Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 9

q

wφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηqσ
Θέμα: «1259/2011 ΑΠ»

Μάθημα: Σύνθεση Αστικού Δικαίου


wωψerβνtyuςiopasdρfghjklzxcvbnm
Φοιτήτρια: Αντωνοπούλου Ευθυμία

qwertyuiopasdfghjklzxcvbnφγιmλιqπ
Reg.number:F20142015
(ea142015@students.euc.ac.cy)

ςπζαwωeτrtνyuτioρνμpκaλsdfghςjklz
Διδάσκων: Ρίζος Ευριπίδης

Εξάμηνο: Χειμερινό 2017


xcvλοπbnαmqwertyuiopasdfghjklzxc

vbn
mσγqwφertyuioσδφpγρaηsόρωυdfg
hjργklαzxcvbnβφδγωmζqwertλκοθξy
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

I. Εντοπισμός και αναφορά του νομικού ζητήματος, επί του οποίου υφίσταται
διάσταση απόψεων στη σχολιαζόμενη απόφαση και στη θεωρία

II. Περιγραφή θέσης που υιοθετεί η σχολιαζόμενη απόφαση

III. Περιγραφή της αντίθετης θέσης που έχει υποστηριχθεί στη θεωρία

IV. Παράθεση επιχειρημάτων υπέρ της θέσης της απόφασης

V. Παράθεση επιχειρημάτων της αντίθετης θέσης της θεωρίας

VI. Επίλογος, προσωπική θέση

VII. Βιβλιογραφία

2
A. Εντοπισμός και αναφορά του νομικού ζητήματος, επί του οποίου υφίσταται διάσταση
απόψεων στη σχολιαζόμενη απόφαση και στη θεωρία

Το βασικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η προκείμενη δικαστική απόφαση του


Αρείου Πάγου 1259/2011 είναι τα δικαιώματα του νομέα ενός κινητού πράγματος,
όταν αυτό ενώνεται με ακίνητο κυρίου. Σε περιπτώσεις ένωσης κινητού με ακίνητο
πράγμα (διάταξη 1057 ΑΚ), με τρόπο ώστε το κινητό να αποτελεί συστατικό του
ακινήτου, σύμφωνα με τις διατάξεις 953 ΑΚ και 954 ΑΚ, που ορίζουν την έννοια του
συστατικού, η κυριότητα του κυρίου του ακινήτου επεκτείνεται και στο κινητό. Με
άλλα λόγια, στο πρόσωπο του κυρίου του ακινήτου εντοπίζεται και ο κύριος του
κινητού. Επομένως, από την παραπάνω κατάσταση της ένωσης αντιλαμβανόμαστε
πως ο νομέας του κινητού πράγματος χάνει ένα εμπράγματο δικαίωμά του επί του
πράγματος, για το οποίο είναι πιθανόν να είχε προβεί σε ορισμένες δαπάνες. Για το
λόγο αυτό ο νομοθέτης προβαίνει σε διάκριση των δαπανών που έγιναν από το νομέα
και τη δυνατότητα του να αξιώσει κάθε μία από αυτές, όπως αντίστοιχα σε διάκριση
των προϋποθέσεων που ισχύουν για την προβολή της αξίωση.

B. Περιγραφή θέσης που υιοθετεί η σχολιαζόμενη απόφαση

Από τη διάταξη που αναφέρθηκε νωρίτερα (1057 ΑΚ), προκύπτει πως ο


κύριος του κινητού έχασε αυτόματα την κυριότητα επί του κινητού πράγματος
εξαιτίας της ένωσης που προηγήθηκε. Την κυριότητα του προσώπου αυτού,
προστατεύει ο νομοθέτης με τη διάταξη 1063 ΑΚ, η οποία ορίζει πως «αυτός που
έχασε την κυριότητά του λόγω ένωσης μπορεί να απαιτήσει από το πρόσωπο που
ωφελήθηκε να του αποδοθούν οι ωφέλειες του πράγματος ή να αφαιρεθεί το
κατασκεύασμα». Η απαίτηση αυτή, θα βασίζεται στις διατάξεις για τον
αδικαιολόγητο πλουτισμό ή ακόμα και σε δικαιώματα που απορρέουν από την
αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας.

Οι διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού ορίζουν πως «όταν ένα


πρόσωπο γίνεται πλουσιότερο χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία άλλου
προσώπου ή με ζημία άλλου, έχει υποχρέωση να του αποδώσει την ωφέλεια». Βάσει
της διάταξης 904 ΑΚ, θα λέγαμε πως πρόκειται για μονομερή αύξηση της περιουσίας
ενός προσώπου σε βάρος άλλου. Για να γεννηθεί η αξίωση αυτή πρέπει να
πληρούνται ορισμένες σωρευτικές προϋποθέσεις, οι οποίες έγκεινται στον πλουτισμό

3
ενός προσώπου και μάλιστα από την περιουσία ή με ζημία άλλου, στον πλουτισμό
χωρίς νόμιμη αιτία, και στην ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στον πλουτισμό
ενός προσώπου και στην οικονομική επιβάρυνση του άλλου προσώπου. (Ως
συμπληρωματικές πληροφορίες, αξίζει να αναφερθεί, πως η έννοια της βελτίωσης της
περιουσιακής κατάστασης του ενός προσώπου μπορεί να έχει τη μορφή της αύξησης
του ενεργητικού ή μείωσης του παθητικού, την αποφυγή αύξησης του παθητικού –
δηλαδή κάποιου χρέους ή βάρους- ή και μείωσης του ενεργητικού –εξοικονόμηση
δαπάνης-) 1

Ακόμα ο νομέας του πράγματος, μπορεί να βασιστεί και σε δικαιώματα που


απορρέουν από την αδικοπραξία (άρθρα 914 επ. ΑΚ) προκειμένου να προβάλει την
αξίωσή του.

Σύμφωνα με την θέση που υποστηρίζει η σχολιαζόμενη απόφαση, ο νομέας,


που όπως αναλύθηκε από τα ήδη αναφερθέντα, έχασε την κυριότητά του πάνω στο
κινητό πράγμα δικαιούται να αξιώσει την απόδοση των ωφελειών, δηλαδή την αξία
των υλικών που μετατέθηκαν στο ακίνητο. Ωστόσο ο νομοθέτης φαίνεται να
προβαίνει σε εξειδίκευση της αντιμετώπισης του ζητήματος, καθώς προκύπτει πως
για να δικαιούται ο νομέας τις επωφελείς δαπάνες πρέπει να διακρίνεται από καλή
πίστη.

Εδώ η αναιρεσείουσα, κατέθεσε αγωγή κατά των αναιρεσίβλητων για


απόδοση των επωφελών δαπανών που έγιναν στο ακίνητο, του οποίου θεωρεί ότι
είναι κυρία, αφού αναφέρει πως το έλαβε ως αντάλλαγμα λόγω του έργου της, και
ζήτησε και ενώπιον του Εφετείου, να γίνει δεκτή η αγωγή της, λόγω αδικαιολόγητου
πλουτισμού των αναιρεσίβλητων, πιστεύοντας ότι ενήργησε με καλή πίστη.

Το Εφετείο όμως αποφάσισε την απόρριψης της εν λόγω αγωγής περί


απόδοσης των επωφελών δαπανών, καθώς θεωρεί την ενάγουσα κακόπιστη ως προς
την ενέργειά της, δηλαδή ως προς τον ισχυρισμό που προέβαλε πρωτύτερα,
καταδικάζοντάς την σε πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αναιρεσίβλητων, αλλά
κάνει δεκτή την αγωγή ως προς τη νομική βάση των χρησιμοποιηθέντων άρθρων του
1103ΑΚ σε συνδυασμό με το 904ΑΚ.

1
Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, «Ενοχικό Δίκαιο», Ειδικό Μέρος, Δίκαιο & Οικονομία Π.Ν. Σάκκουλας

4
Γ. Περιγραφή της αντίθετης θέσης που έχει υποστηριχθεί στη θεωρία

Αντίθετη άποψη φαίνεται να έχει η θεωρία, που δέχεται ότι ο νομέας ναι μεν
δικαιούται να αξιώσει την απόδοση των δαπανών, αλλά δεν φαίνεται να διακρίνει τον
καλόπιστο από τον κακόπιστο νομέα. Η θεωρία δηλαδή εντάσσει τον νομέα του
κινητού στη σχετική ρύθμιση της 1063 ΑΚ, παραπέμποντας στην αδικοπραξία, στην
απόδοση των ωφελημάτων και στην αφαίρεση του κατασκευάσματος.

Δ. Παράθεση επιχειρημάτων υπέρ της θέσης της απόφασης

Όσον αφορά τη σχολιαζόμενη απόφαση, και κυρίως αυτά που ισχύουν στη
Νομολογία, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1103 ΑΚ, «επωφελείς δαπάνες
μπορεί να αξιώσει ο καλόπιστος νομέας έναντι του κυρίου πριν την επίδοση της
αγωγής και εφόσον έχει διατηρηθεί η αξία του πράγματος κατά το χρόνο απόδοσής
του».

Αναλυτικότερα, ο καλόπιστος νομέας που νέμεται το πράγμα χωρίς να


βλάπτει κάποιο δικαίωμα τρίτου, μπορεί να αξιώσει αποζημίωση για επωφελείς
δαπάνες, από το χρόνο κατοχής του πράγματος μέχρι την επίδοση της διεκδικητικής
αγωγής. - Όλες αυτές οι ενέργειες πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της ένωσης
κινητού με ακίνητο πράγμα, όπως ορίζεται στη διάταξη 1057 ΑΚ.- Ο νόμος
υποστηρίζει πως, ο καλόπιστος νομέας δύναται να ζητήσει τις γενόμενες δαπάνες και
όχι τη συνολική αξία του πράγματος, καθώς όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται «θα
οδηγούσε στην απόληψη από τον καλόπιστο αλλά μη δικαιούχο νομέα της υπεραξίας
του πράγματος και μετά την απόδοσή του στον κύριο».2 Με άλλα λόγια, αν
συνέβαινε αυτό, θα λάμβανε περισσότερα οφέλη ο νομέας και λιγότερες ο κύριος του
πράγματος, καθώς η υπεραξία του πράγματος θα υπερέβαινε τις επωφελείς δαπάνες
και κατ’ επέκταση ο κύριος δε θα μπορούσε να καρπωθεί ολόκληρη την αξία του
πράγματος, αφού προηγείται και αφαίρεση των επωφελών δαπανών. Ωστόσο, ο
καλόπιστος νομέας, δύναται να ζητήσει όχι μόνο την αξία των υλικών που
χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του έργου, αλλά να απαιτήσει αποζημίωση για
όλη τη δαπάνη ανέγερσης της οικοδομής, με τις προϋποθέσεις που αναφέρομαι στο
επικείμενο άρθρο, οι οποίες μπορούν να ζητηθούν πριν από την επίδοση της

2
Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, «Σύντομη Ερμηνεία Του Αστικού Κώδικα» |ΣΕΑΚ| II, |ΑΡΘΡΑ| 947-
2035, Δίκαιο & Οικονομία Π.Ν Σάκκουλας

5
διεκδικητικής αγωγής και εφόσον έχει διατηρηθεί, σωθεί η αξία του πράγματος. Στο
σημείο αυτό εντοπίζεται και η διαφορά με την άποψη της Θεωρίας.

Η νομολογία, δηλαδή, φαίνεται να αντιμετωπίζει τον καλόπιστο και


κακόπιστο νομέα διαφορετικά. Ο καλόπιστος νομέας, δύναται να αξιώσει τις
αναγκαίες δαπάνες και δαπάνες πληρωμής των βαρών είτε πριν είτε και μετά την
επίδοση της αγωγής. Το ίδιο ισχύει και για τις επωφελείς δαπάνες, όπως ορίζεται στο
άρθρο 1103 ΑΚ. Όταν δεν έχει επιδοθεί η διεκδικητική αγωγή μπορεί να ζητήσει
πλήρη αποκατάστασή τους. Ωστόσο έχει το δικαίωμα, ακόμα και μετά την επίδοση
της αγωγής, να ζητήσει αποκατάσταση, η οποία φαίνεται να ρυθμίζεται από τη
«γνήσια διοίκηση αλλοτρίων»3, καθώς ο νομέας θεωρεί πως κύριος, διοικητής του
ξένου πράγματος είναι ο ίδιος.

Εξ αντιδιαστολή, ο κακόπιστος νομέας αντιμετωπίζεται ναι μεν όμοια με τον


καλόπιστο, όσον αφορά το χρονικό κριτήριο, ωστόσο εφαρμόζονται οι κανόνες για
«τη μη γνήσια διοίκηση αλλοτρίων». Εφαρμόζεται στον κακόπιστο η μορφή της μη
γνήσιας διοίκησης αλλοτρίων με σκοπό να υπάρξει πλήρη εφαρμογή αν ο κύριος του
πράγματος γίνει πλουσιότερος από τις επικείμενες δαπάνες.

Παρόλα αυτά, και από την ίδια διάταξη, αλλά και σε συνδυασμό με τη
διάταξη του άρθρου 1102 ΑΚ, ο κακόπιστος νομέας μετά την επίδοση της αγωγής,
δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει τις παραπάνω επωφελείς δαπάνες, αλλά μόνο την
αφαίρεσή τους, όπως αυτή στοιχειοθετείται στο άρθρο 1104 ΑΚ. Η απαγόρευση αυτή
φαίνεται να ισχύει και στην περίπτωση του καλόπιστου νομέα μετά την επίδοση της
αγωγής. Ο νομέας δηλαδή που διακρίνεται από κακή πίστη μόνο ως προς τις
αναγκαίες δαπάνες και δαπάνες εξαιτίας βαρών μπορεί να προβάλλει την αξίωση του,
και βέβαια όπως διαμορφώνονται από τις διατάξεις για τη διοίκηση αλλότριων, βάσει
της οποίας κάποιο πρόσωπο, ενώ γνωρίζει ότι δεν πρόκειται για δική του υπόθεση,
αλλά για ξένη υπόθεση τη διοικεί, χωρίς εντολή, σαν να ήταν δική του (άρθρο 739
ΑΚ).

3
Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, «Σύντομη Ερμηνεία Του Αστικού Κώδικα» |ΣΕΑΚ| II, |ΑΡΘΡΑ| 947-
2035, Δίκαιο & Οικονομία Π.Ν Σάκκουλας

6
Ε. Παράθεση επιχειρημάτων της αντίθετης θέσης της θεωρίας

Ως προς την άποψη που διατυπώνεται στη θεωρία, όπως αναφέρθηκε και
νωρίτερα, φαίνεται να είναι ανεξάρτητη από την καλή ή κακή πίστη και το χρόνο
επίδοσης της αγωγής. Ο νομέας, δηλαδή, του πράγματος μπορεί οποιαδήποτε χρονική
στιγμή, και ανεξάρτητα αν ήταν καλόπιστος ή κακόπιστος, αν γνώριζε ή όχι ή όφειλε
να γνωρίζει ή ενεργούσε αναιτίως ή υπαίτια, μπορεί να απαιτήσει την απώλεια της
κυριότητάς του, που προέκυψε από τη μετάθεση της ποσότητας των υλικών, αλλά
επιπρόσθετα μπορεί να διεκδικήσει και την απόδοση της ωφέλειας που προέκυψε στο
ακίνητο από τις εργασίες που πραγματοποιηθήκαν και συνεπώς και τις δαπάνες πάνω
σε αυτό ή ακόμα και την ωφέλεια από τους προστηθέντες, δηλαδή τους
εργατοτεχνίτες, τους εργολάβους, τους μηχανικούς και τα υπόλοιπα πρόσωπα που
συνέβαλαν στην κατασκευή του πράγματος.

Άρα, με την επιφύλαξη του 1063 ΑΚ, δημιουργείται η εντύπωση πως τόσο η
αξίωση των υλικών, όσο και η αξίωση για απόδοση των επωφελών δαπανών δύναται
να προβληθούν τόσο από τον καλόπιστο όσο και από τον κακόπιστο. Παρά το
γεγονός ότι η διάταξη 1102ΑΚ, δεν προβλέπει την απόδοση επωφελών δαπανών στον
κακόπιστο, δεν του στερεί ολοκληρωτικά το δικαίωμα αυτό, αλλά «τον παραπέμπει»
στην παραπάνω ενδεχόμενη αξίωση με την διάταξη του 1063 ΑΚ, βασιζόμενος στις
διατάξεις περί αδικοπραξίας, απόδοσης δαπανών ή αφαίρεσης του κατασκευάσματος.

Επιπρόσθετα, αξίζει να αναφέρουμε πως έχει διατυπωθεί άποψη η οποία


αποκλείει εντελώς οποιαδήποτε ενδεχόμενη αξίωση του νομέα, είτε λόγω
αποκλειστικής εφαρμογής του 1102 ΑΚ, που δεν αναφέρει καθόλου τη δυνατότητα
απόκτησης επωφελών δαπανών, παρά μόνο τα είδη των αναγκαίων και εξαιτίας
βαρών δαπανών, είτε λόγω ευθείας ή αναλογικής εφαρμογής του άρθρου 905 παρ. 1
ΑΚ, στις περιπτώσεις που ο νομέας γνωρίζει ότι δεν έχει δικαίωμα νομής, είτε τέλος
λόγω της κατάχρησης δικαιώματος του άρθρου 281 ΑΚ, που υπάρχει παραβίαση της
καλής πίστης, των χρηστών ηθών, του κοινωνικού ή οικονομικού σκοπού του
δικαιώματος4.

4
Ρίζος Ευριπίδης, Σημειώσεις Σύνεσης Αστικού Δικαίου, Χειμερινό Εξάμηνο 2017

7
ΣΤ. Επίλογος, προσωπική θέση

Από όλα τα παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε πως οι απόψεις διίστανται


ανάμεσα σε Νομολογία και Θεωρία, καθώς η κάθε μια χρησιμοποιεί διαφορετικά
κριτήρια για το νομικό ζήτημα. Ωστόσο και οι δύο θέσεις που περιγράφηκαν είχαν
διαφορετική επιχειρηματολογία, στηριζόμενη σε άρθρα του Νόμου.

Και στις δύο πλευρές, ο νομέας του κινητού, που είναι το κύριο σημείο-
ζήτημα της σχολιαζόμενης απόφασης, και οι δαπάνες τις οποίες αυτός διεκδικεί,
δύναται να επωφεληθεί και τελικώς να τις αποκτήσει, στην μεν Νομολογία, αν
διακρίνεται από καλή πίστη, πριν από την επίδοση της αγωγής και έχοντας
διατηρήσει την αξία του πράγματος μπορεί να αξιώσει την απόδοση των επωφελών
δαπανών. Ενώ αν διακρίνεται από κακή πιστή, σύμφωνα με προϋποθέσεις του
άρθρου 1063 ΑΚ, μπορεί να τις αξιώσει, βασιζόμενος στις διατάξεις για αδικοπραξία,
για απόδοση δαπανών ή αφαίρεση του κατασκευάσματος. Στις περιπτώσεις αυτές ο
νομέας επιζητά ότι αφορά την αξία των υλικών. Από την άλλη πλευρά δε, στη
Θεωρία δύναται να ζητήσει ο νομέας, -ανεξαρτήτως καλής ή κακής πίστης-, ακόμα
και το σύνολο του πλουτισμού του κυρίου, την αξία της εργασίας και να μην
περιοριστεί στην αξία των υλικών.

Συμπερασματικά, και στα πλαίσια μίας προσωπικής άποψης, θα λέγαμε πως η


θέση της νομολογίας περί εξέτασης της καλής ή κακής πίστης είναι αυτή που
επικρατεί καθώς και η θεωρία τελικά, με τη διάταξη του άρθρου 1063 ΑΚ, ωφελεί
τον νομέα που διακρίνεται από καλή πίστη αφού «επιφυλάσσεται για τυχόν
δικαιώματά του για αποζημίωση, απόδοση δαπανών ή για αφαίρεση
κατασκευάσματος».

8
Ε. Βιβλιογραφία

 Κορνηλάκης Κ. Γιάννης, «Επίτομο ειδικό ενοχικό δίκαιο», Εκδόσεις


Σάκκουλα ΑΕ, 2013
 Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, «Ενοχικό Δίκαιο», Ειδικό Μέρος, Δίκαιο &
Οικονομία Π.Ν. Σάκκουλας
 Απόστολος Σ. Γεωργιάδης, «Σύντομη Ερμηνεία Του Αστικού Κώδικα»
|ΣΕΑΚ| II, |ΑΡΘΡΑ| 947-2035, Δίκαιο & Οικονομία Π.Ν Σάκκουλας
 Ρίζος Ευριπίδης, Σημειώσεις Σύνεσης Αστικού Δικαίου, Χειμερινό Εξάμηνο
2017

You might also like