Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 225

ΝΙΚΟΣ Γ.

 ΑΣΠΙΩΤΗΣ 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ 
 
ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ 
(1817‐1951) 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
ΚΕΡΚΥΡΑ 2009 
 
 
 
 
 

1
Φωτογραφία εξώφυλλου: Η Νομαρχία στο Μέγαρο Καποδίστρια (Πηγή: Α.Ν.Κ.) 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
© 2009 : ΝΙΚΟΣ Γ. ΑΣΠΙΩΤΗΣ 
               26620‐23910 
               6974160023 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Επιμέλεια – διόρθωση κειμένων: Νέλλα Πανταζή 
Χορηγός: 
Έκδοση: Ιούνιος 2009 
 ISBN: 978‐960‐92719‐1‐2 
 
 
 
 
 
 
 
 
Απαγορεύεται  η  ολική  ή  μερική  αναπαραγωγή  του  περιεχομένου  της  έκδοσης  με  οποιοδήποτε 
τρόπο και φόρμα παραγωγής, χωρίς την άδεια του συγγραφέα (Ν. 2121/1993) 
 
 
 

2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 
 
 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ  6 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ  7 

Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  1828‐1864  7 
1. Ο Καποδίστριας, πρώτος θεμελιωτής του ελληνικού κράτους.  7 
2. Η Βαυαρική κρατική οργάνωση  9 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ  Α΄  13 

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ 1817 ΚΑΙ Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΚΗΣ ΄΄ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ΄΄  13 
1. Η συνθήκη των Παρισίων και η ψήφιση του Συντάγματος του 1817  13 
2. Η Βουλή  14 
3. Η Γερουσία  16 
4. Η επαρχιακή και η τοπική διοίκηση του ΄΄Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων  Νήσων΄΄  16 
α. Ο Έπαρχος και το Επαρχιακό (Επιχώριο) Συμβούλιο  ‐ Η εκλογή και ο ρόλος τους  16 
β. Οι αρμοδιότητες  18 
γ. Τα περιοχικά επιχώρια ή τμηματικά συμβούλια (΄΄τμηματικές Δημαρχείες  ή Δημοσυμβούλια΄΄)‐Η ίδρυση 
και η αντιπροσώπευση.  19 
δ. Η νέα χωροταξία  21 
5. Ο εκλογικός νόμος  22 
6. Το Σύνταγμα του 1817 και η δημοσιονομική πολιτική  24 

KΕΦΑΛΑΙΟ Β΄  26 

Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ  26 
1. Η Ένωση  26 
2. Η έναρξη της διαδικασίας αφομοίωσης, οι εκλογές των πληρεξουσίων, και ο Έκτακτος Απεσταλμένος Θ. 
Ζαΐμης  28 
3. Η διοικητική διαίρεση της Επτανήσου ‐ Ο νομός Κέρκυρας και οι επαρχίες του  30 
4. Οι πρώτοι δήμοι του 1866, οι δημοτικές εκλογές και ο νόμος περί δημαιρεσιών.  32 
5. Ο αυτοδιοικητικός μετασχηματισμός του 1869  33 
7. Η Επαρχιακή ή εγχώριος ή επιχώριος περιουσία και διαχείριση  41 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ  Γ΄  43 

ΤΟ ΑΝΤΙΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΛΙΜΑ ΚΑΙ Ο ΝΟΜΟΣ  ΔΝΖ΄ ΤΟΥ 1912.  43 
1. Η συζήτηση στη Βουλή για το νέο νόμο  43 
2. Η νέα χωροταξία της τοπικής αυτοδιοίκησης  45 
3. Τα διοικητικά όρια και κτηματολόγια των κοινοτήτων  47 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ  Δ΄  51 

Η ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΞΙΚΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ 1936‐1944  51 
1. Η αυτοδιοίκηση της Μεταξικής δικτατορίας  51 
2. Η αυτοδιοικητική μεταρρύθμιση του 1939  52 

3
3. Τα οικονομικά προβλήματα των δήμων και κοινοτήτων και το σύστημα επιβολής τοπικών φόρων κατά τη 
διάρκεια του Μεσοπολέμου  55 
4. Η διοίκηση και η τοπική αυτοδιοίκηση των Ιταλών  57 
α. Οι  Νομάρχες και οι Δήμαρχοι του Parini  57 
γ. Δήμαρχοι και Δημοτικοί σύμβουλοι των ΄΄ιταλικών΄΄ δήμων  61 
5. Το έργο του Parini  64 
6. H ΄΄γερμανική΄΄ περίοδος της αυτοδιοίκησης  65 
α. Η αυτοδιοίκηση του Νομάρχη Κομιανού  65 
β. Οι παράπλευρες συνέπειες της κατοχής  67 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄  70 

Η ΤΟΠΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ  70 
1. Ο Κυβερνητικός Αντιπρόσωπος Μακκάς και το ΕΑΜ Κέρκυρας  70 
2. Η Διοίκηση και ο Τύπος της Κέρκυρας  74 
3. Η Διοίκηση και οι Εβραίοι της Κέρκυρας  77 
4. Η Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας νομού Κέρκυρας  82 
5. Η εκδίωξη της ιταλικής παροικίας και οι αντιθέσεις ορθοδόξου και Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας.  84 
6. Η Κέρκυρα και το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα  88 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄  91 

ΟΙ ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1951 ‐ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ‐ 
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ  91 
1. Η ιδεολογική κάθαρση της τοπικής αυτοδιοίκησης (1945‐1951) και οι δημοτικές και κοινοτικές εκλογές  
του 1951 στην Κέρκυρα  91 
2. Η νομοθετική κωδικοποίηση του 1936 και οι συμπληρώσεις του Ν. Δ. 107/1946 στην κωδικοποιημένη 
νομοθεσία  93 
3. Οι εκλογικές μεταρρυθμίσεις του Ν. 1454/1950  96 
α. Η πρόταση και η ανακήρυξη  των υποψηφίων  97 
β. Η ψηφοφορία, η διαλογή και τα αποτελέσματα της εκλογής  97 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄  99 

Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1946, 1950  ΚΑΙ  1951 ΣΤΗΝ 
ΚΕΡΚΥΡΑ.  99 
1. Η Επιτροπή Συντονισμού Ασφάλειας και οι εκλογές του 1946  99 
2. Το Ψήφισμα ΜΘ΄ του 1948 και οι εκλογές του 1950  101 
3. Οι εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 και οι αυξομειώσεις των αριστερών δυνάμεων  102 

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ  105 

Η ΚΕΡΚΥΡΑ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ  ’50  105 
1. Οι κοινωνικές συνθήκες  105 
2. Το αγροτικό στοιχείο  105 
3. Η βιομηχανία και η βιοτεχνία  107 
4. Η αθλητική υποδομή  107 
5. Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση  107 

ΤΕΛΟΣ  108 

4
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ  109 

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ  109 
ΑΠΟΓΡΑΦΗ  213 
ΕΠΑΡΧΙΑ ΚΕΡΚΥΡΑΣ  213 
ΕΠΑΡΧΙΑ ΠΑΞΩΝ  213 
ΣΥΝΟΛΟ ΝΟΜΟΥ  213 
 

5
 ΠΡΟΛΟΓΟΣ 
 
    Η εργασία αυτή δεν έχει ως στόχο να αναδείξει το σύνολο της ιστορικής διαδρομής και δράσης 
της  αυτοδιοίκησης  και  της  διοίκησης  στην  Κέρκυρα.  Στοχεύει  μόνο  στην  επισήμανση  και 
καταγραφή του οργανωτικού τους μετασχηματισμού, των αιτιών που τον προκάλεσαν καθώς και 
των  πολιτικών,  κοινωνικών  και  οικονομικών  δεδομένων  μέσα  στις  οποίες  πραγματοποιήθηκε. 
Μέσα  σ'  ένα  κλίμα  συνεχών  αλλαγών  και  ρυθμίσεων  στη  δομή  της  κεντρικής  και  περιφερειακής 
οργάνωσης  της  χώρας  προσπαθήσαμε  να  ανιχνεύσουμε  την  ιστορική  αφετηρία  της  τοπικής 
αυτοδιοίκησης και διοίκησης στο νομό μας και παράλληλα να καταγράψουμε τα πρόσωπα, αιρετά 
ή  διορισμένα,  που  υπηρέτησαν  τους  θεσμούς  αυτούς.  Η  έρευνα  όμως  ανέδειξε  και  γεγονότα 
μεγάλης τοπικής σημασίας, στα οποία η κρατική διοίκηση και η τοπική αυτοδιοίκηση του νομού 
έπαιξαν  καθοριστικό  ρόλο  στη  διαμόρφωσή  τους  και  κρίθηκε  σκόπιμο  να  καταγραφούν,  αφού 
ορισμένα  παρουσιάζονται  για  πρώτη  φορά  στην  τοπική  ιστοριογραφία.  Είναι  άλλωστε 
χαρακτηριστικά  δείγματα  συμπεριφοράς  κρατικών  και  αυτοδιοικητικών  οργάνων    σε  κρίσιμες 
στιγμές της νεώτερης ιστορίας του νομού μας. 
    Πιστεύουμε  ότι  καταγράψαμε  τις  προσπάθειες  του  κεντρικού  πολιτικού  συστήματος  να 
οργανώσει  το  δημόσιο  βίο  της  χώρας  και  να  δημιουργήσει  διοικητικούς  και  αυτοδιοικητικούς 
θεσμούς,  που  θα  εξυπηρετούσαν  την  πολιτική,  κοινωνική  και  οικονομική  ανάπτυξη  της  χώρας. 
Αυτό  που  διαπιστώθηκε,  ως  χαρακτηριστικό  σύπτωμα  των  θεσμών  αυτών,  είναι  η  προχειρότητα 
των  και  βιασύνη  του  κεντρικού  πολιτικού  συστήματος  να  μετασχηματίσει  και  οργανώσει  τη 
περιφερειακή  συγκρότηση  της  χώρας,  γεγονός  που  δεν  οφείλεται  μόνο  στην  άγνοια  των 
κοινωνικοοικονομικών  δεδομένων  και  χαρακτηριστικών  της  ελληνικής  επαρχίας  και  στο 
μανδαρίνικο τρόπο σκέψης των σχεδιαστών τους. Οφείλεται κυρίως τόσο στην άγνοια της ιστορίας 
των  θεσμών  στη  διαχρονική  τους  εξέλιξη  όσο  και  στην  ακατάβλητη  φροντίδα  του  πολιτικού 
συστήματος να βολέψει τους πολυάριθμους εκλογικούς του πελάτες, που διαβιούν στην επαρχία 
και πιέζουν ασφυκτικά για την συνέχεια ή την αύξηση της τοπικής τους πολιτικής δύναμης.  
    Το συγκεντρωτικό σύστημα εξουσίας, που κάποτε εφαρμόστηκε για να αποδυναμώσει τα τοπικά 
κέντρα  επιρροής,  έχει  παραχωρήσει  πια  μέρος  της  δύναμής  του  σ'  ένα  δίκτυο  σχέσεων  και 
αμοιβαίων  συναλλαγών,  που  αποσκοπούν  στη  διατήρησή  του  μέσω  της  επιβεβαίωσης  της 
ηγετικής θέσης των ισχυρών ομάδων κάθε επαρχίας. Αυτό αποτυπώθηκε με χαρακτηριστικό τρόπο 
στη  μεγάλη  τομή  που  επιχειρήθηκε  ειδικά  στον  αυτοδιοικητικό  χώρο  της  Κέρκυρας  με  το 
πρόγραμμα ΄΄Καποδίστριας΄΄. Ο μετασχηματισμός της αυτοδιοικητικής γεωγραφίας του νομού σε 
δεκατρείς δήμους και τρεις κοινότητες δεν είχε προφανώς στόχευση τις πραγματικές ανάγκες της 
κοινωνίας, που άλλωστε δεν ρωτήθηκε, αλλά την επιβεβαίωση των τοπικών πολιτικών ομάδων και 
του  κρατικού ηγεμονισμού.  
     Σήμερα το κεντρικό πολιτικό σύστημα με όπλα τις νομοθετικές πρωτοβουλίες, τις πελατειακές 
σχέσεις,  τη  ρευστότητα  αλλά  και  τη  σύγχυση  που  επικρατεί  γύρω  από  τις  έννοιες  ΄΄τοπική 
αυτοδιοίκηση΄΄ και ΄΄τοπική υπόθεση΄΄ εξακολουθεί να είναι κυρίαρχο και χαράζει, κατά το δοκούν 
και  ερήμην  των  τοπικών  κοινωνιών,  τους  όρους  και  τις  προϋποθέσεις  της  οικονομικής  και 
κοινωνικής  τους  ανέλιξης.  Και  όσο  η  αυτοδιοίκηση  δεν  βρίσκει  την  αληθινή  της  αποστολή  και 
νοηματική έκφραση, που δεν είναι άλλη από την ελευθερία και την ανταγωνιστικότητα απέναντι σ' 
ένα  κράτος  δυσκίνητο,  συγκεντρωτικό  και  υπεροπτικό,  θα  παραμένει  απλός  διεκπεραιωτής  και 
υπηρέτης  του.  Γι'  αυτή  τη  σχέση  έγραψε,  το  1979,  ο  Γιώργος  Γεννηματάς:  Οι  καταστρεπτικές 
συνέπειες του συγκεντρωτικού συστήματος φθάνουν τα όρια εθνικής κατάρρευσης στο οικονομικό 
‐ δημογραφικό ‐ κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο. Η αποξένωση του Λαού από τις επιλογές που 
τον  αφορούν  ευνοούν  την  ανισομερή  ανάπτυξη,  την  αλόγιστη  χρήση  πόρων,  το  μαρασμό  της 
υπαίθρου… Η λειτουργία ακόμα των δημοτικών αρχόντων σαν μεμονωμένων νησίδων πίεσης προς 
τους  μηχανισμούς  λήψης  αποφάσεων,  στη  βάση  της  εκλογικής  πελατείας,  δεν  αποδίδει  πια,  ο 
συνωστισμός στους διαδρόμους των Υπουργείων δεν ωφελεί στην αλλαγή της αντιμετώπισης των 
τοπικών  υποθέσεων.  Δεδομένη  πια  είναι  η  αδυναμία  του  συστήματος  να  εξυπηρετήσει  τις 
συλλογικές  κοινωνικές  ανάγκες.  Δεν  είναι  δυνατό  πια  η  προώθηση  των  κοινών  ζητημάτων  να 
βασίζεται  αποκλειστικά  σε  ένα  σύστημα  μεσολαβητών  που  αντλούν  το  δικαίωμα  αυτό  από  την 
αναβάπτιση στη λαϊκή ψήφο.      
                                                                                              
Λευκίμμη Ιούνιος 2009‐Νίκος Ασπιώτης 
 

6
OΨΕΙΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ  ΒΙΟΥ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ 1817 ‐ 1955 
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 
 
    Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ  1828‐1864 
 
    1. Ο Καποδίστριας, πρώτος θεμελιωτής του ελληνικού κράτους. 
 
 
H  πολιτική  ρευστότητα  που  επικρατούσε  στην  επαναστατημένη  Ελλάδα  με  διάφορες  πολιτικές 
ομάδες και φατρίες να επιδίδονται σ' ένα διχαστικό πολιτικό ανταγωνισμό, που οδηγούσε συχνά 
σε  αιματηρές  εμφύλιες  συρράξεις,  δεν  επέτρεψε  ποτέ  την  παγίωση  μιας  συγκεκριμένης 
κυριαρχίας  στις  εξασφαλισμένες  ελεύθερες  περιοχές.  Το  κατακερματισμένο  πολιτικό  πεδίο  και  η 
πολιτική ρευστότητα έπλητταν  κυρίως τη διαπραγματευτική ικανότητα της ελληνικής πλευράς σε 
μια εποχή (1827) που η Αγγλία και η Ρωσία για τους δικούς τους λόγους επιζητούσαν μια ευνοϊκή 
ρύθμιση  για  τον  επαναστατημένο  ελληνισμό.  Οι  λόγοι  αυτοί  και  η  προσωπικότητα  του 
Καποδίστρια,  ως  διπλωμάτη  καριέρας  με  πανευρωπαϊκό  κύρος  και  αποδοχή,  οδήγησαν  στην 
ομόφωνη  εκλογή  του  ως  Κυβερνήτη  από  την  Γ΄  Εθνοσυνέλευση.  Όταν  η  Εθνοσυνέλευση  της 
Τροιζήνας  εξέλεξε  τον  Καποδίστρια  κυβερνήτη  (Απρίλιος  1827),  η  Επανάσταση  χαροπάλευε 
ανάμεσα  στα  τούρκο‐αιγυπτιακά  στρατεύματα,  τους  εμφύλιους  σπαραγμούς,  την  απόλυτη 
έλλειψη οικονομικών και άλλων μέσων. Πόλεις, κώμαι, χωρία κατεστραμμένα, ερείπια, έρημα. Και 
μένει τούτο μόνον εις τον πολυπαθή τόπον, ο αρχαιότροπος των οικητόρων αυτού χαρακτήρ, και 
απόφασις  αυτών,  ομόψυχός  τε  και  άτρεπτος,  μηδέποτε  να  υποστώσι  τον  τουρκικόν  ζυγόν,  ουδ' 
άλλον ζυγόν ξένον οποιονδήποτε. O Καποδίστριας, ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος, μετά τους 
βυζαντινούς χρόνους, έφθασε στο Ναύπλιο στις 6 Ιανουαρίου 1828. Στην πραγματικότητα κλήθηκε 
να  κυβερνήσει  όχι  ένα  ολοκληρωμένο  και  αυθύπαρκτο  κράτος  με  συγκεκριμένα  όρια  αλλά  μόνο 
κάποιες  απελευθερωμένες  περιοχές  της  Πελοποννήσου,  της  Στερεάς  Ελλάδος  και  μερικά  νησιά 
του  κυκλαδικού  και  αιγαιοπελαγίτικου  νησιωτικού  συμπλέγματος.  Περιοχές,  δηλαδή,  που  μόλις 
είχαν απελευθερωθεί από τον τουρκικό ζυγό, αλλά δεν διέθεταν, όπως ήταν επόμενο, ουσιαστική 
διοικητική  οργάνωση  και  συγκρότηση.  Η  πρώτη  του  επαφή  με  την  ελληνική  μετεπαναστατική 
πραγματικότητα  ήταν  απογοητευτική  αλλά  μάλλον  αναμενόμενη.  Βρήκε  ένα  άθροισμα 
οπλοφόρων  και  μίαν  Κυβέρνησιν  κατά  τύπους  μόνον  κινούμενη  από  τόπον  εις  τόπον  δια  να 
αποφεύγη την βίαν και τους εξευτελισμούς.  
Η  συγκρότηση  ενός  ισχυρού  τοπικού  πολιτικού  και  διοικητικού  συστήματος  στη  νεαρή 
Ελληνική  Πολιτεία,  κατά  τα  πρότυπα  των  σύγχρονων  εθνικών  κρατών  της  ηπειρωτικής  Ευρώπης, 
υπήρξε  ένα  από  τα  πρώτα  μελήματα  του  Κυβερνήτη.  Η  διοργάνωση  αποτελεσματικής  διοίκησης 
θα  βοηθούσε  την  ανόρθωση  της  πολύπαθης  οικονομίας,  που  είχε  πληγεί  καίρια  από  τις 
μακροχρόνιες  πολεμικές  επιχειρήσεις.  Οι  πόροι  από  τη  φορολογία  και  τα  εξωτερικά  δάνεια  θα 
τύγχαναν ορθολογικής διαχείρισης και δεν θα χρησιμοποιούνταν για τον προσεταιρισμό πολιτικών 
συμμάχων  από  τις  εκάστοτε  πολιτικές  φατρίες.  Κυρίως  όμως  μια  ισχυρή  και  συγκεντρωτική 
εκτελεστική  εξουσία  θα  προωθούσε  πιο  αποτελεσματικά  τις  διεκδικήσεις  της  ελληνικής 
εξωτερικής  πολιτικής  τόσο  στο  ζήτημα  των  συνόρων  όσο  και  της  μορφής  (ανεξαρτησία  αντί 
αυτονομία) του μελλοντικού ελληνικού κράτους. 
Για  να  τα  πετύχει  αυτά  ο  Καποδίστριας  διεκδίκησε  και  πέτυχε  τη  συγκέντρωση  της 
εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας στο  πρόσωπό του,  αποστασιοποιούμενος άμεσα από 
τις  πολιτικές  φατρίες  που  τον  είχαν  εκλέξει.  Οι  τακτικοί  του  ελιγμοί  απέναντι  στο  πολιτικό 
κατεστημένο,  προεπαναστατικό  και  μετεπαναστατικό,  φανέρωνε  ότι  είχε  τη  βούληση  και  τις 
ικανότητες όχι μόνο να συγκροτήσει κατά τα δυτικά πρότυπα ένα ισχυρό κρατικό μηχανισμό αλλά 
και  να  αντεπεξέλθει  με  επιτυχία  στους  σύνθετους  και  λεπτούς  διπλωματικούς  χειρισμούς,  που 
απαιτούσε η προώθηση του ελληνικού ζητήματος.    
Ο  Καποδίστριας,  βλέποντας  την  ανυπαρξία  κεντρικών  διοικητικών  αρχών,  τη  διαμάχη  των 
κομμάτων,  την  αταξία,  την  αθλιότητα  και  την  ακυβερνησία,  ανέστειλε  την  ισχύ  του  ΄΄Πολιτικού 
Συντάγματος  της  Ελλάδος΄΄,  διέλυσε  τη  Βουλή  και  συνέστησε  το  ΄΄Πανελλήνιον΄΄,  ένα 
αντιπροσωπευτικό και συμβουλευτικό σώμα από 27 μέλη. Μέσα σε λίγο καιρό, η χώρα άρχισε να 
λαβαίνει  την  όψη  κράτους,  η  αναρχία  εξέλιπε,  η  πειρατεία  καταπολεμήθηκε,  η  ασφάλεια 
εμπεδώθηκε, αλλά, κυρίως, το δημόσιο ταμείο άρχισε να επαρκεί.  

7
Πρωταρχική  του  μέριμνα  υπήρξε  η  κατάργηση  της  επαρχιακής  αυτονομίας,  από  την  οποία 
αντλούσαν  την  οικονομική  και  κοινωνικοπολιτική  τους  δύναμη  οι  παραδοσιακές  αλλά  και  οι 
νεότερες  εξουσιαστικές  μονάδες  της  ελληνικής  κοινωνίας.  Η  μείωση  του  αριθμού  των  επαρχιών 
και ο έλεγχος (διορισμός) των οργάνων της από την κεντρική διοίκηση ήταν μερικά από τα μέτρα 
που  συνέτειναν  στην  περιθωριοποίηση  των  πολιτικών  φατριών  και  τις  οδήγησαν  σε  ολομέτωπη 
πολιτική ρήξη με τον Κυβερνήτη. Παρόμοια μέτρα υιοθετήθηκαν, όπως θα δούμε παρακάτω, από 
την Αντιβασιλεία και τον Όθωνα, χωρίς ωστόσο να υπάρξει ουσιαστική αντίδραση.  
Με  το  Ψήφισμα  της  13ης  Απριλίου  1828  ο  Κυβερνήτης  διαίρεσε  την  ελεύθερη  χώρα  σε 
δεκατρία τμήματα που αποτέλεσαν τον πρόδρομο της νομαρχιακής οργάνωσης κατά την Οθωνική 
περίοδο.  Στο  ίδιο  Ψήφισμα  είχε  προβλεφθεί  και  η  οργάνωση  της  Στερεάς  Ελλάδας,  καθόσον  η 
έκβασις  του  πολέμου  θέλει  το  συγχωρήσει.  Στα  Τμήματα  αυτά  εστάλη  από  τον  Κυβερνήτη  ένας 
έκτακτος  επίτροπος,  διωρισμένος  να  οργανώση  τας  επαρχίας,  και  μάλιστα  να  συστήση  τας 
δημογεροντίας  ή  κοινότητας.  Βασική  επιλογή  του  ήταν  η  μετεξέλιξη  του  κοινοτικού  συστήματος, 
που  είχε  αναπτυχθεί  κάτω  από  το  σκληρό  ζυγό  της  τουρκοκρατίας,  ως  μηχανισμός  φοροδοτικής 
και εν μέρει διοικητικής οργάνωσης των υπόδουλων Ελλήνων, σε θεσμό τοπικής αυτοδιοίκησης με 
πρώτο  βαθμό  τις  δημογεροντίες  ή  κοινότητες.  Η  προσπάθειά  του  προϋπόθετε,  ασφαλώς,  τον 
απεγκλωβισμό  των  κοινοτήτων  από  τον  έλεγχο  της  κυρίαρχης  σε  αυτές  πολιτικής  και  κοινωνικής 
τάξης των προεστών και την υπαγωγή του θεσμού στο διοικητικό σύστημα της χώρας. Το πρώτο 
μέτρο  που  έλαβε,  μετά  το  Ι΄  Ψήφισμα,  ήταν  η  έκδοση  του  διατάγματος  της  16ης  Απριλίου,  που 
αφορούσε το ΄΄Διοικητικό Οργανισμό των Τμημάτων΄΄, δηλαδή την υποδιαίρεση των επαρχιών των 
Τμημάτων σε πόλεις, κώμες και χωριά και τη συγκρότηση των οργάνων διοίκησής τους. Έτσι κάθε 
πόλη της επαρχίας, κάθε κώμη και κάθε χωριό εξέλεγε δημογέροντες ανάλογα με τον αριθμό των 
οικογενειών  τους.  Τα  χωριά  που  είχαν  μέχρι  εκατό  οικογένειες  εξέλεγαν  ένα  Δημογέροντα,  τα 
μέχρι διακόσιες δύο, τα μέχρι τριακόσιες τρεις και τα τετρακόσιες και άνω τέσσερις δημογέροντες. 
Δικαίωμα  ψήφου  είχαν  όλοι  οι  πολίτες  που  είχαν  συμπληρώσει  το  25ο  έτος  της  ηλικίας,  ενώ 
δικαίωμα  εκλογής  είχαν  μόνο  οι  μάλλον  φορολογούμενοι  οι  συμπληρώσαντες  το  35ο  έτος.  Οι 
Δημογέροντες  εξελέγοντο  από  κατάλογο  που  περιελάμβανε  διπλάσιο  ή  τριπλάσιο  αριθμό 
υποψηφίων  και  συνέτασσε  ο  Έκτακτος  Επίτροπος  μαζί  με  τους  διατελέσαντες  Δημογέροντες. 
Προηγείτο ανακοίνωση των εγγεγραμμένων στον εκλογικό κατάλογο ενώπιον της συνέλευσης των 
εκλογέων, έτσι ώστε οποιοσδήποτε από τα μέλη της συνέλευσης να μπορεί να προσφύγει κατά της 
εγγραφής κάποιου.  
Όλοι  οι  εκλεγμένοι  δημογέροντες  στις  πόλεις,  τις  κώμες  και  τα  χωριά,  μαζί  με  τον  Έκτακτο 
Επίτροπο εξέλεγαν ως αντιπροσώπους στην κεντρική πόλη της επαρχίας, ανάλογα με τον αριθμό 
των κατοίκων της, δύο ή τρεις δημογέροντες, οι οποίοι μαζί με τους δημογέροντες της κεντρικής 
πόλης  αποτελούσαν  την  επαρχιακή  δημογεροντία.  Παρά  τους  περιορισμούς  που  έθετε  το 
διάταγμα  αυτό  στο  δικαίωμα  του  εκλέγεσθαι,  τις  ασάφειες  ως  προς  το  χρόνο  θητείας  των 
επαρχιακών και κοινοτικών δημογερόντων, τις δυσκολίες στη σύνταξη των εκλογικών καταλόγων, 
οι  εκλογές  που  πραγματοποιήθηκαν  για  πρώτη  φορά  στην  Ελλάδα,  εξασφάλισαν  στους 
δημογέροντες  λαϊκή  νομιμοποιητική  βάση  και  τους  απεγκλώβισε  από  την  κυρίαρχη  κάστα  των 
προεστών. 
Ακολούθησαν  και  άλλες  εκτελεστικές  πρωτοβουλίες  του  Καποδίστρια,  οι  οποίες  είχαν  στόχο 
την  ενδυνάμωση  των  θεσμικών  αλλαγών  που  επέβαλε  στο  διοικητικό  σύστημα  της  χώρας,  όπως 
ήταν  το  Ψήφισμα  της  1ης  Ιανουαρίου  1830  (κατάργηση  Εκτάκτων  Επιτρόπων  και  επαρχιακών 
δημογεροντιών,  αντιμισθία  κοινοτικών  δημογερόντων,  σύσταση  δωδεκαμελών  επαρχιακών 
συμβουλίων κλπ) και το πρωτοπόρο ψήφισμα της 4ης Φεβρουαρίου για τη θέσπιση των αυτοτελών 
πόρων των επαρχιών του κράτους.  
Κατηγορήθηκε  ότι  κυβέρνησε  απολυταρχικά  με  μια  ομάδα  στενών  συνεργατών  και  είναι 
αλήθεια. Ανδρωμένος στην εποχή του «φωτισμένου δεσποτισμού» και αντιμέτωπος με την τραγική 
κατάσταση  της  καταματωμένης  και  κατασπαραγμένης  χώρας,  ο  Καποδίστριας  υιοθέτησε 
αυταρχική  πολιτική  μονοκρατορίας,  ξαστοχώντας  πως,  για  τους  αγωνιστές  του  απελευθερωτικού 
αγώνα, «η συνταγματική ελευθερία ήτο σύμβολον εθνικής αναπτύξεως.  
Αλλά  εκείνη  την  εποχή  όλη  η  Ευρώπη  στηρίχθηκε  σε  απολυταρχικά  συστήματα 
διακυβέρνησης.  Πώς  όμως  θα  μπορούσε  να  κυβερνηθεί  διαφορετικά  η  Ελλάδα,  όταν,  από  το 
Φεβρουάριο του 1821 που ξέσπασε η επανάσταση στη Μολδοβλαχία μέχρι την Α΄ Εθνοσυνέλευση 
της Επιδαύρου, δεν υπήρξαν κεντρικά όργανα  της επανάστασης και η χώρα μόλις είχε βγει από τα 
σκοταδιστικά  δεσμά  τεσσάρων  αιώνων  δουλείας  και  αρκετούς  εμφύλιους;  Στο  ερώτημα  αυτό 

8
μπορεί να απαντήσει μόνο το πολυδιάστατο έργο και η αφιλοκερδής διαδρομή της κυβερνητικής 
του  θητείας.  Και  όλοι,  ακόμα  και  οι  πιο  σφοδροί  επικριτές  του,  συμφωνούν  ότι  η  διακυβέρνησή 
του  αποτέλεσε  την  πρώτη  σοβαρή  προσπάθεια  θεμελίωσης  και  διοργάνωσης  του  ελληνικού 
κράτους. Και ήταν κρίμα που η απολυταρχία του Καποδίστρια κράτησε τόσο λίγο. Δολοφονήθηκε 
από  μια  ισχυρή  πελοποννησιακή  οικογένεια,  από  εκείνες  που  ήθελαν  να  αντικαταστήσουν  στην 
ελεύθερη  Ελλάδα  τους  Τούρκους  αξιωματούχους.  Και  αν  χρησιμοποίησε  ένα  συγκεντρωτικό 
διοικητικό  και  πολιτικό  μηχανισμό  για  να  κυβερνήσει  το  έκανε  γιατί  μόνο  έτσι  μπορούσε  να 
συντρίψει  την  πολιτική  δύναμη  της  άρχουσας  τάξης  των  προεστών  και  των  οπλοφόρων,  που 
άπλωναν ανενόχλητοι το μακρύ τους χέρι στο κρατικό ταμείο.  
 
    2. Η Βαυαρική κρατική οργάνωση 
 
Μετά  τη  δολοφονία  του  Καποδίστρια  ακολούθησε  άλλη  μια  περίοδος  εμφυλίου  πολέμου  και 
αναρχίας,  που  προσπάθησε  να  αντιμετωπίσει  η  σύνοδος,  πρώτα  στο  Άργος  και  αργότερα  στο 
Ναύπλιο,  της  Ε΄  Εθνοσυνέλευσης.  Κυρίαρχη  απόφαση  της  Εθνοσυνέλευσης  ήταν  η  σύνταξη  και 
ψήφιση του ΄΄Ηγεμονικού Συντάγματος΄΄, στις 15 Μαρτίου 1832, ενόψει του ερχομού του πρίγκιπα 
Όθωνα,  που  είχαν  ορίσει  οι  τρεις  Μεγάλες  Δυνάμεις  (Γαλλία,  Αγγλία  και  Ρωσία)  ως  Κυρίαρχο 
Ηγεμόνα  της  Ελλάδος.  Το  Σύνταγμα  αυτό  δεν  εφαρμόστηκε  ποτέ,  με  αποτέλεσμα  να  εδραιωθεί 
στην  Ελλάδα  το  πολίτευμα  της  απόλυτης  μοναρχίας,  που  θα  διαρκέσει  έντεκα  περίπου  χρόνια. 
Μέχρι  την  ενηλικίωση  του  Όθωνα  τη  διακυβέρνηση  της  χώρας  ασκούσε  η  τριμελής  βαυαρική 
αντιβασιλεία, στόχος της οποίας ήταν η οργάνωση και η ανόρθωση του ελληνικού κράτους με την 
εισαγωγή νέων (ευρωπαϊκών) μορφών κεντρικής και περιφερειακής διοίκησης. 
Έτσι  η  βαυαρική  αντιβασιλεία  ανέλαβε  να  θέσει  και  να  ολοκληρώσει  τα  θεμέλια  της  τοπικής 
αυτοδιοίκησης  με  το  Β.Δ.  της  27ης  Δεκεμβρίου  1833.  Την  επεξεργασία  της  σύνταξης  του  ΄΄Περί 
δήμων  νόμου΄΄  είχε  αναλάβει  ο  Karl  Von  Abel,  μέλος  του  διευρυμένου  Συμβουλίου  της 
Αντιβασιλείας.  Η  απελευθερωθείσα  Ελλάδα  δεν  διέθετε  διοικητικά  στελέχη  και  οι  πρώτοι 
νομοθέτες  του  ελληνικού  κράτους  δεν  ήταν  Έλληνες  για  να  διαθέτουν  την  ιστορική  συναίσθηση 
της συνέχειας του έθνους και να γνωρίζουν την ελληνική παράδοση και ψυχολογία. Το σχέδιο του 
δημοτικού  νόμου  –όπως  και  τόσα  άλλα–  συντάχθηκε  αρχικά  στη  γερμανική  γλώσσα  και  στη 
συνέχεια  μεταφράστηκε  στην  ελληνική.  Υποβλήθηκε  στη  Γραμματεία  των  Εσωτερικών  για  να 
συζητηθεί στη συσταθείσα επί τούτου πενταμελή γνωμοδοτική επιτροπή 1 . Η επιτροπή περάτωσε 
τις εργασίες της, τον Οκτώβριο του 1833, και υπέβαλε τις παρατηρήσεις της στη Γραμματεία των 
Εσωτερικών.  Στη  συνέχεια  το  υπουργικό  συμβούλιο,  αφού  εξέτασε  το  νομοσχέδιο  και  τη 
γνωμοδότηση της επιτροπής, ενέκρινε στο σύνολό του το νομοσχέδιο, με μικρές μόνον εξαιρέσεις, 
διότι  οι  Έλληνες  είχον  δημοτικόν  σύστημα  και  επί  τουρκοκρατίας  και  επί  του  υπέρ  αυτονομίας 
αγώνος, και επί Κυβερνήσεως του Καποδιστρίου.   
Είχε προηγηθεί η περιφερειακή συγκρότηση του βασιλείου, με το διάταγμα της 3/15 Απριλίου 
1833, σε δέκα νομαρχίες, σαράντα επτά επαρχίες  και 280 δήμους, που ακύρωνε το υφιστάμενο, 
ημιτελές σύστημα διοικητικής οργάνωσης του Καποδίστρια. Το διάταγμα αυτό, που αποτέλεσε την 
πρώτη  ολοκληρωμένη  και  ορθολογική  παρέμβαση  στην  κεντρική  και  περιφερειακή  συγκρότηση 
του  νέου  ελληνικού  κράτους,  περιελάμβανε  διατάξεις  για  τη  διαίρεση  των  νομών  και  των 
επαρχιών καθώς και για τον τρόπο διοίκησης τους, δηλαδή τα ιδιαίτερα καθήκοντα του Νομάρχη 
και  του  επαρχιακού  συμβουλίου.  Όμως  και  αυτό  το  διοικητικό  σύστημα  κατέτεινε,  όπως  και  επί 
Καποδίστρια, στον περιορισμό ή ακόμα και στην περιθωριοποίηση των πολιτικών ομάδων με την 
αποδυνάμωση των τοπικών κέντρων εξουσίας. 
Αρκετοί  όμως  υποστήριζαν  την  αναγκαιότητα  αυτής  της  κρατικής  παρέμβασης  κατά  τους 
πρώτους χρόνους εφαρμογής του νέου συστήματος. Αν και αναγνώριζαν τους περιορισμούς που 
υπήρχαν, θεωρούσαν ότι αυτό ήταν επιβεβλημένο προς το συμφέρον της τάξεως και της ησυχίας 
των  πολιτών.  Ως  πρότυπο  του  νέου  οργανωτικού  σχήματος  της  περιφερειακής  διοίκησης 
χρησιμοποιήθηκε  η  διοικητική  διαίρεση  της  Γαλλίας  η  εις  νομούς  και  επαρχίας  διαίρεσις  και 
διοικητική  οργάνωσις  τούτων  ως  και  η  εις  δήμους  αυτονόμους  σύστασις  εγένετο  κατά  τας  από 

1
Την επιτροπή αυτή αποτελούσαν οι: α) Κ. Μαύρος, Νομάρχης Αργολίδας και Κορινθίας, ως Πρόεδρος β) Κ. Θεοχάρης,
Σύμβουλος της Γραμματείας των Εσωτερικών γ) Κ. Σχοινάς, Σύμβουλος της Γραμματείας επί των Εκκλησιαστικών και της
Δημόσιας Εκπαίδευσης δ) Κ. Κένταυρος, Σύμβουλος της Γραμματείας επί των Οικονομικών και ε) Κ. Παλαιολόγος, πρώην
έφορος του Αγροκηπίου Τίρυνθας.

9
Γαλλίας  (κατά  τας  γενομένας  ενταύθα  τω  1790  διαιρέσεις,  υποδιαιρέσεις  και  οργανώσεις  των 
departements  και  communes  )  εις  την  Βαυαρίαν  και  εις  άλλα  τινά  γερμανικά  κράτη  εισαχθείσας 
διοικητικάς διαιρέσεις. 
Τόσο ο Νομάρχης όσο και ο έπαρχος διορίζονταν από την Αντιβασιλεία η οποία μπορούσε να 
τους αποπέμψει ή να τους μεταθέσει σε άλλη περιοχή. Μάλιστα στις θέσεις αυτές αποφεύγονταν 
ο  διορισμός  ντόπιων  όπως  και  η  διατήρηση  κάποιου  για  μεγάλο  χρονικό  διάστημα  στην  ίδια 
περιοχή.  Με  τον  τρόπο  αυτό  επιχειρήθηκε  η  παρεμπόδηση  της  δημιουργίας  ή  της  διατήρησης 
στην  περιφέρεια  εξουσιαστικών  διοικητικών  πυρήνων  σχετικά  αυτόνομων  από  την  κεντρική 
διοίκηση.  Τα  νομαρχιακά  και  τα  επαρχιακά  συμβούλια,  όργανα  στα  οποία  θα  μπορούσαν  να 
εκφρασθούν  πολιτικά  και  κοινωνικά  οι  τοπικές  κοινωνίες,  δεν  απέκτησαν  ποτέ  πραγματική 
πολιτική ισχύ.  
Η διοίκηση κάθε δήμου ανατέθηκε εις ένα δημογέροντα, προτεινόμενον από τους δημότας και 
επικυρούμενον υπό του βασιλέως, ήτοι αμέσως ή δια του νομάρχου. Σιμά του δημογέροντος θέλει 
υπάρχει  εν  δημογεροντικόν  συμβούλιον,  εκλεγόμενον  από  τους  δημότας.  Οι  διατάξεις  για  το 
σχηματισμό,  τα  καθήκοντα,  την  εκλογή  και  τα  δικαιώματα  των  δημοτικών  συμβουλίων  θα 
εκδίδονταν σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 20 του Διατάγματος. 
Σκοπός  της  νομοθετικής  πρωτοβουλίας  του  Συμβουλίου  της  Αντιβασιλείας,  που  εκδηλώθηκε 
με  το  Διάταγμα  της  27ης  Δεκεμβρίου  1833,  ήταν  να  αποτελούν  οι  δήμοι  το  κατώτερο  μέλος  στη 
διοικητική διαίρεση του βασιλείου, έτσι ώστε να κατορθωθή η οργανική ανάπτυξη του πολιτικού 
συστήματος και των μερών αυτού και να αποκατασταθή ευκολωτέρα και απλουστέρα η διοίκησις 
του  Κράτους,  ώστε  η  κεντρική  Κυβέρνησις  να  μένη  επαναπαυμένη,  ότι  οι  νόμοι  και  οι  δημόσιοι 
σκοποί  εκτελούνται,  εις  μεν  τας  Νομαρχίας  δια  των  νομαρχιακών,  εις  δε  τας  Επαρχίας  δια  των 
επαρχιακών, και εις τους δήμους δια των δημοτικών αρχών. Η Αντιβασιλεία αποκάλυψε από την 
αρχή  την  πολιτική  στόχευση  του  νομοθετήματος,  που  δεν  ήταν  άλλη  από  τον  ουσιαστικό  έλεγχο 
των  δήμων  από  τον  ελέω  θεού  μονάρχη,  αφού  οι  βαυαρικοί  δήμοι  αποτελούσαν  αναπόσπαστο 
τμήμα  της  κεντρικής  διοίκησης  και  είχαν  ως  βασικό  προορισμό  την  πραγμάτωση  των  κρατικών 
σκοπών.  Είναι,  θα  λέγαμε,  η  αρχή  της  κηδεμόνευσης  των  δήμων  από  το  κράτος,  η  αρχή  της 
κυρίαρχης,  για  πολλά  χρόνια  αντίληψης,  ότι  οι  δήμοι 2   είναι  μέρος  του  γενικότερου  δημοσίου 
συμφέροντος και, επομένως,  είναι δικαίωμα και χρέος  του κράτους να θέτη την διεύθυνσιν των 
δημοτικών υποθέσεων υπό την επιτήρησιν και των έλεγχο των αρχών του. Υπό την αντίληψη αυτή 
οι  Δήμαρχοι  δεν  ήταν  μόνον  υπάλληλοι  του  δήμου  αλλά  και  υπάλληλοι  του  βασιλιά,  ο  οποίος 
τελικά και τους διόριζε.  
Με το διάταγμα του Δεκέμβρη του 1833 η επικράτεια διαιρέθηκε σε δήμους που διακρίνονταν 
σε τρεις τάξεις, ανάλογα με τον πληθυσμό τους. Δήμοι α΄ τάξεως, όσοι είχαν τουλάχιστον 10.000 
κατοίκους, δήμοι β΄ τάξεως, όσοι είχαν 2.000 κατοίκους και γ΄ τάξεως οι υπόλοιποι. Τις αρχές κάθε 
δήμου αποτελούσαν ο δήμαρχος, ο πάρεδρος και το δημοτικό συμβούλιο. Οι πάρεδροι ήταν από 
ένας έως έξι και οι δημοτικοί σύμβουλοι, ανάλογα με την τάξη του δήμου, από έξι έως δεκαοκτώ. 
Ο δήμαρχος ήταν η πρώτη εκτελεστική αρχή του δήμου και υπεύθυνος για την άσκηση της τοπικής 
αστυνομίας. Οι πάρεδροι ήταν βοηθοί του δημάρχου. Η θητεία του δημάρχου και των παρέδρων 
ήταν  τριετής  ενώ  προβλέπονταν  και  περιπτώσεις  παύσης  πριν  από  τη  λήξη  της  θητείας  τους.  Σε 
κάθε  δήμο  διοριζόταν  ένας  εισπράκτορας  υπεύθυνος  για  την  τήρηση  των  λογαριασμών,  των 
εσόδων  και  των  δαπανών  του.  Το  δημοτικό  συμβούλιο  ήταν  συμβουλευτική  και  συνεπιτηρούσα 

2
Τόσο στην εισηγητική έκθεση του διατάγματος όσο και στα πρακτικά της γνωμοδοτικής επιτροπής δεν καταφαίνεται,
επακριβώς, για ποιους λόγους οι γερμανοί νομοθέτες επέλεξαν ως μοναδικό εκπρόσωπο της πρώτης βαθμίδας
αυτοδιοίκησης το δήμο και όχι τον ιστορικό θεσμό της κοινότητας. Μαζί με τη γνωμοδότηση, η επιτροπή είχε υποβάλλει και
χωριστή έκθεση για τους ισχύοντες επί τουρκοκρατίας κανονισμούς κοινοτήτων και δεν θα ήταν άστοχο να υποθέσει κανείς ότι
το δίλημμα δήμος ή κοινότητα ήταν για πολύ καιρό στις σκέψεις της βαυαρικής Αντιβασιλείας. Υποστηρίχτηκε ότι οι Βαυαροί
επέλεξαν τον όρο ΄΄δήμος΄΄ για να αντικαταστήσει τον όρο ΄΄κοινότητα΄΄ για δύο λόγους: Πρώτον για να τον αντιδιαστείλουν με
τις κοινότητες, τις τοπικές φοροδοτικές και διοικητικές μονάδες που είχαν οργανωθεί ή είχαν γίνει αποδεκτές από την
Οθωμανική Αυτοκρατορία και ήταν υπό τον έλεγχο της κυρίαρχης τάξης των προεστών και δεύτερο για να ζωντανέψουν την
βαθύτατα ελληνική έννοια του δήμου, του διοικητικού θεσμού που ενυπήρχε στις αρχαίες πόλεις – κράτη. Ως τρίτος λόγος
επιλογής πρέπει να προστεθεί η ιστορική διαδρομή και τα αποτελέσματα της ευρωπαϊκής δημοτικής οργάνωσης. Οι Γερμανοί
νομοθέτες επέλεξαν ένα θεσμό που τον γνώριζαν καλά, έστω και αν ήταν κάτι ξένο προς την ελληνική πραγματικότητα. Όπως
αναφέρει εξάλλου ο Κ. Παπαρρηγόπουλος, γονιμοτάτη υπήρξεν η όλη εργασία της Αντιβασιλείας, εργασία συστηματικής
διοργανώσεως του Κράτους ως πολιτείας ευνομουμένης, στηριζομένης επί θεσμών ου μόνον συμφώνως προς τας ανάγκας
του λαού, αλλ’ απορρεόντων εξ αρίστων τότε θεωρουμένων περί διοικήσεων αρχών.

10
αρχή,  που  βοηθούσε  το  δήμαρχο  στο  έργο  του.  Ο  δήμαρχος  δεν  ήταν  πρόεδρος  του  δημοτικού 
συμβουλίου,  το  οποίο  εξέλεγε  πρόεδρο  κάποιον  από  τα  μέλη  του.  Οι  δημοτικοί  σύμβουλοι 
εκλέγονταν  για  εννέα  έτη  με  άμεση  εκλογή  και  κάθε  τρία  έτη  γινόταν  μερική  ανανέωση  του 
δημοτικού συμβουλίου, εξερχόμενου υποχρεωτικώς του ενός τρίτου των μελών και εισερχομένων, 
μέσω νέων εκλογών, ισαρίθμων νέων μελών. Ο βασιλέας διατηρούσε βέβαια για τον εαυτό του το 
δικαίωμα να διαλύει το δημοτικό συμβούλιο και να προκηρύσσει νέες εκλογές μέσα σε τέσσερις 
εβδομάδες.  Ο  μονάρχης  ήθελε  να  κινεί  ιδίω  δακτύλω  και  αυτόν  τον  ελάχιστον  τροχόν  της 
διοικητικής  μηχανής.  Βασική  ιδεολογική  κατεύθυνση  ήταν  η  υπόταξη  όποιας  άλλης  Αρχής,  στην 
έννοια του Κράτους, που την περίοδο αυτή ταυτίζεται με τον απόλυτο μονάρχη. 
Εκλογείς  δεν  ήταν  όλοι  οι  δημότες  που  είχαν  δικαίωμα  ψήφου,  αλλά  μόνον  οι  περισσότερο 
φορολογούμενοι  με  άμεσους  δημοτικούς  φόρους.  Ο  δήμαρχος  και  οι  πάρεδροι  δεν  εκλέγονταν 
άμεσα  από  τους  δημότες  αλλά  από  ένα  ειδικό  όργανο,  το  ΄΄δημαιρεσιακό  συμβούλιο΄΄,  που  το 
αποτελούσαν τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου και ίσος με αυτά αριθμός δημοτών, από αυτούς 
που  είχαν  δικαίωμα  ψήφου  και  φορολογούνταν  περισσότερο.  Το  δημαιρεσιακό  συμβούλιο 
εξέλεγε τρεις υποψηφίους, από τους οποίους ο βασιλιάς επέλεγε και διόριζε τον δήμαρχο στους 
δήμους  α΄  και  β΄  τάξεως  και  ο  Νομάρχης  επέλεγε  τον  δήμαρχο  στους  δήμους  γ΄  τάξεως.  Για  τη 
θέση του παρέδρου εκλεγόταν ένας μόνον υποψήφιος, ο οποίος και διοριζόταν. 
Οι  αποφάσεις  του  δημοτικού  συμβουλίου  δεν  ήταν  άμεσα  εκτελεστές,  αλλά  υποβάλλονταν 
στον έπαρχο και μέσω αυτού στο Νομάρχη. Εάν, μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την υποβολή των 
αποφάσεων  στον  έπαρχο,  δεν  είχε  εκδοθεί  διαταγή  του  Έπαρχου  ή  του  Νομάρχη,  που  να 
εμποδίζει  την  εκτέλεσή  τους,  θεωρούνταν  έγκυρες  και  εκτελούνταν.  Ορισμένες  αποφάσεις  του 
δημοτικού  συμβουλίου  για  να  εκτελεστούν  χρειάζονταν  τη  ρητή  έγκριση  του  Νομάρχη.  Τα 
δημοτικό συμβούλιο πάντως είχε το δικαίωμα να προσφεύγει στον Υπουργό των Εσωτερικών κατά 
των  πράξεων  του  Νομάρχη,  που  ακύρωναν  ή  τροποποιούσαν  τις  αποφάσεις  του.  Η  ίδρυση  των 
δήμων ακολούθησε την έκδοση του Β. Δ. της 27ης Δεκεμβρίου 1833 και έγινε με περισσότερα του 
ενός βασιλικά διατάγματα. 
Η  διαδικασία  που  ακολουθήθηκε  προκειμένου  να  σχηματισθούν  οι  δήμοι  ήταν  επίπονη, 
πολύπλοκη  και  χρονοβόρα,  διότι  οι  τοπικοί  παράγοντες  σε  συνεργασία  με  τους  Έπαρχους,  τους 
νομάρχες  και  τις  υπηρεσίες  τους,  καλούνταν  να  προχωρήσουν  σε  γεωγραφική  και  πληθυσμιακή 
καταγραφή,  σύμφωνα  με  τις  εντολές  που  αποτυπώθηκαν  στην  οδηγία  της  15ης  Απριλίου  1834      
΄΄Περί σχηματισμού των Δήμων΄΄ 3 .  Ο δήμος στο καθεστώς του Β.Δ. της 27ης Δεκεμβρίου 1833, δεν 
ήταν  πράγματι  το  ιδεατό,  φυσικό  κύτταρο  της  συλλογικής  οργάνωσης  των  τοπικών  κοινωνιών, 
όπως  άλλωστε  δεν  ήταν  τέτοιο  ούτε  οι  ελληνικές  κοινότητες  της  τουρκοκρατίας.  Υπήρξε  ένας 
σύνθετος  πολιτικός,  διοικητικός  και  κοινωνικός  θεσμός  στον  οποίο  είχε  πάντως  ενσωματωθεί  η 
πραγματική  κοινοτική  υπόσταση  που  γεννάται  με  τη  συνοίκηση  των  ανθρώπων  και  την  έξη  σε 
κοινές παραδόσεις, ήθη και έθιμα, ενώ ταυτόχρονα αποτελούσε το βασικό κύτταρο της διοικητικής 
συγκρότησης της Πολιτείας.   
Συμπερασματικά,  το  νέο  διοικητικό  σύστημα  προσομοίαζε  απόλυτα  με  τη  μορφή  και  το 
περιεχόμενο του μοναρχικού πολιτεύματος. Με γνώμονα τη βασική πολιτική αρχή των Βαυαρών, 
ότι  ο  ηγεμόνας  είναι  πηγή  και  φορέας  κάθε  μορφής  εξουσίας,  απέρριψαν  γόνιμες  ιδέες  και 
σκέψεις  του  ελληνισμού  καθώς  και  τις  πολιτικές,  κοινωνικές  και  οικονομικές  εμπειρίες  της 
ελληνικής  κοινωνίας.  Αλλά  η  προσπάθεια  τους  για  τη  διοργάνωση  της  κεντρικής  και  της 
περιφερειακής διοίκησης του κράτους με την ανάσυρση ενός αρχαιοελληνιού θεσμού, παρά τον 
απόλυτο συγκεντρωτισμό που τη διέκρινε, δικαιώθηκε από την ιστορική εξέλιξη, αφού παρέμεινε 
σχεδόν  αναλλοίωτη  για  ογδόντα  περίπου  χρόνια.  Και  τούτο  γιατί  το  διοικητικό  σύστημα  που 
διαμόρφωσε διακρινόταν από τον ορθό σχεδιασμό και τον ορθολογισμό του, στοιχεία απαραίτητα 
για την επιτυχία κάθε διοικητικής μεταρρύθμισης.  
       Μετά  την  έκπτωση  του  Όθωνα  και  την  έλευση  του  Γεωργίου  Α΄  και  εν  όψει  της  καθιέρωσης 
του πολιτεύματος της βασιλευόμενης δημοκρατίας, με το Σύνταγμα του 1864, η Εθνική Συνέλευση, 
που  συνήλθε  με  το  σκοπό  αυτό,  ανέθεσε  σε  επιτροπή  βουλευτών,  υπό  την  προεδρία  του 

3
Ειδικότερα, ανατέθηκε στο ΄΄Γραφείον της Δημοσίου Οικονομίας΄΄ της ΄΄Γραμματείας Εσωτερικών΄΄, το οποίο υπαγόταν
απευθείας στον Υπουργό Εσωτερικών, η συλλογή όλων των απαραίτητων στοιχείων για το σχηματισμό των δήμων. Σε
συνεργασία με τους κατά νομό και επαρχία ιατρούς, μηχανικούς και εφόρους αρχαιοτήτων καθώς επίσης και με κάθε τοπικό
παράγοντα, ανέλαβε να συντάξει ακριβή χωρογραφικήν και τοπογραφικήν περιγραφήν του κράτους και να καταστρώση
ευχρήστους πίνακας του αριθμού των κατοίκων του. Ανέλαβε επίσης την οροθεσία των επαρχιών και των δήμων.

11
Δημητρίου  Αινιάν,  να  συντάξει  σχέδιο  ψηφίσματος  ΄΄περί  Δήμων  και  Δημαιρεσιών΄΄.  Η 
πρωτοβουλία αυτή αποσκοπούσε στη μεταρρύθμιση του δημοτικού συστήματος των Βαυαρών και 
την  εισαγωγή  της  δημοκρατικής  αρχής  στη  λειτουργία  των  δήμων.  Ως  δικαιολογία  αυτής  της 
ενέργειας, προβλήθηκε η αποτυχία του  δημοτικού νόμου του 1833,  η οποία αποδιδόταν σε δύο 
λόγους:  α)  Τη  συγκέντρωση  υπερβολικής  εξουσίας  από  τη  διοίκηση,  η  οποία  γι’  αυτόν  τον  λόγο 
ανέστελλε  ουσιαστικά  το  έργο  των  δήμων  και  β)  την  παραμέληση  της  κοινότητας.  Οι 
μεταρρυθμίσεις που προτείνονταν μέσω αυτού του σχεδίου ήταν:   
DΚατάργηση  κάθε  μορφής  διοικητικής  εποπτείας  του  Κράτους  με  την  καθιέρωση  νέων  αρχών 
αυτονομίας των τοπικών οργανισμών και των οργάνων διοικήσεως τους.  
DΔιατήρηση των μεγάλων δήμων και καθορισμός του αξιώματος του Δημάρχου,  ως τιμητικού και 
αμίσθου.  
DΠαροχή  δυνατότητας  συγκροτήσεως  ομοσπονδιακού  συνδέσμου  πολλών  και  μικρών 
κοινοτήτων.   
DΚαθορισμός  του  κατωτάτου  ορίου  πληθυσμού  για  αναγνώριση  δήμου  σε  500  κατοίκους  (από 
300 του δημοτικού νόμου του 1833). 
Το σχέδιο της μεταρρύθμισης αυτής δεν εγκρίθηκε ποτέ από την Εθνική Συνέλευση. Αντίθετα, 
το  δημοτικό  σύστημα  του  1833  βαθμιαία  επεκτάθηκε  από  τον  Χαρίλαο  Τρικούπη  και  στις  Νέες 
Χώρες,  δηλαδή,  στις  προσαρτημένες  επαρχίες  της  Ηπείρου  και  της  Θεσσαλίας.  Το  υλικό  της 
μεταρρύθμισης αυτής όμως, μαζί με την  πρόβλεψη του άρθρου 105 του Συντάγματος του 1864, 
περί εκλογής των δημοτικών αρχών με άμεση, καθολική και μυστική δια σφαιριδίων ψηφοφορίας, 
αποτέλεσαν τη βάση για τη θέσπιση του νόμου του 1865 ΄΄Περί δημαιρεσιών΄΄, με τον οποίο θα 
διεξαχθούν οι πρώτες δημοτικές εκλογές στα Επτάνησα.  
 
 
 
 
 
 
 
 
 

12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ  Α΄ 
 
ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ 1817 ΚΑΙ Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΚΗΣ ΄΄ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ΄΄ 
 
1. Η συνθήκη των Παρισίων και η ψήφιση του Συντάγματος του 1817  
 
Tα Ιόνια νησιά ενδιαφέρουν από διεθνή άποψη, κυρίως, μετά το 1815, όταν αυτά, με τη συνθήκη 
  των  Παρισίων  της  5ης  Νοεμβρίου  1815,  περιήλθαν  υπό  την  ΄΄προστασίαν΄΄  της  Αγγλίας  ως 
΄΄Ηνωμένον Κράτος των Ιονίων Νήσων΄΄ .  
Είχαν προηγηθεί, πριν την υπογραφή της συνθήκης, οι αγωνιώδεις πολιτικές παρεμβάσεις των 
έξι  Γερουσιαστών  της  Επτανήσου  (κόμης  Σορδίνας  και  ιππότης  Μελίκης  της  Κέρκυρας, 
Φλαμπουριάρης  και  ιππότης  Ρώμας  της  Ζακύνθου,  Στεφανίτσης  της  Λευκάδας  και  ιππότης 
Μεταξάς της Κεφαλληνίας)  προς τον Ιωάννη Καποδίστρια (Υπουργό Εξωτερικών τότε του Τσάρου). 
Η αλληλογραφία που αντάλλαξαν οι κορυφαίοι αυτοί πολιτικοί παράγοντες αποκαλύπτει το γενικό 
πλαίσιο  αρχών  και  διεκδικήσεων  των  Επτανησίων,  το  οποίο  οι  γερουσιαστές  προσπάθησαν  να 
θέσουν υπόψη των νικητών συμμάχων, δηλαδή, της Αγγλίας, της Αυστροουγγαρίας, της Πρωσίας 
και  της  Ρωσίας,  εκμεταλλευόμενοι  το  ιδιαίτερο  παρεμβατικό  ρόλο  του  Καποδίστρια.  Η 
διεκδικητική  αυτή  πολιτική  πλατφόρμα  προέβλεπε  την  αναγνώριση  ανεξάρτητου  ελληνικού 
κράτους, που θα περιελάμβανε, εκτός από τα Επτάνησα, τις πόλεις Πρέβεζα, Πάργα, Βουθρωτό και 
Βόνιτσα (πρώην κτήσεις της Βενετίας και αναπόσπαστο μέρος των κρατικών μορφών οργάνωσης 
στην  Επτάνησο),  διότι  η  Γερουσία  θεωρούσε  ότι  η  συνένωση  των  τόπων  αυτών  της  Ηπείρου  θα 
προσέφερε  ασφάλεια  στο  κράτος  από  κάθε  κίνδυνο,  που  θα  μπορούσε  να  απειλήσει  την 
ασφάλειά  του  ως  κατοικουμένων  των  υπό  της  πολιτείας  αξιουμένων  τόπων  αποκλειστικώς  υπό 
Ελλήνων εχόντων την αυτήν γλώσσαν, την αυτήν θρησκείαν, και τα αυτά συμφέροντα τα οποία και 
οι Έλληνες της Επτανήσου.  
  
Αγοραστός Νικόλαος  Θεοτόκης Βαρόνος  Πετριτσόπουλος Πέτρος 
Άννινος Νικόλαος   Καββαδάς Νικόλαος  Σκιαδάς Σεβαστιανός Δρ. 
Αρβανιτάκης Δημήτριος  Καρύδης Βίκτωρ  Στάης Βαλέριος 
Βατάλης Αναστάσιος  Κασιμάτης Αναστάσιος  Στέφανος Μαρίνος Τ. 
Βέγιας Μαρίνος  Κόνδαρης Άγγελος  Φαναριώτης Στέφανος 
Βούλτσος Διονύσιος  Λευκόκοιλος Αντώνιος Ιππότης  Φοσκάρδης Δημήτριος 
Βρετός Νικόλαος  Μαριέτης Αλέξανδρος  Φωκάς Σπυρίδων Ιωάννου 
Γεννηματάς Διονύσιος  Μασέλος Γεώργιος  Χαλικιόπουλος Ιάκωβος Μάντζαρος 
Γεντιλόνης Παύλος  Μελισσινός Ιωάννης  Χαλικιόπουλος Ιππότης 
Γιαλλινάς Σπυρίδων Αν.  Μερκάτης Μιχαήλ  Χοϊδάς Δανιήλος 
Δαλλαπόρτας Νικόλαος Δρ.  Μεταξάς Σπυρίδων Λ.  Χοϊδάς Πέτρος 
Δομενεγίνης Ιούλιος  Μουρίκης Ιωάννης  Ψωμάς Ιωάννης 
Ζαβός Βασίλειος  Μουτσάς Φραγκίσκος   
Ζαμπέλης Ευτύχιος  Παλατσουόλ Στέφανος Σκορδίλης   

ΠΙΝΑΚΑΣ  1.   ΟΙ ΣΥΝΤΑΚΤΕΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ 1817 

Τη  συνταγματική  βάση  του  νέου  κράτους  θα  εξασφάλιζε  ο  φιλελεύθερος  συνταγματικός 
χάρτης του 1803, διότι οι Γερουσιαστές είχαν την  πολιτική και νομική θεώρηση ότι η Επτάνησος 
Πολιτεία,  το  πρώτο  ελληνικό  κράτος  (έστω  και  φόρου  υποτελές  στη  Υψηλή  Πύλη  αλλά 
αναγνωρισμένο  από  πολλές  ευρωπαϊκές  δυνάμεις),  εξακολουθούσε  να  υπάρχει  και  είναι  άξιον 
δικαιοσύνης  και  της  γενναιότητος  των  Ευρωπαϊκών  Δυνάμεων  να  διατηρήσωσι  την  πολιτικήν 
ύπαρξιν  λαού  καταβληθέντος  υπό  των  περιπετειών,  ων  εγένετο  έρμαιον,  μηδέποτε  όμως 
διαψεύσαντος  την  αρχαίαν  αυτού  καταγωγήν.  Το  τελικό  κείμενο  της  Παρισινής  συνθήκης  του 
1815,  που  διαμόρφωσε  τον  νέο  ευρωπαϊκό  χάρτη  μετά  την  οριστική  ήττα  του  Μ.  Ναπολέοντα, 

13
προέβλεπε  ότι  τα  Ιόνια  νησιά  και  τα  παραρτήματά  τους,  όπως  περιγράφονται  στη  συνθήκη  της 
Κωνσταντινουπόλεως  μεταξύ  Ρωσίας–Τουρκίας  της  21ης  Μαρτίου  1800,  αποτελούσαν  αυτοτελές, 
ανεξάρτητον  και  αυτόνομον  κράτος,  το  οποίο  τίθεται  υπό  την  άμεσον  και  αποκλειστικήν 
προστασίαν  της  Αυτού  Μεγαλειότητος  του  Βασιλέως  του  Ηνωμένου  Βασιλείου  της  Μεγάλης 
Βρετανίας  και  Ιρλανδίας  και  των  κληρονόμων  ή  διαδόχων  αυτού.  Τα  όνειρα  των  Επτανησίων  για 
μια ελληνική πολιτεία επισήμως ελευθέρα και αυτόνομον από πάσης υποτελείας   διαψεύστηκαν 
απότομα.  
Η  συνθήκη  αυτή  παραχωρούσε  στην  Αγγλία  τις  διεθνείς  σχέσεις  του  κράτους,  την  ασφάλειά 
του,  τα  λιμάνια  και  τα  φρούρια,  την  κατάρτιση  του  Συντάγματος  και  ένα  πλήθος  εμπορικών 
προνομίων  και  διευκολύνσεων.  Έτσι,  οι  αναφορές  της  Παρισινής  συνθήκης  περί  εγκαθίδρυσης 
ανεξαρτήτου,  αυτοτελούς  και  αυτόνομου  κράτους  δεν  ήταν  παρά  απατηλές  διπλωματικές 
εκφράσεις,  που  κατάφεραν  να  καλύψουν  για  μερικά  χρόνια  την  αποικιοκρατική  υπόσταση  του 
κρατικού αυτού μορφώματος από τα μάτια των Επτανησίων.  
Ο  Καποδίστριας,  ευφυής  διπλωμάτης  και  πολιτικός,  πρέπει  να  γνώριζε  τις  συνέπειες  της 
αόριστης  και  αντιφατικής  αυτής  συνθήκης,  διότι  πολλά  και  σημαντικά  ζητήματα  κρατικής 
κυριαρχίας  (Σύνταγμα,  διοίκηση,  περιφερειακή  συγκρότηση  και  διοργάνωση,  διεθνής 
εκπροσώπηση,  ασφάλεια,  κ.ά),  είχαν  ουσιαστικά  αφεθεί  σε  έθνος  μέγα  και  ακμαίον,  τόσον  δια 
τους ελευθέρους αυτού θεσμούς όσον και δια την δύναμιν αυτού, ευδοκεί να οδηγήση Υμάς εις το 
ωραίον  τούτο  στάδιον.  Στη  νέα  όμως  γεωπολιτική  πραγματικότητα  που  διαμορφωνόταν  στην 
Ευρώπη ( Ιερά συμμαχία, μοίρασμα της Ευρώπης σε νέες σφαίρες επιρροής και συμφερόντων) ο 
Τσάρος  δεν  μπορούσε  ή  δεν  επιθυμούσε  να  αντιπαρατεθεί  στην  Μ.  Βρετανία,  η  οποία  ήθελε  να 
τελειώνει μια και καλή με τον ολοκληρωτικό έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου και την προστασία 
των  τεράστιων  πολιτικών  και  οικονομικών  της  συμφερόντων  στον  ευρύτερο  χώρο.  Τα  Επτάνησα 
προστάτευε πια η θαλασσοκράτειρα Μ. Βρετανία και η γνώμη του λαού δεν είχε καμία πολιτική 
σημασία.   
Ο  πρώτος  Λόρδος  Αρμοστής  της  Μ.  Βρετανίας  Thomas  Maitland  ανέλαβε  να  υλοποιήσει  την 
αποικιοκρατική αντίληψη της εξωτερικής πολιτικής του νέου προστάτη, που διέπνεε ολόκληρο το 
κείμενο  της  συνθήκης  των  Παρισίων.  Με  προκήρυξή  του,  ένα  χρόνο  μετά  την  υπογραφή  της 
συνθήκης  των  Παρισίων,  διεμήνυσε  στους  Επτανησίους  ότι  η  Αυτού  Μεγαλειότης  δυσανασχετεί 
προς  τας  αιφνιδίας  και  βιαίας  μεταβολάς.  Η  βάσις  της  κοινωνίας  πρέπει  να  μείνει  ενταύθα  οία 
υπάρχει. Αι πρώται τάξεις της κοινωνίας θέλουσιν υποστηρίζεσθαι κατά τα δικαιώματά των, οι δε 
υποδεέστεραι θέλουσιν προστατεύεσθαι εις τα ιδικά των.  
Με άλλα λόγια, θα παρέμενε ανέπαφο το καθεστώς της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας, που, 
επί  πολλούς  αιώνες,  προστάτευε  με  ιδιαίτερο  ζήλο  τα  συμφέροντά  του  συνεργαζόμενο  με  τους 
πάσης  φύσεως  κατακτητές  των  νησιών,  ενώ,  όσον  αφορά  τη  συνταγματική  υπόσταση  του  νέου 
κράτους,  απέρριπτε,  μετά  βδελυγμίας,  το  φιλελεύθερο  σύνταγμα  του  1803  καθώς  και  το 
΄΄Βυζαντινό΄΄  σύνταγμα,  ισχυριζόμενος  ότι  το  πρώτο  τροποποιήθηκε  γρήγορα  (1806)  και  το 
δεύτερο προκάλεσε πολλές αντιδράσεις σε όλα τα Επτάνησα. Για την κατάρτιση του συντάγματος 
ο  Maitland  συνεργάστηκε  με  τον  Πρόεδρο  της  απερχόμενης  Γερουσίας,  βαρόνο  Εμμανουήλ 
Θεοτόκη.  
Ο  βαρόνος  Θεοτόκης,  ανταποκρινόμενος  με  δουλικότητα  στις  επιταγές  του,  στήριξε  με  το 
προσωπικό  του  κύρος  αλλά,  κυρίως,  με  την  πολιτική  του  δύναμη  τις  συνταγματικές  αυθαιρεσίες 
του προστάτη του. Ο Maitland κατόρθωσε να ελέγξει τις εκλογές για τον σχηματισμό συντακτικής 
συνέλευσης  και έτσι όλα τα εκλεγέντα μέλη της, που οι περισσότεροι ανήκαν στη γαιοκτημονική 
αριστοκρατία, ήταν πρόσωπα της απολύτου εμπιστοσύνης του. Και αυτοί για να τον ανταμείψουν, 
ψήφισαν,  μέσα  τρεις  μέρες,  το  έτοιμο  σχέδιο  του  Συντάγματος,  που  τους  είχε  υποβάλει,  και  το 
οποίο υποθήκευσε τον επιδιωκόμενο από τους Επτανησίους αδέσμευτο και κυρίαρχο χαρακτήρα 
του νεογέννητου κράτους.  
Οι συντάκτες του ανελεύθερου και  αναχρονιστικού αυτού συντάγματος ανακηρύχθηκαν από 
το Maitland ως οι πρώτοι βουλευτές του ΄΄Ηνωμένου κράτους των Ιονίων Νήσων΄΄, εγκαινιάζοντας, 
πριν  καν  στεγνώσει  η  μελάνη  του  νέου  συντάγματος,  μια  σειρά  αδιάκοπων  συνταγματικών 
εκτροπών.  

2. Η Βουλή 
 

14
Το  σύνταγμα  του  1817  συγκρότησε  όχι  ανεξάρτητη  και  κυρίαρχη  πολιτεία  αλλά  κράτος‐
προτεκτοράτο με ανώτατο άρχοντα τον προστάτη‐βασιλέα της Μ. Βρετανίας και τοπικό κυβερνήτη 
το  Λόρδο  Αρμοστή  (Lord  Alto  Commissionario),  ο  οποίος,  από  τη  συνθήκη  των  Παρισίων  ακόμη, 
ήταν περιβεβλημένος τας επί του προκειμένου αναγκαίας δυνάμεις και εξουσίας.  
      Ο  Λόρδος  Αρμοστής,  ως  αυθεντικός  εκτελεστικός  εκπρόσωπος  της  αγγλικής  βασιλικής 
οικογένειας  στα  Επτάνησα,  ήταν  ο  κυρίαρχος  εκφραστής  ενός  παραμορφωτικού  συνταγματικού 
χάρτη,  που  καθιέρωνε  τυπικά  και  μόνο  τη  βασική  αρχή  της  διάκρισης  των  εξουσιών,  γιατί  ο 
συνταγματικά  κατοχυρωμένος  ρόλος  του  Αρμοστή  τόσο  στη  νομοθετική  όσο  και  τη  δικαστική 
εξουσία  (πρόταση  νόμων,  δικαίωμα  αναβλητικής  αρνησικυρίας,  μέλος  Ανωτάτου  Συμβουλίου 
Δικαιοσύνης  κ.ά)  κατέτεινε  οι  τρεις  αυτές  εξουσίες  να  υφίσταντο  κατά  τους  τύπους.  Οι  νόμοι 
υποβάλλονταν εις τας διασκέψεις της Νομοθετικής Συνελεύσεως κατά τρεις τρόπους: 
DΟ  Λόρδος  Αρμοστής  μπορούσε  να  υποβάλει  στη  Βουλή  νομοσχέδια  δια  μέσου  της  Γερουσίας 
του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων. 
DΗ  εκλαμπροτάτη  Γερουσία  δύναται  να  υποβάλλει  εις  την  Νομοθετικήν  Συνέλευσιν  οιονδήποτε 
νομοσχέδιον νομίση κατάλληλον και λυσιτελές. 
D Κάθε βουλευτής έχει το δικαίωμα να υποβάλει οιονδήποτε νομοσχέδιον αλλά οφείλει να τύχη 
προηγουμένως της αδείας ίνα παρουσιάση εις την Συνέλευσιν την πρότασίν του και οφείλει μετά 
ταύτα να εκθέση προφορικώς τους λόγους ένεκα των οποίων την νομίζει κατάλληλον και λυσιτελή. 
Μετά  αποφάσιζε  η  Βουλή  αν  θα  του  παραχωρούσε  την  άδεια  να  υποβάλει  το  νομοσχέδιο,  ενώ 
έπρεπε  να  πληροφορήσει  και  τη  Γερουσία  για  το  περιεχόμενο  της  πρότασής  του  προς 
πληροφορίαν της ιδίας και της Αυτού εξοχότητος του Λόρδου μεγάλου Αρμοστού του προστάτου 
βασιλέως.  
   Με  άλλα  λόγια,  διατεταγμένο  νομοθετικό  έργο,  πλήρης  ταύτιση  νομοθετικής  και  εκτελεστικής 
εξουσίας και στραγγαλισμός κάθε έννοιας πολιτικής ελευθερίας. ΄΄Ψεύτρα λευτεριά ΄΄ που λέει και 
ο εθνικός μας ποιητής. 
    Η  Γερουσία  μπορούσε  ακόμα,  στο  διάστημα  που  δεν  συνεδρίαζε  η  Βουλή,  να  εκδίδει 
κανονισμούς  νομοθετικής  φύσεως  (atti),  τα  οποία  υπέβαλλε  για  κύρωση,  όταν  συνεδρίαζε  η 
Βουλή.  
Η  εφαρμογή  αυτού  του  ιδιότυπου  και  ελεγχόμενου  κοινοβουλευτισμού,  που  ταίριαζε    στη 
φύση και την κατεύθυνση της προστασίας, με το Λόρδο Αρμοστή να παίζει το ρόλο του μονάρχη 
που  αποφάσιζε  για  το  σύνολο  των  κρατικών  υποθέσεων,  ακόμα  και  των  πιο  ασήμαντων, 
αποτελούσε  σοβαρό  παράγοντα  αποδυνάμωσης  και  χειραγώγησης  του  κατ’  εξοχήν 
αντιπροσωπευτικού  σώματος,  αφού  η  ψήφιση  των  νόμων  απαιτούσε  τη  σύμπτωση  βουλήσεων 
της Βουλής, της Γερουσίας και του Λόρδου Αρμοστή.  
Ο  κοινοβουλευτισμός  στο  Ιόνιο  κράτος,  μετά  την  πάροδο  ενός  μεγάλου  μεταβατικού 
διαστήματος προσαρμογής, θα διαφοροποιηθεί σημαντικά και καθοριστικά προς τον Αρμοστή και 
τη Γερουσία στις εκλογές για την ανάδειξη του Θ΄ Κοινοβουλίου με την εκλογή των Ριζοσπαστών 
βουλευτών,  εξαιτίας  των  κοινωνικοπολιτικών  ανακατατάξεων  στο  εσωτερικό  του  κράτους  και  τις 
αλλαγές στο διεθνή ορίζοντα.  
Η  Βουλή  (Assemblea  Legislativa)  αποτελούνταν  από  42  βουλευτές,  στους  οποίους 
συμπεριλαμβανόταν  και  ο  Πρόεδρος.  Τους  βουλευτές  εξέλεγαν  τα  διάφορα  νησιά  με  την  εξής 
αναλογία: 
• Κέρκυρα               10 
• Κεφαλληνία         10 
• Ζάκυνθος             10 
• Λευκάδα                6 
• Ιθάκη                     2  
• Κύθηρα                  2 
• Παξοί                     2 
 
Τρεις  μήνες  πριν  τη  λήξη  της  βουλευτικής  περιόδου  ο  Αρμοστής  δημοσιοποιούσε  την 
προκήρυξη  των  βουλευτικών  εκλογών  (η  διάταξη  αυτή  προστέθηκε  μετά  τις  συνταγματικές 

15
μεταρρυθμίσεις του 1849). Τότε, ο Έπαρχος συγκαλούσε το εκλογικό σώμα, που ήταν αριθμητικά 
περιορισμένο,  αφού  δεν  ίσχυε  η  καθολικότητα  της  ψηφοφορίας.  Για  να  ανακηρυχθεί  κάποιος 
βουλευτής έπρεπε να προταθεί, αν είχε τα τυπικά προσόντα, από το 1/10 του εκλογικού σώματος, 
δέκα  ημέρες  πριν  την  ημερομηνία  έναρξης  της  εκλογικής  διαδικασίας.  Οι  βουλευτές  εκλέγονταν 
για  θητεία  πέντε  ετών  και  η  Βουλή  συνεδρίαζε  τακτικά,  το  πρώτο,  τρίτο  και  πέμπτο  έτος  της 
θητείας αυτής και για τρεις μήνες από το Μάρτιο και μόνο ο Αρμοστής μπορούσε να παρατείνει 
κάθε σύνοδο μέχρι και έξι μήνες.  
Με  άλλα  λόγια  η  Βουλή  στα  πέντε  χρόνια  της  θητείας  της  συνεδρίαζε  μόνο  εννέα  μήνες 
συνολικά,  αν  τελικά  δεν  την  διέλυε  ο  Αρμοστής,  πράγμα  που  συνέβη  πολλές  φορές,  είτε  διότι 
απέρριπτε  τα  προτεινόμενα  από  αυτόν  νομοσχέδια  είτε  διότι  ο  Αρμοστής  έκρινε  ότι  η  συζήτηση 
μπορούσε να οδηγήσει σε αποφάσεις ή νόμους μη αρεστούς στην προστασία.  
     
3. Η Γερουσία 
 
Η  εκτελεστική  εξουσία  του  κράτους  είχε  ανατεθεί  σε  εξαμελή  Γερουσία  με  επικεφαλής  έναν 
Πρόεδρο.  Ο  Πρόεδρος  ούτος  απαιτείται  να  είναι  ιθαγενής  Ιόνιος  και  ευπατρίδης.  Όλους  τους 
διόριζε απ’ ευθείας ο Αρμοστής, για μια πενταετία, από τη Βουλή (τέσσερις γερουσιαστές από τα 
μεγάλα νησιά Κέρκυρα, Κεφαλληνία, Ζάκυνθο και Λευκάδα και ένας από τα μικρά νησιά Κύθηρα, 
Ιθάκη και Παξούς, εκ περιτροπής εκλεγόμενος). Ειδικά, ο Πρόεδρος της Γερουσίας διοριζόταν για 
το  ήμισυ  της  πενταετίας  και    ο  Αρμοστής  μπορούσε  να  τον  αντικαταστήσει  ή  να  του  δώσει 
παράταση για το υπόλοιπο της θητείας του. Η Γερουσία αποτελούσε τη ΄΄Γενική Κυβέρνηση΄΄ του 
΄΄Ηνωμένου  Κράτους  των  Ιονίων  Νήσων΄΄,  επόπτευε  την  εφαρμογή  των  νόμων,  διόριζε  τους 
υπαλλήλους της ΄΄Γενικής Κυβέρνησης΄΄, τους ΄΄επάρχους των επαρχιακών κυβερνήσεων΄΄ και τους 
δικαστές όλων των νήσων. Αν και η Γερουσία προερχόταν από τη Βουλή (ο Αρμοστής διόριζε ως 
μέλη  της  Γερουσίας  εν  ενεργεία  βουλευτές),  η  τελευταία  δεν  μπορούσε  να  ασκήσει 
αποτελεσματικές δικαιοδοσίες ελέγχου ή να επιβάλλει λογοδοσία στη Γερουσία για τη διαχείριση 
των κυβερνητικών υποθέσεων. Η Γερουσία λογοδοτούσε μόνο στον ο Αρμοστή που τη διόριζε και 
τις  εντολές  του  οποίου  εκτελούσε  πειθήνια.  Άλλωστε  η  αλλαγή  του  τρόπου  επιλογής  των 
Γερουσιαστών απ’ ευθείας από τον Αρμοστή με τη συνταγματική αναθεώρηση του 1849 (η αρχική 
συνταγματική  διάταξη  προέβλεπε  την  εκλογή  των  Γερουσιαστών  από  τη  Βουλή  και  την 
επιδοκιμασία  ή  αποδοκιμασία  των  εκλεγέντων  από  τον  Αρμοστή)  απέκλειε  όσους  δεν  ήταν 
απόλυτα υποταγμένοι και αφοσιωμένοι στους προστάτες τους.   
Η Γερουσία για να χειρίζεται τις κρατικές υποθέσεις είχε χωριστεί σε τρία τμήματα, το Γενικό, 
το  Πολιτικό  και  το  Οικονομικό.  Παράλληλα  τρεις  ΄΄γραμματείς΄΄  στήριζαν  διοικητικά  και 
οργανωτικά τους Γερουσιαστές σε κάθε τμήμα. Τα τμήματα της Γερουσίας ήταν τυπικά ισοδύναμα, 
όμως,  το  Γενικό  τμήμα,  που  το  αποτελούσαν  ο  Πρόεδρος  της  Γερουσίας  και  ένας  ακόμα 
Γερουσιαστής, είχε ουσιαστικό προβάδισμα, όχι μόνο γιατί κανόνιζε τα εις την γενική διαχείρισιν 
της  κυβερνήσεως  σχετικά  καθήκοντα  αλλά  και  γιατί  στη  γραμματεία  του  τμήματος  αυτού 
εισέρχονταν  όλα  τα  έγγραφα  των  κρατικών  υπηρεσιών  και  των  επαρχιακών  διοικήσεων  και 
μπορούσε έτσι να έχει ολοκληρωμένη εικόνα για το σύνολο των δράσεων και των προβλημάτων 
του  κράτους.  Δεν  ήταν  άλλωστε  τυχαίο  ότι  τον  γραμματέα  του  τμήματος  αυτού  διόριζε 
αποκλειστικά  ο  Αρμοστής  από  πρόσωπα  της  απόλυτης  εμπιστοσύνης  του,  ενώ  τους  άλλους  δύο 
γραμματείς η Γερουσία. 
 
4. Η επαρχιακή και η τοπική διοίκηση του ΄΄Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων  Νήσων΄΄ 
 
α. Ο Έπαρχος και το Επαρχιακό (Επιχώριο) Συμβούλιο  ‐ Η εκλογή και ο ρόλος τους   
 
Εκτός από τη γενική κυβέρνηση του ΄΄Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων΄΄ (Γερουσία), υπήρχε 
και επαρχιακή τις κυβέρνησις εις εκάστην νήσον ήτις θέλει ενεργεί δυνάμει των εξουσιών και υπό 
τας διαταγάς της μνησθείσης γενικής κυβερνήσεως. Η τοπική αυτή κυβέρνηση αποτελούνταν από 
τον  Έπαρχο  (Reggente),  που  ήταν  ο  πρόεδρος  του  Επαρχιακού  Συμβουλίου  και  διορίζονταν  από 
την  Γερουσία  με  τη  σύμφωνη  γνώμη  του  Αρμοστή,  και  πέντε  επαρχιακούς  συμβούλους.  Ειδικά 
στους  Παξούς,  τα  Κύθηρα  και  την  Ιθάκη,  οι  επαρχιακοί  σύμβουλοι  είχαν  περιορισθεί  σε  δύο 
(τριμελή Επαρχιακά συμβούλια), με κοινές αποφάσεις του Αρμοστή και της Γερουσίας που είχαν 

16
τη σχετική εξουσιοδότηση από το Σύνταγμα. Οι σύμβουλοι εκλέγονταν για θητεία δυόμισι χρόνων 
από ένα περιορισμένο αριθμητικά εκλογικό σώμα, αφού δεν είχαν όλοι δικαίωμα ψήφου. Για να 
είναι κάποιος υποψήφιος έπρεπε να προταθεί από το 1/10 του εκλογικού σώματος.  
Η  άμεση  εκλογή  των  επαρχιακών  συμβούλων,  έστω  και  από  περιορισμένη  εκλογική  βάση, 
θεσπίστηκε μόλις το 1849, με την πιο σημαντική αναθεώρηση του Συντάγματος που έγινε κατά τη 
διάρκεια της προστασίας. Η συνταγματική αυτή αναθεώρηση όμως δεν είχε στόχο την ουσιαστική 
διεύρυνση των θεμελιωδών ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων των Επτανησίων αφού δεν έθιγε 
έστω και στο ελάχιστο τα κυριαρχικά δικαιώματα της Μ. Βρετανίας στα Επτάνησα. Απλά δόθηκε η 
ψευδαίσθηση  της  αυτοδιοίκησης  ορισμένων  κρατικών  υποθέσεων  ελάσσονος  σημασίας  σε 
ντόπιους αξιωματούχους. Στην ίδια αναθεώρηση προβλέφθηκε και έκδοση ενός εκλογικού νόμου, 
όστις ήθελε προσεχώς παραδεχθή υπό κοινοβουλευτικής πράξεως.   
Αρχικά  η  εκλογή  των  επαρχιακών  συμβούλων  ήταν  έμμεση  (στην  ουσία  ήταν  διορισμός), 
αφού,  μετά  από  προφορική  ψηφοφορία  επί  καταλόγου  υποψηφίων,  ο  Έπαρχος  επέλεγε  τους 
πέντε  από  τους  δέκα  πρώτους  υποψηφίους,  με  την  επιδοκιμασία  πάντοτε  του  Αρμοστή,  εντός 
εικοσιτεσσάρων ωρών, οίτινες θέλουν λογίζεσθαι ως εννόμως εκλεχθέντες. Παρ’ ότι διορισμένος 
και  συνεπώς  πρόσωπο  απόλυτης  εμπιστοσύνης  ο  Έπαρχος  ένοιωθε  την  ασφυκτική  διοικητική 
κηδευμόνευση της αγγλικής αποικιοκρατίας. Καμία πράξη του δεν ήταν έγκυρη, αν δεν έφερε τη 
θεώρηση  του  τοποτηρητού  της  αυτού  εξοχότητος  του  Λόρδου  Μεγάλου  Αρμοστή  του  προστάτου 
βασιλέως. Το δικαίωμα της αναβλητικής αρνησικυρίας (veto) του Αρμοστή είχε μεταβιβαστεί και 
στον Τοποτηρητή του κάθε νησιού (Residente). Ήταν μια από τις πολλές δικλείδες ασφαλείας ενός 
αποικιοκρατικού  συστήματος  διακυβέρνησης,  που  δεν  έτρεφε  καμία  εμπιστοσύνη  στους 
Επτανήσιους θεσμικούς άρχοντες. Παράλληλα με τους Επτανήσιους αξιωματούχους υπήρχε και η 
αγγλική  υπαλληλική  τάξη,  συνταγματικά  ή  νομοθετικά  κατοχυρωμένη,  που  φρόντιζε  να 
παρακολουθεί άγρυπνα την αδιατάρακτη λειτουργία τόσο της συνταγματικής νομιμότητας όσο και 
του διοικητικού οργανωτικού σχήματος που είχε επιβάλει η Αγγλία. Μια συνταγματική νομιμότητα 
και ένα διοικητικό σύστημα που εξέφραζαν σαφώς και τα συμφέροντα της ντόπιας γαιοκτημονικής 
αριστοκρατίας και που δεν έπρεπε με  κανένα τρόπο να διασαλευτεί  ή απειληθεί από  φωνές για 
την εθνική, κοινωνική και πολιτισμική ένταξη στον ελληνικό μητροπολιτικό χώρο. 
Παρά την ομοσπονδιακή μορφή οργάνωσης του κράτους, που τυπικά και μόνο ανιχνεύεται σε 
αρκετές  διατάξεις  του  Συντάγματος  του  1817  (διάκριση  μεταξύ  γενικής  και  επαρχιακής 
κυβέρνησης, γενικής και επαρχιακής διαχείρισης κλπ), ο θεσμός του Έπαρχου και του Επαρχιακού 
Συμβουλίου εξέφραζε μια μορφή ευρύτερης αυτοδιοίκησης (σε κάθε νησί) με ασφυκτική κρατική 
εποπτεία και έλεγχο, αφού, παρά τις εκτεταμένες αρμοδιότητες που τους είχαν δοθεί, ελάχιστες 
δράσεις τους διέθεταν αποφασιστικό χαρακτήρα. Ο Τοποτηρητής ενέκρινε κάθε διοικητικό μέτρο, 
απόφαση  ή  κανονισμό  του  Επαρχιακού  Συμβουλίου,  αλλά  ο  έντονος  έλεγχος  που  ασκούσε  ήταν 
εκείνος που εξουδετέρωνε κάθε αυτενέργεια και αυτοτέλεια στην εξουσία τους. 
Για  τα  καθήκοντα  και  το  ρόλο  των  Τοποτηρητών    μας  πληροφορεί  ένα  χαρακτηριστικό 
απόσπασμα των οδηγιών του Αρμοστή: Οι Τοποτηρηταί είναι οι Αντιπρόσωποι του Λόρδ Μεγάλου 
Αρμοστή,  διοριζόμενοι  παρά  της  Αυτού  Εξοχότητος,  και  έχοντες  το  Υπούργημα  μόνον  κατ’ 
αρέσκειαν Αυτής. Καθήκον του Τοποτηρητού είναι να υπακούη όλας τας παρά του Λόρδ Μεγάλου 
Αρμοστού  λαμβανομένας  οδηγίας…ενθέρμως  και  μετά  ζήλου  συμμεριζόμενος  τας  ιδέας  και  την 
γενικήν πολιτικήν την επιβάλλουσαν της εις αυτόν κεχαραγμένην γραμμήν διαγωγής.       
     Ο  κρατικός  έλεγχος  επεκτάθηκε  σε  όλο  το  φάσμα  της  επαρχιακών  δράσεων,  από  τα  πρακτικά 
του Επαρχιακού Συμβουλίου, που έπρεπε να θεωρηθούν από τον Τοποτηρητή για να είναι έγκυρα, 
μέχρι  την  έκδοση  των  επαρχιακών  κανονισμών  και  δηλοποιήσεων  (notificazioni),  που  θέλουν 
παραχρήμα διαβιβάζεσθαι εις την εκλαμπροτάτην Γερουσίαν δια την επιδοκιμασίαν της και την της 
αυτού  εξοχότητος  του  λόρδου  μεγάλου  αρμοστή  του  προστάτου  βασιλέως.  Συμπερασματικά  η 
ομοσπονδιακή οργάνωση του ΄΄Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων΄΄ δεν επιβεβαιώνεται. Αυτό 
που επιβεβαιώνεται είναι ότι οι επαρχιακές κυβερνήσεις δεν ήταν παρά αυστηρά ελεγχόμενες και 
καθοδηγούμενες  αυτοδιοικητικές  μονάδες  ευρύτερου  γεωγραφικού  χώρου  (τηρουμένων  των 
ιστορικών  και  χρονικών  εξελίξεων  αντιστοιχεί  με  το  θεσμό  της  νομαρχιακής  αυτοδιοίκησης). 
Παράλληλα, οι υπηρεσίες της κεντρικής κυβέρνησης, που αποκεντρώθηκαν και οργανώθηκαν στον 
ίδιο γεωγραφικό χώρο (σε κάθε νησί), αποτύπωναν στο Ηνωμένον Κράτος των Ιονίων Νήσων  τα 
χαρακτηριστικά  της  αποσυγκέντρωσης  και  της  περιφερειακότητας,  στοιχεία  όμως  που  από  μόνα 
τους δεν αρκούν για να χαρακτηρίσουν ομοσπονδιακές μορφές οργάνωσης. 

17
 
β. Οι αρμοδιότητες 
 
Ο  Έπαρχος  και  το  Επαρχιακό  Συμβούλιο  ασκούσαν  πλήθος  αρμοδιοτήτων  και  εξουσιών  (με  την 
αίρεση  πάντα  της  εγκρίσεώς  τους  από  ανώτερους  πολιτειακούς  ή  πολιτικούς  παράγοντες),  που 
πήγαζαν τόσο από τον καταστατικό χάρτη του κράτους όσο και από εξουσιοδοτικές αποφάσεις της 
Βουλής  και  της  Γερουσίας.  Στις  αποκλειστικές  αρμοδιότητες  του  Έπαρχου  και  του  Επαρχιακού 
Συμβουλίου  αναφέρονταν:  η  έκδοση  επαρχιακών  κανονισμών,  η  εκτέλεση  των  διαταγών  της 
Γερουσίας,  η  δημοσίευση  των  νόμων  και  των  πράξεων  της  Γερουσίας,  η  παύση  των  δημοσίων 
υπαλλήλων,  ο  διορισμός  των  επαρχιακών  συμβούλων  στα  διάφορα  τμήματα,  η  σύγκληση  του 
επαρχιακού  συμβουλίου,  η  εφαρμογή  της  εκλογικής  νομοθεσίας,  η  προεδρία  της  γεωργικής  και 
βιομηχανικής  εταιρείας,  η  έκδοση  οικοδομικών  αδειών,  η  επιτήρηση  των  συμβολαιογράφων,  η 
προεδρία  της  επιτροπής  του  Σωφρονιστηρίου,  και  άλλες  που  είχαν  σχέση  με  τη  ναυτιλία,  τους 
ληξιάρχους, τις υποθήκες, την υγιεινή των φαρμακείων κλπ.  
    Η υπηρεσία της οποίας προΐστατο ο Έπαρχος ήταν το Επαρχείο που χωριζόταν σε πέντε τμήματα 
(Αρχεία  ή  Διαμερίσματα)  με  επικεφαλής  έναν  Επαρχιακό  Σύμβουλο.  Η  τοποθέτηση  των 
Επαρχιακών  Συμβούλων  στα  διάφορα  ΄΄Αρχεία΄΄  ανήκε  στην  αποκλειστική  δικαιοδοσία  του 
Έπαρχου.  Κατά  την  πρώτη  συνεδρίαση  οι  Επαρχιακοί  Σύμβουλοι  έδιναν  επίσημο  όρκο 4  
χειράπτοντες με την δεξιάν την Εικόνα του Σωτήρος. Οι συνεδριάσεις του Επαρχιακού Συμβουλίου 
ήταν  πάντοτε  μυστικές  και  μόνο  σε  εξαιρετικές  περιπτώσεις  μπορούσε,  κατά  τη  κρίση  του,  να 
καλέσει δημόσιον υπουργηματικόν ή ιδιώτην ίνα μόνο συνδιαλεχθή μετά του ιδίου. Η συνεδρίαση 
του  Συμβουλίου  ήταν  νόμιμη  όταν  στη  συνεδρίαση  παρευρίσκονταν  τρία  μέλη  και  ο  Έπαρχος.  Ο 
Έπαρχος,  ως  Πρόεδρος  του  Συμβουλίου,  ελάμβανε  όλα  τα  έγγραφα  που  προέρχονταν  από  τη 
Γερουσία  ή  οποιαδήποτε  άλλη  αρχή  του  κράτους  και  τα  έθετε,  κατά  την  αμέσως  επόμενη 
συνεδρίαση, υπόψη του Επαρχιακών Συμβούλων, ίνα το Συμβούλιον ενασχοληθή περί αυτών άνευ 
αναβολής.  Ο  ίδιος  υπέγραφε  κάθε  απάντηση  και  πάσαν  διαγγελίαν  ή  αναφορά  κατευθυνομένην 
εις  τας  ιδίας  αρχάς  κατά  συνέπειαν  των  διαβουλεύσεων  του  Συμβουλίου.  Κατά  τις  συζητήσεις 
(διαφιλονικήσεις) των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης ο Έπαρχος είχε τη δυνατότητα να ομιλήσει 
πρώτος αλλά ψήφιζε πάντοτε τελευταίος, ώστε εν περιπτώσει ανισοψηφίας να μεταχειρίζεται το 
συνταγματικόν  αυτού  προνόμιον  (δικαίωμα  διπλής  ψήφου).  Κάθε  Επαρχιακός  Σύμβουλος 
μπορούσε  να  προτείνει  οποιοδήποτε  σχέδιο  Διατάγματος  (κανονισμός)  ως  και  εν  γένει 
οποιοδήποτε  μέτρον,  πάντοτε  όμως  αναφερόμενον  εις  το  διαπιστευθέν  εις  τας  φροντίδας  του 
Αρχείον. Μπορούσε επίσης να προτείνει και οποιαδήποτε άλλη πρόταση αφορούσε άλλο Αρχείο, 
αρκεί να είχε την άδεια του Προέδρου του Συμβουλίου. 
Εκτός από τις διοικητικές τους ενασχολήσεις οι Επαρχιακοί Σύμβουλοι είχαν και τελετουργικές 
υποχρεώσεις που επέβαλλε το αξίωμά τους. Έτσι όφειλαν να παρευρίσκονται μαζί με τον Πρόεδρο 
και  τον  Εξαπορρήτων  (Γραμματέας)  του  Συμβουλίου  εις  τας  θρησκευτικάς,  συνταγματικάς  και 
πανδήμους  τελετάς  με  την  ορισθείσαν  στολήν  και  να  ακολουθούν  τας  λιτανείας  του  Αγίου 
Σπυρίδωνος καθ’ όλην την περιοδείαν των.   
     Κάθε  τμήμα  ασχολείτο  με  ορισμένο  τομέα  της  διοίκησης,  από  εκείνους  που  η  συνταγματική 
επιταγή είχε αναθέσει στα Επαρχιακά Συμβούλια. Οι τομείς των επαρχιακών αρμοδιοτήτων, όπως 
τους κατέτασσε το Σύνταγμα, ήταν οι ακόλουθοι: 

DΓεωργία‐Δημόσια εκπαίδευση και ΄΄Εθνική βιομηχανία΄΄ 

DΕμπόριο και ναυτιλία 

DΑγορανομείο  

4
Εγώ ο ……ομνύω να μετέλθω ειλικρινώς τα καθήκοντα του εις τας φροντίδας μου διαπιστευθέντος διαμερίσματος και να
προαγάγω τα Εγχώρια καθιδρύματα της πατρίδος μου σκοπών το ευ είναι της ιδίας και ουδόλως απομακρυνόμενος από το
πολίτευμα του 1817, από τους καθεστώτας Νόμους και Διατάγματα τούτου του κράτους και αφ’ όσους άλλους Νόμους και
Διατάγματα του λοιπού εκδοθώσιν από τας αρμοδίας Αρχάς του ειρημένου Κράτους. Ομνύω περιπλέον να φυλάττω εχεμυθίαν
και να μη αποκαλύψω εις ουδένα τα περιστατικά των διαφιλονεικήσεων του Συμβουλίου. Ούτως έσται μοι ο Θεός βοηθός.

18
DΔημοτική (΄΄Πολιτική΄΄) Αστυνομία και Αγαθοεργά καταστήματα 

DΘρησκεία, Ηθική και ΄΄δημοσία οικονομία΄΄ (επαρχιακή διαχείριση). 
Εκτός  των  υπαλλήλων  που  στελέχωναν  τα  επί  μέρους  τμήματα  του  Επαρχείου,  υπήρχαν  και 
ανώτατοι  διοικητικοί  και  δικαστικοί  λειτουργοί,  που  στήριζαν  το  έργο  της  ΄΄επαρχιακής 
κυβέρνησης΄΄ και του Έπαρχου, όπως ήταν ο επαρχιακός ταμίας, ο αρχειοφύλακας, ο γραμματέας 
του  Επαρχείου  και  ο  τοπικός  εισαγγελέας.  Οι  δύο  τελευταίοι  αποτελούσαν  εις  σπουδαίας 
περιπτώσεις  τους συμβούλους του Έπαρχου, αλλά η ευθύνη πάσης πράξεως επιβαρύνει αείποτε 
αυτόν  τον  έπαρχον,  ως  τον  μόνο  έχοντα  οριστική  ψήφον.  Γενικά,  η  διοίκηση  (κεντρική  και 
επαρχιακή)  κατά  την  αγγλική  αποικιοκρατική  περίοδο  αντιμετώπιζε  προβλήματα.  Παρά  τον 
υπερπληθυσμό  υπαλλήλων  (που  πάντως  ήταν  άτακτα  κατανεμημένος),  η  έκθεση  της  επιτροπής, 
που είχε συσταθεί από τον Αρμοστή Storks, το 1859, δια την εξέτασιν των Δημοσίων εν Κερκύρα 
καταστημάτων,  αποκάλυψε  εμφανείς  δυσλειτουργίες  και  οργανωτικά  προβλήματα  στις 
περισσότερες κρατικές και επαρχιακές υπηρεσίες.  Για τη θεραπεία των προβλημάτων αυτών και 
την  καλήν  Κυβέρνησιν  του  Κράτους  η  Επιτροπή  είχε  προτείνει,  σαν  μοναδικό  μέτρο,    την 
πρόσληψη εξειδικευμένων υπαλλήλων εις έκαστον Τμήμα μόνον σχετικώς προς τας ειδικάς αυτών 
γνώσεις δια την εκπλήρωσιν των καθηκόντων, με δημόσιο γραπτό διαγωνισμό. Η επιτροπή είδε τη 
μια όψη του νομίσματος της κακοδιοίκησης του διοικητικού οικοδομήματος που είχαν επιβάλλει 
οι  Άγγλοι  στα  Ιόνια  Νησιά.  Την  άλλη,  την  οικονομική  δυσπραγία,  την  έλλειψη  αποφασιστικών 
αρμοδιοτήτων και τον υπερβολικό συγκεντρωτισμό στη κορυφή της κεντρικής και περιφερειακής 
διοίκησης, δεν την είδαν και δεν την άκουσαν ποτέ. 
 
γ.  Τα  περιοχικά  επιχώρια  ή  τμηματικά  συμβούλια  (΄΄τμηματικές  Δημαρχείες    ή 
Δημοσυμβούλια΄΄)‐Η ίδρυση και η αντιπροσώπευση. 
 
Το ολοένα διογκούμενο ενωτικό και κοινωνικό κίνημα των Ριζοσπαστών βουλευτών και η εξέγερση 
της  Κεφαλληνίας  (1848),  την  οποία  ο  Αρμοστής  Ward  με  το  βρετανικό  στρατό  κατέστειλαν  με 
πρωτοφανή  αγριότητα  (απαγχονισμοί  και  εκτελέσεις),  ανάγκασαν  τη  Μεγάλη  Βρετανία  να 
προχωρήσει σε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες όμως δεν αναίρεσαν την αποικιοκρατική 
και  ανελεύθερη  φύση  του  Συντάγματος  του  1817.  Οι  Βρετανοί,  εκτός  από  την  αναθεώρηση  των 
διατάξεων  για  την  εκλογή  των  βουλευτών,  των  επαρχιακών  συμβούλων  κ.ά.  συνέστησαν,  για 
πρώτη φορά, τα ΄΄δημοσυμβούλια΄΄, ως πρώτο βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης, ολοκληρώνοντας με 
αυτόν τον τρόπο τη διοικητική οργάνωση του κράτους, τρεις και πλέον δεκαετίες από την ίδρυσή 
του.  Η  αυτοδιοίκηση  που  πρόσφεραν  ήταν  βέβαια  μέσα  στο  πνεύμα  της  αποικιοκρατικής  τους 
πολιτικής,  δηλαδή  ελάχιστες  αρμοδιότητες  γνωμοδοτικού  χαρακτήρα,  ασφυκτικός  πολιτικός 
έλεγχος και, κυρίως, έλλειψη οικονομικών πόρων. Το χορό των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων, 
αναφορικά  με  τη  σύσταση  των  τμηματικών  ή  περιοχικών  συμβουλίων,  άνοιξε  η  Βουλή 
ψηφίζοντας,  στις 8 Μαΐου 1849, την προσθήκη νέου άρθρου 11 στο Β΄ τμήμα του κεφαλαίου Δ΄ 
του Συντάγματος, που είχε ως εξής: Πλην του εις εκάστην νήσον επαρχιακού Συμβουλίου θέλουν 
είσθαι και τμηματικά Δημοσυμβούλια. Ο τρόπος εκλογής, η διαμονή, τα καθήκοντα, τα δικαιώματα 
και  η  δικαιοδοσία  των  διαληφθέντων  Δημοσυμβουλίων,  θέλουσιν  ορισθή  υπό  κοινοβουλευτικών 
νόμων.  Στις  18  Φεβρουαρίου  1850  εκδόθηκε  η  (ΟΖ΄)  κοινοβουλευτική  πράξη  η  συνιστώσα 
Περιοχικά Επιχώρια Συμβούλια.     
 
Άγιος Ρόκκος  Ανεμόμυλος (Molino a Vento)  Μαντούκι  Φυγαρέτο 

Ανάληψη  Γαρίτσα (Καστράδες)  Στρατιά   


5
ΠΙΝΑΚΑΣ 2.     Το Περιοχικό Επιχώριο Συμβούλιο (Δήμος)  Κέρκυρας  του 1850 
 
Καστελλάνοι (πρωτεύουσα)  Βαρυπατάδες  Καλαφατιώνες  Μπενίτσες 

Άγιοι Δέκα  Βάτος  Καμάρα  Μοραΐτικα 

5
Είναι πολύ πιθανό, χρέη Προέδρου και Περιοχικού Επιχώριου Συμβουλίου (Δημάρχου-Δημοτικού Συμβουλίου) να εκτελούσε
ο Έπαρχος και το Επαρχιακό Συμβούλιο. Δεν ιδρύθηκε Περιοχικό Επιχώριο Συμβούλιο στους Παξούς

19
Άγιος Ιωάννης  Βιρός  Κανακάδες  Ποταμός 

Άγιος Μάρκος   Βουνιατάδες  Κανάλι  Γραικικό,  Αρβανίτικο,  Ρόπα (Λιβάδι) 


Λεμεντίων, Ιουστινιάνη 
Άγιος Ματθαίος  Γαστούρι  Κοκκίνι  Σιναράδες 

Άνω & Κάτω Γαρούνα  Γιαννάδες  Κοντόκαλι & Κυρά Χρυσικού  Σταυρός 

Αλεπού  Γουβιά  Κουραμάδες  Στρογγυλή 

Άνω & Κάτω Παυλιάνα  Επισκοπιανά  Κυνοπιάστες  Πέλεκας 

Άφρα  Εβροπούλοι  Μάρμαρο  Ψωραροί 

ΠΙΝΑΚΑΣ 3. Το Περιοχικό Επιχώριο Συμβούλιο (Δήμος)  Μέσης του 1850 
Νύμφες  (πρωτεύουσα)  Επίσκεψη  Ξανθάτες  Σινιές 

Λαύκι  Ζυγός  Ομαλοί  Σπαρτύλας 

Άγιοι Δούλοι  Καβαλλούρι  Περίθεια & Κασσιόπη  Στρινύλας 

Αγραφοί  Καρουσάδες  Πετάλεια & Άγιος Παντελεήμων  Σφακερά 

Αντιπερνοί  Κληματιά  Σγουράδες  Σωκράκι 

ΠΙΝΑΚΑΣ  4. Το Περιοχικό Επιχώριο Συμβούλιο (Δήμος) Όρους του 1850 

Αρκαδάδες  (πρωτεύουσα)  Βελονάδες  Κοψοχειλάδες  Μανατάδες 

Άγιος Αθανάσιος  Βίστωνας & Γαρνάδες  Κορακιάνα  Μεσαριά 

Αγρός  Βιτουλάδες  Κουναβάδες  Οθωνοί 

Αθηνιοί  Γαβράδες  Κρήνη  Πάγοι 

Αλειμματάδες  Γαρδελάδες  Κυπριανάδες  Περλεψιμάδες 

Αρμενάδες  Δουκάδες  Λάκωνες  Περουλάδες 

Ασπιωτάδες  Εξωκαστρινοί  Λιαπάδες  Πρινύλας 

Αυλιώτες  Ερείκουσσα  Μαγουλάδες  Ραφαλάδες 

Αφιώνας  Καββαδάδες  Μαθράκι  Ραχτάδες 

Βαλανειό  Καστελλάνοι Γύρου  Μακράδες  Σκριπερό 

Βατωνιές  Κουκνικάδες  Μαλακιοί  Χωροεπίσκοποι 

ΠΙΝΑΚΑΣ  5. Το Περιοχικό Επιχώριο Συμβούλιο (Δήμος) Γύρου του 1850 

Περιβόλι (πρωτεύουσα)  Βιταλάδες  Μελίκια  Σπαρτερό 

Άγιος Δημήτριος  Κολοκύθι  Μπραγανιώτικα  Χλοματιανά 

Άγιος Θεόδωρος  Κορακάδες  Νεοχώρι & Παλαιοχώρι  Χλομός 

Αναπλάδες  Κουσπάδες  Ποτάμι   

Αργυράδες & Νεοχωράκι   Κρητικά  Ριγγλάδες   


Αλβανικό ή Αρβανίτικο 
Βασιλάτικα  Μαραθιάς  Ρουμανάδες   

ΠΙΝΑΚΑΣ  6. Το Περιοχικό Επιχώριο Συμβούλιο (Δήμος) Λευκίμμης του 1850 

Ερείκουσσα  Μαθράκι Οθωνοί  


ΠΙΝΑΚΑΣ 7. Το Περιοχικό Επιχώριο Συμβούλιο (Δήμος) Διαποντίων νήσων 6  του 1850 

6
Τα τρία αυτά νησιά αποσπάστηκαν από την περιοχή Γύρου και αποτέλεσαν ιδιαίτερο Περιοχικό Επιχώριο Συμβούλιο με
ξεχωριστή πράξη της Γερουσίας, που εκδόθηκε στις 4 Ιουνίου 1850, ‘’περί συστάσεως δημοτικού Συμβουλίου εις το Τμήμα
των Οθωνών, Ερεικούσης και Μαθρακίου

20
      Με την πράξη αυτή, σε κάθε περιοχή της νήσου ιδρύεται ένα Περιοχικό Επιχώριο Συμβούλιο, 
το  οποίο  αποτελείται  από  τρία  μέλη  στα  τέσσερα  μεγαλύτερα  νησιά  (Κέρκυρα,  Κεφαλληνία, 
Ζάκυνθος,  Λευκάδα),  και  από  δύο  στα  μικρά  (Παξοί,  Ιθάκη  και  Κύθηρα).  Ο  Έπαρχος  ήταν 
υπεύθυνος  για  τη  διαίρεση  των  περιοχών,  τον  καθορισμό  της  πρωτεύουσας  τους  και  για  τη 
διεξαγωγή των εκλογών (σύγκληση της εκλογικού σώματος, ψηφοφορία, ανακήρυξη επιτυχόντων 
κ.ά.)  μαζί  με  άλλους  Επαρχιακούς  Συμβούλους.  Αν  μία  περιοχή  δεν  είχε  σαράντα,  τουλάχιστον, 
εκλογείς,  το  Επαρχιακό  Συμβούλιο  συμπλήρωνε  τον  αριθμό  αυτό  με  άλλα  υποκείμενα  εκ  των 
ευϋποληπτοτέρων, και ηξεύροντα να αναγιγνώσκωσι και να γράφωσι και ταύτα θέλουν αποτελεί 
μέρος  του  Εκλογικού  Σώματος  της  Περιοχής.  Τα  μέλη  των  τριμελών  και  διμελών  Περιοχικών 
Επιχώριων Συμβουλίων (δημοσύμβουλοι) εκλέγονταν δια κρυπτής ψηφοφορίας και οι υποψήφιοι 
που  συγκέντρωναν  τη  σχετική  πλειοψηφία  ανακηρύσσονταν  αμέσως  από  τον  Έπαρχο  μέλη  του 
Περιοχικού  Επιχωρίου  Συμβουλίου.  Τα  τριμελή  συμβούλια  εξέλεγαν  μεταξύ  τους  τον  Πρόεδρο 
(Δήμαρχο)  στα  μεγάλα  νησιά,  ενώ  στα  διμελή  συμβούλια  των  μικρών  νησιών  προέδρευε  ο 
αρχαιότερος. 
 
δ. Η νέα χωροταξία  
 
Έμελλε  να  καθοριστούν  οι  εδαφικές  περιοχές  με  τα  διοικητικά  όρια  των  Περιοχικών  Επιχώριων 
Συμβουλίων.  Η  ανθρωπογεωγραφική  αυτή  κατανομή  των  πρώτων  δήμων, 7   που  ήταν  έργο  του 
Έπαρχου,  Νικολάου  Καλλονά  (η  σχετική  δηλοποίηση  εκδόθηκε  στις  αρχές  του  1850),  αποτέλεσε 
ένα ώριμο, σταθερό και καλά μελετημένο δείγμα σχεδιασμού και οργάνωσης της πρωτοβάθμιας 
αυτοδιοίκησης,  αφού  προτίμησε  να  ενώσει  αντί  να  πολυδιασπάσει,  έχοντας  υπόψη  του, 
προφανώς, όχι μόνο τα γεωγραφικά και συγκοινωνιακά κριτήρια (αυτά μάλλον συνηγορούσαν στη 
δημιουργία  περισσότερων  Συμβουλίων)  αλλά  και  την  απαραίτητη  σε  κάθε  μορφής  οργάνωση 
ιστορική  παράδοση.  Οι  άνθρωποι,  τότε,  είχαν  την  αίσθηση  ότι  ανήκαν  σε  μια  ευρύτερη 
συλλογικότητα,  αυτή  του  μεγάλου  γεωγραφικού  και  διοικητικού  διαμερίσματος  και  αυτήν  την 
αναγκαιότητα  εξέφρασε  απόλυτα  η  νέα  χωροταξία  των  πρώτων  δήμων.  Τα  Περιοχικά  Επιχώρια 
Συμβούλια είχαν εντός των ορίων της προσανηκούσης περιοχής τις ακόλουθες (γνωμοδοτικές και 
εκτελεστικές) αρμοδιότητες:  

DΤην επιτήρησιν των Περιοχικών σχολείων.  

DΤον έλεγχο της διαχείρισης των επιτρόπων των ΄΄ενοριακών΄΄ (συναδελφικών) εκκλησιών. 

DΤην εποπτεία κατασκευής και επισκευής των δημοσίων έργων και εκείνων των κοινοτήτων. 

DΤον έλεγχο στις βλαμμένες πηγές και τα πηγάδια της κοινότητας. 

DΤην πρόταση μέτρων για τη δημόσια υγεία, την πρόοδο της γεωργίας, τις τιμές των προϊόντων. 

DΤον προσδιορισμό των διοικητικών του ορίων. 

DΤην επιβολή και ρύθμιση της προσωπικής εργασίας. 

DΤη σύνταξη στατιστικών πινάκων πληθυσμού, οικιών, ελαιοτριβείων, επαγγελμάτων κ.λ.π. 

DΤην έκδοση οικοδομικών αδειών στα χωριά της δικαιοδοσίας τους εις απλούν χάρτην. 
Τις  αρμοδιότητες  αυτές,  ειδικά  για  την  Κέρκυρα,  ανέλαβε  να  εξειδικεύσει  με  κανονισμό 
(΄΄regolamento municipale΄΄) ο Έπαρχος Κέρκυρας, όπως άλλωστε όριζε η κοινοβουλευτική πράξη 
του 1850. Πέρα από την διασάφηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων, που στόχο είχαν να 
7
Ο καθορισμός των αυτοδιοικητικών χώρων του 1850 δεν μπορεί, δυστυχώς, να συγκριθεί με την, μετά από 150 σχεδόν
χρόνια, οργάνωση των δήμων του Ν. 2539/1997 (Καποδιστριακοί Δήμοι Κέρκυρας και Παξών), η οποία στηρίχτηκε σε
εσωκομματικές ισορροπίες και σκοπιμότητες και όχι στις ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας. Η διοικητική οργάνωση
της χώρας, απαραίτητο εργαλείο για οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ανάπτυξη θυσιάζεται με απίστευτη ελαφρότητα και
ευκολία στο βωμό των κομματικών συμφερόντων.

21
επιβάλλουν  την  ομοιόμορφη  άσκησή  τους  σε  όλα  τα  Δημοσυμβούλια,  ο  κανονισμός  αυτός 
περιείχε  και  άλλες  διατάξεις  που  αναφέρονταν  στην  εσωτερική  δομή  και  οργάνωση  του 
Περιοχικού  Επιχωρίου  Συμβουλίου.  Όμως  ο  θεσμός  των  Περιοχικών  Επιχώριων  Συμβουλίων, 
πρώτη θεσμική αποτύπωση πρωτοβάθμιας αυτοδιοίκησης στα Ιόνια νησιά, γρήγορα εκφυλίσθηκε, 
εξ  αιτίας  της  απροθυμίας  των  Άγγλων  να  τον  στηρίξουν  με  αποφασιστικές  αρμοδιότητες  και 
οικονομικούς  πόρους,  φανερώνοντας  δίχως  άλλο  την  αδιαφορία  και  δυσπιστία  των 
αποικιοκρατών στους νέους δήμους που οι ίδιοι είχαν συστήσει 8 . 
 
5. Ο εκλογικός νόμος 
 
Αναφέραμε  πιο  πάνω  ότι  στις  συνταγματικές  τροποποιήσεις  του  1849  είχε  προβλεφθεί  μεταξύ 
άλλων  ή  έκδοση  ενός  εκλογικού  νόμου,  που  θα  συστηματοποιούσε  ενιαία  και  ομοιόμορφα  το 
σύστημα  εκλογής  βουλευτών.  Πριν  όμως  αναφερθούμε  διεξοδικά  στον  εκλογικό  νόμο  και  τις 
τροποποιήσεις  του,  ας  ρίξουμε  μια  ματιά  στη  κερκυραϊκή  κοινωνία,  στα  μέσα  του  19ου  αιώνα, 
όπως  την  περιγράφει  ο  Γεράσιμος  Χυτήρης:  Στην  πόλη  της  Κέρκυρας  η  κοινωνική  δομή  κρατάει, 
στα χρόνια της βενετοκρατίας, τον φεουδαρχικό της χαρακτήρα. Αριστοκράτες γαιοκτήμονες, που 
και τα  επόμενα χρόνια διατηρούν  ακέραιη την οκνηρία και την  υπεροψία τους. Όντας το  σύνολο 
των κατοίκων της πόλεως κτηματίες κανένας δεν πιέζεται από μεγάλη ανάγκη, έτσι η βιομηχανία 
δεν  ακμάζει  και  δεν  αυξάνει  στις  αρχές  του  19ου  αιώνα.  Ακολουθούν  οι  μεγαλονοικοκυραίοι,  με 
προγόνους εμπορευόμενους (με την επονομασία ΄΄αστοί ΄΄ στη βενετοκρατία), ιδιοκτήτες ακινήτων 
και  χρηματιστές‐τοκογλύφοι.  Το  ίδιοι  άνεργοι,  φιλοδοξούν  τη  συμμετοχή  τους  στον  κύκλο  των 
αριστοκρατών,  μια  και  κρατούν  τις  τρεις  προϋποθέσεις  του  ’’εξευγενισμού’’.  Δευτερεύουσα 
κατηγορία,  οι  επαγγελματίες‐βιοτέχνες,  οργανωμένοι  σε  συντεχνίες,  και  οι  λιγοστοί  έμποροι. 
Τέλος,  ένας  ακόμα  αριθμός  ατόμων,  (ντόπιοι  και  αλλοφερμένοι)  για  τις  πιο  βαριές  χειρονακτικές 
εργασίες,  σπρωγμένοι  στο  κοινωνικό  περιθώριο,  το  κατακάθι  της  πλεμπάγιας,  με  μόνιμη 
εξαθλίωση.  Από  τους  μεγαλονοικοκυραίους  και  τους  επαγγελματίες‐βιοτέχνες  επιλεκτικά  θα 
προκύψει  το  προζύμι  της  αστικής  τάξεως.  Θα  συμπληρωθεί  από  ικανό  αριθμό  προσώπων  με 
εξωκερκυραϊκή  προέλευση,  (Ηπειρώτες,  Κρητικοί,  Πελοποννήσιοι,  αλλά  και  Δυτικοί  και  Εβραίοι), 
άτομα με ακάματη εργατικότητα. Δικαιώματα εκλογής και εκλογιμότητας, κατοχυρωμένα ήδη από 
πολλούς  αιώνες  πριν,  είχε  η  πρώτη  κατηγορία  (γαιοκτήμονες  και  μεγαλοαστοί),  ενώ,  η  δεύτερη 
κατηγορία (εργάτες, βιοτέχνες‐επαγγελματίες, μικροαστοί, μεσοαστοί και κάτοικοι της υπαίθρου), 
που  βρισκόταν  σε  εξαθλίωση,  πίεζε  για  κατάργηση  των  πολιτικών  προνομίων  της  πρώτης.  Τα 
εκλογικά δικαιώματα (προνόμια) είχαν αποδοθεί με βάση την περιουσιακή τους κατάσταση 9  (που 
οι ίδιοι τα είχαν νομοθετήσει και ψηφίσει) και η δεύτερη κατηγορία επεδίωκε τη γενίκευσή τους 
στον παραμερισμένο λαό. 
     Τους εκλογείς αυτούς διεκδικούσαν τρία πολιτικά ρεύματα: οι ΄΄Καταχθόνιοι ή Προστασιανοί΄΄, 
μέρος της τοπικής αμοραλιστικής αριστοκρατίας, αρχομανείς και φιλοχρήματοι, που επιζητούσαν 
τη  διατήρηση  του  status  quo  της  αγγλικής  αποικιοκρατίας,  οι  ΄΄Μεταρρυθμιστές΄΄,  γαιοκτήμονες 
και  μεγαλοαστοί,  που  επιζητούσαν  συνταγματικές  μεταρρυθμίσεις  (ελευθερία  του  τύπου, 
ελεύθερη  εκλογή  των  αντιπροσώπων  κ.λ.π.)  και  δεν  επεδίωκαν  να  ανατρέψουν  δια  της  βίας 
σύστημα  κυβερνητικόν  και  οι  ΄΄Ριζοσπάστες΄΄,  μικροαστοί,  εργάτες,  βιοτέχνες‐επαγγελματίες, 
αγρότες, που θεωρούσαν ως τέλος των δεινών μόνην την ανεξαρτησίαν και την συνένωσίν του με 
το λοιπόν έθνος. 
Ο  εκλογικός  νόμος  που  ψηφίστηκε  σε  εκτέλεση  της  σχετικής  συνταγματικής  επιταγής  (αριθ. 
ΠΖ΄/31‐12‐1849  της  8ης  Βουλής),  καθώς  και  οι  επόμενες  συμπληρώσεις  και  τροποποιήσεις  του 
(απόφαση της Βουλής της 10ης Ιανουαρίου 1850, πράξη Ε΄/19‐3‐1851 της Γερουσίας, νόμος ΙΖ΄/20‐
8‐1852  της  10ης  Βουλής),  δεν  κατάργησε  τους  οικονομικούς  (ταξικούς)  όρους  άσκησης  του 
εκλογικού  δικαιώματος,  περιορίζοντας  ως  εκ  τούτου  τα  όρια  απονομής  του  στις  παραδοσιακές 
πολιτικές και οικονομικές τάξεις του τόπου, που διατήρησαν την πολιτική τους επικυριαρχία μέχρι 
την Ένωση. Σαφής και κατηγορηματική ήταν  άλλωστε η γνώμη του Μεταρρυθμιστικού κόμματος, 
που  κατείχε,  τα  3/4  της  Βουλής,  για  την  περιορισμένη  άσκησή  του.  Κάθε  προσπάθεια  αλλαγής 

8
Η έρευνα στην επίσημη εφημερίδα του ΄΄Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων΄΄ ανέδειξε τρεις μόνο εκλογικές
αναμετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν στις 25-9-1850, 25 & 26-3-1853 και 19-2-1863.
9
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι οι εκλογείς για τη ΙΓ΄ Βουλή ήταν 3.373 σε σύνολο πληθυσμού 72.967 κατοίκων με βάση την
απογραφή του 1860).

22
θίγει  την  υπάρχουσα  κατάσταση,  που  την  αποδέχονται  και  την  υπερασπίζονται  τα  μέλη  του 
Μεταρρυθμιστικού  κόμματος.  Πίσω  από  τις  προσωπικές  τους  παρορμήσεις  υπάρχουν  οι  ταξικές 
υποκινήσεις  κι  αυτές  είναι  που  τους  υπαγορεύουν  το  δουλικό  ήθος.  Η  χωρίς  όρους  άσκηση  του 
εκλογικού δικαιώματος θα περιμένει την Ένωση (πρώτη εφαρμογή στις εκλογές για την ανάδειξη 
Ιονίων Πληρεξουσίων στη Β΄ Εθνοσυνέλευση) για να επεκταθεί σε όλο το λαό.    
Σύμφωνα  λοιπόν  με  τις  εκλογικές  διατάξεις  που  ψηφίστηκαν  για  να  είναι  κάποιος  εκλογέας 
στο ΄΄Ηνωμένο κράτος των Ιονίων Νήσων΄΄ έπρεπε να συγκεντρώνει τα ακόλουθα προσόντα: 

DΝα  είναι  γεννημένος  στο  κράτος  αυτό  ή  να  είναι  πολιτογραφημένος  και  να  πρεσβεύει  τη 
Χριστιανική θρησκεία (συμπεριλαμβάνονται όλα τα δόγματα). 

DΝα έχει ηλικία 21 ετών. 

DΝα  μην  προκύπτει  ότι  είναι  εγκαταστημένος  σε  ξένο  κράτος,  δηλαδή  να  έχει  μόνιμη  κατοικία 
στο ΄΄Ηνωμένο Κράτος των Ιονίων Νήσων΄΄ . 

DΝα  έχει  ιδιοκτησία  ή  επικαρπία  ή  να  κατέχει  επί  αιωνίω  δικαιώματι  ή  δια  καιρόν  αόριστον 
ακίνητη περιουσία αξίας 3.000 διστήλων για την πόλη και 1800 για την εξοχή.  
      Αυτό αφορούσε τα νησιά Κέρκυρα, Κεφαλληνία και Ζάκυνθο. Για τη Λευκάδα η αξία ήταν 1500 
και 750 αντίστοιχα, ενώ για τα μικρότερα νησιά, Παξούς, Κύθηρα και Ιθάκη η αξία ήταν  1000 και 
500  δίστηλα.  Με  το  προσόν  αυτό  της  ιδιοκτησίας  ισοδυναμούσε  ο  Στέφανος  (διδακτορικό 
δίπλωμα) ή το  
Απολυτήριον  οποιασδήποτε  επιστήμης,  καθώς  και  η  εξάσκηση  μιας  σειράς  επαγγελμάτων,  όπως 
του  δικηγόρου,  υποδικηγόρου,  ιατρού,  φαρμακοποιού,  συμβολαιογράφου,  δασκάλου,  καθηγητή 
κ.ά.  Επίσης,  ισοδύναμο  με  το  προσόν  της  ιδιοκτησίας  ήταν  το  επάγγελμα  του  πλοιάρχου  ή 
ιδιοκτήτη πλοίου χωρητικότητας 25 τόνων, του μεσίτη, ενώ οι έμποροι έπρεπε να διαθέτουν αξία 
των  κεφαλαίων  ισοδύναμη  με  τα  παραπάνω  ποσά.  Ισοδύναμη  επίσης  με  το  προσόν  της 
ιδιοκτησίας ήταν η δημόσια θέση ή η ισόβια σύνταξη, εφόσον το ποσόν του μισθού ή της σύνταξης 
ήταν του ανάλογου ύψους. 

DΝα  ήξερε  γραφή  και  ανάγνωση  μετρίως  (Η  διάταξη  δεν  αφαιρούσε  το  εκλογικό  δικαίωμα 
εκείνων που ήξεραν να διαβάζουν και να γράφουν σε άλλη, εκτός από την ελληνική, γλώσσα). 

DΝα  μην  έχει  καταδικαστεί  ποτέ  για  κλοπή,  απάτη,  πλαστογραφία,  χρεοκοπία  ή  άλλο 
κακούργημα, με εξαίρεση τα πολιτικά αδικήματα.  

DΝα μην έχει τεθεί υπό δικαστική απαγόρευση.  
     Αυτά ήταν τα προσόντα τα οποία έπρεπε να συγκεντρώνει κάποιος, σωρευτικά, για να έχει το 
δικαίωμα να ψηφίσει στις διάφορες εκλογικές αναμετρήσεις και, όπως προαναφέραμε, ειδικά το 
προσόν της ιδιοκτησίας 10  ήταν απαγορευτικό για τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού. Αντίστοιχα 
προσόντα  έπρεπε  να  συγκεντρώνει  κάποιος  που  ήθελε  να  θέσει  υποψηφιότητα  για  βουλευτής. 
Εκτός  από  το  όριο  ηλικίας  που  ανεβαίνει  στα  30  χρόνια  και  την  απάλειψη  του  προσόντος  της 
θρησκείας, το προσόν της ιδιοκτησίας τοποθετείται ακόμα ψηλότερα, στα 6.000 δίστηλα για τους 
υποψηφίους από την Κέρκυρα, την Κεφαλληνία και τη Ζάκυνθο, 3.000 για τους υποψηφίους της 
Λευκάδας και 2.000 δίστηλα για τους υποψηφίους των μικρότερων νησιών.  
Άλλες διατάξεις του  εκλογικού νόμου ρύθμιζαν τη  σύνταξη των  εκλογικών καταλόγων και  τις 
μεταβολές  τους  (ετήσια  αναθεώρηση),  τη  διεύθυνση  των  εκλογικών  διαδικασιών  και  τον  τρόπο 
ψηφοφορίας με κρυπτή ψήφον, δια κιβωτίων και σφαιριδίων.  
 

10
Στην μητροπολιτική Ελλάδα υπήρχαν αντίστοιχες διατάξεις, που εξαρτούσαν το εκλογικό δικαίωμα από την ιδιοκτησία,
όμως ήταν πολύ ελαστικότερες, αν και σαφώς αντίθετες με την πραγματική έννοια της καθολικής ψηφοφορίας.

23
6. Το Σύνταγμα του 1817 και η δημοσιονομική πολιτική   
 
Το  σύνταγμα  του  1817  χρησίμευσε  ως  βάση  ενός  δεσποτικού  συστήματος  διακυβέρνησης,  που 
δηλητηρίασε τις πηγές κάθε ελευθερίας. Στο σύνταγμα αυτό δεν περιελήφθησαν διατάξεις για τις 
ατομικές ελευθερίες, ούτε γινόταν λόγος για ισότητα, για τη μη εξαίρεση του φυσικού δικαστή, για 
το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, δικαιώματα για τα οποία είχε προνοήσει το σύνταγμα του 1803. Η 
ελληνική  γλώσσα  απαγορεύτηκε  στη  δημόσια  διοίκηση  και  μόνο  το  1852  γίνεται  η  επίσημη 
γλώσσα  του  κράτους,  ενώ  παράλληλα  ασκήθηκε  λογοκρισία  και  απαγορεύτηκε  η  ίδρυση 
τυπογραφείου  χωρίς  άδεια  της  Γερουσίας.  Το  κράτος  αυτό  δεν  είχε  διεθνείς  σχέσεις,  αφού  οι 
Βρετανοί  πρεσβευτές  και  πρόξενοι  θέλουν  θεωρείσθαι  ως  περιβεβλημένοι  την  ιδιότητα  των 
προξένων και υποπροξένων του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων. Δεν είχε επίσης στρατό για 
τη διαφύλαξη της εδαφικής ακεραιότητας και η στρατιωτική του υπεράσπιση είχε ανατεθεί εις την 
αυτού μεγαλειότητα τον προστάτην βασιλέα. Επιπλέον, έπρεπε να συντηρεί το βρετανικό στρατό 
και  τη  βρετανική  υπαλληλία  στα  νησιά  με  μια  παχυλή  εισφορά  στο  Βασιλικό  Ταμείο.  Το  μόνο 
δικαίωμα  που  αναγνωρίστηκε  συνταγματικά  ήταν  εκείνο  του  αναφέρεσθαι  στον  προστάτην 
βασιλέα  όχι  μόνο  ατομικά  αλλά  και  ομαδικά.  Στην  ουσία  ήταν  ένα  κράτος‐προτεκτοράτο  που 
στήθηκε  και  οργανώθηκε  στο  κέντρο  της  Μεσογείου  για  να  εξυπηρετήσει  μακροχρόνιους 
γεωπολιτικούς  σχεδιασμούς  της  αγγλικής  εξωτερικής  πολιτικής,  ένα  κράτος‐τοποτηρητής  των 
ιερών  και  οσίων  των  αγγλικών  αποικιοκρατικών  συμφερόντων.  Στα  θετικά  του  κρατικού  αυτού 
μορφώματος  θα  πρέπει  να  υπολογίσουμε  την  ύπαρξη  θεσμών  και  την  απόκτηση  πολιτικών 
εμπειριών, που για χρόνια απουσιάζουν αργότερα από το Ελληνικό Βασίλειο.  Η δεσποτεία όμως 
των  Άγγλων  στοίχισε  ακριβά  στον  Επτανησιακό  λαό.  Από  τα  έσοδα  του  κράτους  διατίθενται 
ετησίως  με  συνταγματική  επιταγή,  από  το  1834  μέχρι  το  1849,  35.000  λίρες,  και  μέχρι  το  1863, 
25.000  λίρες,  για  τη  μισθοδοσία  του  βρετανικού  στρατού  και  τη  διατήρηση  των  φρουρίων  (που 
λίγο  πριν  την  Ένωση  κατεδάφισαν  προκαλώντας  τις  διαμαρτυρίες  των  Επτανησίων  βουλευτών 
αλλά και Άγγλων πολιτικών). Άλλες 15.000 λίρες, από το 1834 μέχρι το 1849 και 13.000 λίρες μέχρι 
το  1863,  δαπανώνται  ετησίως  για  τη  μισθοδοσία  του  ιδιαίτερου  γραφείου  του  Αρμοστή,  των 
Άγγλων  τοποτηρητών  σε  κάθε  νησί,  δύο  μελών  του  Ανωτάτου  Συμβουλίου  Δικαιοσύνης,  του 
Γενικού Γραμματέα της Γερουσίας και του Γενικού Ταμία. Αν υπολογίσει κανείς ότι ο μέσος όρος 
των εσόδων του κράτους, την εικοσαετία 1840‐1860, ήταν 172.000 λίρες, τα έξοδα αυτά, χωρίς να 
συνυπολογιστούν  οι  δαπάνες  μισθοδοσίας  των  άλλων  κρατικών  και  επαρχιακών  αρχών,  ήταν 
υπέρογκα για ένα μικρό κράτος. Η πολυεπίπεδη και αποκεντρωμένη άσκησης εξουσίας απαιτούσε 
την  ύπαρξη  πολυάριθμης  γραφειοκρατικής  τάξης  σε  σχέση  με  τον  πληθυσμό  των  νησιών,  που 
επιβάρυνε ακόμα περισσότερο τον κρατικό προϋπολογισμό. Το δημόσιο χρέος ανέρχεται, κατά την 
31η Ιανουαρίου 1860, στις 298.726 λίρες, χωρίς τόκους.  
    Τα αίτια της οικονομικής δυσπραγίας, ωστόσο, δεν πρέπει να αναζητηθούν μόνο στα έξοδα της 
προστασίας  και  στην  εξογκωμένη  υπαλληλική  γραφειοκρατία.  Ο  ελλειμματικός  προϋπολογισμός 
του  κράτους  ήταν  αποτέλεσμα  της  μη  ύπαρξης  άμεσων  φόρων,  αφού  το  φορολογικό  σύστημα 
βασίζεται  αποκλειστικά  στους  έμμεσους  φόρους.  Ειδικότερα,  τα  φορολογικά  έσοδα  του  Ιονίου 
κράτους  βασίστηκαν  στα  εισαγωγικά  και  εξαγωγικά  τέλη  και  στα  εισοδήματα  από  την  πώληση 
χαρτοσήμου, από το μονοπώλιο του αλατιού και από τα υγειονομικά και λιμενικά τέλη. Έτσι, ενώ 
το  κράτος  εισέπραττε  από  τα  εξαγωγικά  τέλη  29%,  τα  εισαγωγικά  τέλη,  κυρίως  στα  αγγλικά 
προϊόντα  που  απολάμβαναν  ειδικά  προνόμια,  κυμαινόταν  από  2‐7%.  Το  σύστημα  άμεσης 
φορολογίας,  που  ίσχυε,  άλλωστε,  εκείνη  την  εποχή  σε  πολλά  άλλα  κράτη  της  Ευρώπης,  ήταν 
άγνωστο  στα  Ιόνια  Νησιά,  μολονότι,  τυχόν  ενσωμάτωση  και  εφαρμογή  του    στο  προσοδικό 
σύστημα  του  Ιονίου  κράτους,  θα  ισοσκέλιζε,  αν  δεν  καθιστούσε  πλεονασματικό,  τον  κρατικό 
προϋπολογισμό και θα διένειμε με επιείκεια τα φορολογικά βάρη. Όμως η εισαγωγή ενός τέτοιου 
μέτρου,  όπως  π.χ.  η  φορολογία  της  ιδιοκτησίας  και  του  εμπορίου,  θα  προκαλούσε  τις  σφοδρές 
αντιδράσεις της Βουλής και της Γερουσίας, που τα μέλη τους ήταν οι επιφανέστεροι εκπρόσωποι 
της γαιοκτημονικής αριστοκρατίας και της ανερχόμενης αστικής τάξης. Άγγλοι, Γερουσία και Βουλή 
σε  προφανή  συνεννόηση  άφηναν  τη  γεωργική  τάξη  να  υποφέρει  τα  πάνδεινα.  Το  βάρος  των 
δημοσίων  δαπανών  πίπτει  νυν  αθεμίτως  επί  των  γεωργικών  συμφερόντων.  Το  ετήσιο  εξαγωγικό 
τέλος  επί  του  ελαίου  και  της  σταφίδας,  κατά  τα  έτη  1850‐1859,  παρείχε,  κατά  μέσο  όρο,  61.234 
λίρες,  δηλαδή  το  ένα  και  πλέον  τρίτο  του  μέσου  ετήσιου  συνολικού  εισοδήματος  των  172.000 
λιρών. Σε αντίθεση η ιδιοκτησία απαλλασσόταν από οποιοδήποτε φόρο ή δασμό. Τα υγειονομικά 
δικαιώματα,  ανερχόμενα  κατ’  έτος  σε  5.000  λίρες  συνιστούσαν  το  μόνο  βάρος  των 
εμπορευομένων.  Ουδείς  πληρώνεται  δασμός  για  τις  οικίες,  την  ακίνητη  και  κινητή  ιδιοκτησία, 
ούτε βέβαια για την εξάσκηση επαγγέλματος ή εμπορικής δραστηριότητας. Ο κάτοχος ή ιδιοκτήτης 

24
οικίας  απαλλασσόταν  από  κάθε  δασμό,  πλην  του  ευτελέστατου  δασμού  επί  των  εισαγομένων 
προïόντων  όσα  ήθελε  προαιρεθή  να  αναλώση.  Ο  εισπράκτορας  ήταν  άγνωστος  στο  κράτος  και 
όπου  δήποτε  χρήματα  μέλλουσι  να  εισπραχθώσι  δι’  αμέσου  διαδικασίας  μεταξύ  ιδιωτών  και 
Κυβερνήσεως, αύτη πάντοτε έχασε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η είσπραξη των εισοδημάτων της 
εγχώριας  περιουσίας  της  Κέρκυρας,  η  οποία  με  καλή  διαχείριση  μπορούσε  να  έχει  εκτεταμένα 
εισοδήματα. Και όμως, το χρέος των ιδιωτών από μισθώσεις οικιών ανερχόταν σε 200.000 λίρες, 
δηλαδή, τα 2/3 του συνολικού χρέους του κράτους. Δεν αποτελεί παράδοξο, λοιπόν, ότι το κράτος 
αυτό ήταν συνεχώς χρεωμένο κατά την περίοδο της αγγλικής προστασίας, αφού οι διαφεύγοντες 
την φορολογία ήταν οι αποικιοκράτες και οι υποστηρικτές τους στη γαιοκτημονική αριστοκρατία.  

25
KΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ 
 
Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ 
 
1. Η Ένωση 
 
 
Η Γαλλική Επανάσταση και ο Μέγας Ναπολέων προκάλεσαν κοσμογονικές αλλαγές στο status quo 
της Ευρώπης, υποδαυλίζοντας εθνικές απελευθερωτικές επαναστάσεις, που προκάλεσαν τη γενική 
αφύπνιση  του  εθνικού  συναισθήματος  όλων  των  λαών  της.  Όλες  αυτές  οι  επαναστάσεις  ήλθαν 
αντιμέτωπες με την Ιερά Συμμαχία  της μοναρχικής Ευρώπης, που συντόνιζε ο μεγάλος πολιτικός 
και  διπλωμάτης  Metternich.  Η  συμμαχία  αυτή  κατόρθωνε,  μέχρι  τα  μέσα  του  19ου  αιώνα,  να 
αναχαιτίζει  με  τη  βία  τα  κύματα  της  εθνικής  ελευθερίας.  Όταν  όμως  οι  ιδέες  της  Γαλλικής 
Επανάστασης  για  δεύτερη  φορά,  το  1848,  πλημμύρισαν  την  Ευρώπη,  οι  εθνικές  επαναστάσεις 
απελευθέρωσης και εθνικής ένωσης συγκλόνισαν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Έτσι στα Επτάνησα, 
το κίνημα των Ριζοσπαστών (Ενωτικοί), επηρεασμένο κυρίως από το γαριβαλδινό ιταλικό κίνημα, 
είναι εκείνο που θα σηκώσει το κύριο βάρος του αγώνα της ενσωμάτωσης της Επτανήσου με την 
Ελλάδα,  ιδιαίτερα  μετά  τα  γεγονότα  της  Κεφαλληνίας  το  1848,  παρά  τις  όχι  ευκαταφρόνητες 
αντίρροπες  δυνάμεις  των  μεταρρυθμιστικών  και  αντιδραστικών  κύκλων.  Η  πρώτη  απόπειρα 
υποβολής  ψηφίσματος  από  τους  Ριζοσπάστες  για  την  Ένωση  απέτυχε,  το  1850,  εξαιτίας  της 
διάλυσης  της    Ιονίου  Βουλής.  Τότε  πολλοί  ριζοσπάστες  ηγέτες  διώχτηκαν  ή  εξορίστηκαν.  Οι 
επόμενες  εκλογές  θα  διεξαχθούν  μέσα  σε  όργιο  βίας  και  νοθείας.  Oι  Άγγλοι  ακολουθώντας  την 
προσφιλή τους τακτική της διαίρεσης του ολοένα ογκούμενου ενωσιακού μετώπου, πρότειναν με 
τον Αρμοστή Young, το 1855, την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, πλην της Κέρκυρας και των 
Παξών, τις οποίες ο αγγλικός σχεδιασμός  τις ήθελε αποικίες κατά το παράδειγμα της Μάλτας. Το 
σχέδιο  συνάντησε  τη  σφοδρή  αντίσταση  όχι  μόνο  των  Επτανησίων  αλλά  και  τις  ζωηρές 
αντιρρήσεις των άλλων Μεγάλων Δυνάμεων, της Ρωσίας και της Γαλλίας. Τότε, για πρώτη φορά, το 
επτανησιακό  διεθνοποιήθηκε,  έγινε  αντικείμενο  της  ευρωπαϊκής  ενδοσυνεννόησης,  ενώ 
συζητήθηκε  και  στην  αγγλική  Βουλή,  ξεφεύγοντας  πια  από  τους  στενούς  δρόμους  της 
επτανησιακής  πολιτικής  ζωής.  Ο  ίδιος  ο  Γλάδστων  δήλωνε  ότι  δεν  είναι  αντίθετος  αλλά  λόγοι 
ευρωπαϊκής πολιτικής παρακωλύουσι την ένωσιν. 
     Είναι φανερό ότι η Αγγλία περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να συγκατανεύσει στην Ένωση, 
προσδοκώντας  το  μεγαλύτερο  δυνατόν  στρατηγικό  όφελος  για  τα  ζωτικά  συμφέροντά  της  στο 
χώρο  της  ανατολικής  Μεσογείου,  που  ήταν  η  επιλογή  νέου  για  τους  Έλληνες  μονάρχη  που  ούτε 
φανερά  ούτε  μυστικά  θα  ενοχλή  πλέον  την  Τουρκίαν.  Ήδη  υπονόμευε  τον  Όθωνα  υποκινώντας 
συνεχείς  στάσεις,  που  διεύρυναν  ολοένα  το  χάσμα  μεταξύ  βασιλείας  και  λαού.  Η  αγγλική 
διπλωματία  βλέποντας  την  επί  θύραις  έξωση  του  Όθωνα  υπέβαλε,  τότε,  τη  δελεαστική  πρόταση  
της  ένωση  της  Επτανήσου,  ενώ  ταυτόχρονα,  διέδιδε  φήμες  για  την  επικείμενη  προσάρτηση  της 
Θεσσαλίας,  της  Ηπείρου  και  της  Μακεδονίας,  προσπαθώντας  να  προσεταιριστεί  τους  εκφραστές 
της ΄΄Μεγάλης Ιδέας΄΄. Η παγίδα είχε στηθεί, το δόλωμα, δηλαδή τα Επτάνησα, ήταν ελκυστικό, οι 
φήμες για μελλούμενες προσαρτήσεις ακόμα ελκυστικότερες και η έξωση του ΄Όθωνα ήταν πλέον 
γεγονός.  Η  αγγλική  διπλωματία  χρησιμοποίησε  τα  Επτάνησα,  που  δεν  μπορούσαν  πια  να 
κυβερνηθούν  εξαιτίας  του  αδιάκοπου  εθνικού  και  κοινωνικού  (κατά  των  ευγενών)  αγώνα  των 
Ριζοσπαστών,  σε  μια  σειρά  διπλωματικών  κινήσεων  που  στόχο  είχαν  τον  πλήρη  έλεγχο  της 
ελληνικής πολιτικής σκηνής.  
     Έτσι, με τις δυνάμεις που υπέγραψαν τη συνθήκη των Παρισίων (Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία) 
άρχισε  διαπραγματεύσεις,  οι  οποίες  κατέληξαν  στην  Ένωση  της  Επτανήσου  με  την  Ελλάδα  (17 
Μαρτίου  1864).  Είχαν  προηγηθεί  στο  Λονδίνο  οι  διαπραγματεύσεις  μεταξύ  των  Ευρωπαϊκών 
δυνάμεων (συμπεριλαμβανομένων της Πρωσίας και Αυστρίας), που κατέληξαν στην υπογραφή της 
συμφωνίας  της  14ης  Νοεμβρίου  1863.  Με  τη  συμφωνία  αυτή  η  Αγγλία  παραιτείτο  της 
΄΄προστασίας΄΄ αλλά με  όρους επαχθείς και προσβλητικούς για την Ελλάδα. Οι όροι της συνθήκης 
του  Νοεμβρίου  και  οι  διαπραγματεύσεις  που  προηγήθηκαν,  χωρίς  τη  συμμετοχή  Επτανησίων  ή 
άλλων  Ελλήνων  διαπραγματευτών,  ήταν  ένα  αποκαλυπτικό  χρονικό  των  προθέσεων  και  των 
στόχων της αγγλικής διπλωματίας για το Ελληνικό ζήτημα. Τις  αποκάλυψε ο Άγγλος υφυπουργός 
Εξωτερικών,  Λάϋαρδ,  κατά  τη  συζήτηση  του  επτανησιακού  ζητήματος  στη  αγγλικό  κοινοβούλιο. 
Κυρίως όμως ήταν ένα ανθελληνικό και υπεροπτικό παραλήρημα του Άγγλου διπλωμάτη, ο οποίος 

26
ούτε λίγο ούτε πολύ χαρακτήριζε τους Κερκυραίους ως Αλβανούς, τους ηγέτες των Ριζοσπαστών 
ως Ιταλούς και την Ελλάδα ως τόπο ληστείας και παντελούς παραλυσίας 11 . 
     Η συνθήκη αυτή περιείχε και δύο άλλους σημαντικούς όρους, που έμειναν αρχικά κρυφοί τόσο 
από  τους  Επτανήσιους  όσο  και  από  την  Ελληνική  κυβέρνηση,  αλλά  όχι  από  το  βασιλιά  Γεώργιο. 
Την  υποχρεωτική  κατεδάφιση  των  φρουρίων  της  Επτανήσου  και  τη  διαρκή  ουδετερότητα  των 
νήσων, αφού η Ελλάδα έπρεπε να παραιτήσει πάντα τα επιθετικά σχέδια κατά των γειτόνων της. 
Το  επιχείρημα  που  προβλήθηκε  για  την  ουδετερότητα  των  Επτανήσων  ήταν  ότι  η  Κέρκυρα  δεν 
έπρεπε ν’ αποβή φωλεά των ραδιούργων και καταστή βάσις προς επιχείρησιν επιδρομών κατά των 
γειτόνων  της.  Αλλά  με  ένα  βασιλιά  που  απολάμβανε  12.000  λίρες  το  χρόνο  και  παχυνόμενος  εν 
ανέσει, κυρίως όμως με ένα βασιλιά που ενεργούσε από την πρώτη στιγμή σε βάρος του λαού που 
έμελλε να βασιλεύσει, ο όρος της ουδετερότητας φάνταζε άσκοπος.   
    Η  ελληνική  κυβέρνηση  έστειλε  στο  Λονδίνο,  ως  πληρεξούσιο,  τον  Χαρίλαο  Τρικούπη,  για  να 
διαπραγματευθεί τη συνθήκη της Ένωσης, με τη ρητή εντολή να μην υπογράψει συνθήκη, που θα 
περιείχε ως όρο την κατεδάφιση των φρουρίων της Επτανήσου. Αλλ' αν απροσδοκήτως, όλαι Υμών 
αι προσπάθειαι, αποβώσιν ανωφελείς, και η κατεδάφισις αποφασισθή και καταχωρηθή, ως όρος 
αναπόφευκτος της Συνθήκης, δεν πρέπει υμείς να υπογράψητε αυτήν.  
    Ο  υπουργός  Εξωτερικών,  Π.  Δεληγιάννης,  ήταν  σαφής:  Η  κοινή  εν  Ελλάδι  γνώμη  και  αίσθημα 
Εθνικής  φιλοτιμίας  δεν  επιτρέπει  εις  την  Ελληνικήν  Κυβέρνησιν  να  υπογράψη  την  εαυτής 
καταδίκην.  Δέχθηκε,  όμως,  σαν  εναλλακτική  λύση  τον  αφοπλισμό  των  φρουρίων.  Ταυτόχρονα 
απέρριπτε και τον όρο της ουδετερότητας των  Επτανήσων, γιατί  η ουδετερότης και αι υπ'  αυτής 
επιβαλλόμεναι  υποχρεώσεις  θέλουσιν  την  δεσμεύει  αενάως  εις  τας  διοικητικάς  αυτής 
ενεργείας….όπερ  και  την  εθνικήν  φιλοτιμίαν  θέλει  προσβάλλει  και  την  κυριαρχίαν  της  Ελληνικής 
Κυβερνήσεως  επί  ενός  μέρους  του  Ελληνικού  Βασιλείου  θέλει  καθιστά  αμφίβολον.  Ο  Τρικούπης, 
όμως,  επισήμανε  και  άλλους  απαράδεκτους  όρους,  που  περιελάμβανε  η  συνθήκη  της  14ης 
Νοεμβρίου,  όπως  τα  πλεονεκτήματα  που  αποκτούσε  στα  Επτάνησα  η  ξένη  ναυτιλία  και  το  ξένον 
εμπόριον, (ο όρος αυτός παρέμεινε στη συνθήκη της Ένωσης). Όμως τα κυρίαρχα ζητήματα, που 
έθετε  προς  διαπραγμάτευση  η  ελληνική  εξωτερική  πολιτική,  ήταν  αυτά  της  κατεδάφισης  των 
φρουρίων  και  της  ουδετερότητας,  έχοντας  αποδεχθεί  το  γενικό  διαπραγματευτικό  πλαίσιο,  που 
καθόριζε    την  Ένωση  ως  αντάλλαγμα  της  βρεταννικής  εξωτερικής  πολιτικής  και  όχι  ως  αίτημα 
εθνικής ολοκλήρωσης. 
     Οι  διαπραγματευτικές  ικανότητες  του  Τρικούπη  και  η  σθεναρή  στάση  του  ελληνικού 
Υπουργείου  Εξωτερικών  περιόρισαν  τελικά  την  ουδετερότητα  μόνο  στην  Κέρκυρα  και  στους 
Παξούς    και  δεν  τέθηκε  περιορισμός  στις  στρατιωτικές  και  ναυτικές  δυνάμεις  που  μπορούσε  να 
διατηρεί η Ελλάδα στα νησιά αυτά  (το ζήτημα αυτό τακτοποιήθηκε με την υπογραφή ιδιαίτερου 
πρωτοκόλλου  μεταξύ  των  πέντε  Δυνάμεων).  Ως  προς  το  θέμα  της  κατεδάφισης  των  φρουρίων, 
τούτο αφέθη εντελώς εις  την διάκρισιν της Αγγλίας  και  αναμένομεν  μετά πεποιθήσεως ότι θέλει 
αύτη  ενεργήσει  εις  τρόπον  ώστε  ούτε  η  εθνική  της  Ελλάδος  αξιοπρέπεια  να  προσβληθή,  ούτε  η 
φιλοτιμία  των  αδελφών  Επτανησίων  να  εγγιχθή  ουσιωδώς,  ούτε  ζημία  μεγάλη  να  επέλθη  (η 
κατεδάφιση περιορίστηκε  στο Βίδο, στο Νέο  Φρούριο και το φρούριο Αβράμη). 
    Η  Αγγλία  εξασφάλισε,  πάντως,  με  το  νόμο  ΝΑ΄  τις  συντάξεις  ύψους  7.403  λιρών  και 
αποζημιώσεις  ύψους  3.272  λιρών,  από  την  απώλεια  θέσεων  για  τους  βρετανούς  υπηκόους,  που 

11
Ο Άγγλος διπλωμάτης δήλωνε ότι λίαν ανοίκειον θα ήτο να παραχωρήσωμεν τας νήσους εις την Ελλάδα. Ό,τι προ πολλού
προεβλέπομεν τέλος συνέβη και ο ελληνικός λαός μη ανεχόμενος την Κυβέρνησίν του ηνάγκασε τον βασιλέα να
αναχωρήση…Οι Έλληνες ενωθέντες ως άνθρωπος εις προσέφερον τον θρόνον των εις ένα Άγγλο ηγεμονόπαιδα…Δεν εκρίθη
κατάλληλον, ίνα το στέμμα της Ελλάδος γίνη αποδεκτόν…Αλλά μετά το δείγμα της προς ημάς συμπαθείας ησθάνθημεν την
ηθικήν υποχρέωσιν να εύρωμεν αρμόδιον πρόσωπον δια τον ελληνικόν θρόνον…Τέλος ο θρόνος προσεφέρθη τω
ηγεμονόπαιδι Γουλιέλμω της Δανίας…Η κυβέρνησις της Α. Μ. επέτυχεν την συγκατάθεσιν της Ρωσίας και Γαλλίας εις την
αλλαγήν της δυναστείας, και όπως τεθή ο ηγεμονόπαις Γουλιέλμος επί του θρόνου της Ελλάδος ως βασιλεύς Γεώργιος. Εν τη
συνθήκη συνεφωνήθη να παραχωρηθώσιν αι Ιόνιοι Νήσοι εις την Ελλάδα και περιπλέον αι τρεις Δυνάμεις να παραχωρήσωσι
4.000 λίρας στερλίνας κατ’ έτος εκ του τόκου του οφειλομένου αυταίς παρά της Ελλάδος και 10.000 λίρας στερλίνας κατ’ έτος
να ορισθώσι λόγω επιχορηγήσεως τω βασιλεί εκ του ιονικού εισοδήματος. Το ακόλουθον βήμα ήτο να επιτευχθή η συναίνεσις
των Δυνάμεων των υπογραψασών την σύμβασιν του 1815 εις νέαν συνθήκην, δι΄ης εγένετο η παραίτησις της προστασίας των
Ιονίων Νήσων, ήτις είχεν ανατεθή εις την Αγγλίαν.

27
ανέλαβε να πληρώνει στο εξής η ελληνική κυβέρνηση, ενώ, ουδόλως ενδιαφέρθηκε για την τύχη 
των  Επτανησίων  υπαλλήλων  της.  Η  διαπραγμάτευση  και  η  κατάληξη  της  συμφωνίας  της  Ένωσης 
ήταν, όπως ειπώθηκε, μια ημιτελής επιτυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, που κατόρθωσε 
να τροποποιήσει τους σκληρούς όρους της συνθήκης της 14ης Νοεμβρίου, οι οποίοι οδηγούσαν με 
ακρίβεια  σε  δέσμευση  της  κρατικής  κυριαρχίας  της  Ελλάδος  στα  Επτάνησα  και  σε  αδυναμία 
διοίκησης.  Με  άλλα  λόγια,  η  υπό  τους  όρους  παραχώρηση  των  Επτανήσων,  που  επεδίωκαν  οι 
ευρωπαϊκές  δυνάμεις,  θα  καταδίκαζε  το  επτανησιακό  ζήτημα  σε  διαρκή  αμφισβήτηση  και 
εκκρεμότητα με απρόβλεπτες συνέπειες. 
     Η συνθήκη της 17ης Μαρτίου 1864 12  έθεσε τέρμα σε μια μακραίωνη περίοδο αλληλοδιαδόχων 
κατοχών  της  Επτανήσου  από  ευρωπαϊκές  δυνάμεις  και  σηματοδότησε  την  απαρχή  της 
οικονομικής,  κοινωνικής  και  πολιτισμικής  ενοποίησης  όλων  των  τμημάτων  του  Ελληνισμού.  Τα 
Ιόνια  νησιά  με  την  έντονη  κοινωνική,  πολιτική  και  πνευματική  τους  ζωή  αποκτούν  κεφαλαιώδη 
σημασία  για  την  εξέλιξη  της  νεότερης  Ελλάδος,  αφού  μπολιάζουν  στη  θολή  πραγματικότητα  της 
ελληνικής κοινωνίας τα πρώτα σπέρματα του φιλελεύθερου και μεταρρυθμιστικού κινήματος, που 
αρχίζει  να  διαγράφεται  ολοένα  και  πιο  καθαρά.  Από  την  άλλη  η  συνθήκη  αυτή  αποτελούσε 
δικαίωση των θέσεων των πιο γνήσιων εκφραστών του Ριζοσπαστικού κινήματος, που αξίωναν μια 
Ένωση  στη  βάση  της  αρχής  των  εθνοτήτων  και  του  σεβασμού  της  λαϊκής  βούλησης  και  όχι  μια 
Ένωση δώρο της βασίλισσας. 
 
2.  Η  έναρξη  της  διαδικασίας  αφομοίωσης,  οι  εκλογές  των  πληρεξουσίων,  και  ο  Έκτακτος 
Απεσταλμένος Θ. Ζαΐμης 
 
Η εκθρόνιση του Όθωνα απέτυχε να συγκρατήσει την ρευστότητα και την ανησυχία του πολιτικού 
συστήματος.  Τουναντίον  οδήγησε  με  μεγάλη  σφοδρότητα  τις  πολιτικές  δυνάμεις  σε  νέο  κύκλο 
εμφύλιας διαμάχης για την απόκτηση της πολυπόθητης εξουσίας και της πρόσβασης στον κρατικό 
κορβανά.  Λαός,  στρατός  και  λήσταρχοι,  σαν  ένα  μπλεγμένο  κουβάρι,  μάχονται  στο  κέντρο  της 
Αθήνας  για  να  δώσουν  τη  νίκη  στον  Κανάρη  ή  τον  Βούλγαρη.  Οι  συγκρούσεις  οδήγησαν  στο 
σχηματισμό κυβέρνησης (΄΄Προσωρινή Κυβέρνηση του Οροπεδίου΄΄ η ειρωνική της προσωνυμία), 
που άσκησε την εκτελεστική εξουσία έως την άφιξη του Γεωργίου στην Ελλάδα. 
    Προηγούμενα, η Β΄ Εθνική Συνέλευση (1862‐1864) ολοκλήρωσε το νέο συνταγματικό χάρτη και 
χειρίστηκε το ζήτημα της εκλογής νέου βασιλιά και την ενσωμάτωση των Επτανήσων στην Ελλάδα. 

Γιαννούσης Ευστάθιος  Κοντός Αρσένιος,  Μεταλλινός Βασίλειος  Ποφάντης Χριστόδουλος 

Γουλιαρμής Ιωάννης  Κουβαράς Σπυρίδων  Νικοκάβουρας Αναστάσιος  Προβατάς Δημήτριος 

Ζερβός  Θεόδωρος  Κωστακόντης Δημήτριος  Παγιατάκης Δημήτριος  Ράλλης Αρσένιος 

Καποδίστριας Αντώνιος  Κωνσταντάς Πολυχρόνης  Παγκράτης Νικόλαος  Χειμαριός Σπυρίδων 

Καρύδης Ανδρέας  Λούβρος Νικόλαος  Πανδής Παύλος  Χονδρογιάννης Γεώργιος 

ΠΙΝΑΚΑΣ  8.  ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΙ ΚΕΡΚΥΡΑΣ 1864 
 
Το  πρώην  Ιόνιο  Κράτος  μετά  την  Ένωση  έπρεπε  να  αντιπροσωπευθεί  στη  Β΄  Εθνοσυνέλευση  με 
πληρεξουσίους.  Τον  Ιανουάριο  του  1864,  η  κυβέρνηση  Βούλγαρη  έστειλε  στα  Επτάνησα    τον  Κ. 
Κωστάκη, δικηγόρο και πολιτευτή Πατρών. Ο απεσταλμένος της κυβέρνησης έπρεπε να εισηγηθεί 
τις κατάλληλες λύσεις σε μια σειρά θέματα που ανέκυπταν από την επικείμενη παραχώρηση των 
νησιών. Τέτοια ήταν όσα είχαν σχέση με την εκλογή των πληρεξουσίων για τη Β΄ Εθνοσυνέλευση: 
Η  καθολική  ψήφος  που  ίσχυε  στο  ελληνικό  βασίλειο  ή  η  περιορισμένη  του  ΄΄Ηνωμένου  Κράτους 
των  Ιονίων  Νήσων΄΄,  ισάριθμος  ή  διπλάσιος  από  εκείνον  των  βουλευτών  της  Ιονίου  Βουλής;  Τα 
θέματα αυτά είχαν προκαλέσει κοινωνικές διαμάχες στα Επτάνησα, ανάμεσα στους ενωτικούς και 
τους  συντηρητικούς  κύκλους.  Ο  Κωστάκης,  ενταγμένος  στη  συντηρητική  πολιτική  γραμμή  της 

12
Το πολιτικό παράδοξο είναι ότι στη συνθήκη της Ένωσης συναίνεσε και η Υψηλή Πύλη, αν και δεν ήταν συμβαλλόμενη στη
Συνθήκη των Παρισίων. Οι σχετικές επικυρώσεις υπογράφτηκαν στην Κωνσταντινούπολη στις 15 Ιουνίου 1865.

28
κυβέρνησης Βούλγαρη, υποδείκνυε την έκδοση ψηφίσματος από το βασιλιά, το οποίο θα καθόριζε 
την  ψηφοφορία  με  βάση  τους  εκλογικούς  καταλόγους  του  υπό  ένωση  κράτους.  Η  πρόταση  αυτή 
περιόριζε το εκλογικό σώμα μόνο στους γαιοκτήμονες αριστοκράτες και τους αστούς και στόχευε 
στην  περιθωριοποίηση  για  μια  ακόμα  φορά  της  συντριπτικής  πλειοψηφίας  του  επτανησιακού 
λαού.  
     Το ζήτημα τακτοποίησε οριστικά και αντίθετα από τις εισηγήσεις του Κωστάκη ο Νόμος ΝΒ΄ της 
14ης  Απριλίου  1864,  ο  οποίος  όριζε  ότι  στις  εκλογές  αυτές  θα  ίσχυε  η  καθολική  και  μυστική 
ψηφοφορία  για  την  ανάδειξη  διπλάσιου  αριθμού  Ιονίων  πληρεξουσίων  από  τον  αριθμό  των 
βουλευτών  της  ΙΓ΄  Ιονίου  Βουλής,  δηλαδή  84  πληρεξούσιοι  συνολικά  για  όλα  τα  Ιόνια  Νησιά.  Οι 
γαιοκτήμονες,  ανεδαφικοί  και  αντιδραστικοί,  αρνούνταν  να  παραδεχθούν  τις  αλλαγές  που 
έφερναν  οι  νέες  συνθήκες  και  καταφέρονταν  κατά  του  ελληνικού  κράτους  για  τη  διεύρυνση  του 
εκλογικού  δικαιώματος,  το  οποίο  επέτρεπε  να  ακουστεί  στην  ελληνική  Βουλή  η  φωνή  των 
ανυπόληπτων του χτες.  
    Αυτό που τους ανησυχούσε ήταν η συντριπτική εκλογική υπεροχή της υπαίθρου και επεδίωκαν 
με την υιοθέτηση του εκλογικού νόμου του ΄΄Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων΄΄ τη δική τους 
εκλογή  στη  Β΄  Εθνοσυνέλευση,  ώστε  να  υπερασπιστούν  την  κοινωνική  δομή  (φεουδαρχία)  που 
κρατάει  από  τα  χρόνια  της  βενετοκρατίας  και  να  διατηρήσουν  ακέραιη  την  οκνηρία  και  την 
υπεροψία  τους.  Η  εκτέλεση  του  Νόμου  ΝΒ΄  ΄΄Περί  των  ενεργηθησομένων  εκλογών  των 
πληρεξουσίων  του  πρώην  ηνωμένου  Κράτους  των  Ιονίων  Νήσων΄΄  ανατέθηκε  σε  έκτακτο 
απεσταλμένο  της  ελληνικής  κυβέρνησης  με  το    διάταγμα  ΄΄Περί  εκλογής  των  Ιονίων 
πληρεξουσίων΄,΄ που εξέδωσε ο Γεώργιος στις 24 Απριλίου 1864. Την άλλη μέρα εκδόθηκε και το 
διάταγμα που διόριζε τον Θρασύβουλο Ζαΐμη, πρώην υπουργό Εσωτερικών  και πληρεξούσιο στη 
Β΄ Εθνική Συνέλευση, ως έκτακτο απεσταλμένο της κυβέρνησης στα Ιόνια Νησιά.  Κύρια αποστολή 
του  η  διενέργεια  των  εκλογών,  που  αποτελούσε  και  το  καθοριστικό  βήμα  για  την  αφομοίωση, 
θέλοντες  να  επιταχύνωμεν  την  μετά  του  Ελληνικού  Κράτους  ένωσιν  της  Ιονίου  Πολιτείας.  Οι 
εκλογές  που  πραγματοποιήθηκαν  κατέληξαν  στη  θριαμβευτική  επιτυχία  των  υποψηφίων  της 
υπαίθρου και η πόλη της Κέρκυρας έμεινε στην πράξη χωρίς αντιπροσώπευση στην εθνική Βουλή.   
     Στις εκλογές αυτές που διεξήχθησαν με τους νέους εκλογικούς καταλόγους η ψηφοφορία ήταν 
μυστική και ενεργείται δε δια καλπών και σφαιριδίων, ένας τρόπος ψηφοφορίας που κυριάρχησε 
για πενήντα περίπου χρόνια στις διάφορες εκλογικές αναμετρήσεις 13 . Τα αποτελέσματα από κάθε 
εκλογικό  τμήμα  (η  ψηφοφορία  γινόταν  τότε  στην  έδρα  των  τεσσάρων  ανθρωπογεωγραφικών 
ενοτήτων της Κέρκυρας, δηλαδή, το Όρος, η Μέση, ο Γύρου και η Λευκίμμη) στέλνονταν με ειδικό 
ταχυδρομείο στην πόλη της Κέρκυρας για την έκδοση των συγκεντρωτικών αποτελεσμάτων και την 
ανακήρυξη  των  υποψηφίων.  Στις  εκλογές  αυτές  κάθε  εγγεγραμμένος  στον  εκλογικό  κατάλογο 
μπορούσε  να  προταθεί  ως  υποψήφιος,  με  εξαίρεση  τους  διοικητικούς,  αστυνομικούς, 
οικονομικούς  και  δικαστικούς  υπαλλήλους,  οι  οποίοι  έπρεπε  να  παραιτηθούν  μέσα  σε  24  ώρες 
από  τη  δημοσίευση  του  ΝΒ΄  νόμου.    Στην  αποστολή  του  Θρασύβουλου  Ζαΐμη,  εκτός  από  τη 
διενέργεια των εκλογών των Ιονίων πληρεξουσίων, συμπεριλαμβανόταν: 

DΗ  συμφωνία  με  το  Λόρδο  Αρμοστή  περί  του  τρόπου  της  εις  την  Ελληνικήν  Κυβέρνησιν 
παραδόσεως των ιονίων Νήσων και της αποβιβάσεως της Ημετέρας στρατιωτικής δυνάμεως προς 
κατάληψιν αυτών. 

DΗ  ανάληψη  της  διοικητικής  διεύθυνσης  επί  της  βάσει  των  κειμένων  Νόμων  εν  ταις  Ιονίοις 
Νήσοις. 

13
Μπροστά στην εφορευτική επιτροπή τοποθετούνταν τόσες κάλπες όσοι είναι οι υποψήφιοι, που φέρουν τα ονόματά τους. Η
τοποθέτηση των καλπών γινόταν κατά απόλυτη αλφαβητική σειρά. Κάθε κάλπη διαιρούνταν σε δύο τμήματα, το δεξιό
χρώματος λευκού για το ναι, το αριστερό χρώματος πράσινου για το όχι. Το ναι και το όχι γράφονταν με μεγάλα γράμματα,
όπως και το ονοματεπώνυμο του υποψηφίου. Ο ψηφοφόρος έριχνε το σφαιρίδιο στη κάλπη, αφού πρώτα σήκωνε το χέρι του
στην εφορευτική επιτροπή, ώστε να δείξει ότι κρατεί ένα μόνο σφαιρίδιο. Αυτό γινόταν συνεχώς μέχρι να περάσει από όλες τις
κάλπες. Επειδή η ψηφοφορία κρατούσε πάνω από μια ημέρα (άλλοτε δύο, τρεις ή και τέσσερις), στο τέλος της κάθε μέρας
έκλειναν τις κάλπες δια ταινιών πάνω στις οποίες οι αντιπρόσωποι των υποψηφίων έβαζαν τις σφραγίδες τους για να μην
υπάρχει δυνατότητα παραβίασης. Στο τέλος της ψηφοφορίας άνοιγαν κατά σειρά τις κάλπες, πρώτα το μέρος εκείνο που
περιείχε το ναι και έπειτα εκείνο του όχι και κατέγραφαν τους αριθμούς των ψήφων.

29
DΗ διασφάλιση της δημόσιας τάξης με τη συνδρομή της ελληνικής στρατιωτικής δύναμης. 

DΟι προτάσεις για το διορισμό του απαιτούμενου εις την διοικητική υπηρεσίαν προσωπικού και η 
παραλαβή των αρχείων του κράτους που καταργήθηκε (Αρχείο Ιονίου Γερουσίας). 
    Όλες οι δαπάνες της αποστολής Ζαΐμη (τα έξοδα του στρατού, οι εκλογικές δαπάνες, ο μισθός 
του)  καθώς  οι  μισθοί  των  υπαλλήλων  του  Ιονίου  κράτους  βάρυναν  αποκλειστικά  το  Ταμείο  της 
Επτανήσου, διότι στη μεταβατική αυτή περίοδο δεν είχε εφαρμοστεί η ελληνική νομοθεσία και το 
πλέγμα των κρατικών αρχών του ελληνικού κράτους. 
     Μετά το διορισμό του Ζαΐμη εκδόθηκε (13‐5‐1864) το διάταγμα ΄΄Περί της μετά την παύσιν της 
Αγγλικής προστασίας διοικήσεως των Ιονίων Νήσων΄΄, που σηματοδότησε από τη μια το οριστικό 
τέλος  της  αγγλικής  δεσποτείας  στα  Ιόνια  Νησιά  και  από  την  άλλη  την  αρχή  μιας  επίπονης 
περιόδου  προσαρμογής  και  αφομοίωσης  των  Επτανησίων  στη  νέα  και  άγνωστη  ελληνική 
πραγματικότητα.  
    Με  την  παύση  της  Αγγλικής  Προστασίας  στα  Ιόνια  Νησιά  και  την  εξουδετέρωση  της  δυαδικής 
εκτελεστικής  της  εξουσίας  (Αρμοστής  και  Γερουσία)  οι  εναπομένουσες  αρχές  εκτελούσαν  τα 
καθήκοντά  τους  επί  τη  βάσει  των  κειμένων  Νόμων  της  Ιονίου  Πολιτείας  υπό  την  διεύθυνσιν  των 
αρμοδίων υπουργείων του Κράτους. Παράλληλα, έπαυσε η εξουσία του Αρμοστή και των οργάνων 
του  στην  Αστυνομία,  το  Ταχυδρομείο  και  το  Υγειονομείο,  ενώ  οι  διοικητικές  πράξεις  των 
επτανησιακών  αρχών,  που  προκαλούσαν  δαπάνες,  ήταν  εκτελεστές  μόνο  με  τη  σύμφωνη  γνώμη 
του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργείου.  
 
3. Η διοικητική διαίρεση της Επτανήσου ‐ Ο νομός Κέρκυρας και οι επαρχίες του 
 
    Αναφέραμε στην αρχή την βαυαρική φιλοσοφία για τη συγκρότηση και την εξέλιξη του κράτους, 
που αποτυπώθηκε στην έκδοση του Β.Δ. της 3/15 Απριλίου 1833 ΄΄Περί διαιρέσεως του Βασιλείου 
και  της  διοικήσεως  του΄΄.  Η  νομοθετική  αυτή  κίνηση  καθώς  και  άλλες  που  ακολούθησαν  (Νόμος 
ΚΕ΄/1845  και  τα  εκτελεστικά  του  διατάγματα)  ανέδειξε  σαν  βασική  πολιτική  κατεύθυνση  της 
οθωνικής  αντιβασιλείας  τη  συγκρότηση  μιας  ισχυρής  κεντρικής  (μοναρχικής)  διοίκησης  με  τρεις 
επάλληλους  αποκεντρωτικούς  θεσμούς  (νομός‐επαρχία‐δήμος),  που  ελέγχονται  και 
καθοδηγούνται με απόλυτο τρόπο για να μην τίθεται σε αμφισβήτηση ο εξουσιαστικός ρόλος του 
μονάρχη στην κορυφή της πυραμίδας του κεντρικού πολιτικού συστήματος.  
    Η επικράτεια, κατ’ απομίμηση του γαλλικού πολιτικού  συστήματος, διαιρέθηκε διοικητικώς εις 
10  Νομούς  και  49  επαρχίας  και  εις  δήμους  εις  έκαστον  των  οποίων  πρσδιορίζεται  η  ανήκουσα 
περιφέρεια. Εκάστου Νομού η υπερτάτη διοικητική διεύθυνσις ανατίθεται εις ένα Νομάρχην. Εις 
τον  Νομάρχην  ανατίθεται  η  απ’  ευθείας  διοίκησις  της  επαρχίας,  καθώς  δύναται  να  ανατεθή  εις 
αυτόν  και  άλλης  επαρχίας  η  διοίκησις.  Εις  έκαστον  Νομόν  καθίσταται  Συμβούλιον  Νομαρχιακόν 
κατά  τον  περί  τούτων  Νόμον.  Εκάστης  επαρχίας  προΐσταται  εις  Έπαρχος  Αλλ’  ο  αυτός  Έπαρχος 
δύναται  να  διοικεί  συγχρόνως  πλειοτέρας  επαρχίας.  Εις  εκάστην  επαρχίαν  υφίσταται  επαρχιακό 
συμβούλιον κατά τον περί τούτων Νόμον. Ο Νομάρχης είχε την ανώτατη διεύθυνση της διοίκησης 
του  υπαγομένου  εις  αυτόν  νομού  με  εξαίρεση  τους  διοικητικούς  εκείνους  κλάδους  που  είχαν 
ανατεθεί σε άλλες αρχές. Τα γενικά καθήκοντα των νομαρχών ήταν τα ακόλουθα: 

DΝα φροντίζουν να δημοσιεύονται οι Νόμοι και τα Βασιλικά Διατάγματα 

DΝα  τηρούν  τους  Νόμους  και  τα  Βασιλικά  Διατάγματα  που  αφορούν  υποθέσεις  αρμοδιότητάς 
τους. 

DΝα  δέχονται  τα  παράπονα  από  τους  διοικούμενους  εναντίον  των  εν  τω  νομώ  αρχών  που 
αφορούν παράβαση καθήκοντος. 

DΝα συμβοηθούν την Κυβέρνησιν εις το να στερεώνη και επαυξάνει την κοινήν ευδαιμονίαν. 
     Στα  ειδικότερα  καθήκοντα  των  Νομαρχών  αναφέρονται  η  φροντίδα  της  δημόσιας  υγείας,  η 
επιτήρηση  των  νοσοκομείων,  η  διεύθυνση  των  εκλογών  των  εμπορικών  επιμελητηρίων,  η 

30
φροντίδα  για  την  κατασκευή  και  επισκευή  των  δημοσίων  οδών  και  των  υδραυλικών  έργων,  η 
φροντίδα  δια  την  πρόοδον  και  ανάπτυξιν  της  δημοτικής  περιουσίας,  η  επιτήρηση  των  διατάξεων 
για τη δημόσια ηθική, η λήψη μέτρων για την προστασία της ελευθεροτυπίας και η επαγρυπνήσει 
στις  καταχρήσεις  του,  η  φροντίδα  για  το  απαραβίαστο  των  επιστολών  κ.ά.  Στα  εκτελεστικά 
διατάγματα του Ν. ΚΕ΄ του 1845 απαριθμήθηκαν κατά τρόπο απόλυτα περιοριστικό τα καθήκοντα 
των Νομαρχών, γεγονός που οφείλεται στον απολυταρχικό χαρακτήρα του πολιτεύματος και στο 
υπερσυγκεντρωτικό  διοικητικό  σύστημα  που  δεν  τους  άφηνε  περιθώρια  ουσιαστικών 
πρωτοβουλιών. Κάθε πράξη και απόφαση του Νομάρχη δύναται να μεταρρυθμισθή ή ν’ ακυρωθή 
εκ  μέρους  του  αρμόδιου  υπουργείου,  εκτός  των  αποφάσεων  εκείνων  του  νομάρχου,  αίτινες 
καθίστανται  κατά  νόμον  εκτελεσταί,  εάν  δεν  έγινεν  εμπροθέσμως  έφεσις  εις  το  αρμόδιον 
υπουργείο. Το ασφυκτικό νομοθετικό πλαίσιο μαζί με την πολυδιάσπαση της τοπικής διοικητικής 
εξουσίας  και  σε  άλλους  ανώτερους  υπαλλήλους  (έφορος,  δημόσιος  ταμίας,  μηχανικός,  δικαστής 
κ.ά.) απέτρεπε την υπερσυγκέντρωση εξουσιών στο πρόσωπο του Νομάρχη και διευκολυνόταν ο 
έλεγχος της μιας αρχής από την άλλη. Όλοι αναφέρονταν στην κεντρική εξουσία με αποτέλεσμα να 
ευνοούνταν  οι  παρεμβάσεις  του  παλατιού  στα  τοπικά  ζητήματα.  Στην  πραγματικότητα  την 
περίοδο  αυτή  ο  Νομάρχης  ενεργεί  μόνο  ως  διαμεσολαβητής  μεταξύ  της  κεντρικής  εξουσίας  και 
του λαού και το αυξημένο κύρος του θεσμού κάλυπτε την απουσία πραγματικής αποκεντρωτικής 
πολιτικής. Το διοικητικό σύστημα του Νόμου ΚΕ΄  εφαρμόστηκε και στην Επτάνησο με το βασιλικό 
διάταγμα  της  17ης  Δεκεμβρίου  1864  ΄΄Περί  εφαρμογής  και  εν  Επτανήσω  του  περί  διοικητικής 
διαιρέσεως του Κράτους Νόμου΄΄  και σχηματίστηκαν  τέσσερις νομοί και επτά επαρχίες, ως εξής: 

DΟ νομός Κέρκυρας, που περιελάμβανε την ομώνυμη επαρχία και αυτήν των Παξών. 

DΟ νομός Κεφαλληνίας, που περιελάμβανε την ομώνυμη επαρχία. 

DΟ νομός Ζακύνθου, που περιελάμβανε την ομώνυμη επαρχία και αυτήν των Κυθήρων. 

DΟ νομός Λευκάδας, που περιελάμβανε τη ομώνυμη επαρχία και αυτήν της Ιθάκης. 
    Άλλο  Βασιλικό  Διάταγμα  που  εκδόθηκε  λίγες  μέρες  αργότερα,  στις    31  Δεκεμβρίου  του  ίδιου 
έτους, καθόριζε ότι τα επαρχιακά συμβούλια της Επτανήσου (καμία σχέση με το ελληνικό θεσμό 
των επαρχιακών συμβουλίων ούτε στη μορφή ούτε στο εύρος και την έκταση των αρμοδιοτήτων), 
που  είχαν  ιδρυθεί  κατά  τη  διάρκεια  της  αγγλοκρατίας  και  προβλέπονταν  από  το  Γ΄  τμήμα  του 
κεφαλαίου  Δ΄  του  Συντάγματος  του  1817,  θα  προεδρεύονταν  από  τους  Νομάρχες  και  τους  
Έπαρχους, μέχρι να εισαχθεί η ελληνική δημοτική διαίρεση.  
    Λίγους  μήνες  αργότερα,  με  το  Βασιλικό  Διάταγμα  της  5ης  Μαρτίου  1865,  η  επαρχία  Κέρκυρας 
διαιρέθηκε  σε  τρεις  επαρχίες,  της  Κέρκυρας,  της  Μέσης  με  πρωτεύουσα  το  Γαστούρι,  και  του 
Όρους  με  πρωτεύουσα  το  Σκριπερό.  Η  επαρχία  Κέρκυρας  περιελάμβανε  τα  προάστια  και  τα 
παρακείμενα  νησίδια  (Οθωνοί,  Ερείκουσσα,  Μαθράκι),  η  επαρχία  Μέσης  περιελάμβανε  το 
ομώνυμο  Περιοχικό  Επιχώριο  Συμβούλιο  και  αυτό  της  Λευκίμμης  και  η  επαρχία  Όρους  που 
περιελάμβανε το ομώνυμο Περιοχικό Συμβούλιο και αυτό του Γύρου. Με τη νέα αυτή επαρχιακή 
διαίρεση,  τα  πέντε  Περιοχικά  Επιχώρια  Συμβούλια  (Δήμοι)  της  αγγλοκρατίας  (Όρους,  Μέσης, 
Γύρου, Λευκίμμης και Διαποντίων) απορροφήθηκαν από τις τρεις νέες επαρχίες, ενώ διατηρήθηκε 
ανέπαφη η επαρχία Παξών.  
    Οι  διοικητικές  μεταβολές  στον  Επτανησιακό  χώρο  θα  συνεχιστούν  και  τους  επόμενους  μήνες, 
ίσως για να βρεθεί εκείνη η τοπική διοικητική διαίρεση που να ικανοποιούσε τις ντόπιες πολιτικές 
δυνάμεις, αφού η προηγούμενη διαίρεση ήταν αρκετά ορθολογική και δεν υπήρχε λόγος κάποιας 
ιδιαίτερης  μεταβολής  σε  τόσο  σύντομο  χρονικό  διάστημα.  Στις  19‐1‐1866  δημοσιεύεται  ο  νόμος 
ΡΜΓ΄  που  καταργούσε  το  νομό  της  Λευκάδας  και  σαν  επαρχία  πλέον  προστίθεται  στις  τέσσερις 
επαρχίες  του  νομού  Κέρκυρας  (Κέρκυρας,  Μέσης,  Όρους,  Παξών).  Η  άλλη  επαρχία  του 
καταργημένου  νομού,  η  Ιθάκη,  υπάγεται  στο  νομό  Κεφαλληνίας  (μαζί  με  τις  επαρχίες  Κραναίας, 
Πάλης  και Σάμης)   και η επαρχία  Κυθήρων στο νομό Λακωνίας (συνολικά τρεις νομοί και  έντεκα 
επαρχίες). Οι επαρχίες της νήσου Κέρκυρας, εκτός από την επαρχία Παξών, θα καταργηθούν με το 
Νόμο  ΑΠИΓ΄  της  2ας  Μαΐου  1891  και  ο  νομός  Κέρκυρας  απαρτίζεται  πια  από  τις  επαρχίες 
Κέρκυρας,  Παξών  και  Λευκάδας.    Όσον  αφορά  τα  καθήκοντα  των  έπαρχων  περιορίζονταν  στην 
επιτήρηση των δήμων που ανήκαν στην περιφέρειά τους, στην υποβολή αναφορών και εκθέσεων 
προς  το  Νομάρχη,  την  άσκηση  πειθαρχικού  ελέγχου  επί  των  δημοτικών  υπαλλήλων,  ενώ  εις 

31
εκτάκτους  και  κατεπειγούσας  περιπτώσεις  δύνανται  να  στέλλωνται  κατ΄ευθείαν  προς  του 
Επάρχους  παρά  των  υπουργείων  διαταγαί.  Εις  ομοίας  περιστάσεις  οι  Έπαρχοι  θέλουν  υποβάλλει 
τας  αναφοράς  των  αμέσως  και  προς  τα  Υπουργεία.  Πάντως  η  συνεισφορά  του  θεσμού  ήταν 
μηδαμινή,  αποτελούσε  εμπόδιο  για  μια  αδιαμεσολάβητη  σχέση  μεταξύ  πρωτοβάθμιας 
αυτοδιοίκησης‐νομαρχιακών κρατικών οργάνων και θα εγκαταλειφθεί οριστικά μερικές δεκαετίες 
αργότερα.  
 
4. Οι πρώτοι δήμοι του 1866, οι δημοτικές εκλογές και ο νόμος περί δημαιρεσιών. 
 
Ο νομός Κέρκυρας σχηματίστηκε με το Βασιλικό Διάταγμα της 17ης Δεκεμβρίου 1864 (ΦΕΚ 2/1865) 
΄΄Περί εφαρμογής και εν Επτανήσω του περί διοικητικής διαιρέσεως του Κράτους νόμου΄΄, και τη 
στιγμή της δημοτικής γενεσιουργίας  απαρτιζόταν από τις επαρχίες Κέρκυρας, Μέσης, Όρους και 
Παξών. Ακολούθησαν αλλεπάλληλα βασιλικά διατάγματα (η κεντρική διοίκηση ήταν έτοιμη από 
α/α  Δήμος  Πρωτεύουσες  Επαρχία  Τάξη  Πληθυσμός  Έμβλημα 

1.  Ακρολοφιτών  Καρουσάδες  ΄΄  Β΄  2.087  ΄΄αμφορέα΄΄ 

2.  Ακρωρείων  Επίσκεψη  ΄΄  Β΄  2.363  ΄΄αετόν΄΄ 

3.  Αμφιπαγητών  Καββαδάδες  ΄΄  Β΄  2.088  ΄΄Πήγασον΄΄ 

4.  Αστυγειτόνων  Κυνοπιάστες  ΄΄  Β΄  2.148  ΄΄κεφαλήν βοός΄΄ 

5.  Γαϊανών  Γάϊος  Παξών  Β΄  2.670  ΄΄Αμφορέα΄΄ 

6.  Επιλιμνίων  Σκριπερό  ΄΄  Β΄  3.006  ΄΄Νίκην΄΄ 

7.  Ερρεικουσίων  Ερείκουσσα  ΄΄  Γ΄  614  ΄΄κεφαλήν Ποσειδώνος΄΄ 

8.  Εσπερίων  Αυλιώτες  ΄΄  Γ΄  1.733  ΄΄αστέρα΄΄ 

9.  Ιστωναίων  Λάκωνες  ΄΄  Γ΄  1.706  ΄΄κεφαλήν Ηρακλέους΄΄ 

10.  Κασσωπαίων  Περίθεια  ΄΄  Β΄  2.188  ΄΄Δία΄΄ 

11.  Κερκυραίων  Κέρκυρα  Κέρκυρας  Α΄  25.311  ΄΄πλοιάριον΄΄ 

12.  Κορακέων  Κορακιάνα  Όρους  Β΄  3.619  ΄΄βότρυν΄΄ 

13.  Κορισσίων  Αργυράδες  ΄΄  Γ΄  1.917  ΄΄κεφαλήν γυναικός΄΄ 

14.  Λακκιωτών  Λογγός  ΄΄  Β΄  2.651  ΄΄Τρίαιναν΄΄ 

15.  Λευκιμμαίων  Άγιος Θεόδωρος  ΄΄  Β΄  3.150  ΄΄την θεάν Κέρκυραν΄΄ 

16.  Μελιτειέων  Βουνιατάδες  ΄΄  Β΄  2.958  ΄΄κρατήρα΄΄ 

17.  Μεσοχωριτών  Σιναράδες  ΄΄  Β΄  3.436  ΄΄λέων φυλάττων Τρόπαιον΄΄ 

18.  Οθωνών  Οθωνοί  ΄΄  Γ΄  1.103  ΄΄πρώραν΄΄ 

19.  Παρελείων  Γιαννάδες  ΄΄  Β΄  2.187  ΄΄δάμαλιν θηλάζουσαν΄΄ 

20.  Παρωρείων  Άγιοι Δούλοι  ΄΄  Β΄  2.531  ΄΄κεφαλήν κριού΄΄ 

21.  Περιάγρων  Αγρός  ΄΄  Β΄  3.317  ΄΄Αγρέα΄΄ αρχαίαν θεότητα, ΄΄ 

22.  Ποταμογειτόνων  Ποταμός  Μέσης  Β΄  3.650  ΄΄Βάκχον επί πάνθηρος΄΄ 

23.  Χρυσιδέων  Γαστούρι  ΄΄  Β΄  2.081  ΄΄ Αλκινόου κήπων΄΄ 

ΠΙΝΑΚΑΣ 9. Ο ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ 1866 
καιρό για τις αυτοδιοικητικές μεταβολές), δημοσιευμένα όλα την ίδια ημερομηνία (8‐1‐1866), με 
τα  οποία  συγκροτήθηκαν  οι  δήμοι  που  περιελάμβανε  κάθε  επαρχία  του  νομού  Κέρκυρας  και  οι 
πρωτεύουσες τους. Η πρώτη εφαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στα Επτάνησα, ειδικά στο χώρο 
της  τοπικής  αυτοδιοίκησης,  άλλαξε  ριζικά  τα  οργανωτικά  δεδομένα  που  επικρατούσαν  στην 
Κέρκυρα, αλλά η κατακερμάτιση του αυτοδιοικητικού χώρου του νομού σε πολλούς δήμους, κατά 

32
τα  επικρατήσαντα  στην  μητροπολιτική  Ελλάδα,  δεν  πρέπει  να  επέφερε  τα  προσδοκώμενα 
αποτελέσματα  βιωσιμότητας  και  ορθολογικής  ανάπτυξης,  όπως  καταδείχτηκε  από  τον 
μετασχηματισμό που ακολούθησε.  
    Στις 28 Ιανουαρίου 1866 δημοσιεύτηκε το διάταγμα καταρτισμού των εκλογικών καταλόγων για 
τις  δημοτικές  εκλογές 14   που  πρόκειται  να  διεξαχθούν  για  πρώτη  φορά  στα  Ιόνια  Νησιά.  Ο 
καταρτισμός  των  εκλογικών  καταλόγων  έγινε  σε  κάθε  νησί  με  ευθύνη  ενός  επαρχιακού 
συμβούλου, ενώ στα Περιοχικά Συμβούλια καταρτίστηκαν από τους προέδρους των Συμβουλίων.  
Μετά την εισαγωγή στα Επτάνησα του Νόμου για την εφαρμογή της δημοτικής νομοθεσίας, που 
ίσχυε στην υπόλοιπη Ελλάδα, και τη σύνταξη των εκλογικών καταλόγων, άρχισαν οι προετοιμασίες 
για τη διεξαγωγή εκλογών στους δήμους του ελληνικού κράτους, συμπεριλαμβανομένων και των 
επτανησιακών.  
    Ως    ημέρα    έναρξης  διεξαγωγής    των  εκλογών    προσδιορίστηκε,  με    το    διάταγμα  της  29ης 
Ιανουαρίου  1866,  η  31η  Μαρτίου,  ημέρα  Πέμπτη  και  η  ψηφοφορία  διαρκούσε  τέσσερις 
ημέρες.  Η Β΄ Εθνική Συνέλευση είχε ήδη ψηφίσει από τις 19 Νοεμβρίου 1864 το Νόμο ИΓ΄΄ Περί 
δημαιρεσιών΄΄,  με  τον  οποίο  θα  διεξαχθούν  και  οι  πρώτες  δημοτικές  εκλογές  στα  Επτάνησα.  Οι 
εκλογές  αυτές  θα  είναι  για  τα  Ιόνια  Νησιά  η  αφετηρία  μιας  πενηντάχρονης  σχεδόν  πορείας 
δημοτικής οργάνωσης, η οποία θα τελειώσει άδοξα το 1912.   
    Με το νόμο αυτό οι δήμαρχοι, οι δημαρχιακοί πάρεδροι και τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου 
εκλέγονταν  για  μια  τετραετία  εκ  των  συμπληρωσάντων  το  21  έτος  της  ηλικίας  των  και  εχόντων 
κινητήν  ή  ακίνητον  περιουσίαν  ή  μετερχομένων  οιονδήποτε  επάγγελμα  ή  επιτήδευμα. 
Επαναδιατυπώθηκε  και  επαναβεβαιώθηκε  με  το  νομοθέτημα  αυτό  η  διάταξη  του  μάλλον 
φορολογούμενου, που μόνο αυτός έχει πολιτικά δικαιώματα, αντίθετη σαφώς με το πνεύμα και το 
γράμμα της συνταγματικής διάταξης του 1864 για την καθολικότητα της ψηφοφορίας. 
    Για  τους  δήμους  α΄  τάξεως  εκλέγονταν  ένας  δήμαρχος,  έξι  δημαρχιακοί  πάρεδροι,  δέκα  οκτώ 
δημοτικοί  σύμβουλοι  και  εννέα  αναπληρωματικοί,  για  τους  δήμους  β΄  τάξεως    ένας  δήμαρχος, 
τέσσερις  δημαρχιακοί  πάρεδροι,  δώδεκα  σύμβουλοι  και  έξι  αναπληρωματικοί,  και  για  τους 
δήμους  γ΄  τάξεως  ένας  δήμαρχος,  δύο  πάρεδροι,  οκτώ  δημοτικοί  σύμβουλοι  και  τέσσερις 
αναπληρωματικοί. Δικαίωμα εκλογής είχαν όλοι όσοι αποτελούσαν την παραπάνω δημαιρεσιακήν 
συνέλευσιν δημότες, που είχαν συμπληρώσει το 30ό έτος της ηλικίας τους, ενώ δεν μπορούσαν να 
εκλεγούν  ή  να  διατελούν  δήμαρχοι  ή  δημαρχιακοί  πάρεδροι,  οι  στρατιωτικοί  εν  ενεργεία  και  οι 
δημόσιοι  υπάλληλοι.  Για  το  αξίωμα  του  μέλους  του  δημοτικού  συμβουλίου  ο  παραπάνω 
περιορισμός  επεκτάθηκε  και  περιελάμβανε  τους  επαρχιακούς  συμβούλους,  τους  δημάρχους, 
δημαρχιακούς παρέδρους, τους δημοτικούς αστυνόμους καθώς και όσους μισθοδοτούνταν από το 
δημοτικό ταμείο.  
     Μετά  την  εκλογή  του  δημάρχου,  των  δημαρχιακών  παρέδρων  και  των  δημοτικών  συμβούλων 
ακολουθούσε η εκλογή των ειδικών παρέδρων του κάθε χωριού. Οι  διαφοροποιήσεις του Νόμου 
αυτού,  έναντι  των  διατάξεων  του  Β.Δ.  της  27ης  Δεκεμβρίου  1833,  ήταν  η  καθιέρωση  της 
δημοκρατικής  αρχής  στην  εκλογή  των  δημοτικών  οργάνων,  δηλαδή,  η  άμεση  και  ταυτόχρονη 
εκλογή τους από τη δημαιρεσιακή συνέλευση και ο περιορισμός της θητείας τους σε τέσσερα έτη.   
 
5. Ο αυτοδιοικητικός μετασχηματισμός του 1869 
 
Η χωροθέτηση των περιοχών που περιλαμβάνονταν στα διοικητικά όρια των πρώτων δήμων δεν 
πρόκειται  να  κρατήσει  πολύ.  Πριν  προλάβει  να  στεγνώσει  το  μελάνι  των  σφραγίδων,  επήλθε 
σαρωτική  αυτοδιοικητική  μεταβολή,  η  οποία  άλλαξε  ριζικά  την  ανθρωπογεωγραφική  κατανομή 
των  δήμων  της  Κέρκυρας.    Με  το  βασιλικό  διάταγμα  της  6ης  Ιανουαρίου  1868  προσκλήθηκαν  τα 
δημοτικά  και  επαρχιακά  συμβούλια  των  επαρχιών  Κέρκυρας,  Μέσης  και  Όρους  να 
γνωμοδοτήσωσιν επί του ζητήματος  περί  μετασχηματισμού  διαφόρων δήμων,  συνιστώντων τας  

14
Για τις εκλογές αυτές το κρατικό ταμείο εκταμίευσε 165.000 δρχ. για την κάλυψη των εκλογικών εξόδων (κάλπες, σφαιρίδια
και παρεπόμενα έξοδα), ποσό που θα αποδοθεί στη συνέχεια από τους υποψηφίους αιρετούς άρχοντες (δήμαρχοι,
ης
δημαρχιακοί πάρεδροι και δημοτικοί σύμβουλοι), όπως όριζε το Β.Δ. της 17 Νοεμβρίου 1865. Εάν αυτό το ποσό δεν
επαρκούσε θα συμπληρωνόταν από τα πρώτα έσοδα των δήμων κατ’ αναλογίαν της αξίας των εκλογικών ειδών, άτινα
θέλουσιν χορηγηθή προς ένα έκαστον αυτών.

33
    
Δήμος  Πρωτεύουσα  Οικισμοί  κάτοικοι  Παρατηρήσεις 
α/α 
ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΛΕΥΚΙΜΜΑΙΩΝ
  Περιβόλι 375  Από δήμο Κορισσίων
  Αναπλάδες 711  Δήμος Λευκιμμαίων
  Άγιος Θεόδωρος 811  ΄΄ 
  Ποτάμι 254  ΄΄ 
  Ριγγλάδες 420  ΄΄ 
  Μελίκια 530  ΄΄ 
  Σπαρτερό 76  ΄΄ 
  Δραγωτινά 77  ΄΄ 
  Νεοχώρι‐Παλαιοχώρι 188  ΄΄ 
Περιβόλι 
1.  Λευκιμμαίων  Κρητικά 83  ΄΄ 
Αργυράδες 463  Από δήμο Κορισσίων
Βιταλάδες 97  ΄΄ 
Νεοχωράκι 45  ΄΄ 
Μαραθιάς 54  ΄΄ 
Ρουμανάδες‐Κολοκύθι 126  ΄΄ 
Κορακάδες 143  ΄΄ 
Βασιλάτικα 83  ΄΄ 
Κουσπάδες 107  ΄΄ 
Χλομός 326  ΄΄ 
ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΜΕΛΙΤΕΙΕΩΝ 
Στρογγυλή 260  Δήμος Μελιτειέων
Σταυρός 401  ΄΄ 
Βουνιατάδες 75  ΄΄ 
Άνω Γαρούνα 247  ΄΄ 
Κάτω Γαρούνα 404  ΄΄ 
Κάτω Παυλιάνα 71  ΄΄ 
    Άνω Παυλιάνα 226  ΄΄ 
2.  Μελιτειέων  Στρογγυλή  Πεντάτι 90  ΄΄ 
    Άγιος Ματθαίος 865  ΄΄ 
Μεσογγή 74  ΄΄ 
Μοραΐτικα 80  ΄΄ 
Βραγκανιώτικα 102  ΄΄ 
Χλοματιανά 58  ΄΄ 
Επισκοπιανά 95  ΄΄ 
Άγιος Δημήτριος‐Σπήλαιο 98  Από δήμο Κορισσίων

     

34
ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΙΣΤΩΝΑΙΩΝ 

Αθηνιοί  36  ΄΄ 

Λάκωνες  587  Δήμος  Ιστωναίων 

Μακράδες  484  ΄΄ 

Κρήνη  318  ΄΄ 

Βίστωνας  146  ΄΄ 

Βιτουλάδες & Αλειμματάδες  171  ΄΄ 

Πρινύλας  157  Από δήμο Περιάγρων 

Πάγοι & Βατωνιές  660  ΄΄ 

3.  Ιστωναίων  Αρκαδάδες  Καστελλάνοι  180  ΄΄ 

Χωρεπίσκοποι  405  ΄΄ 

Ραφαλάδες  25  ΄΄ 

Αγρός  199  ΄΄ 

Ασπιωτάδες  134  ΄΄ 

Μανατάδες  101  ΄΄ 

Άγιος Αθανάσιος  326  ΄΄ 

Μεσαριά & Κοψοχειλάδες  287  ΄΄ 

Μαλακοί  201  ΄΄ 

  ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΑΚΡΟΛΟΦΙΤΩΝ  

Αγραφοί  608  ΄΄ 

Αντιπερνοί  139  ΄΄ 

4.  Ακρολοφιτών  Καρουσάδες  Καβαλλούρι  272  ΄΄ 

Σφακερά  201  Από δήμο Παρωρείων 

Άγιος Γεώργιος  100  ΄΄ 

ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΑΜΦΙΠΑΓΙΤΩΝ 

Βελονάδες  428  Από δήμο Περιάγρων 

Γαβράδες  70  Δήμος Αμφιπαγητών 

Περλεψιμάδες  142  ΄΄ 

Αρμενάδες  303  ΄΄ 

Καββαδάδες  356  ΄΄ 

Αφιώνας  117  ΄΄ 


5.  Αμφιπαγητών  Μαγουλάδες 
Ραχτάδες  315  ΄΄ 

Κουναβάδες  61  ΄΄ 

Σιδάρι & Κουκνικάδες  50  Από δήμο Εσπερίων 

Περουλάδες  743  ΄΄ 

Αυλιώτες  850  ΄΄ 

Γαρνάδες  90  ΄΄ 

35
ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΠΑΡΕΛΕΙΩΝ 

Ρόπας  60  ΄΄ 

Μάρμαρο  300  ΄΄ 

6.  Παρελείων  Γιαννάδες  Κανακάδες  150  ΄΄ 

Βάτος  200  ΄΄ 

Κοκκίνι  150  ΄΄ 

ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΜΕΣΟΧΩΡΙΤΩΝ 

Σιναράδες  1463  ΄΄ 

Κουραμάδες  456  ΄΄ 

Καμάρα  182  ΄΄ 

Βαρυπατάδες  578  ΄΄ 

Κυνοπιάστες  885  Από δήμο Αστυγειτόνων 

Άνω & Κάτω Βιρός  274  ΄΄ 

7.  Μεσοχωριτών  Καστελλάνοι  Καλαφατιώνες  616  ΄΄ 

Ψωραροί  373  ΄΄ 

Τρίαλος  70  ΄΄ 

Γαστούρι  1024  Από δήμο Χρυσιδέων 

Μπενίτσα  284  ΄΄ 

Άγιοι Δέκα  773  ΄΄ 

Πέλεκας  796  Από δήμο Παρελείων 

  ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΑΠΗΛΙΩΤΩΝ 

Ύψος & Κρεβατσούλα  100  Από δήμο Κορακέων 

Άγιος Μάρκος  371  ΄΄ 

Κορακιάνα  2483  ΄΄ 


8.  Απηλιωτών  Σκριπερό 
Δουκάδες  642  Από δήμο Επιλιμνίων 

Γαρδελάδες  436  ΄΄ 

Λιαπάδες  1041  ΄΄ 

ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΕΠΙΖΕΦΥΡΙΩΝ 

Άγιοι Δούλοι  390  Από δήμο Παρωρείων 

Βαλανειό  408  ΄΄ 

Κυπριανάδες  219  ΄΄ 

Ξανθάτες  194  ΄΄ 


9.  Επιζεφυρίων  Άγιοι Δούλοι 
Κληματιά  271  ΄΄ 

Νύμφες  848  ΄΄ 

Σωκράκι  665  Από δήμο Κορακέων 

Ζυγός  161  Από δήμο Ακρωρείων 

36
ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΚΑΣΣΩΠΑΙΩΝ 

Κασσιόπη  76  ΄΄ 

Σινιές  1210  ΄΄ 

Κουλούρα  22  ΄΄ 

Σγουράδες & Ομαλοί  140  Από δήμο Ακρωρείων 


10.     
Στρινύλας  802  ΄΄ 

Λαύκι  115  ΄΄ 

Σπαρτύλας  610  ΄΄ 

Επίσκεψη  535  ΄΄ 

ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΔΙΑΠΟΝΤΙΩΝ 

Οθωνοί  783 
Από  δήμο  Ερρεικουσίων  
11.  Διαποντίων  Οθωνοί  Ερείκουσσα  320 
και Οθωνών 
Μαθράκι  614 

      

α/α  Δήμος  Πληθυσμός  Πρωτεύουσα 15  Β. Δ. ορισμού πρωτεύουσας 

1.  Κερκυραίων  25311  Κέρκυρα  8 Ιανουαρίου 1866 

2.  Ακρολοφιτών  2383  Καρουσάδες  ΄΄ 

3.  Αμφιπαγητών  4249  Μαγουλάδες  ΄΄ 

4.  Απηλιωτών  5960  Σκριπερό  ΄΄ 

5.  Γαϊανών  2670  Γάϊος  8 Ιανουαρίου 1866 

6  Διαποντίων  1717  Οθωνοί  20 Δεκεμβρίου 1869 

7.  Επιζεφυρίων  3156  Άγιοι Δούλοι  ΄΄ 

8.  Ιστωναίων  4595  Αρκαδάδες  ΄΄ 

9.  Κασσωπαίων  4390  Περίθεια  ΄΄ 

10.  Λακκιωτών  2651  Λογγός  8 Ιανουαρίου 1866 

11.  Λευκιμμαίων  4969  Περιβόλι  ΄΄ 

12  Μελιτειέων  3116  Στρογγυλή  ΄΄ 

13  Μεσοχωριτών  8541  Καστελλάνοι  20 Δεκεμβρίου 1869 

14.  Παρελείων  1699  Γιαννάδες  ΄΄ 

15.  Ποταμογειτόνων  3650  Ποταμός  8 Ιανουαρίου 1866 

ΠΙΝΑΚΑΣ 11.  ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΔΗΜΩΝ Ν. ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΤΟ 1869 
    Με  το  Διάταγμα  αυτό  δήμοι  καταργήθηκαν,  συγχωνεύθηκαν  ή  μετονομάστηκαν,  συνοικισμοί 
του  ενός  δήμου  προσαρτήθηκαν  σε  άλλον    και  άλλαξαν  οι  πρωτεύουσές  τους,  αλλά  το 
σημαντικότερο  στοιχείο  της  μεταβολής  αυτής    είναι  η  μεγάλη  μείωση  των  δήμων  από  23  σε  15 
(Κέρκυρα‐Παξοί) και η δημιουργία μεγαλύτερων και βιώσιμων ανθρωπογεωγραφικών ενοτήτων.  

15 ης
Η πρωτεύουσα του δήμου Μελιτειέων μετατέθηκε, με το Β.Δ. της 31 Ιανουαρίου 1871, στους Βουνιατάδες και η
ης
πρωτεύουσα του δήμου Λευκιμμαίων, με το Β.Δ. της 17 Μαρτίου 1873, μετατέθηκε στους Ριγγλάδες. Ο πληθυσμός των
δήμων βασίζονταν στην απογραφή του 1861 και ανέρχονταν στις 79.057 κατοίκους.

37
Επαρχίας  ταύτας.  Αποτέλεσμα  της  εισηγητικής  αυτής  διαδικασίας,  που  επιβλήθηκε  από  την 
κεντρική  διοίκηση,  ήταν  ο  μετασχηματισμός  των  περισσοτέρων  δήμων  των  επαρχιών  της 
Κέρκυρας,  του  Όρους  και  της  Μέσης,  που  αποτυπώθηκε  στο  Β.Δ.  της  20ης  Δεκεμβρίου  1869. 
Αναλλοίωτη  παρέμεινε  η  επαρχία  Παξών  με  τους  δήμους  Γαϊανών  και  Λακκιωτών  και  οι  δήμοι 
Κερκυραίων  και  Ποταμογειτόνων.  Στο  βίαιο  αυτό  αυτοδιοικητικό  μετασχηματισμό  οι 
γνωμοδοτήσεις  των  δημοτικών  και  επαρχιακών  συμβουλίων  κάλυψαν  απλά  την  τυπική 
προϋπόθεση  του  νόμου,  που  απαιτούσε  τη  σύμφωνη  γνώμη  των  οργανισμών  τοπικής 
αυτοδιοίκησης,  χωρίς  η  συναίνεση  αυτή  να  αντικατοπτρίζει  και  την  πραγματική  αυτοδιοικητική 
βούληση των τοπικών κοινωνιών.  
 
ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΙΩΝ  Θητεία  ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΔΙΑΠΟΝΤΙΩΝ  Θητεία 

Νικόλαος Μάνεσης  1866‐1869  Αναστάσιος Τσίρος  1866‐1867 

Χριστόδουλος Κυριάκης Μπιτζάρος  1869‐1879  ΄΄        ΄΄  1870‐1879 

Γεώργιος Θεοτόκης  1879‐1885  Αρσένιος Κατέχης  1867‐1870 

Ιωάννης Παδοβάς  1885‐1887  ΄΄       ΄΄  1879‐1882 

Μιχαήλ Θεοτόκης  1887‐1895  Αλέξανδρος Κασίμης  1882‐1889 

Άγγελος Ψωρούλας  1895‐1899  ΄΄      ΄΄  1892‐1895 

Δημήτριος Κόλλας  1899‐1903  Χρήστος Ορφανός  1889‐1891 

    Ιωάννης Κατέχης  1891‐1892 

ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΠΟΤΑΜΟΓΕΙΤΟΝΩΝ    Κυριάκος Τσίρος  1895‐1899 

Σπυρίδων Χειμαριός  1866‐1872  Χρήστος Κασίμης  1899‐1903 

΄΄      ΄΄  1879‐1899     

Ιωάννης Κούρκουλος  1872‐1879  ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΛΕΥΚΙΜΜΑΙΩΝ   

Κωνσταντίνος Παπικινός  1899‐1903  Βασίλειος Σαμοΐλης  1866 

    Αναστάσιος Μεταξάς  ‐ 

ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΜΕΛΙΤΕΙΕΩΝ    Θεόδωρος Ζερβός  ‐ 

Αν. Βαραγγούλης  1866‐1868  Τηλέμαχος Καλογερόπουλος  ‐ 

Μάρκος Μπράτος  1868‐1871  Θεόδωρος Βλάχος  ‐ 

Γεώργιος Αρμενιάκος  1871‐1879  Κωνσταντίνος Ζερβός Ζυμάρης  1903 

Χρ. Καποδίστριας  1879‐1895     

΄΄        ΄΄  1899‐1903  ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΜΕΣΟΧΩΡΙΤΩΝ   

Δ. Χαλικιόπουλος  1895‐1899  Κωνσταντίνος Παγκράτης  1866‐1874 

    Περικλής Αλαμάνος  1874‐1889 

ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΠΑΡΕΛΕΙΩΝ    Σπυρίδων Χυτήρης  1889‐1895 

Ιωάννης Κοσκινάς  1866‐1872  Φίλιππος Δουκάκης  1895‐1899 

Μιλ. Βασιλάκης  1883‐1870  Ανδρέας Παϊπέτης  1899‐1903 

Ανδρέας Αγάθος  1881‐1889     

Ιωάννης Λευθεριώτης  1890‐1898  ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΕΠΙΖΕΦΥΡΙΩΝ   

Χαρ. Αγάθος  1890‐1903  Νικόλαος Σαλβάνος  1866‐1870 

    Γ. Χονδρογιάννης  1871‐1879 

38
ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΑΚΡΟΛΟΦΙΤΩΝ    ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΑΠΗΛΙΩΤΩΝ   

Αντώνιος Μπούκας  1866‐1870  Αναστάσιος Μεταλλινός  1866‐1884 

Κ. Σκλαβονίτης  1870‐1887  Σπυρίδων Μεταλλινός  1884‐1886 

Κ. Κλαδάς  1887‐1889  Γρηγόριος Μεταλλινός  1887‐1894 

Φίλιππος Κωνσταντάς  1899‐1903  Ευστάθιος Κρητικός  1895‐1899 

    Σπυρίδων Μεταλλινός  1899‐1903 

ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΑΜΦΙΠΑΓΗΤΩΝ       

Σπυρίδων Τσουκαλάς  1866‐1874  ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΙΣΤΩΝΑΙΩΝ   

Ιερώνυμος Κάλβος  1874‐1878  Σπυρίδων Μπαλός  1866‐1868 

Σπυρίδων Κάλβος  1879‐1883  Γεώργιος Μπαλός  1869‐1872 

Φίλιππος Αρμένης  1883‐1891  Θεόδωρος Τριβυζάς  1872‐1880 

Βασίλειος Λεοντίτσης  1891‐1903  Σταμάτιος Ασπιώτης  1880‐1896 

    Σταμάτιος Λόμης  1896‐1901 

ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΔΗΜΟΥ ΚΑΣΣΩΠΑΙΩΝ    Κωνσταντίνος Ρωμαίος  1901‐1903 

Ιωάννης Γιαννακόπουλος  1866‐1882     

΄΄        ΄΄  1891‐1895     

΄΄        ΄΄  1899‐1903     

Ιωάννης Παργινός  1883‐1891     

΄΄        ΄΄  1895‐1899     

ΠΙΝΑΚΑΣ  12.  ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΝΗΣΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΑΠΟ ΤΟ 1866‐1903 

 6. Τα οικονομικά των νέων δήμων και τα έργα υποδομής 
 
Οι νεοσύστατοι δήμοι 16  της Επτανήσου αντιμετώπισαν πολλά οικονομικά προβλήματα, διότι δεν 
καθορίστηκαν  εξαρχής  τα  δημοτικά  τους  έσοδα,  όπως  στους  άλλους  δήμους  του  ελληνικού 
κράτους, εξαιτίας των διαφορών στα οικονομικά και φορολογικά συστήματα. Υπήρχε πάντως στις 
σκέψεις  της  επιτροπής  για  την  αφομοίωση  να  παραχωρηθεί  στους  νέους  δήμους  η  εγχώριος 
περιουσία κάθε νησιού 17 , αν και υπήρχαν πολλές δυσκολίες να πραγματοποιηθεί η πρόνοια αυτή. 
    Ένα έσοδο που παραχωρήθηκε αρχικά (1867) ήταν το πρόσθετο τέλος εξαγωγής 1,5%.  Το τέλος 
αυτό   αναπροσαρμόστηκε το 1875 σε ποσοστό 2,5% με το νόμο ΦΛҀ ΄ ΄΄Περί των υπέρ των δήμων 
των  επαρχιών  Κερκύρας,  Μέσης  και  Όρους  ψηφισθέντων  πόρων΄΄  και  ήταν  κοινός  πόρος  των 
δήμων των επαρχιών της Κέρκυρας και διανεμόταν κατ΄ αναλογία τους πληθυσμού τους, πλην του 

16
Ο πίνακας 12 στηρίχτηκε στο βιβλίο του Κ.Χ.Μ. Κυριάκη ΄΄Οδηγός της νήσου Κέρκυρας΄΄, και διορθώθηκε μόνο στο μέρος
που αφορά τους δημάρχους Επιζεφυρίων, αφού ο Κυριάκης συνεχίζει, μετά το 1879, να παραθέτει ονόματα δημάρχων, αν και
τη χρονιά αυτή συνενώθηκε ο ομώνυμος δήμος με εκείνον των Ακρολοφιτών. Συμπληρώθηκε με στοιχεία που παρέθεσε ο
Κώστας Δαφνής στην εφημερίδα του ΄΄Κερκυραϊκά Νέα΄΄.
17
Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα της έκθεσης που υποβλήθηκε στη Βουλή από την επιτροπή επί της αφομοιώσεως της
Επτανήσου: Το αδιαίρετον της εγχωρίου περιουσίας εκάστης νήσου καθιστά επάναγκες να ληφθή νομοθετικόν τι μέτρον περί
των κανόνων, καθ’ ους θέλει να διανεμηθεί αύτη εις τους σχηματισθησομένους Δήμους. Αλλά το μέτρον τούτο δεν πρέπει να
ληφθεί, ειμή μετά την εγκατάστασιν και γνωμοδότησιν των δημοτικών Αρχών. Όθεν ετέθησαν εν τω νομοσχεδίω (Νόμος ΡΝ΄)
προσωριναί τινες διατάξεις περί της διαχειρίσεως της εγχωρίου περιουσίας και των προσόδων αυτής κατά ο χρονικό διάστημα
από της εγκαταστάσεως των Δημοτικών Αρχών και έως της εκδόσεως του περί διανομής της περιουσίας Νόμου.

39
Δήμου  Κερκυραίων  μηδέν  μερίδιον  εκ  της  προσόδου  λαμβάνοντος,  Το  τέλος  εισέπρατταν  τα 
τελωνεία  και  τα  έσοδα  διανέμονταν  από  επιτροπή  που  αποτελούσε  ο  Νομάρχης,  ο  επαρχιακός 
ταμίας  και  ο  Τελώνης.  Με  τον  ίδιο  νόμο  επιβλήθηκε  τέλος  στα  καφενεία,  τα  οινοπωλεία, 
ξενοδοχεία, μαγειρεία (΄΄λιανοπωλεία ή Βέτολα΄΄), τα φορτηγά και τις άμαξες. Ένας άλλος πόρος 
των  επτανησιακών  δήμων    ήταν  ο  επί  των  ωνίων  δασμός  2%,  (ο  φόρος  αυτός  είχε  θεσπιστεί  για 
όλους τους δήμους του ελληνικού κράτους που ήταν πρωτεύουσες επαρχιών και είχαν τελωνειακή 
αρχή)  επί  ορισμένων  εμπορευμάτων  και  γεωργικών  προϊόντων  που  προορίζονταν  για  εσωτερική 
κατανάλωση στα διοικητικά όρια των δήμων. Ο δασμός εφαρμόσθηκε σταδιακά στους Δήμους της 
Κέρκυρας  και  των  Παξών  και  η  ισχύς  του  παρατεινόταν  κάθε  φορά  με  ανάλογα  Βασιλικά 
Διατάγματα.  Με  απόφαση  του  δημοτικού  συμβουλίου  ο  δασμός  αυτός  μπορούσε  να  επεκταθεί 
και σε άλλα εμπορεύματα ή γεωργικά προϊόντα. Πάντως αποκλείστηκε από τα φορολογικά έσοδα 
των  δήμων  της  Κέρκυρας  και  των  Παξών  η  άμεση  δημοτική  εισφορά  (άμεσοι  φόροι)  που 
επιβάλλεται, αναλόγως των αναγκών εκάστου δήμου, εξίσου εις όλα τα πράγματα, όσα υπόκεινται 
εις τους άμεσους δημόσιους φόρους, ήτοι τον έγγειον, τον επί των ζώων και τον επί των μελισσίων.  
    Πάντως,  τόσο  πριν  όσο  και  μετά  την  Ένωση,  η  οικονομική  κατάσταση  του  ελληνικού  κράτους 
ήταν οικτρή και συχνά‐πυκνά κατέφευγε στον εσωτερικό και εξωτερικό δανεισμό για την κάλυψη 
των  δημοσιονομικών  του  αναγκών.    Τοιαύτη  είναι  η  οικονομική  κατάστασις  του  Κράτους, 
κατάστασις  λίαν  δυσχερής  και  απαιτούσα  προ  πάντων  την  συνδρομήν  του  χρόνου  και  την 
αποκατάστασιν της δημοσίας ασφαλείας και ανόρθωσιν. Κρίνωμεν περριτόν να εκθέσωμεν οποίαν 
επιρροήν εξασκεί και οποίαν στεναχωρίαν προξενεί εις την καθημερινή οικονομικήν διαχείρισιν η 
τοιαύτη  του  κράτους  οικονομική  κατάστασις.  Αρκεί  να  σημειώσωμεν  ότι  τα  Τελωνεία  Κερκύρας, 
Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Πατρών, Σύρου, Πειραιώς, Αθηνών Καλαμών και Κατακώλου είναι πάντα 
υπέγγυα  τα  μεν  εις  την  Εθνικήν,  τα  δε  εις  την  Ιονικήν  προς  πληρωμήν  των  εξωτερικών  και 
εσωτερικών  χρεών.  Τα  αίτια  της  σημερινής  οικονομικής  καταστάσεως  απαντώνται  καθ’  όλον  το 
παρελθόν από συστάσεως του Βασιλείου.  
     Η  οικονομική  του  καχεξία  το  εμπόδιζε  να  κατασκευάζει  μεγάλα  τεχνικά  έργα  που  ήταν 
απαραίτητα για την ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών ή να συντηρήσει τα ήδη υπάρχοντα. Έτσι 
για  την  κατασκευή  των  λιμενικών  έργων  (προκυμαίες,  φάροι,  κρηπιδώματα,  αποβάθρες  και  των 
εις  ταύτας  αγουσών  οδών)  το  κράτος  με  το  Νόμο  ΡΚΘ΄,  κατέστησε  τους  δήμους  μηχανισμούς 
πρόσθετης  φορολογίας  των  δημοτών,  αφού  τους  εξουσιοδοτούσε  να  επιβάλλουν  με  αποφάσεις 
των δημοτικών τους συμβουλίων και άλλους φόρους (πλην εκείνων που επέβαλλε το ίδιο)  επί των 
αποβιβαζόμενων  και  επιβιβαζόμενων  προϊόντων  και  εμπορευμάτων 18   και  των  προσορμιζόμενων 
πλοίων. Ήταν ένας εύκολος αλλά και οδυνηρός τρόπος φορολογίας της αγροτικής παραγωγής, που 
καταδυνάστευσε την γεωργική τάξη για πολλές δεκαετίες. Τόσο που ο συντάκτης της κερκυραϊκής 
εφημερίδας  ΄΄Η  ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΙΣ΄΄,  σημείωνε,  εν  έτει  1873,  ότι  έχομεν  αφορμήν  να 
ευχαριστήσωμεν  τον  Ύψιστον  ότι  δεν  έχομεν  αγροτικήν  επί  της  νήσου  ταύτης  ιδιοκτησίαν,  καθ’ 
όσον  φαίνεται  οι  κύριοι  Δημοτικοί  Σύμβουλοι  απεφάσισαν  να  μην  αφίσωσι  αφορολόγητον  ούτε 
σπιθαμήν του εδάφους της.  
    Οι  πρόσθετοι  αυτοί  φόροι    επιβάλλονταν  με  ψηφίσματα  του  δημοτικού  συμβουλίου  και 
εγκρίνονταν με αντίστοιχα βασιλικά διατάγματα, τα οποία καθόριζαν και τον ανώτατο συντελεστή 
φορολόγησης.  Οι  φόροι 19   αυτοί  μπορούσαν  να  εισπραχθούν  από  δημοτικούς  ή  και  δημοσίους 

18
DΔέκα λεπτά τον τόνο επί των προσορμιζόμενων πλοίων, για κάθε προσόρμιση.

D10% επί των αντιστοίχων εισαγωγικών τελών για τα εμπορεύματα που εισάγονται από την αλλοδαπή.

D1% επί της αξίας των εμπορευμάτων που μεταφέρονται από άλλα μέρη του κράτους.

D3% επί της αξίας των προς εξαγωγή ή μεταφορά επιβιβαζόμενων προϊόντων.
19 ης
Το κράτος ωστόσο δεν είχε εξαντλήσει τη φορολογική του φαντασία. Η προσπάθειά του να επιβάλλει με το Β.Δ. της 6
Νοεμβρίου 1868, όπως και αλλού, τέλος διοδίων στην Κέρκυρα (στην εθνικήν αμαξιτήν οδόν Κέρκυρας-Σκριπερού), παρέμεινε
ημιτελής και η διάταξη δεν εφαρμόστηκε, παρ’ ότι, όπως αναφέρει η κεντρική επιτροπή του ΄΄Ταμείου Οδοποιίας΄΄, υπέρ της
συντηρήσεως των οποίων (των οδών της Επτανήσου) ικανά κεφάλαια εξαντλούνται κατ’ έτος. Η έκθεση που υποβλήθηκε στα
μέσα του 1870 αναφέρει ακόμη ότι συντηρούνται οι εθνικές οδοί Κέρκυρας-Δήμου Χρυσιδέων (Κέρκυρα-Βρυώνη) και
Σκριπερού-λιμένος Σιδαρίου, οι επαρχιακοί οδοί από Δήμο Χρυσιδέων-Μελίκια Λευκίμμης, Βουνιατάδες-Σιναράδες, Κέρκυρα-
Γιαννάδες και από Γύρου-Καββαδάδες, ενώ δεν υπάρχει καμία πίστωση στα κεφάλαια για την κατασκευή νέων δημοτικών,
επαρχιακών ή εθνικών οδών. Είναι πιθανόν οι συντηρήσεις αυτές να αναφέρονται σε οδούς που είχαν κατασκευαστεί ή

40
υπαλλήλους με αμοιβή 1% επί του ποσού των φόρων, να ενοικιαστούν σε ιδιώτες για ένα χρόνο ή 
να  δοθούν  ως  εγγύηση  για  τη  λήψη  δανείων  από  τράπεζες  για  την  εκτέλεση  των 
προαναφερομένων λιμενικών έργων.  Την περίοδο που εξετάζουμε το Υπουργείο Εσωτερικών δεν 
επιχορηγούσε  με  οποιονδήποτε  τρόπο  τους  δήμους  και  η  αγωνία  των  δημάρχων  για  εξεύρεση 
πόρων 20  τους έσπρωχνε στη ανάγκη να εξαντλήσουν όλες τις φορολογικές πρωτοβουλίες που τους 
έδινε το κράτος. Ουσιαστικά το κράτος μετέθετε το πρόβλημα της οργάνωσης και λειτουργίας των 
δήμων  στις  πλάτες  των  αιρετών  αρχόντων  προσφέροντάς  τους  βέβαια  και  την  ανάλογη 
νομοθετική  διέξοδο.  Οι  Δήμαρχοι  για  να  καλύπτουν  τα  έξοδα  λειτουργίας  των  δήμων  και  της 
εκτέλεσης  τοπικών  έργων  επέβαλλαν,  με  τη  σειρά  τους,  φόρους  στους  δημότες  τους  και  τους 
εισέπρατταν  με  τη  μέθοδο  της  ενοικίασης  σε  ιδιώτες  φοροεισπράκτορες.  Η  πρακτική  αυτή  τους 
κατέστησε  γρήγορα  τα  πιο  αντιδημοφιλή  πρόσωπα  στην  ελληνική  πολιτική  ζωή  και  εξιλαστήρια 
θύματα  της  πρώτης  μεγάλης  θεσμικής  αλλαγής  στη  τοπική  αυτοδιοίκηση,  που  επιβλήθηκε  με  το 
Νόμο ΔΝΖ΄. 
 
7. Η Επαρχιακή ή εγχώριος ή επιχώριος περιουσία και διαχείριση 
 
Στο  σύνταγμα  του  1817  δεν  υπήρχε  σχετική  πρόβλεψη  για  το  ζήτημα  της  περιουσίας  του 
΄΄Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων΄΄, η οποία είχε δημιουργηθεί με την πάροδο αιώνων ξένης 
κυριαρχίας.  Μόνο  η  συνθήκη  των  Παρισίων  προνόησε  κάπως  για  το  θέμα,  όταν  ανέφερε  ότι  τα 
φρούρια και τα οχυρώματα θα καταληφθούν από τις βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις. Αλλά σε 
αυτά η βρετανική προστασία είχε μόνο δικαιώματα νομής και η κυριότητα παρέμενε ασφαλώς στο 
κράτος. 
     Η  τύχη  της  τεράστιας  αυτής  περιουσίας  αφέθηκε  να  καθοριστεί  αργότερα  με  πράξεις  της 
Γερουσίας. Για το λόγο αυτό είχαν εκδοθεί από τη Γερουσία οι πράξεις  ΞΗ'/1845 της Ζ' Γερουσίας 
"περί χρήσεως των επιχωρίων προσόδων" και 10 της Η' Γερουσίας "περί εγχωρίων προσόδων", με 
τρόπο  όμως  που  γέννησε  πολλές  εντάσεις  και  αμφισβητήσεις  με  το  Επαρχιακό  Συμβούλιο  της 
Κέρκυρας.  Και  αυτό  γιατί  η  Γερουσία,  παρά  τις  πράξεις  που  η  ίδια  είχε  εκδώσει,  θεωρούσε  την 
περιουσία  των  Επαρχιακών  Συμβουλίων  ως  μέρος  της  κρατικής,  ενώ  το  Επαρχιακό  Συμβούλιο 
έκρινε  ότι  ένα  μόνο  είδος  δημοσίων  κτημάτων  υπάρχει  –τα  Επαρχιακά–  το  σύνολο  των  οποίων 
αποτελεί  τη  δημόσια  περιουσία,  εξαιρουμένων  εκείνων  τα  οποία  απέκτησε  η  Γερουσία  ή 
οικοδόμησε με δαπάνη της, άποψη που τελικά αποδέχτηκε και το ελληνικό κράτος. Συνοπτικά, με 
τις  πράξεις  αυτές  διαχωρίστηκαν  τα  έσοδα  κράτους  σε  γενικά  (της  Γενικής  Κυβέρνησης  ή 
Γερουσίας), αποτελούμενα εκ του θησαυρού εκάστης νήσου και των κτημάτων άτινα εχρησίμευον 
εις  την  γενικήν  του  Κράτους  υπηρεσίαν  και  σε  τοπικά  (της  τοπικής  κυβέρνησης  ή  Επαρχιακού 
Συμβουλίου).  
     Μετά την Ένωση και τη δημοτική οργάνωση του κράτους στα Επτάνησα η ελληνική κυβέρνηση 
με  το  Ν.  ΡΝ΄  του  1866  δημιούργησε  στην  Κέρκυρα  μια  επιτροπή  διαχείρισης  της  επαρχιακής 
περιουσίας,  η  οποία  αποτελείτο  από  εκπροσώπους  όλων  των  δήμων  με  επικεφαλής  τον 
προϊστάμενο  της  διοικητικής  αρχής,  δηλαδή,  το  Νομάρχη.  Αργότερα  όμως  με  την  απομάκρυνση 
των αιρετών εκπροσώπων, η σύνθεσή της έγινε πιο συγκεντρωτική, αφού, εκτός από το Νομάρχη, 
περιλαμβάνονται ακόμα ο Πρόεδρος Εφετών και ο Επαρχιακός Ταμίας. Ο χαρακτήρας από το νόμο 
φαίνεται  να  είναι  προσωρινός.  Σκοπός  της,  σύμφωνα  και  με  διάταγμα  του  1870,  είναι  να 
διαχειριστεί την επίκοινη περιουσία του νησιού μέχρι τη διανομή της στους δήμους. Η Επιτροπή 
όμως  αυτή  από  τις  πρώτες  κιόλας  συνεδριάσεις  της  αντιμετώπισε  το  πρόβλημα  του  εύρους  των 
αρμοδιοτήτων  της.  Έτσι  η  εποπτεία  και  η  συντήρηση  των  αγαθοεργών  ιδρυμάτων  υπάγονται  σ’ 
αυτήν,  αφού  την  αρμοδιότητα  αυτή  ασκούσε  επί  Ιονίου  κράτους  η  επαρχιακή  αρχή.  Επίσης 
αναλαμβάνει  και  τη  μισθοδοσία  του  ορθόδοξου  και  λατινικού  κλήρου,  τη  διανομή  κονδυλίων 
στους δήμους, μελέτες καθώς και εκτέλεση εγγειοβελτιωτικών έργων και αργότερα της ανατέθηκε 
η  εκτέλεση  όλων  των  νόμων  των  σχετικών  με  την  κατάργηση  των  τιμαρίων.  Και  σαν  μια 

επεκταθεί κατά τη διάρκεια της Αγγλοκρατίας. Έξι ολόκληρα χρόνια μετά την αφομοίωση, κανένα μεγάλο έργο στον τομέα της
οδοποιίας δεν εκτελείται στην Επτάνησο.
20
Στα κεφάλαια του προϋπολογισμού του Υπουργείου (κεντρική διοίκηση, διοίκηση επαρχιών, δημόσια ασφάλεια,
εθνοφυλακή, κ.ά), οικονομικού έτους 1866, δεν αναφέρεται καμία τακτική ή έκτακτη επιχορήγηση των δήμων.

41
υπερδημοτική  αρχή  αντιμετώπισε  και  το  θέμα  της  περίθαλψης  των  Ηπειρωτών  προσφύγων  του 
1878.  Παράλληλα,  ενεπλάκη  σε  μακρές  δίκες  με  το  ελληνικό  δημόσιο  για  την  καταβολή 
οφειλομένων μισθωμάτων για χρήση ακινήτων που ανήκαν στην εγχώρια περιουσία καθώς και για 
την είσπραξη παλαιών οφειλών.  
     Εν κατακλείδι η Επιτροπή αυτή μπροστά στις διοικητικές και διαχειριστικές ανάγκες που είχε να 
αντιμετωπίσει αναγκάστηκε να διευρύνει κατά πολύ τις αρμοδιότητές της και να υπερβεί το σκοπό 
δια τον οποίο συνεστήθη. Δεν παρέμεινε ένα απλό διαχειριστικό όργανο αλλά μετετράπη γρήγορα 
σε  υπερδημοτικό  μεταβατικό  όργανο,  διάδοχο  της  Επαρχιακής  διοίκησης  του  Ιονίου  κράτους.  Η 
διανομή  της  περιουσίας  αυτής  στους  δήμους  έγινε  το  1887  (και  το  1912  διανεμήθηκε  στις 
κοινότητες),  ενώ  η  υφισταμένη  περιουσία  του  Ιονίου  Κράτους,  που  διαχειριζόταν  η  Γενική 
Κυβέρνηση (Γερουσία), περιήλθε κατά διαδοχή και κυριαρχικώ δικαιώματι στο ελληνικό κράτος. 

42
ΚΕΦΑΛΑΙΟ  Γ΄ 
 
ΤΟ ΑΝΤΙΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΛΙΜΑ ΚΑΙ Ο ΝΟΜΟΣ  ΔΝΖ΄ ΤΟΥ 1912. 
 
1. Η συζήτηση στη Βουλή για το νέο νόμο   
 
Στις    αρχές  του  20ου  αι.  η  Ελλάδα  αποκτά  τα  σημερινά  περίπου  σύνορα  και  η  εδαφική  αυτή 
επέκταση συνοδεύεται από εκτεταμένες αλλαγές στον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό τομέα, 
οι  οποίες  εκφράζονται  και  υλοποιούνται  κυρίως  από  τη  βενιζελική  παράταξη.  Ο  αστικός 
εκσυγχρονισμός του Ελευθέριου Βενιζέλου, χωρίς ποτέ να αποκρυσταλλωθεί σ' ενιαίο θεωρητικό 
κείμενο  με  συγκροτημένες  και  ιεραρχικά  αξιολογούμενες  κρατικές  παρεμβάσεις,  ξεκίνησε  πολύ 
νωρίς  από  το  χώρο  της  κεντρικής  και  περιφερειακής  οργάνωσης  του  κράτους.  Ο  εκσυγχρονισμός 
αυτός  θα  επεκταθεί  αργότερα  και  σε  άλλους  τομείς  (γεωργία,  υγεία,  χωροταξία,  πολεοδομία, 
πρόνοια κ.ά.), που έχρηζαν κρατικής διευθέτησης και κοινωνικής αναδιάρθρωσης.   
      Η  συγκρότηση  των  δήμων  σε  ευρεία  χωροταξική  βάση,  η  άσκηση  σημαντικών  αρμοδιοτήτων 
(όσες  είχαν  σχέση  με  την  τοπική  φορολογία)  και  η  σταδιακή  συγκρότηση  του  πολιτικού 
συστήματος με άξονες τα τοπικά κέντρα πολιτικής επιρροής, ανέδειξε το πολιτικό προσωπικό των 
δήμων και ιδιαίτερα τους δημάρχους σε σημαντικούς πολιτικούς παράγοντες, που επηρέαζαν και 
διαμόρφωναν  σε  σημαντικό  βαθμό  το  κεντρικό  πολιτικό  σύστημα.  Τα  πολιτικά  κόμματα  της 
εποχής  εκείνης  υπήρξαν  κυρίως  πολιτικές  συσσωματώσεις  τοπικών  παραγόντων,  χωρίς 
συγκεκριμένο  ιδεολογικό  υπόβαθρο  και  κομματική  γραφειοκρατία,  γεγονός  που  ανάγκαζε  τους 
βουλευτές να βρίσκονται σε συνεχή συναλλαγή με τους δημάρχους, προκειμένου να διασφαλίζουν 
την  επιρροή  τους  και  κατ’  επέκταση  την  ευκολότερη  επανεκλογή  τους.  Η  συμμαχία  όμως  αυτή 
κεντρικού και τοπικού πολιτικού συστήματος κατέληξε σε σφοδρή αντιπαλότητα για τον πολιτικό 
έλεγχο της περιφέρειας. Το κεντρικό πολιτικό σύστημα (μεγάλη μερίδα του πολιτικού κόσμου) με 
σύμμαχο  τη  φιλελεύθερη  διανόηση  ανέδειξαν  στρεψόδικα,  αρκετά  νωρίς,  μόνο  τις  αρνητικές 
λειτουργίες  του  δημαρχοκεντρικού  συστήματος.  Κατηγορήθηκαν  (τα  τοπικά  κέντρα  επιρροής) 
κυρίως  για  την  αναγνώριση  του  δικαιώματος  του  εκλέγεσθαι  σε  όσους  είχαν  τη  δυνατότητα  να 
πληρώνουν άμεσους φόρους, για την έμμεση εκλογή τους και για τη διατήρηση της γνωστής από 
την  τουρκοκρατία  μεθόδου  της  ενοικίασης  των  φόρων,  δηλαδή,  της  ανάληψης  του 
φοροεισπρακτικού  μηχανισμού  από  ιδιώτες.  Τα  επιχειρήματα  αυτά  που  τροφοδότησαν 
υπέρμετρα  και  κακόπιστα  την  κριτική  και  την  απόρριψη  του  δημοτικού  συστήματος  οργάνωσης 
δεν ήταν τίποτ' άλλο παρά νομοθετικές πρόνοιες του ίδιου του κεντρικού συστήματος διοίκησης, 
που  επεδίωκε  όμως  αυτή  τη  φορά  την  πολιτική  γιγάντωση  και  απεξάρτησή  του  από  τις 
παραδοσιακές πολιτικές ηγετικές ομάδες της περιφέρειας. Αυτό που δεν ομολογούσαν οι αρνητές 
του δημοτικού συστήματος ήταν ότι το μοντέλο της διοικητικής διαίρεσης της χώρας ήταν πάντα 
εξαρτημένο από το εκλογικό αποτέλεσμα που εξυπηρετούσε τα μικροκομματικά συμφέροντα του 
εκάστοτε  κυβερνώντος  κόμματος 21 .  Και  το  συμφέρον  του  βενιζελικού  κόμματος  ήταν  αφενός  η 
απρόσκοπτη διείσδυσή του σε κάθε γωνιά του ελληνικού κράτους και αφετέρου η διάσπαση των 
τοπικών πολιτικών κέντρων σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην εμποδιστεί η μετεξέλιξη των πολιτικών 
κομμάτων  από  προσωποπαγή  σε  κόμματα  που  λειτουργούν  με  κάποιες  υποτυπώδεις 
δημοκρατικές αρχές. Εύκολα λοιπόν η αρχική αντίδραση στο θεσμικό έργο των Βαυαρών, που είχε 
τη  μορφή  ιδεολογικής  υπεράσπισης  των  κοινοτήτων  της  τουρκοκρατίας,  βρήκε  γόνιμο  έδαφος 
ανάπτυξης και εξαιτίας της επικαλούμενης απεξάρτησης από την επιρροή των δημάρχων. Έτσι το 
αντιδημοτικό κλίμα που καταγράφεται γλαφυρά στη συζήτηση του νόμου ΔΝΖ΄/1912 συνοδεύτηκε 
από  το  φιλελεύθερο  σύνθημα  της  απελευθέρωσης  των  συνοικισμών  και  προβλήθηκε  ως 
κατεξοχήν στόχος θεσμικού εκσυγχρονισμού.  
      Είναι ανάγκη όμως να επισημανθεί ότι κατά την κοινοβουλευτική επεξεργασία του νόμου στο 
ελληνικό  κοινοβούλιο,  παρά  την  ύπαρξη  αυτού  του  έντονου  αντιδημοτικού  ή  καλύτερα  του 
αντιδημαρχικού  κλίματος,  υπήρξαν  βουλευτές,  (Γ.  Πώπ,  Ι.  Πατσουράκος,  Φ.  Νέγρης,  Γ. 
Κατσιμπίρης,  Π.  Αλεξάκης,  κ.ά.),  οι  οποίοι  άσκησαν  έντονη  κριτική  σε  επιμέρους  διατάξεις  του 
νομοσχεδίου  που  αφορούσαν  τις  δαπάνες  του  νέου  κοινοτικού  συστήματος,  το  ρόλο  του 

21
Όταν το τρικουπικό κόμμα σχημάτιζε κυβέρνηση καταργούσε το δεύτερο βαθμό διοικητικής αποκέντρωσης, δηλαδή, την
επαρχία, με σκοπό τη συγκρότηση γεωγραφικών ενοτήτων σε επίπεδο νομού, που οδηγούσε σε περιορισμό του συστήματος
¨της κομματικής πελατείας¨. Το αντίθετο βέβαια συνέβαινε όταν κυριαρχούσε το δεληγιαννικό κόμμα.

43
Νομάρχη,  τον  τρόπο  εκλογής  (δια  σφαιριδίων  ή  ψηφοδελτίων),  τον  καθορισμό  των  νέων 
διοικητικών  ορίων,  τον  κομματισμό  των  προέδρων  κλπ.  Ορισμένοι  μάλιστα  εμφανίστηκαν 
υπέρμαχοι του δημοτικού συστήματος και κατηγόρησαν την κυβέρνηση του Ε. Βενιζέλου, καθώς 
και την αρμόδια επιτροπή της Βουλής που επεξεργάστηκε το νόμο, ότι ταξιδεύουν εντός νεφέλης 
χρυσών  ονείρων.  Όπως  ομολόγησε,  άλλωστε,  και  ο  πρόεδρος  της  επιτροπής  και  στενός 
συνεργάτης  του  Βενιζέλου,  Α.  Διομήδης,  η  επιτροπή  έχει  βαθείαν  επίγνωσιν  της  ατελείας  του 
έργου, διότι το θέμα τούτο είναι πολυσχιδέστατον. Προσεπάθησεν η επιτροπή να ρυθμίση καλώς 
και δικαίως τα πράγματα, είναι πολύ ενδεχόμενον να αστόχησεν εν πολλοίς, αλλά μόνον ο χρόνος 
θέλει  αποδείξη  και  διορθώσει  τας  ατελείας  ταύτας.    Πάντως  είναι    διάχυτη  η  αμφιβολία  για  την 
επιτυχία του κοινοτισμού, ακόμα και στους υποστηρικτές του νόμου, εξαιτίας του συγκεντρωτικού 
συστήματος της κεντρικής εξουσίας το οποίον καθίστα και τους δήμους έρμαιον του Κράτους. Οι 
λίγες  ψύχραιμες  φωνές  που  ακούστηκαν  και  οι  οποίες  εντόπιζαν  την  αποτυχία  του  δημοτικού 
συστήματος αυτοδιοίκησης στο ρόλο της Πολιτείας που εξεβίαζεν έως τώρα τον Δήμαρχο και τον 
Νομάρχη που ήταν ο σάραξ του δημοτικού συστήματος δεν εμπόδισαν τελικά την κυβέρνηση του 
Ε. Βενιζέλου να ψηφίσει το νόμο.  
      Υποστηρίχτηκε  ότι  κεντρικός  στόχος  του  Ε.  Βενιζέλου  ήταν  η  συγκρότηση  σύγχρονου  αστικού 
κράτους    που  περνούσε  μέσα  από  την  ενδυνάμωση  του  κεντρικού  πολιτικού  συστήματος  και 
ιδιαίτερα  την  ανύψωση  του  κοινοβουλευτισμού.  Αυτό  σήμαινε  ότι  το  παλαιό  πολιτικό  σύστημα 
έπρεπε  να  αντικατασταθεί  από  εθνικά  κόμματα  μεταφέροντας  το  κέντρο  πολιτικής  επιρροής  στο 
κοινοβούλιο. Προϋπόθεση ήταν η αποδυνάμωση των τοπικών κέντρων εξουσίας. Η απελευθέρωση 
των  συνοικισμών,  δηλαδή  η  διάσπαση  των  δήμων  ήταν  το  μέσο  για  την  απελευθέρωση  των 
βουλευτών  από  τα  σχήματα  τοπικής  επιρροής.  Και  μπορεί  μεν  η  αποδυνάμωση  των  τοπικών 
κέντρων  εξουσίας  να  επιτεύχθηκε  με  την  κατάργηση  των  δήμων,  αλλά  η  μεταρρύθμιση  που 
επιθυμούσε  ο  Βενιζέλος  δεν  ολοκληρώθηκε,  γιατί  τα  πολιτικά  κόμματα  της  εποχής  παρέμεναν 
αρχηγικά χωρίς συγκεκριμένες ιδεολογικές θέσεις και δημοκρατική οργανωτική διάρθρωση. Αυτό 
όμως που επιτεύχθηκε στην ουσία ήταν η αντιστροφή της πολιτικής εξάρτησης, δηλαδή, η επιβολή 
και ο έλεγχος του κεντρικού πολιτικού συστήματος και των βουλευτών πάνω στα αποδυναμωμένα 
πια  τοπικά  κέντρα  εξουσίας  και  επιρροής  (πρόεδροι  κοινοτήτων).  Ούτε  βέβαια  ο  κομματισμός 
καταλύθηκε  διότι  2579  νέοι  κομματάρχαι  θα  εκκολαφθώσι  δια  να  ανταγωνισθούν  δια  την  θέσιν 
του  παρέδρου,  ήτις  παρέχει  θέλγητρόν  τι  και  λόγω  των  εξόδων  παραστάσεως,  τα  οποία  θα 
λαμβάνη αυτός και δια τον διορισμόν υπ’ αυτού του γραμματέως.      
     Είναι αλήθεια ότι ο λαός ήθελε την κατάργηση των δήμων εξαιτίας της αφόρητης οικονομικής 
πίεσης  που  ασκούσαν  με  την  άμεση 22   φορολογία.  Η  φορολογική  αρμοδιότητα  όμως  των  δήμων 
ήταν αποτέλεσμα της νομοθετικής και εξουσιαστικής δράσης των κυβερνήσεων. Η αυτοδιοικητική 
μεταρρύθμιση  του  1912  επεδίωξε  να  στηρίξει  κυρίως,  αν  όχι  αποκλειστικά,  την  οικονομική 
αυτάρκεια των αυτοδιοικουμένων οργανισμών στην άμεση φορολογία, γιατί είχαν την ελπίδα ότι  
η εφαρμογή συστήματος αμέσου τοπικής φορολογίας θα συνετέλει εις το να προλειάνει το έδαφος 
προς  την  λύσιν  του  μεγάλου  δημοσιονομικού  προβλήματος  της  πολιτείας,  της  προσηκούσης 
τουτέστιν αναλογίας των αμέσων προς τους εμμέσους φόρους. Ως σύστημα άμεσης φορολογίας ο 
Ν. ΔΝΖ΄ επέλεξε τα πρόσθετα ποσοστά σε υφιστάμενους δημόσιους φόρους, ενώ θεσπίστηκαν και 
αυτοτελείς  άμεσοι  φόροι.  Οι  προθέσεις  αυτές  της  κυβέρνησης  Βενιζέλου,  που  αποτυπώθηκαν 
στην  αιτιολογική  έκθεση  του  Ν.  ΔΝΖ΄,  δεν  βρήκε  σύμφωνες  ούτε  τις  νέες  τοπικές  αρχές,  που 
έδειξαν  απροθυμία  στην  επιβολή  άμεσων  προαιρετικών  φόρων.  Προτιμούσαν  αντ'  αυτών  την 
είσπραξη  των  έμμεσων  τοπικών  φόρων  οι  οποίοι  προβλέπονταν  από  διατάξεις  που  ίσχυαν  πριν 
από  τον  ΔΝΖ΄  νόμο,  διότι  είχαν  ασφαλέστερη  απόδοση.  Στην  ουσία  οι  νέοι  κοινοτικοί  άρχοντες 
ασκούσαν την ίδια φορολογική πολιτική που εφάρμοζαν μέχρι τότε οι δήμαρχοι. Έτσι, ένα από τα 
επιχειρήματα  κατά  της  δημοτικής  οργάνωσης  (ότι  δηλαδή  έφταιγαν  οι  Δήμαρχοι  για  την  άμεση 
φορολογία) κατέπεσε λίγους μήνες αργότερα με την εφαρμογή του κοινοτικού συστήματος, αφού 
οι νέοι διάδοχοι βάδιζαν το σίγουρο δρόμο που είχε υποδείξει η Πολιτεία για την ανόρθωση των 
οικονομικών  τους  (πρόσθετα  ποσοστά  σε  υφιστάμενους  δημόσιους  φόρους)  και  δεν  έδειξαν 
διάθεση να εφαρμόσουν μια φοροεισπρακτική πολιτική (νέοι άμεσοι τοπικοί φόροι) που θα τους 
καθιστούσε  τάχιστα  το  ίδιο  αντιδημοφιλείς  με  τους  προκατόχους  τους.  Απλά  η  κυβέρνηση 

22
Η άμεση φορολογία αποτελείτο ουσιαστικά από τον έγγειο φόρο, τον φόρο επί των ζώων και των μελισσίων, ενώ οι
έμμεσοι φόροι επιβάλλονταν μόνο στους δήμους που ήταν πρωτεύουσες επαρχιών και είχαν τελωνειακή αρχή και είχε
προσδιοριστεί στο 1% επί της αξίας διαφόρων εισαγομένων ειδών προς τοπική κατανάλωση (οινοπνευματώδη ποτά, τρόφιμα,
καύσιμα οικοδομικά υλικά κλπ).

44
Βενιζέλου εκμεταλλεύθηκε επιδέξια τη λαϊκή δυσαρέσκεια από την άμεση και έμμεση φορολογία, 
που είχε επιβληθεί κεντρικά και άγγιζε τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα (αγροτικά, εργατικά και 
μικροαστικά), με ολοφάνερο στόχο τη διάλυση του δημοτικού συστήματος οργάνωσης της τοπικής 
αυτοδιοίκησης, η οποία άνοιγε το δρόμο τόσο στη μετεξέλιξη του κεντρικού πολιτικού συστήματος 
όσο  και  στην  εγκατάσταση  ενός  νεοπαγούς  πολιτικού  κόμματος  σε  κάθε  γωνιά  της  ελληνικής 
επικράτειας.  Αλλά  και  οι  καταχρήσεις  (άλλο  επιχείρημα  κατά  των  δημάρχων)  δεν  φαίνεται  να 
αποφεύγονται με το νέο νόμο. Ο πρόεδρος της επιτροπής, Α. Διομήδης, τις θεωρεί μάλιστα μέσο 
διαπαιδαγώγησης των νέων κοινοτήτων διότι έχει την ιδέαν ότι τότε μόνο θα διαπαιδαγωγηθώσιν 
αι  απαίδευτοι  κοινότητες,  όταν  υποπέσουν  εις  πολλά  σφάλματα  και  όταν  γίνουν  πολλαί 
καταχρήσεις.  
    Ο  θεσμικός  εκσυγχρονισμός  που  επαγγέλονταν  οι  υποστηρικτές  του  νόμου  αργούσε  να  φανεί 
στον ορίζοντα της τοπικής αυτοδιοίκησης. Τα μοναδικά νεωτεριστικά στοιχεία της νέας θεσμικής 
μεταβολής  ήταν  η  επαναβεβαίωση  της  δημοκρατικής  αρχής  στην  εκλογή  των  οργάνων  της  δια 
ψηφοδελτίων,  η  προσφυγή  δημοτών  κατά  των  αποφάσεων  των  δήμων  και  κοινοτήτων,  η 
προσφυγή  κατά  των  αποφάσεων  του  Νομάρχη  ενώπιον  του  Υπουργού  Εσωτερικών  και  του 
Συμβουλίου  Επικρατείας  και  η  δημιουργία  για  πρώτη  φορά  της  δημαρχιακής  επιτροπής,  ως 
δεύτερο  συλλογικό  όργανο  διοίκησης  του  δήμου  με  συγκεκριμένο  ρόλο  και  αρμοδιότητες.  Την 
απάντηση  στο  δίλημμα  της  εποχής,  δημοτικό  ή  κοινοτικό  σύστημα,  την  έδωσε  εύστοχα  ο 
βουλευτής  Β.  Μιχαλέας,  όταν  παρατήρησε  ότι  την  ανόρθωσιν  (της  αυτοδιοίκησης)  δεν  θα 
συντελέση η μεταβολή του Δημοτικού συστήματος αλλά μόνον οι χαρακτήρες.  
 
2. Η νέα χωροταξία της τοπικής αυτοδιοίκησης 
 

1. Άγιοι Δέκα  18. Βαλανειό  35. Κασσιόπη  52. Περιβόλι 

2. Άγιοι Δούλοι  19. Βαρυπατάδες  36. Καστελλάνοι (Μέσης)  53. Περίθεια 

3. Άγιος Θεόδωρος (Λευκίμμη)  20. Βελονάδες  37. Κάτω Γαρούνα  54. Περουλάδες 

4. Άγιος Μάρκος  21. Βιρός  38. Κληματιά  55. Πετάλεια 

5. Άγιος Ματθαίος  22. Βουνιατάδες  39. Κουραμάδες  56. Ποταμός  

6. Άγιος Παντελεήμων  23. Γάϊος  40. Κυνοπιάστες  57. Ραχτάδες 

7. Αγραφοί  24. Γαρδελάδες  41. Λάκκα  58. Σινιές 

8. Αγρός  25. Γαστούρι  42. Λάκωνες  59. Σκριπερό 

9. Αλεπού  26. Γιαννάδες  43. Λιαπάδες  60. Σπαρτύλας  

10.Άνω Γαρούνα  27. Δουκάδες  44. Μαγουλάδες  61. Σταυρός 

11.Άνω Κορακιάνα  28. Επίσκεψη  45. Μακράδες  62. Στρογγυλή 

12.Άνω Παυλιάνα  29. Ερείκουσσα  46. Μαλακιοί (Δροσάτο)  63. Σιναράδες 

13.Αργυράδες  30. Εβροπούλοι  47. Μπενίτσες  64. Σωκράκι 

14.Αρκαδάδες  31. Καββαδάδες  48. Νύμφες  65. Φυγαρέτο  23 

15.Αρμενάδες  32. Καλαφατιώνες  49. Οθωνοί  66. Χλομός 

16.Αυλιώτες  33. Κανάλι Λεμεντίων  50. Πάγοι  67. Χωρεπίσκοποι 

17.Άφρα  34. Καρουσάδες  51. Πέλεκας   

ΠΙΝΑΚΑΣ 13. ΑΡΧΙΚΕΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΠΟΥ ΠΛΗΡΟΥΣΑΝ ΟΛΑ ΤΑ 
ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΔΝΖ΄/1912 (ΦΕΚ 261/Α΄/1912) 

23
Οι κοινότητες Φυγαρέτου και Ποταμού προσαρτήθηκαν στο Δήμο Κερκυραίων το 1915 (Β. Δ. 21-9-1915 ΦΕΚ 341/ Α΄/1915
και Β. Δ. 12-12-1915 ΦΕΚ 460/Α΄/1915 αντίστοιχα) γι’ αυτό δεν εμφανίζονται στον πίνακα των κοινοτήτων (πίνακας 21) που
προήλθαν από τη διάσπαση των δήμων του Parini και που δημοσιεύεται παρακάτω.

45
 
Η διάκριση σε δήμους και κοινότητες θεμελιώθηκε στην επιλογή της διαφορετικής οργάνωσης των 
αγροτικών  και  αστικών  οικισμών.  Έτσι  η  αναγνώριση  και  ίδρυση  κοινοτήτων  βασίστηκε  στο 
πληθυσμιακό κριτήριο και την ύπαρξη σχολείου στοιχειώδους εκπαίδευσης.  
    Επικουρικά,  πάντως,  ως  εξαίρεση  από  τα  γενικά  κριτήρια,  καθιερώθηκε  και  η  οικονομική 
δυνατότητα. Ως προς τους δήμους τα κριτήρια ήταν ακόμη πιο συγκεκριμένα. Δήμος μπορούσε να 
αναγνωρισθεί πόλη με πληθυσμό άνω των 10.000 κατοίκων  ή η πρωτεύουσα νομού ανεξάρτητα 
από τον πληθυσμό της.        
    Η  νέα  χωροταξία  της  τοπικής  αυτοδιοίκησης  της  χώρας  έγινε  με  πολλά  βασιλικά  διατάγματα, 
που αναγνώριζαν ως κοινότητα: 
Dσυνοικισμούς που είχαν άνω των 300 κατοίκων και δημοτικό σχολείο 
Dσυνοικισμούς  που  είχαν  ολιγότερους  των  300  κατοίκων  και  δημοτικό  σχολείο  με  αίτηση  του  
50% των εκλογέων κατοίκων του και  
Dσυνοικισμούς  στερούμενους  σχολείου  που,  ανεξάρτητα  από  τον  αριθμό  των  κατοίκων,  ήταν 
έδρες δήμων ή είχαν περιουσία που υπερέβαινε τις 2.000 δρχ.  
    Επίσης,  σύμφωνα  με  το  νόμο,  συνοικισμοί  που  δεν  αποτελούσαν  κοινότητα  ανήκαν  στην 
πλησιέστερη  ιδρυθείσα  κοινότητα  ή  μπορούσαν  να  ενωθούν  με  συνεχόμενη  κοινότητα,  ύστερα 
από αίτηση του 50% των εκλογέων κατοίκων. 
    Έτσι  στο  νομό  της  Κέρκυρας  με  Βασιλικό  Διάταγμα,  στις  31  Αυγούστου  1912,  αναγνωρίστηκαν 
ως  δήμος  και  πρωτεύουσα  νομού  η  πόλη  της  Κέρκυρας  και  ως  κοινότητες  οι  οικισμοί  που 
πληρούσαν το πληθυσμιακό κριτήριο και την ύπαρξη σχολείου  στοιχειώδους  εκπαίδευση  ή ήταν 
έδρες πρώην δήμων (πίνακας 13). 
    Με άλλο Β.Δ. της ίδιας ημερομηνίας αναγνωρίστηκαν ακόμα ως κοινότητες οι συνοικισμοί, που 
δεν πληρούσαν μεν το πληθυσμιακό κριτήριο είχαν όμως δημοτικό σχολείο και υπέβαλαν αίτηση 
για αναγνώριση πάνω από το 50% των εκλογέων κατοίκων τους (πίνακας 14). 
1.  Επισκοπιανά Μοραΐτικα)  24  8.  Μεσαριά 

2.  Κάτω Κορακιάνα  9.  Νεοχώρι (Βασιλάτικα) 25 

3.  Κομπίτσι  10.  Πεντάτι 

4.  Λογγός  11.  Ριγγλάδες 

5.  Λούτσες  12.  Σγουράδες 

6.  Μαγαζιά  13.  Σφακερά 

7.  Μάρμαρο     

ΠΙΝΑΚΑΣ 14. ΑΡΧΙΚΕΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ    ΠΛΗΡΟΥΣΑΝ ΤΟ 
ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΟΥ Ν. ΔΝΖ΄/1912 
    Στην  τρίτη  κατηγορία  ανήκαν  οι  ακόλουθοι  οικισμοί  που  δεν  πληρούσαν  κανένα  κριτήριο 
αναγνώρισης και συνενώθηκαν με το δήμο Κερκυραίων και τις συνεχόμενες με αυτούς κοινότητες 
ύστερα από αιτήσεις του 50% των εκλογέων τους (πίνακας 15). 
    Με τις προσαρτήσεις αυτές ολοκληρώθηκε σε μεγάλο βαθμό ο γεωγραφικός χάρτης της τοπικής 
αυτοδιοίκησης του νομού Κέρκυρας, που περιελάμβανε σε πρώτη φάση 80 κοινότητες.  

24
Η κοινότητα Επισκοπιανών που αναγνωρίστηκε αρχικά, μετονομάστηκε σε κοινότητα Μωραϊτίκων ( Α.Υ.Ε. 10129/4-3-1915
ΦΕΚ 98/Α΄/1915), όταν η έδρα της μεταφέρθηκε στον ομώνυμο οικισμό, και εμφανίζεται πια με αυτήν την ονομασία στον
πίνακα 30.
25
Το ίδιο συνέβη και στην κοινότητα Νεοχωρίου που μετονομάστηκε σε κοινότητα Βασιλατίκων (Α.Υ.Ε. 587/1915 ΦΕΚ
149/Α΄/1915) μεταφερθείσης της έδρας στο συνοικισμό Βασιλάτικα, με τη διαφορά όμως ότι η κοινότητα Νεοχωρίου
εμφανίζεται στον πίνακα 16, επειδή αναγνωρίστηκε μεταγενέστερα ως κοινότητα με έδρα τον ομώνυμο οικισμό. (Δ. 27-10-
1924 ΦΕΚ 264/A΄/1929).

46
   Ορισμένοι από τους οικισμούς που συμπεριλαμβάνονται στον πίνακα 15 καθώς και οικισμοί που 
αποτελούσαν  συστατικό  μέρος  άλλων  αναγνωρισμένων  κοινοτήτων  θα  αναγνωριστούν  ως 
ξεχωριστές κοινότητες (πίνακας 16), μέχρι τις αρχές του 1940, για να ολοκληρωθεί ο κύκλος των 95 
προπολεμικών  κοινοτήτων.  Οι  κοινότητες  αυτές  όπως  φαίνεται  σε  παρακάτω  πίνακα,  θα 
μετασχηματιστούν  σε  22  δήμους  κατά  τη  διάρκεια  της  ιταλικής  κατοχής  (από  τις  99  που 
αναγνωρίστηκαν συνολικά οι 4 για διαφόρους λόγους δεν λειτούργησαν).  
 
3. Τα διοικητικά όρια και κτηματολόγια των κοινοτήτων 
 
Η διάλυση των δήμων με το Ν. ΔΝΖ΄/1912 επέφερε αναγκαστικά νέες ρυθμίσεις και διευθετήσεις 
στα διοικητικά όρια και κτηματολόγια των κοινοτήτων, διότι ο νέος αυτός αυτοδιοικητικός θεσμός 
εφαρμόστηκε  για  πρώτη  φορά  από  τη  σύσταση  του  ελληνικού  κράτους  και  φυσικά  δεν  υπήρχε 
ανάλογο προηγούμενο. Το θέμα απασχόλησε τη Βουλή κατά τη συζήτηση του Ν. ΔΝΖ΄ και έχουν 
καταγραφεί στα πρακτικά της εκτενείς συζητήσεις για τα όρια των κοινοτήτων, αφού το θέμα τους 
συνδέεται  στενά  με  την  έγγειο  φορολογία  αλλά  και  την  περιουσία  των  καταργημένων  δήμων, 
όπως αυτοί είχαν μετεξελιχθεί από το 1866 και μετά. 
    Σύμφωνα  με  το  άρθρο  9  του  παραπάνω  νόμου,  όπως  ψηφίστηκε  τελικά,  οι  δημοτικές  και 
κοινοτικές  περιφέρειες  καθορίζονται  συμφώνως  προς  τα  ήδη  αναμφισβητήτως  κείμενα  όρια  των 
περιοχών  πόλεων  και  χωρίων,  λαμβανομένων  υπ’  όψιν  κατά  το  δυνατόν  της  δημοτικής  και 
κοινοτικής  ιδιοκτησίας,  ως  και  της  ιδιοκτησίας  των  κατοίκων  και  των  απαραιτήτων  αναγκών  των 
διαφόρων συνοικισμών. Η οροθετική   δηλαδή εργασία έπρεπε να στηριχτεί  αρχικά στα  φυσικά 
και μόνιμα σημεία (ράχες, φαράγγια, νερά, δάση κ.λ.π.). Αν όμως αυτά τα σημεία δεν υπήρχαν ή 
αν  υπήρχαν  αλλά  χώριζαν  τις  ιδιοκτησίες  των  κατοίκων  που  αποτελούσαν  την  κοινότητα,  τότε 
έπρεπε  να  θεωρηθούν  ως  όρια  της  κοινότητας  τα  τελευταία  κτήματα  των  ιδιοκτησιών  αυτών. 
Τρίτος παράγοντας, η κοινοτική περιουσία η οποία σε συνδυασμό με την ιδιωτική θα αποτελούσε 
τη βάση για τη δημιουργία μιας  βιώσιμης  ανθρωπογεωγραφικής ενότητας. 
 
α/α  Οικισμός  Ο.Τ.Α  που προσαρτήθηκε 

1.  Άγιος Αθανάσιος, Ασπιωτάδες, Μανατάδες & Ραφαλάδες  Αγρός 

2.  Άγιος Δημήτριος, Άνω και Κάτω Σπήλαιο και Χλοματιανά  Χλομός 

3.  Άγιος Ιωάννης  Κομπίτσι 

4.  Αθηνιοί, Αλειμματάδες και Καστελλάνοι (Γύρου)  Αρκαδάδες 

5.  Ανάληψη και Στρατιά   Δήμος Κερκυραίων 

6.  Αναπλάδες  και Κρητικά  Ριγγλάδες 

7.  Αντιπερνοί  Αγραφοί 

8.  Αφιώνας  Καββαδάδες 

9.  Βάτος και Κανακάδες  Μάρμαρο 

10.  Βατωνιές και Πρινύλας  Πάγοι 

11.  Βίστωνας και Κρήνη  Μακράδες 

12.  Βιτουλάδες  Λάκωνες 

13.  Βραγκανιώτικα, Μεσογγή και Μοραΐτικα  Επισκοπιανά 

14.  Γαρνάδες  Αυλιώτες 

15.  Γουβιά, Κοντόκαλι, Κυρά Χρυσικού και Μπαστούνι  Ποταμός 

16.  Καμάρα, Ψωραροί (Άγιος Προκόπιος)  Καστελλάνοι (Μέσης) 

17.  Κανάλι Γραικικό, Κανάλι Αρβανίτικο  Κανάλι Λεμεντίων 

47
18.  Κάτω Παυλιάνα  Άνω Παυλιάνα 

19.  Κουναβάδες και Κουκνικάδες  Βελονάδες 

20.  Κοψοχειλάδες  Μεσαριά 

21.  Κυπριανάδες και Ζυγός  Κληματιά 

22.  Λαύκι  Άγιος Παντελεήμονας 

23.  Μαθράκι  Ερείκουσσα 

24.  Μαραθιάς και Κολοκύθι  Αργυράδες 

25.  Μονή Ευαγγελιστρίας  Εβροπούλοι 

26.  Νεοχωράκι, Ρουμανάδες, Κορακάδες, Κουσπάδες,  Βασιλάτικα  Νεοχώρι 

27.  Ξανθάτες και Άγιος Ιωάννης (πρώην Δήμου Ακρολοφιτών)  Άγιοι Δούλοι 

28.  Ομαλή  Σγουράδες 

Ποτάμι,  Μελίκια,  Σπαρτερό,  Παντάτικα,  Παλαιοχώρι,  Μπαστάτικα,  Κάβος 


29.  Άγιος Θεόδωρος 
και  Δραγωτινά    

30.  Προφήτης Ηλίας  Περίθεια 

31.  Ρόδα  Σφακερά 

32.  Ρόπα  Γιαννάδες 

33.  Σιδάρι  Περουλάδες 

34.  Στρινύλας  Πετάλεια 

35.  Τρίαλος και Κοκκίνι  Πέλεκας 

ΠΙΝΑΚΑΣ  15. ΠΡΟΣΑΡΤΗΣΕΙΣ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΣΕ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΟΥΣ ΟΤΑ 
              Για    τον  οριστικό    καθορισμό    των    ορίων  ο  Νομάρχης  διόριζε  πενταμελή  επιτροπή, 
αποτελούμενη  από  τους  προέδρους  των  γειτνιαζουσών  κοινοτήτων,  τους  δύο  διευθυντές  των 
αντίστοιχων  δημοτικών  σχολείων  και  τον  επαρχιακό  μηχανικό,  ως  πρόεδρο,  με  αναπληρωτή 
ειρηνοδίκη. Η επιτροπή αυτή μέσα σε τρεις μήνες από το διορισμό της προέβαινε στον επιτόπιο 
καθορισμό  των  δημοτικών  ή  κοινοτικών  ορίων  και  υπέβαλλε  σχετική  έκθεση  συνοδευομένη  από 
τοπογραφικό  διάγραμμα.  Οι  διαφορές  ως  προς  τη  χάραξη  των  διοικητικών  ορίων  εκδικάζονταν 
από  ειδικό  δικαστήριο  ορίων  (πρόδρομο  του  σημερινού  Γνωμοδοτικού  Συμβουλίου  Διοικητικών 
Ορίων),  αποτελούμενο  από  το  Νομομηχανικό,  ως  πρόεδρο,  τον  Ειρηνοδίκη  της  περιφέρειας  και 
τον  Οικονομικό  Έφορο.  Στο  νομό  Κέρκυρας  η  διαδικασία  της  οροθεσίας  τελείωσε  το  1940  με  τη 
σύνταξη των τοπογραφικών διαγραμμάτων του δήμου Κερκυραίων και των κοινοτήτων του νομού. 
Αν  και  η  οροθεσία  ήταν  πολύπλοκη  και  χρονοβόρα  ελάχιστες  προσφυγές  ασκήθηκαν  στο 
δικαστήριο  των  διοικητικών  ορίων  (π.χ.  Ριγγλάδων‐Περιβολίου,  Σιδαρίου‐Περουλάδων, 
Αρμενάδων‐Καββαδάδων  κ.ά.),  λόγω  των  διενέξεων  που  υπήρχαν  στη  χάραξη  των  διοικητικών 
ορίων, γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κατά την εκτέλεση της οροθετικής εργασίας 
επικράτησε,  ως  επί  το  πλείστον,  συναινετικό  κλίμα.    Το  σχετικό  με  τα  διοικητικά  όρια  θέμα  του 
κτηματολογίου φαίνεται ότι ακολούθησε τις ίδιες χρονοβόρες διαδικασίες. Ο νόμος ΔΝΖ΄ περιείχε 
βέβαια διατάξεις για την περιουσία των καταργημένων δήμων καθώς και για την υποχρέωση των 
κοινοτήτων  να  καταρτίσωσι  τοπογραφικόν  διάγραμμα  των  ακινήτων  αυτών  κτημάτων,  αλλά  τη 
διαδικασία  και  τον  τρόπο  σύνταξης  του  κτηματολογίου  την  άφηνε  στην  δικαιοδοσία  της 
εκτελεστικής  εξουσίας.  Ως  προς  το  θέμα  της  περιουσίας  των  καταργημένων  δήμων  ο  νόμος 
προέβλεπε γενικά ότι τα ακίνητα κτήματά τους ανήκαν κατά συγκυριότητα στις κοινότητες ή τους 
δήμους  που  τους  αποτελούσαν  και  εκμισθούνται  επ’  ωφελεία  τούτων…Το  δε  ποσοστόν  της 
συμμετοχής  εκάστης  κοινότητος  ή  δήμου  εις  την  εκ  τούτων  ετήσιαν  πρόσοδον  ορίζεται  δι’ 
αποφάσεως  του  επί  των  Εσωτερικών  Υπουργού.  Ενώ  τα  δημοτικά  κτήρια  και  ακίνητα  που  ήταν 
προορισμένα για δημοτική χρήση παρέμεναν στην κυριότητα της κοινότητας ή του δήμου επί του 
εδάφους  του  οποίου  κείνται,  χωρίς  υποχρέωση  αποζημίωσης  των  άλλων  κοινοτήτων.  Ο  ίδιος 
νόμος  περιείχε  όμως  και  ειδική  διάταξη  για  την  εγχώριο  περιουσία  της  Επτανήσου  (επίκοινα 
κτήματα κατά τη διοικητική ορολογία) που όριζε ότι κανονίζεται (η εγχώριος περιουσία) κατά τις 

48
διατάξεις των ισχυόντων ήδη νόμων, τα δε εισοδήματα αυτής, εφ’ όσον ανήκουσιν εις τους δήμους 
δυνάμει  των  κειμένων  νόμων,  περιέρχονται  εις  τας  αποχωριζομένας  κοινότητας  αναλόγως  του 
πληθυσμού των κατοίκων αυτών. 
 
α/α  Αναγνωριζόμενη κοινότητα  Διάταγμα αναγνώρισης  Μητρική κοινότητα 

1.  ΄Αγ. Αθανάσιος  Β. Δ. 5‐3‐1919‐ 52/Α΄/1919  Αγρός 

2.  Αγ. Ιωάννης  Β. Δ. 13‐4‐1935‐170/Α΄/1935  Κομπίτσι 

3.  Αλειμματάδες  Δ. 1‐3‐1932‐Α/64/1932  Αρκαδάδες 

4.  Γιμάρι  Δ. 29‐7‐1932‐ 253 /Α΄/1932  Σινιές 

5.  Ζυγός  Β. Δ. 5‐3‐1919‐ 52/Α΄/1919  Κληματιά 

6.  Καβαλλούρι  Β.Δ. 5‐3‐1919‐Α/52/1919  Καρουσάδες 

7.  Καμάρα  Δ. 30‐7‐1929‐ 264/Α΄/1929  Καστελλάνοι 

8.  Κοκκίνι  Β. Δ. 5‐3‐1919‐ 52/Α΄/1919  Πέλεκας‐Μάρμαρο 


26
9.  Κολοκύθι (Άγ.Νικόλαος)   Δ. 30‐7‐1929‐ 264/Α΄/1929  Αργυράδες‐Βασιλάτικα 

10.  Κρήνη  Δ. 29‐10‐1925‐Α/339/1925  Μακράδες 

11.  Λαύκι  Β. Δ. 5‐3‐1919‐ 52/Α΄/1919  Άγ. Παντελεήμων 

12.  Μαθράκι  Β. Δ. 5‐3‐1919‐Α/52/1919  Ερείκουσσα 

13.  Νεοχώρι  Δ. 27‐10‐1924‐ 274/Α΄/1924  Βασιλάτικα‐Λευκίμμη‐Ριγγλάδες 

14.  Νησάκι  Δ. 5‐2‐1930‐Α/43/1930  Σινιές 

15.  Ξανθάτες  Β. Δ. 5‐3‐1919‐ 52/Α΄/1919  Άγιοι Δούλοι 

16.  Περλεψιμάδες (Δάφνη) 27  Δ. 2‐11‐1934‐ 399/Α΄/1934  Αρμενάδες 

17.  Σιδάρι  Δ. 14‐2‐1928‐Α/33/1928  Περουλάδες 

18.  Χλοματιανά  Δ. 30‐7‐1929‐ 264/Α΄/1929  Χλομός‐Μοραΐτικα 


28
19.  Ψωραροί (Άγ.Προκόπιος)   Β. Δ. 5‐3‐1919‐ 52/Α΄/1919  Καστελλάνοι 

ΠΙΝΑΚΑΣ  16.  ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟ 1912‐1940 
         
     Πέρασαν δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια για να συγκροτηθούν οι επιτροπές του Νόμου 4108/1929, 
που  θα  κατάρτιζαν  τα  κτηματολόγια  των  δήμων  και  κοινοτήτων,  και  δεκαεννιά  χρόνια  για  να 
εκδοθεί  το  Π.Δ.  της  9ης  Μαΐου  1931  ΄΄Περί  δημοτικών  και  κοινοτικών  κτηματολογίων΄΄,  που 
καθόριζε  τις  εργασίες    των  επιτροπών  αυτών.  Στο  νομό  της  Κέρκυρας  η  σχετική  διαδικασία 
ξεκίνησε, μόλις το 1936, με την έκδοση ειδικής εγκυκλίου του Νομάρχη Κέρκυρας, ο οποίος έδινε 
σχετικές  οδηγίες  δια  την  ταχείαν  και  ακριβήν  εκτέλεσιν  της  προκειμένης  εργασίας  στους 
ειρηνοδίκες  του  νομού,  που  προέδρευαν  των  πρωτοβάθμιων  επιτροπών  των  κοινοτήτων.  Στις 
πρωτοβάθμιες  επιτροπές  των  κοινοτήτων  συμμετείχαν  ακόμη  δύο  κοινοτικοί  σύμβουλοι  και 
μηχανικός  δημόσιος  υπάλληλος  ή  ιδιώτης  μηχανικός  ή  εμπειροτέχνης  με  αμοιβή.  Για  το  δήμο 
Κερκυραίων πρόεδρος της πρωτοβάθμιας επιτροπής είχε οριστεί πρωτοδίκης και συμμετείχαν δύο 
δημοτικοί  σύμβουλοι  και  ο  μηχανικός  του  Δήμου.  Κατά  των  αποφάσεων  των  πρωτοβάθμιων 
επιτροπών  μπορούσαν  οι  ενδιαφερόμενοι  να  ασκήσουν  προσφυγή  ενώπιον  Ειδικού  Διοικητικού 

26 ης
Ο συνοικισμός και η κοινότητα Κολοκύθι μετονομάστηκαν σε συνοικισμό και κοινότητα Αγ. Νικολάου με το Β. Δ. της 28
Αυγούστου 1940 (ΦΕΚ 271/Α΄/1940).
27
Ομοίως η κοινότητα Περλεψιμάδων σε Δάφνη με το Β. Δ. της 20ης Σεπτεμβρίου 1955 (ΦΕΚ 287/Α΄/1955).
28
Το ίδιο συνέβη και στην περίπτωση της κοινότητας Ψωραρών που μετονομάστηκε σε Άγ. Προκόπιο με την Α.Υ.Ε. 32901/6-
5-1936 (ΦΕΚ 85/Β΄/1936).

49
Δικαστηρίου,  ίνα  μη  επέλθη  ουδεμία  εκ  μέρους  αυτών  αμφισβήτησις  εις  το  μέλλον  όσον  αφορά 
την κυριότητα των κτημάτων.  
     Έτσι  φαίνεται  να  κλείνουν,  εικοσιοκτώ  χρόνια  αργότερα  από  την  ψήφιση  του  ΔΝΖ΄  και  οι 
τελευταίες  εκκρεμότητες,  που  είχαν  σχέση  με  το  πρώτο  ουσιαστικό  διοικητικό  μετασχηματισμό 
της τοπικής αυτοδιοίκησης.   

50
ΚΕΦΑΛΑΙΟ  Δ΄ 
 
Η ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΞΙΚΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ 1936‐1944 
 
 
1. Η αυτοδιοίκηση της Μεταξικής δικτατορίας 
 
Η περίοδος μεταξύ του 1923 και του 1940, μεταξύ δηλαδή της Μικρασιατικής καταστροφής και της 
εισόδου  της  χώρας  στο  Β΄  παγκόσμιο  πόλεμο,  θα  μπορούσε  να  οριστεί  ως  ο  Ελληνικός 
  Μεσοπόλεμος  ‐σε  αντιδιαστολή  με  το  ευρωπαϊκό.  Η  ήττα  των  ελληνικών  δυνάμεων  στη  Μικρά 
Ασία σηματοδοτεί τη λήξη μιας δεκαετίας συνεχών πολέμων, αλλά και τη διαγραφή της ΄΄Μεγάλης 
Ιδέας΄΄  μετά  από  μια  εκατονταετία  εδαφικών  επεκτάσεων  και  πληθυσμιακών  ενσωματώσεων.  Η 
εσωστρέφεια  και  τα  αιτήματα  κοινωνικής  ανασυγκρότησης,  στη  βάση  των  νέων 
πολιτικοκοινωνικών  δεδομένων,  έμελλαν  να  εγγραφούν  ως  θεμελιακά  χαρακτηριστικά  της 
περιόδου  αυτής.  Εξάλλου,  πρόκειται  για  μια  ταραγμένη,  γεμάτη  αντιφάσεις  και  πισωγυρίσματα 
περίοδο‐κλειδί  για  μια  βαθύτερη  κατανόηση  και  διαμόρφωση  της  νεοελληνικής  κοινωνίας  ως  τις 
μέρες μας. 
     Στη  δεκαετία  του  1930  η  παγκόσμια  οικονομική  κρίση,  που  επεκτάθηκε  και  στην  Ελλάδα  με 
κύρια στοιχεία την ανεργία και την οικονομική στασιμότητα, αποσταθεροποίησε την πολιτική ζωή 
της χώρας και οδήγησε στην τέταρτη μεγάλη οικονομική χρεοκοπία του 1932 (η πρώτη το 1827, η 
δεύτερη  το  1843  και  η  τρίτη  το  1893).  Η  μεγάλη  οικονομική  κρίση  1929‐1933  έπληξε  βαθιά  την 
ελληνική οικονομία με συνήθη θύματα, όπως σε κάθε τέτοια κρίση, τους εργαζόμενους. Το Κίνημα 
του  1935  που  ήταν  η  τελευταία  ένοπλη  αναμέτρηση  βενιζελικών‐αντιβενιζελικών  έδωσε  την 
αφορμή  για  την  εκκαθάριση  του  στρατιωτικού  και  κρατικού  μηχανισμού  από  τα  βενιζελικά  και 
δημοκρατικά στηρίγματα.  
     Έτσι άνοιξε ο δρόμος στη παλινόρθωση του Βασιλιά (25‐11‐1935) με την ανοχή του Βενιζέλου 
και  στη  διολίσθηση  στη  δικτατορία  της  4ης  Αυγούστου  του  Ιωάννη  Μεταξά.  Η  κοινή  γνώμη 
κορεσμένη από τη διαμάχη των δύο παρατάξεων δεν μπόρεσε να κινητοποιηθεί. Η παροχή ψήφου 
εμπιστοσύνης της Βουλής στο Μεταξά, πλην των βουλευτών του ΄΄Παλλαϊκού Μετώπου΄΄, στις 27 
Απριλίου  1936,  έναν  πολιτικό  που  από  παλιά  δεν  έκρυβε  τις  αντικοινοβουλευτικές  και 
αντιδημοκρατικές  του  πεποιθήσεις,  υπήρξε  το  πιο  χαρακτηριστικό  σύμπτωμα  χρεoκοπίας  και 
αυτοαναίρεσης των κοινοβουλευτικών κομμάτων της εποχής. Αλλά η αυτοκαταστροφική τάση του 
πολιτικού  κόσμου  φαίνεται  ότι  δεν  είχε  όρια.  Στις  30  Απριλίου  η  Γ΄  Αναθεωρητική  Βουλή 
αυτοκτονούσε με την υιοθέτηση του Γ΄ Ψηφίσματος, που προέβλεπε την αναστολή των εργασιών 
της,  μέχρι  30‐9‐1936,  και  την  παροχή  εξουσιοδότησης  στην  εκτελεστική  εξουσία  να  εκδίδει 
νομοθετικά  διατάγματα.  Έτσι  ήταν  πια  θέμα  χρόνου  η  διάλυση  της  Βουλής,  η  παγίωση  της 
στρατιωτικής δικτατορίας και η εφαρμογή του νόμου περί ΄΄περί διώξεως του κομμουνισμού΄΄.   
      Ο  Μεταξάς  επιχείρησε  να  οικοδομήσει  ένα  κράτος  που  να  μοιάζει  με  τα  αντίστοιχα 
ολοκληρωτικά  καθεστώτα  της  εποχής.  Έτσι,  μετά  την  απαγόρευση  των  κομμάτων  και  της 
κατάργησης    των  πολιτικών  και  ατομικών  ελευθεριών,  διορίστηκαν  υποχρεωτικά,  παντού,  σε 
όλους τους δήμους και τις κοινότητες άνθρωποι αρεστοί στο καθεστώς. Αλλά η δικτατορία και η 
διοίκηση του Μεταξά χρειαζόταν νέα δάνεια για να στηριχθεί και έτσι ο δικτάτορας συνήψε νέες 
εξωτερικές επαχθείς συμβάσεις 29 .  
     Η  επέμβαση  στην  τοπική  αυτοδιοίκηση  είχε  αρχίσει  σταδιακά  να  εφαρμόζεται  με  την  έκδοση 
διαταγμάτων  ΄΄Περί  διαλύσεως  δημοτικών  και  κοινοτικών  συμβουλίων΄΄  κατά  τη  διάρκεια  της 
θητείας  των  αιρετών  της  οργάνων  και  ολοκληρώθηκε  με  την  έκδοση  του  αναγκαστικού  νόμου 
1027/1938 ΄΄Περί μεταρρυθμίσεως διατάξεων τινών της Νομοθεσίας περί Δήμων και Κοινοτήτων΄΄. 
Με  το  Νόμο  αυτό  δύναται  να  διαλυθή  δημοτικόν  ή  κοινοτικόν  συμβούλιον  εάν  επελήφθη 
ενεργείας εξερχομένης των ορίων της αρμοδιότητός του ή ένεκα αποδεδειγμένου δόλου ή μεγάλης 
ραθυμίας  ή  δια  λόγους  σοβαρούς  δημοσίας  τάξεως  ή  δημοσίου,  δημοτικού  ή  κοινοτικού 

29
Ο Νίκος Μπελογιάννης έγραψε: Ήρθε ο πόλεμος του 1939 και οι ομολογιούχοι εξακολουθούσαν να εισπράττουν το 40%. Με
τελική συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνηση του Μεταξά, το Γενάρη του 1940, οι ομολογιούχοι θα έπαιρναν από δω και πέρα
το 43%. Το καταπληκτικότερο όμως είναι ότι αυτό το 43% εξακολουθούσαν οι ομολογιούχοι να το παίρνουν ακόμα και κατά τη
διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου.

51
συμφέροντος.  Ιδία  δε  δύναται  να  διαλυθή  δημοτικόν  ή  κονοτικόν  συμβούλιον  και  να  απολυθή 
Δήμαρχος όταν υφίστανται αντιθέσεις μεταξύ των μελών του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου 
προς άλληλα ή προς τον Δήμαρχον ή του Δημάρχου προς τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου και 
ως εκ τούτου παρακωλύεται η ομαλή λειτουργία του δήμου ή της κοινότητος. Άλλες ρυθμίσεις του 
νόμου  προέβλεπαν  ότι  τα  καθήκοντα  και  τις  αρμοδιότητες  των  δημοτικών  και  κοινοτικών 
συμβουλίων,  μέχρι  της  ενεργείας  δημοτικών  και  κοινοτικών  εκλογών,  ανελάμβαναν  Διοικούσες 
Επιτροπές  εις  μεν  τους  δήμους  τους  έχοντας  συμβούλια  εξ  εικοσιτεσσάρων  μελών  και  άνω  υπό 
εννεαμελούς  Διοικούσης  Επιτροπής,  εις  δε  τους  λοιπούς  υπό  επταμελούς  τοιαύτης,  εις  δε  τας 
κοινότητας τας μεν εχούσας συμβούλια εξ εννέα μελών και άνω υπό πενταμελούς επιτροπής, εις 
δε  τας  λοιπάς  υπό  τριμελούς  τοιαύτης.  Η  διάλυση  των  δημοτικών  και  κοινοτικών  συμβουλίων 
γινόταν  με  Βασιλικό  Διάταγμα  (αργότερα  με  απόφαση  του  Υπουργού  Εσωτερικών  ή  του  Γενικού 
Διοικητή),  ύστερα  από  πρόταση  του  υπουργικού  συμβουλίου.  Στην  περίπτωση  απόλυσης 
Δημάρχου  ή  Προέδρου  κοινοτικού  συμβουλίου    τα  καθήκοντά  τους  εκτελούσε  ένα  μέλος  της 
Διοικούσας  Επιτροπής.  Με  το  ίδιο  διάταγμα  ανατίθενται  καθήκοντα  Προέδρου  δημοτικού 
συμβουλίου  στο  Δήμαρχο  για  να  γίνει  πιο  ασφυκτικός  ο  κλοιός  του  φασιστικού  κράτους  στα 
όργανα διοίκησης και αντιπροσώπευσης των τοπικών κοινωνιών.  
     Ο  Νομάρχης  συμπλήρωνε  αυτή  την  ωμή  και  απροκάλυπτη  επέμβαση  ορίζοντας  τους 
αντιπροέδρους  των  δημοτικών  και  κοινοτικών  συμβουλίων  και  τα  μέλη  της  Δημαρχιακής 
Επιτροπής. Μέλος των Διοικουσών Επιτροπών μπορούσε να διοριστεί οποιοσδήποτε, αρκεί να είχε 
τα προσόντα για την εκλογή στο αξίωμα του δημοτικού και κοινοτικού συμβούλου. Ο νόμος αυτός 
δεν απέλυσε όλους τους Δημάρχους ή Προέδρους των κοινοτήτων. Οι ρυθμίσεις του επιβλήθηκαν  
φυσικά  μόνον  σ’  εκείνους  τους  αιρετούς  άρχοντες  που  έμειναν  πιστοί  στη  Δημοκρατία  και  δεν 
δήλωσαν  υποταγή στους θεματοφύλακες του ιδιότυπου ελληνικού φασισμού. 
     Οι  τελευταίες  εκλογές  της  τοπικής  αυτοδιοίκησης  είχαν  γίνει  στις  11  Φεβρουαρίου  1934  και 
μέχρι τις εκλογές του 1951 η τοπική αυτοδιοίκηση  θα παραμείνει άφωνος  και όμηρος στα χέρια 
μιας ολοκληρωτικής και αντιδημοκρατικής κεντρικής εξουσίας.  
 
2. Η αυτοδιοικητική μεταρρύθμιση του 1939 
 
Στις  αρχές  του  1939,  η  κεντρική  διοίκηση,  αντιλαμβανόμενη  την  ασημαντότητα  των 
προσδοκώμενων  αποτελεσμάτων  από  την  καθιέρωση  του  κοινοτικού  συστήματος  οργάνωσης, 
προχωρά  σε  νέα  μεταρρύθμιση  σε  μια  απέλπιδα  προσπάθεια  να  δώσει  λόγο  ύπαρξης  στο 
χρεοκοπημένο  σύστημα  αυτοδιοίκησης,  αφού  κατά  κοινή  παραδοχή  ο  θεσμός  αυτός  ουδέν 
αποτέλεσμα  προόδου  ή  και  ικανοποιήσεως  των  αναγκών  επέφερεν  ιδία  εις  τας  μικράς  και 
απομεμακρυσμένας Κοινότητας. Το Υπουργείο Εσωτερικών θεωρεί ως κύριες αλλά όχι μοναδικές 
αιτίες  της  κρίσης  του  συστήματος  το  ΄΄ακατάλληλον  των  κοινοτικών  αρχόντων΄΄  στερημένων 
΄΄πάσης γνώσεως διοικήσεως και γνώσεων απαραιτήτων δια την πρόοδον των κοινοτήτων΄΄ και την 
έλλειψη  ΄΄επαρκούς  (αν  όχι  παντελούς)΄΄  εποπτείας  και  ελέγχου  εκ  μέρους  της  Διοικήσεως.  Η 
πλήρης  ομολογία  της  αποτυχίας  του  κοινοτικού  συστήματος  αυτοδιοίκησης  και  η 
μεταχρονολογημένη  δικαίωση  των  επικριτών  του  ΔΝΖ΄  νόμου  δεν  φαίνεται  να  αλλάζει  τις 
σταθερές  πολιτικές  του  κεντρικού  πολιτικού  συστήματος  για  την  περιφερειακή  οργάνωση  του 
κράτους, διότι στις προθέσεις του  δεν ήταν οι μεταβολές ευρείας κλίμακας, που θα μπορούσαν να 
έχουν  ως  αποτέλεσμα  την  εγκατάλειψη  του  κοινοτισμού.  Αυτό  που  επιδιώχθηκε  ήταν  ο 
εξωραϊσμός του με τη δημιουργία ομοσπονδιακού οργανισμού κοινοτήτων (Σύνδεσμος) με κοινά 
συμφέροντα και ΄΄αποστολή σοβαρωτέραν ή της απλής κοινότητος΄΄. Η νομοθετική πρωτοβουλία 
της μεταξικής δικτατορίας έχει σαν κεντρικά στοιχεία: 
DΤη σύμπηξη ΄΄ομάδων κοινοτήτων΄΄ και 

DΤη συγχώνευση κοινοτήτων και τις αποσπάσεις συνοικισμών 
    Η ομάδα κοινοτήτων ήταν ένας σύνδεσμος κοινοτήτων με κοινά συμφέροντα, επιδιώξεις, κοινές 
συνήθειες και κοινές επαγγελματικές ασχολίες, με στόχο την κοινή δράση, συνοχή και συνεργασία 
των  κοινοτήτων  για  την  επίλυση  κοινών  ζητημάτων,  όπως  π.χ.  την  προαγωγή  της  διακοινοτικής 
οδοποιίας,  την  εκτέλεση  εξυγιαντικών  ή  εγγειοβελτικών  έργων,  τη  δημιουργία  κοινής 
υγειονομικής  υπηρεσίας  κ.ά.  Ο  καταρτισμός  της  ομάδας  βασίστηκε  σε  ορισμένες  βασικές  αρχές, 
όπως  π.χ.  την  επικοινωνία  και  τις  συναλλαγές  μεταξύ  των  κοινοτήτων,  τους  ευνοϊκούς  όρους 
συγκοινωνίας των κοινοτήτων από την έδρα της ομάδας, την εύκολη εξυπηρέτηση των δημοσίων 

52
αρχών  και  υπηρεσιών,  ιστορικούς  ή  εθνικούς  λόγους  κ.ά.,  έτσι  ώστε  κάθε  ομάδα  να  αποτελέσει 
ενιαίο,  ομοιογενές,  αυτοτελές  και  ισχυρό  σύνολο.      Η  διοίκηση  της  ομάδας  κοινοτήτων  ασκείται 
από  συμβούλιο,  που  απαρτίζεται  από  τους  προέδρους  των  κοινοτικών  συμβουλίων,  ενώ  η 
γραμματειακή  υποστήριξη  ανατίθεται  σε  ένα  κοινοτικό  γραμματέα,  ο  οποίος  επιφορτίζεται  τόσο 
με  τη  λογιστική  υπηρεσία  όσο  και  με  την  εποπτεία  για  την  πιστή  εφαρμογή  τόσον  των 
αποφασιζομένων  υπό  των  κοινοτήτων  και  εγκρινομένων  υπό    της  Διοικήσεως,  όσον    και  των 
διατασσομένων υπ’ αυτής.Ο δεύτερος κεντρικός στόχος του σχεδίου της μεταρρύθμισης πρότεινε 
συγχωνεύσεις σε δύο μόνο περιπτώσεις: 
 
α/α  Ομάδα κοινοτήτων  Κοινότητες   Γραμματείς κοινοτήτων  Κοινός γραμματέας 
1.  Άγιοι Δούλοι  Καρουσάδες  ‐  Βασιλάκης Α. Θωμάς 
    Αγραφοί  Προβατάς Σπ. Κων.   
    Καβαλλούρι  Προβατάς Ι. Κων.   
    Σφακερά  Λεοντάρης Γ. Ιωάννης   
    Άγιοι Δούλοι  Γουναρόπουλος Α. Ιωάν.   
    Βαλανειό  Βασιλάκης Α. Θωμάς   
    Κληματιά   Φιλιππάκης Θ. Νικόλαος   
    Νύμφες  Νικόλαος Α. Ράδος   
    Ξανθάτες   Γουναρόπουλος Α. Ιωάν.   
         
2.  Άγιος Ματθαίος  Άγιος Ματθαίος  Γραμμένος Ν. Διονύσιος  Γραμμένος Ν. Διον. 
    Βουνιατάδες  Δελλής Θ. Ιωάννης   
    Κάτω Γαρούνα  Πάγκαλης Σ. Αντώνιος   
    Άνω Γαρούνα  Γραμμενάνδης Α. Σταμ.   
    Παυλιάνα  Σούκερας Α. Γεώργιος   
    Πεντάτι   Μέριανος Γ. Σπυρίδων   
    Μοραΐτικα  Γκότσης Σ. Γεώργιος   
    Στρογγυλή   Μπόγδος Χ. Ιωάννης   
         
3.  Αγρός  Αρκαδάδες   Κορίκης Σπ. Αναστ.  Μανάτος Κ. Ιωάννης 
    Αλειμματάδες   Βιτουλαδίτης Σπ. Χαράλ.   
    Άγιος Αθανάσιος  Τόμπρος Στ. Αναστ.   
    Αγρός  Μανάτος Κ. Ιωάννης   
    Πάγοι   Ρουβάς Δ. Γεώργιος   
    Χωροεπίσκοποι   Καίσαρης Αλ. Θεοφ.   
    Μαλακιοί   Χανδρινός Σπ. Νικ.   
    Μεσαριά   Μπαλός Νικόλαος   
         
4.  Άνω Κορακιάνα  Σκριπερό   Μαυρομμάτης Σ. Τηλ.  Μαυρομμάτης Σ. Τηλ. 
    Άνω Κορακιάνα  Μεταλληνός Σ. Παν.   
    Κάτω Κορακιάνα  Ρέγγης Ι. Ευστάθιος   
    Σωκράκι  Μάνδηλας Θ. Αναστ.   
    Ζυγός  Κούστας Ε. Δημήτριος   
    Άγιος Μάρκος  ‐   
         
5.  Αργυράδες  Αργυράδες   Καλούδης Μ. Θρασύβ.  Καλούδης Μ. Θρασύβ. 
    Κολοκύθι  Λέσσης Ν. Βασίλειος   
    Βασιλάτικα  Βλάχος Σ. Αθανάσιος   
    Χλομός   Μπαλής Σ. Βασίλειος   
    Χλοματιανά   Κουρής Σ. Γρηγόριος   
         
6.  Άφρα  Άφρα   Ρίγγας Γ. Σπυρίδων  Ρίγγας Γ. Σπυρίδων 
    Εβροπούλοι  Μεταλληνός Κ. Σπυρίδων   
    Κομπίτσι  Σκλαβούνος Στ. Κων.   
    Κανάλια  Καρύδης Γ. Ανδρέας   
    Αλεπού   Τσιριγγάκης Φίλιππος   
         
7.  Γάϊος  Γάϊος  Γριμάνης Κ. Νικόλαος  Γριμάνης Κ. Νικόλαος 
    Λάκκα  Πέτρου Ι. Ηλίας   
    Λογγός  Μάστορας Αν. Παναγιώτης   

53
    Μαγαζιά  Απέργης Αν. Ευθύμιος   
         
8.  Γαστούρι  Κυνοπιάστες   Δαφνής Γ. Στέφανος  Δαφνής Γ. Στέφανος 
    Γαστούρι   Κελαδινός Ν. Σπυρίδων   
    Άγιοι Δέκα  Πουλής Γ. Στέφανος   
    Βιρός   Δαφνής Γ. Στέφανος   
    ‘Άγιος  Προκόπιος  Μάμαλος Αθ. Σπυρίδων   
    Μπενίτσες   Κοντού Κ. Ιουλία   
    Σταυρός   Νικηφόρος Σ. Χρήστος   
         
9.  Επίσκεψη  Επίσκεψη  Δένδιας Α. Κων.  Δένδιας Α. Κων 
    Άγ. Παντελεήμων  ‐   
    Λαύκι  Βάρελης Στ. Αβράμιος   
    Πετάλεια  Πουλιάσης Νικ. Σπυρ.   
    Σπαρτύλας  Ζερβός Σπ. Δημήτριος   
    Σγουράδες   Φρόνιμος Γ. Αναστάσιος   
         
10.  Κασσιόπη  Σινιές   Κατσαρός Σπ. Αλέξ.  Κατσαρός Σπ. Αλέξ. 
    Γιμάρι   Κατσαρός Δ. Αντώνιος   
    Νησάκι  Τρύφωνας Π. Ανδρέας   
    Λούτσες  ‐   
    Κασσιόπη  Παπαδάτος Α. Αριστ.   
    Περίθεια   Χειρδάρης Π. Νικόλαος   
         
11.  Καστελλάνοι  Καστελλάνοι   ‐  Σκιαδόπουλος Ι. Νικ. 
    Βαρυπατάδες   Σκιαδόπουλος Ι. Νικ   
    Καμάρα   Βαρότσης  Β. Κων.   
    Καλαφατιώνες   Κοντοστάνος Ι. Διον.   
    Κουραμάδες   Χυτήρης Χ. Διον.   
    Σιναράδες   Σαγιάς Ν. Γεράσιμος   
    Πέλεκα   Μέξας Χ. Ιωάννης   
    Κοκκίνι   Αργαλιάς Π. Ιωάννης   
         
12  Λευκίμμη  Λευκίμμη   Βλάσσης Γ. Δημήτριος  Βλάσσης Γ. Δημήτριος 
    Ριγγλάδες   Χρυσικόπουλος Α. Βασίλ.   
    Νεοχώρι  Κάντας Α. Διονύσιος   
    Περιβόλι   Νάος Α. Γεώργιος   
         
13.  Λιαπάδες  Λιαπάδες   Αγάθος Στ. Γεώργιος  Αρβανίτης Γ. Ιωάννης 
    Μάρμαρο  Δόϊκας Κ. Νικόλαος   
    Γιαννάδες  Αρβανίτης Γ. Ιωάννης   
    Κρήνη  ‐   
    Λάκωνες   Μιχαλάς Γ. Ευάγγελος   
    Μακράδες   Κούρκουλος Γ. Κων.   
    Γαρδελάδες   Σαλβάνος Ξ. Κων.   
    Δουκάδες   Μουμούρης Α. Νικόλαος   
         
14.  Μαγουλάδες  Μαγουλάδες  Λούβρος Σ. Γεώργιος  Λειτούργης Χ. Λεων. 
    Αυλιώτες  Μουζακίτης Σ. Κων.   
    Περουλάδες  ‐   
    Σιδάρι   Λειτούργης Χ. Λεωνίδας   
    Βελονάδες  Μηλιώτης Ι. Θεόδωρος   
    Αρμενάδες  Ζανδρινός Α. Κων.   
    Καββαδάδες  Τσουκαλάς Θ. Κων.   
    Ραχτάδες   ‐   
         
15.  Οθωνοί  Οθωνοί   Κασίμης Χ. Θεόδωρος  ‐ 
    Ερείκουσσα  Μάνεσης Γ. Περικλής   
    Μαθράκι   ‐   
ΠΙΝΑΚΑΣ 17. ΟΜΑΔΕΣ (ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ)  ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΕΡΚΥΡΑΣ 1939 

54
D Στις κοινότητες που είναι κατά το μάλλον ή ήττον μικρές και ευρίσκονται σε εδαφική συνέχεια 
με  άλλες  σε  τρόπο ώστε στην πραγματικότητα  να  πρόκειται  για ενιαίο  κατοικημένο  χώρο  και 

DΣτις  κοινότητες  που  δεν  αποτελούν  μεν  άμεση  οικιστική  συνέχεια  η  μία  της  άλλης,  αλλά 
απέχουν ελάχιστα η μία  από την άλλη σε τρόπο  ώστε να θεωρούνται πάλι ενιαίος κατοικημένος 
χώρος  με διάφορες αποσπασμένες συνοικίες. 
     Ο  στόχος  της  ρύθμισης  ήταν  να  μη  θιγεί  σύστημα  κοινοτικής  διοίκησης  αλλά  να  διορθωθούν 
ορισμένες υπερβολές στην εφαρμογή του. Για τις αποσπάσεις των συνοικισμών το σχέδιο πρότεινε 
ένα γενικό κανόνα, να υπάγονται όλοι οι συνοικισμοί στην πλησιέστερη με αυτούς κοινότητα ή να 
αναγνωριστούν  ως  ξεχωριστές  κοινότητες.  Αυτός  ο  κανόνας  ακολουθήθηκε,  χωρίς  φειδώ, 
ιδιαίτερα  στην  Κέρκυρα  με  αποτέλεσμα  την  πολυδιάσπαση  του  ήδη  κατακερματισμένου 
αυτοδιοικητικού της χάρτη. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 1919 μέχρι το 1935 (βλ. πίνακα 16)  η 
πολιτική  αυτή  οδήγησε  σε  αναγνώριση  κοινοτήτων  19  οικισμούς,  το  30%  περίπου  των  αρχικά 
αναγνωρισθέντων το 1912, αν και οι περισσότερες αναγνωρίσεις δεν πληρούσαν τα κριτήρια της 
βιωσιμότητας αλλά ήταν αποτέλεσμα στείρων τοπικισμών και πελατειακών διευκολύνσεων. Αυτό 
το παραδέχεται ο Νομάρχης Κέρκυρας και η πρόταση του για συγχώνευση 30  κοινοτήτων αναιρεί 
στην ουσία το σύνολο σχεδόν των αναγνωρίσεων που έγιναν την προηγούμενη εικοσαετία, διότι 
εν  τω  καθ΄  ημάς  Νομώ  υφίστανται  πολλαί  Κοινότητες  μικραί  και  μη  ούσαι  οικονομικώς 
ανεξάρτητοι, εις τρόπον ώστε να ευρίσκωνται εις παντελήν αδυναμίαν να εκπληρώσωσι τον δι΄ον 
ιδρύθησαν κοινωνικόν αυτών σκοπόν.  
    Οι μεταρρυθμίσεις αυτές δεν πρόλαβαν να γίνουν ολοκληρωμένο νομοθετικό έργο. Ο πόλεμος 
του ’40, και τα γεγονότα που ακολούθησαν τις ενέταξαν στη σφαίρα των ατέρμονων αναζητήσεων 
και πειραματισμών του κεντρικού πολιτικού συστήματος.   
     Μια  ημέρα  πριν  την  είσοδο  των  ιταλικών  στρατευμάτων  στην  Κέρκυρα,  στις  27‐4‐1941,  ο 
Νομάρχης, Ε. Αβέρωφ, εγκαταλείπει τη θέση του με συνέπεια την άμεση κατάρρευση ολόκληρου 
του  διοικητικού  συστήματος  οργάνωσης  του  νομού,  γεγονός  που  επέτεινε  τα  συναισθήματα  του 
φόβου  και  της  ανασφάλειας  εν  όψει  της  επικείμενης  κατοχής.  Την  ύστατη  στιγμή  απέστειλε  το 
τελευταίο  του  μήνυμα  προς  τους  Προέδρους  των  κοινοτήτων  του  νομού,  προσπαθώντας  να 
ανυψώσει το καταρρακωμένο ηθικό των Κερκυραίων: 
     Μείνατε  ήσυχοι  και  ψύχραιμοι  στοπ.  Ελήφθησαν  μέτρα  και  ουδέν  θα  πάθετε.  Εν  περιπτώσει 
καταλήψεως  τηρήσατε  στάσιν  αξιοπρεπή.  Είσθε  οι  νικηταί  Έλληνες.  Μη  το  λησμονήτε  και 
διατηρήσατε πάντοτε αμείωτον την πίστην σας εις τα απαράγραπτα πεπρωμένα του Ελληνισμού. 
Ζήτω η  Ελλάς. Εάν καταληφθώμεν σας λέγω  καλήν αντάμωσιν  όταν θα  ανατείλει ο λαμπρότερος 
ήλιος της Ελληνικής Ιστορίας.   
 
3.  Τα  οικονομικά  προβλήματα  των  δήμων  και  κοινοτήτων  και  το  σύστημα  επιβολής  τοπικών 
φόρων κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου  
 
Ο  αστικός  εκσυγχρονισμός  που  επιχείρησε  ο  Βενιζέλος  στο  χώρο  της  αυτοδιοίκησης  με  το 
αναχρονιστικό  νομοθέτημα  του  ΔΝΖ΄  νόμου  δημιούργησε  πεντέμισι  χιλιάδες  τοπικά  κέντρα 
εξουσίας, που μπορεί από την μια μεριά να ασπάστηκαν, εν μέρει, τον νεόφερτο βενιζελισμό, από 
την  άλλη,  όμως,  επιβράδυναν  απελπιστικά  την  κοινωνική,  οικονομική  και  πολιτισμική  ανάπτυξη 
της χώρας. Ενδεικτικό αυτής της άναρχης και άμετρης ανάπτυξης του κοινοτισμού είναι ότι σε μια 
δεκαετία  μόνο    (1925‐1935)  αναγνωρίστηκαν  πάνω  από  1400  κοινότητες  σε  όλη  την  Ελλάδα,  αν 
και όλα τα οικονομικά στοιχεία της τοπικής αυτοδιοίκησης, που με τόση ευλάβεια τηρούσαν τότε 
στο  Υπουργείο  Εσωτερικών,  έδειχναν  καθαρά  ότι  οι  κοινότητες  επιβίωναν  μόνο  χάρη  στην 
εκτεταμένη  φορολόγηση  των  δημοτών  τους.  Σε  όλη  την  περίοδο  του  μεσοπολέμου  το  κεντρικό 

30
Η πρόταση του Νομάρχη, Δ. Θεοφανόπουλου, προβλέπει τη συγχώνευση των κοινοτήτων Καμάρας, Αγίου Προκοπίου και
Κουραμάδων με την κοινότητα Καστελλάνων, τη συγχώνευση των κοινοτήτων Ξανθάτων και Αγίων Δούλων, των κοινοτήτων
Καρουσάδων και Καβαλλουρίου, των κοινοτήτων Καββαδάδων, Ραχτάδων και Αρμενάδων, των κοινοτήτων Αγίου Αθανασίου,
Μαλακιών (Δροσάτου) με την κοινότητα Αγρού, των κοινοτήτων Αρκαδάδων και Αλειμματάδων και των κοινοτήτων
Μακράδων και Κρήνης. Στο πνεύμα του σχεδίου ο Νομάρχης εισηγείται και τη συγχώνευση των κοινοτήτων Ριγγλάδων (Άνω
Λευκίμμη) και Λευκίμμης διότι η μία κείται τόσον εγγύς της άλλης, ώστε να μη υφίσταται ουδεμία τούτων διάκρισης αλλά θεωρεί
σκόπιμο να διατηρηθούν, διότι ενδεχομένη τούτων κατάργησις, ήθελε οξύνει έτι μάλλον την μεταξύ των δύο τούτων κοινοτήτων
υφισταμένην από μακρού έχθραν και διαμάχην.

55
πολιτικό  κατεστημένο,    βενιζελικό  ή  αντιβενιζελικό,  δεν  αποθάρρυνε  ποτέ  αυτόν  τον  αλόγιστο 
επεκτατισμό  του  κοινοτισμού  που  κατακερμάτιζε  ολοένα  και  περισσότερο  τον  αυτοδιοικητικό 
χώρο.  Αντίθετα,  θα  μπορούσε  να  ισχυριστεί  κανείς  ότι  τον  ενεθάρρυνε  όχι  μόνο  γιατί  και  δεν 
κόστιζε οικονομικά στο κράτος αλλά γιατί  εμφάνιζε το κεντρικό πολιτικό σύστημα στα μάτια των 
πολιτών  πάντα  πρόθυμο    να  ικανοποιεί  τα  ΄΄αυτοδιοικητικά  τους  αιτήματα΄΄.    Ενδεικτικό  της 
οικονομικής καχεξίας των πολυάριθμων κοινοτήτων είναι τα αποτέλεσμα της οικονομικής χρήσης 
1937‐1938, αφού, την ίδια περίοδο, οι 72 δήμοι της χώρας πραγματοποίησαν έσοδα 961.937.372 
δρχ. έναντι 348.450.276 δρχ. των 5.575 κοινοτήτων.  Αν και η πολιτική ηγεσία του τόπου, δήλωνε 
ότι το οικονομικό πρόβλημα των δήμων και κοινοτήτων την απασχολούσε ιδιαζόντως, ο τύπος της 
εποχής διεκτραγωδούσε την οικονομική τους καχεξία 31 .  
     Στο νομό της Κέρκυρας, την περίοδο 1929‐1930 (αποτελείται  από το δήμο Κερκυραίων και  89 
κοινότητες), η οικονομική καχεξία απεικονίζεται εύγλωττα με αριθμούς. Μόνο 52 έργα κοινοτικά 
έργα  εκτελούνται,  αξίας  934.200  δρχ.,  ενώ  η  προστιθέμενη  αξία  προσωπικής  εργασίας 
υπολογίστηκε  στις  313.500  δρχ.,  και  η  αξία  των  έργων  από  δωρεές,  76.000  δρχ.  Ο  νομός  της 
Κέρκυρας βρίσκεται  στη 31η θέση σε σύνολο 36 νομών, με έργα συνολικής αξίας 1.323.700 δρχ.    
Έσοδα  πλην 
Χρήσεις  Σύνολο Δήμων  Έσοδα πλην δανείων  Σύνολο Κοινοτήτων 
δανείων 
1925‐1926  53  217.498.892  4.129  105.810.207 
1926‐1927  53  310.770.771  4.716  213.260.833 
1927‐1928  53  394.993.445  4.821  250.531.390 
1928‐1929  53  455.773.811  4.920  287.555.613 
1929‐1930  59  480.827.481  5.093  265.433.930 
1930‐1931  59  478.249.199  5.207  252.007.055 
1931‐1932  59  512.319.600  5.326  190.569.030 
1932‐1933  59  503.011.254  5.361  226.896.525 
1933‐1934  59  576.073.540  5.371  234.621.105 
1934‐1935  71  693.262.558  5.531  298.238.388 
1935‐1936  71  751.620.452  5.573  340.566.012 
1936‐1937  72  850.966.549  5.578  385.992.160 
1937‐1938  72  961.937.372  5.575  348.450.276 

    ΠΙΝΑΚΑΣ 18. ΕΣΟΔΑ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ 1925‐1938 
Η  διοικητική  μεταρρύθμιση  του  1912  επιχείρησε  να  στηρίξει  κυρίως,  αν  όχι  αποκλειστικά,  την 
οικονομική  αυτάρκεια  των  αυτοδιοικούμενων  οργανισμών  στην  άμεση  φορολογία 32 ,  με  τη 
θέσπιση  πρόσθετων  ποσοστών  στους  υπάρχοντες  δημόσιους  φόρους.  Αναγνωρίστηκε  επίσης  η 
δυνατότητα  επιβολής  αυτοτελών  άμεσων  φόρων,  με  αποφάσεις  των  δημοτικών  και  κοινοτικών 
συμβουλίων,  τα  οποία  μπορούσαν  να  εκτιμήσουν  ελεύθερα  τόσο  τη  σκοπιμότητα  επιβολής  όσο 

31
Η ΄΄ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ΄΄ σχολίαζε στις 22-8-1932: Εξηυρέθη εις τρόπος, δυνάμει νόμου εσχάτως ψηφισθέντος, να κατάσχωνται
υπέρ του δημοσίου τα έσοδα των μικρών Δήμων και Κοινοτήτων χωρίς να φαίνεται η κατάσχεσις. Απλώς ανετέθη εις τους
δημοσίους ταμίας η είσπραξις των δημοτικών και κοινοτικών εσόδων ΄΄επί αποδόσει λογαριασμού΄΄. Πότε θ’ αποδοθή ο
λογαριασμός, αυτό, εννοείται, είναι άλλο ζήτημα. Άλλωστε είναι γνωστόν, ότι το δημόσιον ανέκαθεν εφέρετο ως ληστής
απέναντι της δημοτικής και κοινοτικής περιουσίας και, επομένως, δεν κάμνει τώρα τίποτε άλλο παρά να συνεχίζει την παλαιάν
τακτικήν του.
32
Ορισμένοι από τους φόρους αυτούς, αντικαταστάθηκαν αργότερα από κρατική επιχορήγηση. Πάγιος είναι ο φόρος που
επιβάλλεται ΄΄αμέσως υπό του νόμου΄΄. Προαιρετικός είναι ο φόρος που επιβάλλεται από αρμόδια τοπική αρχή με βάση
νομοθετική εξουσιοδότηση. Μικτός είναι ο φόρος που επιβάλλεται από το νόμο (πάγιος) σε ορισμένο ποσοστό και παρέχεται
η ευχέρεια στο δήμο ή την κοινότητα να αυξήσει το ποσοστό αυτό, μέσα στο ανώτατο όριο που ορίζεται από το νόμο
(προαιρετικός). Υποχρεωτικός είναι ο φόρος που επιβάλλεται από το νόμο και το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο καθορίζει
μόνο το ποσοστό επί του ανωτάτου ορίου.

56
και  το  ανώτατο  όριο  του  επιβλητέου  φόρου.  Αναφέραμε  πιο  πάνω,  ότι  οι  αιρετοί  άρχοντες 
προτιμούσαν  το  πρώτο  σύστημα  φορολογίας,  που  είχε  ασφαλέστερη  απόδοση,  από  το  σύστημα 
επιβολής  άμεσων  αυτοτελών  (προαιρετικών)  φόρων,  αφού  προκαλούσε,  δικαίως,  το  κοινό 
αίσθημα και είχε δυσανάλογο πολιτικό κόστος.  Το άρθρο 57 του ΔΝΖ΄ νόμου κατέτασσε ως εξής 
τις προσόδους των δήμων και κοινοτήτων: Πόροι των δήμων και κοινοτήτων είναι: 1. Αι πρόσοδοι 
της  κοινοτικής  ή  δημοτικής  περιουσίας,  2.  Τα  πρόστιμα,  3.  Τα  τέλη  και  δικαιώματα,  4.  Οι  άμεσοι 
φόροι, 5. Οι  έρανοι, 6. Η προσωπική εργασία. Οι πόροι αυτοί μαζί με τους έμμεσους φόρους και 
τους φόρους από πρόσθετα ποσοστά στους δημόσιους φόρους, ήταν οι κυριότερες πηγές εσόδων 
των αυτοδιοικούμενων οργανισμών μέχρι το 1936. 
         Η παγκόσμια οικονομική κρίση που μάστιζε την Ελλάδα, στα τέλη της δεκαετίας του ΄30, ήταν 
ένας  από  τους  δύο  σοβαρούς  λόγους  της  οικονομικής  καχεξίας  των  δήμων,  που  η  φορολογική 
πολιτική  δεν  μπόρεσε  να  θεραπεύσει.  Ο  άλλος  ήταν  η  παρακράτηση  των  εσόδων  των 
αυτοδιοικούμενων οργανισμών από το κράτος, που εφέρετο ως ληστής απέναντι της δημοτικής και 
κοινοτικής  περιουσίας.  Το  1932,  η  κυβέρνηση  παρακράτησε  το  μισό  της  επιχορήγησης  των 
95.000.000 δρχ. που απέδιδε στους δήμους, ενώ εισέπραττε, ετησίως, πάνω από 700.000.000 δρχ. 
από  πόρους  που  ανήκαν  κατά  πλήρες  δικαίωμα  στους  δήμους,  εξ  αυτών  δε  αποδίδει  ποσοστόν 
ελάχιστον.  Ώστε  απέναντι  των  Δήμων  το  κράτος  εμφανίζεται  αληθής  Σάϋλωκ.  Γνωστή  και 
προσφιλής  η  τακτική  αυτή,  ακόμα  και  σήμερα,  αποτελεί  ανυπέρβλητο  εμπόδιο  προς  την 
αυτονομία  και  την  χειραφέτηση  της  αυτοδιοίκησης.  Το  πρόβλημα  της  παρακράτησης  πόρων  της 
αυτοδιοίκησης αποδεικνύεται ότι είναι διαχρονικό και άλυτο από τη μυωπική πολιτική όλων των 
κυβερνήσεων μέχρι σήμερα, που παρά τις φραστικές τους διαφοροποιήσεις και τις υποτιθέμενες 
διαφορετικές  ιδεολογικές  προσεγγίσεις,  εξακολουθούν  να  συμπεριφέρονται  στην  τοπική 
αυτοδιοίκηση,  ως  σκληρά  μητρυιά  απέναντι  των  αυτοδιοικήτων  τέκνων  της.  Και  αφού,  εννέα 
δεκαετίες τώρα, το πρόβλημα της αυτοδιοίκησης σε συνδυασμό με εκείνο της αποκέντρωσης δεν 
έχει λυθεί κατά συνέπειαν εν εκ των πρώτων ζητημάτων είναι πως θα σωθούν από τας όνυχας του 
κράτους. 
 
4. Η διοίκηση και η τοπική αυτοδιοίκηση των Ιταλών  
 
α. Οι  Νομάρχες και οι Δήμαρχοι του Parini 
 
Στις 23 Απρίλη 1941, ο βασιλιάς και η κυβέρνησή του εγκατέλειψαν πανικόβλητοι την Αθήνα, ενώ 
οι  Γερμανοί  προελαύνουν  ανενόχλητοι.  Οι  συνεχείς  βομβαρδισμοί  δρόμων,  λιμανιών  και  άλλων 
έργων  υποδομής  συμπλήρωσαν  την  εικόνα  του  φόβου  και  της  ερήμωσης.  Η  πτώση  της  Κρήτης 
σηματοδότησε και ολοκλήρωσε την τριπλή κατοχή και η χώρα μοιράστηκε σε ζώνες επιρροής. 
    Ο Μουσολίνι, μετά την κατάληψη των νησιών του Ιονίου, ανέθεσε την πολιτική τους  διοίκηση 
στο  ΄΄Γραφείο  Πολιτικών  Υποθέσεων  Ιονίων  Νήσων΄΄,  με  έδρα  την  Κέρκυρα  και  επικεφαλής  τον 
Piero Parini, (Αρχηγός Πολιτικών Υποθέσεων) άνθρωπο ικανό και ευέλικτο. Η εφημερίδα ΄΄Jonio΄΄ 
που  εξέδιδαν  οι  Ιταλοί  στην  Κέρκυρα,  τον  πρώτο  χρόνο  της  κατοχής,  στο  φύλλο  της  6ης  Ιουνίου 
1941,  τον  περιγράφει  ως  άνθρωπον  του  πολέμου  και  της  επαναστάσεως,  μίαν  των  εξοχωτέρων 
προσωπικοτήτων  του  φασισμού,  ο  οποίος  υπηρετεί  από  την  πρώτην  ημέραν  της  δράσεως  των 
Μελανοχιτώνων.  
     O  ιταλικός  στρατιωτικός  νόμος,  που  είχε  εγκριθεί  από  το  1938,  καθόριζε  ότι  την  πολιτική 
εξουσία  (πολιτικά  δικαιώματα)  στις  ζώνες  κατοχής  ασκούσε  ο  ανώτατος  διοικητής  των 
στρατιωτικών  δυνάμεων.  Αυτά  τα  πολιτικά  δικαιώματα  όμως  μπορούσαν  να  μεταβιβαστούν  σε 
πολιτική  αρχή  και  αυτό  ακριβώς  υλοποίησε  ο  Μουσολίνι  με  την  διακήρυξη  της  12ης  Νοεμβρίου 
1941.  Η  διακήρυξη  αυτή  καθόρισε  τη  δικαιοδοσία  του  Αρχηγού  των  Πολιτικών  Υποθέσεων  στα 
Ιόνια Νησιά και διεύρηνε σημαντικά τις δικαιοδοσίες του, αφού ο Parini καλείται να ασχοληθεί με 
όλα  τα  ζητήματα  πολιτικής  και  διαχειριστικής  τάξεως  των  Ιονίων  Νήσων.  Επίσης  ανατέθηκε  στον 
Parini και η έκδοση ειδικών διαταγμάτων, αναλόγως και συμφώνως με τας πραγματικάς ανάγκας 
της  στιγμής,  όπως  π.χ.  διατάγματα  αστυνομικά,  οργάνωσης  υπηρεσιών,  επισιτισμού,  υγιεινής, 
οικονομίας,  κατασχέσεων,  μισθώσεως  πραγμάτων  και  υπηρεσιών.  Η    ίδια  διακήρυξη  προέβλεπε 
ότι  ο  αρχές  κατοχής  θα  σεβαστούν  την  ελληνική  νομοθεσία,  τη  δικαστική  και  οικονομική 
οργάνωση  και  θα  εγγυηθούν  την  ελεύθερη  άσκηση  των  θρησκευτικών  καθηκόντων  και  την 
λειτουργία  των  δημοσίων  υπηρεσιών,  ίνα  εξασφαλίσουν  την  τάξιν  και  την  δημόσιαν  ζωήν  και 
μειώσουν,  όσον  το  δυνατόν,  τας  δυσκολίας  του  πολέμου,  όπως  ανέφερε  το  σχόλιο  του 

57
προπαγανδιστικού  τους  οργάνου  ΄΄Έφημερίς  των  Ιονίων΄΄.  Αυτή  τη  φορά  ο  ιταλικός  φασισμός 
προσπαθεί  με  πολιτικά  μέσα  να  εδραιώσει  την  ιταλική  κυριαρχία  στα  Επτάνησα,  ύστερα  από 
σειρά  αποτυχημένων  στρατιωτικών  προσπαθειών,  τόσο  κατά  τον  Α΄  παγκόσμιο  πόλεμο  όσο  και 
κατά  τη  διάρκεια  της  βραχύβιας  ιταλικής  κατοχής 33   στο  μεσοπόλεμο,  και  να  προετοιμάσει  το 
έδαφος  για  ενδεχόμενη  προσάρτηση  των  Ιόνιων  Νησιών.  Ο  ιστορικός  Κώστας  Δαφνής  έγραψε: 
Μπορεί να διατηρήθηκαν στις θέσεις τους οι διοικητικοί υπάλληλοι, η αστυνομία, η Χωροφυλακή, 
η  τοπική  αυτοδιοίκηση,  αποτελούσαν  όμως  γράμμα  κενό  γιατί  τίποτα  δεν  γινόταν  αν 
προηγουμένως  δεν  υπήρχε  η  έγκριση  των  Ιταλών,  οι  οποίοι,  από  την  πρώτη  στιγμή  αποκόψανε 
τους  δεσμούς  μεταξύ  της  Κέρκυρας  και  της  λοιπής  Ελλάδας.  Αυτήν  την  αποσχιστική  πολιτική 
υπηρέτησαν  εκείνοι  που  δέχτηκαν  ανώτατα  διοικητικά  και  αυτοδιοικητικά  αξιώματα  από  τον 
Parini. Στα υπόλοιπα νησιά τη διοίκηση ανέλαβαν τα τοπικά ΄΄Γραφεία Πολιτικών Υποθέσεων΄΄ με 
επικεφαλής Ιταλούς Επιτετραμμένους. Μετά από επτά μήνες άγονης αναζήτησης, στις 23 Νοέμβρη 
1941,  ο  Parini  βρίσκει  στο  πρόσωπο  του  διορισμένου  Δημάρχου  Κερκυραίων,  Γεράσιμου 
Τρύφωνα, συμβολαιογράφου το επάγγελμα, τον πρώτο Νομάρχη Κέρκυρας κατά τη διάρκεια της 
βραχύβιας  ιταλικής κατοχής.  Το πρώτο μήνυμα του Νομάρχη  προς τους κατοίκους της Κέρκυρας 
ήταν ένα μνημείο πολιτικής αφέλειας και υποταγής.  
     ...Φρονώ  δε  ότι  μόνον  δια  της  υπό  καλώς  εννοούμενον  πνεύμα  συνεργασίας  μετά  των  Αρχών 
Κατοχής  είναι  δυνατή  η  επίλυσις  σοβαρών  και  φλεγόντων  προβλημάτων  εις  αγωνιώδεις  στιγμάς 
αυτής ταύτης της ζωής σας και των συμφερόντων σας...Σας παρακαλώ, αγαπητοί συμπολίται, μην 
παρασύρεσθε  από  την  προπαγάνδαν  εκείνου  όστις  εμμένει  ακόμη  εις  την  πολιτικήν  ήτις  έφερεν 
την Ελλάδα εις την καταστροφήν. Ας παύσουν πλέον αι φαντασιοπληξίαι, αι λύπαι και αι μάταιαι 
ελπίδες.  Είναι  ανάγκη  ν’  ανοίξωμεν  τα  μάτια  μας  και  να  προσλβλέψωμεν  σταθερά  και 
αποφασιστικά εις την ωμήν πραγματικότητα…Μη λησμονήτε προς τούτοις ότι ολόκληρος η Ελλάς 
και η Κυβέρνησίς της βρίσκεται ήδη εις την τροχιάν του Ιταλογερμανικού Άξονος και η κατάστασις 
είναι  τοιαύτη  ώστε  κάθε  φαντασιοπληξία  καταπίπτει  αφ’  εαυτής  και  δι’  αυτούς  ακόμη  τους 
αδιαλλάκτως εχθρικώς διατεθειμένους εις την δημιουργουμένην κατά τους τρικυμιώδεις τούτους 
καιρούς  νέαν  ιστορίαν….  Πρέπει  να  είμαστε  πρόθυμοι  εκτελεσταί  των  εκδιδομένων  διαταγών 
έχοντες πάντοτε υπόψη σας ότι πάσα διαταγή και πάσα ενέργεια αποβλέπουν αποκλειστικώς και 
μόνο  προς  το  συμφέρον  πάντων  ημών  και  έχουν  αγαθούς  σκοπούς.  Στο  τέλος  επικαλείται  τη 
βοήθεια του Θεού και του Αγίου Σπυρίδωνος προς ευόδωσιν των  αφιλοκερδών στόχων του.  
   Μετά  τον  πληθυσμό  σειρά  είχαν  οι  πρόεδροι  των  κοινοτήτων  να  δεχθούν  την  πατρικήν 
συμβουλήν  του  νέου  Νομάρχη,  ο  οποίος  τους  καλεί  να  ενδιαφερθούν  δια  την  αυστηράν  και 
απαρέγκλιτον συμμόρφωσιν στις ιταλικές αρχές. Αλλά ο Τρύφωνας δεν αρκείται στη νουθεσία των 
δημοτικών  και  κοινοτικών  αρχών  που  είχαν  διοριστεί  από  τη  δικτατορία  της  4ης  Αυγούστου  και 
παρέμειναν  στη  θέση  τους,  αποδεχόμενοι  έμπρακτα  την  ιταλική  κατοχή.  Προσπαθώντας  να 
προσεταιριστεί την πολυπληθή και πενόμενη τάξη των αγροτών τονίζει στην ίδια εγκύκλιο ότι έχω 
κάτι  επιτύχει  υπέρ  υμών  και  σας  υπόσχομαι  ότι  και  εις  το  μέλλον  πάσαν  προσπάθειαν  θέλω 
καταβάλη  δια  την  πραγματοποίησιν  των  δικαίων  αιτημάτων  σας.    Αλλά  η  υποστήριξη  και 
προστασία,  που  άκοπα  και  αόριστα  υποσχόταν  ο  Τρύφωνας,  απαιτούσε  δυσανάλογα 
ανταλλάγματα.  Δια  να  ενισχύσετε  όμως  και  εμέ  εις  τον  υπέρ  υμών  αγώνα  μου  πρέπει  να  έχητε 
πάντοτε  υπ’    όψιν  ότι  σας  επιβάλλεται  να  είσθε  πρωτίστως  νομοταγείς  και  να  μην  επιτρέπετε 
ειςουδένα  ουδεμίαν  αντίδρασιν  δια  παν,  ό,τι  γίνεται  προς  το  συμφέρον  του  τόπου,  δηλαδή  την 
υιοθέτηση  από  τον  κερκυραϊκό  λαό  πλήρους  παθητικής  στάσης  και  υπακοής  στις  επιδιώξεις  της 
ιταλικής πολιτικής.  
     Στο Δήμο Κερκυραίων τον Τρύφωνα διαδέχθηκε ο επί των ημερών του γραμματέας του Δήμου, 
κόμης  Γεώργιος  Τριβόλης,  γόνος  παλιάς  ευγενούς  οικογενείας,  μέλη  της  οποίας  υπήρξαν 
Πρεσβευταί  και  Αξιωματικοί  της  Ενετίας,  όπως  αναφέρει  το  σύντομο  βιογραφικό  του,  που 
δημοσιεύει η ΄΄Εφημερίς των Ιονίων΄΄ μαζί με το λόγο του. Πιο συνετός από τον προκάτοχό του στο 
δημαρχιακό  αξίωμα  ο  Τριβόλης  αρκείται  να  ζητήσει  τη  συνεργασία  των  δημοτών  του  επί  τω 
μοναδικώ  σκοπώ  της  εξυπηρετήσεως  των  αναγκών  της  πόλεως  και  του  κοινωνικού  συνόλου.  Ο 
Parini όμως γρήγορα αντιλαμβάνεται ότι ο Τρύφωνας δεν είχε τα σημαντικά λαϊκά ερείσματα που 
περίμενε  και  τον  αντικατέστησε  με  τον  κόμη  Ιωάννη  Καποδίστρια,  απόγονο  της  σημαντικής 
ευγενούς οικογένειας, που έδωσε στην Ελλάδα τον πρώτο της Κυβερνήτη, και μέλος της επιτοπίου 
αριστοκρατίας.  Έτσι,  το Φεβρουάριο  του 1942, ο κόμης  Καποδίστριας  διορίστηκε  με διάταγμα  

33
Ο φόνος του Ιταλού στρατηγού Τελλίνι στην ελληνοαλβανική μεθόριο, το καλοκαίρι του 1923 από αγνώστους, έδωσε
αφορμή στη Ρώμη να προχωρήσει σε μια προμελετημένη επίδειξη δύναμης, που εκδηλώθηκε με την κατάληψη της Κέρκυρας
από μονάδα του ιταλικού πολεμικού ναυτικού. Το νησί εκκενώθηκε μετά από λίγους μήνες ιταλικής κατοχής.

58
    α/α  Δήμος  Πρωτεύουσα δήμου  Χωριά και Οικισμοί 
1.  Ακρολοφιτών  Καρουσάδες  Αγραφοί, Αντιπερνοί, Καβαλλούρι 
Πετάλεια,  Άγιος  Παντελεήμων,  Σγουράδες,  Ομαλοί, 
2.  Ακρωρείων  Επίσκεψη 
Σπαρτύλας, Στρινύλας, Ζυγός 
Αφιώνας,  Αρμενάδες,  Καββαδάδες,  Κουναβάδες, 
3.  Αμφιπαγητών  Μαγουλάδες 
Περλεψιμάδες, Ραχτάδες, Βελονάδες 
4.  Αρχαγγέλου  Λάκωνες  Βιτουλάδες, Αλειμματάδες, Κρήνη, Μακράδες, Βίστωνας 
Άφρα, Κομπίτσι, Τρίκλινο, Εβροπούλοι, Άγιος Ιωάννης, Τρία 
5  Αστυγειτόνων  Αλεπού 
Κανάλια 
6.  Κασσωπαίων  Γιμάρι  Κουλούρα, Κασσιόπη, Νησάκι, Σινιές 
Κορακιάνα  Κάτω,  Κρεβατσούλα,  Ύψος,  Πυργί,  Άγιος 
7.  Κορακέων  Κορακιάνα Άνω 
Μάρκος, Σωκράκι 
Χλομός,  Άγιος  Δημήτριος,  Κορακάδες,  Κουςπάδες, 
8.  Κορισσίων  Αργυράδες  Νεοχωράκι,  Περιβόλι,  Άγιος  Νικόλαος,  Ρουμανάδες, 
Βιταλάδες, Βασιλάτικα 
9.  Διαποντίων  Οθωνοί  Ερείκουσσα, Μαθράκι 
10.  Επιλιμνίων  Σκριπερό  Δουκάδες, Γαρδελάδες, Λιαπάδες 
Κουκνικάδες,  Γαρνάδες,  Περουλάδες,  Σιδάρι,  Μελίσσια 
11.  Εσπερίων  Αυλιώτες 
Μεγαδρί 
Μακράτικα,  Βλαχοπουλάτικα,  Ζενεμπισάτικα, 
12.  Γαϊανών  Γάϊος 
Μπογδανάτικα κ. ά. 
Λογγός, Μαγαζιά, Φοντάνα, Καλοδικάτικα, Ανεμογιαννάτικα 
13.  Λακκαίων  Λάκκα 
κ. ά. 
Αναπλάδες, Κάβος, Κρητικά, Δραγωτινά, Μελίκια, Νεοχώρι, 
14  Λευκιμμαίων  Ριγγλάδες 
Παλαιοχώρι, Άγιος Θεόδωρος, Ποτάμι 
Άνω  και  Κάτω  Γαρούνα,  Άνω  και  Κάτω  Παυλιάνα, 
15.  Μελιτειέων  Άγιος Ματθαίος 
Βουνιατάδες 
Καλαφατιώνες,  Κουραμάδες,  Πέλεκας,  Πεντάτι,  Άγιος 
16.  Μεσοχωριτών  Καστελλάνοι  (Μέσης) 
Προκόπιος, Σιναράδες, Βαρυπατάδες 
Χλοματιανά,  Άνω  και  Κάτω  Σπήλαιο,  Επισκοπιανά, 
17.  Μεσογείων  Στρογγυλή 
Μεσογγή, Μοραΐτικα 
18.  Παντοκράτορος  Περίθεια  Λαύκι, Λούτσες, Προφήτης Ηλίας, Άγιος Σπυρίδων 
Κανακάδες, Κοκκίνι, Κεφαλόβρυσο, Μάρμαρο, Βάτος, Κελιά, 
19.  Παρελείων  Γιαννάδες 
Τρίαλος 
Κυπριανάδες,  Κληματιά,  Επίσκοποι,,  Ξανθάτων,  Νύμφες, 
20.  Παρωρείων  Άγιοι Δούλοι 
Ρόδα, Σφακερά, Βαλανειό 
Αθηνιοί, Ραφαλάδες, Αρκαδάδες, Ασπιωτάδες, Καστελλάνοι 
21.  Περιάγρων  Αγρός  (Γύρου),  Χωρεπίσκοποι,  Μαλακιοί,  Μανατάδες,  Μεσαριά, 
Κοψοχειλάδες, Πάγοι, Πρινύλας, Άγιος Αθανάσιος, Βατωνιές 
Μπενίτσες,  Κυνοπιάστες,  Άγιοι  Δέκα,  Βιρός,  Καστανιά, 
22.  Χρησιδαίων  Γαστούρι 
Χρυσηίδα 
ΠΙΝΑΚΑΣ 19.  ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΟΡΙΑ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΤΟΥ  ΠΑΡΙΝΙ 
 
 στην  κεντρική  εκτελεστική  και  πολιτική  θέση  του  νομού  και  ο  Τρύφωνας  εξοστρακίστηκε  στην 
αφανή  θέση  του  προέδρου  του  ΄΄Αγροτικού  Συνεταιρισμού  των  Ιονίων  Νήσων΄΄.  Φάνηκε  από  τις 
πρώτες  μέρες  ότι  ο  μακροπρόθεσμος  στόχος  των  Ιταλών  ήταν  να  προσαρτήσουν  τα  Ιόνια  Νησιά 
στο  ιταλικό  ΄΄imperio΄΄.  Μ’  άλλα  λόγια,  η  Ιταλία  του  Μουσολίνι  θέλησε  να  καταστήσει 
πραγματικότητα,  πριν  ακόμα  κριθούν  οι  τύχες  του  πολέμου,  το  όνειρο  και  την  επιδίωξη  γενεών 
προκατόχων του, που θεωρούσαν τα νησιά του Ιονίου δεμένα  με τα πεπρωμένα της Ρώμης. Μια 
τέτοια όμως προσάρτηση δεν μπορούσε να γίνει χωρίς αλλαγή της διοικητικής και αυτοδιοικητικής 
μορφής  των  νησιών  του  Ιονίου  και  χωρίς  απόλυτο  πολιτικό  έλεγχο  του  συνόλου  των 
εγκατεστημένων  αρχών.  Για  το  λόγο  αυτό  ο    Parini  προχώρησε  στην  κατάργηση  του  κοινοτικού 
συστήματος  οργάνωσης,  που  είχε  θεμελιωθεί  με  το  Νόμο  ΔΝΖ΄  του  1912,  εισήγαγε  το  σύστημα 
της  δημοτικής  διαίρεσης  και  διόρισε  δημάρχους  της  απόλυτης  εμπιστοσύνης  του.  Ειδικά,  η 
δημοτική  διαίρεση  του  Parini  στην  Κέρκυρα  (σύσταση  23  δήμων  στις  επαρχίες  Κέρκυρας  και 
Παξών) εμφανίζει εκπληκτική ομοιότητα με την αντίστοιχη του 1866, σε σημείο που να υποθέτει 
κανείς  ότι  ο  Parini  αντέγραψε  την  πρώτη  δημοτική  διαίρεση  που  εφάρμοσε  το  ελληνικό  κράτος 
στα Ιόνια Νησιά. Η ομοιότητα δεν αγγίζει μόνο τον αριθμό των νέων δήμων και την ονομασία τους 
αλλά επεκτείνεται, κυρίως, στους οικισμούς που περιλαμβάνει κάθε νέος δήμος. Με διάταγμά του 
που  δημοσιεύτηκε  στο  ΄΄Επίσημον  Δελτίον  των  Πολιτικών  Υποθέσεων΄΄,  στις  22  Ιουνίου  1942,  ο 
Parini    επαναχαράξε  τα  διοικητικά  όρια  των  Δήμων.  Είχε  προηγηθεί  η  διοικητική  διαίρεση  των 

59
δήμων  του  νομού  της  18ης  Μαΐου  1942,    από  την  οποία  ο  Parini    δεν  είχε  μείνει  προφανώς 
ικανοποιημένος.  Η  μεταβολή  αυτή  αφορούσε  μόνο  τα  διοικητικά  (εδαφικά)  όρια  των  δήμων  και 
όχι  τον  αριθμό  τους,  που  ήταν  εξαρχής  προσδιορισμένος  στους  23  δήμους.  Ο  Parini  με  τη 
συνδρομή του Νομάρχη Κέρκυρας για ενισχύσει οικονομικά τους νεοσύστατους δήμους μετέφερε 
στο λογαριασμό τους τα χρηματικά υπόλοιπα των καταργηθέντων κοινοτήτων. 
 
β. Η οικονομική πολιτική του Parini    
 
Πέρα όμως από τη μεταφορά των πόρων αυτών είχε αποφασιστεί, από τις 10 Σεπτεμβρίου 1942, 
σε σύσκεψη όλων των Δημάρχων με τον Parini  η συνέχιση της επιβολής φορολογιών στη γεωργική 
και  κτηνοτροφική  παραγωγή,  που  τροφοδοτούσαν  συνεχώς  το  φαύλο  κύκλο  της  εξαθλίωσης  και 
της  πείνας  μεγάλων  τμημάτων  του  πληθυσμού.  Στη  σύσκεψη  αυτή  με  το  αιτιολογικό  της 
ισοσκέλισης των δημοτικών προϋπολογισμών εγκρίθηκαν οι παρακάτω φορολογίες: 
DΦορολογία 0,50 λεπτών κατά ελαιόδενδρο 

DΦορολογία  επί  των  βοών,  αγελάδων,  ίππων,  ημιόνων,  όνων,  καμήλων,  αιγοπροβάτων  και 
χοίρων. 
   Επιπλέον ορισμένοι δήμοι επέβαλαν, με τις ευλογίες του Parini, ειδικές φορολογίες σε προϊόντα  
που  διακινούνταν  από  δήμο  σε  δήμο  (όπως  π.χ.  το  κρασί,  ανά  βαρέλα)  ή  σε  προϊόντα  που 
παράγονταν  στην  περιφέρειά  τους  (οι  δήμοι  Ακρολοφιτών  και  Ακρωρείων  επέβαλαν  φόρο  μιας 
δραχμής  σε  κάθε  κέραμον  ή  πλίνθον,  οι    δήμοι  Γαϊανών  και  Λακκιωτών  2%  επί  της  παραγωγής 
ελαιολάδου  και  ο  δήμος  Παρελείων  επέβαλλε  φορολογία  επί  της  χρήσεως  των  βοσκησίμων 
γαιών).  
   Η πρόταση της Νομαρχίας Κέρκυρας με τους πίνακες φορολογίας κάθε δήμου εγκρίθηκε άμεσα 
από  τον  Parini,  αν  και  οι  αρμόδιες  υπηρεσίες  του  επισήμαιναν  ότι  για  ορισμένες  φορολογίες 
χρειάζονταν  εγκρίσεις  και  διατάγματα  από  τα  συναρμόδια  Υπουργεία  Εσωτερικών  και 
Οικονομικών.  Η  αλήθεια  όμως  ήταν  ότι  οι  φορολογίες  αυτές,  ιδιαίτερα  ο  φόρος  2%  επί  της 
παραγωγής του ελαιολάδου, που ανήκε στις αυτοτελείς και προαιρετικές φορολογίες (φορολογίες  
που  επιβάλλονταν  ύστερα  από  νομοθετική  εξουσιοδότηση  με  πράξη  του  αρμόδιου  τοπικού 
οργάνου  και  δεν  συνδέονταν  με  τους  δημόσιους  φόρους),  είχαν  επιβληθεί  και  τα  προηγούμενα 
χρόνια από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου.  
Αλλά οι δημοτικές και κοινοτικές αυτές φορολογίες 34  που ίσχυαν για το οικονομικό έτος 1940‐41, 
εξακολουθούσαν  να  ισχύουν  και  για  το  επόμενο  οικονομικό  έτος  χωρίς  να  απαιτείται  η  έκδοση 
νέων αποφάσεων από τα δημοτικά ή κοινοτικά συμβούλια ή υπουργικές εγκρίσεις.      Επιπλέον το 
Υπουργείο Εσωτερικών, το Σεπτέμβριο του ΄41, απαιτούσε πρόγραμμα οικονομικής περισυλλογής 
και ανασυγκρότησης, δηλαδή περιορισμό των δαπανών 35  και αύξηση των εσόδων των δήμων και 
των κοινοτήτων. Το πρόγραμμα αυτό περιελάμβανε: 
Dαύξηση  των  εσόδων  δια  της  εξαντλήσεως  της  φορολογικής  εξουσίας  και  εις  τα  επιτρεπόμενα 
υπό του νόμου ανώτατα φορολογικά ποσοστά  

Dαναπροσαρμογή των ανταποδοτικών τελών ώστε να καλύπτωσιν τας δαπάνας της δι’ ην ταύτα 
υπηρεσίας ή παροχής  

Dεπιβολή άμεσων εράνων και προσωπικής εργασίας και  

34
Αποκαλυπτική για την έκταση και το είδος της φορολογίας την περίοδο αυτή (1941-42) είναι η κατάσταση που στέλνει η
Νομαρχία Κέρκυρας στο Υπουργείο Εσωτερικών από την οποία προκύπτει ότι 77 κοινότητες επέβαλαν φόρο επί των
γεωργικών προϊόντων, 30 επί των διαιτομένων ζώων, 73 επί των σφαζομένων, 11 κοινότητες επιβάλλουν άμεσους εράνους, 6
προσωπική εργασία και 4 κοινότητες επιβάλλουν φόρο στα βιομηχανικά και χειροτεχνικά προϊόντα. Για το δήμο Κέρκυρας
ίσχυε ιδιαίτερο δημοτικό δασμολόγιο.
35
Οι ίδιες όμως οι κοινότητες ήταν υποχρεωμένες να πληρώνουν υποχρεωτικές εισφορές στον Εθνική Οργάνωση Νεολαίας
του Μεταξά (Ε. Ο. Ν. ), στην εφημερίδα ΄΄Αγροτικό Μέλλον΄΄, προσωπικόν όργανον του Αργηγού…που …είναι το Πολιτικόν
ης
Εβδομαδιαίον Όργανον των ολοκληρωμένων Εθνικών Πολιτικών επιδιώξεων του Κράτους της 4 Αυγούστου και τα έξοδα
διοικήσεως του Α. Ν. 1208/38.

60
Dεπίσπευση  του  ρυθμού  είσπραξης  των  δημοτικών  και  κοινοτικών  εσόδων  με  καταναγκαστικά 
μέσα εκτέλεσης 36 .  

   Ο Parini επέβαλλε και άλλες φορολογίες δικής του εμπνεύσεως αλλά στην ουσία χρησιμοποίησε 
ολόκληρο  το  νομικό  οπλοστάσιο  της  φορολογίας  των  δήμων 37     και  κοινοτήτων,  που  είχε 
χρησιμοποιήσει και η δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Όσα έσοδα εισπράχθηκαν τα διέθεσε για να 
χτίσει το οικοδόμημα των νέων δήμων που είχε σχεδιάσει.  

   Η  εκτεταμένη  φορολόγηση  όμως  ήταν  ένα  ισχυρό  προπαγανδιστικό  χαρτί  στα  χέρια  του  Parini 
που,  σε  συνδυασμό  με  την  ολοένα  αυξανόμενη  φτώχια  και  ανεργία,  το  χρησιμοποίησε  για  τα 
αποσχιστικά  του  σχέδια,  χωρίς  επιτυχία.  Δημιούργησε  το  ΄΄Γραφείο  Περιθάλψεως΄΄,  ειδική 
υπηρεσία  του  ΄΄Γραφείου  Πολιτικών  Υποθέσεων΄΄,  που  καταχωρούσε  τους  ανέργους  και  πάσης 
φύσεως αναξιοπαθούντες στους οποίους έδινε διάφορα βοηθήματα (π.χ.πλήρωνε τα τρόφιμα του 
δελτίου, έστελνε τα καχεκτικά παιδιά σε παιδικές εξοχές της G.I.L. κ.λ.π.) και τους χρησιμοποιούσε 
σε διάφορα έργα οδοποιίας, διότι η πλέον ευγενής μορφή της περιθάλψεως είναι ακριβώς εκείνη 
του να προμηθεύη εργασίαν εις τους αέργους.  

   Ο  Parini  έπαιξε  έξυπνα  το  χαρτί  της  ανεργίας  και  της  φτώχειας  και  το  ότι  δεν  προσεταιρίστηκε 
ευρύτερες μάζες στα αποσχιστικά του σχέδια, οφείλεται μόνο στο εθνικό και πατριωτικό φρόνημα 
των Κερκυραίων και όχι βέβαια στο κατοχικό κράτος των Αθηνών, που είχε αφήσει τα Επτάνησα 
στο έλεος των Ιταλών.  
 
γ. Δήμαρχοι και Δημοτικοί σύμβουλοι των ΄΄ιταλικών΄΄ δήμων 
 
Ο  Parini  για  να  δελεάσει  τους  νέους  Δημάρχουςκαι  να  τους  καταστήσει  υποχείρια  της  πολιτικής 
του, προχώρησε, στις 4 Γενάρη του 1943, στη χορήγηση των εξόδων παράστασης, για τη χρονική 
περίοδο  από  τον  Αύγουστο  μέχρι  τις  31  Δεκεμβρίου  1942,  παρά  την  εις  το  Δημόσιον  Ταμείον 
ασημάντων χρηματικών ποσών εις το ενεργητικόν των πιστώσεων των διαφόρων δήμων. Παρ’ ότι 
θεωρεί ότι το ποσόν δι’ ού θα επιβαρυνθούν οι προϋπολογισμοί των δήμων είναι μάλλον βαρύ και 
θα προκαλέσει επικρίσεις  εκ μέρους των δημοτών, επειδή πρόκειται περί καθαράς μισθοδοσίας, 
ενέκρινε με ελάχιστες περικοπές τον πίνακα των εξόδων παράστασης που του έστειλε η Νομαρχία 
Κέρκυρας. 
    Όμως οι δήμοι που είχε σχεδιάσει ο Parini σαν πολιορκητικούς κριούς της εθνικής συνείδησης 
και συμπεριφοράς των Επτανησίων δεν φαίνεται να δικαιώνουν τον εμπνευστή τους. Λίγους μόνο 
μήνες μετά την σύσταση των δήμων, δείχνει ιδιαίτερα απογοητευμένος και προβληματισμένος για 
τo επίπεδο λειτουργίας τους και τη συμπεριφορά των νέων Δημάρχων.  
   Στο  ίδιο  έγγραφο  που  εγκρίνει  την  αποζημίωσή  τους  αναφέρει:  Επί  τη  ευκαιρία  ταύτη  είμαι 
υποχρεωμένος να ανακοινώσω υμίν ότι η δράσις μερικών Δημάρχων είναι ελάχιστα λυσιτελής. Εξ 
άλλου  δεν  παρετηρήθη  γενικώς  εκ  μέρους  των  Δημάρχων  καθαρώς  αληθές  ενδιαφέρον  περί  της 
τύχης  των  Δήμων  ου  προΐστανται  και  πολλαί  υπηρεσίαι  διεξάγωνται  ατελώς  και  άνευ  ακριβούς 
κατευθύνσεως.  Θα  ήτο  πολύ  σκόπιμος  η  σύστασις  παρά  τη  Νομαρχία  υπηρεσία  Εποπτείας  των 
Δήμων  επί  τω  σκοπώ  μεγαλυτέρου  ελέγχου  και  ίνα  καταστή  δυνατόν  η  διαβίβασις  συνεχών  και 
ακριβών κατευθύνσεων μέσον ενός ή περισσοτέρων ανωτέρων υπαλλήλων επί τω σκοπώ τούτω.  
 
 
 

36
Η ΄΄Ελληνική Πολιτεία΄΄, το γερμανοϋποκινούμενο κράτος των ψευτοπρωθυπουργών Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλου και
Ράλλη, πίστευε προφανώς ότι απευθυνόταν σε πολίτες άλλου μη εμπόλεμου κράτους και όχι σε Έλληνες που βίωναν μια
απάνθρωπη τριπλή φασιστική κατοχή.
37
Τους Δημάρχους και τα δημοτικά συμβούλια είχε διορίσει ο Νομάρχης Κέρκυρας με την έγκριση του Parini. Οι γραμματείς
των Δήμων είχαν προσληφθεί κατόπιν διαγωνισμού και συνελήφθησαν όλοι, μετά την απελευθέρωση, αν και πολλοί από
αυτούς όχι μόνο δεν έβλαψαν το λαό, αλλά αντίθετα πρόσφεραν πολλές υπηρεσίες. Δεν είναι γνωστό αν συνελήφθησαν μαζί
τους οι δήμαρχοι και οι δημοτικοί σύμβουλοι. Γενικά για το θέμα αυτό δεν υπάρχουν πληροφορίες.

61
 
α/α  Δήμοι  Δήμαρχοι  Δημοτικοί  σύμβουλοι  Γραμματείς 
Καρουσάδες: Γεώργιος Ι. Μπίσκος 
Θεόδωρος  Ν.  Κωνσταντίνος  Ι. 
1.  Ακρολοφιτών  Αγραφοί: Γεώργιος  Θ. Προβατάς 
Κουρσάρης  Κληρονόμος 
Αντιπερνοί: Χαρίλαος Θ. Μπίσκος 
Επίσκεψη: Ιωάννης Α. Νάνος 
Πετάλεια: Αλέξανδρος Σ. Βλάχος 
Άγιος Παντελεήμων: Πολύμερος Π. Κοσκινάς 
Κωνσταντίνος 
2.  Ακρωρείων  Μιχαήλ Ι. Καπέλλος  Σγουράδες: Διονύσιος Α. Σγούρος 
Γ. Μεταλληνός 
Σπαρτύλας: Πέτρος Ε. Σέρβος 
Στρινύλας: Σπυρίδων Α. Κοσκινάς 
Ζυγός: Αλέξανδρος Ζ. Βασιλάκης 
Μαγουλάδες: Δημήτριος Α. Κωνστάντης 
Αφιώνας: Δημήτριος Μ. Μπάρδης 
Αρμενάδες: Γεώργιος Ε. Χανδρινός 
Μιχαήλ  Α.  Καββαδάδες: Αλέξανδρος Θ. Αυγερινός  Γεώργιος  Σ. 
3.  Αμφιπαγητών 
Δενδρινός  Κουναβάδες: Σταμάτιος Θ. Μακρής  Μαυρογιάννης 
Περλεψιμάδες: Βασίλειος Σ. Βλάχος 
Ραχτάδες: Κωνσταντίνος Μ. Τριβυζάς 
Βελονάδες: Κωνσταντίνος Β. Κούρκουλος 
Λάκωνες: Αλέξανδρος Δ. Μιχαλάς  
Αλειμματάδες: Χαράλαμπος Σ. Βιτουλαδίτης 
Αλέξανδρος  Ι.  Δημήτριος  Α. 
4.  Αρχαγγέλου  Κρήνη: Οδυσσεύς Σ. Καζιάνης 
Μιχαλάς  Βερβιτσιώτης 
Μακράδες: Ξενοφών Κ. Κούρκουλος 
Βίστωνας: Αλέξανδρος Γ. Χαλικιάς 
Αλεπούς: Σπυρίδων Χ. Τσιριγγάκης 
Άφρα: Κωνσταντίνος Χ. Ρίγγας 
Κομπίτσι: Παναγιώτης Σ. Μανούσος 
Αναστάσιος  Κ.  Παναγιώτης  Σ. 
5.  Αστυγειτόνων  Εβροπούλοι: Περικλής Ο. Τόμπρος 
Σκόνδρας  Τησαρχόντος 
Άγιος Ιωάννης: Νικόλαος Δ. Κούρκουλος 
Κανάλια: Γεράσιμος Δ. Καρβούνης  και Αλέξανδρος Θ. 
Σπάτουλας 
Γάϊος: Χαρίλαος Κ. Μπόϊκος 
Νικόλαος  Α.  Νικόλαος  Κ. 
6.  Γαϊανών  Μπογδανάτικα:    Χαράλαμπος  Ι.  Βελλιανίτης   
Μακρής  Γρίβας 
Βλαχοπουλάτικα:Ευάγγελος Χ. Βλαχόπουλος 
Οθωνοί: Κωνσταντίνος Α. Κατέχης 
Αναστάσιος  Ε.  Ιωάννης  Κ. 
7.  Διαποντίων  Ερείκουσσα: Γεώργιος Σ. Κατέχης 
Σκένδρος  Κατέχης 
Μαθράκι: Ευάγγελος Χ. Κασίμης 
Σκριπερό: Τηλέμαχος Σ. Μαυρομμάτης 
Βασίλειος  Α.  Δουκάδες: Ιωάννης Κ. Μουμούρης  Αντώνιος  Π. 
8.  Επιλιμνίων 
Τσιλιμπάρης  Γαρδελάδες: Νικόλαος Α. Τρίαντος  Αργαλιάς 
Λιαπάδες: Θεόδωρος Ι. Αγάθος 
Αυλιώτες: Λεωνίδας Ν. Μουζακίτης 
Σπυρίδων  Ι.  Ανδρέας  Μ. 
9.  Εσπερίων  Περουλάδες: Ιωάννης Γ. Λεοντίτσης 
Λεοντίτσης  Λειτούργης 
Σιδάρι: Σπυρίδων Μ. Βλασερός 
Γιμάρι: Πέτρος Ε. Κατσαρός 
Σπυρίδων  Θ.  Αλέξανδρος  Ι. 
10.  Κασσωπαίων  Κασσιόπη: Αριστείδης Σ. Σαρακηνός 
Κατσαρός  Κατσαρός 
Νησάκι: Αντώνιος Ι. Κατσαρός 
Άνω Κορακιάνα: Ιωάννης Α. Μαρτζούκος 
Αναστάσιος  Σ.  Κάτω  Κορακιάνα:  Λεωνίδας  Β.  Κεφαλλωνίτης    Γεώργιος  Δ. 
11.  Κορακέων 
Νικολούζος  Άγιος Μάρκος: Θεόφιλος Σ. Νικολούζος  Ριγανάς 
Σωκράκι: Κωνσταντίνος Σ. Μάνδυλας 
Αργυράδες: Σπυρίδων Α. Καββαδίας 
Χλομός: Ιωάννης Μ. Λαβράνος  Αχιλλεύς  Σ. 
12.  Κορισσίων  Γεώργιος Ν. Γκίνης 
Κορακάδες:  Θεόδωρος  Δ.  Καλησπεράτης  Κουσπάδες:  Αβραμίδης 
Αθανάσιος Σ. Βλάχος 

62
Μαραθιάς: Αθανάσιος Α. Νικομάνης 
Νεοχωράκι: Αθανάσιος Φ. Παπαδόπουλος 
Περιβόλι: Γρηγόριος Γ. Μίαρης 
Άγιος Νικόλαος: Γεώργιος Θ. Μηνάς 
Βασιλάτικα: Ηλίας Π.Βλαχόπουλος 
Βιταλάδες: Γεράσιμος Ε. Βάρελης 
Ριγγλάδες: Βασίλειος Α. Χρυσικόπουλος 
Αναπλάδες: Ανδρέας Σ. Παπαβλασόπουλος 
Κάβος: Παναγιώτης Σ. Πανδής 
Κρητικά: Θεοτόκης Ι. Βλάσσης 
Ευστάθιος  Α.  Δραγωτινά: Χαράλαμπος Σ. Βλάχος  Βασίλειος  Γ. 
13.  Λευκιμμαίων 
Κοτινάς  Μελίκια: Φώτιος Γ. Πανδής  Ναθαναήλ 
Νεοχώρι: Σταμάτιος  Α. Βέργης 
Παλαιοχώρι: Διονύσιος Α. Κάντας 
Άγιος Θεόδωρος: Αναστάσιος Ν. Γατσούλης 
Ποτάμι: Γεώργιος Ι. Κονοφάος 
Λάκκα: Βικέντιος Ι. Γραμματικός 
Ιωάννης  Χ. 
14.  Λακκιωτών  Ιωάννης Α. Αργυρός  Λογγός: Παναγιώτης Α. Μάστορας 
Ορφανός 
Μαγαζιά: Σοφοκλής Σ. Αντίοχος 
Άγιος Ματθαίος: Σπυρίδων Ε. Αβραμιώτης 
Άνω  Γαρούνας: Γεώργιος Α. Κυπριανός 
Σπυρίδων  Ε.  Νικόλαος  Α. 
15.  Μελιτειέων  Κάτω Γαρούνας: Νικόλαος Δ. Σπίνουλας 
Αβραμιώτης  Πουλημένος 
Παυλιάνα: Νικόλαος Α. Πάγκαλης 
Βουνιατάδες: Νικόλαος Γ. Μέριανος 
Καστελλάνοι: Μιχαήλ Α. Κυπριώτης 
Καλαφατιώνων: Κωνσταντίνος Σ. Φαγογένης 
Καμάρα: Σπυρίδων Δ. Βαρότσης 
Κουραμάδες: Σπυρίδων Σ. Γραμμένος 
Δημήτριος  Σ.  Πέλεκας: Στέφανος Σ. Μέξας 
16.  Μεσοχωριτών  ‐‐‐ 
Παγκράτης  Πεντάτι: Μιχαήλ Γ. Μέριανος 
Άγιος Προκόπιος: Νικόλαος Α. Καρύδης 
Σιναράδες: Σταμάτιος Σ. Γραμμένος και Παναγιώτης Χ. 
Αλαμάνος 
Βαρυπατάδων: Νικόλαος Σ. Σαγιάς 
Στρογγυλή: Νικόλαος Α. Θεοτόκης 
Χλοματιανά: Χρήστος Ι. Λάγγης 
Αυγουστίνος  Δ.  Επισκοπιανά – Μεσογγή:  Γεώργιος Α. Τσατσάνης  Ανδρέας  Ε. 
17.  Μεσογείων 
Χαλικιόπουλος  Μοραΐτικα: Γεώργιος Σ. Κότσης  Θεοτόκης 
Σταυρός:Νικόλαος Ι. Λούβρος 
Βραγκανιώτικα:  Σπυρίδων Μαβρώσης 
Γιαννάδες: Ευστάθιος Ν. Βασιλάκης 
Κανακάδες: Σπυρίδων Ο. Περδικομάτης 
Αριστοτέλης  Κ.  Σπυρίδων  Γ. 
18.  Παρελείων  Κοκκίνι: Παναγιώτης Θ. Κοντός 
Κοσκινάς  Λευθεριώτης 
Μάρμαρο: Νικόλαος Κ. Δόϊκας 
Βάτος: Νικόλαος Γ. Βλάχος 
Άγιοι Δούλοι: Σταμάτιος Ν. Βλαστός 
Κυπριανάδες: Ιωάννης Γ. Δολιανίτης 
Κληματιά: Νικόλαος Θ. Φιλιππάκης 
Χριστόφορος  Ι.  Ξανθάτες: Σταύρος Θ. Ψαρράς  Χριστόδουλος 
19.  Παρωρείων 
Λάσκαρης  Νύμφες:Γεώργιος Γ. Τσενεμπής  Α. Προβατάς 
Ρόδα: Σπυρίδων Α. Αλεξάκης 
Σφακερά: Γεώργιος Σ. Νικοκάβουρας 
Βαλανειό: Σπυρίδων Κ. Βασιλάκης 
Περίθεια: Σταμάτιος Χ. Χειρδάρης 
Νικόλαος  Σ.  Λαύκι: Αντώνιος Α. Βλάχος  Σπυρίδων Σ. 
20.  Παντοκράτορος 
Χειρδάρης  Λούτσες: Ανδρέας Β. Παργινός  Βλάχος 
Προφήτης Ηλίας: Πέτρος Γ. Χειρδάρης 

63
Αγρός: Κωνσταντίνος Χ. Τριβυζάς 
Αρκαδάδες: Λεωνίδας Β. Άνθης 
Ασπιωτάδες: Γεώργιος Σ. Ασπιώτης 
Καστελλάνοι:  Ξενοφών  Α.  Στραβοράβδης 
Χωροεπίσκοποι: Νικόλαος Α. Καίσαρης 
Ιωάννης  Δ.  Μαλακοί: Νικόλαος Η. Μαντζουρογιάννης  Αβραάμ  Η. 
21.  Περιάγρων 
Μαρίτσας  Μανατάδες: Ιωάννης Κ. Μανάτος  Μπαλέστρας 
Μεσαριά: Γεώργιος Ε. Κορωνάκης 
Πάγοι: Σπυρίδων Γ. Παγιατάκης 
Πρινύλας: Ευστάθιος Ν. Παγιατάκης 
Άγιος Αθανάσιος: Θεόδωρος Κ. Παπαδάτος 
Βατωνιές: Σαράντης Μ. Λευθεριώτης 
Γαστούρι: Ματθαίος Γ. Λιτσαρδόπουλος 
Μπενίτσες: Ξενοφών Π. Καψοκαβάδης 
Αρτέμιος  Α.  Γεώργιος Α. 
22.  Χρησιδαίων  Κυνοπιάστες: Γεώργιος Ι. Ανυφαντής 
Κρητικός  Καρύδης 
Άγιοι Δέκα: Γεράσιμος Λ. Αυγούστης 
Βιρός: Γεώργιος Ν. Πηλός 
ΠΙΝΑΚΑΣ 20. ΔΗΜΑΡΧΟΙ–ΔΗΜΟΤΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ‐ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ ΔΗΜΩΝ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ 
       
5. Το έργο του Parini 
 
Από  τις  πρώτες  ενέργειες  των  ιταλικών  Αρχών,  στα  πλαίσια  του  προπαγανδιστικού  τους 
προγράμματος,  ήταν  η  αποκατάσταση  των  δημιουργηθέντων  από  τους  βομβαρδισμούς  της 
ιταλικής  αεροπορίας  ερειπίων.  Για  το  σκοπό  αυτό,  πριν  δημιουργήσουν  δική  τους  τεχνική 
υπηρεσία,  ανέθεσαν  δια  του  Νομομηχανικού  Αντωνόπουλου  την  επισκευήν  των  εκκλησιών, 
σχολείων δημοσίων οικημάτων εις όλους σχεδόν τους εργολάβους της Κέρκυρας. Ο Αντωνόπουλος 
ήταν  ο  μόνος  που  αντιστάθηκε  στα  σχέδια  των  Ιταλών    και  γρήγορα  αντικαταστάθηκε  από 
μηχανικό  της  εμπιστοσύνης  τους.  Όλοι  οι  άλλοι  εργολάβοι,  τεχνικές  εταιρίες  και  τεχνικοί 
επιστήμονες  έτρεξαν  να  επωφεληθούν  από  το  πρόγραμμα  ανοικοδόμησης  του  Parini,  που  δεν 
ήταν καθόλου αθώο. Στο πρόγραμμα, εκτός από τα κοινωφελή, περιλαμβάνονταν έργα, μελέτες, 
προμήθειες  που είχαν  σχέση με στρατιωτικές  εγκαταστάσεις των αρχών κατοχής δημιουργώντας 
έτσι μια ένοχη ανάμειξη. Αλλά αυτό φαίνεται πολύ λίγη ή καθόλου σημασία είχε μπρος την πίτα 
της  ιταλικής  ανοικοδόμησης.  Ουδείς  των  εργολάβων  έλαβε  υπ’  όψει  ότι  η  φύσις  της  παρ’  αυτώ 
εκτελουμένης  εργασίας  ήτο  δυνατόν  να  χαρακτηριστή  ως  αντεθνική  ή  και  ότι  γίνεται  προς 
εξυπηρέτησιν των στρατευμάτων κατοχής. Δια τον λόγον τούτον ουδείς απέσχε παρουσιασθείσης 
ευκαιρίας.  Εάν  άλλοι  έλαβον  περισσοτέρας  και  άλλοι  ολιγωτέρας  εργασίας  αυτό  ωφείλετο  στην 
ικανότητα  του  συστήματος  να  δωροδοκεί  του  έλληνες  και  ιταλούς  μηχανικούς  του  Γραφείου 
Τεχνικών Εργασιών.   
      Στην  ύπαιθρο  του  νομού  η  εκτεταμένη  δημοτική  φορολογία  δεν  ήταν  αρκετή  για  να  καλύψει  
τα τεράστια ελλείμματα σε έργα 38  υποδομής. Τα ελάχιστα έργα εκτελέστηκαν κάτω από δύσκολες 
συνθήκες  εξαιτίας  της  παρατεταμένης  έλλειψης  οικοδομικών  υλικών  και  μέσων  μεταφοράς.  Σε 
καμιά περίπτωση όμως δεν θεράπευσαν, ούτε κατ’ ελάχιστο, τις τεράστιες ανάγκες του νομού σε 
υποδομές 39 , που πλήρωσε, όπως άλλωστε και η υπόλοιπη Ελλάδα, τις οικονομικές συνέπειες ενός 
πολέμου που δεν ήθελε και μιας κατοχής που στόχο είχε κυρίως την απόσχιση των Ιονίων νησιών 
από τη μητροπολιτική Ελλάδα και την αφομοίωσή τους στο imperio της Ρώμης.  
     Και για να εξυπηρετήσει το στόχο αυτό ο Parini δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει και το όπλο της 
πείνας,  αρνούμενος  να  δεχθεί  τη  βοήθεια  του  Ερυθρού  Σταυρού,  μια  και  αδυνατούσε  να  δώσει 
λύση στο μεγάλο επισιτιστικό πρόβλημα, που μέρα με τη μέρα γινόταν ολοένα και οξύτερο.  Τις 
38
Πάντως, στα θετικά των ιταλικών αρχών κατοχής θα πρέπει να καταγραφεί, εκτός από την εφαρμογή μιας νέας
αυτοδιοικητικής γεωγραφίας στο Νομό, και η δημιουργία της ΄΄ΝΕΠΤΟΣ΄΄, ΄Ανώνυμης εταιρείας ναυσιπλοΐας και θαλασσίων
επιχειρήσεων΄΄ με έδρα την Κέρκυρα. Η εταιρεία αυτή είχε αναλάβει τη σύνδεση της Κέρκυρας με όλα τα νησιά του Ιονίου, με
τακτά ανά δεκαήμερο δρομολόγια (Κέρκυρα-Λευκάδα-Ιθάκη-Αργοστόλι-Ζάκυνθος).
39
Τα έργα αυτά επέβλεπε η Μηχανική Υπηρεσία Δήμων Υπαίθρου (Μ.Υ.Δ.Υ), τμήμα της Μηχανικής Υπηρεσίας Κέρκυρας
(Μ.Υ.Κ.), η οποία είχε συσταθεί, το 1937, με απόφαση του Νομάρχη Κέρκυρας. Η τεχνική αυτή υπηρεσία είχε δικό της
προϋπολογισμό, που βάρυνε αποκλειστικά τους δήμους ως υποχρεωτική δαπάνη

64
συνέπειες της απάνθρωπης αυτής πολιτικής θα νοιώσει, λίγους μήνες αργότερα (το χειμώνα του 
1943)    με  τον  πιο  οδυνηρό  τρόπο,  ο  κερκυραϊκός  πληθυσμός  κατά  τη  διάρκεια  της  γερμανικής 
κατοχής. Η βίαιη αυτή οργανωτική μεταβολή στο θεσμικό οικοδόμημα της τοπικής αυτοδιοίκησης 
απέτυχε όχι μόνο για λόγους εσωτερικής παθογένειας (έλλειψη αληθούς ενδιαφέροντος για τους 
δήμους που ο ίδιος ο ιταλικός επεκτατισμός δημιούργησε για τα αφομοιωτικά του σχέδια) αλλά 
κυρίως  εξαιτίας  της  στάσης  πολλών  διορισμένων  να  συνδράμουν  ενεργά  στη  λειτουργία  των 
δήμων αυτών και αποδέχθηκαν το διορισμό τους από φόβο. Δεν θα ήταν άστοχο αν λέγαμε ότι η 
τοπική  αυτοδιοίκηση  του  Parini  κατέληξε  να  ήταν  ο  ίδιος  και  οι  ελάχιστοι  συνεργαζόμενοι 
Δήμαρχοι.       
 
6. H ΄΄γερμανική΄΄ περίοδος της αυτοδιοίκησης 
 
α. Η αυτοδιοίκηση του Νομάρχη Κομιανού  
 
Το τέλος της ιταλικής κατοχής σ' ολόκληρη την Ελλάδα σήμαινε ταυτόχρονα και την επέκταση του 
ναζιστικού  καθεστώτος,  το  οποίο  με  το  βάναυσο  και  μισαλλόδοξο  κατασταλτικό  του  μηχανισμό, 
επιχείρησε να κάμψει την αντίσταση του ελληνικού λαού με βασανιστήρια, εκτελέσεις και άγριες 
εκκαθαριστικές  επιχειρήσεις.  Τη  γερμανική  τρομοκρατία  συνεπικούρησαν  και  τα  λεγόμενα 
΄΄Τάγματα Ασφαλείας΄΄, που αποτελούνταν από Έλληνες‐συνεργάτες τους και συγκροτήθηκαν για 
πρώτη  φορά  από  την  κατοχική  κυβέρνηση  του  Ιωάννη  Ράλλη.  Τα  ΄΄Τάγματα  Ασφαλείας΄΄    θα 
γίνουν συνώνυμα της φρίκης για  τους  Έλληνες αντιστασιακούς και, μετά την απελευθέρωση, θα 
συνεχίσουν να καταδιώκουν άγρια τους αριστερούς.  
    Στην  Κέρκυρα  ήδη,  από  τις  αρχές  του  Σεπτέμβρη  του  1943,  η  αντίστροφη  μέτρηση  για  την 
παραμονή  των  Ιταλών  έχει  αρχίσει.  Τα  νέφη  στις  σχέσεις  Ιταλών  και  Γερμανών  άρχισαν  να 
πυκνώνουν  και  στις  13  προς  14  του  μήνα  αρχίζει  ο  βομβαρδισμός  της  Κέρκυρας  από  τους 
Γερμανούς. Στις 28 του Σεπτέμβρη η ιταλική κατοχή τελειώνει και μαζί της η διαφορετική από την 
υπόλοιπη Ελλάδα διοικητική διαίρεση και οργάνωση των Ιονίων Νησιών.  
    Η κατάρρευση των Ιταλών και η εγκατάσταση των Γερμανών στην Κέρκυρα  αποκατέστησε την 
ελληνική  διοίκηση  σε  μέρος  των  παλιών  της  αρμοδιοτήτων  και  οδήγησε  στην  ενότητα    με  τα 
υπόλοιπα  εδάφη  της  ΄΄Ελληνικής  Πολιτείας΄΄ 40 .  Στις  28  Σεπτέμβρη  1943,  ο  Νομάρχης  Κέρκυρας, 
Ιωάννης Κομιανός, (τον  είχε  διορίσει   ο  Μπαρατιέρι,  διάδοχος του Parini, μαζί με τον Σ. Κόλλα  
ως  δήμαρχο Κερκυραίων), έχοντας υπόψη του ότι η ιταλική κατοχή έπαυσεν υφισταμένη και ότι 
επομένως,  κατά  τα  διεθνή  νόμιμα,  η  υπό  ταύτης  επιβληθείσα  εν  τη  νήσω  διάφορος  της  λοιπής 
Ελλάδος  διοικητική  διαίρεσις  έχασε  την  ισχύ  της,  καθώς  και  τη  διακήρυξη  της  Γερμανικής 
Στρατιωτικής Διοίκησης ότι στην Ελλάδα τηρείται η ισχύς της ελληνικής νομοθεσίας, εξέδωσε την 
από  28‐9‐1943  απόφαση  που  ομαλοποίησε  το  σύστημα  δημοτικής  οργάνωσης  του  νομού.  Η 
απόφαση αυτή προέβλεπε: 
D Την κατάλυσιν των υπό των Αρχών της ιταλικής κατοχής επιβληθέντος εν Κερκύρα Διοικητικού 
συστήματος, δι’ ού καταργήθησαν αι Κοινότητες και αντ’ αυτών διηρέθη η νήσος εις Δήμους. 

DΤην  απόλυσιν  όλων  των  υπό  των  αρχών  της  ιταλικής  κατοχής  διορισθέντων  Δημάρχων, 
Γραμματέων και κλητήρων. 

DΤην επαναφοράν του προϋφισταμένου κατά την ελληνικήν νομοθεσίαν διοικητικού συστήματος. 

DΤην  συνέχισιν  της  διοικήσεως  των  κοινοτήτων  υπό  των  νομίμων  οργάνων  ήτοι  των  υπό  των 
Αρχών της ιταλικής κατοχής απολυθέντων Προέδρων και μελών των κοινοτικών συμβουλίων. 
Με την ίδια απόφαση διατάχθηκαν τα κοινοτικά συμβούλια να αναλάβουν τα καθήκοντά τους …τα 
απορρέοντα εκ της ιδιότητός των ως οργάνων της Διοικήσεως. 
 

40
Η ΄΄Ελληνική Πολιτεία΄΄ ήταν το κατοχικό κράτος στο οποίο οι Γερμανοί διόρισαν τις δικές τους κυβερνήσεις ΄΄Κουΐσλινγκ΄΄,
πρώτα υπό τον στρατηγό της επαίσχυντης συνθηκολόγησης Τσολάκογλου, μετά υπό τον και γερμονοσπούδαχτο καθηγητή Ι.
Λογοθετόπουλο και τέλος υπό τον παλαιό πολιτικό Ιωάννη Γ. Ράλλη (7.4.1943) που παρέμεινε μέχρι την απελευθέρωση
(12.10.1944).

65
    
Τέως δήμος  Κοινότητες  α/α  Τέως δήμος  Κοινότητες 
α/α 
1. Καρουσάδες  45.Αυλιώτες 
1.  Ακρολοφιτών  2. Αγραφοί  12.  Εσπερίων  46.Περουλάδες 
3. Καβαλλούρι  47.Σιδάρι 
4. Επίσκεψη 
5. Αγ. Παντελεήμων  48.Σινιές 
6. Πετάλεια  49.Νησάκι 
2.  Ακρωρείων  13.  Κασσωπαίων 
7. Σγουράδες  50.Κασσιόπη 
8. Σπαρτύλας  51.Γιμάρι 
9. Ζυγός 
10.Μαγουλάδες 
52.Άνω Κορακιάνα 
11.Βελονάδες 
53.Κάτω Κορακιάνα 
3.  Αμφιπαγητών  12.Καββαδάδες  14.  Κορακέων 
54.Σωκράκι 
13.Αρμενάδες 
55.Αγ. Μάρκος 
14.Ραχτάδες 
56.Αργυράδες 
15.Λάκωνες 
57.Περιβόλι 
16.Μακράδες 
4.  Αρχαγγέλου  15.  Κορισσίων  58.Βασιλάτικα 
17.Κρήνη 
59.Χλομός 
18 Αλειμματάδες 
60.Αγ. Νικόλαος 
19.Αλεπού 
20.Κανάλια  61.Ριγγλάδες 
5.  Αστυγειτόνων  21.Άφρα  16.  Λευκιμμαίων  62.Λευκίμμη 
22.Ευροπούλοι  63.Νεοχώριο 
23.Κομπίτσι 
64.Λάκκα 
6.  Γαϊανών  24.Γάϊος  17.  Λακκιωτών  65.Λογγός 
66.Μαγαζιά 
67.Αγ. Ματθαίος 
25.Οθωνοί  68.Κάτω Γαρούνας 
7.  Διαποντίων  26.Ερείκουσσα  18.  Μελιταίων  69.Άνω Γαρούνας 
27.Μαθράκι  70.Παυλιάνα (Άνω) 
71.Βουνιατάδες 
72.Καστελλάνοι (Μέσης) 
73.Αγ. Προκόπιος 
74.Καμάρα 
28.Σκριπερό 
75.Βαρυπατάδες 
29.Δουκάδες 
8.  Επιλιμνίων  19.  Μεσοχωριτών  76.Πεντάτι 
30.Γαδελάδες 
77.Πέλεκα 
31.Λιαπάδες 
78.Συναράδων 
79.Κουραμάδες 
80.Καλαφατιώνες 
32.Στρογγυλή 
81.Περίθεια 
33.Μωραΐτικα 
9.  Μεσογείων  20.  Παντοκράτορος  82Λούτσες 
34.Σταυρός 
83.Λαύκι 
35.Χλωμοτιανά 
84.Αγρός 
85.Άγ. Αθανάσιος 
36.Γιαννάδες  86.Μεσαριά 
10.  Παρελείων  37.Κοκκίνι  21.  Περιάγρων  87.Μαλακιοί (Δροσάτο) 
38.Μάρμαρο  88.Χωροεπίσκοποι 
89.Αρκαδάδες 
90.Πάγοι 
39.Άγιοι Δούλοι 
91.Γαστούρι 
40.Νυμφές 
92.Κυνοπιάστες 
41.Σφακερά 
11.  Παρωρείων  22.  Χρυσιδέων  93.Άγ. Δέκα 
42.Βαλανειό 
94.Μπενίτσες 
43.Ξανθάτες 
95.Βιρός 
44.Κληματιά 
ΠΙΝΑΚΑΣ  21.   ΕΠΑΝΑΣΥΣΤΑΣΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΠΟ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΣΤΙΣ 28‐9‐1943 

66
Η  επικράτηση  των  γερμανικών  δυνάμεων  κατοχής  επανασύνδεσε  την  χρονική  αλυσίδα  του 
κοινοτικού  συστήματος  οργάνωσης  (επανασύσταση  των  95  κοινοτήτων  του  νομού),  που  είχε 
διαταραχθεί από τον Parini, αλλά επανέφερε και τα κοινοτικά όργανα που είχαν διοριστεί από το 
φασιστικό  καθεστώς  της  4ης  Αυγούστου.  Οι  απολυθέντες  Πρόεδροι  και  τα  μέλη  των  Κοινοτικών 
Συμβουλίων, που επανήλθαν με την απόφαση του Κομιανού,  αντικατέστησαν τους διορισμένους 
από τον ιταλικό φασισμό δημάρχους. Η πράξη του Νομάρχη Κομιανού είχε σαν αποτέλεσμα και τη 
σύνδεση  των  διοικητικών  και  αυτοδιοικητικών  αρχών  της  Κέρκυρας  με  την  κατοχική  και 
γερμανόδουλη  κυβέρνηση  των  Αθηνών,  αφού  ελληνικό  κράτος  δεν  υπήρχε  και  η  εξόριστη 
ελληνική  κυβέρνηση  του  Καΐρου  ήταν  ένα  συνοθύλευμα  φιλοβασιλικών  παλαιών  πολιτικών,  που 
εκπροσωπούσαν μόνο τον εαυτό τους.    
 
β. Οι παράπλευρες συνέπειες της κατοχής  
 
Το  πέρασμα  της  Κέρκυρας  στη  γερμανική  ζώνη  επιρροής,  εκτός  από  τις  δημοτικές 
μεταρρυθμίσεις 41 ,  δεν  σηματοδότησε  καμία  μεταβολή  στην  οικονομία  του  τόπου.  Η  απομύζηση 
αγαθών  και  πόρων  και  η  καταστροφή  των  υποδομών  καταδίκασαν  την  οικονομία  του  τόπου  σε 
απόλυτο  μαρασμό  και  τον  πληθυσμό  σε  θανάσιμη  πείνα.  Ο  πληθυσμός  της  Κέρκυρας,  ιδιαίτερα 
της  πόλης,  έχει  αρχίσει  να  γνωρίζει  τις  παράπλευρες  συνέπειες  του  πολέμου  και  της  κατοχής. 
Μέσα από τα ερείπια της βομβαρδισμένης πόλης ξεπήδησαν απειλητικά η πείνα, οι στερήσεις, οι 
αρρώστιες και η εξαθλίωση και κάθε περιγραφή όσο μελανή και αν είναι δεν μπορεί να αποδώσει 
την τραγική πραγματικότητα. Ο πληθυσμός έχει απομείνει από τον Οκτώβρη χωρίς ψωμί και άλλα 
τρόφιμα. Οι Ιταλοί δεν άφησαν παρά μόνο μικρό απόθεμα αλεύρων, ικανό για τη διατροφή των 
κατοίκων,  επί  είκοσι  μόνο  μέρες  με  ημερήσια  δόση  από  36  δράμια,  που  εξαντλήθηκε  γρήγορα. 
Παραγωγή  σιτηρών  και  λοιπών  αμυλωδών  τροφών,  ως  γνωστόν,  δεν  υπάρχει  εν  Κερκύρα  και  οι 
αλευρόμυλοι Δαλιέτου και Σοφιανόπουλου δεν λειτουργούσαν λόγω έλλειψης πρώτων υλών από 
την αρχή της ιταλικής κατοχής. 
    Ο  εφοδιασμός  του  νησιού  με  το  σύστημα  των  ανταλλαγών  προσέκρουε  στην  έλλειψη  μέσων 
μεταφοράς  και  στους  μαυραγορίτες  που  ανταλλάσσουν  1  οκά  λαδιού  με  1  ή  το  πολύ  2  οκάδες 
καλαμποκιού  (στην  ηπειρωτική  Ελλάδα  η  αντιστοιχία  ήταν  1  προς  4  μέχρι  1  προς  7), 
μετατρέποντας  τον  εφοδιασμό  του  νησιού  σε  ληστρική  επιχείρηση.  Παρ’  όλα  αυτά  μικρό  μέρος 
του  πληθυσμού  επωφελήθηκε  από  τις  ανταλλαγές  και  η  οικονομική  θέση  των  λοιπών  κατοίκων, 
απότοκη  των  ιδιότυπων  νομισματικών  και  οικονομικών  συστημάτων  της  ιταλικής  κατοχής,  ήταν 
τέτοια, ώστε κανείς δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τις ακριβές τιμές των εισαγόμενων τροφίμων. 
Το εμπόριο, που δεν εργάστηκε σε όλο το διάστημα της ιταλικής κατοχής (εργάστηκαν μόνο η ΑCI 
και  ελάχιστοι  προνομιούχοι  έμποροι),  παρουσίαζε  πλήρη  ανεπάρκεια  και  αδυνατούσε  να 
συμπληρώσει τα κενά λόγω έλλειψης κεφαλαίων κίνησης. 
    Αλλά και η υγειονομική κατάσταση του νησιού δεν ήταν σε καλύτερο σημείο. Παρά τη σχετική 
επάρκεια  γιατρών  τόσο  στην  πόλη  όσο  και  στην  ύπαιθρο  (αναλογία  1  γιατρός    ανά  1055 
κατοίκους)  η  παντελής  έλλειψη  φαρμάκων  καθιστούσε  αδύνατη  την  καταπολέμηση  των 
επιδημιών της μικροβιακής δυσεντερίας και της ελονοσίας, που σε ορισμένες περιοχές έχει λάβει 
τη  μορφή  πανδημίας.  Με  μεγάλη  ένταση  ξέσπασαν  και  τυφοπαρατυφικές  επιδημίες  που 
εμφανίστηκαν  σε  ορισμένα  προάστια  της  πόλης,  όπως  στο  Μαντούκι  και  τον  Κωτσέλλα,  ενώ 
βρέθηκαν σε έξαρση και τα αφροδίσια νοσήματα εξαιτίας της φανερής και της κρυφής πορνείας. 
Τα  ελάχιστα  φάρμακα  που  υπάρχουν  γίνονταν  αντικείμενο  του  μυστικού  εμπορίου  επειδή 
ορισμένοι  φαρμακοποιοί  απαιτούσαν  τρόφιμα  από  τους  πελάτες  τους  για  την  εκτέλεση  των 
συνταγών,  μη  δεχόμενοι  να  εκτελέσουν  ταύτας  επί  χρήμασι…και  …κατέρχονται  εις  το  επίπεδον 
σκοτεινών  ανθρώπων,  όπως  καταγγέλλει  στο  Φαρμακευτικό  Σύλλογο,  τον  Οκτώβρη  του  1943,  ο 
Πολύβιος Ευκλείδης, Διευθυντής του Υγειονομικού Κέντρου Κέρκυρας.  

41
Σε σύγκριση με τις 99 κοινότητες που εμφανίζονται αθροιστικά στους πίνακες 13, 14 και 16 απουσιάζουν οι κοινότητες
Ποταμού και Φυγαρέτου, που προσαρτήθηκαν στον Δήμο Κερκυραίων το 1915, και οι κοινότητες Περλεψιμάδων (Δάφνη) και
Αγ. Ιωάννη, που προφανώς δεν λειτούργησαν, αφού δεν ολοκλήρωσαν τις διαδικασίες ανάδειξης των αιρετών τους οργάνων
λόγω της ανώμαλης πολιτικής περιόδου (1934-1935) κατά την οποία αναγνωρίστηκαν ως κοινότητες. Δηλαδή το σύνολο των
αναγνωρισμένων κοινοτήτων μετά την ιταλική κατοχή ήταν 97.

67
     Αναφορικά με τα τρόφιμα η κατάσταση ήταν τραγική διότι έλλειπαν τα περισσότερα και ο ίδιος 
ο  Ευκλείδης  επεσήμαινε  συνεχώς  τις  θλιβερές  συνέπειες  προς  το  Γερμανικό  Φρουραρχείο,  που 
ήταν    υπεύθυνο,  σύμφωνα  με  τους  νόμους  του  πολέμου,  για  τη  διατροφή  του  υπό  κατοχή 
πληθυσμού.  Η  διατροφή  των  κατοίκων  τόσον  της  πόλεως  όσον  και  της  υπαίθρου  δεν  είναι 
υπερβολή να είπη τις ότι είναι αθλία… Η πλημμελής αύτη διατροφή των κατοίκων είναι εμφανής 
εκ  της  απισχνάσεως,  καταβολής  της  θρέψεως  και  των  δυνάμεών  των,  ασφαλώς  δε  θα  έχωμεν  
τεραστίαν αύξησιν της γενικής θνησιμότητος ιδίως δε της θνησιμότητος της βρεφικής και παιδικής 
ηλικίας. Ήδη είχαν καταγραφεί στο Αστικό Νοσοκομείο και Δημόσιο Ψυχιατρείο αρκετοί θάνατοι 
δι’  οιδήματα  πείνης  και  δι’  εμφανή  ασιτία,  ακριβής  όμως  αριθμός  των  θανάτων  εξ’  υποσιτισμού 
και πείνης δεν μπορούσε να υπάρξει, αφού οι κοινότητες δεν ήταν συνεπείς στην αποστολή των 
στατιστικών  πινάκων  γεννήσεων  και  θανάτου.  Ωστόσο  ο  επιστημονικός  Διευθυντής  του 
Ψυχιατρείου,  Π.  Ζής,  τον  ίδιο  μήνα  αποκάλυπτε  την  τραγική  μοίρα  του  πιο  ευάλωτου  τμήματος 
του  πληθυσμού:  Ως  γνωρίζετε  πλέον  των  500  ψυχοπαθών  απεβίωσαν  εξ’  οιδημάτων  πείνης  και 
εντερικών  διαταραχών  αποτόκων  του  υποσιτισμού,  οι  δ’  υπολειπόμενοι  διεσώθησαν,  διότι 
επετύχομεν  την  χορήγηση  διπλής  μερίδος  τροφίμων  δι’  έκαστον  κατ’  αρχάς  και  βραδύτερον 
τριπλής, υπό των Ιταλικών αρχών…Ο περιορισμός του αριθμού των μερίδων, τώρα που έχομεν και 
περιορισμόν εκάστης μερίδος ποσοτικόν, ενέχει την έννοιαν ότι καταδικάζομεν ημείς εις θάνατον 
τους  υπολοίπους  ψυχοπαθείς  και  συνεπώς  προκαλούμεν  την  κατάργησιν  του  Ψυχιατρείου,  εις 
στιγμήν κατά την οποίαν, αυτοί ούτοι οι Ιταλοί εφοβήθησαν να αποτελειώσουν το μακάβριον αυτό 
έργον. Μαζί με τον υπόλοιπο πληθυσμό και οι υπάλληλοι των δημοσίων υπηρεσιών βίωναν, χωρίς 
εξαίρεση, τις συνέπειες του πολέμου και της κατοχής, γιατί βρέθηκαν ανέτοιμοι οικονομικά, λόγω 
των  μειωμένων  αποδοχών,  να  αντιμετωπίσουν  την  τρομερή  αύξηση  των  τιμών  στα  είδη 
διατροφής, που πωλούνταν στην Κέρκυρα 40‐100% ακριβότερα από την Αθήνα. 
     Εξίσου  τραγική  είναι  η  οικονομική  κατάσταση  των  κυριοτέρων  νομικών  προσώπων  δημοσίου 
δικαίου,  όπως  π.χ.  του  Λιμενικού  Ταμείου  Κέρκυρας  και  του  Υδραγωγείου.  Οι  υπάλληλοί  τους 
αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν τη ζωή και οι εκκλήσεις των διοικήσεών τους τον κρίσιμο αυτό 
Οκτώβρη προς το Νομάρχη για οικονομική βοήθεια είναι συνεχείς και απεγνωσμένες. Το Λιμενικό 
Ταμείο  Κέρκυρας  στερούνταν  παντελώς  πόρων,  λόγω  της  διακοπής  κάθε  εισαγωγικής  και 
εξαγωγικής  κίνησης  στο  λιμάνι  της  Κέρκυρας  και  των  ειδικών  οικονομικών  συνθηκών  που 
εφαρμόστηκαν  από  τις  ιταλικές  αρχές  κατοχής.  Από  την  άλλη,  το  Υδραγωγείο  της  Κέρκυρας 
αντιμετώπιζε  τα  ίδια  προβλήματα  αφού,  λόγω  των  πολεμικών  γεγονότων  που  εξελίσσονταν  από 
14  Σεπτεμβρίου  1943,  οι  εισπράξεις  άρχισαν  να  ελαττώνονται  αχρηστευθέντος  του  1/3  κατά 
προσέγγισιν των ακινήτων εκ των βομβαρδισμών και εμπρησμών αυτών.  Άμεσος εξάλλου ήταν και 
ο  κίνδυνος  που  απειλούσε  τη  λειτουργία  των  δημοτικών  Αγαθοεργών  Ιδρυμάτων  (Αστικό 
Νοσοκομείο, Γηροκομείο, Ορφανοτροφείο), όπως αναφέρει η διοίκησή τους ιδρυμάτων τον Ιούνιο 
του 1944.  
     Είναι  γνωστό  ότι  οι  πρόσοδοι    από  την  ακίνητη  περιουσία  των  Αγαθοεργών  Ιδρυμάτων 
κάλυπταν  μεγάλο  μέρος  των  εξόδων  λειτουργίας  τους,  συνεπεία  όμως  του  πολέμου  και  της 
κατοχής  μειώθηκαν  στο  ελάχιστο,  δοθέντος  ότι  πλείστα  εκ  των  εις  την  κυριότητά  των  ακινήτων 
κατέστησαν  ακατοίκητα.  Το έσοδο αυτό ήταν και το μόνο που εισέπρατταν  τα ιδρύματα  αφού η 
φορολογία επί των εξ αλλοδαπής εισαγομένων εμπορευμάτων και ταχυδρομικών δεμάτων έπαψε 
να  αποδίδει  από  το  τέλος  του  1940  και  οι  επιχορηγήσεις  του  Υπουργείου  Εθνικής  Πρόνοιας 
σταμάτησαν  και  αυτές  από  την  έναρξη  της  ιταλικής  κατοχής.  Το  ίδιο  χρονικό  διάστημα 
σταμάτησαν τα κληροδοτήματα και οι δωρεές, που αποτελούσαν ένα αξιοσημείωτο έσοδο. 
     Οι  ανάγκες  των  Αγαθοεργών  Ιδρυμάτων  αντιμετωπίστηκαν  την  περίοδο  της  ιταλικής  κατοχής 
από  τα  διαθέσιμα  υπόλοιπα  του  εράνου  της  Αμερικανικής  Περιθάλψεως  και  τα  ειδικά  κονδύλια 
της κοινωνικής πρόνοιας της Νομαρχίας Κέρκυρας, αργότερα δε από την απόδοση της φορολογίας 
7%  επί  των  δια  δελτίου  διανεμομένων  ειδών  διατροφής.  Από  τον  Οκτώβρη  του  1943  όμως  η 
φορολογία αυτή καταργήθηκε από τις γερμανικές αρχές κατοχής με την αιτιολογία ότι επιβλήθηκε 
από τις αντίστοιχες ιταλικές και παρασχέθηκε οικονομική ενίσχυση, με τη μορφή προκαταβολών, 
από  το  Δημόσιο  Ταμείο  Κέρκυρας.  Οι  προκαταβολές  κάλυψαν  όμως  μικρό  ποσοστό  των 
καθημερινών αναγκών των ιδρυμάτων 42 , που αναγκάστηκαν να προσαρμόσουν το διαιτολόγιο των 

42
Πρέπει να σημειώσουμε ότι τα Αγαθοεργά Ιδρύματα, κατά τη διάρκεια της κατοχής αλλά και μετά την απελευθέρωση, για
να ξεπεράσουν τη σοβαρή οικονομική κρίση που δημιούργησε ο πόλεμος λειτουργούσαν υπό ενιαία κεντρική διοίκηση, η
οποία συντόνιζε τις ενέργειες και τα αιτήματα προς τους κρατικούς φορείς για την οικονομική τους ενίσχυση.

68
νοσηλευομένων  και  τροφίμων  εις  τας  υφισταμένας  επισιτιστικάς  και  οικονομικάς  δυνατότητας. 
Μικρή  παράταση  στη  λειτουργία  τους  (Οκτώβρης  1943‐Γενάρης  1944)  δόθηκε  με  τη  διάθεση 
τροφίμων από τις διαλυθείσες ιταλικές αποθήκες. 
     Αλλά  και  η  απελευθέρωση  αδυνατούσε  να  δώσει  ικανοποιητικές  λύσεις  στα  ιδρύματα  αυτά 
που  εκείνη  την  εποχή  είχαν  επιφορτιστεί  αναγκαστικά  το  μεγάλο  βάρος  της  υγειονομικής  και 
προνοιακής  πολιτικής  στην  Κέρκυρα.  Επειδή  παρά  των  αρμοδίων  Υπουργείων  εις  τα  οποία 
απετάνθημεν  πλειστάκις  δια  την  παροχήν  σοβαράς  ενισχύσεως  ουδέν  αποτελεσματικόν  μέτρον 
ελήφθη,  ο  Νομάρχης,  διαπιστώνοντας  από  κοντά  τη  αθλιότητα  που  επικρατούσε  στα  ιδρύματα 
αυτά, απευθύνθηκε στη Γενική Διοίκηση Ηπείρου ως έσχατη λύση δια την ενίσχυσιν των ανωτέρω 
ιδρυμάτων, δια την διακοπήν και λειτουργία των οποίων, και την εκ ταύτας δημιουργηθησομένην 
κατάστασιν ουδεμίαν ευθύνην φέρωμεν.   
    Παρ’  όλες  όμως  τις  απέλπιδες  εκκλήσεις  το  οικονομικό  αδιέξοδο  παρέμενε  απειλητικό.  Αυτό 
ανάγκασε την κεντρική διοίκηση των αγαθοεργών ιδρυμάτων να καταφύγει στην τελευταία λύση 
που  της  είχε  απομείνει,  δηλαδή  τη  διενέργεια  εράνου  στις  κοινότητες  του  νομού.  Η  διενέργεια 
εράνων  στην  Κέρκυρα,  μετά  την  απελευθέρωση,  ήταν  σύνηθες  φαινόμενο  και  τα  κρούσματα 
εξαπάτησης  του  ούτως  ή  άλλως  εξαθλιωμένου  λαού  δεν  ήταν  λίγα 43 .    Το  οικονομικό  πρόβλημα 
της  Κέρκυρας,  που  αποτελούσε  τροχοπέδη  για  την  επίλυση  των  συσσωρευμένων  τραγικών 
συνεπειών  του  πολέμου  και  της  κατοχής,  παρέμενε  άλυτο  όλη  αυτή  την  περίοδο  παρά  τις 
εκκλήσεις  του  Νομάρχη  προς  την  κεντρική  εξουσία.  Οι  πρωτοβουλίες  που  προσπαθούσε  να 
πάρει,  όπως  π.χ.  η  διάθεση  άλατος  για  την  προμήθεια  τροφίμων  προς  ανακούφιση  του 
πληθυσμού  από  τη  μάστιγα  της  πείνας,  στα  μέσα  του  1944,  προσέκρουσαν  στην  άρνηση  του 
Υπουργείου  Οικονομικών,  που  έφτασε  σε  σημείο  να  κατηγορεί  το  Νομάρχη  για  υπέρβαση  ή 
αντιποίηση  αρμοδιοτήτων.  Ήταν  μία  ακόμα  περίπτωση  τυφλής  προσήλωσης  της  κεντρικής 
διοίκησης στους τύπους, που οδηγούσε με ακρίβεια σε περισσότερα θύματα από την πείνα. Δεν 
μπορούσε ή δεν ήθελε να αντιληφθεί, ότι η τοπική διοίκηση, κάτω από τις τραγικές συνθήκες που 
βίωνε  ο  πληθυσμός  της  Κέρκυρας,  έπρεπε  να  αναπτύσσει  πρωτοβουλίες  για  την  αντιμετώπιση 
των επιτακτικών αναγκών του νομού, διαφορετικά οδηγούνταν ακόμα και στην εξάρθρωσιν των 
πάντων και την και κατά τύπους ακόμα ανυπαρξία και ίχνους της αρχής.   
    Η  Νομαρχία  αποκομμένη  και  εγκαταλειμμένη  από  το  κέντρο,  όλη  αυτή  την  περίοδο,  
παρακολουθούσε  με  δεμένα  τα  χέρια  τα  πολύπλοκα  προβλήματα  να  παραμένουν  χωρίς  λύση, 
αναμένουσα μόνον την εξ ύψους βοήθεια.  
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

43
Ο Νομάρχης για να αντιμετωπίσει άλλα πιθανά κρούσματα είχε εκδώσει διαταγή στην Αστυνομική Δ/νση για γενική
απαγόρευση της διενέργειας εράνων χωρίς προηγούμενη έγκρισή του. Η έγκριση δόθηκε και η διοίκηση των Αγαθοεργών
Καταστημάτων ήταν βέβαιη ότι, παρά τη διενέργεια άλλου εράνου, την ίδια εποχή προς ανακούφισιν των Αδελφών
Δωδεκανησίων, η έκκλησις αύτη προς τα φιλάνθρωπα αισθήματα των κατοίκων θα είναι αποτελεσματική και ότι ασμένως
ούτοι θα συνεισφέρωσιν το κατά δύναμιν.

69
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ 
 
Η ΤΟΠΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ 
 
1. Ο Κυβερνητικός Αντιπρόσωπος Μακκάς και το ΕΑΜ Κέρκυρας 
 
Όπως αναφέρει ο Κ. Δαφνής, από τις αρχές του Σεπτέμβρη του 1944 άρχισε να διαφαίνεται ότι οι 
Γερμανοί θα αποχωρούσαν από την Κέρκυρα. Οι δυνάμεις τους προοδευτικά μειώνονταν, ήταν δε 
έκδηλη  η  νευρικότητα  που  επικρατούσε  στις  τάξεις  τους.  Το  ηθικό  των  στρατιωτών,  που  στην 
πλειοψηφία τους ήταν Αυστριακοί και Πολωνοί, είχε πια κλονιστεί. Την ίδια περίοδο βρίσκεται σε 
εξέλιξη έντονη δραστηριότητα των αντιστασιακών οργανώσεων, που διεξάγουν αγώνα δρόμου για 
την  εξασφάλιση  της  εξουσίας,  όταν  θα  έφθανε  η  ώρα  της  αποχώρησης  των  φασιστικών 
στρατευμάτων. Το ζήτημα της ιδεολογικής ταυτότητας της μεταπολεμικής Ελλάδας, και επομένως 
και  της  μορφής  οργάνωσης  και  διοίκησης  του  μετακατοχικού  κράτους,  ήταν  φανερό  ότι  θα 
αποτελούσε  σημείο  τριβής  για  τους  συμμετέχοντες  στον  εθνικό  αγώνα,  γιατί  οι  διαφορές  ιδεών 
και  αντιλήψεων  που  τους  χώριζαν  δεν  μπορούσαν  να  γεφυρωθούν  στο  πολιτικό  τραπέζι  των 
διαπραγματεύσεων. Τη διάσταση επέτεινε και η βρετανική πολιτική στο ελληνικό ζήτημα, η οποία 
σκόπευε και εξόριστη βασιλική κυβέρνηση να επαναφέρει και τις συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις 
να  εγκαταστήσει  στο  κενό  εξουσίας.  Έτσι  τις  στιγμές  ευφορίας  που  ακολούθησαν  την 
Απελευθέρωση  διαδέχτηκαν  πολύ  σύντομα  οι  σκηνές  ενός  σκληρού  εμφύλιου  πολέμου,  που 
συγκλόνισε την Ελλάδα. Το τοπίο όμως που παίχθηκε το εμφυλιακό δράμα ήταν εφιαλτικό. 
 
α/α  Αναγνωριζόμενη κοινότητα  Διάταγμα και ημερομηνία αναγνώρισης  Μητρική κοινότητα 

1.  Αντιπερνοί   Β. Δ. 19‐9‐1953‐ ΦΕΚ 227/ Α΄/1953  Καρουσάδες 

2.  Αφιώνας   Β. Δ. 18‐12‐1947‐ΦΕΚ 300/ Α΄/1947  Καββαδάδες 

3.  Βάτος  Β. Δ. 26‐11‐1946‐ΦΕΚ 373/ Α΄/1946  Κοκκίνι 

4.  Βιταλάδες  Β. Δ. 24‐1‐1948‐ΦΕΚ 45/ Α΄/1948  Περιβόλι 

5.  Κανακάδες   Β. Δ. 26‐11‐1947‐ΦΕΚ 264/ Α΄/1947  Μάρμαρο 

6.  Καστελλάνοι Γύρου  Β. Δ. 12‐2‐1947‐ΦΕΚ 28/ Α΄/1947  Αρκαδάδες 

7.  Κάτω Παυλιάνα  Β. Δ. 13‐6‐1947‐ΦΕΚ 148/ Α΄/1947  Παυλιάνα 

ΠΙΝΑΚΑΣ 22.  ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΠΟ 1945‐1953 44 
 
     Ο ελληνικός λαός για την εθνική απελευθέρωση από το φασιστικό ζυγό και, ταυτόχρονα, στην 
κοινή συμμαχική υπόθεση της αντιφασιστικής πάλης των λαών πρόσφερε στον αγώνα μεγάλες και 
βαριές θυσίες. Βαρύς ήταν ο φόρος αίματος. Περισσότεροι από 400.000 οι νεκροί, το 5,6% δηλαδή 
του συνολικού τότε πληθυσμού της χώρας, από τους οποίους οι 260.000 πέθαναν από την πείνα 
και οι 50.000 εκτελέστηκαν από τους κατακτητές και τα ντόπια όργανά τους. Ακόμη περισσότεροι 
οι  τραυματίες.  Ανάλογες  ήταν  και  οι  καταστροφές  του  υλικού  πλούτου  της  χώρας,  που  σε  ποσό 
ισοδυναμούν με 5,7 φορές το προπολεμικό εθνικό εισόδημα (χωρίς ποτέ να έχει γίνει μια πλήρης 
καταγραφή).  Ολέθριες  ήταν  οι  συνέπειες  των  καταστροφών  αυτών  και  των  λεηλασιών  από  τους 
κατακτητές  και  τους  συνεργάτες  τους,  με  πιο  χαρακτηριστική  και,  τραγική  συνάμα,  απόδειξη  τη  
συντριπτική  πτώση  της  παραγωγής  στους  κυριότερους  κλάδους  της  βιομηχανίας  (μηχανουργία, 
κλωστοϋφαντουργία βαμβακιού και μετάξης, χαρτοποιία, παραγωγή τσιμέντου, σαπωνοποιία κλπ) 
στον πρώτο μετά την απελευθέρωση χρόνο (1945), η οποία ελάχιστα πλησίασε την αντίστοιχη του 
1939.  Το  οδικό  δίκτυο  της  χώρας  (αστικό  και  υπεραστικό),  μαζί  με  τα  διάφορα  τεχνικά  έργα 
(γέφυρες,  οχετοί  κλπ),  είχε  καταστραφεί  κατά  50%  περίπου.  Τεράστιες  ήταν  οι  καταστροφές  και 
στις οικοδομές. Ολοκληρωτικά καταστράφηκαν 122.000 περίπου οικοδομές, που αποτελούσαν το 
7%  του  συνόλου  όσων  υπήρχαν  το  1940  και  μερική  καταστροφή  είχαν  υποστεί  άλλες  66.000 
περίπου. Στις 600.000 περίπου ανέρχονταν οι άστεγοι. Και σε όλα αυτά πρέπει να προστεθούν τα 

44
Το σύνολο των κοινοτήτων, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ανέρχεται σε 104, αν αθροιστεί το σύνολο του πίνακα 21 και
22, καθώς και οι κοινότητες Δάφνης και Αγ. Ιωάννη.

70
όσα  άρπαξαν  και  λεηλάτησαν,  με  διάφορους  τρόπους,  οι  κατακτητές.  Από  το  κατοχικό  "δάνειο", 
μέχρι  το  άδειασμα  των  τραπεζικών  χρηματοκιβωτίων  και  των  αποθεμάτων  του  κράτους,  τα 
διάφορα προϊόντα, ζώα, μηχανήματα, κοσμήματα, πολύτιμα μέταλλα, ακόμη και έργα τέχνης. Και 
όμως, ούτε αυτές οι βαριές και ανυπολόγιστες, ουσιαστικά, θυσίες στο βωμό του αντιφασιστικού 
αγώνα, το τεράστιο και φοβερά δυσβάστακτο έργο της ανοικοδόμησης, που ορθωνόταν επιτακτικά 
μπροστά στον ελληνικό λαό, έπαιξε ρόλο στις διχαστικές και αντιλαϊκές επιδιώξεις των Άγγλων και 
της ελληνικής αστικής τάξης. 
    Από  τις  20  Φεβρουαρίου  1944,  ο  νομός  Κέρκυρας  αποτελεί  διοικητική  περιφέρεια  της  Γενικής 
Διοίκησης  Ηπείρου.  Ο  αντικομουνισμός  όμως,  βασικό  ιδεολογικό  στήριγμα  της  4ης  Αυγούστου, 
συνεχίζει  να  διαπερνά  ολόκληρη  τη  ραχοκοκαλιά  του  μεταπολεμικού  κρατικού  μηχανισμού  και 
ιδιαίτερα  το  Υπουργείο  Εσωτερικών,  που  ελέγχει  την  περιφερειακή  διοίκηση  του  κράτους 
(Νομαρχίες, Επαρχεία, Αγροτική Ασφάλεια κλπ) και τον καίριο τομέα των Σωμάτων Ασφαλείας. Ο 
Α. Ταβουλάρης, κατοχικός υπουργός της κυβέρνησης Ράλλη, με την ευκαιρία της αποχώρησής του 
από το Υπουργείο, στις 29 Μαΐου 1944, υπερασπίζεται χωρίς προσχήματα τα αντικομουνιστικά και 
δοσιλογικά πεπραγμένα του κατοχικού κράτους, διευκρινίζοντας ότι κεντρικός στόχος του ήταν η 
διοίκησις και η ασφάλεια να δημιουργήσουν φραγμόν κατά του κομμουνιστικού μιάσματος και να 
εμψυχώσουν  τους  τίμιους  πολίτας…Η  ασφάλεια  και  τα  συνεπικουρούντα  αυτήν  σώματα 
απεδείξαντο συναίσθησιν του προορισμού των και της ευθύνης ην υπέχουν απέναντι της ιστορίας 
και  της  Πατρίδος…Δια  τούτο  ενίσχυσα  ηθικώς  τους  αξίους  αμοιβής,  απεμάκρυνα  δε  τους 
απροσαρμόστους εις την κρισιμότητα των περιστάσεων. Οι συναγωνισταί μας έπεσαν και πίπτουν 
εν  τη  εκτελέσει  του  ιερού  των  καθήκοντος  υπό  τα  δολοφονικά  πλήγματα  υπανθρώπων  μη 
Ελλήνων. Σείς είσθε οι ενδεδειγμένοι εκδικηταί της μνήμης των και οι θεμελιωταί της Ελλάδος των 
ηθικών  και  Χριστιανικών  παραδόσεων.  Με  τα  ίδια  περίπου  λόγια,  λίγους  μήνες  αργότερα,  θα 
εξαπολυθούν τα κηρύγματα της μισαλλοδοξίας και του διχασμού στο απελευθερωμένο κράτος. 
     Μέσα στο κλίμα αυτό ο κρατικός μηχανισμός, αμέσως μετά τη απελευθέρωση, αποκαθαρμένος 
πια  από  κάθε  δημοκρατικό  στοιχείο,  τίθεται  αντιμέτωπος  με  τις  λαϊκές  προοδευτικές  δυνάμεις, 
που  εκπροσωπεί  κυρίως  το  Ε.Α.Μ.  και  οι  οποίες  είχαν  στόχο  τη  διάλυση    του  κατοχικού  
προδοτικού  κράτους  και  την  κατάλυση  των  ενόπλων  στηριγμάτων  του  (Χωροφυλακή,  Tάγματα 
Aσφαλείας κ.ά.). 
      Στην κρίσιμη αυτή χρονική περίοδο συγκρούστηκαν από τη μια οι αριστερές και προοδευτικές 
πολιτικές  δυνάμεις  του  τόπου,  που  ήθελαν  την  κατάλυση  μιας  γερασμένης  πια  δημοκρατίας  ‐ 
υπεύθυνης  για  πολλές  δικτατορίες  και  ανώμαλες  πολιτικές  λύσεις,  που  η  ίδια  εξέθρεψε  ή  δεν 
μπόρεσε να αποτρέψει ‐ και από την άλλη η αστική τάξη, που ήθελε να διαδεχθεί, ακριβώς όπως 
ήταν ένα διεφθαρμένο και υπόλογο κρατικό μηχανισμό, γιατί μόνο έτσι μπορούσε να διαφυλάξει 
την  ύπαρξή  της.  Σε  αντίθεση  με  τις  άλλες  ευρωπαϊκές  χώρες,  στις  οποίες  οι  συνεργάτες  των 
κατακτητών  καταδικάζονται  και  εκτελούνται,  η  Ελλάδα  ήταν  η  μόνη  χώρα  στην  Ευρώπη  όπου  οι 
δωσίλογοι  απέφυγαν  την  τιμωρία.  Τα  Δεκεμβριανά  στάθηκαν  για  την  αστική  τάξη  η  χρυσή 
ευκαιρία  για  να  θάψει  το  έπος  του  ελληνικού  λαού.  Η  συμμετοχή  στην  Αντίσταση  θεωρήθηκε 
πράξη  ασυμβίβαστη  με  την  ιδιότητα  του  δημοσίου  υπαλλήλου,  του  στρατιωτικού,  του 
εκπαιδευτικού, του υπαλλήλου σε οργανισμούς ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, εξαρτώμενα 
άμεσα  ή  έμμεσα  από  το  κράτος.  Το  μέλλον  της  χώρας  έγινε  πάλι  υπόθεση  λίγων  ιδιοτελών 
πολιτικών που συνδέονταν άρρηκτα με τους ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες.  
     Μια από τις πρώτες πράξεις της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου ήταν η ψήφιση του Ν. 
14/3‐11‐1944  ΄΄Περί  διορισμού  Αντιπροσώπων  της  Κυβερνήσεως΄΄  με  τον  οποίο  παρασχέθηκε  η 
δυνατότητα  στο  υπουργικό  συμβούλιο  να  διορίζει  Αντιπροσώπους  της  κυβέρνησης  εις  ας 
περιφερείας  ήθελε  κριθή  τούτο  αναγκαίο.  Ο  Αντιπρόσωπος  της  κυβέρνησης  είχε  ως  κύρια 
αποστολή την εποπτεία και την καθοδήγηση των δημοσίων λειτουργών της περιφέρειάς τους και 
την  επιμέλεια  της  ορθής  εφαρμογής  των  νόμων  και  των  κυβερνητικών  εντολών  υπέρ  του  λαού, 
υπό  των  οργάνων  του  κράτους.  Είχε,  επίσης,  την  εξουσία  να  εκδίδει  διαταγές  στους  δημόσιους 
λειτουργούς,  διοικητικούς,  στρατιωτικούς  και  δικαστικούς,  οσάκις  κρίνει  εκ  των  περιστάσεων 
τούτο  επιβαλλόμενον.  Παράλληλα,  είχε  και  την  δικαιοδοσία  να  αναστέλλει  τις  πράξεις  του 
Νομάρχη ή να προβαίνει στην ακύρωση ή τροποποίηση αυτών.  
     Με  τον  ίδιο  νόμο  κυρώθηκαν  όλοι  οι  διορισμοί  αντιπροσώπων  που  είχαν  γίνει,  καθώς  και  οι 
σχετικές  αποφάσεις  του  υπουργικού  συμβουλίου,  που  κύρωναν  τις  διαταγές  και  αποφάσεις  των 
Αντιπροσώπων.  Με  νεώτερο  νόμο  (35/23‐11‐1944)  ολόκληρη  η  επικράτεια  διαιρέθηκε  σε 
περιφέρειες  Κυβερνητικών  Αντιπροσωπειών,  καταργήθηκαν  οι  Γενικές  Διοικήσεις  και  οι 

71
Αντιπρόσωποι  εξοπλίζονται  με  τις  αρμοδιότητες  του  Γενικού  Διοικητή 45 .  Επικεφαλής  του 
πρωτοεφαρμοζόμενου  διοικητικού  αυτού  θεσμού  στα  Επτάνησα,  ήταν  ο  Κυβερνητικός 
Αντιπρόσωπος Λέων Μακκάς 46 , που είχε στα χέρια του ευρύτατες εκτελεστικές εξουσίες, όπως της 
έκδοσης  τοπικών  κυβερνητικών  διαταγμάτων  πλην  των  νομοθετικών.  Ένας  ισχυρός  λόγος  που 
επιλέχθηκαν οι Κυβερνητικές Αντιπροσωπείες, ως νέο σύστημα διοικητικής οργάνωσης της χώρας, 
αμέσως  μετά  την  απελευθέρωση,  ήταν  η  ισχυρή  παρουσία  του  ΕΑΜ  σ’  ολόκληρο  τον  ελλαδικό 
χώρο.  Από  την  Πελοπόννησο  έως  τη  Θράκη    δεν  υπάρχει  δύναμη  ικανή  να  αμφισβητήσει  την 
εξουσία του. Αυτό που επεδίωκε η Αθήνα με την δημιουργία των Κυβερνητικών Αντιπροσωπειών 
ήταν  η  δημιουργία  ισχυρών  τοπικών  διοικήσεων,  ενισχυμένων  με  ευρύτατες  αρμοδιότητες  και 
εξουσίες,  που  θα  μπορούσαν  κάθε  στιγμή,  και  χωρίς  προηγούμενη  συνεννόηση (οι  επικοινωνίες 
την  περίοδο  αυτή  ήταν  εξαιρετικά  δύσκολη  υπόθεση),  να  λαμβάνουν  κρίσιμες  αποφάσεις  στη 
ρευστή πολιτική κατάσταση που επικρατούσε. 
    Η  εφαρμογή  του  θεσμού  της  Κυβερνητικής  Αντιπροσωπίας  σηματοδότησε  την  κατάργηση  της 
περιφερειακής  (νομαρχιακής)  διοίκησης  της  χώρας  στο  χώρο  των  Επτανήσων  με  τη  σύσταση 
Πολιτικών  Διοικήσεων  σε  κάθε  πρώην  νομαρχία,  παρόλο  που  η  λειτουργία  κάθε  Πολιτικής 
Διοίκησης ασκούνταν κατά το οργανωτικό πρότυπο των νομαρχιών και ο Πολιτικός Διοικητής είχε 
αρμοδιότητες  και  δικαιοδοσίες  Νομάρχη.  Ο  Κυβερνητικός  Αντιπρόσωπος  Ιονίων  Νήσων,  Λέων 
Μακκάς,  εγκαθίδρυσε,  στις  18‐10‐1944,  στην  Κέρκυρα  και  τους  Παξούς  προσωρινή  Πολιτική 
Διοίκηση  με  έδρα  την  πόλη  της  Κέρκυρας  και  διόρισε  τον  Ευστάθιο  Γκίκα,  πρόεδρο  Εφετών, 
Πολιτικό  Διοικητή  Κέρκυρας,  ενώ  Πολιτικός  Υποδιοικητής  Παξών  διορίστηκε,  λίγο  αργότερα,  ο  Ι. 
Ζερμπάς. 
    Ο Γκίκας μετά την ανάληψη των καθηκόντων του και απευθυνόμενος προς τους Προέδρους των 
κοινοτήτων επικαλέστηκε τη συνδρομή τους για την επιτυχία των καθηκόντων του και απεύθυνε 
έκκληση  προς  αυτούς  να  συστήσουν  στους  κατοίκους  να  αποφεύγουν  την  διχόνοιαν    και  τας 
έριδας  δι’  ασημάντους  αφορμάς,  να  ενισχύσωσι  τα  όργανα  της  τάξεως  χωροφυλακήν, 
αγροφυλακήν  και  εθνικάς  ομάδας  ανταρτών,  αίτινες  προσωρινώς  έχουσιν  αναλάβει  την  τήρησιν 
της  τάξεως  εις  την  διατήρησιν  της  τάξεως  και  εις  την  αυστηράν  τήρησιν  των  νόμων  των 
περιφρουρούντων ιδία την προσωπικήν ελευθερίαν, την τιμήν και υπόληψιν των πολιτών, και την 
ιδιοκτησίαν…καταβάλητε δε πάσαν προσπάθειαν δια την μη εμφάνισιν ατόπων εν τη περιφερεία 
της δικαιοδοσίας σας και δια την άμβλυνσιν των πολιτικών διαμαχών, εφ’ όσον ο λαός θέλει κληθή 
προσεχώς  δια  να  ασκήση  εν  πλήρη  ελευθερία  το  ύψιστον  δικαίωμά  του  της  εκλογής  του 
Πολιτεύματος  της  χώρας,  οπότε  θα  δυνηθή  να  ψηφίση  την  μορφήν  του  κοινωνικού  καθεστώτος 
υφ’ ο επιθυμεί να διέπηται η χώρα μας.  
     Τα  ευχολόγια  και  οι  καλές  προθέσεις  του  Πολιτικού  Διοικητή  δεν  θα  εμποδίσουν  τον 
αντικομουνιστικό  μηχανισμό,  που  εγκαθιδρύθηκε  στη  μεταξική  δικτατορία  και  επιβίωσε  στην 
περίοδο  της  κατοχής  στο  πλευρό  των  Γερμανών  και  των  Ιταλών,  να  εγκαινιάσει  νέα  περίοδο 
τρομοκρατίας  και  καταπίεσης  του  βασανισμένου  κερκυραϊκού  λαού.  Όπως  καταγγέλλει  η 
εφημερίδα  ΄΄Η  ΦΩΝΗ  ΤΟΥ  ΛΑΟΥ΄΄,  όργανο  του  ΕΑΜ  Κέρκυρας,  οι  απρόκλητες  επιθέσεις,  οι 
αδικαιολόγητες συλλήψεις, η παραβίαση του οικογενειακού ασύλου, η συστηματική παρεμπόδιση 
της  ελεύθερης  έκφρασης  του  λαού,  η  συκοφαντία  και  ο  διασυρμός  προσώπων  και  παρατάξεων, 
είναι μερικά από τα μέσα που μεταχειρίζονται για να πλήξουν τη Λαϊκή θέληση. 
     Το ΕΑΜ για να καταγγείλει τα αντιδημοκρατικά αυτά φαινόμενα διοργάνωσε, στις 12 Νοέμβρη, 
ημέρα Κυριακή, μεγάλη λαϊκή συγκέντρωση στην πλατεία Σαρόκου. Στη συγκέντρωση παρέστη και 

45
Αν και στα δύο αυτά νομοθετήματα αναφέρεται ρητά ότι διατηρούνται τόσο ο νομός ως διοικητική υποδιαίρεση της
Κυβερνητικής Αντιπροσωπείας όσο και ο Νομάρχης ως πολιτικός και εκτελεστικός εκφραστής του θεσμού αυτού, το
παράδειγμα της Κέρκυρας, με την κατάργηση του Νομάρχη και την αντικατάστασή του με τον Πολιτικό Διοικητή, συνηγορεί
στο γεγονός ότι Αντιπρόσωποι, εκμεταλλευόμενοι τις εξουσίες που τους δόθηκαν, αντικατάστησαν τους νομάρχες με
πρόσωπα της απόλυτης εμπιστοσύνης τους. Είναι πιθανό η κίνηση αυτή να έγινε με τη σύμφωνη γνώμη και τις ευλογίες της
Εθνικής Κυβέρνησης, γιατί ο Νομάρχης, ως όργανο που συνεργάστηκε με τον κατακτητή, δεν τύχαινε της εκτίμησης του λαού.
Ίσως πάλι να ήταν ένα ακόμη δείγμα αυθαιρεσίας κυβερνητικού παράγοντα, από τα πολλά που θα δώσει αργότερα ο κρατικός
μηχανισμός, που αμετάλλαχτος προσφέρθηκε να υπηρετήσει τη νέα μεταβατική εξουσία.
46
Ο Μακκάς παραιτήθηκε λίγους μήνες αργότερα από τη θέση του κυβερνητικού Αντιπροσώπου για να αναλάβει υπουργικά
αξιώματα, πρώτα στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας και ύστερα στις κυβερνήσεις Πλαστήρα και Παπάγου.

72
ο  Κυβερνητικός  αντιπρόσωπος,  Λέων  Μακκάς,  που,  παρά  τις  πιέσεις  που  δέχθηκε,  ενέκρινε  τη 
συγκέντρωση και εκφώνησε ενωτικό χαιρετισμό 47 .  
     Το  ψήφισμα  της  παλλαϊκής  συγκέντρωσης  επέδωσε  στο  Μακκά  ο  γραμματέας  της  Επιτροπής 
Πόλης του ΕΑΜ, Γιάννης Δραγωνέτης, που στην ομιλία του τόνισε την ανάγκη της εθνικής ενότητας 
και ζήτησε να συλληφθούν αμέσως όλοι οι εθνοπροδότες και μεγαλομαυραγορίτες εκμεταλλευτές 
που μετέτρεψαν τον πόνο, τη δυστυχία και την εξαθλίωση του λαού μας σε χρυσάφι. 
ΨΗΦΙΣΜΑ 
1. Εκφράζει την εμπιστοσύνη του προς την Εθνική Κυβέρνηση και τον αντιπρόσωπο αυτής Υπουργό κ. 
Λέοντα  Μακκά.  Διακηρύχνει  ότι  πειθαρχημένα  και  με  όλες  τις  δυνάμεις  του  θα  συνδράμει  την 
Εθνική  Κυβέρνηση  και  τον  κ.  Υπουργό  στο  ύψιστο  καθήκον  της  επούλωσης  των  πληγών  από  τον 
πόλεμο και στην ανοικοδόμηση του Νησιού μας. 
2. Κατοχύρωση Εθνικής Ενότητας και Λαϊκών Ελευθεριών: Ο Λαός του Νησιού της Κέρκυρας, όλοι οι 
οργανωμένοι  Κερκυραίοι  στις  απελευθερωτικές  οργανώσεις  και  Κόμματα  του  ΕΑΜ,  ζητούν  την 
εξασφάλιση  της  Εθνικής  Ενότητας,  για  την  πραγματοποίηση  της  οποίας  τόσες  προσπάθειες  και 
θυσίες  έκαμαν.  Θέλουν  να  κατοχυρωθούν  οι  δημοκρατικές  ελευθερίες,  η  τάξη  και  η  ησυχία  στο 
νησί.      
3. Ζητάει  την  άμεση  σύλληψη  και  τιμωρία  των  εθνοπροδοτών  και  μεγαλομαυραγοριτών 
εκμεταλλευτών της δυστυχίας του λαού. Αυτό είναι αίτημα πανεθνικό, είναι η φωνή των χιλιάδων 
θυμάτων του αγώνα που βγαίνει μέσ’ απ’ τους τάφους τους. Αποτελεί ανάγκη για την ολοκλήρωση 
της λευτεριάς και την κατοχύρωση της Εθνικής ενότητας.  
4. Η συγκέντρωση στοιχείων για τους εγκληματίες πολέμου, η σύλληψη και τιμωρία τους να γίνει από 
πρόσωπα που δεν είναι τα ίδια δοσίλογοι ή δεν βαρύνονται με αντιλαϊκές πράξεις…. 
5. Να εκκαθαριστούν οι δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμοί δημοσίου δικαίου, εκπαιδευτικά ιδρύματα 
κλπ  δημόσια  ή  κοινωφελή  ιδρύματα  από  τους  λειτουργούς  τους  που  επέδειξαν  αναξιοπρεπή  και 
αντιλαϊκή διαγωγή στο 8χρονο διάστημα της 4αυγουστιανής δικτατορίας και της κατοχής. Κριτές να 
σταθούν οι τίμιοι συνάδελφοί τους. 
6. Να  αντικατασταθούν  τα  παληά,  διορισμένα  στο  πλείστο,  Κοινοτικά,  το  Δημοτικό  με  νέα 
προσωρινά.  Η  συγκρότησή  τους  να  γίνει  από  πρόσωπα  κοινής  εμπιστοσύνης,  με  αποδεδειγμένη 
εθνική αξιοπρέπεια και δράση. 
7. Να  εξασφαλισθούν  οι  συνδικαλιστικές  ελευθερίες  όλων  των  εργαζομένων  τάξεων  (δημοσίων 
υπαλλήλων, οργανισμού Δημοσίου δικαίου, ιδιωτών, εργατών κλπ). 
8. Να  επιλυθούν  άμεσα  τα  πιο  επείγοντα  λαϊκά  προβλήματα:  διατροφής,  υγείας,  στέγασης, 
ιματισμού  και  υπόδησης,  αναπροσαρμογής  μισθών  και  ημερομισθίων,  ανεργίας,  συγκοινωνίας, 
ενίσχυση  αγροτικού  πληθυσμού,  ηθικής  και  υλικής  ικανοποίησης  θυμάτων  αλβανικού  μετώπου 
και  απελευθερωτικού  αγώνα,  ηλεκτροφωτισμού  και  καθαριότητας  των  δρόμων,  λειτουργία 
σχολείων κ.λ.π.      
     Τα αιτήματα της παλλαϊκής συγκέντρωσης των Κερκυραίων είχαν σαν πηγή έμπνευσης το έργο 
του  ΕΑΜ  στη  διοίκηση  και  την  τοπική  αυτοδιοίκηση  στις  ελεγχόμενες  από  αυτό  περιοχές  (την 
ορεινή περιοχή που εκτεινόταν από τον Κορινθιακό κόλπο ώς τα σύνορα με τη Γιουγκοσλαβία και 
από τις δυτικές πλαγιές της Πίνδου ως την ανατολική ακτογραμμή). Έργο το οποίο  σημαδεύτηκε 
από  την  έκδοση  του  Κώδικα  της  Τοπικής  Αυτοδιοίκησης 48   από  την  ΠΕΕΑ,  την  κυβέρνηση  του 

47
Είναι αλήθεια ότι ο Μακκάς από τη μια μεριά ικανοποιούσε επιδέξια ορισμένα αιτήματα του ΕΑΜ Κέρκυρας ή των Παξών,
που άλλωστε συμπορεύονταν με τις διακηρύξεις της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, όπως π.χ. η έγκριση συγκεντρώσεων,
από την άλλη όμως πρωτοστατούσε και κατεύθυνε τις πιο σκοτεινές επιδιώξεις των ακραίων συντηρητικών κύκλων της
κυβέρνησης με την παράδοση της Λευκάδας στον ΕΔΕΣ και τον αφοπλισμό του 10ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ στην Κέρκυρα.
Ανάλογος ήταν και ο ρόλος του στην Κέρκυρα που είχε καταληφθεί από τον εφεδρικό ΕΛΑΣ Κέρκυρας, ύστερα από μάχη με
τους Γερμανούς. Αντί να γίνει η κατάληψη ειρηνικά και να μην ενοχληθούν οι οργανώσεις, η συμμαχική στρατιωτική αποστολή
που έδρευε στην Κέρκυρα, υπό τον αντισυνταγματάρχη Σόνμεϊ, με τη συνεργασία ραλλικών αξιωματικών και αξιωματικών του
ΕΔΕΣ, αφόπλισαν τον ΕΛΑΣ Κέρκυρας.
48
Στις ελεύθερες περιοχές της χώρας οργανώθηκε μια πολιτεία βασισμένη στη λαϊκή εξουσία. Κύριος στόχος της ήταν η
ανάπτυξη και η εφαρμογή ενός νέου συστήματος κρατικής και τοπικής διοίκησης. Υπήρξε μέριμνα και ειδικό πρόγραμμα για
την οικονομία, την αναμόρφωση του δικαστικού και εκπαιδευτικού συστήματος, ενώ εισήχθησαν ευρύτατες κοινωνικές
μεταρρυθμίσεις που αφορούσαν τη γυναίκα και την κοινωνική της θέση (συμμετοχή των γυναικών στα διάφορα όργανα της
λαϊκής αυτοδιοίκησης και δικαιοσύνης). Ήδη από τα τέλη του 1942 ειδική επιτροπή του ΕΑΜ, με προτροπή του Άρη
Βελουχιώτη προετοίμαζε τη σύνταξη μιας εισηγητικής έκθεσης για τον πρώτο κώδικα ΄΄για την Αυτοδιοίκηση και τη Λαϊκή

73
βουνού.  Άλλωστε  το  παλιό  διοικητικό  σύστημα  της  χώρας,  βαθύτατα  αντικομουνιστικό  και 
διεφθαρμένο,  είχε  καταδικαστεί  στη  συνείδηση  του  ελληνικού  λαού  με  το  πέρασμά  του  στην 
υπηρεσία  του  καταχτητή.  Όμως  η  συμμετοχή  του  ΕΑΜ  σε  μια  κυβέρνηση  συνενοχής  και 
συνυπευθυνότητας,  που  αποφασίστηκε  στη  Καζέρτα  (26‐9‐1944),  και  η  συνακόλουθη  διάλυση, 
στις  5  Νοέμβρη  του  1944,  της  ΠΕΕΑ  και  του  Εθνικού  Συμβουλίου,  έκανε  τα  αιτήματα  των 
Κερκυραίων Εαμιτών να φαντάζουν ουτοπικά 49 .               
 
2. Η Διοίκηση και ο Τύπος της Κέρκυρας 
 
Στις κρίσιμες στιγμές τα ΜΜΕ παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και 
όλοι οι δικτάτορες φρόντιζαν, από τη πρώτη στιγμή της αυθαίρετης εξουσίας τους, να ελέγχουν 
τη δύναμη και τη φωνή τους. Στις 4 Αυγούστου 1936 ο Μεταξάς, αφού κατέλυσε την ασθενική και 
αναποτελεσματική δημοκρατία της χώρας, έστρεψε αμέσως το ενδιαφέρον του στον Τύπο. Το ίδιο 
κιόλας βράδυ η αστυνομία πήγε στα τυπογραφεία και σταμάτησε την εκτύπωση των εφημερίδων, 
ενώ την επομένη κοινοποιήθηκε στους εκδότες η νέα εγκύκλιος που όριζε το πλαίσιο λειτουργίας 
του Τύπου. Σύμφωνα με τη διαταγή, που ίσχυσε έως την κατάρρευση του μετώπου τον Απρίλιο 
του  1941,  απαγορευόταν  στις  εφημερίδες  (το  ραδιόφωνο  βρισκόταν  ακόμα  σε  νηπιακή 
κατάσταση)  η  εμφάνιση  του  λευκού  στις  στήλες  τους  και  οι  εκδότες  ήταν  υποχρεωμένοι  να 
συμπληρώνουν  τα  κενά  της  λογοκρισίας  με  διαφημίσεις.  Απαγορεύονταν  επίσης  οι  κρίσεις  
σχετικά  με  το  έργο  της  κυβέρνησης,  εκτός  αν  ήταν  ευμενείς,  η  αναγραφή  ειδήσεων  για  τα 
πολιτικά  κόμματα  και  τους  πολιτικούς,  και  κάθε  αναφορά  σε  αλλαγές  στη  σύνθεση  της 
κυβέρνησης,  σε  μετακινήσεις  του  βασιλιά  ή  την  οικονομική  κατάσταση  της  χώρας.  Η  διαταγή 
έκλεινε με τη γενική παραίνεση προς τις εφημερίδες όπως εκθύμως και ενθουσιωδώς δι’ άρθρων, 
σχολίων και πάσης φύσεως δημοσιευμάτων συμβάλλωσι εις το αναμορφωτικόν και δημιουργικόν 
έργον  της  κυβερνήσεως.  Η  θέσπιση,  από  το  1938,  του  Μητρώου  Τύπου  πρόσφερε  το  τυπικό 
πλαίσιο για τη δίωξη των αντιφρονούντων. 
    Μετά την κατάληψη της Κέρκυρας από τις ιταλικές δυνάμεις και τη δημιουργία του Γραφείου 
Πολιτικών  Υποθέσεων  του  Parini,  στα  πλαίσια  της  γενικότερης  αφομοιωτικής  πολιτικής, 
απαγορεύτηκε  η  κυκλοφορία  των  ελληνικών  εφημερίδων  και  επετράπη  μόνο  η  κυκλοφορία 
ιταλικών εντύπων. Από τις 18 Μαΐου 1941 κυκλοφόρησε η τρισεβδομαδιαία δίγλωσση εφημερίδα 
΄΄IONIO΄΄,  όργανο  του  Parini.    Αργότερα  τη  διαδέχτηκε,  από  το  Σεπτέμβριο  του  1941,  η 
καθημερινή  ΄΄GAZZETTA  IONICA΄΄  (ΕΦΗΜΕΡΙΣ  ΤΩΝ  ΙΟΝΙΩΝ),  που  κυκλοφορούσε  μέχρι  το  τέλος 
της ιταλικής κατοχής με διευθυντή τον Πάολο Βερονέζε.  
    Τις  δύο  αυτές  ιταλικές  εφημερίδες  εξέδιδε  η  ιταλική  εκδοτική  εταιρεία  ΄΄San  Marco΄΄  στο 
ομώνυμο  τυπογραφείο,  που,  αργότερα,  ως  εχθρική  περιουσία  πια,  θα  αποτελέσει  σημείο 
οξύτατης αντιπαράθεσης ανάμεσα στην τοπική διοίκηση και στην εφημερίδα ΄΄Φωνή του Λαού΄΄ 
που απηχούσε τις απόψεις του ΕΑΜ Κέρκυρας.   
   Για  τον  τύπο  της  Κέρκυρας,  κατά  τη  διάρκεια  αλλά  και  μετά  την  ιταλογερμανική  κατοχή,  μας 
πληροφορεί  μια  μεταγενέστερη  (Δεκέμβρης  1947)  έκθεση  του  Υφυπουργείου  Τύπου  και 
Πληροφοριών (Δ/νση Εσωτερικού Τύπου), που κατέγραψε όλες τις, πλην Αθηνών, εφημερίδες και 
τα  περιοδικά  της  εποχής  που  κυκλοφορούσαν  ανά  γεωγραφικό  διαμέρισμα  της  χώρας.  Όλοι  οι 
εκδότες, άλλωστε, ήταν υποχρεωμένοι με το Ν. 582/1945 να υποβάλλουν στοιχεία κυκλοφορίας 
και  αποστολής  αντιτύπων  των  εκάστοτε  εκδόσεών  των,  άνευ  των  οποίων  δεν  ήταν  εφικτή  η 
χορήγηση χαρτιού από το Υφυπουργείο Τύπου.                                      

Δικαιοσύνη΄΄, που πήρε την ονομασία ΄΄Κώδικας Ποσειδών΄΄ και εφαρμόστηκε αρχικά στις περιοχές που απελευθέρωνε ο
ΕΛΑΣ.
49
Οι αρχές και οι ιδέες του ΕΑΜ για τη διοίκηση και αυτοδιοίκηση δεν εφαρμόστηκαν ποτέ στην Κέρκυρα. Η ευκαιρία
παρουσιάστηκε στις αρχές του Δεκέμβρη του 1944 (οι επιχειρήσεις ξεκίνησαν στις 16 του μήνα). Ο ΕΛΑΣ ήταν βέβαιος ότι τα
υπολείμματα του ΕΔΕΣ, μετά τη διάλυση και την εκδίωξή του από την Ήπειρο, θα κατέφευγαν στην Κέρκυρα. Γι΄ αυτό
σκέφτηκε την προκαταβολική και έγκαιρη κατάληψη της Κέρκυρας από τμήματα του μόνιμου ΕΛΑΣ, επιχείρηση που την
ευνοούσε η πολιτική κατάσταση στην Κέρκυρα, που ήταν καλή εαμική περιοχή. Η πιο συμφέρουσα λύση ήταν να
διεκπεραιωθεί στην Κέρκυρα τάγμα της ΙΧ Μεραρχίας μέσω Αλβανίας. Όταν όμως προετοιμάστηκε η επιχείρηση και βρέθηκαν
τα πλωτά μέσα, οι Αλβανοί δεν έδωσαν την έγκρισή τους και έτσι το εγχείρημα ματαιώθηκε.

74
 
ΙΟΝΙΟΙ ΝΗΣΟΙ 
ΚΕΡΚΥΡΑ 
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ  Ημερησία πρωϊνή εφημερίς από του 1943 (Εξεδίδετο καθημερινώς κατά την διάρκεια 
της  κατοχής.  Όργανον    μάχης    των  Ελλήνων  Πατριωτών.  Ιδρυτής  Εθνική  Αντίστασις  (  Ε.Δ.Ε.Σ.) 
Κέρκυρας. Εκδίδεται και αποτελεί όργανον του Εθνικού Κόμματος (Στρατηγού Ζέρβα). Διευθυντής 
Πέτρος Βαριάμης. Κυκλοφορία 2.000 φύλλα. Γραφεία‐Τυπογραφεία Καποδιστρίου 25. 
Η  ΦΩΝΗ  ΤΟΥ  ΛΑΟΥ 50     Ημερησία  εφημερίς  από  του  1945.  Από  του  Οκτωβρίου  του  1946  μέχρι 
τέλους  Δεκεμβρίου  εξεδίδετο  ως  εβδομαδιαία.  Από  του  Ιανουαρίου  του  1947  εκδίδεται 
δισεβδομαδιαία.  Όργανον  του  ΕΑΜ.  Διευθυντής  Αθανάσιος  Καβαδίας  (έτος  Γ΄αριθ.  Φύλλου  441 
της 6.6.1947) Κυκλοφορία 1.000‐1.500 φύλλα.    
ΕΜΠΡΟΣ    Εβδομαδιαία  εφημερίς  από  του  Νοεμβρίου  του  1946.  Όργανον  του  Πολιτευτού  κ.  Θ. 
Δεσύλλα. Κυκλοφορία 1.700 φύλλα. 
ΠΑΤΡΙΣ  Εξεδόθη εις εν μόνον φύλλον τον Απρίλιον του 1947. 
ΠΡΟΜΑΧΟΣ 51     Εβδομαδιαία  εφημερίς  από  του  1935.  Εθνική  εφημερίς  (όργανον  του  Λαϊκού 
Κόμματος).  Διευθύνεται  υπό  συντακτικής  Επιτροπής.  Υπεύθυνος  Διευθυντής  Σπυρίδων  Δ. 
Μαρτίνης.  Γραφεία  Αγίου  Σπυρίδωνος  37.  Τυπογραφεία  Ξ.Γ.  Βλάχου,  οδός  Μητροπόλεως  19‐21 
(περίοδος Δ΄ έτος β΄ αριθ. φύλ. 82 της 6ης Ιουλίου 1947). 
ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΑ ΝΕΑ  Εβδομαδιαία εφημερίς από του 1945. Όργανον των Φιλελευθέρων. Διευθυντής 
Κωνσταντίνος Δαφνής. Τον Νοέμβριον του 1946 διεκόπη η έκδοσις. 
ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΗΣ    Εβδομαδιαία  εφημερίς  από  του  1946.  Όργανον  των  Ε.Λ.Δ.  –  Κ.Κ.Ε.  Διευθυντής 
Στέφανος Βλαστός. Κυκλοφορία 500 φύλλα. Τον Νοέμβριον του 1946 διεκόπη η έκδοσίς της. 
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΝ  ΒΗΜΑ  Εβδομαδιαία  εφημερίς  από  του  1947.  Όργανον  του  Κόμματος 
Φιλελευθέρων  Κερκύρας.  Διευθύνεται  υπό  Επιτροπής.  Υπεύθυνος  Αναστάσιος  Νεραντζής. 
Τυπογραφείον Σ. Παπαδάτου οδός Αβραμίδη. (αριθ. Φύλ. 21 της 5ης Ιουλίου 1947). 
ΙΑΣΩΝ  ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΣ  Μηνιαίον  θρησκευτικός  περιοδικόν  από  του  1935.  Εκδίδεται  προνοία  του 
Σεβασμιωτάτου  Μητροπολίτη  Κερκύρας  και  Παξών  κ.  Μεθοδίου.  Υπεύθυνος  Συντάκτης  Ιερεύς 
Δημήτριος Αρταβάνης (έτος ΙΓ΄ αριθ. 7. Ιούλιος 1947). 
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ  ΝΕΑ    Μηνιαίον  περιοδικόν  από  του  1945.  Εγκυκλοπαιδικόν.  Διευθυντής  Δαφνής. 
Κυκλοφορία 500 φύλλα. Τον Δεκέμβριον του 1946 διέκοψε την έκδοσίν του. 
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΝ ΒΗΜΑ    
ΝΕΑ ΕΛΛΑΣ                           Αι έναντι  τέσσαρες εφημερίδες  εξεδίδοντο εβδομαδιαίως 52   εις  
ΝΕΟΙ ΚΑΙΡΟΙ                         Κέρκυραν διακόψασαι ήδη προ πολλού προ πολλού την έκδοσίν    
ΝΕΟΣ ΜΑΧΗΤΗΣ                  των. 
     
     Οι ιταλικές περιουσίες στην Κέρκυρα, μετά το τέλος της κατοχής, τέθηκαν υπό μεσεγγύηση ως 
εχθρικές περιουσίες. Σύμφωνα με το αναγκαστικό νόμο 2636/1940 εχθροί εθεωρούντο τα κράτη 
εκείνα  τα  οποία  με  βασιλικό  διάταγμα  χαρακτηρίζονταν  ως  εχθρικά,  οι  αρχηγοί  των  κρατών 
αυτών,  τα  νομικά  πρόσωπα  δημοσίου  δικαίου,  τα  νομικά  πρόσωπα  ιδιωτικού  δικαίου  και  όλες 
ενώσεις  περιουσίας  ή  προσώπων  που  τελούσαν  υπό  νομική  ή  οικονομική  επιρροή  των  κρατών 
αυτών,  καθώς  και  τα  φυσικά  πρόσωπα  που  έχουν  την  ιθαγένειά  τους.  Ως  εχθρικές  περιουσίες, 
εθεωρούντο  εκείνα  τα  περιουσιακά  στοιχεία  που  ανήκαν  οικονομικά  ή  νομικά  σε  εχθρούς, 

50
Η ΄΄Φωνή του Λαού΄΄ κυκλοφορούσε από το Νοέμβρη του 1944, διότι το φύλλο αριθ. 8 της εφημερίδας έχει ημερομηνία
κυκλοφορίας 19 Νοέμβρη 1944.
51
Ο ΄΄Πρόμαχος΄΄ επανεκδόθηκε στις 1-7-1951 (αριθ. φύλλου 213), ύστερα από διακοπή ενός έτους και πλέον, με διευθυντή
το Σπυρίδωνα Ανυφαντή.
52
Στις κερκυραϊκές εφημερίδες θα πρέπει να προστεθεί και η εφημερίδα ΄΄Παξοί΄΄ με εκδότη τον Χ. Μητσιάλη που ήδη
κυκλοφορούσε την εποχή αυτή.

75
δηλαδή, κινητά και ακίνητα, αξιόγραφα και λοιποί τίτλοι παντός είδους, χρήματα και λοιπά μέσα 
πληρωμής,  μετοχές  επιχειρήσεων,  δικαιώματα  βιομηχανικής  και  εμπορικής  ιδιοκτησίας  και  κάθε 
άλλο εν γένει περιουσιακόν στοιχείον ευρισκόμενον εν Ελλάδι. 
    Η Ιταλία και η Αλβανία είχαν οριστεί, ως εχθρικά κράτη, αναδρομικά από 28ης Οκτωβρίου 1940, 
με  το  σχετικό    διάταγμα  της  10ης  Νοεμβρίου  του  ιδίου  έτους.  Από  την  έκδοση  του  νόμου  αυτού 
ήταν  απαγορευμένη  και  άκυρη  κάθε  δικαιοπραξία,  εμπορική  συναλλαγή  και  πάσα  εν  γένει 
σύμβασις  μεταξύ  προσώπων  διαμενόντων  εν  Ελλάδι  ανεξαρτήτως  της  ιθαγενείς  αυτών,  και 
εχθρών, ως και πάσα εν γένει πράξις της Διοικήσεως ή μονομερής πράξις προσώπων διαμενόντων 
εν  Ελλάδι  που  αφορούσε  τις  περιουσίες  αυτές,  εφόσον  προσπόριζαν  δικαίωμα  ή  ωφέλεια  στον 
εχθρό.  Εξαίρεση  από  τις  διατάξεις  του  νόμου  αυτού  μπορούσε  να  καθιερωθεί  μόνο  με  κοινές 
αποφάσεις  των  υπουργών  Οικονομίας  και  Εθνικής  Οικονομίας  ως  προς  ωρισμένας  κατηγορίας 
προσώπων  ή  ωρισμένας  κατηγορίας  πράξεων  και  ως  προς  ωρισμένα  πρόσωπα  ή  ωρισμένας 
πράξεις.  Τις  ιταλικές  εχθρικές  περιουσίες  στην  Κέρκυρα,  μεταξύ  αυτών  και  η  περιουσία  της 
εκδοτικής  εταιρείας  ΄΄San  Marco΄΄  με  το  ομώνυμο  τυπογραφείο,  τις  διαχειριζόταν  τριμελής 
διαχειριστική  επιτροπή  που  είχε  οριστεί  από  τη  Νομαρχία  με  πρόεδρο  τον  τοπικό  οικονομικό 
έφορο.  Στο  τυπογραφείο  αυτό  έβγαινε  η  εφημερίδα  ΄΄Ελευθερία΄΄,  αλλά  το  ίδιο  δικαίωμα  της 
χρήσης  διεκδίκησε,  χωρίς  επιτυχία,  και  η  εφημερίδα΄΄Φωνή  του  Λαού΄΄.  Στις  26  Γενάρη  1946,  ο 
οικονομικός  έφορος  Κέρκυρας,  ο  εκπρόσωπος  του  τοπικού  διοικητικού  μηχανισμού  στη 
διαχειριστική  επιτροπή,  εξιστορεί  τα  γεγονότα  του  τυπογραφείου,  στην  έκθεσή  του  προς  τον 
εισαγγελέα Πρωτοδικών.  
    Το τυπογραφείον ΄΄Άγιος Μάρκος΄΄ ανήκει εις την ιδιοκτησίαν της Ιταλικής εκδοτικής εταιρείας 
΄΄Άγιος  Μάρκος΄΄  υπαγόμενον  εις  τας  διατάξεις  των  Α.Ν.  2636/940  και  Ν.  13/944  περί 
μεσεγγυήσεως  εχθρικών  περιουσιών.  Το  εν  λόγω  τυπογραφείον,  μέχρι  του  μηνός  Μαρτίου  π.ε, 
ουδόλως διεχειρίσθη παρ’ ημών κατόπιν εντολής της Κυβερνητικής Αντιπροσωπείας Ιονίων Νήσων 
(Μακκάς), καθ’ όσον μετά την εγκατάλειψιν της Νήσου υπό των Γερμανών κατελήφθη τούτο υπό 
των εφεδρικών ομάδων του ΕΔΕΣ προς φρούρησιν και διασφάλισιν εξ ενδεχομένης λεηλασίας και 
μετά  την  είσοδον  των  τακτικών  Ε.Ο.Ε.Α.,  εκτυπωμένης  εν  τω  αυτώ  τυπογραφείω  της  τοπικής 
ημερήσιας  εφημερίδος                    ΄΄  Ελευθερία΄΄,  ήτις  απετέλει  συνέχισιν  της  κατά  το  διάστημα  της 
Ιταλικής  κατοχής  εκδιδομένης  ομωνύμου  μυστικής  εφημερίδας,  περί  όλων  δε  αυτών  ανέφερεν  η 
ενταύθα Γεν. Διοίκησις εις το Υπουργείον των Οικονομικών. Ο ίδιος νόμος του 1940 όριζε ότι για 
τις εμπορικές ή βιομηχανικές επιχειρήσεις που βρίσκονται υπό καθεστώς μεσεγγύησης, μπορούσε 
να  επιτραπεί  η  συνέχιση  της  λειτουργίας  τους  και  ως  διαχειριστές  των  επιχειρήσεων  αυτών 
δύνανται να διατηρηθώσιν οι ήδη διοικούντες ταύτας εφ΄ όσον δεν είναι εχθροί ή να διορίζονται 
δια κοινών αποφάσεων των αυτών Υπουργών διαχειρισταί πλείονα πρόσωπα δημόσιοι υπάλληλοι 
ή  ιδιώται  υπό  όρους  καθοριζομένους  δια  της  αποφάσεως  περί  συνεχίσεως  της  λειτουργίας  της 
επιχειρήσεως. Ο ΕΔΕΣ όμως κατέλαβε παράνομα το ιταλικό τυπογραφείο με την ανοχή ή και την 
ενθάρρυνση  του  τοπικού  κρατικού  μηχανισμού  για  την  έκδοση  της  δικής  του  εφημερίδας,  χωρίς 
βέβαια  να  περιμένει  τη  δημοπρασία  που  όφειλε  να  διενεργήσει  ο  οικονομικός  έφορος,  αφού 
διεκδικητές  του  τυπογραφείου  ήταν  και  άλλες  κερκυραϊκές  εφημερίδες.  Ο  κρατικός  αυτός 
λειτουργός  και  τοποτηρητής  της  οικονομικής  ευταξίας  του  ελληνικού  κράτους,  ουδέποτε 
εφάρμοσε  το  νόμο,  σε  συνεννόηση  προφανώς  με  το  Γενικό  Διοικητή  Ιονίων  Νήσων,  Άγγελο 
Τσουκαλά 53 , αφού ο φόβος του τελευταίου ήταν, όπως καταγγέλλει σε δημοσίευμα της η ΄΄Φωνή 

53
Η απόρρητη αναφορά ΓΔΙΝ Άγγελου Τσουκαλά, στις 26 Ιουνίου 1945, προς τη Γενική Δ/νση Δημοσίου Λογιστικού του
Υπουργείου Οικονομικών επιβεβαιώνει τις καταγγελίες της αριστεράς και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα κρατικής
αυθαιρεσίας, που επεδίωκε τον στραγγαλισμό της ελευθεροτυπίας και συνάμα τον έλεγχο του τοπικού τύπου από τα
΄΄εθνικόφρονα στοιχεία΄΄. ...Το εν λόγω Τυπογραφείον περιήλθεν εις χείρας των Ανταρτικών Ομάδων ΕΟΕΑ (Ζέρβας) μετά
την απελευθέρωσιν, έκτοτε δε ήρχισεν εκτυπουμένη ανελλιπώς εν αυτώ η εφημερίς ΄΄ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ΄΄. Μετά την εγκαθίδρυσιν
ενταύθα το πρώτον της Γενικής Διοικήσεως Νήσων Ιονίου Πελάγους και ολίγον προ της άρσεως του στρατιωτικού νόμου,
υπεβλήθησαν αιτήσεις εκ μέρους δύο ακόμη δημοσιογράφων ζητούντων, όπως και αι ιδικαί των εφημερίδες εκτυπούνται εις το
Τυπογραφείον ΄΄ΣΑΝ ΜΑΡΚΟ΄΄. Ο Αναπληρωτής του Γενικού Διοικητού εκάλεσεν τότε τους τρεις δημοσιογράφους και
προσεπάθησεν να επιτύχη συμβιβαστικήν λύσιν… Εν τω μεταξύ αρθέντος του Στρατιωτικού νόμου αι εφημερίδες της άκρας
αριστεράς εζήτησαν και εκείναι να εκδίδωνται εις το Τυπογραφείον ΄΄ΣΑΝ ΜΑΡΚΟ΄΄, επειδή όμως τα πνεύματα ήσαν εκτάκτως
εξημμένα, προσβλέποντος δε μετά βεβαιότητος επεισόδια των οποίων την έκτασιν ουδείς ηδύνατο να γνωρίζη εκ των
προτέρων, η Γενική Διοίκησις έκρινε ότι τυχόν περιέλευσις του Τυπογραφείου εις χείρας της άκρας αριστεράς, ενέκλειε
σοβαρωτάτους κινδύνους επιδρομής κατ’ αυτού εθνικοφρόνων στοιχείων, κατά των οποίων δεν ήτο δυνατή, λόγω των
συνθηκών, η προληπτική λήψις αστυνομικών μέτρων, εθεώρησεν δε προς περιφρούρισιν της περιουσίας του δημοσίου

76
του Λαού΄΄,  ότι εάν το τυπογραφείον   εκτεθεί εις δημοπρασίαν, ασφαλώς η  Αριστερά  Παράταξις 
θα  το  κτυπήση  και  επειδή  διαθέτει  περισσότερα  χρήματα  θα  το  πάρη.  Φρονώ,  δια  ταύτα,  ότι  το 
τοιούτον δεν πρέπει να συμβή διότι η ΄΄Ελευθερία΄΄ είναι η μόνη εθνικόφρων εφημερίς και πρέπει 
να κατοχυρωθεί. Άλλωστε η στενή σχέση της εφημερίδας, από την πρώτη στιγμή της έκδοσής της, 
με τον τοπικό διοικητικό μηχανισμό επιβεβαιώνεται και αργότερα, στις 3 Σεπτέμβρη 1948, όταν ο 
ίδιος  ο  Νομάρχης  Κέρκυρας  βεβαίωνε  εγγράφως  ότι  η  εφημερίδα  αυτή  αποτελεί  εθνικόν 
κεφάλαιον, ικανοποιώντας σχετική επιθυμία του εκδότη της, Π. Μπαριάμη. Φυσικά και ο πόλεμος 
αυτός  του  τοπικού  τύπου  βρήκε  νικητή  εκείνον  που  είχε  σύμμαχο  τον  πανίσχυρο  τότε 
αντιδραστικό κρατικό μηχανισμό με τους διορισμένους Νομάρχες και Γενικούς Διοικητές.  
      Ήταν δύο εφημερίδες που εξέφραζαν τότε δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους. Ο έλεγχος της 
πληροφόρησης  και  του  κρατικού  μηχανισμού  ήταν  εκείνα  τα  καθοριστικά  στοιχεία,  κόντρα  στη 
θέληση  της  μεγάλης  πλειοψηφίας  του  ελληνικού  λαού,  που  έδωσαν  την  τελική  νίκη  στη 
συντηρητική παράταξη. Μία παράταξη που δεν έδειξε, αν και θα μπορούσε, τη μεγαλοψυχία του 
νικητή, παρά μόνο τη διάθεση για εκδίκηση, μη μπορώντας πια να χαλιναγωγήσει τα ακραία και 
φασιστικά στοιχεία του πολιτικού και κρατικού μηχανισμού, που η ίδια με μεγάλη φροντίδα είχε 
εκθρέψει στους κόλπους της. 
 
3. Η Διοίκηση και οι Εβραίοι της Κέρκυρας 
 
Η ηθική και κοινωνική διάσταση της εκμηδένισης των Κερκυραίων Εβραίων από τους Γερμανούς, η 
τύχη των περιουσιών τους και η στάση των ηγετών  της πόλης τον Ιούνιο του ΄44 είναι ασφαλώς 
ένα εξαιρετικά περίπλοκο θέμα. Εμείς θα επιχειρήσουμε μια πρώτη καταγραφή του προβλήματος, 
ερευνώντας  αποκλειστικά  τη  στάση  της  τοπικής  διοίκησης,  βασιζόμενοι  στα  έγγραφα  της 
Νομαρχίας  της  περιόδου  1944‐1948,  με  όλον  το  οφειλόμενο  σεβασμό  στα  θύματα  μιας 
απίστευτης τραγωδίας.   
     Όταν  κατά  τη  νύχτα  της  13ης    προς  14η    Σεπτεμβρίου  1943  οι  Γερμανοί  βομβάρδιζαν  και 
λαμπάδιαζαν  την  Κέρκυρα,  μεταξύ  των  εμπρησθέντων  κτιρίων  περιλαμβανόταν  και  το  κοινοτικό 
μέγαρο με τα γραφεία της Ισραηλιτικής Κοινότητας, που βρισκόταν επί της οδού Παλαιολόγου.  
    Μετά  την  αποχώρηση  των  ιταλικών  στρατευμάτων  και  την  κατάληψη  της  Κέρκυρας  από  τους 
Γερμανούς, ένα από τα πρώτα μελήματα των νέων κατακτητών ήταν και η συστηματική λεηλασία 
των  καταστημάτων  και  των  οικιών  των  Εβραίων  συμπολιτών  μας  με  τον  τρόπο  της  επίδοσης 
επειγόντων  φρουραρχικών  σημειωμάτων  προς  την  Κοινότητα  για  την  παράδοση  αντικειμένων, 
επίπλων  κ.ά.  Η  κατάσταση  αυτή  ανάγκασε  την  Κοινότητα  να  συστήσει  στο  οίκημα  της 
Παλαιολόγου  ιδιαίτερο  γραφείο  για  την  εξυπηρέτηση  του  Φρουραρχείου.  Για  το  λόγο  αυτό 
αναγκάστηκε να  συστεγαστεί το Γραφείο του Κοινοτικού Συμβουλίου μαζί με τις φιλανθρωπικές 
της  εταιρείες,  ΓΚΕΜΙΔΟΥΘ  ΧΑΣΑΔΙΜ  ΑΠΟΥΛΙΑΝΟΥ  ΝΑΟΥ  και  ΓΚΕΜΙΔΟΥΘ  ΧΑΣΑΔΙΜ  ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ 
ΝΑΟΥ.                                                                                      
   Στις  22  Δεκεμβρίου  1943,  δημοσιεύεται  στο  επίσημο  όργανο  του  Γερμανού  στρατιωτικού 
διοικητή Ελλάδος ΄΄Εφημερίς των διατάξεων΄΄ το διάταγμα της 23.11.1943 για την κατάσχεση των 
περιουσιών  όλων  των  ελληνικής  υπηκοότητας  Εβραίων,  οι  οποίοι  δεν  ανταποκρίθηκαν  στην 
πρόσκληση της αστυνομίας και των ταγμάτων ασφαλείας να προβούν σε δήλωση για το πρόσωπό 
τους.  Στο  ίδιο  διάταγμα  διευκρινιζόταν  ότι  όλες  τις  περιουσίες  (κινητές,  ακίνητες,  δικαιώματα 
επικαρπίας,  μετοχές,  χρεόγραφα  κλπ)  θα  τις  διαχειρίζεται  το  ελληνικό  κράτος  προς  διοίκησιν, 
δηλαδή, η κατοχική κυβέρνηση με τις κρατικές της υπηρεσίες. Οι Γερμανοί, τον Ιούνιο του 1944, 
συνέλαβαν  και  έστειλαν  στα  στρατόπεδα  συγκέντρωσης  τους  Εβραίους  της  Κέρκυρας.  Μέσα  σε 

σκοπιμώτερον να εκμισθώσει το Τυπογραφείον εις την ΄΄Ελευθερίαν΄΄, καθορίσασα ως μίσθωμα εκείνο το οποίον, κατά την
εισήγησιν του Οικονομικού Εφόρου και άλλων αρμοδίων, εκρίθη ορθόν και δίκαιον. Σημειωτέον ότι και αν ηκολουθείτο η
κανονική διαδικασία της εκθέσεως του Τυπογραφείου εις πλειστηριασμόν και πάλιν το αυτό θα επήρχετο αποτέλεσμα, καθ’
όλας τουλάχιστον τας ενδείξεις, διότι η οικονομική ρώμη της άκρας αριστεράς θα επέτρεπεν εις αυτήν να συναγωνισθή
οιονδήποτε άλλον πλειοδότην, θα έπραττε δε τούτο ασφαλώς διότι εν τοιαύτη περιπτώσει θα απέκτα περίπου το μονοπώλιον
του τύπου, δοθέντος ότι ουδεμία άλλη καθημερινή, εθνικόφρων εφημερίς εκδίδεται, ούτε δύναται να εκδοθή εν Κερκύρα.

77
λίγες μέρες η κοινότητα των Εβραίων έπαψε να υπάρχει 54  στον πληθυσμιακό χάρτη της πόλης με 
τη Συναγωγή της και τα μαγαζιά της. 
    Ο Νομάρχης Κέρκυρας, Ιωάννης Κομιανός, εκτέλεσε άμεσα το γερμανικό διάταγμα και ξεκίνησε 
να  ανιχνεύει  και  να  καταγράφει  με  λεπτομέρεια,  από  τις  αρχές  του  Ιούνη  του  1944,  τις 
ισραηλιτικές  περιουσίες  σε  όλο  το  νομό,  με  ειδικές  επιτροπές.  Οι  επιτροπές  αυτές,  που 
στελέχωναν  κρατικοί  υπάλληλοι,  εποπτεύονταν  από  τον  οικονομικό  έφορο  ή  τους  αναπληρωτές 
του.  Με  κατοχικό  νόμο,  είχε  επιβληθεί  από  την  κεντρική  διοίκηση  και  αμοιβή  10%  σε  όσους 
συνέβαλαν στον εντοπισμό (κατάδοση) των ισραηλιτικών περιουσιών, ποσοστό που πληρωνόταν 
από τα έσοδα των περιουσιών αυτών.  
     Όλα τα περιουσιακά αντικείμενα που συγκεντρώθηκαν τα διαχειρίστηκε η ειδική υπηρεσία που 
συγκροτήθηκε  από  τον  Κομιανό  υπό  τον  τίτλον  ΄΄υπηρεσία  διαχειρίσεως  των  περιουσιών  των  εκ 
Κερκύρας  αναγκαστικώς  απομακρυθέντων  Ισραηλιτών΄΄.  Πρόεδρος  της  Επιτροπής  τοποθετήθηκε   
ο πρωτοδίκης, Παναγιώτης Γίδας, ενώ ειδικά καθήκοντα στην επιτροπή αυτή (αποτελούνταν από 
υπαλλήλους όλου σχεδόν του φάσματος της δημόσιας διοίκησης) ασκούσε ο έφορος της Δημόσιας 
Βιβλιοθήκης,  Κωνσταντίνος  Σολδάτος,  που  παρελάμβανε  και  κατέγραφε  βιβλία,  βιβλιοθήκες  και 
έργα τέχνης. 
      Το  έργο  των  επιτροπών  αυτών  ήταν  και  δύσκολο  και  εξαιρετικά  χρονοβόρο.    Όλα  τα 
περιουσιακά  αντικείμενα  των  Εβραίων  της  Κέρκυρας  συσσωρεύτηκαν  τελικά  στις  αποθήκες  του 
Ψυχιατρείου  αλλά  αυτό  δεν  στάθηκε  εμπόδιο  για  ορισμένα  αρπαχτικά  της  κατοχής.  Ο 
αστυνομικός  διευθυντής  Κέρκυρας,  Η.  Δεδόπουλος,  (πριν  τη  μετάθεσή  του  στην  Κέρκυρα 
υπηρετούσε  το  κατοχικό  κράτος  των  Αθηνών),  σε  έκθεσή  του  προς  τον  Κομιανό  επισήμαινε  την 
καθυστέρηση  της  καταγραφής  και  καταλόγιζε  στις  επιτροπές  αδράνεια  προς  διαφύλαξιν 
τουλάχιστον  των  πολυτιμωτέρων  ειδών  εις  μέρη  ασφαλή  προς  πρόληψιν  κλοπών,  αν  και  η 
αστυνομία  ήταν  πρωταρχικά  υπεύθυνη  για  τη  φύλαξη  της  κινητής  περιουσίας  των  Κερκυραίων 
Ισραηλιτών. Ο Δεδόπουλος, σαν άλλος Πόντιος Πιλάτος, δικαιολογείται ότι, αν και διέθετε ειδικές 
περιπόλους,  ημέρα  και  νύκτα,  η  απόλυτος  πρόληψις  κλοπών  εις  βάρος  αυτών  καθίσταται 
αδύνατος.  Δεν  ήταν  βέβαια  μόνο  οι  κλοπές  που  απειλούσαν  τις  περιουσίες  των  Κερκυραίων 
Ισραηλιτών. Πριν καλά‐καλά τελειώσει η απογραφή οι Γερμανοί αποφάσισαν να στεγάσουν τους 
βομβόπληκτους και πυροπαθείς της πόλης.  
     Ο Κομιανός, με το αιτιολογικό ότι η σχετική διαταγή του φρουραρχείου είναι επικρατεστέρα της 
ελληνικής νομοθεσίας, με έγγραφο του προς την ΄΄Υπηρεσία διαχειρίσεως των περιουσιών των εκ 
Κερκύρας αναγκαστικώς απομακρυθέντων Ισραηλιτών΄΄, στις 23 Ιουνίου 1944, συγκροτεί επιτροπή 
υπό την προεδρία του προέδρου Πρωτοδικών Ευάγγελου Χονδρογιάννη δια την στέγασιν εις τας 
τέως  κατοικίας  των  Εβραίων,  αίτινες  λογίζονται  έκτοτε  Νόμω  επιτεταγμέναι.  Σ’  αυτούς  που 
στεγάζονται  παραχωρείται  και  ο  απαραίτητος  οικιακός  εξοπλισμός  προς  χρήσιν  επί  τη 
κεκανονισμένη  αποδείξει.  Σύμφωνα  με  τη  διαταγή  του  Κομιανού  οι  εν  λόγω  στεγαζόμενοι 
υπεισέρχονται εις τα μισθωτικά δικαιώματα των απομακρυθέντων Εβραίων υποχρεούμενοι εις την 
καταβολή  του  νομίμου  μισθώματος  εις  τους  ιδιοκτήτας  των  κατοικιών.  Όσοι  στεγάζονταν  σε 
ιδιόκτητες ισραηλιτικές κατοικίες  πλήρωναν στον οικονομικό έφορο το εκάστοτε υπό του Νόμου 
μίσθωμα,  που  το  κατέθετε  ο  ίδιος  στο  Ταμείο  Παρακαταθηκών  και  Δανείων  υπό  τον  τύπον 
΄΄διαχειρίσεως  των  περιουσιών  των  αναγκαστικώς  απομακρυνθέντων  Εβραίων΄΄.  Με  την  ίδια 
απόφαση  συγκροτήθηκε  και  δεύτερη  επιτροπή  διαθέσεως  των  διαφόρων  ειδών  ιματισμού  και 
υποδήσεως  προς  τους  απόρους.  Οι  επιτροπές  αυτές  δραστηριοποιήθηκαν  αμέσως  χωρίς  ν’ 
αναμένωσιν το πέρας της απογραφής.  
     Αλλά  και  η  απελευθέρωση  δεν  επιφύλαξε  καλύτερη  τύχη  στη  μοίρα  των  Κερκυραίων 
Ισραηλιτών.  Ένα μεγάλο  μέρος της κινητής τους περιουσίας διανεμήθηκε σε διάφορα ιδρύματα 
και  αρχές  (Αγαθοεργά  Ιδρύματα,  Εθνικές  Ομάδες  Ελλήνων  Ανταρτών  [ΕΟΕΑ],  μεραρχία 
Εθνοφυλακής,  Μητρόπολη  κλπ).  Πάντως,  τον  Φεβρουάριο  του  1945,  το  θέμα  αυτό  φαίνεται  να 
κλείνει οριστικά ύστερα από διαμαρτυρίες της προσωρινής διοικητικής επιτροπής της Ισραηλιτικής 
Κοινότητας  προς  τον  Κυβερνητικό  Αντιπρόσωπο,  Λέοντα  Μακκά,  όστις  συνέστησεν  ότι  δεν 

54
Η Ελλάδα έχασε από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη ποσοστά του εβραϊκού πληθυσμού της, ενώ εξαφανίστηκαν μερικές από
τις αρχαιότερες κοινότητες της Ευρώπης οι οποίες διαβιούσαν στην Ελλάδα. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, που πάντα θα
υπάρχουν, το αντισημιτικό κίνημα στην Ελλάδα δεν βρήκε καθόλου απήχηση και πολλοί Εβραίοι κατάφεραν να επιβιώσουν
βοηθούμενοι από χριστιανούς συμπατριώτες τους.

78
ευρίσκει  ορθόν  να  εξακολουθήση  η  ικανοποίησις  των  Δημοσίων  Αναγκών  μόνον  εις  βάρος  της 
Ισραηλιτικής περιουσίας.   
     Μετά την απελευθέρωση οι ελάχιστοι που διέφυγαν τη σύλληψη ή το θάνατο συγκρότησαν το 
πρώτο  Κοινοτικό  Συμβούλιο  με  απόφαση  του  Κυβερνητικού  Αντιπροσώπου.  Ένα  από  τα  πρώτα 
νομοθετικά  μέτρα  της  κυβέρνησης  Γ.  Παπανδρέου  ήταν  η  κατάργηση  με  το  νόμο  2/26.10.1944 
όλων των νομοθετικών διατάξεων της τελευταίας κατοχικής κυβέρνησης Ράλλη που δέσμευαν τις 
Ισραηλιτικές  περιουσίες.  Ο  νόμος  προέβλεπε  να  αποδοθούν  στους  Ισραηλίτες  τα  πάσης  φύσεως 
περιουσιακά  αντικείμενα,  τα  συμφώνως  προς  τας  διατάξεις  του  Νόμου  1180/1944  τελούντα  ήδη 
υπό  την  διαχείρισιν  του  Ελληνικού  Δημοσίου,  και  ευρισκόμενα  εις  τας  αποθήκας  της  Υπηρεσίας 
Διαχειρίσεως Ισραηλιτικών Περιουσιών, ή εις  ιδιωτικάς τοιαύτας ή αλλαχού. Το Ελληνικό Δημόσιο 
παρακρατούσε  το  5%  για  τις  δαπάνες  και  τα  έξοδα  λειτουργίας  της  Υπηρεσίας  Διαχειρίσεως 
Ισραηλιτικών Περιουσιών παρά τις διαμαρτυρίες των Ισραηλιτών. Την ιστορία διηγείται παρακάτω 
η αναφορά της Οικονομικής Εφορίας Κέρκυρας, με ημερομηνία 6 Φεβρουαρίου 1945:  
Προς  
τον κ. Κυβερνητικόν Αντιπρόσωπον Ι. Νήσων    
 Ενταύθα 
Λαμβάνω την τιμήν ν’ αναφέρω ημίν ότι δυνάμει του υπ’ αριθμ. 2/44 Νόμου δέον ν’ αποδοθώσιν 
εις τους Ισραηλίτας τα συγκεντρωθέντα υφ’ ημών περιουσιακά αντικείμενα των απομακρυθέντων, 
κατόπιν  διαταγής  των  Γερμανικών  Αρχών,  Ισραηλιτών.  Κατά  την  §  2  του  άρθρου  1  του  ως  άνω 
Νόμου  αποδίδονται  τα  περιουσιακά  αντικείμενα  μόνο  εις  τους  παρόντας  Ισραηλίτας,  επί  των 
απόντων  δε  εξακολουθεί  την  διαχείρισιν  το  Ελληνικόν  Δημόσιο,  πλην  όμως  ενταύθα  άπασα  τα 
περιουσιακά αντικείμενα των Ισραηλιτών ανεμίχθησαν και ελλείψει χώρου εις τας αποθήκας του 
Ψυχιατρείου  αφ’  ενός  και  αφ’  ετέρου  λόγω  της  εσπευσμένης  συγκεντρώσεως  τούτων  υπό  των 
αρμοδίων  υπηρεσιών  και  των  αλλεπαλλήλων  διαρρήξεων  εν  ταις  ανωτέρω  αποθήκαις.  Εκτός  δε 
του ανωτέρω νόμου εδημοσιεύθη παρ’ υμών το υπ’ αριθ. 23/944 Κυβερνητικόν Διάταγμα, καθ’ ό 
αποδίδονται προς διοίκησιν τα περιουσιακά αντικείμενα των Ισραηλιτών εις το ενταύθα Νομικόν 
πρόσωπον της Ισραηλιτικής Κοινότητας. 
 Ήδη  υπεβλήθησαν  ημίν  αιτήσεις  παρόντων  Ισραηλιτών  διεκδικούντων  μεταφερθέντα 
εμπορεύματα  εις  τας  αποθήκας  του  Ψυχιατρείου,  με  τον  ισχυρισμόν  ότι  τινές  αναγνωρίζουσι  τα 
εμπορεύματα των εκ διακριτικών σημείων άτινα έχουσιν επί των ανηρτημένων καρτελών, άλλοι δε 
εξ άλλων διακριτικών σημείων.  
     Κατόπιν  του  γεγονότος  τούτου,  και  των  συνεχιζομένων  διαρρήξεων  των  αποθηκών  και  ίνα  μη 
εξανεμηθή  ολόκληρος  η  υπάρχουσα  ποσότης  εμπορευμάτων  κλπ  εν  ταις  αποθήκαις,  εκαλέσαμεν 
εν τω γραφείω μας την Ισραηλιτικήν Επιτροπήν της Κοινότητος και εθέσαμεν υπ’ όψιν ταύτης αφ’ 
ενός,  μεν  τας  κειμένας  διατάξεις  αφ’  ετέρου  δε    τας  υποβληθείσης  ημίν  αιτήσεις  των  παρόντων 
Ισραηλιτών.  
Μετά μακράν και εξονυχιστικήν συζήτησιν κατελήξαμεν εις την απόφασιν, όπως παραδώσωμεν εις 
τους παρόντας τα αναγνωριζόμενα υπ’ αυτών εμπορεύματα, προς φύλαξιν ως μεσεγγυούχους, εφ’ 
όσον  και  ημείς  και  η  Επιτροπή  πεισθώμεν  απολύτως  επ΄αυτού,  λαμβάνοντας  προς  κατοχύρωσιν 
ημών και εις διπλούν δείγμα δι’ έκαστον παραδιδόμενον είδος, το εν των οποίων θα παραδίδεται 
εις την Ισραηλιτικήν Κοινότητα και επί πλέον τούτου επιβάλωμεν αυτοίς και όρκον, συντάσσοντες 
δι’  ένα  έκαστον  και  το  οικείον  πρωτόκολλον,  δια  δε  τους  απόντας  όπως  παραδώσωμεν  τα 
εμπορεύματα  και  λοιπά  περιουσιακά  αντικείμενα  εις  το  Νομικόν  πρόσωπον  της  Κοινότητος  προς 
ασφαλεστέραν  διαφύλαξιν,  εξασφαλιζόμενοι  και  επί  της  ανωτέρω  παραδόσεως  δια  της  λήψεως 
δειγμάτων,  άνευ  όμως  ουδενός  δικαιώματος  αυτών  προς  διάθεσιν  των  παραδιδομένων  ειδών  ή 
παράδοσιν  προς  τυχόν  εμφανισθησομένους  διεκδικούντας  τα  είδη  ταύτα,  προ  της  οριστικής 
ρυθμίσεως του ζητήματος τούτου παρά του Υπουργείου, συμφώνως τη § 4 του άρθρου 1 του ως 
άνω υπ’ αριθ. 2 Νόμου. 
Θέτομεν τ’  ανωτέρω υπ’ όψιν Υμών και παρακαλούμεν όπως, ευαρεστούμενοι, διατάξητε ό, τι επί 
του προκειμένου ηθέλατε εγκρίνει. 
     Στις 10 Φεβρουαρίου 1945 ο αναπληρωτής Κυβερνητικός Αντιπρόσωπος ενέκρινε όλα τα μέτρα 
της  Οικονομικής  Εφορίας  θεωρούντες  ότι  δια  των  μέτρων  τούτων  εξασφαλίζονται  απολύτως  τα 
συμφέροντα του Δημοσίου, όσον και των Ισραηλιτών , των τε παρόντων και απόντων. Στη συνέχεια 

79
συγκροτήθηκε  μικτή  επιτροπή,  αποτελούμενη  από  υπαλλήλους  της  Νομαρχίας,  τον  Πρόεδρο  της 
Κοινότητας Ηλία Μπαλέστρα, το γενικό γραμματέα  Ζήνωνα Σούση και τον ταμία Σέμο Κοέν, που 
άρχισε το δύσκολο έργο της απόδοσης των κινητών περιουσιακών αντικειμένων.  
     Αλλά,  αν  το  θέμα  της  ισραηλιτικής  κινητής  περιουσίας  βρήκε  μια  λύση,  το  άλλο  θέμα  της 
ακίνητης  περιουσίας  ήταν  φανερό  ότι  θα  τραβούσε  σε  μάκρος  χρόνου.  Η  αναφορά  του 
Δεδόπουλου  μας  δίνει  μια  πρώτη  εικόνα  του  προβλήματος.  Υπολόγιζε  τις  ισραηλιτικές  κατοικίες 
σε 300‐400 διασκορπισμένες σε διάφορα σημεία της πόλης, ενώ άγνωστος αριθμός χριστιανικών 
οικογενειών  κατέλαβε  διαφόρους  οροφάς  εντός  της  Εβραϊκής  συνοικίας.  Η  σύγχυση  που 
επικρατούσε  στις  δημόσιες  υπηρεσίες  σχετικά  με  τον  ακριβή  αριθμό  των  πάσης  φύσεως 
ισραηλιτικών  περιουσιών  είχε  σαν  συνέπεια  το  ελληνικό  δημόσιο  να  μην  μπορεί  να  διαχειριστεί 
και επομένως να μην μπορεί να αποδώσει αργότερα τα ακίνητα αυτά.  
    Η  απελευθέρωση  προσπάθησε  να  δώσει  τις  πρώτες  λύσεις  για  τα  αστικά  ή  αγροτικά  ακίνητα 
των απανταχού Ισραηλιτών με τη ψήφιση αναγκαστικού νόμου το Δεκέμβρη του 1945 55 .  
    Αλλά  το  πρόβλημα  στην  Κέρκυρα  δεν  ήταν  τόσο  απλό.  Αυτοί  που  είχαν  καταλάβει  τα  εβραϊκά 
ακίνητα, είτε με αποφάσεις της Επιτροπής Στεγάσεως είτε αυθαίρετα, δεν είχαν κάπου αλλού να 
πάνε,  αφού  το  1/3  και  πλέον  των  κατοικιών  της  πόλης  είχαν  ισοπεδωθεί  από  τους  γερμανικούς 
βομβαρδισμούς. Από την άλλη, οι λίγοι Κερκυραίοι Ισραηλίτες που είχαν διαφύγει τη σύλληψη ή 
τα  κρεματόρια  έπρεπε  άμεσα  να  εγκατασταθούν  στα  σπίτια  τους,  ενώ,  παράλληλα,  ήταν  και 
ζήτημα  τιμής  για  το  ελληνικό  κράτος  να  αποδώσει  το  σύνολο  της  περιουσίας  στους  νόμιμους 
κατόχους  τους  ή  τουλάχιστον  στους  κληρονόμους  τους 56 .  Κεντρικό  πρόβλημα  ήταν  η  ακίνητη 
περιουσία  των  Ισραηλιτών  που  δεν  εμφανίστηκαν  να  την  παραλάβουν  ή  δεν  είχε  κηρυχθεί,  για 
διάφορους λόγους, υπό τη διαχείριση του ελληνικού δημοσίου. Το άρθρο 5 του νόμου 808 όριζε 
ότι  για  την  περίπτωση  αυτή  το  Ελληνικό  Δημόσιον  εν  προκειμένω  ενεργεί  ως  εντολοδόχος  των 
κυρίων των εν λόγω περιουσιών θεωρουμένων ως εγκαταλελειμμένων. Το Υπουργείο περιγράφει 
με σαφήνεια το πρόβλημα σε εγκύκλιό της προς τους εφόρους: Ως γνωστόν…το Ελληνικό Δημόσιον 
διαχειρίζεται τας πάσης φύσεως Ισραηλιτικάς περιουσίας, εφόσον αύται είναι εγκαταλελειμμέναι 
ή οπωσδήποτε μέχρι της αποδόσεώς των εις τους νομίμους δικαιούχους. Το πλείστον δε μέρος της 
κατά  τα  άνω  υπό  την  διαχείρισιν  του  Ελληνικού  Δημοσίου  τελούσης  Ισραηλιτικής  περιουσίας 
αποτελούσι  τα  εις  τας  διαφόρους  πόλεις  της  Ελλάδος  εγκαταλειφθέντα  Ισραηλιτικά  ακίνητα,  τα 
οποία κατά την διάρκειαν της κατοχής και μετ’ αυτήν κατελήφθησαν κατά τον γνωστόν τρόπον υπό 
διαφόρων προσώπων κατά το πλείστον άνευ νομίμως γενομένης στεγάσεως.  
      Στην  Κέρκυρα,  όπως  προαναφέραμε,  πέρα  από  εκείνους  που  νόμιμα  εγκαταστάθηκαν  στην 
Εβραϊκή συνοικία ή σε ακίνητα εκτός αυτής με αποφάσεις της Επιτροπής Στεγάσεως και πλήρωναν 
το νόμιμο μίσθωμα, υπήρχαν φυσικά και πολλοί άλλοι που εγκαταστάθηκαν εκεί αυθαίρετα. Για 
τις  περιπτώσεις  αυτές  εκδόθηκε  απόφαση  του  Υπουργού  Οικονομικών  που  καθόρισε 
αποζημιώσεις  για  την  αυθαίρετη  χρήση  των  ισραηλιτικών  ακινήτων.  Το  βέβαιο  είναι  ότι  δεν 
γνωρίζουμε  την  έκταση  της  αυθαίρετης  κατάληψης  εβραϊκών  ακινήτων,  γιατί  τα  έγγραφα  των 
μισθωτικών  αποζημιώσεων  είναι  πολύ  λίγα  για  να  μας  δώσουν  μια  πλήρη  εικόνα.  Το 

55
Με τον αναγκαστικό νόμο 808/1945 θεωρούνταν άκυρες και ως μη γενόμενες όλες οι συμφωνίες, που είχαν συνάψει οι
διαχειριστές των ακινήτων αυτών με άλλα τρίτα πρόσωπα, εφ’ όσον στις πράξεις αυτές δεν είχε συμμετοχή ο αρχικός
μισθωτής Ισραηλίτης ή ο νόμιμος αναπληρωτής του. Άλλες διατάξεις έθεσαν οριστικό τέρμα στις διαχειρίσεις αυτές και οι
διαχειριστές Ισραηλιτικών καταστημάτων, εργοστασίων, γραφείων, εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων κλπ, όφειλαν
να παραδώσουν αμέσως την περιουσία αυτή στο δικαιούχο Ισραηλίτη ή τον νόμιμο εκπρόσωπό του και να υποβάλουν
λογοδοσία για την διαχείρισή τους. Σε εκείνους που αρνούνταν την λογοδοσία ή σε εκείνους που έδιναν ψεύτικη λογοδοσία
καταλογιζόταν η τρέχουσα αξία της περιουσίας αυτής και παράλληλα επιβάλλονταν και ποινικές κυρώσεις. Αυτό ήταν σε
γενικές γραμμές το πλαίσιο που είχε καθορίσει το κράτος για την απόδοση της ισραηλιτικής ακίνητης περιουσίας.
56
Ήδη από το Νοέμβρη του 1944 η Ισραηλιτική κοινότητα ζητούσε από τον οικονομικό έφορο διάφορα ακίνητα επί των οδών
Ευγ. Βουλγάρεως, Γεωργίου Θεοτόκη, Στέφανου Παδοβά, Γυμναστηρίου, Μαντζάρου, Λεωφόρου Αλεξάνδρας, και Δονάτου
Δημουλίτσα για να στεγάσει διαφόρους Ισραηλίτες. Είναι χαρακτηριστικό ότι, από το τέλος του 1944 μέχρι τον Αύγουστο του
1948, μόνο 4 ακίνητα έχουν παραδοθεί στην Ισραηλιτική Κοινότητα Κέρκυρας επί συνόλου Ισραηλιτικών ακινήτων αρκετά
σημαντικού. Η Κοινότητα είχε κάθε λόγο να εκφράζει τη δυσαρέσκειά της με αλλεπάλληλες αναφορές στο Υπουργείο
Οικονομικών. Η βραδύτητα στην απόδοση των ακινήτων αυτών, για τους λόγους που προαναφέραμε, ανάγκασε το
Υπουργείο Οικονομικών να αναλάβει τον κεντρικό έλεγχο της προσπάθειας αυτής, αφού το πρόβλημα ήταν πανελλαδικό και
οι τοπικές αρχές αδυνατούσαν ή βραδυπορούσαν να δώσουν λύση.

80
αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι ότι αυθαίρετες καταλήψεις έγιναν και πρέπει να ήταν αρκετές, αν 
κρίνουμε από το τρομακτικό πρόβλημα στέγασης που αντιμετώπιζε η πόλη την εποχή αυτή. 
     Αυτές  ήταν  σε  πολύ  αδρές  γραμμές  οι  διοικητικές  ενέργειες  και  συμπεριφορές  των  κρατικών  
αρχών  και  οργάνων  σ’  ένα  ζήτημα  που  ακόμα  και  σήμερα  δύσκολα  προσεγγίζεται.  Αν  και 
υποστηρίχτηκε ότι η λεηλασία των σπιτιών της εβραϊκής συνοικίας από τον όχλο τις μεσημβρινές 
και  απογευματινές  ώρες  της  9ης  Ιουνίου  1944  συνθέτει  μια  από  τις  θλιβερότερες  σελίδες  της 
κερκυραϊκής ιστορίας, από τα αρχεία της Νομαρχίας δεν προέκυψαν στοιχεία που να θεμελιώνουν 
τις  φημολογούμενες  συστηματικές  λεηλασίες  και  αρπαγές  από  το  χριστιανικό  πληθυσμό,  αν  και 
υπήρξαν,  όπως  αναφέραμε,  αρκετές  περιπτώσεις  κλοπών  και  αυθαιρέτων  καταλήψεων  που  η 
τοπική κρατική μηχανή προσπάθησε να αντιμετωπίσει στο μέτρο του δυνατού. Οι έκνομες αυτές 
ενέργειες όμως δεν μπορούν να αμαυρώσουν την ιστορία μιας πόλης που δέχθηκε και συμβίωσε 
για πολλούς αιώνες με το εβραϊκό στοιχείο. 
    Συμπερασματικά,  οι  τοπικές  διοικητικές  αρχές  δεν  μπόρεσαν  να  αντιμετωπίσουν  το  τεράστιο 
πρόβλημα  της  έλλειψης  στέγασης,  της  πείνας  και  της  δυστυχίας.  Αποκομμένες  από  κύριο 
διοικητικό ιστό της χώρας, χωρίς βοήθεια από το κράτος, κατοχικό ή μετακατοχικό, επιχείρησαν να 
αμβλύνουν  τον  πόνο  χιλιάδων  απελπισμένων  Κερκυραίων  στηριγμένες  στο  δράμα  άλλων 
ετεροθρήσκων συμπολιτών.  
    Όμως η κυρίαρχη διάσταση του εβραϊκού ζητήματος στην Κέρκυρα δεν είναι οι περιουσίες που  
ιδιοποιήθηκαν  σε  εξαιρετικά  δυσμενείς  συνθήκες.  Είναι  οι  άνθρωποι  που  μαρτύρησαν  στα 
γερμανικά κολαστήρια και δεν επέστρεψαν ποτέ, είναι η στάση της πόλης και των ηγετών της στο 
οδοιπορικό  του  θανάτου,  που  είχε  χαράξει  γι’  αυτούς  η  γερμανική  θηριωδία.  Αυτή  η  ηθική  της 
πόλης και των εκπροσώπων της συνδέεται στενά με την ανακοίνωση που εκδόθηκε στην Κέρκυρα, 
κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, και φέρεται να έχει υπογραφεί  από τους κυριότερους 
εκφραστές των διοικητικών και αυτοδιοικητικών αρχών της πόλης δηλαδή το Νομάρχη Ι. Κομιανό, 
το Δήμαρχο Σ. Κόλλα και τον Αστυνομικό Διευθυντή Η. Δεδόπουλο.  
    Η ανακοίνωση αυτή (9‐6‐1944), που αποτελεί μια από τις πιο σκοτεινές σελίδες της κερκυραϊκής 
ιστορίας 57 ,  χαιρέτιζε  τις  συλλήψεις  των  Εβραίων  της  Κέρκυρας,  καλούσε  όποιον  κατείχε  είδη 
ανήκοντα  εις  Εβραίους  δέον  να  παραδώση  ταύτα  μέχρι  της  12  τρέχοντος,  καθώς  επίσης  και  ο 
κατέχων κλείδας εβραϊκών οικιών ή καταστημάτων και απειλούσε με τουφεκισμό όχι μόνο όσους 
Εβραίους  δεν  είχαν  ακόμα  παρουσιαστεί  αλλά  η  αυτή  ποινή  θα  επιβάλλεται  και  εις  τον 
αποκρύπτοντα Εβραίον ή γνωρίζοντα το μέρος της διαμονής του και μη αναφέροντα εις τας αρχάς.  
    Οι Κόλλας και Δεδόπουλος, στις 8 Νοεμβρίου 1945, όταν άρχισαν να επιστρέφουν οι πρώτοι εκ 
των  διασωθέντων  Ισραηλιτών,  με  κοινή  δήλωσή  τους  αποποιήθηκαν  με  τον  πιο  κατηγορηματικό 
τρόπο τη συμβολή τους στη σύνταξη και υπογραφή της ανακοίνωσης και τόνιζαν ότι οι υπογραφές 
τους τέθησαν αυθαιρέτως και σκοπίμως υπό των κατακτητών.  
      Μέχρι την αποκήρυξή της όμως (8‐11‐1945) η ανακοίνωση αυτή εμφάνιζε τις αρχές της πόλης 
και του νομού να συμμερίζονται τη δίωξη των Εβραίων 58  και δεν καταγγέλθηκε άμεσα ως πλαστή 
και αντίθετη με τις αξίες και το ήθος της πόλης. Και δεν το έπραξαν γιατί, όπως ομολογούν οι ίδιοι,  
πίστευαν  ότι  η  αποκήρυξη  θα  είχε  ολέθριες  συνέπειες  για  τον  πληθυσμό  της  πόλης.  Και  η  πόλη 
που εκπροσωπούσαν μπορεί να σώθηκε, οι Εβραίοι όμως όχι.  
    Το  μεγάλο  πολιτικό,  κοινωνικό  και  ηθικό  αυτό  ζήτημα  της  Κέρκυρας  θα  διερευνήσει  το 
Υπουργείο  Εσωτερικών,  μετά  την  απελευθέρωση  (1946),  με  πρωτοβουλία  του  Κεντρικού 
Ισραηλιτικού  Συμβουλίου  Συντονισμού  και  Γνωματεύσεων.  Το  κορυφαίο  όργανο  της  εβραϊκής 

57 Ο Κώστας Δαφνής στα ΄΄Κερκυραϊκά Νέα΄΄ ( αριθ. φύλ.1377/13.11.1978), σχετικά με το θέμα της ανακοίνωσης, αναφέρει
ότι το πρωί της 9ης Ιουνίου κλήθηκαν ο Νομάρχης, ο Δήμαρχος και ο Διευθυντής της Αστυνομίας στο Γερμανικό
Φρουραρχείο, όπου τους ανακοινώθηκε η συγκέντρωση των Εβραίων και τους δόθηκαν έτοιμες χιλιάδες προτυπωμένες
προκηρύξεις με τις υπογραφές τους. Οι Γερμανοί ήθελαν να συγκεντρωθούν οι Εβραίοι με ευθύνη της Αστυνομίας και
Χωροφυλακής και σαν δέλεαρ πρόσφεραν τις ισραηλιτικές περιουσίες στις τοπικές αρχές. Εντελώς αντίθετη άποψη
υποστηρίζει ο Βασίλης Άνθης στο βιβλίο του ΄΄Ένα ταξίδι, μια ζωή΄΄ που θεωρεί τους τρείς ηγέτες της πόλης ως
συνυπεύθυνους στην εξόντωση των Εβραίων.
58 Οι επικεφαλής της Ισραηλιτικής κοινότητας πρέπει να γνώριζαν από μήνες ότι θα συλλαμβάνονταν και οι Ισραηλίτες της
Κέρκυρας αλλά φαίνεται ότι πίστεψαν ορισμένες καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις των Γερμανών.

81
διασποράς  θα  εκδώσει  έντονη  διαμαρτυρία,  δοθέντος  ότι  ο  υπογράφων  ταύτην  Δήμαρχος 
εξακολουθεί και σήμερον, ως μανθάνομεν να είναι Δήμαρχος Κερκυραίων. Το Υπουργείο αναθέτει 
την  έρευνα  στο    Νομάρχη  και  ζητά  να  εξεταστεί  εάν  υπάρχη  ευθύνη  τις  δια  τον  φερόμενον  ως 
προσυπογράψαντα τότε ταύτην Δήμαρχο Κερκυραίων.  
    Ο Κόλλας 59  στην εμπιστευτική του αναφορά προς το Νομάρχη Ι. Κοκκινάτο επαναλαμβάνει και 
πάλι ότι εις την αναφερόμενην έντυπον ανακοίνωσιν δεν έχει τεθεί πράγματι η υπογραφή ημών, 
αλλά αυθαιρέτως και εν αγνοία απάντων των φερομένων ως υπογραψάντων. Προσετέθη αύτη υπό 
των  κατακτητών,  οίτινες  ουδέ  καν  εζήτησαν  παρ’  ημών  να  υπογράψωμεν  τοιαύτην  ανακοίνωσιν, 
του  περιεχομένου  της  οποίας  ελάβομεν  γνώσιν  μόνον  το  πρώτον  άμα  τη  δια  τοιχοκολλήσεως  εις 
την  πόλιν  δημοσιεύσει  αυτής  παρά  των  ιδίων  Γερμανών  στρατιωτών  γενομένης.  Επίσημος  και 
άμεσος  δια  δημοσιεύσεως  δήλωσις  ημών  προς  τον  Κερκυραϊκόν  λαόν  περί  της  ανωτέρω 
εκτιθεμένης  θέσεως  του  ζητήματος  της  ανακοινώσεως  ταύτης,  δεν  ήτο  δυνατόν  να  λάβη  χώραν, 
άνευ  των  γνωστών  εις  πάντας  σοβαροτάτων  συνεπειών,  όχι  μόνον  δι’  ημάς  αυτούς  αλλά  και  δια 
τους συμπολίτας μας, γνωστού όντως του τρόπου της εκ μέρους των κατακτητών αντιμετωπίσεως 
τοιούτων  εις  βάρος  των  ενεργειών.  Ο  φάκελος  της  υπόθεση  θα  κλείσει  με  την  αθωωτική  και 
εγκωμιαστική αναφορά του Κοκκινάτου για τον Κόλλα, που ενημερώνει την προϊσταμένη του αρχή 
ότι  γνωστόν  βεβαίως  τυγχάνει  τω  Υπουργείω  και  τοις  πάσι  κατά  ποίον  τρόπον  οι  κατακτηταί 
επέβαλον  την  υπογραφήν  τοιαύτης  φύσεως  προκηρύξεων  και  ανακοινώσεων,  ώστε  να  μη 
παρίσταται  ανάγκη  ερεύνης  επί  του  ζητήματος  τούτου.  Η  πατριωτική  στάσις  της  οικογενείας 
Κόλλα,  κατά  την  διάρκειαν  του  πολέμου  και  της  κατοχής,  παρ’  ουδενός  αμφισβητείται 
ανωμολογουμένη  και  παρ’  αυτών  των  πολιτικών  αντιπάλων  του,  προβάλλεται  δε  αντιθέτως  ως 
παράδειγμα.  
    Εάν  ποτέ  αποφασίση  το  Κράτος  να  βραβεύση  την  πατριωτικήν  στάσιν  των  Δημοσίων  και 
δημοτικών  οργάνων  του  κατά  την  διάρκειαν  των  σκληρών  ημερών  της  Ελλάδος  πρέπει  εκ  των 
πρώτων και πανηγυρικώς να απονεμηθή εύσημον πατριωτικών υπηρεσιών προς τον πολιόν αλλά 
με χαλύβδινον πατριωτικόν σθένος δήμαρχο Κερκυραίων κ. Σπυρ. Κόλλαν. 
 
4. Η Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας νομού Κέρκυρας 
 
Μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1944, το νομικό οπλοστάσιο της κρατικής τρομοκρατίας και 
αυθαιρεσίας  στρέφεται,  χωρίς  εμπόδια  ή  ενδοιασμούς,  κατά  των  αριστερών  πολιτών, 
θεμελιώνοντας  ένα  ακόμη  εθνικό  διχασμό,  που  ίχνη  του  είχαν  αρχίσει  να  διαφαίνονται  στις 
αντιστασιακές  οργανώσεις  που  πολεμούσαν  τον  κατακτητή 60 .  Οι  κατατετρεγμένοι  γυρεύουν  είτε 
να  φύγουν  στο  εξωτερικό  είτε  να  πάνε  στα  βουνά  να  σωθούν.  Το  μόνο  που  ήθελαν  ήταν  να 
γλιτώσουν.  Τις  14  Απριλίου  1946  ο  Κωνσταντίνος  Τσαλδάρης,  αρχηγός  πλέον  του  Λαϊκού 
κόμματος,  σχηματίζει  κυβέρνηση  με  υπουργό  Δημόσιας  Τάξης  τον  Σ.  Θεοτόκη.  Πρώτο  μέτρο  του 
Κερκυραίου  υπουργού  η  επαναφορά  σε  ισχύ  του  Α.Ν.  453/1945  ΄΄Περί  λήψεως  μέτρων  προς 
εμπέδωσιν της Δημ. Ασφάλειας και  Τάξεως΄΄ με τον οποίο επιδιώκεται  η εξόντωση  των ενόπλων 
συμμοριών  εξ  ων  σοβαρώς  διαταράσσεται  η  δημοσία  τάξις  και  απειλείται  η  ασφάλεια  των 
πολιτών. Ο νόμος αυτός τιμωρούσε, όποιον ανήκε σε ιδιωτικήν οργάνωσιν έχουσα εις την διάθεσιν 
αυτής  όπλα  χειροβομβίδας,  εκρηκτικάς  ύλας,  πυρομαχικά  ή  οιονδήποτε  πολεμικόν  υλικόν,  με 
θάνατο ή ισόβια δεσμά αν ήταν αρχηγός της οργανώσεως ή Υπαρχηγός ή διοικητής Τμήματος και 
με  πρόσκαιρα  δεσμά  αν  ήταν  απλό  μέλος.  Με  την  ποινή  του  θανάτου  τιμωρούσε  επίσης  κάθε 
ένοπλο που αντιστεκόταν κατά της δημοσίας δυνάμεως, ενώ οι ένοπλες δυνάμεις μπορούσαν να 
59 Ο Σ. Κόλλας παύτηκε από το δημαρχιακό αξίωμα, όταν, λίγους μήνες μετά την ιταλική κατοχή, επωφελήθηκε την εορτή του
Αγίου Σπυρίδωνος και ύψωσε την ελληνική σημαία στο Δημαρχείο. Οι Ιταλοί διόρισαν τότε στη θέση του τον Γεράσιμο
Τρύφωνα. Ο γιος του συνελήφθη, εκτοπίστηκε από τους Ιταλούς και βρήκε τραγικό θάνατο, μετά τη λήξη του πολέμου, όταν
το πλοίο της επιστροφής προσέκρουσε σε νάρκη έξω από την Πάτρα.
60
Από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Ιούλιο του 1945 είχαν περάσει από τα στρατοδικεία 20.000 αριστεροί και είχαν καταδικαστεί
σε θάνατο 2.961. Οι αριθμοί αυτοί είχαν ανακοινωθεί επίσημα από την κυβέρνηση του ναύαρχου Π. Βούλγαρη. Ο υπουργός
της Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση του Θ. Σοφούλη δήλωνε τότε (Δεκέμβρης του 1945) πως οι φυλακισμένοι ήταν 17.981. Από
αυτούς 2.388 κατάδικοι και 15.596 υπόδικοι. Και διωκόμενοι ως μέλη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ 48.956. Σύνολο των προδοτών
που πολέμησαν τους Γερμανοϊταλούς φασίστες 80.000!

82
κάνουν χρήση των όπλων μετά προηγουμένην πρόσκλησιν προς παράδοσιν άνευ ευθύνης δια τα 
αποτελέσματα. 
    Ο ίδιος νόμος προέβλεπε την ενεργοποίηση των Επιτροπών επί της Δημοσίας Ασφαλείας (ΕΔΑΝ), 
που  πρώτος  είχε  συστήσει  ο  Βενιζέλος,  και  την  επαναφορά  του  Νόμου  ΤΟΔ΄  του  1871  ΄΄Περί 
καταδιώξεως  της  ληστείας΄΄.  Ο  Θεοτόκης  κυνηγούσε  τους  αριστερούς  ως  κοινούς  ληστές!  Η 
συγκρότηση  των  ΕΔΑ  ανά  νομό,  όπως  αναφέρει  ο  Θεοτόκης,  προήλθε  από  την  εμμονή  της 
κυβέρνησης Τσαλδάρη εις την αυστηράν, αμερόληπτον, λελογισμένην και ταχείαν εφαρμογήν των 
ισχυόντων  νόμων  για  να  θέσει  τέρμα  εις  την  σοβαρώς  παρεμποδίζουσαν  την  πραγμάτωσιν  των 
ανωτέρω όρων έκνομον δράσιν των κακοποιών και εις την ασυδοσίαν αυτών προς το εγκληματείν 
και διαταράσσσειν την δημοσίαν τάξιν και ασφάλειαν. 
     Οι  Επιτροπές  Δημόσιας  Ασφάλειας  ήταν  υπεύθυνες  για  την  έκδοση  αποφάσεων  επικηρύξεως 
των  καταζητούμενων  αριστερών  και  για  την  προκηρυσσομένην  χρηματικήν  αμοιβήν  δια  τε  την 
σύλληψιν  ή  τον  φόνον  των  επικηρυσσομένων  και  την  αποτελεσματικήν  αυτών  εις  τας  αρχάς 
κατάδειξιν.  Οι ΕΔΑ μπορούσαν, αντί της επικηρύξεως, να προκηρύξωσιν  χρηματικήν αμοιβήν δια 
την  σύλληψιν  μόνον  των  εν  λόγω  προσώπων.  Μετά  τη  δημοσίευση  των  αποφάσεων  αυτών  οι 
επικηρυσσόμενοι εγγράφονταν σε ειδικό βιβλίο των αστυνομικών αρχών και άρχιζαν επιχειρήσεις 
προς σύλληψιν ή εξόντωσίν των. 
  Τα  νομοθετήματα  αυτά  προέβλεπαν  αυστηρές  ποινές  σε  κρατικούς  υπαλλήλους  αλλά  και  σε 
δημάρχους,  προέδρους  και  άλλους  δημόσιους  λειτουργούς  εις  τας  περιφερείας  των  οποίων 
ομολογουμένως υποκρύπτονται ή διαιτώνται λησταί, όταν δεν έπαιρναν τα προς καταδίωξη αυτών 
ανάλογα μέτρα.  
    Αλλά  αυτό  ήταν  η  μία  πλευρά  του  έργου  των  Επιτροπών  Δημόσιας  Ασφάλειας.  Η  άλλη  ήταν  η 
εφαρμογή του μέτρου της εκτόπισης των συγγενών των ληστών. Ο Θεοτόκης, στα μέσα του 1946, 
εξαπολύει τις οδηγίες του στις κρατικές αρχές: Δια τους συγγενείς των επικηρυσσομένων και τους 
υποθάλποντας αυτούς, να επιδιώκεται , η δια των Επιτροπών Δημοσίας Ασφαλείς εκτόπισις, εάν 
και  εφ’  όσον  αύτη  κρίνηται  επιβεβλημένη  και  σκόπιμος…Η  αληθής  έννοια  του  Κράτους  και  της 
Δικαιοσύνης,  ουδενός  μέτρου,  οσονδήποτε  σκληρόν  και  αν  είναι  τούτο,  την  παράλειψιν 
δικαιολογεί, εφ’ όσον η εφαρμογή του κρίνεται συντελεστική εις την πρόληψιν του εγκλήματος. 
   Έτσι στην Κέρκυρα, όπως άλλωστε και σε κάθε πρωτεύουσα νομού, είχε συσταθεί πρωτοβάθμια 
Επιτροπή Δημόσιας Ασφάλειας, με πρόεδρο το Νομάρχη και μέλη τον πρόεδρο και τον εισαγγελέα 
Πρωτοδικών.  Χρέη  εισηγητή,  χωρίς  όμως  ψήφο,  εκτελούσε  ο  Διοικητής  της  Χωροφυλακής  ή  ο 
Αστυνομικός Διευθυντής.  
     Έτσι  δια  πάντα  κρινόμενον  κατά  τρόπον  αδιαφιλονίκητον  ως  επικίνδυνον  δια  δημόσιαν  τάξιν, 
ασφάλειαν  και  ησυχίαν  της  χώρας,  τα  στοιχεία  θα  συλλέγονται,  κατά  κανόνα,  δι’  ενόρκου 
ανακρίσεως ενεργουμένης τύποις Ποινικής Δικονομίας υπό του οικείου Διοικητού Αξιωματικού, εις 
επειγούσας  δε  και  όλως  εξαιρετικάς  περιπτώσεις  καθ΄ας  η  ταυτότης  και  η  έκνομος  δράσις  του 
εκτοπισθησομένου  είναι  αυταπόδεικτος  ως  παγκοίνως  γνωστή,  δι’  ητιολογημένης  εκθέσεως  του 
αυτού  Διοικητού  Αξιωματικού.  Την  απόφαση  της  Επιτροπής  εκτελούσε  η  Χωροφυλακή  ή  η 
Αστυνομική Διεύθυνση και οι εκτοπιστέοι μετάγονται εις τον οριζόμενον εν τη αποφάσει τόπον της 
εκτοπίσεως των. Ειδικά για τους υπαλλήλους ο εκτοπισμός τους συνεπαγόταν αυτοδίκαια και την 
παραπομπή τους στο υπηρεσιακό συμβούλιο με το ερώτημα της απόλυσης, ενώ κατά τη διάρκεια 
της εκτόπισης στερούνταν όλων των αποδοχών τους.  
    Στην Κέρκυρα ως τόποι  εκτοπίσεως  είχαν οριστεί  τα απομονωμένα νησιά Ερείκουσσα,  Οθωνοί 
και Μαθράκι στα οποία εξορίζονται οι αριστεροί, ως επικίνδυνοι εις την δημοσίαν ασφάλειαν. Ως 
εναλλακτικός τόπος εκτοπισμού έχει προσδιοριστεί το νησί Αντίπαξοι. Αν και τα νησιά αυτά ήταν 
δυσπρόσιτα  και  οι  συνθήκες  διαβίωσης  εξαιρετικά  δύσκολες  για  κατοίκους  και  κρατούμενους, 
απόρρητη αναφορά της Αστυνομικής Δ/νσης Κέρκυρας εκτιμούσε ότι δεν πληρούσαν τους όρους 
ασφαλείας  γιατί  γειτνίαζαν  με  την  Αλβανία  και  την  Ήπειρο  και  θεωρούσε  δυνατή  μία  επιδρομή 
κομμουνιστών για την απελευθέρωση των εκτοπιζομένων.  
    Οι  διωκτικές  αρχές  επιδόθηκαν  με  υπέρμετρο  ενθουσιασμό  στα  νέα  τους  καθήκοντα  και 
θλιβερές χιλιάδες πολιτών παίρνουν το δρόμο της εξορίας. Ως τυγχάνει γνωστόν ουδείς εν Ελλάδι 
διώκεται  δια  τα  πολιτικά  του  φρονήματα  και  μόνον  ταύτα.  Απαλείφθηκαν  ακόμα  από  τα 
υπηρεσιακά  έγγραφα  των  αστυνομικών  αρχών  οι  λέξεις  ΄΄πολιτικός  εξόριστος΄΄  ή  ΄΄εξόριστος΄΄ 
όταν    αναφέρουν  άτομα  προς  εκτόπιση,  γιατί,  όπως  ισχυρίζεται  ο  υπουργός  Εσωτερικών 

83
Μπακόπουλος, έτσι ενισχύεται η προπαγάνδα του ΚΚΕ διατεινομένη ότι εν Ελλάδι ασκείται απηνής 
δίωξις των πολιτικών αντιπάλων του Κρατούντος Κοινωνικού Καθεστώτος. Εκεί πολλοί δεν άντεξαν 
τα απάνθρωπα βασανιστήρια και υπέβαλαν την ΄΄δήλωση μετάνοιας΄΄ 61 .  
         Ο Νομάρχης τοιχοκολλούσε τη δήλωση στην εξώθυρα της Νομαρχίας και την κοινοποιούσε, 
όπως  συνέβαινε  σε  ανάλογες  περιπτώσεις,  στο  Δήμο  και  στις  κοινότητες  του  νομού,  ώστε  να 
συμπληρωθεί ο εξευτελισμός του ΄΄δηλωσία΄΄. 
    Όμως και αυτά τα άγρια μέτρα κρίθηκαν από τους εθνικόφρονες εγκεφάλους ότι ήταν ανεπαρκή 
και  πλουτίζουν  ολοένα  και  περισσότερο  το  νομικό  τους  οπλοστάσιο  κατά  των  δημοκρατικών 
πολιτών.  Με  άλλα  λόγια  σκληραίνουν  περισσότερο  τη  δικαστική,  στρατιωτική  και  αστυνομική 
τρομοκρατία. Στις 18‐6‐1946, με το ΚΚΕ ακόμη νόμιμο (!) η Δ΄ Αναθεωρητική Βουλή, ΄΄εθνικόφρων 
μέχρι  παραφροσύνης΄΄  αποφασίζει  για  το  περίφημο  ΄΄Γ΄  Ψήφισμα΄΄.  Ιδού  και  το    σημαντικότερο 
άρθρο  του:  Όστις  θέλων  να  αποσπάση  εν  μέρος  εκ  του  όλου  της  Επικρατείας,  ή  να  ευκολύνη  τα 
προς  τούτο  το  τέλος  τείνοντα  σχέδια,  συνώμοσεν  ή  διήγειρε  στάσιν  ή  συνεννοήθη  με  ξένους  ή 
κατήρτισεν  ενόπλους  ομάδας,  ή  έλαβεν  μετοχήν  εις  τοιαύτας  προδοτικάς  ενώσεις  τιμωρείται  με 
θάνατον.  Τα  έντεκα  στρατοδικεία  σε  όλη  την  Ελλάδα  (αργότερα  έγιναν  περισσότερα)  κάνουν 
υπερωρίες.  Μέχρι  το  1952,  τουφεκίζονται  στα  εκτελεστικά  αποσπάσματα  5.000  αριστεροί  και 
δημοκρατικοί πολίτες, που τους επιβλήθηκαν θανατικές ποινές από τα έκτακτα στρατοδικεία. Το 
κράτος και η λευτεριά που οραματίστηκαν ήταν τελικά μια μεγάλη ψευδαίσθηση. 
 
5.  Η  εκδίωξη  της  ιταλικής  παροικίας  και  οι  αντιθέσεις  ορθοδόξου  και  Ρωμαιοκαθολικής 
εκκλησίας. 
 
Πριν τον πόλεμο η Κέρκυρα εμφάνιζε την εικόνα και τα χαρακτηριστικά μιας πολυπολιτισμικής και 
πολυθρησκευτικής  πόλης  στην  οποία  συμβιούσαν  αρμονικά  τέσσερις  κοινότητες  (Έλληνες, 
Αρμένιοι,  Ιταλοί  και  Εβραίοι).  Μέχρι  το  1923  δεν  είχαν  φανεί  έντονα  τα  σημάδια  μιας 
υποβόσκουσας  εθνικής  και  θρησκευτικής  αντίθεσης,  κυρίως  μεταξύ  ορθοδόξου  και  καθολικού 
στοιχείου,  που  μετά  την  απελευθέρωση  θα  θρυμματίσει  τον  κοινωνικό  και  οικονομικό  ιστό  της 
πόλης.  Η  Κέρκυρα,  μετά  τα  γεγονότα  που  θα  επακολουθήσουν  (αφανισμός  των  Εβραίων  και 
εκδίωξη της ιταλικής παροικίας), θα αλλάξει μια για πάντα την πληθυσμιακή της διαφορετικότητα 
και γοητεία και θα αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας μονοσήμαντης πόλης. 
    Είναι  αλήθεια  ότι  η  Ιταλία,  πεπεισμένη  για  τη  νίκη  του  Άξονα,  έθεσε  σε  εφαρμογή  με  μεγάλο 
ενδιαφέρον και συστηματικά τα κατακτητικά της σχέδια επί της Επτανήσου από τις πρώτες ημέρες 
της κατοχής. Για το σκοπό αυτό όργανα των Ιταλών (φασίστες και ορισμένοι καθολικοί κληρικοί) 
εκφωνούσαν  λόγους  για  τη  δόξα  και  το  μεγαλείο  της  Ιταλίας,  επικαλούνταν  ιστορικούς  λόγους 
σύνδεσης της Επτανήσου με το ιταλικό φασιστικό κράτος και εμφάνιζαν την Ελλάδα ως μία χώρα 
ανίσχυρη,  φτωχή  και  καθυστερημένη.  Οι  ιταλικές  αρχές  επέβαλαν  στα  σχολεία  την  υποχρεωτική 
εκμάθηση  της  ιταλικής  γλώσσας,  καθιέρωσαν  το  φασιστικό  χαιρετισμό,  κυκλοφόρησαν  ειδικό 
χαρτονόμισμα  και  απομόνωσαν  οικονομικά  την  Επτάνησα  από  την  υπόλοιπη  Ελλάδα.  Επίσης 
παρακινούσαν  τους  κατοίκους  να  απαιτήσουν  με  δημοψήφισμα  την  ένωση  της  Κέρκυρας  με  την 
Ιταλία.  Τέλος  προέβησαν  σε  αθρόες  φυλακίσεις  και  εκτοπίσεις,  εντός  και  εκτός  Ελλάδας, 
σημαινόντων  προσώπων  της  κερκυραϊκής  κοινωνίας  και  για  να  επισφραγίσουν  το  όλο  έργο  της 

61
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση Κερκυραίου ΄΄δηλωσία΄΄, που έγραφε από το κολαστήριο της Μακρονήσου (Γ΄ ΕΤΟ-
Ειδικό Τάγμα Οπλιτών) τη δική του ΄΄δήλωση΄΄ προς το Νομάρχη. Κέρκυρας:
Την στιγμήν που σας γράφω την επιστολήν μου αυτήν είμαι υπερήφανος διότι είμαι ντυμένος το τιμημένο ελληνικό χακί….Κατά
τη διάρκειαν της κατοχής όταν η Πατρίς εστέναζε κάτω από την Γερμανοϊταλοβουλγαρική κατοχήν παρουσιάστηκαν διάφορες
αντεθνικές οργανώσεις του ΚΚΕ με δήθεν απελευθερωτικούς σκοπούς. Εγώ τότε δεν οργανώθηκα εις ουδεμίαν οργάνωσιν.
Επίσης μετά την απελεύθερωσιν πουθενά δεν ανεμίχθην εις τας απατηλάς ιδεολογίας του ΚΚΕ….Σήμερον ευρίσκομαι εις το
εθνικόν αναμορφωτικόν σχολείον του Γ΄ ΕΤΟ. Εδώ μου εδόθη η ευκαιρία να καταλάβω καλλίτερα τους προδοτικούς σκοπούς
του ΚΚΕ και των λοιπών αντεθνικών οργανώσεων αυτού. Δια δηλώσεώς μου απεκήρυξα και αποκηρύττω όλας τας αντεθνικάς
οργανώσεις και τίθεμαι εις το πλευρό της Πατρίδος μου. Δηλώ ότι θα πολεμήσω τους σλαυόδουλους κομμουνιστοσυμμορίτας
μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματός μου και κάθε εχθρό που θα υποβλέψει την ακεραιότητα της Πατρίδος μου. Ως Στρατιώτης
και ως πολίτης θα συμβάλλω κι' εγώ εις την ανοικοδόμησιν των ερειπίων που συσσώρευσαν οι προδότες
σλαυοκομμουνιστοσυμμορίτες, και καλώ όλους τους Έλληνες να ακολουθήσουν το παράδειγμά μου για να κάνομε την Ελλάδα
μας δοξασμένη και ευτυχισμένη….

84
προπαγάνδας  τους  απομάκρυναν  τις  ελληνικές  αρχές  και  τις  αντικατέστησαν  με  ιταλικές,  που 
επιδόθηκαν δραστήρια και με κάθε τρόπο στην επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού τους. 
    Αμέσως μετά την απελευθέρωση απελάθηκε σύσσωμη η ιταλική παροικία που αριθμούσε τότε 
περί  τα  δύο  χιλιάδες  άτομα.  Η  απέλαση  πραγματοποιήθηκε  από  τη  Στρατιωτική  Διοίκηση  του 
νησιού (η Κέρκυρα με τη συμφωνία της Καζέρτας είχε καταληφθεί από τον ΕΔΕΣ), με τη σύμφωνη 
γνώμη  των  βρετανικών  στρατιωτικών  υπηρεσιών  που  διευκόλυναν  την  απέλαση.  Είχε  προηγηθεί 
γενική  εξέγερσις  του  Λαού  που  θεώρησε  ότι  η  κατά  την  εχθρικήν  κατοχήν  συμπεριφορά  των 
ενταύθα Ιταλών υπηκόων απετέλεσεν όχι μόνο κατάχρησιν της κερκυραϊκής ανοχής και φιλοξενίας 
αλλά  προφανή  κίνδυνον  και  απειλήν  κατά  της  εθνικής  ανεξαρτησίας,  προκλητικήν  δε 
περιφρόνησιν κατά της ατομικής και Εθνικής αξιοπρεπείας μας. Συνεπεία ταύτης γενική υπήρξεν η 
εξέγερσις  του  λαού  της  Κερκύρας  μετά  την  απελευθέρωσιν  ώστε  η  τότε  Στρατιωτική  Αρχή  να 
συμμορφωθή προς την Κερκυραϊκήν αξίωσιν της απελάσεως των υπούλων τούτων αλλοδαπών. Σε 
αυτό το γενικευμένο κλίμα εθνικιστικού παροξυσμού και τυφλής αντεκδίκησης συμμετείχαν όλοι, 
ο  Μητροπολίτης  Κέρκυρας  Μεθόδιος,  ο  Δήμαρχος  της  πόλης  Σ.  Κόλλας  και  οι  εκπρόσωποι  των 
επαγγελματικών,  εργατικών  και  επιστημονικών  σωματείων,  που  θεώρησαν  υπεύθυνη  όλη  την 
ιταλική  παροικία  για  τα  δεινά  που  υπέστη  ο  κερκυραϊκός  πληθυσμός  κατά  τη  διάρκεια  της 
κατοχής. Αλλά και οι ελάχιστοι Ιταλοί που είχαν αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα θα πάρουν 
γρήγορα το δρόμο χωρίς επιστροφή, αφού επιβάλλεται εις τας Αστυνομικάς και Διοικητικάς αρχάς 
να ζητήσουν το ταχύτερον την αφαίρεσιν της ελληνικής υπηκοότητος από τα υποκείμενα αυτά και 
την απέλασίν των εκ Κερκύρας. Διότι αν αυτό δεν συμβή, θα είναι δύσκολον δια τους αρμοδίους 
να συγκρατήσουν την λαϊκήν αγανάκτησιν, η οποία κάποτε θα εκσπάση επί των κεφαλών και των 
ράχεων των καθαρμάτων αυτών 62 .    
    Αν  και  δικαιολογημένο  από  την  επεκτατική  βουλιμία  του  ιταλικού  φασισμού  το  κλίμα  της 
ξενοφοβίας,  μετά  την  απελευθέρωση,  έγινε  ανεξέλεγκτο  και  συνάμα  καταστροφικό  για  την 
πληθυσμιακή  συνοχή  της  πόλης  και  δεν  είναι  τυχαίο  το  γεγονός  ότι  διατηρήθηκε  για  αρκετά 
χρόνια ακόμα. Ο Μεθόδιος, στις 10‐11‐1948, αναφερόμενος στην εκδίωξη της ιταλικής παροικίας, 
με  αφορμή  το  πρόβλημα  που  παρουσιάστηκε  για  την  απόδοση  ή  όχι  των  μεσεγγυημένων   
περιουσιών  στους  Ιταλούς  υπηκόους,  θεωρούσε  ότι  όλη  η  καταστροφή  μας  και  η  σημερινή 
δυστυχία  μας  οφείλεται  εις  τους  Ιταλούς,  οι  οποίοι  ηθέλησαν  και  εξακολουθούν  να  σκέπτωνται 
πώς  να  μας  κάμουν  δούλους  τους.  Ευλόγως  εσηκώθημεν  και  εδιώξαμε  από  την  Κέρκυρα  τους 
Ιταλοκερκυραίους,  εξ  αιτίας  των  οποίων  υπεφέραμεν  τα  πάνδεινα  επί  Ιταλικής  και  Γερμανικής 
κατοχής και συνετέλεσεν  εις την καταστροφήν και την δυστυχίαν μας. Ο ίδιος αργότερα σε άλλη 
διακήρυξή  του  (22‐7‐1949)  θα  επιτεθεί  και  πάλι  κατά  των  Ιταλών  στους  οποίους  χρεώνει  ότι    τα 
συνεχιζόμενα  δεινοπαθήματα  (της  Ελλάδος)  εκ  του  συμμοριτισμού    και  των  γειτόνων  της  είναι 
επακολούθημα  της  ιταλικής  επιδρομής.  Παράλληλα  κατηγόρησε  την  Καθολική  Αρχιεπισκοπή  ως 
συνοιδοπόρο  των  ιταλικών  επιδιώξεων  στα  Επτάνησα:  Ούτε  δε  θα  λησμονήσωμεν  ότι  κατά  την 
απέλασίν των εχύθησαν και τους συνόδευσαν μέχρι της παραλίας θερμά ιερατικής μισαλλοδοξίας 
δάκρυα δια την ελάττωσιν του λυκοποιμνοίου.   
    Η αντίθεση και ρήξη του ορθόδοξου και του καθολικού στοιχείου δεν περιορίστηκε μόνο στην 
απέλαση των Ιταλών υπηκόων, που έγινε μέσα σε πολεμικό κλίμα και είχε την ομόφωνη στήριξη 
των αρχών και του πληθυσμού της πόλης. Οι άλλες ρήξεις θα πραγματοποιηθούν σε μια περίοδο 
εξομάλυνσης  των  ελληνοϊταλικών  σχέσεων,  η  οποία  θα  εμποδίσει  εκ  των  πραγμάτων  την 
προσπάθειά  του  ορθόδοξου  στοιχείου  να  περιορίσει  ακόμα  περισσότερο  την  επιρροή  του 
καθολικισμού στην πόλη της Κέρκυρας. 
    Η συνεχώς βελτιούμενη πορεία των ελληνονοϊταλικών σχέσεων στην μεταπολεμική περίοδο θα 
καταλήξει στην υπογραφή συμφωνίας οικονομικής συνεργασίας στις  31 Αυγούστου 1949. Με τη 
συμφωνία αυτή η Ελλάδα έπρεπε να αποδώσει τα 2/3 των μεσεγγυημένων ιταλικών περιουσιών, 
δικαιωμάτων και συμφερόντων στους δικαιούχους τους και η Ιταλία κατέβαλε για το σκοπό αυτό 
το  ποσό  των  3.750.000  δολαρίων.  Το  1/3  των  μεσεγγυημένων  αυτών  περιουσιών,  καθώς  και  οι 
περιουσίες  που  αποκτήθηκαν  μετά  τις  29  Οκτώβρη  1940,  παρέμενεν  στην  πλήρη  διάθεση  της 
ελληνικής  κυβέρνησης.  Συμφωνήθηκε  επίσης  ότι  οι  Ιταλοί  υπήκοοι  δικαιούχοι  περιουσιών, 
δικαιωμάτων  και  συμφερόντων  που  αποδίδονται  σε  αυτούς  είχαν  το  δικαίωμα  της 
επανεγκατάστασης  στην  Ελλάδα,  ανεξάρτητα  από  τα  μέτρα  που  είχε  λάβει  προηγουμένως 
εναντίον τους η ελληνική κυβέρνηση.  

62
Απόσπασμα από άρθρο της εφημερίδας ΄΄Κερκυραϊκά Νέα΄΄, που δημοσιεύθηκε στις 17.12.1945.

85
     Αλλά και μόνο οι διπλωματικές επαφές με την Ιταλία εξεγείρουν το Μητροπολίτη Μεθόδιο. Το 
διπλωματικόν  ψεύδος  μας  αφήνει  ασυγκίνητους.  Χρόνος  εκατονταετηρίδων  μας  έχει  αφήσει 
πικράν  πείραν.  Η  ενθύμησίς  των  είναι  αίμα,  δάκρυα,  εξορίαι,  φυλακίσεις,  κακοποιήσεις,  πείνα, 
θάνατοι, συνεχής οδύνη, μόνον δε διότι αγαπώμεν την ελληνικήν ελευθερίαν μας και δεν θέλομεν 
να γίνωμεν δούλοι των…Η Κέρκυρα,  αν και  συντετριμμένη  μετά της  αιωνίας Ελληνικής πατρίδος, 
αλλ’ ηθικώς νικήτρια, απέβαλε τους Ιταλούς και δεν θα τους δεχθή να επανέλθουν και εάν τινες 
παραμένουν πρέπει να φύγουν… Η διπλωματία είναι απατηλή, η δε πολιτική ας σκεφθή ότι είναι 
εντολοδόχος  του  Ελληνικού  λαού  και  δεν  έχει  το  δικαίωμα  να  μεταβάλλεται  εις  αυτοπροαίρετον 
και  αυθαίρετον  δυνάστην,  αλλά  να  προσέχη  το  ευαίσθητον  ψυχολογικόν  σημείον  του  Λαού,  το 
εθνικόν του κίνητρον. Το αίμα αχνίζει και θα αχνίζει πάντοτε. Τα δεινοπαθήματα συνεχίζονται και 
δεν θα λησμονηθούν.  
    Τα πύρινα κηρύγματα του Μεθοδίου και οι αντιδράσεις φορέων και αρχών της πόλης όχι μόνο 
θα  αποτρέψουν  την  επάνοδο  των  Ιταλών  υπηκόων  στην  Κέρκυρα,  που  επιτακτικά  αξιώνει  η 
ιταλική  κυβέρνηση,  αλλά  θα  αναστείλουν  αρχικά  και  στο  τέλος  θα  εμποδίσουν  τα  σχέδια  του 
Υπουργείου  Εξωτερικών  να  υπολογιστούν  στα  2/3  των  περιουσιών,  που  έπρεπε  να  αποδοθούν 
στους  Ιταλούς  υπηκόους,  μέρος  των  μεσεγγυημένων  περιουσιών  τους  στην  Κέρκυρα.  Όταν  στις 
αρχές του 1952 διερευνά τις προθέσεις της κερκυραϊκής κοινωνίας αναφορικά με το ενδεχόμενο 
παραχώρησης της βίλας Μιμπέλι, υπό την προϋπόθεσιν πάντοτε της απαγορεύσεως της επανόδου 
εις  τους  δικαιούχους  Ιταλούς  κληρονόμους,  ο  Νομάρχης  Κέρκυρας,  Σ.  Συριώτης,  αναλύει  τα 
διάχυτα  αισθήματα  του  κερκυραϊκού  λαού  σχετικά  με  την  παραχώρηση  προσθέτοντας  και  τις 
απαραίτητες αντικομμουνιστικές κορώνες: Ως τυγχάνει υμίν γνωστόν τα 20% του πληθυσμού της 
Κερκύρας ανήκουσιν εις την άκραν αριστεράν, έτερα δε 10% ευκόλως δύνανται να μεταπηδήσωσιν 
εις ταύτην πρό παντός την στιγμήν καθ’ ήν η Κυβερνητική προσπάθεια της διασφαλίσεως της τιμής 
του  ελαίου  διεκόπη  εις  το  κρισιμώτερον  δια  την  Κέρκυραν  χρονικόν  σημείον.  Αντιλαμβάνεσθε 
πόση  εκμετάλλευσις  θα  γίνη  από  τα  αριστερά  στοιχεία  εάν  η  σημαντικωτέρα  Ιταλική  περιουσία, 
εφ’  ής  πλείστα  σχέδια  κατανομής  εις  ακτήμονας  αγρότας  ή  η  διάθεσις  δια  κοινωφελείς  σκοπούς 
γίνονται  από  τον  αριστερόν  αλλά  και  τον  εθνικόφρονα  τύπον,  αύτη  και  μόνη  κατ΄  εξαίρεσιν 
αποδοθή εις τον κύριόν της. 
    Μετά  τις  αντιδράσεις  αυτές  το  Υπουργείο  Εξωτερικών,  στα  μέσα  του  ίδιου  χρόνου,  θα 
ματαιώσει  οριστικά  τη  μεταβίβαση  στους  Ιταλούς  της  έπαυλης  Μιμπέλι,  που  η  κερκυραϊκή 
κοινωνία θεωρούσε σαν κερκόπορτα για την επάνοδο των Ιταλών στην Κέρκυρα. 
      Ένα  άλλο  πεδίο  αντιπαράθεσης,  πολύ  πιο  έντονο  αυτή  τη  φορά,  θα  σημαδέψει  τις  σχέσεις 
ορθοδόξου και καθολικής εκκλησίας και θα εκτυλιχθεί πάνω στα ερείπια των τόπων λατρείας. Οι 
σχέσεις  των  κορυφαίων  εκπροσώπων  των  δύο  εκκλησιών  έχουν  φθάσει  σε  οριακό  σημείο  και 
καταγράφονται  σε  απόρρητη  αναφορά  (11‐11‐1948)  του  Νομάρχη  Κέρκυρας:  Ατυχώς  παρά  τας 
σχετικάς  συστάσεις  ο  Σεβασμιώτατος  Μητροπολίτης  Κερκύρας  και  Παξών  κ.  Μεθόδιος  με 
θρησκευτικόν φανατισμόν και πείσμα αλλά και επιζήμιον έλλειψιν πάσης πολιτικότητος συνεχίζει 
εκ του εμφανούς και αφανούς την διενέξίν του προς τον Αρχιεπίσκοπον Καθολικών κ. Βουτσίνον. 
Εκτός  των  άλλων  και  δια  φιλικώς  διακειμένης  αυτώ  εβδομαδιαίας  εφημερίδος  ρίπτει  συνεχώς 
έλαιον  εις  την  πυράν.  Εκ  παραλλήλου  ο  Λατίνος  Αρχιεπίσκοπος 63   με  το  διακρίνον  αυτόν  επίσης 
πνεύμα  και  δυναμικότητα  αλλά  και  πολιτικότητα  απαντά,  αμύνεται  αλλά  και  προσπαθεί  να 
κερδίση έδαφος εις την εκτίμησιν της κοινής γνώμης. Ταύτα πάντα με στενόν τοπικόν αποτέλεσμα, 
κατά την γνώμην ημών, τον διασυρμόν της εκκλησίας του Χριστού. Είναι φανερή η προσπάθεια της 
τοπικής  διοίκησης  να  ισορροπήσει  ανάμεσα  στην  πολιτική  της  εξομάλυνσης  των  ελληνοϊταλικών 
σχέσεων  που  προωθεί  η  ελληνική  κυβέρνηση  (όχι  χωρίς  επιφυλάξεις)  και  της  ταυτόχρονης 
διατήρησης καλών σχέσεων με τους ορθόδοξους θρησκευτικούς κύκλους της Κέρκυρας.  
    Σύμφωνα  με  απόρρητη  αναφορά  της  Αστυνομικής  Δ/νσης  Κέρκυρας  (1947)  στην  Κέρκυρα 
διαβιούσαν 1755 καθολικοί το θρήσκευμα. Εκ τούτων α΄)359 είναι υπήκοοι Έλληνες εξ ιθαγενείας, 
β)  350  υπήκοοι  Έλληνες  εκ  πολιτογραφήσεως  και  συνεπεία  γάμου,  γ)  808  Βρετανοί  υπήκοοι, 
άπαντες Μελιταίοι την καταγωγήν, δ) 28 Ιταλοί υπήκοοι, ε) 15 Γάλλοι υπήκοοι και στ) οι υπόλοιποι 
17  διαφόρων  άλλων  εθνικοτήτων.  Οι  γερμανικοί  βομβαρδισμοί  της  13ης  Σεπτεμβρίου  1943  θα 
ισοπεδώσουν,  εκτός  από  τους  ορθόδοξους  ναούς,  το  Ντόμο  και  την  Υ.Θ.  Αννουνσιάτα  και  οι 

63
Ο Αρχιεπίσκοπος των Καθολικών Βουτσίνος, πριν τοποθετηθεί στην Κέρκυρα, σύμφωνα με την αναφορά της Διοίκησης
Χωροφυλακής Κυκλάδων, υποστήριξε σθεναρά τους ορθόδοξους της Ερμούπολης Σύρου και φυλακίστηκε για την εν γένει
αντιστασιακή του δράση στις φυλακές Αβέρωφ από τις γερμανικές στρατιωτικές αρχές.

86
καθολικοί ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα στους τέσσερις ανέπαφους καθολικούς ναούς: 
Του  Αγίου  Αντωνίου,  του  Αγίου  Φραγκίσκου,  της  Παναγίας  Τενέδου,  της  Παναγίας  στη  Γαρίτσα, 
καθώς  και  στο  παρεκκλήσι  της  σχολής  των  Μελιταίων  Καλογραιών.  Ήδη  όμως  από  τις  τον 
Ιανουάριο του 1947 ο Μητροπολίτης Μεθόδιος προτείνει προς το Υπουργείο Θρησκευμάτων την 
κατεδάφιση  του  Ντόμου  και  της  Αννουντσιάτας  και  ζητά  από  το  Υπουργείο  να  διατάξη  την 
τακτοποίησιν  και  ταχίστην  αποπεράτωσιν  του  πολεοδομικού  σχεδίου  της  πόλεως  Κερκύρας, 
υποδεικνύον  καταστολήν  και  πλήρη  κατασίγασιν  των  φωνασκούντων  αμυντόρων  της  Ρωμαϊκής 
Εκκλησίας,  εν  σεβασμώ  του  αισθητηρίου  του  Ελληνικού  Λαού  της  Κερκύρας.  Στόχος  του 
Μητροπολίτη  δεν  είναι  μόνο  η  ισοπέδωση,  με  το  πρόσχημα  της  εφαρμογής  του  πολεοδομικού 
σχεδίου,  των  σημαντικότερων  τόπων  λατρείας  των  καθολικών 64   αλλά  και  η  επακόλουθη  μείωση 
των ιερέων της Καθολικής εκκλησίας σπουδαιοτάτων στελεχών της προπαγάνδας, εκκλησιαστικής 
τε  και  ιταλικής.  Τη  θέση  του  Μεθόδιου  υιοθετεί  αρχικά  και  το  Υπουργείο  Εξωτερικών  που 
εκφράζει την άποψη ότι οι σήμερον  εν Κερκύρα υπάρχοντες Καθολικοί Ναοί είναι από απόψεως 
χρησίμου χώρου και κατανομής απολύτως επαρκείς δια την εξυπηρέτησιν των εις την πόλιν, και τα 
περίχωρα  ακόμη,  διαβιούντων  Καθολικών.  Εξ’  άλλου  φαίνεται  ότι  η  Ρωμαιοκαθολική  Εκκλησία 
επιμένει εις την ανόρθωσιν και στέγασιν ιδίως του Ναού του Αγίου Ιακώβου όχι διότι κατ’ αυτόν 
τον  τρόπον  θα  εξυπηρετηθούν  πραγματικαί  εκκλησιαστικαί  ανάγκαι  αλλά  μάλλον  χάριν 
προπαγάνδας και γοήτρου. 
    Οι Καθολικοί της Κέρκυρας μπροστά στον κίνδυνο να περιοριστεί σημαντικά η θρησκευτική τους 
παρουσία  και  επιρροή  απαντούν  με  σειρά  καλά  μελετημένων  και  συντονισμένων  ενεργειών.  
Πρώτον επιχειρούν αναβάθμιση της κεντρικής τους εκπροσώπησης με την πλήρωση (αρχές 1948) 
της  θέσης  του  Αρχιεπίσκοπου    Καθολικών  με  ένα  πρόσωπο  γνωστό  για  την  αντιστασιακή  του 
δράση.  Ο  Αρχιεπίσκοπος  Βουτσίνος  με  το  θεσμικό  κύρος  της  θέσης  του  εξισορροπεί  το  επίπεδο 
εκπροσώπησης  και  μπορεί  να  αντιπαρατεθεί  στον  μητροπολίτη  Μεθόδιο  έναντι  του  οποίου 
διαθέτει  συγκριτικά  πλεονεκτήματα.  Είναι  εξίσου  δυναμικός,  διαθέτει  πολιτικότητα  και  ευελιξία 
και χρησιμοποιεί ήπιους τόνους στην προσπάθεια προσεταιρισμού της κοινής γνώμης 65 .  
    Ταυτόχρονα  επιχειρούν  δύο  ακόμα  ελιγμούς.  Ο  πρώτος  είναι  ότι  αποφεύγουν  να  θέσουν 
πιεστικά  το  αίτημα  της  ανοικοδόμησης  του  ναού  της  Υ.Θ  της  Αννουνσιάτας,  του  οποίου 
διασώζονται  μόνο  τα  θεμέλια  και  κατεδαφίζεται  εξολοκλήρου  με  απόφαση  του  Υπουργείου 
Ανοικοδομήσεως. Ο δεύτερος ελιγμός είχε σχέση με την έδρα της Λατινικής Αρχιεπισκοπής και για 
το  σκοπό  αυτό  δημιουργούν  ξύλινο  παράπηγμα  μέσα  στο  Ντόμο  (οι  εξωτερικοί  τοίχοι  του 
διασώζονται ανέπαφοι) για τον εκκλησιασμό των πιστών, μία κίνηση που ο Μεθόδιος καταγγέλλει 
ότι  ο  υπολανθάνων  σκοπός  της  είναι  να  δημιουργηθεί  προηγούμενον  ή  δεδικασμένον,  ίνα 
προβώσιν  εις  την  στέγασιν  του  όλου  Ναού  βάσει  του  κατ΄αυθαιρεσίαν  προηγουμένου  δια  νέου 
πραξικοπήματος.  Ωστόσο  η  κίνηση  αυτή  των  Καθολικών  δεν  θα  είχε  τύχη  αν  δεν  διέθετε  ισχυρά 
διπλωματικά ερείσματα. Στην κατεύθυνση της ανοικοδόμησης του Ντόμου κινείται δραστήρια και 
αποτελεσματικά ο πρόξενος της Μ. Βρετανίας στην Κέρκυρα Gerard Kinchella, ο οποίος επισύρει 
την οργή του Μητροπολίτη γιατί είναι ο αμύντωρ της όλης αυτής κινήσεως, φανατικός οπαδός της 
Ρωμαιοκαθολικής  Εκκλησίας,  μετά  πείσμονος  ενδιαφέροντος  και  σκανδαλωδώς  υπέρ  αυτής 
επεμβαίνων. Ο ύστατος αγώνας των Καθολικών για τη διάσωση του Ντόμου δεν ήταν μόνο θέμα 
γοήτρου αλλά και ουσίας, διότι τυχόν κατεδάφισή του θα σήμαινε ταυτόχρονα και κατάργηση της 
καθολικής Αρχιεπισκοπής 66 , που με πείσμα επεδίωκε το ορθόδοξο στοιχείο.  

64
Οι καθολικοί της Κέρκυρας διαβιούσαν σε τρεις ενορίες: 1. της πόλης με εφημέριο τον ιερέα Σπυρίδωνα Τσίλια 2. του
Κωτσέλλα (Μαλτέζικα) με εφημέριο τον εκάστοτε υπηρετούντα στην Κέρκυρα Καπουκίνο και 3. της Γαρίτσας με ιερέα τον
Σπυρίδωνα Ρουγγέρη.
65 ης
Ο μητροπολίτης Μεθόδιος δεν δίστασε να αποχωρήσει από τον εορτασμό της 28 Οκτωβρίου, όταν ο Νομάρχης κάλεσε
τον Αρχιεπίσκοπο Καθολικών να σταθεί δίπλα του εκ λόγων στοιχειώδους λεπτότητος. Τούτο ήρκεσεν ίνα ο Σεβασμιώτατος κ.
Μεθόδιος αποχωρήση αυθωρεί, ποιούμενος κατά το αρκετά μακρόν δια μέσου του συγκεντρωμένου δια την παρέλασιν
πλήθους διάστημα χρήσιν θεαματικών χειρονομιών και αναφωνών ότι ένας είναι ο Ορθόδοξος Επίσκοπος της Κέρκυρας.
Μεταξύ του πλήθους, την έξαψιν φανατισμού του οποίου πιθανώς επεδίωκεν ο Σεβασμιώτατος, προεκλήθησαν ποικίλλα
σχόλια και, κατά την γνώμην ημών, ουχί εν τη πλειονότητι ευμενή δια την τοιαύτην αποχώρησιν του Σεβασμιωτάτου.
66 ο
Η Καθολική Μητρόπολη ιδρύθηκε το 13 αιώνα και κατά την άποψη του συντάκτη ενός ανυπόγραφου υπομνήματος
(9.7.1952), που προέρχεται μάλλον από εκκλησιαστικούς κύκλους, διετηρήθη δε αύτη μέχρι σήμερον δια λόγους ποικίλης
πολιτικής και διπλωματικής σκοπιμότητος, περί ής ου του παρόντος, ενώ ο αριθμός των εν Κερκύρα Καθολικών, εις
οιονδήποτε άλλον τόπον, μη Καθολικόν, δεν θα εδικαιολόγει πλέον της μιας ενορίας, μετά δύο ή τριών ιερέων.

87
    Τελικά  ο  Ντόμος  δεν  ρυμοτομήθηκε  και  η  διάσωσή  του  αποτελεί  μάλλον  το  αντισταθμιστικό 
όφελος που δόθηκε στο καθολικό στοιχείο της πόλης, έναντι της εκδίωξης και της μη επιστροφής 
των Ιταλών υπηκόων.  
 
6. Η Κέρκυρα και το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα 
 
Κατά  τη  διάρκεια  της  μετάβασης  από  τον  πόλεμο  στην  ειρήνη  δεν  είχαν  λείψει  οι 
διαπραγματεύσεις  και  οι  συζητήσεις  για  τις  εθνικές  αξιώσεις  της  Ελλάδας  που  αφορούσαν  στην 
ενσωμάτωση  των  εδαφών  της  Βορείου  Ηπείρου,  της  Κύπρου  και  των  Δωδεκανήσων,  τόσο 
ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και τους Βρετανούς, όσο και μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων. 
Ο ρόλος της χώρας στο συμμαχικό αγώνα και οι αρχές που περιλήφθηκαν σε διεθνείς διακηρύξεις, 
όπως  ο  Χάρτης  του  Ατλαντικού  (Αύγουστος  1941)  και  ο  Χάρτης  των  Ηνωμένων  Εθνών  (Ιούνιος 
1945),  δημιουργούσαν  νότες  αισιοδοξίας  για  την  ικανοποίηση  του  ελληνικού  αιτήματος.  Η 
πρόσδεση  όμως  και  η  ολοκληρωτική  αφοσίωση  της  ελληνικής  πολιτικής  ηγεσίας  στο  άρμα  της 
Βρετανικής  πολιτικής  δεν  δημιουργούσε  ασφαλείς  προϋποθέσεις  ολοκλήρωσης  του  εθνικού 
αυτού  στόχου.  Η  υποτονικότητα  της  διεκδίκησης,  η  ανώμαλη  εσωτερική  πολιτική  κατάσταση, 
κυρίως  όμως  η  επιθυμία  και  προτεραιότητα  των  Μεγάλων  Δυνάμεων  να  μην  επιτρέψουν    στα 
Βαλκάνια τη δημιουργία της ΄΄Μεγάλης Ελλάδας΄΄, οδήγησαν στον αποκλεισμό των περιοχών της 
Βορείου Ηπείρου και της Κύπρου από την ανασυγκρότηση του ελληνικού εθνικού χώρου. Η βαθιά 
αυτή  εσωστρέφεια  και  αντιφατικότητα  που  διέκριναν  την  ελληνική  εξωτερική  πολιτική  στο 
Βορειοηπειρωτικό  ζήτημα,  η  οποία  προσπαθούσε  να  επιτύχει  τη  διεκδίκηση  του  στόχου  της, 
δεμένη  και  άβουλη  στον  άξονα  των  βρετανικών  συμφερόντων,  έθετε  σε  σοβαρό  κίνδυνο  την 
ύπαρξη  της  ελληνική  μειονότητας,  διότι  είχε  ήδη  διαφανεί  ότι  το  βαλκανικό  ζήτημα  θα  λυνόταν 
στα πλαίσια της παγκόσμιας σκακιέρας των γεωπολιτικών συμφερόντων των νικητριών δυνάμεων 
και  όχι  στα  στενά  πλαίσια  μια  ελληνοβρετανικής  συμφωνίας.  Από  την  άλλη,  η  ίδια  περίοδος 
χαρακτηρίζεται  από  την  έξαρση  του  αποσχιστικού  ζητήματος  των  Τσάμηδων  στη  Θεσπρωτία  και 
είναι  πολύ  πιθανόν  η  ανακίνηση  του  βορειοηπειρωτικού  ζητήματος  να  οφειλόταν  όχι  μόνο  στην 
ικανοποίηση  των  αλυτρωτικών  διαθέσεων  των  Βορειοηπειρωτών  από  ακραίους  εθνικιστικούς 
κύκλους  αλλά  και  στην  προσπάθεια  εξισορρόπησης  των  εδαφικών  διεκδικήσεων  σε  βάρος 
ελληνικού εθνικού χώρου.  
       Έτσι, η ελληνική εξωτερική πολιτική, στην προσπάθειά της να πείσει τις Μεγάλες Δυνάμεις για 
το  δίκαιο  της  ενσωμάτωσής  της  Βορείου  Ηπείρου,  εκμεταλλεύεται  τον  αλυτρωτικό  πόθο  των 
Βορειοηπειρωτών και συνεργάζεται στενά μαζί τους εντός και εκτός Αλβανίας με προφανή στόχο 
την εξέγερση και την εν συνεχεία υιοθέτησή της.  
    Από  τις  αρχές  του  1945  (ίσως  και  νωρίτερα),  το  Φρουραρχείο  Κέρκυρας  διεξάγει  στο  νότιο 
τμήμα της Αλβανίας μυστικές επιχειρήσεις προς συλλογή πληροφοριών και μετάδοσιν οδηγιών εις 
ωρισμένους εκείσε ομογενείς, συνεργαζόμενους μετά των Ελληνικών Αρχών. Οι επιχειρήσεις αυτές 
όχι  μόνο  δεν  είναι  αναίμακτες  αλλά  επισύρουν  και  σκληρά  αντίποινα  με  δολοφονίες,  δήμευση 
περιουσιών,  εκτοπίσεις  και  φυλακίσεις.  Οι  επιχειρήσεις  αυτές  οργανώνονται  και  κατευθύνονται 
από  το  Τμήμα  Βαλκανικής  της  Α΄  Διεύθυνσης  του  ελληνικού  Υπουργείου  Εξωτερικών  και 
χρηματοδοτούνται από τα απόρρητα κονδύλιά του. Πέρα από το στρατιωτικό σκέλος του σχεδίου, 
σημαντικός  ρόλος  ανατίθεται  στη  Νομαρχία  Κέρκυρας  που  όχι  μόνο  συντονίζει  τις  επιχειρήσεις 
αυτές  αλλά  και  διαχειρίζεται  τα  δι’  Εθνικούς  σκοπούς  απόρρητα  κονδύλια 67 .  Αρωγός  της 
Νομαρχίας  στο  συντονισμό  των  επιχειρήσεων  είναι  η  ΄΄Κεντρική  Επιτροπή  Βορειοηπειρωτών 
Κερκύρας΄΄, οι βορειοηπειρώτες πρόσφυγες που εγκαταλείπουν το χώρο εξαιτίας των αντιποίνων 
του  Αλβανικού  καθεστώτος  (μέχρι  τον  Αύγουστο  του  1945  είχαν  καταφύγει  στην  Κέρκυρα  270 
πρόσφυγες,  615  στα  Γιάννενα  και  35  στην  Ιταλία)  και  σημαίνοντα  πρόσωπα  της  μειονότητας 
(βουλευτές, δάσκαλοι, ιερείς κλπ).     
    Η ΄΄Κεντρική Επιτροπή Βορειοηπειρωτών Κερκύρας΄΄ προήλθε από τη συνεργασία δύο ενώσεων 
Βορειοηπειρωτών,  του  ΄΄Βορειοηπειρωτικού  Συλλόγου΄΄  και  της  ΄΄Εθνικής  Ενώσεως  Προσφύγων 
Βορείων Ηπειρωτών΄΄ που δρούσαν στην Κέρκυρα. Οι δύο σύλλογοι αποφάσισαν, στις αρχές του  
1945,  να  συστήσωσιν  κοινήν  ΜΟΝΙΜΟΝ  Επιτροπήν,  ήτις  ΜΟΝΗ,  θα  επιλαμβάνεται  από  σήμερον 

67
Τα κονδύλια αυτά καταβάλλονταν σε Βορειοηπειρώτες ΄΄προς εκτέλεσιν υπηρεσίας΄΄, για ενίσχυση της ΄΄Επιτροπής
Βορειοηπειρωτικού Αγώνος Κερκύρας΄΄ , για ενίσχυση της Βορειοηπειρωτικής νεολαίας κ.λ.π.

88
υπευθύνως,  έναντι  των  αρχών  και  των  εντολέων  των,  παντός  ότι  ανάγεται  εις  την 
εθνικοαπελευθερωτικήν δράσιν αυτών. Τα δύο αυτά σωματεία βρίσκονταν σε διαρκή αντίθεση και 
αντιπαλότητα,  την  οποία,  ευθύς  μετά  την  απελευθέρωση,  κατόρθωσε  κάπως  να  αμβλύνει  ο 
κυβερνητικός  Αντιπρόσωπος,  Λέων  Μακκάς.  Λίγο  αργότερα  όμως  ξέσπασε  οξύτατη  διαμάχη 
μεταξύ των σωματείων με αλληλοκατηγορίες για φιλοεαμικές διαθέσεις των μελών τους, χωρίς να 
λείπουν και οι συγκρούσεις που οφείλονται εις καθαρώς προσωπικά ελατήρια.  
     Το  Υπουργείο  Εξωτερικών  στην  προσπάθειά  του  να  εξαλείψει  τις  αντιθέσεις  αυτές,  που 
προσφέρουν  θέαμα  ήκιστα  εποικοδομητικόν,  συνιστά  στη  Γενική  Διοίκηση  Ιονίων  Νήσων  όπως 
καλέση  τους  ιθύνοντας  αμφοτέρων  των  παρατάξεων  και  κάμετε  έκκλησιν  εις  τα  πατριωτικά  των 
αισθήματα  όπως  καταλείποντες  πάσαν  φθοροποιόν  μικροδιένεξιν  αφιερωθώσι  ενωμένοι  εις  την 
εξυπηρέτησιν του ιερού των σκοπού , δηλαδή της ενώσεως της Βορείου Ηπείρου μετά της μητρός 
Ελλάδος, υπέρ του οποίου άλλωστε εθυσίασαν το παν. Τελικά οι προσπάθειες και οι πιέσεις του 
Αγγέλου  Τσουκαλά,  Διοικητή  Νήσων  Ιονίου  Πελάγους,  έφεραν  αποτέλεσμα,  αφού  ζήτησε  και 
πέτυχε να αναθέσουν σ’ αυτόν οι δύο οργανώσεις το δικαίωμα να εκλέξει κατά κρίσιν αγαθήν και 
δικαίαν  εκείνους  οι  οποίοι  θα  απαρτίσουν  την  επιτροπήν  συντονισμού  του  Βορειοηπειρωτικού 
Αγώνος  εν  Κερκύρα.  Η  εκκαθάριση  των  βορειοηπειρωτικών  οργανώσεων  στην  Κέρκυρα  από  τα 
φιλοεαμικά  στοιχεία  δεν  ήταν  αρκετή  για  τον  Τσουκαλά,  που  παρακολουθεί  από  κοντά  τη 
σύνθεση και την οργάνωση του Βορειοηπειρωτικού στοιχείου με τη συνεργασία του αστυνομικού 
διευθυντή,  Η.  Δεδόπουλου,  προς  αποτροπήν  εν  τω  μέλλοντι  του  κινδύνου  επικοινωνίας 
ανεπιθυμήτων  προσώπων  μεταξύ  Αλβανίας  και  Κερκύρας,  οι  οποίοι  πηγαίνουν  τακτικά  εις 
Αλβανίαν,  ακολουθούντες  την  οδόν  των  Αγίων  Σαράντα  δια  θαλάσσης    και  δια  μέσου  των 
Ηπειρωτικών  συνόρων.  Οι  συχνές  αναφορές  του  στα  Υπουργεία  Εξωτερικών  και  Εσωτερικών,  σε 
απάντηση  του  ιδιαίτερου  ενδιαφέροντος  που  επιδεικνύει  η  Αθήνα  δια  την  παρακολούθησιν  της 
κινήσεως  των  συλλόγων,  φανερώνουν  άριστη  γνώση  τόσο  της  πολιτικής  γεωγραφίας  του 
βορειοηπειρωτικού στοιχείου όσο και της επικοινωνίας των κομμουνιστών 68  της Κέρκυρας με την 
Αλβανία    και  την  Ήπειρο  σε  μια  συνδυασμένη  προσπάθεια  να  περιφρουρηθούν  οι  μυστικές 
επιχειρήσεις που διεξάγονται στη Βόρειο Ήπειρο. Την εποχή αυτή (1945‐1946), ιδιαίτερα μετά την 
αναγνώριση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αλβανία, οι παρακολουθήσεις γίνονται ακόμη 
στενότερες. Το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης ανησυχεί για το γεγονός ότι ένιοι εκ των εισερχομένων 
λάθρα εις το ελληνικόν έδαφος ομογενών Βορειοηπειρωτών Αλβανών υπηκόων διαπνεόμενοι υπό 
ανθελληνικών  αισθημάτων  και  όντες  τυφλά  όργανα  της  Αλβανικής  Τσέτας  εκτελούσι 
κατασκοπευτικάς  αποστολάς  εις  βάρος  των  εθνικών  ημών  συμφερόντων.  Οι  ύποπτοι 
κατασκοπείας ομογενείς Βορειοηπειρώτες εκτοπίζονται στα νησιά Ζάκυνθος και Κεφαλληνία, πριν 
μεταφερθούν στην Πάτρα και στο εκεί στρατόπεδο πολιτικών αιχμαλώτων.    
    Σύμφωνα  με  την  πρόταση  κορυφαίου  στελέχους  της  μειονότητας  η  οριογραμμή  των  νέων 
συνόρων  της  ελληνοαλβανικής  μεθορίου  είχε  τοποθετηθεί  άνωθεν  της  πόλεως  Κορυτσάς  και 
περιελάμβανε  ακόμα  την  περιοχή  της  λίμνης  Οχρίδας,  του  Πόγραδετς,  τον  ποταμό  Δέβολη    και 
κατέληγε  σε  μία  από  τις  εκβολές  του  Αώου.  Η  πρόταση  περιελάμβανε  σημαντικά  στρατηγικά 
σημεία και πληθυσμό στον οποίο πλειοψηφούσε σημαντικά το ορθόδοξο ελληνικό στοιχείο. Άλλη 
εναλλακτική  πρόταση  που  προτάθηκε,  πέραν  της  ενσωμάτωσης  των  Βορειοηπειρωτικών 
περιοχών,  ήταν  και  αυτή  της  ένωσης  της  Ελλάδας  με  την  Αλβανία,  η  οποία  θα  ικανοποίει 
πληρέστατα  τα  ελληνικά  συμφέροντα  και  τα  αλβανικά  και  θα  καθίστα  την  Ελλάδα  μίαν 
σημαίνουσαν  δύναμιν… 
    Η  συνεργασία  της  ΄΄Κεντρικής  Επιτροπής  Βορειοηπειρωτών  Κερκύρας΄΄  με  τη  Νομαρχία,  το 
Φρουραρχείο  και  παράγοντες  της  ελληνικής  μειονότητας  είχε  σαν  κύριο  στόχο  τη  συλλογή 
πληροφοριών για την πολιτική κατάσταση στην Αλβανία, τις κινήσεις των στρατιωτικών μονάδων, 
τις διώξεις που υφίσταται η μειονότητα κλπ. Όμως ο αδιάκοπος αγώνας των Βορειοηπειρωτών για 
ένωση προκάλεσε τη βίαιη αντίδραση των ακραίων αλβανικών εθνικιστικών κύκλων, ιδιαίτερα την 
περίοδο  της  γερμανοϊταλικής  κατοχής  της  Αλβανίας.  Η  δράση  των  ιταλικών  και  γερμανικών 

68
Αν και έχουν σαφείς πληροφορίες οι διωκτικές αρχές βρίσκονται σε αδυναμία να εξουδετερώσουν την πολιτική δράση των
κομμουνιστών που πηγαινοέρχονται στην Αλβανία. Στο στόχαστρο της αστυνομίας βρίσκεται ο Βασίλης Άνθης, μέλος της
Γραμματείας του ΕΑΜ και γραμματέας της ΚΟ Κέρκυρας του ΚΚΕ.

89
στρατευμάτων  (εκτελέσεις,  λεηλασίες  χωριών,  εκτοπίσεις,  φυλακίσεις  κλπ)  με  την  αμέριστη 
συνεργασία  του  "Ballit  Competar"  (Εθνικό  Μέτωπο  Αλβανίας,  αντίστοιχο  με  τα  Τάγματα 
Ασφαλείας) οδηγεί στην εξόντωση τα στελέχη των Βορειοηπειρωτικών οργανώσεων (1943).  
     Σύμφωνα  με  αναφορές,  που  υποβάλλουν  στη  Γενική  Διοίκηση  Ιονίων  Νήσων  οι 
βορειοηπειρωτικές  οργανώσεις,  και  περιέχουν  στοιχεία  από  το  1941  μέχρι  το  1944,  οι 
δολοφονηθέντες παρά Παρτιζάνων και Γερμανομπαλιστών ανέρχονται σε 843, οι φυλακισμένοι και 
οι  εκτοπισμένοι  σε  683,  ενώ  είναι  άγνωστες  πολλές  άλλες  περιπτώσεις  δολοφονιών  που  δεν 
εξακριβώθηκαν  τα  στοιχεία  τους.  Οι  εκκλησίες,  τα  σχολεία  και  οι  οικίες  που  πυρπολήθηκαν 
ανέρχονται σε 2.500 και στην Πολυτσάνη καταστρέφεται ο μεγίστης αρχαιολογικής αξίας ναός.  Η 
καταστροφή  είναι  σχεδόν  ολοκληρωτική  σε  διαμερίσματα  όπως  λχ  το  Λεσκοβίκι,  Λάμποβο, 
Σέλτση,  αφού  εις  έκαστον  των  χωρίων  τούτων  είναι  ζήτημα  αν  διασώζωνται  5‐10  οικίαι.  
Προκειμένου  δε  περί  της  περιοχής  και  της  πόλεως  της  Πρεμετής  η  καταστροφή  παντός  ότι  είναι 
ελληνικόν  δεν  έχειν  ομοίαν  άλλην  περίπτωσιν.  Εις    την  πόλιν  Πρεμετή  ουδεμία  χριστιανική  οικία 
υπάρχει,  ενώ  διασώζωνται  άπασαι  οι  Μωαμεθανικαί  μετά  του  μιναρέ.  Χριστιανοί  δεν  κατοικούν 
πλέον εις αυτήν. Αν σε όλα αυτά προστεθούν η καταστροφή της κτηνοτροφίας, που αποτελούσε 
βασικό πόρο επιβίωσης, οι φορολογίες και οι επιτάξεις ζώων και προϊόντων, οι λεηλασίες οικιών 
και καταστημάτων και η επιστράτευση του χριστιανικού πληθυσμού, που τοποθετείται στα βόρεια 
σύνορα και εις το παρά των Σέρβων νυν κατεχόμενον Κόσσοβον, η Βόρειος Ήπειρος την περίοδο 
αυτή  βρίσκεται  υπό  απηνή  διωγμόν  και  τρομοκρατίαν.  Οι  ίδιες  οργανώσεις,  απαλλαγμένες  πια 
από τα φιλοεαμικά τους στοιχεία, δίνουν παράλληλα στις αρχές πληροφορίες για τα υπολείμματα 
του ΕΛΑΣ που καταφεύγουν στην Αλβανία 69 .   
   Το  Βορειοηπειρωτικό  ζήτημα  θα  κλείσει  οριστικά  μετά  από  λίγα  χρόνια  (1947).  Αλλά  οι 
αβασάνιστες  ρυθμίσεις  που  επιβλήθηκαν,  τότε,  από  τις  Μεγάλες  Δυνάμεις  στα  μειονοτικά 
ζητήματα  της  Βαλκανικής,  στο  όνομα  της  διατήρησης  της  ισορροπίας  δυνάμεων  και  αποφυγής 
νέων  αναταραχών  στην  ευρύτερη  περιοχή,  πυροδότησαν  στις  μέρες  μας  ανεξέλεγκτες  και 
αιματηρές εθνικιστικές συγκρούσεις.   
 

69
Στις 5-3-1945 η Εθνική Ένωση Προσφύγων Βορείων Ηπειρωτών θα αναφέρει ότι κατά πληροφορίας το ελληνικόν Ε.Α.Μ.
μετέφερεν εις Αργυρόκαστρον το πολεμικόν υλικόν που θα παρέδιδε εις τας ελληνικάς Αρχάς..και..600 μέλη της άκρας
αριστεράς φέροντες ολόκληρον τον οπλισμόν εισήλθον εντός του Αλβανικού εδάφους. Πρόκειται για ομάδες του ΕΛΑΣ που
δεν πειθάρχησαν στη διάλυσή του, που προέβλεπε η συμφωνία της Βάρκιζας, και καταφεύγουν στην Αλβανία.

90
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ 
 
ΟΙ  ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ  ΚΑΙ  ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ  ΕΚΛΟΓΕΣ  ΤΟΥ  1951  ‐  ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ  ΚΑΙ  ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ  ‐ 
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ 
 
1. Η ιδεολογική κάθαρση της τοπικής αυτοδιοίκησης (1945‐1951) και οι δημοτικές και κοινοτικές 
εκλογές  του 1951 στην Κέρκυρα 
 
Έπρεπε  να  περάσουν  17  ολόκληρα  χρόνια  για  να  διεξαχθούν  ξανά  εκλογές  στην  τοπική 
αυτοδιοίκηση. Το κεντρικό πολιτικό σύστημα βολεμένο από τους κάθε μορφής διορισμένους είχε 
προφανώς  άλλα  σοβαρότερα  καθήκοντα  να  επιτελέσει.  Και  πρώτα  απ΄  όλα  έπρεπε  να  τελειώσει 
οριστικά με τις τελευταίες εκκρεμότητες του εμφυλίου. Η ηττημένη Αριστερά έπρεπε να συντριβεί  
πολιτικά και ιδεολογικά. Οι πρώτες εκλογές, μετά το 1934, προγραμματίζονται για τις 8 Οκτωβρίου 
του 1950. Όμως η συχνή εναλλαγή κυβερνήσεων (επτά κυβερνήσεις μέσα στο 1950) και η έναρξη, 
κατ’  εντολή  των  Αμερικανών,  μιας  νέας  αντικομουνιστικής  εκστρατείας  ματαιώνει  τις  εκλογές 
αυτές.  Με  τον  Μπελογιάννη  στη  φυλακή  (έχει  συλληφθεί  από  τις  20  Δεκέμβρη  1950),  με  τον 
αριστερό τύπο φιμωμένο, με την τρομοκρατία σε έξαρση, με τις φυλακές και τα ξερονήσια ακόμα 
γεμάτα, με τους καταδικασμένους σε θάνατο να αγωνιούν και με τον Πλαστήρα στο περιθώριο, οι 
Έλληνες  καλούνται  να  ψηφίσουν  στις  δημοτικές  και  κοινοτικές  εκλογές  που  θα  γίνουν  στις  15 
Απρίλη του 1951 αλλά και στις βουλευτικές εκλογές που προκηρύχθηκαν για τις 9 Σεπτέμβρη της 
ίδιας χρονιάς. 
    Στην Κέρκυρα, από τα μέσα του ’45, ο Άγγελος Τσουκαλάς, στα πλαίσια της εκκαθαρίσεως των 
Κοινοτήτων,  συγκρότησε  επιτροπή  εκ  των  αρίστων  πολιτών  της  Κερκύρας  και  υπό  την 
παρακαλούθησιν της Διοικήσεως  στην οποία τόνισε ότι επιθυμία της Κυβερνήσεως είναι όπως αι 
Κοινότητες  επανδρωθώσιν  κατά  το  δυνατόν,  και  όπου  υφίσταται  ανάγκη  μεταβολών,  δια  των 
εκλεγέντων κοινοτικών αρχόντων κατά τας τελευταίας εκλογάς του 1934, μόνο δε όπου το πράγμα 
ήτο ανέφικτον θα έπρεπε να αναζητηθούν οι διοριστέοι μεταξύ των άλλων πολιτών. Ως προσόντα 
διορισμού  θεωρεί  ότι  οι  ενδιαφερόμενοι  ή  προτεινόμενοι  πρέπει  να  διαθέτουν  πλην  του  ήθους 
και της ικανότητος και την εν τω μέτρω του δυνατού μετριοπάθειαν εν τη σφαίρα των κοινωνικών 
και  πολιτικών  ανταγωνισμών,  την  μη  ενεργόν  ανάμειξιν  εις  δυναμικάς  οργανώσεις  οιασδήποτε 
παρατάξεως, αλλά και την προσήλωσιν εις τα ιδανικά του Έθνους και της Πατρίδος.  
    Ο  Τσουκαλάς  προβαίνει  στο  τέλος  σε  ομαδικές  μεταβολές  στη  σύνθεση  των  κοινοτικών 
συμβουλίων,  παρότι,  όπως  ο  ίδιος  παραδέχεται,  το  έργο  ήτο  δυσχερές,  διότι  τοιαύτα  πρόσωπα 
δυσχερώς  εξευρίσκονται.  Τα  πρόσωπα  που  διορίζονταν  πρόεδροι  και  μέλη  των  κοινοτικών 
συμβουλίων  από  τις  επιτροπές  επιλογής  έπρεπε  να  ήταν  ανεπίληπτα  από  απόψεως  Εθνικής 
συμπεριφοράς.  
      Όλη  την  περίοδο  1945‐1951,  η  τοπική  αυτοδιοίκηση,  μακριά  από  τη  σφαίρα  των  άμεσων 
προτεραιοτήτων  του  πολιτικού  κατεστημένου,  μετατρέπεται  σε  πεδίο  συνεχών  επεμβάσεων  και 
διορισμών.  Σύμφωνα  με  απόρρητη  αναφορά  του  Γενικού  Επιτελείου  Στρατού  του  1949,  μεταξύ 
των  διορισθέντων  συμπεριλαμβάνονται  πρόσωπα  έχοντα  βεβαρημένο  παρελθόν  και  γενικώς 
επιδείξαντα κατά το παρελθόν τόσον κατά την κατοχή, όσον και μετά ταύτα, ουχί την δέουσαν από 
Εθνικής  πλευράς  διαγωγήν.  Οι  συνεχείς  αντικαταστάσεις  στους  τοπικούς  άρχοντες  ήταν  πάντα 
κάτω  από  το  άγρυπνο  μάτι  του  στρατού,  που  ζητούσε  επίμονα  τη  συμμετοχή  των  κατά  τόπους 
στρατιωτικών  αρχών  αλλά  και  της  Χωροφυλακής  στη  διαδικασία  επιλογής,  αίτινες  αμέσως 
ενδιαφερόμεναι  δια  την  εμπέδωσιν  της  Τάξεως  και  Ασφαλείας  θα  φροντίζωσι  και  συλλέγωσι 
πλήρη  τα  απαιτούμενα  στοιχεία  ώστε  τελικώς  να  διαφωτίζεται  κατά  τον  καλλίτερον  τρόπον  η 
αρμόδια υπηρεσία. Ο στρατός αποδίδει την περίοδο αυτή ιδιαίτερη σημασία στα συμμοριόπληκτα 
χωρία των οποίων ο πληθυσμός επαναπατρίζεται ήδη και προσβλέπει στο διορισμό εκείνων των 
κοινοτικών αρχόντων, που θα συγκρατήσωσι τους δεινοπαθούντας χωρικούς, θα εμπνεύσωσιν εις 
αυτούς αισιοδοξίαν, θα ωθούσιν αυτούς προς την δια της εργασίας των αποκατάστασίν των αλλά 
κυρίως θα συγκρατώσιν αυτούς από των υπούλων υπονομευτών κλπ διότι αυτοί θα ευρίσκωνται 
καθημερινώς εις άμεσον επαφήν μετά των χωρικών.  
      Μέσα  στο  βαρύ  μετακατοχικό  κλίμα  της  εποχής,  με  περιορισμένη  την  δυνατότητα  ελεύθερης 
έκφρασης  και  μ'  ένα  διαφορετικό  εκλογικό  σύστημα  διεξάγονται,  τον  Απρίλη  του  1951,  οι 
δημοτικές και κοινοτικές εκλογές στην Κέρκυρα, που θα τερματίσουν οριστικά μια μεγάλη περίοδο 

91
αφωνίας  και  αδράνειας  της  πρωτοβάθμιας  αυτοδιοίκησης.  Με  την  προκήρυξη  των  εκλογών 
άρχισαν στην Κέρκυρα έντονα οι προεκλογικές κινήσεις. Οι κύριοι πολιτικοί παράγοντες ήταν και 
πάλι  ο  Σπύρος  Θεοτόκης  του  Ελληνικού  Συναγερμού  και  ο  Θεόδωρος  Δεσύλλας  του  Λαϊκού 
Κόμματος.  Παρά  την  εξασθένηση  του  Λαϊκού  Κόμματος,  διότι  πολλά  στελέχη  του  είχαν 
προσχωρήσει  τον  Παπάγο,  οι  εκλογές  για  το  Δήμαρχο  της  πόλης  ήταν  ένας  θρίαμβος  για  το 
Θεόδωρο  Δεσύλλα.  Δήμαρχος  εξελέγη  με  συντριπτική  πλειοψηφία  ο  αδελφός  του,  Σταμάτιος 
Δεσύλλας,  που  κατάφερε  να  εκλέξει  όλους  τους  δημοτικούς  συμβούλους.  Συνεπώς  εξελέγη 
ολόκληρος ο συνδυασμός του κ. Δεσύλλα, όστις περιλαμβάνει 14 Λαϊκούς, 8 Φιλελευθέρους και 2 
του  κ.  Παπανδρέου.  Αι  γυναίκαι  εψήφισαν  κατά  75%  τον  επιτυχόντα  συνδυασμόν.  Για  τις 
δημοτικές  και  κοινοτικές  εκλογές  του  1951  στην  Κέρκυρα  επιδεικνύει  ιδιαίτερο  ενδιαφέρον  η 
Αμερικανική Υπηρεσία Πληροφοριών 70 , που ζητά εμπιστευτικά από το Νομάρχη να της δώσει μία 
ιδέα  σχετικώς  με  τους  πλειοψηφίσαντες  πολιτικούς  ομίλους  εις  εκάστην  περίπτωσιν  με  ένδειξιν 
εάν γενικώς τα αποτελέσματα ευνόησαν την δεξιάν παράταξιν, την του κέντρου ή την αριστεράν. Η 
αναφορά  του  Νομάρχη  δίνει  την  ευκαιρία,  να  ανιχνευθούν  οι  πολιτικές  διεργασίες  αλλά  και 
συγκρούσεις των συντηρητικών κομμάτων σε τοπικό επίπεδο και, παράλληλα, να καταγραφεί για 
μια  ακόμα  φορά  η  σημαντική  εκλογική  παρουσία  της  αριστεράς  στην  τοπική  αυτοδιοίκηση  του 
νομού:  
    Κατά  τας  δημοτικάς  εκλογάς  εν  τη  πόλει  της  Κέρκυρας  ο  κ.  Σταμάτιος  Δεσύλλας,  αδελφός  του 
βουλευτού του Λαϊκού Κόμματος, ετέθη επικεφαλής συνδυασμού, όστις περιελάμβανεν πρόσωπα 
εκ της δεξιάς και του Κέντρου χωρίς κομματικόν έμβλημα. Το Νέον Κόμμα (δεξιά) και το Κόμμα των 
φιλελευθέρων  (κέντρον)  κατήρτισαν  κοινόν  συνδυασμόν,  όστις  υπεστηρίχθη  υπό  της  Τοπικής 
ηγεσίας των δύο Κομμάτων.  
    Τέλος  τα  Κόμματα  της  αριστεράς  κατήρτισαν  ίδιον  συνδυασμόν  υπό  το  όνομα  Δημοκρατικός 
Συναγερμός, αν και αι ανδρικαί ψήφοι των αριστερών υπελείφθησαν κατά 100 των βουλευτικών 
εκλογών 1950. Τούτο θεωρείται επιτυχές, διότι το έτος 1950‐51 είναι έτος άνευ εσοδείας, η Νήσος 
διέρχεται μεγάλην οικονομικήν κρίσιν και υπήρχεν φόβος, λόγω της δυστυχίας, να έχη ενισχυθή η 
αριστερά. 
    Τα αποτελέσματα έχουσιν ως εξής: 
    Επί ψηφισάντων 6361 έλαβαν: 
1. Κερκυραϊκόν Ψηφοδέλτιον (Δεσύλλας)            3263 
2. Κερκυραϊκή Ανασυγκρότησις 
    (Νέον Κόμμα‐Φιλελεύθεροι)                              1120 
3. ΕΠΕΚ τη συμμετοχή του Φιλελευθέρου 
    κ. Ναθαναήλ (τ. Προέδρου Δημ. Συμβουλίου)   345            
4. Δημοκρατικός Συναγερμός 71                               1603  
5. Μεμονωμένοι                                                           31     
    Όσον αφορά τις εκλογές στις κοινότητες του νομού ο Νομάρχης ανέφερε ότι τα τοπικώς ισχυρά 
Κόμματα απησχολημένα εις τον οξύτατον αγώνα της πόλεως δεν ανεμείχθησαν δραστηρίως εις την 
ύπαιθρον,  ως  εκ  τούτου  οι  συνδυασμοί  εις  τας  κοινότητας  δεν  κατήλθον  με  εμβλήματα 
ανεγνωρισμένων  κομμάτων  αλλά  κατηρτίσθησαν  υπό  των  ιδίων  των  κατοίκων,  οίτινες 
προσέδωσαν  εις  τους  συνδυασμούς  ονόματα  ποικίλλοντα  κατά  τόπον  ως  π.χ.  ΄΄Η  Πρόοδος΄΄, 
΄΄Αχιλλεύς΄΄,  ΄΄Ανασυγκρότησις΄΄  κλπ.    Έχομεν  ενδείξεις  ότι  εις  τας  κοινοτικάς  εκλογάς  οι  πολίται 
ενέμειναν  εις  τα  φρονήματά  των  και  δεν  παρετηρήθησαν  αξιοσημείωτοι  μετατοπίσεις  ψήφων. 

70
Το έγγραφο, με ημερομηνία 14-5-1951, υπογράφεται από τον Ράλφ Στιούαρτ Σμίθ, Διευθυντή Τύπου και Πληροφοριών. Στο
ίδιο έγγραφο ο αμερικανός αξιωματούχος τονίζει ότι αν η παράκλησίς μου παρουσιάζει δυσχερείας τινάς…θα προσπαθήσω να
συγκεντρώσω κατ΄ άλλον τρόπον τας πληροφορίας αυτάς.
71
Η πολιτική απομόνωση της Αριστεράς, μετά το τέλος του Εμφυλίου, θα τερματιστεί, όταν με τις προσπάθειες του ΚΚΕ
ιδρύεται στις 2-2-1950 η ΄΄Δημοκρατική Παράταξη΄΄ από τρία μικρά προσωποπαγή κεντροαριστερά κόμματα. Το επόμενο
σχήμα, για τη συγκρότηση του οποίου εργάζεται μέχρι τη σύλληψή του ο Νίκος Μπελογιάννης, είναι ο ΄΄Δημοκρατικός
Συναγερμός΄΄ μέσω του οποίου το ΚΚΕ σημειώνει εμφανείς επιτυχίες στα μεγάλα αστικά κέντρα κατά τις δημοτικές εκλογές
του Απριλίου του 1951.

92
Επειδή αρχή της Διοικήσεώς μας είναι οι κοινοτικοί άρχοντες να μένουν όσον το δυνατόν μακράν 
της γενικής πολιτικής διαμάχης, δεν ηθελήσαμεν να ερευνήσωμεν αμέσως και εκ του εμφανούς εις 
ποίον Κόμμα ανήκουσιν οι εκλεγέντες. Ενεργούμε ήδη εμπιστευτικώς και μετά πάσης διακρίσεως 
και θέλομεν τηρήσει υμάς ενημέρους άμα τω πέρατι της ερεύνης. Τον Ιούλιο του 1951 ο Νομάρχης 
Κέρκυρας κοινοποίησε στη Διοίκηση Χωροφυλακής τις καταστάσεις των εκλεγέντων τακτικών και 
αναπληρωματικών κοινοτικών συμβούλων για να διαπιστωθεί αθορύβως και εμπιστευτικώς, εάν 
οι  εκλεγέντες  είναι  υγιών  κοινωνικών  φρονημάτων  με  την  εντολή  να  αναγραφούν  αντιστοίχως 
εκάστου περιληπτικώς τα στοιχεία, εξ ων αποδεικνύονται τα φρονήματά των.  
    Ένα  ιδιαίτερο  χαρακτηριστικό  των  εκλογών  του  1951  ήταν  η  συμμετοχή  μεμονωμένων 
υποψηφίων  (ειδικά  στις  κοινότητες)  αλλά  ο  νόμος  και  το  εκλογικό  σύστημα  εξομοίωνε  με 
συνδυασμό  μόνο  τους  μεμονωμένους  που  είχαν  έμβλημα  και  τους  έδινε  το  δικαίωμα  να 
συμμετέχουν στις κατανομές. 
    Αυτό  είχε  σαν  συνέπεια  τη  μη  ανάδειξη  κοινοτικών  συμβουλίων  σε  αρκετές  κοινότητες  του 
Νομού  Κέρκυρας  στις  οποίες  δεν  υπήρχαν  συνδυασμοί  και  οι  μεμονωμένοι  υποψήφιοι,  που  δεν 
είχαν  έμβλημα  στο  ψηφοδέλτιο  τους,  δεν  συγκέντρωσαν  την  απόλυτη  πλειοψηφία  των  εγκύρων 
ψηφοδελτίων.  
    Λίγες μέρες μετά τις εκλογές, στις 23 Απρίλη 1951, ο Νομάρχης Κέρκυρας, μετά την αποστολή 
των  εκλογικών  αποτελεσμάτων  από  τις  εφορευτικές  επιτροπές  και  κατανοώντας  την  άδικη 
ιδιομορφία  του  συστήματος,  με  επείγουσα  αναφορά  του  προς  το  Υπουργείο  Εσωτερικών  ζήτησε 
την  τροποποίηση  της  εκλογικής  νομοθεσίας  για  την  ανάδειξη  των  κοινοτικών  αρχών,  αφού  έχει 
διαπιστώσει  ότι,  σε  αρκετές  κοινότητες  στις  οποίες  δεν  υπήρχαν  συνδυασμοί,  δεν  εξελέγησαν 
κοινοτικοί  σύμβουλοι,  διότι  οι  μεμονωμένοι  υποψήφιοι  δεν  συγκέντρωσαν  την  απόλυτη 
πλειοψηφία των εγκύρων ψηφοδελτίων, τα δε ψηφοδέλτια τους δεν μπορούσαν να υπολογιστούν 
ως ψηφοδέλτια συνδυασμού, αφού δεν είχαν έμβλημα παρά μόνο το όνομα των υποψηφίων.  
    Αλλά το σύστημα ήταν άδικο και για ένα ακόμη λόγο. Στην ίδια αναφορά γίνεται λόγος ότι σε 
ορισμένες κοινότητες εξέλεξαν κοινοτικούς συμβούλους με μικρό αριθμό ψήφων, επί τω λόγω ότι 
συμπεριελήφθησαν εις συνδυασμόν,  ενώ υπήρχαν μεμονωμένοι που ναι μεν δεν συγκέντρωσαν 
την  απόλυτη  πλειοψηφία  για  να  εκλεγούν,  υπερψηφίστηκαν  όμως  από  την  συντριπτική 
πλειοψηφία  των  εκλογέων.  Ο  Νομάρχης  βέβαια  πρότεινε  λύσεις  (όπου  υπήρχαν  μόνο 
μεμονωμένοι  να  εκλέγονται  κοινοτικοί  σύμβουλοι  εκείνοι  που  έλαβαν  κατά  σειρά  τις 
περισσότερες  ψήφους  ή  ακόμα  και  τη  συμμετοχή  τους  στις  κατανομές  μαζί  με  άλλους 
συνδυασμούς,  εφόσον  εξασφάλιζαν  το  30%    του  συνόλου  των  εγκύρων  ψηφισάντων)  για  να 
περιοριστεί έστω η κατάφωρη εκλογική αδικία σε βάρος των μεμονωμένων υποφήφιων. Δεν είναι 
γνωστό τι απάντησε το Υπουργείο Εσωτερικών στις προτάσεις του Νομάρχη Κέρκυρας. Το βέβαιο 
είναι  ότι  οι  μεμονωμένοι 72 ,  χαρακτηριστικό  σημείο  των  εκλογών  του  1951,  έχουν  εξαφανιστεί 
πλέον από το χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης. 
 
2.  Η  νομοθετική  κωδικοποίηση  του  1936  και  οι  συμπληρώσεις  του  Ν.  Δ.  107/1946  στην 
κωδικοποιημένη νομοθεσία 
 
    Οι  εκλογές  στην  τοπική  αυτοδιοίκηση  για  την  ανάδειξη  των  αιρετών  οργάνων  της  έγιναν 
σύμφωνα  με  το  βασιλικό  διάταγμα  της  17ης  Απριλίου  1936  ΄΄Περί  κωδικοποιήσεως  εις  ενιαίο 
κείμενον  νόμου  της  νομοθεσίας  περί  δήμων  και  κοινοτήτων΄΄,  που  περιελάμβανε  ολόκληρη  τη 
νομοθεσία από το 1912 μέχρι και το 1935, το Ν. Δ. 107/1946 και το νόμο 1454 της 18/19‐7‐1950, 
που επέφερε τις τελευταίες και ουσιώδεις τροποποιήσεις στον τρόπο εκλογής των δημάρχων, των 
προέδρων, των κοινοτικών και δημοτικών συμβουλίων. Το νομοθετικό αυτό πλαίσιο της σύνθεσης, 
της υπηρεσίας και της εκλογής των αιρετών οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης, που ίσχυε με την 
κωδικοποίηση  του  1936,  εφαρμόστηκε  στις  εκλογές  του  1951,  και  μάλιστα  με  τις  τροποποιήσεις 
που επέβαλλε ο νόμος 1454/1950.  
     Σύμφωνα με την κωδικοποιημένη αυτή νομοθεσία η εκπροσώπηση και διοίκηση της κοινότητος 
ανήκε  στο  κοινοτικό  συμβούλιο  εκλεγόμενον  δι’  αμέσου  δια  ψηφοδελτίων  ψηφοφορίας.  Ο 

72
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση μιας κοινότητας που, επί συνόλου 320 εκλογέων, ο μεν συνδυασμός έλαβε 80 μόνο
ψήφους και εξέλεξε όλους τους συμβούλους, ενώ οι μεμονωμένοι που έλαβαν από 158 έως 100 δεν εξέλεξαν κανένα.

93
πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος του συμβουλίου εκλεγόταν μέσα σ’ ένα μήνα από την εγκατάσταση 
των  κοινοτικών  αρχών  δια  μυστικής  δια  ψηφοδελτίων  ψηφοφορίας  και  δι’  απολύτου 
πλειονοψηφίας του συνόλου των μελών αυτού. Η εκλογή του αντιπροέδρου ενεργείται την αυτήν 
ημέραν αλλά κεχωρισμένως. Είναι φανερό ότι υπάρχει ουσιώδης μεταβολή στο θεσμικό κύρος του 
προέδρου σε σχέση με τη σημερινή νομική του παρουσία, γιατί τότε ο πρόεδρος ήταν μέλος του 
κοινοτικού συμβουλίου και έπρεπε να υπερισχύσει και καταξιωθεί δύο φορές, μία στο ευρύτερο 
εκλεκτορικό σώμα για να εκλεγεί κοινοτικός σύμβουλος και μία στο στενό εκλεκτορικό σώμα των 
κοινοτικών  συμβούλων  για  να  εκλεγεί  πρόεδρος  του  κοινοτικού  συμβουλίου.  Αλλά  και  η  θητεία 
του  ήταν  χρονικά  περιορισμένη  για  ένα  έτος,  και  μόνο  η  θητεία  του  προέδρου  των  κοινοτικών 
συμβουλίων με εννέα μέλη και άνω ήταν διετής. Έτσι στις 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους διενεργείται 
εκλογή  για  νέο  Πρόεδρο  τόσο  στα  πενταμελή  και  εξαμελή  κοινοτικά  συμβούλια,  και  στην  ίδια 
ημερομηνία,  κάθε  δεύτερου  έτους,  για  τα  εννεαμελή,  δωδεκαμελή  και  δεκαπενταμελή 
συμβούλια. Σημειώνουμε εδώ ότι τα κοινοτικά συμβούλια αποτελούνταν: 

DΑπό 5 μέλη στις κοινότητες που είχαν μέχρι 1000 κατοίκους. 

DΈξι στις κοινότητες από 1001‐2000.  

DΕννέα στις κοινότητες από 2001‐4000.  

DΔώδεκα στις κοινότητες από 4000‐6000. 

DΔεκαπέντε στις λοιπές κοινότητες.  
     Με  τις  ρυθμίσεις  αυτές  ο  νομοθέτης  αποσκοπούσε  στον  περιορισμό  της  δικαιοδοσίας  του 
προέδρου  και  τον  συχνό  έλεγχο  των  πεπραγμένων  του  από  το  κοινοτικό  συμβούλιο,  σε  μια 
προσπάθεια  να  εξισορροπήσει  τους  δύο  κοινοτικούς  πόλους  και  να  επιβάλλει  μία  συνετή  και 
αλληλοελεγχόμενη  κοινοτική  εξουσία.  Ο  πρόεδρος  του  κοινοτικού  συμβουλίου  έπρεπε  να  λάβει, 
όπως  οι  κοινοτικοί  σύμβουλοι,  την  άμεση  επιδοκιμασία  του  εκλεκτορικού  σώματος  και  να 
πιστοποιεί  σε  τακτά  χρονικά  διαστήματα  (κάθε  χρόνο  ή  δύο  χρόνια)  την  ανωτερότητα  και  τις 
ικανότητές  του  έναντι  των  άλλων  κοινοτικών  συμβούλων.  Όσον  αφορά  την  αυτοδιοίκηση  των 
δήμων  και  τα  όργανά  τους,  η  ίδια  νομοθεσία  προέβλεπε  ότι  κάθε  δήμος  εξέλεγε,  εκτός  από  το 
δήμαρχο, τους δημαρχιακούς παρέδρους και τους δημοτικούς συμβούλους με την εξής αναλογία: 

DΟι  δήμοι  που  είχαν  άνω  των  100.000  κατοίκων,  τέσσερις  παρέδρους  και  τριάντα  δημοτικούς 
συμβούλους. 

DΟι δήμοι άνω των 30.000 κατοίκων, τέσσερις παρέδρους και 24 συμβούλους. 

DΌλοι οι λοιποί δήμοι, τρεις παρέδρους και 18 δημοτικούς συμβούλους. 
    Δήμαρχος  εκλεγόταν  ο  υποψήφιος  ο  τυχών  της  σχετικής  πλειοψηφίας  των  ψηφοφορησάντων 
εκλογέων, ήτις δεν δύναται να είναι  μικροτέρα των τριάκοντα εκατοστών των ψηφοφορησάντων 
εκλογέων.  Προκειμένου  περί  δήμων,  εχόντων  πληθυσμόν  άνω  των  100.000  κατοίκων,  εκλεγείς 
δήμαρχος  θεωρείται  ο  υποψήφιος  ο  τυχών  της  σχετικής  πλειοψηφίας  των  ψηφοφορησάντων 
εκλογέων  ήτις  δεν  δύναται  να  είναι  μικροτέρα  των  τεσσαράκοντα  εκατοστών  των 
ψηφοφορησάντων εκλογέων. Εάν η πλειοψηφία αυτή δεν μπορούσε να επιτευχθεί η ψηφοφορία 
επαναλαμβανόταν  μέσα  σ’  ένα  μήνα.  Στην  περίπτωση  αυτή  επιτρεπόταν    η  πρόταση  νέων 
υποψηφίων. 
     Ο  δήμαρχος,  οι  πάρεδροι  και  οι  δημοτικοί  και  κοινοτικοί  σύμβουλοι  εκλέγονταν 73   για  μία 
τετραετία, με εξαίρεση τις ρυθμίσεις για τον πρόεδρο που προαναφέραμε. Όλοι όμως έπρεπε να 

73
Στα ενδιαφέροντα της νομοθετικής αυτής κωδικοποίησης ήταν και η εκλογή κοινοτικού συμβουλίου με συμβολαιογραφική
πράξη. Την περίπτωση αυτή ρύθμιζε η διάταξη του άρθρου 187 της κωδικοποιημένης νομοθεσίας, σύμφωνα με την οποία
στις κοινότητες που είχαν ολιγότερους των 500 κατοίκων, μπορούσε η εκλογή του κοινοτικού συμβουλίου να γίνει με
συμβολαιογραφική πράξη των εκλογέων, εάν την υπέγραφαν τα τρία πέμπτα των εγγεγραμμένων στον εκλογικό κατάλογο. Η
βεβαίωση του γεγονότος αυτού γινόταν από τον συμβολαιογράφο με ειδική μνεία στη συμβολαιογραφική πράξη και με βάση
τον κατάλογο της κοινότητος. Ο κατ’ αυτόν τον τρόπο διορισμός μπορούσε να γίνει μόνο οκτώ ημέρες τουλάχιστον πριν την

94
προταθούν  απαραίτητα  από  τρεις  εκλογείς.  Η  ανακήρυξη  των  εκλεγέντων  και  η  σύνθεση  των 
δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων κατά σύστημα αντιπροσωπείας και της μειοψηφίας γινόταν 
με τον ακόλουθο τρόπο: Από τους σχετικώς πλειοψηφίσαντες υποψηφίους και κατά σειρά ψήφων 
ανακηρύσσονται ως εκλεγέντα τακτικά μέλη του συμβουλίου, στα πενταμελή συμβούλια οι τρεις 
πρώτοι πλειοψηφίσαντες, στα δε των λοιπά συμβούλια τα δύο τρίτα των μελών του. Οι υπόλοιποι 
από τους πλειοψηφίσαντες συμβούλους, δηλαδή, στα πενταμελή συμβούλια οι επόμενοι δύο, στα 
δε  υπόλοιπα  συμβούλια  το  ένα  τρίτο  του  αριθμού  των  μελών  αυτού  ανακηρύσσονται 
αναπληρωματικά  μέλη  της  πλειοψηφίας.  Από  τους  μειοψηφήσαντες  συμβούλους 
ανακηρύσσονται στα πενταμελή συμβούλια οι δύο πρώτοι, στα δε λοιπά συμβούλια το ένα τρίτο 
του  αριθμού  των  μελών  του  συμβουλίου  ως  εκλεγέντα  τακτικά  μέλη  της  μειοψηφίας.  Για  την 
αναπλήρωσή τους ανακηρύσσεται στη συνέχεια ίσος αριθμός αναπληρωματικών μελών από τους 
επόμενους στη σειρά μειοψηφήσαντες συμβούλους.  
    Η  έκπληξη  όμως  στο  εκλογικό  σύστημα  αντιπροσώπευσης  της  κωδικοποίησης  του  1936 
προδιαγράφεται στο άρθρο 196, που αναφέρεται, για πρώτη φορά, στην διακριτική ευχέρεια της 
διοίκησης  να  εισάγει  το  σύστημα  της  απλής  αναλογικής  στις  εκλογές  μόνο  των  δημοτικών 
συμβουλίων. Είναι βέβαια γνωστό ότι η διάταξη αυτή δεν εφαρμόστηκε και η έκπληξη ουδέποτε 
ολοκληρώθηκε,  αφού  η  απλή  αναλογική  εξοστρακίστηκε  από  τον  κατάλογο  των  εκλογικών 
συστημάτων αντιπροσώπευσης. 
    Τα ειδικά κεφάλαια της κωδικοποιημένης νομοθεσίας του 1936 που αφορούσαν τη σύνθεση, τη 
διάρκεια  της  υπηρεσίας  και  τον  τρόπο  εκλογής  των  κοινοτικών  και  δημοτικών  αρχών,  που 
συνοπτικά  αναλύθηκαν  πιο  πάνω,  συμπλήρωσε  και  διευκρίνισε  ο  Ν.  1454/1950.  Οι  ασάφειες 
αφορούσαν  κυρίως  την  κατανομή  των  εδρών  της  μειοψηφίας  σε  ένα  ή  περισσότερους 
συνδυασμούς,  την  κατάρτιση  των  συνδυασμών  και  τη  δυνατότητα  καθόδου    και  μεμονωμένων 
υποψηφίων.  
     Αρχικά, όμως, με το Ν. Δ. 107/1946, δόθηκε η δυνατότητα αναγνώρισης σε δήμο, εκτός από τις 
πρωτεύουσες των νομών, και στις άλλες μεγάλες επαρχιακές πόλεις κάτω των 10.000 κατοίκων. Το 
γεγονός  επέβαλλε  η  αναγκαστική  εσωτερική  και  εξωτερική  μετανάστευση  μεγάλων  τμημάτων 
πληθυσμού,  αφού,  λόγω  του  Β΄  παγκοσμίου  πολέμου,  του  παρατεταμένου  εμφυλίου  και  της 
βίαιης και άναρχης εκβιομηχάνισης της χώρας, η ύπαιθρος και οι επαρχίες της είχαν κυριολεκτικά 
ερημωθεί  και  δεν  μπορούσε  πια  να  θρέψουν  τον  πληθυσμό  τους.  Οι  χωρικοί  δυσκολεύονται  να 
γυρίσουν στα κατεστραμμένα χωριά τους. Συνολικά ένα εκατομμύριο αγρότες μεταφέρονται από 
τα χωριά στα επαρχιακά και εθνικά αστικά κέντρα. Η αγροτική παραγωγή βρίσκεται 30% κάτω από 
την  προπολεμική,  και  από  τότε  δεν  θα  συνέλθει  ποτέ  εντελώς. 74   Με  τις  μεταρρυθμίσεις  αυτές 
κάθε δήμος εξέλεγε, εκτός από το Δήμαρχο, δημοτικούς συμβούλους, κατά την εξής αναλογία: 

DΟι έχοντες άνω των 100.000 κατοίκων, τριάντα συμβούλους. 

DΟι έχοντες άνω των 30.000 κατοίκων, 24 συμβούλους. 

DΟι έχοντες άνω των 20.000 κατοίκων, 18 συμβούλους. 

ημερομηνία των εκλογών και οι αυτού του είδους συμβολαιογραφικές πράξεις διαβιβάζονταν στη συνέχεια στον ειρηνοδίκη, ο
οποίος ανακήρυττε τους διορισμένους συμβούλους μαζί με τους εκλεγμένους.
74
Την αιτία της εξαθλίωσης αποκαλύπτει, από το 1947, ο Αμερικανός τοποτηρητής Πόρτερ: Υπάρχει μια μεγάλη
ανομοιομορφία στο βιοτικό επίπεδο και τα εισοδήματα στην Ελλάδα. Οι κερδίζοντες, δηλαδή οι βιομήχανοι, οι έμποροι, οι
κερδοσκόποι και οι μαυραγορίτες διάγουν εν πλούτω και χλιδή, το πρόβλημα δε αυτό ουδεμία κυβέρνηση το αντιμετώπισε
αποτελεσματικά. Στο μεταξύ οι λαϊκές μάζες περνούν μια άθλια ζωή. Ένας άλλος Αμερικανός, ο δημοσιογράφος των ΄΄Κρίστιαν
Σάϊανς Μόνιτορ΄΄, Τζόζεφ Χάρισον, έγραφε, στις 6 Απριλίου 1950, σε κύριο άρθρο του: Το πρώτον μέτρον που πρέπει να
ληφθή είναι να ευρεθούν μέσα όπως καμφθή ο αληθώς αρπακτικός εγωϊσμός των ανθρώπων των Αθηνών. Ούτοι
αποτελούνται από 5.000 περίπου πολιτικούς, βιομηχάνους και εισαγωγείς οι οποίοι κυβερνούν και οι οποίοι εκ συστήματος και
με αναισθησίαν απομυζούν τον πλούτον της χώρας, είτε αυτός παράγεται εντός αυτής, είτε στέλλεται από τις ΗΠΑ. Αυτοί είναι
οι άνθρωποι οι…χρησιμοποιούντες εις τα αυτοκίνητά των την βενζίνην την προοριζομένην δια τα τρακτέρ που χρειάζονται δια
την παραγωγήν τροφίμων εις την Ελλάδα. Αυτοί είναι οι άνθρωποι οι οποίοι εκραύγαζαν πατριωτικά συνθήματα, ενώ ηρνούντο
να πληρώσουν φόρους ή να συμμετάσχουν εις τας απωλείας που απαιτούσε η νίκη, και οι οποίοι είχον καταθέσει τα χρήματά
των εις Τραπέζας της Ν. Υόρκης, της Αιγύπτου και της Ελβετίας. Οι άνθρωποι αυτοί εσώθησαν από τους κομμουνιστάς χάρις
εις την αμερικανικήν βοήθειαν.

95
DΟι έχοντες άνω των 10.000 κατοίκων, δεκαπέντε συμβούλους. 

DΟι έχοντες άνω των  4.000 κατοίκων, δώδεκα συμβούλους. Όλοι οι άλλοι δήμοι εξέλεγαν εννέα 
συμβούλους. 
 
3. Οι εκλογικές μεταρρυθμίσεις του Ν. 1454/1950 
  
Όπως  προαναφέραμε,  με  το  νόμο  1454  της  18/19  Ιουλίου  1950,  επήλθαν  ουσιώδεις 
τροποποιήσεις    στις  διατάξεις  της  κωδικοποιημένης  νομοθεσίας  του  1936  για  την  εκλογή  των 
δημοτικών  και  κοινοτικών  αρχών.  Τις  αλλαγές  αυτές  θα  επιχειρήσουμε  να  παρουσιάσουμε 
αναλυτικά γιατί με βάση αυτές έγιναν οι δημοτικές και κοινοτικές εκλογές της 15ης Απριλίου 1951 
και  επιπλέον  παρουσιάζουν  εξαιρετικό  ενδιαφέρον,  κατά  τη  γνώμη  μας,  για  τους  συντάκτες 
αναλόγων ρυθμίσεων στην εκλογή των αιρετών οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης.  
      Οι κυριότερες τροποποιήσεις ήταν: 
DΗ  έμμεσος  εκλογή  του  δημάρχου  από  ειδικό  σώμα  εκλεκτόρων,  που  αποτελείται  από  όλους 
τους  δημοτικούς  συμβούλους  κάθε  δήμου  και  ισάριθμους  αναπληρωματικούς.  Το  σώμα  αυτό 
συνέρχεται  την  πρώτη  Κυριακή  μετά  την  εγκατάσταση  των  δημοτικών  συμβούλων,  υπό  την 
προεδρία του πλειοψηφίσαντος συμβούλου, και εκλέγει δήμαρχο με την απόλυτη πλειοψηφία του 
όλου  αριθμού  των  μελών  του  δημαρχαιρεσιακού  αυτού  σώματος.  Εάν  δεν  επιτευχθεί  εκλογή 
δημάρχου είτε από έλλειψη απαρτίας είτε από έλλειψη της αναγκαίας πλειοψηφίας η συνεδρίαση 
επαναλαμβάνεται μετά οκτώ ημέρες.  
    Εάν  ματαιωθεί  εκ  νέου  η  εκλογή  για  τους  παραπάνω  λόγους,  τότε  επαναλαμβάνεται  για  τρίτη 
φορά μεταξύ των δύο πλειοψηφισάντων κατά την προηγούμενη εκλογή. Ματαιουμένης και αυτής 
της  εκλογής,  καθήκοντα δημάρχου αναλαμβάνει οριστικά ο δημοτικός  σύμβουλος που  έλαβε τις 
περισσότερες,  εν  αναλογία  προς  τον  αριθμόν  των  ψηφοφορησάντων  εις  το  διαμέρισμα, 
προσωπικές  ψήφους.  Ισχύει  λοιπόν  και  για  το  δήμαρχο  η  έμμεσος  εκλογή  που  ίσχυε  για  τον 
πρόεδρο  της  κοινότητας,  με  τη  διαφορά  βέβαια  ότι  ο  δήμαρχος  εκλέγεται  για  τετραετή  θητεία. 
Μέχρι  την  εκλογή  νέων  δημοτικών  αρχών  καθήκοντα  δημάρχων  ανελάμβαναν  δικαστικοί  ή 
δημόσιοι υπάλληλοι. 
DΗ  κατάργηση  του  θεσμού  των  δημαρχιακών  παρέδρων  (βοηθοί  δημάρχου),  που  εμφανίζεται 
στην ιστορία της τοπικής αυτοδιοίκησης, για πρώτη φορά, στο Β.Δ. της 27ης Δεκεμβρίου 1833. 
DΗ  εισαγωγή  του  πλειοψηφικού  συστήματος  στην  εκλογή  των  δημοτικών  και  κοινοτικών 
συμβούλων  και  μάλιστα  αυτό  της  απόλυτης  πλειοψηφίας.  Εφ’  όσον  δε  δεν  επιτυγχάνεται  η 
πλειοψηφία  αυτή  εφαρμόζεται  το  αναλογικό  σύστημα.  Οι  μεγάλοι  δήμοι,  εκείνοι  δηλαδή  που 
είχαν  πλέον  των  60.000  κατοίκων  ‐τέτοιοι  ήταν  την  περίοδο  αυτή  μόνο  οι  δήμοι  Αθηναίων, 
Πειραιά, Πατρέων και Θεσσαλονίκης‐ διαιρούνται σε δημοτικά διαμερίσματα, καθένα των οποίων 
εκλέγει  δικούς  τους  δημοτικούς  συμβούλους.  Στις  περιπτώσεις  αυτές  ο  αριθμός  των  συμβούλων 
των  δήμων  κατανέμεται  στα  διαμερίσματα  αναλόγως  του  αριθμού  των  εις  τους  εκλογικούς 
καταλόγους εκάστου εγγεγραμμένων εκλογέων. Βασιλικά Διατάγματα καθόριζαν τη διαίρεση των 
εν  λόγω  δήμων  σε  δημοτικά  διαμερίσματα  και  τον  αριθμό  των  υφ΄  εκάστου  αυτών  εκλεκτέων 
δημοτικών συμβούλων. 
 Οι σύμβουλοι όλων των δημοτικών διαμερισμάτων αποτελούν το δημοτικό συμβούλιο 75 .  

75 Άλλη ουσιώδη μεταρρύθμιση έγινε, προγενέστερα, με τον Α. Ν. 959/1949 και αφορούσε στο δικαίωμα του εκλέγειν και του
εκλέγεσθαι των γυναικών. Κατά το νόμο αυτό σε δημοτικές και κοινοτικές εκλογές που θα διεξαχθούν μέχρι τέλους του 1953 το μεν
δικαίωμα του εκλέγειν έχουν όλες οι γυναίκες, που συμπληρώνουν το 25ο έτος της ηλικίας τους, το δε δικαίωμα του εκλέγεσθαι μόνο για
το αξίωμα του δημοτικού και κοινοτικού συμβούλου. Από το έτος 1954 εξισώνονται πλήρως με τους άνδρες όσον αφορά το δικαίωμα του
εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στα δημοτικά και κοινοτικά αξιώματα. Η συμμετοχή όμως των γυναικών στις εκλογές του 1951 ήταν
εξαιρετικά περιορισμένη, αφού, δύο χρόνια μετά τη ψήφιση του σχετικού νόμου, οι εκλογικοί κατάλογοι των γυναικών δεν είχαν
ολοκληρωθεί στις περισσότερες κοινότητες της Κέρκυρας .

96
α. Η πρόταση και η ανακήρυξη  των υποψηφίων 
 
Κατά το άρθρο 3 του Ν. 1454, οι υποψήφιοι δημοτικοί ή κοινοτικοί σύμβουλοι προτείνονταν από 
τρεις εκλογείς δημότες του δήμου ή της κοινότητας ή, προκειμένου περί δήμου που διαιρείται σε 
δημοτικά  διαμερίσματα,  του  οικείου  δημοτικού  διαμερίσματος.  Επίσης  όσοι  επιθυμούσαν 
μπορούσαν να αυτοπροταθούν. Το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι για το αξίωμα του 
δημοτικού και κοινοτικού συμβούλου είχαν οι δημότες που συμπλήρωναν το 25ο έτος της ηλικίας 
και  ήταν  εγγεγραμμένοι  στους  εκλογικούς  καταλόγους.  Οι  υποψηφιότητες  προτείνονταν  είτε  εν 
συνδυασμώ είτε μεμονωμένως.   
    Η  δυνατότητα  που  παρείχε  ο  νόμος  αυτός  στους  δημότες  να  υποβάλλουν  ελεύθερα 
υποψηφιότητα για το αξίωμα του δημοτικού ή κοινοτικού συμβούλου, σύμφωνη και αυτονόητη, 
άλλωστε,  με  τις  θεμελιώδεις  συνταγματικές  αρχές  της  ισότητας  και  της  ελευθερίας  της 
προσωπικότητας,  χωρίς  να  χρειάζονται  προς  τούτο  την  επιδοκιμασία  των  τοπικών  κομματικών 
επιτελείων,    δεν  αναγνωρίζεται  σήμερα  από  το  ισχύον  εκλογικό  σύστημα  αντιπροσώπευσης 76 . 
Κάθε  συνδυασμός  μπορούσε  να  περιλαμβάνει  υποψηφίους  σε  αριθμό  διπλάσιο  των  εδρών  των 
συμβούλων του δημοτικού διαμερίσματος, του δήμου ή της κοινότητος και καταρτιζόταν είτε από 
τρεις εκλογείς δημότες είτε από τους ίδιους τους υποψηφίους με πρότασή τους.  
    Οι  μεμονωμένοι  υποψήφιοι  μπορούσαν,  όπως  και  οι  συνδυασμοί,  να  κάνουν  χρήση 
εμβλήματος, απαγορευόταν όμως ρητά η χρήση εμβλήματος πολιτικού κόμματος. Οι προτείνοντες 
τρεις εκλογείς έπρεπε να ήταν όλοι εγγράμματοι. Τη πρόταση αυτή, μαζί με το σχετικό γραμμάτιο 
του  Δημοσίου  Ταμείου,  παρελάμβανε,  προκειμένου  περί  εκλογής  κοινοτικών  συμβούλων,  ο 
αρμόδιος  ειρηνοδίκης,  προκειμένου  δε  περί  εκλογής  δημοτικών  συμβούλων  ο  Πρόεδρος 
Πρωτοδικών, δέκα έξι ημέρες πριν την διενέργεια των εκλογών.  
 
β. Η ψηφοφορία, η διαλογή και τα αποτελέσματα της εκλογής 
 
Κάθε  εκλογέας  ψήφιζε  με  ψηφοδέλτιο  συνδυασμού  ή  με  λευκό.  Ψηφοδέλτιο  συνδυασμού  ήταν 
εκείνο  που  έφερε  το  έμβλημα  και  το  όνομα  του  συνδυασμού  και  τα  ονόματα  των  υποψηφίων. 
Υπήρχε  παράλληλα  εξομοίωση  του  ψηφοδελτίου  συνδυασμού  με  εκείνο  του  μεμονωμένου    που 
έφερε  το  δηλωθέν  έμβλημα.  Λευκό  ψηφοδέλτιο  ήταν  εκείνο  που  δεν  έφερε  όνομα  και  έμβλημα 
συνδυασμού, αλλά συντασσόμενον υπό του εκλογέως και φέρον μόνο ονόματα υποψηφίων. 
    Η διάκριση όμως αυτή είχε μεγάλη σημασία, διότι το ψηφοδέλτιο συνδυασμού υπολογίζονταν 
στην  εκλογική  του  δύναμη,  παρά  τις  μεταβολές  που  μπορούσε  να  επιφέρει  ο  εκλογέας 
(διαγραφές,  προσθήκες,  αντικαταστάσεις)  και  λαμβανόταν  υπόψη  για  την  κατανομή  των  εδρών 
του  συμβουλίου,  ενώ  το  λευκό  ψηφοδέλτιο  υπολογιζόταν  μόνο  στις  προσωπικές  ψήφους  κάθε 
υποψηφίου. 
    Κάθε  εκλογέας  που  ψήφιζε  με  ψηφοδέλτιο  συνδυασμού,  μπορούσε  να  διαγράψει  στο 
ψηφοδέλτιο  της  προτίμησής  του  οσουσδήποτε  από  τους  υποψηφίους  του  συνδυασμού  και  να 
αντικαταστήσει  ή  όχι  αυτούς  με  υποψήφιους  άλλου  συνδυασμού  ή  μεμονωμένους.  Επίσης 
μπορούσε  να  προσθέσει  και  υποψηφίους  από  άλλους  συνδυασμούς  ή  μεμονωμένους  μέχρι  να 
συμπληρωθεί  ο  διπλάσιος  αριθμός  των  εκλεγομένων.  Εάν  ο  εκλογέας  χρησιμοποιούσε 
ψηφοδέλτιο  μεμονωμένου  υποψηφίου  που  έφερε  το  έμβλημά  του,  μπορούσε  να  προσθέσει  και 
υποψηφίους συνδυασμών και άλλους μεμονωμένους μέχρι να συμπληρωθεί ο διπλάσιος αριθμός 
εκλεγομένων.  Την  ίδια  δυνατότητα  είχε  και  ο  εκλογέας  που  ψήφιζε  με  λευκό  ψηφοδέλτιο,  που 
μπορούσε  να  αναγράψει  σε  αυτό  ονόματα  υποψηφίων  ενός  ή  περισσοτέρων  συνδυασμών  ή 
μεμονωμένους υποψηφίους. 

76
Παρουσιάζεται έτσι το ειδικό παράδοξο η μετεμφυλιακή Ελλάδα του πολιτικού και κοινωνικού διχασμού να προστατεύει πιο
αποτελεσματικά τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών και όχι η σημερινή Ελλάδα που βιώνει μια ανοιχτή, ανεκτική
και πολυφωνική δημοκρατία. Η Ελλάδα εκτός από χώρα του παράλογου είναι και η χώρα της βλακείας, μιας βλακείας εντελώς αντίθετης με
την ιστορική συγκυρία.

97
    Σε  κάθε  εκλογικό  τμήμα  τηρούνταν  δύο  πίνακες  διαλογής.  Ο  ένας  ήταν  προορισμένος  για  την 
καταγραφή  των  ψηφοδελτίων  κάθε  συνδυασμού.  Ο  άλλος  πίνακας  ήταν  προορισμένος  για  την 
καταγραφή  των  προσωπικών  ψήφων  των  υποψηφίων  των  συνδυασμών  και  των  μεμονωμένων. 
Λόγω  δε  του  τρόπου  ψηφοφορίας,  ψηφοδέλτια  που  ήταν  κακογραμμένα  και  δεν  μπορούσαν  να 
αναγνωστούν, κηρύσσονταν άκυρα από την εφορευτική επιτροπή και το δικαστικό αντιπρόσωπο. 
    Όπως  προαναφέραμε  ο  νόμος  1454  εισήγαγε  το  πλειοψηφικό  σύστημα  στην  εκλογή  των 
δημοτικών και κοινοτικών συμβούλων. Σύμφωνα με αυτό επιτυχόντες εθεωρούντο οι κατά σειράν 
πλειοψηφίας λαβόντες προσωπικάς ψήφους πλέον του ημίσεως του όλου αριθμού των εκλογέων 
του δημοτικού διαμερίσματος, του δήμου ή της κοινότητος, δηλαδή όσοι ελάμβαναν πάνω από το 
μισό  του  συνολικού  αριθμού  των  εγκύρων  ψηφοδελτίων  στο  δημοτικό  διαμέρισμα,  στο  δήμο  ή 
την  κοινότητα.  Επομένως  για  τον  καθορισμό  των  αποτελεσμάτων  της  εκλογής  λαμβάνονταν 
υπόψη  ο  αριθμός  των  προσωπικών  ψήφων  κάθε  υποψηφίου  συνδυασμού,  ανεξάρτητα  αν 
συμμετείχε σε συνδυασμό ή ήταν μεμονωμένος. Όσοι λοιπόν υποψήφιοι  ελάμβαναν προσωπικές 
ψήφους πάνω από το μισό του αριθμού των εγκύρων ψηφοδελτίων εθεωρούντο επιτυχόντες κατά 
σειράν πλειοψηφίας μέχρι να συμπληρωθεί ο αριθμός των εδρών.  
     Εάν οι επιτυχόντες δεν αρκούσαν για την κατάληψη όλων των εδρών των συμβούλων, τότε οι 
αδιάθετες  έδρες  κατανέμονταν  μεταξύ  των  συνδυασμών  ανάλογα  με  την  εκλογική  τους  δύναμη 
(αναλογικό  σύστημα).  Εκλογική  δύναμη  κάθε  συνδυασμού  ήταν  ο  συνολικός  αριθμός  των 
ψηφοδελτίων  που  έφεραν  το  έμβλημα  και  το  όνομα  του  συνδυασμού,  ανεξάρτητα  από  τις 
μεταβολές  (διαγραφές,  προσθήκες  αντικαταστάσεις)  που  είχαν  επιφέρει  σε  αυτά  οι  εκλογείς.  Η 
κατανομή των εδρών τότε ενεργούνταν ως εξής: 
    Αθροίζονταν  οι  εκλογικές  δυνάμεις  όλων  των  συνδυασμών  του  δημοτικού  διαμερίσματος,  του 
δήμου  ή  της  κοινότητος.  Εάν  υπήρχαν  και  μεμονωμένοι  υποψήφιοι  που  είχαν  εκλογική  δύναμη, 
δηλαδή ψηφοδέλτια με έμβλημα, τότε προσέθεταν στις εκλογικές δυνάμεις των συνδυασμών και 
τις  δυνάμεις  των  μεμονωμένων  υποψηφίων.  Το  άθροισμα  αυτό  των  εκλογικών  δυνάμεων 
διαιρούσαν  με  το  αριθμό  των  αδιαθέτων  εδρών  αυξημένο  κατά  ένα.  Το  πηλίκο,  χωρίς  να 
υπολογίζονται τα κλάσματα, αποτελούσε το εκλογικό μέτρο της εκλογικής περιφέρειας (δημοτικού 
διαμερίσματος, δήμου, κοινότητας).  
     Με  το  εκλογικό  αυτό  μέτρο  διαιρούσαν  την  εκλογική  δύναμη  κάθε  συνδυασμού  και 
παραχωρούσαν  τόσες  έδρες,  όσες  φορές  το  εκλογικό  μέτρο  χωρούσε  στη  εκλογική  δύναμη  του 
συνδυασμού.  Αλλά  και  οι  μεμονωμένοι  δεν  έμεναν  έξω  από  την  κατανομή.  Ο  μεμονωμένος 
υποψήφιος  που  είχε  εκλογική  δύναμη  ίση  ή  μεγαλύτερη  του  εκλογικού  μέτρου  εθεωρείτο 
επιτυχών.  
        Πάντως  και  το  σύστημα  αυτό,  αναφορικά  με  τη  μη  συμμετοχή  στις  κατανομές  των 
μεμονωμένων  υποψηφίων  που  δεν  είχαν  την  πρόνοια  να  βάλουν  και  έμβλημα  στο  ψηφοδέλτιο 
τους, ήταν ιδιαίτερα άδικο. Ο νόμος εξομοίωνε με συνδυασμό μόνο τους μεμονωμένους που είχαν 
έμβλημα και τους έδινε το δικαίωμα να συμμετέχουν στις κατανομές.  
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

98
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ 
 
Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ  ΚΑΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ  ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 1946, 1950  ΚΑΙ  1951 
ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ. 
 
1. Η Επιτροπή Συντονισμού Ασφάλειας και οι εκλογές του 1946 
 
Η  πρώτη  φάση  της  αδελφοκτόνου  εμφύλιας  διαμάχης  των  ΄΄Δεκεμβριανών΄΄  φάνηκε  να  λήγει 
επίσημα  με  την  υπογραφή  της  συμφωνίας  της  Βάρκιζας.  Οι  δύο  αντιμαχόμενες  παρατάξεις,  η 
αγγλοϋποκινούμενη  κυβέρνηση  από  τη  μια  και  το  ΕΑΜ/ΕΛΑΣ  από  την  άλλη  συναίνεσαν  σε  μια 
σειρά  όρων,  τους  οποίους  η  πρώτη  ποδοπάτησε  απροκάλυπτα  για  να  εξαπολύσει  στη  συνέχεια 
έναν  ανεξέλεγκτο,  βίαιο  και  αιματοβαμμένο  διωγμό  κατά  των  αριστερών.  Η  φράση  ΄΄Λευκή 
τρομοκρατία΄΄, η οποία χαρακτηρίζει την περίοδο 1945‐46, δύσκολα αποτυπώνει τα σημάδια που 
άφησε στο διάβα του ένας τρελός από μίσος κρατικός ‐ κυβερνητικός μηχανισμός.     
    Το δημοψήφισμα για το πολιτειακό ζήτημα επανέφερε τη μοναρχία αλλά δεν καταλάγιασε τον 
ιδεολογικό πυρετό του συντηρητικού κατεστημένου. Έτσι ο δεύτερος εμφύλιος ήταν η τελική λύση 
των  ιδεολογικών  και  κοινωνικών  συγκρούσεων  και  η  ταφόπλακα  της  πολιτικής  συναίνεσης  και 
κοινωνικής συμφιλίωσης.  
    Στα  μέσα  του  1945,  ο  κρατικός  μηχανισμός  της  Κέρκυρας  που  προέκυψε  μετά  την 
απελευθέρωση,  όπως  άλλωστε  και  στην  υπόλοιπη  Ελλάδα,  κυριαρχείται  από  τη  σκέψη  να 
περιορίσει  την  ορμή  και  τη  δράση  του  αριστερού  κινήματος  και  τα  σώματα  ασφαλείας 
(Χωροφυλακή,  Αστυνομία  και  Εθνοφυλακή)  επιβεβαιώνουν  το  ρόλο  και  την  ύπαρξή  τους  με  τις 
παρακολουθήσεις  και  τις  διώξεις  των  αριστερών  πολιτών.  Οι  εκθέσεις  που  υποβάλλει  στο 
Υπουργείο  Εσωτερικών  για  την  κατάσταση  στην  Κέρκυρα  ο  Διοικητής  Νήσων  Ιονίου  Πελάγους, 
Άγγελος  Τσουκαλάς,  περί  τα  μέσα  του  1945,  είναι  αποκαλυπτικές  όχι  μόνο  για  το  πώς 
αντιλαμβάνεται το μεταπολεμικό ελληνικό κράτος τις έννοιες της ισονομίας και ισοπολιτείας αλλά 
και  για  τα  κατασταλτικά  μέτρα  που  λαμβάνουν  τα  σώματα  ασφαλείας,  προσπαθώντας  να 
περιορίσουν  την  έντονη  δραστηριότητα  που  αναπτύσσουν  οι  αριστερές  πολιτικές  δυνάμεις  στην 
κρίσιμη  αυτή  χρονική  περίοδο:  Πλην  του  προ  μηνός  και  πλέον  λαβόντος  χώραν  εις  Κέρκυραν 
επεισοδίου κατά του τυπογραφείου εις το οποίον εξεδίδοντο αι εφημερίδες της άκρας αριστεράς, 
ουδέν άλλο περιστατικόν είμαι σε θέση να σας αναφέρω. Τα περί ΄΄τρομοκρατίας της δεξιάς΄΄ τα 
οποία κατά κόρον αναγράφονται εις τον ημερήσιον τύπον της πρωτευούσης, τουλάχιστον εις την 
περιφέρειαν της Διοικήσεως Νήσων Ιονίου Πελάγους, στερούνται βάσεως μέχρι σημείου ώστε να 
πιστεύω  ότι  εάν  η  αυτή  τάξις  και  ασφάλεια  κρατεί  ανά  την  υπόλοιπον  Ελλάδα,  τα  λεγόμενα 
αποτελούν  ωμήν  συκοφαντικήν  εκστρατείαν,  αποβλέπουσαν  ευθέως  εις  την  δυσφήμησιν  του 
έργου  της  Κυβερνήσεως.  Εάν  όμως  πράγματι  δεν  δύναται  να  γίνη  λόγος  περί  ΄΄τρομοκρατίας΄΄ 
οφείλω ουχ ήττον να επιστήσω την προσοχήν του Κέντρου επί του τρόπου κατά τον οποίον όργανα 
τινά της Χωροφυλακής και της Εθνοφυλακής αντιλαμβάνονται το καθήκον των. Είτε διότι όντως η 
άκρα αριστερά εμφανίζεται πάντοτε κατά τρόπον αρκούντως προκλητικόν, είτε διότι συνεπεία ιδία 
των  γεγονότων  του  παρελθόντος  Δεκεμβρίου  διάκεινται  δυσμενώς  ή  και  εχθρικώς  προς  την 
κομμουνιστική  παράταξιν,  είτε  διότι  τέλος  δεν  είναι  σε  θέση  να  αντιληφθούν  την  ζημίαν  την 
οποίαν  δύνανται  να  προκαλέσουν  εις  την  Κυβερνητικήν  προσπάθειαν.  Δια  της  αναπτύξεως 
μεροληπτικής πολιτικής συμπεριφέρονται έναντι της άκρας αριστεράς μετά τινός προκαταλήψεως. 
Ούτω  λ.χ.  η  οργάνωσις  της  Ε.Π.Ο.Ν.  –καλώς  ή  κακώς  αναγνωρισθείσα  ως  σωματείον‐συναντά 
δυσχερείας  εις  την  άσκησιν  των  δικαιωμάτων  της  απορρεόντων  ουχ  ήττον  εκ  των  Νόμων  του 
Κράτους,  πολίται  άδοντες  άσματα  της  αριστεράς  παρεμποδίζονται  εις  τούτο,  ουχί  βεβαίως  δια 
μεθόδων  τρομοκρατικών  πάντως  αρκούντως  πιεστικών,  εν  γένει  δε  χωρίς  να  λαμβάνουν  χώρα 
περιστατικά  άξια  κολασμού,  εν  τούτοις  η  ακολουθούμενη  πολιτική  παρά  Κρατικών  οργάνων 
δύναται να δώση αναμφισβητήτως λαβήν και εις παρεξηγήσεις και εις εκμετάλλευσιν την οποίαν, 
ως  γνωστόν,  επιδιώκει  κατά  πάντα  τρόπον  και  εις  πάσαν  ευκαιρίαν  η  άκρα  αριστερά.  Τοιαύται 
μέθοδοι όχι μόνον δεν εξυπηρετούν την Κυβερνητικήν προσπάθειαν αλλά βλάπτουν και αυτήν την 
ιδεολογίαν  των  ΄΄ασπόνδων  Εθνικοφρόνων΄΄  οι  οποίοι  ούτω  ενισχύουν  την  άκραν  αριστεράν 
παρουσιαζομένην εις τα όμματα των ξένων ιδία με την όψιν του θύματος.  
     Παρά  το  γεγονός  ότι  παγιωθεί  κλίμα  τρομοκρατίας  και  αυθαιρεσίας  και  κίνδυνος  βεβαίως 
σοβαράς διασαλεύσεως της τάξεως δεν υφίσταται, ο Τσουκαλάς ενισχύει ακόμα περισσότερο τα 
κατασταλτικά  μέτρα  γιατί  πιστεύει  ότι  η  Κέρκυρα  είναι  περιφέρεια  τόσον  νευραλγική  από 

99
απόψεως  ασφαλείας  του  Κράτους.  Για  το  σκοπό  αυτό  συγκροτεί  ΄΄Επιτροπή 77   Συντονισμού 
Ασφάλειας΄΄ (τέτοιες επιτροπές συγκροτήθηκαν αργότερα κάθε νησί), που επιλαμβάνεται γενικώς 
των  ζητημάτων  ασφαλείας  συμπεριλαμβανομένης  και  της  εσωτερικής.  Κύρια  ενασχόληση  της 
Επιτροπής αυτής είναι το Βορειοηπειρωτικό και η καταπολέμηση του  κομμουνισμού.  
     Αν και την εποχή αυτή η Κέρκυρα διαθέτει ισχυρό αριστερό στοιχείο ( ειδικά στη Λευκίμμη και 
στις  Καρουσάδες),  ο  ισχυρισμός  του  Τσουκαλά  ότι  εις  τινάς  κοινότητας  τα  αναρχικά  και 
ανατρεπτικά στοιχεία φθάνουν το ποσοστόν των 80 ή 90% κρίνεται τουλάχιστον υπερβολικός και 
μπορεί  να  αποδοθεί  μόνο  στην  αντικομουνιστική  υστερία  και  σύγχυση  που  διακατέχει  όλα  τα 
υψηλόβαθμα  στελέχη  του  κρατικού  μηχανισμού.  Παράλληλα  δεν  διστάζει  να  επιτεθεί  κατά  του 
Εισαγγελέα  Πρωτοδικών  Κέρκυρας,  Παναγιώτη  Γίδα,  που  εκτελούσε  και  χρέη  Ειδικού  Επιτρόπου 
για τους δοσίλογους, ζητώντας την άμεση μετάθεσή του, διότι Εισαγγελεύς Κομμουνιστής είναι το 
ολιγώτερον  ακατάλληλος.  Στο  αντικομουνιστικό  του  στόχαστρο  περιλαμβάνει  ωστόσο  και  τις 
περισσότερες  δημόσιες  υπηρεσίες,  τις  οποίες  αποκαλεί  φωλεάς  αναρχικών  και  κομμουνιστικών 
στοιχείων  ασχολουμένων  αποκλειστικώς  και  μόνο  με  την  προπαγάνδισιν  των  ιδεών  των  και  των 
οποίων  δεν  είναι  καν  δυνατή  η  απομάκρυνσις,  διότι  ουδείς  εξ  αυτών  ανεμίχθη  ενεργώς  εις  το 
κίνημα  του  Δεκεμβρίου  άτε  μη  εκδηλωθέντος  εν  Κερκύρα.  Τα  μέτρα  που  λαμβάνονται  για  τον 
περιορισμό  της  δράσης  του  αριστερού  κινήματος  στην  Κέρκυρα  και  την  αποκοπή  του  από  την 
Ήπειρο και την Αλβανία (εφαρμογή του Νόμου περί ταυτοτήτων, ένταση των παρακολουθήσεων, 
εγκατάσταση  φυλακίων,  περιορισμός  της  αλιείας  κ.ά.)  δεν  φέρνουν  ιδιαίτερα  αποτελέσματα  την 
εποχή αυτή, αφού μέγας αριθμός κομμουνιστών έχει έλθει εξ Ηπείρου με τον σκοπόν να δώσουν 
ζωήν εις το Κ.Κ.  
 
Ψήφισαν  Κόμματα ή συνασπισμός κομμάτων  Ψήφοι  Εκλεγέντες βουλευτές 
 
Σπ.  Θεοτόκης,  Θ.  Δεσύλλας,  Ι. 
ΗΝΩΜΕΝΗ  ΠΑΡΑΤΑΞΙΣ  ΕΘΝΙΚΟΦΡΟΝΩΝ  (Λαϊκό  Κόμμα 
Θεοτόκης,  Κ.  Γουλής  του  Λαϊκού 
17.105  του  Κ.  Τσαλδάρη,  Εθνικοί  Φιλελεύθεροι  του  Σ.  Γονατά  11.171
κόμματος και 
κ.ά) 
Χ. Μητσιάλης του Γονατά 
   
ΚΟΜΜΑ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΩΝ  
  2.324  ‐ 
(Θεμιστοκλής Σοφούλης) 
ΕΘΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΩΣΙΣ (Σ. Βενιζέλος,  
  1.027  ‐ 
Γ. Παπανδρέου,     Π. Κανελλόπουλος) 
  ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ν. Ζέρβας)  1730  Σπ. Τρίαντος 
  ΕΝΩΣΙΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ  583  ‐ 
ΠΙΝΑΚΑΣ 23.   ΕΚΛΟΓΕΣ 31ΗΣ  ΜΑΡΤΙΟΥ 1946 
     
      Την  Επιτροπή  απασχολεί  ιδιαίτερα  και  η  αναθεώρηση  των  εκλογικών  καταλόγων  ενόψει  των 
επικείμενων  εκλογών του 1946. Παρά την άποψη του Ναυτικού Διοικητή ότι η αναθεώρηση των 
εκλογικών καταλόγων πρέπει να γίνει με τάξιν και ακρίβειαν άνευ πιέσεων ή τρομοκρατίας, είτε εκ 
της δεξιάς είτε εκ της αριστεράς προέρχονται αύται, αλλά με πλήρην ασφάλειαν υπό την έννοιαν 
του  αισθήματος  ελευθερίας  που  κάθε  πολίτης  πρέπει  να  έχει  εις  κάθε  κράτος,  ο  Τσουκαλάς 
φοβάται μήπως κατά την αναθεώρησιν ασκηθή εκ μέρους ταραχοποιών και αναρχικών στοιχείων 
τρομοκρατία με αποτέλεσμα, εν τελευταία αναλύσει τη νόθευσιν του λαϊκού φρονήματος.Έχοντας 
στα  χέρια  του  ένα  πανίσχυρο  κατασταλτικό  μηχανισμό  που  δεν  θα  επέτρεπε  ασφαλώς  ποτέ  μια 
τέτοια  εξέλιξη,  ο  Τσουκαλάς  όχι  μόνο  διαστρεβλώνει  έντεχνα  την  περιρρέουσα  πολιτική 
ατμόσφαιρα,  που  είναι  μονομερώς  ασφυκτική  για  τα  πολιτικά  δικαιώματα  του  αριστερού 
κινήματος  της  Κέρκυρας,  αλλά  νομιμοποιεί  επιπλέον  την  μέχρι  τώρα  τρομοκρατική  δράση  του 
μηχανισμού  αυτού  και  εκφράζει  τις  βαθύτερες  ανησυχίες  του  συντηρητικού  πολιτικού 
κατεστημένου  για  τη  δύναμη  του  λαϊκού  κινήματος,  που  ζει  σε  ένα  ασφυκτικό  πολιτικό 
περιβάλλον.  
     Στην Κέρκυρα οι τεταμένες οι σχέσεις των αντιστασιακών οργανώσεων κατά την κατοχή και την 
απελευθέρωση,  προοίμιο  άλλωστε  του  εμφυλιοπολεμικού  κλίματος,  δεν  αποτέλεσαν  τη 
θρυαλλίδα  για  πράξεις  εκδίκησης  ή  αντεκδίκησης.  Η  αποφυγή  των  ακροτήτων  οφείλεται  βέβαια 

77
Στην επιτροπή αυτή συμμετείχαν, εκτός του Τσουκαλά, ο Αστυνομικός Διευθυντής Η. Δεδόπουλος, ο Ναυτικός Διοικητής Λ.
Μαυρογιάννης, ο Στρατιωτικός Διοικητής Α. Σπανίδης, ο Διοικητής Χωροφυλακής Ξανθάκης και ο Φρούραρχος Μ.
Μουζακίτης. Η σύνθεσή της φανέρωνε και την ανησυχία του στρατού για τα θέματα της εσωτερικής ασφάλειας και συνοχής.

100
στη  μικρή  έκταση  του  νησιού,  αλλά  πιο  πολύ  στο  χαρακτήρα  του  Κερκυραϊκού  λαού  και  στην 
υπεύθυνη στάση των ηγετικών προσωπικοτήτων της Κέρκυρας.   
     Οι εκλογές του 1946 θα διεξαχθούν, με το σύστημα της απλής  αναλογικής (όπως και αυτές του 
1950  και  του  1951)  αλλά  χωρίς  τη  συμμετοχή  της  Αριστεράς.  Ο  προεκλογικός  αγώνας  στην 
Κέρκυρα έγινε με τις συνήθεις μεθόδους υποσχέσεων και συναλλαγών και χαρακτηρίζεται από την 
κοινή  θέση  όλων  των  αστικών  κομμάτων  κατά  του  κομμουνισμού  και  του  ΕΑΜ,  ενώ  η  αντίθεση 
βενιζελικών και αντιβενιζελικών περνάει σε δεύτερη μοίρα. Έντονο ήταν και το κλίμα φοβίας που 
καλλιέργησαν και οι κρατικές υπηρεσίες εναντίον των αριστερών για να περιορίσουν την αποχή, 
που  παρ΄  όλα  αυτά  ανήλθε  σε  μεγάλα  ποσοστά  (ειδικά  στις  καλές  εαμικές  περιοχές,  όπως  
Ριγγλάδες, Λευκίμμη, Καρουσάδες, Άγιος Ματθαίος). 
2. Το Ψήφισμα ΜΘ΄ του 1948 και οι εκλογές του 1950  
Η  ιδεολογική  παραφροσύνη  της  συντηρητικής  παράταξης,  που  κυριαρχεί  στη  χώρα  την  περίοδο 
1946‐1949 και αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της εσωτερικής της πολιτικής, δεν αφήνει αλώβητες τις 
δημόσιες  υπηρεσίες.  Η  άποψη  του  Τσουκαλά  ότι  οι  δημόσιες  υπηρεσίες  είναι  φωλιά  αναρχικών 
και  κομμουνιστικών  στοιχείων  δεν  είναι  παρά  η  επίσημη  κρατική  θέση.  Έτσι  με  το  Ψήφισμα 
ΜΘ΄/17‐19/Απριλίου  του  1948  συγκροτείται  ενιαίος  ιδεολογικά  κρατικός  μηχανισμός  του 
συντηρητικού  κατεστημένου  με  το  διορισμό  από  τη  μια  νομιμοφρόνων  πολιτών  (θεσπίζεται  για 
πρώτη φορά ως επί πλέον προσόν διορισμού στο δημόσιο η έννοια της νομιμοφροσύνης) και από 
την  άλλη  με  την  απόλυση  των  αριστερών  δημοσίων  υπαλλήλων  από  τα  Συμβούλια 
Νομιμοφροσύνης, σε μια προσπάθεια να στηριχτεί η άρχουσα τάξη στην τελική της αναμέτρηση με 
το λαϊκό κίνημα.  
     
Ψήφισαν  Κόμματα ή συνασπισμός κομμάτων  Ψήφοι  Εκλεγέντες βουλευτές 
Θ. Δεσύλλας, 
26.503  ΛΑΪΚΟΝ ΚΟΜΜΑ (Κ.Τσαλδάρης)  7.201 
Σπ. Βελιανίτης 
(έγκυρα 26.345)  ΚΟΜΜΑ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΩΝ  (Σ. Βενιζέλος)  2.873  Γεράσιμος Λύχνος 
  ΝΕΟΝ ΚΟΜΜΑ (Σ. Μαρκεζίνης)  5.001   
  ΚΟΜΜΑ Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ  548   
  ΕΠΕΚ (Πλαστήρας, Τσουδερός)  1.339   
  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ  ΠΑΡΑΤΑΞΗ  (Σοφιανόπουλος,  Σβώλος, 
5.242   
Τσιριμώκος) 
  ΠΑΠ (Κοτζιάς, Μανιαδάκης, Τουρκοβασίλης)   1.635   
  ΕΚΕ  817   
  ΠΑΕ  835   
  ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ  8   
  ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΟΙ (Δένδιας, Μέριανος, Παπούτσης)  270   
  ΠΙΝΑΚΑΣ 24.  ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΩΝ 5ΗΣ  ΜΑΡΤΙΟΥ 1950   
 
    Η  ιδεολογική  βάση  του  νομοθετήματος  είναι  σαφής  και  δεν  αφήνει  καμία  αμφιβολία  για  τις 
προθέσεις των εμπνευστών του: Καθ΄ ον χρόνον το Κράτος διεξάγει τον σκληρόν κατά των εχθρών 
της  Πατρίδος  αγώνα,  και  τα  γνήσια  τέκνα  του  εις  τα  Βουνά  της  Ελλάδος  καταδιώκουν  τους 
υπηρετούντας ξένα συμφέροντα συμμορίτας, επιβεβλημένη παρίσταται η υποχρέωσις αυτού όπως 
αφ’ ενός μεν λάβη τα προσήκοντα μέτρα  δια την ασφαλήν σύνθεσιν των υπηρεσιών του, και αφ’ 
ετέρου μεριμνήση δι’ όσον οίον τε ταχίστην απαλλαγήν της Κρατικής μηχανής και των οπωσδήποτε 
μετ’ αυτής συνδεομένων υπηρεσιών, από τους τυχόν μη νομιμόφρονας Έλληνας.  
     Το  ποιος  είναι  νομιμόφρων  ορίζεται  κατά  τρόπο  αρνητικό  αλλά  και  σκόπιμα  γενικό:  Μη 
νομιμόφρων  θεωρείται  ο  υπάλληλος  ή  υπηρέτης  εφ’  όσον  διεξάγοντος  του  Κράτους  τον  αγώνα 
υπέρ της υπάρξεώς του και της ακεραιότητος της χώρας κατά της προδοτικής ανταρσίας πιστεύει 
εις  τα  κηρύγματα  των  προπαρασκευασάντων  και  επιχειρούντων  την  ανταρσίαν,  εμφορείται  από 
αντεθνικάς  αντιλήψεις  ή  προπαγανδίζει  καθ’  οιονδήποτε  τρόπον  υπέρ  του  Κομμουνιστικού 
Κόμματος  ή  των  μετ’  αυτού  κατά  του  Κράτους  συμπραττόντων,  ως  και  …ο  εκτελών  η 
αποπειρώμενος  να  εκτελέση  τα  υπαλληλικά  του  καθήκοντα  κατά  τρόπον  τοιούτον  ώστε  να 
υπηρετήση  συμφέροντα  άλλης  χώρας  και  ο  μετέχων  στάσεως  ή  παροτρύνων  ή  συνηγορών  υπέρ 
στάσεως  ή  προς  διατάραξιν  της  εννόμου  τάξεως  εν  γένει.  Οι  δηλώσεις  νομιμοφροσύνης  που 
καλούνται και υποβάλλουν οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι η απολογία τους σε μια δίκη σκέψεων και 
προθέσεων και η παραλλαγή των δηλώσεων μετανοίας. Με  το ίδιο ψήφισμα δόθηκε η ευχέρεια 
στην  κυβέρνηση,  εξαιρετικώς  δια  την  περίοδον  της  ενόπλου  κατά  του  κράτους  ανταρσίας,  να 

101
απολύσει  οποιοδήποτε  υπάλληλο  έκρινε  μη  νομιμόφρονα  χωρίς  προηγούμενη  απόφαση  του 
Συμβουλίου νομιμοφροσύνης.   
     Στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950 το πιο αριστερό κόμμα είναι η Δημοκρατική Παράταξη 78  υπό 
τους Ι. Σοφιανόπουλο, Αλ. Σβώλο και Ηλ. Τσιριμώκο. Οι Σβώλος και Τσιριμώκος είναι αρχηγοί του 
σοσιαλδημοκρατικού  κόμματος  ΕΣΚ‐ΕΛΔ  και  ο  Σοφιανόπουλος  ένας  έντιμος  πολιτικός,  που 
προέρχεται από το κόμμα των Φιλελευθέρων. Στις εκλογές αυτές ψηφίζουν ακόμα και οι πολιτικοί 
εξόριστοι,  αν  και  ο  φόβος  της  νοθείας,  που  παρατηρήθηκε  στις  προηγούμενες  εκλογές  του  ’46, 
παραμένει ζωντανός 79 . 
     Το  πολιτικό  σκηνικό  στη  Κέρκυρα  κατά  τις  εκλογές  του  1950  περιγράφει  μια  μεταγενέστερη 
αναφορά  του  Νομάρχη  Κέρκυρας  (25‐5‐1951),  προς  την  Αμερικανική  Υπηρεσία  Πληροφοριών, 
χαρακτηριστικό  μείγμα  σκληροπυρηνικής  σκέψης  και  πολιτικού  υπεραπλουστευτισμού  κρατικού 
στελέχους  της  εποχής:  Επί  πολλά  έτη  το  ισχύον  Κόμμα  εν  των  Νομώ  Κερκύρας  ήτο  το 
προερχόμενον εκ του παλαιού Θεοτοκικού Κόμματος Λαϊκόν τοιούτον, όπερ σταθερώς επετύγχανε 
τα 55% των ψήφων. Μετά την αποχώρησιν εκ της πολιτικής του τέως Πρωθυπουργού κ. Ιωάννου 
Θεοτόκη  και  την  ένταξιν  του  υιού  του  κ.  Σπυρίδωνος  Θεοτόκη  εις  το  Νέον  Κόμμα  (Μαρκεζίνη)  αι 
ψήφοι διηρέθησαν μεταξύ του Νέου Κόμματος και του Λαϊκού, ούτινος την αρχηγίαν ανέλαβεν ο 
επί  πολλά  έτη  βουλευτής  αυτού  και  τ.  Υπουργός  κ.  Θεόδωρος  Δεσύλλας,  Βιομήχανος,  όστις  κατά 
τας βουλευτικάς εκλογάς του 1950 έλαβε τας περισσοτέρας ψήφους, ήτοι 7.200 έναντι 5.000 του κ. 
Σπυρίδωνος Θεοτόκη, όστις δεν εξελέγη. 
     Εκ της αντιθέτου πολιτικής παρατάξεως, ης κατά το παρελθόν το κυριώτερον Κόμμα ήτο το των 
Φιλελευθέρων (Κέντρον), προήλθεν η αριστερά (Κ.Κ. και Συνοδοιπόροι) ήτις λόγω της Κατοχής και 
οικονομικής δυσπραγίας απέκτησεν ικανήν δύναμιν. Τούτων ούτως εχόντων τα αποτελέσματα των 
εκλογών του 1950 απέδωσαν 56% εις την δεξιάν, 20% εις το Κέντρον και 24% εις την αριστεράν. 
    Στις  εκλογές  αυτές  επιβεβαιώνεται  η  εκλογική  δύναμη  της  αριστεράς,  που  αναδεικνύεται 
δεύτερη  πολιτική  δύναμη  της  Κέρκυρας,  έστω  και  αν  δέχθηκε  τις  σκληρές  επιθέσεις  όλων  των 
άλλων κομμάτων, υπερσκελίζοντας το Νέο Κόμμα  του Μαρκεζίνη στο οποίο είχε προσχωρήσει ο 
Σπύρος  Θεοτόκης.  Η  αποχώρηση  του  από  το  Λαϊκό  Κόμμα  θα  αναδείξει  το  Θεόδωρο  Δεσύλλα 
αναμφισβήτητο  τοπικό  ηγέτη  του  Λαϊκού  Κόμματος  και  θα  σημάνει  την  απαρχή  των  έντονων 
προσωπικών τους αντιπαλοτήτων για τη νομή της πολιτικής εξουσίας στο νησί, που υποβόσκουν 
άλλωστε από το1946, αν και την περίοδο αυτή βρίσκονται στην ίδια πολιτική στέγη. 
 
3. Οι εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 και οι αυξομειώσεις των αριστερών δυνάμεων 
 
     Με βάση την απογραφή της 7ης Απριλίου 1951, η χώρα είχε διαιρεθεί σε πενήντα (50) νομούς 
και εκατό σαράντα πέντε (145) επαρχίες, σαν αποτέλεσμα αλλεπάλληλων μεταβολών στο σύστημα 
διοίκησης,  που  είχε  εφαρμοστεί,  αρχικά,  μετά  την  απελευθέρωση  από  τον  τουρκικό  ζυγό  με  την 
εγκατάσταση της βασιλείας και την μετέπειτα προσάρτηση νέων τμημάτων του απελευθερωμένου 
ελληνισμού.  Η  διοικητική  διαίρεση  της  χώρας  σε  νομούς  και  επαρχίες  θεωρήθηκε  η  μάλλον 
ενδεδειγμένη και στηρίχθηκε κυρίως σε γεωγραφικά κριτήρια καθώς και σε άλλους συντρέχοντες 
λόγους,  συγκοινωνιακούς,  εμπορικούς  κλπ,  οι  οποίοι  πάντα  συνέδεαν  τα  τμήματα  της  υπαίθρου 
με τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα. 
      Στην  αρχή  του  1950,  οι  δυνάμεις  του  Κέντρου  κατάφεραν,  έστω  για  λίγο,  να  αποκτήσουν  την 
εξουσία  με  αρχηγό  το  στρατηγό  Νικόλαο  Πλαστήρα.  Επρόκειτο  για  μια  σειρά  κυβερνήσεων  με 
περιορισμένη  ισχύ  και  πολιτική  αξιοπιστία,  που  τελούσαν,  όπως  και  οι  επόμενες,  υπό  διαρκή 
αμερικανική  κηδεμόνευση.  Η  εξοστρακισμένη  από  την  πολιτική  της  χώρας  Αριστερά  βρήκε  χώρο 
έκφρασης  στη  σύσταση  της  Ε.Δ.Α.  (1951),  η  οποία  αναδείχτηκε  σε  σημαντικό  ‐αν  και  σταθερά 
αποκλεισμένο από τα κέντρα λήψης αποφάσεων‐ πόλο.  

78
Η ΄΄Δημοκρατική Παράταξη΄΄ ιδρύθηκε με προσπάθειες του ΚΚΕ από τρία μικρά κεντροαριστερά κόμματα , του ΣΚ-ΕΛΔ
του Σβώλου-Τσιριμώκου, της Ένωσης Δημοκρατικών Αριστερών του Ι. Σοφιανόπουλου και της Ένωσης Αριστερών
Φιλελευθέρων του Νεόκοσμου Γρηγοριαδη-Σταμ.Χατζήμπεη.
79
Αυτό που φόβιζε τον εισαγγελέα Εφετών Κέρκυρας, Νικόλαο Παπαδάκη, είναι μήπως οι ψηφοφόροι, εκτός από το
ψηφοδέλτιο της προτίμησής τους, έφερναν μαζί και σφραγισμένους φακέλους ψηφοφορίας, οπότε δεν ήθελαν και πολύ να
ψηφίσουν πάνω από μία φορά. Αυτό φαίνεται είχε γίνει και στις εκλογές του ’46 και ορισμένα κόμματα προβαίνουν σε
καταγγελίες για να προλάβουν μια νέα νοθεία. Ο Παπαδάκης δίνει τότε αυστηρές οδηγίες στους δικαστικούς αντιπροσώπους
για να εξασφαλιστεί η απολύτως γνησία εκδήλωσις του λαϊκού φρονήματος κατά τας εκλογάς.

102
     Ο  Βασιλιάς  Παύλος,  στις  30  Ιουλίου  1951,  υπογράφει  το  διάταγμα  για  τη  διάλυση  της  Δ΄ 
Αναθεωρητικής  Βουλής  και  προκηρύσσει  εκλογές  για  τις  9  Σεπτεμβρίου.  Λίγο  αργότερα,  τον 
Αύγουστο, με άλλο διάταγμα καθορίζονται ο αριθμός των εδρών κάθε εκλογικής περιφέρειας (41 
τον αριθμό από 39), και η Κέρκυρα, έχοντας μέχρι τότε 3 έδρες, αυξάνει τον αριθμό των εδρών σε 
4,  αφού  διαθέτει  αριθμό  δημοτών  114.931  και  υπόλοιπο  24.931.  Την  περίοδο  αυτή,  μετά  από 
κάμποσες  παλινωδίες,  εμφανίζεται  στη  πολιτική  ζωή  ο  Αλέξανδρος  Παπάγος.  Η  εμφάνισή  του 
συμπίπτει  με  την  επανακυκλοφορία  στην  Κέρκυρα  της  εφημερίδας  ΄΄Πρόμαχος΄΄,  που  απηχούσε 
τις απόψεις των Θεοτόκηδων, και υποδέχθηκε το Στρατάρχη με διθυραμβικό κύριο άρθρο της. Το 
κόμμα  του,  ο  ΄΄Ελληνικός  Συναγερμός΄΄,  αφομοιώνει  την  αντιβενιζελική  παράταξη  και  εκφράζει 
ενιαία  τα  μεσαία  και  ανώτερα  κοινωνικά  στρώματα,  που  επιζητούσαν  να  διαχειριστούν  και 
μοιραστούν την πίτα της ανασυγκρότησης, βασικό οικονομικό πρόγραμμα της εποχής.   
  
Ψήφισαν  Κόμματα ή συνασπισμός κομμάτων  Ψήφοι  Εκλεγέντες βουλευτές 
Σπ. Θεοτόκης, 
23.680  ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ (Α. Παπάγος)  8.562 
Κ. Γουλής 
  ΛΑΪΚΟΝ ΚΟΜΜΑ  4.347   
  ΚΟΜΜΑ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΩΝ  1.629  Γεράσιμος Λύχνος 
  ΕΠΕΚ  2.343  Θ. Φρόνιμος 
  EΔΑ  5.341   
  ΚΟΜΜΑ Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ  398   
  ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ (Μητσιάλης)  1.160   
ΠΙΝΑΚΑΣ 25. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΛΟΓΩΝ 9ΗΣ  ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1951 
 
     Παρά  την  συντριπτική  ήττα  των  αριστερών  δυνάμεων  στον  Εμφύλιο,  η  ανασύνταξη  του 
αριστερού  χώρου  που  επιχειρήθηκε  με  τη  δημιουργία  της  Ε.Δ.Α 80 .,  θορυβεί  το  συντηρητικό 
πολιτικό κατεστημένο. Τα εκλογικά αποτελέσματα της Κέρκυρας και οι αυξομειώσεις των ενιαίων 
αριστερών  δυνάμεων  κινητοποιούν  το  τοπικό  εκτελεστικό  μηχανισμό,  που  προσπαθεί  να 
αιτιολογήσει,  σε  σύγκριση  με  αυτά  του  1950,  τα  εκλογικά  αποτελέσματα  των  κοινοτήτων  με  την 
αγαστή  συνδρομή  των  υπηρεσιών  ασφαλείας.  Ο  Nομάρχης  Κέρκυρας,  ανήσυχος  για  τη  μεγάλη 
μεταβολή  ως  προς  τον  αριθμόν  των  ψηφισάντων  κομμουνιστών  εις  ορισμένας  κοινότητας, 
απευθύνεται στη διοίκηση Χωροφυλακής Κέρκυρας για να του γνωρίσει τους βαθύτερους λόγους 
εις  ους  οφείλεται  η  παρατηρουμένη  μεταβολή,  κοινοποιώντας  παράλληλα  και  σχετικούς  πίνακες 
που είχαν συντάξει οι υπηρεσίες της Νομαρχίας. 
       
Αύξηση Κ.Κ.  1950  1951  Ποσοστό  Μείωση Κ.Κ.  1950  1951  Ποσοστό 
Ριγγλάδες  182  244  30%  Σωκράκι  141  95  30% 
Κυνοπιάστες  42  84  100%  Σκριπερό  39  25  35% 
Αργυράδες  18  58  220%  Γιμάρι‐Σινιές  76  4  95% 
Αρκαδάδες  54  81  50%  Νύμφες  124  57  55% 
Πέλεκας  12  56  350%  Περουλάδες  108  27  83% 
Βουνιατάδες  7  17  140%  Λιαπάδες  55  35  35% 
Πάγοι  30  63  100%  Επίσκεψη  138  100  30% 
Βασιλάτικα  4  17  300%  Μαγουλάδες  91  49  45% 
        Περίθεια  108  82  24% 
      
Η Διοίκηση Χωροφυλακής Κέρκυρας σπεύδει να διασκεδάσει τις ανησυχίες του Νομάρχη και τον 
ενημερώνει ότι γενικώς παρουσιάσθη μείωσις των αριστερών εν συγκρίσει  με τα αποτελέσματα 
της  5‐3‐1950,  ήτις  ασφαλώς  εις  το  μέλλον  θα  αυξηθή  εισέτι  μετά  σχετική  αντικομμουνιστικήν 
προεργασίαν ήτις ενεργείται υπό καταλλήλων προσώπων. Παράλληλα δε αποδίδει την επί μέρους 
αύξηση των αριστερών δυνάμεων στην ανά κοινότητα εμβέλεια και αποδοχή των υποψηφίων της 
αριστεράς  καθώς  και  των  άλλων  υποψηφίων,  στην  ψήφιση  του  συνδυασμού  της  ΕΔΑ  από  τους 
οπαδούς  του  Αγροτικού  Κόμματος  και  επί  πλέον  εις  την  καταβληθείσαν  προσπάθειαν  των 

80
Η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά ιδρύθηκε στις 2 Αυγούστου 1951 ως συνασπισμός κομμάτων με πρόεδρο τον Ι. Πασαλίδη.
Αν και στο προσκήνιο η πρωτοβουλία ανήκει στον Πασαλίδη, στην πραγματικότητα την πρωτοβουλία έχει το ΚΚΕ με
παράνομο διαπραγματευτή το Νίκο Πλουμπίδη.

103
εκπροσώπων της ΕΔΑ ώστε να μη διαρρεύσουν ψήφοι αριστερών προς εθνικόφρονα κόμματα με 
την ελπίδα ότι θα εκέρδιζον εν Κερκύρα μίαν βουλευτικήν έδραν εκ της Α΄κατανομής. 
     Οι παρατηρήσεις της δεν απέχουν καθόλου από την πραγματικότητα, αφού στις εκλογές αυτές 
παρά  την  ποσοστιαία  αύξηση  της,  η  Ε.Δ.Α.  στην  Κέρκυρα  συγκέντρωσε  5.341  ψήφους  και 
αποτυγχάνει  να  αθροίσει  τους  ψήφους  της  Δημοκρατικής  Παράταξης  (5.242)  και  της  Παράταξης 
Αγροτών Εργατών (835), που εκφράζονται πια στο νέο εκλογικό σχήμα της Αριστεράς.  
     Στις  εκλογές  αυτές  επιβεβαιώνεται  το  γεγονός  ότι  η  Αριστερά  παραμένει  δεύτερη  πολιτική 
δύναμη  στο  νομό.  Το  Λαϊκό  Κόμμα  βρίσκεται  σε  μεγάλη  πτώση  (4.347  ψήφοι  έναντι  7.201  των 
εκλογών  του  1950)  λόγω  της  αποχώρησης  του  Σπύρου  Θεοτόκη  και  της  προσχώρησής  του  στον 
Ελληνικό  Συναγερμό.  Ο  τελευταίος  εκλέγεται  και  πάλι  βουλευτής  (είχε  αποτύχει  το  1950)  σε 
αντίθεση με το μεγάλο του αντίπαλο Θ.Δεσύλλα που δεν εξελέγη.  
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

104
ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ 
 
Η ΚΕΡΚΥΡΑ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ  ’50 
 
1. Οι κοινωνικές συνθήκες 
    
Η  έκταση  των  καταστροφών  του  πολέμου  και  του  εμφυλίου  ήταν  τόσο  μεγάλη  ώστε,  παρά  την 
επισιτιστική  βοήθεια  από  διεθνείς  οργανισμούς  (U.N.R.A.  κ.ά.)  η  χώρα  αδυνατούσε  να  εισέλθει 
αποτελεσματικά σε πορεία κοινωνικής και οικονομικής ανάκαμψης. 
    Μετά  τη  λήξη  του  εμφύλιου  η  Κέρκυρα  προσπαθεί  να  γιατρέψει  τις  πληγές  της.  Φτώχεια, 
ανεργία,  επιδημίες  (ελονοσία,  φυματίωση,  αφροδίσια  νοσήματα,  τράχωμα  κλπ)  συνθέτουν  μια 
ζοφερή μεταπολεμική εικόνα.  
     Ένα  από  τα  πρώτα  μέτρα  είναι  το  πρόγραμμα  παιδικής  προστασίας  για  τα  ορφανά  και  τα 
εγκαταλειμμένα παιδιά του πολέμου. Το πρόγραμμα αυτό του Υπουργείου Πρόνοιας επιδοτεί 350 
οικογένειες,  ενώ  η    αμερικάνικη  οργάνωση  ΄΄Συνομοσπονδία  για  τη  σωτηρία  του  παιδιού΄΄ 
προστατεύει  60  παιδιά  στα  οποία  αποστέλλει  καινούριο  ιματισμό,  τρόφιμα  και  μερικές  φορές 
χρηματικά ποσά.  
     Ένα  άλλο  πρόγραμμα  ήταν  εκείνο  της  εξακρίβωσης  των  απόρων  και  για  το  σκοπό  αυτό  15 
ενοριακές  επιτροπές  απορίας  της  πόλης  και  104  αντίστοιχες  των  κοινοτήτων  καταρτίζουν  τους 
πίνακες  απόρων  του  νομού.  Τα  στοιχεία  του  Κέντρου  Κοινωνικής  Πρόνοιας  της  Νομαρχίας 
Κέρκυρας αποδεικνύουν την ένδεια και την εξαθλίωση του νομού. Πάνω από 48.000 άπορα άτομα 
κατεγράφησαν  το  1953,  ενώ  το  1955  (έτος  ασοδείας)  οι  άποροι  ανήλθαν  σε  55.000,  δηλαδή  το 
μισό  του  πληθυσμού,  που  την  περίοδο  αυτή,  με  βάση  την  απογραφή  του  1951,  ανέρχεται  σε 
105.414 κατοίκους. Από αυτούς οι 74.603 αποτελούσαν τον αγροτικό πληθυσμό και οι 30.811 τον 
πληθυσμό της πόλης (αναλογία αγροτικού και αστικού στοιχείου 70% προς 30%). Στους άπορους 
μοιράζονται  τρόφιμα  που  στέλνουν  φιλανθρωπικές  και  άλλες  μη  κυβερνητικές  οργανώσεις  (η 
αμερικάνικη  οργάνωση  ΄΄CARE΄΄,  το  Παγκόσμιο  Συμβούλιο  Εκκλησιών  κ.ά.),  ενώ  το  Υπουργείο 
Εμπορίου παρέδωσε στο Νομάρχη Κέρκυρας 10.000 οκάδες αραβοσίτου και 80.000 οκάδες σίτου 
που  διανεμήθηκαν  στους  απόρους  με  αντιπαροχή  εργασίας!    Οι  άποροι  έπρεπε  να 
αντισταθμίσουν τα ψίχουλα της κρατικής βοήθειας με καταναγκαστική εργασία. 
    Αλλά οι άποροι δεν ήταν μόνο άποροι. Ήταν άποροι‐άστεγοι, και το στεγαστικό πρόβλημα, που 
ήταν από τότε οξύτατο, επιδεινώθηκε από τις καταστροφές του πολέμου. Το 1953 ξεκαθαρίζεται η 
προσφυγική περιουσία και χορηγούνται οριστικά παραχωρητήρια στους δικαιούχους πρόσφυγες, 
ενώ  παράλληλα,  παραχωρούνται  101  κατοικίες  επί  ηλλατωμένω  ενοικίω  στους  άστεγους 
πολεμοπαθείς.  Το  μεγάλο  πρόβλημα  όμως  ήταν  η  λαϊκή  στέγη.  Το  κράτος  εξαντλώντας  τη 
μεγαλοδωρία  του  χορήγησε  στους  χιλιάδες  άστεγους  11  λυόμενα  οικήματα  και  15  οικοδομικούς 
σκελετούς στον προσφυγικό συνοικισμό της Πλατυτέρας για να στεγαστούν. 
     Η  ιατρική  περίθαλψη  ασκείται  από  το  Νομαρχιακό  Νοσοκομείο  Κέρκυρας  (κρατικοποιημένη 
συνέχεια  του  Αστικού  Νοσοκομείου  από  το  1953),  το  ΙΚΑ,  που  λειτουργεί  από  το  1947,  και  λίγα 
κοινοτικά  ιατρεία.  Υγειονομικές  και  κοινωνικές  υπηρεσίες  προσφέρουν  το  Υγειονομικό  Κέντρο 
Κέρκυρας,  που  ασχολείται  με  την  εφαρμογή  υγειονομικών  προγραμμάτων  (πρόληψη  και 
καταπολέμηση  λοιμωδών  νόσων,  ελονοσίας,  φυματίωσης,  τραχώματος,  αφροδισίων  νοσημάτων 
και  άλλων  κοινωνικών  νόσων,  και  το  Κέντρο  Κοινωνικής  Πρόνοιας,  που  ασχολείται  με  την 
εφαρμογή  των  προγραμμάτων  κοινωνικής  Πρόνοιας  που  προαναφέρθηκαν.  Επικουρικά 
προσφέρουν κοινωνικές υπηρεσίες και άλλα κρατικά ιδρύματα, όπως είναι το Παράρτημα ΠΙΚΠΑ 
Κέρκυρας‐Πρεβεντόριο, το Εθνικό Οικοτροφείο Αρρένων, ο Εθνικός Παιδικός Σταθμός, καθώς και 
ιδρύματα ιδιωτικής πρωτοβουλίας, όπως το Ιατρείο Κέρκυρας και η Κερκυραϊκή Εστία. 
 
2. Το αγροτικό στοιχείο 
 
Στις  πρώτες  δεκαετίες  του  20ου  αιώνα  μια  σειρά  από  νομοθετήματα  απελευθέρωσαν  την 
αγροτική  ιδιοκτησία  από  τα  βάρη  του  παρελθόντος  (τιμάρια,  αγροληψίες,  εμφυτεύσεις  κλπ)  η 
οποία  αποδόθηκε  στους  αγρολήπτες.  Όμως  εξακολουθούν  να  υπάρχουν  ακόμα,  στα  μέσα  του 
αιώνα,  οι  δυσμενείς  συνέπειες  της  αγροτικής  υποδούλωσης  που  ήταν  η  κατάτμηση  και  η 
διασπορά  της  ιδιοκτησίας.  Κατά  μέσο  όρο  η  αγροτική  ιδιοκτησία  δεν  υπερβαίνει  τα  10  έως  25 
στρέμματα. Γενικά  η κατανομή της εγγείου ιδιοκτησίας είναι κατ' εξοχή άνιση σε τρόπο ώστε να 
συναντώνται  μεγάλες  έγγειες  ιδιοκτησίες  στο  μέσο  μικρών  πολυπληθών.  Χαρακτηριστική  είναι  η 

105
άνιση  κατανομή ιδιαίτερα των ελαιοδένδρων,  ενώ  η κατανομή  των  καλλιεργούμενων αγρών δεν 
παρουσιάζει  τόσο  ακραία  όρια.  Έτσι  ενώ  κατά  γενικό  κανόνα  οι  περισσότεροι  ελαιοπαραγωγοί 
είναι κάτοχοι 60‐80 ελαιοδένδρων, υπάρχει αριθμός ελαιοκτημόνων που κατέχουν 3.000 και 6.000 
ελαιόδενδρα. Σε αντίθεση η κατανομή των καλλιεργημένων αγρών κυμαίνεται μεταξύ μικρότερων 
ορίων και αναλογούν 2‐10 στρέμματα κατά παραγωγό. Είναι σπάνια η περίπτωση κτηματιών που 
κατέχουν μέχρι 200 στρέμματα.  
    Οι αγρότες ήταν, όπως και παλιά, χρεωμένοι στους τοκογλύφους (μεγαλοκτηματίες και έμποροι 
οι περισσότεροι), που βρίσκονται πιο κοντά στον παραγωγό από τα επίσημα τραπεζικά ιδρύματα. 
Τα τελευταία άλλωστε δεν συμπεριφέρονται καλλίτερα στους δυστυχείς αγρότες. Ειδικά η Εθνική 
Τράπεζα,  μετά το 1925 που ξεσπά το σκάνδαλο Σκιαδά, καταδιώκει τους αγρότες για την είσπραξη 
των χρεών και σταματά κάθε επιχορήγηση. 
    Η υγειονομική κατάσταση του αγροτικού πληθυσμού εμφανίζεται μέτρια. Στις ελώδεις περιοχές 
(Περίθεια,  Λούτσες,  Λευκίμμη)  ενδημεί  η  ελονοσία  που  περιορίζεται  σημαντικά  χάρη  στη  χρήση 
του D.D.T. Κοντά και ένα μικρό ποσοστό φυματίωσης που οφείλεται κυρίως στην κακή διατροφή. 
Η ιατρική περίθαλψη των αγροτών ασκείται από ελάχιστα κοινοτικά ιατρεία (το 1954 άρχισαν να 
λειτουργούν  τα  κοινοτικά  ιατρεία  Αγρού  και  Κασσιόπης  και  το  1955  τα  κοινοτικά  ιατρεία 
Επίσκεψης και Οθωνών). Ο κερκυραίος αγρότης θα περιμένει αρκετά ακόμα ώστε να ολοκληρωθεί 
η υγειονομική κάλυψη του νομού για να τύχει μιας υποτυπώδους ιατρικής φροντίδας.  
    Το  βιοτικό  επίπεδο  της  ζωής  των  αγροτών  του  νησιού  παρουσιάζεται  εξαιρετικά  χαμηλό. 
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Νομαρχίας η συνήθης διατροφή μιας αντιπροσωπευτικής αγροτικής 
οικογένειας μικροκαλλιεργητών που αποτελείται από πέντε άτομα συνίσταται εις το να τρώγει το 
πρωΐ  μικρόν  τεμάχιον  άρτου  (30  δραμίων  περίπου),  την  μεσημβρίαν  άρτον  70  περίπου  δραμίων 
συνοδευόμενον με ολίγον τυρόν ή ελαίας ή ξηράν ρέγγαν ή κρόμμυα. Δις και σπανιώτερον τρις της 
εβδομάδος  κατά  το  μεσημβρινόν  φαγητόν  τας  ελιαίς  ή  τον  τυρόν  αντικαθιστούν  τα  όσπρια  ή 
γεώμηλα ή ζυμαρικά. Την εσπέραν μαγειρεύονται λαχανικά υπό τύπον σαλάτας συνοδευόμενα με 
60  δράμια  άρτου.  Επίσης  μόνο  28  φορές  το  έτος  το  μεσημεριανόν  φαγητόν  αντικαθίσταται  δια 
κρέατος ή ιχθύος. Επί 4 μήνας περίπου του έτους το μεσημβρινόν γεύμα ή το εσπερινόν τοιούτον 
συνοδεύεται υπό ολίγου οίνου.  
    Η  οικία  του  κερκυραίου  αγρότη  αποτελείται  συνήθως  από  δύο  ή  τριών  δωματίων,  το  ισόγειον 
της  οποίας  χρησιμοποιείται  ως  αποθήκη  των  αποκομιζομένων  προϊόντων.  Τα  πλείστα  των 
δωματίων  φέρουσι  μικρά  παράθυρα  και  στερούνται  ταβανιού.  Το  δάπεδον  των  αποθηκών  είναι 
πάντοτε  από  πεπιεσμένο  χώμα  (άργιλος).  Υπολογίζεται  ότι  ένα  ποσοστόν  17%  των  αγροτών 
κοιμούνται επί σάκων και ψαθίων. Ως προς το επίπεδο του διανοητικού πολιτισμού των αγροτών, 
το  ποσοστό  των  αγραμμάτων  φθάνει  τα  32%  εξ  ων  25%  θήλεις  και  7%  άρρενες.  Ο  αλκοολισμός 
όμως  δεν  είναι  διαδεδομένος  ως  αλλαχού…  Η  έλλειψις  πνεύματος  προνοίας  και  οικοκυροσύνης 
αφ'  ενός  και  αγάπης  προς  την  εργασίαν  είναι  τα  κύρια  χαρακτηριστικά  του  κερκυραίου 
αγρότου….εν  αντιθέσει  προς  την  αγρότιδα  ήτις  εργάζεται  περισσότερον  του  ανδρός  και  υπό 
σκληρά  συνθήκας,  δοθέντος  ότι  συμμετέχει  εις  όλας  ανεξαιρέτως  τας  γεωργικάς  εργασίας  επί 
πλέον των οικιακών ασχολιών της. 
    Την  περίοδο  1941‐1951  (το  διάστημα  μεταξύ  των  δύο  απογραφών)  παρατηρείται  αισθητή 
μείωση  του  πληθυσμού  του  νησιού  από  107.753  το  1940  σε  105.414  το  1951(‐2.339  κατ.  ή 
ποσοστό  2,2%),  που  οφείλεται  όχι  μόνο  στην  αυξημένη  παιδική  θνησιμότητα  των  ετών  της 
κατοχής, στην εξόντωση των Εβραίων και στην απομάκρυνση των Ιταλών υπηκόων.  
  Η  κάμψη  του  δημογραφικών  δεδομένων  οφείλεται  και  στη  μετανάστευση  (εσωτερική  ή 
εξωτερική) που, κατά την περίοδο 1951‐1961, λαμβάνει εκρηκτικές διαστάσεις. Η φυγή αυτή δεν 
περιορίστηκε μόνο στη παραπάνω μείωση του 2,2%. Υπήρξε πολύ μεγαλύτερη εάν ληφθεί υπόψη 
ότι διέρρευσε και η πραγματοποιηθείσα κατά το ίδιο χρονικό διάστημα φυσιολογική αύξηση του 
πληθυσμού κατά  5% περίπου.  
    Στην Κέρκυρα η ένδεια του αγροτικού στοιχείου το αναγκάζει να πάρει το δρόμο της ξενιτιάς. Το 
αστικό όνειρο του εύκολου πλουτισμού τράβηξε την περίοδο αυτή χιλιάδες κερκυραίους αγρότες 
από τη γη τους. Οι ρίζες όμως της σύγχρονης αγροτικής ένδειας βρίσκονταν  στις κοινωνικές δομές 
περισσότερο,  παρά  στην  ίδια  τη  φύση.  Η  κερκυραϊκή  γη  δεν  απέδιδε  εξ  αιτίας  της  λειψής 
άρδευσης  ή  της  έλλειψης  σπόρων,  λιπασμάτων  ή  μηχανημάτων.  Η  ελλιπής  παραγωγικότητα 
οδηγούσε στην ανεργία και την υποαπασχόληση και από εκεί στη μετανάστευση. 
 

106
3. Η βιομηχανία και η βιοτεχνία 
 
Η ανεργία και η υποαπασχόληση δεν έπλητταν όμως μόνο την αγροτική τάξη. Το πρόβλημα αυτό 
εμφανίζεται  και  στο  δευτερογενή  τομέα  (βιομηχανία‐βιοτεχνία),  αφού  χάθηκε  η  ηπειρωτική 
αγορά,  όπου  διατίθενται  κυρίως  τα  κερκυραϊκά  προϊόντα,  με  αποτέλεσμα  πολλές  κερκυραϊκές 
βιομηχανίες  να  κλείσουν  εντελώς  και  άλλες  να  φθίνουν  διαρκώς.  Οι  άνεργοι  της  Κέρκυρας 
υπερέβαιναν  τους  700,  στις  αρχές  της  δεκαετίας  του  '50,  και  τους  χειμερινούς  μήνες  τους  1200, 
δηλαδή  το  μισό  περίπου  του  ενεργού  εργατικού  δυναμικού,  που  φθάνει  τους  2.741 
εργατοϋπαλλήλους.  Οι  μικρές  βιοτεχνικές  επιχειρήσεις  σε  πολλούς  τομείς  μαστίζονται  από 
υπερεπαγγελματισμό.  Στην  Κέρκυρα  τα  στοιχεία  των  αρμοδίων  υπηρεσιών  καταγράφουν,  στις 
αρχές  της  δεκαετίας  του  '50,  71  επαγγέλματα  και  1.511  επαγγελματίες  στην  ύπαιθρο  και  στην 
πόλη  (ορισμένα  από  τα  επαγγέλματα  αυτά,  όπως  κασσιτερωτές,  πιλοποιοί,  αρωματοποιοί  κλπ, 
σήμερα έχουν εντελώς εξαφανιστεί).    
    Ειδικά  οι  κλάδοι  των  ενδύματος  και  της  υποδηματοποιίας  αντιμετωπίζουν,  εκτός  του 
υπερεπαγγελματισμού,  και  τις  εισαγωγές  ετοίμων  ενδυμάτων  και  μηχανοποίητων  υποδημάτων 
από την Αθήνα. Ακμάζουν όμως οι κλάδοι του χειροποίητου επίπλου και της αργυροχρυσοχοοίας. 
Αλλά η ανάπτυξη του τουρισμού με την πάροδο του χρόνου θα περιθωριοποιήσει το δευτερογενή 
τομέα  της  παραγωγής,  θα  περιορίσει  σημαντικά  την  έκταση  του  πρωτογενούς  τομέα  και  θα 
μετατρέψει την Κέρκυρα σ' ένα νησί παροχής υπηρεσιών. 
 
4. Η αθλητική υποδομή   
 
  Οι συνθήκες που περιγράψαμε πιο πάνω δεν ευνοούσαν φυσικά την ανάπτυξη του αθλητισμού. 
Το Εθνικό Στάδιο Κέρκυρας δεν έχει ανεγερθεί και η έλλειψη αθλητικών χώρων είναι παραπάνω 
από εμφανής. Παρ' όλα αυτά ο αθλητισμός είναι  παρών, έστω και σε νηπιακή κατάσταση, και  η 
μικρή  αθλητική  κίνηση  στις  αρχές  της  δεκαετίας  αποτελεί  την  ουσιαστική  απαρχή  της  μεγάλης 
άνθησης που γνώρισε, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του '60 (κατά τη διάρκεια της κατοχής υπήρχαν 
αθλητικά σωματεία αλλά τα γεγονότα ήταν απαγορευτικά για κάθε αθλητική δραστηριότητα). 
     Ο  κλασσικός  αθλητισμός  ιδιαίτερα  την  περίοδο  αυτή  διέρχεται  μεγάλη  κρίση  εξαιτίας  της 
απουσίας  κάθε  οικονομικής  επιχορήγησης  των  σωματείων  σε  συνδυασμό  με  την  έλλειψη 
κατάλληλων αθλητικών χώρων. Ενδεικτικό είναι ότι ο Κερκυραϊκός Γυμναστικός σύλλογος (Κ.Γ.Σ.), 
το πιο γνωστό και παλαιότερο αθλητικό σωματείο, διαθέτει στην δύναμή του μόνο 17 αθλητές το 
1953, 15 το 1954 και 16 το 1955. Όμως καταφέρνει να διοργανώσει, την τριετία αυτή, τους Α΄ και 
Β΄  Παγκερκυραϊκούς  αγώνες,  19  αγώνες  κρίκετ  και  καλαθοσφαιρικές  συναντήσεις.  Στο 
ποδόσφαιρο  είχε  συσταθεί  η  Ένωση  Ποδοσφαιρικών  Σωματείων  (Ε.Π.Σ.Κ.),  που  εκπροσωπείται  
από    πέντε    συλλόγους,  τον  Ελλήσποντο,  τον  Αστέρα,  τον  Άρη,  τον  Όλυμπο  και  την  Πανεργατική 
(Φαίακας). 
    Στην  ύπαιθρο  δρουν  ο  Αθλητικός  Ποδοσφαιρικός  Όμιλος  Λευκίμμης  και  ο  Αθλητικός  Σύλλογος 
Κορακιάνας. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι διαθέτουν αθλητές, 
που συμμετέχουν τόσο στους αγώνες στίβου όσο και στους αγώνες καλαθοσφαίρισης. Την τριετία 
1953‐1955  οι  ομάδες  της  πόλης  πραγματοποίησαν  330  ποδοσφαιρικές  συναντήσεις  στα  πλαίσια 
του τοπικού πρωταθλήματος, του κυπέλλου Ελλάδος και του κυπέλλου Χριστουγέννων. 
    Ο  θαλάσσιος  αθλητισμός  εκπροσωπείται  κυρίως  από  τον  Ναυτικό  Αθλητικό  Όμιλο  Κέρκυρας 
(Ν.Α.Ο.Κ.), που παρουσιάζει πλούσια δραστηριότητα. Οι αθλητές του (40 περίπου) δίνουν αγώνες 
υδατοσφαίρισης,  και  συμμετέχουν  στους  πανελλήνια  κολυμβητικά  πρωταθλήματα  και  σε 
παναυτικούς αγώνες. 
    Το  κρίκετ  με  την  μακρόχρονη  παράδοση  καλλιεργούν  οι  Αθλητικός  Σύλλογος  ΄΄Βύρων΄΄  και  ο 
Κ.Γ.Σ., που δίνουν αγώνες με ομάδες του αγγλικού στόλου. 
 
5. Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση  
 
Η  εκπαιδευτική  και  πνευματική  κίνηση  παρουσιάζεται  ευθέως  ανάλογη  με  τις  υπάρχουσες 
κοινωνικές και οικονομικές δομές. Η μέση εκπαίδευση έχει στη δύναμή της τα Α΄ και Β΄ Γυμνάσια 
αρρένων,  το  Γυμνάσιο  θηλέων,  τα  παραρτήματα  Γυμνασίων  στη  Λευκίμμη  και  τους  Παξούς,  τη 
Δημόσια  Εμπορική  σχολή  και  το  μοναδικό  ιδιωτικό  σχολείο,  τη  Γαλλική  Σχολή  Καλογραιών.  Τα 
ιδιωτικά  σχολεία  του  19ου  αιώνα  (Φαλκονάρ,  Πολίτη,  Αργυρόπουλου,  Οικονόμου  και  το 
Παρθεναγωγείο  Ζαβιτσιάνου)  καθώς  και  το  εκπαιδευτήριο  ΄΄Καποδίστριας΄΄  έχουν  αρχίσει 

107
σταδιακά  να  διακόπτουν  τη  λειτουργία  τους  και  ουσιαστικά  εξαφανίζονται  λίγο  πριν  την  έναρξη 
του Β΄ παγκοσμίου πολέμου.  
     Η  πνευματική  κίνηση  εντοπίζεται  γύρω  από  την  Αναγνωστική  Εταιρεία,  τις  δύο  Φιλαρμονικές 
΄΄Άγιος Σπυρίδων΄΄ και ΄΄Μάντζαρος΄΄,  την Κερκυραϊκή Καντάδα, το Ωδείο, τον Καλλιτεχνικό Όμιλο 
Κυριών και το παράρτημα της Ελληνικής Περιηγητικής Λέσχης. Διαλέξεις, απαγγελίες, φιλολογικά 
μνημόσυνα και κινηματογραφικές προβολές καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος, δίνουν το στίγμα μιας 
δυναμικής,  που  προσπαθεί  να  αναβιώσει  την  πνευματική  και  καλλιτεχνική  παράδοση  της 
Κέρκυρας, η οποία αναχαιτίστηκε από τον πόλεμο και τον εμπορικό μαρασμό. 
     Αυτή  ήταν  σε  αδρές  γραμμές  η  Κέρκυρα  των  αρχών  της  δεκαετίας  του  '50.  Από  τότε  άλλαξαν 
πολλά και πολλά χάθηκαν. Αν κάτι νοσταλγεί κανείς δεν είναι βέβαια το επίπεδο διαβίωσης ή οι 
γενικότερες  κοινωνικές  και  οικονομικές    συνθήκες  της  υπαίθρου  ή  της  πόλης.  Ή  ακόμα 
περισσότερο  ο  ασφυκτικός  για  τα  ανθρώπινα  δικαιώματα  πολιτικός  περίγυρος.  Είναι  μάλλον  τα 
χαμένα χρώματα και αρώματα μιας άλλης εποχής και τα ανεκπλήρωτα οράματά της.      
 

ΤΕΛΟΣ 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

108
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ 
1912‐1991 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

109
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 
 
Η κατάρτιση  των στατιστικών πινάκων που ακολουθεί, ξεπήδησε από την ανάγκη να μη 
χαθούν  οι  αυτοδιοικητικές  ρίζες  του  τόπου  που  γεννηθήκαμε  και  να  καταγραφούν,  όσο  το 
δυνατόν ακριβέστερα, όλες οι μεταβολές (πληθυσμός, έδρα, προσαρτήσεις, αποσπάσεις κλπ) 
που τους συνόδευσαν μέχρι το 1991. Και αυτό γιατί οι μεγάλες αναγκαστικές συνενώσεις του 
΄΄Καποδιστριακού΄΄  Νόμου  (2539/1997)  κατατείνουν  στο  να  χαθεί  η  άκρη  μιας  εξελικτικής 
αυτοδιοικητικής πορείας που ξεκίνησε το 1912, με την ελπίδα ότι το κοινοτικό σύστημα που 
εφαρμόστηκε  τότε  μπορούσε  να  διορθώσει  τις  κακοδαιμονίες  της  περιφερειακής 
οργανωτικής δομής της χώρας.   
Από  την  άλλη  εκτιμούμε  ότι  μπορεί  να  αποτελέσουν  ένα  χρήσιμο  εργαλείο  στα  χέρια 
εκείνων που  θα επιχειρήσουν στο μέλλον την συνολική  ιστορική  αποτίμηση της διοικητικής 
και  αυτοδιοικητικής  πορείας  στο  νομό  Κέρκυρας,  γιατί  η  ιστορία  των  διοικητικών  και 
αυτοδιοικητικών  θεσμών  έχει  ελάχιστα  ερευνηθεί,  αν  και  παρουσιάζει,  κατά  τη  γνώμη  μας, 
εξαιρετικό  ενδιαφέρον.  Οι  θεσμοί  είναι  εκείνοι  άλλωστε  που  δημιουργούν  το  πολιτικό, 
οικονομικό,  κοινωνικό  και  πολιτισμικό  πλαίσιο  μέσα  στο  οποίο  εκφράζεται  ο  πολίτης  πότε 
συλλογικά και πότε ατομικά. 
Οι  πίνακες  άρχισαν  να  συντάσσονται  όταν  βρέθηκαν  στα  αρχεία  της  Νομαρχίας  τα 
στοιχεία κάθε κοινότητας, τα οποία τηρούσαν με ξεχωριστή επιμέλεια οι παλιοί συνάδελφοι, 
και  βέβαια  πριν  εκδοθούν    οι  δύο  τόμοι  του  ΄΄Λεξικού  Διοικητικών  Μεταβολών  των  Δήμων 
και  Κοινοτήτων΄΄  της  ΚΕΔΚΕ  και  της  ΕΕΤΑΑ.  Τα  στοιχεία  αυτά,  που  περιελάμβαναν  τη 
διοικητική  εξέλιξη  κάθε  οργανισμού  τοπικής  αυτοδιοίκησης  του  νομού  με  απογραφικές 
πληροφορίες μέχρι το 1951, συμπληρώθηκαν με τις απογραφές των επομένων χρόνων, που 
έθεσε με μεγάλη προθυμία στη διάθεσή μου η Στατιστική Υπηρεσία Ν. Κέρκυρας. Η πολύτιμη 
έκδοση της ΚΕΔΚΕ και της ΕΕΤΑΑ μου επέτρεψε να συνεχίσω τη συμπλήρωση των πινάκων με 
στοιχεία  μέχρι  το  1991,  δηλαδή,  λίγα  χρόνια  πριν  την  πρόσφατη  διοικητική  μεταρρύθμιση 
που  υλοποιήθηκε  στα  πλαίσια  του  Ν.2539/1997,  καλύπτοντας  με  συνοπτικό  και  περιεκτικό 
τρόπο μια αυτοδιοικητική πορεία ογδόντα χρόνων. 
     Κάθε στατιστικός πίνακας (του Δήμου Κερκυραίων, των Δήμων Λευκιμμαίων και Θιναλίων 
που ιδρύθηκαν το 1986 και 1989 αντίστοιχα, και όλων των κοινοτήτων που ιδρύθηκαν από το 
1912 με το Ν.ΔΝΖ΄/1912) περιλαμβάνει όλα εκείνα τα στοιχεία που κάνουν άμεσα κατανοητή 
τη  διοικητική  εξέλιξη  κάθε  οργανισμού  (ιδρυτικός  νόμος,  ιδρυτικοί  οικισμοί,  έδρα, 
μετονομασίες, καταργήσεις, αποσπάσεις και προσαρτήσεις οικισμών και όλες τις απογραφές 
που διενεργήθηκαν από το 1920 μέχρι το 1991). Παράλληλα καταδεικνύουν ότι ο ΔΝΖ΄ νόμος 
και οι μετέπειτα πειραματισμοί του κεντρικού πολιτικού συστήματος είχαν σαν αποτέλεσμα 
όχι  μόνο  την  πολυδιάσπαση  του  αυτοδιοικητικού  χάρτη  της  Κέρκυρας  αλλά  και  τον 
περαιτέρω  κατακερματισμό  του    συστήματος    κοινοτικής  διοίκησης,  κανόνας  που 
ακολουθήθηκε χωρίς φειδώ, ικανοποιώντας όχι βέβαια τα παραδεκτά κριτήρια βιωσιμότητας 
και  ανάπτυξης  μιας  ανθρωπογεωγραφικής  ενότητας,  που  θέλει  να  ελπίζει  σε  ένα  καλύτερο 
αυτοδιοικητικό μέλλον,  αλλά τις πελατειακές σχέσεις και τους τοπικούς εγωισμούς. 
    Σε  κάθε  πίνακα  διατηρήθηκε  η  ονοματολογία  των  οικισμών  που  υπήρχε  στα  στοιχεία  της 
Νομαρχίας  και  στους  πίνακες  απογραφής  της  Στατιστικής  Υπηρεσίας  του  νομού,  αν  και 
παρουσιάστηκαν  ελάχιστες  διαφοροποιήσεις.  Στις  περιπτώσεις  αυτές  είτε  διατηρήθηκε  η 
διπλή ονομασία είτε διατηρήθηκε η ονομασία της Νομαρχίας, αφού αυτό δεν αλλοίωνε την 
ουσία  της  καταγραφής  των  διοικητικών  μεταβολών.  Για  την  πληρέστερη  κατανόηση  των 
πινάκων  οφείλουμε  να  τονίσουμε  μόνο  ότι  στη  στήλη  ΄΄Οικισμοί  που  αποτελούσαν  την 
κοινότητα/Δήμο΄΄  καταγράφονται  οι  οικισμοί  που  αποτελούσαν  το  ΄΄σώμα΄΄  της 
κοινότητας/του  Δήμου  μέχρι  την  κατάργησή  με  τον  ΄΄Καποδιστριακό΄΄  νόμο.  Εκείνοι  οι 
οικισμοί που βρίσκονται σε παρένθεση εξακολουθούν μεν να βρίσκονται στα διοικητικά όρια 
της  κοινότητας/Δήμου,  αλλά  έχουν  πάψει  να  αναγνωρίζονται  αυτοτελώς  και  έχουν 
προσαρτηθεί  σε  άλλους  οικισμούς  του  ιδίου  οργανισμού.  Αντίθετα  οι  οικισμοί  που 
βρίσκονται  σε  παρένθεση  στη  στήλη  των  απογραφών  έχουν  αποσπαστεί  από  τον  ιδρυτικό 
οργανισμό  και  έχουν  προσαρτηθεί  σε  άλλο  ή  έχουν  αναγνωριστεί  ως  ξεχωριστή 
αυτοδιοικητική οντότητα. 
 
 
                                                                            Κέρκυρα Ιούνιος 2009 
                                                                              Νίκος Γ. Ασπιώτης 

104
Αρχική αναγνώριση  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις 
ΔΗΜΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΙΩΝ    
Κατά την απογραφή του 1920 στον δήμο Κερκυραίων συνυπολογίστηκε και ο πληθυσμός των κατωτέρω συνοικισμών : 
         Α. Άγιος Ρόκκος  2.456 
B.Δ. 8‐1‐1866 ΦΕΚ 9/1866                     & 
       Β. Ανεμόμυλος       691 
Νόμος ΔΝΖ΄ 31‐8‐1912                   ΦΕΚ  
       Γ. Γαρίτσα           2.264 
261/ Α΄/1912          Δ.  Μαντούκι       3.257  
   
 
Κατά την απογραφή του 1928 στο δήμο Κερκυραίων συνυπολογίστηκε και ο πληθυσμός των κατωτέρω συνοικισμών : 
       Α. Άγιος Ρόκκος      3.280 
       Β.  Ανεμόμυλος        704 
       Γ.  Γαρίτσα             2.282 
         Δ.  Μαντούκι          3.744 
         Ε.  Ποταμός           1.968  
         Επίσης περιλαμβάνονται και οι απογραφέντες στο λιμάνι που ήταν 284. 
Έδρα: Κέρκυρα   
Οι  θέσεις  Άγιος  Σπυρίδων  (Άγιος  Ρόκκος),  Ανάληψη,  Ανεμόμυλος,  Γαρίτσα,  Μαντούκι,  Μονή  Αγίας  Ευφημίας,  Μονή  Πλατυτέρας, 
Στρατιά και Φυγαρέτο, οι οποίες απογράφηκαν χωριστά στην απογραφή του 1940, περιλαμβάνονται στην απογραφή του 1951 στην πόλη της 
Κέρκυρας, γιατί δεν αποτελούσαν τότε αυτοτελείς οικισμούς. 
 
  Η κοινότητα Φυγαρέτου προσαρτήθηκε το 1915 με το Β.Δ. της 21‐9‐1915 (ΦΕΚ 341/Α΄/1915). Η κοινότητα Ποταμού η οποία αποτελείτο από 
  τους συνοικισμούς Ποταμός, Γουβιά ή Γουβί, Κοντόκαλι και Κυρά Χρυσικού προσαρτήθηκε με το Β.Δ. της 12‐12‐1915 (ΦΕΚ 460/Α΄/1915).  
   
  Ο οικισμός Μπαστούνι που εμφανίζεται στην απογραφή του 1920 ανήκε στην τέως κοινότητα Ποταμού και προσαρτήθηκε με το  Β.Δ. της 26‐5‐
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  το  1916 (ΦΕΚ 98/Α΄/1916). 
Δήμο : Κέρκυρα    
           Ανάληψη  Στις  18/12/1920  αναγνωρίζονται  και  προσαρτώνται  στο  Δήμο  Κερκυραίων  οι  οικισμοί  Μονή  Πλατυτέρας,  Λιμήν  Κέρκυρας,  Μονή  Αγίων 
           Στρατιά  Θεοδώρων, Μονή Αγίας Ευφημίας και στις 16‐5‐1928 οι οικισμοί Τεμπλόνι και Βίδο. Την ίδια ημερομηνία καταργούνται οι οικισμοί Μπαστούνι 
και Λιμήν Κέρκυρας. Στις 16 Οκτώβρη 1940 αναγνωρίζονται οι οικισμοί Γαρίτσα, Ποντικονήσι, Ανεμόμυλος, Μαντούκι, Λαζαρέττο, Άγιος Ρόκκος 
και  καταργούνται  οι  οικισμοί  Τεμπλόνι  και  Μονή  Αγίων  Θεοδώρων.  Στις  7‐4‐1951  καταργούνται  οι  οικισμοί  Στρατιά,  Ανεμόμυλος,  Γαρίτσα, 
Άγιος Σπυρίδων, Μαντούκι, Ανάληψη, Αγία Ευφημία, Φυγαρέτο, Μονή Πλατυτέρας και Λαζαρέττο και αναγνωρίζεται ο οικισμός Τεμπλόνι (5‐4‐
1981).  Μέχρι  και  την  απογραφή  του  1991  το  Δήμο  Κερκυραίων  αποτελούσαν  η  πόλη  της  Κέρκυρας  και  οικισμοί  Γουβιά,  Κοντόκαλι,  Κυρά 
Χρυσικού, Ποντικονήσι, Ποταμός, Πτυχία (Βίδο) και Τεμπλόνι.  
Με το Ν. 2539/1997 (ΦΕΚ 244/Α΄/1997) συνενώθηκαν με το Δήμο Κερκυραίων οι κοινότητες Αλεπούς, Καναλίου και Εβροπούλων. 

104
Πληθυσμός απογραφών 
Μετονομασίες  Πόλη‐Οικισμοί 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
Ο  οικισμός          Βίδο          (νησί)  Κέρκυρα (1) (2) (3)  26.954 32.221 19.998 27.431 26.991 28.630 33.561 36.293 
μετονομάστηκε     Πτυχία      (Λιμάνι Κέρκυρας)  221 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Β.Δ. 24‐6‐1949 ΦΕΚ 164/Α΄1949).  (Ανάληψη)   105 139 141 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  Γουβιά ή Γουβί   245 308 358 402 409 381 594 1.361 
  Κοντόκαλι  474 437 536 630 606 689 820 1.218 
Ο  οικισμός  Άγιος  Ρόκκος    Κυρά Χρυσικού  152 94 ‐ ‐ ‐ 164 133 225 
μετονομάστηκε     Άγιος Σπυρίδων      (Μπαστούνι)  58 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Β.Δ. 1‐2‐1950 ΦΕΚ 39/Α΄/1950).  Ποταμός   1.735 ‐ 2.144 2.199 1.744 1.196 1.516 1.927 
  (Στρατιά)  267 299 294 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Φυγαρέτο)   329 360 357 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Μονή Αγίας Ευφημίας)  10 9 13 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Μονή Αγίων Θεοδώρων)  8 12 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Μονή Υ.Θ. Πλατυτέρας)  11 8 12 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Άγιος Ρόκκος)  ‐ ‐ 3.500 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Ανεμόμυλος)   ‐ ‐ 690 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  Βίδο ή Πτυχία  ‐ 97 83 148 146 86 ‐ ‐ 
  (Λαζαρέττο)  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  Ποντικονήσι  ‐ ‐ 1 1 ‐ ‐ ‐ ‐ 
  Τεμπλόνι   ‐ 209 ‐ ‐ ‐ 315 277 203 
  (Γαρίτσα)  ‐ ‐ 2.369 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Μαντούκι)  ‐ ‐ 3.291  ‐ ‐  ‐  ‐  ‐ 
         
       
     
     
     
       
     
     
     
     
     
     
      
   
   
 

104
Αρχική αναγνώριση Δήμου  Οικισμοί   που αποτελούσαν το  Πληθυσμός απογραφών 
ΛΕΥΚΙΜΜΑΙΩΝ  Δήμο  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Λευκίμμη  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 2.012 
  Κάβος  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 497 
ΦΕΚ 29/Α΄/21‐3‐1986  Μώλος   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 112 
  (Άνω Λευκίμμη)  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  1.933 
Έδρα: Λευκίμμη   
   
   
Οικισμοί  που  απάρτιζαν  αρχικά  τον 
Δήμο: Άνω Λευκίμμη  
                 Λευκίμμη 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις    
                 Κάβος 
                 Μώλος  
                    
 
Ο Δήμος ιδρύθηκε με την κατάργηση των κοινοτήτων Λευκίμμης και Άνω Λευκίμμης και τη συνένωσή τους στο 
Δήμο Λευκιμμαίων (για τις πρώην κοινότητες του Δήμου Λευκιμμαίων βλ. σχετικούς στατιστικούς πίνακες στις 
αντίστοιχες  θέσεις)  με  έδρα  τον  οικισμό  Άνω  Λευκίμμη.  Στις  17‐3‐1991  μεταφέρεται  η  έδρα  του  Δήμου  στον 
οικισμό  Λευκίμμη  και  καταργείται  ο  οικισμός  Άνω  Λευκίμμης.  Με  το  Ν.  2539/1997  (ΦΕΚ  244/Α΄/1997)  στο 
Δήμο Λευκιμμαίων συνενώθηκαν οι κοινότητες Νεοχωρίου και Βιταλάδων. 
 
 
 
 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

105
 
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί   που αποτελούσαν το  Πληθυσμός απογραφών  Οικισμοί  που αποτελούσαν το  Πληθυσμός απογραφής 
ΔΗΜΟΥ ΘΙΝΑΛΙΩΝ  Δήμο  1991  Δήμο  1991 
 
           
  Αχαράβη  472 Λαύκι   63 
  Άγιος Ηλίας  203 Λούτσες   233 
ΦΕΚ 52/Α΄/30‐6‐1989  Άγιος Μαρτίνος  156 Μαγαρίκα   37 
  Άγιος Παντελεήμων  59 Πελεκητό  105 
Έδρα: Αχαράβη   Άγιος Στέφανος  60 Πέραμα   ‐ 
  Αναπαυτήρια  37 Περίθεια   40 
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά την  Απραός  17 Περούλιο   53 
κοινότητα:   Βαθύ  38 Πετάλεια  138 
Βασιλικά  12 Πίθος    34 
Βουνίο  48 Πριφτιάτικα   37 
Βραχλερή  43 Ριλιάτικα   35 
Δροσερή  47 Ρόδα   264 
Επίσκεψη   603 Στρινύλας   79 
Ερίβα  58 Στρογγυλή   101 
Κάρνιαρης   1 Σφακερά   203 
Κρινιάς   49 Τριμόδιο   44 
Λαζαράτικα  78 Φουρνί   6 
  Ψαχνιά  61 
   
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις    
 
Ο Δήμος ιδρύθηκε με την κατάργηση των κοινοτήτων Πετάλειας, Λαυκίου, Επισκέψης, Περίθειας, Σφακερών, 
Αγίου  Παντελεήμονος  και  Λουτσών  και  τη  συνένωσή  τους  στο  Δήμο  Θιναλίων  (για  τις  πρώην  κοινότητες  του 
Δήμου  Θιναλίων  βλ.  σχετικούς  στατιστικούς  πίνακες  στις  αντίστοιχες  θέσεις)  με  έδρα  τον  οικισμό  Αχαράβη. 
Στις  17‐3‐1991  καταργείται  ο  οικισμός  Λιβαδάκια    και  το  1994  καταργείται  η  κοινότητα  Νυμφών  και 
προσαρτάται  στο  Δήμο  Θιναλίου  (ΦΕΚ  136/Α΄/1994).  Με  το  Ν.  2539/1997  (ΦΕΚ  244/Α΄/1997)  στο  Δήμο 
 
Θιναλίων συνενώθηκαν οι κοινότητες Ξανθάτων και Κληματιάς. 
Μετονομασία   Διοικητικές μεταβολές    
 
 
 
 
 
 
 
 
 

106
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί   που αποτελούσαν την  Πληθυσμός απογραφών 
ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Άγιος Αθανάσιος  363   347  319  257  273  225  186  233 
Β.Δ.  5‐3‐1919    
ΦΕΚ 52/Α΄/1919 
 
Έδρα: Άγιος Αθανάσιος 
 
 
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά την  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις    
κοινότητα: Άγιος Αθανάσιος 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές   
    Ο  οικισμός  Άγιος  Αθανάσιος  αποσπάστηκε  από  την  Κοινότητα  Αγρού.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα 
καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

107
 
 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Πληθυσμός απογραφών 
Οικισμοί   που αποτελούσαν την κοινότητα 
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Άγιος Ιωάννης  ‐  ‐ 216 315 222 201 270 342 
Β.Δ.  13‐4‐1935  Βασιλικά   ‐  ‐ ‐ ‐ 203 163 180 248 
ΦΕΚ 170/Α΄/1935  Αγία Τριάδα  ‐  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 102 114 
Κουραμαδίτικα   ‐  ‐  ‐  ‐ ‐  ‐  60  74 
 
 
Έδρα: Άγιος Ιωάννης 

 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα:  
Άγιος Ιωάννης  
 Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις  – Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Άγιος  Ιωάννης  αποσπάστηκε  από  την  Κοινότητα  Κομπιτσίου.  Από  την  ίδια 
κοινότητα  αποσπάστηκε  και  ο  οικισμός  Βασιλικά  που  προσαρτήθηκε  (29‐12‐1960)  και 
    αναγνωρίστηκαν  οι  οικισμοί  Κουραμαδίτικα  και  Αγία  Τριάδα  (5‐4‐1981),  που  επίσης 
προσαρτήθηκαν.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το 
Δήμο Παρελίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

108
 
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας  αποτελούσαν την 
ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Άγιος Μάρκος  366 433 425  425 408 398 511 267 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Κάτω Άγιος Μάρκος   ‐ ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  306 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 
 

 
Έδρα: Άγιος Μάρκος 

 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά την κοινότητα: 
 Άγιος Μάρκος 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις     

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  17‐3‐1991  αναγνωρίστηκε  ο  οικισμός  Κάτω  Άγιος  Μάρκος  και  προσαρτήθηκε  στην  κοινότητα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η 
κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Φαιάκων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

109
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΑΓΙΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Άγιος Ματθαίος  1.585 1.768 2.064 1.974 1.892 1.596 1.468 1.445 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Σκάλα   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  19  184 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Άγιος Ματθαίος 

 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά 
την κοινότητα: Άγιος Ματθαίος 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις   

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  5‐4‐1981  αναγνωρίστηκε  και  προσαρτήθηκε  στην  κοινότητα  ο  οικισμός  Σκάλα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα 
καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Μελιτειέων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

110
 
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας  αποτελούσαν την 
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Άγιος Νικόλαος   ‐ ‐ 497 593 498 425 439 368 
Β.Δ.  30‐7‐1912 (Κολοκύθι)  Νότος  ‐ ‐ ‐ ‐ 49 45 77 91 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Ρουμανάδες  ‐  ‐  ‐  ‐  41 35  33  33 
 

   
Έδρα: Άγιος Νικόλαος 

 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά  την  κοινότητα: 
Κολοκύθι 
Ρουμανάδες  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις    

Διοικητικές   
Μετονομασία  Ο οικισμός Κολοκύθι αποσπάστηκε από την κοινότητα Αργυράδων και ο οικισμός Ρουμανάδες από την κοινότητα Βασιλατίκων. Στις 
μεταβολές 
16‐10‐1940 ο οικισμός Ρουμανάδες καταργήθηκε για  να αναγνωριστεί και πάλι (19‐3‐1961)   και να προσαρτηθεί στην κοινότητα. 
    Στις 19‐3‐1961 αναγνωρίστηκε ο οικισμός Νότος και προσαρτήθηκε. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε 
Ο  οικισμός  και  η  κοινότητα    με το Δήμο Κορισσίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Κολοκυθίου       
μετονομάστηκαν    σε          Άγιο   
Νικόλαο       
   
Β.Δ.  28‐8‐1940   
ΦΕΚ 271/Α΄/1940   
 
 
 
 
 
 
 
 
 

111
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας  αποτελούσαν την 
ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Άγιος Παντελεήμων  649 772 184 137 107 95 71  
Β.Δ.  31‐8‐1912  Αχαράβη  ‐ ‐ 45 109 167 150 249
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Βραχλερή  ‐ ‐ 48 89 83 58 38
Λαζαράτικα  ‐ ‐ 170 110 169 80 69
Πριφτιάτικα  ‐ ‐ 97 148 52 43 40
  Στρογγυλή   ‐ ‐ 128 135 138 96 66
Έδρα:  Άγιος  Φουρνί   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  12
Παντελεήμων      
 
 
Οικισμοί  που  απάρτιζαν 
αρχικά την κοινότητα:  
Άγιος Παντελεήμων 
Λαύκι  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις  – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο οικισμός Λαύκη αναγνωρίστηκε ως ιδία κοινότητα Λαυκίου (Β.Δ. 5‐3‐1919 ΦΕΚ 52/Α΄/1919). Στις 16‐10‐1940 αναγνωρίστηκαν ως 
οικισμοί και προσαρτήθηκαν στην κοινότητα τα Λαζαράτικα, η Στρογγυλή, τα Πριφτιάτικα, η Βραχλερή και η Αναχαράβη (Αχαράβη). 
    Αναγνωρίστηκε  και  προσαρτήθηκε  επίσης  ο  οικισμός  Φουρνί  (ΦΕΚ  88/Α΄/1981).  Η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το 
Δήμο Θιναλίου (ΦΕΚ 178/Α΄/1989) και ο οικισμός Αχαράβη ορίστηκε έδρα του Δήμου. 
Οι  οικισμοί  του  Αγίου  Παντελεήμονος  κατά  την  απογραφή  του  1991  περιλαμβάνονται  και  απογράφονται  πλέον  ως  μέρος  του 
πληθυσμού του Δήμου Θιναλίων.  
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

112
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΑΓΙΟΥ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ (ΨΩΡΑΡΟΙ) 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 

     
Β.Δ.  5‐3‐1919    Άγιος Προκόπιος  508  499  497  424  413  338  260  388 
ΦΕΚ 52/Α΄/1919 

 
Έδρα: Άγιος Προκόπιος 

 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Ψωραροί 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις   

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο οικισμός Ψωραροί αποσπάστηκε από την κοινότητα Καστελλάνων Μέσης. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα 
καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
Ο  οικισμός  και  η  Κοινότητα          Ψωραροί     
μετονομάστηκαν σε     Άγιο Προκόπιο.   
(Απόφαση Υ.Ε. 32901/6‐5‐1936   
ΦΕΚ 85/Β΄/1936).   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

113
 
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας  αποτελούσαν την 
ΑΓΙΩΝ ΔΟΥΛΩΝ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Άγιοι Δούλοι   464  454  440  394  340  265  256  298 
Β.Δ.  31‐8‐1912    
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Άγιοι Δούλοι 

 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά την κοινότητα:  
Άγιοι Δούλοι 
Ξανθάτες  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις   
Άγιος Ιωάννης 
 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο οικισμός Ξανθάτες αναγνωρίστηκε ως ιδία κοινότητα (Β.Δ. 5‐3‐1919 ΦΕΚ 52/Β΄/1919). Ο οικισμός Άγιος Ιωάννης καταργήθηκε 
στις 18‐12‐1920.  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Εσπερίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     

 
 

114
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που αποτελούσαν  Πληθυσμός απογραφών 
ΑΓΙΩΝ ΔΕΚΑ  την κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Άγιοι Δέκα  860  894  925  754  687  625  551  626 
Β.Δ.  31‐8‐1912 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Άγιοι Δέκα 

 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Άγιοι Δέκα 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
   

 
 
 
 

115
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας  αποτελούσαν την 
ΑΓΡΑΦΩΝ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Αγραφοί   697 846 749 683 650 387 372 375 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Αγία Παρασκευή  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 64 ‐ 80 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  (Αντιπερνοί)      213  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ ‐ ‐ 
 
 
 
Έδρα: Αγραφοί 

 
 
Οικισμοί      που 
απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα:  
Αγραφοί  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις   
Αντιπερνοί 
 
Διοικητικές 
Μετονομασία  Ο  οικισμός  Αντιπερνοί  προσαρτήθηκε  στην  κοινότητα  Καρουσάδων  (Διάταγμα  30‐6‐1925  ΦΕΚ  179/Α΄/1925).  Στις  14‐3‐1971 
μεταβολές 
αναγνωρίστηκε  ο  οικισμός  Αγία  Παρασκευή  και  προσαρτήθηκε  στην  κοινότητα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και 
    συνενώθηκε με το Δήμο Εσπερίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 

116
 
 
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας  αποτελούσαν την 
ΑΓΡΟΥ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Αγρός  299 331 335 306  332 312 296 298 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Αθηνιοί  69 66 67 58  ‐ ‐ ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Ασπιωτάδες  167 186 201 194  171 132 96 97 
Μανατάδες   106 115 117 112  100 74 54 39 
Ραφαλάδες  65  55  66  62  45  35  21 13 
   
Έδρα: Αγρός     

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά την κοινότητα: Αγρός 
Άγιος Αθανάσιος 
Ασπιωτάδες 
Μανατάδες  
Ραφαλάδες   Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις   
Αθηνιοί   
 
Ο οικισμός  Άγιος Αθανάσιος αναγνωρίστηκε ως ιδία κοινότητα ( Β.Δ. 5‐3‐1919  ΦΕΚ 52/Α΄/1919).  
 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Αθηνιοί  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Αρκαδάδων  (Β.Δ.  23‐12‐1915  ΦΕΚ  476/Α΄/1915)  για  να  καταργηθεί  στη 
συνέχεια (19‐3‐1961) και να προσαρτηθεί στον οικισμό Αγρός. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με 
το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997) και ο οικισμός Αγρός ορίζεται έδρα του Δήμου. 
 
 
 
 
 
     
 
 

117
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση 
αποτελούσαν την 
κοινότητας ΑΛΕΙΜΜΑΤΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Αλειμματάδες  ‐ ‐ 227 225 215 142  115 117 
Π. Δ.  1‐3‐1932  Αγία Άννα  ‐  ‐  ‐  ‐ ‐  ‐  35 
ΦΕΚ 64/Α΄/1932   

 
Έδρα: Αλειμματάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά  την  κοινότητα: 
Αλειμματάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις    

 
Ο οικισμός Αλειμματάδες αποσπάστηκε από την κοινότητα Αρκαδάδων. Στις 7‐3‐1991 αναγνωρίστηκε  ο οικισμός Αγία Άννα και 
προσαρτάται στην κοινότητα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο  Παλαιοκαστριτών (ΦΕΚ 
244/Α΄/1997). 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές   
 
 
 
 
 
     
 
 
 
 
 
 
 
 
 

118
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας  αποτελούσαν την 
ΑΛΕΠΟΥΣ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Αλεπού   432  540  764  788  747  787  972  1.523 
Β.Δ.  31‐8‐1912 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Αλεπού 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά  την  κοινότητα: 
Αλεπού   

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις   

   
     
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Κερκυραίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
   
     
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

119
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση 
αποτελούσαν την 
κοινότητας ΑΝΤΙΠΕΡΝΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Αντιπερνοί   ‐  ‐  ‐  345  351  318  256  268 
Β.Δ.  19‐9‐1953   
ΦΕΚ 277/Α΄/1953 

 
Έδρα: Αντιπερνοί 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά  την  κοινότητα: 
Αντιπερνοί 
  
Προσαρτήσεις  Αποσπάσεις   Παρατηρήσεις 

 
Ο  οικισμός  Αντιπερνοί  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Καρουσάδων.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  συνενώθηκε με το Δήμο Εσπερίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
     
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

120
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας  αποτελούσαν την 
ΑΝΩ ΓΑΡΟΥΝΑ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Άνω Γαρούνα  375  412  477 396  359 278  252  275 
Β.Δ.  31‐8‐1912     
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Άνω Γαρούνα 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά την κοινότητα:  
Άνω Γαρούνα 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

     
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

121
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας  αποτελούσαν την 
ΚΟΡΑΚΙΑΝΑΣ  (ΑΝΩ)  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Άνω Κορακιάνα  1.360 1.380 1.363 1.114 1.024 939 894 1.083 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Πουλάδες  ‐  ‐  40 113  173  140 133  176 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912     

 
Έδρα: Άνω Κορακιάνα 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά την κοινότητα:  
 
Κορακιάνα (Άνω) 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  
 
 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  16‐10‐1940  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Πουλάδες  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα 
καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Φαιάκων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
     
 
 
 
 
 
 
 
 
 

122
Αρχική αναγνώριση  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
κοινότητας ΡΙΓΓΛΑΔΩΝ (ΑΝΩ  αποτελούσαν την 
ΛΕΥΚΙΜΜΗ)  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Ριγγλάδες  987 1.149 1.371  1.329 2.656 2.142 1.933  
Β.Δ.  31‐8‐1912  Αγία Αικατερίνη  ‐ ‐ 50  71 27 ‐ ‐  
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Αναπλάδες  1.144 1.345 1.480  1.424 ‐ ‐ ‐  
Μώλος                           ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ 4 112  
  (Κρητικά)     162 ‐  ‐  ‐  ‐ ‐  ‐ 
   
Έδρα: Ριγγλάδες   

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά  την  κοινότητα: 
Ριγγλάδες 
Αναπλάδες 
Κρητικά    Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές 
Στις  14‐3‐1971  αναγνωρίστηκε  ο  οικισμός  Μώλος  και  προσαρτήθηκε  στην  κοινότητα  και  την  ίδια  ημερομηνία  καταργήθηκε  ο 
    οικισμός της Αγίας Αικατερίνης και προσαρτήθηκε στον οικισμό Άνω Λευκίμμη. Η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το 
Η  κοινότητα  Ριγγλάδων  Δήμο  Λευκιμμαίων  (ΦΕΚ  29/Α΄/1986)  και  ο  οικισμός  Άνω  Λευκίμμη  ορίστηκε  έδρα  του  Δήμου.  Οι  οικισμοί  της  Άνω  Λευκίμμης 
μετονομάστηκε  σε  κοινότητα  περιλαμβάνονται και απογράφονται κατά την απογραφή του 1991 ως μέρος πλέον του Δήμου Λευκιμμαίων. 
Άνω  Λευκίμμης  (ΦΕΚ  161/   
Α΄/1965)   Ο οικισμός Κρητικά ενώθηκε με την κοινότητα Νεοχωρίου (Διάταγμα 27‐10‐1924 ΦΕΚ  274/Α΄/1924) 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

123
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση 
αποτελούσαν την 
κοινότητας ΑΡΓΥΡΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Αργυράδες     1.057 1.230 1.611  1.711 1.567 1.096 997 820 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Μαραθιάς   105 134 191  237 269 221 319 350 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Νεοχωράκι   ‐ ‐ ‐  221 208 168 194 206 
Άγιος Γεώργιος  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ 158 419 
(Κολοκύθι)   309 (Κολοκύθι)   340 ‐  ‐  ‐  ‐    ‐  
       
Έδρα: Αργυράδες   
 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά  την  κοινότητα:  
Αργυράδες 
Μαραθιάς 
Κολοκύθι   
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  
 
Στις  13‐7‐1971  αναγνωρίστηκε  ο  οικισμός  Άγιος  Γεώργιος  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Κορισσίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997) και ο οικισμός Αργυράδες ορίζεται έδρα του Δήμου. 
 
Ο οικισμός Νεοχωράκι αποσπάστηκε από την κοινότητα Βασιλατίκων (Β.Δ. 5‐5‐1948 ΦΕΚ 140/Α΄/1948).    
     
Ο  οικισμός  Κολοκύθι  αναγνωρίστηκε  ως  ιδία  κοινότητα,  με  την  οποία  ενώθηκε  και  ο  οικισμός  Ρουμανάδες  της  κοινότητας  
Βασιλατίκων   (Διάταγμα 30‐27‐1929 ΦΕΚ 264/Α΄/1929). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

124
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση 
αποτελούσαν την 
κοινότητας ΑΡΚΑΔΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Αρκαδάδες   229 229 250  207 187 149 126  123 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Τρουμπέττας   ‐ ‐ 38  41 32
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Καμπάτικα   ‐ ‐ ‐  ‐ 110  
(Αλειμματάδες)  206 212 ‐  ‐ ‐
(Καστελλάνοι)   374 374  354  ‐  ‐ 
 
Έδρα: Αρκαδάδες   

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν 
αρχικά  την  κοινότητα: 
Αρκαδάδες 
Αθηνιοί 
Αλειμματάδες 
Καστελλάνοι     
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις   
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές   
    Στις  19‐3‐1961  αναγνωρίστηκε  ο  οικισμός  Καμπάτικα  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  για  να  καταργηθεί  στις  19‐3‐1971.    Ο 
οικισμός  Τρουμπέτας  αποσπάστηκε  και  προσαρτήθηκε  στην  κοινότητα  Καστελλάνων  Γύρου  (ΦΕΚ  285/Α΄/1970).  Με  το  Ν. 
2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
Ο  οικισμός  Αθηνιοί  προσαρτήθηκε  στην  κοινότητα  Αγρού  (Β.Δ.  23‐12‐1915  ΦΕΚ  476/Α΄/1915)  και  οι  οικισμοί  Αλειμματάδες  και  
Καστελλάνοι αναγνωρίστηκαν ως ίδιες κοινότητες (Π.Δ. 1‐3‐1932 ΦΕΚ 64/Α΄/1932 και Β.Δ. 12‐2‐1947 ΦΕΚ 28/Α΄/1947 αντίστοιχα). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

125
Οικισμοί    που 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  
αποτελούσαν την  Πληθυσμός απογραφών 
ΑΡΜΕΝΑΔΩΝ 
κοινότητα 
    1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Αρμενάδες  386 356 352  309 258 215 204 196 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Τερμενάδες  ‐ ‐ 56  51 43 24 19 34 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Άγιος Γεώργιος  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐  ‐  ‐  18 
(Γαβράδες)         87 105 ‐  ‐  
(Περλεψιμάδες) 182  206  ‐  ‐ 
   
Έδρα: Αρμενάδες 

 
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά 
την κοινότητα:  
Αρμενάδες 
Γαβράδες 
Περλεψιμάδες  Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 
 
Στις  16‐10‐1940  αναγνωρίστηκε  ο  οικισμός    Τερμενάδες  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα,  καθώς  και  ο  οικισμός  Άγιος  Γεώργιος 
Διοικητικές  (17‐3‐1991). Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Μετονομασία   
μεταβολές 
Οι  οικισμοί  Περλεψιμάδες  και  Γαβράδες  αποτέλεσαν  την  κοινότητα  Περλεψιμάδων  ή  Δάφνη  (Διάταγμα  2‐11‐1934  ΦΕΚ  399/Α΄/ 
1934). 
 
   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

126
Οικισμοί    που 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την  Πληθυσμός απογραφών 
ΑΥΛΙΩΤΩΝ 
κοινότητα 
    1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
Β.Δ.  31‐8‐1912  Αυλιώτες  972 1.018 1.269  1.272 1.231 706 754 831 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Αγία Πελαγία  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ 93 79 87 
Άγιος Στέφανος  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ 73 71 110 
Γαρνάδες          69 67 ‐  ‐ ‐ 58 55 64 
Κουκνικάδες       54 39 ‐  ‐ ‐ 122 88 70 
  Στάουσα   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  77 57  36 
Έδρα: Αυλιώτες     

 
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά 
την κοινότητα: Αυλιώτες 
Γαρνάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  
 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Κουκνικάδες  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Βελονάδες    (Β.Δ.  23‐12‐1915  ΦΕΚ  476/Α΄/1915).  Στις  14‐3‐1971 
αναγνωρίστηκαν και προσαρτήθηκαν στην κοινότητα οι οικισμοί Γαρνάδες, Αγία Πελαγία, Άγιος Στέφανος και Στάουσα. Με το 
    Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Εσπερίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

127
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  
αποτελούσαν την 
ΑΦΙΩΝΟΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Αφιών  ‐ ‐ ‐  234 278 236 196 211 
Β.Δ.  18‐121947   Αφιωνάτικα  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  23 
ΦΕΚ 300/Α΄/1947   

 
Έδρα: Αφιών 

 
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά 
την κοινότητα: Αφιών 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Αφιών  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Καββαδάδων.  Στις  13‐7‐1991  αναγνωρίστηκε  και  προσαρτήθηκε  στην 
κοινότητα ο οικισμός Αφιωνάτικα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου 
    (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

128
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΑΦΡΑΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
 
     
  Άφρα   831 944 904 957 852 713 676 726 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Άγιος Βλάσιος   ‐ ‐ 102 52 57 59 51 58 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Κουρκουλέϊκα   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ 18  9 
 

 
Έδρα:  Άφρα 

 
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά 
την κοινότητα:  Άφρα 

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις 5‐4‐1981 αναγνωρίστηκε και προσαρτήθηκε στην κοινότητα ο οικισμός Κουρκουλέϊκα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα 
καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παρελίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
   
Ο  οικισμός          Καραμουτσαίικα   
μετονομάστηκε Άγιος Βλάσιος     
Β.Δ. 20‐9‐1955 ΦΕΚ 267/Α΄/1955 

129
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΒΑΛΑΝΕΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Βαλανείο   478  547  555  520  490  346 322  353 
Β.Δ.  31‐8‐1912     
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Βαλανειό (Βαλανείον, το) 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Βαλανείο 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Εσπερίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
     
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

130
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  
αποτελούσαν την 
ΒΑΡΥΠΑΤΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Βαρυπατάδες   636 650 674  552 504 351 321 339 
Β.Δ.  31‐8‐1912    ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  (Αγία Τριάδα)      87  ‐  ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα:  Βαρυπατάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα:  Βαρυπατάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  14‐3‐1971  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Αγία  Τριάδα  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα,  για  να  καταργηθεί 
αργότερα (5‐4‐1981). Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 
    244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

131
Αρχική αναγνώριση κοινότητας   Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
ΒΑΣΙΛΑΤΙΚΩΝ (ΝΕΟΧΩΡΙ, τέως Δήμου  αποτελούσαν την 
Λευκιμμαίων)  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Βασιλάτικα   151 154  200 179 178 155 186 179 
Β.Δ.  31‐8‐1912    (Κορακάδες)   379 443  526 561 611 535 ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912    (Κουσπάδες)  267 291  322 345 343 ‐ ‐ ‐ 
  (Νεοχωράκι )  141 150  230 ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ 
  (Νεοχώρι)       166 ‐  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
    (Ρουμανάδες)   13 25  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Έδρα:  Βασιλάτικα  (Πετριτή)             ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ 68 ‐ ‐ 
(Αγία Παρασκευή)         ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  45 ‐ 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Νεοχώρι   
                       Νεοχωράκι 
                       Ρουμανάδες 
                       Κουσπάδες  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  
                       Βασιλάτικα 
 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Κουσπάδες  αναγνωρίστηκε  σε  ίδια  κοινότητα  με  το  Β.Δ.  980/1965‐ΦΕΚ  231/Α΄/1965.  Στις  14‐3‐1951 
αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Πετριτή  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα,  από  την  οποία  θα  αποσπαστεί  (ΦΕΚ 
    167/Α΄/1980)  και  θα  αναγνωριστεί  ως  έδρα  της  ομώνυμης  κοινότητας.  Την  ίδια  ημερομηνία  ο  οικισμός  Κορακάδες 
Μεταφερθείσης  της  έδρας  της  Η  έδρα  της  κοινότητας  αποσπάται από την κοινότητα και προσαρτάται στην κοινότητα Πετριτή. Στην κοινότητα αυτή προσαρτάται, στις 17‐3‐
κοινότητας από το οικισμό     Νεοχώρι    μεταφέρθηκε  από  το  1991, και ο οικισμός Αγία Παρασκευή, που είχε αναγνωριστεί αρχικά ως οικισμός της κοινότητας Βασιλατίκων (5‐4‐
στο οικισμό     Βασιλάτικα η κοινότητα  οικισμό          Νεοχώρι    1981). Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Κορισσίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Νεοχωρίου            μετονομάστηκε  σε  στο  οικισμό     
κοινότητα Βασιλατίκων  Βασιλάτικα      O οικισμός Νεοχώρι αναγνωρίστηκε ως ίδια κοινότητα, με τους συνοικισμούς Παληοχώρι, Δραγωτινά της κοινότητας 
(Απόφαση ΥΠ.ΕΣ 587/16‐4‐1915  Απόφαση   Ριγγλάδων (Διάταγμα 27‐10‐1924 ΦΕΚ 274/Α΄/1924). 
ΦΕΚ 149/20‐4‐1915).   (ΥΠ. ΕΣ. 587/16‐4‐1915   
ΦΕΚ 149/Α΄/1915).  Ο οικισμός Ρουμανάδες ενώθηκε με την κοινότητα  Κολοκυθίου (Διάταγμα 30‐7‐1929 ΦΕΚ 264/Α΄/1929). 
 
Ο οικισμός Νεοχωράκι προσαρτήθηκε στην κοινότητα Αργυράδων (Β.Δ. 5‐5‐1948 ΦΕΚ 140/Α΄/1948). 
 
Η αρχική σύσταση με τον νόμο ΔΝΖ/1912 αφορά την κοινότητα Νεοχωρίου, ενώ σαν έτος σύστασης της κοινότητας 
Βασιλατίκων θεωρείται το 1915. 
 
 
 

132
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  
αποτελούσαν την 
ΒΑΤΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Βάτος  ‐ ‐ ‐  341 373 341 375 482 
Β.Δ.  26‐11‐1946  (Μονή Μυρτιδιώτισσας)  ‐  ‐  ‐  3  ‐  ‐  ‐  ‐ 
ΦΕΚ 373/Α΄/1946   

 
Έδρα: Βάτος 

 
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά την 
κοινότητα: Βάτος 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Η  κοινότητα  Βάτου  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Κοκκινίου  και  αναγνωρίστηκε  σε  ίδια  κοινότητα  (Β.Δ.  26‐11‐
1946‐ΦΕΚ  373/Α΄/1946).  Στις  7‐4‐1951  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Μονή  Μυρτιδιώτισσας,  που  θα  καταργηθεί 
    αργότερα (19‐3‐1961). Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε  με το  Δήμο Παρελίων  (ΦΕΚ 
244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

133
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΒΕΛΟΝΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Βελονάδες   760 797 861  886 823 424 392 388 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Κουναβάδες   173 207 213  135 144 111 88 74 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Λιβάδι  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ 323 322 348 
Ψαθύλας  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ ‐  59 
   
 
Έδρα: Βελονάδες 

 
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά την 
κοινότητα: Βελονάδες 
                        Κουναβάδες 
                        Κουκνικάδες  
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  14‐3‐1971  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Λιβάδι    και  προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Στην  κοινότητα  Βελονάδων 
προσαρτάται  και  ο  οικισμός  Ψαθύλας,  που  αποσπάται  από  την  κοινότητα  Μεσαριάς  (ΦΕΚ  86/  Α΄/1986).  Με  το  Ν. 
    2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο  Εσπερίων  (ΦΕΚ  244/Α΄/1997)  και  ο  οικισμός 
ορίζεται έδρα του Δήμου. 
 
Ο οικισμός Κουκνικάδες  προσαρτήθηκε στην κοινότητα Αυλιιωτών ( Β.Δ. 23‐12‐1915 ΦΕΚ 476/Α΄/1915) 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

134
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΑΝΩ ΒΥΡΟΥ ή ΒΙΡΟΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
Β.Δ.  31‐8‐1912  Βυρός  302 369 442 434 472 477 536 923 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Άγιος Γεώργιος  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 39 42 55 
Καστανιά  156 177 160 188 225 206 244 348 
Μπαστούνι   ‐  ‐  ‐  ‐  75  57 74  76 
 
 
Έδρα:  Βυρός  ή Βιρός    

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Άνω Βυρόν 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο οικισμός Μπαστούνι αποσπάστηκε από την κοινότητα Καναλίου και προσαρτήθηκε στην κοινότητα Βιρού στις 
19‐3‐1961.  Στις  21‐11‐1667  αποσπάστηκε  και  προσαρτήθηκε  από  την  κοινότητα  Καλαφατιώνων  και  ο  οικισμός 
    Άγιος  Γεώργιος (ΦΕΚ 206/Α΄/1967).  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο 
Ο  οικισμός  και  η  κοινότητα  Άνω  Βυρόν   Αχιλλείων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
μετονομάστηκαν σε  Βυρός      (Διάταγμα   
2‐10‐1931    
ΦΕΚ 357/Α΄/1931).   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

135
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  
αποτελούσαν την 
ΒΙΤΑΛΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Βιταλάδες   ‐ ‐ ‐ 378 444 408 495 532 
Β.Δ.  24‐1‐1948  Γαρδένος  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ ‐  ‐ 
ΦΕΚ 45/Α΄/1948   

 
 
Έδρα: Βιταλάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Βιταλάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές   
Ο οικισμός Βιταλάδες αποσπάστηκε από την κοινότητα Περιβολίου και ορίστηκε έδρα της ομώνυμης κοινότητας. 
    Στις  17‐3‐1991  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Γαρδένος  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η 
κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Λευκιμμαίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 

 
 
 
 

136
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΒΟΥΝΙΑΤΑΔΩΝ  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
κοινότητα 
     
  Βουνιατάδες   154  166  238  263  259  264  254  239 
Β.Δ.  31‐8‐1912   
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 
 
Έδρα: Βουνιατάδες 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Βουνιατάδες 

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές 
Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Μελιτειέων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

137
 
 
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΓΑΡΔΕΛΑΔΩΝ  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
κοινότητα 
       
  Γαρδελάδες   410  460  456  431  409  313  355  332 
Β.Δ.  31‐8‐1912   
ΦΕΚ 261/Α΄/1912   

 
Έδρα: Γαρδελάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Γαρδελάδες 

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παλαιοκαστριτών (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
     
 
 

 
 
 

138
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΓΑΣΤΟΥΡΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Γαστούρι  1.163 1.120 1.120 1.021 1.115  650 537 533 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Πέραμα   ‐  ‐  ‐  ‐  291  455  628 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912   

 
Έδρα: Γαστούρι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Γαστούρι 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  14‐3‐1971  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Πέραμα  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Το  1995  η  κοινότητα 
καταργείται (ΦΕΚ 180 Α΄/1995) και συνενώνεται με το Δήμο Αχιλλείων και ο οικισμός Γαστούρι ορίζεται έδρα του 
    Δήμου. 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

139
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΓΙΑΝΝΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Γιαννάδες  1.334 1.212 1.218 1.186 985 831 723 776 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Έρμονες   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  22 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Γιαννάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Γιαννάδες 
                 Ρόπα 

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  18‐12‐1920  ο  οικισμός  Ρόπα  καταργείται.  Ο  οικισμός  Έρμονες  αναγνωρίζεται  οικισμός,  στις  5‐4‐1981,  και 
προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο 
    Παρελίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

140
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΓΙΜΑΡΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Γιμάρι  ‐ ‐ 169 90 46 49 48 45 
Β.Δ.  20‐7‐1932  Βλαχάτικα  ‐ ‐ 91 90 50 48 47 49 
ΦΕΚ 253/Α΄/1932  Καβαλλέραινα  ‐ ‐ 86 114 48 40 46 44 
Καλάμι  ‐ ‐ ‐ ‐ 36 23 27 18 
Κέντρωμα   ‐ ‐ 138 99 94 73 97 72 
  Πλαγιά (Τζανκινάτικα)  ‐ ‐ ‐ ‐ 27 20 21 12 
Έδρα: Γιμάρι  Ράχη (Λούστρι )  ‐ ‐ ‐ ‐ 71  54  30  43 
 
         
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά    
την κοινότητα: Γιμάρι  
                       Καλάμι                   
                       Κέντρωμα 
                       Καβαλλέραινα 
                       Αγνή 
                       Λούστρι  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  
                       Βραχάτικα  
                       Τζανκινάτικα 
                       Κουλούρα 
 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Οι οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά την κοινότητα αποσπάστηκαν από την κοινότητα Σινιών στις 8‐8‐1932. Στις 16‐
10‐1940 οι οικισμοί Κουλούρα  και Αγνή καταργούνται. Το 1994 η κοινότητα καταργείται και  συνενώνεται  με το 
    Δήμο Κασσωπαίων (ΦΕΚ 56/Α΄/1994) και ο οικισμός Γιμάρι ορίζεται έδρα του Δήμου. 
Οι  οικισμοί  Τζαγκινάτικα  και  Λούστρι     
μετονομάστηκαν  σε  Πλαγιά  και  Ράχη   
αντίστοιχα (ΦΕΚ 16/Α΄/ 1963)   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

141
Αρχική αναγνώριση κοινότητας ΔΑΦΝΗΣ  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
(ΠΕΡΛΕΨΙΜΑΔΩΝ)  αποτελούσαν την κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
         
  Περλεψιμάδες (Δάφνη)  ‐  ‐  228 278 230 244 208  230 
Β.Δ.  2‐11‐1934  Γαβράδες   143  119  128  89  100  109 
ΦΕΚ 399/Α΄/1934 

 
Έδρα: Δάφνη  

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Περλεψιμάδες 
                 Γαβράδες 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Οι  οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την  κοινότητα  αποσπάστηκαν  από  την  κοινότητα  Αρμενάδων.  Με  το  Ν. 
    2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Ο  οικισμός  και  η  κοινότητα     
Περλεψιμάδες          μετονομάστηκε  σε     
Δάφνη         
Β.Δ. 20‐9‐1955  ΦΕΚ 287/Α΄/1955   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

142
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  
αποτελούσαν την 
ΔΟΥΚΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Δουκάδες  660 729 755 648 600 472 458 491 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Παπαθανάτικα   ‐  ‐  ‐  53  47  30  34  56 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912   
 

 
Έδρα: Δουκάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Δουκάδες 
                 Παπαθανάτικα 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο οικισμός Παπαθανάτικα αναγνωρίστηκε στις 7‐4‐1951 και προσαρτήθηκε στην κοινότητα. Με το Ν. 2539/1997 η 
κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παλαιοκαστριτών (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
 
 
 

 
 

143
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΔΡΟΣΑΤΟY (ΜΑΛΑΚΙΟΙ) 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Μαλακιοί (Δροσάτο)  261  263  303  312  283  255  233  261 
Β.Δ.  31‐8‐1912   
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Δροσάτο 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Μαλακιοί  

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
     
Ο οικισμός και η κοινότητα     Μαλακιοί     
μετονομάστηκαν σε     Δροσάτο       
Β.Δ. 20‐9‐1955 ΦΕΚ 267/Α΄/1955   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

144
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΕΒΡΟΠΟΥΛΩΝ ή ΕΥΡΩΠΟΥΛΩΝ  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
κοινότητα 
       
  Ευροπούλοι  471 539  593 572 494  355  389  464 
Β.Δ.  31‐8‐1912    (Μονή Ευαγγελιστρίας)     3 ‐  ‐  ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912   

 
Έδρα: Ευροπούλοι  
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Ευρωπούλοι 
                 Μονή Ευαγγελιστρίας 
Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

Διοικητικές   
Μετονομασία  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Κερκυραίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). Ο οικισμός 
μεταβολές 
    Μονή Ευαγγελιστρίας καταργήθηκε στις 16‐5‐1928.  
Στις  16‐10‐1940  ο  οικισμός  και  η   
κοινότητα  Ευρωπούλων    
μετονομάστηκαν σε Εβροπούλοι.    
   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

145
 
 
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΕΠΙΣΚΕΨΗΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Επίσκεψη  803 854 974 1.012 872 729 593
Β.Δ.  31‐8‐1912  Άγιος Στέφανος  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  61 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Επίσκεψη 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Επίσκεψη 

Προσαρτήσεις ‐ Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  5‐4‐1981  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Άγιος  Στέφανος  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Το  1989  η  κοινότητα 
καταργείται  και  συνενώνεται  με  το  Δήμο  Θιναλίου  (ΦΕΚ  178/Α΄/1989).  Οι  οικισμοί  της  Επίσκεψης  κατά  την 
    απογραφή του 1991 περιλαμβάνονται και απογράφονται πλέον ως μέρος του πληθυσμού του Δήμου Θιναλίων. 
   
 

146
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΕΡΕΙΚΟΥΣΣΑΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Ερείκουσσα  549  543  552  499  514  358  228 334 
Β.Δ.  31‐8‐1912     
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Ερείκουσσα 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Ερρείκουσα 
                 Μαθράκι 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα Ερείκουσσας διατηρήθηκε ως έχει. Ο οικισμός Μαθράκι αναγνωρίστηκε ως ιδία 
κοινότητα (Β.Δ. 5‐3‐1919ΦΕΚ 52/Α΄/1919). 
     
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  της   
κοινότητας Ερρείκουσας διορθώθηκε σε   
κοινότητα Ερείκουσσας   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

147
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας ΖΥΓΟΥ  αποτελούσαν την 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
   
  Ζυγός  265  484  315  314  335  295  255  302 
Β.Δ.  5‐3‐1919   
ΦΕΚ 52/Α΄/1919 

 
Έδρα: Ζυγός 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Ζυγός 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Ζυγός  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Κληματιάς.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και 
συνενώθηκε με το Δήμο Φαιάκων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

148
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΒΑΛΛΟΥΡΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Καβαλλούρι   401  478  523  521  504  416  429  389 
Β.Δ.  5‐3‐1919 
ΦΕΚ 52/Α΄/1919 

 
Έδρα: Καβαλλούρι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα:  Καβαλλούρι 

Προσαρτήσεις ‐ Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Καβαλλούρι  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Καρουσάδων.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα 
καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Εσπερίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
Η  ονομασία  του  οικισμού  και  της   
κοινότητας  Καβαλουρίου  διορθώθηκαν   
σε οικισμό και κοινότητα Καβαλλουρίου   
(16‐10‐1940).   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

149
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΒΒΑΔΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Καββαδάδες  526 535 597 573 621 551 451 599 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Αρίλλας   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 89 125 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Σαουλάτικα   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 38 40 
(Αφιώνας)    180  191  239  ‐  ‐  ‐ ‐ ‐ 
   
 
Έδρα: Καββαδάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Καββαδάδες 
                 Αφιώνας  

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  5‐4‐1981  αναγνωρίζονται  οι  οικισμοί  Σαουλάτικα  και  Αρίλλας  και  προσαρτώνται  στην  κοινότητα.  Με  το  Ν. 
2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του  Ο οικισμός Αφιών αναγνωρίστηκε σε ιδία κοινότητα (Β.Δ. 18‐12‐1947 ΦΕΚ 300/Α΄/1947). 
οικισμού  Αφιώνας  διορθώνεται  σε   
Αφιών.  Την  ίδια  ημερομηνία   
διορθώνεται η ονομασία της κοινότητας   
Καβαδάδων σε κοινότητα Καββαδάδων.   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

150
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΛΑΦΑΤΙΩΝΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Καλαφατιώνες  798 809 578  398 360 287 458 507 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Άγιος Γεώργιος  ‐ ‐ ‐  49 79 ‐ ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Κοθονίκι  ‐ ‐ 203  130 138 145 ‐ ‐ 
Πηγάδια (Τζαρής)  ‐  ‐  ‐  94  56  81 ‐  ‐ 

   
Έδρα: Καλαφατιώνες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Καλαφατιώνες 

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Αναγνωρίστηκαν  διαδοχικά  και  προσαρτήθηκαν  στην  κοινότητα  οι  οικισμοί    Κοθονίκι  (16‐10‐1940),  Άγιος 
Γεώργιος  και  Τζαρής  (5‐4‐1951).  Το  1967  ο  οικισμός  Άγιος  Γεώργιος  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  και 
    προσαρτήθηκε  στην  κοινότητα  Βιρού  (ΦΕΚ  206/Α΄/1967).  Οι  οικισμοί  Πηγάδια  και  Κοθονίκι  καταργήθηκαν  και 
Ο οικισμός     Τζαρής     μετονομάστηκε    προσαρτήθηκαν  στον  οικισμό  Καλαφατιώνες  (5‐4‐1981).  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και 
Πηγάδια      συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Β.Δ. 20‐9‐1955 ΦΕΚ 287/Α΄/1955   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

151
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  
αποτελούσαν την 
ΚΑΜΑΡΑΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Καμάρα   ‐ ‐ 159 139 143 136 104 127 
Β.Δ.  30‐7‐1929  Αλεποχώρι   ‐ ‐ 80 56 54 41 33 58 
ΦΕΚ 264/Α΄/1929  Καρδαμάτικα   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 16 12 
(Άγ. Θεόδωροι)     ‐  ‐  25  ‐  ‐  ‐ ‐  ‐ 
 
 
Έδρα: Καμάρα 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Καμάρα  

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Καμάρα  αποσπάστηκε  από  την  Κοινότητα  Καστελλάνων  Μέσης  (Καστελλάνων).  Στις  16‐10‐1940 
αναγνωρίζονται  οι  οικισμοί  Άγιοι  Θεόδωροι  και  Αλεποχώρι  και  προσαρτώνται  στην  κοινότητα.  Ο  οικισμός  Άγιοι 
    Θεόδωροι καταργείται (7‐4‐1951) και αναγνωρίζεται ο οικισμός Καρδαμάτικα (5‐4‐1981) που προσαρτάται. Με το 
  Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

152
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΝΑΚΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κανακάδες   ‐  ‐  ‐  290  267  213 222  275 
Β.Δ.  26‐11‐1947   
ΦΕΚ 264/Α΄/1947 

 
Έδρα: Κανακάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Κανακάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Κανακάδες  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Μαρμάρου.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα 
καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παρελίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
      
   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

153
 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
ΚΑΝΑΛΙΟΥ ή  αποτελούσαν την 
ΚΑΝΑΛΙ ΛΕΜΕΝΤΙΩΝ  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κανάλιo  640 880 935 979 953 946 1868 2686 
Β.Δ.  31‐8‐1912  (Αγία Ελεούσα ή  117 123 157 153 146 190 ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Κανάλι Γραικικό)   
(Άγιος Νικόλαος ή   334 359 352 445 426 337 ‐ ‐ 
Κανάλι Αρβανίτικο)   
    (Μπαστούνι)     ‐ ‐  123  98 ‐  ‐  ‐  ‐ 
Έδρα: Κανάλι   
 
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα:  
Κανάλι Λεμεντίων 
Κανάλι Γραικικόν (Ρωμαίικο) 
Κανάλι Αρβανίτικον  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο οικισμός Μπαστούνι αποσπάται (19‐3‐1961) από την κοινότητα και προσαρτάται στην κοινότητα Βιρού. Στις 5‐4‐
1981 καταργούνται οι οικισμοί Άγιος Νικόλαος και Αγία Ελεούσα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε 
    και συνενώθηκε με το Δήμο Κερκυραίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Οι οικισμοί       Κανάλι Γραικικόν     και     
Αρβανίτικον          μετονομάστηκαν  σε     
Αγία Ελεούσα     και     Άγιος Νικόλαος    ,   
αντίστοιχα    
(Β.Δ. 12‐3‐1928 ΦΕΚ 81/Α΄/1929)   
Ο  οικισμός  και  η  κοινότητα          Κανάλι   
Λεμεντίων          μετονομάστηκαν  σε     
Κοινότητα Καναλίου       
(Β.Δ. 4‐2‐1954 ΦΕΚ 25/Α΄/1954)   
   
 
 
 
 
 
 

154
 
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΡΟΥΣΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Καρουσάδες  1.287 1.364 1.428  1.551 1.440 1.235 1236 1312 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Άγιος Ιωάννης  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ ‐ 40 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Αστρακερή   ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ 44 59 
Ρόδα   ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ 10 36 
(Αντιπερνοί) (1)  ‐  256  361  345  ‐  ‐ ‐ ‐ 
     
Έδρα: Καρουσάδες     
 
   
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την   
κοινότητα: Καρουσάδες   
                 Καβαλλούρι    

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις –‐ Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  (1) Ο οικισμός Αντιπερνοί αποσπάστηκε από την κοινότητα Αγραφών (Διάταγμα 30‐6‐1925 ΦΕΚ 179/Α΄/1925) για 
να αναγνωριστεί αργότερα σε ιδία κοινότητα (Β.Δ. 19‐9‐1953 ΦΕΚ 277/Α΄/1953).  
     
  Ο  οικισμός  Καβαλλούρι  αναγνωρίστηκε  σε  ιδία  κοινότητα  (Β.Δ..  5‐3‐1919  ΦΕΚ  52/Α΄/1919).  Στις  5‐4‐1981 
αναγνωρίζονται οι οικισμοί Ρόδα και Αστρακερή και προσαρτώνται στην κοινότητα. Αναγνωρίζεται επίσης (17‐3‐
1991) ο οικισμός Άγιος Ιωάννης και προσαρτάται. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε 
με το Δήμο Εσπερίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

155
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΣΣΙΟΠΗΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κασσιόπη   514 597 324 341 374 512 594 872 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Άγιος Γεώργιος  ‐ ‐ 57 53 45 10 ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Κατούνοι ή Πηγή  ‐ ‐ 77 86 65 17 5 ‐ 
Κελλιά   ‐ ‐ 92 39 29 3 ‐ ‐ 
Λιθιασμένος   ‐ ‐ 86 72 55 16 17 28 
  (Περιστερές)   ‐ ‐ 3 37 ‐ ‐ ‐ ‐ 
Έδρα: Κασσιόπη  Ημερολιά   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 45 67 
Ποδολάκκος   ‐ ‐ ‐ ‐ 45 7 2 ‐ 
  Κογεβίνας   ‐  ‐ ‐  ‐ ‐  ‐  57  ‐ 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την       
κοινότητα: Κασσιώπη 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Οι  οικισμοί  Περιστερές,  Κατούνοι,  Κελλιά,  Λιθιασμένος,  Άγιος  Γεώργιος  αναγνωρίζονται  (16‐10‐1940)  και 
προσαρτώνται  στην  κοινότητα.,  ενώ  καταργείται  ο  οικισμός  Περιστερές  (16‐3‐1961).  Αναγνωρίζονται  επίσης  οι 
    οικισμοί  Ποδολάκκος  (19‐3‐1961),  Ημερολιά  και  Κογεβίνας  (5‐4‐1981)  και  προσαρτώνται.  ενώ  καταργείται  ο 
Η ονομασία του οικισμού Κασσιώπη και  οικισμός Κογεβίνας. Η κοινότητα καταργείται (ΦΕΚ 56/Α΄/1994 και συνενώνεται με το Δήμο Κασσωπαίων μαζί με 
της  κοινότητας  διορθώνεται  σε  τις κοινότητες Γιμαρίου, Νησακίου και Σινιών.  
Κασσιόπη (16‐10‐1940).   
Ο οικισμός     Κατούνοι  μετονομάστηκε     
Πηγή       
(Β.Δ.  20‐9‐1955  ΦΕΚ  287/Α΄/10‐10‐  
1955).   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

156
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΣΤΕΛΛΑΝΩΝ ΓΥΡΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Καστελλάνοι Γύρου  ‐ ‐ ‐ 308 312 212 171 194 
Β.Δ.  12‐2‐1947   Τρουμπέττας    ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  29 26  38 
ΦΕΚ 26/Α΄/1947   

 
Έδρα: Καστελλάνοι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Καστελλάνοι 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο οικισμός Καστελλάνοι αποσπάστηκε από την κοινότητα Αρκαδάδων. Ο οικισμός Τρουμπέττας αποσπάται ( ΦΕΚ 
258/Α΄/1970) από την κοινότητα Αρκαδάδων και προσαρτάται στην κοινότητα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα 
    καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Η  κοινότητα  Καστελλάνων   
μετονομάστηκε  σε  κοινότητα     
Καστελλάνων Γύρου       
(Β.Δ. 25‐6‐1948 ΦΕΚ 204/Α΄/1948)    
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

157
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που αποτελούσαν  Πληθυσμός απογραφών 
ΚΑΣΤΕΛΛΑΝΩΝ ΜΕΣΗΣ  την κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Καστελλάνοι  777 790 773 597 529 459 462 507 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Μπριαμάκι ή Εσταυρωμένος  ‐ ‐ 54 58 47 30 25 11 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912    (Καμάρα)   256  261 ‐ ‐  ‐  ‐ ‐  
     
 
     
Έδρα: Καστελλάνοι   
 
   
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά   
την κοινότητα: Καστελάνοι    
Καμάρα 
Ψωραροί   
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο οικισμός Ψωραροί  αναγνωρίστηκε σε ιδία κοινότητα (Αγίου Προκοπίου) (Β.Δ. 5‐3‐1919 ΦΕΚ 52/Α΄/1919). 
 
    Ο οικισμός Καμάρα αναγνωρίστηκε σε ιδία Κοινότητα (Διάταγμα 30‐7‐1929 ΦΕΚ 264/Α΄/1929). 
Η  κοινότητα  Καστελλάνων   
μετονομάστηκε  σε  κοινότητα  Ο  οικισμός  Μπριαμάκι  αναγνωρίζεται  (16‐10‐1940)  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η 
Καστελλάνων Μέσης  κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Β.Δ. 25‐6‐1948 ΦΕΚ 204/Α΄/1948   
   
Ο  οικισμός  Μπριαμάκι   
μετονομάζεται  σε  Εσταυρωμένος   
(ΦΕΚ 253/Α΄/1957)   
 
 
 
 
 
 
 
 

158
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΤΩ ΓΑΡΟΥΝΑ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κάτω Γαρούνα  575 666 757 757 786  669 615 705 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Άγιος Γόρδιος  ‐  ‐  ‐  ‐  12 60  2 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912   

 
Έδρα: Κάτω Γαρούνα 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Κάτω Γαρούνα 

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις 14‐3‐1971 αναγνωρίζεται ο οικισμός Άγιος Γόρδιος και προσαρτάται στην κοινότητα. Με το Ν. 2539/1997 η 
κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

159
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΤΩ ΚΟΡΑΚΙΑΝΑΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κάτω Κορακιάνα  1.020 1.157 825 547 596 571 565 734 
Β.Δ.  31‐8‐1912  (Αγία Ελένη)  ‐ ‐ ‐ 81 ‐ ‐ ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Άγιος Βασίλειος  ‐ ‐ 85 103 115 115 131 162 
(Άγιος Νικόλαος)  ‐ ‐ ‐ 103 ‐ ‐ ‐ ‐ 
Ανάληψη  ‐ ‐ 132 140 119 113 112 129 
  Γαζάτικα  ‐ ‐ 91 111 107 88 119 125 
Έδρα: Κάτω Κορακιάνα  (Κεντράτικα)  ‐ ‐ ‐ 32 ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Λασκαράτικα)  ‐ ‐ ‐ 38 ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Μαγαζιά)  ‐ ‐ ‐ 31 ‐ ‐ ‐ ‐ 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την  (Τζαβαράτικα)  ‐ ‐ ‐ 23 ‐ ‐ ‐ ‐ 
κοινότητα: Κάτω Κορακιάνα  Ύψος   ‐ ‐ 114 104 142 289 426 1733 
Λίμνη   ‐  ‐  ‐ ‐  130  110  246 331 
   

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  16‐10‐1940  αναγνωρίζονται  και  προσαρτώνται  στην  κοινότητα  οι  οικισμοί  Ανάληψη,  Γαζάτικα,  Ύψος,  και 
¨Άγιος  Βασίλειος.  Αναγνωρίζονται  επίσης  και  προσαρτώνται  (7‐4‐1951)  οι  οικισμοί  Άγιος  Νικόλαος,  Αγία  Ελένη, 
    Τζαβαράτικα, Μαγαζιά, Κεντράτικα, Λασκαράτικα και Λίμνη (19‐3‐1961). Στις 19‐3‐1961 αναγνωρίζεται ο οικισμός 
  Λίμνη  και  καταργούνται  οι  οικισμοί  Αγία  Ελένη,  Τζαβαράτικα,  Μαγαζιά,  Άγιος  Νικόλαος,  Λασκαράτικα  και 
Κεντράτικα, που προσαρτώνται στον οικισμό Κάτω Κορακιάνα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και 
συνενώθηκε με το Δήμο Φαιάκων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

160
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΑΤΩ ΠΑΥΛΙΑΝΑΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κάτω Παυλιάνα   ‐  ‐  ‐  216  218  214  207  187 
Β.Δ.  13‐6‐1947 
ΦΕΚ 148/Α΄/1947 

 
Έδρα: Κάτω Παυλιάνα 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Κάτω Παυλιάνα 

Προσαρτήσεις ‐ Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Κάτω  Παυλιάνα  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Παυλιάνας.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα 
καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Μελιτειέων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
   
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

161
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΛΗΜΑΤΙΑΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κληματιά  343 350 407 418 458 371 360 365 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Κυπριανάδες  200 211 243 201 166  127  86 85 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Επισκοπή  ‐    33  30  ‐  17  27 
     

 
Έδρα: Κληματιά 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Κληματιά 
                 Κυπριανάδες 
                 Ζυγός 
Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο οικισμός Ζυγός αναγνωρίστηκε σε ιδία κοινότητα (Β.Δ. 5‐3‐1919  ΦΕΚ 52/Α΄/1919) 
 
    Στις  16‐5‐1928  αναγνωρίζεται  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  ο  οικισμός  Επισκοπή.  Ο  οικισμός  θα  καταργηθεί 
  στις 7‐4‐1951 για να αναγνωριστεί και πάλι στις 5‐4‐1981. Η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο 
Θιναλίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

162
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που αποτελούσαν την  Πληθυσμός απογραφών 
ΚΟΚΚΙΝΙΟΥ ή ΚΟΚΚΙΝΗ  κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Κοκκίνιο  208 166  375 315 326 273 269 373 
Β.Δ.  5‐3‐1919  (Τρίαλος)  23 33  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
ΦΕΚ 52/Α΄/1919  (Κεφαλόβρυσο)                     ‐ 150  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Κελλιά)   ‐    77  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Μονή  Μυρτιδιώτισσας)  4 ‐  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
                                  (Βάτος)  191    180  322 ‐ ‐  ‐ ‐  ‐ 
Έδρα: Κοκκίνι          
       
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την    
κοινότητα: Κοκκίνι   
                 Τρίαλος 
                 Βάτος 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Από  τους  απαρτίσαντες  αρχικά  την  κοινότητα  συνοικισμούς,  οι  μεν  δύο  πρώτοι  αποσπάστηκαν  από  την 
κοινότητα  Πέλεκα  (Κοκκίνι,  Τρίαλος),  ο  δε  τρίτος  (Βάτος)  από  την  κοινότητα  Μαρμάρου.  Στην  κοινότητα 
    προσαρτήθηκαν μετά την αναγνώρισή τους οι οικισμοί Μονή Μυρτιδιώτισσας (18‐12‐1920), Κεφαλόβρυσο 
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του  (16‐5‐1928)  και  Κελλιά  (16‐5‐1928).  Ο  οικισμός  Μονή  Μυρτιδιώτισσας  καταργείται  στις  16‐5‐1928  και  οι 
οικισμού  Κοκκίνι  της  κοινότητας  οικισμοί  Τρίαλος,  Κελλιά  και  Κεφαλόβρυσο  καταργούνται  στις  16‐10‐1940.  Με  το  Ν.  2539/1997  η 
διορθώνεται σε Κοκκίνιον.  κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παρελίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997) και ο οικισμός Κοκκίνιο 
ορίζεται έδρα του Δήμου. 
  
Ο οικισμός Βάτος αναγνωρίστηκε σε ιδία κοινότητα (Β.Δ. 26‐11‐1946 ΦΕΚ 373/Α΄/1946). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

163
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΟΜΠΙΤΣΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Κομπίτσι  215 252  324 310 169 452 529 641 
Β.Δ.  31‐8‐1912    (Βασιλικά)                 ‐ 78  110 104 ‐ ‐ ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912    (Άγιος Ιωάννης)   219  191  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ 

 
Έδρα: Κομπίτσι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Κομπίτσι 
                 Άγιος Ιωάννης 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Ο οικισμός Βασιλικά αναγνωρίζεται και προσαρτάται στην κοινότητα (16‐5‐1928) για να αποσπαστεί στη συνέχεια και 
ναπροσαρτηθεί στην κοινότητα του Αγίου Ιωάννη. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το 
Δήμο Παρελίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
Ο οικισμός ΄Αγιος Ιωάννης αναγνωρίστηκε σε ιδία κοινότητα (Διάταγμα 13‐4‐1935 ΦΕΚ 170/Α΄/1935). 
 
 
Διοικητικές 
Μετονομασία   
μεταβολές 
 
 
 
 
 
 
 
 
     
   
 

164
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΟΥΡΑΜΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κουραμάδες   436  434  445  398  348  285 227  239 
Β.Δ.  31‐8‐1912   
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Κουραμάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Κουραμάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  
 

 
Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
Διοικητικές   
μεταβολές   
Μετονομασία 
   
   
 

   
 

165
Οικισμοί    που 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Πληθυσμός απογραφών 
αποτελούσαν την 
ΚΟΥΣΠΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κουσπάδες   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 367 433 394 
ΦΕΚ 231/Α΄/13‐12‐1965  Μπούκαρης   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  29  32 

 
Έδρα: Κουσπάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Κουσπάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

Διοικητικές   
Μετονομασία  Η κοινότητα Κουσπάδων ιδρύθηκε με την απόσπαση του οικισμού Κουσπάδων από την κοινότητα Βασιλατίκων. Στις 5‐
μεταβολές 
4‐1981 αναγνωρίστηκε ο οικισμός Μπούκαρης και προσαρτήθηκε στην κοινότητα. 
     
  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Κορισσίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 

 
 
 

166
Οικισμοί    που αποτελούσαν  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας ΚΡΗΝΗΣ 
την κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κρήνη  ‐ 320 352 319 306  290  253  266 
Β.Δ.  29‐10‐1925  (Μονή Αγίας Παρασκευής)  ‐      9  ‐  ‐ 
ΦΕΚ 330/Α΄/1925 

 
Έδρα: Κρήνη 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Κρήνη 

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Κρήνη  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Μακράδων.  Στις  16‐5‐1928  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός 
Αγία Παρασκευή και προσαρτάται στην κοινότητα για να καταργηθεί στη συνέχεια (16‐10‐1940). Με το Ν. 
    2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παλαιοκαστριτών (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
                                                                                                                                                                                                           
 
 

 
 
 

167
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΚΥΝΟΠΙΑΣΤΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Κυνοπιάστες   1.236 1.362 1.301 1.265 998 775 851 896 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Πικουλάτικα  ‐ ‐ ‐ ‐ 60 43 35 75 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Σουλαίικα   ‐ ‐ ‐ ‐ 35 27 11 67 
Χρησηίς   ‐  ‐  ‐  ‐  86  67 114  465 
 
 
Έδρα: Κυνοπιάστες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Κυνοπιάστες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Αναγνωρίζονται  και  προσαρτώνται  (19‐3‐1961)  στην  κοινότητα  οι  οικισμοί  Χρυσηίς,  Πικουλάτικα  και  Σουλαίικα. 
Στις 30‐8‐1995 η κοινότητα καταργείται και συνενώνεται με το Δήμο Αχιλλείων μαζί με τις κοινότητες Γαστουρίου 
    και Αγίου Προκοπίου (ΦΕΚ 180/Α΄/1995). 
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του   
οικισμού  Κυνοπιάσταις    της  κοινότητας   
διορθώνεται σε Κυνοπιάσται. 

 
 
 

168
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που αποτελούσαν την  Πληθυσμός απογραφών 
ΛΑΚΩΝΩΝ  κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Λάκωνες  660 690  763 717 655 629 574 524 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Παλαιοκαστρίτσα   ‐ ‐  ‐ ‐ 64 68 159 181 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  (Μονή  Υ.  Θ.  Παλαιοκαστρίτσας)  11 10  14 7 ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Βιτουλάδες)     27 36  ‐  ‐  ‐  ‐ ‐  ‐ 
 
   
Έδρα: Λάκωνες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Λάκωνες  
                 Βιτουλάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις 18‐12‐1920 αναγνωρίζεται ο οικισμός Μονή Παλαιοκαστρίτσας, που θα καταργηθεί στις 14‐3‐1971. 
Θα  καταργηθεί  επίσης  και  ο  οικισμός  Βιτουλάδες  (Βυτουλάδες)  στις  16‐10‐1940.  Στις  14‐3‐1971 
    αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Παλαιοκαστρίτσα  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η 
  κοινότητα Λακώνων καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παλαιοκαστριτών (ΦΕΚ 244/Α΄/1997) και 
ο οικισμός ορίζεται έδρα του Δήμου. 
 
 
 
 

 
 
 

169
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΛΑΥΚΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Λαύκι  289 484 215 120 85 45 81 ‐ 
Β.Δ.  5‐3‐1919  Άγιος Μαρτίνος  ‐ ‐ 31 121 200 204 145 ‐ 
ΦΕΚ 52/Α΄/1919  Τριμόδιο  ‐ ‐ 91 120 64 29 34 ‐ 
Ψαχνιά    ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ 60  ‐ 
 
 
Έδρα: Λαύκιο  

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Λαύκη 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Ο  οικισμός  Λαύκιο  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα  Αγίου  Παντελεήμονος.  Αναγνωρίζονται  και  προσαρτώνται 
διαδοχικά  στην  κοινότητα  οι  οικισμοί  Τριμόδιο,  Άγιος  Μαρτίνος  (16‐10‐1940)  και  Ψαχνιά  (5‐4‐1981).  Στις  30‐6‐
    1989  η  κοινότητα  καταργείται  και  συνενώνεται  με  το  Δήμο  Θιναλίου  (ΦΕΚ  178/Α΄/1989),  μαζί  με  τις  κοινότητες 
Στις  16‐10‐1940    διορθώνεται  η  Αγίου Παντελεήμονος, Επίσκεψης, Λουτσών, Περίθειας, Σφακερών και Πετάλειας.  
ονομασία  του  οικισμού  Λαύκη  της   
κοινότητος σε Λαύκιον.  Οι οικισμοί του Αγίου Παντελεήμονος κατά την απογραφή του 1991 περιλαμβάνονται και απογράφονται πλέον ως 
  μέρος του πληθυσμού του Δήμου Θιναλίων.  
 

 
 
 

170
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
ΛΕΥΚΙΜΜΗΣ  αποτελούσαν την 
(ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΔΩΡΩΝ)  κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Λευκίμμη  1.276 1.344 1.504 1.476 2.366 1.746 2.012 ‐ 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Κάβος  94 195 257 349 372 362 497 ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  (Μελίκια)  578 626 808 839 ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Ποτάμι)  310 423 474 410 ‐ ‐ ‐ ‐ 
    (Σπαρτερό)     126 165 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Έδρα: Λευκίμμη  (Δραγωτινά)   124 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Μπαστάτικα)   79 103 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Παλαιοχώρι)  174 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Πανδάτικα)      97  ‐ ‐ ‐  ‐  ‐    ‐ ‐ 
     
    
    
 
Μετονομασία     

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

Διοικητικές   
μεταβολές  Η  αρχική  σύσταση  με  τον  νόμο  ΔΝΖ/1912  αφορά  την  κοινότητα  Αγίων  Θεοδώρων  ενώ  σαν  έτος  σύστασης  της 
  κοινότητας Λευκίμμης θεωρείται το 1915. 
 
  Ο οικισμός Πανδάτικα ή Παντάτικα καταργήθηκε στις 16‐5‐1928 και οι οικισμοί Μελίκια και Ποτάμι καταργήθηκαν στις 
Ο  οικισμός  και  η  κοινότητα          Άγιοι  19‐3‐1961.  Η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο  Λευκιμμαίων  (ΦΕΚ  29/Α΄/1986),  μαζί  με  την 
Θεόδωροι          μετονομάστηκε  σε    κοινότητα Άνω Λευκίμμης.Οι οικισμοί Παληοχώρι και Δραγωτινά (Διάταγμα 27‐10‐1924 ΦΕΚ 274/Α΄/1924), Μπαστάτικα 
Λευκίμμη      (Διάταγμα 21‐1‐1929 ΦΕΚ 25/Α΄/1929) και Σπαρτερό (Διάταγμα 14‐2‐1935 ΦΕΚ 56/Α΄/1935) αποσπάστηκαν διαδοχικά 
(Α. Υ. Ε. 38118/16‐4‐1915  από την κοινότητα Λευκίμμης και προσαρτήθηκαν στην κοινότητα Νεοχωρίου. 
ΦΕΚ 148/Β΄/1915)   
   
 
 
 
 
 
 
 
 

171
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΛΙΑΠΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Λιαπάδες   1.040 1.065 1.103 1.082 1.084 931 1.026 1.046 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Γέφυρα   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ 6  24 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912   

 
Έδρα: Λιαπάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Λιαπάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις 5‐4‐1981 αναγνωρίζεται ο οικισμός Γέφυρα και προσαρτάται στην κοινότητα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα 
καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παλαιοκαστριτών (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
   
 

 
 
 

172
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΛΟΥΤΣΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Λούτσες  414 458 354  364 361 240 229
Β.Δ.  31‐8‐1912  Αναπαυτήρια   ‐ ‐ 192  58 36 24 30
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Απραός  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ 2
Μαγαρίκα   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  43 

 
Έδρα: Λούτσες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Λούτσες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Αναγνωρίζονται  και  προσαρτώνται  διαδοχικά  στην  κοινότητα  οι  οικισμοί  Αναπαυτήρια  (16‐10‐1940),  Μαγαρίκα 
και Απραός (5‐4‐1981). Η κοινότητα καταργείται και συνενώνεται με το Δήμο Θιναλίου (ΦΕΚ178/Α΄/1986). 
     
  Οι οικισμοί των Λουτσών κατά την απογραφή του 1991 περιλαμβάνονται και απογράφονται πλέον ως μέρος του 
πληθυσμού του Δήμου Θιναλίων. 
 

 
 
 

173
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΜΑΓΟΥΛΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Μαγουλάδες  982 1.117 1.031 1.172 989 332 317 468 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Αρίλλας  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 203 253 296 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Γουσάδες   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 156 144 202 
Τσουκαλιό   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 38 41 59 
Πουλημάτες   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  153  152  156 
   
Έδρα: Μαγουλάδες   

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Μαγουλάδες  

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  14‐3‐1971  αναγνωρίζονται  και  προσαρτώνται  στην  κοινότητα  οι  οικισμοί  Αρίλλας,  Γουσάδες,  Τσουκαλιό  και 
Πουλημάτες.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο  Εσπερίων  (ΦΕΚ 
    244/Α΄/1997). 
   
 
 

 
 
 

174
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΜΑΘΡΑΚΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Μαθράκι     294 391 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 143 
Β.Δ.  5‐3‐1919  (Άνω Μαθράκι)  ‐ ‐ 174 150 160 106 71 ‐ 
ΦΕΚ 52/Α΄/1919  (Κάτω Μαθράκι)  ‐  ‐  192  175  223  134 106  ‐ 
 

 
Έδρα: 'Άνω Μαθράκι  

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Μαθράκι 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Η κοινότητα ιδρύθηκε με την  απόσπαση του οικισμού Μαθράκι από την κοινότητα Ερείκουσσας και τον ορισμό 
του ως έδρα της κοινότητας. Οι οικισμοί Άνω Μαθράκι και Κάτω Μαθράκι αναγνωρίστηκαν και προσαρτήθηκαν 
    στην  κοινότητα  στις  16‐10‐1940  και  η  έδρα  της  κοινότητας  μεταφέρεται  στον  οικισμό  Άνω  Μαθράκι.  Στις  17‐3‐
  1991 οι δύο οικισμοί καταργούνται και προσαρτώνται στον οικισμό Μαθράκι, στον οποίο μεταφέρεται η έδρα της 
κοινότητας. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα παρέμεινε  ως είχε (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
 

 
 
 

175
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΜΑΚΡΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Μακράδες  430 423  375 357 323 294 278 241 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Βίστωνας  197 186  185 169 157 106 102 104 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Μονή Αγίας Παρασκευής  ‐ 9  6 7 6 9 4 ‐ 
(Κρίνοι)       307  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ ‐ ‐ 
     
   
Έδρα: Μακράδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Μακράδες 
                 Βίστωνας 
                 Κρίνοι  
Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές   
Στις 16‐5‐1928  αναγνωρίζεται και προσαρτάται στην κοινότητα ο οικισμός της Αγίας Παρασκευής, ο οποίος θα 
    καταργηθεί  στις  17‐3‐1991.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο 
  Παλαιοκαστριτών (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
Η ονομασία του οικισμού Κρίνοι διορθώθηκε σε Κρήνη το 1925 και αναγνωρίστηκε σε ιδία κοινότητα (Διάταγμα 
29‐10‐1925 ΦΕΚ 339/Α΄/1925). 

 
 
 

176
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΜΑΡΜΑΡΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Μάρμαρο   295 329 345 335 322 233 248 234 
Β.Δ.  31‐8‐1912  (Κανακάδες )    240  261  263  ‐  ‐  ‐ ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912   
 
     
   
Έδρα: Μάρμαρο   

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Μάρμαρο 
                 Βάτος 
                 Κανακάδες           
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παρελίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Ο οικισμός Βάτος προσαρτήθηκε στην κοινότητα Κοκκινίου ή Κοκκίνη   (Β. Δ 5‐3‐1919 ΦΕΚ 52/Α΄/1919). 
    Ο οικισμός Κανακάδες αναγνωρίστηκε σε ιδία κοινότητα (Β.Δ. 26‐11‐1947 ΦΕΚ 264/Α/1947). 
 

177
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΜΕΣΑΡΙΑΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Μεσαριά  227 350 260 227 204 188 171 127 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Κοψοχειλάδες  118 61 138 134 104 121 101 96 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912    (Ψαθύλας)     ‐  ‐  33  45  31  33 52  ‐ 
   

 
Έδρα: Μεσαριά 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Μεσαριά  
                 Κοψοχειλάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  16‐10‐1940  αναγνωρίζεται  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  ο  οικισμός  Ψαθύλας.  Ο  οικισμός  αυτός 
αποσπάστηκε και προσαρτήθηκε στην κοινότητα Βελονάδων (ΦΕΚ 86/Α΄/1986). Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα 
    καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
   
 
 

178
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΜΟΡΑΪΤΙΚΩΝ (ΕΠΙΣΚΟΠΙΑΝΩΝ) 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Μοραΐτικα  190 222 259 265 385 391 406 550 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Επισκοπιανά  155 162 213 197 222  233 224 270 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912    (Βραγκανιώτικα)   86 124 ‐ ‐    
(Μεσογγή)          112  116  ‐  ‐   

 
Έδρα:Μοραΐτικα  

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Επισκοπιανά 
                 Βραγκανιώτικα 
                 Μεσογγή 
                 Μωραΐτικα     Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

Διοικητικές   
Μετονομασία  Η αρχική σύσταση με τον νόμο ΔΝΖ/1912 αφορά την κοινότητα Επισκοπιανών, ενώ σαν έτος σύστασης της κοινότητας 
μεταβολές 
Μοραϊτίκων θεωρείται το 1915. 
     
Μεταφερθείσης  της  έδρας  της  Η  έδρα  της  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Μελιτειέων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
κοινότητας  από  το  οικισμό    κοινότητας   
Επισκοπιανά          στον  οικισμό    μεταφέρθηκε από τον  Οι  οικισμοί  Βραγκανιώτικα,  Μεσογγή,  Χλωματιανά  Άνω,  Χλωματιανά  Κάτω  και  Σπήλαιον  αποτέλεσαν  την  κοινότητα 
Μοραΐτικα          η  κοινότητα  οικισμό      Χλωματιανών (Δ. 30‐7‐1929 ΦΕΚ 264/Α΄/1929). 
μετονομάστηκε      Μωραϊτίκων      Επισκοπιανά          στον   
(Α. Υ. Ε. 10129/4‐3‐1915  οικισμό     Μοραΐτικα      
ΦΕΚ 98/Α΄/1915) και αργότερα (στις 16‐ Α.  Υ.  Ε.  10129/4‐3‐
10‐1940) σε κοινότητα Μοραϊτίκων.  1915 
ΦΕΚ 98/Α΄/1915 

179
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΜΠΕΝΙΤΣΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Μπενίτσες   416 450 512 513 596 549 611 1397 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Τσάκι   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  49  65 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Μπενίτσες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Μπενίτσες 

Προσαρτήσεις Αποσπάσεις Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  14‐3‐1971  αναγνωρίζεται  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  ο  οικισμός  Τσάκι,  ο  οποίος  θα  καταργηθεί  στη 
συνέχεια (17‐3‐1991). Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αχιλλείων (ΦΕΚ 
    244/Α΄/1997). 
   
 
 

180
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΝΕΟΧΩΡΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
Β.Δ.  31‐8‐1912  Νεοχώριο ‐ 188 278  276 281 269 249 271 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Δραγωτινά ‐ 139 188  259 316 285 292 293 
  Κρητικά ‐ 190 229  257 315 323 387 409 
  Μπαστάτικα ‐ ‐ 143  154 176 ‐ ‐ ‐ 
Παλαιοχώριο ‐ 230 298  327 385 549 614 681 
  Σπαρτερά  ‐ ‐  179  139  144  94 99 94 
Έδρα: Νεοχώριο       
    
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Νεοχώρι 
                 Παλαιοχώρι 
                 Δραγωτινά 
                 Κρητικά   Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Από  τους  συνοικισμούς  που  απάρτιζαν  αρχικά  την  κοινότητα    ο  πρώτος  αποσπάστηκε  από  την  κοινότητα 
Βασιλατίκων, ο δεύτερος και τρίτος από την κοινότητα Λευκίμμης και ο τέταρτος από την κοινότητα Ριγγλάδων. 
    Στις  14‐3‐1971  ο  οικισμός  Μπαστάτικα  καταργείται  και  προσαρτάται  στον  οικισμό  Παλαιοχώριο.  Με  το  Ν. 
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του  2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Λευκιμμαίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
οικισμού  Παληοχώρι  διορθώνεται  σε    
Παλαιοχώριον.  Ο  οικισμός  Μπαστάτικα  και  Σπαρτερό  αποσπάστηκαν    από  την  κοινότητα  Λευκίμμης  (Δ.  21‐1‐1929  ΦΕΚ 
25/Α΄/1924  και Δ. 14‐2‐1935 ΦΕΚ 56/Α΄/1935 αντίστοιχα). 
 
Οι  οικισμοί  Δραγωτινά  και  Σπαρτερά  αποτέλεσαν  την  κοινότητα  Δραγωτινών  (Β.Δ.  9‐2‐1948  ΦΕΚ  37/Α΄/1948)  η 
οποία καταργήθηκε για να προσαρτηθεί στην κοινότητα Νεοχωρίου (Β. Δ 17‐8‐1950 ΦΕΚ 189/Α΄/1950). 
 
Η αρχική σύσταση με τον νόμο ΔΝΖ/1912 αφορά την κοινότητα Νεοχωρίου με άλλα οικισμούς και διοικητικά όρια 
(βλ. πίνακα κοινότητας Βασιλατίκων), ενώ σαν έτος σύστασης της κοινότητας Νεοχωρίου θεωρείται το 1924 (ΦΕΚ 
274/Α΄/1‐11‐1924). 
 

 
 
 

181
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΝΗΣΑΚΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Νησάκι  ‐ ‐ 63 74 76 74 145 142 
Β.Δ.  5‐2‐1930  Απολυσοί  ‐ ‐ 103 80 64 51 32 30 
ΦΕΚ 43/Α΄/1930  Βιγγλατούρι  ‐ ‐ 164 184 160 100 105 103 
Κατάβολος  ‐ ‐ 294 248 275 197 225 182 
(Παληό Χωριό ή Σινιές)  ‐  ‐ 106  24  3  ‐  ‐  ‐ 
   
Έδρα: Νησάκι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα:       Νησάκι,  
 Βιγγλατούρι ή Βιγλατσούρι 
                        Απολυσοί 
                        Γαρνελάτικα 
                        Μπουράτικα 
                        Κατάβολος 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  
                        Καμηνάκι 
   Φαφαμιά ή   Φακαμιά 
                        Παληό Χωριό 
                        Μπαναράτικα 
 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Οι  οικισμοί  που  απάρτιζαν  αρχικά  την  κοινότητα  αποσπάστηκαν  από  την  κοινότητα  Σινιών.  Στις  16‐10‐1940 
καταργήθηκαν  οι  οικισμοί  Μπαναράτικα,  Μπουράτικα,  Καμηνάκι,  Φαφαμιά,  Γαρνελάτικα  και  Παληό  Χωριό.  Η 
κοινότητα καταργήθηκε (ΦΕΚ 56/Α΄/1994) και συνενώθηκε με το Δήμο Κασσοπαίων. 

   

 
 
 

182
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΝΥΜΦΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Νύμφες  1.001 1.116 1.034 925 893 863 775 813 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Πλάτωνας   ‐  ‐  179  313  277  274 254  292 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912   

 
Έδρα: Νύμφες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Νύμφες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις 16‐10‐1940 αναγνωρίζεται και προσαρτάται στην κοινότητα ο οικισμός Πλάτωνας. Η κοινότητα καταργήθηκε 
(ΦΕΚ 136/Α΄/1994) και συνενώθηκε με το Δήμο Θιναλίου.  
     
   

183
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΞΑΝΘΑΤΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Ξανθάτες  252 288 253 235 207 169 246 290 
Β.Δ.  5‐3‐1919  Κοκκικύλας   ‐  ‐  72  72  61  45 ‐  ‐ 
ΦΕΚ 52/Α΄/1919   

 
Έδρα: Ξανθάτες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Ξανθάτες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Σύσταση  της  κοινότητας  με  την  απόσπαση  του  οικισμού  Ξανθάτες  από  την  κοινότητα  Αγίων  Δούλων  και  τον 
ορισμό  του  ως  έδρα  της  κοινότητας.  Στις  16‐10‐1940  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Κοκκικύλας  που  θα  καταργηθεί 
    στις5‐4‐1981  για  να  προσαρτηθεί  στον  οικισμό  Ξανθάτες.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και 
  συνενώθηκε με το Δήμο Θιναλίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 

 
 
 

184
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΟΘΩΝΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Οθωνοί   719  803  747  685  637  418 164  98 
Β.Δ.  31‐8‐1912   
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Οθωνοί 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα:  Οθωνοί 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές   
 
     
 

 
 
 

185
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας ΠΑΓΩΝ  αποτελούσαν την 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Πάγοι  626 629 702 686 625 480 466 414 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Βατωνιές   98 128 132 119 128 99 84 77 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Πρινύλας   212 250 241 225 175 115 106 106 
Άγιος Γεώργιος  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ 4  4 
 
 
Έδρα: Πάγοι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Πάγοι 
                 Βατωνιαίς 
                 Πρινήλας   
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  16‐10‐1940  διορθώνεται  η  ονομασία  των  οικισμών  Βατωνιαίς  σε  Βατωνίαι  και  Πρινήλας  σε  Πρινύλας  και 
προσαρτάται  μετά  την  αναγνώρισή  του  ο  οικισμός  Άγιος  Γεώργιος  (5‐4‐1981).  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα 
    καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
   
 

 
 
 

186
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΠΑΥΛΙΑΝΑΣ ΑΝΩ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Άνω Παυλιάνα  267 322  368 343 274 436 449 445 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Παραμόνας   ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ ‐ 30 64 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  (Άγιος Γεώργιος)  ‐ ‐  ‐ ‐ 137 ‐ ‐ ‐ 
(Κάτω Παυλιάνα)    118 146  219  ‐  ‐  ‐ ‐  ‐ 
   
 
Έδρα: Άνω Παυλιάνα  

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Άνω Παυλιάνα  
                 Κάτω Παυλιάνα  

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

Διοικητικές   
Μετονομασία  Στις  19‐3‐1961  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Άγιος  Γεώργιος  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα.  Ο  οικισμός  αυτός 
μεταβολές 
μετονομάζεται  σε  Θεοφύλακτος  (ΦΕΚ  210/Α΄/1962)  και  καταργείται  αργότερα  (14‐3‐1971).  Αναγνωρίζεται  ο 
    οικισμός Παραμόνας (5‐4‐1981) και προσαρτάται στην κοινότητα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και 
  συνενώθηκε με το Δήμο Μελιτειέων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
Ο οικισμός Κάτω Παυλιάνα αναγνωρίστηκε σε ιδία κοινότητα (Β.Δ. 13‐6‐1947 ΦΕΚ 148/Α΄/1947). 
 
 

 
 
 

187
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας ΠΕΛΕΚΑ  αποτελούσαν την 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Πέλεκας   831 934 974  937 787 602 399 512 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Μονή Υ. Θ. Μυρτιδίων  ‐ ‐ 4  1 2 ‐ 2 2 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Αβράμης   ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ 29 39 
Άγιος Ονούφριος  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ 99 31 
Γλυφάδα  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ 3 18 5 
  Κοκκινόγεια  ‐ ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ 67 85 
Έδρα: Πέλεκας  Πλακωτό   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  23  41 
   
 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Πέλεκας 
                 Τρίαλος 
                 Κοκκίνι 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  16‐10‐1940  αναγνωρίζεται  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  ο  οικισμός  Μονή  Υπεραγίας  Θεοτόκου 
Μυρτιδίων. Αναγνωρίζονται και προσαρτώνται (5‐4‐1981) στην κοινότητα οι οικισμοί Γλυφάδα, Άγιος Ονούφριος, 
    Αβράμης, Πλακωτό και Κοκκινόγεια. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο 
  Παρελίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
Οι  οικισμοί  Τρίαλος  και  Κοκκίνιο  αποτέλεσαν  την  κοινότητα  Κοκκινίου  (Κοκκίνη)  μαζί  με  το  οικισμό      Βάτος  της 
κοινότητας Μαρμάρου (Β.Δ. 5‐3‐1919 ΦΕΚ 52/Α΄/1919). 
 

 
 
 

188
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΠΕΝΤΑΤΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Πεντάτι   170  188  240  256  289  276  328  317 
Β.Δ.  31‐8‐1912 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Πεντάτι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Πεντάτι  

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Μελιτειέων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
     
   

 
 
 

189
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΠΕΡΙΒΟΛΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Περιβόλι  866 1.093 1.349 1.268 1.472 1.359 1.334 1.382 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Καλυβιώτης  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 12 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Ποτάμια   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 1 
(Βιταλάδες)  184  225  327  ‐  ‐  ‐ ‐ ‐ 
     
 
Έδρα: Περιβόλι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Περιβόλι 
                 Βιταλάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  17‐3‐1991  αναγνωρίζονται  και  προσαρτώνται  στην  κοινότητα  οικισμοί  Καλυβιώτης  και  Ποτάμια.  Με  το  Ν. 
2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Κορισσίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
  Ο οικισμός Βιταλάδες αναγνωρίστηκε σε ιδία κοινότητα (Β.Δ. 24‐1‐1948 ΦΕΚ 45/Α΄/1948). 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

190
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που αποτελούσαν την  Πληθυσμός απογραφών 
ΠΕΡΙΘΕΙΑΣ  κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Περίθεια  583 589  684 72 27 10 12
Β.Δ.  31‐8‐1912  Άγιος Ηλίας ή Προφήτης Ηλίας   153 181  4 189 197 178 202
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Βουνίο  ‐ ‐  2 119 41 37 64
Κρινιάς   ‐ ‐  ‐ 40 54 30 21
Παρσελίνα ή Βαθύ  ‐  ‐  ‐ ‐ 61 45 56
  Πελεκητό  ‐ ‐  10 69 99 69 75
Έδρα: Περίθεια  Περούλιο  ‐ ‐  ‐ 94 56 41 53
Πίθος  ‐ ‐  10 127 84 55 44
  Ριλιάτικα  ‐ ‐  ‐ 77 78 64 55
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την  Βασιλικά   ‐    ‐  ‐ ‐ 56 44 44
κοινότητα: Περίθεια  (Λούστρα)  ‐    ‐  48  ‐  ‐  ‐ ‐
                 Προφήτης Ηλίας   
 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις 16‐10‐1940 αναγνωρίζονται και προσαρτώνται στην κοινότητα οι οικισμοί Λούστρα (καταργήθηκε στις 
7‐4‐1951),  Πελεκητό,  Πίθος,  Κρινιάς,  Περούλιο,  Βουνίο  και  Ριλιάτικα  και  στις  19‐3‐1961  οι  οικισμοί 
    Βασιλικά, Παρσελίνα (μετονομάστηκε σε Βαθύ‐ΦΕΚ 16 Α΄/1963) και Κάρνιαρης. Η κοινότητα καταργείται 
  και συνενώνεται με το Δήμο Θιναλίου (ΦΕΚ 178 Α΄/1989). Οι οικισμοί της Περίθειας κατά την απογραφή 
του 1991 περιλαμβάνονται και απογράφονται πλέον ως μέρος του πληθυσμού του Δήμου Θιναλίων. 

 
 
 

191
 

Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που αποτελούσαν  Πληθυσμός απογραφών 


ΠΕΡΟΥΛΑΔΩΝ  την κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Περουλάδες  782 799  780 670 739 565 525 672 
Β.Δ.  31‐8‐1912  (Μελίσσια)*          ‐ ‐  118 155 ‐ ‐ ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  (Σιδάρι)          76  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ 

 
Έδρα: Περουλάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Περουλάδες 
                 Σιδάρι        

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές   
Οι  οικισμοί  Σιδάρι,  Μελίσσια  και  Μεγαδρί  αποτέλεσαν  την  κοινότητα  Σιδαρίου  (Δ.  14‐2‐1928  ΦΕΚ 
    33/Α΄/1928).  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο  Εσπερίων 
  (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
*Αν και ο οικισμός Μελίσσια αποτελεί από το 1928 μέρος της κοινότητας Σιδαρίου, στα στοιχεία που 
τηρούσε  η  Νομαρχία  Κέρκυρας  και  η  Στατιστική  Υπηρεσία  του  Νομού    θεωρείται  ως  οικισμός  της 
κοινότητας Περουλάδων και απογράφεται το  1940 και το 1951. Ο ίδιος οικισμός απογράφεται ορθά 
ως  μέρος  της  κοινότητας  Σιδαρίου  μόνο  το  1928.  Η  μόνη  εξήγηση  που  μπορεί  να  δοθεί    είναι  ότι  ο 
οικισμός  αυτός,  μεταξύ  των  ετών  1928‐1961,  αποτέλεσε  αντικείμενο  διαφοράς  διοικητικών  ορίων 
μεταξύ των δύο κοινοτήτων. 
 
 
 
 
 
 
 
 

192
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που αποτελούσαν  Πληθυσμός απογραφών 
ΠΕΣΑΛΕΙΑΣ ή ΠΕΤΑΛΕΙΑΣ  την κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Πετάλεια  292 298  283 222 216 171 152
Β.Δ.  31‐8‐1912  Δροσερή ή Λούστρα   ‐ ‐  ‐ ‐ 44 22 17
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Ερίβα  ‐ ‐  141 141 76 55 37
Πέραμα ή Σαλιβανάμπελα   ‐ ‐  ‐ ‐ 37 21 ‐
Στρινύλας*   189  226  257  176  161  142  110 
 
Έδρα: Πετάλεια 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Πετάλεια ή Πεσάλεια 
                 Στρενίλλας 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  16‐10‐1940  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Ερίβα  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  Στις  19‐3‐1961 
αναγνωρίζονται και προσαρτώνται στην κοινότητα οι οικισμοί Λούστρα και Σαλιβανάμπελα, οι οποίοι 
    μετονομάζονται σε Δροσερή και Πέραμα αντίστοιχα (ΦΕΚ 210/Α΄/1962). Η κοινότητα καταργείται και 
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του  οικισμού  συνενώνεται με το Δήμο Θιναλίου (ΦΕΚ 178 Α΄/1989).Οι οικισμοί της Πετάλειας κατά την απογραφή 
Πεσάλεια  ή  Πετάλεια  της  κοινότητας  του 1991 περιλαμβάνονται και απογράφονται πλέον ως μέρος του πληθυσμού του Δήμου Θιναλίων. 
διορθώνεται σε Πετάλεια.   
*Η διαφορά  στην ονομασία του οικισμού από Στρενίλλας σε Στρινύλας δεν έχει δημοσιευθεί σε ΦΕΚ. 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

193
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΠΕΤΡΙΤΗΣ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
   
Πετριτή  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 421 650 
  Αγία Παρασκευή  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 12 
ΦΕΚ 167/Α΄/1980  Κορακάδες   ‐  ‐  ‐ ‐ ‐  ‐  159  61 
   

 
Έδρα: Πετριτή 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Πετριτή 
                 Κορακάδες    

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Η  κοινότητα  ιδρύθηκε  με  την  απόσπαση  των  οικισμών  Πετριτή  και  Κορακάδων  από  την  κοινότητα 
Βασιλατίκων και τον ορισμό του οικισμού Πετριτή ως έδρα της κοινότητας. Στις 17‐3‐1991 αποσπάστηκε και 
    προσαρτήθηκε. ο οικισμός Αγία Παρασκευή από την κοινότητα Βασιλατίκων. 
  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Κορισσίων(ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 

 
 
 

194
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΡΑΧΤΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Ραχτάδες   470  485  515  441  383  348  270 261 
Β.Δ.  31‐8‐1912     
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Ραχτάδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Ραχτάδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
     
   

 
 
 

195
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΣΓΟΥΡΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Σγουράδες  225 239 330 319 245 219 243 241 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Ομαλοί ή Ομαλή          28  46  ‐  ‐  35  27  28  41 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Σγουράδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Σγουράδες 
                 Ομαλοί   

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  16‐10‐1940  καταργείται  ο  οικισμός  Ομαλοί  και  στις  19‐3‐1961  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Ομαλή  και 
προσαρτάται στην κοινότητα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Φαιάκων 
    (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
   
 
 

 
 
 

196
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΣΙΔΑΡΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Σιδάρι    93 198 95 125 185 218 269 
Β.Δ. 14‐2‐1928  (Μεγάλη Δρυς)    ‐ ‐ 82 64 ‐ ‐ ‐ 
ΦΕΚ 33/Α΄/1928  (Πετσάτικα ή Λιβάδι)    ‐ ‐ 41 ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Μεγαδρί)           65 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
(Μελίσσια)         71  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ 
 
Έδρα: Σιδάρι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Σιδάρι 
                 Μελίσσια 
                 Μεγαδρί    
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Οι  οικισμοί  Μεγαδρί  και  Μελίσσια,  που  απάρτιζαν  την  κοινότητα  Σιδαρίου,  αποσπάστηκαν  από  την  κοινότητα 
Περουλάδων  και  καταργήθηκαν  στις  16‐10‐1940  και  19‐3‐1961  αντίστοιχα  (βλ.  στατιστικό  πίνακα  κοινότητας 
    Περουλάδων). Στις 7‐4‐1951 αναγνωρίζονται και προσαρτώνται στην κοινότητα οι οικισμοί Πετσάτικα ή Λιβάδι και 
Ο οικισμός  Πετσάτικα     μετονομάστηκε  Μεγάλη Δρυς που θα καταργηθούν για να προσαρτηθούν αντίστοιχα στον οικισμό Σιδάρι στις 19‐3‐1961 και 14‐3‐
σε     Λιβάδι      1971. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Εσπερίων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Β.Δ. 20‐9‐1955   
ΦΕΚ 287/Α΄/1955.   
 

 
 
 

197
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΣΙΝΑΡΑΔΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Σιναράδες   1.491 1.646 1.586 1.356 1.316 1.144 1.008 1.062 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Ασπάι  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 11 11 14 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Κοντογιαλός   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ 15 
 

 
Έδρα: Συναράδες 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Συναράδες 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  14‐3‐1971  αναγνωρίζεται  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  ο  οικισμός  Ασπάι  και  στις  17‐3‐1991  ο  οικισμός 
Κοντογιαλός.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο  Παρελίων  (ΦΕΚ 
    244/Α΄/1997). 
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του   
οικισμού  Συναράδες  της  κοινότητας   
διορθώνεται σε Σιναράδες.   

 
 
 

198
Αρχική αναγνώριση  Πληθυσμός απογραφών 
Οικισμοί    που αποτελούσαν την 
κοινότητας 
κοινότητα 
ΣΙΝΙΩΝ  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
          
  (Μεγάλα ή Καμένα Αλώνια)  ‐ ‐ ‐  ‐ 45 ‐ ‐ ‐ 
Β.Δ.  31‐8‐1912  (Σινιές)  2.128 2.237 ‐  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  (Τσίκουρος)  ‐ ‐ 162  110 28 ‐ ‐ ‐ 
Άγιος Στέφανος  ‐ ‐ ‐  41 60 58 46 51 
Αγνίτσινη  ‐ ‐ 133  54 86 101 110 132 
Βίγγλα  ‐ ‐ 173  135 75 80 69 70 
  Καρυώτικο  ‐ ‐ ‐  75 67 69 53 53 
Έδρα: Πόρτα   Κόκκινη   ‐ ‐ ‐  ‐ 33 61 62 72 
Κοκκοκύλας  ‐ ‐ ‐  37 37 21 23 13 
  Κρέμιθας  ‐ ‐ 118  52 57 45 45 55 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  (Λιθιασμένος)  ‐ ‐ ‐  54 40 ‐ ‐ ‐ 
αρχικά την κοινότητα: Σινιές  Μέγγουλας  ‐ ‐ 91  84 44 35 30 27 
  Πόρτα  ‐ ‐ 146  114 89 93 118 107 
Ρου (το)  ‐ ‐ 71  66 62 32 ‐ 2 
Σαρακηνάτικα  ‐ ‐ ‐  57 47 33 29 34 
Τριτσίο   ‐ ‐ 171  96 49 27 24 20 
(Αϊξέρια)  ‐ ‐ ‐  ‐ 32 ‐ ‐ ‐ 
Σάντα     ‐  ‐  ‐  74  52  49  62 
     
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις   
     
Η έδρα της κοινότητας μεταφέρθηκε  Οι οικισμοί που ανήκαν στην κοινότητα Βιγγλατούρι, Απολυσοί, Γαρνελάτικα, Μπουράτικα, Κατάβολος, Καμινάκι, 
από το οικισμό     Σινιές στο οικισμό  Φαφαμιά, Παληό Χωριό και Μπαναράτικα αποτέλεσαν την κοινότητα Νησακίου (Δ. 5‐2‐1930 ΦΕΚ 43/Α΄/1930 . 
Αγία  Βαρβάρα  (Α.Υ.Ε  53987/8‐10‐ Οι  οικισμοί  που  ανήκαν  στην  κοινότητα  Γιμάρι,  Καλάμι,  Κέντρωμα,  Καβαλλέραινα,  Αγνή,  Λούστρι,  Βραχάτικα, 
1926  ΦΕΚ  78/Β΄/1926)  και  αργότερα  Τζαγκινάτικα, και Κουλούρα αποτέλεσαν την κοινότητα Γιμαρίου (Δ.29‐7‐1932 ΦΕΚ 253/Α΄/1932. 
στο  οικισμό  Πόρτα  (Απόφ.  Νομ.  Στις 16‐10‐1940 αναγνωρίζονται και προσαρτώνται στην κοινότητα οι οικισμοί  Βίγγλα, Ρου, Κρέμιθας, Αγνίτσινη, 
2670/2‐3‐1954 ΦΕΚ 111/Β΄/1954) και  Πόρτα, Τσίκουρος, Τριτσίο και Μέγγουλας ενώ ο οικισμός Σινιές καταργείται. Αναγνωρίζονται  επίσης (7‐4‐1951) 
Αγνίτσινη (ΦΕΚ 77/Α΄/1960).  οι  οικισμοί  Άγιος  Στέφανος,  Καρυώτικο,  Λιθιασμένος,  Σαρακηνάτικα,  Κοκκοκύλας  και  στις  19‐3‐1961  οι  οικισμοί 
  Αϊξέρια,  Κόκκινη,  Μεγάλα  Αλώνια  και  Σάντα.  Δέκα  χρόνια  αργότερα  (16‐3‐1971)  καταργούνται  οι  οικισμοί 
  Λιθιασμένος,  Μεγάλα  Αλώνια,  Τσίκουρος,  και  Αϊξέρια.  Η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο 
    Κασσοπαίων (ΦΕΚ 56/Α΄/1994). 
 
 
 
 

199
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΣΚΡΙΠΕΡΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Σκριπερό   894  884  887  757  677  594  569  580 
Β.Δ.  31‐8‐1912   
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Σκριπερό 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Σκριπερό 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παλαιοκαστριτών (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
     
   

 
 
 

200
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΣΠΑΡΤΥΛΑ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Σπαρτύλας  808 825 875 708 742 602 644 658 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Μπαρμπάτι*   ‐ ‐ ‐ 45 ‐ 22 43 90 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Πυργί   ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 14 84 26 
(Κορτέλι ή Βούνος)  ‐  ‐  ‐  46  ‐  ‐  ‐  ‐ 
 
 
Έδρα: Σπαρτίλλας 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Σπαρτίλλας   

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  7‐4‐1951  αναγνωρίζονται  και  προσαρτώνται  στην  κοινότητα  οι  οικισμοί  Κορτέλι  ή  Βούνος    και  Μπαρμπάτι, 
που  καταργούνται  αργότερα  (19‐3‐1961).  Αναγνωρίζεται  επίσης  ο  οικισμός  Πυργί  (14‐3‐1971)  και  προσαρτάται 
    στην  κοινότητα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο  Φαιάκων  (ΦΕΚ 
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του  244/Α΄/1997). 
οικισμού  Σπαρτίλλας  της  Κοινότητας   
διορθώνεται σε Σπαρτύλας.  *Σημείωση:  Ο  οικισμός  Μπαρμπάτι,  αν  και  καταργήθηκε  το  1961,  παρουσιάζεται  και  πάλι  στις  επόμενες 
  απογραφές, χωρίς να υπάρχει επίσημη πράξη αναγνώρισής του.  
Ο  οικισμός  Κορτέλι    μετονομάστηκε  σε   
Βούνος  Β.Δ.  20‐9‐1955  ΦΕΚ 
287/Α΄/1955. 
 

 
 
 

201
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που αποτελούσαν  Πληθυσμός απογραφών 
ΣΤΑΥΡΟΥ  την κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  (Σταυρός)      662 709 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Μακράτα  ‐ ‐ 131 78 86 69 55 75 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Δαφνάτα  ‐ ‐ 138 100 101 83 65 58 
Κομιανάτα  ‐ ‐ 159 104 75 68 42 41 
Κορνάτα  ‐ ‐ 141 169 154 155 160 154 
  Λουκάτα  ‐ ‐ 182 157 143 120 97 92 
Έδρα: Λουκάτα  Χαλιδιάτα  ‐ ‐ 41  30  35  24  33 35 
       
   
Οικισμοί   που απάρτιζαν αρχικά την 
κοινότητα: Σταυρός 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις  16‐10‐1940  αναγνωρίζονται  και  προσαρτώνται  στην  κοινότητα  οι  οικισμοί  Λουκάτα,  Δαφνάτα,  Κομιανάτα, 
Χαλιδιάτα,  Κορνάτα,  Μακράτα,  και  μεταφέρεται  η  έδρα  της  κοινότητας  από  τον  οικισμό  Σταυρός,  που 
    καταργείται, στον οικισμό Μακράτα. Το 1955 η έδρα της κοινότητας μεταφέρεται από τα Μακράτα στον οικισμό 
  Η  έδρα  της  κοινότητας  Λουκάτα.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα  καταργήθηκε  και  συνενώθηκε  με  το  Δήμο  Αχιλλείων  (ΦΕΚ 
μεταφέρθηκε από το οικισμό    244/Α΄/1997). 
Μακράτα          στον  οικισμό     
Λουκάτα       
(Β.Δ. 2‐12‐1954   
ΦΕΚ 2/Α΄/1955) 

 
 
 

202
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Οικισμοί    που αποτελούσαν  Πληθυσμός απογραφών 
ΣΤΡΟΓΓΥΛΗΣ (ΣΤΡΟΓΓΥΛΩΝ)  την κοινότητα 
1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Στρογγυλή   508 561 645 623 636 550 482 492 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Άγιος Ιωάννης Περιστερών  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  43  80  22 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Στρογγυλή  

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά 
την κοινότητα: Στρογγυλοί 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Αναγνωρίζεται  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  (14‐3‐1971)  ο  οικισμός  Άγιος  Ιωάννης  Περιστερών.  Με  το  Ν. 
2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Μελιτειέων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
Στις  16‐10‐1940    η  ονομασία  του   
οικισμού  Στρογγυλοί    της   
κοινότητας  διορθώνεται  σε 
Στρογγυλή. 

 
 
 

203
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΣΦΑΚΕΡΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Σφακερά  294 328 324 315 219 228 214
Β.Δ.  31‐8‐1912  Ρόδα   75 134 102 95 99 91 128
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Λιβαδάκια   ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  33 

 
Έδρα: Σφακερά 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Σφακερά  
                  Ρόδα  

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Στις 5‐4‐1981 αναγνωρίζεται και προσαρτάται στην κοινότητα ο οικισμός Λιβαδάκια. Η κοινότητα καταργήθηκε και 
συνενώθηκε με  το Δήμο Θιναλίων  (ΦΕΚ 178/Α΄/1989). Οι οικισμοί των Σφακερών κατά την απογραφή του  1991 
    περιλαμβάνονται και απογράφονται πλέον ως μέρος του πληθυσμού του Δήμου Θιναλίων. 
   
 
 

 
 
 
 

204
 

Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΣΩΚΡΑΚΙΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 

       
  Σωκράκι   758 709 723  678 627 521 433 483 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Πηλίδας ή Πυλίδας  ‐       80  ‐  ‐  ‐  ‐  7  ‐ 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Σωκράκι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Σωκράκι  

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  

 
Στις  16‐5‐1928  αναγνωρίζεται  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  ο  οικισμός  Πυλίδας,  ο  οποίος  θα  καταργηθεί  στη 
συνέχεια  (16‐10‐1940)  για  να  αναγνωριστεί  και  πάλι  με  την  ονομασία  Πηλίδας.  Με  το  Ν.  2539/1997  η  κοινότητα 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Φαιάκων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
 
 
   
 
 
 
 
 

205
Οικισμοί    που 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας  Πληθυσμός απογραφών 
αποτελούσαν την 
ΧΛΟΜΑΤΙΑΝΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Χλοματιανά  ‐ ‐ 193 233 225 200 233 248 
Β.Δ.  30‐7‐1929  Βραγκανιώτικα  ‐ ‐ 115 139 162 141 177 267 
ΦΕΚ 264/Α΄/1929  Κάτω Σπήλαιο  ‐ ‐ 53 46 55 68 57 94 
Μεσογγή   ‐  ‐  123  119  159  213  248  245 

 
Έδρα: Χλοματιανά 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Χλωματιανά 
  Άνω και   Κάτω Σπήλαιο 
                 Βραγκανιώτικα 
                 Μεσογγή  
  
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις 

 
Στις 16‐10‐1940 η ονομασία του οικισμού Χλωματιανά της κοινότητος διορθώνεται σε Χλοματιανά. 

Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές 

   

206
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΧΛΟΜΟΥ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
       
  Χλομός  790 916  1.025 1024 984 878 576 482 
Β.Δ.  31‐8‐1912  Άγιος Δημήτριος  134 158  230 199 214 200 168 145 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Λίνια  ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ ‐ 182 218 
Ψαράς   ‐ ‐  ‐ ‐ ‐ ‐ 81 128 
(Άνω και Κάτω       
  Σπήλαιο)                         32 65  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Έδρα: Χλωμός  (Χλωματιανά)                103  140  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Χλωμός  
                  Άγιος Δημήτριος 
                  Άνω και Κάτω Σπήλαιο 
                 Χλωματιανά ή Χλωμοτινά  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις 

Διοικητικές   
Μετονομασία  Στις 5‐4‐1981 αναγνωρίζονται και προσαρτώνται στην κοινότητα οι οικισμοί Λίνια και Ψαράς. Με το Ν. 2539/1997 η 
μεταβολές 
κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Μελιτειέων (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
     
Στις  16‐5‐1928  η  ονομασία  του  οικισμού  Οι οικισμοί Χλοματιανά, Άνω και Κάτω Σπήλαιο αποτέλεσαν την κοινότητα Χλοματιανών, μαζί με τους συνοικισμούς 
της  κοινότητας  Χλωματιανά  ή  Χλωμοτινά  Βραγκανιώτικα και Μεσογγή της κοινότητας Μοραϊτίκων (Δ. 30‐7‐1929 ΦΕΚ 264/Α΄/1929). 
διορθώνεται σε Χλωματιανά.   
 
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του  οικισμού 
της  κοινότητας  Χλωμός  διορθώνεται  σε 
Χλομός. 
 

 
 
 

207
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΧΩΡΕΠΙΣΚΟΠΩΝ 
κοινότητα  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
     
  Χωρεπίσκοποι   491  505  548  514  454  314  314  436 
Β.Δ.  31‐8‐1912   
ΦΕΚ 261/Α΄/1912 

 
Έδρα: Χωρεπίσκοποι 

 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την 
κοινότητα: Χωρεπίσκοποι 

Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις 

 
Μετονομασία  Διοικητικές μεταβολές  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Αγίου Γεωργίου (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
 
     
   

 
 
 
 

208
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΓΑΪΟΥ  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
κοινότητα 
     
Β.Δ.  31‐8‐1912  Γάϊος  318 530 345 377 376 450 496 487 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Αντίπαξος (νησί)  36 128 150 96 79 26 126 61 
  Βελλιανιτάτικα  50 45 75 55 38 131 69 50 
Έδρα: Γάϊος  Βλαχοπουλάτικα  234 142 117 99 116 108 86 111 
  Ζενεμπισάτικα  60 22 61 44 40 ‐ ‐ ‐ 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την  Ιερομόναχος  ‐ ‐ 29 19 25 7 4 24 
κοινότητα:  Γάϊος,  Αγαθάτικα,  Κατσιμάτικα  73 34 50 30 16 17 94 19 
Ανεμογιαννάτικα,  Αγγουρακάτικα,  Κεφαλάτικα  ‐ ‐ 46 61 40 ‐ ‐ ‐ 
Αντίπαξος,  Βελλιανιτάτικα  ή  Βελλιανάτικα  Μακράτικα  111 47 99 138 92 75 91 168 
Βλαχοπουλάτικα,  Τρανακάτικα,  Μπογδανάτικα  150 274 189 132 164 130 132 141 
Ζενεμπισάτικα,  Καλαδικάτικα,  Κατσιμάτικα,  Οζιάς  ‐ ‐ 230 206 187 145 186 183 
Κλωνάτικα,  Κοκκινάτικα,  Καλτσονήσι,  Παναγία (νησί)  4 8 3 4 ‐ ‐ ‐ ‐ 
Κονταράτικα,  Κουβάτικα,  Κουρνιακτάτικα,  Φαναριωτάτικα  104 88 65 51 50 ‐ ‐ ‐ 
Κρασάτικα,  Κωστάτικα,  Λευκάτικα,  (Αγαθάτικα)              83 42 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Λοϊσιάτικα,  Λυχνάτικα,  Μακράτικα,  (Αγγουρακάτικα)     64 16 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Μπορδακάτικα,  Μποϊκάτικα,  (Καλτσονήσι)   (Κλωνάτικα)   1  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Μπογδανάτικα, Φαναριωτάτικα.     (Κουβάτικα)    40 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Λεκάτικα)                                   103 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
90 ‐ ‐  ‐  ‐ ‐  ‐  ‐ 
   
   
  Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις 
Στις 18‐12‐1920 αναγνωρίζεται ο οικισμός Παναγία (νησί) και καταργούνται οι οικισμοί Κονταράτικα, Ανεμογιαννάτικα, Καλαδικάτικα, 
 
Κοκκινάτικα, Μποϊκάτικα, Λοϊσιάτικα, Γρανακάτικα, Λυχνιάτικα, Κουρνιακτάτικα, Κρασάτικα, Κωστακάτικα, Κουβάτικα, Μπορδακάτικα, 
 
Κλωνάτικα και Καλτσονήσι.  
Στις  14‐12‐1957  ο 
Στις 16‐10‐1940 αναγνωρίζονται και προσαρτώνται στην κοινότητα οι οικισμοί Κεφαλάτικα, Οζιάς και Ιερομόναχος, ενώ καταργούνται 
οικισμός  Γάϊος  της 
οι οικισμοί Αγγουράτικα, Λεκάτικα και Αγαθάτικα. Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παξών 
Κοινότητας 
  (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
μετονομάζεται  σε 
Μετονομασία    
Παξοί  (ΦΕΚ 
   
253/Α΄/57),  για  να 
 
μετονομαστεί  και 
 
πάλι  Γάϊος  στις  27‐
 
10‐1979  (ΦΕΚ 
 
243/Α΄/1979). 
 
 

209
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΛΑΚΚΑΣ  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
κοινότητα 
     
Β.Δ.  31‐8‐1912  Λάκκα  43 61 60 41 62 81 145 116 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Απεργάτικα  75 84 101 69 81 83 84 88 
  Αργυράτικα  58 66 48 40 42 ‐ ‐ ‐ 
Έδρα: Λάκκα  Αρωνάτικα  41 38 34 15 16 50 43 10 
  Βασιλάτικα  34 26 21 29 18 ‐ ‐ ‐ 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την  Γεωργουτσάτικα  23 26 28 26 25 ‐ ‐ ‐ 
κοινότητα:  Λάκκα,  Αργυράτικα,  Απεργάτικα,  Γραμματικέϊκα  89 85 61 48 58 43 29 22 
Αρωνάτικα,  Βασιλάτικα,  Γραμματέϊκα,  Δαλιετάτικα  80 69 79 60 71 42 29 61 
Γεωργουτσάτικα,  Δαλιετάτικα,  Λιαρεκέϊκα,  Μαστοράτικα  126 102 118 92 76 67 52 56 
Πετράτικα,  Ραντάτικα,  Μαστοράτικα,  Μουγκελάτικα  60 63 59 44 44 22 17 22 
Χουρδάτικα  Πετράτικα   77 37 64 46 33 39 29 18 
  Ραντάτικα  14 11 34 34 3 ‐ ‐ ‐ 
Χουρδάτικα   31 27 46 35 33 ‐ ‐  ‐ 
(Λιαρεκέϊκα)         9 8 ‐ ‐  ‐ 
       
 
 
 
             
 
 
 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις 
   
  Στις  18‐12‐1920  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Μουγκελάτικα  και  προσαρτάται  στην  κοινότητα  και  στις  16‐10‐
  1940  καταργείται  ο  οικισμός  Λιαρεκέϊκα.  Στις  14‐3‐1971  καταργείται  ο  οικισμός  Αργυράτικα  και 
  προσαρτάται  στον  οικισμό  Απεργάτικα,  ο  οικισμός  Ραντάτικα  καταργείται  και  προσαρτάται  στον  οικισμό 
  Αρωνάτικα,  ο  οικισμός  Βασιλάτικα  καταργείται  και  προσαρτάται  στον  οικισμό  Αρωνάτικα,  ο  οικισμός 
  Γεωργουτσάτικα  καταργείται  και  προσαρτάται  στον  οικισμό  Πετράτικα  και  καταργείται  ο  οικισμός 
Μετονομασία  Χουρδάτικα.  
Με το Ν. 2539‐1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παξών (ΦΕΚ 244‐Α΄/ 1997) 
Διοικητικές μεταβολές 
 
 
 
 
 
 
 
 

210
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΛΟΓΓΟΥ  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
κοινότητα 
     
Β.Δ.  31‐8‐1912  Λογγός  24 21 51 11 59 56 68 62 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Ανεμογιαννάτικα  93 61 74 65 38 38 23 17 
  Δενδιάτικα  78 104 107 100 95 51 46 25 
Έδρα: Λογγός η Λογγάς  Καγκάτικα  49 49 67 83 74 47 42 38 
  Κοντογιαννάτικα  72 42 61 80 59 54 61 62 
Οικισμοί  που  απάρτιζαν  αρχικά  την  Κούτσι   34 40 44 27 48 40 35 37 
κοινότητα: Λογγός ή Λογγάς  (Ζερβάτικα) (Κουσάτικα          27 38 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
                 Ανεμογιαννάτικα   (Ντσίλιος))          34 33 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
                 Δενδιάτικα                          7 ‐ ‐  ‐  ‐  ‐  ‐ ‐ 
                 Κουσάτικα   
                 Κούτσι  
   
 
 
   
 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις  
 
 
Οι  οικισμοί  Γιαννουλάτικα,  Ζερβάτικα,  Κοντογιαννάτικα,  και  Καγκάτικα  αποσπάστηκαν  από  την  κοινότητα 
Μαγαζιών  (Β.Δ.  23‐12‐1915  ΦΕΚ  476/Α΄/1915).  Στις  18‐12‐1920  αναγνωρίζεται  ο  οικισμός  Ντσίλιος  και 
Μετονομασία  καταργείται ο οικισμός Γιανουλάτικα. Ο Ντσίλιος θα καταργηθεί στις 16‐5‐1928. και οι οικισμοί Κουσάτικα 
Διοικητικές μεταβολές  και Ζερβάτικα θα καταργηθούν στις 19‐10‐1940. 
 
  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παξών (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του  οικισμού   
Λογγάς  ή  Λογγός    της  κοινότητας   
διορθώνεται σε Λογγός.   
   
 
 
 
 
 
 
 
 

211
 
Οικισμοί    που  Πληθυσμός απογραφών 
Αρχική αναγνώριση κοινότητας 
αποτελούσαν την 
ΜΑΓΑΖΙΩΝ  1920  1928  1940  1951  1961  1971  1981  1991 
κοινότητα 
     
Β.Δ.  31‐8‐1912  Μαγαζιά  51 44 587 254 265 82 83 68 
ΦΕΚ 261/Α΄/1912  Πλάτανος  62 65 ‐ 253 255 166 119 125 
Αρβανιτακέϊκα  65 38  ‐ ‐ ‐ 65 64 68 
  Κουρτέϊκα  ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 31 30 31 
Έδρα: Μαγαζιά ή Μαγαζειά   Μανεσάτικα  21 23 ‐ ‐ ‐ 62 52 42 
Μποϊκάτικα  44 32 ‐ ‐ ‐ 45 38 24 
  (Αγγελάτικα)           34 32 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Οικισμοί      που  απάρτιζαν  αρχικά  την  (Αντιοχάτικα)              44 45 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
κοινότητα:  Μαγαζιά,  Αντιοχάτικα,  (Βερονικάτικα)            42 37 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Αγγελάτικα,  Γιαννουλάτικα,  Ζερβάτικα,  (Γιαννιτσάτικα)             13 11 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Καγκάτικα,  Φουντάνα,  Καλοδικάτικα,  (Ζενεμπισάτικα)         65 66 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Κοντογγιαννάτικα,  Μανεσάτικα,  (Καλοδικάτικα)           45 39 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Μητσιαλάτικα,  Μποϊκάτικα,  Ρωμανάτικα,  (Μητσιαλάτικα)          47 52 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
Αρβανιτακέϊκα, Γιαννιτσάτικα.  (Ρωμανάτικα)            27 33 ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ ‐ 
  (Στανελάτικα)            14 18 ‐ ‐  ‐  ‐  ‐ ‐ 
         
   

 
Προσαρτήσεις – Αποσπάσεις – Παρατηρήσεις 
 
 
Οι  οικισμοί    Γιαννουλάτικα,  Ζερβάτικα,  Κοντογιαννάτικα  και  Καγκάτικα  προσαρτήθηκαν  στην  κοινότητα 
Λογγού.  (Β.Δ.    23‐12‐1915  ΦΕΚ  476/Α΄/1915).  Στις  16‐10‐1940  καταργούνται  οι  οικισμοί  Αρβανιτακέϊκα, 
Μετονομασία  Διοικητικές  Μανεσάτικα,  Μποϊκάτικα,  Ζενεμπισάτικα,  Βερονικάτικα,  Αγγελάτικα,  Αντιοχάτικα,  Ρωμανάτικα, 
  μεταβολές  Καλοδικάτικα, Μητσιαλάτικα, Γιαννιτσάτικα. Αναγνωρίζονται και προσαρτώνται στην κοινότητα (14‐3‐1971) 
  οι οικισμοί Αρβανιτακέϊκα, Μανεσάτικα, Μποϊκάτικα, Κουρτέϊκα. 
Στις  16‐10‐1940  η  ονομασία  του  οικισμού  Με το Ν. 2539/1997 η κοινότητα καταργήθηκε και συνενώθηκε με το Δήμο Παξών (ΦΕΚ 244/Α΄/1997). 
Μαγαζειά    της  κοινότητας  διορθώνεται  σε   
Μαγαζιά.   
Ο  οικισμός  Φουντάνα  μετονομάστηκε   
Πλάτανος Β.Δ. 20‐9‐1955 ΦΕΚ 287/Α΄/1955. 

 
 

212
 
 
 
 
 
 
 
ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΝΟΜΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ*  
 
 
 
ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ 1920‐1991 

ΑΠΟΓΡΑΦΗ  ΕΠΑΡΧΙΑ ΚΕΡΚΥΡΑΣ  ΕΠΑΡΧΙΑ ΠΑΞΩΝ  ΣΥΝΟΛΟ ΝΟΜΟΥ 


1920  95.941  3.282  99.223 
1928  103.201  2.698  105.899 
1940  104.550  3.203  107.753 
1951  102.650  2.764  105.414 
1961  99.092  2.678  101.770 
1971  90.680  2.253  92.933 
1981  97.102  2.375  99.477 
1991  105.356  2.236  107.592 
                                                                                                                                                                                           
                                                                      
 
 
* Όπως αναφέραμε και στο βιβλίο, την περίοδο 1941‐1951 (το διάστημα μεταξύ των δύο απογραφών), παρατηρείται αισθητή μείωση του πληθυσμού του νησιού από 
107.753  το  1940  σε  105.414  το  1951(‐2.339  κατ.  ή  ποσοστό  2,2%).  Η  δημογραφική  αυτή  κάμψη  είχε  τις  αιτίες  της  στην  αυξημένη  παιδική  θνησιμότητα  των  ετών  της 
κατοχής,  στην  εξόντωση  των  Εβραίων  και  στην  απομάκρυνση  των  Ιταλών  υπηκόων.  Η  δημογραφική  μείωση    θα  συνεχιστεί  όμως  και  τα  επόμενα  χρόνια  εξαιτίας  της 
μετανάστευσης (εσωτερικής ή εξωτερικής) που, κατά την περίοδο 1951‐1961, λαμβάνει εκρηκτικές διαστάσεις. Η φυγή αυτή υπήρξε πολύ μεγαλύτερη εάν ληφθεί υπόψη 
ότι διέρρευσε και η πραγματοποιηθείσα κατά το ίδιο χρονικό διάστημα φυσιολογική αύξηση του πληθυσμού κατά 5% περίπου. Για τους λόγους αυτούς, τις επόμενες 
δεκαετίες,  ο  πληθυσμός  του  νομού  ακολουθεί  σταθερά  φθίνουσα  πορεία  για  να  φθάσει  στο  χαμηλότερο  επίπεδο  το  1971  (92.933  κάτοικοι).  Ο  νομός  θα  ανακάμψει 
δημογραφικά, σε σχέση με την απογραφή του 1941, οπότε και εμφανίζει την μεγαλύτερη πληθυσμιακή του ακμή πενήντα χρόνια αργότερα στην απογραφή του 1991 
(107.592 κάτοικοι).  

213
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

Α. ΑΝΕΚΔΟΤΕΣ ΠΗΓΕΣ 

ΑΡΧΕΙΑ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΡΚΥΡΑΣ 

1. Αρχείο Γενικής Διοίκησης Ιονίων Νήσων Φ. 1946 
2. Αρχείο Κυβερνητικής Αντιπροσωπείας Ιονίων Νήσων Φ. 1945 
3. Αρχείο  Νομαρχίας  Κέρκυρας  Φ.Γ1‐Γ8/1940,  Φ.  Δ5‐Δ6‐Δ7/1940,  Φ.  Γ1‐Γ8/1941,    Φ.  Β6‐Β14/ 
1942,  Φ.  Γ1‐Γ8/1943,  Φ.  Δ15‐Δ24/1943,  Φ.Δ31‐Δ51/1943,  Φ.  Γ/3  Αγαθοεργά 
Καταστήματα/1944, Φ. Β1‐Β3/1944, Φ. Β6‐Β18/1944,  Φ. Β1‐Β2/1945, Φ. Δ5‐Δ7/1945, Φ. Β23‐
31/1949,  Φ.Α1‐Α9/1951,  Φ.  Δ5/1949,  Φ.  Δ5‐Δ7/1945,  Φ.  Δ39‐Δ42/1951,  Φ.  Α1‐Α9/1951,  Φ. 
Β30/1951.  
ΑΡΧΕΙΑ ΝΟΜΟΥ ΚΕΡΚΥΡΑΣ 

4. Αρχείο Εγχώριας Διαχείρισης φ. 1187, φ.1606 
 

ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 

5. Πρακτικά  συνεδριάσεων  Βουλής  158/4.11.1911,  172/21.11.1911,  182/2.11.1911, 


183/3.12.1911, 185/5.12.1911, 186/7.12.1911.  
6. Μητρώο βουλευτών 
 

Β. ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΕΣ ΠΗΓΕΣ 

1. John Berger‐J. More. O έβδομος άνθρωπος, Αθήνα 1979. 
2. Αναστασιάδης Γιώργος, ΄΄Η κατολίσθηση προς τη δικτατορία΄΄, Ιστορικά  42 Αθήνα (2000) 
3. Ανδρεάδης  Ανδρέας,  Η  ένωσις  της  Επτανήσου  και  η  Διοίκησις  της  Αγγλικής  Προστασίας, 
Αθήνα, 1907. 
4. Ασπιώτης  Νίκος,  Σχόλια  στις  μεταφραστικές  εργασίες  των  Πέτρου  Φωκά  και  Σπυρίδωνος 
Λοβέρδου στη Παρισινή συνθήκη του 1815 και στο Σύνταγμα του 1817, (ανέκδοτη εργασία), 
Κέρκυρα 1987.  
5. Ασπιώτης  Νίκος‐  Καμονάχου  Μαρία,  Οι  Αλυκές  Λευκίμμης  στη  νεότερη  εποχή  1864‐1993, 
Κέρκυρα 2000. 

104
6. Βεγλερής Φαίδων ΄΄Οι άμεσοι έρανοι των Δήμων και των κοινοτήτων΄΄, Επιθεώρησις Τοπικής 
Αυτοδιοικήσεως, σ.σ.1‐30, Αθήνα 1939. 
7. Βουλή  των  Ελλήνων,  ΄΄Έγγραφα  αφορώντα  τας  επί  του  Επτανησιακού  Ζητήματος 
διαπραγματεύσεις΄΄, Αθήνα 2001. 
8. Δαφνής Κώστας, Κωνσταντίνος Ζαβιτσιάνος, ο άνθρωπος και το έργο του, Κέρκυρα 1952. 
9. Δημαράς Κωνσταντίνος. Θ., Εν Αθήναις τη 3η  Μαΐου 1837, Αθήνα 1837. 
10. Ζηλεμένος KΚώστας, Μελέτες στο Σύνταγμα της Ελλάδος, τεύχος α΄, Αθήνα 1976. 
11. Ιστορία της Αντίστασης 1940‐1945, τόμοι Α΄‐Δ΄, Αθήνα 1979 
12. Καλούδης  Γερ.  Σπύρος,  Οι  Βουλευτικές  εκλογές  στην  Ελλάδα  1946‐1996,  (Με  ειδικές 
αναφορές στην Κέρκυρα), Αθήνα 2002. 
13. Καραπιδάκης  Νίκος,΄΄Η  κερκυραϊκή  ευγένεια  των  αρχών  του  ιζ΄αιώνα΄΄.  ΄΄Ιστορικά΄΄  2  τ.χ  3 
(1985) σελ. 118.  
14. ΚΕΔΚΕ, Στοιχεία συστάσεως και εξελίξεως των δήμων και κοινοτήτων, Αθήνα 1961. 
15. ΚΕΔΚΕ‐ΕΕΤΑΑ,  Λεξικό  Διοικητικών  Μεταβολών  των  Δήμων  και  Κοινοτήτων  1912‐2001,  τόμοι 
Α΄‐Β΄, Αθήνα 2002. 
16. Κλειώσης Χρήστος Π, Ιστορία της τοπικής αυτοδιοικήσεως, Αθήνα, 1977. 
17. Κυριάκης Κ. Χ. Μ., Οδηγός της νήσου Κέρκυρας, Αθήνα 1902. 
18. Κωνσταντόπουλος Δ, Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο, τ.Α΄,  Αθήνα 1974. 
19. Μαραγκόπουλος  Γ.,  Η  σχέσις  της  δημοτικής  αυτοδιοικήσεως  προς  την  κρατικήν  διοίκησιν, 
Επιθεώρησις Τοπικής Αυτοδιοικήσεως σ.σ. 235‐260, Αθήνα 1939. 
20. Μπελογιάννης Νίκος, Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα, Αθήνα 1998. 
21. Παπαχατζής  Γεώργιος  Μ.,  Σύστημα  του  εν  Ελλάδα  ισχύοντος  Διοικητικού  Δικαίου΄΄,  Αθήνα 
1952. 
22. Πλέσκας  Πάνος  Ν.,  Εγχειρίδιον  της  Δημοτικής  Διοικήσεως  και  της  Διαχειρίσεως,  Κέρκυρα 
1866. 
23. Ραφαηλίδης Βασίλης, Ιστορία (κωμικοτραγική) του Νεοελληνικού  Κράτους 1830‐1974, Αθήνα 
1993. 
24. Ρήγος Άλκης Το Νέον Κράτος του Μεταξά, Ιστορικά  42 (2000) σ.σ. 10‐13   
25. Σβορώνος Νίκος Γ., Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας, Αθήνα, 19859 
26. Σίδερης  Αριστοτέλης  Δ.,  Ελληνικά  Συντάγματα  προ  της  Ελληνικής  Επαναστάσεως  (Σύμμικτα 
προς τιμήν του Α. Σβώλου), έκδοση Γ΄  
27. Σκαπέσος  Νίκος,  ΄΄Η  δημοτική  και  κοινοτική  φορολογία΄΄,  Επιθεώρησις  Τοπικής 
Αυτοδιοικήσεως , σ.σ. 695‐707, Αθήνα 1939. 
28.  Σκιαδάς Ελευθέριος Γ., Ιστορικό διάγραμμα των Δήμων της Ελλάδος 1833‐1912, Αθήνα 1994. 

105
29. Σπίγγος Γεώργιος Ν., Η τοπική Αυτοδιοίκηση στην Κέρκυρα 1864‐1998, Κέρκυρα 1998. 
30. Φιλάρετος Γεώργιος, Ξενοκρατία και Βασιλεία εν Ελλάδι 1821‐1897, Αθήνα 19732. 
31. Φίλιππος Διονυσίου, Η εξέλιξη του θεσμού της διοικητικής αποκέντρωσης και η διαμόρφωσή 
του στα πλαίσια του σύγχρονου ελληνικού κράτους, Κομοτηνή, 1988. 
32. Φωτιάδης Δημήτρης, Ενθυμήματα, τ. Β΄ Αθήνα, 1983. 
33. Χαριτόπουλος Διονύσης, Άρης ο αρχηγός των ατάκτων, τ.Β΄, Αθήνα 2001. 
34. Χρυσικός Τ. Δ., Ο θεσμός των Δημάρχων στην Ελλάδα, Αθήνα 1988. 
35. Χυτήρης  Γεράσιμος,  Η  πολιτική  των  ενδόσεων,  μια  φάση  της  ιστορίας  του  Ιονικού  κράτους, 
Κέρκυρα, 1982. 
36. Χυτήρη  Γεράσιμος,  Το  κερκυραϊκό  αγροτικό  πρόβλημα  την  επομένη  της  Ενώσεως  και  οι 
αναφορές του άγγλου προξένου, Κέρκυρα 1981. 
  

Γ. ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΑ 

1. Gazzetta degli Stati  Uniti  delle Isole Ionie (΄΄Εφημερίς Επίσημος του Ηνωμένου Κράτους των 


Ιονίων Νήσων 
2. ΄΄ΕΦΗΜΕΡΙΣ  ΤΗΣ  ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ  ΤΗΣ  ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ΄΄  αριθ.  φύλ.  15/1864, 
17/1864,  20/1864,  21/1864,  25/1864,  25/1864,  56/1864,  2/1865,  3/1865,  4/1865,  5/1865, 
14/1865,  16/1865,  17/1865,  18/1865,  19/1865  ,  23/1865,    24/1865,  28/1865,  30/1865, 
31/1865,  40/1865,  52/1865,  61/1865,  1/1866,  2/1866,  5/1866  ,  6/1866,  8/1867,  9/1866, 
10/1866,  12/1866,  13/1866,    15/1866,  22/1866,  26/1866,  27/1866,  28/1866,  35/1866, 
36/1866,  38/1866,  43/1866,  44/1866,  46/1866),  50/1866,  70/1866,  71/1866,  78/1866, 
8/1867,  12/1867,  45/1867,  48/1868,  57/1868,  5/1869,  4/1870,  παράρτημα  19/1870, 
παράρτημα 26/1870, 10/1871, 22/1871, 36/1871, 41/1871, 47/1871, 13/1873, σελ. 476/1879, 
122/1891, 36/Α΄/1893, 261/Α/1912, 320/Α/1936, 5/Α/1938, 11/Α/1944, 22/Α/1944. 
3. ΣΥΝΤΑΓΜΑ‐ΝΟΜΟΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΒΟΥΛΗΣ 
4. ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΝΟΜΟΥ 2539/1997 
 

Δ. ΤΥΠΟΣ 

1. ΄΄Εφημερίς  των  Ιονίων΄΄  αρ.  φύλ.  14/16‐11‐1941,  20/23‐11‐1941,  41/18‐12‐1941,  15/17‐1‐


1942,  40/15‐2‐1942,  44/20‐2‐1942,  56/6‐3‐1942,    59/9‐1‐1942,  154/28‐6‐1942,  233/29‐9‐
1942, 184/2‐8‐1942, 233/29‐9‐1942. 

106
2. ΄΄Κερκυραϊκά  Νέα΄΄  αριθ.  φύλ.  287‐288/1952,  345‐352,  355‐359/1954,  391‐392,  410,  430‐
433/1955,  440/1956, 546/1958, 585/1959, 689/1961, 836/1964. 
3. Πολεμικός Τύπος τχ.1. 
4. ΄΄Πρόμαχος΄΄ αριθ. φύλ.  213/1‐7‐1951 
 

Ε. ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ  

1. http://www.kke.gr./ergattajh/agrotes/kat‐agr‐kin‐3‐3.html 
2. http://www.kke.gr/komep/1999/6/nmpelog.html 
3. http://www.parliament.gr/gr/koinovouleftiki%20paradosi/para‐main.htm  
4.  http://www.ellenic history.gr 
5. http://mecedonia.uom.gr/%7Egalan/page3.html 
6. http://find.in.gr/results.page?page=3&channel 
7. http://users/hol.gr/~kokkonis/coyrsew/civil 
8. http://users/hol.ge/~electivesac/imagesk/venizelos 
9. http://www.ime.ge/chronos/13/gr/domestic‐policy/index.html 
10. http://users.forthnet.gr/ath/anastaso/ploritis.htm 
11. http://www.rizopastis.gr/app/rizos/dse/DSE‐MEROS‐[1] 
12. http://www.fhw.gr/chronos/14/gr/1923/‐1940/foreign‐policy/facts/03html 
13. http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_100034 
 

  
 

 
 
 
 
 
 

107

You might also like