Professional Documents
Culture Documents
μυστήρια
μυστήρια
ΤΑ Μ ΥΣ Τ Η Ρ Ι Α ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ
ΑΝΑΤΟΛΗΣ
Ο «Θνήσκων Θεός»
© www.b00k.gr
- Τα κείμενα του βιβλίου παρέχονται μόνο για την ανάγνωσή του και για
καμία άλλη χρήση.
- Τμήματα διαφορετικού χρώματος οριοθετούν επιλεγμένα σημεία του
κειμένου και παρου-σιάζονται σε αυτή τη μορφή μόνο στον δικτυακό
χώρο, όχι στο έντυπο βιβλίο. Φυσικά η ανάγνωσή τους, όσο ουσιαστική
κι αν είναι, δεν υποκαθιστά την αίσθηση που αφήνει η ανάγνωση όλου
του βιβλίου.
Περιεχόμενα
Κεφάλαιο πρώτο
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΜYΣΤΗΡΙΑ
Κεφάλαιο δεύτερο
Ο «ΘΝΗΣΚΩΝ ΘΕΟΣ» ΣΤΗ ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑ
1. Η Γέννηση
2. Ταμμούζ ή Θαμμούζ ή Ντουμμουζί
3. Η Κάθοδος της Ισταρ στον Κάτω Κόσμο
Κεφάλαιο τρίτο
Ο «ΘΝΗΣΚΩΝ ΘΕΟΣ» ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ
Ο Όσιρης
Κεφάλαιο τέταρτο
ΑΛΛΟΙ «ΘΝΗΣΚΟΝΤΕΣ ΘΕΟΙ»
1. Τα πρόσωπα
2. Ο Βάαλ
3. Ο Τελεπινούς
4. Ο Άδωνης
Κεφάλαιο πέμπτο
ΚΥΒΕΛΗ: ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ
Κεφάλαιο έκτο
Η ΜΥΗΣΗ
1. Μύηση και μυστήρια
2. Η μύηση και ο «νουνός»
3. Άλλες μαγικές τελετουργίες που συνδέονται τελικά με τη
μύηση
4. Ο Πυθαγόρας και η μύηση
5. Ο δεύτερος βαθμός της μύησης
6. Ο τρίτος βαθμός της μύησης
7. Ο τέταρτος βαθμός της μύησης (επιφάνεια)
8. Η κάθαρση
9. Η εξομολόγηση
10. Η έκσταση
Κεφάλαιο πρώτο
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
4. Η τροφοπαραγωγή
Η ζωή του ανθρώπου, του μοναδικού λογικού όντος πάνω στη γη
αλλάζει δραματικά κατά την 8η π.Χ. χιλιετία. Για δυόμισι περίπου
εκατομμύρια χρόνια, το λογικό ον είχε ζήσει ως παράσιτο της φύσης,
μια ζωή που δεν διαφέρει και πολύ από εκείνη των πιο έξυπνων ζώων.
Οπωσδήποτε ελάχιστα είναι τα ίχνη που μαρτυρούν το πέρασμα του στη
γη. Οι σίγουρες μαρτυρίες είναι κάποια χοντροκομμένα πέτρινα
εργαλεία και κάποια ίχνη φωτιάς πριν από 600.000 χρόνια. Στην
τελευταία φάση της τελευταίας παγετωνικής εποχής ο άνθρωπος
σημειώνει σταθερή πρόοδο: κατασκευάζει πιο φροντισμένα εργαλεία,
εξημερώνει το σκύλο, που γίνεται πιστός του σύντροφος και αφήνει
πίσω του τον εντυπωσιακό πολιτισμό των σπηλαιογραφιών που δείχνει
ένα πραγματικά ανεβασμένο πολιτισμικό επίπεδο. Όμως δεν παύει να
είναι παράσιτο της φύσης. Ακόμα και ο προωθημένος άνθρωπος των
σπηλαιογραφιών με τις εντυπωσιακές του ιδέες παραμένει παράσιτο της
φύσης. Πρέπει να αναζητάει την τροφή του εκεί που την παράγει η ίδια
η φύση.
Κυνηγάει τα ζώα εκεί που υπάρχουν. Μένει βασικά και κύρια στα
σπήλαια, αν και σε κάποια στιγμή γνωρίζει να κατασκευάζει σκηνές και
να ζει σ’ αυτές.
Στην περίοδο του πολιτισμού των σπηλαιογραφιών ο χώρος κίνησης
των τροφοσυλλεκτικών ομάδων γίνεται πιο σταθερός και γι’ αυτό
έχουμε μια μονιμότερη εγκατάσταση. Οι σπηλαιογραφίες μαρτυρούν
ότι στο χώρο γύρω από τα σπήλαια ήταν λίγο πολύ μόνιμη κατοικία
ανθρώπων. Και οι ανθρώπινες ομάδες μεγαλώσανε σε αριθμό, ενώ είχαν
επαρκή τροφή ώστε κάποιοι να μπορούν να τρέφονται χωρίς να
παίρνουν άμεσα μέρος στην αναζήτηση τροφής (νέοι, γέροι, «σοφοί»
κ.λπ.). Στην περίοδο αυτή είχε αρχίσει η εκπαίδευση των νέων από τους
γεροντότερους. Και προς το τέλος αυτής της ευτυχισμένης για τις
τροφοσυλλεκτικές ομάδες εποχή έχουν δημιουργηθεί και οι πρώτοι
βασικοί μύθοι. Κι όμως ο άνθρωπος εξακολουθούσε να μένει παράσιτο
της φύσης.
Στη διάρκεια της τελευταίας Παγετωνικής εποχής (80.000-10.000
π.Χ.) οι θάλασσες έχουν κατέβει περί τα 100-200μ. κάτω από το
σημερινό της επίπεδο, ενώ τεράστια παγόβουνα σχηματίστηκαν στο Β.
ημισφαίριο. Οι πάγοι έφτασαν ως τα όρια της Μεσογείου που είχε
αποξηρανθεί στο μεγαλύτερο μέρος της και είχε μεταβληθεί σε χώρα
των λιμνών αφού τα νερά τραβήχτηκαν από το Γιβραλτάρ στον
Ατλαντικό Ωκεανό. Η Μεσόγειος και η Σαχάρα (για να περιοριστούμε
στο χώρο που μας ενδιαφέρει) ήταν υποπολικές περιοχές με πολλές
βροχές, πλούσια βλάστηση και αφθονία ζώων. Εδώ ήταν τώρα πια ο
παράδεισος του τροφοσυλλέκτη ανθρώπου. Ο παράδεισος επεκτείνεται
ως την Αραβία και τον Περσικό κόλπο, που τότε ήταν πολύ
διαφορετικός από σήμερα.
Ύστερα ήρθε η τήξη των παγετώνων (γύρω στα 10.000 π.Χ.) και η
δραματική αλλαγή του κλίματος. Αμέτρητα ηφαίστεια ξεπετάγονται
από την ακτή του Ατλαντικού ως τα Ιμαλάια, οι πάγοι λειώνουν και τα
νερά των θαλασσών ανεβαίνουν στο σημερινό τους επίπεδο,
αφανίζοντας ζώα, φυτά, αλλά και ανθρώπους. Κάποιοι σώθηκαν στις
κορυφές των βουνών που τώρα είναι νησιά. Η Μεσόγειος θάλασσα πάλι
τώρα, χωρίζει την Ευρώπη από την Αφρική. Πυρκαγιές καταστρέφουν
τα δάση και οι πάγοι υποχωρούν για να φτάσουν στα σημερινά πλαίσια.
Τα ζώα, όσα σώθηκαν από τις φυσικές καταστροφές έφυγαν για την
υποπολική ζώνη. τ’ ακολουθούν οι δυναμικοί κυνηγοί που είχαν
διασωθεί αφού εγκατέλειψαν το χώρο των σπηλαιογραφιών! Η αλλαγή
του κλίματος δεν γίνεται απότομα, αν και έχουμε περιοχές με απότομες
αλλαγές. Η Β. Αφρική παρά την καταστροφή από τους τρομερούς
σεισμούς εξακολουθεί να έχει νερά για αρκετά χρόνια. Οπωσδήποτε ως
το 4.000 π.Χ. στην έρημη περιοχή της Σαχάρας έχουμε πολιτισμούς
σπηλαιογραφιών-βραχογραφιών. Και από την Δ. Ευρώπη ζώα και
άνθρωποι υποχωρούν αργά προς τα Β και ΒΑ ακολουθώντας τη ζώνη
των βροχών που υποχωρεί και αυτή. Οι υποχωρούντες από τη Δ.
Ευρώπη θα φτάσουν στα όρια της Εσωτερικής Θάλασσας (Καρπάθια).
Στο χώρο της Μ. Ανατολής που ερημώθηκε από τις πυρκαγιές έμειναν
οι αδύναμοι άνθρωποι οι οποίοι για να επιβιώσουν τρώνε φίδια, μικρά
τρωκτικά (ποντίκια, λαγούς κ.λπ.), αλλά και σπόρους άγριων
δημητριακών που φύτρωσαν στην καμένη γη, τους οποίους έτρωγαν και
τα τρωκτικά.
Μέσα σε δυο χιλιάδες περίπου χρόνια, μετά την τήξη των παγετώνων
ο αδύναμος άνθρωπος που δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τα ζώα στη
φυγή τους προς τα βόρεια έμαθε να καλλιεργεί τη γη. Και λίγο πιο
βόρεια στις ακτές της Κασπίας κάποιοι θα εξημερώσουν τα πρώτα ζώα
εκτροφής που θα εξασφάλιζαν στον άνθρωπο την τροφή του.
Ακριβώς τα δύο αυτά περιστατικά, η καλλιέργεια της γης και η
εξημέρωση των ζώων για εκτροφή (αιγοπρόβατα, μοσχάρια, κότες
κ.λπ.) αποτελούν ένα γιγαντιαίο άλμα του ανθρώπου που αποτελεί την
πιο μεγάλη επανάσταση που γνώρισε η γη, αν εξαιρέσουμε βέβαια
αυτήν που κυοφορείται σήμερα με την τεχνολογική επανάσταση της
εποχής μας, η οποία και θα ξεπεράσει την τροφοπαραγωγή. Ο άνθρωπος
από παράσιτο της γήινης φύσης γίνεται δαμαστής της, βιαστής της,
κυρίαρχος της. Με την καλλιέργεια της γης υποχρεώνει τη γη να
παράγει αυτά που χρειάζεται ο άνθρωπος. Το ίδιο ισχύει και με την
εκτροφή εξημερωμένων ζώων. Αποτέλεσμα αυτής της τρομερής
επανάστασης είναι να πληθύνουν πολύ οι άνθρωποι, να εγκατασταθούν
μόνιμα κοντά στις καλλιεργημένες εκτάσεις, να κάνουν οικισμούς και
πολύ γρήγορα και πόλεις.
Το σκηνικό της γης αλλάζει δραματικά. Τα ίχνη της παρουσίας του
ανθρώπου γίνονται έντονα. Οι καλλιέργειες θέλουν βροχές, πολλές
βροχές για να βλαστήσει η νέα ζωή. Και αυτό ισχύει και για τις περιοχές
που έχουν την δυνατότητα άρδευσης, την οποία ανακαλύπτει πολύ
γρήγορα ο κοινωνικός πια άνθρωπος. Δημιουργούνται οι πρώτες
κοινωνίες με οικισμούς, χωριά και πόλεις. Εδώ έχουμε την αρχή του
πρώτου πραγματικά ιστορικού πολιτισμού.
Ο άνθρωπος κατασκευάζει εργαλεία για καλλιέργειες, αγγεία για
εξυπηρέτηση των αναγκών της κοινωνίας που ζει σε οικισμούς, χωριά
και πόλεις. Μια παραπέρα διεύρυνση της γνώσης οδηγεί στην αποδοχή
ότι η νέα ζωή βγαίνει μέσα από την γη. Ο σπόρος, σπέρνεται και θάβεται
στη γη για να βλαστήσει, δεχόμενος τη βροχή, το σπέρμα του ουρανού.
Ο θάνατος και η ανάσταση είναι ο κύκλος της ζωής, που
επαναλαμβάνονται αδιάκοπα. Και βασικός παράγοντας αυτού του
κύκλου θανάτου-ανάστασης είναι η βροχή.
Όσο θα πληθαίνει η ανθρώπινη κοινωνία τόσο θα μεγαλώνουν οι
ανάγκες για τρόφιμα που πρέπει να παράγονται. Και για να παράγονται
αγαθά χρειάζεται βροχή. Πρέπει να ρίχνει ο ουρανός το σπέρμα του στη
γη. Και καθώς οι άνθρωποι είχαν πειστεί από παράδοση ότι μπορούν να
προκαλούν τον ουρανό να ρίχνει τη βροχή με τη γονιμική μιμητική
μαγεία, έγινε το κύριο μέλημα της κοινωνίας. Παλιότερα η γονιμική
μιμητική μαγεία ασκούνταν όταν είχαμε ανομβρία. Τώρα απαιτείται σε
καθορισμένες εποχές του χρόνου. Όταν σπέρνουν τα χωράφια
απαιτείται άμεσα η βροχή. Η εποχή της σποράς έχει επιλεχθεί για την
περίοδο της βροχής, αλλά ποτέ δεν είναι κανένας σίγουρος αν θα βρέξει
αμέσως όταν την θέλουν. Έτσι η σπορά συνδυάζεται με τελετουργίες
γονιμικής μιμητικής μαγείας. Το ίδιο αναγκαίο είναι η βροχή και την
άνοιξη όταν πρέπει να ωριμάσουν τα σπαρτά. Και πάλι οι άνθρωποι
σκέφτονται τη γονιμική μιμητική μαγεία. Την άνοιξη και το φθινόπωρο
η γονιμική μιμητική μαγεία είναι απαραίτητη στους ποιμένες αφού
πρέπει να γίνει το χορτάρι. Από τον πρωτόγονο «σοφό» οι άνθρωποι
είχαν κληρονομήσει και την ίδια την μύηση. Για να προσεγγίσει το θεό
έπρεπε να καθαριστεί από κάθε ανομία. Για να φτάσει στο θεό όπως
υποσχόταν με τη μύηση έπρεπε να κάνει κάθαρση, να νηστέψει, να
λουστεί κ.λπ. Όλα είναι συμβολικές πράξεις. Και τότε ακολουθούσε η
μύηση, γιατί μόνο μυημένοι μπορούσαν να επηρεάσουν το θεό. Όλα
αυτά ισχύουν και τώρα. Μόνο που στο τροφοπαραγωγικό κόσμο οι
γνώσεις πολλαπλασιάζονται με ταχύτητα που ούτε καν να τις φανταστεί
δεν μπορούσε ο τροφοσυλλέκτης. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, βαθιές
κοινωνικές αλλαγές θα διαμορφώσουν το ιερατείο και εκείνο με τη
σειρά του θα διαμορφώσει τον κλειστό κύκλο των μυημένων και τα
μυστήρια.
1. Η Γέννηση
Βασικό στοιχείο στα μυστήρια όλης της Μ. Ανατολής είναι ο
«θνήσκων θεός», ο θεός που πεθαίνει και ανασταίνεται. Είναι ο
βασικός συμβολισμός της σποράς και της βλάστησης, της ταφής και
της ανάστασης. Και αυτός ο «θνήσκων θεός» είναι το κεντρικό
πρόσωπο στα δρώμενα των μυστηρίων. Αυτή τη μορφή του
«θνήσκοντος θεού» μετέφεραν οι Χριστιανοί στο πρόσωπο του Ιησού
Χριστού. Και τα δρώμενα των μυστηρίων του «θνήσκοντος θεού» είναι
σχεδόν ατόφια στις τελετουργίες τη Μεγάλης Εβδομάδας για τα πάθη
και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού.
Και το πρόσωπο αυτό που είναι παντού αρσενικό ακολουθεί μια
γυναικεία μορφή, ερωμένη, σύζυγος, αδελφή. Υπάρχει και η
περίπτωση της μητέρας που παρακολουθεί το «θνήσκοντα θεό».
Στο Αιγαίο και στην Ελλάδα αλλάζει κάπως το σκηνικό. Ο
«θνήσκων θεός» είναι θηλυκού γένους (η Περσεφόνη για τα
Ελευσίνια μυστήρια), και την ανάσταση της την πετυχαίνει η μητέρα
της (Δήμητρα).
Στη Μ. Ανατολή την ανάσταση του «θνήσκοντος θεού», την
πετυχαίνει η ερωμένη (Ιναννά, Ιστάρ, Αστάρτη, Κυβέλη, Αφροδίτη) ή
η αδελφή-σύζυγος (Ίσιδα για τον Όσιρη, Άναθ για το Βάαλ). Οι
κυριότεροι «θνήσκοντες θεοί», είναι ο Ταμμούζ ή Ντουμουζί στη
Μεσοποταμία, ο Αδωνάι (Άδωνης) και ο Βάαλ στη Συρία-
Παλαιστίνη, ο Τελεπινούς και ο Άττης στη Μ. Ασία. Στο Αιγαίο,
«θνήσκοντες θεοί» είναι ο Καδμίλος, ο Διόνυσος και η Περσεφόνη. Η
τελευταία προσδιορίζει μια διαφορετική κατηγορία μυστηρίων. Ο
Καδμίλος και ο Διόνυσος εντάσσονται στο γενικότερο πλαίσιο των
αντίστοιχων θεών της βλάστησης στη Μ. Ανατολή.
Στο γενικό πλαίσιο του άρρενα «θνήσκοντος θεού» εντάσσεται και
ο χριστιανισμός. Ο Χριστός θανατώνεται και την τρίτη ημέρα
ανασταίνεται στο κορύφωμα της φυσιολογικής άνοιξης. Η Ανάσταση
είναι η ίδια η άνοιξη. Όλα τα πλαίσια που παρουσιάζονται στα
δρώμενα των αρχαίων μυστηρίων παρουσιάζονται και στο
χριστιανισμό κατά την εβδομάδα των παθών (Μεγάλη Εβδομάδα).
Από τις θηλυκές θεότητες ερωμένες είναι, η Ιναννά ή Ιστάρ στη
Μεσοποταμία, η Αστάρτη και η Ασταρόθ στη Συρία και η Κυβέλη
στη Μ. Ασία. Αδελφή-σύζυγος είναι η Ίσιδα. Μητέρα είναι η
Δήμητρα και η Παναγία.
Όλα τα μυστήρια τελούνταν την εποχή της σποράς αλλά και της
άνοιξης, όταν χρειάζονταν πολλές βροχές για την «ευκαρπία» της γης,
ακριβώς την ίδια περίοδο που παλιότερα γινόταν η γονιμική μιμητική
μαγεία για να βρέξει ώστε να γίνουν τα σπαρτά (υπέρ της «ευκαρπίας
της γης»). Τα δρώμενα στα μυστήρια είναι ακριβώς η ταφή και η
ανάσταση του «θνήσκοντος θεού» που συμβολίζει το σπόρο που
πέφτει στη γη και βλασταίνει. Τα ιερατεία διαμόρφωσαν
εντυπωσιακούς μύθους για τους «θνήσκοντες θεούς» που αποτελούν
στην ουσία τα δρώμενα των μυστηρίων.
Οι «θνήσκοντες θεοί» ξεφυτρώνουν σ’ όλες τις αναπτυγμένες
τροφοπαραγωγικές κοινωνίες σχεδόν πανομοιότυποι στο συμβολισμό
τους, αλλά με κάποιο διαφοροποιημένο μύθο.
Κεφάλαιο τρίτο
Ο Όσιρης
Κέντρο των μυστηρίων της Αιγύπτου, που γίνονται όπως παντού για
την ευκαρπία της γης, είναι ο Όσιρης και η σύζυγος του και αδελφή
του Ίσιδα, θεά της μαγείας προσωποποίηση της γης. Ο Όσιρης είναι
«θνήσκων θεός» αλλά πολύ διαφορετικός από τον Ταμμούζ.
Στην Αίγυπτο η γονιμοποιός δύναμη της γης είναι ο ποταμός Νείλος
με τις πλημμύρες του και τα κανάλια του που παροχετεύουν τα νερά
του. Τα κανάλια είναι έργα ανθρώπων. Έτσι οι Αιγύπτιοι δίνουν στον
Όσιρη όλα τούτα τα χαρακτηριστικά. Ο σκοπός των μυστηρίων είναι
να γίνουν πιο πλούσιες οι πλημμύρες και να συντηρούνται τα
κανάλια.
Ο Όσιρης έχει διαφορετικές ιδιότητες: Είναι βασιλιάς της Αιγύπτου
που δίδαξε στους Αιγυπτίους την καλλιέργεια της γης. Γίνεται
«θνήσκων θεός» επειδή τον δολοφόνησε ο αδελφός του Σέτ
(Τυφώνας για τους Έλληνες), για να του πάρει τη βασιλεία.
Η περιπέτεια του νεκρού θεού στο Νείλο, η ανακάλυψη του, η
μεταφορά του στην Αίγυπτο και το κομμάτιασμά του από το Σετ
προσδιορίζουν τον καθαρά Αιγυπτιακό χαρακτήρα του. Την νίκη
κατά του Σετ την κέρδισε ο γιος του Όσιρη, Ώρος.
Ο ίδιος ο Όσιρης μετά το κομματιαστά του δεν επανέρχεται στη ζωή,
αλλά γίνεται κριτής των ψυχών στον Κάτω Κόσμο με το όνομα Χέντ
Αμεντί.
Έτσι ο Όσιρης γίνεται το κεντρικό πρόσωπο πολλών και ετερόκλητων
τελετουργιών. Το ίδιο ίσχυε και για την Ίσιδα που κατέχει την τέχνη της
μαγείας την οποία χρησιμοποιούν ακόμα και οι Θεοί.
Με τον Όσιρη και την Ίσιδα συνδέονται πολλές και ποικίλης μορφής
τελετουργίες. Μια απ’ αυτές είναι το «μυστήριο» για την ευκαρπία της
γης. Και σ’ αυτήν την τελετουργία γίνεται «Θνήσκων θεός». Ο ειδικός
μελετητής της Μυθολογίας της Μέσης Ανατολής Σάμουελ Χένρυ
Χόουκ (Samuel Henry Hooke) [20] γράφει:
Τρία κύρια στοιχεία βρίσκονται στη βάση του πολυσύνθετου θέματος
τελετών και μύθων που έχουν για κεντρική μορφή τον Όσιρη. Το πρώτο
είναι το πολιτικό στοιχείο. Ο μύθος της διαμάχης ανάμεσα στον Όσιρη
και τον αδελφό του Σετ, απηχεί δηλαδή τη σύγκρουση ανάμεσα στην Άνω
και Κάτω Αίγυπτο, που τελικά οδήγησε στη δημιουργία ενός ενωμένου
βασιλείου. Το δεύτερο είναι το αγροτικό στοιχείο. Ο Όσιρης είναι θεός
της βλάστησης. Σαν τον Ταμμούζ είναι ο Θεός που πεθαίνει με το
μαρασμό της βλάστησης και ξαναγεννιέται πάλι με το άνθισμά της. Το
τρίτο είναι το εσχατολογικό στοιχείο. Ο Όσιρης είναι ο Χέντ-Αμεντί ο
κύριος του Κάτω Κόσμου. Είναι πρόεδρος του δικαστηρίου που
αποφασίζει για την τύχη των ψυχών. Απ’ αυτή την άποψη, όπως είναι
φανερό, συνδέεται άμεσα με τις πολύπλοκες τελετές της ταρίχευσης των
νεκρών.
Περίληψη του μύθου του Όσιρη περιέρχεται στην πραγματεία–έργο
του Πλούταρχου «Περί της Ίσιδος» και είναι γενικά παραδεκτό ότι ο
Πλούταρχος αντλεί στοιχεία από πρώιμες Αιγυπτιακές πηγές, όπως
είναι τα Κείμενα των Πυραμίδων. Σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτά τα στοιχεία
ο Όσιρης ήταν ένας εκπολιτιστικός ήρωας που δίδαξε στους αρχαίους
Αιγυπτίους την τέχνη των αγροτικών καλλιεργειών και την επεξεργασία
των μετάλλων (μεταλλοτεχνία). Κατά το μύθο, ο Όσιρης ήταν γιος του
θεού της γης Γεβ, αδελφή και γυναίκα του ήταν η θεά Ίσις,
συγκυβερνήτης του στην Αίγυπτο και βοηθός στα φιλάνθρωπα έργα
του. Το 28ο έτος της βασιλείας του δολοφονήθηκε από τον αδελφό του
Τυφώνα – έτσι ονομάζει ο Πλούταρχος το θεό Σετ.
Στη διάρκεια μιας γιορτής, ο Σετ με εβδομήντα δύο ακόμη
ακόλουθους, που ήταν μυημένοι στη συνωμοσία, παρακίνησε τον
αδελφό του δήθεν στ’ αστεία να μπει μέσα σ’ ένα κιβώτιο, το οποίο
αμέσως μετά έριξε στο Νείλο. Το κιβώτιο με το πολύτιμο φορτίο
επέπλεε στο Νείλο, παρασύρθηκε μέχρι την εκβολή του ποταμού στην
Τάνιδα στη Μεσόγειο και τελικά κατέληξε στη Βύβλο. Εξαιτίας αυτού
του περιστατικού του μύθου, ο Όσιρης αποκαλείται στα Κείμενα των
Πυραμίδων «πνιγμένος».
Η Ίσις γεμάτη θλίψη αναζητάει παντού τον άντρα της φτάνει κάποτε
στη Βύβλο, όπου βρίσκει το κιβώτιο, βάζει μέσα σ’ ένα φέρετρο το
νεκρό σώμα του Όσιρη και το μεταφέρει στη Βουτό (Buto).
Πιο κάτω δίνουμε το μύθο του Όσιρη ως «θνήσκοντος θεού» ό
πως τον δίνει ο Πλούταρχος: [21]
Ο μύθος δε ούτος, τον οποίον διηγούνται, αφού αφαιρεθούν τα τελείως
άχρηστα και περιττά, είναι ως εξής: Λέγουν ότι η Ρέα συνευρέθη κρυφίως
μετά του Κρόνου και ότι ο Ήλιος αντιληφθείς κατηράσθη αυτήν να μη
δυνηθή να γέννηση εις κανένα μήνα και εις κανένα έτος. Αλλ’ ο Ερμής
καταληφθείς από έρωτα προς την θεάν έτυχεν ικανοποιητικών
περιποιήσεων από αυτήν, έπειτα δε παίξας πεσσούς με την σελήνην
εκέρδισε από αυτήν το εβδομηκοστόν μέρος κάθε φωτεινής εμφανίσεως
της, από τα εβδομηκοστά δε αυτά αφαίρεσε πέντε ημέρας, και προσέθεσεν
αυτάς εις τας τριακοσίας εξήκοντα ημέρας του έτους, τας οποίας οι
Αιγύπτιοι σήμερον ονομάζουν επαγομένας, δηλαδή προσθέτους, και
εορτάζουν αυτάς ως γενεθλίους ημέρας των θεών.
Και κατά μεν την πρώτη ημέραν λέγουν ότι εγεννήθη ο Όσιρης και ότι
κατά την στιγμήν της γεννήσεως του ηκούσθη φωνή αναγγέλουσα ότι
εγεννάτο ο κύριος του Σύμπαντος. Άλλοι δε ισχυρίζονται ότι ένας
Παμύλης, ενώ εγέμιζεν ύδωρ, ήκουσε φωνήν από τον ναόν του Διός εις
τας Θήβας [22], η οποία τον διέτασσε να αναγγείλη γεγωνυία τη φωνή ότι
ο Όσιρης, ο μέγας βασιλεύς, ο ευεργέτης του Σύμπαντος εγεννήθη, και δι’
αυτό ο Κρόνος παρέδωκεν εις αυτόν τον Όσιρην, εκείνος τον ανέθρεφεν
και προς τιμήν του εορτάζουν την εορτή των Παμυλίων, παρομοίαν με την
ιδικήν μας των Φαλληφορίων [23]. Κατά δε την δευτέρα ημέραν εγεννήθη
ο Αρούηρις ή Απόλλων, τον οποίον άλλοι ονομάζουν και πρεσβύτερον
Ώρον, την δε τρίτην ο Τυφών όχι εις τον κατάλληλον μήνα και δια της
φυσικής οδού, αλλά κτυπήσας την πλευράν της μητρός του διέρρηξεν
αυτήν και δι’ ενός πηδήματος εξήλθε. Την τετάρτην ημέραν εγεννήθη η
Ίσις εις υγρούς τόπους, την δε πέμπτην η Νέφθυς, την οποίαν ονομάζουν
και Τελευτήν και Αφροδίτην, μερικοί δε και Νίκην. Προσθέτουν δε ότι ο
μεν Όσιρης και ο Αρούηρις είχον πατέρα τον Ήλιον, η δε Ίσις τον Ερμήν,
ο δε Τυφών και η Νέφθυς τον Κρόνον, δια τούτο δε και την τρίτην ημέραν
από τας επαγομένας, θεωρούντες αποφράδα ως γενέθλιον του Τυφώνος,
οι βασιλείς δεν ησχολούντο εις καμμίαν υπόθεσιν του κράτους, ούτε
περιποιούντο το σώμα των προ της νυκτός. Λέγουν ακόμη ότι η Νέφθυς
ενυμφεύθη με τον Τυφώνα και ότι η Ίσις και ο Όσιρης καταληφθέντες από
αμοιβαίον έρωτα, προτού εξέλθουν από την κοιλίαν της μητρός των, εις
τα σκοτεινά συνευρέθησαν ως ανδρόγυνον. Μερικοί δε λέγουν ότι από την
τοιαύτην ένωσιν εγεννήθη και ο Αρούηρις, τον οποίον οι μεν Αιγύπτιοι
ονομάζουν πρεσβύτερον Ώρον, οι δε Έλληνες Απόλλωνα.
Όταν δε ανήλθεν επί του βασιλικού θρόνου ο Όσιρης, τους μεν
Αιγυπτίους αμέσως απήλλαξεν από τον ελεεινό και θηριώδη βίον των,
τους εδίδαξε την γεωργίαν, καθόρισε νόμους και τους έμαθε να τιμούν και
να σέβωνται τους θεούς. Έπειτα δε διατρέχων όλην την γην εξημέρωσε τα
ήθη των ανθρώπων και σπανιώτατα μεν ηναγκάζετο να καταφύγη εις την
δύναμιν των όπλων, συνήθως δε προσείλκυε σχεδόν πάντας δια της
πειθούς, δια του θέλγητρου του λόγου και δια της μουσικής. Δια τούτο οι
Έλληνες επίστευσαν ότι ήτο ο ίδιος με τον ιδικόν των Διόνυσον. Ο δε
Τυφών κατά την διάρκειαν μεν της απουσίας του Οσίριδος δεν ετόλμησε
να νεωτερίση εις τίποτε, διότι η Ίσις πάρα πολύ επροφυλάττετο και
διηύθυνε το βασίλειον με πολλήν σταθερότητα, αλλ’ όταν εκείνος
επανήλθεν, εξύφανε συνωμοσίαν προσβαλών εβδομήκοντα δύο άντρας
συνωμότας και έχων συνεργόν βασίλισσαν ελθούσαν από την Αιθιοπίαν,
και ονομαζομένην Ασώ. Αφού δε κρυφίως έλαβε τα μέτρα του
αναστήματος του Οσίριδος και κατεσκεύασε συμφώνως προς αυτά
λάρνακα ωραίαν και στολισμένην πλουσιοπαρόχως, έφερεν αυτήν εις το
συμπόσιον, εις το οποίον είχε προσκαλέσει τον Όσιρην.
Όλοι οι προσκεκλημένοι ιδόντες εθαύμασαν και κατεγοητεύθηκαν, ο δε
Τυφών αστειευόμενος υπεσχέθη να την κάμη δώρον εις εκείνον εκ των
συμποτών, ο οποίος κατακλιθείς εντός αυτής ήθελεν έχει τας αυτάς με την
λάρνακα διαστάσεις.
Ενώ δε όλοι εδοκίμαζον με τη σειρά και κανείς δεν προσηρμόζετο
εντός αυτής, εμπήκε και ο Όσιρης και εξηπλώθη και αυτός. Παρευθύς
τότε προστρέζαντες οι συνωμόται έρριψαν επάνω το σκέπασμα και
αφού άλλοι μεν με καρφιά εσωτερικώς το εστερέωσαν άλλοι δε με
θερμόν και λυωμένον μόλυβδον έκλεισαν τας προσαρμογάς, έφεραν την
λάρνακα με κλεισμένον εντός αυτής τον Όσιρη εις τον ποταμόν Νείλον
και την ώθησαν προς την θάλασσαν δια του Ταναϊτικού στομίου, το
οποίον δι’ αυτήν την αιτίαν οι Αιγύπτιοι μέχρι σήμερον θεωρούν
μισητόν και με φρίκην το αναφέρουν.
Λέγουν δε ότι αυτά συνέβησαν την δεκάτην εβδόμην ημέραν του μηνός
Αθύρ [24], κατά τον οποίον μήνα ο ήλιος διατρέχει τον Σκορπιόν, το
εικοστόν όγδοον δε έτος της βασιλείας του Οσίριδος. Άλλοι δε λέγουν ότι
δεν εβασίλευσεν αλλ’ έζησε τόσα έτη.
Επειδή δε πρώτοι αντελήφθησαν το γεγονός οι Πάνες και οι Σάτυροι,
κατοικούντες αμφότεροι την περί την Χέμμιν [25] χωράν, και ούτοι
διέδωσαν την είδησιν, δια τούτο μέχρι σήμερον ο αιφνίδιος του
πλήθους τρόμος και φόβος, πανικός ονομάζεται. Η δε Ίσις όταν το
επληροφορήθη, εκεί όπου έμαθε την συμφοράν, έκοψε παρευθύς ένα από
τους πλοκάμους της κόμης της και εφόρεσε πένθιμον στολήν, εις το μέρος
δε αυτό είναι η πόλις, η οποία μέχρι σήμερον ονομάζεται Κοπτώ [26], άλλοι
δε νομίζουν ότι το όνομα σημαίνει στέρησιν, διότι οι Αιγύπτιοι το στερείν
λέγουν «κόπτειν». Ενώ δε διέτρεχεν όλα τα μέρη και κατείχετο από
φοβεράν ανησυχίαν, δεν υπήρχεν άνθρωπος, από τον οποίον δεν εζητούσε
πληροφορίας. Ούτω συνάντησε και παιδάρια, τα οποία ηρώτησε περί της
λάρνακας, αυτά δε κατά τύχην είχον ιδεί αυτήν και είπαν δια ποίου
στομίου του ποταμού ώθησαν εις την θάλασσαν την θήκην εκείνην οι
φίλοι του Τυφώνας. Από το περιστατικόν δε αυτό προέρχεται η γνώμη των
Αιγυπτίων ότι τα παιδάρια είναι προικισμένα με μαντικήν δύναμιν και
θεωρούν σπουδαιότατα προμηνύματα τας φωνάς των, όταν παίζουν εις
την αυλήν των ναών και λέγουν ό,τι τύχη. Όταν δε η Ίσις έμαθεν ότι ο
Όσιρης ηγάπα την αδελφήν της Νέφθυν και κατά λάθος συνευρέθη με
αυτήν, διότι την εξέλαβε ως την ιδίαν την Ίσιν, και είδεν απόδειξιν τον εκ
λωτού στέφανον, τον οποίον εκείνος αφήκε πλησίον της Νέφθυος, ήρχισε
να αναζητή το παιδίον (το οποίον η μήτηρ του είχεν εκθέσει αμέσως μετά
την γέννησιν δια τον φόβον του Τυφώνος). Όταν δε μετά πολλούς κόπους
και πολλάς δυσκολίας το ευρήκε δια της βοηθείας κυνών, και το
ανέθρεψεν, εκείνο έγινεν οπαδός και φύλαξ της Ίσιδος, ωνομάσθη δε
Άνουβις και λέγεται ότι φυλάττει τους θεούς, όπως οι κύνες τους
ανθρώπους.
Τότε επληροφορήθη περί της λάρνακας ότι εξεβράσθη από τα κύματα
της θαλάσσης πλησίον της πόλεως Βύβλου [27] και ότι σιγά σιγά
κατεκάθησεν επάνω εις ένα θάμνον, ο οποίος εντός ολίγου χρόνου
έφθασεν εις τοιούτον ύψος και τόσην μεγαλειώδη βλάστησιν ανέδωκεν
ώστε ο κορμός του περιέβαλε και εντελώς κατεκάλυψε την λάρνακα και
εντός του στελέχους του την απέκρυψεν. Ο δε βασιλεύς της χώρας
καταληφθείς από θαυμασμόν δια το μέγεθος του φυτού, διέταζε να
κόψουν τον κορμόν, ο οποίος περιείχε μέσα του την λάρνακα και
κατεσκεύασε στήλη, ήτις υπεβάσταζε την στέγην του ανακτόρου του. Η
Ίσις, η οποία, λέγουν, έμαθεν αυτά από θείαν αποκάλυψιν, ήλθεν εις την
Βύβλον και εκάθησε πλησίον μιας πηγής, ταπεινή και δακρυρροούσα, δεν
απέτεινε δε λόγον εις κανένα αλλά μόνον τας θεραπαινίδας της
βασιλίσσης εχαιρέτα και περιεποιείτο τακτοποιούσα την κόμην των και
μεταδίδουσα εις αυτάς θαυμαστήν ευωδίαν, η οποία εξήρχετο από το
σώμα της. Όταν δε η βασίλισσα είδε τας θεραπαινίδας της, των οποίων η
κόμη και το σώμα απέπνεε θείαν ευωδίαν, κατελήφθη από πόθον να ίδη
την ξένην. Τοιουτοτρόπως η Ίσις προσκληθείσα και φίλη της βασιλίσσης
γενομένη διωρίσθη υπ’ αυτής τροφός του παιδιού της. Λέγουν δε ότι ο μεν
βασιλεύς ωνομάζετο Μάλκανδρος, η δε βασίλισσα Αστάρτη, άλλοι δε την
ονομάζουν Σάωσιν και άλλοι Νεμανούν, το οποίον ανταποκρίνεται προς
το ελληνικόν όνομα Αθηναΐς.
Έτρεφε δε η Ίσις το παιδίον εμβάλλουσα εις το στόμα του τον δάκτυλον
αντί του μαστού της, κατά την νύκτα δε το έθετεν εντός πυράς δια να
καύση παν ό,τι θνητον υπήρχεν εις το σώμα του [28] και η ιδία
μεταμορφουμένη εις χελιδόνα επετούσε ολόγυρα από την στήλη και έκλαιε
τον Όσιρην, έως ότου η βασίλισσα παραφυλάξασα και ιδούσα το βρέφος
της εντός των φλογών εξέβαλε κραυγάς αλλ’ αφήρεσε τοιουτοτρόπως από
το παιδίον την αθανασίαν. Τότε η θεά εφανερώθη και εζήτησε την στήλην,
η οποία υπεβάσταζε την στέγην, αφού δε την κατεβίβασαν και την έλαβεν,
έκοψεν ευκολώτατα τον κορμόν, περιέβαλεν αυτόν με οθόνην και
πληρώσασα με ευωδία έδωκεν εις τους βασιλείς. Το ξύλον τούτο είναι
ακόμη και σήμερον εις τον ναόν της Ίσιδος εις την Βύβλον και τιμάται
υπό των κατοίκων της. Η δε θεά ενηγκαλίσθη την λάρνακα και θρηνούσα
εξέβαλε τοιαύτας κραυγάς, ώστε από τον φόβον απέθανεν ο μικρότερος
από τα παιδιά του βασιλέως, συνοδευομένη δε από τον μεγαλύτερον
εμπήκεν εις πλοίον μαζύ με την λάρνακα και απέπλευσε. Επειδή δε κατά
την ανατολήν του ηλίου έπνεεν από τον ποταμόν Φαίδρον άνεμος πολύ
σφοδρός, η θεά θυμώσασα απεξήρανε τελείως το ρεύμα του.
Όταν δε ευρέθη μόνη εις την έρημον, ήνοιξε την λάρνακα και με το
πρόσωπό της επί του προσώπου του έκλαιε και κατεφίλει αυτό. Επειδή δε
ο υιός του βασιλέως σιωπηλώς επλησίασεν εκ των όπισθεν και έβλεπε τι
εγίνετο, η Ίσις αντιληφθείσα μετεστράφη και εξηκόντισε κατ’ αυτού τόσον
τρομακτικόν βλέμμα ώστε ο βασιλόπαις δεν ηδυνήθη να το υπομείνη και
απέθανεν από τον φόβον. Άλλοι δε κατ’ άλλον τρόπον διηγούνται τον
θάνατόν του λέγοντες ότι έπεσεν εις την θάλασσαν ως ανωτέρω ελέχθη.
Τιμάται δε υπό των Αιγυπτίων εξ αιτίας της θεάς, και αυτός είναι εκείνος,
τον οποίον ψάλλουν οι Αιγύπτιοι εις τα συμπόσια των υπό το όνομα του
Μανερωτος. Κατά τινας δε ο παις ωνομάζετο Παλαιστίνος ή Πηλούσιος
και η πόλις Πηλούσιον [29] από αυτόν έλαβε το όνομά της κτισθείσα υπό
της θεάς, ο δε Μανέρως, τον οποίον τραγουδούν οι Αιγύπτιοι, διηγούνται
ότι πρώτος αυτός εφεύρε την μουσικήν. Άλλοι δε λέγουν ότι Μανέρως δεν
είναι όνομα ανθρώπου, αλλ’ έκφρασις εύχρηστος εις τα συμπόσια και τας
εορτάς δηλούσα «να αποβώσι τα συμπόσια εις καλόν», διότι αυτό
σημαίνει η λέξις Μανέρως, την οποίαν επαναλαμβάνουν συχνά οι
Αιγύπτιοι. Ωσαύτως και το ομοίωμα νεκρού, το οποίον περιφέρουν εντός
κιβωτίου και επιδεικνύουν, δεν είναι, όπως πιστεύουν μερικοί,
αναπαράστασις του θανάτου του Οσίριδος, αλλά παρουσιάζουν εις τα
συμπόσια το άχαρο αυτό αστείον, επειδή νομίζουν ότι τοιουτοτρόπως
προτρέπουν τους συμπότας να μεταχειρισθούν τα παρόντα αγαθά και να
απολαύσουν την ζωήν, διότι δεν θα παρέλθη πολύς καιρός και θα είναι
όλοι νεκροί ως το περιφερόμενον ομοίωμα.
Όταν δε η Ίσις επήγε δια να ίδη τον υιόν της Ώρον , ο οποίος
[30]
ανετρέφετο εις την Βουτώ [31], αφήκε την λάρνακα μακράν της πόλεως, εις
μέρος όπου δεν έφθανε ο οφθαλμός των ανθρώπων. Αλλ’ ο Τυφών
κυνηγών κατά την νύκτα υπό το φως της σελήνης ευρήκε τυχαίως την
λάρνακα και αναγνωρίσας το σώμα του Οσίριδος έκοψεν αυτό εις
δεκατέσσερα τεμάχια [32], τα οποία και διεσκόρπισεν. Η Ίσις, όταν έμαθε
τούτο, ανέβη εις μίαν λέμβον κατεσκευασμένην από πάπυρον και πλέουσα
ανά τα έλη εζήτει να εύρη αυτά. Δια τούτο έκτοτε όσοι πλέουν με λέμβους
κατεσκευασμένας από πάπυρον δεν προσβάλλονται από τους
κροκοδείλους, είτε διότι ούτοι φοβούνται την θεάν, είτε διότι σέβονται
αυτήν. Λέγουν δε ότι δια τον ακόλουθον λόγον υπάρχουν πολλοί τάφοι
του Οσίριδος εις την Αίγυπτον, διότι δηλαδή η Ίσις έκαστον τεμάχιον του
σώματος του Οσίριδος έθαπτεν έκει όπου το εύρισκεν. Αλλοι όμως δεν
παραδέχονται αυτό, αλλά λέγουν ότι έκαμε πολλά ομοιώματα του
Οσίριδος και έδωκεν ανά εν εις κάθε μίαν πόλιν υποκρινομένη ότι έδιδε
το πραγματικόν σώμα του, όπως τιμάται από περισσοτέρους, και προσέτι
όπως, εάν ο Τυφών επεκράτει του Ώρου και εζήτει να εύρη τον τάφον του
Οσίριδος μη δυνηθεί να το επιτύχει επειδή πολλοί τάφοι θα του ελέγοντο
και θα του εδεικνύοντο. Μόνον δε το αιδοίον από τα τεμάχια του Οσίριδος
δεν ευρήκεν η Ίσις διότι ο Τυφών αμέσως έρριψεν αυτό εις τον Νείλον
και το κατέφαγον οι ιχθύες, ο λεπιδωτός φάγρος και ο οξύρυγχος τους
οποίους ιχθύς εις μέγιστον βαθμόν οι Αιγύπτιοι αποστρέφονται. Αλλ’ η
θεά κατεσκεύασεν ομοίωμα του αιδοίου και καθιέρωσε τον φαλλόν, δια
τον οποίον και σήμερον οι Αιγύπτιοι τελούν θρησκευτικήν τελετήν.
Έπειτα ο Όσιρης ήλθεν από τον Άδην προς τον υιόν του Ώρον και
εδίδαξεν αυτόν την τέχνην του πολέμου και τον ήσκησεν εις αυτήν. Μετά
τούτο ηρώτησεν αυτόν «Ποίον πράγμα θεωρεί ωραιότατον». «Να
βοηθήση τις» απήντησεν ο Ώρος «τον πατέρα του και την μητέρα του, εάν
ήθελον υποστή αδικίαν τινά». Ο Όσιρης τον ηρώτησεν ακόμη «Ποίον
ζώον θεωρεί χρησιμώτατον εις ανθρώπους, οι οποίοι επέρχονται εις
πόλεμον». Επειδή δε ο Ώρος είπε «τον ίππον», ο Όσιρης εξεπλάγη και
απορών εζήτησεν να μάθη, «Δια τι δεν επροτίμησε τον λέοντα από τον
ίππον». «Διότι», είπεν ο Ώρος «ο μεν λέων είναι ωφέλιμος εις εκείνον, ο
οποίος έχει ανάγκην βοηθείας, ενώ ο ίππος διασπά τον εχθρόν, τρέπει
αυτόν εις φυγήν και τον φονεύει». Ο Όσιρης κατεγοητεύθη από αυτάς τας
απαντήσεις, διότι ενόησεν ότι ο υιός του ήτο πολύ καλά παρεσκευασμένος
δια τον πόλεμον. Λέγεται δε ότι όχι μόνον πολλοί Αιγύπτιοι φεύγοντες από
τον Τυφώνα κατετάσσοντο εις τον στρατόν του Ώρου, αλλ’ ότι και η
παλλακή του Τυφώνας ονομαζόμενη Θούρκις [33] ήλθε προς αυτόν, ένας δε
όφις, ο οποίος καταδίωχεν αυτήν, κατεχόπη υπό των ανθρώπων του
Ώρου, και εις ανάμνησιν του γεγονότος τούτου μέχρι σήμερον φέρουν προ
αυτών κατά τας συναθροίσεις των σχοινίον και κόπτουν αυτό εις τεμάχια.
Η μάχη διήρκεσε πολλάς ημέρας και ενίκησεν ο Ώρος, η δε Ίσις
παραλαβούσα τον Τυφώνα δεμένον όχι μόνον δεν τον εφόνευσεν, αλλά
και έλυσεν αυτόν από τα δεσμά και τον αφήκεν ελεύθερον. Αλλ’ ο Ώρος
αγανακτήσας επέβαλε χείρα εις την μητέρα του και απέσπασεν από την
κεφαλήν της τα σύμβολα του βασιλικού αξιώματος, ο Ερμής όμως της
επέθηκε περικεφαλαίαν καμωμένην από κεφαλήν βοός. Όταν δε ο Τυφών
ήγειρεν αγωγήν κατά του Ώρου και κατηγορεί αυτόν ως νόθον, ο Ώρος
δια της βοηθείας του Ερμού ανεκηρύχθη υπό των θεών γνήσιος υιός και
ενίκησε τον Τυφώνα εις δύο αλλάς μάχας. Η δε Ίσις συνευρέθη μετά του
Οσίριδος και μετά τον θάνατον του και εγέννησεν υιόν πρόωρον και
ασθενικόν κατά τα κάτω άκρα ονομασθέντα Αρποκράτην [34]…………
Προ πάντων δε αξιοσημείωτα είναι τα λεγόμενα περί των τάφων του
Οσίριδος, του οποίου το σώμα λέγεται ότι είναι θαμμένο εις πολλούς
τόπους. Δηλαδή λέγουν ότι και η μικρά πόλις Διοχίτη ονομαστί
αναφέρεται ότι έχει τον αληθινόν τάφον, αλλ’ αφ’ ετέρου εις την
Άβυδον [35] προ πάντων θάπτονται οι πλουσιώτεροι και ισχυρότεροι των
Αιγυπτίων, διότι φιλοτιμούνται να έχουν τάφον εις τον αυτόν τόπον με τον
Όσιρην. Εις την Μέμφιν [36] δε τρέφεται ο Άπις, ο οποίος είναι ομοίωμα
της ψυχής εκείνου, και εκεί φυσικά πρέπει να είναι θαμμένον και το σώμα
του, το όνομα δε της πόλεως άλλοι μεν ερμηνεύουν λιμένα της ευτυχίας,
άλλοι δε τάφον του Οσίριδος. Η δε πλησίον των Φιλών [37] μικρά νήσος
συνήθως μεν είναι απρόσιτος εις πάντας και απροσπέλαστος, και ούτε
πτηνά εις αυτήν αναπαύονται, ούτε ιχθύες πλησιάζουν, εις ωρισμένην
όμως ημέραν οι ιερείς καταπλέοντες εις αυτήν προσφέρουν νεκρώσιμους
θυσίας και στολίζουν με στέφανον τον τάφον του Οσίριδος, ο οποίος
σκιάζεται από φυτόν μηθίδης, της οποίας το ύψος υπερβαίνει την
μεγαλυτέραν ελαίαν.
Ενώ δε εις την Αίγυπτον αναφέρονται πολλοί τάφοι του Οσίριδος, ο
Εύδοξος ισχυρίζεται ότι το σώμα αυτού είναι θαμμένον εις την
Βούσιριν [38], διότι η Βούσιρις ήτο η πατρίς του. Αλλ’ όμως δεν έχει
ανάγκην άλλης αποδείξεως η Ταφόσιρις, αφού αυτό τούτο το όνομα
σημαίνει τάφον Οσίριδος. Παραλείπω δε κοπήν ξύλου και σχίσιμον λινού
υφάσματος και χοάς προσφερομένας εις τους νεκρούς, διότι με αυτά είναι
αναμεμειγμένα πολλά μυστήρια εις ημάς άγνωστα.
Ο μύθος του Όσιρη ως «θνήσκοντος θεού» αναπαριστάνεται κατά
την τέλεση των «μυστηρίων». Φυσικά ο Πλούταρχος, δεν δίνει και
τις τελετές που ακολουθούν την αναπαράσταση. Αυτά, κανένας από
τους αρχαίους συγγραφείς δεν τα αναφέρει.
Είναι ιερά και άρρητα και δεν επιτρέπεται να τα αποκαλύπτουν.
Οπωσδήποτε ανάμεσα στις τελετουργίες είναι και τα Παμύλια, τα
αντίστοιχα των Φαλληφορίων που γίνονται στον ελλαδικό χώρο και
είναι βασικό στοιχείο των Καβειρίων μυστηρίων.
Η Ίσιδα στα μυστήρια του Όσιρη κατέχει τη μαγεία και μπορεί με τη
δύναμη της να αναστήσει τον Όσιρη, ενώ η Ιναννά ή η Ιστάρ αναζητούν
τη μαγική δύναμη. Η Ίσιδα στους Έλληνες ταυτιζόταν με τη Γη-
Δήμητρα, παρόλο που ο μύθος στην περίπτωση της Δήμητρας δεν
συνδέεται με τις πλημμύρες και με το Νείλο ως γονιμοποιό δύναμη της
γης. Ο Όσιρης ταυτίζεται με το Διόνυσο. Τα Ελληνικά μυστήρια στην
τελική τους διαμόρφωση θα πάρουν πάρα πολλά από τα Αιγυπτιακά
αλλά θα τα μεταφυτεύσουν στον Ελληνικό χώρο.
Οι τελετουργίες που πραγματοποιούνται κατά την αναπαράσταση του
κεντρικού μύθου είναι σχεδόν οι ίδιες σε όλους τους «θνήσκοντες
θεούς» και μαζί και στο Χριστό. Είναι η Μεγάλη Εβδομάδα του
Χριστιανισμού, που τελειώνει με την Ανάσταση, με την βλάστηση της
γης. Αυτές οι τελετές γίνονται στην αρχή της άνοιξης, όταν η φύση θέλει
περισσότερες βροχές, περισσότερο γλυκό νερό («νερό της ζωής» κατά
την Ιστάρ) για να αναπτυχθεί η βλάστηση.
Μυστήρια δεν γίνονται μόνο την άνοιξη αλλά και το φθινόπωρο με τη
σπορά, όταν επίσης υπάρχει ανάγκη για βροχή.
Κεφάλαιο τέταρτο
1. Τα πρόσωπα
«Θνήσκοντες θεοί» με μυστήρια για την «ευκαρπία» της γης
υπάρχουν σ’ όλους τους λαούς της Μέσης Ανατολής. Λίγο πολύ
μοιάζουν μεταξύ τους, αφού παντού συμβολίζουν το ίδιο πράγμα και
τα μυστήρια έχουν τον ίδιο σκοπό. Τα δυο βασικά πρότυπα
«θνήσκοντα θεού» είναι ο Ταμμούζ και ο Όσιρης. Όλοι οι άλλοι
«θνήσκοντες θεοί» έχουν δικά τους χαρακτηριστικά αλλά στο βάθος
αναγνωρίζεις κοινά χαρακτηριστικά με τον έναν από τους δυο:
Ταμμούζ ή Όσιρη. Εκτός από την Αίγυπτο, όπου γονιμοποιός θεός
της γης είναι ο Νείλος και ο «θνήσκων θεός» παίρνει ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά, όλοι οι άλλοι αναζητάνε τη βροχή του ουρανού.
2. Ο Βάαλ
Στην Παλαιστίνη «θνήσκων θεός» είναι ο Βάαλ που θα φτάσει και
στην Κρήτη με τη μορφή του Μινώταυρου. Ο Βάαλ διαφέρει από τον
Ταμμούζ, γιατί δεν είναι ο εραστής της θεάς (μητέρας γης), αλλά
μεγάλος θεός που πεθαίνει ή εξαφανίζεται και σε συνέχεια
ανασταίνεται.
Το μύθο του Βάαλ τον γνωρίζουμε σήμερα από τις περίφημες
πινακίδες της αρχαίας Ουγγαρίτ [39]. Και οι πινακίδες αυτές είναι
ακρωτηριασμένες και δεν έχουμε τη συνέχεια του μύθου. Και φυσικά
σκόρπιες πληροφορίες έχουμε και από την «Παλαιά Διαθήκη»
(Έξοδος), όπου οι Εβραίοι απίστησαν στον Ιεχωβά και λάτρεψαν το
Βάαλ στη μορφή του Ταύρου.
Στις ακρωτηριασμένες πινακίδες της Ουγγαρίτ, ο Βάαλ ήταν γιος
του μεγάλου θεού της δημιουργίας Ελ (που σημαίνει Κύριος) ή
Ταύρος Ελ. Δηλαδή ο Βάαλ είναι ο θεός της Δημιουργίας του κόσμου.
Συχνά έχει την προσωνυμία «καβαλλάρης των σύννεφων» ή Χαντάντ
(θεός με τα αστραπόβροντα). Ακόμα παρουσιάζεται και ως τεχνίτης
(Κοθάρ-ου-Χασίς). Συγκρούεται με τον αδελφό του Γιάμ Ναχάρ, θεό
των ποταμών και της θάλασσας που συχνά καταστρέφουν την
παραγωγή, ενώ ο Βάαλ ελέγχει την ευεργετική, πάντα, βροχή για τις
καλλιέργειες. Τα μυστήρια του Βάαλ αρχίζουν με το θάνατο του. Οι
πινακίδες που σώθηκαν δεν λένε πως και γιατί πέθανε. Δεν υπάρχει η
συνέχεια.
Στις πινακίδες της Ουγγαρίτ αναφέρεται ότι ο Βάαλ συγκρούστηκε με
το Μοτ, θεό της ξηρασίας και του Κάτω Κόσμου, στον οποίο ως τότε ο
Βάαλ πλήρωνε φόρο. Στη σύγκρουση αυτή φαίνεται να σκοτώνεται ο
Βάαλ.
Αγγελιοφόροι φτάνουν στον Ελ (Ταύρο-Ελ) και του αναγγέλουν ότι
πέθανε ο Βάαλ και ότι πήγε στον Κάτω Κόσμο, όπως ο Ταμμούζ.
Θρηνεί ο πατέρας των θεών Ελ και μαζί του θρηνούν όλοι. Η αδελφή
και σύζυγος του Ανάθ τον αναζητά παντού και τελικά τον βρίσκει, τον
μεταφέρει στο όρος Ζαφόν και του κάνει μεγαλοπρεπή ταφή.
Στο μύθο του Βάαλ, ο θεός της βλάστησης κάθεται επτά χρόνια μακριά
από τον κόσμο.
Εδώ θυμίζει στοιχεία της Αιγυπτιακής παράδοσης για τις επτά ισχνές
αγελάδες που αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη, τα επτά αγόρια και
τα επτά κορίτσια που απαιτούνταν για το Μινώταυρο κ.λπ. Όμως
υπάρχουν και κάποια εντελώς πρωτότυπα στοιχεία. Η αδελφή και
σύζυγος του Βάαλ Ανάθ εξοντώνει το Μότ με μαγικές τελετουργίες, τον
καίει, τον αλέθει στο χειρόμυλο και τον σπέρνει στο χώμα. Είναι
συμβολισμός για το σιτάρι και πως χρησιμοποιείται.
Εδώ υπάρχει ένα ακόμα κενό στις πινακίδες. Ακολουθεί το όνειρο του
Ελ στο οποίο βλέπει ότι ο Βάαλ ζει. Ειδοποιεί την Ανάθ και κείνη με
βοηθό την ηλιακή θεότητα τη Σαπάς αναζητάει παντού το Βάαλ, ενώ
περιγράφονται με μελανά χρώματα οι συνέπειες της ξηρασίας.
Στο τέλος ανευρίσκεται ο Βάαλ και επιστρέφει στο θρόνο του με
ξέσπασμα χαράς.
Στη ζωή επανέρχεται και ο Μότ. Και οι δυο αντίπαλοι ξαναρχίζουν τη
θανάσιμη πάλη τους.
Ο μύθος του Βάαλ είναι βασικά επηρεασμένος από το μύθο του
Ταμμούζ, αλλά έχει πάρει και στοιχεία από το μύθο του Όσιρη.
Η εξαφάνιση του Βάαλ (θάνατος) και η ανάσταση του από την Ανάθ
αποτελούν τη βάση ενός από τα πιο εντυπωσιακά μυστήρια του αρχαίου
κόσμου.
Ένα άλλο στοιχείο που υπάρχει στους μύθους του Βάαλ και σχετίζεται
με τα μυστήρια του θεού είναι και πολύ ενδιαφέρον για τον κόσμο του
Αιγαίου.
Σύμφωνα με κάποιο απόσπασμα σε ακρωτηριασμένη πινακίδα, η Ανάθ
αδελφή και σύζυγος του Βάαλ αναζητάει το Βάαλ. Της λένε ότι έχει πάει
για κυνήγι. Η Ανάθ τρέχει κοντά του. Όταν σμίγουν, σμίγουν και
ερωτικά, ο Βάαλ με τη μορφή ταύρου, και η Ανάθ με τη μορφή
αγελάδας. Πρόκειται πραγματικά για μεταφορά του μυστηρίου στο
Μινώταυρο της Κρήτης. Το απόσπασμα που έχει σωθεί κλείνει με την
Ανάθ που αναγγέλει στο Βάαλ τη γέννηση του παιδιού τους.
«Και πήγε πάνω στο Αράρ, πάνω στο Αράρ και στο Ζαφόν και
χαρούμενη στο όρος της Κατοχής φώναξε δυνατά στο Βάαλ. “Δέξου
Βάαλ ευχάριστη πληροφορία, δέξου εσύ Γιε του Δάγκαν [40]. Ένας
άγριος ταύρος [γεννήθηκε] από σένα Βάαλ ένα βουβάλι από τον
καβαλάρη των νεφών. Πανίσχυρε Βάαλ χαίρε.”»
Όλα αυτά μας θυμίζουν το Μινώταυρο της Κρήτης όπου είχε
μεταφερθεί η λατρεία του και οι τελετουργίες που συνεπάγονται τα
μυστήρια του, και τον Απη της Αιγύπτου (Έπαφο για τους Έλληνες),
που εμφανίζεται κατά καιρούς με τη μορφή μοσχαριού.
3. Ο Τελεπινούς
Ο μύθος [41] αυτός πραγματεύεται το ίδιο θέμα με το μύθο της καθόδου
του Ταμμούζ στον κάτω κόσμο και το μύθο της εξαφάνισης του Βάαλ
στην Ουγκαριτική μυθολογία. Η εξαφάνιση του θεού δημιούργησε
έλλειψη σε κάθε μορφής ζωής στη βλάστηση και τα ζώα. Ο μύθος αυτός
πρέπει να είχε μεγάλη διάδοση και εξαιρετική πολυμορφία μια και
εξαφανίζονται πολλοί θεοί και ανάμεσα τους ο ηλιακός θεός. Αλλά το
κυρίως κείμενο, στο οποίο στηρίζεται αυτή η παρουσίαση, έχει σαν
πρωταγωνιστή το θεό Τελεπινούς. Ο μύθος επίσης μπορεί να περιληφθεί
στους τελετουργικούς μια και περιλαμβάνει ειδική τελετή για την
εξασφάλιση της επιστροφής του χαμένου θεού.
Στην αρχή το κείμενο είναι σπασμένο και έτσι δεν μπορούμε να
μάθουμε την αιτία της οργής του θεού. Το νήμα της ιστορίας αρχίζει να
ξετυλίγεται από το σημείο, που περιγράφεται η μανία του Τελεπινούς.
Παρουσιάζεται να φοράει το δεξί παπούτσι στο αριστερό πόδι και το
αριστερό παπούτσι στο δεξί του πόδι, ήταν δηλ. τόσο πολύ συγχυσμένος
που δεν ήξερε τι έκανε. Ο Τελεπινούς έφυγε πολύ μακριά στη στέππα
και εξαφανίστηκε εκεί. Αποκαμωμένος καθώς ήταν, το ’ριξε στον ύπνο.
Στη συνέχεια περιγράφονται τ’ αποτελέσματα της απουσίας του: ομίχλη
σκεπάζει τη χώρα, στα τζάκια τα ξύλα σβήνουν, στους βωμούς οι θεοί
παραμελούνται, τα πρόβατα δεν φροντίζουν για τα αρνάκια τους, ούτε
η αγελάδα για το μοσχάρι της. Παντού ξηρασία και πείνα.
Άνθρωποι και θεοί πεθαίνουν από ασιτία. Ο θεός της θύελλας ανησυχεί
για το γιο του, τον Τελεπινούς και αρχίζει να τον αναζητάει παντού. Ο
θεός του ήλιου ξαποστέλνει το γοργόφτερο αητό μα γυρίζει άπραχτος.
Η θεά Χανναχάνας (Hannahannas) παρακινεί το θεό της θύελλας να
κάνει κάτι. Κι εκείνος πηγαίνει στο σπίτι του Τελεπινούς, και χτυπάει
δυνατά την πόρτα, μα το μόνο που καταφέρνει είναι να σπάσει το σφυρί.
Βλέπει ότι ο θεός δεν είναι μέσα και παραιτείται από κάθε προσπάθεια.
Μα η θεά Χανναχάννας προτείνει και πάλι να στείλουν την μέλισσα να
ψάξει. Ο θεός της θύελλας γελάει κοροϊδευτικά και της απαντάει ότι η
μέλισσα είναι πολύ μικρή για να μπορέσει να τα βγάλει πέρα σε μια
τέτοια δύσκολη επιχείρηση, στην οποία οι μεγάλοι θεοί απέτυχαν. Η
Χανναχάννας όμως αψηφώντας τα λόγια του θεού αναθέτει στη μέλισσα
αυτή την αποστολή, τη διατάζει να τσιμπήσει τα χέρια και τα πόδια του
Τελεπινούς, να αλείψει με κερί τα μάτια και τα πόδια του, να τον
καθαρίσει και μετά να τον οδηγήσει στους θεούς. Η μέλισσα μετά από
μακρόχρονη και επίπονη αναζήτηση βρήκε τον Τελεπινούς και έκανε,
όπως την πρόσταξε η θεά. Ο θεός ξύπνησε από το βαθύ ύπνο
οργισμένος, περισσότερο από κάθε άλλη φορά και τότε οι θεοί
βρέθηκαν σε μεγάλη αμηχανία. Μετά ο ηλιακός θεός μίλησε και είπε:
«Άνθρωπε πήγαινε να τον φέρεις! Άφησε τον να πάει στην πηγή
Χαττάρα στο βουνό Άμμουνα. Άφησε τον μονάχος του να κινηθεί. Με
τα φτερά του αητού, άφησε τον να κινηθεί». Κάποιο είδος τελετουργίας
φαίνεται ότι γινόταν εδώ, μα το νόημα παραμένει σκοτεινό. Ακολουθεί
ένα κενό στο κείμενο, όπου φαίνεται ότι κάλεσαν τη Καμρουσέπας
(Kamrusepas), θεά της γιατρειάς γιατί στη συνέχεια περιγραφεται η δική
της τελετή του εξαγνισμού. Ο Τελεπινούς γυρίζει πάνω στα φτερά του
αητού και φέρνει μαζί του την βροντή και την αστραπή. Η
Καμρουσέπας τον καλμάρει και καταπραΰνει την οργή του. Προστάζει
να προσφέρουν θυσία δώδεκα κριάρια. Δάδες ανάβουν και σβήνουν. Το
αναβόσβημα των δάδων συμβολίζει την καταπράϋνση της οργής του
θεού. Στη συνέχεια ο άνθρωπος μάλλον, που αναφέρουμε πιο πάνω,
προφέρει ένα ξόρκι για να διώξει όλα τα κακά πνεύματα της μανίας του
Τελεπινούς στον κάτω κόσμο. Τα τελευταία λόγια είναι: «Ο φύλακας
άνοιξε τις εφτά πύλες, ξεκλείδωσε τα εφτά μάνταλα. Κάτω μέσα στη
κατασκότεινη γη υπάρχουν μπρούτζινα καζάνια με σκεπάσματα από
μέταλλο αμπαρού (abaru) και λαβές σιδερένιες. Ό,τι και να πέσει εκεί
μέσα δεν ξαναβγαίνει. Χάνεται για πάντα. Ας αφήσουμε λοιπόν την
οργή, τη μανία, την κακία και τη λύσσα του Τελεπινούς να πέσουν εκεί
μέσα και να μην ξαναρθούν στο φως!».
Το κείμενο τελειώνει με την επιστροφή του Τελεπινούς και την
αποκατάσταση της ευημερίας. Ο Τελεπινούς έχει την φροντίδα του
βασιλιά και της βασίλισσας και τους εξασφαλίζει αιώνια ζωή και
δύναμη. Στο τέλος της τελετής γίνεται κάτι πολύ ενδιαφέρον: μπροστά
στο θεό στήνεται ένα κοντάρι, από το οποίο κρέμεται μαλλί προβάτου.
Οι τελευταίες γραμμές του κειμένου εξηγούν ότι το κοντάρι και το μαλλί
σημαίνουν την αφθονία για τα πρόβατα, το στάρι, το κρασί, τα ζώα, την
μακροζωία και πολλά παιδιά.
Αντίστοιχος με αυτό το κοντάρι πρέπει να είναι ο στύλος ο
διακοσμημένος με φύλλωμα, που συχνά παριστάνεται σε Ασσυριακές
και Βαβυλωνιακές σφραγίδες, με διάφορες μορφές δεξιά και αριστερά
του, που ασχολούνται με την εκτέλεση κάποιας τελετουργίας.
Αυτοί είναι οι σπουδαιότεροι Χιττιτικοί μύθοι. Έχουν επίσης βρεθεί
και άλλα αποσπάσματα μύθων, τα οποία μπορεί, όποιος ενδιαφέρεται,
να βρει στο θαυμάσιο βιβλίο του Δρ. Γκάρνεϋ (Dr. Gurney) «Οι
Χιττίτες», εκδόσεις Pelikan. Οι μύθοι όμως που περιγράφουμε εδώ είναι
αρκετοί για να δώσουν μια ικανοποιητική εικόνα της φύσης της
Χιττιτικής μυθολογίας. Φαίνεται καθαρά η εξάρτηση της από τη
Βαβυλωνιακή μυθολογία, αλλά επίσης μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι
πάρα πολλά της Ελληνικής και Δυτικής μυθολογίας και του φολκλόρ
έχουν τις ρίζες τους στο παράξενο αυτό Χιττιτικό υλικό.
4. Ο Άδωνης
Ένας ακόμα «θνήσκων θεός» είναι ο Άδωνης που είναι εραστής της
Αφροδίτης ή της Αστάρτης για την περιοχή της Συρίας. Οι αρχαίοι
Εβραίοι που δεν μπορούσαν να πιάνουν στο στόμα τους το όνομα του
Γιαχβέ έδιναν την προσωνυμία Αδωνάι στο θεό τους που σημαίνει
Κύριος. Κύριος σημαίνει και το Φοινικικό Άδων.
Ο Άδωνης όπως και ο Ταμμούζ είναι θνητός και εραστής της μεγάλης
θεάς. Ο μύθος θέλει τον Άδωνη γιο του βασιλιά των Ασσυρίων Θείαντα
ή του βασιλιά της Φοινίκης, Φοίνικα και της Μύρρας ή Σμύρνας. Η
λατρεία του Άδωνη έχει αφετηρία τη Συρία-Φοινίκη, αλλά πέρασε στην
Κύπρο, όπου αντί της Αστάρτης παρουσιάζεται εραστής της
ελληνοποιημένης πια μορφής της Αστάρτης, της Αφροδίτης που είναι
αντίστοιχη της Ιστάρ. Στην Κύπρο γίνεται γιος του Κινύρα και της
Σμύρνας, που ήταν κόρη του Κινύρα. Επειδή η μάνα της Σμύρνας
καυχήθηκε ότι η κόρη της ήταν πιο όμορφη από την Αφροδίτη, η
Αφροδίτη έκανε τη Σμύρνα να ερωτευθεί τον πατέρα της και να
συνευρεθεί μαζί του, αφού τον μέθυσε. Όταν συνήρθε ο πατέρας της την
καταδίωξε, αλλά ο Δίας ή η Αφροδίτη τη λυπήθηκαν και τη
μεταμόρφωσαν στο ομώνυμο αρωματικό φυτό. Από τον κορμό του
φυτού βγήκε ο Άδωνης, τον οποίο μεγάλωσαν οι νύμφες και τον
ερωτεύθηκε η Αφροδίτη. Κατά μια παράδοση ο έρωτας της Αφροδίτης
προκάλεσε την αντιζηλία του άλλου της εραστή, του Άρη ή του συζύγου
της Ηφαίστου που έστειλαν εναντίον του αγριόχοιρο, ο οποίος τον
σκότωσε. Η Αφροδίτη τον θρήνησε πολύ.
Τον Άδωνη τον ερωτεύθηκε και η Περσεφόνη και γι’ αυτό τον
κρατούσε στον Κάτω Κόσμο. Με παρέμβαση τελικά του Δία ο Άδωνης
έμενε το μισό χρόνο με την Αφροδίτη και τον άλλο μισό στον Κάτω
Κόσμο. Εδώ θυμίζει την Περσεφόνη των Ελευσίνιων.
Παρόλο που ο μύθος του είναι απλός, ο Άδωνης έγινε το κέντρο της
πιο εντυπωσιακής τελετουργίας «θνήσκοντος θεού». Η τελετουργία
αυτή (μυστήριο) ήταν απλωμένη σ’ όλη τη Μέση Ανατολή και στο
Αιγαίο.
Δεν υπήρχαν ναοί και άλλα λατρευτικά στοιχεία. Αυτό που δέσποζε
ήταν ο θρήνος για το χαμό του και η χαρά για την ανάσταση του. Το
τυπικό της τελετουργίας του το έχουν ουσιαστικά πάρει οι χριστιανοί
στις γιορτές της Μεγάλης Παρασκευής, θρήνος για το χαμό του,
περιφορά του φέρετρου του που το στόλιζαν με λουλούδια κ.λπ.
Κατά την περιφορά του συνεχίζονταν οι θρήνοι και το έραιναν με
λουλούδια, ενώ οι γυναίκες που τον θρηνούσαν κρατούσαν μικρά
ανδρικά μόρια. Η ανάσταση του γιορταζόταν όπως το Χριστιανικό
Πάσχα.
Παρόλο που δεν υπήρχαν ειδικά ιερά αφιερωμένα στον Άδωνη, η
τέλεση των μυστηρίων γινόταν κανονικά κάθε χρόνο την άνοιξη με
πλατειά συμμετοχή των αγροτικών λαϊκών μαζών. Στα Ελληνιστικά
χρόνια πήραν εντυπωσιακή μορφή και το τελετουργικό τους ουσιαστικά
αντιγράφηκε από τους χριστιανούς στην εβδομάδα των παθών. Στην
Αλεξάνδρεια των Πτολεμαίων οι γιορτές για τον Άδωνη ήταν μεγάλο
γεγονός. Ο ποιητής Θεόκριτος στα «Βουκολικά» του περιλαμβάνει και
ένα ποίημα με τίτλο «Συρακούσιαι ή Αδωνιάζουσαι» [42] όπου
περιγράφει μια γιορτή του Άδωνη στην Αλεξάνδρεια. Το ποίημα που
είναι γραμμένο σε διάλογο αρχίζει με την προετοιμασία των γυναικών
να κατέβουν στην τελετουργία, όπου στριμώχνεται πάρα πολύς κόσμος.
Στη γιορτή μια τραγουδίστρια ψέλνει τον ύμνο στον Άδωνη και την
Αφροδίτη.
ΓΟΡΓΩ
Σώπαινε πια, τον Άδωνι θα τραγουδήσει τώρα
η τραγουδίστρια η ξακουστή, η κόρη της Αργείας,
εκείνη που την βράβεψαν πέρσυ στο μοιρολόγι.
Κάτι καλό θε να μας πει, να, τη φωνή ακονίζει.
ΓΥΝΗ ΑΟΙΔΟΣ
Κυρα, που στους Γολγούς ποθείς και στο Ιδάλιον όρος
και στον ψηλό τον Έρυκα να παίζης, Αφροδίτη,
πάντοτ’ αλαφροπάτητες, σου φέρνουν κάθε χρόνο,
μέσ’ από τον Αχέροντα, τον Άδωνί σου οι Ώρες
αυτές οι πιο αργοκίνητες από τους αθανάτους,
που φέρνουν σ’ όλους τους θνητούς κάτι καλό όταν έρθουν.
ΓΟΡΓΩ
Άκουσες Πραξινόη μου, πόσο σοφή είνε η κόρη;
Καλότυχη είνε αληθινά για όσα τραγούδια ξέρει
κι ακόμα πιο καλότυχη για τη γλυκεία φωνή της.
Μα ’νε καιρός, μου φαίνεται, να πάμε και στο σπίτι.
Ο άντρας μου είνε νηστικός κ’ εύκολος στο θυμό του,
κι όταν πεινάη, αλίμονο σ’ όποιον μπροστά του λάχη.
Αγαπημένε μ’ Άδωνι, χαίρε! Κι όταν ξανάρθης,
χαρούμενους κι ολόχαρους όλους μας να μας εύρης.
Κεφάλαιο πέμπτο
2. Οι μυημένοι
Το ιερατείο της Κυβέλης, οι μυημένοι στα μυστήριά της, είναι
ευνουχισμένοι όλοι. Και αυτό αποτελεί την ιδιαιτερότητα τους. Κάθε
χρόνο νέοι που μυούνταν στα μυστήρια αυτοευνουχίζονται, θάβοντας
τα γεννητικά τους μόρια στη γη. Και καθώς ευνουχίζονται κάθε χρόνο
νεαροί, κατά την τέλεση των μυστηρίων, το πλήθος των ευνούχων
μεγάλωνε.
Οι μυημένοι στα μυστήρια ευνουχισμένοι λέγονται γάλλοι και στα
ρωμαϊκά χρόνια αριθμούσαν δεκάδες χιλιάδες.
Οι πιστοί στην Κυβέλη και στα μυστήρια της που φτάνουν στο
σημείο ν’ αυτοευνουχίζονται και μάλιστα με πέτρινο εργαλείο,
αντιμετωπίζουν τη γονιμική μιμητική μαγεία από άλλη γωνία και γι’
αυτό ξεχωρίζουν. Είναι οι οπαδοί του λεγόμενου από τους νεώτερους
μελετητές «σταροβασιλιά», του ανθρώπου που θυσιάζεται κανονικά
κατά την τέλεση της μαγείας. Αυτή η ανθρωποθυσία φαίνεται να είναι
μια γενικευμένη πρακτική στις αρχαιότερες τροφοπαραγωγικές
κοινωνίες. Ήταν μια μορφή ομοιοπαθητικής μαγείας. Η μεγάλη ιέρεια
των ιερών της γης συμβολίζει την ίδια τη θεά, τη Μητέρα Γη.
Συνευρισκόταν σεξουαλικά μ’ έναν ή περισσότερους νέους για
συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Είναι οι αρσενικοί εραστές της θεάς
ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει ένας που οι σύγχρονοι μελετητές
θα τον ονομάσουν «σταροβασιλιά». Αυτός ο εξαιρετικός νέος άντρας
στο τέλος θα θυσιαστεί και θα ταφεί μπρούμυτα στη γη ώστε να
μεταφερθεί σ’ αυτήν η σεξουαλική δύναμη που γονιμοποιεί τη γη.
Είναι ασφαλώς κάτι άλλο από τη γονιμική μιμητική μαγεία που έχει
στόχο τη βροχή του ουρανού. Εδώ ενισχύεται η γονιμοποιός δύναμη
που θα κάνει πιο καρπερή τη γη. Τέτοιες ανθρωποθυσίες έχουν
εντοπιστεί σε διάφορα σημεία της Μέσης Ανατολής.
Οι λατρείες της Μεγάλης Μητέρας της Μικράς Ασίας (Κυβέλη, Μα,
Αναχίτα, Κυβήβη, Εφέσια Άρτεμης κ.λπ.) είναι αυτές που συνεχίζουν
την παράδοση της θυσίας του «σταροβασιλιά» αλλά που σε κάποια
στιγμή αντικατέστησαν τη θυσία με τον αυτοευνουχισμό. Για τη
γονιμότητα της γης, σημασία είχαν τα γεννητικά όργανα και όχι όλο
το σώμα του εραστή. Έτσι αντικαταστάθηκε η ανθρωποθυσία με τον
αυτοευνουχισμό.
Κεφάλαιο έκτο
Η ΜΥΗΣΗ
μύηση
Στη διάρκεια της μύησης ο νεοφώτιστος πρέπει να κάνει ένα ή και
περισσότερα συμβολικά ταξίδια, τα οποία τ’ ακολουθούν και ανάλογοι
θρονισμοί. Ο θρονισμός ήταν ένα είδος βαπτίσματος. Ο μυούμενος
καθόταν στο μέσο του ιερού και γύρω του το ιερατείο έψελνε ύμνους
και έκανε μαγικές τελετουργίες (αποτρεπτικές και ευχετήριες). Το
συμβολικό ταξίδι είναι στην ουσία κάθοδος στον Άδη και το τέλος του
που είναι επαναφορά στο φως, η Ανάσταση. Είναι η πιο μεγάλη
δοκιμασία του νεοφώτιστου. Και οι θρονισμοί αντιστοιχούν στο
βάπτισμα της χριστιανικής θρησκείας.
Αφού περνάει την περιπέτεια του συμβολικού ταξιδιού ο μυούμενος
δέχεται το πρώτο σύμβολο της μύησης, γίνεται μύστης σε κάποιο
βαθμό. Σε κάθε βαθμό μύησης παίρνει και κάποιο άλλο γνώρισμα. Το
σύμβολο της μύησης το παίρνει στη διάρκεια του θρονισμού.
Το συμβολικό ταξίδι είναι το ταξίδι στον Κάτω Κόσμο. Ο νεόφυτος
οδηγείται σε σκοτεινό μέρος όπου δεν βλέπει πουθενά φως και εκεί
αφήνεται μόνος του.
Είναι η στιγμή της περισυλλογής του, να γνωρίσει τον εαυτό του. Είναι
η μεγάλη δυσκολία. Στην Αίγυπτο ο νεόφυτος οδηγούταν μέσα από
σκοτεινούς διαδρόμους που τον τρόμαζαν.
Σε ορισμένα μυστήρια το ταξίδι στον Κάτω Κόσμο ήταν σε ένα
σκοτεινό σπήλαιο.
Έτσι γινόταν στα μυστήρια του Δία στην Κρήτη και του Μίθρα στην
Περσία.
Το ταξίδι στον Κάτω Κόσμο ήταν συνήθως τρομαχτικό για το νεόφυτο.
Συνοδευόταν από θορύβους μέσα στο σκοτάδι, κραυγές και
φαντάσματα. Όλα δοκίμαζαν την αντοχή του νεόφυτου. Η ανάσταση
ήταν η άνοδος του νεοφώτιστου σε φωτεινό μέρος, όπου όλα ήταν
ευχάριστα και πλημμυρισμένα με φως. Σ’ αυτό το σημείο γινόταν ο
θρονισμός, το βάπτισμα του νεόφυτου, όπου παίρνει τον τίτλο του
μύστη. Ο νεοφώτιστος, αφού έκανε νέους καθαρμούς, καθόταν σ’ ένα
«θρόνο» και γύρω του συγκεντρώνονταν μύστες, που τελούσαν
τελετουργικούς χορούς με ανάλογη μουσική. Ήταν ένα είδος
δοξολογίας. Οι καινούργιοι καθαρμοί έχουν κάτι ανάλογο με τους
καθαρμούς που κάνει η Ιστάρ στα μυστήρια του Ταμμούζ
(Μεσοποταμία), όταν την απελευθέρωνε η αδελφή της Ερεσκιγκάλ.
Οι ίδιοι καθαρμοί γίνονται και στα μυστήρια του Όσιρη όταν η
σύζυγος και αδελφή του Ίσιδα βρήκε το δολοφονημένο σώμα του
Όσιρη. Η Ίσιδα καθαρίζει τα μέλη του Όσιρη με αποτρεπτικές μαγικές
πράξεις και λόγους, ώστε να διώξει από πάνω του τα ίχνη του θανάτου.
Το ίδιο γίνεται και στην περίπτωση του νεόφυτου.
Πριν ν’ ανακηρυχθεί μύστης για να μπεί στην κοινότητα των
μυημένων καθαίρεται από τα ίχνη του θανάτου που τον άγγιξαν στο
περίφημο ταξίδι του. Μετά τους καθαρμούς γίνεται ο θρονισμός που
συνοδεύεται από μια δοξολογία. Ο νεοφώτιστος έπαιζε τα δρώμενα των
κανονικών μυστηρίων όπως θα δώσουμε στα συγκεκριμένα μυστήρια.
Αμέσως μετά το θρονισμό και τη δοξολογία δίνονταν στο νεοφώτιστο
τα σύμβολα της συγκεκριμένης μύησης.
Σε κάθε μυστήριο υπήρχε κάποιο ιδιαίτερο σύμβολο. Και παράλληλα
του δίδασκαν τα διάφορα σύμβολα με τα οποία αναγνωρίζονταν μεταξύ
τους οι πιστοί.
Και τα σύμβολα αυτά ήταν χειρονομίες και λέξεις. Πρόκειται για
χειρονομίες όπως το σύμβολο του σταυρού, που κάνουν οι χριστιανοί
με το χέρι. Και η συμβολική χειρονομία του σταυρού ήταν κάποτε το
σήμα αναγνώρισης των πρώτων χριστιανών.
Η πιο συνηθισμένη χειρονομία των μυημένων στα διάφορα μυστήρια
ήταν το μπράτσο σε ορθή γωνία μπροστά στο στήθος (σήμα των
μυστηρίων της Ίσιδας και του Όσιρη) ή πάνω από το κεφάλι (σήμα των
μυημένων στα Ελευσίνια μυστήρια).
Υπήρχαν και πάρα πολλές άλλες χειρονομίες αναγνώρισης μεταξύ των
μυημένων. Ακόμα χρησιμοποιούσαν λέξεις κατά το γνωστό σύνθημα
και παρασύνθημα.
Ο νεοφώτιστος περνούσε συμβολικά στο θάνατο μέσα στο σκοτάδι
όπου κλεινόταν. Έτσι απέβαλλε τον παλιό του εαυτό, μαζί με όλα τα
αμαρτήματα του και ανασταινόταν, αναγεννιόταν σε νέα ύπαρξη. Τη
νέα ύπαρξη, τη συνειδητοποιούσε στα σκοτάδια του τάφου, όπως ο
σπόρος που ρίχνεται στη γη και εκεί βρίσκει τη δύναμη να βλαστήσει
σε νέα ζωή. Όλη τούτη η πορεία παρακολουθεί σε κάθε βήμα τον
μυούμενο.
Έτσι η αναγέννηση του μυούμενου μετά το συμβολικό θάνατο είναι
έργο του μύστη, που παίρνει εδώ τη θέση του πατέρα στο νεοφώτιστο.
Είναι ακριβώς ότι γίνεται και με το βάπτισμα στη χριστιανική εκκλησία.
Ο νουνός που δίνει τ’ όνομα στο παιδί είναι ο πνευματικός του
πατέρας. Το βάπτισμα που γίνεται σε νηπιακή ηλικία είναι η
αντικατάσταση του ταξιδιού στον Κάτω Κόσμο. Το παιδί βυθίζεται
στην κολυμπήθρα, μια συμβολική πράξη που σημαίνει την ταφή και
ύστερα η ανάσταση με το νέο όνομα που το δίνει ο νουνός.
Στα αρχαία μυστήρια ο νουνός δεχόταν το νεοφώτιστο μετά το
θρονισμό του περίπου όπως ο νουνός σήμερα παίρνει το νεοφώτιστο,
μετά το βάπτισμα του στα χέρια του.
Ο μύστης νουνός αγκαλιάζει το νεοφώτιστο κατά τρόπο που να
συμβολίζει ότι γεννήθηκε απ’ αυτόν.
Μετά το θρονισμό (δηλαδή το βάπτισμα) και τη δοξολογία που
ακολουθούσε ο νουνός μύστης αναλάμβανε τη μύηση πια του
νεοφώτιστου. Ως αυτή τη στιγμή ο νεοφώτιστος, ελάχιστα πράγματα
γνώριζε και κείνα σε συμβολικούς μύθους που ήταν αδύνατο να τους
κατανοήσει λογικά.
Ο Ιουλιανός, ο λεγόμενος Παραβάτης, αυτοκράτορας του Βυζαντίου
που θέλησε να αναστηλώσει την αρχαία θρησκεία λέει χαρακτηριστικά
για τους μυητικούς μύθους: «Τα μυητικά αινίγματα επινοήθηκαν για να
μην φτάνουν οι υπέροχες Αλήθειες των Μυστηρίων καθαρές και γυμνές
στ’ αυτιά των πιστών και πήγαιναν καλυμμένα με σύμβολα» [45]. Και ο
Μακρόβιος [46], μιλώντας για το συμβολισμό των μυστηρίων λέει: «Δεν
μπορείς να φτάσεις στο νόημα των Μυστηρίων παρά μόνο μέσα από
τους σκοτεινούς δρόμους του Συμβολισμού. Η φύση δεν παρουσιάζεται
γυμνή ούτε και στους ίδιους τους μυημένους! Μόνο αυτοί που
ξεχωρίζουν για τη σοφία τους μπορεί να ερμηνεύσουν αυτά τα Μυστικά.
Οι άλλοι θα πρέπει να αρκεστούν στο σεβασμό των πραγμάτων της
Μύησης που είναι συμβολικές εικόνες».
Και ο Πλωτίνος [47], γράφει τα εξής σχετικά με τα σύμβολα: «Στα
μυστήρια απαγορεύεται η αποκάλυψη των μυστικών σε κείνους που δεν
έχουν μυηθεί. Η μύηση είναι απόρρητη και γι’ αυτό δεν θα πρέπει να
γίνεται γνωστή σε κείνους που δεν είχαν την ευτυχία να τη δεχθούν».
Και ο Ιάμβλιχος [48], για τα σύμβολα λέει: «Ακούστε τώρα σύμφωνα με
το πνεύμα των Αιγυπτίων τη νοητική ερμηνεία των Συμβόλων.
Απομακρύνατε τις παραστάσεις των συμβόλων που έχουν αποτυπωθεί
απλά στη φαντασία σας ή που τα έχετε μάθει από ακούσματα. Και
προσηλωθείτε στην αλήθεια».
Οι καθαρμοί, που συνοδεύουν τη μύηση, μπορούν να γίνονται με
διάφορα μέσα και πάντα συνοδεύονται με λόγια, καθαρώς αποτρεπτικής
μαγείας για την προετοιμασία του νεόφυτου, προκειμένου να τον
απαλλάξουν από τα κακά πνεύματα και ικετευτικά μετά την κάθαρση
για να βοηθήσουν οι θεοί ή ο συγκεκριμένος θεός την ψυχή του
νεόφυτου να δει το φως της αλήθειας. Καθαρμοί γίνονται με νερό
(λουτρά του σώματος και αγιασμός) και ιδιαίτερα θαλασσινό, με τη
φωτιά (εξαγνιστικό πυρ), με νηστείες, με το κόσκινο (όπως με το
κόσκινο καθαρίζουμε το στάρι από τα ζιζάνια). Έτσι πιστεύουν ότι
μπορούν να εξαγνίσουν και τον άνθρωπο, ακόμη με διάφορα βότανα και
πολύπλοκες μαγικές συνταγές.
Η Ίσιδα ήταν η μεγάλη μάγισσα που την επικαλούνταν ακόμα και οι
θεοί.
Η μύηση αρχίζει μετά τον πρώτο θρονισμό (το πρώτο βάπτισμα). Ο
μύστης που έφερε το νεόφυτο, πριν από το θρονισμό, τον αγκαλιάζει με
τρόπο που έδειχνε ότι ο νεόφυτος έβγαινε από την αγκαλιά του. Ο νέος
άνθρωπος αναγεννιόταν από το μύστη του.
Γνωρίζουμε ότι η μύηση ήταν διάφορα επίπεδα που ουσιαστικά
αποτελούσαν βαθμούς ή τάξεις μιας σχολής. Ο νεόφυτος περνούσε
πραγματικά με δοκιμασίες από τον έναν βαθμό στον άλλο.
Για το τι ακριβώς ήταν η μύηση και οι βαθμοί της, μπορούμε να
σχηματίσουμε μια κάποια ιδέα, από την περίφημη σχολή του Πυθαγόρα
στον Κρότωνα.
8. Η κάθαρση
Τόσο η μύηση όσο και η τέλεση των μυστηρίων συνδέονται με
πλήθος πράξεων κάθαρσης και εξαγνισμού. Η ιδέα ότι ο άνθρωπος
που θέλει να προσεγγίσει τους θεούς πρέπει να έχει εξαγνισθεί, είναι
πολύ παλιά. Τον εξαγνισμό ή την κάθαρση τη συναντάμε και στον
τροφοσυλλεκτικό άνθρωπο, από τη στιγμή που συλλαμβάνει την
έννοια του πνεύματος και σε προέκταση των θεών.
Σκοπός της κάθαρσης ήταν, να καθαρίσει την ψυχή του ανθρώπου
από τους ρύπους, τα ακάθαρτα στοιχεία και τα πνεύματα του κακού
που την αποπλάνησαν όταν αποσπάστηκε από το θεϊκό νου και
δέθηκε με την ύλη, ώστε να ξαναβρεί το δρόμο της προς το θεϊκό
κόσμο, να κατανοήσει το θείο και φυσικά να μπορέσει να το
δεσμεύσει να κάνει αυτό που επιδιώκουν με τα μυστήρια.
Για την κάθαρση χρησιμοποιούνται διάφορα μέσα, πάντα στο
πνεύμα της μιμητικής μαγείας που είναι κυρίαρχη ιδέα από τότε που
επινοήθηκε ως τις μέρες μας στη θρησκεία. Η κάθαρση γίνεται πάντα
με εξορκισμούς που επινοήθηκαν από τα πανάρχαια χρόνια και
διατηρούνται ως σήμερα. Τους εξορκισμούς τους κάνουν οι ιερείς με
το λόγο και με διάφορα μέσα. Και μέσα για την κάθαρση είναι το
νερό, η στάκτη, το λάδι, το κρασί, ο καπνός, τα ούρα, η φωτιά και
άλλα ακόμα μέσα όπως το κόσκινο που το περιφέρουν πάνω στο
ανθρώπινο σώμα.
Το κυρίαρχο υλικό μέσο που χρησιμοποιείται στην κάθαρση είναι
οπωσδήποτε το νερό και τις περισσότερες φορές το θαλασσινό νερό
που έχει καθαρτικές ιδιότητες για το ανθρώπινο σώμα. Η χρήση των
μέσων αυτών συνοδεύονται με λόγους αποτρεπτικής μαγείας, για να
έχει τα αποτελέσματα που πιστεύουν ότι πετυχαίνουν.
Έτσι, ο υποψήφιος για μύηση, λουζόταν καθαρά με νερό, ενώ ο
ιερέας απάγγειλε συχνά ακατάληπτες για τον υποψήφιο λέξεις που
έλεγαν στην ουσία, όπως το νερό καθαρίζει τους ρύπους του σώματος
να καθαρίσει και τα κακά πνεύματα από την ψυχή του ανθρώπου.
Αποτρεπτικό για τα κακά πνεύματα θεωρούνταν, το αίμα από τα
σφάγια των Θυσιών και η στάκτη, πάντα με συνοδεία αποτρεπτικών
λόγων ή προσευχών. Το πιο δυνατό μέσο για την εκδίωξη των κακών
πνευμάτων ήταν η φωτιά που χρησιμοποιείται με πολλούς τρόπους
στις τελετές της κάθαρσης.
Βασικό επίσης στοιχείο είναι οι νηστείες. Οι νηστείες ήταν το μέσο
να εκδιώξουν τα κακά πνεύματα και να ελευθερωθεί έτσι το σώμα
από το βάρος του.
Οι νηστείες είναι καθιερωμένο μέσο κάθαρσης επειδή πιστεύουν ότι
με τις τροφές εισάγονται στο σώμα του ανθρώπου και κακά
πνεύματα. Ο Ηρόδοτος [49] λέει ότι οι Αιγύπτιοι νήστευαν πάντα τρείς
ημέρες το μήνα, καθαρίζονταν με εμετικά και κλύσματα γιατί
πίστευαν ότι όλες οι αρρώστιες των ανθρώπων προέρχονται από τις
τροφές που τρώνε. Έτσι η νηστεία είναι βασικό στοιχείο των
καθαρμών.
Με τη νηστεία ταπεινώνεται το σώμα και συγκεντρώνει τον άνθρωπο
στην ψυχή του και στο θεό.
Η νηστεία επιβαλλόταν μετά το θάνατο κάποιου, σ’ όλους στο σπίτι
του νεκρού, γιατί πίστευαν ότι το πνεύμα του κακού έχει αγγίξει ότι
βρίσκεται στο σπίτι. Κατά συνέπεια αν έτρωγαν θα έβαζαν μαζί στο
σώμα τους και το κακό πνεύμα. Νήστευσε και η Δήμητρα όταν ο
Πλούτωνας της άρπαξε την κόρη (Περσεφόνη) και γι’ αυτό νήστευαν
και οι μυημένοι στα μυστήρια κατά την τέλεση των Ελευσίνιων
μυστηρίων. Υπήρχαν δύο τύποι νηστειών: η μερική και η καθολική. Στη
μερική οι μυημένοι απείχαν από ορισμένες τροφές και στην καθολική
απείχαν από κάθε είδους τροφή. Η καθολική νηστεία τηρούνταν κατά
την τέλεση των μυστηρίων στην Ελευσίνα σε ανάμνηση της νηστείας
της Δήμητρας. Και η καθολική νηστεία κρατούσε μια ημέρα, από το
πρωί ως το νύχτωμα.
Ο Πυθαγόρας, ο μέγιστος των μυστών και ιεροφαντών της
αρχαιότητας προσδιόριζε την κάθαρση με αυτά τα παραγγέλματα όπως
τα καταγράφει ο Διογένης Λαέρτιος [50]: Η άγνεια επιτυγχάνεται με
καθαρμούς, λουτρά, περιρραντήρια, με καθαρμούς σε περίπτωση
κηδείας ή λεχώνας ή οποιονδήποτε άλλου μιάσματος, να μην τρώνε
κρέας ψοφιμιών, τσίχλες, αυγά, ωοτόκα ζώα και κουκιά, καθώς και όσα
προσδιορίζουν οι ιερείς που κάνουν τις τελετές. Η αποχή, η νηστεία και
οι καθαρμοί κάθε είδους είναι αναγκαία στοιχεία στη μύηση και στην
τέλεση των μυστηρίων.
Άλλα, ακόμα μέσα (αποτρεπτικής μαγείας), ήταν τα χτυπήματα, μέχρι
μαστίγωμα σε συνδυασμό με αποτρεπτικές φράσεις, όπως γίνεται και
σήμερα ακόμα στους περίφημους εξορκισμούς της χριστιανικής
θρησκείας.
Με τους καθαρμούς πίστευαν ότι ο άνθρωπος απαλλασσόταν από τα
κακά πνεύματα και μπορούσε έτσι ελεύθερη η ψυχή του να πάρει το
δρόμο προς το θείο, να ακούσει το θείο λόγο.
Καθαρμούς κάνουν οι πιστοί πριν από την τέλεση των μυστηρίων.
Νηστεύουν, λούζονται, κάνουν τελετές μιμητικής και αποτρεπτικής
μαγείας πριν να κινήσουν για την μεγάλη τελετή των μυστηρίων. Το
ίδιο κάνουν και οι χριστιανοί σήμερα στην περίοδο των μεγάλων
εορτών. Πριν από τα Χριστούγεννα έχουν καθιερώσει τη «σαρακοστή»,
νηστεία σαράντα ημερών (14/11-24/12) και πριν από το Πάσχα τη
γιορτή των ανοιξιάτικων μυστηρίων έχουμε την «σαρακοστή» των
πενήντα ημερών. Και ακόμα πριν από τις 15 Αυγούστου (γιορτή της
Κοίμησης της Θεοτόκου) έχουν ορίσει δεκαπενθήμερη νηστεία. Ήταν η
εποχή του τέλους του θερισμού και του αλωνίσματος για τους αρχαίους.
Τέλος έχουν «σαρακοστή» και στην έναρξη του θερισμού, τον Ιούνιο
μήνα.
Η πρακτική των αρχαίων μυστηρίων διασώζεται ακέραιη και στο
χριστιανισμό. Με την ευκαιρία πρέπει να τονίσουμε ότι οι μεγάλες
γιορτές του Χριστιανισμού είναι τοποθετημένες ακριβώς στις τελετές
των μεγάλων μυστηρίων. Και σε μεγάλο βαθμό αντιγράφουν τα παλιά
μυστήρια.
9. Η εξομολόγηση
Κορυφαίο σημείο της κάθαρσης θεωρείται η ομολογία των
εγκλημάτων ή των αμαρτιών που είχε κάνει ο άνθρωπος που θα
έμπαινε σε μύηση μπροστά στους θεούς και στους ιεροφάντες τους.
Είναι αυτό που σήμερα οι νεώτερες θρησκείες το λένε εξομολόγηση.
Για να περάσει στη μύηση έπρεπε να καθαριστεί από τους ρύπους
των αμαρτημάτων του. Αφού ομολογούσε τις αμαρτίες του, το
ιερατείο φρόντιζε να καθαρίσει από τους ρύπους με διάφορες
αποτρεπτικές μαγικές τελετουργίες, όπως κάνουν και σήμερα οι
εξομολόγοι ιερείς στη χριστιανική θρησκεία. Για τα μεγάλα
εγκλήματα οι τελετουργίες κάθαρσης ήταν πολύπλοκες. Μια ιδέα, γι’
αυτές τις τελετουργίες, έχουμε από το μύθο του Ορέστη μετά τη
θανάτωση της μητέρας του και η κάθαρση του Ηρακλή, μετά τη
θανάτωση των παιδιών της Μολιόνης.
Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι όταν ο Λύσανδρος πήγε στη Σαμοθράκη
στο ιερό των Καβείρων για να ζητήσει χρησμό, ο ιερέας τον σταμάτησε
στην είσοδο και του ζήτησε να ομολογήσει πρώτα το μεγαλύτερο από
τα εγκλήματα που είχε κάνει (το «ανομώτατο»). Ο Λύσανδρος τον
ρώτησε: «Αυτό, εσύ το απαιτείς ή οι Θεοί;». Ο ιερέας του απάντησε:
«Οι Θεοί». Και ο Λύσανδρος του είπε: «Τότε γιατί με εμποδίζεις να
περάσω; Αν μου το ζητήσουν θα το πω σ’ αυτούς.»
Είναι φανερό ότι ακόμα και για να μπει κανένας στο ιερό απαιτούνταν
κάθαρση, εξομολόγηση των αμαρτημάτων και εξαγνισμό του από τον
ιερέα.
10. Η έκσταση
Η ολοκληρωμένη μύηση οδηγούσε το μύστη πια στην έκσταση. Ο
μύστης ζούσε πραγματικά στον υπερβατικό κόσμο του πνεύματος.
Δεν ζούσε στον πραγματικό κόσμο των αισθήσεων. Βρισκόταν σε μια
κατάσταση παρόμοια με κείνη των ασκητών των νεώτερων θρησκειών
ή και των σύγχρονων μυστικιστών.
Η επίτευξη της έκστασης περνάει ουσιαστικά από τέσσερα στάδια:
α) Η απομάκρυνση από τον αισθητό κόσμο. Ο άνθρωπος ζει στον
κόσμο της φαντασίας με ελάχιστες επαφές με τον πραγματικό κόσμο.
β) Σβύνουν, σε συνέχεια τα πάθη. Είναι η περίοδος της απόλυτης
γαλήνης.
γ) Στο επόμενο στάδιο εκμηδενίζονται οι αισθήσεις.
δ) Χάνεται η προσωπική συνείδηση, οπότε ο μύστης ταυτίζεται με το
θεό και η ψυχή του ενώνεται με το νου της μύησης στον Ερμή τον
Τρισμέγιστο. Φυσικά αυτά ελάχιστοι τα πετυχαίνουν. Είναι οι μεγάλοι
Ιεροφάντες.
Η επίτευξη της έκστασης πρέπει να γίνεται με τη θέληση του
ανθρώπου και την διαρκή άσκηση, όπως οι ασκητές. Ασφαλώς υπήρχαν
άνθρωποι που αυτοεκστασιάζονταν εύκολα. Αυτοί θεωρούνταν φορείς
του θεϊκού πνεύματος από τα πανάρχαια χρόνια.
Σ’ αυτή την κατηγορία υπάγονταν και οι επιληπτικοί, αλλά αυτοί ήταν
φορείς ενός κακού πνεύματος. Οι άνθρωποι που εκστασιάζονταν
εύκολα, χρησιμοποιήθηκαν από τα πανάρχαια χρόνια ως ενδιάμεσοι των
θεών, κύρια ως μάντεις.
Υποτίθεται ότι οι άνθρωποι αυτοί μιλούσαν με τους θεούς.
Σ’ ορισμένα μυστήρια, όπως της Μεγάλης Μητέρας της Μικράς
Ασίας, της Κυβέλης, χρησιμοποιούνται και τεχνικά μέσα για
εκστασιασμό, όπως η παπαρούνα (όπιο) ή το χασίς, αλλά δεν είναι
γενικός κανόνας. Στο μαντείο των Δελφών η Πυθία εκστασιαζόταν
μόλις άγγιζε με το χέρι της τον ιερό λέβητα και τον ιερό τρίποδα του.
Φυσικά γινόταν συστηματική ψυχολογική προετοιμασία.
Στα μυστήρια δεν χρησιμοποιείται ο εκστασιασμός ως πρακτική. Ο
εκστασιασμός αφορούσε τους μύστες και τους ιεροφάντες, τους
θεμελιωτές και τους οδηγούς των μυστηρίων. Στα μυστήρια, τόσο οι
μυούμενοι όσο και ο απλός λαός, οι συμμέτοχοι στην τέλεση τους, δεν
πρέπει να έχουν εκστασιαστεί, αφού θα γίνει η ιερογαμία από τον
ιεροφάντη και τα όργια από τους πιστούς.
Με τη μύηση και τους καθαρμούς οι μύστες αναγεννούνται σε μια νέα
ύπαρξη. Αυτό είναι μια συνειδητή κατάσταση όπου ο άνθρωπος
χαίρεται πραγματικά κάτι το καινούργιο μέσα του. Είναι αυτό που και
στις νεώτερες θρησκείες αισθάνονται οι πιστοί στις μεγάλες τους
γιορτές: Πάσχα, Χριστούγεννα κ.λπ. Οι χριστιανοί, ας πούμε και
σήμερα ακόμα ζούνε, μέσα από τις ιεροτελεστίες τα πάθη αλλά και την
ανάσταση του Χριστού.
Η Ανάσταση είναι μια λυτρωτική κατάσταση. Στην όλη πορεία από τα
πάθη στην Ανάσταση κινούνται σε ένα μελαγχολικό πνευματικό
στοιχείο.
Το ίδιο συνέβαινε και με τις αρχαίες τραγωδίες στα θέατρα. Είχαμε
και εδώ μια ανάλογη πορεία, παρακολουθώντας τες έφταναν στη
λύτρωση, στην κάθαρση, όπως την προσδιορίζει ο Αριστοτέλης με τη
λύση του όλου δράματος. Ας μην ξεχνάμε, ότι η τραγωδία βγήκε από
τα ελληνικά μυστήρια και ότι ο μεγάλος τραγωδός ο Αισχύλος ήταν
μυημένος στα Ελευσίνια μυστήρια, άσχετο αν το αρνήθηκε για να μην
καταδικαστεί ότι παραβίασε τον όρκο της σιωπής.
Υποσημειώσεις
(Πατώντας κλικ στην υποσημείωση,
επιστρέφετε στο κείμενο)