Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 80

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών

«Πολιτική Επιστήμη και Ιστορία»


του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας
του Παντείου Πανεπιστημίου

Αθήνα, 1, 2, 3 Δεκεμβρίου 2017

MSc Program
“Political Science and History”
of the Department of Political Science and History
of Panteion University

Athens, 1, 2, 3 December 2017

Programme Master
« Science Politique et Histoire »
du département de Science Politique et Histoire
de l’Université Panteion

Athènes, 1, 2, 3 décembre 2017

castoriadis2017.blogspot.gr
Οργανωτική Επιτροπή
Organizing Committee
Comité Organisateur:

Γιάννης Κτενάς / Yannis Ktenas,


Άκης Λελεδάκης / Akis Leledakis,
Αλέξανδρος Σχισμένος / Alexandros Schismenos,
Γιώργος Φουρτούνης / Yorgos Fourtounis

Σχεδιασμός έντυπου υλικού


Printed material design
Conception des documents imprimés:

Δημήτρης Χαλιάσος / Dimitris Chaliasos


Ο Κορνήλιος Καστοριάδης απεβίωσε στο Παρίσι στις 26 Δεκεμβρίου του 1997.
Σήμερα, δύο δεκαετίες μετά τον θάνατό του, οι φιλοσοφικές του ιδέες εισδύουν
όχι μόνο στον λόγο και τις πρακτικές των κοινωνικών κινημάτων, αλλά και σε διά-
φορα πεδία της φιλοσοφικής διαμάχης εκτός και εντός των ακαδημαϊκών θεσμών:
διδακτορικές διατριβές, καινούρια βιβλία, άρθρα σε φιλοσοφικά περιοδικά, εξε-
τάζουν την επιρροή των ιδεών του Καστοριάδη.
Το Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Πολιτική Επιστήμη και Ιστορία»
του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου
διοργανώνει ένα διεθνές συνέδριο με αντικείμενο όλες τις πλευρές του καστο-
ριαδικού στοχασμού, στις 1, 2 και 3 Δεκεμβρίου 2017. Το συνέδριο έχει ως στόχο να
υπογραμμίσει την επικαιρότητα της σκέψης του Καστοριάδη στις μέρες μας και να
φέρει κοντά ερευνητές και φοιτητές από μια πληθώρα διαφορετικών ακαδημαϊκών
υποβάθρων.
Ποιες είναι οι καινούριες τάσεις στο εσωτερικό του καπιταλιστικού φαντασια-
κού; Πώς θα μπορούσαμε να σκεφτούμε σήμερα για το κοινωνικοϊστορικό; Μας
βοηθούν οι ιδέες του φιλοσόφου να προσεγγίσουμε και να υπερβούμε τη σύγχρονη
κρίση των κοινωνιών μας; Τι κατευθύνσεις ανοίγει το καστοριαδικό έργο για πε-
ραιτέρω θεωρητικό στοχασμό;

***

Cornelius Castoriadis passed away in Paris on December 26th 1997. Today, two
decades after his death, his philosophical concepts penetrate not only the discourse
and the practices of social movements, but also various fields of the philosophical
debate outside and within academic institutions: PhD theses, new books, articles in
philosophical reviews, research the impact of Castoriadis’ ideas.
The MSc Program “Political Science and History” of the Department of Political
Science and History of Panteion University in Athens organizes an international con-
ference on all aspects of C. Castoriadis’ thought, on December 1st, 2nd and 3rd, 2017.
The conference aims to highlight the relevance of Castoriadis’ reflection nowadays
and to bring together scholars and students from a variety of academic backgrounds.
Which are the new tendencies within the capitalistic imaginary? How could we
contemplate today about the social-historical? Do the ideas of the philosopher help
us approach and overcome the contemporary crisis of our societies? Towards which
direction does Castoriadis' work lead us for further theorizing?

***

Cornelius Castoriadis est mort le 26 Décembre 1997 à Paris. Aujourd’hui, deux


décennies après sa mort, ses conceptions philosophiques pénètrent non seulement le
discours et les pratiques des mouvements sociaux, mais aussi les établissements uni-
versitaires : thèses doctorales, nouveaux livres, articles dans des revues scientifiques,
examinent l'influence des idées de Castoriadis.

6
Le programme Master « Science Politique et Histoire » du département de Sci-
ence Politique et Histoire de l’Université Panteion organise un colloque sur tous les
aspects de la pensée castoriadienne, le 1er, le 2nd et le 3ème décembre 2017. Le col-
loque vise à souligner la pertinence de la réflexion de Castoriadis aujourd’hui et à
rapprocher des chercheurs et des étudiants d’une varieté des formations académiques.
Quelles sont les nouvelles tendances à l’intérieur de l’imaginaire capitaliste ? Com-
ment pourrait-on penser le social-historique aujourd’hui ? Est-ce que les idées du
philosophe nous aident à aborder la crise contemporaine de nos sociétés ? Quelle
direction indique l’oeuvre de Castoriadis en ce qui concerne la penseé théorique
contemporaine ?

7
Κατερίνα Αλεξιάδη

Φιλοσοφία, πολιτική, παιδεία


ή παιδεία, πολιτική, φιλοσοφία;

Η παιδεία ως σχηματοποίηση του Χάους-Είναι


από τον παιδαγωγό στη σκέψη του Κορνήλιου Καστοριάδη

«Το να δοθεί μορφή στο χάος


– νομίζω ότι αυτός είναι ο καλύτερος δυνατός
ορισμός της παιδείας»
Κ. Καστοριάδης, Ανθρωπολογία, πολιτική, φιλοσοφία.

Το έργο του παιδαγωγού-εκπαιδευτικού είναι να μπορέσει να δώσει ώθηση


στη «δημιουργική δύναμη» (vis formandi), που ενυπάρχει στον κάθε άνθρωπο,
να ξυπνήσει μέσα στον κάθε νέο και στην κάθε νέα τον έρωτα και το πάθος της
μόρφωσης (libido formandi) και να καταστήσει την εν δυνάμει έφεσή τους για
δημιουργία σε συνεχή επιθυμία για δημιουργία. Από την παιδεία που θα λάβουν
θα εξαρτηθεί το αν θα βοηθηθούν, ώστε να αναδυθεί η ανθρώπινη υποκειμενικότη-
τά τους, μέσα από πράξεις αναστοχασμού, κριτικής ικανότητας, εντρύφησης σε
πράξεις ενεργής πολιτειότητας και δημοκρατίας.
Οι σύγχρονες κοινωνίες βασίζονται στην ετερονομία, στους νέους δίνεται έτοιμο
το νόημα της ζωής τους μέσα από τους θεσμούς, τους οποίους δεν έχουν δικαίωμα
να κρίνουν και να αμφισβητήσουν. Έτσι γίνονται παθητικοί, αδρανείς σε μια κοι-
νωνία που χαρακτηρίζεται από παθητικότητα, αδράνεια και ανελευθερία.
Μια ριζική αλλαγή στον τρόπο που αντιμετωπίζεται η παιδεία σήμερα είναι ο
μόνος τρόπος για να οδηγηθούμε σε μια ελεύθερη και αυτόνομη κοινωνία. Η ανα-
γέννηση της ζωτικότητας της παιδείας μπορεί να δώσει στην κοινωνία τις μορφές
και τα περιεχόμενα που αρμόζουν στην ιδέα της δημοκρατίας.
«Μια καινούργια κοινωνία (...) θα προϋπέθετε τη ριζική καταστροφή των σύγ-
χρονων “αξιών” και μια καινούργια πολιτισμική δημιουργία, συνακόλουθη μιας
απέραντης μεταμόρφωσης των ψυχικών και νοητικών δομών των κοινωνικοποιημέ-
νων ατόμων» (Καστοριάδης, Παράθυρο στο Χάος).
Η φαντασία στη φιλοσοφία του Κορνήλιου Καστοριάδη κατέχει κεντρική θέση
ως πηγή δημιουργίας και μέσα από την ατομική ριζική φαντασία της ψυχής μπορεί
να πραγματωθεί το κοινωνικο-ιστορικό φαντασιακό της κοινωνίας.
Η παιδεία, η πολιτική, η φιλοσοφία σχηματίζουν έναν «ενάρετο κύκλο», ο οποίος
ενδυναμώνει τη δημοκρατία ως «καθεστώς συλλογικής αναστοχαστικότητας».

Η Κατερίνα Αλεξιάδη είναι Υπεύθυνη Πολιτιστικών Θεμάτων στη ΔΔΕ Ανατολικής Αττικής,
υποψήφια διδάκτωρ του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανε-
πιστημίου και μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού Εκπαίδευση και Θέατρο.

8
Αναπλιώτης Νίκος

Ο ρόλος της δημιουργικής φαντασίας στη συγκρότηση


της πραγματικότητας: Καντ, Καστοριάδης

Αντικείμενο της παρουσίασης μας είναι η δημιουργική φαντασία στο έργο του
Καντ και του Καστοριάδη. Η φαντασία γίνεται αντικείμενο διερεύνησης ως προς το
ρόλο της στη συγκρότηση της σχέσης υποκειμένου και πραγματικότητας. Η φαντα-
σία είναι οργανώτρια της υποκειμενικής εμπειρίας στο βαθμό που ως θεμελιακή
βάση της δομής του υποκειμένου συνθέτει και σχηματίζει παραστάσεις μορφώνοντας
το πραγματικό. Εδώ έγκειται η συμμορφία των δυο μοντέλων, παρόλο που η ριζική
φαντασία παρεκκλίνει από την υπερβατολογική λόγω του ριζικότερου χαρακτήρα
που της αποδίδει ο Καστοριάδης, αφού την αποσπά απο την εγω-λογική και σολι-
ψιστική προοπτική της καντιανής γνωσιολογίας και την αναδεικνύει ως απεικο-
νιστική των εκάστοτε κοινωνικοϊστορικών μορφών. Η δημιουργική σύνθεση της
υπερβατολογικής φαντασίας συνιστά προϋπόθεση των εμπειρικών συνθέσεων και
όργανο κατοχύρωσης της αντικειμενικότητας των κατηγοριών. Οι εντυπώσεις είναι
το υλικό της γνώσης που προσλαμβάνεται παθητικά και συντίθεται στη βάση των
κατηγοριών και των καθαρών μορφών της εποπτείας. Η αισθητικότητα, αντίθετα
από ό,τι πίστευε ο Καντ, ανήκει στη φαντασία. Δεν υφίσταται δεκτικότητα των εν-
τυπώσεων καθώς η αισθητικότητα είναι δημιουργία μορφών απο ενα σοκ το οποίο
δεν προσλαμβάνεται ως τέτοιο αλλά εικονίζεται-γιγνώσκεται εφόσον δημιουργηθεί
ως παράσταση από και για το υποκείμενο. Οι εικόνες και το φυσικό αντιληπτό συ-
νιστούν το μεθεκτικό παραστασιακό στήριγμα των φαντασιακών σημασιών (συμ-
βολική σχέση). Αυτές δεν έχουν ως φορέα ένα υποκείμενο παρά επειδή φέρονται απο
τη γλώσσα, η οποία δομεί, εκκοινωνίζοντας-επικαλύπτοντας μέρος της ψυχής, έναν
τόπο άλλο του α-κοινωνικού μονήρους πυρήνα του πρωταρχικού υποκειμένου, την
υποκειμενική κοινωνική πραγματικότητα. Το εκάστοτε «πραγματικό» θεσμίζεται
ως τέτοιο, ώστε τα άτομα να μπορούν ανακλαστικά να αναφερθούν μέσω της έκ-
φρασης σε «αντιληπτά πράγματα», η οποία τους αποδίδει οντολογική πυκνότητα
και πραγματοποιημένη συστατικότητα. Τα σημεία λειτουργούν ως όροι επισήμαν-
σης και διαχωρισμού μέσα στον παραστασιακό ρου ορισμένων παραστάσεων, οι ο-
ποίες σε μια ανακλαστική ανάλυση διαφαίνονται ως «αντικείμενο» ή «πράγμα
εξωτερικό» και «ανεξάρτητο» του παραστασιακού ρου που είναι το υποκείμενο.

Ο Νίκος Αναπλιώτης είναι υποψήφιος διδάκτωρ Φιλοσοφίας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέ-


ροντα εστιάζονται στη γνωσιολογία (Καντ και Χέγκελ) και στη σύγχρονη κοινωνική και
πολιτική θεωρία με έμφαση στο έργο του Κ. Καστοριάδη.

9
Δημήτριος Αργυρός

Καστοριαδική αυτονομία και «Ελεύθεροι Συνεταιρισμένοι


Παραγωγοί»: Είναι δυνατή ή και αναγκαία μια δημοκρατία
των εργατών;

Δεν ζούμε μόνο σε μια εποχή ασημαντότητας, όπως έλεγε και ο Κ. Καστοριάδης,
βιώνουμε την πλέον καθολική –και βαθιά– κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού
συστήματος, την πλέον ριζική κρίση του καπιταλιστικού φαντασιακού, όπως θα το
όριζε και πάλι ο Κ. Καστοριάδης.
Η απουσία θετικών ενδοσυστημικών και αντισυστημικών προταγμάτων, έχει
δώσει την θέση της στην κυριαρχία του «There is no alternative», στην εποχή της
πλήρους απουσίας εναλλακτικού προτάγματος στον «υπαρκτό καπιταλισμό».
Με εργαλεία ερμηνείας και ανάλυσης την καστοριαδική αυτονομία και την πραγ-
ματική κίνηση των «ελεύθερων συνεταιρισμένων παραγωγών» θα επιχειρήσω να
απαντήσω στα παρακάτω ερωτήματα:
α) Δικαιώθηκε και σε πιο βαθμό η μαρξική θέση: «η απελευθέρωση των εργαζο-
μένων ή θα είναι έργο των ίδιων των εργαζομένων ή δεν θα υπάρξει»;
β) Μπορούσε και κάτω από ποιες προϋποθέσεις να νικήσει ο ιστορικός κομ-
μουνισμός του 20ού αιώνα;
γ) Ποιες είναι οι δυνατότητες της άρσης και της υπέρβασης του «TINA», πόσο
μάλλον όταν ζούμε την μετάβαση σε μια αντιδραστικότερη εκδοχή του νεοφιλελευ-
θέρου μοντέλου;
δ) Πώς νοηματοδοτείται στις σημερινές συνθήκες ο σοσιαλιστικός μετασχημα-
τισμός της κοινωνίας;
Οι ιστορικές συνθήκες δείχνουν πως για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα δεν έχου-
με και δεν θα έχουμε επαρκείς απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα. Είναι όμως
αναγκαίος και δυνατός ένας αναστοχασμός σε σχέση την κυριαρχία του «There is
no alternative» και τις δυνατότητες οικοδόμησης μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Ένας αναστοχασμός που θα στοχεύει στο να θέσουμε σε κίνηση και αυτοθέσμιση
ένα μετακαπιταλιστικό κοινωνικό μοντέλο. Με κύριο χαρακτηριστικό της αυτοθέσ-
μισης την πλήρη δημοκρατική ισότητα στις δομές οικονομικής, κοινωνικής και πο-
λιτικής εξουσίας.
Με τη δημοκρατία ως κυρίαρχη «μορφή ζωής» να στηρίζεται σε μια ισοπολιτεία
ισότητας και ελευθερίας. Όπως έλεγε και ο Κ. Καστοριάδης: «Μόνο ίσοι άνθρωποι
μπορεί να είναι ελεύθεροι και μόνο οι ελεύθεροι άνθρωποι μπορεί να είναι ίσοι. Ε-
πειδή αναγκαστικά υπάρχει εξουσία στην κοινωνία, όσοι δεν συμμετέχουν σε αυτή
την εξουσία στη βάση της ισότητας, κυριαρχούνται απ΄ αυτούς που συμμετέχουν
στην εξουσία και την ασκούν – συνεπώς δεν είναι ελεύθεροι..» (Το περιεχόμενο
του σοσιαλισμού).

10
Ο Δημήτριος Αργυρός γεννήθηκε στα Ιωάννινα στις 14/4/1969, όπου και διαμένει.
Είναι μεταπτυχιακός φοιτητής φιλοσοφίας στο ΦΠΨ Ιωαννίνων και συγγραφέας του βιβλί-
ου: Oι δυναμικές της χειραφέτησης. «Από το δικαστήριο της ιστορίας» στους «ελεύθερους
συνεταιρισμένους παραγωγούς». (Εκδόσεις των συνάδελφων, Αθήνα, 2015).
Διαχειρίζεται την ιστοσελίδα www.argiros.net.

11
Αθηνόδωρος Βαρζελιώτης

Από το μάγμα στην αυτονομία: αντινομίες του φαντασιακού


στο έργο του Κ. Καστοριάδη

Το έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη, όπως το έργο όλων των μεγάλων διανοη-
τών, σπονδυλώνεται από αντινομίες. Η πλέον καθοριστική εκκινείται από το πρό-
ταγμα της επανάστασης και τη θεωρητική του θεμελίωση. Η επαναστατική πράξη
θεμελιώνεται στις δυνατότητες του ανθρώπινου φαντασιακού, το οποίο εμφανίζεται
προικισμένο με απεριόριστες δυνατότητες ανατροπής των στερεοτύπων, με κίνδυ-
νο τη μεταφυσική του παρερμηνεία, αλλά και την υποτίμηση των ιστορικοκοινω-
νικών περιορισμών, στους οποίους υπόκειται. Η αποσόβηση των κινδύνων αυτών
επιχειρείται μέσα από τη μελέτη του φαντασιακού, η οποία αναδεικνύει τον επι-
καθορισμό του ψυχισμού από τη μαγματική αναγκαιότητα. Η αμφιπλευρικότητα
αυτή εξισορροπείται βέβαια στην περίπτωση που η σκέψη τίθεται στην υπηρεσία
ενός πρακτικού σκοπού, παραβλέποντας τις λεπταίσθητες διακρίσεις. Ωστόσο η
στάση του Καστοριάδη απέναντι σε όσους δήλωσαν επηρεασμένοι από τη σκέψη
του προδίδει την απροθυμία του να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο. Όπως φαίνεται,
όσο και αν η αλλαγή του κόσμου παρέμεινε για τον Καστοριάδη το κυρίως ζη-
τούμενο, ο ίδιος επεχείρησε να αναδείξει πρωτίστως τις δύσκολες ισορροπίες που
επιτρέπουν την ερμηνεία του.

Ο Αθηνόδωρος Βαρζελιώτης είναι φιλόλογος.

12
Παναγιώτα Βάσση

Για ποια ελληνική ιδιαιτερότητα;

Όταν ο Κορνήλιος Καστοριάδης παρέδιδε τα σεμινάρια στην EHESS μεταξύ των


ετών 1982-1985 χρησιμοποίησε τον όρο «Ce qui fait la Grece», («Αυτό που κάνει την
Ελλάδα»), αυτό που τη διαμορφώνει, τη χαρακτηρίζει και τη διαφοροποιεί, όρος
που αποδόθηκε ως «Η Ελληνική ιδιαιτερότητα». Το τρίτομο έργο κυκλοφόρησε από
τις εκδόσεις «Κριτική» και εντάσσεται στο ευρύτερο σχέδιο του φιλοσόφου σχετι-
κά με την ανθρώπινη δημιουργία, στην εμβάθυνσή του στα θέματα που έχει ήδη
ανοίξει το 1975 με τη Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, οπότε τον απασχολεί η
αυτοδημιουργία και η παραγωγή κοινωνικών φαντασιακών σημασιών που ενσαρ-
κώνονται σε συγκεκριμένους θεσμούς.
Η παρούσα εισήγηση θα εξακτινωθεί σε παρατηρήσεις επίκαιρες και διαχρο-
νικές σχετικά με τη χρήση του όρου («ελληνική ιδιαιτερότητα») που, ενώ επιφα-
νειακά δεν σχετίζονται με τα σεμινάρια του φιλοσόφου, επιστρέφουν γόνιμα σε
αυτόν. Έτσι, διαυγάζεται αφενός μία επίκαιρη πτυχή του έργου του, αφετέρου πραγ-
ματοποιείται ένας έμμεσος «διάλογος» του όρου, αυτόνομα πια, με την ιστορία και
την επικαιρότητα που επιστρέφει στο κείμενο ή μάλλον τον απομαγνητοφωνημένο
προφορικό λόγο του φιλοσόφου. Στη σύντομη αυτή διαδρομή των εξακτινώσεων με
πυρήνα την καστοριαδική χρήση του όρου θα εξεταστούν οι συνάφειες των φιλοσό-
φων του «Mataroa» Καστοριάδη-Παπαϊωάννου σχετικά με το κοινό ενδιαφέρον τους
για την αρχαία Ελλάδα και την αθηναϊκή δημοκρατία, θα υπάρξουν αναπόφευκτες
αναφορές στο Βυζάντιο και τη θεώρηση του Καστοριάδη σχετικά με αυτό και τη
συγκρότηση της νεοελληνικής ταυτότητας, θα γίνουν επίκαιρες παρατηρήσεις σχε-
τικά με την κατάχρηση του όρου. Ειδικά αυτή η τελευταία εκδοχή εδράζεται στο
δίπολο της εξιδανίκευσης ελληνολατρών νεοελλήνων αλλά και της ειρωνικής χρήσης
του όρου στον δημόσιο λόγο δυτικών εταίρων της Ελλάδας στην Ε.Ε.
Τελικά περί ποιας ελληνικής ιδιαιτερότητας πρόκειται; Πόση σχέση έχει ο όρος
που χρησιμοποιείται με πολύ συγκεκριμένο τρόπο από τον Καστοριάδη, με τις
σύγχρονες παραφράσεις ή καταχρήσεις του; Και μήπως όλες αυτές οι εκδοχές απο-
τελούν τον πυρήνα ενός νέου προβληματισμού για τη σύγχρονη Ελλάδα και το δικό
της ιστορικό αποτύπωμα; Παράγει η σύγχρονη Ελλάδα τις δικές της φαντασιακές
σημασίες και πώς τις ενσαρκώνει στους θεσμούς της;

Η Παναγιώτα Βάσση είναι διδάκτωρ φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ.

13
Νατάσα Βέλλιου

Η επιστήμη ως θεμέλιο της εξουσίας στον Πολιτικό


του Πλάτωνα και η κριτική του Καστοριάδη

Η παρούσα μελέτη επικεντρώνεται στην τρίτη κατά σειρά παρέκβαση που κάνει
ο Πλάτωνας, όπου και αναλύονται οι σχέσεις εξουσίας μέσα στην ορθή πολιτεία.
Στο απόσπασμα του 292 ο Ελεάτης ο Ξένος, αφού έχει προηγηθεί η συζήτηση για
τη μορφή των πολιτευμάτων, ξαφνικά παρατηρεί ότι η διακυβέρνηση της αληθινής
πολιτείας καθορίζεται με βάση τη βασιλική πολιτική διακυβέρνηση.
Ο Ξένος ορίζει στο 292e ότι η πολιτική τέχνη είναι η επιστήμη. Ως επακόλουθο
αυτού, διερωτάται αν η πολιτική επιστήμη είναι δυνατόν να κατακτηθεί από το
σύνολο μιας πόλης. Ο νεαρός Σωκράτης τότε ανταπαντά πως αυτό δεν είναι δυ-
νατό και πως οι πολίτες έχουν ως υποχρέωση την υπακοή στη βασιλική αρχή. Ο Κα-
στοριάδης στο σημείο αυτό χαρακτηρίζει «ριζοσπαστικά» τα λόγια του Πλάτωνα,
καθώς απονομιμοποιούν την εξουσία του νόμου, νομιμοποιώντας παράλληλα τη
βασιλική εξουσία κόντρα στο αρχαιοελληνικό ιδεώδες.
Στη συνέχεια, στο απόσπασμα 294a-e, o Πλάτωνας δια στόματος Ξένου επι-
σημαίνει πως είναι καλύτερο να κυβερνά ο βασιλικός άνδρας παρά οι νόμοι. Στο
απόσπασμα αυτό ο Κ. Καστοριάδης σχολιάζει πως αποτυπώνεται η έννοια του
αφηρημένου καθόλου και του συγκεκριμένου.
Σε επόμενο απόσπασμα (294e-297d) ο Πλάτωνας αναλύει την απόλυτη εξουσία
του βασιλικού άνδρα, παρουσιάζοντάς την ως την καλύτερη λύση που αποκαθιστά
υγειώς τη νομοθετική εξουσία. Ο αρχαίος φιλόσοφος περνάει στην αιτιολόγηση
του σχήματος που παρουσίασε. Ο Κ. Καστοριάδης σχολιάζει πως η επιλογή του
δεύτερου πλου δεν γίνεται αντικείμενο επαρκούς επεξεργασίας, ούτε θεμελιώνεται
επαρκώς. Επιπλέον, στην αναφορά που κάνει ο Πλάτωνας στο σημείο αυτό όσον
αφορά τη μορφή των πολιτευμάτων, ο Καστοριάδης εντοπίζει δύο υπόρρητα ερω-
τήματα. Το πρώτο αφορά την ύπαρξη της ορθής πολιτείας και το δεύτερο ότι αυτή
ορίζεται από την επιστήμη του διευθύνοντος.
Στα αποσπάσματα αυτά ο Κ. Καστοριάδης πέρα από τα μεγάλης φιλοσοφικής
αξίας θέματα που διαπερνούν τον πλατωνικό διάλογο δεν διστάζει να αναδείξει τόσο
τις αντιφάσεις όσο και τα μελανά σημεία του έργου του αρχαίου φιλοσόφου. Όμως
και ο ίδιος ο Καστοριάδης κατά την κριτική που ασκεί στον Πλάτωνα πέφτει τόσο
σε σφάλματα όσο και «εντυπώσεις», με την έννοια της ιδεολογικής λήψης μιας
πραγματικότητας, πράγμα όχι κατακριτέο και μάλλον φυσικό.

Η Νατάσα Βέλλιου είναι προπτυχιακή φοιτήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Εθνικό και
Καποδιαστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

14
Μηνάς Βλάχος

Καστοριάδης και Ντερριντά.


Από τη θέσμιση στην αποδόμηση και πάλι πίσω:
συνολοταυτιστική λογική, λογοκεντρισμός και φαντασία.

Παρίσι, 27 Αυγούστου 1967, ο Καστοριάδης γράφει στον Ντερριντά: «Εντυπω-


σιάστηκα και προβληματίστηκα διαπιστώνοντας πόσο οι απόψεις μου –και μά-
λιστα σε ορισμένα καθοριστικής σημασίας σημεία– συγκλίνουν με τις δικές σας
αλλά και πόσο αποκλίνουν σε άλλες περιπτώσεις (...) υπάρχουν έτσι οι καλύτερες
δυνατές προϋποθέσεις για ενα γόνιμο διάλογο» (Αρχεία IMEC). Πράγματι πρόκει-
ται για τους δύο στοχαστές που θεματοποίησαν με τον πιο εμβληματικό τρόπο τις
δυστοπίες της κληρονομημένης μεταφυσικής αλλά και τη δυνατότητα εξόδου από
αυτήν (ποτέ απολύτως πραγματοποιήσιμης). Πολύ αδρά, ο Ντερριντά εντοπίζει το
κλοιό της μεταφυσικής στη θέσμιση του Είναι ως «μεταφυσική της παρουσίας»,
ήτοι ένα σύστημα ανελαστικών διχοτομήσεων (κοσμικό/μη κοσμικό, ιδεατό/μη ι-
δεατό, υπερβατικό/εμπειρικό, μέσα/έξω κ.ά.), όπου λαμβάνει χώρα η καταστολή, ως
«εκπεσμένη δευτερογένεια», των όρων που πλήττουν την υποτιθέμενη φυσική και
αυθόρμητη εγγύτητα εις εαυτόν, την παρουσία (ως είδος, υπόσταση, ουσία, cogito
κ.ά.). Από τη πλεύρα του ο Καστοριάδης θα δηλώσει εμφατικά πως, εδώ και 25 αιώ-
νες, η ελληνοδυτική σκέψη συγκροτείται, αναπτύσσεται, διευρύνεται, εκλεπτύνεται
πάνω σε αυτή τη θέση: Είναι σημαίνει είναι κάτι το καθορισμένο. Πυρήνας αυτής
της καθοριστικότητας είναι η συνολοταυτιστική λογική που οργανώθηκε πάνω στην
καταστολή της φαντασίας και των μαγματικών παραστασιακών ροών της. Έτσι η
προβληματική του Είναι ως παρουσίας, που εκκινεί απο τον Χάιντεγγερ, ελέγχεται
από τον Καστοριάδη ως θεμελιωμένη αλλά παράγωγη. Συνεπώς ο λογοκεντρισμός
ως καθορισμός του Είναι του όντος ως παρουσίας απολήγει στη συνολοταυτιστική
λογική του Είναι ως καθοριστικότητας. Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο πως στις μείζο-
νες αποδομητικές αναγνώσεις του Ντερριντά των θεμελιωδών κειμένων της δυτικής
μεταφυσικής (Πλάτωνας, Αριστοτέλης, Ρουσσώ, Χέγκελ, Χάιντεγγερ, Χούσσερλ,
Σωσσύρ, Μαρξ) η φαντασία αναδεικνύεται ως ο απορρυθμιστικός παράγοντας που
καταστέλεται προς όφελος μιας παρουσίας αυστηρά καθορισμένης. Ενδεικτικά, ήδη
η έννοια της différance (ο πολιορκητικός κριός της αποδόμησης, η αποϊδιοποιούσα
εργασία της διαφοράς που αναβάλλει την παρουσία) σχηματίζεται ακριβώς ως αν-
αίρεση της απόπειρας του Χούσσερλ να συλλάβει τη μη αναγώγιμη αντίληψη ενός
αυθεντικού και καταγωγικού παρόντος αποκεκαθαρμένου απο την ανα-παραστα-
τικότητα της φαντασίας. Θα τεθούν συνεπώς υπό διερώτηση οι διασυνδέσεις συνο-
λοταυτιστικής λογικής, λογοκεντρισμού και φαντασίας.

O Μηνάς Βλάχος είναι απόφοιτος του τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστη-
μίου και του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών κοινωνικής και πολιτικής θεωρίας
του ιδίου τμήματος.

15
Κώστας Γαλανόπουλος

Η άσχημη κοιμωμένη. Ανθρωπολογικές προϋποθέσεις της


δημιουργίας της πόλεως και της πρόταξης της αυτονομίας.

Το συντριπτικό πραγματολογικό βάρος υπέρ των ετερόνομα θεσμισμένων κοι-


νωνιών μετατρέπει το ερώτημα της δυνατότητας ανάδυσης μιας μορφής αυτόνομης
θέσμισης σε οντολογικής φύσης διερώτηση. Η προέκταση, δε, του ερωτήματος προς
την κατεύθυνση της πιθανότητας ή της δυνατότητας μιας καθολικής αυτονομίας ή
κοινωνικών μορφών αυτόνομης θέσμισης δίχως το χαρακτηριστικό της εξαίρεσης ή
της προγεγραμμένης περατότητας μπορεί να εκτρέψει την οντολογική διερώτηση
προς μια μεταφυσική οντολογία, απαιτεί παρ’ όλ’ αυτά μια ανθρωπολογική θεώ-
ρηση που θα επιτρέπει ως δυνατότητα την προέκταση αυτή.
Η παραδοχή μιας διάτρητης και ασυνεχούς οντολογίας και η ριζική δημιουργία
νέων, κοινωνικών και φαντασιακών, μορφών δεν μπορεί παρά να συνεπάγεται την
κάθε φορά επινόηση και δημιουργία νέων οντολογιών, νέων ανθρωπολογιών που
ταυτίζονται αλλά και κάνουν δυνατή τη νέα μορφή. Είναι απολύτως προφανές ότι
η δημιουργία της πόλεως ανταποκρίθηκε, ή δημιούργησε, έναν συγκεκριμένο τρόπο
θέασης του ανθρώπου που δεν μπορεί παρά να διαφέρει ριζικά από την αντίστοιχη
ανθρωπολογική θεώρηση της αστικής κοινωνίας.
Η προτεινόμενη ανακοίνωση θέτει, λοιπόν, τα ακόλουθα ερωτήματα: Ποια είναι
αυτή η συγκεκριμένη θέαση του ανθρώπου που βρίσκεται πίσω από τη δημιουργία
της πόλεως και σε τι διαφέρει από τις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις της αστικής
κοινωνίας; Πώς τροφοδοτεί την καστοριαδική ανθρωπολογία η αντίστοιχη της δημο-
κρατικής πόλεως και μπορούμε να μιλάμε για μια ανθρωπολογία η οποία επιτρέ-
πει τη δυνατότητα της δημιουργίας μιας αυτόνομης κοινωνίας αποφεύγοντας ταυ-
τοχρόνως τους κάθε είδους αναγωγισμούς; Και, τέλος, πώς τοποθετείται η καστο-
ριαδική ανθρωπολογία σε σχέση με τις αντίστοιχες θεωρίες άλλων παραδόσεων της
ριζοσπαστικής δημοκρατίας, ιδίως της μαρξικής και αυτής του αναρχισμού;

Ο Κώστας Γαλανόπουλος είναι υποψήφιος διδάκτορας πολιτικής φιλοσοφίας στο Πάντειο


Πανεπιστήμιο. Το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο Ο Κόσμος όπως είναι! Η ανθρώπινη φύση
στον κλασικό αναρχισμό και η μετα-αναρχική ένσταση κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Στάσει
Εκπίπτοντες.

16
Γιώργος Δαρεμάς

Η Οντολογία της Κοινωνίας στη σκέψη του Κ. Καστοριάδη

Κεντρικό μέλημα του φιλοσοφικού στοχασμού του Καστοριάδη ήταν η διαύ-


γαση του ερωτήματος «τι το ον;». Αξιοποιώντας μια πλειάδα πορισμάτων και
ανακαλύψεων από τις κοινωνικές και φυσικές επιστήμες, τις επιστήμες της ζωής
και την ψυχανάλυση ο Καστοριάδης αποφαίνεται ότι το Ον συγκροτείται από την
επαλληλία τεσσάρων στιβάδων, την φύση, την ζωή, την ψυχή και την κοινωνία, η
συνύφανση των οποίων διαμορφώνει το είναι ως πολλαπλά εν. Η οντολογική σύλ-
ληψη του Καστοριάδη συγκρούεται με την κληρονομημένη οντολογική παράδοση
την οποία εγκαλεί ότι συλλαμβάνει το Ον ως απόλυτα καθορισμένο μη δυνάμενη
να στοχαστεί την ιδιότητα του είναι ως πηγή ανάδυσης νέων ειδολογικών μορφών.
Παράλληλα επικρίνει την Δυτική μεταφυσική σκέψη για τον δυϊσμό υποκειμένου-
αντικειμένου που πριμοδοτώντας το υποκείμενο υποκρύπτει την επιθυμία κατεξου-
σιασμού του αντικειμένου. Στην οντο-γνωσιολογία του Καστοριάδη δεν υφίσταται
ούτε «απόλυτο υποκείμενο και καθαρή αναστοχαστικότητα» ούτε ένα «απόλυ-
το αντικείμενο ανεξάρτητο από το υποκείμενο» αλλά η «διαλεκτική» αλληλο-
διαμόρφωση τους υπό το πρίσμα μιας αέναης μεταλλαγής του αντικειμένου δια-
μέσου της σύλληψης του από μεταβαλλόμενα κατηγοριακά πλαίσια και λογικά σχή-
ματα.
Αμφότερα τα κατηγοριακά πλαίσια και τα λογικά σχήματα είναι κοινωνικά
προϊόντα των κοινωνικών φαντασιακών σημασιών που αναδύονται σε καθέκαστη
κοινωνία. Συνεπώς αν η φύσις διαθέτει το οντολογικό πρωτείο επί του οποίου
ερείδονται οι άλλες στιβάδες του όντος, είναι η κοινωνία που διαθέτει το πρωτείο
σύλληψης των τρόπων ύπαρξης των άλλων στιβάδων συμπεριλαμβανομένου του
τρόπου ύπαρξης της ως τέτοια. Εντός αυτού του πλαισίου θα φωτίσουμε διαστάσεις
του οντολογικού κοινωνικού είναι και πώς αυτές διαμεσολαβούν τις υφιστάμενες
στιβάδες του όντος ως ολότητας.

Ο Γιώργος Δαρέμας είναι κάτοχος PhD Κοινωνικής & Πολιτικής Θεωρίας από το Sussex
University στο Ηνωμένο Βασίλειο.

17
Γιώργος Λ. Ευαγγελόπουλος

H έννοια της ανάδυσης στo οντολογικό σχήμα του Καστοριάδη


και η σημασία της για την σύγχρονη έρευνα στη Φυσική και τη
Βιολογία

Σύμφωνα με το οντολογικό σχήμα του Καστοριάδη, το Ον είναι στιβαδωτό, αλ-


λά μόνον η πρώτη του στιβάδα, η φυσική, μπορεί να «περιγραφεί» από την, κατ’
αυτόν, «συνολοταυτιστική λογική» των Μαθηματικών. Η δημιουργία στις άλλες
δύο στιβάδες, που είναι η βιολογική και η ψυχική, με την τελευταία να συνδέεται
άμεσα και με την κοινωνικο-ιστορική δημιουργία, πρoϋποθέτει την λειτουργία του
φαντασιακού στοιχείου τόσο σε ατομικό επίπεδο (ριζικό φαντασιακό το αποκαλεί,
εν προκειμένω, ο Καστοριάδης) όσο και σε συλλογικό.
Η δημιουργία, όμως, σε αυτές τις δύο στιβάδες, νέων μορφών, συχνά δεν μπο-
ρεί να εξηγηθεί με την μέθοδο της αναγωγής στα πλέον στοιχειώδη, συστατικά
στοιχεία της εκάστοτε προηγούμενης στιβάδας. Για να περιγράψει τον τρόπο που
προκύπτουν τέτοια καινοφανή φαινόμενα, ο Καστοριάδης προκρίνει τον όρο ανά-
δυση. Τα Μαθηματικά της ανάδυσης ερείδονται στην καλούμενη «μαγματική λο-
γική».
Στην παρούσα εισήγηση ασχολούμαι με την «χρησιμότητα» ή μη της έννοιας
της ανάδυσης για την εξήγηση διαφόρων φυσικών και βιολογικών φαινομένων.
Με αφορμή σχετικές επισημάνσεις του φυσικού, Παναγιώτη Μπενετάτου, και του
βιολόγου, Γιώργου Κόλλια, συζητώ κριτικά το βιβλίο του Νομπελίστα φυσικού,
Robert B. Laughlin, Ένα Διαφορετικό Σύμπαν - Επινοώντας εκ νέου τη Φυσική,
στην Εποχή της Ανάδυσης. Προς τούτο, λαμβάνω υπ’ όψιν τις βιβλιοκρισίες που
δημοσίευσαν για το προαναφερθέν πόνημα του Laughlin, οι επίσης Νομπελίστες
φυσικοί, Antony Leggett και Philip Anderson, στα περιοδικά, Physics Today και
Nature, αντιστοίχως. Αυτές περιέχουν διαμετρικά αντίθετες εκτιμήσεις ως προς την
«χρησιμότητα» της έννοιας της ανάδυσης.

Εν κατακλείδι, υποστηρίζω ότι η έννοια της ανάδυσης συζητείται στην σύγχρονη


έρευνα στην Φυσική και την Βιολογία πολύ περισσότερο απ’ όσο θα μπορούσαν
να φανταστούν οι πλείστοι φυσικοί και βιολόγοι πριν από είκοσι και περισσότερα
χρόνια (δηλαδή όσο ζούσε ακόμη ο φιλόσοφος).
Γι’ αυτόν τον λόγο, αξίζει τουλάχιστον ν’ αναγνωριστεί στον Καστοριάδη το γε-
γονός ότι διέθετε μια ξεχωριστή διανοητική τόλμη και φαντασία.

O Γιώργος Λ. Ευαγγελόπουλος είναι δικηγόρος και διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων (LSE). Έχει
συγγράψει 4 βιβλία και έχει συμμετάσχει στην έκδοση αρκετών άλλων.

18
Λία Θεοδωρούδη

Καστοριάδης και Πλάτων

Σε αυτή την εργασία θα παρουσιαστούν, από τη μία, κάποια σημεία της κριτικής
που ασκεί ο Καστοριάδης στον Πλάτωνα, κι από την άλλη, πτυχές της σκέψης των
δύο φιλοσόφων στις οποίες μπορούν να εντοπιστούν συγκλίσεις.
Στο έργο Ο Πολιτικός του Πλάτωνα, Επτά Σεμινάρια στην EHESS, ο Καστοριάδης
εξετάζει την πολιτική βιογραφία του Πλάτωνα, τις μεθόδους που αξιοποιεί για να
πείσει τους αναγνώστες, το ίδιο το φιλοσοφικό περιεχόμενο του έργου του αλλά
και την πρόσληψη και επιρροή του ανά τους αιώνες, για να καταδείξει τους λόγους
για τους οποίους θεωρεί σημαντικό τον ρόλο του «σε αυτό που μπορούμε να ονο-
μάσουμε καταστροφή του ελληνικού κόσμου».
Αναγνωρίζει, ωστόσο, την αξία της πλατωνικής σκέψης, επισημαίνοντας κάποιες
από τις όψεις της. Αρχικά, στο έργο του Πλάτωνα εντοπίζουμε για πρώτη φορά την
αναζήτηση του νοήματος της αυτονομίας στην ατομική ψυχή. Για τον Καστοριάδη,
η διαύγαση του νοήματος της αυτονομίας στο άτομο είναι απαραίτητη, πριν το
πέρασμα στο κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα. Μέσω της ψυχανάλυσης, επιχειρεί
να κατανοήσει την αυτονομία στο πλαίσιο μιας σχέσης συνειδητού-ασυνείδητου,
όχι ως τελειωμένο γεγονός, αλλά ως ενεργό κατάσταση. Στον Πλάτωνα βλέπει μια
ανάλογη οπτική για την αυτονομία, μέσα από τη σχέση των μερών της ψυχής, που
τίθεται επίσης ως διαρκής αναζήτηση.
Επιπλέον, στη σκέψη και των δύο αποτυπώνεται η ανάγκη υπέρβασης των
προβλημάτων που προκύπτουν από τη μονιστική οντολογία. Ο Καστοριάδης επι-
χειρεί να υπερβεί, από τη μία, τις συνέπειες που έχει για την πολιτική δημιουργία ο
εντοπισμός του όντος σε έναν χώρο εκτός του κοινωνικού, από την άλλη, τον πο-
λιτικό αγνωστικισμό του μεταμοντέρνου κομφορμισμού, εισάγοντας τη λογική των
μαγμάτων. Στην πλατωνική μεταφυσική, ον και γίγνεσθαι συνέχονται διαλεκτικά
στην προσπάθεια κατάκτησης της γνώσης μέσω του ορθού λόγου, με επίγνωση
ωστόσο των ορίων της αποδεικτικής του δύναμης, και προσφυγή τελικά σε μια πε-
ριοχή εκτός του πεδίου της συνολιστικής-ταυτιστικής λογικής.

Η Λία Θεοδωρούδη είναι υποψήφια διδάκτωρ φιλοσοφίας στο ΑΠΘ.

19
Νίκος Ιωάννου

Η σημασία της σκέψης του Κορνήλιου Καστοριάδη σήμερα

Υπάρχουν τρία βασικά στοιχεία στη σκέψη του Κορνήλιου Καστοριάδη τα οποία
μας βοηθούν να κατανοήσουμε τις αλλαγές που πραγματοποιούνται στον σύγχρονο
κόσμο. Και όχι μόνο μας βοηθούν να κατανοήσουμε τις αλλαγές αυτές, αλλά μας
βοηθούν να αποκτήσουμε έναν προσανατολισμό όσον αφορά το ζήτημα της ριζικής
αλλαγής της κοινωνίας, το ζήτημα της πολιτικής.

Πρόκειται για τη σκέψη του Καστοριάδη όσον αφορά:


α) το άτομο μέσα στο κοινωνικοϊστορικό γίγνεσθαι και συγκεκριμένα την αλλαγή
της θέσης του ατόμου στην κοινωνία και την επιρροή που αυτή η αλλαγή είχε σε
όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας
β) τη διάλυση κάποιων θεσμισμένων λειτουργιών, η οποία διευκόλυνε την κα-
πιταλιστική ολοκλήρωση και ταυτόχρονα εξέφρασε κατά κάποιο τρόπο την κρίση
του κοινωνικοϊστορικού προτάγματος της ατομικής και κοινωνικής αυτονομίας
γ) τη διάλυση των παλαιών και την δημιουργία των νέων σημασιών.

Παρατηρώντας την ανθρώπινη περιπέτεια να διαδραματίζεται πάνω σε αυτούς


τους τρεις τομείς που ερευνούμε, ανακαλύπτουμε ένα νέο πεδίο σκέψης και δημι-
ουργίας.
Ο Καστοριάδης δεν κάνει καμιά πρόβλεψη. Παρουσιάζει όμως μια άλλη θεωρία
της κοινωνίας και της ιστορίας, ξεπερνώντας τα όρια των παραδοσιακών θεωριών
και απορρίπτοντας τον ντετερμινιστικό τους χαρακτήρα.
Πώς μας βοηθά η σκέψη του Καστοριάδη να διακρίνουμε στη δραστηριότητα
του κοινωνικού φαντασιακού τη γέννηση μιας νέας εποχής για την κοινωνία και
την πολιτική;
Πώς συνδέεται η δημιουργία των νέων σημασιών με το πρόταγμα της άμεσης
δημοκρατίας, με το πρόταγμα της ατομικής και κοινωνικής αυτονομίας;
Αυτά είναι τα κύρια ερωτήματα που θα αναλύσω στην παρουσίασή μου.

Ο Νίκος Ιωάννου γεννήθηκε την Πρωτομαγιά του 1964 στο Αγρίνιο. Από τη δεκαετία του
’80 αρθρογραφεί σε διάφορα πολιτικά έντυπα, ενώ υπήρξε συντάκτης του περιοδικού
ContaAct και της εφημερίδας Βαβυλωνία. Ζει στην Αθήνα και συμμετέχει στη συντακτική
συνέλευση του πολιτικού περιοδικού Βαβυλωνία.
Από τις Eκδόσεις Εξάρχεια κυκλοφορεί το έργο του Μετά τον Καστοριάδη: Δρόμοι της
αυτονομίας στον 21ο αιώνα (δοκίμιο γραμμένο μαζί με τον Αλέξανδρο Σχισμένο).

20
Κωνσταντίνος Καβουλάκος

Κορνήλιος Καστοριάδης και Γκέοργκ Λούκατς

Και μόνο το γεγονός ότι η Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας ξεκινάει με έναν
κριτικό απολογισμό του μαρξισμού φανερώνει τη μεγάλη σημασία του τελευταίου
για τη συγκρότηση της ιδιαίτερης θεωρητικής πρότασης του Καστοριάδη. Η
πολεμική ενάντια στον μαρξισμό συγκαλύπτει εντούτοις τη θετική επίδραση που
ενδέχεται να δέχθηκε αυτή η πρόταση από την εγελιανή ανάγνωσή του, όπως τη
βρίσκουμε στο πρώιμο μαρξιστικό έργο του Γκέοργκ Λούκατς. Στην παρουσίασή
μου θα επιχειρήσω να ανιχνεύσω ορισμένα κεντρικά στοιχεία αυτής της επιρροής:
Την κοινή αντιπαράθεση των δύο θεωρητικών με τις μηχανιστικές ερμηνείες του
μαρξισμού, οι οποίες οδηγούν κατ’ ανάγκη σε μια ανιστορική θεώρηση της ιστορίας·
το εγχείρημα μιας ολιστικής, κοινωνικής-ιστορικής μετακριτικής της γνώσης, που
θα επικεντρώνεται σε μια κριτική του μοντέρνου φορμαλισμού· τη στενή διαπλοκή
της θεωρίας και της πράξης και, συνακόλουθα, την ανάδειξη του προβλήματος
της ανάδυσης του «ριζικά νέου» στο πλαίσιο μιας πρακτικά προσανατολισμένης,
διαλεκτικής θεωρίας του παρόντος. Και για τους δύο στοχαστές μια τέτοια θεω-
ρία στέκει κατ’ ανάγκη κριτικά απέναντι σε κάθε φορμαλιστική ερμηνεία της δια-
λεκτικής, σαν κι εκείνη που μπορεί να διακρίνει κανείς σε πολλά σημεία του εγε-
λιανού έργου.

Ο Κωνσταντίνος Καβουλάκος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής


Φιλοσοφίας και Φιλοσοφίας του Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Μεταξύ άλλων,
είναι ο συγγραφέας των βιβλίων Γιούργκεν Χάμπερμας: Τα θεμέλια του Λόγου και της κριτικής
κοινωνικής θεωρίας (Πόλις, 1996) και Πέρα από τη μεταφυσική και τον επιστημονισμό: Ο
διεπιστημονικός υλισμός του Max Horkheimer (Αλεξάνδρεια, 2001). Έχει επιμεληθεί τους
συλλογικούς τόμους Κριτική θεωρία: Παράδοση και προοπτικές (Νήσος, 2003), Ιμμάνουελ
Καντ. Πρακτικός Λόγος και νεωτερικότητα (Αλεξάνδρεια, 2006) και Η Φαινομενολογία του
πνεύματος του Γκ. Β. Φ. Χέγκελ. Ερμηνευτικές προσεγγίσεις (Αλεξάνδρεια, 2009). Έχει
δημοσιεύσει άρθρα σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά και έχει μεταφράσει
φιλοσοφικά έργα της ευρύτερης παράδοσης της κριτικής θεωρίας (G. Lukacs, J. Habermas,
A. Wellmer, A. Honneth).

21
Ευαγγελία Καραγεώργη

Ψυχανάλυση και η φαντασιακή θέσμιση του ολοκληρωτισμού


στον Κορνήλιο Καστοριάδη

Ο Καστοριάδης θέλησε να διερευνήσει τη βαθύτερη φύση της «βρομερής έλ-


ξης», όπως την αποκάλεσε, που ασκεί η δύναμη στο κοινωνικό υποκείμενο, ανα-
ζητώντας ψυχαναλυτικά τις ρίζες της συλλογικής αυτονομίας στη χειραφέτηση από
τους πόθους και τις παραστάσεις του βρεφικού φαντασιακού. Η αγχίνους πολι-
τική του θεωρία καυτηρίασε την υπερφίαλη θέση της παραδοσιακής Αριστεράς ότι
τα ετερονομικά μοντέλα συμπίπτουν με την κυριαρχική εκμετάλλευση ενός ορισμέ-
νου κοινωνικού υποσυνόλου από ένα άλλο. Αντίθετα,ο ίδιος, ως ψυχαναλυτής, συ-
σχετίζει την οντολογική τους προέλευση με την ψυχική ανάγκη υποταγής σε μια
ορισμένη ενσάρκωση του παντοδύναμου «κυρίου των σημασιών», την οποία απο-
δίδει καταρχήν στη μορφή της μητέρας, ενώ στη συνέχεια διαπιστώνει πώς η κατά-
λυση της μητρικής απόδοσης νοήματος, μέσω ενός «υγιούς» βαθμού βίας, συν-
δέεται άμεσα με τη συγκρουσιακή υπέρβαση της αρχής της ηδονής από την αρχή
της πραγματικότητας. Η τελευταία υλοποιείται σε ένα σύστημα θεσμών, που σε
κοινωνικό επίπεδο μετουσιώνει την προσωπική ελευθερία σε συλλογική ανάγκη
με σκοπό τη σύμπηξη του πολιτισμού, ο οποίος ως εκ φύσεως συνιστά αγώνα
ενάντια σ’ αυτή την ελευθερία (Marcuse). Από την άλλη, τα ψυχικά κατάλοιπα
του τραύματος της αποδόμησης του «κυρίου των σημασιών», παραμένοντας απω-
θημένα κατά την ενήλικη ζωή, ωθούν το υποκείμενο στην εύρεση κάποιου υπο-
κατάστατου, ενός ανδρείκελου θεσμικής εξουσίας –που μπορεί να είναι ο δικ-
τάτορας ή το Κόμμα–, προκειμένου να ετερονομηθεί η κοινωνική βούληση, η οποία
και εναποθέτει φαντασιακά τον εαυτό της στα θέσφατά του. Αυτό που ο Sartre
κατονομάζει «κακή πίστη» (mauvaise fois), την εσφαλμένη πεποίθηση ότι οι ηθικές
επιλογές του ανθρώπου εκκινούν από αποκαλυψιακά απαρέγκλιτους καθολικούς
κανόνες, κατορθώνοντας τη δραπέτευσή του από την αγωνία που συνεπάγεται
η ευθύνη του μηδενός (néant) ως άπειρης δυνατότητας ύπαρξης, το συναντάμε
στον καστοριαδικό φιλοσοφικό άξονα περί κοινωνικής ετερονόμησης, με συχνή
παρενέργεια την αποδοχήτων μορφών ολοκληρωτισμού.

Η Ευαγγελία Καραγεώργη είναι κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης (ΜΑ)


στη Φιλοσοφία (Ηθική) και Υποψήφια Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Ε.Κ.Π.Α. (Μεταφυσική).
Συνεργάζεται με τον Τομέα Φιλοσοφίας του Τμήματος Φ.Π.Ψ. του ίδιου πανεπιστημίου
στα e-learning Προγράμματα Επαγγελματικής Επιμόρφωσης & Κατάρτισης.

22
Κατερίνα Καραγεώργου

Οι αυτοδιαχειριζόμενοι κοινωνικοί χώροι ως πεδίο έρευνας


της καστοριαδικής αυτονομίας

Το ζήτημα της αυτονομίας υπήρξε ορόσημο στη φιλοσοφική σκέψη του Κα-
στοριάδη, σε σημείο που χαρακτηρίζεται –και δικαίως– ως ο κατεξοχήν φιλόσοφος
της αυτονομίας. Ο Καστοριάδης φρόντισε να αναδείξει την εν λόγω έννοια –τόσο
στα πρώιμα όσο και στα μεταγενέστερα έργα του–, ξεπερνώντας τα πολιτικά
προτάγματα των ντετερμινιστικών κοινωνικών θεωριών, αποδομώντας την ιεραρ-
χική-γραφειοκρατική δομή της κοινωνίας και αναδεικνύοντας τη γέννηση του
αυτόνομου υποκειμένου το οποίο μέσα από την «εκπαίδευσή» του θα αποδεσμευ-
τεί από το μεταφυσικό και θεολογικό χαρακτήρα των εξωκοινωνικών νόμων,
εδραιώνοντας την αυτόνομη κοινωνία.
Στην παρούσα ιστορική περίοδο, η έντονη οικονομική και πολιτική κρίση, η
αύξηση της καταστολής, η άνοδος της ακροδεξιάς, το προσφυγικό ζήτημα, οι διαρκείς
πολιτικές ανακατατάξεις, η αποδόμηση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας έχουν
οδηγήσει σε μια πρωτοφανή αύξηση αυτοδιαχειριζόμενων εγχειρημάτων με πολλές
και ποικίλες δράσεις, θέτοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στο επίκεντρο την ανάγκη
αναστοχασμού της καστοριαδικής σκέψης. Αυτοοργανωμένα ιατρεία, συλλογικές
κουζίνες, εργατικές κολεκτίβες, αυτοδιαχειριζόμενα ωδεία, αυτοοργανωμένα δίκτυα
αλληλεγγύης προς τους μετανάστες, αυτοδιαχειριζόμενα φροντιστήρια, ανταλ-
λακτικά παζάρια και άλλες παρόμοιες δράσεις αποδεικνύουν το πολιτικό έλλειμ-
μα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας από τη μια, αλλά από την άλλη γίνεται
σαφής η τάση του ατόμου να αντιδρά ως αυτόνομο πολιτικό υποκείμενο μέσα από
τη συγκρότηση ομάδων και συλλογικοτήτων που λειτουργούν με όρους αμεσο-
δημοκρατικούς.
Σκοπός της συγκεκριμένης παρουσίασης είναι μια προσπάθεια προσέγγισης και
σύνδεσης της καστοριαδικής αυτονομίας με τους αυτοδιαχειριζόμενους κοινωνι-
κούς χώρους. Η εισήγησή μου θα επικεντρωθεί στην παρουσίαση της έρευνας που
διεξήγαγα σε δύο αυτοοργανωμένα στέκια κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών
μου σπουδών. Διενεργώντας επιτόπια έρευνα και συλλέγοντας δεδομένα μέσα
από τη διεξαγωγή δέκα ημιδομημένων συνεντεύξεων από άτομα που συμμετέχουν
στους συγκεκριμένους χώρους, προσπάθησα να προσεγγίσω τον τρόπο λειτουργίας
(πολιτικές, κοινωνικές, καλλιτεχνικές δράσεις), τον τρόπο λήψης αποφάσεων (συνε-
λεύσεις), καθώς και τον τρόπο με τον οποίο δομείται η έννοια της συλλογικότητας
και της αυτονομίας σε μικροκοινωνικό επίπεδο.

Η Καραγεώργου Κατερίνα είναι απόφοιτος του τμήματος Κοινωνιολογίας και του τμή-
ματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών
και Πολιτικών Επιστημών. Στη συνέχεια ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο Διατμηματικό
Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών των τμημάτων Μουσικών Σπουδών και Ε.Μ.Μ.Ε.

23
με τίτλο «Μουσική Κουλτούρα και Επικοινωνία: Ανθρωπολογικές και Επικοινωνιακές
Προσεγγίσεις της Μουσικής», στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τα ερευ-
νητικά της ενδιαφέροντα αφορούν την κοινωνιολογία της μουσικής, την αυτοοργανωμένη
μουσική σκηνή και τα κοινωνικά κινήματα.

24
Καλλιόπη Κεχρή

Η ανάλυση των εν σπέρματι στοιχείων της αθηναϊκής


δημοκρατίας όπως αυτά παρουσιάζονται στο έργο
του Κορνήλιου Καστοριάδη 

Η Αθηναϊκή δημοκρατία ξεχώρισε ως η αρχαιότερη του κόσμου και ως η πλέον


συμπαγής, λειτουργική και ολοκληρωμένη, μεταξύ των δημοκρατιών εκείνης της
εποχής. Έγινε η αφορμή για την ανάπτυξη διαχρονικών αξιών με καθολική αξία που
θα αναβιώσουν αργότερα στη Δυτική Ευρώπη και στις ΗΠΑ και θα αποτελέσουν
στο εξής θεμελιώδες συστατικό στοιχείο των νέων Δημοκρατιών.
Ωστόσο μέσα στους κόλπους της εμπεριείχε πολλές ανισότητες αλλά θα μπορού-
σε άραγε κανείς να αντικρούσει το γεγονός ότι υπήρξε ένα σχολείο νέων ιδεών με
έντονα ανεπτυγμένα τα στοιχεία της αυτοκριτικής και της ευελιξίας των απόψεων,
όπου για πρώτη φορά αμφισβητήθηκε η συγκέντρωση της πολιτικής δύναμης στα
χέρια των λίγων και δημιουργήθηκε μια νέα αντίληψη της κοινωνίας, αυτής που
μετέχουν όλοι για όλους, έχοντας ως μοναδικό σκοπό την αυτοπραγμάτωσή τους,
μέσω της ίδιας της πόλης. Της έννοιας της πόλης όπως την εισήγαγε η αθηναϊκή
δημοκρατία, με την έννοια του «κοινού», του συλλογικού, όπου ο μετέχων στα
πολιτικά είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ενώ αυτός που απέχει ιδιοτελής και δεν
αποτελεί μέρος αυτής.
Πλέον, η έννοια του νόμου θα είναι απόλυτα συνυφασμένη με τη συνειδητή επι-
λογή και αβίαστη υπακοή των πολιτών σε αυτό που θέλουν και θα ταυτίζεται με
το συλλογικό καλό χωρίς να αποτελεί τυφλή και καταναγκαστική πειθαρχiα σε αυ-
τούς πoυ επιβάλλουν τους νόμους.
Η αρχή θα γίνει με το πολίτευμα του Κλεισθένη, όπου επικυρώθηκε η λαϊκή κυρι-
αρχία καθώς και η ισότητα των πολιτικών δικαιωμάτων. Το δεκαδικό σύστημα των
φυλών το οποίο θα εφαρμοστεί στην όλη πολιτική και διοικητική οργάνωση της
πόλης θα αποτελέσει την αρχή για το διαχωρισμό μεταξύ πολιτικού και κοινωνικού
καθεστώτος.
Αυτά όλα τα στοιχεία που συνέθεσαν την πρώιμη μορφή της αθηναϊκής δημο-
κρατίας θα ερευνήσουμε, μέσα από το έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη, αναλύοντας
και παρατηρώντας, εν τη γενέσει τους, τα νέα στοιχεία και τις αξίες που γεννήθηκαν,
τις επιρροές απ’ όπου ξεκίνησε αλλά και τις μεταβολές που δέχτηκε ανά τους αι-
ώνες έως την αναγωγή της στη σύγχρονη εποχή.

Η Καλλιόπη Κεχρή είναι απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας του Πανεπι-


στημίου Αθηνών και κάτοχος μεταπτυχιακού με θέμα «Ιστορική έρευνα, διδακτική και νέες
τεχνολογίες» του Ιονίου Πανεπιστημίου.

25
Κωνσταντίνος Κοσμέας

Η καστοριαδική υποκειμενική διάσταση της αυτονομίας:


κεντρική κανονιστική έννοια στη σύγχρονη πολιτική σκέψη.

Αν με το «μεγάλοι φιλόσοφοι» εννούμε εκείνους τους φιλοσόφους που σε


μια περίοδο όπου η φιλοσοφική σκέψη έχει οδηγηθεί σε τέλμα ανοίγουν νέους
ελπιδοφόρους ορίζοντες και καινούργια πεδία έρευνας και στοχασμού, τότε ο
Κορνήλιος Καστοριάδης είναι μεγάλος φιλόσοφος. Γιατί; Διότι σε μια περίοδο
όπου η Ευρώπη στέκεται αμήχανη μπροστά σε μια ήδη εκπνέουσα, τελεσίδικα
πλέον, νεωτερικότητα και η μεταμοντέρνα κατάσταση έχει θεριέψει μια γενικότερη
απάθεια και ιδιώτευση, ο Καστοριάδης βγαίνει μπροστά, και αρχίζει να μιλάει για
το υποκείμενο –που μέχρι τότε ήταν πεθαμένο («θάνατος του υποκειμένου»)– και
να το επανατοποθετεί στο επίκεντρο της σύγχρονης πολιτικής, φιλοσοφικής και
ψυχαναλυτικής συζήτησης.
Το έργο του Καστοριάδη είναι ασυνήθιστα πολύπλευρο. Δεν θεωρώ ότι είναι όλο
τόσο σημαντικό. Σε πολλά πεδία δεν λέει κάτι καινούργιο. Το σημαντικότερο όμως
στοιχείο της προβληματικής του Καστοριάδη, εκείνο που τον καθιστά μεγάλο φιλό-
σοφο, είναι το παράδειγμά του της αυτονομίας. Όχι αυτή που προβάλλεται συνήθως
δίπλα στο όνομα του Καστοριάδη, το πρόταγμα δηλαδή μιας αυτόνομης κοινωνίας,
αλλά η υποκειμενική διάσταση της αυτονομίας. Η καστοριαδική προσέγγιση της
υποκειμενικής διάστασης της αυτονομίας είναι ασφαλέστερη από οποιοδήποτε
άλλο παράδειγμα (paradigm) αυτονομίας. Και το επίσης σημαντικό είναι ότι αυτό
δεν το αφήνει απλά μόνο στο πλαίσιο του ατόμου αλλά το θέτει και ως παράγοντα
που μπορεί να επηρεάσει και τις σχέσεις αυτού του ατόμου στο πλαίσιο μιας
κοινωνικής και πολιτικής συγκρότησης και το ενσωματώνει ως κριτική δυνατότητα
σε ένα κανονιστικό πολιτικό πρόγραμμα. Παρά τα προβλήματα στο παράδειγμά
του, είναι πάρα πολύ σημαντική η συνεισφορά του αυτή στη μεταμοντέρνα περίοδο
και αξίζει να μελετηθεί, όχι μόνο διότι επιτέλους κάποιος μιλάει για το υποκείμενο
και την αυτονομία του αλλά γιατί το αναδεικνύει και ως κεντρική κανονιστική
έννοια στη σύγχρονη πολιτική σκέψη αλλά και ως συστατικό γνώρισμα μιας
δημοκρατικής πολιτικής.
Μπροστά στο «τέλος των ιδεολογιών» μαζί με το διακηρυγμένο «θάνατο του
υποκειμένου» αλλά και την αποτυχία των σύγχρονων δυτικών δημοκρατιών να εμ-
πνεύσουν εμπιστοσύνη στους πολίτες όπως βλέπουμε τα τελευταία χρόνια, το
έργο του Καστοριάδη βρίθει από επισημάνσεις που ανοίγουν το δρόμο για τη θε-
μελίωση ενός νέου κριτηρίου με βάση το οποίο να μπορούμε να καθορίσουμε τη
δράση αλλά και να επανερμηνεύσουμε τις ίδιες τις βάσεις των σύγχρονων δυτικών
δημοκρατικών κοινωνιών.

26
Ο Κων/νος Κοσμέας κατέχει MSc. στην Πολιτική Επιστήμη και η διατριβή του αφορούσε
το  ζήτημα της  αυτονομίας στον Κορνήλιο Καστοριάδη και τον Jurgen Habermas με
τίτλο «Αυτονομία, Κανονιστική Δράση & Δημόσια Σφαίρα»,

27
Δέσποινα Κοσμοπούλου

Η επικαιρότητα του στοχασμού του Κορνήλιου Καστοριάδη:


Φαντασιακό και πολιτική στην αρχαία ελληνική τραγωδία

Πριν είκοσι χρόνια, ο Κορνήλιος Καστοριάδης κληροδοτεί στη σύγχρονη διανόηση


έναν τρόπο σκέπτεσθαι που εστιάζει στο φαντασιακό και στη συλλογική εμπειρία
ενώ δίνει τη δυνατότητα να γονιμοποιηθεί περαιτέρω η σκέψη: ο καστοριαδικός
λόγος αποτελεί σήμερα ένα είδος λυδίας λίθου που δοκιμάζει την αντοχή της τρα-
γικής υπόστασης του ανθρώπου και της συνύπαρξης του με τον Έτερο.
Εκκινώντας από την επισκόπηση του αρχαίου κόσμου, ο στοχαστής Καστοριάδης
ερευνά σε βάθος τη σχέση του πολίτη με την πόλη και με τους συμπολίτες κατα-
λήγοντας σε ένα πρώτο συμπέρασμα στον τραγικό άνθρωπο-θνητό, όπως παρου-
σιάζεται στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Σε σχετική ομιλία του με τίτλο «Αισχύ-
λεια Ανθρωπογονία και Σοφόκλεια Αυτοδημιουργία του Ανθρώπου», ο Καστοριά-
δης διαχωρίζει το καθήκον της Αντιγόνης σε συνάρτηση με το καθήκον του Κρέοντα
καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι και οι δύο διαπράττουν ύβρη απέναντι στο
κοινωνικό σύνολο, ενώ τόσο η Αντιγόνη όσο και ο Κρέων είναι απόλιδες.
Στη σύντομη παρέμβαση μας θα εστιάσουμε στις αριστοτελικές αρχές:
α) ενότητα του μύθου, β) ιδιότητες του ήθους στην τραγωδία, γ) ο τραγικός ήρωας.
Εξάλλου, με σημειολογικούς λόγους θα προσεγγίσουμε ορισμένα ζητήματα που
απασχολούν τον Κορνήλιο Καστοριάδη και θα προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε
τον φιλοσοφικό λόγο του σε ό,τι αφορά το φαντασιακό, δηλαδή την αναπαράσταση
της συλλογικής κοινωνικής πραγματικότητας. Τέλος, θα εξετάσουμε το ζήτημα της
διαχρονικότητας της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας θέτοντας ορισμένα ερωτήματα
που προάγουν τη διαλεκτική: α) γιατί η αρχαία ελληνική τραγωδία εμπνέει μεγά-
λους διανοητές ανά τους αιώνες όπως ο Κορνήλιος Καστοριάδης, β) μπορούμε να
παραγάγουμε σήμερα νέες μορφές του τραγικού και νέες πιθανότητες; γ) τι θα
συμβούλευε σήμερα ο Κορνήλιος Καστοριάδης τους νέους ερευνητές μέσα σε έναν
πολιτισμό που κατακλύζεται από από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;

Η Δέσποινα Κοσμοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Είναι αριστούχος διδάκτωρ καθώς και μετα-
διδακτορική ερευνήτρια στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Εθνικού Καποδιστριακού Πανε-
πιστημίου Αθηνών. Εξετάζει περαιτέρω το θέατρο μέσα από τη φιλοσοφία που προτείνει η
Σημειολογία. Είναι μέλος και ερευνήτρια του Κέντρου Σημειολογίας του θεάτρου, συνερ-
γάζεται με πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού και αρθρογραφεί στην
Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει γράψει δύο βιβλία που είναι υπό δημοσίευση από τις
εκδόσεις Δρόμων.

28
Γιάννης Κτενάς

Από την ορθολογική γραφειοκρατία του Μαξ Βέμπερ


στην παράλογη γραφειοκρατία του Κορνήλιου Καστοριάδη

Σκοπός της εισήγησης είναι να αναδείξει μια σημαντική πτυχή της καστοριαδι-
κής πραγμάτευσης του γραφειοκρατικού φαινομένου, το οποίο, κατά τη γνώμη του
Καστοριάδη, αποτελεί ένα από τα πλέον κεντρικά προβλήματα των σύγχρονων
κοινωνιών. Η αντιπαραβολή της θεώρησης του φιλοσόφου με αυτή του Μαξ Βέμπερ,
μακριά από το να αποτελεί μια απλή σύγκριση δύο οποιωνδήποτε στοχαστών που
έτυχε να καταπιαστούν με το ίδιο ζήτημα, έχει τον εξής στόχο: να δείξει πώς οι
αναλύσεις των δύο στοχαστών για τη γραφειοκρατία είναι ταυτόχρονα εντυπωσιακά
ίδιες και ριζικά διαφορετικές ή αλλιώς πώς ο Καστοριάδης, πατώντας σε μεγάλο
βαθμό πάνω στις κλασικές αναλύσεις του Βέμπερ για τη γραφειοκρατία και
συμφωνώντας μαζί του σε καίρια σημεία, καταφέρνει εντούτοις να φτάσει σε ένα
συμπέρασμα αντιδιαμετρικά αντίθετο. Έτσι, ενώ ο Βέμπερ βλέπει τη γραφειοκρα-
τία ως τον ορθολογικότερο τρόπο οργάνωσης και διεκπεραίωσης μιας υπόθεσης, ο
Καστοριάδης θεωρεί ότι το βασικό χαρακτηριστικό των γραφειοκρατικών κοινωνιών
είναι οι ενδογενείς παραλογισμοί τους.

Ο Γιάννης Κτενάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1991. Σπούδασε νομικά στο ΕΚΠΑ και στη
συνέχεια πολιτική φιλοσοφία στο Πάντειο, όπου και εκπονεί τη διδακτορική του διατριβή
με θέμα τη σχέση του Μαξ Βέμπερ με τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Είναι αρχισυντάκτης του
πολιτικού και φιλοσοφικού περιοδικού Kaboom.

29
Γιάννης Λαζαράτος

Τέχνη και αυτονομία. Το παράθυρο του Καστοριάδη

Τη χαρακτήρισαν «παράθυρο στον κόσμο». Σφαίρα του πολιτισμού και της αν-
θρώπινης σημείωσης, από τις φιλοσοφικές απαρχές η τέχνη αποτέλεσε θεωρητική
θεματική. Τη χαρακτήρισε «παράθυρο στο Χάος». Ο Κ. Καστοριάδης, λοιπόν,
αισθητικός φιλόσοφος; Κοινωνικός και πολιτικός φιλόσοφος κατεξοχήν, ωστόσο ο
στοχαστής της αυτονομίας –όπως οι συνομιλητές του Πλάτων, Αριστοτέλης, Καντ,
Χέγκελ, Μαρξ– υπήρξε ένας καθολικός φιλόσοφος. Η τέχνη ως εκ τούτου αφορά
στο έργο του με δύο τρόπους. Ως ιδιόμορφο «αντικείμενο» (έργο τέχνης) προς
διαύγαση, στο οποίο ευθέως ο ίδιος αναφέρθηκε· κι ως κάτι το οποίο, με τη δική
του άμεση ή έμμεση θεωρητική συνδρομή, καλούμαστε σήμερα εμείς να το σκεφ-
τούμε με τον δικό μας τρόπο. Η παρούσα ανακοίνωση ανταποκρινόμενη στη δυα-
δική αυτή «προτροπή του επίκαιρου φιλοσόφου», συζητά καταρχάς την ενυπάρχου-
σα στο έργο του φιλοσοφική περί τέχνης θέση του· κατόπιν, με τη συνδρομή της
–αφού πρώτα επιφέρει μια μετατόπιση της οπτικής γωνίας του ζητήματος–, και
οπωσδήποτε με την αρωγή συνολικότερα της κοινωνικής και πολιτικής οντολογίας
του φιλοσόφου (παράλληλα βεβαίως με τη χρήση και άλλων θεωρητικών εργαλείων),
εγκύπτει στο ούτως είναι της σύγχρονης τέχνης ως ιδιαίτερης κοινωνικής περιοχής
(με τη δική της χαρακτηριστική γραμματική), εντοπίζοντας σ’ αυτήν και στο μάγμα
των σημασιών της, ήδη θεσμισμένες, ορισμένες από τις κεντρικές φαντασιακές ση-
μασίες αυτού που ο Καστοριάδης ονόμασε το πρόταγμα της αυτονομίας. Τι ση-
μαίνει αυτό ως προς την πολιτική διάσταση της τέχνης ως σύγχρονου θεσμού; Στο
ερώτημα δίδεται μια σαφής απάντηση.

Ο Γιάννης Λαζαράτος είναι αν. καθηγητής Αισθητικής Φιλοσοφίας & Διασημειωτικής Μετά-
φρασης στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο.
Επίσης, διδάσκει Φιλοσοφία και Μεθοδολογία της Επιστήμης στο Πρόγραμμα Μετα-
πτυχιακών Σπουδών «Επιστήμη της Μετάφρασης» του Ιδρύματος.
Στην πρώτη φάση των διδακτορικών του σπουδών μέλος της τριμελούς συμβουλευτικής
του επιτροπής ήταν ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφορούν
τα βιβλία του, με τίτλο: Τέχνη και Πολυσημία, Αθήνα, 2004, Umberto Eco: Διασημειωτική
Μετάφραση – Μετάφραση και Επιστημολογία, Αθήνα, 2007 και Τέχνη, Φιλοσοφία, Αυτονομία.
Η απελευθερωτική αποδοχή της θνητότητας, Αθήνα, 2011.

30
Γκόλφω Μαγγίνη

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης και η Χάννα Άρεντ


για το αρχαϊκό πολιτικό

Η εισήγησή μας πραγματεύεται τα βασικά σημεία σύγκλισης της πολιτικής


σκέψης του Κορνήλιου Καστοριάδη με εκείνη της Χάννα Άρεντ όσον αφορά τις
καταβολές του πολιτικού στην αρχαϊκή Ελλάδα. Πρόκειται για μια σύγκλιση
που ανεξάρτητα από τις προφανείς διαφορές στη θεώρηση των δύο στοχαστών
αναδεικνύει την ιδιαιτερότητα της αρχαϊκής πολιτικής κληρονομιάς αναβαθμίζοντας
τον ρόλο και τη σημασία σας σε σχέση με ό,τι είναι ευρύτατα παραδεκτό για την
κλασική πόλιν. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης, αφενός, στον πρώτο τόμο της Ελληνικής
Ιδιαιτερότητας (Ce qui fait la Grèce, τ. 1: D’Homère à Héraclite) επαναξιολογεί την
αρχαϊκή κληρονομιά αναδεικνύοντας την κεντρική σημασία της αγοράς για τη
διαμόρφωση της πολιτικής σφαίρας. Η Χάννα Άρεντ, αφετέρου, στο όψιμο έργο
της εστιάζει στην προκλασική καταγωγή του πολιτικού πραγματευόμενη κεντρικές
πρωτοπολιτικές κατηγορίες του αρχαϊκού κόσμου με κύρια αναφορά τον Όμηρο.

Η Γκόλφω Μαγγίνη είναι Καθηγήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Φιλοσοφίας στο Πανεπι-
στήμιο των Ιωαννίνων.

31
Νίκος Μανωλόπουλος

Καστοριάδης και Μωρίς Μερλώ-Ποντύ: η έννοια της θέσμισης

Το 1971, δέκα χρόνια μετά το θάνατο του Μωρίς Μερλώ-Ποντύ, ο Καστοριάδης


δημοσιεύει ένα κείμενο φόρο τιμής στον τελευταίο που φέρει τον τίτλο «Το ρητό
και το άρρητο». Ο Καστοριάδης αναδεικνύει τη σπουδαιότητα της σκέψης του
Μωρίς Μερλώ-Ποντύ που έγκειται στη βασική κίνηση αυτής να μας παραπέμπει
άμεσα «από το περιβάλλον της καθαρής φιλοσοφίας, και σύμφωνα με τις ίδιες
τις αναγκαιότητες της, στη γλώσσα, τη θέσμιση, την κοινωνία, την ιστορία, τον
κόσμο». Η έννοια της θέσμισης πράγματι απασχολεί τον Μωρίς Μερλώ-Ποντύ σε
όλο του το έργο με αποκορύφωμα αυτού του ενδιαφέροντος το μάθημα του στο
Collège de France με τίτλο «L’institution dans l’histoire personnelle et pub-
lique», το ακαδημαϊκό έτος 1954-1955. Στο κείμενο μας θα προσπαθήσουμε να
παρουσίασουμε το πως δομείται αυτή η έννοια της θέσμισης μέσα στη σκέψη του
Μωρίς Μερλώ-Ποντύ και πως ο Καστοριάδης μας βοηθάει στην κατανόηση αυτής
της έννοιας και της σημασίας της για τη φιλοσοφία του Μωρίς Μερλώ-Ποντύ.
Τέλος, με αφορμή αυτό το διάλογο του Καστοριάδη με τη σκέψη του Μωρίς
Μερλώ-Ποντύ θα επιχειρήσουμε και κάποιες γενικότερες σκέψεις για τη σημασία
της θέσμισης στο φιλοσοφικό εγχείρημα του Καστοριάδη.

Ο Νίκος Μανωλόπουλος είναι υποψήφιος διδάκτορας πολιτικής φιλοσοφίας στο τμήμα


Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, απόφοιτος πολιτικών
επιστημών και μεταφραστής.

32
Δημήτρης Μαργαρίτης

Το τέλος του εργατικού κινήματος και η αρχή μιας άλλης


εποχής

Στο κείμενο γίνεται λόγος για την ένταξη του Καστοριάδη στην επαναστατική
ομάδα Κ.Δ.Ε.Ε., που εξέφρασε με τον πιο ακλινή τρόπο τα διεθνιστικά ιδεώδη
του παλαιού εργατικού κινήματος και επισημαίνεται η απροσδόκητη επιβεβαίωση
της θέσης της ομάδας για την ασημαντότητα του ρόλου του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στην
απελεύθερωση της Ελλάδας από την Κατοχή, από τον ίδιο τον αρχηγό του ΚΚΕ,
Νίκο Ζαχαριάδη. Γίνεται αναφορά στον αναστοχασμό του Καστοριάδη για τη
φύση του εκγραφειοκρατισμού του εργατικού κινήματος και για τον σχετισμό μιας
ενδεχόμενης δημιουργίας ενός νέου επαναστατικού κινήματος με το πρόταγμα της
αυτονομίας που δημιούργησε το παλιό εργατικό κίνημα. Εξηγείται η στάση απο-
φετιχοποίησης του Καστοριάδη έναντι της εκπορνεύσεως των εννοιών και σημασιών
του επαναστατικού προτάγματος από την ολοκληρωτική προπαγάνδα που ποζάρει
ως ανατρεπτική. Αναφέρεται η αρνητική στάση ειδικά της ελληνικής Αριστεράς
έναντι της σκέψης του Καστοριάδη και εξηγείται γιατί αυτή δεν θα μπορούσε
να είναι διαφορετική. Επισημαίνονται ορισμένοι προσωπικοί και πολιτικοί λόγοι
της ένταξης του διανοητή στο ψυχαναλυτικό κίνημα καθώς και το ψυχικό ρίζωμα
του πνεύματος του ολοκληρωτισμού. Επισημαίνεται η προδρομική αναγνώριση εκ
μέρους του φιλοσόφου, πολύ πριν από την 11η Σεπτεμβρίου 2001, του ολοκληρωτικού
χαρακτήρα των θεοκρατικών τάσεων που αναβιώνουν στον ισλαμικό κόσμο καθώς
και το φαντασιακό χάσμα του από τη Δύση. Τέλος, αναγνωρίζεται η μοναδικότητα
της κεντρικής συμβολής του Καστοριάδη στη φιλοσοφική σκέψη, της ιδέας περί
φαντασιακής θέσμισης της κοινωνίας, και τίθεται το ερώτημα για τις πιθανές μοί-
ρες της θεωρητικής εργασίας του στους επερχόμενους καιρούς.

Ο Δημήτρης Μαργαρίτης γεννήθηκε το 1964 στο Αγρίνιο όπου και διαμένει με την οικογένειά
του. Εργάζεται στη δημόσια Μέση Εκπαίδευση ως κοινωνιολόγος.
Είναι συγγραφέας των βιβλίων: Ο Κορνήλιος Καστοριάδης και το τέλος του κλασσικού
εργατικού κινήματος (εκδ. Τροπή) και Οι εκλεκτικές συγγένειες των ολοκληρωτισμών.
Κομμουνισμός-Φασισμός-Ναζισμός (εκδ. Τροπή).
Κείμενά του έχουν δημοσιευθεί στο αναρχικό περιοδικό του Αγρινίου Ελευθεριακή Κίνη-
ση, στις αγρινιώτικες εφημερίδες Εβδομάδα και Παναιτωλική, στην αντιεξουσιαστική εφη-
μερίδα Βαβυλωνία και στο περιοδικό The books’ journal. Έχει δώσει ομιλίες για το έργο
του Καστοριάδη σε Αθήνα, Ιωάννινα, Πάτρα και Αγρίνιο.

33
Δήμος Μαρουδής

Η θεωρία της γνώσης στον Καστοριάδη:


Η ριζική φαντασία και η αποσιώπηση της κριτικής δύναμης

Η προσπάθεια του Κορνήλιου Καστοριάδη να διαμεσολαβήσει θεωρητικό και


πρακτικό λόγο μέσω του προγράμματος της ριζικής φαντασίας και της πολιτικής
αυτονομίας, παρά τον αδιαμφίσβητητα καινοτόμο της χαρακτήρα, υιοθετεί μια
αμήχανη στάση στο σημείο του προσδιορισμού της σχέσης φαντασίας και ορθού
λόγου. Η κριτική δύναμη, που στο έργο του Kant εμφανίζεται να υιοθετεί έναν
καθοριστικό ρόλο σε σχέση με την εξασφάλιση της ενότητας του όλου διακυβεύματος,
είναι εμφατικά απούσα από το έργο του Καστοριάδη. Αποτέλεσμα τούτου είναι το
πρόγραμμα της ριζικής φαντασίας ως αντιπρόταση στην ορθολογικότητα να χωλαίνει,
ιδιαίτερα στο σημείο αυτής τούτης της αναγκαίας διαμεσολάβησης φαντασίας και
ορθολογικότητας. Τελικά, θα λέγαμε πως η ενότητα του θεωρητικού διακυβεύματος
της ριζικής φαντασίας στο έργο του Καστοριάδη δεν εξασφαλίζεται και επίσης
αποσιωπάται ένα ολόκληρο πλαίσιο εκφοράς κριτηρίων και αξιολογήσεων. Το έργο
του Έλληνα φιλοσόφου εμφανίζεται να αδυνατεί να αυτονομηθεί από το πλαίσιο της
δυτικής μεταφυσικής στο οποίο αποτιμάται πως ανήκει, δίχως να μπορεί να προ-
καλέσει την επιθυμητή ρήξη με τον μεταμοντέρνο σχετικισμό.

Ο Δήμος Μαρουδής είναι υποψήφιος διδάκτορας κοινωνικής πολιτικής στο Πάντειο Πανε-
πιστήμιο. Ασχολείται με την έρευνα στον χώρο της φιλοσοφίας αλλά και με την ποίηση, τη
ζωγραφική και γενικά με θέματα καλλιτεχνικής δημιουργίας.

34
Θεοφάνης Μελίδης, Ιωάννης Ψωμάκης

Κ. Καστοριάδης & Βυζάντιο:


Μελέτη πάνω στην ιστορικο-φιλοσοφική προσέγγιση του
ελληνικού μεσαίωνα

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης είχε μία συγκεκριμένη άποψη για τη συγκρότηση


της κοινωνίας. Κυρίαρχο στοιχείο της άποψης αυτής αποτελεί η θέσμιση του φα-
ντασιακού. Όροι, όπως αυτονομία, άμεση δημοκρατία και κυριαρχία του νόμου
βρήκαν την έκφραση τους στο κοινωνικοπολιτικό μοντέλο της ελληνικής πόλης-
κράτους και συνέχουν το σύνολο σχεδόν της ιστορικοφιλοσοφικής του σκέψης. Από
την άλλη πλευρά, η προσέγγιση του στοχαστή ως προς τον ελληνικό μεσαίωνα
βρίσκεται στον αντίποδα. Κατά την άποψη του Έλληνα φιλοσόφου, το Βυζάντιο
χαρακτηρίζεται απόλυτα θεοκρατικό, με έντονα τα στοιχεία της ετερονομίας, πρά-
γμα το οποίο διακρίνει τη σκέψη του από αυτή άλλων εκπροσώπων της ελληνικής
διανόησης.
Η ανακοίνωση εστιάζει στην ιστορικοφιλοσοφική προσέγγιση του Καστοριάδη
πάνω στο Βυζάντιο, τον βυζαντινό πολιτισμό και την παράδοση και κυρίως των
φαντασιακών σημασιών που τις χαρακτηρίζει. Είναι, άραγε, κάθετος ο διαχωρισμός
μεταξύ της αυτόνομης φαντασιακής θέσμισης της αρχαιοελληνικής κοινωνίας και
του ετερόνομου θεοκρατικού βυζαντινού μοντέλου; Σε ποιο βαθμό ο Διαφωτισμός
και η γαλλική ακαδημαϊκή κουλτούρα επηρέασαν τη σκέψη του Καστοριάδη πάνω
σ’ αυτό το ζήτημα; Κατά πόσο η καστοριαδική σκέψη συναντιέται και διαχωρίζεται
σε σχέση με εκείνη άλλων διανοούμενων της νεοελληνικής φιλοσοφίας περί συνέχει-
ας ή ασυνέχειας της ελληνικής σκέψης;
Αξονας της μεθοδολογίας που θα ακολουθηθεί στην παρούσα ανακοίνωση είναι
η παράθεση αποσπασμάτων από το έργο του Καστοριάδη που σχετίζονται με τη
βυζαντινή σκέψη και πολιτική παράδοση καθώς και η συγκριτική μελέτη με τις
απόψεις άλλων μελετητών.

Ο Θεοφάνης Μελίδης είναι υποψήφιος διδάκτορας στο τομέα Φιλοσοφίας του τμήματος
Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής & Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ και απόφοιτος του τμήματος Φιλο-
λογίας του Πανεπιστημίου Πατρών.

Ο Ιωάννης Ψωμάκης είναι υποψήφιος διδάκτορας στο τομέα Φιλοσοφίας του τμήματος
Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής & Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ και απόφοιτος των τμημάτων Φιλο-
σοφίας, Παιδαγωγικής & Ψυχολογίας και Θεολογίας του ΕΚΠΑ.

35
Γιώργος Μιχαηλίδης

Εξουσία και Γνώση στον Κ. Καστοριάδη και Μ. Foucault

Στην παρούσα μελέτη, θα προσπαθήσω να δείξω την βαθύτερη υφή του πλέγ-
ματος εξουσίας και γνώσης στον καπιταλιστικό κόσμο μέσα στο έργο του Κ.
Καστοριάδη και την σύγκριση με εκείνου του M. Foucault. O πρώτος υποστηρίζει
ότι το «κοινωνικό φαντασιακό» του μοντέρνου καπιταλιστικού κόσμου είναι η
απεριόριστη επέκταση της ορθολογικής κυριαρχίας. Μέσα από τις διαδικασίες του
καπιταλιστικού συστήματος να δημιουργήσει πολίτες προσαρμοσμένους σε αυτό
αναφορικά με την σχέση τους με την εξουσία και τη κατασκευή αναγκών για αυτούς,
συμβάλει στην δημιουργία ενός πλέγματος κυριαρχίας της δημόσιας σφαίρας από
φαινομενικά τεχνοκρατικούς εξουσιαστές. Οι αρχές παρουσιάζονται ότι κατέχουν
την ειδική γνώση, δικαιολογώντας έτσι την εξουσία τους, και οι κατασκευασμένες
ανάγκες καλύπτονται μέσα από την διαδικασία εργασίας και αμοιβής. Έτσι, το
σύστημα μπορεί να συντηρεί το εαυτό του. O δεύτερος υποστηρίζει ότι η γνώση και
η εξουσία είναι έννοιες συνδεμένες. Η εξουσία έχει την δυνατότητα να πειθαρχεί
στην κοινωνία και η γνώση μέσα από διάφορα επιστημονικά πεδία ενδυναμώνει και
αλληλοεπιδρά με την πρώτη. Η σύγχρονη καπιταλιστική εξουσία βασίζεται στην
οργάνωση και επιτήρηση των ανθρώπων μέσα στον χρόνο και στον χώρο. Μέσα από
τους μηχανισμούς εξέτασης και παρατήρησης των επιστημών παράγεται γνώση και
η γνώση προωθείται ως πολιτική κανονικότητα. Οι δύο περιγραφές βοηθούν στο
να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς του καπιταλιστικού κόσμου και βάσει αυτών
μπορούν ίσως κατανοηθούν καλύτερα σύγχρονα προβλήματα, όπως η κυριαρχία
των τεχνοκρατών στη δημόσια σφαίρα.

O Γιώργος Μιχαηλίδης είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Φ.Π.Ψ. του Πανεπιστημίου
Ιωαννίνων.

36
Αναστασία Οικονόμου

Η άμεση δημοκρατία κατά τον Κ. Καστοριάδη και η εφαρμογή


της σήμερα

Σύμφωνα με τον Κ. Καστοριάδη, δημοκρατικό καλείται το πολίτευμα που επι-


τρέπει την άμεση συμμετοχή των πολιτών σε όλες τις μορφές εξουσίας. Ένα τέ-
τοιο παράδειγμα άμεσης δημοκρατίας έλαβε χώρα τον 5ο αι. π.Χ. στην αρχαία
Αθήνα καθώς και σ’ άλλες ελληνικές πόλεις. Οι σημερινές δημοκρατίες είτε χαρα-
κτηρίζονται «κοινοβουλευτικές» είτε «αντιπροσωπευτικές», στην ουσία είναι φιλε-
λεύθερες ολιγαρχίες, αφού οι ολίγοι λαμβάνουν τις αποφάσεις. Άλλωστε, η έννοια
της αντιπροσώπευσης αποτελεί αρχή ξένη προς τη δημοκρατία (Χώροι του αν-
θρώπου, σ. 190).
Η φιλοσοφία του Καστοριάδη προβάλλοντας το ιδεώδες της άμεσης δημοκρατίας
καθιστά δυνατή την αναζήτηση πρακτικών ως λύση στο σημερινό πρόβλημα. Γι’ αυτό
επιβάλλεται η επανεκτίμηση της αρχαιοελληνικής δημοκρατίας όχι ως προτύπου
προς μίμηση, γιατί περιείχε αδυναμίες, αλλά ως πηγή έμπνευσης και ιδεών.
Το ερώτημα που απασχολεί τη σύγχρονη πολιτική είναι αν η άμεση δημοκρατία
μπορεί να εφαρμοστεί σήμερα ή αποτελεί ένα ουτοπικό ιδεολόγημα. Ο φιλόσοφος
ισχυρίζεται ότι ακόμα και σε υπερμεγέθεις κοινωνίες η άμεση δημοκρατία είναι ε-
φικτή. Για παράδειγμα ο θεσμός του δημοψηφίσματος, χωρίς να αποτελεί το ιδεώδες
της άμεσης δημοκρατίας, είναι ένας τρόπος να συμμετέχει ο λαός άμεσα στη λήψη
πολιτικών αποφάσεων, αρκεί να γνωρίζει τι καλείται να αποφασίσει. Επιπλέον, η ά-
μεση δημοκρατία θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην τοπική αυτοδιοίκηση, όπου
έχουμε να κάνουμε με μικρότερες διαστάσεις κοινοτήτων.
Τέλος, άμεση δημοκρατία δεν σημαίνει ότι ο λαός ασκεί εξ ολοκλήρου την εξουσία,
αλλά ότι ακόμα και σ’ αυτήν, υπάρχουν αρχές, πολίτες δηλαδή, οι οποίοι έχουν μια
αποστολή ορισμένης χρονικής διάρκειας. Συνεπώς, θα πρέπει να υπάρχει ανάθεση
των κοινών υποθέσεων και όχι εκλογή μη ανακλητών ανά πάσα στιγμή εκπροσώπων
(Οι ομιλίες στην Ελλάδα, σ. 129).

Η Αναστασία Οικονόμου γεννήθηκε το 1973 στην Αθήνα. Είναι διδάκτωρ του Εθνικού Καπο-
διστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα διατριβής: «Οι επιδράσεις του Αριστοτέλους στο
έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη» και βαθμό «Άριστα». Έχει πραγματοποιήσει εισηγήσεις
σε συνέδρια και ημερίδες με θέματα που αφορούν στη φιλοσοφία του Αριστοτέλους
και του Κ. Καστοριάδη, διαλέξεις στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο Αθηνών και δημοσιεύσεις σε
επιστημονικά περιοδικά. Είναι κάτοχος Proficiency Cambridge και Sorbonne II και γνωρίζει
ιταλικά και βουλγαρικά σε ικανοποιητικό βαθμό. Εργάζεται ως φιλόλογος στο Μουσικό
Σχολείο Αθηνών, είναι έγγαμη και μητέρα δύο ανήλικων τέκνων.

37
Γιώργος Ν. Οικονόμου

Επινοώντας ξανά την πολιτική

Η συμβολή του Κορνήλιου Καστοριάδη

Η απόληξη των κομμουνιστικών κρατών σε ανελεύθερα και ολοκληρωτικά κα-


θεστώτα δηλώνει με εμφατικό τρόπο την αποτυχία της μαρξικής-μαρξιστικής
θεωρίας που αποτέλεσε την επίσημη ιδεολογία τους καθώς και το ιδεώδες της
παγκόσμιας Αριστεράς. Από την άλλη, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, και
ιδιαιτέρως οι χρεοκοπίες ευρωπαϊκών χωρών, αναδεικνύουν με χαρακτηριστικό
τρόπο την αποτυχία του αντιπροσωπευτικού συστήματος στις συνθήκες του νεοφι-
λελεύθερου καπιταλισμού. Από αυτές τις αρνητικές εμπειρίες αναδεικύεται η ανά-
γκη για ένα άλλον προσανατολισμό και μία άλλη πολιτική. Στοιχεία μιας τέτοιας
πολιτικής βρίσκονται, κατά τη γνώμη μου, στο έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη.
Η κριτική του τόσο στα κομμουνιστικά καθεστώτα και την μαρξική ιδεολογία
όσο και στον καπιταλισμό και την αστική αντιπροσώπευση συμβαδίζει με την πρό-
ταση μιας άλλης κοινωνίας, αυτόνομης και δημοκρατικής. Μετά από μία σύντομη
παρουσίαση του ορισμού της δημοκρατίας, το κύριο αντικείμενο της εισήγησής
μου είναι η αναζήτηση μιας δημοκρατικής πολιτικής. Βασικό στοιχείο της είναι η
αντιμετώπιση της κύριας διαίρεσης στην κοινωνίας ανάμεσα σε διευθύνοντες και
εκτελεστές, ανάμεσα σε αυτούς που λαμβάνουν τις αποφάσεις και σε αυτούς που
εκτελούν – το ζήτημα αυτό διατρέχει το έργο του Καστοριάδη. Συμπληρωματικό
στοιχείο είναι η προτεραιότητα της πολιτικής έναντι της οικονομίας, της επιστήμης
και της ηθικής.
Με βάση τα στοιχεία αυτά συγκροτείται μέσα από το καστοριαδικό έργο
μια αντίληψη περί πολιτικής που διαφοροποιείται αφ’ ενός από την ισχύουσα
φιλελεύθερη των εκλογών, των κομμάτων και της αντιπροσώπευσης, αφ’ ετέρου
από την δογματική μαρξική-μαρξιστική, καθώς και από κάθε αριστερή αντίληψη.
Αυτή έχει ως βάση ένα κοινωνικό κίνημα στηριγμένο στην αυτόνομη δράση των
ανθρώπων και ως στόχο την αλλαγή στη θέσμιση της κοινωνίας, την αναδιανομή της
εξουσίας και τη διάχυσή της στην κοινωνία, ώστε η τελευταία να γίνει η θεσμίζουσα
εξουσία.

O Γιώργος Ν. Οικονόμου είναι Διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και


συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, Η αποτυχία του ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Πλαίσιο για μια νεα πολιτική δράση (2016), κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εξάρχεια.

38
Μιχάλης Πάγκαλος

Από τον Κορνήλιο Καστοριάδη στον Άλασνταιρ Μακιντάιρ


και τον Τσαρλς Ταίυλορ: η ηθική ως προϋπόθεση του δημο-
κρατικού αυτοπεριορισμού (autolimitation).

Στο τελευταίο βιβλίο του (Les avenues de la foi), o σπουδαίος καναδός φιλόσο-
φος Τσαρλς Ταίυλορ μιλά για την ανάγκη μιας υπέρβασης του εργαλειακού ορ-
θολογισμού, αλλά και της διαδικασιακής φιλοσοφίας των «καθολικών κανόνων».
Αναφερόμενος στη δυνατότητα να υπάρξει ένα «βλέμμα» αλληλεγγύης και αγά-
πης, πέρα, ακριβώς, από τους καθολικούς κανόνες, ο Ταίυλορ προτείνει μια
απελευθέρωση από της επιβολή της κυρίαρχης κουλτούρας και μιλά για το βλέμμα
ενός καλλιτέχνη ή ενός αληθινού χριστιανού που μπορεί να δει τον άλλο άνθρωπο ως
ανεπανάληπτο δημιούργημα του Θεού, περνώντας από την ηθική ενόραση στην
ηθική πράξη.
Στο Μετά την ηθική, ο Άλασνταιρ Μακιντάιρ, αναζητούσε επίσης μια υπέρβαση
των καντιανών καθολικών κανόνων προκειμένου να μιλήσει για την ηθική. Για τον
Μακιντάιρ η έννοια που χρειάζεται η ηθική είναι η αριστοτελική έννοια της αρετής.
Χωρίς την αρετή και τον χαρακτήρα δεν μπορεί να θεμελιωθεί καμιά ηθική. Η
κυρίαρχη κουλτούρα απαγορεύει αυτήν την ηθική θέαση και επιβάλλει, αντίθετα,
τη συμπεριφορά του μάνατζερ, του ψυχαναλυτή και του εστέτ. Ο δημοκρατικός
αυτοπεριορισμός φαίνεται να είναι αδύνατος μέσα στην κυρίαρχη κουλτούρα.
Είναι γνωστό ότι ο Κορνήλιος Καστοριάδης είναι ο εισηγητής της θεωρίας της
«φαντασιακής θέσμισης» και ταυτόχρονα του δημοκρατικού αυτοπεριορισμού.
Γνωρίζουμε επίσης ότι η φαντασιακή θέσμιση μάς παρέχει την αναγκαία αυτοκριτι-
κή βαθμίδα ώστε να μην είναι η ερμηνεία του εαυτού μας και του κόσμου η απλή
αντανάκλαση της παρούσας οργάνωσης της κοινωνίας, αλλά να οδηγούμαστε πέρα
από την αέναη επανάληψη του «ίδιου» σε μια αλλαγή οπτικής για τον εαυτό
μας και τον κόσμο. Η απόκρυψη του φαντασιακού και του κοινωνικού ιστορικού
ανάγει την «ιστορία στην επανάληψη» και παρουσιάζει αυτήν την επανάληψη ως
καθορισμένη «από ένα αλλού, λογικό ή οντολογικό» (Η Φαντασιακή Θέσμιση της
Κοινωνίας, σ. 289).
Μέσα από μια συγκριτική ανάγνωση, θα συζητήσουμε τις συγκλίσεις και τις
αποκλίσεις των τριών αυτών προσεγγίσεων του Ταίυλορ, του Μακιντάιρ και του
Καστοριάδη, καθώς και την ενδεχόμενη γονιμότητα μιας συνθετικής οπτικής για το
ζήτημα του δημοκρατικού αυτοπεριορισμού.

Ο Μιχάλης Πάγκαλος γεννήθηκε το 1970 στην Αθήνα. Σπούδασε φιλοσοφία και υποστήριξε
τη διδακτορική του διατριβή τον Ιούλιο του 2003 στο Παρίσι (E.H.E.S.S.), υπό την εποπ-
τεία του Vincent Descombes. Από το 2007 εργάζεται ως φιλόλογος στη μέση εκπαίδευση.
Δίδαξε, παράλληλα, φιλοσοφία στο ΕΑΠ κατά τα έτη 2006-2017. Έχει ασχοληθεί με ζητή-
ματα ηθικής και βιοηθικής, αναλυτικής φιλοσοφίας, πολιτικής φιλοσοφίας, φιλοσοφίας της

39
πράξης και φιλοσοφίας της λογοτεχνίας, και έχει δημοσιεύσει άρθρα στα περιοδικά Νέα
Εστία, Σύναξη, Cahiers d’études lévinassiennes κ.ά. Μετέφρασε, μεταξύ άλλων, τα βιβλία,
α) Τσαρλς Ταίυλορ, Οι δυσανεξίες της νεωτερικότητας, Κριτική 2006, β) Εμμανουήλ Λεβι-
νάς, Ελευθερία και Εντολή, Εστία 2007 και γ) Μυριάμ Ρεβώ Ντ’ Αλλόν, Ο συμπονετικός άν-
θρωπος, Εστία 2013 και της ίδιας, Γιατί δεν αγαπάμε τη δημοκρατία, Εστία 2016.

40
Ευάγγελος Παπαδημητρόπουλος

Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα:
Από το καστοριαδικό πρόταγμα της ατομικής και συλλογικής
αυτονομίας στην οικονομία των Κοινών.

Ο σκοπός της προτεινόμενης εισήγησης είναι η ανάδειξη της επικαιρότητας


της πολιτικής σκέψης του Κορνήλιου Καστοριάδη σήμερα. Συγκεκριμένα, θα πα-
ρουσιάσω τα κοινά σημεία της πολιτικής φιλοσοφίας του Καστοριάδη με την
ανάδυση στις τελευταίες δεκαετίες μιας μετα-καπιταλιστικής οικονομίας με τη
μορφή των Συνεργατικών Κοινών. Θα ξεκινήσω συνοψίζοντας την καστοριαδική
θεωρητικοποίηση του περιεχομένου του σοσιαλισμού, όπως αποκρυσταλλώθηκε
στο πρόταγμα της ατομικής και συλλογικής αυτονομίας, το οποίο ανέπτυξε αρχικά
ο Καστοριάδης στο περιοδικό Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα (1949-1965) και εξέλιξε
στο ύστερο έργο του. Στη συνέχεια θα εξετάσω τα σημεία συμβατότητας του κα-
στοριαδικού προτάγματος με την αναδυόμενη οικονομία των Κοινών σήμερα. Θα
δείξω ότι, παρά τις σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, η ανάδυση της οικονομίας των
Κοινών απηχεί το καστοριαδικό πρόταγμα της ατομικής και συλλογικής αυτονομί-
ας πολλαχώς, τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο. Θα ολοκληρώσω την παρουσίασή
μου με μια σειρά από προτάσεις που έχουν αναπτυχθεί από διάφορους στοχαστές
και οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα γόνιμο έδαφος διαλόγου για την
περαιτέρω ανάπτυξη της οικονομίας των Κοινών και την ενδεχόμενη υλοποίηση
του καστοριαδικού οράματος για τη δημιουργία μιας πιο ελεύθερης και δίκαιης
κοινωνίας.

Ο Ευάγγελος Παπαδημητρόπουλος είναι κάτοχος διδακτορικού στην πολιτική φιλοσοφία


με τίτλο «Ορθολογική κυριαρχία και ελευθερία στο έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη»
(Πανεπιστήμιο Κρήτης). Έχει εργαστεί ως φιλόλογος σε φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης
από το 2007 μέχρι το 2014. Έκτοτε εργάζεται ως συντάκτης σε μια εταιρεία που βασίζεται
στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας.

41
Αντώνης Παπαμανώλης

Το Αρχιτεκτονικό Φαντασιακό της Ψηφιακής Εποχής


- Μια Υπολογιστική Αντίληψη της Παραγωγής του Χώρου

Η παρούσα εισήγηση προτείνει την προσέγγιση της σκέψης του Κορνήλιου Κα-
στοριάδη σε συνάρτηση με την «ψηφιακή στροφή» της σύγχρονης αρχιτεκτονικής
κουλτούρας, με σκοπό την ανίχνευση ενός «μετα-κώδικα» αρχιτεκτονικής θεωρίας
για την ψηφιακή εποχή. Κεντρικό στοιχείο της στροφής αυτής είναι η παραδοχή ότι
τα ψηφιακά μέσα τα οποία χρησιμοποιούνται στην διαδικασία της αρχιτεκτονικής
σχεδίασης επηρεάζουν την φύση του παραγόμενου αρχιτεκτονικού χώρου. Το γεγο-
νός αυτό εγείρει ευρύτερα ερωτήματα οντολογικής φύσεως και μεταφυσικών προ-
εκτάσεων σχετικά με την θέση και τον ρόλο της σύγχρονης αρχιτεκτονικής εντός
της ευρύτερης πραγματικότητας της «Ψηφιακής Εποχής». Μπορούν να σταχυολο-
γηθούν ποικίλες απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, οι οποίες εκτείνονται από
πρακτικές μεθοδολογίες προσεγγίσεις έως θεωρητικά πλαίσια και ιδεολογικά μανι-
φέστα. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης εισήγησης, εστιάζουμε σε δυο αλληλένδετα
στοιχεία. Αφενός στον ρόλο της αρχιτεκτονικής ως φορεά και εκφραστή ευρύτερων
κοινωνικών και πολιτικών προταγμάτων. Αφετέρου στην υπόθεση ότι το ψηφιακό
στοιχείο επιτρέπει την ερμηνεία της αρχιτεκτονικής σκέψης – ως μια υπολογιστική
γλώσσα. Μέσω αυτής της ερμηνείας-μετάφρασης, υποστηρίζεται ότι το «ψηφιακό»
συμμετέχει στην διαμόρφωση της αρχιτεκτονικής πρότασης, αντί να περιορίζεται
στην αποτύπωση μιας προαποφασισμένης μορφής. Κατ’ επέκταση, το ψηφιακό
στοιχείο επηρεάζει και τον προαναφερθέντα κοινωνικό και πολιτικό ρόλο της
αρχιτεκτονικής. Υποστηρίζεται ότι οι ψηφιακά παραγόμενες αρχιτεκτονικές μορφές,
είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν και ως ενσαρκώσεις του πνεύματος μιας ψηφι-
ακής εποχής. Επιπλέον, η μετάφραση της αρχιτεκτονικής σκέψης σε μια ψηφιακή
γλώσσα, η οποία διέπεται από λογικούς-υπολογιστικούς κανόνες, μπορεί να παραλ-
ληλιστεί τόσο με την «αποστολή του μοντερνισμού» όσο και με τη «γλωσσική
στροφή», έννοιες οι οποίες συναντώνται στο φιλοσοφικό σύστημα του Jurgen
Habermas. Σε αυτό το πλαίσιο υποστηρίζεται ότι η κριτική οπτική και έννοιες της
καστοριαδικής θεωρητικοποίησης επιτρέπουν να φωτιστούν οι πτυχές εκείνες της
σύγχρονης αρχιτεκτονικής οι οποίες ενώ δεν μεταφράζονται σε ψηφιοποιήσημα
μεγέθη, δεν θα ήταν λογικό να μη ληφθούν υπόψη στην ευρύτερη διαλεκτική σχε-
τικά «ψηφιακή στροφή» της αρχιτεκτονικής.

Ο Αντώνης Παπαμανώλης γεννήθηκε στην Ουαλία της Μεγάλης Βρετανίας το 1983. Έζησε
και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πανεπιστημίου
Πατρών και υποψήφιος διδάκτωρ στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου
Πατρών, όπου εκπονεί διατριβή με θέμα «Ψηφιακά Μέσα Σχεδίασης και Αρχιτεκτονική
Διαπαιδαγώγηση – Προς μια Ερμηνευτική Προσέγγιση της Εισαγωγής των Υπολογιστικών
Εργαλείων Σχεδιασμού στην Διαδικασία της Αρχιτεκτονικής Εκπαίδευσης». Παράλληλα
εργάζεται ως Αρχιτέκτονας Μηχανικός και βοηθός καθηγητή.

42
Γιάννης Περπερίδης

Το σπέρμα της αλλαγής: Η εισβολή του «α-νόητου»

Το έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη διέπεται από την θεώρησή του περί της
συνεχούς ανθρώπινης δημιουργίας, αναδημιουργίας και αναθέσμισης, δηλαδή, της
συνεχούς αλλαγής. Η αλλαγή αυτή, όμως, δεν αποτελεί επινόηση ενός ατόμου ή
μίας ομάδας ατόμων και επιβολή, στους υπόλοιπους, ριζοσπαστικών στοιχείων
με στόχο την διαμόρφωση της κοινωνίας με τον τρόπο που την επιθυμούν οι πρώ-
τοι. Αντιθέτως, ο Καστοριάδης αναφέρεται στην αλλαγή μέσα από το πλαίσιο του
κοινωνικού φαντασιακού. Καμία αλλαγή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί εάν
δεν υπάρχει πρόσφορο έδαφος γι’ αυτήν στο κοινωνικό φαντασιακό μιας κοι-
νωνίας. Προκειμένου, όμως, να υπάρξει αυτό το υπόβαθρο για την αλλαγή στο
εσωτερικό του κοινωνικού φαντασιακού, κάτι λαμβάνει χώρα το οποίο ο Καστο-
ριάδης ονομάζει «εισβολή του α-νόητου». Έτσι η εισβολή αυτή καθίσταται πολύ
σημαντική καθώς μέσα από αυτήν μπορεί το φαντασιακό να φτάσει στην αμφι-
σβήτηση του ήδη θεσμισμένου κόσμου. Η δημοκρατία και η φιλοσοφία, δύο
έννοιες αλληλένδετες για τον Καστοριάδη, αποτελούν την επιτομή του κριτικού
βλέμματος απέναντι στον ήδη υπάρχοντα κόσμο – υλικό κόσμο αλλά και σημασιών.
Η σημαντικότητά τους για την συνολική κίνηση της ιστορίας έγκειται στο γεγονός
ότι μέσω της κριτικής που αυτές επιφέρουν, τα μάγματα σημασιών των κοινωνιών
μεταβάλλονται. Αν, όμως, η μεταβολή του μάγματος σημασιών πραγματοποιείται,
σύμφωνα με τα λόγια του Καστοριάδη μέσω της εισβολής του α-νόητου, τότε η
έννοια της τελευταίας χρειάζεται να μελετηθεί σε βάθος προκειμένου να αποτε-
λέσει τη βάση για τις συζητήσεις περί αναθέσμισης και αλλαγής. Η εισήγηση θα
στραφεί προς την επεξήγηση της έννοιας αυτής ως προϋπόθεσης της αλλαγής.

Ο Γιάννης Περπερίδης είναι μεταπτυχιακός φοιτητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο


Ιωαννίνων.

43
Μιχάλης Πετρίδης

Excursus: Δημοκρατία - Η Αναζήτηση της Νεωτερικής


περιπέτειας μιας αρχαιοελληνικής λέξης και ο διάλογος
με την σκέψη του Κορνήλιου Καστοριάδη
«γιατί δημοκρατία σήμερα πραγματικά δεν υπάρχει πουθενά
– υπάρχουν το πολύ φιλελεύθερες ολιγαρχίες σε ορισμένες χώρες»
Κ. Καστοριάδης, To πρόβλημα της Δημοκρατίας σήμερα

Γιατί μια τόσο πασιφανέστατη θέση για τον Καστοριάδη ηχεί τόσο άσχημα στα
ώτα των σύγχρονων ανθρώπων; Πως και γιατί εδώ και περισσότερο από 150 χρό-
νια η λέξη «Δημοκρατία» έχει γίνει σήμα κατατεθέν για το πολιτικό λεξιλόγιο των
σύγχρονων κοινωνιών με αποτέλεσμα να την επικαλούνται ακόμα κι εκείνοι που εξ
αρχών την απορρίπτουν;
Το ζήτημα γίνεται ακόμα πιο περίπλοκο και πολυσύνθετο εάν εξεταστεί υπό
το πρίσμα της Ιστορίας των Ιδεών. Αν μελετήσουμε τις πολιτικές διεργασίες που
λαμβάνουν χώρα τον 18ο αιώνα (Εποχή των Επαναστάσεων), βλέπουμε ότι στον
Δυτικό κόσμο η προσπάθεια για την εξ-εύρεση του καλύτερου των πολιτευμάτων
οδηγεί στην πλήρη απόρριψη της Δημοκρατίας ως «επικίνδυνου και βλαβερού»
καθεστώτος και στην υιοθέτηση μιας σύγχρονης εκδοχής της Ρωμαϊκής Res Publica
(βλ. American Republic, République Française) ως το πολίτευμα-πρότυπο. Στις ΗΠΑ
η «Δημοκρατία» ταυτίζεται με την «Οχλοκρατία» (Mobocracy) και στην Γαλλία το
επίθετο «Démocrate» αποτελεί στην ουσία την χειρότερη κατηγορία-βρισιά στα
χείλη των αντιπροσώπων στην Convention nationale ενάντια σε όσους είχαν «ριζο-
σπαστικές» θέσεις.
Αν κάνουμε τώρα ένα ιστορικό-νοητικό άλμα στον 20ό αιώνα, θα παρατηρήσου-
με έκπληκτοι πως παρ’ όλο που τα πολιτεύματα δεν έχουν αλλάξει δραστικά, πλέον
όχι μόνο αυτοαποκαλούνται «Δημοκρατικά» (!) αλλά και το κατεστημένο γενικό-
τερα παρουσιάζεται ως υποστηρικτής, θιασώτης και διαδότης της «Δημοκρατίας».
Ποια είναι λοιπόν αυτά τα γεγονότα που σκιαγραφούν την οικειοποίηση εκ μέ-
ρους του συστήματος της λέξης «Δημοκρατία» η οποία πλέον θα απαγκιστρωθεί
από το πολιτειακό της περιεχόμενο και θα ταυτιστεί κομφουζιονιστικά με ό,τι κατά
το δοκούν ευνοεί την προπαγανδιστική αναπαραγωγή του κατεστημένου; Τι είχε
συμβεί στο μεσοδιάστημα και η «Δημοκρατία» αποφορτίστηκε από το τόσο μεγάλο
αρνητικό περιεχόμενο που είχε και έγινε το νέο όνομα της Νεωτερικής Res Publica;
Σκοπός της ομιλίας θα είναι όπως «φωτίσει» και συζητήσει τα πιο πάνω
ζητήματα σε σύζευξη με το κείμενο του Κορνήλιου Καστοριάδη «Αρχαίο Ελληνικό
και Νεότερο Πολιτικό Φαντασιακό».

44
Ο Μιχάλης Πετρίδης είναι απόφοιτος Μεταπτυχιακού Προγράμματος στην «Κοινωνική
και Πολιτική Θεωρία» του Πανεπιστημίου Κύπρου και μέλος της Φιλοσοφικής Εταιρείας
Κύπρου. Βρίσκεται σε διαδικασία προετοιμασίας διδακτορικής πρότασης με τίτλο «Δημο-
κρατία: Η Νεωτερική περιπέτεια μιας αρχαιοελληνικής λέξης».

45
Κωνσταντίνος Ράντης

Η κριτική του Καστοριάδη στην ψυχανάλυση ως επιστήμη

Στο έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη η ψυχανάλυση διαδραματίζει έναν πολύ


σημαντικό ρόλο και, ειδικά, σε σχέση με το πρόταγμα «κοινωνία και ψυχανάλυση».
Ήδη από τη δεκαετία του ’60 άσκησε κριτική στην ψυχανάλυση ως επιστήμη
εστιάζοντας στην ιδιαιτερότητά της ως «πρακτικο-ποιητική δραστηριότητα» και
την αδυνατότητα να υπαχθεί αυτή υπό το τετριμμένο γνωσιοθεωρητικό status είτε
μιας φυσικοεπιστημονικής είτε μιας ερμηνευτικής επιστημονικής θεωρίας. Η κριτική
αυτή δεν άντεξε απλώς στον χρόνο, αλλά επιβεβαιώνεται σε σύγχρονες θεωρήσεις
της ψυχανάλυσης ως «αυτοποίησης» που επικεντρώνουν στη «μη περατότητά» της
και τον «πολυπαραδειγματισμό» της καθιστώντας την επίκαιρη.

Ο Κωνσταντίνος Ράντης (γεν. 1963) είναι Dr. Phill. του Πανεπιστημίου Albert-Ludwig-Univer-
sität Freiburg im Br. Σπούδασε φιλοσοφία, κοινωνιολογία, ψυχολογία και παιδαγωγική στην
Αθήνα και στο Freiburg im Br. Δίδαξε φιλοσοφία στην Padagogische Hochschule Freiburg im Br.,
κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και κριτική θεωρία στο Τμήμα Κοινωνιολογίας
του Παντείου Πανεπιστημίου. Σήμερα είναι Αναπληρωτής Καθηγητής «Ιστορίας της Φιλο-
σοφίας» στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

46
Αλέξανδρος Ράπτης

Η Φαντασιακή Θέσµιση της Κοινωνίας


των Reality Shows: Η Περίπτωση του Survivor

«Το φαντασιακό ... είναι δηµιουργία ακατάπαυστη και ουσιαστικά ακαθόριστη


(δηµιουργία κοινωνικο-ιστορική και ψυχική) µορφών/εικόνων (...) ό,τι αποκαλούµε
“πραγµατικότητα” και “ορθολογικότητα” αποτελούν έργο του» (Η Φαντασιακή Θέσμιση
της Κοινωνίας, σ. 14). Η ιστορία είναι «ποίησις, όχι µιµητικό ποίηµα» (στο ίδιο).
Ο άνθρωπος δηµιουργεί κοινωνίες, θεσµούς, αξίες, που συνθέτουν ένα µάγµα κοι-
νωνικών φαντασιακών σηµασιών και υπόκεινται σε διαρκή αναδιαµόρφωση. Ο καπι-
ταλισµός αποτελεί µια από αυτές τις φαντασιακές δηµιουργίες, µε το πρόταγµα της
επικράτησης του ορθού λόγου, στον οποίο προσδίδεται η φαντασιακή σηµασία της υλι-
κά µετρήσιµης ανθρώπινης ευηµερίας.
Αλλαγές λαµβάνουν χώρα και στο εσωτερικό του καπιταλιστικού µορφώµατος.
Κατά τη δεκαετία του 1980, µε πρωτεργάτες τη Θάτσερ και τον Ρέιγκαν, νέες φα-
ντασιακές σηµασίες δόθηκαν σε αυτό που ονοµάστηκε νεοφιλελεύθερος καπιταλισµός.
Οι πολιτικοί φραγµοί εξουθενώθηκαν και η αγορά είχε την ελευθερία να δρα «ανε-
νόχλητη». «Ο πληθυσµός σχεδόν στο σύνολο του συµµετέχει σ’ αυτό. Κρυουλιάρικα
αναδιπλωµένος µέσα στην ιδιωτική του σφαίρα ικανοποιείται µε άρτο και θεάµατα»
(συνέντευξη του Καστοριάδη στον Marc Weitzmann, περιοδικό L’autre journal).
Μια νέα πραγµατικότητα αναδύθηκε στο καπιταλιστικό φαντασιακό: η κοινωνία του
θεάµατος.
Ποιο είναι το υποκείµενο αυτής της νέας πραγματικότητας, πώς δηµιουργείται και
συντηρείται; Βασικό επιχείρηµα της έρευνας είναι ότι το καπιταλιστικό υποκείµενο δια-
µορφώνεται σύµφωνα µε τους νόµους της ελεύθερης αγοράς, µεταξύ άλλων, µέσω της κοι-
νωνίας του θεάµατος.
Αρχικά, θα αναλυθεί η φιλοσοφία του Καστοριάδη στο πλαίσιο του νεοφιλελεύθε-
ρου καπιταλισµού στοχεύοντας στην ανάδειξη του νέου υποκειµένου της φαντασιακής
καπιταλιστικής πραγµατικότητας στο επικαιροποιηµένο ελληνικό Survivor.
Η νέα φαντασιακή πραγµατικότητα εισάγει µια οντολογία, όπου ο άνθρωπος απο-
δέχεται την ανταγωνιστική του φύση και την αδυναµία του να έχει οποιονδήποτε έλεγ-
χο τόσο πάνω σε αυτήν, όσο και στο περιβάλλον της ελεύθερης αγοράς, προκαλώντας
µια γενικευµένη απάθεια. Μέσω του Survivor, η πραγµατικότητα αυτή διαµορφώνει
ολοκληρωτικά τον κοινό νου, ώστε να πετύχει τον ολοκληρωτικό θρίαµβο του καπιταλι-
στικού φαντασιακού.
Η έρευνα αυτή αποσκοπεί στην ένταξή της σε έναν διάλογο κατανόησης και κριτικής
του σύγχρονου καπιταλισµού µέσω επίκαιρων φαινόµενων στο πλαίσιο της φαντασια-
κής κοινωνικής αναδιαµόρφωσης.

O Αλέξανδρος Ράπτης είναι μεταπτυχιακός φοιτητής του τµήµατος Πολιτικών Επιστηµών


(Α.Π.Θ) στην κατεύθυνση Πολιτικής Φιλοσοφίας και Θεωρίας.

47
Ελένη Ρούμκου

Δημοκρατία και ανθρώπινα δικαιώματα στη σκέψη


του Καστοριάδη και συγχρόνων του στοχαστών

Η κατανόηση της σύγχρονης πολιτικής οδήγησε τους περισσότερους στοχαστές


σε μια ενδελεχή ανάλυση της δημοκρατίας επανατοποθετώντας το ζήτημα των
ανθρώπινων δικαιωμάτων στον γενικό ορίζοντα μιας πολιτικής οντολογίας της
κοινωνίας. Προς την κατεύθυνση αυτή, η πολιτική προσέγγιση των σχέσεων δημο-
κρατίας και ανθρώπινων δικαιωμάτων φαίνεται ο πλουσιότερος και παραγωγικό-
τερος τρόπος για να αναδειχθούν οι πολλές πτυχές του θέματος, στον βαθμό που τα
ανθρώπινα δικαιώματα και η δημοκρατία μοιράζονται την ίδια λογική, είναι συμ-
βατά, η φύση και η δυναμική τους αντιτίθενται με έναν περισσότερο ή λιγότερο
ριζοσπαστικό τρόπο. Οι φιλελεύθερες θεωρίες της δικαιοσύνης –ακριβέστερα οι
σύγχρονες εκδοχές τους– απεικονίζουν ως επί το πλείστον την πρώτη θέση, εφόσον
η πρακτική είναι να ορίσουν τη δημοκρατία ως έναν τύπο πολιτικής οργάνωσης που
στοχεύει στην πιο ικανοποιητική υλοποίηση μιας καθολικής και ισότιμης αντίληψης
των ατομικών δικαιωμάτων. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει η προσέγγιση του
θέματος από άλλες οπτικές γωνίες, θεωρώντας για παράδειγμα τη δημοκρατία όχι
μόνο ως ένα ιδεώδες αλλά επίσης ως καθεστώς, με την ευρεία έννοια του όρου.
Σκοπός μας θα είναι να απεικονίσουμε την προσέγγιση του θέματος των σχέσεων
δημοκρατίας και ανθρώπινων δικαιωμάτων στη σκέψη του Καστοριάδη και
συγχρόνων του στοχαστών, όπως ο Lefort, ο Gauchet και ο Manent. Για τον Lefort τα
ανθρώπινα δικαιώματα ήταν κίνητρο για έναν πολύ περίπλοκο προβληματισμό. Ο
Gauchet και ο Manent είδαν εκεί ένα κεντρικό ζήτημα για να σκεφτούν τη σύγχρονη
δυναμική, παρόλο που ήταν πιο επιφυλακτικοί για τις συνέπειες μιας πολιτικής
επικεντρωμένης στο δίκαιο. Ο Καστοριάδης είναι ταυτόχρονα πιο σαφής και πιο
κριτικός. Επιπλέον, η ανάλυση της δημοκρατίας ως καθεστώτος θα προσδιορίσει τη
σκέψη των στοχαστών αυτών, οι οποίοι, με διαφορετικό τρόπο, επανασυνδέθηκαν
με μια κλασική αντίληψη του πολιτικού ως θέσμιση νοήματος. Η δημοκρατία δε
θεωρείται μόνο ως ένα σύνολο αφηρημένων αρχών, θεσμίσεων και διαδικασιών που
εμπίπτουν σε μια περιορισμένη σφαίρα της κοινωνίας, αλλά μάλλον ως μια μορφή
παγκόσμια και θεσμοθετημένη του ανθρώπινου κόσμου. Αυτή η παγκόσμια μορφή
λειτουργεί σε όλες της τις διαστάσεις από ένα συνεκτικό φαντασιακό που είναι
καθεαυτό επικεντρωμένο σ’ αυτό που ο Αριστοτέλης περιέγραφε ως κοινή αίσθηση
δικαιοσύνης.

Η Ελένη Ρούμκου είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα σχετίζονται


με την Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, τη Σύγχρονη Φιλοσοφία και τη Μεταφυσική.

48
Βασίλης Ρωμανός

Πράξις και Συμβάν: Αντιφάσεις της Κοινωνικοϊστορικής


Θέσμισης

Η εισήγηση εντοπίζει την ένταση μεταξύ του πρώιμου και του ύστερου έργου του
Καστοριάδη, αναφορικά με τη δυνατότητα των αυτονόμων φορέων για δημιουργία
και καθίδρυση νέων νοηματικών κόσμων. Ισχυρίζομαι ότι στο πρώιμο έργο του
εντοπίζονται στοιχεία ενός πολιτικού κονστρουκτιβισμού ο οποίος εισάγεται μέσω
μιας αναδιατύπωσης της Εγελομαρξιστικής φιλοσοφίας της πράξεως: ο Καστοριά-
δης συλλαμβάνει την κοινωνική πρακτική εξπρεσιβιστικά ως μια προθετική δραστη-
ριότητα δια της οποίας οι συνειδητοποιημένοι δρώντες σχηματοποιούν προτάγματα
που παρέχουν εναλλακτικές δυνατότητες στα υφιστάμενα προβλήματα και καθι-
δρύουν ριζικά νέα μοτίβα της καθημερινής συμπεριφοράς και του νοήματος. Το
ύστερο έργο του, ωστόσο, στρέφεται προς μια θεωρία της κοινωνικοϊστορικής
αυτοθέσμισης και της ποιητικής αυτοδημιουργίας των ιστορικών κόσμων: καθώς
κατανοεί τις κοινωνίες ως φαντασιακές ολότητες –συνεπώς στη βάση μιας διαρ-
θρωτικής και κανονιστικά ολοκληρωμένης ενότητας αξιών και δηλωμένων προθέ-
σεων– εξαρτά τις δυνατότητες της αντίληψης, της σκέψης και της δράσης από
καθορισμένα πεδία νοηματοδότησης που προηγούνται κάθε λόγου και άμεσης πα-
ρέμβασης. Ο φαντασιακός ορίζοντας έχει έναν κοσμο-συγκροτητικό ρόλο μέσα στις
κοινωνικές νοηματικές δομές που επιδρά μορφοποιητικά επί των γνωστικών και
προθετικών σχημάτων της εμπειρικής δράσης και είναι ο ίδιος «υπεύθυνος» για
την εκ-κάλυψη καινοφανών ιστορικών κόσμων. Ο Καστοριάδης, έτσι, υπονομεύει
την προοπτική της αυτονομίας ως προϊόν προτάγματος αφού μετατρέπει την
προταγματική δράση της πρώιμης περιόδου στο απρόσωπο και ανώνυμο συμ-
βάν μιας αυτοθεσμιζόμενης κοινωνίας που αλλοιώνεται διαρκώς πίσω από τους
σκοπούς, τις επιθυμίες, τις δραστηριότητες και τις αναπαραστάσεις των υποκει-
μένων. Υποστηρίζω, ωστόσο, ότι μέσα στη θεωρία της εκφραστικής γλώσσας που
εισηγείται, θεμελιώνεται η δυνατότητα μιας πιο άμεσης μεσολάβησης μεταξύ υπο-
κειμένου και νοηματικών πλαισίων.

O Βασίλης Ρωμανός είναι Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνικής Θεωρίας στο Τμήμα Κοινω-
νιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.

49
Σωτήρης Σιαμανδούρας

Κορνήλιος Καστοριάδης και Κλοντ Λεφόρ: Το ρίσκο της


δημοκρατίας και η ριζοσπαστικότητα του αυτοπεριορισμού

Παρά την κοινή τους πολιτική αφετηρία, τη συστράτευση για πάνω από μια
δεκαετία και την αταλάντευτη δημοκρατική ευαισθησία, ο Κορνήλιος Καστοριάδης
και ο Κλοντ Λεφόρ έρχονται σε βαθιά ρήξη γύρω από ένα κεντρικό ερώτημα:
τί είναι δημοκρατία; Είναι συλλογική αυτοθέσμιση ή εκκένωση του χώρου της ε-
ξουσίας, εξουσία όλων ή εξουσία κανενός, άμεση δημοκρατία ή άγρια δημοκρατία;
Στην εποχή της ανόδου της ασημαντότητας, είναι σημαντικό να γεφυρωθεί αυτή
η ρήξη, τόσο από τη σκοπιά των κινημάτων, που αναφέρονται στη ριζοσπαστική
δημοκρατία, όσο κι από τη σκοπιά της υπαρκτής δημοκρατίας, που βρίσκεται σε
κρίση και αναζητεί διεξόδους. Μπορεί όμως να γεφυρωθεί;
Η ρήξη του Καστοριάδη με τον Λεφόρ διατυπώνεται πρώτα στο στοιχειακό
επίπεδο της πολιτικής οργάνωσης και οδηγεί στη διάσπαση της ομάδας Σοσιαλι-
σμός ή Βαρβαρότητα, από όπου ο Λεφόρ αποχωρεί με την πιο ελευθεριακή τάση.
Αναδιατυπώνεται στην αποτίμηση του Μάη του ’68, τον οποίο ο Καστοριάδης θεω-
ρεί μία αποτυχημένη επανάσταση, γιατί δεν κατόρθωσε να θεσμίσει μια δημοκρατική
εξουσία, ενώ ο Λεφόρ τον θεωρεί μία επιτυχημένη εξέγερση, γιατί έσπειρε την
αταξία και την αναταραχή. Και στη συνέχεια –παράλληλα σε κάποιο βαθμό– η δια-
μάχη τους εκτείνεται σε δεκαετίες πολιτικού στοχασμού και αναζητεί απάντηση
στα θεμέλια του «ελληνοδυτικού πολιτισμού» και της νεωτερικότητας. Σχηματικά
θα λέγαμε ότι ο Καστοριάδης στρέφεται περισσότερο στα πρώτα σπαράγματα του
προτάγματος της δημοκρατίας, όπως τα εντοπίζει στην αρχαία Αθήνα, ενώ ο Λεφόρ
στρέφεται στα τελευταία σπαράγματα της αυτόνομης ιταλικής πόλης κράτους,
όπως τα εντοπίζει στο μακιαβελικό έργο.
Μέσα από αυτή τη μακρά διαδρομή θα δούμε να αναδεικνύεται μια ενδιαφέρου-
σα έννοια που τη μοιράζονται και οι δύο στοχαστές και που θα μπορούσε να γε-
φυρώσει τις αντιθέσεις τους. Είναι η έννοια του αυτοπεριορισμού, ως όριο της ανά-
ληψης του ρίσκου της δημοκρατίας, ως προϋπόθεση και τελική ασφαλιστική δι-
κλείδα της αυτονομίας.

Ο Σωτήρης Σιαμανδούρας είναι διδάκτορας Πολιτικής Θεωρίας και διδάσκει φιλοξενούμε-


νος στο ΠΜΣ Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Είναι
συγγραφέας του βιβλίου Νικολό Μακιαβέλι: Αμηχανία και Μηχανική. Ελευθερία και πολι-
τικός χρόνος στα θεμέλια της νεωτερικότητας.

50
Μιχάλης Σκομβούλης

Η κριτική του Καστοριάδη στην καπιταλιστική τεχνική:


Η προοπτική ενός «τεχνικού συνόλου» πέραν της καπιταλι-
στικής θέσμισης.

Η εισήγηση επιδιώκει να αναδείξει την ιδιαιτερότητα της κριτικής ματιάς του


Καστοριάδη, γύρω από την ανάπτυξη της σύγχρονης τεχνικής στη σχέση της με τα
όρια της καπιταλιστικής ορθολογικότητας. Στο έργο του Καστοριάδη συναντού-
με μία ιδιαίτερη διαλεκτική κατάφαση εν αναφορά με την τεχνική: Η τεχνική
πρόοδος δεν γίνεται αντιληπτή ούτε ως μία θετικιστική ουδετερότητα, ούτε ως ένα
«αυτονομούμενο πεπρωμένο» όπως στον αντιδραστικό μοντερνισμό. Η εισήγηση
οργανώνει το επιχείρημά της σε τρία μέρη: α) στο πρώτο μέρος, εντοπίζουμε την
αξιοποίηση του όρου «τεύχειν» στην ευρύτερη οπτική της Φαντασιακής Θέσ-
μισης της Κοινωνίας (ΦΘΚ), αναδεικνύοντας έτσι έναν υπολανθάνοντα γόνιμο
εγελιανισμό που διακρίνει τη σκέψη του Καστοριάδη για την δραστηριότητα του
τεύχειν. Αναφερόμαστε στην άρνηση του Καστοριάδη να διαχωρίσει το αιτιοκρατικό
στοιχείο της τεχνικής δράσης από την κοινωνική σκοποθεσία του (finalité). β) Στο
δεύτερο μέρος ασχολούμαστε με την καθεαυτό σκέψη του Καστοριάδη για την
Τεχνική στην ΦΘΚ και στο κείμενο «Τεχνική» στα Σταυροδρόμια του Λαβυρίνθου.
Εκεί θεματοποιεί ταυτόχρονα την ευρύτερη προοπτική για την Τεχνική ως απόλυ-
τη (κοινωνική) δημιουργία, αλλά και την κριτική στον προσδι-ορισμό αυτής της
απόλυτης δημιουργίας εντός της καπιταλιστικής ορθολογικότητας, γ) Στο τρίτο
τέλος σημείο ασχολούμαστε με την καστοριαδική οικειοποίηση της έννοιας της
Τεχνικής, ως δυναμικό στοιχείο οποιασδήποτε σκέψης για τη μετεπαναστατική
κοινωνία, εισάγοντας και την προβληματική του κειμένου «Για το περιεχόμενο
του Σοσιαλισμού». Η κριτική του καπιταλιστικού τεχνολογικού φαντασιακού δεν
συνεπάγεται για τον Καστοριάδη τη λογική της επιστροφής σε ένα «κοινοτιστικά
άμεσο», μάλλον το αντίθετο: Μία μετεπαναστατική κοινωνία θα μπορούσε να
σκεφτεί ένα νέο «τεχνικό σύνολο» πέραν των ορίων του καπιταλιστικού φαντα-
σιακού. Τέλος συνδέουμε την παραπάνω επίκληση για ένα «νέο τεχνικό σύνολο»,
με το πρόταγμα στη σκέψη του Καστοριάδη και του συνεργάτη του E. Morin, για
μία νέα απελευθερωτική διαλεκτική σκέψη της πολυπλοκότητας.

Ο Μιχάλης Σκομβούλης είναι διδάκτορας φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Paris 1 και


έχει πραγματοποιήσει μεταδιδακτορική έρευνα στο ΑΠΘ. Έχει διδάξει στο Πάντειο, στο
Πανεπιστήμιο Πατρών και στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε
επιστημονικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους στα ελληνικά και τα αγγλικά.  

51
Λητώ Ειρήνη Σκοπελίτη

Καστοριαδιακός στοχασμός: Η αμφισβήτηση ως προϋπόθεση


της αυτονομίας

Το έργο του Κορνήλιου Καστοριάδη εφάπτεται και αντιπαρατίθεται δημιουργικά


με το έργο του Σ. Φρόυντ. Σε διάλογο με την τριαδική διαίρεση του Εγώ που έχει
ακολουθήσει ο Σ. Φρόυντ, ο Κ. Καστοριάδης διαφοροποιεί το κοινωνικό στοιχείο
συγκρότησης του ατόμου από τη γρηγορούσα συνείδηση και ορίζει το Υπερ-Εγώ,
τον «Λόγο του Άλλου», ως μια διαρκή παρουσία εντός του υποκειμένου και ταυ-
τόχρονα ως προϊόν δημιουργίας της κοινωνίας στην οποία το υποκείμενο μετέχει.
Όταν οι κοινωνικές σημασίες, οι οποίες εκτός από βασικό συστατικό της ύπαρξης
συγκροτούν και τη θέσμιση των κοινωνιών, εμφανίζονται ως αδιαμφισβήτητες, τα
νοήματα που η κάθε υποκειμενικότητα αναλαμβάνει γίνονται συμπαγή και κλειστά
και παγιδεύουν κοινωνίες και υποκειμενικότητες στην ίδια τους τη δημιουργία. Το
ζήτημα της αυτονομίας και της αυτονόμησης, της αναγνώρισης των σημασιών ως
ανθρώπινων δημιουργιών και επομένως ως μεταβλητών και η μεταμόρφωση των
κλειστών συστημάτων νοήματος σε ανοιχτά είναι πρωτευούσης σημασίας στο έργο
του Κ. Καστοριάδη. Για τη δημιουργία υποκειμενικοτήτων και κοινωνιών ουσιωδώς
ελεύθερων, η αμφισβήτηση είναι προϋπόθεση και οφείλει να είναι δυνατότητα του
ατόμου. Πρόκειται για μια θέση καίρια και σε ρήξη με την κυρίαρχη μυθολογία της
μη εναλλακτικής στην καπιταλιστική κυριαρχία.

H Λητώ Ειρήνη Σκοπελίτη είναι απόφοιτος του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Εθνικού
και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η πτυχιακή της εργασία είχε ως θέμα τη ση-
μασία της αμφισβήτησης στη σύγχρονη Performance. Τα ενδιαφέροντα και οι πρακτικές της
αφορούν σχέσεις μεταξύ τέχνης, κοινωνίας και πολιτικής. Έχει συμμετάσχει σε συνέδρια
και σεμινάρια για το μέλλον της Δημοκρατίας, την Κοινωνική Οικολογία, τον ρόλο του
Καλλιτέχνη στη σημερινή κοινωνία και σε performances πολιτικού/ακτιβιστικού χαρακτήρα.

52
Κωνσταντίνος Σουλτάνης

«Τι προτείνεται προς ακοήν στο κοινό των Αθηναίων;»:


η σχέση τραγωδίας, δημοκρατίας και αυτονομίας στο έργο
του Κορνήλιου Καστοριάδη

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης σε πολλά κείμενά του αναφέρεται στην αρχαία ελληνική


τραγωδία, συνδέοντάς τη με την ιστορική στιγμή της αθηναϊκής δημοκρατίας του
5ου αιώνα π.Χ. Με σαφείς επιρροές από την ιστορικοπολιτική πρόταση ανάγνωσης
των τραγωδιών που επικρατεί στις αρχαιογνωστικές σπουδές ήδη από τις αρχές της
δεκαετίας του 1970, ο Καστοριάδης επιχειρεί να συνεισφέρει στη νέα κατεύθυνση
προσέγγισης του αρχαίου δράματος, συσχετίζοντας τον θεσμό της τραγωδίας με το
δημοκρατικό πολίτευμα και τη δική του θεωρία περί αυτονομίας. Στο πλαίσιο αυτό,
οι τραγωδίες προβάλλονται ως εξόχως πολιτικές επιτελέσεις που μεταφέρουν στη
δημόσια σφαίρα προβληματισμούς που σχετίζονται με τα όρια και τις προοπτικές
του πρωτόγνωρου, κατά τον 5ο αιώνα π.Χ., πολιτεύματος της άμεσης δημοκρατίας.
Από την παράλληλη ανάγνωση κειμένων του φιλοσόφου που αναφέρονται σε
αρχαίες ελληνικές τραγωδίες («Η ελληνική πόλις και η δημιουργία της δημοκρατίας»,
«Αισχύλεια ανθρωπογονία και Σοφόκλεια αυτοδημιουργία του ανθρώπου», Η αρ-
χαία ελληνική δημοκρατία και η σημασία της για μας σήμερα) και της Φαντασιακής
θέσμισης της κοινωνίας, προκύπτει το συμπέρασμα πως για τον Καστοριάδη η
αρχαιοελληνική τραγωδία αποκάλυπτε στην αθηναϊκή δημοκρατική κοινωνία του
5ου αιώνα π.Χ. τις κοινωνικές φαντασιακές σημασίες πάνω στις οποίες η τελευ-
ταία είχε δομηθεί. Μέσω του παραδείγματος της Αντιγόνης του Σοφοκλή, ο Καστο-
ριάδης αναλύει τη θεωρία του για την προέλευση και τον σκοπό της τραγωδίας, η
οποία συνοψίζεται στη διαπίστωση πως η τραγωδία αποτελούσε πρωτίστως μια
μορφή πολιτικής τέχνης που εμφανίστηκε στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. για
να συνεισφέρει στην προσπάθεια των πολιτών της να «αυτονομηθούν». Με την
επιχειρηματολογία αυτή, ο Καστοριάδης ενισχύει τη θέση του ότι η αθηναϊκή δημο-
κρατική κοινωνία ήταν αυτόνομη, είχε δηλαδή συνείδηση της φαντασιακής αυτο-
θέσμισής της, και συνομιλεί με σύγχρονες θεωρίες που αποδίδουν στο θέατρο, και
γενικότερα στην τέχνη, την πολιτική λειτουργία της χειραφέτησης των θεατών-
αποδεκτών τους.

Ο Κωνσταντίνος Σουλτάνης είναι μεταπτυχιακός φοιτητής του Τμήματος Πολιτικών Επι-


στημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

53
Γεράσιμος Στεφανάτος

Μια αναστοχαστική υποκειμενικότητα υπό δυνητική


πραγμάτωση

Στην τωρινή συνθήκη της παράδοξης συνύπαρξης του νεοθετικισμού με αβαθείς


θεωρήσεις και μετανεωτερικούς σχετικισμούς περί διυποκειμενικότητας, ο στο-
χασμός του Καστοριάδη προσφέρει ένα οντολογικό και μεταψυχολογικό πλαίσιο
για να σκεφτούμε το υποκείμενο όχι ως υπόσταση, ούτε σαν απλό αποτέλεσμα του
σημαίνοντος, αλλά ως ερώτημα και ως πρόταγμα που πραγματώνεται κατεξοχήν σε
μία ψυχανάλυση. Έτσι, το ζήτημα της αδύνατης ενότητας και συνοχής του αν-
θρώπινου υποκειμένου μπορεί να επαναδιατυπωθεί θετικά ως δυνατότητα ανά-
δυσης μιας αναστοχαστικής υποκειμενικότητας σε διαρκή πραγμάτωση.

Ο Γεράσιμος Στεφανάτος είναι ψυχαναλυτής, μέλος της γαλλικής ψυχαναλυτικής εταιρείας


Quatrième Groupe O.P.L.F.

54
Αλέξανδρος Σχισμένος

Χρόνος και αυτονομία

Σύμφωνα με τον Καστοριάδη η παραδοσιακή, «συνολιστική-ταυτιστική», φιλο-


σοφία, είτε στην κοσμολογική είτε στη φαινομενολογική προσέγγιση, αδυνατεί να
συλλάβει πραγματικά το χρόνο, διότι ορίζει το ον ως ταυτότητα και αρνείται το ον
ως δημιουργία. Για τον Καστοριάδη, ο χρόνος είναι η δυνατότητα της ετερότητας
και της διαφοράς, διαρκής δημιουργία/καταστροφή και επανάληψη/διατήρηση
μορφών, μα και το μάγμα των ιδιοχρόνων αυτών των μορφών, το Είναι ως Προς-
Είναι (à-être).
Κάθε κοινωνία δημιουργεί την Ιστορία της, συνεπώς η θέσμιση της κοινωνίας
είναι μία θέσμιση της χρονικότητας, τόσο στην ταυτιστική, ημερολογιακή, όσο και
στη φαντασιακή, σημασιακή, διάσταση. Το κοινωνικο-ιστορικό ως αυτοθέσμιση,
δημιουργία ex nihilo, όχι in nihilo ή cum nihilo, είναι το πεδίο συνύφανσης του
καθολικού και του συγκεκριμένου, του υποκειμενικού και του αντικειμενικού, του
εμμενούς και του υπερβατικού, καθώς ο κόσμος νοηματοδοτείται σύμφωνα με τις
κοινωνικές σημασίες. Η ατομική φαντασία, ως διαρκής ρους παραστάσεων, είναι
πρωτογενής ψυχικός χρόνος, μα το άτομο είναι ψυχή διαμορφωμένη σύμφωνα με
το κοινωνικό φαντασιακό που, ως μάγμα κοινωνικών σημασιών, είναι πρωτογενής
ιστορικός χρόνος.
Συνεπώς, η χρονικότητα μίας ετερόνομης κοινωνίας και η χρονικότητα μίας αυ-
τόνομης κοινωνίας διαφέρουν ριζικά. Η ετερονομία, ως κοινωνικό καθεστώς γνω-
στικού εγκλεισμού, χαρακτηρίζεται από την άρνηση του χρόνου, την καταφυγή στην
Αιωνιότητα, τη συγκάλυψη της Αβύσσου κάτω από θεολογικές αφηγήσεις. Στην
ετερονομία αντιστοιχεί η οντολογία της καθοριστικότητας και η μεταφυσική της
α-χρονικότητας.
Αντιθέτως, η αυτονομία, που για τον Καστοριάδη πραγματώνεται στην άμεση
δημοκρατία (όχι στη μοντέρνα «αντιπροσωπευτική» ολιγαρχία) προϋποθέτει τη
δημιουργία ενός δημόσιου χώρου και ενός δημόσιου χρόνου ισότητας και ελευθερίας.
Ο δημόσιος χρόνος απλώνεται στο παρόν, ως συλλογικός χρόνος των πολιτικών
πράξεων στις οποίες συμμετέχει ευθέως η κοινότητα, στο παρελθόν, ως πεδίο και
παιδεία κριτικού αναστοχασμού της Ιστορίας, στο μέλλον, ως κοινός ορίζοντας προ-
σανατολισμού της κοινωνίας.
Η δημοκρατική πολιτική προϋποθέτει έναν ελεύθερο δημόσιο χρόνο, μα και
έναν ευδιάκριτο ελεύθερο ατομικό χρόνο, τη ρητή αναγνώριση του προσώπου ως
αυτόνομης υποκειμενικότητας. Η αμοιβαιότητα της ατομικής και κοινωνικής αυτο-
νομίας προϋποθέτει επίσης μία ανοιχτή συνείδηση της χρονικότητας, με τη ρητή
αναγνώριση της ατομικής θνητότητας, της συλλογικής ιστορικότητας και την απόρ-
ριψη του κλειστού φαντασιακού σχήματος κάποιας υπερβατικής αιωνιότητας.

55
Ο Αλέξανδρος Σχισμένος είναι διδάκτορας Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και
συγγραφέας των βιβλίων Η ανθρώπινη τρικυμία: Ψυχή και αυτονομία στη φιλοσοφία του
Κορνήλιου Καστοριάδη (2013), Comix ergo sum (2014), Μετά τον Καστοριάδη: Δρόμοι της
αυτονομίας στον 21ο αιώνα. (με τον Νίκο Ιωάννου, 2014) και Το τέλος της εθνικής πολιτικής
(με τον Νίκο Ιωάννου, 2016).

56
Δέσποινα Τσακίρη

«Η καστοριαδική σκέψη στα σταυροδρόμια της κοινωνικής


έρευνας: Ένα παράδειγμα διερεύνησης του εκπαιδευτικού
γίγνεσθαι».

Η προτεινόμενη εισήγηση ενώ επερωτά την υφιστάμενη ένδεια και αδυναμία


της κοινωνικής έρευνας να αξιοδοτήσει και να αξιοποιήσει θεμελιώσεις της καστο-
ριαδικής σκέψης για την κατανόηση και ερμηνεία κοινωνικών φαινομένων, συνάμα
επιχειρεί να φωτίσει ορισμένες συνθήκες υπό τις οποίες δύναται να τις διαυγάσει,
τροφοδοτήσει και εμπλουτίσει.
Στο πλαίσιο αυτό, αναδεικνύεται ένας τύπος ανάλυσης των κοινωνικών φαι-
νομένων όπου το μάκρο- και το μίκρο- επίπεδο ερείδονται αμοιβαία χωρίς να
είναι αναγώγιμα. Δίνεται έμφαση στη διαύγαση του τρόπου με τον οποίο αυτοανα-
παρίσταται μια κοινωνία μέσω της ανάδειξης των κυρίαρχων κοινωνικών φαντα-
σιακών σημασιών καθώς και του τρόπου με τον οποίο οι συλλογικότητες και τα
υποκείμενα εντός ενός θεσμού επεξεργάζονται φαντασιακά τις εν λόγω σημασίες.
Κάνοντας αυτό, φωτίζονται οι θεσμικές και ψυχικές διεργασίες που επιτρέπουν τον
μεταβολισμό και την αλλοίωση αυτών των σημασιών, ακόμα και αν ορισμένα από
τα patterns τους συντηρούνται.
Βάσει των ανωτέρω, παρουσιάζονται δεδομένα μιας κοινωνικής έρευνας που
αφορά στον εκπαιδευτικό θεσμό και εστιάζει στην ανάδειξη των κοινωνικών φαντα-
σιακών σημασιών οι οποίες εκφράζουν και εκδηλώνουν τον τρόπο με τον οποίο
η ελληνική κοινωνία αυτοαναπαρίσταται εντός του παγκοσμιοποιημένου εκπαι-
δευτικού περιβάλλοντος στο οποίο συμμετέχει (ΕE, ΟΟΣΑ, κλπ).
Δεδομένα της έρευνας συνιστούν δημοσιευμένα άρθρα από τον ελληνικό έντυπο
και ηλεκτρονικό τύπο που αφορούν τις επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών στο
πρόγραμμα PISA και την κατάταξη της Ελλάδας στον εν λόγω διαγωνισμό. Η
κειμενική ανάλυση του τύπου αναδεικνύει το σχιζοειδές στοιχείο των εικόνων μέσω
των οποίων η σύγχρονη ελληνική κοινωνία απεγνωσμένα επιχειρεί να συγκρατήσει
τα θραύσματα της αυτοαναπαράστασής της για να μην αποσυντεθεί. Οι αναδυόμε-
νες κοινωνικές φαντασιακές σημασίες που υποβαστάζονται από τις εν λόγω εικόνες
ενώ εκφράζουν μια αφοριστική διάθεση για το διαγωνισμό PISA και την επιτυχία
των Άλλων (μαθητών άλλων χωρών) συνάμα συνυποδηλώνουν μια ναρκισσιστική
διεκδίκηση για την «πρωτιά των ελλήνων μαθητών». Η ναρκισσιστική διεκδίκηση
της «πρωτιάς» λειτουργεί ως αντιστάθμισμα ενός διάχυτου κοινωνικού αισθήματος
της «στερημένης πατρίδας», το οποίο αναδεικνύει την υφιστάμενη σχέση ξένωσης
της κοινωνίας από τα δημιουργήματά της όπως το «κράτος» και η «πολιτεία», τα
οποία όχι μόνο τα καθιστά ελλειμματικά αλλά και μη τροφοδοτικά για την ανά-
πτυξή της.

H Δέσποινα Τσακίρη είναι Αν. Καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολι-
τικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

57
Πέτρος Φαραντάκης

Κορνήλιος Καστοριάδης και σύγχρονοί μας διανοητές


(Κώστας Παπαϊωάννου, Κώστας Βεργόπουλος και Κωστής
Παπαγιώργης):
Η –πολιτική– θεολογία τους, ως σημείον αντιλεγόμενον

Ο στοχασμός του Κορνήλιου Καστοριάδη, θα μπορούσε να πει κανείς ότι συνιστά


άξονα αναφοράς στη νεοελληνική διανόηση. Το φιλοσοφικό του δαιμόνιο, εντός ή
εκτός συνόρων, μας διαφώτισε σε θέματα επιστημολογίας, πολιτικής φιλοσοφίας,
κοινωνικής ηθικής και κοινοτικής οργάνωσης. Με τη εισήγηση αυτή, θα δούμε πώς
συντίθεται μια λιγότερο γνωστή όψη του στοχασμού του· η (πολιτική) θεολογία
του και εάν η ίδια είναι μάχιμη, ή, αντίθετα, παθητικά θεωρητική στον στίβο των
κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων. Μερικά ερωτήματα για επεξεργασία θα είναι: 1. Σε
τι συνίσταται το σημερινό νοηματικό οπλοστάσιο του νέου Ελληνισμού; 2. Είναι
σήμερα ο Χριστιανισμός φορέας ζωτικής (επανα)νοηματοδότησης των πραγμάτων
ή συντάσσεται αναγκαστικά με τους εκάστοτε προνομιούχους; 3. Υπάρχει θεολογία
στον Καστοριάδη, που δεν αναφέρεται σε θρησκευτικό Θεό αλλά σε κοσμικά μο-
ντέλα;
Διερευνώντας τα θέματα αυτά, θα εντρυφήσουμε σε σχετικές ιδέες και άλλων
σημερινών στοχαστών, όπως είναι αυτές του Κωστή Παπαγιώργη, του Κώστα
Βεργόπουλου και του Κώστα Παπαϊωάννου. Δεν πρόκειται για έναν εξεζητημένο
συγκρητισμό, αλλά για απόπειρα εξέτασης μιας αναπόφευκτης παραλληλίας προ-
σωπικών απόψεων, με αξιοπρόσεκτους τομείς αρμονίας ή τριβής, μεταξύ τους.
Σε κάθε όμως περίπτωση, συμφωνίας ή διαφωνίας τους, οι διαφορετικές τούτες
κοινωνικές και θεολογικές απόψεις, επειδή ακριβώς προέρχονται από συγκαιρινούς
διανοητές, μας βοηθούν να καταλάβουμε την κοσμοθεωρητική μας ένδεια ή επάρ-
κεια. Τα αντιλεγόμενα σημεία μεταξύ τους, έγκεινται στο ότι αυτό που συνιστά
θέση για τον ένα φιλόσοφο αποτελεί άρνηση ή αμφισβήτηση για τον άλλο. Με μια
πρώτη ματιά, οι εξεταζόμενες αντιλογίες, θα λέγαμε πως διχάζουν τον νου. Θεω-
ρώντας τις όμως ως διαντιδραστικές οντότητες, διαπιστώνουμε πως μας χειραφε-
τούν από τη μονομέρεια της δοξασίας.

O Πέτρος Φαραντάκης είναι διδάκτορας της Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ, συγγραφέας και
διευθυντής του Ακαδημαϊκού Προγράμματος του Bilston Community College του Λονδίνου.

58
Κώστας Φιλιππάκης

Φύση και σκέψη στον Καστοριάδη

Στην ανακοίνωση αυτή, θα μας απασχολήσουν οι εξής όψεις του φιλοσοφικού


προβλήματος της σχέσης φύσης και σκέψης: α) αυτή που αφορά την οντολογική
προέλευση της σκέψης από –και την οριοθέτησή της ως προς– ό,τι δεν ήταν/είναι
σκέψη, β) το ζήτημα της γνωσιοθεωρητικής γεφύρωσης της σκέψης με τη μη-σκέψη,
όθεν προκύπτει η ένταση περί της δυνατότητας ή μη άρσης της καταστατικής α-
συμμετρίας μεταξύ των δύο (και άρα προσπέλασης του σκοτεινού υπεδάφους της
σκέψης με τα μέσα της ιδίας, εν είδει ανάκτησης), γ) εκείνη τέλος που αναφέρεται
στη σχέση γνωσιοθεωρητικών-μεθοδολογικών προβληματισμών και της οντολογικής
«θεμελίωσης» ή έρεισής τους, δεδομένου ότι η σχέση δεν μπορεί παρά να είναι
σε κάποιο βαθμό κυκλική. Το τελευταίο σημείο συνδέεται με την αντιστροφή εκ
μέρους του Καστοριάδη του υπερβατολογικού τρόπου διερώτησης, από τους όρους
κάθε δυνατής (ανθρώπινης) εμπειρίας, στο πώς π.χ. θα πρέπει να είναι ο κόσμος,
ώστε να καταστεί δυνατή μια ορισμένη επιστημονική ορθολογικότητα με την ισ-
τορικότητα, τις ποικίλες πρακτικές, και τους προσίδιους φορείς της.
Συνοπτικά, ο Καστοριάδης καταλήγει στη θεώρηση του είναι ως ουσιωδώς χρο-
νικού, ως αυτο-αλλοίωσης, εγγενούς δημιουργικότητας, ατέρμονης ανάδυσης νέων
μορφών (και διατήρησης, τροποποίησης, μετασχηματισμού και καταστροφής των
ήδη υπαρχουσών). Αυτό το «Χάος», η «Άβυσσος» ή «το Απύθμενο» είναι συνολο-
ταυτίσιμο τοπικά ή «κατά στιβάδες», διέπεται ωστόσο από οντολογική ετερογέ-
νεια, όντας ακανόνιστα στιβαδωμένο (φυσική στιβάδα, έμβιο, ψυχή, κοινωνικο-
ιστορικό συνιστούν μη-αναγώγιμες επικράτειες και τρόπους του είναι).
Η υποβόσκουσα υπόθεση της παρουσίασής μας συνίσταται στον ισχυρισμό ότι είναι
καταρχήν θεμιτό να επιχειρηθεί η ένταξη της σκέψης του φιλοσόφου, όταν εγκύπτει
στα ζητήματα αυτά, στην ευρύτερη παράδοση μιας «δυναμικής Naturphilosophie»,
παράδοση η οποία εδράζεται στην οντολογική παραδοχή ότι «η σκέψη πως η φύση
είναι οντογενετική, δεν μπορεί παρά να είναι απόρροια της οντογενετικής φύσης
της ίδιας». Εάν είναι διατεθειμένος κανείς να ανασυγκροτήσει ευρύτερες ιστορικές
συνάφειες στην εξέλιξη των ιδεών, κινούμενος πέραν του εντοπισμού των άμεσων
και ρητώς ομολογημένων επιδράσεων, ίσως δεν στερείται ενδιαφέροντος η θεώρηση
της καστοριαδικής οντολογίας στον ορίζοντα μιας απόπειρας αναδιατύπωσης και
φιλοσοφικής «ενημέρωσης» της εν λόγω ερευνητικής-πνευματικής παράδοσης, υπό
το φως των (επιστημονικών κυρίως) εξελίξεων του εικοστού αιώνα.

Ο Κώστας Φιλιππάκης γεννήθηκε το 1989. Αποφοίτησε από το τμήμα Φιλοσοφίας,


Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, όπου συνεχίζει τις σπουδές
του  μέχρι σήμερα, εκπονώντας διδακτορική διατριβή  με αντικείμενο το έργο του Alain
Badiou.

59
Στέλλα Χριστοφόρου

Η κριτική του Καστοριάδη στον Freud και στους μετέπειτα


μελετητές σχετικά με την ανάδυση της ριζικής φαντασίας και
την κατάκτηση της ατομικής αυτονομίας

Για το Καστοριάδη, ο Freud υπήρξε αντινομικός· δηλαδή ενώ ο ίδιος έφερε στο
φως την ύπαρξη της ριζικής φαντασίας στους ανθρώπους, ταυτόχρονα ο ίδιος συνε-
τέλεσε στη συγκάλυψη της.
Ο Freud συμπαρασύρθηκε από τον επιστημονικό θετικισμό της εποχής του και
θέλησε σύμφωνα με το Καστοριάδη, να αναγάγει την ψυχανάλυση σε μια αυστηρή
επιστήμη. Την ίδια παράδοση συνέχισαν και οι σύγχρονοι μελετητές του Freud, όπως
ο Lacan. Όμως η ψυχανάλυση, ενίσταται ο Καστοριάδης, είναι μια πρακτικοποιητική
δραστηριότητα που ανήκει στον χώρο της δόξας και όχι της επιστήμης· η ψυχή, η
παράσταση, το ασυνείδητο είναι πεδία, τα οποία δεν υποτάσσονται σε νόμους και
σε «απαιτήσεις της καθοριστικότητας». Αυτό φαίνεται στη στάση που υιοθετεί ο
αναλυτής και που αναδεικνύει τον τρόπο, με τον οποίο αντιλαμβάνεται τη φύση
της ψυχανάλυσης.
Η βασική ένσταση του Καστοριάδη επικεντρώνεται στις αρχές που διέπουν τα
κοινωνιολογικής φύσης έργα του Freud και οι οποίες δεν αποτελούν προϊόν γένεσης
της κοινωνίας, ακριβώς επειδή πρόκειται για ήδη εκκοινωνισμένους ανθρώπους
που φέρουν αυτές τις αρχές. Ο Freud, δηλαδή συνέλαβε τη μετουσίωση (αυτήν
την ικανότητα της ψυχής) διαφορετικά από την πραγματική της φύση. Θεωρεί ότι
επιβλήθηκε στις ενορμήσεις από τον πολιτισμό. Όμως ο Καστοριάδης αναφέρει πως
αν δεν υπήρχε η μετουσίωση, ως ικανότητα της ψυχής, δεν θα υπήρχε ο πολιτισμός.
Εκεί έγκειται η διαφορά μεταξύ Καστοριάδη και Freud σχετικά με τη φύση και τη
σημασία της ριζικής φαντασίας.
Καταλήγει ο Καστοριάδης, παραλλάσσοντας τη γνωστή πρόταση του Freud «ό-
που ήταν Αυτό πρέπει Εγώ να γίνω», σε «όπου είναι Αυτό πρέπει και Εγώ να
αναδυθώ» δείχνοντας έτσι, ότι τίποτα στην ανθρώπινη υπόσταση δεν πρέπει να ε-
ξαλειφθεί· αντιθέτως οι άνθρωποι πρέπει να εγκαθιδρύσουμε μια τέτοια σχέση με
το ασυνείδητο μας ώστε να οδηγηθούμε στην κατάκτηση της ατομικής μας αυτο-
νομίας.

H Στέλλα Χριστοφόρου είναι υποψήφια διδάκτωρ στον τομέα φιλοσοφίας του τμήματος
Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

60
Μαρία Γ. Ψαρούδη

Η φιλοσοφία της παιδαγωγικής και της εκπαίδευσης στον


Κορνήλιο Καστοριάδη: προεκτάσεις και κατευθύνσεις στη
σύγχρονη κοινωνία

Στόχος της εισήγησης αυτής είναι, όπως ακριβώς εκφράζεται και στον τίτλο της,
η προσπάθεια αποκωδικοποίησης των ιδεών του Καστοριάδη που αφορούν στη
φιλοσοφία τόσο της Παιδαγωγικής, όσο και της Εκπαίδευσης κάνοντας ένα βήμα
παραπέρα εξετάζοντας παράλληλα τη διαχρονικότητα του θεωρητικού του στο-
χασμού στους τομείς αυτούς.
Οι ρηξικέλευθες και διαυγείς τοποθετήσεις του σχετικά, αποτελούν μοναδική
ευκαιρία ώστε να κατανοήσουμε το εύρος της επιστημονικής οπτικής του στα κα-
θοριστικής σημασίας αυτά πεδία επιστημονικής έρευνας, αλλά και να υπογραμ-
μίσουμε την επικαιρότητα και τη διεισδυτικότητα της σκέψης του σε αυτά στις
μέρες μας.
Πολύτιμος οδηγός και εργαλεία μας στην ερευνητική αυτή αναζήτηση είναι τόσο
το έργο όσο και οι συνεντεύξεις του σχετικά, καθώς το υλικό αυτό ρίχνει φως
στη σημασία που δίνει ο Καστοριάδης στην επιστήμη της Παιδαγωγικής και της Εκ-
παίδευσης μέσα στη σύγχρονη κοινωνία έχοντας τη βεβαιότητα ότι η συνολική
κοινωνική κατάσταση είναι πάντοτε άρρηκτα συνδεδεμένη με το παιδαγωγικό και
εκπαιδευτικό πλαίσιο που διαμορφώνεται σε αυτή.
Οι αναφορές του Καστοριάδη στην παιδαγωγική επιστήμη είναι άμεσες ή έμ-
μεσες, αφού η παιδαγωγική αντλεί τη δυναμική της και από άλλα ευρύτερα επι-
στημονικά πεδία όπως είναι η φιλοσοφία, η πολιτική σκέψη, η κοινωνιολογία, η αν-
θρωπολογία, τα μαθηματικά, η γλωσσολογία, ακόμα και η ψυχανάλυση, τομείς στους
οποίους ο φιλόσοφος άπλωσε με μοναδική οξυδέρκεια το ερευνητικό βλέμμα του.
Και για να έχει νόημα η επιστημονική μας προσέγγιση, στην εισήγηση αυτή
εξετάζουμε πώς μέσα από τις επισημάνσεις αυτές, μπορεί ο στοχασμός του Κα-
στοριάδη να καθοδηγήσει τη σύγχρονη παιδαγωγική και εκπαίδευση δίνοντας τα
εφόδια στους νέους ανθρώπους για να μάθουν να σκέφτονται πρωτίστως, και να
μαθαίνουν στη συνέχεια, συγκροτώντας μια κριτική αντίληψη απέναντι στην πολι-
τική, την κοινωνία, τον άνθρωπο, και τελικά απέναντι στην ίδια τη ζωή.

Η Μαρία Ψαρούδη είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ (θέμα της διατριβής της απο-
τέλεσε το θέατρο του Jean Genet), γλωσσολόγος, θεατρολόγος και πτυχιούχος της Ελληνικής
και Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Τμήματος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας
της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ. Είναι κάτοχος του μεταπτυχιακού διπλώματος (DEA /
MASTER 2) στη Γλωσσολογία, Σημειολογία, Επικοινωνία, με ειδίκευση στη σημειολογία του
θεατρικού λόγου (Πανεπιστήμιο της Franche-Comté στην Besançon στη Γαλλία). Είναι επίσης
καθηγήτρια της γαλλικής, αγγλικής και ισπανικής γλώσσας, ενώ είναι και επιμορφώτρια της
γαλλικής ως ξένης γλώσσας. Τέλος, εργάζεται στον έντυπο τύπο ως υπεύθυνη σύνταξης
θεματικού περιοδικού.

61
Georgios Chagias

A “Fox” vs. “Hedgehog”? Introducing Castoriadis into the


Philosophy of the Social Sciences and International Relations

How would one classify, without indulging too much in contradiction and over-
simplification, a polymath such as Castoriadis, in the fashion of Isaiah Berlin’s semi-
nal essay on Tolstoy and inspired by Archilochus’ “The fox knows many things, but
the hedgehog knows one big thing”? Is he a “hedgehog” or a “fox”? Or, a “hedge-
hog” inside a “fox”? An œuvre of such great range as the Castoriadic philosophical
project, a “promethean” enterprise (F. Dosse) that suits a “titan de l’ esprit” (E. Mo-
rin) constitutes by default a lucid tracer for such a distinction.
Spanning multiple strata of Being and levels of analysis, his pensée, resilientby
design to systematization and indoctrination, embraces the insights and nonlinear,
ruptural epistemic conquests of the provinces of science, only to subject them to
the anatomical inspection of philosophy. Notwithstanding, how could such a self-
questioning and open-ended project fare with other realms of knowledge?
The present contribution ventures to introduce Castoriadis’ onto-epistemology
and practical philosophy into the field of International Relations (IR). It extracts a
Philosophical Anthropology, calibrated to fit models of the subfield of Foreign Policy
Analysis, where “fox” analysts grow in numbers, as opposed to the field of IR, where
“hedgehog” political scientists reign supreme and the metacategory of determinacy
remains ubiquitous. Which mutation in his work facilitates this introduction? With
which interdisciplinary projects does it dovetail up against reductionism and deter-
minism? Is it epistemologically fit to sponsor an elucidation of foreign policy crises in
contrast to dominantforms of explanation (Erklären) and understanding (Verstehen)?

Georgios Chagias holds a B.A. in Communication and Mass Media from the University of Athens, a
M.A. in International Relations, (Middle East) from the University of Durham, UK, and he is cur-
rently a Ph.D. candidate in Foreign Policy, Department of B.S.O.S., University of Macedonia. His
research interests extend to theory of knowledge, philosophy of mind, philosophy of the social sciences,
ethics, and aesthetics. He has published articles on direct democracy, terrorism, and the role of tragedy
in international politics.

62
Sophia Kanaouti

The crisis in the identification process and the online self:


Castoriadis’ insights applied on the media
 

The paper addresses Castoriadis’ view of the media as a factor in what he de-
scribes as the era of oblivion (not of the spectacle) (Castoriadis 2010). Key to a
process of depoliticization, where politics is seen in the Aristotelian perspective, the
paper theorises the media in general and new media in particular in Castoriadis’
terms. Commenting on the constant effort to forget about death, which makes death
omnipresent (2000a), Castoriadis regards the acceptance of our mortality as para-
mount to political existence – deliberation out there in public, decision-making, will-
ing and acting, changing the world. As opposed to that, the modern media audience/
self is trying to forget death in a panic. This type of selfishness, described with the
Greek phrase “little self” (eaytoulis), is a private, fearful, lonely and a-political self
that risks nothing and lives nothing. The opposite of agon in Castoriadis’ theorization
of autonomy, it also resonates as foreign to what he calls “the third term” – someone
added to the duality of father and son, of strife, and forms the social other, society,
transforming the a-political (duality) into the political (society) (Castoriadis 2000b).
Thus, through examples of strife in the media (trolling) and of media icons such as
Berlusconi (the plastic-surgery-augmented and Viagra-aided example of the never
dying success), the paper addresses the media world of the a-political. It compares
mainstream news items with digital media ones, in examples that resonate the key
social imaginary significations that carry the intention, affect and representation (Cas-
toriadis 1997) that form the online self, and examines whether there can be a political
realm online when there is no intention (“the going is the goal”), when the affect is
a precarious and constant distraction through the deified technoepisteme, and when
the representation is of a self that is present and not present at the same time.

Sophia Kanaouti is an adjunct teacher at Greek Open University, and has taught in the UK at Cardiff
University and in Cyprus, at the University of Cyprus as a Visiting Lecturer. She has published exten-
sively on Castoriadis and Arendt, in regard with media and politics, and has a youtube series on media
and politics based among others on Castoriadis’ work, under the general title Distinguishing. Aided by
Castoriadis’ insights, she is currently writing a book on media and the self.
 
Bibliography (for the abstract)
Castoriadis, Cornelius (1997), World in Fragments, edited and trans. David Ames Curtis, Stanford
University Press, Stanford, California.
__________________(2000a), The Rise of Insignificancy, Ypsilon, Athens
__________________(2000b) Kairos (in Greek), Ypsilon, Athens.
__________________(2010), A Society Adrift, trans. Helen Arnold, Fordham University Press,
New York.

63
Alexandros Kioupkiolis

Castoriadis and the creation of the new in our times

The presentation will seek to bring out the continuing relevance of Castoriadis’
thought for radical democratic change in our times. It will do so by showing, first,
how Castoriadis’ conception of new creation and, hence, social transformation is
more plausible and politically productive than those of Slavoj Žižek and Alain Ba-
diou, and, second, how Castoriadis has inspired recent political theory which seeks
to work out a political project of social change towards the commons.
The endeavour to rethink historical ruptures and the rise of the new through
“acts” and “events” occupies center stage in some quarters of contemporary politi-
cal theory, with the work of Slavoj Žižek and Alain Badiou being perhaps the most
well-known examples. These efforts to salvage in thought the possibility of revolu-
tion have come in for various criticisms which take issue with their implausibly
decisionist, absolutist or paradoxically passive conception of political agency. The
presentation partly rehearses these challenges to Žižek’s act and Badiou’s event with
a particular emphasis on the inherent impossibility of making the new happen in
these bodies of thought, which threatens to make them politically irrelevant. But the
argument moves on to explore the contours of a more fecund account of creative ac-
tion by considering the pertinent ideas of Cornelius Castoriadis which has elaborated
an idea of new creation which is shorn of the absolutism which mars Žižek’s act
and Badiou’s event and enables an active and reflective approach to the creation of
the historically new.
The vast contemporary literature on the commons has put forward ideas for a
rethinking and recasting of egalitarian and participatory politics around community
self-organization which can give a concrete direction to new creation in our times.
Dardot and Laval’s Commun. Essai sur la révolution au XXIe siècle (2014) is a point
of culmination for the most recent political theorisation of the commons. The pre-
sentation will indicate how they draw constructively on Castoriadis’ thought in order
to construe “the common” as a political principle which should reorder all social
relations through collective instituting praxis, co-activity, co-decision and co-obligation.

Alexandros Kioupkiolis teaches contemporary political theory at Aristotle University. His books include
Freedom After the Critique of Foundations (Palgrave Macmillan 2012) and The Commons of
Freedom (in Greek; Exarchia Editions 2014)

64
Aris Komporozos-Athanasiou 

The rise of “speculative communities”: a new sociology


of financial capitalism with Cornelius Castoriadis

This paper puts forward a new, sociologically-informed evaluation of Castoriadis’


corpus of work, in light of a recent surge of scholarly interest in the imaginary con-
stitution of financial capitalism within economic sociology (e.g. Streeck 2010; Beckert,
2015, 2016; Aspers and Dodd, 2015; Cooper and Konings, 2016). Castoriadis’ own
theoretical engagement with imagination as a young scholar begun with a profound
appreciation for the sociological inquirydeveloped in Max Weber’s political economy
– reflected in his carefully annotated translation of Economy & Society in 1944. My
paper revisits Castoriadis’ (1987, 1991, 1994) later work on the social imagination
and its generative role in the production and legitimation of dominant ideologies. In
doing so, it brings it into fresh dialogue with Weber’s theory of capitalism, as well
as with the writings of some of Castoriadis’ contemporaries (most notably Niklas
Luhmann and Benedict Anderson) whose work has not yet been studied in tan-
dem with the Castoriadian corpus of work. Through this dialogue, I show how the
social construction of the future in today’s financial(ised) capitalism is predicated
upon social actors’ differential access to resources of imagination; I suggest that
this process reflects a shift from the “imagined communities” (Anderson, 1983) of
nation-state capitalism, to today’s risk-driven “speculative communities”, embody-
ing a new “spirit of (financial) capitalism”, driven by technologies of pricing and the
imaginative/speculative control of uncertainty. My proposed framework draws on
analytical tools offered in Castoriadis’ work, such as his concepts of “indeterminacy”,
“the instituting and instituted imagination”, to shed light on the emergence of cor-
responding new forms of contestation, resistance (but also new possible solidarities)
in the contours of speculative communities.

Aris Komporozos-Athanasiou is a political sociologist, Assistant Professor of Social Theory and Head of
the UCL Sociology & Social Theory Research Group at University College London. He completed his
PhD at the University of Cambridge in 2013.

65
Akis Leledakis

On the ideal of (individual) autonomy:


From Castoriadis to Kant and from Kant to us.

It is argued that the theorisation of (individual) autonomy Castoriadis provides


remains very much a Kantian one and shares its limitations.
By emphasising the unavoidable indeterminacy the “mode of being” of the Freud-
ian unconscious implies, Castoriadis provides a necessary foundation for Kant’s
theorisation of autonomy. Only if the internalised determinations within the (empiri-
cal) subject are never full or complete could the level of reason be able to orient the
individual’s action. There is, though, a second implicit assumption in Kant. Reason’s
ability to control the “lower” levels within the psyche has to be accompanied by a
will to do so. In Kant, in a line of arguing going back to Ancient philosophy, this
will is taken as existing within reason. Similarly Castoriadis, having provided for
the possibility of autonomy, assumes that it can always function as an ideal guiding
individual action. However, the modern conceptualisation of the subject –and very
evidently the psychoanalytic model Castoriadis adopts– dissociates the level of af-
fects and hence of will from that of reason. Hence the desire for autonomy, necessary
for it to function as an ideal, cannot be taken as always existing. (In psychoanalytic
terminology the identification with autonomy as an ideal is necessary for autonomy
to guide the subject but this identification cannot originate within the subject it-
self.) Consequently, the autonomous subject cannot be the foundational point for a
theorisation of ethics and politics, on the contrary it presupposes the existence of a
community that has posed autonomy as an ideal. The Kantian conceptualisation re-
mains too individualistic and Castoriadis, in his mature work, remains too Kantian.
Perhaps his earlier references to autonomy as emerging from a community, although
remaining within a narrow Marxist framework and never fully theorised, could pro-
vide an alternative.

Kanakis Leledakis studied in Athens (M.Eng.) and at the London School of Economics (Post Gradu-
ate Diploma Economics, M.Sc. Sociology, Ph.D Social Theory). He has taught at Panteion University
where he is currently Senior Lecturer, the University of Crete, the University of Cyprus, the Hellenic
Open University and the London School of Economics. His research interests focus on the theorisation
of processes of emergence and reproduction of the “social self”, the theorisation of social and political
action, the conceptualisation of “social structure”, the theorisation of the current crisis. His publications
include Society and Psyche and articles in international and Greek journals

66
Angelos Mouzakitis

Thoughts on the imaginary and history:


The Castoriadis-Ricoeur encounter

The recent publication in French –and subsequently in English– of the rare occa-
sion where Castoriadis and Ricoeur engaged in discussion in France Culture’s radio
show “Le bon Plaisir”, serves as the starting point of my presentation. Focusing on
the ways in which the two thinkers address the problem of imagination, I intend to
highlight the convergences as well as the points of diversion between their accounts,
aiming at the same time to explore the themes of their meditations on imagination
and history that are in my understanding pivotal to current attempts to elucidate
the role of the imaginary in history and society. In this brief encounter Ricoeur de-
fends the Kantian conception of imagination and argues in favour of what he calls
the “reconfiguration” of the social-historical world, while Castoriadis attempts to
surmount this philosophical tradition with the introduction of the concepts of radi-
cal imagination and creation ex nihilo as the main attributes of the social-historical
domain. In his account, the social-historical is nothing short of auto-creation and it
therefore inescapably involves indeterminacy. Ricoeur also focuses in his works on
the interplay between imagination and creation, while, arguably, his work regarding
the discursive character of social and individual identities of history and historicity
as such, could complement Castoriadis’ approach to the social-historical.

Angelos Mouzakitis is Assistant Professor at the Sociology Department of the University of Crete. His
research interests include the problem of socio-historical change, issues of social ontology, the constitu-
tion of the subject and issues concerning the epistemology of the social sciences with an emphasis on
phenomenology. He is the author of Meaning, Historicity and the Social. A critical approach to the
works of Heidegger, Gadamer and Castoriadis, August 2008, Dr. Mueller Verlag.

67
Kosmas Raspitsos

Langue and speculum

Language and indeterminacy between


Cornelius Castoriadis and Hans-Georg Gadamer

The present paper deals with a topos concerning the philosophical elucidation of
language in the main works of Cornelius Castoriadis and Hans-Georg Gadamer, The
Imaginary Institution of Society and Truth and Method. For the former, language is es-
sentially a part of the traditional ensemblistic-identitary logic and its corresponding
occidental ontology, insofar it is considered a code, that is a system of ensembles and
ensemblizable relations. However, the phenomenon of language involves another
aspect, namely that of langue; according to Castoriadis this is the ability of language
to overcome codified, one-dimensional meaning and exist as a non-ensemblizable
magma. Magmas are by their very nature indeterminate and indefinite, they “are not
the elements of an ensemble subject to determinacy as their mode and their criterion
of being” (Castoriadis, The Imaginary Institution of Society. Transl. K. Blamey, 3rd ed.
2004, p. 346).
Hans-Georg Gadamer varies a similar theme in his discussion about the speculative
structure of philosophical language in the third part of Truth and Method. According
to the German philosopher, words are speculative “in that the finite possibilities of the
word are oriented toward the sense intended as toward the infinite” (Gadamer, Truth
and Method. Transl. J. Weinsheimer D. Marshall. 2nd ed. 2006, p. 464). Philosophical
language in particular is speculative, when not absolutely and definitely determina-
ble, that is when not restricted in the limits of a fixed and finite meaning, but when
uncovering a horizon of meaning and by that reflecting – like a speculum – an infinite.
This presentation attempts to focus on this theme departing from the context of
philosophical hermeneutics and social ontology, and underline its relevance not only
in an exegetical, but also in a systematic manner.

Kosmas Raspitsos is teaching at the Department of German Language and Literature at the University
of Athens. He is the author of Die Latinisierung des Griechischen. Übersetzung, Verstehen und
Sprache im Ausgang von Martin Heidegger und Hans-Georg Gadamer (Königshausen & Neu-
mann, Würzburg 2012).

68
Sophie Richter-Devroe

Refugees and the Imaginary Institution of Political Society

Relying on Castoriadis’ (1987) notion of “the imaginary institution of society” I


trace in this paper how refugees re-signify the social imaginary and engage in prac-
tices of self-institution, thus (re-) doing and (re-)thinking their society beyond classic
nation-statist frames. Based on long-term ethnographic fieldwork with Palestinian
refugees in Jordan, Lebanon and the West Bank (2008-2015), I show how Palestin-
ian refugees have embarked on processes of self-management alternative to the insti-
tutions (host states, international organisations, NGOs) that govern their lives. They
question not only the authority of these sovereignties, but also classic Palestinian
nationalism, instituting instead radically different political and social subjectivities.
Refugees’ political practices and imaginaries stem from and build on their specific
experiences of refugeehood, exile, displacement and dispossession. As those cast out-
side the nation-state to legitimize those inside, their epistemic and political projects
necessarily challenge the status quo of international politics.
Castoriadis’ work on auto-institution and social imaginary provides a compel-
ling meta-frame for analyzing social formations. Yet, concerned largely with the
experiences of Western modernity, his analysis might be criticized for marginalizing
power and politics on a global scale. To probe this critique, my paper opens a debate
between Castoriadis and Chatterjee’s writing on nationalism and modernity in the
postcolonial world, in particular the latter’s notion of “political society” (1993). I
conclude that the refugee condition as those most marginalized and hard-hit by the
violences of colonialism, modernity and the nation-state gives rise to and necessitates
a rethinking of the imaginary institution of society – one that cannot afford to eclipse
the political.   

References:
Chatterjee, Partha (1993) The Nation and Its Fragments: Colonial and Postcolonial Histories. Princ-
eton, NJ: Princeton University Press.
Castoriadis, Cornelius (1987) The Imaginary Institution of Society, MIT Press.

Sophie Richter-Devroe is associate professor at the Doha Institute for Graduate Studies and an honorary
fellow at the European Centre for Palestine Studies at the University of Exeter. She has published on
Palestinian and Iranian women’s activism, Palestinian cultural production, the Naqab Bedouin and
Palestinian refugees. As of December 2017, she will be starting research on Syrian refugees in Athens
and Rome, funded by the Qatar National Research Fund.

69
Ingerid S. Straume

Apathy, Tragedy, Hope and Creation:


Education in times of Climate Change

Climate change is a particularly challenging topic for educators. The science is


complex, involving many disciplines and modes of knowledgeand the consequences
are uncertain, but potentially dire.The severity of the topic makes it difficult to ad-
dress, especially when children are concerned. Coping with climate change involves
ethical as well as deeply philosophical questions, and various social groups are af-
fected in different, potentially conflictual ways.
In the field of climate change research, there is an increasing realization that these
issues cannot be understood or properly addressed via techno-scientific approaches
alone; climate change is very much a question of social imaginary significations that
concern, and that may transform, the human sciences.
On this wide backdrop, the paper discusses central, educational concerns related
to climate change. Focus will be on significations of hopevs apathy related to politi-
cal creation. In order to be politically creative, i.e. to invest psychological energy
in politics, children in particular need to believe that there is a futureexistence for
human and other animals on earth. But as adults, it is difficult to see what we can
reasonably hope for in this context. At the same time, we know that today’s societies
will either change (consciously) or be changed due to changed circumstances. Conse-
quently, a central argument in the paper is that every collective holds the capacity to
create new institutionsand significations, and that this insight needs to be passed on
to the next generation. In education, abandonment of hope is simply not an option.
Castoriadis’s notion of democracy as a “tragic” regime will frame the discussion.

Ingerid S. Straume is a Norwegian philosopher of education. She holds a PhD degree with a thesis (in
Norwegian) on Castoriadis’s notion of political paideia from the University of Oslo, 2010. Straume
is author of various book chapters, articles and books on educational theory, politics, environmentalism
and ethics where Castoriadis is an enduring inspiration. She works as director of the Academic Writing
Centre at the University of Oslo.

70
Yavor Tarinski

Self-limitation and Democracy

The legacy of Cornelius Castoriadis contains invaluable germs for our troubled
times. His political thoughtoffers a holistic alternative to capitalist modernity.
Castoriadis distinguishes two essential modes of societal organizing – heteronomy
and autonomy. In one heteronomous society the laws and institutions that govern
our lives derive from extra-social sources, outside of popular control and deliber-
ation. On the other hand, under autonomy established institutional structures and
rules are made collectively by all members of society and are therefore always open
to challenge, reform and replacement.
It has come to be widely accepted that if one heteronomous, essentially hierarchi-
cal, order is suffocatively oppressive, then an autonomous one should be so relent-
lessly free so as to be incompatible with any form of regulation and organization.
Autonomy thus wrongly becomes equated with unlimited individual freedom.
It is true that autonomy cannot include limitation as we know it today, since the
latter has come to be synonymous with austerity. But as every form of social organ-
ization, the autonomous one offers and determines roles, values, principles etc. and
by doing so it creates certain limitations. But besides its negative side, this limitation
plays positive role since it also suggests what should be done and determines certain
significations that give meaning to life.
But unlike the limitation of heteronomy, predetermined and unchallangeable, the
one that takes place in conditions of autonomy is self-imposed democratically by
all members of society and open to alteration, or in other words self-limitation. Al-
though every society sets certain limits to its individual members, this does not mean
that the latter will necessarily sustain themselves within certain regulatory frame, in
which case autonomy allows the attempt at convincing large enough segment of the
population to change or expand certain limitations, instead of directly outlawing or
forbidding dissent.

Yavor Tarinski is an independent researcher and a militant in social movements. He currently partici-
pates in the political journal Babylonia.gr. He is also a bibliographer at AgoraInternational.org and a
member of the advisory council of TRISE. He writes for various international websites and is author of
books and brochures on direct democracy and the commons.

71
Danae Theodoridou

Art and Social Alternatives


Dialectics between the “instituted” and the “instituting” social
imaginary in a time of “no alternative”

Departing from Jameson’s idea that it is now easier for us to imagine the end of
Earth being hit by a comet than imagining an alternative to capitalism, the paper
addresses today’s severe crisis of imagination in neoliberal contexts that have been
described as contexts of “no alternative”. In this frame, it elaborates on Castoriadis’
notion of “social imaginary” and the way thiscan be de- and re-constructeddepend-
ing on tensionsthat exist betweenthe imaginary significations that constitute a society
but, at the same time, are continuously constituted by this society too. Main question
in this case becomes how can this complex relationship between individuals who can
only exist within imaginary significations, and a social imaginary that can only exist
through individuals themselves, be reactivated in order to produce social alternatives,
especially in times that leave little space for imagination?
The paper focuses particularly on how art can contribute to the reactivation of the
dynamic social process of instituting social imaginaries. “Art”, according to Casto-
riadis, “does not discover, it constitutes; and the relation between what it constitutes
and the ‘real’, an exceedingly complex relation to be sure, is not a relation of verifica-
tion.” Art does not verify reality. It is part of reality and constructs it too. How can it-
then be used as a means of speculating about how things could be? How can it open
up new perspectives, debate about alternative ways of being, and encourage people’s
imagination to flow freely? How can it act as a catalyst for collectively redefining our
relationship to “reality”? Drawing on my artistic research on social imaginaries and
my recent publication “The Practice of Dramaturgy”, I will discuss the way art can
contribute to the emergence of social imaginaries today through aprocess of “work-
ing on actions” in an Arendtian sense.

Danae Theodoridou is a performance maker and researcher based in Brussels. She completed her PhD
at Roehampton University in London. The last three years, her research focuses on the notion of social
imaginaries and the way art can contribute to the emergence of social and political alternatives. She works
as a lecturer in various university departments and art conservatoires of theatre and dance in Europe,
curates practice-led research projects and presents and publishes her research work internationally. She
has been the co-creator of Dramaturgy at Work (2013-2016) and the co-author of The Practice of
Dramaturgy: Working on Actions in Performance (Valiz, 2017).
For more information: www.danaetheodoridou.com

72
Marios Vavatsis

Thinking History without historicizing: Castoriadis’ magma


of imaginary significations and his project of autonomy

Cornelius Castoriadis cannot be credited with being the forerunner in formulating


a sociology of action. What sets Castoriadis’ work apart from thinkers which try to
overcome the structure-agent divide in sociology – philosophers like to call this di-
chotomy the “appearance-reality” problem dating back to Plato’s simile of the cave –
is his attempt to re-interpret a metaphysical concept (and by the word “concept” we
take Bertrand Russell’s definition of “a universal of which we are aware”) and turn
it in into a sociology which not only tries to validate social movements like Touraine
does, but aims to ground a revolutionary project which he calls “autonomy”. Such
a bold attempt has not been recorded in sociological theory since Marx announced
his wish to change the world by exposing the inherent antinomies of capitalism two
centuries ago.
Castoriadis tries to achieve this by taking as a starting point of his social phi-
losophy not the “reflective subject” or the “individual” but the “psychical monad”,
which he borrows from psychoanalysis. In this way Descartes’ “deceitful demon” is
nullified, since, to quote the man himself, “the psyche provides the raw material for
society to fabricate individuals”. The transcendental status of the “psychical monad”
is something many researchers have commented upon and Castoriadis’ discussion
of the Kantian transcendental ego is also telling, yet the interesting point here is the
implications of this way of viewing society – as an indeterminate irreducible creation
– on historical processes. Namely, if Castoriadis’ “autonomy project” necessitates the
existence of an indeterminate social force creating meaning within history, then what
binds together our collective historical experiences and gives them a sense of identity
and continuity?

Marios Vavatsis reads philosophy and literature in Cambridge and sociological theory at Warwick. His
unfinished thesis is registered with Panteion university, Athens. He is currently working on his first
comic book on Philosophy.

73
Eric Fabri

Propriété et autonomie: esquisse d’une théorie castoriadienne


de la propriété

Bien qu’elle traverse toute son oeuvre, Castoriadis n’a jamais abordé frontale-
ment la question de la propriété. Aussi surprenant que cela puisse paraitre, on ne
trouve nulle part sous sa plume de «théorie de la propriété» ou de réflexion sur le
rapport aux choses que pourraient entretenir des individus autonomes. Pourtant,
Castoriadis savait pertinemment que les rapports des hommes aux choses définissent
les rapports qu’ils entretiennent entre eux, et tout comme ils génèrent et s’inscrivent
dans des structures imaginaires à l’origine tant de la hiérarchie managériale que de
diverses formes de domination liées aux inégalités économiques.
La question de la propriété est donc éminemment politique et constitue l’un
des enjeux majeurs de l’auto-transformation de la société – enjeu sur lequel Casto-
riadis est resté surprenamment muet. Pour compenser ce silence, il semble urgent
d’examiner quels rapports de propriété favoriseraient l’émergence ou seraient com-
patibles avec l’idéal castoriadien d’une société autonome? Pour développer cette
question, je partirai de l’ontologie de l’indétermination castoriadienne pour montrer
que la question des institutions définissant la propriété doit être réglée collective-
ment par des individus autonomes. J’examinerai ensuite quelles options pourraient
se présenter à un tel collectif qui ambitionnerait de se donner des droits de propriété
compatibles avec le projet d’autonomie. Les institutions propriétaires peuvent en ef-
fet avoir des conséquences très différentes sur des paramètres sociaux de première
importance tels l’égalité, la liberté ou l’organisation de la production matérielle,
entre lesquels il s’agira de faire des arbitrages que le penseur peut mettre à jour
mais ne doit pas nécessairement trancher par avance. Enfin, dans un dernier temps,
j’envisagerai spécifiquement le cas des sociétés hétéronomes, et des réformes de la
propriété qui pourraient soutenir le projet d’autonomie dans nos sociétés contem-
poraines.

Eric Fabri est assistant à l’Université libre de Bruxelles où il enseigne la théorie politique. Il mène ses
travaux au sein du Centre de théorie politique et rédige une thèse sur les théories de la propriété sous la
direction de Justine Lacroix et de Jean-Yves Pranchère. A côté de sa recherche doctorale, il se passionne
également pour la philosophie politique de Cornélius Castoriadis, qu’il a eu l’occasion d’approfondir dans
différents articles, chapitres, interventions à des colloques, ainsi que dans un ouvrage co-dirigé avec
Manuel Cervera-Marzal : Autonomie ou barbarie, la démocratie radicale de Cornelius Castoriadis
et ses défis contemporains (2015). Il a également publié sur les débats anglo-saxons relatifs à la
justice sociale, sur le (néo-)républicanisme et sur la théorie de l’appropriation de John Locke.

74
Georges Faraklas

L’imaginaire comme supra-sensible?


Sur Castoriadis et Hegel

Hegel, dans la Phénoménologie de l’esprit, et Castoriadis, dans l’Institution imagi-


naire de la société, considèrent que distinguer l’identité stable du sujet de ses prédi-
cats successifs constitue un « sophisme ». Cette thèse inédite, commune aux deux
auteurs, laisse entendre que Castoriadis reprend certains présupposés de Hegel. Il
place cependant Hegel dans la tradition de la pensée identitaire, qui répète inlass-
ablement ce « sophisme ». Ces penseurs auraient ceci en commun, qu’ils réduisent
l’« être » à l’« être déterminé ». Cependant, chez Hegel, une certaine réduction
de l’« être » à l’«ê tre déterminé » paraît être requise précisément pour éviter le
«sophisme» consistant à déconnecter le sujet de ses prédicats. La solution de Casto-
riadis, consistant à définir l’« imaginaire » comme un être dénué de déterminations
conceptuelles, est différente. Cependant, en tant qu’elle reprend la définition du
« supra-sensible » dans la  Doctrine des catégories  d’Emil Lask, elle paraît devoir
demeurer prise dans les présupposés de ce dernier.  

Georges Faraklas (né en 1962) est professeur de philosophie politique au département de Science
Politique et Histoire de l’université Panteion. Il a écrit sa thèse sur l’individualité dans la Philosophie
due droit de Hegel ainsi que les ouvrages suivants: Machiavel. Le pouvoir du prince (PUF, Paris
1997), Position et vérité (Kritiki, Athènes 1997), Théorie de la connaissance et méthode chez
Hegel  (Hestia, Athènes 2000), «Auto to pragma» (Nissos, Athènes 2001),  Sens et domina-
tion (Hestia, Athènes 2007), La démocratie en exil (coéditeur avec R. Azizoglu d’un ouvrage collectif
sur Rousseau, Nissos, Athènes 2012), Hegel and Scepticism (coéditeur avec J. Kosatsas, St. Syneg-
gianni et Kl. Vieweg, de Gruyter, Boston-Berlin 2017), La logique du capital. Une introdution
critique à Marx et Weber (Hestia, Athènes 2018). Il écrit un livre sur Hegel et la religion (pour les
éditions de la fondation Artos zois).

75
Liliana Ponce

Action politique et temporalité instituante.


Une réflexion sur le « mode d’agir » propre à l’homme.
D’Aristote à Castoriadis.

Dans cet exposé, on se propose d’analyser l’action politique en tant que « mode
d’agir » proprement humain inscrit dans une temporalité instituante de nouveaux
sens et de nouvelles pratiques. D’Aristote à Heidegger, l’être humain a été défini
par rapport aux autres. De la formule aristotélicienne de l’homme comme « ani-
mal politique » jusqu’à la conception heideggérienne du Dasein comme « être-avec-
d’autres  », ce qui est en jeu c’est la dimension politique de l’existence humaine.
D’après Hannah Arendt (1995), revenir sur la question du « sens » de l’action po-
litique implique redonner à l’action l’attention qu’elle mérite. L’affirmation du rôle
primordial de l’action et de la création d’un espace publico-politique commun où les
hommes sont en même temps « égaux » et « différents », vise à réaffirmer la dimen-
sion humaine de la parole et de la pluralité. C’est en ce sens que l’action politique
constitue un « mode d’être » authentique et proprement humain. Et c’est justement
cette capacité de commencement, de produire quelque chose d’imprévisible et d’ir-
réductible, ce qui peut être pensé, en termes de Castoriadis (1988), comme rupture,
comme émergence, comme novation radicale. L’action politique inscrite dans une
temporalité instituante de nouvelles pratiques et de nouvelles significations imagi-
naires sociales (Castoriadis, 1986) est réaffirmée en tant qu’activité collective qui se
déroule en vue de la création de nouveaux « modes d’être-ensemble » les uns avec
les autres. Notre intérêt consiste à articuler ces trois notions (l’être-là avec-d’autres,
l’action et la temporalité) qui proviennent de la tradition philosophique et politique
dans laquelle s’inscrivent les travaux de Arendt et Castoriadis afin de réfléchir sur le
« faire politique » dans le monde moderne et contemporain.

Liliana Ponce est Professeure Titulaire de la Chaire d’Histoire de la pensée politique à l’Institut Su-
périeur du Professorat, Dr. Joaquín V. González, Buenos Aires, Argentine. Ses recherches en cours
portent sur la temporalité de l’action politique et la théorie politique des philosophes modernes (de
Descartes à Kant).

76
Yannis Prelorentzos

Castoriadis et Bergson : affinités d’idées ou influence refoulée ?

Bien que Castoriadis se réfère rarement à Bergson, les affinités de certaines de


leurs idées sont indubitables, surtout concernant leur conception du temps et de
la création. En effet, la durée –la notion centrale de la philosophie bergsonienne–,
à l’opposé de l’espace géométrique, se caractérise par la qualité, l’hétérogénéité,
l’interpénétration, la multiplicité qualitative, l’irréversibilité, l’indivisibilité, la conti-
nuité, et principalement par le jaillissement incessant d’imprévisible nouveauté. « Le
temps est invention ou il n’est rien du tout » ; cette idée cardinale de Bergson fut re-
prise par Castoriadis. De plus la durée bergsonienne, étrangère à toute spatialisation,
caractérise tout psychisme, tout être vivant, toute société et même la matière, avec
des différences de rythme. De même chez Castoriadis la psyché, le vivant et le social-
historique ne peuvent pas être adéquatement connus par la logique ensembliste-
identitaire. Par ailleurs, Bergson affirme, avant Castoriadis, que l’intelligence donne
bien accès à une dimension irréductible des êtres (à ce qui en eux est quantifiable et
mesurable), mais non à l’essentiel de ce qui dure ; ceci n’est pas pour autant incon-
naissable, puisqu’il peut être saisi par une autre fonction cognitive. Conséquemment,
Bergson et Castoriadis admettent deux espèces de rigueur et ne réduisent pas la
logique à la logique formelle.
Quoique Castoriadis n’emprunte pas directement à Bergson une série de distinc-
tions fondamentales, l’insistance sur le concret, le dynamique, le souple ou l’ouvert
par opposition à l’abstrait, au statique, au rigide et au fermé (ou clos) est capitale
chez ce dernier. De plus Castoriadis emploie fréquemment la distinction bergsoni-
enne essentielle entre le (tout) fait et ce qui se fait.
À l’encontre de la plupart des philosophes français de son époque, l’œuvre de
Castoriadis est caractérisée par les traits distinctifs de la philosophie française selon
Bergson, à savoir surtout « la simplicité de la forme » et la liaison étroite de la phi-
losophie avec la science positive.
Enfin, concernant les analyses de Castoriadis sur la transformation radicale de la
société à travers le projet d’autonomie individuelle et collective, une confrontation
avec les analyses bergsoniennes sur le clos et l’ouvert dans toute morale, toute reli-
gion et toute société serait sans doute féconde, malgré leurs différences profondes.

Yannis Prelorentzos, docteur en philosophie de l’université Paris Sorbonne (Paris IV) (1992), est pro-
fesseur de philosophie moderne et contemporaine à l’université de Ioannina. Il a publié Temps, durée
et éternité dans les Principes de la philosophie de Descartes (1663) de Spinoza (P.U.P.S., Paris,
1996), Connaissance et méthode chez Bergson (en grec, 2012) et Philosophie et littérature en
France, 1930-1960 (en grec, 2016). Il a aussi traduit et commenté en français les livres centraux
de La République de Platon (3e édition Hatier, Paris, 2007) et en grec Les passions de l’âme de
Descartes, L’évolution créatrice de Bergson, Le bergsonisme de Deleuze, et Philosophie et lit-
térature. Approches et enjeux d’une question de Philippe Sabot. Chevalier dans l’Ordre des Palmes
académiques (2015).
77
Σημειώσεις
Notes

You might also like