Professional Documents
Culture Documents
O ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΥ - HENRI DE LUBAC
O ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΥ - HENRI DE LUBAC
O ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΤΟΥ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΥ
Εκδόσεις Αμέθυστος
http://amethystosebooks.blogspot.com/
Περιεχόμενα
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ...............................................................................................4
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥ .........................................................5
Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ........................................8
Εισαγωγή...................................................................................................16
Φίχτε..........................................................................................................21
Χέγκελ.......................................................................................................25
Σέλλινγκ ....................................................................................................34
Από τον Μαρξ στον Χίτλερ ......................................................................55
Από τον Σολόβιεφ στον Μπερντιάεφ .......................................................64
Σολόβιεφ. Ο Πατέρας του Οικουμενισμού...............................................64
Μερεσκόφσκι Ντμίτρι ..............................................................................77
ΜΕΤΑ-ΠΑΤΕΡΙΚΗ «ΟΡΘΟΔΟΞΗ» ΘΕΟΛΟΓΙΑ. ................................86
Σέργιος Μπουλγκάκωφ .............................................................................87
Μπερντιάεφ ...............................................................................................93
Ντοστογιέφσκι ........................................................................................102
Οι Απόγονοι του Μαρξισμού : Ernst Bloch. ..........................................114
Οι απόγονοι του Μαρξ ως τον Χίτλερ (Freud, Merlean-Ponty, Lefebvre,
Garaudy) .................................................................................................125
Σύγχρονοι Νέο-Ιωακειμισμοί (Moltmann) .............................................137
Ο Ιωακειμισμός σήμερα .........................................................................148
Σχόλια του Αμέθυστου υπάρχουν και στο κείμενο του Henri de Lybac
εντός παρενθέσεων & αγκυλών.
2
O ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΤΟΥ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΥ.
ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΝΕΟ-ΙΩΑΚΕΙΜΙΣΜΟΙ.
3
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Θεός Βοηθός.
4
ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥ
Gioacchino da Fiore/Ιωακείμ
/Ιωακείμ τής Φλόρας (1135-1202 μ.Χ
Χ.)
Διαθέτει δύο ρίζες! Μία ρίζα του είναι η ιστορική ερμηνεία των
προφητειών και ιδιαιτέρως της αποκαλύψεως. Κάνει την εκρηκτική της
εμφάνιση στο τέλος του Μεσαίωνος και περιέργως μετά την αρπαγή της
Κων/πόλεως από τους σταυροφόρους. Ανήκει στην κληρονομιά του Da
Fiore και για αιώνες, μέχρι σήμερα σχεδόν, είναι μια αποκαλυπτική
ιστοριογραφία, η οποία ερευνά τις Γραφές για να ανακαλύψει την
εξέλιξη της ιστορίας τής εκκλησίας μέχρι το τέλος της. Μια ιστορική
τυπολογία η οποία ανεκαλύφθη από τον Da Fiore, χάρη στην αγάπη του
για τον συμβολισμό. Όσοι ανήκουν σ' αυτή την πλευρά της
5
δραστηριότητος που εγκαινιάστηκε με το έργο του Ναπολιτάνου
μοναχού είναι υποχρεωμένοι να αναγγέλουν σε κάθε γενιά τις
"τελευταίες ημέρες".
6
Αυτό το πνεύμα υψώθηκε εναντίον της Εκκλησίας του Χριστού και
εναντίον Αυτού του Ιδίου του Χριστού, επιδιώκοντας την υπέρβαση του
Χριστού και της Εκκλησίας Του. Αυτό το πνεύμα, του οποίου την νίκη
γιόρταζε ο Gioacchino ήδη από την εποχή του, και το οποίο επικράτησε
παγκοσμίως, δεν είναι πλέον το Άγιο Πνεύμα της παραδοσιακής
εκκλησίας και των πατέρων, παρότι όλοι οι φορείς του μοντέρνου
προσπαθούν να πείσουν τον εαυτό τους περί του αντιθέτου. Είναι το
πνεύμα του Αντιχρίστου!
Αμέθυστος
7
Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
Ο αββάς αυτός ο ερημίτης, δέχθηκε ανάμεσα στο 1190 και το 1195 μία
έμπνευση, που του φανέρωσε μέσα στις Γραφές ένα κρυφό νόημα
μεγάλης προγνωστικής αξίας.
Η άποψη ότι οι Γραφές περιέχουν ένα κρυφό νόημα ήταν παλαιά και οι
εξηγήσεις και οι αλληγορικές ερμηνείες συνιστούσαν την παράδοση της
Δύσεως. Το νέο στοιχείο ήταν ότι οι εξηγήσεις αυτές μπορούσαν να
εφαρμοστούν όχι μόνο για ηθικό δίδαγμα ή για δογματικούς σκοπούς,
αλλά σαν μέσον για να κατανοήσουμε και να προβλέψουμε την
εξέλιξη της ιστορίας. Ο Ιωακείμ ήταν πεπεισμένος πώς είχε βρεί ένα
κλειδί, το οποίο εάν εφαρμοζόταν στα γεγονότα και τα πρόσωπα της
παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, ιδίως δέ στην Αποκάλυψη, θα του
έδινε την δυνατότητα να αντιληφθεί στην ιστορία ένα πρότυπο και
ένα νόημα και να προφητεύσει με λεπτομέρειες τα μελλοντικά της
στάδια. Η ερμηνεία την οποία επεξεργάστηκε βάσει των Γραφών,
στηριζόταν στην άνοδο μέσα στην ιστορία και την κυριαρχία τριών
διαδοχικών εποχών, που στην καθεμία από αυτές δέσποζε ένα από τα
πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
8
Από αριστερά προς τα δεξιά βλέπουμε τον Πράσινο Δακτύλιο του Πατέρα,
τον Μπλε Δακτύλιο του Υιού και τον Κόκκινο Δακτύλιο του Αγίου
Πνεύματος. Ο Υιός και η Δεύτερη Κατάσταση (U) προκύπτουν από τον
Πατέρα και την Πρώτη Κατάσταση (Ι), ενώ το Πνεύμα και η Τρίτη
Κατάσταση (Ε) προκύπτουν από τον Πατέρα (Ι) και τον Υιό (U). Το διπλό
Ε, ένα μετά το Ι και ένα μετά το U, δείχνει αυτή τη διπλή εκπόρευση.
Αυτή η εικόνα είναι σχεδόν σίγουρα η προέλευση των Τριών Δακτυλίων
του Οράματος του Θεού στο Δάντη (Παράδεισος, Άσμα 30).
9
Ο Ιωακείμ δέν ήταν συνειδητά αιρετικός και δέν επιθυμούσε να
υπονομεύσει την Εκκλησία. Με την ενθάρρυνση τριών παπών κατέγραψε
τις αποκαλύψεις με τις οποίες τον ευνόησε ο Θεός. Και παρ'όλα αυτά η
σκέψη του είχε δυσάρεστες επιπτώσεις, έως διαλυτικές, για την
Θεολογική δομή της Μεσαιωνικής εκκλησιολογίας.
10
θεμελιώνεται στήν λογική. Επακόλουθο αυτής τής πλάνης είναι ότι η
δυτική φιλοσοφία καί επιστήμη είναι η συνέχεια καί η εξέλιξη τής
αρχαίας φιλοσοφίας καί επιστήμης. Όποιος έχει νού καταλαβαίνει.
Ύπουλος στόχος είναι η Ελληνική μας κληρονομιά, η υπόσταση τού
Έλληνα, τού εχθρού τής βαρβαρότητος.
Αυτό που εντυπωσίασε τους ανθρώπους του 13ου αιώνα, ήταν προ
πάντων η αφήγηση του Ιωακείμ για το πώς και πότε έμελλε ο κόσμος να
υποστεί αυτή την τελική μεταμόρφωση. Στην Ιωακείμια αντίληψη της
ιστορίας, κάθε εποχής, προηγείται μια περίοδος επώασης. Η επώαση της
πρώτη εποχής είχε διαρκέσει από τον Αδάμ μέχρι τον Αβραάμ, της
δεύτερης από τον Ηλία μέχρι τον Χριστό, και όσο για την τρίτη, η
επώασή της είχε αρχίσει με τον Άγιο Βενέδικτο και πλησίαζε στο τέλος
της όταν ο Ιωακείμ συνέθετε τα έργα του. Κατά τον Άγιο Ματθαίο,
μεσολαβούν σαράντα δύο γενεές ανάμεσα στον Αβραάμ και τον Χριστό.
Και καθώς η Π.Δ. ήταν πρότυπο για όλα τα κατοπινά γεγονότα, η
περίοδος ανάμεσα στην γέννηση του Χριστού και την εκπλήρωση τής
τρίτης εποχής πρέπει κι’ αυτή να διαρκέσει σαράντα δύο γενεές.
Θεωρώντας τήν κάθε γενεά τριάντα χρόνια, ο Ιωακείμ κατόρθωσε να
τοποθετήσει την κορύφωση τής ανθρώπινης ιστορίας ανάμεσα στα έτη
1200 και 1260 [στην καταστροφή της Κων/πόλεως].
Πόσο εκρηκτική ήταν η θεωρία αυτή, έγινε φανερό όταν την υιοθέτησε η
ακραία αυστηρή πτέρυγα των Φραγκισκανών μοναχών. Το Ιωακείμιο
11
ιδεώδες ενός τελείως εξωκοσμικού μοναστικού τάγματος, έφτασε
πολύ κοντά στην πραγμάτωσή του στην αδελφότητα, η οποία μέσα σε
λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του προφήτη, άρχισε να σχηματίζεται
γύρω από τον φτωχούλη της Ασσίζης. Αργότερα, όταν η αδελφότητα
αναπτύχθηκε και έγινε μεγάλο μοναστικό τάγμα, αναγκάστηκε να κάνει
παραχωρήσεις στις απαιτήσεις τής καθημερινής πραγματικότητας. Το
τάγμα εισέδυσε στα σχολεία, στα παν/μια, απέκτησε επιρροή και
περιουσία.
12
Αυτή η αποκαλυπτική κακοδοξία εξαπλώθηκε ιστορικά παίρνοντας
διάφορα ονόματα και εμφανίσθηκε πότε σαν η αίρεση των Καθαρών, των
Αλβιγηνών ή νέο-Μανιχαϊκών και τελικώς επικράτησε σαν η αίρεση του
Ελεύθερου Πνεύματος! Αυτή η αίρεση μπορεί να θεωρηθεί ιστορικά
σαν μια αποκλίνουσα μορφή του μυστικισμού που άκμασε στην Δύση
από τον 11ο αιώνα και μετά. Ένας μυστικισμός που προέρχεται από μια
λαχτάρα για άμεση κατανόηση του Θεού και άμεση επικοινωνία μαζί
του. Οι Καθολικοί όμως μυστικιστές ζούσαν τις εμπειρίες τους στο
εσωτερικό μιας παράδοσης, που την επικύρωνε και την διαιώνιζε μια
μεγάλη θεσμοποιημένη Εκκλησία. Και όταν ασκούσαν κριτική στην
Εκκλησία, ο στόχος τους ήταν η αναζωογόνησή της.
Κατά τις αρχές του 13ου αιώνος, το δόγμα του Ελεύθερου Πνεύματος
εξελίχθηκε σε θεολογικό και φιλοσοφικό σύστημα που περιλάμβανε τα
13
πάντα. Ο Δάσκαλος που πρωτοστάτησε στην δογματική αυτή εξέλιξη
ήταν ο Αμωρύ του Μπεν, λέκτορας της λογικής και της θεολογικής του
Πανεπιστημίου των Παρισίων. Έτσι, τελικώς, οι Αμωρίτες
ισχυρίζονταν ότι ο καθένας τους ήταν Χριστός και Άγιο Πνεύμα.
Ήταν πεπεισμένοι ότι αυτό που η χριστιανική θεολογία θεωρεί πως
είναι το απαράμιλλο θαύμα της Ενσαρκώσεως, επαναλαμβανόταν
τώρα στον καθένα τους!
14
Πόλης από τους Σταυροφόρους], οι περισσότεροι ρίχτηκαν στις
καινούργιες ευκαιρίες για πολυτέλεια και επίδειξη. Αλλά οι αιρετικοί
αυτοί αισθάνθηκαν υποχρεωμένοι να απαρνηθούν τελείως την
ιδιοκτησία, την εξουσία και τα προνόμια και να κατέβουν κοντά στον
πάμπτωχο λαό. [Το σύνολο της Δύσεως δαιμονίστηκε και παραμένει
μέχρι σήμερα χωρίς εξορκισμό. Αυτόν τον δαιμονισμό εισάγουμε
σήμερα σαν Οικουμενισμό και σαν αντι-οικουμενισμό].
Αμέθυστος
15
Εισαγωγή
Ένα γράμμα του εκδότη Eduardo Gans, φίλου επίσης του Χέγκελ, του
Δεκεμβρίου του 1830, προς την Récamier, είναι ίσως η καλύτερη
εισαγωγή σε όσα θα ακολουθήσουν:
16
Έτσι λοιπόν στον αποκρυφισμό που σάρωσε τα πάντα, ξεκινώντας από
τον "ταπεινό" Ναπολετάνο καλόγερο, αφού ούτε ο μεγάλος Ακινάτης δεν
κατόρθωσε να τον αντιμετωπίσει, οι Γερμανοί προσθέτουν μια ξεχωριστή
κρίση για τον προτεσταντισμό, ο οποίος καταλήγει μια μεσαία εποχή που
πρέπει να ξεπεραστεί για να φθάσουμε στην εποχή του πνεύματος.
Στον πέμπτο και τελευταίο από τους διάσημους Λόγους του στην
θρησκεία, του 1799, τριάντα ενός έτους, ο Σλαϊερμάχερ, ανακοίνωσε την
ελπίδα για ένα μέλλον «στο οποίο ο πατήρ θα ήταν τα πάντα στα πάντα»
αλλά πρόσθετε και την ανησυχία του «πότε πρέπει να έλθει αυτός ο
καιρός; Φοβούμαι πως είναι έξω από κάθε εποχή του χρόνου». Διότι,
συνεχίζει, εποχές διαφθοράς περιμένουν και απειλούν ο,τιδήποτε είναι
γήινο, ακόμη και αν η καταγωγή του υπήρξε θεία. Εάν λοιπόν η βασική
έμπνευση κάθε θετικής θρησκείας λαμβανομένης καθ' εαυτής είναι
αιώνια, κατά συνέπειαν, παρότι μόνον σήμερα αναδεικνύεται, η θρησκεία
των θρησκειών, ο Χριστιανισμός, είναι και αυτός περαστικός. Είναι
υποκείμενος στην φθορά του χρόνου. Και έρχεται σύντομα ο καιρός κατά
τον οποίο καινούργιοι ιεραπόστολοι του θεού θα γίνουν απαραίτητοι και
θα ξεκινήσουν νέες εποχές της ανθρωπότητος και κάθε νέα εποχή θα
γίνει η παλιγγενεσία του χριστιανισμού και θα αφυπνίζει το πνεύμα με
μια νέα και πιο ωραία μορφή. Απέραντες εκτάσεις της θρησκείας δεν
έχουν καλλιεργηθεί και είναι ανεκμετάλλευτες. Ακόμη και αυτές
μπορούν να γεννηθούν από την βασική έμπνευση του Ιησού, αλλά ο
17
Ιησούς δεν μπορούσε να τις προβλέψει περισσότερο από τους μαθητές
του. Γιατί εξάλλου ο χριστιανισμός έπρεπε να βασιλέψει μόνος του
στην ανθρωπότητα; Ο χριστιανισμός απεχθάνεται αυτόν τον
δεσποτισμό. Δεν θέλει να ωθήσει στο άπειρο την διαφορετικότητα
μόνον του εαυτού του, θέλει να έχει την οραματική έμπνευσή του και
έξω από αυτόν.
Τί πράγμα δεν μπορούμε να περιμένουμε από μια εποχή που είναι τόσο
καθαρά το σύνορο ανάμεσα σε δύο καταστάσεις πραγμάτων τόσο
διαφορετικών; Όταν αυτή η βίαιη κρίση περάσει, θα μπορέσει και αυτή,
να προκαλέσει μια τέτοια στιγμή και μια προφητική ψυχή θα μπορούσε
18
από τώρα να δείξει το σημείο το οποίο, για τις μελλοντικές γενεές, θα
γίνει το κέντρο εμπνεύσεως του Σύμπαντος.
19
τον ενθουσιασμό του για το "Εν και παν" αυτή την ακαθοριστία της
βασικής πραγματικότητος; Ο Λόγος τής εποχής, που είχε σαγηνεύσει
όλους τους νέους ήταν πως τα θρησκευτικά πνεύματα δεν κουράζονται
ποτέ τους να ερευνούν το Σύμπαν και να περιμένουν να ακούσουν τις
φανερώσεις του!
[Βοήθειά μας]!
[Ανώνυμος είπε...
20
Φίχτε
Όμως οι άλλοι απόστολοι και μαθητές του Χριστού δεν κατανόησαν την
προφητεία του: μπέρδεψαν την ενέργεια του Πατρός (και του Υιού)
καθαυτού με την δράση τού Αγίου Πνεύματος (μεταφράζοντας περίπου
το σύμβολο με την πραγματικότητα), και το αποτέλεσμα υπήρξε ένας
Χριστιανισμός δεισιδαιμονικός, προορισμένος να επεκταθεί και να
βαρύνει στην διάρκεια των αιώνων. Μόνον μετά τον Καντ, αφού
ολοκλήρωσε το τελευταίο βήμα μιάς μεγάλης διαδρομής
εσωτερικεύσεως, το πνεύμα αναγνωρίστηκε επιτέλους σαν Άγιο,
ανεξαρτητοποιήθηκε και αυτονομήθηκε από τον ιστορικό Ιησού και
μπορεί πλέον να πει κάθε πράγμα.
Στην έκτη του διάλεξη για τον οδηγό στην ευτυχισμένη ζωή ή στο δόγμα
τής θρησκείας, ο Φίχτε, απευθυνόμενος σε ένα μεγαλύτερο πλήθος λαού,
εφαρμόζει και προσαρμόζει με τον ίδιο τρόπο το πνεύμα τού "δόγματος
της επιστήμης", στην μεταμόρφωση του Χριστιανισμού. Ο
Χριστιανισμός πρέπει να θεωρηθεί σαν ένας παροδικός θεσμός για
την θρησκευτική εκπαίδευση των ανθρώπων. Παρόλα αυτά η
μεταμόρφωση που επιτυγχάνει είναι η απόδοση του Χριστιανισμού στον
εαυτό του, αποκαθιστώντας τον στην πιο αυθεντική και αγνή του μορφή.
Είναι δε ακριβώς ο Χριστιανισμός ο οποίος αντιστοιχεί στην βαθειά
σκέψη του Ιησού, όπως την μετέδωσε ο Απόστολος Ιωάννης, πιστός του
21
ερμηνευτής. Ο Ιησούς είχε κατανοήσει καλύτερα από όλους το νόημα
της παλαιάς Διαθήκης. Αλλά ο Παύλος και το κόμμα του,
παραμένοντες μισό-εβραίοι, επιμήκυναν το βασικό λάθος του
Ιουδαϊσμού, που είναι το ίδιο με των Εθνικών. Για τον Ιωάννη όμως τα
πράγματα είναι διαφορετικά. Μόνον με τον Ιωάννη ο φιλόσοφος μπορεί
να συμφωνήσει, γιατί μόνον αυτός σέβεται την νόηση και αναφέρεται
στην μοναδική απόδειξη που δέχεται ο φιλόσοφος: την εσωτερική
απόδειξη!
Δεν πρέπει να εκλάβουμε τις πιο σοβαρές του δηλώσεις και τις πιο
κατηγορηματικές σαν απλές εικόνες και μεταφορές. Ούτε πρέπει να
ενώσουμε στο υψηλό του δόγμα τού λόγου, τις Ιουδαϊκές φαντασίες περί
του υιού του Δαυίδ, ο οποίος θα ακύρωνε μια αρχαία διαθήκη για να
ολοκληρώσει μια καινούργια. Αυτές είναι φαντασίες αντίθετες προς την
νόηση και ίσχυαν μόνον για την εποχή του Ιησού και την θεμελίωση τού
Χριστιανισμού. Πρέπει να μπορούμε να διακρίνουμε το μεταφυσικό
δόγμα από τις ιστορικές βεβαιώσεις.
22
Η γνώση της βασιλείας των ουρανών πρέπει να ανεξαρτητοποιηθεί από
την Ιστορική πίστη και από την ιδιαίτερη συγγένεια της ψυχής των
ατόμων με αυτή. Πρέπει να πάρει την μορφή ενός βασιλείου, το οποίο
κάθε άνθρωπος, που θα διαθέτει την ανθρώπινη νοημοσύνη, να μπορεί να
το αποκτήσει.
Και ο Ιωακείμ ντα Φιόρε (Gioacchino Da Fiore) πίστευε πως η δική του
επεξήγηση ήταν εμπνευσμένη. Αλλά υπήρξε ένα απλό ανακοινωθέν, καί
όχι η δημιουργός τού δικού του αιωνίου ευαγγελίου. Η φιλοδοξία του
Φίχτε (Fichte) είναι πιο πλατιά. Είναι η φιλοδοξία ενός δημιουργού.
23
Αυτής της καθοριστικής προόδου, αυτού του τελευταίου γεγονότος των
ημερών μας που οδηγεί την δημιουργία στο τέλος της, όπου η
ανθρωπότης επιτυγχάνει την ολοκληρωμένη της ελευθερία, την
απελευθέρωσή της από την προστασία, ο Φίχτε αισθάνεται πως είναι
ο υποκινητής. Μέσω αυτού, μέσω της εμπνευσμένης του φιλοσοφικής
διδασκαλίας, που ο ενσαρκωθείς Λόγος τού προλόγου τού κατά Ιωάννην
αποκαλύπτει επιτέλους την αληθινή του φύση, που δεν είναι άλλο από
μια ανώτερη συνείδηση του εαυτού, γίνεται γνωστή η
πραγματοποίηση αυτής της συνειδήσεως, στην οποία ενώνονται ο
άνθρωπος, ο κόσμος και η θεότης.
24
Χέγκελ
25
γράφει: Δεν είναι δύσκολο να δούμε πως η εποχή μας είναι μια εποχή
ενός περάσματος προς μια νέα εποχή. Το πνεύμα έσπασε τις γέφυρες με
τον κόσμο της υπάρξεως και τής αναπαραστάσεως, που διήρκεσε μέχρι
σήμερα. Είναι έτοιμο να βυθιστεί στο παρελθόν, και διανύει μια ανήσυχη
περίοδο μεταμορφώσεως!
26
Ο Γερμανικός λαός, ο μόνος αληθινός διάδοχος του αρχαίου Ελληνικού
λαού ήταν προορισμένος να οδηγήσει τον χριστιανισμό στην
ολοκλήρωσή του, πραγματοποιώντας την απόλυτη αλήθεια καθότι
αυτόνομος και άπειρος προσδιορισμός τής ελευθερίας, που είναι το ίδιο
το πνεύμα του μοντέρνου κόσμου.
Και όμως το πέρασμα από τον Χριστό στο πνεύμα, που αποτέλεσε τον
νεωτερισμό του Ιωακείμ, θεμελιώνει και την πρόοδο τής Ιδέας του
στον Γερμανικό ιδεαλισμό. Η πνευματική πρόοδος της σκέψης και της
γνώσεως διακρίνεται από την απλή και καθαρή πίστη, διότι αυτή δεν
γίνεται αλήθεια παρά μόνον μέσω της σκέψης, του πνεύματος (πλήρης
ταύτιση του Αγίου πνεύματος με την σκέψη. Κάτι που θεμελίωσε πρώτος ο
27
Αυγουστίνος και στερέωσε ο Ακινάτης, ορίζοντας το Άγιο πνεύμα βοηθό
του Νου τού ανθρώπου, του πνεύματός του ή της σκέψεώς του. Κάτι που
πιστεύουν σήμερα καί οι Ορθόδοξοι).
28
ιστορική υπέρβαση αυτής της αναπαραστάσεως, έτσι ώστε το
απόλυτο περιεχόμενο τού χριστιανισμού να μπορέσει να σχηματίσει
την μόνη απόλυτη μορφή, η οποία είναι, η φιλοσοφική σκέψη.
Τι είναι ο Χέγκελ λοιπόν; Κινείται απλώς από την εσωτερική λογική του
Χριστιανικού Λουθηρανισμού; Ακολουθεί απλώς, με ένα πιο περιεκτικό
διαλεκτικό δίκτυο, την εκκοσμίκευση που χάραξε ο Λέσσινγκ; Είναι ο
συνειδητός αντίπαλος της χριστιανικής πίστεως και ο αντιφατικός
αρνητής της, την οποία άρνηση στην συνέχεια θα αποκαλύψουν ο
Φόιερμπαχ, ο Μαρξ και ο Ένγκελς, φανερώνοντας την κρυμμένη του
πρόθεση;
Δεν ψάχνει αντιθέτως μια γνώση της πίστεως, αν όχι με τον τρόπο των
σχολαστικών, τουλάχιστον με εκείνο του Αυγουστίνου;
Είναι μια προδοσία της σκέψης του μάλλον, να εμμείνουμε στην μία
ή στην άλλη εκδοχή και να τον υποπτευόμαστε για ασυνέπεια από την
στιγμή που ο ίδιος έθεσε σαν σκοπό του την επανένωση όλων των
αντιθέτων και την συμπερίληψή τους στα βάθη του πνεύματος. Εάν
βλέπει στην φιλοσοφία την ολοκλήρωση τής θρησκείας, είναι γεγονός
επίσης πως εκτιμά αυτή την ολοκλήρωση η οποία τίθεται ήδη από την
ίδια την χριστιανική θρησκεία, όσο και από την κίνηση τής νοησιαρχικής
σκέψης.
29
Και πάλι είναι αδύνατον να δεχθούμε επίσης πως απέρριψε εντελώς να
διαχωρίσει τις ιστορικές αναπαραστάσεις τής πίστεως και την λογική
τους κατανόηση! Είναι αδύνατον να κρύψουμε το γεγονός πως ο
Χέγκελ κηρύττει το ξεπέρασμα του Χριστού στο πνεύμα, το άνοιγμα
δηλαδή στο μέλλον και τον θάνατο του Πατρός.
Ο Φόϊερμπαχ παρόλες τις υπερβολές του δεν είχε δει άραγε σωστά,
πως ορίζοντας την φιλοσοφία του σαν μια μεγαλειώδη προσπάθεια
ταυτίσεως της αρνήσεως του χριστιανισμού με τον ίδιο τον
χριστιανισμό!, προσπαθούσε να ξεπεράσει με τον στοχασμό τον
χριστιανισμό; Δηλαδή να βάλει κατά μέρος την πίστη του στον
Χριστό από την στιγμή που θα είχε παίξει τον ιστορικό του ρόλο, στο
όνομα ενός πνεύματος το οποίο δεν θα ήταν πλέον το πνεύμα του
Ιησού, ούτε το πνεύμα του πατρός, αλλά το πνεύμα του κόσμου;
Μεταφράζοντας την χριστιανική θρησκεία σε φιλοσοφία ο Χέγκελ, δεν
έτεινε τυπικώς να εκκοσμικεύσει την χριστιανική ελπίδα; Κηρύσσοντας
σε όλη του την φιλοσοφία πως η φιλοσοφία περιλαμβάνει την θρησκεία
αλλά αυτή δεν περιλαμβάνει εκείνη, και πως η έμπνευση της Τριάδος
είναι το όνειρο που η αυτοσυνειδησία κάνει για τον εαυτό της, αυτός
ο ίδιος δεν καταστρέφει κάθε δυνατότητα αποκαταστάσεως της πίστης
του;
30
Απολύτου και της Ιστορίας. Έτσι η αποκάλυψη της Τριάδος δεν βρίσκει
τις πιο αποφασιστικές της αναφορές στο γεγονός του Ευαγγελίου, στο
οποίο θα αντικατοπτριζόταν συμβολικά η νοητή πατρότης του θεού, αλλά
στην έλευση του πνεύματος στο οποίο αναγνωρίζεται στοχαστικώς η
αναγωγική ολοκλήρωση του χριστιανικού γίγνεσθαι.
31
αλλού. Μια συνείδηση πιστή στον Χριστό και κοινοτική δοξολογία σε
μια ορατή Εκκλησία αλληλοαναιρούνται λόγω του δυναμισμού τους, στο
μέτρο που οι εποχές ωριμάζουν και ο στοχασμός βαθαίνει. Αναιρούνται
εξαιτίας των απαιτήσεων του στοχαστικού πνεύματος, δηλαδή εξαιτίας
της απολύτου ενεργείας του πνεύματος.
Δεν είναι δυνατόν πλέον να μιλήσουμε για μια τυπική πίστη η οποία θα
προσπαθούσε να πλησιάσει κάποιο εξωτερικό αντικείμενο, διότι να
επιθυμούμε να εισάγουμε μια νέα αρχή στην ουσιώδη ζωή του ανθρώπου
θα ήταν παράλογο, λόγω της πληρότητός της!
Η λατρεία δεν μπορεί να είναι άλλο από την αιώνια πρόοδο του
υποκειμένου προκειμένου να ταυτιστεί με την ουσία του. Μια
πρόοδος η οποία τελειούται στην απόλυτη γνώση.
Και εδώ έχουμε την ίδια μείωση στην κοινωνία. Δεν υπάρχει πλέον
διάκριση ανάμεσα στο χρονικό και στο πνευματικό. Η Εκκλησία
αφομοιώνεται από το κράτος. Και πραγματικά εάν πρέπει να πούμε πως
το κράτος θεμελιώνεται στην θρησκεία, πως βρίσκει τις ρίζες του, αυτό
σημαίνει στην ουσία πως εξήλθε, πως εξέρχεται τώρα και πάντοτε, πως
οι αρχές του κράτους αναγνωρίζονται και αυτές σαν προσδιορισμοί
της θείας φύσεως.
Ο διάσημος Jean Hyppolite εδώ ακριβώς είδε ένα από τα πιο εκπληκτικά
πράγματα στην ιστορία της σκέψης. Ίσως μείωνε λίγο τον ενθουσιασμό
του εάν γνώριζε από κοντά όχι μόνον την ιστορία της λουθηρανικής
παραδόσεως, αλλά πολύ περισσότερο εκείνη της προσπάθειας
διαχωρισμού του Χριστού από το πνεύμα, ανάμεσα στην Εκκλησία
του Χριστού και την κοινωνία τού πνεύματος, που κατάγεται από τον
Ιωακείμ ντα Φιόρε.
Μετά από δύο αιώνες που πέρασαν τόσο γρήγορα, η φιλοσοφία του
Χέγκελ συνεχίζει να ασκεί την γοητεία της. Οπωσδήποτε ο Χέγκελ
προσπάθησε να πει μόνον ένα πράγμα. Να είναι συνεπής και
μονοσήμαντος. Αλλά αυτό που είπε είναι πολύ σύνθετο. Χωρίς
32
αμφιβολία στηρίζεται πολύ στο ιστορικό γεγονός. Αλλά η γνώση του
θεού, τονίζεται τόσο πολύ, που η ενυπάρχουσα Τριάδα φαίνεται
κάποιες στιγμές να χάνεται πίσω από την βιωμένη γνώση. Η θεωρία
της Τριάδος και ο Ίδιος ο Χριστός πίσω από την Χριστολογία.
33
Σέλλινγκ
Η σχέση του Σέλλινγκ με τον Ιωακείμ ντα Φιόρε είναι πιό φανερή και
πολύ πιό στενή απο εκείνη του Χέγκελ. Ακόμη και από του Φίχτε!
Μπορούμε δέ να δεχθούμε πώς ανάμεσα στους μεγάλους Γερμανούς
ιδεαλιστές αυτός κατέβαλε την μεγαλύτερη και πιό πρωτότυπη
προσπάθεια για να θεμελιώσει φιλοσοφικά την βασιλεία του πνεύματος,
χωρίς να εκμηδενίσει την Χριστιανική θρησκεία.
34
ιστορίας και ανακοινώνει την έλευση του απολύτου Ευαγγελίου. Στα
1804, στο κείμενο του Φιλοσοφία και Θρησκεία, παρουσιάζει την
καθολική ιστορία σαν μία απέραντη εποποιΐα του πνεύματος του Θεού.
Δέν είναι πιά μία τριμερής ανάπτυξη, αλλά μία κίνηση σε δύο
αντίστροφους χρόνους: απομάκρυνση και επιστροφή. Είναι μία Ιλιάδα
και μία Οδύσσεια.
35
τριθεϊσμό σχεδόν χαρακτήριζε ήδη, το τριαδικό δόγμα του Ιωακείμ
ντα Φιόρε.
36
τους γύρω απο την αρμονία του κόσμου και της θαυμαστής του
ενότητος. Εάν ήταν ικανοί να διεισδύσουν πέρα απο την επιφάνεια των
πραγμάτων, θα είχαν δεί πώς το φοβερό και το τρομακτικό είναι το
ουσιώδες βάθος της ζωής και της υπάρξεως. Δέν έχουμε να παλέψουμε
μόνον την σάρκα και το αίμα, αλλά ένα κακό που είναι μέσα μας και έξω
μας, ένα κακό που είναι πνεύμα [μία φιλοσοφία που απεικονίζεται
σήμερα στο Χόλλυγουντ].
Ο Σέλλινγκ έφτασε, κάτω από την επιρροή του Μπαίμε, μέχρι του
σημείου να συλλάβει μία ελευθερία πρωτογενή (άκτιστο), χωρίς
κανόνα και μέτρο, μία Βούληση αυθαίρετη, της οποίας το κακό θα
συνιστούσε ενδογενές στοιχείο. Αυτά τα μιάσματα, τα προερχόμενα από
τον Μπαίμε, επηρέασαν ακόμη και την ιδέα του για την Θεότητα, με
αυτήν όμως την διαφορά. Ότι στον Θεό, αυτή η πρωτογενής κατάσταση
της αντιφάσεως που άναψε την άγρια φωτιά της αντιδικίας, αυτή η ζωή
γεμάτη επιθυμίες και πόθους, κυριαρχήθηκε από πάντοτε [ο Θεός σαν
Δίας που νικά τον Τερατώδη Κρόνο]. Αυτή η ζωή αποτελεί μέρος ενός
παρελθόντος το οποίο δέν έγινε μόνον τέτοιο, αλλά ήταν ένα παρελθόν
εκ καταγωγής, που είναι τέτοιο απο όλη την αιωνιότητα. Το
καταστρεπτικό ΟΧΙ, η δύναμη που είναι αιωνίως θυμωμένη, που δέν
ανέχεται κανένα όν που να της είναι εξωτερικό, είναι αιωνίως πνιγμένη
με τον ίδιο τρόπο, από το ΝΑΙ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ. [Βλέπουμε λοιπόν απο
που κατάγονται έννοιες σημερινές σαν τό πρόσωπο είναι τρόπος
ζωής, η οικουμενική προσπάθεια, η τοποθέτηση του Εγώ στην θέση
του Νού. Είναι γεννήματα του Μανιχαϊσμού].
37
σήμαινε πώς η ελευθερία είναι μόνον μία φυσική δύναμις. Πάνω στην
λέξη πανθεϊσμός, διστάζει, δύσπιστος στην κατηγορία που έγινε σχεδόν
δημοφιλής στην εποχή του, πώς καταφέρεται εναντίον οποιουδήποτε
τοποθετεί έναν τρόπο ενώσεως του περασμένου και του απείρου, και
φτάνει μερικές φορές να διακρίνει αυτόν τον όρο από την μοιρολατρία,
την αιτιοκρατία, και την ταυτοποίηση του Θεού με τα πράγματα. Το
πάθος του συστήματος του Σπινόζα είναι ακριβώς το γεγονός πώς δέν
έθεσε τα όντα στον Θεό, αλλά το ότι τα έθεσε σαν πράγματα και
κατέληξε να εννοεί την Άπειρη ουσία του και αυτή σαν πράγμα. Τον
κατηγόρησε δηλαδή ότι όρθωσε το «Γενικό Είναι» σαν ένα αδηφάγο
δόγμα που εξαφάνισε στα σπλάχνα του και την επιστήμη και την
θρησκεία.
38
απέναντι του την εμπειρία τής αδράνειας και μίαν αυτιστική
ελευθερία, χάθηκε στην ολοκληρωτική υποκειμενικότητα. Η οποία
τον οδήγησε σε μία επιφανειακή φιλανθρωπία, πού δέν μπορεί να δεί
το κακό προηγούμενο κάθε ανθρώπινης πράξεως παρά μόνον στην
αδράνεια τής ανθρώπινης φύσεως.
39
προόδου, τα κείμενα που άφησε δέν μπορούν να μας το βεβαιώσουν
απόλυτα. Ίσως δέν έφτασε ποτέ του σε μία καθοριστική λύση.
40
μία λαϊκή Βίβλος. Αυτά τα αιώνια μνημεία που είναι οι δύο Διαθήκες που
διατηρήθηκαν από τον Χριστιανισμό, δέν προσφέρουν ακόμη παρά ένα
θεμέλιο για την φιλοσοφική του ερμηνεία της ιστορίας και της
θρησκείας. Ένα τριμερές σχήμα, απολύτως συγκεχυμένο εκφράζει τις
απόψεις του.
41
πρώτη φορά στα 1831-1832 και δεν έπαψαν να επαναλαμβάνονται
στην συνέχεια, χωρίς αλλαγές.
42
Στηριζόταν άραγε από την κατάσταση στην οποία βρισκόταν
πραγματικά, τότε, η Εκκλησία; Μήπως με αυτό το μελλοντικό δόγμα,
ήθελαν όλοι τους να υποστηρίξουν πως απαιτείτο μια περαιτέρω
ανάπτυξη του Ευαγγελίου του Χριστού, με την οποία θα γινόταν το
Ευαγγέλιο του πνεύματος; Διατηρημένο εκείνους του χρόνους με ένα
καθαρά εξωτερικό τρόπο λόγω της διανοητικής καταπίεσης και του
σκοταδισμού και γι’ αυτό συσκοτισμένο εσωτερικά κι’ αυτό με την
σειρά του, και καταλήγοντας να ξαναγίνει αδιανόητο μυστήριο, δεν
θα εμφανιζόταν λοιπόν πλήρως φωτισμένο, αυτό το Ευαγγέλιο του
πνεύματος, σε μιαν αλήθεια τελείως κατανοημένη; Διότι αυτό
ακριβώς το Ευαγγέλιο αφήνουμε κατά μέρος, μέχρι σήμερα».
Έτσι λοιπόν ο Σέλλινγκ δεν εκφράζεται πάνω στην ακριβή σημασία τού
δόγματος τού αιωνίου Ευαγγελίου, ούτε του Ιωακείμ ούτε των μαθητών
του. Δεν ήταν σε θέση να κάνει μια ιστορική μελέτη, ούτε και είχε αυτόν
τον σκοπό. Εξάλλου, όπως ισχυρίζεται και ο ίδιος, ο Ιωακείμ ντα Φιόρε,
επιβεβαίωσε απλώς κάτι που είχε ήδη επεξεργαστεί πολύ πριν γνωρίσει
τις θεωρίες του. Οπωσδήποτε πάντως ξεκινώντας από την καινούρια
κατάσταση στην οποία βρέθηκε η Εκκλησία από την προτεσταντική
Μεταρρύθμιση, και αυτός στοχάζεται την Γραφή. Ψάχνει
προειδοποιητικά σημεία. Και λαμβάνοντας λοιπόν σαν σύμβολο τις τρεις
μεγάλες μορφές της Κ.Δ., τους αποστόλους που βρέθηκαν πιο κοντά
στον Χριστό, τον Πέτρο, τον Παύλο και τον Ιωάννη, οικοδομεί με την
σειρά του ένα είδος φιλοσοφίας της Χριστιανικής Ιστορίας, ή της
Ιστορίας της σωτηρίας, που ήταν κάτι ανάλογο με αυτό που η παράδοση
του Ιωακείμ ονόμαζε το Αιώνιο Ευαγγέλιο. [Συμβαίνει δηλαδή να έχει
ακουστεί και προγραμματιστεί ιστορικά ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, από
τον Σέλλινγκ, στα 1832, στα μαθήματα του Μονάχου].
43
Εθνικών αξιολογείται σαν μια μαρτυρία μιας πρωτογενούς γνώσεως του
θεού, η οποία εκφράζεται συσκοτισμένα στον μύθο. Ο θάνατος και η
Ανάσταση του Χριστού, επέτρεψαν την εισβολή του πνεύματος, που
συνεχίζει μέσω της Ιστορίας της Εκκλησίας».
44
Εκκλησίας. Στο Ευαγγέλιο του Λουκά, αναγνώρισε το αναλυτικό πνεύμα
που ήταν χαρακτηριστικό του Παύλου, του αποστόλου του Υιού, που
απευθυνόταν στους Εθνικούς. Ο Ιωάννης στο Ευαγγέλιό του, που υπήρξε
και το τελευταίο, του φάνηκε ο απόστολος του πνεύματος, στο οποίο
συντίθενται όλες οι αντιθέσεις και όλες οι Εκκλησίες είναι προορισμένες
να ξαναενωθούν.
45
γκρεμιστεί. Διατηρεί τον Ιστορικό δεσμό με τον Χριστό. Ακόμη και ο
Λούθηρος την ονόμασε την Μητέρα του.
Όλο αυτό είναι ένα «πέρασμα» και κατανοημένο σαν τέτοιο, έρχεται να
βοηθήσει τον ανταγωνιστή του για να ανοίξει με αυτόν τον δρόμο προς
μια ανώτερη σύνθεση [την οποία πέτυχε εδώ που τα λέμε ο Νίτσε με
τον Ζαρατούστρα και τον Αντίχριστο]. Όταν λοιπόν, λόγω της
Μεταρρύθμισης, η ενότης της Εκκλησίας θα εσωτερικευθεί, θα γίνει
συνειδητή και ελεύθερη, δηλαδή στ' αλήθεια Καθολική, η Μεταρρύθμιση
θα τελειώσει, δεν θα έχει πια κανέναν άλλον λόγο υπάρξεως.
Από το μέρος της η Ρωμαϊκή Εκκλησία θα θυμηθεί τον λόγο του Κυρίου
στον Πέτρο και σαν τον Πέτρο, θα χύσει δάκρυα μετανοίας. Τότε το
έδαφος θα είναι ελεύθερο για την αυγή της μελλοντικής Εκκλησίας, "της
Καθολική Εκκλησίας", οικοδομημένης με το πνεύμα, που θα μπορεί να
υπάρχει μόνον μέσω της χριστιανικής νοήσεως. Κάτι που δεν
προϋποθέτει την αφομοίωσή της στην "απόλυτη γνώση" και την απλή και
καθαρή εκκοσμίκευσή της στο κράτος, αλλά την πραγματική της
46
συγχώνευση με τις επιστήμες και την γενική γνώση. Θα είναι η
«Εκκλησία του Ιωάννη». Και ίσως οι χρόνοι πλησιάζουν.
«Ο Ιωάννης δεν έχει ούτε την ζωντάνια ούτε την δύναμη του
θεμελιωτού του Πέτρου, δεν έχει ούτε τον ορμητικό χαρακτήρα του
Παύλου, ούτε την φωτοβόλο ιδιοφυΐα του, αλλά διαθέτει την
απλότητα του Πέτρου και την διαλεκτική οξύτητα του Παύλου».
«Στην αρχή έμεινε σιωπηλός, αλλά πρέπει να επανενώσει εξυπνώνοντάς
τα, τον καθολικό νομικισμό και την προτεσταντική χάρη, στο ουράνιο
και γλυκύ του πνεύμα. Είναι ο αγαπημένος Απόστολος του Χριστού,
αυτός που ανήγγειλε το Άγιο πνεύμα. Η Εκκλησία του Ιωάννη δεν είναι
η Ελληνική Εκκλησία, είναι η Εκκλησία που ακόμη πρέπει πάντοτε
να έλθει. Θα είναι η δεύτερη, η νέα Ιερουσαλήμ, που ο Οραματιστής
της Αποκαλύψεως θεώρησε να κατέρχεται από τον ουρανό. Θα
επανενώσει όλους τους χριστιανούς που είναι σήμερα χωρισμένοι, θα
δεχθεί στους κόλπους του τους Ιουδαίους και του Εθνικούς, θα
υφίσταται καθ' εαυτή, χωρίς αντιπαραθέσεις και χωρίς όρια, χωρίς
εξωτερική αυθεντία οποιουδήποτε τύπου, καθένας θα εντάσσεται
ελεύθερα. Θα είναι η μόνη αληθινά λαϊκή θρησκεία, η θρησκεία της
ανθρώπινης ράτσας κατέχοντας την υψηλότερη γνώση. Εάν είχα να
κτίσω μια Εκκλησία, θα την αφιέρωνα στον Ιωάννη».
Υποκινημένος από την σφοδρή του επιθυμία για μια καθολική σύνθεση,
ο Σέλλινγκ, θα ήθελε, σ' αυτή την Εκκλησία στην καθοριστική της
μορφή, να συνεχίσει να ενώνει τον Πέτρο, τον Παύλο και τον Ιωάννη.
Από εδώ ξεκινά μια σειρά από αντιφάσεις που φαίνονται ανεπίτρεπτες.
«Ο Χριστιανισμός θα έπρεπε να εξαφανίσει και τις τελευταίες μορφές
που διατήρησε από την Εκκλησία του Πέτρου, τα κιγκλιδώματα με τα
οποία προσπάθησε να προστατευθεί, στην διάρκεια της πρώτης του
φάσης. Από το άλλο μέρος όμως ούτε ο Παύλος θα μπορούσε να είναι
κάτι χωρίς τον Πέτρο. Οι προτεσταντικές Εκκλησίες ζουν μόνο από την
διαμαρτυρία τους και η πρώτη τους αρχή τις καταδικάζει στον
47
κατακερματισμό, έτσι που να βεβαιωνόμαστε πως η καθολική μορφή της
Εκκλησίας πρέπει να υφίσταται. Άλλη μία δυσκολία είναι η εξής: Η
Μεταρρύθμιση η οποία επετεύχθη τον δέκατο έκτο αιώνα, είναι
ανεπίστροφος, μη αντιστρεπτή, όμως ο Χριστιανισμός δεν μπορεί να
είναι Γερμανικός από μια άλλη άποψη. Μόνον στους
Μεταρρυθμισμένους χαρακτήρες μπορούμε να τον υπολογίσουμε δικό
μας, διαφορετικά πρέπει να τον απαρνηθούμε».
48
περισσότερο από την δυσκολία να ξεδιπλώσει με την μορφή της
ιστορίας μία σκέψη η οποία είναι ουσιωδώς διαλεκτικού τύπου.
Λόγω της πεποιθήσεως του πώς στην πραγματικότητα, η διαλεκτική
φανερώνεται και ξεδιπλώνεται αναγκαστικώς σε μία ιστορία.
[Αυγουστίνος. Δες το κείμενο: Ερμηνεία της έννοιας της Ιστορίας του
Ιερού Αυγουστίνου-F.M. SCIACCA στο ιστολόγιο του Αμέθυστου].
49
τύπων» και η ακολουθία αυτή, η οποία δέν έχει τίποτε το παράνομο, είναι
πολύ γόνιμη. Όπως σε σχέση με τον πρόγονο του, πρέπει να
αναγνωρίσουμε ότι ο Σέλλινγκ έχει το προνόμιο να μήν καταστήσει
(καταντήσει ίσως καλύτερα) τον ίδιο τον Ιησού έναν τύπο, τον τύπο του
πνεύματος που θα έλθει.
50
Διοίκηση της Εκκλησίας για να δικαιολογήσει την απιστία της. Για
να καταλάβουμε, η Ορθόδοξη Εκκλησία των Πατέρων και όχι κάθε
"Ορθοδοξία" που χρησιμοποιεί για τα επιχειρήματα της τους
Πατέρες, είναι η θριαμβεύουσα Εκκλησία. Στο σχήμα του Σέλλινγκ
είναι η πρώτη φάση και η έσχατη, η οποία σύμφωνα με τους λόγους
του δέν ανήκει κάν στην Εκκλησία που υπάρχει και γράφει ιστορία,
στην εμπειρική Εκκλησία. Η Εκκλησία ή η Ορθοδοξία των Πατέρων
μας, δέν είναι η ιστορική Εκκλησία, την οποία διδάσκουν σήμερα
όλες οι Θεολογικές σχολές. Ούτε ενυπάρχει στην ιστορία και την
γνωρίζει μόνον ο Κύριος. Η Εκκλησία του Κυρίου είναι ξένη πρός
τον κόσμο, όπως και ο Κύριος της.
Καταλαβαίνουμε άραγε;]
[Ανώνυμος είπε...
Συγγνώμη, αλλά να ρωτήσω κάτι; Διότι μπορεί να κατάλαβα και λάθος, γι’
αυτό ζητάω πάλι συγγνώμη. Μιλάει το κείμενο πιο πάνω αρνητικά για να
μην πω απαξιωτικά κατά των Καππαδόκων Πάτερων; Αν κάνω λάθος, το
γράφω για τρίτη φορά, να ζητήσω συγγνώμη. Σε αντίθετη περίπτωση
παρακαλούμαι για μια τοποθέτηση του Αμέθυστου. Ευχαριστώ!
amethystos είπε...
Εννοούμε τούς Καππαδόκες Πατέρες στό μυαλό τού Ρωμανίδη. Ήταν καί ο
ίδιος Καππαδόκης. Αλλά δέν εκτιμούσε καθόλου τούς Ελληνες. Έτσι
διαχώριζε τούς Καππαδόκες από τούς Ελληνες, πιστεύοντας ότι η
Εκκλησία θεμελιώνεται στούς Καππαδόκες καί η αυτοκρατορία στήν
51
Ρώμη. Αυτή η ιδεολογία δέν έδωσε κανέναν καρπό καθώς κατέληξε άδοξα
μέ τίς πονηριές τού Π. Χρήστου. Ένα πολύ περίεργο φαινόμενο, διότι ο
Άγιος Γρηγόριος θεωρείται ένας συγγραφεύς στό ύψος τού Πλάτωνος καί ο
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ένας από τούς μεγαλύτερους ρήτορες τής
Αττικής διαλέκτου. Απωθήσαμε εντελώς τό γεγονός ότι υπήρξε πιστός
μαθητής τού Φλωρόφσκι, ενός εκ' τών πρωτεργατών τού Οικουμενισμού.
52
τον λεγόμενο παύλειο τύπο, αρνούμενος να αναδείξει σε κανονική μία
προτεσταντική Εκκλησία η οποία θα έπρεπε να αντικαταστήσει την
Ρωμαϊκή Εκκλησία, που θεμελιώθηκε από τον Πέτρο. Σ’αυτή την
δύσκολη θέση, λιγότερο παράδοξη όμως κατά βάθος απο τους
υπόλοιπους θεσμοποιημένους προτεσταντισμούς, η σκέψη του βρίσκει
μίαν ανταπόκριση ανάμεσα σε μερικούς σημερινούς προτεστάντες
θεολόγους, για τους οποίους η «προτεσταντική αρχή» δέν θα’πρεπε να
διεκδικήσει το νόημα της και την νομιμότητα της, παρά μόνον στο
Εσωτερικό της μοναδικής Εκκλησίας.
Υπάρχει, τέλος, η ίδια ασάφεια, που δέν ξεκαθάρισε ποτέ, η ίδια μίξη
ρεαλισμού και φαντασίας, στην έννοια της Εκκλησίας, για την οποία δέν
μπορούμε να δούμε καθαρά πώς είναι δυνατόν μέσα στις συνθήκες τής
ανθρώπινης ζωής, να δοξαστεί χωρίς να εξαφανιστεί. Και πραγματικά ο
53
Σέλλινγκ γνωρίζει πώς η Εκκλησία δέν μπορεί να αποφύγει μία
κάποια πολιτική ύπαρξη μέσα στον κόσμο. Αναγνωρίζει επίσης,
περισσότερο απο τον Χέγκελ, την σπουδαιότητα της λατρείας και της
κοινότητος, παρότι παρουσιάζεται σαν να επιθυμεί να εξαφανίσει
κάθε εξωτερικότητα όπως και κάθε αυθεντία, κάθε απόκτηση του
πράγματος, όπως εκφράζεται, που δέν είναι η πλήρης κατανόηση.
Παρ’όλα αυτά ο μύθος του Σέλλινγκ άσκησε μία βαθειά επιρροή από
όλες τις απόψεις. Διότι η κακοδοξία του Ιωακείμ συνεχίζει την
επιρροή της, καμουφλαρισμένη, μέχρι τις μέρες μας. Και συνεχίζει
την παραγωγή της. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. [Τελευταίο της φρούτο
ο Ζηζιούλας].
54
Από τον Μαρξ στον Χίτλερ
55
επιβεβαιώνεται απευθείας ή μάλλον γεννιέται, αυτοδημιουργείται,
μέσω της δουλειάς του. Χρειάστηκαν όμως προσπάθειες πολλών
αιώνων για να φθάσει να το συνειδητοποιήσει η διανοητική ελίτ του
Μαρξισμού.
56
Κράτησε την ιδέα του Χέγκελ, πώς όχι μόνον ο Χριστιανισμός
προσέφερε σ’ αυτή την υπόθεση την ουσία του νέου κόσμου, αλλά
συνεχίζει να παίζει τον σπουδαιότερο ρόλο με την εμβάθυνση του
νοήματός του και με την κριτική ανάλυση όσων τον συνιστούν στην
αλήθεια του, και στην ολοκλήρωσή του. Η φιλοσοφία του Χέγκελ είναι
ένας Χριστιανισμός κατά βάθος και η φιλοσοφία του Μάρξ ένας
αντεστραμμένος Χεγκελιανισμός. Απέρριψε μέν την μυστικιστική λάσπη
του Χριστιανισμού, αλλά κράτησε σαν Γερμανός προτεστάντης που θέλει
να επιστρέψει στην πρώτη Εκκλησία, την κοινωνία και το κοινόβιο των
πρώτων Χριστιανών.
57
της αρνητικότητος», χρησιμοποιείται επίσης και απο τον Μάρξ για να
ασκήσει κριτική στον Χέγκελ και να οικειοποιηθεί την αλήθεια τής
απολύτου Γνώσεως.
«Ας επικρατή μεταξύ σας το ίδιο φρόνημα, το οποίο υπήρχε και στον
Χριστό Ιησού, ο οποίος αν και είχε θεϊκή ύπαρξη, δέν θεώρησε το ότι ήτο
ίσος πρός τον Θεό σαν κάτι πρός αρπαγμόν, αλλά εκένωσε τον εαυτό του
λαβών μορφή δούλου, γενόμενος όμοιος προς τους ανθρώπους και, αφού
κατά το σχήμα βρέθηκε ως άνθρωπος εταπείνωσε τον εαυτό του
γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου και μάλιστα θανάτου σταυρικού. Δια
τούτο και ο Θεός τον υπερύψωσε και του εχάρισε όνομα το ανώτερον
απο κάθε άλλο όνομα, ώστε εις το όνομα του Ιησού να κάμψη κάθε γόνυ
των επουρανίων και των επιγείων και των καταχθονίων, και κάθε
γλώσσα να ομολογή ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος, εις δόξαν του
Θεού Πατρός».
58
ΜεταΕγελιανός. Εδώ κατάντησε η παληά και ένδοξη Μεταφυσική,
καθώς μεταλλάχθηκε σε ιστορία. ΔΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΩΝ
ΠΑΝΤΩΝ. Ο Νίτσε αποκαθήλωσε είδωλα τα οποία είχαν ήδη δεχθεί
την δαιμονική αντιστροφή της Γερμανικής εκκοσμικεύσεως. Μόνον
με τον Μάρξ λοιπόν, στην διαλεκτική του, ο Χριστιανισμός, είναι
ταυτόχρονα απωθημένος και ολοκληρωμένος, ολοκληρωτικώς
εγκαταλειμμένος διότι ολοκληρωτικώς ολοκληρωμένος.
59
αμαρτία ολόκληρη την ανθρωπότητα. Όπως ο Κύριος, για να σώσει
πραγματικά όλους τους ανθρώπους, χρειάστηκε να μειωθεί και να
γυμνωθεί σ’ έναν τέτοιο βαθμό που έφτασε κοντά στην ζωώδη σχεδόν
ύπαρξη, κάτω από την οποία δέν μπορούσε να βρεθεί κανένας
άνθρωπος. Όπως αυτή η τελική μείωση του Θεού ήταν η συνθήκη
της απείρου ανορθώσεως του ανθρώπου, έτσι και στην διαλεκτική
του Μάρξ το προλεταριάτο, ο μοντέρνος Σωτήρας, χρειάστηκε να
υπάρξει χωρίς καμμία άμυνα, να του αφαιρεθεί κάθε δικαίωμα, να
χαμηλώσει στο βάθος του ιστορικού και κοινωνικού μηδενός, για να
ξανασηκώσει, καθώς επανα-υψωνόταν, όλη την ανθρωπότητα. Και
όπως ο θεάνθρωπος, για να μείνει πιστός στην αποστολή του,
χρειάστηκε να μείνει φτωχός, υποφέροντας ταπεινά μέχρι την
θριαμβευτική ημέρα της αναστάσεως, μέχρι εκείνη την ειδική και
ιδιαίτερη νίκη στον θάνατο, που ελευθέρωσε από τον θάνατο όλη την
ανθρωπότητα, έτσι και το προλεταριάτο παραμένει τόσο πιό πιστό
στην διαλεκτική του αποστολή, όσο περισσότερο, μέχρι την τελική
εξύψωση (αποθέωση), μέχρι την επαναστατική ανάσταση της
ανθρωπότητος, φέρει σαν έναν σταυρό όλο και πιό βαρύ, τον ουσιώδη
νόμο της καταστολής και καταπιέσεως του καπιταλισμού. Απο εδώ
προέρχεται μία πρωτότυπη τάση στον Μάρξ, να δεχθεί με δυσκολία
την ιδέα μίας μερικής επανορθώσεως του προλεταριάτου. Απο εκεί
προέρχεται και ένα είδος χαράς, στην οποία εισέρχεται κάποιος
διαλεκτικός μυστικισμός, όταν συνειδητοποιεί τις δυνάμεις που
βαραίνουν, κομματιάζοντάς το, το προλεταριάτο».
Στην ανάλυση του Jaures όμως λείπει ένα ουσιώδες στοιχείο. Ανάμεσα
στον Χριστό και στο προλεταριάτο, σύμφωνα με τον Μάρξ δέν υπάρχει
μόνον μία στενή αναλογία. Εάν το δεύτερο αντικαθιστά τον πρώτο τώρα,
δέν το κατορθώνει χάρη σε μία απλή αντίθεση, αλλά λόγω ενός
περάσματος από το ένα στο άλλο, χάρη σε μία ιστορική διαλεκτική τής
οποίας η οικονομία δέν μπορούσε να θεμελιωθεί. Ο Χριστός, όπως
κατανοήθηκε από την Χριστιανική πηγή, δέν είναι μία απλή
ψευδαίσθηση, την οποία μπορεί να αφαιρέσει η πραγματικότης του
προλεταριάτου. Υπήρχε η ανάγκη του χρόνου, ώστε να κατορθώσει η
ανθρωπότης να περάσει από τον μύθο στην πραγματικότητα. Έπρεπε
καταρχάς να διασχίσουμε τον σταθμό του ιουδαϊσμού, τον οποίο
συνέχισε κάνοντας μία αναγκαία αλλαγή, αντιπροσωπεύοντας την
αληθινή του ουσία. Όπως το μπουμπούκι, αφήνει την θέση του στο
60
λουλούδι, μέχρις ότου κατανοηθεί το νόημα της Βασιλείας του Θεού. Η
Βασιλεία του Χριστού, επηρεασμένη από την μείωσή του στην
σάρκα, προετοίμαζε, προεικονίζοντας την, την βασιλεία του
ανθρώπου, η συνθήκη της οποίας σήμερα είναι η μιζέρια και η
απόλυτη γύμνωση του προλεταριάτου. Έτσι ακριβώς και για τον
Ιωακείμ ντα Φιόρε, υπήρξε η ανάγκη του χρόνου και θα υπάρξει στο
τέλος και η ανάγκη ενός βίαιου σκουντήματος, για το πέρασμα από το
δεύτερο στο τρίτο Βασίλειο, από το γράμμα της Καινής Διαθήκης, στο
πνεύμα της. Έτσι λοιπόν, παραμένει, μέσω των διαρκών μεταμορφώσεων
του και παρά τις ριζικές μειώσεις που υφίσταται, το σταθερό σχήμα της
γενεαλογίας του Ιωακείμ. Αυτή είναι η ρίζα της Χρονικής διαστάσεως
του Μαρξισμού. [Ο Όχλος που σταύρωσε τον Κύριο, μαζί με τον
Κλήρο, με Σατανικό πείσμα, προσπαθεί να πραγματοποιήσει την
Βασιλεία που ήθελε και περίμενε από τον Κύριο. Του κόσμου τούτου.
Για την οποία συνεργάζονται, προσπαθώντας να ενωθούν, όλες οι
Εκκλησίες, με την συμπαράσταση της θεολογίας].
61
Saint-Simon, τον Fourier και τον Owen, αλλά και από τον Κάντ, τον
Φίχτε και τον Χέγκελ», αλλά παρ’όλα αυτά πλησιάζει την σκέψη του
Μαρξ μόνον μέσω ενός Hegel μετριασμένου από τον Φώϋερμπάχ και τον
Στράους και γι’ αυτό απογυμνωμένο από τό μυστικιστικό του κάλυμμα.
Επανασυνδέεται όμως και αυτός στην διαδοχή του Ιωακείμ, όχι τόσο
λόγω της Εγελιανής διαλεκτικής, την οποία ξανακατασκεύασε ο Μάρξ,
όσο λόγω του θαυμασμού του για τον Thomas Müntzer.
Η μελέτη την οποία αφιέρωσε στα 1850 στον πόλεμο των Χωρικών στην
Γερμανία, κυριαρχείται από την ανησυχία του να αποδείξει την στενή
αναλογία ανάμεσα στις δύο γερμανικές επαναστάσεις του 1525 και του
1848-1849, οι οποίες ήταν καταδικασμένες στην αποτυχία, η πρώτη υπέρ
των πριγκίπων και η άλλη υπέρ των διοικούντων, διότι η οικονομική
κατάσταση δέν ήταν ακόμη ώριμη. Παρ’όλα αυτά ο Müntzer είχε
προβλέψει τον κομμουνισμό με μία προκαταβολική έμπνευση και ο
επαναστατικός του φανατισμός είχε αντλήσει δύναμη. Ο Engels
φροντίζει να υπογραμμίσει πώς είχε μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή
τα Χιλιαστικά γραπτά του Ιωακείμ του Καλαβρού. Αλλά πιό δόγμα
είχε αντλήσει;
62
υπάρχει έξω από εμάς. Είναι η ίδια η λογική. Ο Munzer
χρησιμοποιούσε συνήθως την Χριστιανική φρασεολογία αλλά η
αιρετική σκέψη ξεπηδά από παντού στα γραπτά του, και κατανοούμε
πώς η βιβλική μάσκα έχει γι’αυτόν λιγότερη πραγματική
σπουδαιότητα από όση για τους περισσότερους μαθητές του Χέγκελ
σήμερα».
Αυτή είναι η πιό επαναστατική ένωση των αντιθέτων που οδηγεί τις
σύγχρονες θεολογίες του Οικουμενισμού, σε μία σύνθεση καταγωγής και
εξελίξεως, που σβύνει την πίστη μας.
63
Από τον Σολόβιεφ στον Μπερντιάεφ
Υπήρξε όμως οπαδός του Ιωακείμ; Αντιμετώπισε ποτέ του τον πειρασμό
να γίνει; Μερικοί βλέπουν οπωσδήποτε στον ήρωά μας έναν
προτεστάντη, ή τουλάχιστον έναν μαθητή του Ιωακείμ ντα Φιόρε.
Τελευταίως ο Alain Mercier ισχυριζόταν πώς η οικουμενιστική του Ορμή
τον είχε οδηγήσει να δεί στο μέλλον μία εποχή του πνεύματος, με μία πιό
πλατειά προοπτική από εκείνη του Ιωακείμ. Μόνον η επιστροφή του
Αγίου Πνεύματος και η αποκατάσταση στο Θείο επίπεδο μπορούν να
επαναφέρουν την χαμένη ενότητα. Πέρα από τις διαφορές στις λατρείες
και τις θρησκείες, η σύσταση μίας Οικουμενικής Εκκλησίας θα
μπορούσε, κάτω από την ηγεμονία της Αγίας Ρωσίας, να διευκολύνει ένα
τέτοιο γεγονός.
Ο Σολόβιεφ όμως άλλαξε μερικές φορές την γνώμη του, κατά την
διάρκεια της ανήσυχης ζωής του και έδωσε πολλές ευκαιρίες αντιφάσεων
64
ακόμη και με τον χαρακτήρα του. Ας δούμε από κοντά το θέμα μας και
ίσως στο τέλος να μήν είναι τόσο αρνητικό το συμπέρασμα μας.
Για την ώρα σ’αυτό το ανοιχτό ιστορικό όραμα ενός νέου διανοουμένου,
ο οποίος μετά και μέσω τού περάσματος του από την ευρωπαϊκή σκέψη
των τελευταίων αιώνων που τον είχε κατ’αρχάς θαμπώσει, μετά το
όνειρο μίας «παγκόσμιας θρησκείας» Γνωστικής εμπνεύσεως, που
εκφράστηκε στο κείμενο «Sophia», γραμμένο στα Γαλλικά, φαίνεται να
ξαναβρίσκει την πρώτη του πίστη σε μία πιό ώριμη μορφή.
Δέν βλέπει παρά την Ορθόδοξη πίστη του, που ο στοχασμός του και οι
εμπειρίες του τού αποκάλυψαν την αληθινή ουσία. Εάν ελπίζει σε μία
μελλοντική αλλαγή, πρόκειται για μία εφαρμογή του Χριστιανισμού,
65
στην σοβαρότητα του, και όχι για τον εκμηδενισμό του απέναντι σε
μία θρησκεία του πνεύματος.
66
Ρωσία την ιστορική αμαρτία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας;».
Στόχος γίνεται πια ο καισαροπαπισμός, ενώ το βάρος πέφτει στα θετικά
αποτελέσματα της Ρώμης: πολέμησε την επάνοδο του Εθνικού
πνεύματος στις επόμενες αιρέσεις, πολεμά ακόμη αυτό το πνεύμα στον
μοντέρνο πολιτισμό, προσπαθεί να αγιοποιήσει ολόκληρη την
ανθρωπότητα, και είναι πραγματικά Χριστιανική διότι είναι Καθολική».
Στο κείμενο της ίδιας χρονιάς, «Η μεγάλη διαμάχη» είναι ξεκάθαρος:
«Η ουσία της μεγάλης διαμάχης ανάμεσα στην Ανατολή και την
Δύση, απο το ξεκίνημα μέχρι σήμερα, μπορεί να συμπεριληφθεί
σ’αυτή την ερώτηση: Η Εκκλησία του Θεού έχει μπροστά της μία
πρακτική υποχρέωση, καλά προσδιορισμένη στον ανθρώπινο κόσμο,
μία υποχρέωση που εμπλέκει για την πραγματοποίηση της τήν
ανάγκη ενότητος όλων των Χριστιανικών δυνάμεων κάτω απο την
συμβολική σημαία και κάτω απο την ισχύ μίας κεντρικής
Εκκλησιαστικής εξουσίας; Πρέπει να αντιπροσωπεύσει την Βασιλεία
του Θεού στην δραστηριότητα της και επομένως πρέπει να είναι
ενωμένη και συγκεντρωμένη, διότι ένα Βασίλειο διασπασμένο στο
εσωτερικό του δέν υφίσταται, ενώ η Εκκλησία σύμφωνα με την
υπόσχεση του Ευαγγελίου, θα παραμείνει σταθερή και απείραχτη
μέχρι το τέλος, καθώς οι πόρτες της κολάσεως δέν μπορούν να
υπερισχύσουν πάνω της;».
67
Λέει λοιπόν θαρραλέα και ξεκάθαρα: αυτό που κανείς πρίν απο αυτόν
στην σύγχρονη Ρωσία, εκτός του Caadaev, είχε τολμήσει να πεί: Το
κέντρο της Χριστιανικής κοινότητος των λαών δέν είναι η Μόσχα η
σχισματική, αλλά η Ρώμη καί το παπάτο! Το όραμα του τελικά δέν
άλλαξε, παραμένει εκείνο της θεανδρίας. Η θεμελιώδης αλήθεια, η
ξεχωριστή ιδέα του Χριστιανισμού, είναι η τέλεια ένωση του Θείου και
του ανθρώπινου, η οποία επετεύχθη ατομικά στον Χριστό και κοινωνικά
στην Χριστιανική ανθρωπότητα.
Αυτό είναι το πιό διάσημο κείμενο του Σολόβιεφ, αλλά και το πιό
άγνωστο. Όλο το τρίτο μέρος, όταν δέν αγνοείται πλήρως, πετάγεται για
τροφή στις κριτικές. Ακόμη και ένας θαυμαστής του συγγραφέως δέν
βλέπει τίποτε άλλο από φαντασιώσεις. Η λέξη αυτή είναι οπωσδήποτε
άτυχη, εκτός και αν αναγνωρίσουμε πώς κάθε μεγάλο σύστημα είναι
φρούτο της δημιουργικής φαντασίας της σκέψης. Αυτό το τρίτο βιβλίο
πάντως που έχει σαν τίτλο «Η Τριαδική αρχή και η κοινωνική της
εφαρμογή» είναι η πιό πλατειά σύνθεση που άφησε ο Σολόβιεφ. Είναι
το κλειδί όλης του της Θεωρίας. Φιλόσοφος και Θεολόγος, παραπέμπει
σε έναν Άνσελμο π.χ. ο οποίος για τον στοχασμό στην Αγία Τριάδα
άντλησε πλουσιοπάροχα από τα κοιτάσματα των Πατέρων και επι πλέον
με τρόπο θαυμαστό είχε εμπνεύσεις που κατά κάποιο τρόπο ετοίμασαν
τον Σχολαστικισμό. Έναν Άνσελμο που ένωσε στον Τριαδικό του
μυστικισμό, έναν μυστικισμό της δημιουργίας, εμπνευσμένο απο την
Γένεση και απο την Σοφία.
68
Είναι ένα λογικό ποίημα γραμμένο σε μία στέρεη γλώσσα, χωρίς
διακοσμήσεις. Μπορούμε να υποπτευθούμε ένα σοφιολογικό
υπόστρωμα, αλλά δέν υπάρχει η παραμικρή ιδέα για ένα βασίλειο ή για
μία εποχή του πνεύματος, σύμφωνα με την παράδοση που προέρχεται
από τον Ιωακείμ.
69
Όπως εξηγεί ο Μπαλτάσαρ, ο Σολόβιεφ φανερώνει εδώ με δύναμη τον
οργανωτικό χαρακτήρα της Εκκλησιαστικής Φόρμας. Δέν πρέπει να
συγχέουμε την κοίτη του ποταμού με το ρεύμα του Ποταμού. Η
Εκκλησία δέν είναι η ολοκληρωμένη Βασιλεία, είναι μόνον το
γίγνεσθαι της Βασιλείας. Αλλά η οργάνωση δέν είναι μία πρόχειρη
οργάνωση, το ρεύμα του ποταμού έχει πάντοτε την ανάγκη της
κοίτης του για να συνεχίσει την πορεία του, το θεμέλιο του Πέτρου
δέν είναι ένα από εκείνα τα Λατινικά όρια, τα οποία όπως και τα
Βυζαντινά όρια ή και των άλλων, απειλούν να πνίξουν το πνεύμα. Δέν
μπορούμε να κοιτάξουμε σε κανένα μέλλον στο οποίο το οικοδόμημα
θα μπορούσε να απαρνηθεί χωρίς περιπέτειες, το θεμέλιο του. Η
θρησκεία του Αγίου Πνεύματος είναι εκείνη της Καθολικότητος
[Ένας γλυκύς ισορροπημένος οικουμενισμός]. Σ’αυτό δέν υπάρχει
καμμία ιδέα μίας Βασιλείας του πνεύματος που πρέπει μία μέρα να
διαδεχθεί την Βασιλεία του Χριστού.
70
κληρονομήσει από το Βυζάντιο μία κατάσταση σχισματική μέ την Ρώμη,
αυτή η κατάσταση δέν συνιστά ένα ουσιώδες σχίσμα και δέν είναι
υποχρεωμένος επομένως να αρνηθεί την Ορθοδοξία για να εισέλθει
στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας. Έτσι συνέχιζε επίσης στο
γράμμα του. «Δηλώνοντας ανοιχτά τις πεποιθήσεις μου, και αφού τις
έχω διακηρύξει και στο περιοδικό μας “Ιησουΐτης παράνομος”,
εξομολογούμαι τακτικά σε Ορθοδόξους Ιερείς που γνωρίζουν τον
τρόπο της σκέψεως μου, και λαμβάνω τακτικά από αυτούς την
Θ.Κοινωνία». Μόνον που, αφού συζητήθηκε η περίπτωσίς του, στα
1892, ο Ορθόδοξος Εξομολόγος του αρνήθηκε να τού δώσει την
Θ.Ευχαριστία, βασιζόμενες στην μυστική εντολή της Ιεραρχίας του. Και
παρ’όλα αυτά όμως δέν ήθελε να περάσει στην Λατινική Εκκλησία. Και
έτσι παρέμεινε για τέσσερα χρόνια χωρίς Εξομολόγηση και Κοινωνία.
Στα 1896 όμως ένας Ουνίτης παπάς, στην διάρκεια ενός ταξιδιού του
στην Ρωσία, μπόρεσε να τον κοινωνήσει, αφού δέχθηκε την εξής δήλωση
του : «Ανήκω στην αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία. Και πράγματι για
να ομολογήσω στην ακεραιότητα της την παραδοσιακή Ορθοδοξία,
και χωρίς να είμαι λατίνος, αναγνωρίζω την Ρώμη σαν κέντρο του
Οικουμενικού Χριστιανισμού». [ΟΥΝΙΑ, Η ΝΕΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ
ΟΥΝΝΩΝ].
Η κύρια αλλαγή που συνέβη στην σκέψη του Σολόβιεφ φανερώνεται στα
τελευταία χρόνια της ζωής του. Είχε πιστέψει για πολλά χρόνια πώς ήταν
εφικτή μία πραγματοποίηση αντικειμενική της Βασιλείας του Θεού στη
Γή, λόγω της προόδου μίας ανθρωπότητος Καθοδηγημένης απο την
Εκκλησία. Θα εμπρόκειτο για την ενσάρκωση της Θείας Σοφίας (Μία
νέα Θεοτόκος) απλωμένης σ’ολόκληρη την κοινωνία. Πρός το τέλος
όμως ξύπνησε απο το όνειρο του. Δέν ελπίζει πλέον σε μία «πρόοδο της
ανθρωπότητος και του Σύμπαντος μέχρι να γίνουν το κοσμικό Σώμα
του Χριστού». Κατάλαβε καλύτερα πώς ο νόμος της υπάρξεως δέν
είναι η πρόοδος, αλλά η μάχη. Ζύγισε καλύτερα της δυνάμεις τού κακού
και την δύναμη τής ψευδαισθήσεως τών ανθρώπων. Η νέα του πεποίθηση
εκφράστηκε στην «σύντομη αναφορά στον Αντίχριστο» που βρίσκεται
σαν επίλογος στις «Τρείς συζητήσεις», οι οποίες εκδόθηκαν το 1899,
λίγο πρίν από τον θάνατο του.
71
εφήμερη) με τον θρυλικό αββά ντα Φιόρε. Αυτός ανακοίνωνε πώς ο
Χριστιανισμός θα κατακτάτο απο τους βαρβαρικούς λαούς, όργανα του
διαβόλου, που θα ορμούσαν από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντος και
φοβόταν ιδιαιτέρως την έξοχη στρατιά του Γκόγκ και του Μαγκόγκ
(δαίμονες).
[Όπως και του Ιωακείμ εξάλλου. Πίστευε πώς έγραφε ένα Πατερικό
κείμενο, όταν διέλυε την Εκκλησία του Κυρίου. Ποτέ κανένας δέν
έγραψε πώς θα νικηθεί ο Κύριος].
72
Ο Σολόβιεφ δέν σταμάτησε ποτέ να σκέφτεται πώς η
ανάπτυξη τής Χριστολογικής αλήθειας πρέπει να
πραγματοποιηθεί στην Εκκλησιαστική ανάπτυξη και όχι
στην υπέρβαση τής Εκκλησίας που συστήθηκε από τον
Χριστό, στο πέρασμα σε μία Εκκλησία του πνεύματος.
Απ’ την άλλη πλευρά όλα όσα διαβάζω για την πνευματική ζωή, όλα
όσα βλέπω στους ανθρώπους που τη ζουν, κάπως με ερεθίζουν. Τί
συμβαίνει; Είναι αυτοάμυνα, είναι φθόνος γι’ αυτούς που τη ζουν, και
γι’ αυτό μια επιθυμία να τη δυσφημίσω; Κατόπιν, τυχαία, διάβασα ένα
απόσπασμα από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο για την ανάγκη να
μισήσεις το σώμα σου, και αμέσως ένιωσα πως όχι μόνο ό,τι χειρότερο
υπάρχει μέσα μου, αλλά και κάτι άλλο είναι που δεν συμφωνεί μ’ αυτό, που
δεν το δέχεται.
Απλά ερωτήματα για μια απλή επίγεια ανθρώπινη ευτυχία: για τη χαρά
που ξεπερνά τον φόβο του θανάτου• για τη ζωή στην οποία μας έχει
καλέσει ο Θεός. για το γιατί και το πώς λάμπει ο ήλιος• για το ποιοι είναι
οι ορίζοντες της Λαμπέλ, οι απαλοί λόφοι της που σκεπάζονται από
δένδρα, ο απέραντος ουρανός της και οι λαμπρές ακτίνες του ήλιου. Απλά
ερωτήματα!». H απόλυτη εκκοσμίκευση]
73
Όπως και οι άλλοι, ορθώνει απέναντι στην φιγούρα του Πέτρου εκείνη
του Ιωάννου, αλλά όχι σε μίαν αντίθεση, όχι με την ιδέα πώς ο δεύτερος
καλείται να αντικαταστήσει τον πρώτο: οι δύο απόστολοι (στους οποίους
θα προσθέσει τον Παύλο), αντιπροσωπεύουν τις δύο μεγάλες ομάδες της
Εκκλησίας, εκείνη της Δύσεως και εκείνη της Ανατολής, οι οποίες έχουν
κληθεί να ενωθούν. Η εποχή του Αγίου Πνεύματος, παραμένει στα
μάτια του, η εποχή κατά την οποία το πνεύμα θα κάνει τους
Χριστιανούς αληθινούς πιστούς του Χριστού, ενωμένους εν κοινωνία
στην Εκκλησία του.
74
Μόλις τους συμμαζεύουν, τα δύο σώματα ξαναζωντανεύουν. Τότε ο
Πέτρος και ο Ιωάννης σφίγγουν δυνατά το χέρι του Παύλου.
75
πνεύμα αποσιωπώντας προσεκτικά το όνομα του Χριστού. Έτσι αφού
γίνει παγκόσμιος Αυτοκράτορας, όπως έχουμε δεί, συγκαλεί μία σύνοδο
και εκφωνεί ένα μεγαλειώδη λόγο για την ενότητα. Έπειτα από δική του
πρόσκληση, οι θεολόγοι των τριών μεγάλων ομολογιών του
Χριστιανισμού ενώνονται μαζί του. Μόνον ο Πέτρος ο δεύτερος
παραμένει αμετακίνητος και ο Στάρετς Ιωάννης, και στην συνέχεια και ο
Παύλος πηγαίνουν πρός συνάντησί του. Στην ομολογία του Χριστού και
στην αντίσταση στην γοητεία του Αντιχρίστου τα διαχωρισμένα μέλη της
ορατής Εκκλησίας ενώνονται ξανά και για πάντα».
76
Μερεσκόφσκι Ντμίτρι
Υπολογίζοντας μόνον το γραπτό του έργο και την εξωτερική του δράση
θα μπορούσαμε να δούμε σ’αυτόν «έναν γνωστικό, τον τελευταίο μεγάλο
γνωστικό τής Χριστιανωσύνης, ίσως. Και έναν άνθρωπο επομένως
στραμμένον πρός το παρελθόν, έναν θλιβερό Ιππότη της μεσαιωνικής
θεοκρατίας ο οποίος προσπαθεί ματαίως να αναστηλώσει τα ερείπια,
στέκοντας μακρυά από την πιό ζωτική κίνηση του νέου Χριστιανισμού
δηλαδή, αυτού που είναι πέρα από τον Χριστιανισμό. Τον επαναστατικό
πραγματισμό». Είναι δηλαδή η τέλεια αντίθεση του Μερεζκόφσκι.
77
Η ιδέα της θεανθρωπίας δέν ομοιάζει ούτε με την θεανδρία του
Σολόβιεφ, ούτε με τον διαλογισμό του Ιωακείμ. Στις λέξεις Κόσμος και
Λόγος, πρέπει να διαβάσουμε ειδωλολατρία και Χριστιανισμός και
επομένως την ένωση του κόσμου και του λόγου, η οποία
πραγματοποιείται στην Τρίτη εποχή, ακολουθώντας τον ρυθμό της
Εγελιανής συνθέσεως. Και θα είναι η επανασυμφιλίωση, η διάχυση,
της ειδωλολατρίας και του Χριστιανισμού. Με άλλα λόγια θα είναι η
ένωση του Βασιλείου της σάρκας και της Βασιλείας του πνεύματος,
πραγματοποιημένη στην θεανθρωπία δηλαδή στην ανθρωπότητα η
οποία επιτέλους θα ολοκληρωθεί και θα αναγνωρισθεί σαν θεία
ανθρωπότης.
78
Έτσι πρώτη προτεραιότης του Μερεζκόφσκι παραμένει η
αποκατάσταση της σάρκας. Και είναι ακριβώς η αδυναμία του
Χριστιανισμού που προκαλεί τελικώς μία τέτοια αποκατάσταση, η οποία
σπάει το μυστηριώδες σύνορο που χωρίζει την δεύτερη διαθήκη απο την
Τρίτη. Εάν λοιπόν η σάρκα για την οποία ομιλούμε πρέπει να ονομασθεί
αγιασμένη σάρκα, δέν μπορούμε να την μπερδέψουμε με την δοξασμένη
σάρκα που αναμένουν οι Χριστιανοί από την ανάσταση του σώματος. Η
σάρκα των εθνικών τής ανθρωπότητος είναι πιό κοντά στην ένωση
του Αγίου Πνεύματος και της Αγίας Σάρκας από την ασώματη
Χριστιανική αγιότητα. Εάν ο Χριστιανισμός ολοκλήρωσε τους χρόνους
του, αυτό συμβαίνει επειδή πάνω απ’όλα αγνόησε την αλήθεια που
σχετίζεται με την σάρκα (πάνω στο νόημα της Εμμαούς).
Αυτοί οι εκλεκτοί υπάρχουν ήδη μέσα στον Ρώσικό λαό. Είναι όσοι
δέν έχουν την πόλη του παρόντος και ερευνούν για την πόλη του
μέλλοντος, οι μάρτυρες του επαναστατικού και του θρησκευτικού
79
κινήματος. Όταν αυτά τα δύο κινήματα επανασυνδεθούν, τότε η Ρωσία
θα εξέλθει από την Ορθόδοξη Εκκλησία και την αυτοκρατορική
Αυτοκρατορία για να εισέλθει στην Καθολική Εκκλησία του μοναδικού
ποντίφηκος, στο Οικουμενικό Βασίλειο του μοναδικού Βασιλιά : του
Χριστού. Και τότε όλος ο Ρωσικός λαός θα επαναλάβει μαζί με τους
εκλεκτούς: Ελθέτω η Βασιλεία σου!»
80
καλή μας τύχη όμως, την πραγματοποιούν οι κομουνιστές πέρα απο κάθε
ελπίδα, κατορθώνοντας να ξεμάθουν στους ανθρώπους το Ευαγγέλιο,
κρύβοντας το, απαγορεύοντας το, καταστρέφοντας το. Εάν κατανοούσαν
μόνον αυτό που υπηρετούν όλα θα άλλαζαν. Προετοιμάζουν στην
πραγματικότητα το άνοιγμα μίας νέας νοήσεως: «Η σκόνη εκδιώχθηκε
από τον δρόμο της ανθρωπότητος, της οικουμενικής ιστορίας, από
την πνοή του Αγίου Πνεύματος, και ποιός δέν μπορεί να ακούσει το
βήμα που πλησιάζει αντηχώντας;! Η κύρια ερώτηση, το κύριο αίτημα
της προσευχής, Πάτερ, ελθέτω η Βασιλεία Σου, παίρνει καινούργιο
νόημα, εκπληκτικό. Δέν πρόκειται πλέον για το πρώτο αρχαίο,
Βασίλειο του Πατρός, ούτε για το δεύτερο, ήδη παρόν, του Υιού,
αλλά για το τρίτο, το μελλοντικό, εκείνο του Πνεύματος».
«Ο Θεός είναι πνεύμα» (Ιωάν, 4,24). Αυτές οι λέξεις, στο στόμα του
Ιησού, πρέπει να σημαίνουν πώς δέν είναι μόνον Αυτός Θεός, ο Πατήρ,
αλλά και Αυτή, η Μητέρα. Οι πιστοί το έχουν λησμονήσει, αλλά οι
αιρετικοί το θυμούνται ακόμη!
81
άγνωστος Ιησούς, στην Μητέρα...Τρείς ανθρωπότητες: η πρώτη,
χαμένη ήδη από μπροστά μας, το Βασίλειο του Πατρός, η δεύτερη, η
δική μας, κοντά στην σωτηρία ή στον Θάνατο, το Βασίλειο του Υιού, η
Τρίτη μετά από μας σωσμένη, το βασίλειο του πνεύματος-Μητέρα. Και
γι’αυτό υπάρχουν επίσης και τρία περιστέρια. Το πρώτο πάνω από το
χάος, το δεύτερο πάνω από τον κατακλυσμό, το τρίτο υπεράνω των
υδάτων της Βαπτίσεως.
82
υψώσουν τον σοσιαλισμό στο επίπεδο της θρησκείας και θεωρούν τον
θρησκευτικό μυστικισμό, ένα αναγκαίο συμπλήρωμα στον επιστημονικό
επιστη
σοσιαλισμό».
Στο μεγάλο του έργο «Στύλος και θεμέλιο της αλήθειας» που
χρονολογείται από το 1914 και κυκλοφόρησε στην Λωζάννη το 1975,
μεταφρασμένο από τα Ρώσικα στα Γαλλικά, ο πρ. Pavel Frorenskij
(1882-1937), αντιμετωπίζει επανειλημμένως κριτικά, τους πρωταθλητές
τής «νέας θρησκευτικής συνειδήσεως». Τους κατηγορεί κατηγ ότι
προσπαθούν να αποκτήσουν το Άγιο Πνεύμα με την δύναμη. Χωρίς
83
αμφιβολία πίσω από την προσπάθεια τους κρύβεται μία αληθοφανής
ιδέα: είναι γεγονός πώς όταν επικαλούμαστε το Άγιο Πνεύμα,
βρισκόμαστε περισσότερο σε μία στάση αναμονής και όπως ακριβώς
υπήρξαν χριστοφόροι πρίν από τον Χριστό, έτσι ακριβώς υπάρχουν
πνευματοφόροι πρίν από την ολοκληρωτική κάθοδο τού πνεύματος.
Αλλά από την στιγμή που απαιτείται να απομονωθούν «οι πλευρές
της Χριστιανικής ζωής που συνδέονται αποκλειστικώς με το
πνεύμα», για να τις προβάλλουμε στο μέλλον ή να τις αποκτήσουμε
εμείς προφητικά, βρισκόμαστε στην αίρεση:
84
επισπευθεί, κάτι που καταλήγει πάντοτε στην διαστροφή της,
προσπαθώντας να την πραγματοποιήσουμε έξω από την Εκκλησία.
Το πρόβλημα δέν είναι να την περιμένουμε και να επιθυμούμε την
πραγμάτωσή της, γιατί «όλες μας οι ελπίδες, αντιθέτως, πρέπει να
τοποθετηθούν στην αποκάλυψή του. Έτσι λοιπόν μας προσκαλεί όλους
να προσευχόμεθα μαζί ώστε να φανερωθεί το Άγιο Πνεύμα, να το
ικετεύσουμε μαζί με την μυστηριώδη πρόσκληση του Αγίου Συμεών του
Νέου Θεολόγου, Έρχου, αληθινό φώς, έρχου αιώνια ζωή, έρχου κρυφό
μυστήριο, έρχου θησαυρέ που δέν μπορούμε ούτε να σε ονομάσουμε!
«Αυτό που έρχεται δέν απεκαλύφθη ακόμη (πλήρως) (Ρώμ 8,18). Αλλά
όσο περισσότερο το αίσθημα μας για αυτό που ετοιμάζεται αυξάνει σε
λεπτότητα, τόσο και ο δεσμός μας με την Μητέρα-Εκκλησία γίνεται
στενός και καταγωγικός. Αυτό που θα Είναι, θα είναι σε Αυτή και
γι’Αυτή. Με μία γλυκιά χαρά αναμένω αυτό που θα είναι για μας η
Βασιλεία».
85
ΜΕΤΑ-ΠΑΤΕΡΙΚΗ «ΟΡΘΟΔΟΞΗ» ΘΕΟΛΟΓΙΑ.
86
Σέργιος Μπουλγκάκωφ
87
Δευτέρα παρουσία του Χριστού απαιτεί την ολοκλήρωση των
χρόνων, όπως και η πρώτη, και επομένως η ζωή τής Εκκλησίας
πρέπει να φτάσει σε μία πληρότητα που είναι ακόμη άγνωστη.
88
μερικές σε αντίστοιχες αναρτήσεις στο ιστολόγιο Αμέθυστος όπου
παρουσιάστηκαν αποσπάσματα από το βιβλίο του Μπουλγκάκοφ «Ο
παράκλητος». Αλλά κατ’ουσίαν προτεσταντικές, καθότι ο προτεσταντισμός
επέστρεψε στην πρώτη Εκκλησία, καταργώντας τους Αγίους. Η καινοτομία
βρίσκεται στο γεγονός πώς αναφέρεται στην εμφάνιση τής υποστάσεως του
Αγίου πνεύματος την πεντηκοστή ξεχνώντας τον Ευαγγελισμό της
Θεοτόκου, όπως τον ξεχνούν όλοι οι Νεο-Ορθόδοξοι. Και ύπουλα εισάγει
και εδραιώνει στην Ορθόδοξη Θεολογία, την ντροπή της σχολαστικής
θεολογίας, ιδίως του Ακινάτη, την Αναλογία).
Δέν υπονοεί καθόλου, όπως ο Ιωακείμ ντα Φιόρε και οι άπειροι μαθητές
του, την υπόσχεση του παρακλήτου που δίνει ο Ιησούς,
αποχαιρετώντας τούς μαθητές του, σύμφωνα με το κατά Ιωάννην, αλλά
επισημαίνει πώς : «η εσωτερική σχέση ανάμεσα στην ενσάρκωση του
Υιού και στην κάθοδο τού Αγίου Πνεύματος βεβαιώνεται από τον
Χριστό κατά την διάρκεια της τελευταίας ομιλίας, με μία δύναμη και
με μία αυθεντία που μας αναγκάζει να την χρησιμοποιήσουμε σαν την
αιχμή του δικού μας αναστοχασμού τού δόγματος». Με άλλα λόγια,
τίποτε δέν μας επιτρέπει να σκεφθούμε πώς μία εποχή του πνεύματος
έρχεται να αντικαταστήσει εκείνη του Χριστού. Μία παρόμοια ιδέα θα
σήμαινε την απόλυτη μισοκατανόησή μας όλης τής Χριστιανικής
αποκαλύψεως.
«Η κάθοδος του Υιού του Θεού και η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος ή η
Πεντηκοστή, δέν είναι διαφορετικοί βαθμοί αποκαλύψεως όσον αφορά
το περιεχόμενο, όπως υπήρξαν η Π.Δ και η Κ.Δ. αντιθέτως η αποκάλυψη
τους ταυτίζεται. Το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτει τον Χριστό και ο
Χριστός ενεργεί και αποκαλύπτεται μέσω του Αγίου Πνεύματος.
[γεμίσαμε μεσάζοντες, μεσότητες]. Έχουμε μία αποκάλυψη δι-
μονοσήμαντη. Το Άγιο Πνεύμα είναι ας πούμε το διαφανές κέντρο
όπου και μέσω του οποίου θεωρείται ο Λόγος. Το Θέμα του λόγου
του Πέτρου που ακούστηκε την ημέρα της πεντηκοστής δέν είναι το
πνεύμα, αλλά ολοκληρωτικώς και αποκλειστικώς ο Χριστός».
89
εκκλησίας. Τό Αγιο Πνεύμα προστίθεται στήν προσωπικότητα]. (Ο
Κάντ καθορίζει τα νέα όρια του Θεού. Καί μέσω του προσώπου τώρα που
είναι η προσωποποίηση τού καθαρού λόγου και της καθαρής ΚΡΙΤΙΚΗΣ,
τείνει να κατακτήσει εσωτερικά τον κόσμο, να τον μεταμορφώσει, και όχι
εις βάρος αλλά αντιθέτως υπέρ ενός «πανχριστισμού»).
90
να τους εγκαταλείπει για να μπεί στην Εκκλησία. Η ΝΕΑ ΠΛΑΝΗ.
Χειρότερη όλων].
91
ΔΕΝ ΕΝΕΡΓΕΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΟΛΗ Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ
ΟΤΑΝ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ Η ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΝΟΣ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ;;
«Ας δούμε όμως και μία θεολογική ερμηνεία της κινήσεως της Αγίας
Τριάδος, την οποία ερμηνεύει Ιεραρχικά ο μεγαλύτερος Θεολόγος, Άγιος
Μάξιμος ομολογητής, ambigua, 23: «Πώς εξηγείται το γραφέν υπό
Γρηγορίου; Διά τούτο μονάς απ’ αρχής εις δυάδα κινηθείσα μέχρι
Τριάδος έστη!; Κινείται (απαντά ο Άγιος Μάξιμος) μέσα στον Νου που
είναι άξιος να την κατανοήσει, ο οποίος μέσω της Μονάδος και μέσα
στην Μονάδα ολοκληρώνει κάθε έρευνα του σ’ αυτή ή για να το πούμε
διαφορετικά, ολόκληρη η Μονάς αχώριστη διδάσκει και φανερώνει στον
Νου, στην πρώτη του επαφή μαζί Της, την αλήθεια γύρω από την
Μονάδα, έτσι ώστε να μην εισαχθεί χωρισμός στην πρώτη Αιτία. Μετά
όμως προχωρά στην φανέρωση της θείας και απόρρητης Θεογονίας
αυτής της πρώτης Αιτίας, αποκαλύπτοντας του Μυστικά και κρυφά ότι
δεν πρέπει να σκεφτεί ποτέ πως αυτό το Υπερούσιο Αγαθό μπορεί να
είναι άγονο, στείρο Λόγου και Σοφίας ή Αγιαστικής Δυνάμεως,
ομοουσίους και υπαρκτές σαν υποστάσεις, για να μην διατρέξει τον
κίνδυνο, αυτός ο Νους, να εννοήσει πως ο Θεός είναι Σύνθεση αυτών,
ωσάν να επρόκειτο για τυχαία κατηγορήματα, αντί να πιστεύει δια της
πίστεως ότι Αυτοί συνυπάρχουν, συναιωνίως. Λέγεται λοιπόν πως ο Θεός
κινείται, καθώς είναι Αιτία της έρευνας του τρόπου με τον οποίον
συνυπάρχει. Διότι είναι αδύνατον χωρίς θεϊκό φωτισμό να κατανοήσουμε
κάτι από τον Θεό. Διότι ο Θεός που δεν έχει την ίδια φύση με τους
ανθρώπους, έχει ασφαλώς και διάφορον τρόπον γεννήσεως».
(Απόσπασμα από το βιβλίο ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΕΤΑΙ).
92
Μπερντιάεφ
Σε μία εισαγωγή στην Γαλλική έκδοση του βιβλίου «Το νόημα της
Δημιουργίας» ο Stanislas Fumet, θύμισε εκείνο το «συμπλήρωμα της
αποκαλύψεως», εκείνο «το Ευαγγέλιο του Αγίου Πνεύματος», για το
οποίο έγινε πολύς λόγος «από τον Ιωακείμ ντα Φιόρε μέχρι τον Leon
Bloy» και μάλιστα ο ίδιος ο Μπερντιάεφ ονόμασε τον Ιωακείμ, μαζί με
τον Φραγκίσκο της Ασσίζης, τον Δάντη και τον Τζιόττο, για να γιορτάσει
93
«την πρώϊμη αναγέννηση της μυστικιστικής Ιταλίας». Υπήρξε όμως
στ’αλήθεια Ιωακειμιστής;
Στην πνευματική του αυτοβιογραφία, που είναι ένα από τα τελευταία του
γραπτά, παραπέμπει με επιμονή στο ''Νόημα της Δημιουργίας'' που είναι
ένα από τα πρώτα του, σαν το πιό τέλειο και πιό εμπνευσμένο από τα
έργα του, στο οποίο εκφράζεται το «ουσιώδες του θέμα», η πρωτογενής
του έμπνευση. Ένα βιβλίο γραμμένο απνευστί, σχεδόν σε κατάσταση
εκστάσεως, που βασίζεται στην εμπειρία του σχετικά με την
δημιουργική πράξη διά της οποίας και στην οποία ο άνθρωπος
αποκαλύπτεται στον εαυτό του. Σ’αυτό το βιβλίο, λέει ακόμη, έφθασα
στο υπέρτατο σημείο της δημιουργικής φλόγας. Σ’αυτό απωθεί, στο
όνομα μίας δημιουργικής ελευθερίας που προηγείται του ιδίου του
όντος της δημιουργίας, δηλαδή του Είναι, κάθε «αντικειμενισμό»,
ενός καταραμένου όρου που αντιπροσωπεύει γι’αυτόν τον κοινό
παρονομαστή αυτού που θα ονομάσει, αναλόγως του περιβάλλοντος,
αποξένωση, θετικισμό, παραδοσιακότητα, ιστορικισμό, κοινωνιο-
μορφισμό, ομαδισμό ή κοσμισμό.
Αυτή είναι η βαθειά στάση που εμπνέει απο τότε, μαζί με την σκέψη του,
όλες τις εσχατολογικές του απόψεις. [Σχετικό με το θέμα αυτό είναι και το
διάσημο στην Ελλάδα βιβλίο του, με παραποιημένο τίτλο: Το ΕΓΩ και ο
κόσμος των αντικειμένων. Πέντε στοχασμοί περί υπάρξεως. Ας
προσθέσουμε, για την πληρέστερη κατανόησή μας και την δήλωσί του, με
κάποια δόση υπερβολής ίσως: πώς υποχρεώθηκε να απωθήσει τον
εξωτερικό κόσμο από την ημέρα της γεννήσεως του].
Από το άλλο μέρος μπόρεσε να επαναλάβει, λίγο πρίν τον θάνατό του,
αυτό που έγραφε στα 1911. Η φιλοσοφία μας είναι ακόμη μία εισαγωγή
μόνον στην φιλοσοφία της δημιουργικότητος και η ζωή μας είναι μόνον
μία αίθουσα υποδοχής στην δημιουργική ζωή. [Κι’άλλη θέωση].
94
Αυτό είναι το αναπόφευκτο γεγονός, το αξεπέραστο, με το οποίο
εξηγείται η διατήρηση των ανασφαλειών του, των ασαφειών, με τις
οποίες ντύνονται πάρα πολλές φορές οι σκέψεις του, η παραμονή
δηλαδή, των αντιφάσεων του στην σκέψη του: Συνέπειες μίας σκέψης
που θα ήθελε να είναι εξολοκλήρου υπαρξιακή, ξεφεύγοντας από
τούτον τον αντικειμενικό κόσμο, σαν τον δρομέα που θα ήθελε να
ξεφύγει, να αφήσει πίσω του, την σκιά του [ένα puer aeternus]. Έτσι
μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σαν καθοδηγητική κλωστή στο έργο
του, το βιβλίο του, του 1911.
Παρ’όλα αυτά δέν πρόκειται, εντελώς για δύο συνεχόμενες εποχές μέσα
σ’αυτόν τον αντικειμενικό κόσμο, στον οποίο τρέχει η επιφανειακή
ιστορία, αλλά περισσότερο για δύο ταυτόχρονες νοήσεις, δηλαδή για δύο
είδη Χριστιανών, οι οποίοι διακρίνονται βάσει της ικανότητος ή της
95
ανικανότητος δημιουργικότητος. [Ο γνωστός απόλυτος προορισμός του
Αυγουστίνου και του Γιανναρά].
«Ο Χριστός δέν θα φανερωθεί ποτέ στην δύναμή του στον κόσμο που
είναι ανίκανος να πραγματοποιήσει στον εαυτό του την δημιουργική
πράξη. Αυτοί δέν θα γνωρίσουν ποτέ το δεύτερο πρόσωπο του Χριστού.
Ο Χριστός δέν θα στρέψει ποτέ πρός αυτούς τίποτε άλλο παρά το
πρόσωπο της θυσίας του και του σταυρού του. Για να δεχθούμε το
πρόσωπο του Χριστού στην δύναμη και στην δόξα του, πρέπει να’χουμε
ανακαλύψει στον εαυτό μας την δύναμη και την δόξα τής δημιουργικής
ενέργειας. Η εποχή τής εξαγοράς, η μοναδική στην οποία είναι ορατό το
πρόσωπο τού εσταυρωμένου Χριστού, δέν θα ολοκληρωθεί ποτέ για
όσους δέν θα ολοκληρώσουν στον εαυτό τους την ανακάλυψη της δικής
τους δημιουργικής φύσεως. Θα παραμείνουν για αιώνες η Εκκλησία του
Γολγοθά....». [Γειά σου Ζηζιούλα με τα κάλλη σου].
96
μιάς εκφράσεως που δέν εξαντικειμενοποιεί και επομένως δέν είναι
ιστορική, καταλλήλου να αποδώσει μία εμπειρία που είναι και αυτή
με την σειρά της φευγαλέα και επανέρχεται σταθερά στον εμπειρισμό
της χρονικής αναπαραστάσεως.
97
υποδουλώνει σε μία γλυκύτητα υποτιθέμενη τής υπέρτατης
δυνάμεως, η φιλευσπλαχνία της οποίας φανερώθηκε στον
Γολγοθά.
98
Χρονολογική άποψη. Μ’αυτό εννοεί πώς βρέθηκαν σε κάθε εποχή και
χρόνο πρόδρομοι και πρωτοπόροι, ψυχωμένοι από την προφητική πνοή,
κάτι που το βεβαίωσε πειστικότατα επίσης και ο Ιωακείμ ντα Φιόρε.
Μας φανερώνει όμως εξίσου πώς δέν σταμάτησε ποτέ του να ελπίζει
στην έλευση της τρίτης εποχής, παρότι τα τελευταία του χρόνια άρχισε
να εμφιβάλλει για την επικείμενη άφιξή της.
Αυτοί πιστεύουν πώς θα έλθει μία στιγμή κατά την οποία κάτι
απόλυτο θα διεισδύσει στην σχετικότητα της ιστορίας για να
παραμείνει οριστικά. Δέν δέχονται πράγματι την δυνατότητα ενός
περάσματος σε ένα άλλο επίπεδο του Είναι, την δημιουργία μίας
τέταρτης διαστάσεως. Θέλουν αυτός ο Τρισδιάστατος χώρος να
εισέλθει ολόκληρος και όπως είναι ακριβώς, απαράλλακτος, στην άλλη
διάσταση της απολύτου ζωής. Σ’αυτό ακριβώς συνίσταται και η κύρια
αντίφαση αυτής της ουτοπίας.
99
Δέν έχουμε ήδη διαφωτιστεί αρκετά, γύρω από τον συγγραφέα μας; Αλλά
λίγες σειρές πιό κάτω διαβάζουμε. «Εξάλλου μπορούμε να υποθέσουμε
μία πολλαπλότητα κόσμων, των οποίων θα αποτελούσε μέρος και ο δικός
μας, και οι οποίοι θα αποτελούσαν την επιμήκυνση της πνευματικής
διαδρομής τού ανθρώπου» (Το πνεύμα του Ντοστογιέφσκι).
Επομένως ακόμη και με μία τέταρτη διάσταση ο αιών μας δέν θα ήταν ο
τελευταίος; Θα ήταν ο προτελευταίος;
100
ο Μπερντιάεφ, θέλησε, η τολμηρή του σκέψη που είναι μία κριτική της
αποκαλύψεως, να είναι μία κριτική κάτω από το φώς της ίδιας της
αποκαλύψεως.
101
Ντοστογιέφσκι
102
[Οι Σλαβόφιλοι λοιπόν κληρονομούν τον Γερμανικό ιδεαλισμό και
ηγούνται των προσπαθειών που γίνονται σήμερα διά του Οικουμενισμού,
για την πραγματοποίηση του Χιλιασμού, της τέλειας Τρίτης εποχής].
103
Ευτυχίας, της ενεργούς και ζωντανής και όχι μιάς ευτυχίας παθητικής
και αδιάφορης, η εποχή της Ειρήνης στην δραστηριότητα και όχι της
Ησυχίας στην αδράνεια». Αυτός ο παράδεισος θα είναι της ανθρωπο-
Θεότητος. Αυτή όμως η ανθρωπότης θα είναι ελευθερωμένη από
κάθε εξάρτηση απέναντι σ’Αυτόν που την δημιούργησε, και κατόπιν
την έσωσε: η Θεία Τριάδα θα είναι υποχρεωμένη, για να συσταθεί, να
ακολουθήσει τον νόμο του Γίγνεσθαι; [Εδώ κρύβεται και η σημερινή
ταύτιση της ενυπάρχουσας (ουσίας) Τριάδος με την Οικονομική, εκ
μέρους του Ράνερ].
«Ο κόσμος είναι το σώμα του Θεού. Ο Θεός είναι η ψυχή του κόσμου.
Έτσι η ενύπαρξη και η υπερβατικότης του Θεού, ο πανθεϊσμός και η
Θεία προσωπικότης, βρίσκονται συμβιβασμένα σε μία στοχαστική,
θεωρητική ενότητα. Το Θείο Εγώ είναι διακεκριμένο και ξεχωριστό
από τον κόσμο και παρ’όλα αυτά τον διαπερνά όπως το πνεύμα
γεμίζει και πληρεί το σώμα. Αυτό το Εγώ, χωρίς τον κόσμο, θα ήταν
μία αφαίρεση. Θα ήταν μόνον η ψυχή χωρίς το σώμα. Πρόκειται
λοιπόν για έναν προσωπικό πανθεϊσμό και για μία πανθεϊστική
προσωπικότητα». Και τί θα κάνουν οι Χριστιανοί λοιπόν; Θα
κραυγάσουν για την αίρεση; και τί είναι μία αίρεση; Η μεγάλη
παράδοση, η ολοκληρωμένη παράδοση του ανθρωπίνου πνεύματος
περιλαμβάνει στον εαυτό της όλες τις οπτικές γωνίες, είτε Ορθόδοξες,
είτε αιρετικές, δέν αδιαφορεί για καμμία, τις αναλύει κριτικά και
διατηρεί αυτό που είναι καλό και χρήσιμο. Βεβαίως κριτικάροντας, τις
καταδικάζει, αλλά πώς; Μόνον υπερβαίνοντάς τες! [Σύμφωνα με την
διαλεκτική του Χέγκελ. Αυτή την ενότητα των αιρέσεων κήρυξε τελευταίως
ο Ράμφος]. Αυτό που καθ’αυτό, στην εποχή της διαμάχης και της
διακρίσεως, και του διαχωρισμού, φαινόταν ασυμβίβαστο, εναρμονίζεται
στην κοινότητα του Αγίου Πνεύματος! Στην κοινωνία του Παρακλήτου.
104
Στην συνέχεια εμφανίζεται ο Petr Yakovlevich Chaadaev (1794-1856).
Στα «φιλοσοφικά του γράμματα» υπάρχει η προτύπωση της Ρωσικής
σκέψης του 19ου αιώνος, του κλασσικού αιώνος της Ρωσίας.
Επηρεάστηκε από τον Μασόνο Joseph de Maistre (τον οποίο συνάντησε
στην Πετρούπολη το 1817) και από τον Μασόνο επίσης Lessing, τον
Πατέρα του Γερμανικού ιδεαλισμού.
Γι’αυτό και ερμήνευσε το δόγμα του Ιωακείμ με το νόημα που του έδωσε
ο Lessing, όπως φαίνεται και στα Φιλοσοφικά γράμματα και στην
Απολογία ενός τρελλού. Ιδίως στο κεφάλαιο: «Η καλλιέργεια του
ανθρωπίνου γένους». Το ιδανικό της παιδείας του είναι Μασονικό.
Ένα νοήμων αφηρημένο όν, σε αντιπαράθεση με τους ατομικισμούς της
εποχής του, που αποθεώνουν ένα διαγεγραμμένο στην στιγμή του
παρόντος, μία εφήμερη πεταλούδα.
105
είναι η ίδια η Μασονία, μία επανόρθωση στον κερματισμό των
ανθρώπων, ένα υποκατάστατο μίας Χριστιανικής Εκκλησίας
αθεράπευτα τραυματισμένης και πάνω απ’όλα ανίκανης να
εκμοντερνιστεί, να εξανθρωπιστεί. Αυτή την αόρατη Εκκλησία
μεταρρύθμισε ο Lessing διά της παιδείας και δημιούργησε τον
Γερμανικό ιδεαλισμό. Οι Μασόνοι και ιδιαιτέρως οι Ροδόσταυροι
έψαχναν έναν πρόγονο στο πρόσωπο ενός γέρου Μοναχού (του
Ιωακείμ ακριβώς) για να κατορθώσουν να υποκαταστήσουν, όπως
εκείνος, με μία θρησκεία του πνεύματος, την θρησκεία του Χριστού.
Αυτό το πνεύμα, διαχωρισμένο από τον Χριστό, αποκαλύπτοντας τα
πιό βαθειά μυστικά, πρόσφερε στους ανθρώπους αυτούς, που έκριναν
τελειωμένη την θρησκεία του Χριστού, μία θρησκεία του πνεύματος
τού ανθρώπου, μία θρησκεία της νοήσεώς του, της σκέψης του,
στεφανωμένης με το μυστικιστικό φωτοστέφανο. Αυτό υπήρξε το
κοινό ιδεώδες της πρώτης Μασονερίας που διαδόθηκε τον δέκατο
όγδοο αιώνα. Αυτή υπήρξε και η θρησκεία των «Φώτων», του
Διαφωτισμού.
106
[Αυτή είναι και η εσχατολογία του Ζηζιούλα: η ιστορία μίας
ανθρωπότητος σε πορεία πρός το βασίλειο της σκέψεως και της αγνής
ηθικής].
107
Ο πιό σημαντικός μάρτυρας της
Οικονομίας του Αγίου Πνεύματος ή
της καταλήψεως και της ταυτίσεως
της διανοίας με το ΝΕΟ,
ΝΕΟ είναι ο
Ντοστογιέφσκι. Δέν θα μείνουμε στις
γλυκανάλατες δηλώσεις του Ernst
Bloch (τον οποίο θα επισκεφθούμε
στην συνέχεια), σύμφωνα με τον οποίο ο μεγάλος μυθιστοριογράφος είχε
αντιληφθεί στα όνειρά του «την μουσική τού Βυζαντίου που είχε
διατηρήσει μέσα του ο Ωριγένης του και πίστευε ως εκ τούτου στην
επιστροφή του Αγίου Πνεύματος». Ο Αλεξανδρινός δέν είχε καμμία
σχέση και δέν είναι καθόλου
αθόλου το αρχαίο Βυζάντιο, αλλά είχε η απολύτως
μοντέρνα George Sand (Γεωργία Σάνδη), η οποία λειτούργησε σαν
μύστης και ψυχαγωγός, όπως και για τον Herzen. Απλώς πρέπει να δούμε
τα όρια της επιρροής αυτής!
Στα 1923, ο Ivan Puzyma είχε δημοσιεύσει στην Γερμανία ένα άρθρο, ο
Ντοστογιέφσκι και το Αιώνιο Ευαγγέλιο, στο οποίο είχε σχεδιαστεί ένας
πρώτος παραλληλισμός ανάμεσα στο Spiridion και στους Αδελφούς
Καραμαζώφ. Επανέλαβε με περισσότερες λεπτομέρειες το θέμα στα 1939
στις «Μελέτες» του: «Η λογοτεχνική συγγένεια των Αδελφών
Καραμαζώφ και του Spiridion» αφού μας θυμίζει , πώς σύμφωνα και
με τον ίδιο τον Ντοστογιέφσκι, η επιρροή της George Sand στην
νεότητά του υπήρξε απολύτως ιδιαίτερη. Την εκθείασε διότι
αποκατέστησε τις αρχές της Επαναστάσεως και για το γεγονός ότι
πίστεψε στην ηθική τελειότητα τού ανθρώπου και τέλος ομολόγησε
πώς είδε σ’αυτή, ανεξαρτήτως ορισμένων θέσεων της, μία απο τις
μεγαλύτερες μαθήτριες του Χριστού. Στην συνέχεια λοιπόν ο
συγγραφεύς αναφέρει ένα χωρίο στο οποίο ο μυθιστοριογράφος
μυθιστοριογράφο δηλώνει
108
πώς το πρώτο κείμενο τής Sand που διάβασε ήταν το διήγημα L'Uscoque,
και πώς βρισκόταν κατόπιν τούτου σε πυρετώδη ένταση για όλη την
επόμενη νύχτα. Το διήγημα είχε εμφανιστεί στο «περιοδικό των δύο
κόσμων» στα 1838 και στο τέλος του ιδίου έτους το περιοδικό ξεκινούσε
την δημοσίευση του Spiridion (εκ του Spirito που σημαίνει πνεύμα).
109
αποσπασμένους από άλλους συγγραφείς και από την πραγματικότητα
πάνω απ’όλα, που θολώνει αρκετά το τοπίο των αληθινών προθέσεων
τού Ντοστογιέφσκι. Ας σημειώσουμε ιδιαιτέρως πώς οι δύο
χαρακτήρες, που παρουσιάζουν μία κάποια συμμετρία με εκείνους
της Sand, ο στάρετς Ζωσιμάς και ο μαθητής του Αλέσα, ανήκουν
στην πραγματικότητα. Η συναστροφή του με τον Σολόβιεφ, που
ενέπνευσε τον Ντοστογιέφσκι στην περιγραφή τού Αλέσα, τον
απομακρύνει αρκετά από μία απλή μίμηση της Sand. Εξάλλου στις
πρώτες εκδοχές του Μυθιστορήματος, ο νεαρός ονομαζόταν «ο ηλίθιος»
όπως ο πρίγκιπας Μίσκιν και εάν στην συνέχεια ο συγγραφέας του έδωσε
το όνομα του Αλέσα, το έκανε στην μνήμη του γιού του Αλεξέϊ, ο οποίος
πέθανε τριών ετών τον Μάϊο του 1878. Το Spiridion εδώ δέν μετράει.
Όσο για τον γερο-Ζωσιμά, ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι μας πληροφορεί για
την καταγωγή του: «Δέν θα επινοήσω τίποτε, έγραψε το 1870 στον
Μαϊκοφ, περιοριζόμενος να παρουσιάσω τον αληθινό Τύχων, τον οποίο
κρατώ μέσα στην καρδιά μου χρόνια».
110
ενώ η πρακτική φαντασία τής Sand εκβάλλει τα πάντα στην εικόνα του
Επινάλ, τον στρατιώτη τής επαναστάσεως που σκοτώνει τον γέρο-μοναχό
Αλέξη, ένα σύμβολο τού σκοταδισμού και της αντίδρασης στα χέρια της
Sand, ο Ντοστογιέφσκι, χωρίς να το σκεφτεί, οδηγημένος από το βαθύ
στοχαστικό του ένστικτο επαναφέρει ότι καλύτερο διέθετε το όνειρο τού
Καλαβρού: Τον θρίαμβο του πνεύματος της νεότητος. Και μ’αυτό
συναντάται με τον Νίτσε στην διάσημη παραβολή του τής καμήλας, του
λιονταριού και του ελέφαντα. Μόνον που ενώ ο Ιωακείμ πρόβαλλε το
όνειρό του στο μέλλον τής τρίτης εποχής, ο συγγραφεύς των Αδελφών
Καραμαζώφ, στην σκηνή που προετοιμάζει τον επίλογο, θυμίζει την
θαυμαστή συμφωνία τών μικρών, που παρουσιάστηκε για μία στιγμή
στην έξοδο απο την ταφή του Ιλιούσα, του φίλου τους, στην οποία είχε
ακουστεί ο Χερουβικός ύμνος. Και για να τονίσει καλύτερα πώς δέν
πρόκειται για μία γήινη ουτοπία, ο Αλέσα, ο οργανωτής της ομάδος η
οποία θα διαλυθεί γρήγορα, δίνει σε όλους ραντεβού, γύρω από τον
νεκρό τους φίλο, την επόμενη της αναστάσεως.
111
Ο Στάρετς τον οποίο διαγράφει με θαυμασμό, δέν ομοιάζει σε τίποτα, με
εκείνους τούς «φωτισμένους» μοναχούς που κρύβονται για να
μεταδώσουν το εσωτερικιστικό τους δόγμα σ’έναν εκλεκτό μαθητή,
προορισμένο στην ολοκλήρωση των χρόνων, να καταστρέψει την
μοναστική τάξη και την παλιά πίστη της οποίας ο μοναχισμός είναι το
αναχρονιστικό στήριγμα. Και από το ένα μέρος και από το άλλο
υπάρχει η προσμονή της ελευθερίας, αλλά ο Ζωσιμάς θυμίζει
σ’όποιον ονειρεύεται την χειραφέτηση πώς η υπακοή, η νηστεία, και
η προσευχή είναι ο μόνος δρόμος που οδηγεί στην αληθινή
Ελευθερία. Να ισχυρισθούμε πώς στην Sand όπως και στον Ιωακείμ οι
θρήσκοι θα παίξουν έναν εξέχοντα ρόλο την εποχή της θρησκείας του
Αγίου Πνεύματος είναι σαν να σκοντάφτουμε στις λέξεις. Και πράγματι
γι’αυτή, αντίθετα από τον Ιωακείμ, για τον οποίον η εποχή του Αγίου
Πνεύματος πρέπει να είναι η εποχή των μοναχών και της θεωρητικής
ζωής, πρόκειται για το έργο που στο ξεκίνημα αυτής της εποχής, πρέπει
να πραγματοποιήσουν μερικοί μοναχοί, που θα ανήκουν στις μυστικές
οργανώσεις για να στείλουν τους στρατολογημένους νεαρούς, μακρυά
απο τα θρανία, στην μεγάλη περιπέτεια της επαναστάσεως.
112
όνειρο της εποχής του, είτε εκφραζόταν με το σχήμα του Ιωακείμ, είτε
όχι.
Μία μαρτυρία αυτών αποτελεί και ένα του γράμμα στον Στράχωφ,
γραμμένο όταν ξεκινούσε τα πρώτα του σχέδια για την ζωή ενός μεγάλου
αμαρτωλού.
113
Οι Απόγονοι του Μαρξισμού : Ernst Bloch.
[Συνεχίζουμε με τον αισιόδοξο Ernst Bloch, τον δάσκαλο του Ράμφου και
του Παπαθανασίου της Συνάξεως, όπως και του Moltmann].
114
Στην Εκκλησία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πολύ γρήγορα, κυριάρχησε
η εικόνα ενός Χριστού ο οποίος έπρεπε να κρατήσει τους σκλάβους στις
αλυσσίδες. Αυτή η εικόνα εξάλλου είχε διαγραφεί ήδη στην Επί του
Όρους ομιλία. «Απορριπτέες από το επίσημο δόγμα της Εκκλησίας, οι
Χιλιαστικές ελπίδες της ουσίας, της ενυπάρξεως, της immanenza,
καταστρέφονται στην συνέχεια με τον πιό ενεργητικό τρόπο από τον
Αυγουστίνο. Το πύρ έσβυσε, το κριτήριο αποκοινωνικοποιήθηκε. Διότι
σύμφωνα με τον Αυγουστίνο τα χίλια χρόνια της Βασιλείας αρχίζουν
ήδη με τον Ιησού. Εάν ένας άνθρωπος μαρτυρεί την πίστη του και
τον Λυτρωτή του, αυτό αντιπροσωπεύει ήδη την πρώτη Ανάσταση.
Το Βασίλειο στο οποίο βασιλεύουν οι αγαθοί με τον Χριστό είναι
μόνον η Εκκλησιαστική κοινότης των πιστών, το Κράτος του Θεού
πάνω στη γή, η γήϊνη πολιτεία του Θεού».
115
τὰ εἴδη ἢ τοῖς ἀϊδίοις τῶν αἰσθητῶν ἢ τοῖς γιγνομένοις καὶ (τοῖς)
φθειρομένοις: οὔτε γὰρ κινήσεώς ἐστιν οὔτε μεταβολῆς οὐδεμιᾶς αἴτια
αὐτοῖς. ἀλλὰ μὴν οὔτε πρὸς τὴν ἐπιστήμην οὐθὲν βοηθεῖ τὴν τῶν ἄλλων
(οὐδὲ γὰρ οὐσία ἐκεῖνα τούτων: ἐν τούτοις γὰρ ἂν ἦν), οὔτ᾽ εἰς τὸ εἶναι, μὴ
ἐνυπάρχοντά γε τοῖς μετέχουσιν»! Σήμερα όλη η Θεολογία τρώγοντας το
κουτόχορτο του Κάρλ Ράνερ ταυτίζει τον ενυπάρχοντα Θεό, την
ενυπάρχουσα Τριάδα, με την Οικονομική Τριάδα.]
Μία μεγαλειώδης οπτική γωνία και μία ριζική ανανέωση. Υπήρξε στην
πραγματικότητα μία απελευθέρωση από τον Αυγουστίνο και τον
Αυγουστινισμό και ακόμη περισσότερο από όλον τον Χριστιανισμό
που είχε συσταθεί παίρνοντας βίαια την θέση του Ευαγγελίου. Μία
επιστροφή στην πρώτη-πρώτη καταγωγή. Αυτή υπήρξε η ιδιαίτερη,
θαρραλέα πράξη του Ιωακείμ. Ο Καλαβρός μοναχός επέτρεψε να
ενωθεί μ’έναν καινούργιο τρόπο η πνευματική οδός και η γήινη οδός
πρός την ευτυχία. Έστρεψε τα βλέμματα πρός το μέλλον που μέχρι
τότε παρέμεναν κολλημένα στο επέκεινα του θανάτου, στοχάστηκε το
ιδανικό του «όχι πλέον στον Ουρανό αλλά στη Γή»!
116
Σχόλιο: [ΚΑΙ ΜΕ ΑΠΟΛΥΤΗ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ, ΤΟ
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΕΙΝΑΙ "Ενθυμούμενοι τό
μέλλον"].
Δέν έλειψαν οι μαθητές του Ιωακείμ. Ένας απο τους μεγαλύτερους, δύο
αιώνες μετά από αυτόν, υπήρξε ο Telesforo της Cosenza, του οποίου ο
ύμνος στον Ιωακείμ «έχει τόνους πιό γήϊνους από τίς ωδές τού
Φραγκίσκου της Ασσίζη. Ο Θεός, τραγουδά, ο Telesforo στον ύμνο του,
έγινε άνθρωπος ώστε ο άνθρωπος στην ολότητά του να είναι ευτυχής με
τον εαυτό του, και όχι μόνον ο εσωτερικός άνθρωπος, αλλά και τα μάτια,
τα αυτιά, το στόμα, τα χέρια, τα πόδια, το συκώτι και τα νεφρά». [Κάτι
που διαδίδει σήμερα για Ορθόδοξη Θεολογία ο Λουδοβίκος].
117
μ’αυτόν τον τρόπο έχασε την πραγματικότητά του. Απο εδώ ξεκινά μία
καινούργια άνθιση τού «επαναστατικού ενθουσιασμού», όπως υπήρξαν
αρκετοί από τους χρόνους του Ιωακείμ, ιδιαιτέρως οι Χουσίτες και οι
Θαβωρίτες και όπως θα είναι πολύ γρήγορα μία άλλη άνθιση, των
Αναβαπτιστών. Ήταν όμως ενθουσιασμοί, αφηρημένοι και
μυθολογικοί ακόμη, αρκετοί για να θέσουν σε κίνηση την βούληση
για να αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά δέν διέθεταν μία μέθοδο ικανή με
την οποία θα μπορούσαν να φτάσουν τον σκοπό τους. Και γι’αυτό
κάθε φορά οι ελπίδες δέν ευδοκιμούν. Αλλά μόνον μέχρι τον 19ο αιώνα.
Διότι τότε η πόρτα που είχε μισοανοίξει για μία στιγμή ξανακλείνει. Η
αντίδραση επιβάλλεται. Τα πανεπιστήμια, στην υπηρεσία της εξουσίας,
γίνονται αληθινά νεκροταφεία του πνεύματος.
118
Σ’ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΤΟ ΦΙΔΙ ΔΕΝ ΞΕΓΕΛΑΣΕ ΤΟΝ
ΑΝΘΡΩΠΟ.
Στις μελέτες για την παράδοση της «Τρίτης Εποχής», ο κίνδυνος είναι ο
αυτοσχεδιασμός και ο ερασιτεχνισμός. Στον Μπλόχ, δέν υπάρχει κανένας
αργοπορημένος αυτοσχεδιασμός. Από τις πρώτες εκδόσεις, το όραμά του
παρέμεινε σταθερό. Δέν υπάρχει ούτε ερασιτεχνισμός, καθότι είναι
δεμένος με πάθος στο όνειρό του. Αλλά δέν πρόκειται όμως ούτε και για
ιστορία. Ο Μπλόχ μπορεί να γοητεύσει για μία στιγμή με το πύρινο στύλ
του και την μπαρόκ λαμπρότητα όσων επικαλείται. Αλλά από την στιγμή
που θα αραιώσουν οι στολισμένες ομίχλες της ευφράδειας του, μπορούμε
ακόμη να θαυμάσουμε την ιδιοφυΐα με την οποία έπλεξε τον ιστό της
αράχνης του με τα πλέον ετερογενή υλικά. Αλλά δέν μπορούμε να τον
πάρουμε στα σοβαρά. Μας πιάνει ο πειρασμός να τον εκλάβουμε σαν
έναν σαλτιμπάγκο και δημιουργό ψευδαισθήσεων. Μας προσφέρει
τουλάχιστον μία περίπτωση δημιουργικής φαντασίας με θαυμαστή
ανάπτυξη, που είναι χαρακτηριστική του Ρομαντισμού. Οπωσδήποτε δέν
έχει τίποτε απο τον καμπούρη σχολαστικό τού γράμματος και στην
ερμηνεία των κειμένων δέν υποχωρεί μπρός σε κανένα σκληρό βιασμό.
Έντυσε τον Ιωακείμ ντα Φιόρε με τον Έγελο και τον Thomas
Munzer, τον Χέγκελ με τον Μάρξ, αδελφοποίησε τον Μαρκίωνα με
τους Χριστιανούς, τους μεγαλύτερους αντιπάλους του, έβαλε στον
ίδιο σάκκο πετώντας τους στην τύχη και τους έδωσε μία βάρκα για
να πορευθούν στο μέλλον, τους καθαρούς, τους Ιωακειμίτες κάθε
είδους, τον Πίκο ντέλα Μιράντολα, τον Κάντ, τον Τολστόϊ και
πολλούς άλλους και σχεδίασε μία γενεαλογία σύμφωνα με την οποία
119
κατάγονται όλοι τους απο τους πρώτους μάρτυρες που κάηκαν απο
τον Νέρωνα.
Και όλα αυτά είναι μικρές λεπτομέρειες, εάν τα υπολογίσουμε έξω από
το ολοκληρωμένο σχέδιο. Μίας μεγάλης εποποιΐας της ανθρωπότητος,
την οποία ο Μπλόχ συνέλαβε με ορμή και στην οποία αφιερώθηκε να
παρουσιάσει και να ολοκληρώσει από το ένα του βιβλίο στο άλλο και την
οποία είναι σημαντικό να αγκαλιάσουμε με το βλέμμα μας σε όλη της
την έκταση.
120
Γνώσης και της Αποκαλύψεως και σχηματίζει απο τους Οφίτες μέχρι
τον Μάρξ, μία αδιάσπαστη αλυσσίδα.
121
ξεπέρασμα, που ψάχνει την ανακάλυψη, και της οποίας το διπλό
μοντέλλο αναγνωρίζεται στον Μωυσή της Εξόδου και στον Προμηθέα
της Ελληνικής Τραγωδίας, σύμβολα και οι δύο του Εωσφόρου. Η ελπίδα
συνεπιφέρει επιπλέον την ανάγκη της επιβιώσεως στην μετεμψύχωση,
και όχι μόνον επειδή επιμηκύνεται κάθε ατομική συνείδηση -καθότι δέν
γνωρίζουμε αυτόν που κοιμάται στο σκοτεινό δωμάτιο της στιγμής που
βιώθηκε και έτσι δέν διαθέτουμε κανένα κριτήριο για να αναγνωρίσουμε
την ψυχή μας σε κάτι πιό αρχαίο- αλλά επειδή τίποτε δέν πάει χαμένο
στο μεγάλο σύστημα του ανθρωπίνου πνεύματος που ξεδιπλώνει.
Υπάρχει ένας σπόρος της ψυχής που δέν πρέπει να παρασυρθεί στην
άβυσσο του αιωνίου θανάτου. [Αυτό τό έργο πραγματοποίησε ο
Κύριος. Σχίζοντας τό παραπέτασμα τού θανάτου εισχώρησε στό βάθος
τής αβύσσου αφήνοντας δέ τήν άγκυρά του δέν αφήνει τίς ψυχές νά
χαθούν στήν άβυσσο, ούτε στήν αιώνια καί μάταιη περιστροφή τής
Μετεμψυχώσεως. Γι' αυτό υπάρχει η επίκκληση τής εκκλησίας:
άβυσσος άβυσσον επικαλείται]. Το τελευταίο πνεύμα, εκείνος ο Θεός
που είναι το βάθος μας, που εμψυχώνει την εωσφορική μας ουσία,
φανερώνει σαν μία ιδιότητα ηρωϊσμού, θελήσεως για δημιουργία, για
γνώση για μία ομοίωση με τον Θεό, αυτή την ιδιοφυϊα του παρακλήτου
του εσωτερικού κόσμου και της οικείας κοινότητος και θα
πραγματοποιηθεί εν τέλει πέραν του εκμηδενισμού ετούτου εδώ του
διεστραμμένου κόσμου.
122
μία φιλοσοφική διάσταση. Απορρίπτει κάθε «πέραν» το οποίο θα ήταν
ακόμη ο αντικατοπτρισμός, η αντίστροφη εικόνα του Γίγνεσθαι. Μία
απόρριψη δικαιολογημένη εκτός των άλλων. Αλλά μόλις αρχίζει να
εξηγείται, δέν μπορεί να ξεφύγει από τίποτε και απλώς επαναβεβαιώνει
αυτό που ήθελε να αποφύγει. Διότι επανέφερε το όνειρο και πίστεψε
μ’αυτό πώς η ελπίδα του ξεφεύγει από τον μυθολογικό εξωτισμό που
είναι κατάλληλος μόνον για την ικανοποίηση προκαταλήψεων. Η
διάκριση που κάνει ανάμεσα σε νυχτερινό όνειρο και σε ξύπνιο όνειρο,
νομίζει πώς είναι αρκετή, αποφεύγοντας τον Φρόϋντ, να θεμελιώσει αυτή
την αληθινή ελπίδα. Αλλά εάν πράγματι αυτή επιτρέπει την αντίθεση
στην καθυστέρηση και την στασιμότητα τής αναμνήσεως δηλαδή
στην δουλεία στο παρελθόν, μία «προκαταβολική συνείδηση»,
δηλαδή ένα άνοιγμα στο μέλλον, αυτό το μέλλον το ελπιζόμενο, αυτό
το όχι ακόμη, είναι στ’αλήθεια άλλο, έτερο; Δυστυχώς προβάλλεται
πάντοτε απέναντι, στην προμετωπίδα, στον τοίχο ενός Γίγνεσθαι. Είναι η
ανάπτυξη της συλλογικής προόδου, πραγματοποιημένης από τον
άνθρωπο μέσω του χώρου και του χρόνου, τον οποίο πρέπει να
εξασφαλίσει με την επιμήκυνση της ιστορίας. Μας λέει πώς
μεταμορφώνοντας αυτόν τον κόσμο πρέπει να φτάσουμε στην
πατρίδα της ταυτότητος. Και έτσι στην «Αρχή της Ελπίδος» μας
μιλά για μία κατασκευή, για μία οικοδομή της ελπίδος.
123
όφελος που ήθελε να αποκτήσει. Στο τέλος ενός διαλόγου πάνω στην
Ελπίδα, που είχε δεχθεί να προσπαθήσει με τον Μπλόχ, και ακούγοντας
από το ίδιο του το στόμα την άρνησί του κάθε χάρης και κάθε έννοιας
που προέκυπτε, ο Gabriel Marcel δέν κατόρθωσε παρά να αποδοκιμάσει,
με μία έκφραση πόνου, αυτή την ισοπέδωση.
Ο Μπλόχ αναφέρει συχνά τον Λένιν. Και όχι για να βρεί κάποια
αναλογία με τον Ιωακείμ ντα Φιόρε και μόνον. Στα 1931, ο Rosenstock
έκανε τον παραλληλισμό. Και περίπου στην ίδια ημερομηνία, στην
μελέτη. Ιδεολογία και Ουτοπία, ο Karl Menheim έδειχνε τον Ιωακείμ σαν
αυτόν που βοήθησε να αναγεννηθούν με νέα δύναμη οι παλιές
χιλιαστικές δοξασίες οι οποίες πολεμήθηκαν πάντοτε από την Εκκλησία,
ο επαναστατικός σπόρος του οποίου θα καρποφορούσε στον Münzer και
τους Αναβαπτιστές. Σκιτσάροντας τούς μεγάλους σταθμούς αυτής της
ιστορίας, ο Μανχάιμ την ολοκληρώνει με την ήττα του Μπακούνιν
(Bakunin), στον οποίο η Χιλιαστική ουτοπία έφτασε στο τέλος της,
νικημένη από το καλά οργανωμένο μαρξιστικό κίνημα.
124
Οι απόγονοι του Μαρξ ως τον Χίτλερ
125
θέση της σε μία προβληματική ενότητα ψυχής και σώματος, στην
οποία καθώς έδειξε η ιστορία την οποία διέτρεξε κυριαρχεί το σώμα),
πώς στην σύλληψη του Φρόυντ, από την στιγμή που δόθηκε ο Νόμος στο
Σινά, η θρησκεία του Μωϋσή γνώρισε μόνον θετικά συναισθήματα πρός
τον Θεό Πατέρα. Θαυμασμό, σεβασμό, αναγνώριση. Παρ’όλα αυτά
όμως, επειδή η αμφιθυμία είναι ένας ουσιώδης χαρακτήρας των σχέσεων
ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό, ήταν αναπόφευκτο στην διάρκεια
των αιώνων, η εχθρότης, η οποία μία μέρα είχε οδηγήσει τους υιούς να
σκοτώσουν έναν πατέρα σεβαστό αλλά και εκφοβιστικό, να
παρουσιαστεί ξανά. Η ευκαιρία, η αφορμή, δόθηκε από την καθυστέρηση
της πραγματοποιήσεως των υποσχέσεων. [Η ψυχή του ανθρώπου, η
οποία κυριαρχεί και ηγείται του σώματος δέν υπάρχει φυσικά, ούτε
στην Πλατωνική φιλοσοφία, όπως εκλαϊκευτικά πιστεύεται. Γίνεται,
ατενίζοντας ο ηνίοχος το επέκεινα της ουσίας. Καθώς δηλαδή η ψυχή
αποκτά κέντρο, διαφορετικό από τον κόσμο των αισθητών. Σήμερα ο
Νούς εγκατελείφθη λόγο αθεϊσμού και υλισμού και διδάσκεται μία
θολή ενότης ψυχής και σώματος που είναι το Ρομαντικό συναίσθημα,
ένα σύμβολο, που σημαίνει μία εικονική ενότητα, που επιτρέπει
ισότητα, αδελφότητα και δικαιώματα.]
126
Το βασίλειο του Πατρός σημαίνει πώς η τελειότης έχει ήδη
πραγματοποιηθεί. Δέν πρέπει να κάνουμε τίποτε άλλο απο το να
αφεθούμε στην μοίρα μας έτσι όπως είναι : «Γεννηθήτω το θέλημά σου».
Με την Βασιλεία του Υιού όμως όλα αλλάζουν.
Ο Χέγκελ λέει πώς η ενσάρκωση είναι το κέντρο της παγκόσμιας
ιστορίας. Και πράγματι ο Θεός-άνθρωπος και ο θάνατος του Θεού
μεταμορφώνουν το πνεύμα και την θρησκεία. Σαν να μήν έφτανε πλέον
στον εαυτό του ο άπειρος, αιώνιος Θεός, σαν να εκινείτο κάτι μέσα
του, σαν ο κόσμος και ο άνθρωπος αντί να είναι μία άχρηστη
παρακμή της πρωταρχικής τελειότητος να έγιναν ήδη οι αναγκαίες
στιγμές μίας μεγαλύτερης τελειότητος. Ο Θεός δέν μπορεί πλέον να
είναι πλήρως Θεός και η δημιουργία δέν μπορεί να ολοκληρωθεί εάν
ο άνθρωπος δέν το αναγνωρίσει ελευθέρως. Κάτι συμβαίνει, ο κόσμος
δέν είναι μάταιος, υπάρχει κάποια πράξη να γίνει κ.τ.λ.
Η θρησκεία του Υιού δηλαδή δέν μπορεί να περιοριστεί στον εαυτό
της: εισάγει την θρησκεία του Πνεύματος. Η περιπέτεια της
ενσαρκώσεως εκβάλλει στην πεντηκοστή. Τώρα πλέον η πεντηκοστή
σημαίνει πώς η θρησκεία του Πατρός και η θρησκεία του Υιού πρέπει να
ολοκληρωθούν στην θρησκεία του πνεύματος, πώς ο Θεός δέν είναι
πλέον στον Ουρανό, πώς είναι μέσα στην κοινωνία και στην ανθρώπινη
επικοινωνία, οπουδήποτε οι άνθρωποι ενώνονται στο όνομά του. Το
πέρασμα του Χριστού στην Γή είναι μόνον η αρχή της παρουσίας του
στον κόσμο. Οι Χριστιανοί δέν πρέπει να παραμείνουν ακινητοποιημένοι
σε ένα ιστορικό επεισόδιο, όσο αποφασιστικό και αν υπήρξε. Πρέπει να
ζήσουν τους γάμους του πνεύματος και της ανθρώπινης ιστορίας, που
άρχισαν με την ενσάρκωση.
Αλλά όπως οι σταυροφόροι που έψαχναν έναν κενό τάφο, έτσι και ο
καθολικισμός εμποδίζει και ακινητοποιεί αυτή την ανάπτυξη. Γι’αυτόν:
127
επανένωση τών ανθρώπων με το εαυτό τους και με τον κόσμο, έτσι η
ενσάρκωση μετατρέπεται σε πόνο διότι δέν είναι ολοκληρωμένη και
ο Χριστιανισμός γίνεται μία νέα μορφή της δυστυχούς συνειδήσεως!
Πιό συνετός επίσης του Μπλόχ, δέν εγείρει απαιτήσεις γύρω απο την
τεχνική των εξηγήσεων. Διατηρείται πάντοτε σχεδόν στην ζώνη της
μεταφυσικής και του συμβόλου. Ο Θεός, ο Υιός, το Πνεύμα, οι τρείς
εποχές, όλα αυτά του προσφέρουν την ύλη για έναν δοκιμασμένο
συμβολισμό. Μπορούμε να ισχυρισθούμε πώς στον Χέγκελ και στον
Φώϋερμπαχ, όπως και στους επιγόνους τους, αυτός ο συμβολισμός έχει
την μορφή ενός σλόγκαν. Μπορούμε να αναρωτηθούμε επίσης γιατί
μία ομολογία του αθεϊσμού αισθάνεται την ανάγκη να εκφραστεί και
να αιτιολογηθεί παίρνοντας δανεικές λέξεις από την ομολογία
πίστεως των Χριστιανών. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε την
αυθαίρετη χρήση αυτών των λέξεων. Χωρίς αμφιβολία ο Μερλώ-
Ποντύ αναγνωρίζει πώς «καθεαυτός, ο Χριστιανισμός δέν είναι ένα
σύμβολο, είναι η αλήθεια». Αλλά στην παρούσα κατάσταση, δέν είναι η
αλήθεια του πιστού που γίνεται σύμβολο για τον φιλόσοφο, είναι το
νόημα αυτού που θεωρεί ο πιστός αλήθεια που αλλοιώνεται
ολοκληρωτικώς εκ των προτέρων. Μένουμε πραγματικά έκθαμβοι για
την κατάντια ενός φιλοσόφου που είναι ικανός για τόσο λεπτές
αναλύσεις, όπως μας δείχνουν τα βιβλία του. Σε ένα του κείμενο στο
128
Dieu Vivant, ο Jean Danielou είχε σημειώσει, αρκετά μετριοπαθώς, πόσο
τεχνητή ήταν η αντιπαράθεση ανάμεσα στην υπερβατικότητα του Πατρός
και την ενσάρκωση του Υιού (που νοείται πλέον σαν ενυπάρχων Θεός,
εκλαμβάνοντας όμως την ουσία Του, χωρίς την υπόστασή Του), σαν
να επέτρεπε ο Χριστιανισμός, στην ίδια του την λογική, να εγκαταλείψει
την θρησκεία του Πρώτου, για την εντελώς διαφορετική θρησκεία του
Δευτέρου. Αυτή η ερμηνεία δέν αποδεικνύει άραγε, όπως και ο ίδιος ο
Μερλω-Πoντύ κατηγορούσε τον Émile Bréhier, πώς στην θέση της
μελέτης και της έρευνας για να βρεθεί ποιά ήταν και ποιά είναι ακόμη η
πίστη των Χριστιανών, αυτός αναφέρεται εδώ σε μία ιστορία
προετοιμασμένη και λαξευμένη σύμφωνα με την ιδέα της φιλοσοφικής
Ενυπάρξεως (immanenz);
129
Δέν φαίνεται καθόλου νόμιμο να εμποδίσουμε μία προοδευτική κίνηση
στο όνομα μίας από τις στιγμές της και μάλιστα ακριβώς αυτής που
έδειξε πιό καθαρά από τις άλλες την διαλεκτική της φύση: Εάν υπάρχει
μία ιστορία της σωτηρίας, αυτό σημαίνει πώς η Χριστιανική πίστη, η
οποία γεννήθηκε από μία μεταστροφή, πρέπει να γνωρίσει με την
σειρά της νέες μεταστροφές. Αλλά χωρίς αμφιβολία πρέπει να
συμπληρώσουμε πώς δέν πρόκειται πλέον γι’αυτή, όπως για την
προχριστιανική πίστη, να αναμένει τον επόμενο Μεσσία, ή το επόμενο
μήνυμα: Εάν ο Ιησούς ήλθε για να ελευθερώσει τους ανθρώπους,
σ’αυτούς απομένει να μεταστρέψουν την πίστη τους».
130
ιστορικής προόδου. Το βλέπει να χτυπά μέσω της Καρτεσιανής σκέψης,
όπου το Θείο άπειρο αγκαλιάζει τους δύο τρόπους ύπαρξης, του
πεπερασμένου, την επέκταση (τον χώρο) και την σκέψη (τον χρόνο),
αλλά στην πραγματικότητα βλέπει τον θρίαμβό του στον Χέγκελ.
«Αυτή η εφαρμογή, μας λέει, δέν κρύβει την παρωδιακή του πρόθεση.
Και συνεχίζει: Γιατί αυτός ο στοχασμός; Αυτή η τριαδική ανάλυση του
παρελθόντος; Διότι τίποτε δέν βεβαιώνει την αιωνιότητα αυτού του
μοντέλλου». Και θα το αγνοούσαμε, εάν δέν μας το είχε επισημάνει ο
ίδιος μέσω της ανάλυσης του Παρελθόντος που επιχείρησε. «Αυτή η
ιστορία του Είναι (η δημιουργός Δύναμις, ο Λόγος, το πνεύμα) φαίνεται
πρωτότυπη μόνον σ’αυτούς που δέν γνωρίζουν το αιώνιο Ευαγγέλιο».
131
Ο Roger Garaudy (Ροζέ Γκαροντί), τον οποίον ο
Tilliette τοποθετεί δίπλα στον Francis Jeanson,
ανάμεσα στα πνεύματα που ευνόησαν τον Σάρτρ και
τον Μπλόχ, επιδόθηκε στις «μεγάλες ανατροπές» οι
οποίες, ακολουθώντας την επικαιρότητα, τον
οδηγούν από την μία «σπαραχτική αναθεώρηση»
στην άλλη, αλλά έμεινε σταθερός σε όλη του την
διάρκεια σε μία τάση πρός την σύγχυση, στην οποία
προΐστατο κάθε τόσο, ο Ιωακείμ ντα Φιόρε. Το
1946, υπενθυμίζοντας τον μύθο του Ανταίου στον οποίο έβλεπε μία
εικόνα του κομμουνιστικού κόμματος, ομολογούσε: Σήμερα αγκαλιάζω
σε όλη του την πληρότητα το μυστήριο της ενσαρκώσεως. Το 1968 θα
πεί πώς ο αληθινός μαρξιστής είναι αυτός που κατόρθωσε μία ώριμη
εννοιολόγηση των Χριστιανικών δογμάτων, και θα είναι το ίδιο πράγμα.
Στα 1965, μας καλεί να θαυμάσουμε τον αποκαλυπτικό πόλο τού
Χριστιανισμού, σε αντίθεση με τον Κωσταντίνειο πόλο. Στην αυθόρμητη
μορφή του ο Χριστιανισμός ήταν ένα ανθρώπινο μυστικοποιημένο
σχέδιο. Xωρίς αμφιβολία είναι όμορφο που ο άνθρωπος μέσα στην
δυστυχισμένη του συνθήκη, συνέλαβε τέτοια όνειρα, αλλά τελικώς
αποδείχθηκαν ένα μάτι που τον αποκοίμιζε. Η βασική συμβολή τού
Χριστιανισμού υπήρξε η αλλαγή που επέφερε στο ουράνιο όνειρο,
καθιστώντας το γήϊνο σχέδιο, ένας μοχλός για μία αγωνιστική
διαμαρτυρία. Ανάμεσα σ’αυτούς που το κατανόησαν, ξεχωρίζουν δύο
φιγούρες: ο Jas Hus και ο Thomas Münzer.
132
Ίσως είναι ο καλύτερος υπερασπιστής της τιμής του Θεού. Ο
αληθινός μαρξιστής είναι ο αληθινός συνεχιστής του Χριστού, με τον
οποίο ο μακρυνός υπερβατικός Θεός εισήλθε στην καθημερινή
ιστορία των ανθρώπων, καταστρέφοντας τα ταμπού, παίρνοντας
θέση πέραν της δικαιοσύνης, του καλού και του κακού κ.τ.λ. Για να
φθάσει όμως μέχρις εδώ ο αυθεντικός απελευθερωτής που κατήργησε τις
αλυσσίδες, χρειάστηκε να προσλάβει αυτή την Χριστιανική στιγμή, αυτή
την θεϊκή στιγμή του ανθρώπου. Πάνω σ’αυτή την οδό, ας μήν
εκπλησσόμαστε που συναντούμε τον Μπλόχ, τον Μόλτμανν, τον Λένιν,
και τον Μαο Τσε Τούνγκ. Όπως επίσης και εκείνο το μέρος της
Χριστιανικής νεότητος που βάζει ένα δεσμό, όλο και πιό εσωτερικό,
ανάμεσα στην ανάσταση και την επανάσταση, και για την οποία το
μόνο θείο που είναι δυνατόν να συλλάβουμε και να ζήσουμε είναι η
δημιουργική δύναμη της καρδιάς κάθε πράγματος. Όλα αυτά γράφτηκαν
το 1972, καί στα 1975 η τάση πρός το θόλωμα ανεβαίνει ένα ακόμη
σκαλοπάτι για να φτάσει τελικώς στο κορυφαίο της σημείο: η πολιτική,
η καλλιτεχνική δημιουργία και η πίστη είναι ένα πράγμα. Να
μάθουμε να τα προσλαμβάνουμε στην ενότητά τους είναι η
φιλοσοφία. Να μάθω να είμαι ένας πολιτικά στρατευμένος, να μάθω να
αποκωδικοποιώ την ζωγραφική, την ποίηση ή την μουσική, να χορεύω
την ζωή μου και να ξαναζήσω την πρωτογενή ζωή της πίστεως, του
Σταυρού και της Αναστάσεως, όλο αυτό είναι πάντοτε ένα μόνο πράγμα.
Αυτό μας το είχε ήδη εξηγήσει, κατά την άποψη του, ο μεγάλος
Ιωακείμ ντα Φιόρε, συνοδευόμενος πάντοτε από τους δύο δορυφόρους
του, τον Jan Hus και ο Thomas Münzer, οι οποίοι μας δίδαξαν την
ελπίδα. Στην θέση της παραμονής μας στην εργασία του θεολογικού
λόγου, στις ιδεολογίες της δικαιώσεως ή της Ιεροποιήσεως, όπως
κάνουν οι Εκκλησίες, αυτοί μας καθοδήγησαν στην κατανόηση πώς η
πίστη στον Θεό συνίσταται στην πίστη πώς ο άνθρωπος είναι
133
πάντοτε περισσότερο του ανθρώπου. Ξέρουμε τώρα πιά πώς ο αληθινός
Θεός είναι το πνεύμα δηλαδή, ό,τι αναβλύζει στην καρδιά του ανθρώπου
-κάθε ανθρώπου- μία πηγή ανεξάντλητη δημιουργικότητος μίας νέας
ζωής. Έτσι λοιπόν ο Άγιος αββάς ντα Φιόρε, ο οποίος σήμερα
αποκαλύπτεται απο τους Μπλοντέλ, απο τους Μόλτμανν και απο
μερικούς άλλους, ανάμεσα στους οποίους ακόμη ο Μάο-Τσε Τούνγκ,
αφού δίδαξαν στον Garaudy πώς το κίνημα τής απελευθερώσεως
αγκαλιάζει όλο το πέρασμα απο την ζωϊκότητα στον Θεό, του επιτρέπει
να ομολογήσει ολοκληρώνοντας: ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ.
134
κατανοημένο, συνέβαλε ώστε να δεθεί στον εθνικό-σοσιαλισμό ένα
μεγάλο μέρος της γερμανικής νεότητος, η οποία ανεδείχθη και η ελίτ του
κινήματος. (Ο Bernard-Henri Lévy, σημειώνει γι’αυτό το θέμα, πώς
διάφορες ομάδες νέων Χιτλερικών βαπτίζονταν, ελεύθερα γερμανικά
πνεύματα). Στο βιβλίο Der Mythus des 20, που εμφανίστηκε στα 1930, ο
Alfred Rosenberg, ιδιοφυής στοχαστής και εμπνευσμένος προφήτης, ο
οποίος υπήρξε εμπνευστής της σκέψης του Χίτλερ, δέν παραλείπει να
εκθειάσει τους αδελφούς τού Ελεύθερου πνεύματος, τους μυστικούς του
Ρήνου, ιδιαιτέρως τον Meister Eckhart, και τέλος τον αναπόφευκτο
Thomas Münzer. Οι «αναμνήσεις» που θα ξεκινήσει να γράφει στην
φυλακή, περιμένοντας να εμφανιστεί μπροστά στο δικαστήριο της
Νυρεμβέργης αφήνουν την οσμή πιό σύγχρονων πηγών, τις οποίες
χρησιμοποιεί με παράξενο τρόπο. Διαφθείροντάς τες εκ νέου, όπως είχε
συμβεί πολλές φορές στην διάρκεια των αιώνων.
135
με μία υπερβατική θεότητα. Τέλος, αποδεικνύεται απλά πώς αυτή η
επίκληση στην αγάπη, είναι μία χρήσιμη επιχειρηματολογία, που
εξυπηρετεί την ναζιστική και την ρατσιστική ιδεολογία, η οποία
συγκρούεται με την Χριστιανική ηθική με ιδιαίτερη βιαιότητα: «Δεκάδες
χιλιάδες γυναίκες, γεμάτες υγεία, έθεταν την ζωή τους στην υπηρεσία
αθεράπευτων νοητικών ασθενών! Ήταν άραγε ανθρώπινο να κρατήσουμε
στην ζωή αυτά τα εγκλήματα; Κ.τ.λ.».
Κάποιες σειρές πιό κάτω από την πρόταση περί της καταστροφικής
αγάπης που αναφέραμε ο Rosenberg εισάγει την κατά Ιωάννην θρησκεία
του, η οποία δέν είναι πλέον κάτω από την προστασία του Ιωακείμ ντα
Φιόρε, αλλά κάτω από το μεγάλο κίνημα των Καθαρών. «Παράξενη
συμμαχία εκείνη που ένωνε μία θέληση θρησκευτικής
απελευθέρωσης, γοτθικού-δυτικού χαρακτήρος, με μυστικιστικές
επιρροές γεννημένες πολύ αργά στην Περσία. Επειδή ήθελαν να
αισθανθούν Χριστιανοί οι Καθαροί, επέλεξαν ανάμεσα στις
διαφορετικές επιλογές που τους πρόσφεραν τα Ευαγγέλια, να
ταυτιστούν με τον Ιωάννη. Στην θρησκεία του Πέτρου, εκείνην της
Δυνάμεως της Εκκλησίας, αντιπαρέθεσαν το δόγμα του μεσολαβητού
κ.τ.λ». Οι ιδέες του για τους Καθαρούς [Γνωστική παραφυάδα στην
οποία ανήκουν και οι Έλληνες Οργανωσιακοί] είναι εξίσου
μπερδεμένες (ή εξίσου σταθερές στο λάθος τους) όπως και εκείνες των
περισσοτέρων γύρω απο τον Ιωακείμ ντα Φιόρε. Και ο προφήτης του
Ναζισμού θολώνει τα νερά και δέν είναι εύκολα ανιχνεύσιμα τα ίχνη
που συνδέουν τον Ναζισμό με τον ίδιο τον Προτεσταντισμό και την
Μεταρρύθμιση.
136
Σύγχρονοι Νέο-Ιωακειμισμοί.
Τόσο εάν ο Προφήτης ντα Φιόρε υπήρξε ένας αιρετικός ή ένας Άγιος,
μία ιδιοφυΐα, ή ένας εμπνευσμένος (φωτισμένος), όσο και εάν
υπολογίζεται σαν ο αυθεντικός ανανεωτής ενός Χριστιανισμού
137
πρωτότυπου ή για τον μύστη μίας θρησκείας ή μίας κοινωνίας
ολοκληρωτικώς νέας, σαν αυτόν του οποίου το δόγμα θα οδηγούσε
τον Χριστιανισμό στην τελειότητα ή θα είχε σπρώξει, αντιθέτως,
στην διαστροφή του, θα κάνουμε λάθος να μήν αναγνωρίσουμε την
σπουδαιότητα του. Εξάλλου οι περισσότεροι αξιόλογοι ιστορικοί της
εποχής μας που τον συνάντησαν στο πεδίο των ερευνών τους,
συμφωνούν στο να τόν θεωρούν με μεγάλη σοβαρότητα.
138
Ο Ιωακείμ λοιπόν δυστυχώς εμπνέει σαν ζωντανή δύναμις πνευματικά
κινήματα τα οποία δέν θέλουν να εξέλθουν από τα σύνορα του
Χριστιανισμού. Ο Ιωακείμ είναι σήμερα η εγγύηση του μοντερνισμού.
Ο Fr. Heiler, ανέτρεχε σ’αυτόν, στο οικουμενικό του όνειρο μίας
πλήρους μεταμορφώσεως του Παπικού θεσμού «Ο Ιωακείμ δέν ανέμενε
ίσως έναν αγγελικό Πάπα, ο οποίος θα εξασκούσε το έργο του ταπεινά,
συμμορφούμενος από το παράδοξο του Χριστου; Δέν διέβλεπε μία
πνευματική Εκκλησία η οποία απελευθερωμένη από όλες τις γήϊνες
φιλοδοξίες, θα άστραφτε με μεγαλύτερη λάμψη;». Η σύγχρονη Γνώση
αναφέρεται και σ’αυτόν εξάλλου: έτσι σε μία μελέτη του ο Henry
Corbin, “Η πνευματικότης του Ναού (Spiritualite du Temple)”,
εκφράζει την πεποίθησί του πώς για να εμβαθύνουμε την ουσιώδη
ιδέα μίας Ecclesia Joannis πρέπει να ενώσουμε την θεολογία των
τριών βασιλείων του Ιωακείμ ντα Φιόρε και τις αναφορές στον
Παράκλητο, ταυτισμένον με τον XII Ιμάμη, η οποία διατυπώθηκε σε
κείνη την άλλη οικογένεια της παραδόσεως τού Αβραάμ, στο Ισλάμ,
από τους στοχαστές και από τους πνευματικούς τής σιϊτικής
παραδόσεως.
139
ειρηνική, αγαπητική, η οποία δέν θα γνωρίσει πλέον τις βαρειές δομές,
ούτε τον δυαλισμό της Εκκλησίας και του Κράτους. Μία μεγάλη Τάξη
στοχαστική θα είναι η διοικητική Τάξη αυτής της νέας κοινωνίας και θα
κυριαρχήσει όλη τη γή. Πώς να μήν βρούμε γύρω μας λοιπόν,
εκκοσμικευμένο αυτό το μεγάλο όνειρο; Η κυριαρχία αυτών που
«βλέπουν» αντικαθίσταται απλώς από την κυριαρχία αυτών που
«γνωρίζουν». Από πολύ καιρό, οι συνέπειες τής αλληλοδιαδοχής τού
Ιωακειμισμού ήταν, όπως είδαμε εκκοσμικευμένες παντού, με μορφές
αγνώριστες μερικές φορές, ή συναντιούνταν μόνον σε μερικές
περιθωριακές σέκτες, οι οποίες δέν ακουμπούσαν την ζωή της μεγάλης
Εκκλησίας. Θα μπορούσαμε να τον εκλάβουμε καθ’εαυτό, για μία νεκρή
αίρεση, φακελλωμένη, ένα απλό αντικείμενο της ιστορικής περιέργειας.
Και τώρα ξαφνικά στο δεύτερο μέρος του 20ού αιώνος, γινόμαστε
μάρτυρες της επανόδου της, στην ίδια την καρδιά της Εκκλησίας.
Μόνο που αντί για τον ίδιο τον Ιωακείμ οι οπαδοί της θυμίζουν τον
ερμηνευτή του, τον Gerardo di Borgo San Donnino, διότι δέν
αναγγέλουν το άνοιγμα, την εμφάνιση του πνεύματος σε κάποιο
μέλλον, αλλά το βλέπουν και το κηρύττουν ήδη στο παρόν, μέσα
στους ίδιους. Αυτοί οι ίδιοι είναι τα όργανά του. Τονίζουν στο έπακρο
το σχίσμα ανάμεσα στην Εκκλησία του παρελθόντος, γερασμένης
πλέον, και σε εκείνη του μέλλοντος, που ανατέλλει σήμερα κιόλας σε
κάποιο ξεχωριστό μέρος που ακτινοβολεί από νεότητα.
140
ετοιμασία τού τελικού διαφωτισμού, αλλά τα οποία προοριζόταν
εξ’αρχής να εξαφανιστούν απέναντί του.
141
πράγματι το πνεύμα δέν έχει άλλο χρέος από το να δοξάσει τον Υιό,
όπως ο Υιός να φανερώσει τον Πατέρα. Με άλλα λόγια, το χάρισμα
μπαίνει στην υπηρεσία της οικοδομήσεως του σώματος του Κυρίου,
χωρίς ποτέ να χαρεί και να ευχαριστηθεί για τις δικές του
εκπληκτικές ικανότητες. Διαφορετικά δέν υπάρχει εκκλησία πλέον,
ούτε και μυστήρια. Δέν μπορούμε να δεχθούμε λοιπόν τον
διαχωρισμό που τείνει να κρυσταλλωθεί σήμερα. Ο Χριστός
αφήνεται στην ιεραρχία, της οποίας είναι ο ιδρυτής, ενώ το πνεύμα
περνά στην αναρχία, ή τουλάχιστον σε μία παράλληλη διπλωματία,
εν τη απουσία ενός πατέρα, που είναι η ιδεοληψία, το βάσανο της
δυτικής συνειδήσεως».
Στο ίδιο ακίνδυνο βήμα, είναι και το ποίημα του Jean-Claude Renard, “Η
ουσία τής Τρίτης εποχής”, που είναι μία μεγάλη λαχτάρα για τήν
μεταμόρφωση του κόσμου:
142
Και ο άνθρωπος είναι ο Χριστός και ο Χριστός είναι η ψυχή
143
πρόγραμμά του. Γι’αυτόν ο Ιωακειμισμός συνίσταται στην
ανακάλυψη του βασικού νόμου τής ιστορίας μετά Χριστόν. Το
βασίλειο του πνεύματος σαν διαδοχή σταθμών και αλμάτων, λόγω των
οποίων η Χριστιανική κοινωνία, ψάχνοντας τον εαυτό της, προσπαθεί και
τείνει να αποκτήσει έναν τρόπο υπάρξεως που να αντιστοιχεί στην
πρόθεση του ιδρυτού της. Είναι φυσικό λοιπόν γι’αυτόν πώς αφού
υποχρεώθηκε να πολλαπλασιάσει τις παραχωρήσεις του προς την
ειδωλολατρία, για να κατορθώσει να ενσαρκωθεί στην ιστορία, ο
Χριστιανικός λαός, να προσπαθεί να ελευθερωθεί από αυτόν τον μανδύα
για να ταιριάξει ακόμη περισσότερο στην ουσία του. Το μόνο λάθος,
σύμφωνα μ’αυτόν του Ιωακείμ υπήρξε η πεποίθησίς του πώς για να
ελευθερώσει την Εκκλησία θα έφθανε ένα και μοναδικό άλμα του
πνεύματος. Σήμερα όμως ο διαλεκτικός υλισμός είναι ένα καινούργιο
άλμα. Δέν μοιάζει ίσως στο πνεύμα εάν υπολογισθεί στην πλευρά της
δυνάμεως που είναι παρούσα στην γήϊνη ιστορία; Έτσι θα
ολοκληρωνόταν σήμερα ένας ακόμη σταθμός προς την έλευση τού
πνεύματος, που είναι η μεγάλη πρωτοτυπία της Κ.Δ.
144
Ο Μόλτμαν διαπιστώνοντας πώς η απώλεια του εσχατολογικού
νοήματος επέτρεψε την αφομοίωση τών Χριστιανών στον περιβάλλοντα
κόσμο και μ’αυτόν τον τρόπο την παράδοση της πίστεως, συμπεραίνει
πώς πρέπει να ελευθερώσουμε την εσχατολογική ελπίδα από τις
μορφές σκέψης και από τους τρόπους συμπεριφοράς που ανήκουν στις
παραδοσιακές συνθέσεις της Δύσεως. [Η εσχατολογία και η διάλυση του
Οικουμενισμού, πηγάζουν από την πλήρη απώλεια του σκοπού της
Χριστιανικής ζωής, που είναι η μετάνοια και η αγιότης].
«Η φιλοσοφία της ιστορίας του Ιωακείμ ντα Φιόρε, η ιδέα του μίας
Τρίτης Βασιλείας που θα ήταν το Βασίλειο του Πνεύματος, βασανίζει,
ξεκινώντας από τον Λέσσινγκ, την θεωρία της ιστορίας του 19ου αιώνος
και την γεμίζει ενθουσιασμό. Η ιστορία είναι «Το γίγνεσθαι του Θεού»,
145
ακουγόταν από την εποχή του Johann Gottfried Herder. Μία Τρίτη εποχή
του πνεύματος –το επιστημονικό πνεύμα– πρέπει να ξεκαθαρίσει με το
φώς του τις κρίσεις τής ιστορίας και έτσι να σβύσει την αινιγματική
ιστορία μεταμορφώνοντάς την σε γνωστή ιστορία: «Έτσι στον Λέσσινγκ
και στον Κάντ, στον Κόμτε και τον Χέγκελ και τους ακολούθους
τους, η κατευθυντήριος γραμμή τού προσανατολισμού τους στον
κόσμο, δέν ήταν πιά βασικώς μεταφυσικός, αλλά ιστορικός».
146
αυτόν, διατηρεί πολλές από τις εκφράσεις του, ιδιαιτέρως τις
διφορούμενες: απορρίπτοντας τήν αναπαράσταση της ενυπάρχουσας
(Immanenz) Τριάδος, την οποία η αρχαία Εκκλησία σχηματοποιούσε
σαν κλειστό στον εαυτό του κύκλο, αρχίζει να την σκέπτεται σαν
ιστορία εσχατολογικά ανοικτή, και προσπαθεί να ανακαλύψει τις
μεταμορφώσεις του Θεού στις απελευθερώσεις του ανθρώπου. Ας
θυμηθούμε ιδιαιτέρως, όσον αφορά τον Ιωακειμισμό του, τον φόβο που
εξέφρασε ο Geyer, πώς μειώνει τον συστατικό χαρακτήρα της ιστορίας
του Ιησού Χριστού σε μία απλή λεπτομέρεια της βιβλικής ιστορίας της
αποκαλύψεως. Όπως επίσης και την παρατήρηση στην οποία ο Fries
συνθέτει τις κριτικές του: Δέν θα ήταν δυνατόν να συλλαβίσουμε και
να συνδέσουμε το πιστεύω και τα περιεχόμενά του μόνον στο μέλλον.
147
Ο Ιωακειμισμός σήμερα
Ακόμη πιό κοντά μας ανθίζει μία ολόκληρη σοδειά αποστόλων του
πνεύματος, στον ήλιο της Εκκλησίας, μίας Εκκλησίας στην δύση της, η
οποία πρέπει να αφήσει την θέση της σε κείνη του αύριο, του μέλλοντος,
στην έσχατη. Μία πρώτη αρχή είναι του 1965, την εποχή της
τελευταίας συνόδου, χωρίς άλλη σχέση μ’αυτή εκτός από αυτή της
αντιφάσεως. Εμφανίζεται μία συλλογική έκδοση, με προκλητικό τίτλο,
που δείχνει το πρόγραμμά της, Εκσυγχρονισμός ή μετάλλαξη; Η πρώτη
λέξη δείχνει το έργο που ξεκίνησε η σύνοδος. Στα μάτια των
συγγραφέων αυτό το έργο δέν έχει κανένα ενδιαφέρον. Αυτό που
απαιτείται είναι μία μετάλλαξη δηλαδή μία επανάσταση, άλλο τόσο
ριζική όσο εκείνη που μεταμόρφωσε μία αίρεση τής Γαλιλαίας σε μία
Εκκλησία στην οποία δέν διακρινόταν πλέον ο Ιουδαίος από τον Έλληνα.
Εάν υιοθετήσει την γλώσσα και τις ελπίδες τού κόσμου, θα
προσλάβει και όλα τα προβλήματα και θα γεννήσει την Οικουμενική
Εκκλησία.
Μ’αυτή την ορμή, αρχίζει η έρευνα για την ανακάλυψη ενός νέου
Χριστιανισμού, κυριαρχεί η βιασύνη για την αναγκαία γέννηση μίας νέας
Εκκλησίας, στην οποία η αγάπη πρέπει να λάβει την θέση του νόμου.
Υφαρπάζεται η ανάσταση του Ιησού από την Ελληνική σινδόνα και
τοποθετείται σε κείνο το ρεύμα ζωής που είναι η Ιουδαϊκή Θεολογία της
υποσχέσεως, της διαθήκης. Και θεμελιώνεται η θρησκεία του Θεού
που έρχεται. [Remembering the future].
148
νεογέννητη δέν θα’χει πιά τους χαρακτήρες της Εκκλησίας που
γνωρίζουμε... η Εκκλησία έχει ανάγκη από την μία στιγμή στην άλλη
μία μεγάλης μεταλλάξεως... Το πνεύμα ζητά από τους Χριστιανούς
τού σήμερα να επιτρέψουν να ζήσει η ασυνείδητή τους πίστη για να
μιλήσει εκ νέου και να πεί νέα πράγματα... κ.τ.λ.
Υπάρχουν όμως και παραλλαγές στο ίδιο θέμα. Έτσι αμέσως μετά τα
παράπονά του πώς οι μορφές της πίστεως παρουσιάστηκαν κάτω απο μία
σταθερή και αμετάβλητη μορφή, μας προσκαλεί να εξορκίσουμε τον
φόβο μας πώς θα διαλυθεί διαφορετικά, το πιστεύω μας. Διότι στην
πραγματικότητα, χάρη στις προόδους της επιστήμης, τα Χριστιανικά
δόγματα θα μάθουν να ανακαλύπτουν και να μορφοποιήσουν σε ένα
καινούργιο μοντέλλο, σε ένα καινούργιο πλαίσιο, το περιεχόμενό τους.
Πρέπει όμως κατ’αρχάς να ελευθερώσουμε το πιστεύω και να
επιτρέψουμε στην πίστη, για να συγκεντρώσει όλες τις κουλτούρες,
δηλαδή τίς θρησκείες, να λάβει την μορφή μίας κένωσης. [Το κενό, το
νιρβάνα του Βουδισμού. Μία έννοια που επιβλήθηκε από τον
Φλωρόφσκι. Μία εκκλησιαστική κένωση ανάλογη μέ τού Χριστού τήν
κένωση].
149
πώς η ανανέωση δέν μπορεί να σημαίνει διαίρεση με την κοινότητα ή με
την παράδοση. Η πνευματολογία τους είναι λανθασμένη.
Από τον Maurice Bellet, έχουμε πιό συγκεκριμένες διευκρινήσεις για την
ανανέωση.
150
Και ο Marcel Legant μιλά επίσης ευχαρίστως για «μετάλλαξη».
Προβλέπει μία μετάλλαξη τέτοια της Εκκλησίας που θα φέρει ιλίγγους.
Μία μεταμόρφωση τέτοιας εκτάσεως, απολύτως αδιανόητης, από την
οποία ελπίζει πώς θα προκύψει μία νέα Εκκλησία. Αλλά επαναλαμβάνει
επίσης και το αντίθετο, σαν να απολογείται: μία τέτοια μετάλλαξη δέν
είναι μία αποδόμηση, ένα γκρέμισμα που θα οδηγούσε την Εκκλησία
στην εξαφάνιση. Βλέπει δηλαδή μία πνευματική ανανέωση, με
απρόβλεπτες συνέπειες, αλλά στον δρόμο πάντοτε μίας μεγαλύτερης
προσήλωσης στον νόμο των πρώτων μαθητών τού Χριστού. Η σκέψη του
η οποία εκφράζεται σε στενή εξάρτηση με ορισμένα σχήματα του
Μπερξόν, ελέγχεται οπωσδήποτε. Αλλά η εμπειρία την οποία προσπαθεί
να μεταφράσει είναι βαθεια. Και παρ’όλα αυτά, επηρεασμένος απο το
πνεύμα της εποχής μας, έχει τόσες αναλογίες, ιδίως γλωσσικές με τους
Ιωακειμίτες της εποχής του.
Την ίδια εποχή με τον Legant, ο Michel de Certeau μάς προσφέρει, ένα
μοντέλο νεο-Ιωακειμισμού. Ένα ονειρεμένο μοντέλο, θα μπορούσαμε
να πούμε, τέλειο, καθότι ο συγγραφέας μάς λέει ακριβώς πώς
πρόκειται για μία σύγχρονη ενέργεια, διά μιάς θεμελιώδους
μεταστροφής, η οποία δέν μπορεί να περιοριστεί μόνον σ’έναν τομέα
της κουλτούρας (του τρόπου ζωής), πώς πρόκειται για μία κίνηση
που συμμορφούται με εκείνη που αρθρώνει όλη την Χριστιανική
πίστη: Την μεταστροφή από την Π.Δ. στην Κ.Δ. Και προκειμένου να
μήν υπάρξει καμμία ασάφεια στο εύρος αυτής της κινήσεως,
παραπέμπει στην παραδοσιακή εξήγηση της «ενότητος της Π.Δ. και
151
της Κ.Δ.» σαν το παράδειγμα που πρέπει να πραγματοποιηθεί
σήμερα.
Δέν είναι ακριβώς αυτό που προφήτευε και εξηγούσε ο Ιωακείμ ντα
Φιόρε; Το άνοιγμα στην εποχή του πνεύματος δέν έπρεπε να είναι στην
σκέψη του ένα γεγονός ανάλογο μ’αυτό που υπήρξε το άνοιγμα στην
εποχή του Υιού, στους χρόνους του Ιησού Χριστού και της αναγνώρισής
Του εκ μέρους της πρώτης γενιάς των Χριστιανών; Το πέρασμα από την
μία πύλη στην άλλη, όπως το φανταζόταν ο Ιωακείμ, δέν θα μπορούσε να
χαρακτηριστεί, όπως προτείνει ο Michel de Certeau, με τον τίτλο
«θεμελιώδης παραβίαση»;
152
στην καταστροφή κάθε θρησκευτικού περιεχομένου. Όσο για την
δεύτερη ερώτηση, ομολογούμε πώς δέν κατορθώνουμε να βρούμε
απάντηση. Υπάρχει μόνον ένα ίχνος απαντήσεως σ’ένα μικρό άρθρο,
όπου λέγεται πώς διενεργείται μία απολύμανση του Χριστιανισμού,
παρόλες τις στιγμιαίες λυρικές αντιστάσεις, τις προφητικές και
δογματίζουσες, όπου υπενθυμίζεται η ριζική κριτική των θεσμών της
Εκκλησίας, όχι μόνον στην διαστροφή τους ή στον αρχαϊσμό τους,
αλλά στην αρχή τους: «Προφήτες, μάρτυρες ναι. Μία Εκκλησία όχι».
153
Μερικές φορές αντιθέτως, ξεχνούμε πώς ο Θεός προσφέρθηκε
προσωπικά, με απόλυτο τρόπο, για να πιστέψουμε πώς τα πάντα
πρέπει να επινοηθούν, πώς η Εκκλησία δέν έχει κληρονόμους.
ΤΕΛΟΣ
[Σ’αυτό το κείμενο υπάρχει η ιστορία και η ουσία της αιρέσεως της
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ, που διέλυσε την
Ορθοδοξία, μέσω των Ρώσων Θεολόγων και μέσω του
κληρικαλισμού. Διότι ο Ορθόδοξος κληρικαλισμός, ας το
καταλάβουμε, διδάσκει πώς ο Κύριος έφυγε στους Ουρανούς με την
ανάληψη Του και μας άφησε μόνον τον Παράκλητο. Παρά τις
επανειλημμένες αναφορές του Ευαγγελίου περί του αντιθέτου, όπως
στο τέλος του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου π.χ. όπου δηλώνει πώς θα
μείνει μαζί μας μέχρις εσχάτων και στην Αρχιερατική προσευχή την
λεγόμενη, όπου καθησυχάζει τους μαθητές του, λέγοντας τους πως
«θα έρθω να σας πάρω»].
Αμέθυστος
154