρεύει κ ά π ο ι ο ν να τ ο α π ο κ α ­
μάλλον ή άλλω τινί, ηγούμενος σε βέλτιστ' άν έπι- λύψει και, μαζί του, να βεβαιωθεί" και δε σ τ α μ α τ ά μέ­

σκέφασθαι καϊ περϊ τών άλλων περϊ ών εικός σκο- χρι να τον συναντήσει/Ετσι κι ε γ ώ , γ ι ' αυτό μ' εσένα
σ υ ζ η τ ώ περισσότερο ευχάριστα α π ' όσο με κ ά π ο ι ο ν
ά λ λ ο ' επειδή π ι σ τ ε ύ ω ότι εσύ μπορείς να εξετάσεις με
τον καλύτερο τ ρ ό π ο τόσο τ α ά λ λ α , π ο υ είναι φυσικό να

198 199
ΠΑΛΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

Ε πεΐσθαι τόν επιεική, καϊ δή καϊ περϊ αρετής, τίνα γάρ εξετάζει ίνας μορφωμένος, όσο, κυρίως, την αρετή.
άλλον ή σέ; ός γε ού μόνον αυτός οίει καλόςκάγαθός Ποιος άλλος πράγματι μπορεί εκτός από σένα; Εσένα,
είναι, ώσπερ τινές άλλοι αύτοϊ μέν επιεικείς εΐσιν, που δεν πιστεύεις μόνο ο ίδιος ότι είσαι καλός και ενά­
άλλους δέ ού δύνανται ποιεΐν' σύ δέ και αυτός αγα­ ρετος, όπως κάποιοι άλλοι, που οι ίδιοι είναι ευγενείς,
θός ει και άλλους οίος τ'ει ποιεΐν αγαθούς, καϊ ούτω αλλά δεν μπορούν να κάνουν και άλλους' εσύ, και ο ί­
πεπίστευκας σαυτώ, ώστε καϊ άλλων ταύτη ν τήν διος είσαι καλός και άλλους μπορείς να κάνεις καλούς.
Και τόσο έχεις πιστέψει στον εαυτό σου, ώστε, ενώ και
349 τέχνην άποκρυπτομένων σύ γ' αναφανδόν σεαυτόν
άλλοι κατέχουν αυτή την τέχνη, αλλά την έκρυβαν, ε­
ύποκηρυξάμενος εις πάντας τους Έλληνας, σοφι-
σύ φανερά διακήρυξες τι είσαι σε όλους τους Έλληνες'
στήν έπονομάσας σεαυτόν, άπέφηνας παιδεύσεως
επονομάστηκες σοφιστής και έκανες τον εαυτό σου δά­
καϊ αρετής διδάσκαλον, πρώτος τούτου μισθόν άξι-
σκαλο μόρφωσης και αρετής, και πρώτος αξίωσες, γι'
ώσας άρνυσθαι. πώς ούν ού σέ χρήν παρακαλεΐν έπϊ
αυτό, να παίρνεις μισθό. Πώς, λοιπόν, να μη σε παρα­
τήν τούτων σκέφιν καϊ έρωτάν καϊ άνακοινοΰσθαι;
κινώ να ερευνήσουμε γι' αυτά τα πράγματα, να μη σε
ούκ έσθ' όπως ού. καϊ νΰν δή έγώ εκείνα, άπερ τό ρωτώ 9 0 και να μη σου ανακοινώνω όσα σκέπτομαι; Δε
πρώτον ήρώτων περϊ τούτων, πάλιν 'επιθυμώ έξάρ- γίνεται να μην το κάνω. Τ ώ ρ α μάλιστα εγο'·» για εκεί­
Β χής τά μέν άναμνησθήναι παρά σοΰ, τά δέ συνδια- να που, πρώτα-πρώτα, σε ρωτούσα, θέλω, πάλι από
σκέφασθαι. ήν δέ, ώς έγωμαι, τό ερώτημα τόδε' σο­ την αρχή, αφενός εσύ να μου υπενθυμίσεις τι είπες και
φία καϊ σωφροσύνη καϊ ανδρεία καϊ δικαιοσύνη καϊ αφετέρου να τα εξετάσουμε μαζί. Τ ο ερώτημα, νομί­
όσιότης, πότερον ταύτα, πέντε όντα ονόματα, έπϊ ζω, ήταν το εξής: η σοφία και η σωφροσύνη και η αν­
ένϊ πράγματι έστιν, ή έκάστω τών ονομάτων τού­ δρεία και η δικαιοσύνη και η ευσέβεια είναι πέντε ονό­
των υπόκειται τις ίδιος ουσία καϊ πράγμα έχον εαυ­ ματα για ένα πράγμα ή στο καθένα από τα ονόματα
τού δύναμιν έκαστον, ούκ ον οίον τό έτερον αυτών αυτά, υπόκειται κάποια ιδιαίτερη υπόσταση και πράγ­
τό έτερον; έφησθα ούν σύ ούκ ονόματα έπϊ ένϊ είναι, μα, που έχει το καθένα το δικό του χαρακτήρα, και το
ένα δεν είναι όπως τα άλλα; Εσύ, λοιπόν, είπες ότι δεν
είναι ονόματα για ένα πράγμα, αλλά καθένα από τα

200 20Ι
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

c άλλα έκαστον Ίδίω πράγματι τών ονομάτων τούτων ονόματα αυτά αναφέρεται σε ιδιαίτερο πράγμα, ενώ ό­
έπικεΐσθαι, πάντα δέ ταύτα μόρια είναι αρετής, ούχ λα μαζί είναι μέρη της αρετής' όχι, όμως, όπως τα μέ­
ώς τά τού χρυσού μόρια όμοια έστιν άλλήλοις καϊ ρη του χρυσού είναι όμοια μεταξύ τους και με το σύνο­
τώ όλω ού μόρια έστιν, άλλ ' ώς τά τού προσώπου λο, του οποίου αποτελούν μέρη, αλλά όπως είναι ανό­
μόρια καϊ τω όλω ού μόρια έστιν καϊ άλλήλοις ανό­ μοια τα μέρη του προσώπου, και με το όλο του οποίου
μοια, ιδίαν έκαστα δύναμιν έχοντα, ταύτα ε'ι μέν σοι αποτελούν μέρη και μεταξύ τους, και το καθένα έχει ι­
δοκεΐ έτι ώσπερ τότε, φάθι ' ε'ι δέ άλλως πως, τούτο διαίτερο χαρακτήρα. Αν ακόμη, όπως τότε, έχεις την
διόρισαι, ώς έγωγε ουδέν σοι ύπόλογον τίθεμαι, έάν ίδια γ ν ώ μ η γι' αυτά, πες το' αν, όμως, σκέφτεσαι κά­
πη άλλη νΰν φήσης' ού γάρ άν θαυμάζοιμι ε'ι τότε ά- π ω ς αλλιώς, καθόρισε τον τρόπο, επειδή εγώ, βέβαια,
καθόλου δε σε καθιστώ υπόλογο, εάν τώρα πεις κάτι
D ποπειρώμενός μου ταΰτα έλεγες.
διαφορετικό' γιατί δε θα απορούσα αν, τότε, τα έλεγες
-Άλλ 'έγώ σοι, έφη, λέγω, ώ Σώκρατες, ότι ταΰτα
αυτά για να με δοκιμάσεις.
πάντα μόρια μέν έστιν αρετής, καϊ τά μέν τέτταρα
- Μ α εγώ Σωκράτη, είπε, σου λέω πως όλα αυτά εί­
αυτών επιεικώς παραπλήσια άλλήλοις εστίν, ή δέ
ναι μέρη της αρετής και πως τα τέσσερα από αυτά, εί­
ανδρεία πάνυ πολύ διαφέρον πάντων τούτων, ώδε
ναι αρκετά παραπλήσια μεταξύ τους, ενώ η ανδρεία
δέ γνώση ότι έγώ αληθή λέγω' εύρήσεις γάρ πολ­
διαφέρει πάρα πολύ από όλα τους. Ό τ ι αυτά που λέω
λούς τών ανθρώπων άδικωτάτουςμέν όντας καϊ ά- είναι αλήθεια θα το καταλάβεις ως εξής' θα βρεις,
νοσιωτάτους καϊ άκολαστοτάτους καϊ άμαθεστά- πράγματι, ότι πολλοί άνθρωποι είναι πολύ άδικοι και
Ε τους, άνδρειοτάτους δέ διαφερόντως. - Έχε δή, έφην ανόσιοι και ακόλαστοι και αμαθείς, αλλά εξαιρετικά
έγώ' άξιον γάρ τοι έπισκέφασθαι δ λέγεις, πότερον ανδρείοι. - Στάσου τότε, είπα εγώ' γιατί αξίζει να εξε­
τους ανδρείους θαρραλέους λέγεις ή άλλο τι; -Καϊ τάσουμε αυτό που λες. Θεωρείς πως οι ανδρείοι είναι
ίτας γε, έφη, έφ 'ά ο'ι πολλοί φοβούνται Ίέναι. - Φέρε θαρραλέοι' ή κάτι άλλο; - Και ριψοκίνδυνοι βέβαια, εί­
δή, τήν άρετήν καλόν τι φής είναι, καϊ ώς καλού όν- πε, σε όσα οι πολλοί φοβούνται να τολμήσουν. - Έ λ α
τώρα, πες μου, υποστηρίζεις πως η αρετή είναι όμορ­
φο π ρ ά γ μ α και, επειδή είναι όμορφο, εσύ εμφανίζεσαι

202
203
ΠΑΛΤΩΝ
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
τος αυτού σύ διδάσκαλον σαυτόν παρέχεις; - Κάλ-
ω ς δάσκαλος της; - Ο μ ο ρ φ ό τ α τ ο βέβαια, είπε, αν δεν
λιστον μέν ούν, έφη, ε'ι μή μαίνομαι γε. - Πότερον
έ χ ω τρελαθεί. - Κ α ι τι γίνεται, είπα ε γ ώ , ένα μέρος
ούν, ήν δ'έγώ, τό μέν τι αυτού α'ισχρόν, τό δέ τι κα­
της είναι ά σ χ η μ ο , ε ν ώ κάποιο ά λ λ ο όμορφο, ή ολό­
λόν, ή όλον καλόν; - "Ολον που καλόν ώς οίον τε κληρη είναι όμορφη; - Ολόκληρη, βέβαια, είναι όμορ­
350 μάλιστα. - Οίσθα ούν τίνες εις τά φρέατα κολυμβώ- φη, και μ ά λ ι σ τ α όσο γίνεται περισσότερο.- Ξέρεις, λοι­
σιν θαρραλέως; - Έγωγε, ότι ο'ι κολυμβηταί. - Πό­ π ό ν , ποιοι κ ο λ υ μ π ο ύ ν θαρραλέα στις δεξαμενές; - Ε γ ώ
τερον διότι έπίστανται ή δι 'άλλο τι; - "Οτι έπίσταν- ν ο μ ί ζ ω οι κολυμβητές. - Ε π ε ι δ ή γνωρίζουν να το κ ά ­
ται. - Τίνες δέ άπό τών ίππων πολεμεΐν θαρραλέοι νουν ή γ ι α κ ά π ο ι ο ν ά λ λ ο λ ό γ ο ; - Ε π ε ι δ ή το γ ν ω ρ ί ­
ε'ισίν; πότερον ο'ι ιππικοί ή ο'ι άφιπποι; - Οι ιππικοί. ζουν. - Κ α ι ποιοι έχουν θάρρος να πολεμούν π ά ν ω στα
- Τίνες δέ πέλτας έχοντες; ο'ι πελταστικοϊ ή ο'ι μή; ά λ ο γ α ; Εκείνοι π ο υ έχουν πείρα στην ι π π α σ ί α ή όσοι

- Ο'ι πελταστικοϊ καϊ τά άλλα γε πάντα, ε'ι τούτο δεν έχουν; - Εκείνοι π ο υ έχουν. - Κ α ι ποιοι πολεμούν
θαρραλέα με ασπίδες; Οι έμπειροι στη χ ρ ή σ η της ασπί­
ζητείς, έφη, ο'ι επιστήμονες τών μή επισταμένων
δας ή οι άπειροι; - Οι έμπειροι. Κ α ι σε όλα τ α ά λ λ α ,
θαρραλεώτεροίε'ισιν, καϊ αύτοϊ 'εαυτών έπειδάνμά-
βέβαια, αν α υ τ ό γυρεύεις, είπε, εκείνοι π ο υ ξέρουν είναι
Β θωσιν ή πριν μαθεΐν. - "Ήδη δέ τινας εώρακας, έφην,
περισσότερο θαρραλέοι α π ό εκείνους π ο υ δεν ξέρουν,
πάντων τούτων άνεπιστήμονας όντας, θαρροΰντας
και μ ά λ ι σ τ α οι ίδιοι, σε σχέση με τον εαυτό τους, όταν
δέ προς έκαστα τούτων; - Έγωγε, ή δ'ός, καϊ λίαν
έχουν μάθει, α π ' ό, τι προτού μάθουν. - Τ ώ ρ α , ό μ ω ς ,
γε θαρροΰντας. - Ούκοΰν ο'ι θαρραλέοι ούτοι καϊ αν­
ποιους έχεις δει, ε ί π α , να μην ξέρουν τ ί π ο τ ε α π ό όλα
δρείοι ε'ισιν; - Α'ισχρόν μεντάν, έφη, είη ή ανδρεία'
α υ τ ά , α λ λ ά να δείχνουν θάρρος στο καθένα α π ' αυτά;
έπεϊ ούτοί γε μαινόμενοι ε'ισιν. - Πώς ούν, έφην έ­ - Ε γ ώ τ ο υ λ ά χ ι σ τ ο ν , είπε εκείνος, έ χ ω δει και να 'χουν,
γώ, λέγεις τους ανδρείους; ούχϊ τους θαρραλέους εί- μ ά λ ι σ τ α , π ο λ ύ θάρρος. - Ε π ο μ έ ν ω ς , οι θαρραλέοι α υ ­
c ναι; - Καϊ νΰν γ', έφη. - Ούκοΰν ούτοι, ήν δ'έγώ, ο'ι τοί, είναι και ανδρείοι; - Η ανδρεία, τότε, θα ή τ α ν ά­
σ χ η μ ο π ρ ά γ μ α ' γ ι α τ ί αυτοί είναι τρελοί. - Π ώ ς λοι­
π ό ν , ε ί π α ε γ ώ , εννοείς τους ανδρείους; Δεν είναι οι
θαρραλέοι; - Κ α ι τ ώ ρ α αυτό λ έ ω , είπε. - Ε π ο μ έ ν ω ς

204
205
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ούτω θαρραλέοι όντες ούκ ανδρείοι άλλα μαινόμενοι αυτοί, είπα εγώ, που είναι τόσο θαρραλέοι, δεν παρου­
φαίνονται; καϊ έκεΐαύ ο'ι σοφώτατοι ούτοι καϊ θαρ- σιάζονται ανδρείοι, αλλά τρελοί; Τώρα, πάλι, όσοι εί­
ραλεώτατοίε'ισιν, θαρραλεώτατοι δέ όντες άνδρειό- ναι πολύ σοφοί είναι και πολύ θαρραλέοι' επειδή, ό­
τατοι; καϊ κατά τούτον τόν λόγον ή σοφία άν αν­ μως, είναι τόσο θαρραλέοι, είναι και πολύ ανδρείοι;
δρεία είη; Και, σύμφωνα με αυτό το συλλογισμό, η σοφία θα ή­

Ού καλώς, έφη, μνημονεύεις, ώ Σώκρατες, ά έλε­ ταν ανδρεία;

γαν τε καϊ άπεκρινόμην σοι. έγωγε ερωτηθείς ύπό - Δε θυμάσαι καλά, είπε, Σωκράτη, αυτά που έλεγα
και τις απαντήσεις που σου έδινα. Ε γ ώ , όταν με ρώ­
σοΰ ε'ι ο'ι ανδρείοι θαρραλέοι ε'ισίν, ώμολόγησα' ε'ι δέ
τησες αν οι ανδρείοι είναι θαρραλέοι, συμφώνησα' δε
καϊ ο'ι θαρραλέοι ανδρείοι, ούκ ήρωτήθην- εΊ γάρ με
ρωτήθηκα, όμως, αν και οι θαρραλέοι είναι ανδρείοι,
D τότε ήρου, εΐπον άν ότι ού πάντες- τους δέ ανδρείους
γιατί, αν με ρωτούσες τότε, θα σου έλεγα ότι δεν είναι
ώς ού θαρραλέοι ε'ισίν, τό έμόν όμολόγημα ούδαμοΰ
όλοι' εκείνο όμως που δέχτηκα, ότι, δηλαδή, οι αν­
έπέδειξας ώς ούκ ορθώς ώμολόγησα. έπειτα τους ε­
δρείοι δεν είναι θαρραλέοι, καθόλου δεν απέδειξες ότι
πισταμένους αυτούς εαυτών θαρραλεωτέρους όντας
δεν το δέχτηκα σωστά/Επειτα, αποδεικνύεις λογικά
άποφαίνεις καϊ μή επισταμένων άλλων, καϊ έν τού­ π ω ς εκείνοι που αποκτούν γνώση γίνονται περισσότε­
τω οίει τήν άνδρείαν καϊ τήν σοφίαν ταύτόν είναι ' ρο θαρραλέοι α π ' όσο ήταν, κι από άλλους που δε γ ν ω ­
τούτω δέ τώ τρόπωμετιώνκαϊ τήν ίσχύν ο'ιηθείης άν ρίζουν, και, με αυτό, υποθέτεις ότι η ανδρεία και η σο­
είναι σοφίαν. πρώτον μέν γάρ ει ούτω μετιών έροιό φία είναι το ίδιο π ρ ά γ μ α ' όταν, όμως, σκέφτεσαι με
με ει ο'ι ισχυροί δυνατοί ε'ισιν, φαίην άν' έπειτα, ει ο'ι αυτό τον τρόπο, θα μπορούσες να θεωρήσεις ότι και η
Ε επισταμένοι παλαίειν δυνατώτεροί ε'ισιν τών μή ε­ ισχύς είναι σοφία. Γιατί αν, με την τακτική αυτή, με
πισταμένων παλαίει ν καϊ αύτοϊ αυτών έπειδάν μά­ ρωτούσες πρώτα αν οι ισχυροί είναι δυνατοί, θα συμ­
θωσιν ή πριν μαθεΐν, φαίην άν ταύτα δέ έμοΰ όμο- φωνούσα" αν, έπειτα, εκείνοι που γνωρίζουν να παλεύ­
ουν είναι δυνατότεροι από εκείνους που δε γνωρίζουν
να παλεύουν και από τον εαυτό τους, όταν έχουν μά­
θει, α π ' ό,τι προτού μάθουν, θα το δεχόμουν' κι αφού

2θ6 207
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
ΠΛΑΤΩΝ

λογήσαντος έξείη άν σοι, χρωμένω τοΐς αύτοΐς τεκ- εγώ θα είχα συμφωνήσει σε αυτά, εσύ θα μπορούσες,
χρησιμοποιώντας τις ίδιες αυτές αποδείξεις, να λες ό­
μηρίοις τούτοις, λέγειν ώςκατά τήν έμήν όμολογίαν
τι, σύμφωνα με τη δική μου ομολογία, η σοφία είναι ι­
ή σοφία έστιν Ισχύς, έγώ δέ ούδαμοΰ ούδ' ενταύθα
σχύς. Ε γ ώ όμως δεν ομολογώ πουθενά, ούτε εδώ, ότι
ομολογώ τους δυνατούς Ισχυρούς είναι, τους μεντοι
οι δυνατοί είναι ισχυροί, αλλά ότι οι ισχυροί είναι δυ­
ισχυρούς δυνατούς' ού γάρ ταύτόν είναι δύναμιν τε
νατοί" γιατί δε θεωρώ ότι η δύναμη και η ισχύς είναι
351 καϊ ισχύ ν, άλλα τό μέν καϊ άπό επιστήμης γίγνε­ το ίδιο π ρ ά γ μ α , αλλά ότι το ένα, η δύναμη δηλαδή,
σθαι, τήν δύναμιν, καϊ άπό μανίας γε καϊ θυμού, ι­ προκύπτει και από τη γνώση, αλλά και από τρέλα και
σχύ ν δέ άπό φύσεως καϊ εύτροφίας τών σωμάτων. θυμό, ενώ η ισχύς από τη φύση και την ευτροφία των
ούτω δέ κάκεΐ ού ταύτόν είναι θάρσος τε καϊ άν- σωμάτων. Έ τ σ ι και στην άλλη περίπτωση, δε θεωρώ
δρείαν' ώστε συμβαίνει τους μέν ανδρείους θαρρα­ πως το θάρρος και η ανδρεία είναι το ίδιο π ρ ά γ μ α ' ώ­
λέους είναι, μή μεντοι τους γε θαρραλέους ανδρείους στε οι ανδρείοι συμβαίνει να είναι θαρραλέοι, αλλά οι
πάντας' θάρσος μέν γάρ καϊ άπό τέχνης γίγνεται θαρραλέοι να μην είναι όλοι ανδρείοι' γιατί το θάρρος
Β άνθρώποις καϊ άπό θυμού γε καϊ άπό μανίας, ώσπερ προκύπτει και από τη γνώση στους ανθρώπους και
ή δύναμις, ανδρεία δέ άπό φύσεως καϊ εύτροφίας από το θυμό και την τρέλα, όπως η δύναμη, ενώ η αν­
τών φυχών γίγνεται. δρεία προκύπτει από τη φύση και την ευτροφία των
Λέγεις δέ τινας, έφην, ώ Πρωταγόρα, τών ανθρώ­ ψυχών.
πων εύ ζήν, τους δέ κακώς; - Έφη. - Άρ ' ούν δοκεΐ - Θεωρείς, είπα, Πρωταγόρα, ότι κάποιοι άνθρωποι

σοι άνθρωπος άν εύ ζήν, ε'ι άνιώμενός τε καϊ όδυνώ- ζουν ευτυχισμένοι, ενώ άλλοι δυστυχισμένοι; - Ναι, εί­
πε. - Άραγε, λοιπόν, νομίζεις ότι μπορεί ο άνθρωπος
μενος ζώη; - Ούκ έφη. - Τί δ' ε'ι ήδέως βιούς τόν
να ζει ευτυχισμένα, αν ζει μέσα στη θλίψη και τον πό­
βίον τελευτήσειεν; ούκ εύ άν σοι δοκεΐ ούτως βεβιω-
νο; - Ό χ ι , είπε. - Μ α τι; Αν ζήσει ευχάριστα τη ζωή
κέναι; - Έμοιγ', έφη. - Τό μέν άρα ήδέως ζήν άγα-
του και πεθάνει, δε σου φαίνεται ότι, έτσι, έχει ζήσει
c θόν, τό δ'άηδώςκακόν. - Είπερ τοΐςκαλοΐς γ', έφη,
καλά; - Έ τ σ ι μου φαίνεται, είπε. - Η ευχάριστη ζωή,
επομένως, είναι καλό πράγμα, ενώ η δυσάρεστη κακό.

209
2θ8
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ζώη ήδόμενος. - Τί δή, ώ Πρωταγόρα; μή καϊ σύ, - Αν βέβαια, είπε, ζήσει και χαίρεται με τα όμορφα
ώσπερ ο'ι πολλοί, ήδέ' άττα καλείς κακά καϊ ανιαρά πράγματα. - Μ α τι, Πρωταγόρα; Μήπως κι εσύ, ό­
αγαθά; έγώ γάρ λέγω, καθ' δ ηδέα εστίν, άρα κατά π ω ς οι πολλοί, ονομάζεις κακά μερικά ευχάριστα και
τούτο ούκ αγαθά, μή ει τι άπ' αυτών άποβήσεται καλά κάποια δυσάρεστα; Γιατί εγώ λέγω το εξής: ά­
άλλο; καϊ αύθις αύ τά ανιαρά ωσαύτως ούτως ού ραγε, στο βαθμό που είναι ευχάριστα δεν είναι καλά,
καθ' όσον ανιαρά, κακά; - Ούκ οίδα, ώ Σώκρατες, χωρίς να υπολογίσουμε μήπως από αυτά προκύψει
κάτι άλλο; Από την άλλη, πάλι, τα δυσάρεστα, με τον
D έφη, απλώς ούτως, ώς σύ έρωτας, ει έμοϊ άποκριτέον
ίδιο ακριβώς τρόπο, δεν είναι κακά στο βαθμό που εί­
έστιν ώς τά ηδέα τε αγαθά έστιν άπαντα καϊ τά ανι­
ναι δυσάρεστα; - Δεν ξέρω Σωκράτη, είπε, αν, έτσι α­
αρά κακά' άλλα μοι δοκεΐ ού μόνον προς τήν νΰν ά-
πλά, όπως με ρωτάς εσύ, πρέπει να απαντήσω ότι ό­
πόκρισιν έμοϊ άσφαλέστερον είναι άποκρίνασθαι,
λα τα ευχάριστα είναι καλά και τα δυσάρεστα κακά"
άλλα καϊ προς πάντα τόν άλλον βίο ν τόν έμόν, ότι μου φαίνεται ότι, ασφαλέστερο για μένα είναι να απα­
έστι μέν ά τών ηδέων ούκ έστιν αγαθά, έστι δ'αύ καϊ ντήσω όχι μόνο με την ευκαιρία τούτης της απάντη­
ά τών ανιαρών ούκ έστι κακά, έστι δ' ά έστι, καϊ σης, αλλά έχοντας στο νου και όλη την υπόλοιπη ζωή
τρίτον ά ουδέτερα, ούτε κακά ούτ'αγαθά. - 'Ηδέα δέ μου, π ω ς υπάρχουν κάποια ευχάριστα π ρ ά γ μ α τ α
καλείς, ήν δ' έγώ, ού τά ηδονής μετέχοντα ή ποι- που δεν είναι καλά και, α π ό την άλλη, κάποια δυσά­
Ε οΰντα ήδονήν; - Πάνυ γ\ έφη. - Τούτο τοίνυν λέ­ ρεστα που δεν είναι κακά, και άλλα που είναι, και,
γω, καθ'όσον ηδέα εστίν, ε'ι ούκ αγαθά, τήν ήδονήν τρίτο, ότι μερικά δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο,
αυτήν ερωτών ε'ι ούκ αγαθόν έστιν. - "Ωσπερ σύ λέ­ ούτε κακά ούτε καλά. - Ό μ ω ς δεν ονομάζεις ευχάρι­
γεις, έφη, 'εκάστοτε, ώ Σώκρατες, σκοπώμεθα αυτό, στα, είπα εγώ, όσα μετέχουν στην ηδονή ή προκαλούν
καϊ έάν μέν προς λόγον δοκή είναι τό σκέμμα καϊ τό ηδονή; - Οπωσδήποτε, είπε. - Αυτό επομένως εννοώ,
όταν ρ ω τ ώ αν στο βαθμό που είναι ευχάριστα δεν εί­
ναι καλά, ρωτώντας για την ηδονή αυτή αν δεν είναι
αγαθό. - Ό π ω ς εσύ λες, είπε, κάθε φορά, Σωκράτη, ας
εξετάσουμε το ζήτημα, κι αν αποδειχθεί πως η εξέτα-

2ΙΟ 21 Ι
ΠΛΑΤΩΝ
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
αυτό φαίνηται ήδύ τε καϊ αγαθόν, συγχωρησόμεθα"
ση κάνει καλό στη συζήτηση και φανεί π ω ς το ευχάρι­
ει δέ μή, τότε ήδη άμφισβητήσομεν. - Πότερον ούν, στο ταυτίζεται με το καλό, θα συμφωνήσουμε' αν ό­
ήν δ'έγώ, σύ βούλει ήγεμονεύειν τής σκέφεως, ή έ­ μως όχι, τότε πια θα το συζητήσουμε. - Τι θα γίνει
γώ ήγώμαι; - Δίκαιος, έφη, σύ ήγεΐσθαι ' σύ γάρ καϊ λοιπόν, είπα ε γ ώ , θέλεις εσύ να οδηγείς την έρευνα ή
κατάρχεις τού λόγου. να την κατευθύνω εγώ; - Τ ο σωστό, είπε, είναι εσύ να
Τ
352 - Αρ'ούν, ήν δ'έγώ, τηδέ πη καταφανές άν ήμΐν μπεις μπροστά' μια που εσύ άρχισες τη συζήτηση.
γένοιτο; ώσπερ ει τις άνθρωπον σκοπών έκ τού εί­ - Αραγε λοιπόν, είπα εγώ, έτσι κάπως δε θα γινόταν
δους ή προς ύγίειαν ή προς άλλο τι τών τού σώμα­ για μας καταφανές το ζήτημα; Για παράδειγμα, αν
τος έργων, Ίδών τό πρόσωπον καϊ τάςχείρας άκρας κάποιος εξέταζε έναν άνθρωπο από την εμφάνιση, είτε
είποι' «Ιθι δή μοι άποκαλύφας καϊ τά στήθη καϊ τό για την υγεία του είτε για κάποια άλλη λειτουργία του
μετάφρενον έπίδειξον, ίνα έπισκέφωμαι σαφέστε- σώματος, αφού έβλεπε το πρόσωπο και τις άκρες των
ρον,» καϊ έγώ τοιούτον τι ποθώ προς τήν σκέφιν' χεριών, θα έλεγε: «εμπρός, λοιπόν, ξεγυμνώσου και
θεασάμενος ότι ούτως έχεις προς τό αγαθόν καϊ τό δείξε μου και τα στήθη και την πλάτη σου, για να σε
εξετάσω καλύτερα»" κι εγώ κάτι τέτοιο επιθυμώ για
ήδύ ώς φής, δέομαι τοιούτον τι ειπείν "Ιθι δή μοι, ώ
την έρευνα" αφού είδα ότι για το καλό και το ευχάρι­
Πρωταγόρα, καϊ τόδε τής διανοίας άποκάλυφον'
στο σκέφτεσαι αυτά που υποστηρίζεις, νιώθω την ανά­
Β πώς έχεις προς έπιστήμην; πότερον καϊ τοΰτό σοι
γκη να σου π ω κάτι παρόμοιο: «έλα τώρα, Πρωταγό­
δοκεΐ ώσπερ τοΐς πολλοίς άνθρώποις, ή άλλως; δο­
ρα, αποκάλυψε μου και τούτη τη σκέψη σου: τι σκέφτε­
κεΐ δέ τοΐς πολλοίς περϊ επιστήμης τοιούτον τι, ούκ
σαι για τη γνώση; Μ ή π ω ς και γι' αυτήν πιστεύεις ό,τι
Ισχυρό ν ούδ' ήγεμονικόν ούδ'αρχικό ν είναι ' ουδέ ώς οι περισσότεροι άνθρωποι ή κάτι άλλο; Οι περισσότε­
περϊ τοιούτου αυτού όντος διανοούνται, άλλ ' ένού- ροι σκέφτονται για τη γνώση περίπου έτσι' πως, δη­
σης πολλάκις άνθρώπω επιστήμης ού τήν έπιστήμην λαδή, δεν είναι κάτι ισχυρό, ούτε κυρίαρχο, ούτε πρω­
αυτού άρχειν άλλ 'άλλο τι, τοτέ μέν θυμόν, τοτέ δέ ταρχικό' κι ούτε μόνο σκέφτονται π ω ς δεν είναι κάτι
τέτοιο, αλλά επίσης ότι, ενώ πολλές φορές ο άνθρωπος
έχει μέσα του τη γνώση, δεν τον εξουσιάζει αυτή, αλ-

212
213
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ήδονήν, τοτέ δέ λύπην, ενίοτε δέ έρωτα, πολλάκις δέ λά κάτι άλλο' πότε δηλαδή ο θυμός, πότε η ηδονή, πό­
φόβον, άτεχνώς διανοούμενοι περϊ της επιστήμης τε η λύπη, μερικές φορές ο έρωτας και πολλές ο φόβος"
e ώσπερ περϊ άνδραπόδου, περιελκομένης ύπό τών σκέφτονται δηλαδή χονδροειδώς για τη γνώση, σα να
άλλων απάντων, άρ' ούν καϊ σοι τοιούτον τι περϊ επρόκειτο για σκλάβο, ότι τη σύρουν εδώ κι εκεί όλα
αυτής δοκεΐ, ή καλόν τε είναι ή επιστήμη καϊ οίον τα υπόλοιπα. Κι εσύ, λοιπόν, μήπως πιστεύεις κάτι
άρχει ν τού άνθρωπου, καϊ έάνπερ γι γνώσκη τις τά- παρόμοιο γι' αυτή ή θεωρείς π ω ς η γνώση είναι και ό­

γαθά καϊ τά κακά, μή άν κρατηθήναι ύπό μηδενός μορφο πράγμα, και τέτοιο που κυβερνά τον άνθρωπο'
κι ότι αν κάποιος, ακριβώς, γνωρίζει τα καλά και τα
ώστε άλλ ' άττα πράττειν ή άν επιστήμη κελεύη,
άσχημα, δε θα μπορεί να τον εξουσιάσει τίποτα, ώστε
άλλ ' Ίκανήν είναι τήν φρόνησιν βοηθεΐν τω άνθρώ­
να κάνει άλλα πράγματα πέρα από κείνα που προστά­
πω;
ζει η γνώση, αλλά ότι η φρόνηση είναι ικανή να υπο­
D - Καϊ δοκεΐ, έφη, ώσπερ σύ λέγεις, ώ Σώκρατες,
στηρίζει τον άνθρωπο; 9 '
καϊ άμα, είπερ τω άλλω, α'ισχρόν έστι καϊ έμοϊ σο­
-Κι εγώ Σωκράτη, είπε, έχω την ίδια γ ν ώ μ η μ' εσέ­
φίαν καϊ έπιστήμην μή ούχϊ πάντων κράτιστον φά-
να' επιπλέον όμως, για μένα, περισσότερο από κάθε
ναι είναι τών ανθρώπειων πραγμάτων. - Καλώς άλλον, είναι αισχρό να μην υποστηρίξω ότι η σοφία
γε, έφην έγώ, σύ λέγων καϊ αληθή, οίσθα ούν ότι ο'ι και η γνώση είναι το ισχυρότερο α π ' όλα τα ανθρώπι­
πολλοί τών ανθρώπων έμοί τε καϊ σοι ού πείθονται, να πράγματα. - Ωραία μιλάς, είπα εγώ, και λες σω­
άλλα πολλούς φασι γιγνώσκοντας τά βέλτιστα ούκ στά πράγματα. Ξέρεις, όμως, πως οι περισσότεροι άν­
έθέλειν πράττειν, εξόν αύτοΐς, άλλα άλλα πράττειν' θρωποι δε συμφωνούν μ' εμένα κι εσένα, αλλά ισχυρί­
καϊ όσους δή έγώ ήρόμην ότι ποτέ αίτιον έστι τού­ ζονται ότι πολλοί, αν και γνωρίζουν τα καλύτερα, δε
του, ύπό ηδονής φασιν ήττωμένους ή λύπης ή ών θέλουν να τα κάνουν, παρόλο που μπορούν, αλλά κά­
Ε νυνδή έγώ έλεγον ύπό τίνος τούτων κρατουμένους νουν άλλα' και όσους ρώτησα εγώ ποια είναι η αιτία
ταΰτα ποιεΐν τους ποιοΰντας. - Πολλά γάρ οΐμαι, γι' αυτό, είπαν ότι εκείνοι που τα κάνουν αυτά, τα κά­
νουν επειδή τους νικά η ηδονή ή η λύπη ή επειδή τους
κατέχει κάτι από αυτά που μόλις ανέφερα. - Νομίζω

214 215
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

έφη, ώ Σώκρατες, καϊ άλλα ούκ ορθώς λέγουσιν ο'ι όμως Σωκράτη, είπε, πως κι άλλα πολλά δε λένε σω­
άνθρωποι. - Τθι δή μετ' εμού έπιχείρησον πείθειν στά οι άνθρωποι. - Έ λ α λοιπόν, προσπάθησε, μαζί μ'
τους ανθρώπους καϊ διδάσκει ν δ έστιν αύτοΐς τούτο εμένα, να πείσεις τους ανθρώπους και να τους εξηγή­
353 τό πάθος, ό φασιν ύπό τών ηδονών ήττάσθαι καϊ ού σεις τι είναι αυτό που τους συμβαίνει και ισχυρίζονται
ότι τους νικούν οι ηδονές, και, γι' αυτό, δεν κάνουν τα
πράττειν διά ταΰτα τά βέλτιστα, έπεϊ γιγνώσκειν γε
καλύτερα, παρόλο που, βεβαίως, τα γνωρίζουν/Ισως,
αυτά. ίσως γάρ άν λεγόντων ημών ότι ' Ούκ ορθώς
όμως, αν εμείς τους λέγαμε: «δε μιλάτε σωστά, άν­
λέγετε, ώ άνθρωποι, άλλα φεύδεσθε, έροιντ' άν η­
θρωποι, και κάνετε λάθος», εκείνοι να μας έλεγαν:
μάς" «Ώ Πρωταγόρα τε καϊ Σώκρατες, ε'ι μή έστιν
«Πρωταγόρα και Σωκράτη, αν αυτό που μας συμβαί­
τούτο τό πάθημα ηδονής ήττάσθαι, άλλα τί ποτ'ε­
νει, δεν είναι να μας νικά η ηδονή, τι είναι επιτέλους,
στίν, καϊ τί ύμεΐς αυτό φάτε είναι; είπατον ήμΐν.»
και τι ισχυρίζεστε εσείς π ω ς είναι; Πείτε μας.» - Και
- Τί δέ, ώ Σώκρατες, δεΐ ημάς σκοπεΐσθαι τήν τών
τότε, Σωκράτη, πρέπει να εξετάσουμε εμείς τη γ ν ώ ­
Β πολλών δόξαν ανθρώπων, ο'ι ότι άν τύχωσι τούτο μη των πολλών ανθρώπων, που λένε ό,τι τους κατέ­
λέγουσιν; - Οΐμαι, ήν δ' έγώ, είναί τι ήμΐν τούτο βει; - Νομίζω, είπα εγώ, ότι αυτό σημαίνει κάτι για
προς τό έξευρεΐν περϊ ανδρείας, προς τάλλα μόρια τά μας, προκειμένου να ανακαλύψουμε, σχετικά με την
τής αρετής πώς ποτ' έχει. ει ούν σοι δοκεΐ έμμένειν ανδρεία, ποια σχέση έχει με τα υπόλοιπα μέρη της α­
ο'ις άρτι εδοξεν ήμΐν, έμέ ήγήσασθαι η οΐμαι άν έγω­ ρετής. Αν, λοιπόν, νομίζεις ότι πρέπει να εμμείνουμε
γε κάλλιστα φανερό ν γενέσθαι, έπου" ει δέ μή βού­ σ' εκείνα που αποφασίσαμε πριν λίγο, κι εγώ να οδη­
λει, ει σοι φίλον, έώ χαίρειν. - Άλλ ', έφη, ορθώς λέ­ γήσω την έρευνα, με τον τρόπο που, θεωρώ, θα είχε
γεις" καϊ πέραινε ώσπερ ήρξω. τα καλύτερα αποτελέσματα, ακολούθησε με' αν όμως
C Πάλιν τοίνυν, έφην έγώ, ε'ι έροιντο ημάς" «Τίούν δε θέλεις, και είναι να σ' ευχαριστήσω, παραιτούμαι.
φάτε τούτο είναι, δ ήμεΐς ήττω είναι τών ηδονών έ- - Μ α έχεις δίκιο, είπε' συνέχισε λοιπόν όπως άρχισες.

λέγομεν;» είποιμ ' άν έγωγε προς αυτούς ώδί' Ά- Πάλι, επομένως, είπα εγώ, αν' μας ρωτούσαν: «Τι,
λοιπόν, ισχυρίζεστε π ω ς είναι αυτό, που εμείς λέγαμε
ότι είναι ήττα από τις ηδονές;», εγώ, τουλάχιστον, θα

2ΐ6 217
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

κούετε δή' πειρασόμεθα γάρ ύμΐν έγώ τε καϊ Πρω­ τους α π α ν τ ο ύ σ α ω ς εξής: Ακούστε τ ώ ρ α ' ε γ ώ και ο
ταγόρας φράσαι. άλλο τι γάρ, ώ άνθρωποι, φατέ ύ­ Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς θα προσπαθήσουμε να σας πούμε. Π ρ ά γ ­
μΐν τούτο γίγνεσθαι έν τοΐσδε, οίον πολλάκις ύπό μ α τ ι τι ά λ λ ο , ά ν θ ρ ω π ο ι , υποστηρίζετε π ω ς σας συμ­
σίτων καϊ ποτών καϊ αφροδισίων κρατούμενοι ηδέ­ βαίνει, σε περιπτώσεις σαν κι αυτές, όταν, γ ι α π α ρ ά ­
ων όντων, γιγνώσκοντες ότι πονηρά έστιν, όμως δ ε ι γ μ α , π ο λ λ έ ς φορές σας νικούν φ α γ η τ ά και π ο τ ά και
αυτά πράττειν; - Φαΐεν άν. - Ούκοΰν έροίμεθ' άν αφροδίσια, επειδή είναι ευχάριστα, πέρα α π ' τ ο γ ε γ ο ­
αυτούς έγώ τε καϊ σύ πάλιν" Πονηρά δέ αυτά πη νός ότι τ α κάνετε, π α ρ ό λ ο π ο υ γνωρίζετε π ω ς είναι
κ α κ ά ; - Αυτό, θα έλεγαν. - Ε γ ώ κι εσύ, λοιπόν, θα
D φάτε είναι; πότερον ότι τήν ήδονήν ταύτη ν έν τώ
τους ρ ω τ ο ύ σ α μ ε π ά λ ι : Π ώ ς λέτε ότι αυτά είναι κ α κ ά ;
παραχρήμα παρέχει καϊ ήδύ έστιν έκαστον αυτών, ή
Ε π ε ι δ ή προσφέρουν εκείνη την άμεση ηδονή, και καθέ­
ότι εις τόν ύστερον χρόνο ν νόσους τε ποιεί καϊ πενίας
να τους είναι ευχάριστο ή επειδή αργότερα προκαλούν
καϊ άλλα τοιαύτα πολλά παρασκευάζει; ή καν ει τι
αρρώστιες και φ τ ώ χ ε ι α και εγκυμονούν ά λ λ α π ο λ λ ά
τούτων εις τό ύστερον μηδέν παρασκευάζει, χαίρειν
π α ρ ό μ ο ι α ; Ή , κι αν στο μέλλον δεν εγκυμονούν τ ί π ο ­
δέ μόνον ποιεί, όμως δ' άν κακά ήν, ό τι μαθόντα
τε α π ό α υ τ ά και προκαλούν μόνο χ α ρ ά , θα ή τ α ν π ά λ ι
χαίρειν ποιεί καϊ όπηοΰν; άρ' ο'ιόμεθ' άν αυτούς, ώ
κ α κ ά επειδή προκαλούν τ η χ α ρ ά , μ' όποιον τ ρ ό π ο κι
Πρωταγόρα, άλλο τι άποκρΐνασθαι ή ότι ού κατά αν τ ο κάνουν; Ά ρ α γ ε , Π ρ ω τ α γ ό ρ α , πιστεύουμε π ω ς
Ε τήν αυτής τής ηδονής τής παραχρήμα έργασίαν κα­ μπορεί αυτοί να αποκριθούν κάτι ά λ λ ο , κι όχι π ω ς δεν
κά έστιν, άλλα διά τά ύστερον γιγνόμενα, νόσους τε είναι κ α κ ά όταν π α ρ έ χ ο υ ν εκείνη την άμεση ηδονή,
καϊ τάλλα. - Έγώ μέν οΐμαι, έφη ό Πρωταγόρας, α λ λ ά γ ι α εκείνα π ο υ γίνονται αργότερα, τις αρρώστιες
τους πολλούς άν ταύτα άποκρΐνασθαι. - Ούκοΰν και τ α ά λ λ α ; Ε γ ώ τ ο υ λ ά χ ι σ τ ο ν ο μ ί ζ ω , είπε ο Π ρ ω τ α ­
νόσους ποιοΰντα ανίας ποιεί, καϊ πενίας ποιοΰντα γ ό ρ α ς , ότι οι π ο λ λ ο ί θα α π α ν τ ο ύ σ α ν α υ τ ά . - Ε π ο μ έ ­
354 ανίας ποιεί;Όμολογοΐεν άν, ώς έγώμαι. - Συνέφη ό ν ω ς , ό τ α ν προκαλούν αρρώστιες δε φέρνουν σ τ ε ν ο χ ώ ­
Πρωταγόρας. - Ούκοΰν φαίνεται, ώ άνθρωποι, ύ- ριες, κι ό τ α ν προκαλούν φ τ ώ χ ε ι α , δε φέρνουν, π ά λ ι ,
στενοχώριες; Θ α συμφωνούσαν, νομίζω. - Κι ε γ ώ , εί­
π ε ο Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς . - Δεν είναι λοιπόν και γ ι α σας φα-

2ΐ8 219
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

μΐν, ώς φαμεν έγώ τε καϊ Πρωταγόρας, δι ' ουδέν νερό, άνθρωποι, όπως υποστηρίζουμε εγώ και ο Πρω­
άλλο ταΰτα κακά όντα ή διότι εις ανίας τε άποτε- ταγόρας, ότι αυτά δεν είναι κακά για κανέναν άλλο
λευτά καϊ άλλων ηδονών αποστερεί; Όμολογοΐεν λόγο, παρά διότι καταλήγουν σε στενοχώριες και μας
άν; - Συνεδόκει ήμΐν άμφοΐν. - Ούκοΰν πάλιν άν στερούν άλλες ηδονές; Θα συμφωνούσαν; -Έτσι νομί­
σαμε κι εμείς οι δύο. - Επομένως, αν πάλι τους ρωτού­
αυτούς τό εναντίον ει έροίμεθα' Ώ άνθρωποι ο'ι λέ­
σαμε, ακόμα μια φορά, το αντίθετο: άνθρωποι, εσείς
γοντες αύ αγαθά ανιαρά είναι, άρα ού τά τοιάδε
που λέτε, ξανά, ότι τα καλά είναι δυσάρεστα, δεν εννο­
λέγετε, οίον τά τε γυμνάσια καϊ τάς στρατείας καϊ
είτε, άραγε, π ρ ά γ μ α τ α όπως τα γυμνάσια και οι εκ­
τάς ύπό τών ιατρών θεραπείας τάς διά καύσεων τε
στρατείες και οι θεραπείες των γιατρών, που γίνονται
καϊ τομών καϊ φαρμακειών καϊ λιμοκτονιών γιγνο-
με καυτηριασμούς και τομές και φάρμακα και δίαιτες,
μένας, ότι ταύτα αγαθά μέν έστιν, ανιαρά δέ; Φαΐεν
επειδή όλα αυτά είναι βέβαια καλά, αλλά δυσάρεστα;
Β άν; - Συνεδόκει. - Πότερον ούν κατά τόδε αγαθά Θα το δέχονταν; - Συμφώνησε. - Για τούτο, λοιπόν,
αυτά καλείτε, ότι έν τω παραχρήμα όδύνας τάς τα ονομάζετε καλά, επειδή αμέσως προκαλούν τις με­
έσχάτας παρέχει καϊ άλγηδόνας, ή ότι εις τόν ύσ­ γαλύτερες οδύνες και τους πόνους ή επειδή, αργότερα,
τερον χρόνον ύγίειαί τε άπ' αυτών γίγνονται καϊ από αυτά προκύπτουν η υγεία και η ευεξία των σωμά­
εύεξίαι τών σωμάτων καϊ τών πόλεων σωτηρίαι καϊ των και η σωτηρία των πόλεων και η εξουσία π ά ν ω
άλλων άρχαϊ καϊ πλούτοι; Φαΐεν άν, ώς έγωμαι. - στους άλλους και τα πλούτη; Ε γ ώ νομίζω θα το δέχο­
Συνεδόκει. - Ταΰτα δέ αγαθά έστι δι ' άλλο τι ή ότι νταν. - Συμφώνησε. - Αυτά, όμως, είναι καλά για άλ­
εις ήδονάς άποτελευτάκαϊ λυπών άπαλλαγάς τεκαϊ λο λόγο, ή επειδή καταλήγουν σε ηδονές και στην α­
άποτροπάς; ή έχετε τι άλλο τέλος λέγειν, εις δ άπο- π α λ λ α γ ή από τις λύπες, και στην αποτροπή τους; Ή
μπορείτε να μιλήσετε για κάποιο άλλο τέλος, στο ο­
c βλέφαντες αυτά αγαθά καλείτε, άλλ ' <ή> ήδονάς τε
ποίο στρέφετε το βλέμμα σας, και τα ονομάζετε καλά,
καϊ λύπας; Ούκ άν φαΐεν, ώς έγωμαι. - Ούδ' έμοϊ
άλλο από τις ηδονές και τις λύπες; Δε θα μπορούσαν
δοκεΐ, έφη ό Πρωταγόρας. - Ούκοΰν τήν μέν ήδονήν
να πουν, νομίζω. - Ούτε εγώ το πιστεύω, είπε ο Πρω­
ταγόρας. - Δεν επιδιώκετε, λοιπόν, την ηδονή ως κα-

220 221
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

διώκετε ώς αγαθόν όν, τήν δέ λύπην φεύγετε ώς κα­ λό, ενώ αποφεύγετε τη λύπη ως κακό; - Συμφώνησε.
κόν; - Συνεδόκει. - Τοΰτ'άρα ήγεΐσθ'είναι κακόν, - Τούτο, λοιπόν, θεωρείτε κακό, τη λύπη, και αγαθό
τήν λύπην, καϊ αγαθόν τήν ήδονήν, έπεϊ καϊ αυτό τό την ηδονή, επειδή και η ίδια η χαρά τότε λέτε πως εί­
χαίρειν τότε λέγετε κακόν είναι, όταν μειζόνων η­ ναι κακό, όταν στερεί από ηδονές μεγαλύτερες α π ' ό­
δονών άποστερή ή όσας αυτό έχει, ή λύπας μείζους σες προσφέρει η ίδια ή εγκυμονεί λύπες μεγαλύτερες α­
D παρασκευάζη τών έν αύτώ ήδο νώ ν ' έπεϊ ει κατ ' άλ - πό τις ηδονές που δίνει' γιατί, αν ονομάζετε την ίδια
λο τι αυτό τό χαίρειν κακόν καλείτε καϊ εις άλλο τι τη χαρά κακό για κάποιον άλλο λόγο, κι επειδή στο
νου σας έχετε κάποιο άλλο τέλος, θα μπορούσατε να
τέλος άποβλέφαντες, έχοιτε άν καϊ ήμΐν ειπείν' άλλ '
το πείτε και σ' εμάς' δε θα μπορέσετε όμως. - Ούτε σε
ούχέξετε. - Ούδ'έμοϊ δοκούσιν, έφη ό Πρωταγόρας.
μένα φαίνεται πως θα μπορούσαν, είπε ο Πρωταγό­
- Αλλο τι ούν πάλιν καϊ περϊ αυτού τού λυπεΐσθαι ό
ρας. - Μ ή π ω ς και για τη λύπη με τον ίδιο τρόπο δε θα
αυτός τρόπος; τότε καλείτε αυτό τό λυπεΐσθαι αγα­
μιλήσουμε; Τότε ονομάζετε την ίδια τη λύπη αγαθό,
θόν, όταν ή μείζους λύπας τών έν αύτώ ούσών ά-
όταν είτε απαλλάσσει από λύπες μεγαλύτερες από κεί­
παλλάττη ή μείζους ήδονάς τών λυπών πα­
νες που φέρνει μαζί της, είτε εγκυμονεί ηδονές μεγαλύ­
ρασκευάζη; έπεϊ ε'ι προς άλλο τι τέλος αποβλέπετε, τερες από τις λύπες; Γιατί, αν έχετε το νου σας σε κά­
Ε όταν καλήτε αυτό τό λυπεΐσθαι αγαθόν, ή προς δ έ­ ποιο άλλο τέλος, όταν ονομάζετε την ίδια τη λύπη α­
γώ λέγω, έχετε ήμΐν ειπείν άλλ' ούχ έξετε. - Αλη­ γαθό, και όχι σε αυτό που λέω εγώ, μπορείτε να μας
θή, έφη, λέγεις, ό Πρωταγόρας. πείτε, αλλά δε θα μπορέσετε. - Αλήθεια λες, είπε ο
- Πάλιν τοίνυν, έφην έγώ, ει με άνέροισθε, ώ άν­ Πρωταγόρας.
θρωποι, «Τίνος ούν δήποτε ένεκα πολλά περϊ τού­ - Πάλι επομένως, είπα εγώ, αν με ρωτούσατε, άν­
του λέγεις καϊ πολλαχή;» Συγγιγνώσκετέ μοι, θρωποι: «για ποιο λοιπόν λόγο, τέλος πάντων, λες
φαίην άν έγωγε. πρώτον μέν γάρ ού ράδιον άποδεΐ- πολλά σχετικά με αυτό και με πολλούς τρόπους;»
ξαι τί εστίν ποτέ τοΰτο δ ύμεΐς καλείτε τών ηδονών Συγχωρείστε με, θα έλεγα εγώ. Γιατί, πρώτα, δεν εί­
ήττω είναι' έπειτα έν τούτω εΐσιν πάσαι α'ι άποδεί- ναι εύκολο να αποδείξει κανείς τι είναι εκείνο που εσείς
ονομάζετε ήττα από τις ηδονές" έπειτα, μέσα σε αυτό

222 223
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ξεις. άλλ 'έτι καϊ νΰν άναθέσθαι έξεστιν, ει πη έχετε υ π ά ρ χ ο υ ν όλες οι αποδείξεις. Α λ λ ά α κ ό μ α και τ ώ ρ α
355 άλλο τι φάναι είναι τό αγαθόν ή τήν ήδονήν, ή τό μπορείτε να ανακαλέσετε, αν, με κ ά π ο ι ο ν τ ρ ό π ο , μ π ο ­
κακόν άλλο τι ή τήν άνίαν ή άρκεΐ ύμΐν τό ήδέως ρείτε να πείτε ότι τ ο α γ α θ ό είναι άλλο π ρ ά γ μ α α π ό
καταβιώναι τόν βίον άνευ λυπών; ει δέ άρκεΐ και μή την η δ ο ν ή ή τ ο κακό ά λ λ ο α π ό τ η στενοχώρια" ή σας
έχετε μηδέν άλλο φάναι είναι αγαθόν ή κακόν δ μή αρκεί να ζήσετε ευχάριστα τ η ζ ω ή σας δ ί χ ω ς λύπες;
εις ταΰτα τελευτά, τό μετά τούτο άκούετε. φημϊ γάρ Αν ό μ ω ς αρκεί, και δεν μπορείτε να πείτε π ω ς οτιδή-
ύμΐν τούτου ούτως έχοντος γελοΐον τόν λόγον γί­ 7Γοτε ά λ λ ο , π ο υ δεν κ α τ α λ ή γ ε ι σε αυτά, είναι κ α λ ό ή
γνεσθαι, όταν λέγητε ότι πολλάκις γιγνώσκων τά κακό, ακούστε α υ τ ό π ο υ θα σας π ω μετά. Γ ι α τ ί ισχυ­
κακά άνθρωπος ότι κακά έστιν, όμως πράττει αυτά, ρίζομαι ότι, αν α υ τ ό έχει έτσι, ο λόγος γίνεται γελοί­
Β εξόν μή πράττειν, ύπό τών ηδονών αγόμενος καϊ ος, ό τ α ν λέτε ότι, π α ρ ό λ ο π ο υ πολλές φορές γνωρίζει

έκπληττόμενος' καϊ αύθις αύ λέγετε ότι γιγνώσκων τ α κ α κ ά ο ά ν θ ρ ω π ο ς , ότι είναι κοικά, ό μ ω ς τ α π ρ ά τ ­

ό άνθρωπος τάγαθά πράττειν ούκ έθέλει διά τάς τει, π α ρ ό λ ο π ο υ μπορεί να μην τ α κάνει, επειδή π α ­
ρασύρεται και θ α μ π ώ ν ε τ α ι α π ό τις ηδονές. Κ α ι λέτε,
παραχρήμα ήδονάς, ύπό τούτων ήττώμενος. ώς δέ
π ά λ ι , ότι, π α ρ ό λ ο π ο υ ο ά ν θ ρ ω π ο ς γνωρίζει τ α κ α λ ά ,
ταΰτα γελοία έστιν, κατάδηλον έσται, έάν μή πολ­
δε θέλει να τ α κάνει, εξαιτίας τ ω ν πρόσκαιρων ηδο­
λοίς όνόμασι χρώμεθα άμα, ήδεΐ τε καϊ άνιαρώ καϊ
ν ώ ν , α π ό τις οποίες νικιέται/Οτι, ό μ ω ς , α υ τ ά είναι γε­
άγαθώ καϊ κακώ, άλλ 'επειδή δύο έφάνη ταΰτα, δυ-
λοία, θα φανεί ξεκάθαρα, αν δε χρησιμοποιούμε π ο λ ­
οΐν καϊ όνόμασιν προσαγορεύωμεν αυτά, πρώτον
λ ά ο ν ό μ α τ α , ό π ω ς ευχάριστο και δυσάρεστο, και κ α λ ό
μέν άγαθώ καϊ κακώ, έπειτα αύθις ήδεΐ τε καϊ άνι-
και κ α κ ό , α λ λ ά επειδή α π ο δ ε ί χ τ η κ ε π ω ς είναι δύο, τ α
c αρώ. θέμενοι δή ούτω λέγωμεν ότι γιγνώσκων ό
χ α ρ α κ τ η ρ ί ζ ο υ μ ε με δύο ο ν ό μ α τ α ' π ρ ώ τ α κ α λ ό και κ α ­
άνθρωπος τά κακά ότι κακά έστιν, όμως αυτά ποιεί. κό και μ ε τ ά , π ά λ ι , ευχάριστο και δυσάρεστο. Κι έτσι
έάν ούν τις ημάς έρηται, «Διά τί;»Ήττώμενος, φή- κ α θ ώ ς τ ο π ο θ ε τ ή σ α μ ε τ α π ρ ά γ μ α τ α , ας λέμε ότι, π α ­
ρόλο π ο υ γνωρίζει ο ά ν θ ρ ω π ο ς ότι τ α κακά είναι κ α ­
κ ά , εν τούτοις τ α κάνει. Αν λοιπόν κάποιος μ α ς ρ ω τ ή ­
σει: « γ ι α π ο ι ο λ ό γ ο ; » Ε π ε ι δ ή νικιέται, θα πούμε. «Α-

224
225
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

σομεν' «Ύπό τού;» εκείνος έρήσεται ημάς' ήμΐν δέ π ό π ο ι ο π ρ ά γ μ α ; » , θα μ α ς ρωτήσει εκείνος' εμείς δε θα
ύπό μέν ηδονής ούκέτι έξεστιν ειπείν- άλλο γάρ ό­ μπορούμε π ι α να π ο ύ μ ε α π ό την η δ ο ν ή ' γ ι α τ ί η ηδονή
νομα μετείληφεν άντϊ τής ηδονής τό αγαθόν- έκείνω πήρε ά λ λ η ονομασία, την ονομάσαμε α γ α θ ό ' ας του α­
δή άποκρινώμεθα καϊ λέγωμεν ότι ήττώμενος - ποκριθούμε, λ ο ι π ό ν , και ας του πούμε: επειδή νικιέται.
«Ύπό τίνος;» φήσει. Τού αγαθού, φήσομεν νή Δία. - « Α π ό τι;», θα πει. Α π ό τ ο α γ α θ ό , θα πούμε, μ α το
άν ούν τύχη ό έρόμενος ημάς υβριστής ών, γελάσε- Δ ί α . Αν, ό μ ω ς , αυτός π ο υ μας ρώτησε, τύχει να είναι
ται καϊ έρεΐ' «Ήγελοΐονλέγετε πράγμα, ε'ι πράττει θρασύς, θα γελάσει και θα πει: «αλήθεια, πόσο γ ε λ ο ί α
τις κακά, γιγνώσκων ότι κακά έστιν, ού δέον αυτόν π ρ ά γ μ α τ α λέτε: αφού κάποιος πράττει τ α κ α κ ά , π α ρ ό ­
πράττειν, ήττώμενος ύπό τών αγαθών, άρα,» φήσει, λο π ο υ ξέρει π ω ς είναι κ α κ ά , και ενώ δεν πρέπει να τ α

«ούκ αξίων όντων νικάν έν ύμΐν τών αγαθών τά κάνει, επειδή νικιέται α π ό τ α α γ α θ ά . Ά ρ α » , θα πει,
«το κάνει επειδή, κ α τ ά τ η γ ν ώ μ η σας, τ α α γ α θ ά δεν
κακά, ή αξίων;» φήσομεν δήλον ότι άποκρινόμενοι,
ή τ α ν άξια να νικήσουν τ α κ α κ ά ή επειδή ή τ α ν άξια;»
ότι ούκ αξίων όντων ' ού γάρ άν έξημάρτανεν όν φα-
Κι εμείς, είναι φανερό, θα α π α ν τ ή σ ο υ μ ε και θα πούμε
μεν ήττω είναι τών ηδονών. «Κατά τί δέ,» φήσει ί­
π ω ς δεν ή τ α ν άξια' γ ι α τ ί δε θα έκανε λάθος αυτός π ο υ
σως, «άνάξιά έστιν τάγαθά τών κακών ή τά κακά
λέμε ότι νικιέται α π ό τις ηδονές. «Κι ω ς προς τι», θα
τών αγαθών; ή κατ' άλλο τι ή όταν τά μέν μείζω, τά
ρωτήσει ίσως, «είναι κ α τ ώ τ ε ρ α τ α α γ α θ ά α π ό τ α κ α ­
δέ σμικρότερα ή; ή πλείω, τά δέ έλάττω ή;» ούχ έ-
κ ά ή τ α κ α κ ά α π ό τ α α γ α θ ά ; Ως προς κάτι ά λ λ ο , ή ε­
ξομεν ειπείν άλλο ή τούτο. «Δήλον άρα,» φήσει,
π ε ι δ ή τ α μεν είναι μεγαλύτερα, ενώ τ α ά λ λ α μικρότε­
«ότι τό ήττάσθαι τούτο λέγετε, άντϊ έλαττόνων α­
ρα; Ή τ α π ρ ώ τ α περισσότερα, ενώ τ α ά λ λ α λιγότε­
γαθών μείζω κακά λαμβάνειν.» Ταΰτα μέν ούν ού­ ρα;» Δ ε θα μπορέσουμε να α π α ν τ ή σ ο υ μ ε άλλο α π ό
τω. αυτό. « Ε π ο μ έ ν ω ς είναι φανερό», θα πει, «ότι αυτό εν­
Μεταλάβωμεν δή τά ονόματα πάλιν τό ήδύ τε καϊ νοείτε με τ η ν ή τ τ α ' αντί γ ι α λιγότερα α γ α θ ά , να π α ί ρ ­
άνιαρόν έπϊ τοΐς αύτοΐς τούτοις, καϊ λέγωμεν ότι νεις περισσότερα κ α κ ά . » Έ τ σ ι λοιπόν με α υ τ ά .
Ας π ά ρ ο υ μ ε , τ ώ ρ α , τ α ο ν ό μ α τ α π ά λ ι , τ ο ευχάριστο
και τ ο δυσάρεστο, γ ι α τις ίδιες καταστάσεις, κι ας π ο ύ -

226
227
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

άνθρωπος πράττει- τότε μέν έλέγομεν τά κακά, νΰν με ότι ο άνθρωπος πράττει, τότε λέγαμε τα κακά, τ ώ ­
δέ λέγωμεν τά ανιαρά, γιγνώσκων ότι ανιαρά έστιν, ρα ας πούμε τα δυσάρεστα, παρόλο που ξέρει ότι είναι
δυσάρεστα, επειδή νικιέται από τα ευχάριστα, γιατί ε­
ήττώμενος ύπό τών ηδέων, δήλον ότι αναξίων όν­
κείνα - είναι φανερό - ήταν ανάξια να νικήσουν. Και
των νικά ν. καϊ τίς άλλη άξια ηδονή προς λύπην ε­
ποια άλλη η αξία της ηδονής απέναντι στη λύπη, εκτός
στίν, άλλ 'ή υπερβολή αλλήλων καϊ έλλειφις; ταΰτα
από την υπερβολή και την έλλειψη; Αυτά τα πράγμα­
δ'έστι μείζω τε καϊ σμικρότερα γιγνόμενα αλλήλων
τα γίνονται και μεγαλύτερα και μικρότερα, το ένα σε
καϊ πλείω καϊ έλάττω καϊ μάλλον καϊ ήττον, ει γάρ
σχέση με το άλλο, και περισσότερα και λιγότερα, και
τις λέγοι ότι «Αλλά πολύ διαφέρει, ώ Σώκρατες, τό
αυξάνουν και ελαττώνονται. Γιατί, αν κανείς πει: «πο­
παραχρήμα ήδύ τού εις τόν ύστερον χρόνον καϊ ή- λύ όμως υπερέχει, Σωκράτη, το άμεσα ευχάριστο από
δέοςκαϊ λυπηρού,» Μών άλλω τω, φαίην άν έγωγε, το ευχάριστο και το δυσάρεστο που θ' αργήσουν να έλ­
ή ηδονή καϊ λύπη; ού γάρ έσθ' ότω άλλω. άλλ ' ώσ­ θουν», 92 εγώ θα έλεγα: υπερέχει σε τίποτε άλλο, τ ά χ α ,
περ αγαθός Ίστάναι άνθρωπος, συνθεϊς τά ηδέα καϊ ή σε ευχαρίστηση και λύπη; Γιατί σε τίποτε άλλο δεν
συνθεϊς τά λυπηρά, καϊ τό εγγύς καϊ τό πόρρω στή- μπορεί να υπερέχει. Αλλά, σαν άνθρωπος που ξέρει να
σας έν τώ ζυγώ, είπε πότερα πλείω εστίν, έάν μέν ζυγίζει καλά, βάλε μαζί τα ευχάριστα και τα δυσάρε­
γάρ ηδέα προς ηδέα Ίστής, τά μείζω άεϊ καϊ πλείω στα, κι αφού τοποθετήσεις στη ζυγαριά το άμεσο και
ληπτέα " έάν δέ λυπηρά προς λυπηρά, τά έλάττω καϊ το μακρινό, πες ποια είναι περισσότερα. Γιατί αν βέ­
σμικρότερα" έάν δέ ηδέα προς λυπηρά, έάν μέν τά βαια συγκρίνεις ευχάριστα με ευχάριστα, πάντα πρέ­
ανιαρά ύπερβάλληται ύπό τών ηδέων, έάντε τά εγ­ πει να παίρνεις τα μεγαλύτερα και περισσότερα' κι αν
γύς ύπό τών πόρρω έάντε τά πόρρω ύπό τών εγγύς, δυσάρεστα με δυσάρεστα, τα λιγότερα και μικρότερα'
ταύτην τήν πράξιν πρακτέον έν ή άν ταΰτ'ένή" έάν αν όμως ευχάριστα με δυσάρεστα, και τα δυσάρεστα
δέ τά ηδέα ύπό τών ανιαρών, ού πρακτέα, μή πη είναι περισσότερα από τα ευχάριστα, είτε τα άμεσα α­
πό τα μακρινά, είτε τα μακρινά από τα άμεσα, πρέπει
να κάνεις εκείνη την πράξη, στην οποία βρίσκονται τα
ευχάριστα" αν όμως τα δυσάρεστα είναι περισσότερα

228 229
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

άλλη έχει, φαίην άν, ταύτα, ώ άνθρωποι; οίδ' ότι από τ α ευχάριστα, δεν πρέπει να τ α κάνεις" μ ή π ω ς ,
ούκ άν έχοιεν άλλως λέγειν. - Συνεδόκει καϊ έκείνω. ά ν θ ρ ω π ο ι -θα έ λ ε γ α ε γ ώ - τ α π ρ ά γ μ α τ α έχουν αλ­
- "Οτε δή τούτο ούτως έχει, τόδε μοι άποκρίνασθε, λ ι ώ ς ; Ξ έ ρ ω π ω ς δε θα μπορούσαν να πουν κάτι ά λ λ ο .
φήσω. φαίνεται ύμΐν τη όφει τά αυτά μεγέθη έγγύ- - Σ υ μ φ ώ ν η σ ε κι εκείνος.
θεν μέν μείζω, πόρρωθεν δέ έλάττω' ή ού; - Φήσου- - Αφού λ ο ι π ό ν έτσι έχει το π ρ ά γ μ α , α π α ν τ ή σ τ ε μου
σιν. - Καϊ τά παχέα καϊ τά πολλά ωσαύτως; καϊ α'ι στο εξής, θα τους π ω . Τ α ίδια μεγέθη, όταν τ α κ ο ι τ ά ­
φωναϊ <αί> ίσαι έγγύθεν μέν μείζους, πόρρωθεν δέ ζετε, σας φαίνονται α π ό κ ο ν τ ά μεγαλύτερα και α π ό
μοικριά μικρότερα' ή όχι; - Θ α συμφωνήσουν. - Κ α ι τ α
D σμικρότεραι; - Φαΐεν άν. - ΕΊ ούν έν τούτω ήμΐν ήν
π α χ ι ά και τ α π ο λ λ ά τ ο ίδιο; Κ α ι οι ίσες φωνές α π ό κο­
τό εύ πράττειν, έν τώ τά μέν μεγάλα μήκη καϊ
ν τ ά π ι ο δυνατές, ε ν ώ α π ό μακριά ασθενέστερες; Θ α
πράττειν καϊ λαμβάνειν, τά δέ σμικρά καϊ φεύγειν
συμφωνούσαν. - Αν, λοιπόν, η ευτυχία μας βρισκόταν
καϊ μή πράττειν, τίς άν ήμΐν σωτηρία έφάνη τού
στο να π ρ ά τ τ ο υ μ ε κ α ι να παίρνουμε τ α μ ε γ ά λ α μ ή κ η ,
βίου; άρα ή μετρητική τέχνη ή ή τού φαινομένου δύ­
ενώ τ α μικρά να τ α α π ο φ ε ύ γ ο υ μ ε και να μην τ α κ ά ­
ναμις; ή αύτη μέν ημάς έπλάνα καϊ έποίει άνω τε
νουμε, τι θα μ α ς φαινόταν σωτήριο γ ι α τ η ζ ω ή μας; Ά ­
καϊ κάτω πολλάκιςμεταλαμβάνειν ταύτα καϊ μετα-
ραγε η τ έ χ ν η της μέτρησης ή η δ ύ ν α μ η π ο υ έχει η ε­
μέλεινκαϊ έν ταΐς πράξεσινκαϊ έν ταΐς α'ιρέσεσιν τών ν τ ύ π ω σ η ; Ή μ ή π ω ς η τελευταία θα μ α ς π α ρ α π λ α ν ο ύ ­
μεγάλων τε καϊ σμικρών, ή δέ μετρητική άκυρο ν μέν σε, και θα μ α ς έκανε ά ν ω - κ ά τ ω , πολλές φορές να
άν έποίησε τούτο τό φάντασμα, δηλώσασα δέ τό ά- παίρνουμε τ ο ένα γ ι α το ά λ λ ο και να μετανιώνουμε
Ε ληθές ήσυχίαν άν έποίησεν έχειν τήν φυχήν μένου- και στις πράξεις και στις επιλογές τ ω ν μ ε γ ά λ ω ν και
σαν έπϊ τω άληθεΐκαϊ έσωσεν άν τόνβίον; άρ'άν ό- τ ω ν μ ι κ ρ ώ ν , τ η σ τ ι γ μ ή π ο υ η μετρητική τ έ χ ν η θα α­
μολογοΐεν ο'ι άνθρωποι προς ταΰτα ημάς τήν με- κύρωνε α υ τ ή την ψευδαίσθηση και, φανερώνοντας την
τρητικήν σφζειν άν τέχνην ή άλλην; - Τήν μετρη- αλήθεια, θα έκανε την ψ υ χ ή να ησυχάσει και να στηρι­
χθεί στην αλήθεια, σ ώ ζ ο ν τ α ς έτσι τ η ζ ω ή μ α ς ; Ά ρ α γ ε
θα συμφωνούσαν οι ά ν θ ρ ω π ο ι ότι σε α υ τ ά τ α π ρ ά γ μ α ­
τ α μ α ς σώζει η τ έ χ ν η της μέτρησης ή κ ά π ο ι α ά λ λ η τέ-

230 231
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

τικήν, ώμολόγει. - Τί δ' ε'ι έν τη τού περιττού καϊ χνη; - Συμφώνησε για την τέχνη της μέτρησης. - Ό ­
αρτίου α'ιρέσει ήμΐν ήν ή σωτηρία τού βίου, οπότε τό μως, αν η σωτηρία της ζωής μας βρισκόταν στην επι­
πλέον ορθώς έδει έλέσθαι καϊ οπότε τό έλαττον, ή λογή του περιττού και του άρτιου, και έπρεπε άλλοτε
αυτό προς εαυτό ή τό έτερον προς έτερον, είτ' 'εγγύς να επιλέξουμε σωστά το περισσότερο και άλλοτε το λι­
γότερο, είτε το ίδιο σε σύγκριση με τον εαυτό του, είτε
357 είτε πόρρω είη; τί άν έσωζεν ήμΐν τόν βίον; άρ ' άν
το ένα σε σύγκριση με το άλλο, είτε βρισκόταν κοντά
ούκ επιστήμη; καϊ άρ'άν ού μετρητική τις, έπειδή-
είτε μακριά, τι θα μας έσωζε τη ζωή; Άραγε όχι η επι­
περ υπερβολής τε καϊ ένδειας έστιν ή τέχνη; επειδή
στήμη; Και δε θα ήταν, άραγε, κάποια μετρητική, ε­
δέ περιττού τε καϊ αρτίου, άρα άλλη τις ή αριθμη­
φόσον, ακριβώς, αυτή είναι η τέχνη για την υπερβολή
τική; Όμολογοΐεν άν ήμΐν ο'ι άνθρωποι η ού; - Έ-
και την έλλειψη; Επειδή, όμως, πρόκειται για την υ­
δόκουν άν καϊ τώ Πρωταγόρα όμολογεΐν. - Εΐεν, ώ
περβολή και την έλλειψη του περιττού και του αρτίου,
άνθρωποι ' έπεϊ δέ δή ηδονής τε καϊ λύπης έν ορθή τη θα ήταν άραγε άλλη και όχι η αριθμητική; Θα συμφω­
α'ιρέσει έφάνη ήμΐν ή σωτηρία τού βίου ούσα, τού τε νούσαν μαζί μας οι άνθρωποι ή όχι; - Και ο Πρωτα­
Β πλέονος καϊ έλάττονος καϊ μείζονος καϊ σμικροτέρου γόρας πίστευε π ω ς θα συμφωνούσαν. - Ας είναι, άν­
καϊ πορρωτέρω καϊ έγγυτέρω, άρα πρώτον μέν ού θρωποι' επειδή, τώρα, έγινε φανερό π ω ς η σωτηρία
μετρητική φαίνεται, υπερβολής τε καϊ ένδειας ούσα της ζωής μας βρίσκεται στην ορθή επιλογή της ηδονής
καϊ Ίσότητος προς άλλήλας σκέφις; - Αλλ ' ανάγκη. και της λύπης και στον ορθό υπολογισμό του περισσό­
- Έπεϊ δέ μετρητική, ανάγκη δήπου τέχνη καϊ τερου και του λιγότερου, του μεγαλύτερου και του μι­
επιστήμη. - Συμφήσουσιν. - 'Ήτιςμέν τοίνυν τέχνη κρότερου, του μακρινότερου και κοντινότερου σ' αυτές,
καϊ επιστήμη έστιν αύτη, ε'ισαύθις σκεφόμεθα' ότι δέ άραγε δεν είναι φανερό π ω ς πρώτη έρχεται μια μετρη­
τική τέχνη, αφού έχουμε να εξετάσουμε την υπερβολή
και την έλλειψη και την ισότητα μεταξύ τους; - Ανα­
γκαστικά. - Και μια που είναι μετρητική, είναι απα­
ραίτητα τέχνη και επιστήμη. - Θα συμφωνήσουν. - Ό ­
σο για το ποια τέχνη και επιστήμη είναι, θα το ερευ-

232 233
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

επιστήμη εστίν, τοσούτον έξαρκεΐ προς τήν άπό- νήσουμε αργότερα' το γεγονός, βέβαια, ότι πρόκειται
c δειξιν ήν έμέ δεΐ καϊ Πρωταγόραν άποδεΐξαι περϊ ών για επιστήμη, αρκεί, ήδη, για την απόδειξη που πρέ­
ήρεσθ'ήμάς. ήρεσθε δέ, ε'ιμέμνησθε, ήνίκα ήμεΐςάλ- πει εγώ και ο Πρωταγόρας να σας δώσουμε για όσα
λήλοις ώμολογοΰμεν επιστήμης μηδέν είναι κρεΐτ- μας ρωτήσατε. Μας ρωτήσατε, μάλιστα, αν θυμάστε,
τον, άλλα τούτο άεϊ κρατεΐν, όπου άν ένή, καϊ η­ όταν εμείς συμφωνούσαμε π ω ς δεν υπάρχει τίποτε α­
δονής καϊ τών άλλων απάντων' ύμεΐς δέ δή έφατε νώτερο από τη γνώση, αλλά αυτή υπερισχύει πάντα,
τήν ήδονήν πολλάκις κρατεΐν καϊ τού ε'ιδότος άν­ όπου υπάρχει, και της ηδονής και όλων των άλλων' ε­
θρωπου, επειδή δέ ύμΐν ούχ ώμολογοΰμεν, μετά σείς, βέβαια, ισχυριστήκατε πως η ηδονή πολλές φορές
νικά και τον άνθρωπο που ξέρει και, επειδή εμείς δε
τούτο ήρεσθε ημάς' «Ώ Πρωταγόρα τε καϊ Σώκρα-
συμφωνήσαμε μαζί σας, μας ρωτήσατε κατόπιν:
D τες, ει μή έστι τούτο τό πάθημα ηδονής ήττάσθαι,
«Πρωταγόρα και Σωκράτη, αν αυτό το πάθημα δεν
άλλα τί ποτ' έστιν καϊ τί ύμεΐς αυτό φάτε είναι; εί­
είναι ήττα από την ηδονή, τι είναι τέλος πάντων, και
πατε ήμΐν.» ε'ι μέν ούν τότε ευθύς ύμΐν είπομεν ότι
τι ισχυρίζεστε εσείς π ω ς είναι; Πείτε μας». Αν, λοιπόν,
άμαθία, κατεγελάτε άν ημών νΰν δέ αν ημών κα-
τότε σας λέγαμε αμέσως ότι είναι αμάθεια, θα μας πε­
ταγελάτε, καϊ υμών αυτών καταγελάσεσθε. καϊ γάρ
ριγελούσατε' τώρα, όμως, αν περιγελάτε εμάς, θα πε­
ύμεΐς ώμολογήκατε επιστήμης ένδεια έξαμαρτάνειν ριγελάσετε και τον εαυτό σας. Γιατί κι εσείς σύμφωνη-.
περϊ τήν τών ηδονών α'ίρεσιν καϊ λυπών τους έξα- σατε ότι óaot σφάλλουν στην επιλογή των ηδονών και
μαρτάνοντας-ταύτα δέ έστιν αγαθά τε καϊ κακά- των λυπών σφάλλουν από έλλειψη επιστήμης -αυτά
καϊ ού μόνον επιστήμης, άλλα καϊ εις τό πρόσθεν έτι τα δυο είναι τα αγαθά και τα κακά-, και δε σφάλλουν
ώμολογήκατε ότι μετρητικής' ή δέ έξαμαρτανομένη μόνο από έλλειψη επιστήμης, αλλά και, προηγουμέ­
Ε πράξις άνευ 'επιστήμης ίστε που καϊ αύτοϊ ότι άμα­ νως ακόμα συμφωνήσατε, από έλλειψη μετρητικής ε­
θία πράττεται, ώστε τοΰτ ' έστι ν τό ηδονής ήττω εί­ πιστήμης. Πράξη που αποτυγχάνει, όμως, από έλλει­
ναι, άμαθία ή μεγίστη' ής Πρωταγόρας όδε φησιν Ί- ψη επιστήμης, γνωρίζετε και οι ίδιοι ότι διαπράττεται
από αμάθεια. Αυτό είναι, επομένως, να μας νικά η η­
δονή, είναι η μεγαλύτερη αμάθεια" για την οποία ο

234 235
ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

ατρός είναι καϊ Πρόδικος καϊ'Ιππίας' ύμεΐς δέ διά τό


Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς , α π ό δ ω , ισχυρίζεται π ω ς είναι γ ι α τ ρ ό ς ,
οίεσθαι άλλο τι ή άμαθίαν είναι ούτε αύτοϊ ούτε τους ό π ω ς ο Πρόδικος και ο Ι π π ί α ς " εσείς, ό μ ω ς , επειδή νο­
υμετέρους πάΐδας παρά τους τούτων διδασκάλους μίζετε π ω ς είναι κ ά τ ι ά λ λ ο και όχι αμάθεια, ούτε οι ί­
τούσδε τους σοφιστάς πέμπετε, ώς ού διδακτού όν­ διοι έρχεστε, ούτε τ α π α ι δ ι ά σας στέλνετε σ' όσους τ α
τος, άλλα κηδόμενοι τού αργυρίου καϊ ού δίδοντες διδάσκουν α υ τ ά , σε τούτους ε δ ώ τους σοφιστές, με την
τούτοις κακώς πράττετε καϊ ιδία καϊ δημοσία. ιδέα π ω ς α υ τ ό τ ο π ρ ά γ μ α δε διδάσκεται' με το να σκέ­
Ταΰτα μέν τοΐς πολλοίς άποκεκριμένοι άν ήμεν φτεστε ό μ ω ς τ α χ ρ ή μ α τ α και να μ η δίνετε σ' αυτούς α­
υμάς δέ δή μετά Πρωταγόρου ερωτώ, <ώ> 'Ιππία π ο τ υ γ χ ά ν ε τ ε και στην ι δ ι ω τ ι κ ή και στη δημόσια ζ ω ή

τε καϊ Πρόδικε (κοινός γάρ δή έστω ύμΐν ό λόγος) σας.

πότερον δοκώ ύμΐν αληθή λέγειν ή φεύδεσθαι. - Ύ- Α υ τ ά θα α π α ν τ ο ύ σ α μ ε στους π ο λ λ ο ύ ς ' μαζί ό μ ω ς με

περφυώς έδόκει άπασιν αληθή είναι τά ε'ιρημένα. - τον Π ρ ω τ α γ ό ρ α , ρ ω τ ώ τ ώ ρ α κι εσάς, Ι π π ί α και Π ρ ό ­


δικε, - ας έχετε κι εσείς σ υ μ μ ε τ ο χ ή στη συζήτηση - αν,
'Ομολογείτε άρα, ήν δ' έγώ, τό μέν ήδύ αγαθόν εί­
όσα λ έ ω , σας φαίνονται σ ω σ τ ά ή όχι. - Κ α ι σ' όλους
ναι, τό δέ ανιαρό ν κακόν, τήν δέ Προδίκου τούδε δι-
φάνηκαν π ο λ ύ σ ω σ τ ά όσα ε ί π α . - Σ υ μ φ ω ν ε ί τ ε επομέ­
αίρεσιν τών ονομάτων παραιτούμαι' είτε γάρ ήδύ
ν ω ς , είπα ε γ ώ , ότι τ ο ευχάριστο είναι κ α λ ό , ενώ τ ο δυ­
είτε τερπνόν λέγεις είτε χαρτόν, είτε οπόθεν καϊ ό­
σάρεστο κ α κ ό . Ό σ ο γ ι α τ η διάκριση π ο υ κάνει ο Π ρ ό ­
πως χαίρεις τά τοιαύτα ονομάζω ν, ώ βέλτιστε
δικος αυτός ε δ ώ τ ω ν ο ν ο μ ά τ ω ν , την α φ ή ν ω στην ά­
Πρόδικε, τούτο μοι προς δ βούλομαι άπόκριναι. -
κρη" γ ι α τ ί , είτε ευχάριστο είτε τερπνό το λες, είτε χ α ­
Γελάσας ούν ό Πρόδικος συνωμολόγησε, καϊ ο'ι άλ­
ροποιό, είτε α λ λ ι ώ ς και μ' όποιον τ ρ ό π ο σου αρέσει ο­
λοι. - Τί δέ δή, ώ άνδρες, έφην έγώ, τό τοιόνδε; α'ι νομάζεις α υ τ ά τ α π ρ ά γ μ α τ α , άριστε Πρόδικε, αποκρί-
έπϊ τούτου πράξεις άπασαι, έπϊ τού άλύπως ζήν καϊ σου μου σ' αυτό π ο υ θ έ λ ω . - Γέλασε λοιπόν ο Πρόδι­
ήδέως, άρ ' ού καλαί [καϊ ωφέλιμοι]; καϊ τό καλόν κος και συμφώνησε' τ ο ίδιο και οι άλλοι. - Και τ ώ ρ α ,
άνδρες, ε ί π α ε γ ώ , τι έχουμε να π ο ύ μ ε γ ι α τ ο π α ρ α κ ά ­
τ ω ; Ό λ ε ς οι πράξεις π ο υ γ ί ν ο ν τ α ι γ ι α να ζει κανείς δί­
χ ω ς λ ύ π η και ευχάριστα, ά ρ α γ ε δεν είναι καλές [και

236
237
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

έργον αγαθόν τε καϊ ώφέλιμον; - Συνεδόκει. - ΕΊ ωφέλιμες]; Κ α ι τ ο κ α λ ό έργο δεν είναι α γ α θ ό και ω ­
άρα, έφην έγώ, τό ήδύ αγαθόν έστιν, ούδεϊς ούτε εί- φέλιμο; - Φ ά ν η κ ε σ ω σ τ ό . - Αν ε π ο μ έ ν ω ς , είπα ε γ ώ ,
C δώς ούτε οίόμενος άλλα βελτίω είναι ή ά ποιεί, καϊ το ευχάριστο είναι κ α λ ό , δεν υ π ά ρ χ ε ι κανείς π ο υ να
δυνατά, έπειτα ποιεί ταΰτα, εξόν τά βελτίω' ουδέ τό ξέρει και να πιστεύει ότι ά λ λ α είναι καλύτερα α π ό α υ ­

ήττω είναι αυτού άλλο τι τοΰτ'έστιν ή άμαθία, ουδέ τ ά π ο υ κάνει και δ υ ν α τ ά , και να κάνει π α ρ ό λ α α υ τ ά
όσα κάνει, ενώ μπορεί να κάνει τ α καλύτερα. Κ α ι το
κρείττω εαυτού άλλο τι ή σοφία. - Συνεδόκει πάσιν.
να είναι κανείς κ α τ ώ τ ε ρ ο ς α π ό τον εαυτό του δεν εί­
- Τί δέ δή; άμαθίαν άρα τό τοιόνδε λέγετε, τό φευδή
ναι ά λ λ ο α π ό α μ ά θ ε ι α , ούτε τ ο να είναι α ν ώ τ ε ρ ο ς α­
έχειν δόξα ν και έφεΰσθαι περϊ τών πραγμάτων τών
π ό τ ο ν εαυτό του ά λ λ ο τ ί π ο τ ε α π ό σοφία. - Σ υ μ φ ώ ­
πολλού αξίων; - Καϊ τούτο πάσι συνεδόκει. - Αλλο
νησαν όλοι. - Κ α ι τι λοιπόν; Εννοείτε, ά ρ α γ ε , π ω ς α­
τι ούν, έφην έγώ, έπϊ γε τά κακά ούδεϊς 'εκών έρχε­
μάθεια είναι να έχει κάποιος λανθασμένη γ ν ώ μ η και
ται ούδ'έπϊ ά οίεται κακά είναι, ούδ'έστι τούτο, ώς
να σφάλλει γ ι α τ α π ρ ά γ μ α τ α π ο υ αξίζουν π ο λ ύ ; - Κ α ι
D έοικεν, έν άνθρωπου φύσει, έπϊ ά οίεται κακά είναι τούτο τ ο δ έ χ τ η κ α ν όλοι. - Λοιπόν, ε ί π α ε γ ώ , δεν εξη­
έθέλειν Ίέναι άντϊ τών αγαθών όταν τε άναγκασθη γ ε ί τ α ι α λ λ ι ώ ς : στα κ α κ ά κανείς δεν π η γ α ί ν ε ι με τ η θέ­
δυοΐν κακοΐν τό έτερον α'ιρεΐσθαι, ούδεϊς τό μείζον ληση του, ούτε σε όσα νομίζει π ω ς είναι κ α κ ά , κι ούτε,
α'ιρήσεται εξόν τό έλαττον; - Άπαντα ταΰτα συνε­ ό π ω ς φαίνεται, α υ τ ό υπάρχει στη φύση του α ν θ ρ ώ π ο υ :
δόκει άπασιν ήμΐν. - Τί ούν; έφην έγώ, καλείτε <τι> να θέλει να π η γ α ί ν ε ι σε όσα πιστεύει π ω ς είναι κ α κ ά
δέος καϊ φόβο ν; καϊ άρα όπερ έγώ; (προς σέ λέγω, ώ και όχι στα καλά* κι όταν αναγκασθεί α π ό δυο κ α κ ά
Πρόδικε). προσδοκίαν τινά λέγω κακού τούτο, είτε να επιλέξει τ ο ένα, κανείς δε θα επιλέξει τ ο μ ε γ α λ ύ τ ε ­
φόβον είτε δέος καλείτε. - Έδόκει Πρωταγόρα μέν ρο, αν μπορεί να επιλέξει τ ο μικρότερο. - Μ ' όλα τού­
τ α συμφωνούσαμε όλοι. - Κ α ι τ ώ ρ α , είπα ε γ ώ , ονομά­
ζετε κ ά τ ι δέος και φόβο; Ά ρ α γ ε , μ ά λ ι σ τ α , ό, τι κι ε γ ώ ;
Σ ' εσένα τ ο λ έ ω , Πρόδικε. Ε γ ώ αυτό τ ο λ έ ω προσδο­
κία γ ι α το κ α κ ό , είτε φόβο το ονομάζετε είτε δέος. - Ο
Π ρ ω τ α γ ό ρ α ς και ο Ι π π ί α ς δ έ χ ο ν τ α ν π ω ς αυτό είναι το

238 239
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

Ε καϊ 'Ιππία δέος τε καϊ φόβος είναι τούτο, Προόίκω δέ δέος και ο φόβος. Ο Πρόδικος πίστευε πως είναι δέος,
δέος, φόβος δ'ού. - Αλλ 'ουδέν, έφην έγώ, Πρόδικε, αλλά όχι φόβος. - Ό μ ω ς , είπα εγώ, Πρόδικε, δεν έχει
διαφέρει' άλλα τόδε. ε'ι αληθή τά έμπροσθεν έστιν, καμιά σημασία' σημασία έχει το εξής. Αν τα προηγού­
αρά τις ανθρώπων έθελήσει έπϊ ταΰτα Ίέναι ά δέδοι- μενα είναι σωστά, θα θελήσει άραγε κάποιος άνθρω­
κεν, 'εξόν έπϊ ά μή; ή αδύνατον έκ τών ώμολογημέ- πος να πάει σ' εκείνα που φοβάται, ενώ μπορεί να πάει
νων; ά γάρ δέδοικεν, ώμολόγηται ήγεΐσθαι κακά εί­ σ' εκείνα που δε φοβάται; Ή είναι αδύνατο, μετά α π '
όσα συμφωνήσαμε; Γιατί εκείνα που φοβάται, συμφω­
ναι ' ά δέ ηγείται κακά, ούδένα ούτε ίέναι έπϊ ταΰτα
νήσαμε ότι τα θεωρεί κακά" ενώ όσα θεωρεί κακά κα­
359 ούτε λαμβάνειν έκόντα. - Έδόκει καϊ ταΰτα πάσιν.
νείς, με τη θέληση του, ούτε πηγαίνει σε αυτά ούτε τα
Ούτω δή τούτων υποκειμένων, ήν δ'έγώ, Πρόδικε
'δέχεται. - Και σε τούτα συμφώνησαν όλοι.
τε καϊ'Ιππία, άπολογείσθω ήμΐν Πρωταγόρας όδε ά
- Τ ώ ρ α που βάλαμε αυτά τα θεμέλια, είπα εγώ,
τό πρώτον άπεκρίνατο πώς ορθώς έχει-μή ά τό
Πρόδικε και Ιππία, ας μας εξηγήσει ο Πρωταγόρας ε­
πρώτον παντάπασι' τότε μέν γάρ δή πέντε όντων δώ π ώ ς είναι σωστά όσα απάντησε στην αρχή, αλλά
μορίων τής αρετής ουδέν έφη είναι τό έτερον οίον τό όχι στην αρχή - αρχή' γιατί, τότε, είπε ότι τα μέρη της
έτερον, ιδίαν δέ αυτού έκαστον έχειν δύναμιν' άλλ ' αρετής είναι πέντε, και κανένα τους δε μοιάζει με άλ­
ού ταΰτα λέγω, άλλ ' ά τό ύστερον είπεν. τό γάρ ύ­ λο, ενώ καθένα έχει το δικό του χαρακτήρα" δεν εννοώ
στερον έφη τά μέν τέτταρα επιεικώς παραπλήσια όμως αυτά, αλλά όσα είπε στη συνέχεια. Ύστερα,
Β άλλήλοις είναι, τό δέ έν πάνυ πολύ διαφέρειν τών πράγματι, είπε π ω ς τα τέσσερα είναι αρκετά παρα­
άλλων, τήν άνδρείαν, γνώσεσθαι δέ μ 'έφη τεκμηρίω πλήσια μεταξύ τους, ενώ το ένα, η ανδρεία, διαφέρει
τώδε' «Εύρήσεις γάρ, ώ Σώκρατες, ανθρώπους ά- πάρα πολύ από τα άλλα, κι ότι θα το καταλάβω με
νοσιωτάτους μέν όντας καϊ άδικωτάτους καϊ άκο- την εξής απόδειξη: «γιατί θα βρεις, Σωκράτη, ανθρώ­
λαστοτάτους καϊ αμαθέστατους, άνδρειοτάτους δέ' πους που, όσο κι αν είναι πάρα πολύ ανόσιοι και άδι­
ω γνώση ότι πολύ διαφέρει ή ανδρεία τών άλλων κοι και ακόλαστοι και αμαθείς, είναι ωστόσο εξαιρετι­
κά ανδρείοι' έτσι θα καταλάβεις ότι πολύ διαφέρει η
ανδρεία από τα άλλα μέρη της αρετής.» Κι εγώ αμέ-

240 241
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

μορίων τής αρετής.» καϊ έγώ ευθύς τότε πάνυ έθαύ- σως, τότε, απόρησα πολύ με την απάντηση, και, ακό­
μασα τήν άπόκρισιν, καϊ έτι μάλλον επειδή ταύτα μη περισσότερο, από τη στιγμή που αυτά τα συζήτη­
μεθ' υμών διεξήλθον. ήρόμην δ' ούν τούτον ε'ι τους σα μαζί σας διεξοδικά. Ρώτησα λοιπόν αυτόν, αν μπο­
ανδρείους λέγοι θαρραλέους' ό δέ, «Καϊ ίτας γ',» έ- ρεί να πει τους ανδρείους θαρραλέους' κι εκείνος είπε,
ότι «και ριψοκίνδυνους τους ονομάζει». Θυμάσαι, είπα
C φη. μέμνησαι, ήν δ'έγώ, ώ Πρωταγόρα, ταΰτα ά-
εγώ, Πρωταγόρα, που έδωσες αυτή την απάντηση;
ποκρινόμενος; - Ώμολόγει. - Ίθι δή, έφην έγώ, ε'ιπέ
- Τ ο δέχτηκε. - Έ λ α τώρα, είπα εγώ, πες μας σε ποια
ήμΐν, έπϊ τί λέγεις ϊτας είναι τους ανδρείους; ή έφ' ά­
π ρ ά γ μ α τ α λες π ω ς οι ανδρείοι είναι ριψοκίνδυνοι; Σε
περ ο'ι δειλοί; - Ούκ έφη. - Ούκοΰν έφ "έτερα. - Ναί,
όσα μήπως και οι δειλοί; - Ό χ ι είπε. - Επομένως σε
ή δ'ός. - Πότερον ο'ι μέν δειλοί έπϊ τά θαρραλέα έρ­
άλλα. - Ναι, είπε εκείνος. - Μήπως τελικά οι δειλοί
χονται, ο'ι δέ ανδρείοι έπϊ τά δεινά; - Λέγεται δή, ώ
πηγαίνουν στα ακίνδυνα, ενώ οι ανδρείοι στα φοβερά;
Σώκρατες, ούτως ύπό τών ανθρώπων. - Αληθή, έ-
- Τουλάχιστον έτσι, Σωκράτη, λένε οι άνθρωποι. - Α­
D φην έγώ, λέγεις' άλλ ' ού τούτο ερωτώ, άλλα σύ έπϊ λήθεια, είπα εγώ, λες' όμως δε ρωτώ αυτό, αλλά σε τι
τί φής ίτας είναι τους ανδρείους; άρ 'έπϊ τά δεινά, η­ λες εσύ π ω ς είναι ριψοκίνδυνοι οι ανδρείοι. Άραγε στα
γουμένους δεινά είναι, ή έπϊ τά μή; - Αλλά τούτο γ', φοβερά, επειδή πιστεύουν πως είναι φοβερά, ή σ' εκεί­
έφη, έν οίς σύ έλεγες τοΐς λόγοις απεδείχθη άρτι ότι να που δεν είναι; - Ό μ ω ς το πρώτο, είπε, με όσα έλε­
αδύνατον. - Καϊ τοΰτο, έφην έγώ, αληθές λέγεις' γες στις συζητήσεις που έκανες, πριν λίγο αποδείχθη­
ώστ'ε'ι τοΰτο ορθώς απεδείχθη, έπϊ μέν ά δεινά η­ κε αδύνατο. - Κι αυτό, είπα εγώ, σωστά το λες' επο­
γείται είναι ούδεϊς έρχεται, επειδή τό ήττω είναι 'ε­ μένως, αν η απόδειξη που δώσαμε ήταν σωστή, κανείς
αυτού ηύρέθη άμαθία ούσα. - Ώμολόγει. - Αλλά δεν πηγαίνει σε όσα θεωρεί π ω ς είναι φοβερά, επειδή
μήν έπϊ ά γε θαρροΰσι πάντες αύ έρχονται, καϊ δει­ το να είναι κανείς κατώτερος από τον εαυτό του, βρέ­
λοί καϊ ανδρείοι, καϊ ταύτη γε έπϊ τά αυτά έρχονται θηκε π ω ς είναι αμάθεια. - Συμφώνησε. - Τότε λοιπόν,
Ε ο'ι δειλοί τε καϊ ο'ι ανδρείοι. - Αλλά μεντοι, έφη, ώ σε όσα όλοι έχουν θάρρος, πάλι πηγαίνουν όλοι, και
δειλοί και ανδρείοι, και, με τον τρόπο αυτό, οι δειλοί
και οι ανδρείοι πηγαίνουν στα ίδια πράγματα.

242 243
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

Σώκρατες, πάν γε τουναντίον έστιν έπϊ ά οί τε δει­ - Αλλ' όμως, είπε, Σωκράτη, οι δειλοί και οι ανδρεί­
λοί έρχονται και οί ανδρείοι, αύτίκα εις τόν πόλεμον οι πηγαίνουν σε εντελώς αντίθετα πράγματα. Για πα­
ο'ι μέν έθέλουσιν Ίέναι, ο'ι δέ ούκ έθέλουσιν. - Πότε­ ράδειγμα, οι ανδρείοι θέλουν να πάνε στον πόλεμο, ε­
ρον, έφην έγώ, καλόν δν Ίέναι ή α'ισχρόν; - Καλόν, νώ οι άλλοι δε θέλουν. - Τ η στιγμή που, είπα εγώ, εί­
έφη. - Ούκοΰν εΐπερ καλόν, καϊ αγαθόν ώμολογή- ναι καλό να πάνε ή αισχρό; - Καλό, είπε. - Αν επομέ­
σαμεν έν τοΐς έμπροσθεν τάς γάρ καλάς πράξεις ά- νως είναι καλό, συμφωνήσαμε προηγουμένως π ω ς εί­
πάσας άγαθάς ώμολογήσαμεν. - Αληθή λέγεις, καϊ ναι και αγαθό* γιατί οι καλές πράξεις δεχτήκαμε π ω ς
είναι όλες αγαθές. - Σωστά μιλάς, και πάντα εγώ εί­
36ο άεϊ έμοιγε δοκεΐ ούτως. - 'Ορθώς γε, έφην έγώ. άλλα
χ α την ίδια γ ν ώ μ η . - Και καλά έκανες, είπα εγώ. Ό ­
ποτέρους φής εις τόν πόλεμον ούκ έθέλειν Ίέναι, κα-
μως ποιοι λες ότι δε θέλουν να πάνε στον πόλεμο, τη
λον ov και αγαθόν; - 1ους οειλους, ή ο ος. - Ού­
στιγμή που είναι πράγμα καλό και αγαθό; - Οι δειλοί,
κοΰν, ήν δ' έγώ, είπερ καλόν καϊ αγαθόν, και ήδύ; -
είπε εκείνος. - Επομένως, είπα εγώ, αν είναι καλό και
Ώμολόγηται γοΰν, έφη. - Αρ'ούν γιγνώσκοντες ο'ι
αγαθό, είναι και ευχάριστο; - Τουλάχιστον έτσι συμ­
δειλοί ούκ έθέλουσιν Ίέναι έπϊ τό κάλλιόν τε καϊ ά- φωνήσαμε, είπε. - Άρα λοιπόν, οι δειλοί, παρόλο που
μεινον καϊ ήδιον; - Αλλά καϊ τοΰτο έάν όμολογώ- το γνωρίζουν, δε θέλουν να πάνε στο καλύτερο, το α­
μεν, έφη, διαφθεροΰμεν τάς έμπροσθεν ομολογίας. - νώτερο και το πιο ευχάριστο; - Αν όμως, είπε, συμφω­
Τί δ' ό ανδρείος; ούκ έπϊ τό κάλλιόν τε καϊ άμεινον νήσουμε και σ' αυτό, θα ανατρέψουμε όσα δεχτήκαμε
Β καϊ ήδιον έρχεται; - Ανάγκη, έφη, όμολογεΐν. - Ού­ προηγουμένως. - Και ο ανδρείος; Δεν έρχεται στο κα­
κοΰν όλως ο'ι ανδρείοι ούκ αισχρούς φόβους φοβούν­ λύτερο, το ανώτερο και το πιο ευχάριστο; - Αναγκα­
ται, όταν φοβώνται, ουδέ αισχρά θάρρη θαρροΰσιν; στικά, είπε, θα συμφωνήσουμε. - Μ ή π ω ς λοιπόν δεν
- Αληθή, έφη. - ΕΊ δέ μή αισχρά, άρ' ού καλά; - Ώ­ αληθεύει π ω ς οι ανδρείοι, γενικά, δεν έχουν αισχρούς
μολόγει. - ΕΊ δέ καλά, καϊ αγαθά; - Ναί. - Ούκοΰν φόβους, όταν φοβούνται, ούτε αισχρό θάρρος, όταν έ­
χουν θάρρος; - Σωστά, είπε.- Αν όμως δεν είναι αι­
σχρά, δεν είναι άραγε καλά; - Τ ο δέχτηκε. - Κι αν εί­
ναι καλά, είναι και αγαθά; - Ναι. - Επομένως οι δει-

244 245
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

καϊ ο'ι δειλοί καϊ ο'ι θρασεΐς καϊ ο'ι μαινόμενοι του­ λοί και οι θρασείς κι όσοι τρελάθηκαν έχουν, αντιθέ­
ναντίον αισχρούς τε φόβους φοβούνται καϊ αισχρά τ ω ς , αισχρούς φόβους και αισχρό θάρρος; - Τ ο δ έ χ τ η ­
θάρρη θαρροΰσιν; - Ώμολόγει. - Θαρροΰσιν δέ τά κε. - Έ χ ο υ ν ό μ ω ς θάρρος αισχρό και κακό γ ι α ά λ λ ο
αισχρά καϊ κακά δι ' άλλο τι ή δι' άγνοιαν καϊ άμα- λ ό γ ο , π έ ρ α α π ό την ά γ ν ο ι α και την αμάθεια; - Έ τ σ ι
έχουν τ α π ρ ά γ μ α τ α , είπε. - Τ ι λοιπόν; Αυτό, εξαιτίας
c θίαν; - Ούτως έχει, έφη. - Τί ούν; τοΰτο δι 'δ δειλοί
του οποίου οι δειλοί είναι δειλοί, τ ο ονομάζεις δειλία ή
ε'ισιν ο'ι δειλοί, δειλίαν ή άνδρείαν καλείς; - Δειλίαν
ανδρεία; - Ε γ ώ τ ο υ λ ά χ ι σ τ ο ν δειλία, είπε. - Κ α ι μ ή π ω ς
έγωγ', έφη. - Δειλοί δέ ού διά τήν τών δεινών άμα-
δεν α π ο δ ε ί χ τ η κ α ν δειλοί εξαιτίας της ά γ ν ο ι α ς τ ω ν φο­
θίαν έφάνησαν όντες; - Πάνυ γ', έφη. -Διά ταύτην
βερών π ρ α γ μ ά τ ω ν ; - Ο π ω σ δ ή π ο τ ε , είπε. - Ε π ο μ έ ν ω ς ,
άρα τήν άμαθίαν δειλοί εΐσιν; - Ώμολόγει. - Δι 'δ δέ
εξ α ι τ ί α ς αυτής της αμάθειας είναι δειλοί; - Σ υ μ φ ώ ν η ­
δειλοί ε'ισιν, δειλία ομολογείται παρά σοΰ; - Συνέ-
σε. - Κ α ι η α ι τ ί α π ο υ είναι δειλοί δέχτηκες π ω ς είναι
φη. - Ούκοΰν ή τών δεινών καϊ μή δεινών άμαθία
δειλία; - Ν α ι , είπε. - Ε π ο μ έ ν ω ς , η ά γ ν ο ι α γ ι α τ α φο­
δειλία άν είη; - Έπένευσε. - Αλλά μήν, ήν δ' έγώ, βερά και τ α μ η φοβερά δε θα μπορούσε να είναι δειλία;
D εναντίον ανδρεία δειλία. - Έφη. - Ούκοΰν ή τών - Συγκατένευσε. - Α λ λ ά βέβαια, είπα ε γ ώ , η ανδρεία
δεινών καϊ μή δεινών σοφία εναντία τη τούτων ά­ είναι αντίθετη στη δ ε ι λ ί α . - Έ τ σ ι είναι, είπε. - Ε π ο μ έ ­
μαθία εστίν; - Καϊ ενταύθα έτι έπένευσεν. - Ή δέ ν ω ς , η γ ν ώ σ η γ ι α τ α φοβερά και τ α μ η φοβερά δεν εί­
τούτων άμαθία δειλία; - Πάνυ μόγις ενταύθα έπέ­ ναι αντίθετη στην ά γ ν ο ι α τους; - Κι ε δ ώ π ά λ ι συγκα­
νευσεν. - Ή σοφία άρα τών δεινών καϊ μή δεινών τένευσε. - Κ α ι μ ή π ω ς η ά γ ν ο ι α τους δεν είναι δειλία; -
ανδρεία εστίν, εναντία ούσα τη τούτων άμαθία; - Σ ε τ ο ύ τ ο μόλις και μ ε τ ά βίας έγνεψε κ α τ α φ α τ ι κ ά . - Ε ­
Ούκέτι ενταύθα ούτ' έπινεΰσαι ηθέλησε ν έσίγα τε. - π ο μ έ ν ω ς , η γ ν ώ σ η γ ι α τ α φοβερά και τ α μ η φοβερά εί­
Καϊ έγώ εΐπον' Τί δή, ώ Πρωταγόρα, ούτε σύ φής ά ναι ανδρεία, ε ν ώ είναι αντίθετη στην ά γ ν ο ι α τους; Ε ­

Ε ερωτώ ούτε άπόφης; - Αυτός, έφη, πέρανον. - Έν δ ώ , π ι α , ούτε να συγκατανεύσει θέλησε, κι έμεινε μ ά ­
λιστα σ ι ω π η λ ό ς . - Κι ε γ ώ ε ί π α ' τι έγινε τ ώ ρ α , Π ρ ω ­
τ α γ ό ρ α , ούτε κ α τ α φ α τ ι κ ά α π α ν τ ά ς , σε όσα σε ρ ω τ ώ ,
ούτε αρνητικά; - Ο ίδιος, είπε, να βγάλεις τ ο συμπέρα-

246 247
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

γ, εφην εγω, μόνον ερομενος ετι σε, ει σοι ωσπερ το σμα. - Καλά, είπα εγώ" αφού, όμως, σε ρωτήσω ακό­
πρώτον έτι δοκοΰσιν είναι τίνες άνθρωποι αμαθέ­ μη ένα μόνο πράγμα: αν, όπως στην αρχή, συνεχίζεις
στατοι μέν, άνδρειότατοι δέ. - Φιλονικεΐν μοι, έφη, να πιστεύεις πως υπάρχουν μερικοί άνθρωποι αμαθέ­
δοκεΐς, ώ Σώκρατες, τό έμέ είναι τόν άποκρινόμε­ στατοι αφενός, αλλά πολύ ανδρείοι. - Μου φαίνεται,
νον" χαριοΰμαι ούν σοι, καϊ λέγω ότι έκ τών ώμο- είπε, Σωκράτη, π ω ς θέλεις να νικήσεις, κι εγώ να εί­
μαι εκείνος που θα δώσει την απάντηση' θα σου κάνω
λογημένων αδύνατον μοι δοκεΐ είναι.
λοιπόν τη χάρη, και λέω πως α π ' όσα συμφωνήσαμε
-Ούτοι, ήν δ' έγώ, άλλου ένεκα ερωτώ πάντα
μου φαίνεται π ω ς είναι αδύνατο.
ταΰτα ή σκέφασθαι βουλόμενος πώς ποτ' έχει τά
- Για άλλο λόγο, είπα εγώ, δεν τα ρωτώ όλα αυτά,
περϊ τής αρετής καϊ τί ποτ'έστιν αυτό, ή αρετή, οίδα
παρά μόνο γιατί θέλω να εξετάσω τι τέλος πάντων
361 γάρ ότι τούτου φανερού γενομένου μάλιστ' άν κα-
σημαίνουν όσα λέγονται για την αρετή, και τι ακριβώς
τάδηλον γένοιτο εκείνο περϊ ου έγώ τε καϊ σύ μα­
είναι η ίδια η αρετή. Γιατί ξέρω ότι, αν αυτό γίνει φα­
κρόν λόγον έκάτερος άπετείναμεν, έγώ μέν λέγων
νερό, θα γινόταν προφανέστατο κι εκείνο για το οποίο
ώς ού διδακτόν αρετή, σύ δ' ώς διδακτόν. καίμοι
εγώ κι εσύ είπαμε καθένας μας πολλά" εγώ λέγοντας
δοκεΐ ημών ή άρτι έξοδος τών λόγων ώσπερ άνθρω­ ότι δεν είναι διδακτή η αρετή, κι εσύ λέγοντας πως εί­
πος κατηγορεΐν τε καϊ καταγελάν, καϊ ε'ι φωνήν λά- ναι. Μου φαίνεται, μάλιστα, π ω ς το συμπέρασμα που
βοι, ειπείν άν ότι «"Άτοποιγ'έστέ, ώ Σώκρατές τε μόλις βγήκε από τη συζήτηση μας, μας κατηγορεί και
καϊ Πρωταγόρα' σύ μέν λέγων ότι ού διδακτόν έ­ μας περιγελά σαν άνθρωπος 9 3 και πως, αν είχε φωνή,
στιν αρετή έν τοΐς έμπροσθεν, νΰν σεαυτω τάναντία θα μας έλεγε: «στ' αλήθεια είστε άνθρωποι παράξενοι,
Β σπεύδεις, επιχειρώ ν άποδεΐξαι ώς πάντα χρήματα Σωκράτη και Πρωταγόρα' εσύ, ενώ πρώτα υποστήρι­
έστιν επιστήμη, καϊ ή δικαιοσύνη καϊ σωφροσύνη καϊ ζες ότι δεν είναι διδακτή η αρετή, τώρα αγωνίζεσαι να
ή ανδρεία, ώ τρόπω μάλιστ' άν διδακτόν φανείη ή αντικρούσεις τον εαυτό σου, προσπαθώντας να απο­
δείξεις ότι όλα τα π ρ ά γ μ α τ α είναι γνώση, και η δι­
καιοσύνη και η σωφροσύνη και η ανδρεία' τρόπος με
τον οποίο θα γινόταν ολοφάνερο πως είναι διδακτή η

248 249
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

αρετή, ει μεν γαρ άλλο τι ήν ή επιστήμη ή αρετή, αρετή* γιατί, αν η αρετή ήταν κάτι άλλο από γνώση,
ώσπερ Πρωταγόρας έπεχείρει λέγειν, σαφώς ούκ άν όπως προσπαθούσε ο Πρωταγόρας να υποστηρίξει, δε
ήν διδακτόν νύν δέ ε'ι φανήσεται επιστήμη όλον, ώς θα μπορούσε ασφαλώς να.διδαχθεί' τώρα, όμως, αν ο­
σύ σπεύδεις, ώ Σώκρατες, θαυμάσιον έσται μή διδα­ λόκληρη αποδειχθεί π ω ς είναι γνώση, όπως αγωνίζε­
σαι εσύ να δείξεις, Σωκράτη, θα είναι παράδοξο να μην
κτόν όν. Πρωταγόρας δ'αύ διδακτόν τότε ύποθέμε-
μπορεί να διδαχθεί. Ο Πρωταγόρας, πάλι, ενώ προϋ­
c νος, νΰν τουναντίον έοικεν σπεύδοντι ολίγου πάντα
πέθετε, στην αρχή, ότι μπορεί η αρετή να διδαχθεί,
μάλλον φανήναι αυτό ή έπιστήμην'καϊ ούτως άν ή-
τώρα, αντίθετα, μοιάζει με άνθρωπο που αγωνίζεται
κιστα έίη διδακτόν.» έγώ ούν, ώ Πρωταγόρα, πάν­
να δείξει π ω ς η αρετή είναι σχεδόν τα πάντα, εκτός α­
τα ταΰτα καθορών άνω κάτω ταραττόμενα δεινώς,
πό επιστήμη" κι έτσι, καθόλου δε θα μπορούσε να δι­
πάσαν προθυμίαν έχω καταφανή αυτά γενέσθαι, καϊ
δαχθεί.» Ε γ ώ λοιπόν, Πρωταγόρα, βλέποντας καλά
βουλοίμην άν ταΰτα διεξελθόντας ημάς έξελθεΐν καϊ
π ω ς όλα τούτα βρίσκονται σε φοβερή σύγχυση και
έπϊ τήν άρετήν ότι έστιν, καϊ πάλιν έπισκέφασθαι π ω ς είναι άνω κάτω, είμαι πολύ πρόθυμος να ξεκαθα­
περϊ αύτοΰ είτε διδακτόν είτε μή διδακτόν, μή πολ­ ριστούν, και θα ήθελα, μετά από αυτές τις έρευνες, να
λάκις ημάς ό Έπιμηθεύς εκείνος καϊ έν τη σκέφει ερευνήσουμε και για την αρετή, για να δούμε τι είναι,
D σφήλη έξαπατήσας, ώσπερ καϊ έν τη διανομή ήμέ- και πάλι να εξετάσουμε το ζήτημα, αν είναι πράγμα
λησεν ημών, ώς φής σύ. ήρεσεν ούν μοι καϊ έν τω που διδάσκεται ή όχι, γιατί φοβάμαι μήπως εκείνος ο
μύθω ό Προμηθεύς μάλλον τοΰ'Επιμηθέως' ώ χρώ- Επιμηθέας μας εξαπατήσει και μας ρίξει σε σφάλμα
μενος έγώ καϊ προμηθούμενος υπέρ τού βίου τού έ- πολλές φορές στην έρευνα μας, καθώς αδιαφόρησε και
μαυτοΰ παντός πάντα ταΰτα πραγματεύομαι, καϊ ε'ι στη διανομή για μας, όπως εσύ το είπες. Σ ' εμένα, λοι­
σύ έθέλοις, όπερ καϊ κατ'αρχάς έλεγον, μετά σοΰ άν πόν, άρεσε, και στο μύθο, περισσότερο ο Προμηθέας α­
ήδιστα ταΰτα συνδιασκοποίην. πό τον Επιμηθέα' αυτόν έχοντας ως παράδειγμα, και
προνοώντας για ολόκληρη τη ζωή μου, καταγίνομαι
μ' όλα αυτά και, αν ήθελες κι εσύ, όπως έλεγα και στην
αρχή, ευχαρίστως θα τα ερευνούσα μαζί σου.

250 251
ΠΛΑΤΩΝ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

Καϊ ό Πρωταγόρας, Έγώ μέν, έφη, ώ Σώκρατες, - Τότε ο Πρωταγόρας απάντησε: Ε γ ώ , είπε, Σ ω ­
επαινώ σου τήν προθυμίαν καϊ τήν διέξοδο ν τών κράτη, επαινώ την προθυμία σου και τη διεξοδικότητα
Ε λόγων, καϊ γάρ ούτε τάλλα οΐμαι κακός είναι άν­ που κάνεις τις συζητήσεις σου. Γιατί, ούτε στα άλλα εί­
θρωπος, φθονερός τε ήκιστ'ανθρώπων, έπεϊ και περϊ μαι, νομίζω, κακός άνθρωπος, και είμαι ο λιγότερο
φθονερός από τους ανθρώπους, αφού και για σένα έ χ ω
σοΰ προς πολλούς δή είρηκα ότι ών έντυγχάνω πο­
πει σε πολλούς ότι α π ' όσους έτυχε να συναντήσω πο­
λύ μάλιστα άγαμαι σέ, τών μέν τηλικού τω ν καϊ πά­
λύ περισσότερο εσένα θαυμάζω, και, μάλιστα, από
νυ' καϊ λέγω γε ότι ούκ άν θαυμάζοιμι ε'ι τών έλλο-
τους συνομήλικους σου περισσότερο' και λέω, βέβαια,
γίμων γένοιο ανδρών έπϊ σοφία, καϊ περϊ τούτων δέ
π ω ς δε θα παραξενευόμουν αν, για τη σοφία, γινόσουν
ε'ισαΰθις, όταν βούλη, διέξιμεν' νΰν δ' ώρα ήδη καϊ
ένας από τους επιφανείς άνδρες.Όσο για τα ζητήματα
362 έπ' άλλο τι τρέπεσθαι. που είπες, άλλη φορά, όταν το θελήσεις, θα τα συζητή­
Άλλ', ήν δ'έγώ, ούτωχρή ποιεΐν, ει σοι δοκεΐ. καϊ σουμε διεξοδικά' τώρα, όμως, είναι πια καιρός να
γάρ έμοϊ οίπερ έφην ίέναι πάλαι ώρα, άλλα Καλλία στραφούμε και σε κάτι άλλο.
τω καλώ χαριζόμενος παρέμεινα. - Ό μ ω ς , είπα εγώ, έτσι πρέπει να κάνουμε, αν έτσι
Ταΰτ'ε'ιπόντες καϊ άκούσαντες άπήμεν. νομίζεις. Γιατί κι εγώ έπρεπε εδώ και ώρα να π ά ω ε­
κεί που είπα, αλλά έκανα τη χάρη στον ωραίο Καλλία
και παρέμεινα.
Αυτά είπαμε και ακούσαμε, και μετά φύγαμε.

252 253

You might also like