Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 102

ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΪΛΝΤ

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΣΟΒΑΡΟΣ

ΜΙΑ ΑΣΗΜΑΝΤΗ ΚΩΜΩΔΙΑ ΓΙΑ ΣΟΒΑΡΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΓΙΩΡΓΟΣ
ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΠΡΟΣΩΠΑ

Τζακ «Τζον» Γουόρθινγκ

Άλτζερνον Μονκρήφ, φίλος του

Λαίδη Μπράκνελ

Γκούεντολιν Φαίαρφαξ, η κόρη της

Σέσιλυ Κάρντιου

Μις Πρισμ, η γκουβερνάντα της

Αιδεσιμότατος Τσάσουμπλ

Μέρριμαν, μπάτλερ

Λαίην, υπηρέτης

Πράξη Πρώτη: Διαμέρισμα του Άλτζερνον Μονκρήφ στη Half-Moon


Street του Λονδίνου
Πράξη Δεύτερη: Κήπος στην έπαυλη, Γούλτον, Ιούλιος
Πράξη Τρίτη: Σαλόνι στην έπαυλη.

Χρόνος: Παρόν

2
ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ

Σκηνή: Σαλόνι στο διαμέρισμα του Άλτζερνον στη Half-Moon Street του
Λονδίνου. Το δωμάτιο είναι επιπλωμένο πολυτελώς και δημιουργικά. Ο ήχος
ενός πιάνου ακούγεται από το γειτονικό δωμάτιο.

(Ο Λαίην τακτοποιεί το απογευματινό τσάι στο τραπέζι. Η μουσική σταματάει


και ο Άλτζερνον μπαίνει μέσα.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ

Άκουσες αυτό που έπαιζα, Λαίην;

ΛΑΙΗΝ

Δεν το θεώρησα ευγενικό, κύριε.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ

Λυπάμαι για λογαριασμό σου. Δεν παίζω σωστά –οποιοσδήποτε μπορεί να


παίζει σωστά– αλλά παίζω πολύ εκφραστικά. Στο πιάνο, το συναίσθημα
είναι το φόρτε μου. Την επιστήμη τη φυλάω για τη ζωή.

ΛΑΙΗΝ:

Μάλιστα, κύριε.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Και μιας και μιλάμε για την επιστήμη της ζωής, έχεις ετοιμάσει τα
σάντουιτς με αγγούρι για τη λαίδη Μπράκνελ;

ΛΑΙΗΝ:

Μάλιστα, κύριε. (Του δίνει ένα δίσκο.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Τα ελέγχει, παίρνει δύο και κάθεται στον καναπέ.) Ω, επί τη ευκαιρία,
Λαίην, είδα στο λογιστικό σου βιβλίο ότι την Πέμπτη το βράδυ που
δειπνούσαν μαζί μου ο λόρδος Σόρχαμ και ο κύριος Γουόρθινγκ
καταναλώθηκαν οχτώ μπουκάλια σαμπάνια.

ΛΑΙΗΝ:

3
Μάλιστα, κύριε. Οκτώμισι.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Γιατί στο σπίτι ενός εργένη οι υπηρέτες πίνουν συνέχεια σαμπάνια; Ρωτάω
απλώς για να μάθω.

ΛΑΙΗΝ:

Το αποδίδω στην ανώτερη ποιότητα του κρασιού, κύριε. Παρατηρώ συχνά


ότι στα σπίτια των παντρεμένων ζευγαριών η σαμπάνια σπάνια είναι μάρκα
πρώτης τάξεως.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θεέ και Κύριε!! Τόσο πολύ διαφθείρει ο γάμος;

ΛΑΙΗΝ:

Πιστεύω ότι είναι μια πολύ ευχάριστη κατάσταση, κύριε. Μέχρι τώρα, εγώ ο
ίδιος έχω πολύ λίγη εμπειρία. Μια φορά μόνο έχω παντρευτεί. Ήταν
συνέπεια μιας παρεξήγησης ανάμεσα σε μένα και ένα νεαρό άτομο.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Βαριεστημένα) Πολύ φοβάμαι πως δε με ενδιαφέρει τόσο η οικογενειακή


σου ζωή, Λαίην.

ΛΑΙΗΝ:

Όχι, κύριε, δεν είναι ενδιαφέρον θέμα. Εγώ προσωπικά δεν το σκέφτομαι
καθόλου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Λογικό μου ακούγεται. Φτάνει, Λαίην, ευχαριστώ.

ΛΑΙΗΝ:

Ευχαριστώ, κύριε.

(Ο Λαίην βγαίνει έξω.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

4
Οι απόψεις του Λαίην για το γάμο μου φαίνονται κάπως χαλαρές. Ειλικρινά,
αν οι κατώτερες τάξεις δε μας δίνουν το καλό παράδειγμα, σε τι στο καλό
μας χρησιμεύουν; Σαν κοινωνική τάξη, φαίνεται πως δεν έχουν καμία
αίσθηση ηθικής ευθύνης.

(Μπαίνει ο Λαίην.)

ΛΑΙΗΝ:

Ο κύριος Έρνεστ Γουόρθινγκ.

(Μπαίνει ο Τζακ. Ο Λαίην βγαίνει.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τι κάνεις, αγαπητέ μου Έρνεστ; Τι σε φέρνει μέχρι το Λονδίνο;

ΤΖΑΚ:

Η διασκέδαση, μόνο η διασκέδαση!!! Τι άλλο μπορεί να φέρει κάποιον


οπουδήποτε; Απ’ ό,τι βλέπω, τρως ως συνήθως, Άλτζυ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Ψυχρά.) Πιστεύω πως η καλή κοινωνία συνηθίζει να τσιμπάει κάτι στις


πέντε το απόγευμα. Πού ήσουν από την προηγουμένη Πέμπτη;

ΤΖΑΚ:

(Κάθεται στον καναπέ.) Στην εξοχή.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τι στο καλό κάνεις εκεί;

ΤΖΑΚ:

(Βγάζοντας τα γάντια του.) Όταν είσαι στην πόλη, διασκεδάζεις τον εαυτό
σου. Όταν είσαι στην εξοχή, διασκεδάζεις τους άλλους. Είναι υπερβολικά
βαρετό.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Και ποιοι είναι αυτοί που διασκεδάζεις;

ΤΖΑΚ:

5
(Φαιδρώς.) Οι γείτονες, οι γείτονες!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Είναι καλοί οι γείτονές σου στο Σροπσάιρ;

ΤΖΑΚ:

Εντελώς αντιπαθητικοί! Δε μιλάω με κανέναν τους.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Πρέπει να τους διασκεδάζεις πάρα πολύ τότε. (Πάει να πάρει σάντουιτς.) Επί
τη ευκαιρία, το Σροπσάιρ είναι η κομητεία σου, έτσι δεν είναι;

ΤΖΑΚ:

Ε; Το Σροπσάιρ; Ναι, φυσικά. Μα, γιατί όλα αυτά τα φλιτζάνια; Γιατί τα


σάντουιτς με αγγούρι; Γιατί τόση απερίσκεπτη σπατάλη; Ποιος θα έρθει για
τσάι;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μόνο η θεία Αυγούστα και η Γκουέντολιν.

ΤΖΑΚ:

Τέλεια!!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, πράγματι, αλλά φοβάμαι ότι δε θα της αρέσει καθόλου της θείας
Αυγούστας που θα σε βρει εδώ.

ΤΖΑΚ:

Μπορώ να μάθω γιατί;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αγαπητέ μου, ο τρόπος με τον οποίο φλερτάρεις την Γκουέντολιν είναι


εντελώς επαίσχυντος. Ακριβώς το ίδιο επαίσχυντα σε φλερτάρει και εκείνη.

ΤΖΑΚ:

6
Είμαι ερωτευμένος με τη Γκουέντολιν. Έφτασα μέχρι το Λονδίνο ειδικά για
να της κάνω πρόταση γάμου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Νόμιζα ότι είχες έρθει για ευχαρίστηση. Αυτό το λέω επιχείρηση.

ΤΖΑΚ:

Δεν είσαι καθόλου ρομαντικός!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ειλικρινά, δε βλέπω τίποτα ρομαντικό σε αυτό. Πολύ ρομαντικό είναι το να


είσαι ερωτευμένος. Αλλά όχι μια καθορισμένη πρόταση γάμου. Εντάξει,
κάποια μπορεί να γίνει δεκτή. Κάποια συνήθως πραγματοποιείται, πιστεύω.
Μετά, όμως, η έξαψη τελειώνει. Το κύριο χαρακτηριστικό ενός ρομαντικού
ειδυλλίου είναι η αβεβαιότητα. Αν ποτέ παντρευτώ, θα προσπαθήσω σίγουρα
να ξεχάσω αυτό το γεγονός.

ΤΖΑΚ:

Δεν έχω καμιά αμφιβολία για αυτό, Άλτζυ. Το δικαστήριο που αναλαμβάνει
τα διαζύγια επινοήθηκε ειδικά για τους ανθρώπους των οποίων οι
αναμνήσεις είναι τόσο περίεργα φτιαγμένες.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν ωφελεί να διαλογιζόμαστε πάνω σε αυτό το θέμα. Τα διαζύγια τα


παίρνουμε στον παράδεισο. (Ο Τζακ απλώνει το χέρι του να πάρει ένα
σάντουιτς. Ο Άλτζερνον παρεμβαίνει αμέσως.) Κάτω τα χέρια σου από τα
σάντουιτς. Είναι ειδική παραγγελία για τη θεία Αυγούστα. (Παίρνει ένα και
το τρώει.)

ΤΖΑΚ:

Μα εσύ τα τρως συνέχεια.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Άλλο αυτό. Εμένα είναι θεία μου. (Παίρνει ένα πιάτο από κάτω.) Φάε λίγο
ψωμί με βούτυρο. Η Γκουέντολιν το λατρεύει.

ΤΖΑΚ:

7
(Πλησιάζει στο τραπέζι και παίρνει μόνος του.) Είναι πολύ ωραίο.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αγαπητέ μου, δεν είναι ανάγκη να τρως λες και πρόκειται να το φας όλο.
Συμπεριφέρεσαι λες και είσαι ήδη παντρεμένος με τη Γκουέντολιν. Όμως
δεν είσαι και νομίζω πως δεν πρόκειται ποτέ να την παντρευτείς.

ΤΖΑΚ:

Πώς σου ήρθε αυτό;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Λοιπόν, κατά πρώτο λόγο, τα κορίτσια δεν παντρεύονται ποτέ τους άντρες
τους οποίους φλερτάρουν. Δεν το θεωρούν σωστό.

ΤΖΑΚ:

Ανοησίες!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Καθόλου ανοησίες. Είναι μια μεγάλη αλήθεια. Εξηγεί τον ασυνήθιστο


αριθμό εργένηδων που βλέπουμε παντού. Κατά δεύτερο λόγο, δε δίνω τη
συγκατάθεσή μου.

ΤΖΑΚ:

Τη συγκατάθεσή σου;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αγαπητέ μου, η Γκουέντολιν είναι πρώτη μου ξαδέρφη. Και πριν σου
επιτρέψω να την παντρευτείς, θα πρέπει να τακτοποιήσεις το ζήτημα με τη
Σέσιλυ. (Χτυπάει το κουδούνι.)

ΤΖΑΚ:

Σέσιλυ; Τι στο καλό εννοείς, Άλτζυ, με το όνομα «Σέσιλυ»; Δεν ξέρω καμία
με αυτό το όνομα.

(Μπαίνει ο Λαίην.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

8
Φέρε μου εκείνη την ταμπακιέρα που άφησε ο κύριος Γουόρθινγκ στην
αίθουσα καπνίσματος την τελευταία φορά που έφαγε εδώ.

ΛΑΙΗΝ:

Μάλιστα, κύριε.

(Ο Λαίην βγαίνει.)

ΤΖΑΚ:

Θες να πεις ότι εσύ έχεις την ταμπακιέρα μου όλο αυτό τον καιρό;
Ειλικρινά, μακάρι να με είχες ενημερώσει. Γράφω μανιωδώς γράμματα στη
Σκότλαντ Γιαρντ. Παραλίγο να προσφέρω μια μεγάλη αμοιβή.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μακάρι να το έκανες. Τυχαίνει, ξέρεις, να είμαι σε μεγαλύτερη οικονομική


δυσκολία από ό,τι συνήθως.

ΤΖΑΚ:

Δεν ωφελεί τώρα που βρέθηκε η ταμπακιέρα.

(Μπαίνει ο Λαίην με την ταμπακιέρα σε ένα δίσκο. Ο Άλτζερνον την παίρνει


αμέσως. Ο Λαίην βγαίνει.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Νομίζω ότι ήταν μάλλον άθλιο εκ μέρους σου, Έρνεστ. (Ανοίγει την
ταμπακιέρα και την εξετάζει.) Ωστόσο, δεν έχει σημασία, γιατί, τώρα που
βλέπω αυτή την επιγραφή μέσα, παρατηρώ ότι δεν είναι δική σου στο κάτω-
κάτω.

ΤΖΑΚ:

Φυσικά και είναι δική μου. (Πάει κοντά του.) Με έχεις δει με αυτή την
ταμπακιέρα εκατό φορές και δεν έχεις κανένα απολύτως δικαίωμα να
διαβάσεις τι γράφει μέσα. Δεν ταιριάζει καθόλου σε έναν τζέντλεμαν να
διαβάζει μια ιδιωτική ταμπακιέρα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

9
Είναι παράλογο να έχεις απαράβατο κανόνα για το τι θα έπρεπε να διαβάζει
κανείς και τι όχι. Περισσότερο από τη μισή μοντέρνα κουλτούρα εξαρτάται
από τι δε θα έπρεπε να διαβάζει κανείς.

ΤΖΑΚ:

Το ξέρω καλά αυτό και δεν πρόκειται να το συζητήσω μαζί σου. Δεν είναι
κάτι που θα έπρεπε να μιλάει κανείς ιδιαιτέρως. Απλώς θέλω πίσω την
ταμπακιέρα μου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, αλλά δεν είναι η ταμπακιέρα σου. Αυτή εδώ είναι δώρο από κάποια
Σέσιλυ και εσύ είπες ότι δεν ξέρεις καμία με αυτό το όνομα.

ΤΖΑΚ:

Λοιπόν, αν θες να μάθεις, η Σέσιλυ τυχαίνει να είναι θεία μου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θεία σου;

ΤΖΑΚ:

Ναι. Μια γοητευτική ηλικιωμένη γυναίκα που ζει στο Τάνμπριτζ Γουέλς.
Για δώσ’ το μου πίσω, Άλτζυ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Υποχωρώντας στην πλάτη του καναπέ.) Αλλά γιατί αποκαλείται «μικρή


Σέσιλυ» αν είναι θεία σου και ζει στο Τάνμπριτζ Γουέλς (Διαβάζει.) «Από
την πιο μικρή Σέσιλυ με την πιο διακαή της αγάπη».

ΤΖΑΚ:

(Προχωρώντας στον καναπέ και γονατίζοντας πάνω του.) Αγαπητέ μου, τι


σχέση αυτό; Μερικές θείες είναι ψηλές, μερικές δεν είναι. Αυτό είναι
ζήτημα για το οποίο σίγουρα θα επιτρέπουν σε μια θεία να αποφασίσει για
τον εαυτό της. Μου φαίνεται πως νομίζεις πως όλες οι θείες θα έπρεπε να
είναι ακριβώς σαν τη δική σου! Αυτό είναι παράλογο! Για όνομα του Θεού,
δώσε μου πίσω την ταμπακιέρα μου. (Ακολουθεί τον Άλτζυ γύρω από το
δωμάτιο.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

10
Ναι, αλλά γιατί η θεία σου σε λέει θείο της; «Από τη μικρή Σέσιλυ με την
πιο διακαή της αγάπη στον αγαπημένο της θείο Τζακ». Ομολογώ ότι δεν
υπάρχει αντίρρηση στο ότι μια θεία μπορεί να είναι μικρή, αλλά δεν μπορώ
να καταλάβω γιατί να αποκαλεί τον ανιψιό της θείο της, ό,τι μέγεθος και να
έχει. Επιπλέον, δε σε λένε καν Τζακ, αλλά Έρνεστ.

ΤΖΑΚ:

Δε με λένε Έρνεστ, αλλά Τζακ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Πάντα μου έλεγες ότι σε λένε Έρνεστ. Σε σύστηνα σε όλους ως Έρνεστ.


Ακούς στο όνομα Έρνεστ. Μοιάζει σαν να λένε Έρνεστ. Είσαι ο πιο
σοβαρός Έρνεστ που είδα ποτέ στη ζωή μου. Είναι τελείως παράλογο να λες
ότι δε σε λένε Έρνεστ. Το λέει και στις κάρτες σου. Ορίστε. (Τη βγάζει από
την ταμπακιέρα.) «Κύριος Έρνεστ Γουόρθινγκ, Β.4, Ώλμπανυ». Θα την
κρατήσω σαν απόδειξη ότι σε λένε Έρνεστ σε περίπτωση που προσπαθήσεις
να το αρνηθείς σε μένα, στη Γκουέντολιν ή σε οποιονδήποτε άλλο. (Βάζει
την κάρτα στην τσέπη του.)

ΤΖΑΚ:

Λοιπόν, με λένε Έρνεστ στην πόλη και Τζακ στην εξοχή. Την ταμπακιέρα
μου την έδωσαν στην εξοχή.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, αλλά αυτό δεν εξηγεί το γεγονός ότι η μικρή σου θεία Σέσιλυ που ζει
στο Τάνμπριτζ Γουέλς σε λέει αγαπημένο της θείο. Έλα, φιλαράκο, καλά θα
κάνεις να το βγάλεις από μέσα σου.

ΤΖΑΚ:

Άλτζυ, μιλάς ακριβώς λες και είσαι οδοντίατρος. Είναι πολύ κακόγουστο να
μιλάς σαν κάτι που δεν είσαι. Δημιουργεί μια ψεύτικη εντύπωση.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα, αυτό ακριβώς κάνουν οι οδοντίατροι. Συνέχισε τώρα. Πες τα μου όλα.
Να αναφέρω ότι πάντα υποψιαζόμουν ότι κατά βάθος είσαι ένας αδιόρθωτος
μπανμπεριστής. Τώρα είμαι σίγουρος.

ΤΖΑΚ:

11
Μπανμπεριστής; Τι διάολο εννοείς με αυτό;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θα σου αποκαλύψω το νόημα αυτής της ασύγκριτης έκφρασης αμέσως


μόλις θα έχεις την καλοσύνη να μου πεις γιατί σε λένε Έρνεστ στην πόλη
και Τζακ στην εξοχή.

ΤΖΑΚ:

Δώσε μου την ταμπακιέρα μου πρώτα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ορίστε. (Του δίνει την ταμπακιέρα.) Δώσε μου τώρα την εξήγησή σου και
κάν’ την απίθανη, σε παρακαλώ. (Κάθεται στον καναπέ.)

ΤΖΑΚ:

Αγαπητέ μου, δεν υπάρχει τίποτα απίθανο στην εξήγησή μου. Στην
πραγματικότητα, είναι τελείως συνηθισμένη. Ο γερο-Τόμας Κάρντιου, ο
οποίος με υιοθέτησε όταν ήμουν μικρός, με όρισε στη διαθήκη του
κηδεμόνα της εγγονής του, της δεσποινίδας Σέσιλυ Κάρντιου. Η Σέσιλυ, η
οποία με λέει θείο της από σεβασμό που δε θα μπορούσες να αντιληφθείς,
ζει στο σπίτι μου στην εξοχή κάτω από τη φροντίδα της αξιοθαύμαστης
γκουβερνάντας της, της Μις Πρισμ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Επί τη ευκαιρία, πού είναι αυτό το σπίτι σου στην εξοχή;

ΤΖΑΚ:

Αυτό δε σε αφορά. Δεν πρόκειται να σε προσκαλέσω. Μπορώ να σου πω με


ειλικρίνεια ότι δεν είναι στο Σροπσάιρ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Καλά το υποψιάστηκα! Έχω μπανμπερίσει όλο το Σροπσάιρ δυο φορές.


Συνέχισε τώρα. Γιατί είσαι ο Έρνεστ στην πόλη και ο Τζακ στην εξοχή;

ΤΖΑΚ:

Αγαπητέ μου Άλτζυ, δεν ξέρω αν θα μπορέσεις να καταλάβεις τα


πραγματικά μου κίνητρα. Δεν είσαι αρκετά σοβαρός. Όταν κάποιος

12
αναλαμβάνει το ρόλο του κηδεμόνα, πρέπει να υιοθετήσει μια πολύ έντονα
ηθική στάση. Είναι το καθήκον του. Και εφόσον μια τέτοια στάση δε
συμβάλλει σχεδόν καθόλου στην υγεία ή στην ευτυχία, για να πηγαίνω στην
πόλη, πάντα έκανα πως έχω ένα μικρότερο αδερφό που ζει στο Ώλμπανυ και
δημιουργεί τους πιο φοβερούς μπελάδες. Αυτή, Άλτζυ, είναι όλη η αλήθεια,
καθαρή και απλή.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Η αλήθεια είναι σπάνια καθαρή και ποτέ απλή. Αλλιώς, η μοντέρνα ζωή θα
ήταν βαρετή και η μοντέρνα λογοτεχνία μια πλήρης αδυναμία.

ΤΖΑΚ:

Δε θα ήταν καθόλου άσχημο.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Η λογοτεχνική κριτική δεν είναι το φόρτε σου, αγαπητέ μου. Μην τη


δοκιμάσεις. Άφησε την σε ανθρώπους που δεν έχουν πάει στο πανεπιστήμιο.
Τα καταφέρνουν μια χαρά στις καθημερινές εφημερίδες. Πάνω απ’ όλα,
είσαι μπανμπεριστής. Είχα δίκιο που το έλεγα. Είσαι ένας από τους πιο
προχωρημένους μπανμπεριστές που ξέρω.

ΤΖΑΚ:

Τι διάολο εννοείς;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Εσύ έχεις επινοήσει έναν πολύ χρήσιμο μικρό αδερφό με το όνομα


«Έρνεστ», έτσι ώστε να μπορείς να έρχεσαι στο Λονδίνο όσο συχνά θες.
Εγώ, από την άλλη, έχω επινοήσει έναν ανεκτίμητο και μονίμως άρρωστο
φίλο με το όνομα «Μπάνμπερυ», έτσι ώστε να μπορώ να πηγαίνω στην
εξοχή όποτε θέλω. Ο Μπάνμπερυ είναι τελείως ανεκτίμητος. Αν δεν ήταν η
ασυνήθιστα κακή υγεία του, για παράδειγμα, δε θα μπορούσα να φάω μαζί
σου απόψε στου «Γουίλις», γιατί εδώ και περισσότερο από μία βδομάδα
υποσχέθηκα στη θεία Αυγούστα ότι θα φάω μαζί της.

ΤΖΑΚ:

Δε σου ζήτησα να φας μαζί μου πουθενά απόψε.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

13
Το ξέρω. Είσαι παράλογα απρόσεκτος στο να στέλνεις προσκλήσεις. Είναι
πολύ ανόητο εκ μέρους σου. Τίποτα δεν εκνευρίζει τόσο πολύ τους
ανθρώπους όσο το να μη λαμβάνουν προσκλήσεις.

ΤΖΑΚ:

Καλύτερα να φας με τη θεία σου την Αυγούστα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν έχω κανένα τέτοιο σκοπό. Πρώτα απ’ όλα, έφαγα εκεί τη Δευτέρα και
μια φορά την εβδομάδα είναι υπεραρκετή για να φάει κανείς με τους
συγγενείς του. Δεύτερον, όταν τρώω εκεί, πάντα μου φέρονται σαν μέλος
της οικογένειας είτε όταν δε συνοδεύω καμία γυναίκα είτε όταν συνοδεύω
δυο μαζί. Τρίτον, ξέρω πολύ καλά με ποια θα με βάλει να κάτσω απόψε. Θα
είναι η Μαίρη Φάρκιουχαρ, η οποία πάντα φλερτάρει με τον άντρα της από
τη μια πλευρά του τραπεζιού στην άλλη. Δεν είναι πολύ ευχάριστο. Δεν
είναι καν κόσμιο. Και αυτό το φαινόμενο αυξάνεται δραματικά. Ο αριθμός
των γυναικών στο Λονδίνο που φλερτάρουν με τους άντρες τους είναι
πραγματικά σκανδαλώδης. Είναι σαν να βγάζεις τα άπλυτά σου στη φόρα.
Επιπλέον, τώρα που ξέρω ότι είσαι αδιόρθωτος μπανμπεριστής, θέλω να
σου μιλήσω για τον μπανμπερισμό. Θέλω να σου πω τους κανόνες.

ΤΖΑΚ:

Δεν είμαι καθόλου Μπανμπεριστής. Αν η Γκουέντολιν δεχτεί την πρόταση


γάμου που θα της κάνω, θα σκοτώσω τον αδερφό μου. Ειλικρινά, νομίζω ότι
θα τον σκοτώσω σε οποιαδήποτε περίπτωση. Η Σέσιλυ ενδιαφέρεται
υπερβολικά για αυτόν. Είναι κάπως βαρετό. Θα ξεφορτωθώ λοιπόν τον
Έρνεστ. Και σε συμβουλεύω έντονα να κάνεις και εσύ το ίδιο με τον
κύριο… με τον άρρωστο φίλο σου, τέλος πάντων, που έχει αυτό το ηλίθιο
όνομα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τίποτα δε θα με κάνει να αποχωριστώ τον Μπάνμπερυ. Και αν ποτέ


παντρευτείς, το οποίο μου φαίνεται πραγματικά απίθανο, θα χαρείς να
γνωρίσεις τον Μπάνμπερυ. Όποιος άντρας παντρεύεται χωρίς να τον
γνωρίσει περνάει πολύ βαρετά.

ΤΖΑΚ:

14
Ανοησίες. Αν παντρευτώ ένα γοητευτικό κορίτσι όπως τη Γκουέντολιν –και
είναι το μόνο κορίτσι που θα παντρευόμουν– σίγουρα δε θα θέλω να
γνωρίσω τον Μπάνμπερυ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τότε θα θέλει η γυναίκα σου. Μάλλον δεν καταλαβαίνεις ότι στο γάμο τρεις
ίσον μια παρέα και δυο ίσον κανένας.

ΤΖΑΚ:

(Αποφθεγματικά.) Αυτό, φίλε μου, είναι η θεωρία που προτείνει το γαλλικό


θέατρο τα τελευταία πενήντα χρόνια.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Και που η ευτυχισμένη αγγλική οικογένεια έχει αποδείξει στο μισό χρονικό
διάστημα.

ΤΖΑΚ:

Για όνομα του Θεού, μην προσπαθείς να κάνεις τον κυνικό. Είναι πολύ
εύκολο να είσαι κυνικός.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αγαπητέ μου, τίποτα δεν είναι εύκολο να είσαι στις μέρες μας. Υπάρχει
άθλιος ανταγωνισμός. (Ακούγεται το κουδούνι.) Θα είναι η θεία Αυγούστα.
Μόνο οι συγγενείς και οι δανειστές χτυπάνε το κουδούνι με αυτό το
βαγκνερικό τρόπο. Δε μου λες, αν την απομακρύνω για δέκα λεπτά, ώστε να
βρεις την ευκαιρία να κάνεις πρόταση γάμου στη Γκουέντολιν, μπορώ να
φάω μαζί σου απόψε στου «Γουίλις»;

ΤΖΑΚ:

Υποθέτω πως ναι, αν το θες.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, αλλά πρέπει να το πάρεις στα σοβαρά. Μισώ τους ανθρώπους που δεν
παίρνουν στα σοβαρά τα γεύματά τους. Είναι τόσο επιπόλαιο εκ μέρους
τους.

(Μπαίνει ο Λαίην.)

ΛΑΙΗΝ:

15
Η λαίδη Μπράκνελ και η δεσποινίς Φαίαρφαξ.

(Ο Άλτζερνον πάει να τις συναντήσει. Μπαίνουν η λαίδη Μπράκνελ και η


Γκουέντολιν.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Καλησπέρα, αγαπητέ μου Άλτζερνον. Ελπίζω να συμπεριφέρεσαι πολύ


καλά.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Είμαι πολύ καλά, θεία Αυγούστα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Δεν είναι το ίδιο. Στην πραγματικότητα αυτά τα δυο σπάνια πάνε μαζί.
(Βλέπει τον Τζακ και του κάνει μια ψυχρή υπόκλιση.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Στη Γκουέντολιν.) Αγαπητή μου, είσαι τόσο κομψή!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Πάντα είμαι κομψή! Έτσι δεν είναι, κύριε Γουόρθινγκ;

ΤΖΑΚ:

Είστε τέλεια, δεσποινίς Φαίαρφαξ.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Α, ελπίζω να μην είμαι. Δε θα υπήρχε χώρος για εξελίξεις και σκοπεύω να


εξελιχθώ σε πολλούς τομείς. (Η Γκουέντολιν και ο Τζακ κάθονται μαζί στη
γωνία.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Συγγνώμη αν αργήσαμε λίγο, Άλτζερνον, αλλά ήμουν υποχρεωμένη να


προσκαλέσω τη λαίδη Χάρμπερυ. Είχα να πάω σπίτι της από τότε που
πέθανε ο καημένος ο σύζυγός της. Ποτέ δεν είδα μια γυναίκα τόσο
αλλαγμένη. Φαίνεται είκοσι χρόνια νεώτερη. Και τώρα θα πιω ένα φλιτζάνι
τσάι και θα φάω ένα από εκείνα τα ωραία σάντουιτς με αγγούρι που μου
υποσχέθηκες.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

16
Βεβαίως, θεία Αυγούστα. (Πάει στο τραπεζάκι του τσαγιού.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Γκουέντολιν, δε θα έρθεις να κάτσεις εδώ;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ευχαριστώ, μαμά, βολεύτηκα εδώ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Πιάνοντας το άδειο πιάτο έντρομος.) Θεέ και Κύριε! Λαίην! Γιατί δεν
υπάρχουν σάντουιτς με αγγούρι; Τα παρήγγειλα ειδικά για σήμερα.

ΛΑΙΗΝ:

(Σοβαρά.) Δεν υπήρχαν αγγούρια στην αγορά αυτό το πρωί, κύριε. Πήγα
εκεί δυο φορές.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν υπήρχαν αγγούρια;

ΛΑΙΗΝ:

Όχι, κύριε. Ούτε καν τοις μετρητοίς.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Εντάξει, Λαίην, ευχαριστώ.

ΛΑΙΗΝ:

Ευχαριστώ, κύριε.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Είμαι πολύ στενοχωρημένος, θεία Αυγούστα, που δεν υπήρχαν αγγούρια,


ούτε καν τοις μετρητοίς.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Πραγματικά δεν πειράζει, Άλτζερνον. Έφαγα μερικές τηγανίτες με τη λαίδη


Χάρμπερυ, η οποία μου φαίνεται ότι απολαμβάνει εξ ολοκλήρου τη ζωή της.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Άκουσα ότι τα μαλλιά της έχουν γίνει χρυσά από τη στενοχώρια.

17
ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Σίγουρα έχουν αλλάξει χρώμα. Δεν μπορώ να καταλάβω ποια είναι η αιτία.
(Ο Άλτζερνον της προσφέρει τσάι.) Ευχαριστώ. Σου έχω ένα κέρασμα για
απόψε, Άλτζερνον. Θα σε βάλω να καθίσεις δίπλα στη Μαίρη Φάρκιουχαρ.
Είναι τόσο καλή γυναίκα και τόσο περιποιητική στον άντρα της. Είναι
ευχάριστο να τους βλέπεις μαζί.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Φοβάμαι, θεία Αυγούστα, ότι δε θα έχω τελικά την ευχαρίστηση να φάω


μαζί σου απόψε.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Κατσουφιάζοντας.) Ελπίζω να μπορείς, Άλτζερνον. Θα δυσκόλευε τελείως


το τραπέζι μου. Ο θείος σου μπορεί να φάει πάνω. Ευτυχώς έχει συνηθίσει.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Είναι μεγάλο πλήγμα και τρομερή απογοήτευση, πρέπει να πω, αλλά η


αλήθεια είναι ότι μόλις έλαβα ένα τηλεγράφημα που λέει ότι ο καημένος ο
φίλος μου ο Μπάνμπερυ είναι πάλι πολύ άρρωστος. (Ανταλλάσσει ματιές με
τον Τζακ.) Φαίνεται ότι πρέπει να είμαι κοντά του.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Πολύ περίεργο. Αυτός ο κύριος Μπάνμπερυ φαίνεται ότι υποφέρει από


περίεργα κακή υγεία.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, ο καημένος ο Μπάνμπερυ είναι τρομερά φιλάσθενος.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Λοιπόν, πρέπει να πω, Άλτζερνον, ότι νομίζω πως είναι καιρός να


αποφασίσει ο κύριος Μπάνμπερυ αν θα ζήσει ή θα πεθάνει. Αυτή η
αναποφασιστικότητα που έχει λόγω της αμφιβολίας του είναι παράλογη.
Ούτε εγκρίνω σε καμιά περίπτωση τη μοντέρνα συμπόνια προς τους
αρρώστους. Τη θεωρώ παθολογική. Σχεδόν κανένα είδος ασθένειας δεν
επιδοκιμάζεται από τους άλλους. Η υγεία είναι το κύριο καθήκον της ζωής.
Πάντα το λέω στον καημένο το θείο σου, αλλά δε φαίνεται ποτέ να δίνει
σημασία… κρίνοντας από τις αρρώστιες του. Θα ήμουν υπόχρεη αν
ζητούσες από τον κύριο Μπάνμπερυ εκ μέρους μου να έχει την καλοσύνη
να μην ξανακυλήσει το Σάββατο, γιατί βασίζομαι σε σένα να κανονίσεις τη
18
μουσική για μένα. Είναι η τελευταία μου δεξίωση και θέλουμε κάτι που θα
ενθαρρύνει τη συζήτηση, ειδικά στο τέλος της σεζόν που όλοι έχουν σχεδόν
πει ό,τι είχαν να πουν, το οποίο, στις περισσότερες περιπτώσει, μάλλον δεν
ήταν αρκετό.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θα μιλήσω στον Μπάνμπερυ, θεία Αυγούστα, αν έχει ακόμα τις αισθήσεις


του και νομίζω πως μπορώ να σου υποσχεθώ ότι θα είναι εντάξει μέχρι το
Σάββατο. Φυσικά και η μουσική είναι μια μεγάλη δυσκολία. Βλέπεις, αν
παίζεις καλή μουσική, οι άνθρωποι δεν ακούνε, ενώ αν παίζεις κακή
μουσική, οι άνθρωποι δε μιλάνε. Αλλά θα διαβάσω στα πεταχτά το
πρόγραμμα που έχω σχεδιάσει αν έχεις την καλοσύνη να έρθεις στο διπλανό
δωμάτιο για μια στιγμή.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Ευχαριστώ, Άλτζερνον. Είναι πολύ ευγενικό εκ μέρους σου. (Σηκώνεται και


ακολουθεί τον Άλτζερνον.) Είμαι σίγουρη ότι το πρόγραμμα θα είναι
ευχάριστο μετά από λίγες αλλαγές. Μάλλον δε θα επιτρέψω γαλλικά
τραγούδια. Οι άνθρωποι πάντα φαίνεται να νομίζουν πως είναι αισχρά και
είτε σοκάρονται, που είναι κακόγουστο, είτε γελούν, που είναι χειρότερο.
Τα γερμανικά, όμως, φαίνονται τελείως σεβαστή γλώσσα και πράγματι
πιστεύω πως είναι. Γκουέντολιν, έλα μαζί μου.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Βεβαίως, μαμά.

(Η λαίδη Μπράκνελ και ο Άλτζερνον πάνε στο δωμάτιο της μουσικής. Η


Γκουέντολιν μένει πίσω.)

ΤΖΑΚ:

Πολύ ωραία μέρα, δεσποινίς Φαίαρφαξ.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Αχ, σας παρακαλώ, μη μου μιλάτε για τον καιρό, κύριε Γουόρθινγκ. Όταν οι
άνθρωποι μιλάνε για τον καιρό, πάντα είναι σίγουρο ότι εννοούν κάτι άλλο.
Και αυτό με κάνει αρκετά νευρική.

ΤΖΑΚ:

Πράγματι, κάτι άλλο εννοώ.

19
ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Το κατάλαβα. Για να πω την αλήθεια, δεν κάνω ποτέ λάθος.

ΤΖΑΚ:

Και θα ήθελα να μου επιτρέψετε να εκμεταλλευτώ την προσωρινή απουσία


της λαίδης Μπράκνελ…

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Και πολύ καλά θα κάνετε. Η μαμά έχει τον τρόπο της να επιστρέφει ξαφνικά
σε ένα δωμάτιο, κάτι για τον οποίο την έχω μαλώσει αρκετές φορές.

ΤΖΑΚ:

(Νευρικά.) Δεσποινίς Φαίαρφαξ, από τότε που σας γνώρισα, σας θαυμάζω
περισσότερο από κάθε άλλο κορίτσι... που έχω γνωρίσει… από τότε που σας
γνώρισα...

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ναι, το ξέρω καλά αυτό. Και μακάρι να ήσαστε πιο εκδηλωτικός δημοσίως.
Πάντα μου ασκούσατε μια ακαταμάχητη γοητεία. Ακόμα και πριν σας
συναντήσω, δε μου ήσαστε καθόλου αδιάφορος. (Ο Τζακ την κοιτάει με
έκπληξη.) Όπως ελπίζω να ξέρετε, κύριε Γουόρθινγκ, ζούμε σε μια εποχή
ιδανικών. Αυτό το αναφέρουν συχνά τα πιο ακριβά μηνιαία περιοδικά και
μου έχουν πει πως έχει φτάσει μέχρι τους επαρχιακούς αμβώνες. Το δικό
μου ιδανικό πάντα ήταν να ερωτευτώ κάποιον με το όνομα Έρνεστ. Υπάρχει
κάτι σε αυτό το όνομα που εμπνέει απόλυτη εμπιστοσύνη. Τη στιγμή που ο
Άλτζερνον μου πρωτοείπε ότι έχει ένα φίλο που τον λένε Έρνεστ, ήξερα ότι
ήταν γραφτό μου να σας ερωτευτώ.

ΤΖΑΚ:

Με αγαπάς, Γκουέντολιν;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Παράφορα!

ΤΖΑΚ:

Αγάπη μου, δεν ξέρεις πόσο ευτυχισμένο με κάνεις.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

20
Έρνεστ μου!

ΤΖΑΚ:

Αλλά θες να πεις ότι δε θα μπορούσες να με αγαπήσεις αν δε με έλεγαν


Έρνεστ;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Μα, σε λένε Έρνεστ.

ΤΖΑΚ:

Ναι, το ξέρω. Αλλά ας υποθέσουμε ότι με λένε αλλιώς. Θες να πεις ότι δε θα
μπορούσες να με αγαπήσεις τότε;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Εύγλωττα.) Αυτό είναι καθαρά μια μεταφυσική σκέψη και όπως οι


περισσότερες μεταφυσικές σκέψεις, έτσι και αυτή έχει πολλή μικρή σχέση
με τα γεγονότα της πραγματικής ζωής όπως μας είναι γνωστά.

ΤΖΑΚ:

Προσωπικά, αγάπη μου, για να είμαι ειλικρινής, δε με νοιάζει πολύ το


όνομα Έρνεστ… δε νομίζω ότι μου πάει.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Σου πάει τέλεια. Είναι θεϊκό όνομα. Έχει μια μουσική από μόνο του.
Προκαλεί δονήσεις.

ΤΖΑΚ:

Πραγματικά, Γκουέντολιν, πρέπει να πω πως υπάρχουν πολλά άλλα


ονόματα, πολύ πιο ωραία. Νομίζω ότι το «Τζακ», για παράδειγμα, είναι ένα
γοητευτικό όνομα.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Τζακ;… Όχι, υπάρχει πολύ λίγη μουσική στο όνομα «Τζακ», αν όχι
καθόλου. Δεν προκαλεί ούτε ρίγος, ούτε κάποια δόνηση… Έχω γνωρίσει
μερικούς Τζακ και όλοι ανεξαιρέτως ήταν περισσότερο απλοί απ’ ό,τι
συνήθως. Επιπλέον, έχει άμεση σχέση με το «Τζον»! Και λυπάμαι
οποιαδήποτε γυναίκα που είναι παντρεμένη με κάποιον που τον λένε Τζον.
Μάλλον δε θα της επιτρεπόταν ποτέ να γνωρίσει τη μαγευτική ευχαρίστηση
που προκαλεί κάθε απλή στιγμή.

21
ΤΖΑΚ:

Γκουέντολιν, πρέπει να βαφτιστώ αμέσως, θέλω να πω, πρέπει να


παντρευτούμε αμέσως. Δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Να παντρευτούμε, κύριε Γουόρθινγκ;

ΤΖΑΚ:

(Έκπληκτος.) Μα… βέβαια. Ξέρεις ότι σε αγαπάω και με έκανες να πιστέψω


ότι δε σου είμαι καθόλου αδιάφορος.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Σε λατρεύω. Αλλά δε μου έχεις κάνει πρόταση ακόμα. Δεν έχουμε πει
τίποτα για γάμο. Δεν έχουμε αγγίξει καν αυτό το θέμα.

ΤΖΑΚ:

Λοιπόν; Μπορώ να σε ζητήσω σε γάμο;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Νομίζω ότι είναι μια θαυμάσια ευκαιρία. Και για να σας γλιτώσω από
σίγουρη απογοήτευση, κύριε Γουόρθινγκ, το θεωρώ σωστό να σας πω εκ
των προτέρων με απόλυτη ειλικρίνεια ότι είμαι αποφασισμένη να δεχτώ την
πρότασή γάμου σας.

ΤΖΑΚ:

Γκουέντολιν!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ναι, κύριε Γουόρθινγκ, τι έχετε να μου πείτε;

ΤΖΑΚ:

Ξέρεις τι έχω να σου πω.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ναι, αλλά δεν μου το λέτε.

ΤΖΑΚ:

Γκουέντολιν, θα με παντρευτείς; (Γονατίζει.)

22
ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Φυσικά, αγάπη μου. Πόσο καιρό το σχεδιάζεις; Φοβάμαι ότι έχεις πολύ
μικρή εμπειρία στις προτάσεις γάμου.

ΤΖΑΚ:

Καλή μου, δεν έχω αγαπήσει ποτέ καμία άλλη εκτός από σένα.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ναι, αλλά οι άντρες συχνά κάνουν πρόταση γάμου για εξάσκηση. Ξέρω ότι
έτσι κάνει ο αδερφός μου ο Τζέραλντ. Όλες οι φίλες μου έτσι μου λένε. Τι
θαυμάσια μπλε μάτια έχεις, Έρνεστ! Είναι αρκετά μπλε. Ελπίζω να με
κοιτάς πάντα έτσι, ειδικά όταν είναι και άλλοι άνθρωποι παρόντες.

(Μπαίνει η λαίδη Μπράκνελ.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Κύριε Γουόρθινγκ; Σηκωθείτε αμέσως από αυτή τη στάση. Είναι πάρα πολύ
άκομψη.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Μαμά; (Ο Τζακ προσπαθεί να σηκωθεί. Η Γκουέντολιν τον αποτρέπει.) Σε


παρακαλώ να φύγεις αμέσως. Δεν έχεις θέση εδώ. Επιπλέον, ο κύριος
Γουόρθινγκ δεν έχει τελειώσει ακόμα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Μπορώ να μάθω τι δεν έχει τελειώσει;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Είμαι αρραβωνιασμένη με τον κύριο Γουόρθινγκ, μαμά.

(Σηκώνονται μαζί.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Με συγχωρείς, αλλά δεν είσαι αρραβωνιασμένη με κανέναν. Όταν πράγματι


αρραβωνιαστείς, εγώ ή ο πατέρας σου, αν το επιτρέπει η υγεία του, θα σε
ενημερώσουμε. Ένας αρραβώνας θα έπρεπε να έρχεται σαν έκπληξη,
ευχάριστη ή δυσάρεστη, σε ένα νεαρό κορίτσι. Ποτέ δεν είναι κάτι που
μπορεί να το κανονίσει μόνη της. Και τώρα θα ήθελα να σας υποβάλω

23
μερικές ερωτήσεις, κύριε Γουόρθινγκ. Όσο εγώ θα παίρνω αυτές τις
πληροφορίες, εσύ, Γκουέντολιν, θα με περιμένεις κάτω στην άμαξα.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Επιτιμητικά.) Μαμά!

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Στην άμαξα, Γκουέντολιν! (Η Γκουέντολιν πηγαίνει στην πόρτα. Εκείνη και ο


Τζακ στέλνουν φιλιά ο ένας στον άλλον πίσω από την πλάτη της λαίδης
Μπράκνελ. Κοιτάει αόριστα σαν να μην καταλαβαίνει τι θόρυβος είναι αυτός.
Τελικά γυρίζει το κεφάλι της.) Γκουέντολιν, στην άμαξα!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ναι, μαμά. (Βγαίνει κοιτάζοντας τον Τζακ.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Κάθεται.) Μπορείτε να καθίσετε, κύριε Γουόρθινγκ.

(Ψάχνει στην τσέπη της για σημειωματάριο και μολύβι.)

ΤΖΑΚ:

Σας ευχαριστώ, λαίδη Μπράκνελ, προτιμώ να μείνω όρθιος.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Με το μολύβι και το σημειωματάριο στο χέρι.) Είμαι υποχρεωμένη να σας


πω ότι δεν είστε στη λίστα μου με τους υποψήφιους γαμπρούς, παρόλο που
είναι ίδια με αυτή της δούκισσας του Μπόλτον. Συνεργαζόμαστε, άλλωστε.
Ωστόσο, είμαι πρόθυμη να καταχωρήσω το όνομά σας, αν οι απαντήσεις
σας είναι αυτές που χρειάζεται μια πραγματικά στοργική μητέρα.
Καπνίζετε;

ΤΖΑΚ:

Μάλιστα, παραδέχομαι ότι καπνίζω.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Χαίρομαι. Ένας άντρας θα πρέπει πάντα να έχει κάποιου είδους συνήθεια.


Υπάρχουν πολλοί άεργοι άντρες στο Λονδίνο σήμερα. Πόσο χρονών είστε;

ΤΖΑΚ:

24
Είκοσι εννιά.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Πολύ καλή ηλικία για να παντρευτείς. Πάντα πίστευα ότι ένας άντρας που
επιθυμεί να παντρευτεί θα πρέπει ή να ξέρει τα πάντα ή να μην ξέρει τίποτα.
Τι από τα δυο ξέρετε;

ΤΖΑΚ:

(Μετά από λίγο δισταγμό.) Δεν ξέρω τίποτα, λαίδη Μπράκνελ.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Χαίρομαι που το ακούω αυτό. Δεν εγκρίνω τίποτα που να χαλάει την έμφυτη
άγνοια. Η άγνοια είναι σαν ένα λεπτό εξωτικό φρούτο. Αν την αγγίξεις, το
άρωμα χάνεται. Όλη η θεωρία της μοντέρνας εκπαίδευσης είναι εντελώς
λανθασμένη. Ευτυχώς, στην Αγγλία, η εκπαίδευση δεν έχει καμία επίδραση
σε κανέναν. Αν είχε, θα ήταν σοβαρός κίνδυνος για τις ανώτερες τάξεις και
μπορεί να οδηγούσε σε βιαιοπραγίες στην πλατεία Γκρόσβενορ. Τι εισόδημα
έχετε;

ΤΖΑΚ:

Εφτά με οχτώ χιλιάδες λίρες το χρόνο.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Σημειώνει στο σημειωματάριό της.) Σε κτήματα ή σε επενδύσεις;

ΤΖΑΚ:

Κυρίως σε επενδύσεις.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Καλό αυτό. Η γη έχει σταματήσει να είναι κέρδος ή ευχαρίστηση, επειδή


δημιουργεί καθήκοντα όσο ζεις και αναγνωρίζονται μετά το θάνατό σου. Σου
δίνει κάποια θέση, αλλά σε αποτρέπει από το να τη διατηρήσεις. Αυτά μπορώ
να πω για τη γη.

ΤΖΑΚ:

Έχω ένα εξοχικό σπίτι με μερικά κτήματα, περίπου χίλια πεντακόσια


στρέμματα, αλλά το πραγματικό μου εισόδημα δε βασίζεται εκεί. Στην
πραγματικότητα, απ’ ό,τι έχω καταλάβει, οι μόνοι που κερδίζουν κάτι από
αυτό είναι οι λαθροκυνηγοί.

25
ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Εξοχικό; Πόσα δωμάτια; Αυτό το σημείο μπορεί να λυθεί και μετά. Έχετε
σπίτι στο Λονδίνο, υποθέτω. Ένα κορίτσι με απλή, αθώα φύση, όπως η
Γκουέντολιν, δεν είναι σχεδόν καθόλου αναμενόμενο να κατοικήσει στην
εξοχή.

ΤΖΑΚ:

Λοιπόν, έχω ένα σπίτι στην πλατεία Μπελγκρέιβ, αλλά νοικιάζεται με το


χρόνο στη Λαίδη Μπλόξχαμ. Βέβαια, μπορώ να το πάρω πίσω, όποτε θέλω,
μέσα σε έξι μήνες.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Λαίδη Μπλόξχαμ; Δεν την ξέρω.

ΤΖΑΚ:

Πολύ λίγο βγαίνει έξω. Είναι μια κυρία πολύ προχωρημένης ηλικίας.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Στις μέρες μας κανείς δεν εγγυάται την ευπρέπεια του χαρακτήρα. Σε ποιον
αριθμό στην πλατεία Μπελγκρέιβ;

ΤΖΑΚ:

149.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Κουνώντας το κεφάλι της.) Η παλιομοδίτικη πλευρά. Νόμιζα ότι κάτι


υπήρχε εκεί. Ωστόσο, αυτό μπορεί να αλλάξει εύκολα.

ΤΖΑΚ:

Εννοείτε τη μόδα ή την περιοχή;

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Αυστηρά.) Υποθέτω και τα δυο αν χρειαστεί. Ποιες είναι οι πολιτικές σας


πεποιθήσεις;

ΤΖΑΚ:

Φοβάμαι πως δεν έχω καμία. Είμαι οπαδός της Φιλελεύθερης Ένωσης.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:
26
Αυτοί μετράνε ως Συντηρητικοί. Μαζί μας τρώνε. Ή έρχονται σαν επισκέπτες
το βράδυ, τέλος πάντων. Τώρα σε δευτερεύοντα θέματα. Ζουν οι γονείς σας;

ΤΖΑΚ:

Έχω χάσει και τους δυο μου γονείς.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Και τους δυο; Το να χάσεις ένα γονιό μπορεί να θεωρηθεί ατυχία. Το να


χάσεις και τους δυο μοιάζει με απροσεξία. Ποιος ήταν ο πατέρας σας;
Προφανώς και θα ήταν πάμπλουτος. Γεννήθηκε σε αυτό που ονομάζουν οι
ριζοσπαστικές εφημερίδες «κόσμος του εμπορίου» ή ανήλθε από τις τάξεις
της αριστοκρατίας;

ΤΖΑΚ:

Φοβάμαι πως πραγματικά δεν ξέρω. Η αλήθεια είναι, λαίδη Μπράκνελ, ότι
είπα πως έχασα τους γονείς μου. Θα ήταν πιο σωστό να πω ότι οι γονείς μου
φαίνεται να έχασαν εμένα… Ειλικρινά, δεν ξέρω από πού κατάγομαι. Με
άλλα λόγια, με βρήκαν.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Σας βρήκαν;

ΤΖΑΚ:

Ο μακαρίτης ο Τόμας Κάρντιου, ένας ηλικιωμένος κύριος με φιλάνθρωπο και


καλοσυνάτο χαρακτήρα, με βρήκε και μου έδωσε το όνομα «Γουόρθινγκ»,
γιατί έτυχε να έχει εισιτήριο πρώτης θέσης για το Γουόρθινγκ στην τσέπη του
όλη την ώρα. Είναι ένα παραθαλάσσιο θέρετρο και βρίσκεται στο Σάσεξ.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Πού σας βρήκε αυτός ο φιλάνθρωπος κύριος που είχε εισιτήριο πρώτης θέσης
για αυτό το παραθαλάσσιο θέρετρο;

ΤΖΑΚ:

(Σοβαρά.) Σε μια γυναικεία τσάντα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Γυναικεία τσάντα;

ΤΖΑΚ:

27
(Πολύ σοβαρά.) Ναι, λαίδη Μπράκνελ. Ήμουν μέσα σε μια μεγάλη, μαύρη
και δερμάτινη γυναικεία τσάντα με χερούλια. Για την ακρίβεια, μια
συνηθισμένη γυναικεία τσάντα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Σε ποιο μέρος βρήκε τυχαία αυτός ο κύριος Τόμας Κάρντιου αυτή την
συνηθισμένη τσάντα;

ΤΖΑΚ:

Στην αίθουσα αποσκευών του σταθμού της Βικτόρια! Του έδωσαν αυτή αντί
για τη δική του.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Στην αίθουσα αποσκευών του σταθμού της Βικτόρια;

ΤΖΑΚ:

Ναι. Στη γραμμή Μπράιτον.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Αυτή η γραμμή είναι ασήμαντη, κύριε Γουόρθινγκ. Ομολογώ ότι νιώθω


κάπως αμήχανα με αυτά που μόλις μου είπατε. Το να γεννηθείς ή,
τουλάχιστον, το να μεγαλώσεις σε μια γυναικεία τσάντα, είτε έχει χερούλια
είτε όχι, μου φαίνεται ότι φανερώνει μια περιφρόνηση για τις συνηθισμένες
ευπρέπειες της οικογενειακής ζωής, κάτι που θυμίζει τις χειρότερες
αγριότητες της Γαλλικής Επανάστασης. Και φαντάζομαι πως ξέρετε που
οδήγησε αυτό το ατυχές κίνημα. Όσο για το μέρος που βρέθηκε η τσάντα, μια
αίθουσα αποσκευών σε σιδηροδρομικό σταθμό μπορεί να είναι χρήσιμη στο
να κρύψει μια κοινωνική αδιακρισία, αλλά δε θα μπορούσε να θεωρηθεί
εξασφαλισμένη βάση για μια αναγνωρισμένη θέση στην καλή κοινωνία.

ΤΖΑΚ:

Μπορώ να μάθω τότε τι θα με συμβουλεύατε να κάνω; Περιττό να πω ότι θα


έκανα οτιδήποτε στον κόσμο για να εξασφαλίσω την ευτυχία της
Γκουέντολιν.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Θα σας συμβούλευα έντονα, κύριε Γουόρθινγκ, να προσπαθήσετε να


αποκτήσετε μερικούς συγγενείς όσο το δυνατόν συντομότερα και να

28
επινοήσετε οπωσδήποτε ένα γονιό, οποιουδήποτε φύλου, πριν τελειώσει η
σεζόν.

ΤΖΑΚ:

Μα, δεν ξέρω πώς θα μπορούσα να καταφέρω κάτι τέτοιο. Μπορώ να


επινοήσω την τσάντα οποιαδήποτε στιγμή, μιας και είναι στο δοκιμαστήριό
μου στο σπίτι. Νομίζω πραγματικά ότι αυτό θα σας ικανοποιούσε, λαίδη
Μπράκνελ.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Εμένα, κύριε; Τι έχει να κάνει αυτό με μένα; Δε φαντάζεστε ότι εγώ και ο
λόρδος Μπράκνελ θα σκεφτόμασταν να επιτρέψουμε στη μοναχοκόρη μας –
ένα κορίτσι που μεγάλωσε με το ύψιστο ενδιαφέρον– να παντρευτεί σε μια
αίθουσα αποσκευών και να δημιουργήσει συμμαχία με ένα δέμα; Καλημέρα
σας, κύριε Γουόρθινγκ!

(Η λαίδη Μπράκνελ βγαίνει με μεγαλοπρεπή αγανάκτηση.)

ΤΖΑΚ:

Καλημέρα! (Ο Άλτζερνον, από το άλλο δωμάτιο, αρχίζει να παίζει το γαμήλιο


εμβατήριο. Ο Τζακ γίνεται τελείως έξαλλος και πάει στην πόρτα.) Για όνομα
του Θεού, Άλτζυ, μην παίζεις αυτή την απαίσια μελωδία! Μα είσαι τόσο
ηλίθιος!

(Η μουσική σταματάει και ο Άλτζερνον μπαίνει ζωηρά.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν πήγε καλά, φιλαράκο; Δε φαντάζομαι η Γκουέντολιν να αρνήθηκε;


Ξέρω ότι έχει τρόπο που το κάνει. Πάντα λέει «όχι» στους ανθρώπους.
Νομίζω ότι είναι πολύ άσχημο εκ μέρους της.

ΤΖΑΚ:

Η Γκουέντολιν είναι εντάξει. Όσον αφορά αυτή, είμαστε αρραβωνιασμένοι.


Η μητέρα της είναι τελείως ανυπόφορη. Ποτέ μου δεν έχω συναντήσει
τέτοια Μέδουσα… Δεν ξέρω σαν τι μοιάζει μια Μέδουσα, αλλά είμαι
αρκετά σίγουρος ότι η λαίδη Μπράκνελ είναι. Εν πάση περιπτώσει, είναι
ένα τέρας, χωρίς να είναι μύθος, το οποίο είναι μάλλον άδικο. Με
συγχωρείς, Άλτζυ, δεν έπρεπε να μιλήσω έτσι για τη θεία σου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

29
Αγαπητέ μου, μου αρέσει να βρίζουν τους συγγενείς μου. Είναι ο μόνος
τρόπος για να τους αντέχω. Οι συγγενείς είναι απλά ένα βαρετό τσούρμο
ανθρώπων που δεν έχουν την παραμικρή γνώση του πώς να ζουν, ούτε την
παραμικρή ιδέα για το πότε θα πεθάνουν.

ΤΖΑΚ:

Ανοησίες!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν είναι!

ΤΖΑΚ:

Δε θα τσακωθώ μαζί σου για αυτό το θέμα. Πάντα θες να τσακώνεσαι για
διάφορα θέματα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Για αυτό ακριβώς υπάρχουν τα θέματα.

ΤΖΑΚ:

Θεέ μου, έτσι και το σκεφτόμουν εγώ αυτό, θα αυτοκτονούσα. (Παύση.)


Νομίζεις ότι υπάρχει πιθανότητα να γίνει η Γκουέντολιν σαν τη μητέρα της
σε εκατόν πενήντα χρόνια περίπου, έτσι δεν είναι, Άλτζυ;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Όλες οι γυναίκες γίνονται σαν τις μητέρες τους. Αυτή είναι η τραγωδία τους.
Κανένας άντρας δε γίνεται σαν τη μητέρα του. Αυτή είναι η δική του
τραγωδία.

ΤΖΑΚ:

Τώρα αυτό είναι έξυπνο;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Είναι τέλεια διατυπωμένο! Και τόσο σωστό όσο οποιαδήποτε παρατήρηση


για την πολιτισμένη ζωή.

ΤΖΑΚ:

Έχω σιχαθεί μέχρι αηδίας την εξυπνάδα. Όλοι είναι έξυπνοι στις μέρες μας.
Πουθενά δεν μπορείς να πας χωρίς να συναντήσεις έξυπνους ανθρώπους.

30
Αυτό το πράγμα έχει γίνει απόλυτος δημόσιος μπελάς. Ειλικρινά, μακάρι να
είχαν μείνει μερικοί ηλίθιοι.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Έχουν μείνει.

ΤΖΑΚ:

Θα ήθελα να τους συναντήσω οπωσδήποτε. Για τι πράγμα μιλάνε;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Οι ηλίθιοι; Μα, για τους έξυπνους, φυσικά.

ΤΖΑΚ:

Τι ηλίθιοι!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Επί τη ευκαιρία, είπες στη Γκουέντολιν την αλήθεια για το ότι είσαι ο
Έρνεστ στην πόλη και ο Τζακ στην εξοχή;

ΤΖΑΚ:

(Πολύ προστατευτικά.) Αγαπητέ μου, η αλήθεια δεν είναι κάτι που λες σε
ένα ωραίο κορίτσι με καλούς τρόπους. Μα τι περίεργες ιδέες που έχεις για
το πώς θα έπρεπε να συμπεριφερόμαστε σε μια γυναίκα!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ο μόνος τρόπος να συμπεριφέρεσαι καλά σε μια γυναίκα είναι να μιλάς σε


εκείνη αν είναι όμορφη και σε κάποια άλλη αν είναι άσχημη.

ΤΖΑΚ:

Ανοησίες.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Και ο αδερφός σου; Ο ακόλαστος Έρνεστ;

ΤΖΑΚ:

Πριν τελειώσει αυτή η βδομάδα, θα τον ξεφορτωθώ. Θα πω ότι πέθανε στο


Παρίσι από αποπληξία. Πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν από αποπληξία έτσι
ξαφνικά, έτσι δεν είναι;

31
ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, αλλά είναι κληρονομική. Είναι κάτι που το έχουν οι οικογένειες.


Καλύτερα να πεις ένα σοβαρό κρυολόγημα.

ΤΖΑΚ:

Είσαι σίγουρος ότι ένα σοβαρό κρυολόγημα δεν είναι κληρονομικό ή κάτι
τέτοιο;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Φυσικά και δεν είναι!

ΤΖΑΚ:

Πολύ καλά, λοιπόν! Ο καημένος ο αδερφός μου ο Έρνεστ μεταφέρεται


ξαφνικά στο Παρίσι εξαιτίας ενός σοβαρού κρυολογήματος. Αυτό το
ξεφορτώνει.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα νόμιζα… εσύ δεν είπες ότι η δεσποινίς Κάρντιου ενδιαφέρεται πάρα


πολύ για τον καημένο τον αδερφό σου; Δε θα της είναι μεγάλη η απώλειά
του;

ΤΖΑΚ:

Δεν υπάρχει πρόβλημα. Μπορώ να πω πως η Σέσιλυ δεν είναι ανόητο


ρομαντικό κορίτσι. Έχει τεράστια όρεξη, πηγαίνει μεγάλους περιπάτους και
δεν προσέχει καθόλου στα μαθήματά της.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θα ήθελα να γνωρίσω τη Σέσιλυ.

ΤΖΑΚ:

Θα φροντίσω καλά να μην τη γνωρίσεις ποτέ. Είναι πάρα πολύ όμορφη και
είναι μόνο δεκαοχτώ χρονών.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Έχεις πει στη Γκουέντολιν ότι έχεις μια πάρα πολύ όμορφη κηδεμονευόμενη
που είναι μόνο δεκαοχτώ χρονών;

ΤΖΑΚ:

32
Αυτά δεν τα βγάζουμε στη φόρα. Η Σέσιλυ και η Γκουέντολιν θα γίνουν
σίγουρα πάρα πολύ καλές φίλες. Βάζω στοίχημα πως μετά από μισή ώρα
που θα συναντηθούν, θα αποκαλούν η μία την άλλη αδερφές.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Οι γυναίκες το κάνουν αυτό μόνο αφού έχουν πει πολλά άλλα η μία για την
άλλη. Τώρα, αν θες να κλείσεις καλό τραπέζι στου «Γουίλις», πραγματικά
πρέπει να πάμε να ντυθούμε. Το ξέρεις ότι είναι σχεδόν εφτά;

ΤΖΑΚ:

(Νευρικά.) Μα, πάντα είναι σχεδόν εφτά.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα, πεινάω.

ΤΖΑΚ:

Ποτέ δεν ήξερα πότε δεν πεινάς…

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τι θα κάνουμε μετά το φαγητό; Θα πάμε στο θέατρο;

ΤΖΑΚ:

Όχι! Δε μου αρέσει να ακούω.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Πάμε στη λέσχη τότε;

ΤΖΑΚ:

Όχι! Δε μου αρέσει να μιλάω.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μήπως τότε να πάμε στο «Εμπάιρ» στις δέκα;

ΤΖΑΚ:

Όχι! Δε μπορώ να κοιτάω εδώ κι εκεί. Είναι τόσο ανόητο.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τι να κάνουμε τότε;

33
ΤΖΑΚ:

Τίποτα!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Είναι πάρα πολύ δύσκολο να μην κάνεις τίποτα. Ωστόσο, δε με πειράζει


όταν δεν υπάρχει συγκεκριμένο αντικείμενο.

(Μπαίνει ο Λαίην.)

ΛΑΙΗΝ:

Η δεσποινίς Φαίαρφαξ.

(Μπαίνει η Γκουέντολιν. Ο Λαίην βγαίνει.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θεέ μου, Γκουέντολιν!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Σε παρακαλώ, Άλτζυ, γύρισε την πλάτη σου. Θέλω να μιλήσω ιδιαιτέρως με


τον κύριο Γουόρθινγκ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Γκουέντολιν, ειλικρινά δε νομίζω ότι μπορώ να το επιτρέψω αυτό.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Άλτζυ, πάντα υιοθετείς ανήθικη στάση απέναντι στη ζωή. Δεν είσαι αρκετά
μεγάλος για να το κάνεις αυτό. ( Ο Άλτζερνον αποχωρεί στο τζάκι.)

ΤΖΑΚ:

Αγάπη μου!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Έρνεστ, μπορεί να μην παντρευτούμε ποτέ. Από την έκφραση στο πρόσωπο
της μαμάς φοβάμαι πώς όχι. Λίγοι γονείς στις μέρες μας δίνουν σημασία στο
τι τους λένε τα παιδιά τους. Ο παλιομοδίτικος σεβασμός για τους νέους
εξαφανίζεται γρήγορα. Οποιαδήποτε επιρροή και να ασκούσα στη μαμά την
έχασα στην ηλικία των τριών. Αλλά αν και μας αποτρέπει από το να
παντρευτούμε και μπορεί να παντρευτώ κάποιον άλλο ή να παντρεύομαι

34
συχνά, τίποτα από αυτά που πιθανόν να κάνει δε θα αλλάξει την αιώνια
λατρεία μου για σένα.

ΤΖΑΚ:

Αγαπημένη μου Γκουέντολιν!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Η ιστορία της ρομαντικής σου καταγωγής, όπως μου τη διηγήθηκε η μαμά


με αρνητικά σχόλια, έχει βέβαια ξυπνήσει τις βαθύτερες πλευρές του
χαρακτήρα μου. Το χριστιανικό σου όνομα έχει μια ακαταμάχητη γοητεία.
Η απλότητα του χαρακτήρα σου μου είναι εντελώς ακατανόητη. Τη
διεύθυνσή σου στο Λονδίνο την έχω. Στην εξοχή ποια είναι;

ΤΖΑΚ:

Μένω σε μια έπαυλη, στο Γούλτον, Χερντφορντσάιρ.

(Ο Άλτζερνον, που ακούει προσεκτικά, χαμογελάει και γράφει τη διεύθυνση


στο μανικέτι του. Μετά πιάνει το σιδηροδρομικό οδηγό.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Υποθέτω πως η ταχυδρομική υπηρεσία είναι καλή. Μπορεί να χρειαστεί να


κάνω τίποτα απελπισμένο. Αυτό φυσικά θα πρέπει να το σκεφτώ σοβαρά.
Θα επικοινωνώ μαζί σου τακτικά.

ΤΖΑΚ:

Αγάπη μου!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Πόσο καιρό θα μείνεις στο Λονδίνο;

ΤΖΑΚ:

Μέχρι τη Δευτέρα.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ωραία! Άλτζυ, μπορείς να γυρίσεις.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ευχαριστώ, έχω ήδη γυρίσει.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:
35
Μπορείς να χτυπήσεις και το κουδούνι.

ΤΖΑΚ:

Να σε συνοδέψω μέχρι την άμαξα, αγάπη μου;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Βεβαίως.

ΤΖΑΚ:

(Στο Λαίην, που μπαίνει τώρα.) Θα συνοδέψω τη δεσποινίδα Φαίαρφαξ


μέχρι έξω.

ΛΑΙΗΝ:

Μάλιστα, κύριε. (Ο Τζακ και η Γκουέντολιν φεύγουν.)

(Ο Λαίην παρουσιάζει στον Άλτζερνον μερικά γράμματα σε ένα δίσκο.


Υποτίθεται ότι είναι λογαριασμοί, καθώς ο Άλτζερνον, αφού κοιτάει τους
φακέλους, τους σκίζει.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ένα ποτήρι σέρυ, Λαίην.

ΛΑΙΗΝ:

Μάλιστα, κύριε.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αύριο, Λαίην, θα πάω για μπανμπερισμό.

ΛΑΙΗΝ:

Μάλιστα, κύριε.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μπορεί να μην είμαι πίσω μέχρι τη Δευτέρα. Ετοίμασέ μου όλα μου τα
ρούχα, καθώς και όλα τα κοστούμια του Μπάνμπερυ.

ΛΑΙΗΝ:

Μάλιστα, κύριε. (Του δίνει το σέρυ.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

36
Ελπίζω αύριο η μέρα να είναι καλή, Λαίην.

ΛΑΙΗΝ:

Ποτέ δεν είναι καλή, κύριε.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Λαίην, είσαι τελείως απαισιόδοξος.

ΛΑΙΗΝ:

Ό,τι μπορώ κάνω, κύριε.

(Μπαίνει ο Τζακ, βγαίνει ο Λαίην.)

ΤΖΑΚ:

Μα τι λογικό και έξυπνο κορίτσι! Το μόνο κορίτσι για το οποίο


ενδιαφέρθηκα στη ζωή μου. (Ο Άλτζερνον γελάει δυνατά.) Γιατί γελάς τώρα;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Είμαι λίγο αγχωμένος για τον καημένο τον Μπάνμπερυ, αυτό είναι όλο.

ΤΖΑΚ:

Αν δεν ενδιαφέρεσαι, ο φίλος σου ο Μπάνμπερυ θα σου δημιουργήσει


φοβερούς μπελάδες κάποια μέρα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Λατρεύω τους μπελάδες. Είναι οι μόνοι που δεν είναι ποτέ σοβαροί.

ΤΖΑΚ:

Ανοησίες, Άλτζυ. Δε λες τίποτα άλλο εκτός από ανοησίες.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ποτέ δε λέει κανείς ανοησίες.

(Ο Τζακ τον κοιτάζει με αγανάκτηση και φεύγει από το δωμάτιο. Ο Άλτζερνον


ανάβει τσιγάρο, διαβάζει το μανικέτι του και χαμογελάει.)

ΤΕΛΟΣ ΠΡΩΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

37
ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

Σκηνή: Κήπος στην έπαυλη, Ιούλιος. Μια σειρά γκρι πέτρινων σκαλιών οδηγεί
στο σπίτι. Ο κήπος, παλιομοδίτικος και γεμάτος από τριαντάφυλλα. Ψάθινες
καρέκλες και ένα τραπέζι καλυμμένο με βιβλία βρίσκονται κάτω από ένα
μεγάλο έλατο.

(Η μις Πρισμ κάθεται στο τραπέζι. Η Σέσιλυ είναι στο πίσω μέρος του σπιτιού
και ποτίζει τα λουλούδια.)

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Φωνάζοντας.) Σέσιλυ! Σέσιλυ! Είμαι σίγουρη ότι μια τόσο ωφελιμιστική


απασχόληση όπως το πότισμα των λουλουδιών δεν είναι δικό σου καθήκον,
αλλά του Μόλτον. Ειδικά τη στιγμή που οι πνευματικές σου απολαύσεις σε
περιμένουν. Η γραμματική των γερμανικών είναι στο τραπέζι. Άνοιξέ την
στη σελίδα δεκαπέντε, παρακαλώ. Θα επαναλάβουμε το χτεσινό μάθημα.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Περπατώντας αργά.) Μα δε μου ταιριάζουν τα γερμανικά. Δε μου είναι


καθόλου ταιριαστή γλώσσα. Ξέρω πολύ καλά ότι φαίνομαι αρκετά άσχημη
μετά το μάθημα των γερμανικών.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Παιδί μου, ξέρεις πόσο αγχώνεται ο κηδεμόνας σου για τη βελτίωσή σου.
Έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στα γερμανικά σου, μιας και έφευγε για το
Λονδίνο χτες. Ειλικρινά, δίνει πάντα βαρύτητα στα γερμανικά όταν φεύγει
για το Λονδίνο.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ο θείος Τζακ είναι τόσο σοβαρός! Μερικές φορές είναι τόσο σοβαρός που
νομίζω ότι δεν είναι αρκετά καλά στα μυαλά του.

38
ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Ανασηκώνεται.) Ο κηδεμόνας σου χαίρει άκρας υγείας και η βαρύτητα της


συμπεριφοράς του πρέπει να επαινείται ειδικά σε κάποιον σχετικά νέο
άνθρωπο σαν και αυτόν. Δεν ξέρω κανέναν που να έχει υψηλότερη αίσθηση
καθήκοντος και υπευθυνότητας.

ΣΕΣΙΛΥ:

Υποθέτω πως για αυτό μοιάζει σαν να βαριέται λίγο όταν είμαστε μαζί εμείς
οι τρεις.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Σέσιλυ, με εκπλήττεις. Ο κύριος Γουόρθινγκ έχει περάσει πολλά στη ζωή


του. Η άσκοπη χαρά και η κοινοτοπία θα ήταν εκτός θέματος στις
συζητήσεις του. Θα πρέπει να θυμάσαι το άγχος του για αυτό τον άτυχο
νεαρό, τον αδερφό του.

ΣΕΣΙΛΥ:

Μακάρι να επέτρεπε ο θείος Τζακ σε αυτόν τον άτυχο νεαρό να ερχόταν εδώ
μερικές φορές. Μπορεί να τον επηρεάσουμε θετικά, μις Πρισμ. Είμαι
σίγουρη ότι εσείς θα του ασκούσατε. Ξέρετε γερμανικά και γεωλογία και
κάτι τέτοια πράγματα επηρεάζουν πάρα πολύ έναν άντρα. (Η Σέσιλυ αρχίζει
να γράφει στο ημερολόγιό της.)

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Κουνώντας το κεφάλι της.) Δε νομίζω πως θα μπορούσα να επηρεάσω


θετικά ένα χαρακτήρα που σύμφωνα με την ομολογία του αδερφού του είναι
ανεπανόρθωτα αδύναμος και αμφιταλαντεύεται. Ειλικρινά, δεν είμαι
σίγουρη αν θα ήθελα να τον θεραπεύσω. Δεν είμαι υπέρ αυτής της
μοντέρνας μανίας να μετατρέπω τους κακούς ανθρώπους σε καλούς μέσα σε
μια στιγμή. Ό,τι σπέρνεις θερίζεις. Βάλε στην άκρη το ημερολόγιό σου,
Σέσιλυ. Δε βλέπω καν το λόγο να κρατάς ημερολόγιο.

ΣΕΣΙΛΥ:

Κρατάω ημερολόγιο για να μπορώ να μπαίνω στα θαυμάσια μυστικά της


ζωής μου. Αν δεν τα έγραφα, μπορεί και να τα ξεχνούσα.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Η μνήμη, Σέσιλυ, είναι το ημερολόγιο που κουβαλάμε όλοι μας.

39
ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, αλλά συνήθως εξιστορεί τα πράγματα που δεν έχουν συμβεί ποτέ και
που δε θα μπορούσαν να συμβούν ποτέ. Πιστεύω ότι η μνήμη είναι
υπεύθυνη για όλα σχεδόν τα ρομαντικά μυθιστορήματα που μας στέλνει ο
Μούντι.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Μη μιλάς προσβλητικά για τα ρομαντικά μυθιστορήματα, Σέσιλυ. Εγώ η


ίδια έγραψα ένα παλιότερα.

ΣΕΣΙΛΥ:

Αλήθεια, μις Πρισμ; Μα πόσο έξυπνη είστε! Ελπίζω να μην είχε αίσιο
τέλος. Δε μου αρέσουν τα μυθιστορήματα με αίσιο τέλος. Μου προκαλούν
μεγάλη κατάθλιψη.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Οι καλοί είχαν αίσιο τέλος και οι κακοί άσχημο. Αυτό σημαίνει πεζογραφία.

ΣΕΣΙΛΥ:

Έτσι νομίζω, αλλά μου φαίνεται πολύ άδικο. Εκδόθηκε ποτέ το


μυθιστόρημά σας;

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Αλίμονο, όχι! Δυστυχώς, το χειρόγραφο εγκαταλείφθηκε, με την έννοια ότι


χάθηκε. Στη δουλειά σου, παιδί μου, αυτές οι σκέψεις είναι ασύμφορες.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Χαμογελώντας.) Μα να, βλέπω τον αιδεσιμότατο Τσάσουμπλ να έρχεται


από τον κήπο.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Σηκώνεται και προχωράει.) Αιδεσιμότατε Τσάσουμπλ! Μα τι χαρά,


ειλικρινά!

(Μπαίνει ο αιδεσιμότατος Τσάσουμπλ.)

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Πώς είστε σήμερα; Είμαι σίγουρος, μις Πρισμ, πως είστε καλά.

40
ΣΕΣΙΛΥ:

Η μις Πρισμ μόλις τώρα παραπονιόταν για έναν ελαφρό πονοκέφαλο.


Νομίζω πως θα της έκανε πολύ καλό να πάει έναν μικρό περίπατο μαζί σας
στο πάρκο, αιδεσιμότατε Τσάσουμπλ.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Σέσιλυ, δεν είπα τίποτα για πονοκέφαλο.

ΣΕΣΙΛΥ:

Το ξέρω, μις Πρισμ, αλλά ένιωσα ότι είχατε πονοκέφαλο. Ειλικρινά, αυτό
σκεφτόμουν και όχι το μάθημα των γερμανικών όταν εμφανίστηκε ο ιερέας.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Ελπίζω να μην είσαι απρόσεκτη, Σέσιλυ.

ΣΕΣΙΛΥ:

Φοβάμαι πως είμαι.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Περίεργο. Αν ήμουν αρκετά τυχερός ώστε να είμαι μαθητής της μις Πρισμ,
θα κρεμόμουν από τα χείλη της. (Η μις Πρισμ τον αγριοκοιτάζει.)
Μεταφορικά μιλάω. Η μεταφορά μου προέρχεται από τις μέλισσες.
Υποθέτω πως ο κύριος Γουόρθινγκ δεν έχει έρθει ακόμα από το Λονδίνο;

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Τον περιμένουμε τη Δευτέρα το απόγευμα.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Α ναι, συνήθως του αρέσει να περνάει τις Κυριακές του στο Λονδίνο. Δεν
είναι από αυτούς που έχουν ως μοναδικό σκοπό τη διασκέδαση, όπως αυτός
ο άτυχος νεαρός που τυχαίνει να είναι αδερφός του. Έτσι λένε όλοι. Δεν
πρέπει να ενοχλώ άλλο την Ηγερία και τη μαθήτριά της.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Ηγερία; Λετίσια με λένε, αιδεσιμότατε.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

41
(Προσκυνάει.) Καθαρά κλασικός υπαινιγμός που προέρχεται από τους
παγανιστές συγγραφείς. Σίγουρα θα σας δω στον Εσπερινό, έτσι δεν είναι;

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Νομίζω, αγαπητέ μου αιδεσιμότατε, ότι θα πάω έναν περίπατο μαζί σας.
Φαίνεται πως έχω λίγο πονοκέφαλο και ο περίπατος θα μου κάνει καλό.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Ευχαρίστως, μις Πρισμ. Μπορούμε να πάμε μέχρι το πανεπιστήμιο και να


γυρίσουμε πίσω.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Θα ήταν πολύ ευχάριστο… Σέσιλυ, όσο θα λείπω, θα διαβάσεις Πολιτική


Οικονομία. Το κεφάλαιο «Πτώση της Ρουπίας» μπορείς να το παραλείψεις.
Είναι υπερβολικά εντυπωσιακό. Ακόμα και αυτά τα μεταλλικά προβλήματα
έχουν τη μελοδραματική τους πλευρά. (Κατεβαίνει στον κήπο με τον
αιδεσιμότατο Τσάσουμπλ.)

ΣΕΣΙΛΥ:

(Μαζεύει τα βιβλία και τα πετάει στο τραπέζι.) Απαίσια Πολιτική Οικονομία!


Απαίσια Γεωγραφία! Απαίσια, απαίσια Γερμανικά!

(Μπαίνει ο Μέρριμαν με μια κάρτα σε ένα δίσκο.)

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Ο κύριος Έρνεστ Γουόρθινγκ μόλις ήρθε από το σταθμό. Έχει φέρει μαζί
του τις βαλίτσες του.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Παίρνει την κάρτα και τη διαβάζει.) «Κύριος Έρνεστ Γουόρθινγκ, Β.4,


Ώλμπανυ». Ο αδερφός του θείου Τζακ! Του είπες ότι ο κύριος Γουόρθινγκ
ήταν στο Λονδίνο;

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Μάλιστα, κυρία. Φαινόταν πάρα πολύ απογοητευμένος. Είπα ότι εσείς και η
μις Πρισμ είστε στον κήπο. Μου είπε ότι ήθελε πολύ να σας μιλήσει
ιδιαιτέρως για λίγο.

ΣΕΣΙΛΥ:

42
Ζήτα από τον κύριο Γουόρθινγκ να έρθει εδώ. Υποθέτω ότι θα ήταν
καλύτερα να πεις στον οικονόμο να του ετοιμάσει ένα δωμάτιο.

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Μάλιστα, δεσποινίς. (Βγαίνει.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Δεν έχω ξανασυναντήσει ποτέ κάποιον τόσο πολύ κακό. Νιώθω κάπως
φοβισμένη. Φοβάμαι πως θα μοιάζει με όλους τους άλλους. (Μπαίνει ο
Άλτζερνον, πολύ χαρούμενος και ανέμελος.) Μοιάζει!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Βγάζει το καπέλο του.) Είμαι σίγουρος ότι εσύ είσαι η μικρή μου ξαδέρφη η
Σέσιλυ.

ΣΕΣΙΛΥ:

Κάνεις λάθος. Δεν είμαι μικρή. Στην πραγματικότητα, είμαι πολύ ψηλή για
την ηλικία μου. (Ο Άλτζερνον ξαφνιάζεται.) Αλλά πράγματι, είμαι η ξαδέρφη
σου η Σέσιλυ. Εσύ, απ’ ό,τι βλέπω στην κάρτα σου, είσαι ο αδερφός του
θείου Τζακ, ο κακός ξάδερφός μου ο Έρνεστ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα δεν είμαι καθόλου κακός, ξαδέρφη. Δεν πρέπει να νομίζεις ότι είμαι
κακός.

ΣΕΣΙΛΥ:

Αν δεν είσαι, τότε μας κοροϊδεύεις όλους με έναν πολύ ασυγχώρητο τρόπο.
Ελπίζω να μην κάνεις διπλή ζωή, παριστάνοντας ότι είσαι κακός, ενώ είσαι
πραγματικά καλός όλη την ώρα. Θα ήταν υποκρισία.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Την κοιτάει με κατάπληξη.) Μα φυσικά και είμαι απερίσκεπτος.

ΣΕΣΙΛΥ:

Χαίρομαι.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

43
Στην πραγματικότητα, τώρα που το ανέφερες, έχω τον τρόπο μου να είμαι
κακός.

ΣΕΣΙΛΥ:

Δε νομίζω να είσαι περήφανος για αυτό, αν και είμαι σίγουρη ότι θα πρέπει
να ήταν πολύ ευχάριστο.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Το να είμαι εδώ μαζί σου είναι πολύ πιο ευχάριστο.

ΣΕΣΙΛΥ:

Δεν μπορώ να καταλάβω καθόλου πώς είσαι εδώ. Ο θείος Τζακ θα γυρίσει
τη Δευτέρα το απόγευμα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μεγάλη απογοήτευση. Είμαι υποχρεωμένος να ανέβω στο Λονδίνο με το


πρώτο τρένο τη Δευτέρα το πρωί. Έχω ένα επαγγελματικό ραντεβού που
θέλω πολύ… να χάσω.

ΣΕΣΙΛΥ:

Δε θα μπορούσες να το χάσεις οπουδήποτε αλλού εκτός από το Λονδίνο;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Όχι, το ραντεβού είναι στο Λονδίνο.

ΣΕΣΙΛΥ:

Λοιπόν, ξέρω πόσο ασήμαντο είναι το να είσαι συνεπής σε ένα


επαγγελματικό ραντεβού αν θες να νιώσεις την ομορφιά της ζωής, αλλά και
πάλι, καλύτερα να περιμένεις μέχρι να γυρίσει ο θείος Τζακ. Απ’ όσο ξέρω,
θέλει να σου μιλήσει για τη μετανάστευσή σου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Την ποια;

ΣΕΣΙΛΥ:

Τη μετανάστευσή σου. Έχει πάει να αγοράσει τα ρούχα σου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

44
Και βέβαια δε θα άφηνα τον Τζακ να αγοράσει τα ρούχα μου. Δεν έχει
καθόλου γούστο στις γραβάτες.

ΣΕΣΙΛΥ:

Δε νομίζω ότι θα χρειαστείς γραβάτες. Ο θείος Τζακ θα σε στείλει στην


Αυστραλία.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Στην Αυστραλία; Καλύτερα να πεθάνω.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, την Τετάρτη το βράδυ στο δείπνο είπε ότι θα πρέπει να διαλέξεις
ανάμεσα σε αυτό τον κόσμο, τον άλλο και την Αυστραλία.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Εντάξει λοιπόν! Αυτά που μου έχουν πει για την Αυστραλία και τον άλλο
κόσμο δεν είναι και πολύ ενθαρρυντικά. Αυτός ο κόσμος είναι αρκετά
καλός για μένα, ξαδέρφη.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, αλλά είσαι εσύ αρκετά καλός για αυτόν;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Φοβάμαι πως όχι. Για αυτό θέλω να με αλλάξεις. Μπορείς να το δεις σαν
αποστολή, αν δε σε πειράζει, ξαδέρφη.

ΣΕΣΙΛΥ:

Φοβάμαι πως δεν έχω χρόνο σήμερα το απόγευμα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τότε, θα σε πείραζε να αλλάξω μόνος μου σήμερα το απόγευμα;

ΣΕΣΙΛΥ:

Είναι πολύ δονκιχωτικό εκ μέρους σου. Αλλά νομίζω πως πρέπει να


προσπαθήσεις.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θα προσπαθήσω. Νιώθω κιόλας καλύτερα.

45
ΣΕΣΙΛΥ:

Φαίνεσαι λίγο χειρότερα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Είναι που πεινάω.

ΣΕΣΙΛΥ:

Μα πώς δεν το σκέφτηκα! Θα έπρεπε να είχα θυμηθεί πως όποιος σκοπεύει


να ξεκινήσει μια εντελώς καινούρια ζωή απαιτεί τακτικά και υγιεινά
γεύματα. Δε θα έρθεις;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Σε ευχαριστώ. Μπορώ να έχω ένα λουλούδι στην κουμπότρυπά μου πρώτα;


Ποτέ δεν έχω όρεξη, εκτός κι αν έχω ένα λουλούδι.

ΣΕΣΙΛΥ:

Μαρεσάλ Νιελ; (Παίρνει το ψαλίδι.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Όχι, καλύτερα να έχω ένα ροζ τριαντάφυλλο.

ΣΕΣΙΛΥ:

Γιατί; (Κόβει ένα λουλούδι.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Γιατί είσαι σαν ροζ τριαντάφυλλο, ξαδέρφη.

ΣΕΣΙΛΥ:

Νομίζω πως δεν είναι σωστό να μου μιλάς έτσι. Η μις Πρισμ ποτέ δε μου
λέει τέτοια πράγματα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τότε η μις Πρισμ είναι μια κοντόφθαλμη γριά. (Η Σέσιλυ τοποθετεί το


τριαντάφυλλο στην κουμπότρυπά του.) Είσαι το πιο όμορφο κορίτσι που έχω
δει ποτέ.

ΣΕΣΙΛΥ:

Η μις Πρισμ λέει ότι η ομορφιά είναι παγίδα.

46
ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μια παγίδα στην οποία θα ήθελε να πέσει κάθε λογικός άντρας.

ΣΕΣΙΛΥ:

Δε νομίζω ότι θα με ενδιέφερε να γνωρίσω λογικό άντρα. Δε θα ήξερα τι να


του πω.

(Μπαίνουν στο σπίτι. Η μις Πρισμ και ο αιδεσιμότατος Τσάσουμπλ


επιστρέφουν.)

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Είστε πολύ μόνος, αιδεσιμότατε Τσάσουμπλ. Πρέπει να παντρευτείτε. Ένα


μισάνθρωπο τον καταλαβαίνω, αλλά ένα μισογύνη ποτέ!

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

(Με ύφος σοφού.) Πιστέψτε με, δεν αξίζω μια τόσο νεολογική έκφραση. Ο
κανόνας της Πρωταρχικής Εκκλησίας ήταν καθαρά εναντίον του γάμου.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Με πομπώδη τρόπο.) Αυτός είναι προφανώς ο λόγος που η Πρωταρχική


Εκκλησία δεν κράτησε μέχρι σήμερα. Επίσης, φαίνεται ότι δεν
συνειδητοποιείτε, αιδεσιμότατε, ότι με το να παραμένετε συνέχεια
ανύπαντρος, μετατρέπεστε σε ένα μόνιμο δημόσιο πειρασμό. Οι άντρες θα
έπρεπε να είναι πιο προσεκτικοί. Αυτή ακριβώς η αγαμία οδηγεί τα πιο
αδύναμα σκάφη στο στραβό δρόμο.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Μα δεν είναι το ίδιο ελκυστικός ένας άντρας όταν είναι παντρεμένος;

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Κανένας παντρεμένος δεν είναι ελκυστικός παρά μόνο στη γυναίκα του.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Και συχνά ούτε σε αυτήν, από ό,τι μου έχουν πει.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Αυτό εξαρτάται από τις πνευματικές ευαισθησίες της γυναίκας. Η


ωριμότητα είναι πάντα αξιόπιστη. Οι νέες γυναίκες είναι πράσινες. (Ο

47
αιδεσιμότατος Τσάσουμπλ ξαφνιάζεται.) Από άποψη κηπουρικής μιλάω. Η
μεταφορά μου προέρχεται από τα φρούτα. Μα πού είναι η Σέσιλυ;

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Μπορεί να μας ακολούθησε μέχρι το πανεπιστήμιο.

(Μπαίνει ο Τζακ αργά από το πίσω μέρος του κήπου. Είναι πολύ πένθιμα
ντυμένος και φοράει ένα καπέλο με κορδέλα και κρέπι καθώς και μαύρα
γάντια.)

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Κύριε Γουόρθινγκ!

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Κύριε Γουόρθινγκ;

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Μα τι έκπληξη, πραγματικά. Σας περιμέναμε τη Δευτέρα το απόγευμα.

ΤΖΑΚ:

(Ανταλλάσσει χειραψία με τη μις Πρισμ με τραγικό τρόπο.) Επέστρεψα


νωρίτερα από ό,τι περίμενα. Ελπίζω να είστε καλά, αιδεσιμότατε
Τσάσουμπλ.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Κύριε Γουόρθινγκ, πιστεύω ότι αυτό το θλιβερό ένδυμα δεν προμηνύει


κάποια τρομερή συμφορά, έτσι δεν είναι;

ΤΖΑΚ:

Ο αδερφός μου.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Κι άλλα επαίσχυντα χρέη και σπατάλες;

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Ακόμα κάνει ζωή με απολαύσεις;

ΤΖΑΚ:

(Κουνώντας το κεφάλι του.) Πέθανε!

48
ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Ο αδερφός σας ο Έρνεστ πέθανε;

ΤΖΑΚ:

Εντελώς.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Τι μάθημα θα του είναι κι αυτό! Σίγουρα θα επωφεληθεί

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Κύριε Γουόρθινγκ, τα θερμά μου συλληπητήρια. Τουλάχιστον σας


παρηγορεί το γεγονός ότι ήσαστε ο πιο γενναιόδωρος και επιεικής αδερφός.

ΤΖΑΚ:

Καημένε Έρνεστ! Είχε πολλά ελαττώματα, αλλά αυτό ήταν γερό χτύπημα.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Πολύ γερό, πράγματι. Ήσαστε μαζί του ως το τέλος;

ΤΖΑΚ:

Όχι. Πέθανε στο εξωτερικό. Στο Παρίσι, για την ακρίβεια. Έλαβα ένα
τηλεγράφημα χτες το βράδυ από το διευθυντή του Γκραν Χοτέλ.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Σας είπαν την αιτία θανάτου;

ΤΖΑΚ:

Ένα γερό κρυολόγημα, απ’ ό,τι φαίνεται.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Ό,τι σπέρνεις, θερίζεις.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

(Σηκώνοντας το χέρι του.) Δείξτε επιείκεια, μις Πρισμ! Κανείς μας δεν είναι
τέλειος. Εγώ προσωπικά είμαι ιδιαίτερα ευάλωτος στα ρεύματα αέρα. Η
ταφή θα λάβει χώρα εδώ;

ΤΖΑΚ:

49
Όχι. Μάλλον είχε εκφράσει την επιθυμία να ταφεί στο Παρίσι.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Στο Παρίσι; (Κουνάει το κεφάλι του.) Φοβάμαι ότι αυτό δείχνει το λιγότερο
ότι σχεδόν δεν ήταν στα καλά του. Σίγουρα θα θέλατε να κάνω μια μικρή
νύξη σε αυτή την τραγική οικογενειακή θλίψη την επόμενη Κυριακή. (Ο
Τζακ σφίγγει το χέρι του σπασμωδικά.) Η ομιλία μου για τη σημασία του
μάννα εξ ουρανού στην ερημιά μπορεί να προσαρμοστεί σχεδόν σε κάθε
περίσταση, είτε χαρούμενη είτε, όπως τώρα, θλιβερή. (Όλοι αναστενάζουν.)
Έχω κάνει κήρυγμα σε δοξολογίες μετά από κάποια συγκομιδή, βαφτίσια,
χρίσματα, μέρες ταπείνωσης και γιορτές. Την τελευταία φορά που έκανα
κήρυγμα ήταν στον Καθεδρικό Ναό για μια φιλανθρωπία. Ο Επίσκοπος, ο
οποίος ήταν παρών, ξαφνιάστηκε με μερικούς από τους παραλληλισμούς
που έκανα.

ΤΖΑΚ:

Τώρα που είπατε για βαφτίσια, αιδεσιμότατε Τσάσουμπλ, υποθέτω πως


ξέρετε να βαφτίζετε, σωστά; (Ο αιδεσιμότατος Τσάσουμπλ εκπλήσσεται.)
Θέλω να πω, φυσικά και βαφτίζετε συνέχεια, έτσι δεν είναι;

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Λυπάμαι που το λέω, αλλά είναι ένα από τα πιο συχνά καθήκοντα ενός
κληρικού σε αυτή την ενορία. Μιλάω συχνά στις φτωχότερες τάξεις για
αυτό το θέμα, αλλά μάλλον δεν ξέρουν τι είναι αποταμίευση.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Μα υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο μωρό για το οποίο ενδιαφέρεστε, κύριε


Γουόρθινγκ; Ο αδερφός ήταν ανύπαντρος, έτσι δεν είναι;

ΤΖΑΚ:

Ναι.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Πικρά.) Οι άνθρωποι που ζουν εξ ολοκλήρου για την ευχαρίστηση συνήθως


είναι ανύπαντροι.

ΤΖΑΚ:

50
Δεν είναι για παιδί, αιδεσιμότατε. Αγαπώ πολύ τα παιδιά. Όχι, η αλήθεια
είναι ότι εγώ ο ίδιος θα ήθελα να βαφτιστώ σήμερα το απόγευμα αν δεν
έχετε τίποτα καλύτερο να κάνετε.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Μα σίγουρα, κύριε Γουόρθινγκ, έχετε ήδη βαπτιστεί, έτσι δεν είναι;

ΤΖΑΚ:

Δεν το θυμάμαι καθόλου.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Αμφιβάλλετε;

ΤΖΑΚ:

Σίγουρα. Φυσικά και δεν ξέρω αν αυτό θα σας ενοχλούσε κάπως ή αν


νομίζετε ότι είμαι υπερβολικά μεγάλος τώρα.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Δε με ενοχλεί καθόλου. Το ράντισμα και η βύθιση των ενηλίκων στο νερό


είναι εντελώς κανονιστική συνήθεια.

ΤΖΑΚ:

Βύθιση;

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Δεν χρειάζεται να φοβάστε. Αυτό που είναι απαραίτητο ή, τώρα που το


σκέφτομαι, σωστό είναι το ράντισμα. Ο καιρός μας είναι τόσο
ευμετάβλητος. Τι ώρα θα θέλατε να γίνει η τελετή;

ΤΖΑΚ:

Μπορεί να περάσω κατά τις πέντε αν σας βολεύει.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Τέλεια! Για να πω την αλήθεια, έχω δυο παρόμοιες τελετές να


πραγματοποιήσω τότε. Μια περίπτωση διδύμων που συνέβη πρόσφατα σε
ένα από τα απόμερα εξοχικά κοντά στο κτήμα σας. Ο καημένος ο Τζέρκινς
ο καροτσιέρης είναι ένας πολύ εργατικός άνθρωπος.

ΤΖΑΚ:

51
Δεν το βρίσκω πολύ διασκεδαστικό να βαφτιστώ μαζί με άλλα μωρά. Θα
ήταν παιδαριώδες. Σας βολεύει στις πεντέμισι;

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Θαυμάσια! (Βγάζει το ρολόι.) Και τώρα, κύριε Γουόρθινγκ, δε θα ενοχλήσω


άλλο με την παρουσία μου σε ένα σπίτι θλίψης. Μόνο που θα σας
παρακαλούσα να μην σας καταβάλει ο πόνος. Αυτά που μας φαίνονται
πικρές δοκιμασίες είναι συχνά μασκαρεμένες τύχες.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Αυτό μου φαίνεται ολοφάνερη τύχη.

(Μπαίνει η Σέσιλυ από το σπίτι.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Θείε Τζακ! Χαίρομαι που σε ξαναβλέπω. Μα τι απαίσια ρούχα φοράς!


Πήγαινε να αλλάξεις.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Σέσιλυ!

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Τέκνον μου!

(Η Σέσιλυ πηγαίνει προς τον Τζακ. Αυτός της φιλάει το μέτωπο μελαγχολικά.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Τι συμβαίνει, θείε Τζακ; Δείξε ευτυχισμένος! Μοιάζει σαν να έχεις


πονόδοντο ενώ σου έχω μια έκπληξη! Ποιος νομίζεις ότι είναι στην
τραπεζαρία; Ο αδερφός σου;

ΤΖΑΚ:

Ποιος;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ο αδερφός σου ο Έρνεστ. Έφτασε πριν από μισή ώρα περίπου.

ΤΖΑΚ:

Ανοησίες! Δεν έχω αδερφό.

52
ΣΕΣΙΛΥ:

Μην το λες αυτό. Όσο άσχημα και να σου συμπεριφέρθηκε στο παρελθόν
είναι ακόμα ο αδερφός σου. Δεν μπορεί να είσαι τόσο άκαρδος ώστε να τον
απαρνηθείς. Θα του πω να βγει έξω και θα ανταλλάξεις χειραψία μαζί του,
έτσι δεν είναι, θείε Τζακ; (Τρέχει πίσω στο σπίτι.)

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Αυτά είναι πολύ ευχάριστα νέα.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Πάνω που πήραμε απόφαση την απώλειά του, αυτή η ξαφνική επιστροφή
του μου φαίνεται ιδιαίτερα καταθλιπτική.

ΤΖΑΚ:

Ο αδερφός μου στην τραπεζαρία; Δεν ξέρω τι σημαίνουν όλα αυτά. Μου
φαίνονται τελείως παράλογα.

(Μπαίνουν ο Άλτζερνον και η Σέσιλυ πιασμένοι χέρι-χέρι. Πλησιάζουν αργά


τον Τζακ.)

ΤΖΑΚ:

Θεέ και Κύριε! (Κάνει νόημα στον Άλτζερνον να φύγει.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αδερφέ Τζον, ήρθα από το Λονδίνο για να σου πω ότι λυπάμαι πολύ για
όλο τον μπελά που σου έχω προκαλέσει και ότι σκοπεύω να κάνω μια
καλύτερη ζωή στο μέλλον. (Ο Τζακ τον αγριοκοιτάζει και δεν ανταλλάσσει
χειραψία μαζί του.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Θείε Τζακ, δεν πρόκειται να αρνηθείς το χέρι του αδερφού σου, έτσι δεν
είναι;

ΤΖΑΚ:

Τίποτα δε θα με κάνει να ανταλλάξω χειραψία μαζί του. Νομίζω ότι είναι


ντροπή που ήρθε εδώ και ξέρει πολύ καλά γιατί.

ΣΕΣΙΛΥ:

53
Να είσαι καλός, θείε Τζακ. Σε όλους υπάρχει λίγη καλοσύνη. Ο Έρνεστ
μόλις μου έλεγε για τον καημένο τον άρρωστο φίλο του, τον κύριο
Μπάνμπερυ, τον οποίο επισκέπτεται πολύ συχνά. Και σίγουρα υπάρχει
πολλή καλοσύνη σε κάποιον που είναι ευγενικός με έναν άρρωστο και
αφήνει τις χαρές του Λονδίνου για να κάτσει δίπλα του στο κρεβάτι του
πόνου.

ΤΖΑΚ:

Α, μιλούσε για τον Μπάνμπερυ, ε;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, μου τα είπε όλα για τον καημένο τον κύριο Μπάνμπερυ και την
τρομερή κατάσταση της υγείας του.

ΤΖΑΚ:

Αμάν πια με τον Μπάνμπερυ! Δε θέλω να σου μιλάει ούτε για αυτόν ούτε
για τίποτα άλλο. Είναι αρκετό για να σε κάνει έξω φρενών.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Φυσικά και παραδέχομαι ότι το φταίξιμο είναι όλο δικό μου. Μα πρέπει να
πω ότι νομίζω πως η ψυχρότητα του αδερφού Τζον απέναντί μου είναι
ιδιαίτερα οδυνηρή. Περίμενα μια πιο ενθουσιώδη υποδοχή, ειδικά από τη
στιγμή που είναι η πρώτη φορά που έρχομαι εδώ.

ΣΕΣΙΛΥ:

Θείε Τζακ, αν δεν ανταλλάξεις χειραψία με τον Έρνεστ, δε θα σε


συγχωρήσω ποτέ.

ΤΖΑΚ:

Δε θα με συγχωρήσεις ποτέ;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ποτέ, ποτέ, ποτέ!

ΤΖΑΚ:

Λοιπόν, είναι η τελευταία φορά που το κάνω αυτό. (Ανταλλάσσει χειραψία


με τον Άλτζερνον και τον αγριοκοιτάζει.)

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

54
Είναι ευχάριστο να βλέπουμε μια τόσο τέλεια συμφιλίωση, έτσι δεν είναι;
Νομίζω ότι πρέπει να αφήσουμε τα δυο αδέρφια μόνα τους.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Σέσιλυ, θα έρθεις μαζί μας.

ΣΕΣΙΛΥ:

Βεβαίως, μις Πρισμ. Το καθήκον μου της συμφιλίωσης τελείωσε.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Έκανες μια πολύ όμορφη πράξη σήμερα, αγαπητό μου παιδί.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Δεν πρέπει να κρίνουμε βιαστικά.

ΣΕΣΙΛΥ:

Νιώθω πολύ ευτυχισμένη. (Φεύγουν όλοι.)

ΤΖΑΚ:

Άλτζυ, παλιάνθρωπε, πρέπει να φύγεις από αυτό το μέρος όσο πιο γρήγορα
γίνεται. Δεν επιτρέπω Μπανμπερισμό εδώ.

(Μπαίνει ο Μέρριμαν.)

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Έβαλα τα πράγματα του κυρίου Έρνεστ στο δωμάτιο δίπλα στο δικό σας,
κύριε. Ελπίζω να είναι εντάξει.

ΤΖΑΚ:

Τι;

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Οι αποσκευές του κυρίου Έρνεστ, κύριε. Τις άδειασα και τις έβαλα στο
δωμάτιο δίπλα στο δικό σας.

ΤΖΑΚ:

Οι αποσκευές του;

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

55
Μάλιστα, κύριε. Τρεις βαλίτσες, μια ιματιοθήκη, δυο καπελιέρες και ένα
μεγάλο καλάθι του γεύματος.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Φοβάμαι ότι δε μπορώ να μείνω περισσότερο από μια βδομάδα αυτή τη


φορά.

ΤΖΑΚ:

Μέρριμαν, δώσε διαταγή στην άμαξα αμέσως. Τον κύριο Έρνεστ τον
φώναξαν ξαφνικά πίσω στο Λονδίνο.

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Μάλιστα, κύριε. (Πηγαίνει πίσω στο σπίτι.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τι φοβερός ψεύτης που είσαι, Τζακ! Δε με φώναξε κανένας στο Λονδίνο.

ΤΖΑΚ:

Ναι, σε φώναξαν.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν άκουσα κανένα να με φωνάζει.

ΤΖΑΚ:

Σε καλεί το καθήκον σου σαν τζέντλεμαν.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Το καθήκον μου σαν τζέντλεμαν δεν στάθηκε εμπόδιο στις απολαύσεις μου.

ΤΖΑΚ:

Το καταλαβαίνω απόλυτα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Η Σέσιλυ είναι πολύ χαριτωμένη.

ΤΖΑΚ:

Μη μιλάς έτσι για τη δεσποινίδα Κάρντιου. Δε μου αρέσει.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

56
Ναι, κι εμένα δε μου αρέσουν τα ρούχα σου. Φαίνεσαι εντελώς γελοίος. Τι σ
έχει πιάσει και δεν πας πάνω να αλλάξεις; Είναι τελείως παιδαριώδες να
είσαι σε βαρύ πένθος για έναν άνθρωπο που πραγματικά θα μείνει μαζί σου
στο σπίτι σου σαν φιλοξενούμενος για μια ολόκληρη βδομάδα. Το θεωρώ
παράλογο.

ΤΖΑΚ:

Εννοείται πως δε θα μείνεις μαζί μου για μια ολόκληρη βδομάδα ούτε σαν
φιλοξενούμενος ούτε σαν οτιδήποτε άλλο. Πρέπει να φύγεις… με το τρένο
των τέσσερις.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Εννοείται πως δε θα σε αφήσω ενώ πενθείς. Θα ήταν πάρα πολύ ψυχρό. Αν


εγώ πενθούσα, θα έμενες μαζί μου, υποθέτω. Θα το θεωρούσα πολύ άσχημο
αν δεν έμενες.

ΤΖΑΚ:

Λοιπόν, θα φύγεις αν αλλάξω τα ρούχα μου;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, αν δεν κάνεις πολλή ώρα. Ποτέ δεν είδα κανένα να κάνει πολλή ώρα να
ντυθεί και με τόσο μικρό αποτέλεσμα.

ΤΖΑΚ:

Εν πάση περιπτώσει, αυτό είναι καλύτερο από το να ντύνομαι πάντα


υπερβολικά όπως εσύ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αν ντύνομαι πού και πού λίγο υπερβολικά, το αναπληρώνω με το να


μορφώνομαι υπερβολικά πάρα πολύ.

ΤΖΑΚ:

Η ματαιοδοξία σου είναι γελοία, η διαγωγή σου προσβλητική και η


παρουσία σου στον κήπο μου εντελώς παράλογη. Ωστόσο, πρέπει να
προλάβεις το τρένο των τέσσερις και ελπίζω να έχεις ευχάριστο ταξίδι πίσω
στο Λονδίνο. Αυτός ο μπανμπερισμός, όπως τον λες, δεν ήταν μεγάλη
επιτυχία. (Μπαίνει στο σπίτι.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

57
Νομίζω πως ήταν μεγάλη επιτυχία. Είμαι ερωτευμένος με τη Σέσιλυ και
αυτό μου αρκεί. (Μπαίνει η Σέσιλυ στο πίσω μέρος του κήπου. Πιάνει το
ποτιστήρι και αρχίζει να ποτίζει τα λουλούδια.) Αλλά πρέπει να τη δω πριν
φύγω και να κάνω ετοιμασίες για άλλο μπανμπερισμό. Α, να τη.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ήρθα μόνο για να ποτίσω τα λουλούδια. Νόμιζα πως ήσουν με το θείο


Τζακ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Έχει πάει να δώσει διαταγή στην άμαξα για μένα.

ΣΕΣΙΛΥ:

Θα σε πάει βόλτα;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θα με στείλει πίσω στο Λονδίνο.

ΣΕΣΙΛΥ:

Άρα θα πρέπει να αποχωριστούμε;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Φοβάμαι πως ναι. Είναι πολύ οδυνηρός χωρισμός.

ΣΕΣΙΛΥ:

Πάντα είναι οδυνηρό το να αποχωρίζεσαι ανθρώπους που τους ξέρεις για


λίγο. Την απουσία παλιών φίλων μπορείς να την αντέξεις με ψυχική γαλήνη.
Αλλά ακόμα κι ένας στιγμιαίος χωρισμός από κάποιον στον οποίο μόλις
συστήθηκες είναι σχεδόν ανυποφόρος.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Σε ευχαριστώ.

(Μπαίνει ο Μέρριμαν.)

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Η άμαξα είναι στην πόρτα, κύριε. (Ο Άλτζερνον κοιτάει με συγκίνηση τη


Σέσιλυ.)

ΣΕΣΙΛΥ:
58
Μπορεί να περιμένει, Μέρριμαν… για… πέντε λεπτά.

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Μάλιστα, δεσποινίς. (Βγαίνει.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ελπίζω, Σέσιλυ, να μη σε προσβάλω αν πω με απόλυτη ειλικρίνεια ότι είσαι


από κάθε άποψη η ορατή προσωποποίηση της απόλυτης τελειότητας.

ΣΕΣΙΛΥ:

Νομίζω ότι η ειλικρίνεια σου σε τιμάει πολύ, Έρνεστ. Αν μου επιτρέπεις, θα


αντιγράψω τις παρατηρήσεις σου στο ημερολόγιό μου. (Πάει στο τραπέζι και
αρχίζει να γράφει στο ημερολόγιο.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αλήθεια κρατάς ημερολόγιο; Θα έδινα οτιδήποτε για να το δω. Μπορώ;

ΣΕΣΙΛΥ:

Όχι! (Βάζει το χέρι της πάνω στο ημερολόγιο.) Βλέπεις, είναι απλά η
καταγραφή των σκέψεων και των εντυπώσεων ενός πολύ νέου κοριτσιού και
συνεπώς προορίζεται για δημοσίευση. Όταν βγει σε μορφή τόμου, ελπίζω να
παραγγείλεις ένα αντίγραφο. Όμως, σε παρακαλώ, Έρνεστ, μη σταματάς. Το
ευχαριστιέμαι να γράφω καθ’ υπαγόρευση. Έχω φτάσει στην «απόλυτη
τελειότητα». Μπορείς να συνεχίσεις. Είμαι έτοιμη για περισσότερα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Κάπως ξαφνιασμένος.) Γκούχου γκούχου!

ΣΕΣΙΛΥ:

Μη βήχεις, Έρνεστ. Όταν κάποιος υπαγορεύει, θα έπρεπε να μιλάει άνετα


και όχι να βήχει. Επιπλέον, δεν ξέρω πως γράφεται ο βήχας. (Γράφει ενώ ο
Άλτζερνον μιλάει.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Μιλώντας πολύ γρήγορα.) Σέσιλυ, από τότε που είδα τη θαυμάσια και
ασύγκριτη ομορφιά σου, τόλμησα να σε αγαπήσω τρελά, παθιασμένα,
αφιερωμένα, απελπισμένα.

ΣΕΣΙΛΥ:

59
Δε νομίζω ότι πρέπει να μου πεις ότι με αγαπάς τρελά, παθιασμένα,
αφιερωμένα και απελπισμένα. Το «απελπισμένα» δεν βγάζει νόημα, έτσι δεν
είναι;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Σέσιλυ!

(Μπαίνει ο Μέρριμαν.)

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Η άμαξα περιμένει, κύριε.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Πες της να έρθει την άλλη βδομάδα, την ίδια ώρα.

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

(Κοιτάζει τη Σέσιλυ, η οποία δεν κάνει κανένα νόημα.) Μάλιστα, κύριε.

(Ο Μέρριμαν βγαίνει.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Ο θείος Τζακ θα εκνευριστεί πολύ αν μάθει ότι θα μείνεις μέχρι την επόμενη
βδομάδα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δε με νοιάζει ο Τζακ. Δε με νοιάζει κανένας άλλος στον κόσμο εκτός από


σένα. Σε αγαπάω, Σέσιλυ. Θα με παντρευτείς, έτσι δεν είναι;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ανόητο αγόρι! Φυσικά. Μα, είμαστε αρραβωνιασμένοι εδώ και τρεις μήνες.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Εδώ και τρεις μήνες;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, κλείνουμε ακριβώς τρεις μήνες την Πέμπτη.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα… πώς αρραβωνιαστήκαμε;

60
ΣΕΣΙΛΥ:

Λοιπόν, από τότε που ο θείος Τζακ μας είπε για πρώτη φορά ότι έχει ένα
μικρότερο αδερφό που είναι πολύ κακός, το κύριο θέμα συζήτησης ανάμεσα
σε μένα και τη μις Πρισμ ήσουν εσύ. Και φυσικά ένας άντρας τον οποίο
κάνουν πολλή κουβέντα είναι πάντα πολύ ελκυστικός. Νιώθεις ότι κάτι θα
έχει μέσα του στο κάτω-κάτω. Ομολογώ ότι ήταν ανόητο εκ μέρους μου,
αλλά σε ερωτεύτηκα, Έρνεστ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αγάπη μου. Και πότε έγινε ο αρραβώνας μας;

ΣΕΣΙΛΥ:

Στις 14 Φεβρουαρίου. Κουρασμένη που αγνοούσες εντελώς την ύπαρξή


μου, αποφάσισα να τελείωνω με αυτό το θέμα μια και καλή και ύστερα από
ένα μεγάλο αγώνα με τον εαυτό μου, δέχτηκα την πρότασή σας κάτω από
αυτό το γέρικο δέντρο. Την επόμενη μέρα, αγόρασα αυτό το δαχτυλίδι, για
λογαριασμό σας και αυτό είναι το βραχιόλι που δένει κόμπο τις καρδιές των
αληθινά ερωτευμένων και που σου υποσχέθηκα ότι θα το φοράω πάντα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Εγώ στο έδωσα αυτό; Είναι πολύ όμορφο, έτσι δεν είναι;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, έχεις πάρα πολύ ωραίο γούστο, Έρνεστ. Είναι η εξήγηση που έδινα για
την κακή ζωή που έκανες. Και αυτό είναι το κουτί στο οποίο φυλάω όλα
σου τα γράμματα. (Γονατίζει στο τραπέζι, ανοίγει ένα κουτί και βγάζει μερικά
γράμματα, δεμένα με μια μπλε κορδέλα.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τα γράμματά μου; Μα, γλυκιά μου Σέσιλυ, ποτέ μου δε σου έγραψα
γράμματα.

ΣΕΣΙΛΥ:

Δε χρειάζεται να μου το θυμίζεις, Έρνεστ. Θυμάμαι πολύ καλά ότι


αναγκάστηκα να γράψω εγώ τα γράμματά σου αντί για σένα. Έγραφα πάντα
τρεις φορές τη βδομάδα και μερικές φορές πιο συχνά.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μπορώ να τα διαβάσω, Σέσιλυ;


61
ΣΕΣΙΛΥ:

Όχι βέβαια. Θα σε έκαναν πολύ αλαζόνα. (Ξαναβάζει το κουτί στη θέση του.)
Τα τρία γράμματα που μου έγραψες αφού διαλύσαμε τους αρραβώνες μας
ήταν τόσο όμορφα που ακόμα και τώρα δεν μπορώ να τα διαβάσω χωρίς να
κλάψω λίγο.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα… διαλύσαμε τους αρραβώνες μας;

ΣΕΣΙΛΥ:

Φυσικά! Στις 22 Μαρτίου. Μπορείς να δεις την καταχώρηση αν θες. (Δείχνει


το ημερολόγιο της.) «Σήμερα διαλύθηκε ο αρραβώνας μου με τον Έρνεστ.
Νομίζω πως έτσι είναι καλύτερα. Ο καιρός εξακολουθεί να είναι υπέροχος.»

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα, γιατί διαλύθηκαν; Τι έκανα; Τίποτα απολύτως. Σέσιλυ, πληγώθηκα


πολύ που άκουσαν ότι διαλύθηκε. Ειδικά όταν ο καιρός ήταν τόσο
υπέροχος.

ΣΕΣΙΛΥ:

Δε θα ήταν σοβαρός αρραβώνας αν δεν είχε διαλυθεί τουλάχιστον μια φορά.


Αλλά σε συγχώρησα πριν τελειώσει η βδομάδα.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Γονατίζοντας μπροστά της.) Τι άγγελος που είσαι, Σέσιλυ.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ρομαντικό μου αγόρι. (Ο Άλτζερνον τη φιλάει και η Σέσιλυ βάζει τα δάχτυλα


της στα μαλλιά του.) Ελπίζω τα μαλλιά σου να είναι σγουρά από φυσικού
της, έτσι δεν είναι;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, αγάπη μου, με μια μικρή βοήθεια από άλλους.

ΣΕΣΙΛΥ:

Χαίρομαι τόσο πολύ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

62
Δε θα διαλυθεί ξανά ο αρραβώνας μας, έτσι δεν είναι, Σέσιλυ;

ΣΕΣΙΛΥ:

Δε νομίζω ότι γίνεται να διαλυθεί τώρα που σε συνάντησα πραγματικά.


Επιπλέον, εκκρεμεί και το ζήτημα του ονόματός σου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Νευρικά.) Ναι, φυσικά.

ΣΕΣΙΛΥ:

Μη με κοροϊδέψεις, αγάπη μου, αλλά ένα κοριτσίστικο όνειρό μου ήταν να


αγαπήσω κάποιον με το όνομα «Έρνεστ». (Ο Άλτζερνον και η Σέσιλυ
σηκώνονται.) Υπάρχει κάτι σε αυτό το όνομα που εμπνέει απόλυτη
σιγουριά. Λυπάμαι οποιαδήποτε παντρεμένη γυναίκα που δεν έχει σύζυγο
που τον λένε Έρνεστ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θες να πεις, αγαπητό μου παιδί, ότι δε θα μπορούσες να με αγαπήσεις αν με


έλεγαν αλλιώς;

ΣΕΣΙΛΥ:

Πώς δηλαδή;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Όπως θες- Άλτζερνον, παραδείγματος χάρη…

ΣΕΣΙΛΥ:

Μα δε μου αρέσει το όνομα «Άλτζερνον».

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Λοιπόν, γλυκιά μου αγάπη, πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί έχεις
αντίρρηση με το όνομα «Άλτζερνον». Δεν είναι καθόλου κακό όνομα. Στην
πραγματικότητα, είναι μάλλον αριστοκρατικό όνομα. Οι μισοί από αυτούς
που μπαίνουν στο δικαστήριο για χρεοκοπία λέγονται «Άλτζερνον». Μα,
σοβαρά, Σέσιλυ… (Πηγαίνει κοντά της.)… αν με έλεγαν «Άλτζυ», δε θα
μπορούσες να με αγαπήσεις;

ΣΕΣΙΛΥ:

63
(Σηκώνεται.) Μπορεί να σε σεβόμουν, Έρνεστ, μπορεί να θαύμαζα το
χαρακτήρα σου, αλλά φοβάμαι ότι δε θα μπορούσα να σου δώσω την
αμέριστη προσοχή μου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Χμ! Σέσιλυ! (Μαζεύει το καπέλο του.) Υποθέτω πως ο εφημέριός σας έχει
πλήρη εμπειρία στις τελετουργίες της εκκλησίας, έτσι δεν είναι;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι. Ο αιδεσιμότατος Τσάσουμπλ είναι ένας πολύ σοφός άνθρωπος. Ποτέ


δεν έχει γράψει ούτε ένα βιβλίο. Φαντάσου πόσα ξέρει.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Πρέπει να τον δω επειγόντως για μια σημαντική βάφτιση- θέλω να πω, για
μια σημαντική δουλειά.

ΣΕΣΙΛΥ:

Α!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θα λείψω για μισή ώρα το πολύ.

ΣΕΣΙΛΥ:

Αν σκεφτείς ότι είμαστε αρραβωνιασμένοι από τις 14 Φεβρουαρίου και ότι


σε συνάντησα σήμερα για πρώτη φορά, νομίζω ότι είναι μάλλον δύσκολο να
με αφήσεις για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν γίνεται να λείψεις για
είκοσι λεπτά;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Θα είμαι πίσω στο άψε-σβήσε. (Τη φιλάει και πηγαίνει γρήγορα κάτω στον
κήπο.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Τι ορμητικός που είναι! Μου αρέσουν τόσο πολύ τα μαλλιά του. Πρέπει να
καταγράψω την πρόταση γάμου του στο ημερολόγιό μου.

(Μπαίνει ο Μέρριμαν.)

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

64
Μια δεσποινίς Φαίαρφαξ μόλις ζήτησε να δει τον κύριο Γουόρθινγκ. Λέει
ότι είναι επείγον.

ΣΕΣΙΛΥ:

Δεν είναι στη βιβλιοθήκη του ο κύριος Γουόρθινγκ;

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Πήγε προς το Πρεσβυτέριο πριν από λίγο.

ΣΕΣΙΛΥ:

Πες της να περάσει. Ο κύριος Γουόρθινγκ θα γυρίσει σύντομα. Φέρε τσάι,


σε παρακαλώ.

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Μάλιστα, δεσποινίς. (Βγαίνει.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Δεσποινίς Φαίαρφαξ; Υποθέτω πως είναι μια από τις πολλές και καλές
ηλικιωμένες γυναίκες που συναναστρέφονται με το θείο Τζακ σε μερικές
από τις φιλανθρωπίες του στο Λονδίνο. Δε μου αρέσουν πολύ οι γυναίκες
που ενδιαφέρονται για τις φιλανθρωπίες. Νομίζω πως είναι προοδευτικό εκ
μέρους τους.

(Μπαίνει ο Μέρριμαν.)

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Η δεσποινίς Φαίαρφαξ.

(Μπαίνει η Γκουέντολιν. Ο Μέρριμαν βγαίνει.)

ΣΕΣΙΛΥ:

(Προχωράει για να τη συναντήσει.) Επιτρέψτε μου να σας συστηθώ. Με λένε


Σέσιλυ Κάρντιου.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Σέσιλυ Κάρντιου; (Πάει κοντά της και ανταλλάσσουν χειραψία.) Τι γλυκό


όνομα! Κάτι μου λέει ότι θα γίνουμε πολύ καλές φίλες. Σε συμπάθησα
κιόλας περισσότερο από όσο μπορώ να πω. Οι πρώτες μου εντυπώσεις για
τους ανθρώπους είναι πάντα σωστές.

65
ΣΕΣΙΛΥ:

Πολύ ωραίο εκ μέρους σου να με συμπαθείς τόσο πολύ ενώ γνωριζόμαστε


για σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Παρακαλώ, κάθισε.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Ακόμα όρθια.) Μπορώ να σε λέω Σέσιλυ, έτσι δεν είναι;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ευχαρίστως.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Κι εσύ θα με φωνάζεις Γκουέντολιν, έτσι;

ΣΕΣΙΛΥ:

Όπως θες.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Κανονίστηκε, λοιπόν.

ΣΕΣΙΛΥ:

Το ελπίζω. (Παύση. Κάθονται και οι δυο μαζί.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Μάλλον είναι μια ευνοϊκή ευκαιρία να σου πω ποια είμαι. Ο πατέρας μου
είναι ο λόρδος Μπράκνελ. Υποθέτω πως δεν έχεις ακουστά τον μπαμπά.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, δε νομίζω να τον έχω ακουστά.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Πέρα από τον οικογενειακό κύκλο, χαίρομαι που το λέω, αλλά ο μπαμπάς
είναι τελείως άγνωστος. Νομίζω πως αυτό είναι το σωστό. Ένα σπίτι είναι
το κατάλληλο μέρος για έναν άντρα. Και από τη στιγμή που ένας άντρας
αρχίζει να παραμελεί τα οικογενειακά του καθήκοντα, γίνεται εντελώς
θηλυπρεπή, έτσι δεν είναι; Δε μου αρέσει καθόλου αυτό. Κάνει τους άντρες
πολύ ελκυστικούς. Σέσιλυ, η μαμά μου, της οποίας οι απόψεις για την
εκπαίδευση είναι πολύ αυστηρές, με μεγάλωσε για να γίνω υπερβολικά

66
κοντόφθαλμη. Είναι μέρος του συστήματός της. Για αυτό το λόγο, σε
πειράζει να σε κοιτάω μέσα από τα γυαλιά μου;

ΣΕΣΙΛΥ:

Κανένα πρόβλημα, Γκουέντολιν. Μου αρέσει πολύ να με κοιτάνε.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Εξετάζοντας προσεκτικά τη Σέσιλυ με ένα λορνιόν) Φαντάζομαι πως θα


κάτσεις για λίγο εδώ.

ΣΕΣΙΛΥ:

Όχι, εδώ μένω.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Σοβαρά.) Αλήθεια; Σίγουρα τότε θα ζει εδώ και η μητέρα σου ή κάποιος
άλλος θηλυκός συγγενής προχωρημένης ηλικίας, έτσι δεν είναι;

ΣΕΣΙΛΥ:

Όχι! Δεν έχω μητέρα ή άλλους συγγενείς!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Αλήθεια;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ο αγαπημένος μου κηδεμόνας, με τη βοήθεια της μις Πρισμ, έχουν


αναλάβει το βαρύ έργο του να με φροντίζουν.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ο κηδεμόνας σου;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, είμαι η κηδεμονευομένη του κυρίου Γουόρθινγκ.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Περίεργο που δε μου ανέφερε ποτέ ότι είχε κάποια κοπέλα υπό την
κηδεμονία του. Πόσο εχέμυθο εκ μέρους του! Γίνεται πιο ενδιαφέρων από
ώρα σε ώρα. Δεν είμαι σίγουρη, ωστόσο, ότι τα νέα με γεμίζουν με
συναισθήματα αμιγούς ευχαρίστησης. (Σηκώνεται και πηγαίνει κοντά της.)
Σε συμπαθώ πολύ, Σέσιλυ! Από τότε που σε γνώρισα, σε συμπάθησα! Αλλά
67
είμαι υποχρεωμένη να πω ότι τώρα που ξέρω ότι είσαι υπό την κηδεμονία
του κυρίου Γουόρθινγκ, δεν μπορώ να μην εκφράσω την επιθυμία μου να
ήσουν… ε, λίγο μεγαλύτερη από ό,τι φαίνεσαι και όχι τόσο ελκυστική στην
εμφάνιση. Βασικά, αν μπορώ να μιλήσω ειλικρινά-

ΣΕΣΙΛΥ:

Παρακαλώ, μίλα! Όταν κάποιος έχει να πει κάτι δυσάρεστο, θα πρέπει να


είναι αρκετά ειλικρινής.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Λοιπόν, για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, Σέσιλυ, μακάρι να ήσουν σαράντα


δυο χρονών και πιο τίμια για την ηλικία σου απ’ ό,τι συνήθως. Ο Έρνεστ
έχει δυνατό και ακέραιο χαρακτήρα. Είναι η ακριβής προσωποποίηση της
αλήθειας και της τιμής. Η λέξη «απιστία» δεν υπάρχει στο λεξιλόγιό του.
Αλλά ακόμα και οι άντρες με τον πιο ευγενικό και ηθικό χαρακτήρα
επηρεάζονται πάρα πολύ εύκολα από τη σωματική γοητεία των άλλων.
Τόσο η σύγχρονη όσο και η αρχαία ιστορία μας παρέχουν πάρα πολλά
οδυνηρά παραδείγματα για αυτά στα οποία αναφέρομαι. Αν δεν ήταν έτσι,
πραγματικά η ιστορία δε θα διαβαζόταν καθόλου.

ΣΕΣΙΛΥ:

Με συγχωρείς, Γκουέντολιν, είπες «Έρνεστ»;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ναι.

ΣΕΣΙΛΥ:

Μα δεν είναι ο κύριος Έρνεστ Γουόρθινγκ ο κηδεμόνας μου, αλλά ο


μεγάλος του αδερφός.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Κάθεται πάλι.) Ο Έρνεστ δε μου είπε ποτέ ότι έχει αδερφό.

ΣΕΣΙΛΥ:

Λυπάμαι που το λέω, αλλά δεν τα πάνε καλά εδώ και πολύ καιρό.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Α, έτσι εξηγείται. Και τώρα που το σκέφτομαι, δεν έχω ακούσει ποτέ
κανέναν άντρα να μιλάει για τον αδερφό του. Στους περισσότερους αυτό το

68
θέμα μοιάζει δυσάρεστο. Σέσιλυ, έδιωξες ένα βάρος από πάνω μου. Σχεδόν
ανησύχησα. Θα ήταν τρομερό αν υπήρχε κάποιο σύννεφο σε μια φιλία σαν
τη δική μας, έτσι δεν είναι; Φυσικά, είσαι απολύτως σίγουρη ότι ο κύριος
Έρνεστ Γουόρθινγκ δεν είναι ο κηδεμόνας σου, σωστά;

ΣΕΣΙΛΥ:

Σιγουρότατη. (Παύση.) Για να πω την αλήθεια, εγώ θα γίνω η κηδεμόνας


του.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Ερευνητικά.) Ορίστε;

ΣΕΣΙΛΥ:

(Κάπως ντροπαλά και εμπιστευτικά.) Πολυαγαπημένη μου Γκουέντολιν, δεν


υπάρχει λόγος να στο κρατάω μυστικό. Η εφημερίδα της κομητείας σίγουρα
θα καταγράψει αυτό το γεγονός. Ο κύριος Έρνεστ Γουόρθινγκ κι εγώ
πρόκειται να παντρευτούμε.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Πολύ ευγενικά, ενώ σηκώνεται.) Αγαπητή μου Σέσιλυ, νομίζω πως έχει γίνει
ένα μικρό λάθος. Ο κύριος Έρνεστ Γουόρθινγκ είναι αρραβωνιασμένος μαζί
μου. Η ανακοίνωση θα εμφανιστεί στο «Μόρνινγκ Ποστ» το αργότερο τη
Δευτέρα.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Πολύ ευγενικά, ενώ σηκώνεται.) Φοβάμαι πως λάθος κατάλαβες. Ο Έρνεστ


μου έκανε πρόταση γάμου ακριβώς δέκα λεπτά πριν. (Δείχνει το
ημερολόγιο.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Εξετάζει προσεκτικά το ημερολόγιο μέσα από τα γυαλιά της.) Σίγουρα είναι


περίεργο, γιατί μου ζήτησε να γίνω γυναίκα του χτες το απόγευμα στις
πεντέμισι. Αν θα ήθελες να επιβεβαιώσεις το γεγονός αυτό, κάν 'το! (Δείχνει
το δικό της ημερολόγιο.) Δεν ταξιδεύω ποτέ χωρίς το ημερολόγιό μου.
Πάντα πρέπει να έχουμε κάτι εντυπωσιακό να διαβάσουμε στο τρένο.
Λυπάμαι πολύ αν απογοητευτείς, αγαπητή μου Σέσιλυ, αλλά φοβάμαι πως
εγώ προηγούμαι.

ΣΕΣΙΛΥ:

69
Θα με στενοχωρούσε περισσότερο από όσο μπορείς να φανταστείς, αγαπητή
μου Γκουέντολιν, αν σου προκαλούσε πνευματική ή σωματική αναστάτωση,
αλλά νιώθω υποχρεωμένη να τονίσω ότι εφόσον ο Έρνεστ σου έκανε
πρόταση γάμου, προφανώς κι έχει αλλάξει γνώμη.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Στοχαστικά.) Αν ο φουκαράς έχει παγιδευτεί σε κάποια ανόητη υπόσχεση,


θα το θεωρήσω καθήκον μου να τον σώσω αμέσως.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Σκεπτικά και θλιμμένα.) Οποιοδήποτε άτυχο μπλέξιμο και να έχει το αγόρι


μου, δε θα τον κατηγορήσω ποτέ για αυτό αφού παντρευτούμε.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Υπονοείτε, δεσποινίς Κάρντιου, ότι εγώ είμαι το μπλέξιμο; Είστε αυθάδης.


Σε μια τέτοια περίπτωση δεν είναι μόνο ηθικό καθήκον, αλλά ευχαρίστηση
το να λέμε τη γνώμη μας με ειλικρίνεια.

ΣΕΣΙΛΥ:

Θεωρείτε, δεσποινίς Φαίαρφαξ, ότι παγίδευσα τον Έρνεστ σε έναν


αρραβώνα; Πώς τολμάτε; Δεν είναι ώρα αυτή να υποκρινόμαστε επιπόλαια
ότι έχουμε τρόπους. Πρέπει να λέμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Ειρωνικά.) Ευτυχώς δεν έχω δει ποτέ ούτε σύκα ούτε σκάφη. Είναι φανερό
ότι οι κοινωνικοί μας κύκλοι είναι πολύ διαφορετικοί.

(Μπαίνει ο Μέρριμαν και από πίσω του ένας υπηρέτης. Μεταφέρει ένα δίσκο,
ένα τραπεζομάντηλο και μια βάση για πιάτα. Η Σέσιλυ είναι έτοιμη να
απαντήσει έντονα. Η παρουσία των υπηρετών ασκεί ανασταλτική επιρροή,
υπό την οποία και τα δυο κορίτσια εκνευρίζονται.)

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Να βάλω το τσάι εδώ ως συνήθως, δεσποινίς;

ΣΕΣΙΛΥ:

(Αυστηρά, με ήρεμη φωνή.) Ναι, ως συνήθως.

70
(Ο Μέρριμαν αρχίζει να ετοιμάζει το τραπέζι και να στρώνει το
τραπεζομάντηλο. Μεγάλη παύση. Η Σέσιλυ και η Γκουέντολιν αγριοκοιτάζουν
η μία την άλλη.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα αξιοθέατα στην περιοχή, δεσποινίς


Κάρντιου;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, πάρα πολλά! Από την κορυφή ενός από τους λόφους εδώ κοντά μπορεί
να δει κανείς πέντε κομητείες.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Πέντε κομητείες; Δε νομίζω ότι θα μου αρέσει αυτό. Μισώ τον πολύ κόσμο.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Γλυκά.) Υποθέτω πως για αυτό ζείτε στο Λονδίνο.

(Η Γκουέντολιν δαγκώνει το χείλος της και χτυπάει το πόδι της νευρικά με την
ομπρέλα της.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Κοιτώντας γύρω της.) Πολύ καλοδιατηρημένος ο κήπος σας, δεσποινίς


Κάρντιου.

ΣΕΣΙΛΥ:

Χαίρομαι που σας αρέσει, δεσποινίς Φαίαρφαξ.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Δεν είχα ιδέα ότι υπάρχουν τόσα λουλούδια στην εξοχή.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ε, τα λουλούδια είναι τόσο κοινά εδώ, δεσποινίς Φαίαρφαξ, όσο και οι


άνθρωποι στο Λονδίνο.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να καταλάβω πως κάποιοι άνθρωποι


καταφέρνουν και ζουν στην εξοχή. Αν είναι άνθρωπος, δηλαδή, αυτός που
ζει στην εξοχή. Εμένα πάντα με κάνει και βαριέμαι θανάσιμα.

71
ΣΕΣΙΛΥ:

Είναι αυτό που λένε οι εφημερίδες «γεωργική ύφεση», έτσι δεν είναι;
Πιστεύω πως η αριστοκρατία υποφέρει πάρα πολύ εξαιτίας της αυτή τη
στιγμή. Μου έχουν πει πως είναι κάτι σαν επιδημία. Θα θέλατε λίγο τσάι,
δεσποινίς Φαίαρφαξ;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Με περίτεχνη ευγένεια.) Ευχαριστώ. (Μέσα από τα δόντια της.)


Αντιπαθέστατο κορίτσι! Μα θέλω τσάι!

ΣΕΣΙΛΥ:

(Γλυκά.) Ζάχαρη;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Όχι, ευχαριστώ. Η ζάχαρη δεν είναι πια της μόδας. (Η Σέσιλυ την κοιτάζει
θυμωμένα, παίρνει την τσιμπίδα και βάζει τέσσερα κομμάτια ζάχαρη στο
φλιτζάνι.)

ΣΕΣΙΛΥ:

(Αυστηρά.) Κέικ ή ψωμί με βούτυρο;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Βαριεστημένα.) Ψωμί με βούτυρο, παρακαλώ. Το κέικ είναι σπάνιο στα


καθωσπρέπει σπίτια σήμερα.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Κόβει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι κέικ και το βάζει στο δίσκο.) Δώσ ’το στη
δεσποινίδα Φαίαρφαξ.

(Ο Μέρριμαν το δίνει στη Γκουέντολιν και βγαίνει με τον υπηρέτη. Η


Γκουέντολιν πίνει λίγο τσάι και κάνει μια γκριμάτσα. Αφήνει αμέσως το
φλιτζάνι κάτω, απλώνει το χέρι της στο ψωμί με το βούτυρο και βλέπει πως
είναι κέικ. Σηκώνεται αγανακτισμένη.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Γεμίσατε το τσάι μου με ζάχαρη και ενώ σας ζήτησα καθαρά ψωμί με
βούτυρο, εσείς μου δώσατε κέικ. Όλοι ξέρουν πόσο ευγενική και γλυκιά
είμαι, αλλά σας προειδοποιώ, δεσποινίς Κάρντιου, το παρακάνατε.

72
ΣΕΣΙΛΥ:

(Σηκώνεται.) Θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου προκειμένου να σώσω


το καημένο, αθώο και ευκολόπιστο αγόρι μου από τις δολοπλοκίες
οποιουδήποτε άλλου κοριτσιού.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Από την πρώτη στιγμή που σας είδα, αισθάνθηκα ότι είστε δύσπιστη.
Ένιωσα πως είστε ψεύτρα και απατηλή. Δε ξεγελιέμαι ποτέ σε τέτοια
θέματα. Η πρώτη μου εντύπωση για τους ανθρώπους είναι πάντα σωστή.

ΣΕΣΙΛΥ:

Μου φαίνεται, δεσποινίς Φαίαρφαξ, πως κάνω κατάχρηση του πολύτιμου


χρόνου σας. Σίγουρα θα έχετε να κάνετε και άλλες επισκέψεις παρόμοιου
τύπου στη γειτονιά.

(Μπαίνει ο Τζακ.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Βλέποντάς τον.) Έρνεστ! Δικέ μου Έρνεστ!

ΤΖΑΚ:

Γκουέντολιν! Αγάπη μου! (Πάει να τη φιλήσει.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Τραβιέται πίσω.) Μια στιγμή! Μπορώ να μάθω αν υποσχέθηκες να


παντρευτείς αυτή τη δεσποινίδα;

ΤΖΑΚ:

(Γελώντας.) Τη μικρή Σέσιλυ; Και βέβαια όχι! Πώς σου πέρασε τέτοια ιδέα
από το όμορφο κεφαλάκι σου;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Σε ευχαριστώ. Μπορείς! (Του προωθεί το μάγουλό της.)

ΣΕΣΙΛΥ:

(Πολύ γλυκά.) Το ήξερα πως έχει γίνει κάποια παρεξήγηση, δεσποινίς


Φαίαρφαξ. Ο κύριος που σας έχει αγκαλιά αυτή τη στιγμή είναι ο κηδεμόνας
μου, ο κύριος Τζακ Γουόρθινγκ.

73
ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ορίστε;

ΣΕΣΙΛΥ:

Είναι ο θείος μου ο Τζακ.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Υποχωρώντας προς τα πίσω.) «Τζακ»; Ω!

(Μπαίνει ο Άλτζερνον.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Να ο Έρνεστ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Πηγαίνει απευθείας στη Σέσιλυ χωρίς να δει κανέναν άλλο.) Αγάπη μου!
(Πάει να τη φιλήσει.)

ΣΕΣΙΛΥ:

(Τραβιέται πίσω.) Μια στιγμή, Έρνεστ! Μπορώ να μάθω αν υποσχέθηκες να


παντρευτείς αυτή τη δεσποινίδα;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Κοιτώντας γύρω.) Ποια δεσποινίδα; Θεέ και Κύριε! Τη Γκουέντολιν;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, τη Γκουέντολιν.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Γελώντας.) Και βέβαια όχι! Πώς σου πέρασε τέτοια ιδέα από το όμορφο
κεφαλάκι σου;

ΣΕΣΙΛΥ:

Σε ευχαριστώ. (Του προωθεί το μάγουλό της για να το φιλήσει ο Άλτζερνον.)


Μπορείς. (Ο Άλτζερνον τη φιλάει.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

74
Το φαντάστηκα πως είχε γίνει κάποιο λάθος, δεσποινίς Κάρντιου. Ο κύριος
που σας αγκαλιάζει τώρα είναι ο ξάδερφός μου, ο κύριος Άλτζερνον
Μονκρήφ.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Φεύγει από τον Άλτζερνον.) Άλτζερνον Μονκρήφ; Ω! (Τα δυο κορίτσια πάνε
η μια κοντά στην άλλη και βάζουν τα χέρια τους η μια γύρω από τη μέση της
άλλης σαν να θέλουν να προστατευθούν.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Σε λένε Άλτζερνον;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν μπορώ να το αρνηθώ.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ω!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Σε λένε πράγματι Τζον;

ΤΖΑΚ:

(Στέκεται κάπως περήφανα.) Θα μπορούσα να το αρνηθώ αν ήθελα. Θα


μπορούσα να αρνηθώ οτιδήποτε. Αλλά σίγουρα με λένε Τζον εδώ και
χρόνια.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Στη Γκουέντολιν.) Έχουμε πέσει θύματα μιας άθλιας απάτης.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Καημένη, πληγωμένη μου Σέσιλυ!

ΣΕΣΙΛΥ:

Γλυκιά, αδικημένη μου Γκουέντολιν!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Αργά και σοβαρά.) Θα με λες αδερφή σου, έτσι δεν είναι; (Αγκαλιάζονται. Ο
Τζακ και ο Άλτζερνον αναστενάζουν και περπατάνε πάνω-κάτω.)

75
ΣΕΣΙΛΥ:

(Κάπως ζωηρά.) Υπάρχει μια ερώτηση που θ ήθελα να κάνω στον κηδεμόνα
μου.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Θαυμάσια ιδέα! Κύριε Γουόρθινγκ, υπάρχει μια ερώτηση που θα ήθελα σας
κάνω. Πού είναι ο αδερφός σας ο Έρνεστ; Και η Σέσιλυ κι εγώ
υποσχεθήκαμε να παντρευτούμε τον αδερφό σας, για αυτό και είναι
σημαντικό για μας να ξέρουμε πού βρίσκεται αυτή τη στιγμή.

ΤΖΑΚ:

(Αργά και διστακτικά.) Γκουέντολιν, Σέσιλυ, μου είναι πολύ οδυνηρό που
πρέπει να πω την αλήθεια. Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που βρίσκομαι
σε μια τόσο δυσάρεστη θέση και πραγματικά δεν έχω καμιά εμπειρία επί
του θέματος. Ωστόσο, σας λέω εντελώς ειλικρινά πως δεν έχω αδερφό που
να τον λένε Έρνεστ. Δεν έχω καν αδερφό. Ποτέ δεν είχα στη ζωή μου και
ούτε έχω τον παραμικρό σκοπό να αποκτήσω στο μέλλον.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Έκπληκτη.) Δεν έχεις αδερφό;

ΤΖΑΚ:

(Εύθυμα.) Κανέναν.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Σοβαρά.) Δεν είχατε ποτέ κανενός είδους αδερφό;

ΤΖΑΚ:

(Ευχάριστα.) Ποτέ. Κανενός είδους.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Φοβάμαι, Σέσιλυ, πως είναι σαφές ότι καμιά μας δεν θα παντρευτεί κανέναν
τους.

ΣΕΣΙΛΥ:

Για ένα κορίτσι, δεν είναι πολύ ευχάριστη θέση αυτή που είμαστε εμείς.
Έτσι δεν είναι;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

76
Πάμε στο σπίτι. Δε θα τολμήσουν να μας ακολουθήσουν μέχρι εκεί.

ΣΕΣΙΛΥ:

Όχι. Οι άντρες είναι τόσο δειλοί, έτσι δεν είναι.

(Αποχωρούν στο σπίτι με περιφρονητικές ματιές.)

ΤΖΑΚ:

Υποθέτω πως αυτή η απαίσια κατάσταση είναι αυτό που λες εσύ
«μπανμπερισμός».

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, ήταν θαυμάσιος μπανμπερισμός. Ο πιο υπέροχος που έκανα ποτέ στη
ζωή μου.

ΤΖΑΚ:

Δεν έχεις δικαίωμα να μπανμπερίζεις εδώ.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ανοησίες. Καθένας έχει το δικαίωμα να μπανμπερίζει όπου θέλει. Κάθε


σοβαρός μπανμπεριστής το ξέρει αυτό.

ΤΖΑΚ:

Σοβαρός μπανμπεριστής; Θεέ και Κύριε!!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα καθένας πρέπει να παίρνει κάτι στα σοβαρά αν θέλει να έχει κάτι που να
τον διασκεδάζει στη ζωή του. Εγώ, για παράδειγμα, τυχαίνει να παίρνω στα
σοβαρά τον μπανμπερισμό. Τι παίρνει εσύ στα σοβαρά, δεν έχω την
παραμικρή ιδέα. Τα πάντα, φαντάζομαι. Είσαι εντελώς επιπόλαιος.

ΤΖΑΚ:

Η μόνη ικανοποίηση που έχω από αυτή τη δουλειά της κακιάς ώρας είναι
που ο φίλος σου ο Μπάνμπερυ καταρρίφθηκε εντελώς. Δε θα μπορείς να
βρίσκεσαι στην εξοχή τόσο συχνά όσο παλιότερα, αγαπητέ μου Άλτζυ.
Πολύ ωραία.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

77
Ο αδερφός σου είναι λίγο αδιάθετος, έτσι δεν είναι, Τζακ; Δε θα μπορείς να
εξαφανίζεσαι στο Λονδίνο τόσο συχνά όσο παλιότερα. Πολύ ωραία, επίσης.

ΤΖΑΚ:

Όσο για τη συμπεριφορά σου απέναντι στη δεσποινίδα Κάρντιου, πρέπει να


πω ότι το να ξεγελάσεις ένα γλυκό και αθώο κορίτσι σαν κι αυτό είναι
εντελώς αδικαιολόγητο. Για να μην αναφέρουμε καν το γεγονός ότι είναι
υπό την κηδεμονία μου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν μπορώ να δικαιολογήσω καθόλου το γεγονός ότι εξαπάτησες μια


υπέροχη, έξυπνη και εντελώς πεπειραμένη κοπέλα σαν τη δεσποινίδα
Φαίαρφαξ. Για να μην αναφέρουμε καν το γεγονός ότι είναι ξαδέρφη μου.

ΤΖΑΚ:

Θέλω να αρραβωνιαστώ τη Γκουέντολιν, αυτό είναι όλο. Την αγαπάω.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Κι εγώ θέλω να αρραβωνιαστώ τη Σέσιλυ. Τη λατρεύω.

ΤΖΑΚ:

Δε νομίζω πως υπάρχει πιθανότητα να παντρευτείς τη δεσποινίδα Κάρντιου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Κι εγώ, Τζακ, δε νομίζω πως υπάρχει πιθανότητα να παντρευτείτε εσύ και η


δεσποινίς Φαίαρφαξ.

ΤΖΑΚ:

Δεν είναι δική σου δουλειά.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αν ήταν, δε θα μιλούσα για αυτό. (Αρχίζει να τρώει μάφιν.) Είναι πολύ


χυδαίο να μιλάς για κάτι που σε αφορά. Μόνο οι χρηματιστές το κάνουν
αυτό όταν βρίσκονται σε κάποιο τραπέζι.

ΤΖΑΚ:

Πώς γίνεται να κάθεσαι και να τρως ατάραχος μάφιν ενώ έχουμε μπλέξει
τόσο άσχημα, δεν μπορώ να το καταλάβω. Μου φαίνεται πως είσαι τελείως
άκαρδος.

78
ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα, δεν μπορώ να τρώω μάφιν αναστατωμένος. Μπορεί να κυλήσει το


βούτυρο στα μανικέτια μου. Πάντα πρέπει να τρώμε μάφιν εντελώς ήρεμα.
Είναι ο μόνος τρόπος για να τα φάμε.

ΤΖΑΚ:

Εννοώ πως είναι άκαρδο να τρως μάφιν κάτω από τέτοιες συνθήκες.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Όταν έχω μπελάδες, το φαγητό είναι η μόνη μου παρηγοριά. Ειλικρινά, όταν
έχω φοβερούς μπελάδες, όπως οποιοσδήποτε που με ξέρει πολύ καλά
μπορεί να σου πει, αρνούμαι τα πάντα εκτός από φαγητό και ποτό. Αυτή τη
στιγμή τρώω μάφιν, επειδή είμαι δυστυχισμένος. Επιπλέον, μου αρέσουν
πολύ. (Σηκώνεται.)

ΤΖΑΚ:

(Σηκώνεται.) Μα αυτός δεν είναι λόγος να τα φας όλα τόσο λαίμαργα.


(Παίρνει τα μάφιν από τον Άλτζερνον.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Προσφέροντας κουλουράκι.) Φάε κουλουράκι καλύτερα. Εμένα δε μου


αρέσει.

ΤΖΑΚ:

Θεέ μου! Μα να μην μπορεί ένας άνθρωπος να φάει τα μάφιν του στον κήπο
του;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μα μόλις είπες πως είναι τελείως άκαρδο να τρως μάφιν.

ΤΖΑΚ:

Είπα πως είναι τελείως άκαρδο εκ μέρους σου, κάτω από τέτοιες συνθήκες.
Έχει μεγάλη διαφορά.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Μπορεί. Αλλά τα μάφιν παραμένουν ίδια. (Βουτάει το πιάτο με τα μάφιν από


τον Τζακ.)

ΤΖΑΚ:

79
Άλτζυ, μακάρι να έφευγες, ειλικρινά.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν μπορείς να μου ζητάς να φύγω χωρίς να φάω λίγο βραδινό. Είναι
παράλογο. Ποτέ δε φεύγω χωρίς το βραδινό μου. Κανείς δεν το κάνει αυτό,
εκτός από τους χορτοφάγους. Επιπλέον, μόλις κανόνισα με τον
αιδεσιμότατο Τσάσουμπλ να βαφτιστώ Έρνεστ.

ΤΖΑΚ:

Αγαπητέ μου, όσο πιο σύντομα σταματήσεις αυτή την ανοησία, τόσο το
καλύτερο. Κανόνισα κι εγώ σήμερα το πρωί με το αιδεσιμότατο Τσάσουμπλ
να βαφτιστώ στις πεντέμισι και φυσικά θα ονομαστώ Έρνεστ. Η
Γκουέντολιν θα το ήθελε. Δε γίνεται να βαφτιστούμε και οι δυο «Έρνεστ».
Είναι παράλογο. Επιπλέον, έχω το τέλειο δικαίωμα να βαφτιστώ αν θέλω.
Δεν υπάρχουν καθόλου αποδείξεις ότι έχω βαφτιστεί. Το θεωρώ πολύ
πιθανό όπως και ο αιδεσιμότατος Τσάσουμπλ. Η δική σου περίπτωση,
ωστόσο, είναι εντελώς διαφορετική. Εσύ έχεις ήδη βαφτιστεί.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, αλλά έχω να βαφτιστώ εδώ και χρόνια.

ΤΖΑΚ:

Ναι, αλλά έχεις βαφτιστεί. Αυτό έχει σημασία.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αρκετή. Έτσι ξέρω ότι θα είμαι γερό σκαρί. Αν δεν είσαι εντελώς σίγουρος
για το αν έχεις βαφτιστεί, πρέπει να πω πως θεωρώ επικίνδυνο το ότι το
τολμάς τώρα. Μπορεί να σε κάνει αδιάθετο. Δε νομίζω να ξέχασες πως
κάποιος πολύ κοντινός σου άνθρωπος παραλίγο να νικηθεί αυτή τη βδομάδα
στο Παρίσι από ένα γερό κρυολόγημα.

ΤΖΑΚ:

Ναι, αλλά εσύ ο ίδιος είπες ότι ένα γερό κρυολόγημα δεν είναι
κληρονομικό.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Παλιά δεν ήταν, το ξέρω, αλλά μάλλον είναι τώρα. Η επιστήμη πάντα
βελτιώνεται θεαματικά.

ΤΖΑΚ:
80
(Παίρνοντας το πιάτο με τα μάφιν.) Ανοησίες. Πάντα λες ανοησίες.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Πάλι με τα μάφιν ασχολείσαι, Τζακ; Μακάρι να μην ασχολιόσουν. Μόνο


δυο έχουν μείνει. (Τα παίρνει.) Σου είπα ότι μου αρέσουν πολύ τα μάφιν.

ΤΖΑΚ:

Μα, μισώ τα κουλουράκια.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τι σε πιάνει και δεν επιτρέπεις να σερβίρουν κουλουράκια στους


καλεσμένους σου; Τι απόψεις είναι αυτές που έχεις για τη φιλοξενία;

ΤΖΑΚ:

Άλτζερνον! Σου είπα ήδη να φύγεις. Δε σε θέλω εδώ. Γιατί δε φεύγεις;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Δεν τελείωσα ακόμα το τσάι μου! Επιπλέον, έχει μείνει ένα μάφιν ακόμα.
(Ο Τζακ αναστενάζει και σωριάζεται σε μια καρέκλα. Ο Άλτζερνον συνεχίζει
να τρώει.)

ΤΕΛΟΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΠΡΑΞΗΣ

ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ

Σκηνή- σαλόνι στην έπαυλη

(Η Γκουέντολιν και η Σέσιλυ είναι στο παράθυρο και κοιτάνε έξω στον κήπο.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Το γεγονός ότι δε μας ακολούθησαν αμέσως στο σπίτι, όπως θα έκανε


οποιοσδήποτε άλλος, δείχνει, κατά τη γνώμη μου, ότι τους έχει μείνει λίγη
ντροπή ακόμα.

ΣΕΣΙΛΥ:

Τρώνε μάφιν. Αυτό μου κάνει για μετάνοια.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Μετά από παύση.) Δε μας δίνουν καθόλου σημασία. Μπορείς να βήξεις;

ΣΕΣΙΛΥ:

81
Μα δεν έχω βήχα.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Μας κοιτάζουν. Τι αναίδεια!

ΣΕΣΙΛΥ:

Πλησιάζουν. Κοίτα θράσος!

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ας διατηρήσουμε μια αξιοπρεπή σιωπή.

ΣΕΣΙΛΥ:

Βεβαίως. Είναι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε τώρα.

(Μπαίνει ο Τζακ και από πίσω του ο Άλτζερνον. Σφυρίζουν κάποια δημοφιλή
μελωδία από μια Βρετανική Όπερα.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Μάλλον αυτή η αξιοπρεπής σιωπή δημιουργεί ένα δυσάρεστο αποτέλεσμα.

ΣΕΣΙΛΥ:

Πολύ δυσάρεστο.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Αλλά δε θα μιλήσουμε εμείς πρώτες.

ΣΕΣΙΛΥ:

Όχι βέβαια.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Κύριε Γουόρθινγκ, έχω να σας ρωτήσω κάτι πολύ συγκεκριμένο. Πολλά


εξαρτώνται από την απάντησή σας.

ΣΕΣΙΛΥ:

Γκουέντολιν, η λογική σου είναι ανεκτίμητη. Κύριε Μονκρήφ, απαντήστε


μου, παρακαλώ, στην εξής ερώτηση: γιατί προσποιηθήκατε ότι είστε ο
αδερφός του κηδεμόνα μου;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

82
Για να έχω την ευκαιρία να σε γνωρίσω.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Στη Γκουέντολιν.) Σίγουρα είναι μια ικανοποιητική εξήγηση, έτσι δεν είναι;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ναι, αρκεί να τον πιστέψεις.

ΣΕΣΙΛΥ:

Δεν τον πιστεύω. Αλλά αυτό δεν επηρεάζει την ομορφιά της απάντησής του.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Σωστά. Σε θέματα μεγάλης σημασίας, το στυλ παίζει μεγάλο ρόλο, όχι η


ειλικρίνεια. Κύριε Γουόρθινγκ, τι εξήγηση έχετε να μου δώσετε για το
γεγονός ότι παριστάνατε πως έχετε αδερφό; Το κάνατε για να έχετε την
ευκαιρία να έρχεστε στο Λονδίνο για να με βλέπετε όσο πιο συχνά γίνεται;

ΤΖΑΚ:

Αμφιβάλλετε, δεσποινίς Φαίαρφαξ;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Έχω μεγάλες αμφιβολίες πάνω σε αυτό το θέμα, αλλά σκοπεύω να τις


διαλύσω. Δεν είναι η ώρα για γερμανικό σκεπτικισμό. (Πάει προς τη
Σέσιλυ.) Οι εξηγήσεις τους ακούγονται αρκετά ικανοποιητικές, ειδικά του
κυρίου Γουόρθινγκ. Φαίνεται ότι έχει τη σφραγίδα της αλήθειας πάνω της.

ΣΕΣΙΛΥ:

Είμαι κάτι παραπάνω από ικανοποιημένη με αυτά που είπε ο κύριος


Μονκρήφ. Και μόνο η φωνή του εμπνέει απόλυτη ευπιστία.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Νομίζεις λοιπόν ότι θα έπρεπε να τους συγχωρέσουμε;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι -θέλω να πω, όχι.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

83
Σωστά, το ξέχασα. Υπάρχουν αρχές που διακυβεύονται και δεν μπορούμε
να τις εγκαταλείψουμε. Ποια από τις δυο μας να τους το πει; Δεν είναι
ευχάριστο αυτό το καθήκον.

ΣΕΣΙΛΥ:

Τι λες να μιλήσουμε και οι δυο ταυτόχρονα;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Τέλεια ιδέα! Σχεδόν πάντα μιλάω ταυτόχρονα με άλλους ανθρώπους. Θα


συγχρονιστείς μαζί μου;

ΣΕΣΙΛΥ:

Βεβαίως. (Η Γκουέντολιν κρατά χρόνο με σηκωμένο χέρι.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ ΚΑΙ ΣΕΣΙΛΥ:

(Μιλώντας ταυτόχρονα.) Τα χριστιανικά σας ονόματα είναι ακόμα ένα


αξεπέραστο εμπόδιο. Αυτό είναι όλο!

ΤΖΑΚ ΚΑΙ ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Μιλώντας ταυτόχρονα.) Τα χριστιανικά μας ονόματα; Αυτό είναι όλο; Μα


θα βαφτιστούμε σήμερα το απόγευμα.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Στον Τζακ.) Είσαι διατεθειμένος να κάνεις αυτό το τρομερό πράγμα για


χάρη μου;

ΤΖΑΚ:

Ναι.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Στον Άλτζερνον.) Είσαι έτοιμος να περάσεις αυτή τη φοβερή δοκιμασία


μόνο και μόνο για να με ευχαριστήσεις;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Πολύ ανόητο να μιλάμε για την ισότητα των δύο φύλων! Σε θέματα
αυτοθυσίας, οι άντρες μας ξεπερνάνε κατά πολύ.
84
ΤΖΑΚ:

Πράγματι. (Αγκαλιάζεται με τον Άλτζερνον.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Υπάρχουν στιγμές φυσικού θάρρους για τις οποίες εμείς οι γυναίκες δεν
ξέρουμε τίποτα απολύτως.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Στον Τζακ.)Αγάπη μου!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Στη Σέσιλυ.)Αγάπη μου! (Πέφτουν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.)

(Μπαίνει ο Μέρριμαν. Καθώς μπαίνει, βήχει δυνατά, βλέποντας την


κατάσταση.)

ΜΕΡΡΙΜΑΝ:

Χμ, χμ!! Η λαίδη Μπράκνελ!

ΤΖΑΚ:

Θεέ μου!

(Μπαίνει η λαίδη Μπράκνελ. Τα ζευγάρια χωρίζονται τρομαγμένα. Ο


Μέρριμαν βγαίνει.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Γκουέντολιν! Τι σημαίνουν όλα αυτά;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ότι εγώ και ο κύριος Γουόρθινγκ πρόκειται να παντρευτούμε, μαμά.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Έλα εδώ. Κάτσε κάτω αμέσως. Κάθε είδους δισταγμός είναι σημάδι
πνευματικής φθοράς στους νέους και σωματικής αδυναμίας στους γέρους.
(Απευθύνεται στον Τζακ.) Μόλις έμαθα, κύριε, για την ξαφνική φυγή της
κόρης μου με τη βοήθεια της πιστής υπηρέτριάς της, της οποία την
εχεμύθεια εξαγόρασα με τη βοήθεια ενός μικρού κέρματος, την ακολούθησα
αμέσως μέσω ενός φορτηγού τρένου. Ο δυστυχισμένος ο πατέρας της
νομίζει –και χαίρομαι που το λέω– ότι παρακολουθεί μια μακροσκελή

85
διάλεξη με θέμα την επίδραση του μόνιμου εισοδήματος στη σκέψη. Δε
σκοπεύω να του ανοίξω τα μάτια. Ειλικρινά, δεν του έχω ανοίξει τα μάτια
σε κανένα θέμα. Θα το θεωρούσα άδικο. Αλλά, φυσικά, όπως
αντιλαμβάνεστε, η επικοινωνία ανάμεσα σε σας και την κόρη μου πρέπει να
σταματήσει αμέσως αυτή τη στιγμή. Σε αυτό το θέμα, όπως και σε όλα τα
θέματα, είμαι κάθετη.

ΤΖΑΚ:

Η Γκουέντολιν κι εγώ πρόκειται να παντρευτούμε, λαίδη Μπράκνελ!

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Αποκλείεται, κύριε. Και τώρα, όσον αφορά τον Άλτζερνον!... Άλτζερνον;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, θεία Αυγούστα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Μπορώ να μάθω αν αυτό είναι το σπίτι στο οποίο ζει ο άρρωστος φίλος σου,
ο κύριος Μπάνμπερυ;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Α, όχι! Ο Μπάνμπερυ δε ζει εδώ. Είναι κάπου άλλου τώρα. Για να πω την
αλήθεια, πέθανε.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Πέθανε; Πότε; Πρέπει να ήταν πολύ ξαφνικός ο θάνατός του.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

(Ελαφρά.) Α, τον σκότωσα- θέλω να πω, ο καημένος ο Μπάνμπερυ πέθανε


σήμερα το απόγευμα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Από τι πέθανε;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ο Μπάνμπερυ; Τινάχτηκε στον αέρα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

86
Τινάχτηκε στον αέρα; Ήταν θύμα επαναστατικής βιαιότητας; Δεν ήξερα ότι
ο κύριος Μπάνμπερυ ενδιαφερόταν για την κοινωνική νομοθεσία. Αν είναι
έτσι, δικαιολογημένα τιμωρήθηκε για τη νοσηρότητά του.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Αγαπητή μου θεία Αυγούστα, θέλω να πω ότι τον πήραν χαμπάρι! Οι


γιατροί βρήκαν ότι ο Μπάνμπερυ δεν μπορούσε να ζήσει. Για αυτό και
πέθανε.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Φαίνεται πως είχε μεγάλη εμπιστοσύνη στη γνώμη των γιατρών του.
Χαίρομαι, ωστόσο, που αποφάσισε την τελευταία στιγμή να ενεργήσει
σύμφωνα με τις κατάλληλες ιατρικές συμβουλές. Και τώρα που
ξεφορτωθήκαμε επιτέλους αυτό τον κύριο Μπάνμπερυ, μπορώ να μάθω,
κύριε Γουόρθινγκ, ποια είναι αυτή η δεσποινίς της οποίας το χέρι κρατάει
τώρα ο ανιψιός μου ο Άλτζερνον εντελώς άσκοπα, απ’ ό,τι μου φαίνεται;

ΤΖΑΚ:

Αυτή η κοπέλα είναι η δεσποινίς Σέσιλυ Κάρντιου, η οποία είναι υπό την
κηδεμονία μου.

(Η λαίδη Μπράκνελ υποκλίνεται ψυχρά στη Σέσιλυ.)

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Εγώ και η Σέσιλυ πρόκειται να παντρευτούμε, θεία Αυγούστα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Ορίστε;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ο κύριος Μονκρήφ κι εγώ πρόκειται να παντρευτούμε, λαίδη Μπράκνελ.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Νιώθοντας ένα ρίγος, πηγαίνει και κάθεται στον καναπέ.) Δεν ξέρω αν
υπάρχει κάτι το συναρπαστικό στον αέρα αυτού του συγκεκριμένου μέρους
του Χερντφορντσάιρ, αλλά μου φαίνεται πως ο αριθμός των αρραβώνων
που λαμβάνουν χώρα είναι πολύ πιο πάνω από τον κανονικό μέσο όρο που
έχουν ορίσει οι στατιστικές μελέτες. Νομίζω πως μια προκαταρκτική έρευνα
εκ μέρους μου δε θα ήταν άσκοπη. Κύριε Γουόρθινγκ, έχει καμία σχέση η
δεσποινίς Κάρντιου με κάποιον από τους πιο μεγάλους σιδηροδρομικούς
87
σταθμούς στο Λονδίνο; Ρωτάω από απλή περιέργεια. Μέχρι χτες δεν είχα
ιδέα ότι υπήρχαν οικογένειες ή άνθρωποι που κατάγονται από τον τελευταίο
σταθμό. (Ο Τζακ γίνεται έξαλλος, αλλά κρατιέται.)

ΤΖΑΚ:

Η δεσποινίς Κάρντιου είναι εγγονή του αείμνηστου Τόμας Κάρντιου, ο


οποίος ζούσε στη πλατεία Μπελγκρέηβ, στον αριθμό 149. Επιπλέον, έχει
δυο ακόμα σπίτια, το ένα στο πάρκο Γκερβέηζ στο Ντόρκινγκ του Σάρρεϋ
και το άλλο στο Φαϊφσάιρ.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Καθόλου άσχημα. Τρεις διευθύνσεις πάντα εμπνέουν σιγουριά ακόμα και


στους βιοτέχνες. Όμως, πώς μπορείτε να μου αποδείξετε τη γνησιότητά
τους;

ΤΖΑΚ:

Έχω κρατήσει προσεκτικά όλα τα αρχεία αυτής της περιόδου από την
Εθνική Υπηρεσία Κτηματολογίου. Μπορείτε να τα δείτε όποτε θέλετε,
λαίδη Μπράκνελ.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Βλοσυρά.) Έχω ακούσει ότι υπάρχουν πολλά λάθη σε αυτή την


δημοσίευση.

ΤΖΑΚ:

Οι οικογενειακοί δικηγόροι της δεσποινίδας Κάρντιου είναι οι κύριοι


Μάρκμπι, Μάρκμπι και Μάρκμπι.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Μάρκμπι, Μάρκμπι και Μάρκμπι; Πολύ μεγάλη φίρμα το επάγγελμά τους.


Μου έχουν πει ότι ένας από αυτούς τους τρεις πηγαίνει πού και πού σε
επίσημα τραπέζια. Μέχρι τώρα είμαι ικανοποιημένη.

ΤΖΑΚ:

(Πολύ οργισμένα.) Τι ευγενικό εκ μέρους σας, λαίδη Μπράκνελ! Θα χαρώ


πολύ να σας πω ότι έχω το πιστοποιητικό γεννήσεως της δεσποινίδας
Κάρντιου, καθώς και της βάπτισης, του κοκκύτη, της εθνικότητας, του
εμβολιασμού και της ιλαράς- τόσο της ισπανικής όσο και της ασιατικής.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:
88
Α, μια ζωή γεμάτη περιστατικά απ’ ό,τι βλέπω. Ωστόσο, μου φαίνεται
υπερβολικά συναρπαστική για ένα κορίτσι. Εγώ, προσωπικά, δεν είμαι υπέρ
των πρόωρων εμπειριών. (Σηκώνεται και κοιτάει το ρολόι της.) Γκουέντολιν,
ήρθε η ώρα να φύγουμε. Δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο. Και για τυπικούς
λόγους, κύριε Γουόρθινγκ, θα ήθελα να μάθω αν η δεσποινίς Κάρντιου έχει
κάποια περιουσία.

ΤΖΑΚ:

Περίπου εκατόν τριάντα χιλιάδες λίρες σε ομόλογα. Αυτό είναι όλο. Στο
καλό, λαίδη Μπράκνελ. Χάρηκα που σας είδα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Ξανακάθεται.) Μια στιγμή, κύριε Γουόρθινγκ. Εκατόν τριάντα χιλιάδες


λίρες; Και σε ομόλογα; Τώρα που την ξαναβλέπω, η δεσποινίς Κάρντιου
μου φαίνεται πολύ ελκυστική κοπέλα. Λίγα κορίτσια σήμερα έχουν
σταθερές αρετές, οι οποίες αντέχουν και βελτιώνονται με το χρόνο. Λυπάμαι
που το λέω, αλλά ζούμε σε μια επιφανειακή εποχή. (Στη Σέσιλυ.) Έλα εδώ,
αγαπητό μου παιδί. (Η Σέσιλυ προχωράει.) Τι όμορφο παιδί! Το φόρεμά σου
είναι θλιβερά απλό και τα μαλλιά σου είναι όπως τα άφησε η φύση. Όμως,
μπορούμε να τα αλλάξουμε όλα αυτά. Μια Γαλλίδα υπηρέτρια με μεγάλη
εμπειρία είναι πολύ αποτελεσματική και σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Θυμάμαι που είχα προτείνει κάποτε μία στη νεαρή λαίδη Λάνσινγκ και μετά
από τρεις μήνες ο ίδιος της ο άντρας ούτε που την αναγνώριζε.

ΤΖΑΚ:

(Μόνος του.) Και μετά από έξι μήνες δεν την αναγνώριζε κανένας.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Αγριοκοιτάζει για λίγο τον Τζακ. Μετά, με ένα ειδικευμένο χαμόγελο,


στρέφεται στη Σέσιλυ.) Γύρισε το πρόσωπό σου, παιδί μου. (Η Σέσιλυ γυρνάει
εντελώς το πρόσωπο της.) Όχι, την πλαϊνή όψη θέλω. (Η Σέσιλυ δείχνει το
προφίλ της.) Ναι, ακριβώς αυτό που περίμενα. Τα δύο αδύνατα σημεία στην
ηλικία μας είναι η έλλειψη αρχών και προφίλ. Πιο ψηλά το πηγούνι, παιδί
μου. Το στυλ εξαρτάται πάρα πολύ από το πόσο ψηλά είναι το πηγούνι.
Είναι της μόδας. Άλτζερνον!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ναι, θεία Αυγούστα!

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

89
Διακρίνω μεγάλες κοινωνικές δυνατότητες στο προφίλ της δεσποινίδας
Κάρντιου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Η Σέσιλυ είναι το πιο γλυκό, το πιο καλό και το πιο όμορφο κορίτσι σε
ολόκληρο τον κόσμο. Και δε δίνω δεκάρα για τις κοινωνικές της
δυνατότητες.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Ποτέ μη μιλάς με ασέβεια για την καλή κοινωνία, Άλτζερνον. Αυτό το


κάνουν μόνο αυτοί που δεν μπορούν να ενταχθούν σε αυτή. (Στη Σέσιλυ.)
Καλό μου παιδί, σίγουρα θα ξέρεις ότι ο Άλτζερνον εξαρτάται οικονομικά
μόνο από τα χρέη του. Ωστόσο, δεν εγκρίνω ποτέ τους γάμους από
συμφέρον. Εγώ, όταν παντρεύτηκα το λόρδο Μπράκνελ, δεν είχα καμία
περιουσία. Δε μου πέρασε από το μυαλό, όμως, ούτε για μια στιγμή η ιδέα
να επιτρέψω τέτοια εμπόδια. Υποθέτω, λοιπόν, πως πρέπει να δώσω τη
συγκατάθεσή μου.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ευχαριστώ, θεία Αυγούστα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Σέσιλυ, μπορείς να με φιλήσεις.

ΣΕΣΙΛΥ:

(Τη φιλάει.) Ευχαριστώ, λαίδη Μπράκνελ.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Μπορείς να με λες θεία Αυγούστα.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ευχαριστώ, θεία Αυγούστα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Πιστεύω πως ο γάμος πρέπει να γίνει το συντομότερο δυνατόν.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Ευχαριστώ, θεία Αυγούστα.

90
ΣΕΣΙΛΥ:

Ευχαριστώ, θεία Αυγούστα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Για να είμαι ειλικρινής, είμαι κατά των μακροχρόνιων αρραβώνων. Σου


δίνουν την ευκαιρία να ανακαλύψεις το χαρακτήρα του άλλου πριν τον
παντρευτείς, κάτι που δε θα συνιστούσα ποτέ.

ΤΖΑΚ:

Με συγχωρείτε που σας διακόπτω, λαίδη Μπράκνελ, αλλά αυτός ο


αρραβώνας δεν πρόκειται να γίνει. Είμαι ο κηδεμόνας της δεσποινίδας
Κάρντιου και δεν γίνεται να παντρευτεί χωρίς τη συγκατάθεσή μου μέχρι να
ενηλικιωθεί. Και αυτή τη συγκατάθεση δεν υπάρχει απολύτως καμία
περίπτωση να τη δώσω.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Μπορώ να μάθω το λόγο, παρακαλώ; Ο Άλτζερνον είναι ιδανικός


υποψήφιος γαμπρός, για να μην πω ο κατάλληλος. Δεν έχει τίποτα, αλλά
μοιάζει σαν να έχει τα πάντα. Τι άλλο να ζητήσει κανείς;

ΤΖΑΚ:

Λαίδη Μπράκνελ, λυπάμαι πολύ που πρέπει να σας μιλήσω ειλικρινά για
τον ανιψιό σας, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν εγκρίνω καθόλου το
χαρακτήρα του. Υποψιάζομαι ότι είναι ψεύτης. (Ο Άλτζερνον και η Σέσιλυ
τον κοιτάζουν με αγανακτισμένη κατάπληξη.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Ψεύτης; Ο ανιψιός μου ο Άλτζερνον; Αδύνατον! Αφού σπούδασε στην


Οξφόρδη.

ΤΖΑΚ:

Φοβάμαι πως δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για αυτό το ζήτημα. Σήμερα το
απόγευμα που έλειπα στο Λονδίνο για ένα σημαντικό ρομαντικό ζήτημα,
κατάφερε να μπει στο σπίτι μου παριστάνοντας ότι είναι αδερφός μου.
Χρησιμοποιώντας ψεύτικο όνομα, ήπιε –όπως με πληροφόρησε ο μπάτλερ
μου– ένα ολόκληρο μπουκάλι κρασί Πιερ-Ζουέ του ’89, το οποίο φύλαγα
ειδικά για μένα. Συνεχίζοντας αυτή την επαίσχυντη απάτη, κατάφερε να
αποπλανήσει τη μοναδική μου κηδεμονευόμενη. Μετά, έμεινε για τσάι και
καταβρόχθισε όλα τα μάφιν μου. Και αυτό που κάνει τη διαγωγή του ακόμα
91
χειρότερη είναι ότι ήξερε πάρα πολύ καλά από την αρχή ότι δεν έχω
αδερφό, ότι δεν είχα ποτέ και ούτε σκοπεύω να αποκτήσω σε καμιά
περίπτωση. Εγώ ο ίδιος του το είπα ξεκάθαρα χτες το απόγευμα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Χμ! Κύριε Γουόρθινγκ, μετά από ώριμη σκέψη, αποφάσισα να παραβλέψω


εντελώς τη διαγωγή του ανιψιού μου απέναντί σας.

ΤΖΑΚ:

Καλοσύνη σας, λαίδη Μπράκνελ. Η απόφασή μου, ωστόσο, δεν αλλάζει.


Αρνούμαι να δώσω τη συγκατάθεσή μου.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Στη Σέσιλυ.) Έλα εδώ, γλυκό μου παιδί. (Η Σέσιλυ πλησιάζει.) Πόσο
χρονών είσαι;

ΣΕΣΙΛΥ:

Ε… είμαι μόνο δεκαοχτώ χρονών, αλλά πάντα λέω είκοσι όταν πηγαίνω σε
κάποιο πάρτυ.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Και πολύ καλά κάνεις. Ειλικρινά, καμία γυναίκα δε θα έπρεπε να λέει την
πραγματική της ηλικία. Φαίνεται τόσο υπολογιστικό… (Στοχαστικά.)
Δεκαοχτώ χρονών, αλλά λες ότι είσαι είκοσι. Άρα δε θα αργήσεις να
ενηλικιωθείς και να ελευθερωθείς από τα δεσμά της κηδεμονίας. Για αυτό
και δε νομίζω ότι η συγκατάθεση του κηδεμόνα σου είναι σημαντική
υπόθεση στο κάτω-κάτω.

ΤΖΑΚ:

Με συγχωρείτε που σας διακόπτω ξανά, λαίδη Μπράκνελ, αλλά θεωρώ


σωστό να σας πω ότι σύμφωνα με τους όρους της διαθήκης του παππού της,
η δεσποινίς Κάρντιου δεν ενηλικιώνεται νόμιμα παρά μόνο όταν γίνει
τριάντα πέντε χρόνων.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Δε μου φαίνεται σοβαρό μειονέκτημα αυτό. Τα τριάντα πέντε είναι πολύ


ελκυστική ηλικία. Η κοινωνία του Λονδίνου είναι γεμάτη από γυναίκες
αριστοκράτισσες, οι οποίες, με δική τους επιλογή, έχουν παραμείνει τριάντα
πέντε χρονών για χρόνια. Η λαίδη Ντάμπλετον αποτελεί σχετικό

92
παράδειγμα. Απ’ όσο ξέρω, είναι τριάντα πέντε χρόνων από τότε που μπήκε
στα σαράντα, κάτι που έγινε πολλά χρόνια πριν. Δε βλέπω το λόγο να μην
είναι η αγαπημένη μας Σέσιλυ πιο ελκυστική στην ηλικία που αναφέρατε
απ’ ότι τώρα. Ένα σωρό περιουσία θα μαζευτεί.

ΣΕΣΙΛΥ:

Άλτζυ, θα μπορούσες να με περιμένεις μέχρι να γίνω τριάντα πέντε χρόνων;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Φυσικά και θα μπορούσα, Σέσιλυ. Το ξέρεις καλά αυτό.

ΣΕΣΙΛΥ:

Ναι, το ένιωσα, αλλά δε θα μπορούσα να περιμένω όλο αυτό τον καιρό. Δεν
αντέχω να περιμένω κανέναν ούτε για πέντε λεπτά. Πάντα θυμώνω αρκετά.
Το ξέρω, εγώ η ίδια δεν είμαι συνεπής, αλλά η ακρίβεια μου αρέσει στους
άλλους και το να περιμένω, ακόμα και όταν παντρευτώ, είναι εντελώς
απίθανο.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Τι θα γίνει τότε, Σέσιλυ;

ΣΕΣΙΛΥ:

Δεν ξέρω, κύριε Μονκρήφ.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Κύριε Γουόρθινγκ, αφού η δεσποινίς Κάρντιου δηλώνει κατηγορηματικά ότι


δεν μπορεί να περιμένει μέχρι να γίνει τριάντα πέντε χρόνων –κάτι που
φανερώνει ανυπομονησία, κατά τη γνώμη μου– θα σας παρακαλούσα να
αναθεωρήσετε την απόφασή σας.

ΤΖΑΚ:

Μα, λαίδη Μπράκνελ, αυτό το ζήτημα εξαρτάται αποκλειστικά από σας.


Αμέσως μόλις δώσετε τη συγκατάθεσή σας για το γάμο μου με τη
Γκουέντολιν, ευχαρίστως να επιτρέψω στον ανιψιό σας να παντρευτεί την
κηδεμονευομένη μου.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Ανασηκώνεται.) Ξέρετε πολύ καλά ότι αυτό αποκλείεται.

93
ΤΖΑΚ:

Τότε μας περιμένει όλους μας μια παράφορη αγαμία.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Δεν είναι αυτή η μοίρα που προτείνω στη Γκουέντολιν. Ο Άλτζερνον,


φυσικά, μπορεί να διαλέξει μόνος του. (Κοιτάει το ρολόι της.) Έλα, παιδί
μου. (Η Γκουέντολιν σηκώνεται.) Χάσαμε ήδη πέντε τρένα αν όχι έξι. Το να
χάσουμε περισσότερα μπορεί να μας κάνει να σχολιάζουμε την αποβάθρα.

(Μπαίνει ο αιδεσιμότατος Τσάσουμπλ.)

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Όλα είναι έτοιμα για τα βαφτίσια.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Βαφτίσια; Μου φαίνεται πως βιαζόμαστε λίγο.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

(Αισθάνεται αμηχανία και δείχνει τον Τζακ και τον Άλτζερνον.) Οι κύριοι από
εδώ εξέφρασαν την επιθυμία να βαφτιστούν αμέσως.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Στην ηλικία τους; Γελοία και άθρησκη ιδέα! Άλτζερνον, σου απαγορεύω να
βαφτιστείς. Πού ακούστηκαν τέτοιες υπερβολές! Ο λόρδος Μπράκνελ θα
ήταν πολύ δυσαρεστημένος αν μάθαινε ότι σπατάλησες με αυτόν τον τρόπο
το χρόνο σου και τα χρήματά σου.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Θέλετε να πείτε ότι δε θα γίνει καμία βάφτιση σήμερα το απόγευμα;

ΤΖΑΚ:

Έτσι όπως έγιναν τα πράγματα τώρα, δε νομίζω ότι θα μας ήταν χρήσιμο,
αιδεσιμότατε Τσάσουμπλ.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Στενοχωριέμαι που ακούω τέτοιες απόψεις από σας, κύριε Γουόρθινγκ.


Φανερώνουν τις αιρετικές αντιλήψεις των Αναβαπτιστών, αντιλήψεις που
έχω αντικρούσει εντελώς σε τέσσερα από τα ανέκδοτα κηρύγματά μου.
Ωστόσο, εφόσον τώρα έχετε ιδιαίτερα κοσμική διάθεση, θα επιστρέψω

94
αμέσως στην εκκλησία. Μάλιστα, μόλις με πληροφόρησε ο νεωκόρος ότι
εδώ και μια μιάμιση ώρα με περιμένει η μις Πρισμ στο σκευοφυλάκιο.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Πετάγεται.) Μις Πρισμ; Άκουσα καλά; Είπατε «μις Πρισμ»;

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Ναι, λαίδη Μπράκνελ. Πάω να την συναντήσω.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Σας παρακαλώ, επιστρέψτε μου να σας κρατήσω εδώ για λίγο. Αυτή η
υπόθεση μπορεί να αποδειχθεί ζωτικής σημασίας για το λόρδο Μπράκνελ κι
εμένα. Αυτή η μις Πρισμ είναι γυναίκα με αποκρουστική όψη και δεν έχει
καμία σχέση με τη μόρφωση;

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

(Κάπως αγανακτισμένα.) Είναι η πιο καλλιεργημένη από όλες τις γυναίκες


και η ακριβής προσωποποίηση της ευπρέπειας.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Προφανώς και μιλάμε για τον ίδιο άνθρωπο. Μπορώ να μάθω τι δουλειά
έχει στο σπίτι σας;

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

(Αυστηρά.) Άγαμος είμαι, κυρία μου.

ΤΖΑΚ:

(Διακόπτοντας.) Η μις Πρισμ, λαίδη Μπράκνελ, είναι η αξιότιμη


γκουβερνάντα και πολύτιμη φίλη της δεσποινίδας Κάρντιου τα τελευταία
τρία χρόνια.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Παρά το ό,τι ακούω για αυτή, πρέπει να τη δω αμέσως. Στείλτε κάποιον να


τη φωνάξει.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

(Κοιτώντας προς τα έξω.) Πλησιάζει. Κοντεύει να έρθει.

(Μπαίνει βιαστικά η μις Πρισμ.)

95
ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Μου είπαν πως με περιμένατε στο σκευοφυλάκιο, αιδεσιμότατε. Σας


περίμενα μια ώρα και τρία τέταρτα. (Βλέπει τη λαίδη Μπράκνελ που την
αγριοκοιτάζει με ένα παγωμένο βλέμμα. Η μις Πρισμ χλωμιάζει και τρέμει.
Κοιτάει με αγωνία γύρω της σαν να θέλει να το σκάσει.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Με αυστηρή φωνή, σαν δικαστή.) Πρισμ! (Η μις Πρισμ σκύβει το κεφάλι της
από ντροπή.) Έλα εδώ, Πρισμ! (Η μις Πρισμ πλησιάζει ταπεινά.) Πρισμ! Πού
είναι το μωρό; (Γενική κατάπληξη. Ο αιδεσιμότατος πετάγεται έντρομος. Ο
Άλτζερνον και ο Τζακ κάνουν σαν να θέλουν να εμποδίσουν τη Σέσιλυ και τη
Γκουέντολιν από το να ακούσουν τις λεπτομέρειες ενός τρομερού σκανδάλου.)
Πριν από είκοσι οχτώ χρόνια, Πρισμ, έφυγες από το σπίτι του λόρδου
Μπράκνελ, όντας υπεύθυνη για ένα καροτσάκι το οποίο περιείχε ένα μωρό
αρσενικού γένους. Δεν επέστρεψες ποτέ. Λίγες βδομάδες αργότερα, χάρη
στις λεπτομερείς έρευνες της αστυνομίας, το καροτσάκι βρέθηκε τα
μεσάνυχτα σε μια απομακρυσμένη γωνία στο Μπαιησγουότερ. Περιείχε το
χειρόγραφο ενός τρίτομου μυθιστορήματος αποκρουστικής
αισθηματολογίας. (Η μις Πρισμ πετάγεται με ακούσια αγανάκτηση.) Όμως, το
μωρό δεν ήταν εκεί! (Όλοι κοιτούν τη μις Πρισμ.) Πρισμ! Πού είναι το
μωρό; (Παύση.)

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Λαίδη Μπράκνελ, ομολογώ με μεγάλη μου ντροπή ότι δεν ξέρω. Μακάρι να
ήξερα. Τα γεγονότα έχουν ως εξής: το πρωί της μέρας που αναφέρατε και
που θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη μου, ετοιμαζόμουν ως
συνήθως να βγάλω βόλτα το μωρό με το καροτσάκι του. Μαζί μου είχα και
μια κάπως παλιά αλλά ευρύχωρη τσάντα, όπου θα έβαζα το χειρόγραφο ενός
λογοτεχνικού έργου που είχα γράψει στον ελεύθερο χρόνο μου. Σε μια
στιγμή αφηρημάδα, που δε θα συγχωρήσω ποτέ στον εαυτό μου, έβαλα το
χειρόγραφο στο καροτσάκι και το μωρό στην τσάντα.

ΤΖΑΚ:

(Που άκουγε με μεγάλη προσοχή.) Μα, πού αφήσατε την τσάντα;

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Μη με ρωτάτε, κύριε Γουόρθινγκ.

ΤΖΑΚ:

96
Μις Πρισμ, αυτό το ζήτημα έχει τεράστια σημασία για μένα. Επιμένω να
μάθω που αφήσατε την τσάντα που περιείχε αυτό το βρέφος.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

Την άφησα στην αίθουσα αποσκευών ενός από τους μεγαλύτερους


σιδηροδρομικούς σταθμούς του Λονδίνου.

ΤΖΑΚ:

Ποιου σταθμού;

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Τελείως συντετριμμένη.) Της Βικτόρια. Στη γραμμή Μπράιτον. (Σωριάζεται


σε μια καρέκλα.)

ΤΖΑΚ:

Πρέπει να αποσυρθώ για λίγο στο δωμάτιό μου. Γκουέντολιν, περίμενέ με


εδώ.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Αν δεν αργήσεις πολύ, θα σε περιμένω για όλη μου τη ζωή.

(Ο Τζακ βγαίνει πολύ αναστατωμένος.)

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Τι να σημαίνει άραγε αυτό, λαίδη Μπράκνελ;

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Δεν τολμώ ούτε να φανταστώ, αιδεσιμότατε Τσάσουμπλ. Περιττό να σας πω


ότι στις καλές οικογένειες οι περίεργες συμπτώσεις θεωρούνται
απαράδεκτες.

(Ακούγονται θόρυβοι από πάνω, σαν κάποιος να πετάει κιβώτια. Όλοι


σηκώνουν ψηλά τα μάτια.)

ΣΕΣΙΛΥ:

Ο θείος Τζακ φαίνεται πολύ ταραγμένος.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

Ο κηδεμόνας σου είναι από τη φύση του πολύ συναισθηματικός.

97
ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Αυτός ο θόρυβος είναι υπερβολικά δυσάρεστος. Ακούγεται λες και


συμβαίνει κάποια λογομαχία. Δε μου αρέσει κανενός είδους λογομαχία.
Είναι κακόγουστες και μερικές φορές πειστικές.

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

(Κοιτάζοντας προς τα πάνω.) Σταμάτησε. (Ο θόρυβος διπλασιάζεται.)

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Μακάρι να κατέληγε σε κάποιο συμπέρασμα.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Αυτή η αγωνία είναι τρομερή. Ελπίζω να διαρκέσει.

(Μπαίνει ο Τζακ με μια μαύρη δερμάτινη τσάντα στο χέρι του.)

ΤΖΑΚ:

(Τρέχοντας προς τη μις Πρισμ.) Αυτή είναι η τσάντα, μις Πρισμ; Κοιτάξτε
την προσεκτικά πριν μιλήσετε. Από την απάντησή σας εξαρτάται η ευτυχία
πολλών ανθρώπων.

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Ήρεμα.) Έτσι φαίνεται. Ναι, ναι, να η ζημιά που έπαθε εξαιτίας μιας
άμαξας στην οδό Γκάουερ όταν ήμουν πιο νέα και πιο ευτυχισμένη. Να ο
λεκές στη φόδρα που προκλήθηκε από το ξέσπασμα λόγω της αποχής από
το ποτό, ένα περιστατικό που συνέβη στο Λίμινγκτον. Να και τα αρχικά
μου, εδώ στη λαβή. Είχα ξεχάσει ότι σε μια διάθεση σπατάλης ζήτησα να
τοποθετηθούν εκεί. Σίγουρα είναι δική μου η τσάντα. Χαίρομαι που μου
επιστράφηκε τόσο απροσδόκητα. Ήταν πολύ ενοχλητικό να μην την έχω
μαζί μου όλα αυτά τα χρόνια.

ΤΖΑΚ:

(Με αξιολύπητη φωνή.) Μις Πρισμ, περισσότερα από αυτή την τσάντα
πήρατε πίσω. Εγώ ήμουν το μωρό που βάλατε εκεί μέσα;

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Έκπληκτη.) Εσείς;

ΤΖΑΚ:

98
(Την αγκαλιάζει.) Ναι… μαμά!

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Κάνει προς τα πίσω με αγανακτισμένη κατάπληξη.) Κύριε Γουόρθινγκ!


Είμαι ανύπαντρη!

ΤΖΑΚ:

Ανύπαντρη; Ομολογώ ότι αυτό είναι σοβαρό ελάττωμα. Αλλά στο κάτω-
κάτω, όλοι κάνουμε λάθη, έτσι δεν είναι; Δεν μπορεί η μετάνοια να σβήσει
μια πράξη τρέλας; Γιατί να υπάρχει άλλος νόμος για τους άντρες και άλλος
για τις γυναίκες; Μαμά, σε συγχωρώ. (Προσπαθεί να την αγκαλιάσει πάλι.)

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Ακόμα πιο αγανακτισμένη.) Κύριε Γουόρθινγκ, έχει γίνει κάποιο λάθος.


(Δείχνει τη λαίδη Μπράκνελ.) Ορίστε η γυναίκα που θα σας πει ποιος
πραγματικά είστε.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Φοβάμαι πως τα νέα που έχω να σας πω δε θα σας ευχαριστήσουν εντελώς.


Είστε ο γιος της φουκαριάρας της αδερφής μου, της κυρίας Μονκρήφ, και
συνεπώς ο μεγαλύτερος αδερφός του Άλτζερνον.

ΤΖΑΚ:

Ο μεγαλύτερος αδερφός του Άλτζυ; Άρα έχω αδερφό τελικά. Το ήξερα!


Πάντα το έλεγα! Σέσιλυ, πώς μπόρεσες να με αμφιβάλεις για το ότι έχω
αδερφό; (Πιάνει τον Άλτζερνον σφιχτά.) Αιδεσιμότατε Τσάσουμπλ, ο άτυχος
αδερφός μου. Μις Πρισμ, ο άτυχος αδερφός μου. Γκουέντολιν, ο άτυχος
αδερφός μου. Άλτζυ, παλιάνθρωπε, θα πρέπει να μου φέρεσαι με
περισσότερο σεβασμό στο μέλλον. Δε μου έχεις φερθεί ποτέ σαν αδερφό σε
όλη σου τη ζωή.

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Όχι μέχρι σήμερα, παλιόφιλε, το παραδέχομαι. Έκανα ό,τι μπορούσα, αν και


δεν ήμουν σε φόρμα. (Ανταλλάσσουν χειραψίες.)

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

(Στον Τζακ.) Αγάπη μου! Όμως, πώς σε λένε τώρα; Ποιο είναι το
βαφτιστικό σου όνομα τώρα που έγινες κάποιος άλλος;

ΤΖΑΚ:
99
Θεέ μου!… Το είχα ξεχάσει εντελώς αυτό. Η απόφασή σου όσον αφορά το
όνομά μου είναι οριστική και αμετάκλητη, έτσι δεν είναι;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Δεν αλλάζω ποτέ, παρά μόνο για χάρη αυτών που αγαπάω.

ΣΕΣΙΛΥ:

Τι ευγενικό χαρακτήρα που έχεις, Γκουέντολιν!

ΤΖΑΚ:

Τότε θα ήταν καλύτερα αυτό το ζήτημα να τακτοποιηθεί αμέσως. Μια


στιγμή, θεία Αυγούστα. Όταν με άφησε η μις Πρισμ στην τσάντα, είχα ήδη
βαφτιστεί;

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Κάθε πολυτέλεια που μπορούν να αγοράσουν τα λεφτά,


συμπεριλαμβανομένης και της βάφτισης, έχει κατασπαταληθεί για χάρη σας
από τους λατρεμένους γονείς σας.

ΤΖΑΚ:

Άρα έχω βαφτιστεί! Τακτοποιήθηκε αυτό. Τώρα, τι όνομα μου έδωσαν;


Είμαι προετοιμασμένος για τα χειρότερα.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Εφόσον είστε ο μεγαλύτερος γιος, σας έδωσαν το όνομα του πατέρα σας.

ΤΖΑΚ:

(Νευρικά.) Ναι, αλλά ποιο ήταν το όνομα του πατέρα μου;

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

(Στοχαστικά.) Αυτή τη στιγμή δε μπορώ να θυμηθώ ποιο ήταν το βαφτιστικό


όνομα του στρατηγού. Αλλά είμαι σίγουρη πως είχε. Ομολογώ πως ήταν
εκκεντρικός, αλλά μόνο προς το τέλος της ζωής του. Και αυτό οφειλόταν
στο ινδικό κλίμα, στο γάμο, στη δυσπεψία και σε άλλα παρόμοια.

ΤΖΑΚ:

Άλτζυ, δεν μπορείς να θυμηθείς πώς έλεγαν τον πατέρα μας;

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

100
Ούτε καν που μιλούσαμε, αγαπητέ μου. Πέθανε πριν γίνω ενός χρόνου.

ΤΖΑΚ:

Το όνομά του θα είναι στη Λίστα του Στρατού εκείνης της περιόδου, έτσι
δεν είναι, θεία Αυγούστα;

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Βασικά, ο στρατηγός ήταν ήρεμος άνθρωπος, αλλά όχι στην οικογενειακή


του ζωή. Σίγουρα, όμως, θα βρίσκεται το όνομά του σε κάθε στρατιωτικό
κατάλογο.

ΤΖΑΚ:

Ορίστε οι Λίστες του Στρατού των τελευταίων σαράντα χρόνων. Αυτές τις
ευχάριστες καταγραφές θα έπρεπε να τις μελετάω συνέχεια. (Ορμάει προς τη
βιβλιοθήκη και ανακατεύει τα βιβλία.) Υποστράτηγοι… Μάγκλι, Μάλλαμ,
Μάξμπομ, –τι απαίσια ονόματα που έχουν– Μάρκμπι, Μίγκσμπι, Μονκρήφ!
Υπολοχαγός το 1840, λοχαγός, αντισυνταγματάρχης, συνταγματάρχης,
στρατηγός το 1869. Βαφτιστικά ονόματα, Έρνεστ Τζον. (Αφήνει το βιβλίο
κάτω πολύ ήσυχα και μιλάει εντελώς ήρεμα.) Πάντα στο έλεγα, Γκουέντολιν,
ότι με λένε Έρνεστ, έτσι δεν είναι; Για δες, με λένε Έρνεστ τελικά. Θέλω να
πω, με λένε έτσι από τη φύση μου.

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Ναι, θυμάμαι τώρα ότι ο στρατηγός λεγόταν Έρνεστ. Το ήξερα ότι είχα
συγκεκριμένο λόγο που δε μου άρεσε αυτό το όνομα.

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Έρνεστ! Δικέ μου Έρνεστ! Το ένιωσα από την αρχή ότι δε γινόταν να σε
λένε αλλιώς!

ΤΖΑΚ:

Γκουέντολιν, είναι τρομερό για έναν άντρα να ανακαλύπτει ξαφνικά ότι όλη
του τη ζωή δεν έλεγε τίποτα άλλο εκτός από την αλήθεια. Θα με
συγχωρέσεις;

ΓΚΟΥΕΝΤΟΛΙΝ:

Ναι. Γιατί νιώθω ότι σίγουρα θα αλλάξεις.

ΤΖΑΚ:

101
Αγάπη μου!

ΤΣΑΣΟΥΜΠΛ:

(Στη μις Πρισμ.) Λαιτίσια! (Την αγκαλιάζει.)

ΜΙΣ ΠΡΙΣΜ:

(Ενθουσιωδώς.) Φρέντερικ! Επιτέλους!

ΑΛΤΖΕΡΝΟΝ:

Σέσιλυ! (Την αγκαλιάζει.) Επιτέλους!

ΤΖΑΚ:

Γκουέντολιν! (Την αγκαλιάζει.) Επιτέλους!

ΛΑΙΔΗ ΜΠΡΑΚΝΕΛ:

Ανιψιέ μου, τι κοινοτοπίες είναι αυτές που δείχνεις!

ΤΖΑΚ:

Ίσα-ίσα, θεία Αυγούστα, τώρα κατάλαβα για πρώτη φορά στη ζωή μου την
τεράστια σημασία του να είσαι σοβαρός.

ΤΕΛΟΣ

102

You might also like