Professional Documents
Culture Documents
Κοινωνιολογία
Κοινωνιολογία
Κοινωνιολογία
Νεωτερικότητα :
Κοινωνιολογικός όρος που αναφέρεται στο σύνολο των ιστορικών διαδικασιών που
μετασχημάτισαν την παραδοσιακή τάξη πραγμάτων . Οι πρώτοι κοινωνιολόγοι ( Βέμπερ ,
Μαρξ , Ντυρκαίμ ) προσπάθησαν να κατανοήσουν την κοινωνική ανατροπή και τις ρήξεις
που δημιούργησαν αυτές οι διαδικασίες , οι οποίες περιλαμβάνουν την εμφάνιση του
έθνους – κράτους , τον καπιταλισμό , την γραφειοκρατικοποίηση , την αστικοποίηση ,την
εκκοσμίκευση και την υποβάθμιση της θρησκευτικής πίστης κυρίως από την επιστήμη και
την τεχνολογία . Η νεωτερικότητα συνοδευόταν από πολλά προβλήματα στις πολιτικές του
έθνους , στις συγκρούσεις , στις ταξικές ανισότητες κ.α. . Συγκεκριμένα στην οικονομική
ζωή ο βιομηχανικός καπιταλισμός έφερε τα πάνω κάτω στις πιο παραδοσιακές κοινωνίες .
Αυξήθηκε η ανισότητα μεταξύ των οικονομικών τάξεων και η εργασία ήταν απαιτητική και
πολύ συχνά εξευτελιστική . Επιπλέον όσον αφορά την κοινωνική οργάνωση , ο πληθυσμός
μετακινούνταν από τους διάσπαρτους αγροτικούς οικισμούς στα αστικά κέντρα . Η
κοινωνία γινόταν ολοένα και πιο διαιρεμένη και ως εκ τούτου οι μεταρρυθμιστές και
ριζοσπάστες/ επαναστάτες είχαν ως όραμα μια κοινωνική ολοκλήρωση που θα επέτρεπε
την ενσωμάτωση και την ομοιομορφία των ανθρώπων από διαφορετικές ομάδες. Όσον
αφορά τη κουλτούρα , τις συμβολικές και επίκτητες δηλαδή διαστάσεις της ανθρώπινης
κοινωνίας, οι νεωτερικοί κοινωνιολόγοι έβλεπαν την αυξημένη ορθολογικότητα ως
σημαντικότερη τάση της κουλτούρας . Μια μορφή σκέψης που στηρίζεται σε τυπικούς
κανόνες ή σε υπολογισμούς και όχι στη παράδοση ή στο συναίσθημα . Έδωσαν έμφαση
στην κεντρική σημασία της επιστήμης και στη φθίνουσα σπουδαιότητα της θρησκείας .
Επιπροσθέτως , οι νεωτερικοί κοινωνιολόγοι έπαιρναν ως δεδομένες τις σχέσεις των φύλων
και οι γυναίκες είχαν εξαιρετικά περιορισμένες ευκαιρίες σε σχέση με τους άνδρες . (
περισσότεροι νεωτεριστές άνδρες ) . Επιπλέον τραβήχτηκε διαχωριστική γραμμή ανάμεσα
στον δημόσιο και τον ιδιωτικό βίο ενώ τέλος οι κοινωνιολόγοι αυτοί θεωρούσα τους
δυτικούς πολιτισμούς πιο ιδιαίτερους σε σχέση με αυτούς της ανατολής , που συχνά
θεωρούσαν οπισθοδρομικούς .
Μετανεωτερικότητα :
Η μετανεωτερικότητα , που ήλθε τον επόμενο αιώνα μετά την έλευση του βιομηχανικού
καπιταλισμού , χαρακτηρίζει την μεταβιομηχανική κοινωνία , της οποίας η οικονομία
βασίζεται στις υπηρεσίες και τη πληροφορία . Αντίθετα με παλαιότερα η οργάνωση είναι
αποκεντρωμένη στα προάστια και την ύπαιθρο . Η εργασία από το σπίτι έχει συμβάλλει
στην αλλαγή των ισορροπιών μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου βίου . Ο απορθολογισμός
είναι εμφανής και οι άνθρωποι ασκούν συχνά κριτική στην εξουσία και στην επιστήμη .
Επιπλέον αναδείχνονται νέα κοινωνικά κινήματα εξαθλιωμένων εργατών αλλά το πιο
ορατό και επιτυχές ήταν το γυναικείο κίνημα . Από τη δεκαετία του1960 και μετά στόχος
του σύγχρονου φεμινιστικού κινήματος είναι η θεμελιακή αλλαγή στις σχέσεις των φύλων .
Άλλες μορφές κινημάτων όπως ο περιβαλλοντισμός και τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων
αναδύθηκαν μόνο στη σύγχρονη εποχή . Τέλος αναπροσδιορίζεται η κοινωνικοποίηση και
οι ταυτότητες , καθώς και γίνεται αισθητή η παγκοσμιοποίηση όπως και οι ανισότητες .
Ο ακτιβιστής = αυτός που όχι μόνο συμπάσχει με τους λιγότερο προνομιούχους αλλά θέτει
κι όλας την έρευνα του προς υπεράσπιση τους.
Ο Καρλ Μαρξ υποστήριξε με πάθος ότι δεν είναι η συνείδηση που καθορίζει τη κοινωνία
αλλά η κοινωνία που καθορίζει τη συνείδηση .
Η προσέγγιση του Μαρξ για τον καπιταλισμό διαφέρει από αυτή του Βέμπερ, ο οποίος
τελευταίος εκλάμβανε την ανάδυση του καπιταλιστικού συστήματος στη Δύση ως το
στοιχείο ενός ευρύτερου κοινωνικοοικονομικού φαινομένου που αποκαλούσε
εξορθολογισμό ( διαδικασία κατά την οποία οι παραδοσιακοί θεσμοί και αξίες
αντικαθίστανται από άλλους οι οποίοι βασίζονται στη αρχή του ορθολογικού
υπολογισμού των καταλληλότερων μέσων για την υλοποίηση συγκεκριμένων σκοπών .)
Ο Μαξ Βέμπερ ασχολήθηκε κι αυτός με πολλά κοινωνικά ζητήματα . Αντιμετώπιζε την
νεωτερική βιομηχανική κοινωνία ως ένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα όπου η
μεταποιητική επιχείρηση κατείχε κεντρική θέση και αποτελούσε κεντρικό παράδειγμα
του σύγχρονου τρόπου οργάνωσης , ο οποίος ήταν γραφειοκρατικός και ορθολογικός .
Κάποιοι κοινωνιολόγοι ακολούθησαν το παράδειγμα του Μαξ Βέμπερ για την
ερμηνευτική κοινωνιολογία ( κοινωνιολογική εξήγηση με βάση την υπόθεση ότι οι
κοινωνικές δράσεις μπορούν να γίνουν πλήρως κατανοητές μόνο αν ερμηνεύσουμε τα
κίνητρα και τα νοήματα που καθοδηγούν τη δράση των ατόμων ) . Ο Μαξ Βέμπερ έκανε
λόγο για «ένταση ανάμεσα στη θρησκεία και το σεξ» . Επιπλέον θεώρησε τον
εξορθολογισμό ως ένα κλειδί που μας επιτρέπει να δούμε τη μετάβαση από την
προβιομηχανική στην καπιταλιστική βιομηχανική κοινωνία. Ο ορθολογισμός είναι αυτός
που δίνει έμφαση στη λογική και τον προγραμματισμό. Το σύστημα εξορθολογισμού
είναι απρόσωπο, λειτουργεί στο πλαίσιο τυπικών κανόνων και απετέλεσε το κύριο
χαρακτηριστικό του καπιταλισμού και του δυτικού πολιτισμού. Χαρακτηριστικότερο
παράδειγμα εξορθολογισμού είναι η περίπτωση της οικονομικής δραστηριότητας . Ο
Βέμπερ διέκρινε την κοινωνική δράση του ατόμου:
0ι μορφές αυτές κοινωνικής πράξης είναι κατά τον Βέμπερ ιδεατοί τύποι, έννοιες δηλαδή
που καταγράφουν το νόημα της δράσης. Οι μορφές αυτές κοινωνικής πράξης είναι κατά τον
Βέμπερ ιδεατοί τύποι, έννοιες δηλαδή που καταγράφουν το νόημα της δράσης. Ο Βέμπερ
κατέγραψε τους ιδεατούς τύπους όχι μόνον των κοινωνικών πράξεων, αλλά και τον ιδεατό
τύπο της γραφειοκρατίας, της εξουσίας κτλ. H γραφειοκρατία, ως ορθολογικός τρόπος
δράσης, ρυθμίζει τις σχέσεις των ανθρώπων με το κράτος στη βάση κάποιων κανόνων..
Σημειώνουμε ότι η έννοια της γραφειοκρατίας στη σκέψη του Βέμπερ δεν ήταν αρνητικά
φορτισμένη, όπως είναι στις μέρες μας.
Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Ντυρκέμ υποστήριζε ότι η κοινωνία είναι μια ηθική ενότητα
ανθρώπων, οι οποίοι μοιράζονται τα ίδια συναισθήματα και την ίδια προσήλωση σε αξίες
και κανόνες. Το σύνολο των αξιών και των κανόνων συγκροτεί τη «συλλογική συνείδηση», η
οποία καθορίζει τη συμπεριφορά των ανθρώπων και διακρίνει μια κοινωνία. Η κοινωνική
συνοχή των μελών μιας κοινωνίας εκφράζεται ως «κοινωνική αλληλεγγύη».
Θεωρούσε ότι η κοινωνική ζωή έπρεπε να αναλυθεί με την ίδια επιστημονική αυστηρότητα
που χαρακτήριζε την ανάλυση των φυσικών φαινομένων.
Ο Ντυρκαίμ αναφέρθηκε ρητά στη σχέση υγείας και κοινωνίας. Υποστήριζε ότι ο τρόπος με
τον οποίο κάθε κοινωνία διαχειρίζεται την απόκλιση ενισχύει βασικές αξίες ,όπως την
αλληλεγγύη . Θεωρούσε ότι η υπερβολική εξατομίκευση και κοινωνική ενσωμάτωση
συνιστούν παθολογικά φαινόμενα . Στο έργο του Αυτοκτονία δείχνει ότι υψηλα ποσοστά
αυτοκτονιών σημειώνονται σε περιόδους υψηλής ή χαμηλής κοινωνικής ενσωμάτωσης
όπως και σε εποχές ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης.
Προσδιόρισε τρεις τύπους αυτοκτονιών:
1. Την εγωιστική αυτοκτονία, που παρατηρείται ότι αυξάνεται όταν τα άτομα δεν έχουν
αναπτύξει αρκετούς κοινωνικούς δεσμούς. Για παράδειγμα, οι ανύπαντροι ενήλικες
αυτοκτονούν συχνότερα από ό,τι οι παντρεμένοι.
2. Την αλτρουιστική αυτοκτονία, που παρατηρείται όταν οι κοινωνικοί δεσμοί είναι πολύ
δυνατοί. 0ι μαζικές αυτοκτονίες μελών διάφορων θρησκευτικών οργανώσεων ή ατόμων
που εκπαιδεύονται στο να δίνουν τη ζωή τους για την πατρίδα (π.χ. «καμικάζι») αποτελούν
παραδείγματα αυτού του τύπου αυτοκτονίας.
3. Την ανομική αυτοκτονία, που εμφανίζεται σε περιόδους κατά τις οποίες παρατηρείται
κοινωνική αποδιοργάνωση. Για παράδειγμα, οι ανομικές αυτοκτονίες αυξάνονται σε
περιόδους οικονομικής κρίσης, αλλά και σε περιόδους ευημερίας, γιατί οι άνθρωποι
χάνουν τους κοινωνικούς δεσμούς τους.
Θεωρούσε πως η εκπαίδευση αποτελεί μια ηθική δύναμη που στέκεται ως αντίβαρο στις
αρνητικές συνέπειες του καταμερισμού εργασίας στις κοινωνίες της νεωτερικότητας .
Ο Μισέλ Φουκώ ασχολήθηκε με τη φροντίδα του εαυτού ή αλλιώς «επιμέλεια του εαυτού»
Κοινωνικοποίηση είναι μια διαδικασία μέσω της οποίας το άτομο μαθαίνει και
εσωτερικεύει τα διάφορα στοιχεία του πολιτισμού, της κοινωνίας μέσα στην οποία ζει,
πράγμα που του επιτρέπει να διαμορφώσει τη δική του προσωπικότητα και να ενταχθεί
στις διάφορες ομάδες. Η κοινωνικοποίηση του ατόμου, η οποία πραγματοποιείται από την
οικογένεια, το σχολείο και πολυάριθμους άλλους φορείς (π.χ. ομάδα συνομηλίκων, Μ.Μ.Ε.
κ.ά.), είναι μια πολύπλοκη διαδικασία που επιτελείται μέσω ψυχοκοινωνικών μηχανισμών,
όπως είναι
Ετερότητα
Το παρελθόν και το παρόν των πολιτισμών είναι, μεταξύ άλλων, μια συνεχής σειρά
αμοιβαίων δανείων. Τα δάνεια αυτά αφορούν:
• Εφευρέσεις όπως το τηλέφωνο, που κατασκευάστηκε στην Αμερική το 1876 από
τον Α. Μπελ (Bell Alexander Graham) και διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο.
•Χρηστικά αντικείμενα όπως το πιάτο, που κατασκευάστηκε στην Κίνα και
χρησιμοποιείται σχεδόν παντού.
•Τροφές όπως η πατάτα, που καλλιεργήθηκε από τους Ινδιάνους και μεταφέρθηκε
σε όλο τον κόσμο.
•Λέξεις όπως οι ελληνικοί ιατρικοί, φιλοσοφικοί και πολιτικοί όροι, που
δανείστηκαν όλες οι λατινογενείς λώσσες (π.χ. καρδιολογία-cardiology, ηθική-
ethics, δημοκρατία-democracy, μαθηματικά-mathematics κτλ.) κ.ά. Η διάδοση των
τεχνολογικών επιτευγμάτων και των συνηθειών άλλων λαών σε μια κοινωνία έχει
ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός κράματος πολιτισμικών στοιχείων των
οποίων την αρχική προέλευση είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε. Ωστόσο, κάθε
κοινωνία αφομοιώνει τα πολιτισμικά δάνεια με το δικό της τρόπο και σύμφωνα
με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες της.
Αν και υπάρχουν κοινές διαδικασίες και λειτουργίες ανάμεσα στις κοινωνίες
(οικουμενική διάσταση του πολιτισμού) όπως η ανατροφή και η κοινωνικοποίηση
των παιδιών (π.χ. οικογένεια), η προστασία των μελών της (π.χ. κοινωνικός έλεγχος,
πολιτικό σύστημα), η προσαρμογή στο φυσικό περιβάλλον (π.χ. επιστήμη,
τεχνολογία), η σχέση με το άγνωστο και την αβεβαιότητα (π.χ. θρησκεία), εντούτοις
κάθε κοινωνία οργανώνει και εκφράζει τις προαναφερόμενες λειτουργίες με το
δικό της τρόπο.
Κάθε κοινωνία λοιπόν δημιουργεί το δικό της πολιτισμό με βάση τα γεωγραφικά,
τα κοινωνικά, τα κοινωνικά, τα πολιτικά, τα οικονομικά, τα λαογραφικά και τα
ιστορικά δεδομένα της αλλά και με βάση τις επιρροές (δάνεια) που έχει δεχτεί.
Πάντως, οι περισσότερες κοινωνίες δε χαρακτηρίζονται από πολιτισμική
ομοιογένεια. Οι κοινωνικές ομάδες ή οι κοινωνικές κατηγορίες (π.χ.
νέοι/ηλικιωμένοι, άνδρες/γυναίκες, ορθόδοξοι/μουσουλμάνοι,
ημεδαποί/αλλοδαποί κτλ.) που συγκροτούν μια κοινωνία έχουν τα ιδιαίτερα
πολιτισμικά στοιχεία τους (υπο-πολιτισμός) τα οποία συνθέτουν την πολιτισμική
ιδιαιτερότητα της κοινωνίας.
Υποπολιτισμός ή υποκουλτούρα είναι τμήμα του κυρίαρχου πολιτισμού μιας
κοινωνίας, το οποίο διαφοροποιείται ως προς ορισμένες αξίες, κανόνες, πρότυπα
συμπεριφοράς ή σύμβολα που χρησιμοποιεί. Για την κοινωνιολογία ο όρος
«υποπολιτισμός» προσδιορίζει διαφορετικά κοινωνικά φαινόμενα και δεν έχει
αξιολογική σημασία- το «υπο» του όρου δε σημαίνει υποτίμηση ή κατωτερότητα,
αλλά την ύπαρξη μιας υποομάδας εντός της κοινωνίας με διαφορετικές κοινωνικές
αξίες, διαφορετικό τρόπο ζωής και διαφορετική γλώσσα (π.χ. οι Τσιγγάνοι στην
Ελλάδα, ομάδες νέων με διαφορετική αμφίεση και διαφορετικό γλωσσικό κώδικα
κτλ.). Ωστόσο, οι υποομάδες σε μια κοινωνία είναι ευάλωτες στην άνιση
μεταχείριση και στην εκμετάλλευση, με αποτέλεσμα η ενσωμάτωσή τους στο
κοινωνικό σύνολο να συναντά εμπόδια, προερχόμενα είτε από τις ίδιες είτε από το
ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.