Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 35

Ο Άγιος Χαράλαμπος

impantokratoros.gr/agios-charalampos.el.aspx

† ΑΡΧΙΜ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Δ.
ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ

Ο Άγιος Χαράλαμπος

Ο ιερεύς της Μαγνησίας

Ο Άγιος Χαράλαμπος ο Ιερομάρτυς και


θαυματουργός, γεννήθηκε στην Μαγνησία
το 90 μ.Χ. περίπου και μαρτύρησε στα
χρόνια των μεγάλων διωγμών της
Χριστιανοσύνης. Η Μαγνησία αυτή κατά
πάσαν πιθανότητα ήτανε στη Θεσσαλία.
Τα ερείπιά της σώζονται ακόμη κοντά στο
χωριό που λέγεται «Μηλιές». Είχε το
ευτύχημα να γεννηθή από γονείς ευσεβείς
χριστιανούς που κρατούσανε την πίστι
τους στο Χριστό με κίνδυνο της ζωής τους
στους δύσκολους, αλλά ηρωικούς
εκείνους χρόνους των διωγμών.

Στην Μαγνησία έζησε όλη του την ζωή ο Άγιος Χαράλαμπος. Εκεί σαν νέος, ήτανε
φωτεινό παράδειγμα συνετής ζωής. Αργότερα η πίστις του στο Χριστό έγινε πιο
φλογερή και η επιθυμία του να βοηθήση τους Χριστιανούς και τους ειδωλολάτρες, να
σωθούνε, πιο μεγάλη. Δεν μπορούσε να ησυχάση, όταν σκεπτότανε, ότι υπάρχουν
άνθρωποι μακρυά από το Χριστό, που δεν ξέρουν ποιος είναι ο προορισμός τους και
γιατί ζουν εδώ στη γη.

Είναι κρίμα, έλεγε, είναι τρομερό, είναι αδιανόητο να ζούνε οι άνθρωποι στην πλάνη
της ειδωλολατρείας και να πάνε κατόπιν στην Κόλασι.

Αφιερώθηκε, λοιπόν, εις την υπηρεσία του Χριστού. Έγινε ιερέας το 130 μ.Χ. Από την
θέσι του τώρα αυτή, από το θείο αυτό αξίωμα της Ιερωσύνης, ανέλαβε τον μεγάλον
αγώνα, αφ’ ενός ν’ ανοί​ξη τα μάτια του κόσμου και να δουν τον κίνδυνον από την
ειδωλολατρικήν πλάνην και αφ’ ετέρου ν’ αγιάζη με τα μυστήρια τους πιστούς και να
τους οδηγή στην τελειότητα. Μπροστά σε Χριστιανούς και ειδωλολάτρες, άρχισε τα
φλογερά χριστιανικά κηρύγματά του. Καίτοι σ’ όλη του τη μακρά ζωή — έζησε 113
χρόνια — έγιναν πολλοί διωγμοί των Χριστιανών και αυτός ποθούσε το μαρτύριο, και
δεν ελάμβανε κανένα μέτρο, εν τούτοις επέζησε, διότι ο Θεός τον εφύλαττε γι’ αργότερα.
Εμαρτύρησε το 202 μ.Χ.

1/17
Γαλήνιος μπροστά στον οργισμένο άρχοντα.

Τότε αυτοκράτορας στη Ρώμη ήτανε ένας ασεβής και χριστιανομάχος, ο Σεβήρος (193-
211 μ.Χ.). Ο αυτοκράτορας αυτός και τα γράμματα αγαπούσε και τις τέχνες υποστήριζε
και λαμπρές υπηρεσίες στη νομοθεσία προσέφερε. Μένει όμως εις αίσχος και εντροπήν
του το ότι, όχι μόνο τον Χριστιανισμό δεν μπόρεσε να εννοήση, αλλά και τους
Χριστιανούς σκληρά τους κατεδίωξε. Είχε κηρύξει φοβερό διωγμό εναντίον των
Χριστιανών. Σε όλες τις μεγάλες πόλεις είχε διορίσει ηγεμόνες ειδωλολάτρες και είχε
δώσει αυστηρές διαταγές. Όποιος ήτανε Χριστιανός, όποιος καταφρονούσε τα είδωλα,
όποιος δεν ακολουθούσε τις διαταγές του, τον περίμεναν σκληρά βασανιστήρια και
φρικτός θάνατος.

Ηγεμόνας στην περιοχή εκείνη της Μαγνησίας, που ζούσε ο Άγιος Χαράλαμπος, ήτανε
τότε ένας κακόψυχος και θηριόψυχος, Λουκιανός ονομαζόμενος. Αυτός σκόρπιζε γύρω
του την απειλή και την φοβέρα. Μόλις μάθαινε, ότι σε κάποια πόλι ή επαρχία υπήρχαν
Χριστιανοί και ότι καταφρονούσαν τα είδωλα, έτρεχε εκεί μανιασμένος. Μάζευε τους
Χριστιανούς και τους φυλάκιζε. Έπειτα άρχιζαν τα βασανιστήρια. Πλημμύριζαν με το
αγνό τους αίμα οι πλατείες, οι χώροι συγκεντρώσεων, τα στάδια και οι δρόμοι.

Όταν έμαθε ο ηγεμόνας Λουκιανός την χριστιανική δραστηριότητα του Ιερέως


Χαραλάμπους, ωργίσθηκε πολύ. Έξαλλος από το κακό του, έστειλε στρατιώτες στην
Μαγνησία να τον συλλάβουν και να τον φέρουνε μπροστά του. Πράγματι οι
απεσταλμένοι του Λουκιανού φέρανε σιδηροδέσμιο τον γέροντα κληρικό μπροστά στον
ηγεμόνα. Ήτανε τότε υπέργηρος. Εκατόν δέκα τριών (113) ετών.

Ο ηγεμόνας τον κοίταξε με βλοσυρό και άγριο βλέμμα, και τον ρώτησε απειλητικά:

— Γιατί, Γέροντα, καταφρονείς και παραβαίνεις τις βασιλικές διαταγές; Και γιατί μιλάς
εναντίον των θεών μας;

— Εγώ, του απήντησε ο Άγιος, υπακούω και υποτάσσομαι στον Βασιλέα των Ουρανών,
τον Χριστόν μου. Γονατίζω ευλαβικά στα δικά Του προστάγματα, γιατί ξέρω πως είναι
ποτισμένα με δικαιοσύνη, με αγάπη και σωτηρία της ψυχής. Ο δικός σας βασιλεύς
διατάζει παράλογα πράγματα. Σας προστάζει να προσκυνάτε Θεούς αναίσθητους, νεκρά
στοιχεία, είδωλα άψυχα. Σας νεκρώνει την ζωή και σας σκοτώνει την ψυχή. Ο ιδικός
μου Βασιλεύς, ο Χριστός, μας οδηγεί στην λύτρωσι, στην αιωνία ζωή. Όποιος ζητήση με
θερμή προσευχή και πίστι την δύναμίν Του, γίνεται και αυτός ισχυρός. Με την δύναμί
Του γίνεται δυνατός. Με την δύναμί Του, εξαφανίζονται οι αρρώστειες και συντρίβονται
οι δαίμονες...

— Φθάνει, Γέροντα... αρκετά! Δεν έχω όρεξι ν’ ακούω τις ανοησίες σου. Το κήρυγμά σου,
κράτησέ το για άλλους. Εγώ ένα έχω να σου πω. Κι’ αυτό είναι το συμφέρον σου.
Προσκύνα τα είδωλα, γιατί έτσι μονάχα θα μπορέσης να γλυτώσης τα βασανιστήρια,
που σε περιμένουν... Τ’ ακούς, ξεροκέφαλε;

Ο Άγιος χαμογέλασε και του είπε:

2/17
— Κακώς νόμισες, ότι έναν ιερέα του Χριστού θα τον τρομάξουνε οι φοβέρες για
βάσανα και θάνατο. Εγώ έπρεπε να είχα κοιμηθή προ πολλού. Και εάν με θανατώσης, θα
μου δώσης εκείνο, που περιμένω. Άλλωστε ημείς οι Χριστιανοί τα βάσανα και το θάνατο
δεν τα αποφεύγομε, αλλά τα θέλουμε και τα ποθούμε. Γιατί ημείς είμεθα εξοικειωμένοι
με τους αγώνες και τους πολέμους και όπως οι γενναίοι στρατιώτες, δεν επιθυμούμε τον
ήσυχο θάνατο της κλίνης, αλλά τον δοξασμένο της μάχης.

— Είσαι γέροντας και λυπούμαι τα γεράματά σου, να σε βάλω σε βασανιστήρια, είπε ο


Λουκιανός.

— Ας είμαι γέροντας. Μη με λυπάσαι καθόλου. Αλλά να μάθης, ότι στους ιδικούς μας
αγώνας το παν είναι η ψυχή. Αυτή δεν γηράσκει με την ηλικία. Αμφιβάλλεις, Έπαρχε, γι’
αυτό; Δοκίμασε. Και θα δης, ότι οι δήμιοί σου θα κουρασθούνε και ο ιερεύς
Χαράλαμπος, με την χάριν του Χριστού, δεν θα τους πη να τον λυπηθούνε. Άλλωστε,
χωρίς στερήσεις, χωρίς υπομονή και χωρίς βάσανα, πως θα κερδίσουμε την Βασιλεία
των Ουρανών; Αυτά, άρχοντά μου, τα βάσανα, μας ανοίγουν τις πόρτες της αιωνίου
ευτυχίας. Υπάρχει καλλίτερο από τα βάσανα; Αυτά μας φέρνουνε κοντά στον Χριστό
μας. Γιατί, λοιπόν, να τ’ αποφεύγουμε; Έπειτα όλα αυτά περνούν τόσο γρήγορα!

Τον γδέρνουν!

Έπειτα από την σταθερή αυτή απάντησι το συμβούλιο των αρχόντων τα έχασε. Του
φέρανε όμως μπροστά του όλα τα σύνεργα των βασανιστηρίων, για να τον φοβίσουν
και για να τον κλονίσουν. Του τα δείξανε ένα προς ένα. Του είπανε, πώς σχίζονται με
αυτά οι σάρκες, πώς τσακίζονται τα κόκκαλα και πώς βγαίνουν τα νύχια. Ο Άγιος τα
κοίταζε με αδιαφορία και απάθεια.

— Ξεροκέφαλε, του λέγει ο Έπαρχος, μη σκέ​φτεσαι καθόλου. Θυσίασε στους μεγάλους


θεούς μας. Το καταλαβαίνεις;

— Αυτό, τους αποκρίθηκε, δεν θα γίνη ποτέ. Δεν είμαι ανόητος να ζητώ την καταστροφή
μου. Δεν πουλάω την ψυχή μου στον Σατανά. Μια ζωή ολόκληρη προσφέρω θυσία στο
Χριστό και τώρα να την προσφέρω στο Σατανά; Θεός φυλάξοι!

Από τα λόγια του αυτά οι άρχοντες των ειδωλολατρών αγριέψανε και γίνανε θηρία.
Οργή και μίσος απάνθρωπον και κακία απερίγραπτος φούντωσε στις καρδιές τους.
Διέταξαν αμέσως να γδάρουν τον υπέργηρον Ιερέα του Υψίστου ζωντανόν! Δεν
λυπηθήκανε οι αλητήριοι τα βαθειά γηράματά του. Δεν σεβαστήκανε τα 113 του χρόνια!

Τον γύμνωσαν αμέσως, του πετάξανε καταγής την ιερή στολή του και αρχίσανε το
απάνθρωπο γδάρσιμο. Αρχίσανε από την κεφαλήν και κόβανε και χωρίζανε το δέρμα
από τις σάρκες. Ο πόνος ήτανε φοβερός, τρομερός, αβάστακτος. Ο Άγιος όμως σφίγγει
τα δόντια του. Κρατάει γερά. Προσεύχεται και λέγει:

— Θεέ μου, Σε ευχαριστώ, διότι μου έκανες την μεγάλην τιμήν και μου έδωσες την
περιπόθητη ευκαιρία να καταταγώ μεταξύ των Μαρτύρων. Θεέ μου βοήθησέ με. Δος
μου υπομονή να μείνω πιστός. Σας ευχαριστώ και σας, παιδιά μου, που μου βασανίζετε
3/17
το σώμα. Μ’ αυτό, που κάνετε, μου χαρίζετε την ευτυχία της ψυχής και την ατελείωτη
χαρά της Βασιλείας του Θεού.

Ενώ όμως έλεγε αυτά ο Άγιος, όλοι όσοι τον βλέπανε (οι στρατιώτες, οι δούλοι, οι
βασανισταί και οι άρχοντες), μένανε με το στόμα ανοιχτό. Δεν μπορούσανε να
καταλάβουνε ποιο ήτανε εκείνο που μέσα σ’ αυτόν τον μεγάλο πόνο, έδιδε στον
Μάρτυρα τόση δύναμι και τόση ευτυχία. Δύο μάλιστα δήμιοι, που τον γδέρνανε, ο
Πορφύριος και ο Βάπτος, όταν είδανε την υπομονήν του Μάρτυρος, για να κερδίση την
Βασιλεία του Θεού, πιστέψανε. Πετά​ξανε τα μαχαίρια και φωνάξανε:

— Είμαστε και ημείς Χριστιανοί! Φιλούσανε έπειτα τον Άγιο και του ζητούσανε να τους
συγχω​ρέση.

Ο Έπαρχος τότε διέταξε και τους απεκεφάλισαν. Με χαρά το δέχτηκαν. Τότε και τρεις
γυναίκες είπανε δυνατά:

— Και εμείς πιστεύουμε στο Χριστό !

Χαρούμενες και αυτές μαρτυρήσανε για το Χριστό. Η Εκκλησία τους γιορτάζει και τους
5 την 10ην Φεβρουαρίου μαζί με τον Άγιον Χαράλαμπον.

Στομώνουν οι χειράγρες

Του είχανε γδάρει το κεφάλι οι δυο δήμιοι, που μαρτυρήσανε. Οι άλλοι, που τους
διεδέχθησαν, αρπάξανε τις χειράγρες. Αυτές ήσανε κάτι σαν σιδερένια χέρια με μυτερά
νύχια. Αρχίσανε λοιπόν μ’ αυτές, απάνθρωπα να τους ξεσχίζουν τις σάρκες. Τρομερό το
μαρτύριο. Ο Άγιος παρέμεινε προσευχόμενος.

Ξαφνικά όμως, συνέβη κάτι το περίεργο και θαυμαστό: Οι χειράγρες, τα σατανικά δηλ.
όργανά τους, με τα οποία τραβούσανε λωρίδες από το κορμί του Αγίου, στομώσανε! Δεν
μπορούσανε να σχίσουν το δέρμα και τις σάρκες του Αγίου! Τότε οι βασανισταί λέγανε
κατάπληκτοι:

— Τί συμβαίνει; Μήπως αυτός εδώ είναι ο ίδιος ο Χριστός και ήλθε να μας τιμωρήση;
Μήπως ο Θεός, που πιστεύει ο Χαράλαμπος, είναι αληθινός και γι’ αυτό στομώνει τις
χειράγρες;

Τότε ένας δούκας, που άκουσε αυτές τις συζητήσεις, θύμωσε πολύ. Σηκώθηκε και
βρίζοντας στρατιώτες, δούλους και βασανιστάς, τους είπε:

— Είστε χαμένοι, είστε παράλυτοι, είστε ανίκανοι, τρέμουνε τα χέρια σας... Τώρα θα του
δείξω εγώ... Αρπάζει αμέσως, αυτός μόνος του, τις χειράγρες και μανιασμένος θέλησε
να τις μπήξη στο γέρικο υπεραιωνόβιο και ασκητικό κορμί του Ιερομάρτυρα. Ο Θεός
όμως, για να ενισχύση την πίστι του Αγίου και για να του δείξη, ότι βρίσκεται κοντά του
και παρακολουθεί τους πόνους του, έκαμε το θαύμα Του. Κόπηκαν αμέσως τα χέρια του

4/17
δούκα από τους αγκώνας και κάτω και μείνανε κολλημένα με τις χειράγρες στο σώμα
του Αγίου! Τρομαγμένος τότε ο δούκας, πονώντας και αυτός αφόρητα, έπεσε χάμω,
φωνάζοντας, κλαίγοντας και λέγοντας:

— Βοηθήστε με. Αυτός εδώ είναι επικίνδυνος. Μου έκοψε τα χέρια. Σώστε με... Σώστε με.
Βοηθήστε με... Είναι μάγος...

Τότε ο ηγεμόνας πλησίασε και σαν είδε τα χέρια του δούκα κρεμασμένα από το σώμα
του Μάρτυρα, από το κακό του έγινε έξω φρενών και έφτυσε τον Άγιο στο πρόσωπο. Ο
Θεός όμως του το έδωσε και αυτού αμέσως το θαύμα. Στράβωσε αμέσως ο λαιμός του
και κύτταζε τώρα το πρόσωπό του προς την πλάτη του! Ήτανε ο δυστυχής ένα ελεεινό
και αξιολύπητο θέαμα.

Ο λαός της Μαγνησίας, που έβλεπε αυτές τις τιμωρίες του Θεού φοβήθηκε και
παρακαλούσε τον Άγιο, λέγοντας:

— Σταμάτα, σε παρακαλούμεν, Άγιε, την οργήν του Κυρίου. Μην ανταποδίδης κακόν
αντί κακού. Αλλά όπως λέγει ο Χριστός, ευεργέτησε εκείνους, που σε μισούν.

— Ζη Κύριος ο Θεός μου, αποκρίθηκε ο Άγιος. Σας βεβαιώ, δεν το κάνω εγώ από κακία,
αλλά τους τιμωρεί ο Κύριος, διότι είναι κακοί και ασεβείς. Το κάνει ο Κύριος ακόμη και
διότι θέλει να τα βλέπετε σεις και να γίνουν παράδειγμα, για σας. Θέλει να Τον
πιστέψετε, να Τον ακολουθήσε​τε και να σας δώση την αιώνια ζωή και Βασιλεία.

Το πλήθος τότε φώναξε συγκινημένο προς τον Κύριο, λέγοντας:

— Μην κάνης να χαθούμε, Δέσποτα. Αλλά συγχώρησέ μας σε ό,τι Σου φταίξαμε. Τότε
πολλοί από αυτούς, που είδανε με τα μάτια τους τη Δύναμι του Θεού και τα θαύματα,
πιστέψανε. Αλλά και ο δούκας τώρα παρακαλούσε τον Άγιο, λέγοντας:

— Άγγελε του Θεού και ουράνιε άνθρωπε, βοήθησέ με τον ταλαίπωρον. Εγώ υποφέρω
από πόνους τρομερούς, αλλά και συ έχεις επάνω σου το βάρος των κομμένων χεριών
μου. Γιάτρεψέ με σε παρακαλώ, για να απαλλαγώ εγώ από τους πόνους και συ από το
βάρος. Σου υπόσχομαι, ότι αν γιατρευθώ, θα πιστέψω στον δικό σου τον Θεό. Ο Άγιος
τον λυπήθηκε και προσευχήθηκε στον Κύριο ως εξής:

— Σε ευχαριστούμεν, Δέσποτα, διότι πάντοτε μας προστατεύεις. Ίδε τώρα την


ταπείνωσιν των πεπεδημένων δούλων Σου και λύσε τους από τα αόρατα αυτά δεσμά, εις
δόξαν του Αγίου Ονόματός Σου.

Μόλις είπεν τα λόγια αυτά, ακούστηκε από τον Ουρανό φωνή, που του έλεγε:

—Χαίρε, αθλητά Χαράλαμπε, συνόμιλε των Αγγέλων και ομότροπε των Αποστόλων.
Ήκουσα την δέησίν σου και δίδω την ίασιν εις τους ασεβείς.

Αυτοστιγμεί τότε γιατρεύτηκαν όλοι, όσοι τιμωρήθηκαν! Ο δούκας που του


αποκαταστάθηκαν τα χέρια του σαν πρώτα, πίστεψε στον Χριστό και βαφτίστηκε. Και ο
ηγεμόνας που επανήλθε το πρόσωπό του στη θέσι του, σταμάτησε τον διωγμό κατά των
5/17
Χριστιανών μέχρις ότου αναφέρει τα γενόμενα στον βασιλέα.

Ο Άγιος μεταφέρθηκε εν συνεχεία στο σπιτάκι του. Αυτό το σπίτι του έγινε προσκύνημα.
Πηγαίνανε οι κάτοικοι της Μαγνησίας και των περιχώρων και τον βλέπανε. Κατάκοιτος
και εξαντλημένος από όσα έπαθε, από το κρεββάτι του, τους δίδασκε τι πρέπει να
κάνουν, για να σωθούνε. Εξωμολογούντο τις αμαρτίες τους. Αλλά και πολλοί
ειδωλολάτρες πιστεύανε και εβαπτίζοντο.

Τότε, μετά το μαρτύριό του, ο Άγιος έκανε πολλά θαύματα και πολλές θεραπείες
ασθενών. Τυφλοί αναβλέπανε, κουτσοί περιπατούσανε, δαιμονιζόμενοι απαλλάσονταν
από τα δαιμόνια και βρί​σκανε γαλήνη. Και πολλές άλλες αρρώστειες με την ευχή του
Αγίου εξαφανιζόντανε. Ακόμη και αναστάσεις νεκρών έγιναν με την προσευχή του
Αγίου.

Καρφιά στη ράχη του

Ο ηγεμόνας όμως βλέποντας αυτά τα θαυμάσια, σηκώθηκε και πήγε μόνος του στο
βασιληά. Του ανέφερε καταλεπτώς δια τον Άγιο όλα όσα συνέβησαν. Ο ασεβής Σεβήρος,
αντί να πιστέψη, μόλις τ’ άκουσε, άναψε από τον θυμό του και έλεγε:

— Γιατί αμελείτε θεοί αιώνιοι, και δεν εξολοθρεύετε από προσώπου της γης αυτούς
τους ασεβείς, που σας υβρίζουνε, και σας εμπαίζουνε;

Αμέσως κατόπιν έστειλε αρκετούς στρατιώτες με την διαταγή να καρφώσουν σ’ όλη τη


ράχη του Μάρτυρος καρφιά κατόπιν να τον σύρουν από την Μαγνησία σε κάποια άλλη
πόλι, Αντιόχεια ονομαζομένη. Δεν φαίνεται να ήταν η μεγάλη Αντιόχεια της Συρίας,
διότι ήτανε πολύ μακρυά. Κατά δε την αρχαιότητα υπήρχαν και άλλες είκοσι οκτώ
πόλεις, που έφεραν το όνομα Αντιόχεια.

Πράγματι! Πήγανε οι στρατιώτες και μπήξανε τα καρφιά με πολλή σκληρότητα και


ασπλαχνία στο σώμα του Μάρτυρος. Κατόπιν τον δέσανε από την μεγάλην γενειάδα του
και τον τραβούσανε αλύπητα οι απάνθρωποι, χωρίς καθόλου να σκεφθούν τα βαθειά
γεράματά του.

Στην φωτιά να τον κάψουν

Έπειτα από αυτό οι στρατιώτες φοβηθήκανε και πήγανε τον Άγιο με άνεσιν στην
Αντιόχεια. Δεν θελήσανε όμως και να παραβούν το πρόσταγμα του άρχοντός των.

Αλλά ο διάβολος μετασχηματίστηκε σαν γέροντας και φάνηκε στον Σεβήρο λέγοντας:

— Αλλοίμονό σου, βασιλεύ. Εγώ είμαι ο βασιλεύς των Σκυθών και ήλθε στην πατρίδα
μου ένας μάγος, που τον λένε Χαραλάμπη, αυτός μου πήρε όλους τους στρατιώτες και
ήλθα να σου το πω για να φυλαχθής να μη πάθης και συ το ίδιο.

Αυτό τον εξαγρίωσε τον Σεβήρο εναντίον του Αγίου. Γι’ αυτό όταν φέρανε μπροστά του
τον Άγιο διέταξε να του καρφώσουν στο στήθος μια μεγάλη σούβλα. Κατόπιν να φέρουν
ξύλα, ν’ ανάψουν φωτιά και να καίνε τον Άγιο, ώσπου να ξεψυχήση.
6/17
Περάσανε λοιπόν τη σούβλα στον Άγιο και επί πολλή ώρα τον καίγανε, αλλά δεν έπαθε
τίποτε ο Άγιος, διότι η φωτιά έσβυσε. Ο Άγιος λες και ξανάνοιωσε. Στεκότανε ευθυτενής
και ροδοκόκκινος.

Τότε ο βασιλεύς είπε να τον λύσουν και να τον πάνε κοντά του. Πράγματι τον λύσανε.
Και ο βασιλεύς, δια να δικαιολογηθή του είπε:

— Σου τα έκαμα αυτά τα μαρτύρια από φόβο διότι μου είπε ο βασιλεύς των Σκυθών ότι
είσαι μεγάλος μάγος... Σε παρακαλώ να μην μνησικακήσης εναντίον μου και σε ό,τι σε
ερωτήσω να μου απηντήσης. Πες μου πρώτα πόσων χρονών είσαι.

— Εκατόν δέκα τριών χρονών, του απάντησε ο Άγιος.

— Αφού λοιπόν τόσα χρόνια έζησες, πώς δεν έχεις λίγο μυαλό να γνωρίσης τους
αθανάτους θεούς, παρά κάθεσαι και προσκυνάς τον Χριστόν, σαν να είσαι ανόητος;

— Επειδή, του αποκρίθηκε ο Άγιος, τόσα πολλά χρόνια έζησα, εγνώρισα την Αλήθεια και
προσκυνώ τον Αληθινό Θεό, τον Παντοδύναμο και Πα​νοικτίρμονα!

Τα δύο θαύματα

— Άκουσα, λέγει ο βασιλεύς, ότι μπορείς και νεκρούς ν’ αναστήσης.

— Αυτό, του απήντησε, μόνον ο Δεσπότης — Χριστός μπορεί να το κάμη, όχι άνθρωπος.
Τότε ο Σεβήρος διέταξε και φέρανε εκεί ένα δαιμονισμένο, που βασανιζότανε ο
δυστυχής από τον σατανά 36 χρόνια. Όταν αυτός έφθασε κοντά στον Άγιο, λες και
καιγότανε από φωτιά, πονούσε τρομερά, γι’ αυτό φώναζε ο δαίμονας:

— Σε παρακαλώ, δούλε του Χριστού, μη με βασανίσης, αλλά ειπέ ένα λόγο και βγαίνω.
Και αν θέλης να διατάξης, θα σου πω, διατί μπήκα σε αυτόν τον άνθρωπον.

— Λέγε, ακάθαρτο πνεύμα, του είπε ο Άγιος.

— Αυτός, είπε το πονηρόν πνεύμα, έκλεψε τα πράγματα του γείτονά του και κατόπιν
εσκότωσε τον κληρονόμον του. Και αφού τον βρήκα σε τέτοια αμαρτία, μπήκα μέσα του
και τον βασανίζω τώρα 36 χρόνια.

Τότε ο Άγιος επετίμησε τον δαίμονα και εξήλθε.

—Πραγματικά, Μέγας είναι ο Θεός των Χριστιανών, είπε θαυμάζοντας ο βασιλεύς.


Έπειτα από τρεις ημέρες, απέθανε κάποιος νέος. Και ο βασιλεύς λέγει στον Άγιο:

—Ανάστησέ τον αυτόν τον νεκρόν αν μπορής.

Ο Άγιος για να δοξασθή το όνομα του Θεού, έκαμε πολλή προσευχή και αναστήθηκε ο
νεκρός. Αυτό έκαμε μεγάλη κατάπληξιν σε όλους και πολλοί από τον όχλον πιστέψανε
στον Χριστό. Ο πορωμένος όμως έπαρχος Κρίσπος είπε στον βασιλέα:

7/17
—Θανάτωσέ τον επί τέλους αυτόν τον άνθρω​πον, γιατί με τις μαγείες του κάνει αυτά τα
τερατουργήματα.

Αμέσως τότε ο Σεβήρος άλλαξε γνώμην και λέγει προς τον Μάρτυρα.

— Θυσίασε, Χαράλαμπε, στους θεούς για ν’ απαλλαγής από τα βασανιστήρια.

— Όσο περισσότερο με βασανίσης, του είπε ο Άγιος, τόσο περισσότερο ευφραίνεται η


ψυχή μου.

Τότε εξεμάνη ο βασιλεύς και διέταξε να του συντρίψουν με πέτρες τις σιαγόνες, και να
κάψουν με λαμπάδες την γενειάδα και το πρόσωπόν του. Το πυρ όμως λες και είχε
λογική, πήδησε και έκαψε όσους στεκόντουσαν κοντά.

Θαυμάζοντας με αυτά, που έβλεπε, ρωτούσε τους γύρω του άρχοντας ο βασιλεύς ποιος
είναι ο Χριστός, που κάμνει τέτοια τερατουργήματα. Ο Κρίσπος, που ήταν έπαρχος είπε
περιφρονητικά:

—Γεννήθηκε από μια γυναίκα, που την λέγανε Μαρία, ανύπαντρη και αμαρτωλή...

—Μη βλασφημάς έπαρχε, του είπε ο Αρίσταρχος, διότι εσύ δεν ξεύρεις από τέτοια
μυστήρια.

Οι τύραννοι αιωρούνται

Τότε ο βασιλεύς μανιασμένος, γιατί δεν μπορούσε να κάμη τίποτε στον Άγιο γύρισε
προς τον ουρανό και έρριχνε βέλη επάνω στον αέρα λέγοντας.

— Κατέβα, Χριστέ, αν είσαι Θεός στη γη να πολεμήσουμε. Τότε όμως έγινε μεγάλος
σεισμός. Φόβος και τρόμος κατέλαβε όλους. Από το σεισμό φαινότανε ο ουρανός ότι
εσεί​ετο σαν ένα δένδρο. Αστραπές και βροντές μεγάλες ηκούοντο και αίφνης ο βασιλεύς
Σεβήρος και ο έπαρχος Κρίσπος κρεμαστήκανε ψηλά στον αέρα. Φώναζε δε τότε ο
βασιλεύς προς τον Άγιον λέγοντας:

— Κύριε μου Χαράλαμπε, δίκαια τα παθαίνω. Παρακάλεσε όμως τον Κύριο και Θεό σου
να με γλυτώση από την τιμωρία αυτή και εγώ υπόσχομαι να γράψω σε όλες τις πόλεις
να δοξάζηται το Όνομά Του.

Τότε ήλθε εκεί και η κόρη του βασιλέως, που την λέγανε Γαλήνη και του λέγει:

—Πίστεψε στον Κύριο για να σε γλυτώση και να σε λύση απ’ αυτά τα δεσμά, γιατί είναι
Οικτίρμων και Πανάγαθος. Πίστεψε, γιατί αυτός ο Χριστός είναι Αληθινός, Θεός
Αθάνατος. Όταν τα είπε αυτά προσκύνησε τον Άγιο και του είπε:

—Παρακάλεσε τον Κύριο ν’ απαλλάξη τον πατέρα μου από αυτούς τους πόνους και εάν
μεν πιστέψη θα γίνη μεγάλο καλό, εάν όχι θα έχης τουλάχιστον εσύ τον μισθόν σου
μετά θάνατον.

8/17
Τότε προσευχήθηκε ο Άγιος και σταμάτησε η οργή του Θεού. Κατέβηκαν στη γη ο
βασιλεύς και ο έπαρχος και επήγανε στο παλάτι. Μείνανε τρεις ημέρες έχοντας στο νου
τους διαρκώς τον φόβον του Θεού και την οργήν Του.

Η Αγία Γαλήνη

Η κόρη του βασιλέως Γαλήνη είδε εν τω μεταξύ ένα όραμα και το ανέφερε στον Άγιο.

—Μου φάνηκε, του είπε, πως βρέθηκα σε ένα περιβόλι ωραιότατο, που είχε δένδρα
ευωδέστατα και κρυστάλλινη πηγή. Εκεί κοντά ήτανε ο πατέρας μου και ο έπαρχος, αλλά
ο φύλαξ του κήπου τους έδιωξε με μια πύρινη ράβδο, εμένα όμως με εσήκωσε και με
έβαλε μέσα με τιμή και μου είπε:

— Σε σένα δόθηκε η κατοικία αυτή και σε όσους σου ομοιάζουν για να ευφραίνεσθε
μαζί πάντοτε. Αυτά είδα και σε παρακαλώ, διδάσκαλε, να μου τα εξηγήσης.

— Ο κήπος, της αποκρίθηκε ο Άγιος, που είδες είναι ο Παράδεισος των δικαίων και
εναρέτων εις τον οποίον σε έβαλε ο Δεσπότης - Χριστός. Και τούτο γιατί Τον πίστεψες.
Τον πατέρα σου όμως και τον έπαρχο τους έδιωξε γιατί δυστυχώς θα αποστατήσουν
πάλιν από Αυτόν και θα μας κακοποιήσουν οι δυστυχείς και αχάριστοι.

Έπειτα από τριάντα ημέρες ο Σεβήρος άλλαξε γνώμη. Κάλεσε τον Άγιον και του είπε:

— Θυσίασε στους θεούς. Μ’ αυτό θα υπακούσης στην εντολήν μου και θα τιμήσης τον
εαυτόν σου.

— Τα λόγια σου, βασιλεύ, είναι πικρά και ασύνετα. Δεν πρέπει να συμμορφωθώ σ’ αυτά,
εγώ είμαι δούλος του Θεού και σ’ Αυτόν υπακούω.

Του κακοφάνηκε του βασιληά, που του αντιμίλησε. Γι’ αυτό διέταξε να βάλουν στον
στόμα του ένα χαλινάρι, σαν να ήταν άλογο, και να τον σύρουν σ’ όλη την πόλι για να
τον ρεζιλέψουν. Το είπαν και το κάμανε. Ο Άγιος όμως στο διάστημα αυτό
προσευχότανε λέγοντας:

— Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ, Συ έπλασες τον άνθρωπον και τον τίμησες με την θείαν
Σου Εικόνα. Επίβλεψε και ίδε την μανίαν του εκτελεστού τυράννου διότι τα παθαίνω
αυτά για το Όνομά Σου το Άγιον.

Στο σπίτι της ακόλαστης χήρας

Τότε θύμωσε ο τύραννος κι’ έστρεψε την οργή του στον Άγιο, που δίδαξε την Γαλήνη.
Και για να τον εξευτελίση διέταξε να τον παραδώσουν σε μια χήρα και ακόλαστη
γυναίκα για να τον φυλά​ξη στο σπίτι της. Αλλά ο Θεός τον εφύλαξε από τον
εξευτελισμόν ως εξής:

Μόλις πήγε ο Άγιος στο σπίτι της ακούμπησε σε ένα ξηρόν ξύλινο στύλο. Και ω! του
θαύματος αμέσως ο ξηρός στύλος εβλάστησε κι’ έκανε τόσα κλωνάρια ώστε εγέμισε όλο
το σπίτι. Η χήρα εκείνη μόλις είδε τέτοιο παράδοξο θαύμα προσκύνησε τον Άγιο και του
9/17
είπε;

— Πήγαινε από το σπίτι μου κύριε, γιατί δεν είμαι αξία για να είσαι κοντά μου.

— Μη φοβάσαι παιδί μου, της είπε ο Άγιος, πίστεψε μονάχα στον Κύριο, που είναι Θεός
σπλαχνικός.

Την άλλην ημέρα, που είδαν οι γείτονες της χήρας τέτοιο μεγάλο δένδρο με άνθη και
καρπούς μέσα στο δωμάτιό της, εθαύμασαν και μπήκανε μέσα στο σπίτι. Βρήκανε εκεί
τον Άγιο, που δίδασκε και τον ερώτησαν:

— Πες μας, συ είσαι ο Χριστός, που λένε;

—Όχι, τους απάντησε. Εγώ είμαι δούλος του Δεσπότου — Χριστού του Αληθινού Θεού
και με την Χάριν Του και την δύναμίν Του κάμνω τα θαύματα.

Τότε η γυναίκα εκείνη τους είπε την υπόθεσιν και εγκωμίαζε τον Άγιον. Όλοι τους δε τον
προσκύνησαν, πιστέψανε στον Χριστό και βαπτιστήκανε. Την άλλην ημέρα ανήγγειλαν
στο βασιληά το θαυμαστό αυτό γεγονός. Και ενώ όλοι εθαυμάζανε, ο πορωμένος
έπαρχος είπε:

—Πρόσταξε βασιλεύ ν’ αποκεφαλίσουν αυτόν τον πλάνον, για να μην μείνη και κάνη και
άλλα τέρατα και σημεία και πιστέψουν στον Χριστό περισσότεροι.

Τέλος ειρηνικόν

Πράγματι ο βασιλεύς εξέδωκε εναντίον του Αγίου την καταδικαστικήν απόφασιν. Οι


δήμιοι επήραν την απόφασιν, πήρανε και τον Άγιο και τον φέρανε στον τόπο της
θανατικής εκτελέσεως.

Ο Άγιος Χαράλαμπος καιόμενος επί της πυράς

Ο Άγιος όμως στο δρόμο, καθώς έσερνε τα κουρασμένα και πληγωμένα και γέρικα
πόδια του, προσευχότανε με ψαλμούς προς τον Κύριον, που τους ήξερε απ’ έξω. Έλεγε
μεταξύ των άλλων και τον εκατοστό ψαλμό:

«Έλεος και κρίσιν άσομαί Σοι Κύριε...».

Όταν ο Άγιος έφτασε εκεί σήκωσε τα χέρια του και τα μάτια του στον ουρανό και
προσευχήθηκε:

— Σ’ ευχαριστώ, Κύριε, είπε, γιατί είσαι ελεήμων και φιλάνθρωπος. Συ Παντοδύναμε


εκτύπησες τον εχθρόν μας διάβολον. Συ εκτύπησες και τον Άδην με το να απαλλάξης
από τον θάνατο το ανθρώπινο γένος. Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη Βασιλεία Σου.

Τότε συνέβη και το εξής θαυμαστόν. Ανοίξα​νε για μια στιγμή οι Ουρανοί, φάνηκε ο
Χριστός με πλήθος Αγγέλων. Κατέβηκε κοντά του και του λέγει:

10/17
— Έλα, προσφιλέστατε και αγαπημένε μου Χαράλαμπε, που τόσο πολύ κακοπάθησες,
για τ’ Όνομά Μου. Ζήτησέ Μου ποίαν χάριν θέλεις και θ’ ακούσω την δέησίν σου.

— Και το ότι αξιώθηκα, αποκρίθηκε ο Μάρτυρας, να ιδώ την φοβεράν δόξαν της
παρουσίας Σου, αυτό είναι μεγάλο χάρισμα σ’ εμένα τον ελάχιστο. Αλλά επειδή η
αγαθότης Σου, Κύριε, με προστάζει να Σου ζητήσω χάρι, παρακαλώ να μου κάνης την
εξής:

Σε όποιο τόπο βρεθή τεμάχιο από το λείψανόν μου και σ’ όποια χώρα γιορτάζουν
το μαρτύριό μου, να μην γίνη εκεί ποτέ πείνα, ούτε πανώλης που θα θανατώνη
τους ανθρώπους πρόωρα. Ούτε πονηρός άνθρωπος που να βλάπτη τους καρπούς,
αλλά να είναι σ’ αυτόν τον τόπον ειρήνη σταθερή, ψυχών σωτηρία και σωμάτων
θεραπεία. Να είναι αφθονία σίτου, οίνου, ελαίου, τετραπόδων και άλλων
χρησίμων πραγμάτων.

Τύλαγε δε γερά τα βόδια και όλα τα τετράποδα ζώα των ανθρώπων για να γεωργούν τη
γη και να δοξάζηται το Όνομά Σου. Συγχώρεσε, Κύριε, σε παρακαλώ και τις αμαρτίες
των, ως Αγαθός και Φιλάνθρωπος.

—Να γίνη πιστέ Μου δούλε, το θέλημά σου! Είπε ο Κύριος και αμέσως εξηφανίσθη.

Μετά ταύτα, ο Άγιος παρέδωσε αμέσως την αγιασμένη του ψυχή στο Χριστό ειρηνικά,
πριν προλάβη ο δήμιος να του κόψη την κεφαλήν! Ο Θεός δεν θέλησε να ταλαιπωρηθή
περισσότερο. Αρκετά βασανίστηκε.

Τα άγια λείψανά του θαυματουργούν

Το Άγιό του λείψανο το παρέλαβε κατόπιν η μακαρία Γαλήνη και το ενεταφίασε μέσα σε
χρυσή θήκη, αφού του έβαλε πολύτιμα μύρα και αρώματα. Κατόπιν το Άγιο και
πανσεβάσμιο λείψανο του ενδόξου Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους, μοιράστηκε χάριν
ευλαβείας στους απανταχού Ορθοδόξους Χριστιανούς. Διώχνει δε το Άγιο λείψανο τα
βάσανα και κάθε ασθένεια, από όσους τον παρακα​λούνε.

Υπάρχουν και σήμερα σε πολλούς Ναούς και Μοναστήρια τεμάχια λειψάνων του Αγίου
Χαραλάμπους. Η Αγία και πάντιμος Κάρα του βρίσκεται επάνω στα Μετέωρα της
Θεσσαλίας, εις το Μοναστήρι του Αγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου. Κάμνει δε συχνά
παράδοξα κι’ εκπληκτικά θαύματα. Υπάρχει εκεί και φυλλάδα, που περιέχει τα θαύματα
του Αγίου.

Ιδίως φυλάττει τους ανθρώπους από την φοβερή νόσο της πανώλους. Γι’ αυτό όσες
φορές ενέσκηπτε η φοβερή αυτή αρρώστεια, κατεβάζανε οι Πατέρες την Αγία Κάρα του
κάτω στις πόλεις και το κακό σταματούσε αμέσως. Το 1812 η τρομερή αρρώστεια της
πανώλους εθέριζε όλη την Ήπειρο. Τότε κάποιος, Μολοσσός ονόματι, πατέρας του
Ζώτου Μολοσσού, που έγραψε το λεξικό των Αγίων Πάντων, επήγε στα Μετέωρα κι’
έφερε στην Ήπειρο την Τιμία Κάρα του Αγίου Χαραλάμπους και σταμάτησε το θανατικό.

11/17
Επίσης πολλοί πιστοί την καλούνε στα σπίτια τους, την κατασπάζονται μ’ ευλάβεια και
κάνουν Αγιασμό. Και έτσι απαλλάσσονται από κάθε κακό.

Το 1897 έγινε ο Ελληνοτουρκικός πόλεμος. Τότε οι Τούρκοι πήρανε την Αγία Κάρα και
την εκτύπησαν με χίλιους δυο τρόπους για να ανοίξη και να πάρουν μόνον το αργυρό
κουτί της. Δεν μπο​ρέσανε όμως να το ανοίξουνε. Ο Θεός τους έδωσε την τιμωρίαν, γιατί
κάνανε οι Τούρκοι και άλλες ιεροσυλίες. Αρρωστήσανε δε όλοι τους βαριά. Πεθάνανε
τότε 35.000 Τούρκοι στην Θεσσαλία από τύφο δια θαύματος του Αγίου.

Όταν έμαθε ο Σουλτάνος, ότι χάθηκε τόσος πολύς στρατός στην Θεσσαλία, έγραψε στον
Διοικητή του τουρκικού στρατού, Εδέμ, επίσημο γράμμα και τον ρωτούσε:

—Πώς χάθηκε αυτός ο στρατός, αφού δεν έγινε καμμιά μάχη με τους Έλληνας; Και ο
Εδέμ απήντησε τότε ως εξής!

—Όσοι Τούρκοι χάλασαν Εκκλησίες και Μοναστήρια πεθάνανε από τύφο. Εγώ το χέρι
του Θεού δεν μπόρεσα να Το εμποδίσω. Όλοι οι κακοί Τούρκοι κακώς απέθαναν!

ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΑΥΜΑΤΑ

Πολύ τιμάται σήμερα ο Άγιος Χαράλαμπος εις όλην την Ελλάδα. Εις τας Αθήνας
υπάρχουν δύο Ναοί που γιορτάζουνε μεγαλοπρεπώς στις 10 Φεβρουαρίου. Ο Ένας
είναι στα Ιλίσσια και ο άλλος στο πεδίον του Άρεως. Ιδιαιτέρως όμως τιμάται και
μεγαλοπρεπώς εορτάζεται εις τα Φιλιατρά της Πελοποννήσου.

Το σπουδαίον είναι εις τον Άγιον αυτόν, ότι η μνήμη του διατηρείται μέχρι σήμερον
τόσον ζωηρή, καίτοι πέρασαν αιώνες, και μολονότι δεν είχε συγγράμματα που να
διαβάζονταν και να τον φέρνουν στο μυαλό μας. Πού οφείλεται αυτό; Ασφαλώς
οφείλεται στην μεγάλην αγιότητά του, στα σκληρά μαρτύριά του και στα πολλά
θαύματά του, που έχει κάμει μέχρι σήμερα και κάμει συνεχώς. Είναι δε τόσα πολλά τα
θαύματά του, που για να γραφούν δεν έφθανε όχι μόνον το βιβλιαράκι αυτό, αλλά και
πολύτομα και πολυσέλιδα βιβλία.

Αναφέρομεν ενδεικτικώς μόνον δύο θαύματά του σύγχρονα.

Πως έσωσε την πόλιν των Φιλιατρών

Το ένα έγινε στα Φιλιατρά το 1943, στο καιρό της μαύρης Κατοχής της Ελλάδος από τους
Γερμανούς. Το θαύμα αυτό συνεκίνησε και συγκινεί μέχρι σήμερα, όχι μόνον τους
Φιλιατρινούς, αλλά και όλους τους Έλληνας.

Το Γερμανικό Στρατηγείο από την Τρίπολι διέταξε τον Γερμανό Διοικητή των Φιλιατρών,
Κοντάου ονόματι, για κάποιο σαμποτάζ που είχαν κάνει οι αντάρτες, να κάψουν την
πόλιν των Φιλιατρών, να σκοτώσουνε ένα αριθμόν προκρίτων Φιλιατρινών και να
συλλάβουνε 1.500 άλλους Φιλιατρινούς και να τους στείλουν στη Γερμανία, από όπου
φυσικά δεν επρόκειτο να γυρίση κανένας πίσω.

Ο αξιωματικός Κοντάου έδωσε με την σειρά του διαταγή στους στρατιώτες του να
12/17
προχωρήσουν την άλλη ημέρα στις έξη το πρωί με τα σύνεργα της καταστροφής, χωρίς
οίκτο στην εκτέλεσι της διαταγής.

Αυτό, το έμαθε στην Τρίπολι ο ιεροκήρυξ Αρχιμανδρίτης Θεόδωρος Κωτσάκης, που


κατήγετο από τα Φιλιατρά, θλίψις και στενοχώρια κατέλαβε όλους, δεν ξέρανε τι να
κάνουνε για να γλυτώσουν τα Φιλιατρά και τους Φιλιατρινούς. Επήρε κάποιον που
εγνώριζε τα γερμανικά και πήγε στο σπίτι του Γερμανού στρατηγού στη Τρίπολι.
Σταθήκανε στο διάδρομο. Αλλά ακούσανε μέσα στο γραφείο του στρατηγού φωνές,
κακό, βρισιές, αναστάτωση μεγάλη. Κάποια Ελληνίδα τον τράβηξε από το ράσο να φύγη,
για να μην τους εκτελέσουν επί τόπου και αυτούς.

Βγαίνοντας τότε ο ιεροκήρυξ, ειδοποίησε όλα τα σπίτια των Φιλιατρινών στην Τρίπολι
να προσευχηθούν τη νύκτα στον Άγιο Χαράλαμπο, τον πολιούχο των Φιλιατρών για να
βάλη το χέρι του. Αυτός δε κλείστηκε στο δωμάτιό του και προσευχότανε με πόνο. Το
ίδιο κάνανε στα Φιλιατρά οι κάτοικοι, που κάτι μυριστήκανε και αυτοί.

Ο Άγιος άκουσε την προσευχή τους και έκανε το θαύμα. Ο Άγιος παρουσιάζεται την
νύκτα στον Κοντάου που κοιμότανε. Παρουσιάστηκε σαν γέροντας σοβαρός,
μεγαλοπρεπής, ιεροπρεπής, ιεροφορεμένος και με κατάλευκη γενειάδα. Ήτανε μια
φυσιογνωμία, που δεν την είχε δη ποτέ στη ζωή του ο προτεστάντης ή μάλλον άπιστος
Γερμανός. Ο σεβάσμιος γέροντας του είπε με γλυκύτητα:

—Άκουσε, παιδί μου, τη διαταγή που έλαβες να μην την εκτελέσης.

Το όνειρο ήταν ζωηρό και του έκανε εντύπωσι. Ξύπνησε και ξανακοιμήθηκε, αλλά με την
απόφασι να εκτελέση την διαταγήν. Ξανά παρουσιάζεται ο Άγιος στον ύπνο του και του
λέγει:

—Αυτό που σου είπα να κάμης. Την διαταγή να μη την εκτελέσης. Μη φοβηθής. Εγώ θα
φροντίσω να μην τιιμωρηθής.

Ξαναξύπνησε και στο μυαλό του στριφογύριζαν τα λόγια που του είπε. Αλλά ήταν
αδύνατο να μην εκτελέση την διαταγή, διότι θα εκτελούσαν αυτόν οι Γερμανοί.
Ξανακοιμήθηκε. Ξαναπαρουσιάζεται και εκ τρίτου ο σεβάσμιος γέροντας και του λέγει:

—Σου είπα να μην φοβηθής. Εγώ θα φροντίσω και δεν θα τιμωρηθής. Θα σε φυλάξω δε
εσένα και όλους τους άνδρας σου και θα γυρίσετε πίσω στα σπίτια σας, χωρίς να πάθη
κανένας τίποτε.

Στην αρχή θέλησε να αρνηθή την εντολή του Αγίου Χαραλάμπους, και να παραστήση
τον γίγαντα. Αλλά παρ’ όλη την αθεΐα του, λύγισε, διότι εν συνεχεία τη νύχτα εκείνη, ο
Γερμανός αξιωματικός, όπως έλεγε ο ίδιος, άκουσε στον ύπνο του φωνές και κλάμματα,
σαν προέρχωνται από τυραννισμένους ανθρώπους κάπου εκεί δίπλα στην αυλή του.
Ύστερα πλησίαζαν ζωντανές μορφές, που έμοιαζαν σαν γυναίκες, γυναίκες πολλές, που
κτυπούσαν κεφάλια και στήθια από αφόρητη δυστυχία και πόνο. Θρηνούσαν,

13/17
αγανακτούσαν και καταριόντουσαν από πόνο για την σφαγή των παιδιών τους και των
εγγονών τους, που επρόκειτο να γίνη. Όλες αυτές οι φωνές γίνανε υστέρα σύννεφο και
ανέβαιναν προς τα ύψη του Ουρανού, χωρίς να πέφτη τίποτε στη γη.

Και ακόμη έβλεπε στον ύπνο του ο Γερμανός αξιωματικός κάτι σκοτεινόμακρα σύννεφα,
που έβγαιναν από το δωμάτιό του και ανέβαιναν και σκίαζαν τον ήλιον, ο οποίος
κρυβότανε από τα σύννεφα αυτά σαν να ήτανε άνθρωπος και σκοτείνιαζε τα πρόσωπα
των στρατιωτών του. Άλλοι από τους Γερμανούς τρόμαζαν και άλλοι ζητούσαν
βοήθειαν, κάμνοντας τον Σταυρό τους. Και όλοι τους τρέχανε να κρυφτούνε πίσω από
τους κορμούς των ελαιών.

Από τον τρόμο του ξύπνησε. Πήγε να μιλήση, αλλά δεν μπορούσε, παρά κρατούσε
ανοιχτό το στόμα του και κοίταζε την εικόνα του ονείρου του. Κοίταζε το γέρο εκείνο,
που τον είδε μέσα στο όνειρό του τρεις φορές και ο οποίος είχε μορφή Αγίου της
Ορθοδοξίας. Όταν συνήλθε από τους εφιάλτες, άρχισε να σκέφτεται το κακό, που
επρόκειτο να γίνη: Να σκοτώνωνται άνθρωποι και σαν τα σκυλιά να μένουν άθαφτοι.
Να καίγωνται σπίτια σε ένα λεπτό, που απαιτούσαν αιώνες για να κτισθούν!

Οι σκέψεις αυτές τον αναστάτωσαν. Αλλά πάλιν έλεγε:

—Εγώ είπα να κάψω την πόλιν. Και θα την κάψω.

Τότε έκλεισε τα μάτια του. Και ο γέρος, ο Άγιος Χαράλαμπος, εμφανίσθηκε ξανά
μπροστά του απειλητικός και επίμονος. Με φωνή δε δυνατή και επιτακτική του είπε:

—Πρόσεξε! Η πόλις δεν θα καή και οι κάτοικοι δεν θα συλληφθούν. Είναι αθώοι. Το
ακούς;

Σηκώθηκε τότε ο Γερμανός, στερέωσε τα γόνατά του, που τρέμανε και πήρε το
τηλέφωνο. Με τρεμάμενη φωνή τηλεφωνούσε στη Τρίπολι, στο Γερμανό Διοικητή της
Πελοποννήσου. Και ο Διοικητής εκείνος άνοιγε το στόμα του, για να δώση συμβουλές
αλλά πάλιν κόμπιαζε. Πήγαινε να αγριέψη, για να εκτελεστή η διαταγή του, αλλά δεν
μπορούσε. Τί είχε συμβή; Και ο ίδιος αυτός το ίδιο βράδυ είχε δη στο όνειρό του τον
Άγιο Χαράλαμπο όπως τον είδε και τον περιέγραψε στο τηλέφωνο και ο αξιωματικός του
από τα Φιλιατρά. Τελικά αποφάσισε και είπε στον αξιωματικό των Φιλιατρών:

—«Γράψατε. Αναστέλλω την καταστροφήν της πόλεως. Έλθετε αμέσως ενώπιόν μου
αύριον μεσημβρία».

Όταν ξημέρωσε ανακοινώθηκε η ανάκλησις της αποφάσεως των Γερμανών. «Το εσπέρας
αυλισθήσεται κλαυθμός και εις το πρωί αγαλλίασις». Ξεχύθηκαν στο άκουσμα
χαρούμενοι οι άνθρωποι στα καφενεία, στη πλατεία, στους δρόμους...

Μια ομάδα, τότε από Γερμανούς στρατιώτες και υπαξιωματικούς, έχοντες στη μέση τον
αξιωματικό τους Κοντάου και δυο Ορθοδόξους ιερείς, περνούσαν από τους δρόμους και
πηγαίνανε από τη μια Εκκλησία στην άλλη. Αρχίσανε από τον Άη Γιάννη, από τον Άγιο
Νικόλαο, τον Άγιο Αθανάσιο και τελικά κατευθυνόνταν προς την Παναγιά.
14/17
Ο αξιωματικός έψαχνε να βρη την Εικόνα του Αγίου, που είδε στον ύπνο του. Όταν του
ανοίξα​νε την πόρτα του Ναού της Παναγίας, ανεγνώρισε μέσα στις εικόνες τον Άγιο
Χαράλαμπο, που είδε στον ύπνο του και τον πρόσταζε. Η φωνή του κόπηκε. Ντράπηκε
για τον εγωισμό του. Σκέπασε με τα χέρια του το πρόσωπό του. Σε λίγο τα κατέβασε.
Έκαμε, αυτός ο Προτεστάντης και άθεος, τον Σταυρό του. Είπε μερικές προσευχές στη
γλώσσα του, τις οποίες οι ιερείς δεν μπορέσανε να τις ερμηνεύσουν.

Ρώτησε εν συνεχεία τους Ιερείς να του πούνε ποιος ήτανε ο γέροντας της εικόνος. Του
διηγηθήκανε, ότι αυτός είναι ο Άγιος Χαράλαμπος που υπέστη πολλά μαρτύρια για το
Χριστό. Του είπα​νε έπειτα για τα θαύματα που έκανε, και κάμνει και άλλα πολλά.

Η χαρά των Φιλιατρινών και η ευγνωμοσύνη τους στον Άγιο δεν περιγραφότανε.
Δοξάζανε το Θεό και ευχαριστούσανε τον Άγιο Χαράλαμπο για το θαύμα του.

Όπως δε του είπε του Φρουράρχου, ο Άγιος, αυτός και όλοι οι άνδρες της φρουράς
εκείνης επέστρεψαν, όταν τελείωσε ο πόλεμος, στη Γερμανία και στα σπίτια τους, χωρίς
να πάθη κανείς τους τίποτε.

Διετήρησε δε ο Γερμανός ζωηροτάτην την μνήμην του θαύματος κι’ ευγνωμονούσε τον
Άγιο. Ήθελε να επιστρέψη από την Γερμανία για να τον προσκυνήση. Πράγματι, έπειτα
από δύο χρόνια, ξεκίνησε με την γυναίκα του και ήλθανε από την Γερμανία στα
Φιλιατρά. Δεν πρόλαβε όμως την γιορτή του Αγίου, διότι έφτασε μια μέρα αργότερα,
στις 11 Φεβρουαρίου.

Όταν όμως τον είδανε οι Φιλιατρινοί, χαρήκανε χαρά μεγάλη και ξαναγιορτάσανε.
Ψάλλα​νε δοξολογία και του κάνανε υποδοχές, γιορτές, τραπέζια και χαρές. Μέχρι
σήμερα πολλές φορές ο Γερμανός αυτός με την γυναίκα του, τα παιδιά του και με
άλλους πατριώτες του πήγαινε στις 10 Φεβρουαρίου στα Φιλιατρά και προσευχηθήκανε
με πίστι στον Άγιο. Στην καρδιά του άνθισε η Ορθοδοξία.

Στην Πολυκλινική των Αθηνών

Το άλλο θαύμα έγινε εις τον Κων/τίνον Λιβαδάν, υπάλληλον του Ελεγκτικού Συνεδρίου,
όταν ήτανε νέος. Ιδού πώς το περιγράφει:

«Τον Ιανουάριο του 1931 ενοσηλευόμην στην Πολυκλινικήν Αθηνών με απόστημα εις το
ήπαρ. Επί τεσσάρας εβδομάδας με εβασάνιζε ο πυρετός. Είχαν νυχθημερόν 38-40
βαθμούς και πόνους φοβερούς. Απεφασίσθη να γίνη εγχείρισις.

Ήταν παραμονή του Αγίου Χαραλάμπους 9 Φεβρουαρίου του 1931. Το εσπέρας και ενώ
ευρισκόμην ένεκα του μεγάλου πυρετού εις λήθαργον και εξαντλητικήν κατάστασιν,
βλέπω να εισέρχεται ένας ιερωμένος μεγαλοπρεπής με μακρυά γενειάδα. Επλησίασε
εμένα και όχι τον απέναντί μου ασθενή, που χαροπάλευε από περιτονίτιδα. Μου
εθώπευσε το κεφάλι και μου είπε: «Μη φο​βάσαι... Αύριο θα είσαι τελείως καλά. Είσαι
καλό παιδί».

15/17
Ερώτησα, όταν έφυγε, την ευρισκομένην κοντά μου και τελούσαν χρέη νοσοκόμου
Μοναχήν Ευανθίαν, ποιος ήτο ο Κληρικός, που ήλθε;

—Δεν είδα κανένα Κληρικό, είπε εκείνη.

Της εξιστόρησα κατόπιν το συμβάν. Σταυροκοπήθηκε και μου είπε:

—Αύριον είναι του Αγίου Χαραλάμπους, θα είσαι καλά.

Έπεσα κατόπιν εις βαθύτατον ύπνον. Ο πυρετός από την ώραν εκείνην άρχισε να
κατεβαίνη. Το πρωί ήμην απύρετος, τελείως καλά και χωρίς πόνους στο ήπαρ. Το πρωί
με εξήτασαν ο χειρούργος καθηγητής Ν. Αλιβιζάτος και ο αδελφός του Ανδρέας,
παθολόγος, να κανονίσουν τα της εγχειρίσεώς μου. Ερευνούσαν και αναζητούσαν δια
της ψηλαφίσεως το απόστημα, αλλά δεν το εύρισκον, ούτε την σκλήρυνσιν και την
διόγκωσιν (οκτώ δακτύλων) του ήπατος. Το ήπαρ ήτο φυσιολογικόν!

Η Μοναχή εξιστόρησε εις τους Καθηγητάς το νυκτερινό συμβάν. Μου δείξανε και την
Εικόνα του Αγίου Χαραλάμπους, την οποίαν ανεγνώρισα. Ήταν ο ίδιος που είχα ιδή. Οι
καθηγηταί κατάπληκτοι ανεφώνησαν:

—Ψηλά τα χέρια. Κάτω τα μαχαίρια. Απόψε έγινε θαύμα του Αγίου Χαραλάμπους στην
Πολυκλινική!

Αργότερα και μετά παρέλευσιν ετών έμαθα, ότι ο Άγιος Χαράλαμπος είναι ιατρός των
λοιμωδών νόσων, όπως ήταν και η ιδική μου».

Κ. ΛΕΙΒΑΔΑΣ

Ο Άγιος Χαράλαμπος στη ζωή του λαού

Ο Άγιος Χαράλαμπος σε πολλά μέρη της Ελλάδος τιμάται, διότι είναι προστάτης από τας
λοιμώδους νόσους και ιδίως από την πανούκλα. Γι’ αυτό και ο Άγιος απεικονίζεται
πατώντας την πανώλη, η οποία παρουσιάζεται, σαν ένα τερατόμορφο γύναιο που
ξερνάει καπνούς από το στόμα. Γι’ αυτό του έδωσε ο Θεός την χάριν αυτήν.

Ήτανε μεγάλη η υπηρεσία, που προσέφερε ο Άγιος στους γεωργούς τότε που δεν
υπήρχαν κτηνίατροι, τα δε βόδια ήτανε αναγκαιότατα στην οικογένεια.

Παλαιότερα οι ζευγολάτες, την παραμονή της γιορτής του Αγίου ανάβανε στα σπίτια
τους κοντά στο τζάκι μια μεγάλη λαμπάδα από καθαρό κηρί εις μνήμην του Αγίου και
καιγότανε όλη την νύχτα. Το δε πρωί πηγαίνανε πρόσφορο στην Εκκλησία για να
λειτουργηθή. Και όλα αυτά για να φυ​λάξη ο Άγιος Χαράλαμπος τα βόδια του γερά καθ’
όλη τη χρονιά.

Είναι προστάτης και όλων των ζώων. Γι’ αυτό στη Κρήτη οι τσοπάνηδες, όταν τα
ζωντανά τους δεν πάνε καλά, τον παρακαλούνε να τα θεραπεύση.

16/17
Στην Πρέβεζα ο Άγιος Χαράλαμπος είναι πολιούχος. Στην Εικόνα του κρεμάνε πλήθος
αφιερωμάτων. Από τα αφιερώματα χαρακτηριστικό είναι ένα πουκαμισάκι που
κατασκευάζεται από πανί. Αυτό γίνεται σε μια μέρα!. Γι’ αυτό λέγεται και μονομερίτικο...

Αυτό συμβαίνει ως εξής: Κάποια νύχτα συγκεντρώνονται σ’ ένα σπίτι μερικές γυναίκες,
όπου γνέθουν και υφαίνουν βαμβάκι. Μ’ αυτό το ύφασμα, που γίνεται σε μια μέρα
φτιάχνουν το πουκαμισάκι.

Το αφιέρωμα αυτό ξεκινάει από ένα γεγονός που αναφέρεται στην θαυματουργή δράσι
του Αγίου. Κάποτε τον Άγιο Χαράλαμπο τον επεσκέφθησαν χωρικοί που εγκατέλειψαν
την πατρίδα τους κι’ έτρεξαν κοντά του γιατί η πανώλης τους θέριζε καθημερινώς. Από
ευγνωμοσύνη δε διότι ο Άγιος στάθηκε προστάτης τους, του έκαναν δώρο ένα
πουκάμισο που γνέθηκε και πλέχθηκε από βαμβάκι και ράφτηκε μέσα σε μια μέρα...

Απολυτίκιον. Ήχος δ’.


Ταχύ προκατάλαβε.

Ως στύλος ακλόνητος της Εκκλησίας Χριστού και λύχνος αείφωτος της οικουμένης
σοφέ, εδείχθης Χαράλαμπες. Έλαμψας εν τω κόσμω, δια του Μαρτυρίου, έλυσας των
ειδώλων την σκοτόμαιναν, μάκαρ. Διό εν παρρησία Χριστώ, πρέσβευε σωθήναι ημάς.

Κοντάκιον. Ήχος δ’.


Επεφάνης σήμερον

Ως φωστήρ ανέτειλας, εκ της εώας, και πιστούς εφώτισας, ταις των θαυμάτων σου
βολαίς, Ιερομάρτυς Χαράλαμπες. Όθεν τιμώμεν, την Θείαν σου άθλησιν.

“ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ”
Ο ΑΓΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ
Αρχιμ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ Δ. ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ

http://www.orthodoxostypos.gr/

17/17
ΒΙΟΣ: Άγιος Χαράλαμπος
religious.gr/βίος-άγιος-χαράλαμπος

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ο Άγιος Χαράλαμπος μαρτύρησε σε ηλικία 113 ετών την εποχή που βασίλευε ο
Σεπτίμιος Σεβήρος. Κάποιοι από τα πνευματικά του τέκνα είχαν προσπαθήσει να τον
πείσουν να φύγει, για να μη συλληφθεί. Ο Άγιος όμως, αρνήθηκε, γιατί όπως ήταν
φυσικό, είναι αδύνατο εντελώς στον καλό ποιμένα να εγκαταλείψει το ποίμνιο του πάνω
στον κίνδυνο. Συνελήφθη λοιπόν και βασανίσθηκε απάνθρωπα και ομολόγησε με
παρρησία την πίστη του. Αρκετοί ήταν οι στρατιώτες, που διατάχτηκαν να τον
βασανίσουν και πίστεψαν στον Χριστό. Οι άρχοντες είχαν θορυβηθεί από την ομαδική
μεταστροφή των ανθρώπων και διέταξαν να τον αφήσουν ελεύθερο. Αργότερα, ο
Σεπτίμιος Σεβήρος, μη μπορώντας να αντέξει την παρρησία και την ανδρεία του
γέροντα, διέταξε τον αποκεφαλισμό του. Ο Άγιος ήταν ένα φωτεινό πρόσωπο, στο οποίο
ακτινοβολούσε η χαρά. Η χαρά αδελφοί μου δεν είναι ένα απλό συναίσθημα, αλλά ο
καρπός του Αγίου Πνεύματος, που δίδεται σαν δωρεά σε εκείνους, οι οποίοι μέσω της
άσκησης καθαρίστηκαν από τα πάθη τους και έλαβαν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η
χαρά συνδέεται με την ταπεινοφροσύνη, με την μετάνοια, με την ανιδιοτελή αγάπη, που
είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. Όταν ο άνθρωπος κυριαρχείται από τα πάθη και
κυρίως την υπερηφάνεια, δεν μπορεί να χαρεί πραγματικά την ζωή του. Ένα από τα
αξιοσημείωτα της ζωής του Αγίου είναι και το γεγονός ότι δεν εγκατέλειψε το ποίμνιο
του την ώρα του κινδύνου. Δεν θυσίασε τους άλλους για να ζήσει ο ίδιος, αλλά
θυσιάστηκε για τους άλλους με μεγάλη αυταπάρνηση και προθυμία. Οι Άγιοι πενθούν
για τα πάθη και τις αμαρτίες τους, χωρίς όμως ποτέ να λυπούνται άμετρα χωρίς ελπίδα
και χωρίς να χαίρονται άμετρα. Γιατί αδελφοί μου μεταξύ της λύπης και της χαράς είναι
η ελπίδα. Πόσες φορές δεν σκεφτόμαστε το μέλλον μας και φεύγουμε από το παρόν και
δεν χαιρόμαστε αληθινά την ζωή μας. Μάλιστα συνηθίζουμε να παραπονούμαστε ότι η
κοινωνία στην οποία ζούμε, δεν μας επιτρέπει να χαρούμε την ζωή μας, λες και φταίνε
οι άλλοι για τα πάθη, τα λάθη και τις αποτυχίες μας. Εάν η ζωή μας είναι παράδεισος ή
κόλαση γι' αυτό δεν ευθύνονται οι άλλοι, αλλά εμείς οι ίδιοι, γιατί οι συνάνθρωποί μας
δεν είναι η κόλασή μας, αλλά η χαρά μας. Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, σε όποιον
συναντούσε του έλεγε, "Χριστός Ανέστη χαρά μου". Χωρίς να ταπεινωθούμε αδελφοί
μου δεν είναι δυνατόν να έχουμε τέλεια χαρά, αφού η σωτηρία μας περνάει μέσα από
την ταπείνωση, και την ανιδιοτελή αγάπη για τους συνανθρώπους μας. Αμήν

– Αθανάσιος Χατζής, Αθήνα, Ιούλιος 2005

Μέρος Α'

Ο Άγιος Χαράλαμπος

Η καταγωγή του
1/16
Ο Άγιος Χαράλαμπος καταγόταν από την Μαγνησία της Μικράς Ασίας και γεννήθηκε στα
τέλη του πρώτου μετά Χριστόν αιώνα. Ότι ήταν από την Μαγνησία, μας πληροφορεί ο
πρώτος του Συναρξιστής. Η έρευνα έδειξε όμως ότι υπάρχουν τρεις περιοχές με αυτό το
όνομα. Δεν είναι εξακριβωμένο ποια από τις τρεις αυτές περιοχές είναι ο τόπος
καταγωγής του Αγίου. Έτσι η Μαγνησία που βρίσκεται στην Θεσσαλία δεν αποκλείεται
να είναι ο ευλογημένος αυτός τόπος. Επίσης άλλες δυο περιοχές που βρίσκονται, η μία
κοντά σοτν ποταμό Μαίανδρο και η άλλη κοντά σοτν ποταμό Σίπυλο διεκδικούν και
αυτές τον Άγιο. Για την Θεσσαλική περιοχή υπάρχει και η παράδοση που υπάρχει στους
κατοίκους της σχετικά με τον Άγιο Χαράλαμπο.

Ο Ιερέας
Στην περιοχή της Μαγνησίας, την εποχή που οι διωγμοί των Χριστιανών από τους
ειδωλολάτρες είχαν κορυφωθεί ζούσε ο υπέργηρος πια, Άγιος Χαράλαμπος. Τότε
λοιπόν στην Ρώμη βασίλευε ο σατανικός Σεβήρος ενώ έραρχος της Μαγνησίας ήταν
κάποιος που ονομαζόταν Λουκιανός. Ο μεν Σεβήρος διέταζε ο δε Λουκιανός εκτελούσε
τοπικά. Και οι δυο ήταν εναντιίον του Χριστιανισμού και η πορεία τους ήταν γεμάτη με
φόνους αθώων και πολλά βασανιστήρια. Ο Άγιος ήταν ο νόμιμος Ιερέας στην επαρχία
της Μαγνησίας. Στην περιφέρεια του λοιπόν κατηχούσε και βάπτιζε και ποίμαινε με
σύνεση. Δίδασκε την Χρισιτανική Πίστη και ξεσκέπαζε την πλάνη των ειφωλολατρών
που άρχισαν να συρρέουν προς τον Χριστό. Μαθαίνονταις όμως την δράση του ο
έπαρχος Λουκιανλός οργίστηκε και διέταξε ένα στρατιωτικό απόσπασμα να πάει να τον
συλλάβει και να τον παρουσιάσει μπροστά του για να τον ελέγξει.

Η ομολογία πίστης
Πράγματι το στρατιωτικό απόσπασμα συλλαμβάνει τον Άγιο και τον οδηγεί μπροστά
στον ασεβή Λουκιανό. Παρουσιάστηκε, με την σεμνότητα και την συστολή, που τον
διέκρινε αλλά και γεμάτος θάρρος. Ο έπαρχος προσπάθησε να τον πείσει να αλλάξει την
πίστη του λέγοντας του:

- "Σε καλώ, να σταματήσεις να κηρύττεις τον Χριστό στους πολίτες της επαρχίας μου και
να γυρίσεις στην πατροπαράδοτη πίστη των προγονικών μας θεών. Τι έχεις πάθει; Δεν
καταλαβαίνεις ότι δεν υπακούς τις διαταγές του βασιλιά μας, του Σεβήρου;"

- "Άφησε άρχοντα τα μάτια της ψυχής σου να δουν το φως του Χριστού και τότε πολλά
θα καταλάβεις, αφού εγώ υπακούω μόνο σε Εκείνος και όχι στις διαταγές του Σεβήρου
που θέλει να προσκυνάμε πέτρες και αναίσθητα πράγματα για θεούς και που θέλει με
αυτλόν τον τρόπο να οδηγούνται οι ψυχές μας στον θάνατο".

- "Άσε γέροντα τα πολλά λόγια και κάνε αυτό που λέει ο νόμος, για το συμφέρον σου.
Προσκύνησε τους θεούς των προγόωνω μας γιατί θα σε βασανίσω πολύ σκληρά και θα
το κάνεις ούτως ή άλλως".

- "Αλίμονο αν δεν υποφέρουμε σε αυτή την πρόσκαιρη ζωή, δεν θα καταφέρουμε αλλιώς
να έχουμε θέση στην Ουράνια Βασιλεία".
2/16
Στο άκουσμα της ομολογίας του Αγίου, ο έπαρχος αλλά και κάποιοι άρχοντες που ήταν
παρόντες απευθύνθηκαν προς τον Άγιο αναφέροντάς του διάφορα βασανιστήρια που
θα έπρεπε να υποστεί αν δεν αρνιόταν τον Ψριστό λέγοντάς του:

- "Θυσίασε αμέσως, τώρα, στους θεούς στενοκέφαλε γέροντα".

- "Ας μην αξιωθώ ποτέ να γίνω τόσο μωρός και ανόητος ώστε να προσκυνήσω τους
δαίμονες που εσείς προσκυνάτε και σέβεστε. Τους δαίμονες που φοβούνται την δύναμη
του Σταυρού και τρέπονται σε φυγή".

Του ξεσκίζουν τις σάρκες


Οι άρχοντες προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να κάνουν τον Άγιο να αλλαξοπιστήσει. Ο
Λουκιανός από την άλλη με πηδάλιο το προσωπικό του συμφέρον όταν κατάλαβε ότι η
πίστη του στον Αληθινό Θεό είναι σταθερή και δεν μπορεί κανείς να τον μεταπείσει,
διέταξε του δημίους του να τον γυμνώσουν και να ξεσκίζουν σιγά σιγά και μεθοδικά τις
σάρκες του με σιδερένια χτένια. Ο Άγιος όμως σε όλη τη διάρκεια αυτής της
βαρβαρότητας υπέμενε στωϊκά και χαιρόταν με τα βασανιστήρια λέγοντας:

- "Ω πόσο σας ευχαριστώ που με βοηθάτε βασανίζοντας το σώμα μου να βρεθεί πιο
κοντά η ψυχή μου στην αιώνια μακαριότητα. Ευχαριστώ Θεέ μου που με αξίωσες, εμένα
τον αμαρτωλό αυτό το μαρτύριο".

Στη διάρκεια μάλιστα αυτής της θηριωδίας, τα χτένια κάποια στιγμή είχαν στομώσει και
έτσι όσο και να κοπίαζαν οι δήμιοι δεν υπήρχε περίπτωση να ξεσκίσουν άλλη από την
σάρκα του Αγίου. Μάλιστα έλεγαν συζητώντας μεταξύ τους οι δήμιοι:

- "Τι άνθρωπος είναι αυτός που νομίζει την ατίμωση για τιμή; Μήπως είναι ο Χριστός
και έχει έρθει να μας δοκιμάσει για αυτό κιόλας τα χτένια μας δεν μπορούν να του
ξεσκίσουν πλέον τις σάρκες;"

Καταλαβαίνοντας ότι δεν μπορούσαν πλέον οι δήμιοι να κάνουν τίποτε, το ανέφεραν


και τότε σηκώθηκε ένας δούκας που παρακολουθούσε και έλεγξε τους δήμιους ότι δεν
έκαναν σωστά τη δουλειά τους. Στη συνέχεια άρπαξε από τα χέρια τους τα ματωμένα
χτένια και άρχισε να ξεσκίζει το σώμα του Αγίου πολύ θυμωμένος. Ξαφνικά όμως τα
χέρια του από τους αγκώνες κόπηκαν και κρέμασαν στο σώμα του. Σφάδαζε από τους
πόνους και έλεγε προς τον Λουκιανό:

- "Βοήθα με ηγεμόνα. Είναι μάγος αυτός ο άνθρωπος".

Ο Λουκιανός πλησίασε τότε τον Άγιο και τον έφτυσε στο πρόσωπο, ενώ ταυτόχρονα ο
τράχηλός του στρέφεται προς τα πίσω αφήνοντας έκπληκτους όλους τους
παρευρισκόμενους, που τους έλεγαν:

- "Όσιε μην στρέψεις την οργή του Κυρίου πάνω μας. Κάνε αυτό που σε διατάζει ο
χριστός, να μην κάνεις κακό όταν σου κάνουν κακό, αλλά να ευεργετείς όλους αυτούς
που σε μισούν".
3/16
- "Πιστέψτε με γιατί αλήθεια σας λέγω. Ο Κύριος τιμώρησε αυτούς τους δύο με σκοπό
να το δείτε εσείς και να μετανοήσετε και για να σας δώσει την αιώνια ζωή".

Τότε με μια φωνή όλοι όσοι άκουσαν τον Άγιο είπαν:

- "Συγχώρεσέ μας Δέσποτα και συγχώρεσε όλες τος αμαρτίες μας και λυπήσου μας".

Πολλοί ήταν αυτοί που πίστεψαν πραγματικά στον Κύριο. Ο Δούκας μάλιστα που τόση
ώρα βρισκόταν στο έδαφος με τα χέρια του να είναι κομμένα από τους αγκώνες,
δείχνοντας αληθινή μετάνοια παρακαλούσε τον Άγιο λέγοντας:

- "Άγγελε του Θεού. Ουράνιε άνθρωπε. Βοήθησέ με τον ταλαίπωρο. Έχεις πάνω σου το
βάρος των χεριών μου και πονάω και υποφέρω. Θεράπευσέ με σε παρακαλώ για να μη
πονάω πια και θα πιστέψω στον Θεό σου αν συμβεί αυτό".

Ο Άγιος στην συνέχεια απευθύνεται προς τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό
προσευχόμενος:

- "Ω πόσο σε ευχαριστούμε Δέσποτα για την προστασία σου και την επίβλεψή σου και
την αγάπη που έχεις για όλους εμάς τους αμαρτωλούς. Επίβλεψε Κύριε και σε αυτούς
τους ταπεινωμένους και ταλαιπωρημένους δούλους σου και λύσε τα δεσμά τους για να
δοξαστεί το Άγιο Όνομά σου".

Τότε ακούστηκε μία φωνή από τον Ουρανό που έλεγε:

- "Χαίρε αθλητή Χαράλαμπε. Εσένα που κάνεις παρέα με τους αγγέλους και έχεις τον
χαρακτήρα και τον τρόπο των Αποστόλων. Εσένα λοιπόν μόλος άκουσα την προσευχή
σου και να. δες, θεραπεύω τους ασθενείς για τους οποίους μίλησες".

Αμέσως θεραπεύτηκαν και ο δούκας αλλά και ο ηγεμόνας Λουκιανός. Μάλιστα ο δούκας
βαπτίστηκε και ο Λουκιανός σταμάτησε τον Διωγμό των Χριστιανών μέχρις ότου στείλει
την αναφορά του για όλα όσα είχαν συμβεί προς τον βασιλιά του, τον Σεβήρο.

Τον σουβλίζουν
Όλα όσα είχαν συμβεί μαθεύτηκαν πολύ γρήγορα σε όλη την Μαγνησία και όλοι οι
κάτοικοι ακόμα και γειτονικών επαρχιών επισκέπτονταν τον Άγιο για να εξομολογηθούν
τις αμαρτίες τους και στη συνέχεια για να βαπτιστούν. Τα θαύματα που έκανε ο Άγιος
ήταν πάρα πολλά. Οι τυφλοί έβλεπαν το φως τους, οι χωλοί περπατούσαν, οι
δαιμονισμένοι αποχωριζόντουσαν από τα δαιμόνια και νεκροί ανασταίνονταν ενώ
θεράπευε κάθε είδους αρρώστια. Όλα αυτά αλλά και τα προηγούμενα ο Λουκιανός
πηγαίνοντας ο ίδιος τα ανάφερε στον βασιλιά του τον Σεβήρο, ο οποίος άκουσε με
μεγάλη προσοχή τον Λουκιανό. Αφού τελείωσε λοιπόν την αναφορά του ο Λουκιανός
αντίκρισε τον Σεβήρο οργισμένο και με θολωμένο το μυαλό να φωνάζει με στεντόρεια
φωνή:

4/16
- "Ω θεοί προγονικοί και σεβαστοί γιατί δεν ασχολείστε και δεν εξολοθρεύετε από την
γη όλους αυτούς τους ασεβείς που σας βρίζουν και σας προσβάλλουν;"

Και ενώ έβγαζε αφρούς από το στόμα του έδωσε διαταγή να συσταθεί ένα απόσπασμα
αποτελούμενο από τριακόσιους στρατιώτες. Η αποστολή του στρατιωτικού
αποσπάσματος θα ήταν να πάρουν τον Άγιο και αφού του καρφώσουν σε όλη τη ράχη
καρφιά, να τον σύρουν από την Μαγνησία έως την Αντιόχεια με σκοπό να
παραδειγματιστούν όλοι οι χριστιανοί και να φοβηθούν.

Πράγματι το απόσπασμα έφτασε στην Μαγνησία. Πήραν λοιπόν τον Άγιο και κάρφωσαν
καρφιά όχι μόνο στη ράχη του αλλά και σε όλο το σώμα του. Έπειτα το έδεσαν από την
γενειάδα και τον τραβούσαν με μίσος και περισσή ασπλαχνία. Στη συνέχεια τον
τοποθέτησαν πάνω σε ένα άλογο με σκοπό να τον χλευάσει ο κόσμος. Αφού
προχώρησαν μία απόσταση περίπου τριών χιλιομέτρων το άλογο σταμάτησε και με μία
βροντερή ανθρώπινη φωνή είπε:

- Ω καταραμένοι στρατιώτες, που υπηρετείτε τον βασιλιά σας τον σατανά. Δεν βλέπετε
ότι αυτός ο άνθρωπος έχει μαζί του τον Θεό και το Άγιο Πνεύμα; Λύστε τον για να
λυθείτε και εσείς από τα δεσμά σας".

Οι στρατιώτες έκπληκτοι και φοβισμένοι αλλά δίχως να πειράξουν άλλο τον Άγιο και
για να μην παρακούσουν την διαταγή του Σεβήρου, τον οδήγησαν στην Αντιόχεια. Ο
διάβολος όμως μεταμορφώθηκε σε γέροντα και παρουσιάστηκε μπροστά στον ασεβή
Σεβήρο και του είπε:

– Αλοίμονο βασιλιά. Είμαι ο βασιλιάς των Σκυθών και στην πατρίδα μου εμφανίστηκε
ένας μάγος που τον λένε Χαράλαμπο και μου πήρε όλους τους στρατιώτες μου. Για τον
λόγο αυτό ήρθα να σου το πω για να προσέξεις και να μην πάθεις και εσύ τα ίδια που
έπαθα και εγώ".

Ο Σεβήρος ακούγοντάς τον, διέταξε να μεταφέρουν τον Άγιο μπροστά του. Πράγματι
μόλις τον έφεραν μπροστά του διέταξε να του καρφώσουν μία σούβλα στο στήθος και
αφού ανάψουν φωτιά να τον κάψουν μέχρι να ξεψυχήσει. Όλα έγιναν σύμφωνα με την
εντολή του Σεβήρου και ο Άγιος ενώ τον είχαν βάλει μέσα στη φωτιά δεν έπαθε τίποτα
αφού έσβηνε και αφού αυτοί που προσπαθούσαν να την ξανανάψουν έπεφταν κάτω
από την κούραση

Ο δαιμονισμένος
Ο Σεβήρος βλέποντας όλα αυτά που διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια του, διέταξε
τους στρατιώτες να τον απελευθερώσουν από τα μαρτυρικά δεσμά και τον κάλεσε να
έρθει να καθίσει δίπλα του. Ο Άγιος απελευθερώθηκε και κάθισε δίπλα στον Σεβήρο ο
οποίος με απολογητικό ύφος του είπε:

5/16
– "Μη μου κρατήσεις κακία, γιατί ο βασιλιάς των Σκυθών με παραπλάνησε και με
εξώθησε για όλα όσα έπαθες. Έτσι να μην με χρεώσεις και σε παρακαλώ σε ότι σε
ρωτήσω να μου απαντήσεις. Και πρώτα από όλα πόσων χρονών είσαι γέροντα;"

– "Εκατόν δέκα τριών ετών".

– "Μα τόσα πολλά χρόνια ζωής που έφτασες δεν έχεις ακόμα αποκτήσει τη σοφία ώστε
να καταλαβαίνεις ότι υπάρχουν μόνο οι αθάνατοι προγονικοί μας θεοί και πιστεύεις
στον Χριστό, έναν άγνωστο σε όλους μας;"

– "Ο λόγος που πιστεύω στον έναν και μοναδικό Θεό είναι γιατί έχω τόσα πολλά χρόνια
διανύσει και δεν έχω αντικρίσει άλλον Παντοδύναμο και Ευσπλαχνικό Θεό εκτός από
Εκείνον".

– "Είναι αλήθεια αυτό που με πληροφόρησαν οι άνθρωποί μου, ότι ανασταίνεις ακόμα
και νεκρούς;"

– "Βασιλιά αυτό μόνο ο Δεσπότης Χριστός μπορεί να το κάνει και όχι ένας
οποιοσδήποτε άνθρωπος".

Ο Σεβήρος διέταξε εκείνη τη στιγμή να φέρουν μέσα ένα δυστυχισμένο άνθρωπο που
εδώ και τριάντα έξη χρόνια βασανιζόταν από ένα δαιμόνιο που είχε φυτέψει μέσα σου ο
διάβολος. Μόλις μπήκε στην αίθουσα και πλησίασε προς τον Άγιο ο δαίμονας που
βρισκόταν μέσα του άρχισε να καίγεται και ο άνθρωπος να χτυπιέται στο έδαφος
φωνάζοντας:

– "Άνθρωπε του Θεού μη με βασανίσεις άλλο αλλά πες μόνο ένα σου λόογο και θα βγω
και αν θέλεις θα σου πω τον τρόπο και την αιτία για την οποία μπήκα σε αυτόν τον
άνθρωπο".

– "Μίλα λοιπόν ακάθαρτο πνεύμα και πες μου".

– "Αυτός ο άνθρωπος που στέκεται τώρα μπροστά σου είχε κλέψει τα πράγματα ενός
γείτονά του και σκότωσε τον κληρονόμο του. Έτσι τον συνάντησα την στιγμή που
βρισκόταν σε κατάσταση ανομίας και μπήκα μέσα του και τον βασανίζω εδώ και
τριάντα έξη χρόνια ασταμάτητα".

Τότε ο Άγιος επιτίμησε το ακάθαρτο πνεύμα και εκείνο αμέσως βγήκε έξω από τον
άνθρωπο. Ο Σεβήρος θαύμασε αναγνωρίζοντας το Μεγαλείο του Θεού των Χριστιανών
και διέταξε να αφεθεί ελεύθερος ο Άγιος Χαράλαμπος, ο οποίος επέστρεψε στο σπίτι
του.

ΜΕΡΟΣ Β'

Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ

Τον καίνε με λαμπάδες


6/16
Μετά όμως από τρεις μέρες πέθανε κάποιος νέος που ήταν γνωστός του βασιλιά. Τότε ο
Σεβήρος κάλεσε τον Άγιο και του είπε να αναστήσει τον νεκρό. Ο Άγιος προσευχήθηκε
προς τον Κύριο λέγοντας:

– "Κύριε Ιησού Χριστέ, εσύ που αναστήσες τον Λάζαρο, άκουσε και τον δούλο σου και
ανάστησε τον άνθρωπο αυτόν, για να δοξάζεται το Πανάγιο όνομά σου εις τους αιώνες
των αιώνων και για να πιστέψουν αυτοί που βλέπουν, ότι Εσύ είσαι ο μόνος και
Αληθινός Θεός, που κάνει θαύματα.

Αφού τελείωσε την προσευχή του ο Άγιος, ακούστηκε από τον ουρανό μια δυνατή αλλά
γλυκιά φωνή που έλεγε:

– "Χαράλαμπε, ευλογημένος είσαι, εγώ ο Θεός σου, είμαι κοντά σου και ότι ζητήσεις θα
γίνεται".

Αμέσως μετά ο Άγιος κάνοντας το σημείο του Σταυρού, σφράγισε τον νεκρό λέγοντας:

– "Εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού επάνω".

Μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων των παρευρισκομένων, ο νεκρός νέος σηκώθηκε
όρθιος στα πόδια του. Αναστήθηκε λοιπόν δοξάζοντας τον Θεό και τον Άγιο. Όμως ο
έπαρχος που ονομαζόταν Κρίσπος παρότρυνε τον βασιλιά του να θανατώσει τον Άγιο
γιατί όπως καταλάβαινε ο ίδιος, χρησιμοποιούσε την μαγική τέχνη για να κάνει
θαυμαστά πράγματα. Έτσι ο Σεβήρος ακούγοντας τον Κρίσπο άλλξε αμέσως διάθεση
απέναντι στον Άγιο και τον κάλεσε να θυσιάσει στα είδωλα, αλλιώς θα αναγκαζόταν να
τον βασανίσει.

– "Βασιλιά όσο πιο πολύ με βασανίσεις τόσο πιο πολύ θα ευφραίνεται η ψυχή μου".

Μόλις άκουσε αυτά τα λόγια ο τύραννος, πλημμύρισε από άγριο εγωϊσμό και κακία.
Διέταξε αμέσως να συντρίψουν με πέτρες το σαγόνι του και να του κάψουν την γενειάδα
και το σώμα με αναμμένες λαμπάδες. Πράγματι ένα στρατιωτικό απόσπασμα τον
οδήγησε στη φυλακή όπου εκεί γύμνωσαν το σώμα του και άρχισαν να καίνε το σώμα
του με τις αναμμένες λαμπάδες. Και όπως εκείνος σφάδαζε από τους πόνους, οι
βασανιστές ειδωλολάτρες έκαιγαν το σώμα του με τις αναμμένες λαμπάδες κρατώντας
τες με σατανική επιμονή. Πονούσε, υπέφερε, συγκλονιζόταν ο Άγιος από φρικτούς
πόνους, αλλά με την δύναμη του Σωτήρα Χριστού, άντεχε. Πάλευε, δεν άφηνε να τον
κυριέψει ο τρόμος και η απελπισία.

– "Μετά το μαρτύριο ο θάνατος. Και με τον μαρτυρικό υπέρ του Χριστού θάνατο
ανατέλλει η αιώνια ζωή και το ανεκτίμητο στεφάνι της νίκης", ψιθύριζε ο Μάρτυρας. Η
φωτιά ξαφνικά σαν να σκεφτόταν άλλαξε πορεία και κατάκαψε τους δήμιους.
Μαθαίνοντας λοιπόν ο τύραννος, ότι το βασανιστήριο δεν είχε το αποτέλεσμα που
ήθελε άρχισε να ρωτάει τους άρχοντες σχετικά με το ποιος είναι ο Χριστός που κάνει
τόσο θαυμαστά και εκπληκτικά πράγματα. Την απάντηση την πήρε από τον βλάσφημο
Κρίσπο.

7/16
– "Είναι κάποιος που γεννήθηκε από την αμαρτία μιας γυναίκας που ονομαζόταν
Μαρία".

Ο Αρίσταρχος όμως ακούγοντας τον έπαρχο να βλασφημεί του είπε να μην βλασφημεί
αφού δεν γνωρίζει τέτοιου είδους μυστήρια. Ο βασιλιάς θύμωσε και οργισμένος πήρε
ένα τόξο και μια φαρέτρα με βέλη και βγήκε έξω και άρχισε να πετά βέλη προς τον
ουρανό φωνάζοντας:

– "Χριστέ κατέβα στη γη τώρα να πολεμήσουμε γιατί αλλιώς θα ανέβω εγώ για να Σε
βρω και να διαλύσω το στερέωμα και να σβήσω τον ήλιο".

Ακολούθησε ένας πολύ μεγάλος σεισμός που έδειξε την οργή του Κυρίου και στην
συνέχεια ο Σεβήρος και ο Κρίσπος σαν να ήταν κρεμασμένοι στον αέρα αιωρούνταν. Ο
Σεβήρος τρομαγμένος απευθύνθηκε προς Άγιο λέγοντάς του:

– "Κύριέ μου Χαράλαμπε. Είναι δικαιοσύνη αυτό που μου συμβαίνει. Σε παρακαλώ
προσευχήσου προς τον Χριστό να με λυτρώσει από αυτή την τιμωρία και εγώ
υπόσχομαι ότι θα στείλω μια επιστολή σε όλες τις πόλεις για να τον δοξάζουν και
επίσημα".

Εκείνη τη στιγμή ήρθε και η κόρη του βασιλιά που ονομαζόταν Γαλήνη και
απευθυνόμενη προς τον πατέρα της τον παρότρυνε να πιστέψει στον Κύριο που είναι
οικτίρμων και Πανάγαθος όπως του ανέφερε για να σταματήσει έτσι και η τιμωρία του.
Απευθυνόμενη έπειτα προς τον Άγιο τον παρακάλεσε να προσευχηθεί προς τον Κύριο
να λυτρώσει τους τιμωρημένους. Ο Άγιος προσευχήθηκε και αμέσως κατέβηκαν και
πάτησαν τα πόδια τους στη γη οι δύο άρχοντες. Στην συνέχεια αναχώρησαν για το
παλάτι όπου ήθελαν να μείνουν κάποιες μέρες για να τους φύγει ο τρόμος και ο φόβος
που βίωσαν.

Η Θαρραλέα Γαλήνη
Η αφορμή για να συναντηθεί η κόρη του Σεβήρου η Γαλήνη με τον Άγιο Χαράλαμπο
ήταν ένα όραμα που είχε δει και που την είχε συγκλονίσει. Πιο συγκεκριμένα η Γαλήνη
είδε ότι είχε βρεθεί σε ένα πανέμορφο περιβόλι που είχε πολλά δέντρα και φυτά που
ευωδίαζαν καθώς και μια πηγή. Εκεί κοντά λοιπόν είδε τον πατέρα της μαζί με τον
Κρίσπο, τους οποίους όμως ο φύλακας του κήπου τους έδιωχνε με ένα πύρινο ραβδί
ενώ την Γαλήνη την σήκωσε και την τοποθέτησε σε μια τιμητική θέση λέγοντάς της:

– "Το περιβόλι είναι ο παράδεισος και επειδή πίστεψες ήσουν εκεί μέσα. Το πατέρα σου
και τον έπαρχο τους έδιωξε ο Κύριος γιατί θα αποστατήσουν ξανά και θα εκπέσουν".

Δεν είχε περάσει ένας μήνας και ο Σεβήρος κάλεσε τον Άγιο στο παλάτι του με σκοπό να
του υπενθυμίσει να θυσιάσει στα είδωλα. Η επιμονή του Αγίου να μην θυσιάσει είχε σαν
αποτέλεσμα να του περάσουν χαλινάρι στο στόμα όπως κάνουν στα άλογα και να τον
διαπομπεύουν από πόλη σε πόλη. Η Γαλήνη βλέποντας όλα αυτά παρακάλεσε τον

8/16
πατέρα της να σταματήσει τη θηριωδία αυτή και σαν απάντηση ο Σεβήρος την διέταξε
να θυσιάσει στα είδωλα. Η Γαλήνη για να εμπαίξει τα είδωλα αποκρίθηκε ότι θα τα
προσκυνήσει και ξεκίνησε για τον ναό του Δία και του Απόλλωνα.

– "Πολύ καλά για να προσκυνήσω και εγώ τον Επουράνιο Θεό".

Η καρδιά του Σεβήρου φτερούγησε στην απάντηση της κόρης του. Νόμιζε ο άμυαλος
ότι η Γαλήνη θα προσκυνήσει τα είδωλα.

Με στρατιωτική συνοδεία και τιμές οδηγήθηκε στο ναό αφού ο Σεβήρος νόμισε ότι
αλλαξοπίστησε η κόρη του. Η Γαλήνη όμως προσευχήθηκε στον Πανάγαθο Θεό:

– "Κύριε, ο Θεός ο ουράνιος, ο δημιουργός και κτίστης όλης της πλάσης, άκουσε και εμέ
τη δούλη σου και δώσε μου την άδεια να γκρεμίσω αυτά τα είδωλα".

Φτάνοντας εκεί αντίκρισε τους ιερείς και τους είπε:

– "Παρακαλέστε τους θεούς να δεχτούν την προσευχή μου γιατί τους έχω βλασφημίσει".

Οι ιερείς, για χάρη, όπως είπαν, του πατέρα της, παρακάλεσαν τους θεούς τους και η
Γαλήνη πήρε το άγαλμα του Δία και είπε:

– "Αφού είσαι θεός πως και δεν ξέρεις πώς σκέφτομαι;"

Αμέσως γκρέμισε τα αγάλματα του Δία και του Απόλλωνα και οι ιερείς σαστισμένοι
έτρεξαν να πουν το νέο στο πατέρα της με την αγωνία ότι τώρα πια θα χανόταν ο
κόσμος που η κόρη του κατέστρεψε τα αγάλματα των θεών. Ο Σεβήρος τους διέταξε να
βρουν γρήγορα πενήντα μαστόρους για να αποκατασταθεί η ζημιά μέχρι το ξημέρωμα
της άλλης μέρας. Το σχέδιο του ήταν να προσπαθήσει να παραπλανήσει την κόρη του
την επόμενη μέρα όταν την κάλεσε να δει το θαύμα της ανάστασης των θεών του. Η
Γαλήνη βλέποντας τα αγάλματα και καταλαβαίνοντας το τι είχε συμβεί διέταξε τα
αγάλματα να καταποντιστούν και αυτά με μιας γκρεμίστηκαν. Ο Σεβήρος οργίστηκε για
άλλη μια φορά ενώ η Γαλήνη του εξηγούσε για την πλάνη στην οποία είχε πέσει πολύ
καιρό πριν.

Η Χήρα
Για να εξευτελίσει τον Άγιο νόμιζε ο δυστυχής Σεβήρος ότι το επόμεν σχέδιό του θα
ήταν το πιο πετυχημένο από όλα. Διέταξε να κλείσουν τον Άγιο στο σπίτι μιας γυναίκας
που είχε πεθάνει ο άντρας της και που η φήμη που υπήρχε για αυτήν στην περιοχή, δεν
ήταν και η καλύτερη. Η χήρα βέβαια αντικρίζοντας το επόμενο περιστατικό κατάλαβε
γρήγορα την Αγιότητα του. Πιο συγκεκριμένα όταν ο Άγιος ακούμπησε σε ένα ξύλινο
δοκάρι εκείνο βλάστησε και έκανε τόσα πολλά κλαδιά και άνθη που γέμισε όλο το σπίτι.

– "Φύγε από το σπίτι μου αφού ξέρω ότι δεν είμαι άξια να μένω κοντά σου", του είπε.

Ο Άγιος την καθησύχασε και το νέο μαθεύτηκα παντού. Έτσι το κατάμεσο από
λουλούδια σπίτι γέμισε και με κόσμο που διψούσε να ακούσει την διδασκαλία του
9/16
Αγίου. Αυτό το γεγονός όταν το έμαθε όμως ο Σεβήρος οργίστηκε και διέταξε για να μην
κάνει άλλα θαύματα και πιστέψει και άλλος κόσμος στον Χριστό, να τον αποκεφαλίσουν.

Το Τέλος του Αγίου


Τον πήρανε τότε τον Άγιο οι δήμιοι και τονοδήγησαν στον τόπο της τελείωσης. Ο
κόσμος έφθασε ως τον τόπο, όπου επρόκειτο ν' αποκεφαλιστεί ο Άγιος. Εκεί ο Μάρτυρας
του Χριστού ζήτησε από τον δήμιο να σεβαστεί την τελευταία του επιθυμία και να του
δώσει τη άδεια να προσευχηθεί. Η άδεια του δόθηκε. Και αμέσως σε μια ατμόσφαιρα
νεκρικής σιγής, ενώ όλοι τον ακούγανε με κατανηκτική συγκίνηση, ο Άγιος
προσευχήθηκε ως εξής:

– "Κύριε, Θεέ μου, Παντοκράτορα, Σ' ευχαριστώ. Σε όλα και με όλα με βοήθησες.
Ντρόπιασες τον εχθρό μου τον διάβολο και τους υπηρέτες του. Τώρα, Πανάγαθε Θεέ,
που ήρθε η στιγμή του τέλους της επίγειας ζωής μου, σε παρακαλώ βοήθησέ με. Δέξου
ειρηνικά το πνεύμα μου. Κατάταξέ με στους ευτελέστερους δούλους σου. Σε παρακαλώ
ακόμη Θεέ μου, να βοηθήσεις τους χριστιανούς και να τους απαλλάξεις από τους
σκανδαλισμούς του διαβόλου. Πολυεύσπλαχνε Κύριε, δώσε την Χάρη Σου στο σώμα
μου, να διώχνει του δαίμονες, όπου βρεθεί μέρος από το λείψανό μου. Δώσε την Χάρη
Σου, Κύριε, ώστε να μην συμβεί ποτέ πείνα, καταστροφή από χαλάζι, και από ότι άλλο
κακό, εκεί όπου θα υπάρχει έστω κι' ένα μικρό μέρος από το λείψανο μου. Φύλαγε,
Κύριε, από κάθε κακό, σώους, γέρους κι ανέγγιχτους από κάθε κακό εκείνους που
γιορτάζουν την μνήμη του Μαρτυρίου μου. Έτσι θα δοξάζεται το όνομά Σου το
ευλογημένο".

Και ενώ έτσι τελείωσε την προσευχή του ο Άγιος, ήρθε φωνή από τον Ουρανό σαν
απάντηση, που έλεγε:

– "Όλα όσα μου ζήτησες τα εκπληρώνω, για να χαρείς. Σου λέγω όμως και κάτι
παραπάνω. Εάν κάποιος με ζητήσει σε βοήθειά του στην προσευχή του και θυμηθεί το
όνομά σου, αμέσως, πολύ γρήγορα θα έχει την βοήθειά μου. Έλα, λοιπόν, σε περιμένω.
Έλα να χαρείς τώρα την μεγάλη κι' ασύγκριτη χαρά, που σου ετοίμασα. Πάλεψες,
υπέφερες, αγωνίστηκες και νίκησες. Το στεφάνι της νίκης, που σε προσμένει είναι
βαρύτιμο".

Μόλις άκουσε αυτά ο Άγιος πλημμύρισε από χαρά κι ευτυχία. Με μάτια, που
αστράφτανε από λάμψη ουράνια, κοίταξε τον δήμιο με καλοσύνη και του είπε:

– "Κάνε, παιδί μου, εκείνο που σε προστάξανε".

Πριν προλάβει ο δήμιος να του κόψει το κεφάλι, ο Άγιος παρέδωσε το πνεύμα του και ο
δήμιος με ανάμικτα αισθήματα, πλησίασε ευλαβικά τον Άγιο κι έπειτα τρέμοντας, τον
αποκεφάλισε. Έτσι εξετέλεσε μια διαταγή, στην οποία ο ίδιος δεν συμφωνούσε.

ΜΕΡΟΣ Γ'

10/16
Ο ΙΕΡΕΥΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΟΣΥΝΗ
Η καταστρεπτική φλόγα του φθόνου περιστοιχίζει τους ιερομένους, υψώνεται από
παντού, έρχεται ακριβώς επάνω τους και εξετάζει εξονυχιστικά το βίο τους,
περισσότερο από την φωτιά που τριγύριζε τότε τα σώματα των τριών παίδων. Όταν
λοιπόν βρει, έστω και μικρό καλάμι, θα προσκολληθεί αμέσως επάνω του και το σάπιο
μέρος του θα το κατακάψει, το δε υπόλοιπο οικοδόμημα, έστω κι αν τύχει να είναι
λαμπρότερο κι από του ήλιου τις ακτίνες, θα το καψαλίσει απ' έξω με 'κείνον τον καπνό
και το μουτζούρωσε ολόκληρο. Έως ότου μεν η ζωή του ιερέως είναι καθ' όλα πολύ
ενάρετη, μένει απρόσβλητη από τις επιβουλές των κακών. Εάν δε τύχει να παραβλέψει
κάτι μικρό, όπως εύλογο είναι, αφού άνθρωπος είναι κι αυτός και περνά το
φουτρουνιασμένο πέλαγος της ζωής αυτής, όσο μεγάλα και καλά κι αν είναι τ' άλλα του
έργα, κανένα όφελος δε θα 'χει απ' αυτά, ώστε να μπορέσει να σωθεί από τα στόματα
των κατηγόρων του, αλλά θα τα σκιάσει το μικρό αυτό αμάρτημα του. Και όχι σα να έχει
σάρκα και σα να είναι απλός άνθρωπος κι ο ιερεύς, αλλά σα να ήταν άγγελος, χωρίς
καμιά ανθρώπινη αδυναμία, θέλουν όλοι να τον καταδικάσουν.

Όταν παρακαλεί το Άγιο Πνεύμα ο ιερεύς και κάνει την τόσο φρικτή θυσία και αδιάκοπα
αγγίζει τον Κύριο των όλων, ποια θέση του δίνουμε, πες μου, και πόση ψυχική αγνότητα
θα απαιτήσουμε απ' αυτόν και πόση ευλάβεια;

Κατάλαβε λοιπόν πως πρέπει να είναι αυτά τα χέρια, που εκτελούν τέτοιες υπηρεσίες,
ποια πρέπει να είναι αυτή η γλώσσα, που τέτοια άγια λόγια βγάζει από το στόμα, αυτή
δε η ψυχή που υποδέχτηκε τόση Χάρη του Αγίου Πνεύματος, πόσο πιο καθαρή και πιο
άγια από το κάθε τι πρέπει να είναι. Εκείνες τις στιγμές και άγγελοι έχουν σταθεί κοντά
στον ιερέα και όλο το τάγμα των ουρανίων δυνάμεων φωνάζει και όλος ο χώρος, γύρω
από το θυσιαστήριο γεμίζει, για τιμή του Θείου Αμνού, που θυσιάστηκε για χάρη μας.

Μεγάλη είναι η αξία των ιερέων, γιατί συ φροντίζεις για τα δικά σου, κι αν τα
τακτοποίησες καλά, κανείς δεν θα σε κατηγορήσει για τα ξένα. Όμως, ο ιερεύς, αν την
μεν δική του ζωή καλά κυβερνήσει, για την δική σου όμως, δηλαδή για όλους τους γύρω
του, δε φροντίσει με προσοχή, πηγαίνει στην κόλαση με όλους τους κακούς. Και πολλές
φορές, ενώ δεν προδόθηκε από τη δική του ζωή, χάνεται, αν δεν κάνει τέλεια όλα τα
καθήκοντά του. Γνωρίζοντας λοιπόν πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος, πρέπει να
προσφέρετε σ' αυτούς πολλή συμπάθεια. Αυτό εννοεί κι ο Παύλος, λέγοντας πως
"αγρυπνούν για τις ψυχές μας. Κι όχι απλώς αγρυπνούν, αλλά και, ως υπεύθυνοι, θα
δώσουν λόγο στο Θεό" (Εβρ. 13, 17).

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά όλα, και το Θεό να φοβούμαστε, και τους ιερείς Του να
σεβόμαστε, προσφέροντας σ' αυτούς, ανάλογα με την αξία τους κάθε τιμή.

Η ψυχή του ιερέως καθόλου δε διαφέρει από πλοίο, που το δέρνει η τρικυμία. Από
παντού στιγματίζεται και κατακρίνεται βαριά, από φίλους, από δικούς του, από
εχθρούς, από ξένους.

Τίποτε άλλο δεν παροργίζει τόσο το Θεό, όσο οι ανάξιοι ιερείς.


11/16
Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα τα ενεργούν όλα, ο δε ιερεύς δανείζει τη γλώσσα
του και δίνει το χέρι του, για την τέλεση των Μυστηρίων.

Το χέρι του Επισκόπου είναι τοποθετημένο πάνω στον άνθρωπο, όλα όμως τα κάνει ο
Θεός και το χέρι του Θεού είναι που ακουμπά στο κεφάλι του χειροτονουμένου, αν
χειροτονείται όπως πρέπει.

Και διαμέσου αναξίων συνηθίζει να ενεργεί ο Θεός και διόλου δεν βλάπτεται η Χάρη
των Μυστηρίων από τη ζωή του ιερέως.

Αυτή η εξουσία, η ιεροσύνη, είναι τόσο ανώτερη από την πολιτική, για σύγκριση, όσο ο
ουρανός από τη γη κι ακόμη πολύ περισσότερο.

Όλους τους κληρικούς δεν του χειροτονεί ο Θεός, διαμέσου όλων, όμως, Αυτός ενεργεί.

Άλλη είναι η εξουσία της βασιλείας κι άλλη η εξουσία της ιεροσύνης, αλλ' αυτή είναι
μεγαλύτερη από εκείνη. Γιατί δε φανερώνεται ο βασιλιάς απ' όσα φαίνονται, ούτε
πρέπει να κρίνεται από τα πολύτιμα πετράδια που φέρνει πάνω του κι από τα
χρυσαφικά του φορεί. Αυτός έτυχε να διοικεί τα πράγματα της γης, της ιεροσύνης όμως
το αξίωμα έχει οριστεί από τον ουρανό. Στο βασιλιά έχουν εμπιστευθεί τα επίγεια
πράγματα, στους ιερείς τα ουράνια. Μη λοιπόν κατηγορήσεις την ιεροσύνη, όταν δεις
ιερέα ανάξιο. Δεν πρέπει να κατηγορήσεις το θεσμό, αλλ' αυτόν που έχει κάνει κακή
κρίση του καλού. Επειδή και ο Ιούδας προδότης έγινε, αλλά δεν είναι αυτό κατηγορία
της αποστολής του, αλλά της κακής διαθέσεώς του.

Της ιεροσύνης ο θρόνος έχει στηθεί στα ουράνια και αυτά της έχουν επιτρέψει να
διαχειρίζεται. Ποιος τα λέει αυτά; ο ίδιος ο ουράνιος Βασιλιάς. Γιατί λέει "όσα δε θα
συγχωρέσετε κάτω στη γη, δεν θα είναι συγχωρεμένα στους ουρανούς και όσα
συγχωρέσετε στη γη θα είναι συγχωρεμένα στους ουρανούς" (Ιωάν. 20, 22-23). Ποιο θα
γίνει άρα ίσο μ' αυτήν την τιμή;

Επειδή ο κριτής κάθεται στη γη, ο Δεσπότης ακολουθεί το δούλο και όσα αυτός κάτω
αποφασίσει, τα επικυρώνει Εκείνος επάνω. Ανάμεσα στο Θεό και την ανθρώπινη φύση
έχει σταθεί ο ιερεύς, κατεβάζοντας σε μας τις ευλογίες κι ανεβάζοντας εκεί πάνω τις
θερμές μας παρακλήσεις. Όταν Εκείνος οργίζεται, Τον συμφιλιώνει με την κοινή
ανθρώπινη φύση και μας αρπάζει από τα χέρια Του, όταν παραβαίνουμε τις εντολές
Του. Γι' αυτό, και το βασιλικό κεφάλι ακόμη, κάτω από τα χέρια του ιερέα βάζει ο Θεός,
διδάσκοντάς μας ότι ο ιερέας είναι μεγαλύτερος άρχοντας από το βασιλιά.

ΜΕΡΟΣ Δ'

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Διδάγματα για όλους μας

12/16
Η μεγαλειώδης πορεία και το μαρτυρικό τέλος του Αγίου Χαραλάμπους έδωσαν
απαντήσεις και δίνουν ακόμα σε όλους τους ανθρώπους. Για παράδειγμα μας έδειξε ότι
κάθε άνθρωπος έχει την δική του προσωπικότητα και τον δικό του χαρακτήρα και οι
Άγιοι δεν αποτελούν εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα. Οι Άγιοι άλλωστε, είναι και αυτοί
άνθρωποι σαν όλους τους άλλους. Επομένως και ο δρόμος προς την θέωση μπορεί να
είναι και ο ίδιος και οι εμπειρίες μπορεί να είναι παρόμοιες ή και ίδιες. Ωστόσο όμως ο
κάθε άνθρωπος εκφράζει την δική του προσωπική εμπειρία με το μοναδικό προσωπικό
του λόγο. Έτσι όπως βλέπουμε το Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μοιάζει με κήπο,
που είναι γεμάτος με λουλούδια. Κάθε ένα από αυτά τα λουλούδια είναι μοναδικό και
αναδίδει την δική του μοναδική ευωδία. Ο χαρακτήρας του ανθρώπου δεν αλλάζει πολύ
εύκολα. Μπορεί όμως πολύ εύκολα να διαφοροποιηθεί ή και να αλλοιωθεί εντελώς από
τη δύναμη της Χάρης του Θεού. Όταν η άκτιστη θεία Χάρη έλθει μέσα στην ανθρώπινη
ύπαρξη, την αγιάζει και την ανακαινίζει.

Οι φυσικές αρετές δεν κατηγορούνται, αλλά και δεν επαινούνται από τους Πατέρες της
Εκκλησίας, επειδή από μόνες τους δεν είναι ούτε καλές ούτε κακές. Για παράδειγμα η
φυσική αγάπη των γονέων προς τα παιδιά, την οποία έχουν και αυτά τα άλογα ζώα, δεν
κατηγορείται, αλλά και δεν επαινείται. Υπάρχει, όμως, η δυνατότητα να μεταβληθεί, με
την Χάρη του Θεού, σε ανιδιοτελή αγάπη, όπως μπορεί να εξελιχθεί, χωρίς την θεία
Χάρη, σε εμπαθή αγάπη. Η εμπαθής αγάπη δεν είναι αληθινή, αλλά ψεύτικη, επειδή είναι
συνδεδεμένη με τα πάθη, ήτοι με την φιλαυτία, την φιλαργυρία, την φιληδονία, την
κενοδοξία κ.λ.π. Γι' αυτό και συναντάμε το τραγικό φαινόμενο της έχθρας μεταξύ
γονέων και παιδιών ή μεταξύ αδελφών, η οποία έχθρα οδηγεί, κάποιες φορές, και στο
έγκλημα. Και δεν φταίει γι' αυτό "η κακιά η ώρα", όπως έχουμε συνηθίσει να λέμε, αλλά
η εμπαθής αγάπη. Οι Άγιοι με την άσκηση, την θεία Λατρεία και την αδιάλειπτη
προσευχή καθάρισαν την καρδιά τους από τα πάθη και απέκτησαν την άκτιστη θεία
Χάρη, καρπός της οποίας είναι και η ανιδιοτελής αγάπη, η οποία αγκαλιάζει και τους
εχθρούς.

Η παραμονή στην Εκκλησία δια της μετανοίας, της ταπεινώσεως και της υπακοής στους
εκκλησιαστικούς θεσμούς, αναγεννά, αγιάζει και σώζει τελικά τον άνθρωπο.

Ο ησυχαστικός τρόπος ζωής οδηγεί στην εύρεση νοήματος ζωής και στην πνευματική
ωρίμανση. Ανάλογα με τον τόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει κανείς τα διάφορα
προβλήματα που αναφύονται καθημερινά, ιδιαίτερα τα μεγάλα και πιεστικά, φανερώνει
την εσωτερική του κατάσταση, τον τρόπο που σκέπτεται, καθώς και το μέγεθος της
πνευματικής του ηλικίας, η οποία δεν συμβαδίζει πάντοτε με την βιολογική. Ο
ησυχαστικός τρόπος ζωής που βιώνεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία βοηθά στην
απόκτηση εσωτερικής ειρήνης και πνευματικής ωριμότητας και καρά συνέπεια στην
σωστή αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων, ιδιαίτερα των μεγάλων και
πιεστικών.

Τα πάθη για τον Άγιο Χαράλαμπο υποδουλώνουν τον άνθρωπο και τον κάνουν άχρηστο.
Μπορεί να τα νικήσει και να απαλλαγή από την τυραννία τους με την ειλικρινή
μετάνοια, η οποία αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της πνευματικής ζωής και ΄είναι

13/16
ανανέωση του βαπτίσματος και συμφωνία με τον θεό για μια νέα ζωή, καθώς και με την
βίωση του όλου τρόπου ζωής που προσφέρει η Εκκλησία. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι με
το πέρασμα του χρόνου οι δυνάμεις του ανθρώπου αρχίζουν σταδιακά να τον
εγκαταλείπουν και τότε τα πάθη, εάν δεν έχουν προηγουμένως νικηθεί, κατεξουσιάζουν
την θέλησή του με αποτέλεσμα να διασύρεται και να εξευτελίζεται. Μάλιστα, κάποιες
φορές συμβαίνει να πέφτει κανείς τόσο χαμηλά, σε σημείο που να καταντά θλιβερό
θέαμα και να προκαλεί πόνο και θλίψη ή και σκανδαλισμό, εάν πρόκειται για πρόσωπο,
το οποίο λόγω θέσεως, θα έπρεπε να αποτελεί πρότυπο στην κοινωνία. Από την άλλη η
ελευθερία είναι κυρίως εσωτερικό γεγονός, που το βιώνει κανείς στην προσωπική του
ύπαρξη ανεξάρτητα από τις εξωτερικές συνθήκες. Οι Άγιοι μέσα στη φυλακή ήταν
αληθινά ελεύθεροι. Όταν ο άνθρωπος δεν είναι καθαρός από τα πάθη ή τουλάχιστον
δεν αγωνίζεται να καθαρθεί από αυτά, είναι αδύνατο να είναι ελεύθερος και να χαίρεται
αληθινά την ζωή του, επειδή, συν τοις άλλοις, υπάρχει περίπτωση να υποστεί παντός
είδους εκβιασμούς. Και, ασφαλώς, δεν είναι δυνατόν να ενεργή κανείς ελεύθερα, όταν
τελεί κάτω από πίεση και βρίσκεται μέσα σε κλίμα εκβιασμού και εκφοβισμού. Γίνεται
τότε, δυστυχώς, υποχείριο όλων εκείνων, οι οποίοι, εκμεταλλευόμενοι τα πάθη και τα
λάθη του τον "έχουν στο χέρι", κατά το κοινώς λεγόμενο, και τον εκβιάζουν. Και
εξωτερικά μπορεί να φαίνεται ελεύθερος και άνετος, στην πραγματικότητα όμως είναι
δέσμιος και δούλος. Νοσηρά φαινόμενα και αρρωστημένες καταστάσεις, όπως κλοπές,
καταχρήσεις, διαπλοκές κ.λ.π., συναντά κανείς σε κάθε εποχή, και η δική μας, ασφαλώς,
δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση, αγού ζούμε σε μία κοινωνία που βρίσκεται σε
συνεχή πτώση. Στην πραγματικότητα, υγιή μέλη της κοινωνίας είναι οι Άγιοι, αλλά και
όσοι αγωνίζονται να επιτύχουν τον προσωπικό τους αγιασμό. Οι Άγιοι με τον
πνευματικό τους αγώνα νίκησαν τα πάθη τους, έφθασαν στον φωτισμό και την θέωση
και βιώνουν την προ της πτώσης κατάσταση. Απέκτησαν την τέλεια αγάπη, που
αποτελεί την θεραπεία της φιλαυτίας, η οποία είναι η γενεσιουργός αιτία της
φιλαργυρίας, της φιληδονίας, της κενοδοξίας και όλων των άλλων παθών. Επειδή στις
μέρες μας λέγονται και γράφονται πολλά, πρέπει να τονισθεί ότι η Εκκλησία, δεν είναι
ένα σωματείο "καθαρών" ανθρώπων, αλλά είναι το Θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού.
Κεφαλή της είναι ο Ίδιος ο Χριστός και μέλη της όλοι εκείνοι, κληρικοί και λαϊκοί. που
δέχθηκαν το βάπτισμα και αγωνίζονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να ζουν σύμφωνα
με το θέλημα του Θεού. Επίσης, η Εκκλησία, είναι πνευματικό θεραπευτήριο και
επομένως, είναι φυσικό να έχει και άρρωστα μέλη, τα οποία προσπαθεί να θεραπεύσει,
χωρίς όμως ποτέ να παραβιάζει την ελευθερία τους. Άλλωστε, δια τις αδυναμίες, τα
πάθη και τα λάθη του φέρει ο καθένας προσωπικά την ευθύνη και είναι υπόλογος
ενώπιον Θεού και ανθρώπων.

Η Εκκλησία δεν χρειάζεται κάθαρση, επειδή είναι καθαρή, αγία και άμωμος. Εμείς
χρειαζόμαστε κάθαρση και πνευματική αναγέννηση.

Να ευχηθούμε να αναδεικνύει ο Θεός και στις μέρες μας αληθινούς πνευματικούς


πατέρες, οι οποίοι θα βοηθούν τους ανθρώπους να αναγεννηθούν, ούτως ώστε να
αποκτήσουν την τέλεια αγάπη και από άχρηστοι δούλοι, να γίνουν εύχρηστοι και
ελεύθεροι.

14/16
Ας γίνουμε ακούραστοι εργάτες
Ο Άγιος Χαράλαμπος δεν ήταν όμως μόνο ακούραστος ιερέας. Δεν ήταν μόνο σοφός.
Ήταν και μεγάλος κοινωνικός εργάτης, σκαπανέας της έμπρακτου αγάπης προς τον
συνάνθρωπο, τον πλησίον, που είναι η εικόνα του Θεού. Άνθρωπος του πόνου και του
μόχθου, ο οποίος αγωνίστηκε για τον πνευματικό και ηθικό καταρτισμό του, καθώς και
για την βελτίωση της κοινωνίας της εποχής του, που ήταν γεμάτη αδικία, άγρια μίση,
εκμετάλλευση, συκοφαντία και πείνα. Άνθρωπος της συνεχούς εργασίας, της συνεχούς
αγωνίας για το διψασμένο ποίμνιο, άνθρωπος της θυσίας και του θριάμβου.

Η Εκκλησία όπως μας διδάσκει και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, είναι μια ομάδα
αγγέλων που θριαμβεύει και όχι χρυσοχοείο. Η Εκκλησία ζητάει ανθρώπινες ψυχές και
μόνο χάρις των ψυχών αυτών ο Θεός δέχεται και άλλα δώρα.

– "Το ποτήρι το οποίον ο Χριστός προσέφερε στους μαθητές του κατά τον Μυστικό
Δείπνο δεν ήταν από χρυσό. Εντούτοις ήταν πολύτιμο. Εάν θέλετε να τιμήσετε τον
Χριστό τιμήστε Τον, στο πρόσωπο των πτωχών. Σε τίποτε δεν ωφελεί η προσφορά
μεταξιού και πολυτίμων λίθων στο ναό, εάν αφήσετε έξω τον Χριστό να υποφέρει από
το ψύχος και την γυμνότητα. Σε τίποτε δεν ωφελεί να είναι ο ναός πλήρης χρυσών
σκευών, εάν ο Χριστός πεινά. Κατασκευάζετε χρυσά ποτήρια, αλλά δεν δίνετε ποτήρι
κρύο νερό σε αυτόν που το έχει ανάγκη. Ο Χριστός περιπλανάται, ως άστεγος, ξένος,
επαίτης, ορφανός και εσείς αντί να τον δεχτείτε κάνετε άσεμνες διακοσμήσεις".

Όλα ανήκουν στον Θεό, πλην των καλών πράξεων του ανθρώπου. Είναι το μόνο πράγμα
που ανήκει στον άνθρωπο. Το πνεύμα της ενότητας, των κοινών φροντίδων και
υποχρεώσεων, το πνεύμα της εξυπηρέτησης, οδηγεί τον άνθρωπο στον Ουρανό. Ουδείς
μπορεί να προοδεύσει στην αρετή, εάν δεν είναι εξυπηρετικός προς τους διπλανούς
του. Δεν είναι αρκετό, λέγει, να υψώνουμε τα χέρια μας προς τον Ουρανό, πρέπει να τα
τείνουμε σε αυτούς που έχουν ανάγκη και μόνο τότε θα εισακουστούμε από τον Θεό. Ο
αληθινός βωμός είναι το σώμα του συνανθρώπου. Η μοναχική ζωή, η λιτότητα και η
ολιγάρκεια, η διαρκής και αληθινή φροντίδα για τους ασθενείς, η γεμάτη ταπείνωση και
πίστη, ζωή των Άγιων, έγινε αφορμή ώστε να δημιουργηθεί γύρω τους ένα επιτελείο
από εθελοντές. Το επιτελείο αυτό αποτελούνταν από άνδρες και γυναίκες περίφημων
οικογενειών με πλούτη, μόρφωση, με σπουδαίες κοινωνικές σχέσεις, με λαμπρές θέσεις
στην κοινωνία.

Όλος αυτός ο εθελοντικός κόσμος πρέπει να τίθενται υπό την καθοδήγηση αγίων
ανθρώπων στην υπηρεσία της αγάπης, στην βοήθεια των πτωχών, των ασθενών, των
ορφανών, των γερόντων.

Ένας στρατός σωτηρίας δηλαδή, με όπλα την συμπόνια και την αγάπη, με επικεφαλής
του τον επιτελάρχη της αγάπης, Άγιο Χαράλαμπο. Τόση ήταν η ανησυχία του Αγίου για
την τύχη των πεινασμένων και δυστυχισμένων, ώστε όπου και να βρισκόταν δεν έπαυε
ούτε στιγμή να σκέπτεται και να φροντίζει για τους πεινασμένους, τους γυμνούς και να

15/16
τους στέλνει χρήματα που του έστελναν πλούσιοι, να γράφει σε πολλούς πλουσίους
επιστολές, να εμψυχώνει, την στιγμή που ο ίδιος στερούνταν από όλα και αυτού ακόμη
του ύπνου.

Η ιστορία πλέον μαρτύρησε ότι κανείς στον κόσμο δεν ήταν τόσο αφιλοκερδής και
κανείς επίσκοπος, σε καμία εποχή, δεν υπήρξε πιο πολύ ελεήμων. Συμβούλευε δε όλους
τους πλούσιους να έχουν στα σπίτια τους ένα δωμάτιο για τον Χριστό (τους ξένους),
έστω ευτελές.

Είχε μια βαθιά αντιπάθεια για την ανισότητα. Ο πλούσιος, ο οποίος δεν συγκινείται από
τα παθήματα του φτωχού, του φαινόταν ασεβής ιερόσυλος και κλέφτης του Θεού.
Κατηγορεί δριμύτατα τις σπατάλες στις εορτές, τα θέατρα και τα ιπποδρόμια. Αυτός
είναι Ιεράρχης. Η δόξα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μια πόλη, δεν θαυμάζεται από τις
οικοδομές, αλλά από τον υψηλό ποιόν των κατοίκων της. Ο Αβραάμ κατοικούσε σε μία
καλύβα. Τα Σόδομα είχαν μεγαλοπρεπείς πύργους. Εν τούτοις, οι Άγγελοι παρέκαμψαν
τα Σόδομα και ήρθαν να στεγαστούν στην καλύβα του Αβραάμ.

16/16
Άγιος Χαράλαμπος: Θαυμαστή εμφάνιση στον Άγιο
Αρσένιο και τον ψάλτη του Πρόδρομο
ekklisiaonline.gr/nea/agios-charalampos-thavmasti-emfanisi-ston-agio-arsenio-ke-ton-psalti-tou-
prodromo
8 Φεβρουαρίου
2019

ΑΓΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ: Ο Όσιος Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης στο Βίο του Αγίου
Αρσενίου του Καππαδόκου (Χατζεφεντή) διασώζει μια θαυμαστή εμφάνιση του Αγίου
Χαραλάμπους στον Άγιο Αρσένιο και τον ψάλτη του Πρόδρομο Κορτσινόγλου. «Μια
φορά στην μνήμη του Αγίου Χαραλάμπους», έλεγε ο Πρόδρομος, «πήγαμε στην Παναγιά
(στο Κάντσι) να κάνουμε ολονυκτία. Όταν φτάσαμε στους Αίνους, βγήκε και ο
Χατζεφεντής από το Ιερό, για να ψάλλουμε μαζί.

Ενώ ψάλαμε στο ίδιο αναλόγιο, βλέπω ξαφνικά έναν Ασπρομάλλη Γέρο στο απέναντι
αναλόγι, ο οποίος ήταν σκυφτός και ακουμπούσε στην πατερίτσα του, κι άρχισα να
τρέμω από ευλάβεια.

Ο Χατζεφεντής όταν με είδε, με ρώτησε.


-Μήπως κρυώνεις;

Και εγώ του είπα «όχι» και του έδειξα τον Ασπρομάλλη Γέρο που ήταν απέναντί μας. Ο
Χατζεφεντής δεν ταράχτηκε καθόλου και του μίλησε Τουρκικά.
-Ελάτε να ψάλλουμε μαζί.

Ο Ασπρομάλλης όμως δεν απάντησε, παρά μας έκανε νόημα να συνεχίσουμε μόνοι μας.

Επειδή εγώ δεν πρόσεχα πια στο βιβλίο αλλά κρυφοκοιτούσα τον Γέρο εκείνο και ο νους
μου ήταν σ’αυτόν, αυτό είχε δημιουργήσει χασμωδία και ο Ασπρομάλλης αναγκάστηκε
να φύγει.

Φεύγοντας δε, τον είδαμε να εξαφανίζεται στην μικρή λίμνη του Αγιασμού, και τα νερά
του Αγιασμού να πετιούνται μέσα στο Ναό.

Ο Χατζεφεντής είπε ότι ο Ασπρομάλλης εκείνος Γέρος ήταν ο Άγιος Χαράλαμπος.

Τελειώσαμε και την Θεία Λειτουργία και μετά πήγαμε στο χωριό και εκεί διηγήθηκα το
γεγονός.

Τότε πολλοί Φαρασιώτες έτρεξαν στο Εξωκκλήσι της Παναγίας και πήραν με ευλάβεια
από το Αγίασμα, που είχε πεταχθεί μέσα στο Ναό από το θαύμα του Αγίου».

Μετά το γεγονός αυτό ο Χατζεφεντής έμεινε έγκλειστος στο κελλί του σαράντα ημέρες
και έλεγε ότι δεν είχε διάθεση, και οι χωριανοί νόμιζαν ότι ήταν αδιάθετος.

Άλλοι δε έλεγαν ότι θα φοβήθηκε από το γεγονός αυτό.

1/2
Δες επίσης

2/2

You might also like