Οδυσσέας Γκιλής. Διάλεκτος, Γλώσσα, Ομιλία, Φωνή, Λαλιά, Ιδίωμα - Αποσπάσματα Από Αρχαία Κείμενα. 2020

You might also like

Download as docx, pdf, or txt
Download as docx, pdf, or txt
You are on page 1of 1168

1

Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια

ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ
Περί γλώσσης, περί ομιλίας, περί φωνής,
περί λαλιάς, ιδίωμα...

Αποσπάσματα από αρχαία Ελληνικά, Βυζαντινά και θεολογικά


κείμενα

Θεσσαλονίκη 2020
2

.
3

Περιεχόμενα

Άλλες σχετικές με το παρόν θέμα εργασίες μου......................................................................4


Λεξικόν Γ. Μπαμπινιώτη. Σελ. 485-486....................................................................................5
Λεξικόν Δημητράκου τόμος Δ΄. σελ. 1893. Διάλεκτος...........................................................7
Λεξικόν Ακαδημίας Αθηνών....................................................................................................8
Τι είναι διάλεκτος.....................................................................................................................8
Χρονολογική κατάταξη αποσπασμάτων.................................................................................10
Αποσπάσματα από αρχαία Ελληνικά,Βυζαντινά και θεολογικά κείμενα................................44
Περί διαλέκτου.....................................................................................................................206
Περί γλώσσης.......................................................................................................................232
Περί ομιλίας.........................................................................................................................247
Περί φωνής...........................................................................................................................249
Περί λαλιάς...........................................................................................................................336
Έναρθρος λόγος....................................................................................................................350
Λέξις.....................................................................................................................................494
Αποσπασματα από αρχαία κείμενα.......................................................................................494
Χρονολογική ταξινόμηση.....................................................................................................508
ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΚΡΑΤΥΛΟΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-ΣΧΟΛΙΑ-ΕΙΣΑΓΩΓΗ: ΗΛΙΑΣ ΛΑΓΙΟΣ Δ Α Ι
Δ Α Λ Ο Σ Ι. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟ. ΠΕΡΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΟΡΘΟΤΗΤΟΣ...............................551
Αττική διάλεκτος..................................................................................................................558
Ιδίωμα...................................................................................................................................569
Ακαδημία Αθηνών. -ΚΕΝΤΡΟΝ EΡΕΥΝΗΣ. ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ
ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ...............................................................569
4

Κοινολογία.........................................................................................................................1047
Δημώδης.............................................................................................................................1087
Κοινή γλώσσα....................................................................................................................1130
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ.......................................................................................................................1151

Άλλες σχετικές με το παρόν θέμα εργασίες μου.

Υπάρχει και η εργασία μου, ΟΔΥΣΣΕΑΣ Κ. ΓΚΙΛΗΣ. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ


ΓΛΩΣΣΑ. ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ. Θεσσαλονίκη
2010.
Οδυσσέας Γκιλής. Επιμέλεια. Μικρογράμματη γραφή. Θεσσαλονίκη
2018
Οδυσσέας Γκιλής. Επιμέλεια. Ιμπεριαλισμός της διαλέκτους…
Imperialism of Language. Θεσσαλονίκη 2017.
Οδυσσέας Γκιλής. Επιμέλεια. Αποσπάσματα για ελληνική διαλέκτους-
λέξεις. 10.11.2011 Θεσσαλονίκη.
5

Λεξικόν Γ. Μπαμπινιώτη. Σελ. 485-486.

διαλεκτολογία (η) [1893] ΓΛίΙΣΣ κλάδος τής γλωσσολογίας που


ασχολείται με τη μελέτη των διαλέκτων, την περιγραφή τους σε όλα τα
γλωσσικά επίπεδα (φωνολογικό, μορφολογικό. συντακτικό, σημα-
σιολογικό). τις σχέσεις μεταξύ τους και με την κοινή, καθοός και τις
συνθήκες γένεσης και εξέλιξής τους - -

διαλεκτολόγος (ο/η) [1890], διαλεκτολογικός, -ή. -ό. [ΕΤΥΜ


Ελληνογενής ξέν όρ , < γαλλ dialeciologie]. διάλεκτος (η) {διαλέκτου
| -cov, -ους} ΓΛΩΣΣ 1. (α) κάθε γεωγραφική διαφοροποίηση στη χρήση
μιας γλώσσας (β) (ειδικότ ) γλωσσική ποικιλία ομιλητών συγκεκριμένης
γεωγραφικής περιοχής που διαφέρει από την επίσημη μορφή τής
γλώσσας
(νόρμα) σε στοιχεία φωνολογίας. γραμματικής και λεξιλογίου, κρητική /
αττική / δωρική ~ ΣΥΝ γλώσσα, ιδίωμα, ντοπιολαλιά 2. (ειδικότ ) η
γλώσσα και συνήθ. το ειδικό λεξιλόγιο που χαρακτηρίζει ορισμένη
επαγγελματική ή κοινωνική ομάδα, η οποία χρησιμοποιεί τον δικό της
συνθηματικό κώδικα για την επικοινωνία των μελών της: τεχνική /
δημοσιογραφική / ποδοσφαιρική ~[ΕΓΥΜ. αρχ. < διαλέγομαι. Η λ
διάλεκτος απαντά αρχικώς με τη σημ «συνομιλία, συζήτηση»,
αντιτιθέμενη προς το ουσ. έρις. Ο Αριστοτέλης έχει ακόμη κατά νου την
ετυμολογική αρχή της. όταν τη χρησιμοποιεί με τη σημ τού «κοινού
λόγου, που εξυπηρετεί την επικοινωνία». Η σημ. τού τοπικού ιδιώματος
ως ποικιλίας μιας κυρίαρχης γλώσσας πρωτοαπαντά στον Πολύβιο (2ος
αι π.Χ.)Η λ. πέρασε και σε ξέν. γλώσσες, π.χ αγγλ. dialect, γαλλ dialecte,
γερμ. Dialeki κ ά.].

διάλεκτος - κοινόλεκτος - ιδιόλεκτος - κοινωνιόλεκτος - ιδίωμα


« ντοπιολαλιά - κοινή - αργκό. Κάθε εθνική γλώσσα υπόκειται σε
ευρεία διαφοροποίηση ατομικιί ή υφολογική (διαφορετικά χρησιμοποιεί
τη
γλώσσα κάθε ομιλητής μιας γλώσσας), κοινωνική (οι ομιλητές συχνά
διαφοροποιούνται κατά ηλικιακές. κοινωνικές, επαγγελματικές,
ιδεολογικές κ ά. ομάδες) και γεωγραφική (τα Ελληνικά τής Κρήτης, τής
6

Θεσσαλίας, τού Πόντου, των Δωδεκανήσων κ λπ ) Με τον όρο


διάλεκτος οι γλωσσολόγοι χαρακτηρίζουν τη γεωγραφική
διαφοροποίηση ευρύτερων περιοχών, ιδ αυτήν που εμφανίζει έντονες
αποκλίσεις από την κοινή γλοοσσα σε όλα τα επίπεδα (προφορά,
γραμματικοσυντακτική δομή, λεξιλόγιο) και σε βαθμό που οι ομιλητές
τής διαλέκτου να μην είναι εύκολα κατανοητοί από τους ομιλητές τής
κοινής γλώσσας. Αρα ο όρος διάλεκτος είναι υπερκείμενη διάκριση.
Αντίθετα, ο όρος ιδίωμα δηλώνει μικρότερη γλωσσική διαφοροποίηση,
που δεν εμποδίζει την κατανόηση από τους ομιλητές τής κοινής Μια
διάλεκτος μπορεί να έχει περισσότερα από ένα ιδιώματα Διάλεκτοι τής
Αρχαίας Ελληνικής είναι η δωρική, η αχαϊκή, η ιωνική και η αττική. Στη
νεότερη Ελληνική διακρίνονται οι εξής διάλεκτοι: τσακωνική, πο-
ντι(α)κή, καππαδοκική. κατωιταλική και (καταχρηστικώς) κυπριακή και
κρητική. Όλες οι λοιπές διαφοροποιήσεις αποτελούν τα ιδιώματα Αυτά,
ανάλογα με τις ομοιότητες και τις διαφορές τους, ομαδοποιούνται στα
λεγόμενα βόρεια ιδιώματα (Στερεά Ελλάδα εκτός Αττικής, Β Εύβοια,
Ήπειρος, Θεσσαλία. Μακεδονία, Θράκη, νησιά τού Β Αιγαίου και 1
Ιόντος), που χαρακτηρίζονται από κωφώσεις (προφορά τού ο ως ου. τού
ε ως ι και σίγηση των ατόνων ι και ου ου Νίκους, τού πιδί. σκ'/Λ. αλών\
κβαλάου) και στα νότια ιδιώματα (τα υπόλοιπα) Ως ιδιώματα που
διαφέρουν μεταξύ τους θεωρούνται τα δωδεκανηοιακά, τα κνκ/.αδίτικα.
τα επτανησιακά. τα πελοποννησιακά. Τα βορειοελ/^αδικά. τα ημιβόρεια
(Σκύρου. Μυκόνου, Καστοριάς, Λευκάδας κ ά.). τα δυτικά μικρασιατικά,
τής Χίου, τής Ικαρίας, των Κυθήρων, τής Μάνης, καθώς
και τής ομάδας Κύμης, Μεγάρων, Αίγινας και παλαιάς Αθήνας. (Ας
σημειωθεί ότι για τη δήλωση των γλωσσικών ιδιωμάτων πλάστηκε, τα
νεότερα χρόνια και υπό το κλίμα τής απόδοσης των λόγιων όρων στη
δημοτική, και ο όρος ντοπιολαλιά) Αντίθετη προς τις διαλέκτους και τα
ιδιώματα είναι η κοινόλεκτος (ενν γλώσσα) ή κοινολε- κτούμενη, δηλ η
κοινή γλώσσα που μιλιέται σε μια χώρα από όλους
(συμπεριλαμβανομένων, κατά κανόνα, και αυτών που μιλούν διαλεκτικά
και ιδιωματικά). Ως ιδιόλεκτος χαρακτηρίζεται από τους γλωσσολόγους,
ο τρόπος (γνώση και πράξη) με τον οποίο χρησιμοποιεί ο καθένας τη
γλώσσα. Τέλος, ως κοινωνιόλεκτος χαρακτηρίζεται η διαφοροποιημένη
χρήση τής γλώσσας κατά κοινωνικές ομάδες (ομιλία των νέων, των
στρατιωτών, των φοιτητο'>ν. τής Αριστεράς, των πολιτικών νεολαιών
κ.τ.ό.). Συχνά για τις κοινω-
7

Λεξικόν Δημητράκου τόμος Δ΄. σελ. 1893. Διάλεκτος


8

Λεξικόν Ακαδημίας Αθηνών

Τι είναι διάλεκτος

H ελληνική γλώσσα, αν και παρέμεινε ενιαία από την αρχαιότητα ως


σήμερα, ποτέ δεν μιλήθηκε ομοιόμορφα σε ολόκληρο τον ομόγλωσσο
γεωγραφικό χώρο, διαμορφώνοντας έτσι τοπικές διαλεκτικές
παραλλαγές. Κατά περιόδους μια από αυτές τις διαλεκτικές παραλλαγές,
επικρατώντας και εκτοπίζοντας τις άλλες, καθίσταται κοινή γλώσσα των
ελληνόφωνων. Έτσι, η αρχαία αττική διάλεκτος αποτέλεσε τη βάση της
Κοινής, η οποία μιλήθηκε κατά τους αλεξανδρινούς και ρωμαϊκούς
9

χρόνους και της οποίας η βαθμιαία διάσπαση οδήγησε από την πρώιμη
βυζαντινή εποχή σε νέες διαλεκτικές μορφές. Ήδη στο τέλος της πρώτης
χιλιετίας μ.Χ. έχει αρχίσει η διαμόρφωση των νεοελληνικών διαλέκτων
και ιδιωμάτων. Τις κατά τόπους μορφές της Νέας Ελληνικής γλώσσας τις
ονομάζουμε κοινώς διαλέκτους, στη γλωσσική όμως επιστήμη γίνεται
διάκριση ανάμεσα σε διάλεκτο (όταν οι διαφορές της τοπικής γλωσσικής
παραλλαγής είναι μεγάλες και τέτοιες που με δυσκολία παρακολουθεί το
νόημα του λόγου ένας ομόγλωσσος που δεν είναι ντόπιος) και σε ιδίωμα
(όταν οι διαφορές είναι μεν αισθητές, αλλά δεν δυσκολεύουν την
κατανόηση των λεγομένων από τους ομόγλωσσους που δεν είναι
ντόπιοι). Διαλέκτους θεωρούμε σήμερα την Ποντιακή (στην οποία
συμπεριλαμβάνονται τα ελληνικά της Κριμαίας - Μαριούπολης), την
Καππαδοκική, την Τσακωνική και την Κατωιταλική. Όλες τις άλλες κατά
τόπους διαφοροποιήσεις της Κοινής Νεοελληνικής τις ονομάζουμε
ιδιώματα. Ειδικά, το κρητικό και το κυπριακό ιδίωμα κατά παραχώρηση
τα ονομάζουμε διαλέκτους, αναγνωρίζοντας μια ενδιάμεση βαθμίδα
γλωσσικής διαφοροποίησής τους.

Πλάτων. Symposium “Platonis opera, vol. 2”, Ed. Burnet, J.Oxford:


Clarendon Press, 1901, Repr. 1967.Stephanus p. 203, Sec. a, li.3

...μεταξύ ἐστι θεοῦ τε καὶ θνητοῦ.  Τίνα, ἦν δ' ἐγώ, δύναμιν ἔχον;
 Ἑρμηνεῦον καὶ διαπορθμεῦον θεοῖς τὰ παρ' ἀνθρώπων
καὶ ἀνθρώποις τὰ παρὰ θεῶν, τῶν μὲν τὰς δεήσεις καὶ
θυσίας, τῶν δὲ τὰς ἐπιτάξεις τε καὶ ἀμοιβὰς τῶν θυσιῶν,
ἐν μέσῳ δὲ ὂν ἀμφοτέρων συμπληροῖ, ὥστε τὸ πᾶν αὐτὸ
αὑτῷ συνδεδέσθαι. διὰ τούτου καὶ ἡ μαντικὴ πᾶσα χωρεῖ
καὶ ἡ τῶν ἱερέων τέχνη τῶν τε περὶ τὰς θυσίας καὶ τελετὰς
καὶ τὰς ἐπῳδὰς καὶ τὴν μαντείαν πᾶσαν καὶ γοητείαν. θεὸς
δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται, ἀλλὰ διὰ τούτου πᾶσά ἐστιν ἡ
ὁμιλία καὶ ἡ διάλεκτος θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους, καὶ ἐγρη-
γορόσι καὶ καθεύδουσι· καὶ ὁ μὲν περὶ τὰ τοιαῦτα σοφὸς
δαιμόνιος ἀνήρ, ὁ δὲ ἄλλο τι σοφὸς ὢν ἢ περὶ τέχνας
ἢ χειρουργίας τινὰς βάναυσος. οὗτοι δὴ οἱ δαίμονες  
πολλοὶ καὶ παντοδαποί εἰσιν, εἷς δὲ τούτων ἐστὶ καὶ ὁ Ἔρως.
10

Χρονολογική κατάταξη αποσπασμάτων

 1. Πλάτων. Theaetetus (5-4 B.C.) Stephanus p. 146 Sec. b li.3


(b)   ΘΕΟ. Ἥκιστα μέν, ὦ Σώκρατες, τὸ τοιοῦτον ἂν εἴη
ἄγροικον, ἀλλὰ τῶν μειρακίων τι κέλευέ σοι ἀποκρίνεσθαι·
ἐγὼ μὲν γὰρ ἀήθης τῆς τοιαύτης διαλέκτου, καὶ οὐδ’ αὖ
συνεθίζεσθαι ἡλικίαν ἔχω. τοῖσδε δὲ πρέποι τε ἂν τοῦτο
καὶ πολὺ πλέον ἐπιδιδοῖεν· τῷ γὰρ ὄντι ἡ νεότης εἰς πᾶν    (5)
ἐπίδοσιν ἔχει. ἀλλ’, ὥσπερ ἤρξω, μὴ ἀφίεσο τοῦ Θεαιτήτου
 

 2. Πλάτων. Theaetetus (5-4 B.C.) Stephanus p. 183 Sec. b li.6

 τὸν λόγον τοῦτον λέγουσιν, ὡς νῦν γε πρὸς τὴν αὑτῶν ὑπό-


θεσιν οὐκ ἔχουσι ῥήματα, εἰ μὴ ἄρα τὸ “οὐδ’ οὕτως” μάλιστα
[δ’ οὕτως] ἂν αὐτοῖς ἁρμόττοι, ἄπειρον λεγόμενον.   (5)
  ΘΕΟ. Οἰκειοτάτη γοῦν διάλεκτος αὕτη αὐτοῖς.
  ΣΩ. Οὐκοῦν, ὦ Θεόδωρε, τοῦ τε σοῦ ἑταίρου ἀπηλ-
λάγμεθα, καὶ οὔπω συγχωροῦμεν αὐτῷ πάντ’ ἄνδρα πάντων
(c) χρημάτων μέτρον εἶναι, ἂν μὴ φρόνιμός τις ᾖ· ἐπιστήμην
 

 3. Πλάτων. Symposium (5-4 B.C.) Stephanus p. 203 Sec. a li.3

 καὶ ἡ τῶν ἱερέων τέχνη τῶν τε περὶ τὰς θυσίας καὶ τελετὰς 203.
(a) καὶ τὰς ἐπῳδὰς καὶ τὴν μαντείαν πᾶσαν καὶ γοητείαν. θεὸς
δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται, ἀλλὰ διὰ τούτου πᾶσά ἐστιν ἡ
ὁμιλία καὶ ἡ διάλεκτος θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους, καὶ ἐγρη-
γορόσι καὶ καθεύδουσι· καὶ ὁ μὲν περὶ τὰ τοιαῦτα σοφὸς
δαιμόνιος ἀνήρ, ὁ δὲ ἄλλο τι σοφὸς ὢν ἢ περὶ τέχνας    (5)
ἢ χειρουργίας τινὰς βάναυσος. οὗτοι δὴ οἱ δαίμονες
 

 4. Αριστοτέλης De anima (4 B.C.) Bekker p. 420b li.8

   περὶ μὲν οὖν ψόφου ταύτῃ διωρίσθω. ἡ δὲ φωνὴ ψόφος τίς   (5)


ἐστιν ἐμψύχου· τῶν γὰρ ἀψύχων οὐθὲν φωνεῖ, ἀλλὰ καθ’ ὁμοιό-
τητα λέγεται φωνεῖν, οἷον αὐλὸς καὶ λύρα καὶ ὅσα ἄλλα τῶν
ἀψύχων ἀπότασιν ἔχει καὶ μέλος καὶ διάλεκτον. ἔοικε γάρ, ὅτι
καὶ ἡ φωνὴ ταῦτ’ ἔχει. πολλὰ δὲ τῶν ζῴων οὐκ ἔχουσι
φωνήν, οἷον τά τε ἄναιμα καὶ τῶν ἐναίμων ἰχθύες (καὶ   (10)
11

τοῦτ’ εὐλόγως, εἴπερ ἀέρος κίνησίς τίς ἐστιν ὁ ψόφος), ἀλλ’


 

 5. Αριστοτέλης De anima (4 B.C.) Bekker p. 420b li.18

 τινος καί τι καὶ ἔν τινι, τοῦτο δ’ ἐστὶν ἀήρ, εὐλόγως ἂν    (15)


φωνοίη ταῦτα μόνα ὅσα δέχεται τὸν ἀέρα. τῷ γὰρ ἤδη
ἀναπνεομένῳ καταχρῆται ἡ φύσις ἐπὶ δύο ἔργα—καθάπερ
τῇ γλώττῃ ἐπί τε τὴν γεῦσιν καὶ τὴν διάλεκτον, ὧν ἡ μὲν
γεῦσις ἀναγκαῖον (διὸ καὶ πλείοσιν ὑπάρχει), ἡ δ’ ἑρμη-
νεία ἕνεκα τοῦ εὖ, οὕτω καὶ τῷ πνεύματι πρός τε τὴν θερ-
μότητα τὴν ἐντὸς ὡς ἀναγκαῖον ὄν (τὸ δ’ αἴτιον ἐν ἑτέροις
 

 6. Αριστοτέλης Historia animalium (4 B.C.) Bekker p. 488a li.33

 ποι, βόες, ὕες, ἄνθρωποι, πρόβατα, αἶγες, κύνες.


Καὶ τὰ μὲν ψο-   (31)
φητικά, τὰ δ’ ἄφωνα, τὰ δὲ φωνήεντα, καὶ τούτων τὰ
μὲν διάλεκτον ἔχει τὰ δ’ ἀγράμματα, καὶ τὰ μὲν κω-
τίλα τὰ δὲ σιγηλά, τὰ δ’ ᾠδικὰ τὰ δ’ ἄνῳδα· πάντων
(488b) δὲ κοινὸν τὸ περὶ τὰς ὀχείας μάλιστα ᾄδειν καὶ λαλεῖν.
  Καὶ τὰ μὲν ἄγροικα, ὥσπερ φάττα, τὰ δ’ ὄρεια, ὥσπερ
 

 7. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


535a li.28

   Περὶ μὲν οὖν τῶν αἰσθητηρίων τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον


τοῖς ζῴοις πᾶσιν, περὶ δὲ φωνῆς τῶν ζῴων ὧδ’ ἔχει.
  Φωνὴ   (27)
καὶ ψόφος ἕτερόν ἐστι, καὶ τρίτον διάλεκτος. Φωνεῖ
μὲν οὖν οὐδενὶ τῶν ἄλλων μορίων οὐδὲν πλὴν τῷ φάρυγγι·
διὸ ὅσα μὴ ἔχει πλεύμονα, οὐδὲ φθέγγεται· διάλεκτος δ’    (30)
ἡ τῆς φωνῆς ἐστι τῇ γλώττῃ διάρθρωσις. Τὰ μὲν οὖν φω-
 

 8. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


535a li.30

 Φωνὴ   (27)
καὶ ψόφος ἕτερόν ἐστι, καὶ τρίτον διάλεκτος. Φωνεῖ
μὲν οὖν οὐδενὶ τῶν ἄλλων μορίων οὐδὲν πλὴν τῷ φάρυγγι·
12

διὸ ὅσα μὴ ἔχει πλεύμονα, οὐδὲ φθέγγεται· διάλεκτος δ’    (30)


ἡ τῆς φωνῆς ἐστι τῇ γλώττῃ διάρθρωσις. Τὰ μὲν οὖν φω-
νήεντα ἡ φωνὴ καὶ ὁ λάρυγξ ἀφίησιν, τὰ δ’ ἄφωνα ἡ
(535b) γλῶττα καὶ τὰ χείλη· ἐξ ὧν ἡ διάλεκτός ἐστιν. Διὸ
 

 9. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


535b li.1

 διὸ ὅσα μὴ ἔχει πλεύμονα, οὐδὲ φθέγγεται· διάλεκτος δ’    (30)


ἡ τῆς φωνῆς ἐστι τῇ γλώττῃ διάρθρωσις. Τὰ μὲν οὖν φω-
νήεντα ἡ φωνὴ καὶ ὁ λάρυγξ ἀφίησιν, τὰ δ’ ἄφωνα ἡ
(535b) γλῶττα καὶ τὰ χείλη· ἐξ ὧν ἡ διάλεκτός ἐστιν. Διὸ
ὅσα γλῶτταν μὴ ἔχει ἢ μὴ ἀπολελυμένην, οὐ δια-
λέγεται. Ψοφεῖν δ’ ἔστι καὶ ἄλλοις μορίοις. Τὰ μὲν οὖν
ἔντομα οὔτε φωνεῖ οὔτε διαλέγεται, ψοφεῖ δὲ τῷ ἔσω πνεύ-
 

 10. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


536a li.21

 νεσθαι οἱ ὀφθαλμοί· ἡ γὰρ ὀχεία τὰ πολλὰ γίνεται νύ-


κτωρ.    (20)
    Τὸ δὲ τῶν ὀρνίθων γένος ἀφίησι φωνήν· καὶ μάλιστα    (20)
ἔχει διάλεκτον ὅσοις ὑπάρχει ἡ γλῶττα πλατεῖα, καὶ
ὅσα ἔχουσι τὴν γλῶτταν αὐτῶν λεπτήν. Ἔνια μὲν οὖν τὴν αὐ-
τὴν ἀφιᾶσι φωνὴν τά τε θήλεα καὶ τὰ ἄρρενα, ἔνια δ’ ἑτέραν.
Πολύφωνα δ’ ἐστὶ καὶ λαλίστερα τὰ ἐλάττω τῶν μεγάλων·
 

 11. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


536b li.1

 δὲ τὰ ἄρρενα μᾶλλον, οἷον ἀλεκτρυόνες καὶ ὄρτυγες, αἱ δὲ


θήλειαι οὐκ ᾄδουσιν.
  Τὰ δὲ ζῳοτόκα καὶ τετράποδα ζῷα ἄλλο   (32)
(536b) ἄλλην φωνὴν ἀφίησι, διάλεκτον δ’ οὐδὲν ἔχει, ἀλλ’
ἴδιον τοῦτ’ ἀνθρώπου ἐστίν· ὅσα μὲν γὰρ διάλεκτον ἔχει, καὶ
φωνὴν ἔχει, ὅσα δὲ φωνήν, οὐ πάντα διάλεκτον. Ὅσοι δὲ γίνο-
νται κωφοὶ ἐκ γενετῆς, πάντες καὶ ἐνεοὶ γίνονται· φωνὴν μὲν
 
13

 12. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


536b li.2

 θήλειαι οὐκ ᾄδουσιν.


Τὰ δὲ ζῳοτόκα καὶ τετράποδα ζῷα ἄλλο   (32)
(536b) ἄλλην φωνὴν ἀφίησι, διάλεκτον δ’ οὐδὲν ἔχει, ἀλλ’
ἴδιον τοῦτ’ ἀνθρώπου ἐστίν· ὅσα μὲν γὰρ διάλεκτον ἔχει, καὶ
φωνὴν ἔχει, ὅσα δὲ φωνήν, οὐ πάντα διάλεκτον. Ὅσοι δὲ γίνο-
νται κωφοὶ ἐκ γενετῆς, πάντες καὶ ἐνεοὶ γίνονται· φωνὴν μὲν
οὖν ἀφιᾶσι, διάλεκτον δ’ οὐδεμίαν. Τὰ δὲ παιδία ὥσπερ καὶ    (5)
 

 13. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


536b li.3

 δὲ ζῳοτόκα καὶ τετράποδα ζῷα ἄλλο   (32)


(536b) ἄλλην φωνὴν ἀφίησι, διάλεκτον δ’ οὐδὲν ἔχει, ἀλλ’
ἴδιον τοῦτ’ ἀνθρώπου ἐστίν· ὅσα μὲν γὰρ διάλεκτον ἔχει, καὶ
φωνὴν ἔχει, ὅσα δὲ φωνήν, οὐ πάντα διάλεκτον. Ὅσοι δὲ γίνο-
νται κωφοὶ ἐκ γενετῆς, πάντες καὶ ἐνεοὶ γίνονται· φωνὴν μὲν
οὖν ἀφιᾶσι, διάλεκτον δ’ οὐδεμίαν. Τὰ δὲ παιδία ὥσπερ καὶ    (5)
τῶν ἄλλων μορίων οὐκ ἐγκρατῆ ἐστιν, οὕτως οὐδὲ τῆς γλώτ-
 

 15. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


536b li.9

 της τὸ πρῶτον, καὶ ἔστιν ἀτελής, καὶ ἀπολύεται ὀψιαίτερον,


ὥστε ψελλίζουσι καὶ τραυλίζουσι τὰ πολλά.
Διαφέρουσι δὲ κατὰ τοὺς   (8)
τόπους καὶ αἱ φωναὶ καὶ αἱ διάλεκτοι. Ἡ μὲν οὖν φωνὴ ὀξύ-
τητι καὶ βαρύτητι μάλιστα ἐπίδηλος, τὸ δ’ εἶδος οὐδὲν δια-   (10)
φέρει τῶν αὐτῶν γενῶν· ἡ δ’ ἐν τοῖς ἄρθροις, ἣν ἄν τις ὥσ-
περ διάλεκτον εἴπειεν, καὶ τῶν ἄλλων ζῴων διαφέρει καὶ
 

 16. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


536b li.12

 τόπους καὶ αἱ φωναὶ καὶ αἱ διάλεκτοι. Ἡ μὲν οὖν φωνὴ ὀξύ-


τητι καὶ βαρύτητι μάλιστα ἐπίδηλος, τὸ δ’ εἶδος οὐδὲν δια-   (10)
14

φέρει τῶν αὐτῶν γενῶν· ἡ δ’ ἐν τοῖς ἄρθροις, ἣν ἄν τις ὥσ-


περ διάλεκτον εἴπειεν, καὶ τῶν ἄλλων ζῴων διαφέρει καὶ
τῶν ἐν ταὐτῷ γένει ζῴων κατὰ τοὺς τόπους, οἷον τῶν περδίκων
οἱ μὲν κακκαβίζουσιν οἱ δὲ τρίζουσιν. Καὶ τῶν μικρῶν ὀρνιθίων
ἔνια οὐ τὴν αὐτὴν φωνὴν ἀφίησι ἐν τῷ ᾄδειν τοῖς γεννήσα-    (15)
 

 17. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


536b li.18

 ἔνια οὐ τὴν αὐτὴν φωνὴν ἀφίησι ἐν τῷ ᾄδειν τοῖς γεννήσα-    (15)


σιν, ἂν ἀπότροφα γένωνται καὶ ἄλλων ἀκούσωσιν ὀρνίθων
ᾀδόντων. Ἤδη δ’ ὦπται καὶ ἀηδὼν νεοττὸν προδιδάσκουσα,
ὡς οὐχ ὁμοίας φύσει τῆς διαλέκτου οὔσης καὶ τῆς φωνῆς,
ἀλλ’ ἐνδεχόμενον πλάττεσθαι. Καὶ οἱ ἄνθρωποι φωνὴν μὲν
τὴν αὐτὴν ἀφιᾶσι, διάλεκτον δ’ οὐ τὴν αὐτήν. Ὁ δ’ ἐλέφας   (20)
φωνεῖ ἄνευ μὲν τοῦ μυκτῆρος αὐτῷ τῷ στόματι πνευματῶδες
 

 18. Αριστοτέλης Των περί τα ζώα ιστοριών. (4 B.C.) Bekker p.


536b li.20

 ᾀδόντων. Ἤδη δ’ ὦπται καὶ ἀηδὼν νεοττὸν προδιδάσκουσα,


ὡς οὐχ ὁμοίας φύσει τῆς διαλέκτου οὔσης καὶ τῆς φωνῆς,
ἀλλ’ ἐνδεχόμενον πλάττεσθαι. Καὶ οἱ ἄνθρωποι φωνὴν μὲν
τὴν αὐτὴν ἀφιᾶσι, διάλεκτον δ’ οὐ τὴν αὐτήν. Ὁ δ’ ἐλέφας   (20)
φωνεῖ ἄνευ μὲν τοῦ μυκτῆρος αὐτῷ τῷ στόματι πνευματῶδες
ὥσπερ ὅταν ἄνθρωπος ἐκπνέῃ καὶ αἰάζῃ, μετὰ δὲ τοῦ μυκ-
τῆρος ὅμοιον σάλπιγγι τετραχυσμένῃ.
 

 19. Αριστοτέλης Metaphysica (4 B.C.) Bekker p. 1066b li.10

 ἀδιέξοδον. ἔτι πῶς ἐνδέχεται καθ’ αὑτὸ εἶναι ἄπειρον,


εἰ μὴ καὶ ἀριθμὸς καὶ μέγεθος, ὧν πάθος τὸ ἄπειρον; ἔτι
εἰ κατὰ συμβεβηκός, οὐκ ἂν εἴη στοιχεῖον τῶν ὄντων
ᾗ ἄπειρον, ὥσπερ οὐδὲ τὸ ἀόρατον τῆς διαλέκτου, καίτοι ἡ   (10)
φωνὴ ἀόρατος. καὶ ὅτι οὐκ ἔστιν ἐνεργείᾳ εἶναι τὸ ἄπειρον,
δῆλον. ἔσται γὰρ ὁτιοῦν αὐτοῦ ἄπειρον μέρος τὸ λαμβανόμε-
νον (τὸ γὰρ ἀπείρῳ εἶναι καὶ ἄπειρον τὸ αὐτό, εἴπερ οὐσία τὸ
 

 20. Αριστοτέλης Physica (4 B.C.) Bekker p. 204a li.16


15

 ἀόρατος. ἀλλ’ οὐχ οὕτως οὔτε φασὶν εἶναι οἱ φάσκοντες εἶναι


τὸ ἄπειρον οὔτε ἡμεῖς ζητοῦμεν, ἀλλ’ ὡς ἀδιεξίτητον. εἰ δὲ
κατὰ συμβεβηκὸς ἔστιν τὸ ἄπειρον, οὐκ ἂν εἴη στοιχεῖον τῶν   (15)
ὄντων, ᾗ ἄπειρον, ὥσπερ οὐδὲ τὸ ἀόρατον τῆς διαλέκτου, καί-
τοι ἡ φωνή ἐστιν ἀόρατος. ἔτι πῶς ἐνδέχεται εἶναί τι αὐτὸ
ἄπειρον, εἴπερ μὴ καὶ ἀριθμὸν καὶ μέγεθος, ὧν ἐστι καθ’
αὑτὸ πάθος τι τὸ ἄπειρον; ἔτι γὰρ ἧττον ἀνάγκη ἢ τὸν
 

 21. Αριστοτέλης Physiognomonica {0086.032} (4 B.C.) Bekker


p. 807b li.34

 τῷ σχήματι μὴ ὀρθὸς ἀλλὰ μικρῷ προπετέστερος, ἐν ταῖς


κινήσεσιν ὀξύς, ἐπίπυρρος τὸ σῶμα· τὸ χρῶμα ὕφαιμον·
στρογγυλοπρόσωπος· τὸ στῆθος ἀνεσπασμένον. κοσμίου ση-
μεῖα. ἐν ταῖς κινήσεσι βραδύς, καὶ διάλεκτος βραδεῖα καὶ
φωνὴ πνευματώδης καὶ ἀσμενής, ὀμμάτιον ἀλαμπὲς μέ-   (35)
λαν καὶ μήτε λίαν ἀνεπτυγμένον μήτε παντάπασι συμ-
μεμυκός, σκαρδαμυκτικὸν βραδέως· τὰ μὲν γὰρ ταχέως
 

 22. Αριστοτέλης Ποιητική. {0086.034} (4 B.C.) Bekker p.


1458b li.6

 των· διὰ μὲν γὰρ τὸ ἄλλως ἔχειν ἢ ὡς τὸ κύριον παρὰ


τὸ εἰωθὸς γιγνόμενον τὸ μὴ ἰδιωτικὸν ποιήσει, διὰ δὲ τὸ κοι-
νωνεῖν τοῦ εἰωθότος τὸ σαφὲς ἔσται. ὥστε οὐκ ὀρθῶς ψέγου-    (5)
σιν οἱ ἐπιτιμῶντες τῷ τοιούτῳ τρόπῳ τῆς διαλέκτου καὶ δια-
κωμῳδοῦντες τὸν ποιητήν, οἷον Εὐκλείδης ὁ ἀρχαῖος, ὡς
ῥᾴδιον ὂν ποιεῖν εἴ τις δώσει ἐκτείνειν ἐφ’ ὁπόσον βούλεται,
ἰαμβοποιήσας ἐν αὐτῇ τῇ λέξει “Ἐπιχάρην εἶδον Μαραθῶ-
 

 23. Αριστοτέλης Problemata (4 B.C.) Bekker p. 895a li.6

 τι σπάνιον γυνή.
  Διὰ τί μᾶλλον ἄνθρωπος πολλὰς φωνὰς ἀφίησι, τὰ
δὲ ἄλλα μίαν, ἀδιάφορα ὄντα τῷ εἴδει; καὶ τοῦ ἀνθρώπου   (5)
μία φωνή, ἀλλὰ διάλεκτοι πολλαί.
  Διὰ τί δὲ αὐτὴ ἄλλη, τοῖς δὲ ἄλλοις οὔ; ἢ ὅτι οἱ μὲν
ἄνθρωποι γράμματα πολλὰ φθέγγονται, τῶν δὲ ἄλλων τὰ
μὲν οὐδέν, ἔνια δὲ δύο ἢ τρία τῶν ἀφώνων; ταῦτα δὲ ποιεῖ
 
16

 24. Αριστοτέλης Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 895a li.10

   Διὰ τί δὲ αὐτὴ ἄλλη, τοῖς δὲ ἄλλοις οὔ; ἢ ὅτι οἱ μὲν


ἄνθρωποι γράμματα πολλὰ φθέγγονται, τῶν δὲ ἄλλων τὰ
μὲν οὐδέν, ἔνια δὲ δύο ἢ τρία τῶν ἀφώνων; ταῦτα δὲ ποιεῖ
μετὰ τῶν φωνηέντων τὴν διάλεκτον. ἔστι δὲ ὁ λόγος οὐ τὸ    (10)
τῇ φωνῇ σημαίνειν, ἀλλὰ τοῖς πάθεσιν αὐτῆς, καὶ μὴ ὅτι
ἀλγεῖν χαίρει. τὰ δὲ γράμματα πάθη ἐστὶ τῆς φωνῆς.
ὁμοίως δὲ οἵ τε παῖδες καὶ τὰ θηρία δηλοῦσιν· οὐ γάρ πω
 

 25. Αριστοτέλης Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 898b li.30

 (898b) ΙΑ. ΟΣΑ ΠΕΡΙ ΦΩΝΗΣ.   (27)


  Διὰ τί τῶν αἰσθήσεων ἐκ γενετῆς μάλιστα τὴν ἀκοὴν
πηροῦνται; ἢ ὅτι ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἀρχῆς εἶναι δόξειεν ἂν ἥ
τε ἀκοὴ καὶ ἡ φωνή; ῥᾷστα δὲ δοκεῖ διαφθείρεσθαι ἡ διάλεκτος
οὖσα εἶδος φωνῆς, καὶ χαλεπώτατα ἐπιτελεῖσθαι.
σημεῖον δὲ ὅτι μετὰ τὸ γενέσθαι πολὺν χρόνον ἐνεοί ἐσμεν·
τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ὅλως οὐδὲ λαλοῦμεν οὐδέν, εἶτα ὀψέ ποτε
ψελλίζομεν. διά τε τὸ τὴν διάλεκτον εὔφθαρτον εἶναι, τὴν
 

 26. Αριστοτέλης Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 898b li.34

 διάλεκτος οὖσα εἶδος φωνῆς, καὶ χαλεπώτατα ἐπιτελεῖσθαι.


σημεῖον δὲ ὅτι μετὰ τὸ γενέσθαι πολὺν χρόνον ἐνεοί ἐσμεν·
τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ὅλως οὐδὲ λαλοῦμεν οὐδέν, εἶτα ὀψέ ποτε
ψελλίζομεν. διά τε τὸ τὴν διάλεκτον εὔφθαρτον εἶναι, τὴν
αὐτὴν δὲ ἀρχὴν ἀμφοτέρων εἶναι καὶ τῆς διαλέκτου (φωνὴ   (35)
γάρ τις καὶ τῆς ἀκοῆς ὥσπερ καὶ εἰ συμβεβηκότος), ῥᾷστα
τῶν αἰσθήσεων φθείρεται, καὶ οὐ καθ’ αὑτήν, ἡ ἀκοή. τεκ-
 

 27. Αριστοτέλης Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 898b li.35

 σημεῖον δὲ ὅτι μετὰ τὸ γενέσθαι πολὺν χρόνον ἐνεοί ἐσμεν·


τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ὅλως οὐδὲ λαλοῦμεν οὐδέν, εἶτα ὀψέ ποτε
ψελλίζομεν. διά τε τὸ τὴν διάλεκτον εὔφθαρτον εἶναι, τὴν
αὐτὴν δὲ ἀρχὴν ἀμφοτέρων εἶναι καὶ τῆς διαλέκτου (φωνὴ   (35)
γάρ τις καὶ τῆς ἀκοῆς ὥσπερ καὶ εἰ συμβεβηκότος), ῥᾷστα
17

τῶν αἰσθήσεων φθείρεται, καὶ οὐ καθ’ αὑτήν, ἡ ἀκοή. τεκ-


μήριον δὲ ἔστι καὶ ἐκ τῶν ἄλλων ζῴων λαβεῖν, ὅτι παν-
 

 28. Αριστοτέλης Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 899a li.1

 γάρ τις καὶ τῆς ἀκοῆς ὥσπερ καὶ εἰ συμβεβηκότος), ῥᾷστα


τῶν αἰσθήσεων φθείρεται, καὶ οὐ καθ’ αὑτήν, ἡ ἀκοή. τεκ-
μήριον δὲ ἔστι καὶ ἐκ τῶν ἄλλων ζῴων λαβεῖν, ὅτι παν-
(899a) τελῶς εὔφθαρτός ἐστιν ἡ ἀρχὴ τῆς διαλέκτου· λαλεῖ γὰρ
οὐθὲν τῶν ἄλλων ζῴων πλὴν ἀνθρώπου, καὶ οὗτοι δὲ ὀψέ
ποτε, καθάπερ εἴρηται.
  Διὰ τί οἱ κωφοὶ πάντες διὰ τῶν ῥινῶν φθέγγονται;
 

 29. Αριστοτέλης Προβλήματα. (4 B.C.) Bekker p. 963a li.1

 ῥᾳδίως ἡ φωνὴ φέρεται, ἀλλ’ ὥσπερ τὸ πνεῦμα τῶν πνευ-


στιώντων ἢ ἀσθμαινόντων δι’ ἀδυναμίαν ἀθρόον, οὕτως ἐκείνοις
ἡ φωνή. βιάζεται οὖν καὶ διὰ τῶν μυκτήρων. βιαζομένη    (40)
(963a) δὲ τῇ τρίψει ποιεῖ τὸν ἦχον. ἔστι γὰρ ἡ διὰ τῶν ῥινῶν διά-
λεκτος γινομένη, ὅταν τὸ ἄνω τῆς ῥινὸς εἰς τὸν οὐρανόν, ᾗ
συντέτρηται, κοῖλον γένηται· ὥσπερ κώδων γὰρ ὑπηχεῖ, τοῦ
κάτωθεν στενοῦ ὄντος.
  Διὰ τί μόνον ὁ πταρμὸς ἡμῖν καθεύδουσιν οὐ γίνεται,    (5)
 

 30. Αριστοτέλης Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1404a li.34

 ἀλλ’ ὥσπερ καὶ ἐκ τῶν τετραμέτρων εἰς τὸ ἰαμβεῖον μετ-


έβησαν διὰ τὸ τῷ λόγῳ τοῦτο τῶν μέτρων ὁμοιότατον εἶναι
τῶν ἄλλων, οὕτω καὶ τῶν ὀνομάτων ἀφείκασιν ὅσα παρὰ
τὴν διάλεκτόν ἐστιν, οἷς [δ’] οἱ πρῶτοι ἐκόσμουν, καὶ ἔτι
νῦν οἱ τὰ ἑξάμετρα ποιοῦντες [ἀφείκασιν]. διὸ γελοῖον μι-    (35)
μεῖσθαι τούτους οἳ αὐτοὶ οὐκέτι χρῶνται ἐκείνῳ τῷ τρόπῳ,
ὥστε φανερὸν ὅτι οὐχ ἅπαντα ὅσα περὶ λέξεως ἔστιν εἰπεῖν
 

 31. Αριστοτέλης Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1404b li.11

 τικῆς· τὸ γὰρ ἐξαλλάξαι ποιεῖ φαίνεσθαι σεμνοτέραν· ὥσπερ


γὰρ πρὸς τοὺς ξένους οἱ ἄνθρωποι καὶ πρὸς τοὺς πολίτας,
τὸ αὐτὸ πάσχουσιν καὶ πρὸς τὴν λέξιν· διὸ δεῖ ποιεῖν ξένην   (10)
18

τὴν διάλεκτον· θαυμασταὶ γὰρ τῶν ἀπόντων εἰσίν, ἡδὺ δὲ


τὸ θαυμαστόν ἐστιν. ἐπὶ μὲν οὖν τῶν μέτρων πολλά τε ποιεῖται
οὕτω καὶ ἁρμόττει ἐκεῖ (πλέον γὰρ ἐξέστηκεν περὶ ἃ καὶ
περὶ οὓς ὁ λόγος), ἐν δὲ τοῖς ψιλοῖς λόγοις πολλῷ ἐλάττω·
 

 32. Αριστοτέλης Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1404b li.24

 λονται, καθάπερ πρὸς τοὺς οἴνους τοὺς μεμιγμένους), καὶ


οἷον ἡ Θεοδώρου φωνὴ πέπονθε πρὸς τὴν τῶν ἄλλων ὑπο-
κριτῶν· ἡ μὲν γὰρ τοῦ λέγοντος ἔοικεν εἶναι, αἱ δ’ ἀλλό-
τριαι. κλέπτεται δ’ εὖ, ἐάν τις ἐκ τῆς εἰωθυίας διαλέκτου
ἐκλέγων συντιθῇ· ὅπερ Εὐριπίδης ποιεῖ καὶ ὑπέδειξε πρῶτος.   (25)
  ὄντων δ’ ὀνομάτων καὶ ῥημάτων ἐξ ὧν ὁ λόγος συν-
έστηκεν, τῶν δὲ ὀνομάτων τοσαῦτ’ ἐχόντων εἴδη ὅσα τε-
 

 33. EPICURUS Phil. Deperditorum librorum reliquiae {0537.003}


(4-3 B.C.) Treatise 31 frag. 23 li.27

 ὁμοίω[ς] τούτο[υς κα-]


κίζ[ο]μεν, ὅταν [ἐπ’ ἐ-]    (25)
ξω[λ]είαι αὐτῆ[ς ἦι ἡ]
[διάλ]εκ[τος.] ἔστ[ι δ’ ὅτε]
[κατὰ] τ[ὴν] πρώτ[η]ν [ἐπ’]
[ἄλλω]ν κατὰ σάρ[κ]α καὶ
σύστ[ασιν ὁρμὴ]ν τῆι του   (30)
 

 34. EPICURUS Phil. Epistula ad Herodotum {0537.006} (4-3


B.C.) Sec. 72 li.6

 κειμένῳ ζητοῦμεν ἀνάγοντες ἐπὶ τὰς βλεπομένας παρ’ ἡμῖν


αὐτοῖς προλήψεις, ἀλλ’ αὐτὸ τὸ ἐνάργημα, καθ’ ὃ τὸν πολὺν
ἢ ὀλίγον χρόνον ἀναφωνοῦμεν, συγγενικῶς τοῦτο περιφέρον-   (5)
τες, ἀναλογιστέον. καὶ οὔτε διαλέκτους ὡς βελτίους μετα-
ληπτέον, ἀλλ’ αὐταῖς ταῖς ὑπαρχούσαις κατ’ αὐτοῦ χρηστέον,
οὔτε ἄλλο τι κατ’ αὐτοῦ κατηγορητέον, ὡς τὴν αὐτὴν οὐσίαν
ἔχοντος τῷ ἰδιώματι τούτῳ—καὶ γὰρ τοῦτο ποιοῦσί τινες—,
 

 35. VITAE AESOPI Narr. Fict. Vita G (e cod. 397 Βιβλιοθήκη. e


Pierponti Morgan) (recensio 3) {1765.001} (A.D. 1) Sec. 116 li.2
19

 φοβερὰ βροντήσας καὶ δεινὸν ἀστράψας καὶ σείσας σεισμούς.


ὁμοίως καὶ Λυκοῦργος
τῇ λαμπρότητι τῆς βασιλείας αὐτοῦ τὴν ὑμῶν λαμπρότητα
[φωτεινὴν] σκοτεινὴν
ποιεῖ καὶ ἀφανῆ· πάντα γὰρ ἐν ὑπεροχῇ καταπαύει.” (116) ὁ δὲ
Νεκταναβὼν
τὴν εὐστοχίαν αὐτοῦ εἰδὼς καὶ τὸ εὔθετον τῆς γλώττης
[διάλεκτον], ἔφη
πρὸς αὐτόν “ἤγαγές μοι τοὺς μέλλοντας οἰκοδομεῖν τὸν πύργον;” ὁ
δὲ λέγει “ἕτοιμοί
εἰσιν, ἐπὰν σὺ τὸν τόπον δείξῃς.” ὁ δὲ βασιλεὺς θαυμάσας ἔξω τῆς
πόλεως ἀφίκετο σὺν τῷ Αἰσώπῳ καὶ μέτρα ἔδωκεν εἰς τὴν
οἰκοδομήν. ὁ δὲ Αἴσωπος στήσας κατὰ   (5)
 

 36. Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001}


(A.D. 1/2?) Alphabetic letter alpha lemma 22 li.7

 ἀγυιεὺς δέ ἐστι κίων εἰς ὀξὺ λήγων, ὃν ἱστᾶσι πρὸ τῶν θυρῶν,
ὡς σαφὲς ποιοῦσιν Ἀριστοφάνης τε ἐν Σφηξὶ καὶ Εὔπολις.    (5)
ἰδίους δὲ εἶναι φασιν αὐτοὺς Ἀπόλλωνος, οἱ δὲ Διονύσου, οἱ δὲ ἀμ-
φοῖν. ἔστιν οὖν τὸ ὁλόκληρον ἀγυιέας, καὶ κατὰ τὴν Ἀττικῶν
διάλεκτον ἀγυιᾶς, καθὰ καὶ Στειριᾶς καὶ Μηλιᾶς καὶ τὰ
παραπλήσια
λέγουσιν ἐν συναλοιφῇ. Ἀριστοφάνης ἐν Ὄρνισι
          μηλοσφαγεῖν τε βουθύτοις ἐπ’ ἐσχάραις   (10)
          κνισᾶν τ’ ἀγυιᾶς.
 

 37. Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001}


(A.D. 1/2?) Alphabetic letter beta lemma 16 li.2

 ἐν τῷ πρὸς Ἕρμωνα περὶ ἐγγύης μνημονεύει τοῦ τόπου καὶ Καλλι-


σθένης.
(16)   Βολεῶνες: ὁ τόπος ὅπου ἡ κόπρος βάλλεται βολεὼν
καλεῖται.
Νίκανδρος ἐν γʹ Ἀττικῆς διαλέκτου “βολεῶνας ἐπὶ τῶν ἀγρῶν, εἰς
“οὓς τὰ κόπρια ἐκφέρει.” οὕτω Δείναρχος καὶ Φιλήμων καὶ ἄλλοι.
(17)   Βομβυλιός: ζῷον παραπλήσιον μελίττῃ, ὠνομασμένον ἀπὸ
τοῦ βόμβου· Ἰσοκράτης Ἑλένης ἐγκωμίῳ.
 
20

 38. Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001}


(A.D. 1/2?) Alphabetic letter mu lemma 14 li.3

 (13)   Μαχάτας: ὄνομα κύριον.


(14)   Μέδιμνος: Δείναρχος ἐν τῷ κατὰ Καλλισθένους. μέτρον ἐστὶ
ξηρῶν, οἷον πυρῶν ἢ κριθῶν, ἔχει δὲ χοίνικας μηʹ, καθά φησι
Νίκαν-
δρος ὁ Θυατειρηνὸς ἐν τοῖς ἐξηγητικοῖς τῆς Ἀττικῆς διαλέκτου.
(15)   Μεθώνη: Δημοσθένης Φιλιππικοῖς. λέγοι ἂν τὴν ἐν Θρᾴκῃ,
ἣν
πολιορκῶν Φίλιππος ἐξεκόπη τὸν δεξιὸν ὀφθαλμόν. Δημήτριος δ’

Μάγνης ἐν ταῖς Συνωνύμοις πόλεσι τέσσαρας εἶναί φησι Μεθώνας.
 

 39. Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001}


(A.D. 1/2?) Alphabetic letter xi lemma 4 li.3

               ἐγὼ ξενιτευόμενος ἐστρατευόμην.


(4)   Ξηραλοιφεῖν: Αἰσχίνης κατὰ Τιμάρχου. ξηραλοιφεῖν ἔλεγον
τὸ χωρὶς λουτρῶν ἀλείφεσθαι, ὡς Δίδυμος ἐν κηʹ Τραγικῆς λέξεως
καὶ Νίκανδρος ἐν ιηʹ Ἀττικῆς διαλέκτου, προστιθεὶς ὅτι μήποτε
καὶ
τὸ ὑπὸ τῶν ἀλειπτῶν λεγόμενον ξηροτριβεῖσθαι οὕτως ἐλέγετο.
Σοφοκλῆς Πηλεῖ   (5)     καὶ ξηραλοιφῶν εἵματος διὰ πτυχῶν.
 

 40. Αρποκρατίων. Lexicon in decem oratores Atticos {1389.001}


(A.D. 1/2?) Alphabetic letter tau lemma 28 li.2

 λου Ἑρμοῦ. τοῦτον δέ φησι Φιλόχορος ἐν γʹ Εὐκλείδην ἀναθεῖναι


Ἀγκυλῆσιν.
(28)   Τριπτῆρα: Ἰσαῖος ἐν τῷ κατὰ Διοκλέους. Νίκανδρος ἐν ιϛʹ
τῆς Ἀττικῆς διαλέκτου φησὶν ὅτι τριπτήρ ἐστι πιθάκνη ἐκπέτα-
λος, οἷα τὰ ἐπιλήνια. ἐπὶ τούτου δ’ ἂν τάττοιτο νῦν παρὰ τῷ
ῥήτορι·
πολλὰ γὰρ καὶ ἄλλα σημαίνει τοὔνομα.
(29)   Τριτημόριον: Δείναρχος κατὰ Καλλισθένους. ὅτι δὲ τριτημό-
 

 41.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De conjunctionibus


{0082.003} (A.D. 2) Part 2 vol.+fascicle 1,1 p. 213 li.12
21

 τικὴν συντείνουσι, Στωικὰς παρεισφέρουσι δόξας, ὧν ἡ παράδοσις


οὐκ
ἄγαν χρειώδης πρὸς τὴν εἰς γραμματικὴν συντείνουσαν
τεχνολογίαν.    (10)
ἔστι γοῦν πολλή τις καὶ δυσπερίληπτος περὶ τὰς φωνὰς τήρησις ..
κατορθοῦται πᾶσα διάλεκτος, πᾶς σχηματισμὸς συντείνων εἰς
Ἑλληνικὴν
παράδοσιν ἀναγνωσμάτων, ἧς οὐδὲ κατ’ ὀλίγον ἐπιψαύει ὁ παρὰ
τοῖς
Στωικοῖς περὶ φωνῆς λόγος. καὶ δῆλον ὡς καὶ ἐπὶ τῶνδε τῶν
μορίων
τὸ αὐτὸ παρακολουθήσει. πάλιν γὰρ ὑποσταλήσεται ὁ περὶ αὐτῶν
λόγος    (15)
 

 42.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De conjunctionibus


{0082.003} (A.D. 2) Part 2 vol.+fascicle 1,1 p. 223 li.24

 καὶ καθὸ ὑποβάλλει ὁ λόγος .... που


  Εὐρύμαχ’, οὐδ’ εἴ μοι πατρώια πάντ’ ἀποδοῖτε (χ 61).
  Ἑξῆς ῥητέον περὶ τῶν διαπορητικῶν.
  Ἆρα. Οὗτος κατὰ πᾶσαν διάλεκτον, ὑπεσταλμένης τῆς κοινῆς
καὶ Ἀττικῆς, ἦρα λέγεται·   (25)
  ἦρ’ ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι,
Σαπφώ (fr. 52 Ahrens, 102 Bergk3).
 

 43.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De conjunctionibus


{0082.003} (A.D. 2) Part 2 vol.+fascicle 1,1 p. 227 li.21

 Τρύφων παρέσται ἢ Θέων, ἆρα Τρύφων παραγενήσεται ἦ


Θέων; μόνου τοῦ κατ’ ἀρχὴν ἤ κοινῶς εἰλημμένου ἐπί τε
διαζεύξεως
ἐπί τε διαπορήσεως.   (20)
  Εἴρηται ὡς τὸ α τοῦ ἆρα εἰς η μετετίθετο παρὰ ταῖς ἄλλαις
διαλέκτοις, ὑπεσταλμένης τῆς Ἀττικῆς καὶ κοινῆς. καί πού τινες
ἐπὶ
τῆσδε τῆς μεταθέσεως ἐπιστοῦντο, ὡς τὸ μακρὸν α εἰς η
μετατίθεται
παρ’ Ἴωσιν, οὐ τὸ βραχύ, καθότι ὁ ἐν βραχεῖ τῷ α λεγόμενος ἄρα
συλλογιστικός ἐστι καλούμενος ἢ ἐπιφορικός, ὃν οὐ μετατιθεῖσι.
καὶ   (25)
 
22

 44.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De conjunctionibus


{0082.003} (A.D. 2) Part 2 vol.+fascicle 1,1 p. 228 li.24

 Δέον δὲ πρὸς μὲν τὸν ἀπὸ τῆς φωνῆς λόγον φάναι, ὡς οὐ παρὰ
τὸν οὖν ἡ σύνθεσις, ἀλλὰ παρὰ τὸν ὦν, ὄντα καὶ Ἰωνικὸν καὶ
Αἰολικὸν
καὶ Δωρικόν. «Ἀλλὰ πῶς παρὰ τοῖς Ἀθηναίοις;» ὅτι δυνάμει
Ἴωνες.
ἀλλ’ εἰ καὶ ἀπὸ Δωρίδος διαλέκτου ἦν τι παρ’ Ἀθηναίοις, οὐ
ξένον,
ὅπου γε καὶ δαρόν φασιν.—ἀλλὰ καὶ ἐπὶ συναλοιφῆς ἔστι τὸ
τοι-   (25)
οῦτον παραστῆσαι. τὸ θάτερον παρ’ αὐτοῖς ἀσύστατον, ἐὰν παρὰ
τὸ
ἕτερον ᾖ συνηλιμμένον, εἴγε ἡ τοιαύτη συνέλευσις εἰς τὴν ου
δίφθογγον
 

 45.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 69 li.2

 ται.—81. 1. Οὐ γὰρ εἰς η ἔληξεν, εἰ μὴ συντάξεως εἴχετο τῆς τοῦ τ,


καθότι καὶ τῷ νοητός τὸ νοητή παράκειται.—2. ἰδοὺ δὲ καὶ τὸ
(69) λεῖπον τ ἀνεπλήρωσε τὸ Δώριον ἔθος, τοὶ ἄνθρωποι, ταὶ
γυναῖκες,
οὐκ ἀπιθάνως· ἡ γὰρ διάλεκτος κατάπυκνος ἐπὶ τὴν τοῦ τ χρῆσιν,
προτί, λέγοντι, φαντί, πέρυτι, τύ, ἄλλα μυρία· εἰ γὰρ ἐκ μετα-
πτώσεώς ἐστι τὰ τῆς χρήσεως, πολλῷ μᾶλλον ἐφελκύσεται τὸ
λεῖπον.—
3. σαφὲς κἀκ τοῦ πνεύματος· οὐ γὰρ ἄλλως δασύνεται τὰ ἄρθρα, εἰ
μὴ    (5)
 

 46.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 145 li.2

 λαβῆς, εἴγε καὶ ἡ ἐξ αὐτῶν δεῖξις αὐτὸ μόνον οὐσίαν παρεμφαίνει.)


—   (10)
25. καὶ γὰρ εἰ συνεμπέσοι λῆξις ὀνοματικὴ αὐτῇ ἰδία τοῦ συνόντος
(145) ἀριθμοῦ, ὑπεκλύεται τοῦ ἀκολούθου ἐκ τῆς ἐγγινομένης
κλίσεως, ὡς
ἔχει ἡ ἐγώ καὶ ἡ ἐμοῦ. ἐφ’ ἧς καὶ αἱ διάλεκτοι οὐ τὴν αὐτὴν λῆξιν
ἐπεμέτρησαν, ἄλλως τὰς φωνὰς προενεγκάμεναι ἤπερ τὰς γενικὰς
23

τῶν
ὀνομάτων· ἐμεῖο γὰρ καὶ ἐμεῦ, οὐχ ὡς ἡ Ἀτρείδεω καὶ ἡ Ἀτρεί-
δαο ἢ καλοῖο. (ἡ γοῦν ὁμόφωνος κτητική, ὀνόματος ἤδη τὸ τέλος
(5)
 

 47.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 145 li.7

 ὀνομάτων· ἐμεῖο γὰρ καὶ ἐμεῦ, οὐχ ὡς ἡ Ἀτρείδεω καὶ ἡ Ἀτρεί-


δαο ἢ καλοῖο. (ἡ γοῦν ὁμόφωνος κτητική, ὀνόματος ἤδη τὸ τέλος
(5)
ἀναδεδεγμένη, ἐφ’ ὃ καὶ φέρεται, πάλιν τὸ δέον ἀνεδέξατο κατὰ
τὰς
διαλέκτους, ἐμοῖο ὡς καλοῖο.)
  26. Καθὼς πρόκειται οὖν, ἀναφερόμεναι ἢ δεικνύμεναι
ἀπροσδεεῖς
εἰσι τῶν παρεπομένων τῷ ὀνόματι, ἀλλὰ ἀντίκειται ἥ τε ἐκεῖνος
καὶ
ἡ αὐτός. (ἡ γὰρ οὗτος παραγωγῆς κατάληξιν ἔχει, οὐκ
ἀντωνυμίας,   (10)
 

 48.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 217 li.4

 (217) Ἑκτόρειος Ἑκτορείου ὡς πρὸς τὴν Ἕκτορος· ἡ μέντοι


προειρημένη
ἀντωνυμία οὐ σαφηνιζομένη διὰ τῆς φωνῆς δεηθήσεται τῆς
εἰρημένης
συντάξεως, ἵνα περιγράψῃ τὴν συνοῦσαν ἀμφιβολίαν.—118. Οὐ
λέληθεν
δέ με ὡς παρὰ ταῖς ἄλλαις διαλέκτοις καὶ διὰ τῆς φωνῆς ἐστιν ἡ
διά-
κρισις· ὅθεν ὑπολαμβάνω τὸν ποιητὴν συνειδότα τὸ ἀμφίβολον
τοῦ    (5)
σχήματος τὴν μὲν πρωτότυπον σχεδὸν διὰ πάσης διαλέκτου
προενέγκα-
σθαι, ἐμέθεν λέγοντα ἢ ἐμέο ἢ ἐμεῖο ἢ ἐμεῦ, οὐ μὴν ἐμοῦ (οὐ γὰρ
 

 49.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 217 li.6
24

 συντάξεως, ἵνα περιγράψῃ τὴν συνοῦσαν ἀμφιβολίαν.—118. Οὐ


λέληθεν
δέ με ὡς παρὰ ταῖς ἄλλαις διαλέκτοις καὶ διὰ τῆς φωνῆς ἐστιν ἡ
διά-
κρισις· ὅθεν ὑπολαμβάνω τὸν ποιητὴν συνειδότα τὸ ἀμφίβολον
τοῦ    (5)
σχήματος τὴν μὲν πρωτότυπον σχεδὸν διὰ πάσης διαλέκτου
προενέγκα-
σθαι, ἐμέθεν λέγοντα ἢ ἐμέο ἢ ἐμεῖο ἢ ἐμεῦ, οὐ μὴν ἐμοῦ (οὐ γὰρ
καθὸ ἀγνώς ἐστιν τῆς εἰς ου ληγούσης γενικῆς, ὅπου γε καὶ τὰς ἀπ’
αὐτῆς
πλαγίας ἁπάσας κοινότερον προηνέγκατο), τήν γε μὴν κτητικὴν
ἀκο-
 

 50.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 218 li.6

 ἡ γοῦν πάλιν σοί, γενομένη τίν παρὰ Δωριεῦσιν, γίνεται καὶ τεΐν,
      τεῒν τάδε μυθήσασθαι {Λ 201}).
  119. Ἁπάντοτε μὲν οὖν ἡ γενικὴ φερομένη ἐπὶ ῥῆμά ἐστι
πρωτό-   (5)
τυπος, ἐμοῦ ἀκούει Θέων, σοῦ ἤκουσα, καὶ ἔτι ἐν ταῖς κατὰ διά-
λεκτον,
      ἐμεῦ δ’ ἕλετο μέγαν ὅρκον {δ 746},
      σεῦ δ’ ἐπεὶ ἐξέλετο ψυχήν {Ω 754},
      ἐμεῖο δὲ σύνθεο μῦθον {τ 268},    (10)
 

 51.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 300 li.11

   34. Ἔστιν καὶ κατὰ τὰς πτώσεις τὸ τοιοῦτο παραστῆσαι. τὰ γὰρ


ἀναμερισθέντα εἰς πέντε πτώσεις τὰς ἀνθυπαλλαγὰς τῶν πτώσεων
ἐμ-
φανίζει, ἃς παραδεχόμεθα ἢ κατὰ τὸν τῶν σχημάτων λόγον,
ἐθιμώτερον    (10)
διαλέκτου τὸ τοιοῦτον ἐνδειξαμένης, ἢ ἀπαραδέκτους ποιούμεθα
κατὰ
τὸν τοῦ ἀκαταλλήλου λόγον. οὐχ ὑποπίπτουσα γὰρ ἀρχαϊκῇ
χρήσει,
ἀπειράκις κατὰ τὸ αὐτὸ παρειλημμένη ...........  
25

............... τὸ   
 

 52.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 400 li.9

 γαμίζω γάμου τινὶ μεταδίδωμι. τό γε μὴν γαμῶ παθητικῶς κλίνεται,

καθὸ τὰ τῆς διαθέσεως πρὸς σύνταξιν ἐμψύχου προσώπου


κατεγίνετο.)
  154. Τούτων οὖν τῇδε ἐχόντων ἐπιστατέον τῷ ἐρίπω ῥήματι, εἰ
συνωνυμεῖ τῷ πίπτω, ᾧ παράκειται κατὰ διάλεκτον γενομένη
ὀξύτονος
μετοχὴ ἐριπών· καὶ εἰ τὸ πεσών οὐκ ἔχει παθητικόν, συστατὸν δέ
ἐστιν   (10)
φάναι πεσόντι, δῆλον ὅτι καὶ τὸ
          ἐριπόντι Πολυνείκει
 

 53.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 401 li.10

 οὐχ, ὡς οἴονταί τινες, ἀπὸ τοῦ ῥίπτω κέκλιται· οἰκειότερον γάρ πως
τὸ
καταστρέφεσθαι τεῖχός ἐστιν ἢ ῥίπτεσθαι. ἔστι δὴ οὖν ἀπὸ τοῦ
ἐρίπω,
κατὰ παθητικὴν διάθεσιν τρίτου προσώπου κατὰ χρόνον τὸν
ὑπερσυντέ-
λικον, κατὰ Ἀττικὴν διάλεκτον συστολῆς γενομένης τοῦ η εἰς ε,
καθὼς    (10)
ἔχει καὶ τὸ ξηρόν—ξερόν, ποθῆσαι—ποθέσαι· ἀπὸ τοῦ ἐρίπω
ἤριπτο,
ἐρήριπτο, καὶ ἔτι ἐρέριπτο.
(402)   155. Τὰ δὴ προκατειλεγμένα τῶν ῥημάτων πρὸς εὐθείας
σύνταξιν
 

 54.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 443 li.9

 τὸν αὐτὸν εὐθετισμὸν ὑπῆρχεν, ὅς γε καὶ παρηκολούθει ταῖς


προθέσεσιν.—
11. Διὰ τοῦτο καὶ ἐπεκτεινόμεναι συνέλκουσι κατὰ τὸ τέλος τὴν
26

ὀξεῖαν,
ὡς ἔχει ἡ ἐνί καὶ ἡ προτί.—διὰ τοῦτο οὐδ’ οἱ περὶ τὸν Ἀριστο-
φάνη ἠξίωσαν βαρύνειν τὰ μόρια κατὰ τὴν Αἰολίδα διάλεκτον, ἵνα

μὴ τὸ ἴδιον τῆς προθέσεως ἀποστήσωσιν, λέγω τὴν ἀναστροφήν· εἰ


γὰρ   (10)
καὶ ἐβαρύνθησαν, ἀνθελκόμεναι ἀπὸ τῆς τοῦ ῥήματος συντάξεως ἢ
τοῦ
ὀνόματος ἐζήτησαν τὸ ἀμεῖψαι τὸν τόνον, καθ’ ἃς εἴπομεν αἰτίας.

 

 55.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 458 li.9

 δηλον γὰρ κἀκ τῆς συνούσης δασείας ὡς οὐχ ἓν ἁπλοῦν ἐστιν τὸ


διότι,
καθὸ οὐ παρεμπίπτει ἡ ἐν τοῖς φωνήεσι δασεῖα ἐν μέσαις ταῖς
λέξεσιν,
ἕνεκα τοῦ τοιούτου σεσημειωμένων ἐνίων ὡς ἀλόγων ὄντων ἢ ἀπὸ
Λακωνικῆς διαλέκτου παρεισδεδυκότων εἰς τὰς ἄλλας
διαλέκτους, ὑπὲρ
ὧν ἐν τῷ περὶ πνευμάτων ἠκριβώσαμεν. ἀλλ’ οὐ τοῦτό φημι
αὔταρκες,   (10)
διότι συνεστάναι ἐκ διαφόρων μερῶν τοῦ λόγου, ἐπεὶ οὐδὲν
ἐκώλυεν
τοῖς σεσημειωμένοις ὅμοια αὐτὰ καθίστασθαι, τῷ εὐοἵ, εἶἑν καὶ ἔτι
 

 56.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 458 li.9

 δηλον γὰρ κἀκ τῆς συνούσης δασείας ὡς οὐχ ἓν ἁπλοῦν ἐστιν τὸ


διότι,
καθὸ οὐ παρεμπίπτει ἡ ἐν τοῖς φωνήεσι δασεῖα ἐν μέσαις ταῖς
λέξεσιν,
ἕνεκα τοῦ τοιούτου σεσημειωμένων ἐνίων ὡς ἀλόγων ὄντων ἢ ἀπὸ
Λακωνικῆς διαλέκτου παρεισδεδυκότων εἰς τὰς ἄλλας
διαλέκτους, ὑπὲρ
ὧν ἐν τῷ περὶ πνευμάτων ἠκριβώσαμεν. ἀλλ’ οὐ τοῦτό φημι
αὔταρκες,   (10)
διότι συνεστάναι ἐκ διαφόρων μερῶν τοῦ λόγου, ἐπεὶ οὐδὲν
ἐκώλυεν
27

τοῖς σεσημειωμένοις ὅμοια αὐτὰ καθίστασθαι, τῷ εὐοἵ, εἶἑν καὶ ἔτι


 

 57.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 484 li.11

 τὴν συναλιφήν, καθὸ συνηγορήσαμεν, μάχεται τὰ τῆς τάσεως· τοῖς


γὰρ
κοινοῖς συμπερισπὰται καὶ τὰ εἰς ει λήγοντα ἐπιρρήματα, τῷ ποῦ
τὸ
πεῖ, τῷ αὐτοῦ τὸ αὐτεῖ, ὅπερ οὐ παρείπετο τῷ ἐπεί. ἀλλὰ καὶ
τὸ   (10)
σημαινόμενον· τὰ γὰρ μεταπίπτοντα παρὰ ταῖς διαλέκτοις τῆς
φωνῆς
ἀμοιβὴν σημαίνει, οὐ τοῦ δηλουμένου. οὐ δὴ οὖν τὸ ἐπεί τόπον
παρεμ-
φαίνει, ὥσπερ ἔχει τὸ «εἷ τὰ τῶν χοιραγχᾶν» {Sophron. mim. 86
Ahr., 98 Kaibel}. δι’ ὃ καὶ παραδεξαίμεθα ἂν ἐκεῖνο, ὡς καὶ ἐπ’
ἄλλων
 

 58. Aelius HERODIANUS et Pseudo-HERODIANUS Gramm. et


Rhet. De figuris [Sp.] (= Περὶ σχημάτων) {0087.035} (A.D. 2) P.
89 li.27

   Παρὰ δὲ διαθέσεις οἱ τοῖς μέσοις ἀορίστοις καὶ μέλ-


λουσιν ἀντὶ ἐνεργητικῶν τὴν σύνταξιν ἁρμόζοντες, εὐ-    (25)
πρεπεστέρας τῆς περικοπῆς γινομένης, ἐπεὶ καὶ ἡ τῶν
Ἀττικῶν διάλεκτος χαίρει τούτοις. λαμβάνεται δὲ καὶ
ὁλόκληρα παθητικὰ ἀντὶ ἐνεργητικῶν πολλάκις, ὅταν
μὴ δύσφημος ἢ δυστράπελος ἡ ἐναλλαγὴ μέλλῃ γενή-
σεσθαι πρὸς τὸ τοῦ λέγοντος πρόσωπον· τὸ γοῦν γρά-    (30)
 

 59. MAXIMUS Soph. Dialexeis {0563.001} (A.D. 2) Lecture 5 ch.


8 Sec. b li.3

 Σωκράτει μεστὸς εὐχῆς.’ Καὶ γὰρ Πυθαγόρας ηὔξατο,


(b) καὶ Πλάτων, καὶ ὅστις ἄλλος θεοῖς προσήγορος· ἀλλὰ
σὺ μὲν ἡγεῖ τὴν τοῦ φιλοσόφου εὐχὴν αἴτησιν εἶναι
τῶν οὐ παρόντων, ἐγὼ δὲ ὁμιλίαν καὶ διάλεκτον πρὸς
τοὺς θεοὺς περὶ τῶν παρόντων καὶ ἐπίδειξιν τῆς ἀρε-
(c) τῆς· ἢ, οἴει, τοῦτο εὔχετο ὁ Σωκράτης, ὅπως αὐτῷ
28

χρήματα γένηται, ἢ ὅπως ἄρξει Ἀθηναίων; πολλοῦ γε


 

 60. CLEMENS ALEXANDRINUS Theol. Protrepticus


{0555.001} (A.D. 2-3) Ch. 2 Sec. 31 sub Sec. 2 li.5

 μὲν ἐβασίλευεν, διεφέρετο δὲ ἀεὶ πρὸς τὴν γυναῖκα, ἠγα-


νάκτει δὲ ἡ Μεγακλὼ ὑπὲρ τῆς μητρός· τί δ’ οὐκ ἔμελλε;
Καὶ Μυσὰς θεραπαινίδας ταύτας τοσαύτας τὸν ἀριθμὸν
ὠνεῖται καὶ καλεῖ Μοίσας κατὰ τὴν διάλεκτον τὴν Αἰολέων.    (5)
(3) Ταύτας ἐδιδάξατο ᾄδειν καὶ κιθαρίζειν τὰς πράξεις τὰς
παλαιὰς ἐμμελῶς. Αἳ δὲ συνεχῶς κιθαρίζουσαι καὶ καλῶς
κατεπᾴδουσαι τὸν Μάκαρα ἔθελγον καὶ κατέπαυον τῆς
 

 61. Ωριγένης. Exhortatio ad martyrium {2042.007} (A.D. 2-3)


Sec. 2 li.3

 θλίψεως ἀπολαύσει· τοιοῦτο γάρ ἐστι τὸ „ἔτι μικρὸν ἔτι μικρόν.“


(2)   Ἀλλὰ καὶ εἰ φαυλίζοιεν ἡμᾶς καὶ ἐξευτελίζοιεν ἤτοι ἀσεβεῖς
ἢ μωροὺς ἀποκαλοῦντες οἱ ἀλλότριοι τῆς κατὰ τὰς ἁγίας γραφὰς
διαλέκτου, ὑπομιμνησκώμεθα ὅτι ἡ „ἐπ’ ἐλπίδι“ ἐλπὶς, ἡ „ἔτι
μικρὸν“
ἀποδοθησομένη ἡμῖν, ἀποδοθήσεται „διὰ φαυλισμὸν χειλέων, διὰ
γλώσσης ἑτέρας“. καὶ τίς οὐκ ἂν προσδέχοιτο „θλῖψιν ἐπὶ
θλίψει“,   (5)
ἵνα εὐθέως προσδέξηται καὶ „ἐλπίδα ἐπ’ ἐλπίδι“, λογισάμενος μετὰ

 62. Ωριγένης. Epistula ad Africanum {2042.045} (A.D. 2-3) Vol.


11 p. 52 li.23

 τοῦ.» Οὕτω γὰρ Ἀκύλας δουλεύων τῇ Ἑβραϊκῇ   (20)


λέξει ἐκδέδωκεν εἰπών· φιλοτιμότερον πεπιστευμένος
παρὰ Ἰουδαίοις ἡρμηνευκέναι τὴν Γραφήν· ᾧ
μάλιστα εἰώθασι οἱ ἀγνοοῦντες τὴν Ἑβραίων διάλεκτον
χρῆσθαι, ὡς πάντων μᾶλλον ἐπιτετευγμένῳ. Τὰ δὲ
παρ’ ἡμῖν ἀντίγραφα, ὧν καὶ τὰς λέξεις ἐξεθέμην, τὸ    (25)
μὲν ἦν κατὰ τοὺς Οʹ· τὸ δὲ ἕτερον κατὰ Θεοδοτίωνα·
 
29

 63. NEMESIUS Theol. De natura hominis {0743.001} (A.D. 4)


Sec. 1 li.112

 καὶ βοῶν ἐκφωνήσεως κατὰ μέρος εἰς ποικίλην καὶ διάφορον


προαχθεῖσαν τὴν τῶν κοράκων καὶ μιμηλῶν ὀρνέων φωνὴν
(110)
ἕως εἰς τὴν ἔναρθρον καὶ τελείαν τὴν ἀνθρώπου κατέληξε·
πάλιν δὲ τὴν ἔναρθρον διάλεκτον ἐξῆψε τῆς διανοίας καὶ τοῦ
λογισμοῦ, ἐξάγγελον ποιήσας αὐτὴν τῶν κατὰ νοῦν κινημάτων.
καὶ οὕτω πᾶσι πάντα μουσικῶς συνήρμοσε καὶ συνέδησε καὶ
εἰς ἓν συνήγαγε τά τε νοητὰ καὶ τὰ ὁρατὰ διὰ μέσης τῆς    (115)
 

 64. NEMESIUS Theol. De natura hominis {0743.001} (A.D. 4)


Sec. 14 li.16

 ὡς κατὰ τοῦτον. καὶ γὰρ οἱ ἐκ γενετῆς κωφοὶ καὶ οἱ διὰ


πάθος ἢ νόσημα τὴν φωνὴν ἀποβαλόντες οὐδὲν ἧττον λογικοί
εἰσιν.    (15)
      ὁ δὲ προφορικὸς λόγος ἐν τῇ φωνῇ καὶ ταῖς δια-
λέκτοις τὴν ἐνέργειαν ἔχει.
                    ὄργανα δὲ τῆς φωνῆς πολλά.
οἵ τε γὰρ ἐν τοῖς μεσοπλεύροις ἔσωθεν μύες καὶ ὁ θώραξ
καὶ ὁ πνεύμων ἥ τε τραχεῖα ἀρτηρία καὶ ὁ λάρυγξ καὶ τού-    (20)
 

 65. NEMESIUS Theol. De natura hominis {0743.001} (A.D. 4)


Sec. 14 li.23

 καὶ ὁ πνεύμων ἥ τε τραχεῖα ἀρτηρία καὶ ὁ λάρυγξ καὶ τού-    (20)


των μάλιστα τὸ χονδρῶδες καὶ τὰ παλινδρομοῦντα νεῦρα
καὶ ἡ γλωττὶς καὶ πάντες οἱ κινοῦντες ταῦτα τὰ μόρια
μύες τῆς ἐκφωνήσεώς εἰσιν ὄργανα. τῆς δὲ διαλέκτου τὸ
στόμα. ἐν τούτῳ γὰρ διαπλάσσεται καὶ σχηματίζεται καὶ
οἱονεὶ μορφοῦται ἡ διάλεκτος· τῆς μὲν γλώσσης καὶ τοῦ    (25)
γαργαρεῶνος πλήκτρου λόγον ἐπεχόντων· τῆς δὲ ὑπερῴας,
 

 66. NEMESIUS Theol. De natura hominis {0743.001} (A.D. 4)


Sec. 14 li.25

 καὶ ἡ γλωττὶς καὶ πάντες οἱ κινοῦντες ταῦτα τὰ μόρια


μύες τῆς ἐκφωνήσεώς εἰσιν ὄργανα. τῆς δὲ διαλέκτου τὸ
30

στόμα. ἐν τούτῳ γὰρ διαπλάσσεται καὶ σχηματίζεται καὶ


οἱονεὶ μορφοῦται ἡ διάλεκτος· τῆς μὲν γλώσσης καὶ τοῦ    (25)
γαργαρεῶνος πλήκτρου λόγον ἐπεχόντων· τῆς δὲ ὑπερῴας,
ἠχείου· τῶν δὲ ὀδόντων καὶ τῆς ποιᾶς τοῦ στόματος διαν-
οίξεως, ὡς ἐν λύρᾳ, τὴν τῶν χορδῶν ἀναπληρούντων χρείαν,
 

 67. Γρηγόριος Νύσσης. Liber de cognitione dei (= Θεογνωσία)


(Fragm. ap. Euthymium Zigabenum, Panoplia dogmatica) [Sp.]
{2017.077} (A.D. 4) Vol. 130 p. 260 li.57

 κόνα ἡμετέραν, καὶ καθ’ ὁμοίωσιν. Ὁ Πατὴρ δηλο-


νότι πρὸς τοὺς ἐκ τῆς οὐσίας αὐτοῦ τοὺς κοινωνοῦντας    (55)
αὐτῷ τοῦ δημιουργικοῦ καὶ δεσποτικοῦ ἀξιώματος.
Οὐκ ἔχει γὰρ ἐνταῦθα χώραν τὸ τῆς Ἑβραΐδος δια-
(261) λέκτου ἰδίωμα, τὸ χρώμενον ἔστιν ὅτε τοῖς ἑνικοῖς
πληθυντικῶς. Ἢ γὰρ ἂν, καὶ ἐφ’ ἃ μὴ χρὴ τῷ
τοιούτῳ ἰδιώματι καταχρώμενοι, πολλῆς ἐμπλήσομεν
τοὺς ἀντιλέγοντας ταραχῆς.
 

 68. Γρηγόριος Νύσσης. Liber de cognitione dei (= Θεογνωσία)


(Fragm. ap. Euthymium Zigabenum, Panoplia dogmatica) [Sp.]
{2017.077} (A.D. 4) Vol. 130 p. 261 li.52

 τις, τῶν ἐν καρδίᾳ νοημάτων τοῦ θελήματος ἡ μετά-


δοσις. Ὅπερ οὖν ἔφην, ὥστε διαναστῆναι τὸν νοῦν    (50)
ἡμῶν πρὸς τὴν ἔρευναν τοῦ προσώπου, πρὸς ὃν οἱ
λόγοι σοφῶς καὶ ἐντέχνως, τοῦτο τῆς διαλέκτου
παρείληπται. Ἐκ τῆς αὐτῆς.     Ὤφθη δὲ τῷ Ἀβραὰμ ὁ Θεὸς πρὸς
τῇ δρυῒ τῇ   (55)
 

 69. EPIPHANIUS Scr. Eccl. De mensuris et ponderibus (ap.


Chronicon paschale) (excerptum Graecum 7) {2021.040} (A.D. 4)
Vol. 92 p. 617 li.28

 Ἐκκλησίας, καὶ μὴ πεισθεὶς, μετέπειτα τὰ Χριστια-   (25)


νῶν ἀθετήσας, προσηλυτεύει τε Ἰουδαίοις
καὶ περιτέμνεται Ἰουδαῖος, καὶ ἐμπόνως μαθὼν τὴν
αὐτῶν διάλεκτον καὶ τὰ στοιχεῖα ἑρμηνείαν ἑαυτῷ
ἑρμήνευσεν οὐκ ὀρθῷ λογισμῷ, ἀλλ’ ὅπως διαστρέψῃ
τινὰ τῶν ῥητῶν.    (30)
31

(644)   Ἐπὶ τῶν προκειμένων ὑπάτων Θεοδοτίων τις   (14)


 

 70. Γρηγόριος Ναζιανζηνός. Contra Julianum imperatorem 1


(orat. 4) {2022.018} (A.D. 4) Vol. 35 p. 637 li.36

 διάφορα, ἢ διαφόροις ταυτὰ, ἢ ἑτέραις ἕτερα·


ἢ γὰρ τῆς θρησκείας εἶναι τοῦτο φήσεις, ἢ τοῦ ἔθ-
νους δηλαδὴ, καὶ τῶν πρῶτον εὑρισκομένων τῆς    (35)
διαλέκτου τὴν δύναμιν. Εἰ μὲν οὖν τῆς θρησκείας,
δεῖξον ποῦ καὶ παρὰ τίσι τῶν ἱερέων τὸ Ἑλλη-
νίζειν ἔννομον, ὥσπερ καὶ τὸ θύειν ἔστιν ἃ καὶ
(640) οἷς τῶν δαιμόνων· οὔτε γὰρ πᾶσι τὰ αὐτὰ, οὔτε ἑνὶ
 

 71. Γρηγόριος Ναζιανζηνός. Contra Julianum imperatorem 1


(orat. 4) {2022.018} (A.D. 4) Vol. 35 p. 641 li.2

 ἢ τοῖς κατὰ παίδευσιν διαφέρουσιν; εἰ μὲν γὰρ


τούτου, τίς ἡ ἀποκλήρωσις, τὸ μὲν σμερδαλέον,
(641) καὶ τὸ κοναβίξειν, καὶ τὸ μῶν, καὶ τὸ δήπουθεν,
καὶ τὸ ἅττα, καὶ τὸ ἀμωσγέπως εἶναι τῆς διαλέκτου
μόνης, τἄλλα δὲ ἀπεῤῥίφθαι εἰς Κυνόσαργες,
ὥσπερ τὸ πάλαι τοὺς νόθους; εἰ δὲ καὶ τὸ εὐτελὲς τοῦ
λόγου καὶ ἀκαλλώπιστον ὁμοίως τοῦ Ἑλληνίζειν ἐστὶ,   (5)
 

 72. Γρηγόριος Ναζιανζηνός. In pentecosten (orat. 41) {2022.049}


(A.D. 4) Vol. 36 p. 449 li.18

 ριος. Ἤκουον δέ. Μικρὸν ἐνταῦθα ἐπίσχες, καὶ δια-    (15)


πόρησον, πῶς διαιρήσεις τὸν λόγον. Ἔχει γάρ τι ἀμ-
φίβολον ἡ λέξις , τῇ στιγμῇ διαιρούμενον Ἆρα
γὰρ ἤκουον ταῖς ἑαυτῶν διαλέκτοις ἕκαστος, ὡς
φέρε εἰπεῖν, μίαν μὲν ἐξηχεῖσθαι φωνὴν, πολλὰς δὲ
ἀκούεσθαι, οὕτω κτυπουμένου τοῦ ἀέρος, καὶ, ἵν’   (20)
εἴπω σαφέστερον, τῆς φωνῆς φωνῶν γινομένων·
 

 73. Βασίλειος Καισαρείας. Adversus Eunomium (libri 5)


{2040.019} (A.D. 4) Vol. 29 p. 585 li.4
32

 (585) τούτῳ τόν γε τῷ θείῳ φόβῳ πεπαιδευμένον προσήκει,


ἀλλ’ ἀγαπᾷν, τοῖς ἐν τῇ Γραφῇ κειμένοις ὀνόμασιν
ἐπιμένοντα, διὰ τούτων θεοπρεπῶς τὴν δοξολογίαν
ἀποπληροῦν. Εἰ γὰρ οἱ ἐξ ἀρχῆς τὴν Ἑβραίων διά-
λεκτον εἰς τὴν Ἑλλάδα γλῶσσαν μεταβαλόντες τινῶν   (5)
ὀνομάτων τῆς ἑρμηνείας οὐ κατετόλμησαν, ἀλλ’ αὐ-
τὴν τὴν Ἑβραϊκὴν φωνὴν μετεκόμισαν· ὡς τὸ
Σαβαὼθ, καὶ τὸ Ἀδωναῒ, καὶ τὸ Ἐλωῒ, καὶ εἴ τι
 

 74. EUSTATHIUS Scr. Eccl. et Theol. Commentarius in


hexaemeron [Sp.] {4117.022} (A.D. 4) P. 753 li.31

 κλυσμόν.
  Τοῦ γοῦν πλήθους πολλῇ σπουδῇ τῇ μανίᾳ συνερ-
γοῦντος αὐτῷ, καὶ λόγου θᾶττον τὸν πύργον κατα-   (30)
σκευάζοντος, ὁ Θεὸς τὴν διάλεκτον αὐτῶν παραχρῆμα
συνέχεε, καὶ ὑπὸ τῆς ἀνομοιογλωσσίας διεσκεδάσθη-
σαν, κἀκ τούτου ὁ τόπος Βαβυλῶνα τὴν κλῆσιν εἴλη-
φεν, τῶν Ἑβραίων τὴν σύγχυσιν Βαβυλὼν ὀνομα-
 

 75. EUSTATHIUS Scr. Eccl. et Theol. Commentarius in


hexaemeron [Sp.] {4117.022} (A.D. 4) P. 757 li.27

   Υἱὸς δὲ ἐγένετο τῷ Καϊνὰν Σαλὰ, ἀφ’ οὗ Σουσια-


νοί.    (25)
  Υἱὸς τοῦ Σαλὰ Ἕβερ, ἀφ’ οὗ Ἑβραῖοι, οἵτινες τὴν  
ἀρχαίαν κατέσχον τὴν Ἑβραΐδα διάλεκτον, τοῦ Ἕβερ
μὴ συμπαραγενομένου εἰς τὴν τοῦ πύργου οἰκοδο-
μὴν, καὶ ἀλλοιωθέντος τὴν γλῶτταν.
  Υἱοὶ δὲ τοῦ Ἕβερ Φαλὲκ, ἀφ’ οὗ Ἀδιαβηνοί· Ἰε-   (30)
 

 76. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 115


li.4

 (115)   Τὰ εἰς Α μακρὸν μὴ ἀπὸ συμφώνου ἀρχόμενα


πλὴν τοῦ Ρ παροξύνεται· Ἥρα ὀπώρα χώρα. ...
............................ εἰ δέ
τι ἄλλο εὑρεθῇ, κατὰ διάλεκτον ἢ πάθος ἐγένετο, ὡς
τὸ Ἑλένα Ἑλένη, Ἀθηνάα Ἀθηνᾶ.   (5)
  Τὰ εἰς ΡΑ μακροκατάληκτα τρισύλλαβα παραληγό-
33

μενα τῷ Ε μονογενῆ βαρύνεται, εἰ μὴ ἐπιθετικὰ εἴη·


 

 77. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 145


li.7

   Τὰ εἰς ΟΥΣ μονοσύλλαβα περισπᾶται· βοῦς πλοῦς


ῥοῦς χ[ρ]οῦς καὶ τὸ οὖς οὐδέτερον. τὸ δὲ πούς   (5)
ὀξύτονον, καὶ τὸ δούς μετοχή.
  Τὰ εἰς ΗΣ κατὰ διάλεκτον γινόμενα ἐκεῖνον ἔχει
τὸν τόνον, ὁποῖον καὶ τὰ πρωτότυπα· μήν μής, δαίς
δής, παῖς πῆς, εἷς ἧς. τὸ δὲ κρῆς ἀπὸ τοῦ κρέας
οὐδέτερον ὂν περισπᾶται.    (10)
 

 78. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 145


li.22

 (ὄνομα κρήνης) καὶ κνίψ.


  Τὰ εἰς ΩΣ ἀρσενικὰ μονοσύλλαβα περιττοσύλλαβα    (20)
ὀξύνεται· Τρώς θώς πλώς (ἰχθῦς τις). τὸ μέντοι
κατὰ διάλεκτον τροπῇ γινόμενον· βῶς ἀπὸ τοῦ βοῦς
(146) βοός, περισπᾶται. τὰ μέντοι ἰσοσύλλαβα περισπῶνται·
σῶς Κρῶς Γλῶς Κῶς (ὀνόματα ἡρώων) χωρὶς τοῦ
ζώς· καὶ τὸ δώς ὀξύνεται.
 

 79. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 155


li.13

 οἱ μέλανες τῶν μελάνων αἱ μέλαιναι τῶν μελαινῶν,   (10)


οἱ τάλανες τῶν ταλάνων αἱ τάλαιναι τῶν ταλαινῶν,
οἱ γράψαντες τῶν γραψάντων αἱ γράψασαι τῶν γρα-
ψασῶν. ὅτε δὲ κατὰ διάλεκτον ἡ γενικὴ τροπὴν ὑπο-
μένει τοῦ ΩΝ εἰς ΑΝ, περισπᾶται· κυανεᾶν ἀμφο-
τερᾶν. τὰ δὲ οὐχ ὁμοτονοῦντα ταῦτα· πόρνοι πόρ-    (15)
νων πόρναι πορνῶν, βάκχοι βάκχων βάκχαι βακ-
 

 80. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 183


li.15
34

 νῶ δονῶ πονῶ κλονῶ ὀνῶ (τὸ ὠφελῶ) φρονῶ


δολῶ.
  Τὰ εἰς ΝΩ παραληγόμενα φύσει μακρῷ φωνήεντι,
ὁπότε μὴ εἴη κατ’ Αἰολίδα διάλεκτον, περισπᾶται· σκηνῶ   (15)
θρηνῶ σφηνῶ φωνῶ ὠνῶ (καὶ ὠνοῦμαι) κοι-
νωνῶ. τὸ πώνω βαρύνεται ὡς ἴδιον Αἰολέων.
  Τὰ εἰς ΝΩ δισύλλαβα παραληγόμενα τῇ ΕΙ δι-
 

 81. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 190


li.1

   Τὰ εἰς ΞΩ καὶ ΨΩ περισπᾶται· διψῶ γυψῶ


κενοδοξῶ φιλοδοξῶ ἀδοξῶ αὐξῶ ἀλεξῶ. τὸ
γὰρ αὔξω καὶ ἀλέξω καὶ ἕψω ἀττικῶς βαρύνονται.
(190)   Οἱ εἰς Ω μέλλοντες κατὰ τὴν κοινὴν διάλεκτον,
ἐὰν μὲν ἔχωσι πρὸ τοῦ Ω τὸ Ξ ἢ τὸ Ψ ἢ τὸ Σ, βα-
ρύνονται· λέξω πλέξω τύψω γράψω ποιήσω
νοήσω. ἐὰν δὲ μηδὲν ἔχωσι τούτων πρὸ τοῦ Ω, πε-
 

 82. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 190


li.6

 ρύνονται· λέξω πλέξω τύψω γράψω ποιήσω


νοήσω. ἐὰν δὲ μηδὲν ἔχωσι τούτων πρὸ τοῦ Ω, πε-
ρισπᾶται· σπερῶ φθερῶ πλυνῶ κτενῶ τιλῶ.    (5)
πρόσκειται δὲ „κατὰ τὴν κοινὴν διάλεκτον“, ἐπειδὴ τὸ
ποιήσω ποιησῶ οἱ Δωριεῖς λέγουσι, καὶ τὸ λέξω λεξῶ.
  Τὰ εἰς Ω λήγοντα δεύτερα πρόσωπα προστακτικὰ
ὁμοτονεῖ τοῖς ἰδίοις ὁριστικοῖς· νικῶ ἐγώ νικῶ σύ,
 

 83. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 193


li.20

 παροξύνονται· λέγομαι ἵσταμαι δίδομαι. τὰ δὲ


φύσει μακρᾷ ἁπλᾶ ὄντα προπερισπῶνται· κεῖμαι ἧμαι
ποιοῦμαι γελῶμαι, ὑπεσταλμένων τῶν τῆς Αἰολί-
δος διαλέκτου ἀκάχημαι γὰρ καὶ ἀλάλημαι καὶ    (20)
τοῦ παρακειμένου. οὗτος δὲ προπαροξύνεται ὁμότονος
ὢν τῷ ἰδίῳ ἐνεργητικῷ· νενόηκα νενόημαι, πεποίηκα
35

πεποίημαι. τὸ δὲ κατάκειμαι καὶ κάθημαι


 

 84. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 199


li.23

   Ὅτι δασυνομένου φωνήεντος ἐπιφερομένου, τὸ προη-    (20)


γούμενον ψιλὸν τρέπεται εἰς τὸ ἀντίστοιχον δασὺ· κατὰ
ἡμῶν καθ’ ἡμῶν. τὸ δὲ ἀνάπαλιν οὔ, εἰ μὴ κατὰ
διάλεκτον τραπῇ· τὸ γὰρ ἀμπέχεσθαι Αἰολικόν ἐστι.]
  [Ἔτι περὶ συνθέτων ῥημάτων.
(200)   Πᾶν ῥῆμα ὀξυνόμενον ἐν τῇ συνθέσει ἀναδίδωσι
τὸν τόνον. καὶ εἰ μὲν δισύλλαβον εἴη τὸ ἁπλοῦν, τρί-
 

 85. SOCRATES Scholasticus Hist. Historia ecclesiastica


{2057.001} (A.D. 4-5) Book 1 ch. 19 li.17

 Μερόπιός τις φιλόσοφος, τῷ γένει Τύριος, ἱστορῆσαι τὴν Ἰνδῶν


χώραν ἔσπευσεν, ἁμιλλησάμενος πρὸς τὸν φιλόσοφον
Μητρόδωρον,   (15)
ὃς πρὸ αὐτοῦ τὴν Ἰνδῶν χώραν ἱστόρησεν. Παραλαβὼν οὖν δύο
παιδάρια συγγενῆ ὁ Μερόπιος, Ἑλληνικῆς οὐκ ἄμοιρα διαλέκτου,
καταλαμβάνει πλοίῳ τὴν χώραν· ἱστορήσας τε ὅσα ἐβούλετο,
προσορμίζει χρείᾳ τῶν ἐπιτηδείων τόπῳ λιμένα ἔχοντι ἀσφαλῆ.
Συμβεβήκει δὲ τότε πρὸς ὀλίγον τὰς σπονδὰς διεσπᾶσθαι τὰς   (20)
 

 86. SOCRATES Scholasticus Hist. Historia ecclesiastica


{2057.001} (A.D. 4-5) Book 5 ch. 23 li.26

 Σύρος τὸ γένος, διαπύρως τῷ λόγῳ τῷδε συνίστατο. Ἐπηκολού-


θησε δὲ αὐτοῖς καὶ Σεληνᾶς ὁ τῶν Γότθων ἐπίσκοπος, ἀνὴρ ἐπί-
μικτον ἔχων τὸ γένος· Γότθος μὲν ἦν ἐκ πατρὸς, Φρὺξ δὲ
κατὰ   (25)
μητέρα· καὶ διὰ τοῦτο ἀμφοτέραις ταῖς διαλέκτοις ἑτοίμως κατὰ
τὴν
ἐκκλησίαν ἐδίδασκε. Καὶ οὗτοι δὲ μικρὸν ὕστερον διῃρέθησαν,
Μαρίνου πρὸς Ἀγάπιον διενεχθέντος, ὃν αὐτὸς εἰς ἐπισκοπὴν τῆς
Ἐφέσου προεβέβλητο. Οὗτοι δὲ οὐ περὶ θρησκείας, ἀλλὰ περὶ
 
36

 87. Ιωάννης Χρυσόστομος. Synopsis scripturae sacrae [Sp.]


{2062.213} (A.D. 4-5) Vol. 56 p. 318 li.43

 Ἕβερ λόγος ἔχει μὴ ὁμονοῆσαι τοῖς λοιποῖς εἰς τὴν   (40)


τοῦ πύργου οἰκοδομὴν, καὶ διὰ τοῦτο αὐτῷ τὴν λαλιὰν
μὴ ἀμειφθῆναι, ἀλλὰ μεῖναι αὐτὸν ἀκέραιον ἔχοντα
τὴν διάλεκτον, καὶ ἀπ’ αὐτοῦ τὴν ἐπωνυμίαν αὐτὴν
λαβεῖν. Ἕβερ γὰρ ἐκείνου καλουμένου, Ἑβραῒς αὕτη
κέκληται, ὃ καὶ σημεῖόν ἐστι μέγιστον τοῦ πασῶν    (45)
τῶν λαλιῶν πρεσβυτέραν εἶναι τὴν Ἑβραΐδα· πρὶν
 

 88. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in


Danielem {4089.028} (A.D. 4-5) Vol. 81 p. 1509 li.28

 νάμεων πολλῶν.» Υἱοὺς δὲ αὐτοῦ καλεῖ τὴν στρα-    (25)


τείαν πεπιστευμένους, ὡς υἱοὺς ἀνθρώπων τοὺς
ἀνθρώπους, καὶ υἱοὺς τῶν προφητῶν τοὺς προ-
φήτας· ἰδίωμα γάρ ἐστι τῆς Ἑβραίων διαλέκτου.
«Καὶ εἰσελεύσεται ἐρχόμενος, καὶ κατακλύζων.»
Ἀντὶ τοῦ, ῥύμῃ φερόμενος, καὶ κατακλυσμοῦ δίκην   (30)
ἅπαντα διαφθείρων. «Καὶ παρελεύσεται, καὶ καθιεῖ-
 

 89. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Contra Julianum imperatorem (libri


iii-x) {4090.111} (A.D. 4-5) Book 4 column 708 li.1

ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ.

  Ὁ μὲν γὰρ Μωσῆς αἰτίαν ἀποδέδωκε κομιδῆ μυ-


(708) θώδη τῆς περὶ τὰς διαλέκτους ἀνομοιότητος.   (1)
Ἔφη γὰρ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων συνελθόντας
πόλιν ἐθέλειν οἰκοδομεῖν, καὶ πύργον ἐν αὐτῇ μέ-
γαν· φάναι δὲ τὸν Θεόν, ὅτι χρὴ κατελθεῖν, καὶ
 

 90. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Contra Julianum imperatorem (libri


iii-x) {4090.111} (A.D. 4-5) Book 4 column 708 li.5

 Ἔφη γὰρ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων συνελθόντας


πόλιν ἐθέλειν οἰκοδομεῖν, καὶ πύργον ἐν αὐτῇ μέ-
γαν· φάναι δὲ τὸν Θεόν, ὅτι χρὴ κατελθεῖν, καὶ
37

τὰς διαλέκτους αὐτῶν συγχέαι. Καὶ ὅπως μή τίς   (5)


με νομίσῃ ταῦτα συκοφαντεῖν, ἐκ τῶν Μωσέως
τὰ ἐφεξῆς ἀναγνωσόμεθα. «Καὶ εἶπον· Δεῦτε, οἰ-
κοδομήσωμεν ἑαυτοῖς πόλιν καὶ πύργον, οὗ ἔσται ἡ
 

 91. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Contra Julianum imperatorem (libri


iii-x) {4090.111} (A.D. 4-5) Book 4 column 708 li.41

 ἐκταθείη; Τοῦτον οὖν τὸν μῦθον, φανερὸν οὕτως ὄντα,


νενομικότες ἀληθῆ, καὶ περὶ τοῦ Θεοῦ δοξάζοντες,
ὅτι πεφόβηται τῶν ἀνθρώπων ὁμοφωνίαν, τούτου τε   (40)
χάριν τὰς διαλέκτους αὐτῶν συγχέῃ, ἔτι τολμᾶτε
Θεοῦ γνῶσιν αὐχεῖν.

ΚΥΡΙΛΛΟΣ.
  Τί τῶν τοιούτων χυδαιότερον ἐννοιῶν; ᾠήθη γὰρ
 

 92. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Contra Julianum imperatorem (libri


iii-x) {4090.111} (A.D. 4-5) Book 4 column 712 li.31

 Εἰ δὲ ἱδρώτων κενῶν ἔπαυσεν ἀσυνετοῦντάς τινας, τί δια-


λοιδορεῖται μάτην, καὶ ἀμέτρως ἀθυροστομεῖ,
προσεπάγων·ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ.   (30)  Ἐπάνειμι δὲ αὖθις πρὸς ἐκεῖνο.
Τὰς μὲν γὰρ δια-λέκτους ὅπως συνέχεεν ὁ Θεός, εἴρηκεν ὁ
Μωσῆς·τὴν μὲν αἰτίαν, ὅτι φοβηθεὶς μή τι κατ’ αὐτοῦ πρά-
ξωσιν, ἑαυτοῖς προσβατὸν τὸν οὐρανὸν ἀπεργασάμε-
νοι, ὁμόγλωττοι ὄντες καὶ ὁμόφρονες ἀλλήλοις. Τὸ   (35)
 

 93. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Contra Julianum imperatorem (libri


iii-x) {4090.111} (A.D. 4-5) Book 4 column 712 li.42

 καὶ τὰ νόμιμα διαφορᾶς, οὔτε Μωσῆς, οὔτε ἄλλος


ἀπεσάφησέ τις· καίτοι τῷ παντὶ μείζων ἐστὶν ἡ περὶ   (40)
τὰ νόμιμα καὶ τὰ πολιτικὰ τῶν ἐθῶν ἐν τοῖς ἀνθρώ-
ποις, τῆς περὶ τὰς διαλέκτους διαφορᾶς. Τίς γὰρ
Ἑλλήνων ἀδελφῇ, τίς δὲ θυγατρί, τίς δὲ μητρί φησι
δεῖν μίγνυσθαι; Τοῦτο δὲ ἀγαθὸν Πέρσαις κρίνεται.
Τί με χρὴ καθ’ ἕκαστον ἐπιέναι τὸ φιλελεύθερόν τε   (45)
 
38

 94. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Contra Julianum imperatorem (libri


iii-x) {4090.111} (A.D. 4-5) Book 4 column 724 li.51

 εἰσὶν οὐκ εἶπεν· εὔδηλον δὲ ὅτι παραπλησίους αὐτῷ


τοὺς συγκατιόντας ὑπελάμβανε. Εἰ τοίνυν πρὸς τὴν
τῶν διαλέκτων σύγχυσιν οὐχ ὁ Κύριος μόνος, ἀλλὰ   (50)
καὶ οἱ σὺν αὐτῷ τὰς διαλέκτους συγχέοντες, εἰκότως
ἂν ὑπολαμβάνοιντο ταύτης εἶναι τῆς διαστάσεως
αἴτιοι.

ΚΥΡΙΛΛΟΣ.

 95.Πρόκλος. In Platonis Parmenidem {4036.008} (A.D. 5) P. 663


li.32

 διὰ τῆς δυάδος ἐπὶ τὴν μονάδα περιαγωγή·


δεύτερον δὲ διὰ τούτων ἐπί τε ἀγγέλους τινὰς    (30)
καὶ θεοὺς ἀνατείνονται· διὰ γὰρ τῶν δαιμόνων
πᾶσά ἐστιν ὁμιλία καὶ ἡ διάλεκτος τῶν ἀνθρώ-
πων πρὸς θεοὺς, ὥς φησιν ἡ Διοτίμα, καὶ ἐγρη-
γορότων καὶ καθευδόντων.
  Ἔχεις οὖν πάλιν κατ’ ἄλλην ἔφοδον τὰς    (35)
 

 96. Προκόπιος. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D. 5-6) P.


2300 li.49

 τοὺς μαθητὰς κολακεύσαντες; Ὁ δὲ Σύμμαχος ἐξ-


έδωκεν· Ὁ ἀριθμῶν τοὺς ἐκτετραμμένους, τὸ
λαὸν τὸν ἀναιδῆ. Οὐκ ὄψει λαὸν βαρὺν χείλεσιν,
ὥστε μὴ ἀκούειν διάλεκτον γλώσσης. Ἀναιδεῖς
καλῶν τοὺς ταῖς αὐτῶν διδασκαλίαις ἐκτεθραμμέ-   (50)
νους, οἳ οὐκ ὄψονται τὸν βαρὺν λαὸν τοῖς χεί-
λεσιν, ἀλλ’ οὐδὲ ἀκούσουσιν, ἀσύνετοι ὄντες
 

 97. Προκόπιος. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D. 5-6) P.


2300 li.53

 καλῶν τοὺς ταῖς αὐτῶν διδασκαλίαις ἐκτεθραμμέ-   (50)


νους, οἳ οὐκ ὄψονται τὸν βαρὺν λαὸν τοῖς χεί-
λεσιν, ἀλλ’ οὐδὲ ἀκούσουσιν, ἀσύνετοι ὄντες
39

διαλέκτου γλώττης, περὶ ἧς ἔφασκε· Καὶ αἱ γλῶσ-


σαι αἱ ψελλίζουσαι ταχὺ μαθήσονται λαλεῖν εἰρήνην.
Εἰ γὰρ εἶδον τὸν βαθύφωνον, οὐκ ἂν ἤκουσαν    (55)
λαὸς πεφαυλισμένος.
 

 98. SCRIPTA ANONYMA ADVERSUS JUDAEOS Dialogus


Timothei et Aquilae {3186.002} (A.D. 5-10) Sec. 39 sub Sec. 28
li.2

 τολὴν αὐτοῖς γράψαι περιέχουσαν τάδε·


(27) βασιλεὺς Πτολεμαῖος τοῖς τῆς θεοσεβείας διδασκάλοις
πλεῖστα χαίρειν·
(28) πηγῆς ἐσφραγισμένης, καὶ θησαυροῦ κεκρυμμένου, τίς
ὠφέλεια ἀμφοτέροις;
οὕτως τὰ παρ’ ὑμῶν ἐμοὶ ἀποσταλέντα, τὰ γὰρ στοιχεῖα καὶ τὴν
διάλεκ-
τον αὐτῶν οὐκ ἐπίσταμαι.
(29) θελήσατε οὖν ἀποστεῖλαί μοι ἄνδρας ὀρθῶς εἰδότας τὴν τῶν
Ἑλλήνων καὶ Ἐβραίων διάλεκτον ὄπως ταύτας μεταγράψαντες
ἑρμηνεύσωσιν Ἑλληνιστί.
 

 99. SCRIPTA ANONYMA ADVERSUS JUDAEOS Dialogus


Timothei et Aquilae {3186.002} (A.D. 5-10) Sec. 39 sub Sec. 29
li.2

 οὕτως τὰ παρ’ ὑμῶν ἐμοὶ ἀποσταλέντα, τὰ γὰρ στοιχεῖα καὶ τὴν


διάλεκ-
τον αὐτῶν οὐκ ἐπίσταμαι.
(29) θελήσατε οὖν ἀποστεῖλαί μοι ἄνδρας ὀρθῶς εἰδότας τὴν τῶν
Ἑλλήνων
καὶ Ἐβραίων διάλεκτον ὄπως ταύτας μεταγράψαντες
ἑρμηνεύσωσιν Ἑλ-
ληνιστί.
(30) τότε οὖν ἀπεστάλησαν οἱ ἑβδομήκοντα δύο ἑρμηνευταί, ἐξ
ἑκάστης φυλῆς
ἀνὰ ἓξ ἄνδρες.
 

 100. Ιωάννης Δαμασκηνός. Encomium in sanctum Joannem


Chrysostomum {2934.059} (A.D. 7-8) Vol. 96 p. 769 li.36
40

 μεῖ, καὶ ἡ φθορὰ τοῦ σκηνώματος εἰκότως τῇ ψυχῇ


τὴν ἐπικράτειαν δίδωσι· καὶ τοῖς πέλας προσομιλή-
σας ὄρεσιν, ὁδηγεῖται πρός τινα πρεσβύτην, Σύρον   (35)
μὲν τὴν διάλεκτον, τὴν δὲ γνῶσιν οὐκ ἰδιώτην,
ἄκραν φιλοσοφοῦντα ἐγκράτειαν, καὶ τούτου τὴν
σκληραγωγίαν τέτρασιν ἀποσμηξάμενος ἔτεσιν, καὶ
πάσης ἡδυπαθείας ῥᾷον περιγενόμενος, λόγον ἔχων

 101. NICEPHORUS I Hist., Scr. Eccl. et Theol. Breviarium


historicum de rebus gestis post imperium Mauricii (e cod. Vat. gr.
977) {3086.001} (A.D. 8-9) P. 32 li.7

 ρίζεται σκῆπτρα. καὶ τούτου ἀρξαμένου εὐθὺς ὁ τῶν Σαρα-


κηνῶν ἡγούμενος ναῦς πλείστας κατασκευάσας κατὰ τοῦ    (5)
Βυζαντίου ἐκπέμπει, ἡγεμόνα τούτων ἐπιστήσας, ἅτε πιστό-
τατον καὶ τὰ πολέμια ἔμπειρον, κατὰ τὴν ἑαυτῶν διάλεκτον
Χαλὲβ ὀνομαζόμενον· ὃς ἀναχθεὶς προσωρμίζετο ἐν προαστείοις
τοῦ Βυζαντίου, κατὰ τὸν παραθαλάσσιον τόπον τὸν καλού-
μενον Ἕβδομον. τοῦτον αἰσθόμενος Κωνσταντῖνος ἀντι-   (10)
 

 102. NICEPHORUS I Hist., Scr. Eccl. et Theol. Breviarium


historicum de rebus gestis post imperium Mauricii (e cod. Vat. gr.
977) {3086.001} (A.D. 8-9) P. 43 li.21

 ἐκεῖθεν ἀπέπλευσε καὶ εἰς Βυζάντιον ἐπανάγεται.


  Ἐν τούτοις ὄντων τῶν πραγμάτων ὁ τῶν Σαρακηνῶν
βασιλεὺς λαὸν πλεῖστον ὁπλίτην ἐκπέμπει, ἡγεμόνας αὐτοῖς    (20)
ἐπιστήσας Μασαλμᾶν καὶ Σολυμᾶν κατὰ τὴν αὐτῶν διά-
λεκτον καλουμένους, ὡς τὰ Τύανα τὴν πόλιν πολιορκήσον-
τας. οἱ δὲ ἐκεῖσε παραγενόμενοι, πολέμους πλείστους συν-
άψαντες, μέρος δὲ καὶ τοῦ τείχους ἐκ τῶν πρὸς τειχομαχίαν
ὀργάνων καταβαλόντες καὶ πλέον οὐδὲν ἀνύσαι ἰσχύσαντες,   (25)
 

 103. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio


recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 96 li.34

 τωσαν τῆς ἑρμηνείας τοῦ σοφωτάτου καὶ πολυμα-


θοῦς Ὠριγένους εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ Ἰὼβ «ἣ, φησὶν,
οὕτως ἑρμηνεύεται ἐκ τῆς Συριακῆς βίβλου» καὶ ἑξῆς,
Συριακὴν εἶπεν τὴν Ἑβραϊκὴν διάλεκτον, ἐπειδὴ γὰρ
Συρίαν τὴν Ἰουδαίαν καὶ Σύρους οἱ παλαιοὶ τοὺς Πα-    (35)
41

λαιστινοὺς ὠνόμαζον. (2) Ὁ μὲν οὖν πύργος ᾠκοδο-


μήθη ἐν ἔτεσι τεσσαράκοντα, ἔμεινεν ἡμιτελὴς μετὰ
 

 104. NICETAS AMNIANUS Hagiogr. Vita Philareti Misericordis


{3359.001} (A.D. 9) P. 137 li.25

 σιν φαγεῖν.» Ἐποίησεν δὲ οὕτως.


    Καὶ ἰδοὺ οἱ πρῶτοι τοῦ χωρίου παρεγένοντο ἐκ τῆς πλαγίας πρὸς
τὸν ἐλεήμονα γέροντα, κομίζοντες αὐτῷ κριοὺς καὶ ἀρνοὺς καὶ
ὄρνεις καὶ περιστερὰς καὶ οἶνον διάλεκτον καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν,
πᾶσαν   (25)
χρείαν. Καὶ ἐποίησε πάντα ἡ τούτου σύμβιος ἐδέσματα σπαστρι-
κὰ πάνυ, ὡς ἦν ζῶσά ποτε ὅτε ὑπῆρχον πλούσιοι. Τῆς δὲ τραπέζης
εὐτρεπισθείσης ἐν τῷ μεγάλῳ τρικλίνῳ, εἰσελθόντες οἱ βασιλικοὶ
 

 105. Φώτιος. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter kappa P.


174 li.23

 Κοίθουρον: κηφῆνα· εἴρηται δὲ, ὅτι κεύθει τὴν οὐράν·     (20)


  ἢ ὅτι ἄκεντρος.
Κοινεῖον: πορνεῖον.
Κοινολογία: κοινὴ διάλεκτος.
Κοίρανος: βασιλεύς· ἄρχων.
Κοινωνικόν: Δημοσθένης ἐν τῶ περὶ τῶν συμμοριῶν   (25)
  κοινωνικοὺς λέγει τάχα μὲν τοὺς ἀνέμητον οὐσίαν
 

 106. Φώτιος. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter nu P. 300


li.2 Νίβα: χιόνα· καλεῖται δὲ οὕτως καὶ κρήνη ἐν Θρά-   (25)
  κηι.
(300) Νιγλαρεύων: τερετίζων· καὶ ὁ νίγλαρος· κρουματικῆς
διαλέκτου ὄνομα· Εὔπολις Δήμοις· Τοιαῦτα
  μέν τοι νιγλαρεύων κρούματα.
Νιγλάρους: τερετισμούς.
Νίγλαροι: τερετίσματα· καὶ περίεργα κρούσματα.   (5)
 

 107. Φώτιος. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter phi P.


640 li.10
42

   ιεʹ Νόμων ὑποσημαίνει.


Φαρμακός: τὸ κάθαρμα· βραχέως· οἱ δὲ Ἴωνες ἐκ-
  τείνοντες λέγουσι φάρμακον· οὗτοι γὰρ διὰ τὴν
  τῶν βαρβάρων παροίκησιν ἐλυμήναντο τῆς διαλέκ-   (10)
  του τὸ πάτριον· τὰ μέτρα· τοὺς χρόνους· δηλοῖ
  καὶ Ἱππώναξ.
Φάρμακα: τὰ τῶν ζωγράφων χρώματα· τὰ δὲ τῶν
  ἰατρῶν, φαρμάκια.
 

 108. SYMEON LOGOTHETES Hist. Chronicon (sub nomine


Leonis Grammatici vel Theodosii Melisseni vel Julii Pollucis)
(redactio A + B operis sub titulo Epitome fort. sub auctore
Trajano Patricio) {3070.001} (A.D. 10) P. 13 li.14

 ζητούμενον ἑρμηνεύεται. οἷον τοῦ Ἀδὰμ καθ’ ἑτέραν μὲν


οὐδεμίαν φωνὴν τὸ δηλούμενον εὑρίσκεται, κατὰ δὲ ταύτην
ἄνθρωπος νενόηται. καὶ ἡ τοῦ Νῶε προσηγορία δι’ ἑτέρας
μὲν οὐδεμιᾶς διαλέκτου ἑρμηνεύεται, κατὰ δὲ ταύτην δικαιο-
σύνη σημαίνεται, καὶ Χοῦς Αἰθίοψ, καὶ Μεσραεὶμ Αἴγυπτος,   (15)
καὶ Φαλὲκ διαμερισμός.
  Ὁ μὲν οὖν πύργος ἐφ’ ὅλα τεσσαράκοντα τρία οἰκοδομη-
 

 109. Βασίλειος Μάξιμος. . Commentarium in Nazianzeni


orationes {9028.001} (A.D. 10) P. 14 li.13

 οἱ μονάζοντες, μιγάδες δὲ τὸ ἐκ πολλῶν ἀδιορίστως ἄθροισμα. [Β]


—   (10)
(β) ἄλλως. μοναδικοὶ μὲν οἱ ἐν ἐρημίαις καὶ ὄρεσι μοναχοὶ καὶ
ἑαυτοὺς
κόσμου χωρίσαντες, μιγάδες δὲ οἱ ἐν ταῖς πόλεσι καὶ κοινοβίοις.
[Γ]    κατεγλωττισμένον. (α) κατηττικισμένον, κατὰ τὰς
διαλέκτους τῶν Ἑλλήνων φερόμενον. γλώττας γὰρ τὰς
διαλέκτους ὀνομάζουσιν. [Β]—
(β) ἄλλως. κατεγλωττισμένον λέγει τὸ τῆς διαλεκτικῆς τέχνης
εἶδος καὶ   (15)
τὸ διὰ διαφόρων διαλέκτων Ἑλληνικῶν μαχόμενον εἶδος
ῥητορικῆς. [Γ?]
 

 110. Βασίλειος Μάξιμος. . Commentarium in Nazianzeni


orationes {9028.001} (A.D. 10) P. 14 li.14
43

 (β) ἄλλως. μοναδικοὶ μὲν οἱ ἐν ἐρημίαις καὶ ὄρεσι μοναχοὶ καὶ


ἑαυτοὺς
κόσμου χωρίσαντες, μιγάδες δὲ οἱ ἐν ταῖς πόλεσι καὶ κοινοβίοις.
[Γ]
    κατεγλωττισμένον. (α) κατηττικισμένον, κατὰ τὰς διαλέκτους
τῶν
Ἑλλήνων φερόμενον. γλώττας γὰρ τὰς διαλέκτους ὀνομάζουσιν.
[Β]—
(β) ἄλλως. κατεγλωττισμένον λέγει τὸ τῆς διαλεκτικῆς τέχνης
εἶδος καὶ   (15)
τὸ διὰ διαφόρων διαλέκτων Ἑλληνικῶν μαχόμενον εἶδος
ῥητορικῆς. [Γ?]
    ἀφ’ οὗ δὲ Σέξτοι καὶ Πύρρωνες. (α) φιλόσοφοι οὗτοι παρ’
 

 111. Βασίλειος Μάξιμος. . Commentarium in Nazianzeni


orationes {9028.001} (A.D. 10) P. 27 li.32

 ἀπεργάζεσθαι. [Γ]
    τίς δὲ γραμματικὴν ἢ γλῶσσαν. ἥτις γραμματική, φησί,   (30)
γλῶσσαν ἐξελληνίζει, ὅπερ ἐστὶ τὸ τοῖς μέρεσι τοῦ λόγου, ὡς αἱ
γλῶσ-
σαι καὶ αἱ διάλεκτοι βούλονται αἱ ἑλληνικαί, χρᾶσθαι καὶ λόγους
τού-
των εἰδέναι τε καὶ διδόναι. [Β]
    καὶ ἱστορίαν συνάγει. τῆς γραμματικῆς ἴδιον καὶ τοῦτο, ὅ
ἐστιν οὐ μόνον τὸ πᾶσαν ἱστορίαν μυθικὴν ἐπιστημόνως
ἀποδιδόναι καὶ   (35)
 

 112. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 3 ch. 4 Sec. 7


li.6

 τυρος Γεωργίου παρὰ τοῦ ἀποβεβιωκότος Κωνσταντίνου


βασιλέως τοῦ Μονομάχου οἰκοδομηθεῖσιν οἰκήμασι κατα-
σκηνώσουσα (Μάγγανα ταῦτα ἡ κοινὴ εἰσέτι κικλήσκει   (5)
διάλεκτος), Ἰσαακίου συνεφεπομένου ταύτῃ τοῦ σεβαστο-
κράτορος.3.5.(1) Τὰ μὲν οὖν κατὰ τὴν βασιλίδα Μαρίαν οὕτω
παρὰτῶν Κομνηνῶν ᾠκονόμητο· ὁ δέ γε αὐτοκράτωρ παιδείας
 

 113. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 7 ch. 9 Sec. 3


li.12
44

 μένον τε ὄντα ἤδη ἐκ τῆς προτεραίας ἥττης καὶ πρὸς


φυγὴν ἕτοιμον σπάνιν τῶν στρατευμάτων καὶ τῶν συμμά-    (10)
χων ἔχοντα. Ταῦτ’ εἰπὼν κάτεισι πρὸς τὸν αὐτοκράτορα.
Μιξοβάρβαρος δέ τις εἰδήμων τῆς Σκυθικῆς διαλέκτου
συνεὶς τὰ πρὸς τοὺς Σκύθας παρὰ τοῦ Νεάντζη λεχθέντα
ἀπαγγέλλει πάντα τῷ βασιλεῖ. Ἐν αἰσθήσει δὲ τούτου
γενόμενος ὁ Νεάντζης ἀνεζήτει τὸν ἔλεγχον· ἀναισχύντως    (15)
 

 114. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 8 ch. 3 Sec. 4


li.16

 ἑσπέρας διέσπειρεν ἐφ’ ᾧ φρουρεῖν τὰ κυριώτερα τῶν


πολιχνίων), ἀλλὰ κατὰ μέρος νεολέκτους καταλέγων, ὁπό-
σοι τε ἐκ Βουλγάρων καὶ ὁπόσοι τὸν νομάδα βίον εἵλοντο    (15)
(Βλάχους τούτους ἡ κοινὴ καλεῖν οἶδε διάλεκτος) καὶ τοὺς
ἄλλοθεν ἐξ ἁπασῶν τῶν χωρῶν ἐρχομένους ἱππέας τε καὶ
πεζούς. (5) Αὐτὸς δὲ τοὺς τοῦ Φλάντρα πεντακοσίους
Κελτοὺς ἐκ Νικομηδείας μεταπεμψάμενος μετὰ τῶν συγ-
 

 115. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 10 ch. 5 Sec. 9


li.11

 μάς τινας τούτους θεάσοιντο ποιουμένους εἰς προνομὴν


τῶν παρακειμένων χωρῶν ἐκτρέχοντας, ἀναστέλλειν διὰ
μετρίων ἀκροβολισμῶν. Συμπαρῆσαν δὲ τούτοις καί τινες    (10)
τῆς λατινικῆς διαλέκτου εἰδήμονες, ἵνα τὰς ἀναφυομένας
μεταξὺ μάχας καταστέλλωσιν. (10) Ἀλλ’ ὅπως σαφέστε-
ρον ἀφηγησαίμην τὸ πρᾶγμα καὶ κατὰ μέρος, ταύτης τῆς
φήμης διαδραμούσης ἁπανταχοῦ πρῶτος ὁ Γοντοφρὲ τὴν
 

 116. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 10 ch. 10 Sec.


7 li.2

 λόγους τινὰς ἀπεφθέγξατο λέγων· «Ἴδε, ποῖος χωρίτης   (15)


κάθηται μόνος παρισταμένων αὐτῷ τοιούτων ἡγεμόνων».
(7) Οὐδ’ ἡ κίνησις τῶν χειλέων τοῦ Λατίνου τὸν βασιλέα
διέλαθε· καλέσας δ’ ἕνα τῶν τὴν λατινικὴν διάλεκτον
μεθερμηνευόντων ἠρώτα περὶ τῶν λεχθέντων. Ἀκούσας δὲ
τὰ παρ’ αὐτοῦ ῥηθέντα οὐδὲν μὲν τέως πρὸς τὸν Λατῖνον
45

εἰρήκει, ἐτήρει δ’ ὅμως τὸν λόγον παρ’ ἑαυτῷ. Συντασσο-    (5)


 

 117. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 11 ch. 2 Sec. 9


li.2

 .... τῶν τειχῶν Νικαίας ἀπέχων), κεῖθι γοῦν, ὡς λόγος,


παραγενόμενοι τῶν ἵππων ἀποβάντες τούτους ἀνέψυχον.    (15)
(9) Ἐπεὶ δ’ ὁ μὲν Μοναστρᾶς μιξοβάρβαρος ἦν καὶ τῆς
τουρκικῆς εἰδήμων διαλέκτου, καὶ αὐτὸς ὁ Ῥοδομηρός,
πάλαι πρὸς τῶν Τούρκων κατασχεθεὶς καὶ χρόνον συχνὸν
μετ’ αὐτῶν ἐνδιατρίψας, οὐδ’ αὐτὸς ἀδαὴς τῆς τοιαύτης
ἦν διαλέκτου, πιθανοὺς πρὸς αὐτοὺς συχνῶς ἀνεκίνουν    (5)
 

 118. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 11 ch. 2 Sec. 9


li.5

 τουρκικῆς εἰδήμων διαλέκτου, καὶ αὐτὸς ὁ Ῥοδομηρός,


πάλαι πρὸς τῶν Τούρκων κατασχεθεὶς καὶ χρόνον συχνὸν
μετ’ αὐτῶν ἐνδιατρίψας, οὐδ’ αὐτὸς ἀδαὴς τῆς τοιαύτης
ἦν διαλέκτου, πιθανοὺς πρὸς αὐτοὺς συχνῶς ἀνεκίνουν    (5)
λόγους· «Ἵνα τί, λέγοντες, ἡμῖν μὲν θανάτου ποτήριον
κιρνᾶτε οὐδὲ μικράν τινα τὴν ὄνησιν ἑαυτοῖς ἐντεῦθεν
πραγματευόμενοι; Ὑμεῖς δέ, τῶν ἄλλων πάντων μεγάλων
 

 119. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 14 ch. 2 Sec. 6


li.4

 μετελθεῖν τὰ κατὰ τὴν Ἀντιόχου. (6) Ὁ δὲ αὐτοκράτωρ


τὴν βουλὴν ταύτην ἐπαινέσας, αὐτίκα μεταπεμψάμενος
Μανουὴλ τὸν Βουτουμίτην καί τινα ἕτερον τῆς λατινικῆς
εἰδήμονα διαλέκτου, πρὸς τοὺς κόμητας καὶ τὸν ῥῆγα
Ἱεροσολύμων ἐξέπεμψε πολλὰ τούτοις ὑποθέμενος, περὶ    (5)
ὧν αὐτοῖς τε χρὴ ὁμιλῆσαι καὶ αὐτῷ δὴ τῷ ῥηγὶ Ἱεροσολύ-
μων Βαλδουίνῳ. Ἐπεὶ δὲ καὶ χρεία χρημάτων ἀποστολῆς
 

 120. Κωνσταντίνος Μανασσής. Compendium chronicum


{3074.001} (A.D. 12) li.1604
46

 αὐτὴν δὲ τὴν ὁμόλεκτρον Φαυστύλου τοῦ ποιμένος,


ἥτις κοινὸν τοῦ σώματος τὸ κάλλος ποιουμένη
λοῦπα κατωνομάζετο τῇ γλώττῃ τῇ πατρίῳ
ἤτοι κατὰ διάλεκτον Ἑλληνικὴν ἑταίρα·
ἐπεὶ δὲ καὶ τὴν λύκαιναν σύνηθες λοῦπαν λέγειν,   (1605)
τὴν ὕβριν τὴν τῆς γυναικός τινες ἠγνοηκότες
λύκαιναν εἶπον τοῖς μασθοῖς τὰ βρέφη διαθρέψαι.
 

 121. Κωνσταντίνος Μανασσής. Compendium chronicum


{3074.001} (A.D. 12) li.4858

 δυνάμενον κατάδηλα καὶ τὰ λοιπὰ ποιῆσαι·   (4855)


καὶ γὰρ καὶ Βόκχορίς, φασιν, ὁ κράτωρ Αἰγυπτίων  
ἀπὸ ψελλίσματος ἑνὸς ἀρτιγενοῦς νηπίου
τὴν παλαιτέραν ἁπασῶν διάλεκτον ἐπέγνω.
τὸ δ’ ἐλευθεροκάρδιον πρὸς τὰς αἰσχροκερδείας
καὶ τὸ μὴ βούλεσθαι χρυσὸν ἔχειν ἐκ καπηλείας   (4860)
ἰσχύσουσι πιστώσασθαι τὰ μέλλοντα ῥηθῆναι.
 

 122. Nicephorus GREGORAS Hist. et Scr. Rerum Nat. Epistulae


{4145.002} (A.D. 13-14) Epistle 46 li.66

 σταται δή μοι καὶ αὐτὸν ἐκεῖνο ποιεῖν, ὃ τοὺς Ποσειδωνιάτας


πάλαι
φασίν· ἀποικίαν γὰρ ἐκ τῆς Ἀττικῆς ἐπὶ Τυρρηνοὺς ποιησαμένοις
ἐκείνοις ἔπειτα τῷ χρόνῳ τὴν εὐγενῆ φωνὴν ἀπολωλεκόσιν
ἐκείνην   (65)
καὶ ἐς τὸ βάρβαρον ἀποξενωθεῖσι τῆς διαλέκτου ἔδοξε μίαν
ἀπολεξαένους τῶν Ἀττικῶν τελεῖν πανηγύρεων, ἐν ᾗ κατὰ δήμους
καὶ φα-
τρίας κοινῇ ξυνιόντες ἐς ἀνάμνησιν σφᾶς αὐτοὺς ὁμιλιῶν ἀνῆγον
ἐκείνων καὶ ὅσα τῶν ἄλλων πατρίων ἐθῶν τε καὶ νόμων καὶ
δακρύων
 

 123. SCHOLIA IN AESCHYLUM Schol. Scholia in Persas


(scholia vetera) (e cod. Mediceo 32.9) {5010.011} (Varia)
Scholion 660 li.3

 ἡνιόχει.
(660) βαλλῆνα τὸν βασιλέα.
47

Εὐφορίων δὲ Θουρίων φησὶ


τὴν διάλεκτον. —βαλλήν:
βασιλεὺς κατὰ Θουρίους.
(664) εἶδος ὑποδήματος.
(665) τιάρας: τῆς κυρβα-
 

Αποσπάσματα από αρχαία Ελληνικά,Βυζαντινά και θεολογικά κείμενα

...διάλεκτος δέ ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνικῶς,

Διογένης λαέρτιος Βίοι φιλοσόφων. Book 7, Sec. 56, li.6

ἐν τῇ Περὶ φωνῆς τέχνῃ. ζῴου μέν ἐστι φωνὴ ἀὴρ ὑπὸ ὁρμῆς
πεπληγμένος, ἀνθρώπου δ' ἔστιν ἔναρθρος καὶ ἀπὸ διανοίας
ἐκπεμπομένη, ὡς ὁ Διογένης φησίν, ἥτις ἀπὸ δεκατεσσάρων ἐτῶν
τελειοῦται. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν ἡ φωνὴ κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς
φησιν Ἀρχέδημός τ' ἐν τῇ Περὶ φωνῆς καὶ Διογένης καὶ Ἀντί-
πατρος καὶ Χρύσιππος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Φυσικῶν. πᾶν γὰρ τὸ
ποιοῦν σῶμά ἐστι· ποιεῖ δὲ ἡ φωνὴ προσιοῦσα τοῖς ἀκούουσιν
ἀπὸ τῶν φωνούντων. λέξις δέ ἐστιν κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς φησι  
Διογένης, φωνὴ ἐγγράμματος, οἷον Ἡμέρα. λόγος δέ ἐστι φωνὴ
σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη, οἷον Ἡμέρα ἐστί. διάλεκτος δέ
ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνικῶς, ἢ λέξις ποταπή,
τουτέστι ποιὰ κατὰ διάλεκτον, οἷον κατὰ μὲν τὴν Ἀτθίδα Θάλαττα, κατὰ
δὲ τὴν Ἰάδα Ἡμέρη.
 Τῆς δὲ λέξεως στοιχεῖά ἐστι τὰ εἰκοσιτέσσαρα γράμματα.
τριχῶς δὲ λέγεται τὸ γράμμα, τό τε στοιχεῖον ὅ τε χαρακτὴρ
τοῦ στοιχείου καὶ τὸ ὄνομα, οἷον Ἄλφα· φωνήεντα δέ ἐστι τῶν
στοιχείων ἑπτά, α, ε, η, ι, ο, υ, ω· ἄφωνα δὲ ἕξ, β, γ, δ, κ, π, τ.
διαφέρει δὲ φωνὴ καὶ λέξις , ὅτι φωνὴ μὲν καὶ ὁ ἦχός ἐστι, λέξις
δὲ τὸ ἔναρθρον μόνον. λέξις δὲ λόγου διαφέρει, ὅτι λόγος ἀεὶ
σημαντικός ἐστι, λέξις δὲ καὶ ἀσήμαντος, ὡς ἡ βλίτυρι, λόγος δὲ
οὐδαμῶς. διαφέρει δὲ καὶ τὸ λέγειν τοῦ προφέρεσθαι·

Πλούταρχος. Aetia Romana et Graeca (263d-304f)


Stephanus p. 282, Sec. D, li.5

τὸν ἥλιον, καὶ αὐτὴν τὴν Ἥραν ἐν ὕλῃ τὴν σελήνην. διὸ
48

καὶ Ἰουνῶνεμ ὀνομάζουσι τὴν Ἥραν, τὸ νέον ἢ τὸ


νεώτερον ἐμφαίνοντος τοῦ ὀνόματος, ἀπὸ τῆς σελήνης·
καὶ Λουκῖναν Ἥραν καλοῦσιν οἷον φαεινὴν ἢ φωτίζου-
σαν· καὶ νομίζουσιν ἐν ταῖς λοχείαις καὶ ὠδῖσι βοηθεῖν,
ὥσπερ καὶ τὴν σελήνην, ‘διὰ κυάνεον πόλον ἄστρων διά
τ' ὠκυτόκοιο σελάνας·’ εὐτοκεῖν γὰρ ἐν ταῖς πανσελήνοις
μάλιστα δοκοῦσι.
 ’Διὰ τί τῶν οἰωνῶν ὁ καλούμενος ἀριστερὸς
αἴσιος;’ πότερον οὐκ ἔστι τοῦτ' ἀληθές, ἀλλὰ παρα-
κρούεται πολλοὺς ἡ διάλεκτος (τὸ γὰρ ἀριστερόν ‘σίνι-
στρον’ ὀνομάζουσι, τὸ δ' ἀφεῖναι ‘σίνερε’ καὶ ‘σίνε’  
λέγουσιν, ὅταν ἀφεῖναι παρακαλῶσι. τὸν οὖν ἀφιέντα τὴν
πρᾶξιν οἰωνὸν σινιστέριον ὄντα σίνιστρον οὐκ ὀρθῶς
ὑπολαμβάνουσιν οἱ πολλοὶ καὶ ὀνομάζουσιν)· ἢ καθά-
περ Διονύσιός (Ant. Rom. II 5. 5) φησιν, Ἀσκανίῳ τῷ
Αἰνείου παραταττομένῳ πρὸς Μεζέντιον ἀστραπῆς ἐν
ἀριστερᾷ νικηφόρου γενομένης οἰωνισαμένῳ καὶ πρὸς τὸ
λοιπὸν οὕτω παραφυλάττουσιν; ἤ, ὡς ἄλλοι τινές, Αἰνείᾳ
τούτου συμπεσόντος; καὶ γὰρ Θηβαῖοι τῷ ἀριστερῷ
κέρατι τρεψάμενοι τοὺς πολεμίους καὶ κρατήσαντες ἐν

Πλούταρχος. De Pythiae oraculis (394d-409d) Stephanus p. 408, Sec. F,


li.1

προγεγραμμένα τῶν σοφῶν τό ‘γνῶθι σαυτόν’ καὶ τό


’μηδὲν ἄγαν’ ἀποδέχεσθαι καὶ θαυμάζειν οὐχ ἥκιστα διὰ
τὴν βραχυλογίαν ὡς πυκνὸν καὶ σφυρήλατον νοῦν ἐν
ὀλίγῳ περιέχουσαν ὄγκῳ, τοὺς δὲ χρησμοὺς ὅτι συντόμως
καὶ ἁπλῶς καὶ δι' εὐθείας τὰ πλεῖστα φράζουσιν αἰτιᾶσθαι.
καίτοι τὰ τοιαῦτα μὲν ἀποφθέγματα τῶν σοφῶν ταὐτὸν
τοῖς εἰς στενὸν συνθλιβεῖσι πέπονθε ῥεύμασιν· οὐ γὰρ
ἔχει τοῦ νοῦ δίοψιν οὐδὲ διαύγειαν, ἀλλ' ἐὰν σκοπῇς τί
γέγραπται καὶ λέλεκται περὶ αὐτῶν τοῖς ὅπως ἕκαστον
ἔχει βουλομένοις καταμαθεῖν, οὐ ῥᾳδίως τούτων λόγους
ἑτέρους εὑρήσεις μακροτέρους. ἡ δὲ τῆς Πυθίας διάλεκτος,
ὥσπερ οἱ μαθηματικοὶ γραμμὴν εὐθεῖαν καλοῦσι τὴν
ἐλαχίστην τῶν τὰ αὐτὰ πέρατ' ἐχουσῶν, οὕτως οὐ ποιοῦσα
καμπὴν οὐδὲ κύκλον οὐδὲ διπλόην οὐδ' ἀμφιβολίαν ἀλλ'
εὐθεῖα πρὸς τὴν ἀλήθειαν οὖσα πρὸς δὲ πίστιν ἐπισφαλὴς
καὶ ὑπεύθυνος οὐδένα καθ' αὑτῆς ἔλεγχον ἄχρι νῦν παρα-
δέδωκεν, ἀναθημάτων δὲ καὶ δώρων ἐμπέπληκε βαρβα-
ρικῶν καὶ Ἑλληνικῶν τὸ χρηστήριον, | οἰκοδομημάτων
49

δὲ κατακεκόσμηκε κάλλεσι καὶ κατασκευαῖς Ἀμφικτυο-


νικαῖς. ὁρᾶτε δήπουθεν αὐτοὶ πολλὰ μὲν ἐπεκτισμένα τῶν
πρότερον οὐκ ὄντων, πολλὰ δ' ἀνειλημμένα τῶν

Πλούταρχος. Platonicae quaestiones (999c-1011e) Stephanus p. 1010,


Sec. B, li.2
νοῆσαί τι καὶ διανοηθῆναι παρέσχηκεν, οὕτω τοῦ ‘μέν’
ἢ ‘γάρ’ ἢ ‘περί’ καθ' αὑτὸ ἐκφωνηθέντος ἔστιν ἔννοιάν
τινα λαβεῖν ἢ πράγματος ἢ σώματος· ἀλλ' ἐὰν μὴ περὶ
ἐκεῖνα καὶ μετ' ἐκείνων ἐκφέρηται, ψόφοις κενοῖς καὶ
ἤχοις ἔοικεν· ὅτι ταῦτα μὲν οὔτε καθ' αὑτὰ σημαίνειν
οὔτε μετ' ἀλλήλων οὐδὲν πέφυκεν, ἀλλ' ὅπως ἂν συμ-
πλέκωμεν ἢ μιγνύωμεν εἰς ταὐτὸ συνδέσμους καὶ ἄρθρα
καὶ προθέσεις, ἕν τι πειρώμενοι κοινὸν ἐξ αὐτῶν ποιεῖν,
τερετίζειν μᾶλλον ἢ διαλέγεσθαι δόξομεν· ῥήματος δ'
ὀνόματι συμπλεκομένου, τὸ γενόμενον εὐθὺς διάλεκτός
ἐστι καὶ λόγος. ὅθεν εἰκότως ἔνιοι μόνα ταῦτα μέρη τοῦ
λόγου τίθενται· καὶ Ὅμηρος ἴσως τοῦτο βούλεται δηλοῦν
ἑκάστοτε λέγων (Η 108)       
  ’ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζεν·’        ἔπος γὰρ τὸ ῥῆμα καλεῖν εἴωθεν,
ὥσπερ ἐν τούτοις (ψ 183)          ’ὦ γύναι, ἦ μάλα τοῦτο ἔπος θυμαλγὲς
ἔειπες’
      
Πλούταρχος. De animae procreatione in Timaeo (1012b-1030c)
Stephanus p. 1016, Sec. A, li.7

τως ἔχουσιν ὅμοια ποιεῖν.


 Ἡ μὲν οὖν διάνοια τοιαύτη, κατά γε τὴν ἐμὴν δόξαν,
τοῦ Πλάτωνος· ἀπόδειξις δὲ πρώτη μὲν ἡ τῆς λεγο-
μένης καὶ δοκούσης αὐτοῦ πρὸς ἑαυτὸν ἀσυμφωνίας καὶ
διαφορᾶς λύσις. | οὐδὲ γὰρ σοφιστῇ κραιπαλῶντι, πόθεν
γε δὴ Πλάτωνι, τοιαύτην ἄν τις ἀναθείη περὶ οὓς ἐσπου-
δάκει μάλιστα τῶν λόγων ταραχὴν καὶ ἀνωμαλίαν, ὥστε
τὴν αὐτὴν φύσιν ὁμοῦ καὶ ἀγένητον ἀποφαίνειν καὶ γενο-
μένην, ἀγένητον μὲν ἐν Φαίδρῳ (245c. 246a) τὴν ψυχὴν
ἐν δὲ Τιμαίῳ (34b sqq.) γενομένην. ἡ μὲν οὖν ἐν Φαίδρῳ
διάλεκτος ὀλίγου δεῖν ἅπασι διὰ στόματός ἐστι, τῷ ἀγενήτῳ
τὸ ἀνώλεθρον τῷ δ' αὐτοκινήτῳ πιστουμένη τὸ ἀγένητον
αὐτῆς· ἐν δὲ Τιμαίῳ ‘τὴν δὲ ψυχήν’ φησιν ‘οὐχ ὡς νῦν
ὑστέραν ἐπιχειροῦμεν λέγειν οὕτως ἐμηχανήσατο καὶ ὁ
θεὸς νεωτέραν· οὐ γὰρ ἂν ἄρχεσθαι πρεσβύτερον ὑπὸ
νεωτέρου συνέρξας εἴασεν· ἀλλά πως ἡμεῖς πολὺ μετ-
50

έχοντες τοῦ προστυχόντος τε καὶ εἰκῇ ταύτῃ πη καὶ λέγο-


μεν· ὁ δὲ καὶ γενέσει καὶ ἀρετῇ προτέραν καὶ πρες-
βυτέραν τὴν ψυχὴν σώματος, ὡς δεσπότιν καὶ ἄρξουσαν
ἀρξομένου, συνεστήσατο.’ καὶ πάλιν, εἰπὼν (36e) ὡς ‘αὐτὴ
ἐν ἑαυτῇ στρεφομένη θείαν ἀρχὴν ἤρξατο ἀπαύστου καὶ

Φίλων Ιουδαίος. Legum allegoriarum libri i-iii Book 2, Sec. 15, li.5

σὶν εἶναι, ὕστερον τὸ εἶδος ἀπεργάζεται τὸν Ἀδάμ. τοῦτο μὲν


οὖν τὸ εἶδος τῶν βοηθῶν εἴρηκε, τὸ δ' ἕτερον ὑπερτίθεται τὸ τῆς αἰ-
σθήσεως, ἔστ' ἂν ἐπιχειρῇ πλάττειν τὴν γυναῖκα· ἐκεῖνο δ' ὑπερθέμενος
περὶ τῆς τῶν ὀνομάτων θέσεως τεχνολογεῖ. ἔστι δὲ καὶ ἡ τροπικὴ καὶ
ἡ ῥητὴ ἀπόδοσις ἀξία τοῦ θαυμάζεσθαι· ἡ μὲν ῥητή, παρόσον τὴν
θέσιν τῶν ὀνομάτων προσῆψε τῷ πρώτῳ γενομένῳ ὁ νομοθέτης.
καὶ γὰρ οἱ παρ' Ἕλλησι φιλοσοφοῦντες εἶπον εἶναι σοφοὺς τοὺς πρώ-
τους τοῖς πράγμασι τὰ ὀνόματα θέντας· Μωυσῆς δὲ ἄμεινον, ὅτι πρῶ-
τον μὲν οὔ τισι τῶν πρότερον, ἀλλὰ τῷ πρώτῳ γενομένῳ, ἵνα ὥσπερ
αὐτὸς ἀρχὴ τοῖς ἄλλοις γενέσεως ἐπλάσθη, οὕτως καὶ αὐτὸς ἀρχὴ τοῦ
διαλέγεσθαι νομισθῇ – μὴ γὰρ ὄντων ὀνομάτων, οὐδ' ἂν διάλεκτος
ἦν – , ἔπειτα ὅτι πολλῶν μὲν τιθέντων ὀνόματα διάφωνα καὶ ἄμικτα
ἔμελλεν ἔσεσθαι, ἄλλων ἄλλως τιθέντων, ἑνὸς δὲ ὤφειλεν ἡ θέσις
ἐφαρμόττειν τῷ πράγματι, καὶ τοῦτ' εἶναι σύμβολον ἅπασι τὸ αὐτὸ τοῦ  
τυγχάνοντος ἢ τοῦ σημαινομένου. ὁ δὲ ἠθικὸς λόγος τοιοῦτός
ἐστιν· τὸ “τί” πολλάκις τίθεμεν ἀντὶ τοῦ “διὰ τί”, οἷον τί λέλουσαι,
τί περιπατεῖς, τί διαλέγῃ, πάντα γὰρ ταῦτα ἀντὶ τοῦ “διὰ τί”. ὅταν
οὖν λέγῃ “ἰδεῖν τί καλέσει”, ἄκουε ἴσον τῷ, διὰ τί καλέσει καὶ προς-
καλέσεται καὶ ἀσπάσεται τούτων ἕκαστον ὁ νοῦς· πότερον ἕνεκα τοῦ
ἀναγκαίου μόνον, ὅτι κατέζευκται τὸ θνητὸν ἐξ ἀνάγκης πάθεσι

Φίλων Ιουδαίος. De vita Mosis (lib. i-ii) Book 2, Sec. 38, li.2

ἱερὰς βίβλους λαβόντες ἀνατείνουσιν ἅμ' αὐταῖς καὶ τὰς χεῖρας εἰς
οὐρανόν, αἰτούμενοι τὸν θεὸν μὴ διαμαρτεῖν τῆς προθέσεως· ὁ δ' ἐπι-
νεύει ταῖς εὐχαῖς, ἵνα τὸ πλεῖστον ἢ καὶ τὸ σύμπαν γένος ἀνθρώπων
ὠφεληθῇ χρησόμενον εἰς ἐπανόρθωσιν βίου φιλοσόφοις καὶ παγκάλοις
διατάγμασι. καθίσαντες δ' ἐν ἀποκρύφῳ καὶ μηδενὸς παρόντος
ὅτι μὴ τῶν τῆς φύσεως μερῶν, γῆς ὕδατος ἀέρος οὐρανοῦ, περὶ ὧν
πρῶτον τῆς γενέσεως ἔμελλον ἱεροφαντήσειν – κοσμοποιία γὰρ ἡ τῶν
νόμων ἐστὶν ἀρχή – , καθάπερ ἐνθουσιῶντες προεφήτευον οὐκ ἄλλα
51

ἄλλοι, τὰ δ' αὐτὰ πάντες ὀνόματα καὶ ῥήματα, ὥσπερ ὑποβολέως


ἑκάστοις ἀοράτως ἐνηχοῦντος. καίτοι τίς οὐκ οἶδεν, ὅτι πᾶσα μὲν  
διάλεκτος, ἡ δ' Ἑλληνικὴ διαφερόντως, ὀνομάτων πλουτεῖ, καὶ ταὐτὸν
ἐνθύμημα οἷόν τε μεταφράζοντα καὶ παραφράζοντα σχηματίσαι
πολλαχῶς,
ἄλλοτε ἄλλας ἐφαρμόζοντα λέξεις; ὅπερ ἐπὶ ταύτης τῆς νομοθεσίας οὔ
φασι συμβῆναι, συνενεχθῆναι δ' εἰς ταὐτὸν κύρια κυρίοις ὀνόμασι, τὰ
Ἑλληνικὰ τοῖς Χαλδαϊκοῖς, ἐναρμοσθέντα εὖ μάλα τοῖς δηλουμένοις
πράγμασιν. ὃν γὰρ τρόπον, οἶμαι, ἐν γεωμετρίᾳ καὶ διαλεκτικῇ τὰ
σημαινόμενα ποικιλίαν ἑρμηνείας οὐκ ἀνέχεται, μένει δ' ἀμετάβλητος
ἡ ἐξ ἀρχῆς τεθεῖσα, τὸν αὐτὸν ὡς ἔοικε τρόπον καὶ οὗτοι συντρέχοντα
τοῖς πράγμασιν ὀνόματα ἐξεῦρον, ἅπερ δὴ μόνα ἢ μάλιστα τρανώσειν
ἔμελλεν ἐμφαντικῶς τὰ δηλούμενα. σαφεστάτη δὲ τοῦδε πίστις· ἐάν
τε Χαλδαῖοι τὴν Ἑλληνικὴν γλῶτταν ἐάν τε Ἕλληνες τὴν Χαλδαίων

Γαληνός ιατρός. De locis affectis libri vi Vol. 8, p. 266, li.17

νώσκων ἐν ἐκείνῳ τῷ ὕδατι βδέλλας γενομένας, ἐξαγαγὼν εἰς


αὐγὴν τὸν πάσχοντα, καὶ στρέψας τὸν πόρον τῆς ῥινὸς εὐθὺ
τῶν ἡλιακῶν ἀκτίνων, ἐθεασάμην κατ' ἐκεῖνον τὸν τόπον, ἐν
ᾧ συντέτρηται πρὸς τὴν ἐν τῷ στόματι χώραν ἡ ῥὶς, οὖσαν
βδέλλης οὐρὰν, ἐγκατακεκρυμμένην τῷ πόρῳ. βέλτιον οὖν
ἔδοξέ μοι καὶ ταῦθ' ὑμῖν ἱστορῆσαι.
 Ὅτι μὲν γὰρ ἐν τοῖς τοιούτοις λόγοις ἀκου-
στέον ἐστὶ τὴν βλάβην, εἰ καὶ μὴ παντελῶς ἀπολωλὸς εἴη τὸ
κατὰ φύσιν ἔργον ἅπαν τοῦ μορίου, πολλάκις εἴρηταί μοι,
χεῖρον δ' οὐδὲν ἀναμνησθῆναι καὶ νῦν. ὅτι δ' οὐ ταὐτόν
ἐστι φωνὴ καὶ διάλεκτος, ἀλλ' ἡ μὲν φωνὴ τῶν φωνητικῶν
ὀργάνων ἔργον, ἡ διάλεκτος δὲ τῶν διαλεκτικῶν, ὧν τὸ μὲν  
κυριώτατόν ἐστιν ἡ γλῶττα, συντελεῖ δ' οὐ σμικρὸν ἥ τε ῥὶς
καὶ τὰ χείλη καὶ οἱ ὀδόντες, ἐπισταμένους ὑμᾶς ἀναμιμνήσκω·
καθάπέρ γε καὶ περὶ τῶν φωνητικῶν ὀργάνων, ὅτι λάρυγξ
ἐστὶ καὶ οἱ κινοῦντες αὐτὸν μύες, ὅσα τε τούτοις νεῦρα τὴν
ἐξ ἐγκεφάλου παρακομίζει δύναμιν. ἐὰν μὲν οὖν οἱ κλείοντες
ἢ οἱ ἀνοίγοντες τὸν λάρυγγα μύες ἀκίνητοι γενηθῶσιν, ἀφω-
νία παντελὴς καταλήψεται τὸν οὕτω παθόντα· καθάπέρ γε
κᾂν δυσκίνητοί πως, ἤ τινα παλμώδη κίνησιν ἢ τρομώδη λά-
βωσι, κατὰ τὸ τοῦ πάθους εἶδος ἡ φωνὴ βλαβήσεται·

Γαληνός ιατρός. De locis affectis libri vi Vol. 8, p. 266, li.18


52

αὐγὴν τὸν πάσχοντα, καὶ στρέψας τὸν πόρον τῆς ῥινὸς εὐθὺ
τῶν ἡλιακῶν ἀκτίνων, ἐθεασάμην κατ' ἐκεῖνον τὸν τόπον, ἐν
ᾧ συντέτρηται πρὸς τὴν ἐν τῷ στόματι χώραν ἡ ῥὶς, οὖσαν
βδέλλης οὐρὰν, ἐγκατακεκρυμμένην τῷ πόρῳ. βέλτιον οὖν
ἔδοξέ μοι καὶ ταῦθ' ὑμῖν ἱστορῆσαι.
 Ὅτι μὲν γὰρ ἐν τοῖς τοιούτοις λόγοις ἀκου-
στέον ἐστὶ τὴν βλάβην, εἰ καὶ μὴ παντελῶς ἀπολωλὸς εἴη τὸ
κατὰ φύσιν ἔργον ἅπαν τοῦ μορίου, πολλάκις εἴρηταί μοι,
χεῖρον δ' οὐδὲν ἀναμνησθῆναι καὶ νῦν. ὅτι δ' οὐ ταὐτόν
ἐστι φωνὴ καὶ διάλεκτος, ἀλλ' ἡ μὲν φωνὴ τῶν φωνητικῶν
ὀργάνων ἔργον, ἡ διάλεκτος δὲ τῶν διαλεκτικῶν, ὧν τὸ μὲν  
κυριώτατόν ἐστιν ἡ γλῶττα, συντελεῖ δ' οὐ σμικρὸν ἥ τε ῥὶς
καὶ τὰ χείλη καὶ οἱ ὀδόντες, ἐπισταμένους ὑμᾶς ἀναμιμνήσκω·
καθάπέρ γε καὶ περὶ τῶν φωνητικῶν ὀργάνων, ὅτι λάρυγξ
ἐστὶ καὶ οἱ κινοῦντες αὐτὸν μύες, ὅσα τε τούτοις νεῦρα τὴν
ἐξ ἐγκεφάλου παρακομίζει δύναμιν. ἐὰν μὲν οὖν οἱ κλείοντες
ἢ οἱ ἀνοίγοντες τὸν λάρυγγα μύες ἀκίνητοι γενηθῶσιν, ἀφω-
νία παντελὴς καταλήψεται τὸν οὕτω παθόντα· καθάπέρ γε
κᾂν δυσκίνητοί πως, ἤ τινα παλμώδη κίνησιν ἢ τρομώδη λά-
βωσι, κατὰ τὸ τοῦ πάθους εἶδος ἡ φωνὴ βλαβήσεται· παρα-
πλησίως δὲ κᾂν σπασμωδῶς ἢ κλονωδῶς κινῶνται·

Γαληνός ιατρός. De locis affectis libri vi Vol. 8, p. 271, li.6

πᾶσαι, τῇ δ' ὑστάτῃ τῶν ἄλλων οὐδεμία· τῇ δευτέρᾳ δὲ αἱ


μετ' αὐτὴν τρεῖς, τῇ τρίτῃ δ' ἔσχατα δύο, τῇ τετάρτῃ δὲ ἡ
τελευταία μία μόνη. εἰ μὲν γὰρ οὐδ' ὅλως ἐκπνεῖ τὸ ζῶον,
ἤτοι κατ' ἄμφω τὰ μέρη τοῦ θώρακος, ἢ κατὰ θάτερον μό-
νον· εἰ μὲν κατ' ἄμφω, πνιγήσεται διὰ ταχέων· εἰ δὲ κατὰ  
θάτερον, ἡμίπνουν καὶ ἡμίφωνον ἔσται μετὰ τοῦ καὶ τῶν
ἐφεξῆς ἐνεργειῶν αὐτῆς δυοῖν ἀπολωλέναι τὸ ἥμισυ μέρος, ὧν
τὴν μὲν ἑτέραν ἄψοφον ἐκφύσησιν ὀνομάζειν εἴωθα, τὴν δὲ
ἑτέραν ψοφώδη. εἰ δ' ἡ μὲν ἐκπνοὴ σώζοιτο, διαφθα-
ρείη δὲ ἡ ἐκφύσησις, αἱ λοιπαὶ τρεῖς ἐνέργειαι διαφθείρονται,
ψοφώδης ἐκφύσησις καὶ φωνὴ καὶ διάλεκτος· ἀπολομένης δὲ
τῆς ψοφώδους ἐκφυσήσεως, καὶ φωνὴ καὶ διάλεκτος συνα-
πόλλυται· καθάπέρ γε καὶ φωνῆς ἀπολομένης ἡ διάλεκτος.
ἐπισταμένοις οὖν ἡμῖν τοὺς τῶν εἰρημένων ἐνεργειῶν δημιουρ-
γοὺς μῦς ὑπάρξει συλλογίζεσθαι, τίνες μὲν ἔπαθον ἐξ αὐτῶν
ἴδιόν τι πάθημα, τίνων δὲ τοὔργον ἐβλάβη κατὰ συμβεβηκός.
εἰ δέ τι τῶν ἐν ταῖς ἀνατομαῖς ὀφθέντων ἐπελάθεσθε, τά τε
περὶ τῶν τῆς ἀναπνοῆς αἰτίων ὑπομνήματα καὶ τὰ περὶ φω-
53

νῆς ὑμᾶς ἀναμνήσει· λέλεκται δὲ περὶ αὐτῶν κᾀν τῷ δευτέρῳ


περὶ τῆς ἐπὶ τῶν ζώντων ἀνατομῆς. ἐκπνοὴν μὲν γὰρ ἅπαν-
τες οἱ συστέλλοντες τὸν θώρακα μύες· ἐκφύσησιν δὲ,

Γαληνός ιατρός. De differentia pulsuum libri iv Vol. 8, p. 585, li.2

μικρὸν, ἀλλ' ἀθρόως πεσεῖν, καὶ μήθ' ἡμῖν μήτ' αὐτῷ


πράγματα παρέχειν. ὃ τάχ', ἂν τριβείη, φησὶ, σκληρότης κα-
λεῖται. ὑπὸ τίνων τάχ', ἂν τριβείη; τῶν σῶν ἴσως κληρο-
νόμων. ἡμεῖς μὲν γὰρ, ὥσπερ νόμισμα καθ' ἑκάστην τῶν
πόλεων ἴσμεν σύμβολον ὠνῆς καὶ πράσεως, ὃ τοὺς παραχα-
ράττοντας οἱ νομοθέται κολάζουσιν, οὕτω καὶ διαλέκτων χα-
ρακτῆρας ἴσμεν πολλοὺς, οὓς φυλάττειν ἀξιοῦμεν ἕκαστον
τῶν ἑλομένων ὁντιναοῦν ἐξ αὐτῶν. ἡμεῖς μὲν οὖν συνῃρή-
μεθα τὴν κοινὴν καλουμένην διάλεκτον, εἴτε μία τῶν Ἀτθίδων  
ἐστὶ, πολλὰς γὰρ εἴληφε μεταπτώσεις ἡ τῶν Ἀθηναίων διά-
λεκτος, εἴτε καὶ ἄλλη τις ὅλως. δείκνυμι γὰρ ἑτέρωθι τὴν
ἡμετέραν περὶ τούτου γνώμην. καὶ ταύτην τὴν διάλεκτον
πειρώμεθα διαφυλάττειν, καὶ μηδὲν εἰς αὐτὴν παρανομεῖν,
μηδὲ κίβδηλον ἐπεισάγειν φωνῆς νόμισμα, μηδὲ παραχαράττειν.
σὺ δὲ, εἰ μὲν ἐπιθυμεῖς κατ' αὐτὴν ἡμῖν διαλέγεσθαι, πρότε-
ρον ἐκμαθεῖν αὐτὴν πειράθητι, εἰ δ' ἄλλῃ τινὶ χρᾷς, καὶ
τοῦτο μήνυσον. εἰ μὲν γὰρ, τῶν Ἑλληνίδων ἐστὶ μία, πάν-
τως που καὶ ταύτην γνωρίζομεν· καὶ γὰρ καὶ τὰ τῶν Ἰώνων
καὶ τὰ τῶν Αἰσλέων καὶ τὰ τῶν Δωριέων ἀνελεξάμεθα γράμ-
ματα· εἰ δ' οὐδεμία τούτων, ἀλλά τις τῶν βαρβάρων, καὶ
τοῦτ' εἰπὲ, μόνον πειρῶ φυλάττειν αὐτὴν ἄχραντον, ἥ τις

Γαληνός ιατρός. De methodo medendi libri xiv Vol. 10, p. 130, li.15

μένου καὶ λευκὸς λευκοῦ καὶ μέλας μέλανος· ἐν μέντοι τῷ


μᾶλλόν τε καὶ ἧττον ἕκαστον τούτων οὐ σμικρὰν ἔχει δια-
φοράν· οἷον λευκὸς μᾶλλον ἢ ἧττον· ἀλλ' ᾗ λευκὸς, ἕν
τι καὶ ταὐτὸν ἑτέρῳ λευκῷ κέκτηται· καθάπερ καὶ ᾗ ἄνθρω-
πος, ἕν τι ταὐτὸν ἀνθρώπῳ τῷ τυχόντι. καὶ καθ' ἕκαστον
δὴ τῶν σημαινομένων ἓν ἅπασιν ὑπάρχει ταὐτόν· οὕτω δὴ καὶ
τὸ νοσεῖν καὶ τὸ ὑγιαίνειν· τὸ μὲν τοῖς νοσοῦσιν ἅπασιν ὑπάρ-
χει, τὸ δὲ τοῖς ὑγιαίνουσιν, ἓν καὶ ταὐτὸν ἑκάτερον· καὶ ὥσπερ
54

ἐκ τῆς ἄνθρωπος φωνῆς ἓν, οὕτω κᾀκ τῆς ὑγείας ἓν σημαίνε-


ται. δηλοῖ δὲ καὶ ἡ καθ' ἑκάστην ἡμέραν ἡμῖν γιγνομένη πρὸς
ἀλλήλους διάλεκτος, ὡς ἐν οἷς οὐκ ἔστιν ὁμωνυμία, τὸ ση-
μαινόμενον ἓν ὑπάρχει. λέγοντος γάρ τινος ὑπὸ ἀνθρώπου
πληγῆναι λίθῳ τὴν κεφαλὴν, οὐδενὶ τῶν ἀκουόντων ἀσαφὴς
ὁ λόγος, οὐδ' ἀμφίβολος, ὥσπερ εἰ καταβρωθῆναί τις, εἰ  
οὕτως ἔτυχε, Κορίσκον ὑπὸ κυνὸς διηγεῖτο· τίνος γὰρ κυνός;
ὁ ἀκούσας ἐρήσεται, διότι, οἶμαι, δύο ἐστὶν εἴδη κυνῶν, τὸ
μὲν ἐπίγειον, τὸ δὲ ἐνάλιον. οὐ μὴν ὑπὸ τίνος γε λίθου καὶ
τίνα τὴν κεφαλὴν ἐρωτήσει· καὶ γὰρ λίθου παντὸς ἓν εἶδος
ᾗ λίθος ἐστὶ καὶ κεφαλῆς ἁπάσης ᾗ κεφαλὴ, κυνὸς δ' οὐχ
ἓν ᾗ κύων, ὥσπερ οὐδὲ γλώττης ᾗ γλῶττα. καὶ γὰρ καὶ
αὐλοῦ καὶ ὑποδήματος καὶ ζώου μόριον ἡ γλῶττα.

Πλάτων. , Theaetetus Stephanus p. 183, Sec. b, li.6

ὁμοίως ὀρθὴ εἶναι, οὕτω τ' ἔχειν φάναι καὶ μὴ οὕτω, εἰ δὲ


βούλει, γίγνεσθαι, ἵνα μὴ στήσωμεν αὐτοὺς τῷ λόγῳ.
 {ΘΕΟ.} Ὀρθῶς λέγεις.  
 {ΣΩ.} Πλήν γε, ὦ Θεόδωρε, ὅτι “οὕτω” τε εἶπον καὶ
“οὐχ οὕτω.” δεῖ δὲ οὐδὲ τοῦτο τὸ “οὕτω” λέγειν – οὐδὲ
γὰρ ἂν ἔτι κινοῖτο τὸ “οὕτω”  – οὐδ' αὖ “μὴ οὕτω”  –  
οὐδὲ γὰρ τοῦτο κίνησις – ἀλλά τιν' ἄλλην φωνὴν θετέον τοῖς
τὸν λόγον τοῦτον λέγουσιν, ὡς νῦν γε πρὸς τὴν αὑτῶν ὑπό-
θεσιν οὐκ ἔχουσι ῥήματα, εἰ μὴ ἄρα τὸ “οὐδ' οὕτως” μάλιστα
[δ' οὕτως] ἂν αὐτοῖς ἁρμόττοι, ἄπειρον λεγόμενον.
 {ΘΕΟ.} Οἰκειοτάτη γοῦν διάλεκτος αὕτη αὐτοῖς.
 {ΣΩ.} Οὐκοῦν, ὦ Θεόδωρε, τοῦ τε σοῦ ἑταίρου ἀπηλ-
λάγμεθα, καὶ οὔπω συγχωροῦμεν αὐτῷ πάντ' ἄνδρα πάντων
χρημάτων μέτρον εἶναι, ἂν μὴ φρόνιμός τις ᾖ· ἐπιστήμην
τε αἴσθησιν οὐ συγχωρησόμεθα κατά γε τὴν τοῦ πάντα
κινεῖσθαι μέθοδον, [ἢ] εἰ μή [τί] πως ἄλλως Θεαίτητος ὅδε
λέγει.
 {ΘΕΟ.} Ἄριστ' εἴρηκας, ὦ Σώκρατες· τούτων γὰρ περαν-
θέντων καὶ ἐμὲ ἔδει ἀπηλλάχθαι σοι ἀποκρινόμενον κατὰ τὰς
συνθήκας, ἐπειδὴ τὸ περὶ τοῦ Πρωταγόρου λόγου τέλος σχοίη.
 {ΘΕΑΙ.} Μὴ πρίν γ' ἄν, ὦ Θεόδωρε, Σωκράτης τε καὶ σὺ

Πλάτων. , Symposium Stephanus p. 203, Sec. a, li.3


55

μεταξύ ἐστι θεοῦ τε καὶ θνητοῦ.  Τίνα, ἦν δ' ἐγώ, δύναμιν ἔχον;
 Ἑρμηνεῦον καὶ διαπορθμεῦον θεοῖς τὰ παρ' ἀνθρώπων
καὶ ἀνθρώποις τὰ παρὰ θεῶν, τῶν μὲν τὰς δεήσεις καὶ
θυσίας, τῶν δὲ τὰς ἐπιτάξεις τε καὶ ἀμοιβὰς τῶν θυσιῶν,
ἐν μέσῳ δὲ ὂν ἀμφοτέρων συμπληροῖ, ὥστε τὸ πᾶν αὐτὸ
αὑτῷ συνδεδέσθαι. διὰ τούτου καὶ ἡ μαντικὴ πᾶσα χωρεῖ
καὶ ἡ τῶν ἱερέων τέχνη τῶν τε περὶ τὰς θυσίας καὶ τελετὰς
καὶ τὰς ἐπῳδὰς καὶ τὴν μαντείαν πᾶσαν καὶ γοητείαν. θεὸς
δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται, ἀλλὰ διὰ τούτου πᾶσά ἐστιν ἡ
ὁμιλία καὶ ἡ διάλεκτος θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους, καὶ ἐγρη-
γορόσι καὶ καθεύδουσι· καὶ ὁ μὲν περὶ τὰ τοιαῦτα σοφὸς
δαιμόνιος ἀνήρ, ὁ δὲ ἄλλο τι σοφὸς ὢν ἢ περὶ τέχνας
ἢ χειρουργίας τινὰς βάναυσος. οὗτοι δὴ οἱ δαίμονες  
πολλοὶ καὶ παντοδαποί εἰσιν, εἷς δὲ τούτων ἐστὶ καὶ ὁ
Ἔρως.
 Πατρὸς δέ, ἦν δ' ἐγώ, τίνος ἐστὶ καὶ μητρός;
 Μακρότερον μέν, ἔφη, διηγήσασθαι· ὅμως δέ σοι ἐρῶ.
ὅτε γὰρ ἐγένετο ἡ Ἀφροδίτη, ἡστιῶντο οἱ θεοὶ οἵ τε ἄλλοι
καὶ ὁ τῆς Μήτιδος ὑὸς Πόρος. ἐπειδὴ δὲ ἐδείπνησαν,
προσαιτήσουσα οἷον δὴ εὐωχίας οὔσης ἀφίκετο ἡ Πενία,

Πλάτων. , Definitiones [Sp.] Stephanus p. 414, Sec. d, li.3

δύναμις ὑποληπτική τινος ἢ τινῶν ἀμετάπτωτος ὑπὸ λόγου·


λόγος ἀληθὴς ἐπὶ διανοίᾳ ἀμετάπτωτος.
 Δόξα ὑπόληψις μεταπειστὸς ὑπὸ λόγου· λογιστικὴ φορά·
διάνοια ἐμπίπτουσα εἰς ψεῦδος καὶ ἀληθὲς ὑπὸ λόγου.
 Αἴσθησις ψυχῆς φορά· νοῦ κίνησις· ψυχῆς διὰ σώματος
εἰσάγγελσις εἰς ὥρας ἀνθρώπων, ἀφ' ἧς γίγνεται ψυχῆς
ἄλογος δύναμις γνωριστικὴ διὰ σώματος.
 Ἕξις διάθεσις ψυχῆς καθ' ἣν ποιοί τινες λεγόμεθα.
φωνὴ ῥεῦμα διὰ στόματος ἀπὸ διανοίας.
 Λόγος φωνὴ ἐγγράμματος, φραστικὴ ἑκάστου τῶν ὄντων·
διάλεκτος συνθετὴ ἐξ ὀνομάτων καὶ ῥημάτων ἄνευ μέλους.
 Ὄνομα διάλεκτος ἀσύνθετος ἑρμηνευτικὴ τοῦ τε κατὰ
τῆς οὐσίας κατηγορουμένου καὶ παντὸς τοῦ μὴ καθ' ἑαυτοῦ
λεγομένου.
 Διάλεκτος φωνὴ ἀνθρώπου ἐγγράμματος· καὶ σημεῖόν τι
κοινὸν ἑρμηνευτικὸν ἄνευ μέλους.
 Συλλαβὴ ἀνθρωπίνης φωνῆς ἄρθρον ἐγγράμματον.
 Ὅρος λόγος ἐκ διαφορᾶς καὶ γένους συγκείμενος.
 Τεκμήριον ἀπόδειξις ἀφανοῦς.
56

 Ἀπόδειξις λόγος συλλογιστικὸς ἀληθής· λόγος ἐμφανι-


στικὸς διὰ προγιγνωσκομένων.  

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Demosthenis dictione


Sec. 5, li.1

λαμβάνει τὸ συγκροῦσαι τὰ φωνήεντα τῶν γραμμάτων


δι' εὐλαβείας δὲ ποιεῖται τὸ χρήσασθαί τινι τῶν
τραχυνόντων. διώκει δ' ἐκ παντὸς τρόπου τὴν περίοδον
οὐδὲ ταύτην στρογγύλην καὶ πυκνὴν ἀλλ' ὑπαγωγικήν
τινα καὶ πλατεῖαν καὶ πολλοὺς ἀγκῶνας, ὥσπερ οἱ μὴ
κατ' εὐθείας ῥέοντες ποταμοὶ ποιοῦσιν, ἐγκολπιζομένην.
ταῦτα μέντοι πολλαχῇ μακροτέραν τε αὐτὴν ποιεῖ
κἀναληθεστέραν ἀπαθῆ τε καὶ ἄψυχον καὶ πανηγυ-
ρικὴν μᾶλλον ἢ ἐναγώνιον. τοῖς δὲ παραδείγμασιν
ὀλίγον ὕστερον, ὅταν ὁ καιρὸς ἀπαιτῇ, χρήσομαι.
 ἡ δὲ δὴ Πλατωνικὴ διάλεκτος βούλεται μὲν εἶναι
καὶ αὐτὴ μῖγμα ἑκατέρων τῶν χαρακτήρων, τοῦ τε
ὑψηλοῦ καὶ ἰσχνοῦ, καθάπερ εἴρηταί μοι πρότερον,
πέφυκε δ' οὐχ ὁμοίως πρὸς ἀμφοτέρους τοὺς χαρακτῆρας
εὐτυχής. ὅταν μὲν οὖν τὴν ἰσχνὴν καὶ ἀφελῆ καὶ
ἀποίητον ἐπιτηδεύῃ φράσιν, ἐκτόπως ἡδεῖά ἐστι καὶ
φιλάνθρωπος. καθαρὰ γὰρ ἀποχρώντως γίνεται καὶ
διαυγής, ὥσπερ τὰ διαφανέστατα τῶν ναμάτων, ἀκριβής
τε καὶ λεπτὴ παρ' ἡντινοῦν ἑτέραν τῶν [εἰς] τὴν αὐτὴν
διάλεκτον εἰργασμένων. τήν τε κοινότητα διώκει τῶν
ὀνομάτων καὶ τὴν σαφήνειαν ἀσκεῖ, πάσης ὑπεριδοῦσα  

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Demosthenis dictione


Sec. 9, li.58

ἠδυνήθησαν ποιῆσαι κακόν, αὐτοὶ δὲ μὴ παθεῖν ἐφυ-


λάξαντο ἂν ἴσως, τούτους μὲν ἐξαπατᾶν αἱρεῖσθαι
μᾶλλον ἢ προλέγοντα βιάζεσθαι;’ ἐνταυθοῖ γὰρ οὐθὲν
ἂν εἶχε περίεργον ἡ λέξις οὐδὲ σκολιόν, εἰ τοῦτον
ἐξήνεγκε τὸν τρόπον· ‘εἶτ' οἴεσθε αὐτόν, οὓς μὲν ἑώρα
μηδὲν δυναμένους αὐτὸν διαθεῖναι κάκιον, φυλαξα-
μένους δὲ ἂν ἴσως μὴ παθεῖν, τούτους μὲν ἐξαπατᾶν
αἱρεῖσθαι μᾶλλον ἢ προλέγοντα βιάζεσθαι;’ ἐναλλα-
γείσης δὲ τῆς πτώσεως καὶ τῶν συνδέσμων πολλῶν
57

εἰς βραχὺ συναχθέντων, οἶμαι, περίεργός τε καὶ


ἀσυνήθης καὶ ἐξηλλαγμένη γέγονεν ἡ διάλεκτος. ἔτι
κἀκεῖνα τῆς αὐτῆς ἐστιν ἰδέας· ‘νῦν δὲ τοῦτο μὲν οὐκ  
ἐποίησεν, ἐν ᾧ τὸν δῆμον ἐτίμησεν ἄν, οὐδ' ἐνεανιεύ-
σατο τοιοῦτον οὐδέν. ἐμοὶ δέ, ὅς, εἴτε τις, ὦ ἄνδρες
Ἀθηναῖοι, βούλεται νομίσαι μανίαν (μανία γὰρ ἴσως
ἐστὶν ὑπὲρ δύναμίν τι ποιεῖν), εἴτε καὶ φιλοτιμίαν,
χορηγὸς ὑπέστην, οὕτω φανερῶς καὶ μιαρῶς ἐπηρεάζων
παρηκολούθησεν, ὥστε μηδὲ τῶν ἱερῶν ἱματίων μηδὲ
τοῦ χοροῦ μηδὲ τοῦ σώματος τὼ χεῖρε τελευτῶν ἀπο-
σχέσθαι μου.’ τί δὴ πάλιν ἐστὶν ἐν τούτοις τὸ συν-
ταράττον τὴν κατὰ φύσιν ἀπαγγελίαν; πρῶτον μὲν τό,

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Demosthenis dictione


Sec. 18, li.6

ἡμετέραν αὐτῶν διοικοῦμεν τῶν ἄρτι τὰς πόλεις οἰκι-


ζόντων. καὶ σεμνυνόμεθα μὲν καὶ μεγαλοφρονοῦμεν
ἐπὶ τῷ βέλτιον τῶν ἄλλων γεγονέναι, ῥᾷον δὲ μετα-
δίδομεν τοῖς βουλομένοις ταύτης τῆς εὐγενείας ἢ Τρι-
βαλλοί τε καὶ Λευκανοὶ τῆς δυσγενείας.’
 ἡ μὲν οὖν Ἰσοκράτους λέξις ἡ κάλλιστα τῶν ἄλλων
δοκοῦσα ἔχειν τοιαύτη τίς ἐστι, πολλῶν μὲν ἕνεκα
θαυμάζειν ἀξία· καθαρεύει τε γὰρ εἴ τις ἄλλη τοῖς
ὀνόμασι καὶ τὴν διάλεκτόν ἐστιν ἀκριβής, φανερά τ'  
ἐστὶ καὶ κοινὴ καὶ τὰς ἄλλας ἀρετὰς ἁπάσας περιεί-
ληφεν, ἐξ ὧν ἂν μάλιστα γένοιτο διάλεκτος σαφής.
πολλοὺς δὲ καὶ τῶν ἐπιθέτων κόσμων ἔχει· καὶ γὰρ
ὑψηλὴ καὶ σεμνὴ καὶ ἀξιωματικὴ καλλιρρήμων τε καὶ
ἡδεῖα καὶ εὔμορφος ἀποχρώντως ἐστίν, οὐ μὴν τελεία
γε κατὰ τοῦτο τὸ μέρος, ἀλλ' ἔστιν ὧν ἄν τις αὐτὴν
ὡς ἐλλειπόντων μέμψαιτο καὶ οὐ μὰ Δία τῶν φαυλο-
τάτων. πρῶτον μὲν τῆς συντομίας· στοχαζομένη γὰρ
τοῦ σαφοῦς ὀλιγωρεῖ πολλάκις τοῦ μετρίου. ἐχρῆν δὲ
ὁμοίως προνοεῖν ἀμφοτέρων. μετὰ τοῦτο τῆς συστρο-
φῆς· ὑπτία γάρ ἐστι καὶ ὑπαγωγικὴ καὶ περιρρέουσα
τοῖς νοήμασιν, ὥσπερ εἰσὶν αἱ τῶν ἱστορικῶν,

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Demosthenis dictione Sec. 20, li.22


58

στρογγυλωτέραν; ‘ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἴσως χείρους ἐσμὲν


τῶν προγόνων, τὰ δ' ἄλλα βελτίους, οὐ λέγω τῶν
εὐδοκιμησάντων, πόθεν γάρ; ἀλλὰ τῶν μισηθέντων.
καὶ τίς οὐκ οἶδεν, ὅτι ἐκεῖνοι μὲν πλείστων ποτὲ
πληρώσαντες χρημάτων τὴν ἀκρόπολιν οὐ κατεμισθο-
φόρουν τὸν κοινὸν πλοῦτον εἰς τοὺς πολεμίους, ἀλλὰ
ἀπὸ τῶν ἰδίων εἰσφέροντες ἔστιν ὅτε καὶ τοῖς ἑαυτῶν
σώμασι κινδυνεύειν ἠξίουν; ἡμεῖς δὲ οὕτως ὄντες
ἄποροι καὶ τοσοῦτοι τὸ πλῆθος μισθοφόροις τοῖς στρα-
τεύμασι πολεμοῦμεν ὥσπερ καὶ βασιλεὺς ὁ μέγας’.
ἀλλὰ μὴν ὅτι γε ἄψυχός ἐστιν ἡ διάλεκτος αὐτοῦ καὶ
οὐ παθητικὴ πνεύματός τε, οὗ μάλιστα δεῖ τοῖς ἐναγω-
νίοις λόγοις, ἐλαχίστην ἔχουσα μοῖραν, οἴομαι μὲν
ἔγωγε καὶ χωρὶς ὑπομνήσεως ἅπασιν εἶναι φανερόν.
εἰ δὲ ἄρα καὶ παραδειγμάτων δεῖ, πολλῶν ὄντων, ἅ
τις ἂν εἰπεῖν ἔχοι, μιᾷ διανοίᾳ χρησάμενος ἀρκεσθή-
σομαι. διαδέχεται δὴ τὴν ὀλίγῳ πρότερον ἐξετασθεῖ-
σαν ἀντίθεσιν ἑτέρα τοιαύτη τις ἀντίθεσις· ‘καὶ τότε
μέν, εἰ τριήρεις ἐπληροῦμεν, τοὺς μὲν ξένους καὶ
δούλους ναύτας ἐνεβιβάζομεν τοὺς δὲ πολίτας μεθ'
ὅπλων ἐξεπέμπομεν, νῦν δὲ τοῖς μὲν ξένοις ὁπλίταις

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Demosthenis dictione Sec. 23, li.12

σθῶ παραλιπεῖν τι τῶν περιλειπομένων, Ἰσοκράτην


μὲν καὶ τὸν χαρακτῆρα τῆς ἀγωγῆς ἐκείνης ἐάσω, περὶ
δὲ Πλάτωνος ἤδη διαλέξομαι τά γ' ἐμοὶ δοκοῦντα μετὰ
παρρησίας, οὐθὲν οὔτε τῇ δόξῃ τἀνδρὸς προστιθεὶς
οὔτε τῆς ἀληθείας ἀφαιρούμενος, καὶ μάλιστα ἐπεί
τινες ἀξιοῦσι πάντων αὐτὸν ἀποφαίνειν φιλοσόφων τε
καὶ ῥητόρων ἑρμηνεῦσαι τὰ πράγματα δαιμονιώτατον
παρακελεύονταί τε ἡμῖν ὅρῳ καὶ κανόνι χρῆσθαι κα-
θαρῶν ἅμα καὶ ἰσχυρῶν λόγων τούτῳ τῷ ἀνδρί. ἤδη
δέ τινων ἤκουσα ἐγὼ λεγόντων, ὡς, εἰ καὶ παρὰ θεοῖς
διάλεκτός ἐστιν, ᾗ τὸ τῶν ἀνθρώπων κέχρηται γένος,
οὐκ ἄλλως ὁ βασιλεὺς ὢν αὐτῶν διαλέγεται θεὸς ἢ ὡς
Πλάτων. πρὸς δὴ τοιαύτας ὑπολήψεις καὶ τερατείας
ἀνθρώπων ἡμιτελῶν περὶ λόγους, οἳ τὴν εὐγενῆ κα-
τασκευὴν οὐκ ἴσασιν ἥ τίς ποτ' ἐστὶν οὐδὲ δύνανται,
πᾶσαν εἰρωνείαν ἀφείς, ὡς πέφυκα, διαλέξομαι. ὃν δὲ
ἀξιῶ τρόπον ποιήσασθαι τὴν ἐξέτασιν αὐτοῦ, βούλομαι
59

προειπεῖν. ἐγὼ τὴν μὲν ἐν τοῖς διαλόγοις δεινότητα


τοῦ ἀνδρὸς καὶ μάλιστα ἐν οἷς ἂν φυλάττῃ τὸν Σω-
κρατικὸν χαρακτῆρα, ὥσπερ ἐν τῷ Φιλήβῳ, πάνυ ἄγα-  
μαί τε καὶ τεθαύμακα, τῆς δ' ἀπειροκαλίας αὐτὸν

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Thucydide Sec. 50, li.24

καὶ τροπικὴν καὶ ἐξηλλαγμένην τῶν ἐν ἔθει σχημάτων


ἐπὶ τὸ ξένον καὶ περιττόν. οὐ γὰρ ἀγοραίοις ἀνθρώ-
ποις οὐδ' ἐπιδιφρίοις ἢ χειροτέχναις οὐδὲ τοῖς ἄλλοις
οἳ μὴ μετέσχον ἀγωγῆς ἐλευθερίου ταύτας κατασκευά-
ζεσθαι τὰς γραφάς, ἀλλ' ἀνδράσι διὰ τῶν ἐγκυκλίων
μαθημάτων ἐπὶ ῥητορικήν τε καὶ φιλοσοφίαν ἐλη-
λυθόσιν, οἷς οὐδὲν φανήσεται τούτων ξένον. ἤδη δέ  
τινες ἐπεχείρησαν λέγειν, ὡς οὐ τῶν μεθ' ἑαυτὸν ἐσο-
μένων στοχαζόμενος ὁ συγγραφεὺς οὕτως ἔγραψε τὰς
ἱστορίας, ἀλλὰ τῶν καθ' ἑαυτὸν ὄντων, οἷς ἦν ἡ διά-
λεκτος χρήσιμος οὗτος ὁ χαρακτὴρ οὔτ' εἰς τοὺς
συμβουλευτικοὺς οὔτ' εἰς τοὺς δικανικοὺς ἀγῶνας, ἐν
οἷς οἵ τ' ἐκκλησιάζοντες καὶ οἱ δικάζοντες, οὐχ οἵους
ὁ Θουκυδίδης ὑπέθετο, συνέρχονται.
 Πρὸς μὲν οὖν τοὺς οἰομένους μόνων εἶναι τῶν
εὐπαιδεύτων ἀναγνῶναί τε καὶ συνεἷναι τὴν Θουκυ-
δίδου διάλεκτον ταῦτα λέγειν ἔχω, ὅτι τὸ τοῦ πράγ-
ματος ἀναγκαῖόν τε καὶ χρήσιμον ἅπασιν (οὐδὲν γὰρ
ἂν ἀναγκαιότερον γένοιτο οὐδὲ πολυωφελέστερον)
ἀναιροῦσιν ἐκ τοῦ κοινοῦ βίου, ὀλίγων παντάπασιν
ἀνθρώπων οὕτω ποιοῦντες, ὥςπερ ἐν ταῖς

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De compositione verborum Sec. 3, li.64

ἡ πειθὼ καὶ διὰ τί τοιαῦτά ἐστι, πότερον διὰ τὴν


ἐκλογὴν τῶν ὀνομάτων ἢ διὰ τὴν σύνθεσιν; οὐδεὶς ἂν
εἴποι διὰ τὴν ἐκλογήν, ὡς ἐγὼ πείθομαι· διὰ γὰρ τῶν
εὐτελεστάτων καὶ ταπεινοτάτων ὀνομάτων πέπλεκται
πᾶσα ἡ λέξις , οἷς ἂν καὶ γεωργὸς καὶ θαλαττουργὸς
καὶ χειροτέχνης καὶ πᾶς ὁ μηδεμίαν ὤραν τοῦ λέγειν
εὖ ποιούμενος ἐξ ἑτοίμου λαβὼν ἐχρήσατο. λυθέντος
γοῦν τοῦ μέτρου φαῦλα φανήσεται τὰ αὐτὰ ταῦτα καὶ
ἄζηλα· οὔτε γὰρ μεταφοραί τινες ἔνεισιν εὐγενεῖς οὔτε
ὑπαλλαγαὶ οὔτε καταχρήσεις οὔτ' ἄλλη τροπικὴ διά-
60

λεκτος οὐδεμία, οὐδὲ δὴ γλῶτται παλαιαί τινες οὐδὲ


ξένα ἢ πεποιημένα ὀνόματα. τί οὖν λείπεται μὴ οὐχὶ
τὴν σύνθεσιν τοῦ κάλλους τῆς ἑρμηνείας αἰτιᾶσθαι;  
τοιαῦτα δ' ἐστὶ παρὰ τῷ ποιητῇ μυρία, ὡς εὖ οἶδ' ὅτι
πάντες ἴσασιν· ἐμοὶ δ' ὑπομνήσεως ἕνεκα λέγοντι ἀρκεῖ
ταῦτα μόνα εἰρῆσθαι.

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De compositione verborum


Sec. 23, li.170

ἀντιτυπίαν οὐκ ἂν εὕροι τις οὐδεμίαν ἐν γοῦν οἷς


παρεθέμην ἀριθμοῖς, οἴομαι δ' οὐδ' ἐν ὅλῳ τῷ λόγῳ,
πλὴν εἴ τί με διαλέληθεν· ἡμιφώνων δὲ καὶ ἀφώνων
ὀλίγας καὶ οὐ σφόδρα ἐκφανεῖς οὐδὲ συνεχεῖς. ταῦτά  
τε δὴ τῆς εὐεπείας αἴτια τῇ λέξει γέγονε καὶ ἡ τῶν
κώλων συμμετρία πρὸς ἄλληλα, τῶν τε περιόδων ὁ
κύκλος ἔχων τι περιφερὲς καὶ εὔγραμμον καὶ τετα-
μιευμένον ἄκρως ταῖς συμμετρίαις. ὑπὲρ ἅπαντα δὲ
ταῦτα οἱ σχηματισμοὶ πολὺ τὸ νεαρὸν ἔχοντες· εἰσὶ
γὰρ ἀντίθετοι καὶ παρόμοιοι καὶ πάρισοι καὶ οἱ παρα-
πλήσιοι τούτοις, ἐξ ὧν ἡ πανηγυρικὴ διάλεκτος ἀπο-
τελεῖται. οὐκ ἀναγκαῖον εἶναι δοκῶ μηκύνειν καὶ τὰ
λοιπὰ διεξιών· ἱκανῶς γὰρ εἴρηται καὶ περὶ ταύτης
τῆς συνθέσεως ὅσα γε ἥρμοττεν.
 Ἡ δὲ τρίτη καὶ μέση τῶν εἰρημένων δυεῖν ἁρμο-
νιῶν, ἣν εὔκρατον καλῶ σπάνει κυρίου τε καὶ κρείτ-
τονος ὀνόματος, σχῆμα μὲν ἴδιον οὐδὲν ἔχει, κεκέρα-
σται δὲ ὡς ἐξ ἐκείνων μετρίως καὶ ἔστιν ἐκλογή τις
τῶν ἐν ἑκατέρᾳ κρατίστων.

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Epistula ad Pompeium Geminum


Ch. 2, Sec. 2, li.1

τὴν ἀλήθειαν ἐξετάζοντες. τοσούτοις δὴ καὶ τηλικού-


τοις ἀνδράσι παραδείγμασι χρώμενος καὶ παρὰ πάντας
τῷ μεγίστῳ Πλάτωνι οὐδὲν ἡγούμην τῆς φιλοσόφου
ῥητορικῆς ποιεῖν ἀλλότριον ἀγαθοὺς ἀγαθοῖς ἀντεξετά-
ζων. περὶ μὲν οὖν τῆς προαιρέσεως, ἣν ἔσχον ἐν τῇ
συγκρίσει τῶν χαρακτήρων, ἱκανῶς ἀπολελόγημαι καὶ
σοί, Γεμῖνε φίλτατε.
 Λοιπὸν δ' ἐστί μοι καὶ περὶ αὐτῶν ὧν εἴρηκα λό-
61

γων περὶ τἀνδρὸς ἐν τῇ περὶ τῶν Ἀττικῶν πραγμα-


τείᾳ ῥητόρων εἰπεῖν. θήσω δὲ αὐταῖς λέξεσιν, ὡς ἐκεῖ  
γέγραφα· ‘Ἡ δὲ δὴ Πλατωνικὴ διάλεκτος βούλεται
μὲν εἶναι καὶ αὐτὴ μῖγμα ἑκατέρου τῶν χαρακτήρων,
τοῦ τε ὑψηλοῦ καὶ ἰσχνοῦ, καθάπερ εἴρηταί μοι πρό-
τερον· πέφυκε δὲ οὐχ ὁμοίως πρὸς ἀμφοτέρους τοὺς
χαρακτῆρας εὐτυχής. ὅταν μὲν οὖν τὴν ἰσχνὴν καὶ
ἀφελῆ καὶ ἀποίητον ἐπιτηδεύῃ φράσιν, ἐκτόπως ἡδεῖά
ἐστι καὶ φιλάνθρωπος. καθαρά τε γὰρ ἀποχρώντως
γίνεται καὶ διαυγής, ὥςπερ τὰ διαφανέστατα τῶν να-
μάτων, ἀκριβής τε καὶ λεπτὴ παρ' ἥντιν' οὖν ἑτέραν
τῶν τὴν αὐτὴν διάλεκτον εἰργασμένων, τήν τε κοινό-
τητα διώκει τῶν ὀνομάτων καὶ τὴν σαφήνειαν

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. Epistula ad Pompeium Geminum


Ch. 3, Sec. 16, li.4

ἁμαρτήματα ἐπεξέρχεται καὶ μάλα ἀκριβῶς, τῶν δὲ


κατὰ νοῦν κεχωρηκότων καθάπαξ οὐ μέμνηται, ἢ
ὥςπερ ἠναγκασμένος.  
 Καὶ κατὰ μὲν τὸν πραγματικὸν τόπον ἥττων ἐστὶν
Ἡροδότου διὰ ταῦτα Θουκυδίδης· κατὰ δὲ τὸν λεκτι-
κὸν τὰ μὲν ἥττων, τὰ δὲ κρείττων, τὰ δ' ἴσος. ἐρῶ
δὲ καὶ περὶ τούτων, ὡς ὑπείληφα.
 Πρώτη τῶν ἀρετῶν γένοιτ' ἄν, ἧς χωρὶς οὐδὲ τῶν
ἄλλων τῶν περὶ τοὺς λόγους ὄφελός τι, ἡ καθαρὰ τοῖς
ὀνόμασι καὶ τὸν Ἑλληνικὸν χαρακτῆρα σῴζουσα διά-
λεκτος. ταύτην ἀκριβοῦσιν ἀμφότεροι· Ἡρόδοτός τε
γὰρ τῆς Ἰάδος ἄριστος κανὼν Θουκυδίδης τε τῆς Ἀτ-
θίδος. τρίτην ἔχει χώραν ἡ καλουμένη συντομία·
ἐν ταύτῃ δοκεῖ προέχειν Ἡροδότου Θουκυδίδης. καί-
τοι λέγοι τις ἄν, ὡς μετὰ τοῦ σαφοῦς ἐξεταζόμενον
ἡδὺ φαίνεται τὸ βραχύ· εἰ δὲ ἀπολείποιτο τούτου,
πικρόν· ἀλλὰ μηδὲν ἥττων ἔστω παρὰ τοῦτο. ἐνάρ-
γεια μετὰ ταῦτα τέτακται πρώτη μὲν τῶν ἐπιθέτων
ἀρετῶν· ἱκανῶς ἐν ταύτῃ κατορθοῦσιν ἀμφότεροι.
μετὰ ταύτην συνίσταται τὴν ἀρετὴν [τῶν] ἠθῶν τε
καὶ παθῶν μίμησις· διῄρηνται τὴν ἀρετὴν ταύτην οἱ

Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus


Part 2, volumëfascicle 1,1, p. 213, li.12
62

τικῶν, ἐλλιπεστέρα καθεστῶσα, τοὺς συνεχέστερον ἡμῖν ἐν ταῖς σχολι-


καῖς συγγυμνασίαις συνιόντας οὐκ ἔπειθε, καθότι οἱ μὲν αὐτὸ μόνον τὰ
ὀνόματα τῶν συνδέσμων κατέλεξαν καὶ τὰς γινομένας μεταλήψεις ἐξ
αὐτῶν εἰς αὐτούς, τουτέστι τοὺς ἰσοδυναμοῦντας ἀλλήλοις, οἱ δὲ περὶ
προτάξεως καὶ ὑποτάξεως αὐτῶν, παρέντες τὰ ἀναγκαιότατα, λέγω τὰς
ἐν αὐτοῖς δυνάμεις καὶ σχήματα καὶ ἄλλα πλεῖστα, ὑπὲρ ὧν εἰρήσεται·
οἱ δὲ καὶ ὀνόμασιν ἀλλοτρίοις προσχρησάμενοι ἤπερ τοῖς εἰς γραμμα-
τικὴν συντείνουσι, Στωικὰς παρεισφέρουσι δόξας, ὧν ἡ παράδοσις οὐκ
ἄγαν χρειώδης πρὸς τὴν εἰς γραμματικὴν συντείνουσαν τεχνολογίαν.
ἔστι γοῦν πολλή τις καὶ δυσπερίληπτος περὶ τὰς φωνὰς τήρησις ..
κατορθοῦται πᾶσα διάλεκτος, πᾶς σχηματισμὸς συντείνων εἰς
Ἑλληνικὴν
παράδοσιν ἀναγνωσμάτων, ἧς οὐδὲ κατ' ὀλίγον ἐπιψαύει ὁ παρὰ τοῖς
Στωικοῖς περὶ φωνῆς λόγος. καὶ δῆλον ὡς καὶ ἐπὶ τῶνδε τῶν μορίων
τὸ αὐτὸ παρακολουθήσει. πάλιν γὰρ ὑποσταλήσεται ὁ περὶ αὐτῶν λόγος
ἐν φωνῇ καὶ δηλουμένῳ, ἐν ᾧ καὶ τὰ συνεμπεπτωκότα σχήματα διὰ
τῆς συνούσης φράσεως ἐπικριθήσεται, τά τε ἁπλᾶ αὐτῆς καὶ τὰ σύνθετα,
προσέτι καὶ τὰ δόξαν ἐσχηκότα συνδέσμων, οὐ μὴν ὄντα, τίνα τε αὐτῶν
ἐγκλίσεως ἔτυχε καὶ τίνα οὔ. καὶ ἕνεκά γε τῶν τοιούτων παραδόσεων
ἀναγκαίως εἰς σχολικὴν ἀντιβολὴν κατέστημεν, ἐκλεγόμενοι παρ' ἑκά-  
στου τῶν πρὸ ἡμῶν τὸ χρειῶδες. πρὸς οἷς καὶ αὐτοί τι ἐπινοήσαντες

Απολλώνιος Δύσκολος. De constructione Part 2, vol 2, p. 69, li.2

καὶ τόν. – 2. σαφὲς κἀκ τοῦ πληθυντικοῦ· τῶν γὰρ εἰς οι πληθυντι-
κῶν τὰ ἑνικὰ εἰς ος, κἂν ἐκ συνῃρημένων ᾖ, ὡς ἐπὶ τοῦ χρυσοῦς καὶ
τῶν ὁμοίων. – 3. συμφανὲς δὲ κἀκ τῶν πλαγίων πτώσεων, εἴγε
ἅπασαι αἱ τοιαῦται τῶν εἰς ος εὐθειῶν εἰσι (καὶ ἔτι ἡ Θεσσαλικὴ διαίρε-
σις κατὰ γενικήν, λέγω ἐπὶ τῆς τοῖο, ὡς καλοῖο). – 4. ἐκ θηλυκοῦ
τε τοῦ η· πάλιν γὰρ τοῖς εἰς ος λήγουσι τὸ τοιοῦτον γένος παράκει-
ται. – 81. 1. Οὐ γὰρ εἰς η ἔληξεν, εἰ μὴ συντάξεως εἴχετο τῆς τοῦ τ,
καθότι καὶ τῷ νοητός τὸ νοητή παράκειται. – 2. ἰδοὺ δὲ καὶ τὸ  
λεῖπον τ ἀνεπλήρωσε τὸ Δώριον ἔθος, τοὶ ἄνθρωποι, ταὶ γυναῖκες,
οὐκ ἀπιθάνως· ἡ γὰρ διάλεκτος κατάπυκνος ἐπὶ τὴν τοῦ τ χρῆσιν,
προτί, λέγοντι, φαντί, πέρυτι, τύ, ἄλλα μυρία· εἰ γὰρ ἐκ μετα-
πτώσεώς ἐστι τὰ τῆς χρήσεως, πολλῷ μᾶλλον ἐφελκύσεται τὸ λεῖπον. –  
3. σαφὲς κἀκ τοῦ πνεύματος· οὐ γὰρ ἄλλως δασύνεται τὰ ἄρθρα, εἰ μὴ
ἀποβάλοι τὸ τ. – 4. ἔστι δὲ πιστώσασθαι κἀκ τοῦ οὐδετέρου, ἀρξαμένου  
μὲν ἀπὸ τοῦ τ, λήξαντος δὲ εἰς ο, οὐ καθὸ ἀπῄτει ὁ παρασχηματι-
σμὸς τῶν εἰς ος ληγόντων ἀρσενικῶν. – 82. Καὶ φαίνεται ὅτι εἰς
ἐμφανισμὸν τοῦ συγκεχυμένου γένους κατὰ τὰς τοιαύτας αἰτιατικὰς τὸ
63

πάθος οὐκ ἀπίθανον ἐγένετο· αἱ γοῦν ἀντωνυμίαι, οὐ βοηθούμεναι τῇ


τοῦ ἄρθρου παραθέσει, ἐμιμήσαντο κατὰ τὸ οὐδέτερον τὸ λῆγον τοῦ
ἄρθρου, ἐκεῖνο, τοῦτο, καὶ κατὰ συνεκδρομὴν τούτων, ὅτε φαμὲν αὐτό.

Αριστοτέλης , Historia animalium Bekker p. 535a, li.28

τες. Καὶ τοὺς νηρείτας δ' οἱ θηρεύοντες οὐ κατὰ πνεῦμα προς-


ιόντες θηρεύουσιν, ὅταν θηρεύσωσιν αὐτοὺς εἰς τὸ δέλεαρ, οὐ-
δὲ φθεγγόμενοι ἀλλὰ σιωπῶντες ὡς ὀσφραινομένων καὶ ἀκου-
όντων· ἐὰν δὲ φθέγγωνται, φασὶν ὑποφεύγειν αὐτούς. Ἥκις-
τα δὲ τὴν ὄσφρησιν τῶν ὀστρακοδέρμων φαίνεται ἔχειν τῶν
μὲν πορευτικῶν ἐχῖνος, τῶν δ' ἀκινήτων τήθυα καὶ βά-
λανοι.
 Περὶ μὲν οὖν τῶν αἰσθητηρίων τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον
τοῖς ζῴοις πᾶσιν, περὶ δὲ φωνῆς τῶν ζῴων ὧδ' ἔχει.
      φωνὴ
καὶ ψόφος ἕτερόν ἐστι, καὶ τρίτον διάλεκτος. Φωνεῖ
μὲν οὖν οὐδενὶ τῶν ἄλλων μορίων οὐδὲν πλὴν τῷ φάρυγγι·
διὸ ὅσα μὴ ἔχει πλεύμονα, οὐδὲ φθέγγεται· διάλεκτος δ'
ἡ τῆς φωνῆς ἐστι τῇ γλώττῃ διάρθρωσις. Τὰ μὲν οὖν φω-
νήεντα ἡ φωνὴ καὶ ὁ λάρυγξ ἀφίησιν, τὰ δ' ἄφωνα ἡ  
γλῶττα καὶ τὰ χείλη· ἐξ ὧν ἡ διάλεκτός ἐστιν. Διὸ
ὅσα γλῶτταν μὴ ἔχει ἢ μὴ ἀπολελυμένην, οὐ δια-
λέγεται. Ψοφεῖν δ' ἔστι καὶ ἄλλοις μορίοις. Τὰ μὲν οὖν
ἔντομα οὔτε φωνεῖ οὔτε διαλέγεται, ψοφεῖ δὲ τῷ ἔσω πνεύ-
ματι, οὐ τῷ θύραζε· οὐδὲν γὰρ ἀναπνεῖ αὐτῶν, ἀλλὰ τὰ
μὲν βομβεῖ, οἷον μέλιττα καὶ τὰ πτηνὰ αὐτῶν, τὰ δ' ᾄδειν

Αριστοτέλης , Historia animalium


Bekker p. 535a, li.30

δὲ φθεγγόμενοι ἀλλὰ σιωπῶντες ὡς ὀσφραινομένων καὶ ἀκου-


όντων· ἐὰν δὲ φθέγγωνται, φασὶν ὑποφεύγειν αὐτούς. Ἥκις-
τα δὲ τὴν ὄσφρησιν τῶν ὀστρακοδέρμων φαίνεται ἔχειν τῶν
μὲν πορευτικῶν ἐχῖνος, τῶν δ' ἀκινήτων τήθυα καὶ βά-
λανοι.
 Περὶ μὲν οὖν τῶν αἰσθητηρίων τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον
τοῖς ζῴοις πᾶσιν, περὶ δὲ φωνῆς τῶν ζῴων ὧδ' ἔχει.
      φωνὴ καὶ ψόφος ἕτερόν ἐστι, καὶ τρίτον διάλεκτος. Φωνεῖ
64

μὲν οὖν οὐδενὶ τῶν ἄλλων μορίων οὐδὲν πλὴν τῷ φάρυγγι·


διὸ ὅσα μὴ ἔχει πλεύμονα, οὐδὲ φθέγγεται· διάλεκτος δ'
ἡ τῆς φωνῆς ἐστι τῇ γλώττῃ διάρθρωσις. Τὰ μὲν οὖν φω-
νήεντα ἡ φωνὴ καὶ ὁ λάρυγξ ἀφίησιν, τὰ δ' ἄφωνα ἡ  
γλῶττα καὶ τὰ χείλη· ἐξ ὧν ἡ διάλεκτός ἐστιν. Διὸ
ὅσα γλῶτταν μὴ ἔχει ἢ μὴ ἀπολελυμένην, οὐ δια-
λέγεται. Ψοφεῖν δ' ἔστι καὶ ἄλλοις μορίοις. Τὰ μὲν οὖν
ἔντομα οὔτε φωνεῖ οὔτε διαλέγεται, ψοφεῖ δὲ τῷ ἔσω πνεύ-
ματι, οὐ τῷ θύραζε· οὐδὲν γὰρ ἀναπνεῖ αὐτῶν, ἀλλὰ τὰ
μὲν βομβεῖ, οἷον μέλιττα καὶ τὰ πτηνὰ αὐτῶν, τὰ δ' ᾄδειν
λέγεται, οἷον οἱ τέττιγες. Πάντα δὲ ταῦτα ψοφεῖ τῷ ὑμένι
τῷ ὑπὸ τὸ ὑπόζωμα, ὅσων διῄρηται, οἷον τῶν τεττίγων τι

Αριστοτέλης , Historia animalium Bekker p. 535b, li.1

μὲν πορευτικῶν ἐχῖνος, τῶν δ' ἀκινήτων τήθυα καὶ βά-


λανοι.
 Περὶ μὲν οὖν τῶν αἰσθητηρίων τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον
τοῖς ζῴοις πᾶσιν, περὶ δὲ φωνῆς τῶν ζῴων ὧδ' ἔχει.
      φωνὴ καὶ ψόφος ἕτερόν ἐστι, καὶ τρίτον διάλεκτος. Φωνεῖ
μὲν οὖν οὐδενὶ τῶν ἄλλων μορίων οὐδὲν πλὴν τῷ φάρυγγι·
διὸ ὅσα μὴ ἔχει πλεύμονα, οὐδὲ φθέγγεται· διάλεκτος δ'
ἡ τῆς φωνῆς ἐστι τῇ γλώττῃ διάρθρωσις. Τὰ μὲν οὖν φω-
νήεντα ἡ φωνὴ καὶ ὁ λάρυγξ ἀφίησιν, τὰ δ' ἄφωνα ἡ  
γλῶττα καὶ τὰ χείλη· ἐξ ὧν ἡ διάλεκτός ἐστιν. Διὸ
ὅσα γλῶτταν μὴ ἔχει ἢ μὴ ἀπολελυμένην, οὐ δια-
λέγεται. Ψοφεῖν δ' ἔστι καὶ ἄλλοις μορίοις. Τὰ μὲν οὖν
ἔντομα οὔτε φωνεῖ οὔτε διαλέγεται, ψοφεῖ δὲ τῷ ἔσω πνεύ-
ματι, οὐ τῷ θύραζε· οὐδὲν γὰρ ἀναπνεῖ αὐτῶν, ἀλλὰ τὰ
μὲν βομβεῖ, οἷον μέλιττα καὶ τὰ πτηνὰ αὐτῶν, τὰ δ' ᾄδειν
λέγεται, οἷον οἱ τέττιγες. Πάντα δὲ ταῦτα ψοφεῖ τῷ ὑμένι
τῷ ὑπὸ τὸ ὑπόζωμα, ὅσων διῄρηται, οἷον τῶν τεττίγων τι
γένος τῇ τρίψει τοῦ πνεύματος. Καὶ αἱ μυῖαι δὲ καὶ αἱ
μέλιτται καὶ τἆλλα πάντα, τῇ πτήσει αἴροντα καὶ συστέλ-
λοντα· ὁ γὰρ ψόφος τρῖψις τοῦ ἔσω πνεύματός ἐστιν. Αἱ δ'

Αριστοτέλης , Physiognomonica Bekker p. 807b, li.34

χεῖαι σαρκώδεις στρογγύλαι, σιαγόνες μεγάλαι σαρκώδεις,


ὀσφὺς σαρκώδης, σκέλη μακρά, τράχηλος παχύς, πρόσω-
πον σαρκῶδες, ὑπόμακρον ἱκανῶς. τὰς δὲ κινήσεις καὶ τὸ
65

σχῆμα καὶ τὸ ἦθος τὸ ἐπὶ τοῦ προσώπου ἐπιφαινόμενον


κατὰ τὰς ὁμοιότητας ἀναλαμβάνει. ἀναιδοῦς σημεῖα
ὀμμάτιον ἀνεπτυγμένον καὶ λαμπρόν, βλέφαρα ὕφαιμα
καὶ παχέα· μικρὸν ἔγκυρτος· ὠμοπλάται ἄνω ἐπῃρμέναι·
τῷ σχήματι μὴ ὀρθὸς ἀλλὰ μικρῷ προπετέστερος, ἐν ταῖς
κινήσεσιν ὀξύς, ἐπίπυρρος τὸ σῶμα· τὸ χρῶμα ὕφαιμον·
στρογγυλοπρόσωπος· τὸ στῆθος ἀνεσπασμένον. κοσμίου ση-
μεῖα. ἐν ταῖς κινήσεσι βραδύς, καὶ διάλεκτος βραδεῖα καὶ
φωνὴ πνευματώδης καὶ ἀσμενής, ὀμμάτιον ἀλαμπὲς μέ-
λαν καὶ μήτε λίαν ἀνεπτυγμένον μήτε παντάπασι συμ-
μεμυκός, σκαρδαμυκτικὸν βραδέως· τὰ μὲν γὰρ ταχέως  
σκαρδαμύττοντα τῶν ὀμμάτων τὰ μὲν δειλὸν τὰ δὲ θερ-
μὸν σημαίνει. εὐθύμου σημεῖα μέτωπον εὐμέγεθες καὶ
σαρκῶδες καὶ λεῖον, τὰ περὶ τὰ ὄμματα ταπεινότερα.
καὶ ὑπνωδέστερον τὸ πρόσωπον φαίνεται, μήτε δεδορκὸς
μήτε σύννουν. ἔν τε ταῖς κινήσεσι βραδὺς ἔστω καὶ ἀνει-
μένος· τῷ σχήματι καὶ τῷ ἤθει τῷ ἐπὶ τοῦ προσώπου μὴ
ἐπισπερχὴς ἀλλὰ ἀγαθὸς φαινέσθω. ἀθύμου σημεῖα.

Αριστοτέλης , Problemata Bekker p. 898b, li.31

 Διὰ τί τὰ μὲν ἀφαιρουμένης τῆς κεφαλῆς ἀποθνή-


σκει εὐθὺς ἢ ταχύ, τὰ δὲ οὔ; ἢ ὅσα ἄναιμα καὶ ὀλιγό-
τροφα, τοῦτο πάσχει; οὔτε τροφῆς γὰρ δεῖται ταχύ, οὔτε
ἐγχεῖται αὐτῶν τὸ θερμὸν ἐν τῷ ὑγρῷ, ὧν ἄνευ οὐχ οἷόν τε
ζῆν τοῖς ἐναίμοις. τούτοις δὲ οἷόν τέ ἐστιν· ἀπνευστὶ ζῆν γὰρ
δύνανται πολὺ μᾶλλον. ἡ δὲ αἰτία ἐν ἑτέροις εἴρηται.
   

ΙΑ. ΟΣΑ ΠΕΡΙ ΦΩΝΗΣ.

 Διὰ τί τῶν αἰσθήσεων ἐκ γενετῆς μάλιστα τὴν ἀκοὴν


πηροῦνται; ἢ ὅτι ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἀρχῆς εἶναι δόξειεν ἂν ἥ
τε ἀκοὴ καὶ ἡ φωνή; ῥᾷστα δὲ δοκεῖ διαφθείρεσθαι ἡ διά-
λεκτος οὖσα εἶδος φωνῆς, καὶ χαλεπώτατα ἐπιτελεῖσθαι.
σημεῖον δὲ ὅτι μετὰ τὸ γενέσθαι πολὺν χρόνον ἐνεοί ἐσμεν·
τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ὅλως οὐδὲ λαλοῦμεν οὐδέν, εἶτα ὀψέ ποτε
ψελλίζομεν. διά τε τὸ τὴν διάλεκτον εὔφθαρτον εἶναι, τὴν
αὐτὴν δὲ ἀρχὴν ἀμφοτέρων εἶναι καὶ τῆς διαλέκτου (φωνὴ
γάρ τις καὶ τῆς ἀκοῆς ὥσπερ καὶ εἰ συμβεβηκότος), ῥᾷστα
66

τῶν αἰσθήσεων φθείρεται, καὶ οὐ καθ' αὑτήν, ἡ ἀκοή. τεκ-


μήριον δὲ ἔστι καὶ ἐκ τῶν ἄλλων ζῴων λαβεῖν, ὅτι παν-  
τελῶς εὔφθαρτός ἐστιν ἡ ἀρχὴ τῆς διαλέκτου· λαλεῖ γὰρ
οὐθὲν τῶν ἄλλων ζῴων πλὴν ἀνθρώπου, καὶ οὗτοι δὲ ὀψέ
ποτε, καθάπερ εἴρηται.

Αριστοτέλης , Problemata Bekker p. 963a, li.2

ἡ μὲν ὑπὸ καταψύξεως γίνεται (διὸ καὶ οἱ φοβούμενοι καὶ


οἱ ῥιγοῦντες λύζουσιν), κατεχόμενον δὲ τὸ πνεῦμα ἐκθερμαίνει
τὸν ἐντὸς τόπον;
 Διὰ τί οἱ κωφοὶ ἐκ τῶν μυκτήρων διαλέγονται ὡς ἐπὶ
τὸ πολύ; ἢ ὅτι ὁ πνεύμων ἐστὶ τούτοις πεπονηκώς; τοῦτο γάρ
ἐστιν ἡ κωφότης, πλήρωσις τοῦ τόπου τοῦ πνευμονικοῦ. οὔκουν
ῥᾳδίως ἡ φωνὴ φέρεται, ἀλλ' ὥσπερ τὸ πνεῦμα τῶν πνευ-
στιώντων ἢ ἀσθμαινόντων δι' ἀδυναμίαν ἀθρόον, οὕτως ἐκείνοις
ἡ φωνή. βιάζεται οὖν καὶ διὰ τῶν μυκτήρων. βιαζομένη  
δὲ τῇ τρίψει ποιεῖ τὸν ἦχον. ἔστι γὰρ ἡ διὰ τῶν ῥινῶν διά-
λεκτος γινομένη, ὅταν τὸ ἄνω τῆς ῥινὸς εἰς τὸν οὐρανόν, ᾗ
συντέτρηται, κοῖλον γένηται· ὥσπερ κώδων γὰρ ὑπηχεῖ, τοῦ
κάτωθεν στενοῦ ὄντος.
 Διὰ τί μόνον ὁ πταρμὸς ἡμῖν καθεύδουσιν οὐ γίνεται,
ἀλλ' ὡς εἰπεῖν ἅπαντα ἐγρηγορόσιν; ἢ ὅτι ὁ μὲν πταρμὸς
γίνεται καὶ ὑπὸ θερμοῦ τινὸς κινήσαντος τὸν τόπον τοῦτον ἀφ'
οὗ γίνεται· διὸ καὶ ἀνακύπτομεν πρὸς τὸν ἥλιον, ὅταν βου-
λώμεθα πτάρειν· ὅτι καθευδόντων ἡμῶν ἀντιπεριίσταται τὸ
θερμὸν ἐντός. διὸ καὶ γίνεται τὰ κάτω θερμὰ τῶν καθευ-
δόντων, καὶ τὸ πνεῦμα τὸ πολὺ αἴτιόν ἐστι τοῦ ἐξονειρώττειν
ἡμᾶς. εἰκότως οὖν οὐ πταρνύμεθα· ἀπαλλαγέντος γὰρ τοῦ

Αίλιος Ηρωδιανός. De prosodia catholica Part+vol. 3,1, p. 97, li.17

ὀξυνόμενον. τὰ μέντοι παρώνυμα ὀξύνεται, ἅμαξα ἁμαξίς, πύξος


πυξίς· ἔστι καὶ πόλις ἐν μεσογαίᾳ τῶν Οἰνωτρῶν. Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ.
ὄξος ὀξίς.
 Τὰ εἰς πις διβράχεα ἀπὸ συμφώνου ἢ συμφώνων ἀρχόμενα ὀξύ-
νεται, πραπίς, κοπίς, λεπίς. σεσημείωται τὸ τρόπις. ἔστι καὶ
Τρόπις νῆσος ... Ἀρτεμίδωρος ἐν δευτέρῳ γεωγραφουμένων. καὶ
Νάπις κώμη Σκυθίας. τὸ δὲ ὄπις ἀπὸ φωνήεντος ἄρχεται.
67

 Ἔτι τὰ εἰς πις φύσει μακρᾷ παραληγόμενα ὀξύνεται, οἷον ῥι-


πίς, ὅπερ ἡ μὲν κοινὴ συνήθεια ἐκτείνει, ἡ δὲ τῶν Ἀθηναίων διάλε-
κτος συστέλλει, Ἀπίς ἡ Ἀπία ὡς Ἐρατοσθένης ἐν Ἑρμῇ. τὸ δὲ Ἆπις
υἱὸς Φορωνέως βαρύνεται, Ῥιανὸς ἐν Ἀχαϊκῶν δευτέρῳ
  ὑμετέρη τοι, τέκνα, Φορωνέος Ἰναχίδαο
  ἀρχῆθεν γενεή· τοῦ δὲ κλυτὸς ἐκγένετ' Ἆπις,
  ὅς ῥ' Ἀπίην ἐφάτιξε καὶ ἀνέρας Ἀπιδανῆας.
 Τὰ εἰς πις δισύλλαβα θέσει μακρᾷ παραληγόμενα, εἰ μὲν ἀπὸ συμ-
φώνου ἄρχοιτο, βαρύνεται μὴ ὄντα ἐθνικά, εἰ δὲ ἀπὸ φωνήεντος, ὀξύ-
νεται μὴ ὄντα ὑποκοριστικά. βαρύνεται δὲ ταῦτα τράμπις· ἔστι δὲ
βαρβαρικὴ ναῦς. σάλπις, ὄλπις ὑποκοριστικόν, κάλπις, θέσπις –  
τὸ δὲ Θεσπίς ἐθνικόν – πόρπις. ὀξύνεται δὲ ταῦτα μὴ διὰ φωνήεντος
κλινόμενα, ἐλπίς, ἀσπίς, ἔστι καὶ πόλις Λιβύης, ὡς Φίλων.

Αίλιος Ηρωδιανός. De prosodia catholica Part+vol. 3,1, p. 236, li.14

Φλέγυς ἔθνος, ὃ καὶ Φλεγύας ἢ Φλεγύης, Γόρδυς Τριπτολέμου παῖς,


ἀφ' οὗ Γορδυαία χώρα Περσική, Γόρτυς ἥρως, ἀφ' οὗ Γόρτυν πόλις
Κρήτης, Δίρφυς ὄρος Εὐβοίας, ὡς Εὐφορίων, Κάπυς ὁ πατὴρ Ἀγχί-
σου. Λίγυς ἔθνος Ἰβηρικόν, Μάζυς ἔθνος Λιβύης νομαδικόν. Ἑκαταῖος
περιηγήσει. εἰσὶ δὲ καὶ ἕτεροι Μάξυες καὶ ἕτεροι Μάχλυες. Μάκρυς
ἔθνος Λιβύης. Ῥιανὸς δὲ Μάκριας διὰ τοῦ ι τούτους φησί. Μίλυς
ἔθνος. Μίλυες γὰρ καὶ Μιλύαι καλοῦνται οἱ πρότερον Σόλυμοι, ὡς
Τιμαγένης ἐν πρώτῳ βασιλέων. Σάλλυς ἔθνος Λιγυστικὸν πολεμῆσαν
Ῥωμαίοις, ὡς Χάραξ ἐν δεκάτῳ χρονικῶν. βότρυς· ἔστι δὲ καὶ πόλις
Φοινίκης. Ἕρπυς, Ἅλυς, Φόρκυς, μάρτυς, ὃ ἡ τῶν Αἰολέων διά-
λεκτος διὰ τοῦ ρ προφέρει. τὸ ἰχθῦς προσηγορικὸν περιεσπάσθη ἀλό-
γως. οὐδὲν γὰρ εἰς υς λῆγον ἀρσενικὸν ὑπὲρ μίαν συλλαβήν, μὴ ἔχον
ὑποκοριστικὴν ἔννοιαν, περισπᾶσθαι θέλει. προσέθηκα δὲ μὴ ὑποκορι-
στικὴν ἔννοιαν διὰ τὸ ἀπφῦς. δοκεῖ γὰρ παρὰ τὸ ἀπφάς παρωνομά-
σθαι. ἔστι δὲ καὶ Διονῦς παρὰ τοῖς κωμικοῖς ἐπὶ τοῦ ἐκλύτου τασσό-
μενον, παρηγμένον ἀπὸ τοῦ Διονύσου· ὧν οὐδὲ αἱ γενικαὶ παρόμοιοι
τῷ προκειμένῳ· ἰχθύος γὰρ λέγεται· οὐ μεμελέτηκε δὲ ἀπφύος λέγεσθαι.
μόνον δὲ διὰ δύο δασέων ἐκφέρεται ὁ ἰχθῦς, τῶν ἄλλων εἰς υς ληγόν-
των οὐχ οὕτως ἐχόντων, πρόσκειται τῷ κανόνι ἀρσενικὸν διὰ τὸ ὀφρῦς
περισπώμενον θηλυκόν, ἔτι δὲ καὶ τὸ ὀσφῦς. ὥστε εἰ περισπᾶται τὸ
ἰχθῦς, ἔστω θηλυκόν· εἰ δὲ ἀρσενικόν ἐστιν, ὀφείλει ὅμοιον εἶναι τῷ

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ διχρόνων Part+vol. 3,2, p. 18, li.25

ὑπάρχοι ἐξ ἁπλῶν ἐκτεινόντων τὸ ι, κόνις, δῆρις, μάντις, ὄρχις, ὄφις,


68

λάτρις, ὄρνις, Ἀριστοκλῆς δὲ ἐν τῷ περὶ διαλέκτων φησὶν Ἀττικοὺς


ἐκτείνειν. προσέθηκα δὲ εἰ μὴ σύνθετα εἴη ἐξ ἁπλῶν ἐκτεινόντων τὸ
ι διὰ τὸ κνημίς εὐκνήμις, ψηφίς μελαμψήφις καὶ ὅσα τοιαῦτα. Τὰ μέν-
τοι ὀξύτονα θηλυκὰ εἰς ις λήγοντα μὴ καθαρεύοντα μεμελέτηκε καὶ
ἐκτείνεσθαι καὶ συστέλλεσθαι. τοῖς μὲν οὖν συστέλλουσι τὸ ι ἀδιάφορος
ἡ πρὸ τέλους εἴτε μακρὰ εἴη εἴτε βραχεῖα, βολίς, ῥανίς, αἰγίς, μηλίς,
Δωρίς· τοῖς δὲ ἐκτείνουσι τὸ ι, καὶ μάλιστα ἐπὶ δισυλλάβων, ἡ πρὸ
τέλους μακρὰ ὑπῆρχεν ἤτοι φύσει ἢ θέσει, κηκίς, κηλίς, νησίς, κρηνίς,
ψηφίς, σφραγίς, ἁψίς, βαλβίς, φαρκίς. τὸ μέντοι καρίς καὶ ῥιπίς ἡ
μὲν κοινὴ συνήθεια ἐκτείνει, ἡ δὲ τῶν Ἀθηναίων διάλεκτος συστέλλει.
δισύλλαβα δὲ παρεθέμην, ἐπεὶ ὁρᾶται τρισύλλαβα βραχείᾳ παραληγό-
μενα καὶ κατὰ τὴν συνήθη χρῆσιν καὶ κατὰ τὴν τῶν Ἰώνων ἐκτείνοντα
τὸ ι· κατὰ δὲ τοὺς Ἀττικοὺς συστέλλονται. πλοκαμίς, κεραμίς, καλα-
μίς, βλεφαρίς, ῥαφανίς· τὸ δὲ ἀγαθίς ἀεὶ συστελλομένως· οὕτω δὲ καὶ
ἡ τρυφαλίς συστέλλεται. Καὶ ἐπίστασιν ἔχει τὸ κληΐς ἐκτεινόμενον καὶ
καθαρεῦον· τὰ δὲ λοιπὰ πάντα συστέλλονται, Λαΐς, Ναΐς, Θησηΐς,
δμωΐς, ἡρωΐς, Μινωΐς.
 Τὰ εἰς ρος λήγοντα καθαρεύοντα δισύλλαβα κἄν τε ἀρσενικὰ κἄν  
τε θηλυκά, τῷ α παραληγόμενα, βαρυνόμενα, μὴ κατὰ Δωρίδα διά-
λεκτον συστελλόμενον ἔχει τὸ α, οἷον λάρος, γάρος, σκάρος,

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παθῶν Part+vol. 3,2, p. 302, li.3

 Choer. 386, 3: ἐπειδὴ τὰ εἰς ας λήγοντα οὐδέτερα πεφύκασι πολ-


λάκις γενέσθαι καὶ εἰς ος οἷον δέρας δέρος, κῶας κῶος, γῆρας γῆρος,
τὰ δὲ εἰς ος οὐδέτερα διὰ καθαροῦ τοῦ ος κλίνονται οἷον βέλος βέλεος,
τεῖχος τείχεος, εἰκότως καὶ ταῦτα τὰ εἰς ας οὐδέτερα ἔσχον ἀφορμήν,
ὡς γινόμενα καὶ εἰς ος, τοῦ ἔχειν διὰ καθαροῦ τοῦ ος τὴν γενικὴν καὶ
τούτου χάριν ἀποβάλλουσι τὸ τ οἱ Ἴωνες οἷον κρέατος κρέαος, γήρα-
τος γήραος, κέρατος κέραος.
 E. M. 593, 34: μυελός παρὰ τὸ ἐν τῷ μυχῷ εἰλεῖσθαι, μυχελός
τις ὤν.  
 E. M. 620, 36: «ὄκκα δὲ γυνὰ εἴην»· παρ' Ἀλκμᾶνι (fr. 90
Bergk). τὸ ὅτε ὄκα λέγει ἡ διάλεκτος, εἶτα διπλασιάσασα ὄκκα. περὶ
παθῶν.
 E. M. 582, 43: μέλλιχος: κακῶς λέγουσιν οἱ λέγοντες μέλλιχος
γίνεσθαι παρὰ τὸ μείλιχος ὡς κείρω κέρρω, ὡς λέγει ὁ Ἡρωδιανός,
ὅτι οὐδέποτε οἱ Αἰολεῖς ἐπὶ τοῦ πλεονασμοῦ τοῦ ι ἀναδιπλασιάζουσι τὰ
σύμφωνα οἷον τὸ κενή γίνεται κεινή καὶ οὐ γίνεται παρ' αὐτοῦ κέννη·
τὸ γὰρ ξέννος οὐκ ἀπὸ τοῦ ξεῖνος, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ξένος ἐστίν· ἐπὶ γὰρ
τῶν βραχειῶν συλλαβῶν ποιοῦσιν τοῦ συμφώνου ἀναδιπλασιασμὸν οἷον
69

θεράπων θερράπων, ἔνη ἔννη, ἔστι καὶ ὄνομα πόλεως.


 E. M. 344, 1: ἔννη: ἔστι νῶ, σημαίνει τὸ νήθω· ὁ παρατατικὸς
καὶ ἐπὶ πρώτης συζυγίας καὶ ἐπὶ δευτέρας. εἰ γάρ ἐστι νώμενος ὡς

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παθῶν Part+vol. 3,2, p. 338, li.17

λαξε καὶ κατὰ τὴν κρᾶσιν, καὶ οὐ κίρναται ὁμοίως τοῖς ἄλλοις· ἄλλως
τε δὲ τὸ ὀφειλόμενον ἐν τῇ ἁπλότητι ἐν τῇ συνθέσει ἀναδέχεται· ἐν
γὰρ τῇ συνθέσει κίρναται, ἐπειδὴ καὶ βαρύνεται οἷον Πάνθοος Πάν-
θους.
 Choer. 332, 8: ἐπειδὴ πᾶσα γενικὴ εἰς ους λήγουσα ἔχει ἄλλην
γενικὴν ὥσπερ ἐντελῆ οἷον Δημοσθένεος Δημοσθένους, Διομήδεος Διο-
μήδους, τούτου χάριν διάλυσις ἐγένετο τῆς ου διφθόγγου εἰς δύο οο
καὶ ἐγένετο Σαπφόος καὶ Λητόος ἡ ἐντελὴς γενική, ἡ δὲ Σαπφοῦς καὶ
Λητοῦς κατὰ συναίρεσιν· ἰστέον δὲ ὅτι τῇ μὲν διὰ τοῦ ους γενικῇ
κέχρηνται οἱ Ἴωνες οἷον τῆς Σαπφόος τῆς Λητόος, τῇ δὲ εἰς ους οἱ
Ἀττικοὶ καὶ ἡ κοινὴ διάλεκτος οἷον Σαπφοῦς Λητοῦς.
 St. B. 36, 9: Ἄθως ὄρος Θρᾴκης. εἴρηται δὲ καὶ Ἄθοος ὡς τὸ
Κῶς Κόος. λέγεται καὶ κατὰ συναίρεσιν Ἄθους.  
 Choer. 244, 5: τὸ πλακοῦς πλακοῦντος καὶ Σιμοῦς Σιμοῦντος γέ-
γονε τοῦτον τὸν τρόπον. ἔστι δὲ πλακόεις πλακόεντος, Σιμόεις Σιμόεν-
τος καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ ε καὶ ο εἰς τὴν ου δίφθογγον γίνεται πλακοῦς
καὶ Σιμοῦς, τὸ δὲ ι ἀπεβλήθη, ἐπειδὴ οὐ δύνανται τρία φωνήεντα ἐν
μιᾷ συλλαβῇ παραλαμβάνεσθαι· τὸ γὰρ ο οὐκ ἠδύνατο ἀποβληθῆναι,
ἐπειδὴ οὐδέποτε μετὰ τὴν υι δίφθογγον σύμφωνον εὑρίσκεται ἐπιφερό-
μενον, ἀλλὰ φωνῆεν οἷον μυῖα ἅρπυια, υἱός. εἰ ἀπεβλήθη οὖν τὸ ο
καὶ ἐφυλάχθη ἡ υι δίφθογγος, εὑρίσκετο μετὰ τὴν υι δίφθογγον

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παθῶν Part+vol. 3,2, p. 377, li.18

 Eustath. 561, 12: τροπὴ τοῦ ψιλοῦ εἰς δασὺ καὶ ἐν τῷ κεκαφηώς
γίνεται κατὰ Ἡρωδιανόν.
 Ep. Cr. I 353, 24 (An. Par. III 331, 14): οἱ Αἰολεῖς τὸ πτ εἰς
δύο σσ μετατιθέασι· τὸ γὰρ νίπτω νίσσω λέγουσι καὶ τὸ ὄπτω ὄσσω.
 Ep. Cr. I 129, 6: ἀπομόρξατο: ἀπομόργω ἐστὶν ἐνεστὼς ἐκ τοῦ
ἀμέργω τὸ ἐκπιέζω μεταθέσει τοῦ ρ εἰς λ ἀμέλγω καὶ ἀμολγός.
 E. M. 500, 48: κεκορυσμένος: ὁ παθητικὸς παρακείμενος κεκό-
ρυσμαι, ἡ μετοχὴ κεκορυσμένος καὶ οἱ Ἀττικοὶ τρέπουσι τὸ σ εἰς θ,
τὸ κλαυσμός κλαυθμός λέγοντες καὶ τὸ ἀρισμός ἀριθμός.
 Eustath. 114, 15, Favorin. 429, 18: Ἡρωδιανὸς λέγει, ὅτι
70

τέτραπται τὸ μάρτυρες ἀπὸ τῆς μάρτυς εὐθείας, ἣν ἡ Αἰολέων διάλεκτος

διὰ τοῦ ρ προφέρει. ἐκεῖνοι γάρ, φησί, τὸ ς εἰς ρ μεταβάλλουσι τὸ


οὗτος οὗτορ λέγοντες καὶ τὸ ἵππος ἵππορ. οὕτως οὖν, φησί, καὶ μάρ-
τυς μάρτυρ, ἀφ' ἧς ἐκπίπτει πληθυντικὸν οἱ μάρτυρες παρά τε τοῖς
κωμικοῖς καὶ Ἱππώνακτι.  
 St. B. 659, 20: Φάρσαλος πόλις Θεσσαλίας. τὸ ἐθνικὸν Φαρσά-
λιος. λέγεται καὶ Φαρράλιος διὰ δύο ρρ ὡς Μυρρίνη καὶ κόρρη καὶ
»ἐπὶ κόρρης».
 E. M. 685, 23: τὸ ποτί τὴν πρός πρόθεσιν σημαίνει Δωρικῶς. ἡ
γὰρ πρός κατ' ἐπέκτασιν προσί ὡς ἐν ἐνί (ἀναλόγως· παρέπεται γὰρ
ταῖς προθέσεσι τὸ μέχρι τῆς δισυλλαβίας αὐξάνεσθαι) καὶ τροπῇ Δωρικῇ

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀρθογραφίας Part+vol. 3,2, pa 496, li.5

 ἔγχουσα εἶδος βοτάνης, ἣ καὶ διὰ τοῦ α λέγεται ἄγχουσα, Ἀτ-


τικοὶ δὲ διὰ τοῦ ε.
 ἐν χρῶ: ἰστέον ὅτι δύο μέρη λόγου εἰσὶ τὸ ἐν χρῶ, πρόθεσις
δηλονότι καὶ ὄνομα καὶ οὐχὶ ὥσπερ τινὲς ἐνόμισαν ἐπίρρημα. γράφεται
δὲ καὶ μετὰ τοῦ ν καὶ μετὰ τοῦ γ. καὶ προσγραφομένου τοῦ ι ἡ κλίσις
τοῦ χρωτός Ἀττικῶς. ὁ χρώς γὰρ τοῦ χρῶ τῷ χρῷ τὸν χρώ ὥσπερ  
Ἀττικῶς ὁ γέλως τοῦ γέλω. μὴ προσγραφομένου δὲ εὔδηλων ὡς
ἀποκοπῆς γενομένης τῆς τελευταίας συλλαβῆς ἐν χρῶ εἴρηται, χρωτί
γὰρ ἀπεκόπη.
 ἐγχύλης διὰ τοῦ υ, εἶδος ἰχθύος.
 ἐγών Δωριέων διάλεκτός ἐστι.  – ἢ καὶ ὁ ποιητὴς ἐκκλίνας τὴν
χασμωδίαν τῶν φωνηέντων εἶπε τὸ ἐγών μετὰ τοῦ ν.
 ἐγώνγα: πᾶσα συλλαβὴ εἰς ν λήγουσα ἐν μιᾷ λέξει, ἐὰν συντεθῇ
μεθ' ἑτέρας συλλαβῆς ἀρχομένης ἀπὸ τοῦ γ κ ξ χ τρέπει τὸ ν εἰς γ.
– δεῖ γινώσκειν ὅτι τὸ ἐγώνγα καὶ ἰώνγα δοκεῖ ἀντικεῖσθαι κτλ.
 Ἐδουμαῖοι ἔθνος Ἀράβων. τινὲς δὲ διὰ τοῦ ι γράφουσιν.
 ἔθειρα: διὰ τῆς ει διφθόγγου. ἐκ γὰρ τοῦ ἐθείρω γέγονεν οἱονεὶ
ἡ ἐξ ἔθους ἐπιφοιτῶσά τινι. ὑπάγεται δὲ καὶ κανόνι τῶν εἰς ρα θη-
λυκῶν.
 ἐθείρω: διὰ τῆς ει διφθόγγου. τὰ γὰρ διὰ τοῦ ειρω ῥήματα κτλ.
τὸ δὲ ἐθείρω σημαίνει τὸ ἐξ ἔθους ἐπιμελοῦμαι ἢ ἐξ ἔθους τινὶ ἐπιφοιτᾶν.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀρθογραφίας Part+vol. 3,2, p. 501, li.25

λέγω τὸ γενόμενον ἀπὸ τοῦ φημί.


 εἶμι τὸ πορεύομαι διὰ τῆς ει διφθόγγου τὸ πρῶτον. ἀπὸ γὰρ τοῦ
71

εἴω γέγονε τροπῇ τοῦ ω εἰς μι.


 εἶναι: ει. ἀπὸ γὰρ τοῦ εἰμί γίνεται τὸ πρῶτον πρόσωπον τῶν
πληθυντικῶν ἐμέν, ὅπερ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ σ γίνεται ἐσμέν, καὶ
λοιπὸν ἀπὸ τοῦ ἐμέν γίνεται ἔναι τὸ ἀπαρέμφατον καὶ κατὰ πλεονασμὸν
τοῦ ι εἶναι.
 εἰνάτηρ: ἡ νύμφη διὰ τῆς ει διφθόγγου. παρὰ τὸ εὐνή γέγονεν
εὐνάτηρ καὶ κατὰ τροπὴν τοῦ υ εἰς ι εἰνάτηρ.
 εἴνατος: ἐκ τοῦ ἔννατος κατὰ μεταβολὴν τοῦ ν εἰς ι. καὶ ἡ
μὲν τῶν Ἀργείων διάλεκτος μεταβάλλει τὸ ι εἰς ν. καὶ γὰρ τὸ σπείδω
σπένδω λέγουσι καὶ τὸ αἰεί αἰέν. ἡ δὲ τῶν Σικελῶν τὸ ἀνάπαλιν τὸ
ν εἰς ι μεταβάλλει, τὸ γὰρ ἐννάνυχον εἰνάνυχον καὶ τὸ ἔνδον ἔνδοι.
 Εἴνατος πόλις Κρήτης, ὡς Ξενίων φησί.
 εἵνεκα: ἕνεκα πλεονασμῷ τοῦ ι εἵνεκα.
 εἰνοσίφυλλον: διὰ τῆς ει διφθόγγου. σημαίνει δὲ τὸν κινοῦντα
τὰ φύλλα. παρὰ γὰρ τὴν ἔνοσιν, ὃ σημαίνει τὴν κίνησιν, καὶ τὸ φύλ-
λον γέγονεν ἐνοσίφυλλον καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι εἰνοσίφυλλον διὰ τῆς
ει διφθόγγου.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀρθογραφίας Part+vol. 3,2, p. 548, li.22

Αἰολεῖς (pro καὶ ἴλαος scripsi), ἐπειδὴ ἀνεδιπλασίασε (hoc inserui), συνέ-
στειλε τὸ δίχρονον ἤγουν τὸ ι διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ὡς εἴρηται αὐτὸ
ἐκτείνεσθαι (hoc inserui) τῶν δύο ἐπιφερομένων συμφώνων.
 Μαντίνεια πόλις Ἀρκαδίας. Ὅμηρος «οἳ Τέγεάν τ' εἶχον καὶ
Μαντινέην ἐνέμοντο» (Β 607).
 Μαντύη καὶ Μαντύα πόλις Ῥωμαίων. γράφεται καὶ Μάντουα
τῷ τῶν Ῥωμαίων ἔθει.
 Μαργίτης παρὰ τὸ μάργος.
 Μαρικᾶς cf. Γαριμᾶς.
 μάρκας μακάριος.
 Τὴν μάρτυς εὐθεῖαν ἡ Αἰολέων διάλεκτος διὰ τοῦ ρ προφέρει·
ἐκεῖνοι γὰρ τὸ ς εἰς ρ μεταβάλλουσι τὸ οὗτος οὗτορ λέγοντες καὶ ἵππος
ἵππορ· οὕτως οὖν καὶ μάρτυς μάρτυρ, ἀφ' ἧς ἐκπίπτει πληθυντικὸν
μάρτυρες παρά τε τοῖς κωμικοῖς καὶ Ἱππώνακτι.
 μάσθλη καὶ μάσθλης ἀπὸ τοῦ ἱμάσσω.
μασταρίζω.  μαστροπός καὶ μαστροφός.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀρθογραφίας Part+vol. 3,2, p. 559, li.23

 οἶσθα οἶδας. ἑκατέρως Ἀττικῶς


72

 Οἰσύμη πόλις Μακεδονίας. ταύτην Αἰσύμην Ὅμηρος (Il. Θ 304) ἔφη.


 οἰσύπειον: ἔριον ῥυπαρὸν προβάτων. τὸ αὐτὸ οἰσυπηρόν καὶ
οἰσυπηρός.
 Οἴτη ὄρος περὶ Τραχῖνα. οἱ οἰκοῦντες Οἰταῖοι. καὶ θηλυκὸν
Οἰταίη καὶ Οἰτηΐς, ἴσως ἀπὸ τοῦ Οἰταιεύς Οἰταιίς καὶ Οἰτηΐς.
 Οἴτυλος πόλις Λακωνικῆς. «ἠδ' Οἴτυλον» (Β 585) ὡς δάκτυλον
ἀπὸ τοῦ Οἰτύλου ἥρωος. τινὲς δὲ τὸ οι ἄρθρον φασὶν εἶναι καὶ τὴν
πόλιν Τύλον.
 ὀκεῖλαι ἐξώκειλα. ὀκέλλω γάρ.
 ὄκκα παρ' Ἀλκμᾶνι· τὸ ὅτε ὄκα λέγει ἡ διάλεκτος. εἶτα διπλα-
σιάσασα ὄκκα.
 ὀκνείω ὀκνῶ.
 ὄκταλλος ὁ ὀφθαλμὸς παρὰ Βοιωτοῖς.
 ὀλαιτοί: σπερμολόγοι. καὶ ὀλατοί.
 ὄληαι ἀποθάνοις.
 ὀλίος κατὰ διάλεκτον. Ταραντῖνοι γὰρ τὸ ὀλίγος ὀλίος λέγουσιν
ἄνευ τοῦ γ.
 Ὀλμειός ποταμός: ει ὡς Ἀλφειός.
 ὄλοκες αὔλακες.
 ὀλόπτειν, ὀλούφειν τίλλειν.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀρθογραφίας Part+vol. 3,2, p. 575, li.18

Ρ.

 ῥᾴ σημαίνει τὸ εὐχερές. τινὲς δὲ ἀπὸ τοῦ ῥέα σχηματίζουσιν


αὐτό, οἷς καὶ ὁ τόνος καὶ ἡ παράδοσις ἀντίκεινται καὶ ἡ Αἰολικὴ διά-
λεκτος. ὁ τόνος μὲν ὅτι εἰ ἦν ἀπὸ τοῦ ῥέα ὤφειλε περισπᾶσθαι· ἡ
παράδοσις δέ, ὅτι οὐκ ὤφειλεν ἔχειν τὸ ι ἡ τῶν Αἰολέων δὲ διά-
λεκτος, ὅτι εἰ ἦν ἀπὸ τοῦ ῥέα οὐκ ὤφειλον οἱ Αἰολεῖς προστιθέναι τὸ
β καὶ λέγειν βρᾴ· τότε γὰρ προστίθεται τὸ β τῷ ρ, ἡνίκ' ἐπιφέρεται τὸ
κ ἢ τὸ δ ἢ τὸ τ ἢ τὸ ζ. ἀλλ' ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι τὸ ῥᾴδιον λέγεται
βρᾴδιον Αἰολικῶς, ὡς ἐπιφερομένου τοῦ δ. ἐκ τούτου γίνεται κατὰ
ἀποκοπὴν καὶ εὐλόγως ἔχει τὸ ι. οὐδὲν δὲ ξένον, εἰ δύο συλλαβῶν
γέγονεν ἀποκοπή. καὶ γὰρ πολλάκις καὶ δύο συλλαβῶν γίνεται ἀπο-
κοπὴ οἷον μακάριος μάκαρ, προπάροιθεν πρόπαρ. οὕτως οὖν καὶ ῥᾴ-
διον ῥᾴ. τὸ δὲ ῥᾴδιον ἔχει τὸ ι προσγεγραμμένον, ἐπειδὴ εὑρίσκεται
73

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀνομάτων Part+vol. 3,2, p. 615, li.35

διανὸς ἐν τῷ Ὀνοματικῷ ὡς περισπώμενον, ἀλλ' οὖν οὐ περισπᾶ-


ται, ἀλλ' ὀξύνεται, ὥς φησιν ἐν τῇ καθόλου.
 Schol. ad Aristoph. Ran. 926: ἄγνωτα τοῖς θεωμένοις: ἀπὸ τοῦ
ἄγνωτος. οὐ γὰρ παρασχηματίζεται ἀπὸ τοῦ ἀγνώς εἰς οὐδέτερον γέ-
νος, ὥς φησιν Ἡρωδιανός.
 Eustath. 1807, 16 ἐν τοῖς ὀνοματικοῖς τοῦ Ἡρωδιανοῦ φέ-
ρεται ὡς ἐκ τοῦ μάρτυς γίνεται κατά τινα διάλεκτον τροπῇ τοῦ ς εἰς
ρ μάρτυρ, οὗ ἡ γενικὴ ἀναδραμοῦσα εἰς εὐθεῖαν κινεῖ τὸν μάρτυρον.
 Eustath. 114, 15: Ἡρωδιανὸς εἰπών, ὅτι καὶ μάρτυροι καὶ μάρ-
τυρες ἑκατέρως, ἐπάγει, ὅτι τέτριπται τὸ μάρτυρες ἀπὸ τῆς μάρτυς
εὐθείας, ἣν ἡ Αἰολέων διάλεκτος διὰ τοῦ ρ προφέρει ἐκεῖνοι γάρ,
φησί, τὸ ς εἰς ρ μεταβάλλουσι τὸ οὗτος οὗτορ λέγοντες καὶ τὸ ἵππος
ἵππορ· οὕτως οὖν, φησί, καὶ μάρτυς μάρτυρ, ἀφ' ἧς ἐκπίπτει πληθυν-
τικὸν οἱ μάρτυρες παρά τε τοῖς κωμικοῖς καὶ Ἱππώνακτι· οἱ δέ γε μάρ-
τυροι ἀπὸ τοῦ μάρτυρος εὐθείας οἷον «Ζεὺς δ' ἄμμ' ἐπιμάρτυρος ἔστω»
(Il. Η 76).  
 Choer. 350, 25: τὸ ἀναδενδράς ὁ Ἡρωδιανὸς ὑπολαμβάνει μόνως
συστέλλειν τὸ α καὶ ὀξύνεσθαι.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ κλίσεως ὀνομάτων Part+vol. 3,2, p. 692, li.28

τῷ ἄρσενι τὸν ἄρσενα ὦ ἄρσεν καὶ τὸ ἄρσεν, ὁ λιπόπατρις τοῦ


λιποπάτριδος
τῷ λιποπάτριδι τὸν λιποπάτριδα ὦ λιπόπατρι καὶ τὸ λιπόπατρι. εἰ οὖν τὰ
οὐδέτερα φημὶ δὴ τὸ εὐγενές καὶ τὸ εὐσεβές ὁμοφωνεῖ τῇ κλητικῇ
τοῦ ἀρσενικοῦ, ὦ εὐγενές γὰρ καὶ τὸ εὐγενές, ὦ εὐσεβές γὰρ καὶ τὸ
εὐσεβές, καὶ ὡς δέδεικται ὁμοφωνεῖ τῇ κλητικῇ τοῦ ἀρσενικοῦ καὶ
οὐχὶ τῇ αἰτιατικῇ, τὸν εὐσεβῆ γὰρ καὶ τὸν εὐγενῆ ἡ αἰτιατική, δη-
λονότι περιττοσυλλάβως κλίνεται οἷον τοῦ εὐσεβέος καὶ τοῦ εὐγενέος·
ἄρα οὖν τοῦ εὐσεβοῦς καὶ τοῦ εὐγενοῦς πεπονθότα ἐστίν· οὐ κλίνεται γὰρ

περιττοσυλλάβως. δεῖ δὲ γινώσκειν ὅτι τῇ μὲν ἐντελεῖ γενικῇ κέχρηνται


οἱ Ἴωνες οἷον Δημοσθένεος καὶ Διομήδεος· οἱ δὲ Ἀττικοὶ καὶ ἡ
κοινὴ διάλεκτος τῇ συνῃρημένῃ οἷον Δημοσθένους καὶ Διομήδους.
 Choer. 157, 21: ἰστέον δὲ ὅτι τὸ ε καὶ τὸ ο τριχῶς συναιρεῖται,
καὶ γὰρ εἰς τὴν ου δίφθογγον καὶ παρὰ τοῖς Ἀθηναίοις οἷον Δημο-
σθένεος Δημοσθένους, εὐσεβέος εὐσεβοῦς· παρὰ δὲ τοῖς Δωριεῦσι καὶ
τοῖς Ἴωσιν εἰς τὴν ευ δίφθογγον οἷον [Ἰδομενέος Ἰδομενεῦς
  Ἰδομενεῦς δ' οὐ λῆγε μένος μέγα (Ν 424)·
καὶ πάλιν] Ὀδυσσέος Ὀδυσσεῦς
74

  Ὀδυσεῦς δὲ λαβὼν κύσε χεῖρ' ἐπὶ καρπῷ (ω 397)·

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ κλίσεως ὀνομάτων Part+vol. 3,2, p. 755, li.22

ἄρσενος· ἐπειδὴ οὖν τὸ η συστελλόμενον εἰς τὸ ε συστέλλεται, εἰκότως


οὖν ἡ εἰς ους συνῃρημένη γενική, ἡνίκα εὑρεθῇ ἀπὸ τῶν εἰς ης, διὰ
τοῦ εος ἔχει τὴν ἐντέλειαν. διατί δὲ ὅτε ἐστὶν ἀπὸ τῶν εἰς ω διὰ τοῦ
οος ἔχει τὴν ἐντέλειαν; λέγομεν ταύτην τὴν ἀπολογίαν, ὅτι τὸ ω
συστελλόμενον εἰς τὸ ο συστέλλεται οἷον Ἕκτωρ Ἕκτορος, Μέντωρ
Μέν-
τορος, γείτων γείτονος, σώφρων σώφρονος. ἐπειδὴ οὖν τὸ ω συστελ-
λόμενος εἰς τὸ ο συστέλλεται, εἰκότως καὶ ἡ εἰς ους γενικὴ εὑρεθεῖσα
παρὰ τῶν εἰς ω διὰ τοῦ οος ἔχει τὴν ἐντέλειαν.
 Choer. 332, 13: ἰστέον ὅτι τῇ μὲν διὰ τοῦ οος γενικῇ κέχρηνται
οἱ Ἴωνες οἷον τῆς Σαπφόος τῆς Λητόος, τῇ δὲ εἰς ους οἱ Ἀττικοὶ καὶ
ἡ κοινὴ διάλεκτος οἷον Σαπφοῦς Λητοῦς.
 Ἀπὸ τῆς Σαπφόϊ δοτικῆς γέγονεν ἡ Σαπφόα αἰτιατικὴ τροπῇ τοῦ
ι εἰς α καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ ο καὶ α εἰς ω Σαπφώ. ἔστι καὶ τὴν
Σαπφών καὶ τὴν Λητών ἡ αἰτιατικὴ καὶ κατὰ τροπὴν τοῦ ω εἰς τὴν οι
δίφθογγον γίνεται τὴν Σαπφοῖν καὶ τὴν Λητοῖν. ἰστέον δὲ ὅτι οἱ Αἰο-
λεῖς καὶ διὰ τοῦ ων λέγουσι τὴν αἰτιατικὴν τῶν εἰς ω θηλυκῶν καὶ
βαρύνουσιν οἷον τὴν Λήτων, τὴν Σάπφων.  
 Choer. 335, 10: ἡ κλητικὴ τῶν εἰς ω θηλυκῶν εἰς τὴν οι δίφθογ-
γον λήγει, τῆς χρήσεως οὕτως ἐχούσης, ἡ Σαπφώ ὦ Σαπφοῖ, ἡ Λητώ
ὦ Λητοῖ

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ῥημάτων Part+vol. 3,2, p. 791, li.29

πεποίηκας πεποίηκε, ἔτυψας ἔτυψε. «χωρὶς δὲ τῶν ἀπὸ τῶν εἰς μι»
πρόσκειται,
ἐπειδὴ ἐπὶ τούτων κατὰ τὸν ἐνεστῶτα οὐχ ὅτι τὸ ς οὐκ ἀποβάλλεται, ἀλλὰ
καὶ
τὸ ι προσέρχεται οἷον τίθημι τίθης τίθησι, ἵστημι ἵστης ἵστησι, δίδωμι
δίδως δίδωσι.
ζεύγνυμι ζεύγνυς ζεύγνυσι.
περὶ συντάξεως στοιχείων fr. 14.
 Choer. 505, 17: ἄξιόν ἐστι ζητῆσαι, τίνος χάριν ἀπὸ πληθυντικῶν
κανονί-
ζομεν τὰ δυϊκὰ ἐν ῥήμασι· δοκεῖ γὰρ τοῦτο ἀτάκτως ἔχειν· οὐδεὶς γὰρ τὰ
πρῶτα
75

ἐκ τῶν ὑστέρων κανονίζει. καὶ ἔστιν εἰπεῖν, ὡς λέγει Φιλόξενος, ἐπειδὴ


τὰ
δυϊκὰ ὑστερογενῆ ἐστιν· ὕστερον γὰρ ἐπενοήθη τὰ δυϊκά· ὅθεν οὐδὲ
πᾶσα διά-
λεκτος κέχρηται τῷ δυϊκῷ ἀριθμῷ. οἱ γὰρ Αἰολεῖς παντελῶς δυϊκὰ οὐκ
ἔχουσιν,
ὥσπερ οἱ Ῥωμαῖοι ἄποικοι ὄντες τῶν Αἰολέων· ἀλλ' οὔτε διάλεκτος ἔχει
τὰ δυϊκά,
ἀλλ' εἰς πάντα τῷ πληθυντικῷ ἀριθμῷ κέχρηται ἀντὶ τοῦ δυϊκοῦ ἀριθμοῦ,
μὴ
ἔχουσα δυϊκά. εἰκότως οὖν, ἐπειδὴ τελευταῖον ἐπενοήθη τὰ δυϊκά, ἐκ τῶν
πλη-
θυντικῶν κανονίζεται προτερευόντων αὐτῶν.
 Il. Pr. Γ 152: τὰ τρίτα πρόσωπα πληθυντικὰ ὁριστικὰ ἐνεστῶτος
χρόνου τὴν αὐτὴν φωνὴν καὶ τὸν αὐτὸν τόνον ἀποφέρεται ταῖς πλη-
θυντικαῖς δοτικαῖς μετοχαῖς, λέγομεν λέγεται λέγουσι καὶ τοῖς λέγουσιν,  

ἵσταμεν ἵστατε ἱστᾶσι καὶ τοῖς ἱστᾶσι, ἵεμεν ἵετε ἱεῖσι καὶ τοῖς ἱεῖσι.
ἀντιπίπτει μόνον διά τι αἴτιον τὸ φασί πρὸ τὸ φᾶσι μετοχικὸν ὡς στᾶσι.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ῥημάτων Part+vol. 3,2, p. 791, li.30

πεποίηκας πεποίηκε, ἔτυψας ἔτυψε. «χωρὶς δὲ τῶν ἀπὸ τῶν εἰς μι»
πρόσκειται,
ἐπειδὴ ἐπὶ τούτων κατὰ τὸν ἐνεστῶτα οὐχ ὅτι τὸ ς οὐκ ἀποβάλλεται, ἀλλὰ
καὶ
τὸ ι προσέρχεται οἷον τίθημι τίθης τίθησι, ἵστημι ἵστης ἵστησι, δίδωμι
δίδως δίδωσι.
ζεύγνυμι ζεύγνυς ζεύγνυσι.
περὶ συντάξεως στοιχείων fr. 14.
 Choer. 505, 17: ἄξιόν ἐστι ζητῆσαι, τίνος χάριν ἀπὸ πληθυντικῶν
κανονί-
ζομεν τὰ δυϊκὰ ἐν ῥήμασι· δοκεῖ γὰρ τοῦτο ἀτάκτως ἔχειν· οὐδεὶς γὰρ τὰ
πρῶτα
ἐκ τῶν ὑστέρων κανονίζει. καὶ ἔστιν εἰπεῖν, ὡς λέγει Φιλόξενος, ἐπειδὴ
τὰ
δυϊκὰ ὑστερογενῆ ἐστιν· ὕστερον γὰρ ἐπενοήθη τὰ δυϊκά· ὅθεν οὐδὲ
πᾶσα διά-
λεκτος κέχρηται τῷ δυϊκῷ ἀριθμῷ. οἱ γὰρ Αἰολεῖς παντελῶς δυϊκὰ οὐκ
ἔχουσιν,
ὥσπερ οἱ Ῥωμαῖοι ἄποικοι ὄντες τῶν Αἰολέων· ἀλλ' οὔτε διάλεκτος ἔχει
76

τὰ δυϊκά,
ἀλλ' εἰς πάντα τῷ πληθυντικῷ ἀριθμῷ κέχρηται ἀντὶ τοῦ δυϊκοῦ ἀριθμοῦ,
μὴ
ἔχουσα δυϊκά. εἰκότως οὖν, ἐπειδὴ τελευταῖον ἐπενοήθη τὰ δυϊκά, ἐκ τῶν
πλη-
θυντικῶν κανονίζεται προτερευόντων αὐτῶν.
 Il. Pr. Γ 152: τὰ τρίτα πρόσωπα πληθυντικὰ ὁριστικὰ ἐνεστῶτος
χρόνου τὴν αὐτὴν φωνὴν καὶ τὸν αὐτὸν τόνον ἀποφέρεται ταῖς πλη-
θυντικαῖς δοτικαῖς μετοχαῖς, λέγομεν λέγεται λέγουσι καὶ τοῖς λέγουσιν,  

ἵσταμεν ἵστατε ἱστᾶσι καὶ τοῖς ἱστᾶσι, ἵεμεν ἵετε ἱεῖσι καὶ τοῖς ἱεῖσι.
ἀντιπίπτει μόνον διά τι αἴτιον τὸ φασί πρὸ τὸ φᾶσι μετοχικὸν ὡς στᾶσι.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παρωνύμων Part+vol. 3,2, p. 850, li.29

ὁ δὲ Ἀπολλώνιος (I 151) καὶ Πίνδαρος (Nem. 10, 65) Ἀφάρης ὑποτι-


θέασι τὴν εὐθεῖαν. εἴρηται οὖν παρὰ τὸ φάρος τὸ παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς
συστελλόμενον καὶ ἐν παραγωγῇ Ἀφαρεύς. ὁ δὲ Ἡρωδιανός φησι
τὰ τοιαῦτα τῶν ὀνομάτων παρὰ τῆς Ἄρης συγκεῖσθαι, Τυνδάρης Ἀμ-
φιάρης καὶ Ἀμφιάραος. γέγονεν οὖν καὶ τὸ Ἀφάρης οὕτως. εἶτα παρώ-
νυμον Ἀφαρεύς. ὁ δὲ Κράτης παρὰ τὸ ἄφαρ ἐπίρρημα.
 E. M. 387, 44 ἐτώσιον: ἐκ τοῦ ἔω τὸ ὑπάρχω ἐτός ὁ ἀληθής.
μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἄετος, τὸ πληθυντικὸν ἄετοι ἀέτων ἀετώσιος
καὶ ἀφαιρέσει ἐτώσιος. κανὼν γάρ ἐστιν ὁ λέγων, αἱ διὰ τοῦ ιος γινό-
μεναι παραγωγαὶ ἀπὸ γενικῆς τῶν πληθυντικῶν διχῶς σχηματίζονται
καὶ διὰ τοῦ σ καὶ διὰ τοῦ ν· ἡ μὲν τῶν Ῥηγίνων διάλεκτος διὰ τοῦ
σ ὡς ἐτώσιος. ἡ δὲ τῶν Αἰολέων διὰ τοῦ ν ὡς Ἑλικώνιος.

Περὶ τῶν εἰς ν παρωνύμων.

 Arcad. 10, 24: τὰ ἀπὸ συνθέτων εἰς ος παραχθέντα κατὰ τοῦ


αὐτοῦ σημαινομένου βαρύνεται ἄπειρος ἀπείρων, ἀγκύλος ἀγκύλων.  
 Theogn. 28, 16: τὰ εἰς ων παραγωγὰ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς ἐκ πρω-
τοτύπου φωνῆς ἔχοντα τὴν ει δίφθογγον ταύτην φυλάττει καὶ ἐπὶ τοῦ
παραγωγοῦ, Καδμεῖος Καδμείων, Βακχεῖος Βακχείων, Ἀργεῖος Ἀργείων.
 Theogn. 29, 22: τὰ εἰς ων παρώνυμα μὴ κοινωνοῦντα θηλυκῷ
γένει κατὰ τὴν φωνὴν διὰ τοῦ ω κλίνεται, Φίλων, Ἀγάθων, Μελίτων,
Νίκων. πρόσκειται «μὴ κοινωνοῦντα κτλ.» διὰ τὸ ἄπειρος ἀπείρων,

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παθῶν (supplementum) Part+vol. 3,2, p. 195,


li.18
77

κρᾶσιν τοῦ η καὶ ε εἰς η γέγονεν ἦν· ὅτι γὰρ δεύτερος ἀόριστός ἐστι,
δηλοῖ ἡ μετοχὴ ἐών οὖσα ὀξύτονος· αἱ γὰρ εἰς ων ὀξύτονοι μετοχαὶ
δευτέρου ἀορίστου εἰσὶν οἷον τυπών δραμών λαθών δακών πιών.  
 Theogn. 161, 32: τὰ εἰς ιν ἐπιρρήματα ἐκ πλεονασμοῦ ἔχοντα τὸ
ν διὰ τοῦ ι γράφονται οἷον αὖθι αὖθιν· οὕτω γάρ φησιν (sc. ὁ τεχνι-  
κὸς i. e. Ἡρωδιανός) παρὰ Ῥηγίνοις· πάλι πάλιν, πέρυσι πέρυσιν, ὃ
καὶ πέρυτις λέγεται Δωρικῶς· αἶιν, ὅπερ ἀπὸ τοῦ αἰεί γέγονεν· νυνίν,
οὑτωσίν.
 Il. Pr. Σ 547: τέλσον ἐγένετο παρὰ τὸ τέλος ἐν ὑπερθέσει τοῦ
ς καὶ προσόδῳ τοῦ ν.
 Ep. Cr. I 150, 11, E. M. 314, 37: ἐγών Δωριέων διάλεκτός
ἐστι· προσλαμβάνει τὸ ν· ἢ καὶ ὁ ποιητὴς ἐκκλίνων τὴν χασμῳδίαν τῶν
φωνηέντων εἶπε τὸ ἐγών μετὰ τοῦ ν ὡς τὸ «καὶ ἐγὼν ἐπίκουρος ἐών»
(Γ 188).

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παθῶν (supplementum) Part+vol. 3,2, p. 357,


li.14

δισύλλαβα διὰ τὸ ἐλέγχω ἐλέγξω ἤλεγχα.


 Theogn. 45, 20: τὸ τραπεζείτης ἐπὶ τοῦ κυνός, ἐπεὶ ἀπὸ τοῦ
τραπεζεύς παρῆκται, διὰ τῆς ει γράφεται· τοῦτο δὲ παρ' Ἰβύκῳ εὕρη-
ται κατὰ τροπὴν τῆς ει διφθόγγου εἰς η, ὥς φησιν Ἡρωδιανὸς ἐν
τῇ καθόλου.
 E. Or. 160, 6: φειδωλός οἷον φευγωλός τίς ἐστιν, ὁ φεύγων τὸ
δοῦναι. Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ ὀρθογραφίᾳ.
 Eustath. 287, 20: σημείωσαι, ὅτι τινὰ τῶν παλαιῶν ἀντιγράφων  
Τροιζῆνα προπαροξυτόνως ἔγραψαν, οἷς καὶ Ἡρωδιανὸς συνηγορεῖ ἐν
τοῖς περὶ ταχυτῆτος καὶ δηϊοτῆτος εἰπών, ὅτι ἡ Δωρὶς καὶ Αἰολὶς διά-
λεκτος οὐδέποτε κατὰ γενικὴν περιττοσύλλαβον τὸ η μετατιθέασιν εἰς
α, εἰ μὴ βαρύνοιτο, Ἕλλην Ἕλλαν, Τροίζην Τροίζαν. ποιμήν δὲ καὶ
λιμήν οὐκ ἂν ἐροῦσι διὰ τοῦ α, ἐπεὶ ὀξυτονεῖται. ἐπὶ μέντοι μονο-
συλλάβων μετατιθέασι τὸ σφήξ καὶ μήν σφάξ λέγοντες καὶ μάν. σεση-
μείωται, φησίν, τὸ ἐσθάς ὀξυνόμενον καὶ διὰ τοῦ α λεγόμενον παρὰ
Πινδάρῳ ἐν Πυθιονίκαις.
 Dichr. 296, 25: τὸ α πρὸ τοῦ β θέλει συστέλλεσθαι, εἰ μὴ κατὰ
διάλεκτον εἴη γενομένη τροπὴ ἐκ τοῦ η εἰς α ὡς ἔχει τὸ ἡβήσομεν
ἁβάσομεν.

Αίλιος Ηρωδιανός. De figuris (= Περὶ σχημάτων) [Sp.] P. 89, li.27

 Παρὰ δὲ χρόνους σχηματίζουσι πρῶτον μὲν οἱ τοὺς


78

παρεληλυθότας ἀντὶ ἐνεστώτων παραλαμβάνοντες, ἔπει-


τα οἱ ἐνεστῶσι χρώμενοι ἀντὶ μελλόντων, οἷον
  ἐγὼ δέ κ' ἄγω Βρισηΐδα καλλιπάρῃον.
λέγοι γὰρ ἂν οὕτως τὸ βεβαίως ἐσόμενον παραστῆσαι
θέλων, ὡς εἴ τις εἴποι, αὔριον διαλέγομαι, οἷον πάν-
τως διαλέξομαι.
 Παρὰ δὲ διαθέσεις οἱ τοῖς μέσοις ἀορίστοις καὶ μέλ-
λουσιν ἀντὶ ἐνεργητικῶν τὴν σύνταξιν ἁρμόζοντες, εὐ-
πρεπεστέρας τῆς περικοπῆς γινομένης, ἐπεὶ καὶ ἡ τῶν
Ἀττικῶν διάλεκτος χαίρει τούτοις. λαμβάνεται δὲ καὶ
ὁλόκληρα παθητικὰ ἀντὶ ἐνεργητικῶν πολλάκις, ὅταν
μὴ δύσφημος ἢ δυστράπελος ἡ ἐναλλαγὴ μέλλῃ γενή-
σεσθαι πρὸς τὸ τοῦ λέγοντος πρόσωπον· τὸ γοῦν γρά-
φομαι λέγεται πολλάκις ἀντὶ τοῦ γράφω, οἷον γρά-
φομαι τόνδε παραπρεσβείας· ὅλαι δὲ λέξεις ἀντὶ ἄλλων  
τιθέμεναι τὴν μὲν σύνταξιν οὐ ξενίζουσιν, ἤτοι δὲ λεί-
πειν τὴν φράσιν ποιοῦσιν ὑπονοεῖν λανθάνουσαι ἢ τὸ
διανόημα ἐξαλλάσσουσι. τὸ μὲν οὖν πρότερον οὕτως,
  μήκων δ' ὡς ἑτέρωσε κάρη βάλεν, ἥτ' ἐνὶ κήπῳ
  καρπῷ βριθομένη νοτίῃσί τε εἰαρινῇσι·

Αίλιος Ηρωδιανός. Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris.


2543 + 2570) P. 26, li.12

ἑωσφόρος, καὶ ἑωθινός· ἕωλον, τὸ χθεσινὸν καὶ τὸ μάταιον·


καὶ τὰ λοιπά.
 Πλὴν τοῦ αἰάζω, τὸ θρηνῶ· καὶ Αἴας, Αἴαντος, Αἰακὸς,
κύρια· Αἰακίδης, ὁ υἱὸς τοῦ Αἰακοῦ· αἶα, ἡ γῆ· αἰανὸν,
τὸ χαλεπὸν καὶ σκοτεινόν· αἰετὸς, ὁ ἀετός· αἰὲν, ἀντὶ τοῦ
διηνεκῶς· Αἰήτης καὶ Αἴολος, κύρια· Αἰολεὺς, ἐθνικὸν, καὶ
κλίνεται Αἰολέως· αἰολίζω, ῥῆμα· αἰόλον, τὸ ποικίλον·
αἰονῶ, τὸ βρέχω· αἰὼν, αἰῶνος· αἰώνιον, τὸ διηνεκές· καὶ
αἰωνίζω, ῥῆμα, τὸ διηνεκίζω.
 Τὸ ε πρὸ παντὸς φωνήεντος ψιλογραφεῖται, ὡς ἔφα-
μεν, καὶ πρὸ τοῦ β· οἷον· Ἑβραῖος· Ἑβραῒς διάλεκτος·
Ἕβερ, κύριον· Ἔβενος, ὁ ἔβελος· ἕβδομος· ἑβδομάς· ἑβδο-
μήκοντα· καὶ τὰ λοιπά.
 Πλὴν τοῦ αἰβάλη, ἡ θύρα· καὶ αἰβοὶ, ἐπίῤῥημα
σχετλιαστικόν.
 Τὸ ε πρὸ τοῦ γ ψιλογραφεῖται· οἷον· ἐγώ· ἐγείρω·
ἔγερσις· ἐγγύς· ἔγγιον, τὸ πλησίον· ἐγγίζω· καὶ ἁπλῶς  
79

ὅσα ἐκ τῆς ἐν προθέσεως· ἐγγυμνάζω· ἐγγυῶμαι· ἐγχειρί-


διον, τὸ ἀνὰ χεῖρας βιβλίον, ἢ ξίφος· ἐγχέλυς· ἐγχρίπτω,
τὸ πλησιάζω· καὶ τὰ λοιπά.

Αίλιος Ηρωδιανός. Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris.


2543 + 2570) P. 223, li.17

οἰκία, τὸ ὀσπίτιον, δίφθογγον, καὶ ἰῶτα· οἰκεία δὲ, ἡ


πατρὶς, καὶ οἰκεία, ἡ ἰδία, δίφθογγα τὰ δύο.
 Τὰ διὰ τοῦ ια ὀξύτονα θηλυκὰ διὰ τοῦ ἰῶτα γράφονται·
οἷον· λαλιά· καλιά· σποδιά· πυρκαϊά· πρασιά· μυρμηκιά·
παιδιά· καὶ στρατιά.
 Παιδεία δὲ, καὶ στρατεία, παρειὰ, φορβειὰ, ὁ χαλι-
νὸς, χειὰ, ζειὰ, καὶ Φειὰ, πόλις· δίφθογγα.
 Τὰ διὰ τοῦ ιας ὀξύτονα θηλυκὰ διὰ τοῦ ι γράφονται·
οἷον· τριάς· χιλιάς· Ἰλιὰς, ἡ Ὁμηρικὴ βίβλος· Κωλιὰς, ἡ
Ἀφροδίτη· πελιάς· ἁλιὰς, πλοῖον ἁλιευτικόν· Ἰὰς διά-
λεκτος· καὶ τὰ ὅμοια.  
 Πλὴν τοῦ γενειάς· καὶ πλειὰς, τὸ ἐξάστερον· πληϊὰς
δὲ, ἰῶτα· ὡσαύτως καὶ τὰ ὅμοια.
 Τὰ διὰ τοῦ ηις ἐκφερόμενα θηλυκὰ διὰ τοῦ ἦτα γρά-
φονται καὶ ἰῶτα· οἷον Χρυσηῒς, Χρυσηΐδος· Βρισηΐς·
ἐχενηΐς· Κριθηΐς· δηῒς, ἡ μάχη· καὶ τὰ ὅμοια.
 Τὰ διὰ τοῦ ειρα ἐκφερόμενα προπαροξύτονα θηλυκὰ, διὰ
τῆς ει διφθόγγου γράφονται· οἷον σώτειρα· δότειρα· δομή-
τειρα· γενέτειρα· ὀλέτειρα· ἡγήτειρα· Σάπφειρα, καὶ
Δηϊάνειρα, κύρια· ἔθειρα, ἡ θρίξ· πίειρα γῆ· βότειρα γῆ·
εὐκηλήτειρα· βοτιάνειρα· κυδιάνειρα· καὶ τὰ ὅμοια.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ παραγωγῶν γενικῶν ἀπὸ διαλέκτων (e cod.


Barroc. 76) P. 229, li.27

ἀνόμου, τῷ ἀνόμῳ.
 Διατί ἐπὶ μὲν τῶν δυικῶν καὶ τῶν πληθυντικῶν, ἡ αὐτή ἐστιν
ὀρθὴ καὶ κλητική· ἐν δὲ τοῖς ἑνικοῖς, οὐκ ἐστί; ἐπειδὴ τῆς γενι-
κῆς μήτηρ ἐστὶν ἡ εὐθεῖα, ἡ δὲ γενικὴ τῶν ἄλλων ἐστὶ μήτηρ·
ἐπεὶ οὖν ἐν τοῖς δυικοῖς καὶ τοῖς πληθυντικοῖς ἡ γενικὴ εἰς ν
λήγει, διὰ τοῦτο ἡ αὐτή ἐστιν ὀρθὴ καὶ κλητική· ἐν δὲ τοῖς ἑνι-
κοῖς ἡ γενικὴ διάφοραν τελικὴν ἔχει· ποτὲ γὰρ τὸ σ· ποτὲ δὲ τὸ
υ· ποτὲ δὲ τὸ α· διὰ τοῦτο οὐκ ἀεί ἐστιν ὀρθὴ καὶ κλητική.
 Διατί οὐ κλίνομεν ὁ κοχλίας, τοῦ κοχλίω, ἀλλὰ τοῦ κοχλίου;
80

ἐπειδὴ πᾶσα γενικὴ ἰσοσυλλάβως κλινομενὴ μακροκαταληκτεῖ-


σθαι θέλει· ὡς κλίνει ἑκάστη διάλεκτος τὸ Αἰνείας· οἱ μὲν Δω-
ριεῖς, Αἰνείας, Αἰνεῖα κλίνουσιν· οἱ δὲ Βοιωτοὶ, Αἰνείας, Αἰνείαο·
οἱ δὲ Ἴωνες, Αἰνείας, Αἰνείεω· οἱ δὲ κοινοὶ, Αἰνείας, Αἰνείου.
 Διατί Αἰνείας μακρὸν ἔχει τὸ α; ἐπειδὴ πᾶσα γενικὴ ὀνό-
ματος εἰς φωνῆεν λήγουσα καὶ περιττοσυλλαβοῦσα τῆς ἰδίας
εὐθείας, ἢ ἐκτείνει τὴν παραλήγουσαν καὶ συστέλλει τὴν λή-
γουσαν, οἷον καλοῖο, σοφοῖο· ἢ συστέλλει τὴν παραλήγουσαν,  
καὶ ἐκτείνει τὴν λήγουσαν· οἷον, Ἀτρειδέω, Πηλειδέω, Πρια-
μιδέω· εἰ μὲν οὖν τὸ Αἰνείαο οὐκ ἐξέτεινε τὴν τελευταίαν συλ-
λαβὴν, ἀνάγκη τὴν παραλήγουσαν ἐκτεῖναι.

Αίλιος Ηρωδιανός. Παρεκβολαὶ τοῦ μεγάλου ῥήματος P. 7, li.3

 Κατὰ ποῖον τρόπον ἐπιλιμπάνει τὸ πρῶτον πρόσωπον τῶν δυϊκῶν ἐν τοῖς


ἐνεργητικοῖς; δι' ἀσυν-
ταξίαν· δύο γὰρ κανόνες εἰσὶν οἱ μαχόμενοι ἀλλήλοις· ὁ μὲν εἷς λέγει,
πᾶν δυϊκὸν ῥῆμα θέλει χαρα-
κτηρίζεσθαι ἢ διὰ τοῦ τ ἢ διὰ τοῦ θ· διὰ τοῦ τ μὲν ἐν τοῖς ἐνεργητικοῖς,
διὰ τοῦ θ δὲ ἐν τοῖς παθη-
τικοῖς, καὶ ὤφειλεν εἶναι τύπτοτον· ὁ δὲ ἕτερος λέγει ὅτι πᾶν μέρος λόγου
ἐπιδεχόμενον ἀριθμοὺς θέλει
χαρακτηρίζεσθαι δι' ἐκείνου τοῦ στοιχείου ἐν τοῖς δυϊκοῖς, δι' οὗ καὶ τὸ
πληθυντικὸν χαρακτηρί-
ζεται, χωρὶς τῶν πρωτοτύπων ἀντωνυμιῶν, καὶ ὤφειλεν εἶναι τύπτυμον·
τῶν οὖν δύο κανόνων μαχο-
μένων, καὶ τοῦ μὲν ἑνὸς ἀπαιτοῦντος τὸ τ, τοῦ δὲ ἑτέρου τὸ μ, ἀπέλιπε τὸ
πρῶτον πρόσωπον τῶν δυϊκῶν,
καὶ λοιπὸν ἐξ ἀνάγκης δύο εὑρίσκονται, δεύτερόν τε καὶ τρίτον.  
 Διατί τὰ δυϊκὰ ἐκ τῶν πληθυντικῶν [κανονίζεται] ὑστέρων ὄντων;
ἐπειδὴ τὰ δυϊκὰ ὑστερογενῆ
ἐγένοντο καὶ οὔτ' ἐν πάσαις διαλέκτοις εὑρίσκονται· παρὰ γὰρ τοῖς
Αἰολεῦσιν οὐχ εὑρίσκονται· οὐδὲ ἡ
κοινὴ διάλεκτος κέχρηται αὐτοῖς, καὶ διὰ τοῦτο ἀπὸ τῶν πληθυντικῶν
κανονίζεται.
 Διατί ὁμοφωνοῦσι τὰ δεύτερα καὶ τρίτα πρόσωπα τῶν δυϊκῶν; ἐπειδὴ
πεφύκασι πολλάκις τὰ δυϊκὰ
ἀναδέχεσθαι ὁμοφωνίαν, ὥσπερ καὶ ἐπὶ ὀνομάτων λέγομεν ὀρθῆς καὶ
αἰτιατικῆς καὶ κλητικῆς, καὶ ἐπὶ
τῶν μετοχῶν καὶ ἀντωνυμιῶν καὶ τῶν ἄρθρων· καὶ διὰ τοῦτο πολλάκις
ὁμοφωνοῦσι τὰ δεύτερα καὶ
τρίτα πρόσωπα τῶν δυϊκῶν. καὶ διατί τὸ τρίτον τῶν δυϊκῶν οὐκ ἀπὸ τοῦ
81

τρίτου τῶν πληθυντικῶν κανο-


νίζεται, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ἰδίου δευτέρου; ἐπειδὴ τὸ τρίτον τῶν πληθυντικῶν,
οἷον τύπτουσιν, οὐκ ἔχει
σύμφωνον τὸ ἁρμόζον τοῖς δυϊκοῖς, ἤγουν τὸ τ, καὶ διὰ τοῦτο οὐ
κανονίζεται τὸ τρίτον τῶν δυϊκῶν ἐκ
τοῦ τρίτου τῶν πληθυντικῶν.
 Καὶ διατί ὅτε ἔχει τὸ τρίτον τῶν πληθυντικῶν τὸ τ, οὐ κανονίζεται ἐξ
αὐτῶν τὸ τρίτον τῶν δυϊκῶν;
ἵνα μὴ τὸ μὲν πρῶτον καὶ τὸ δεύτερον εὑρεθῶσιν ἔχοντα τὸ θ, τὸ δὲ
τρίτον τὸ τ, τοῦ κανόνος ἀπαιτοῦν-
τος τὰ τρίτα τῶν δυϊκῶν διὰ τοῦ αὐτοῦ συμφώνου ἐκφέρεσθαι δι' οὗ καὶ
τὸ δεύτερον.

Πλούταρχος. De musica (1131b-1147a) Stephanus p. 1144, Sec. E, li.1

τ' ἐξ αὐτῶν τούτων γενέσθαι κριτικόν, πειρατέον κατα-


μαθεῖν. πρῶτον ἐκ τοῦ ἡμῖν ὑποκεῖσθαι τὰ μὲν τῶν κρι-
νομένων τέλεια, τὰ δ' ἀτελῆ· τέλεια μὲν αὐτό τε τῶν
ποιημάτων ἕκαστον, οἷον τὸ ᾀδόμενον ἢ αὐλούμενον ἢ
κιθαριζόμενον, καὶ ἡ ἑκάστου αὐτῶν ἑρμηνεία, οἷον ἥ τ'
αὔλησις καὶ ἡ ᾠδὴ καὶ τὰ λοιπὰ τῶν τοιούτων· ἀτελῆ
δὲ τὰ πρὸς ταῦτα συντείνοντα καὶ τὰ τούτων ἕνεκα γι-
γνόμενα· τοιαῦτα δὲ τὰ μέρη τῆς ἑρμηνείας. δεύτερον ἐκ
τῆς ποιήσεως· ὡσαύτως γὰρ καὶ αὐτὴ ὑποκρίνειε γὰρ
ἄν τις ἀκούων αὐλητοῦ, πότερόν ποτε συμφωνοῦσιν οἱ
αὐλοὶ ἢ οὔ, καὶ πότερον ἡ διάλεκτος σαφὴς ἢ τοὐναν-
τίον· τούτων δ' ἕκαστον μέρος ἐστὶ τῆς αὐλητικῆς ἑρμη-
νείας, οὐ μέντοι τέλος, ἀλλ' ἕνεκα τοῦ τέλους γιγνόμε-
νον· παρὰ ταῦτα γὰρ αὖ καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα κριθήσε-
ται τὸ τῆς ἑρμηνείας ἦθος, εἰ οἰκεῖον ἀποδίδοται τῷ παρ-
αποδοθέντι ποιήματι, ὃ μεταχειρίσασθαι καὶ ἑρμηνεῦ-
σαι ὁ ἐνεργῶν βεβούληται. ὁ αὐτὸς δὲ λόγος καὶ ἐπὶ τῶν
παθῶν τῶν ὑπὸ τῆς ποιητικῆς σημαινομένων ἐν τοῖς ποιή-
μασιν.

Στράβων ΓεωγραφικάBook 5, ch. 3, Sec. 6, li.15

καὶ Κίρκης ἱερὸν καὶ Ἀθηνᾶς βωμόν, δείκνυσθαι δὲ


καὶ φιάλην τινά φασιν Ὀδυσσέως. μεταξὺ δὲ ὅ τε Στό-
ρας ποταμὸς καὶ ἐπ' αὐτῷ ὕφορμος. ἔπειτα προσεχὴς  
αἰγιαλὸς λιβί, πρὸς αὐτῷ μόνον τῷ Κιρκαίῳ λιμένιον
ἔχων. ὑπέρκειται δ' ἐν τῇ μεσογαίᾳ τὸ Πωμεντῖνον πε-
82

δίον· τὴν δὲ συνεχῆ ταύτῃ πρότερον Αὔσονες ᾤκουν,


οἵπερ καὶ τὴν Καμπανίαν εἶχον, μετὰ δὲ τούτους
Ὄσκοι· καὶ τούτοις δὲ μετῆν τῆς Καμπανίας, νῦν δ'
ἅπαντα Λατίνων ἐστὶ μέχρι Σινοέσσης, ὡς εἶπον. ἴδιον
δέ τι τοῖς Ὄσκοις καὶ τῷ τῶν Αὐσόνων ἔθνει συμβέ-
βηκε· τῶν μὲν γὰρ Ὄσκων ἐκλελοιπότων ἡ διάλεκτος
μένει παρὰ τοῖς Ῥωμαίοις, ὥστε καὶ ποιήματα σκηνο-
βατεῖσθαι κατά τινα ἀγῶνα πάτριον καὶ μιμολογεῖ-
σθαι· τῶν δ' Αὐσόνων οὐδ' ἅπαξ οἰκησάντων ἐπὶ τῇ
Σικελικῇ θαλάττῃ, τὸ πέλαγος ὅμως Αὐσόνιον καλεῖ-
ται. ἑξῆς δ' ἐν ἑκατὸν σταδίοις τῷ Κιρκαίῳ Ταρρακῖνα
ἐστί, Τραχίνη καλουμένη πρότερον ἀπὸ τοῦ συμβεβη-
κότος. πρόκειται δὲ αὐτῆς μέγα ἕλος ὃ ποιοῦσι δύο
ποταμοί· καλεῖται δ' ὁ μείζων Οὔφης. ἐνταῦθα δὲ
συνάπτει τῇ θαλάττῃ πρῶτον ἡ Ἀππία ὁδός, ἐστρω-
μένη μὲν ἀπὸ τῆς Ῥώμης μέχρι Βρεντεσίου, πλεῖστον

Στράβων ΓεωγραφικάBook 12, ch. 3, Sec. 4, li.5

νας Βιθυνούς, τοῦ δὲ τῶν Θυνῶν τὴν Θυνιάδα ἀκτὴν


τὴν πρὸς Ἀπολλωνίᾳ καὶ Σαλμυδησσῷ. καὶ οἱ Βέβρυ-
κες δὲ οἱ τούτων προεποικήσαντες τὴν Μυσίαν Θρᾷ-
κες, ὡς εἰκάζω ἐγώ. εἴρηται δ' ὅτι καὶ αὐτοὶ οἱ Μυσοὶ
Θρᾳκῶν ἄποικοί εἰσι τῶν νῦν λεγομένων Μοισῶν.
 Ταῦτα μὲν οὕτω λέγεται. τοὺς δὲ Μαριανδυνοὺς
καὶ τοὺς Καύκωνας οὐχ ὁμοίως ἅπαντες λέγουσι· τὴν
γὰρ δὴ Ἡράκλειαν ἐν τοῖς Μαριανδυνοῖς ἱδρῦσθαί φασι
Μιλησίων κτίσμα· τίνες δὲ καὶ πόθεν οὐδενὶ εἴρηται·
οὐδὲ διάλεκτος οὐδ' ἄλλη διαφορὰ ἐθνικὴ περὶ τοὺς ἀν-
θρώπους φαίνεται, παραπλήσιοι δ' εἰσὶ τοῖς Βιθυνοῖς·
ἔοικεν οὖν καὶ τοῦτο Θρᾴκιον ὑπάρξαι τὸ φῦλον. Θεό-
πομπος δὲ Μαριανδυνόν φησι μέρους τῆς Παφλαγονίας
ἄρξαντα ὑπὸ πολλῶν δυναστευομένης, ἐπελθόντα τὴν
τῶν Βεβρύκων κατασχεῖν, ἣν δ' ἐξέλιπεν ἐπώνυμον
ἑαυτοῦ καταλιπεῖν. εἴρηται δὲ καὶ τοῦτο ὅτι πρῶτοι
τὴν Ἡράκλειαν κτίσαντες Μιλήσιοι τοὺς Μαριανδυ-
νοὺς εἱλωτεύειν ἠνάγκασαν τοὺς προκατέχοντας τὸν
τόπον, ὥστε καὶ πιπράσκεσθαι ὑπ' αὐτῶν, μὴ εἰς τὴν
ὑπερορίαν δέ (συμβῆναι γὰρ ἐπὶ τούτοις), καθάπερ
83

Κλαύδιος Πτολεμαίος. De judicandi facultate et animi principatu


Vol. 3,2, p. 6, li.5

αἴσθησις καὶ ὁ λόγος, διάστημα καὶ μεσότητες ὥσπερ


πορισταὶ κατὰ τὰς πρὸς τὰ ἄκρα διαδόσεις· τῆς τε γὰρ
αἰσθητικῆς δυνάμεως αἰσθητήρια μέν ἐστι τὰ τοῦ σώ-
ματος ὄργανα δι' ὧν ἅπτεται τῶν αἰσθητῶν· φαντασία
δ' ἡ τύπωσις καὶ διάδοσις ἡ ἐπὶ τὸν νοῦν, οὗ τὴν κατο-
χὴν καὶ μνήμην τῶν διαδοθέντων καλοῦμεν ἔννοιαν· καὶ  
μέχρι τῶν τοσούτων μόνον δυνάμεων φθάνει καὶ ἡ τῶν
ἀλόγων ζῴων ψυχή. τοῦ δὲ λογικοῦ, καθὸ τὸ τῶν ἀνθρώ-
πων ἴδιον ὥρισται, διάνοια μέν ἐστιν ὁ λόγος ὁ ἐνδιάθετος
διέξοδός τις οὖσα καὶ ἀναπόλησις καὶ διάκρισις τῶν μνημο-
νευθέντων· διάλεκτος δὲ τὰ τῆς φωνῆς σύμβολα, δι' ὧν
προφέρεται τοῖς πλησίον τὰ διανοηθέντα· καὶ ἔστιν εἰκών
τις· ὁ μὲν φθόγγος αὐτοῦ τοῦ νοῦ· τῆς δ' ἐννοίας ἡ φωνή·
τῆς δὲ διανοίας ἡ διάλεκτος· καὶ ὅλως ὁ προφορικὸς λόγος
τοῦ ἐνδιαθέτου· τούτου δ' ἡ μὲν ἁπλῆ καὶ ἀδιάρθρωτος
ἐπιβολὴ γίνεται δόξα καὶ οἴησις, ἡ δὲ τεχνικὴ καὶ ἀμετά-
πιστος, ἐπιστήμη καὶ γνῶσις.
 Διατεινομένης οὖν ὅλης τῆς ἐκκειμένης τοῦ κριτη-
ρίου πρὸς τὸ δικαστήριον παραβολῆς ἔοικε τὰ μὲν ὑπο-
κείμενα τῶν αἰσθητῶν τοῖς δικαζομένοις· τὰ δὲ συμβεβη-
κότα τοῖς ὑποκειμένοις ταῖς πράξεσι τῶν δικαζομένων·

Κλαύδιος Πτολεμαίος. De judicandi facultate et animi principatu


Vol. 3,2, p. 6, li.8

ματος ὄργανα δι' ὧν ἅπτεται τῶν αἰσθητῶν· φαντασία


δ' ἡ τύπωσις καὶ διάδοσις ἡ ἐπὶ τὸν νοῦν, οὗ τὴν κατο-
χὴν καὶ μνήμην τῶν διαδοθέντων καλοῦμεν ἔννοιαν· καὶ  
μέχρι τῶν τοσούτων μόνον δυνάμεων φθάνει καὶ ἡ τῶν
ἀλόγων ζῴων ψυχή. τοῦ δὲ λογικοῦ, καθὸ τὸ τῶν ἀνθρώ-
πων ἴδιον ὥρισται, διάνοια μέν ἐστιν ὁ λόγος ὁ ἐνδιάθετος
διέξοδός τις οὖσα καὶ ἀναπόλησις καὶ διάκρισις τῶν μνημο-
νευθέντων· διάλεκτος δὲ τὰ τῆς φωνῆς σύμβολα, δι' ὧν
προφέρεται τοῖς πλησίον τὰ διανοηθέντα· καὶ ἔστιν εἰκών
τις· ὁ μὲν φθόγγος αὐτοῦ τοῦ νοῦ· τῆς δ' ἐννοίας ἡ φωνή·
τῆς δὲ διανοίας ἡ διάλεκτος· καὶ ὅλως ὁ προφορικὸς λόγος
τοῦ ἐνδιαθέτου· τούτου δ' ἡ μὲν ἁπλῆ καὶ ἀδιάρθρωτος
84

ἐπιβολὴ γίνεται δόξα καὶ οἴησις, ἡ δὲ τεχνικὴ καὶ ἀμετά-


πιστος, ἐπιστήμη καὶ γνῶσις.
 Διατεινομένης οὖν ὅλης τῆς ἐκκειμένης τοῦ κριτη-
ρίου πρὸς τὸ δικαστήριον παραβολῆς ἔοικε τὰ μὲν ὑπο-
κείμενα τῶν αἰσθητῶν τοῖς δικαζομένοις· τὰ δὲ συμβεβη-
κότα τοῖς ὑποκειμένοις ταῖς πράξεσι τῶν δικαζομένων· τὰ
δ' αἰσθητήρια τοῖς ὑπομνήμασιν· ἡ δ' αἴσθησις τοῖς δημη-
γόροις· ἡ δὲ φαντασία ταῖς ῥητορείαις αὐταῖς· ὁ δὲ νοῦς
τοῖς δικασταῖς· ἡ δ' ἔννοια τῇ μνήμῃ καὶ ἀναγραφῇ τῶν

Κλαύδιος Πτολεμαίος. De judicandi facultate et animi principatu


Vol. 3,2, p. 9, li.16

ἀλλὰ τῆς τῶν σημαινομένων κρίσεως παραλαμβάνονται·


ζητοῦσι γὰρ τί σημαίνει πρᾶγμα τόδε τοὔνομα κατὰ
θέσιν καὶ οὐ κατὰ φύσιν· ὧν καὶ αὐτῶν αἱ μὲν μέχρι
τῶν ὁρισμῶν μόνων συνιστάμεναι κεναί τινες ἂν εἶεν καὶ
ἀτελεῖς, αἱ δ' ἐπισυνάπτουσαι τὰς αὐτῶν τῶν σημαινομένων
ἐπισκέψεις οὐδέν τι πρὸς τὴν κρίσιν συμβαλλομένας ἔχουσι
τὰς φωνάς, ἀλλὰ τῇ διανοίᾳ καὶ τῷ λόγῳ καταλείπουσι
τὸ πᾶν· μένει γ' οὖν καὶ τὰ σημαινόμενα καὶ ἡ περὶ αὐτῶν
κρίσις, κἂν μεταλάβωμεν ἢ τρόπον τινὰ συνανέλωμεν
αὐτῶν τὰς κατηγορίας· καὶ διὰ τοῦτο οὐ μία πάντων διά-
λεκτος οὐδὲ τῶν αὐτῶν πραγμάτων αἱ αὐταὶ παρὰ πᾶσι
φωναὶ σημαντικαί, διάφοροι δὲ καὶ ποικίλαι, καὶ πολλάκις
ἐξαγόμεθα ταῖς ἀσυνήθεσιν, ἐὰν δυνώμεθα, χρῆσθαι πρὸς
τοὺς μόνως ἂν οὐ παρακολουθήσαντας τοῖς σημαινομένοις.  
 Νῦν οὖν ἐπεὶ περὶ πραγμάτων ἡμῖν ἐστι καὶ οὐ περὶ
λόγων ὁ λόγος, ἁπλούστερον ἡγούμεθα προσήκειν ἑαυτοῖς
τὸ ὅσον ἐπὶ ταῖς κατηγορίαις αὐταῖς ἐπιβάλλειν τῇ προ-
κειμένῃ σκέψει τὸ πρὸς αὐτὴν τὴν δήλωσιν χρήσιμον αὐ-
τῶν περιβλεπομένοις ὥσπερ ἐπὶ τῶν χαρακτήρων καὶ
πραγμάτων, καὶ ἐφ' ὧν μὲν ὑποκειμένων ἑνὸς πλείω
σύνηθες ὀνόματα λέγειν, κἂν τὸ τυχὸν αὐτῶν εἴπωμεν ἢ

Epicurus Phil., Deperditorum librorum reliquiae Frag. 34, Sec. 23, li.27

δια[.]ερ[.]πε[.]λε̣πε̣ ταὐ-
τὸ φερο[ύ]σες ἀμφότε-
ρα τὰ ὀνό[μα]τα· κ[αὶ τὴν]
φύσιν κακίζον̣[τες]
85

ὁμοίω[ς] τούτο[υς κα-]


κίζ[ο]μεν, ὅταν [ἐπ' ἐ-]  
ξω[λ]είαι αὐτῆ[ς ἦι ἡ]
[διάλ]εκ[τος.] ἔστ[ι δ' ὅτε]
[κατὰ] τ[ὴν] πρώτ[η]ν [ἐπ']
[ἄλλω]ν κατὰ σάρ[κ]α καὶ
σύστ[ασιν ὁρμὴ]ν τῆι του
κατηγοροῦμεν [ς]υς[τάς]εως καὶ
οὐ κατ' αὐτὸ ἢ καὶ αὐτὴ»ν» προσαγο-
ρευ[ο]μένης· κἂν κατὰ διάνοιαν
δ' ε[ἴς τι] ἐκβιάζηται ἡ πρώτη σύ-
στ[α]σις τοῦ ἀπογε»γε»ννημένου, μὴ
ἐξ ἀνάγκης μέχρι τωνδί τινων

Ιούλιος Πολυδεύκης. Onomasticon Book 2, Sec. 122, li.6

καὶ ὁμόλογον. φιλόλογος, πολυλόγος, μισόλογος, φιλολογία,


βραχυλογία, βραδυλογία, πολυλογία, μισολογία, κουφολογία,
ὑψηλολογία, ψευδολογία παρὰ Δημοσθένει (XXXV 32), μακρολογία,
μακρηγορία. λογοποιός, λογοποιία, λογοποιοῦσιν. ἀπελογίζετο. μυ-
θολογία, διαμυθολογοῦντες. λογογραφία, λογογράφος, λογογραφικὴ
ὡς ὁ Πλάτων (Phaedr 264 B). γενεαλογία, γενεαλογεῖν. ἀναμφιλόγως
παρὰ Ξενοφῶντι (Cyrop VIII 1. 44). παρὰ δὲ Κριτίᾳ (frg 45 Bach)
καὶ λογεὺς ὁ ῥήτωρ. οἱ δὲ ‘Περσῶν λόγιοι’ παρ' Ἡροδότῳ (I 1),
καὶ (II 98) λογίμη πόλις. καὶ παρὰ Φαίδωνι λογάρια καὶ λογο-
ποιήματα, παρὰ δὲ Θεοπόμπῳ τῷ κωμικῷ (I frg 96 Ko) ὑπολογεῖν.
λέξις , διάλεξις, διάλογος, διάλεκτος, διαλέγεσθαι, διαλεκτικὸς καὶ
διαλεκτικῶς. καὶ λεκτικὸς παρὰ Δημοσθένει (LXI 2), καὶ λεκτι-
κώτατος παρὰ Ξενοφῶντι (Cyrop V 5. 46). ἡ δὲ κωμῳδία (Aristoph
Ran 876) λεπτολόγος εἴρηκε καὶ (Aristoph Nub 320) λεπτολογεῖν
καὶ (Aristoph Nub 130) λεπτολογίαν. προσδιαλεγόμενος,

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 21, Sec. 142, sub Sec. 3,
li.1

ἔτη ͵ερμθʹ. ἀφ' οὗ δὲ χρόνου ἐξήγαγε Μωυσῆς τοὺς Ἰουδαίους ἐξ Αἰγύ-


πτου ἐπὶ τὴν προειρημένην προθεσμίαν συνάγεσθαι ἔτη [δις]χίλια πεντα-
κόσια ὀγδοήκοντα. ἀπὸ δὲ τοῦ χρόνου τούτου ἄχρι τῶν ἐν Ῥώμῃ ὑπά-
των Γναίου Δομετίου καὶ Ἀσινίου συναθροίζεται ἔτη ἑκατὸν εἴκοσι.
 Ἔφορος δὲ καὶ ἄλλοι πολλοὶ τῶν ἱστορικῶν καὶ ἔθνη καὶ γλώς-
σας πέντε καὶ ἑβδομήκοντα λέγουσιν εἶναι, ἐπακούσαντες τῆς φωνῆς
86

Μωυσέως λεγούσης· «ἦσαν δὲ πᾶσαι αἱ ψυχαὶ ἐξ Ἰακὼβ πέντε καὶ


ἑβδομήκοντα αἱ εἰς Αἴγυπτον κατελθοῦσαι.» φαίνονται δὲ εἶναι καὶ
κατὰ τὸν ἀληθῆ λόγον αἱ γενικαὶ διάλεκτοι δύο καὶ ἑβδομήκοντα ὡς
αἱ ἡμέτεραι παραδιδόασι γραφαί, αἱ δὲ ἄλλαι αἱ πολλαὶ ἐπὶ κοινωνίᾳ
διαλέκτων δύο ἢ τριῶν ἢ καὶ πλειόνων γίνονται. διάλεκτος δέ ἐστι
λέξις ἴδιον χαρακτῆρα τόπου ἐμφαίνουσα, ἢ λέξις ἴδιον ἢ κοινὸν
ἔθνους ἐπιφαίνουσα χαρακτῆρα. φασὶ δὲ οἱ Ἕλληνες διαλέκτους εἶναι
τὰς παρὰ σφίσι εʹ, Ἀτθίδα, Ἰάδα, Δωρίδα, Αἰολίδα καὶ πέμπτην τὴν
κοινήν, ἀπεριλήπτους δὲ οὔσας τὰς βαρβάρων φωνὰς μηδὲ διαλέκτους,
ἀλλὰ διαλέκτους λέγεσθαι. ὁ Πλάτων δὲ καὶ τοῖς θεοῖς διάλεκτον
ἀπονέμει τινά, μάλιστα μὲν ἀπὸ τῶν ὀνειράτων τεκμαιρόμενος καὶ
τῶν χρησμῶν, ἄλλως δὲ καὶ ἀπὸ τῶν δαιμονώντων, οἳ τὴν αὑτῶν
οὐ φθέγγονται φωνὴν οὐδὲ διάλεκτον, ἀλλὰ τὴν τῶν ὑπεισιόντων
δαιμόνων. οἴεται δὲ καὶ ἀλόγων ζῴων διαλέκτους εἶναι, ὧν τὰ
ὁμογενῆ ἐπακούειν. ἐλέφαντος γοῦν ἐμπεσόντος εἰς βόρβορον καὶ

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 6, ch. 15, Sec. 129, sub Sec. 1,
li.1

παραβολῶν, ἃ δὲ δι' αἰνιγμάτων, ἃ δὲ αὐθεντικῶς καὶ αὐτολεξεὶ τὸν


Χριστὸν Ἰησοῦν ὀνομαζόντων, εὕρομεν καὶ τὴν παρουσίαν αὐτοῦ καὶ
τὸν θάνατον καὶ τὸν σταυρὸν καὶ τὰς λοιπὰς κολάσεις πάσας ὅσας
ἐποίησαν αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι, καὶ τὴν ἔγερσιν καὶ τὴν εἰς οὐρανοὺς
ἀνάληψιν πρὸ τοῦ Ἱεροσόλυμα κτισθῆναι, καθὼς ἐγέγραπτο ταῦτα
πάντα, ἃ ἔδει αὐτὸν παθεῖν καὶ μετ' αὐτὸν ἃ ἔσται. ταῦτα οὖν ἐπι-  
γνόντες ἐπιστεύσαμεν τῷ θεῷ διὰ τῶν γεγραμμένων εἰς αὐτόν.»
καὶ μετ' ὀλίγα ἐπιφέρει πάλιν θείᾳ προνοίᾳ τὰς προφητείας γεγενῆ-
σθαι παριστὰς ὧδε· «ἔγνωμεν γὰρ ὅτι ὁ θεὸς αὐτὰ προσέταξεν
ὄντως, καὶ οὐδὲν ἄτερ γραφῆς λέγομεν.»
 Ἔχει δ' οὖν καὶ ἄλλας τινὰς ἰδιότητας ἡ Ἑβραίων διάλεκτος,
καθάπερ καὶ ἑκάστη τῶν λοιπῶν, λόγον τινὰ ἐμπεριέχουσα ἐθνικὸν
ἐμφαίνοντα χαρακτῆρα. διάλεκτον γοῦν ὁρίζονται λέξιν ἐθνικῷ χα-
ρακτῆρι συντελουμένην. ἀλλ' οὔτι γε ἐκείναις ταῖς διαλέκτοις ἡ προ-
φητεία γνώριμος καθίσταται· ταῖς μὲν γὰρ Ἑλληνικαῖς κατ' ἐπιτή-
δευσιν αἱ καλούμεναι τῶν τρόπων ἐξαλλαγαὶ τὰς ἐπικρύψεις ποιοῦνται
κατ' εἰκόνα τῶν παρ' ἡμῖν προφητειῶν ἀναγόμεναι, πλὴν ἑκουσίου
τῆς παρατροπῆς παρὰ τὸ ὀρθὸν ἐμμέτρῳ ἢ σχεδίῳ φράσει γινομένης
δείκνυται. ἔστι γοῦν ὁ τρόπος λέξις παραγεγραμμένη ἀπὸ τοῦ
κυρίου ἐπὶ τὸ μὴ κύριον κατασκευῆς ἕνεκα καὶ φράσεως τῆς ἐν τῷ
λόγῳ εὐχρηστίας χάριν. ἡ προφητεία δὲ οὐδ' ὅλως τοὺς περὶ τὰς
87

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 7, ch. 3, Sec. 19, sub Sec. 3, li.5

συνεῖναι τούτοις ἔν τε γῇ καὶ οὐρανῷ. ταύτῃ καὶ μεταδοτικὸς ὧν


ἂν ᾖ κεκτημένος φιλάνθρωπός τε, μισοπονηρότατος ὢν κατὰ τὴν
τελείαν ἀποστροφὴν κακουργίας ἁπάσης. μαθεῖν ἄρα δεῖ πιστὸν
εἶναι καὶ ἑαυτῷ καὶ τοῖς πέλας καὶ ταῖς ἐντολαῖς ὑπήκοον. οὗτος
γάρ ἐστιν «ὁ θεράπων τοῦ θεοῦ» ὁ ἑκὼν ταῖς ἐντολαῖς ὑπαγόμενος.
ὁ δὲ ἤδη μὴ διὰ τὰς ἐντολάς, δι' αὐτὴν δὲ τὴν γνῶσιν «καθαρὸς τῇ
καρδίᾳ», «φίλος» οὗτος «τοῦ θεοῦ». οὔτε γὰρ φύσει τὴν ἀρετὴν
γεννώμεθα ἔχοντες, οὔτε γενομένοις, ὥσπερ ἄλλα τινὰ τῶν τοῦ σώ-
ματος μερῶν, φυσικῶς ὕστερον ἐπιγίνεται (ἐπεὶ οὐδ' ἂν ἦν ἔθ' ἑκού-
σιον οὐδὲ ἐπαινετόν) οὐδὲ μὴν ἐκ [τῆς] τῶν συμβάντων καὶ τῆς
ἐπιγινομένης συνηθείας, ὃν τρόπον ἡ διάλεκτος, τελειοῦται ἡ ἀρετή
(σχεδὸν γὰρ ἡ κακία τοῦτον ἐγγίνεται τὸν τρόπον)· οὐ μὴν οὐδὲ ἐκ
τέχνης τινὸς ἤτοι τῶν ποριστικῶν ἢ τῶν περὶ τὸ σῶμα θεραπευτι-
κῶν ἡ γνῶσις περιγίνεται· ἀλλ' οὐδ' ἐκ παιδείας τῆς ἐγκυκλίου·
ἀγαπητὸν γὰρ εἰ παρασκευάσαι μόνον τὴν ψυχὴν καὶ διακονῆσαι
δύναιτο. οἱ νόμοι γὰρ οἱ πολιτικοὶ μοχθηρὰς ἴσως πράξεις ἐπισχεῖν
οἷοί τε, ἀλλ' οὐδὲ αὐτοὶ οὐδὲ οἱ λόγοι οἱ πειστικοὶ ἐπιπόλαιοι ὄντες
ἐπιστημονικὴν τῆς ἀληθείας διαμονὴν παράσχοιεν ἄν. φιλοσοφία
δὲ ἡ Ἑλληνικὴ οἷον προκαθαίρει καὶ προεθίζει τὴν ψυχὴν εἰς παρα-
δοχὴν πίστεως, ἐφ' ᾗ τὴν γνῶσιν ἐποικοδομεῖ ἡ ἀλήθεια.

Theopompus Hist., Fragm. Vol.-Jacobyʹ-F 2b,115,F, frag. 388, li.2

εῖς καὶ ηὔξησαν τὴν πόλιν Φιλιστίδου τοῦ τυράννου βιασαμένου μετὰ τὰ
Λευκτρικά. Δημοσθένης (IX 33) δ' ὑπὸ Φιλίππου κατασταθῆναι
τύραννόν
φησι καὶ τῶν Ὠρειτῶν τὸν Φιλιστίδην· οὕτω γὰρ ὠνομάσθησαν ὕστερον
οἱ Ἱστιαιεῖς, καὶ ἡ πόλις ἀντὶ Ἱστιαίας Ὠρεός. ἔνιοι δ' ὑπ' Ἀθηναίων
ἀποικισθῆναί φασι τὴν Ἱστίαιαν ἀπὸ τοῦ δήμου τοῦ Ἱστιαιέων, ὡς καὶ
ἀπὸ τοῦ Ἐρετριέων τὴν Ἐρέτριαν. Θεόπομπος δέ φησι Περικλέους
χειρου-
μένου Εὔβοιαν τοὺς Ἱστιαιεῖς καθ' ὁμολογίας εἰς Μακεδονίαν
μεταστῆναι,
δισχιλίους δ' ἐξ Ἀθηναίων ἐλθόντας τὸν Ὠρεὸν οἰκῆσαι, δῆμον ὄντα
πρότερον τῶν Ἱστιαιέων.
  – XII 3, 4: τίνες δὲ καὶ πόθεν (sc. οἱ Μαριαν-
δυνοί), οὐδὲν εἴρηται· οὐδὲ διάλεκτος οὐδ' ἄλλη διαφορὰ ἐθνικὴ περὶ
88

τοὺς ἀνθρώπους φαίνεται, παραπλήσιοι δ' εἰσὶ τοῖς Βιθυνοῖς· ἔοικεν οὖν
καὶ τοῦτο Θράικιον ὑπάρξαι τὸ φῦλον. Θεόπομπος δὲ Μαριανδυνόν φησι

μέρους τῆς Παφλαγονίας ἄρξαντα ὑπὸ πολλῶν δυναστευομένης,


ἐπελθόντα
τὴν τῶν Βεβρύκων κατασχεῖν, ἣν δ' ἐξέλιπεν ἐπώνυμον ἑαυτοῦ κατα-
λιπεῖν.
  – XII 3, 14: Ἀμισός .... φησὶ δ' αὐτὴν Θεόπομπος
πρώτους Μιλησίους κτίσαι, εἶτα Καππαδόκων ἄρχοντα, τρίτον δ'
ὑπ' Ἀθηνοκλέους καὶ Ἀθηναίων ἐποικισθεῖσαν Πειραιᾶ μετονομασθῆναι.
  – XIII 1, 22: περὶ δὲ Σηστοῦ καὶ τῆς ὅλης Χερρονήσου
προείπομεν ἐν τοῖς περὶ τῆς Θράικης τόποις.

Ρητορική. Anonyma, Περὶ τῶν τεσσάρων μερῶν τοῦ τελείου λόγου (e


cod. Paris. gr. 2918) Vol. 3, p. 583, li.29

τὸ τοῦ θράσους, τῆς ἀναιδείας, λείπει γὰρ τὸ φεῦ, καὶ


τὸ ἐν βραχεῖ ἀπαγγείλας, λόγῳ δηλαδὴ ἢ καιρῷ, καὶ τὸ
ὀμνύει μὰ τὸν, καὶ παραλιμπάνει τὸ θεὸν ἢ τὸ δεῖνα·
ἀλλὰ καὶ ἐλλείψεις τῶν προθέσεων, ὡς τὸ νύκτα καὶ
ἡμέραν ἀλγῶ, ἀντὶ τοῦ κατὰ νύκτα καὶ καθ' ἡμέραν,
καὶ ὧν ἔπαθεν ὀργὴν ἔχει, ἀντὶ τοῦ ὑπὲρ ὧν, καὶ τὸ
τῆς πατρίδος μετασκηνῶ, ἀντὶ τοῦ ἀπὸ τῆς πατρίδος
τῆς οἰκείας μεταίρω, καὶ ταῦτ' ἄρα ἀντὶ τοῦ διὰ ταῦτα,
καὶ τὰ τοιαῦτα. Ἀττικὴ καὶ ἡ ἔλλειψις τῶν ἄρθρων,
ὡς τὸ, θεὸς ἦν μὲν ἀεὶ, ὁ θεὸς γὰρ ἡ κοινὴ λέγει διά-
λεκτος, καὶ τὸ ἧκεν ἔαρ, χειμὼν ᾤχετο, καὶ τὰ τῶν ἑτέ-
ρων πτώσεων ἄρθρα, ἑνικῶν τε καὶ πληθυντικῶν, ὡς τὸ
ἐξώρμησαν Ἕλληνες κατὰ Τρώων καὶ τὰ τοιαῦτα· καὶ ἡ
ἔλλειψις τοῦ ὑπαρκτικοῦ ῥήματος, ὡς τὸ, σὺ μὲν λόγιος,
ἐγὼ δὲ ἀμαθής· ἔξωθεν γὰρ τὸ ὑπάρχεις καὶ τὸ ὑπάρ-  
χειν· καὶ τὸ ἀπὸ κοινοῦ λαμβάνειν ῥῆμα ἢ ὄνομα, ὡς
ἔχει τὸ, σοὶ μὲν περισπούδαστός ἐστιν ὁ πλοῦτος, καὶ
τοιόσδε καὶ τοιόσδε, καὶ μετὰ πολλὰ, ἐμοὶ δὲ οὐκ ἀσπα-
στός· τὸ γὰρ πλοῦτος ὄνομα ἐνταῦθα ἀπὸ κοινοῦ
ἤγουν ἐκ τοῦ ἄνωθεν ἐλήφθη, καὶ ὡς ἐκεῖνο, σὲ μὲν ἡ
πενία μεγάλως λυπεῖ, καὶ τόδε σε καὶ τόδε ποιεῖ,

Ορειβάσιος ιατρός. Collectiones medicae (libri incerti) Ch. 62, Sec. 21,
li.5
89

ἀριθμὸν τῆς βλάβης τῶν μεσοπλευρίων μυῶν ἀνάλογον ἀπολλύμενόν


τι τῆς φωνῆς· τοσοῦτον γὰρ ἀεὶ μέρος ἀπόλλυται τῆς φωνῆς ὅλης
ἡλίκον ἐστὶ μόριον ὁ τῶν παραλυθέντων μυῶν ἀριθμὸς ἅπαντος τοῦ
κατὰ τὰ μεσοπλεύρια. ἐθεάσω δ' αὐτὸ τετραχῶς δεικνύμενον ὑφ'
ἡμῶν, ἅπαξ μὲν ἐπὶ ταῖς τοῦ νωτιαίου τομαῖς, αὖθις δ' ἐπὶ ταῖς τῶν
μεσοπλευρίων μυῶν, τὸ τρίτον δ' ἐπὶ τῶν κινούντων αὐτοὺς νεύρων,
καὶ τέταρτον ἐκκοπτομένων τῶν πλευρῶν. ὥσπερ δὲ τῆς φωνῆς ἡ
ἐκφύσησις ὕλη τίς ἐστιν οἰκεία, κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον ἡ φωνὴ τῆς
διαλέκτου· γίνεται γὰρ ἡ μὲν ἐκφύσησις ἀνεῳγμένου συμμέτρως τοῦ
λάρυγγος φωνή, αὕτη δ' αὖ πάλιν ἡ φωνὴ πρός τε τῆς γλώττης καὶ
τῶν συνεργούντων αὐτῇ, περὶ ὧν αὖθις εἰρήσεται, διάλεκτος ἀποτε-
λεῖται. πλήττεται γοῦν τὸ πνεῦμα καὶ πληττόμενον ὑπὸ τῶν τοῦ
λάρυγγος χόνδρων ἐργάζεται τὴν φωνήν· πλήττει δ' αὐτὸ καὶ ἡ
ἀρτηρία (καὶ γὰρ ταύτῃ περιρρήγνυται), καὶ ἡ φάρυγξ δὲ καὶ ὁ γαρ-
γαρεὼν καὶ ἡ ὑπερῴα σύμπασα. καὶ ὁ οὐρανίσκος ἅμα τῇ κατὰ τοὺς
μυκτῆρας διεξόδῳ πληγὴν ἀπεργάζεται τῷ πνεύματι, καὶ ὁ τῆς πλη-
γῆς ψόφος ἐγγὺς μὲν ἥκει ζῴου φωνῆς, οὔπω μὴν ἔχει τὸν οἰκεῖον
κόσμον οὐδὲ τὴν πρέπουσαν ἰδέαν ἄνευ τῆς κατὰ τὸν λάρυγγα πλη-
γῆς· ἠχεῖον γάρ τι τοῦτο κατὰ τῆς ἀρτηρίας ἐπίκειται θαυμάσιον
οἷον εἰς τὸ πλήττεσθαί τε ἅμα καὶ πλήττειν τὸν ἐκφυσώμενον ἀέρα·
ὡς γὰρ οἷόν τε ἦν μάλιστα τῇ ῥώμῃ τοῦ πνεύματος ἰσοσθενὲς

Theophilus Protospatharius, Damascius et Stephanus Atheniensis Med.,


Commentarii in Hippocratis aphorismos Vol. 2, p. 502, li.26

νόφλυγα, κἄπειτα ὠφεληθῆναι. καθάπερ οὖν καὶ ἄλλα


πολλὰ τοῖς ἰατροῖς ἐγράφη ἀδιορίστως, οὕτως καὶ ταῦτα
δοκεῖ μοι γεγράφθαι, μήτε λογικῶς εἰπόντος αὐτοῦ τὰς
διαθέσεις, μήτε τὰς συνδρομὰς ἐμπειρικῶς. ἐγεγράφει
γοῦν ταῦτα τεθεαμένος καὶ πιστεύειν αὐτῷ χρή. οὐ μὴν
ὑπό γε τῶν διδασκάλων τινὸς εἶδόν ποτε προσενεχθὲν
κάμνοντι τοιοῦτον βοήθημα.
      
λβʹ. Τραυλοὶ ὑπὸ διαῤῥοίης μάλιστα ἁλίσκονται μακρῆς.  –  
      
 {ΘΕΟΦ.} Ἡ κατὰ φύσιν διάλεκτος γίνεται, ποτὲ μὲν
φερομένης τῆς γλώττης πρὸς τοὺς τομεῖς καὶ στηριζομέ-
νης εὐτονωτέρας οὔσης, ἄλλοτε δὲ ἀνακλωμένης ὡς ἐπὶ
τὰ ἄνω· τῇ γὰρ διαφόρῳ κινήσει τὴν ἐκφώνησιν ποιοῦσα
τὴν διάλεκτον ἀποτελεῖ. ὁ τραυλισμὸς δὲ γίνεται, ἐνί-
οτε βραχυτέρας τοῦ προσήκοντος γεγονυίας τῆς γλώσσης,
ὡς μὴ φθάζειν καλῶς στηρίζεσθαι πρὸς τοὺς τομεῖς,
ὅπερ σπάνιον, ἐνίοτε δὲ μαλακωτέρας καὶ ὑγροτέρας τὴν  
90

κράσιν οὔσης ἢ καθ' αὑτὴν ἢ διὰ τὸν ἐγκέφαλον· τῷ πλή-


θει γὰρ βαρυνομένη οὐ δύναται ἀνακλασθῆναι κἀντεῦθεν
ὁ τραυλισμὸς γίνεται, περὶ οὗ καὶ ὁ λόγος τῷ Ἱπποκράτει

Alexander Phil., De anima P. 49, li.6

τυπίας ἀπωσθείς, ὡς σφαῖρα ἀπὸ στερεοῦ τινος, τὸν ἐπὶ τάδε αὐτοῦ
πλήσσοι
τε ἂν καὶ σχηματίζοι πάλιν, καὶ οὗτος πάλιν τὸν πρὸ αὐτοῦ, καὶ οὕτως ἡ
διάδοσις ἐπὶ ταὐτὰ γίνεσθαι τῆς· τε πληγῆς καὶ τοῦ ψόφου ὅθεν ἤρξατο
τὴν
ἀρχήν, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν κατόπτρων τὸ ὁρᾶν αὐτοὺς γίνεται. ἐπεὶ δὲ ὁ
ἀὴρ δοκεῖ κενὸς εἶναι, οὗτος δὲ τοῦ ἀκούειν αἴτιος (διὰ γὰρ ἀέρος τὸ  
ἀκούειν, ὁ γὰρ ἐν τοῖς ὠσὶν ἀὴρ ἐγκατῳκοδομημένος ὄργανον τοῦ
ἀκούειν),
διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν εὐλόγως δοκεῖ λέγεσθαι εὖ ὑπό τινων τὸ ἀκούειν
ἡμᾶς τῷ κενῷ. ἡ δὲ φωνὴ εἶδός ἐστι ψόφου. ὁ γὰρ ὑπὸ τοῦ ζῴου ὡς
ζῴου γινόμενος ψόφος φωνή· ἔστι δὲ ὑπὸ ζῴου ὡς ὑπὸ ζῴου γινόμενα τὰ

κατὰ φαντασίαν τινὰ καὶ καθ' ὁρμὴν γινόμενα. τῶν γὰρ ἀψύχων ὅσα φω-
νεῖν λέγεται, κατὰ μεταφορὰν λέγεται. ἐπεὶ γὰρ τὸ μέλος καὶ ἡ διάλεκτος

ἐμψύχου ψόφοι, ὅσα δοκεῖ ταῦτα μιμεῖσθαι, ὡς αὐλοί τε καὶ κιθάραι καὶ
σάλπιγγες καὶ λύραι, ταῦτα λέγεται διὰ τοῦτο φωνεῖν. φωνὴν δὲ προΐεται
τῶν ζῴων τὰ ἀναπνέοντα. ἔστι γὰρ ἡ φωνὴ πληγὴ τοῦ ἀναπνεομένου
ἀέρος ὑπὸ τῆς ἐν τοῖς φωνητικοῖς ὀργάνοις δυνάμεως ψυχικῆς διὰ τούτων

γινομένη πρὸς τὴν καλουμένην ἀρτηρίαν κατὰ φαντασίαν τινά. τῷ γὰρ


ἀνα-
πνεομένῳ ἀέρι καταχρῆται ἡ φύσις ἐπὶ δύο ἔργα, πρός τε τὴν ἔμψυξιν τοῦ

πλεονάζοντος θερμοῦ περί τε τὸν πλεύμονα καὶ τὴν καρδίαν καὶ πρὸς τὴν

φωνήν, ὥσπερ γε καὶ τῇ γλώττῃ πρός τε τὴν χυμῶν διάκρισιν καὶ πρὸς
τὴν διάλεκτον. αὕτη γὰρ τὸ φωνητικὸν ὄργανον, δι' οὗ ἡ ψυχὴ πρὸς τὴν
ἀρτηρίαν καὶ τὸν ἐν ταύτῃ ἀέρα τὸν ἀναπνεόμενον ἀέρα πλήσσει.

Nemesius Theol., De natura hominis Sec. 14, li.25

   ὁ δὲ προφορικὸς λόγος ἐν τῇ φωνῇ καὶ ταῖς δια-


λέκτοις τὴν ἐνέργειαν ἔχει.
91

ὄργανα δὲ τῆς φωνῆς πολλά.


οἵ τε γὰρ ἐν τοῖς μεσοπλεύροις ἔσωθεν μύες καὶ ὁ θώραξ
καὶ ὁ πνεύμων ἥ τε τραχεῖα ἀρτηρία καὶ ὁ λάρυγξ καὶ τού-
των μάλιστα τὸ χονδρῶδες καὶ τὰ παλινδρομοῦντα νεῦρα
καὶ ἡ γλωττὶς καὶ πάντες οἱ κινοῦντες ταῦτα τὰ μόρια
μύες τῆς ἐκφωνήσεώς εἰσιν ὄργανα. τῆς δὲ διαλέκτου τὸ  
στόμα. ἐν τούτῳ γὰρ διαπλάσσεται καὶ σχηματίζεται καὶ
οἱονεὶ μορφοῦται ἡ διάλεκτος· τῆς μὲν γλώσσης καὶ τοῦ
γαργαρεῶνος πλήκτρου λόγον ἐπεχόντων· τῆς δὲ ὑπερῴας,
ἠχείου· τῶν δὲ ὀδόντων καὶ τῆς ποιᾶς τοῦ στόματος διαν-
οίξεως, ὡς ἐν λύρᾳ, τὴν τῶν χορδῶν ἀναπληρούντων χρείαν,
συντελούσης τι καὶ τῆς ῥινὸς πρὸς εὐφωνίαν ἤτοι κακοφωνίαν,
ὡς δῆλον ἐκ τῶν ᾀδόντων.  
 Διαιροῦσι δὲ καὶ ἄλλως εἰς δυνάμεις ἢ εἴδη ἢ μέρη τὴν
ψυχήν, εἴς τε τὸ φυτικόν, ὃ καὶ θρεπτικὸν καὶ παθητικὸν  
καλεῖται, καὶ εἰς τὸ αἰσθητικὸν καὶ εἰς τὸ λογικόν.

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 144, li.2

dunt eamque esse dicunt ictum aëra.


 Servius ad Verg. Aeneid. II 488. Ferit clamor: secundum philo-
sophos physicos, qui dicunt, vocem corpus esse.
 Varro de lingua lat. VI 56. Loqui ab loco dictum, quod
qui primo dicitur iam fari, vocabula et reliqua verba dicit, ante quam
suo quisque loco ea dicere potest. Hunc Chrysippus negat loqui, sed
ut loqui: quare ut imago hominis non sit homo, sic in corvis, cornici-
bus, pueris primitus incipientibus fari, verba non esse verba, quod non
loquantur.
 Galenus in Hippocr. de humoribus lib. I. Vol. XVI p. 204 K. οὐ
ταὐτὸν δέ ἐστι φωνὴ καὶ διάλεκτος καὶ αὐδή, ἀλλ' ἡ μὲν φωνὴ ἔργον ἐστὶ
τῶν φωνητικῶν ὀργάνων, ἡ διάλεκτος δὲ τῶν διαλεκτικῶν, ὧν τὸ μὲν
πρῶ-
τόν ἐστιν ἡ γλῶττα, ἔπειτα δὲ ἡ ῥὶς καὶ τὰ χείλη καὶ οἱ ὀδόντες. φωνη-
τικὰ δὲ ὄργανά ἐστι λάρυγξ καὶ οἱ κινοῦντες αὐτὸν μύες καὶ νεῦρα, ὅσα
τὴν ἐξ ἐγκεφάλου παρακομίζει τούτοις δύναμιν. αὐδὴν δὲ οὔτε πᾶν τὸ τῆς
ἀκοῆς ἴδιον αἰσθητὸν οἱ παλαιοὶ ἐκάλουν, οὔτε ἐκεῖνο μόνον, ὃ διὰ στόμα-
τος ἐκπέμπεται, ἐν ᾧ περιέχεται καὶ τὸ κλάειν καὶ τὸ συρίττειν καὶ
οἰμώζειν
καὶ βήττειν καὶ ὅσα τοιαῦτα, μόνην δὲ τὴν ἀνθρώπου φωνήν, καθ' ἣν δια-
λεγόμεθα πρὸς ἀλλήλους, αὐδὴν ὠνόμαζον.
92

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 144, li.3

 Servius ad Verg. Aeneid. II 488. Ferit clamor: secundum philo-


sophos physicos, qui dicunt, vocem corpus esse.
 Varro de lingua lat. VI 56. Loqui ab loco dictum, quod
qui primo dicitur iam fari, vocabula et reliqua verba dicit, ante quam
suo quisque loco ea dicere potest. Hunc Chrysippus negat loqui, sed
ut loqui: quare ut imago hominis non sit homo, sic in corvis, cornici-
bus, pueris primitus incipientibus fari, verba non esse verba, quod non
loquantur.
 Galenus in Hippocr. de humoribus lib. I. Vol. XVI p. 204 K. οὐ
ταὐτὸν δέ ἐστι φωνὴ καὶ διάλεκτος καὶ αὐδή, ἀλλ' ἡ μὲν φωνὴ ἔργον ἐστὶ
τῶν φωνητικῶν ὀργάνων, ἡ διάλεκτος δὲ τῶν διαλεκτικῶν, ὧν τὸ μὲν
πρῶ-
τόν ἐστιν ἡ γλῶττα, ἔπειτα δὲ ἡ ῥὶς καὶ τὰ χείλη καὶ οἱ ὀδόντες. φωνη-
τικὰ δὲ ὄργανά ἐστι λάρυγξ καὶ οἱ κινοῦντες αὐτὸν μύες καὶ νεῦρα, ὅσα
τὴν ἐξ ἐγκεφάλου παρακομίζει τούτοις δύναμιν. αὐδὴν δὲ οὔτε πᾶν τὸ τῆς
ἀκοῆς ἴδιον αἰσθητὸν οἱ παλαιοὶ ἐκάλουν, οὔτε ἐκεῖνο μόνον, ὃ διὰ στόμα-
τος ἐκπέμπεται, ἐν ᾧ περιέχεται καὶ τὸ κλάειν καὶ τὸ συρίττειν καὶ
οἰμώζειν
καὶ βήττειν καὶ ὅσα τοιαῦτα, μόνην δὲ τὴν ἀνθρώπου φωνήν, καθ' ἣν δια-
λεγόμεθα πρὸς ἀλλήλους, αὐδὴν ὠνόμαζον.
 Idem in Hippocr. Epidem. III Comment. III Vol. XVII 1 p. 757 K. iis-
dem verbis utitur inde ab αὐδὴν δὲ οὔτε – ὠνόμαζον. Pergit: οὕτω γοῦν
καὶ ὁ ποιητής, ἡνίκα ἐποίησε τοῖς ἰδίοις ἵπποις διαλεγόμενον τὸν Ἀχιλλέα,

Χρύσιππος. Fragm. moralia Frag. 224, li.5

ῥώσεως μεταποιούμεθα, ὁπότε ἀποστρεφόμενοι τὰ φαῦλα τοῖς καλοῖς


ἐγχειρεῖν
δοκοῦμεν, πρότερον δὲ οὐκ ἔξεστι.
 Diog. Laërt. VII 91. διδακτήν τε εἶναι αὐτὴν (λέγω
δὲ τὴν ἀρετὴν) καὶ Χρύσιππος ἐν τῷ πρώτῳ περὶ Τέλους φησί
–  –  – ὅτι δὲ διδακτή ἐστι δῆλον ἐκ τοῦ γίνεσθαι ἀγαθοὺς ἐκ
φαύλων.
 Clemens Al. Strom. VII 3 p. 839 Pott. οὔτε γὰρ φύσει τὴν
ἀρετὴν γεννώμεθα ἔχοντες οὔτε γενομένοις ὥσπερ ἄλλα τινὰ τῶν τοῦ
σώματος μερῶν φυσικῶς ὕστερον ἐπιγίγνεται· ἐπεὶ οὐδ' ἂν ἦν ἔθ'
ἑκούσιον
οὐδὲ ἐπαινετόν· οὐδὲ μὴν ἐκ τῆς τῶν συμβάντων [καὶ] ἐπιγενομένης
συνη-
θείας, ὃν τρόπον ἡ διάλεκτος, τελειοῦται ἡ ἀρετή· σχεδὸν γὰρ ἡ κακία
93

τοῦ-τον ἐγγίγνεται τὸν τρόπον· οὐ μὴν οὐδὲ ἐκ τέχνης τινὸς ἤτοι τῶν
ποριστι-κῶν ἢ τῶν περὶ τὸ σῶμα θεραπευτικῶν ἡ γνῶσις περιγίγνεται·
ἀλλ' οὐδ' ἐκ παιδείας τῆς ἐγκυκλίου etc.

Tyrannion Gramm., Frag. 63, li.2

διοίσεις αὐτόν.  
Sch. Theocr. 1, 136: Σκῶπες: εἶδος ὀρνέων κακόφωνον. Ἀλέξανδρος
(fr. 13 Wellm., Herm. 26, 1891, 550) φησὶ τοὺς σκῶπας οὐκ ἐπιτερ-
πεῖς τῇ φωνῇ· διὸ καὶ παρ' Ὁμήρῳ (ε 66) φησὶν ὀρθῶς δοκεῖν γρά-
φεσθαι “σκῶπές τ' ἴρηκές τε”, οὐ δεῖν δὲ γράφειν χωρὶς τοῦ σ· οἱ γὰρ
σκῶπες λέγονται, διότι σκαιὰν ὄπα καὶ φωνὴν ἀφιᾶσι. Καλλίμαχος
(fr. 418 Pf.) δέ φησιν ὅτι φθέγγεται ὥσπερ ἐπισκώπτων τῇ φωνῇ,
ὅθεν καὶ οὕτω καλεῖται. Τυραννίων δὲ σκῶπας τοὺς νυκτικόρακάς φησιν
οἷον σκίοπας, τοὺς ἐν σκιᾷ ἔχοντας τὴν ὄπα.
Su. τ 1185: ... Περὶ τῆς Ῥωμαϊκῆς διαλέκτου ὅτι ἐστὶν ἐκ τῆς Ἑλληνι-
κῆς κοὐκ αὐθιγενὴς ἡ Ῥωμαϊκὴ διάλεκτος.  

Diogenes Phil., Testimonia et Frag. 20, li.6

 Simplicius in Aristot. Phys. p. 426, 1 Diels. καὶ οἱ ἀέρα δὲ  


πεπληγμένον τὴν φωνὴν ἀποδιδόντες, ὥσπερ Διογένης ὁ Βαβυ-
λώνιος, ἁμαρτάνουσι. σῶμα γὰρ οὕτως ἔσται ἡ φωνή, εἴπερ ἐν
γένει τῷ ἀέρι ἐστί, καὶ τὸ πεπονθός, τουτέστι τὸν πεπληγμένον ἀέρα,
ἀντὶ τοῦ πάθους, ὅπερ ἐστὶν ἡ πληγή, ἀποδιδόασιν.
 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 56. Λέξις δέ ἐστι
κατὰ τοὺς Στωϊκούς, ὥς φησιν ὁ Διογένης, φωνὴ ἐγγράμματος, οἷον
“ἡμέρα”.
 λόγος δέ ἐστι φωνὴ σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη, οἷον
“ἡμέρα ἐστί”.
 διάλεκτος δέ ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνι-
κῶς· ἢ λέξις ποταπή, τουτέστι ποιὰ κατὰ διάλεκτον, οἷον κατὰ μὲν
τὴν Ἀτθίδα “θάλαττα”, κατὰ δὲ τὴν Ἰάδα “ἡμέρη”.
 τῆς δὲ λέξεως στοιχεῖά ἐστι τὰ εἰκοσιτέσσαρα γράμματα. τρι-
χῶς δὲ λέγεται τὸ γράμμα, τό τε στοιχεῖον ὅ τε χαρακτὴρ τοῦ στοι-
χείου καὶ τὸ ὄνομα, οἷον “ἄλφα”.
 φωνήεντα δέ ἐστι τῶν στοιχείων ἑπτά· α, ε, η, ι, ο, υ, ω.
 ἄφωνα δὲ ἕξ· β, γ, δ, π, κ, τ.
 διαφέρει δὲ φωνὴ καὶ λέξις , ὅτι φωνὴ μὲν καὶ ὁ ἦχός ἐστι, λέξις
δὲ τὸ ἔναρθρον μόνον.
 λέξις δὲ λόγου διαφέρει, ὅτι λόγος ἀεὶ σημαντικός ἐστι, λέξις δὲ
94

Heraclides Gramm., Frag. 16, li.16

τὴν εἰς πρόθεσιν ἐνς λέγοντες καὶ τὸ τιθείς τιθένς, οἷς ὅμοιον καὶ
τὸ σπείδω σπένδω καὶ τὸ οὐ μέντοι οὐ μέντον καὶ τὸ αἰεί αἰέν.
Σικελοὶ μέντοι, φησίν, ἔμπαλιν τὸ ι ἀντὶ τοῦ ν τάττουσι τὸ ἔνδον ἔνδοι
λέγοντες [ἢ ἐνδοῖ περισπωμένως] καὶ Ὅμηρος εἰνάνυχες (I 470) ἀντὶ
τοῦ ἐννεάνυχες. ταῦτα ὁ Ἡρακλείδης. (haec descr. Cram. A. P. III
42, 17). Eust. p. 1726, 24: ὅτι δὲ ταὐτὸν λείβειν καὶ σπένδειν
δηλοῖ ὁ ποιητὴς ἐν τῷ “μέθυ λεῖψαι” καὶ “ὕδατι σπένδοντες” (μ 362.
363), οὗ πρωτότυπον καθ' Ἡρακλείδην τὸ σπείδω. Ἀργεῖοι γάρ,
φησί, καὶ Κρῆτες ἐξαιροῦντες τὸ ι τάσσουσι τὸ ν τὴν εἰς πρόθεσιν ἐνς
λέγοντες καὶ τὸ τιθείς τιθένς, οἷς ὡμοίωται τὸ σπείδω σπένδω. ἡ
δὲ διάλεκτος, φησίν, αὕτη ἔτι καὶ νῦν σώζεται παρὰ τοῖς ἀντιγράφοις·
τὸ γὰρ αἰεί αἰέν φασι καὶ τὸ οὐ μέντοι οὐ μέντον, οἷον “οὐ μέντον
κάμετόν γε μάχην ἀνὰ κυδιάνειραν”. ἔμπαλιν δέ, φησί, χρῶνται Σικελοὶ
τῷ ι ἀντὶ τοῦ ν τὸ ἔνδον ἔνδοι λέγοντες καὶ Ὅμηρος εἰνάνυχες
ἀντὶ τοῦ ἐννεάνυχες. Aldi Horti Adon. f. 204b: πόθεν τὸ σπέν-
δω; ἐκ τοῦ σπείδω, οὗ ὁ μέλλων σπείσω, ὁ ἀόριστος ἔσπεισα, ἐξ οὗ τὸ
παρ' Ὁμήρῳ “σπείσαντες ἔβαν κλισίηνδε ἕκαστος” (I 712). ἐκ τοῦ οὖν
σπείδω γέγονε κατ' Ἀργείους καὶ Κρῆτας ἀφαιρέσει τοῦ ι τῆς ει
διφθόγγου
καὶ προσόδῳ τοῦ ν σπένδω· οὗτοι γὰρ πολλάκις ἐξαιροῦντες τὸ ι
τάττουσι τὸ ν καὶ τὴν μὲν εἰς πρόθεσιν ἐνς λέγουσι καὶ τὸ τιθείς τιθένς.
οὕτως οὖν καὶ σπείδω σπένδω.  

Heraclides Gramm., Frag. 19, li.47

παρὰ Ἀλκαίῳ (Ἀλκμᾶνι ?)· ὅμοια δὲ καὶ τὸ μεσόγειον μεσόγαιον,


καὶ κύπειρον κύπαιρον παρ' Ἀλκμᾶνι (frg. 16) καὶ εἴθε αἴθε καὶ
δεινός αἰνός παρέσει τοῦ δ Ἰωνικῇ διαλέκτῳ. καὶ οὕτω μὲν φθείρω
φθαίρω Δωρικῶς, ἐξαιρέσει δὲ τῶν πρώτων συμφώνων αἴρω καὶ ὑπερ-
βιβασμῷ κατὰ Ἴωνας ῥαίω, ἐξ οὗ καὶ σφῦραι ὁτὲ μὲν ῥαιστῆρες
κοινότερον ὁτὲ δὲ αἶραι, οὗ χρῆσις (χρήσεις vulgo) ἐν τῷ “αἰράων
ἔργα διδασκόμενοι” (Callim. frg. 129). [ἔργον δὲ πάντως αἰράων τὸ
σφυροκοπεῖν]. εἰκὸς δὲ καὶ τὸ σπέρμα τὴν αἶραν ἐκ τοῦ τοιούτου φθαίρω
αἴρω [καὶ ῥαίω] γενέσθαι· φθορὰ γάρ τις ἡ αἶρα σίτου. Eust. p. 842, 46:
ἰστέον δὲ ὅτι καθ' Ἡρακλείδην διαλέκτου Ἰωνικῆς καὶ Αἰολικῆς ἐστι
τὸ εὐράξ. ἡ γὰρ τῶν Ἰώνων καὶ Αἰολέων, φησί, διάλεκτος τὰ πρῶτα
σύμφωνα αἴρειν εἴωθεν, ἄν τε ἓν ᾖ ἄν τε καὶ δύο τύχῃ, ἓν μὲν ὡς
ἐπὶ τοῦ λαιψηρός αἰψηρός, πήγανον ἤγανον, δεινόν αἰνόν, δύο δὲ ὡς ἐπὶ
95

τοῦ πλάνη· ἀπελθόντων γὰρ τῶν ἐξ ἀρχῆς δύο συμφώνων γίνεται ἄνη
καὶ κατὰ ἀντίθεσιν τοῦ ν εἰς τὸ λ ἄλη· οὕτω δὲ καὶ ἐκ τοῦ πλανᾶσθαι,
φησί, τὸ ἀλᾶσθαι. καὶ ἐκ τοῦ φθείρω δὲ ἀπελθόντων τῶν ἐν ἀρχῇ
κειμένων δασέων τὸ ἔρρω φησὶ γίνεσθαι καθ' ὁμοιότητα τοῦ κείρω  
κέρρω Αἰολικοῦ. ὁμοίως οὖν καὶ ἐκ τοῦ πλευράξ ἀφῄρηνται τὰ κατάρ-
χοντα δύο σύμφωνα καὶ λέλειπται τὸ εὐράξ. Aldi Horti Adon.
f. 205a (Exc. Darmst. Et. Gud. 661, 34): πόθεν τὸ ἔρρω; ἐκ
τοῦ φθείρω γέγονε μὲν εἴρω καὶ ἀποβολῇ τοῦ ι Αἰολικῶς καὶ κατὰ

Oenomaus Phil., Frag. 11, li.39

γάρ, εἰ μή τι ἀδικοῦμεν, οἱ μὲν κλέους ἐσθλοῦ, οἱ δὲ


στεφάνων ἱερῶν, οἱ δὲ πρὸς θεοὺς ἰσομοιρίας, οἱ δὲ
αὐτῆς ἀθανασίας. Τί ποτ' οὖν ἦν τοῦτο, δι' ὅ σοι
Ἀρχίλοχος ἔδοξεν ἄξιος εἶναι τοῦ οὐρανοῦ; Μὴ φθο-
νήσῃς, ὦ φιλανθρωπότατε θεῶν, μηδ' ἄλλοις ἀνθρώ-
ποις τῆς ἄνω ὁδοῦ. Τί πράττειν κελεύεις ἡμᾶς; Ἢ
δηλαδὴ τὰ Ἀρχιλόχου, εἰ μέλλοιμεν ἄξιοι φανεῖσθαι
τῆς ὑμετέρας ἑστίας; Λοιδορῆσαι μὲν πικρῶς τὰς οὐκ
ἐθελούσας ἡμῖν γαμεῖσθαι, ἅψασθαι δὲ καὶ τῶν κι-
ναίδων, ἐπειδὴ τῶν ἄλλων πονηρῶν πολὺ πονηρότεροί
εἰσι· οὐχὶ δίχα μέτρου, αὕτη γὰρ διάλεκτος καὶ θεῶν,
ὥσπερ οὖν καὶ θείων ἀνδρῶν, ὥσπερ Ἀρχιλόχου. Καὶ
οὐδὲν ἴσως θαυμαστόν. Διὰ γὰρ τὴν ἐν τούτοις ὑπερ-
οχήν, εὖ μὲν οἶκος οἰκεῖται, εὖ δὲ ἰδιώτης βίος, πό-
λεις δὲ ὁμοφρόνως, καὶ ἔθνη εὐνόμως συνεστᾶσιν.
Οὐκ ἀπεικότως ἄρα σοι καὶ Μουσῶν θεράπων ἔδοξεν
εἶναι, καὶ ὁ φονεὺς αὐτοῦ οὐκ ἄξιος εἶναι τῆς πρὸς
ὑμᾶς τοὺς θεοὺς εἰσόδου, οὐδὲ τῆς παρ' ὑμῶν φωνῆς,
ἄνδρα φωνάεντα ἀποκτείνας. Οὔκουν ἄδικος ἡ πρὸς
τὸν Ἀρχίαν ἀπειλή, οὐδ' ἄκαιρος ἡ Πυθία τιμω-
ροῦσα Ἀρχιλόχῳ τῷ πάλαι νεκρῷ, καὶ κελεύουσα

Philoxenus Gramm., Frag. 323, li.5

ἐν τῷ Περὶ τῆς Ῥωμαίων διαλέκτου.  


Or. 157, 11 (unde Et. Gen. B s. v. ὑπέρινον, deest A = EM 779, 6):
ὑπέρινον· τὸ σφόδρα λεπτόν. ἰνῶ ἐστι ῥῆμα, τὸ ἐκκενῶ καὶ λεπτύνω καὶ
ὀξύνω· ὅθεν καὶ ὑπέρινον ἄνδρα λέγουσι τὸν λεπτὸν καὶ κενὸν σαρκῶν.
Φιλόξενος ἐν τῷ Περὶ τῆς Ῥωμαίων διαλέκτου.  
96

E LIBRO ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥ

Choer. schol. Theod., Gramm. Gr. IV 2, 34, 4 Hilgard: ἄλλως τε δέ, ὃ


καὶ ἀληθέστερόν ἐστι καὶ ἀναγκαιότερον, διὰ τοῦτο κανονίζομεν τὰ
δυϊκὰ ἐκ τῶν πληθυντικῶν, ὡς λέγει ὁ Φιλόξενος, ἐπειδὴ τὰ δυϊκὰ
ὑστερογενῆ εἰσιν· ὕστερον γὰρ ἐπενοήθησαν τὰ δυϊκά· ὅθεν οὐδὲ πᾶσα
διάλεκτος κέχρηται τῷ δυϊκῷ ἀριθμῷ· οἱ γὰρ Αἰολεῖς παντελῶς δυϊκὰ
οὐκ
ἔχουσιν, ὥσπερ οἱ Ῥωμαῖοι ἄποικοι ὄντες τῶν Αἰολέων· ἀλλ' οὔτε δὲ
ἡ κοινὴ διάλεκτος ἔχει δυϊκά, ἀλλ' εἰς πάντα τῷ πληθυντικῷ ἀριθμῷ
κέχρηται ἀντὶ τοῦ δυϊκοῦ ἀριθμοῦ, μὴ ἔχουσα δυϊκά. εἰκότως οὖν,
ἐπειδὴ τελευταῖον ἐπενοήθησαν τὰ δυϊκά, ἐκ τῶν πληθυντικῶν
κανονίζον-
ται προτερευόντων αὐτῶν.
Or. 90, 35: κέντο· τὸ ἑκατὸν καλοῦσι Ῥωμαῖοι, ἐξ οὗ καὶ κεντηνάριον
ὠνόμασται.
Et. Gen. AB s. v. κύμβαι (unde EM 545, 36): κύμβαι· ὁμοίως καὶ
κύμβαι πλοῖα περιφερῆ παρὰ Ῥωμαίοις. Φιλόξενος.  
a. Or. 86, 26 in sede Philoxeni: κυμβία· τὰ κυφὰ ἐκπώματα.

Philoxenus Gramm., Frag. 323, li.7

ὑπέρινον· τὸ σφόδρα λεπτόν. ἰνῶ ἐστι ῥῆμα, τὸ ἐκκενῶ καὶ λεπτύνω καὶ
ὀξύνω· ὅθεν καὶ ὑπέρινον ἄνδρα λέγουσι τὸν λεπτὸν καὶ κενὸν σαρκῶν.
Φιλόξενος ἐν τῷ Περὶ τῆς Ῥωμαίων διαλέκτου.  

E LIBRO ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥ

Choer. schol. Theod., Gramm. Gr. IV 2, 34, 4 Hilgard: ἄλλως τε δέ, ὃ


καὶ ἀληθέστερόν ἐστι καὶ ἀναγκαιότερον, διὰ τοῦτο κανονίζομεν τὰ
δυϊκὰ ἐκ τῶν πληθυντικῶν, ὡς λέγει ὁ Φιλόξενος, ἐπειδὴ τὰ δυϊκὰ
ὑστερογενῆ εἰσιν· ὕστερον γὰρ ἐπενοήθησαν τὰ δυϊκά· ὅθεν οὐδὲ πᾶσα
διάλεκτος κέχρηται τῷ δυϊκῷ ἀριθμῷ· οἱ γὰρ Αἰολεῖς παντελῶς δυϊκὰ
οὐκ
ἔχουσιν, ὥσπερ οἱ Ῥωμαῖοι ἄποικοι ὄντες τῶν Αἰολέων· ἀλλ' οὔτε δὲ
ἡ κοινὴ διάλεκτος ἔχει δυϊκά, ἀλλ' εἰς πάντα τῷ πληθυντικῷ ἀριθμῷ
κέχρηται ἀντὶ τοῦ δυϊκοῦ ἀριθμοῦ, μὴ ἔχουσα δυϊκά. εἰκότως οὖν,
ἐπειδὴ τελευταῖον ἐπενοήθησαν τὰ δυϊκά, ἐκ τῶν πληθυντικῶν
κανονίζον-
ται προτερευόντων αὐτῶν.
97

Or. 90, 35: κέντο· τὸ ἑκατὸν καλοῦσι Ῥωμαῖοι, ἐξ οὗ καὶ κεντηνάριον


ὠνόμασται.
Et. Gen. AB s. v. κύμβαι (unde EM 545, 36): κύμβαι· ὁμοίως καὶ
κύμβαι πλοῖα περιφερῆ παρὰ Ῥωμαίοις. Φιλόξενος.  
a. Or. 86, 26 in sede Philoxeni: κυμβία· τὰ κυφὰ ἐκπώματα.
b. Et. Gen. AB s. v. κυμβία (unde EM 545, 34): κυμβία·

Phrynichus Attic., Eclogae Lexical entry 164, li.1

βιβλίον (mor. 528c – 536d), τοῦτο ὅπερ οἴεται δηλοῦν ἐντρέπεσθαι


καὶ μὴ ἀντέχειν δι' αἰδῶ. ἀλλὰ σημαίνει ἡ δυσωπία παρὰ τοῖς ἀρ-
χαίοις τὴν ὑφόρασιν καὶ τὸ ὑποπτεύειν.  
 Ἐπεξελευσόμενος ἄλλος οὗτος {ἦν} Ἡρακλῆς· τοῦτ' οὖν
ἔσυρεν ἐκ τριόδου Φαβωρῖνος (fr. 133 Bar.). χρὴ γὰρ ἐπεξιὼν εἰπεῖν· καὶ
γὰρ ἐπέξειμι λέγεται, ἀλλ' οὐκ ἐπεξελεύσομαι.
 Σαλπικτὴς τὸ δόκιμον διὰ τοῦ κ, οὐχὶ δὲ διὰ τοῦ σ· καὶ
τὸ σαλπίσαι διὰ τοῦ σ παραιτοῦ, ἀδόκιμον γάρ, διὰ δὲ τοῦ ξ λέγε.
 Ἀφιερῶσαι· καὶ τοῦτο Φαβωρῖνος (fr. 130 Bar.). σὺ δὲ
καθιερῶσαι λέγε.
 Κολλάβους τοὺς ἐν τῇ λύρᾳ εἰ μὲν ἄλλη διάλεκτος λέγει,
’οὐ φροντὶς Ἱπποκλείδῃ’ φασίν· σὺ δὲ ὡς Ἀθηναῖος λέγε κόλλοπας.
 Νίμμα ὁ πολὺς λέγει, ἡμεῖς δὲ ἀπόνιπτρον λέγομεν ὡς
Ἀριστοφάνης (Ach. 616) καὶ οἱ ἀμφ' αὐτόν.
 Νὴ τὼ θεώ· ὅρκος γυναικῶν· οὐ μὴν ἀνὴρ ὀμεῖται, εἰ μὴ
γυναικίζοιτο.
 Μεσοδάκτυλα· ἐναυτίασα τοῦτο ἀκούσας τοὔνομα. λέ-
γομεν οὖν τὰ μέσα τῶν δακτύλων.
 Λάσταυρος· οἱ μὲν νῦν χρῶνται ἐπὶ τοῦ πονηροῦ καὶ
ἀξίου σταυροῦ, οἱ δὲ ἀρχαῖοι ἐπὶ τοῦ καταπύγονος.
 Μάλη οὐκ ἐρεῖς, ὑπὸ μάλης μέντοι.

Ευσέβιος. Praeparatio evangelica Book 5, ch. 33, Sec. 7, li.1

8λέγει δὲ οὐκ ἄνθρωπος, ἀλλά τις διατεινάμενός ποτε, ὅτι αὐτὸν οὐ χρὴ
  ἀνθρώπων θεὸν ὄντα δυηπαθέων ἀλεγίζειν.
8ἄγε οὖν, ὦ θεέ, μὴ περιίδῃς μηδ' ἡμᾶς. ἐπιθυμοῦμεν γάρ, εἰ μή τι
ἀδικοῦ-
μεν, οἱ μὲν κλέους ἐσθλοῦ, οἱ δὲ στεφάνων ἱερῶν, οἱ δὲ πρὸς θεοὺς
ἰσομοιρίας,
οἱ δὲ αὐτῆς ἀθανασίας. τί ποτ' οὖν ἦν τοῦτο δι' ὅ σοι Ἀρχίλοχος ἔδοξεν  
ἄξιος εἶναι τοῦ οὐρανοῦ; μὴ φθονήσῃς, ὦ φιλανθρωπότατε θεῶν, μηδ'
ἄλλοις
98

ἀνθρώποις τῆς ἄνω ὁδοῦ. τί πράττειν κελεύεις ἡμᾶς; ἢ δηλαδὴ τὰ


Ἀρχιλόχου,
εἰ μέλλοιμεν ἄξιοι φανεῖσθαι τῆς ὑμετέρας ἑστίας, λοιδορῆσαι μὲν
πικρῶς
τὰς οὐκ ἐθελούσας ἡμῖν γαμεῖσθαι, ἅψασθαι δὲ καὶ τῶν κιναίδων, ἐπειδὴ
τῶν ἄλλων πονηρῶν πολὺ πονηρότεροί εἰσιν· οὐχὶ δίχα μέτρου, αὕτη γὰρ
διάλεκτος καὶ θεῶν, ὥσπερ οὖν καὶ θείων ἀνδρῶν, ὥσπερ Ἀρχιλόχου.
καὶ
οὐδὲν ἴσως θαυμαστόν. διὰ γὰρ τὴν ἐν τούτοις ὑπεροχὴν εὖ μὲν οἶκος
οἰκεῖται,
εὖ δὲ ἰδιώτης βίος, πόλεις δὲ ὁμοφρόνως καὶ ἔθνη εὐνόμως συνεστᾶσιν.
οὐκ
ἀπεικότως ἄρα σοι καὶ Μουσῶν θεράπων ἔδοξεν εἶναι, καὶ ὁ φονεὺς
αὐτοῦ οὐκ
ἄξιος εἶναι τῆς πρὸς ὑμᾶς τοὺς θεοὺς εἰσόδου οὐδὲ τῆς παρ' ὑμῶν φωνῆς,

ἄνδρα φωνάεντα ἀποκτείνας. οὔκουν ἄδικος ἡ πρὸς τὸν Ἀρχίαν ἀπειλὴ


οὐδ'
ἄκαιρος ἡ Πυθία τιμωροῦσα Ἀρχιλόχῳ τῷ πάλαι νεκρῷ καὶ κελεύουσα
ἐξιέναι
τοῦ ναοῦ τὸν ἐναγῆ· ‘Μουσάων’ γὰρ ἀπέκτεινεν ‘θεράποντα’. οὔκουν
ἔμοιγ' ἐφάνης ἐπαμύνων τῷ ποιητῇ ἀπρεπὴς εἶναι· ἐμεμνήμην γὰρ καὶ
τοῦ
ἑτέρου ποιητοῦ καὶ τῶν ἱερῶν τοῦ Εὐριπίδου στεφάνων, καίτοι ἀπορῶν
καὶ
ἀκοῦσαι ἐπιθυμῶν οὐχ ὅτι ἐστεφανοῦτο, ἀλλὰ πῶς ἦν τὰ στέφη ταῦτα
ἱερά·

Θεοδόσιος γραμματικός. Canones isagogici de flexione nominum


Part 4, vol. 2, p. 35, li.10

Κανὼν ζʹ

 Ἑνικά. Τὸ κρέας τοῦ κρέατος κοινῶς, τοῦ κρέαος ἰωνικῶς,


τοῦ κρέως ἀττικῶς· τὰ εἰς ας οὐδέτερα ἡ μὲν κοινὴ διάλεκτος διὰ
τοῦ τος κλίνει, κρέατος γήρατος, ἡ δὲ τῶν Ἰώνων καθ' ὑποστολὴν τοῦ
τ, κρέαος γήραος, ἡ δὲ τῶν Ἀττικῶν συναιροῦσα τὸ αο εἰς ω, τοῦ
κρέως, τοῦ γήρως. τῷ κρέατι κοινῶς, τῷ κρέαϊ ἰωνικῶς, τῷ κρέᾳ
ἀττικῶς. τὸ κρέας, ὦ κρέας.
 Δυϊκά. Τὼ κρέατε κοινῶς, τὼ κρέαε ἰωνικῶς, τὼ κρέα ἀττικῶς.
τοῖν κρεάτοιν κοινῶς, τοῖν κρεάοιν ἰωνικῶς, τοῖν κρεοῖν ἀττικῶς.
ὦ κρέατε κοινῶς, ὦ κρέαε ἰωνικῶς, ὦ κρέα ἀττικῶς.
99

 Πληθ. Τὰ κρέατα κοινῶς, τὰ κρέαα ἰωνικῶς, τὰ κρέα ἀττι-


κῶς. τῶν κρεάτων κοινῶς, τῶν κρεάων ἰωνικῶς, τῶν κρεῶν
ἀττικῶς. τοῖς κρέασι μόνως. τὰ κρέατα κοινῶς, τὰ κρέαα ἰωνικῶς,

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo) P. 34, li.5

δὲ τῶν εἰς ος ληγόντων ἐν τῇ εὐθείᾳ, ὡς ὁ Νικόλαος,


ὁ Γεώργιος εἰς Ε τρέπει ἐν τῇ κλητικῇ τὸ τῆς εὐθείας
Ο, οἷον Νικόλαε, Γεώργιε, ἵνα ἔχῃ τὸν ἐλάττονα χρό-
νον ἡ κλητικὴ τῆς ἰδίας αὐτῆς εὐθείας. Καὶ γὰρ ἡ
εὐθεῖα ἡνίκα οὐ μεταβάλλει τὸ φωνῆεν αὐτῆς, ἰσοχρο-
νεῖ τῇ κλητικῇ πλὴν τοῦ Αἴας Αἶαν καὶ τῶν ὁμοίων·  
ἡνίκα δὲ μεταβάλλει, τὸν ἐλάττονα χρόνον ἔχει. Ἐπεὶ
οὖν εὑρίσκεται ἐπὶ τῶν εἰς ος ληγόντων ὀνομάτων
τρεπόμενον τὸ τελικὸν τῆς εὐθείας Ο εἰς Ε· ἄρα βρα-
χύτερόν ἐστι τὸ Ε τοῦ Ο. Ἀλλὰ καὶ ἡ αἰολὶς διάλε-
κτος διπλασιάζουσα τὰ σύμφωνα, τὰ προκείμενα φω-
νήεντα συστέλλει εἰς ἥσσονα, οἷον τὸ πενθήσεις πεν-
θέσεις λέγει καὶ τοσοῦτον τοσσοῦτον, ὡς ἐκ μείζονος
εἰς ἐλάσσονα τὴν συστολὴν ποιεῖται· ἀλλὰ καὶ αἱ γε-
νικαὶ αἱ ἑνικαὶ μείζονα τέλη ἔχουσι τῶν πληθυντικῶν
εὐθειῶν οἷον Ῥοδίου Ῥόδιοι, λιθίνης λίθιναι· εἴπερ
οὖν ἐξελέξατο ἡ γενικὴ τὸ Ο ἡ δὲ πληθυντικὴ εὐθεῖα
τὸ Ε ὡς ἐπὶ τοῦ Αἴαντος Αἴαντες· δῆλον ὡς ἔλαττον
καὶ συνεσταλμένον ἐστὶ τὸ Ε τοῦ Ο.
 Ζητητέον δέ, ὅτι ὥσπερ ἡ συλλαβὴ ἡ ἐκ φωνηέν-
των δύο συνεστηκυῖα δίφθογγος καλεῖται καὶ τί μὴ

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo) P. 57, li.30

συγγράμματα δὲ τὰ ἀμέτρως γεγραμμένα· ἀδιάπτωτος


προφορά ἐστιν ἡ ἀδιάπταιστος προένεγξις καὶ γνῶσις.
Πόσα εἴδη τῆς ἀναγνώσεως; τρία· ὑπόκρισις, προσῳ-
δία, διαστολή. Τί ἔστιν ὑπόκρισις; ἡ τῶν ὑποκειμέ-
νων σωμάτων ἢ πραγμάτων μίμησις ἢ διὰ σώματος
ἢ διὰ φωνῆς. Τί ἔστι προσῳδία; τόνος φωνῆς κατὰ
ἀναλογίαν διαλέκτου κατορθούμενος. Τί ἔστι διαστολή;
100

διανοίας ὁλοκλήρου περιτομὴ ἢ ἐλαχίστη σιωπὴ λόγου


ἐπιφερομένου, ἢ διάστημα δύο λόγων βραχύτατον.
Πόσοι τρόποι τῆς ἀναγνώσεως; πέντε· ἀναλογία, ἐτυ-
μολογία, συναλοιφή, διάλεκτος, ἱστορία. Τί ἔστιν
ἀναλογία; ἡ τῶν ὁμοίων παράθεσις· Τί ἔστιν ἐτυ-
μολογία; ἀνάπτυξις λέξεων ἁρμόζουσα τὴν φωνὴν πρὸς
τὴν τοῦ ὑποκειμένου πιθανότητα. Τί ἔστι συναλοιφή;  
συνέλευσις καὶ συμφωνία δύο συλλαβῶν εἰς μίαν συλ-
λαβήν, τῆς τελευταίας συλλαβῆς φυλαττομένης, τῆς δὲ
πρώτης ἀφανιζομένης. Τί ἔστι διάλεκτος; ἰδίωμα γλώτ-
της. Τί ἔστιν ἱστορία; ἀφήγησις πράξεως παλαιῶν
ἀνδρῶν.

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo) P. 58, li.3

ἀναλογίαν διαλέκτου κατορθούμενος. Τί ἔστι διαστολή;


διανοίας ὁλοκλήρου περιτομὴ ἢ ἐλαχίστη σιωπὴ λόγου
ἐπιφερομένου, ἢ διάστημα δύο λόγων βραχύτατον.
Πόσοι τρόποι τῆς ἀναγνώσεως; πέντε· ἀναλογία, ἐτυ-
μολογία, συναλοιφή, διάλεκτος, ἱστορία. Τί ἔστιν
ἀναλογία; ἡ τῶν ὁμοίων παράθεσις· Τί ἔστιν ἐτυ-
μολογία; ἀνάπτυξις λέξεων ἁρμόζουσα τὴν φωνὴν πρὸς
τὴν τοῦ ὑποκειμένου πιθανότητα. Τί ἔστι συναλοιφή;  
συνέλευσις καὶ συμφωνία δύο συλλαβῶν εἰς μίαν συλ-
λαβήν, τῆς τελευταίας συλλαβῆς φυλαττομένης, τῆς δὲ
πρώτης ἀφανιζομένης. Τί ἔστι διάλεκτος; ἰδίωμα γλώτ-
της. Τί ἔστιν ἱστορία; ἀφήγησις πράξεως παλαιῶν
ἀνδρῶν.

Πῶς χρὴ ἀναγιγνώσκειν.

 Χρὴ δὲ ποιεῖν τὴν ἀνάγνωσιν καθ' ὑπόκρισιν,


κατὰ προσῳδίαν καὶ κατὰ διαστολήν. Τί ἔστι τὸ ἀνα-
γιγνώσκειν καθ' ὑπόκρισιν; ἤγουν κατὰ μίμησιν. Τί
ἔστι τὸ ἀναγιγνώσκειν κατὰ προσῳδίαν; ἤγουν κατὰ
τοὺς ἀκριβεῖς τόνους. προσῳδία γὰρ ὁ τόνος.
Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore
Theodoro Prodromo) P. 62, li.14

ἐν τῷ ἀσθενής, πότερον τὸ σ κτητικόν ἐστι τῆς ἀ


101

συλλαβῆς ἤγουν τῆς πρώτης, ἢ τῆς θε, ἤγουν τῆς


δευτέρας, τουτέστιν ἀς λέγομεν ἢ ἀ – σθε, τῆς πρώτης
ἐστὶ ληκτικὸν ἢ τῆς δευτέρας ἀρκτικόν. Ποσότης δέ
ἐστιν, ὅταν ζητῶμεν ἐν τῷ μῖσμος (sic) ἢ μῖσος,
πόσα εἰσὶ στοιχεῖα, μετὰ τοῦ Ι ἢ ΜΕΙ διὰ διφθόγγου.
Ποιότης δέ ἐστιν, ὅταν ζητῶμεν, ποῖον στοιχεῖόν ἐστι
γεγραμμένον ἐν τῷ ἔμπορος, τὸ Μ ἢ τὸ Ν. Καὶ
ταῦτα μέν εἰσι τὰ εἴδη τῆς ὀρθογραφίας.
 Εἰσὶ δὲ καὶ κανόνες τῆς ὀρθογραφίας τέσσαρες·
ἀναλογία, διάλεκτος, ἐτυμολογία καὶ ἱστορία. Καὶ
τὴν μὲν ἀναλογίαν κατορθοῦμεν, ὅταν κανόνα ἀπο-
δῶμεν ὥσπερ ἐδηλώσαμεν ἐπὶ τοῦ ταχεῖα. διάλεκτον
δὲ κατορθοῦμεν, ὅταν τὸ ἡμεῖς διὰ τῆς ΕΙ διφθόγγου
γράφοντες εἴπωμεν, ὅτι οἱ Δωριεῖς ἄμεες λέγουσι καὶ
ἡμεῖς τὸ περισσὸν Ε συναιροῦντες δίφθογγον ἐποιή-
σαμεν. Ἐτυμολογίαν δὲ κατορθοῦμεν, ὅταν τὸ ἤπει-
ρος διὰ τοῦ η τὴν πρώτην συλλαβὴν καὶ διὰ διφθόγ-
γου τὴν δευτέραν γράφοντες εἴπωμεν· ἄπερος τίς ἐστιν
ἡ γῆ, ἤγουν μὴ ἔχουσα πέρας, τροπῇ δὲ τοῦ Α εἰς
Η καὶ πλεονασμῷ τοῦ Ι ἤπειρος.

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo) P. 135, li.18

πάντα διὰ τοῦ ρος κλίνονται ἕλωρος, τέκμωρος, ἄνο-


ρος, κάλορος, ἤτορος, ἄορος· μόνον δὲ τὸ ὕδωρ
καινήν τινα καὶ παρηλλαγμένην ἐδέξατο κλίσιν· οὐδὲ
γὰρ ὕδωρος ποιεῖ τὴν γενικὴν κατὰ τὰ λοιπὰ ἀλλ'
ὕδατος κλίνεται, τάχα οὐκ ἀπὸ τῆς ὕδωρ εὐθείας ἀλλ'
ἀπὸ τῆς ὕδας κλινόμενον· λέγεται ὕδωρ καὶ ὕδας·
ἀκολούθως οὖν ἐκ τούτου κλίνεται ὕδατος ὡς τὸ κρέας
κρέατος.
 Καν. ζʹ. Τὸ κρέας· ἔστι μὲν καὶ τοῦτο οὐδέ-
τερον ὄνομα, λήγει δὲ εἰς ας, τριπλῆν δὲ ἔχει τὴν κλί-
σιν· ἡ μὲν γὰρ κοινὴ διάλεκτος διὰ τοῦ τος τοῦτο
κλίνει, ὡς πάντα τὰ εἰς ας οὐδέτερα κρέας κρέατος,
δέπας δέπατος, γῆρας γήρατος· οἱ δὲ Ἴωνες ἅτε τὴν
διάλυσιν ἀγαπῶντες καὶ τὸ καθαρόφωνον ὑπεξαιροῦσι
τὸ Τ κρέαος κλίνοντες· οἱ δὲ ἀλοζόνες καὶ μεγαλόφω-
νοι Ἀττικοὶ συναιροῦντες τὸ τῶν Ἰώνων Α καὶ Ο μι-
κρὸν εἰς τὸ φίλον αὐτοῖς μέγα ω κρέως κλίνουσιν.
 Καν. ηʹ. Τὸ τεῖχος λήγει μὲν εἰς ος κλίνεται
102

δὲ κατὰ μὲν τῶν Ἰώνων διάλυσιν τείχεος, κατὰ δὲ


συναίρεσιν τείχους.

Θεοδόσιος γραμματικός. De dialectis [Sp.] (fort. auctore Theodosio alio


vel anonymo) Dialect ion, Sec. 1, li.1

θεῖναι χωρὶς τοῦ Ἰηνών Ἰηνῶνος καὶ τοῦ Ἑρμιών Ἑρμιῶνος· καὶ ταῦτα
ἐπὶ πόλεών εἰσι σεσημειω-
μένα· καὶ τὸ Ἰβιών Ἰβιῶνος (ἔστι δὲ ὄνομα νήσου). Ἐν τοῖς ὀξυτόνοις
τοῖς μὴ οὖσιν ἐπὶ πόλεων
σημειούμεθά τινα φυλάττοντα τὸ ω ποιητικῶς, τυφεδών τυφεδῶνος
(σημαίνει δὲ τὴν καῦσιν)· ταῦτα  
διὰ τοῦ ω δεῖ γράφειν· καθόλου γὰρ τὰ εἰς ων ὀξύτονα θηλυκὰ ἐπὶ
πόλεων διὰ τοῦ ο κλινόμενα
ποιητικὴν ἔχουσι συστολήν, χωρὶς τοῦ Ἀπειληδών, Ἀνθηδών, Πεφρηδών,
Χαλκηδών, Καρχηδών,
Ἰσσηδών· ταῦτα γὰρ διὰ τὸν χαρακτῆρα διὰ τοῦ ο ἐκλίθη, μόνου τοῦ
Ὀλοσσών Ὀλοσσόνος, ὡς
πολλάκις εἴρηται, σεσημειωμένου. Καὶ ἐκ τοῦ ἐναντίου δὲ ὅσα τῶν εἰς ων
ὀξυτόνων μὴ ἐπὶ πόλεων
ὄντα διὰ τοῦ ω ἐκλίθησαν, ποιητικὴν ἔχουσιν ἔκτασιν.  

Ἀρχὴ τῶν διαλέκτων τῶν παρὰ τοῦ κυρίου Θεοδοσίου


τοῦ Ἀλεξανδρέως διορθωθεισῶν.

Ἡ Ἰὰς διάλεκτος λέγεται ἡ τῶν Ἰώνων ἤγουν τῶν


Ἀσιανῶν μετοίκων ὄντων Πελοποννήσου.
Αὕτη τὰ εἰς ας λήγοντα ὀνόματα εἰς ης τρέπει, ἐὰν
μὴ ὦσι Δώρια· Ἑρμείας Ἑρμείης, Σωσίας Σωσίης.
Τὰ εἰς ης λήγοντα, ὧν ἡ γενικὴ εἰς ου περατοῦται,
εἰς εω διαλύουσι· Πέρσης Πέρσεω, Ξέρξης Ξέρξεω.
Τὰ εἰς ης ἀρσενικά, ὧν ἡ γενικὴ εἰς ους λήγει, διὰ
τοῦ εος κλίνουσιν, οἷον Δημοσθένης Δημοσθένεος, καὶ
τὴν αἰτιατικὴν εἰς εα, οἷον Δημοσθένεα.  

Θεοδόσιος γραμματικός. De dialectis [Sp.] (fort. auctore Theodosio alio


vel anonymo) Dialect dor, Sec. 1, li.1

ἀντὶ τοῦ κενή.


103

Ἡ ἐναλλαγὴ τῆς οι διφθόγγου εἰς ες τῶν Ἰώνων


ἐστίν· ἐρίηρες ἀντὶ τοῦ ἐρίηροι, καὶ υἱέες ἀντὶ τοῦ
υἱοί καὶ υἱεῖς.
Τῶν εἰς ας ληγόντων οὐδετέρων καὶ διὰ τοῦ τος κλι-
νομένων ἀποβάλλουσι τὸ τ καὶ κλίνουσι διὰ καθαροῦ
τοῦ οσ, οἷον κρέαος γήραος.
Τὸ ἐθέρμανα καὶ ἐκάθαρα ἐθέρμηνα καὶ ἐκάθηρα λέ-
γουσι διὰ τοῦ η.
  Τέλος τῶν Ἰωνικῶν ἰδιωμάτων.
Ἡ Δωρὶς διάλεκτος τρέπει τὸ η εἰς α μακρόν· ἅλιος
ἀντὶ τοῦ ἥλιος, ἁμέρα ἀντὶ τοῦ ἡμέρα.  
Τῷ α ἀντὶ τοῦ ω χρῆται ἐπὶ τῆς γενικῆς τῶν πλη-
θυντικῶν· πασᾶν ἀντὶ τοῦ πασῶν.
Τὸ ε καὶ ο εἰς τὴν ευ δίφθογγον κιρνᾷ· ἐμέο ἐμεῦ,
σέο σεῦ.
Τῷ ω ἀντὶ τοῦ ου χρῆται ἐπὶ τῶν ὀνομάτων· μῶσα
ἀντὶ τοῦ μοῦσα, βωκόλος ἀντὶ τοῦ βουκόλος· ἐπὶ δὲ
τῶν θηλυκῶν μετοχῶν τῶν τῇ ου διφθόγγῳ παρα-
ληγομένων ἀντὶ τῆς ου τῇ οι διφθόγγῳ χρῶνται·
λέγοισα ἀντὶ τοῦ λέγουσα.

Θεοδόσιος γραμματικός. De dialectis [Sp.] (fort. auctore Theodosio alio


vel anonymo) Dialect att, Sec. 1, li.1

δὲ πληθυντικὰ εἱστήκεμεν καὶ ἐτετύφεμεν καὶ εἱστή-


κεσαν καὶ ἐτετύφεσαν.
Τὰ δασέα εἰς ψιλὰ τρέπουσι, κύθρα λέγοντες ἀντὶ
τοῦ χύτρα.
Τὸ δύνασαι καὶ ἐπίστασαι κατὰ ἀποβολὴν τοῦ σ ἐκ-
φέρουσι· δύνααι καὶ ἐπίστααι, κατὰ δὲ συναίρεσιν
τῶν δύο αα δύνῃ καὶ ἐπίστῃ, προσγραφομένου τοῦ ι.
Τὸ ἐτύφθησαν ἐτύφθων λέγοντες καὶ τὸ ἐλήφθησαν
ἐλήφθων.
  Τέλος τῶν Αἰολικῶν ἰδιωμάτων.
Ἡ Ἀτθὶς ἤγουν ἡ τῶν Ἀττικῶν διάλεκτος χρῆται τῇ
περιττολογίᾳ, οἷον λέγω λόγον, καὶ τρέχω δρόμον.  
Τῶν αὐτῶν ἐστι καὶ ἡ ἔλλειψις· τύπτω ἀμφοτέραις,
λείπει γὰρ τὸ χερσίν.
Καὶ τούτων τῶν Ἀττικῶν ἐστι τὸ Λαμβάνειν τὸ ἐν
οἷς ἀντὶ τοῦ διότι, καὶ τὸ οὕνεκα ἀντὶ τοῦ ὅτι, καὶ
τὸ αὖ ἀντὶ τοῦ πάλιν, καὶ ἑκὼν εἶναι οὐ σιωπήσομαι,
καὶ τὸ εἰς Ἅιδου, καὶ τρέχω τὸν περὶ ψυχῆς, καὶ τὸ
104

τοῦ θράσους, τῆς ἀναιδείας.

Αθανάσιος θεολόγος. De sancta trinitate (dialogi 2 and 4) [Sp.]


Vol. M28, p. 1173, li.t

καὶ ὁ ἐμπόνως ζητῶν εὑρήσει, καὶ τῷ ἀπὸ καρδίας καὶ


ὑπομονῆς κρούοντι ἀνοιγήσεται, καὶ πλείονα χαρίζεται  
ὧν αἰτοῦμεν· μάταιος γάρ ἐστιν ἄνθρωπος ὅστις καὶ
ὧδε θέλει ἀπολαῦσαι καὶ ἀναπαύεσθαι κἀκεῖ σὺν Χρι-
στῷ σι...............σαι οὖν σεαυτὸν ........
.............. τὸν παντοκράτορα θεὸν, ὅτι παρ'
αὐτῷ ἡ ῥίζα τῆς ἀγαθότητος καὶ ἡ πηγὴ τοῦ ἐλέους
καὶ τὸ πέλαγος τῶν οἰκτιρμῶν. αὐτῷ ἡ δόξα καὶ ἡ
μεγαλωσύνη εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ἀμήν”.  

Διάλεκτος ὀρθοδόξου καὶ ἀνομοίου [...]

Ἀνόμοιος Ἐπειδὴ ἐν καιρῷ τοῦ ἐπενεχθέντος ἡμῖν διωγμοῦ


ὑπὸ τῶν χρονιτῶν τινὲς τῶν προειρημένων σφετερι-
σάμενοι μετὰ καὶ ἄλλων πολλῶν θεωρημάτων πονημάτιον
σπουδασθὲν ἡμῖν ἰδιαζόντως περὶ ἀγεννήτου θεοῦ καὶ
γεννητοῦ παρενθήκαις τε καὶ ἀφαιρέσεσι
διαφθείραντες ἐξέδωκαν, τὴν ἀκόλουθον ἀμείψαντες
ἀγωγήν, ἦλθε δὲ μετὰ ταῦτα τοῦτ' εἰς ἡμᾶς τινὸς
τῶν σπουδαίων ἡμῖν αὐτὸ προσκεκομικότος· ἠναγ-
κάσθην αὐτὸ οἷα πατὴρ αὖθις διακαθάρας ἐκπέμ-
ψαι ὑμῖν τὸ σύγγραμμα, ὦ πάντες εὐσεβεῖς

Dexippus Phil., In Aristotelis categorias commentarium P. 6, li.2

τἀνδρὸς ὑπειληφόσι, τοῖς δ' εὐπορώτερον λύειν οἰομένοις τὰ παρ' ἑτέρων


ἀπορούμενα.
 Ὅτι, ὦ φιλομαθέστατε Σέλευκε, περὶ τῶν πρώτων καὶ ἁπλῶν λέξεων,
ὧν αὗται σημαίνουσι, σκοπός ἐστιν ἐν τούτῳ τῷ βιβλίῳ· ἐπειδὴ τοίνυν ὁ
λόγος πᾶσι τοῖς εἴδεσι τῆς φιλοσοφίας χρήσιμος, τούτου δὲ ἀρχαὶ αἱ
ἁπλαῖ
λέξεις καὶ τὰ ὑπὸ τούτων σημαινόμενα, εἰκότως πολλὴ γέγονεν ἀμφισβή-
τησις περὶ τοῦ καλῶς ἢ μὴ καλῶς Ἀριστοτέλη διειληφέναι περὶ αὐτῶν.
 β. Ἀλλὰ δὴ τί βούλεται αὐτῷ ἡ ἐπιγραφὴ καὶ τὸ τῶν κατηγοριῶν
105

ὄνομα; οὐ γὰρ δήπου παραστῆσαι ἐθέλει, πῶς ἐν τοῖς δικαστηρίοις


ἄνθρω-  
ποι μέμφονται· τῇ γὰρ κατηγορίᾳ, ᾗ ἀντίκειται ἡ ἀπολογία, τοῦτο ὄνομα
τέταχεν ἡ τῶν Ἑλλήνων διάλεκτος, ὥστε εἰκότως ἄν τις αὐτὸν
αἰτιάσαιτο
ὅτι ξενίζει τοῖς ὀνόμασι.
 Πολλαὶ μὲν οὖν, ὦ Σέλευκε, πρὸς ταύτην τὴν αἰτίαν ἀπαντήσεις φέ-
ρονται ὑπὲρ Ἀριστοτέλους, καὶ ταύτας ἔξεστιν ἀναλέγεσθαι ἔκ τε τῶν
Ἀλε-
ξάνδρου καὶ Πορφυρίου. ἐγὼ δὲ τὰς μὲν πλείους παρήσειν ἔοικα, τὴν δὲ
φαινομένην εἶναί μοι βαθυτέραν ἐκθήσομαι· οὐ γὰρ συνεξισάζει τοῖς
πράγ-
μασι τὰ ὀνόματα οὐδὲ τὴν αὐτὴν ἔχει φύσιν καὶ τάξιν τὰ σημαίνοντα τοῖς
σημαινομένοις, ἀλλὰ πάμπολυ τῶν πραγμάτων ἐλαττοῦται ἡ τῶν
ὀνομάτων

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 9, Sec. 17, li.21

ὦ Σώκρατες· καὶ γὰρ πᾶν τὸ δαιμόνιον μεταξύ ἐστι θεοῦ


καὶ θνητοῦ. { – }Τίνα, ἦν δ' ἐγώ, δύναμιν ἔχον; { – }Ἑρμηνεῦον
καὶ διαπορθμεῦον θεοῖς τε τὰ παρ' ἀνθρώπων καὶ ἀν-
θρώποις τὰ παρὰ θεῶν, τῶν μὲν τὰς δεήσεις καὶ θυσίας,
τῶν δὲ τὰς ἐπιτάξεις τε καὶ ἀμοιβὰς τῶν θυσιῶν· ἐν μέ-
σῳ δ' ὂν ἀμφοτέρων συμπληροῖ, ὥστε τὸ πᾶν αὐτὸ αὑτῷ
συνδεδέσθαι. Διὰ τούτου καὶ ἡ μαντικὴ πᾶσα χωρεῖ καὶ
ἡ τῶν ἱερῶν τέχνη τῶν τε περὶ τὰς θυσίας καὶ τὰς τελε-
τὰς καὶ τὰς ἐπῳδὰς καὶ τὴν μαντείαν πᾶσαν καὶ γοητείαν.
Θεὸς δὲ ἀνθρώπῳ οὐ μίγνυται· ἀλλὰ διὰ τούτου πᾶσά
ἐστιν ἡ ὁμιλία καὶ ἡ διάλεκτος θεοῖς πρὸς ἀνθρώπους
καὶ πρὸς θεοὺς ἀνθρώποις καὶ ἐγρηγορόσι καὶ καθεύ-
δουσι. Καὶ ὁ μὲν περὶ τὰ τοιαῦτα σφοδρὸς δαιμόνιος
ἀνήρ, ὁ δὲ ἄλλο τι σοφὸς ἢ περὶ τέχνας ἢ περὶ χειρουρ-
γίας τινὰς βάναυσος. Οὗτοι δὴ οἱ δαίμονες πολλοί τε
καὶ παντοδαποί εἰσιν, εἷς δὲ τούτων καὶ ὁ Ἔρως.

Περὶ ἀρχῶν καὶ στοιχείων τοῦ παντός.

 Ἡσιόδου Θεογονίας (116 – 119).


 Ἤτοι μὲν πρώτιστα χάος γένετ', αὐτὰρ ἔπειτα
Γαῖ' εὐρύστερνος, πάντων ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ
ἀθανάτων, οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου
106

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.]


Ch. 13, Sec. 256, li.3

βλεψιν ἐκ τῆς τοῦ φωτίζοντος αὐτοὺς Πνεύματος παρουσίας.


Τίς οὖν ἐποίησε βλέποντα καὶ τυφλόν; βλέποντα δηλονότι τὸν
Προφήτην, διὰ τὸ δύνασθαι αὐτὸν τῇ ὀξυωπίᾳ τῆς διανοίας
προενατενίζειν τῷ μέλλοντι· τυφλὸν δὲ (τὸν διὰ τὴν κακίαν
ἀποτυφλωθέντα) ἵνα μὴ ὀφθαλμοὶ βέβηλοι τὰ τῶν μακαρίων
ἴδωσι θεάματα. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Κύριος, Εἰς κρίμα ἐγὼ
(φησὶν) εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ βλέποντες
βλέπωσι, καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται.
 Τίς οὖν ἡ Βαβυλὼν, καθ' ἧς ἡ ὅρασις ἑώραται;
Κατὰ μὲν οὖν τὴν ἱστορίαν δοκεῖ Βαβυλὼν κεκλῆσθαι ὁ
τόπος, ἔνθα συνεχύθη ἡ διάλεκτος τῶν εἰπόντων· Δεῦτε,
οἰκοδομήσωμεν ἑαυτοῖς πόλιν καὶ πύργον, οὗ ἡ κεφαλὴ
ἔσται ἕως τοῦ οὐρανοῦ. Ἐκεῖ τοίνυν κατελθὼν ὁ Θεὸς, συν-
έχεε τὰς διαλέκτους· διὰ τοῦτο ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτῆς,
σύγχυσις. Χωρίον οὖν συγχύσεώς ἐστιν ὁ Βαβυλῶνος τόπος,
οὐ διαλέκτου μόνον, ἀλλὰ καὶ δογμάτων καὶ νοημάτων καὶ
τοῦ δοκοῦντος ταῦτα βλέπειν νοῦ.
 Ἡ μὲν οὖν ὅρασις κατὰ Βαβυλῶνος, οἱονεὶ παραμυθίαν  
φέρουσα τῷ Ἰσραὴλ, τῷ κακωθέντι ὑπὸ τῶν Βαβυλωνίων.
Ὥστε γὰρ μὴ ὀλιγοψυχῆσαι αὐτοὺς, μήτε ἀπογνῶναι τῆς τοῦ
Θεοῦ προνοίας, ὡς ἐγκαταλιπούσης αὐτοὺς, προλαβὼν τῇ

Ωριγένης. , Contra Celsum Book 3, Sec. 6, li.19

διάλεκτον ἀμεῖβον, ἵν' οἱ τέως τῇ Αἰγυπτίων φωνῇ χρώμενοι


αἰφνίδιον τὴν Ἑβραίων διάλεκτον συμπληρῶσιν. Ἔστω δὲ
καθ' ὑπόθεσιν καταλιπόντας αὐτοὺς τὴν Αἴγυπτον μεμιση-
κέναι καὶ τὴν σύντροφον φωνήν· πῶς οὖν τὸ μετὰ τοῦτο
οὐχὶ μᾶλλον τῇ Σύρων ἐχρῶντο διαλέκτῳ ἢ τῇ Φοινίκων,
ἀλλὰ τὴν ἑβραΐδα ἑτέραν παρ' ἀμφοτέρας συνεστήσαντο;
Τοῦτο δέ μοι βούλεται ὁ λόγος συνάγειν ὅτι ψεῦδος τὸ
Αἰγυπτίους τὸ γένος ὄντας τινὰς ἐστασιακέναι πρὸς Αἰγυπ-
τίους καὶ τὴν Αἴγυπτον καταλελοιπέναι καὶ ἐπὶ τὴν Παλαις-
τίνην ἐληλυθέναι τήν τε νῦν καλουμένην Ἰουδαίαν ᾠκηκέναι.
Ἑβραίων γὰρ καὶ διάλεκτος πάτριος πρὸ τῆς εἰς Αἴγυπτον
αὐτῶν καθόδου ἦν, καὶ ἑβραϊκὰ γράμματα ἕτερα παρὰ τὰ
Αἰγυπτίων ἦν, οἷς Μωϋσῆς χρησάμενος ἔγραψε τὰς παρὰ
107

Ἰουδαίοις πεπιστευμένας εἶναι ἱερὰς πέντε βίβλους.  


 Καίτοι γε βαθύτερον ἐξετάζοντα τὰ πράγματα ἔστιν
εἰπεῖν περὶ μὲν τῶν ἐξεληλυθότων ἐκ γῆς Αἰγύπτου ὅτι
παραδόξως ὁ πᾶς λεὼς οἱονεὶ θεοδώρητον διάλεκτον ἀθρόως
ἀνείληφε τὴν καλουμένην ἑβραίαν· ὡς καὶ τῶν παρ' αὐτοῖς
τις εἶπε προφητῶν ὅτι «ἐν τῷ ἐξελθεῖν αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπ-
του γλῶσσαν, ἣν οὐκ ἔγνω, ἤκουσεν».

Ωριγένης. , Dialogus cum Heraclide


Sec. t, li.1

σύμβολον ἦν καὶ ἡ ἔπαρσις τῶν χειρῶν τοῦ σωτῆρος· ταῖς γὰρ ὑπὲρ ἄν-
θρωπον πράξεσιν ὕψωσεν αὑτοῦ τὰς χεῖρας καὶ ἔσωσε τοὺς πιστεύοντας.
τάχα τοίνυν πᾶς ὁ ταῖς πράξεσιν ἐπηρμένος ἐσταύρωται, καὶ κατὰ τοῦτο
ἔλεγε
Παῦλος· «ἐγὼ κόσμῳ ἐσταύρωμαι κἀμοὶ κόσμος», τοῦτ' ἔστιν· νενόηταί
μοι ὁ λόγος ὁ περὶ κόσμου καὶ ἐπῆρται καὶ οὐκέτι κεῖται κάτω· τῷ γὰρ
μὴ συνέντι τὸν λόγον τῆς κοσμοποιΐας ὁ λόγος οὐκ ἐσταύρωται. καλὸν
γὰρ εἶναι ἡγοῦμαι τὸ μυστικῶς σταυροῦσθαι, ὃ καὶ Παῦλος πέπονθε,
Χριστῷ συνεσταυρωμένος, καὶ ὁ κόσμος ἔσχεν ὡς πρὸς τὸν Παύλου νοῦν

ἐπηρμένος καὶ νενοημένος αὐτῷ. ἄλλως δὲ ἐπαίρει τὰς χεῖρας ὁ κύριος,


δύναμιν τάχα τοῖς μαθηταῖς ἐντιθεὶς διὰ τῆς εὐλογίας.  
     

ΩΡΙΓΕΝΟΥΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ       ΠΡΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΑΝ


  ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΣΥΝ ΑΥΤΩ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ  ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ
ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΨΥΧΗΣ.

 Λόγων κινηθέντων ὑπὸ τῶν παρόντων ἐπισκόπων


περὶ τῆς πίστεως Ἡρακλείδα τοῦ ἐπισκόπου, ἵνα ἐπὶ
πάντων ὁμολογήσῃ τὸ πῶς πιστεύει, καὶ ἑκάστου
εἰπόντος τὸ παραστὰν αὐτῷ καὶ πυθομένου, Ἡρακλεί-
δης ἐπίσκοπος εἶπεν·
 »Καὶ ἐγὼ πιστεύω ἅπερ αἱ θεῖαι γραφαὶ λέγουσιν·
’Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ λόγος, καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν,

Ωριγένης. , Fragm. ex commentariis in epistulam i ad Corinthios (in


catenis) Sec. 49, li.40
108

τεθείη ἡ ἀγάπη, καθ' ὑπόθεσιν εἰρημένου τοῦ λόγου. δεῖ οὖν φησι
μάλιστα
8ζηλοῦν τὴν ἀγάπην.
 Ἆρα δὲ ἄγγελοι διαλεγόμενοι πρὸς ἀλλήλους ταύταις ταῖς διαλέκτους
διαλέ-
γονται αἷς καὶ ἄνθρωποι, ὥστε τῶν ἀγγέλων τινὰς μὲν Ἕλληνας εἶναι
τυχὸν
τινὰς δὲ Ἑβραίους καὶ ἄλλους Αἰγυπτίους; ἢ τοῦτο ἄτοπον λέγειν περὶ
τῶν
ἄνω ἀγγελικῶν ταγμάτων; μή ποτε οὖν ὥσπερ εἰσὶν ἐν ἀνθρώποις
διάλεκτοι
πολλαί, οὕτως εἰσὶ καὶ ἐν ἀγγέλοις; καὶ ἐὰν ὁ θεὸς ἡμῖν χαρίσηται ἀπὸ
τῆς
ἀνθρωπίνης φύσεως ἐπὶ τὴν ἀγγελικὴν καταταγῆναι, τοῦ κυρίου μου
Ἰησοῦ
Χριστοῦ ἐπαγγελίαν λέγοντος 8Ἰσάγγελοι ἔσονται 8καὶ υἱοὶ θεοῦ τῆς
ἀναστάσεως
υἱοὶ ὄντες, οὐκέτι χρησόμεθα διαλέκτῳ ἀνθρώπων ἀλλὰ διαλέκτῳ τῇ
ἀγγελικῇ;
καὶ ὥσπερ ἄλλη διάλεκτος παιδίων καὶ ἄλλη τετρανωμένων τὴν φωνήν,
οὕτως
πᾶσα ἐν ἀνθρώποις διάλεκτος οἱονεὶ παιδίων ἐστὶ διάλεκτος· ἡ δὲ
ἀγγελικὴ
οἱονεὶ ἀνδρῶν ἐστι τελείων καὶ τετρανωμένων; ἴσως δὲ κἀκεῖ κατὰ τὴν
ἀναλο-
γίνα τῆς καταστάσεως καὶ διάλεκτοί εἰσιν. ἐὰν οὖν ταῖς διαλέκτους τῶν
ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς
ἠχῶν ἢ
κύμβαλον ἀλαλάζον. ὥσπερ ὁ χαλκὸς ἠχῶν ἄσημον δίδωσι φωνήν,
ὥσπερ
τὸ κύμβαλον τὸ ἀλαλάζον οὐδὲν τρανόν, τὸν αὐτὸν τρόπον, χωρὶς μὲν
ἀγάπης,
γλῶσσα κἂν ἀγγέλων ἐν ἀνθρώποις καθ' ὑπόθεσιν ᾖ, ἀτράνωτός ἐστιν·
οὐδὲν
γὰρ ποιεῖ τῶν ἀνθρώπων ἤ τοι τῶν ἀγγέλων τρανῆ καὶ σαφῆ, ὡς ἡ ἀγάπη·

ἀγάπης δὲ μὴ παρούσης τὸ λαλούμενον οὐδέν ἐστιν.


 Τίς δὲ ἡ διαφορὰ τῆς γνώσεως καὶ τῆς τῶν μυστηρίων εἰδήσεως;

Ωριγένης. , Fragm. ex commentariis in epistulam i ad Corinthios (in


catenis) Sec. 49, li.41
109

 Ἆρα δὲ ἄγγελοι διαλεγόμενοι πρὸς ἀλλήλους ταύταις ταῖς διαλέκτους


διαλέ-
γονται αἷς καὶ ἄνθρωποι, ὥστε τῶν ἀγγέλων τινὰς μὲν Ἕλληνας εἶναι
τυχὸν
τινὰς δὲ Ἑβραίους καὶ ἄλλους Αἰγυπτίους; ἢ τοῦτο ἄτοπον λέγειν περὶ
τῶν
ἄνω ἀγγελικῶν ταγμάτων; μή ποτε οὖν ὥσπερ εἰσὶν ἐν ἀνθρώποις
διάλεκτοι
πολλαί, οὕτως εἰσὶ καὶ ἐν ἀγγέλοις; καὶ ἐὰν ὁ θεὸς ἡμῖν χαρίσηται ἀπὸ
τῆς
ἀνθρωπίνης φύσεως ἐπὶ τὴν ἀγγελικὴν καταταγῆναι, τοῦ κυρίου μου
Ἰησοῦ
Χριστοῦ ἐπαγγελίαν λέγοντος 8Ἰσάγγελοι ἔσονται 8καὶ υἱοὶ θεοῦ τῆς
ἀναστάσεως
υἱοὶ ὄντες, οὐκέτι χρησόμεθα διαλέκτῳ ἀνθρώπων ἀλλὰ διαλέκτῳ τῇ
ἀγγελικῇ;
καὶ ὥσπερ ἄλλη διάλεκτος παιδίων καὶ ἄλλη τετρανωμένων τὴν φωνήν,
οὕτως
πᾶσα ἐν ἀνθρώποις διάλεκτος οἱονεὶ παιδίων ἐστὶ διάλεκτος· ἡ δὲ
ἀγγελικὴ
οἱονεὶ ἀνδρῶν ἐστι τελείων καὶ τετρανωμένων; ἴσως δὲ κἀκεῖ κατὰ τὴν
ἀναλο-
γίνα τῆς καταστάσεως καὶ διάλεκτοί εἰσιν. ἐὰν οὖν ταῖς διαλέκτους τῶν
ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς
ἠχῶν ἢ
κύμβαλον ἀλαλάζον. ὥσπερ ὁ χαλκὸς ἠχῶν ἄσημον δίδωσι φωνήν,
ὥσπερ
τὸ κύμβαλον τὸ ἀλαλάζον οὐδὲν τρανόν, τὸν αὐτὸν τρόπον, χωρὶς μὲν
ἀγάπης,
γλῶσσα κἂν ἀγγέλων ἐν ἀνθρώποις καθ' ὑπόθεσιν ᾖ, ἀτράνωτός ἐστιν·
οὐδὲν
γὰρ ποιεῖ τῶν ἀνθρώπων ἤ τοι τῶν ἀγγέλων τρανῆ καὶ σαφῆ, ὡς ἡ ἀγάπη·

ἀγάπης δὲ μὴ παρούσης τὸ λαλούμενον οὐδέν ἐστιν.


 Τίς δὲ ἡ διαφορὰ τῆς γνώσεως καὶ τῆς τῶν μυστηρίων εἰδήσεως; περὶ
δύο
γὰρ πραγμάτων ὁ ἀπόστολος λέγει. ἡγοῦμαι τοίνυν τὸ μὲν περὶ τῶν
φανερῶν

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula psychologica, theologica, daemonologica


P. 57, li.16
110

φαντασίας γένηται.
 Ἡ φωνὴ τοῦτο ἔχει τέλος τὸ σημᾶναί τινα ψυχικὴν διάθεσιν καὶ ὄρεξιν.
διὸ καὶ οἱ τῶν ἀλόγων ψόφοι φωναί. καὶ γὰρ καὶ ὁ κύων ὁπηνίκα φαντα-
σίαν ἔχει τοῦ ἀλλοτρίου ὑλακτεῖ, ὅταν δὲ τοῦ οἰκείου σαίνει.
 Τὰ ἄλογα ζῷα οὐ σύμμετρα, ἀλλ' ἀνειμένα καὶ σεσηρότα τὰ χείλη
ἔχουσιν, ὅτι οὐ δέονται τούτων εἰς ὑπηρεσίαν διαλέκτου. ὅσα δὲ παρα-
πλήσια ἔχουσι, ταῦτα ἀνθρώποις μιμοῦνται διάλεκτον, ὡς κίτται καὶ
ψιττακοί.
 Ἡ γλῶττα πρὸς δύο συμβάλλεται, πρὸς γεῦσιν καὶ διάλεκτον.
 Ὑλικὸν αἴτιον τῆς φωνῆς ὁ ἀήρ, ποιητικὸν ἡ φύσις, ὀργανικὸν ἡ τραχεῖα

ἀρτηρία, τελικὸν ἡ διάλεκτος.


 Φάρυγξ θηλυκῶς λεγόμενον σημαίνει τὴν ἀχάνειαν τὴν μετὰ τὴν τῆς
γλώττης ῥίζαν, ἀρρενικῶς τὸν λάρυγγα, ὅς ἐστιν ἔσχατον τῆς τραχείας
ἀρτηρίας καὶ ὑπὸ τῶν τριῶν χόνδρων περιέχεται, ἀρυταινοειδοῦς, θυροει-
δοῦς καὶ τοῦ ἀνωνύμου, οἳ συστελλόμενοι καὶ διαστελλόμενοι διὰ τῶν
ἐκεῖ μυῶν τὴν φωνὴν ῥυθμίζουσιν.
 Ἡ ἀρτηρία καταψύχει τὸ ἐντὸς θερμόν. οἱ γοῦν ἰχθύες ταύτην μὴ
ἔχοντες διὰ τῶν βραγχίων καταψύχονται. τὰ ἔχοντα ἀρτηρίαν ἔχουσι καὶ
πνεύμονα. οἱ ἰχθύες οὔτε ταῦτα ἔχει οὔτε καρδίαν.
 Τετραχῶς τὸ ἄγευστον· ἢ τὸ δυνάμενον χυμωθῆναι, ὡς τὸ ὕδωρ ἄποιον
ὄν, ἢ τὸ ταῖς ἄλλαις αἰσθήσεσιν ὑποκείμενον, ὡς ψόφος, ἢ τὸ μικρὰν

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata Poem 6, li.7

πασῶν τῶν ἐπιστημῶν γενομένη πρὸς τὸν εὐσεβέστατον βασιλέα


κῦριν Μιχαὴλ τὸν Δούκαν ἐκ προστάξεως τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ
βασιλέως, ὥστε διὰ τῆς εὐκολίας καὶ ἡδύτητος ἐνεχθῆναι τοῦτον εἰς
τὴν μάθησιν τῶν ἐπιστημῶν

  Μελέτω σοι γραμματικῆς καὶ τῆς ὀρθογραφίας·


 πρῶτος αὕτη θεμέλιος καὶ βάσις μαθημάτων.
  Οὐκ ἔστι δὲ μονότροπος οὐδὲ κοινὴ καὶ μία,
 ἀλλ' ἔχει διαλέκτους καὶ φωνὰς καὶ πέντε διαλέκτους,
 Αἰολικήν, Ἰωνικήν, Ἀτθίδα καὶ Δωρίδα
 καὶ τὴν συνήθη καὶ κοινὴν καὶ κατημαξευμένην·
 ἑκάστη δὲ διάλεκτος ἔχει φωνὰς ἰδίας.
 ἡ δὲ κοινή, κἂν πέφυκεν ἄθροισμα τῶν τεσσάρων,
 ἀλλ' ἔστι καὶ μονότροπος, ἄλλη παρὰ τὰς ἄλλας.
  Ἀλλ' ὡς ἐν παραδείγματι δεικτέον σοι τὰς πέντε.
111

 τὸ μὲν γὰρ ‘Πέρσης Πέρσεω’ τυγχάνει τῆς Ἰάδος


 (ἣν εἶπον γὰρ Ἰωνικὴν καλῶ σοι νῦν Ἰάδα,
 Ἰὰς γὰρ ἀπὸ Ἴωνος· διώνυμος ἡ κλῆσις).
 ὣς δὲ τὸ ‘Δημοσθένεος’ γενικῶς τῆς Ἰάδος
 καὶ τὸ ‘Περσέων’ γενικῶς, ὣς δὲ καὶ τὸ ‘νυμφέων’·
 εἰ δέ τις μεταλλάξειε καὶ λέξειε ‘νυμφάων’,
 Αἰολικὴν διάλεκτον εἶπεν, οὐ τὴν Ἰάδα.

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata Poem 6, li.21

 (ἣν εἶπον γὰρ Ἰωνικὴν καλῶ σοι νῦν Ἰάδα,


 Ἰὰς γὰρ ἀπὸ Ἴωνος· διώνυμος ἡ κλῆσις).
 ὣς δὲ τὸ ‘Δημοσθένεος’ γενικῶς τῆς Ἰάδος
 καὶ τὸ ‘Περσέων’ γενικῶς, ὣς δὲ καὶ τὸ ‘νυμφέων’·
 εἰ δέ τις μεταλλάξειε καὶ λέξειε ‘νυμφάων’,
 Αἰολικὴν διάλεκτον εἶπεν, οὐ τὴν Ἰάδα.
 εἰ δέ τις εἴποι ‘θάλατταν’ ἢ ‘τεῦτλον’, Ἀττικίζει.
 εἰ δέ τις ὀνομάσειε τὰς Μούσας ‘Μώσας’ πάλιν,
 ὑποδωρίσας εἴρηκε Δωρίδι διαλέκτῳ.  
 ἡ δ' Αἰολὶς διάλεκτος τῷ ῥῶ βῆτα προσνέμει,
 ’βράκος’ τὸ ῥάκος λέγουσα, ‘βρυτῆρα’ τὸν ῥυτῆρα.
 εἰ δέ τις εἴποι ‘θάλασσαν’ καὶ ‘ῥάκος’ καὶ ‘ῥυτῆρα’,
 κοινὴν εἶπε διάλεκτον ἤτοι συνηθεστάτην.
 ταύτην μοι μόνην δίωκε, τῶν δ' ἄλλων καταφρόνει.
  Τῶν μέτρων μέντοι φρόντιζε, τῶν τομῶν καταφρόνει·
 ἡρώιζε, ἰάμβιζε, ἐλεγεῖά μοι γράφε,
 μάθε τὴν Ἀνακρέοντος ἡδυεπῆ κιθάραν
 καὶ τὴν Θηβαίαν μάλιστα τοῦ μελῳδοῦ Πινδάρου,
 τὴν δὲ βουκόλου σύριγγα τοῦ Θεοκρίτου μέθες.
  Τῶν ὀνομάτων μάθε μοι καὶ κλίσεις καὶ κανόνας,
Μιχαήλ Ψελλός. Poemata Poem 6, li.183

 οὔτε φησὶ ‘ποτήριον’ ἔνδυμα ἐξ ἐρίων·


 ’ἑλκύδριον’ οὐ τίθησιν οὐδέποτε τὸν κάδον.
  Τὸν τόνον ὁ γραμματικὸς τίθεται προσῳδίαν·
 πρὸς τόνον γὰρ τὸ μελῳδεῖν, πρὸς τόνον ἁρμονία.
  Τέσσαρες πρὸς τοῖς εἴκοσι τῶν ποιήσεων τρόποι·
 παραβολή, ὑπερβολὴ καὶ ἀντωνομασία,
 ἄλλοι τε προφανέστατοι καὶ γνώριμοι τοῖς πᾶσι.
 τρόποι δ' ἐπωνομάσθησαν ὡς τρέποντες τὴν φράσιν.
  Τὸ τρίτον τῆς γραμματικῆς τοῦτο τυγχάνει μέρος,  
 ἱστοριῶν ἀπόδοσις καὶ γλωσσῶν πολυτρόπων.
112

 ἑκάστη γὰρ διάλεκτος παμπόλλους ἔχει διαλέκτους.


 ἡ γὰρ Δωρὶς διάλεκτος ἔχει τοιάσδε διαλέκτους,
 Ἀργείων Κορινθίων τε καὶ τῶν Συρακουσίων·
 ἡ δ' Αἰολὶς τῶν Βοιωτῶν, πρὸς δὲ καὶ τῶν Λεσβίων.
 ὀφείλει δ' ὁ γραμματικὸς εἰδέναι καὶ τὰς διαλέκτους·
 Ἰάδος γὰρ τὸ ‘πίσυρες’, ἀλλὰ Συρακουσίων.
  Πέμπτον δὲ μέρος, δέσποτα, γραμματικῆς τυγχάνει
 ἐκλογισμῶν ἀκρίβεια τῶν τῆς ἀναλογίας,
 τουτέστι παραθέσεως πρὸς ὅμοιον ὁμοίου.
 τὸ ‘Δημοφῶν’ γάρ, δέσποτα, καὶ ‘Ξενοφῶν’ κατ' ἴσον
 ὁμοίου τις παράθεσις κατὰ ἀναλογίαν.

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata Poem 6, li.184

 ’ἑλκύδριον’ οὐ τίθησιν οὐδέποτε τὸν κάδον.


  Τὸν τόνον ὁ γραμματικὸς τίθεται προσῳδίαν·
 πρὸς τόνον γὰρ τὸ μελῳδεῖν, πρὸς τόνον ἁρμονία.
  Τέσσαρες πρὸς τοῖς εἴκοσι τῶν ποιήσεων τρόποι·
 παραβολή, ὑπερβολὴ καὶ ἀντωνομασία,
 ἄλλοι τε προφανέστατοι καὶ γνώριμοι τοῖς πᾶσι.
 τρόποι δ' ἐπωνομάσθησαν ὡς τρέποντες τὴν φράσιν.
  Τὸ τρίτον τῆς γραμματικῆς τοῦτο τυγχάνει μέρος,  
 ἱστοριῶν ἀπόδοσις καὶ γλωσσῶν πολυτρόπων.
 ἑκάστη γὰρ διάλεκτος παμπόλλους ἔχει διαλέκτους.
 ἡ γὰρ Δωρὶς διάλεκτος ἔχει τοιάσδε διαλέκτους,
 Ἀργείων Κορινθίων τε καὶ τῶν Συρακουσίων·
 ἡ δ' Αἰολὶς τῶν Βοιωτῶν, πρὸς δὲ καὶ τῶν Λεσβίων.
 ὀφείλει δ' ὁ γραμματικὸς εἰδέναι καὶ τὰς διαλέκτους·
 Ἰάδος γὰρ τὸ ‘πίσυρες’, ἀλλὰ Συρακουσίων.
  Πέμπτον δὲ μέρος, δέσποτα, γραμματικῆς τυγχάνει
 ἐκλογισμῶν ἀκρίβεια τῶν τῆς ἀναλογίας,
 τουτέστι παραθέσεως πρὸς ὅμοιον ὁμοίου.
 τὸ ‘Δημοφῶν’ γάρ, δέσποτα, καὶ ‘Ξενοφῶν’ κατ' ἴσον
 ὁμοίου τις παράθεσις κατὰ ἀναλογίαν.

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata Poem 53, li.563

  Τῆς δ' ἀσαφείας αἴτιον τῆς ἔν τισι κειμένης


 ὑπάρχει τὸ συμβολικὸν τῶν προφητευομένων
 τῶν προτυπούντων τὰ λαμπρὰ τῆς νέας διαθήκης,
 καὶ τῶν ῥημάτων τὸ βαθὺ καὶ συνεσκιασμένον,
113

 ὅπερ ἐστὶν ἰδίωμα φωνῆς τῆς Ἑβραΐδος.


 καὶ γὰρ διὰ τὴν δυσπειθῆ τῶν Ἰουδαίων γνώμην
 ἦσαν τὰ πλείω σκοτεινὰ καὶ συγκεκαλυμμένα,
 μόνοις παραγυμνούμενα πολλάκις τοῖς ἀξίοις,
 κρινόμενά τε θαυμαστῶς ἀπὸ τοῦ τέλους μόνου.
 σὺν τούτοις ἡ μεταβολὴ τῆς Ἑβραΐδος γλώσσης·
 ὅτε γὰρ μεταβάλλεται διάλεκτος πρὸς ἄλλην,
 εἰκὸς ἐντεῦθεν γίνεσθαι πολλὰς τὰς ἀσαφείας,
 ἐπεὶ μηδ' ἀπαράλλακτα τὰ μεθηρμηνευμένα.
  Γεγόνασι δ' ἑρμηνευταὶ τῆς παλαιᾶς ἁπάσης
 Ἑλληνιστὶ συγγράψαντες πάντα τὰ παρ' Ἑβραίοις
 τὸ πρῶτον ἑβδομήκοντα πολυμαθεῖς Ἑβραῖοι,
 ἐκλελεγμένοι τῶν λοιπῶν παρὰ τοῦ Πτολεμαίου,
 ὃς βασιλεὺς ἐτύγχανε καθ' ὅλης τῆς Αἰγύπτου.
 καὶ γὰρ καθυποτάξαντος τοὺς Πέρσας Ἀλεξάνδρου,
 εἶτα συνάψαντος εἰς ἓν ἄμφω τὰς βασιλείας,
 ὕστερον δὲ μετ' οὐ πολὺ τὸν βίον λελοιπότος,

Anna Comnena Hist., Alexias Book 3, ch. 4, Sec. 7, li.6

λόγοις δεύτερος τοῦ λοιποῦ συνυπογράφων ἦν διὰ κιννα-


βάρεως τῷ βασιλεῖ Ἀλεξίῳ κἀν ταῖς προπομπαῖς μετὰ
τῆς βασιλικῆς τιάρας συνεπόμενος. Ὡς δέ τινες ἔφασαν,
καὶ πρὸ τῆς ἀποστασίας τὰς περὶ τούτου συνθήκας εἶχεν
ἡ βασιλίς, ἵν' οὕτω τὰ κατὰ τὸν υἱὸν αὐτῆς γίνοιτο.
Οὕτω γοῦν τῶν βασιλείων ἐκείνη ἐξέρχεται μετὰ προ-
πομπῆς ἀξίας ἐν τοῖς κατὰ τὴν μονὴν τοῦ μεγάλου μάρ-
τυρος Γεωργίου παρὰ τοῦ ἀποβεβιωκότος Κωνσταντίνου
βασιλέως τοῦ Μονομάχου οἰκοδομηθεῖσιν οἰκήμασι κατα-
σκηνώσουσα (Μάγγανα ταῦτα ἡ κοινὴ εἰσέτι κικλήσκει
διάλεκτος), Ἰσαακίου συνεφεπομένου ταύτῃ τοῦ σεβαστο-
κράτορος.
Τὰ μὲν οὖν κατὰ τὴν βασιλίδα Μαρίαν οὕτω παρὰ
τῶν Κομνηνῶν ᾠκονόμητο· ὁ δέ γε αὐτοκράτωρ παιδείας
ἐκ νηπίου τυχὼν ἀγαθῆς καὶ πρὸς τὰς νουθεσίας τῆς
μητρὸς ἑαυτὸν ἀπευθύνων τὸν τοῦ Θεοῦ φόβον ἐνστερνι-
σάμενος καὶ ἐγκάρδιον ἔχων ἐδάκνετο ἀνιώμενος ἐπὶ τῇ
τῆς πόλεως προνομῇ, ἣν κατὰ τὴν εἰσέλευσιν αὐτοῦ
πάντες πανδημεὶ ἐπεπόνθεισαν. Τὸ μὲν γὰρ ἄπταιστον
ἴσως καὶ εἰς ἀπόνοιαν ἄγει τὸν μηδ' ὁπωστιοῦν προσκε-
κρουκότα τοῖς πράγμασιν· ὁ δέ γε ἐξαμαρτών,
114

Anna Comnena Hist., Alexias Book 8, ch. 3, Sec. 4, li.16

ἵν' ὁμοῦ καὶ τοῖς ναυσιπόροις ἐχθροῖς ῥᾳδίως ἔχοι ἀντικα-


θίστασθαι καὶ πρὸς τοὺς ἐξ ἠπείρου εὐχερῶς μάχεσθαι.
Παραχρῆμα τοίνυν τὸν καίσαρα Νικηφόρον τὸν Μελισση-
νὸν ἀποστείλας μετεκαλεῖτο θᾶττον ἢ λόγος τὴν Αἶνον
καταλαβεῖν. Ἔφθασε γὰρ διὰ γραμμάτων δηλώσας συλλέ-
ξασθαι ὁπόσους ἂν δυνηθείη οὐκ ἀπὸ τῶν ἤδη ἐστρατευ-
μένων (ἐκείνους γὰρ φθάσας εἰς τὰς πόλεις ἁπανταχῇ τῆς
ἑσπέρας διέσπειρεν ἐφ' ᾧ φρουρεῖν τὰ κυριώτερα τῶν  
πολιχνίων), ἀλλὰ κατὰ μέρος νεολέκτους καταλέγων, ὁπό-
σοι τε ἐκ Βουλγάρων καὶ ὁπόσοι τὸν νομάδα βίον εἵλοντο
(Βλάχους τούτους ἡ κοινὴ καλεῖν οἶδε διάλεκτος) καὶ τοὺς
ἄλλοθεν ἐξ ἁπασῶν τῶν χωρῶν ἐρχομένους ἱππέας τε καὶ
πεζούς.
         Αὐτὸς δὲ τοὺς τοῦ Φλάντρα πεντακοσίους
Κελτοὺς ἐκ Νικομηδείας μεταπεμψάμενος μετὰ τῶν συγ-
γενῶν αὐτοῦ ἐξεληλυθὼς τῆς Βυζαντίδος θᾶττον τὴν Αἶνον
καταλαμβάνει. Καὶ τηνικαῦτα ἐν ἀμφιρύκῳ εἰσελθὼν καὶ
παραδραμὼν τὴν τοῦ ὅλου ποταμοῦ θέσιν καὶ τὴν ὅλην
αὐτοῦ κοίτην κατασκεψάμενος ἑκατέρωθεν καὶ διαγνούς,
ὅποι τὸ στρατιωτικὸν καταθεῖναι βέλτιον, ὑπέστρεψε. Καὶ
διὰ τῆς νυκτὸς τοὺς λογάδας συναγαγὼν τοῦ στρατεύματος

Scylitzes Continuatus, Continuatio Scylitzae P. 105, li.11

νε, καὶ ἐγὼ νὰ σὲ χαλάσω». Ἐπεβάλετο δὲ καὶ κοκκοβαφῆ περιβαλέσθαι


πέδιλα τῆς παλαιᾶς ἱερωσύνης φάσκων εἶναι τὸ τοιοῦτον ἔθος καὶ δεῖν
τούτοις κἀν τῇ νέᾳ κεχρῆσθαι τὸν ἀρχιερέα. Ἱερωσύνης γὰρ καὶ βασι-
λείας τὸ διαφέρον οὐδὲν ἢ καὶ ὀλίγον ἔλεγεν εἶναι· ἐν δέ γε τοῖς τιμιωτέ-
ροις καὶ πλέον ἔχειν καὶ μᾶλλον εἶναι ἐρίτιμον. Ταῦτα δὲ ὁ βασιλεὺς ἐνω-
τιζόμενος ὑπ' ὀδόντα λαλούμενα ἔσπευσε μᾶλλον δρᾶσαι ἢ παθεῖν. Ὅθεν
καὶ τῆς τῶν Ἀρχαγγέλων ἐφισταμένης ἑορτῆς ἄπεισι μὲν ὁ πατριάρχης
εἰς τὸ πρὸ τῆς πόλεως παρ' αὐτοῦ συστὰν φροντιστήριον, φιλοτίμως τὰ
τῆς ἑορτῆς ἐκτελέσαι φροντίζων. Ὁ δὲ βασιλεὺς τὸν καιρὸν ὡς ἕρμαιον
ἁρπάσας, ἵνα μὴ θόρυβος καὶ τάραχος γένηται ὑπειδόμενος, στῖφος στρα-
τιωτικὸν ἀποστείλας – Βαράγγους αὐτοὺς ἡ κοινὴ ὀνομάζει διάλεκτος
–  
ἀνάρπαστον ἐκ τοῦ θρόνου ἀτίμως ἐπαίρουσι, καὶ ἡμιόνῳ καθίσαντες
συν-
ήλαυνον ἄχρι τῆς ἐν Βλαχέρναις ἀκτῆς αὐτόν τε καὶ τοὺς ἀνεψιοὺς
115

αὐτοῦ,
ἐκεῖθέν τε λέμβῳ ἐμβληθέντας εἰς τὴν νῆσον Προικόννησον
περιορίζουσι.

Λέων Διάκονος ιστορικός. Historia P. 63, li.9

ποταμῶν τοῖς μεγίστοις περιῤῥεομένη)· ταύτην Νικηφόρος ὁ


βασιλεὺς θεασάμενος, οὐκ ᾤετο δεῖν δύναμιν τὴν Ῥωμαϊκὴν ἀσύν-  
τακτον δι' ἐπισφαλῶν χωρίων ἐξάγοντα, ὡσανεὶ βοσκήματα παρα-
σκευάσαι κατακοπῆναι πρὸς τῶν Μυσῶν. λέγεται γὰρ, πολλάκις
πταῖσαι Ῥωμαίους ταῖς δυσχωρίαις Μυσίας, πανολεθρίᾳ περι-
πεσεῖν.
 ϛʹ. Ἔγνω οὖν, μὴ διὰ δυσεμβόλων καὶ περισφαλῶν χωρίων
διακινδυνεύειν. ὅθεν ἀναλαβὼν τὴν στρατιὰν πρὸς τὸ Βυζάντιον
ἤλαυνε, καὶ Καλοκύρην ἐκεῖνον τῷ τῶν πατρικίων τιμήσας ἀξιώ-
ματι, ἄνδρα ὁρμητίαν τὴν ἄλλως καὶ θερμουργὸν, ἐς τοὺς
Ταυροσκύθας ἐξέπεμψεν, οὓς ἡ κοινὴ διάλεκτος Ῥῶς εἴωθεν
ὀνομάζειν, ἐφ' ᾧ διανείμαντα τούτοις χρυσὸν, ὃν αὐτῷ ἐνεχεί-
ρισεν, εἰς κεντηνάρια πεντεκαίδεκα συγκεφαλαιούμενον, ἐς τὴν
χώραν καταγαγεῖν τῶν Μυσῶν, ταύτην αἱρήσοντας. ἀλλ' ὁ μὲν
Καλοκύρης ἐς τοὺς Ταυροσκύθας ἠπείγετο· αὐτὸς δὲ παρὰ τὸ
θέατρον ἀναβὰς, ἱππικὸν ἀγῶνα καθῆστο τελῶν. καὶ δῆτα τοῖς
περὶ αὑτὸν στρατιώταις ἐκέλευε, καταβάντας ἐπὶ τὸ στάδιον καὶ
εἰς ἀντιπάλους ἀποκριθέντας φάλαγγας σπασαμένους τὰ ξίφη,
κατὰ παιδιὰν ἐπαλλήλοις χωρεῖν, καὶ ταύτῃ γυμνάσασθαι πρὸς
τὸν πόλεμον. Βυζάντιοι δὲ, πολεμικῶν ἔργων ἀγνῶτες τυγχά-
νοντες, τὴν τῶν ξιφῶν καταπλαγέντες αὐγὴν, καὶ τὴν ὁμόσε τῶν

Nicetas Choniates Hist., Scr. Eccl., Rhet., Historia (= Χρονικὴ διήγησις)


Reign Man1,pt1, p. 57, li.of p. 5

νοσῶν καὶ γλισχρότητα καὶ τὰ πεμπόμενα πολλάκις τῶν ἐδωδίμων ἀνέ-


πεμπεν εἰς τὸ πωλητήριον· καὶ δεῖγμα, ὡς ἰχθύας σύακα καὶ λάβρακα, ὡς
μὲν μεγίστους ὡς δὲ πίονας, παρά τινων αὐτῷ πεμφθέντας, τρισσάκις
ἀπέδοτο καὶ τοσαυτάκις ἐναλλὰξ ἐωνημένους κατὰ χρείαν παρ' ἑτέρων
εἰσηνέγκατο. καὶ ἦσαν ἄντικρυς ἁλιεῖς οἱ ἰχθύες, ὃ πεπόνθασι δρῶντες,
ὡς μὲν ἄγκιστρον χαλῶντες τὸ μέγεθος, περιτιθέντες δὲ τὴν πιμελὴν ὡς  
δελήτιον, καὶ οὕτω κατασπῶντες τοὺς παριόντας εἰς τὴν ἐκείνων εἰσοί-
κησιν.
 Ἄλλοτε δὲ διημερεύσας ἐς τὰ ἐν Βλαχέρναις ἀνάκτορα κἀκεῖθεν πρὸς
ὀψίαν ἐπαναλύων, ἐπεὶ θεάσαιτο παρὰ ταῖς καπηλίσι προβεβλημένην
116

ἐνόδιον ἐδωδήν, ἣν ἡ κοινὴ διάλεκτος ἁλμαίαν ὠνόμασεν, ἠράσθη


ζωμοῦ
ἐμφορηθῆναι καὶ τῆς τοῦ λαχάνου σχίδακος ἀποτραγεῖν. εἰπόντος δέ
τινος τῶν ὑπηρετουμένων, ὃς Ἀνζᾶς ὠνομάζετο, ὡς νῦν μὲν χρεὼν ἀνα-
σχέσθαι καὶ κολάσαι τὴν ἔφεσιν, εὑρήσει δὲ καὶ κατ' οἶκον γενόμενος ὃ
ζητεῖ ὄψον παρατεθειμένον αὐτῷ εὐτρεπές, δριμὺ καὶ τιτανῶδες
ἐμβλέψας
πολὺς ἐνέκειτο σχέδην ἀποπλῆσαι τὸν ἔρωτα. ἀμέλει καὶ τὸ τρύβλιον
ἁρπαλέως περιχυθεὶς ταῖς χερσὶ τῆς πωλητρίας ὀχούμενον, ὅπερ ἔστεγεν
ἔνδον τὸ ἐκείνῳ ἐράσμιον ἔδεσμα, ἐγκύψας ἀμυστὶ καὶ χανδὸν
ἐνεφορεῖτο
τοῦ ζωμιδίου καὶ τῷ λαχάνῳ πολλάκις ἐνέχανε. καὶ οὕτως στατῆρα
χάλκεον τοῦ κόλπου ἐξενεγκών τινι τῶν ὑπὸ χεῖρα παρέσχετο, ἐπισκήψας

ἀναλῦσαι τοῦτον ἐς τέτταρας ὀβολούς, καὶ δύο μὲν καταθέσθαι

Nicetas Choniates Hist., Scr. Eccl., Rhet., Historia (= Χρονικὴ διήγησις)


Reign Isaac2+Alex4, p. 553, li.of p. 9

κατέλυον οἱ διάφοροι, γίνονται τοῖς πρώην ἀντίφροσι σύσκηνοι καὶ


ὁμόδειπνοι καὶ τὰ πάντα συμφυεῖς καὶ ὁμόφρονες.  
 Ἐννεακαιδεκάτην δ' ἄγοντος τοῦ Αὐγούστου μηνός, τῆς ἕκτης
ἰνδικτιῶνος τοῦ ἑξακισχιλιοστοῦ ἑπτακοσιοστοῦ ἑνδεκάτου ἔτους, τι-
νὲς τῶν Φραγγίσκων (οὗτοι δέ εἰσιν οἱ πάλαι Φλαμίονες κικλησκό-
μενοι) Πισσαίων καὶ Βενετίκων μοῖραν προσειληφότες ὡς εἰς ὄψον ἕτοι-
μον καὶ πρόχειρον ἕρμαιον τὰ τῶν Σαρακηνῶν διαπλωΐζονται χρήματα.
καὶ δὴ τὸ σύνταγμα ἐκεῖνο τὸ πονηρὸν τῇ πόλει προσσχὸν δι' ἁλιάδων
(οὐδὲ γὰρ ἦν τις ὁ προσιστάμενος ὅλως ἐπεισπλέειν σφας τῇ πόλει καὶ
αὖθις ἀνάγεσθαι) τῷ τῶν ἐξ Ἄγαρ συναγωγίῳ λάθρᾳ ἐπεισπίπτουσιν,
ὅ φησι Μιτάτον ἡ δημώδης διάλεκτος, καὶ τὰ ἐνόντα μετὰ ξίφους λῃ-
στεύουσιν. ὡς δ' οὕτω ταῦτα παραλόγως καὶ ὑπὲρ δόκησιν πᾶσαν
παρηνομεῖτο, ἠμύνοντο μὲν αὐτοὺς οἱ Σαρακηνοὶ τὰς χεῖρας τοῖς παρα-
τυχοῦσιν ὁπλίσαντες, ἐπιβοηθοῦσι δὲ καὶ Ῥωμαῖοι, παρὰ τῆς τοῦ
κακοῦ φήμης ἐκεῖσε συνηλισμένοι. καὶ οὔκουν μὲν ἅπαν ὁπόσον καὶ ἔδει
κατήνυσαν, ἐπὶ δὲ βραχὺ τῆς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων ὁμαιχμίας ἀναχώ-
ρησις γίνεται. οἱ δὲ τὸ δι' ὅπλων ἀντέχειν μεθέντες ἐπὶ τῷ μὴ πάνυ
πρότερον ἐμπρησμῷ διανοοῦνται καὶ πρόσφατον, ἀνυσιμώτατον
ἀμυντήριον καὶ ὑπὲρ ἅπαν ἕτερον τὴν πόλιν ἔχον ταχὺ κατεργάσασθαι
πείρᾳ μεμαθηκότες τὸ πῦρ.

Theognostus Gramm., Canones sive De orthographia


117

Sec. 435, li.5

τως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ συντάξει τῶν στοιχείων· σημειούμεθα


δὲ μὴ τὸ μ παραληγόμενα τὸ φάβα καὶ Πάσχα· ὧν τὸ
μὲν ἀπὸ τῆς Ἰταλῶν· τὸ Πάσχα δὲ ἀπὸ τῆς Ἐβραίων φω-
νῆς μετηγμένον εἰς τὴν Ἑλλάδα φωνήν· τὸ μὲν κλίνεται
ἀκολούθως τοῖς εἰς μα· τοῦ Πάσχα δὲ αἱ καθεξῆς πτώσεις
σεσίγηνται.
 Τὰ ἀπὸ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου προσώπου τοῦ παθητικοῦ
παρακειμένου γινόμενα ὀνόματα ῥηματικὰ, εἴτε ἀπὸ τῶν εἰς
ω, εἴτε ἀπὸ τῶν εἰς μι κατὰ τὴν παραλήγουσαν τὴν αὐτὴν
φυλάττει γραφήν· οἷον, λέλεξαι, λέξις · λέλεκται, λεκτὸς
καὶ ἄλεκτος, καὶ διάλεκτος· τέθεσαι θέσις· τέθεται, θετὸς,
καὶ ἄθετος, καὶ ἐπίθετος· δέδοσαι, δόσις, ἐπίδοσις· δέδοται,
δοτὸς καὶ θεόδοτος.
 Εἰς α μακρὸν, ἢ εἰς η ἐπὶ ἑνικῶν οὐδετέρων οὐκ ἔστιν
εὑρεῖν· διὸ τὸ μὲν κάρα ἀπὸ τοῦ κάρανον ἀποκεκόφθαι φα-
μέν· τὸ δὲ κάρη ἀπὸ τοῦ κάρηνον· τὸ δὲ καρὴ ὀξύτονον θη-
λυκὸν εἶναι.
 Τὰ εἰς ι οὐδέτερα ἀπαρασχημάτιστα μονογενῆ ὑπὲρ
μίαν συλλαβὴν καὶ σπάνια καὶ Αἰγύπτια· ἃ καὶ βαρύνε-
ται καὶ διὰ τοῦ ι γράφεται· οἷον, μέλι· κίκι εἶδός τι ἐλαίου·  

Theognostus Gramm., Canones sive De orthographia Sec. 452, li.2

Νικόδημος· Δημοσθένης.
 Πᾶσα πρόθεσις βραχυκαταληκτεῖ ἀνεπέκτατος οὖσα
δηλονότι πλὴν τῆς ἐξ καὶ εἰς· ἐν γοῦν τῇ συνθέσει, εἴτε κατ'
ἀρχὴν τῆς λέξεως, εἴτε κατὰ τὸ μέσον τὴν ἰδίαν φυλάττει
γραφήν· κατ' ἀρχὴν μέν· οἷον, ἔντιμος· ἔνδοξος· εἴσπραξις·
σύνδουλος· πρόλογος· πρόδρομος· πρόσφατον· ἐπίτροπος·
ἀντίληψις, καὶ εἴτι ὅμοιον· κατὰ δὲ τὸ μέσον· ἀνέκβατος·
πολυείσοδος· ἀσυντελής· ἀπροσδεής· ἀπερίληπτος· ἀναντίῤ-
ῥητος· ἀναμφίλεκτος· ἀνυπέρθετος.  
 Τὰ παρὰ τὸ λέγω συγκείμενα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφει
τὴν παραλήγουσαν· οἷον, διάλεκτος· ἄλεκτος· ἐπίλεκτος.
 Ὁμοίως καὶ παρὰ τὸ στέγω ἢ φλέγω, ἢ τέγγω συγκεί-
μενα φυλάττει τὸ ε· οἷον, ἄστεκτος· ἄφλεκτος· ἄτεγκτος ὁ
σκληρός· τὸ γὰρ βρέχω τοῦ τέγγω διαφέρειν φησὶν Αἰέτιος
ὁ ἰατρός· βρέχεται μὲν γὰρ τὸ ξύλον ἢ ὁ λίθος, ἤγουν τὸ τῆς
ἐπιφανείας· τέγγεται δὲ ὁ σπόγγος ἢ τὸ ἱμάτιον, ἤγουν τὸ
εἰς βάθος χωρεῖν.
 Τὰ παρὰ τὸ ἄνεμος συγκείμενα τὴν μὲν παραλήγουσαν
118

ἔχει διὰ τοῦ ει, τὴν δὲ τρίτην ἀπὸ τέλους διὰ τοῦ η· δυσήνε-
μος· ὑπήνεμος· νήνεμος· ἐξ οὗ καὶ νηνεμία· ποδήνεμος.
 Τὰ παρὰ τὸ λόγος συγκείμενα διὰ τοῦ ο μικροῦ γράφον

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13-18)


P. 411, li.2

καὶ Θεοφιλίτζης καλούμενος. τούτῳ τοίνυν τῷ ἀδελφῷ ὁ νεω-


κόρος τὸ ἀπόρρητον ἐκκαλύψας ἐνύπνιον ἠξίωσε συστῆσαι τοῦτόν
τινι τῶν ἀρχόντων εἰς ὑπηρέτησιν. ὁ δὲ τῷ οἰκείῳ κυρίῳ
τοῦτον συνίστησι. πρότερον δὲ τὸ περὶ τῆς βασιλείας δι' ὀνει-
ράτων χρησμῴδημα τῷ Βασιλείῳ ἀνεκάλυψαν ἄμφω τὼ ἀδελφὼ
καὶ μεμνῆσθαι σφῶν ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ ὅρκοις αὐτὸν προ-
κατέλαβον. ἡσθεὶς οὖν ὁ Θεοφιλίτζης ἐπὶ τῷ Βασιλείῳ (ἦν
γὰρ εὐειδής τε καὶ εὐμήκης καὶ τὴν χεῖρα γενναῖος καὶ περι-
δέξιος, βαθεῖάν τε τρέφων κόμην καὶ ταύτην οὔλην) τοῖς οἰ-  
κείοις ἱπποκόμοις τοῦτον ἐπέστησε· πρωτοστράτορα τοῦτον οἶδεν
ὀνομάζειν ἡ διάλεκτος ἡ κοινή. ἐζητήθη δὲ καὶ τῷ βασιλεῖ
γενναῖός τις ἱπποκόμος καὶ περὶ τὴν ὑπηρεσίαν ταύτην εὐφυῶς
διακείμενος. κεκόμιστο γάρ ποθεν ἵππος τῷ βασιλεῖ Μιχαήλ,
εἰς πᾶσαν μὲν ἀρετὴν ἵππῳ πρέπουσαν ἐπιτήδειος, σκληραύχην
δὲ καὶ μὴ ῥᾳδίως ἀναβαινόμενος. τούτου εἰς θέαν ἥκων ὁ
βασιλεὺς ἀναβῆναί τινι τοῦτον ἐπέτρεπε. πλειόνων δ' ἐπικεχει-
ρηκότων, ἐκεῖνος ἐθρασύνετό τε καὶ ἐγαυρία καὶ τὸν ἀναβαί-
νοντα ἀπεσείετο. ἐχαλέπηνεν ἐπὶ τούτοις ὁ βασιλεὺς καὶ ὅτι
μὴ ἔχοι ἱπποκόμον περιδέξιον ἤσχαλλε. παρὼν δὲ ὁ Θεοφι-
λίτζης ἔχειν εἶπεν αὐτὸς τοιοῦτον, καί “εἰ βούλει” φησί, “

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter delta, p. 511, li.12

 Διαλεκτική. ἡ ἀποδεικτικὴ, ἡ ἐπιστήμη ἀλη-


 θῶν καὶ ψευδῶν καὶ οὐδετέρων. ἡ μέθοδος δι'
 ἐνδόξων. ἢ τέχνη λόγων, δι' ἧς ἀνασκευάζο-
 μέν τι, ἢ κατασκευάζομεν ἐξ ἐρωτήσεως καὶ
 ἀποκρίσεως τῶν προδιαλεγομένων. διαλεκτικὴ
 δὲ ἀπὸ τοῦ διαλέγεσθαι, ὅτι διάλογος ἐξ ἐρω-
 τήσεως καὶ ἀποκρίσεως σύγκειται.
Διάλεξιν. ἐμπειρία λόγων, ἤτοι τὰ νοηθέντα
 φράζειν.
Διάλεξις διαλέκτου διαφέρει. διάλεκτός ἐστι
119

 φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικὸς, διάλεξις δὲ τῆς συν-


 ήθους φωνῆς ἐκτροπὴ ἐπὶ τὸ σεμνότερον καὶ
 ἀγροικότερον. ἢ διάλεκτός ἐστι, καθ' ἣν ἕκα-
 στος ἄνθρωπος διαλέγουσι πρὸς ἀλλήλους κατὰ
 τὴν ἰδίαν συνήθειαν, ἢ ἀπὸ τοῦ διαλεχθῆναι
 καὶ διακεκρίσθαι ἀπὸ τῶν ἄλλων· ἑκάστη γὰρ
 αὐτῶν διακέκριται ἑτέρας ἀπὸ τοῦ διαλέχθαι
 καὶ ἐξειλέχθαι ὡς κρατιστεύουσα.
Διαλογή. διάλεξις, ὁμιλία. Δαβίδ· ἡδυνθείη  αὐτῷ ἡ διαλογή μου.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter delta, p. 511, li.15

 ἐνδόξων. ἢ τέχνη λόγων, δι' ἧς ἀνασκευάζο-


 μέν τι, ἢ κατασκευάζομεν ἐξ ἐρωτήσεως καὶ
 ἀποκρίσεως τῶν προδιαλεγομένων. διαλεκτικὴ
 δὲ ἀπὸ τοῦ διαλέγεσθαι, ὅτι διάλογος ἐξ ἐρω-
 τήσεως καὶ ἀποκρίσεως σύγκειται.
Διάλεξιν. ἐμπειρία λόγων, ἤτοι τὰ νοηθέντα
 φράζειν.
Διάλεξις διαλέκτου διαφέρει. διάλεκτός ἐστι
 φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικὸς, διάλεξις δὲ τῆς συν-
 ήθους φωνῆς ἐκτροπὴ ἐπὶ τὸ σεμνότερον καὶ
 ἀγροικότερον. ἢ διάλεκτός ἐστι, καθ' ἣν ἕκα-
 στος ἄνθρωπος διαλέγουσι πρὸς ἀλλήλους κατὰ
 τὴν ἰδίαν συνήθειαν, ἢ ἀπὸ τοῦ διαλεχθῆναι
 καὶ διακεκρίσθαι ἀπὸ τῶν ἄλλων· ἑκάστη γὰρ
 αὐτῶν διακέκριται ἑτέρας ἀπὸ τοῦ διαλέχθαι
 καὶ ἐξειλέχθαι ὡς κρατιστεύουσα.
Διαλογή. διάλεξις, ὁμιλία. Δαβίδ· ἡδυνθείη
 αὐτῷ ἡ διαλογή μου.
Διάληψις. ἐνθύμησις.
Διαυλία. ὅταν δύο ᾄδουσι.
Διαύλεια δὲ, χώρα, δίφθογγος, ἥτις ἐστὶ καὶ

Georgius Pachymeres Hist., Συγγραφικαὶ ἱστορίαι (libri vii de


Andronico Palaeologo) P. 420, li.8

ξόμενος καὶ ἵππους σταλέντας τοῖς Ἀλανοῖς, ὡς ἐζήτητο. γέγονε


ταῦτα. καὶ ὁ μὲν δι' ὅλης τῆς τεσσαρακοστῆς πεῖραν διδοὺς καὶ
λαμβάνων ἐπὶ τῷ παραμένειν καὶ προθυμεῖσθαι τὸν τὴν ῥόγαν  
λαβόντα, οὕτω διένεμε τὰ τοῦ μισθοῦ χρήματα. καὶ τοῖς μὲν
Ἰταλοῖς διούγγια χρυσοῦ καὶ τριούγγια μηνὸς ἑκάστου ἐπλήρου,
120

Ἀλανοὺς δ' ἕκαστον τρισὶ καὶ μόνοις τοῦ μηνὸς ἐνικάνου νομί-
σμασι, πρὸς τῷ καὶ ἵππους τισὶ δοθῆναι οὓς ἀπεξεδέχετο κατὰ
τὰ συνθήματα. ὃ δὴ καὶ μέγαν μεταξὺ τούτων ἀνήγειρε κυδοι-
μὸν ἐκ φιλαυτίας ἀναρριπισθέντα, ὡς μετ' ὀλίγον ῥηθήσεται.
ἐκεῖνος μὲν οὖν ἔξαρχον τῶν καθ' αὑτὸν καταστήσας νεῶν οὐσῶν
ὡσεὶ δώδεκα, ὃν ἀμηραλὴν ἡ ἐκείνων διάλεκτος ἐξυμνεῖ. ὁρισμῷ
πρὸς τοῦτο καὶ τοῦ κρατοῦντος, στόλον ἐξαρτύσας ἐξ Ἰταλῶν,
ἅμα παλλακαῖς αὐτῶν καὶ παντοδαποῖς πραγμάτων εἴδεσιν ἐκ τῆς
χώρας, ὧν ἕκαστος ἐγκρατὴς ἦν καὶ ὧν ἐξ αὐτῆς λαβεῖν ηὐπό-
ρησεν, ἀνὰ τὰς νήσους ἐκπέμπει, σύνθημα δοὺς ἐκείνοις τὴν
σφετέραν αὐτοῦ κατὰ τὴν Ἀσίαν ἄφιξιν, τοῦ καὶ σφᾶς ἅμα προς-
σχεῖν Ἀναίᾳ καὶ τοῖς ἐκεῖ μέρεσι συμμαχήσοντας. τῶν δ' ὑπο-
λειφθέντων ἀπεπειρᾶτο ἐς ὃ καὶ κινήσειεν ἐκ Κυζίκου τέως δυσα-
παλλάκτως διὰ τὴν ἐκεῖ βλακείαν τῆς χώρας ἔχοντας. καὶ ὁ μὲν
ταῦτα, βασιλεὺς δὲ καὶ τὴν τοῦ ἀκούειν τἀκείνοις πεπραγμένα
θέλησιν παραιτούμενος ὡς οὐδὲν ὑγιὲς ἔχοντα, μόνην δ' ὀργὴν

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol. 15, p. 380, li.29

διαιτᾶται, οὐκ ἔχει φωνήν.


      

p. 420b16 Ἤδη γὰρ τῷ ἀναπνεομένῳ καταχρῆται ἡ φύσις ἐπὶ


δύο ἔργα, καθάπερ τῇ γλώττῃ ἐπί τε τὴν γεῦσιν καὶ τὴν διάλεκτον.

 Ἐπειδὴ εἶπεν ὅτι ταῦτα τῶν ζῴων φωνῇ κέχρηται, ὅσα ἀναπνεῖ,
ἔστι δὲ τοῦ ἀναπνεῖν προηγουμένη τις ἄλλη χρεία ἐν τοῖς ἀναπνέουσι,
πῶς καὶ πρὸς τὴν φωνὴν ἡ ἀναπνοὴ συντελεῖ, διὰ τούτων προσέθηκεν.
ὥσπερ γάρ, φησί, τὴν γλῶτταν ἐποίησεν ἡ φύσις πρὸς δύο ἔργα, ὧν τὸ
μὲν εἰς τὸ εἶναι συμβάλλεται τοῖς ἔχουσιν, ἡ γεῦσις, τὸ δὲ εἰς τὸ εὖ
εἶναι, ἡ διάλεκτος, οὕτω καὶ τῆς ἀναπνοῆς δύο ἐποίησε τὰ ἔργα, τὸ μὲν
ἓν πρὸς τὸ εἶναι, τὸ δὲ ἕτερον πρὸς τὸ εὖ εἶναι. συντομίας γὰρ ἀντι-
ποιεῖται ἡ φύσις· διὸ τοῖς αὐτοῖς ἐν πλείοσι κέχρηται. χρῆται οὖν τῇ
γλώττῃ ἡ φύσις καὶ πρὸς τὴν χρῆσιν τῶν χυμῶν καὶ πρὸς τὴν διάλεκτον,

ὧν τὸ μὲν πρὸς τὸ εἶναι συμβάλλεται (δίχα γὰρ τροφῆς ζῆσαι ἀδύνατον)


ἡ δὲ διάλεκτος πρὸς τὸ εὖ εἶναι· ἔνθεν γὰρ κοινωνικὸν ζῷον ὁ ἄνθρωπος,

καὶ δι' αὐτῆς ἐπιστήμονες ὑπὸ τῶν διδασκάλων γινόμεθα. διὰ τοῦτο ἡ
μὲν γεῦσις ἐν πᾶσι τοῖς ζῴοις, ἡ διάλεκτος δὲ οὐκ ἐν πᾶσιν, ἀλλ' οὐδ'  
121

ὅλως ἡ φωνή, ἀλλ' ἐν τοῖς τελειοτέροις. ὥσπερ οὖν ἐπὶ τῆς γλώττης
ἔχει, οὕτω καὶ ἐπὶ τῆς ἀναπνοῆς. πρός τε γὰρ τὴν τοῦ ἐντὸς θερμοῦ
κατάψυξιν συμβάλλεται, ὅπερ ἐστὶν ἀναγκαῖον ἔργον τῆς φύσεως·

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol. 15, p. 381, li.32

τῶν νοημάτων. ὄργανον δὲ τῆς φωνῆς ὁ φάρυγξ. φάρυγξ ὅτε μὲν θηλυ-
κῶς λέγεται, σημαίνει τὴν κυρίως φάρυγγα· αὕτη δέ ἐστιν ἡ ἀχανία ἡ
μετὰ τὴν τῆς γλώττης ῥίζαν· ὅτε δὲ ἀρσενικῶς, σημαίνει πολλάκις τὸν
λάρυγγα, ὥσπερ καὶ ἐνταῦθα. ἔστι δὲ ὁ λάρυγξ τὸ ἔσχατον τῆς τραχείας
ἀρτηρίας, ὅπερ ὑπὸ τῶν τριῶν χόνδρων περιέχεται, τοῦ τε
ἀρυταινοειδοῦς
καλουμένου καὶ τοῦ θυροειδοῦς καὶ τοῦ ἀνωνύμου, οἵτινες
συστελλόμενοι
καὶ διαστελλόμενοι ὑπὸ τῶν ἐκεῖ μυῶν τὴν φωνὴν ῥυθμίζουσιν. ὑπὸ γὰρ
τῆς τοιᾶσδε τούτων συστολῆς καὶ διαστολῆς ἢ μᾶλλον ἢ ἧττον εἰδοποιεῖ-
ται ἡ φωνὴ κατά τε τὸ ὀξὺ καὶ τὸ βαρύ, καὶ εἴ τι ἄλλο εἶδος περὶ ταύ-
την θεωρεῖται, ὥσπερ ὑπὸ τῆς γλώττης καὶ τῆς ὑπερῴας καὶ τῶν ὀδόν-
των εἰδοποιεῖται ἡ διάλεκτος. ὄργανον οὖν φησιν εἶναι τῆς φωνῆς εἰς τὸ
σύμπαν εἰπεῖν τὴν τραχεῖαν ἀρτηρίαν· ταύτης γὰρ ἀρχὴ ὁ λάρυγξ ἤτοι ὁ
φάρυγξ, ὡς αὐτὸς εἶπεν. οὗ δὲ ἕνεκα τὸ μόριον τοῦτο, πνεύμων· ἕνεκα
γὰρ τοῦ πνεύμονός φησι γεγενῆσθαι τὴν τραχεῖαν ἀρτηρίαν, ἣν φάρυγγα
ἐκάλεσεν, ἵνα δι' αὐτῆς εἰσιὸν τὸ πνεῦμα καταψύχῃ αὐτόν· ὅσα γὰρ  
πνεύμονα ἔχει, ταῦτα καὶ τραχεῖαν ἀρτηρίαν. ὅσα μὲν οὖν πνεύμονα ἔχει,
τῇ τραχείᾳ ἀρτηρίᾳ καταψύχεται τὸ ἐντὸς θερμόν, δι' αὐτῆς εἰσιόν-
τος τοῦ ἀέρος. οἱ δὲ ἰχθύες διὰ τῶν βραγχίων καταψύχουσι τὸ ἐν-
τὸς θερμὸν συστέλλοντες αὐτὰ καὶ εἰσδεχόμενοι τὸ ὕδωρ, ὥστε οὐ
δέονται
πνεύμονος. καὶ ἄλλως οὐδὲ πάνυ δέονται τὰ ἔνυδρα τοῦ εἰσιέναι ἔξωθεν
τὸ ψυχρόν, ἵνα ἐμψύξῃ· τὸ γὰρ ὕδωρ αὐτοῖς περικείμενον αὐτῇ τῇ ἁφῇ

Ιωάννης Φιλόπονος. De opificio mundi P. 55, li.11

ἀγγέλων φωνήσαντος τοῦ θεοῦ, οὐκοῦν καὶ σωματι-


κὴν ἀκοὴν τὸ τῶν φωνῶν αἰσθητήριον διδότω τοῖς
ἀγγέλοις καὶ διάλεκτον ἐθνικὴν τῷ θεῷ, καθ' ἣν
φθέγξασθαι πάντως αὐτὸν ἐρεῖ τὸν θεὸν διὰ φωνητι-
κῶν ὀργάνων, ἀρτηρίαν τε τραχεῖαν ἕξει καὶ ὑπερῴαν
καὶ γλῶσσαν καὶ ὀδόντας καὶ τὰ λοιπά, δι' ὧν εἰς
λέξεις αἱ φωναὶ σχηματίζονται· ἴσως καὶ τῷ ἀποστόλῳ
συγχρήσεται μάρτυρι· ‘ἐὰν ταῖς διαλέκτους τῶν ἀνθρώ-
122

πων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων’ οὐκ εἰδὼς ὑπερβολὴν


εἶναι τὸ σχῆμα καὶ ὑπόθεσιν, ὡς εἰ καὶ γλῶσσα καὶ
διάλεκτος ὑπῆρχεν ἀγγέλοις· οἷόν ἐστι· ‘κἂν ἐγώ, κἂν
ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίσηται ὑμᾶς, παρ' ὃ παρε-
λάβετε, ἀνάθεμα ἔστω’· οὔτε γὰρ αὐτὸς τοῦτο ποιεῖν
ἤμελλεν ὁ εἰπών· ‘οὔτε ἄγγελοι, οὔτε ἀρχαί, οὔτε ἐξ-
ουσίαι, οὔτε δυνάμεις, οὔτε ἐνεστῶτα, οὔτε μέλλοντα,
οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς
ἀγάπης τοῦ θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ κυρίῳ
ἡμῶν’ οὔτε αἱ λειτουργικαὶ τοῦ θεοῦ δυνάμεις, οἱ
’δυνατοὶ ἰσχύϊ καὶ τὸν λόγον αὐτοῦ ποιοῦντες’, οἱ
’εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενοι διὰ τοὺς μέλλοντας κλη-
ρονομεῖν σωτηρίαν’ τοῦτο δρᾶν ἤμελλον.

Ιωάννης Φιλόπονος. De vocabulis quae diversum significatum exhibent


secundum differentiam accentus Recensio b, alphabetic letter lambda,
entry 4, li.1

Κόρωνος· τὸ ὄρος προπαροξύνεται,


κορωνός· ὁ ἀγκὼν ὀξύνεται.
Κῆρος· ὁ ποταμὸς Ἀρμενίας προπερισπᾶται,
κηρός· ὁ συνεγνωσμένος ὀξύνεται.
Λήναιος· τὸ κύριον προπαροξύνεται,
Ληναῖος· ὁ Διόνυσος προπερισπᾶται.
Λᾶγος· τὸ κύριον προπερισπᾶται· γέγονε δὲ πατὴρ Πτολεμαίου,
λαγός· τὸ ζῷον ὀξύνεται.
λάρος· τὸ ὄρνεον παροξύνεται,
λαρός· ὁ ἡδὺς ὀξύνεται.  
λάβε· ἡ κοινὴ διάλεκτος παροξύνεται,
λαβέ· ἡ Ἀτθὶς ὀξύνεται.
Λυσίας· τὸ ἀρσενικόν, ὁ Ἀθηναῖος ῥήτωρ, παροξύνεται,
Λυσιάς· τὸ θηλυκόν, πόλις Ἀρκαδίας, ὀξύνεται.
Λάμπρα· ἡ πόλις παροξύνεται,
λαμπρά· ἡ φαιδρὰ ὀξύνεται.
λάβῃ· δέξηται παροξύνεται,
Ιωάννης Φιλόπονος. De vocabulis quae diversum significatum exhibent
secundum differentiam accentus Recensio c, alphabetic letter lambda,
entry 14, li.1

λαγός· τὸ ζῷον.
λάβε· ἡ κοινὴ διάλεκτος,
λαβέ· ἡ Ἀτθίς.
123

λάβῃ· δέξηται,
λαβή· ἡ πρόφασις.
λόγιον· τὸ μάντευμα,
λογῖον· τὸ τοῦ θεάτρου.
λώβη· βλάβη,
λωβή· ἡ ἐπταισμένως διαλεγομένη.
μένω· ὁ ἐνεστώς,
μενῶ· ὁ μέλλων.  
Μύλλος· τὸ κύριον· οὗτος δὲ α μίλτῳ τὸ πρόσωπον ἐχρίσατο,

Αμμώνιος In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 64, li.28

καὶ ἐπὶ γεωργίας καὶ οἰκοδομίας καὶ τῶν ἄλλων πρακτικῶν ἢ ποιητικῶν
ἐνεργειῶν ὡσαύτως· τὸν αὐτὸν καὶ ἐπὶ τοῦ σημαίνειν τρόπον χρῆται μὲν

ψυχὴ τοῖς φυσικοῖς ὀργάνοις τῆς φωνητικῆς καὶ τῆς λεκτικῆς δυνάμεως,
πνεύμονι καὶ γλώττῃ καὶ ὑπερῴᾳ καὶ ὀδοῦσι καὶ χείλεσι, χρῆται δὲ καὶ
τῷ λόγῳ ἢ τοῖς τούτου μέρεσι, τεχνικῶς μὲν αὐτὰ καὶ κατὰ συνθήκην
ὑφιστῶσα ὡς ὄργανα τοῦ σημαίνειν ἐσόμενα περὶ φυσικὴν δὲ ὕλην τὴν
φωνὴν ἐργαζομένη καὶ τὴν τούτων γένεσιν, καθάπερ τὴν μὲν τοῦ ξίφους
περὶ τὸν σίδηρον τὴν δὲ τοῦ πηδαλίου περὶ τὸ ξύλον.
 Ἄχρι τούτων ὁ Ἀριστοτέλης παραστήσας ἡμῖν τά τε στοιχεῖα τοῦ λόγου,
τὸ ὄνομά φημι καὶ τὸ ῥῆμα, καὶ τὸν ἐξ αὐτῶν συγκείμενον καὶ κοινῶς
λεγόμενον λόγον, ἐξ ὧν πᾶσα διάλεκτος ἔχει τὴν γένεσιν, ἑξῆς κατὰ τὰ
ἐξ
ἀρχῆς διωρισμένα μεταβαίνει ἐπὶ τὴν τοῦ ἀποφαντικοῦ λόγου θεωρίαν,
ὃν
ἐλέγομεν ἕν τι εἶδος εἶναι τοῦ ἁπλοῦ λόγου, καθάπερ τὸν κλητικὸν τὸν
εὐκτι-
κὸν τὸν ἐρωτηματικὸν τὸν προστακτικόν, ὧν ἕκαστον αὐτοτελές ἐστι καὶ
καθ'
ἑαυτὸ σημαντικὸν ἀπηρτισμένης διανοίας· καθάπερ γὰρ τὸ ‘ἡ ψυχὴ
ἀθάνατός  
ἐστιν’ ἐδήλωσέ τι, οὕτω καὶ τὸ ‘ἄνδρες δικασταί’ καὶ τὸ ‘αἴθε φιλοσοφή-
σαιμι’ καὶ τὸ ‘πότε ἦλθες;’ καὶ τὸ ‘ἄπελθε πρὸς τόνδε’. καὶ τοὺς μὲν
ἄλλους οὐδὲν προσήκειν φησὶ τῇ προκειμένῃ πραγματείᾳ φιλοσόφῳ τε
οὔσῃ
καὶ διαλεκτικῇ, ῥητορικῆς δὲ ἢ ποιητικῆς οἰκείαν εἶναι τὴν περὶ τούτων
θεωρίαν, διότι οἱ τούτων ἑκατέραν ἐπιτηδεύοντες περί τε τοὺς λόγους
124

Ολυμπιόδωρος. In Aristotelis meteora commentaria P. 121, li.10

γονεν ὁ μέγας χειμών, ὃς κατέκλυσε τὴν γῆν· καὶ κατὰ μέρος λοιπὸν ξη-  
ραίνεται ἡ γῆ, ἕως οὗ γένηται τὸ μέγα θέρος, ἐφ' οὗ καταξηρανθῆναι
μέλλει
ἡ γῆ, πλὴν οὐ πᾶσα· ὥσπερ γὰρ ὁ μέγας χειμὼν οὐ πᾶσαν τὴν γῆν
κατέκλυσεν, οὕτως οὐδὲ τὸ μέγα θέρος πᾶσαν τὴν γῆν ἐκφλέξει.

Οὗτος γὰρ πολλαχῇ τὸ ῥεῦμα μεταβέβληκε.

 Καὶ γὰρ ἀναποθεῖσα κατὰ τρεῖς τόπους ἀνέφυ οὐκ ἐκ διαστήματος τὴν
ἀνάποσιν καὶ τὴν ἔκφανσιν ποιησαμένους. διὸ καὶ ἐφύλαξε τὸ ὄνομα·
ἕκαστον γὰρ μέρος Ἀχελώιον καλοῦσι.

Τότε μὲν Γραικοί, νῦν δὲ Ἕλληνες.

 Τοῦτο τὸ ὄνομα οἱ μὲν Ῥωμαῖοι παροξύνουσι ‘Γραίκοι’ λέγοντες, ἡ


δὲ κοινὴ διάλεκτος ὀξύνει. καθόλου δὲ οἱ Ῥωμαῖοι πᾶν ὄνομα
παροξύνουσι
διὰ τὸν κόμπον, ὅθεν ‘ὑπερηνορέοντες’ ἐκλήθησαν ὑπὸ τῶν ποιητῶν.

Καὶ ὥσπερ νῦν τοῦ τοὺς μὲν ἀενάους εἶναι τῶν ποτα-
μῶν, τοὺς δὲ μή, οἱ μέν φασιν ἐναντίον εἶναι τὸ μέγεθος τῶν
ὑπὸ γῆν χασμάτων καὶ τὰ ἑξῆς.

 Μετὰ τὸ εἰπεῖν τὴν αἰτίαν, διὰ τί ἀπὸ ὑγρότητος εἰς ξηρότητα μᾶλλον
γίνεται ἡ μεταβολή, βούλεται εἰπεῖν καὶ τὴν αἰτίαν τοῦ τοὺς μὲν τῶν
ποταμῶν εἶναι ἀενάους, τοὺς δὲ μή. καί φησιν, ὅτι οὐχ ὥς τινες δεῖ
ὑπονοῆσαι τὰ ὑπὸ γῆν χάσματα αἴτια εἶναι, ἀλλὰ τὸν μέγαν χειμῶνα·
τότε γὰρ ἐσωρεύθη ἡ ὑγρότης ἐν τοῖς ὄρεσιν οἷα δὴ οὖσι σηραγγώδεσι
καὶ πετρώδεσι καὶ ψυχροῖς. οὐ μόνον δὲ πολλὴ ἐσωρεύθη, ἀλλὰ καὶ γεν

Ολυμπιόδωρος. In Platonis Alcibiadem commentarii Sec. 165, li.4

μὴ μένωσι πολὺν χρόνον παρ' αὐτοῖς. καὶ ὅτι λέγεται Φερεκύδης ὁ


διδάσκαλος Πυθαγόρου, οὗ καὶ βίβλος θεολόγος φέρεται, ἀφικέσθαι
125

παρὰ Λάκωσιν καὶ θεάσασθαι ὄναρ, εἰπεῖν τοῖς Λακεδαιμονίων βασι-


λεῦσιν μὴ φείδεσθαι χρημάτων, καὶ τῇ αὐτῇ νυκτὶ λέγεται φανῆναι τῷ
ἑτέρῳ τῶν βασιλέων, πείθεσθαι Φερεκύδει· καὶ ἀναστάντος Φερεκύδου
καὶ εἰρηκότος τῷ βασιλεῖ λέγεται μεταβαλεῖν αὖθις μέλλουσαν εἰς
ὀλιγαρχίαν μεταπεσεῖν τὴν ἑαυτῶν πολιτείαν.
 Ἐφ' οἷς ἐλέγξας τὸν Ἀλκιβιάδην ὁ Σωκράτης καὶ διὰ τοῦ κατὰ  
ἀποτάδην λόγου – διότι ἐν ταῖς ἱστορίαις τῷ κατὰ ἀποτάδην λόγῳ
δεῖ κεχρῆσθαι, ἐπειδὴ περὶ μερικῶν ἐστὶν ὁ λόγος, ἐν δὲ τοῖς καθόλου
πρέπει ἡ κατὰ πεῦσιν καὶ ἀπόκρισιν διάλεκτος, διότι ὁ μὲν κατὰ πεῦσιν
λόγος πρέπει τοῖς ἀσωμάτοις ἀμερέσιν οὖσιν, ὁ δὲ κατὰ ἀποτάδην
λόγος τοῖς σώμασιν ἔοικεν μεριστοῖς οὖσι καὶ διαστατοῖς· διὸ καὶ οἱ
ῥήτορες τῷ κατὰ ἀποτάδην χρῶνται λόγῳ ὡς περὶ μερικὰ καταγινό-
μενοι·  – ἐλέγξας οὖν αὐτὸν διὰ τοῦ πρώτου τμήματος ἀγνοοῦντα
ἑαυτόν, ἐντεῦθεν ἀρχόμενος τοῦ τρίτου τμήματός φησιν· ‘ἀλλ', ὦ
μακάριε, πειθόμενος ἐμοί τε καὶ τῷ ἐν Δελφοῖς
γράμματι, γνῶθι σαυτόν’. ἐφ' οἷς σὺν θεῷ πληροῦται τὸ
δεύτερον τμῆμα καὶ ἡ παροῦσα θεωρία.

Ολυμπιόδωρος. In Platonis Alcibiadem commentarii


Sec. 205, li.15

τὸν πολιτικὸν ἄνθρωπον· διὸ καὶ οὕτως ὁρίζεται αὐτόν, ‘ψυχὴν λογικὴν
ὀργάνῳ χρωμένην τῷ σώματι’. ὥστε ὁ μὲν τοῖς πράγμασι προσέσχεν,
ὁ δὲ τῇ λέξει. ταῦτα ἔχει ἡ θεωρία.  
 Οὕτω μὲν γὰρ τάχ' ἂν εὕροιμεν τί ποτ' ἐσμὲν αὐτοί: ‘εἰ μάθοιμεν’,
φησίν, ‘τί ἐστιν ὁ ἄνθρωπος, δεῖ πρὸς τούτῳ εἰδέναι καὶ τί ἐστιν ἕκαστος
ἡμῶν, οὕτω γὰρ ταχὺ ἂν μάθοιμεν τοῦτον· τούτου δὲ ἀγνοουμένου, τοῦ
κοινοῦ, ἀδύνατον τὸ ἄτομον εἰδέναι’.
 Ἔχε οὖν, πρὸς Διός· τῷ διαλέγῃ σὺ νῦν; ἐντεῦθεν κατασκευάσαι
βούλεται τὴν ἐλάττονα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὀργάνῳ χρῆται τῷ σώματι. ‘εἰ
γάρ’, φησίν, ‘σὺ ἐμοὶ διαλέγῃ, τὸ δὲ διαλεγόμενον ψυχή ἐστιν ὀργάνῳ
χρησαμένη τῷ σώματι’ (ἔστι γὰρ ἡ διάλεκτος καὶ ἀποτέλεσμα καὶ
ὄργανον ψυχῆς· διὰ γὰρ αὐτῆς ἐξαγγέλλει τὰ νοήματα, ὥσπερ καὶ ἡ
λογικὴ Ἀριστοτέλους καὶ ὄργανόν ἐστι καὶ ἀποτέλεσμα, ὥσπερ ὁ
ἄκμων τοῦ χαλκέως καὶ ἡ σφῦρα τοῦ τέκτονος)· ‘ἀλλὰ δὴ καὶ ὁ ἀκούων
Ἀλκιβιάδης ἐστίν, καὶ τοῦτο δὲ ἴδιον ἀνθρώπου, τὸ ἀκούειν’ (πρόσθες
σὺ τὸ οὕτως ἀκούειν, διὰ διαλέκτου· ἀκούει γὰρ καὶ τὰ ἄλογα ζῷα)·
’καὶ ὡς οὖν διαλεγομένη καὶ ὡς ἀκούουσα ἄνθρωπός ἐστιν ἡ ψυχὴ
μερικῷ ὀργάνῳ χρωμένη’. ἀλλ' ἐπεὶ οὐ δεῖ παράδειγμα λαβεῖν τὸ
μερικὸν ὄργανον, λέγει παράδειγμα τὴν σκυτικὴν ὅλῳ ὀργάνῳ χρω-
μένην ἐν ταῖς ἐργασίαις.
126

Πρόκλος. In Platonis Parmenidem P. 663, li.32

ἐπιστρέφουσι γὰρ εἰς αὐτὰς, προνοίας Ἀθηνᾶς


τυγχάνουσαι, καὶ ἐπὶ φρόνησιν ἀπὸ τῆς ἀγνοίας
πορεύονται· τοῦτο γὰρ αἱ Ἀθῆναι. Ἐπιστρα-
φεῖσαι δὲ, πρῶτον μὲν συνάπτονται τοῖς ὑπὲρ
αὐτὰς δαίμοσιν, οἷς καὶ ἡ ἀγορὰ καὶ ἡ δυὰς
προσήκει (τὸ μὲν ὅτι φύλακες θνητῶν ἀνθρώ-
πων, τὸ δὲ ὅτι ἀπὸ τῆς μονάδος εἰσὶ) καὶ ἡ
διὰ τῆς δυάδος ἐπὶ τὴν μονάδα περιαγωγή·
δεύτερον δὲ διὰ τούτων ἐπί τε ἀγγέλους τινὰς
καὶ θεοὺς ἀνατείνονται· διὰ γὰρ τῶν δαιμόνων
πᾶσά ἐστιν ὁμιλία καὶ ἡ διάλεκτος τῶν ἀνθρώ-
πων πρὸς θεοὺς, ὥς φησιν ἡ Διοτίμα, καὶ ἐγρη-
γορότων καὶ καθευδόντων.
 Ἔχεις οὖν πάλιν κατ' ἄλλην ἔφοδον τὰς
ἀναλογίας τῶν πραγμάτων ἐπὶ τὰ πρόσωπα  
μεταφέρειν, καὶ δεῖ, πρὸ τῆς τῶν πραγμάτων
αὐτῶν μυστικῆς θεωρίας, ἐν τούτοις ὡς ἐν εἰκόσι
γυμνάζειν τὴν ἑαυτῶν διάνοιαν· ἐπεὶ καὶ τὸ
ἀφικομένους Ἀθήναζε τοὺς ἄνδρας ἀμέσως
κατ' ἀγορὰν ἐντυχεῖν Ἀδειμάντῳ τε
καὶ Γλαύκωνι τοῖς τοῦ Ἀντιφῶντος ἀδελφοῖς

Φώτιος. Lexicon (Ε – Ω) Alphabetic letter kappa, P. 174, li.23

 χρόνους Πυθαγόρας ἀνέπειθεν τοὺς ταύτην κατοι-


 κοῦντας ἀδιανέμητα κεκτῆσθαι· κέχρηται τηῖ
 παροιμίαι Μένανδρος Ἀδελφοῖς.
Κοινὸν γραμματεῖον καὶ ληξιαρχικόν: τὸ μὲν κοινὸν,
 εἰς ὃ ἐνεγράφοντο εἰς τοὺς φράτορας καὶ γεννητάς·
 τὸ δὲ ληξιαρχικὸν εἰς ὃ ἐνεγράφοντο οἱ εἰς τοὺς
 δήμους ἐγγραφόμενοι.
Κοίθουρον: κηφῆνα· εἴρηται δὲ, ὅτι κεύθει τὴν οὐράν·
 ἢ ὅτι ἄκεντρος.
Κοινεῖον: πορνεῖον.
Κοινολογία: κοινὴ διάλεκτος.
Κοίρανος: βασιλεύς· ἄρχων.
Κοινωνικόν: Δημοσθένης ἐν τῶ περὶ τῶν συμμοριῶν
 κοινωνικοὺς λέγει τάχα μὲν τοὺς ἀνέμητον οὐσίαν
 νέμοντας ἀδελφούς· ὧν ὁ μὲν πατὴρ ἐδύνατο λει-  
127

 τουργεῖν· οἱ δὲ κληρονόμοι τῶν ἐκείνου καθ' ἕνα


 τριηραρχεῖν οὐκ ἐξήρκουν· τάχα δ' ἂν καὶ περὶ
 τῶν ἑκουσίαν κοινωνίαν συνθεμένων ἐμπορίας ἢ
 τινὸς ἄλλου· ὧν ἕκαστος οὐκ εἶχε τὸ ὅλον τίμημα
 τῆς κοινῆς οὐσίας. Κοῖτος: κοίμημα.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 8, li.3

μέν, σκοπὸς δὲ αὐτῷ τοῦ βιβλίου, ὡς καὶ αὐτὸς ἐν προοιμίῳ ἐκτίθεται,


εἰπεῖν
ὅσα κακὰ ἐν τῷ καιρῷ τῆς τοῦ Ἀχιλλέως μήνιδος καὶ οἱ Τρῶες καὶ οἱ
Ἕλληνες
ἔπαθον καὶ μάλιστα οἱ Ἕλληνες. διὸ καὶ «οὐλομένην» εἰπὼν τὴν τοῦ
Ἀχιλλέως
μῆνιν ἐπάγει «ἣ μυρί' Ἀχαιοῖς ἄλγε' ἔθηκε» μονονουχὶ λέγων ὀλεθρίαν
γενέσθαι
τὴν τοιαύτην μῆνιν, διότι κακὰ ἐξ αὐτῆς οἱ Ἀχαιοὶ ἔπαθον κατά τινα
εἱμαρ-
μένην, ὡς ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθήσεται. καὶ διὰ ταῦτα μὲν τὸ βιβλίον τοῦτο
καλεῖται
Ἰλιάς. Δοκεῖ δὲ ἡ τοιαύτη λέξις κτητικὴ εἶναι καὶ ἐλλειπτικῶς ἔχειν.
ὥσπερ
γὰρ λόγχη καὶ γῆ καὶ Τροία καὶ μάχη καὶ σκοπιὰ Ἰλιὰς παρὰ τοῖς
τραγικοῖς  
ἀντὶ τοῦ Ἰλιακή, ὅ ἐστι Τρωϊκή, οὕτω καὶ ἐνταῦθα Ἰλιάς, βίβλος δηλαδή,

Ἰλιὰς ποίησις ἢ ἱστορία Ἰλιάς. ὥσπερ καὶ τὸ Ἰάς. καὶ τοῦτο γὰρ
ἐλλέλειπται
δηλοῦν ὅτι Ἰωνικὴ διάλεκτος. Σημείωσαι δὲ ἐνταῦθα καὶ ὅτι τὸ μὲν
εἰπεῖν
Ὁμήρου Ἰλιάς ταὐτόν ἐστι τῷ Ὁμήρου Τρωϊκά, τὸ δὲ Ἰλιὰς μάχη
τραγικῶς
ἴσον δύναται τῷ Τρωϊκὸς πόλεμος. ἀλλὰ γὰρ ἤδη τῷ σκοπῷ ἐγχειρητέον,
ἵνα μή ποθεν ἀκούσωμεν περιττὰ ἐν οὐ δέοντι σοφίζεσθαι.  

ΕΚ ΤΩΝ ΤΗΣ ΑΛΦΑ ΡΑΨΩΙΔΙΑΣ

 Ὅτι ἓν μέν τι σῶμα συνεχὲς διόλου καὶ εὐάρμοστον ἡ τῆς Ἰλιάδος


ποίησις,
οἱ δὲ συνθέμενοι ταύτην κατ' ἐπιταγήν, ὥς φασι, Πεισιστράτου τοῦ τῶν
Ἀθηναίων τυράννου γραμματικοὶ καὶ διορθωσάμενοι κατὰ τὸ ἐκείνοις
128

ἀρέσκον,
ὧν κορυφαῖος ὁ Ἀρίσταρχος καὶ μετ' ἐκεῖνον Ζηνόδοτος, διὰ τὸ ἐπίμηκες
καὶ
δυσεξίτητον καὶ διὰ τοῦτο προσκορὲς κατέτεμον αὐτὸ εἰς πολλά. καὶ τὰ
τοιαῦτα τμήματα οὐκ ἠθέλησαν ὀνομάσαι πρῶτον τυχὸν λόγον καὶ
δεύτερον καὶ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 37, li.20

μεθα. δεῖ δὲ εἰδέναι καὶ ὅτι ὁ Ἀπόλλων μέρος τι τῆς εἱμαρμένης


λαμβάνεται
μυριαχοῦ τῷ ποιητῇ καί, ὡς ἄν τις εἴπῃ, μερικὸς φαίνεται Ζεὺς καὶ οἷον
μικρόν
τι χρεών, τουτέστι μικρά τις εἱμαρμένη. διὸ καὶ Διὸς υἱὸς λέγεται οὐ
μόνον ὡς
περὶ ἀέρα καὶ οὐρανὸν φερόμενος, ὧν ἑκάτερον Ζεὺς λέγεται, ἀλλὰ καὶ
ὡς εἱμαρ-
μένη τις [εἴτ' οὖν μοιρίδιον]. καὶ τὰ μὲν μόνος αὐτός, τὰ δὲ σὺν τῷ Διῒ
καταπράτ-
τεται. Ἥλιος γάρ ἐστιν αἰτίαν ἔχων τῶν γινομένων κατὰ τὴν Ἑλληνικὴν
δόξαν,
καθὰ καὶ ὁ Ζεύς. διὸ καὶ ἐνταῦθα τὰ κατὰ τὴν μῆνιν τοῦ Ἀχιλλέως βουλῇ
τε
Διὸς καὶ χόλῳ Ἀπόλλωνος πράττεται. Χόλος δὲ Ἀπόλλωνος ὁ λοιμός,
οὗπερ
ὁ Ἀπόλλων αἴτιος, ὡς καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς ῥηθήσεται. [Περὶ δὲ τοῦ υἱός
φασιν οἱ
τεχνικοὶ ὡς οἱ Ἀττικοὶ δίχα τοῦ ι ἐν μόνῳ τῷ υ γράφουσιν αὐτό· καὶ ἴσως
πρὸς
διαστολὴν τοῦ ὗς ὑός, ὁ χοῖρος, ἡ κοινὴ διάλεκτος τὸ ι συνεξεφώνησε.
φύσει
γὰρ διὰ μόνου τοῦ υ ὤφειλεν εἶναι, εἴτε ἀπὸ τοῦ φύω εἴτε ἀπὸ τοῦ ὕω, τὸ
βρέχω,
γίνεται.] Ὅτι τὰ προτακτικὰ ἄρθρα στερηθέντα τῶν ὑποτεταγμένων
αὐτοῖς
ὀνομάτων σφοδρότερόν τε ἐκφωνοῦνται κατὰ τοὺς τόνους καὶ εἰς
ἀντωνυμίας
μετάγονται, οἷον ἐν τῷ «ὁ γὰρ Ἀπόλλων βασιλῆϊ χολωθείς», ἐὰν λείψῃ τὸ

Ἀπόλλων, τὸ ὁ τὸ ἄρθρον ἀντωνυμία γίνεται καὶ ἐξακουστότερον


ἐκφωνεῖται
εἰπόντος τοῦ ποιητοῦ «ὃ γὰρ βασιλεῖ χολωθείς» ἀντὶ τοῦ οὗτος. τοιοῦτον
καὶ τὸ
129

ὁ μὲν καὶ ὁ δέ. καὶ αὐτὰ γὰρ ὀξυφωνούμενα ἀντὶ ἀντωνυμιῶν κεῖνται. τὸ
δ' αὐτὸ
νοητέον καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἄρθρων. οὕτω γὰρ καὶ τοῦ ἀντὶ τοῦ τούτου
φαμὲν καὶ
τὸν ἀντὶ τοῦ τοῦτον καὶ τοὺς ἤγουν τούτους λειπόντων δηλαδὴ τῶν
συντασσο-
μένων τούτοις ὀνομάτων καὶ ἀπὸ κοινοῦ λαμβανομένων διὰ τὸ γνώριμον.
(v. 10)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 37, li.31

γὰρ διὰ μόνου τοῦ υ ὤφειλεν εἶναι, εἴτε ἀπὸ τοῦ φύω εἴτε ἀπὸ τοῦ ὕω, τὸ
βρέχω,
γίνεται.] Ὅτι τὰ προτακτικὰ ἄρθρα στερηθέντα τῶν ὑποτεταγμένων
αὐτοῖς
ὀνομάτων σφοδρότερόν τε ἐκφωνοῦνται κατὰ τοὺς τόνους καὶ εἰς
ἀντωνυμίας
μετάγονται, οἷον ἐν τῷ «ὁ γὰρ Ἀπόλλων βασιλῆϊ χολωθείς», ἐὰν λείψῃ τὸ

Ἀπόλλων, τὸ ὁ τὸ ἄρθρον ἀντωνυμία γίνεται καὶ ἐξακουστότερον


ἐκφωνεῖται
εἰπόντος τοῦ ποιητοῦ «ὃ γὰρ βασιλεῖ χολωθείς» ἀντὶ τοῦ οὗτος. τοιοῦτον
καὶ τὸ
ὁ μὲν καὶ ὁ δέ. καὶ αὐτὰ γὰρ ὀξυφωνούμενα ἀντὶ ἀντωνυμιῶν κεῖνται. τὸ
δ' αὐτὸ
νοητέον καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἄρθρων. οὕτω γὰρ καὶ τοῦ ἀντὶ τοῦ τούτου
φαμὲν καὶ
τὸν ἀντὶ τοῦ τοῦτον καὶ τοὺς ἤγουν τούτους λειπόντων δηλαδὴ τῶν
συντασσο-
μένων τούτοις ὀνομάτων καὶ ἀπὸ κοινοῦ λαμβανομένων διὰ τὸ γνώριμον.
(v. 10)
Ὅτι ἡ κοινὴ μὲν διάλεκτος βαρύνει τοὺς ἐνεργητικοὺς πρώτους
μέλλοντας,  
περισπᾷ δὲ μόνους τοὺς τῆς πέμπτης τῶν βαρυτόνων· σπείρω γὰρ σπερῶ
φησι,
κείρω κερῶ, φθείρω φθερῶ, καὶ τὰ ἄλλα ὡσαύτως. Δωριεῖς δὲ καὶ
ἑτέρους
δίχα τῆς πέμπτης περισπῶσι μέλλοντας· πεσῶ γάρ φασι καὶ κλαυσῶ καὶ
ἐσῶ·
ἐξ ὧν καὶ τὸ πεσεῖται καὶ κλαυσεῖται καὶ ἐσεῖται καὶ ἕτερα τοιαῦτα.
Αἰολεῖς δὲ
130

καὶ τοὺς τῆς πέμπτης περισπωμένους μέλλοντας βαρύνουσι καὶ διὰ τοῦ σ
ἐκφέ-
ρουσι· σπέρσω γάρ φασι καὶ κέρσω καὶ φθέρσω. οὕτω δὲ καὶ ὄρω ὄρσω,
τὸ διε-
γερῶ, ἐξ οὗ καὶ τὸ «νοῦσον ἀνὰ στρατὸν ὦρσε κακήν». οὕτω δὲ καὶ τοῦ
ἔρρω,
τὸ φθείρω, ὁ μέλλων ἔρσω Αἰολικῶς, ἐξ οὗ καὶ τὸ «ἀπόερσεν» ἐν τοῖς
ἑξῆς
ἀντὶ τοῦ ἀπέφθειρε. ποιοῦσι δὲ τοῦτο οἱ Αἰολεῖς πρὸς ἀναλογίαν τῶν
λοιπῶν
μελλόντων, οἳ δυνάμει ἢ ἐνεργείᾳ τῷ σ παραληγόμενοι βαρύνονται.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 178, li.4

μησε διὰ τοῦ η γράφονται ὡς ἀπὸ θεμάτων τοῦ ὀμβρῶ καὶ σταθμῶ.
κἀκεῖνο
δὲ ἰστέον ὡς πολλαὶ τῶν εἰς ος ληγουσῶν γενικῶν ἀναδρομὴν πάσχουσιν
εἰς
εὐθεῖαν, οἷον Τρὼς Τρωός, ὁ Τρῳὸς ἤγουν ὁ Τρωϊκός, ἐξ οὗ καὶ Τρῳαὶ
ἵπποι
αἱ Τρωϊκαί· δμὼς δμωός, ὁ δμῳός, ὁ δοῦλος, ἀφ' οὗ καὶ δμῳαὶ αἱ
δουλίδες· ὁ
φύλαξ τοῦ φύλακος, ὁ φύλακος· ἑκατόγχειρ ἑκατόγχειρος, ὁ
ἑκατόγχειρος.
οὕτως οὖν καὶ ἡ μάρτυρος γενικὴ ἀναδραμοῦσα εἰς εὐθεῖαν ἐποίησε τὸ ὁ
μάρτυρος, ἐξ οὗ πληθυντικὸν οἱ μάρτυροι. τινὲς δὲ τὸ μάρτυρός φασιν
εὐθεῖαν  
εἶναι πρωτότυπον καὶ ἐξ αὐτοῦ κατὰ συγκοπὴν γενέσθαι τὸ μάρτυς. διό,
φασίν,
οὐδὲ κλίνεται, ὡς οὐδὲ ἄλλη εὐθεῖα πάθος τοιοῦτον ἔχουσα. καὶ οὕτω μέν
τινες.
Ἡρωδιανὸς δὲ εἰπών, ὅτι καὶ μάρτυροι καὶ μάρτυρες ἑκατέρως, ἐπάγει ὅτι

τέτριπται τὸ μάρτυρες ἀπὸ τῆς μάρτυς εὐθείας, ἣν Ἠλείων ἢ Αἰολέων


διάλεκτος
διὰ τοῦ ρ προφέρει. ἐκεῖνοι γάρ, φησί, τὸ σ εἰς ρ μεταβάλλουσι τὸ οὗτος
οὗτορ
λέγοντες καὶ τὸ ἵππος ἵππορ· εἰς ὃ ζητητέον χρῆσιν καὶ ἐν τοῖς Ἰαμβλίχου
εἰς
τὰ κατὰ Πυθαγόραν· οὕτως οὖν, φησί, καὶ μάρτυς μάρτυρ, ἀφ' ἧς
ἐκπίπτει
πληθυντικὸν οἱ μάρτυρες παρά τε τοῖς κωμικοῖς καὶ Ἱππώνακτι. οἱ δέ γε
μάρτυροι ἀπὸ τῆς ὁ μάρτυρος εὐθείας, οἷον «Ζεὺς δ' ἄμμ' ἐπιμάρτυρος
131

ἔστω».
(v. 338 – 40) Ἔτι ἰστέον ὡς τὸ «μάρτυροι ἔστων πρός τε θεῶν μακάρων
πρός
τε θνητῶν ἀνθρώπων καὶ πρὸς τοῦ βασιλέως» ἀντὶ τοῦ ἔμπροσθεν θεῶν
καὶ ἀν-θρώπων καὶ βασιλέως. παιδευτικὸς δὲ ὁ λόγος ὡς δέον ὂν
ἀνατιθέναι θεῷ τὰ πολλὰ τῶν ἐν ἡμῖν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 1, p. 442, li.19

αὐτή ποτε καὶ Ἀφροδισιὰς καὶ Σαρωνία καὶ ἢ Ποσειδωνία ἢ


Ποσειδωνιάς, ὡς
ἱερά, φασί, Ποσειδῶνος· καὶ Ἀπολλωνιὰς δέ. ἔστι δέ, φασί, καὶ ἑτέρα ἐν
Ἰταλίᾳ Μασσαλιωτική. τῆς δὲ Τροιζῆνος ταύτης λιμὴν ᾄδεται ὁ Πώγων,
ὅθεν
ἐπὶ τῶν ἀτρίχων τὸ γένειον καὶ ψευδομένων τὸν ἀνδρικὸν πώγωνα
λέγεται
παροιμιωδῶς τὸ «πλεύσειας εἰς Τροιζῆνα». [Ἱστορεῖ δὲ Ἀθήναιος
Τροιζήνιον
οἶνον, ὃς λέγεται, φησίν, ἀγόνους ποιεῖν τοὺς πίνοντας, λέγων καὶ περί
που τὴν
Ἀχαΐαν ἀμπέλου τι γένος εἶναι, ἀφ' ἧς οἶνος ἐκθλίβεται ποιῶν ἐξαμβλοῦν
τὰς
ἐγκύμονας γυναῖκας· κἂν τῶν βοτρύων δέ, φησί, φάγωσιν, ἐξαμβλοῦσι.
Σημείωσαι δὲ ὅτι τινὰ τῶν παλαιῶν ἀντιγράφων Τροίζηνα
προπαροξυτόνως
ἔγραψαν, οἷς καὶ Ἡρωδιανὸς συνηγορεῖ ἐν τῷ Περὶ ταχυτῆτος καὶ
δηϊοτῆτος
εἰπών, ὡς ἡ Δωρὶς καὶ Αἰολὶς διάλεκτος οὐδέποτε κατὰ γενικὴν περιτ-
τοσύλλαβον τὸ ἦτα μετατιθέασιν εἰς ἄλφα, εἰ μὴ βαρύνοιτο· Ἕλλην
Ἕλλαν,
Τροίζην Τροίζαν· ποιμήν δὲ καὶ λιμήν οὐκ ἂν ἐροῦσι διὰ τοῦ ἄλφα, ἐπεὶ
ὀξυτο-
νεῖται· ἐπὶ μέντοι μονοσυλλάβων μετατιθέασι τὸ σφήξ καὶ μήν, σφὰξ
λέγοντες
καὶ μάν. σεσημείωται, φησί, τὸ ἐσθάς ὀξυνόμενον καὶ διὰ τοῦ α
λεγόμενον παρὰ
Πινδάρῳ ἐν Πυθιονίκαις.] Τὰς δὲ Ἠϊόνας οὐχ' εὕρομεν πάνυ
περιλαλουμένας.
ἑνικῶς δὲ Ἠϊὼν λέγεται πόλις Χερρονησία παρὰ Θουκυδίδῃ. ἔστι δὲ καὶ
Στρυμονική. λέγεται δὲ καὶ ἑτέρα Ἠϊὼν Πιερική. ἰ
132

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 190, li.3

οὐ μὴν προτροπάδην φεύγων κατὰ νώτων, ἀλλ' οὐδὲ κατὰ στέρνου, ὧν


οὐδέτερον
ἡρωϊκῆς ἦν ἀνδρίας. Σημειοῦνται δὲ οἱ παλαιοί, ὡς τὴν ἀριστερὰν
ἐβλήθη
χεῖρα ὁ βασιλεύς, ἀπὸ τοῦ ἐν τῷ ἐπιταφίῳ ἀγῶνι ἐθέλειν ἀθλῆσαι ἄκοντι.
οὐ
γὰρ ἂν ἀκοντίσειν ἠθέλησεν ἐναγώνια, εἰ τὴν δεξιὰν ἐτέτρωτο, πλὴν εἰ
μή
που ἦν ἀμφιδέξιος. (v. 251) Τὸ δὲ «εὐράξ» δηλοῖ μὲν τὸ ἐκ πλαγίου,
γίνεται
δέ, φασίν, ἀπὸ τοῦ πλευράξ. Ὀξύνεται δὲ κανόνι τοιούτῳ. τὰ εἰς αξ
ἐπιρρήματα
ὀξύνεται πλὴν τοῦ ἅπαξ. Ἢ καὶ ἄλλως καθολικώτερον· τὰ εἰς ξ λήγοντα
ἐπιρρήματα ὀξύνονται· ἀπρίξ, ὑποδράξ, διαμπάξ, πύξ, γνύξ, πλὴν τοῦ
ἅπαξ  
καὶ πέριξ. τὸ παρέξ διφορεῖται, καὶ παρ' Ὁμήρῳ μὲν ὀξύνεται, παρὰ δὲ
τοῖς
ὕστερον βαρύνεται. Ἰστέον δὲ ὅτι καθ' Ἡρακλείδην διαλέκτου Ἰωνικῆς
καὶ
Αἰολικῆς ἐστι τὸ εὐράξ. Ἡ γὰρ τῶν Ἰώνων καὶ Αἰολέων, φησί, διάλεκτος

τὰ πρῶτα σύμφωνα αἴρειν εἴωθεν, ἄν τε ἓν ᾖ, ἄν τε καὶ δύο τύχῃ, ἓν μὲν


ὡς ἐπὶ
τοῦ λαιψηρός αἰψηρός, πήγανον ἤγανον, δεινόν αἰνόν, δύο δὲ ὡς ἐπὶ τοῦ
πλάνη.
ἀπελθόντων γὰρ τῶν ἐξ ἀρχῆς δύο συμφώνων γίνεται ἄνη καὶ κατὰ
ἀντίθεσιν
τοῦ ν εἰς τὸ λ ἄλη. οὕτω δὲ καὶ ἐκ τοῦ πλανᾶ[σθαι, φησί, τὸ ἀλᾶσθαι, καὶ
ἐκ
τοῦ φθείρω δὲ ἀπελθόντων τῶν ἐν ἀρχῇ κειμένων δασέων τὸ ἔρρω φησὶ
γίνεσθαι] καθ' ὁμοιότητα τοῦ κείρω κέρρω Αἰολικοῦ. ὁμοίως οὖν καὶ ἐκ
τοῦ πλευράξ ἀφῄρηνται τὰ κατάρχοντα δύο σύμφωνα, καὶ λέλειπται τὸ
εὐράξ, ὃ κεῖται καὶ παρὰ Λυκόφρονι.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 3, p. 226, li.1

ἐπὶ φλυαρίας ἀλαζονικῆς ὁ κόμπος καὶ τὸ κομπάζειν καὶ τὸ κομπεῖν


λέγεται.
Ἐπαινεῖται δ' ἐνταῦθα πρὸς τῶν παλαιῶν καὶ ἡ φράσις τοῦ θήγων λευκὸν
ὀδόντα ἐν γένυσι καὶ ἑξῆς. φασὶ γὰρ ὡς οὐκ ἐπὶ τὸ δακεῖν ὁρμᾷ, ἵνα διὰ
τοῦτο
133

ἀναστέλλῃ τὰς γένυς ἀλλὰ παρατρίβει αὐτάς, μόνῃ τῇ ἐμβολῇ


ἀμυνόμενος.
τινὲς δὲ καὶ τὸ «ἀμφί τ' ἀΐσσονται» οὐκ ἐπὶ τῶν κυνῶν καὶ τῶν αἰζῃῶν
ἐνόησαν,
ἀλλ' ἐπὶ τῶν γενύων, ἴσως δὲ τοῦτο οὐ πάνυ ὀρθῶς. σκοπητέον δέ, εἴπερ
οἱ
τὰ τοῦ Ὁμηρικοῦ καπρίου ποιοῦντες ὀδοντομάχαι σύες ἐλέγοντο παρὰ
τοῖς
παλαιοῖς. Τῶν δὲ ὀδόντων κοινὴ μὲν εὐθεῖα ὁ ὀδούς, εὕρηται δὲ καὶ ὁ
ὀδών.
ἐξ οὗ καὶ προόδων κατὰ Παυσανίαν ὁ τοὺς ὀδόντας ἐξωτέρω ἔχων τοῦ
δέοντος,
καὶ ὁ χαυλιόδων, καὶ ὁ ἀμφόδων, καὶ ὁ χαλκόδων, καὶ τὰ τοιαῦτα. Ἰακὸν
δέ  
φασιν ὁ ὀδών, ὅθεν καὶ ὀδόντισμα διάλεκτος αὐλητικὴ ἢ κροῦμά τι. (v.
418)
Τὸ δὲ «ἄφαρ» ὅτι τε ἀπὸ τοῦ ἅπτω γίνεται, ἤγουν ἐκ τοῦ ἐκεῖθεν ἧφα
παρα-
κειμένου, καὶ ὅτι ὡς Αἰολικὸν ψιλοῦται, καὶ ὅτι τέσσαρα σημαινόμενα
δηλοῖ,
ἔστιν εὑρεῖν παρὰ τοῖς παλαιοῖς. (v. 419) Τὸ δὲ «Διῒ φίλον» ἀναφωνεῖ
δεξιῶς,
ὡς οὐ πεσεῖται ἄρτι Ὀδυσσεὺς διὰ τὸν φίλον Δία. (v. 424) Ὅτι πρότμησιν

οἱ μὲν αὐτόν φασι τὸν ὀμφαλόν, ὡς οἱ περὶ Παρμενίσκον, διὰ τὸ πρῶτον


τέμνε-σθαι γεννωμένου τοῦ βρέφους, ἢ ἐπεὶ κατ' αὐτὸν εἰς δύο τέμνεται
μέσος ὁ ἄνθρωπος.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol. 4, p. 150, li.8

ἀκόλουθον ἦν εἰπεῖν· ναὶ δὴ ταῦτά γε τέκνον ἐτήτυμα. ἴσως δὲ καὶ


ἐφερμηνευτικόν ἐστι τοῦ «ταῦτα» τὸ ἐτήτυμον, ὅτι μηδὲ πολλά τινά εἰσιν

ἐνταῦθα τὰ τοῦ σκοποῦ, ἀλλὰ ἕν, τὸ ἐπικουρῆσαι Ἀχαιοῖς. (v. 128 s.) Διὸ

ἐπάγει «οὐ κακόν ἐστι τειρομένοις ἑτάροις ἀμύνειν», γνωμικῶς τοῦτο


εἰπών.
(v. 130 – 2) Τὸ δὲ «μετὰ Τρώεσσιν ἔχονται», παθητικῶς ῥηθὲν μεταποιεῖ
εὐθὺς
εἰς ἐνέργειαν, εἰπὼν «τὰ μὲν Ἕκτωρ αὐτὸς ἔχων ἀγάλλεται», ἵνα ἔχωνται
μὲν
134

τὰ τοῦ Ἀχιλλέως ὅπλα, ἔχῃ δὲ αὐτὰ ὁ Ἕκτωρ. Ὅρα δ' ἐνταῦθα καὶ ὡς
φιλόκαλος ὁ Ἕκτωρ καλὰ γὰρ καὶ ἀγλαὰ ἔχων ὅπλα ὤμοισιν ἀγάλλεται,
ὡς
καὶ προερρέθη. ὅτι δὲ ταὐτὸν ἀγάλλεσθαι καὶ ἀγλαΐζεσθαι, ὃ ἐκ τοῦ
ἀγάλλω
παράγεται κατὰ παραγωγὴν καὶ ὑπέρθεσιν τοῦ ἀμεταβόλου, δηλοῖ ὁ
ποιητὴς
ἀμφότερα νῦν παραθέμενος. (v. 134) Τὸ δὲ «καταδύσεο» ἡ μὲν κοινὴ
διάλεκτος
εὐκτικὸν οἶδεν, ἡ δὲ ποίησις τὸ ἐνδύσω εἰς ἐνεστῶτα προάγουσα ὡς
παθητικοῦ
ἐνεστῶτος προστακτικὸν ἐκεῖθεν προάγει αὐτό. Τὸ δὲ «μῶλον» ἤρκει καὶ
αὐτὸ
καθ' αὐτὸ κεῖσθαι δίχα τοῦ Ἄρηος, ὡς καὶ ἐν ἄλλοις ἐφάνη. γράφεται δὲ
ὅμως
οὕτως ἀκριβέστερόν τε καὶ ἐντελέστερον. (v. 129) Ὁμοίως δὲ καὶ ἐν τῷ
»ἑτάροις», ὡς ἐρρέθη, «ἀμυνέμεν αἰπὺν ὄλεθρον» οὐκ ἦν ἀνάγκη μετὰ τὸ

ἀμύνειν κεῖσθαί τι, ὡς καὶ αὐτὸ δῆλόν ἐστί, προσετέθη δὲ ὅμως καὶ τὸ
ἐφεξῆς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 151, li.2

ἐκεῖ καὶ λευκόϊα καὶ ἀσπάραγοι καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις, οὐ πλείω


διαλείπειν μηνῶν τριῶν. λέγει δὲ
ἐκεῖνος ἐν τούτοις, καὶ περὶ θαλασσίου ὄψου καὶ λοιπῶν. ἐν οἷς
σημειωτέον κείμενον καὶ τὸ, βοῦς
ζύγιμος. Δημοσθένης δὲ ὁ τὴν Ὀδύσσειαν μεταβαλὼν, λέγει ὅτι Λυβίη,
χωρίον εἰς προβατείαν ὧν
οἶδα ἐγὼ, εὐφυέστατον. κυΐσκεταί τε γὰρ τρὶς ἐπ' ἔτει ἑκάστῳ τὰ
πρόβατα, καὶ αὔξεται ῥᾳδίως. Τελες-
φόρος δὲ ἐνιαυτὸς, πρὸς διαστολὴν τῶν ὡρῶν. τελειωτικὸς γὰρ αὐτὸς
μάλιστα τῶν κατὰ φύσιν ὡς
περιεκτικὸς ἑκάστης ὥρας. λέγεται δὲ τελεσφορεῖν ὡς καὶ πληροφορεῖν,
καὶ τὸ ἁπλῶς εἰς τέλος ἄγειν.
ὅθεν καὶ δίκη τελεσφόρος ἔτι δὲ καὶ ἐλπίς. (Vers. 87.) Ἄναξ δὲ καὶ
ἐνταῦθα, οὐκ ἐπὶ βασιλέως,
ἀλλὰ τοῦ ἁπλῶς δεσπόζοντος. (Vers. 88.) Τὸ δὲ γάλα ὅτι γλυκερὸν, καὶ ὁ
τῶν μυιῶν ἑσμὸς δηλοῖ αἳ
τὴν Ὁμηρικὴν ἐν Ἰλιάδι ποιοῦσι παραβολήν. ὡς δὲ γάλα οἱ πολλοὶ καὶ
τὸν τῆς συκῆς λέγουσιν ὀπὸν διὰ  
τὸ τῆς χρόας λευκὸν, ἔτι δὲ καὶ τὸν τοῦ τιθυμάλλου, ἐξ οὗ γάλατος
135

παρωνομάζουσιν ἐκεῖνοι αὐτὸ,


ἡ ταπεινὴ διάλεκτος δηλοῖ. ὡς δὲ καὶ ὀρνίθων γάλα κατὰ Ἀναξαγόραν τὸ
ἐν τοῖς ὠοῖς, ὁ Ἀθή-
ναιος παραδίδωσιν. ἔχει δὲ καὶ ὁ κωμικὸς χρῆσιν αὐτοῦ. καὶ ἔστι
παροιμία ἐπὶ εὐδαιμονίας, τὸ, ὀρνί-
θων γάλα. ἐν δὲ τοῖς τοῦ Ἀθηναίου φέρεται καὶ ὅτι ὀπίας τυρὸς παρ'
Εὐριπίδῃ, ὁ δριμύς. ὁ πηγνύμε-
νος ὀπῷ συκῆς τῷ εἰρημένῳ. οἷον. καὶ τυρὸς ὀπίας ἐστὶ καὶ Διὸς γάλα.
(Vers. 89.) Ἐπηετανὸν δὲ
τὸ πολὺ καὶ ἐφ' ὅλον ἔτος, διὰ τὸ τρὶς ἐκεῖ τίκτειν τὰ μῆλα, τούτου δὲ
ἐφερμηνευτικὸν καὶ τὸ αἰεί.
ἔφη γάρ. ἀλλ' αἰεὶ παρέχουσιν ἐπηετανόν. Τὸ δὲ γάλα θῆσθαι, τὸ ἐν τοῖς
ἑξῆς γαλαθηνὸν συντίθησι.
θῆσθαι δὲ, οὐ μόνον τὸ θηλάζειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ἀμέλγειν, ὡς νῦν.
ἀμφότερα παρὰ τὴν θηλήν. τοῦ
δὲ θῶ θήσω τὸ θηλάζω, παράγωγα καὶ ἡ τήθη καὶ ἡ τηθὶς ὡς ἐν ἄλλοις
ἐῤῥέθη, καὶ τὰ τήθεα.
περὶ ὧν κειμένων ἐν τῇ Ἰλιάδι καὶ ἀξιωθέντων λόγου, ἰστέον καὶ ὅτι
εὐθεῖα τούτων παρὰ Ἀριστοτέλει,
τὸ τῆθος. οἷον. πίννη ὄστρεον. μῦς. κτείς. κόγχη. λεπάς. τῆθος. βάλανος.
καὶ πάλιν ὁ μὲν κτεὶς,
τραχεόστρακος ῥαβδωτός. τὸ δὲ τῆθος, ἀῤῥάβδωτον. λειόστρακον. ἔστι
δὲ καὶ πληθυντικὸν τούτου

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 336, li.26

δὲ καλαθίσκοι, ἐν οἷς τυροκομοῦσι, κληθέντες οὕτω παρὰ τὸ τέρσαι τὸ


ξηράναι ἐν οἷς τερσαίνονται οἱ
τυροί. οὓς καὶ πλεκτοὺς ταλάρους ἐρεῖ. οἱ δὲ παλαιοὶ τὸν τοιοῦτον
ταρσὸν καὶ ταῤῥὸν λέγουσιν, οἱ μεθ'
Ὅμηρον δηλαδή. ἐν οἷς καὶ ὁ κωμικός. οἳ καὶ φασὶν ὅτι ταῤῥὸς, τὸ
τυροκομεῖον. καὶ ὅτι ἄῤῥιχοι μὲν,
κόφινοι σταφυλοφόροι, ταῤῥὸς δὲ, ἀγγεῖον πλεκτὸν ὡς ψίαθος ἐκ
καλάμων, ἐν ᾧ τυρεύουσι. καὶ κρε-
μαστὴρ δέ φασιν ἐλέγετο ταῤῥὸς, ἐφ' οὗ τυροὺς ἔτερσον. ὅθεν καὶ
τρασιὰ, οὗ σύκα ψύγεται. ἐλέγετο
δέ φασι ταρσὸς καὶ τὸ ἄνω τοῦ ποδὸς ἢ καὶ τὸ ἄκρον τῆς χειρός. Αἴλιος
δὲ Διονύσιος φησὶν ὅτι ταῤ-
ῥοὶ καὶ ταρσοὶ, τάλαροι, καὶ τὰ πλατύσματα τῶν κωπῶν. ἕτεροι δὲ ὅτι
ταῤῥοὶ κρεμάστρα καλαμίνη,
καὶ τὰ τῶν τυρῶν ἀγγεῖα, καὶ τὰ τῶν λαχάνων. καὶ τάρωμα, ἡ κωπηλασία.
ταῤῥὸς γάρ φασιν ὁ στοῖ-
136

χος τῶν κωπῶν, ἐπεὶ πτεροῖς ἐοίκασι. Καὶ σημείωσαι ὅτι κατὰ τοιαύτην
τινὰ ὁμοιότητα καὶ ἐπὶ ὀρνέων
πτέρυγος ὁ ταρσὸς λέγεται. Τὸ δὲ τυρῶν βρῖθον, ἀντὶ τοῦ ἔγεμον ἢ βάρος
εἶχον ὑπὸ τῶν τυρῶν. ἡ δὲ
κοινὴ διάλεκτος τυροῖς βρίθειν λέγει, ὁμοίως τῷ, ἄνθεσι βρύειν. ὅτι δὲ
οὐ μόνος ὁ Κύκλωψ πολύ-
τυρος ἦν ἀλλὰ καὶ ἡ ὅλη Σικελία, δηλοῖ ὁ ἐν τοῖς τοῦ Ἀθηναίου τὸν
Σικελικὸν παρασημειωσάμενος
τυρόν. σηκοὶ δὲ, περὶ οὓς ἡ τῶν ἀρνῶν καὶ τῶν ἐρίφων στάσις, ἀπὸ τοῦ
ἵστασθαι, ἵνα εἶεν οἱονεὶ
στηκοί τινες. ὅθεν καὶ σηκίται ἄρνες. καὶ οὕτω μὲν παρὰ τῷ ποιητῇ. οἱ δὲ
μεθ' Ὅμηρον καὶ ἐπὶ ναοῦ
τὴν λέξιν ἔθεντο. σηκὸς γοῦν φασὶν ἡρῷον, οἷον. ὃς τόνδ' ἔχεις τὸν
σηκὸν, ἵλεως γενοῦ. ἐλέγοντο
δέ φασι καὶ σηκίδες οἰκογενῆ παιδισκάρια. κατὰ δὲ Αἴλιον Διονύσιον
σηκύλη καὶ σηκὶς κυρίως ἡ ἐν ἀγρῷ
ταμιεῖον φυλάττουσα. οἷον φησὶν ἡ τοῦ Λαέρτου γραῦς. δοκεῖ δὲ
σταθμόν τινα δηλοῦν ὁ σηκὸς, ὡς ἡ
ἀντισήκωσις δηλοῖ, ἀντιστάθμησίς τις οὖσα. ἐπεὶ καὶ τὸ στῶ στήσω, ἐπὶ
σταθμήσεως λέγεται. καθ'
ὃν λόγον ὁ Μενέλαος μεταστήσειν ἔφη τὰ τοῦ Τηλεμάχου δῶρα. Ὥσπερ
δὲ οἱ ταρσοὶ τυρῶν βρῖθον κατὰ
γενικὴν σύνταξιν, οὕτω καὶ οἱ σηκοὶ στείνοντο ἀρνῶν καὶ ἐρίφων.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 30, li.20

τοὺς βαλανηφαγοῦντας, ἀλλὰ νῦν οὐ περὶ βίου τρυφεροῦ ὁ λόγος ἀλλ'


ἀρχαϊκοῦ. τραχὺν γὰρ τὸν βίον
ἐκεῖνον εἶναι, καὶ παροιμία δηλοῖ παρὰ Παυσανίᾳ, λέγουσα· ἔφυγον
κακὸν, εὗρον ἄμεινον, ἣν ἔλεγέ,
φησιν, ἀμφιθαλὴς παῖς Ἀθήνῃσιν, ἐστεμμένος ἀκάνθαις μετὰ δρυΐνων
καρπῶν, λίκνον βαστάζων
πλῆρες ἄρτων, αἰνισσόμενος τὴν ἐκ τοῦ παλαιοῦ βίου ἐπὶ τὸ κρεῖττον
μεταβολήν. δοκεῖ δὲ καὶ δρέπειν
καὶ δρέπεσθαι ἐκεῖθεν λεχθῆναι, ἵνα ᾖ δρέπειν τὸ περὶ δρῦν ἕπειν ἤγουν
ἐνεργεῖν διὰ τὸ τρυγᾶν
δρύκαρπα. Τέρενα δὲ φύλλα δρέπονται δρυὸς διὰ τὸ ὡς ἐν ἀχρήστοις
εὐχρηστότερον. διὸ οὐδὲ ἀπὸ
χθαμαλῆς ἀλλ' ὑψικόμου δρυὸς ταῦτα, διὰ τὸ λαμπρότερον. Μέθυ δὲ καὶ
νῦν ἁπλῶς ὁ οἶνος.
(Vers. 362.) Ὅτι δὲ ταυτὸν λείβειν καὶ σπένδειν, δηλοῖ ὁ ποιητὴς ἐν τῷ,
137

μέθυ λεῖψαι, καὶ ὕδατι σπέν-


δοντες. οὗ πρωτότυπον καθ' Ἡρακλείδην τὸ σπείδω. Ἀργεῖοι γάρ, φησι,
καὶ Κρῆτες ἐξαιροῦντες τὸ ι,
τάσσουσι τὸ ν, τὴν εις πρόθεσιν ενς λέγοντες, καὶ τὸ τιθεὶς τιθένς. οἷς
ὡμοίωται τὸ σπείδω σπένδω.
ἡ δὲ διάλεκτός, φησιν, αὕτη ἔτι καὶ νῦν σώζεται παρὰ τοῖς ἀντιγράφοις.
τὸ γὰρ αἰεὶ αἰέν φασι, καὶ
τὸ οὐ μέντοι, οὐ μέντον, οἷον, οὐ μέντον κάμετόν γε μάχην ἀνὰ
κυδιάνειραν. ἔμπαλιν δέ, φησι, χρῶν-
ται Σικελοὶ τῷ ι ἀντὶ τοῦ ν, τὸ ἔνδον ἔνδοι λέγοντες, καὶ Ὅμηρος,
εἰνάνυχες ἀντὶ τοῦ ἐννεάνυχες.
καὶ τοιόνδε μὲν καὶ τοῦτο. (Vers. 363.) Ὅτι δὲ τὸ ὀπτᾶν ἐπεχωρίαζε τοῖς
τότε μᾶλλον ἤ περ τὸ ἕψειν,
δηλοῖ καὶ τὸ ὀπτανεῖον. οὐ γὰρ ἄλλοθεν ἠξιώθη τὸ μαγειρεῖον καλεῖσθαι
ἀλλ' ἐκ τοῦ ὀπτᾶν.
(Vers. 366.) Ὅτι ἐθέλων εἰπεῖν Ὀδυσσεὺς ἀφυπνίσθην περιφράζει αὐτὸ
οὕτως· καὶ τότε μοι βλε-
φάρων ἐξέσσυτο νήδυμος ὕπνος, ὃν φθάσας γλυκὺν ἔφη. ὡς ἐπὶ
σωματικοῦ δέ τινος ἔφη τὸ ἐξέσσυτο
ἀντὶ τοῦ ἐξεπήδησεν, ᾤχετο. (Vers. 369.) Ὅτι τὸ ὀσμήσασθαι
περιφράζων φησί· καὶ τότε με κνίς-
σης ἀμφήλυθεν ἡδὺς ἀϋτμή. Καὶ ὅρα τὸ ἡδὺς θηλυκῶς λεχθὲν, ὁμοίως τῷ
θῆλυς ἐέρση, καὶ πολὺς
ὑγρὰ, ὡς τὸ πουλὺν ἐφ' ὑγρήν. (Vers. 372.) Ὅτι ὁ ἐπὶ βλάβῃ κοιμηθεὶς
ἐρεῖ ἂν τὸ, ἦ με μάλ' εἰς ἄτην
κοιμήσατε νηλέϊ ὕπνῳ.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 91, li.16

καὶ νῦν ἔφρασε τὴν ἔγερσιν ἐν τῷ, ἀναστὰς ἐξ εὐνῆς Ἑλένης παρὰ
καλλικόμοιο. (Vers. 65.) Ὅτι
σπεύδοντος οἴκαδε ξένου λόγος τὸ, ἤδη νῦν μ' ἀπόπεμπε φίλην ἐς
πατρίδα γαῖαν, ἤδη γάρ μοι θυμὸς
ἐέλδεται οἴκαδ' ἱκέσθαι, ὁμοίως καὶ τὸ, βούλομαι ἤδη νεῖσθαι ἐφ'
ἡμέτερα. εἰ δὲ καὶ φόβον ὁ τοῦτο
λέγων ἔχοι περὶ τῶν οἴκοι, ἁρμόσει καὶ τὸ, οὐ γὰρ ὄπισθεν οὖρον ἰὼν
κατέλειπον ἐπὶ κτεάτεσσιν ἐμοῖσι·
τῷ δέ γε Τηλεμάχῳ ἥρμοσεν ἐφεξῆς καὶ τὸ, μὴ πατέρ' ἀντίθεον διζήμενος
αὐτὸς ὄλωμαι. καὶ ὅρα τὸ
διζήμενος ὡς ἀπὸ τοῦ διζῶ, δίζημι παραγώγου. ἐξ οὗ παρὰ Ἡροδότῳ τὸ
δίζηνται ἤτοι ψηλαφῶσι.
Τὸ δὲ οὖρον κατέλειπον ἀντὶ τοῦ φύλακα, ἀπὸ τοῦ ὁρᾶν. καὶ ἔστι τοῦτο
138

ἁπλοῦν, ἐξ οὗ πρὸ ὀλίγων


συβώτης ὑῶν ἐπίουρος. Καὶ σημείωσαι ὅτι ἐκ τοῦ ὁρῶ γενομένων τοῦ, τε
ὅρου τοῦ κατὰ γῆν καὶ τοῦ
παρὰ τοῖς φιλοσόφοις ἔτι δὲ καὶ τοῦ δηλοῦντος τὸν φύλακα, ὁ μὲν
φιλόσοφος οὐ μεταπεποίηται, ἀλλ'
ἔμεινεν ἀπαθὴς κοινότερον. οἱ δὲ λοιποὶ δύο ἰωνίζονται, ὡς δῆλον ἐκ τοῦ,
ἀμφ' οὔροισι δηριόωνται,
καὶ ἐκ τοῦ, οὖρον ἰὼν κατέλειπον. ἡ δ' αὐτὴ διάλεκτος καὶ τὸ ἀφορίσαι
ἀποῦραι εἶπε. δῆλον δ' ὅτι,
ὥς περ πρὸς διαστολὴν τῶν βαρυνομένων οὔρων ὀξυτονοῦνται οἱ ἐν
Ἰλιάδι οὐροὶ τῶν νεῶν, οὕτω δια-
στολῆς ἕνεκεν τῆς πρὸς τὸ ὄρος ὠξυτονήθη μὲν ὁ τοῦ γάλατος ὀρός.
ἐδιπλασίασε δὲ τὸ ἀμετάβολον,
ὡς καὶ ἀλλαχοῦ δηλοῦται, ὁ ζωϊκὸς ὄῤῥος ὁ καὶ παρὰ τῷ κωμικῷ· ἐξ οὗ
σύγκειται τὸ ὀῤῥωδεῖν.
(Vers. 68.) Καὶ τοιαῦτα μὲν τὰ τοῦ σπεύδοντος ξένου, ἅ περ ἔφη
Τηλέμαχος. ὁ δὲ κατὰ τὸν Μενέ-
λαον ἀγαθὸς ξενοδόχος ἐρεῖ ἄν· οὔ τι σ' ἔγωγε πολὺν χρόνον ἐνθάδ'
ἐρύξω ἱέμενον, ἤγουν ἐφιέμενον,
νόστοιο. προσεπιπλέξει δὲ καὶ τὰ ἑξῆς γνωμικῶς οὕτω· νεμεσσῶμαι δὲ
καὶ ἄλλῳ ἀνδρὶ ξεινοδόκῳ, ὅς
κ' ἔξοχα μὲν φιλέῃσιν, ἔξοχα δ' ἐχθαίρῃσιν· ἀμείνω δ' αἴσιμα πάντα. ἶσόν
τοι κακόν ἐστιν ὅς τ' οὐκ
ἐθέλοντα νέεσθαι ξεῖνον ἐποτρύνει καὶ ὃς ἐσσύμενον κατερύκει. χρὴ
ξεῖνον παρεόντα φιλεῖν, ἐθέλοντα
δὲ πέμπειν. ὅθεν λαβὼν Ἡρόδοτος ἔγραψε τὸ τραπέζῃ μειλίξαντα
ἀποπέμψαι ἐπὰν ἐθέλωσι νέεσθαι.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 272, li.37

διαφορὰ γάρ τις τοῦ ἀποδοῦναι καὶ τοῦ δοῦναι ἐν ἄλλοις δεδήλωται.
(Vers. 61.) Τὸ δὲ, οὐδ' εἴ μοι
πατρώϊα πάντ' ἀποδοῖτε καὶ τὰ ἑξῆς, οὐ πολλὴν ὑπερβολὴν ἔχει.
Σημείωσαι γὰρ ὅτι τὴν ὑπερβολὴν
τῶν δόσεων τῇ Ἰλιάδι μάλιστα ἐχαρίσατο, ἔν τε ἄλλοις καὶ μάλιστα ἐν οἷς
φησὶν Ἀχιλλεὺς μὴ ἂν ἐξελ-
θεῖν εἰς πόλεμον οὐδὲ εἰ τόσα καὶ τόσα πάμπλειστα λάβοι. ἐνταῦθα δὲ τῇ
τῶν προσώπων ποιότητι
συμμετριάζει καὶ τὸ ὑπερβάλλον τῆς δόσεως. Τοῦ δὲ πατρώϊα ἑρμηνεία
τὸ, ὅσσα τε νῦν, καὶ τὸ, εἴ
ποθεν ἄλλα, ἵνα λέγῃ πατρώϊα μὴ τὰ περιελθόντα ἐκ πατέρων τῷ
Ὀδυσσεῖ, ἀλλὰ τὰ τοῖς μνηστῆρσι
139

πάλαι ποτὲ πατρῷα, καὶ οὕτω παράγοιντο οἱ τρεῖς χρόνοι, ὁ πρῴην, ὁ νῦν
καὶ ὁ εἰσέπειτα, ὡς
φαμένου τοῦ Ὀδυσσέως μὴ ἂν καταλλαγήσεσθαι τοῖς μνηστῆρσιν, οὐδ' εἴ
περ τὰ ἐκ πατέρων αὐτοῖς
προσόντα δοῖεν, μήτε ἃ νῦν ἔχουσι, μήτε ἅ περ εἰσέπειτα κτήσονται.
(Vers. 62.) Τὸ δὲ ἀποδοῖτε
καὶ τὸ ἐπιθεῖτε συγκοπή ἐστι τοῦ δοίητε καὶ θείητε, ὧν τρίτα τὸ ἀποδοῖεν
καὶ ἐπιθεῖεν. (Vers. 63.) Τὸ
δὲ, χεῖρας ἐμὰς λήξαιμι, τουτέστι παύσω φόνοιο, ἐντελῶς ἐφράσθη. ἡ γὰρ
κοινὴ διάλεκτος ἀρκεῖται
λέγειν λήξαιμι φόνοιο, τουτέστι παυθήσομαι. (Vers. 65.) Τὸ δὲ, νῦν ὑμῖν
παράκειται ἐναντίον ἠὲ
μάχεσθαι ἢ φεύγειν, ὃ δὴ πρὸς ἐναντίους ἐκφόβησίς ἐστιν ἀπό τινος
θαῤῥαλέως ἔχοντος, φιλοσόφως
εἴρηται. ἐναντία γὰρ ἀλλήλοις τὸ μάχεσθαι καὶ τὸ φεύγειν. (Vers. 67.)
Σημείωσαι δὲ ὅτι, ἐπεί περ
εἰκὸς ἦν ἐνταῦθα τοὺς μνηστῆρας εἰπεῖν ὡς αἱροῦνται οὐ μάχεσθαι ἀλλὰ
φεύγειν, ἐπάγει Ὀδυσσεὺς ὡς
οὐκ ἔσται οὐδὲ τοῦτο ὑμῖν. φησὶ γάρ· ἀλλά τιν' οὐ φεύξεσθαι ὀΐομαι
αἰπὺν ὄλεθρον. εἰ γὰρ καὶ
Ἀντίνοος οἷα καὶ στρατηγὸς προκατῆρχε τοῦ ληΐζεσθαι, ἀλλ' ὁ
Εὐρύμαχος οὐκ ἀντιβαίνων ἐκείνῳ ὑπο-
στρατηγεῖν ἐδόκει. ἀκολούθως δὲ καὶ οἱ λοιποὶ τούτοις ἑπόμενοι στρατός
τις ἦσαν αὐτοῖς· εἰκότως ἄρα
πάντες ὀλοθρευθήσεσθε. (Vers. 68 – 88.) Ὅτι Ὀδυσσέως ἐκφήναντος
ἑαυτὸν καὶ ἀπειλησαμένου,
τῶν μὲν ἄλλων μνηστήρων αὐτοῦ λύτο γούνατα καὶ φίλον ἦτορ·
Εὐρύμαχος δὲ, ἀρετῇ γὰρ ἦν ὡς  

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarium in Dionysii periegetae


orbis descriptionem Sec. 423, li.44

φασὶν, ἣν παρθένον οὖσαν καὶ ὡραίαν γάμου θανοῦσαν


θάψας λαμπρῶς ὁ πατὴρ ἀπ' αὐτῆς τὴν χώραν ὠνόμασε.
Τὴν δὲ τῶν Ἀθηναίων ἀκρόπολιν Κεκροπίαν ποτὲ
κληθῆναί φασι, πόλιν οὖσαν μίαν τῶν ἐπὶ Κέκροπος
ἐκτισμένων. Ὅτι δὲ καὶ Ἴωνες ἦν ὅτε οἱ Ἀττικοὶ ἐκα-
λοῦντο, ἱστορεῖ καὶ ὁ Γεωγράφος λέγων ὅτι καὶ ὁ Ποιητὴς
ἐν τῷ «Βοιωτοὶ καὶ Ἴωνες» Ἴωνας τοὺς Ἀθηναίους
φησί· καὶ ὅτι οἱ ἐν Ἀσίᾳ Ἴωνες τούτων εἰσὶ καὶ ἄποικοι
καὶ ὁμώνυμοι· καὶ ὅτιπερ ἡ Ἰὰς, ἤτοι ἡ Ἰωνικὴ διάλεκτος, ἡ αὐτή ἐστι τῇ
παλαιᾷ Ἀτθίδι. Ὅτι δὲ ἄποικοι
140

Ἀθηναίων οἱ ἐν τῇ Ἀσίᾳ Ἴωνες, δηλοῖ καὶ ὁ παρὰ τῷ


Ἡροδότῳ Θεμιστοκλῆς, πατέρας τῶν Ἰώνων λέγων
τοὺς Ἀθηναίους. Ἱστορεῖ δὲ ὁ αὐτὸς καὶ ὅτι Ἀθη-
ναῖοι Κραναοὶ καλούμενοι ὅμως ἐπὶ Πελασγῶν ἐχόντων
τὴν Ἑλλάδα Πελασγοὶ ὀνομάζοντο, ἐπὶ δὲ Κέκροπος
ἐκλήθησαν Κεκροπίδαι, τὴν δὲ ἀρχὴν Ἐρεχθέως ἐκ-
δεξαμένου Ἀθηναῖοι μετωνομάσθησαν, Ἴωνος δὲ τοῦ
Ξούθου στρατάρχου γενομένου, ἐκλήθησαν ἀπ' αὐτοῦ Ἴωνες.

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter beta, entry 210, li.1

βάξις· λόγος, φωνή κληδών


βάξον· κάταξον. Λάκωνες
βαπαίνει· παρακαλεῖ
βάρ· μικρόν (i. Reg. 2,18)
βαπτάν· ἀντλουμένην, βαπτομένην (Eur. Hipp. 123) AS
βάρα· νόσημά τι καρηβαρικόν. ἢ θρέμματα. Λάκωνες
βάραθρον· ὄρυγμα, vgASn βάθος γῆς, ASn βόθρος
βαρακινῇσιν· ἀκάνθαις. σκόλοψι (Iud. 8,7. 16) vgAS
βαράχνια· τὰ βραγχία τῶν ἰχθύων
βάρβαροι· οἱ ἀπαίδευτοι
βαρβαρισμός· παράτονος διάλεκτος vgASn
βάρβιτος· εἶδος κιθάρας, ἢ ὀργάνου μουσικοῦ. ἢ λύρα. οὕτως
 καὶ βαρβίτῳ· τῇ λύρᾳ, τῇ κιθάρᾳ AS
βαρβός· μύστρον ἐν Θεσμοφοριαζούσαις (Ar. fr. 341)
βάρακες· τὰ προφυράματα τῆς μάζης. Ἀττικοὶ δὲ βήρηκας.
 δηλοῖ δὲ καὶ τὴν τολύπην (Epilyc. fr. 3)
βάρακος· ἰχθὺς ποιός
βάρακον· τὸν ἄνουν, καὶ βάρβαρον (s)
βάρβαξ· ἱέραξ, παρὰ Λίβυσι. [καὶ φύραμα στρογγύλον, ἀφ'
 οὗ αἱ μάζαι γίνονται. καὶ ἐρίων τολύπαι]
βάρβαρα· ἀσύνετα.

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter delta, entry 1120, li.1

 124) AS
διάλας· τὰς δήλας καὶ φανεράς
διάλαυρος· οἰκία μεγάλη πανταχόθεν λαύραις διειλημμένη, ἡ
 λεγομένη περιάμφοδος
141

διαλεγδόν· διαφερόντως
διαλέγειν· ἀνακαθαίρειν, ᾗ δέον ἀπιέναι ἢ ἐκπλεῖν· ἀπὸ δὲ τῶν
 πεσόντων ἡ μεταφορά
διαλέγεσθαι· ἐπὶ τοῦ συνουσιάζειν (Hyperid. fr. 171 J.)
διαληκᾶσθαι· διασύρειν. διαμωκᾶσθαι
διαλεκτικός· πολύλαλος
διάλεκτος· ὁμιλία. λαλιά
διαλαχόντα· κληρωσάμενα
διάλλασσε· διάλυε AS
διαλελημμένων· διαδεδεμένων. ἢ διακρατουμένων ἑκατέρωθεν
διαλελοίπασιν· ἐπαύσαντο AS
διάληψιν· ἐνθύμησιν. ASn ἢ γνῶσιν (2. Macc. 3,32) Sn
διάλειμμα· διάστημα r. Σp
διαλείμματος· τοῦ διαχωρισμοῦ AS
διαληλιμμένη· ἠλειμμένη, κεχρισμένη
διαλέξαι· διορύξαι
διαλήξεις· [διαλέξεις] διαιρέσεις κλήρου (Antiph. fr. 64)

Ησύχιος. Lexicon (Π – Ω) Alphabetic letter sigma, entry 2626, li.1

σύνθεσις· ἁρμονία. κόλλησις


συνθετά· συντεθειμένα  
[συνθέτηκα· συνεθέμην]
σύνθετον· ἐξ ἑτεροειδῶν πραγμάτων συγκείμενον
συνθεύσεται· συνδραμεῖται. συνοίσει
συνθήκας· ὅρ(κ)ους
σύνθημα· σημεῖον. συνθήκη
συνθήματα· μαθήματα. ποιήματα. συνθῆκαι. σημεῖα
συνθηματιαῖοι· οἱ ἠργολαβημένοι καὶ ἐκδεδομένοι, ἐκδόσιμοι
συνθήσῃ· συντάξῃ. [συνθῆναι]
συνθήκη· διάλεκτος
συνθραύεσθαι· συντρίβεσθαι
σύνθου· κατάθου, σύνθεο, νόησον
συνθυμεῖν· συμπείθεσθαι

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione nominum P. 137,
li.5

λικὰ τῆς εὐθείας τῶν δυϊκῶν, οἷον Δημοσθένεε Δημοσθένη· τὰ γὰρ δύο
εε εἰς τὸ η ἐγένοντο καὶ πάλιν τὼ πόλεε πόλει· τὰ γὰρ δύο εε εἰς
142

τὴν ει δίφθογγον ἐγένοντο· ἔχομεν γὰρ παρὰ τῷ Αἰσχίνῃ τῷ Σωκρα-


τικῷ πόλει διὰ τῆς ει διφθόγγου, ἔνθα περὶ Ἀθηνῶν καὶ Λακεδαίμονος
διαλέγεται· εἰ ἄρα οὖν, ὡς εἰρήκαμεν, τέσσαρα εἶναι λέγομεν τελικὰ
τῶν πληθυντικῶν, ὀφείλομεν πέντε λέγειν τῶν δυϊκῶν, εἰ δὲ λέγομεν  
τρία τῶν δυϊκῶν, ὀφείλομεν τρία λέγειν καὶ τῶν πληθυντικῶν. Ἔστιν
οὖν εἰπεῖν, ὅτι ἐπειδὴ ὁ Διονύσιος ὡς πρὸς εἰσαγομένους τὸν λόγον
ποιεῖται, τούτου χάριν τέσσαρα τελικὰ εἶπεν ἔχειν τὴν εὐθεῖαν τῶν
πληθυντικῶν, συναριθμήσας καὶ τὸ η· τῷ γὰρ η κέχρηται ἡ συνήθεια,
οὐδὲ γὰρ λέγει ἡ κοινὴ διάλεκτος τὰ τείχεα καὶ τὰ βέλεα ἀλλὰ τὰ τείχη
καὶ τὰ βέλη· εἰκότως οὖν ὡς πρὸς τὴν κοινὴν διάλεκτον ἀποβλέπων
συνηρίθμησε καὶ τὸ η τοῖς τελικοῖς τῆς εὐθείας τῶν πληθυντικῶν· ἐπὶ
γὰρ τῶν δυϊκῶν διὰ τοῦτο οὐ συνηρίθμησε τὸ η καὶ τὴν ει δίφθογγον
τοῖς τελικοῖς τῆς εὐθείας, ἐπειδὴ ἡ κοινὴ διάλεκτος οὐ κέχρηται τῷ
δυϊκῷ ἀριθμῷ. Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις.
Ἰστέον δὲ ὅτι εἰπὼν ὁ τεχνικός, ὡς «πᾶσα εὐθεῖα δυϊκῶν εἰς ε
λήγουσα προσθέσει τοῦ ς ποιεῖ τὴν εὐθεῖαν τῶν πληθυντικῶν», δῆλός
ἐστι συγκαταλέγων «χωρὶς τῶν ἐπεκτεταμένων»· τὸ γὰρ τοιώδε καὶ
τοσώδε ἐπεκτεταμένα εἰσίν, ἤγουν ἐπέκτασιν καὶ προσθήκην τῆς δε συλ-
λαβῆς ἀνεδέξαντο, καὶ οὐ ποιοῦσι προσθέσει τοῦ ς τὴν εὐθεῖαν τῶν

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione nominum P. 137,
li.9

διαλέγεται· εἰ ἄρα οὖν, ὡς εἰρήκαμεν, τέσσαρα εἶναι λέγομεν τελικὰ


τῶν πληθυντικῶν, ὀφείλομεν πέντε λέγειν τῶν δυϊκῶν, εἰ δὲ λέγομεν  
τρία τῶν δυϊκῶν, ὀφείλομεν τρία λέγειν καὶ τῶν πληθυντικῶν. Ἔστιν
οὖν εἰπεῖν, ὅτι ἐπειδὴ ὁ Διονύσιος ὡς πρὸς εἰσαγομένους τὸν λόγον
ποιεῖται, τούτου χάριν τέσσαρα τελικὰ εἶπεν ἔχειν τὴν εὐθεῖαν τῶν
πληθυντικῶν, συναριθμήσας καὶ τὸ η· τῷ γὰρ η κέχρηται ἡ συνήθεια,
οὐδὲ γὰρ λέγει ἡ κοινὴ διάλεκτος τὰ τείχεα καὶ τὰ βέλεα ἀλλὰ τὰ τείχη
καὶ τὰ βέλη· εἰκότως οὖν ὡς πρὸς τὴν κοινὴν διάλεκτον ἀποβλέπων
συνηρίθμησε καὶ τὸ η τοῖς τελικοῖς τῆς εὐθείας τῶν πληθυντικῶν· ἐπὶ
γὰρ τῶν δυϊκῶν διὰ τοῦτο οὐ συνηρίθμησε τὸ η καὶ τὴν ει δίφθογγον
τοῖς τελικοῖς τῆς εὐθείας, ἐπειδὴ ἡ κοινὴ διάλεκτος οὐ κέχρηται τῷ
δυϊκῷ ἀριθμῷ. Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις.
Ἰστέον δὲ ὅτι εἰπὼν ὁ τεχνικός, ὡς «πᾶσα εὐθεῖα δυϊκῶν εἰς ε
λήγουσα προσθέσει τοῦ ς ποιεῖ τὴν εὐθεῖαν τῶν πληθυντικῶν», δῆλός
ἐστι συγκαταλέγων «χωρὶς τῶν ἐπεκτεταμένων»· τὸ γὰρ τοιώδε καὶ
τοσώδε ἐπεκτεταμένα εἰσίν, ἤγουν ἐπέκτασιν καὶ προσθήκην τῆς δε συλ-
λαβῆς ἀνεδέξαντο, καὶ οὐ ποιοῦσι προσθέσει τοῦ ς τὴν εὐθεῖαν τῶν
πληθυντικῶν· οἱ τοιοῖδε γὰρ καὶ οἱ τοσοῖδε ἡ εὐθεῖα τῶν πληθυντικῶν·
143

ἔστι γὰρ τοίω τοῖοι καὶ τόσω τόσοι, καὶ κατ' ἐπέκτασιν τῆς δε συλλαβῆς,
ἤγουν προσθήκην, γίνεται τοιώδε καὶ τοιοῖδε καὶ τοσώδε καὶ τοσοῖδε.
Ἐν οἷς σὺν θεῷ καὶ ἡ πρᾶξις.

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione nominum P. 143,
li.3

γενική, οἷον τοῦ Παπία καὶ τοῦ Αἰνεία, Δωρικὴ ἡ κλίσις ἐγένετο
ἐπικρατήσασα κατὰ τὴν κοινὴν διάλεκτον. Ἔστι δὲ εἰπεῖν, ὅτι ἐπὶ μὲν
τῶν εἰς ας βαρυτόνων ἐὰν εὕρωμεν εἰς α τὴν γενικήν, οἷον τοῦ Παπία
καὶ τοῦ κοχλία, Δωρικὴν αὐτὴν λέγομεν, τῇ κοινῇ διαλέκτῳ συνήθη
γενομένην· ἐπὶ δὲ τῶν εἰς ας περισπωμένων ἐὰν εἰς α εὕρωμεν τὴν
γενικήν, οὐκέτι Δωρικὴν αὐτὴν λέγομεν ἀλλὰ κοινήν, οἷον ὁ Μηνᾶς
τοῦ Μηνᾶ, ὁ Ζηνᾶς τοῦ Ζηνᾶ, ὁ Μητρᾶς τοῦ Μητρᾶ· ταῦτα γὰρ οὐ
Δωρίδος ἀλλὰ κοινῆς ἐστι διαλέκτου. Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις.  
 Τούτων δὲ οὕτως ἐχόντων ἀποροῦσί τινες λέγοντες, διὰ ποίαν
αἰτίαν τῆς Δωρίδος διαλέκτου ἐμνημόνευσεν ἐνταῦθα ὁ τεχνικὸς καὶ μὴ
ἄλλης διαλέκτου. Καὶ ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι αὐτὴ ἡ Δωρικὴ διάλεκτος τῇ
κοινῇ διαλέκτῳ συνήθης ἐστὶν εἰς τὰ προκείμενα ὀνόματα· τοῦ Παπία
γὰρ καὶ τοῦ Αἰνεία λέγουσιν οἱ Δωριεῖς ὁμοίως τῇ κοινῇ διαλέκτῳ·
τούτου χάριν αὐτῆς ἐμνημόνευσεν. Δεῖ δὲ γινώσκειν ὅτι τὸ Αἰνείας
Αἰνείου Αἰνεία λέγουσιν οἱ Δωριεῖς διὰ μακροῦ τοῦ α, οἱ δὲ Βοιωτοὶ
Αἰνείαο προστιθέντες τὸ ο, οἱ δὲ Ἴωνες Αἰνείεω, τὸ α εἰς ε τρέποντες
καὶ τὸ ο εἰς ω. Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ Αἰνείαο ἐκτείνεται κατὰ τὴν παρα-
λήγουσαν, ἤγουν μακρὸν ἔχει τὸ α· πᾶσα γὰρ γενικὴ ὀνόματος εἰς φω-
νῆεν λήγουσα καὶ περιττοσυλλαβοῦσα τῆς ἰδίας εὐθείας ἢ ἐκτείνει τὴν
λήγουσαν καὶ συστέλλει τὴν παραλήγουσαν, οἷον Ἀτρείδεω Πριαμίδεω,
ἢ συστέλλει τὴν λήγουσαν καὶ ἐκτείνει τὴν παραλήγουσαν, οἷον καλοῖο

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione nominum P. 172,
li.1

καὶ τὸ ἄρσεν, ὁ λιπόπατρις τοῦ λιποπάτριδος τῷ λιποπάτριδι τὸν λιπο-


πάτριδα ὦ λιπόπατρι καὶ τὸ λιπόπατρι· εἰ οὖν τὰ οὐδέτερα, φημὶ δὴ τὸ
εὐγενές καὶ τὸ εὐσεβές, ὁμοφωνοῦσι τῇ κλητικῇ τοῦ ἀρσενικοῦ, ὦ εὐ-
γενές γὰρ καὶ τὸ εὐγενές, καὶ ὦ εὐσεβές καὶ τὸ εὐσεβές, καὶ ὡς δέ-
δεικται ὁμοφωνοῦσι τῇ κλητικῇ τοῦ ἀρσενικοῦ καὶ οὐχὶ τῇ αἰτιατικῇ,
τὸν εὐσεβῆ γὰρ καὶ τὸν εὐγενῆ ἡ αἰτιατική, δηλονότι περιττοσυλλάβως
κλίνονται, οἷον τοῦ εὐσεβέος καὶ τοῦ εὐγενέος· ἄρα οὖν τοῦ εὐσεβοῦς
καὶ τοῦ εὐγενοῦς πεπονθότα εἰσίν· οὐ κλίνονται γὰρ περιττοσυλλάβως.
144

Καλῶς οὖν εἶπεν ὁ τεχνικός, ὅτι ἡ εἰς ους γενικὴ συνῃρημένη ἐστίν.
Δεῖ δὲ γινώσκειν, ὅτι τῇ μὲν ἐντελεῖ γενικῇ κέχρηνται οἱ Ἴωνες, οἷον  
Δημοσθένεος καὶ Διομήδεος, οἱ δὲ Ἀττικοὶ καὶ ἡ κοινὴ διάλεκτος τῇ
συνῃρημένῃ, οἷον Δημοσθένους καὶ Διομήδους.
 Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ Δημοσθένεος Δημοσθένους κατὰ τὴν ἀκρίβειαν
οὐκ ἔστι συναίρεσις ἀλλὰ κρᾶσις. Δεῖ δὲ γινώσκειν ὅτι ἄλλο συναίρεσις
καὶ ἄλλο κρᾶσις· ἡ μὲν γὰρ συναίρεσις πάντως τὰ αὐτὰ φωνήεντα φυ-
λάττει καὶ οὐ ποιεῖται ἐναλλαγὴν τῶν φωνηέντων, οἷον πάϊς παῖς,
Πηλέϊ Πηλεῖ, ταχέϊ ταχεῖ, Δημοσθένεϊ Δημοσθένει· ἰδοὺ ἐνταῦθα τὰ
αὐτὰ φωνήεντα ἐφυλάχθησαν καὶ εἰς μίαν συλλαβὴν συνῆλθον· ἡ δὲ
κρᾶσις πάντως ἀλλοίωσιν ἀπεργάζεται τῶν φωνηέντων, οἷον τὸ ἐμόν
τοὐμόν, τὰ ἐμά τἀμά, νόος νοῦς, ῥόος ῥοῦς, Δημοσθένεα Δημοσθένη·

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione nominum P. 201,
li.22

λάττουσι τὸν αὐτὸν τόνον, τουτέστιν ὃν εἶχον πρὸ τῆς τροπῆς, οἷον
μάντιος μάντεως, πόλιος πόλεως, ὄφιος ὄφεως. Εὑρίσκεται δὲ καὶ διὰ
τοῦ ε καὶ ο ἡ γενικὴ κατὰ συστολὴν τοῦ ω εἰς τὸ ο, οἷον μάντεος
ὄφεος πόλεος· καὶ παρέθετο δύο χρήσεις ὁ τεχνικὸς παρὰ τῷ Εὐριπίδῃ,
τὴν μίαν ἐν Ὀρέστῃ οὖσαν 897 D ὃς ἂν δύνηται πόλεος ἔν τ'
ἀρχαῖσιν ᾖ, τὴν δὲ ἑτέραν ἐν ταῖς Βάκχαις 1027 D δράκοντος
ἔσπειρ' ὄφεος ἐν γαίᾳ θέρος· εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι χρήσεις καὶ παρ'
Εὐριπίδῃ καὶ παρὰ ἄλλοις πολλοῖς τῆς διὰ τοῦ ε καὶ ο γενικῆς· ἡ δὲ
κοινὴ συνήθεια μᾶλλον ἀττικίζουσα διὰ τοῦ ε καὶ ω γράφει ταύτας τὰς
γενικάς· εἰς τὰ πολλὰ γὰρ ἡ κοινὴ διάλεκτος τοῖς Ἀττικοῖς ἕπεται.
Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις.
 Ἰστέον δὲ ὅτι ὁ τεχνικὸς δοξάζει τὴν μὲν διὰ τοῦ ι καὶ ο γενικὴν
κοινὴν εἶναι, τὴν δὲ διὰ τοῦ ε καὶ ω Ἀττικήν· κρεῖττον δέ ἐστι τὴν
διὰ τοῦ ι καὶ ο Ἰωνικὴν εἶναι λέγειν γενικήν, ἐπειδὴ οἱ Ἴωνες αὐτῇ
κέχρηνται, τὴν δὲ διὰ τοῦ ε καὶ ο κοινήν, εἰ καὶ ὁμοίως τοῖς Ἀττικοῖς
διὰ τοῦ ε καὶ ω δεῖ γράφειν τὰς τοιαύτας γενικάς. Ἀποροῦσι δέ τινες
λέγοντες, διατί μὴ λέγομεν ὄφις ὄφηος καὶ μάντις μάντηος διὰ τοῦ η
καὶ ο Ἰωνικῶς, ὥσπερ Πηλεύς καὶ Ἀχιλλεύς Ἀχιλλῆος;

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione nominum P. 310,
li.12

καὶ ἐπειδὴ πᾶσα γενικὴ ἰσοσυλλάβως κλινομένη μακροκαταληκτεῖν


145

θέλει,
οἷον Μοῦσα Μούσης, Μήδεια Μηδείας, Ἀντιόχεια Ἀντιοχείας, Ὅμηρος
Ὁμήρου, ἄνθρωπος ἀνθρώπου, Αἰνείας Αἰνείου, ἐξ ἀνάγκης ἐμεγεθύνθη
τὸ ο διὰ τῆς προσθήκης τοῦ υ καὶ ἐγένετο Σαπφοῦς καὶ Λητοῦς, ὥσπερ
Ὄλυμπος Οὔλυμπος, νόσος νοῦσος, ὄρεα οὔρεα· καὶ ἐπειδὴ πᾶσα γε-
νικὴ εἰς ους λήγουσα ἔχει καὶ ἄλλην γενικὴν ὥσπερ ἐντελῆ, οἷον Δη-
μοσθένεος Δημοσθένους, Διομήδεος Διομήδους, τούτου οὖν χάριν διά-
λυσις ἐγένετο τῆς ου διφθόγγου εἰς δύο οο καὶ ἐγένετο Σαπφόος καὶ
Λητόος. Ἰστέον δὲ ὅτι τῇ μὲν διὰ τοῦ οος γενικῇ κέχρηνται οἱ Ἴωνες,
οἷον τῆς Σαπφόος τῆς Λητόος, τῇ δὲ εἰς ους οἱ Ἀττικοὶ καὶ ἡ κοινὴ
διάλεκτος, οἷον τῆς Σαπφοῦς τῆς Λητοῦς. Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις.
 Τῇ Σαπφόϊ καὶ Σαπφοῖ. Ἰστέον ὅτι ἡ δοτική ἐστι τῇ Σαπφῷ,
ὡς ἀπὸ τοῦ ἡ Σαπφώ τῆς Σαπφῶς τῇ Σαπφῷ, ὥσπερ ἡ τιμή τῆς τι-
μῆς τῇ τιμῇ, καὶ λοιπὸν συστολὴν ἀναδεξαμένη τοῦ ω εἰς τὸ ο ἐξεφώ-
νησε τὸ ι καὶ ἐγένετο τῇ Σαπφοῖ. Τινὲς δέ, ὥσπερ καὶ ὁ Θεοδόσιος,
νομίζουσιν ὅτι ἀπὸ τῆς Σαπφόος γενικῆς γέγονεν ἡ δοτικὴ Σαπφόϊ
τροπῇ τοῦ ος εἰς ι, καὶ κατὰ συναίρεσιν τοῦ ο καὶ ι εἰς τὴν οι δί-
φθογγον γίνεται Σαπφοῖ. Λέγει δὲ ὁ Ἡρωδιανός, ὅτι οὐδέποτε
εὑρίσκομεν ἐν χρήσει ταύτην τὴν δοτικὴν διάστασιν ἔχουσαν τοῦ ο καὶ
ι· οὐδὲ γὰρ εὑρίσκεται ἐν χρήσει ἡ τρισύλλαβος δοτικὴ ἐπὶ τούτων,
φημὶ δὴ ἡ Λητόϊ καὶ Σαπφόϊ, ἀλλ' ἡ δισύλλαβος, οἷον ἡ Λητοῖ καὶ

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 34,
li.8

ποντες καπνὸν λέγομεν ὅτι ἐκεῖ πῦρ, καὶ στοχαζόμεθα ἐκ τοῦ καπνοῦ
ὑστέρου ὄντος· καὶ πάλιν λέγομεν περὶ γυναικὸς ὅτι ἡ γυνὴ αὕτη τέτο-
κεν· πόθεν δῆλον; ἐπειδὴ γάλα ἔχει· καὶ ἰδοὺ ἀπὸ τῶν ὑστέρων τὰ  
πρῶτα κανονίζομεν, μετὰ γὰρ τὸ τεκεῖν ἔχει γάλα· οὕτως οὖν καὶ ἐν
τοῖς ῥήμασι χάριν σαφηνείας τὰ δυϊκὰ ἐκ τῶν πληθυντικῶν κανονίζο-
μεν· τοσοῦτον γὰρ σαφέστερά εἰσι τῶν δυϊκῶν τὰ πληθυντικά, ὅτι καὶ
οἱ ἰδιῶται γινώσκουσιν αὐτά, τὰ μέντοι δυϊκὰ οὐ γινώσκουσιν. Ἄλλως
τε δέ, ὃ καὶ ἀληθέστερόν ἐστι καὶ ἀναγκαιότερον, διὰ τοῦτο κανονίζομεν
τὰ δυϊκὰ ἐκ τῶν πληθυντικῶν, ὡς λέγει ὁ Φιλόπονος, ἐπειδὴ τὰ δυϊκὰ
ὑστερογενῆ εἰσιν· ὕστερον γὰρ ἐπενοήθησαν τὰ δυϊκά· ὅθεν οὐδὲ πᾶσα
διάλεκτος κέχρηται τῷ δυϊκῷ ἀριθμῷ· οἱ γὰρ Αἰολεῖς παντελῶς δυϊκὰ
οὐκ ἔχουσιν, ὥσπερ οἱ Ῥωμαῖοι ἄποικοι ὄντες τῶν Αἰολέων· ἀλλ' οὔτε
δὲ ἡ κοινὴ διάλεκτος ἔχει δυϊκά, ἀλλ' εἰς πάντα τῷ πληθυντικῷ ἀρι-
θμῷ κέχρηται ἀντὶ τοῦ δυϊκοῦ ἀριθμοῦ, μὴ ἔχουσα δυϊκά· εἰκότως οὖν,
ἐπειδὴ τελευταῖον ἐπενοήθησαν τὰ δυϊκά, ἐκ τῶν πληθυντικῶν κανονί-
ζονται προτερευόντων αὐτῶν.
146

 Πληθυντικά. Τύπτομεν. Τὰ εἰς ω λήγοντα ῥήματα προσθέσει τῆς


μεν τὸ πρῶτον πρόσωπον τῶν πληθυντικῶν ποιοῦσι, καὶ ἢ φυλάττουσι
τὸ ω, ἢ τρέπουσιν αὐτὸ εἰς ο ἢ εἰς τὴν ου δίφθογγον· καὶ καθόλου
ἐπὶ πάντων τῶν ὑποτακτικῶν καὶ ἐπὶ τῆς δευτέρας συζυγίας τῶν
περισπωμένων ἐν τῷ ἐνεστῶτι φυλάττουσι τὸ ω, οἷον [ἐὰν λέγω] ἐὰν
λέγωμεν,

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 34,
li.10

κεν· πόθεν δῆλον; ἐπειδὴ γάλα ἔχει· καὶ ἰδοὺ ἀπὸ τῶν ὑστέρων τὰ  
πρῶτα κανονίζομεν, μετὰ γὰρ τὸ τεκεῖν ἔχει γάλα· οὕτως οὖν καὶ ἐν
τοῖς ῥήμασι χάριν σαφηνείας τὰ δυϊκὰ ἐκ τῶν πληθυντικῶν κανονίζο-
μεν· τοσοῦτον γὰρ σαφέστερά εἰσι τῶν δυϊκῶν τὰ πληθυντικά, ὅτι καὶ
οἱ ἰδιῶται γινώσκουσιν αὐτά, τὰ μέντοι δυϊκὰ οὐ γινώσκουσιν. Ἄλλως
τε δέ, ὃ καὶ ἀληθέστερόν ἐστι καὶ ἀναγκαιότερον, διὰ τοῦτο κανονίζομεν
τὰ δυϊκὰ ἐκ τῶν πληθυντικῶν, ὡς λέγει ὁ Φιλόπονος, ἐπειδὴ τὰ δυϊκὰ
ὑστερογενῆ εἰσιν· ὕστερον γὰρ ἐπενοήθησαν τὰ δυϊκά· ὅθεν οὐδὲ πᾶσα
διάλεκτος κέχρηται τῷ δυϊκῷ ἀριθμῷ· οἱ γὰρ Αἰολεῖς παντελῶς δυϊκὰ
οὐκ ἔχουσιν, ὥσπερ οἱ Ῥωμαῖοι ἄποικοι ὄντες τῶν Αἰολέων· ἀλλ' οὔτε
δὲ ἡ κοινὴ διάλεκτος ἔχει δυϊκά, ἀλλ' εἰς πάντα τῷ πληθυντικῷ ἀρι-
θμῷ κέχρηται ἀντὶ τοῦ δυϊκοῦ ἀριθμοῦ, μὴ ἔχουσα δυϊκά· εἰκότως οὖν,
ἐπειδὴ τελευταῖον ἐπενοήθησαν τὰ δυϊκά, ἐκ τῶν πληθυντικῶν κανονί-
ζονται προτερευόντων αὐτῶν.

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Epimerismi in Psalmos P. 72,


li.18

 Ἡ κλητικὴ, ὦ βασιλεῦ. Ὁ κανών· τὰ εἰς ΕΥΣ λήγοντα


μετὰ διφθόγγου ἀποβολῇ τοῦ Σ ποιεῖ τὴν κλητικήν· ὁ Ζεὺς,
ὦ Ζεῦ. Ὁ Ζεὺς πῶς κλίνεται; Τοῦ Διός. Ὁ κανών· δύο
κανόνες εἰσι μαχόμενοι ἀλλήλοις· ὁ μὲν εἷς λέγει, ὅτι πᾶν
ὄνομα μονοσύλλαβον μακροκατάληκτον, εἰς Σ λῆγον, διὰ τοῦ
ΟΣ καθαροῦ κλινόμενον, τὸν χρόνον τῆς εὐθείας φυλάσσει καὶ
ἐν τῇ γενικῇ, οἷον δμὼς δμωὸς, θὼς θωὸς, καὶ ὀφείλει εἶναι
Ζευός· ὁ δὲ ἕτερος λέγει, ὅτι τὰ εἰς ΕΥΣ διὰ τοῦ ΕΟΣ κλί-
νονται, καὶ ὤφειλεν εἶναι Ζεός. Τῶν οὖν δύο κανόνων μαχο-
μένων, εἰσῆλθεν ἡ τῶν Δωριέων διάλεκτος, καὶ ἐγένετο Ζεὺς,
Διός· οἱ γὰρ Δωριεῖς τὸ Δ εἰς Ζ τρέπουσι. Ζεὺς πόσα
147

σημαίνει; Τέσσαρα· τὸν θεὸν κατὰ τοὺς Ἕλληνας, ὡς τὸ


  Ζεὺς δ' ἐπεὶ οὖν Τρῶας τε καὶ Ἕκτορα νηυσὶ πέλασσε·
καὶ τὸν Ποσειδῶνα, ὡς τὸ

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Epimerismi in Psalmos P. 89,


li.17

στατικὰ, οἷον σήμερον, αὔριον. Καὶ πόθεν γίνεται; Παρὰ


τὸ ἡμέρα, ἐξ οὗ καὶ γράφεται διὰ τοῦ Η· ἀνεφάνη γὰρ τὸ Α
ἐν τῷ σάμερον, καὶ τὰ ἔχοντα ἀναφαινόμενον τὸ Α διὰ τοῦ Η
γράφεται, σάμερον σήμερον, ἅλιος ἥλιος, σᾶμα σῆμα.
 Τὸ ΡΟΝ μικρὸν, διατί; Καθόλου τὰ εἰς ΟΝ λήγοντα ἐπιρ-
ρήματα διὰ τοῦ Ο μικροῦ γράφεται, οἷον βοτρυδὸν, ἀγεληδὸν,
πλὴν τοῦ χρεὼν παρὰ Ἀττικοῖς, καὶ ἐμπεδὼν, καὶ ἐκποδὼν,
καὶ ἐκ δεξιῶν καὶ ἐξ εὐωνύμων. Τὸ ΜΕ ψιλὸν, διατί; Κατὰ
παράδοσιν. Κατὰ ποῖον κανόνα τῆς ὀρθογραφίας; Κατὰ
ἱστορίαν. Καὶ πόσοι κανόνες τῆς ὀρθογραφίας; Τέσσαρες·
ἀναλογία, διάλεκτος, ἐτυμολογία, καὶ ἱστορία.
 Τί ἐστιν ἀναλογία; Ὅταν κατορθῶμεν γραφῇ, ἢ ὅταν
κανόνα ἀποδῶμεν, ὥσπερ ἐπὶ τοῦ ταχεῖα ἐδηλώσαμεν. Τί
ἐστι διάλεκτος; Ὅταν τὸ ἡμεῖς διὰ τῆς ΕΙ διφθόγγου γρα-
φόμενον εἴπω, ἐπεὶ οἱ Αἰολεῖς ἄμες λέγουσι, τὸ προσὸν Ε τῇ
λέξει ἐκφωνήσαντες. Τί ἐστιν ἐτυμολογία; Ὅταν τὸ
ἤπειρος διὰ τῆς ΕΙ διφθόγγου γράφω, εἴπω, διότι πέρας οὐκ
ἔχει, ἄπερος καὶ ἄπειρός τις οὖσα. Τί ἐστιν ἱστορία;
Ὅταν τὸ χίλιοι διὰ τοῦ Ι γράφηται, εἴπω, οὕτως αὐτὸ
βούλεται γράφειν ἡ παράδοσις. Διατί βαρύνεται; Τὰ εἰς
ΟΝ λήγοντα ἐπιρρήματα παραληγόμενα τῷ Ι ἢ τῷ Ε βαρύ

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)


Alphabetic entry alpha, p. 26, li.16

πρὸ τέλους εἰς φωνῆεν λήγουσαν περισπᾶται, εἰ μὴ τύχοι ἡ ει δίφθογγος·


ὀπηδῶ, ἀοιδῶ, τραγῳδῶ, ληρωδῶ, ὁμαδῶ (ἀφ' οὗ τὸ α 365 “ὁμά-
δησαν”· ἐκ τοῦ ὅμαδος· τοῦτο παρὰ τὸ ὁμοῦ αὐδᾶν) καὶ κελαδῶ· τὸ
γὰρ κελάδων κελάδοντος ἑτέρῳ λόγῳ κατώρθωται. ⌊ἐξ⌋έφυγεν δὲ τὸ
ἀείδω καὶ ἐρείδω.
 ⌊Ἀεί⌋δελος· ⟦ὁ⟧ ἀόρατος· ἀπὸ τοῦ εἴδω εἴδελος καὶ ἐν συνθέσει
ἀείδελος, ἤγουν ὁ μὴ θεωρού⌊μενος· ἢ⌋ ἀπὸ τοῦ ἀεί γέγονεν ἀείδελος,
τὸ οὐδέτερον ἀείδελον. ‖ παρὰ τὸ εἴδω εἴδελον καὶ ἐπιτατικὸν ⌊ἀεί-
148

δελο⌋ν.
 Ἀειδέμεναι θ 73· παραγωγὴ ποιητική, οὐ Δωρικὴ διάλεκτος.
τὸ α τοῦτο ⌊συνεστα⌋λμένον ἐστὶ παρὰ τῷ ποιητῇ, ἅπαξ δὲ ἐκτεταμένον  
ἐν τῷ ρ 519 “ἀείδει δεδαώς”. ⌊κανών· τὰ εἰς δω⌋ ὑπὲρ δύο συλ-
λαβὰς περισπώμενα ὀνόματα ἔχει προκατάρχοντα· ὅμαδος ὁμαδῶ,
κέλαδος κελαδῶ· τὸ δὲ ἀείδω καὶ ἐρείδω οὐκ ἔχει.
 Ἀείδω· εἰς τὸ Ὠιδή.
 Ἀεικέλιος· ἀπὸ τοῦ εἴκω γέγονε τοῦ σημαίνοντος τὸ ὁμοιῶ·
εἴκελος καὶ ἐν συνθέσει ἀείκελος καὶ ἀεικέλιος ὁ ἀνόμοιος.
 Ἀεικέσσι Β 264· ἀπρεπέσι· δύο σς ποιητικῶς. ἀεικής, ὁ σκληρός·
ἐκ τοῦ εἴκω, τὸ ὑποχωρῶ, γίνεται εἰκής καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α
ἀεικής. ἔστι δὲ τριγενές, ὥσπερ ὁ εὐφυής, ἡ εὐφυής, τὸ εὐφυές.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)


Alphabetic entry delta, p. 357, li.11

 Διάκονος· παρὰ τὸ κονεῖν καὶ ἐγκονεῖν, τὸ ὑπηρετεῖν, ἐξ οὗ


καὶ ex. gr. Ω 648 “ἐγκονέουσαι”.
 Διακοσμηθεῖμεν Β 126· ῥῆμα εὐκτικὸν παθητικὸν πρώτου
ἀορίστου· κοσμηθείημεν καὶ κατὰ συγκοπὴν κοσμηθεῖμεν.
 Διακρίνειν· εἰς τὸ Κρίνειν.
 Διακρινθεῖτε Γ 102· τὸ θέμα διακρίνω, διακέκρικα, διεκρίθην
καὶ πλεονασμῷ τοῦ ν ποιητικῶς διεκρίνθην, διακρινθείην τὸ εὐκτικὸν
διακρινθείημεν διακρινθείητε καὶ συγκοπῇ διακρινθεῖτε.
 Διάκτωρ· διάκτορος· παρὰ τὸ ἄγω ἄκτωρ, ὁ ἄγων τὰς ἀγγελίας.
 Διάλεξις διαλέκτου διαφέρει· διάλεξις μὲν γάρ ἐστιν ὁμιλία τις
ἔντεχνος, διάλεκτος δὲ γλώττης ἰδίωμα.
 Διαμετρητῷ Γ 344· ἡ εὐθεῖα διαμετρητός· σχῆμα παρασύνθε-
τον. καὶ πόθεν διαχωρίζονται τὰ παρασύνθετα ἐκ τῶν συνθέτων; ἐκ
τῆς διαφορᾶς τοῦ τόνου· τὰ μὲν γὰρ σύνθετα προπαροξύνεται, τὰ δὲ  
παρασύνθετα ὀξύνεται. ταῦτα δὲ ὀξύνεται, ἐπειδὴ ἀπὸ ῥήματος
ἔσχον τὴν σύνθεσιν, οἷον ἐκλέγω ἐκλεκτός· ἐπίλεκτος δὲ προπαροξύνε-
ται, ἐπειδὴ ἀπὸ ὀνόματος ἔχει τὴν σύνθεσιν ἐκ τῆς ἐπὶ προθέσεως καὶ
τοῦ λεκτός. οὕτως οὖν διαμετρῶ διαμετρήσω διαμετρητός.
 {Ὁμήρου} Διάμησε Γ 359· ὁ μέλλων διαμήσω. τὸ μη η· ἡ δὲ δευ-
τέρα τῶν περισπωμένων ἐπὶ τοῦ μέλλοντος ἔχει τὸ η ἢ τὸ α. ὁ ἐνεστὼς
διαμῶ· σχῆμα σύνθετον ἐκ τῆς διά προθέσεως καὶ τοῦ ἀμῶ τοῦ

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)


Alphabetic entry epsilon, p. 398, li.15
149

 Ἐγχρίπτουσα Agath. Hist. 1, 12· προστρίβουσα, προσπελά-


ζουσα, προσεγγίζουσα, οἱονεὶ τοῦ χρωτὸς προσαπτομένη· παρὰ τὸ χρώς
καὶ τὸ ἅπτω, ὃ σημαίνει τὸ ἐφάπτεσθαι. ἢ παρὰ τὸ ἐν χρῷ, ὅ ἐστιν
εἰς χρῶτα, πάνυ ἐγγὺς ὥστε καὶ ἐφάπτεσθαι· ἐγχρῶ οὖν ἐγχραύω,
ἐγχραύπτω καὶ ἐγχρίπτω ἐκβολῇ τοῦ α καὶ τροπῇ τοῦ υ εἰς ι.
 Ἐγχρῷ· εἰς τὸ Ἐν χρῷ.
 Ἐγώ Γ 290· ἀσύναρθρον. διὰ τί; ἐπειδὴ αἱ μὲν ἀντωνυμίαι
πρώτην δεῖξιν σημαίνουσι· τὰ δὲ ἄρθρα ἀναφορὰν δηλοῦσιν· ἀναφορὰ
δέ ἐστιν ἐγνωσμένου καὶ ἀπόντος τινὸς ἀναπόλησις. ἡ δὲ ἀντωνυμία
πρώτην δεῖξιν δηλοῖ· ἐναντία γάρ ἐστιν ἡ δεῖξις τῇ ἀναφορᾷ.
 Ἐγών Γ 169· ἡ Δωριέων διάλεκτός ἐστιν ἡ προσλαμβάνουσα
τὸ ν· καὶ τὴν σύ ἀντωνυμίαν τύν λέγουσι μετὰ τοῦ ν, ὅπερ προσθέ-
σει τοῦ η γίνεται τύνη· ᾗ καὶ ὁ ποιητὴς ἐκκλίνων τὴν χασμωδίαν τῶν
φωνηέντων εἶπεν τὸ ἐγών μετὰ τοῦ ν.
 Ἐδάην· εἰς τὸ Δαήρ.
 Ἑδανόν· τὸ ἡδύ· παρὰ τὸ ἥδω καὶ ἥδομαι ἥδυνον. ἢ παρὰ τὸ
ηεδανόν.  

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)


Alphabetic entry epsilon, p. 423, li.8

τὴν παραλήγουσαν τοῦ πρώτου τῶν πληθυντικῶν τοῦ ὁριστικοῦ, ἢ


ἧναι διὰ τὸ ἐκεῖθεν κανονίζεσθαι, τουτέστι ἐκ τοῦ τρίτου προσώπου
τοῦ ἧ· τῶν οὖν δύο κανόνων μαχομένων, τοῦ μὲν ἑνὸς ἀπαιτοῦντος  
τὸ ε τοῦ δὲ ἑτέρου τὸ η, εἷναι ἐγένετο φυλάττον τὸν μακρὸν χρό-
νον τοῦ η τὴν δὲ παραλήγουσαν τοῦ ἕμεν. τοῦτο δὲ καὶ δασύνεται,
καὶ ἐν συνθέσει ἀφεῖναι καὶ καθεῖναι.
 {Γεωργίου} Εἶναι· διὰ τῆς ει· ἔ[μ]μεναι γὰρ λέγουσιν οἱ Δωριεῖς. καὶ
κατὰ
ἀποβολὴν τοῦ με καὶ πλεονασμὸν τοῦ ι εἶναι.
 Εἶναι· ἀντὶ τοῦ ἔσο. ἀπαρέμφατον.
 Εἴνατος Β 295· ἐκ τοῦ ἔννατος κατὰ μεταβολὴν τοῦ ν εἰς
ι· ἡ γὰρ τῶν Ἀργείων διάλεκτος μεταβάλλει τὸ ν εἰς ι, τὸ γὰρ σπένδω
σπείδω λέγουσιν καὶ τὸ ἔνδον ἔνδοι.
 Εἵνεκα Β 138· ... τὸ ι κατὰ πλεονασμόν. πόσα εἴδη πλεο-
νασμοῦ; ηʹ· πρόσθεσις, ἀναδίπλωσις, ἔκτασις, ἐπέκτασις, διαίρεσις, δι-
πλασιασμός, παρέμπτωσις, παρένθεσις. ἔστι δὲ παρένθεσις προσθήκη
φωνήεντος κατὰ τὸ μέσον οὐ ποιοῦντος συλλαβήν, οἷον πλέοντος
πλείοντος, ἐμέο ἐμεῖο. τὸ δὲ πάθος Ἰωνικόν.  
 {Γεωργίου τοῦ Χοιροβοσκοῦ} Εἵνεκα· γέγονεν ἀπὸ τοῦ ἕνεκα,
ἐπλεόνασε δὲ τὸ ι διὰ τὸ
μέτρον. καὶ εἰς τὸ Οὕνεκα.
150

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)


Alphabetic entry epsilon, p. 550, li.14

ἐτεκτήνατο. καὶ ἀπὸ τοῦ τέτυκται ποιητικῶς γίνεται τυκτός, καὶ ὁ


ποιητής Ε 831 “τυκτὸν κακὸν ἀλλοπρόσαλλον”.
 Ἐτώθαζον Procop. De bell. 1, 7, 17· ἔσκωπτον, διέσυρον
σημαίνει δὲ καὶ τὸ ἐσχόλαζον. γίνεται δὲ τὸ τωθάζω παρὰ τὸ ὤθω
ὠθάζω καὶ τωθάζω. συντάσσεται μετὰ δοτικῆς καὶ αἰτιατικῆς.
 Ἐτώσιον Γ 368· ... ἐπίρρημα μεσότητος· τὸ τω μέγα· ἐκ
τοῦ ἔω, τὸ ὑπάρχω, ἐτός, ὁ ἀληθινός, μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἄετος,
ἡ εὐθεῖα τῶν πληθυντικῶν ἄετοι, ἀέτων, ἀετώσιος καὶ ἀφαιρέσει ἐτώ-
σιος. κανὼν γάρ ἐστιν ὁ λέγων· αἱ ἀπὸ γενικῆς πληθυντικῶν ὀνομά-
των γινόμεναι παραγωγαὶ διὰ τοῦ ιος διχῶς σχηματίζονται, καὶ διὰ
τοῦ ς καὶ διὰ τοῦ ν· καὶ ἡ μὲν τῶν Ῥηγίνων διάλεκτος διὰ τοῦ ς,
οἷον ἀέτων ἀετώσιος, ἡ δὲ τῶν Αἰολέων διὰ τοῦ ν, οἷον Ἑλίκη
Ἑλίκης Ἑλίκαι Ἑλικῶν Ἑλικώνιον, Υ 404 “Ἑλικώνιον ἀμφὶ ἄνακτα”.  
 Εὐαγγέλιον· τὸ δι' ἀγαθὰς ἀγγελίας δωρούμενον, ξ 152
“εὐαγγέλιον δέ μοι ἔστω”.  
 Εὖγε Ps. 34, 21· ... ἐπίρρημα εἰρωνικὸν ἤγουν ἐμπαιγμοῦ·
ἢ ἐπίρρημα μεσότητος, καταχρηστικῶς δέ, ἀντὶ τοῦ καλῶς.
 Εὐδαίμων· εἰς τὸ Ὄλβιος.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry zeta, p. 230, li.7

 τελεῖν. ἦσαν καὶ οἱ θῆτες, οἵτινες μὴ εὐποροῦντες τε-


 λέσαι τὶ, ἐθήτευον, ἢ καὶ ὡς μίσθιοι ὑπῆρχον.
Ζεὺς, Διὸς, ὁ κανών· δύο κανόνες εἰσὶ, οἱ μαχόμενοι
 ἀλλήλοις. ὁ μὲν εἷς λέγει, ὅτι πᾶν ὄνομα μονοσύλλα-  
 βον ὀξύτονον, μακρῷ κατάληκτον, εἰς σ λῆγον, διὰ
 καθαροῦ τοῦ ος κλινόμενον, τὸν χρόνον τῆς εὐθείας
 θέλει φυλάττειν ἐν τῇ γενικῇ. οἷον, δμὼς δμώος.
 θὼς θώος. καὶ ὤφειλεν εἶναι Ζεὺς Ζέος· ὁ δὲ ἕτε-
 ρος λέγει, ὅτι τὰ εἰς ευς διὰ τοῦ εος κλίνεται, καὶ
 ὤφειλεν εἶναι Ζέος. τῶν οὖν δύο κανόνων μαχομένων,
 εἰσῆχθεν ἡ τῶν Βοιωτῶν διάλεκτος, καὶ ἐγένετο Ζεὺς
 Διὸς· Ζεὺς ποτὲ βαρύνεται καὶ ποτὲ ὀξύνεται. βαρύ-
 νεται μὲν, ὡς Ζεὺς δ' Ἔριδα προΐαλλεν. ὀξύνεται δὲ,
 Ζεύς με μέγας Κρονίδης ἄτῃ ἐνέδησε. βαρύνεται δὲ,
151

 ἐπειδὴ αἱ ὀξυνομέναι λέξεις, αἱ διὰ τὴν συνέπειαν τρέ-


 πουσι τὴν ὀξεῖαν εἰς βαρείαν, ἐπιφερομένου τοῦ ἐγκλι-
 τικοῦ μορίου, τὴν ἰδίαν τάσιν φυλάττουσι. σημαίνει
 δὲ δύο· ὄνομα κύριον βασιλέως Ἀσσυριῶν καὶ τὸν
 ἀστέρα.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry theta, p. 257, li.58

Θέλημα, παρὰ τὸ θέειν λίαν. ἢ τοῦ θελητοῦ λῆμμα,


 ἤγουν κράτημα.
Θέλω, λέγεται καὶ ἐθέλω. ποίας διαθέσεως; οὐδετέρας.
 τὸ γὰρ ἐθέλω καὶ ζῶ καὶ πλουτῶ καὶ ὑπάρχω οὐδετέ-
 ρας ἔστι διαθέσεως· διότι οὔτε ἐνέργειαν οὔτε πάθος
 δηλοῖ.
Θεμέλιον, παρὰ τὸ δέμω τὸ οἰκοδομῶ, δεμέλιον καὶ
 θεμέλιον. ἐκ δὲ τοῦ θεμέλιον γίνεται θεμελιῶ. τὸ δὲ
 θεμελιῶ ἀπὸ τοῦ δέμω τὸ οἰκοδομῶ, δεμελιῶ καὶ τρο-
 πῇ τοῦ δ εἰς θ θεμελιῶ.
Θεμείλια, Ἰωνικὴ ἡ διάλεκτος, καὶ θεμέλια κοινῶς.  
Θέμεναι, θεῖναι, ποιῆσαι, ὁ κανών· ἐπὶ τῶν εἰς ναι
 ἀπαρεμφάτων, εἰώθασιν οἱ Δωριεῖς ἐπεντιθέναι τὴν
 με συλλαβήν· καὶ εἰ μὲν εὕρωσι δύο φωνήεντα, τὸ ἓν
 ἀποβάλλουσιν. οἷον, θεῖναι θέμεναι, δοῦναι δόμεναι.
 εἰ δὲ ἓν φυλάττουσιν, οἷον, γνῶναι γνώμεναι.
Θέμις, τὸ δίκαιον καὶ πρέπον· ἐκ τοῦ θεμὸς, ὃ ση-
 μαίνει τὸν νόμον, γίνεται θέσμις, καὶ ἀποβολῇ τοῦ σ
 θέμις.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry kappa, p. 314, li.38

 βάλλειν· ἢ παρὰ τὸ κινῶ κινὸς καὶ κενὸς, τὰ γὰρ


 κοῦφα καὶ κενὰ εὐκίνητα, καὶ εὐβάστακτα· ἢ παρὰ
 τὸ γῶ τὸ χωρῶ γενὸς καὶ κενὸς, ὁ χωρῆσαι δυνάμε-
 νός τι, διὰ τὸ μηδὲν ἔχειν· ἢ ξένος ὁ κατεξεσμένος
 καὶ κενός.
Κενεῶνος, τὸ κοῦφον· ἐκ τοῦ κενὸς πλεονασμῷ τοῦ ε
 κενεός· καὶ ποίου εἴδους; πλεονασμῷ ἐπεκτάσει· καί
152

 τι ἐστιν ἐπέκτασις; συλλαβῆς πλεονασμὸς κατὰ τὸ μέ-


 σον τὸν αὐτὸν τόνον φυλάττουσα, οἷον, ἀδελφὸς ἀδελ-
 φεός.
Κένται, ἔστι δὲ διάλεκτος; ὡς γὰρ τὸ παρ' ἡμῖν φίλ-
 τατος φίντατος, καὶ τὸ δέλτα δέντα, ὁ ὑπερσυντελι-
 κὸς κέλται κένται· περὶ παθῶν.
Κεντηνάριον, λίτραι ρ· κέντουμ γὰρ Ῥωμαῖοι τὰ ρ
 φασίν.
Κένταυρος, ἀφ' οὗ τὸ τῶν Κενταύρων γένος ὁ πρῶ-
 τος ὠνομάσθη ἀπὸ Ἰξίονός τινος· ὁ γὰρ Ἰξίων ἐρα-
 σθεὶς τῆς Ἥρας, ἀπόπειραν ποιησάμενος ὁ Ζεὺς, εἰ
 ἄρα τολμήσει τοῦτο ποιῆσαι, ποιήσας ἑαυτὸν νεφέλην
 ὁμοίαν τῆς Ἥρας παρέκλινεν ὀφθῆναι αὐτῷ· ὁ δὲ νο-
 μίσας εἶναι τὴν Ἥραν συνεγένετο αὐτῇ, καὶ ἔσχεν

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry mu, p. 384, li.5

 ει διφθόγγου· καὶ προπερισπᾶται. οἷον, ἑτερεῖος,


 πρυτανεῖος, γυναικεῖος, μεγαλεῖος.
Μέγας, ποίου εἴδους τῶν ὑποπεπτωκότων; τῷ ὀνόματι·
 πρὸς τὶ ἔχων; πρὸς γὰρ τὸ μικρὸν ἔχει.
Μείζων, παρήχθη ἀπὸ τοῦ μέγας· καὶ ἐγένετο πρῶ-
 τος τύπος τῶν συγκριτικῶν μεγάτερος, ὁ δεύτερος μεί-  
 ζων, ὁ τρίτος μέσσων· καὶ οἱ μὲν Αἰολεῖς τὸν ἵππον
 ἴσσον, καὶ τὸ βλέπω βλέσσω, ὑφαιροῦνται τὸ β καὶ
 πλεονασμῷ τοῦ υ ποιοῦσι λεύσσω· καὶ παρὰ τοὺς Βοι-
 ωτοὺς μείζων, ὡς εἴρηται· ἡ δὲ τῶν Ταραντίνων· διάλεκτος, τὰ δύο σσ
εἰς ξ τρέπει ὡς καὶ ἡ τῶν Βοιω-
 τῶν.
Μειλίχιος, παρὰ τὸ μέλι μέλιχιος· καὶ πλεονασμῷ
 τοῦ ι μειλίχιος.
Μειλίγματα, σημαίνει τὰ πραϋντικὰ, ὥσπερ ἀπὸ τοῦ
 μειλίσσω μείλιγμα.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry sigma, p. 499, li.34

Σημαντικὴ, δηλωτική.
153

Σημάντορας, ἐπιτάκτορας.
Σήμερον, ἐπίῤῥημα καιροῦ παραστατικὸν, οἷον σήμε-
 ρον, αὔριον, γίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἡμέρα ἥμερον καὶ
 σήμερον· ἢ ὅτι οἱ Δωριεῖς σάμερον λέγουσι· τὰ δὲ
 ἔχοντα ἀναφαινόμενον τὸ α, διὰ τοῦ η γράφεται, οἷον
 μηχανὰ, ἅλιος, σᾶμα· τὸ ρον μικρὸν διάτι; τὰ εἰς
 ον ἐπιῤῥήματα· τὸ με ψιλὸν διάτι; κατὰ παράδοσιν·
 κατὰ ποῖον κάνονα τῆς ὀρθογραφίας; κατὰ ἱστορίαν·
 καὶ πόσοι κανόνες; τέσσαρες· ἀναλογία, ἐτυμολογία,
 διάλεκτος, ἱστορία· τί ἔστιν ἀναλογία; ἡνίκα κατορ-
 θῶμεν γραφὴν, ἢ ὅταν κανόνα ἀποδῶμεν· διάτι βα-
 ρύνεται; ἐπειδὴ τὰ εἰς ον λήγοντα ἐπιῤῥήματα, πα-
 ραληγόμενα τῷ ι, ἢ τῷ ε, βαρύνεται· οἷον αὔριον, σή-
 μερον, χωρὶς τοῦ αὐθημερὸν, καὶ ἐξὸν, ὑπεσταλμέ-
 νων τῶν ὀνομάτων· τὸ αὐθημερὸν παρώνυμον· τὸ ἐξὸν
 μετοχή.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry tau, p. 531, li.15

Τίσασθαι, σημαίνει τὸ τιμωρήσασθαι· καὶ τὶ διαφέρει;


 τιμωρεῖν μέν ἐστι τὸ ἐπαμύνειν καὶ βοηθεῖν· τιμωρή-
 σασθαι δὲ τὸν προηδικηκότα κολάζειν· τιμωρεῖ μὲν
 πάτροκλον Ἀχιλλεῦς, τιμωρεῖται δὲ Ἕκτωρ. ἔστιν οὖν
 τὸ ῥῆμα τίω, καὶ περισπώμενον τιῶ, καὶ σημαίνει τὸ
 λυπῶ· τὸ τι, ἰῶτα.
Τίσειαν, ἀόριστος πρῶτος τῶν εὐκτικῶν, Αἰολικὸν τρί-
 τον πρόσωπον τῶν πληθυντικῶν· ἐκεῖνοι γὰρ τὸ τύ-
 ψαιμι τύψεια λέγουσι· τὸ δεύτερον τύψειας, καὶ τὸ
 τρίτον τύψειε· καὶ τῷ μὲν πρώτῳ προσώπῳ χρῶνται
 οἱ Αἰολεῖς, τοῖς δὲ λοιποῖς ἡ κοινὴ διάλεκτος· ἔστι τὸ
 θέμα τίω τὸ τιμωρῶ, τίσω, ἔτισα, ὁ ἀόριστος, καὶ τὸ
 εὐκτικὸν τίσειαν.
Τίσανδρος, διὰ τοῦ ἰῶτα, παρὰ τὸν τίσω μέλλοντα·
 ἢ ὅτι παρὰ τὴν τῆς τιμῆς γενικὴν γέγονε τιμήσαντος
 καὶ κατὰ συγκοπὴν Τίσανδρος.
Τιτθοὶ, οἱ μαστοὶ, παρὰ τὸ ἐντίθεσθαι τοῖς στόμασι.
Τριτρᾶται, τρυπᾶται, διανοίγεται.
Τιτῶ, σημαίνει τὴν ἡμέραν καὶ γράφεται διὰ τοῦ ἰῶτα,
 παρὰ γὰρ τὸ Τιτᾶν γίνεται Τιτᾶνος, τιτανίω καὶ Τι-
 τανὶς καὶ ἐκεῖθεν ὑποκοριστικὸν τιτῶ, ὥσπερ ὑψιπύλη
154

Etymologicum Gudianum, Additamenta in Etymologicum Gudianum


(ἀάλιον – ζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Pari
Alphabetic entry delta, p. 357, li.20

 Διαίνειν· τὸ ὑγραίνειν ἀπὸ μεταφορᾶς τοῦ ὑετοῦ.


 Διαίρεσις· παρὰ τὸ διαιρεῖν καὶ διαχωρίζειν τόδε ἐκ τοῦδε.
 Δίαιτα· παρὰ τὴν διά πρόθεσιν καὶ τὸ ἰέναι· οὕτως καὶ διαιτητής· σημαί-
νει δὲ τὴν διαγωγὴν καὶ τὴν κρίσιν.
 Διάκονος· παρὰ τὸ κονεῖν, τουτέστι δουλεύειν.  
 Διακριδόν· ἐκ τοῦ [ἀπο]κρίνω.
 Διάκτορος· ἤτοι διάγορός ἐστι, διὰ τὸ λόγιον εἶναι, ἢ παρὰ τὸ ἄγω ἄξω
ἄκτωρ· ἄγγελος γὰρ τῶν θεῶν ὁ Ἑρμῆς.
 Διάκτορος· πλεονασμῷ τοῦ κ, διάτορος γάρ.
 Διαλεκτική· διὰ τὸ ἐν τῷ διαλέγεσθαι ἀναφαίνεσθαι.
 Διάλεκτος· ἤτοι καθ' ἣν ἕκαστοι ἄνθρωποι διαλέγονται πρὸς
ἀλλήλους κατὰ τὴν ἰδίαν συνήθειαν· ἢ ἀπὸ τοῦ διαλελέχθαι καὶ
διακεκρίσθαι ἀπὸ τῶν ἄλλων· στη γὰρ αὐτῶν διακέκριται τῆς ἑτέρας· ἢ
ἀπὸ τοῦ διειλέχθαι καὶ ἐξειλέχθαι ὡς κρατιστεύουσαν.
 {Ἐπιμερισμῶν τοῦ Ψαλτηρίου} Διαμετρήσω Ps. 107, 8· τὸ θέμα
διαμετρῶ πρώτης συζυγίας τῶν περισπωμένων· γίνεται δὲ παρὰ τὸ
μέτρον· τοῦτο παρὰ τὸ μείρω, τὸ μερίζω.  
 Διάμετρον· τὸ ἀπὸ πέρατος εἰς πέρας κατὰ πλάτος διάστημα.
 Διάμησεν· διέκοψεν· παρὰ τὸ ἀμᾶν, τὸ θερίζειν.
 Διαμπερές· οἷον ἀπ' ἀρχῆς ἕως τοῦ πέρατος, τουτέστι τοῦ τέλους.
 Διαμπερές· παρὰ τὸ πέρας· ἀντὶ τοῦ διόλου, οἷον ἀπ' ἀρχῆς ἕως τοῦ
πέρατος.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 21, li.18

ἀνέρος, ἀλλὰ τὰ πεπονθότα, οἷον τὸ πατρός. Οὕτω


καὶ τὸ ἀείδω ᾄδω, εἰς α μακρὸν, κράσει τοῦ ε α, καὶ
συναιρέσει τοῦ αϊ εἰς τὴν ΑΙ δίφθογγον. Διατί
βαρύνεται; Τὰ εἰς ΔΩ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς, ἔχοντα
τὴν πρὸ τέλους συλλαβὴν εἰς φωνῆεν λήγουσαν,
περισπᾶται· εἰ μὴ τύχοι ἡ ΕΙ δίφθογγος· ὀπηδῶ,
ἀοιδῶ, ληρωδῶ, καὶ τὰ ὅμοια. Ἐξέφυγεν ἄρα τὸ
ἀείδω καὶ ἐρείδω.
 Ἀειδέμεναι: Παραγωγὴ ποιητικὴ, οὐ Δωρικὴ
διάλεκτος. Τὸ α τοῦτο συνεσταλμένον ἐστὶ παρὰ
τῷ ποιητῇ· ἅπαξ δὲ ἐκτεταμένον, ἐν τῷ,
155

 Ἀείδει δεδαώς.
ἀείδελον σημαίνει τὸν ἀόρατον. Ἔστιν εἴδω
τὸ γινώσκω· ᾧ ἀντιπαράκειται τὸ οἶδα. Γίνεται εἴ-
δελος, ὡς πέμπω πέμπελος· καὶ συνθέσει ἀείδελος, ὁ
μὴ θεωρούμενος. Παρὰ δὲ Νικάνδρῳ ἐπὶ τοῦ ἀεὶ
φανεροῦ κεῖται. Περὶ οὗ ἐστὶν εἰπεῖν, ὅτι ἀπὸ τοῦ
ἀείδηλον γέγονε κατὰ συστολὴν τοῦ η εἰς ε·
 Τοῦ δὲ τέρας περίσημον ἀείδελον ἐστήρικτο.
Νίκανδρος. Ἐπὶ δὲ τοῦ ἀοράτου ἐχρήσατο τῇ λέξει

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 268,


li.35

νέγκω, ἐν συνθέσει, διαενέκω· καὶ ῥηματικὸν ὄνομα,


διαένεκος· καὶ καθ' ὑπέρθεσιν καὶ τροπῇ, διαέκονος·
καὶ κράσει τοῦ α καὶ ε εἰς α μακρὸν διάκονος, ὁ
διαφέρων τὰ κελευόμενα. Τινὲς παρὰ τὸ κονεῖν, τὸ
ὑπηρετεῖν, καὶ ἐγκονεῖν, τὸ ἐπείγεσθαι· ὅθεν τὸ ἐγκο-
νέουσαι.
 Διακορής: Μεμεστωμένος.
 Διακηρυκεύεται: Διὰ κηρύκων συνθήκας ἢ
πρεσβείας ποιεῖται· παρὰ τὸ κήρυξ κήρυκος, κηρυ-
κεύω καὶ διακηρυκεύω.
 Διάλεκτος: Ἤτοι καθ' ἣν ἕκαστοι ἄνθρωποι
διαλέγονται πρὸς ἀλλήλους κατὰ τὴν ἰδίαν συνήθειαν·
ἢ ἀπὸ τοῦ διαλελέχθαι καὶ διακεκρίσθαι ἀπὸ τῶν
ἄλλων· ἑκάστη γὰρ αὐτῶν διακέκριται τῆς ἑτέρας·
ἀπὸ τοῦ ἐξηλέχθαι ὡς κρατιστεύουσα.
 Διαμπάξ: Διόλου, διαπαντὸς, διηνεκῶς, ἐξεναν-
τίας· ἀπὸ τοῦ διαρπάζω διαρπάξω, ἀποβολῇ τοῦ ω,
καὶ τροπῇ τοῦ ρ εἰς τὸ μ.
 Διαμπερές: Διαμπὰξ, διόλου. Παρὰ τὸ πέρας,
διαπέρας· κατὰ πλεονασμὸν τοῦ μ, καὶ μεταθέσει
Ἰωνικῇ τοῦ α εἰς ε, διαμπερὲς, τουτέστι τὸ ἀπ'

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 302, li.2

Τῶν οὖν δύο κανόνων μαχομένων, τοῦ μὲν ἑνὸς ἀπαιτοῦν-


τος τὸ ε, τοῦ δ' ἑτέρου τὸ η, ἐγένετο εἶναι, φυλάττον  
156

τοῦ μὲν η τὸν μακρὸν χρόνον, τὴν παραλήγουσαν δὲ


τοῦ ἐμέν. Τοῦτο δὲ δασύνεται καὶ ἐν συνθέσει,
ἀφεῖναι, καὶ καθεῖναι, καὶ ἐξεῖναι.
 Εἰσῇμεν: Ἀντὶ τοῦ εἰσῄειμεν, σὺν τῷ ι, Καλ-
λίας Πεδήταις. Καὶ εἰσῇσαν, ἀντὶ τοῦ εἰσῄεσαν,
σὺν τῷ ι, Ἀγάθων Ἀερόπῃ. Καὶ εἰσῇα, ἀντὶ τοῦ
εἰσῄειν.
 Εἴνατος: Ἐκ τοῦ ἔννατος, κατὰ μεταβολὴν
τοῦ ν εἰς ι. Καὶ ἡ μὲν τῶν Ἀργείων διάλεκτος
μεταβάλλει τὸ ι εἰς ν· καὶ γὰρ τὸ σπείδω σπένδω
λέγουσι, καὶ τὸ αἰεὶ, αἰέν· ἡ δὲ τῶν Σικελῶν, τὸ
ἀνάπαλιν, τὸ ν εἰς ι μεταβάλλει· τὸ γὰρ ἐννάνυχον,
εἰνάνυχον λέγουσι· καὶ τὸ ἔνδον, ἐνδοῖ.
 Εἰνάνυχες δέ μοι ἀμφ' αὐτῷ: Ἀντὶ τοῦ ἐπὶ
ἐννέα νύκτας, ὡς μονώνυχες· ἀπὸ εὐθείας τῆς εἰνάνυξ.
Εἰ δέ τινα τὸ ἐπιφερόμενον ταράσσει, τὸ,
 παρὰ νύκτας ἴαυον,

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 314,


li.37

τὸ αὐτό· ὁ ἐκεῖνος, ἡ ἐκείνη, τὸ ἐκεῖνο· ὅδε καὶ ὁ


δεῖνα, κατὰ παραγωγήν. Αὗται δὲ καλοῦνται θεμα-
τικαὶ καὶ δεικτικαὶ καὶ μονοπρόσωποι. Θεματικαὶ,
ὅτι ἑκάστη φωνὴ ἑαυτῆς ἐστι θέμα, καὶ οὐ κανονίζε-
ται ἑτέρα ὑπὸ τῆς ἑτέρας· μονοπρόσωποι καλοῦνται
διὰ τὸ μὴ ἔχειν πρῶτον πρόσωπον.
 Ἐγώ: Ποίου προσώπου; Πρώτου. Ποίου γένους;
Οὐκ ἔχει. Διατί; Γένη τῶν πρωτοτύπων διὰ μὲν
τῆς φωνῆς οὐ διακρίνονται, διὰ δὲ τῆς ὑπ' αὐτῶν
δείξεως, οἷον ἐγώ.
 Ἐγών: Δωριέων διάλεκτός ἐστιν ἡ προσλαμβά-
νουσα τὸ ν. Καὶ τὴν σὺ ἀντωνυμίαν τὺν λέγουσι μετὰ
τοῦ ν· ὅπερ προσθέσει τοῦ η γίνεται τύνη. Ἢ καὶ ὁ
ποιητὴς ἐκκλίνων τὴν χασμωδίαν τῶν φωνηέντων,
εἶπε τὸ ἐγὼν μετὰ τοῦ ν· ὡς τὸ,
 καὶ ἐγὼν ἐπίκουρος ἐών.
Τὸ δὲ τύνη, ὅπερ ἀντὶ τοῦ σύ ἐστιν, ἀντωνυμία·

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 387,


li.50
157

ὃ σημαίνει τὸν ἀληθῆ, γίνεται κατὰ ἀντίφρασιν ἐτώ-


σιος, ὁ μάταιος.
 Ἐτώσιον: Ἐπίρρημα μεσότητος. Τὸ τῶ, μέγα.
Ἐκ τοῦ ἔω, τὸ ὑπάρχω, ἐτὸς, ὁ ἀληθής· μετὰ τοῦ
στερητικοῦ α, ἄετος· τὸ πληθυντικὸν, ἄετοι ἀέτων,
ἀετώσιος· καὶ ἀφαιρέσει, ἐτώσιος. Κανὼν γάρ
ἐστιν ὁ λέγων, αἱ διὰ τοῦ ΙΟΣ γινόμεναι παραγωγαὶ
ἀπὸ γενικῆς τῶν πληθυντικῶν διχῶς σχηματίζονται,
καὶ διὰ τοῦ σ, καὶ διὰ τοῦ ν· ἡ μὲν τῶν Ῥηγίνων
διάλεκτος, διὰ τοῦ σ, ὡς ἐτώσιος· ἡ δὲ τῶν Αἰολέων,
διὰ τοῦ ν, ὡς Ἑλικώνιος.
 Ἑτοιμάσατε: Παρασκευάσατε· καὶ ἑτοιμασία·
ἐκ τοῦ ἑτοιμῶ· τοῦτο ἐκ τοῦ ἕτοιμος. Παρὰ τὸ
οἶμος, ὃ σημαίνει τὴν ὁδὸν, καὶ τὴν ἐπὶ πρόθεσιν,
γίνεται ἔποιμος, καὶ ἔτοιμος, ὁ ἐπὶ τὴν ὁδὸν ὢν
παρεσκευασμένος, τροπῇ τοῦ π εἰς τ. Ἢ παρὰ τὸ
οἶμα, ὃ σημαίνει τὸ ὅρμημα καὶ τὸ ἔθος, τροπῇ τοῦ
θ εἰς τ, γίνεται ἕτοιμος, ὁ πρόχειρος εἰς τὸ ὁρμῆσαι
καὶ πρᾶξαι.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 409,


li.18

Ὁ Πλούτων, Ἰλιάδος ιʹ. σημαίνει καὶ τὸν ἥλιον,


 ἵκετ' αἰθέρα καὶ Διὸς αὐγάς.
Διός· ὁ κανών· δύο κανόνες εἰσὶν οἱ μαχόμενοι· ὁ
μὲν εἷς λέγει, ὅτι πᾶν ὄνομα μονοσύλλαβον ὀξύτονον
μακροκατάληκτον εἰς σ λῆγον διὰ καθαροῦ τοῦ ΟΣ
κλινόμενον τὸν χρόνον τῆς εὐθείας φυλάττει καὶ
ἐν τῇ γενικῇ· οἷον, δμὼς, δμωός· θὼς, θωός· καὶ
ὤφειλεν εἶναι Ζεὺς, Ζευός· ὁ δὲ ἕτερος λέγει, ὅτι
τὰ εἰς εὺς διὰ τοῦ έος κλίνονται· καὶ ὤφειλεν
εἶναι Ζεὺς, Ζέος. Τῶν οὖν δύο κανόνων μαχομένων,
εἰσῆλθεν ἡ τῶν Βοιωτῶν διάλεκτος, καὶ ἐγένετο Ζεὺς
Διός.  
 Ζεύς με μέγα: Αἱ ὀξυνόμεναι λέξεις, αἱ διὰ
τὴν συνέπειαν τρέπουσαι τὴν ὀξεῖαν εἰς βαρεῖαν, ἐπι-
φερομένου τοῦ ἐγκλιτικοῦ μορίου τὴν ἰδίαν τάσιν
φυλάττουσι. Τὸ ἐμὲ δὲ πρωτότυπός ἐστιν ἀντω-
νυμία. Αἱ δὲ πρωτότυποι ἀντωνυμίαι ἐγκλίνονται·
158

καὶ αἱ ἐγκλινόμεναι ἀποβάλλουσι τὸ φωνῆεν.


 Ζεῦξαι: Τὸ βόας ἢ ἡμιόνους ἑνῶσαι ὑπὸ τὸν
αὐτὸν ζυγόν. Καὶ ζεύξειν τὸ πρᾶγμα, παρὰ τὸ
Ζεύς· αὐτὸς γὰρ πρῶτος ἔζευξεν ἡμιόνους ἐπὶ σπορᾷ

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 532,


li.31

καὶ ἀνόητον λαόν· καὶ,  Τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὃ ὁ κόσμος οὐ δύναται
λαβεῖν. Κόσμον δὲ ἐνταῦθα τοὺς πονηροὺς φησί.
 Κοσμῆσαι: Σημαίνει καὶ τὸ διατάξαι, ὡς τὸ,
 Τοὺς δ' αὐτοὶ βασιλῆες ἐκόσμεον οὐτάμενοί περ·
καὶ τὸ,
 Αὐτὰρ ἐπεὶ κόσμηθεν.
Ἀντὶ τοῦ διετάχθησαν, ἐκοσμήθησαν· ἡ μεταφορὰ
ἀπὸ τοῦ κόσμου· ὅθεν ἡ τῶν ὅλων τάξις κόσμος ὑπὸ
Πυθαγόρου εἴρηται. Ἡ δὲ διάλεκτος, Δωρική.
 Ἀπὸ τοῦ κοσμῶ, κοσμήσω, κεκόσμηκα, κεκό-
σμημαι, ὁ ἀόριστος, ἐκοσμήθην, τὸ τρίτον τῶν πλη-
θυντικῶν, ἐκοσμήθησαν, εἶτα ἀφαιρέσει τοῦ ε καὶ
συγκοπῇ γίνεται κόσμηθεν. Ὁμοίως καὶ τὸ τρά-
φεν, δευτέρου ἀορίστου τρίτον τῶν πληθυντικῶν Δω-
ρικῶς καὶ Ἰωνικῶς, καὶ τὰ ὅμοια. Καὶ τὸ φάαν-
θεν, ἀπὸ τοῦ φαίνω, ὁ πρῶτος ἀόριστος παθητικὸς
ἐφάνθην· τὸ τρίτον τῶν πληθυντικῶν, ἐφάνθησαν· καὶ
ποιητικῶς ἢ Αἰολικῶς ἢ Δωρικῶς, φάανθεν,

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 569,


li.23

τοῦ ἥπατος οὕτω λέγεται. Καὶ ἀγγεῖον ἐρεβίνθης


καὶ κυάμου. Λοβοὶ λέγονται, ἐπειδὴ μαρτυρόμενοι
τινὶ λαμβανόμεθα αὐτῶν· οἱ δὲ, ὅτι λωβώμενοι τινὰς
ἀποτέμνουσι ταῦτα τὰ μέρη.
 Λογάδες: Οἱ ἐκλεκτοί. Εἴ ποτ' ἀνάγκη γένοιτο
ἐκπέμψαι στρατιὰν, ἢ ἐνεστήκοι τὶς ἄλλος κίνδυνος,
κατάλογος ἐλέγετο τῶν ἐπιτηδείων πρὸς τὰς μάχας·
οὗτοι οὖν λογάδες ἐκαλοῦντο. Καὶ παρὰ τὸ  
ἐκλέγω καὶ διαλέγω λεκτός. Ἀπὸ μὲν οὖν τοῦ
λέγω λεκτὸς, καὶ ἐκλεκτὸς, σύνθετον ὀξύτονον· ἀπὸ
δὲ τοῦ ἐκλέγω συνθέτου παρασύνθετον, διάλεκτος,
159

βαρύνεται. Ἔστιν εἰς τὸ λύχνος.


 Λογεῖον: Σημαίνει εἶδος κρατῆρος· καὶ τὸν
τόπον τοῦ θεάτρου. Ὥσπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ αἰδῶ γί-
νεται αἰδεῖον, κείρω κουρεῖον, σκάφω σκαφεῖον,
γράφω γραφεῖον, οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ λέγω λο-
γεῖον· καὶ γὰρ τὰ ἀπὸ τῶν εἰς ω ῥημάτων διὰ τοῦ
ΕΙΟΝ παραγόμενα, προπερισπᾶται, καὶ διὰ τῆς ΕΙ
διφθόγγου γράφεται.
 Λογισταί: Ἄρχοντες εἰσὶ κληρωτοὶ δέκα· ἐφ'
ὧν πάντες οἱ ἄρξαντες ἀρχήν τινα λόγον ἀπέφερον

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 620,


li.36

 Ἡδ' ἀπάνευθεν ὄϊν· καὶ,  Μῆλ' ὄϊές τε καὶ αἶγες·


ἕνεκα δὲ μέτρου,  οἰὸς ἀώτῳ.
καὶ ἄλλως· ὅτι τὸ ὄϊς δισύλλαβον ἀναλογώτερόν
ἐστι τοῦ μονοσυλλάβου. Πολλὰ γάρ ἐστιν εἰς ΙΣ
λήγοντα ἐπ' εὐθείας εὑρεῖν, οὐδὲν δὲ εἰς ΟΙΣ, εἰ μὴ
μόνον τὸ οἶς παρ' Ἀττικοῖς, καὶ τὸ φθοῖς.
 Ὅκκα δὲ τύνη εἴην: Παρὰ Ἀλκμᾶνι. Τὸ
ὅτε ὅκα λέγει ἡ διάλεκτος· εἶτα διπλασιάσασα,
ὅκκα. Περὶ Παθῶν.
 Ὀκλαδιᾶν: Ὀκλάζειν. Παρὰ τὸ ἐγκλᾶν καὶ
κάμπτειν τὰ γόνατα ἐν τῷ καθέζεσθαι. Ἐκ δὲ τοῦ  
κλῶ κλάσω γίνεται ῥηματικὸν ὄνομα κλᾶς· καὶ Δω-
ρικῶς, κλάξ· καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο, ὀκλὰξ, ὡς ὀδάξ·
καὶ ὀκλάζει, χωλεύει, ἐπὶ γόνυ κάμπτεται.
 Ὀκνείω: Οὐκ ἔστι πλεονασμός· λέγει γὰρ, ὅτι
ἔστιν ὀκνῶ· καὶ κατὰ Ἴωνας, ὀκνέω· καὶ πλεονασμῷ
τοῦ ι, ὀκνείω. Οὐκ ἔστι δὲ οὕτως, ἀλλὰ κατὰ
παραγωγήν· ὥσπερ παρὰ τὸ θάλπω γίνεται θαλπείω,

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 700,


li.29

Τοιοῦτόν ἐστι καὶ τὸ προστῆναι· ἐὰν γὰρ εἴπω,


προσστῆναί μου τὴν τροφὴν ἐπὶ τοῦ στομάχου, διὰ
δύο ΣΣ γράφεται· ὅτε δὲ σημαίνει τὸ προΐστασθαι,
δι' ἑνός.
160

ρ.

 Ῥῶ: Τὸ στοιχεῖον, παρὰ τὸ ῥέω· ὑγρὰ γάρ ἐστι


καὶ εὐμάλακτα καὶ ὡσεὶ ἔλαιον ῥεῖ ἐν τοῖς μέτροις
τὰ ἀμετάβολα.
 Ῥάι: Σημαίνει τὸ εὐχερές. Τινὲς δὲ ἀπὸ τοῦ
ῥέα σχηματίζουσιν αὐτό· οἷς καὶ ὁ τόνος ἀντίκειται
καὶ ἡ παράδοσις, καὶ ἡ τῶν Αἰολέων διάλεκτος. Ὁ
τόνος, ὅτι εἰ ἦν ἀπὸ τοῦ ῥέα, ὤφειλε περισπᾶσθαι· ἡ
παράδοσις, ὅτι οὐκ ὤφειλεν ἔχειν τὸ ι· ἡ τῶν Αἰολέων
δὲ διάλεκτος, ὅτι εἰ ἦν ἀπὸ τοῦ ῥέα, οὐκ ὤφειλον οἱ
Αἰολεῖς προστιθέναι τὸ β, καὶ λέγειν βρά· τότε
γὰρ προστιθέασι τὸ β τῷ ρ, ἡνίκ' ἐπιφέρεται τὸ κ ἢ
τὸ δ, ἢ τὸ τ ἢ τὸ ζ. Ἀλλ' ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι τὸ
ῥᾴδιον λέγεται βράδιον Αἰολικῶς, ὡς ἐπιφερομένου
τοῦ δ. Ἐκ τούτου γίνεται κατὰ ἀποκοπὴν, καὶ
εὐλόγως ἔχει τὸ ι. Οὐδὲν δὲ ξένον, εἰ δύο συλλα-
βῶν γέγονεν ἀποκοπή· καὶ γὰρ πολλάκις καὶ δύο

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum


Kallierges p. 700, li.31

 Ῥῶ: Τὸ στοιχεῖον, παρὰ τὸ ῥέω· ὑγρὰ γάρ ἐστι


καὶ εὐμάλακτα καὶ ὡσεὶ ἔλαιον ῥεῖ ἐν τοῖς μέτροις
τὰ ἀμετάβολα.
 Ῥάι: Σημαίνει τὸ εὐχερές. Τινὲς δὲ ἀπὸ τοῦ
ῥέα σχηματίζουσιν αὐτό· οἷς καὶ ὁ τόνος ἀντίκειται
καὶ ἡ παράδοσις, καὶ ἡ τῶν Αἰολέων διάλεκτος. Ὁ
τόνος, ὅτι εἰ ἦν ἀπὸ τοῦ ῥέα, ὤφειλε περισπᾶσθαι· ἡ
παράδοσις, ὅτι οὐκ ὤφειλεν ἔχειν τὸ ι· ἡ τῶν Αἰολέων
δὲ διάλεκτος, ὅτι εἰ ἦν ἀπὸ τοῦ ῥέα, οὐκ ὤφειλον οἱ
Αἰολεῖς προστιθέναι τὸ β, καὶ λέγειν βρά· τότε
γὰρ προστιθέασι τὸ β τῷ ρ, ἡνίκ' ἐπιφέρεται τὸ κ ἢ
τὸ δ, ἢ τὸ τ ἢ τὸ ζ. Ἀλλ' ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι τὸ
ῥᾴδιον λέγεται βράδιον Αἰολικῶς, ὡς ἐπιφερομένου
τοῦ δ. Ἐκ τούτου γίνεται κατὰ ἀποκοπὴν, καὶ
εὐλόγως ἔχει τὸ ι. Οὐδὲν δὲ ξένον, εἰ δύο συλλα-
βῶν γέγονεν ἀποκοπή· καὶ γὰρ πολλάκις καὶ δύο
συλλαβῶν γίνεται ἀποκοπή· οἷον μακάριος, μάκαρ·
161

προπάροιθεν, πρόπαρ. Οὕτως οὖν καὶ ῥᾴδιον, ῥᾴ.


Τὸ δὲ ῥᾴδιον ἔχει τὸ ι προσγεγραμμένον·

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 760,


li.21

ἀμύνασθαι. Τιμωρεῖ μὲν Πάτροκλον Ἀχιλλεύς·


τιμωρεῖται δὲ Ἕκτορα. Τὸ θέμα ἔστι τίω· ση-
μαίνει τὸ τιμωρῶ, τιμωρίαν ἐκτιννύω καὶ ἀποδίδωμι·
ὅθεν καὶ τίσις, τιμωρία, ἀπόδοσις, ἀντέκτισις. Τὸ
τίω σημαίνει καὶ τὸ τιμῶ.
 Τίσειαν: Ἀόριστος πρῶτος εὐκτικὸν Αἰολικὸν
τρίτου προσώπου τῶν πληθυντικῶν· ἐκεῖνοι γὰρ τὸ
τύψαιμι τύψεια λέγουσι· τὸ δεύτερον, τύψειας· τὸ
τρίτον, τύψειε. Καὶ τῷ μὲν πρώτῳ χρῶνται οἱ
Αἰολεῖς· τοῖς δὲ λοιποῖς προσώποις, ἡ κοινὴ συνή-
θεια καὶ διάλεκτος. Ὡσαύτως καὶ τῷ τρίτῳ τῶν
πληθυντικῶν.
 Ὁ κανών· τὰ εἰς ΜΙ εὐκτικὰ ἀορίστου ὄντα ἐνερ-
γητικὰ οἱ Αἰολεῖς διὰ τοῦ ΕΙΑ προφέρουσι· τίσαιμι,
τίσεια· ὑποστρέψαιμι, ὑποστρέψεια· ἀκούσαιμι,
ἀκούσεια, τὰ δὲ τοιαῦτα εὐκτικὰ εὐχὴν δηλοῦσι
πράγματος, ὀφείλοντος πληρωθῆναι· ὁ γὰρ λέγων
γράψειας εὔχεται ἵνα εἰς πέρας ἔλθῃ τοῦ γράψαι.
Ὅθεν οὐ δεῖ λέγειν τινὶ ζήσειας, ἐπειδὴ εὑρίσκεται
εὐχόμενος ἵνα εἰς πέρας ἔλθῃ τῆς ζωῆς, τουτέστιν
ἵνα ἀποθάνῃ· λοιπὸν εὑρίσκεται κατευχόμενος αὐτοῦ.  

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum


Kallierges p. 816, li.54

Μοῦσα Μῶσα· καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο, χωόμενος.


Ἢ παρὰ τὸ χολῶ χολώσω χολούμενος· ἐκβολῇ τοῦ
λ, χοούμενος· καὶ τροπῇ τῆς ΟΥ διφθόγγου εἰς ω,
χοώμενος· καὶ ἐν ὑπερθέσει βαρυτόνως χωόμενος,
ὡς ὄρω ὀρῶ ὄρωρεν, ὤρορεν.
 Χρῆμα: Πρᾶγμα, ἢ κτῆμα· καὶ χρηματισά-
μενοι, διαπραξάμενοι· καὶ χρηματίζεσθαι, τὸ
χρήματα πράττεσθαι.
 Χίλιοι: ὅτι τεσσάρων ὄντων τῆς ὀρθογραφίας
κανόνων, ἡ μὲν ἀναλογία τῷ τεχνικῷ ἔστι κανόνων
162

ἀπόδοσις· ἡ δὲ διάλεκτος, γλώσσης ἰδίωμα, ὡς ἐπὶ


τοῦ μείλιχος· μέλλιχος γράφεσθαι γάρ φασιν οἱ
Αἰολεῖς· ἱστορία δέ ἐστιν ἡ τῶν παλαιῶν χρῆσις, ἡ
καὶ παράδοσις· (ἰστέον δὲ ὅτι πολλάκις [ἡ] ἱστορία
ἐναντιοῦται διαλέκτῳ· τοῦ γὰρ χίλιοι ἀπαιτοῦντος
τὴν ΕΙ δίφθογγον, χέλλιοι γάρ φασιν οἱ Αἰολεῖς, ἡ
ἱστορία ἐναντιουμένη, διὰ μόνου τοῦ ι γράφει, οὕτω
γὰρ ἡ παράδοσις ἔχει·) ἐτυμολογία δέ ἐστιν ἐπι-
σημασία λέξεων, ἐπιτοπλεῖστον τὸ πάθος ἔχουσα.

Καινή Διαθήκη. Catena in Joannem (catena integra) (e codd. Paris.


Coislin. 23 + Oxon. Bodl. Auct. T.1.4) P. 327, li.35

τὸν σταυρὸν, ὁρᾷ δὲ αὐτοὺς προπηδῶντας, φησὶ, καιρὸς ἐπὶ τὸν


σταυρὸν ἐλθεῖν. Οὐ πρότερον γὰρ αὐτοὺς εἴασεν, ἵνα ᾖ εἰς μαρ-
τύριον αὐτοῖς. ἕως γὰρ διὰ τῶν ἔργων αὐτὸν διεκρούσαντο, ἕως
αὐτὸν ἐσταύρωσαν, οὐκ εἶπε, “πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ
“ἔθνη,” ἀλλ' “εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε,” καὶ, “οὐκ ἀπεστάλην,
“εἰ μὴ εἰς τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραὴλ,” καὶ, “οὐκ ἔστι λαβεῖν
“τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις.” ἐπειδὴ δὲ
ἐμίσησαν αὐτὸν, καὶ οὕτως ἐμίσησαν, ὡς ἀνελεῖν, περιττὸν ἦν
προσεδρεύειν, διακρουομένων ἐκείνων, καὶ παραιτήσαντο λέγον-
“τες, οὐκ ἔχομεν βασιλέα, εἰ μὴ Καίσαρα,” τότε δὴ λοιπὸν
αὐτοὺς ἀφῆκεν. Αὕτη ἡ διάλεκτος γέγονε τῇ δευτέρᾳ καὶ τῇ  
τρίτῃ τῆς ἑβδομάδος, ὡς ἄλλοι λέγουσιν Εὐαγγελισταὶ, καὶ τῇ
τετράδι ὁ Ἰούδας συνέθετο τοῖς Ἰουδαίοις παραδοῦναι αὐτοῖς τὸν
Κύριον.
 {Ἀμμωνίου Πρεσβυτέρου.} Μὴ θορυβεῖσθε ἐὰν ἀποθάνω· τότε
γὰρ μᾶλλον αὔξει τὸ κήρυγμα, καὶ οἱ ἐξ ἐθνῶν πιστεύουσι· καὶ
μὴ ἀπιστεῖτε, καὶ γὰρ ἐν τῷ σίτῳ τούτῳ γίνεται· ὅταν παθὼν
ἀποθάνω, ἀνίσταμαι μετὰ πλείονος δόξης, μέλλουσι γὰρ πάντες
πιστεύειν εἰς ἐμὲ ὡς Θεόν.

Καινή Διαθήκη. Catena in epistulam i ad Corinthios (typus Vaticanus) (e


cod. Paris. gr. 227) P. 250, li.17

ἀγάπην.
 Ἄρα δὲ Ἄγγελοι διαλεγόμενοι πρὸς ἀλλήλους, ταύταις ταῖς
διαλέκτους διαλέγονται αἷς καὶ ἄνθρωποι· ὥστε τῶν Ἀγγέλων τινὰς
μὲν Ἕλληνας εἶναι τυχόν· τινὰς δὲ Ἑβραίους, καὶ ἄλλους Αἰγυ-
163

πτίους; ἢ τοῦτο ἄτοπον λέγειν περὶ τῶν ἄνω ἀγγελικῶν ταγμάτων;


μή ποτε οὖν ὥσπερ εἰσὶν ἐν ἀνθρώποις διάλεκτοι πολλαὶ, οὕτως εἰσὶ
καὶ ἐν Ἀγγέλοις· καὶ ἐὰν ὁ Θεὸς ἡμῖν χαρίσηται ἀπὸ τῆς ἀνθρωπί-
νης φύσεως ἐπὶ τὴν ἀγγελικὴν καταταγὴν, τοῦ Κυρίου μου Ἰησοῦ
Χριστοῦ ἐπαγγελίαν λέγοντος, “ἰσάγγελοι ἔσονται καὶ Υἱοὶ Θεοῦ,
“τῆς ἀναστάσεως υἱοὶ ὄντες,” οὐκ ἔτι χρησόμεθα διαλέκτῳ ἀν-
θρώπων, ἀλλὰ διαλέκτῳ τῇ ἀγγελικῇ· καὶ ὥσπερ ἄλλη διάλεκτος
παιδίων, καὶ ἄλλη τετρανωμένων τὴν φωνὴν, οὕτως πᾶσα ἐν ἀνθρώποις
διάλεκτος οἱονεὶ παιδίων ἐστὶν διάλεκτος· ἡ δὲ ἀγγελικὴ
οἱονεὶ ἀνδρῶν ἔστι τελείων καὶ τετρανωμένων· ἴσως δὲ κἀκεῖ κατὰ
τὴν ἀναλογίαν τῆς καταστάσεως καὶ διάλεκτοί εἰσιν· “ἐὰν” οὖν
“ταῖς διαλέκτους τῶν ἀνθρώπων λαλῶ, καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην
“δὲ μὴ ἔχω, γέγονα καλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον.” ὥσπερ
ὁ χαλκὸς ἠχῶν ἄσημον δίδωσι φωνήν· ὥσπερ τὸ κύμβαλον τὸ
ἀλαλάζον οὐδὲν τρανὸν, τὸν αὐτὸν τρόπον χωρὶς μὲν ἀγάπης
γλῶσσα κἂν Ἀγγέλων ἐν ἀνθρώποις καθ' ὑπόθεσιν ᾖ, ἀτρανωτός
ἐστιν· οὐδὲν γὰρ ποιεῖ τῶν ἀνθρώπων ἤτοι τῶν Ἀγγέλων τρανῆ καὶ

Καινή Διαθήκη. Catena in epistulam i ad Corinthios (typus Vaticanus) (e


cod. Paris. gr. 227) P. 250, li.19

διαλέκτους διαλέγονται αἷς καὶ ἄνθρωποι· ὥστε τῶν Ἀγγέλων τινὰς


μὲν Ἕλληνας εἶναι τυχόν· τινὰς δὲ Ἑβραίους, καὶ ἄλλους Αἰγυ-
πτίους; ἢ τοῦτο ἄτοπον λέγειν περὶ τῶν ἄνω ἀγγελικῶν ταγμάτων;
μή ποτε οὖν ὥσπερ εἰσὶν ἐν ἀνθρώποις διάλεκτοι πολλαὶ, οὕτως εἰσὶ
καὶ ἐν Ἀγγέλοις· καὶ ἐὰν ὁ Θεὸς ἡμῖν χαρίσηται ἀπὸ τῆς ἀνθρωπί-
νης φύσεως ἐπὶ τὴν ἀγγελικὴν καταταγὴν, τοῦ Κυρίου μου Ἰησοῦ
Χριστοῦ ἐπαγγελίαν λέγοντος, “ἰσάγγελοι ἔσονται καὶ Υἱοὶ Θεοῦ,
“τῆς ἀναστάσεως υἱοὶ ὄντες,” οὐκ ἔτι χρησόμεθα διαλέκτῳ ἀν-
θρώπων, ἀλλὰ διαλέκτῳ τῇ ἀγγελικῇ· καὶ ὥσπερ ἄλλη διάλεκτος
παιδίων, καὶ ἄλλη τετρανωμένων τὴν φωνὴν, οὕτως πᾶσα ἐν ἀν-
θρώποις διάλεκτος οἱονεὶ παιδίων ἐστὶν διάλεκτος· ἡ δὲ ἀγγελικὴ
οἱονεὶ ἀνδρῶν ἔστι τελείων καὶ τετρανωμένων· ἴσως δὲ κἀκεῖ κατὰ
τὴν ἀναλογίαν τῆς καταστάσεως καὶ διάλεκτοί εἰσιν· “ἐὰν” οὖν
“ταῖς διαλέκτους τῶν ἀνθρώπων λαλῶ, καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην
“δὲ μὴ ἔχω, γέγονα καλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον.” ὥσπερ
ὁ χαλκὸς ἠχῶν ἄσημον δίδωσι φωνήν· ὥσπερ τὸ κύμβαλον τὸ
ἀλαλάζον οὐδὲν τρανὸν, τὸν αὐτὸν τρόπον χωρὶς μὲν ἀγάπης
γλῶσσα κἂν Ἀγγέλων ἐν ἀνθρώποις καθ' ὑπόθεσιν ᾖ, ἀτρανωτός
ἐστιν· οὐδὲν γὰρ ποιεῖ τῶν ἀνθρώπων ἤτοι τῶν Ἀγγέλων τρανῆ καὶ
σαφῆ, ὡς ἡ ἀγάπη· ἀγάπης δὲ μὴ παρούσης, τὸ λαλούμενον οὐδέν
ἐστιν· τίς δὲ ἡ διαφορὰ τῆς γνώσεως καὶ τῆς τῶν μυστηρίων
164

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana Vol. 1, p. 204, li.16

φῇ γαμβρὸς νῦν διετέλει χηρείαν ἄγων θανούσης ἐκείνης. μίγνυ-


ται μὲν οὖν τῇ ῥηθείσῃ λάθρα τὸ πρῶτον, ἔπειτα καὶ σύζυγον
ἄγεται νόμιμον ἐς τοὐμφανές. καὶ ἵνα τἀν μέσῳ συντέμω, στεῤ-
ῥὰς καὶ μάλα βεβαίας ὁ Κράλης τὰς σπονδὰς ποιησάμενος καὶ
οἷαι κατὰ γνώμην ἦσαν τοῦ βασιλέως, ἐπάνεισι τὴν Σιμωνίδα
λαβὼν βρέφος οὖσαν τεσσαρακοντούτης τυγχάνων αὐτὸς καὶ τοῦ
βασιλέως καὶ πενθεροῦ καθ' ἡλικίαν προήκων πέντε ἔτεσιν ἔγ-
γιστα.
 ιʹ. Κατὰ δὲ τὸ ἐπιὸν ἔτος ἐς τὴν βασιλεύουσαν ἐπανήκοντι
τῷ βασιλεῖ πέμπουσί τινες τῶν ὑπὲρ τὸν Ἴστρον Μασσαγετῶν λα-
θραίαν πρεσβείαν· Ἀλανοὺς ἡ κοινὴ τούτους καλεῖ διάλεκτος·
οἳ δὴ καὶ Χριστιανοὶ τυγχάνοντες ἄνωθεν ἔπειτα τῇ βιαίᾳ χειρὶ
τῶν Σκυθῶν ὑπαχθέντες σώμασι μὲν ἐδούλευσαν ἄκοντες, τὴν
δὲ γνώμην αὐτονομίας ἀεὶ κατεβίβρωσκεν ἔφεσις καὶ τῶν ἀσεβῶν
ἀλλοτρίωσις. πέμπουσιν οὖν χῶρον ἀρκοῦντα ζητοῦντες εἰς οἴκη-
σιν ὑπὲρ τὰς δέκα χιλιάδας αὐτῶν βουλομένων ἐλθεῖν πανοικὶ,
εἴ γε βουλομένῳ εἴη καὶ βασιλεῖ, καὶ ἅμα συμμαχήσειν ὑπισχνού-
μενοι κατὰ τῶν Τούρκων ὅλαις χερσὶ, κραταιωθέντων ἤδη καὶ κα-
τατρεχόντων ἀδεῶς καὶ πορθούντων ὅλην τὴν τῶν Ῥωμαίων Ἀσίαν.  
τῷ μὲν οὖν βασιλεῖ παρὰ τοσοῦτον ἐφάνη τὰ τῆς πρεσβείας καθ'
ἡδονὴν, παρόσον ἂν εἰ θεόθεν ἐτύγχανε κατιοῦσα καὶ τὰ κατὰ

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 302, li.35

nomine leguntur apud Spengelium III 215, 3 – 17 et quae sub Georgii


Cheorobosci
nomine III 244, 4 – 10; sequuntur excerpta ex 244, 14 – 255, 18. Tum sic
pergit:
Ὅτι τὸ φιλεῖ νοεῖ λέγει φέρει φίλησι νόησι λέγησι φέρησι λέγουσι Ῥηγῖνοι·
καλεῖται
δὲ καὶ σχῆμα Ἰβύκειον ὑπὸ τῶν γραμματικῶν, διὰ τὸν μελοποιὸν δηλαδὴ
Ἴβυκον
φιλῳδήσαντα τοιαύτῃ γλώσσῃ· τὸ δὲ λάβῃ λάχῃ τὰ αὐθυπότακτα, ἐξ ὧν
λάβησι καὶ
λάχησιν οὐ τῶν Ῥηγίνων εἰσίν, ἀλλὰ τῶν Ἰώνων.  – Καὶ οὗτοι μὲν οἱ
τρόποι. Ἐπεὶ
165

δὲ ὁ τρόπος λέξεών ἐστι φράσις, εἴπωμεν καὶ τί ἐστι φράσις. Φράσις ἐστὶ
λόγος
etc. = Tryphonis de tropis apud Spengelium III 191, 3 – 13 (ἀναγκαῖον).
Τρίτον γλωσσῶν τε καὶ ἱστοριῶν.] Τὸ τρίτον μέρος τῆς γραμμα-
τικῆς ἐστιν ἡ σύντομος ἀπόδοσις ἤγουν ἀπόκρισις τῶν τε γλωσσῶν καὶ
ἱστο-
ριῶν. Ἰστέον δὲ ὅτι διαφέρει διάλεκτος γλώττης, ὅτι ἡ μὲν διάλεκτος
ἐμπε-
ριεκτική ἐστι γλωσσῶν [τε καὶ ἱστοριῶν]· Δωρὶς γὰρ διάλεκτος μία, ὑφ'
ἥν
εἰσι γλῶσσαι πολλαί, Ἀργείων, Λακώνων, Συρακουσίων, Μεςςηνίων,
Κοριν-  
θίων· καὶ Αἰολὶς μία, ὑφ' ἥν εἰσι γλῶσσαι πολλαί, Βοιωτῶν καὶ Λεσβίων
καὶ ἄλλων. Καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν διάλεκτοι μέν εἰσι πέντε, Ἰάς, Ἀτθίς,
Δωρίς,
Αἰολίς, κοινή, γλῶσσαι δὲ πολλαί. Συμβάλλεται δὲ ἡ γλῶσσα πρὸς ὀρθο-
γραφίαν καὶ ἐτυμολογίαν. Ἱστορία δέ ἐστι παλαιῶν πράξεων ἀφήγησις.
Διομήδους.  – Τρίτον γλωσσῶν τε καὶ ἱστ. etc. = Σd 14, 13 – 22.
Τέταρτον ἐτυμολογίας εὕρεσις.] Τὸ τέταρτον μέρος τῆς γραμ-
ματικῆς ἡ τοῦ ἐτύμου, τουτέστι τοῦ ἐν τῇ λέξει ἀληθοῦς, ἀνάπτυξις·
ἔτυμον γὰρ τὸ ἀληθές, καὶ ἡ ἐτυμολογία ἐν τῷ σημαινομένῳ τὸ ἀληθὲς

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 302, li.36

nomine III 244, 4 – 10; sequuntur excerpta ex 244, 14 – 255, 18. Tum sic
pergit:
Ὅτι τὸ φιλεῖ νοεῖ λέγει φέρει φίλησι νόησι λέγησι φέρησι λέγουσι Ῥηγῖνοι·
καλεῖται
δὲ καὶ σχῆμα Ἰβύκειον ὑπὸ τῶν γραμματικῶν, διὰ τὸν μελοποιὸν δηλαδὴ
Ἴβυκον
φιλῳδήσαντα τοιαύτῃ γλώσσῃ· τὸ δὲ λάβῃ λάχῃ τὰ αὐθυπότακτα, ἐξ ὧν
λάβησι καὶ
λάχησιν οὐ τῶν Ῥηγίνων εἰσίν, ἀλλὰ τῶν Ἰώνων.  – Καὶ οὗτοι μὲν οἱ
τρόποι. Ἐπεὶ
δὲ ὁ τρόπος λέξεών ἐστι φράσις, εἴπωμεν καὶ τί ἐστι φράσις. Φράσις ἐστὶ
λόγος
etc. = Tryphonis de tropis apud Spengelium III 191, 3 – 13 (ἀναγκαῖον).
Τρίτον γλωσσῶν τε καὶ ἱστοριῶν.] Τὸ τρίτον μέρος τῆς γραμμα-
τικῆς ἐστιν ἡ σύντομος ἀπόδοσις ἤγουν ἀπόκρισις τῶν τε γλωσσῶν καὶ
ἱστο-
166

ριῶν. Ἰστέον δὲ ὅτι διαφέρει διάλεκτος γλώττης, ὅτι ἡ μὲν διάλεκτος


ἐμπε-
ριεκτική ἐστι γλωσσῶν [τε καὶ ἱστοριῶν]· Δωρὶς γὰρ διάλεκτος μία, ὑφ'
ἥν
εἰσι γλῶσσαι πολλαί, Ἀργείων, Λακώνων, Συρακουσίων, Μεςςηνίων,
Κοριν-  
θίων· καὶ Αἰολὶς μία, ὑφ' ἥν εἰσι γλῶσσαι πολλαί, Βοιωτῶν καὶ Λεσβίων
καὶ ἄλλων. Καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν διάλεκτοι μέν εἰσι πέντε, Ἰάς, Ἀτθίς,
Δωρίς,
Αἰολίς, κοινή, γλῶσσαι δὲ πολλαί. Συμβάλλεται δὲ ἡ γλῶσσα πρὸς ὀρθο-
γραφίαν καὶ ἐτυμολογίαν. Ἱστορία δέ ἐστι παλαιῶν πράξεων ἀφήγησις.
Διομήδους.  – Τρίτον γλωσσῶν τε καὶ ἱστ. etc. = Σd 14, 13 – 22.
Τέταρτον ἐτυμολογίας εὕρεσις.] Τὸ τέταρτον μέρος τῆς γραμ-
ματικῆς ἡ τοῦ ἐτύμου, τουτέστι τοῦ ἐν τῇ λέξει ἀληθοῦς, ἀνάπτυξις·
ἔτυμον γὰρ τὸ ἀληθές, καὶ ἡ ἐτυμολογία ἐν τῷ σημαινομένῳ τὸ ἀληθὲς
καταλαμβάνει, ὡς ἐν τῷ οὐρανός λέγομεν, οὐρανὸς γὰρ ὅρος τίς ἐστιν.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 309, li.7

προσῳδίαν καὶ κατὰ διαστολήν· καὶ προσῳδία μὲν ὁ τόνος, διαστολὴ


δὲ ἡ στιγμή.
Τὰ γὰρ μὴ παρὰ τὴν τούτων γινόμενα παρατήρησιν.] Ἡ
παρά ἐνταῦθα ἐπὶ πλησιασμοῦ εἴρηται· ἡ γὰρ παρὰ πρόθεσις σημαίνει  
καὶ ἐγγύτητα, τουτέστι τὰ μὴ ἐγγὺς τούτων καὶ κατὰ τὴν αὐτῶν παρα-
τήρησιν γινόμενα ἀναγνώσματα· σημαίνει καὶ χωρισμόν, ὡς ἐὰν εἴπῃ τις
ἐπὶ χωρισμοῦ «πάντες συνήχθησαν ἐν τῇ διατριβῇ παρὰ τόνδε», τουτέστι
χωρὶς τοῦδε· καὶ πάλιν ἐπὶ πλησιασμοῦ «πάντες συνήχθησαν παρὰ
τόνδε», ἀντὶ τοῦ ἐγγὺς τοῦδε. Ἐνταῦθα etc. = Σv 174, 18 – 24.
Πόσοι τρόποι τῆς ἀναγνώσεως; Δυοκαίδεκα· ἀναλογία, ἐτυμολογία,
συναλοιφή, διάλεκτος, ἱστορία, γραφή, σημαινόμενον, φράσις,
μετάληψις στοιχείου, ἀδιάφορος τρόπος, μέτρον καὶ συνήθεια.
Τί ἐστιν ἀναλογία; Ἡ τῶν ὁμοίων παράθεσις, δι' ἧς συνίστανται οἱ τῶν
ὀνο-
μάτων καὶ ῥημάτων κανόνες. Ἄλλως· ἡ τὸ πολυσχιδὲς τῶν ἀνθρώπων
φθέγμα
συντόμως παραδιδοῦσα.
Τί ἐστιν ἐτυμολογία; Ἀνάπτυξις τῶν λέξεων ἁρμόζουσα τῇ φωνῇ, δι' ἧς
καὶ
τὸ ἀληθὲς σαφηνίζεται. Πόθεν ἐτυμολογία; Παρὰ τὸ ἐτύμως λέγειν
ἤγουν ἀληθῶς, ἐξ οὗ καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν ἐτήτυμον.
167

Τί ἐστι συναλοιφή; Συνέλευσις καὶ συμφωνία δύο συλλαβήν.


Ἄλλως· δύο συλλαβῶν κατὰ φωνήεντος ἕνωσις καταβολῇ τόνων.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 309, li.23

τὸ ἀληθὲς σαφηνίζεται. Πόθεν ἐτυμολογία; Παρὰ τὸ ἐτύμως λέγειν


ἤγουν ἀληθῶς,
ἐξ οὗ καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν ἐτήτυμον.
Τί ἐστι συναλοιφή; Συνέλευσις καὶ συμφωνία δύο συλλαβήν.
Ἄλλως· δύο συλλαβῶν κατὰ φωνήεντος ἕνωσις καταβολῇ τόνων. Κατὰ
πόσους τρό-
πους γίνεται ἡ συναλοιφή; Κατὰ ἑπτά, ἁπλοῦς μὲν τρεῖς· κατὰ θλῖψιν, ὡς
τὸ ἐπ' ἐμέ
ἀντὶ τοῦ ἐπὶ ἐμέ, κατὰ κρᾶσιν, οἷον τἀμά ἀντὶ τοῦ τὰ ἐμά, καὶ κατὰ
συναίρεσιν,
οἷον Νηρῇδες ἀντὶ τοῦ Νηρηΐδες· συνθέτους δὲ τέσσαρας· κατὰ θλῖψιν
καὶ κρᾶσιν,
οἷον κἀγώ ἀντὶ τοῦ καὶ ἐγώ, κατὰ θλῖψιν καὶ συναίρεσιν, οἷον ὡπόλος
ἀντὶ τοῦ ὁ
αἰπόλος, κατὰ κρᾶσιν καὶ συναίρεσιν, οἷον τοὐμόν ἀντὶ τοῦ τὸ ἐμόν, καὶ
κατὰ θλῖψιν
καὶ κρᾶσιν καὶ συναίρεσιν, οἷον ἐν τᾀθιοπίᾳ ἀντὶ τοῦ ἐν τῇ Αἰθιοπίᾳ.
Τί ἐστι διάλεκτος; Ἰδίωμα γλώττης. Τί ἐστι γλῶσσα; Εἶδος διαλέκτου.
Πόθεν
γλῶσσα; Ἀπὸ τοῦ κλώθω κλώσω κλῶσα καὶ γλῶσσα διπλασιασμῷ τοῦ ς
καὶ τροπῇ
τοῦ κ εἰς γ· ἢ ἀπὸ τοῦ γνώσω γνῶσα καὶ γλῶσσα τροπῇ τοῦ ν εἰς λ καὶ
διπλασιασμῷ
τοῦ ς, ἡ τὰ τῆς γνώσεως ἐξαγγέλλουσα. Πόσα σημαίνει γλῶσσα; Τρία· τὸ
σῶμα,
τὴν διάλεκτον καὶ τὸ ἀπεξενωμένον τῶν λέξεων. Πόσαι γλῶσσαι;
Πολλαί. Πόσαι
διάλεκτοι; Πέντε· Ἰάς, ἤγουν ἡ τῶν Ἰώνων, Ἀτθὶς ἡ τῶν Ἀθηναίων,
Δωρὶς ἡ
τῶν Λακεδαιμονίων, Αἰολὶς ἡ τῶν Βοιωτῶν, ἤγουν τῶν Θηβαίων, καὶ
κοινή, ᾗτινι
πάντες χρώμεθα κοινῶς. Πόθεν ἐκλήθη Ἰάς; Ἀπὸ Ἴωνος τοῦ υἱοῦ
Κρεούσης τῆς
Ἐρεχθέως θυγατρός. Πόθεν ἐκλήθη Αἰολίς; Ἀπὸ Αἰόλου υἱοῦ Ἕλληνος.
Πόθεν
168

ἐκλήθη Ἀτθίς; Ἀπὸ Ἀτθίδος τῆς Κραναοῦ θυγατρός. Πόθεν ἐκλήθη


Δωρίς; Ἀπὸ
Δώρου παιδὸς Ἕλληνος· περὶ ὧν προϊόντες πλατύτερον διδάξομεν.
Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia
Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 454, li.15

ἀναλόγως ἔχῃ, ὡς τὸ πτερύγος· ὤφειλε γὰρ πτέρυγος κατὰ τὴν ἀνα-


λογίαν, ἀλλ' ἐπεκράτησε παρὰ τῶν παλαιῶν γραμματικῶν οὕτως ἀνα-
γινώσκεσθαι.
Κατὰ προσῳδίαν·] οἷον κατὰ τέχνην, κατὰ τόνους, χρόνους,
πνεύματα, πάθη. Προσῳδία δέ ἐστι τόνος, πρὸς ὃν ᾄδομεν καὶ τὴν
φωνὴν εὐρυτέραν ποιοῦμεν, ἢ τόνος φωνῆς κατὰ διάλεκτον ἢ κατὰ
ἀναλογίαν κατορθούμενος· ἢ προσῳδία ἐστὶ ποιὰ σημείωσις
ἀδιαστρόφου
φωνῆς λεκτικῆς καὶ ἐμμέτρου· λέγεται δὲ προσῳδία παρὰ τὸ προσᾴδειν
ἤγουν ἁρμόζεσθαι τῇ ὑποκειμένῃ λέξει.
Τρόποι δὲ ἀναγνώσεως ιβʹ· ἀναλογία, ἐτυμολογία, συναλοιφή, διά-
λεκτος, ἱστορία, τραφή, μέτρον, συνήθεια, σημαινόμενον, ἀντέμφασις
ἤγουν ἀντιδιαστολή, μετάληψις στοιχείων καὶ διαφορὰ τόπων.  – Καὶ
ἀναλογία μέν ἐστιν ἡ τῶν τεχνικῶν κανόνων ἀπόδοσις ἐκ παραθέσεως
τοῦ ὁμοίου γενομένη, ὡς ἐπὶ τοῦ αὐλῶ ηὔλουν· πᾶν γὰρ ῥῆμα ἐνεστῶ-
τος χρόνου ἀπὸ διφθόγγου ἀρχόμενον κατὰ παρεληλυθότα χρόνον πά-
λιν ἀπὸ διφθόγγου ἄρχεται· καὶ τὸ πηρός ὀξυτόνως δεῖ ἀναγινώσκειν,
ὡς τὸ πηλός.  – Ἐτυμολογία δὲ σύντομος καὶ ἀληθὴς τοῦ ζητήματος
ἀπόδοσις, παρὰ τὸ ἔτυμον, ὃ σημαίνει τὸ ἀληθές ἢ ἐπισημασία ἐπὶ τῶν
πλείστων τὸ πιθανὸν ἔχουσα· οὐ γὰρ ἐπὶ πάντων ἔστιν αὐτὴν εὑρεῖν·
οἷον σπυρίς, πυρὶς γάρ ἐστιν, ἡ πυρῶν δεκτική, καὶ μέροψ ὁ ἄνθρωπος,
ὁ μεμερισμένην ἔχων τὴν ὄπα ἤγουν τὴν φωνήν, καὶ ἵππος ὁ τοῖς

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 454, li.32

ἀπόδοσις, παρὰ τὸ ἔτυμον, ὃ σημαίνει τὸ ἀληθές ἢ ἐπισημασία ἐπὶ τῶν


πλείστων τὸ πιθανὸν ἔχουσα· οὐ γὰρ ἐπὶ πάντων ἔστιν αὐτὴν εὑρεῖν·
οἷον σπυρίς, πυρὶς γάρ ἐστιν, ἡ πυρῶν δεκτική, καὶ μέροψ ὁ ἄνθρωπος,
ὁ μεμερισμένην ἔχων τὴν ὄπα ἤγουν τὴν φωνήν, καὶ ἵππος ὁ τοῖς
ποσὶν ἱέμενος, καὶ κύων παρὰ τὸ κυνεῖν καὶ σαίνειν, καὶ αἴξ παρὰ τὸ
ᾄσσειν τουτέστιν ἄττειν καὶ ὁρμᾶν· ὥσπερ ἐπὶ τοῦ Ψ 34 κοτυλήρυτον·
οὐ προφερόμεθα γὰρ τὸ ρ δασέως, ἀλλὰ ψιλῶς· οὐκ ἔστι γὰρ ἡ σύνθεσις
ἀπὸ τοῦ ῥυτόν, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ἀρύω, ὅπερ ἔχει τὸ ρ ψιλούμενον.  –  
Συναλοιφὴ δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ Η 161 οἱ δ' ἐννέα πάντες ἀνέσταν,
169

ψιλῶς τοῦ ἐννέα προφερομένου, ἐπειδὴ ἡ συναλοιφὴ δηλοῖ, ὅτι ψιλοῦ-


ται· ἐπ' ἐννέα γὰρ λέγομεν.  – Διάλεκτος δέ ἐστι γλώττης ἰδίωμα, ὡς
ἐπὶ τοῦ μείλιχος ὀνόματος· μέλλιχος γάρ φασιν Αἰολεῖς· καὶ τὸ ἄμμες
ψιλῶς προφερόμεθα ὡς Αἰολικόν.  – Ἱστορία δὲ ἡ τῶν παλαιῶν χρῆσις·
πολλάκις δὲ αὕτη ἐναντιοῦται διαλέκτῳ· τοῦ γὰρ χίλιοι πληθυντι-
κοῦ ὀνόματος ἀπαιτοῦντος τὴν ει δίφθογγον, καθὼς ἡ διάλεκτος –   
χέλλιοι γάρ φασιν Αἰολεῖς – ἡ ἱστορία ἐναντιουμένη διὰ μόνου τοῦ ι
γράφει.  – Γραφὴ δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ ΔΜΩΑΣ· ὅπου μὲν γὰρ θηλυκόν
ἐστι, καὶ πρόσκειται τὸ ι καὶ ὀξύνεται, ὅπου δὲ ἀρσενικόν, χωρὶς τοῦ ι
καὶ βαρύνεται.  – Μέτρον δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ β 119. τ 542 ἐυπλοκα-
μῖδες Ἀχαιαί· ἐκ γὰρ τοῦ μέτρου γινώσκομεν, ὅτι κατὰ διάστασίν
ἐστι τὸ ευ.  – Συνήθεια δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ Δ 64 Ἀθηναίῃ ἐπιτεῖλαι

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 454, li.36

ποσὶν ἱέμενος, καὶ κύων παρὰ τὸ κυνεῖν καὶ σαίνειν, καὶ αἴξ παρὰ τὸ
ᾄσσειν τουτέστιν ἄττειν καὶ ὁρμᾶν· ὥσπερ ἐπὶ τοῦ Ψ 34 κοτυλήρυτον·
οὐ προφερόμεθα γὰρ τὸ ρ δασέως, ἀλλὰ ψιλῶς· οὐκ ἔστι γὰρ ἡ σύνθεσις
ἀπὸ τοῦ ῥυτόν, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ἀρύω, ὅπερ ἔχει τὸ ρ ψιλούμενον.  –  
Συναλοιφὴ δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ Η 161 οἱ δ' ἐννέα πάντες ἀνέσταν,
ψιλῶς τοῦ ἐννέα προφερομένου, ἐπειδὴ ἡ συναλοιφὴ δηλοῖ, ὅτι ψιλοῦ-
ται· ἐπ' ἐννέα γὰρ λέγομεν.  – Διάλεκτος δέ ἐστι γλώττης ἰδίωμα, ὡς
ἐπὶ τοῦ μείλιχος ὀνόματος· μέλλιχος γάρ φασιν Αἰολεῖς· καὶ τὸ ἄμμες
ψιλῶς προφερόμεθα ὡς Αἰολικόν.  – Ἱστορία δὲ ἡ τῶν παλαιῶν χρῆσις·
πολλάκις δὲ αὕτη ἐναντιοῦται διαλέκτῳ· τοῦ γὰρ χίλιοι πληθυντι-
κοῦ ὀνόματος ἀπαιτοῦντος τὴν ει δίφθογγον, καθὼς ἡ διάλεκτος –   
χέλλιοι γάρ φασιν Αἰολεῖς – ἡ ἱστορία ἐναντιουμένη διὰ μόνου τοῦ ι
γράφει.  – Γραφὴ δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ ΔΜΩΑΣ· ὅπου μὲν γὰρ θηλυκόν
ἐστι, καὶ πρόσκειται τὸ ι καὶ ὀξύνεται, ὅπου δὲ ἀρσενικόν, χωρὶς τοῦ ι
καὶ βαρύνεται.  – Μέτρον δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ β 119. τ 542 ἐυπλοκα-
μῖδες Ἀχαιαί· ἐκ γὰρ τοῦ μέτρου γινώσκομεν, ὅτι κατὰ διάστασίν
ἐστι τὸ ευ.  – Συνήθεια δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ Δ 64 Ἀθηναίῃ ἐπιτεῖλαι
ἀντὶ τοῦ προστακτικοῦ γὰρ τοῦ ἐπίτειλον τὸ ἐπιτεῖλαι παραλαμβανό-
μενόν ἐστιν, ἐπειδὴ ἔχει ἔθος ὁ ποιητὴς ἀπαρεμφάτοις ἀντὶ προστακτι-
κῶν χρῆσθαι.  – Σημαινόμενον δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ Δ 539 ἔνθα κεν
οὔ κέ τι· τὸ γὰρ σημαινόμενον οὐκ ἐᾷ ἡμᾶς ὡς δύο λέξεις

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 463, li.26
170

τὸ γὰρ τριχάϊκες οὕτω τινὲς ἐξεδέξαντο, ἐκ τριῶν ὁρμηθέντες πόλεων·


ὥστε καὶ τοὺς Πελασγοὺς Δωριεῖς λέγεσθαι. Αἴολος δὲ καταδραμὼν εἰς
τὴν Θετταλίαν πάντας ἐποίησεν Αἰολεῖς κληθῆναι· ἀπὸ δὲ τῆς τούτου
θυγατρὸς παῖς γίνεται Βοιωτός, ἀφ' οὗ Βοιωτοὶ ὠνομάσθησαν, τῇ χώρᾳ
ἐγχρονίσαντες. Καὶ Λέσβιοι δὲ Αἰολεῖς εἰσι διὰ τὸ συναπῳκίσθαι εἰς
ταύτην Ὀρέστην τὸν Ἀγαμέμνονος παῖδα. Ὁ δὲ Ἴων τῆς Ἀττικῆς
ἐπικρατήσας ταύτην Ἰωνίαν ἐποίησε λέγεσθαι, πρότερον καλουμένην Ἀτ-
τικήν· οἱ δ' ἀποικίσαντες Ἰκάριον μετὰ Νηλέως τοῦ Κόδρου ἔτρεψαν μὲν
τὴν ἰδίαν διάλεκτον, τὸ δὲ ὄνομα μέχρι τοῦ νῦν φυλάττουσιν. Τὴν δὲ
κοινὴν ἀπὸ τῶν τεσσάρων λέγουσι πεποιῆσθαι, κακῶς· καὶ γὰρ Ὅμηρος
τοῖς τέτταρσι χρῆται, καὶ οὐ παρὰ τοῦτο κοινή ἐστιν αὐτοῦ ἡ διάλεκτος·
τό τε γὰρ ἔρος καὶ ἄμμες Αἰολικόν· ἔστι δὲ καὶ τὸ ἐσσεῖται καὶ τὸ εἶ Δω-
ρικόν· ἐπὶ τὸ πλεῖστον δὲ Αἰολικῷ χρῆται τύπῳ. Ταύτῃ δὲ οὔ φαμεν
αὐτὸν κεχρῆσθαι. Τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον οὐχὶ εἰ αἰολικῶς τινα ἢ δω-
ρικῶς προφερόμεθα, εὐθέως ἂν γένοιτο κοινή.
[Παραγγέλματα συντελοῦντα εἰς ὀρθογραφίαν.
Περὶ τοῦ βάλλω βαλῶ, ἤγουν περὶ τῶν δύο λ καὶ μή.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 469, li.28

δ' ἑξείης πίσυρες ῥέον· τὸ γὰρ πίσυρες ὅτι τέσσαρες δηλοῖ, ἐν ἄλλῳ
τόπῳ διασαφεῖ λέγων χ 110 seq ἔνθα τέσσαρα μὲν σάκε' εἵλετο ...
Καὶ πίσυρας κυνέας· τέσσαρες γὰρ οἱ ὁπλισθῆναι μέλλοντες. Τέταρ-
τον ἐξ ἀντιφραζομένου, Α 106 seq
μάντι κακῶν, οὔ πώ ποτέ μοι τὸ κρήγυον εἶπας·
αἰεί τοι τὰ κάκ' ἐστὶ φίλα φρεσὶ μαντεύεσθαι·
ἐκ γὰρ τοῦ κακά τὸ κρήγυον δηλοῦται ἀγαθὸν εἰρῆσθαι ἢ ἀληθές, ὥς
τισι δοκεῖ. Πέμπτον κατὰ ἱστορίαν, ὡς τὸ Α 39 Σμινθεῦ, εἴ ποτέ
τοι· δεῖ γὰρ ἡμᾶς ἀναλῦσαι τὴν ἱστορίαν τοῦ Σμινθίου.
Ἐκ τοῦ εἴδους δὲ τὸ γένος βούλεται δηλῶσαι· εἶδος γὰρ ἡ γλῶττα
τῆς διαλέκτου, καὶ ἐν ταῖς διαλέκτοις αἱ γλῶτται· διάλεκτος δέ ἐστι
φω-
νῆς εἶδος. Δεῖ γὰρ γινώσκειν, ὅτι καθ' ἑκάστην διάλεκτον εἰσὶ γλῶτται
πολλαί, ὡς ὑπὸ μὲν τὴν Δωρίδα ἡ τῶν Λακώνων καὶ Ἀργείων καὶ
Σπαρτιατῶν καὶ Μεςςηνίων καὶ Κορινθίων καὶ Σικελῶν καὶ Θηβαίων
καὶ ὅσοι ἀπὸ τούτων μετοικίας ἔσχον, ὑπὸ δὲ τὴν Αἰολίδα [ὡς] ἡ Βοιω-
τιακή, ᾗ κέχρηται Κόριννα, καὶ Λεσβίων, ᾗ κέχρηται Σαπφώ· τὸν αὐτὸν
δὲ τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων. Εἰπὼν οὖν τὰ εἴδη συμπεριείληφε καὶ
τὰ γένη· οὐ γὰρ ταὐτὸν εἰδέναι τὴν Δωρίδα καὶ τὰ εἴδη τῆς Δωρίδος·
ἡ μὲν γὰρ Δωρὶς διάλεκτος ἰδίως ἔχει τινὰ κοινὰ θεωρήματα, αἱ δὲ  
171

ταύτης γλῶτται παρὰ τὴν συνήθειαν καὶ ἰδιάζουσιν· ὡς Δώριον μὲν


λέγειν τοὺς τέσσαρας τέτορας, Συρακουσίων δὲ ἴδιον τὸ λέγειν τοὺς

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 469, li.36

τοι· δεῖ γὰρ ἡμᾶς ἀναλῦσαι τὴν ἱστορίαν τοῦ Σμινθίου.


Ἐκ τοῦ εἴδους δὲ τὸ γένος βούλεται δηλῶσαι· εἶδος γὰρ ἡ γλῶττα
τῆς διαλέκτου, καὶ ἐν ταῖς διαλέκτοις αἱ γλῶτται· διάλεκτος δέ ἐστι
φω-
νῆς εἶδος. Δεῖ γὰρ γινώσκειν, ὅτι καθ' ἑκάστην διάλεκτον εἰσὶ γλῶτται
πολλαί, ὡς ὑπὸ μὲν τὴν Δωρίδα ἡ τῶν Λακώνων καὶ Ἀργείων καὶ
Σπαρτιατῶν καὶ Μεςςηνίων καὶ Κορινθίων καὶ Σικελῶν καὶ Θηβαίων
καὶ ὅσοι ἀπὸ τούτων μετοικίας ἔσχον, ὑπὸ δὲ τὴν Αἰολίδα [ὡς] ἡ Βοιω-
τιακή, ᾗ κέχρηται Κόριννα, καὶ Λεσβίων, ᾗ κέχρηται Σαπφώ· τὸν αὐτὸν
δὲ τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων. Εἰπὼν οὖν τὰ εἴδη συμπεριείληφε καὶ
τὰ γένη· οὐ γὰρ ταὐτὸν εἰδέναι τὴν Δωρίδα καὶ τὰ εἴδη τῆς Δωρίδος·
ἡ μὲν γὰρ Δωρὶς διάλεκτος ἰδίως ἔχει τινὰ κοινὰ θεωρήματα, αἱ δὲ  
ταύτης γλῶτται παρὰ τὴν συνήθειαν καὶ ἰδιάζουσιν· ὡς Δώριον μὲν
λέγειν τοὺς τέσσαρας τέτορας, Συρακουσίων δὲ ἴδιον τὸ λέγειν τοὺς
τέσσαρας πίσυρας.
Ἱστορία δὲ διττῶς λέγεται καὶ γὰρ τὴν διήγησιν τῶν πάλαι πραγ-
μάτων ἱστορίαν φαμέν, καὶ τὴν τῶν παλαιῶν χρῆσιν· τῶν γὰρ γραμμα-
τικῶν τινὲς λέγονται ἱστορικοί, τινὲς δὲ βιβλιακοί· καὶ οἱ μὲν βιβλιακοὶ
ἐλέγοντο, ὅτι οὐκ ἀπεδίδοσαν λόγον, ἀλλ' ἔλεγον, ὅτι οὕτως ἔχει τὰ
βιβλία· ἱστορικοὶ δὲ ὅσοι ἔλεγον, ὅτι οὕτως ἔγραψεν ἢ ἀνέγνω Ἀρίσταρ-
χος. Οὐχ ὥσπερ δὲ τὰς διαλέκτους πάσας ὀφείλει ὁ γραμματικὸς εἰδέναι,

οὕτω καὶ πᾶσαν ἱστορίαν, ἀλλὰ τὴν τετριμμένην·

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 486, li.22

σματος βαινομένου· ἀλλ' ἐπειδὴ τὸ μὲν γ οὐδέποτε προηγεῖται τοῦ δ


ἐν τῇ ἀρχούσῃ, ἀλλ' ἐν τῷ μέσῳ, οἷον ὀγδόη, τὸ δὲ β καὶ ἐν τῷ μέσῳ
καὶ ἐν τῇ ἀρχούσῃ, τούτου χάριν ὡς πλείονας συντάξεις καταδεξάμενον
προετάγη αὐτοῦ.
Μετὰ δὲ τὰ μέσα παρελήφθη τὸ ε· ἐπειδὴ γὰρ ἐκ τῶν διχρόνων
παρελήφθη τὸ α, ἔδει τι καὶ ἐκ τῶν ἄλλων παραληφθῆναι εἰδῶν, του-
172

τέστι μακρῶν καὶ βραχέων· ἀλλ' ἐπειδὴ τὰ μακρὰ μεταγενέστερά ἐστι


τῶν βραχέων, ὑπελείποντο τὰ βραχέα. Τούτων ὤφειλε παραλαμβάνε-
σθαι τὸ ε ἢ τὸ ο· παρελήφθη δὲ τὸ ε διὰ τὴν συγγένειαν τοῦ α· πολ-
λὴν γὰρ συγγένειαν ἔχει τὸ ε πρὸς τὸ α καὶ γὰρ πολλάκις τὸ α εἰς
ε τρέπεται, ὥσπερ καὶ ἡ Αἰολέων διάλεκτος ποιεῖ τὸ λεγόμεθα λεγό-
μεθεν λέγουσα· καὶ τὸ ε δὲ πολλάκις εἰς α τρέπεται, ὥσπερ ἡ Δωρὶς
διάλεκτος ποιεῖ τὸ τρέχω τράχω λέγουσα· ἐπειδὴ οὖν συγγένειαν ἔχει
πολλὴν τὸ ε πρὸς τὸ α, εὐλόγως οὐκ ἄλλο φωνῆεν ἀλλὰ τὸ ε μετὰ τὸ
α παρελήφθη.
Μετὰ δὲ τοῦτο τὸ ζ, ἐπειδὴ συγγένειαν ἔχει πρὸς τὸ δ, ὡς ἐν τῷ
θερίζω θερίσδω.
Μετὰ δὲ τὸ ζ τὸ η, πολλὴν γὰρ συγγένειαν ἔχει πρὸς τὸ α καὶ τὸ
ε· καὶ μαρτυρεῖ ὁ παρατατικὸς πῇ μὲν τὸ ἐν τῷ ἐνεστῶτι α εἰς η τρέ-
πων, πῇ δὲ τὸ ε εἰς η· ἐπεὶ οὖν συγγένειαν ἔχει μετὰ τοῦ α καὶ ε,
εὐλόγως μετ' αὐτὰ τέτακται.  

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 486, li.24

καὶ ἐν τῇ ἀρχούσῃ, τούτου χάριν ὡς πλείονας συντάξεις καταδεξάμενον


προετάγη αὐτοῦ.
Μετὰ δὲ τὰ μέσα παρελήφθη τὸ ε· ἐπειδὴ γὰρ ἐκ τῶν διχρόνων
παρελήφθη τὸ α, ἔδει τι καὶ ἐκ τῶν ἄλλων παραληφθῆναι εἰδῶν, του-
τέστι μακρῶν καὶ βραχέων· ἀλλ' ἐπειδὴ τὰ μακρὰ μεταγενέστερά ἐστι
τῶν βραχέων, ὑπελείποντο τὰ βραχέα. Τούτων ὤφειλε παραλαμβάνε-
σθαι τὸ ε ἢ τὸ ο· παρελήφθη δὲ τὸ ε διὰ τὴν συγγένειαν τοῦ α· πολ-
λὴν γὰρ συγγένειαν ἔχει τὸ ε πρὸς τὸ α καὶ γὰρ πολλάκις τὸ α εἰς
ε τρέπεται, ὥσπερ καὶ ἡ Αἰολέων διάλεκτος ποιεῖ τὸ λεγόμεθα λεγό-
μεθεν λέγουσα· καὶ τὸ ε δὲ πολλάκις εἰς α τρέπεται, ὥσπερ ἡ Δωρὶς
διάλεκτος ποιεῖ τὸ τρέχω τράχω λέγουσα· ἐπειδὴ οὖν συγγένειαν ἔχει
πολλὴν τὸ ε πρὸς τὸ α, εὐλόγως οὐκ ἄλλο φωνῆεν ἀλλὰ τὸ ε μετὰ τὸ
α παρελήφθη.
Μετὰ δὲ τοῦτο τὸ ζ, ἐπειδὴ συγγένειαν ἔχει πρὸς τὸ δ, ὡς ἐν τῷ
θερίζω θερίσδω.
Μετὰ δὲ τὸ ζ τὸ η, πολλὴν γὰρ συγγένειαν ἔχει πρὸς τὸ α καὶ τὸ
ε· καὶ μαρτυρεῖ ὁ παρατατικὸς πῇ μὲν τὸ ἐν τῷ ἐνεστῶτι α εἰς η τρέ-
πων, πῇ δὲ τὸ ε εἰς η· ἐπεὶ οὖν συγγένειαν ἔχει μετὰ τοῦ α καὶ ε,
εὐλόγως μετ' αὐτὰ τέτακται.  – Διὰ τί τὸ η πρὸ τοῦ τ ψιλοῦται, ἐν
δὲ τῷ ἧτα τῷ ὀνόματι τοῦ στοιχείου δασύνεται;

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


173

Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 498, li.28

ἑαυτοῦ δύναμιν ἐπὶ τοῦ ο, ὡς ἐπὶ τοῦ ε τοῦ συγγενοῦς. Διὰ τοι-
ούτων λόγων ὁ Ἡρωδιανὸς ἀποστρέψας τὴν τοῦ πατρὸς δόξαν ἐπιφέρει
τοιαύτην δικαιολογίαν, δεικνὺς τὸ ε βραχύτερον· λέγει δὲ τοιοῦτον κα-
νόνα, ὅτι πᾶσα κλητικὴ τὸν ἴσον χρόνον θέλει ἔχειν τῆς ἰδίας εὐθείας
ἢ ἐλάττονα, οὐδέποτε δὲ μείζονα· ἐπὶ δὲ τῆς εἰς ος τρέπει αὐτὸ εἰς ε.
Πότε ἰσοχρονεῖ τῇ εὐθείᾳ ἡ κλητική, καὶ πότε οὔ; Ἡνίκα ἡ εὐθεῖα οὐ
μεταβάλλει τὸ φωνῆεν αὐτῆς, ἰσοχρονεῖ τῇ κλητικῇ, ἡνίκα δὲ μεταβάλ-
λει, ἐλάττονα χρόνον ἔχει ἡ κλητική. Ἐπεὶ οὖν εὑρίσκεται ἐπὶ τῶν
εἰς ος τρεπόμενον τὸ τελικὸν τῆς εὐθείας εἰς ε, βραχύτερόν ἐστι τοῦ ο
τὸ ε. Ἀλλὰ καὶ ἐκ διαλέκτων· ἡ γὰρ Αἰολὶς διάλεκτος διπλασιάζουσα
τὰ σύμφωνα τὰ προκείμενα φωνήεντα συστέλλει εἰς ἥσσονα· τὸ πενθή-
σεις πενθέςςεις φησίν· εἰ οὖν τὸ τοσοῦτον λέγει τεςςοῦτον, δῆλον
ὅτι ὡς ἐκ μείζονος εἰς ἐλάττονα συστολὴν ποιεῖται. Ἀλλὰ καὶ αἱ ἑνι-
καὶ γενικαὶ μείζονα τέλη ἔχουσι τῶν πληθυντικῶν εὐθειῶν, οἷον Ῥοδίου
Ῥόδιοι, λιθίνης λίθιναι· εἴπερ οὖν ἐξελέξατο ἡ μὲν ἑνικὴ γενικὴ τὸ ο,
ἡ δὲ πληθυντικὴ εὐθεῖα τὸ ε, ὡς ἐν τῷ Αἴαντος Αἴαντες, δῆλον ὡς
ἔλαττον καὶ μᾶλλον συνεσταλμένον ἐστὶ τὸ ε τοῦ ο.  

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 544, li.13

ἐπειδὴ αὗται αἱ γενικαὶ ἔχουσι καταλήγουσαν ἁρμόζουσαν εὐθείᾳ· ἡ δὲ


εἰς τὴν ου δίφθογγον γενικὴ οὐ συντίθεται κατὰ τὸ τέλος, ἐπειδὴ οὐκ
ἔχει καταλήγουσαν ἁρμόζουσαν εὐθείᾳ· ὁμοίως δὲ οὔτε αἰτιατικὴ οὔτε
δοτική· τὸ γὰρ ἀλλήλοις καὶ ἀλλήλους καὶ ἐμαυτῷ καὶ ἐμαυτόν συν-
τεθέντα ἀπὸ δοτικῆς καὶ αἰτιατικῆς οὐκ ἀντίκειται ἡμῖν, ἐπεὶ οὐκ
ἔχοντα εὐθεῖαν οὐ ποιοῦνται ἀναδρομὴν εἰς τὴν εὐθεῖαν. Τὸ γυναιμα-
νής μέντοι ἐκ τοῦ γυναικομανής συνεκόπη· τὸ βακχέβακχος τροπῇ γέ-
γονε τοῦ ο εἰς ε.  – Πᾶν δὲ μέρος λόγου συντίθεται, δίχα ἄρθρου καὶ
ἀντωνυμίας καὶ συνδέσμου· μόνον ὅτι ἐν ἄρθρῳ ἕν γέ ἐστι τὸ συν-
τιθέμενον ἐν τῷ λέγειν ταὐτότης, καὶ ἐν ἀντωνυμίαις ἐν τρίτῳ προσώπῳ
τὸ αὐτοδιάλεκτος· συνδέσμου δὲ οὐδὲ μίαν εὑρίσκομεν σύνθεσιν.
Ὥσπερ
δὲ ἐπὶ τῶν ἄλλων εἰδῶν ἦν τινα μὲν φωνῇ μόνῃ καὶ οὐ σημαινομένῳ,
οὕτω καὶ ἐπὶ τῶν συνθέτων· τὸ μὲν γὰρ μισάνθρωπος κυρίως σύνθετον,
τὸ δὲ Ἀγαμέμνων καὶ Φίλιππος καὶ ἁπλῶς ὅσα ἐστὶν ἐν κυρίοις σύν-
θετα, φωνῇ μόνῃ καὶ οὐ σημασίᾳ τὴν σύνθεσιν ἀνεδέξατο.
Παρασύνθετα δέ φαμεν τὰ ἀπὸ συνθέτων εἰς ἓν τῶν προειρημένων
ἑπτὰ εἰδῶν μεταπίπτοντα· παρασύνθετα δὲ λέγομεν, ἐπειδὴ ἀπὸ συν-
θέτων παρήχθη. Καὶ ἔστι παρασύνθετον τὸ ἀπὸ συνθέτου γενόμενον,
174

μὴ μέντοι προσλαβὸν ἑτέραν λέξιν, οἷον Ἀγαμέμνων Ἀγαμεμνονίδης·


ἐὰν δὲ προσλάβωσι καὶ ἑτέραν λέξιν, οὐκ εἰσὶ παρασύνθετα, ἀλλὰ

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν 6, P.


380, li.21

δεμιᾶς ἀνάγκης οὔσης, μηδὲ ἐπερωτῶντός τινος· μήποτε


δὲ ἄρα τὸ ἐν τῷ ἐπιταφίῳ τοῦ λουτροῦ διήγημα, κατὰ
τὴν ἔννοιαν τοιοῦτόν ἐστιν· εἰ καὶ κατὰ τὰ ἄλλα· εἰ δ'
οὖν, ἀλλὰ τάγε πρὸς τὴν ἰδίαν αὐτοῦ ψυχὴν καταληπτι-
κὰ τοιαῦτα. τί σοι θέλεις γενέσθαι ψυχὴν ἐμὴν ἐρωτῶ.
καὶ τὸ, ἐμὲ φοβοῦσι καὶ τῶν φαρισσαίων οἱ ὀνειδιζόμε-
νοι καὶ τὰ ἑξῆς. καὶ ἤδη γὰρ ἀποπέμπομαι τὴν ὀρ-
γὴν, ὡσανεὶ οὐκ ἔχω σοι μάχην. καὶ τὸ, περιλάβω καὶ
πολλὰ τοιαῦτα.
 ηʹ. Κωμάσδω ποτὶ τὴν Ἀμαρυλλίδα. Δωρὶς
ἡ διάλεκτος, οὗτοι γὰρ διαιροῦσι τὸ ζ εἰς σ καὶ εἰς δ.
κωμάσδω οὖν ἀντὶ τοῦ κωμάζω. καὶ ὄσδος ἀντὶ τοῦ ὄξος
καὶ τὰ παραπλήσια· Θεόκριτος δὲ ποιητὴς τῶν βουκολι-
κῶν. ἡ χρῆσις, ᾄσματα τοῦ κωμαστοῦ. Ἀμαρυλλὶς δὲ
ὄνομα ἑταίρας· τὸ δὲ ταίγε, ἀντὶ τοῦ αἱ δὲ αἶγες.
 θʹ. Ἐν τῇ ἀλληλογραφίᾳ· τὰ καθαρώτατα πα-
ραδείγματα πολιτικώτερα ἦσαν καὶ ἐναγώνια. φησὶν οὖν,
ὅτι ἐν τῇ ἀφελείᾳ μνησθήσομαι καὶ τῶν ἄλλων συγγραμ-
μάτων, τουτέστι τῶν ποιητικῶν καὶ ἄλλων τινῶν.
 ιʹ. Χωρίζωμεν γὰρ οὐδαμῶς τὰς καθαρὰς
παρὰ τὰς ἀφελεῖς. οὐδ' αὖ τὰς ἀφελεῖς· παρὰ τὰς  

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus


et sapientibus multis (Σb) (recensio aucta e cod. Co Alphabetic entry
kappa, p. 280, li.4

κνίσσῃσιν: ἀναθυμιάσεσιν.
κνίσσης: λίπους. ἢ ἀναθυμιάσεως.
κνίψ: ζωΰφιον. τούτου κνιπὸς ἡ γενική.
κνώδαλον: ζῶον μικρόν. θηρίον. κυρίως μὲν τὸ θα-
 λάσσιον, ποτὲ δὲ καὶ τὸ χερσαῖον.
κόθορνος: ὑπόδημα ἀμφότερα δεξιόν.  
κοῖλον: βαθύ.
κοινεῖον: πορνεῖον.
175

κοινῶνας: [κοινωνούς.]
Κοινολογία: κοινὴ διάλεκτος.
κοίρανος: βασιλεύς. ἄρχων.
κοῖτος: κοίμημα.
κόβαλος: πανοῦργος.
κοδράντης: τὸ πᾶν. ἢ λεπτὰ δύο.
κολαβρισθείη: χλευασθείη. ἢ κολασθείη.
κολεός: ξιφοθήκη.

Etymologicum Symeonis, Etymologicum Symeonis (ἀνακωχῆς –


βώτορες) Vol. 1, p. 96, li.29

ἐκεῖνο μὲν γὰρ ἐπιθετικόν, τοῦτο δὲ ἐπὶ πράγματος. ἐπεὶ δ' ἅπαξ
πέπονθε συναλοιφὴν τὸ ἀείδω γενόμενον ᾄδω, οὕτως καὶ τὸ ἀοιδός
ᾠδός καὶ ἀοιδή ᾠδή. ἀπὸ τούτου τὸ ἀοιδῶ, εἶτα ὡς τὸ κνήθω κνηθιῶ,
ἀτῶ ἀτιῶ, μείδω μειδιῶ, οὕτως ἀείδω ἀοιδῶ ἀοιδιῶ· Ὅμηρος
(ε 61 – 62)·
  ἡ δ' ἔνδον ἀοιδιάουσ' ὀπὶ καλῇ
 ἱστὸν ἐποιχομένη χρυσείῃ κερκίδ' ὕφαινε,
καὶ (κ 227)
  καλὸν ἀοιδιάει.
πεποίηκε καὶ ἄλλο παράγωγον διὰ τοῦ ιμος τὸ ἀοίδιμος (Ζ 358).
τὸ δὲ ἀειδέμεναι ποιητικὴ παραγωγή, οὐ Δωρικὴ διάλεκτος· τὸ γὰρ  
Λακωνικόν ἐστιν ἀείδην ἢ ἀείδεν (Alcm. Fr. dub. 171)·
  μηδέ μ' ἀείδην ἀπέρυκε·
κατὰ δὲ τὸν ἐνεστῶτα τὰ εἰς ν λήγοντα οὐ ποιοῦσι παραγωγὴν οἱ
Δωριεῖς Z231. Fons ignotus.
 Ἄορνος· ἢ λιμὴν περὶ τὴν Τυρσηνίαν. φασὶ δὲ καὶ ἐν
Κύμῃ τῇ Χαλκιδικῇ Ἄορνον λίμνην εἶναι, περιπεφυκότων πολλῶν
δένδρων μηδὲν τῶν ἀποπιπτόντων φύλλων ἐμπίπτειν εἰς αὐτήν. εἶναι
δὲ καὶ νεκυομαντεῖον Z230, Et. magn. 1496. Lex. rhet.

Etymologicum Symeonis, Etymologicum Symeonis (ἀνακωχῆς –


βώτορες) Vol. 1, p. 504, li.25

ἐδίδαξαν, τροπῇ τοῦ λ εἰς ρ. ἢ παρὰ – 503, 1 ἐλαίαν, ἧστινος δὴ


τὴν ἐργασίαν αὗται ἐδίδαξαν. Et. gen. 262.  
 Βρισεύς (Α 392)· ὁ ἥρως, οἷον (l. c.)·
  κούρην Βρισῆος·
παρὰ τὸ βρίθω – 8 τὸ βαρῶ· ἐβάρησε γὰρ καὶ ἔβλαψε τοὺς
Ἕλληνας διὰ τὸ λαβεῖν αὐτὴν τὸν Ἀγαμέμνονα. ἐκ δὲ τοῦ Βρι-
σηΐς καὶ τὸ Βρισηΐδες. Et. gen. 264 + 265.
176

 Βριτόμαρτις (Call. Hy. 3, 190)· καὶ Ἄρτεμις καὶ


νύμφη· εἴρηται δέ, ὅτι – 505, 2 χρησμὸν δοθῆναι Διί, ὅτι ἐκ τῆς
μήτρας τῆς Ἑκάτης ὁ γεννώμενος – 6 τὴν θεόν. Et. gen. 266.
 βρόδον· ἔστι διάλεκτος· παρὰ τὸ ῥόδον πλεονασμῷ
τοῦ β βρόδον. Et. gen. 267.
 βρόμος (Ξ 396)· ὁ τοῦ – 505, 12 ἡ φωνή. παρὰ τὸ βρέμω
βρόμος. καὶ Ὅμηρος (l. c.)·
  τόσσος γε πέλει βρόμος πυρὸς αἰθομένοιο
Z405. Et. gen. 268.
 Βρόμιος· ὁ Διόνυσος· παρὰ τὸν βρόμον, ὅ ἐστιν ἦχον
τοῦ πυρός – 506, 1 τοῦ πυρός. Et. gen. 269.  
 βροντή· παρὰ – 4 ἡ βροντή Z406. Et. gen. 270.
 βράταχος· βάτραχος καθ' ὑπέρθεσιν. Ἴωνες (Xeno-
phan. Fr. B 40) δὲ τῇ λέξει κέχρηνται. Et. gen. 271.

Magica, Papyri magicae Preisendanz number 8, li.28

μένην εἴδη. ἀνοίξας μοι τὰς χεῖρας πάντων συνδωροδοκούν-


των, ἐπανάγκασον αὐτοὺς δοῦναί μοι, ἃ ἔχουσιν ἐν ταῖς
χερσίν. οἶδά σου καὶ τὰ βαρβαρικὰ ὀνόματα· ‘Φαρναθαρ:
Βαραχήλ: Χθα:‘ ταῦτά σοί ἐστιν τὰ βαρβαρικὰ ὀνόματα.
 Ἐὰν ἐπεκαλέσατό σε Ἶσις, μεγίστη τῶν θεῶν ἁπάντων,
ἐν πάσῃ κρίσει, ἐν παντὶ τόπῳ πρὸς θεοὺς καὶ ἀνθρώπους
καὶ δαίμονας καὶ ἔνυδρα ζῷα καὶ ἐπίγεια καὶ ἔσχεν τὴν χά-
ριν, τὸ νῖκος πρὸς θεοὺς καὶ ἀνθρώπους κ[α]ὶ παρὰ πᾶσι τοῖς ὑπὸ τὸν
κόσμον ζῴοις, οὕτως κἀγώ, ὁ δεῖνα, ἐπικα[λ]οῦμαί σε. διὸ δός
μοι τὴν χάριν, μορφήν, κάλλος· ἐπάκουσόν μου, Ἑρμῆ,
εὐεργέτα, φαρμάκων εὑρετά, εὐδιάλεκτος γενοῦ καὶ ἐπάκουσον,
καθὼς ἐποίησας πάντα τῷ Αἰθιοπικῷ κυνοκεφάλῳ σου,
τῷ κυρίῳ τῶν χθονίων. πράϋνε πάντας καὶ δός μοι
ἀλκήν, μορφήν (κοινόν), καὶ δότωσάν μοι χρυσὸν καὶ ἄρ-  
γυρον καὶ τροφὴν πᾶσαν ἀδιάλειπτον. διάσωσόν με
πάντοτε εἰς τὸν αἰῶνα ἀπὸ φαρμάκων καὶ δολίων
καὶ βασκοσύνης πάσης καὶ γλωττῶν πονηρῶν, ἀπὸ
πάσης συνοχῆς, ἀπὸ παντὸς μίσους θ[ε]ῶν τε καὶ ἀνθρώπων.
δότωσάν μοι χάριν καὶ νίκην καὶ πρᾶξιν καὶ εὐπορίαν. σὺ γὰρ
ἐγὼ καὶ ἐγὼ σύ, τὸ σὸν ὄνομα ἐμὸν καὶ τὸ ἐμὸν σόν· ἐγὼ γάρ εἰμι τὸ
εἴδωλόν σου. ἐπάν τί μοι συββῇ τούτῳ τῷ ἐνιαυτῷ ἢ τούτῳ τῷ

Επιμερισμοί. Epimerismi Homerici Line of Iliad 1+source of gloss 5,b2,


li.of gloss 29
177

“διὰ καθαροῦ τοῦ ος κλινόμενα” διὰ τὸ Ζάς Ζαντός· τοῦτο γὰρ οὐκ
ἐφύλαξε
τὸν χρόνον τῆς εὐθείας καὶ ἐν τῇ γενικῇ· ἡ μὲν γὰρ εὐθεῖα φύσει μακρὸν
ἔχει
τὸ α, ἡ δὲ γενική, θέσει, ἀλλ' οὐ κλίνεται διὰ καθαροῦ τοῦ ος. εἰ ἄρα τὸ
Ζεύς εἰς ς λήγει καὶ μονοσύλλαβόν ἐστι καὶ ὀξύνεται καὶ διὰ καθαροῦ
τοῦ
ος κλίνεται, ὀφείλει Ζευός εἶναι ἀπὸ τῆς γενικῆς διὰ τὴν ευ δίφθογγον ἵνα

φυλάξῃ τὸν χρόνον τῆς εὐθείας ἐν τῇ γενικῇ. ἀλλ' ἐπεὶ τὰ εἰς ευς ἀποβάλ-
λουσι τὸ υ ἐν τῇ γενικῇ, οἷον Πηλεύς Πηλέως, τούτου χάριν ἠναγκάζετο
Ζεός
εἶναι κατὰ τὴν γενικὴν κατὰ ἀποβολὴν τοῦ υ. τούτων οὖν τῶν δύο
κανόνων
μαχομένων καὶ τοῦ μὲν ἑνὸς ἀπαιτοῦντος φυλάττειν τὸ υ κατὰ τὴν
γενικήν,
τοῦ δὲ ἑτέρου ἀποβάλλεσθαι αὐτὸ τῷ λόγῳ τῶν εἰς ευς, ἀπέλειψεν ἡ
κοινὴ
κλίσις καὶ παρεισῆλθεν ἡ τῶν Βοιωτῶν διάλεκτος, οἷον Ζεύς Διός Διΐ
Δία,
ὥσπερ Ἀχιλλίος Ἀχιλλίϊ Ἀχιλλία. Os
 ἐτελείετο: παρατατικοῦ παθητικοῦ Ps Os ἐκ τοῦ τελείω, βαρυ-  
τόνου· ⌊τὰ γὰρ τοιαῦτα παράγωγα ἄχρι τοῦ⌋ παρατατικοῦ κλίνεται κατὰ
πᾶσαν ἔγκλισιν καὶ ⌊διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφεται, οἷον κιχῶ κιχείω⌋ Ps
Os
G Oa θῶ θείω, σῶ σείω, τελῶ τελείω. ἰστέον δὲ ὅτι ⌊ἀπὸ τῶν ἐνεστώτων
γίνεται καὶ ἀπὸ⌋ μελλόντων. καὶ τὰ μὲν ἀπὸ ἐνεστώτων ἔχουσι καὶ
παρατα-
τικούς· τὰ δὲ ⌊ἀπὸ μελλόντων, ἐνεστῶτας μόνους⌋, ὅθεν σεσημείωται τὸ
ὤψεον (Sophr. fr. 81 Kaibel) ἀπὸ τοῦ ὀψείω. Ps G Oa
 Τελειῶ περισπᾶται· τὰ ⌊εἰς ω λήγοντα⌋ καθαρά, παραληγόμενα τῇ ει
διφθόγγῳ, βαρύνονται, εἰ δέ τι περιεσπάσθη, τοῦτο παρὰ ὄνομα ἐγένετο,
οἷον

Επιμερισμοί. Epimerismi Homerici Line of Iliad 1+source of gloss 42,a,


li.of gloss 4

altero fonte dubitari potest; cf. supra p. 26)


 ἐέλδωρ: ἔστιν ἔλδω, τὸ ἐπιθυμῶ, ὅπερ γέγονεν ἀπὸ τοῦ ἕλκω κατὰ
μετάθεσιν τοῦ κ εἰς δ· εἰς ὃ γάρ τις ἐπιθυμεῖ, ἐκεῖ ἕλκεται. ἐκ τούτου
γίνεται
ἔλδωρ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ε ἐέλδωρ. Ps Os Et.Gud. | ἢ παρὰ τὸ ἕλω, τὸ
ἑλκύω, ἕλωρ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ε καὶ δ. Ps Et.Gud.
178

 ἐέλδωρ: ἔλδω, τὸ ἐπιθυμῶ, πλεονασμῷ τοῦ ε, ἐέλδωρ. ἢ παρὰ τὸ


ἕλω, τὸ ἑλκύω, ἕλωρ καὶ ἔλδω καὶ ἔλδωρ. Oa
 τίσειαν: ἀορίστου πρώτου εὐκτικοῦ Αἰολικοῦ τρίτου προσώπου.
ἐκεῖνοι γὰρ τὸ τύψαιμι τύψεια λέγουσι, τὸ δεύτερον τύψειας, τὸ τρίτον
τύψειε· καὶ τῷ μὲν πρώτῳ χρῶνται οἱ Αἰολεῖς, τοῖς δὲ λοιποῖς προσώποις
ἡ κοινὴ διάλεκτος. | ἔστι δὲ τὸ θέμα τίω, τὸ τιμωρῶ. Ps Os G Oa
Et.Gud.
καὶ ἔστιν ἄλλο τίω, τὸ σημαῖνον τὸ τιμῶ, οἷον
 πᾶς τις πλούσιον ἄνδρα τίει, ἀτίει δὲ πενιχρόν (Theognis 621)·
καὶ πάλιν
 ἐμὲ μὲν ἔτισας, μέγα δ' ἴψαο λαὸν Ἀχαιῶν (cf. Α 454). Os
 Δαναοί: δεῖ γινώσκειν ὅτι τὸ Δαναοὺς καὶ Ἀργείους καὶ Ἀχαιοὺς
ὁ ποιητὴς τοὺς Ἕλληνας καλεῖ. Ps Os  
 δάκρυα: παρὰ τὸ δάκνω, δάκνυον καὶ τροπῇ τοῦ ν εἰς ρ δάκρυον.
Ps Os
 σοῖσι: Ἰωνικῶς σοῖς. Ps G
 βέλεσσι: παρὰ τὸ βάλλω, τὸ τιτρώσκω. ἢ παρὰ τὸ βέλλω, ὃ ση

Επιμερισμοί. Epimerismi Homerici Line of Iliad 1+source of gloss 399,


li.of gloss 1

καὶ ἕτερον ὀνῶ, τὸ μέμφομαι, τρίτης συζυγίας τῶν περισπωμένων, ὁ μέλ-


λων ὀνόσω, ἐξ οὗ καὶ τὸ
 ἔνθα κεν οὐκέτι ἔργον ἀνὴρ ὀνόσαιτο (Δ 539). Ps Psd
 ἐνὶ μεγάροισιν {τε}: οὐδέτερον τὸ μέγαρον, τοῦ μεγάρου, μεγάροιο
καὶ κατὰ πλεονασμὸν μεγάροισιν. Os  
 ἔφησθα: ἔστιν ἀορίστου δευτέρου τῶν εἰς μι δευτέρου προσώπου κατὰ
πλεονασμὸν τῆς θα συλλαβῆς. γίνεται ἀπὸ τοῦ φημί, Ps Psd Os φήσω,
ὁ δεύτερος ἀόριστος ἔφην, ἔφης καὶ κατὰ πλεονασμὸν τῆς θα συλλαβῆς
ἔφησθα. Ps Psd
 {λοιγὸν} ἀμῦναι: ἀπὸ τοῦ ἀμύνω. Os
 ξυνδῆσαι: Ἰωνικὴ ἡ διάλεκτος. ἔστι δὲ τῶν εἰς μι πρώτης συζυγίας
τῶν περισπωμένων. τὸ οὖν πρωτότυπον διδῶ, τὸ σημαῖνον τὸ δεσμεύω,
ὅπερ
ἀπὸ τοῦ δέω. ἔστι καὶ ἄλλο δίδω, τὸ σημαῖνον τὸ παρέχω. ἀπὸ οὖν τοῦ
διδῶ
περισπωμένου γίνεται παράγωγον δίδημι, ὁ μέλλων δήσω, Ps Psd Os ὁ
ἀόριστος ἔδησα, καὶ τὸ ἀπαρέμφατον δῆσαι καὶ μετὰ τῆς σύν προθέσεως
συνδῆσαι καὶ Ἰωνικῶς ξυνδῆσαι, τροπῇ τοῦ σ εἰς ξ. Ps Psd
 ὑπελύσαο: ἔστι τὸ θέμα λύω, ὁ μέλλων λύσω, ὁ ἀόριστος ἔλυσα, ὁ
179

μέσος ἐλυσάμην, ἐλύσω καὶ κατὰ διάλυσιν ἐλύσαο καὶ ἐν συνθέσει


ὑπελύσαο.

Επιμερισμοί. Scholia-epimerismi (= D-scholia) Line of Iliad 1+source of


gloss 274, li.of gloss 1

κείνοισι δ' ἂν οὔ τις: πρὸς ἐκείνους δὲ οὐδεὶς ἴσχυε τῶν (τῶν Os 2:


τον Os3) νῦν ὄντων ἀνθρώπων.
τῶν: τούτων.
οἵ: ὁποῖοι.
βροτοί: ἄνθρωποι, φθαρτοί. ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν ἐδεσμάτων.
ἐπιχθόνιοι: ἐπίγειοι. χθὼν γὰρ ἡ γῆ.
μαχέοιτο: μάχοιτο.
καὶ μέν μευ: καὶ μὴν ἐμοῦ.
βουλέων: συμβουλιῶν.
(ξύνιεν:) ἤκουον, ἐπείθοντο.
καὶ ὔμμες: καὶ ὑμεῖς. Αἴολις ἡ διάλεκτος.
ἀγαθός περ ἐών: καίτοι βασιλεὺς ὑπάρχων. ἢ ἀγαθὸς τὴν γνώμην,
ἀμείνων (ἀμ. Os3: ἀμείνον Os2), κρείττων.
κούρην: κόρην. ἡ διάλεκτος Ἰώνων.
ὥς οἱ πρῶτα: ὡς αὐτῷ ἐξ ἀρχῆς.
δόσαν: παρέσχον.
θέλε: βούλου.
ἐριζέμεναι (scripsi: ἐρισέμεναι Os2): ἐρίζειν, φιλονεικεῖν, ἐξισοῦσθαι.
ἀντιβίην: ἐξ ἐναντίας.
ὁμοίης: ἴσης καὶ τῆς αὐτῆς.
ὧ τε Ζεύς: καὶ ᾧτινι ὁ Ζεύς.

Επιμερισμοί. Scholia-epimerismi (= D-scholia) Line of Iliad 1+source of


gloss 275,c, li.of gloss 1

οἵ: ὁποῖοι.
βροτοί: ἄνθρωποι, φθαρτοί. ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν ἐδεσμάτων.
ἐπιχθόνιοι: ἐπίγειοι. χθὼν γὰρ ἡ γῆ.
μαχέοιτο: μάχοιτο.
καὶ μέν μευ: καὶ μὴν ἐμοῦ.
βουλέων: συμβουλιῶν.
(ξύνιεν:) ἤκουον, ἐπείθοντο.
καὶ ὔμμες: καὶ ὑμεῖς. Αἴολις ἡ διάλεκτος.
ἀγαθός περ ἐών: καίτοι βασιλεὺς ὑπάρχων. ἢ ἀγαθὸς τὴν γνώμην,
ἀμείνων (ἀμ. Os3: ἀμείνον Os2), κρείττων.
180

κούρην: κόρην. ἡ διάλεκτος Ἰώνων.


ὥς οἱ πρῶτα: ὡς αὐτῷ ἐξ ἀρχῆς.
δόσαν: παρέσχον.
θέλε: βούλου.
ἐριζέμεναι (scripsi: ἐρισέμεναι Os2): ἐρίζειν, φιλονεικεῖν, ἐξισοῦσθαι.
ἀντιβίην: ἐξ ἐναντίας.
ὁμοίης: ἴσης καὶ τῆς αὐτῆς.
ὧ τε Ζεύς: καὶ ᾧτινι ὁ Ζεύς.
κῦδος: δόξαν.

Επιμερισμοί. Scholia-epimerismi (= D-scholia) Line of Iliad 1+source of


gloss 338,d, li.of gloss 1

ὡς Αἰολικόν· “αἴ κ' ὔμμιν (ὔμ. Il.: υμ Os2) ὑπέρσχῃ χεῖρα Κρονίων”
(Δ 249).
ἐπαίτιοι: αἴτιοι.
(ὃ σφῶϊ:) ὃς ὑμᾶς.
προΐει: ἔπεμπε.
ἔξαγε: ἔξω τῆς σκηνῆς κόμιζε.
κούρην {δ'}: Βρισήϊδα.
καὶ σφῶϊν: καὶ αὐτοῖς.
ἄγειν: ἀπάγειν.
τὼ δ' αὐτώ: οὗτοι καὶ αὐτοί.
μάρτυροι: μάρτυρες. Ἰακὴ ἡ διάλεκτος.
ἔστων: ἔστωσαν ὑπαρχέτωσαν.
πρός τε θεῶν: καὶ πρὸς τοὺς θεούς.
μακάρων: μακαρισμοῦ ἀξίων, εὐδαιμόνων.
ἀπηνέος: ἀπηνοῦ, σκληροῦ, χαλεποῦ.
εἴ ποτε δὴ (η sscr. add. Os3) αὖτε: ἐάν ποτε πάλιν.
(χρειώ ἐμεῖο:) χρεία ἐμοῦ.
ἀεικέα: αἰκιστικόν, χαλεπόν.

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia vetera)


Play Th, hypothesis-epigram-scholion 129d, li.2

ἢ τὸ φιλόμαχον κράτος ἀντὶ τοῦ φίλον καὶ προσφιλὲς κράτος


ἐν ταῖς μάχαις. P1PdSj
φιλόμαχον] πολεμικὴ γὰρ ἡ Ἀθηνᾶ. DPPdYaYb
φιλόμαχον] φιλοπόλεμον. FdPR1  
181

φιλόμαχον] πολεμικόν. θTV


φιλόμαχον] ἡ ἀγαποῦσα τὸν πόλεμον. A2
ῥυσίπτολις] ἐλευθεροῦσα τὴν πόλιν. CH
ῥυσίπτολις] ἐλευθερωτὴς τῆς πόλεως. XcY
ῥυσίπτολις] ῥύουσα τὴν πόλιν. YaYb
ῥυσίπτολις] ῥυσαμένη τὴν ἡμετέραν πόλιν ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν. διάλεκ-
τος ἔνι τῶν Κυπρίων. BV
ῥυσίπτολις] ῥυομένη τὴν πόλιν τῶν παρεστώτων. θT
ὥσπερ οἱ ἐφιέμενοι λείας ἀγελείαν Ἀθηνᾶν ἐπεβοῶντο, οὕτως οἱ περὶ
σωτηρίας πόλεως τὰς χεῖρας ἀνέχοντες ῥυσίπτολιν καὶ ἐρυσίπτολιν Ἀθη-
νᾶν ἐπεκαλοῦντο, ἤγουν φύλακα τῆς πόλεως ἀπὸ τοῦ ἐρύω τὸ φυλάσσω.
A2Ξa
Παλλὰς] Ἀθηνᾶ. BCNcPPdRbVYYa
Παλλὰς] Ἀθηνᾶ διὰ τὸ φονεῦσαι Πάλλαντά τινα. Xc
καὶ σύ, ὁ τῆς θαλάσσης κυριεύων θεὸς Ποσειδών, ἐπίλυσιν τῶν
φόβων δίδου, ἤτοι λῦσον τὸν ἐπικείμενον ἡμῖν φόβον καταβαλὼν τοὺς
ἐχθροὺς ἐν τῇ τριαίνῃ. BCHNcNdP1PdSjVWXXaYYaYb

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia vetera)


Play Th, hypothesis-epigram-scholion 170b, li.2

τέλειαι] θεαί. A2FdPPdR1T


γᾶς – πυργοφύλακες] + ἤγουν τῆς γῆς τῆσδε καὶ τῆς πόλεως
φύλακες. T
πυργοφύλακες] φυλάσσοντες τοὺς πύργους. CXa
δορίπονον] αἰχμάλωτον. A2PPdθYa
δορίπονον] αἰχμάλωτον πόνον σχοῦσαν ὑπὸ δορὸς καὶ πολέμου. T
ἑτεροφώνῳ· τῷ μὴ βοιωτιάζοντι. ἐπειδὴ δὲ Ἕλληνες καὶ οἱ Ἀρ-
γεῖοι, οὐκ εἶπεν βαρβαροφώνῳ. ἄλλως· τῷ ἔχοντι ἄνδρας ἐκ πολλῶν
ἐθνῶν. Ὅμηρος· ἄλλη δ' ἄλλων γλῶσσα (Β 804). M
μὴ προδῶθ' ἑτεροφώνῳ στρατῷ· τῷ πρὸς ἐκείνους ἑτερο-
φώνῳ· ἑτέρα γὰρ ἡ τῶν Βοιωτῶν διάλεκτος καὶ ἑτέρα ἡ τῶν Ἀργείων,
διότι
οἱ μὲν Ἀργεῖοι Δωριεῖς εἰσιν, οἱ δὲ Θηβαῖοι καὶ Ἀθηναῖοι Ἴωνες. ἢ ὅτι
εἶχον συμμάχους καί τινας βαρβάρους. P1SjYaYb  
ἑτεροφώνῳ ἤτοι τῷ ἔχοντι ἄνδρας συμμίκτους ἐκ πολλῶν ἐθνῶν
καὶ ἀλλόθρους καὶ ἀλλογλώσσους· καὶ Ὅμηρος· ἄλλη δ' ἄλλων γλῶς-
σα (Β 804). ἢ ἑτεροφώνῳ τῷ μὴ βοιωτιάζοντι. ἐπεὶ δὲ Ἕλληνές εἰσι καὶ
οἱ Ἀργεῖοι, οὐκ εἶπε βαρβαροφώνῳ. CNcNdP1PdSjXaYYa
ἑτεροφώνῳ· ἔχοντι ἄνδρας ἐκ πολλῶν ἐθνῶν. καὶ Ὅμηρος·
ἄλλη δ' ἄλλων γλῶσσ' ἐμέμικτο (Β 804). διὰ τοῦτο γὰρ οὐκ εἶπε
182

βαρβαροφώνῳ· Ἕλληνες γὰρ καὶ οἱ Ἀργεῖοι. I1


ἑτεροφώνῳ] ἀλλογλώσσῳ, τῷ μὴ βοιωτιάζοντι. I2

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia recentiora)


Play Th, hypothesis-verse of play 170, li.2

ἑπτάπυλον ἕδος, ἤτοι τὴν ἑπτάπυλον πόλιν τῶν Θηβαίων. γίνωσκε


γὰρ ὅτι ἐζωγράφουν ταύτην πρὸ τῶν πυλῶν τῆς πόλεως, ἣν καὶ ὁ
Λυκόφρων πυλαίτιδα λέγει, διὰ τὸ ἄνωθεν ἵστασθαι ταύτην τῶν τῆς
πόλεως πυλῶν. A.
Ὄγκα] Ἀθηνᾶ Φοινίκων γλώττῃ. ἑπτάπυλον ἕδος] τὰς Θή-
βας. B.
παναλκεῖς] γρ. παναρκεῖς. P. παντοδύναμοι. B.
τέλειοι] ἀνελλιπεῖς· ἀνελλιπὲς γὰρ τὸ θεῖον. B.
δορύπονον] ποταπὴν αἰχμάλωτον. B.
ἑτεροφώνῳ] τῷ πρὸς ἐκείνους ἑτεροφώνῳ· ἑτέρα γὰρ ἡ τῶν
Βοιωτῶν διάλεκτος καὶ ἑτέρα ἡ τῶν Ἀργείων, διότι οἱ μὲν Ἀρ-
γεῖοι Δωριεῖς εἰσιν, οἱ δὲ Θηβαῖοι καὶ Ἀθηναῖοι Ἴωνες· ἢ ὅτι εἶχον
συμμάχους καὶ τινὰς βαρβάρους. Ἄλλως. τῷ ἔχοντι ἄνδρας συμ-
μίκτους ἐκ πολλῶν ἐθνῶν καὶ ἀλλόθρους καὶ ἀλλογλώσσους. Ὅμηρος
“Ἄλλη δ' ἄλλων γλῶσσα.” P.
ἑτεροφώνῳ] ἀλλογλώσσῳ. B.
κλύετε παρθένων] ἀκούετε ἡμῶν τῶν παρθένων, δικαίως εἰς οὐρανὸν
ἀνασχουσῶν τὰς χεῖρας. τοῦτο δὲ τὴν ἐκ ψυχῆς ἱκετείαν δηλοῖ· καὶ
Ὅμηρος “Χεῖρας ἀνασχόντες μεγάλ' εὐχετόωντο.” A.
πανδίκους] δικαίας, ὑπὲρ τῆς πατρίδος αὐτῶν φερομένας. B.
χειροτόνους λιτὰς] ἡμῶν εἰς τὸν οὐρανὸν ἐχουσῶν τὰς χεῖρας. O.

Scholia In Aristophanem, Scholia in nubes (scholia vetera)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch nub, verse 317d, li.2

δὲ αὐτοὺς πάλιν. ὠφέλιμοι, φησίν, εἰσὶ τοῖς τῶν ἀνθρώπων ἀπράκτοις· οἱ


γὰρ ἀργοὶ κεχήνασιν εἰς τὰς νεφέλας. MBarb
ἀργοῖς] σοφοῖς. V
γνώμην] γνῶσιν. RNMA
αἵπερ γνώμην Msec. καὶ Barb νοῦν Mpr.Barb ἡμῖν παρέ-
χουσι Barb: φρόνησιν NMsec./tert.ABarb καὶ Msec.Barb σύνεσιν, MterBarb
ὡς τὰ δέοντα νοεῖν. Msec.Barb
διάλεξιν RMBarb: λόγων ἐμπειρίαν, RVMbisBarb ὥστε τὰ νοη-
183

θέντα φράζειν RVMBarb δύνασθαι. MBarb


διάλεξιν: λόγων θεωρίαν. διαφέρει διάλεξις διαλέκτου, ὅτι διά-
λεκτος μέν ἐστι φωνῆς χαρακτὴρ ἐθνικός, διάλεξις δὲ τῆς συνήθους
φωνῆς
ἐκτροπὴ ἐπὶ τὸ σεμνότερον. R
διάλεξιν] ὁμιλίαν. ENM
vet.? διάλεξιν] διάνοιαν. MA  
τερατολογίαν, ὥστε τὰ
ἀπίθανα λέγειν πράγματα. Barb   
τερατείαν: τερατολογίαν, RV
παραδοξολογίαν. τερατολογεῖν δέ ἐς-
τι τὸ ἀπίθανα διηγεῖσθαι ἔξω τῶν
ἀνθρωπίνων πραγμάτων. R   
τερατείαν MBarb: ψευδολογίαν.

Scholia In Aristophanem, Scholia in nubes (scholia scholiorumque


partes editionis Aldinae propria) Play sch nub, verse 318, li.4

κωμικοῖς, ἐπηύλουν δὲ προηγουμένως τοῖς κυκλικοῖς χοροῖς.


“εὐκελάδων”
δὲ τῶν εὐμούσων καὶ ἡδέων χορῶν.
πρὸς τοῦ Διὸς: εἴσθεσις ... νενευκυῖα.
τοῦτο τὸ σεμνόν: λεληθότως, φασίν, ἑαυτὸν ἐπαινεῖ σεμνὸν εἶναι
λέγων τὸ μέλος. ἔστι γὰρ τοῦτο ἀληθές· ὁ δὲ τὸν ἔπαινον ἐπὶ τὰς Νεφέλας

τρέπων οὐκ οἴεται φορτικὸς εἶναι.


κροῦσιν: ἀπάτην, δοκιμασίαν, παραλογισμόν. κατάληψιν: εὕρεσιν.
τὰ αὐτὰ δὲ καὶ διεξοδικώτερον ἑρμηνευτέον ἂν εἴη πάλιν ἐπαναλαβόντας.
“διά-
λεξιν τοίνυν λόγων ἐμπειρίαν, ὡς ἔφαμεν, ὥστε τὰ νοηθέντα δύνασθαι
ἑρμη-
νεύειν. διαφέρει δὲ διάλεκτος καὶ διάλεξις· διάλεκτος μὲν γάρ ἐστι
φωνῆς
χαρακτὴρ ἐθνικός, διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς ἐπὶ τὸ σεμνότερον
ἐκτροπὴ
καὶ ἐπὶ τὸ ἀγροικότερον. “τερατείαν” δὲ τερατολογεῖν καὶ ἀπίθανα διη-
γεῖσθαι καὶ λέγειν πράγματα ἐπέκεινα τῶν ἀνθρωπίνων. “περίλεξιν” δὲ
πε-
ριττῶς καὶ περιέργως περιτείνεσθαι διὰ λόγων καὶ δύνασθαι ἑρμηνεύειν
τὸ
νοηθέν, ὅπερ ἐστὶν λοιπὸν ἔργον τῆς ἐξηγήσεως τοῦ λόγου. δείκνυσι δέ,
184

ἐξ ὅσων
συνέστηκε ῥητορική· δεῖ γὰρ νοεῖν, εἶθ' ἑρμηνεύειν, ὅπερ ἐστὶ λοιπὸν
ἔργον
τῆς ἐξηγήσεως τοῦ λόγου. “κροῦσιν” ἢ τὸν παραλογισμὸν καὶ τὴν
ἀπάτην,
τὸ συναρπάσαι τὸν ἀκούοντα· ἢ δοκιμασίαν, ἐπεὶ τὰ σαθρὰ κροτούμενα
δο-
κιμάζεται. “κατάληψιν” τὴν γνῶσιν καὶ αἴσθησιν καὶ τὴν τέχνην. οὕτω
γὰρ ὁριζόμεθα τὴν τέχνην, οἷον σύστημα ἐκ καταλήψεων
ἐγγεγυμνασμένων,

Scholia In Aristophanem, Scholia in plutum (scholia vetera et fort.


recentiora sub auctore Moschopulo) Argumentum-scholion sch plut,
verse 40, li.4

ἐκ τοῦ στόματος ἀποπέμπουσα, καὶ τἄλλα πάντα


ποιοῦσα, ὅσα οἱ μαινόμενοι ποιεῖν εἰώθασιν, τὰ τῆς
μαντείας, ἢ μᾶλλον μανίας, ἐφθέγγετο ῥήματα· ἢ καὶ
δαίμων τις ἦν οὕτω καλούμενος πύθων, ἀφ' οὗ ἡ Πυθία
παρωνομάζετο· ἢ καὶ αὐτὸς ὁ Ἀπόλλων Πύθιος ὀνομα-
ζόμενος, διὰ τὸ τοῖς πυνθανομένοις χρησμοὺς διδόναι
περὶ ὧν ἂν βούλοιντο. Junt.
⟦πεύσει: Οἱ Ἀττικοὶ τὰ τῶν παθητικῶν χρόνων
δεύτερα πρόσωπα ἀεὶ διὰ διφθόγγου γράφουσιν. ὡς καὶ
ἐνταῦθα καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς εὑρήσεις· οὗτος γὰρ, εἴπερ τις,
τῇ Ἀττικῇ διαλέκτῳ χρῆται. ἡ δὲ κοινὴ διάλεκτος μό-
νου τοῦ βούλει, καὶ ὄψει, καὶ οἴει τὰ ἐνεργητικὰ μὴ ἐν
χρήσει εὑροῦσα, τῇ Ἀττικῇ ἑπομένη συνηθείᾳ ἀεὶ διὰ
διφθόγγου τὰ τρία ταῦτα ἐκφέρει. ἀπαγορευτικοῦ δὲ ἢ
αἰτιολογικοῦ μορίου τεθέντος, οἱ Ἀττικοὶ οὐχ οὕτω τὰ
δεύτερα πρόσωπα ἐκφέρουσιν, ὡς εἴρηται, ἀλλ' ὑπο-
τακτικῶς.⟧
εἶπε: Ἐμαντεύσατο. V.
ἐξιών: Ἐκ τοῦ ἱεροῦ δηλονότι. R. V.
μὴ μεθίεσθαί μ' ἔτι: Τὸ μεθίημι ἐνεργητικῶς
πρὸς αἰτιατικὴν συντάσσεται· ὡς Συνέσιος [Epist. 4, p.

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera partim


Procli et recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni
Prolegomenon-scholion sch, p.-verse 450ter, li.6
185

Τὸ γὰρ αἰτῆσαι εὐχερές ἐστιν, ἀλλὰ τὸ ἀπαρνήσασθαι καὶ


μὴ δοῦναι, εὐχερέστερον. Ἔχει γὰρ εἰπεῖν, ὅτι οὐ δίδωμι.
καὶ γὰρ κἀμοὶ πάρεισιν ἔργα βοῶν δεόμενα. PROCLUS.
ΔΗ ΤΟΤΕ ΧΟΡΤΑΖΕΙΝ. Τότε δὴ χόρταζε.
Τὸ ἀπαρέμφατον ἀντὶ προστακτικοῦ, Ἀττικῶς. TZETZES.
ἙΛΙΚΑΣ ΒΟΑΣ. Ἑλικοειδῶς καὶ ἡμικυκλοειδῶς
τοὺς πόδας εἱλοῦντας καὶ συστρέφοντας. Τὸ δὲ ἕλιξ Ἀττικοὶ
δασύνουσιν, οἱ δὲ λοιποὶ πάντες ψιλοῦσιν· οἱ γὰρ Ἀττικοὶ
δασυνταί εἰσιν, ἀμφελίσσειν καὶ ἀμφέχειν, καὶ καθείργειν λέ-
γοντες, καὶ αὖθις, καὶ λίσφοι, καὶ τὰ ὅμοια, ὡς καὶ τὸ
ἅμαξα. Ἡ δὲ κοινὴ διάλεκτος καὶ τὸ ἅμαξα ψιλοῖ, καθὼς
Δωρὶς, καὶ Αἰολὶς, καὶ Ἰωνίς. TZETZES.
ῬΗΙΔΙΟΝ ΓΑΡ ΕΠΟΣ. Εὔκολον γὰρ λόγιον
τῷ μὴ ἔχοντι γεωργῷ βόας, αἰτεῖσθαι παρ' ἑτέρου. Ῥᾳδιώτε-
ρον δὲ κἀκεῖνο ἐστὶν ἀπαρνήσασθαι καὶ εἰπεῖν, ὅτι πάρεισιν
ἔργα τοῖς ἐμοῖς βουσίν. Αἰτῶ καὶ αἰτοῦμαι διαφέρει.
TZETZES.
ΕΠΟΣ. Τὸ πος μακρὸν, κοινὴ συλλαβή· εἰς γὰρ
μέρος λόγου λήγει. TZETZES.  
ΦΗΣΙ Δ' ΑΝΗΡ ΦΡΕΝΑΣ ΑΦΝΕΙΟΣ.

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera partim


Procli et recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni
Prolegomenon-scholion sch, p.-verse 560, li.1

πρὸς ταύτας ἰσοῦν τὰ ἔργα, ἕως ἂν μετὰ τὸν σπόρον ἡ ὥρα


ἀφίκηται τῆς τῶν καρπῶν συλλογῆς. Τούτων δὲ διαγραφέν-
των, ἀκόλουθα τὰ ἑξῆς ᾖ. PROCLUS.
ΤΑΥΤΑ ΦΥΛΑΣΣΟΜΕΝΟΣ. Ταῦτα τηρῶν μου,
φησὶ, τὰ παραγγέλματα, ἄχρις ὅλου ἐνιαυτοῦ, ἀπὸ θέρους μέχρι
καὶ θέρους ἐξίσου, καὶ λογοπράγει τὰς ἡμέρας καὶ τὰς νύκτας, καὶ
εἰ μὲν μακραὶ καὶ ἐργάσιμοι τοῖς βουσὶν αἱ ἡμέραι, δίδου τὴν
δέουσαν τούτοις τροφήν· εἰ δὲ τοὐναντίον αἱ νύκτες μακραὶ
καὶ ἀνέσιμοι, δίδου τούτοις ἐλάσσονα τὴν τροφὴν, πλείονα δὲ
τοῖς ἀνθρώποις, δι' ἃς αἰτίας ἔφημεν. TZETZES.
ΑΥΤΙΣ. Ἡ κοινὴ διάλεκτος καὶ Ἰωνὶς, καὶ εἰς τοὐ-
πίσω καὶ πάλιν ταῦ γράφει· ἡ δ' Ἀττικὴ, θ. TZETZES.
ΕΥ Τ' ΑΝ Δ' ἙΞΗΚΟΝΤΑ. Ἕως τοῦ, ΑΚΡΟ-
ΚΝΕΦΑΙΟΣ. Αὕτη ἐστὶν ἡ ἑσπερία ἐπιτολὴ τοῦ Ἀρκτούρου,
ἐν τῷ ἄκρῳ τοῦ καιροῦ τῆς νυκτὸς ἀνατέλλοντος· Κνέφας
γὰρ ἡ νύξ· καὶ παρέσχεν οὗτος τοῖς ἀστρονόμοις ἀκρονύχους
τούτους καλεῖν. Ἐν οὖν τῇ Ἑλλάδι τῇ Παρθένῳ συνανατέλλων
186

ὁ Ἀρκτοῦρος, εἰκότως μετὰ ἑξήκοντα τῶν χειμερινῶν τροπῶν·


ἑσπέριος δὲ ἐπιτέλλει· τότε γὰρ ἐν Ἰχθύσιν ἥλιός ἐστι, καὶ ἡ
Παρθένος οὖσα κατὰ διάμετρον ἑσπέρας ἀνίσχει. Ταύτῃ δὲ
καὶ ὁ Ἀρκτοῦρος. PROCLUS.

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera partim


Procli et recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni
Prolegomenon-scholion sch, p.-verse 584ter, li.2

συνουσίαν μάλιστα ὀργῶσαι, ὡς ψυχρότεραι τὴν κρᾶσιν καὶ


ὑγρότεραι, καὶ ὑπὸ τοῦ καύματος οὐ καταπονούμεναι, ἀλλὰ
μᾶλλον εὔκρατοι γινόμεναι, καὶ ὥσπερ ἀναζωπυρούμεναι·
ἀσθενέστατοι δὲ οἱ ἄνδρες· ἡ δ' αἰτία, ἐπεὶ, φησὶ, τὴν κεφαλὴν
αὐτῶν καὶ τὰ γόνατα ὁ ἥλιος ξηραίνει. Αὐαλέος δὲ γίνεται,
ἤγουν ξηρὸς, ὁ χρὼς αὐτῶν ὑπὸ τοῦ καύματος. Τῶν ἀνδρῶν
γὰρ ἅπτεται ὁ ἥλιος, ὡς θερμοτέρων ὄντων καὶ ξηροτέρων, καὶ
τούτους ἀσθενεστέρους ποιεῖ· τὰς γυναῖκας δὲ ψυχρὰς καὶ
ὑγρὰς οὔσας, ὡς εἴρηται, εὐκράτους ποιεῖ. MOSCHOP.
ΗΧΕΤΑ. Ἡ ἠχητικός· Βοιωτῶν καὶ Αἰολέων
ἐστὶν ἰδίωμα, ἤτοι διάλεκτος. TZETZES.
ΣΕΙΡΙΟΣ. Νῦν καὶ ὁ ἥλιος νοεῖται, καὶ ὁ ὑπὸ τὸ
γένειον τοῦ κυνὸς ἀστὴρ, Σείριος καλούμενος· τότε γὰρ καὶ
οὗτος ἀνατέλλει ἑῶος. TZETZES.
ΑΥΑΛΕΟΣ ΔΕ ΤΕ ΧΡΩΣ. Ἕως τοῦ ΣΒΕΝΝΥ-
ΜΕΝΑΩΝ. Λέγοι μὲν ἂν σείριον καὶ αὐτὸν τὸν ἥλιον, ὡς
καὶ ἔμπροσθεν· λέγοι δ' ἂν καὶ τὸν ἐπὶ τοῦ κυνὸς λαμπρότα-
τον· καὶ γὰρ οὗτος τότε τοῦ ἡλίου προανατέλλων ὀξέα σει-
ριάει, καὶ καυμάτων αἴτιός ἐστι τῶν ὑπὸ κύνα καλουμένων·
εἰκότως οὖν αὐαλέος ὁ χρὼς γίνεται ταῖς τούτων ἐμπύροις δυ-
νάμεσιν αὐαινόμενος. Τίνα οὖν ἄκη τοῦ καύματος πετραίη

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera et recentiora e cod.


Genevensi gr. 44) Book of Iliad 1, verse 245, li.of scholion 2

Ἕκτορος· «ὑφ' Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο.»


[ἀνδροφόνοιο] πρὸς ἔκπληξιν τοῦ Ἀγαμέμνονος ἀνδροφόνον καλεῖ τὸν
Ἕκτορα.
[ἀνδροφόνοιο] ἐν ᾧ δέ τις μέγας, ἐκ τούτου ἐπαινεῖ καὶ ἐκ τοῦ
ἐναντίου ψέγει, ὡς ὅταν καὶ τὴν Πατροκλέους θηλύτητα, ἐν κακῷ δὲ
187

ἀγριότητα.
[ἀνδροφόνοιο] εἴωθε γὰρ τηρεῖν τὰ ἐπίθετα εὐστόχως.
[θνήσκοντες] ἐκ τοῦ θνῶ, θνήσω θνήσκω· ἔχει δὲ καὶ τὸ ι
προσγεγραμμένον ἀλόγως.
[ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε γαίῃ] προσέρρηξε τῇ γῇ διὰ τὴν ὀργήν.
[γαίῃ] ἡ διάλεκτος Δωριέων.
[χρυσείοις ἥλοισι] κόσμου χάριν χρυσοῖ ἧλοι.
[ἀνόρουσεν] πῶς τῷ ἀνόρουσεν ἐπὶ τοῦ Νέστορος ὁ ποιητὴς  
τοῦ ἤδη γεγηρακότος ἐχρήσατο· ἐπὶ νέων γὰρ εἰκὸς τὸ τοιοῦτον
λέγεσθαι; καὶ ῥητέον ὅτι τὸ προνοητικὸν τῶν ὁμοφύλων νεανικὴν αὐτῷ
περιτίθησι κίνησιν. καὶ ἄλλως ῥητέον ὅτι εἴωθεν – πρὸς τὰ
λεγόμενα. De καὶ ῥητέον à κίνησιν
[ῥέεν αὐδή] διὰ τὸ «ῥέεν» τὸ ῥητορικὸν ἐμφαίνει τοῦ Νέστορος.
[δύο μὲν γενεαὶ] ἰστέον ὅτι οἱ παλαιοὶ τὰς γενεὰς ἐψήφιζον
ἕως ἐτῶν λ· δύο οὖν γενεαὶ ἑξήκοντα ἔτη· τελεία γὰρ ἡ λ πρὸς γένε-
σιν ἡλικία. οἱ μὲν οὖν συντεχθέντες αὐτῷ – σύνεστι τῇ

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera et recentiora e cod.


Genevensi gr. 44) Book of Iliad 2, verse 132, li.of scholion 3

εἴην ἐγὼ;
[ἀνδράσι παυροτέροισι] οἱ μὲν γὰρ Τρῶες – δεκα-
τέσσαρας.
λέξασθαι] ἀπὸ κοινοῦ τὸ «ἐθέλοιμεν».
[πλέας] ἀπὸ τῆς πλέες εὐθείας.
[ἐγχέσπαλοι] ἔσειον δὲ αὐτὰ πρὸ τῆς ἀφέσεως, μήποτ' ἄρα
εἶεν κλασθέντα. οἱ τὰ δόρατα
πάλλοντες.
[οἵ με μέγα πλάζουσι] ἀπείργουσι τῆς πολλῆς –  
τὸ κοινόν.
[οὐκ εἰῶσι] ἡ δὲ διάλεκτος τοῦ «οὐκ εἰῶσι» Ἰάς.
[ποτιδέγμεναι] προσθεὶς δὲ τὸ «ποτιδέγμεναι», ὀρθῶς καὶ κατ' ἐπι-
κράτησιν τοῦ θηλυκοῦ πεπλεόνακεν εἰπὼν οὕτως καὶ οὐ ποτιδέγμενοι.
[κύματα μακρὰ] παραβολὴ τὸ σχῆμα – ἐναργες-
τέραν.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera et recentiora e cod.


Genevensi gr. 44) Book of Iliad 3, verse 338, li.of scholion 1

ὁπλίζεται.
[ἥρμοσε δ' αὐτῷ] τοῖς γὰρ ὁμογενέσι – αἱ κατασκευαί.
188

[βάλετο], τὸ «βάλετο» εἶπεν, ἐπειδὴ καὶ τὰς ἀσπίδας διὰ τελα-


μώνων ἐφόρουν ὡς καὶ τὰ ξίφη.  
[σάκος] ἡ ἀσπίς εἴρηται ἐπεὶ πρώτοις – Σάκαι δὲ
οἱ Θρᾷκες.
[ἔθηκεν] τὸ «ἔθηκεν» Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ περιέθηκεν, ὡς καὶ τὸ
»τιθήμενον – Μειδίου.
λόφος] τὸ ἄνωθεν τῆς περικεφαλαίας νεῦον ἀνάστημα πρὸς
φόβον τῶν ἐχθρῶν.
[παλάμηφιν] ἡ λέξις παράγωγος, ἡ διάλεκτος Αἰολίς· ἐκ γὰρ
τοῦ πάλλω παλάμη καὶ παλάμηφιν.
ἔντεα] εἴρηνται παρὰ τὸ ἐντὸς περιέχειν – ἔντεα
δαιτός.»
[δεινὸν δερκόμενοι] ζῆλος αὐτοὺς ἐρεθίζει.
[δολιχόσκιον] ἢ μακρὰν καὶ μεγάλην σκιὰν ἀποτελοῦν· οἱ μὲν
παρὰ τὸ κίειν ἐν πλεονασμῷ, οἱ δὲ παρὰ τὴν σκιάν. τοῦτο δὲ παρὰ
τὸ σχῶ τὸ κρατῶ.
[πάντοσε ἴσην] πανταχόθεν ἴσην, κυκλοτερῆ· κατὰ γὰρ τοὺς
γεωμέτρας κύκλου φανέντος ἀρχὴ οὐχ εὑρέθη.
[ἐπευξάμενος] Ἑλληνικὸν τὸ μὴ πάντα ἐπιτρέπειν τῇ ῥώμῃ.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera et recentiora e cod.


Genevensi gr. 44) Book of Iliad 5, verse 331, li.of scholion 1

καλεῖται. κοτύλη δὲ παρὰ τὴν κοιλότητα· κοτύλαι γὰρ αἱ ἐν τοῖς ἰσχίοις


κοιλότητες, εἰς ἃς αἱ κεφαλαὶ τῶν μηρῶν ἁρμόζονται ..
πρόσθε δέ οἱ] οὐχ ὡς ἄτρωτον αὐτῷ περιβάλλει τὸν πέπλον,
ἀλλ' ἵνα κρύψῃ αὐτόν.
[πτύγμ' ἐκάλυψεν] «πτύγμα» δὲ ἀντὶ τοῦ διπλῷ τῷ πέπλῳ.
σιγαλόεντα] τὰ λαμπρὰ, τὰ σιγὴν ἐμποιοῦντα τοῖς ὁρῶσι διὰ τὸ
καινοφανές.
[Κύπριν] Κύπρις ἢ ὅτι ἐν τῇ Κύπρῳ τιμᾶται, ἢ ὅτι κυοπόρος
τίς ἐστιν ἢ τὸ κύειν παρέχουσα. οἱ μὲν οὖν τὴν ἐπιθυμίαν φασὶν αὐτὴν
εἶναι, οἱ δὲ τὴν βάρβαρον ἀφροσύνην.
[θεάων] Βοιωτῶν ἡ διάλεκτος τὸ θεάων θηλυκῶς.
[Ἐνυὼ] δαίμων τίς ἐστι πολεμικὴ, ἧς οἱ νεώτεροι υἱὸν εἶναι τὸν
Ἄρεα· ὅθεν καὶ Ἐνυάλιον καλεῖσθαι. Ἐνυὼ δὲ παρὰ τὸ ἐναύειν, ὃ  
σημαίνει τὸ ἐμφωνεῖν, ἢ παρὰ τὸ ἐνῶ, ὃ σημαίνει τὸ φονεύω, ὅθεν καὶ
αὐτοέντης.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis)


(e cod. Genevensi gr. 44) Book of Iliad 1, verse 4, li.of scholion 1
189

μυρία] τινὲς θρηνητικὰ, παρὰ τὸ μυριᾶσθαι, καὶ ἐπίθετον αὐτὸ


τῶν ἀλγέων ἤκουσαν, ἐφ' οἷς μυριᾶσθαι καὶ τὸ κλαῦσαι. οὐδὲν δὲ
ἄτοπον εἰ παρὰ Μουσῶν ταῦτα ἐρωτᾷ· φρόνησις μὲν γάρ ἐστιν ἡ
πάντων εἴδησις, προαίρεσις δὲ ἀκριβὴς ἡ τῶν ἀμεινόνων πράξεων
αἵρεσις.
[ἄλγε' ἔθηκε] τοῦτο μὲν φαίνεται ῥηθῆναι διὰ τοὺς τραυματις-
θέντας μὲν, μὴ θανόντας δέ, τὸ δὲ «προΐαψεν», διὰ τοὺς τεθνεῶτας.
ποσόν, πολλάς· ποιόν, ἰφθίμους, οὐσίαν, ψυχάς· τόπον, Ἄϊδι· χρό-
νον, προΐαψεν.
πολλὰς δ' ἰφθίμους] τῶν Τρώων καὶ τῶν Ἑλλήνων.
[κύνεσσιν] Αἰολὶς ἡ διάλεκτος.
[οἰωνοῖσι] λέγει γυψὶ καὶ κόραξι.
οἰωνοῖσί τε] Ἰωνικῶς· οἱ γάρ Ἴωνες προστιθέασι τὸ ι ταῖς πλη-
θυντικαῖς δοτικαῖς τῶν ἰσοσυλλάβων· οἰωνοῖσι, ἀδελφοῖσι.
οἰωνοῖσί τε πᾶσι] οἱ γὰρ γῦπες ἀντερείδοντες τοῖς ποσὶ βίᾳ τὸ πᾶν
ἕλκουσι σῶμα· εἰ δὲ καὶ μὴ πάντες ἤσθιον, ἀλλ' οὖν πᾶσι προὔκειντο
ἀνέδην καὶ τὰ μὴ ἐσθιόμενα.
βουλή] ἤγουν ἡ εἱμαρμένη ἐτελειοῦτο.
[βουλή] ἡ Θέτις ἐπικρατεστάτη τῶν Ἑλλήνων.
...... διέστησαν ...... ὁ Ἀχιλλεὺς καὶ ......  

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis)


(e cod. Genevensi gr. 44) Book of Iliad 1, verse 76, li.of scholion 3

[εἴσω] περισσὸν τὸ ω, ὅπερ λέγεται προσχηματισμός.


[τήν οἱ πόρε Φοῖβος Ἀπόλλων] τὰς εἰς ἄκρον εὐεξίας θεῶν δῶρά
φησιν [εἶναι.]
[Φοῖβος Ἀπόλλων] ἄνθρωπος μάντις.
[ἐῢ φρονέων] πρὸς τὴν τοῦ βασιλέως ἀβελτηρίαν
[διῒ φίλε] διίφιλοι οἱ εὐδαίμονες, οἱ γενόμενοι ἐν τῷ ἀστέρι
τοῦ Διός
[ἑκατηβελέταο] διὰ τὰς ἀκτῖνας ἢ τὸ τόξον.
[τοὶ γὰρ] ἀντὶ τοῦ δή.
[ἐγὼν] Αἰολικῶς.
[ὄμοσσον] Αἰολικὴ ἡ διάλεκτος.
[χολωσέμεν] Δωρικῶς.
[χολωσέμεν] οἱ Αἰολεῖς τὸ φαγεῖν φαγέμεναι λέγουσι καὶ τὸ πι-
εῖν πιέμεναι.  
[ἔχει κότον] ἔδειξε τὴν διαφορὰν τοῦ χόλου πρὸς τὸν κότον.
διὰ πάντων δὲ ὑποφαίνει τὸ ὕπουλον τοῦ Ἀγαμέμνονος. ἁπλοῦς δὲ
ὁ Ἀχιλλεύς.
190

[σαώσεις] ὁ τρόπος ὑπερβολή


[σαώσεις] Αἰολικὴ διάλυσις.
[θαρσήσας] ὡς ἀγαθὸς προκρίνει τὸ κοινῇ τοῦ ἰδίᾳ συμφέρον-
τος.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis)


(e cod. Genevensi gr. 44) Book of Iliad 1, verse 176, li.of scholion 2

εἰς α λήγει οὕτως.


μητίετα] ἐκ τοῦ μήδω τοῦ βουλεύομαι μήσω, μῆσις καὶ τροπῇ τοῦ
σ εἰς τ μῆτις. ἐχρῆν δὲ παροξύνεσθαι, εἴ γε τὰ εἰς της λήγοντα βα-
ρύτονα βραχείᾳ παραληγόμενα ἀπρόσληπτα τοῦ σ ἐπὶ γενικῆς καὶ
ἐπὶ κλητικῆς παροξύνονται· οἰκέτα φυλέτα εὐνέτα. παραλόγως
ἄρα ἡ εὐρύοπα, δέσποτα καὶ μητίετα· ἔστιν οὖν εἰπεῖν ὅτι ἀπὸ τοῦ
μητίτα κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ε, καὶ συστολῇ τοῦ ι ἀπὸ τῆς εὐθείας
μητίτης γέγονε μητίετα, καὶ ὁ τόνος ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ τόπου ἔμεινε μετὰ
τὸν πλεονασμόν.
Διοτρεφέων] τῶν σὺν τῇ Διὸς γνώμῃ – βασιλῆες.»
[βασιλήων] Ἰὰς ἡ διάλεκτος.  
ἀεὶ γάρ τοι] τὰ πλεονεκτήματα – σιωπηλὸν δόλιον.
πόλεμοι] εἴρηται οἱονεὶ πολύαιμός τις ὤν.
Μυρμιδόνεσσι] ζητεῖται πόθεν κέκληνται Μυρμίδονες. ὁ Αἰα-
κὸς τοῦ Διὸς ἦν υἱὸς καὶ ἐβασίλευεν ἐν Αἰγίνῃ. λέγεται οὖν ὅτι θεω-
ρῶν τὴν αὑτοῦ χώραν ὀλιγανδροῦσαν ηὔξατο τῷ Διὶ, ὁ δὲ τοὺς μύρ-
μηκας ἐποίησεν ἀνθρώπους, καὶ διὰ τοῦτο Μυρμίδονες κέκληνται.
οὐδ' ὄθομαι] ἐπιστροφὴν ποιοῦμαι. παρὰ τὸ ὄτοβος, ὃ σημαίνει
τάραχον, ὅθεν καὶ τὸ ὠθῶ τὸ κινῶ.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis)


(e cod. Genevensi gr. 44) Book of Iliad 9, verse 457, li.of scholion 1

[ἀργυρόπεζα] εὔπους, καλὴ ἀπὸ μέρους.


[θανάτοιο τέλος δὲ] τοῦ θανάτου περιφραστικῶς.
[κλέος ἄφθιτον] ἀθάνατος δόξα καὶ φήμη.
ἑτοίμη] φανερά. λέγει δὲ τοῦτο – πεῖσαι.
ἀναπρήσας] ἀναφυσήσας, ἢ ἀθρόον καταβαλών.
ἀντὶ τοῦ διδάσκαλον ἐσόμενον λόγων ὧν δεῖ λέγειν καὶ ἔργων
ὧν δεῖ πράσσειν.
φεύγων – Ἀμύντορος] Φοῖνιξ – παραδί-
δωσιν.
191

Ἐρινῦς] καταχθόνιοι – ἀσεβημάτων.


[Περσεφόνεια] Ἰωνικὴ διάλεκτος.
[ἀμφὶς ἐόντες] περὶ ἐμὲ ὄντες, παρόντες.
[εὐερκέος] ἀσφαλῆ περιβολὴν ἐχούσης.
[Ἑλλάδος – Φθίην] Ἑλλὰς καὶ Φθία πόλεις
τῆς Θετταλίας.
[τοσοῦτον ἔθηκα] τηλικοῦτον ἐποίησα. ἔστι δὲ ποσότης ἀντὶ
πηλικότητος.
προταμὼν] ἤτοι ἀποκόψας, ἤτοι τὸ σκληρὸν τῆς τροφῆς προκα-
τεργασάμενος.
ἀποβλύζων] ἀπεμῶν. ὀνοματοποιΐα ὁ τρόπος.
στρεπτοὶ] εὐμετάστρεπτοι – πείθεσθαι.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis)


(e cod. Genevensi gr. 44) Book of Iliad 12, verse 28, li.of scholion 1

καὶ τεῖχος ὕπερθεν] πλάσας – εἶπεν.


[ἀμφὶ δὲ τάφρον ἤλασαν] πέριξ δὲ τοῦ τείχους τὴν τάφρον
ὤρυξαν.
προαναφώνησις ταῦτα· λεληθότως γὰρ λέγει τὴν πόρθησιν τῆς
Ἰλίου.
[ποταμῶν μένος] περιφραστικῶς ποταμούς.
[βοάγρια] τὰ τῶν βοῶν ἀγρεύματα, τουτέστι τὰς ἐκ βοῶν κα-
τεσκευασμένας ἀσπίδας.
[ἡμιθέων] ἄλλως· οἱ ἕνα θεὸν – ἄνθρωπον.
ἐννῆμαρ] ἔνιοι δὲ – φανῆναι.
[θεμείλια] Ἰὰς ἡ διάλεκτος.
ἀγάρροον] ἄγαν ῥοώδη, ὅ ἐστι σφοδρὰ ῥεύματα ἔχοντα.
Διὸς μάστιγι] τῇ Διὸς – κεκακωμένοι. «μάστιγι» δὲ
τῷ κεραυνῷ.
βαλλόμενα] ἤτοι τὰ ἐπὶ τοὺς πύργους ἀκοντιζόμενα ἢ τὰ ἐνῳκοδο-
μημένα τοῖς πύργοις ξύλα ἤχει τοῖς δόρασι βαλλόμενα.
χρεμέτιζον] ἰδιάζουσαν φωνὴν ἐπετέλουν.
[ἀπὸ γὰρ δειδίσσετο τάφρος] ἢ φόβον ἦγεν.
[τρώσεσθαι] ἢ ἡττήσεσθαι· τρῶμα γὰρ ἡ ἧττα.  
[παλίωξις] πάλιν δίωξις. οὕτως δὲ καλεῖται ἡ τῶν διωκόντων φυγή.  

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis)


192

(e cod. Genevensi gr. 44) Book of Iliad 17, verse 757, li.of scholion 3

νως διήκων.
[πλάζων] πλανῶν. νῦν δὲ ἀνακόπτων καὶ ἀνακρούων.  
[ψαρῶν .... κολοιῶν] ψᾶρες καὶ κολοιοὶ εἶδος ὀρνέων.
ἄλλως· συναγελαστικὸν δὲ ὁ κολοιὸς καὶ φιλάλληλον, ὡς ἡ παροιμία·
»αἰεὶ κολοιὸς παρὰ κολοιὸν ἱζάνει.» φασὶ δὲ οὕτω φιλαλλήλους εἶναι,
ὡς εἴ τις ἔλαιον ἀπόθηται, ἀφορῶντες εἰς τὴν σκιὰν καὶ κατιόντες
δῆθεν πρὸς τοὺς ἑταίρους ἐλαιοῦσθαι.
[νέφος] νῦν τὸ πολὺ πλῆθος τῶν ὀρνέων.
[κίρκον] εἶδος ἀετοῦ, ὁ λεγόμενος ἱέραξ· ὁ γὰρ ἀετὸς τὰ μεγάλα
φονεύει.
[σμικρῇσι] μικραῖς. ἡ διάλεκτος Ἰώνων.  
οὕτως μὲν δὴ οὗτοι ἐμάχοντο δίκην θερμοῦ πυρός.
νεῶν ὀρθοκραιράων] ὀρθὰς κεραίας ἐχουσῶν – ὀθόνη.
ἐζήτηται δὲ πῶς – τῇ ὁδῷ.
Μυρμιδόνων τὸν ἄριστον] Ἄκτωρ γένει μὲν ἦν Λοκρὸς, γήμας
δὲ – Αἰγίνῃ.
ἧ μάλα δὴ τέθνηκεν] ἀκριβῶς – ἔγημε.
σχέτλιος] ἀντὶ τοῦ σχετλιασμοῦ – ἑαυτὸν δέ.
[κεῖται] ἀντὶ τοῦ ἀνῄρηται, τέθνηκεν.
[ἄχεος νεφέλη] πλῆθος λύπης, ὅ ἐστι πολλὴ λύπη.
[κόνιν] τὴν σποδόν. παρὰ τὸ κεκαῦσθαι.  

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera)


Book 14, hypothesis-verse 82, li.4

συνέεργε] γρ. ἐπέεργε. H.


ψιλωτέον τὸ ἔθνεα καὶ τὸ ἔρχατο. H.
ὁ δ' ἄλφιτα λευκὰ πάλυνεν] ὡς περὶ ἑτέρου. ἔστι δὲ ἐπὶ τοῦ
Εὐμαίου. Ὁμηρικὴ δὲ ἡ φράσις. H.
κισσυβίῳ] ἀγροικικῷ ἐκπώματι. V.  
χοίρε'] χοίρων μικρῶν κρέα. σιτευτὸν γὰρ φοβοῦμαι θῦσαι.
H.Q. τοῦ σιτευτοῦ τροφιμώτερα. H.
ὄπιδα] τὴν εἰς τὸ μέλλον τῶν θεῶν ἐπιστροφὴν καὶ κόλασιν·
B.Q.V.
φρονέοντες] λογιζόμενοι. τρομέοντες] φοβούμενοι. V.
ἐλεητύν] ἔλεο ν. Αἰολικὴ ἡ διάλεκτος. V.
καὶ μὲν δυσμενέες] καὶ οἱ φύσει πολέμιοι ληϊσάμενοι πόλεις
ὑποχωροῦσι διὰ τὴν ἐπιστροφὴν τῶν θεῶν. B.Q.
βῶσιν] ἐπέλθωσιν ἐπὶ βόσιν. V.
193

πλησάμενοι δέ τε νῆας] ὁ δέ πλεονάζει. H.Q. ὁ δὲ τε ἀντὶ


τοῦ καί. H.
οἵδε δὲ καί τι ἴσασι] γινώσκουσί τι περὶ τῆς Ὀδυσσέως
φθορᾶς, ὅτι οὐδὲν ἔσται. Q. ὡς ἔοικε δὲ ἔμαθον τὸν τούτου ὄλεθρον
ἀπὸ χρησμοῦ. B. τὸ οἷδε προπερισπαστέον. ἔστι γὰρ κατ' ἐπέκτα-
σιν εἰρημένον καὶ ἀναφορικῶς κείμενον. H.
ἀλλὰ ἕκηλοι] ἤτοι ἡσυχάζοντες καὶ μὴ περὶ ἔργον ἀσχολού

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 4, li.of scholion 14

ἔργοις καὶ ταῖς ἡμέραις· Ἠέρα ἑσσάμενοι


πάντη φοιτῶσιν ἐπ' αἶαν. ἢ ἀπὸ τῆς ἐρά-
σεως, τουτέστι μίξεως τῶν θεῶν. οἱ γὰρ
θεοὶ, θνηταῖς γυναιξὶ συνερχόμενοι, ἐποί-
ουν τὸ τῶν Ἡρώων γένος. ἢ ἀπὸ τῆς ἔρας.
ἔρα δὲ ἡ γῆ, κατὰ διάλεκτον. ἐκ δὲ τῆς
γῆς ἐπλάσθη τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων. Αὐ-
τοὺς δέ. Ἀντὶ τοῦ, τὰ δὲ σώματα αὐ-
τῶν. Ἑλώρια. Ἑλκύσματα, σπαράγ-
ματα. Τεῦχε. Ἐποίει. Κύνεσσι. Κυ-
σίν. Αἰολὶς ἡ διάλεκτος.
         Οἰωνοῖσι.
Τοῖς σαρκοφάγοις ὄρνισι. λέγει δὲ γυψὶ
καὶ κόραξι. Πᾶσιν. Ἅπασι. Διὸς δέ.
Ἡ δὲ τοῦ Διός. Ἐτελείετο. Ἐτελειοῦτο,
ἐπληροῦτο. Βουλή. Γνώμη. Διὸς δὲ τε-
λείετο βουλή. Διὸς βουλὴν, οἱ μὲν τὴν
εἱμαρμένην ἀπέδοσαν. ἄλλοι δὲ ἐξεδέξ-
αντο, δρῦν ἱερὰν μαντικὴν τοῦ Διὸς ἐν
Δωδωναίῳ ὄρει τῆς Θεσπρωτίας, ὡς αὐτὸς
Ὅμηρος λέγει ἐν Ὀδυσσείᾳ· Τὸν δ' ἐς

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 157, li.of scholion 2

         Οὐδέ ποτε. Οὐδαμῶς, οὐ-


δέποτε. Ἐν Φθίῃ. Φθία πόλις Θεσσα-
194

λίας παραθαλασσία, πατρὶς Ἀχιλλέως.


Ἐριβώλακι. Μεγαλοβώλῳ, εὐγείῳ. Βω-
τιανείρῃ. Ἄνδρας βοσκούσῃ, ἢ τρεφούσῃ.
Ἐδηλήσαντο. Ἔβλαψαν. Ἐ-
πειὴ μάλα. Ἐπειδὴ πάνυ. Μεταξύ.
Ἀναμέσον.
         Οὔρεά τε. Καὶ ὄρη.
Ἰὰς ἡ διάλεκτος. Σκιόεντα. Σύσκια,
σκιὰν ἀποτελοῦντα. Ἠχήεσσα. Ἠχη-
τικὴ, ἀπὸ τῆς τῶν κυμάτων κινήσεως ὁ
δὲ λόγος, οὐδέποτε ἠδίκησάν με οἱ Τρῶες,
ἐπειδὴ μεταξὺ Φθίας καὶ Ἰλίου, πολλά
ἐστι μέγιστα ὄρη, καὶ πολλὴ θάλασσα,
ὡς μὴ εἶναί με αὐτῶν ἀστυγείτονα.
Ὦ μέγ' ἀναιδές. Ὦ μεγάλως
ἀναιδέστατε. Ἅμ' ἑσπόμεθα. Ὁμοῦ
καὶ κατὰ τὸ αὐτὸ ἠκολουθήσαμεν. Ὄ-
φρα σὺ χαίρῃς. Ὅπως σὺ εὐφραίνῃ.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 176, li.of scholion 10

τῆς εὐθείας εἰς α, λήγει.


         Ἔχ-
θιστος. Ἐχθρότατος. Ἐσσί. Ὑπάρ-
χεις. Διοτρεφέων. Τῶν σὺν Διὸς τῇ
γνώμῃ τεθραμμένων. ἐπεὶ τῆς αὐτῆς
σειρᾶς εἰσίν. ὡς καὶ Ἡσίοδός φησιν·
Ἐκ γάρ τοι Μουσάων καὶ ἑκηβόλου
Ἀπόλλωνος Ἄνδρες ἀοιδοὶ ἔασιν ἐπὶ
χθονὶ, καὶ κιθαρισταὶ, Ἐκ δὲ Διὸς  
βασιλῆες. Βασιλήων. Βασιλέων. Ἰὰς
ἡ διάλεκτος.
         Αἰεὶ γάρ τοι. Δι-
απαντὸς γάρ σοι. Ἔρις τε. Φιλονεικία.
Φίλη. Προσφιλής. Πόλεμοί τε. Καὶ
οἱ πόλεμοι. εἴρηται δὲ πόλεμος, οἱονεὶ πο-
λύαιμός τις ὤν. Μάχαι τε. Καὶ μά-
χαι.
195

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 202, li.of scholion 5

         Καί μιν. Καὶ αὐτήν.


Φωνήσας. Προσειπὼν, καλέσας. Ἔ-
πεα πτερόεντα. Λόγους ταχεῖς. λόγου
γὰρ οὐδὲν ταχύτερον. Προσηύδα. Προς-
εῖπεν.
         Τίπτ' αὖτ'. Τί δή ποτε.
συγκοπὴ ὁ τρόπος. Αἰγιόχοιο. Αἰγίδα
ἔχοντος. Αἰγὶς δέ ἐστιν ὅπλον Διὸς ἡφαι-
στότευκτον. Εἰλήλουθας. Ἐλήλυθας,
παρεγένου. ἡ δὲ διάλεκτος Ἰώνων.
Ἢ ἵνα. Ἢ ὅπως. Ὕβριν. Νῦν τὸν
φόνον, ἢ μᾶλλον τὴν ἀλαζονείαν.
Ἀλλ' ἔκ τοι ἐρέω. Ἀλλ' ἐρῶ δή σοι.  
Τὸ δὲ καὶ τετελέσθαι ὀΐω. Ὅπερ καὶ
πληρωθήσεσθαι ὑπολαμβάνω.
ᾟς ὑπεροπλείῃσι. Ταῖς ἰδίαις ὑπερηφα-
νίαις. Τάχ' ἄν ποτε. Ταχέως ἄν ποτε.
Ὀλέσσῃ. Ἀπολέσῃ.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 214, li.of scholion 2

τετελεσμένον ἔσται. Ὅπερ καὶ τελει-


ωθήσεται.          Καί ποτέ τοι. Καί
σοι ποτέ. προαναφώνησις ὁ τρόπος. Τρὶς
τόσσα. Πολλάκις τοσαῦτα. οὐ γὰρ
τριπλάσια αὐτῷ παρεσχέθη παρὰ Ἀγα-
μέμνονος, ἀλλὰ σὺν τῇ Βρισηΐδι πολλὰ
ἄλλα, ὡς αὐτός φησιν ἐν τῇ ιʹ. Παρές-
σεται. Δοθήσεται. Ἀγλαά. Καλά.  
Ὕβριος εἵνεκα τῆσδε. Ὑπὲρ ταύ-
της τῆς ὕβρεως. ἡ διάλεκτος Ἰάς. Σὺ δ'
ἴσχεο. Σὺ δὲ παύου. Πείθεο δ' ἡμῖν.
Καὶ πείθου ἡμῖν.
         Πόδας ὠκύς.
Τοῖς ποσὶ ταχύς.
196

         Χρή. Προσῆ-


κόν ἐστι, πρέπει. Σφωΐτερον. Ὑμέτε-
ρον. Εἰρύσασθαι. Φυλάξαι.
Καὶ μάλα. Καὶ πάνυ. Κεχολωμένον.
Ὠργισμένον. Ὣς γὰρ ἄμεινον. Οὕτω
γὰρ βέλτιον.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 245, li.of scholion 4

         Θνήσκοντες.
Ἀποθνήσκοντες, πίπτοντες, νεκροί. Σὺ
δ' ἔνδοθι. Σὺ δὲ ἔσωθεν. Θυμόν. Τὴν
ψυχήν. Ἀμύξεις. Σπαράξεις, πληγήσῃ.
Χωόμενος. Λυπούμενος, ὀργιζό-
μενος. Οὐδὲν ἔτισας. Κατ' οὐδὲν ἐτίμη-
σας.
         Ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε
γαίῃ. Προσέβαλε δὲ καὶ προσέῤῥιψε τῇ
γῇ τὸ σκῆπτρον διὰ τὴν ὀργήν. ἡ διά-
λεκτος Δωριέων.
         Χρυσείοις ἥλοισι
πεπαρμένον. Χρυσοῦς ἥλους ἔχον, καὶ
διαπεπερονημένων αὐτῶν ἠσφαλισμένον.
Ἕζετο. Ἐκαθέζετο.
         Ἑτέρωθεν.
Ἐκ τοῦ ἑτέρου μέρους, ἐξεναντίας. Ἐ-
μήνιε. Ὠργίζετο.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 274, li.of scholion 2

         Τῶν. Τούτων. Οἷοι. Ὁποῖοι. Βροτοί. Ἄνθρωποι φθαρ-


τοί. ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν ἐδεσμάτων.
Ἐπιχθόνιοι. Ἐπίγειοι. χθὼν γὰρ ἡ γῆ.
Μαχέοιτο. Μάχοιτο.
         Καὶ μέν μευ. Καὶ μὴν ἐμοῦ. Βουλέων. Συμ-
βουλιῶν. Ξύνιον. Ἤκουον, ἐπείθοντο.
Καὶ ὔμμες. Καὶ ὑμεῖς. Αἰολὶς ἡ
διάλεκτος.
         Ἀγαθός περ ἐών.
197

Καίτοι βασιλεὺς ὑπάρχων. ἢ ἀγαθὸς


τὴν γνώμην. ἀμείνων, κρείττων. Ἀπο-
αίρεο. Ἀφαιροῦ. Κούρην. Κόρην. ἡ
διάλεκτος Ἰώνων.
         Ἔα. Συγχώ-
ρει. Ὥς οἱ πρῶτα. Ὡς αὐτῷ ἐξ ἀρχῆς.
Δόσαν. Παρέσχον.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 275, li.of scholion 5

Μαχέοιτο. Μάχοιτο.
         Καὶ μέν
μευ. Καὶ μὴν ἐμοῦ. Βουλέων. Συμ-
βουλιῶν. Ξύνιον. Ἤκουον, ἐπείθοντο.
Καὶ ὔμμες. Καὶ ὑμεῖς. Αἰολὶς ἡ
διάλεκτος.
         Ἀγαθός περ ἐών.
Καίτοι βασιλεὺς ὑπάρχων. ἢ ἀγαθὸς
τὴν γνώμην. ἀμείνων, κρείττων. Ἀπο-
αίρεο. Ἀφαιροῦ. Κούρην. Κόρην. ἡ
διάλεκτος Ἰώνων.
         Ἔα. Συγχώ-
ρει. Ὥς οἱ πρῶτα. Ὡς αὐτῷ ἐξ ἀρχῆς.
Δόσαν. Παρέσχον.
         Θέλε. Βού-
λου. Ἐριζέμεναι. Ἐρίζειν, φιλονεικεῖν,
ἐξισοῦσθαι.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 338, li.of scholion 5

Διογενές. Εὐγενέστατε. Πατρόκλεις.


Ἀντὶ τοῦ Πάτροκλε. ἐσχημάτισται γὰρ
τὸ ὄνομα οὐκ ἀπὸ τῆς Πάτροκλος εὐθείας,
ἀλλὰ ἀπὸ τῆς Πατροκλῆς· ὡς Ἡρακλῆς
ὦ Ἥρακλες. Ἔξαγε. Ἔξω τῆς σκηνῆς
κόμιζε.
         Καὶ σφῶϊν. Καὶ αὐ-
198

τοῖς. Ἄγειν. Ἀπάγειν. Κούρην. Τὴν


Βρισηΐδα. Τὼ δ' αὐτώ. Οὗτοι δὲ αὐτοί.  
Μάρτυροι. Μάρτυρες. Ἰὰς ἡ διάλεκ-
τος. Ἔστων. Ἔστωσαν, ὑπαρχέτωσαν.
Πρός τε θεῶν. Καὶ πρὸς τοὺς
Θεούς. Μακάρων. Μακαρισμοῦ ἀξίων,
εὐδαιμόνων.
         Ἀπηνέος. Ἀπηνοῦς,
χαλεποῦ, σκληροῦ. Εἴ ποτε δ' αὖτε.
Ἐάν ποτε πάλιν.
         Χρειώ. Χρεία.
Ἐμοῖο. Ἐμοῦ. Ἀεικέα. Αἰκιστικὸν,
χαλεπόν. Λοιγόν. Ὄλεθρον. Ἀμῦναι.
Ἀποσοβῆσαι, ἀποστρέψαι.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 399, li.of scholion 3

Ὅτε ἔλεγες. Κελαινεφέϊ. Τῷ τὰς νε-


φέλας μελαίνοντι, ὀμβροποιῷ. Κρονίωνι.
Τῷ τοῦ Κρόνου παιδί.
         Οἴη. Μό-
νη. Ἐν ἀθανάτοισιν. Ἐν τοῖς Θεοῖς.
Ἀεικέα. Ἀπεοικότα, χαλεπόν. Λοι-
γόν. Ὄλεθρον, φθοράν. Ἀμῦναι. Ἀ-  
ποσοβῆσαι, ἀποστρέψαι.
         Ὁπ-
πότε μιν. Ὁπηνίκα αὐτόν. Ξυνδῆσαι.
Συνδῆσαι. Ἰὰς ἡ διάλεκτος. Ὀλύμπιοι
ἤθελον ἄλλοι. Οἱ Τιτᾶνες. καὶ γὰρ ἐν
ἄλλοις φησί· μάλα γάρ κε μάχης ἐπύ-
θοντο καὶ ἄλλοι, Οἵπερ νέρτεροί εἰσι
Θεοὶ, Κρόνον ἀμφὶς ἐόντες.
         Ἥρη
τ', ἠδὲ Ποσειδάων, καὶ Παλλὰς Ἀθήνη.
Γράφεται, καὶ Φοῖβος Ἀπόλλων. Ζεὺς
γὰρ παραλαβὼν τὴν ἐν οὐρανῷ διοίκησιν,
περισσῶς τῇ παῤῥησίᾳ ἐχρῆτο, πολλὰ
αὐθάδη διαπραττόμενος. Ποσειδῶν δὲ

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


199

Book of Iliad 2, verse 132, li.of scholion 6

πολίων. Ἐκ πολλῶν πόλεων. Ἐγχέ-


σπαλοι. Οἱ τὰ ἔγχη πάλλοντες, καὶ
κινοῦντες τὰ δόρατα. πολεμικοί. Ἔσειον
δὲ αὐτὰ πρὸ τῆς ἀφέσεως, μή ποτε ἄρα  
εἶεν κλασθέντα.
         Μέγα. Με-
γάλως. συγκοπὴ ὁ τρόπος. Πλάζουσι.
Πλανῶσι, καὶ ἀπείργουσι τῆς πολλῆς
προθυμίας. Οὐκ εἰῶσιν. Οὐ συγχωροῦσι
βουλόμενον. ὅ ἐστι, δυνάμενον. Ἰὰς ἡ
διάλεκτος.
         Εὖ ναιόμενον. Καλῶς
οἰκούμενον. Πτολίεθρον. Πόλισμα, πό-
λιν.
         Βεβάασι. Παραβεβήκασι,
παρεληλύθασι.
         Δοῦρα. Δόρατα,
ξύλα. Σέσηπε. Διασέσηπται ἐκ τοῦ
χρόνου. Σπάρτα. Σπαρτία, σχοινία.
Λέλυνται. Διαλέλυνται, σαπέντα δη-
λαδή.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 2, verse 469, li.of scholion 2

Ἴδης, καὶ μέσον τέμνων τὸ ὑπὸ τῇ


Ἰλίῳ κείμενον πεδίον, καὶ ἐπὶ τὰ ἀρι-
στερὰ ἐκδιδοὺς εἰς θάλασσαν. Καλεῖ-
ται δὲ Ξάνθος. Χθών. Ἡ γῆ.
Σμερδαλέον. Καταπληκτικόν. Κονάβι-
ζεν. Ἤχει. Ὀνοματοποιΐα ὁ τρόπος.
Ἔσταν. Ἔστησαν. Ἀνθεμό-
εντι. Ἄνθη ἔχοντι, ἢ, ἄνθη φέροντι.
Μυρίοι. Πολλοί.
         Μυιά-
ων. Μυιῶν. Βοιωτικὴ ἡ διάλεκτος.
Ἠΰτε μυιάων. Καὶ ἑξῆς. Ἐπὶ τῷ,
δεύει, ὑποστίζομεν τῆς ἀνταποδιδομένης,
ἠΰτε, λέξεως, ἀνακολούθως ἐχούσης. ὡς
ἐν τῇ θʹ τῆς Ἰλιάδος· ὡς δ' ὅτ' ἐν οὐ-
ρανῷ ἄστρα φαεινὴν ἀμφὶ σελήνην· εἶ-
200

τα ἐπιφέρει, τόσσα μεσσηγὺ νεῶν. Ἀ-


δινάων. Ἀθρόως πετομένων.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 2, verse 804, li.of scholion 1

Λίην. Λίαν, πάνυ. Ψαμάθοισι.


Ψάμμοις. Ἐοικότες. Ὡμοιωμένοι τῷ
πλήθει.
         Πεδίοιο. Διὰ τοῦ πε-
δίου. Περὶ ἄστυ. Περὶ τὴν πόλιν.
Ἐπιτέλλομαι. Ἐπιτέλλω, προς-
τάσσω. Ῥέξαι. Πρᾶξαι.
         Ἐ-
πίκουροι. Οἱ τῶν πολεμουμένων βοηθοί.
Σύμμαχοι δὲ οἱ τῶν πολεμούντων.
Γλῶσσα. Διάλεκτος, φωνή. Πολυσπε-  
ρέων. Ἐπὶ πολλὰ μέρη τῆς γῆς διε-
σπαρμένων. πολυγενῶν, ἢ πολυεθνῶν.
Σημαινέτω. Προστασσέτω, κε-
λευέτω. Οἷσίπερ ἄρχει. Ἀντὶ τοῦ, ὧν
ἄρχει.
         Τῶν. Τούτων. Ἐξηγεί-
σθω. Ἀφηγείσθω. Κοσμησάμενος.
Διατάξας. Πολιήτας. Πολίτας.
Ἠγνοίησεν. Ἀγνοηθῆναι ἐποίησεν.
Αἶψα. Ταχέως. Ἐπὶ τεύχεα.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 3, verse 1, li.of scholion 17

νες, ὡς Καλλίμαχος. οἱ δὲ βαρυτόνως,


λόγῳ τοιῷδε· Πᾶσα λέξις , εἰς αρ λή-
γουσα, βαρύνεται. οἷον, ἄφαρ, εἴθαρ,
μάκαρ, στέαρ, οὖθαρ. Ῥητέον δὲ, ὅτι
οὐδεὶς συμπλεκτικὸς ἢ περισπᾶται, ἢ βα-
ρύνεται, πάντες δὲ ὀξύνονται. Κόσμη-
θεν. Διετάχθησαν, ἐκοσμήθησαν. Ὁ
τρόπος μεταφορὰ, ἀπὸ τοῦ κόσμου. ὅθεν
καὶ ἡ τοῦ κόσμου τάξις, κόσμος ὑπὸ Πυ-
θαγόρου εἴρηται. Ἡ διάλεκτος Δωριέων.
201

Ἅμ' ἡγεμόνεσσιν. Ὑπὸ τῶν ἡγεμόνων,


ἢ σὺν τοῖς ἡγεμόσιν. Ἕκαστοι δὲ, ἔν τε
τοῖς Ἕλλησι δηλαδὴ, καὶ βαρβάροις, κα-
τὰ ἔθνη καὶ πόλεις. Εὐταξίᾳ γὰρ μά-
λιστα πόλεμος κατορθοῦται.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 3, verse 71, li.of scholion 2

Ὅσσα κεν. Ὅσα ἄν. Ἑκὼν δέ.


Βουλόμενος δέ. Οὐκ ἄν τις ἕλοιτο. Οὐκ
ἄν τις λάβοι.
         Νῦν δ' αὖ. Νῦν δὲ
δή. Κάθισον. Καθίδρυσον, καθεσθῆναι
ποίησον.
         Αὐτὰρ ἐμέ. Ἐμὲ δέ.
Ἀμφ' Ἑλένῃ καὶ κτήμασι. Περὶ
τῆς Ἑλένης, καὶ τῶν κτημάτων αὐτῆς.
Ὁππότερος δέ κεν. Ὁποῖος δέ. Ὁ
τρόπος διπλασιασμός. ἡ διάλεκτος Αἰο-
λίς. Κρείσσων τε γένηται. Ἰσχυρότερος,
ἐπικρατέστερος φανῇ.
         Ἑλών. Λα-
βών.
         Φιλότητα. Φιλίαν. Καὶ ὅρκια
πιστά. Καὶ ὅρκους πιστούς. Ταμόντες.
Ὅ ἐστι δι' ἐντόμων ποιήσαντες.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 3, verse 206, li.of scholion 9

Ὄντως δή. Νημερτές. Ἀληθές.


Ἤλυθε. Παρεγένετο.          Σεῦ ἕνεκα.
Σοῦ ἕνεκα, σοῦ χάριν. Πρὸ γὰρ τοῦ στρα-
τεῦσαι τοὺς Ἕλληνας, εἰς Τροίαν ἦλθον
πρέσβεις Ὀδυσσεὺς καὶ Μενέλαος, ἀπαι-
τοῦντες τὴν Ἑλένην. Οὓς τῶν ἄλλων
αὐτοὺς μεθ' ὕβρεως διωξάντων, μόνος
Ἀντήνωρ ξενίζει φιλοφρόνως. Ἀγγε-
λίης. Πρεσβευτὴς, ἄγγελος. Ἰὰς ἡ
202

διάλεκτος.
         Ξείνισσα. Ἐξενοδό-
χησα. Ἐν μεγάροισι. Ἐν τοῖς ἐμοῖς
οἴκοις. Φίλησα. Μετὰ φιλοφροσύνης
ἀπεδεξάμην.
         Φυήν. Τὴν φύσιν.
Ἐδάην. Ἔμαθον.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 5, verse 203, li.of scholion 3

σιν. Ἡγεῖσθαι τῶν Τρώων. Λέγει δὲ


τοὺς τὴν Ζέλειαν πόλιν Τροίαν κατοι-
κοῦντας.
         Οὐ πιθόμην. Οὐκ ἐ-  
πείσθην. Πολὺ κέρδιον ἦεν. Καταπολὺ
κρεῖττον ἂν ἦν.
         Δευοίατο. Ἐν-
δεεῖς γένοιντο. Φορβῆς. Τροφῆς.
Εἰωθότες. Εἰθισμένοι. Ἔδμεναι. Ἐ-
σθίειν. Ἄδδην. Δαψιλῶς. Αἰολὶς ἡ
διάλεκτος.
         Ὣς λίπον. Οὕτως
κατέλιπον. ἢ, διὰ τοῦτο. Πεζός. Ὁ ἐκ
ποδῶν μαχόμενος. Πεζὰ γὰρ, τὰ κάτω
τοῦ ποδὸς, διὸ καὶ ἀργυρόπεζα.
Πίσυνος. Πεπιστευκὼς, τεθαῤῥηκώς. Τὰ
δέ με. Ταῦτα δέ με. Οὐκ ἄρα. Οὐ
δή. Ὀνήσειν. Ὠφελήσειν.
         Δοι-
οῖσι. Δύο. Ἀριστήεσσι. Προμάχοις.
Ἐφῆκα. Ἔπεμψα.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 5, verse 331, li.of scholion 3

Μέθεπε. Κατόπιν Ἀφροδίτης ἐδίωκε.


Κρατερώνυχας. Ἰσχυροὺς ὄνυχας ἔχον-
τας.
         Ἐμμεμαώς. Προθυμού-
μενος. Ὅδε Κύπριν ἐπῴχετο. Ἐπὶ Ἀ-
203

φροδίτην ὥρμα. Οὕτως γὰρ ἐκλήθη ἡ


θεὸς, παρόσον ἐν τῇ Κύπρῳ μεγάλως τι-
μᾶται. Νηλέϊ. Ἀνηλεεῖ, σκληρῷ.
Γιγνώσκων. Ἐπιστάμενος. Ἄναλκις.
Ἀσθενής. Θεάων. Τῶν θεῶν. θηλυκῶς.
Ἡ διάλεκτος Βοιωτῶν.
         Τάων.
Τούτων. Αἵ. Αἵτινες. Κοιρανέουσι.
Διατάσσουσι.
         Πτολίπορθος. Πό-
λεις πορθοῦσα, πολεμική. Ἡ γὰρ αὐτὴ
Ἐνυὼ, δαίμων ἐστὶ πολεμική. ἧς οἱ νεώ-
τεροι Ποιηταὶ υἱὸν εἶναι φασὶ τὸν Ἄρεα.
καὶ διὰ τοῦτο καλεῖσθαι Ἐνυάλιον, μη-
τρωνυμικῶς.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 8, verse 352, li.of scholion 2

         Ἀμφι-περιστρώφα. Πανταχοῦ περιεστρέφετο.


ὅ ἐστιν, ἐνεργῶν περιήλαυνε.
         Γορ-
γοῦς ὄμματ' ἔχων. Γοργότητος. Ἢ ἀντὶ
τοῦ, Γοργόνος. ὅ ἐστι, φοβερά. Ἀπὸ εὐ-
θείας τῆς Γοργὼ εἶπε τὴν γενικήν. Ἢ
οἴματα, ἀντὶ τοῦ ὁρμήματα.
         Νῶϊ.
Ἡμεῖς. κοινὴ ἡ διάλεκτος. Δωριεῖς δέ
φασιν, ἄμμες. Αἰολεῖς, ἄμμε. Ἀττικοὶ
δὲ, νῶϊ. Ἴωνες, ἡμέες. Ἔστι δὲ ἀντω-
νυμία δυϊκὴ ὀρθῆς καὶ αἰτιατικῆς πτώ-
σεως. Ἐὰν δὲ σὺν τῷ ν, ἡμῶν καὶ ἡμῖν.
Οὐκέτι νῶϊ. Καὶ τὰ ἑξῆς. Οὐκ ἔτι σώ-
ους θῶμεν τοὺς Ἕλληνας; οὐ κηδεμονίαν
καὶ φροντίδα ποιησόμεθα ἐξ ὑστέρου;
Κεκαδησόμεθα. Λυπησόμεθα,  
φροντιοῦμεν. Ὑστάτιον. Ἐξ ὑστέρου.
Οἶτον. Μόρον.
204

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem (scholia vetera)


Dialogue Tht, Stephanus p. 183b,bis, li.1

εἰ γάρ, ὥς φασι, πάντα παντοίως κινεῖται, εἴ τι δ' ἄν τις εἴποι,


οὐδ' ἐκεῖνο ἔσται, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ αὐτῶν ἡ δόξα κινεῖται καὶ μετα-
βάλλεται.
οἰκειοτάτη ... διάλεκτος.
ἡ λέγουσα ἀπειραχῶς τὸ οὐδὲ οὕτως.  
τοὺς φάσκοντας.
τοὺς περὶ Μέλισσον.
ἱππέας εἰς πεδίον.
παροιμία ἱππῆς (sic) προκαλεῖσθαι εἰς πεδίον, ἐπὶ τῶν τοὺς ἔν τισι
βελτίους καὶ ἐπιστημονεστέρους αὑτῶν εἰς ἔριν παρακαλούντων.
Πλάτων Θεαιτήτῳ καὶ Μένανδρος Καταψευδομένῳ (fr. 268 Kock).
γράφεται δὲ καὶ ἵππον εἰς πεδίον προκαλεῖσθαι, ἐπὶ τῶν εἰς ἃ βούλεταί
τις προκαλούντων.
ἕνα ὄντα.

Scholia In Sophoclem, Scholia in Sophoclis Oedipum tyrannum (scholia


recentiora) Source of scholion sch mos, scholion 775, li.1

κόλως ἀφίξεσθαι. ἐφίεσαι] ἐντέλλῃ.


μὴ] ἵνα μή. πόλλ' ἄγαν] περισσὰ μάταια. νιν]
αὐτόν. εἰσιδεῖν] ἀντὶ τοῦ ἰδεῖν.
ἵξεται] ἀφίξεται. δυσφόρως ἔχοντα] βαρέως
διακείμενα.
ἐς τοσοῦτον] μέχρι τοσούτου, ἤγουν μέχρι τοῦ μὴ
ἀξιωθῆναι ἀκοῦσαι τὸ ἐν ἐμοὶ βάρος.
βεβῶτος] ζῶντος. καὶ τίνι γὰρ ἄν, ἄλλῳ δηλο-
νότι, μείζονι, ἀντὶ τοῦ ἀξίῳ μᾶλλον, λέξαιμ' ἂν ἢ σοί;
ἰών] ἐρχόμενος.
Δωρὶς διάλεκτος ἡ τῶν Δωριέων, καὶ Δωρὶς γυνή,
ὥσπερ Ἑλληνίς, ἡ ἀπὸ τοῦ γένους τῶν Δωριέων. ἠγό-
μην] ἐτιμώμην.
πρίν] ἕως οὗ. τύχη] ἀντὶ τοῦ συντυχία.
ἐπέστη] ἐπῆλθε. ἀξία μὲν θαυμάσαι αὐτήν τινα,
ἤγουν ἀξία μὲν θαύματος καὶ ἀπορίας, καταστάσεως γε
μέντοι τῆς ἐμῆς οὐκ ἀξία. ἤγουν καὶ ἀξία θαύματος, καὶ
οὐκ ἀξία τῆς ἐμῆς καταστάσεως.
ἀνὴρ γὰρ ἐν δείπνοις ὑπὲρ τὸ μέτρον πληρωθεὶς
205

οἴνου, ἐκάλεσέ με παρὰ τῷ οἴνῳ ὅτι εἴην πεπλασμένος


υἱὸς καὶ ὑποβολιμαῖος τῷ πατρί.

Scholia In Theocritum, Scholia in Theocritum (scholia vetera)


Prolegomenon-anecdote-poem Anec Est, Sec.-verse 7, li.11

Fab ὅτι Δωρίδι διαλέκτῳ χρῆται οὐ μόνον, διότι Συρα-


κούσιος ἦν, οἳ Δωριεῖς ἦσαν, οὐδ' ὅτι διὰ ταύτης μᾶλλον μι-
μεῖται τὰς τῶν ἀγροίκων φωνάς – χρῆται γὰρ αὕτη τῷ α
καὶ τῷ ω – μέγα τὰ πολλά, ἃ δὴ παχεῖαν ἀπεργάζεται τὴν
φωνὴν ἅτε προφερόμενα τοῦ στόματος ὅτι μάλιστα ἠνεῳγμένου,
τοιαύτη δὲ καὶ ἡ τῶν ἀγροίκων φωνή – , ἀλλ' ὅτι [καὶ delevi]
ᾗ ἂν ἄλλῃ παρὰ ταύτην καὶ τὴν Αἰολίδα ἐχρήσατο, ἢ λέξεσιν
(ἢλσέεσιν cod., corr. Marx) ὑψηλαῖς ἂν ἐχρήσατο ταῖς ἐν-
νοίαις οὐ προσηκούσαις, ὅπερ τῶν ἀτόπων ἐστίν, ἢ πάντῃ
ἀφελέστατον ἂν ἐπεποιήκει τὸν λόγον καὶ ἀγροῖκον αὐτόχρημα.
ἡ δὲ Δωρὶς διάλεκτος τῷ μὴ κατημαξευμένας ἔχειν τὰς λέξεις
ὁμοῦ τε μιμεῖται εἰς ἄκρον ἀγροίκων ὁμιλίας addidi e § 1
ἐννοίαις χρωμένη χθαμαλαῖς καὶ ἡδονὴν οὐκ ὀλίγην καὶ τέρψιν
ἀγροικίας ὁμοῦ καὶ ποιητικῆς ἐμμελείας μεστὴν παρέχει τοῖς
ἀκροαταῖς. χρῆται δ' ἔσθ' ὅτε καὶ Αἰολίδι, σπανίως γε μὴν
διὰ τὸ Δωριέα εἶναι, οὐκ Αἰολέα. καὶ Ἰάδι χρῆται, καὶ ταύτῃ
σπανίως, ἐπειδὰν ἀνεγεῖραι βούληται τὸν νοῦν τῶν ἀκροατῶν.
διπλῆς δὲ οὔσης [καὶ delevi] τῆς Δωρίδος, καὶ τῆς μὲν πα-
λαιοτέρας οὔσης καὶ τραχείας ὁμοῦ καὶ δυσνοήτου, ᾗ ἐχρήσατο
Σώφρων καὶ Ἐπίχαρμος, θατέρας δὲ εὐκολωτέρας καὶ μαλθα-
κωτέρας, ἀνειμένης τε καὶ χθαμαλῆς μᾶλλον,

Scholia In Theocritum, Scholia in Theocritum (scholia vetera)


Prolegomenon-anecdote-poem 5, Sec.-verse 21/22f, li.2

αὐτὸν ἄξιον τιμῆς καὶ ἱδρύσεως ἔκρινεν.


         Διονυσόδωρος δὲ μεταφορὰν εἶναί φησιν ἀπὸ τῶν ἱερκων τῶν
τιμωμένων, μηδὲν δὲ ἐχόντων ἱερὸν καὶ σεβασμοῦ ἄξιον.
Ἡρακλῆς ἐλθὼν εἰς Δῖον πόλιν τῆς Μακεδονίας KGEAPT  
εἶδεν ἔκ τινος ἱεροῦ πολλοὺς ἐξιόντας. θέλων δὲ προσκυνῆσαι
ἀνέκρινε, τίνος εἴη. μαθὼν δὲ Ἀδώνιδος εἶναι ἔφη· ‘οὐδὲν
ἱερὸν’ ἀντὶ τοῦ οὐδενὸς ἄξιον, οἷον οὐδεὶς θεῶν ὑπάρχει.
GEAT ἔστι μὲν οὐδὲν μέγα, ὡς ὁ Ἀσκληπιάδης φησί.
206

PT ἀλλ' οὖν αἴκα λῇς: εἰ βούλει, φησίν, ἔριφον κατα-


θεῖναι. τῷ δὲ αἴκα ἡ Δωρικὴ διάλεκτος ἀεὶ ἀντὶ τοῦ ἐὰν
κέχρηται· διὸ καὶ ὑποτάσσει.
ἐντὶ μὲν οὐδὲν ἱερόν: τουτέστιν οὐδὲν τίμιόν ἐστιν·
ὅπερ ἐπὶ τῶν μηδενὸς ἀξίων εἴωθε λέγεσθαι.
KG διαείσομαι: διακριθήσομαι, ἕως οὗ ἀπαγορεύσεις νι-
κηθεὶς ἢ ἕως ἂν ὁμολογήσῃς.
PT ἀλλ' ἄγε τοι διαείσομαι: διακριθῶ. ἕστε κ' ἀπεί-
πῃς: ἕως ἂν ὁμολογήσῃς.
Eg διαείσομαι: διακριθήσομαι καὶ τραγῳδήσω, ἕως
οὗ ὁμολογήσεις.
K ἕστε κατείπῃς: γράφεται ἀπείπῃς.  

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter delta, entry 627, li.6

Διαλέγομαι· δοτικῇ.
Διαλέγουσαν: διοικοδομοῦσαν. λέγειν γὰρ τὸ οἰκοδομεῖν. καὶ
Διαλέγου, διορύττου. Θουκυδίδης.
Διαλέγοιντο γυναιξίν: ὁμιλοῖεν ἢ συνουσιάζοιεν. οὕτως
Ἱεροκλῆς.
Διαλεκτική: ἡ ἀποδεικτική. ὀλίγα διαλεκτικῆς ἁψάμενος.
Διαλεκτική ἐστιν ἐπιστήμη ἀληθῶν καὶ ψευδῶν καὶ οὐδετέρων. τυγχά-
νει δ' αὐτὴ ἐπὶ σημαίνοντα καὶ σημαινόμενα. ἢ οὕτως, μέθοδος δι' ἐν-
δόξων περὶ παντὸς τοῦ προκειμένου συλλογιστική. καλεῖται δὲ δια-
λεκτικὴ ἀπὸ τοῦ διαλέγεσθαι· τὸ δὲ διαλέγεσθαι ἐν ἐρωτήσει τε καὶ
ἀποκρίσει. Διάλεκτος· ζήτει ἐν τῷ γλῶττα· καὶ ζήτει ἐν τῷ γυμνασία.
ὅτι διαφέρει ἡ διαλεκτικὴ τῆς ῥητορικῆς. καὶ ζήτει ἐν τῷ διεξοδικούς. ὅτι
Διάλογος λόγος ἐξ ἐρωτήσεως καὶ ἀποκρίσεως συγκείμενος, περί
τινος τῶν φιλοσοφουμένων καὶ πολιτικῶν μετὰ τῆς πρεπούσης ἠθο-
ποιΐας τῶν παραλαμβανομένων προσώπων καὶ τῆς κατὰ τὴν λέξιν
κατασκευῆς. διαλεκτικὴ δέ ἐστι τέχνη λόγων, δι' ἧς ἀνασκευάζομέν
τι ἢ κατασκευάζομεν ἐξ ἐρωτήσεως καὶ ἀποκρίσεως τῶν προσδια-
λεγομένων. τοῦ δὴ λόγου τοῦ Πλάτωνος δύο εἰσὶ χαρακτῆρες, οἱ
ἀνωτάτω.  
ὁ ὑφηγητικὸς καὶ ὁ ζητητικός.
διαιρεῖται δὲ ὁ ὑφηγητικὸς

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter delta, entry 628, li.3


207

ὅτι καὶ τοῦ ζητητικοῦ βʹ εἰσὶ χαρακτῆρες.


γυμναστικὸς καὶ ἀγωνιστικός.
καὶ τοῦ ἀγωνιστικοῦ
ἐνδεικτικὸς καὶ ἀνατρεπτικός.
οἱ δὲ ἄλλως διαιροῦσιν·
εἰς δραματικὸν διηγηματικὸν μικτόν.
ἀλλ' οὗτοι τραγικῶς μᾶλλον ἢ φιλοσόφως διαιροῦσιν. ὁ δὲ μὴ ὢν
διάλογος αὐτοδιήγητος λέγεται λόγος.
Διάλεξις· Ἀριστοφάνης Νεφέλαις· διάλεξιν ἡμῖν παρέχουσι.
τουτέστι λόγων ἐμπειρίαν. καὶ νοῦν, τουτέστι τὰ νοηθέντα φράζειν.
διαφέρει δὲ διάλεξις διαλέκτου, ὅτι διάλεκτος μέν ἐστι φωνῆς χα-
ρακτὴρ ἐθνικός, διάλεξις δὲ τῆς συνήθους φωνῆς ἐκτροπὴ ἐπὶ τὸ
σεμνότερον καὶ ἀγροικότερον.
Διαλεπτολογοῦμαι: διαλέγομαι. ὥσπερ καὶ ὁ Σωκράτης ἔφη·
ἀεροβατῶ καὶ περιφρονῶ τὸν ἥλιον· ἵνα μὴ ἕλκῃ τὴν ἰκμάδ' ἐς τὰ
κάρδαμα. οὕτω καὶ ὁ πρεσβύτης· διαλεπτολογοῦμαι ταῖς δοκοῖς τῆς
οἰκίας.
Διάλειμμα: διάστημα. καὶ Διαλείποντα, τὰ διαχωρή-
ματα. Ἀρριανός· φυλακαὶ δὲ ἐπὶ τὰ διαλείποντα τῆς τάφρου ἐτετά-
χατο.

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter epsilon, entry 38, li.3

Ἐβίσκος: κατὰ ἰατροὺς ἡ μαλάχη, ἡ καὶ ἀλθαία λεγομένη.


Ἐβούλετο· ἀλλ' οὐκ ἠβούλετο· Ἀττικώτερον γὰρ τὸ ἐβούλετο.
Ἐβόων: ἔκραζον. καὶ Ἔβωσεν, ἔκραξεν.
Ἐβουλιμίασαν: λίαν ἐπείνησαν. καὶ ζήτει ἐν τῷ βουλιμιᾷ.
Ἐβραγχίασεν: κεκοπίακεν.
Ἔβρασεν: ἐκ τῆς θαλάσσης εἰς τὴν γῆν ἔρριψε. μυριόπουν
σκολόπενδραν ὑπ' Ὠρίωνι κυκηθεὶς πόντος Ἰαπύγων ἔβρασ' ἐπὶ
σκοπέλους.
Ἑβραῖοι: ἀπὸ Ἕβερ υἱοῦ Σάλα, ὃς ἐμέρισε τοῖς ἔθνεσι τὴν γῆν
τοὺς προσοίκους ὀνομάσας Ἑβραίους. οὗτος οὐ συνεπόνησε τοῖς
πυργοποιοῖς, καὶ διέμεινεν ἡ διάλεκτος αὐτοῦ ἀμετάβλητος.
Ἐβρόμησεν: ἤχησεν. Ἐβρόντησεν: ἤχησεν.
Ἕβρος, ποταμὸς Θρᾴκης, τὰ ῥεύματα ἔχων ἐκ Ῥοδόπης τοῦ
Θρᾳκικοῦ ὄρους.
Ἐβρυάζοντο: εὐφραίνοντο.
Ἐβύνουν: ἐπλήρουν, ἔφραττον. Ἀριστοφάνης· χρυσίῳ τούτων
ἐβύνουν τὸ στόμα. τουτέστι τῶν ῥητόρων.
Ἐγανώθην: ἐχάρην, εὐφράνθην. ἀπὸ τοῦ γάνυμαι. Ὅμηρος·
208

γάνυται δέ τε φρένα ποιμήν. ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν λαμπρυνομένων


χαλκωμάτων.

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter kappa, entry 2556, li.1

διδασκάλους φασὶ μὴ τὴν γνῶσιν ἡμῖν ἐντιθέναι, ἀλλὰ τὴν ἐνοῦσαν


ἡμῖν καὶ οἷον κρυπτομένην ἐκφαίνειν. καὶ ταῦτά εἰσιν αἱ κοιναὶ
ἔννοιαι, τὰ τοῦ νοῦ ἀποσκιάσματα· πᾶν γὰρ ὅπερ ἴσμεν κρεῖττον ἢ
κατὰ ἀπόδειξιν, ταῦτα κατὰ κοινὴν ἔννοιαν ἴσμεν· ἃ δὲ δείξεως δεῖται
εἰς τὸ γνωσθῆναι, τούτων τὰ συμπεράσματα χωρὶς ἀποδείξεως ἔργον
ἐστὶ τῆς δόξης εἰδέναι.
Κοινεῖον: πορνεῖον.
Κοινοδημεί: τὸ δημόσιον.
Κοινοδήμιον: τὸ τῷ δήμῳ κοινόν.
Κοινολεχής: ὁ μοιχός.
Κοινολογία: ἡ κοινὴ διάλεκτος. Κοινῇ δὲ ἀντὶ τοῦ
ἀνθρωπίνῃ, μεγάλῃ καὶ θαυμαστῇ. ἐγὼ δὲ κοινῇ ξυμφορᾷ πεπληγμένος.
Κοινολογῶ· δοτικῇ.
Κοινόν: τὸ ἀκάθαρτον. ἢ τὸ μηδὲν ἔχον πλέον τῶν λοι-
πῶν. Κοινὸν δὲ τετραχῶς λέγεται· ἢ τὸ εἰς τὰ μέρη διαιρετόν,
ὡς ἡ κληρουχουμένη γῆ· ἢ τὸ ἀδιαίρετον, ἐν χρήσει κοινῇ λαμβανό-
μενον· ἢ τὸ ἐν προκαταλήψει ἰδιοποιούμενον, εἰς δὲ τὸ κοινὸν
ἀναπεμπόμενον, ὡς ἐν θεάτρῳ τόπος ἢ ἐν βαλανείῳ· ἢ τὸ ἀδιαιρέ-
τως εἰς κοινὴν καὶ τὴν αὐτὴν ἔννοιαν προβαλλόμενον, ὡς ἡ φωνὴ
τοῦ κήρυκος. κοινὰ δὲ καὶ ἀμέριστά εἰσιν ὁ πατήρ, ὁ υἱὸς καὶ τὸ
ἅγιον πνεῦμα, αἵ τε γραφαὶ καὶ αἱ ὑπερκόσμιαι δυνάμεις, ἥλιός τε

Σούδα λεξικόν. Alphabetic letter tau, entry 1185, li.11

Τυραννίων, ὁ νεώτερος, Φοίνιξ, πατρὸς Ἀρτεμιδώρου, μα-


θητὴς Τυραννίωνος τοῦ πρεσβυτέρου· διὸ καὶ ὠνομάσθη Τυραννίων,
πρότερον καλούμενος Διοκλῆς. αἰχμάλωτος δὲ γενόμενος καὶ αὐτὸς
ἐπὶ τοῦ πολέμου Ἀντωνίου καὶ Καίσαρος ὑπό τινος Δύμαντος ὠνήθη,
τοῦ Καίσαρος ὄντος ἀπελευθέρου, εἶτα ἐδωρήθη Τερεντίᾳ τῇ τοῦ Κικέ-
ρωνος γυναικί. ἐλευθερωθεὶς δὲ ὑπ' αὐτῆς ἐσοφίστευσεν ἐν Ῥώμῃ.
καὶ ἔγραψε βιβλία πρὸς ηʹ καὶ ξʹ, ὧν καὶ ταῦτα· Περὶ τῆς Ὁμηρικῆς  
προσῳδίας, Περὶ τῶν μερῶν τοῦ λόγου, ἐν ᾧ λέγει, ἄτομα μὲν εἶναι
τὰ κύρια ὀνόματα, θεματικὰ δὲ τὰ προσηγορικά, ἀθέματα δὲ τὰ μετ-
οχικά· Περὶ τῆς Ῥωμαϊκῆς διαλέκτου ὅτι ἐστὶν ἐκ τῆς Ἑλληνικῆς,
ἐκ τοῦ Ἀντιγένους ὅτι ἀντιγένης ἡ Ῥωμαϊκὴ διάλεκτος, Ὅ τι διαφω-
νοῦσιν οἱ νεώτεροι ποιηταὶ πρὸς Ὅμηρον, Ἐξήγησιν τοῦ Τυραννίωνος
μερισμοῦ, Διόρθωσιν Ὁμηρικήν, Ὀρθογραφίαν.
209

Τυραννίων, ... ἢ Μεσσήνιος, φιλόσοφος. Οἰωνοσκοπικὰ ἐν


βιβλίοις γʹ. καὶ ἄλλα δὲ τῶν βιβλίων αὐτοῦ φέρεται χρήσιμα.
Τύραννος: οἱ πρὸ τῶν Τρωϊκῶν ποιηταὶ τοὺς βασιλεῖς
τυράννους προσηγόρευον, ὀψέ ποτε τοῦδε τοῦ ὀνόματος εἰς τοὺς
Ἕλληνας διαδοθέντος κατὰ τοὺς Ἀρχιλόχου χρόνους, καθάπερ Ἱππίας
ὁ σοφιστής φησιν. Ὅμηρος γοῦν τὸν πάντων παρανομώτατον Ἔχετον
βασιλέα φησί, καὶ οὐ τύραννον. προσηγορεύθη δὲ τύραννος ἀπὸ Τυρ-
ρηνῶν· χαλεποὺς γὰρ περὶ λῃστείας τούτους γενέσθαι. οὐδεὶς δὲ οὐδὲ

Arsenius Paroemiogr., Apophthegmata Centuria 5, Sec. 53f, li.2

 ὃ καὶ γέροντι καὶ νέῳ τιμὴν φέρει,


 ἡ γλῶσσα σιωπὴν κεκτημένη⁝ Χάρητος ἡ ὑποθήκη.
γλῶσσα βλάσφημος διανοίας κακῆς ἔλεγχος.
 Γλώσσης τοι θησαυρὸς ἐν ἀνθρώποισιν ἄριστος
 φειδωλῆς, πλείστη δὲ χάρις κατὰ μέτρον ἰούσης⁝ Ἡσιόδου.
Γλώσσῃ θρασείᾳ μὴ χρῆσθαι· πολλάκις γὰρ τὸ θράσος
καὶ αὐτὴν διώλεσε τὴν κεφαλήν⁝ Σωκράτους.
γλῶσσαν μίαν τοῖς ἀνθρώποις ἡ φύσις δέδωκε, δύο δὲ
ὦτα, ἵνα διπλάσιον ὧν λέγομεν παρ' ἑτέρων ἀκούωμεν⁝ Ἐπικτήτου.  
γλῶσσα δέ ἐστι τότε τοῦ λόγου ὄργανον. ἥ τε παρὰ τῶν
ἐθνῶν ὁμιλία παρηλλαγμένη καὶ ἡ διάλεκτος. διάλεκτοι δέ εἰσιν
ἑλληνικαὶ πέντε· ἰὰς, ἤτοι ἡ τῶν Ἰώνων, ἡ ἀπὸ τοῦ Ἴωνος τοῦ
Ἀπόλλωνος καὶ Κρεούσης τῆς Ἐρεχθέως θυγατρὸς τὴν κλῆσιν
ἐσχηκυῖα· ἣν ἔγραψεν Ὅμηρος. ἀτθὶς δὲ ἡ τῶν Ἀττικῶν ἀπὸ
Ἀτθίδος τῆς Καρνέου θυγατρός· ἣν ἔγραψεν Ἀριστοφάνης. δωρὶς
δὲ ἡ τῶν Δωριέων ἀπὸ Δώρου τοῦ Ἕλληνος παιδός· ἣν ἔγραψε
Θεόκριτος. αἰολὶς δὲ ἀπὸ Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος παιδός· ἣν ἔγραψε
Ἀλκμαίων. κοινὴ δέ, ᾗ πάντες χρώμεθα, ἥν, φασί, ἔγραψε Πίν-
δαρος. Γλώσσῃ ματαίᾳ ζημία προστρίβεται.  

Περί διαλέκτου

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων.


“Diogenis Laertii vitae philosophorum, 2 vols.”, Ed. Long, H.S.
Oxford: Clarendon Press, 1964, Repr. 1966.Book 6, Sec. 16, li.23

 Τόμος τέταρτος ἐν ᾧ
  Κῦρος,
  Ἡρακλῆς ὁ μείζων ἢ περὶ ἰσχύος.
210

 Τόμος πέμπτος ἐν ᾧ
  Κῦρος ἢ περὶ βασιλείας,
  Ἀσπασία.  
 Τόμος ἕκτος ἐν ᾧ
  Ἀλήθεια,
  Περὶ τοῦ διαλέγεσθαι ἀντιλογικός,
  Σάθων ἢ περὶ τοῦ ἀντιλέγειν αʹ βʹ γʹ,
  Περὶ διαλέκτου.
 Τόμος ἕβδομος ἐν ᾧ
  Περὶ παιδείας ἢ περὶ ὀνομάτων αʹ βʹ γʹ δʹ εʹ,
  Περὶ ὀνομάτων χρήσεως ἐριστικός,
  Περὶ ἐρωτήσεως καὶ ἀποκρίσεως,
  Περὶ δόξης καὶ ἐπιστήμης αʹ βʹ γʹ δʹ,
  Περὶ τοῦ ἀποθανεῖν,
  Περὶ ζωῆς καὶ θανάτου,
  Περὶ τῶν ἐν ᾅδου,
  Περὶ φύσεως αʹ βʹ,
  Ἐρώτημα περὶ φύσεως αʹ βʹ,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (0008: 001)


“Athenaei Naucratitae deipnosophistarum libri xv, 3 vols.”, Ed. Kaibel,
G.Leipzig: Teubner, 1–2:1887; 3:1890, Repr. 1–2:1965; 3:1966.
Book 7, Kaibel paragraph 20, li.11

 Θεόκριτος δ' ὁ Συρακόσιος ἐν τῇ ἐπιγραφομένῃ


Βερενίκῃ τὸν λεῦκον ὀνομαζόμενον ἰχθὺν ἱερὸν καλεῖ
διὰ τούτων (p. 184 Ziegl)·
  καἴ τις ἀνὴρ αἰτεῖται ἐπαγροσύνην τε καὶ ὄλβον,
  ἐξ ἁλὸς ᾧ ζωή, τὰ δὲ δίκτυα κείνῳ ἄροτρα,
  σφάζων ἀκρόνυχος ταύτῃ θεῷ ἱερὸν ἰχθύν,  
  ὃν λεῦκον καλέουσιν, ὁ γάρ θ' ἱερώτατος ἄλλων,
  καί κε λίνα στήσαιτο καὶ ἐξερύσαιτο θαλάσσης
  ἔμπλεα.
Διονύσιος δ' ὁ ἐπικαλούμενος Ἴαμβος ἐν τῷ περὶ
διαλέκτων γράφει οὕτως· ‘ἀκηκόαμεν γοῦν ἁλιέως
Ἐρετρικοῦ [τὸν] ἱερὸν ἰχθὺν καὶ ἄλλων πολλῶν ἁλιέων
καλούντων τὸν πομπίλον· ἐστὶν πελάγιος καὶ παρὰ
τὰς ναῦς πυκνὰ φαίνεται ἐοικὼς πηλαμύδι, ποικίλος.
τὸν δ' οὖν ἰχθύν τις παρὰ τῷ ποιητῇ ἕλκει (Π 407)·
  ἀκτῇ ἐπὶ προβλῆτι καθήμενος ἱερὸν ἰχθύν,
εἰ μὴ ἄλλος τίς ἐστιν οὕτω καλούμενος ἱερὸς ἰχθύς.’
211

Καλλίμαχος δ' ἐν Γαλατείᾳ τὸν χρύσοφρυν (fr. 37 Sch)·


  ἢ μᾶλλον χρύσειον ἐν ὀφρύσιν ἱερὸν ἰχθὺν
  ἢ πέρκας ὅσα τ' ἄλλα φέρει βυθὸς ἄσπετος ἅλμης.
ἐν δὲ τοῖς ἐπιγράμμασιν ὁ αὐτὸς ποιητής φησιν (fr.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 11, Kaibel paragraph 101, li.28

φων Βακχυλίδης ἐν τούτοις ποιούμενος τὸν λόγον


πρὸς τοὺς Διοσκόρους, καλῶν αὐτοὺς ἐπὶ ξένια (fr. 28 B49)·
  οὐ βοῶν πάρεστι σώματ' οὔτε χρυσὸς οὔτε πορφύ-
  ρεοι τάπητες, ἀλλὰ θυμὸς εὐμενὴς
  Μοῦσά τε γλυκεῖα καὶ Βοιωτίοισιν ἐν σκύφοισιν
  οἶνος ἡδύς.
διήνεγκαν δὲ μετὰ τοὺς Βοιωτίους οἱ Ῥοδιακοὶ λεγόμε-
νοι Δαμοκράτους δημιουργήσαντος. τρίτοι δ' εἰσὶν οἱ
Συρακόσιοι. καλεῖται δ' ὁ σκύφος ὑπὸ Ἠπειρωτῶν,
ὥς φησι Σέλευκος, λυρτός, ὑπὸ δὲ Μηθυμναίων, ὡς
Παρμένων φησὶν ἐν τῷ περὶ Διαλέκτου, σκύθος.
ἐκαλεῖτο δὲ καὶ Δερκυλλίδας ὁ Λακεδαιμόνιος Σκύφος,
ὥς φησιν Ἔφορος ἐν τῇ ὀκτωκαιδεκάτῃ λέγων οὕτως
(FHG I 271)· ‘Λακεδαιμόνιοι ἀντὶ Θίμβρωνος Δερκυλλί-
δαν ἔπεμψαν εἰς τὴν Ἀσίαν, ἀκούοντες ὅτι πάντα πράτ-
τειν εἰώθασιν οἱ περὶ τὴν Ἀσίαν βάρβαροι μετὰ ἀπά-
της καὶ δόλου. διόπερ Δερκυλλίδαν ἔπεμψαν ἥκιστα
νομίζοντες ἐξαπατηθήσεσθαι· ἦν γὰρ οὐδὲν ἐν τῷ τρόπῳ
Λακωνικὸν οὐδ' ἁπλοῦν ἔχων, ἀλλὰ πολὺ τὸ πανοῦργον
καὶ τὸ θηριῶδες. διὸ καὶ Σκύφον αὐτὸν οἱ Λακεδαι-
μόνιοι προσηγόρευον.’

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (epitome) (0008: 003)


“Athenaei dipnosophistarum epitome, vols. 2.1–2.2”, Ed. Peppink, S.P.
Leiden: Brill, 2.1:1937; 2.2:1939.
Vol. 2,1, p. 123, li.13

Ὧραι. ταύτης ἐρασθέντα Ἀπόλλωνα ἐπιχειρῆσαι ἁρπάσαι.


διαπεραιωθεῖσαν
δ' εἰς Μίλητον κατά τινα Ἀρτέμιδος ἑορτὴν καὶ μέλλουσαν ἁρπάζεσθαι
εὐλαβηθεῖσαν Πομπίλον τινὰ θαλασσουργὸν ἄνθρωπον καθικετεῦσαι
ὄντα
πατρῷον φίλον, ὅπως αὐτὴν εἰς τὴν πατρίδα διασώσῃ, λέγουσαν τάδε·
212

πατρὸς ἐμεῖο φίλου συμφράδμονα θυμὸν ἀέξων, Πομπίλε, δυσκελάδου


δεδαὼς θοὰ βένθεα πόντου, σῷζέ με· καὶ τὸν εἰς τὴν ἀκτὴν ἀγαγόντα
αὐτὴν διαπεραιοῦν. ἐπιφανέντα δὲ τὸν Ἀπόλλωνα τήν τε κόρην ἁρπάσαι
καὶ τὴν ναῦν ἀπολιθώσαντα τὸν Πομπίλον εἰς τὸν ὁμώνυμον ἰχθὺν μετα-
μορφῶσαι. Θεόκριτος δ' ὁ Συρακούσιος ἐν τῇ ἐπιγραφομένῃ Βερενίκῃ
φησίν·
ἱερὸν ἰχθύν, ὃν λευκὸν καλέουσιν, ὁ γάρ θ' ἱερώτατος ἄλλων. Διονύσιος
δ' ὁ
ἐπικαλούμενος Ἴαμβος ἐν τῷ περὶ διαλέκτων γράφει· ἀκήκοα ἁλίεως
Ἐρετρικοῦ τὸν ἱερὸν ἰχθῦν καὶ ἄλλων πολλῶν ἁλιέων καλούντων τὸν
πομ-
πίλον· ἔστι δὲ πελάγιος καὶ παρὰ τὰς ναῦς πυκνὰ φαίνεται ἐοικὼς πη-
λάμυδι, ποικίλος. τόνδ' οὖν ἰχθύν τις παρὰ τῷ ποιητῇ ἕλκει· ἀκτῇ ἐπὶ
προβλῆτι καθήμενος ἱερὸν ἰχθύν, εἰ μὴ ἄλλος τίς ἐστιν οὕτω καλούμενος
ἱερὸς ἰχθύς. Καλλίμαχος δ' ἐν Γαλατείᾳ τὸν χρύσοφρυν· χρύσειον ἐν
ὀφρύσιν
ἱερὸν ἰχθύν, ἢ πέρκας ὅσα τ' ἄλλα φέρει βυθὸς ἄσπετος ἅλμης. ἄλλοι
δ' ἀκούουσιν ἱερὸν ἰχθὺν τὸν ἄνετον, ὡς καὶ ἱερὸν βοῦν τὸν ἄνετον· οἱ δὲ
τὸν μέγαν ὡς ἱερὸν μένος Ἀλκινόοιο, τινὲς δὲ τὸν ἱέμενον πρὸς τὸν ῥοῦν.
Κλείταρχος δ' ἐν Διαλέκτους φησίν· οἱ ναυτικοὶ πομπίλον ἱερὸν ἰχθὺν
προ-
σαγορεύουσι διὰ τὸ ἐκ πελάγους προπέμπειν τὰς ναῦς ἕως εἰς λιμένα·

Αριστοτέλης. Fragm. varia “Aristotelis qui ferebantur librorum frag. ”,


Ed. Rose, V.Leipzig: Teubner, 1886, Repr. 1967.Category 2, treatise title
17, frag. 112, li.10

    

ΠΕΡΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ.

 Alexander in Ar. top. (Ven. 1513) p. 34 (p. 258, 22 Br.):


ἐπιζητήσαι δ' ἄν τις ὑπὸ τί γένος τῶν προβλημάτων ὑπα-
χθήσεται τὰ τοιαῦτα προβλήματα, διὰ τί ἡ λίθος ἡ μαγνῆτις
λεγομένη ἕλκει τὸν σίδηρον καὶ τίς φύσις μαντικῶν ὑδάτων;
δοκεῖ γὰρ μηδενὶ τῶν κειμένων ὑπάγεσθαι ταῦτα. ἢ οὐδὲ
διαλεκτικὰ προβλήματα ταῦτα, περὶ δὲ τούτων ὁ λόγος καὶ
τούτων αἱ διαιρέσεις ... ἀλλ' ἔστι τὰ οὕτω προβαλλόμενα
φυσικὰ προβλήματα, ὡς ἐν τῷ περὶ προβλημάτων εἴρηκεν·
ὧν γὰρ φυσικῶν ὄντων τὰ αἴτια ἀγνοεῖται, ταῦτα φυσικὰ
προβλήματα. γίνεται μέντοι καὶ φυσικῶν πέρι διαλεκτικὰ
προβλήματα, ὥσπερ οὖν καὶ περὶ ἠθικῶν τε καὶ λογικῶν,
213

ἀλλὰ τὰ μὲν ἐκείνως ἔχοντα διαλεκτικά, τὰ δὲ οὕτως φυ-


σικά. καὶ εἴη ἂν τὰ διαλεκτικὰ προβλήματα πάντα ἀνα-
γόμενα εἰς τὴν ζήτησιν τοῦ τε ὅτι ἔστι καὶ τοῦ εἰ ἔστιν, ἅ
ἐστι δύο τῶν τεσσάρων ἃ εἶπεν ἀρχόμενος τοῦ δευτέρου τῶν
ὑστέρων ἀναλυτικῶν· τὸ γὰρ διότι ἐστὶ καὶ τί ἐστιν οὐ
διαλεκτικὰ προβλήματα (cf. A. P. p. 127).
     

Αίλιος Ηρωδιανός. De prosodia catholica (0087: 001)“Grammatici


Graeci, vol. 3.1”, Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1867, Repr. 1965.
Part+vol. 3,1, p. 526, li.2

«δουρὶ δὲ ξυστῷ μέμηνεν Αἶας« (Alcmanis) καὶ ὅσα τοιαῦτα κατὰ διά-
λεκτον, «δῆσας ἀλυκτοπέδῃσι» (Theogn. 521).
 Τὰ εἰς ας ὀξύτονα, εἰ μὲν εἴη ὀνόματα, συστέλλονται, εἰ δὲ μετ-
οχαί, ἐκτείνονται, Ἀρκάς, φυγάς, ἐθάς, πολυδειράς, κιχράς,
ἱστάς, πιμπράς, βιβάς. σεσημείωται τὸ ἱμάς καὶ ἀνδριάς καὶ ὅσα
παρὰ τὸ κέκραμαι, ἰσοκράς, ἁλικράς.
 Τὰ εἰς ις εἴτε καθαρὸν εἴτε μὴ βαρύτονα εἴτε ἀρσενικὰ εἴτε θηλυκὰ
συστέλλει τὸ ι, ὄϊς, πάϊς, ἔρις, Θέτις, μῆνις, Πάρις, ἔχις,  
ὄφις, κόνις, δῆρις, μάντις, ὄρχις, λάτρις, ὄρνις, Ἀριστοκλῆς
δὲ ἐν τῷ περὶ διαλέκτων φησὶν Ἀττικοὺς ἐκτείνειν. εἰ δὲ σύνθετα
ὑπάρχοι ἐξ ἁπλῶν ἐκτεινόντων τὸ ι, ἐκτείνονται, κνημίς εὐκνήμις,
ψηφίς μελαμψήφις καὶ ὅσα τοιαῦτα. οὕτως καὶ ἐν τῷ «ἐϋκλήις
ἀραρυῖα» (Ω 318) Ἀρίσταρχος ἀναγινώσκει ἐϋκλήϊς ὡς ἐϋκνήμις
σύνθετον
ποιῶν τὴν λέξιν, οὕτως καὶ Ἀσκαλωνίτης. εἰσὶ δὲ οἳ διεῖλον «ἐῢ κληῖσ'
ἀραρυῖα», οἷς συγκατατίθεται καὶ Τρύφων, οὐκ εὖ. ἄμεινον γὰρ
ἐπιθετικῶς
ἀκούειν καὶ μὴ πάθος ἐκδέχεσθαι πληθυντικῆς δοτικῆς, λέγω δὲ τὸ
τῆς ἐκθλίψεως. ὃ δέ φημι, τοιοῦτόν ἐστι, ὡς ὅτι ἐκθλίβεται μὲν τὸ
τῆς δοτικῆς παρὰ τῷ ποιητῇ καὶ ἑνικῆς ὑπαρχούσης καὶ πληθυντικῆς
»κέρκιδ' ὕφαινε» (Od. ε 62), «χέρσ' ἐρετάων» (Od. ν 115), «καὶ νήεσσ'
ἡγήσατ' Ἀχαιῶν» (Il. Α 71), οὔ γε μὴν τὸ ἀπὸ τῶν εἰς ις ἐκτεταμένον

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ διχρόνων (0087: 004)“Grammatici Graeci,


vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+vol. 3,2,
p. 18, li.16

δὲ σύνθετα διὰ τὸ ἀτίω τήν τε ἔλλειψιν τοῦ ζ διὰ τὸ μαστίω. τὸ δὲ


δειδίω οὐ ῥητόν. τὸ δὲ κηκίω ἐκ διπλασιασμοῦ,
214

  πολλὴ δ' ἀνεκήκιεν ἅλμη.


 Τὸ ἐπιφερομένου ἑνὸς συμφώνου ἁπλοῦ, ὅπερ ἔχει ὑποτασσό-
μενον ἢ υ, φιλεῖ ἐκτείνεσθαι, ὑπεσταλμένων τῶν κατὰ κλίσιν, ἶβις,
Ἴβυκος, ἰδίω, ἰθύς, Ἶρις, Ἴλιον, ἰνίον, ἶφι, Ἰτυμονεύς. τὸ δὲ ἴτυς
συστέλλει τὸ ι. τὸ δὲ ἴθι κλίσις ῥηματική.
 Τὰ εἰς ις λήγοντα βαρύτονα ἀεὶ συστέλλει τὸ ι, εἰ μὴ σύνθετα
ὑπάρχοι ἐξ ἁπλῶν ἐκτεινόντων τὸ ι, κόνις, δῆρις, μάντις, ὄρχις, ὄφις,
λάτρις, ὄρνις, Ἀριστοκλῆς δὲ ἐν τῷ περὶ διαλέκτων φησὶν Ἀττικοὺς
ἐκτείνειν. προσέθηκα δὲ εἰ μὴ σύνθετα εἴη ἐξ ἁπλῶν ἐκτεινόντων τὸ
διὰ τὸ κνημίς εὐκνήμις, ψηφίς μελαμψήφις καὶ ὅσα τοιαῦτα. Τὰ μέν-
τοι ὀξύτονα θηλυκὰ εἰς ις λήγοντα μὴ καθαρεύοντα μεμελέτηκε καὶ
ἐκτείνεσθαι καὶ συστέλλεσθαι. τοῖς μὲν οὖν συστέλλουσι τὸ ἀδιάφορος
ἡ πρὸ τέλους εἴτε μακρὰ εἴη εἴτε βραχεῖα, βολίς, ῥανίς, αἰγίς, μηλίς,
Δωρίς· τοῖς δὲ ἐκτείνουσι τὸ ι, καὶ μάλιστα ἐπὶ δισυλλάβων, ἡ πρὸ
τέλους μακρὰ ὑπῆρχεν ἤτοι φύσει ἢ θέσει, κηκίς, κηλίς, νησίς, κρηνίς,
ψηφίς, σφραγίς, ἁψίς, βαλβίς, φαρκίς. τὸ μέντοι καρίς καὶ ῥιπίς ἡ
μὲν κοινὴ συνήθεια ἐκτείνει, ἡ δὲ τῶν Ἀθηναίων διάλεκτος συστέλλει.
δισύλλαβα δὲ παρεθέμην, ἐπεὶ ὁρᾶται τρισύλλαβα βραχείᾳ παραληγό

Ρητορική. Anonyma, Expositio artis Ρητορική. e (0598: 017)


“Rhetores Graeci, vol. 3”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Repr.
1968.Vol. 3, p. 746, li.20

ἅπαντα εἰσφέρειν. διαφέρει δὲ τὸ πρόβλημα καὶ ἡ πρό-


τασις τῷ τρόπῳ. οὕτω μὲν γὰρ ῥηθέντος, ἆρά γε τὸ
ζῶον πεζὸν δίπουν ὁρισμός ἐστιν ἀνθρώπου, ἢ οὔ; καὶ
πότερον τὸ ζῶον γένος ἐστὶν αὐτοῦ, ἢ οὔ; πρόβλημα γί-
νεται. ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων. πᾶσα γὰρ πρότασις
καὶ πᾶν πρόβλημα ἢ ἴδιον ἢ γένος ἢ ὅρον ἢ συμβεβηκὸς
δηλοῖ· καὶ γὰρ καὶ τὴν διαφορὰν ὡς οὖσαν γενικὴν ὁμοῦ
τῷ γένει τακτέον. ὥστε εἰκότως ἴσα τῷ ἀριθμῷ τὰ προ-
βλήματα καὶ αἱ προτάσεις εἰσίν· ἀπὸ πάσης γὰρ προτά-
σεως πρόβλημα ποιήσεις μεταβαλὼν τῷ τρόπῳ. οὕτως
μὲν οὖν καὶ περὶ διαλεκτικῆς τὰ πρόσφορα τῇ ὑποθέσει
ἀποδεδώκαμεν, ἀρχὴν ποιησάμενοι τῶν ὑπὲρ αὐτῆς λόγων
τὸ ταὐτὸν τοῦ πιθανοῦ πρὸς τὰς ἐνδόξους προτάσεις· καὶ
οἶμαι τοῖς φιλομαθέσι καὶ φιλοκάλοις μὴ περιττὸν ἡμῶν
δόξειν τὸ σπούδασμα. Ἐπεὶ τοίνυν ἀποδέδεικται ἡμῖν
διὰ πλειόνων λόγων, τί τέ ἐστι τὸ πιθανὸν, καὶ τί τὸ
ἀληθὲς, καὶ ὅτι ταὐτόν ἐστι τὸ πιθανὸν ταῖς ἐνδόξοις
προτάσεσιν, ἔνδοξα δέ εἰσι τὰ δοκοῦντα πᾶσιν ἢ τοῖς
πλείστοις ἢ τοῖς σοφοῖς, καὶ τούτων μάλιστα τοῖς ἐπὶ
215

σοφίᾳ γνωριμωτέροις, γνωριμώτατοι δὲ πάντων ἐπὶ σοφίᾳ


τῇ τε θεωρητικῇ καὶ πρακτικῇ τυγχάνουσιν ὄντες οἱ τῆς

Alexander Phil., In Aristotelis topicorum libros octo commentaria


(0732: 006)“Alexandri Aphrodisiensis in Aristotelis topicorum libros
octo commentaria”, Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer, 1891; Commentaria
in Aristotelem Graeca 2.2.P. 19, li.21

τὸ μηδὲν ἐκ τοῦ μὴ ὄντος γίνεσθαι, τὸ τὰς ἀρετὰς ἀγαθὰ εἶναι· ἢ τὸ τοῖς


πλείστοις αὐτῶν, ὡς τὸ τὴν ἀρετὴν δι' αὑτὴν αἱρετὴν εἶναι, εἰ καὶ μὴ
Ἐπικούρῳ δοκεῖ, καὶ τὴν εὐδαιμονίαν ὑπ' ἀρετῆς γίνεσθαι, ὁμοίως τὸ μὴ
εἶναί τι σῶμα ἀμερὲς μηδὲ κόσμους ἀπείρους· ἢ γοῦν τὸ τοῖς ἐνδοξοτά-
τοις, ὡς τὸ τὴν ψυχὴν ἀθάνατον διὰ Πλάτωνα ἢ πέμπτον τι εἶναι σῶμα
δι' Ἀριστοτέλην. εἰ γὰρ οἱ ἔνδοξοι κατὰ σοφίαν τῷ ὑπὸ τῶν πολλῶν
ἐπαινεῖσθαί τε καὶ θαυμάζεσθαι τοιοῦτοι, εἴη ἂν καὶ τὸ ὑπ' ἐκείνων λεγό-
μενον τρόπον τινὰ ὑπὸ τῶν πολλῶν τιθέμενον. ἐπὶ γὰρ ταῖς τοιαύταις
δόξαις αὐτοὺς ἀποδέχονται· δι' ἃ γὰρ οὗτοι ἔνδοξοι, ἔνδοξα κἀκεῖνα, διὰ
δὲ τὰς τοιαύτας δόξας ἔνδοξοι οἱ σοφοί. παραδώσει δὲ ἡμῖν καὶ τόπους
ἐν τῷ περὶ διαλεκτικῶν προτάσεων λόγῳ, δι' ὧν οἷοί τε ἐσόμεθα τὰ ἔν-
δοξα λαμβάνειν. διαφέρει δὲ τὸ ἔνδοξον τοῦ ἀληθοῦς οὐ τῷ ψευδὲς εἶναι
(ἔστι γάρ τινα ἔνδοξα καὶ ἀληθῆ) ἀλλὰ τῇ ἐπικρίσει. ἔστι γὰρ τῷ μὲν
ἀληθεῖ ἀπὸ τοῦ πράγματος, περὶ οὗ ἐστιν, ἡ ἐπίκρισις· ὅταν γὰρ τοῦτο
αὐ-
τῷ ὁμολογῇ, τότε ἐστὶν ἀληθές· τῷ δὲ ἐνδόξῳ οὐκ ἀπὸ τῶν πραγμάτων
ἡ ἐπίκρισις ἀλλ' ἀπὸ τῶν ἀκουόντων καὶ τῶν τούτων ὑπολήψεων, ἃς
ἔχουσι περὶ τῶν πραγμάτων. p. 100b23

Cleanthes Phil., Testimonia et Fragm. (1269: 002)


“Stoicorum veterum frag. , vol. 1”, Ed. von Arnim, J.
Leipzig: Teubner, 1905, Repr. 1968.Frag. 481, li.50

 περὶ ἰδίων
 περὶ τῶν ἀπόρων
 περὶ διαλεκτικῆς
 περὶ τρόπων
 περὶ κατηγορημάτων
 Ταῦτα αὐτῷ τὰ βιβλία.
 Diogenes Laërt. VII 41. ὁ δὲ Κλεάνθης ἓξ μέρη φησί (scil.
τοῦ κατὰ φιλοσοφίαν λόγου) διαλεκτικόν, ῥητορικόν, ἠθικόν, πολιτι-
κόν, φυσικόν, θεολογικόν.
216

 Arrianus Epict. Diss. I 17, 11. ἐκεῖνο ἀπαρκεῖ ὅτι τῶν ἄλ-
λων ἐστὶ διακριτικὰ καὶ ἐπισκεπτικὰ καί, ὡς ἄν τις εἴποι, μετρητικὰ
καὶ στατικά (scil. τὰ λογικά). τίς λέγει ταῦτα; μόνος Χρύσιππος καὶ
Ζήνων καὶ Κλεάνθης; Ἀντισθένης δ' οὐ λέγει;

Πορφύριος. Vita Plotini (2034: 001)“Plotini opera, vol. 1”, Ed. Henry,
P., Schwyzer, H.–R.Leiden: Brill, 1951.Sec. 4, li.61

  ιεʹ Περὶ τοῦ εἰληχότος ἡμᾶς δαίμονος·


   οὗ ἡ ἀρχή· τῶν μὲν αἱ ὑποστάσεις.
  ιϛʹ Περὶ εὐλόγου ἐξαγωγῆς·
   οὗ ἡ ἀρχή· οὐκ ἐξάξεις, ἵνα μὴ ἐξίῃ.
  ιζʹ Περὶ ποιότητος·
   οὗ ἡ ἀρχή· ἆρα τὸ ὂν καὶ ἡ οὐσία.
  ιηʹ Εἰ καὶ τῶν καθέκαστά εἰσιν ἰδέαι·
   οὗ ἡ ἀρχή· εἰ καὶ τοῦ καθέκαστον.
  ιθʹ Περὶ ἀρετῶν·
   οὗ ἡ ἀρχή· ἐπειδὴ τὰ κακὰ ἐνταῦθα.
  κʹ Περὶ διαλεκτικῆς·
   οὗ ἡ ἀρχή· τίς τέχνη ἢ μέθοδος.
  καʹ Πῶς ἡ ψυχὴ τῆς ἀμερίστου καὶ μεριστῆς οὐσίας
    μέση εἶναι λέγεται·
   οὗ ἡ ἀρχή· ἐν τῷ κόσμῳ τῷ νοητῷ.
 Ταῦτα μὲν οὖν εἴκοσι καὶ ἓν ὄντα, ὅτε αὐτῷ τὸ πρῶτον
προσῆλθον ὁ Πορφύριος, εὕρηται γεγραμμένα· πεντηκος-
τὸν δὲ καὶ ἔννατον ἔτος ἦγε τότε ὁ Πλωτῖνος.
 Συγγεγονὼς δὲ αὐτῷ τοῦτό τε τὸ ἔτος καὶ ἐφεξῆς  
ἄλλα ἔτη πέντε – ὀλίγον γὰρ ἔτι πρότερον τῆς δεκαετίας
ἐγεγόνειν ὁ Πορφύριος ἐν τῇ Ῥώμῃ, τοῦ Πλωτίνου τὰς

Πορφύριος. Vita Plotini Sec. 24, li.22

νδ ὄντα ἔχων τὰ τοῦ Πλωτίνου βιβλία διεῖλον μὲν εἰς


ἓξ ἐννεάδας τῇ τελειότητι τοῦ ἓξ ἀριθμοῦ καὶ ταῖς ἐν-
νεάσιν ἀσμένως ἐπιτυχών, ἑκάστῃ δὲ ἐννεάδι τὰ οἰκεῖα
φέρων συνεφόρησα δοὺς καὶ τάξιν πρώτην τοῖς ἐλαφρο-
τέροις προβλήμασιν. Ἡ μὲν γὰρ πρώτη ἐννεὰς ἔχει τὰ
ἠθικώτερα τάδε·
  αʹ Τί τὸ ζῷον καὶ τίς ὁ ἄνθρωπος·
   οὗ ἡ ἀρχή· ἡδοναὶ καὶ λῦπαι.
  βʹ Περὶ ἀρετῶν·
217

   οὗ ἡ ἀρχή· ἐπειδὴ τὰ κακὰ ἐνταῦθα.


  γʹ Περὶ διαλεκτικῆς·
   οὗ ἡ ἀρχή· τίς τέχνη ἢ μέθοδος.
  δʹ Περὶ εὐδαιμονίας·
   οὗ ἡ ἀρχή· τὸ εὖ ζῆν καὶ τὸ εὐδαιμονεῖν.
  εʹ Εἰ ἐν παρατάσει χρόνου τὸ εὐδαιμονεῖν·
   οὗ ἡ ἀρχή· εἰ τὸ εὐδαιμονεῖν ἐπίδοσιν.
  ϛʹ Περὶ τοῦ καλοῦ·
   οὗ ἡ ἀρχή· τὸ καλὸν ἔστι μὲν ἐν ὄψει.
  ζʹ Περὶ τοῦ πρώτου ἀγαθοῦ καὶ τῶν ἄλλων ἀγαθῶν·
   οὗ ἡ ἀρχή· ἆρ' ἄν τις ἕτερον εἴποι ἀγαθὸν ἑκάστῳ.
  ηʹ Πόθεν τὰ κακά·

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium (2037: 001)


“Ioannis Stobaei anthologium, 5 vols.”, Ed. Wachsmuth, C., Hense, O.
Berlin: Weidmann, 1–2:1884; 3:1894; 4:1909; 5:1912, Repr. 1958.
Book 2, ch. 2, Sec. t1-7, li.1

τὰ Ὁμήρου μὴ δυνάμενος, οὔτε τοῖς παρὰ τοῦ ποιητοῦ


τὰς δόξας, τοῖς δὲ παρ' ἑαυτοῦ προσάγειν τὸν ποιητὴν
πεφιλοτίμηται.
 Ξενοφῶντος.
 Δαίμονες οἱ τὰ μέγιστα διαπρασσόμενοι ἥκιστα ἀν-
θρώποισιν ἐπιφαίνονται. Ὁ γοῦν πάντα σείων καὶ ἀτρε-
μίζων ὡς μὲν μέγας τις καὶ δυνατός, φανερός· ὁποῖος δὲ
τὴν μορφήν, ἀφανής. Οὐδὲ μὴν ὁ παμφαὴς δοκῶν εἶναι
ἥλιος, οὐδ' οὗτος αὑτὸν ὡς ἔοικεν ὁρᾶν ἐπιτρέπει, ἀλλ'
ἤν τις ἀναιδῶς αὐτὸν θεάσηται, τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται.

Περὶ διαλεκτικῆς.

PARS PRIOR.
 Πλάτωνος περὶ Πολιτείας (p. 533BC).
 Οὐκοῦν ἡ διαλεκτικὴ μέθοδος μόνη ταύτῃ πορεύεται,  
τὰς ὑποθέσεις ἀναιροῦσα ἐπ' αὐτὴν τὴν ἀρχήν, ἵνα βε-
βαιώσηται, τῷ ὄντι ἐν βορβόρῳ βαρβαρικῷ τινι τὸ τῆς
ψυχῆς ὄμμα κατορωρυγμένον ἠρέμα ἕλκει καὶ ἀνάγει ἄνω,
ξυνερίθοις καὶ συμπεριαγωγοῖς χρωμένη αἷς διήλθομεν
τέχναις· ἃς ἐπιστήμας μὲν πολλάκις προσείπομεν διὰ τὸ
ἔθος, δέονται δὲ ὀνόματος ἄλλου, ἐνεργεστέρου μὲν ἢ δόξης,
ἀμυδροτέρου δ' ἢ ἐπιστήμης. Διάνοιαν δὲ αὐτὴν ἔν γε
218

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 2, ch. 2, Sec. 5, li.2

δέας, ἀλλὰ τὸν μὲν ἀλαθέα, τὸν δὲ ψεύσταν. Ὁ γὰρ τὰν


ψυχὰν ἐπαινέων τῶ ἀνθρώπω καὶ ὁ τὸ σῶμα μεμφό-
μενος οὐχ ὑπὲρ τὠυτῶ λέγοντι· αἱ μὴ καὶ αἴ τι περὶ τᾶς
γᾶς λέγοιεν καὶ τῶ οὐρανῶ, τὠυτόν. Ταῦτα γὰρ δύο ἐντί,
ἀλλ' οὐχ ἕν. Ὀνομαστὶ δὲ θέλω καὶ τοῦτο δείξαι. Ὁ γὰρ
λέγων περὶ Ἀθαναίων ὡς ἐντὶ κατὰ λόγον ἄνδρες ἀγαθοί,
καὶ ὁ λέγων ὡς ἐντὶ περὶ χάριτας φαύλοι, οὐκ ἀντία
λέγοντι· τὰ γὰρ ἀντία περὶ τὠυτῶ πράγματος ἀντικέα-
ται ἀλλάλοις, ταῦτα δὲ δύο ἐντὶ πράγματα.
 Ἐκ τῆς Ἰαμβλίχου ἐπιστολῆς πρὸς Δέξιπ-
πον περὶ διαλεκτικῆς.
 Θεὸς ἦν τις ὡς ἀληθῶς ὁ καταδείξας τὴν διαλεκτικὴν
καὶ καταπέμψας τοῖς ἀνθρώποις· ὡς μὲν λέγουσί τινες,
ὁ λόγιος Ἑρμῆς, ὁ φέρων ἐν ταῖν χεροῖν τὸ σύνθημα αὐτῆς
τὸ τῶν εἰς ἀλλήλους ἀποβλεπόντων δρακόντων· ὡς δ'
οἱ δεδοκιμασμένοι καὶ πρόκριτοι τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ δια-
τείνονται, ἡ τῶν Μουσῶν πρεσβυτάτη Καλλιόπη τὴν
ἄπταιστον ἀσφάλειαν τοῦ λόγου καὶ ἀνέλεγκτον ‘αἰδοῖ
μειλιχίῃ’ (Hom. θ 172) διαπρέπουσαν παρέσχηκεν. Ὡς δὲ
τὰ ἔργα αὐτὰ δείκνυσιν, αὐτὸς ὁ ἐν Δελφοῖς θεὸς οὔτε
λέγων καθ' Ἡράκλειτον (fr. 10 Schlei., 11 Byw.),

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 2, ch. 2, Sec. 6, li.2

ἀμφιβολία τε καὶ ὁμωνυμία ἐκρίθησαν καὶ διττὸν πᾶν


ἀνερευνηθὲν φῶς ἐπιστήμης ἀνῆψεν· ὃ κατιδὼν καὶ Θε-
μιστοκλῆς καλῶς καὶ διερευνήσας δεόντως τὸ ξύλινον τεῖ-
χος, αἴτιος ἀναμφισβητήτως κατέστη τῆς σωτηρίας τοῖς
Ἕλλησιν. Ἀδελφὰ δὲ τούτων καὶ ὁ ἐν Βραγχίδαις θεὸς
ἐκφαίνει τῆς διαλεκτικῆς ἔργα, περιφανῆ τὴν ἐπαγωγὴν
παραδηλῶν, ὅταν λέγῃ· “οὔτ' ἂν ὠκυπέτης ἰὸς οὔτε λύρη
οὔτε νηῦς οὔτ' ἄλλο οὐδὲν ἄνευ ἐπιστημονικῆς χρήσιος
γένοιτ' ἄν κοτε ὠφέλιμον”.
 Ἐκ τῆς Ἰαμβλίχου ἐπιστολῆς πρὸς Σώπα-
τρον περὶ διαλεκτικῆς.
 Πάντες ἄνθρωποι χρῶνται τῷ διαλέγεσθαι, ἔμφυτον
ἐκ νέων ἔχοντες τήνδε τὴν δύναμιν καὶ μέχρι τινός, οἳ μὲν
219

μᾶλλον οἳ δὲ ἧττον αὐτῆς μετέχοντες. Τὸ δὴ τῶν θεῶν


δῶρον οὐδένα τρόπον δεῖ προΐεσθαι· ἀλλὰ καὶ ἐν μελέ-
ταις καὶ ἐμπειρίαις καὶ τέχναις αὐτὸ κρατύνειν ἄξιον.
Ὅρα γὰρ ὅτι καὶ παρ' ὅλον τὸν βίον διατελεῖ χρησιμώ-
τατον ὂν διαφερόντως, ἐν μὲν ταῖς ἐντεύξεσι προσομιλοῦν
τοῖς ἀνθρώποις κατὰ τὰς κοινὰς ἐννοίας καὶ δόξας· ἐν δὲ
ταῖς εὑρέσεσι τῶν τεχνῶν τὰς πρώτας ἀρχὰς αὐτῶν ἀνευ-
ρίσκον· λογιζόμενον δὲ πρὸ τῶν ἔργων, ὅπως αὐτὰ χρὴ

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia (2702: 010)


“Michaelis Pselli philosophica minora”, Ed. Duffy, J.M.Leipzig:
Teubner, 1992.Opusculum 4, li.1t

προσλαβόμενος αἱμάτων ἑαυτῷ ἥνωσε καὶ ἐθέωσε καὶ εἰς οὐρανοὺς


ἀνήγαγε καὶ τὸν πατέρα ἡμῖν κατηλλάξατο καὶ τὸν ἄλλον ἑαυτὸν πα-
ράκλητον καταπέπομφε. καὶ ἵνα τὸ πᾶν ἐν βραχεῖ συγκεφαλαιώσωμαι,
θεολογία καὶ οἰκονομία τὸ ἡμέτερον σέβας. ἀλλ' ἐκεῖ μὲν τριὰς καὶ
ἑνὰς τὸ τιμώμενον, ἐνταῦθα δὲ ὑπόστασις μία, ὁ τῆς τριάδος εἷς, ὁ
τοῦ πατρὸς λόγος, δύο δὲ φύσεις, μέρη μὲν τοῦ ἑνὸς Χριστοῦ καὶ συν-
θέτου, ὅλαι δὲ καὶ τελειόταται. καὶ τὰ πλείω ὁ λόγος παρῆκεν, ἐπεὶ
καὶ αὐτός, ὡς ὁρᾶτε, καὶ αὐτῆς σχεδὸν ἐστέρημαι τῆς φωνῆς καὶ
ὑμῶν δὲ οἱ πλείους καὶ πρὸς τὸ νοεῖν καὶ πρὸς τὸ γράφειν ἀπεναρκή-
σατε.  

Περὶ διαλεκτικῆς, εὐδαιμονίας καὶ τοῦ καλοῦ

 Διαλεκτικὴ ἐπιστήμη ἐστίν, περὶ οὗ ἠρώτησας, ἡ λόγῳ περὶ ἑκάστου


δυναμένη ἕξις εἰπεῖν τό τε ἕκαστον καὶ τί τῶν ἄλλων διαφέρει, καὶ τὰ
ὄντα ὁπόσα καὶ τὰ μὴ ὄντα ὁποῖα, ὅσα τε χείρω τῶν ὄντων καὶ ὅσα
καὶ κρείττω· οὐ γὰρ περιώρισται ὑποκειμένῳ ἑνί, ἀλλὰ πᾶσιν ἐπιβάλ-
λει καὶ περὶ πάντων λέγειν ἐπιχειρεῖ. παύσασα δὲ τῆς περὶ τὸ αἰ-
σθητὸν πλάνης τὴν πραγματευομένην περὶ τὴν ταύτης φύσιν ψυχὴν
ἐνιδρύει τῷ νοητῷ, τῇ διαιρέσει τοῦ Πλάτωνος χρωμένη μὲν καὶ εἰς
διάκρισιν τῶν εἰδῶν, χρωμένη δὲ καὶ ἐπὶ τὰ πρῶτα γένη, καὶ τὰ ἐκ
τούτων νοερῶς πλέκουσα, ἕως ἂν διέλθῃ πᾶν τὸ νοητόν, καὶ ἀνάπαλιν

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia


Opusculum 13, li.1t

ἀπὸ τῆς διαφορᾶς χρώμενον τοῖς εἰρημένοις στοιχείοις· πρῶτον μὲν


220

ὅτι τὸ γένος ἐπὶ πλέον λέγεται τῆς διαφορᾶς· εἶθ' ὅτι κατὰ τὴν τοῦ τί
ἐστιν ἀπόδοσιν μᾶλλον ἁρμόττει τὸ γένος ἢ τὴν διαφορὰν εἰπεῖν, ὁ
γὰρ ζῷον εἰπὼν τὸν ἄνθρωπον μᾶλλον δηλοῖ τί ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ἢ ὁ
πεζόν· καὶ ὅτι ἡ μὲν διαφορὰ ποιότητα τοῦ γένους ἀεὶ σημαίνει, τὸ
δὲ γένος τῆς διαφορᾶς οὔ· ὁ μὲν γὰρ εἰπὼν πεζὸν ποιόν τι ζῷον λέ-
γει, ὁ δὲ ζῷον εἰπὼν ποιόν τι οὐ λέγει πεζόν.
 Ταῦτά σοι ἐκ πολλῶν ὀλίγα συνηριθμήμεθα ἐπιτετμημένως εἰς μέ-
τρον ἐπιστολῆς, ἵν' ἔχοις ἐντεῦθεν καὶ περὶ τῶν λοιπῶν ἐφοδεύειν καὶ
εἰδέναι τίνα μὲν κυρίως γένη, τίνα δὲ δοκοῦντα μέν, οὐκ ὄντα δέ.

Περὶ ἐρωτήματος διαλεκτικοῦ καὶ περὶ διαλεκτικῆς

 Οὐχ ἁπλοῦν τι πρᾶγμα ἐρώτημα διαλεκτικόν. δεῖ γὰρ πρῶτον, φησὶν


ὁ φιλόσοφος, ἐρωτᾶν μέλλοντα τὸν τόπον εὑρεῖν ὅθεν ἐπιχειρητέον,  
δεύτερον δὲ ἐρωτηματίσαι καὶ τάξα καθ' ἕκαστα πρὸς ἑαυτόν, τὸ δὲ
λοιπὸν καὶ τρίτον εἰπεῖν ἤδη ταῦτα πρὸς ἕτερον, διελόμενον τὰς προ-
τάσεις ὅσαι ληπτέαι παρὰ τὰς ἀναγκαίας. ἀναγκαῖαι δὲ λέγονται δι'
ὧν ὁ συλλογισμὸς γίνεται· αἱ δὲ παρὰ ταύτας λαμβανόμεναι τέτταρές
εἰσιν· ἢ γὰρ ἐπαγωγῆς χάριν τοῦ δοθῆναι τὸ καθόλου, ἢ εἰς ὄγκον
τοῦ λόγου, ἢ πρὸς κρύψιν τοῦ συμπεράσματος, ἢ πρὸς τὸ σαφέστερον
εἶναι τὸν λόγον. τὰς μὲν οὖν ἀναγκαίας, δι' ὧν ὁ συλλογισμός, οὐκ
εὐθὺς προτατέον, ἀλλ' ἀποστατέον ὅτι ἀνωτάτω, οἷον μὴ τῶν ἐναντίων

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia


Opusculum 13, li.29

τις μὴ μόνον τὰς ἀναγκαίας, ἀλλὰ καὶ τῶν πρὸς ταῦτα χρησίμων τινὰ
συλλογίζοιτο. ἔτι τὰ συμπεράσματα μὴ λέγειν, ἀλλ' ὕστερον ἀθρόα
συλλογίζεσθαι. χρήσιμον δὲ καὶ τὸ μὴ συνεχῆ τὰ ἀξιώματα λαμβάνειν
ἐξ ὧν οἱ συλλογισμοί, ἀλλ' ἐναλλάξ. ἔτι τὸ προτείνειν οὐ δι' αὐτὸ ἀλλ'
ἄλλου χάριν προτείνοντα. χρήσιμον δὲ καὶ τὸ ἐπιλέγειν ὅτι σύνηθες
καὶ λεγόμενον τὸ τοιοῦτον καὶ τὸ μὴ σπουδάζειν, κἂν ὅλως χρήσιμον
ᾖ· καὶ τὸ μηκύνειν καὶ παρεμβάλλειν τὰ μηθὲν χρήσιμα πρὸς τὸν λό-
γον. χρηστέον δὲ ἐν τῷ διαλέγεσθαι τῷ μὲν συλλογισμῷ πρὸς τοὺς
διαλεκτικοὺς μᾶλλον ἢ πρὸς τοὺς πολλούς, τῇ δὲ ἐπαγωγῇ ἐναντίον
πρὸς τοὺς πολλούς.
 Ἐπεὶ δὲ ὅλως περὶ διαλεκτικοῦ ἐπεβαλόμην σοι λέγειν προβλήμα-
τος, δεῖν ᾠήθην καὶ περὶ διαλεκτικῆς ὅλως διδάξαι σε. τὸ γοῦν ὄνομα
τοῦτο οἱ μὲν ἀπὸ τῆς Στοᾶς ἐπιστήμην τοῦ ἀληθῶς λέγειν τίθενται
καὶ φέρουσι τοὔνομα κατὰ τῆς τελεωτάτης φιλοσοφίας. καὶ Πλάτων δὲ
τὴν διαιρετικὴν μέθοδον ἐξυμνῶν καὶ ταύτης θέμενος ἔργον εἶναι τὸ
221

δύνασθαι τό τε ἓν πολλὰ ποιεῖν καὶ τὰ πολλὰ εἰς ἓν ἀνάγειν τὴν


αὐτὴν ταύτην διαλεκτικὴν καλεῖ. ὁ δέ γε Ἀριστοτέλης τὸ μὲν ἐξ ἀλη-  
θῶν καὶ οἰκείων τῷ προκειμένῳ καὶ πρώτων καὶ γονιμωτέρων δεικνύ-
ναι καὶ συνάγειν τὸ προκείμενον συλλογισμοῦ ἀποδεικτικοῦ τίθεται·
τὸ δὲ δι' ἐνδόξων συλλογίζεσθαι διαλεκτικόν, φησί, καὶ διαλεκτικὴν
ἀκολούθως τὴν διὰ τῶν τοιούτων συλλογιστικήν· τὴν δὲ ἐκ φαινο

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia


Opusculum 13, li.30

συλλογίζοιτο. ἔτι τὰ συμπεράσματα μὴ λέγειν, ἀλλ' ὕστερον ἀθρόα


συλλογίζεσθαι. χρήσιμον δὲ καὶ τὸ μὴ συνεχῆ τὰ ἀξιώματα λαμβάνειν
ἐξ ὧν οἱ συλλογισμοί, ἀλλ' ἐναλλάξ. ἔτι τὸ προτείνειν οὐ δι' αὐτὸ ἀλλ'
ἄλλου χάριν προτείνοντα. χρήσιμον δὲ καὶ τὸ ἐπιλέγειν ὅτι σύνηθες
καὶ λεγόμενον τὸ τοιοῦτον καὶ τὸ μὴ σπουδάζειν, κἂν ὅλως χρήσιμον
ᾖ· καὶ τὸ μηκύνειν καὶ παρεμβάλλειν τὰ μηθὲν χρήσιμα πρὸς τὸν λό-
γον. χρηστέον δὲ ἐν τῷ διαλέγεσθαι τῷ μὲν συλλογισμῷ πρὸς τοὺς
διαλεκτικοὺς μᾶλλον ἢ πρὸς τοὺς πολλούς, τῇ δὲ ἐπαγωγῇ ἐναντίον
πρὸς τοὺς πολλούς.
 Ἐπεὶ δὲ ὅλως περὶ διαλεκτικοῦ ἐπεβαλόμην σοι λέγειν προβλήμα-
τος, δεῖν ᾠήθην καὶ περὶ διαλεκτικῆς ὅλως διδάξαι σε. τὸ γοῦν ὄνομα
τοῦτο οἱ μὲν ἀπὸ τῆς Στοᾶς ἐπιστήμην τοῦ ἀληθῶς λέγειν τίθενται
καὶ φέρουσι τοὔνομα κατὰ τῆς τελεωτάτης φιλοσοφίας. καὶ Πλάτων δὲ
τὴν διαιρετικὴν μέθοδον ἐξυμνῶν καὶ ταύτης θέμενος ἔργον εἶναι τὸ
δύνασθαι τό τε ἓν πολλὰ ποιεῖν καὶ τὰ πολλὰ εἰς ἓν ἀνάγειν τὴν
αὐτὴν ταύτην διαλεκτικὴν καλεῖ. ὁ δέ γε Ἀριστοτέλης τὸ μὲν ἐξ ἀλη-  
θῶν καὶ οἰκείων τῷ προκειμένῳ καὶ πρώτων καὶ γονιμωτέρων δεικνύ-
ναι καὶ συνάγειν τὸ προκείμενον συλλογισμοῦ ἀποδεικτικοῦ τίθεται·
τὸ δὲ δι' ἐνδόξων συλλογίζεσθαι διαλεκτικόν, φησί, καὶ διαλεκτικὴν
ἀκολούθως τὴν διὰ τῶν τοιούτων συλλογιστικήν· τὴν δὲ ἐκ φαινο-
μένων ἐνδόξων συλλογιζομένην σοφιστικήν. ἥγηται γὰρ ὁ φιλόσοφος

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica posteriora commentaria


(4015: 004)“Ioannis Philoponi in Aristotelis analytica posteriora
commentaria cum Anonymo in librum ii”, Ed. Wallies, M.
Berlin: Reimer, 1909; Commentaria in Aristotelem Graeca 13.3.
Vol. 13,3, p. 147, li.23
222

τῶν παραπλησίων· καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν ὡσαύτως. εἰ δὲ τῆς ἐπάνω τῆς
ὑποκάτω λέγειν θεωρήματα, οὐκέτι ἔχει χώραν ἡ εἰρημένη παρ' ἡμῶν
ἀπορία· τὰς γὰρ ἰδίας ἀρχὰς οὐδεμία ἐπιστήμη ἀποδείξει.
 Εἰ δὲ τὸ αὐτό ἐστιν ἐρώτημα συλλογιστικὸν καὶ πρότασις
ἀντιφάσεως. ὅπερ ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας εἶπε διαλεκτικὸν ἐρώτημα, ὅπερ
ἐστὶ θάτερον μὲν μόριον τῆς ἀντιφάσεως ἐμπεριέχον δὲ ἐν ἑαυτῷ δυνάμει

καὶ τὸ λοιπόν, πρὸς ὃ τὸ ‘ναί’ μόνον ἢ τὸ ‘οὔ’ δεῖ ἀποκρίνεσθαι (ᾧ καὶ


δια-
φέρει ἐρώτησις πύσματος· πρὸς γὰρ τὸ πύσμα πλείονος λόγου δεῖται),
ὅπερ οὖν
ἐκεῖ εἶπε διαλεκτικόν, τοῦτο νῦν συλλογιστικὸν εἶπεν, ἐπειδὴ προσεχῶς
περὶ
διαλεκτικῆς εἴρηκε καὶ τὴν διαφορὰν αὐτῆς τὴν πρὸς τὰς ἐπιστήμας, ἵνα
δόξῃ τὸ τοιοῦτον λέγειν ἐρώτημα ὡς πρὸς τὰς τοιαύτας συνουσίας μόνον
ἁρμόζον. διὰ τοῦτο οὖν εἶπε συλλογιστικόν· καὶ γὰρ ἐκεῖ τὸ διαλεκτικὸν
αὐτῷ τοιοῦτον εἴληπται, τὸ πρὸς τοὺς συλλογισμοὺς ἁρμόδιον. τὸ δὲ
πρότασις ἀντιφάσεως τοῦτ' ἔστι θάτερον μόριον τῆς ἀντιφάσεως, ὅπερ
πρότασις γίνεται, ὅταν ἐν συλλογισμῷ ληφθῇ. ὅτι δὲ τὸ τοιοῦτον
ἐρώτημα
πρότασίς ἐστι, σαφές· ἐν οὐδενὶ γὰρ τῶν ἑτέρων λόγων ἐνδέχεται τὸ
τοιοῦτον ἐρώτημα εἶναι εἰ μὴ ἐν μόνῳ τῷ ἀποφαντικῷ· οὔτε γὰρ εὐχο-  
μένους οὔτε προστάττοντας ἐνδέχεται οὕτω προφέρεσθαι τοὺς λόγους
ὥστε ἀποκρινόμενον τὸν πρὸς ὃν ὁ λόγος τὸ ‘ναί’ μόνον ἢ τὸ ‘οὔ’ λέγειν,

ἀλλ' ἐν μόνῳ τῷ ἀποφαντικῷ λόγῳ. ὁ δὲ ἀποφαντικὸς λόγος ἢ κατά

Αμμώνιος In Aristotelis analyticorum priorum librum i


commentarium (4016: 004)“Ammonii in Aristotelis analyticorum
priorum librum i commentarium”, Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer, 1899;
Commentaria in Aristotelem Graeca 4.6.P. 19, li.7

ἡδονὴ οὐκ ἀγαθόν ἐστιν, ἀλλ' αἱ μὲν ἀκόλαστοι καὶ ἀκάθαρτοι οὐκ ἀγα-
θαί, αἱ δὲ ἐπὶ ταῖς ἀρεταῖς καὶ καθαραὶ ἀγαθαί. ὥστε ἀδιορίστως λεκτέον
καὶ ταύτην τὴν πρότασιν, εἰ μέλλοιμεν ἀληθεύειν, οἷον ἡδονὴ ἀγαθὸν οὐκ

ἔστιν· αἱ γὰρ μὴ αἱρεταὶ μηδὲ ἀναγκαῖαι οὐκ ἀγαθαί.  

Διαφέρει δὲ ἡ ἀποδεικτικὴ ἕως τοῦ καθάπερ καὶ ἐν


τοῖς Τοπικοῖς εἴρηται.
223

 Ἔοικεν ἐνταῦθα παρεκβάσει κεχρῆσθαι καὶ ἀφίστασθαι τοῦ προκει-


μένου. ἐπειδὴ γὰρ σκοποὶ αὐτῷ νῦν περὶ τοῦ κοινοῦ συλλογισμοῦ ἁπλῶς
διαλαβεῖν μόνου δῆλον ὅτι καὶ περὶ μόνης τῆς κοινῆς προτάσεως, οὐ περὶ

ἀποδεικτικῆς (περὶ γὰρ ταύτης ἐρεῖ ἐν τοῖς Ὑστέροις ἀναλυτικοῖς) οὐδὲ


περὶ διαλεκτικῆς (περὶ γὰρ ταύτης ἐρεῖ ἐν τοῖς Τόποις), καὶ οὐκ οἰκείως
ὅδε μετὰ τὸ ὁρίσασθαι τὴν κοινὴν πρότασιν λέγει πῇ διαφέρει ἡ ἀπο-
δεικτικὴ πρότασις τῆς διαλεκτικῆς. καὶ λέγομεν ὅτι οὐδὲν ἔξω τοῦ προ-
κειμένου λέγει· ταύτας γὰρ παρήγαγεν, τήν τε ἀποδεικτικὴν καὶ τὴν δια-
λεκτικήν, ἵνα δείξῃ ὅτι καὶ κατὰ τούτων ἁρμόζει ὁ ἀποδεδομένος ὅρος
τῆς προτάσεως, καὶ ὅτι αἱ προτάσεις οὐδὲν ἀλλήλων διαφέρουσιν, ἀλλὰ
κατὰ πάσης προτάσεως ἀποδέδοται ὁ ἀποδεδομένος ὅρος. διχῇ δὲ λαμ-
βάνει τὴν διαφορὰν τῆς τε ἀποδεικτικῆς προτάσεως καὶ τῆς διαλεκτικῆς,
ἀπό τε τῆς ὕλης καὶ ἀπὸ τῆς χρήσεως· ἀπὸ μὲν τῆς ὕλης, ὅτι ἡ μὲν
ἀποδεικτικὴ περὶ τὰ ἀναγκαῖα πράγματα ἔχει τὰ ἀεὶ ὡσαύτως ἔχοντα,
ἡ δὲ διαλεκτικὴ περὶ τὰ φαινόμενα, περὶ τὰ ἔνδοξα· ἀπὸ δὲ τῆς χρήσεως,

Πρόκλος. In Platonis Parmenidem (4036: 008)“Procl philosophi


Platonici opera inedita, pt. 3”, Ed. Cousin, V.Paris: Durand, 1864, Repr.
1961.P. 652, li.1

καὶ ἐν ταύταις πολλὴν ἀνωμαλίαν, ὡς εἰκὸς ἐν


ἀνθρωπίναις φύσεσιν, ἐνοῦσαν. Ὁ δὲ ἰδίως συμ-
βουλεύων περὶ ὅτου ἂν τύχῃ τῶν ἐπιτηδευμά-
των, εἰς τὴν τοῦ συμβουλευομένου φύσιν ἀπο-
σκοπῶν διαφέρουσαν, ἄλλως τε κἂν ᾖ τοιοῦτος
αὐτὸς οἷος ἱκανὸς κατανοεῖν δύνασθαι τὴν ἐπι-
τηδειότητα τοῦ δεχομένου τὴν συμβουλὴν, οὕτω
δήπου συμβουλεύει ἐκλέγεσθαί τι ἢ ἀποικονο-
μεῖσθαι τῶν ἐπιτηδευμάτων. Διὸ δὴ Σωκράτει
μὲν ἐκεῖνος ἦν ὁ τρόπος προσήκων τῶν περὶ  
διαλεκτικῆς νομοθετημάτων· Παρμενίδῃ δὲ εἰς
μόνην τὴν ἔνθεον ὁρμὴν ἐπὶ φιλοσοφίαν ἀπ-
ιδόντι, καθάπερ καὶ αὐτός φησι, τοῦ Σωκρά-
τους, οὗτος ἥρμοττε τῆς παρακελεύσεως ὁ τρό-
πος, ὡς μηδὲν πεισομένου τοῦ μέλλοντος περὶ
τὴν τοιαύτην μέθοδον ἐκ νεότητος γυμνάζειν
ἑαυτὸν, εἰ φύσιν ἔχοι Σωκράτει παραπλησίαν·
ἐπεὶ καὶ αὐτὸς, εἰ πάντας ἀκροτάτους ᾔδει τὰς
φύσεις ὄντας οἷς νομοθετεῖ, καὶ νέοις ἂν παρα-
224

διδόναι τὴν διαλεκτικὴν οὐκ ὤκνησεν, εἰδὼς οὐ-


δὲν βλαβησομένους ἀπ' αὐτῆς οὐδέ τι πεισομέ

Πρόκλος. In Platonis Parmenidem P. 928, li.19

ἀκροατὴς καὶ ὁ καθηγεμών ἐστι τῶν τοιούτων


λόγων. Καὶ ἔχοις ἂν τὸν μὲν ἡγεμόνα τελείως
τοιοῦτον αὐτὸν τὸν Παρμενίδην, ὅθεν καὶ λά-
βοις ἂν τὸν τρόπον καθ' ὃν ποιήσεται τοὺς λό-
γους, ὡς δι' ὀλίγων πολλὰ διδάξει, καὶ ὡς ἄνω-
θεν πραγματεύσεται, καὶ ὡς ἐνδείξεται μόνον
περὶ τῶν θείων· τὸν δὲ ἀκροατὴν εὐφυῆ μὲν καὶ
ἐρωτικὸν, οὔπω δὲ τελέως ἔμπειρον· ὅθεν αὐτῷ
παραινεῖ καὶ ὁ Παρμενίδης γυμνάσασθαι περὶ
διαλεκτικὴν, ἵνα ἐμπειρίαν προσλάβῃ τῶν θεω-
ρημάτων, ἀποδεχόμενος μὲν αὐτοῦ τὴν εὐφυΐαν
καὶ τὴν ὁρμὴν, προστιθεὶς δὲ τὴν τοῦ ἐλλεί-
ποντος ἐπανόρθωσιν. Καὶ τί τὸ τέλος τῆς τρι-
πλῆς ταύτης δυνάμεως, εἴρηκεν αὐτὸς, τὸ ἀπα-
ραλόγιστον ἐν τοῖς περὶ τῶν θείων λόγοις. Ὁ
γὰρ κατά τι τούτων ἐλλείπων ἀναγκασθήσεται
πολλὰ τῶν ψευδῶν ὁμολογεῖν, ἁπλῶς ἐφαπτό-
μενος τῆς τῶν πραγμάτων θεωρίας.
 Πῆ δὴ, ὦ Παρμενίδη; φάναι τὸν Σω-
κράτη. { – }Ὅτι, ὦ Σώκρατες, οἶμαι ἂν

Πρόκλος. In Platonis Parmenidem P. 984, li.23

ἐνθάδε Ἀριστοτέλει τῷδε. (P. 135 C.)


 Κατὰ μὲν τὴν εὐφυΐαν καὶ τὴν προθυμίαν,
οὐδὲν ἔχει τὸν Σωκράτη παντάπασιν ὡς ἐλλεί-
ποντα τοῦ μέτρου τοῦ προσήκοντος ἐπανορθοῦν·
κατὰ δὲ τὴν ἐμπειρίαν μόνην αὐτὸν ἐνδεῶς
ἔχειν ὑπείληφεν, ὅθεν καὶ παραινεῖ πολυπειρό-
τερον αὐτὸν γενέσθαι διὰ τῆς διαλεκτικῆς ἐπὶ
πολλῶν γυμνασάμενον, καὶ τὰς ἀκολουθίας κατ-
ιδόντα τῶν ὑποθέσεων ἔπειτα οὕτως ἐπὶ τὴν
τῶν εἰδῶν τραπέσθαι θεωρίαν· ὅσα γὰρ νῦν
ἠπόρηται, ταῦτα τοῖς περὶ διαλεκτικὴν γεγυ-
μνασμένοις ἐστὶν εὐδιάλυτα. Καὶ τοῦτο μὲν
225

ἔστι τὸ ὅλον τῶν λόγων τέλος· ταύτην δὲ τὴν


γυμνασίαν οὐ τοιαύτην εἶναι νομιστέον, οἵαν
τὴν ἐπιχειρηματικὴν μέθοδον λέγειν εἰώθασιν·
ἐκείνη μὲν γὰρ πρὸς δόξαν βλέπει· ταύτην δὲ
καταφρονεῖν φησι τῆς τῶν πολλῶν δόξης· οὐ-
δὲν γοῦν αὐτὴν εἶναι τοῖς πολλοῖς, καὶ ἀδολε-
σχίαν διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν ὑπ' αὐτῶν προς-
ονομάζεσθαι. Καὶ γὰρ ἐκείνη μὲν περὶ ἓν
πρόβλημα πολλὰς παραδίδωσιν ἐπιχειρήσεις,

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. (4040: 001)“Photius. Bibliothèque, 8 vols.”, Ed.


Henry, R.Paris: Les Belles Lettres, 1:1959; 2:1960; 3:1962; 4:1965;
5:1967; 6:1971; 7:1974; 8:1977.Codex 167, Bekker p. 113a, li.10

βλίῳ, πρὸ τοῦ τοῖς εἰρημένοις κεφαλαίοις ἐπιβαλεῖν,


περὶ δύο κεφαλαίων διαλαμβάνει, ὧν τὸ μὲν ἔπαι-
νός ἐστι φιλοσοφίας, καὶ οὗτος ἐκ διαφόρων αὐτῷ συνηρα-
νισμένος, τὸ δὲ περὶ τῶν κατ' αὐτὴν συνεστηκυιῶν αἱρέ-  
σεων. Ἐν ᾧ καὶ περὶ γεωμετρίας καὶ μουσικῆς καὶ ἀρι-
θμητικῆς δόξας παλαιὰς συναναγράφει.
 Τὸ δὲ βʹ βιβλίον συμπληροῦται μὲν κεφαλαίοις ϛʹ
καὶ μʹ, διαλαμβάνει δὲ πρῶτον μὲν περὶ τῶν τὰ θεῖα
ἑρμηνευόντων, καὶ ὡς εἴη ἀνθρώποις ἀκατάληπτος ἡ
τῶν νοητῶν κατὰ τὴν οὐσίαν ἀλήθεια· εἶτα περὶ δια-
λεκτικῆς, καὶ περὶ ῥητορικῆς, καὶ περὶ λόγου καὶ γραμ-
μάτων, περὶ ποιητικῆς, περὶ χαρακτῆρος τῶν παλαιῶν,
περὶ τοῦ ἠθικοῦ εἴδους τῆς φιλοσοφίας, περὶ τῶν ἐφ'
ἡμῖν, ὅτι οὐδεὶς ἑκὼν πονηρός, ὁποῖον χρὴ εἶναι τὸν
φιλόσοφον, ὅτι χρὴ σέβειν τὸ θεῖον, ὅτι τοῖς εὐσεβέσι
καὶ δικαίοις βοηθεῖ τὸ κρεῖττον· περὶ μαντικῆς· ὅτι
χρὴ περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι τὰς τῶν σοφῶν συνουσίας, ἐκ-
κλίνειν δὲ τοὺς φαύλους καὶ ἀπαιδεύτους· περὶ τοῦ δοκεῖν
καὶ τοῦ εἶναι, καὶ ὅτι οὐ τῷ λόγῳ χρὴ κρίνειν τὸν ἄν-
θρωπον ἀλλὰ τῷ τρόπῳ· ὅτι οἱ ἄλλοις ἐπιβουλεύ-
οντες ἑαυτοὺς λανθάνουσι καταβλάπτοντες·

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (4083: 001)


“Eustathii archiepiscopi Thessalonicensis commentarii ad Homeri
Iliadem pertinentes, vols. 1–4”, Ed. van der Valk, M.
Leiden: Brill, 1:1971; 2:1976; 3:1979; 4:1987.
Vol. 4, p. 908, li.21
226

ᾄδεται ἢ ὡς βασιλεύς, ἢ ὅτι κατὰ τὸν μῦθον τῇ αὐτῇ τῷ Διῒ ἐγγεννήθη


ἡμέρᾳ, ἢ ὅτι ὁρμῶντι ἐπὶ βασιλείαν εὐτυχίας σύμβολον ἐμφανισθεὶς
ἔφηνε τὸ
μέλλον, ἢ ὅτι γεννηθέντα τὸν Δία εἰς οὐρανὸν ἀνεκόμισε. φέρεται δὲ
μῦθος καὶ
ὅτι Μέροψ Κῷος, ἀπαύστως τὴν γυναῖκα πενθῶν θανοῦσαν, ξενίσας
Ῥέαν, με-
τεβλήθη εἰς ἀετόν. καὶ σύνεστιν ἀεὶ τῷ Διΐ. Αἰλιανὸς μέντοι λῃστήν ποτε
γενόμενον μεταβληθῆναι εἰς ἀετὸν λέγει. διὸ καὶ γαμψώνυχον μὲν εἶναι
θηρατικόν, ἐν γήρᾳ δὲ ἀχρειοῦσθαι τὸ ῥάμφος τῇ ἄγαν ἐπικάμψει, καὶ
ἔχει
ποινὴν τῆς ποτὲ θηριωδίας τὸν ἐν γήρᾳ λιμόν, ἤδη δὲ καὶ τὸν ἐκ
κανθάρων
πόλεμον, ὡς εὐθὺς μετ' ὀλίγα ῥηθήσεται. [Ἡ δὲ Βυζαντία Μοιρώ,
ποιήτρια δὲ
καὶ αὕτη, γράφει κατὰ τὴν τοῦ Ἀθηναίου ἱστορίαν ἐν τῷ περὶ διαλέκτων
περὶ
αἰετοῦ, ὡς ἐτρέφετο μὲν Ζεὺς ἐνὶ Κρήτῃ, «νέκταρ δ' ἐκ πέτρης μέγας
αἰετὸς αἰὲν
ἀφύσσων γαμφηλῇς φορέεσκε Διῒ μητιόεντι. τό», ἤγουν διό, «καὶ
νικήσας
Κρόνον εὐρύοπα Ζεὺς ἀθάνατον ποίησε καὶ οὐρανῷ ἐγκατένασσεν»,
ἀστροθετηθέντα δηλαδή. «ὡς δ' αὔτως», φησί, «τρήρωσι πελειάσιν
ὤπασε
τιμήν, αἳ δή τοι θέρεος καὶ χείματος ἄγγελοί εἰσιν», ὃ δὴ καὶ Ἡσιόδῳ
δοκεῖ.
Ὅρα δὲ ἐν τῷ «ὡς δ' αὔτως πελειάσιν ὤπασε τιμήν», ὅτι Ὁμήρῳ
συμφωνεῖν ἡ
Μοιρὼ ἐθέλει. ὡς γὰρ κατ' αὐτὴν ὁ ἀετός, οὕτω καθ' Ὅμηρον αἱ
πελειάδες  
ἀμβροσίαν φέρουσι τῷ Διΐ. διό, φασί, καὶ ἐν τῇ Ἀσπιδοποιΐᾳ τῶν ἄλλων
ἄστρων
τὰς Πλειάδας, ταὐτὸν δ' εἰπεῖν πελειάδας, προὔταξε διὰ τὸ πάντῃ
ἐπίσημον,
εἰπὼν «Πληϊάδας θ' Ὑάδας τε». καὶ τῶν ἄλλων δὲ πτηνῶν αὐτὰς ἐχώρισε
κατά

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος –


ὦμαι) (4098: 002)“Etymologicum Graecae linguae Gudianum et alia
grammaticorum scripta e codicibus manuscriptis nunc primum edita”,
Ed. Sturz, F.W.Leipzig: Weigel, 1818, Repr. 1973.Alphabetic entry
227

kappa, p. 339, li.13

 α εἰς ο κορύνη, τὸ παχεῖαν κεφαλὴν ἔχον ξύλον· ἢ


 κατὰ τὸ κάλον νεύουσα καρήνη καὶ κορύνη καὶ κορυ-
 νήτης.
Κόρυς, ἡ περικεφαλαία, παρὰ τὸ κάρη κάρυς καὶ κό-
 ρυς· ἢ παρὰ τὸ κόρση γέγονε κόρυς· κόρση δὲ ἡ κε-
 φαλή· καὶ τὸ κορσοῦσθαι ἐπὶ τοῦ κείρειν ἔλεγον οἱ
 Ἴωνες, καὶ κουρσωτῆρα τὸν κουρέα.
Κορυφὴ, τὸ μέσον τῆς κεφαλῆς, ὅτι τῆς κάρας ἔστιν
 ὀροφή· τινὲς δὲ ἀπὸ τοῦ κεκρύφθαι αὐτὴν ὑπὸ τῶν
 τρίχων, κρύφή τις οὖσα· καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο, κο-
 ρυφή· ὁ δὲ Φιλόξενος ἐν τῷ περὶ διαλέκτων λέγει, ὅτι
 παρὰ τὸ κάρη γέγονε καρύπτω καὶ κρύπτω, μετα-
 θέσει τοῦ α εἰς ο· ὡς παρὰ Θεοκρίτῳ· τὸν Λιβυ-
 κὸν κνάκωνα φυλάσσεο, μή τυ κορύψῃ· ἐκ τοῦ οὖν
 κορύπτω γέγονεν ὄνομα ῥηματικὸν κορυφή· ἰστέον δὲ
 ὅτι τὸ αὐτό ἐστι τὸ κορύσσω καὶ κορύπτω, ὅθεν
 Ὅμηρος εἰπὼν, πόντῳ καὶ τὰ πρῶτα κορύσσεται, ἐπή-
 γαγε τὸ κυρτὸν ἐὸν κορυφοῦται, εἰς τὸ αὐτὸ κατα-
 στρέφοντος τοῦ ῥήματος· σημαίνει δὲ τὸ κορύσσω καὶ
 τὸ καθοπλίζω καὶ κατασκευάζω.
Κορώνη, κορωνὶς, ἐπὶ τὸ αὐτὸ, οἷον, αἱ καμπυλοπρύ

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry kappa, p. 353, li.40

 ημένην φωνὴν βάλλειν· κύμβαλον γὰρ ἐκ πεποιημένης


 φωνῆς εἴληπται· αἱ πεποιημέναι φωναὶ αὗται, κῦμα,
 κάρκεροι, κρύκαι καὶ τὸ τριχθά.
Κῦμα, ἀπὸ τοῦ κύημα, ὥσπερ καὶ οἶμα λέγεται, ἀντὶ
 τοῦ οἴδημα· ἢ κῦμα τὸ κυρτούμενον ἅμα· ἢ παρὰ τὸ
 κυκῶ τὸ ταράσσω κύκημα καὶ ἐν συναιρέσει κῦμα· ἢ
 παρὰ τὸ κύω τὸ ὀγκοῦμαι· ἔστι δὲ μακρὸν τὸ κυ· τὰ
 εἰς μα δισύλλαβα, διχρόνῳ παραληγόμενα, συστέλλει
 αὐτό· οἷον πλύμα, χύμα, θῦμα· σεσημείωται τὸ κῦμα·
 τὸ γὰρ λύμα ποιητικῶς ἐκτείνεται· τὸ δὲ θῦμα ἱστορεῖ
 Ἀριστοκλῆς ἐν τῷ περὶ διαλέκτων ἐκτεινόμενον. εἴρη-
 ται δὲ κῦμα παρὰ τὸ κυκῶ, δευτέρας συζυγίας τῶν
 περισπωμένων· καί ἐστιν ἡ χρῆσις, δεινὸν δ' ἀμφ'
 Ἀχιλῆα κυκώμενον ἵστατο κῦμα.
228

Κύματκωφῷ τῷ δίχα ἀνέμου ἐπαιρομένῳ, τῷ ἀψό-


 φῳ· ἄνευ γὰρ ἀνέμου τὸ κῦμα ἠρεμεῖ· κῦμα δὲ παρὰ
 τὸ κύω τὸ κυόμενον.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum (4099: 001)


“Etymologicum magnum”, Ed. Gaisford, T.
Oxford: Oxford University Press, 1848, Repr. 1967.Kallierges p. 545, li.9

 Φλόγεον καὶ Ἅρπαγον ὠκέα τέκνα Ποδάργης· Ἥραν δὲ


Ξάνθον καὶ Κύλλαρον.
 Κῦμα: Κυῶ, κυήσω, κύημα, καὶ κῦμα· παρὰ τὸ
κύω, τὸ κυόμενον· ἢ παρὰ τὸ κυκῶ συζυγίας δευτέρας
τῶν περισπωμένων· καὶ ἡ χρῆσις,
 Δεινὸν δ' ἀμφ' Ἀχιλῆα κυκώμενον ἵστατο κῦμα.
Καὶ ἔστι μακρὸν τὸ υ. Τὰ εἰς ΜΑ δισύλλαβα τῷ υ
παραληγόμενα συστέλλει αὐτὸ, οἷον χύμα, πλύμα,
λύμα, θύμα, σεσημείωται τὸ κῦμα· τὸ γὰρ λῦμα
ποιητικῶς ἐκτείνεται. Τὸ δὲ θῦμα ἱστορεῖ Ἀριστο-
κλῆς ἐν τῷ Περὶ διαλέκτων ἐκτεινόμενον.
 Κύματι κωφῷ: Τῷ δίχα ἀνέμου ἐπαιρομένῳ,
τῷ ἀψόφῳ, καὶ μηδένα ἦχον ἀποτελοῦντι· ἄνευ
γὰρ ἀνέμου τὸ κῦμα ἠρεμεῖ, μηδέπω ἀνέμου εὐκρι-
νοῦς ὄντος.
 Κύμη: Πόλις Ἰταλίας, ἀπό τινος Κύμης βασι-
λίδος, ἥτις ἐκράτει τὸν τόπον. Οἱ δὲ, ἀπὸ ἐγκύμο-
νος γυναικὸς οὕτως ὠνομᾶσθαι τὸν τόπον· οἱ δὲ, διὰ
τὸ πολυκύματον αὐτὴν εἶναι.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 592,


li.54

 Ἔχων μὲν ἐν τῇ χειρὶ μῶλυ.


Ἀντιφάρμακον γὰρ δέδοται.
 Μωλύτερον: Τὸ ἀμβλύτερον καὶ ἀσθενέστερον
καὶ ἄνθος οὐκ ἔχον.
 Μώλωψ: Ἔστιν ὄλλω, καὶ σημαίνει τὸ συστρέφω
καὶ φθείρω· ὁ μέλλων, ὀλῶ· ὁ παρακείμενος, ὦλκα·
ὁ παθητικὸς, ὦλμαι· ἐξ αὐτοῦ ὦλμος· καὶ ἐν ὑπερ-
βιβασμῷ, μῶλος, ἡ συστροφή· ἐξ οὗ μώλωψ, ἤγουν
ἡ ἐκ πολέμου γινομένη πληγή. Ἢ παρὰ τὸ βοῦς
229

βοὸς καὶ λέπω, τὸ λεπίζω, βώλωψ καὶ μώλωψ.


Δημήτριος ὁ πύκτης ἐν τῷ περὶ Διαλέκτων βώλωψ
ἐτυμολογεῖ ἀπὸ τοῦ βοὸς λέπους, ὅ ἐστι δέρματος,  
οὗ οἱ ἱμάντες σκευάζονται. Μήποτε οὖν ὁ ἔλλος, ὁ
νεβρὸς, καὶ οἱ ἔλλοπες ἰχθύες, οὐκ ἀπὸ τοῦ τὴν ὄπα
μὴ ἔχειν, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ τοὺς μὲν ἐλλιπεῖς εἶναι, τοὺς
δὲ ἐλλόπους· λεπὶς γὰρ καὶ λέπος καὶ λόπος τὸ
περικείμενον τῇ σαρκὶ [δέρμα] καλεῖται. Λῶπος
μὲν γὰρ, τὸ ἱμάτιον, κατὰ μεταφοράν· λόπος δὲ καὶ
λέπυρον καὶ λεπὶς κυρίως (ὡς καὶ) τὴν φολίδα, τοῦ
φωλεύειν ἐν αὐτῇ. Κυρίως γὰρ μώλωπες λέγονται,
αἱ ἐκ τῶν βοείων λώρων πληγαί.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corinthio) (4175: 005)
“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901,
Repr. 1965.P. 309, li.37

τὴν διάλεκτον καὶ τὸ ἀπεξενωμένον τῶν λέξεων. Πόσαι γλῶσσαι;


Πολλαί. Πόσαι
διάλεκτοι; Πέντε· Ἰάς, ἤγουν ἡ τῶν Ἰώνων, Ἀτθὶς ἡ τῶν Ἀθηναίων,
Δωρὶς ἡ
τῶν Λακεδαιμονίων, Αἰολὶς ἡ τῶν Βοιωτῶν, ἤγουν τῶν Θηβαίων, καὶ
κοινή, ᾗτινι
πάντες χρώμεθα κοινῶς. Πόθεν ἐκλήθη Ἰάς; Ἀπὸ Ἴωνος τοῦ υἱοῦ
Κρεούσης τῆς
Ἐρεχθέως θυγατρός. Πόθεν ἐκλήθη Αἰολίς; Ἀπὸ Αἰόλου υἱοῦ Ἕλληνος.
Πόθεν
ἐκλήθη Ἀτθίς; Ἀπὸ Ἀτθίδος τῆς Κραναοῦ θυγατρός. Πόθεν ἐκλήθη
Δωρίς; Ἀπὸ
Δώρου παιδὸς Ἕλληνος· περὶ ὧν προϊόντες πλατύτερον διδάξομεν.
Ἰστέον δὲ
ὅτι Ἰάδι μὲν ἔγραψεν Ὅμηρος, Ἀτθίδι Ἀριστοφάνης, Δωρίδι Θεόκριτος,
Αἰολίδι
Ἀλκαῖος καὶ κοινῇ Πίνδαρος. Σημείωσαι ὅτι Ἴωνες μέν εἰσιν οἱ περὶ
Ἀσίαν, Ἀττι-
κοὶ δὲ Ἀθηναῖοι, Δωριεῖς δὲ οἱ περὶ Ὀροβήν (sic), Αἰολεῖς δὲ οἱ περὶ
Σικελίαν.
Περὶ διαλέκτων παρεκβληθεισῶν ἀπὸ τοῦ μητροπολίτου Κορίνθου
= Gregorius Corinthius ed. Schaefer p. 1, 1 – 612, 2.
230

§ 3. ερὶ τόνου.

Τί ἐστι τόνος; Ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου, τουτέστιν ἐκφώνησις


ἔναρθρος καὶ ἐγγράμματος, ἢ κατὰ ἀνάτασιν, ὡς ἐν τῇ ὀξείᾳ, ἢ κατὰ
ὁμαλισμόν, ὡς ἐν τῇ βαρείᾳ, ἢ κατὰ περίκλασιν, ὡς ἐν τῇ περισπωμένῃ.
Τί ἐστιν ἀπήχησις; Ὁ ἦχος καὶ   ἡ προφορὰ καὶ ἡ ἐκφώνησις. Τί ἐστιν
ἀνάτασις; Ὁ ὀξὺς τόνος, ἤγουν ὁ φθόγγος ὁ ἐπιτεταμένος. Τί ἐστιν
ὁμαλισμός; Ἡ κατένεξις καὶ ὁ ὑπτιασμός. Τί ἐστι περίκλασις; Ὁ
περισπώμενος τόνος, ὁ κεκλασμένον ἔχων τὸν φθόγγον.  – Πόσαι ἀπη-
χήσεις φωνῶν; Τρεῖς· ἡ κατὰ ἀνάτασιν ἐν τῇ ὀξείᾳ, ἡ κατὰ ὁμαλισμὸν ἐν
τῇ βαρείᾳ,

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) (4175: 006)
“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901,
Repr. 1965.P. 447, li.23

ἐπιρρήματα, ὡς τὸ [η 13] καὶ εἴσω δόρπον ἐκόσμει, ἀντὶ τοῦ ἔν-


δον· περὶ συγκρίσεις, ὡς εἴ τις λέγοι «δικαιότατος Ἀριστείδης Περι-
κλέους», δέον εἰπεῖν δικαιότερος· περὶ ἐλλείψεις, ὡς τὸ Eurip. Bacch.
5 πάρειμι Δίρκης νάματα, ἀντὶ τοῦ εἰς Δίρκης· περὶ τόπους, ὡς
εἴ τις λέγοι «εἰς παλαιστοῦ ἐγενόμην», δέον εἰς παλαίστραν.
Βαρβαρισμός ἐστιν ἁμάρτημα προφορᾶς ἐν λέξει γινόμενον· γίνεται
δὲ περὶ τόνους, ὡς εἴ τις τὸ Αἴας ὀξύνει· περὶ χρόνους, ὡς εἴ τις τοῦ
Αἴας τὸ ας συστέλλει· περὶ πνεύματα, ὡς εἴ τις τὸ Ἅιδης ψιλοῖ· περὶ
γραφήν, ὡς εἴ τις λέγει τὸ Λάχης διὰ τῆς εδιφθόγγου γράφεσθαι,
ὀφεῖλον διὰ τοῦ η· περὶ κλίσιν, ὡς εἴ τις τὸ Αἴας ἰσοσυλλάβως κλίνει,
ὀφεῖλον περιττοσυλλάβως· περὶ διάλεκτον, ὡς εἴ τις προαιρούμενος ἀτ-
τικίζειν ἄλλην ἐγκαταμίξει λέξιν χωρίς τινος ἀναλογίας, ὡς εἰώθασιν οἱ
κωμικοί· τοῦτο δὲ σαρκασμὸν καλοῦσι· περὶ τοὺς τῶν συλλαβῶν μερι-
σμούς, ὡς εἴ τις τὰς διφθόγγους διαλύει, οἷον παῖς πάϊς· περὶ λέξιν
ξένην, ὡς εἴ τις τὸν κλάδον τοῦ φοίνικος βαΐον ὀνομάζει, δέον λέ-
γεσθαι ὁμωνύμως τῷ φυτῷ.

§ 1.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 464, li.6t

Περὶ τοῦ βάλλω βαλῶ, ἤγουν περὶ τῶν δύο λ καὶ μή.
231

Βάλλω στέλλω τίλλω ἐπὶ ἐνεστῶτος μὲν διὰ δύο λ, ἐπὶ δὲ μέλλοντος δι'
ἑνός·
ὥσπερ καὶ τὸ βάλλων, καὶ πάλιν βαλών ἔβαλον, ἀντὶ τοῦ ἔτρωσα. Καὶ ὡς
εἴπωμέν
σοι περὶ τούτου σαφέστερον, ὅταν τὸ πολλάκις ὑποφαίνηται ἐν τοιούτῳ
ῥήματι, οἷον  
βάλλω, ἀντὶ τοῦ τιτρώσκω πολλάκις, διὰ δύο λ ἐκφέρεται· ὅταν δὲ τὸ
ἅπαξ ὑπο-
φαίνηται, οἷον ἔβαλον ἀντὶ τοῦ ἔτρωσα, ἅπαξ δηλονότι, δι' ἑνὸς λ
γράφεται· οὕτως
καὶ βάλω ἀντὶ τοῦ βαλῶ, ἤτοι τρώσω ἅπαξ· ὁμοίως καὶ τὸ στέλλω
ἔστελλον, στελῶ
δὲ καὶ στείλω, τίλλω ἤτοι κόπτω, τιλῶ δὲ ἀντὶ τοῦ κόψω, καὶ ἔτιλον ἀντὶ
τοῦ
ἔκοψα, ἅπαξ δηλονότι, καὶ τὰ τοιαῦτα.]

Περὶ διαλέκτων εἰς πλάτος. Περὶ Ἀτθίδος

Ἡ Ἀτθὶς τρέπει τὸ ς πῇ μὲν εἰς τ, οἷον θάλαττα, πῇ δὲ εἰς ξ,


οἷον ξυμφορά.  – Ἀεὶ τὰς εἰς εις πληθυντικὰς εὐθείας ἀπὸ τῶν εἰς ευς
ἀρσενικῶν γινομένας διὰ τοῦ η προφέρουσιν, οἷον βασιλῆς.  – Τὰ εἰς
αος λήγοντα ἀρσενικὰ διὰ τοῦ εως προφέρουσιν, οἷον Μενέλεως.  – Τὸ
ταῖς λέξεσι προστίθεται, οἷον νυνί.  – Τὰ εἰς ευς ὀνόματα διὰ τοῦ ω
ἐπὶ γενικῆς ἐκφέρεται, οἷον Πηλέως.  – Αἱ συναλοιφαὶ Ἀττικῶν εἰσιν
ἴδιαι, οἷον τὠμῷ.  – Αἱ ἐξαιρέσεις τοῦ Ἀττικῶν εἰσι καὶ Δωριέων καὶ
Αἰολέων, οἷον ἕταρος.  – Αἱ παραλήψεις τῶν κλητικῶν ἀντὶ τῶν εὐθειῶν
Ἀττικῶν εἰσιν, οἷον νεφεληγερέτα Ζεύς, ἀντὶ τοῦ νεφεληγερέτης.  –  
Αἱ ἐλλείψεις τῶν μερῶν τοῦ λόγου Ἀττικῶν εἰσι καὶ Δωριέων καὶ

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (5026: 001)


“Scholia Graeca in Homeri Iliadem (scholia vetera), vols. 1–5, 7”, Ed.
Erbse, H.Berlin: De Gruyter, 1:1969; 2:1971; 3:1974; 4:1975; 5:1977;
7:1988.Book of Iliad 21, verse 259d, li.of scholion 4

 ex.(?) χερσὶ μάκελλαν ἔχων: Ἡλιόδωρος γράφει· “χερσὶ


δίκελλαν ἔχων”. Ge  
 ex. μάκελλαν: μάκελλα ἡ σκαλὶς ἡ μακέλλουσακαὶ
κινοῦσα· δίκελλα γὰρ ἡ διχόθεν κέλλουσα. b(BCE3E4)T
 ex. ἀμάρης: ἀμάρη ἡ ὑδρορόη, παρὰ τὸ τῇ ἄμῃ
ῥεῖν. ἢ παρὰ τὸ μὴ ἐᾶν τὰ παραπεφυκότα αὐτῇ μαραίνεσθαι.
232

b(BCE3E4)T
 ex. | ex. ἀμάρης: ἀμάρα τὸ ὑδραγώγημα διὰ τὸ μὴ μαραίνεσθαι
τὰ παραπεφυκότα. | Παρμενίων ὁ Βυζάντιος· “Θεσσαλοὶ τὸν
ὀχετὸν ἀμάραν, Ἀμβρακιῶται δὲ καλαρύαν” ἐν τῷ τετάρτῳ τοῦ Περὶ
διαλέκτων ἔγραψεν. Ge  
 ex. ἄλλως· ἀμάρης ἐξ ἔχματα βάλλων: τὰ κωλύματα τῆς
διώρυγος ἐκβάλλων. b(BCE3)T
 ex. τοῦ μέν τε προρρέοντος ὑπὸ ψηφῖδες ἅπασαι /

Scholia In Oppianum, Scholia et glossae in halieutica (scholia vetera et


recentiora) (5032: 002)“Scholia et paraphrases in Nicandrum et
Oppianum in Scholia in Theocritum (ed. F. Dübner)”, Ed. Bussemaker,
U.C.Paris: Didot, 1849.Hypothesis-book 1, scholion 225, li.8

πιος κατέχων, βιάζων· ἐπιτείνει τὸ κέρας, ἡ κεραία,


καὶ ὑποχαλᾶται καὶ καταπίπτει. τέμνει· ἢ διαπερᾷ,
διέρχεται ἡ ναῦς.
Κῦμα· ἐκ τοῦ κυκάω κυκῶ γʹ συζυγίᾳ τῶν
περισπωμένων. ἡ χρῆσις (Il. φ 240)·
  δεινὸν δ' ἀμφ' Ἀχιλῆα κυκώμενον ἵστατο κῦμα.
καί ἐστι μακρὸν τὸ κῦ· τὰ γὰρ εἰς μα δισύλλαβα τῷ
υ παραληγόμενα συστέλλουσιν αὐτὸ, οἷον πλύμα,
θύμα, λύμα, πλὴν τοῦ κῦμα· πολλάκις καὶ τὸ λῦμα
καὶ τὸ θῦμα ποιητικῶς ἐκτείνεται, ὡς ἱστορεῖ Ἀριστο-
κλῆς ἐν τῷ περὶ διαλέκτων. ἱεμένη· ὁρμωμένη, προθυ-
μουμένη πλέον, καίπερ προθυμουμένη, σπουδάσασα
ἡ ναῦς, ὁρμὴν ἔχουσα, προθυμίαν ἔχουσα. κατὰ
δ' ἐστήρικται· ὑπερβατόν. ἔμπεδον· στερεῶς, ἀκλι-
νῶς, ἑδραίως ἀπὸ τοῦ πέδη ἡ δέσμη, δυνατῶς. ἐστή-
ρικται· ἵσταται.  
Ἀκλύστοισιν· ἀκυμάντοις, ἀβρόχοις, ἡσύχοις,
ἀταράχοις. ἐεργομένη· κωλυομένη, εἰργουμένη (ομένη),
κρατουμένη, κατερχομένη (ειργομένη). λιμένεσσιν·
ἀττικόν.

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem (scholia vetera) (5035: 001)


“Scholia Platonica”, Ed. Greene, W.C.
Haverford, Pennsylvania: American Philological Association, 1938.
Dialogue R, Stephanus p. 532d, li.2

σπήλαιον
233

σκιαί
εἴδωλα
ἐν ὕδασι φαντασία
φῶς   
λέγε οὖν κτλ.
τῶν παιδευτικῶν νόμων θʹ, ἡ περὶ διαλεκτικῆς.  
διαλεκτική.
διαλεκτικὴν τὴν διακριτικὴν τῆς πραγματικῆς, οὐ τὴν νῦν λεγομένην.
δέονται δέ κτλ.
ὅτι τὰς μαθηματικὰς μεθόδους οὐκ ἀξιοῖ ἐπιστήμας καλεῖν, ἀλλὰ
μόνην τὴν ἀνυπόθετον.
πρώτην ind. ad v. τὴν τῶν νοητῶν.
δευτέραν " " τὴν τῶν μαθηματικῶν.
τρίτην " " τὴν τῶν φυσικῶν.
τετάρτην " " τὴν τῶν τεχνικῶν.
περὶ γένεσιν κτλ. (sine ind.).

Σούδα. (9010: 001)“Suidae lexicon, 4 vols.”, Ed. Adler, A.


Leipzig: Teubner, 1.1:1928; 1.2:1931; 1.3:1933; 1.4:1935, Repr.
1.1:1971; 1.2:1967; 1.3:1967; 1.4:1971; Lexicographi Graeci 1.1–1.4.
Alphabetic letter alpha, entry 3422, li.8

κατεπόντωσε τὴν οὐσίαν, οὔτε προβάτοις ποιήσας ἐπιτήδειον, οὔτε


ἀνθρώποις.
Ἀπολλώνιος ἕτερος, Τυανεὺς, φιλόσοφος νεώτερος, γεγονὼς
ἐπὶ Ἀδριανοῦ τοῦ βασιλέως, ὡς Ἀγρέσφων ἐν τῷ περὶ ὁμωνύμων.
Ἀπολλώνιος, Ἀλεξανδρεὺς, ὁ κληθεὶς Δύσκολος, πατὴρ
Ἡρωδιανοῦ τοῦ τεχνογράφου, γραμματικός· ὃς ἔγραψε τάδε. Περὶ
μερισμοῦ τῶν τοῦ λόγου μερῶν βιβλία δʹ, Περὶ συντάξεως τῶν τοῦ  
λόγου μερῶν δʹ, Περὶ ῥήματος ἤτοι Ῥηματικὸν ἐν βιβλίοις εʹ, Περὶ
τῶν εἰς μι ληγόντων ῥημάτων παραγωγῶν βιβλίον αʹ, Περὶ ὀνομά-
των ἤτοι Ὀνοματικὸν αʹ, Περὶ ὀνομάτων κατὰ διάλεκτον, Περὶ τῆς
ἐν θηλυκοῖς ὀνόμασιν εὐθείας αʹ, Περὶ παρωνύμων αʹ, Περὶ συγκριτι-
κῶν, καὶ Περὶ διαλέκτων, Δωρίδος, Ἰάδος, Αἰολίδος, Ἀτθίδος, Περὶ
σχημάτων Ὁμηρικῶν, Περὶ κατεψευσμένης ἱστορίας, Περὶ παθῶν, Περὶ
τόνων κατηναγκασμένων βιβλία βʹ, Περὶ τόνων σκολιῶν βιβλίον αʹ,
Περὶ προσῳδιῶν εʹ, Περὶ στοιχείων, Περὶ προθέσεων, Περὶ τῶν Δι-
δύμου πιθανῶν, Περὶ συνθέσεως, Περὶ διφορουμένων, Περὶ τοῦ τίς,
Περὶ γενῶν, Περὶ πνευμάτων, Περὶ κτητικῶν, Περὶ συζυγίας.
Ἀπολλώνιος, Ἀρχεβούλου ἢ Ἀρχιβίου. ἔγραψε περὶ λέξεων
234

Ὁμηρικῶν κατὰ στοιχεῖον.

Σούδα. Alphabetic letter alpha, entry 4259, li.2

τῇ οὐρανίᾳ κινήσει τὰ περὶ τοὺς τικτομένους συμβαίνειν· ἀφ' ὧν


Αἰγύπτιοι καὶ Ἕλληνες ἐδέξαντο καὶ τοὺς γεννωμένους ἀναφέρουσιν
εἰς τὴν τῶν ἀστέρων κίνησιν. καὶ Ἄστροις τεκμαίρεσθαι,
ἐπὶ τῶν μακρὰν καὶ ἔρημον ὁδὸν πορευομένων καὶ ἄστροις σημειου-
μένων τὰς θέσεις τῶν πατρίδων. καὶ Ἀστρῷος, ὁ ἐκ τῶν
ἄστρων. ὅτι μαγεία καὶ ἀστρολογία ἀπὸ Μαγουσαίων ἤρξατο. οἱ γάρ τοι
Πέρσαι Μαγὼγ ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων ὀνομάζονται. καὶ Μαγουσαῖοι, οἱ
αὐτοί.
Ἄστυ, ἄστεος. οὐκέτι δὲ ἀνάλογον ἥμισυ ἡμίσεος, ἀλλὰ καὶ
ἡμίσεως.
Ἀστυάγης, γραμματικός. Τέχνην γραμματικὴν, Περὶ διαλέκ-
των, Περὶ μέτρων, Κανόνας ὀνοματικοὺς, καὶ εἰς Καλλίμαχον τὸν
ποιητὴν ὑπόμνημα.
Ἀστυάναξ: ὄνομα κύριον. καὶ Ἀστυανάκτειος.
Ἀστυάνασσα, Ἑλένης τῆς Μενελάου θεράπαινα· ἥτις πρώτη
τὰς ἐν τῇ συνουσίᾳ κατακλίσεις εὗρε καὶ ἔγραψε περὶ σχημάτων
συνουσιαστικῶν· ἣν ὕστερον παρεζήλωσαν Φιλαινὶς καὶ Ἐλεφαντίνη, αἱ
τὰ τοιαῦτα ἐξορχησάμεναι ἀσελγήματα.
Ἀστυβοώτης: ὁ κήρυξ ἐπιθετικῶς, ἀπὸ τοῦ ἐν ἄστει βοᾶν.

Σούδα. Alphabetic letter delta, entry 930, li.1

Δίεξιν: διεξέλευσιν.  
Διεξιφίσω: διεμαχέσω περὶ τῆς χώρας. ἐν Μαραθῶνι πολεμήσας
πρὸς τοὺς Μήδους τοῖς ξίφεσι κατ' αὐτῶν ἐχρήσω. Μαραθὼν δὲ
τόπος τῆς Ἀττικῆς, εἰς ὃν ἐνωρμίσατο Δᾶτις καὶ Ἀρτάβαζος Μηδικοὶ
σατράπαι πεμφθέντες ὑπὸ Δαρείου βασιλέως καταδουλώσασθαι τὴν
Ἑλλάδα. ἔνθα συμβαλόντες αὐτοῖς οἱ Ἀθηναῖοι Μιλτιάδου στρατη-
γοῦντος, μόνων Πλαταιέων συμμαχησάντων αὐτῷ χιλίοις ἀνδράσι καὶ
οὕτω πληρωθέντος τοῦ ἀριθμοῦ τῆς Ἑλληνικῆς δυνάμεως τῆς Περσικῆς
καὶ τοῖς Ἕλλησι τῆς ἐλευθερίας αἴτιοι κατέστησαν, μόνοι ἐξ ἁπάντων
τῶν Ἑλλήνων τὸν πρῶτον τῶν Περσῶν διαφθείραντες.
Διεξοδικούς· περὶ διαλεκτικῆς φησιν ὁ Ἀφροδισιεὺς Ἀλέξαν-
δρος, ὅτι διαφέρει ἡ διαλεκτικὴ τῆς ῥητορικῆς τῷ τὴν διαλεκτικὴν
περὶ πᾶσαν ὕλην τῇ δυνάμει χρῆσθαι καὶ μὴ διεξοδικοὺς ποιεῖσθαι
τοὺς λόγους, ἀλλ' ἐν ἐρωτήσει τε καὶ ἀποκρίσει (ἀπὸ γὰρ τούτου καὶ
235

ὅλον τὸ ὄνομα αὐτῇ), καὶ καθολικωτέρας καὶ κοινοτέρας τὰς ἀπο-


φάσεις ποιεῖσθαι, τὴν δὲ ῥητορικὴν μήτε περὶ πᾶσαν ὕλην ὁμοίαν εἶναι
τῇ διαλεκτικῇ (περὶ γὰρ τὴν πολιτικὴν μᾶλλον ὁ ῥήτωρ), καὶ διεξοδι-
κῶς γε ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον χρῆσθαι λόγῳ καὶ περὶ τῶν καθέκαστα
μᾶλλον λέγειν πρὸς περιστάσεις καὶ τύχας καὶ καιροὺς καὶ τὰ πρόσωπα
καὶ τοὺς τόπους καὶ τὰ τοιαῦτα τοὺς λόγους σχηματίζει, ἅπερ ἐν τοῖς
καθέκαστά ἐστι· περὶ τοιούτων γὰρ αἵ τε συμβουλαὶ καὶ τὰ ἐγκώμια

Σούδα. Alphabetic letter theta, entry 151, li.6

δώρειος ἐκλήθη. οὗτος ἔγραψε πολλὰ συντείνοντα εἰς τὴν οἰκείαν


αἵρεσιν, καὶ ἄλλα τινα. οὗτος εἶπε πρὸς Ἱππαρχίαν, τὴν γυναῖκα
Κράτητος· αὕτη ἐστὶν ἡ τὰς πρὸς ἱστοὺς ἐκλιποῦσα κερκίδας καὶ τρί-
βωνα φοροῦσα.
Θεόδωρος, Γαδαρεύς, σοφιστής, ἀπὸ δούλων, διδάσκαλος γεγο-
νὼς Τιβερίου Καίσαρος. ἐπεὶ δὲ συνεκρίθη περὶ σοφιστικῆς ἀγωνισά-
μενος Ποτάμωνι καὶ Ἀντιπάτρῳ ἐν αὐτῇ τῇ Ῥώμῃ, ἐπὶ Ἀδριανοῦ  
Καίσαρος ὁ υἱὸς αὐτοῦ Ἀντώνιος συγκλητικὸς ἐγένετο. βιβλία δὲ
ἔγραψε Περὶ τῶν ἐν φωναῖς ζητουμένων γʹ, Περὶ ἱστορίας αʹ, Περὶ
θέσεως ἕν, Περὶ διαλέκτων ὁμοιότητος καὶ ἀποδείξεως βʹ, Περὶ πολι-
τείας βʹ, Περὶ Κοίλης Συρίας αʹ, Περὶ ῥήτορος δυνάμεως αʹ, καὶ ἄλλα.
Θεόδωρος, ποιητής, ὃς ἔγραψε διάφορα δι' ἐπῶν, καὶ εἰς
Κλεοπάτραν δι' ἐπῶν.
Θεόδωρος, ἀπὸ ἀναγνωστῶν τῆς μεγάλης ἐκκλησίας Κωνσταν-
τινουπόλεως. ἔγραψεν Ἱστορίαν ἐκκλησιαστικὴν ἀπὸ τῶν χρόνων Κων-
σταντίνου ἕως τῆς βασιλείας Ἰουστινιανοῦ.
Θεόδωρος· οὗτος ἀνεφάνη μετὰ Ἀπολινάριον τὸν Λαοδικείας
τῆς Συρίας, τὴν ἡγεμονίαν λαχὼν Μοψουεστίας τῆς Κιλικίας, ἐκ δια-
μέτρου τῷ Ἀπολιναρίῳ φερόμενος, ὕβρεις οὐ τὰς τυχούσας τολμηρᾷ
ψυχῇ καὶ ἀφόβῳ καρδίᾳ καταχέων τοῦ δεσπότου Χριστοῦ, ἄνθρωπον ...

Περί γλώσσης

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 14, Kaibel parag. 63, li.25

ἀλλ' ἕτερόν τι καὶ ἥδιον καὶ ἀπύρηνον. Ἀριστομένης


ἐν Διονύσῳ φησίν (I 692 K)
  ὁ Χῖος οὐκ οἶσθ' ὡς ἁμαμηλίδας ποιεῖ;
236

ὅτι δ' ἐστὶν ἕτερον τῆς ἀπίου καὶ ἥδιον καὶ ἀπύρη-
νον Αἰσχυλίδης παρίστησιν ἐν τρίτῳ Γεωργικῶν.
περὶ Κέω γοῦν τῆς νήσου λέγων γράφει οὕτως· ‘ἀπίους
ἡ νῆσος φέρει κρατίστας κατὰ τὰς ἐν Ἰωνίᾳ καλουμέ-
νας ἁμαμηλίδας· εἰσὶ γὰρ ἀπύρηνοί τε καὶ ἡδεῖαι καὶ  
γλυκεῖαι.’ Ἀέθλιος δ' ἐν εʹ Ὥρων Σαμίων (cf. p. 653f),
εἰ γνήσια τὰ συγγράμματα, ὁμομηλίδας αὐτὰς καλεῖ.
Πάμφιλος δ' ἐν τοῖς περὶ Γλωσσῶν καὶ Ὀνομάτων
’ἐπιμηλίς, φησίν, ἀπίου γένος.’ Ἀνδροτίων δ' ἐν τῷ
περὶ Γεωργικῶν φωκίδας φησὶν εἶδος ἀπίων εἶναι.
        ΡΟΩΝ. ... δὲ σκληροκόκκων. τῶν γὰρ ἀπυρή-
νων Ἀριστοφάνης ἐν Γεωργοῖς (I 421 K) μνημονεύει.
καὶ ἐν Ἀναγύρῳ (ib. 404)·
   πλὴν ἀλεύρου καὶ ῥόας.
καὶ ἐν Γηρυτάδῃ (ib. 433). Ἕρμιππος δ' ἐν Κέρκωψί
φησιν (ib. 234)·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (epitome) Vol. 2,1, p. 10, li.2

μέλιτι Ἀττικῷ ὅλον τὸ κιτρίον ὡς ἔχει φύσεως συνεψήσει μετὰ τοῦ σπέρ-
ματος, διαλύεται ἐν τῷ μέλιτι καὶ ὁ ἀπ' αὐτοῦ λαμβάνων ἕωθεν δύο ἢ
τρεῖς δακτύλους οὐδὲν ὁτιοῦν ὑπὸ φαρμάκου πείσεται. ὅτι Θεόπομπος ὁ
Χῖος, ἀνὴρ πολλὰ χρήματα καταναλώσας εἰς τὴν περὶ τῆς ἱστορίας
ἀκριβῆ
ἐξέτασιν, φησιν ὅτι Κλέαρχος ὁ Ἡρακλεώτης πολλοὺς ἀνῄρει βιαίως τοῖς

πλείστοις διδοὺς κώνειον πιεῖν· ἐπεὶ οὖν πάντες ἔγνωσαν τὴν τοῦ
φαρμάκου
τούτου φιλοτησίαν, οὐ προῄεσαν τῶν οἰκιῶν πρὶν φαγεῖν πήγανον· τοῦτο
γὰρ τοὺς προφαγόντας μηδὲν πάσχειν πίνοντας τὸ ἀκόνιτον· ὃ καὶ κλη-
θῆναί φησι διὰ τὸ φύεσθαι ἐν τόπῳ Ἀκόναις καλουμένῳ ὄντι περὶ Ἡρά-  
κλειαν. ὅτι τὸ κιτρίον κίτρον Ῥωμαῖοι καλοῦσι ὥς φησι Πάμφιλος ἐν τῷ
περὶ γλωσσῶν. τὰς λεπάδας, φησὶ, τὰ παιδάρια, ἡνίκ' ἂν εἰς τὸ στόμα
λάβωσιν, αὐλεῖ ἐν ταύταις καὶ παίζει, καθάπερ καὶ τὰ σπερμόλογα παίδια
ταῖς καλουμέναις τελλίναις ὡς Σώπατρος ὁ φλοιακόγραφος· ἀλλ' ἴσχε·
τελλίνης γὰρ ἐξαίφνης μέγας ἀκοὰς μελῳδὸς ἦχος εἰς ἐμὰς ἔβη. ἀνα-
ρίτης· κογχῶδες ὄστρεον ταῖς πέτραις ὡς ἡ λεπὰς προσεχόμενον, ὡς
Ἡρώνδας·
προσφὺς ὅπως τις χοιράδων ἀναρίτης. Διοκλῆς δ' ὁ Καρύστιος κράτιστά
φησιν εἶναι τῶν κογχύλων πρὸς διαχώρησιν καὶ οὔρησιν μύας, ὄστρεα,
κτένας,
χήμας. ῥωμαλέα δὲ κόγχας, πορφύρας, κήρυκας περὶ ὧν Ἄρχιππός φησι·
237

κῆρυξ θαλάσσης τρόφιμος υἱὸς πορφύρας. Σπεύσιππος δέ φησι·


παραπλήσια
εἶναι κήρυκας, πορφύρας, στραβήλους, κόγχους. Ἀραρὼς δέ φησί που· τὰ

κομψὰ δὴ ταῦτα νωγαλεύματα, κόγχαι τε καὶ σωλῆνες αἵ τε καμπύλαι

Oppianus Epic., Halieutica Book 5, li.610

κυρτίδες ἠβαιαὶ ταλάροις γεγάασιν ὁμοῖαι,  


πυκνῇσι σχοίνοισι τετυγμέναι· ἐν δ' ἄρα τῇσι
στρόμβους συγκέλσαντες ὁμοῦ χήμῃσι τίθενται·
αἱ δ' ὅταν ἐμπελάσωσι βορῆς μεθύουσαι ἔρωτι,
γλῶσσαν ὑπὲκ θαλάμης δολιχὴν βάλον· ἡ δὲ τέτυκται
λεπτή τ' ὀξείη τε, διὰ σχοίνων δ' ἐτάνυσσαν
φορβῆς ἱέμεναι, χαλεπῆς δ' ἤντησαν ἐδωδῆς·
γλῶσσα γὰρ ἐν σχοίνοισιν ἐρειδομένη πυκινῇσιν
οἰδάνεται, στείνει δὲ λύγων βρόχος, οὐδ' ἔτ' ὀπίσσω
ἀνδύνει μεμαυῖα, μένει δ' ὀδύνῃσι ταθεῖσα,
εἰσόκεν αὖ ἐρύσωσι περὶ γλώσςῃ μεμαυίας,
πορφυρέοις κάλλιστον ὑφάσμασιν ἄνθος ἄγοντες.
 Σπογγοτόμων δ' οὔ φημι κακώτερον ἄλλον ἄεθλον
ἔμμεναι, οὐδ' ἄνδρεσσιν ὀϊζυρώτερον ἔργον.
οἱ δ' ἤτοι πρῶτον μέν, ὅτ' ἐς πόνον ὁπλίζωνται,
βρώμῃ τ' ἠδὲ ποτοῖσιν ἀφαυροτέροισι μέλονται,
ὕπνῳ τ' οὐχ ἁλιεῦσιν ἐοικότι μαλθάσσονται.
ὡς δ' ὅτ' ἀνὴρ εὔγηρυν ἐφοπλίζητ' ἐς ἀγῶνα,
μολπῆς εὐφόρμιγγος ἔχων Φοιβήϊον εὖχος,
πᾶσα δέ οἱ μέλεται κομιδή, πάντῃ δὲ φυλάσσει,
πιαίνων ἐς ἄεθλα λιγυφθόγγου μέλος αὐδῆς,

Aethlius Hist., Frag. 3, li.12

ἄπιοι, ὥς τινες οἴονται, ἀλλ' ἕτερόν τι καὶ ἥδιον καὶ


ἀπύρηνον. Ἀριστομένης ἐν Διονύσῳ φησίν·
 Ὁ Χῖος οὐκ οἶσθ' ὡς ἁμαμηλίδας ποιεῖ;
Ὅτι δ' ἐστὶν ἕτερον τῆς ἀπίου καὶ ἥδιον Αἰσχυλίδης
παρίστησιν ἐν τρίτῳ Γεωργικῶν. Περὶ Κέω γοῦν τῆς
238

νήσου λέγων γράφει οὕτως· «Ἀπίους ἡ νῆσος φέρει


κρατίστας, κατὰ τὰς ἐν Ἰωνίᾳ καλουμένας ἁμαμηλί-
δας· εἰσὶ γὰρ ἀπύρηνοί τε καὶ ἡδεῖαι καὶ γλυκεῖαι.»
Ἀέθλιος δ' ἐν πέμπτῳ Ὥρων Σαμίων, εἰ γνήσια τὰ
συγγράμματα, ὁμομηλίδας αὐτὰς καλεῖ. Πάμφιλος
δ' ἐν τοῖς Περὶ Γλωσσῶν καὶ ὀνομάτων· «Ἐπιμηλὶς
(φησὶν) ἀπίου γένος.»
 Etym. M.: νένωτα... ὁ Ἄθλιος (scr.
Ἀέθλιος) ἐν τοῖς Σαμίων Ὥροις· «Ἀλλὰ
λέξασθαι νένωνται.»  

Paulus Med., Epitomae medicae libri septem Book 2, ch. p, Sec. 1, li.37

μεʹ. Περὶ τῶν ἐν πυρετοῖς ἀμέτρων


περιψύξεων καὶ ῥιγῶν.   
μϛʹ. Περὶ ἱδρώτων.
μζʹ. Περὶ βηχὸς τῆς ἐν πυρετοῖς.
μηʹ. Περὶ πταρμοῦ.
μθʹ. Περὶ ἀνορεξίας.
νʹ. Περὶ βουλίμου.
ναʹ. Περὶ κυνώδους ὀρέξεως.
νβʹ. Περὶ δίψης.
νγʹ. Περὶ γλώσσης τραχείας.
νδʹ. Περὶ ναυτίας.
νεʹ. Περὶ χολεμεσίας.
νϛʹ. Περὶ λυγμῶν.
νζʹ. Περὶ τῆς ἐν πυρετοῖς ἐπεχομένης
τε καὶ φερομένης κοιλίας.
νηʹ. Περὶ στάξεως αἵματος καὶ τῆς ἀπὸ
ῥινῶν αἱμορραγίας.
νθʹ. Περὶ λειποθυμίας.
ξʹ. Θεραπεία τῆς περὶ τὸ ἱερὸν ὀστοῦν
ἑλκώσεως.  

Paulus Med., Epitomae medicae libri septem Book 2, ch. 53, Sec. t, li.1

μελαίνης θρίδακος σπέρμα διαμασηθὲν καὶ ἡ γλυκύριζα λεγομένη καὶ


τὸ τοῦ σικύου σπέρμα διακρατηθὲν ἐν τῷ στόματι. δίδου δὲ καὶ ἄδιψον
239

καταπότιον τοῦτο· σικύου ἡμέρου 𐅻 η, τραγακάνθης 𐅻 δ, διάλυε τὴν


τραγάκανθαν ᾠῶν ὠμῶν προσφάτων τῷ λευκῷ, καὶ ὅταν διαλυθῇ, ἐπί-
βαλλε τρίψας τῷ σικυοσπέρμῳ προλειωθέντι καὶ μαλάξας ἀνάπλαττε
καταπότια καὶ ξήραινε ἐν σκιᾷ καὶ δίδου ἓν ὑπὸ τὴν γλῶσσαν κατ-
έχειν, καὶ τὸ διαλυόμενον ὑγρὸν καταπινέτω. δίδου δὲ καὶ ἀπόβρεγμα
καταρροφεῖν μήλων Κυδωνίων ἢ ἀπίων ἢ μεσπίλων ἢ ἑλίκων ἀμπέλου
ἢ ῥοᾶς χυλοῦ.
      
    

Περὶ γλώσσης τραχείας.

 Ὑγραίνειν δεῖ τὴν τραχύτητα τῆς γλώττης ποιοῦντας διακρατεῖν


λινοσπέρμου ἀφέψημα τοὺς κάμνοντας ἐν τῷ στόματι. βέλτιον δὲ ἐν-
εργεῖ μυξίον τῷ λινοσπέρμῳ συγκαθηψημένον· καὶ τὸν δάκτυλον δὲ ἐν
τούτῳ τῷ χυλῷ βρέξαντες καὶ τὴν γλῶτταν ἀνατρίψαντες ἀποκλυζέ-
σθωσαν ὕδατι καθαρῷ ἢ σπόγγῳ περιμασσέσθωσαν, εἶτα ῥοδίνῳ ἐπαλει-
φέσθωσαν. καὶ αὐτὸ δὲ τὸ ῥόδινον μέλιτι συμμιγὲν σπουδαίως ἐνεργεῖ
καὶ ὁ τῆς ἀνδράχνης χυλὸς διακρατηθείς, καὶ ῥοῦς ὁ ἐπὶ τὰ ὄψα με-
λικράτῳ μιγεὶς καλῶς ποιεῖ καὶ Δαμασκηνὰ καὶ μυσκλίου (τοῦτο δέ
ἐστιν ἡ μύξα) τὰ ὀστέα διακρατούμενα καὶ τῇ γλώττῃ περικυλιόμενα  
καὶ θριδακίνης καυλίον. Ἀρχιγένης δέ φησιν· καὶ ὁ ἃλς ὁ Ἰνδικός,

Aëtius Med., Iatricorum liber vi Ch. P, li.47

Ῥούφου καὶ Γαληνοῦ


κδ Περὶ λυσσοδήκτων ἤτοι ὑδροφόβων
Γαληνοῦ καὶ Ῥούφου
κε Περὶ φλεγμονῆς ἐγκεφάλου
κϛ Περὶ ἐρυσιπέλατος ἐγκεφάλου
κζ Περὶ ἀποπληξίας ἐκ τῶν Ἀρχιγένους
κη Περὶ παραλύσεως ἐκ τῶν Ἀρχιγένους
κθ Περὶ ὀφρύος ἢ βλεφάρων παραλυ-
θέντων
λ Περὶ κυνικοῦ σπασμοῦ
λα Περὶ γλώσσης παραλυθείσης
λβ Περὶ τῆς τοῦ φωνητικοῦ παρέσεως
λγ Περὶ καταπόσεως παραλυθείσης
λδ Περὶ κύστεως παρεθείσης
λε Περὶ καυλοῦ παρεθέντος
λϛ Περὶ ἀπευθυσμένου παρεθέντος
240

λζ Σκέλους ἢ ἑτέρου τινὸς κώλου πα-


ρεθέντος ἐπιμέλεια
λη Περὶ σπασμῶν ἢ τετάνων
λθ Περὶ τετάνου ἐκ τῶν Ἀρχιγένους
μ Ἐκ τῶν Γαληνοῦ διορισμοὶ περὶ κε

Anonymi Medici Med., De alimentis Ch. 75, li.27

πᾶσι δὲ τούτοις τὰ τῶν εὐνουχισθέντων κρείττονα. Χεί-


ριστα δὲ τὰ παλαιὰ πρὸς πέψιν καὶ εὐχυμίαν καὶ θρέψιν.
Τοῦ δὲ λαγῳοῦ αἵματός ἐστι παχυτέρου γεννητική. Κρεῖτ-
τον δὲ εἰς ἀχυμίαν βοὸς καὶ προβάτου. Κακόχυμος δὲ ἡ
τῶν ἐλάφων καὶ σκληρὰ καὶ δύσπεπτος.
 Περὶ τῶν ἐν τοῖς πετοῖς ζῴοις μορίων. Οἱ
πόδες τῶν χοίρων ἐπιτήδειοι, δεύτερον δὲ τὰ ῥέγχη, καὶ  
τρίτον τὰ ὠτία. τὴν δὲ γλῶσσαν χαύνην τε καὶ ὀλίγαι-
μον, οἱ δὲ ὄρχεις κακόχυμοι, χονδρώδη καὶ δύσπεπτα
τὰ μυτία.
 Περὶ γλώσσης. Χαύνη καὶ ἄνεμος καὶ ὀλιγότρο-
φος καὶ ὀλίγαιμος.
 Περὶ νεφρῶν καὶ ὄρχεων. Βρωμώδη καὶ δύσπε-
πτα, πλὴν τῶν ἀλεκτρυόνων, ὄρχεις καὶ νεφροί, κακόχυμα
καὶ ἄπεπτα. ἔχουσι δὲ καὶ δυσῶδες.
 Περὶ μασταρίων. Τὰ δὲ μαστάρια εὔχυμά εἰσιν,
εἰ καλῶς πεφθῶσιν, αἷμα γεννῶσι καλόν· ἀπεφθηθέντα
δὲ ὠμὸν καὶ φλεγματώδη χυμόν.
 Περὶ ἐγκεφάλων. Τοὺς δ' ἐγκεφάλους κακοχύ-
μους φαμέν, ὡς βραδύπορον ἔδεσμα καὶ δύσπεπτον καὶ
κακοστόμαχον καὶ ναυτίας ποιητικὸν καὶ περιττωματικόν.

Hippiatrica, Hippiatrica Berolinensia Ch. 130, Sec. 139, li.1

δόμενον. ἢ σκορόδου κεφαλὴν μίαν λειώσας μετὰ οἴνου ἡμί-


νης μιᾶς διὰ κέρατος δίδου.
 Εὐμήλου πρὸς πόνον ἄρθρων. αἵματος ἀφαίρεσις
ἐξαιρέτως ὠφελεῖ. εἰ δὲ τὰς συμβολὰς ἀλγήσοι ἢ καὶ ὑπο-
πύους ἕξει, θεράπευε οὕτως· ἴρεως κεκομμένης, λιβάνου
ἀλεύρου, κηκῖδος ἐρυθρᾶς, ὀποπάνακος ῥίζης, ἀριστολοχείας
ἀνὰ γο αʹ ἀνακόψας χρῶ.
 Πρὸς γλωσσίδα. τὴν φλέβα τὴν ὑπὸ τὴν γλῶσσαν
κατακέντει καὶ κατάπλασσε ὄξει σὺν λασάρῳ καὶ πιτύροις,
241

τροφὴν δὲ δίδου καὶ πόμα χλιαρὸν ὕδωρ.


 Ἱπποκράτους περὶ γλώσσης διακοπῆς. γλῶσσα  
ἐὰν διακοπῇ, κηκῖδα ἀφέψησον μετὰ οἴνου μέλανος, καὶ ἀνε-
λόμενος χρῶ, ἢ κενταύριον κόψας ἔμπλασσε.
 Ἄλλο· Πελαγωνίου πρὸς γλῶσσαν κεκομμένην.
ἶριν μετὰ μέλιτος μαλάξας, ἐπίθες τῇ γλώσσῃ, καὶ | οἴνῳ ταύ-
την ἀποπλύνας. μετὰ μίαν ἡμέραν πάλιν τῇ αὐτῇ κέχρησο
μεθόδῳ ἄχρι τῆς τελείας ἰάσεως.
 Εὐμήλου πρὸς τοὺς ἀπὸ παρουλίδων κάμνον-
τας. αἷμα ἀπὸ τοῦ ἀνωτέρου τῆς παρειᾶς μέρους λάμβανε,
καὶ τὰ οὖλα κεντεῖσθαι κέλευε, οὕτω τε ἅλατι ἀπότριβε, ἄχρις
οὗ ὑγιάνοι.

Cyranides, Cyranides Book 3, Sec. 51, li.14

ἐν τῷ στήθει καθεύδοντος ἀνδρὸς ἢ γυναικός, ἐξομολογήσεταί σοι πάν-


τα ὅσα ἔπραξεν. χηνὸς νεοσφαγοῦς μάλιστα ἀγρίου δίδου ταχέως πᾶσι
τοῖς δηλητήριον πεπωκόσι τὸ αἷμα θερμὸν πιεῖν, καὶ οὐκ ἀδικηθήσον-
ται.
 Ὁ δὲ ἐγκέφαλος αὐτῆς σὺν τῷ ἰδίῳ στέατι καὶ μετὰ μέλιτος ἢ ἑψή-
ματος ὀπτοῦ προστεθεὶς ῥαγάδας καὶ αἱμοστολίδας καὶ πᾶσαν φλεγμονὴν

δακτυλίου θεραπεύει. σὺν ῥοδίνῳ δὲ καὶ στέατι καὶ ὀπτοῖς λεκίθοις


ὠῶν λειωθεὶς πρὸς φλεγμονὴν μήτρας ποιεῖ. μετὰ δὲ μυελοῦ ἐλαφείου
πρὸς ῥαγάδας χειλέων καὶ χίμεθλα ἁρμόζει. σὺν κρινίνῳ δὲ ἐλαίῳ ἐν-
ιέμενον ἕλκει νεκρὰ ἔμβρυα. πρὸς δὲ τὰς ἄφθας χρήσιμον μετὰ χυλοῦ
στρύχνων. σὺν μέλιτι δὲ τὰ περὶ γλῶσσαν ἰᾶται πάθη. σὺν δὲ νάρδῳ
ποιεῖ πρὸς ὦτα χρονίως ῥευματιζόμενα. σὺν δὲ σταφίδων γιγάρτοις
λειωθεὶς ἄνθρακας καθαίρει.  
 Ἡ δὲ χολὴ αὐτοῦ μάλιστα τοῦ ἀγρίου μετὰ χυλοῦ πράσου ἢ πολυ-
γόνου ἐν πεσσῷ τεθεῖσα, σύλληψιν ποιεῖ, ἀνδράσι τε ἔντασιν. τὸ
δὲ στέαρ χρήσιμον πεσσοῖς ἀκόποις μαλάγμασιν. ἡ δὲ κόπρος
σὺν ὕδατι ποθεῖσα βῆχας παύει. ἡ δὲ τοῦ ἀγρίου χηνὸς κόπρος θυ-
μιωμένη δαίμονας ἀπελαύνει καὶ λήθαργον ἰᾶται καὶ ὑστερικὴν πνι-
γάδα. ἡ δὲ χολὴ αὐτοῦ μετὰ χολῆς βοὸς καὶ χυλοῦ δάφνης κώφωσιν
ἰᾶται.

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) Vol. 2, p. 169,


li.17
242

σθείσης παρ' αὐτοῦ καὶ εὐθὺς μεταφραστικῶς ῥηθείσης «ὃν ἀγνοοῦντες


εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ καταγγέλλω ὑμῖν», καὶ πάλιν φήσαντος «εἶπέν
τις ἴδιος αὐτῶν προφήτης·
 Κρῆτες ἀεὶ ψεῦσται, κακὰ θηρία, γαστέρες ἀργαί»,
ἵνα τὸν Ἐπιμενίδην δείξῃ, ἀρχαῖον ὄντα φιλόσοφον καὶ κτιστὴν τοῦ
παρὰ Κρησὶν εἰδώλου· ἀφ' οὗπερ καὶ Καλλίμαχος ὁ Λίβυς τὴν μαρ-
τυρίαν εἰς ἑαυτὸν συνανέτεινε, ψευδῶς περὶ Διὸς λέγων·
 Κρῆτες ἀεὶ ψεῦσται· καὶ γὰρ τάφον, ὦ ἄνα, σεῖο
 Κρῆτες ἐτεκτήναντο, σὺ δ' οὐ θάνες· ἐσσὶ γὰρ αἰεί.
 καὶ ὁρᾷς πῶς διηγεῖται περὶ Γλωσσῶν ὁ ἅγιος ἀπόστολος, «ἀλλὰ θέ-
λω πέντε λόγους ἐν ἐκκλησίᾳ τῷ νοΐ μου» τουτέστιν διὰ τῆς ἑρμηνείας
»φράσαι». ὡς ὁ προφήτης ἐν πνεύματι ἁγίῳ εἰς τὸν νοῦν προκεχορη-
γημένα φέρων εἰς φῶς διὰ τῆς προφητείας ὠφελεῖ τοὺς ἀκούοντας, οὕτως

κἀγὼ θέλω, φησί, λαλῆσαι εἰς ἀκοὴν τῆς ἐκκλησίας καὶ οἰκοδομὴν
καὶ μὴ διὰ τοῦ κόμπου Ἑλληνίδος τε καὶ Ἑβραΐδος ἑαυτὸν οἰκοδομεῖν
τὸν εἰδότα καὶ οὐχὶ τὴν ἐκκλησίαν δι' ἧς ἐπίσταται γλώσσης. σὺ
δὲ προσέθηκας, ὦ Μαρκίων, τό «διὰ τὸν νόμον», ὡς τοῦ ἀποστόλου
λέγοντος «θέλω πέντε λόγους ἐν ἐκκλησίᾳ λαλῆσαδιὰ τὸν νόμον».
αἰδέσθητι, Βαβυλὼν δευτέρα καὶ καινὴ Σοδόμων πολυμιξία. ἕως
πότε συγχεῖς τὰς διαλέκτους; ἕως πότε τολμᾷς κατὰ τῶν ὑπὸ σοῦ  

Αθανάσιος θεολόγος. Synopsis scripturae sacrae [Sp.]


Vol. 28, p. 380, li.56

φυλάκτως φθέγγεσθαι τοῖς ἁμαρτήσασι. Περὶ παι-


δείας, καὶ τοῦ μὴ αἰτεῖσθαι ὅρκον· περὶ φυλακῆς
ψυχῆς καὶ σώματος, καὶ περὶ ἀνθρώπου πόρνου.
Περὶ πονηρᾶς γυναικὸς, καὶ μοιχαλίδος. Προφητεία
περὶ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅς ἐστι σοφία καὶ Υἱὸς, παρει-
κασθεὶς ποταμοῖς. Περὶ προσθήκης παιδείας· περὶ
τῶν δέκα μακαρισμῶν· περὶ πληγῆς ἐπαγωγῆς καὶ
ἐκδικήσεως· περὶ πλημμελείας ἐμπόρου· περὶ τῶν
ἀποκαλυπτόντων μυστηρικὸν λόγον. Περὶ ἀνθρώπου
θυμώδους· περὶ γλωσςώδους ἀνδρός· περὶ τοῦ δανί-
ζειν τῷ πλησίον, καὶ τόκους μὴ λαμβάνειν, ἀλλὰ κι-  
χρᾷν αὐτῷ δεομένῳ· περὶ ἐγγυήσεως τοῦ πλησίον,
καὶ περὶ ζωῆς· περὶ τοῦ μὴ ἐπιστροφῇ παιδεύειν
τέκνα, περὶ ὑγιείας σώματος, καὶ βρώσεως, καὶ ψυ-
χῆς· περὶ διδασκαλίας χρημάτων, μεγιστάνων, καὶ
ἡγουμένων, υἱῷ καὶ γυναικὶ, ἀδελφῷ καὶ φίλῳ·
243

περὶ οἰκέτου κακούργου. Περὶ ἐνυπνίων ἀσυνέτων·


περὶ πλάνης καὶ πολυπειρίας, καὶ περὶ τῶν φοβου-
μένων τὸν Κύριον. Περὶ θυσιῶν, καὶ προσφορῶν,
τῶν ἐξ ἀδικίας, τῶν τε ἐκ δικαιοσύνης προσφορῶν·

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam i ad Corinthios (homiliae 1-44)


Vol 61, pg 310, ln 55

λαβόντι. Τί γὰρ, εἰπέ μοι, ὄφελος τοῦ προφητεύειν;


τί δὲ ὄφελος τοῦ νεκροὺς ἐγείρειν, ὅταν μηδεὶς ὁ
κερδαίνων ᾖ; Εἰ δὲ τοῦτο τῶν χαρισμάτων τὸ τέλος,
ἔξεστι δὲ αὐτὸ καὶ ἑτέρῳ κατασκευάζειν τρόπῳ χα-
ρισμάτων χωρὶς, μὴ μέγα ἐπὶ τοῖς σημείοις φρόνει,
μηδὲ ταλάνιζε σαυτὸν, ὁ τῶν χαρισμάτων ἐστερημέ-
νος. Εἴτε δὲ γλώσσῃ τις λαλεῖ, κατὰ δύο, ἢ τὸ
πλεῖστον τρεῖς, καὶ ἀνὰ μέρος, καὶ εἷς διερμη-
νευέτω. Ἐὰν δὲ μὴ ᾖ διερμηνευτὴς, σιγάτω ἐν
ἐκκλησίᾳ, ἑαυτῷ δὲ λαλείτω καὶ τῷ Θεῷ. Τί λέ-
γεις; εἰπέ μοι· τοσαῦτα εἰπὼν περὶ γλωσσῶν, ὅτι
ἀνόνητον, ὅτι περιττὸν, ἐὰν μὴ ἑρμηνέα ἔχῃ, κελεύεις
πάλιν διαλέκτους λαλεῖν; Οὐ κελεύω, φησὶν, ἀλλ' οὐδὲ
κωλύω· ὡς ὅταν λέγῃ, Εἴ τις ὑμᾶς καλεῖ τῶν ἀπί-
στων, καὶ θέλετε πορεύεσθαι, οὐχὶ νομοθετῶν τὸ
πορεύεσθαι λέγει, ἀλλ' οὐκ ἐπέχων· οὕτω καὶ ἐνταῦθα,  
Ἑαυτῷ δὲ λαλείτω καὶ τῷ Θεῷ. Εἰ μὴ καρτερεῖ
σιγᾷν, φησὶν, ἀλλ' οὕτως ἐστὶ φιλότιμος καὶ κενό-
δοξος, καθ' ἑαυτὸν φθεγγέσθω. Ὥστε αὐτῷ τούτῳ
μάλιστα τῷ οὕτως ἐπιτρέψαι ἐκώλυσεν ἐντρέψας.

Ιωάννης Χρυσόστομος. Synopsis scripturae sacrae [Sp.]


Vol 56, pg 376, ln 1

βλαβερᾶς. Περὶ τοῦ μετανοεῖν ἐπὶ ἁμαρτήμασι, περὶ


τοῦ μὴ πλεονεκτεῖν, περὶ συνετοῦ καὶ ἄφρονος, περὶ
θυγατρὸς θυσίας, περὶ ἀπροσεξίας μωροῦ, περὶ
διανοίας στεῤῥᾶς, περὶ τοῦ μὴ ἀπαραφυλάκτως φθέγ-
γεσθαι. Περὶ τοῦ κατανύττεσθαι τοῖς ἁμαρτήμασι,
περὶ τοῦ μὴ ὀμνύναι, περὶ σοφίας. Περὶ γυναικὸς
πονηρᾶς καὶ ἀγαθῆς, περὶ ἐμπόρων, περὶ ἐκλαλούν-
244

των μυστήρια. Περὶ τοῦ εἰς πρόσωπον ἐπαινοῦντος,


ὕστερον δὲ χλευάζοντος. Περὶ τοῦ ἀφιέναι τῷ πλη-   
σίον τὰ εἰς αὐτὸν πλημμελούμενα. Περὶ γλώσσης
δολίας, περὶ τοῦ δανείζειν τῷ πλησίον, οὐχὶ τόκους
λαβεῖν, ἀλλὰ κιχρᾷν τῷ δεομένῳ. Περὶ τοῦ ἐπιστρό-
φως παιδεύειν τέκνα, περὶ οἰκετῶν, περὶ ἀλόγων,
περὶ ἐνυπνίων. Περὶ τῶν φοβουμένων τὸν Θεὸν, περὶ
τῶν ἐξ ἀδικίας θυσιῶν, περὶ προσφορῶν τῶν ἐκ δι-
καιοσύνης. Περὶ φιλαργυρίας, περὶ λαιμαργίας, περὶ
μέθης. Ὅτι ἡ μὲν κατασκευὴ τῆς φύσεως τοῖς ἀν-
θρώποις μία· τὸ δὲ τῆς προαιρέσεως διάφορον, τοὺς
μὲν εὐλογεῖσθαι, τοὺς δὲ καταραθῆναι ἐποίησε. Περὶ
ἰατρείας, περὶ τοῦ μὴ ἄγαν κρατεῖσθαι λύπῃ.

Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Ch. 5, poem 26, li.46

Νεῦρα δὲ τίς ῥίζωσε καὶ ἔμπεδα πάντοθεν ἄρθρα


Ἁρμονίῃ συνέδησεν, ὅπως δέμας οἷά τε δένδρον
Ἀνδρομέοις προτόνοισιν ἐρείδεται ἔνθα καὶ ἔνθα.
Τίς δολιχὸν χολάδεσσι καὶ ἀγκύλον ἔργον ἑλίξας
Ἥπατος αἱμοτόκοιο τόνους πυρόεντας ἀνάπτει·
Τίς δὲ πάλιν στέρνοιο φυσίζωον ἥδρασε κῶνον
Ὁλκοῖς δισσοχίτωσι χέων πυρόεσσαν ἐέρσην·
Πνεύμονι γὰρ κραδίη ῥιπίζεται, ὄφρα φυλάξῃ
Σύγχθονα σαρκὸς ἄλευρα καὶ ἐκ κροτάφων ἀπερύκοι
Καπνὸν ἀνερπύζοντα καὶ αἰθαλόεσσαν ὁμίχλην·
Τίς δὲ περὶ γλώσσῃ μὲν ἐπήξατο τεῖχος ὀδόντων,
Ὄφρα λόγους προχέουσα λάλον φόρμιγγα σαλεύῃ·
Ὄμματα δὲ στίλβωσεν ἐν ὑγροχίτωνι καλύπτρῃ,
Φωτοχύτῳ σπινθῆρι σέλας βλεφάροισιν ἀνάψας.
Τίς δὲ νόῳ πτερόεντι ῥάκος παχύκλωστον ὑφήνας
Σάρκα φορεῖν ἐπένευσε, βαρυνομένην δὲ σαλεύσας
Ψυχὴν πῇ παρέβαψε δρακοντογόνων ἀπὸ λύθρων,
Οἷς πάρος ἀνδρολόχευτος ἐβάπτετο δύστοκος Εὖα,
Οὓς Μαρίης ἀπέμαξεν ἀπειρογάμοιο λοχείη,
Ἀχράντοις σταγόνεσσι καὶ ἀμπλακίης μετὰ γῆρας  
Ἄσπορον υἷα λόχευσε καὶ ἄσπορον ἥρπασεν Εὔαν.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Sacra parallela (recensiones secundum alphabeti


litteras dispositae, quae tres libros conflant) (Fragm. e cod.
245

Vol. 95, p. 1345, li.37

 Κόρος λόγου πολέμιος ἀκοαῖς, ὡς ὑπερβάλλουσα


τροφὴ σώματι.
 Ὄλισθος ἀνθρώποις γλῶσσα, μὴ λόγῳ κυβερνω-
μένη.
 Λόγος ἁπλῶς προσενεχθεὶς ὁλοκλήρους ἀνέτρεψεν
οἰκίας, καὶ ψυχὰς ἀπώλεσε καὶ κατέδυσε. Καὶ τῶν
μὲν χρημάτων τὴν ζημίαν διορθοῦσθαι πάλιν ἔνι,
λόγον δὲ ἐκπηδήσαντα ἅπαξ ἀνακτῆσαι πάλιν οὐκ
ἔνι.
 Μὴ χελιδῶνας εἰς οἰκίας δέχεσθε, τουτέστι λάλους
ἀνθρώπους, καὶ τοὺς περὶ γλῶσσαν ἀνακρατεῖς
ὁμοροφίους μὴ ποιεῖσθε.
γλῶσσα κακὴ ἀνθρώπου, πτῶσις αὐτῷ. Καὶ πά-
λιν· Ἡ γλῶσσά σου, ἀεὶ ξυρὸν ἠκονημένον
ἐποίησας δόλον. Καὶ πάλιν· Τί δοθείη, καὶ τί
προστεθείη σοι πρὸς γλῶσσαν δολίαν; Καὶ πά-
λιν· Ὁ Θεὸς τὴν αἴνεσίν μου μὴ παρασιωπήσῃς,
ὅτι στόμα ἁμαρτωλοῦ, καὶ στόμα δολίου ἐπ' ἐμὲ
ἠνοίχθη. Καὶ πάλιν· Ἠκόνησαν γλῶσσαν αὐτῶν
ὡσεὶ ὄφεως· ἰὸς ἀσπίδων ὑπὸ τὰ χείλη αὐτῶν.
Τὸν ὄφιν λέγεται δεινὸν ἔχειν τὸ κέντρον

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 1, p. 266, li.27

δὲ ὁμωνύμως αὐτῇ ῥοιὰ, καὶ τὸ αὐτῆς καρποφόρημα. ὥσπερ καὶ ἐλαία,


αὐτό τε τὸ φυτὸν καὶ ὁ καρ-
πός. αὐτὸς δὲ, μάλιστα δίχα τοῦ ι. ἐλάα γὰρ Ἀττικῶς, ὁ τῆς ἐλαίας
καρπός. ὅθεν ἀστεΐζεται τὸ,
μάστιξε δ' ἐλάαν. καὶ, τίς τῆς ἐλάας παρέτραγε; δῆλον δὲ ὅτι καὶ ῥόα
λέγεται ὁμοίως τῷ, χροιὰ χρόα.
ὅτι δὲ ῥοιαὶ ὁμωνύμως τῷ δένδρῳ καὶ αἱ περὶ αὐτὰς μυθικαὶ νύμφαι,
δηλοῦται καὶ ἀλλαχοῦ. Καρπὸς
δὲ παρὰ τὸ κάρφω γίνεται Ἰωνικῇ τροπῇ τοῦ δασέος εἰς ψιλόν. ὃς δηλαδὴ
πεπανθεὶς ἤδη κάρφεται
μηκέτι αὐξόμενος ὑγροῦ ἐπεισροῇ. ὁμώνυμος δὲ ἡ λέξις . καρπὸς γὰρ,
καὶ μέρος ἤτοι ἄρθρον χειρὸς
μεταξὺ βραχίονος καὶ θέναρος, ἀφ' οὗ παράγεται τὸ μετακάρπιον. καὶ ὁ
κοινῶς λεγόμενος καρπόχειρ.
καὶ ἡ παρὰ τοῖς ἰδιώταις ἐξώκαρπος πάλη. Ἰστέον δὲ ὅτι μῆλον οὐ μόνον
τὸ συνήθως οὕτω λεγόμενον
246

τὸ καὶ ἀληθῶς ἀγλαὸν οἷς ἐρεύθεται ὡς εἰς ἄγαλμα φύσεως, ἀλλὰ καὶ τὸ
τῆς περσέας παρὰ τοῖς ὕστε-
ρον. ἔτι γε μὴν, καὶ τὸ κιτρίον. ὃ δὴ κίτρον Ῥωμαῖοι καλοῦσιν ὥς φησι
Πάμφιλος ἐν τῷ περὶ γλωσσῶν. λέγων ὅτι τὸ δένδρον αὐτοῦ φέρει τὰ
μῆλα πᾶσαν ὥραν. τὰ μὲν γὰρ, ἀφῄρηται, τά δ' ἀνθεῖ.
τά δ' ἐκπέττει. καλεῖται δέ φασι τὸ κιτρίον παρὰ Λίβυσι, μῆλον
ἑσπερικόν. ἀφ' ὧν Ἡρακλῆς ἐκόμισεν
εἰς τὴν Ἑλλάδα σταλεὶς ὑπὸ Εὐρυσθέως τὰ διὰ τὴν ἰδέαν χρύσεα
λεγόμενα μῆλα τὰ τῶν Ἑσπερίδων.
ἅπερ εἰς ἀστέρας ἀλληγοροῦνται ὅτε ὁ Ἡρακλῆς εἰς ἥλιον
μεταλαμβάνεται. παραθετέον δ' ἐνταῦθα καὶ
μῆλα Φιλίππου, ὡς λεγομένου φιλίως περὶ αὐτὰ διακεῖσθαι. ἔτι δὲ καὶ τὰ
τοῦ φιλομήρου υἱοῦ αὐτοῦ
Ἀλεξάνδρου. ὃς καὶ φιλόμηλος ὡς ἔοικεν ὢν, κάλλιστα μῆλα εὑρὼν περὶ
τὴν Βαβυλωνίαν χώραν τού-
των τε πληρώσας τὰ σκάφη, μηλομαχίαν ἀπὸ τῶν νεῶν ἐποιήσατο, ὡς
τὴν θέαν ἡδίστην γενέσθαι.
ὡς δὲ καὶ ἐρωτικὰ τὰ μῆλα, δηλοῖ καὶ ὁ γράψας τὸ, μῆλα ἔρωτες ἰδοὺ
τρυγῶσι. καὶ ὁ εἰπὼν τὸ, μήλῳ
ὑπὸ πορνιδίου βληθείς. γνωστέον δ' ἐνταῦθα, καὶ τροπικὰ χρυσᾶ μῆλα. ἐξ
ὧν ἡ τῶν μηλοφόρων αὐλὴ
παρὰ τῷ δειπνοσοφιστῇ. δορυφόροι δὲ ἦσαν οὗτοι Πέρσαι, πάντες
ἔχοντές φασιν ἐπὶ τῶν στυράκων

Ephraem Syrus Theol., De morbo linguae et prauis affectibus P. 363, li.t

ἐν εἰρήνῃ ἡ ἔξοδός σου. Ἐκεῖ ὄψει τοὺς Δικαίους χαίροντας ἐπὶ τῇ σῇ


σωτη-
ρίᾳ· ἐκεῖ αὐλισθήσῃ ἐν κόλποις Ἀβραὰμ σὺν τῷ Λαζάρῳ· τὴν γὰρ
πτωχείαν
ἐξελέξω, τῇ θλίψει ὑπέμεινας, ὀνειδισμοὺς ὑπήνεγκας, ἐξουδένωσιν οὐκ
ἐμί-
σησας· διὰ τοῦτο δέξονταί σε μετ' εὐφροσύνης εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς,
ἔνθα
ἀπέδρα ὀδύνη, λύπη καὶ στεναγμός· ἐκεῖ ὄψει τὴν ζωὴν καὶ τὸ φῶς τὸ
ἀλη-
θινόν, τὴν ἐλπίδα πάσης κτίσεως, τὸν λυτρωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν, τὸν
Κύ-
ριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν βασιλέα τῆς δόξης, καὶ χαρήσεταί σου ἡ
καρδία, καὶ τὴν χαράν σου οὐδεὶς αἴρει ἀπὸ σοῦ· αὐτὸς δὲ ὁ Κύριος ἡμῶν
247

Ἰησοῦς Χριστὸς διαφυλάξει ἀμέμπτους πάντας ἡμᾶς· ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς


αἰῶνας. Ἀμήν.  

Περὶ γλωσςαλγίας καὶ παθῶν

 Ἐσπαρμέναι εἰσὶν αἱ ἀναπαύσεις πᾶσαι ἐν πάσῃ τῇ ἀνθρωπότητι, ὅ-


πως ὁ ἄνθρωπος συνεχῶς κινήσῃ τὸν ἀγῶνα ἐν τῇ διανοίᾳ. Ἔστι τις
ἡδόμε-
νος τῇ ἀσωτίᾳ καὶ ἀποστρεφόμενος τὴν μοιχείαν· ἔστι τις μεταδιώκων
τὸν
τύφον καὶ φεύγων τὴν κλοπήν· ἔστι τις ἡττώμενος τῇ φιλαργυρίᾳ καὶ
κατα-
φρονῶν καλλωπισμοῦ, καὶ ὢν ἐντὸς τῆς γαστριμαργίας. Ἔστι τις φιλῶν
τὸν
οἶνον καὶ μισῶν τὴν ἀλαζονείαν· ἔστι τις ἀπεχόμενος τῆς μοιχείας καὶ
ἔχων
κατὰ ψυχὴν κεκρυμμένην εἰρωνείαν· ἔστι τις κακήγορος καὶ φεύγων τὸν
καλλωπισμόν· ἔστι τις ὑψηλότερος πταίσματος ἑνὸς καὶ ἐν ἑτέρῳ
βεβύθισται
ὅλως· ἔστι τις ἑνὸς μώμου ἐκτὸς καὶ ἐν ἄλλῳ ἐσπίλωται καθόλου· ἔστι τις

μιᾶς παγίδος λελυτρωμένος καὶ ἐν ἑτέρῳ βορβόρῳ τέθαπται· ἐπειδὴ


ἄπειρόν  

Scholia In Aristophanem, Scholia in equites (scholia vetera et recentiora


Triclinii) Argumentum-dramatis personae-scholion sch eq, Sec.-verse
408a, li.5

τοῦτον δὲ ὁ Κρατῖνος πυροπίπην λέγει, τουτέστι τὸν φύλακα τοῦ σίτου,


ὡς
εἰς τὸ πρυτανεῖον παρέχοντα ἄρτους. VEΓ3ΘM
Tr παιδοπίπην τοῦτον ἔλεγον ὡς προάγοντα καὶ ἀνακρουόμενον καὶ
ἀναπείθοντα τὰ μειράκια. Κρατῖνος δὲ πυροπίπην λέγει, τουτέστι φύλακα
τοῦ
σίτου, ὡς εἰς τὸ πρυτανεῖον παρέχοντα ἄρτους. Lh
Tr τὸν Ἰουλίου] ὡς παιδεραστὴς οὗτος ὁ πρεσβύτης διεβάλλετο. Lh
vet Βακχέβακχον ᾆσαι: εὐφημῆσαι τὸν Διόνυσον καὶ ἀνυμνῆσαι.
Βάκχον δὲ οὐ τὸν Διόνυσον ἐκάλουν μόνον, ἀλλὰ καὶ πάντας τοὺς
τελοῦντας τὰ
ὄργια βάκχους ἐκάλουν, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τοὺς κλάδους οὓς οἱ μύσται
248

φέρουσι.
μέμνηται δὲ Ξενοφάνης ἐν Σίλλοις οὕτως· “ἑστᾶσιν δ' ἐλάτης
βάκχοπυκινὸν
περὶ δῶμα.” ἔστι δὲ καὶ στεφάνης εἶδος, ὡς Νίκανδρος ἐν τῷ περὶ
Γλωσσῶν
ἱστορεῖ· φησὶ γὰρ οὕτως· “βάκχοισιν κεφαλὰς περιάνθεσιν ἐστέψαντο.”
VEΓΘM
Tr Βάκχον οὐ τὸν Διόνυσον ἐκάλουν, ἀλλὰ καὶ πάντας τοὺς τελοῦντας
τὰ ὄργια, καὶ τοὺς κλάδους οὓς οἱ μύσται φέρουσιν. Lh
Tr ἰηπαιωνίσαι] εἰς Ἀπόλλωνα ὕμνον ἀνυμνῆσαι. Lh

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera)


Prolegomenon-scholion sch, Sec.-verse 493b, li.3

  ⌊ἠέ που⌋ ἐς λέσχην·


τουτέστι θερμαίνου εἰς τόπον λέσχης ὑπελθών. καθεζόμε-
νοι δὲ ἐν αὐτοῖς ἐθερμαίνοντο καὶ τῶν ἔργων ἀπείχοντο.
παρέρχου οὖν, φησι, τοὺς τοιούτους τόπους ὥρᾳ χειμῶνος·
τότε γὰρ μὴ ὀκνῶν ἀνὴρ μεγάλως αὔξει τὸν ἑαυτοῦ οἶκον, ὁ
δ' ἀεργὸς ἐλπίζων πάντα αὐτόματα αὐτῷ παραγενήσεσθαι διε-
λογίσατο κακά· ‘λῃστεύσω, ἁρπάσω’, καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν
ἐκακολόγησεν.
καὶ ἐπ' ἀλέα λέσχην: Νεοπτό-
λεμος (test. 10 Mette, RE, XV, 2 col. 2466) ἐν τῷ Περὶ γλως-
ςῶν φησι λέσχην εἶναι ὄνομα αὐλῆς ἐν ᾗ πῦρ ἐστι. φησὶν
οὖν ὅτι ἀπερχόμενος ἐπὶ τὸ ἔργον σου μή, ἐὰν εὕρῃς τόπον
θέρμην ἔχοντα, στῇς καὶ φλυαρῇς, ἀλλὰ πάρελθε· ἐκ τούτου
οὖν καὶ λέσχη ἁπλῶς ἡ φλυαρία. ἀλέα δὲ ἡ θέρμη παρὰ
τὸν ἥλιον· κυρίως ὕπαιθρος τόπος ὑπὸ ἡλίου θερμαινόμε-
νος. Μένανδρος (Ἥρως, v. 84 Kö.3)· “ἀλέας Ἀθάνας”.
ἄοκνος ἀνὴρ μέγα οἶκον

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera partim


Procli et recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni
Prolegomenon-scholion sch, p.-verse 491, li.29

ἐκοιμῶντο. Λέσχη δέ ἐστι τόπος τις δημόσιος, ἀνειμένος τοῖς βου-


λομένοις διαιτᾶσθαι. Λέγει γὰρ ἡ Μελανθὼ πρὸς Ὀδυσσέα·
  Εἰ σὺ θέλεις εὕδειν χαλκήϊον ἐς δόμον ἐλθὼν
  Ἐς λέσχην θερμαίνου,  –  
τουτέστιν εἰς τόπον λέσχης ἄπελθε. Καθεζόμενοι δὲ ἐν αὐτοῖς
249

ἐθερμαίνοντο, καὶ τῶν ἔργων ἀπείχοντο. Παρέρχου οὖν φησι


τοὺς τοιούτους τόπους ὥρᾳ χειμῶνος, τότε γὰρ μὴ ὀκνῶν
ἀνὴρ μεγάλως αὔξει τὸν ἑαυτοῦ βίον· ὁ δ' ἀεργὸς ἐλπίζων
πάντα αὐτῷ αὐτόματα παραγενήσεσθαι διελογίσατο κακὰ, καὶ
τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἐκακολόγησεν. ΑΛΛΩΣ. Νεοπτόλε-
μος ἐν τῷ περὶ Γλωσσῶν φησι λέσχην εἶναι ὄνομα αὐλῆς, ἐν
ᾗ πῦρ ἐστι. Φησὶν οὖν ὅτι ἀπερχόμενος ἐπὶ τὸ ἔργον σου μὴ,
ἐὰν εὕρῃς τόπον θέρμην ἔχοντα, στῇς καὶ φλυαρῇς, ἀλλὰ
πάρελθε· ἐκ τούτου οὖν καὶ λέσχη ἁπλῶς ἡ φλυαρία· ἀλέα δὲ  
ἡ θέρμη ἡ περὶ τὸν ἥλιον, κυρίως ὕπαιθρος τόπος ὑπὸ ἡλίου
θερμαινόμενος. Μένανδρος,

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 21, verse
394b, li.of scholion 2

 ex. {καὶ} ὀνείδειον {φάτο μῦθον}: ὡς Ὁμήρειον. Τυραννίων


(fr. 49 H.) ὡς “ἀχρεῖον” (Β 269. σ 163) περισπᾷ· διαίρεσιν γάρ,
φησίν, ἐπιδέχεται, ὀνειδέϊον · διὸ καὶ ἐν πέμπτῳ (cf. Hrd.
καθ. 1,136,9) γράφεται· “ὡς τέλος τέλειον, ἕλος ἕλειον, οὕτως
ὄνειδος ὀνείδειον. διὰ τῆς εδιφθόγγου ἡ παραγωγή, καὶ παροξύνε-
ται.” Ge
 Ariston. κυνάμυια: ὅτι αὐτὸς ἐσχημάτισε τὸ ὄνομα ἀπὸ τοῦ κυνὸς
καὶ τῆς μυίας· ὁ μὲν γὰρ κύων ἀναιδής, ἡ δὲ μυῖα θρασεῖα. A Ge
 ex. {τίπτ' αὖτ' ὦ} κυνάμυια: Νεοπτόλεμος ὁ Παριανὸς (fr.
8 a M.) γράφει “κινάμυια”. φησὶ δὲ ἐν τρίτῳ Περὶ Γλωσσῶν Ὁμήρου·
“κυνάμυια συνήχθη ἀπὸ κυνός τε θρασέος καὶ μυίης. ἀλλ' οὐ γρα-
πτέον οὕτως, ‘κινάμυια’ δέ ἐστι, τὸ ἀντὶ τοῦ υ. μὴ οὖν τὴν σύνθεσιν  
ᾖ ἀπὸ τοῦ κινεῖν τὴν μύσιν τῶν βλεφάρων καὶ μὴ ἀτενίζειν, ὡς ἂν ὁ
σώφρων τε καὶ κόσμιος· διὸ καὶ λέγομεν τοὺς ἀναιδοφθάλμους {καὶ}
κινοφθάλμους καὶ λιρούς, ὃ φωνεῖται ἀπὸ τοῦ λίην ἢ διὰ τὸ λελί-
σθαιεἰς ἀναιδείην.” Ge
 ex. κυνάμυια: ἀναιδὴς καὶ θρασεῖα, ἢ αἱμοπότις, ὅ ἐστι
κροτών. οἱ δὲ γράφουσι “κινάμυια”, ἡ κινοῦσα τὴν μύσιν τῶν ὀφθαλ-
μῶν καὶ μὴ ἠρεμαῖον ἔχουσα τὸ βλέμμα. T
 ἀναιδὴς καὶ θρασεῖα, καὶ αἱμοποτοῦσα.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera et recentiora e cod.


Genevensi gr. 44) Book of Iliad 21, verse 394, li.of scholion 2

Ἄρης ὅτι τῷ πολεμεῖν ἔχαιρεν, ἀλλ' ὅτι αἰεί.»


250

Χαμαιλέων ἐν αʹ περὶ τῆς Ἰλιάδος μέμφεται τὸ ἐθελόκακον τοῦ Διὸς  


καί φησιν «ὥσπερ εἴ τι καλὸν ἑώρα, ἀλλ' οὐ τὴν μεγίστην ἀτοπίαν.»
ῥητέον οὖν ὅτι περὶ ἀρετῆς ἡμιλλῶντο· οὐ γὰρ ἦσαν θνητοὶ ἵνα κινδυ-
νεύσωσιν.
καὶ ὀνείδειον φάτο μῦθον] ὡς Ὁμήρειον. Τυραννίων ὡς ἀχρεῖ-
ον περισπᾷ· διαίρεσιν γὰρ, φησὶν, ἐπιδέχεται ὀνειδεΐον ..... διὸ καὶ
ἐν ηʹ γράφεται· «ὡς τέλος τέλειον, ἕλος ἕλειον, οὕτως καὶ ὄνειδος ὀνεί-
δειον· διὰ τῆς εἰ διφθόγγου ἡ παραγωγὴ, καὶ προπαροξύνεται.
Τίπτ' αὖτ' ὦ κυνάμυια]. Νεοπτόλεμος ὁ Παριανὸς γράφει
»κινάμυια». φησὶ δὲ ἐν γʹ περὶ Γλωσσῶν Ὁμήρου· «κυνάμυια συ-
νήχθη ἀπὸ κυνός τε, τουτέστθρασέος, καὶ μυίης. ἀλλ' οὐ γραπ-
τέον οὕτως, «»κινάμυια»« δέ ἐστι, τὸ ι ἀντὶ τοῦ υ. μὴ οὖν τὴν σύνθεσιν
ἀπὸ τοῦ κινεῖν τὴν μύσιν τῶν βλεφάρων καὶ μὴ ἀτενίζειν, ὡς ἂν ὁ σώ-
φρων τε καὶ κόσμιος. διὸ καὶ λέγομεν ἀναιδοφθάλμους καὶ κυνοφθάλ-
μους, ὃ καὶ λίρους φωνεῖται, ἀπὸ τοῦ λίην, ἢ διὰ τὸ λελίσθαι εἰς
ἀναίδειαν».

Σούδα. Alphabetic letter pi, entry 142, li.2

τήσεων, Περὶ ἀφροδισίων καὶ ἄλλων πολλῶν.


Παμφιλίδας, Ῥοδίων ναύαρχος· ὃς ἐδόκει πρὸς πάντας τοὺς
καιροὺς εὐαρμοστότερος εἶναι τοῦ Πασιστράτου, διὰ τὸ βαθύτερος
φύσει καὶ στασιμώτερος μᾶλλον ἢ τολμηρότερος ὑπάρχειν. ἀγαθοὶ γὰρ
οἱ πολλοὶ τῶν ἀνθρώπων οὐκ ἐκ τῶν κατὰ λόγον, ἀλλ' ἐκ τῶν συμ-
βαινόντων ποιεῖσθαι τὰς διαλήψεις.
Πάμφιλος, Ἀμφιπολίτης ἢ Σικυώνιος ἢ Νικοπολίτης, φιλόσοφος,
ὁ ἐπικληθεὶς Φιλοπράγματος. Εἰκόνας κατὰ στοιχεῖον, Τέχνην γραμ-
ματικήν, Περὶ γραφικῆς καὶ ζωγράφων ἐνδόξων, Γεωργικὰ βιβλία γʹ.
Πάμφιλος, Ἀλεξανδρεύς, γραμματικὸς Ἀριστάρχειος. ἔγραψε
Λειμῶνα· ἔστι δὲ ποικίλων περιοχή, Περὶ Γλωσσῶν ἤτοι λέξεων βιβλία
Ϟεʹ·
ἔστι δὲ ἀπὸ τοῦ ε στοιχείου ἕως τοῦ ω· τὰ γὰρ ἀπὸ τοῦ α μέχρι
τοῦ δ Ζωπυρίων ἐπεποιήκει. Εἰς τὰ Νικάνδρου ἀνεξήγητα καὶ τὰ
καλούμενα Ὀπικά, Τέχνην κριτικήν, καὶ ἄλλα πλεῖστα γραμματικά.
Πάμφιλος· οὗτος ἀεὶ ἔμμετρα ἔλεγεν ἐν τοῖς πότοις. ἔγχει
πιεῖν μοι καὶ τὸ πέρδικος σκέλος. ἀμίδα δότω τις ἢ πλακοῦντά τις
δότω. οὕτως Ἀθήναιος ἐν Δειπνοσοφισταῖς.
Πάμφιλος, δημαγωγὸς Ἀθήνησι. καὶ ἔκλεπτε τὰ τοῦ δήμου
καὶ φωραθεὶς ἐπ' αὐτοφώρῳ κατελύθη, ὥς φησιν Ἀριστοφάνης.
Πάμφορος: παντοῖα φέρων.
Πάμψυχος: ὁ Ἀμφιάραος, ὅτι πασῶν ψυχῶν ἀνάσσει ἐν ᾅδου·
251

Σούδα. Alphabetic letter phi, entry 394, li.5

κδʹ· τελευτᾷ δὲ ἐν Ἐφέσῳ. οὗτος ἀνδραποδισθέντων τῶν Κυθήρων


ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἠγοράσθη ὑπὸ Ἀγεσύλου τινὸς καὶ ὑπ' αὐτοῦ  
ἐτράφη καὶ Μύρμηξ ἐκαλεῖτο. ἐπαιδεύθη δὲ μετὰ τὸν θάνατον Ἀγησι-
λάου, Μελανιππίδου πριαμένου αὐτὸν τοῦ λυρικοῦ. Καλλίστρατος δὲ
Ἡρακλείας αὐτὸν γράφει Ποντικῆς. ἔγραψε δὲ μελικῶς Γενεαλογίαν
τῶν Αἰακιδῶν.
Φιλόξενος, Ἀλεξανδρεύς, γραμματικός· ὃς ἐσοφίστευσεν ἐν
Ῥώμῃ. Περὶ μονοσυλλάβων ῥημάτων, Περὶ σημείων τῶν ἐν τῇ Ἰλιάδι,
Περὶ τῶν εἰς μι ληγόντων ῥημάτων, Περὶ διπλασιασμοῦ, Περὶ μέτρων,
Περὶ τῆς τῶν Συρακουσίων διαλέκτου, Περὶ ἑλληνισμοῦ ϛʹ, Περὶ συζυ-
γιῶν, Περὶ Γλωσσῶν εʹ, Περὶ τῶν παρ' Ὁμήρῳ γλωσσῶν, Περὶ τῆς
Λακώνων διαλέκτου, Περὶ τῆς Ἰάδος διαλέκτου, καὶ τῶν λοιπῶν.
Φιλόξενος, Λευκαδίου. ὄνομα παρασίτου. τοῦτόν φασιν προ-
λουόμενον ἐν τῇ πατρίδι κἀν ἄλλαις πόλεσι περιέρχεσθαι τὰς οἰκίας,
ἀκολουθούντων αὐτῷ παίδων, φερόντων ἔλαιον, γάρον, ὄξος καὶ ἄλλα
τῶν ἡδυσμάτων. εἰσιόντα δὲ εἰς τὰς ἀλλοτρίας οἰκίας τὰ ἑψόμενα
τοῖς ἄλλοις ἀρτύειν, ἐμβάλλοντα ὧν ἦν χρεία, κᾆθ' οὕτως εἰς ἑαυτὸν
κύψαντα εὐωχεῖσθαι. οὗτος οὖν ὀψοφάγος ὢν καὶ πλεύσας εἰς Ἔφε-
σον εὗρε τὴν ὀψόπωλιν κενὴν καὶ ἐπύθετο τὴν αἰτίαν· καὶ μαθὼν ὅτι
πᾶν εἰς γάμους συνηγόρασται, λουσάμενος παρῆν ἄκλητος καὶ ᾄσας
ὑμέναιον μετὰ τὸ δεῖπνον πάντας ἐψυχαγώγησε. καὶ ὁ νυμφίος εἶπε,

Περί ομιλίας

Πλάτων. Ion Stephanus p. 531, Sec. c, li.4

οὖν; ὅσα τε ὁμοίως καὶ ὅσα διαφόρως περὶ μαντικῆς


λέγετον τὼ ποιητὰ τούτω, πότερον σὺ κάλλιον ἂν ἐξη-  
γήσαιο ἢ τῶν μάντεών τις τῶν ἀγαθῶν; { – ΙΩΝ.} Τῶν
μάντεων. { – ΣΩ.} Εἰ δὲ σὺ ἦσθα μάντις, οὐκ, εἴπερ περὶ
τῶν ὁμοίως λεγομένων οἷός τ' ἦσθα ἐξηγήσασθαι, καὶ περὶ
τῶν διαφόρως λεγομένων ἠπίστω ἂν ἐξηγεῖσθαι; { – ΙΩΝ.}
Δῆλον ὅτι.
 {ΣΩ.} Τί οὖν ποτε περὶ μὲν Ὁμήρου δεινὸς εἶ, περὶ δὲ
Ἡσιόδου οὔ, οὐδὲ τῶν ἄλλων ποιητῶν; ἢ Ὅμηρος περὶ
252

ἄλλων τινῶν λέγει ἢ ὧνπερ σύμπαντες οἱ ἄλλοι ποιηταί;


οὐ περὶ πολέμου τε τὰ πολλὰ διελήλυθεν καὶ περὶ ὁμιλιῶν
πρὸς ἀλλήλους ἀνθρώπων ἀγαθῶν τε καὶ κακῶν καὶ ἰδιωτῶν
καὶ δημιουργῶν, καὶ περὶ θεῶν πρὸς ἀλλήλους καὶ πρὸς
ἀνθρώπους ὁμιλούντων, ὡς ὁμιλοῦσι, καὶ περὶ τῶν οὐρανίων
παθημάτων καὶ περὶ τῶν ἐν Ἅιδου, καὶ γενέσεις καὶ θεῶν
καὶ ἡρώων; οὐ ταῦτά ἐστι περὶ ὧν Ὅμηρος τὴν ποίησιν
πεποίηκεν;

Laonicus Chalcocondyles Hist., Historiae Vol. 1, p. 75, li.7

βασιλέως ἐν Φερραῖς τῆς Μακεδονίας χώρας καὶ διατρίβοντος,


καὶ τοῦ Ἑλλήνων βασιλέως φοιτῶντος ἐνταῦθα ἐπὶ τὰς θύρας
καὶ τοῦ τῆς Σπάρτης ἡγεμόνος καὶ Κωνσταντίνου τοῦ Ζάρκου
παιδὸς καὶ Στεφάνεω τοῦ Ἐλεαζάρου, ἀφικνεῖται ἀπὸ Πελοπον-  
νήσου ὁ τῆς Ἐπιδαύρου τὸ παλαιὸν γενόμενος ἄρχων, τοὔνομα
Μαμονᾶς, ὃς ἀφικόμενος παρὰ βασιλέα Παιαζήτην ἐνεκάλει τῷ
τῶν Ἑλλήνων βασιλέως ἀδελφῷ ὡς ἀφελομένῳ τήν τε Ἐπίδαυ-
ρον καὶ ποιήσαντι αὐτὸν κακά. ἤχθετό τε τῷ Ἑλλήνων βασιλεῖ
Παιαζήτης. ἐνῆγε δὲ ἐς τοῦτο καὶ Ἰωάννης ὁ Ἀνδρονίκου τοῦ
βασιλέως παῖς, ὃς παρὼν αὐτοῦ τὴν δίαιταν εἶχεν ἀπὸ Παιαζή-
τεω. καὶ δὴ λέγεται καὶ ἀνελεῖν ὡρμημένον περὶ ὁμιλίας ἔχοντα,
μετέμελεν αὖθις οὐ πολλῷ ὕστερον. ἐπήμυνε δὲ αὐτῷ τὸν ὄλε-
θρον Ἀλίης ὁ Χαρατίνεω παῖς, ὃς συνήθης αὐτῷ ἐτύγχανεν
ὢν καὶ χρήμασιν ὡς τὰ μάλιστα ἐθεραπεύετο ὑπ' αὐτοῦ. συνιόν-
τες δὴ οὖν ἐς ταὐτὸ οὖτοι οἱ ἡγεμόνες ἐν τῷ τότε χρόνῳ περὶ
τὰς θύρας τοῦ βασιλέως διατρίβοντες, ἐδίδοσαν σφίσι λόγους,
ὡς μηκέτι τοῦ λοιποῦ ἀφίξεσθαι ἐπὶ τὰς θύρας. ἐνταῦθα μὲν
οὖν ἐγγυᾶται Κωνσταντῖνος ὁ Ζάρκου, Δραγάσεω ἀδελφός, ὃς
ἐκείνου τελευτήσαντος τοῦ Ζάρκου ἦν ἀνδρῶν ἄριστος τὰ ἐς
σύνεσίν τε καὶ πόλεμον, οὐδενὸς λειπόμενος τῶν ἐς ἐκεῖνον τὸν

Laonicus Chalcocondyles Hist., Historiae Vol. 1, p. 163, li.11

χώρει. οἱ μέν τινες καὶ ἐπ' αὐτὸν αὐτίκα ἰόντες τὸν Μουσουλ-
μάνην ὡς βασιλέα προσεκύνουν, καὶ ἐξελαύνοντι ἐφείποντο.
 Μουσουλμάνης μὲν δὴ οὕτω τὰ πράγματα ἔσχεν ἀμφὶ ταῖν
253

ἠπείροιν, γενναιότατα δὲ πάντων, ὧν ἡμεῖς ἴσμεν, πρὸς τὸν ἀδελ-


φὸν διαγωνισάμενος. ἐπελάσας μὲν οὖν ἐς τὴν Ἀδριανούπολιν
τὰ βασίλεια, τήν τε βασιλείαν καὶ τὴν ἀρχὴν καθίστη αὑτῷ,
ᾗ ἐδόκει κράτιστα ἔχειν. Μωσῆς μὲν οὖν ἐς τὴν παρίστριον
χώραν ἀφικόμενος, καὶ συγγενόμενος Μύρξεω Δάνῳ τῷ Δακίας
ἡγεμόνι καὶ πρότερον ὄντι συνήθει αὐτῷ, διέτριβε παρὰ τῷ Αἵμῳ,
παραμείβων ἄλλην ἐξ ἄλλης χώραν. Μουσουλμάνου δὲ ῥᾳθυ-
μοῦντός τε καὶ περὶ ὁμιλίαν ἔχοντος τά τε πράγματα οἰδαίνετο.
οἵτε γὰρ ἄρχοντες αὐτῷ τε ἤχθοντο ὡς οὐδὲν ὑγιὲς ὂν αὐτοῦ,
καὶ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ προσγενομένων κατὰ βραχὺ τῶν Τούρκων
οὐδένα λόγον ἐποιεῖτο. ὡς μὲν οὖν ἐπὶ τὴν βασιλείαν ἀφίκετο,
τήν τε Θέρμην τοῖς Ἕλλησιν ἀπέδωκε καὶ Ζητοῦνιν καὶ τὴν
παράλιον τῆς Ἀσίας χώραν, καὶ ἐπιτήδειος ὢν ἐχαρίσατο αὐτοῖς,
εἴ του δέοιντο, ὡς δυνατὸν ἦν αὐτῷ. ἐπρεσβεύοντο μὲν οὖν
αὐτῷ καὶ οἱ Ἕλληνες, βουλευόμενοι μὴ ἀνεῖναι αὐτὸν ἐς τὴν
ὁμιλίαν οὕτω πάνυ, ὡς ἐπισφαλές τε ὂν αὐτῷ καὶ οὐδαμῇ ἐμ-
πεδοῦν αὐτῷ τὴν βασιλείαν πρὸς τὸν ἀδελφόν. τούτων μὲν οὐδένα ...

Περί φωνής

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 7, sect. 55, li.2

 Κριτήριον δὲ τῆς ἀληθείας φασὶ τυγχάνειν τὴν καταληπτικὴν


φαντασίαν, τουτέστι τὴν ἀπὸ ὑπάρχοντος, καθά φησι Χρύσιππος
ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Φυσικῶν καὶ Ἀντίπατρος καὶ Ἀπολλόδωρος.
ὁ μὲν γὰρ Βόηθος κριτήρια πλείονα ἀπολείπει, νοῦν καὶ αἴσθησιν
καὶ ὄρεξιν καὶ ἐπιστήμην· ὁ δὲ Χρύσιππος διαφερόμενος πρὸς
αὐτὸν ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ λόγου κριτήριά φησιν εἶναι αἴσθησιν καὶ
πρόληψιν· ἔστι δ' ἡ πρόληψις ἔννοια φυσικὴ τῶν καθόλου. ἄλλοι
δέ τινες τῶν ἀρχαιοτέρων Στωικῶν τὸν ὀρθὸν λόγον κριτήριον
ἀπολείπουσιν, ὡς ὁ Ποσειδώνιος ἐν τῷ Περὶ κριτηρίου φησί.
 Τῆς δὲ διαλεκτικῆς θεωρίας συμφώνως δοκεῖ τοῖς πλείστοις
ἀπὸ τοῦ περὶ φωνῆς ἐνάρχεσθαι τόπου. ἔστι δὲ φωνὴ ἀὴρ πεπλη-
γμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς, ὥς φησι Διογένης ὁ Βαβυλώνιος
ἐν τῇ Περὶ φωνῆς τέχνῃ. ζῴου μέν ἐστι φωνὴ ἀὴρ ὑπὸ ὁρμῆς
πεπληγμένος, ἀνθρώπου δ' ἔστιν ἔναρθρος καὶ ἀπὸ διανοίας
ἐκπεμπομένη, ὡς ὁ Διογένης φησίν, ἥτις ἀπὸ δεκατεσσάρων ἐτῶν
τελειοῦται. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν ἡ φωνὴ κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς
φησιν Ἀρχέδημός τ' ἐν τῇ Περὶ φωνῆς καὶ Διογένης καὶ Ἀντί-
254

πατρος καὶ Χρύσιππος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Φυσικῶν. πᾶν γὰρ τὸ


ποιοῦν σῶμά ἐστι· ποιεῖ δὲ ἡ φωνὴ προσιοῦσα τοῖς ἀκούουσιν
ἀπὸ τῶν φωνούντων. λέξις δέ ἐστιν κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς φησι  
Διογένης, φωνὴ ἐγγράμματος, οἷον Ἡμέρα. λόγος δέ ἐστι φωνὴ

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 7, Sec. 55, li.4

ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Φυσικῶν καὶ Ἀντίπατρος καὶ Ἀπολλόδωρος.


ὁ μὲν γὰρ Βόηθος κριτήρια πλείονα ἀπολείπει, νοῦν καὶ αἴσθησιν
καὶ ὄρεξιν καὶ ἐπιστήμην· ὁ δὲ Χρύσιππος διαφερόμενος πρὸς
αὐτὸν ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ λόγου κριτήριά φησιν εἶναι αἴσθησιν καὶ
πρόληψιν· ἔστι δ' ἡ πρόληψις ἔννοια φυσικὴ τῶν καθόλου. ἄλλοι
δέ τινες τῶν ἀρχαιοτέρων Στωικῶν τὸν ὀρθὸν λόγον κριτήριον
ἀπολείπουσιν, ὡς ὁ Ποσειδώνιος ἐν τῷ Περὶ κριτηρίου φησί.
 Τῆς δὲ διαλεκτικῆς θεωρίας συμφώνως δοκεῖ τοῖς πλείστοις
ἀπὸ τοῦ περὶ φωνῆς ἐνάρχεσθαι τόπου. ἔστι δὲ φωνὴ ἀὴρ πεπλη-
γμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς, ὥς φησι Διογένης ὁ Βαβυλώνιος
ἐν τῇ Περὶ φωνῆς τέχνῃ. ζῴου μέν ἐστι φωνὴ ἀὴρ ὑπὸ ὁρμῆς
πεπληγμένος, ἀνθρώπου δ' ἔστιν ἔναρθρος καὶ ἀπὸ διανοίας
ἐκπεμπομένη, ὡς ὁ Διογένης φησίν, ἥτις ἀπὸ δεκατεσσάρων ἐτῶν
τελειοῦται. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν ἡ φωνὴ κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς
φησιν Ἀρχέδημός τ' ἐν τῇ Περὶ φωνῆς καὶ Διογένης καὶ Ἀντί-
πατρος καὶ Χρύσιππος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Φυσικῶν. πᾶν γὰρ τὸ
ποιοῦν σῶμά ἐστι· ποιεῖ δὲ ἡ φωνὴ προσιοῦσα τοῖς ἀκούουσιν
ἀπὸ τῶν φωνούντων. λέξις δέ ἐστιν κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς φησι  
Διογένης, φωνὴ ἐγγράμματος, οἷον Ἡμέρα. λόγος δέ ἐστι φωνὴ
σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη, οἷον Ἡμέρα ἐστί. διά-
λεκτος δέ ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνικῶς, ἢ

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 7, Sec. 55, li.8

πρόληψιν· ἔστι δ' ἡ πρόληψις ἔννοια φυσικὴ τῶν καθόλου. ἄλλοι


δέ τινες τῶν ἀρχαιοτέρων Στωικῶν τὸν ὀρθὸν λόγον κριτήριον
ἀπολείπουσιν, ὡς ὁ Ποσειδώνιος ἐν τῷ Περὶ κριτηρίου φησί.
 Τῆς δὲ διαλεκτικῆς θεωρίας συμφώνως δοκεῖ τοῖς πλείστοις
ἀπὸ τοῦ περὶ φωνῆς ἐνάρχεσθαι τόπου. ἔστι δὲ φωνὴ ἀὴρ πεπλη-
γμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς, ὥς φησι Διογένης ὁ Βαβυλώνιος
ἐν τῇ Περὶ φωνῆς τέχνῃ. ζῴου μέν ἐστι φωνὴ ἀὴρ ὑπὸ ὁρμῆς
πεπληγμένος, ἀνθρώπου δ' ἔστιν ἔναρθρος καὶ ἀπὸ διανοίας
ἐκπεμπομένη, ὡς ὁ Διογένης φησίν, ἥτις ἀπὸ δεκατεσσάρων ἐτῶν
τελειοῦται. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν ἡ φωνὴ κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς
φησιν Ἀρχέδημός τ' ἐν τῇ Περὶ φωνῆς καὶ Διογένης καὶ Ἀντί-
πατρος καὶ Χρύσιππος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Φυσικῶν. πᾶν γὰρ τὸ
255

ποιοῦν σῶμά ἐστι· ποιεῖ δὲ ἡ φωνὴ προσιοῦσα τοῖς ἀκούουσιν


ἀπὸ τῶν φωνούντων. λέξις δέ ἐστιν κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς φησι  
Διογένης, φωνὴ ἐγγράμματος, οἷον Ἡμέρα. λόγος δέ ἐστι φωνὴ
σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη, οἷον Ἡμέρα ἐστί. διά-
λεκτος δέ ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνικῶς, ἢ
λέξις ποταπή, τουτέστι ποιὰ κατὰ διάλεκτον, οἷον κατὰ μὲν τὴν
Ἀτθίδα Θάλαττα, κατὰ δὲ τὴν Ἰάδα Ἡμέρη.
 Τῆς δὲ λέξεως στοιχεῖά ἐστι τὰ εἰκοσιτέσσαρα γράμματα.
τριχῶς δὲ λέγεται τὸ γράμμα, τό τε στοιχεῖον ὅ τε χαρακτὴρ

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 7, Sec. 57, li.10

τριχῶς δὲ λέγεται τὸ γράμμα, τό τε στοιχεῖον ὅ τε χαρακτὴρ


τοῦ στοιχείου καὶ τὸ ὄνομα, οἷον Ἄλφα· φωνήεντα δέ ἐστι τῶν
στοιχείων ἑπτά, α, ε, η, ι, ο, υ, ω· ἄφωνα δὲ ἕξ, β, γ, δ, κ, π, τ.
διαφέρει δὲ φωνὴ καὶ λέξις , ὅτι φωνὴ μὲν καὶ ὁ ἦχός ἐστι, λέξις
δὲ τὸ ἔναρθρον μόνον. λέξις δὲ λόγου διαφέρει, ὅτι λόγος ἀεὶ
σημαντικός ἐστι, λέξις δὲ καὶ ἀσήμαντος, ὡς ἡ βλίτυρι, λόγος δὲ
οὐδαμῶς. διαφέρει δὲ καὶ τὸ λέγειν τοῦ προφέρεσθαι· προφέρονται
μὲν γὰρ αἱ φωναί, λέγεται δὲ τὰ πράγματα, ἃ δὴ καὶ λεκτὰ
τυγχάνει.
 Τοῦ δὲ λόγου ἐστὶ μέρη πέντε, ὥς φησι Διογένης τ' ἐν τῷ
Περὶ φωνῆς καὶ Χρύσιππος, ὄνομα, προσηγορία, ῥῆμα, σύνδεσμος,
ἄρθρον· ὁ δ' Ἀντίπατρος καὶ τὴν μεσότητα τίθησιν ἐν τοῖς Περὶ
λέξεως καὶ τῶν λεγομένων.
 Ἔστι δὲ προσηγορία μὲν κατὰ τὸν Διογένην μέρος λόγου
σημαῖνον κοινὴν ποιότητα, οἷον Ἄνθρωπος, Ἵππος· ὄνομα δέ
ἐστι μέρος λόγου δηλοῦν ἰδίαν ποιότητα, οἷον Διογένης, Σωκρά-
της· ῥῆμα δέ ἐστι μέρος λόγου σημαῖνον ἀσύνθετον κατηγόρημα,
ὡς ὁ Διογένης, ἤ, ὥς τινες, στοιχεῖον λόγου ἄπτωτον, σημαῖνόν
τι συντακτὸν περί τινος ἢ τινῶν, οἷον Γράφω, Λέγω· σύνδεσμος
δέ ἐστι μέρος λόγου ἄπτωτον, συνδοῦν τὰ μέρη τοῦ λόγου· ἄρθρον  
δέ ἐστι στοιχεῖον λόγου πτωτικόν, διορίζον τὰ γένη τῶν ὀνομάτων

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 7, Sec. 62, li.11

 Μερισμὸς δέ ἐστι γένους εἰς τόπους κατάταξις, ὡς ὁ Κρῖνις·


οἷον Τῶν ἀγαθῶν τὰ μέν ἐστι περὶ ψυχήν, τὰ δὲ περὶ σῶμα.
 Ἀμφιβολία δέ ἐστι λέξις δύο ἢ καὶ πλείονα πράγματα σημαί-
νουσα λεκτικῶς καὶ κυρίως καὶ κατὰ τὸ αὐτὸ ἔθος, ὥσθ' ἅμα τὰ
πλείονα ἐκδέξασθαι κατὰ ταύτην τὴν λέξιν· οἷον Αὐλητρὶς πέ-
πτωκε· δηλοῦνται γὰρ δι' αὐτῆς τὸ μὲν τοιοῦτον, Οἰκία τρὶς
256

πέπτωκε, τὸ δὲ τοιοῦτον, Αὐλήτρια πέπτωκε.


 Διαλεκτικὴ δέ ἐστιν, ὥς φησι Ποσειδώνιος, ἐπιστήμη ἀληθῶν
καὶ ψευδῶν καὶ οὐθετέρων· τυγχάνει δ' αὕτη, ὡς ὁ Χρύσιππός  
φησι, περὶ σημαίνοντα καὶ σημαινόμενα. ἐν μὲν οὖν τῇ περὶ
φωνῆς θεωρίᾳ τοιαῦτα λέγεται τοῖς Στωικοῖς.
 Ἐν δὲ τῷ περὶ τῶν πραγμάτων καὶ τῶν σημαινομένων τόπῳ
τέτακται ὁ περὶ λεκτῶν καὶ αὐτοτελῶν καὶ ἀξιωμάτων καὶ συλ-
λογισμῶν λόγος καὶ ὁ περὶ ἐλλιπῶν τε καὶ κατηγορημάτων καὶ
ὀρθῶν καὶ ὑπτίων.
 Φασὶ δὲ [τὸ] λεκτὸν εἶναι τὸ κατὰ φαντασίαν λογικὴν ὑφιστά-
μενον. τῶν δὲ λεκτῶν τὰ μὲν λέγουσιν εἶναι αὐτοτελῆ οἱ Στωικοί,
τὰ δ' ἐλλιπῆ. ἐλλιπῆ μὲν οὖν ἐστι τὰ ἀναπάρτιστον ἔχοντα τὴν
ἐκφοράν, οἷον Γράφει· ἐπιζητοῦμεν γάρ, Τίς; αὐτοτελῆ δ' ἐστὶ τὰ
ἀπηρτισμένην ἔχοντα τὴν ἐκφοράν, οἷον Γράφει Σωκράτης. ἐν
μὲν οὖν τοῖς ἐλλιπέσι λεκτοῖς τέτακται τὰ κατηγορήματα, ἐν δὲ

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 9, Sec. 47, li.12

  Περὶ ἀμειψιρυσμιῶν,
  Κρατυντήρια (ὅπερ ἐστὶν ἐπικριτικὰ τῶν προειρημένων),
  Περὶ εἰδώλων ἢ περὶ προνοίας,
  Περὶ λογικῶν κανὼν αʹ βʹ γʹ,
  Ἀπορημάτων. ταῦτα καὶ περὶ φύσεως.
 Τὰ δὲ ἀσύντακτά ἐστι τάδε·
  Αἰτίαι οὐράνιαι,
  Αἰτίαι ἀέριοι,
  Αἰτίαι ἐπίπεδοι,
  Αἰτίαι περὶ πυρὸς καὶ τῶν ἐν πυρί,
  Αἰτίαι περὶ φωνῶν,
  Αἰτίαι περὶ σπερμάτων καὶ φυτῶν καὶ καρπῶν,
  Αἰτίαι περὶ ζῴων αʹ βʹ γʹ,
  Αἰτίαι σύμμικτοι,
  Περὶ τῆς λίθου. ταῦτα καὶ τὰ ἀσύντακτα.  
 Μαθηματικὰ δὲ τάδε·
  Περὶ διαφορῆς γνώμης ἢ Περὶ ψαύσιος κύκλου καὶ σφαίρης,
  Περὶ γεωμετρίης,
  Γεωμετρικῶν,
  Ἀριθμοί,
  Περὶ ἀλόγων γραμμῶν καὶ ναστῶν αʹ βʹ,

Πλούταρχος. Adversus Colotem (1107d-1127e) Stephanus p. 1119, Sec.


257

F, li.1

νομίζειν, ὃ πράττετε ὑμεῖς μήτε Δία γενέθλιον μήτε Δή-  


μητραν θεσμοφόρον εἶναι μήτε Ποσειδῶνα φυτάλμιον
ὁμολογεῖν ἐθέλοντες. οὗτος ὁ χωρισμὸς τῶν ὀνομάτων
πονηρός ἐστι καὶ τὸν βίον ἐμπίπλησιν ὀλιγωρίας ἀθέου καὶ
θρασύτητος, ὅταν τὰς συνεζευγμένας τοῖς θεοῖς προσηγο-
ρίας ἀποσπῶντες συναναιρῆτε θυσίας μυστήρια πομπὰς
ἑορτάς. τίνι γὰρ προτέλεια θύσομεν, τίνι σωτήρια; πῶς δὲ
φωσφόρεια, βακχεῖα, προτέλεια γάμων ἄξομεν, μὴ ἀπολι-
πόντες μηδὲ βακχεῖς καὶ φωσφόρους καὶ προηροσίους καὶ
σωτῆρας; ταῦτα γὰρ ἅπτεται τῶν κυριωτάτων καὶ μεγί-
στων ἐν πράγμασιν ἔχοντα τὴν ἀπάτην, οὐ περὶ φωνάς
τινας οὐδὲ λεκτῶν σύνταξιν οὐδ' ὀνομάτων συνήθειαν. ὡς
εἴ γε καὶ ταῦτα τὸν βίον ἀνατρέπει, τίνες μᾶλλον ὑμῶν
πλημμελοῦσι περὶ τὴν διάλεκτον, οἳ τὸ τῶν λεκτῶν γένος
οὐσίαν τῷ λόγῳ παρέχον ἄρδην ἀναιρεῖτε, τὰς φωνὰς καὶ
τὰ τυγχάνοντα μόνον ἀπολιπόντες, τὰ δὲ μεταξὺ σημαινό-
μενα πράγματα, δι' ὧν γίνονται μαθήσεις διδασκαλίαι
προλήψεις νοήσεις | ὁρμαὶ συγκαταθέσεις, τὸ παράπαν
οὐδ' εἶναι λέγοντες;

Φίλων Ιουδαίος. De congressu eruditionis gratia Sec. 150, li.3

γε μὴν γράφειν καὶ ἀναγινώσκειν γραμματικῆς τῆς ἀτελεστέρας ἐπάγ-  


γελμα, ἣν παρατρέποντές τινες γραμματιστικὴν καλοῦσι, τῆς δὲ τελειο-
τέρας ἀνάπτυξις τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν. | ἐπειδὰν οὖν
περὶ τῶν τοῦ λόγου διεξέρχωνται μερῶν, τότε οὐ τὰ φιλοσοφίας εὑρή-
ματα παρασπῶνταί τε καὶ παρεργολαβοῦσι; ταύτης γὰρ ἴδιον ἐξετάζειν,
τί σύνδεσμος, τί ὄνομα, τί ῥῆμα, τί κοινὸν ὄνομα, τί ἴδιον, τί ἐλλιπὲς
ἐν λόγῳ, τί πλῆρες, τί ἀποφαντόν, τί ἐρώτημα, τί πύσμα, τί περιεκτι-
κόν, τί εὐκτικόν, τί ἀρατικόν· τὰς γὰρ περὶ αὐτοτελῶν καὶ ἀξιωμάτων
καὶ κατηγορημάτων πραγματείας ἥδ' ἐστὶν ἡ συνθεῖσα. ἡμίφωνον δὲ
ἢ φωνῆεν ἢ παντελῶς ἄφωνον στοιχεῖον ἰδεῖν, καὶ πῶς ἕκαστον τούτων
εἴωθε λέγεσθαι, καὶ πᾶσα ἡ περὶ φωνῆς καὶ στοιχείων καὶ τῶν τοῦ
λόγου μερῶν ἰδέα οὐ φιλοσοφίᾳ πεπόνηται καὶ κατήνυσται; βραχείας δ'
ὥσπερ ἀπὸ χειμάρρου σπάσαντες λιβάδας καὶ βραχυτέραις ταῖς ἑαυτῶν
ψυχαῖς ἐναποθλίψαντες τὸ κλαπὲν οἱ φῶρες οὐκ ἐρυθριῶσι προφέροντες
ὡς ἴδιον.
 Οὗ χάριν φρυαττόμενοι τῆς κυρίας, ᾗ τὸ κῦρος ὄντως καὶ ἡ
τῶν θεωρουμένων ἀνάκειται βεβαίωσις, ἀλογοῦσι. συναισθομένη δὲ αὕτη
258

τῆς ὀλιγωρίας τούτων ἐλέγξει καὶ μετὰ παρρησίας φήσει· ἀδικοῦμαι


καὶ παρασπονδοῦμαι τό γε ἐφ' ὑμῖν ὁμολογίας παραβαίνουσιν. ἀφ' οὗ
γὰρ ἐνεκολπίσασθε τὰ προπαιδεύματα, τῆς ἐμῆς θεραπαινίδος τὰ ἔγγονα,

Γαληνός ιατρός. Ars medica Vol. 1, p. 409, li.6

ταῖς πλείους, ἐν δυοῖν μὲν περὶ ἀνατομικῆς διαφωνίας,


ἐν ἑνὶ δὲ περὶ τῆς τῶν τεθνεώτων ἀνατομῆς· οἷς ἐφεξῆς
δύο περὶ τῆς ἐπὶ τῶν ζώντων. ἐν ἄλλοις δέ τισι
κατὰ μέρος, ὅσα τοῖς εἰσαγομένοις ἐποιησάμεθα, τὰ περὶ
ὀστῶν, καὶ ἡ τῶν μυῶν ἀνατομὴ, καὶ ἡ τῶν νεύρων,  
καὶ ἡ τῶν ἀρτηριῶν καὶ φλεβῶν, καί τινα τοιαῦτα
ἕτερα. τῶν τοιούτων δ' ἐστὶ, καὶ εἰ κατὰ φύσιν τὸ
ἐν ἀρτηρίαις αἷμα. τὰ δὲ τὰς ἐνεργείας αὐτῶν ἀποδει-
κνύντα, δύο μέν εἰσι περὶ μυῶν κινήσεων, τρία δὲ περὶ
θώρακος καὶ πνεύμονος κινήσεως, οἷς ἐφεξῆς ὑπὲρ τῶν τῆς
ἀναπνοῆς αἰτίων, οἷς ἕπεται τὰ περὶ φωνῆς. ὑπὲρ ἡγε-
μονικοῦ δὲ καὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων, ὅσα περὶ φυσικῶν
ἢ ψυχικῶν ἐνεργειῶν ζητεῖται, διὰ πολυβίβλου πραγματείας
ἐδηλώσαμεν, ἣν περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος
δογμάτων ἐπιγράφομεν. ἐκ τούτου τοῦ γένους ἐστὶ τῆς
θεωρίας καὶ τὰ περὶ σπέρματος ἰδίᾳ γεγραμμένα, καὶ
προσέτι τῆς Ἱπποκράτους ἀνατομῆς, οἷς ἅπασιν ἡ περὶ
χρείας μορίων ἕπεται πραγματεία. εἰς δὲ τὰς διαγνώ-
σεις τῶν νοσημάτων ἥ τε περὶ τῶν πεπονθότων τόπων
καὶ ἡ περὶ σφυγμῶν πραγματεία χρήσιμος ὑπάρχει,
καθ' ἣν καὶ τὰς προγνώσεις διδάσκομεν.

Γαληνός ιατρός. De anatomicis administrationibus libri ix


Vol. 2, p. 217, li.4

ἕτερα. δευτέραν δ' αἰτίαν, διὰ τὸ βελτίω μακρῷ τῆς τότε


τὴν νῦν μοι γενησομένην ἀποδειχθήσεσθαι πραγματείαν,
ἅμα μὲν εἰς διέξοδον ὑπομνημάτων πλειόνων ἐκταθεῖσαν
ἕνεκα σαφηνείας, ἅμα δ' ἀκριβεστέραν ἐκείνης ἐσομένην, ὡς
ἂν πολλῶν ἐν τῷ μεταξὺ προσεξευρημένων μοι θεωρημάτων
ἀνατομικῶν. ἐπιδημοῦντος μὲν γὰρ ἔτι τῇ Ῥωμαίων πόλει
τοῦ Βοηθοῦ, τά τε περὶ τῆς Ἱπποκράτους ἀνατομῆς, καὶ  
τὰ περὶ τῆς Ἐρασιστράτου, καὶ μέντοι καὶ τὰ περὶ τῆς ἐπὶ
τῶν ζώντων, ἔτι τε τὰ περὶ τῆς ἐπὶ τῶν τεθνεώτων ἐγράφη,
καὶ σὺν αὐτοῖς γε τά τε περὶ τῶν τῆς ἀναπνοῆς αἰτιῶν,
259

καὶ τὰ περὶ φωνῆς. ἐξιόντι δ' ἐγράφετό μοι πραγματεία


μεγάλη περὶ χρείας μορίων, ἣν συντελέσας ἐν ιζʹ βιβλίοις
ἔπεμψα καὶ αὐτὴν ἔτι ζῶντι τῷ Βοηθῷ. τὰ μέντοι περὶ
θώρακος καὶ πνεύμονος κινήσεως ὑπομνήματα τρία πάλαι
ποτὲ ἔγραψα, μειράκιον ὢν ἔτι, συμφοιτητῇ χαριζόμενος εἰς
τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα πορευομένῳ διὰ χρόνου πλείονος, ἐπι-
δείξασθαι μὲν ἐφιεμένῳ δημοσίᾳ, μὴ δυναμένῳ δὲ αὐτῷ
συντιθέναι λόγους ἐπιδεικτικούς. ἀποθανόντος δὲ κᾀκείνου,
συνέβη τὰ ὑπομνήματα ἐκπεσεῖν, ὡς κτήσασθαι πολλοὺς
αὐτὰ, καίτοι γ' οὐ πρὸς ἔκδοσιν ἦν γεγονότα. διατρίβων
γὰρ ἔτι κατὰ Σμύρναν ἕνεκα Πέλοπος,

Γαληνός ιατρός. De anatomicis administrationibus libri ix


Vol. 2, p. 281, li.2

     ΡΗΣΕΩΝ ΒΙΒΛΙΟΝ Β.

 Οὔτε τοῖς παλαιοῖς μέμφομαι μὴ γράψασιν


ἀνατομικὰς ἐγχειρήσεις, καὶ Μαρῖνον ἐπαινῶ γράψαντα.
τοῖς μὲν γὰρ περιττὸν ἦν αὑτοῖς ἢ ἑτέροις ὑπομνήματα
γράφεσθαι παρὰ τοῖς γονεῦσιν ἐκ παίδων ἀσκουμένοις, ὥσπερ
ἀναγινώσκειν καὶ γράφειν, οὕτως ἀνατέμνειν. ἱκανῶς γὰρ
ἐσπουδάκασιν οἱ παλαιοὶ τὴν ἀνατομὴν, οὐκ ἰατροὶ μόνον,
ἀλλὰ καὶ φιλόσοφοι. οὔκουν φόβος ἦν ἐπιλαθέσθαι τοῦ  
τρόπου τῶν ἐγχειρήσεων οὐδενὶ τῶν οὕτω μαθόντων, οὐ
μᾶλλον ἢ τοῦ γράφειν τὰ περὶ φωνῆς στοιχεῖα τοῖς ἀσκη-
θεῖσιν ἐκ παίδων καὶ ταῦτα. ἐπεὶ δὲ, τοῦ χρόνου προϊόντος,
οὐ τοῖς ἐγγόνοις μόνον, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἔξω τοῦ γένους ἔδοξε
καλὸν εἶναι μεταδιδόναι τῆς τέχνης, εὐθὺς μὲν τοῦτο πρῶ-
τον ἀπολώλει, τὸ μηκέτι ἐκ παίδων ἀσκεῖσθαι τὰς ἀνατο-
μὰς αὐτῶν· ἤδη γὰρ τελέοις ἀνδράσιν, οὓς ἐτίμησαν ἀρε-
τῆς ἕνεκα, ἐκοινώνουν τῆς τέχνης. εὐθὺς δ' ἐξ ἀνάγκης
εἵπετο καὶ τὸ χεῖρον μανθάνειν, ἀπολωλυίας τῆς ἐκ παίδων
ἀσκήσεως. ἣν, ὅσον εἰς ἅπαντα δύναται, δοκοῦσί μοι σα-
φῶς ἐνδείξασθαι πάντες οἱ παλαιοὶ, μὴ μόνον τοὺς ἐν ταῖς
τέχναις ἀγαθοὺς,

Γαληνός ιατρός. De anatomicis administrationibus libri ix


Vol. 2, p. 664, li.17
260

στέλλεσθαι τὸν θώρακα τοῦ περιέχοντος ἔξωθεν ἀέρος οὐκ


ὀλίγον εἰς τὴν μεταξὺ θώρακός τε καὶ πνεύμονος ἕλκεται
χώραν, ἐν δὲ τῷ συστέλλεσθαι τοῦτ' αὐτὸ πάλιν ἐκκενοῦ-
ται διὰ τοῦ τραύματος. εὔδηλον δ', ὡς καὶ τῆς γιγνομένης
εἰσπνοῆς διὰ τοῦ στόματος τοῦ ζώου τοσοῦτον ἀναγκαῖόν
ἐστιν ἀπολέσθαι διὰ τὴν τρῶσιν, ὅσον ἀντ' αὐτῆς ἔξωθεν
εἰσρέει τῷ θώρακι τοῦ πέριξ ἀέρος, ὅσῳ δ' εἰσέπνευσε διὰ
τοῦ στόματος πρὸς ἀναγκαῖον αὐτῷ, τοσούτῳ μεῖον ἐκφυ-
σῆσαι· ὅσῳ δ' ἂν ἡ ἐκφύσησις προσγένηται, τοσούτῳ τὴν
φωνὴν ἀνάγκη βραχυτέραν ἀκολουθῆσαι· δέδεικται γὰρ καὶ
τοῦτο ἐν τοῖς περὶ φωνῆς ὑπομνήμασι. καίτοι περιττόν
ἐστιν ἐν τῇδε τῇ πραγματείᾳ τῶν συμβαινόντων τοῖς ζώοις
ἐπὶ ταῖς ἀνατομαῖς ἐξηγεῖσθαι τὰς αἰτίας· εἴρηνται γὰρ ἐν  
ταῖς οἰκείαις πραγματείαις. πρόκειται δὲ νῦν οὐ περὶ τῆς
τῶν νεύρων ἐνεργείας ἀπόδειξίν τινα εἰπεῖν, ἀλλ' ὧν ἐν ἐκεί-
νοις τοῖς ὑπομνήμασιν ἐμνημονεύσαμεν ἐξ ἀνατομῆς φαινο-
μένων, ἑρμηνεῦσαι λόγῳ τὰς ἐγχειρήσεις, ἃς ἤδη τεθέανται
πολλοὶ πολλάκις, ἐνεργεῖν δ' οὐδ' ὀλίγοι δύνανται. τοῦτ'
οὖν μόνον ποιῶμεν ἐν τοῖς ἑξῆς λόγοις, εἴπωμέν τε πάλιν
πρῶτον, ὅσα καὶ τοῖς ἔμπροσθεν ἀνατομικοῖς ἐγιγνώσκετο.

Γαληνός ιατρός. De usu partium Kühn vol. 3, p. 888, li.4

σκευάσθαι. καὶ γὰρ οὖν καὶ περὶ τοῦ πάντα ὑπα-


λείφοντος αὐτὰ χιτῶνος εἴρηται πρόσθεν, ὡς τῶν ἀπ'
ἐγκεφάλου νεύρων τῶν μαλακῶν οὐ σμικρὰν δέχεται
μοῖραν, ἵν' οἶμαι καὶ αὐτὸς αἰσθητικὸς ᾖ χυμῶν, ὥσπερ
καὶ ἡ γλῶττα, καὶ ὡς συμμέτρως ἔχει μαλακότητός τε
καὶ σκληρότητος ὑπὲρ τοῦ μήτ' ἀναίσθητος ἢ δυσαί-
σθητος γενέσθαι ξηρανθεὶς καὶ σκληρυνθεὶς ἐπὶ πλέον,
ὥσπερ τὰ ὀστᾶ, ‖ μήθ' ἑτοίμως πάσχειν τιτρωσκόμε-
νος ἢ θλώμενος ὑπὸ τῶν ὀξυτέρων τε καὶ σκληροτέρων
βρωμάτων. εἴρηται δὲ καὶ περὶ τοῦ γαργαρεῶνος ἐν
μὲν τοῖς Περὶ φωνῆς, ὡς εἰς μέγεθος καὶ κάλλος
αὐτῇ συντελεῖ καθ' ἑκάτερον λόγον, ὡς περισχίζοιτο
τούτῳ πρότερον ὁ εἰσιὼν ἀὴρ καὶ θραύοιτο τῆς τε
ῥύμης αὐτοῦ τὸ σφοδρὸν καὶ διὰ τοῦτο καὶ τῆς
ψύξεως, καὶ ὡς ἔνιοι τῶν ἐκτμηθέντων αὐτὸν ἄχρι
βάσεως οὐ μόνον εἰς τὴν φωνὴν ἐβλάβησαν ἐπιδήλως,
261

ἀλλὰ καὶ ψυχροτέρας τῆς εἰσπνοῆς αἰσθάνονται, καὶ  


μέντοι καὶ ὡς ψυχθέντες τὰ κατὰ τὸν πνεύμονα καὶ
τὸν θώρακα πολλοὶ τῶν τοιούτων ἀπώλοντο, καὶ ὡς
οὐ χρὴ προπετῶς ἀποτέμνειν αὐτὸν οὐδ' ὡς ἔτυχεν,
ἀλλ' ἀπολείπειν τι τῆς βάσεως αὐτοῦ μέρος.

Γαληνός ιατρός. De symptomatum differentiis liber


Vol. 7, p. 78, li.12

τὴν οἷον πηγὴν τῆς γενέσεως ἔχειν τὰ νοσήματα. ἡ μὲν οὖν


κατὰ τὸ ἧπαρ ἔμφραξις νόσημα οὖσα συνθέτου τε καὶ ὀργα-
νικοῦ σώματος, αἰτία τῆς κατὰ τὸν ἴκτερον ἀχροίας ἐστίν.
ἡ δὲ καθ' ἕκαστον τῶν μορίων δυσκρασία, νόσημα οὖσα καὶ
αὐτὴ τῶν τοιούτων σωμάτων, ἄλλοτ' ἄλλην αὐτῶν ἐμποδίζει
δύναμιν, ἤτοι τὴν ἕλκουσαν, ἢ τὴν ἀποκρίνουσαν, ἤ τινα
ἑτέραν, ἐφ' αἷς ἀνωμάλως τε καὶ ἀτάκτως τῶν ἐν τῷ σώματι
διαῤῥεόντων ὑγρῶν ἄλλοτ' ἄλλο μόριον ἀλλοιοῦται κατὰ
χροιὰν καὶ ἀτμὸν καὶ χυμὸν καὶ τὰς ἁπτὰς ἁπάσας διαφοράς.
ἀλλὰ μὴν καὶ ὅσον ὑπόλοιπόν ἐστι συμπτωμάτων γένος, ἤτοι
περὶ φωνὰς καὶ ψόφους τοὺς κατὰ τὸ ζῶον, ἤτοι κᾀν τοῖς
ἐκκρινομένοις τοῦ σώματος ἢ ἐπεχομένοις, ἔκγονον ἅπαν καὶ
τοῦτο νοσημάτων ἐστὶν, ἢ αὐτῶν ἄντικρυς, ἢ διὰ μέσων τι-
νῶν συμπτωμάτων. ἐν μὲν γὰρ ταῖς φωναῖς αἵ τε κατὰ τὸ
στόμα καὶ τὴν φάρυγγα καὶ τὴν τραχεῖαν ἀρτηρίαν καὶ τὸν
πνεύμονα καὶ τὸν θώρακα νόσοι τὰ συμπτώματ' αὐτῶν ἐργά-
ζονται, κλονώδεις τέ τινας καὶ τρομώδεις καὶ βραγχώδεις  
καὶ κλαγγώδεις ἀποτελοῦσαι φωνάς· ἐν ἄλλοις δέ τισι τοῦ
ζώου μορίοις ἦχοί τε καὶ βορβορυγμοὶ καὶ τρυσμοὶ καὶ ὅσα
τοιαῦτα, τὰ μὲν ὑπὸ στενοχωρίας ὀργάνων ἢ κινήσεως
πλημμελοῦς, τὰ δὲ ὑπὸ πλεονεξίας φυσώδους πνεύματος,

Πλάτων. Politicus Stephanus p. 307, Sec. a, li.9

 {ΝΕ. ΣΩ.} Ναί.


 {ΞΕ.} Τί δέ; τὸ τῆς ἠρεμαίας αὖ γενέσεως εἶδος ἆρ' οὐ
πολλάκις ἐπῃνέκαμεν ἐν πολλαῖς τῶν πράξεων;
 {ΝΕ. ΣΩ.} Καὶ σφόδρα γε.
 {ΞΕ.} Μῶν οὖν οὐ τἀναντία λέγοντες ἢ περὶ ἐκείνων
τοῦτο φθεγγόμεθα;
 {ΝΕ. ΣΩ.} Πῶς;
262

 {ΞΕ.} Ὡς ἡσυχαῖά πού φαμεν ἑκάστοτε καὶ σωφρονικά,


περί τε διάνοιαν πραττόμενα ἀγασθέντες καὶ κατὰ τὰς
πράξεις αὖ βραδέα καὶ μαλακά, καὶ ἔτι περὶ φωνὰς γιγνό-
μενα λεῖα καὶ βαρέα, καὶ πᾶσαν ῥυθμικὴν κίνησιν καὶ ὅλην
μοῦσαν ἐν καιρῷ βραδυτῆτι προσχρωμένην, οὐ τὸ τῆς
ἀνδρείας ἀλλὰ τὸ τῆς κοσμιότητος ὄνομα ἐπιφέρομεν αὐτοῖς
σύμπασιν.
 {ΝΕ. ΣΩ.} Ἀληθέστατα.
 {ΞΕ.} Καὶ μὴν ὁπόταν αὖ γε ἀμφότερα γίγνηται ταῦθ'
ἡμῖν ἄκαιρα, μεταβάλλοντες ἑκάτερα αὐτῶν ψέγομεν ἐπὶ
τἀναντία πάλιν ἀπονέμοντες τοῖς ὀνόμασιν.

Πλάτων. Laches Stephanus p. 192, Sec. b, li.2

 {ΣΩ.} Ἀλλ' ὧδε λέγω, ὥσπερ ἂν εἰ τάχος ἠρώτων τί ποτ'


ἐστίν, ὃ καὶ ἐν τῷ τρέχειν τυγχάνει ὂν ἡμῖν καὶ ἐν τῷ
κιθαρίζειν καὶ ἐν τῷ λέγειν καὶ ἐν τῷ μανθάνειν καὶ ἐν
ἄλλοις πολλοῖς, καὶ σχεδόν τι αὐτὸ κεκτήμεθα, οὗ καὶ πέρι
ἄξιον λέγειν, ἢ ἐν ταῖς τῶν χειρῶν πράξεσιν ἢ σκελῶν ἢ
στόματός τε καὶ φωνῆς ἢ διανοίας· ἢ οὐχ οὕτω καὶ σὺ λέγεις;
 {ΛΑ.} Πάνυ γε.
 {ΣΩ.} Εἰ τοίνυν τίς με ἔροιτο· “Ὦ Σώκρατες, τί λέγεις
τοῦτο ὃ ἐν πᾶσιν ὀνομάζεις ταχυτῆτα εἶναι;” εἴποιμ' ἂν
αὐτῷ ὅτι τὴν ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ πολλὰ διαπραττομένην δύναμιν
ταχυτῆτα ἔγωγε καλῶ καὶ περὶ φωνὴν καὶ περὶ δρόμον καὶ
περὶ τἆλλα πάντα.
 {ΛΑ.} Ὀρθῶς γε σὺ λέγων.
 {ΣΩ.} Πειρῶ δὴ καὶ σύ, ὦ Λάχης, τὴν ἀνδρείαν οὕτως  
εἰπεῖν τίς οὖσα δύναμις ἡ αὐτὴ ἐν ἡδονῇ καὶ ἐν λύπῃ καὶ
ἐν ἅπασιν οἷς νυνδὴ ἐλέγομεν αὐτὴν εἶναι, ἔπειτα ἀνδρεία
κέκληται.
 {ΛΑ.} Δοκεῖ τοίνυν μοι καρτερία τις εἶναι τῆς ψυχῆς, εἰ
τό γε διὰ πάντων [περὶ ἀνδρείας] πεφυκὸς δεῖ εἰπεῖν.
 {ΣΩ.} Ἀλλὰ μὴν δεῖ, εἴ γε τὸ ἐρωτώμενον ἀποκρινούμεθα
ἡμῖν αὐτοῖς. τοῦτο τοίνυν ἔμοιγε φαίνεται· οὔτι πᾶσά γε,

Απολλώνιος Δύσκολος. De conjunctionibus Part 2, volumëfascicle 1,1,


p. 213, li.14

ὀνόματα τῶν συνδέσμων κατέλεξαν καὶ τὰς γινομένας μεταλήψεις ἐξ


263

αὐτῶν εἰς αὐτούς, τουτέστι τοὺς ἰσοδυναμοῦντας ἀλλήλοις, οἱ δὲ περὶ


προτάξεως καὶ ὑποτάξεως αὐτῶν, παρέντες τὰ ἀναγκαιότατα, λέγω τὰς
ἐν αὐτοῖς δυνάμεις καὶ σχήματα καὶ ἄλλα πλεῖστα, ὑπὲρ ὧν εἰρήσεται·
οἱ δὲ καὶ ὀνόμασιν ἀλλοτρίοις προσχρησάμενοι ἤπερ τοῖς εἰς γραμμα-
τικὴν συντείνουσι, Στωικὰς παρεισφέρουσι δόξας, ὧν ἡ παράδοσις οὐκ
ἄγαν χρειώδης πρὸς τὴν εἰς γραμματικὴν συντείνουσαν τεχνολογίαν.
ἔστι γοῦν πολλή τις καὶ δυσπερίληπτος περὶ τὰς φωνὰς τήρησις ..
κατορθοῦται πᾶσα διάλεκτος, πᾶς σχηματισμὸς συντείνων εἰς
Ἑλληνικὴν
παράδοσιν ἀναγνωσμάτων, ἧς οὐδὲ κατ' ὀλίγον ἐπιψαύει ὁ παρὰ τοῖς
Στωικοῖς περὶ φωνῆς λόγος. καὶ δῆλον ὡς καὶ ἐπὶ τῶνδε τῶν μορίων
τὸ αὐτὸ παρακολουθήσει. πάλιν γὰρ ὑποσταλήσεται ὁ περὶ αὐτῶν λόγος
ἐν φωνῇ καὶ δηλουμένῳ, ἐν ᾧ καὶ τὰ συνεμπεπτωκότα σχήματα διὰ
τῆς συνούσης φράσεως ἐπικριθήσεται, τά τε ἁπλᾶ αὐτῆς καὶ τὰ σύνθετα,
προσέτι καὶ τὰ δόξαν ἐσχηκότα συνδέσμων, οὐ μὴν ὄντα, τίνα τε αὐτῶν
ἐγκλίσεως ἔτυχε καὶ τίνα οὔ. καὶ ἕνεκά γε τῶν τοιούτων παραδόσεων
ἀναγκαίως εἰς σχολικὴν ἀντιβολὴν κατέστημεν, ἐκλεγόμενοι παρ' ἑκά-  
στου τῶν πρὸ ἡμῶν τὸ χρειῶδες. πρὸς οἷς καὶ αὐτοί τι ἐπινοήσαντες
μετὰ τῆς δεούσης σαφηνείας παραδώσομεν, οὐκ ἐκτὸς γινόμενοι κατὰ
τὸ παντελὲς τῆς τῶν Στωικῶν δόξης.

Αριστοτέλης. Historia animalium Bekker p. 538b, li.12

πρόσθια πάντων τῶν ζῴων τὰ ἄρρενα κρείττω καὶ ἰσχυρό-


τερα καὶ εὐοπλότερα, τὰ δ' ὡς ἂν ὀπίσθια καὶ κάτω λε-
χθέντα τῶν θηλέων. Τοῦτο δὲ καὶ ἐπ' ἀνθρώπων καὶ ἐπὶ τῶν
ἄλλων ζῴων τῶν πεζῶν καὶ ζῳοτόκων πάντων ἔχει τὸν αὐ-
τὸν τρόπον. Καὶ ἀνευρότερον δὲ καὶ ἀναρθρότερον τὸ θῆλυ
μᾶλλον, καὶ λεπτοτριχώτερον, ὅσα τρίχας ἔχει· τὰ δὲ
μὴ τρίχας ἔχοντα κατὰ τὸ ἀνάλογον. Καὶ ὑγροσαρκότερα
δὲ τὰ θήλεα τῶν ἀρρένων καὶ γονυκροτώτερα, καὶ αἱ κνῆ-
μαι λεπτότεραι· τοὺς δὲ πόδας γλαφυρωτέρους, ὅσα τὰ μό-
ρια ταῦτ' ἔχει τῶν ζῴων.
             Καὶ περὶ φωνῆς δέ, πάντα τὰ
θήλεα λεπτοφωνότερα καὶ ὀξυφωνότερα, πλὴν βοός, ὅσα  
ἔχει φωνήν· οἱ δὲ βόες βαρύτερον φθέγγονται αἱ θήλειαι
τῶν ἀρρένων. Τὰ δὲ πρὸς ἀλκὴν ἐν τῇ φύσει ὑπάρχοντα
μόρια, οἷον ὀδόντες καὶ χαυλιόδοντες καὶ κέρατα καὶ πλῆ-
κτρα καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα μόρια, ἐν ἐνίοις μὲν γένεσιν
ὅλως τὰ μὲν ἄρρενα ἔχει τὰ δὲ θήλεα οὐκ ἔχει, οἷον κέρα-
τα ἔλαφος θήλεια οὐκ ἔχει καὶ τῶν ὀρνίθων τῶν πλῆκτρα
ἐχόντων ἐνίων αἱ θήλειαι ὅλως πλῆκτρα οὐκ ἔχουσιν· ὁμοίως
264

δὲ καὶ χαυλιόδοντας αἱ θήλειαι οὐκ ἔχουσι τῶν ὑῶν. Ἐν ἐνίοις


δ' ὑπάρχει μὲν ἀμφοῖν, ἀλλὰ κρείττω καὶ μᾶλλον τοῖς

Αριστοτέλης. Physiognomonica Bekker p. 807a, li.13

ἀληθῆ εἶναι τὰ σημεῖα. ἔστι δὲ ἄλλος τρόπος καθ' ὃν ἄν


τις φυσιογνωμονοίη· οὐδεὶς μέντοι ἐπικεχείρηκεν. οἷον εἰ
ἀνάγκη ἐστὶ τὸν ὀργίλον καὶ τὸν δυσάνιον καὶ μικρὸν τὸ
ἦθος φθονερὸν εἶναι, εἰ καὶ μή ἐστι φθονεροῦ σημεῖα, ἐξ
ἐκείνων δὲ τῶν προτέρων ἐνδέχοιτο ἂν τῷ φυσιογνώμονι
καὶ τὸν φθονερὸν εὑρίσκειν, μάλιστα μὲν ἂν ὁ τοιοῦτος ἴδιος
τρόπος εἴη τοῦ πεφιλοσοφηκότος. τὸ γὰρ δύνασθαι τινῶν
ὄντων ἀναγκαῖον εἶναι, ἴδιον ὑπολαμβάνοιμεν φιλοσοφίας·
ὅπερ ἐστὶν ὅτε ἐναντιοῦται τούτῳ κατὰ τὰ πάθη φυσιογνω-
μονεῖν καὶ τὰ κακά.
 Περὶ φωνῆς κατὰ μὲν τὸ πάθος ἐπισκοπῶν ὀξεῖαν
οἰηθείη ἄν τις δυεῖν ἕνεκεν τιθέναι τοῦ θυμοειδοῦς. ὁ γὰρ
ἀγανακτῶν καὶ ὀργιζόμενος ἐπιτείνειν εἴωθε τὸν φθόγγον
καὶ ὀξὺ φθέγγεσθαι, ὁ δὲ ῥαθύμως διακείμενος τόν τε
τόνον ἀνίησι καὶ βαρὺ φθέγγεται. τῶν δ' αὖ ζῴων τὰ
μὲν ἀνδρεῖα βαρύφωνά ἐστι, τὰ δὲ δειλὰ ὀξύφωνα, λέων
μὲν καὶ ταῦρος, καὶ κύων ὑλακτικός, καὶ τῶν ἀλεκτρυό-
νων οἱ εὔψυχοι βαρύφωνοι φθέγγονται· ἔλαφος δὲ καὶ
λαγὼς ὀξύφωνά ἐστιν. ἀλλ' ἴσως καὶ ἐν τούτοις κρεῖσσόν
ἐστι μὴ ἐν τῷ βαρεῖαν ἢ ὀξεῖαν εἶναι τὴν φωνὴν αὐτῶν
ἀνδρεῖον ἢ δειλὸν τιθέναι, ἀλλ' ἐν τῷ τὴν μὲν ἐρρωμένην

Αριστοτέλης. Problemata Bekker p. 898b, li.27

λευκοὶ διὰ τί; ἢ ὅτι ἐξ ὧν τὸ ὑγρὸν ἐξάγει ὁ ἥλιος ἄνευ


τοῦ ἐπιβάπτειν, λευκαίνεται, οἷον καὶ τὸν κηρόν; τὸ μὲν οὖν
δέρμα ἐπιβάπτει, τοὺς δὲ ὀδόντας οὐκ ἐπιβάπτει, ἀλλὰ τὸ
ὑγρὸν διὰ τὴν ἀλέαν ἐξατμίζεται ἐξ αὐτῶν.
 Διὰ τί τὰ μὲν ἀφαιρουμένης τῆς κεφαλῆς ἀποθνή-
σκει εὐθὺς ἢ ταχύ, τὰ δὲ οὔ; ἢ ὅσα ἄναιμα καὶ ὀλιγό-
τροφα, τοῦτο πάσχει; οὔτε τροφῆς γὰρ δεῖται ταχύ, οὔτε
ἐγχεῖται αὐτῶν τὸ θερμὸν ἐν τῷ ὑγρῷ, ὧν ἄνευ οὐχ οἷόν τε
ζῆν τοῖς ἐναίμοις. τούτοις δὲ οἷόν τέ ἐστιν· ἀπνευστὶ ζῆν γὰρ
δύνανται πολὺ μᾶλλον. ἡ δὲ αἰτία ἐν ἑτέροις εἴρηται.
   
265

ΙΑ. ΟΣΑ ΠΕΡΙ ΦΩΝΗΣ.

 Διὰ τί τῶν αἰσθήσεων ἐκ γενετῆς μάλιστα τὴν ἀκοὴν


πηροῦνται; ἢ ὅτι ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἀρχῆς εἶναι δόξειεν ἂν ἥ
τε ἀκοὴ καὶ ἡ φωνή; ῥᾷστα δὲ δοκεῖ διαφθείρεσθαι ἡ διά-
λεκτος οὖσα εἶδος φωνῆς, καὶ χαλεπώτατα ἐπιτελεῖσθαι.
σημεῖον δὲ ὅτι μετὰ τὸ γενέσθαι πολὺν χρόνον ἐνεοί ἐσμεν·
τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ὅλως οὐδὲ λαλοῦμεν οὐδέν, εἶτα ὀψέ ποτε
ψελλίζομεν. διά τε τὸ τὴν διάλεκτον εὔφθαρτον εἶναι, τὴν
αὐτὴν δὲ ἀρχὴν ἀμφοτέρων εἶναι καὶ τῆς διαλέκτου (φωνὴ
γάρ τις καὶ τῆς ἀκοῆς ὥσπερ καὶ εἰ συμβεβηκότος), ῥᾷστα
τῶν αἰσθήσεων φθείρεται, καὶ οὐ καθ' αὑτήν, ἡ ἀκοή.

Αίλιος Ηρωδιανός. Περὶ ὀρθογραφίας Part+vol. 3,2, p. 409, li.14t

δὲ διὰ τὸ μὴ σπᾶσθαι ἀσπάραγον καὶ ἀσφάραγον· κερατώδη γὰρ εἶναι.


οἱ δὲ κατὰ πλεονασμὸν τοῦ α ἀσφάραγον τὸν φέροντα τὴν φωνήν.
οὕτως Ἡρωδιανός.
 E. Orion. 57, 29: ἐχθρός: παρὰ τὸ ἔχθος ἐχθηρὸς καὶ συγκοπῇ
ἐχθρός ἢ ὡς κῦδος κυδρός. οἱ δὲ διὰ τοῦ κ γράφοντές φασιν εἶναι
ἐκθρός ὁ ἔξω τεθορηκώς, εἴγε σύμβασις ἡ φιλία. οὕτω φησὶν Ἡρω-
διανὸς ἐν τῇ ὀρθογραφίᾳ, διὰ δὲ τοῦ χ γράφει.
 E. Or. 167, 15: ψυχρός: παρὰ τὸ ψῦχος ψυχρός. οὕτως ἐν τῇ
ὀρθογραφίᾳ Ἡρωδιανός.

Περὶ φωνηέντων.

 Theogn. 12, 26 et 85, 7: Πᾶσα λέξις ἀπὸ τῆς χε συλλαβῆς ἀρχο-


μένη φεύγει τὴν διὰ τῆς αδιφθόγγου γραφήν· σεσημειωμένου τοῦ
χαίτη, ὃ δηλοῖ τὴν τρίχα· γέγονε δὲ ἀπὸ τοῦ κρατῶ κράτη· ἐκβολῇ
τοῦ ρ καὶ τροπῇ τοῦ κ εἰς χ καὶ πλεονασμῷ τοῦ χαίτη. οὕτως
Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ ὀρθογραφίᾳ. ἔτι δὲ καὶ τὸ χαίρω καὶ χαίνω
καὶ τὸ χαιός, ὃ δηλοῖ τὴν ῥάβδον, καὶ τῶν παρ' αὐτῶν συγκειμένων
τοῦ χαιρέκακος καὶ τῶν ὁμοίων.

Πλούταρχος. Placita philosophorum (874d-911c) Stephanus p. 897-904,


Sec. pin, li.22

ιαʹ. Πῶς γίνεται ἡ αἴσθησις καὶ ἡ ἔννοια καὶ ὁ κατὰ


266

διάθεσιν λόγος
ιβʹ. Τίνι διαφέρει φαντασία, φανταστόν, φανταστικόν,
φάντασμα
ιγʹ. Περὶ ὁράσεως, πῶς ὁρῶμεν
ιδʹ. Περὶ κατοπτρικῶν ἐμφάσεων
ιεʹ. Εἰ ὁρατὸν τὸ σκότος
ιϛʹ. Περὶ ἀκοῆς
ιζʹ. Περὶ ὀσφρήσεως
ιηʹ. Περὶ γεύσεως
ιθʹ. Περὶ φωνῆς
κʹ. Εἰ ἀσώματος ἡ φωνὴ καὶ πῶς ἠχὼ γίνεται
καʹ. Πόθεν αἰσθητικὴ γίνεται ἡ ψυχὴ καὶ τί αὐτῆς τὸ
ἡγεμονικόν
κβʹ. Περὶ ἀναπνοῆς
κγʹ. Περὶ παθῶν σωματικῶν καὶ εἰ συναλγεῖ αὐτοῖς ἡ
ψυχή  
 Περιωδευμένων δὲ τῶν τοῦ κόσμου μερῶν διαβήσομαι
πρὸς τὰ κατὰ μέρος.
      
       

Πλούταρχος. Placita philosophorum (874d-911c)


Stephanus p. 902, Sec. B, li.7

     
         

ιηʹ. Περὶ γεύσεως

 Ἀλκμαίων τῷ ὑγρῷ καὶ τῷ χλιαρῷ τῷ ἐν τῇ γλώττῃ


πρὸς τῇ μαλακότητι διακρίνεσθαι τοὺς χυμούς.  
 Διογένης τῇ ἀραιότητι τῆς γλώττης καὶ τῇ μαλακότητι
καὶ διὰ τὸ συνάπτειν τὰς ἀπὸ τοῦ σώματος εἰς αὐτὴν φλέ-
βας διαχεῖσθαι τοὺς χυμοὺς ἑλκομένους ἐπὶ τὴν αἴσθησιν
καὶ τὸ ἡγεμονικόν, καθάπερ ἀπὸ σπογγιᾶς.
      
         

ιθʹ. Περὶ φωνῆς

 Πλάτων τὴν φωνὴν ὁρίζεται πνεῦμα διὰ στόματος ἀπὸ


267

διανοίας ἠγμένον καὶ πληγὴν ὑπὸ ἀέρος δι' ὤτων καὶ


ἐγκεφάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς διαδιδομένην. λέγε-
ται δὲ καὶ καταχρηστικῶς ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων φωνὴ
καὶ τῶν ἀψύχων, ὡς χρεμετισμοὶ καὶ ψόφοι· κυρίως δὲ
φωνὴ ἡ ἔναρθρός ἐστιν ὡς φωτίζουσα τὸ νοούμενον.
 Ἐπίκουρος τὴν φωνὴν εἶναι ῥεῦμα ἐκπεμπόμενον ἀπὸ
τῶν φωνούντων ἢ ἠχούντων ἢ ψοφούντων· τοῦτο δὲ τὸ
ῥεῦμα εἰς ὁμοιοσχήμονα θρύπτεσθαι θραύσματα· ὁμοιο-
σχήμονα δὲ λέγεται τὰ στρογγύλα τοῖς στρογγύλοις καὶ

Στράβων ΓεωγραφικάBook 6, ch. 1, Sec. 9, li.17

διαστέλλειν τοὺς ὑμένας, τοὺς δ' ἡλιαζομένους ξηροὺς


καὶ κερατώδεις ἔχειν ὥστ' ἀπ' αὐτῶν εὐφυῶς ἐκπέμ-
πεσθαι τὸν φθόγγον. ἐδείκνυτο δ' ἀνδριὰς ἐν Λοκροῖς
Εὐνόμου τοῦ κιθαρῳδοῦ τέττιγα ἐπὶ τὴν κιθάραν κα-
θήμενον ἔχων. φησὶ δὲ Τίμαιος Πυθίοις ποτὲ ἀγωνι-
ζομένους τοῦτόν τε καὶ Ἀρίστωνα Ῥηγῖνον ἐρίσαι περὶ
τοῦ κλήρου· τὸν μὲν δὴ Ἀρίστωνα δεῖσθαι τῶν Δελ-
φῶν ἑαυτῷ συμπράττειν· ἱεροὺς γὰρ εἶναι τοῦ θεοῦ
τοὺς προγόνους αὐτοῦ καὶ τὴν ἀποικίαν ἐνθένδε ἐστάλ-
θαι· τοῦ δ' Εὐνόμου φήσαντος ἀρχὴν μηδὲ μετεῖναι
ἐκείνοις τῶν περὶ φωνὴν ἀγωνισμάτων, παρ' οἷς καὶ
οἱ τέττιγες εἶεν ἄφωνοι τὰ εὐφθογγότατα τῶν ζῴων,
ὅμως εὐδοκιμεῖν μηδὲν ἧττον τὸν Ἀρίστωνα καὶ ἐν ἐλ-
πίδι τὴν νίκην ἔχειν, νικῆσαι μέντοι τὸν Εὔνομον καὶ  
ἀναθεῖναι τὴν λεχθεῖσαν εἰκόνα ἐν τῇ πατρίδι, ἐπειδὴ
κατὰ τὸν ἀγῶνα μιᾶς τῶν χορδῶν ῥαγείσης ἐπιστὰς
τέττιξ ἐκπληρώσειε τὸν φθόγγον. τὴν δ' ὑπὲρ τῶν πό-
λεων τούτων μεσόγαιαν Βρέττιοι κατέχουσι· καὶ πόλις
ἐνταῦθα Μαμέρτιον καὶ ὁ δρυμὸς ὁ φέρων τὴν ἀρί-
στην πίτταν τὴν Βρεττίαν, ὃν Σίλαν καλοῦσιν, εὔδεν-
δρός τε καὶ εὔυδρος, μῆκος ἑπτακοσίων σταδίων.

Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Stobaei excerpta) P. 407, li.12t

 Ἀλκμαίων ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ εἶναι


τὸ ἡγεμονικόν, τούτῳ οὖν ὀσφραίνεσθαι
ἕλκοντι διὰ τῶν ἀναπνοῶν τὰς ὀσμάς.
268

 Ἐμπεδοκλῆς ταῖς ἀναπνοαῖς ταῖς


ἀπὸ τοῦ πνεύμονος συνεισκρίνεσθαι
τὴν ὀσμήν. ὅταν γοῦν ἡ ἀναπνοὴ βα-
ρεῖα γένηται κατὰ τραχύτητα μὴ συν-
αισθάνεσθαι ὡς ἐπὶ τῶν ῥευματι-
ζομένων.

Περὶ γεύσεως.

Περὶ φωνῆς.

 Πλάτων τὴν φωνὴν ὁρίζεται πνεῦ-


μα διὰ στόματος ἀπὸ διανοίας καὶ  
πληγὴν ὑπ' ἀέρος δι' ὤτων καὶ ἐγκε-
φάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς δια-
διδομένην. λέγεται δὲ καὶ καταχρηστι-
κῶς ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων φωνὴ
καὶ τῶν ἀψύχων ὡς χρεμετισμοὶ καὶ
ψόφοι. κυρίως δὲ φωνὴ ἔναρθρός ἐστιν,
ἔστι γὰρ φωτίζουσα τὸ νοούμενον.  

Pseudo-Γαληνός ιατρός. De historia philosophica Sec. 100, li.1

      
   

Περὶ γεύσεως.

 Ἀλκμαίων οἴεται τῷ ὑγρῷ τῷ ἐν τῇ γλώττῃ κρίνεσθαι τοὺς χυμούς.  


Διογένης τῇ ἀραιότητι καὶ διὰ τὸ συνάπτειν τὰς διὰ τοῦ σώματος εἰς
αὐτὴν φλέβας διαχεῖσθαι τοὺς χυμοὺς ἑλκομένους εἰς τὴν αἴσθησιν καὶ
τὸ ἡγεμονικὸν καθάπερ ἀπὸ σπογγιᾶς.
      
    

Περὶ φωνῆς.

 Πλάτων φωνὴν ὁρίζεται πνεῦμα διὰ στόματος ἀπὸ διανοίας ἠγμένον


269

καὶ πληγὴν ἀέρος διὰ τῶν ὤτων ἐγκεφάλῳ καὶ στόματι μέχρι ψυχῆς δια-
διδομένην. Οἱ δὲ Στωικοί φασι τὸν ἀέρα μὴ συγκεῖσθαι ἀπὸ θραυσμάτων,

ἀλλὰ συνεχῆ δι' ὅλου μηδὲ κενόν· ἐπειδὰν πληγῇ τῷ πνεύματι,


κυματοῦται
κατὰ κύκλους εἰς ἄπειρον, ἕως πληρώσῃ τὸν περικείμενον ἀέρα, ὡς τῆς
κο-
λυμβήθρας· τῆς πληγείσης λίθῳ 'κινουμένης καὶ κυκλοειδῶς καὶ
σφαιροειδῶς. Ἀναξίμανδρος τὴν φωνὴν γίνεσθαι πνεύματος ἐμπεσόντος
μὲν στερεμνίῳ ἀέρι, τῇ δ' ὑποστροφῇ τῆς πλήξεως μέχρι τῶν ἀκοῶν
προσενεχθόντος, καθὸ καὶ τὴν λεγομένην ἠχὼ γίγνεσθαι.
      

Ιούλιος Πολυδεύκης. Onomasticon Book 4, Sec. 94, li.10

Θεόπομπος (FHG I p 331. 333) δ' αὐτῷ κέχρηται ὁ συγγραφεύς·


ἀλλ' οὐδὲν Θεοπόμπῳ σταθμητὸν εἰς ἑρμηνείας κρίσιν. τὸ δ' ἔργον
αὐτὸ τῶν κηρύκων κηρυκεῦσαι ἔλεγον, καὶ Ἰσαῖός (frg 162 Tur) που
λέγει κηρυκευσάτω. προκηρῦξαι δ' ἐστὶ τὸ προκαλέσασθαι ὑπὸ κή-
ρυκος, καὶ ὑποκηρύξασθαι τὸ προειπεῖν ἡσυχίαν ἢ καὶ ἐπαγγεί-
λασθαί τι δημοσίᾳ· προκηρυκευσάμενοι, ὡς Ἰσαῖος (frg 162 Tur)
εἴρηκεν. τάχα δ' ἄν τις τοὺς κήρυκας καὶ ἑρμηνέας καὶ σπονδο-
φόρους καὶ ἐκεχειροφόρους καὶ ἀγγέλους ὀνομάσειεν. τὸ δὲ φθέγμα
αὐτῶν μέγα, ἁδρόν, ὑψηλόν, πρόμηκες ἐπίμηκες, σαφές, ἀρτίστομον,
συνεχές, διηνεκές, ἀποτάδην φθεγγόμενον, ἀπνευστί, καὶ τἆλλα
ὅσα ἐν τοῖς περὶ φωνῆς εἴρηται.
 Εἰ δὲ καὶ ὄρχησις μέρος μουσικῆς, ῥητέον ὀρχηστής ὀρχηστικός,
ὀρχήσασθαι ὑπορχήσασθαι κατορχήσασθαι ἐξορχήσασθαι, ὀρχήματα  
ὑπορχήματα. τάχα δὲ καὶ Ὀρχομενὸς παρὰ τὴν τῶν Χαρίτων
ὄρχησιν, ὡς Εὐφορίων (frg 66 Meineke A A p 106)
  Ὀρχομενὸν Χαρίτεσσιν ἀφαρέσιν ὀρχηθέντα.
ἐπορχούμενος. ὀρχήστρα, ὀρχηστρίς, ὀρχηστοδιδάσκαλος. σχη-
ματίσασθαι, σχηματοποιήσασθαι. εὐσχημοσύνη, εὐρυθμία, εὐαρμοστία.
νεῦσαι συναπονεῦσαι, μορφάσαι, παραγαγεῖν τὴν κεφαλήν, διενεγκεῖν,
περιενεγκεῖν, περιαγωγῇ χρήσασθαι, τῶν χειρῶν περιαγωγῇ, πη-
δῆσαι, πυρριχίσαι· πυρρίχη ἐνόπλιος ὄρχησις. εἴποις δ' ἂν ὀρχηστὴν

Ιούλιος Πολυδεύκης. Onomasticon Book 4, Sec. 114, li.4

πίρρημα τελευταῖον ὂν τῆς παραβάσεώς ἐστι τετράμετρα, οὐκ


ἐλάττω τὸν ἀριθμὸν τοῦ ἐπιρρήματος.
 Εἰσὶ δ' ἀπὸ τούτων καὶ ὑποκριταὶ καὶ ὑπόκρισις καὶ ἀντίκρισις,
270

καὶ ὑποκρίνασθαι τὰ ἰαμβεῖα, διαθέσθαι, σχηματίσασθαι, ῥῆσιν δια-


περάνασθαι, ῥῆσιν ἀποτεῖναι, εἶρα
ὑπορχήσασθαι, ἐνδείξασθαι παρενδείξασθαι, νεῦσαι, χλευάσαι, μορ-
φάσαι. στιχομυθεῖν δ' ἔλεγον τὸ παρ' ἓν ἰαμβεῖον ἀντιλέγειν,
καὶ τὸ πρᾶγμα στιχομυθίαν. εἴποις δ' ἂν βαρύστονος ὑποκριτής,
βομβῶν περιβομβῶν, ληκυθίζων, λαρυγγίζων, φαρυγγίζων· βαρύ-
φωνος δὲ καὶ λεπτόφωνος καὶ γυναικόφωνος καὶ στρηνόφωνος,
καὶ ὅσα σὺν τούτοις ἄλλα, ἐν τοῖς περὶ φωνῆς προείρηται (II 111 sq).
ἀναζυγῶσαι δὲ τὸ φθέγμα ἔλεγον, καὶ καταπεπνῖχθαι τὸ φθέγμα.
καὶ Ἀριστοφάνης (frg 605 Ko) πού φησι
  φθέγξαι σὺ τὴν φωνὴν ἀνατειχίσας ἄνω.
ὁ δ' αὐτὸς (frg 606 Ko) καὶ
  φθέγμα κεκράτηκεν.  
 καὶ σκευὴ μὲν ἡ τῶν ὑποκριτῶν στολή – ἡ δ' αὐτὴ καὶ σω-
μάτιον ἐκαλεῖτο – σκευοποιὸς δ' ὁ προσωποποιός· καὶ ἔστιν εἰπεῖν
πρόσωπον προσωπεῖον προσωπίς, μορμολυκεῖον, γοργόνειον. καὶ
τὰ ὑποδήματα κόθορνοι μὲν τὰ τραγικὰ καὶ ἐμβάδες, ἐμβάται
δὲ τὰ κωμικά. καὶ ἐσθῆτες μὲν τραγικαὶ ποικίλον – οὕτω

Hippocrates et Corpus Hippocraticum Med., De carnibus


Sec. 18, li.22

μέγα ὡς ἀντηχῇ τὸ πνεῦμα, ἔπειτα δὲ καταμαραίνεται τὸ φθέγμα·


καὶ οἱ κιθαρωδοὶ, ὁκόταν δέῃ αὐτοῖς μακροφωνέειν, ἐπ' ἄκρον ἑλκύ-
σαντες τὸ πνεῦμα ἔσω πουλὺ ἐκτείνουσι τὴν ἐκφορὰν καὶ φωνοῦσι καὶ
φθέγγονται μέγα ὡς ἀντηχῶσι τῷ πνεύματι, ἐπὴν δὲ τὸ πνεῦμα
ἐπιλίπῃ, καταπαύονται· τουτέοισι δῆλον ὅτι τὸ πνεῦμά ἐστι τὸ φθεγ-
γόμενον. Εἶδον δὲ ἤδη οἳ, σφάξαντες ἑωυτοὺς, ἀπέταμον τὸν φά-
ρυγγα παντάπασιν· οὗτοι ζῶσι μὲν, φθέγγονται δὲ οὐδὲν, εἰ μή τις
συλλάβῃ τὸν φάρυγγα· οὗτοι δὲ φθέγγονται· δῆλον δὲ καὶ τούτῳ,
ὅτι τὸ πνεῦμα οὐ δύναται, διατετμημένου τοῦ λάρυγγος, ἕλκειν ἔσω
ἐς τὰ κοῖλα, ἀλλὰ κατὰ τὸ διατετμημένον ἐκπνέει. Οὕτως ἔχει περὶ
φωνῆς ἴσως καὶ διαλέξιος.
 Ὁ δὲ αἰών ἐστι τοῦ ἀνθρώπου ἑπταήμερος. Πρῶτον μὲν  
ἐπὴν ἐς τὰς μήτρας ἔλθῃ ὁ γόνος, ἐν ἑπτὰ ἡμέρῃσιν ἔχει ὁκόσα περ
ἐστὶν ἔχειν τοῦ σώματος· τοῦτο δέ τις ἂν θαυμάσειεν ὅκως ἐγὼ
οἶδα· πολλὰ δὲ εἶδον τρόπῳ τοιῷδε· αἱ ἑταῖραι αἱ δημόσιαι, αἵτινες
αὐτέων πεπείρηνται πολλάκις, ὁκόταν παρὰ ἄνδρα ἔλθῃ, γινώσκου-
σιν ὁκόταν λάβωσιν ἐν γαστρί· κἄπειτ' ἐνδιαφθείρουσιν· ἐπειδὰν δὲ
ἤδη διαφθαρῇ, ἐκπίπτει ὥσπερ σάρξ· ταύτην τὴν σάρκα ἐς ὕδωρ ἐμ-
βαλὼν, σκεπτόμενος ἐν τῷ ὕδατι, εὑρήσεις ἔχειν πάντα μέλεα καὶ
271

τῶν ὀφθαλμῶν τὰς χώρας καὶ τὰ οὔατα καὶ τὰ γυῖα· καὶ τῶν χει-
ρῶν οἱ δάκτυλοι καὶ τὰ σκέλεα καὶ οἱ πόδες καὶ οἱ δάκτυλοι τῶν πο

Ορειβάσιος ιατρός. Collectiones medicae (lib. 1-16, 24-25, 43-50)


Book 6, ch. 10, Sec. 2, li.2

τὴν φωνήν, εἶτα ἐπὶ τοὺς ὀξυτάτους φθόγγους ἀνάγειν, κἄπειτα μὴ


ἐπὶ πολὺ διατρίψαντας ἐπὶ τῆς ὀξύτητος αὖθις ἀνακάμπτειν ὀπίσω,
κατὰ βραχὺ ποιουμένους τὴν ὕφεσιν τῆς φωνῆς, ἄχρις ἂν ἐπὶ τὴν
βαρυτάτην ἔλθωμεν, ἀφ' ἧς ἠρξάμεθα. μέτρον δὲ παρά τε τῆς δυνά-
μεως καὶ τῆς προθυμίας καὶ τοῦ ἔθους ληπτέον.

Ἐκ τῶν Ἀντύλλου, περὶ ὑγιεινῆς ἀναφωνήσεως.

 Τὴν διὰ τῆς φωνῆς γυμνασίαν κατὰ τρόπον ἀσκουμένην πείρᾳ


μαθὼν ἁπάντων οὖσαν τῶν παραγγελμάτων ἀνυτικωτάτην εἰς ὑγείας
ἀσφάλειάν τε καὶ φυλακήν, ἐσπούδασα τήν τε φύσιν τοῦ βοηθήματος
καὶ τὰς μεθόδους κατ' ἐμὴν δύναμιν ἀναγράψαι. τίς δ' ἐστὶν ὁ τῆς
ἀληθινῆς περὶ φωνὴν ἀσκήσεως τρόπος εἰς σώματος βεβαίαν ὑγείαν καὶ
πολυχρονιότητα, ῥητέον ἤδη. ὑπὸ πνεύματος γίνεται πᾶσα φωνὴ κατ'
ἀναπνοὴν καὶ ἐκπνοὴν ταμιευομένου καὶ τυπωθέντος ὑπὸ τῶν εἰς αὐτὸ
τοῦτο δεδημιουργημένων ὑπὸ τῆς φύσεως ὀργάνων, ὥστε αὐτῆς ὕλην
μὲν εἶναι τὸν ἀναπνεόμενον ἀέρα, τέχνην δέ, εἰ χρὴ τοῦτον εἰπεῖν
τὸν τρόπον, τὰ διαπλάττοντα τὸν ἀέρα μέρη τοῦ σώματος. ἀνάγκη
δὴ οὖν τὰς ἀρετὰς καὶ κακίας αὐτῆς ἤτοι περὶ τὸ πνεῦμα ἢ περὶ τὰ
τυποῦντα τοῦτο συμβαίνειν ὄργανα· ταῦτα δ' ἐστὶν ἡ τῶν ἄκρων τῆς
ἀρτηρίας τόπων, τῆς ἐπιγλωσσίδος ὀνομαζομένης, καὶ τῶν τοῦ στόματος
μερῶν, γλώσσης, ὑπερῴας, ὀδόντων, χειλῶν σύμμετρος καὶ κατὰ τὴν
ἐνέργειαν εὐδιοίκητος ἁρμονία. διασκεπτέον οὖν, ὁποῖός τις ὢν ὁ ἀὴρ

Ορειβάσιος ιατρός. Collectiones medicae (lib. 1-16, 24-25, 43-50)


Book 6, ch. 10, Sec. 10, li.4

ὅλην τὴν σάρκα πόρων γίνεται (βίᾳ γὰρ ὁ ἀὴρ εἴσω ὠθεῖται πρὸς τὴν
ὑπὸ τῆς διαστάσεως γεννηθεῖσαν εὐρυχωρίαν κατὰ τὴν φυσικὴν τοῦ
πληροῦσθαι τὸ κενούμενον ἀνάγκην), ἀθροῦν μὲν εἰσερχόμενον διὰ
ῥινῶν καὶ στόματος, πολὺ δὲ καὶ διὰ τῶν καθ' ὅλην τὴν ἐπιφάνειαν
πόρων, τοσούτῳ δὲ πλείονα δεξόμεθα τὸν ἔξωθεν εἰς ἑαυτοὺς ἀέρα,
ὅσῳπερ ἂν μείζονα τὴν τῶν ἐφελκυσομένων αὐτὸν τόπων εὐρυχωρίαν
ποιήσωμεν. διὰ τοῦτο οἱ μὲν πυκνοὶ καὶ στενόποροι μικρόφωνοί τε
272

καὶ τοῖς ἤχοις ἀσθενεῖς· οἱ δ' ἀραιοὶ καὶ τοῖς ἀγγείοις ἀνεῳγότες ἰσχυ-  
ρόφωνοι· παῖδές τε οὖν καὶ γυναῖκες καὶ εὐνοῦχοι τῶν ἀνδρῶν ἀσθε-
νέστεροι περὶ φωνὴν διὰ στενότητα πόρων, καὶ οἱ ἄρρωστοι τῶν ὑγι-
αινόντων. ἐπειδὴ τοίνυν ἀποδέδεικται, τῶν μὲν περὶ τὴν φωνὴν κατ-
ορθωμάτων αἴτιον εἶναι τὸ πλῆθος τοῦ κατ' ἀναπνοὴν ἑλκομένου
πνεύματος, τούτου δὲ τὴν τῶν πόρων εὐρύτητα καὶ διάστασιν, λοιπὸν
ἂν εἴη σκοπεῖν, πῶς ἂν αὕτη γένοιτο. ἐπεὶ οὖν πᾶσα σώματος εὐρυ-
χωρία καὶ κοιλότης κατὰ δύο τρόπους αὔξεται καὶ διίσταται, κατὰ
μικρὸν ἤτοι τῶν περιεχόντων τὰς κοιλότητας χιτώνων περισαττομένων
εἰς τὸ κύκλῳ πάντοθεν, ἢ τῶν ἐναρμοζομένων εἰς αὐτὸ σωμάτων ἐκ
προσαγωγῆς παραυξανομένων, δι' ἀμφοτέρων φροντιστέον ἡμῖν καὶ
εὐρυντέον τοὺς πόρους. πύκνωσιν μὲν δεῖ πᾶσαν καὶ τὰς ταύτης αἰτίας
φεύγειν, ἀνίεσθαι δ' ὡς μάλιστα, μὴ κατατεινόμενον εἰς μῆκος,

Ορειβάσιος ιατρός. Collectiones medicae (lib. 1-16, 24-25, 43-50)


Book 24, ch. 9, Sec. 17, li.7

ζῷον, ὅπερ ἔοικεν αὐλοῦ γλώττῃ, μάλιστα κάτωθέν τε καὶ ἄνωθεν  


αὐτὸ θεωμένῳ. λέγω δὲ κάτωθεν μέν, ἵνα συνάπτουσιν ἀλλήλοις ἥ τε
ἀρτηρία καὶ ὁ λάρυγξ· ἄνωθεν δέ, κατὰ τὸ στόμα τὸ γεννώμενον ὑπὸ
τῶν ταύτῃ περάτων τοῦ τε ἀρυταινοειδοῦς χόνδρου καὶ τοῦ θυρεοει-
δοῦς. τοῦτο δὴ πιμελῶδες μέν ἐστιν ἅμα καὶ ὑμενῶδες τὴν οὐσίαν,
πρῶτον δὲ καὶ κυριώτατον ὑπάρχει τῆς φωνῆς ὄργανον· ἵνα γὰρ
φωνήσῃ τὸ ζῷον, δεῖσθαι πάντως καὶ τῆς κάτωθεν φορᾶς ἀθροωτέρας,
δεῖσθαι δ' οὐδὲν ἧττον ταύτης καὶ τῆς κατὰ τὸν λάρυγγα διεξόδου
στενοτέρας, καὶ οὐχ ἁπλῶς γε στενοτέρας, ἀλλὰ κατὰ βραχὺ μὲν ἐξ
εὐρέος εἰς στενὸν ἀγομένης, κατὰ βραχὺ δ' ἐκ στενοῦ πάλιν εὐρυνο-
μένης, ὡς ἐν τοῖς περὶ φωνῆς δείκνυται· ὅπερ ἀκριβῶς ἐργάζεται
τουτὶ τὸ σῶμα τὸ προκείμενον ἐν τῷ λόγῳ νῦν, ὃ δὴ γλωττίδα τε
καὶ γλῶτταν ὀνομάζω λάρυγγος. οὐ μόνον δ' εἰς τὸ τῆς φωνῆς ὄρ-
γανον ἀναγκαῖον τῷ λάρυγγι τουτὶ τὸ σῶμα τῆς γλωττίδος, ἀλλὰ καὶ
τῇ καλουμένῃ καταλήψει τοῦ πνεύματος. ὀνομάζουσι δ' οὕτως, οὐχ
ὅταν ἀπνευστὶ μόνον ἔχωμεν, ἀλλ' ὅταν ἅμα τῷ συστέλλειν ἐκ παν-
τὸς μέρους τὸν θώρακα τοὺς μῦς ἐντείνωμεν σφοδρῶς ὅσοι καθ' ὑπο-
χόνδριά τε καὶ τὰς πλευρὰς τετάχαται· βιαιοτάτη γὰρ ἐνέργεια τηνι-
καῦτα τοῦ τε θώρακος ἅπαντος γίνεται καὶ τῶν κλειόντων τὸν λά-
ρυγγα μυῶν· ἀντέχουσι γὰρ οὗτοι βιαίως ὠθουμένῳ τῷ πνεύματι, τὸν
ἀρυταινοειδῆ κλείοντες χόνδρον, εἰς ὅπερ ἔργον οὐ σμικρὰ συντελεῖ

Meletius Med., De natura hominis P. 141, li.25

“κινήματα; πῶς αἵματι κρατεῖται καὶ πνοῇ τὸ ἀσώματον;


273

“καὶ πῶς ἡ τούτων ἔκλειψις ψυχῆς ἐστιν ἀναχώρησις; πῶς


“ὁ νοῦς καὶ περιγραπτὸς καὶ ἀόριστος ἐν ἡμῖν μένων, καὶ
“πάντα ἐφοδεύων, τάχει φορᾶς καὶ ῥεύσεως; τίς ἡ τῆς φύ-
“σεως ὁλκὴ, καὶ πρὸς ἄλληλα σχέσις τοῖς γεννῶσι καὶ γεν-
“νωμένοις, ἵνα τῷ φίλτρῳ συνέχηται;”
 Πολλὰ δ' ἂν ἔτι φιλοσοφήσῃς περὶ μερῶν καὶ μελῶν, καὶ
τῆς εἰς ἄλληλα τούτων εὐαρμοστίας· πρὸς χρείαν τὲ ὁμοῦ
καὶ κάλλος συνεστώτων τὲ καὶ διεστώτων καὶ σχιζομένων,
περιεχόντων τὲ καὶ περιεχομένων, νόμῳ καὶ λόγῳ φύσεως·
πολλὰ περὶ φωνῶν καὶ ἀκοῶν· πῶς, αἱ μὲν φέρονται διὰ τῶν
φωνητικῶν ὀργάνων· αἱ δὲ ὑποδέχονται διὰ τῆς ἐν μέσῳ τοῦ
ἀέρος πληγῆς καὶ διατυπώσεως· πολλὰ περὶ τοῖς ἐν ὕπνοις
ἀναπαύσεως ἢ ἀναπλάσεως, λογισμοῦ τὲ, καὶ θυμοῦ, καὶ ἐφέ-
σεως· καὶ συντόμως εἰπεῖν, ὅσα περὶ τὸ ζῶον τοῦτο τὸ λογικὸν  
ἡ τὰ πάντα σοφῶς οἰκονομοῦσα τοῦ Θεοῦ προσέποιησε δύνα-
μις, καὶ σοφία καλῶς ἐτεχνήσατο· καὶ οὕτω καλῶς, ὡς οὐκ
ἐνεδέχετο ἄλλως γενέσθαι ἢ συνεστάναι τουτὶ τὸ ζῶον· τί γὰρ
νοῦς τοσοῦτος τῶν μὴ προσηκόντων εἰργάσατο; οὐ μόνον δὲ
φιλοσοφήσεις τοιαῦτα, ὡς εἴρηται, καὶ θαυμάσεις· πῶς μέσον
μεγέθους καὶ ταπεινότητος γέγονας· καὶ βασιλεύεις τῶν ἐπὶ

Meletius Med., Hypothesis ad opus De natura hominis (e cod.


Barocciano 131) P. 3, li.29

 δʹ. περὶ τῶν μεγάλων κανθῶν καὶ μικρῶν.


 εʹ. περὶ μαγούλων.
 ϛʹ. περὶ τῆς ἄνω γένυος καὶ τῆς κάτω.
 ζʹ. περὶ ὤτων καὶ τῆς τούτων οὐσίας, καὶ τῆς ἀκουστικῆς
αἰσθήσεως.
 ηʹ. περὶ τοῦ πώγωνος καὶ τῶν γενείων.
 θʹ. περὶ τοῦ προσώπου, καὶ διατί οὕτως εἴρηται· καὶ τί τὸ
σημαινόμενον ἐξ αὐτοῦ.
 ιʹ. περὶ τοῦ στόματος καὶ τῶν ἔσωθεν τούτου, γλώσσης,
ὀδόντων, καὶ τῶν λοιπῶν πάντων.
 ιαʹ. περὶ φωνῆς, καὶ πῶς γίνεται.
 ιβʹ. περὶ ἀναπνοῆς, καὶ ἐξ οἵων μορίων ἀναπέμπεται.
 ιγʹ. περὶ τοῦ θώρακος.
 ιδʹ. περὶ τοῦ τραχήλου, καὶ τῶν σπονδύλων, καὶ τῆς ῥάχεως,
καὶ τοῦ νωτιαίου μυελοῦ.  
 ιεʹ. περὶ πλευρῶν, καὶ πόσαι εἴη τῷ ἀνθρώπῳ.
 ιϛʹ. περὶ τοῦ ὑπεζωκότος, καὶ τοῦ διαφράγματος.
 ιζʹ. περὶ τοῦ πνεύμονος καὶ τῆς καρδίας, καὶ τῶν ἐνεργείων
274

αὐτοῦ· καὶ πῶς ἡ τῆς καρδίας θέσις, καὶ τί τὸ σχῆμα αὐτῆς.


 ιηʹ. περὶ στομάχου, καὶ τῶν ἐντέρων καὶ τῆς τούτων ὀνομα-
σίας καὶ ἐνεργείας· καὶ πῶς ὄρεξις γίνεται καὶ πέψις.

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria


P. 505, li.3

εἰδῶν οὐ λαμβάνεται, πιστοῦται τοῦτο καὶ ἐκ τῆς συλλαβῆς λέγων ὅτι


οὐδὲ πάντα τὰ στοιχεῖα μέρη εἰσὶ τῆς κατὰ τὸν λόγον καὶ τὸ εἶδος συλλα-
βῆς· οὐ γὰρ καὶ τὰ κήρινα στοιχεῖα ἢ τὰ διὰ τοῦ μέλανος ἐν τῷ χάρτῃ
ἐγγραφέντα, διὰ τὸ καὶ ταῦτα διάστασιν ἔχειν καὶ μέρη γίνεσθαι τῆς συλ-
λαβῆς ὡς ὕλη, ὥσπερ ὁ χαλκὸς τοῦ ἀνδριάντος. εἰπὼν δὲ οἷον ταδὶ τὰ
κήρινα ἐπήγαγεν ἢ τὰ ἐν τῷ ἀέρι. ἐπειδὴ γὰρ ἡ φωνὴ ἢ πλῆξίς
ἐστιν ἀέρος ἢ πεπληγμένος ἀήρ, δῆλον ὅτι, ὅταν λέγωμεν,
συσχηματίζεται
ὁ ἀὴρ τοῖς λεγομένοις καὶ τρόπον τινὰ βῆτα καὶ γάμμα καὶ ἄλφα καὶ τὰ  
λοιπὰ γίνεται. ἀλλὰ περὶ μὲν τοῦ ὅπως ὁ ἀὴρ συσχηματίζεται τοῖς λεγο-
μένοις εἴρηται ἀκριβέστερον ἐν τῷ Β λόγῳ τῆς Περὶ ψυχῆς πραγματείας,
ὅτε καὶ αὐτὸς ἐκεῖσε περὶ φωνῆς ἔλεγεν.

p. 1035a17 Καὶ γὰρ ἡ γραμμὴ οὐκ εἰ διαιρουμένη εἰς τὰ ἡμίση


φθείρεται, ἢ ἄνθρωπος εἰς τὰ ὀστᾶ καὶ νεῦρα καὶ σάρκας, διὰ
τοῦτο καὶ εἰσὶν ἐκ τούτων.

 Εἰπὼν ὅτι τὰ τμήματα οὐ λαμβάνεται εἰς τὸν τοῦ κύκλου λόγον οὐδ'
ὁ χαλκὸς εἰς τὸν τοῦ ἀνδριάντος, ὅτι ὡς ὕλη εἰσίν, ἀλλ' ἐκεῖνα δεῖ εἰς
τοὺς τῶν εἰδῶν λόγους λαμβάνειν ἐξ ὧν τὸ εἶδός ἐστιν, οὐκ ἔστι δὲ ὁ ὡς
εἶδος κύκλος ἐκ τῶν τμημάτων, οὐδὲ ὁ ἀνδριάς, αὐτὸ δὴ λέγω τὸ τοῦ
ἀνδριάντος εἶδος, ἐκ τοῦ χαλκοῦ, ὁμοίως δὲ οὐδὲ τὸ τί ἦν εἶναι ἀνθρώπῳ
ἐκ τῶν σαρκῶν καὶ ὀστῶν οὐδὲ γραμμή ἐστιν ἐκ τῶν ἡμίσεων, ἐπειδὴ
ἔμελλέ τις πρὸς ταῦτα ἐνίστασθαι καὶ λέγειν, ὡς εἰ μή ἐστιν ἡ γραμμὴ

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria P. 729, li.17

αὑτὸν ὢν καὶ ἐνεργείᾳ ἀλλ' οὐκ ἐπινοίᾳ τὸ εἶναι ἔχων· ὡς γὰρ περὶ ἃ ἡ
γεωμετρία ἐστὶ μεταξύ εἰσι κατ' αὐτοὺς τοῦ αὐτομεγέθους καὶ τῶν αἰσθη-
τῶν μεγεθῶν, οὕτως ἕξει καὶ περὶ ἃ ἡ ἀστρολογία. τοῦτον οὖν τὸν λόγον
τὸν ἀποροῦντα καὶ λέγοντα ὅτι εἰ ἔστι τις μαθηματικὸς οὐρανός, ἀνάγκη
αὐτὸν ἀκίνητον εἶναι καὶ τὰ μόρια αὐτοῦ ἤτοι τοὺς ἀστέρας, οὐρανὸν δὲ
275

ἀκίνητον ἀδύνατον εἶναι (πᾶς γὰρ οὐρανὸς ἐν τῷ εἶναι ἐν κινήσει τοιᾳδὶ


ἔχει τὸ οὐρανὸς εἶναι), ὁμοίως κἂν ἄλλο τι ἐν κινήσει ὂν καὶ ἐν αὐτῇ τὸ
εἶναι ἔχον οὐκ ἐνδέχεται ἀκίνητον εἶναι, τοῦτον δὴ τὸν λόγον πῶς
ἐνδέχε-
ται αὐτοὺς λύειν; ὁμοίως δὲ τῇ ἀστρολογίᾳ ἕξει καὶ ἡ ὀπτικὴ καὶ ἡ ἁρ-
μονική· ἡ μὲν γὰρ ἔσται περὶ ὄψεις ἄλλας παρὰ τὰς αἰσθητάς, καὶ ἡ ἁρ-
μονικὴ περὶ φωνάς· ὥστε ἔσονται καὶ αἱ ἄλλαι αἰσθήσεις. διὰ τί γὰρ
ὄψεις μὲν ἔσονται παρὰ τὰς αἰσθητάς, παρὰ δὲ τὰς λοιπὰς αἰσθήσεις οὐκ
ἔσονται ἄλλαι; εἰ δὲ τοῦτο, ἔσονται καὶ ζῷα μαθηματικά.

p. 1077a9 Ἔτι γράφεται ἔνια καθόλου ὑπὸ τῶν μαθηματικῶν.

 Τὸ γράφεταἀντὶ τοῦ δείκνυται νῦν εἴληπται. λέγει δὲ ὅτι ἐπεὶ


δείκνυταί τινα παρὰ τοῖς μαθηματικοῖς διὰ τῶν καθόλου λόγων καὶ διά
τινων ἀξιωμάτων (οἷον διὰ τοῦ ἀπὸ ἴσων ἴσα ἂν ἀφέλῃς, τὰ καταλειπό-
μενα ἴσα ἐστί, καὶ διὰ τοῦ ἂν τέσσαρά τινα ᾖ ἀνάλογον, τὸ ὑπὸ τῶν

Alexander Phil., Problemata (lib. 3-4) [Sp.] Book 4, Sec. 38, li.10

 Διὰ τί μᾶλλον τὰ δεξιὰ τῶν ἀριστερῶν εὐσαρκότερα; Ὅτι μᾶλλον αὐτῶν


κινουμένων αἱ ὗλαι
συνεπιδιδόασιν. Διὰ τί ἐπὶ τῶν ἀριστερῶν ὤμων τὰ φορτία φέρομεν; Ὅτι
τῶν ἀριστερῶν
δυσκινήτων ὄντων πλείων ἡ ἐπιμονὴ τῆς ὕλης, ἐπὶ δὲ τῶν εὐκινητοτέρων
ἐλάττων.
 Λοιπὸν τοίνυν περὶ τῶν κοινῶν συμπτωμάτων διελθεῖν καιρός (κοινὰ δὲ
συμπτώματα λέ-
γομεν ὅσα πάσαις ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ συμβαίνει ταῖς ἡλικίαις), οἷον περὶ
ἰλίγγων καὶ πταρμῶν
καὶ χάσμης, ἔτι δὲ λυγμοῦ καὶ σκοτοδινήσεως ἐρευγμῶν τε καὶ τῶν
τοιούτων ἁπάντων, αὐτά
τε διὰ τί γίγνεται καὶ πῶς διατεθέντων τῶν σωμάτων καὶ διὰ τί τούτων
ἔνια μέν ἐστιν ἀλλή-
λων λύσις, ἔνια δ' οὔ, καὶ ποίοις ἐργωδῶς γίγνεται· μετὰ δὲ ταῦτα περί τε
φαλακρῶν καὶ
μαδίσεως τριχῶν καὶ ὅλως διὰ τί αὔξονται καὶ φθείρονται τρίχες καὶ
ὄνυχες καὶ κατὰ ποί-
ους καιροὺς καὶ διὰ τί μέλαιναι καὶ πυρραὶ καὶ λευκαὶ γίνονται αἱ τρίχες·
πρὸς δὲ τούτοις
περί τε φωνῆς καὶ τῶν περὶ φωνὴν συμπτωμάτων, οἷον διὰ τί ὀξεῖαι καὶ
βαρεῖαι γίγνονται καὶ
πῶς ἀπορρήγνυνται καὶ διὰ τί ἔνιοι διὰ τῶν ῥινῶν φθέγγονται· καὶ πάλιν
276

περὶ ἀκοῆς καὶ ὀσμῆς


καὶ γέλωτος· εἶτα περὶ ναυτίας καὶ διὰ τί οἱ μὲν τοῦτο πάσχουσιν οἱ δὲ οὔ,
καὶ ποῖοι μάλιστα.
 Διὰ τί κάτω μὲν βλέποντες ἰλιγγιῶμεν ἀφ' ὑψηλοῦ, ἄνω δὲ οὔ; Ἢ ὅτι ὁ
μὲν ἰλιγγός
ἐστι κινουμένου τοῦ ἄκρου τῆς ὄψεως οἷον τοῦ ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ·
ἰλιγγιῶμεν γὰρ ὅταν παρα-
τρέχωσι πολλοί, ἂν τὴν ὄψιν ἐφ' ἕκαστον ἐπιβάλλωμεν, ὑπὸ τῶν
παρατρεχόντων κινουμένης
τῆς ὄψεως. ὄντος δὲ τοιούτου τοῦ ἰλιγγιᾶν, ὅταν κάτω βλέπωμεν, ἐὰν μὲν
ἀπὸ βραχέος, οὐκ
ἰλιγγιῶμεν διὰ τὸ ἀπηρεῖσθαι τὴν ὄψιν· ἐὰν δ' ὑψόθεν φερομένη κάτω ἡ
ὄψις πρὶν ἀπερείσα-  
σθαι κινῆται, καὶ τὸ ἄκρον ἐκεῖνο κινεῖται· ἄνω δ' ὅταν βλέπωμεν,
ἀπερεισθήσεται ἰοῦσά τε
ᾗ ἥλιος φαίνεται. εἰκότως οὖν κάτω βλέπουσι γίνεται ἴλιγγος. Διὰ τί
μόνον ὁ πταρμὸς ἡμῖν

Archedemus Phil., Fragm. Frag. 6, li.3

 Arrianus Epict. dissert. III 2, 13. εἰ Χρύσιππον ἀνέγνως ἢ


Ἀντίπατρον. εἰ μὲν γὰρ καὶ Ἀρχέδημον, ἀπέχεις ἅπαντα.
 III 21,7. καὶ μὴν ἐγὼ ὑμῖν ἐξηγήσομαι τὰ Χρυσίππεια, ὡς οὐ-
δείς .. τὴν λέξιν διαλύσω καθαρώτατα· προσθήσω ἄν που καὶ Ἀντι-
πάτρου καὶ Ἀρχεδήμου φοράν.
 Diog. Laërt. VII 40. ἄλλοι δὲ πρῶτον μὲν τὸ λογικὸν τάτ-
τουσι, δεύτερον δὲ τὸ φυσικὸν καὶ τρίτον τὸ ἠθικόν· ὧν ἐστι – καὶ
Ἀρχέδημος.
 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 55. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν
ἡ φωνὴ κατὰ τοὺς Στωϊκούς, ὥς φησιν Ἀρχέδημός τε ἐν τῇ περὶ
φωνῆς καὶ etc. –  – πᾶν γὰρ τὸ ποιοῦν σῶμά ἐστι· ποιεῖ δὲ ἡ
φωνὴ προσιοῦσα τοῖς ἀκούουσιν ἀπὸ τῶν φωνούντων.
 Demetrius de elocutione 34 (Vol. III p. 269, 19 Spengel). τὸ
δὲ κῶλον Ἀριστοτέλης οὕτως ὁρίζεται “κῶλόν ἐστι τὸ ἕτερον μέρος
περιόδου”. εἶτα ἐπιφέρει· “γίνεται δὲ καὶ ἁπλῆ περίοδος”.  –  – ὁ
δὲ Ἀρχέδημος συλλαβὼν τὸν ὅρον τοῦ Ἀριστοτέλους καὶ τὸ ἐπιφε-
ρόμενον τῷ ὅρῳ σαφέστερον καὶ τελεώτερον οὕτως ὡρίσατο “κῶλόν
ἐστιν ἤτοι ἁπλῆ περίοδος ἢ συνθέτου περιόδου μέρος.”
 Clemens Alex. Stromat. VIII p. 332 Sylb., V. II p. 930 Pott.
τὸ γίνεσθαι οὖν καὶ τὸ τέμνεσθαι, τὰ οὗ ἐστιν αἴτια, ἐνέργειαι οὖσαι  
ἀσώματοί εἰσιν. εἰς ὃν λόγον κατηγορημάτων ἤ, ὥς τινες, λεκτῶν
277

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 99, li.21

λεστέρας ἐπάγγελμα, ἣν παρατρέποντές τινες γραμματιστικὴν καλοῦσιν·


τῆς
δὲ τελειοτέρας ἀνάπτυξις τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν.
Ἐπειδὰν
οὖν περὶ τῶν τοῦ λόγου διεξέρχωνται μερῶν, τότε οὐ τὰ φιλοσοφίας
εὑρή-
ματα παρασπῶνταί τε καὶ παρεργολαβοῦσι; ταύτης γὰρ ἴδιον ἐξετάζειν, τί

σύνδεσμος, τί ὄνομα, τί ῥῆμα, τί κοινὸν ὄνομα, τί ἴδιον, τί ἐλλιπὲς ἐν


λόγῳ,
τί πλῆρες, τί ἀποφαντόν, τί ἐρώτημα, τί πύσμα, τί περιεκτικόν, τί
εὐκτικόν,
τί ἀρατικόν. τὰς γὰρ περὶ αὐτοτελῶν καὶ ἀξιωμάτων καὶ κατηγορημάτων
πραγματείας ἥδ' ἐστὶν ἡ συνθεῖσα· ἡμίφωνον δὲ ἢ φωνῆεν ἢ παντελῶς
ἄφωνον στοιχεῖον ἰδεῖν καὶ πῶς ἕκαστον τούτων εἴωθε λέγεσθαι, καὶ
πᾶσα
ἡ περὶ φωνῆς καὶ στοιχείων καὶ τῶν τοῦ λόγου μερῶν ἰδέα, οὐ
φιλοσοφίᾳ
πεπόνηται καὶ κατήνυσται;
 Plutarchus quomodo adol. poët. aud. debeat p. 34b. Τὴν δ'
ἐπὶ πλέον τῶν λεγομένων χρῆσιν ὑπέδειξεν ὀρθῶς ὁ Χρύσιππος,
ὅτι δεῖ μετάγειν καὶ διαβιβάζειν ἐπὶ τὰ ὁμοειδῆ τὸ χρήσιμον. ὅ τε
γὰρ Ἡσιόδος εἰπών (Op. et D. 348)
 ’οὐδ' ἂν βοῦς ἀπόλοιτ', εἰ μὴ γείτων κακὸς εἴη’
καὶ περὶ κυνὸς ταὐτὸ καὶ περὶ ὄνου λέγει καὶ περὶ πάντων ὁμοίως
τῶν ἀπολέσθαι δυναμένων.

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 138, li.3

κίτται ἐνάρθρους προφέρονται φωνάς) ἀλλὰ τῷ ἐνδιαθέτῳ, οὐδὲ τῇ ἁπλῇ


μόνον φαντασίᾳ –  – ἀλλὰ τῇ μεταβατικῇ καὶ συνθετικῇ. διόπερ ἀκολου-
θίας ἔννοιαν ἔχων εὐθὺς καὶ σημείου νόησιν λαμβάνει διὰ τὴν
ἀκολουθίαν.
 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 55. τῆς δὲ διαλεκτικῆς
θεωρίας συμφώνως δοκεῖ τοῖς πλείστοις ἀπὸ τοῦ περὶ τῆς φωνῆς ἐνάρχε-
σθαι τόπου.
 Scholia Hesiod. Theog. v. 266. Ἶρις δὲ ὁ προφορικὸς λόγος ἀπὸ
278

τοῦ εἴρω τὸ λέγω.


 Origenes contra Celsum II 72 Vol. I p. 194, 13 Kö. (p. 441 De-
larue). οὐδέπω δὲ λέγω ὅτι οὐ πάντως ἐστὶν ἀὴρ πεπληγμένος ἢ πληγὴ
ἀέρος
ἢ ὅτι ποτὲ λέγεται ἐν τοῖς περὶ φωνῆς ἡ ἀναγραφομένη φωνὴ τοῦ θεοῦ.
 Scholia Arati v. 1. οἱ γὰρ Στωϊκοὶ ὑποτίθενται, μᾶλλον δὲ πάν-
τες οἱ ὅρον φωνῆς γράψαντες πεπληγμένον ταύτην ἀέρα καλοῦσιν.
 Diogenes Laërt. VII 55. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν ἡ φωνή, κατὰ
τοὺς Στωϊκούς, ὥς φησιν Ἀρχέδημός τε ἐν τῇ περὶ φωνῆς καὶ Διο-  
γένης καὶ Ἀντίπατρος καὶ Χρύσιππος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν φυσι-
κῶν. πᾶν γὰρ τὸ ποιοῦν σῶμά ἐστιν· ποιεῖ δὲ ἡ φωνὴ προσιοῦσα
τοῖς ἀκουόυσιν ἀπὸ τῶν φωνούντων.

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 140, li.2

σθαι τόπου.
 Scholia Hesiod. Theog. v. 266. Ἶρις δὲ ὁ προφορικὸς λόγος ἀπὸ
τοῦ εἴρω τὸ λέγω.
 Origenes contra Celsum II 72 Vol. I p. 194, 13 Kö. (p. 441 De-
larue). οὐδέπω δὲ λέγω ὅτι οὐ πάντως ἐστὶν ἀὴρ πεπληγμένος ἢ πληγὴ
ἀέρος
ἢ ὅτι ποτὲ λέγεται ἐν τοῖς περὶ φωνῆς ἡ ἀναγραφομένη φωνὴ τοῦ θεοῦ.
 Scholia Arati v. 1. οἱ γὰρ Στωϊκοὶ ὑποτίθενται, μᾶλλον δὲ πάν-
τες οἱ ὅρον φωνῆς γράψαντες πεπληγμένον ταύτην ἀέρα καλοῦσιν.
 Diogenes Laërt. VII 55. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν ἡ φωνή, κατὰ
τοὺς Στωϊκούς, ὥς φησιν Ἀρχέδημός τε ἐν τῇ περὶ φωνῆς καὶ Διο-  
γένης καὶ Ἀντίπατρος καὶ Χρύσιππος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν φυσι-
κῶν. πᾶν γὰρ τὸ ποιοῦν σῶμά ἐστιν· ποιεῖ δὲ ἡ φωνὴ προσιοῦσα
τοῖς ἀκουόυσιν ἀπὸ τῶν φωνούντων.

Democritus Phil., Testimonia Frag. 33, li.24

IV. 1. Περὶ φύσεως πρῶτον 2. Περὶ ἀνθρώπου φύσιος (ἢ Περὶ σαρκός)


δεύ-
 τερον 3. Περὶ νοῦ 4. Περὶ αἰσθησίων (ταῦτά τινες ὁμοῦ γράφοντες Περὶ
 ψυχῆς ἐπιγράφουσι).
V. 1. Περὶ χυμῶν 2. Περὶ χροῶν (47) 3. Περὶ τῶν διαφερόντων ῥυσμῶν
 4. Περὶ ἀμειψιρυσμιῶν.
VI. 1. Κρατυντήρια (ὅπερ ἔστιν ἐπικριτικὰ τῶν προειρημένων) 2. Περὶ
εἰδώλων
279

 ἢ Περὶ προνοίας 3. Περὶ λογικῶν κανὼν αβγ 4. Ἀπορημάτων [Bücher-


 zahl fehlt]. ταῦτα καὶ περὶ Φύσεως.

Τὰ δὲ Ἀσύντακτά ἐστι τάδε·

 1. Αἰτίαι οὐράνιαι 2. Αἰτίαι ἀέριοι 3. Αἰτίαι ἐπίπεδοι 4. Αἰτίαι περὶ


 πυρὸς καὶ τῶν ἐν πυρί 5. Αἰτίαι περὶ φωνῶν 6. Αἰτίαι περὶ σπερμάτων
 καὶ φυτῶν καὶ καρπῶν 7. Αἰτίαι περὶ ζώιων αβγ 8. Αἰτίαι σύμμικτοι
 9. Περὶ τῆς λίθου. ταῦτα καὶ τὰ Ἀσύντακτα.

Μαθηματικὰ δὲ τάδε·

VII. 1. Περὶ διαφορῆς γνώμης ἢ Περὶ ψαύσιος κύκλου καὶ σφαίρης 2.

Democritus Phil., Fragm. Frag. 11f, li.1

ΑΙΤΙΑΙ ΠΕΡΙ ΦΩΝΩΝ.

Diogenes Phil., Testimonia et Fragm. Frag. 21, li.2

χείου καὶ τὸ ὄνομα, οἷον “ἄλφα”.


 φωνήεντα δέ ἐστι τῶν στοιχείων ἑπτά· α, ε, η, ι, ο, υ, ω.
 ἄφωνα δὲ ἕξ· β, γ, δ, π, κ, τ.
 διαφέρει δὲ φωνὴ καὶ λέξις , ὅτι φωνὴ μὲν καὶ ὁ ἦχός ἐστι, λέξις
δὲ τὸ ἔναρθρον μόνον.
 λέξις δὲ λόγου διαφέρει, ὅτι λόγος ἀεὶ σημαντικός ἐστι, λέξις δὲ
καὶ ἀσήμαντος, ὡς ἡ “βλίτυρι”, λόγος δὲ οὐδαμῶς.
 διαφέρει δὲ καὶ τὸ λέγειν τοῦ προφέρεσθαι· προφέρονται μὲν
γὰρ αἱ φωναί, λέγεται δὲ τὰ πράγματα, ἃ δὴ καὶ λεκτὰ τυγχάνει.
 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 57. τοῦ δὲ λόγου
ἐστὶ μέρη πέντε, ὥς φησι Διογένης τε ἐν τῷ περὶ φωνῆς καὶ
Χρύσιππος· ὄνομα, προσηγορία, ῥῆμα, σύνδεσμος, ἄρθρον.
 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 58. ἔστι δὲ προς-
ηγορία μέν, κατὰ τὸν Διογένην, μέρος λόγου σημαῖνον κοινὴν
ποιότητα, οἷον “ἄνθρωπος” “ἵππος”.
 ὄνομα δέ ἐστι μέρος λόγου δηλοῦν ἰδίαν ποιότητα, οἷον Διο-
γένης, Σωκράτης.
280

Timaeus Hist., Fragm. Vol.-Jacobyʹ-F 3b,566,F, frag. 43b, li.24

μου τοῦ κιθαρωιδοῦ, τέττιγα ἐπὶ τὴν


κιθάραν καθήμενον ἔχων. φησὶ δὲ
Τίμαιος, Πυθίοις ποτὲ ἀγωνιζομένους
τοῦτόν τε καὶ Ἀρίστωνα Ῥηγῖνον
ἐρίσαι περὶ τοῦ κλήρου· τὸν μὲν δὴ
Ἀρίστωνα δεῖσθαι τῶν Δελφῶν ἑαυ-
τῶι συμπράττειν. ἱεροὺς γὰρ εἶναι
τοῦ θεοῦ τοὺς προγόνους αὐτοῦ, καὶ
τὴν ἀποικίαν ἐνθένδε ἐστάλθαι. τοῦ δ'
Εὐνόμου φήσαντος ἀρχὴν μηδὲ μετεῖ-
ναι ἐκείνοις τῶν περὶ φωνὴν ἀγωνισμά-  
των, παρ' οἷς καὶ οἱ τέττιγες εἶεν
ἄφωνοι, τὰ εὐφθογγότατα τῶν ζώιων,
ὅμως εὐδοκιμεῖν μηδὲν ἧττον τὸν Ἀρί-
στωνα καὶ ἐν ἐλπίδι τὴν νίκην ἔχειν,
νικῆσαι μέντοι τὸν Εὔνομον καὶ ἀνα-
θεῖναι τὴν λεχθεῖσαν εἰκόνα ἐν τῆι
πατρίδι, ἐπειδὴ κατὰ τὸν ἀγῶνα μιᾶς
τῶν χορδῶν ῥαγείσης, ἐπιπτὰς τέττιξ
ἐκπληρώσειε τὸν φθόγγον.   

Γρηγόριος Νύσσης. , Oratio catechetica magna Sec. 32, li.71

σύμπνοιάν τε καὶ ἁρμονίαν δι' ἑαυτοῦ συνάγων ἐν γὰρ


τοῖς οὖσιν ἢ ἄνω τι νοεῖται, ἢ κάτω, ἢ πρὸς τὰ κατὰ
τὸ πλάγιον πέρατα διαβαίνει ἡ ἔννοια. ἂν τοίνυν λογίσῃ  
τῶν ἐπουρανίων ἢ τῶν ὑποχθονίων ἢ τῶν καθ' ἑκάτερον
τοῦ παντὸς περάτων τὴν σύστασιν, πανταχοῦ τῷ λογισμῷ
σου προαπαντᾷ ἡ θεότης, μόνη κατὰ πᾶν μέρος τοῖς οὖσιν
ἐνθεωρουμένη καὶ ἐν τῷ εἶναι τὰ πάντα συνέχουσα. εἴτε
δὴ θεότητα τὴν φύσιν ταύτην ὀνομάζεσθαι χρὴ εἴτε λόγον
εἴτε δύναμιν εἴτε σοφίαν εἴτε ἄλλο τι τῶν ὑψηλῶν τε καὶ
μᾶλλον ἐνδείξασθαι δυναμένων τὸ ὑπερκείμενον, οὐδὲν ὁ
λόγος ἡμῶν περὶ φωνῆς ἢ ὀνόματος ἢ τύπου ῥημάτων
διαφέρεται. ἐπεὶ οὖν πᾶσα πρὸς αὐτὸν ἡ κτίσις βλέπει,
καὶ περὶ αὐτόν ἐστι, καὶ δι' ἐκείνου πρὸς ἑαυτὴν συμφυὴς
γίνεται, τῶν ἄνω τοῖς κάτω καὶ τῶν πλαγίων πρὸς ἄλληλα
δι' ἐκείνου συμφυομένων, ἔδει μὴ μόνον δι' ἀκοῆς ἡμᾶς πρὸς
281

τὴν τῆς θεότητος κατανόησιν χειραγωγεῖσθαι, ἀλλὰ καὶ


τὴν ὄψιν γενέσθαι τῶν ὑψηλοτέρων νοημάτων διδάσκαλον,
ὅθεν καὶ ὁ μέγας ὁρμηθεὶς Παῦλος μυσταγωγεῖ τὸν ἐν
Ἐφέσῳ λαόν, δύναμιν αὐτοῖς ἐντιθεὶς διὰ τῆς διδασκαλίας
πρὸς τὸ γνῶναι τί ἐστι τὸ βάθος καὶ τὸ ὕψος, τό τε πλάτος
καὶ τὸ μῆκος. ἑκάστην γὰρ τοῦ σταυροῦ

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo) P. 15, li.12

 Τί ἐστι φωνή; φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγμένος ἢ


τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς. Ἀλλ' ἐπειδὴ ὁ ἀὴρ σῶμά
ἐστιν, ὁ δὲ Πλάτων οὐ δοξάζει τὴν φωνὴν σῶμα, λέ-
γει τὸν ὅρον τῆς φωνῆς οὕτως· φωνή ἐστι πληγὴ
ἀέρος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς.
 Εἰσὶ δέ τινες λόγοι δεικνῦντες τὴν φωνὴν ἀσώ-
ματον καὶ ἔχουσιν οὕτως· Τῶν πραγμάτων τὰ μὲν ἐν
τῷ γίγνεσθαι ἔχουσι τὸ εἶναι, τὰ δὲ ἐν τὸ γεγονέναι·
ἄρα οὖν ἡ φωνὴ ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει τὸ εἶναι καὶ
μετὰ ταῦτα οὐχ ὑφίσταται· δηλονότι οὐκ ἔστι σῶμα.

Γνῶμαι παλαιαὶ περὶ φωνῆς.

 Ὁ δὲ Δημόκριτος καὶ ὁ Ἐπίκουρος καὶ οἱ Στωϊ-


κοὶ σῶμα λέγουσι τὴν φωνήν, ὅτι πᾶν, ὃ ἔχει ἐνέρ-
γειαν καὶ πάθος, ἤγουν δύναται δρᾶσαι καὶ παθεῖν,
σῶμά ἐστιν. Ὥσπερ ὁ σίδηρος· πάσχει γὰρ οὗτος
ὑπὸ πυρός, δρᾷ δὲ εἰς ἀνθρώπους καὶ εἰς τὰ ξύλα
καὶ πέτρας· εἰ τοίνυν ἡ φωνὴ καὶ δρᾷ καὶ πάσχει,
σῶμά ἐστιν. Καὶ δρᾷ μέν, ἡνίκα ἀκούοντες ἡμεῖς ἢ
φωνῆς ἢ κιθάρας πρὸς τέρψιν ἐρχόμεθα· πάσχει δέ,
ὡς ὅταν φωνούντων ἡμῶν πνεύσῃ ἄνεμος, καὶ ποιήσῃ
ἧττον ἀκούεσθαι τὴν φωνήν. Καὶ ἔτι πᾶν αἰσθητὸν

Γρηγόριος Ναζιανζηνός. , De theologia (orat. 28) Sec. 22, li.24

φύσεως ὁλκὴ καὶ πρὸς ἄλληλα σχέσις τοῖς γεννῶσι καὶ τοῖς γεννω-
μένοις, ἵνα τῷ φίλτρῳ συνέχηται; πῶς ἑστηκότα τε τὰ εἴδη καὶ
τοῖς χαρακτῆρσι διεστηκότα, ὧν τοσούτων ὄντων αἱ ἰδιότητες
ἀνέφικτοι; πῶς τὸ αὐτὸ ζῶον θνητὸν καὶ ἀθάνατον, τὸ μὲν τῇ
μεταστάσει, τὸ δὲ τῇ γεννήσει; τὸ μὲν γὰρ ὑπεξῆλθε, τὸ δὲ ἀντ-
282

εισῆλθεν, ὥσπερ ἐν ὁλκῷ ποταμοῦ μὴ ἑστῶτος καὶ μένοντος. πολλὰ


δ' ἂν ἔτι φιλοσοφήσαις περὶ μελῶν καὶ μερῶν, καὶ τῆς πρὸς ἄλληλα
τούτων εὐαρμοστίας, πρὸς χρείαν τε ὁμοῦ καὶ κάλλος συνεστώτων
τε καὶ διεστώτων, προεχόντων τε καὶ προεχομένων, ἑνουμένων
τε καὶ σχιζομένων, περιεχόντων τε καὶ περιεχομένων, νόμῳ καὶ
λόγῳ φύσεως. πολλὰ περὶ φωνῶν καὶ ἀκοῶν· πῶς αἱ μὲν φέρονται
διὰ τῶν φωνητικῶν ὀργάνων, αἱ δὲ ὑποδέχονται, διὰ τῆς ἐν μέσῳ
τοῦ ἀέρος πληγῆς καὶ τυπώσεως ἀλλήλαις ἐπιμιγνύμεναι. πολλὰ
περὶ ὄψεως ἀρρήτως κοινωνούσης τοῖς ὁρατοῖς, καὶ μόνῳ τῷ
βούλεσθαι καὶ ὁμοῦ κινουμένης, καὶ ταὐτὸν τῷ νοὶ πασχούσης·
μετὰ γὰρ τοῦ ἴσου τάχους ἐκεῖνός τε μίγνυται τοῖς νοουμένοις καὶ
αὕτη τοῖς ὁρωμένοις. πολλὰ περὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων, αἳ παρα-
δοχαί τινές εἰσι τῶν ἔξωθεν, λόγῳ μὴ θεωρούμεναι. πολλὰ περὶ
τῆς ἐν ὕπνοις ἀναπαύσεως, καὶ τῆς δι' ὀνειράτων ἀναπλάσεως,
μνήμης τε καὶ ἀναμνήσεως, λογισμοῦ τε καὶ θυμοῦ καὶ ἐφέσεως,
καὶ συντόμως εἰπεῖν, ὅσοις ὁ μικρὸς οὗτος κόσμος διοικεῖται,

Πορφύριος. In Aristotelis categorias expositio per interrogationem et


responsionem Vol. 4,1, p. 57, li.6

νῶν οὐδαμῶς χρὴ ἐπιγράφειν.


 {Ἐ.} Διὰ τί;
 {Ἀ.} Ὅτι τὰ μὲν ὄντα καὶ τὰ τούτων γένη καὶ τὰ εἴδη καὶ αἱ διαφοραὶ
πράγματά ἐστι καὶ οὐ φωναί. ὁ δὲ Ἀριστοτέλης καταριθμησάμενος τὰ
δέκα ταῦτα, τὴν οὐσίαν, τὸ ποιόν, τὸ ποσόν, τὰ λοιπά φησιν· ‘ἕκαστον δὲ

τῶν εἰρημένων αὐτὸ μὲν καθ' αὑτὸ οὐδεμιᾷ καταφάσει λέγεται. τῇ δὲ


πρὸς ἄλληλα τούτων συμπλοκῇ κατάφασις γίνεται’. εἰ γὰρ ἡ τούτων
συμπλοκὴ κατάφασιν ποιεῖ, ἡ δὲ κατάφασις ἐν φωνῇ σημαντικῇ καὶ
λόγῳ ἀποφαντικῷ τὴν ὑπόστασιν ἔχει, οὐκ ἂν εἴη περὶ γενῶν τοῦ ὄν-
τος ἡ πραγματεία οὐδ' ὅλως περὶ πραγμάτων ᾗ πράγματα, ἀλλὰ μᾶλλον
περὶ φωνῶν σημαντικῶν τῶν πραγμάτων· οὐ γὰρ ἡ τῶν πραγμάτων συμ-
πλοκὴ κατάφασις γίνεται, ἀλλ' ἡ φωνῶν σημαντικῶν τῶν δηλουσῶν τὰ
πράγματα συμπλοκὴ ἀποτελεῖ τὴν κατάφασιν, αὐτός τε ῥητῶς ἔφη· ‘τῶν
κατὰ μηδεμίαν συμπλοκὴν λεγομένων ἕκαστον ἤτοι οὐσίαν σημαίνει
ἢ ποσόν’ καὶ τὰ ἑξῆς· εἰ γὰρ περὶ πραγμάτων ἦν αὐτῷ ὁ λόγος,
οὐκ ἂν εἶπεν τὸ ‘ἤτοι οὐσίαν σημαίνει’· οὐ γὰρ σημαίνουσι τὰ πράγματα
ἀλλὰ σημαίνεται.
 {Ἐ.} Ἀλλ' ὅτι μὲν οὔτε Πρὸ τῶν τοπικῶν ἐπιγέγραπται οὔτε Περὶ τῶν
γενῶν τοῦ ὄντος οὔτε Περὶ τῶν δέκα γενῶν τοῦ ὄντος, αὐτάρκως παρ-
έστησας· ὅτι δὲ Περὶ τῶν κατηγοριῶν ἐπιγραπτέον, ἐπίδειξον ἡμῖν.
 {Ἀ.} Ἀλλ' οὐκ ἂν τοῦτο ἐπιδειχθείη, εἰ μὴ ἡ πρόθεσις πρότερον δηλω
283

Πορφύριος. In Aristotelis categorias expositio per interrogationem et


responsionem Vol. 4,1, p. 58, li.5

τινων λέξεων προηγουμένως, πάλιν ὁ ἄνθρωπος κατὰ δευτέραν ἐπιβολὴν


ἐπανελθὼν αὐτὰς τὰς τεθείσας λέξεις θεωρήσας τὰς μὲν τοιοῦτον φέρε
τύπον
ἐχούσας, ὥστε ἄρθροις συνάπτεσθαι τοιοῖσδε, ὀνόματα κέκληκε, τὰς δὲ
τοι-
αύτας οἷον τὸ περιπατῶ, περιπατεῖς, περιπατεῖ, ῥήματα, δηλώματα τῶν
ποιῶν τύπων παριστὰς τῶν φωνῶν διὰ τοῦ τὰς μὲν ὀνόματα καλέσαι τὰς
δὲ ῥήματα. ὥστε τόδε μέν τι τὸ πρᾶγμα καλέσαι χρυσὸν καὶ τὴν τοι-  
αύτην ὕλην τὴν οὕτω διαλάμπουσαν προσαγορεῦσαι ἥλιον τῆς πρώτης ἦν

θέσεως τῶν ὀνομάτων, τὸ δὲ τὴν χρυσὸν λέξιν εἰπεῖν εἶναι ὄνομα τῆς
δευτέρας θέσεως καὶ τοὺς τύπους τῆς ποιᾶς λέξεως σημαινούσης. ἔστι
τοίνυν ἡ πρόθεσις τοῦ βιβλίου περὶ τῆς πρώτης θέσεως τῶν λέξεων τῆς
παραστατικῆς τῶν πραγμάτων· ἔστιν γὰρ περὶ φωνῶν σημαντικῶν
ἁπλῶν,
καθὸ σημαντικαί εἰσι τῶν πραγμάτων, οὐ μὴν τῶν κατὰ ἀριθμὸν
ἀλλήλων
διαφερόντων ἀλλὰ τῶν κατὰ γένος· ἄπειρα μὲν σχεδὸν καὶ τὰ πράγματα
καὶ αἱ λέξεις κατὰ ἀριθμόν. ἀλλ' οὐ τὰς κατὰ ἀριθμὸν πρόκειται διελθεῖν
λέξεις· ἑκάστη γὰρ κατὰ ἀριθμὸν σημαίνει τῶν ὄντων· ἀλλ' ἐπεὶ τῷ ἀρι-
θμῷ πολλά ἐστιν ἓν ὄντα τῷ εἴδει ἢ τῷ γένει, καὶ ἡ ἀπειρία τῶν ὄντων
καὶ τῶν σημαινουσῶν αὐτὰ λέξεων εἰς δέκα γένη εὕρηται
περιλαμβανομένη
εἰς τὸ γράφεσθαι. εἰς δέκα τοίνυν γενικὰς διαφορὰς περιληφθέντων τῶν
ὄντων δέκα καὶ αἱ δηλοῦσαι ταῦτα φωναὶ γεγόνασι κατὰ γένη καὶ αὐταὶ
περιληφθεῖσαι. δέκα οὖν λέγονται κατηγορίαι τῷ γένει δηλονότι, ὥσπερ
καὶ
αὐτὰ τὰ ὄντα δέκα τῷ γένει. ὅθεν ἐπεὶ περὶ φωνῶν σημαντικῶν

Πορφύριος. In Aristotelis categorias expositio per interrogationem et


responsionem Vol. 4,1, p. 58, li.15

παραστατικῆς τῶν πραγμάτων· ἔστιν γὰρ περὶ φωνῶν σημαντικῶν


ἁπλῶν,
καθὸ σημαντικαί εἰσι τῶν πραγμάτων, οὐ μὴν τῶν κατὰ ἀριθμὸν
ἀλλήλων
284

διαφερόντων ἀλλὰ τῶν κατὰ γένος· ἄπειρα μὲν σχεδὸν καὶ τὰ πράγματα
καὶ αἱ λέξεις κατὰ ἀριθμόν. ἀλλ' οὐ τὰς κατὰ ἀριθμὸν πρόκειται διελθεῖν
λέξεις· ἑκάστη γὰρ κατὰ ἀριθμὸν σημαίνει τῶν ὄντων· ἀλλ' ἐπεὶ τῷ ἀρι-
θμῷ πολλά ἐστιν ἓν ὄντα τῷ εἴδει ἢ τῷ γένει, καὶ ἡ ἀπειρία τῶν ὄντων
καὶ τῶν σημαινουσῶν αὐτὰ λέξεων εἰς δέκα γένη εὕρηται
περιλαμβανομένη
εἰς τὸ γράφεσθαι. εἰς δέκα τοίνυν γενικὰς διαφορὰς περιληφθέντων τῶν
ὄντων δέκα καὶ αἱ δηλοῦσαι ταῦτα φωναὶ γεγόνασι κατὰ γένη καὶ αὐταὶ
περιληφθεῖσαι. δέκα οὖν λέγονται κατηγορίαι τῷ γένει δηλονότι, ὥσπερ
καὶ
αὐτὰ τὰ ὄντα δέκα τῷ γένει. ὅθεν ἐπεὶ περὶ φωνῶν σημαντικῶν ἡ πρό-
θεσις καθὸ σημαίνουσι τῶν κατὰ γένος διαφόρων ὄντων, τὸ δὲ ἀγορεύειν

τὰ πράγματα κατά τι σημαινόμενον κατηγορεῖν ἔλεγον καὶ ὅλως τὸ λέξιν


σημαντικὴν κατὰ πραγμάτων λέγειν, εἰκότως Κατηγορίας ἐπέγραψεν τὴν
περὶ τῶν ἁπλῶν λέξεων στοιχείωσιν τὴν καθὸ σημαντικαὶ τῶν
πραγμάτων
εἰσὶν προηγουμένως κατὰ γένος ἕκαστον θεωρουμένην.
 {Ἐ.} Ἀλλὰ πῶς, εἰ περὶ φωνῶν σημαντικῶν ἐστιν ἡ πραγματεία, ἐν
τοῖς ἑξῆς περὶ τῶν πραγμάτων ὁ πᾶς αὐτῷ γεγένηται λόγος;
 {Ἀ.} Ὅτι αἱ φωναὶ ἀγγέλῳ ἐοικυῖαι τὰ πράγματα ἀγγέλλουσιν, ἀπὸ δὲ
τῶν πραγμάτων, ὧν ἀγγέλλουσι, τὰς διαφορὰς λαμβάνουσιν· ἀφ' ὧν
τοίνυν
τὸ τῆς χρείας ἀναγκαῖον ἔχουσιν, ταῦτα ἀναγκαῖον θεωρεῖται, ἵνα κατὰ
τὰς

Πορφύριος. In Aristotelis categorias expositio per interrogationem et


responsionem Vol. 4,1, p. 58, li.21

καὶ τῶν σημαινουσῶν αὐτὰ λέξεων εἰς δέκα γένη εὕρηται


περιλαμβανομένη
εἰς τὸ γράφεσθαι. εἰς δέκα τοίνυν γενικὰς διαφορὰς περιληφθέντων τῶν
ὄντων δέκα καὶ αἱ δηλοῦσαι ταῦτα φωναὶ γεγόνασι κατὰ γένη καὶ αὐταὶ
περιληφθεῖσαι. δέκα οὖν λέγονται κατηγορίαι τῷ γένει δηλονότι, ὥσπερ
καὶ
αὐτὰ τὰ ὄντα δέκα τῷ γένει. ὅθεν ἐπεὶ περὶ φωνῶν σημαντικῶν ἡ πρό-
θεσις καθὸ σημαίνουσι τῶν κατὰ γένος διαφόρων ὄντων, τὸ δὲ ἀγορεύειν

τὰ πράγματα κατά τι σημαινόμενον κατηγορεῖν ἔλεγον καὶ ὅλως τὸ λέξιν


σημαντικὴν κατὰ πραγμάτων λέγειν, εἰκότως Κατηγορίας ἐπέγραψεν τὴν
περὶ τῶν ἁπλῶν λέξεων στοιχείωσιν τὴν καθὸ σημαντικαὶ τῶν
πραγμάτων
285

εἰσὶν προηγουμένως κατὰ γένος ἕκαστον θεωρουμένην.


 {Ἐ.} Ἀλλὰ πῶς, εἰ περὶ φωνῶν σημαντικῶν ἐστιν ἡ πραγματεία, ἐν
τοῖς ἑξῆς περὶ τῶν πραγμάτων ὁ πᾶς αὐτῷ γεγένηται λόγος;
 {Ἀ.} Ὅτι αἱ φωναὶ ἀγγέλῳ ἐοικυῖαι τὰ πράγματα ἀγγέλλουσιν, ἀπὸ δὲ
τῶν πραγμάτων, ὧν ἀγγέλλουσι, τὰς διαφορὰς λαμβάνουσιν· ἀφ' ὧν
τοίνυν
τὸ τῆς χρείας ἀναγκαῖον ἔχουσιν, ταῦτα ἀναγκαῖον θεωρεῖται, ἵνα κατὰ
τὰς
γενικὰς διαφορὰς ὧν ἀγγέλλουσι καὶ αὐταὶ τὸ διάφορον λάβωσι τὸ κατὰ
γένος. ἐμπίπτουσα τοίνυν γέγονεν ἡ περὶ τῶν κατὰ γένος διαφορῶν ζή-
τησις τῶν ὄντων, προηγουμένη δέ ἐστιν ἡ περὶ τῶν φωνῶν τῶν σημαντι-
κῶν, ὡς εἴρηται.
 {Ἐ.} Ἀλλ' εἰ ἐνθάδε εἰς δέκα γένη διεῖλεν τὰς σημαντικὰς φωνάς,
πῶς ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας εἰς δύο, εἰς ὄνομα καὶ ῥῆμα;

Πορφύριος. In Aristotelis categorias expositio per interrogationem et


responsionem Vol. 4,1, p. 61, li.15

 {Ἀ.} Ἀπὸ τῶν ὁμωνύμων.


 {Ἐ.} Διὰ τί οὖν ἀπὸ τῶν ὁμωνύμων καὶ οὐκ ἀπὸ τῶν συνωνύμων, εἴπερ
τὰ συνώνυμα καὶ ὀνόματος τοῦ αὐτοῦ κοινωνεῖ καὶ τοῦ λόγου,
σαφέστερον δὲ
τὸ κατ' ἄμφω κοινωνοῦν καὶ τοῦ ὀνόματος καὶ τοῦ λόγου τοῦ κατὰ μόνου

τοῦ ὀνόματος κοινωνοῦντος;


 {Ἀ.} Φημὶ ὅτι ἐπεὶ τὸ ὂν ὁμώνυμον δοκεῖ εἶναι τῷ Ἀριστοτέλει καὶ αἱ
κατηγορίαι ὁμωνύμως λέγονται κατηγορίαι καθ' ὧν κατηγοροῦνται, διὰ
τοῦτο
πρῶτον περὶ τῶν ὁμωνύμων ποιεῖται τὸν λόγον.
 {Ἐ.} Διὰ τί οὖν οὐ περὶ ὁμωνυμίας πρότερον ποιεῖται τὸν λόγον ἀλλὰ
περὶ ὁμωνύμων, εἴπερ ὁμωνυμία μὲν φωνή, ὁμώνυμα δὲ τὰ πράγματα,
φὴς
δὲ αὐτὸν προηγουμένως περὶ φωνῶν ἐνίστασθαι τὴν πραγματείαν, οὐ
μὴν περὶ
τῶν πραγμάτων;
 {Ἀ.} Ὅτι περὶ τὴν φωνὴν οὐ ποιεῖ ὁμωνυμίαν ὁ χαρακτὴρ τῆς λέξεως,
τὰ δὲ πράγματα διάφορα εὑρεθέντα καὶ κατὰ μηδὲν ἀλλήλοις
κοινωνοῦντα
κατὰ μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς τυγχάνει λέξεως. πρὶν δὲ γνωσθῆναι ὅτι κατὰ
πλειόνων τέτακται τὰ πράγματα τοῦ αὐτοῦ λόγου μὴ κοινωνοῦντα, οὐδ'
ἂν
286

εἴη ὁμωνυμία.
 {Ἐ.} Τί οὖν τοῦτο ποιεῖ πρὸς τὸ μὴ ἀπὸ τῆς φωνῆς ἄρξασθαι, ἀλλ'
ἀπὸ τῶν πραγμάτων;

Πορφύριος. In Aristotelis categorias expositio per interrogationem et


responsionem Vol. 4,1, p. 70, li.28

οὐκ ἂν εἴη παρωνύμως κεκλημένος σπουδαῖος.


 {Ἐ.} Διά τί οὖν οὐκ ἀπὸ τοῦ τὴν σπουδὴν ἔχειν σπουδαῖος καλεῖται ὁ
σπουδαῖος ἀλλὰ τοῦ ἔχειν ἀρετήν;
 {Ἀ.} Ὅτι εἰ διὰ τὸ σπουδὴν ἔχειν σπουδαῖος ἐκαλεῖτο, πάντας ἐνῆν τοὺς
περί τι σπουδὴν ἔχοντας καλεῖν σπουδαίους. νῦν δὲ οὐχ ὁ περί τι σπου-
δάζων σπουδαῖος καλεῖται, ἀλλὰ μόνος ὁ ἀρετῆς μετέχων. ὥστε ποιὸς
μὲν ἂν εἴη ἀπὸ τῆς ἀρετῆς ὁ σπουδαῖος, οὐ μέντοι καὶ παρώνυμος.
 {Ἐ.} Εἰρηκὼς δὴ αὐτάρκως περὶ τῆς σχέσεως τῶν ὀνομάτων τῆς πρὸς τὰ

πράγματα καὶ τὰ περὶ τῆς σχέσεως τῶν ὅρων τῶν καθ' ἕκαστον ὀνομάτων

τῆς πρὸς τὰ πράγματα, ἑξῆς περὶ τίνος φὴς διαλαμβάνειν τὸν


Ἀριστοτέλην;
 {Ἀ.} Λέγω τοίνυν ὅτι ἐπεὶ περὶ φωνῶν ἁπλῶν ἐστιν σημαντικῶν τῶν
πραγμάτων ἡ πρόθεσις, καθὸ σημαντικαί εἰσιν αὐτῶν· εἰσὶ δὲ πρώτως
κατὰ
γένος ἀφοριζόμεναι καὶ κατὰ γένη τῶν πραγμάτων καὶ οὐ κατὰ ἀριθμὸν
λαμβανόμεναι τὸν τῶν καθ' ἕκαστα καὶ τὸν τῶν ἀτόμων· ἐπεὶ τοίνυν ἡ
πρόθεσις τοιαύτη, ἀναγκαίως ὅτι περὶ ἁπλῶν λέξεών ἐστι διδάξαι
δεικνύς,

Πορφύριος. Εἰς τὰ ἁρμονικὰ Πτολεμαίου ὑπόμνημα P. 9, li.28

καὶ τῆς φωνῆς θεωρεῖν καὶ ἄρχεσθαι ἀπὸ τῆς τούτων καταλήψεως πρὸς
πᾶσαν τὴν τοῦ συμφώνου εὕρεσιν διὰ τὴν κίνησιν. τοῖς παραιτουμένοις
μὲν τὴν διὰ τῶν ἀριθμῶν καὶ τοῦ λόγου κρίσιν τῆς συμφωνίας, αὐτόθεν
δ' ἀξιοῦσι τῇ αἰσθήσει κανόνι χρήσασθαι – τούτῳ ὡς ἀρχοειδεῖ ἐν τῇ
τοῦ ἡρμοσμένου καταλήψει – ἀλλότριον γίνεται καὶ πόρρω παντελῶς τὸ
τὴν οὐσίαν τῶν ψόφων καὶ τῆς φωνῆς ἐρευνᾶν. ταῦτα μὲν οὖν τοιαύτην
ἔχει τὴν λύσιν.
 Ὁ δὲ Πτολεμαῖος ὅτι ἐν πολλοῖς πρὸς τοὺς Πυθαγορείους ἀποκλίνει
κατὰ τὴν ἁρμονικὴν πραγματείαν, δειχθήσεται μὲν τοῦ λόγου προϊόντος
μᾶλλον· νῦν δὲ καὶ ἀπὸ τούτων γινέσθω φανερόν. πάντων γὰρ ὡς ἔπος
287

εἰπεῖν τῶν Ἀριστοξενείων καταρχὰς τῆς διδασκαλίας περὶ φωνῆς σκο-


πουμένων οὐ τῆς οὐσίας αὐτῆς – ἐπέγνωσται γὰρ τοῦτο ὑπὸ τοῦ καθη-
γεμόνος τῆς αἱρέσεως – ποίας δ' ἔχει διαφορὰς ἀποδιδόντων, καὶ τὴν
μὲν ἁρμονικὴν γνῶσιν φωνῆς ἀνθρωπίνης τε καὶ ὀργανικῆς καὶ τῆς ταύ-
ταις παρακειμένης, τίνα τρόπον πεφύκασι κινούμεναι φυσικῶς
ἀναστρέφε-
σθαι καὶ τοῦ ἰδίου περιγίνεσθαι τέλους ὁριζομένων, τὰς δὲ τῆς φωνῆς
διαφορὰς ἑξῆς παριστάντων. διττὴ γάρ φασιν ἡ ταύτης κίνησις, ἡ μὲν  
λεγομένη συνεχής, ἡ δὲ διαστηματική. συνεχὴς μέν, καθ' ἣν πρὸς ἀλ-
λήλους διαλεγόμεθα, ὅθεν καὶ λογικὴ συνωνύμως καλεῖται· διαστημα-
τικὴ δέ, καθ' ἣν ᾄδομέν τε καὶ μελῳδοῦμεν, αὐλοῦμέν τε καὶ κιθαρίζο-
μεν, ὅθεν καὶ μελῳδικὴ προσαγορεύεται·

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 57, Sec. t, li.1

Diels.).  Ἀριστοτέλους. Ἅπτεσθαι δὲ διὰ τοῦ μεταξὺ


σώματος τῆς σαρκὸς καὶ τοῦ ἁπτοῦ. τὸ δὴ τοιοῦτον ἢ
τὸν ἀέρα ἢ τὸ ὕδωρ ὑπάρχειν, ἢ ἐκ τούτων τι κοι-
νόν. Λανθάνειν δὲ ἐπί τε τῆς γεύσεως καὶ τῆς ἁφῆς
διὰ τὸ μὴ διὰ μακροῦ γίγνεσθαι, καθάπερ ἐπὶ τῶν ὁρα-
τῶν καὶ ἀκουστῶν καὶ ὀσφραντῶν. Τοῦ δὲ κινητικοῦ
κατὰ τόπον ὃ δὴ προσείπομεν ὁρμητικόν, τὸ πρῶτον
κινοῦν, καὶ ἐν ἡμῖν καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις ζῴοις ἀκίνητον
εἶναι.  

Περὶ φωνῆς καὶ εἰ ἀσώματος ἡ φωνὴ καὶ πόθεν


αἰσθητικὴ ἡ ψυχὴ καὶ τί αὐτῆς τὸ ἡγεμονικόν.

Aetii (IV 19, 11 p. 407, 13 Diels.).


 Πλάτων τὴν φωνὴν ὁρίζεται πνεῦμα διὰ στόματος
ἀπὸ διανοίας καὶ πληγὴν ὑπ' ἀέρος δι' ὤτων καὶ ἐγ-
κεφάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς διαδιδομένην.
 Λέγεται δὲ καὶ καταχρηστικῶς ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων
φωνὴ καὶ τῶν ἀψύχων, ὡς χρεμετισμοὶ καὶ ψόφοι. Κυ-
ρίως δὲ φωνὴ ἔναρθρός ἐστιν, ἔστι γὰρ φωτίζουσα τὸ
νοούμενον.

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae super Psalmos Vol. 29, p. 288, li.42

νοι ἐνταῦθα ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου, ἥτις ἐστὶν Ἐκ-


κλησία Θεοῦ ζῶντος, ἐκεῖ Ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ
288

ἡμῶν ἐξανθήσουσιν. Ὁ δὲ θεοποιῶν κοιλίαν, ἢ δό-


ξαν, ἢ ἀργύριον, ἢ ἄλλο τι, ὃ πάντων μᾶλλον τετίμη-
κεν, οὔτε προσκυνεῖ τῷ Κυρίῳ, οὔτε ἐν τῇ αὐλῇ ἐστι
τῇ ἁγίᾳ, κἂν ἄξιος τῶν αἰσθητῶν συνάξεων εἶναι
δοκῇ. φωνὴ Κυρίου ἐπὶ τῶν ὑδάτων. Πολλαχοῦ ἂν
εὕροις τὸ τῆς φωνῆς ὄνομα κείμενον. Ὥστε ὑπὲρ τοῦ
νοῆσαι, τίς ἐστι τοῦ Κυρίου ἡ φωνὴ, ἄξιόν ἐστι συν-
αγαγεῖν ἡμᾶς κατὰ τὸ δυνατὸν ἐκ τῆς θείας Γραφῆς
τὰ γεγραμμένα περὶ φωνῆς· ὡς ἐν τῷ πρὸς Ἀβραὰμ
χρηματισμῷ· Καὶ εὐθέως φωνὴ ἐγένετο λέγουσα·  
Οὐ κληρονομήσει σε οὗτος· καὶ ἐπὶ Μωϋσεῖ· Καὶ
πᾶς ὁ λαὸς ἑώρα τὴν φωνὴν καὶ τὰς λαμπάδας·
καὶ παρὰ τῷ Ἡσαΐᾳ πάλιν· φωνὴ λέγοντος· Βόη-
σον. Ἡ μὲν οὖν παρ' ἡμῖν φωνὴ ἢ ἀήρ ἐστι πεπλη-
γμένος, ἢ τὸ γινόμενον εἶδος περὶ τὸν ἀέρα, πρὸς ὃ
βούλεται τυποῦν ὁ ἐκφωνῶν. Τί οὖν ἡ φωνὴ τοῦ
Κυρίου; πότερον πληγὴ περὶ τὸν ἀέρα νοοῖτο; ἢ ἀὴρ
πεπληγμένος φθάνων μέχρι τῆς ἀκοῆς τοῦ πρὸς ὃν
γίνεται ἡ φωνή; Ἢ οὐδέτερον τούτων, ἀλλ' ἑτερογε

Βασίλειος θεολόγος. In Psalmum 28 (homilia 2) [Sp.] Vol. 30, p. 73,


li.31

τοῦ. Θεοποιοῦσι δὲ, οἱ μὲν, κοιλίαν· ὧν ὁ Θεὸς ἡ


κοιλία· οἱ δὲ, ἀργύριον· οἱ τῇ πλεονεξίᾳ, ἥτις ἐστὶν
εἰδωλολατρεία, προσκείμενοι, καὶ ἕκαστός γε ὃ πάντων
μᾶλλον τετίμηκε, τούτῳ τὴν τοῦ Θεοῦ περιτίθησι
δόξαν. Ὁ δὲ τοιοῦτος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἁγίᾳ αὐλῇ,
οὔτε προσκυνεῖ τῷ Θεῷ, κἂν ἀχώριστος τῶν αἰσθη-
τῶν συνάξεων εἶναι δοκῇ.
φωνὴ Κυρίου ἐπὶ τῶν ὑδάτων. Ἄξιον ὑπὲρ
τοῦ νοῆσαι τί ἐστιν ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου, συναγαγεῖν
ἡμᾶς κατὰ τὸ δυνατὸν ἐκ τῆς θείας Γραφῆς τὰ γε-
γραμμένα περὶ φωνῆς. Εὕραμεν τοίνυν ἐν τῇ
Γενέσει γεγραμμένον ῥῆμα Κυρίου πρὸς Ἀβραὰμ,
ἐν ὁράματι λέγοντος· Μὴ φοβοῦ, Ἀβραάμ· ἐγὼ
ὑπερασπίζω σου, ὁ μισθός σου πολύς· καὶ ἀπ-
εκρίνατο Ἀβραάμ· Δέσποτα, τί μοι δώσεις; Ἐγὼ
δὲ ἀπολύομαι ἄτεκνος. Καὶ μετ' ὀλίγα· Καὶ εὐθὺς
φωνὴ ἐγένετο πρὸς αὐτόν. Καὶ πάλιν ἐν τῇ Ἐξ-
όδῳ φησίν· Ἔστωσαν ἕτοιμοι εἰς τὴν ἡμέραν τὴν
τρίτην.
289

Ωριγένης. , Contra Celsum Book 2, Sec. 72, li.16

ἐβούλετο πᾶσι καὶ οἷς ἔτυχε γινώσκεσθαι οὔτε πάντα


λανθάνειν τὰ καθ' ἑαυτόν.⌋ Ἡ γοῦν ἐξ οὐρανοῦ φωνὴ
κηρύττουσα αὐτὸν εἶναι υἱὸν θεοῦ καὶ λέγουσα· ⌊«Οὗτός
ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ ηὐδόκησα», οὐκ ἀναγέ-
γραπται εἰς ἐπήκοον τοῖς ὄχλοις γεγονέναι, ὅπερ ᾠήθη ὁ
Κέλσου Ἰουδαῖος. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐν τῷ ὑψηλοτάτῳ ὄρει ἀπὸ
τῆς νεφέλης φωνὴ μόνοις ἠκούετο τοῖς συναναβᾶσιν αὐτῷ.
Καὶ γὰρ τοιαύτη ἐστὶν ἡ θεία φωνή, ἀκουομένη μόνοις
ἐκείνοις, οὓς βούλεται ἀκούειν ὁ λέγων.⌋ Οὐδέπω δὲ λέγω
ὅτι οὐ πάντως ἐστὶν ἀὴρ πεπληγμένος ἢ πληγὴ ἀέρος ἢ
ὅ τι ποτὲ λέγεται ἐν τοῖς περὶ φωνῆς ἡ ἀναγραφομένη φωνὴ
τοῦ θεοῦ, διόπερ τῇ κρείττονι τῆς αἰσθητῆς ἀκοῆς καὶ
θειοτέρᾳ ἀκούεται. Καὶ ἐπὰν βούληται ὁ λέγων μὴ πᾶσιν
ἐξάκουστον εἶναι τὴν ἑαυτοῦ φωνήν, ὁ μὲν «ἔχων» τὰ  
κρείττονα «ὦτα» ἀκούει θεοῦ, ὁ δὲ κεκωφωμένος τὴν τῆς
ψυχῆς ἀκοὴν ἀναισθητεῖ λέγοντος θεοῦ. Ταῦτα μὲν διὰ τὸ
τί ἠκούετο ἡ ἐξ οὐρανοῦ φωνὴ ἡ κηρύττουσα αὐτὸν υἱὸν
θεοῦ; Εἰς δὲ τὸ εἰ οὐκ ἐβούλετο λανθάνειν, τί ἐκολάζετο ἢ
τί ἀπέθνῃσκεν; ἀρκεῖ τὰ περὶ τοῦ πάθους ἡμῖν διὰ
πλειόνων ἐν τοῖς ἀνωτέρω λελεγμένα.

Syriani, Sopatri Et Marcellini Scholia Ad Hermogenis Status, Scholia


ad Hermogenis librum περὶ στάσεων Vol. 4, p. 394, li.13

τεσσάρων εἰκόνων γίνεται· ἐρεῖ δέ τις· πῶς οὖν κατὰ


ῥητὸν καὶ διάνοιαν ἐνταῦθα εὑρίσκεται· λέγω δὴ ἐν τῷ
εἰρημένῳ παραδείγματι, ὅπου ὁ νέος πλούσιος εἶπεν τοῖς
δεσμώταις, θαῤῥεῖτε, λυθήσεσθε· ἀλλὰ παρατηρητέον
τὴν λέξιν· οὐ γὰρ εἶπε γίνεται, ἀλλ' εἰσάγεται, τουτ-
έστιν ἐξετασθήσεται· ὁ γὰρ κατήγορος κέχρηται τῇ φω-
νῇ τοῦ φεύγοντος ὡς ῥητῷ, ὁ δὲ φεύγων αὐτῆς τῆς αὐ-
τοῦ φωνῆς τὴν διάνοιαν ἀξιοῖ σκοπεῖν, οὐκοῦν καὶ ταύ-
τῃ διενήνοχε τῆς κατὰ ῥητὸν καὶ διάνοιαν στάσεως, ὅτι
ἐκεῖ τὸ ῥητὸν καὶ ἡ διάνοια περὶ ἔγγραφόν τί ἐστιν,
ἐνταῦθα δὲ περὶ φωνὴν τοῦ φεύγοντος, καὶ τὸ θετικὸν
πάλιν ἐξετασθήσεται καὶ τοῦτο συγγνωμονικῶς. Ἐὰν δὲ
ἐν ἔργοις, θετικῶς. Ὅρα πάλιν πῶς ἀσφαλῶς· οὐ γὰρ
εἶπεν θετικὸν τὸ χρῶμα· ἀλλὰ θετικῶς πάλιν ἐργάζε-
290

ται· οὐ γὰρ τελεία θέσις ἐστὶν, ἀλλ' ἐν τάξει θέσεως


ἐξετάζεται· σκοπήσωμεν δὲ πάλιν καὶ τοῦτο· ἐκ τοῦ πα-
ραδείγματος· ἐν τούτῳ γάρ φησι τῷ θάπτοντι τὸ νεο-
σφαγὲς σῶμα θέσιν ὅλην ἐργάσῃ ὅ ἐστι καθόλου· διὰ
τούτου δὲ δῆλον, ὅτι ἡ θέσις κατασκευάζεται· λέγω δὴ
ἀπὸ τοῦ δικαίου καὶ ἀναγκαίου καὶ συμφέροντος.

Aristides Quintilianus Mus., De musica Book 1, Sec. 12, li.6

τὰς διαφορὰς τῶν ἁρμονιῶν παρείληπτο τοῖς παλαιοῖς.


ἔκλυσις μὲν οὖν ἐκαλεῖτο τριῶν διέσεων ἀσυνθέτων ἄνεσις,
σπονδειασμὸς δὲ ἡ ταὐτοῦ διαστήματος ἐπίτασις, ἐκβολὴ
δὲ ε διέσεων ἐπίτασις· ταῦτα δὲ καὶ πάθη τῶν διαστη-
μάτων διὰ τὸ σπάνιον τῆς χρήσεως προσηγορεύετο.
 Μέλος δέ ἐστι τέλειον μὲν τὸ ἔκ τε ἁρμονίας καὶ
ῥυθμοῦ καὶ λέξεως συνεστηκός, ἰδιαίτερον δέ, ὡς ἐν ἁρμονι-
κῇ, πλοκὴ φθόγγων ἀνομοίων ὀξύτητι καὶ βαρύτητι. μελο-
ποιία δὲ δύναμις κατασκευαστικὴ μέλους· ταύτης δὲ ἡ
μὲν ὑπατοειδής ἐστιν, ἡ δὲ μεσοειδής, ἡ δὲ νητοειδὴς  
κατὰ τὰς προειρημένας ἡμῖν περὶ φωνῆς ἰδιότητας·
μέρη δὲ αὐτῆς λῆψις μίξις χρῆσις· λῆψις μέν, δι' ἧς εὑρί-
σκειν τῷ μουσικῷ περιγίνεται ἀπὸ ποίου τόπου τῆς φωνῆς
τὸ σύστημα ποιητέον, πότερον ὑπατοειδοῦς ἢ τῶν λοιπῶν
τινος· μίξις δέ, δι' ἧς ἤτοι τοὺς φθόγγους ἀλλήλοις ἢ τοὺς
τόπους τῆς φωνῆς ἁρμόζομεν ἢ γένη μελῳδίας ἢ τρόπων
συστήματα· χρῆσις δὲ ἡ ποιὰ τῆς μελῳδίας ἀπεργασία.
ταύτης δὲ πάλιν εἴδη γ, ἀγωγή πεττεία πλοκή. ἀγωγῆς
μὲν οὖν εἴδη γ, εὐθεῖα ἀνακάμπτουσα περιφερής· εὐθεῖα
μὲν οὖν ἐστιν ἡ διὰ τῶν ἑξῆς φθόγγων τὴν ἐπίτασιν ποιου-
μένη, ἀνακάμπτουσα δὲ ἡ διὰ τῶν ἑπομένων ἀποτελοῦσα

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam i ad Timotheum (homiliae 1-18)


Vol 62, pg 543, ln 23

μεναι καὶ τοῖς ποσὶν ἅμα παίζουσαι. Ἀνεδέξα-


σθε ἀγῶνα μέγαν, ἔνθα ἀθλήσεως, οὐ καλλω-
πισμοῦ δεῖ, πυκτεύειν δεῖ, οὐ βλακεύειν. Οὐχ ὁρᾷς
τοὺς πυκτεύοντας, τοὺς ἀθλοῦντας; ἆρα βαδίσεως
αὐτοῖς μέλει καὶ σχήματος; Οὐδαμῶς· ἀλλὰ ταῦτα
πάντα ἀφέντες, ἱμάτιον ἐλαίῳ διάβροχον ἀναβαλλό-
291

μενοι, πρὸς ἓν μόνον ὁρῶσι, τὸ πλῆξαι, καὶ μὴ


πληγῆναι. Ἕστηκεν ὁ διάβολος τρίζων τοὺς ὀδόντας,
πάντοθέν σε βουλόμενος καθελεῖν· σὺ δὲ μένεις ἀπ-
ησχολημένη περὶ τὸν κόσμον τοῦτον τὸν σατανικόν;
Οὐδὲν βούλομαι λέγειν περὶ φωνῆς, πῶς πολλαὶ καὶ
τοῦτο ἐπιτηδεύουσι, περὶ μύρων καὶ τῆς ἄλλης
βλακείας. Διὰ ταῦτα γελῶσιν ἡμᾶς αἱ κοσμικαί.
Τὸ σεμνὸν τῆς παρθενίας ἀπόλωλεν· οὐδεὶς τιμᾷ
παρθένον, ὡς τιμᾷν χρή· ἑαυτὰς γὰρ ἀτιμάζεσθαι   
πεποιήκασιν. Οὐκ ἔδει, ὥσπερ ἐξ οὐρανοῦ παραγε-
νομένας, οὕτως εἶναι περιβλέπτους ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ
τοῦ Θεοῦ; νῦν δὲ καταπεφρόνηνται δι' ἑαυτὰς, οὐ
διὰ τὰς φρονίμους.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior) Sec. pinax, li.12

σὺν θεῷ τῶν φιλοσόφων κεφαλαίων


τοῦ Δαμασκηνοῦ
Recensio fusior

Προοίμιον – Ἐπιστολή
αʹ Περὶ γνώσεως
βʹ Τίς ὁ σκοπός
γʹ Περὶ φιλοσοφίας
δʹ Περὶ τοῦ ὄντος οὐσίας τε
 καὶ συμβεβηκότος
εʹ Περὶ φωνῆς
ϛʹ Περὶ διαιρέσεως
ζʹ Περὶ τοῦ φύσει προτέρου
ηʹ Περὶ ὁρισμοῦ

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 5, li.t1

οὕτως· Οὐσία ἐστὶ πρᾶγμα αὐθ-


ύπαρκτον καὶ μὴ δεόμενον ἑτέ-
ρου πρὸς ὕπαρξιν. Συμβεβηκὸς
δέ ἐστι τὸ μὴ δυνάμενον ἐν ἑ-
292

αυτῷ εἶναι ἀλλ' ἐν ἑτέρῳ ἔχον


τὴν ὕπαρξιν. Οὐσία τοίνυν ἐστὶ
θεὸς καὶ πᾶν κτίσμα, εἰ καὶ ὁ
θεὸς ὑπερούσιος οὐσία ἐστίν.
Εἰσὶ δὲ καὶ οὐσιώδεις ποιότη-
τες, περὶ ὧν ἐροῦμεν.  

Περὶ φωνῆς.

 Ἐπειδὴ σκοπὸς ἡμῖν ἐστι διαλαβεῖν περὶ πάσης


ἁπλῶς φιλοσόφου φωνῆς, δεῖ δὲ ἡμᾶς πρότερον γνῶναι,
περὶ ποίας φωνῆς ἡ φιλοσοφία καταγίνεται, ἐξ αὐτῆς
τῆς φωνῆς τὴν ἀρχὴν τοῦ λόγου ποιούμενοί φαμεν· Ἡ
φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι.
Εἶτα πάλιν ἡ ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος.
Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρ-
θρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν ἄναρθρος καὶ
ἄσημος φωνὴ οἷον ἡ γινομένη ἀπὸ λίθου τυχὸν ἢ ξύλου,

Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragm. philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct.


T.1.6) Sec. 1, li.t2

ὕδωρ ἁλμυρὸν καὶ πικρὸν τὰ κοῖλα τῶν κόλπων πλη-


ροῦν τῆς κατωτάτης γῆς. Κρήνη ἐστὶν ἀπόῤῥυτος πηγῆς
ἀρχὴ ἢ ὕδωρ ἐκ μεταβολῆς τῆς γῆς γεννώμενον καὶ ἐκκρι-
νόμενον.
 Σεισμός ἐστι κίνησις πνεύματος ἀθρόα ὑπὸ γῆν εἰς-
δύνουσα καὶ ταύτην κλονεῖσθαι ἀναγκάζουσα. Πυρο-
κρατήρ ἐστι στόμιον πυρὸς ἐγγαίου ἔξω ῥέοντος καὶ
ἀναπνοή. Λύρα ἐστὶν ἱστὸς διὰ νεύρων ἐσκευασμένη.
Τέλος τῶν φιλοσόφων.  

ΦΙΛΟΣΟΦΑ Περὶ φωνῆς

 Ἐπειδὴ σκοπὸς ἡμῖν ἐστι διαλαβεῖν περὶ πάσης ἁπλῶς φιλοσόφου


φωνῆς, δεῖ δὲ ἡμᾶς πρότερον γνῶναι, περὶ ποίας φωνὰς ἡ φιλοσοφία
καταγίνεται, ἐξ αὐτῆς τῆς φωνῆς τὴν ἀρχὴν τοῦ λόγου ποιούμενοί
φαμεν, ὅτι ἡ φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι. Εἶτα πάλιν ἡ
ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ
293

μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρθρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν


ἄσημος καὶ ἄναρθρος φωνὴ οἷον ὁ ψόφος ἢ ὁ κτύπος ὁ γινόμενος ἀπὸ
λίθου τυχὸν ἢ ξύλου, οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ
καὶ ἔναρθρος οἷον τραγέλαφος, σκινδαψός· ταῦτα γὰρ γράφεται μέν,

Joannes Camaterus Astrol., Astron., De zodiaco Line 357t

Περὶ στερεῶν.

Στεῤῥὰ δὲ Ταῦρος σὺν Λέοντι τυγχάνει,


Ὁ Σκορπίος, τέταρτος αὖ Ὑδροχόος.

Περὶ φωνητικῶν.

Φωνητικὰ ζώδια πάλιν μοι νόει,


Κριόν τε καὶ Ταῦρόν τε σὺν τοῖς Διδύμοις,
Καὶ Παρθένον Ζυγόν τε σὺν Ὑδροχόῳ.
Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 8, p. 9, li.8

παρίστησιν χρείαν πρὸς τὸν ὅλον σκοπόν. καὶ τὸ δεῖξαι δὲ ὑπὸ ποῖον ἀνά-
γεται μέρος τὴν τοῦ μέρους πρὸς τὸ ὅλον παρέχεται σύνταξιν. ἰστέον δέ,
ὅτι οὐκ ἀεὶ ταῦτα πάντα δεῖται διαρθρώσεως· πολλάκις γὰρ τὸ χρήσιμον  

τῷ σκοπῷ συναναφαίνεται καὶ ἡ ἐπιγραφὴ παντὶ δήλη καθέστηκεν, ὡς ἡ


Περὶ ψυχῆς, καὶ τὸ γνήσιον οὐκ ἐπὶ πάντων δεῖται κατασκευῆς, ἀλλ' ἐφ'
ὧν ἔστιν τις ὅλως ἀντιλογίας ἀφορμή.
 Ἴδωμεν οὖν καὶ ἐπὶ τοῦ προκειμένου βιβλίου τῶν προβληθέντων
κεφαλαίων
ἕκαστον. καὶ πρῶτον τίς ὁ σκοπὸς θεωρήσωμεν, ἐπειδὴ καὶ παρὰ τοῖς
ἐλλογιμωτάτοις διαμφισβητούμενος φαίνεται. ὅτι μὲν γὰρ περὶ δέκα
τινῶν
ἁπλῶν ποιεῖται τὸν λόγον, ἅπερ γένη καλοῦσιν ὡς ὁλικώτατα, πρόδηλον.
ταῦτα δὲ οἱ μὲν φωνὰς εἶναι λέγουσιν καὶ περὶ φωνῶν ἁπλῶν εἶναι τὸν
σκοπόν φασι καὶ ὅτι μέρος ἐστὶ τῆς λογικῆς τὸ πρῶτον· ὡς οὖν τὸ περὶ
τῶν προτάσεων βιβλίον περὶ φωνῶν ἐστι συνθέτων, ἀλλ' οὐχὶ περὶ
πραγμά-
των, οὕτως καὶ τοῦτο περὶ τῶν μερῶν τῆς προτάσεως ὂν περὶ φωνῶν ἂν
εἴη. ἔτι δὲ ἀρχόμενος τοῦ λόγου ὁ Ἀριστοτέλης “τῶν λεγομένων, φησί,
τὰ μὲν κατὰ συμπλοκήν, τὰ δὲ ἄνευ συμπλοκῆς λέγεται” καὶ πάλιν “τῶν
κατὰ μηδεμίαν συμπλοκὴν λεγομένων ἕκαστον ἤτοι οὐσίαν σημαίνει”,
294

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 8, p. 11, li.30

ἐν Λυκείῳ καὶ ἐν Ἀκαδημίᾳ ὑφ' ἓν γένος τὸ ποῦ. καὶ τὸ ποτὲ γένος


ἐστὶν ἄλλο περιέχον τὰ τοῦ χρόνου εἴδη καὶ μέρη. τὸ δὲ τέμνειν καὶ
καίειν εἰς τὸ ποιεῖν, ὥσπερ τὸ τέμνεσθαι καὶ καίεσθαι εἰς τὸ πάσχειν.
προστίθησιν δὲ καὶ τὰ τοῦ Βοήθου ὁ Πορφύριος πολλῆς ἀγχινοίας
γέμοντα
καὶ εἰς τὸ αὐτὸ τείνοντα τοῖς εἰρημένοις. λέγει γὰρ καὶ ἐκεῖνος, ὅτι κατὰ
μὲν τὸ ὄνομα καὶ τὸ ῥῆμα ἡ διαίρεσις εἰς τὰ τοῦ λόγου γίνεται στοιχεῖα,
κατὰ δὲ τὰς κατηγορίας ἡ διαίρεσις γίνεται, καθὸ σχέσιν ἔχουσιν αἱ
λέξεις
πρὸς τὰ ὄντα, σημαντικαὶ τούτων οὖσαι. “διό, φησίν, οἱ σύνδεσμοι ἐν
μὲν τῇ λέξει εὑρίσκονται, τῶν δὲ κατηγοριῶν ἐκπίπτουσιν· οὐδὲν γὰρ
τῶν ὄντων δηλοῦσιν, οὔτε οὐσίαν οὔτε ποιὸν οὔτε ἄλλο τι τοιοῦτον”.
δῆλον οὖν ἐκ τῶν εἰρημένων, ὅτι οὔτε περὶ φωνῶν ψιλῶν οὔτε περὶ
αὐτῶν
τῶν ὄντων ᾗ ὄντα ἐστὶν οὔτε περὶ τῶν νοημάτων μόνων οἱ ἄνδρες οὗτοι
τὸν σκοπὸν ἀφορίζονται, ἀλλὰ περὶ φωνῶν μὲν ἁπλῶν καὶ λέξεων, διότι
λογικῆς ἐστι πραγματείας προοίμιον, καθὸ δὲ σημαντικαὶ τῶν ὄντων εἰσὶ
τῶν πρώτων καὶ ἁπλῶν, ἀλλ' οὐ καθὸ παρασχηματίζονται ἢ συσχηματί-
ζονται ἢ πάθη τοιάδε ἀναδέχονται καὶ ἰδέας ἔχουσι τοιάσδε, ἅπερ ἡ περὶ  

τῶν λέξεων ὡς λέξεων ἐπίσκεψις πολυπραγμονεῖ. δῆλον δὲ ὅτι, εἰ περὶ


τῶν λέξεων, καθὸ σημαίνουσιν, ἀνάγκη καὶ τὰ πράγματα συνηρτῆσθαι τὰ

σημαινόμενα καὶ τὰ νοήματα τὰ κατὰ τὰς σημασίας γινόμενα. διὸ καὶ τί


σημαίνει ἑκάστη λέξις ἀναδιδάσκει καὶ τὰ πράγματα καθ' ἑκάστην κατη-
γορίαν διορίζεται καὶ τῇ διαιρέσει τῇ αὐτῇ χρῆται καὶ ἐνταῦθα,

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 8, p. 13, li.18

συναρμόζειν ποιεῖ καὶ πρὸς νοῦν ἀναπέμπει καὶ παρασκευάζει μὴ μόνον


ἀφώνους ἐθέλειν εἶναι, ἀλλὰ μηδὲ ἐννοίας τῶν πραγμάτων ἑτέρας ἔχειν.
οὕτως οὖν τὰ ἡνωμένως ἐν τῷ νῷ προειλημμένα ἐμέρισεν ἡ ψυχή, μετὰ
μέντοι τοῦ φυλάξαι καὶ ἐν τῇ διαιρέσει τὴν ἀλληλουχίαν. ἔστιν οὖν ἐκ
τῶν εἰρημένων δῆλον, ὅτι ἐστὶν μὲν ὁ σκοπὸς οἰκεῖος τῇ λογικῇ
πραγματείᾳ
περὶ τῶν ἁπλῶν καὶ πρώτων καὶ γενικῶν φωνῶν, καθὸ σημαντικαὶ τῶν
ὄντων εἰσίν, συνδιδάσκεται δὲ πάντως καὶ τὰ σημαινόμενα ὑπ' αὐτῶν
295

πρά-
γματα καὶ τὰ νοήματα, καθὸ σημαίνεται τὰ πράγματα ὑπὸ τῶν φωνῶν.
καὶ
ταῦτα καὶ τοῖς Ἀλεξάνδροις καὶ Ἑρμίνῳ καὶ Βοήθῳ καὶ Πορφυρίῳ δοκεῖ
καὶ ὁ θεῖος Ἰάμβλιχος ἐπιψηφίζει καὶ Συριανὸς σαφηνίζει καὶ οἱ ἡμέτεροι

διδάσκαλοι ἀποδέχονται. ἀλλ' ἐπεὶ δέδεικται περὶ φωνῶν ὁ σκοπός, τῶν


δὲ φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἁπλαῖ, αἱ δὲ σύνθετοι, περὶ τῶν ἁπλῶν ἐστι φωνῶν
τῶν πρώτων καὶ τὰ πρῶτα καὶ γενικώτατα τῶν ὄντων σημαινουσῶν διὰ
μέσων τῶν ἁπλῶν καὶ πρώτων νοημάτων. τὰ δὲ ἁπλᾶ εἰς δεκάδα συν-
ήγαγον οἱ Πυθαγόρειοι, ὡς Ἀρχύτας, ᾧ καὶ Πλάτων συγγέγονεν, ὡς ἐν
τῷ Περὶ τῶν καθόλου λόγων ἐδίδαξεν βιβλίῳ, ᾧ καὶ Ἀριστοτέλης κατη-
κολούθησεν καὶ μέχρι τῶν ὀνομάτων, κατὰ τοσοῦτον μόνον,

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 8, p. 68, li.33

τὴν αἰτίαν τοῦ τῶν δέκα ἀριθμοῦ. τέχνην γὰρ πᾶσαν καὶ ἐπιστήμην φησὶν

τεταγμένον τι εἶναι καὶ ὡρισμένον πρᾶγμα· τὸ δὲ τοιοῦτον ἐν ἀριθμῷ


ἀφο-
ρίζεσθαι· τὸν δὲ σύμπαντα ἀριθμὸν δεκάδα εἶναι, καὶ εἰκότως ἄρα τὰ
πάντα εἰς δέκα διῃρῆσθαι καὶ τὰ εἴδη πάντα δέκα εἶναι καὶ τοὺς εἰδητι-
κοὺς ἀριθμοὺς δέκα ὑπάρχειν, ἔτι δὲ καὶ τὰ ἀκρωτήρια τοῦ σώματος
ἔχειν
δέκα μέρη· καὶ τὰ στοιχεῖα οὖν τοῦ παντὸς λόγου δέκα εἶναι. ἀλλὰ καὶ
διὰ τῆς ἐπαγωγῆς δυνατὸν τὸ αὐτὸ παραμυθήσασθαι· ἔξεστι γὰρ
προχειρι-
ζομένους ὁτιοῦν τῶν ὄντων ὁρᾶν ὅπως εἰς ἕν τι πάντως τούτων τῶν
γενῶν
ἀναφέρεται.
 Ἀλλ' ἐπειδὴ ταῦτα μετρίας ἔτυχεν διαρθρώσεως, εἰς τὴν λέξιν λοιπὸν
εἰσελθεῖν εὔκαιρον. καὶ ὅτι μὲν περὶ φωνῶν ἐστι σημαντικῶν ὁ σκοπός,  

ὡς πολλάκις ἐλέγετο, καθὸ σημαντικαί εἰσιν, ἐδήλωσεν εἰπών· τῶν κατὰ


μηδεμίαν συμπλοκὴν λεγομένων ἕκαστον ἤτοι οὐσίαν σημαίνει
ἢ ποσὸν καὶ τὰ ἑξῆς. τὰ γὰρ πράγματα οὔτε λεγόμενά ἐστιν οὔτε
σημαίνει, ἀλλὰ σημαίνεται. κἂν τῶν ὄντων δὲ αὐτῶν λέγῃ τις αὐτὸν
ποιεῖσθαι τὴν διαίρεσιν ἢ τὴν ἀπαρίθμησιν, ἀλλὰ οὐχ ᾗ ὄντα, ᾗ δὲ
σημαίνεται
ὑπὸ τοιῶνδε φωνῶν, ἀλλά γε μόνον κατὰ τὴν πρὸς ἄλληλα σύνταξιν τῶν
τε φωνῶν καὶ τῶν ὄντων γινώσκονται. εἰ μὲν δή φησι καὶ τὰ σημαινόμενα
296

δέκα τὸν ἀριθμὸν καὶ τὰ σημαίνοντα ἴσα τούτοις, καὶ δῆλον ὅτι καὶ ἡ τῶν

ἐννοιῶν τῶν περὶ αὐτῶν τῶν πραγμάτων διαίρεσις συμπεριλαμβάνεται.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 13,1,


p. 8, li.28

μον ἡμῖν ἐκκαλύπτει, λέγων τὴν πραγματείαν χρήσιμον εἶναι πρὸς τρία,
πρὸς γυμνασίαν πρὸς τὰς ἐντεύξεις πρὸς τὰς κατὰ φιλοσοφίαν μεθόδους.
ἐν μέντοι γε ταῖς Κατηγορίαις καὶ ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας ἅμα τῷ σκοπῷ
τὸ χρήσιμον συναναφαίνεται, ὡς ἑξῆς δείξομεν. καὶ ταῦτα μὲν περὶ τῆς
Ἀριστοτελικῆς φιλοσοφίας πάσης εἰρήσθω.
 Εἴπωμεν δὲ καὶ περὶ τοῦ προκειμένου τῶν Κατηγοριῶν βιβλίου τίς
τε ὁ σκοπὸς καὶ τὸ χρήσιμον καὶ ἡ αἰτία τῆς ἐπιγραφῆς καὶ ἡ τάξις τῆς
ἀναγνώσεως καὶ εἰ γνήσιον τοῦ φιλοσόφου τὸ παρὸν βιβλίον καὶ ἡ εἰς
τὰ κεφάλαια διαίρεσις· ταῦτα γάρ, ὡς εἴρηται, δεῖ προλέγειν ἑκάστης
Ἀριστοτελικῆς πραγματείας. τινὲς οὖν περὶ τοῦ σκοποῦ τῶν Κατηγοριῶν
διηνέχθησαν, καὶ οἱ μὲν εἰρήκασι περὶ φωνῶν μόνων εἶναι τὸν σκοπὸν οἱ

δὲ περὶ πραγμάτων μόνων οἱ δὲ περὶ νοημάτων μόνων. καὶ οἱ μὲν λέ-


γοντες περὶ φωνῶν μόνων εἶναι τὸν σκοπόν, οἷος ἐγένετο ὁ Ἀλέξανδρος,

ἐκ τῶν Ἀριστοτελικῶν ῥησειδίων ἐπλανήθησαν τῶν λεγόντων “τῶν


λεγομένων
τὰ μὲν κατὰ συμπλοκὴν λέγεται τὰ δὲ ἄνευ συμπλοκῆς”, εἰ δὲ τὰ λεγό-
μενα, φασί, φωναί, δῆλον ὅτι περὶ φωνῶν ἐστιν αὐτῷ ὁ σκοπός. οἱ δὲ  
περὶ πραγμάτων μόνων οἰηθέντες εἶναι τὸν σκοπόν, οἷος ἐγένετο ὁ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 13,1,


p. 8, li.33

 Εἴπωμεν δὲ καὶ περὶ τοῦ προκειμένου τῶν Κατηγοριῶν βιβλίου τίς


τε ὁ σκοπὸς καὶ τὸ χρήσιμον καὶ ἡ αἰτία τῆς ἐπιγραφῆς καὶ ἡ τάξις τῆς
ἀναγνώσεως καὶ εἰ γνήσιον τοῦ φιλοσόφου τὸ παρὸν βιβλίον καὶ ἡ εἰς
τὰ κεφάλαια διαίρεσις· ταῦτα γάρ, ὡς εἴρηται, δεῖ προλέγειν ἑκάστης
Ἀριστοτελικῆς πραγματείας. τινὲς οὖν περὶ τοῦ σκοποῦ τῶν Κατηγοριῶν
διηνέχθησαν, καὶ οἱ μὲν εἰρήκασι περὶ φωνῶν μόνων εἶναι τὸν σκοπὸν οἱ

δὲ περὶ πραγμάτων μόνων οἱ δὲ περὶ νοημάτων μόνων. καὶ οἱ μὲν λέ-


γοντες περὶ φωνῶν μόνων εἶναι τὸν σκοπόν, οἷος ἐγένετο ὁ Ἀλέξανδρος,
297

ἐκ τῶν Ἀριστοτελικῶν ῥησειδίων ἐπλανήθησαν τῶν λεγόντων “τῶν


λεγομένων
τὰ μὲν κατὰ συμπλοκὴν λέγεται τὰ δὲ ἄνευ συμπλοκῆς”, εἰ δὲ τὰ λεγό-
μενα, φασί, φωναί, δῆλον ὅτι περὶ φωνῶν ἐστιν αὐτῷ ὁ σκοπός. οἱ δὲ  
περὶ πραγμάτων μόνων οἰηθέντες εἶναι τὸν σκοπόν, οἷος ἐγένετο ὁ
Εὐστά-
θιος, φασὶν ὅτι περὶ πραγμάτων ποιεῖται τὴν διαίρεσιν ὁ φιλόσοφος
λέγων
“τῶν ὄντων τὰ μὲν καθ' ὑποκειμένου λέγεται”, εἰ δὲ τὰ ὄντα, φασί,
πράγματά ἐστι, περὶ πραγμάτων ἄρα αὐτῷ ὁ σκοπός. οἱ δὲ περὶ νοημά-
των μόνων νομίσαντες διαλέγεσθαι τὸν φιλόσοφον, οἷος ἐγένετο ὁ Πορ-
φύριος, φασὶν ὅτι περὶ τῶν δέκα γενῶν ἐστιν αὐτῷ ὁ λόγος· ταῦτα δὲ
ἐπὶ τοῖς πολλοῖς θεωροῦνται καί εἰσιν ὑστερογενῆ, ἅτινά ἐστιν ἐν τῇ ἡμε-
τέρᾳ διανοίᾳ· περὶ νοημάτων ἄρα ἐν τούτοις τῷ Ἀριστοτέλει ὁ λόγος.
ἐπλανήθη δὲ καὶ οὗτος ἐκ τῶν πρὸς τῷ τέλει λέξεων τοῦ Ἀριστοτέλους
λέγοντος “ὑπὲρ μὲν οὖν τῶν προτεθέντων γενῶν ἱκανὰ τὰ εἰρημένα”·

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 13,1,


p. 9, li.13

“τῶν ὄντων τὰ μὲν καθ' ὑποκειμένου λέγεται”, εἰ δὲ τὰ ὄντα, φασί,


πράγματά ἐστι, περὶ πραγμάτων ἄρα αὐτῷ ὁ σκοπός. οἱ δὲ περὶ νοημά-
των μόνων νομίσαντες διαλέγεσθαι τὸν φιλόσοφον, οἷος ἐγένετο ὁ Πορ-
φύριος, φασὶν ὅτι περὶ τῶν δέκα γενῶν ἐστιν αὐτῷ ὁ λόγος· ταῦτα δὲ
ἐπὶ τοῖς πολλοῖς θεωροῦνται καί εἰσιν ὑστερογενῆ, ἅτινά ἐστιν ἐν τῇ ἡμε-
τέρᾳ διανοίᾳ· περὶ νοημάτων ἄρα ἐν τούτοις τῷ Ἀριστοτέλει ὁ λόγος.
ἐπλανήθη δὲ καὶ οὗτος ἐκ τῶν πρὸς τῷ τέλει λέξεων τοῦ Ἀριστοτέλους
λέγοντος “ὑπὲρ μὲν οὖν τῶν προτεθέντων γενῶν ἱκανὰ τὰ εἰρημένα”·
γένη δὲ πανταχοῦ ὁ Ἀριστοτέλης τὰ ἐπὶ τοῖς πολλοῖς καὶ ἐννοηματικὰ
λέγει. οἱ δὲ ἀκριβέστερον λέγοντες, ὧν εἷς ἐστιν ὁ Ἰάμβλιχος, φασὶν ὡς
οὔτε
περὶ νοημάτων μόνων ἐστὶν αὐτῷ ὁ λόγος οὔτε περὶ φωνῶν μόνων οὔτε
περὶ πραγμάτων μόνων, ἀλλ' ἔστιν ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν περὶ
φωνῶν
σημαινουσῶν πράγματα διὰ μέσων νοημάτων. ὅτι δὲ οὐ καλῶς οἱ
πρότερον
ὡρίσαντο, μάθοιμεν ἂν οὕτως· λεγέτωσαν γὰρ οἱ περὶ πραγμάτων μόνων
αὐτὸν λέγοντες διαλαμβάνειν, ἐπειδὴ τῶν πραγμάτων τὰ μὲν ἐν ψιλῇ
ἐπινοίᾳ κεῖται, ὡς ἱπποκένταυρος καὶ τραγέλαφος, τὰ δὲ ὑφεστῶτα, περὶ
ποίων
αὐτῷ ὁ λόγος; δῆλον ὅτι φήσουσι περὶ τῶν ὑφεστώτων. πρότερον οὖν
ἔννοιαν τούτων λαβὼν οὕτως ἡμᾶς διὰ τῶν φωνῶν διδάσκει περὶ τούτων;
298

πάντως δήπου συμφήσουσιν· ἀδύνατον γὰρ σημᾶναι τὰ πράγματα ἄλλως



ὑπὸ φωνῶν διὰ μέσων νοημάτων· οὐκοῦν καὶ περὶ πάντων διαλέξεται. λε-
γέτωσαν δὲ καὶ οἱ περὶ φωνῶν μόνων ἢ νοημάτων μόνων λέγοντες αὐτὸν

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 13,1,


p. 12, li.5

τῶν ἁπλῶν φωνῶν ἐν ταῖς Κατηγορίαις, εἶθ' οὕτως περὶ ὀνομάτων καὶ
ῥημάτων καὶ περὶ προτάσεων ἐν τῷ Περὶ ἑρμηνείας, εἶτα περὶ τοῦ ἁπλῶς
συλλογισμοῦ ἐν τοῖς Προτέροις ἀναλυτικοῖς, εἶθ' οὕτως περὶ ἀποδείξεως
ἐν τοῖς Ὑστέροις ἀναλυτικοῖς· ἐνταῦθα οὖν τὸ τέλος τῆς πράξεως, ὅπερ
ἦν
ἀρχὴ τῆς θεωρίας. εἰκότως τοίνυν ἐνταῦθα πρῶτον περὶ τῶν ἁπλῶν
φωνῶν
διαλαμβάνει· οἱ γὰρ ἄνθρωποι κοινῇ συνελθόντες ἔθεντο πρὸς ἀλλήλους  

ἑκάστῳ πράγματι οἰκεῖον ὄνομα, τούτου μόνου φροντίσαντες τοῦ διὰ τῶν

φωνῶν σημαίνειν ἀλλήλοις τὰ πράγματα, μὴ μέντοι γε εἰπεῖν τί μέν ἐστιν


ὄνομα τί δὲ ῥῆμα. περὶ τούτων οὖν διαλέγεται ἐν ταῖς Κατηγορίαις. ἀλλ'
ἐπειδὴ οὐ περὶ ἀσήμων φωνῶν διαλέγεται (οὐδεὶς γὰρ τούτων λόγος τοῖς
φιλοσόφοις), δῆλον ὅτι περὶ φωνῶν σημαινουσῶν νοήματα· ἀνάγκη γὰρ
ὄντος τοῦ πράγματος εἶναι καὶ τούτου τὸ ὄνομα, καὶ πρὸ τούτου τὴν ἔν-
νοιαν, ἣν ἔχομεν τοῦ πράγματος· οἷον τοῦ Σωκράτους ἔστιν ὄνομα ἡ Σω-
κράτης φωνή, τὸ δὲ πρᾶγμα αὐτὸς ὁ Σωκράτης, ἡ δὲ ἔννοια, ἣν ἔχομεν ἐν

τῇ ψυχῇ, ἡ περὶ τοῦ Σωκράτους γνῶσις. σκοπὸς οὖν τῷ Ἀριστοτέλει


εἰπεῖν
περὶ ἁπλῶν φωνῶν σημαινουσῶν ἁπλᾶ πράγματα διὰ μέσων ἁπλῶν νοη-
μάτων. καὶ ταῦτα μὲν περὶ τοῦ σκοποῦ.
 Ὅτι δὲ χρήσιμόν ἐστι τὸ βιβλίον εἴς τε τὸ θεωρητικὸν τῆς φιλο-
σοφίας μέρος καὶ τὸ πρακτικόν, ἐκ τῶν προειρημένων δῆλον, εἴπερ καὶ
τὴν ἀπόδειξιν, ὡς ἐδείξαμεν, ἄνευ τῶν ἁπλῶν φωνῶν οὐκ ἔστι γνῶναι,
καὶ ὅτι περὶ τῶν κοινοτήτων διαλαμβάνει, εἰς ἃς τὰ ὄντα πάντα

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 13,1,


p. 26, li.3
299

      

p. 1a16 Τῶν λεγομένων τὰ μὲν κατὰ συμπλοκὴν λέγεται, τὰ δὲ


ἄνευ συμπλοκῆς· τὰ μὲν οὖν κατὰ συμπλοκὴν οἷον ἄνθρωπος
τρέχει, ἄνθρωπος νικᾷ, τὰ δὲ ἄνευ συμπλοκῆς οἷον ἄνθρωπος,
     βοῦς, τρέχει, νικᾷ.

 Ἐντεῦθεν εἰσβάλλει εἰς τὴν τῶν κατηγοριῶν διδασκαλίαν. ἀλλ' ἐπειδὴ


τὸ τῆς κατηγορίας ὄνομα λέγεται καὶ ἐπὶ πραγμάτων καὶ νοημάτων καὶ  
φωνῶν (λέγεται γὰρ καὶ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα κατηγορία καὶ τὸ νόημα τὸ περὶ
τοῦ πράγματος καὶ αὐτὴ ἡ φωνή), πρότερον παραδίδωσι τὴν τῶν φωνῶν
διαίρεσιν. εἰ δὲ ἐνταῦθα μὲν περὶ φωνῶν διαλέγεται καὶ φωνῶν οὐκ
ἀσήμων, μικρὸν δὲ ὕστερον περὶ πραγμάτων, ὅταν λέγῃ “τῶν ὄντων τὰ
μὲν καθ' ὑποκειμένου λέγεται”, δῆλον ὅτι καὶ περὶ τῶν μεταξὺ νοημάτων
ποιεῖται τὸν λόγον· ὥστε καὶ ἐξ αὐτῶν τῶν ῥητῶν πρόδηλος ὁ τοῦ
βιβλίου
σκοπός. διαιρεῖ δὲ τὰς φωνὰς εἴς τε τὰς ἁπλᾶς καὶ τὰς συνθέτους, καὶ
ἁπλᾶς μέν φησι τὰς ἁπλοῦν σημαινούσας πρᾶγμα, ἢ οὐσίαν ἢ ἐνέργειαν
ἢ πάθος, συνθέτους δὲ τὰς σύνθετόν τι σημαινούσας καὶ συμπλεκούσας
οὐσίαν ἐνεργείᾳ ἢ πάθει, ὡς Σωκράτης τρέχει (τοῦτο γὰρ σύνθετον) καὶ
Σωκράτης ἢ βοῦς (ταῦτα γὰρ ἁπλᾶ). οὐ πᾶσα δὲ ἁπλῆ φωνὴ ἁπλοῦν
πρᾶγμα σημαίνει, οὐδὲ σύνθετος διπλοῦν. σύνθετος μὲν οὖν φωνὴ ὡς τὸ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis categorias commentarium


Vol. 13,1, p. 26, li.33

πάντως τὰ τρίτα πρόσωπα τῶν ὁριστικῶν ῥημάτων φωνῇ μὲν ἁπλᾶ ἐστι
σημαινομένῳ δὲ σύνθετα· ὁ γὰρ λέγων ‘τρέχει’ ἢ ‘νικᾷ’ δῆλον ὅτι τινὸς
κατηγορεῖ τὸ νικᾶν ἢ τὸ τρέχειν. πάντως οὖν καὶ ἐν τοῖς τρίτοις ἡ οὐ-
σία συνεμφαίνεται, εἰ καὶ ἀορίστως. ὅμως γοῦν ὁ Ἀριστοτέλης διὰ τὸ μὴ
ὡρισμένως ἐμφαίνεσθαι τὴν οὐσίαν ὡς ἁπλᾶ τὰ τοιαῦτα παρείληφε. κυ-
ρίως δὲ ἁπλᾶ ἂν εἴη ῥήματα τὰ ἐνέργειαν μόνην ἢ πάθος δηλοῦντα,
ἄνευ τοῦ ἐνεργοῦντος ἢ πάσχοντος, οἷον τύπτειν τύπτεσθαι. οὐ δεῖ οὖν τῇ

συνθέσει ἢ τῇ ἁπλότητι τῶν φωνῶν τὰ ἁπλᾶ ἢ σύνθετα κρίνειν πράγματα,

ἀλλ' ἐξ αὐτῶν τῶν σημαινομένων. ἀλλὰ καὶ αὐτὰς τὰς φωνὰς κἂν σύν-
θετοι εἶεν, ἐὰν ἁπλοῦν πρᾶγμα σημαίνωσιν, ἁπλᾶς λεκτέον, ὁμοίως καὶ
τὰς ἁπλᾶς συνθέτους, ἐὰν σύνθετον σημαίνωσιν· εἰ μὲν γὰρ περὶ φωνῶν
300

μόνων διελεγόμεθα καὶ τοῦ ποσοῦ τῶν συλλαβῶν, εἰκότως κατὰ τὸ


ποσὸν
τὴν σύνθεσιν ὡριζόμεθα, ὡς καὶ οἱ γραμματικοί, εἰ δὲ ὡς περὶ σημαινου-

σῶν διαλεγόμεθα, κατὰ τὰ σημαινόμενα δεῖ κρίνειν καὶ τὰς φωνάς· τὸ


γὰρ ἱππεύς οὐχ ἁπλοῦν τι δηλοῖ· σημαίνει γὰρ τόν τε ἵππον καὶ τὸν ἐπι-
καθήμενον ἄνθρωπον καὶ τὴν ἱππικὴν τέχνην. οὐχ ἁπλῆν οὖν λεκτέον
τὴν φωνὴν ἀλλὰ σύνθετον, ὡς καὶ τὸ Νεάπολις, ἐπειδὴ ἕν τι σημαίνει,
οὐ σύνθετον ἀλλ' ἁπλῆν.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis categorias commentarium


Vol. 13,1, p. 43, li.23

ὡς τὸ Ἄρειος πάγος καὶ Κόρακος πέτρα καὶ ὡς οἱ ὁρισμοὶ καὶ τὰ ὁριστά,


ἢ καὶ τὸ σημαινόμενον καὶ ἡ φωνὴ σύνθετα, ὡς ὅταν εἴπω ‘Σωκράτης
περιπατεῖ’, ἢ ἀμφότερα ἁπλᾶ, ὡς αἱ κατηγορίαι. ἐνταῦθα οὖν τῶν κατὰ
μηδεμίαν συμπλοκὴν λεγομένων τὴν διαίρεσιν ποιεῖται τῶν μήτε κατὰ
φωνὴν μήτε κατὰ τὸ σημαινόμενον συμπεπλεγμένων. καλῶς δὲ εἶπε
λεγομένων διὰ τοὺς συνδέσμους καὶ τὰ ἄρθρα καὶ τὰς προθέσεις, ἅτινα
καθ' αὑτὰ οὐ λέγεται οὐδὲ σημαίνει τι, ἀλλ' ἁπλῶς φωναί εἰσι
συνεκφωνούμεναι μετὰ ἄλλων καὶ οὕτως συσσημαίνουσαι ἐκείναις πράγ-
ματα. καὶ ἐντεῦθεν δὲ πάλιν πρόδηλος ὁ σκοπὸς τοῦ βιβλίου· τῶν
γὰρ κατὰ μηδεμίαν, φησί, συμπλοκὴν λεγομένων ἕκαστον ἤτοι
οὐσίαν σημαίνει· ὥστε περὶ φωνῶν σημαινουσῶν πράγματα διαλαμ-
βάνει· δῆλον οὖν ὅτι καὶ περὶ τῶν μεταξὺ νοημάτων. ὅτι δὲ καὶ  
περὶ ἁπλῶν τούτων, προφανές· τῶν κατὰ μηδεμίαν γάρ φησι συμ-
πλοκὴν λεγομένων.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis categorias commentarium


Vol. 13,1, p. 73, li.24

ὑπ' αὐτὰ ὑπὸ δὲ τὸ ἔμψυχον σῶμα τεταγμένα, δι' ἑαυτῶν τοῖς οἰκείοις
εἴδεσι τὴν οὐσιώδη ποιότητα ἀφορίζουσι.
 Καὶ πῶς οὖν, φασίν, ἐλέγετο τὰ γένη καὶ τὰ εἴδη ἐν τῷ τί ἐστι κα-
τηγορεῖσθαι, νῦν δέ φησιν ὁ Ἀριστοτέλης τὸ ποιὸν αὐτὰ περὶ τὴν οὐσίαν
ἀφορίζειν; λέγομεν ὅτι ᾗ μετέχουσι τῶν διαφορῶν τὰ μὲν εἴδη ἐνεργείᾳ
τὰ δὲ γένη εἴτε δυνάμει κατὰ τοὺς Περιπατητικοὺς εἴτε ἐνεργείᾳ κατὰ
τοὺς
Πλατωνικούς, ταύτῃ λέγονται τὸ ποιὸν περὶ τὴν οὐσίαν ἀφορίζειν· αἱ γὰρ

διαφοραὶ ἐν τῷ ὁποῖόν τί ἐστι κατηγοροῦνται. ζητητέον δὲ πῶς φησι τὴν


301

οὐσίαν σημαίνειν, καίτοι γε αὕτη σημαίνεται μᾶλλον καὶ οὐ σημαίνει. λέ-


γομεν οὖν πρὸς τοῦτο ὅτι, ὡς πολλάκις εἴρηται, πρόκειται τῷ
Ἀριστοτέλει
περὶ φωνῶν καὶ πραγμάτων καὶ νοημάτων διαλαβεῖν· ἡ τοίνυν οὐσία ὡς
μὲν φωνὴ σημαίνει καὶ οὐ σημαίνεται (αἱ γὰρ φωναὶ τῶν πραγμάτων εἰσὶ

σημαντικαί), ὡς δὲ πρᾶγμα σημαίνεται καὶ οὐ σημαίνει· τὰ γὰρ πράγματα

ὑπὸ μὲν φωνῶν σημαίνεται, αὐτὰ δὲ ἄλλων σημαντικὰ οὐκ ἔστιν· ὥσπερ
γὰρ τὰ ὀνόματα αὐτὰ μὲν καθ' ἑαυτὰ σημαντικά εἰσι τῶν πραγμάτων,
συμπλεκόμενα δέ τινι μέρει τοῦ λόγου σημαίνεταί πως μᾶλλον ὑπ' αὐτοῦ,

οὕτω καὶ ἐνταῦθα· οἷον ὅταν εἴπω ‘Σωκράτης’, διὰ τοῦ ὀνόματος τὴν
οὐσίαν
τοῦ Σωκράτους ἐσήμανα, ὅταν δὲ εἴπω ‘Σωκράτης ὁ φιλόσοφος’ ἢ ‘Σω-
κράτης ὁ περιπατῶν’, τότε τὸ ὄνομα σημαίνεται μᾶλλον ἢ σημαίνει διὰ
τοῦ φιλόσοφος ἢ διὰ τοῦ περιπατῶν, καὶ οὐκ αὐτὸ σημαίνει, ἀλλ' ἄλλο

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis categorias commentarium Vol. 13,1,


p. 167, li.25

      
    

Περὶ τῶν ἀντικειμένων.

p. 11b16 Περὶ δὲ τῶν ἀντικειμένων ποσαχῶς εἴωθεν ἀντικεῖ-


      σθαι, ῥητέον.

 Πεπλήρωται ὁ τῶν κατηγοριῶν λόγος καὶ ἄρχεται τοῦ μετὰ τὰς


κατηγορίας τμήματος· εἰρήκαμεν γὰρ κατ' ἀρχὰς τοῦ βιβλίου ὅτι εἰς τρία
μέρη διῄρηται τοῦτο τὸ βιβλίον, εἴς τε τὸ πρὸ τῶν κατηγοριῶν καὶ τὸ
περὶ αὐτῶν τῶν κατηγοριῶν καὶ τὸ μετὰ τὰς κατηγορίας, καὶ ὅτι ἐν μὲν
τῷ πρὸ τῶν κατηγοριῶν περὶ φωνῶν διαλέγεται, αἷς μέλλει χρήσασθαι ἐν

τῇ διδασκαλίᾳ τῶν κατηγοριῶν, ἀγνώστων ἡμῖν ἐκ τῆς συνηθείας οὐσῶν,

ἐν δὲ τῷ δευτέρῳ τμήματι περὶ αὐτῶν τῶν κατηγοριῶν, ἐν δὲ τῷ τρίτῳ,  


302

τοῦτ' ἔστι τῷ προκειμένῳ, περί τινων φωνῶν ὧν παρέλαβεν ἐν τῇ


διδασκαλίᾳ τῶν κατηγοριῶν, ὧν ἔννοιαν μέν τινα ἔχομεν οὐ μὴν διηρ-
θρωμένην. ὅτι δὲ οὐκ ἔστιν ἀπηρτημένον τὸ τμῆμα τοῦτο τοῦ σκοποῦ
τῶν κατηγοριῶν, ὥς τινες ἐνόμισαν, δῆλον μὲν καὶ ἐκ τῶν εἰρημένων,
καὶ ἐξ αὐτοῦ δὲ τοῦ συνεχοῦς τῆς φράσεως δῆλον· τὸν γὰρ μὲν

Ιωάννης Φιλόπονος. In libros de generatione animalium commentaria


Vol. 14,3, p. 207, li.19

τόπος, τουτέστιν ἐν ἑκάστῳ δὲ τῶν ζῴων ὁ τῶν μαστῶν τόπος ἐστὶν ὁ


τοὺς αὐτοὺς ἔχων πόρους τῇ ὑστέρᾳ· τοῦτο δὲ ταὐτόν ἐστι τῷ ἐν παντὶ
ζῴῳ τοὺς αὐτοὺς ἔχουσι πόρους τῇ ὑστέρᾳ οἱ μαστοὶ δι' ἀμφοτέρας τὰς
αἰτίας, τὴν ἐξ ἀνάγκης (αὕτη δὲ ἦν τὸ τοὺς αὐτοὺς ἔχειν πόρους τῇ
ὑστέρᾳ) καὶ τὴν ἕνεκά του· βέλτιον γὰρ ἐνταῦθα συναθροίζεσθαι, ὅπου
ἐστὶν ἡ ἀρχή, τουτέστιν ἡ καρδία, ἵνα πέττηται ὑπ' αὐτῆς. εἰπὼν οὖν
διὰ τί ἡ περίττωσις, ἐξ ἧς τὸ γάλα γίνεται, εἰς τοὺς μαστοὺς συλλέγεται,
εἰπὼν δὲ καὶ ὅτι ἀλλοῖον ἤγουν λευκὸν γίνεται διὰ τὸ καὶ τὴν ἐν τῇ
καρδίᾳ
ψυχὴν ἀλλοίαν καὶ ἰσχυροτέραν γίνεσθαι τὴν συμπέττουσαν αὐτήν (ὅτι
δὲ
ἀλλοία γίνεται κατὰ τοῦτον τὸν καιρὸν ἡ ψυχὴ καὶ πῶς ἀλλοία, ἐρεῖ ἐν
τῷ ἐφεξῆς βιβλίῳ, ὅτε λέγει περὶ φωνῆς ὀξύτητος καὶ βαρύτητος), εἰπὼν
οὖν διὰ τί ἡ περίττωσις αὕτη εἰς τοὺς μαστοὺς συλλέγεται, ἐπάγει τῆς δὲ
πέψεως καὶ τοῦ γλυκὺ γίνεσθαι περὶ τὸν καιρὸν τοῦ τόκου πρότερον
ἁλμυρὸν καὶ ἄχρηστον ὑπάρχον ἔστι μὲν λαβεῖν τὴν εἰρημένην
αἰτίαν· ἦν δὲ αὕτη τὸ ὀλίγην λαμβάνειν τροφὴν τὸ ἔμβρυον τελειωθέν,
καὶ διὰ τοῦτο εἶναι τὸ λειπόμενον πολὺ καὶ γλυκύ. δυνάμεθα οὖν, φησί,
τῆς πέψεως καὶ γλυκύτητος τοῦ γάλακτος λέγειν αἰτίαν τὴν ὅτι ὀλίγην
λαμβάνει τότε τροφήν, καὶ ἐπὶ τούτῳ ἐστὶ γλυκύ, ὥσπερ εἴρηται
πρότερον.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol. 15, p. 375, li.9

p. 420b4 Περὶ μὲν οὖν ψόφου ταύτῃ διωρίσθω.

 Εἴρηκε τί ἐστιν ὁ ψόφος, ὅτι κίνησις τοῦ δυναμένου κινεῖσθαι τὸν


τρόπον τοῦτον, ὅνπερ τὰ ἀφαλλόμενα ἀπὸ τῶν λείων, ὅταν ἀντικρούσῃ,
καὶ
πῶς γίνεται, ὅτι τύπτοντός τινος καὶ τυπτομένου, διὰ τίνος, ὅτι πληγή ἐστι
303

στερεῶν τινων πρὸς ἄλληλα ἐν ἀέρι σφοδροτέρα καθ' αὑτῶν τῆς τοῦ
ἀέρος
διαιρέσεώς τε καὶ θρύψεως· ἀλλὰ καὶ ποταπὰ δεῖ εἶναι τὰ πληττόμενα,
καὶ διὰ τίνος ἀκούεται καὶ πῶς ὁ ψόφος.
      

p. 420b5 Ἡ δὲ φωνὴ ψόφος τίς ἐστιν ἐμψύχου.

 Εἰπὼν περὶ ψόφου ἀκολούθως καὶ περὶ φωνῆς διαλέγεται· εἶδος γὰρ
ἡ φωνὴ τοῦ ψόφου. λέγει οὖν τὴν φωνήν τινα ψόφον εἶναι· οὐ γὰρ πᾶς
ψόφος φωνή, οἷον ὁ τῶν ἀψύχων. οὐ γὰρ ὁ ἐκ τῶν κυμάτων ἢ τῶν
ἀνέμων γινόμενος ψόφος ἢ τῶν προσαρασσομένων ἀλλήλοις λίθων φωνή

ἐστιν, ἀλλ' ἐμψύχου τις ψόφος ἐστὶν ἡ φωνή. ἀλλ' οὐδὲ πᾶς ἐμψύχου
ψόφος φωνή· οὐδὲ γὰρ ὁ διὰ χειρῶν κρότος οὐδὲ τὸ χρέμψασθαι ἢ βῆξαι
φωνή ἐστι· ψόφοι γάρ εἰσι ταῦτα καὶ οὐ φωναί· ἀλλὰ φωνή ἐστιν
ἐμψύχου
ψόφος διὰ τῶν φωνητικῶν γινόμενος μορίων. φωνητικὰ δὲ μόρια
πνεύμων
καὶ τὰ ἀναπνευστικὰ πάντα μόρια, καὶ ἡ τραχεῖα ἀρτηρία καὶ ὁ φάρυγξ.
ἀλλ' οὐδὲ ὁ ὁπωσοῦν ὑπὸ τούτων γινόμενος ψόφος φωνή ἐστιν· ἡ γὰρ
βὴξ
ὑπὸ τούτων γίνεται, καὶ οὐ λέγεται φωνεῖν ὁ βήττων· ἀλλ' ὅταν μετὰ φαν

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol. 15, p. 378, li.28

τοῦτο καὶ ἐπ' αὐτῶν γίνεσθαι ὑποληπτέον. τὸ δ' ἤ τινι ἑτέρῳ τοιούτῳ
προσέθηκεν, ὅτι ἐνδέχεται μὴ μόνον τῇ συστολῇ τῶν βραγχίων τὸν εἰρη-
μένον τρόπον ψοφεῖν αὐτούς, ἀλλὰ καὶ τῷ στόματι εἰσδεχομένους ὕδωρ
καὶ ἐξωθοῦντας μετὰ ῥοίζου. ἀμέλει ἐν τῷ βάθει ὄντες οὐ ψοφοῦσιν· ἀδύ-
νατον γὰρ ἐν τῷ ὕδατι γίνεσθαι ψόφον. διό, ὡς ἤδη εἶπον, ἐὰν ἐν
ὕδατι συμπλήξωμεν τὰς χεῖρας, οὐ ψοφοῦσι· διηχὲς μὲν γάρ ἐστι τὸ
ὕδωρ,
ψοφητικὸν δὲ οὔ.
      

p. 420b13 Φωνὴ δ' ἐστὶ ζῴου ψόφος, καὶ οὐ τῷ τυχόντι μορίῳ.


304

 Διακρίνας τὰ φωνοῦντα ἀπὸ τῶν μὴ φωνούντων καὶ ἐκ τούτων ἐφο-


διασθεὶς εἰς τὸν περὶ φωνῆς λόγον, βούλεται λοιπὸν τὸν τῆς κυρίως
φωνῆς
ἀποδοῦναι λόγον. διακρίνει δὲ αὐτὴν ἐκ τῶν ἄλλων ψόφων διχῶς, ἔκ τε
τοῦ τρόπου τῆς γενέσεως, καὶ ἐκ τοῦ τέλους. ἐκ μὲν οὖν τοῦ τρόπου τῆς
γενέσεως, ὅτι ἡ φωνὴ γίνεται τοῦ εἰσπνευσθέντος ἀέρος ἐκθλιβομένου τῇ

συστολῇ τοῦ θώρακος κατὰ τὴν ἐνυπάρχουσαν αὐτῷ ψοφητικὴν δύναμιν


καὶ προσπίπτοντος τῇ τραχείᾳ ἀρτηρίᾳ καὶ τῷ ἐναπειλημμένῳ ἐν αὐτῷ
ἀέρι, ὃς τῇ ἀθρόᾳ πληγῇ ἄθρυπτος ἀποπαλλόμενος ἀεὶ τύπτει τὸν
προσεχῆ
ἀέρα ἕως τῆς ἀκοῆς. ἔστι γὰρ τὸ μὲν ἀχανὲς τοῦ στόματος τὸ μέχρι
τῆς ῥίζης τῆς γλώττης φάρυγξ· ἐκεῖθεν δὲ δύο ἀγγεῖα φέρονται, τὸ μὲν  
ἐπὶ τὸν θώρακα,

Αμμώνιος In Aristotelis categorias commentarius P. 8, li.22

Ἀριστοτέλους συγγράμματα. καὶ λέγομεν ὅτι δεῖ καὶ ἄριστα εἰδέναι


αὐτὸν
ἃ μέλλει ἐξηγεῖσθαι, εἶναι μέντοι καὶ ἄνδρα ἔμφρονα, ὡς τὸ μὲν παριστᾶν

τὴν τοῦ φιλοσόφου διάνοιαν τὸ δὲ τὴν ἐν τοῖς λεγομένοις ἀλήθειαν ἐξε-


τάζειν· οὐδὲ γὰρ δεῖ ὥσπερ ἐκμεμισθωκέναι πάντως ἑαυτὸν καὶ
ἀνέχεσθαι
ὅ τι ἂν λέγηται καὶ σπουδάζειν πάντως ἐκεῖνα κρατῦναι ἃ ἐξηγεῖται ὡς
ἀληθῆ πάντα, κἂν μὴ οὕτως ἔχῃ, ἀλλὰ δεῖ ἕκαστον κρίνοντα βασανίζειν
ἐπίπροσθεν Ἀριστοτέλους θέμενον, εἰ τύχοι, τὴν ἀλήθειαν. οὕτως οὖν
ἐξηγεῖσθαι χρὴ τὸν ἐξηγούμενον.
 Ἀλλ' ἐπειδὴ τοῦ τῶν Κατηγοριῶν βιβλίου βουλόμεθα ἄρξασθαι, φέρε
τὰ μικρὸν ἀνωτέρω εἰρημένα ζητήσωμεν, καὶ πρῶτον τὸν σκοπόν. ἰστέον
τοίνυν ὅτι διηνέχθησαν οἱ ἐξηγηταὶ περὶ τούτου, οἱ μὲν περὶ φωνῶν εἰρη-

κότες τὸν φιλόσοφον διαλαβεῖν οἱ δὲ περὶ πραγμάτων οἱ δὲ περὶ


νοημάτων.
καὶ κρατύνουσιν ἕκαστοι τὰ ὑφ' ἑαυτῶν λεγόμενα ἔκ τινων τοῦ βιβλίου
λέξεων, οἱ μὲν περὶ φωνῶν λέγοντες ὅτι φαίνεται διαιρῶν τὰς φωνάς,
ὅταν
λέγῃ ὅτι “τῶν λεγομένων τὰ μὲν κατὰ συμπλοκὴν λέγεται τὰ δὲ ἄνευ
συμ-
πλοκῆς”, οἱ δὲ περὶ πραγμάτων, ὅτι ταῦτα φαίνεται διαιρῶν, ὅταν λέγῃ
ὅτι
305

“τῶν ὄντων τὰ μὲν καθ' ὑποκειμένου τινὸς λέγεται ἐν ὑποκειμένῳ δὲ


οὐδενί ἐστιν”, οἱ δὲ περὶ νοημάτων, ὅτι μετὰ τὸ πληρῶσαι τὸν περὶ τῶν
δέκα κατηγοριῶν λόγον φησὶ ‘περὶ τῶν γενῶν ἱκανὰ καὶ ταῦτα·’ γένη δὲ
δηλονότι φησὶ τὰ ὑστερογενῆ καὶ ἐννοηματικά, ὅθεν καὶ ὁ Πορφύριος
εἶπεν “οὐδὲν ἄρα περιττὸν οὐδὲ ἐλλεῖπον περιέχει ἡ τοῦ γένους

Αμμώνιος In Aristotelis categorias commentarius P. 9, li.3

τάζειν· οὐδὲ γὰρ δεῖ ὥσπερ ἐκμεμισθωκέναι πάντως ἑαυτὸν καὶ


ἀνέχεσθαι
ὅ τι ἂν λέγηται καὶ σπουδάζειν πάντως ἐκεῖνα κρατῦναι ἃ ἐξηγεῖται ὡς
ἀληθῆ πάντα, κἂν μὴ οὕτως ἔχῃ, ἀλλὰ δεῖ ἕκαστον κρίνοντα βασανίζειν
ἐπίπροσθεν Ἀριστοτέλους θέμενον, εἰ τύχοι, τὴν ἀλήθειαν. οὕτως οὖν
ἐξηγεῖσθαι χρὴ τὸν ἐξηγούμενον.
 Ἀλλ' ἐπειδὴ τοῦ τῶν Κατηγοριῶν βιβλίου βουλόμεθα ἄρξασθαι, φέρε
τὰ μικρὸν ἀνωτέρω εἰρημένα ζητήσωμεν, καὶ πρῶτον τὸν σκοπόν. ἰστέον
τοίνυν ὅτι διηνέχθησαν οἱ ἐξηγηταὶ περὶ τούτου, οἱ μὲν περὶ φωνῶν εἰρη-

κότες τὸν φιλόσοφον διαλαβεῖν οἱ δὲ περὶ πραγμάτων οἱ δὲ περὶ


νοημάτων.
καὶ κρατύνουσιν ἕκαστοι τὰ ὑφ' ἑαυτῶν λεγόμενα ἔκ τινων τοῦ βιβλίου
λέξεων, οἱ μὲν περὶ φωνῶν λέγοντες ὅτι φαίνεται διαιρῶν τὰς φωνάς,
ὅταν
λέγῃ ὅτι “τῶν λεγομένων τὰ μὲν κατὰ συμπλοκὴν λέγεται τὰ δὲ ἄνευ
συμ-
πλοκῆς”, οἱ δὲ περὶ πραγμάτων, ὅτι ταῦτα φαίνεται διαιρῶν, ὅταν λέγῃ
ὅτι
“τῶν ὄντων τὰ μὲν καθ' ὑποκειμένου τινὸς λέγεται ἐν ὑποκειμένῳ δὲ
οὐδενί ἐστιν”, οἱ δὲ περὶ νοημάτων, ὅτι μετὰ τὸ πληρῶσαι τὸν περὶ τῶν
δέκα κατηγοριῶν λόγον φησὶ ‘περὶ τῶν γενῶν ἱκανὰ καὶ ταῦτα·’ γένη δὲ
δηλονότι φησὶ τὰ ὑστερογενῆ καὶ ἐννοηματικά, ὅθεν καὶ ὁ Πορφύριος
εἶπεν “οὐδὲν ἄρα περιττὸν οὐδὲ ἐλλεῖπον περιέχει ἡ τοῦ γένους ῥηθεῖσα
ὑπογραφὴ τῆς ἐννοίας·” ὥστε καὶ ὁ σκοπὸς αὐτῷ περὶ μόνων νοημάτων.
καὶ ταῦτα μὲν ἕκαστοι λέγοντες δοκοῦσι διαφωνεῖν, τῷ ὄντι δὲ πάντες
ἀληθεύουσιν, εἰ καὶ οὐ τελείως ἀλλ' ἐκ μέρους· ὥσπερ εἴ τις ὁριζόμενος

Αμμώνιος In Aristotelis categorias commentarius P. 9, li.17

οὐδενί ἐστιν”, οἱ δὲ περὶ νοημάτων, ὅτι μετὰ τὸ πληρῶσαι τὸν περὶ τῶν
δέκα κατηγοριῶν λόγον φησὶ ‘περὶ τῶν γενῶν ἱκανὰ καὶ ταῦτα·’ γένη δὲ
δηλονότι φησὶ τὰ ὑστερογενῆ καὶ ἐννοηματικά, ὅθεν καὶ ὁ Πορφύριος
306

εἶπεν “οὐδὲν ἄρα περιττὸν οὐδὲ ἐλλεῖπον περιέχει ἡ τοῦ γένους ῥηθεῖσα
ὑπογραφὴ τῆς ἐννοίας·” ὥστε καὶ ὁ σκοπὸς αὐτῷ περὶ μόνων νοημάτων.
καὶ ταῦτα μὲν ἕκαστοι λέγοντες δοκοῦσι διαφωνεῖν, τῷ ὄντι δὲ πάντες
ἀληθεύουσιν, εἰ καὶ οὐ τελείως ἀλλ' ἐκ μέρους· ὥσπερ εἴ τις ὁριζόμενος
τὸν
ἄνθρωπον λέξῃ ὅτι ἄνθρωπός ἐστι ζῷον, ἄλλος δέ τις λέξῃ ὅτι λογικὸν
μόνον ἀρκεῖ, καὶ ἄλλος πάλιν ὅτι θνητόν, οἱ τρεῖς ἀληθεύουσιν, ἀλλ' οὐ
τέλειον ἕκαστος εἶπεν ὅρον.
 Ἔστιν οὖν σκοπὸς ἐνταῦθα τῷ φιλοσόφῳ διαλαβεῖν περὶ φωνῶν ση-
μαινουσῶν πράγματα διὰ μέσων νοημάτων. ὅτι δὲ ἀνάγκη τὸν λέγοντα
περὶ ἑνὸς τούτων τῶν εἰρημένων εἶναι τὸν σκοπὸν συνάγειν καὶ τὰ λοιπὰ
δύο, ταύτῃ δείξομεν· ὅτε γὰρ περὶ φωνῶν λέγων περὶ σημαντικῶν λέγει
(καὶ γὰρ περὶ ἀσήμων οὐδὲ εἷς παρὰ τοῖς φιλοσόφοις λόγος), αὗται δὲ
αἱ σημαντικαὶ σημαίνουσι πράγματα διὰ μέσων δηλονότι νοημάτων (ὁ
γὰρ
λέγων τι πρᾶγμα τὴν περὶ αὐτοῦ πρῶτον ἔννοιαν ἔχων τότε αὐτό φησιν),
ὥστε περὶ τῶν τριῶν ἐξ ἀνάγκης πάντως διαλέξεται. ἀλλὰ δὴ καὶ οἱ περὶ
πραγμάτων λέγοντες εἰς μέσον ἀγέσθωσαν. ἐπειδὴ τοίνυν καὶ τούτων τὰ
μὲν ἐν ψιλῇ ἐπινοίᾳ ἐστίν, ὡς τὸ τραγέλαφος καὶ ὅσα τοιαῦτα, τὰ δὲ καὶ
ὄντως ὑφεστῶτά ἐστιν, οὐ δήπου περὶ τῶν ἐν ψιλῇ ἐπινοίᾳ κειμένων
ἐροῦσι  

Αμμώνιος In Aristotelis categorias commentarius P. 9, li.20

εἶπεν “οὐδὲν ἄρα περιττὸν οὐδὲ ἐλλεῖπον περιέχει ἡ τοῦ γένους ῥηθεῖσα
ὑπογραφὴ τῆς ἐννοίας·” ὥστε καὶ ὁ σκοπὸς αὐτῷ περὶ μόνων νοημάτων.
καὶ ταῦτα μὲν ἕκαστοι λέγοντες δοκοῦσι διαφωνεῖν, τῷ ὄντι δὲ πάντες
ἀληθεύουσιν, εἰ καὶ οὐ τελείως ἀλλ' ἐκ μέρους· ὥσπερ εἴ τις ὁριζόμενος
τὸν
ἄνθρωπον λέξῃ ὅτι ἄνθρωπός ἐστι ζῷον, ἄλλος δέ τις λέξῃ ὅτι λογικὸν
μόνον ἀρκεῖ, καὶ ἄλλος πάλιν ὅτι θνητόν, οἱ τρεῖς ἀληθεύουσιν, ἀλλ' οὐ
τέλειον ἕκαστος εἶπεν ὅρον.
 Ἔστιν οὖν σκοπὸς ἐνταῦθα τῷ φιλοσόφῳ διαλαβεῖν περὶ φωνῶν ση-
μαινουσῶν πράγματα διὰ μέσων νοημάτων. ὅτι δὲ ἀνάγκη τὸν λέγοντα
περὶ ἑνὸς τούτων τῶν εἰρημένων εἶναι τὸν σκοπὸν συνάγειν καὶ τὰ λοιπὰ
δύο, ταύτῃ δείξομεν· ὅτε γὰρ περὶ φωνῶν λέγων περὶ σημαντικῶν λέγει
(καὶ γὰρ περὶ ἀσήμων οὐδὲ εἷς παρὰ τοῖς φιλοσόφοις λόγος), αὗται δὲ
αἱ σημαντικαὶ σημαίνουσι πράγματα διὰ μέσων δηλονότι νοημάτων (ὁ
γὰρ
λέγων τι πρᾶγμα τὴν περὶ αὐτοῦ πρῶτον ἔννοιαν ἔχων τότε αὐτό φησιν),
ὥστε περὶ τῶν τριῶν ἐξ ἀνάγκης πάντως διαλέξεται. ἀλλὰ δὴ καὶ οἱ περὶ
πραγμάτων λέγοντες εἰς μέσον ἀγέσθωσαν. ἐπειδὴ τοίνυν καὶ τούτων τὰ
307

μὲν ἐν ψιλῇ ἐπινοίᾳ ἐστίν, ὡς τὸ τραγέλαφος καὶ ὅσα τοιαῦτα, τὰ δὲ καὶ


ὄντως ὑφεστῶτά ἐστιν, οὐ δήπου περὶ τῶν ἐν ψιλῇ ἐπινοίᾳ κειμένων

Αμμώνιος In Aristotelis categorias commentarius P. 10, li.8

πραγμάτων λέγοντες εἰς μέσον ἀγέσθωσαν. ἐπειδὴ τοίνυν καὶ τούτων τὰ


μὲν ἐν ψιλῇ ἐπινοίᾳ ἐστίν, ὡς τὸ τραγέλαφος καὶ ὅσα τοιαῦτα, τὰ δὲ καὶ
ὄντως ὑφεστῶτά ἐστιν, οὐ δήπου περὶ τῶν ἐν ψιλῇ ἐπινοίᾳ κειμένων
ἐροῦσι  
διαλαβεῖν τὸν φιλόσοφον, ἀλλὰ περὶ τῶν ὄντως ὄντων καὶ ὑφεστηκότων·
ταῦτα δὲ ἡμᾶς διδάξει οὐ τῷ δακτύλῳ ἐπιδεικνύς, ἀλλὰ διὰ φωνῶν τινων
σημαινουσῶν αὐτὰ διὰ μέσων νοημάτων. ἀλλὰ μὴν καὶ πρὸς τοὺς
λέγοντας
περὶ νοημάτων μόνον εἶναι τὸν σκοπὸν ἐροῦμεν ὅτι τὰ νοήματα
πραγμάτων
ἐστὶ νοήματα καὶ ὁ διδάσκων αὐτὰ ταῖς σημαινούσαις αὐτὰ διδάξει
φωναῖς·
ὥστε ὅ τι ἄν τις εἴπῃ τῶν τριῶν, ἐξ ἀνάγκης ὁμολογήσει καὶ τὰ ἄλλα
δύο. καλῶς τοίνυν ἡμεῖς ἐλέγομεν ὅτι σκοπός ἐστι τῷ φιλοσόφῳ διαλε-
χθῆναι περὶ φωνῶν σημαινουσῶν πράγματα διὰ μέσων νοημάτων. καὶ
τοῦτο
εἰκότως· τὸ γὰρ προκείμενον βιβλίον καὶ τῆς λογικῆς πραγματείας καὶ
πάσης τῆς Ἀριστοτελικῆς φιλοσοφίας ἐστὶ πρῶτον. ὡς μὲν οὖν πρῶτον
τῆς
λογικῆς πραγματείας περὶ φωνῶν διδάσκει, ὡς δὲ προηγούμενον καὶ τῆς
ἄλλης Ἀριστοτελικῆς φιλοσοφίας τῶν ὄντων, τοῦτ' ἔστι τῶν πραγμάτων,
ποιεῖται διαίρεσιν. ἐκ δὲ τούτου δῆλον ὅτι διὰ μέσων νοημάτων· τὰ γὰρ
ἄκρα διδασκόμενα καὶ τὸ μέσον ἐξ ἀνάγκης συνδιδάσκει.
 Ἐλέγομεν δὲ ὀλίγον ἔμπροσθεν ὅτι τῆς φιλοσοφίας δύο ἐστὶ μέρη,
τό τε θεωρητικὸν καὶ τὸ πρακτικόν, καὶ ὅτι τὸ μὲν θεωρητικὸν ἔχει περὶ
τὴν κατάληψιν τοῦ ψευδοῦς καὶ τοῦ ἀληθοῦς, τὸ δὲ πρακτικὸν περὶ τὴν
διάκρισιν τοῦ τε ἀγαθοῦ καὶ τοῦ κακοῦ. ἀλλ' ἐπειδὴ τούτων

Αμμώνιος In Aristotelis categorias commentarius P. 10, li.11

διαλαβεῖν τὸν φιλόσοφον, ἀλλὰ περὶ τῶν ὄντως ὄντων καὶ ὑφεστηκότων·
ταῦτα δὲ ἡμᾶς διδάξει οὐ τῷ δακτύλῳ ἐπιδεικνύς, ἀλλὰ διὰ φωνῶν τινων
σημαινουσῶν αὐτὰ διὰ μέσων νοημάτων. ἀλλὰ μὴν καὶ πρὸς τοὺς
λέγοντας
περὶ νοημάτων μόνον εἶναι τὸν σκοπὸν ἐροῦμεν ὅτι τὰ νοήματα
πραγμάτων
ἐστὶ νοήματα καὶ ὁ διδάσκων αὐτὰ ταῖς σημαινούσαις αὐτὰ διδάξει
308

φωναῖς·
ὥστε ὅ τι ἄν τις εἴπῃ τῶν τριῶν, ἐξ ἀνάγκης ὁμολογήσει καὶ τὰ ἄλλα
δύο. καλῶς τοίνυν ἡμεῖς ἐλέγομεν ὅτι σκοπός ἐστι τῷ φιλοσόφῳ διαλε-
χθῆναι περὶ φωνῶν σημαινουσῶν πράγματα διὰ μέσων νοημάτων. καὶ
τοῦτο
εἰκότως· τὸ γὰρ προκείμενον βιβλίον καὶ τῆς λογικῆς πραγματείας καὶ
πάσης τῆς Ἀριστοτελικῆς φιλοσοφίας ἐστὶ πρῶτον. ὡς μὲν οὖν πρῶτον
τῆς
λογικῆς πραγματείας περὶ φωνῶν διδάσκει, ὡς δὲ προηγούμενον καὶ τῆς
ἄλλης Ἀριστοτελικῆς φιλοσοφίας τῶν ὄντων, τοῦτ' ἔστι τῶν πραγμάτων,
ποιεῖται διαίρεσιν. ἐκ δὲ τούτου δῆλον ὅτι διὰ μέσων νοημάτων· τὰ γὰρ
ἄκρα διδασκόμενα καὶ τὸ μέσον ἐξ ἀνάγκης συνδιδάσκει.
 Ἐλέγομεν δὲ ὀλίγον ἔμπροσθεν ὅτι τῆς φιλοσοφίας δύο ἐστὶ μέρη,
τό τε θεωρητικὸν καὶ τὸ πρακτικόν, καὶ ὅτι τὸ μὲν θεωρητικὸν ἔχει περὶ
τὴν κατάληψιν τοῦ ψευδοῦς καὶ τοῦ ἀληθοῦς, τὸ δὲ πρακτικὸν περὶ τὴν
διάκρισιν τοῦ τε ἀγαθοῦ καὶ τοῦ κακοῦ. ἀλλ' ἐπειδὴ τούτων ἑκάτερον
ὑποδύεταί τινα μὲν ὡς ἀληθῆ μὴ ὄντα ἀληθῆ, τινὰ δὲ ὡς ἀγαθὰ μὴ ὄντα
ἀγαθά, ἵνα μὴ ἀπατῶνται ἀπ' αὐτῶν οἱ ἄνθρωποι, δεῖ αὐτοῖς τινος
ὀργάνου
διακρίνοντος αὐτοῖς τὰ τοιαῦτα, ἵνα ὥσπερ γνώμονί τινι καὶ

Αμμώνιος In Aristotelis categorias commentarius P. 26, li.23

ταῖς αἱ μερικαί, οὐχ ἵνα ὑποστῶσι (προϋφεστήκασι γὰρ αἱ καθόλου),


ἀλλ' ἵνα κατ' αὐτῶν ῥηθῶσιν· εἰ οὖν ἁπλῶς εἶπεν ὑποκείμενον τὴν
οὐσίαν,
ἐνίστατό τις λέγων μήποτε τὴν μερικὴν μόνην οὐσίαν λέγει τὴν πρὸς
κατηγορίαν ὑποκειμένην τοῖς καθόλου. καὶ τούτοις τοῖς ὀνόμασι κεχρη-
μένος ἐκτίθεται τὰς τέσσαρας συζυγίας, καὶ πρώτην τὴν καθόλου οὐσίαν,

ὡς τιμιωτέραν, ἔπειτα τὸ ἀντικείμενον, λέγω δὴ τὸ μερικὸν συμβεβηκός,


εἶτα προετίμησε τὸ καθόλου συμβεβηκὸς τῆς μερικῆς οὐσίας, διότι περὶ
τῶν καθόλου τοῖς φιλοσόφοις ὁ λόγος.
 Σκοπῆσαι δὲ δεῖ πῶς ὁ φιλόσοφός φησι τῶν ὄντων τὰ μὲν
καθ' ὑποκειμένου τινὸς λέγεται, ἐν ὑποκειμένῳ δὲ οὐδενί ἐστι·
καὶ ῥητέον ὅτι ἐνταῦθα μὲν περὶ φωνῶν διαλεγόμενος ἐχρήσατο τῷ
λέγεται, ἡνίκα δὲ περὶ οὐσιῶν, τῷ ἐστίν.

Ἐν ὑποκειμένῳ δὲ λέγω.

 Τὰ τέσσαρα τὰ ἀναφανέντα ἡμῖν ἐκ τῶν ἓξ συζυγιῶν πρόκειται νῦν


309

τῷ Ἀριστοτέλει σαφηνίσαι, λέγω δὴ τὸ μερικὸν συμβεβηκὸς καὶ τὴν


μερι-
κὴν οὐσίαν καὶ τὸ καθόλου συμβεβηκὸς καὶ τὴν καθόλου οὐσίαν, καὶ τὴν

ἀρχὴν ποιεῖται ἐκ τοῦ μερικοῦ συμβεβηκότος ὡς σαφεστέρου αὐτοῦ


ὄντος
καὶ ἁπλουστέρου. ἐπεὶ οὖν τὰ πράγματα ἐκ τῶν ὁρισμῶν μανθάνομεν,
ἀποδίδωσιν αὐτοῦ τινα οὐχ ὁρισμὸν μὲν ἀνάλογον δὲ μᾶλλον ὁρισμῷ·
ἀναλογεῖ δὲ τὸ μὲν ἔν τινγένει, τὰ δὲ λοιπὰ διαφοραῖς· λέγεται γὰρ τὸ
ἔν τινἑνδεκαχῶς, ἐν χρόνῳ ἐν τόπῳ ἐν ἀγγείῳ ὡς μέρος ἐν ὅλῳ ὡς

Αμμώνιος In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 16, li.16

ὥστε καὶ περὶ τοῦ κοινοῦ αὐτῶν γένους, τῆς ἀποφάνσεως. ἐπεὶ δὲ καὶ ἡ
ἀπόφανσις ἕν τί ἐστι τῶν τοῦ λόγου εἰδῶν καὶ ἔδει τὸν λόγον ἐν τῷ
ὁρισμῷ παραληφθῆναι τῆς ἀποφάνσεως, διότι καὶ πάντα τὰ γένη τοὺς
ὁρισμοὺς συμπληροῦσι τῶν οἰκείων εἰδῶν, γνωριμώτερα δὲ εἶναι χρὴ τὰ
πρὸς διδασκαλίαν ὁτουοῦν λαμβανόμενα τοῦ δι' αὐτῶν δηλουμένου, διὰ
τοῦτο ἔδοξεν ἀναγκαία εἶναι καὶ ἡ τοῦ λόγου θεωρία ὡς προληφθῆναι
ὀφείλουσα τῆς ἀποφάνσεως. εἰ δέ τις ἀποροίη πῶς οὐχὶ καὶ τὸ τοῦ λόγου
γένος, ἡ φωνή, διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν μνήμης ἠξίωται ὡς ὀφεῖλον καὶ
αὐτὸ δι' ὁρισμοῦ δηλωθῆναι, ῥητέον ὅτι φυσιολογίᾳ προσῆκον ἦν περὶ
φωνῆς διαλεχθῆναι, διότι μόνης φύσεώς ἐστιν ἔργον ἡ φωνή, καθάπερ τὸ

ὁρᾶν καὶ τὸ ἀκούειν (φύσει γάρ ἐσμεν φωνητικοί), λόγος δὲ καὶ


ἀπόφανσις
καὶ τὰ ταύτης εἴδη, κατάφασις καὶ ἀπόφασις, φωναὶ μέν τινές εἰσιν, ἀλλὰ
προσλαβοῦσαι τὸ ἀπὸ τῆς ἡμετέρας ἐννοίας εἰδοποιεῖσθαι καὶ τοίως ἢ
τοίως
προφέρεσθαι. διὸ καὶ ἰδία τις ἀπονενέμηται αὐτοῖς πραγματεία παρὰ τὰς
φυσικάς, ἡ λογικὴ κεκλημένη, ὥστε μηδὲ ἁπλῶς εἶναι τὴν φωνὴν τοῦ
λόγου, ὥσπερ τινὲς ὑπολαμβάνουσι, γένος· οὐ γὰρ οἷόν τε ἦν τοῦ γένους
φύσει ὄντος τὸ εἶδος μὴ εἶναι φύσει, ἀλλ' εἴπερ ἄρα, τῆς κατὰ τὸν λόγον
φωνῆς τὴν ἁπλῶς φωνὴν ῥητέον γένος εἶναι, πρὸς μέντοι τὸν λόγον
αὐτὸν
ἐν ὕλης τάξει παραλαμβάνεσθαι τὴν φωνὴν ἐροῦμεν, ὅπερ καὶ αὐτὸς ὁ
Ἀριστοτέλης ἐν τῷ πέμπτῳ τῶν Περὶ γενέσεως ζῴων ἀποφαίνεται τὰς

Αμμώνιος In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 20, li.30
310

δι' ἄλλων καὶ ἄλλων νοημάτων ἐπινοεῖν ἀδύνατον, ἀλλ' ἀνάγκη τῶν νοη-
μάτων ἕκαστον εἰκόνα εἶναι τοῦ πράγματος, οὗ ἂν ᾖ νόημα, ὥσπερ ἐν
πίνακι τῇ ψυχῇ γεγραμμένον, εἴπερ ἐστὶ τὸ νοεῖν οὐδὲν ἕτερον ἢ τὸ
δέξασθαι τὸ εἶδος τοῦ νοουμένου ἤτοι πρόχειρον ποιῆσαι· διὰ τοῦτο
καλεῖ
τὰ μὲν νοήματα τῶν πραγμάτων ὁμοιώματα, τὰ δέ γε ὀνόματα καὶ τὰ
ῥήματα τῶν νοημάτων καὶ τὰ γράμματα τῶν ὀνομάτων καὶ ῥημάτων
σύμβολα καὶ σημεῖα. τούτων δὴ τῶν τεττάρων, λέγω δὴ πραγμάτων
νοημάτων φωνῶν γραμμάτων, χαίρειν ἐάσας τὰ γράμματα ὡς οὐδὲν
ἀναγ-
καῖον ἔχοντα πρὸς τὴν προσεχῆ τῶν πραγμάτων ὑφήγησιν, ἃ προηγου-
μένως ὁ φιλόσοφος βούλεται θεωρεῖν, περὶ νοημάτων σκοπεῖ, δι' ὧν
ταῦτα
γινώσκομεν, καὶ περὶ φωνῶν διορίζεται, ὧν χωρὶς ἀδύνατον μάθησιν ἢ
διδασκαλίαν γενέσθαι.
 Διὰ ταῦτα οὖν τὰ γράμματα παραλιπὼν ὁ Ἀριστοτέλης τὰ πρά-
γματα παραλαμβάνει καὶ τὰ νοήματα καὶ ἔτι τὰς φωνάς, καί φησιν
ἕκαστον
τούτων ὁτὲ μὲν ἁπλοῦν θεωρεῖσθαι, ὁτὲ δὲ σύνθετον· οἷον πρᾶγμα
ἁπλοῦν  
’ὁ Σωκράτης’, πρᾶγμα δὲ σύνθετον ‘ὁ τρέχων Σωκράτης’ (προσείληφε
γὰρ
ἐνταῦθα ἡ τοῦ Σωκράτους οὐσία τὴν κατὰ τὸ τρέχειν ἐνέργειαν), καὶ
νόημα ὡσαύτως σύνθετον τὸ περὶ τοῦ τρέχοντος Σωκράτους, καὶ φωνὴ
σύνθετος ᾗ λέγομεν ‘Σωκράτης τρέχει’. καὶ τῶν συνθέτων δηλονότι
νοημάτων τε καὶ φωνῶν ἐκ τῆς τῶν ἁπλῶν συνδρομῆς ἀποτελουμένων, ἡ
οὖν ἀλήθεια, φησί, καὶ τὸ ψεῦδος ἐν οὐδενὶ τῶν ἁπλῶν θεωρηθήσεται,

Αμμώνιος In Aristotelis librum de interpretatione commentarius P. 98,


li.13

εἴ τισι τῶν προσδιωρισμένων τὸ αὐτὸ δύνανται, διὰ τῶν ἑξῆς τῷ Ἀριστο-


τέλει συνοδεύοντες ζητήσωμεν.
 Ἐπὶ τούτοις οὖν τὴν ῥῆσιν αὐτὴν ἐπισκεψώμεθα, δι' ἧς παραδιδοὺς
ἡμῖν τὴν εἰρημένην ἀπὸ τοῦ ὑποκειμένου τῶν προτάσεων διαίρεσιν καὶ
διακρίνας τὰ καθ' ἕκαστα τῶν καθόλου τοῦτό φησιν εἶναι καθόλου ὃ ἐπὶ
πλειόνων πέφυκε κατηγορεῖσθαι, τῶν ὁμωνύμως κατὰ πλειόνων
κατηγορουμένων τὰ καθόλου διακρίνων τῷ πεφυκέναι κατὰ πολλῶν
κατη-
γορεῖσθαι, τοῦτο δέ ἐστι μὴ νόμῳ τινὶ καὶ θέσει, καθάπερ τὸ Αἴας καὶ
τὸ Ἀλέξανδρος, ἀλλὰ τῷ φύσιν μίαν δηλοῦν, ἥτις ἑκάστῳ τῶν πλειόνων
311

ὑπάρχουσα ποιεῖ καὶ τὸ σημαῖνον αὐτὴν ὄνομα κατ' αὐτῶν


κατηγορεῖσθαι.
ὅλως δὲ περὶ φωνῶν διαλεγόμενος τῶν πραγμάτων ποιεῖται τὴν
διαίρεσιν,
διότι περὶ φωνῶν τοῖς φιλοσόφοις ὁ λόγος οὐ προηγουμένως, καθάπερ
ῥήτορσί τε καὶ γραμματικοῖς, ὡς καὶ πρότερον ἐλέγομεν, ἀλλὰ τῆς τῶν
πραγμάτων καταλήψεως ἕνεκεν. διελόμενος οὖν τὰ εἴδη τῶν προτάσεων
εἴς τε τὰς καθόλου καὶ τὰς καθ' ἕκαστα, προστίθησι τὴν τῶν καθόλου
διαίρεσιν εἴς τε τὰς καθόλου ὡς καθόλου λεγομένας καὶ τὰς ἀπροσδιο-
ρίστους· τῶν γὰρ μερικῶν ἐφεξῆς ποιήσεται μνείαν. ἐν δέ γε τούτοις τὰς
μὲν καθόλου ἐπὶ τῶν καθόλου ἀποφάνσεις ἐναντίας εἶναί φησι, δι' ἃς ἐλέ-
γομεν αἰτίας, τὰς δὲ ἐπὶ τῶν καθόλου μὴ καθόλου δέ, τοῦτ' ἔστι τὰς
ἀπροσδιορίστους, αὐτὰς μὲν μὴ εἶναι ἐναντίας, τὰ μέντοι δηλούμενα ὑπ'
αὐτῶν δύνασθαί ποτε εἶναι ἐναντία. ὅτι μὲν οὖν καθόλου μὴ καθόλου

Αμμώνιος In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 98, li.14

τέλει συνοδεύοντες ζητήσωμεν.


 Ἐπὶ τούτοις οὖν τὴν ῥῆσιν αὐτὴν ἐπισκεψώμεθα, δι' ἧς παραδιδοὺς
ἡμῖν τὴν εἰρημένην ἀπὸ τοῦ ὑποκειμένου τῶν προτάσεων διαίρεσιν καὶ
διακρίνας τὰ καθ' ἕκαστα τῶν καθόλου τοῦτό φησιν εἶναι καθόλου ὃ ἐπὶ
πλειόνων πέφυκε κατηγορεῖσθαι, τῶν ὁμωνύμως κατὰ πλειόνων
κατηγορουμένων τὰ καθόλου διακρίνων τῷ πεφυκέναι κατὰ πολλῶν
κατη-
γορεῖσθαι, τοῦτο δέ ἐστι μὴ νόμῳ τινὶ καὶ θέσει, καθάπερ τὸ Αἴας καὶ
τὸ Ἀλέξανδρος, ἀλλὰ τῷ φύσιν μίαν δηλοῦν, ἥτις ἑκάστῳ τῶν πλειόνων
ὑπάρχουσα ποιεῖ καὶ τὸ σημαῖνον αὐτὴν ὄνομα κατ' αὐτῶν
κατηγορεῖσθαι.
ὅλως δὲ περὶ φωνῶν διαλεγόμενος τῶν πραγμάτων ποιεῖται τὴν
διαίρεσιν,
διότι περὶ φωνῶν τοῖς φιλοσόφοις ὁ λόγος οὐ προηγουμένως, καθάπερ
ῥήτορσί τε καὶ γραμματικοῖς, ὡς καὶ πρότερον ἐλέγομεν, ἀλλὰ τῆς τῶν
πραγμάτων καταλήψεως ἕνεκεν. διελόμενος οὖν τὰ εἴδη τῶν προτάσεων
εἴς τε τὰς καθόλου καὶ τὰς καθ' ἕκαστα, προστίθησι τὴν τῶν καθόλου
διαίρεσιν εἴς τε τὰς καθόλου ὡς καθόλου λεγομένας καὶ τὰς ἀπροσδιο-
ρίστους· τῶν γὰρ μερικῶν ἐφεξῆς ποιήσεται μνείαν. ἐν δέ γε τούτοις τὰς
μὲν καθόλου ἐπὶ τῶν καθόλου ἀποφάνσεις ἐναντίας εἶναί φησι, δι' ἃς ἐλέ-
γομεν αἰτίας, τὰς δὲ ἐπὶ τῶν καθόλου μὴ καθόλου δέ, τοῦτ' ἔστι τὰς
ἀπροσδιορίστους, αὐτὰς μὲν μὴ εἶναι ἐναντίας, τὰ μέντοι δηλούμενα ὑπ'
312

αὐτῶν δύνασθαί ποτε εἶναι ἐναντία. ὅτι μὲν οὖν καθόλου μὴ καθόλου
τὰς ἀπροσδιορίστους καλεῖ, καὶ τὰ παρατιθέμενα παρ' αὐτοῦ
παραδείγματα

Αμμώνιος In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 1, li.3

ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΤΟ Α ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΑΠΟ


ΦΩΝΗΣ ΑΜΜΩΝΙΟΥ

 Ὁ φιλόσοφος ὅτε περὶ φωνῶν διαλέγεται, οὐ περὶ τῶν ἀσήμων δια-


λέγεται, ἀλλὰ περὶ τῶν σημαντικῶν. σκοπὸς γάρ ἐστιν αὐτῷ ἡ τῶν
πραγμάτων ἐξέτασις· πρὸς δὲ τοῦτο οὐδὲν αὐτῷ συντελοῦσιν αἱ ἄσημοι
φωναὶ ἀλλ' αἱ σημαντικαὶ τῶν πραγμάτων. τί γὰρ αὐτῷ συντελεῖ περὶ
τοῦ βλίτυρι καὶ τοῦ σκινδαψὸς καὶ τῶν τοιούτων διαλαβεῖν; περὶ φωνῶν
οὖν διέλαβεν ἐν ταῖς Κατηγορίαις, οὐκ ἀσήμων ἀλλὰ περὶ φωνῶν
σημαν-
τικῶν τῶν πραγμάτων διὰ μέσων τῶν νοημάτων. καὶ καλῶς Θεόδωρος
λέγει δύνασθαι διττὸν εἶναι τὸν σκοπὸν τῶν Κατηγοριῶν, καὶ περὶ
φωνῶν
καὶ περὶ πραγμάτων. ᾗ μὲν γὰρ πρόκειται αὐτῷ διδάξαι ἡμᾶς περὶ
ἁπλῶν φωνῶν καὶ ἀρχή ἐστιν πάσης τῆς λογικῆς πραγματείας, περὶ
φωνῶν

Αμμώνιος In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 1, li.8

σματος· τὸ μὲν γὰρ ὄντως συμπέρασμά ἐστιν ὅτι τὰ ἐναντία ἅμα ἀληθῆ
εἶναι ἀδύνατον, ἔστι δὲ αἴτιον τοῦ μὴ πεφυκέναι συναληθεύειν ἀλλήλοις
τὰ ἐναντία τὸ μὴ ἐνδέχεσθαι αὐτὰ τῷ αὐτῷ ἅμα ὑπάρχειν.  

ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΤΟ Α ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΑΠΟ


ΦΩΝΗΣ ΑΜΜΩΝΙΟΥ

 Ὁ φιλόσοφος ὅτε περὶ φωνῶν διαλέγεται, οὐ περὶ τῶν ἀσήμων δια-


313

λέγεται, ἀλλὰ περὶ τῶν σημαντικῶν. σκοπὸς γάρ ἐστιν αὐτῷ ἡ τῶν
πραγμάτων ἐξέτασις· πρὸς δὲ τοῦτο οὐδὲν αὐτῷ συντελοῦσιν αἱ ἄσημοι
φωναὶ ἀλλ' αἱ σημαντικαὶ τῶν πραγμάτων. τί γὰρ αὐτῷ συντελεῖ περὶ
τοῦ βλίτυρι καὶ τοῦ σκινδαψὸς καὶ τῶν τοιούτων διαλαβεῖν; περὶ φωνῶν
οὖν διέλαβεν ἐν ταῖς Κατηγορίαις, οὐκ ἀσήμων ἀλλὰ περὶ φωνῶν
σημαν-
τικῶν τῶν πραγμάτων διὰ μέσων τῶν νοημάτων. καὶ καλῶς Θεόδωρος
λέγει δύνασθαι διττὸν εἶναι τὸν σκοπὸν τῶν Κατηγοριῶν, καὶ περὶ
φωνῶν
καὶ περὶ πραγμάτων. ᾗ μὲν γὰρ πρόκειται αὐτῷ διδάξαι ἡμᾶς περὶ
ἁπλῶν φωνῶν καὶ ἀρχή ἐστιν πάσης τῆς λογικῆς πραγματείας, περὶ
φωνῶν
ἐροῦμεν τὸν σκοπόν· ᾗ δὲ οὐ περὶ ἁπλῶν φωνῶν πρόκειται αὐτῷ λέγειν
ἀλλὰ περὶ σημαντικῶν τῶν πραγμάτων καὶ ἀρχή ἐστιν πάσης φιλοσοφίας
τὸ βιβλίον, περὶ πραγμάτων ἐροῦμεν τὸν σκοπόν. εἰ δὲ περὶ φωνῶν καὶ
πραγμάτων, πρόδηλον ὅτι καὶ περὶ τῶν μέσων τούτων, τῶν νοημάτων.
ὥστε ἐν μὲν ταῖς Κατηγορίαις διέλαβεν περὶ ἁπλῶν φωνῶν σημαντικῶν

Αμμώνιος In Aristotelis analyticorum priorum librum i commentarium


P. 1, li.10

ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΤΟ Α ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΑΠΟ


ΦΩΝΗΣ ΑΜΜΩΝΙΟΥ

 Ὁ φιλόσοφος ὅτε περὶ φωνῶν διαλέγεται, οὐ περὶ τῶν ἀσήμων δια-


λέγεται, ἀλλὰ περὶ τῶν σημαντικῶν. σκοπὸς γάρ ἐστιν αὐτῷ ἡ τῶν
πραγμάτων ἐξέτασις· πρὸς δὲ τοῦτο οὐδὲν αὐτῷ συντελοῦσιν αἱ ἄσημοι
φωναὶ ἀλλ' αἱ σημαντικαὶ τῶν πραγμάτων. τί γὰρ αὐτῷ συντελεῖ περὶ
τοῦ βλίτυρι καὶ τοῦ σκινδαψὸς καὶ τῶν τοιούτων διαλαβεῖν; περὶ φωνῶν
οὖν διέλαβεν ἐν ταῖς Κατηγορίαις, οὐκ ἀσήμων ἀλλὰ περὶ φωνῶν
σημαν-
τικῶν τῶν πραγμάτων διὰ μέσων τῶν νοημάτων. καὶ καλῶς Θεόδωρος
λέγει δύνασθαι διττὸν εἶναι τὸν σκοπὸν τῶν Κατηγοριῶν, καὶ περὶ
φωνῶν
καὶ περὶ πραγμάτων. ᾗ μὲν γὰρ πρόκειται αὐτῷ διδάξαι ἡμᾶς περὶ
ἁπλῶν φωνῶν καὶ ἀρχή ἐστιν πάσης τῆς λογικῆς πραγματείας, περὶ
φωνῶν
ἐροῦμεν τὸν σκοπόν· ᾗ δὲ οὐ περὶ ἁπλῶν φωνῶν πρόκειται αὐτῷ λέγειν
ἀλλὰ περὶ σημαντικῶν τῶν πραγμάτων καὶ ἀρχή ἐστιν πάσης φιλοσοφίας
τὸ βιβλίον, περὶ πραγμάτων ἐροῦμεν τὸν σκοπόν. εἰ δὲ περὶ φωνῶν καὶ
πραγμάτων, πρόδηλον ὅτι καὶ περὶ τῶν μέσων τούτων, τῶν νοημάτων.
ὥστε ἐν μὲν ταῖς Κατηγορίαις διέλαβεν περὶ ἁπλῶν φωνῶν σημαντικῶν
314

τῶν πραγμάτων διὰ μέσων τῶν νοημάτων, ἐν δὲ τῷ Περὶ ἑρμηνείας ἀκο-


λούθως μετὰ τὰς ἁπλᾶς φωνὰς διέλαβεν πρῶτον περὶ ὀνόματος καὶ ῥή

Ολυμπιόδωρος. Προλεγόμενα. P. 18, li.29

Ἀριστοτελικοῦ συγγράμματος ἕξ τινα προλαβεῖν, σκοπόν τέ φημι καὶ


χρείαν
καὶ τάξιν ἀναγνώσεως, ἔτι δ' αἰτίαν τῆς ἐπιγραφῆς καὶ συγγραφέα καὶ τὴν

καλουμένην διασκευήν. οὐκοῦν ταύτην τὴν προθυμίαν ἔχοντες ἀρξώμεθα

ἀπὸ τοῦ σκοποῦ, ἐπειδὴ πρὸς αὐτὸν ἅπαντα τὴν ἀναφορὰν ἔχει δημοσιεύ-
οντα τὴν προαίρεσιν τοῦ προκειμένου συγγράμματος. οὐ μία τοίνυν
γέγονε
δόξα περὶ τοῦ σκοποῦ τῶν Κατηγοριῶν, ἀλλὰ τοσαῦται γεγόνασι δόξαι,
ὅσα
τὰ ὄντα καθέστηκε· τριττὰ δὲ ταῦτα, ἢ πράγματα ἢ νοήματα ἢ φωναί, καὶ
τὰ μὲν πράγματα θεόθεν παράγεται, τὰ δὲ νοήματα ὑπὸ τοῦ νοῦ, αἱ δὲ
φωναὶ ὑπὸ τῆς ψυχῆς. εἰς τοσαῦτα τοίνυν καὶ ὁ σκοπὸς μερίζεται. τῶν
δὲ διαφόρων αἱρέσεων τοῦτον μεριζουσῶν τρεῖς γεγόνασιν αἱρέσεις περὶ
τοῦ
σκοποῦ, καὶ ἡ μὲν ἔλεγεν περὶ φωνῶν μόνων διαλέγεσθαι τὸν
Ἀριστοτέλη,
εἰς ἣν ἦν ὁ Πορφύριος, ἡ δὲ περὶ μόνων πραγμάτων, εἰς ἣν ἦν ὁ Ἑρμῖνος,

ἡ δὲ περὶ μόνων νοημάτων, εἰς ἣν ἦν Ἀλέξανδρος. καὶ ἕκαστος τούτων


μάρτυρα τῆς οἰκείας δόξης τὸν Ἀριστοτέλη προεβάλλετο, Πορφύριος μὲν
ὡς
λέγων τὸν Ἀριστοτέλη περὶ φωνῶν διαλέγεσθαι ἐπιστοῦτο τὸν ἑαυτοῦ
λόγον
ἐκ τῆς ἐπιγραφῆς· ἐπιγέγραπται γάρ, φησί, τὸ σύγγραμμα Κατηγορίαι,
οὐ-
δὲν δὲ ἕτερόν ἐστι κατηγορία ἢ τὸ κατὰ ἄλλου ἀγορεύεσθαι· τὸ δὲ ἀγο-
ρεύεσθαι φωνῆς ἴδιον· περὶ φωνῶν ἄρα καὶ μόνον διαλαμβάνει. καὶ
ὅλως  
ἐξ αὐτῶν τῶν θυρῶν προανακηρύττει ὁ φιλόσοφος τὴν προαίρεσιν,
λέγων
ὁμώνυμα λέγεται, τὸ δὲ λέγεταοὐκ ἐπὶ πραγμάτων ἀλλ' ἐπὶ φωνῶν
λαμβάνεται· ὥστε καὶ ἐντεῦθεν ἔστιν ἑλεῖν ὅτι περὶ φωνῶν αὐτῷ ὁ
σκοπός,
315

Ολυμπιόδωρος. Προλεγόμενα. P. 19, li.14

ὅθεν καὶ διαιρεῖ αὐτάς, ἡνίκα φησὶν τῶν λεγομένων τὰ μὲν κατὰ συμ-
πλοκὴν λέγεται τὰ δὲ ἄνευ συμπλοκῆς, τῶν λεγομένων ἐπὶ φωνῆς
εἰωθότων ὀνομάζεσθαι. ὁ δὲ Ἑρμῖνος οἰόμενος αὐτὸν περὶ πραγμάτων
διαλαμβάνειν πιστοῦται τὸν λόγον αὑτοῦ ἐκ τοῦ τὸν Ἀριστοτέλη
πανταχοῦ
τῷ ἔστπροσρήματι κεχρῆσθαι, ὅπερ ἐπὶ πραγμάτων εἴωθε λέγεσθαι.
καὶ οὐ μόνον, φησίν, ἐκ τούτου ἔστι πιστώσασθαι τὸν λόγον, ἀλλὰ καὶ ἐκ

τῆς διαιρέσεως τῆς παραδεδομένης ὑπ' αὐτοῦ περὶ τῶν ὄντων, ἔνθα φησὶ
τῶν ὄντων τὰ μέν ἐστιν ἐν ὑποκειμένῳ, τὰ δὲ καθ' ὑποκειμένου
τινὸς λέγεται, ὡς δῆλον ὅτι περὶ πραγμάτων ἐστὶν αὐτῷ ὁ σκοπός. καὶ
μήτις ἀπορήσῃ πρὸς τὸν Ἑρμῖνον λέγων ὅτι ὅσον ἐπὶ τούτῳ τῷ λόγῳ
συμβήσεται εἶναι τὸν σκοπὸν τοῦ Ἀριστοτέλους περὶ φωνῶν, τῶν
φωνῶν
αὐτῶν οὐσῶν· ἐρεῖ γὰρ ἴσως τις πρὸς αὐτόν, ὑπὲρ Ἑρμίνου τὸν λόγον
ποι-
ούμενος, ὅτι αἱ φωναὶ καὶ οἱ λόγοι οὐ λέγονται κυρίως εἶναι, ἀλλ' ἐν τῷ
γίγνεσθαι τὸ εἶναι ἔχουσιν, ὡς μαθησόμεθα. ὁ δὲ Ἀλέξανδρος ὑπολαμ-
βάνων αὐτὸν περὶ νοημάτων διαλέγεσθαι, ἐξ ἑκατέρων λαμβάνων τὰς
ἀφορμὰς κατεσκεύαζε τὸν ἑαυτοῦ λόγον·

Ολυμπιόδωρος. Προλεγόμενα. P. 19, li.25

αὐτῶν οὐσῶν· ἐρεῖ γὰρ ἴσως τις πρὸς αὐτόν, ὑπὲρ Ἑρμίνου τὸν λόγον
ποι-
ούμενος, ὅτι αἱ φωναὶ καὶ οἱ λόγοι οὐ λέγονται κυρίως εἶναι, ἀλλ' ἐν τῷ
γίγνεσθαι τὸ εἶναι ἔχουσιν, ὡς μαθησόμεθα. ὁ δὲ Ἀλέξανδρος ὑπολαμ-
βάνων αὐτὸν περὶ νοημάτων διαλέγεσθαι, ἐξ ἑκατέρων λαμβάνων τὰς
ἀφ-
ορμὰς κατεσκεύαζε τὸν ἑαυτοῦ λόγον· φησὶ γὰρ ὅτι ἀμφότεροι ἐμοὶ
νικᾶτε,
ὡς ἐκ διαιρέσεως δείξωμεν· τῶν ὄντων τὰ μὲν μόνως ἀγγέλλει, τὰ δὲ
μόνως ἀγγέλλεται, τὰ δὲ καὶ ἀγγέλλει καὶ ἀγγέλλεται. μόνως μὲν οὖν
ἀγγέλλουσιν αἱ φωναί, μόνως δὲ ἀγγέλλονται τὰ πράγματα, ἀγγέλλει δὲ
καὶ
ἀγγέλλεται τὰ διανοήματα· ἀγγέλλει μὲν γὰρ τὰ πράγματα, ἀγγέλλεται δὲ
ὑπὸ τῶν φωνῶν· οὐκοῦν μέσα ἐστὶ τὰ νοήματα τῶν τε φωνῶν καὶ τῶν
316

πραγμάτων. λέγετε δὲ ὑμεῖς ὅτι περὶ φωνῶν καὶ περὶ πραγμάτων ζητεῖ,
μέσα δὲ τούτων τὰ νοήματα, ὁ δὲ περὶ τῶν ἄκρων διαλαμβάνων περὶ τῶν
μέσων διαλαμβάνει· περὶ νοημάτων ἄρα αὐτῷ ὁ σκοπός. εὐπορεῖ δὲ ὁ
Ἀλέξανδρος καὶ ἄλλου λόγου τοιούτου· τοσοῦτόν φησιν ὅτι περὶ νοημά-
των ἐστὶν αὐτῷ ὁ σκοπός, ὅτι ἐν τῷ τέλει τῶν Κατηγοριῶν φησιν ὑπὲρ
μὲν οὖν τῶν προτεθέντων γενῶν ἱκανὰ ταῦτα. εἰ τοίνυν περὶ
γενῶν, ὡς εἴρηται, ἐστὶν αὐτῷ ὁ σκοπός, οἶδε δὲ πάλιν ἡ λογικὴ οὐ τὰ
πρὸ τῶν πολλῶν (θεολογίας γὰρ ἔργον τοῦτο), οὐδὲ τὰ ἐν τοῖς πολλοῖς
(φυσιολογίας γὰρ τοῦτο), ἀλλὰ τὰ ἐννοηματικὰ τὰ ἐπὶ τοῖς πολλοῖς καὶ
ὑστερογενῆ, πῶς οὐκ ἔσται αὐτῷ ὁ σκοπὸς περὶ νοημάτων ἐνταῦθα, εἴ γε
λογική ἐστιν ἡ μετὰ χεῖρας πραγματεία; καὶ οὕτω μὲν αἱ τρεῖς αἱρέσεις

Ολυμπιόδωρος. Προλεγόμενα. P. 20, li.1

μὲν οὖν τῶν προτεθέντων γενῶν ἱκανὰ ταῦτα. εἰ τοίνυν περὶ


γενῶν, ὡς εἴρηται, ἐστὶν αὐτῷ ὁ σκοπός, οἶδε δὲ πάλιν ἡ λογικὴ οὐ τὰ
πρὸ τῶν πολλῶν (θεολογίας γὰρ ἔργον τοῦτο), οὐδὲ τὰ ἐν τοῖς πολλοῖς
(φυσιολογίας γὰρ τοῦτο), ἀλλὰ τὰ ἐννοηματικὰ τὰ ἐπὶ τοῖς πολλοῖς καὶ
ὑστερογενῆ, πῶς οὐκ ἔσται αὐτῷ ὁ σκοπὸς περὶ νοημάτων ἐνταῦθα, εἴ γε
λογική ἐστιν ἡ μετὰ χεῖρας πραγματεία; καὶ οὕτω μὲν αἱ τρεῖς αἱρέσεις
τὸ οἰκεῖον ἐξ αὐτοῦ τοῦ φιλοσόφου πιστούμεναι προΐεσαν. ὁ δὲ θεῖος
Ἰάμβλιχος, ἐπιγενόμενος ὕστερον, φησὶ πρὸς αὐτοὺς ὅτι μάχεσθε, ἄν-
θρωποι, μὴ μαχόμενοι· καὶ γὰρ καὶ ἀληθεύετε καὶ οὐκ ἀληθεύετε· ἀλη-
θεύει γὰρ ἕκαστος ὑμῶν λέγων τοῦτον εἶναι τὸν σκοπὸν τοῦ
Ἀριστοτέλους,  
ψεύδεται δέ, ὅτι τοῦτον λέγει καὶ μόνον [ἢ περὶ φωνῶν μόνως εἴρηται ἢ
περὶ νοημάτων μόνον ἢ περὶ πραγμάτων μόνον]. ὥσπερ εἴ που
ὁριζόμενός
τις τὸν ἄνθρωπον εἴποι αὐτὸν ἢ ζῷον μόνον εἶναι ἢ λογικὸν ἢ θνητὸν
μόνον, ἀληθεύει μέν, ἐπειδὴ ταῦτα ἔστιν ὁ ἄνθρωπος, ψεύδεται δὲ ἓν
ἕκαστον μόνον εἶναι λέγων τὸν ἄνθρωπον· οὕτω καὶ ὁ περὶ φωνῶν
μόνον
ἢ περὶ πραγμάτων ἢ περὶ νοημάτων μόνον οἰόμενος τὸν Ἀριστοτέλη
λέγειν
κατορθοῖ τι καὶ οὐ κατορθοῖ· κατορθοῖ μέν, ἐπειδὴ μερικῶς πως ἥψατο
τοῦ
σκοποῦ, οὐ κατορθοῖ δέ, ἐπειδὴ μὴ τελείως ἠδυνήθη ἀποδοῦναι τὸν
σκοπὸν
τοῦ συγγράμματος· ἔστιν οὖν τῷ ὄντι ὁ σκοπὸς τοῦ Ἀριστοτέλους οὔτε
περὶ φωνῶν μόνον οὔτε περὶ νοημάτων μόνον οὔτε περὶ πραγμάτων
μόνον,
ἀλλὰ περὶ τῶν τριῶν ἅμα, φωνῶν, νοημάτων, πραγμάτων· οὐδὲ γὰρ δυνα
317

Ολυμπιόδωρος. Προλεγόμενα. P. 20, li.30

ὡς ἄνω δέδεικται· ὁ δὲ περὶ τῶν ἄκρων διαλεγόμενος καὶ τὰ μέσα περι-


λαμβάνει, ἅπερ ἐστὶ τὰ νοήματα· καὶ περὶ νοημάτων ἄρα ἐστὶν αὐτῷ ὁ
λόγος. οὐκοῦν ἔχομεν ἀναφανὲν ἡμῖν τέως τοῦτο, ὅτι ὁ περὶ φωνῶν δια-
λεγόμενος καὶ περὶ νοημάτων καὶ περὶ πραγμάτων διαλέγεται. πάλιν οἱ
περὶ πραγμάτων λέγοντες εἶναι τὸν σκοπὸν καὶ μόνων τῷ Ἀριστοτέλει
ἐρωτῶσιν ἡμῖν ἀποκρινέσθωσαν· πῶς περὶ πραγμάτων αὐτὸν λέγετε
διαλέγε-
σθαι; ἆρα περὶ πραγμάτων ᾗ πράγματα ἢ ὡς ὑπὸ φωνῶν σημαινομένων;
οὐ δήπου ἐρεῖτε αὐτὸν περὶ πραγμάτων ᾗ πράγματα ἔχειν τὸν σκοπὸν ἐν
τούτῳ· πρώτης γὰρ φιλοσοφίας ἔργον ἐστὶ τοῦτο. οὐκοῦν ὡς ὑπὸ φωνῶν
σημαινομένων. ζητεῖ ταῦτα· οὐ δήπου γὰρ δακτύλῳ δείκνυσι ταῦτα
φιλοσοφῶν· οὐκοῦν καὶ περὶ φωνῶν ἐστιν αὐτῷ ὁ λόγος. ἀλλ' ἐπειδὴ
σημαίνουσι τὰ πράγματα αἱ φωναὶ διὰ μέσων νοημάτων, καὶ περὶ νοημά-
των ἐστὶν ἄρα αὐτῷ φροντίς. καὶ πάλιν ἀναπέφανται ἡμῖν τὸ ἐξ ἀρχῆς,
ὅτι ὁ περὶ πραγμάτων διαλεγόμενος καὶ περὶ τῶν λοιπῶν διαλέγεται.
ἀλλὰ δὴ καὶ οἱ περὶ νοημάτων λέγοντες αὐτὸν ἔχειν τὸν σκοπὸν εἰς μέσον

ἀγέσθωσαν· ἐρωτητέον γὰρ αὐτοὺς ὅτι οἱ περὶ νοημάτων βουλόμενοι τὸν


Ἀριστοτέλην διαλαβεῖν, ποίων ἄρα νοημάτων; ἆρα τῶν ἐπὶ ψιλῇ ἐπινοίᾳ;
οὐδαμῶς. οὐκοῦν τῶν σημαινόντων. τί σημαίνουσι δέ; τὰ πράγματα·
δῆλον ἄρα ὅτι καὶ περὶ πραγμάτων διαλέγεται. καὶ ἐπειδὴ μὴ μόνον ση-
μαίνουσιν, ἀλλὰ καὶ σημαίνονται ὑπὸ τῶν φωνῶν, δῆλον ἄρα καὶ περὶ  
φωνῶν διαλεχθήσεται. καὶ ἄλλως· εἰ δέδεικται ὅτι μέσα τὰ νοήματα

Ολυμπιόδωρος. Προλεγόμενα. P. 21, li.11

φωνῶν διαλεχθήσεται. καὶ ἄλλως· εἰ δέδεικται ὅτι μέσα τὰ νοήματα


φωνῶν καὶ πραγμάτων, ὁ περὶ τῶν μέσων διαλεγόμενος πῶς οὐ διαλεχθή-
σεται καὶ περὶ τῶν ἄκρων; ἐκ τούτων τοίνυν ἔχομεν ὡς ἔστιν ὁ σκοπὸς
τῶν Κατηγοριῶν περὶ φωνῶν καὶ νοημάτων καὶ πραγμάτων. φωνὰς μὲν
οὖν ᾗ φωναὶ σκοπεῖν γραμματικῆς ἔργον, νοήματα δὲ ᾗ νοήματα τῆς περὶ

ψυχῆς πραγματείας, πράγματα δὲ ᾗ πράγματα τῆς πρώτης φιλοσοφίας·


ἐπεὶ τοίνυν τὸ παρὸν βιβλίον οὔτε πρώτη ἐστὶ φιλοσοφία οὔτε ψυχῆς
θεωρία οὔτε γραμματικὸν σύγγραμμα, οὐ σκοπήσει τὰ πράγματα ᾗ πρά-
318

γματα οὐδὲ τὰ νοήματα ᾗ νοήματα οὐδὲ τὰς φωνὰς ᾗ φωναί, ἀλλὰ σκο-
πήσει τὰς φωνὰς ὡς σημαινούσας πράγματα διὰ μέσων νοημάτων.
οὐκοῦν
σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν διαλεχθῆναι περὶ φωνῶν πράγματα
σημαινουσῶν
διὰ μέσων νοημάτων, καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν, περὶ φωνῶν καὶ πραγμάτων καὶ
νοημάτων διαλέγεται κατὰ τὴν πρὸς ἄλληλα σχέσιν.
 Ἀλλ' οὔπω ἔχομεν τέλειον τὸν τῶν Κατηγοριῶν σκοπόν· καὶ γὰρ καὶ
τὰ Ἀναλυτικά, τοῦτ' ἔστιν ἡ περὶ συλλογισμῶν πραγματεία, καὶ τὸ Περὶ
ἑρμηνείας, ὅ ἐστι τὸ περὶ προτάσεων σύγγραμμα, τοιοῦτον ἐπιδέχεται τὸν

σκοπόν. οὐκοῦν πρὸς χωρισμὸν τούτων ῥητέον ὅτι ἐκεῖνα μὲν περὶ συν-
θέτων φωνῶν διαλέγεται, τοῦτο δὲ περὶ ἁπλῶν. ὅθεν λεκτέον τὸν σκοπὸν
εἶναι τῶν Κατηγοριῶν περὶ ἁπλῶν φωνῶν πράγματα ἁπλᾶ σημαινουσῶν
διὰ μέσων ἁπλῶν νοημάτων. ἀλλὰ πάλιν οὐδὲ οὕτως ἔχομεν τέλειον τὸν
σκοπὸν τῶν Κατηγοριῶν· καὶ γὰρ ἐν ἀρχῇ τοῦ Περὶ ἑρμηνείας περὶ
ὀνόματος

Ολυμπιόδωρος. In Aristotelis categorias commentarium


P. 28, li.26

Θεωρία ζʹ.Ὁμώνυμα λέγεται.

 Δῆλος ἐκ θυρῶν αὐτῶν ὁ Ἰαμβλίχειος σκοπὸς ὁ λέγων ὅτι καὶ περὶ


φωνῶν καὶ νοημάτων καὶ πραγμάτων ἐστὶν αὐτῷ ὁ σκοπός. εἶπεν γὰρ
ὁμώνυμα, ἅτινα ὁμώνυμα καὶ πράγματά ἐστι καὶ σημαίνονται ὑπὸ φωνῶν

διὰ μέσων νοημάτων. οὕτω μὲν οὖν διὰ τῶν ὁμωνύμων δέδεικται ὅτι
περὶ τῶν τριῶν ἐστιν αὐτῷ ὁ σκοπός. ἀλλὰ μὴν καὶ ἐκ τοῦ λέγετα
ἔστιν ἑλεῖν τὸν σκοπόν· τὸ γὰρ λέγεται καὶ ἐπὶ φωνῶν καὶ ἐπὶ νοημάτων
καὶ ἐπὶ πραγμάτων ἐφαρμόζει· οὕτω γὰρ τὸν βαρβαρίζοντα καὶ σολοικί-
ζοντά φαμεν κακῶς λέγειν, τὴν φωνὴν μεμφόμενοι. ἀλλὰ μὴν καὶ τὸν
ἠλίθιόν φαμεν κακῶς λέγειν, τὴν διάνοιαν μεμφόμενοι. ἀλλὰ μὴν ὁμοίως
καὶ τὸν ψευδόμενόν φαμεν κακῶς λέγειν, τῶν πραγμάτων
καταγιγνώσκοντες.
εἰ τοίνυν τὸ λέγεται κατὰ τῶν τριῶν φέρεται, ἐχρήσατο δὲ αὐτῷ ὁ Ἀρι-  
στοτέλης ἐνταῦθα, πῶς οὐκ ἔστι δῆλον ὅτι περὶ τῶν τριῶν ἐστιν αὐτῷ ὁ
319

Ολυμπιόδωρος. In Aristotelis categorias commentarium P. 41, li.8

 Μέχρι τούτων παραγαγὼν ὁ Ἀριστοτέλης τὸν λόγον τὸν περὶ τῶν


ὁμωνύμων, συνωνύμων καὶ παρωνύμων, τρέπεται καὶ ἐπὶ τὴν διαίρεσιν
τῶν  
λεγομένων, τοῦτ' ἔστι τῶν φωνῶν τῶν σημαινουσῶν τὰ πράγματα. καὶ
σημειωτέον ὅτι οὐ μάτην εἶπεν τῶν λεγομένων, καὶ οὐκ εἶπεν μᾶλλον
τῶν φωνῶν· οἶδεν γὰρ ὅτι αἱ φωναὶ οὐ πάντως εἰσὶ καὶ σημαντικαί τινος
πάντοτε, ἀλλὰ ποτὲ μὲν σημαντικαὶ καὶ ἔναρθροι, ὡς τὰ ὀνόματα καὶ τὰ
ῥήματα, ποτὲ δὲ ἄσημοι καὶ ἄναρθροι, ὡς οἱ ψόφοι. τὸ δὲ λέγειν κατά
τινος πάντως πράγματος φέρεται· οὐκοῦν ἐπείγεται ἐπὶ τὴν διαίρεσιν τῶν
φωνῶν τῶν σημαινουσῶν τὰ πράγματα. εἶτα δεδιώς, ἵνα μή τις ὑπολάβῃ
αὐτὸν περὶ φωνῶν μόνων διαλαμβάνοντα, τρέπεται καὶ ἐπὶ τὴν διαίρεσιν

τῶν ὄντων, τοῦτ' ἔστιν τῶν πραγμάτων, καὶ λέγει ὅτι τῶν ὄντων τὰ μέν
ἐστιν οὐσίαι τὰ δὲ συμβεβηκότα τὰ δὲ καθόλου τὰ δὲ μερικά. καὶ
δυνατὸν
μὲν ὑπῆρχεν ἡμᾶς καὶ ἀπὸ τῆς μιᾶς διαιρέσεως δεῖξαι τὸν σκοπὸν τὸν
Ἰαμβλίχειον, ὅτι περὶ φωνῶν καὶ πραγμάτων διὰ μέσων νοημάτων
ἐνταῦθα
διαλέγεται ὁ Ἀριστοτέλης, ἀλλ' αὐτὸς τοῦτο εὐλαβήθη, ὡς εἴρηται, ἵνα
μὴ ἐν ὑπονοίᾳ γένηται ὅτι μόνον περὶ φωνῶν παραδίδωσι τὴν διαίρεσιν,
τῶν πραγμάτων σαφῶς κηρυττόντων ὅτι περὶ φωνῶν καὶ πραγμάτων
ἐστὶν
αὐτῷ ὁ λόγος διὰ μέσων νοημάτων. οὕτω μὲν οὖν αὐτὸς τὸν οἰκεῖον
σκοπὸν ἀπεφήνατο. ἡμῖν δὲ ἐξὸν καὶ ἐξ ἑκατέρας διαιρέσεως δεῖξαι ὅτι
περὶ τῶν τριῶν ἐστιν αὐτῷ ὁ λόγος. ἐκ μὲν οὖν τῆς διαιρέσεως τῶν
φωνῶν οὕτως·

Ολυμπιόδωρος. In Aristotelis categorias commentarium P. 41, li.12

σημειωτέον ὅτι οὐ μάτην εἶπεν τῶν λεγομένων, καὶ οὐκ εἶπεν μᾶλλον
τῶν φωνῶν· οἶδεν γὰρ ὅτι αἱ φωναὶ οὐ πάντως εἰσὶ καὶ σημαντικαί τινος
πάντοτε, ἀλλὰ ποτὲ μὲν σημαντικαὶ καὶ ἔναρθροι, ὡς τὰ ὀνόματα καὶ τὰ
ῥήματα, ποτὲ δὲ ἄσημοι καὶ ἄναρθροι, ὡς οἱ ψόφοι. τὸ δὲ λέγειν κατά
τινος πάντως πράγματος φέρεται· οὐκοῦν ἐπείγεται ἐπὶ τὴν διαίρεσιν τῶν
φωνῶν τῶν σημαινουσῶν τὰ πράγματα. εἶτα δεδιώς, ἵνα μή τις ὑπολάβῃ
αὐτὸν περὶ φωνῶν μόνων διαλαμβάνοντα, τρέπεται καὶ ἐπὶ τὴν διαίρεσιν
320

τῶν ὄντων, τοῦτ' ἔστιν τῶν πραγμάτων, καὶ λέγει ὅτι τῶν ὄντων τὰ μέν
ἐστιν οὐσίαι τὰ δὲ συμβεβηκότα τὰ δὲ καθόλου τὰ δὲ μερικά. καὶ
δυνατὸν
μὲν ὑπῆρχεν ἡμᾶς καὶ ἀπὸ τῆς μιᾶς διαιρέσεως δεῖξαι τὸν σκοπὸν τὸν
Ἰαμβλίχειον, ὅτι περὶ φωνῶν καὶ πραγμάτων διὰ μέσων νοημάτων
ἐνταῦθα
διαλέγεται ὁ Ἀριστοτέλης, ἀλλ' αὐτὸς τοῦτο εὐλαβήθη, ὡς εἴρηται, ἵνα
μὴ ἐν ὑπονοίᾳ γένηται ὅτι μόνον περὶ φωνῶν παραδίδωσι τὴν διαίρεσιν,
τῶν πραγμάτων σαφῶς κηρυττόντων ὅτι περὶ φωνῶν καὶ πραγμάτων
ἐστὶν
αὐτῷ ὁ λόγος διὰ μέσων νοημάτων. οὕτω μὲν οὖν αὐτὸς τὸν οἰκεῖον
σκοπὸν
ἀπεφήνατο. ἡμῖν δὲ ἐξὸν καὶ ἐξ ἑκατέρας διαιρέσεως δεῖξαι ὅτι περὶ τῶν
τριῶν ἐστιν αὐτῷ ὁ λόγος. ἐκ μὲν οὖν τῆς διαιρέσεως τῶν φωνῶν οὕτως·
πρῶτον μὲν ἐκ τοῦ εἰπεῖν αὐτὸν τῶν λεγομένων· τὰ γὰρ λεγόμενα ἀνα-
φέρεται κατὰ φωνῶν, ὡς ἐπὶ τοῦ σολοικίζοντος, ἀλλὰ δὴ καὶ κατὰ πραγ-
μάτων, ὡς ἐπὶ τῶν ψευδομένων, ὁμοίως καὶ κατὰ νοημάτων, ὡς ὅταν
λέγωμεν κακῶς εἰπεῖν τὸν ἠλίθιον τὴν ἔννοιαν αὐτοῦ μεμφόμενοι.
δεύτερον

Ολυμπιόδωρος. In Aristotelis categorias commentarium P. 69, li.17

εκτική. πάλιν δὲ τῇ μερικῇ οὐσίᾳ τὸ τόδε τι ἁρμόζει ὡς μιᾷ οὔσῃ τῷ


ἀριθμῷ,
τὸ δὲ τοιόνδε ὡς ποικίλας ἐχούσῃ μεταβολάς. δέδεικται τοίνυν ὡς τοῦ
μὲν Πλάτωνος ἐπιφέροντος τοῖς μερικοῖς τὸ τοιόνδε τοῖς δὲ καθόλου τὸ
τόδε, Ἀριστοτέλους δὲ τὸ ἀνάπαλιν τοῖς μὲν μερικοῖς τὸ τόδε τοῖς δὲ
καθόλου τὸ τοιόνδε, οὐ διαφωνοῦσιν ἀλλὰ μᾶλλον συμφωνοῦσιν· ἐν γὰρ
ταῖς
ἀμφοτέραις οὐσίαις ἀμφοτέρας λαμβάνομεν τὰς προσηγορίας. ἀλλ'
ἐπειδὴ
τὰ πράγματα σημαίνονται αἱ δὲ φωναὶ σημαίνουσιν, ὡς ἴσμεν, ζητήσωμεν

πῶς Ἀριστοτέλης ἐνταῦθα τὴν οὐσίαν λέγει σημαίνειν καίτοι πρᾶγμα


ὑπάρ-
χουσαν. πρὸς τοῦτό φαμεν ὅτι πολλάκις εἰρήκαμεν ὅτι ἐνταῦθα περὶ
πραγμάτων διαλεγόμεθα οὐχ ὅτι πράγματα ἀλλ' ὡς ὑπὸ φωνῶν σημαινο-
μένων, καὶ περὶ φωνῶν οὐχ ὅτι φωναὶ ἀλλ' ὡς πράγματα σημαινουσῶν.
ἐνδέχεται δὲ καὶ τὰς φωνὰς ἀναδέξασθαι τὰ τῶν πραγμάτων ὡς διὰ τὴν
πρὸς ἄλληλα σχέσιν καὶ τὰ πράγματα ὁμοίως τὰ τῶν φωνῶν· διότι μὲν
321

γὰρ αἱ φωναὶ τὰ τῶν πραγμάτων ἀναδέχονται, ἐροῦμεν ὅτι Σωκράτης


τρέχει, οὐχ ὡς τῆς φωνῆς τῆς τρισυλλάβου τρεχούσης, ἀλλ' ὡς τοῦ πράγ-
ματος τοῦ σημαινομένου ὑπὸ τῆς φωνῆς, τοῦτ' ἔστι τῆς οὐσίας
Σωκράτους.
ἔστι δὲ ὅτι καὶ τὰ πράγματα τὰ τῶν φωνῶν ἀναδέχονται, ὥσπερ ἐνταῦθά
φησιν ὁ Ἀριστοτέλης τὴν οὐσίαν σημαίνειν, οὐχ ὡς αὐτοῦ τοῦ πράγματος

σημαίνοντος, ἀλλὰ τὴν ὀνομασίαν δηλονότι τοῦ πράγματος αὐτῆς τῆς

Ολυμπιόδωρος. Scholia in Aristotelis librum de interpretatione (e cod.


Vat. Urbin. gr. 35) P. xxvi, li.5

ἐκάλεσε τὴν φρόνησιν. ἢ ἐπειδὴ ὅλη δι' ὅλης αὐτοκίνητός ἐστι καὶ ὡς μὲν

κινοῦσα ποιεῖ, ὡς δὲ κινουμένη πάσχει, διὰ τοῦτο καὶ πάθημα ἡ


φρόνησις.
 Ὅρα δὲ καὶ τῇδε [79e8]: τὸ τρίτον ἐπιχείρημα, τὸ ἐκ τῆς ζωῆς,
ὅτι ἡ ψυχὴ δεσπόζει τοῦ σώματος (τὸ γὰρ χρώμενον τοῦ ὀργάνου
δεσπόζει),
καὶ ὅτι ζωοποιεῖ αὐτό, καὶ ὡς αὐτοκίνητος. αἱ γὰρ ἄλλαι ψυχαὶ ζωαί εἰσι
τῶν
σωμάτων, οὐ ζωοῦσιν αὐτά.  
Ὀλυμπιοδώρου.
Ἔστι μὲν οὖν τὰ ἐν τῇ φωνῇ τῶν ἐν τῇ ψυχῇ παθημάτων σύμβολα.
ἀποροῦσί τινες διὰ τί ἀπὸ φωνῶν καὶ μὴ ἀπὸ γραμμάτων ἤρξατο·
καὶ λέγομεν πρὸς τοῦτο ἐπιλυόμενοι ὅτι λογική ἐστιν ἡ πραγμα-
τεία, λογικῷ δὲ καθήκει περὶ φωνὰς καταγίνεσθαι. διὰ τοῦτο
οὖν ἀπὸ φωνῶν τὴν ἀρχὴν ἐποίησεν. Ὀλυμπιοδώρου.
Ὄνομα. μετὰ τὰς κοινωνίας καὶ διαφορὰς τῶν τεσσάρων, φημὶ δὴ
γραμμάτων φωνῶν νοημάτων πραγμάτων, νῦν κατὰ τὴν πρόθεσιν ἔρ-
χεται ἐπὶ τὸ παραδοῦναι τοὺς ὁρισμοὺς τῶν ἓξ τῶν συμβαλλομένων
τῇ διδασκαλίᾳ τῆς παρούσης πραγματείας. ἀλλ' ἐπειδὴ ἔφη “πρῶ-
τον δεῖ θέσθαι τί ὄνομα καὶ τί ῥῆμα,” διὰ τοῦτο κατὰ τὴν ὑπό-
σχεσιν ἀπὸ τοῦ ὀνόματος ἄρχεται τὴν παράδοσιν τῶν ὁρισμῶν ποι-
εῖσθαι. ὁρίζεται τοίνυν τὸ ὄνομα λέγων οὕτως· “ὄνομά ἐστι φωνὴ  
σημαντικὴ κατὰ συνθήκην ἄνευ χρόνου ὡρισμένον τι δηλοῦσα, ἧς

Elias Phil., In Porphyrii isagogen P. 7, li.30

τιμιώτερος· ‘θεός, ὦ ξένε, θεός’· τιμιώτερος γὰρ ὁ Μίνως διὰ τὸν Δία·
λέγουσι γὰρ αὐτὸν Ἕλληνες ὑπὲρ ἐννέα ἔτη ἀνιέναι πρὸς τὸν Δία
322

διορθώ-
σεως τῶν νόμων χάριν, καὶ τοῦτο αἰνίττεται Ὅμηρος λέγων
  ἐννέωρος βασίλευε Διὸς μεγάλου ὀαριστής.
τοιοῦτον οὖν ἡ φιλοσοφία θέλει δεῖξαι τὸν ἄνθρωπον ἐπὶ τῆς γῆς.
 Ἐπεὶ οὖν ἔγνωμεν τί τὸ τέλος τῆς φιλοσοφίας καὶ τί τὸ ὑποκείμενον
αὐτῇ, φέρε εἴπωμεν καὶ πῶς ἐκ τούτων ὁρίζεται. δεῖ εἰδέναι ὅτι ἕξ εἰσιν
ὁρισμοὶ τῆς φιλοσοφίας καὶ οὔτε πλείους οὔτε ἐλάττους, δύο ἐκ τοῦ ὑπο-
κειμένου, δύο ἐκ τοῦ τέλους, εἷς ἐκ τῆς ὑπεροχῆς καὶ εἷς ἐκ τῆς ἐτυμο-
λογίας. ἡ δὲ τάξις αὐτῶν ἐστιν αὕτη· ἔσχατος πάντων ὁ ἐκ τῆς ἐτυμο-
λογίας, ὡς περὶ φωνὰς μόνας ἠσχολημένος καὶ οὐδὲν τοῦ πράγματος
λέγων
τῆς φιλοσοφίας περὶ τὰ ὄντα ἐπτοημένης. μετ' αὐτόν ἐστιν ὁ ἐκ τῆς  
ὑπεροχῆς, ἐπειδὴ τὰ κοινὰ προηγοῦνται τῶν ἰδικῶν καὶ κοινοὶ μὲν πάσης
τέχνης καὶ ἐπιστήμης ὁρισμοὶ οἱ ἐκ τοῦ ὑποκειμένου καὶ ἐκ τοῦ τέλους
λαμβανόμενοι, ὁ δὲ ἐκ τῆς ὑπεροχῆς ὁρισμὸς ἴδιος τῆς φιλοσοφίας· μόνη
γὰρ αὕτη ἐκ τῆς ὑπεροχῆς ὁρισμὸν ἔσχε τῶν ἄλλων, ὡς εἴρηται, ἐκ τοῦ
συναμφοτέρου ὁριζομένων. μετὰ δὲ τὸν ἐκ τῆς ὑπεροχῆς εἰσιν οἱ ἐκ τοῦ
τέλους, καὶ μετὰ τοὺς ἐκ τοῦ τέλους εἰσὶν οἱ ἐκ τοῦ ὑποκειμένου· ἀεὶ γὰρ
τὸ ὑποκείμενον προηγεῖται τοῦ τέλους. καὶ οὕτως μὲν ἀναλυτικῶς. συν-
θετικῶς δὲ πάλιν οὕτως· πρῶτος ὁ λέγων ‘γνῶσις τῶν ὄντων ᾗ ὄντα ἐστί’,

δεύτερος ὁ λέγων ‘γνῶσις θείων τε καὶ ἀνθρωπίνων πραγμάτων’, μετ'


αὐτὸν

Elias Phil., In Porphyrii isagogen P. 35, li.26

φιλόσοφος φωνὴ ἢ γένος ἐστὶν ἢ διαφορὰ ἢ εἶδος ἢ ἴδιον ἢ συμβεβηκός,


καὶ ἕκτη παρὰ ταύτας οὐδὲ ἐπινοηθῆναι δύναται. τοῦτο δὲ καὶ ἐκ διαιρέ-
σεως δείκνυσιν, ἣν αἰνίττεται ἐν τῷ περὶ γένους λόγῳ. ἔχει δὲ οὕτως· ἡ
φωνὴ ἢ σημαντική ἐστιν ἢ ἄσημος. ἀλλ' αἱ μὲν ἄσημοι χαιρέτωσαν·
γραμματικοῖς αὗται μελήσουσιν, παρ' οἷς οὐδὲν διαφέρει τὸ Ὅμηρος τοῦ
σκινδαψός [σκινδαψοῦ]· φιλοσόφοις δέ, οἷς σημαινομένων καὶ μόνον
ἐστὶ
φροντίς, πολλὴν διαφορὰν εἰσάγει τὸ σημαίνειν ἢ μὴ σημαίνειν· εἰ γὰρ
μὴ
σημαίνει, οὐδὲ διαλέγονται περὶ αὐτῶν· εἰ γὰρ ἦν τὰ πράγματα διδάξαι
χωρὶς φωνῶν, οὐκ ἄν ποτε φωναῖς ἐχρήσαντο. ἀλλ' ἐπειδὴ τοῦτο ἀδύνα-
τον (χωρὶς γὰρ φωνῶν οὐ διδάσκεται πρᾶγμα), ἐξ ἀνάγκης διαλέγονται
καὶ
περὶ φωνῶν. τῶν δὲ σημαντικῶν αἱ μὲν καθόλου, αἱ δὲ μερικαί. ἀλλὰ  
καὶ αἱ μερικαὶ μετὰ τῶν ἀσήμων ἐκβαλέσθωσαν· ποιηταῖς γὰρ αὗται με-
λήσουσι καὶ ῥήτορσι, τοῖς μὲν διὰ τὰς ἱστορίας, τοῖς δὲ διὰ τὸν φεύ-
323

γοντα καὶ τὸν διώκοντα.


 Τῶν δὲ καθόλου αἱ μὲν οὐσιώδεις εἰσίν, αἱ δὲ ἐπεισοδιώδεις. ἐκεῖνα
δὲ λέγεται οὐσιώδη, ὅσα καὶ παρόντα σώζουσι καὶ ἀπόντα φθείρουσιν·
οἷον τὸ λογικὸν τῷ ἀνθρώπῳ οὐσιωδῶς ὑπάρχει (καὶ παρὸν γὰρ σώζει
αὐτὸν καὶ ἀπὸν φθείρει), ὁμοίως καὶ ἡ θερμότης τῷ πυρὶ καὶ ἡ ψυχρότης
τῇ χιόνι. ἐπεισοδιώδη δὲ λέγεται ὅσα τοὐναντίον μήτε παρόντα σώζει
μήτε ἀπόντα φθείρει· τὸ γὰρ λευκὸν τῷ ἀνθρώπῳ ἐπεισοδιωδῶς ὑπάρχει·
οὔτε γὰρ παρὸν σώζει αὐτὸν οὔτε ἀπὸν φθείρει. τὰ μὲν οὖν οὐσιώδη ἢ

Elias Phil., In Porphyrii isagogen P. 37, li.7

καὶ τῶν ἄλλων Κατηγορίας· οὗτοι γὰρ κατὰ ζῆλον τοῦ οἰκείου
διδασκάλου
ὁμώνυμα συγγράμματα τούτῳ κατέλιπον. χρησιμεύει οὖν ἡμῖν εἰς τὴν
ἡμῶν αὐτῶν οὐσίαν, ἐπειδὴ κοινωνικὸν ζῷον ὁ ἄνθρωπος· ἀμέλει καὶ ἐν
ταῖς ἠρεμίαις ἀσχάλλομεν ὡς παρὰ φύσιν ζῶντες καὶ μὴ ἔχοντες ὅτῳ  
κοινωνήσομεν. κοινωνοῦμεν δὲ ἀλλήλοις διὰ φωνῶν, ὅθεν καὶ φωνὴ
εἴρη-
ται ὡς εἰς φῶς ἄγουσα τὰ τοῦ νοῦ γεννήματα, διὸ καὶ φὼς μόνος ὁ ἄν-
θρωπος λέγεται ὡς πολὺ τὸ φωτιστικὸν ἔχων καὶ ἐξαγγελτικόν· οὗτος
γὰρ καὶ τὰ γνωστικὰ ἑαυτοῦ πάθη ἐξαγγέλλει διὰ τῆς φωνῆς τῆς
ἐνάρθρου
καὶ τὰ ζωτικὰ διὰ τῆς ἀνάρθρου, οἷον βηχὸς συρίγματος στεναγμοῦ, τὰ δὲ

ἄλογα διὰ τῶν ἀνάρθρων μόνον τὰ ζωτικὰ ἡμῖν ἐμφαίνει. εἰ οὖν περὶ
φωνῶν διαλέγεται, πῶς οὐ χρησιμεύει ἡμῖν εἰς τὴν ἡμῶν αὐτῶν οὐσίαν;
ἀλλὰ καὶ εἰς πᾶσαν φιλοσοφίαν, εἴ γε πᾶσαν φιλόσοφον φωνὴν ἐνταῦθα
διδασκόμεθα. ἀλλὰ καὶ εἰς τὰς διαλεκτικὰς μεθόδους· τέσσαρες γὰρ
αὗται,
διαιρετική, ὁριστική, ἀποδεικτική, ἀναλυτική, ἐπειδὴ καὶ τέσσαρα τὰ
διαλεκτικὰ προβλήματα, εἰ ἔστι, τί ἐστιν, ὁποῖόν τί ἐστι καὶ διὰ τί ἐστι.
καὶ τὸ μὲν εἰ ἔστιν ἀναλογεῖ τῇ διαιρετικῇ (εἰ γὰρ ἔστι πάντως ὑπὸ τὴν
διαίρεσιν πίπτει), τὸ δὲ τί ἐστι τῇ ὁριστικῇ (πᾶσαι γὰρ αἱ ἀποδεί-
ξεις τοῦ ὁποῖόν τί ἐστι· σπανίως γὰρ ἀμφιβάλλεται τὸ εἴ ἐστι καὶ ὁρισμοῦ

ἀπόδειξις οὐκ ἔστι), τὸ δὲ διὰ τί ἐστιν ἀναλογεῖ τῇ ἀναλυτικῇ· ἑκατέρα


γὰρ αὐτῶν αἰτίας εὕρεσίς ἐστι. καὶ τοσαύτη ἐστὶν ἡ δύναμις τῆς ἀνα

Elias Phil., Eliae (olim Davidis) in Aristotelis categorias commentarium


P. 129, li.9
324

ὥσπερ γὰρ ἡ ἀνατομὴ τῶν ἐν βάθει μορίων ἀνάπτυξιν ποιουμένη τὴν


ἑκάστου
χρείαν παρίστησιν, οὕτω καὶ ἡ εἰς τὰ μόρια διαίρεσις τῶν Ἀριστοτέλους  
συγγραμμάτων ἀρίστη. τὸ δὲ τίς ὁ τρόπος τῆς διδασκαλίας οὐ ζητοῦμεν,
ὡς καὶ αὐτοῦ ἀνωτέρω εἰρημένου, ὅτε ἐζητοῦμεν τί τὸ εἶδος τῆς φράσεως

τοῦ Ἀριστοτέλους. ταῦτα ἔχει καὶ ἡ παροῦσα πρᾶξις.


 Ἐπειδὴ κατὰ τὸν Παιανιέα πᾶς λόγος, ἂν ἀπῇ τὰ ἔργα, μάταιόν τι
νομίζεται καὶ κενόν, φέρε ἔργῳ προλάβωμεν τοῦ βιβλίου τῶν
Κατηγοριῶν
τὰ εἰωθότα ζητεῖσθαι ἐπὶ ἑκάστου Ἀριστοτελικοῦ βιβλίου, τὸν σκοπόν, τὸ

χρήσιμον καὶ τὰ ἑξῆς. οὐχ εἷς τοίνυν ἔδοξεν εἶναι ὁ σκοπὸς τῶν Κατη-
γοριῶν, ἀλλὰ πλείους· ὅσα γὰρ τὰ ὄντα, τοσοῦτοι φέρονται καὶ σκοποί.
τριττὰ δὲ τὰ ὄντα, φωναί, νοήματα καὶ πράγματα. οἱ μὲν οὖν περὶ φωνῶν

εἰρήκασι τὸν σκοπόν, ὡς Ἀλέξανδρος καὶ Εὐστάθιος, οἱ δὲ περὶ


νοημάτων,
ὡς Πορφύριος, οἱ δὲ περὶ πραγμάτων, ὡς Ἑρμῖνος· πάντες μὲν γὰρ συν-
εφώνησαν περὶ τῶν δέκα κατηγοριῶν εἶναι τὸν σκοπόν, ἀλλ' οἱ μὲν ὡς
ἐκφωνουμένων μόνον, οἱ δὲ ὡς ὑφεστωσῶν, οἱ δὲ ὡς νοουμένων. καὶ οὐκ

ἔστιν εἰπεῖν ὅτι ὀνόματι μὲν τρεῖς οἱ σκοποί, ἔργῳ δὲ εἷς· οὐδὲ γὰρ ἀκο-
λουθεῖ ταῦτα ἀλλήλοις· οὐ γὰρ ὅπου φωναί, καὶ νοήματα πάντως, διὰ τὰς
ἀσήμους φωνάς, οὐδὲ ὅπου νοήματα, ἐκεῖ καὶ πράγματα, διὰ τὸν τραγέ-
λαφον καὶ ἱπποκένταυρον νοήματα ὄντα ἀνύπαρκτα. ἀλλὰ καὶ κατὰ τὰς
αἰτίας διαφέρουσι· νοῦ μὲν γὰρ τὰ νοήματα, θεοῦ δὲ τὸ παράγειν τὰ
πράγματα, ψυχῆς δὲ τὰς φωνάς. οὐχ εἷς ἄρα κατ' αὐτοὺς ὁ σκοπὸς ἀλλὰ

Elias Phil., Eliae (olim Davidis) in Aristotelis categorias commentarium


P. 129, li.21

ὡς Πορφύριος, οἱ δὲ περὶ πραγμάτων, ὡς Ἑρμῖνος· πάντες μὲν γὰρ συν-


εφώνησαν περὶ τῶν δέκα κατηγοριῶν εἶναι τὸν σκοπόν, ἀλλ' οἱ μὲν ὡς
ἐκφωνουμένων μόνον, οἱ δὲ ὡς ὑφεστωσῶν, οἱ δὲ ὡς νοουμένων. καὶ οὐκ

ἔστιν εἰπεῖν ὅτι ὀνόματι μὲν τρεῖς οἱ σκοποί, ἔργῳ δὲ εἷς· οὐδὲ γὰρ ἀκο-
λουθεῖ ταῦτα ἀλλήλοις· οὐ γὰρ ὅπου φωναί, καὶ νοήματα πάντως, διὰ τὰς
ἀσήμους φωνάς, οὐδὲ ὅπου νοήματα, ἐκεῖ καὶ πράγματα, διὰ τὸν τραγέ-
325

λαφον καὶ ἱπποκένταυρον νοήματα ὄντα ἀνύπαρκτα. ἀλλὰ καὶ κατὰ τὰς
αἰτίας διαφέρουσι· νοῦ μὲν γὰρ τὰ νοήματα, θεοῦ δὲ τὸ παράγειν τὰ
πράγματα, ψυχῆς δὲ τὰς φωνάς. οὐχ εἷς ἄρα κατ' αὐτοὺς ὁ σκοπὸς ἀλλὰ
πλείους, καὶ πάντοτε τούτοις ἕλκουσι καὶ ἀνθέλκουσι τὸν Ἀριστοτέλην
πρὸς
κατασκευὴν τῆς ἰδίας δόξης· οἱ μὲν γὰρ λέγοντες ὅτι περὶ φωνῶν μόνον,
ἐκ τῆς ἐπιγραφῆς κατασκευάζουσιν, ὅτι Κατηγορίαι ἐπιγέγραπται τὸ
βιβλίον,
κατηγορία δέ ἐστι τὸ κατά τινος ἀγορεύεσθαι ἤγουν λέγεσθαι, τὸ δὲ λέγε-
σθαι φωνή ἐστι· περὶ φωνῶν ἄρα ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν. καὶ ὅτι
κατακέχρηται τῷ λέγεται ‘ὁμώνυμα λέγεται’ ‘συνώνυμα δὲ λέγεται’
λέγων,
τὸ δὲ λέγεται φωνή· περὶ φωνῶν ἄρα ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν. καὶ
πάλιν
ἐκ τοῦ διελεῖν αὐτὸν τὰ λεγόμενα εἰς δύο· φησὶ γὰρ ὅτι ‘τῶν λεγομένων
τὰ
μὲν κατὰ συμπλοκὴν λέγεται τὰ δὲ ἄνευ συμπλοκῆς’, καὶ τὰ μὲν ἄνευ
συμ-
πλοκῆς εἰς δέκα διεῖλε κατηγορίας· αἱ οὖν κατηγορίαι περὶ φωνῶν εἰσιν
ὡς
ἐκ τῶν λεγομένων ἔχουσαι τὸ εἶναι· τὸ γὰρ λέγεται φωνῆς πρόσρημα. οἱ
δὲ λέγοντες ὅτι περὶ πραγμάτων ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν
κατασκευάζουσιν

Elias Phil., Eliae (olim Davidis) in Aristotelis categorias commentarium


P. 129, li.24

ἔστιν εἰπεῖν ὅτι ὀνόματι μὲν τρεῖς οἱ σκοποί, ἔργῳ δὲ εἷς· οὐδὲ γὰρ ἀκο-
λουθεῖ ταῦτα ἀλλήλοις· οὐ γὰρ ὅπου φωναί, καὶ νοήματα πάντως, διὰ τὰς
ἀσήμους φωνάς, οὐδὲ ὅπου νοήματα, ἐκεῖ καὶ πράγματα, διὰ τὸν τραγέ-
λαφον καὶ ἱπποκένταυρον νοήματα ὄντα ἀνύπαρκτα. ἀλλὰ καὶ κατὰ τὰς
αἰτίας διαφέρουσι· νοῦ μὲν γὰρ τὰ νοήματα, θεοῦ δὲ τὸ παράγειν τὰ
πράγματα, ψυχῆς δὲ τὰς φωνάς. οὐχ εἷς ἄρα κατ' αὐτοὺς ὁ σκοπὸς ἀλλὰ
πλείους, καὶ πάντοτε τούτοις ἕλκουσι καὶ ἀνθέλκουσι τὸν Ἀριστοτέλην
πρὸς
κατασκευὴν τῆς ἰδίας δόξης· οἱ μὲν γὰρ λέγοντες ὅτι περὶ φωνῶν μόνον,
ἐκ τῆς ἐπιγραφῆς κατασκευάζουσιν, ὅτι Κατηγορίαι ἐπιγέγραπται τὸ
βιβλίον,
κατηγορία δέ ἐστι τὸ κατά τινος ἀγορεύεσθαι ἤγουν λέγεσθαι, τὸ δὲ λέγε-
σθαι φωνή ἐστι· περὶ φωνῶν ἄρα ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν. καὶ ὅτι
κατακέχρηται τῷ λέγεται ‘ὁμώνυμα λέγεται’ ‘συνώνυμα δὲ λέγεται’
λέγων,
326

τὸ δὲ λέγεται φωνή· περὶ φωνῶν ἄρα ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν. καὶ


πάλιν
ἐκ τοῦ διελεῖν αὐτὸν τὰ λεγόμενα εἰς δύο· φησὶ γὰρ ὅτι ‘τῶν λεγομένων
τὰ
μὲν κατὰ συμπλοκὴν λέγεται τὰ δὲ ἄνευ συμπλοκῆς’, καὶ τὰ μὲν ἄνευ
συμ-
πλοκῆς εἰς δέκα διεῖλε κατηγορίας· αἱ οὖν κατηγορίαι περὶ φωνῶν εἰσιν
ὡς
ἐκ τῶν λεγομένων ἔχουσαι τὸ εἶναι· τὸ γὰρ λέγεται φωνῆς πρόσρημα. οἱ
δὲ λέγοντες ὅτι περὶ πραγμάτων ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν
κατασκευάζουσιν
οὕτως· ὅτι τοῖς ἑαυτῶν ἑάλωτε πτεροῖς κατὰ τὴν παροιμίαν· ἃ γὰρ λέγετε
κατασκευάζοντες ὅτι περὶ φωνῶν, τὰ αὐτά φαμεν πρὸς κατασκευὴν ὅτι
περὶ
πραγμάτων· φατὲ ὅτι Κατηγορίαι ἐπιγέγραπται, τὸ δὲ κατηγορεῖσθαι καὶ  

Elias Phil., Eliae (olim Davidis) in Aristotelis categorias commentarium


P. 129, li.26

ἀσήμους φωνάς, οὐδὲ ὅπου νοήματα, ἐκεῖ καὶ πράγματα, διὰ τὸν τραγέ-
λαφον καὶ ἱπποκένταυρον νοήματα ὄντα ἀνύπαρκτα. ἀλλὰ καὶ κατὰ τὰς
αἰτίας διαφέρουσι· νοῦ μὲν γὰρ τὰ νοήματα, θεοῦ δὲ τὸ παράγειν τὰ
πράγματα, ψυχῆς δὲ τὰς φωνάς. οὐχ εἷς ἄρα κατ' αὐτοὺς ὁ σκοπὸς ἀλλὰ
πλείους, καὶ πάντοτε τούτοις ἕλκουσι καὶ ἀνθέλκουσι τὸν Ἀριστοτέλην
πρὸς
κατασκευὴν τῆς ἰδίας δόξης· οἱ μὲν γὰρ λέγοντες ὅτι περὶ φωνῶν μόνον,
ἐκ τῆς ἐπιγραφῆς κατασκευάζουσιν, ὅτι Κατηγορίαι ἐπιγέγραπται τὸ
βιβλίον,
κατηγορία δέ ἐστι τὸ κατά τινος ἀγορεύεσθαι ἤγουν λέγεσθαι, τὸ δὲ λέγε-
σθαι φωνή ἐστι· περὶ φωνῶν ἄρα ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν. καὶ ὅτι
κατακέχρηται τῷ λέγεται ‘ὁμώνυμα λέγεται’ ‘συνώνυμα δὲ λέγεται’
λέγων,
τὸ δὲ λέγεται φωνή· περὶ φωνῶν ἄρα ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν. καὶ
πάλιν
ἐκ τοῦ διελεῖν αὐτὸν τὰ λεγόμενα εἰς δύο· φησὶ γὰρ ὅτι ‘τῶν λεγομένων
τὰ
μὲν κατὰ συμπλοκὴν λέγεται τὰ δὲ ἄνευ συμπλοκῆς’, καὶ τὰ μὲν ἄνευ
συμ-
πλοκῆς εἰς δέκα διεῖλε κατηγορίας· αἱ οὖν κατηγορίαι περὶ φωνῶν εἰσιν
ὡς
ἐκ τῶν λεγομένων ἔχουσαι τὸ εἶναι· τὸ γὰρ λέγεται φωνῆς πρόσρημα. οἱ
δὲ λέγοντες ὅτι περὶ πραγμάτων ὁ σκοπὸς τῶν Κατηγοριῶν
327

κατασκευάζουσιν
οὕτως· ὅτι τοῖς ἑαυτῶν ἑάλωτε πτεροῖς κατὰ τὴν παροιμίαν· ἃ γὰρ λέγετε
κατασκευάζοντες ὅτι περὶ φωνῶν, τὰ αὐτά φαμεν πρὸς κατασκευὴν ὅτι
περὶ
πραγμάτων· φατὲ ὅτι Κατηγορίαι ἐπιγέγραπται, τὸ δὲ κατηγορεῖσθαι καὶ  

λέγεσθαι κατά τινος φωνῆς ἴδιον σημαντικῆς πράγματος· περὶ


πραγμάτων

David Phil., In Porphyrii isagogen commentarium P. 86, li.14

ὁ ἵππος λέγομεν χρεμετιστικόν), τὸ δὲ ἀχώριστον συμβεβηκὸς ἐν τῷ


ποῖόν
ἐστι κατηγορεῖται (ἐρωτώμενοι γὰρ ποῖόν ἐστιν ὁ κόραξ λέγομεν μέλαν
καὶ
ποῖόν ἐστι κύκνος λέγομεν λευκόν), τὸ δὲ χωριστὸν συμβεβηκὸς ἐν τῷ
πῶς
ἔχει κατηγορεῖται· ἐρωτώμενοι γὰρ πῶς ἔχει Σωκράτης λέγομεν ὅτι
ὑγιαίνει
ἢ κινεῖται. δέδεικται οὖν ὅτι πέντε εἰσὶν αἱ φωναί· ἔστι γὰρ γένος εἶδος
διαφορὰ ἴδιον καὶ συμβεβηκός. καὶ πέντε τρόποι οἱ κατὰ τῶν φωνῶν τού-
των φερόμενοι· ἔστι γὰρ τί ἐστιν, ὁποῖόν τί ἐστιν, ὁποῖόν ἐστι, ποῖόν ἐστι
καὶ πῶς ἔχει.
 Ἀποροῦσι δέ τινες λέγοντες ὅτι οὐκ εἰσὶ μόναι πέντε φωναὶ ἀλλὰ καὶ
ἕξ· ἔστι γὰρ γένος εἶδος διαφορὰ συμβεβηκὸς ἴδιον οὐσιῶδες καὶ ἴδιον
ἐπου-
σιῶδες. πρὸς οὓς ἔστιν εἰπεῖν ὅτι περὶ φωνῶν ἐστιν ὁ λόγος, μία δὲ
φωνή ἐστι τὸ ἴδιον οὐσιῶδες καὶ τὸ ἴδιον ἐπουσιῶδες· εἴτε γὰρ οὐσιῶδές
ἐστιν εἴτε ἐπουσιῶδες, ἴδιον λέγεται. ἐπεὶ κατὰ τοῦτον τὸν λόγον
πλείονες
τῶν ἓξ φωνῶν εἰσιν· ἔστι γὰρ συμβεβηκὸς χωριστόν, ἔστι δὲ καὶ
ἀχώριστον,
ἀλλὰ μία φωνή ἐστι καὶ τὸ χωριστὸν συμβεβηκὸς καὶ τὸ ἀχώριστον· εἴτε
γὰρ χωριστόν ἐστιν εἴτε ἀχώριστον, συμβεβηκὸς λέγεται. ταῦτα μὲν ἐν
τούτοις.
 Ἐστέον δὲ ὅτι οὐσιῶδες μέν ἐστιν ὃ παρὸν μὲν σώζει ἀπὸν δὲ φθείρει,
ὡς ἐπὶ τοῦ λογικοῦ· τοῦτο γὰρ οὐσιωδῶς πρόσεστι τῷ ἀνθρώπῳ· παρὸν
μὲν γὰρ σώζει τὸν ἄνθρωπον, ἀπὸν δὲ φθείρει αὐτόν· οὐ δύναται γὰρ
ἄνθρωπος χωρὶς τοῦ λογικοῦ εἶναι.
328

Anonymi In Aristotelis Categorias Phil., Paraphrasis categoriarum


P. 4, li.23

μέροψ καὶ βροτὸς λέγηται, ἐπεὶ ἕκαστον τῶν ὀνομάτων κατ' ἄλλην καὶ
ἄλλην
σημασίαν ἐκδέδοται (τὸ μὲν γὰρ κατὰ τὸ ἀναλογιστικόν, τὸ δὲ κατὰ τὴν
τῆς
διαλέκτου πρὸς τὰ ἔθνη διαφοράν, τὸ δὲ κατὰ τὸ θνητὸν τῆς
συστάσεως), μὴ
κυρίως πολυώνυμα λέγεσθαι. λείπεται δὴ ἐκεῖνα μόνα εἶναι πολυώνυμα,
ἐφ'
ὧν οὐ κατὰ τὰς διαφόρους σχέσεις τῆς μιᾶς φύσεως διάφορα κεῖται
ὀνόματα,
ἀλλ' ὡς κατ' αὐτήν, ἄλλου ἄλλως οὐκ ἐτυμολογικῶς ἀλλὰ κατὰ τὸ
ἐπιτυχὸν
ὀνομάσαντος. περὶ δὲ ἑτερωνύμων καὶ ἑτέρων, οὐδὲν πλέον ὑπὲρ αὐτῶν
ἄλλο
λέγεται, ἢ ὅσα ἐν ἀρχῇ ἐρρέθη.
 Αἰτία δὲ δι' ἣν περὶ τῶν κατηγοριῶν εἰπεῖν προθέμενοι τοσαῦτα περὶ δια-
φορᾶς ὀνομάτων ἐφιλοσοφήσαμεν πρότερον ἐκείνων, ὡς ἐπεὶ σκοπὸς
ἡμῖν περὶ
φωνῶν ἁπλῶν διαλαβεῖν, σημαινουσῶν ἁπλᾶ πράγματα διὰ μέσων
ἁπλῶν νοη-
μάτων, καὶ περὶ τῶν ὄντων σκέψασθαι οὐ καθὸ εἰσίν, ἀλλὰ καθὸ παρὰ
τῶν
πολλῶν καὶ νοοῦνται καὶ λέγονται, πολλαχῶς δὲ κοινωνεῖ τὰ ὄντα καὶ
πολλα-
χῶς διαφέρει, πολυειδὴς καὶ ἡ τῶν ὀνομάτων κοινωνία καὶ ἑτερότης
γεγένη-
ται, οὐκ ἦν δὲ εὐπετὲς τοῖς ἐκεῖ λεγομένοις ἕπεσθαι τῷ μὴ πρότερον περὶ
τούτων ἐπεσκεμμένῳ· ἐπιστήμονος δὲ καὶ τὸ πρὸ τῆς κατὰ μέρος
διδασκα-
λίας τὰ χρησιμεύσοντα προεκτίθεσθαι. ὅλως δὲ περὶ ὀνομάτων καὶ τῆς
χρείας
αὐτῶν, καὶ τί δήποτε μόνος τῶν ἄλλων φωνὴν ἄνθρωπος ἔλαβεν, ἐκεῖνο
εἰπεῖν
δεῖ, ὡς εἰ μὲν ἦμεν ψυχὴ μόνη, μὴ κοινωνοῦντες σώματι, οὔτε φωνῆς ἂν
ἐδεήθημεν οὔτε ὀνομάτων εἰς τὸ δηλοῦν ἀλλήλοις ἃ ἐννοούμεθα,
κρείττονί
τινι συναφῇ τῶν ψυχῶν συναπτομένων καὶ μεταδιδουσῶν ἀλλήλαις τῶν
οἰκείων
329

Michael Phil., In Aristotelis sophisticos elenchos commentarius (=


Pseudo-Alexander 1) (olim sub auctore Alexandro Aphrodisiens
P. 20, li.30

οὓς ἔξω καλεῖ τῆς λέξεως. εἰσὶ δὲ οἱ παρὰ τὴν λέξιν ποιοῦντες
τὴν φαντασίαν ὁμωνυμία, ἀμφιβολία, σύνθεσις, διαίρεσις,
προσῳδία, σχῆμα λέξεως. οἱ δ' ἔξω τῆς λέξεως εἷς μὲν ὁ παρὰ τὸ
συμβεβηκός, δεύτερος δὲ ὁ παρὰ τὸ ἁπλῶς ἢ μὴ ἁπλῶς ἀλλὰ πῇ ἢ ποῦ ἢ
ποτὲ ἢ πρός τι λέγεσθαι καὶ μὴ κυρίως προσαγορευόμενος, τρίτος δὲ ὁ
παρὰ
τὴν τοῦ ἐλέγχου ἄγνοιαν, τέταρτος ὁ παρὰ τὸ ἑπόμενον, πέμπτος ὁ παρὰ
τὸ ἐν ἀρχῇ αἰτεῖσθαι, ἕκτος ὁ τὸ μὴ αἴτιον ὡς αἴτιον τιθείς, ἕβδομος ὁ
παρὰ τὸ τὰ πλείω ἐρωτήματα ἓν ποιεῖν. ἐπεὶ δὲ ἡ τῶν ὄντων ἀνωτάτω
διαίρεσις εἰς φωνάς ἐστι καὶ πράγματα καὶ τούτων τὰ μέν εἰσι λεκτὰ τὰ
δὲ τυγχάνοντα, λεκτὰ μὲν αἱ φωναί, τυγχάνοντα δὲ τὰ πράγματα, καὶ ἡ
τῶν σοφιστικῶν ἐλέγχων διαίρεσις τὴν πρώτην ἔχει διαίρεσιν ἢ περὶ
φωνὰς
ἢ περὶ πράγματα· ἑκάτερον δὲ τούτων εἰς πλεῖστα διαιρεῖται. καὶ εἰ μὲν
περὶ φωνάς, περὶ ταύτας ἔσονται οἱ παρὰ τὴν λέξιν ἓξ τῶν σοφισμάτων
τρόποι· εἰ δὲ περὶ πράγματα, οἱ τῶν ἔξω τῆς λέξεως λοιποὶ ἑπτὰ τρόποι.  
πρῶτον μὲν οὖν λεκτέον περὶ τῶν παρὰ τὴν λέξιν σοφιστικῶν τρόπων,
ὕστερον δὲ περὶ τῶν ἔξω τῆς λέξεως. ἀνάγκη τοίνυν τὰ παρὰ τὴν
λέξιν σοφίσματα περὶ φωνὰς ὄντα ἢ ἐκ τῶν κατ' αὐτὰς εἶναι ἢ ἐκ τῶν
περὶ αὐτάς. καὶ εἰ μὲν ἐκ τῶν κατ' αὐτάς, ἢ ἐκ τῶν ἁπλῶν διάφορα
πράγματα περιεχουσῶν, καὶ γίνεται τὸ πρῶτον εἶδος τῶν εἰρημένων
παρα-
λογισμῶν τὸ κατὰ τὴν ὁμωνυμίαν, ἢ ἐκ τῶν συνθέτων φωνῶν
ὁμοιοτρόπως
διάφορα πράγματα περιεχουσῶν, καὶ ἀποτελεῖται τὸ δεύτερον εἶδος τὸ
κατὰ

Michael Phil., In Aristotelis sophisticos elenchos commentarius (=


Pseudo-Alexander 1) (olim sub auctore Alexandro Aphrodisiens
P. 20, li.32

προσῳδία, σχῆμα λέξεως. οἱ δ' ἔξω τῆς λέξεως εἷς μὲν ὁ παρὰ τὸ
συμβεβηκός, δεύτερος δὲ ὁ παρὰ τὸ ἁπλῶς ἢ μὴ ἁπλῶς ἀλλὰ πῇ ἢ ποῦ ἢ
ποτὲ ἢ πρός τι λέγεσθαι καὶ μὴ κυρίως προσαγορευόμενος, τρίτος δὲ ὁ
παρὰ
τὴν τοῦ ἐλέγχου ἄγνοιαν, τέταρτος ὁ παρὰ τὸ ἑπόμενον, πέμπτος ὁ παρὰ
330

τὸ ἐν ἀρχῇ αἰτεῖσθαι, ἕκτος ὁ τὸ μὴ αἴτιον ὡς αἴτιον τιθείς, ἕβδομος ὁ


παρὰ τὸ τὰ πλείω ἐρωτήματα ἓν ποιεῖν. ἐπεὶ δὲ ἡ τῶν ὄντων ἀνωτάτω
διαίρεσις εἰς φωνάς ἐστι καὶ πράγματα καὶ τούτων τὰ μέν εἰσι λεκτὰ τὰ
δὲ τυγχάνοντα, λεκτὰ μὲν αἱ φωναί, τυγχάνοντα δὲ τὰ πράγματα, καὶ ἡ
τῶν σοφιστικῶν ἐλέγχων διαίρεσις τὴν πρώτην ἔχει διαίρεσιν ἢ περὶ
φωνὰς
ἢ περὶ πράγματα· ἑκάτερον δὲ τούτων εἰς πλεῖστα διαιρεῖται. καὶ εἰ μὲν
περὶ φωνάς, περὶ ταύτας ἔσονται οἱ παρὰ τὴν λέξιν ἓξ τῶν σοφισμάτων
τρόποι· εἰ δὲ περὶ πράγματα, οἱ τῶν ἔξω τῆς λέξεως λοιποὶ ἑπτὰ τρόποι.  
πρῶτον μὲν οὖν λεκτέον περὶ τῶν παρὰ τὴν λέξιν σοφιστικῶν τρόπων,
ὕστερον δὲ περὶ τῶν ἔξω τῆς λέξεως. ἀνάγκη τοίνυν τὰ παρὰ τὴν
λέξιν σοφίσματα περὶ φωνὰς ὄντα ἢ ἐκ τῶν κατ' αὐτὰς εἶναι ἢ ἐκ τῶν
περὶ αὐτάς. καὶ εἰ μὲν ἐκ τῶν κατ' αὐτάς, ἢ ἐκ τῶν ἁπλῶν διάφορα
πράγματα περιεχουσῶν, καὶ γίνεται τὸ πρῶτον εἶδος τῶν εἰρημένων
παρα-
λογισμῶν τὸ κατὰ τὴν ὁμωνυμίαν, ἢ ἐκ τῶν συνθέτων φωνῶν
ὁμοιοτρόπως
διάφορα πράγματα περιεχουσῶν, καὶ ἀποτελεῖται τὸ δεύτερον εἶδος τὸ
κατὰ
τὴν ἀμφιβολίαν. τέσσαρες δέ εἰσι τρόποι ἐξ ὧν τὰ δύο ταῦτα συνίστασθαι

εἴωθε. πρῶτος μὲν ὅταν ὁ λόγος ἢ τοὔνομα πλείω σημαίνῃ, ὃς

Michael Phil., In Aristotelis sophisticos elenchos commentarius (=


Pseudo-Alexander 1) (olim sub auctore Alexandro Aphrodisiens
P. 21, li.3

τὸ ἐν ἀρχῇ αἰτεῖσθαι, ἕκτος ὁ τὸ μὴ αἴτιον ὡς αἴτιον τιθείς, ἕβδομος ὁ


παρὰ τὸ τὰ πλείω ἐρωτήματα ἓν ποιεῖν. ἐπεὶ δὲ ἡ τῶν ὄντων ἀνωτάτω
διαίρεσις εἰς φωνάς ἐστι καὶ πράγματα καὶ τούτων τὰ μέν εἰσι λεκτὰ τὰ
δὲ τυγχάνοντα, λεκτὰ μὲν αἱ φωναί, τυγχάνοντα δὲ τὰ πράγματα, καὶ ἡ
τῶν σοφιστικῶν ἐλέγχων διαίρεσις τὴν πρώτην ἔχει διαίρεσιν ἢ περὶ
φωνὰς
ἢ περὶ πράγματα· ἑκάτερον δὲ τούτων εἰς πλεῖστα διαιρεῖται. καὶ εἰ μὲν
περὶ φωνάς, περὶ ταύτας ἔσονται οἱ παρὰ τὴν λέξιν ἓξ τῶν σοφισμάτων
τρόποι· εἰ δὲ περὶ πράγματα, οἱ τῶν ἔξω τῆς λέξεως λοιποὶ ἑπτὰ τρόποι.  
πρῶτον μὲν οὖν λεκτέον περὶ τῶν παρὰ τὴν λέξιν σοφιστικῶν τρόπων,
ὕστερον δὲ περὶ τῶν ἔξω τῆς λέξεως. ἀνάγκη τοίνυν τὰ παρὰ τὴν
λέξιν σοφίσματα περὶ φωνὰς ὄντα ἢ ἐκ τῶν κατ' αὐτὰς εἶναι ἢ ἐκ τῶν
περὶ αὐτάς. καὶ εἰ μὲν ἐκ τῶν κατ' αὐτάς, ἢ ἐκ τῶν ἁπλῶν διάφορα
πράγματα περιεχουσῶν, καὶ γίνεται τὸ πρῶτον εἶδος τῶν εἰρημένων
παρα-
331

λογισμῶν τὸ κατὰ τὴν ὁμωνυμίαν, ἢ ἐκ τῶν συνθέτων φωνῶν


ὁμοιοτρόπως
διάφορα πράγματα περιεχουσῶν, καὶ ἀποτελεῖται τὸ δεύτερον εἶδος τὸ
κατὰ
τὴν ἀμφιβολίαν. τέσσαρες δέ εἰσι τρόποι ἐξ ὧν τὰ δύο ταῦτα συνίστασθαι

εἴωθε. πρῶτος μὲν ὅταν ὁ λόγος ἢ τοὔνομα πλείω σημαίνῃ, ὃς


καὶ κοινός ἐστιν ἀμφοῖν ἐπ' ἴσης, ὡς μαθησόμεθα. δεύτερος δὲ ὅταν
εἰωθότες ὦμεν οὕτω λέγειν· τί δέ ἐστι τὸ εἰωθότες ὦμεν οὕτω
λέγειν, ὅτε τὴν λέξιν ἐπισκεψόμεθα, δηλοποιηθήσεται·

Michael Phil., In Aristotelis sophisticos elenchos commentarius (selecta)


(= Pseudo-Alexander 2 + commentarium 5) Scholion 3, li.21

λέξεως· εἷς μὲν ὁ παρὰ τὸ συμβεβηκός, δεύτερος δὲ


ὁ παρὰ τὸ ἀπλῶς τόδε ἢ πῂ λέγεσθαι καὶ μὴ κυρίως
προσαγορευόμενος, τρίτος δὲ ὁ παρὰ τὴν τοῦ ἐλέγχου
ἄγνοιαν, τέταρτος ὁ παρὰ τὸ ἑπόμενον, πέμπτος ὁ
παρὰ τὸ ἐν ἀρχῇ λαμβάνειν, ἔκτος δὲ ὁ τὸ μὴ αἴτιον
ὡς αἴτιον τιθείς, ἕβδομος ὁ παρὰ τὸ τὰ πλείω ἐρω-
τήματα ἓν ποιεῖν.
Ἐπεὶ γὰρ τῶν ὄντων τὰ μέν εἰσι λεκτά, τὰ δὲ
τυγχάνοντα, καὶ λεκτὰ μὲν αἱ φωναί, τυγχάνοντα δὲ
τὰ πράγματα, καὶ ἡ τῶν σοφιστικῶν ἐλέγχων διαίρεσις
τὴν πρώτην ἔχει διαίρεσιν ‘ἢ περὶ φωνὰς ἢ περὶ πράγ-
ματα’. ἑκάτερον δὲ τούτων εἰς πλείω διαιρεῖται· τὸ
μὲν γὰρ περὶ τὰς φωνὰς ἢ ἐκ τῶν κατ' αὐτὰς ἢ ἐκ τῶν
περὶ αὐτάς· καὶ ἐκ τῶν κατ' αὐτὰς ἢ τὰς ἁπλᾶς διάφο-
ρα πράγματα περιεχούσας φυλάττει καὶ ποιεῖ πρῶτον
εἶδος τὸ καθ' ὁμωνυμίαν, ἢ τὰς συνθέτους διάφορα
πράγματα περιεχούσας καὶ ποιεῖ δεύτερον εἶδος τὸ
κατ' ἀμφιβολίαν. τέσσαρες δέ εἰσι τρόποι ἐξ ὧν τὰ
δύο ταῦτα εἴδη συνίστασθαι εἴωθε· πρῶτος μὲν ὄταν ὁ
λόγος ἢ τοὔνομα πλείω σημαίνῃ, ὃς καὶ κοινός ἐστιν  

Φώτιος. Βιβλιοθήκη.
Codex 167, Bekker p. 112b, li.33
332

ἄμπωτις καὶ πλημμῦραι γίνονται· περὶ ὑδάτων, περὶ


τοῦ παντός, περὶ φύσεως καὶ τῶν συμβαινόντων ἐξ
αὐτῆς αἰτίων, περὶ τῆς τῶν ζῴων γενέσεως καὶ τὰ
ἑξῆς, πόσα γένη ζῴων, καὶ εἰ πάντα λογικὰ καὶ αἰς-
θητά· περὶ ὕπνου καὶ θανάτου· περὶ φυτῶν, περὶ
τροφῆς καὶ ὀρέξεως τῶν ζῴων, περὶ φύσεως ἀνθρώ-
πων, περὶ νοῦ, περὶ ψυχῆς, περὶ αἰσθήσεως καὶ αἰσθη-
τῶν, καὶ εἰ ἀληθεῖς αἱ αἰσθήσεις καὶ πόσαι εἰσὶν αἰσθή-
σεις, καὶ ποίας οὐσίας καὶ ἐνεργείας ἑκάστη· περὶ ὁρά-
σεως καὶ κατοπτρικῶν ἐμφάσεων, περὶ ἀκοῆς, περὶ
γεύσεως, περὶ ἁφῆς, περὶ ὀσφρήσεως· περὶ φωνῆς καὶ
εἰ ἀσώματος ἡ φωνή, καὶ τί αὐτῆς τὸ ἡγεμονικόν.
Περὶ φαντασίας καὶ κριτηρίου. Νθʹ περὶ δόξης, καὶ ξʹ
περὶ ἀναπνοῆς καὶ παθῶν.
                Καὶ τὰ μὲν τοῦ αʹ βιβλίου
κεφάλαια τοσαῦτα καὶ περὶ τούτων, καὶ δῆλον ὅτι φυ-
σικά, πλὴν ἐνίων τῶν ἐν ἀρχῇ, ἃ μᾶλλον ἄν τις εἰς
τὰ μετὰ τὰ φυσικὰ ἀνάξοι. Τούτοις δέ, ὡς ἔφημεν,
τὰς τῶν παλαιῶν δόξας, εἴτε συμφώνους οὔσας εἴτε
διαφώνους, παρατίθησιν. Ἐν μέντοι τούτῳ τῷ βι-
βλίῳ, πρὸ τοῦ τοῖς εἰρημένοις κεφαλαίοις ἐπιβαλεῖν,

Dositheus Magister Gramm., Ars grammatica Paragraph 6, li.t

DE DISTINCTIONE

 Distinctio est silentii nota, quae in legendo dat


copiam spiritus recipiendi, ne continuatione deficiat. hae
tres sunt, quarum diversitas tribus punctis diverso loco
positis indicatur. ubi plenus est sensus, punctum ad caput
litterae ponimus et est liberum cessare prolixius. ubi
sensu nondum pleno respirari oportet, ad mediam litteram
dabimus punctum. ubi sub ipsum finem implendi sensus
ita suspendimus, ut statim id quod sequitur subicere de-
beamus, imam litteram puncto notamus.  

ΠΕΡΙ ΦΩΝΗΣ
333

 Φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγὼς αἰσθητὸς ἀκοῇ τὸ ὅσον


ἐφ' ἑαυτῷ ἐστιν. πᾶσα φωνὴ ἢ ἔναρθρός ἐστιν ἢ ἄναρθρος.
ἔναρθρός ἐστιν ἣ γράμμασιν καταληφθῆναι δύναται. ἄναρθρός
ἐστιν ἥτις γράφεσθαι οὐ δύναται.  

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 181, li.3

φαίνεται ὁ ποιητὴς μαντευσάμενος; Καὶ ἐν ἄλλοις μὲν πολλοῖς, πλὴν καὶ


ἐν τούτοις· φησὶ γὰρ προσώπῳ τοῦ Ποσειδῶνος διὰ τὸν Αἰνείαν, ὅτι
Υ 307 seq Τρώεσσιν ἀνάξει, Καὶ παῖδες παίδων, τοί κεν μετό-
πισθεν ἔσονται· ὅτι δὲ ἀληθῆ ἐμαντεύσατο, δηλοῦσι τὰ πράγματα· ἐξ
Αἰνείου γὰρ ἡ Ῥωμαϊκὴ ἀρχή, καὶ Αἰνειάδαι οἱ βασιλεῖς.
Stephani.  – Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις. Τὰ δὲ ἐντεῦθεν τῆς γραμ-
ματικῆς «περὶ στοιχείου» μὲν ἐπιγράφεται, ἄρχεται δὲ ἐκ τοῦ «γράμματά
εἰσιν κδʹ».  
Ἐπειδὴ δὲ ἐκ τῆς φωνῆς τὰ στοιχεῖα συνίστανται – στοιχεῖον
δέ ἐστιν ἡ πρώτη καὶ ἀμερὴς τοῦ ἀνθρώπου φωνή – ἀναγκαῖον ἡμᾶς
πρῶτον περὶ φωνῆς διαλαβεῖν, εἰ καὶ ὁ τεχνικὸς οὐδὲν εἶπε περὶ αὐτῆς.
Καὶ οἱ μὲν τῶν παλαιῶν λέγουσι τὴν φωνὴν σῶμα, οἱ δὲ ἀσώματον· οἱ
γὰρ λέγοντες ὅτἀὴρ πεπληγμένος, σῶμα αὐτὴν νοοῦσι· σῶμα γὰρ
ὁ ἀήρ, ἓν ὑπάρχων τῶν τεσσάρων στοιχείων· οἱ δὲ λέγοντες ἀσώ-
ματον οὔ φασι τὴν φωνὴν ὅτἀὴρ πεπληγμένος, ἀλλὰ πληγὴ ἀέρος
ἤτοι ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς· ὅπερ ἐστὶ καὶ μᾶλλον ἀληθές. Καὶ δῆλον
ἐκ μεθόδου τοιαύτης· τῶν πραγμάτων τὰ μὲν ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει τὸ
εἶναι, καθάπερ ἡ αὐλητικὴ καὶ ἡ ὀρχηστική· ταῦτα γὰρ ἐνεργούμενα
μὲν εἰσί, γεγονότα δὲ οὐκ εἰσίν, ἅμα γὰρ τῷ παύσασθαι τὴν ἐνέργειαν
φθείρεται καὶ τὸ γινόμενον· τὰ δὲ ἐν τῷ γεγονέναι ἔχει τὸ εἶναι, ὥσπερ
ἡ ἀνδριαντοποιητικὴ καὶ ἡ τεκτονική· ταῦτα γὰρ ἐν μὲν τῷ γίνε

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 325, li.28

ἀπὸ τοῦ μείζονος ἐπὶ τὸ βραχύτερον τὴν διαίρεσιν μεταφέρομεν, ὅ ἐστιν


ἐκ τῶν ἤδη τετμημένων μερῶν ἐπιτέμνομεν ἓν μέρος ἐπὶ τὸ αὐτὸ παρε-
πόμενον. Εἰσὶ γάρ, ὡς εἴπομεν, τρεῖς διαιρέσεις· καὶ τὴν μὲν πρώτην
διαίρεσιν καλοῦμεν, τὴν δὲ δευτέραν ἐπιδιαίρεσιν, τὴν δὲ τρίτην ὑπο-
διαίρεσιν, οἷον ὡς ὅταν εἴπωμεν, περὶ ἓν παρεπόμενον τὸ κατὰ φωνὴν
334

διαιροῦντες καὶ ἐπιδιαιροῦντες καὶ ὑποδιαιροῦντες, διαιροῦντες μὲν


οὕτω,
»τῶν στοιχείων τὰ μέν ἐστι φωνήεντα, τὰ δὲ σύμφωνα», ἐπιδιαιροῦντες
δὲ οὕτω τὸ μέρος τὸ ἤδη τμηθὲν περὶ τὸ αὐτὸ παρεπόμενον ἅπαξ, «τῶν
συμφώνων τὰ μέν ἐστι ἡμίφωνα, τὰ δὲ ἄφωνα», εἶτα ὑποδιαιροῦντες
πάλιν οὕτω τὸ μέρος τὸ δὶς ἤδη τμηθὲν περὶ τὸ αὐτὸ παρεπόμενον τὸ
περὶ φωνῆς, «τῶν ἀφώνων τὰ μέν ἐστι ψιλά, τὰ δὲ δασέα, τὰ δὲ μέσα»,
ταύτας τὰς τρεῖς διαιρέσεις εἰκότως διαίρεσιν καὶ ἐπιδιαίρεσιν καὶ ὑπο-
διαίρεσιν καλοῦμεν· αἱ γὰρ τρεῖς περὶ ἓν παρεπόμενον τὸ κατὰ φωνὴν
γεγόνασιν, ὧν τὰς δύο ἐπιδιαίρεσιν καὶ ὑποδιαίρεσιν λέγω, ἐπειδὴ ἐκ
μέρους τῶν ἤδη τμηθέντων τὴν διαίρεσιν ἐποιήσατο περὶ τὸ αὐτὸ παρε-
πόμενον.
Ἡλιοδώρου.  – Ἰστέον δὲ ὅτι ἀδύνατον ἐκ διαφόρων παρεπομέ-
νων γίνεσθαι διαίρεσιν· ὥσπερ γὰρ τῷ ἀνθρώπῳ παρέπεται τρία, τὰ τῆς
ψυχῆς, τὰ τοῦ σώματος, τὰ ἀπὸ τῶν ἐκτός, καὶ διαιροῦντες αὐτὰ οὐ  
λέγομεν, ὅτι τῶν ἀνθρώπων οἱ μὲν ἔμφρονες, οἱ δὲ ἀσθενεῖς, οὐδὲ
πάλιν τῶν ἀνθρώπων οἱ μὲν πλούσιοι, οἱ δὲ ἄφρονες,

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 326, li.9

νων γίνεσθαι διαίρεσιν· ὥσπερ γὰρ τῷ ἀνθρώπῳ παρέπεται τρία, τὰ τῆς


ψυχῆς, τὰ τοῦ σώματος, τὰ ἀπὸ τῶν ἐκτός, καὶ διαιροῦντες αὐτὰ οὐ  
λέγομεν, ὅτι τῶν ἀνθρώπων οἱ μὲν ἔμφρονες, οἱ δὲ ἀσθενεῖς, οὐδὲ
πάλιν τῶν ἀνθρώπων οἱ μὲν πλούσιοι, οἱ δὲ ἄφρονες, οὐδὲ τῶν ἀν-
θρώπων οἱ μὲν ταχεῖς, οἱ δὲ πένητες, ἀλλὰ διαιροῦντες τὰ τῆς ψυχῆς
λέγομεν, ὅτι τῶν ἀνθρώπων οἱ μὲν ἔμφρονες, οἱ δὲ ἄφρονες, καὶ τὰ
περὶ τὸ σῶμα διαιροῦντες λέγομεν, ὅτι τῶν ἀνθρώπων οἱ μὲν ἰσχυροί,
οἱ δὲ ἀσθενεῖς, καὶ τὰ ἀπὸ τῶν ἐκτὸς διαιροῦντες λέγομεν, ὅτι τῶν
ἀνθρώπων οἱ μὲν πλούσιοι, οἱ δὲ πένητες, οὕτω δὴ καὶ τῷ στοιχείῳ
παρέπεται τρία, φωνή, δύναμις καὶ θέσις· καὶ δεῖ ποιεῖσθαι τὴν διαίρε-
σιν αὐτῶν περὶ ἓν παρεπόμενον, καὶ τὸ μὲν περὶ φωνὴν διαιροῦντας
λέγειν, «τῶν στοιχείων τὰ μέν ἐστι φωνήεντα, τὰ δὲ σύμφωνα», τὸ δὲ
περὶ δύναμιν, «τῶν στοιχείων τὰ μέν ἐστι μακρά, τὰ δὲ βραχέα», τὸ δὲ
περὶ θέσιν, «τῶν στοιχείων τὰ μέν ἐστι προτακτικά, τὰ δὲ ὑποτακτικά».
– Προτάσσονται μὲν τὰ φωνήεντα τῶν συμφώνων εὐλόγως διὰ τὴν
εὐφωνίαν, ἣν ἡ φύσις αὐτοῖς ἐχαρίσατο· προτάσσεται δὲ τῶν φωνηέν-
των τὸ α ὡς πρῶτον εὑρεθέν, ἀπὸ τούτου γὰρ ἄλφα ὠνόμασται παρὰ
τὸ ἀλφῶ, ὃ δηλοῖ τὸ εὑρίσκω, ὡς καὶ παρὰ τῷ ποιητῇ α 349 ἀν-
δράσιν ἀλφηστῇσιν· καὶ κατὰ τοῦτο πάλιν προκέκριται τῶν
335

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 385, li.16

ἐπιθέτῳ καὶ τοῖς ἑξῆς.  – Διὰ τί δὲ εἶπεν «ἃ καὶ αὐτὰ εἴδη προσαγο-
ρεύεται»; Ὅτι καὶ αὐτὸς εἴδη προεξέθετο τὰ τῶν παραγώγων, ἔνθα
φησίν «εἴδη δὲ παραγώγων εἰσὶν ἑπτά». Τί δέ ἐστιν «ὑποπέπτωκεν»;
Ἀντὶ τοῦ ὑποβέβληται καὶ ὑποτέτακται. Τί δέ ἐστιν «εἴδη»; Τμήσεις
ὡς εἰπεῖν τοῦ ὀνόματος· τὸ γὰρ ὄνομα γενικόν ἐστι κατὰ τῶν εἰδῶν
τούτων, ἐξ αὐτῶν συνεστὼς καὶ εἰς ταῦτα διαιρούμενον· ὥσπερ γὰρ
τῷ ζῴῳ τῷ γενικῷ ὑπόκειται εἴδη, οἷον ἄνθρωπος ἵππος βοῦς κύων, καὶ
τῷ γενικῷ φυτῷ ὑποβέβληται εἴδη, οἷον ἐλαία ἄμπελος συκῆ, οὕτω
καὶ τῷ ὀνόματι, φησίν, ὑπόκειται καὶ ὑποβέβληται ταῦτα εἴδη αὐτοῦ
καλούμενα. Καὶ ἐπειδὴ διχῶς προσαγορεύεται τουτέστι λέγεται τὸ εἶδος
– ὁρᾶται γὰρ καὶ νοεῖται ποτὲ μὲν περὶ φωνὴν ποτὲ δὲ περὶ σημα-
σίαν αἱρούμενον· καὶ περὶ φωνὴν μέν, ὡς ὅταν εἴπωμεν πρωτότυπον
καὶ παράγωγον, περὶ σημασίαν δὲ κύριον ἢ προσηγορικόν – καὶ ὥσπερ
τὸ περὶ φωνὴν εἶδος εἰς δύο διελών, εἰς πρωτότυπον καὶ παράγωγον,
ἐπιδιαίρεσιν ἐποίησεν, ἐπιδιεῖλε γὰρ τὸ παράγωγον εἰς ἑπτά, οὕτω καὶ
ἐπὶ τούτου τὸ περὶ σημασίαν εἶδος διαιρεῖ εἰς κύριον καὶ προσηγορικόν,
τὸ δὲ προσηγορικὸν ἐπιδιαιρεῖ εἰς ἐπίθετον, πρός τι ἔχον καὶ τὰ ἑξῆς.
Κύριον μὲν οὖν ἐστι τὸ τὴν ἰδίαν οὐσίαν σημαῖνον καὶ
ἀφ' ἡμῶν ἔχον τὴν ὀνομασίαν, οἷον Πέτρος Παῦλος Ἰωάννης.]

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 385, li.17

ρεύεται»; Ὅτι καὶ αὐτὸς εἴδη προεξέθετο τὰ τῶν παραγώγων, ἔνθα


φησίν «εἴδη δὲ παραγώγων εἰσὶν ἑπτά». Τί δέ ἐστιν «ὑποπέπτωκεν»;
Ἀντὶ τοῦ ὑποβέβληται καὶ ὑποτέτακται. Τί δέ ἐστιν «εἴδη»; Τμήσεις
ὡς εἰπεῖν τοῦ ὀνόματος· τὸ γὰρ ὄνομα γενικόν ἐστι κατὰ τῶν εἰδῶν
τούτων, ἐξ αὐτῶν συνεστὼς καὶ εἰς ταῦτα διαιρούμενον· ὥσπερ γὰρ
τῷ ζῴῳ τῷ γενικῷ ὑπόκειται εἴδη, οἷον ἄνθρωπος ἵππος βοῦς κύων, καὶ
τῷ γενικῷ φυτῷ ὑποβέβληται εἴδη, οἷον ἐλαία ἄμπελος συκῆ, οὕτω
καὶ τῷ ὀνόματι, φησίν, ὑπόκειται καὶ ὑποβέβληται ταῦτα εἴδη αὐτοῦ
καλούμενα. Καὶ ἐπειδὴ διχῶς προσαγορεύεται τουτέστι λέγεται τὸ εἶδος
– ὁρᾶται γὰρ καὶ νοεῖται ποτὲ μὲν περὶ φωνὴν ποτὲ δὲ περὶ σημα-
336

σίαν αἱρούμενον· καὶ περὶ φωνὴν μέν, ὡς ὅταν εἴπωμεν πρωτότυπον


καὶ παράγωγον, περὶ σημασίαν δὲ κύριον ἢ προσηγορικόν – καὶ ὥσπερ
τὸ περὶ φωνὴν εἶδος εἰς δύο διελών, εἰς πρωτότυπον καὶ παράγωγον,
ἐπιδιαίρεσιν ἐποίησεν, ἐπιδιεῖλε γὰρ τὸ παράγωγον εἰς ἑπτά, οὕτω καὶ
ἐπὶ τούτου τὸ περὶ σημασίαν εἶδος διαιρεῖ εἰς κύριον καὶ προσηγορικόν,
τὸ δὲ προσηγορικὸν ἐπιδιαιρεῖ εἰς ἐπίθετον, πρός τι ἔχον καὶ τὰ ἑξῆς.
Κύριον μὲν οὖν ἐστι τὸ τὴν ἰδίαν οὐσίαν σημαῖνον καὶ
ἀφ' ἡμῶν ἔχον τὴν ὀνομασίαν, οἷον Πέτρος Παῦλος Ἰωάννης.]
Καὶ ἔστι μὲν εἶδος, φησί, κύριον ὀνομαζόμενον, ὅτι μιᾶς ὑπάρξεως καὶ
οὐσίας κυριεύει καὶ αὐτὴν μόνην δηλοῖ, ἢ ὅτι κυρίως καὶ βεβαίως τὴν
οὐσίαν ἐκείνην καὶ τὴν ὕπαρξιν ἰδίαν ἐποιήσατο, ἣν μόνην δηλοῖ,

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 385, li.19

Ἀντὶ τοῦ ὑποβέβληται καὶ ὑποτέτακται. Τί δέ ἐστιν «εἴδη»; Τμήσεις


ὡς εἰπεῖν τοῦ ὀνόματος· τὸ γὰρ ὄνομα γενικόν ἐστι κατὰ τῶν εἰδῶν
τούτων, ἐξ αὐτῶν συνεστὼς καὶ εἰς ταῦτα διαιρούμενον· ὥσπερ γὰρ
τῷ ζῴῳ τῷ γενικῷ ὑπόκειται εἴδη, οἷον ἄνθρωπος ἵππος βοῦς κύων, καὶ
τῷ γενικῷ φυτῷ ὑποβέβληται εἴδη, οἷον ἐλαία ἄμπελος συκῆ, οὕτω
καὶ τῷ ὀνόματι, φησίν, ὑπόκειται καὶ ὑποβέβληται ταῦτα εἴδη αὐτοῦ
καλούμενα. Καὶ ἐπειδὴ διχῶς προσαγορεύεται τουτέστι λέγεται τὸ εἶδος
– ὁρᾶται γὰρ καὶ νοεῖται ποτὲ μὲν περὶ φωνὴν ποτὲ δὲ περὶ σημα-
σίαν αἱρούμενον· καὶ περὶ φωνὴν μέν, ὡς ὅταν εἴπωμεν πρωτότυπον
καὶ παράγωγον, περὶ σημασίαν δὲ κύριον ἢ προσηγορικόν – καὶ ὥσπερ
τὸ περὶ φωνὴν εἶδος εἰς δύο διελών, εἰς πρωτότυπον καὶ παράγωγον,
ἐπιδιαίρεσιν ἐποίησεν, ἐπιδιεῖλε γὰρ τὸ παράγωγον εἰς ἑπτά, οὕτω καὶ
ἐπὶ τούτου τὸ περὶ σημασίαν εἶδος διαιρεῖ εἰς κύριον καὶ προσηγορικόν,
τὸ δὲ προσηγορικὸν ἐπιδιαιρεῖ εἰς ἐπίθετον, πρός τι ἔχον καὶ τὰ ἑξῆς.
Κύριον μὲν οὖν ἐστι τὸ τὴν ἰδίαν οὐσίαν σημαῖνον καὶ
ἀφ' ἡμῶν ἔχον τὴν ὀνομασίαν, οἷον Πέτρος Παῦλος Ἰωάννης.]
Καὶ ἔστι μὲν εἶδος, φησί, κύριον ὀνομαζόμενον, ὅτι μιᾶς ὑπάρξεως καὶ
οὐσίας κυριεύει καὶ αὐτὴν μόνην δηλοῖ, ἢ ὅτι κυρίως καὶ βεβαίως τὴν
οὐσίαν ἐκείνην καὶ τὴν ὕπαρξιν ἰδίαν ἐποιήσατο, ἣν μόνην δηλοῖ, οἷον
Ὅμηρος Σωκράτης· καὶ πάλιν κύριον μέν ἐστι τὸ οὐ κοινῶς ἀλλ' ἰδίως
ἐπί τινος τεταγμένον βουλήσει τῶν κυριευόντων τῆς κλήσεως.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 482, li.2t
337

ᾖδον τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη· ἢ διὰ τὸ ἀειθαλὲς τοῦ φυτοῦ etc. = Σm 316,


2 – 19.
Φέρεται ἔν τισιν ἱστορίαις περὶ τῆς τοῦ Ὁμήρου ποιήσεως οὕτως, ὅτι τῷ
ἐν
βασιλεῦσι γενναιοτάτῳ Ἀλεξάνδρῳ προσήνεγκάν τινες Ἰνδῶν βασιλεῖς
κιβώτιον πάνυ
ὡραῖον ὡς δῶρον ἐκ λίθων πολυτίμων καὶ μαργάρων κατεσκευασμένον.
Ἰδὼν οὖν
ὁ βασιλεὺς καὶ καταπλαγεὶς τὴν παμποίκιλον καὶ πολύτιμον τοῦ κιβωτίου
κατασκευὴν
εἶπε τί ἄρα ὀφείλω τηρεῖν ἔσωθεν τούτου, ὥστε εἶναι τιμιώτερον τῆς
τοιαύτης
κατασκευῆς; Ἔκρινεν οὖν ἐν ἑαυτῷ, ὡς οὐδὲν ἄλλο ἐν βίῳ τιμιώτερον
τῶν Ὁμη-
ρικῶν βιβλίων· καὶ οὕτως αὐτὰ συλλεξάμενος ἐνέθηκεν ἐν αὐτῷ καὶ
ἐσφράγισεν.  

§ 6. Περὶ φωνῆς.

Heliodori.  – Ἐπειδὴ ἐκ τῆς φωνῆς τὰ στοιχεῖα συνίστανται,


στοιχεῖον δέ ἐστιν ἡ πρώτη καὶ ἀμερὴς τοῦ ἀνθρώπου φωνή, ἀναγκαῖον
ἡμᾶς περὶ φωνῆς πρῶτον διαλαβεῖν. Διογένης ὁ Βαβυλώνιος τὴν
φωνὴν οὕτως ὁρίζεται· «φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθη-
τὸν ἀκοῆς» ἀλλ' ἐπειδὴ ὁ ἀὴρ σῶμά ἐστιν, ὁ δὲ Πλάτων τὴν φωνὴν
οὐ δοξάζει σῶμα, δεῖ λέγειν τὸν ὅρον οὕτως· «πληγὴ ἀέρος ἢ τὸ ἴδιον
αἰσθητὸν ἀκοῆς». Εἰσὶ δέ τινες λόγοι δεικνύντες τὴν φωνὴν ἀσώματον·
καὶ ἔχουσιν οὕτως· τῶν πραγμάτων τὰ μὲν ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει τὸ
εἶναι, τὰ δὲ ἐν τῷ γεγονέναι· εἰ ἄρα οὖν ἡ φωνὴ ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει
τὴν ὕπαρξιν καὶ μετὰ ταῦτα οὐχ ὑφίσταται, δῆλον ὅτι οὐκ ἔστι σῶμα.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 482, li.5

βασιλεῦσι γενναιοτάτῳ Ἀλεξάνδρῳ προσήνεγκάν τινες Ἰνδῶν βασιλεῖς


κιβώτιον πάνυ
ὡραῖον ὡς δῶρον ἐκ λίθων πολυτίμων καὶ μαργάρων κατεσκευασμένον.
Ἰδὼν οὖν
ὁ βασιλεὺς καὶ καταπλαγεὶς τὴν παμποίκιλον καὶ πολύτιμον τοῦ κιβωτίου
κατασκευὴν
338

εἶπε τί ἄρα ὀφείλω τηρεῖν ἔσωθεν τούτου, ὥστε εἶναι τιμιώτερον τῆς
τοιαύτης
κατασκευῆς; Ἔκρινεν οὖν ἐν ἑαυτῷ, ὡς οὐδὲν ἄλλο ἐν βίῳ τιμιώτερον
τῶν Ὁμη-
ρικῶν βιβλίων· καὶ οὕτως αὐτὰ συλλεξάμενος ἐνέθηκεν ἐν αὐτῷ καὶ
ἐσφράγισεν.  

§ 6. Περὶ φωνῆς.

Heliodori.  – Ἐπειδὴ ἐκ τῆς φωνῆς τὰ στοιχεῖα συνίστανται,


στοιχεῖον δέ ἐστιν ἡ πρώτη καὶ ἀμερὴς τοῦ ἀνθρώπου φωνή, ἀναγκαῖον
ἡμᾶς περὶ φωνῆς πρῶτον διαλαβεῖν. Διογένης ὁ Βαβυλώνιος τὴν
φωνὴν οὕτως ὁρίζεται· «φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθη-
τὸν ἀκοῆς» ἀλλ' ἐπειδὴ ὁ ἀὴρ σῶμά ἐστιν, ὁ δὲ Πλάτων τὴν φωνὴν
οὐ δοξάζει σῶμα, δεῖ λέγειν τὸν ὅρον οὕτως· «πληγὴ ἀέρος ἢ τὸ ἴδιον
αἰσθητὸν ἀκοῆς». Εἰσὶ δέ τινες λόγοι δεικνύντες τὴν φωνὴν ἀσώματον·
καὶ ἔχουσιν οὕτως· τῶν πραγμάτων τὰ μὲν ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει τὸ
εἶναι, τὰ δὲ ἐν τῷ γεγονέναι· εἰ ἄρα οὖν ἡ φωνὴ ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει
τὴν ὕπαρξιν καὶ μετὰ ταῦτα οὐχ ὑφίσταται, δῆλον ὅτι οὐκ ἔστι σῶμα.
Ὁ δὲ Ἐπίκουρος καὶ ὁ Δημόκριτος καὶ οἱ Στωϊκοὶ σῶμά φασι
τὴν φωνήν. Πᾶν γὰρ ὃ δύναται δρᾶσαι καὶ παθεῖν σῶμά ἐστιν,
ὥσπερ ὁ σίδηρος· πάσχει μὲν γὰρ οὗτος ὑπὸ πυρός, δρᾷ δὲ εἰς

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 552, li.3

Ἕκτωρ, καὶ ἐκ παραγώγου, οἷον Ἀριστείδης. Διὰ τί δὲ εἶπεν «ἃ καὶ


αὐτά»; ἐπειδὴ καὶ ἕτερα εἴδη τὰ τῶν παραγώγων προεξέθετο. Εἰσὶ δὲ
εἴδη τμήσεις ὡς εἰπεῖν τοῦ ὀνόματος· τὸ γὰρ ὄνομα γενικόν ἐστι κατὰ
τῶν εἰδῶν τούτων, ἐξ αὐτῶν συνεστὼς καὶ εἰς αὐτὰ διαιρούμενον· ὃν
γὰρ λόγον ἔχει τὰ μέρη πρὸς τὸ ὅλον, τοῦτον καὶ τὰ εἴδη πρὸς τὸ
γενικόν· οὔτε δὲ τὰ μέρη εἴδη ἄν τις ὀρθῶς εἴποι, οὔτε τὰ εἴδη μέρη,
ἀλλὰ μέρος μὲν ἐπὶ τοῦ ὅλου, εἶδος δὲ ἐπὶ τοῦ γενικοῦ. Τὸ δὲ εἶδος
σημαίνει τρία· τὴν μορφήν, οἷον ex. gr. ζ 152 εἶδός τε μέγεθός  
τε, σχῆμα, οἷον [τὸ πρόσωπον] Eurip. Aeol. fr. 15, 3 N2 πρῶτον
μὲν εἶδος ἄξιον τυραννίδος, καὶ τὸ ὑπὸ τὸ γένος διαιρούμενον.
Ὁρᾶται δὲ τὸ εἶδος περὶ φωνὴν καὶ περὶ σημασίαν· καὶ ὥσπερ τὸ περὶ
φωνὴν εἶδος εἰς δύο διεῖλεν, εἰς πρωτότυπον καὶ παράγωγον, εἶτα ἐπι-
διεῖλεν εἰς τὰ ἑπτὰ εἴδη, οὕτω καὶ τὸ περὶ σημασίαν εἶδος διαιρεῖ εἰς
κύριον καὶ προσηγορικόν, εἶτα ἐπιδιαιρεῖ εἰς τὰ ἑξῆς εἴδη.
Heliodori.  – Κύριον μὲν οὖν ἐστι.] Ἔστι, φησίν, εἶδος κύριον
339

ὀνομαζόμενον, ὅτι μιᾶς ὑπάρξεως καὶ οὐσίας κυριεύει καὶ αὐτὴν μόνην
δηλοῖ, ἢ ὅτι κυρίως καὶ βεβαίως τὴν οὐσίαν καὶ τὴν ὕπαρξιν ἐκείνην
ἰδίαν ἐποιήσατο, ἣν μόνην δηλοῖ, οἷον Ὅμηρος Σωκράτης. Διαφέρει
δὲ κύριον τοῦ ἰδίου, ὅτι τὸ μὲν κύριον ὄνομά ἐστι καὶ ἴδιον, τὸ δὲ
ἴδιον οὐ κύριον· καὶ τὸ μὲν κύριον ὄνομά ἐστι καὶ ἴδιον, ὡς τὸ Αἴας,

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 552, li.4

αὐτά»; ἐπειδὴ καὶ ἕτερα εἴδη τὰ τῶν παραγώγων προεξέθετο. Εἰσὶ δὲ


εἴδη τμήσεις ὡς εἰπεῖν τοῦ ὀνόματος· τὸ γὰρ ὄνομα γενικόν ἐστι κατὰ
τῶν εἰδῶν τούτων, ἐξ αὐτῶν συνεστὼς καὶ εἰς αὐτὰ διαιρούμενον· ὃν
γὰρ λόγον ἔχει τὰ μέρη πρὸς τὸ ὅλον, τοῦτον καὶ τὰ εἴδη πρὸς τὸ
γενικόν· οὔτε δὲ τὰ μέρη εἴδη ἄν τις ὀρθῶς εἴποι, οὔτε τὰ εἴδη μέρη,
ἀλλὰ μέρος μὲν ἐπὶ τοῦ ὅλου, εἶδος δὲ ἐπὶ τοῦ γενικοῦ. Τὸ δὲ εἶδος
σημαίνει τρία· τὴν μορφήν, οἷον ex. gr. ζ 152 εἶδός τε μέγεθός  
τε, σχῆμα, οἷον [τὸ πρόσωπον] Eurip. Aeol. fr. 15, 3 N2 πρῶτον
μὲν εἶδος ἄξιον τυραννίδος, καὶ τὸ ὑπὸ τὸ γένος διαιρούμενον.
Ὁρᾶται δὲ τὸ εἶδος περὶ φωνὴν καὶ περὶ σημασίαν· καὶ ὥσπερ τὸ περὶ
φωνὴν εἶδος εἰς δύο διεῖλεν, εἰς πρωτότυπον καὶ παράγωγον, εἶτα ἐπι-
διεῖλεν εἰς τὰ ἑπτὰ εἴδη, οὕτω καὶ τὸ περὶ σημασίαν εἶδος διαιρεῖ εἰς
κύριον καὶ προσηγορικόν, εἶτα ἐπιδιαιρεῖ εἰς τὰ ἑξῆς εἴδη.
Heliodori.  – Κύριον μὲν οὖν ἐστι.] Ἔστι, φησίν, εἶδος κύριον
ὀνομαζόμενον, ὅτι μιᾶς ὑπάρξεως καὶ οὐσίας κυριεύει καὶ αὐτὴν μόνην
δηλοῖ, ἢ ὅτι κυρίως καὶ βεβαίως τὴν οὐσίαν καὶ τὴν ὕπαρξιν ἐκείνην
ἰδίαν ἐποιήσατο, ἣν μόνην δηλοῖ, οἷον Ὅμηρος Σωκράτης. Διαφέρει
δὲ κύριον τοῦ ἰδίου, ὅτι τὸ μὲν κύριον ὄνομά ἐστι καὶ ἴδιον, τὸ δὲ
ἴδιον οὐ κύριον· καὶ τὸ μὲν κύριον ὄνομά ἐστι καὶ ἴδιον, ὡς τὸ Αἴας,
τὸ δὲ ἴδιον, ὡς τὸ γελαστικὸν ἐν ἀνθρώπῳ, οὐ κύριον, ἀντιδιαστέλλε

Scholia In Aristophanem, Commentarium in plutum (recensio 2)


(scholia recentiora Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-scholion sch
plut, verse 925, li.8

χθὲν δῶρον Βάττῳ τῷ αὐτῶν βασιλεῖ


φυτὸν τὸ πολυτιμότατον, ᾧπερ ἡ
κλῆσις ἦν σίλφιον.
οὗτος ὁ Βάττος θηραῖος ἦν,
ἡ δὲ Θήρα καὶ Θηρασία νῆσοι
ἔγγιστα Κρήτης εἰσίν. οὗτος ὁ
θηραῖος Βάττος Ἀριστοτέλης κα-  
340

λούμενος ἦν, διὰ δὲ τὸ τῆς φωνῆς


ὑποκεκομμένον βατταρίζον τε καὶ
παρατεθραυσμένον Βάττος ἐκαλεῖτο·
τούτῳ μαντευομένῳ περὶ φωνῆς
ἐχρήσθη ταδί·
“Βάττ', ἐπὶ φωνὴν ἦλθες· ἄναξ δέ σε Φοῖβος Ἀπόλλων
ἐς Λιβύην πέμπει μηλοτρόφον οἰκιστῆρα”.
κατὰ τοῦτον οὖν τὸν χρησμὸν ἐς
Λιβύην πεπλευκὼς κτίζει Κυρήνην.
οἱ Λίβυες δὲ Κυρηναῖοι αὐτὸν ἀμει-
βόμενοι, τὸ πολυτιμότατον αὐτῷ
δωρεὰν προσφέρουσι σίλφιον· καὶ ὃς
πάλιν ὁ Βάττος, τῆς εὐχαριστίας
αὐτοὺς ἀμειβόμενος, τῷ ἑνὶ μέρει τοῦ

Scholia In Callimachum, Scholia in Hymnos (scholia vetera) (scholia ψ


ex archetypo) Hymn 2, scholion 65, li.3

λέγουσιν, ὡς Ὅμηρος (i 184) ἐπεξηγούμενος τί εἰσι μῆλά φησι· ‘μῆλ'


ὄιές τε καὶ αἶγες’. ἂν δὲ ἐμμηλάδες γράφηται, ἀντὶ τοῦ θήλειαι ἐστίν.
 ἐπιμηλάδες: αἱ γόνιμοι.
 ἄκυθοι: ἤγουν ἄγονοι· κεῦθος γὰρ λέγεται τὸ κύημα.
 ἐν Ὀρτυγίῃ περιηγέος: κυκλοτεροῦς. οὕτω γὰρ στρογγύλη
λίμνη ἐν Ὀρτυγίᾳ καλεῖται. Ὀρτυγία δὲ ἡ Δῆλος ἀπὸ τοῦ τὴν Λητὼ
εἰς ὄρτυγα μεταβληθεῖσαν εἰς τὴν Δῆλον ἐλθεῖν φεύγουσαν τὴν Ἥραν.
 Κυνθιάδων: Κύνθος ὄρος τῆς Δήλου.
 λέγεται ὅτι ὁ Βάττος οὗτος ἄφωνος ἦν. ἀπῆλθεν οὖν εἰς τὸ τοῦ
Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐπὶ τῷ τὸν θεὸν ἐρωτῆσαι περὶ τῆς φωνῆς. ὁ δὲ
ἔχρησεν
αὐτῷ οὐκέτι περὶ φωνῆς, ἀλλὰ περὶ μετοικίας. καὶ ὁ Βάττος πεισθεὶς τῷ
χρησμῷ ἦλθεν εἰς τὴν Λιβύην. λέγεται δὲ εἶναι πολλοὺς λέοντας ἐν τῇ
χώρᾳ ταύτῃ. ἐπιδημήσας οὖν ὁ Βάττος, καὶ λέοντα αἰφνηδὸν θεασάμενος

τῇ τοῦ φόβου ἀνάγκῃ βιασθεὶς φθέγξασθαι διέρρηξε τὴν φλέβα, ἥτις τὴν
ἐκείνου φωνὴν ἐπεῖχε, καὶ οὕτω φωνήεις ἐγένετο καὶ τὴν Κυρήνην
ἔκτισεν,
ὅθεν ἐστὶν ὁ Καλλίμαχος.
 κόραξ: ὡς ἀνακείμενος τῷ Ἀπόλλωνι ὁ κόραξ.
 ἡμετέροις βασιλεῦσι: τῷ Πτολεμαίῳ.
341

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)


Ode P 4, scholion 107b, li.3

τοὺς χρησμοὺς ἐκφέρει, ἀλλ' ἐπιπνοίᾳ· ἢ τῷ μὴ ἐκ συντάξεως


φερομένῳ, ἀλλ' ἀπαυτοματιζομένῳ· καὶ ἰδίως· οὐκ ἐρωτηθεῖσ'
ὑπὸ τοῦ Βάττου περὶ τῆς ἀποικίας, ἀλλὰ περὶ τῆς φωνῆς·
ἔνθεν δὴ καὶ αὐτώρης ὁ τρίπους. Καλλίμαχος (fr. 264)· αὐ-
τώρης ὅτε τοῖσιν ἐπέφραδε. καὶ τότε αὐτώρης ἡ μάντις λέ-  
γεται, ὅταν μὴ βουλομένου τινὸς, περὶ ὅτου ἥκει μαντευσό-
μενος, ἀπαυτοματίσῃ. τοιοῦτον οὖν ἐστι καὶ τὸ αὐτομάτῳ BEGQ
κελάδῳ, ὃν προήκατο οὐδενὸς πυθομένου.
         ἄλλως· αὐ-
τομάτῳ κελάδῳ· παρόσον ἐκ ταὐτομάτου ἔχρησεν ἡ Πυθία
περὶ τῆς ἀποικίας, τοῦ Βάττου περὶ φωνῆς ἐρωτῶντος.
ἅ σε χαίρειν: ἥτις σε περὶ τῆς κακοφωνίας καὶ
τραχείας φωνῆς ἀνερωτῶντα τίς παρὰ θεῶν λύσις γένοιτο,
χαίρειν τρὶς προσειποῦσα εἱμαρμένον βασιλέα διὰ τῶν χρη-
σμῶν ἀπέφηνε τῇ Κυρήνῃ.
φωνᾶς ἀνακρινόμενον: ἀνερευνῶντα, τίς ἔσται
τῆς φωνῆς ποινὴ, τουτέστιν ἀπόλυσις· ἐπεὶ ἡ ποινὴ ἀπολύ-
σεως ἕνεκεν γίνεται.
B ποινὰ τίς: ἀμοιβὴ ἢ λύσις.
ἦ μάλα δή: ὁ νοῦς· ναὶ δὴ λίαν καὶ ἐπὶ τοῦ
παρόντος, ὥσπερ ἐν τῇ τοῦ φοινικοῦ καὶ ἀνθηροῦ ἔαρος ἀκμῇ

Περί λαλιάς

Septuaginta, Ecclesiastes Ch. 3, Sec. 18, li.2

καὶ ὁ θεὸς ζητήσει τὸν διωκόμενον.


 Καὶ ἔτι εἶδον ὑπὸ τὸν ἥλιον τόπον τῆς κρίσεως,
ἐκεῖ ὁ ἀσεβής,
καὶ τόπον τοῦ δικαίου,
ἐκεῖ ὁ ἀσεβής.
εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου
Σὺν τὸν δίκαιον καὶ σὺν τὸν ἀσεβῆ κρινεῖ ὁ θεός,
ὅτι καιρὸς τῷ παντὶ πράγματι
καὶ ἐπὶ παντὶ τῷ ποιήματι.
ἐκεῖ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου
342

περὶ λαλιᾶς υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου,


ὅτι διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός,
καὶ τοῦ δεῖξαι ὅτι αὐτοὶ κτήνη εἰσὶν καί γε αὐτοῖς.
ὅτι συνάντημα υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου
καὶ συνάντημα τοῦ κτήνους,  
συνάντημα ἓν αὐτοῖς·
ὡς ὁ θάνατος τούτου, οὕτως ὁ θάνατος τούτου,
καὶ πνεῦμα ἓν τοῖς πᾶσιν·
καὶ τί ἐπερίσσευσεν ὁ ἄνθρωπος παρὰ τὸ κτῆνος;
οὐδέν, ὅτι τὰ πάντα ματαιότης.
τὰ πάντα πορεύεται εἰς τόπον ἕνα·

Septuaginta, Ecclesiastes Ch. 7, Sec. 14, li.4

καὶ περισσεία τοῖς θεωροῦσιν τὸν ἥλιον·


ὅτι ἐν σκιᾷ αὐτῆς ἡ σοφία ὡς σκιὰ τοῦ ἀργυρίου,  
καὶ περισσεία γνώσεως τῆς σοφίας
ζωοποιήσει τὸν παρ' αὐτῆς.
ἰδὲ τὰ ποιήματα τοῦ θεοῦ·
ὅτι τίς δυνήσεται τοῦ κοσμῆσαι
ὃν ἂν ὁ θεὸς διαστρέψῃ αὐτόν;
ἐν ἡμέρᾳ ἀγαθωσύνης ζῆθι ἐν ἀγαθῷ
καὶ ἐν ἡμέρᾳ κακίας ἰδέ·
καί γε σὺν τοῦτο σύμφωνον τούτῳ
ἐποίησεν ὁ θεὸς περὶ λαλιᾶς,
ἵνα μὴ εὕρῃ ὁ ἄνθρωπος ὀπίσω αὐτοῦ μηδέν.
 Σὺν τὰ πάντα εἶδον ἐν ἡμέραις ματαιότητός μου·
ἔστιν δίκαιος ἀπολλύμενος ἐν δικαίῳ αὐτοῦ,
καὶ ἔστιν ἀσεβὴς μένων ἐν κακίᾳ αὐτοῦ.
μὴ γίνου δίκαιος πολὺ
καὶ μὴ σοφίζου περισσά, μήποτε ἐκπλαγῇς.
μὴ ἀσεβήσῃς πολὺ καὶ μὴ γίνου σκληρός,
ἵνα μὴ ἀποθάνῃς ἐν οὐ καιρῷ σου.
ἀγαθὸν τὸ ἀντέχεσθαί σε ἐν τούτῳ,
καί γε ἀπὸ τούτου μὴ ἀνῇς τὴν χεῖρά σου,

Ρητορική. Anonyma, Περὶ τῶν τεσσάρων μερῶν τοῦ τελείου λόγου (e


cod. Paris. gr. 2918) Vol. 3, p. 572, li.22

λόγου μέγεθος βραχεῖς πρὸς βραχὺ, μείζους πρὸς μεῖζον·


τοιοῦτος ὁ τέλειος ἐγκωμιαστικὸς λόγος· γράφοντες δέ τι-
343

να οὐκ ἐγκώμια μὲν, ἐγκωμιαστικὰ δὲ, καὶ λέγονται τὰ


τοιαῦτα λαλιαὶ, ὅτε οὐκ ἐκ πατρίδος καὶ προγόνων καὶ
τῶν τοιούτων, οὐδὲ ἀπὸ πασῶν τῶν πράξεων ἐπαινεῖς,
ἀλλ' ἔκ τινων πράξεων καὶ τούτων σπερματικῶς ποτὲ μὲν
τὰ πρόσφατα καὶ ἐνεστῶτα ἐκτιθεὶς τοῦ ἐπαινουμένου,
ποτὲ δὲ τὰ παροιχόμενα, καὶ ἔμπαλιν αὖ. οἱ τοιοῦτοι δὲ
λόγοι γράφονται, ὅταν ἴσως χρονικὴ στενότης οὐ συγχω-
ρεῖ τὸν ῥήτορα πλατύνεσθαι, τυχὸν δὲ καὶ ἄλλοτε· ποτὲ
δὲ ὁ γράφων κρινεῖ· περὶ λαλιᾶς δὲ καὶ τῶν τοιούτων μά-
θῃς πλατύτερον ἐν τοῖς τοῦ Μενάνδρου, ἃ ἐπιγράφον-
ται Μενάνδρου ῥήτορος περὶ τέχνης ῥητορικῆς.
 Ἐν τοῖς πανηγυρικοῖς κείσθω σοι πρὸ πάντων εἰς
ἀρχέτυπον ὁ μέγας Γρηγόριος ὁ θεολόγος, ὁ Νύσσης, ὁ
Βασίλειος, ἐν οἷς ὀλίγοις τοιούτοις ἔγραψεν, ὁ Παναθη-
ναϊκὸς λόγος τοῦ Ἀριστείδου, ὁ Θεμίστιος, ὁ Προκόπιος
Γάζης, ὁ Χορίκιος, ὁ Ψελλὸς τὰ μάλιστα, καὶ εἴ τις τοι-
οῦτος ἔν τε τοῖς παλαιοῖς καὶ νεωτέροις ἢ καθ' ἡμᾶς·  
ἐν τοῖς συμβουλευτικοῖς ὁ Χρυσόστομος, ὁ μέγας Βασί-
λειος, ὁ Ἀριστείδης, ὁ Ἰσοκράτης, ὁ Δημοσθένης,

Ορειβάσιος ιατρός. Collectiones medicae (lib. 1-16, 24-25, 43-50)


Book 6, ch. 7, Sec. t, li.1

καταπλάσματα δὲ τὰ διὰ νάπυος σκέλεσιν ἐπιβαλλέσθω. ποιητικὰ δ'


ἐγρηγόρσεως καὶ τὰ τοιαῦτα· κνισμὸς βίαιος, τιλμὸς τριχῶν, ὁλκὴ δα-
κτύλων, σπαραγμὸς στομάχου διὰ καθέσεως δακτύλων, πρόσθετα ἐντιθέ-
μενα τῇ ἕδρᾳ, ὧν ἡ ὕλη γέγραπται, ἔτι ὀσφραντῶν τὰ δυσώδη καὶ
πταρμικά, φάρμακα δριμέα προσαγόμενα τοῖς ὄμμασιν ἢ αὐτὸ τὸ ἔλαιον
ἐγχεόμενον, σικύαι τιθέμεναι κατὰ βουβώνων, ἐμβοήσεις συνεχεῖς, προς-
αγγελίαι ταραχώδεις, λόγοι ἐπιτρεπτικοί, θεάματα φοβερά, ἀκούσματα
τραχέα. εἰ δὲ τὰ εἰρημένα βοηθήματα οὐ μόνον ἐγρηγόρσεως ποι-
ητικά, ἀλλὰ καὶ καταφορᾶς εἴη διαλυτικά, τί ἂν εἴη ἄτοπον;

Περὶ λαλιᾶς, τοῦ αὐτοῦ, ἐκ τοῦ δ λόγου.

 Ἡ λαλιὰ κεφαλῆς μὲν ἔχει τι συμπληρωτικὸν καὶ βάρους ἐμποι-


ητικόν· ἔστι δὲ καὶ δυνάμεως καταλυτική, μάλιστα ἐν πυρετοῖς καὶ ἔτι
μᾶλλον κατὰ τὰς ἐπισημασίας, καὶ δίψους ποιητικὴ καὶ γλώσσης ξη-
ραντικὴ καὶ ἐμέτων προκλητική. ἀνάρμοστος δὲ καὶ ὀφθαλμιῶσι καὶ  
αἱμορραγοῦσιν ἐκ μυκτήρων, μάλιστα δὲ τοῖς αἷμα ἀνάγουσιν· ἐπιτή-
δειος δὲ τοῖς εἰς ὕπνον ἀμέτρως καταφερομένοις.
344

Περὶ ἀναφωνήσεως, τοῦ αὐτοῦ, ἐκ τοῦ δ λόγου.

 Γυμνάσιον μέν ἐστι θώρακος καὶ τῶν φωνητικῶν ὀργάνων ἀνα-


φώνησις, καὶ πρό γε τούτων τῆς φυσικῆς θερμασίας, τὴν μὲν θερ-
μασίαν αὔξουσα καὶ καθαίρουσα καὶ τονοῦσα καὶ λεπτύνουσα, τὰ δὲ

Αθανάσιος θεολόγος. Synopsis scripturae sacrae [Sp.]


Vol. 28, p. 381, li.14

χῆς· περὶ διδασκαλίας χρημάτων, μεγιστάνων, καὶ


ἡγουμένων, υἱῷ καὶ γυναικὶ, ἀδελφῷ καὶ φίλῳ·
περὶ οἰκέτου κακούργου. Περὶ ἐνυπνίων ἀσυνέτων·
περὶ πλάνης καὶ πολυπειρίας, καὶ περὶ τῶν φοβου-
μένων τὸν Κύριον. Περὶ θυσιῶν, καὶ προσφορῶν,
τῶν ἐξ ἀδικίας, τῶν τε ἐκ δικαιοσύνης προσφορῶν·
περὶ θυσιῶν τῶν ἐκ φιλαργυρίας. Ὅτι τρυφῆς καὶ
πλούτου δεῖ καταφρονεῖν. Περὶ λαιμάργων καὶ βα-
σκάνων, καὶ ἀπλήστων, καὶ ἀτάκτων· μὴ μεθύσκε-
σθαι οἴνῳ, ἀλλ' αὐτάρκως χρᾶσθαι. Περὶ ἐπαιρομέ-
νου ἐπιεικοῦς, καὶ περὶ λαλιᾶς πρεσβυτέρων, καὶ
περὶ λαλιᾶς νεανίσκου. Περὶ ἐκδοχῆς παιδείας νόμου,
καὶ κρίματα καὶ δικαιώματα, καὶ πιστεύειν νόμῳ.
Περὶ διαθήκης Θεοῦ κατὰ γενεὰν, καὶ ὅτι ἡ μὲν
κατασκευὴ τῆς φύσεως τοῖς ἀνθρώποις μία· τὸ
δὲ τῆς προαιρέσεως διάφορον, ἀφ' ἧς τοὺς μὲν
εὐλογεῖσθαι, τοὺς δὲ ὑπὸ κατάραν ἐποίησε. Περὶ
λαοῦ ἐκλελεγμένου, καὶ ὅτι ἀπέναντι τοῦ ἀγαθοῦ τὸ
κακὸν, καὶ ἀπέναντι τοῦ εὐσεβοῦς ὁ ἁμαρτωλός. Τίσι
δεῖ κοινωνεῖν· ὁποίαν δεῖ γυναῖκα λαβεῖν· ὁποίους
δεῖ φίλους ἔχειν· τίσι δεῖ συμβούλοις χρῆσθαι, τί

Αθανάσιος θεολόγος. Synopsis scripturae sacrae [Sp.] Vol. 28, p. 381,


li.15

ἡγουμένων, υἱῷ καὶ γυναικὶ, ἀδελφῷ καὶ φίλῳ·


περὶ οἰκέτου κακούργου. Περὶ ἐνυπνίων ἀσυνέτων·
περὶ πλάνης καὶ πολυπειρίας, καὶ περὶ τῶν φοβου-
345

μένων τὸν Κύριον. Περὶ θυσιῶν, καὶ προσφορῶν,


τῶν ἐξ ἀδικίας, τῶν τε ἐκ δικαιοσύνης προσφορῶν·
περὶ θυσιῶν τῶν ἐκ φιλαργυρίας. Ὅτι τρυφῆς καὶ
πλούτου δεῖ καταφρονεῖν. Περὶ λαιμάργων καὶ βα-
σκάνων, καὶ ἀπλήστων, καὶ ἀτάκτων· μὴ μεθύσκε-
σθαι οἴνῳ, ἀλλ' αὐτάρκως χρᾶσθαι. Περὶ ἐπαιρομέ-
νου ἐπιεικοῦς, καὶ περὶ λαλιᾶς πρεσβυτέρων, καὶ
περὶ λαλιᾶς νεανίσκου. Περὶ ἐκδοχῆς παιδείας νόμου,
καὶ κρίματα καὶ δικαιώματα, καὶ πιστεύειν νόμῳ.
Περὶ διαθήκης Θεοῦ κατὰ γενεὰν, καὶ ὅτι ἡ μὲν
κατασκευὴ τῆς φύσεως τοῖς ἀνθρώποις μία· τὸ
δὲ τῆς προαιρέσεως διάφορον, ἀφ' ἧς τοὺς μὲν
εὐλογεῖσθαι, τοὺς δὲ ὑπὸ κατάραν ἐποίησε. Περὶ
λαοῦ ἐκλελεγμένου, καὶ ὅτι ἀπέναντι τοῦ ἀγαθοῦ τὸ
κακὸν, καὶ ἀπέναντι τοῦ εὐσεβοῦς ὁ ἁμαρτωλός. Τίσι
δεῖ κοινωνεῖν· ὁποίαν δεῖ γυναῖκα λαβεῖν· ὁποίους
δεῖ φίλους ἔχειν· τίσι δεῖ συμβούλοις χρῆσθαι, τί-
νας διδασκάλους ὁρίζει· περὶ τοῦ εἰδέναι τὸ

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67) Vol 53, pg 275, ln 1

ἐξελθὸν, μηκέτι ξενισθῇς ὁρῶν ἄνωθεν τοῦτο τὴν προς-


ηγορίαν τοῦ παιδὸς προμηνύουσαν. Μετὰ γὰρ τὸ ποιήσα-
σθαι τῶν ἑξῆς γεγεννημένων ἐκ τούτων τὸν κατάλογον,
φησίν· Καὶ ἦν πᾶσα ἡ γῆ χεῖλος ἓν, καὶ φωνὴ μία
πᾶσιν· οὐ περὶ τῆς γῆς λέγουσα, ἀλλὰ περὶ τοῦ τῶν
ἀνθρώπων γένους, ἵνα ἡμᾶς διδάξῃ ὅτι μίαν γλῶσσαν
ἅπασα ἡ τῶν ἀνθρώπων εἶχε φύσις. Καὶ ἦν πᾶσα ἡ
γῆ, φησὶ, χεῖλος ἓν, καὶ φωνὴ μία πᾶσι. Χεῖλος ἓν,
τὴν λαλιάν φησι, καὶ φωνὴν πάλιν τὸ αὐτὸ, ἵνα εἴπῃ ὅτι
ὁμόφωνοι καὶ ὁμόγλωσσοι πάντες ἦσαν. Καὶ ὅτι περὶ λα-  
λιᾶς εἴρηται τὸ, Καὶ ἦν πᾶσα ἡ γῆ χεῖλος ἓν, ἄκουε
τῆς Γραφῆς ἀλλαχοῦ λεγούσης· Ἰὸς ἀσπίδων ὑπὸ τὰ
χείλη αὐτῶν. Οὕτως οἶδεν ἡ Γραφὴ τῷ τοῦ χείλους ὀνό-
ματι τὴν λαλιὰν προσαγορεύειν. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κι-
νῆσαι αὐτοὺς ἀπὸ ἀνατολῶν, εὗρον πεδίον ἐν γῇ
Σενναὰρ, καὶ κατῴκησαν ἐκεῖ.
 βʹ. Ὅρα πῶς ἡ ἀνθρωπίνη φύσις οὐκ ἀνέχεται ἵστασθαι
ἐπὶ τῶν οἰκείων ὅρων, ἀλλ' ἀεὶ τοῦ πλείονος ἐφιεμένη
ὀρέγεται τῶν μειζόνων. Καὶ τοῦτό ἐστιν ὃ μάλιστα
ἀπόλλυσι τὸ ἀνθρώπινον γένος, τὸ μὴ βούλεσθαι τῆς
οἰκείας φύσεως ἐπιγινώσκειν τὰ μέτρα,
346

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Ecclesiasten [Sp.] Sect 3, ln 107

ὁ ἀσεβής, καὶ τὸν τόπον τοῦ δικαίου, ἐκεῖ ὁ εὐσεβής. Εἶδον


καὶ κολαζομένους· ὅπερ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ φησιν.
 Καὶ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου· σὺν τὸν δίκαιον καὶ σὺν τὸν
ἀσεβῆ κρινεῖ ὁ θεός. Καὶ ἐκεῖνος ἔπαθλον τῆς ἀρετῆς
λήμψεται καὶ οὗτος τῆς κακίας. Εἶδον τὸν τόπον· οὐχὶ τόπον
τῆς κολάσεως λέγει· ὑπὸ τὸν ἥλιον, γάρ φησιν· οὐ λέγω σοι
τὰ μέλλοντα, εἶδον πολλαχοῦ συμβάντα ταῦτα.
 Ὅτι καιρὸς τῷ παντὶ πράγματι καὶ ἐπὶ παντὶ τῷ
ποιήματι. Ὥστε μὴ ζητεῖν· οἶδεν τοὺς καιροὺς ὁ θεός, πότε
καὶ πότε ἐκείνους κολασθῆναι δεῖ.
 Ἐκεῖ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου περὶ λαλιᾶς υἱῶν
ἀνθρώπων, ὅτι διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός. Ἐκεῖ εἶπον· μὴ λάβῃς
εἰς δόγματα ταῦτα, ἅπερ οὕτως διαπορῶν ἔλεγεν, ἐπεὶ καὶ
ὁ Δαυὶδ εἰσάγει τινὰ λέγοντα· καὶ εἶπον· ἄρα ματαίως
ἐδικαίωσα τὴν καρδίαν μου καὶ ἐνιψάμην ἐν ἀθῴοις τὰς χεῖράς
μου, καί· εἶπον ἐν τῇ ἐκστάσει μου· ἀπέρριμμαι ἀπὸ προσώπου
τῶν ὀφθαλμῶν σου, καί· εἶπον ἐν τῇ εὐθηνίᾳ μου· οὐ μὴ
σαλευθῶ εἰς τὸν αἰῶνα. Περὶ λαλιᾶς υἱῶν ἀνθρώπου ὅτι
διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός· ἐπειδὴ πολλοὶ τοῦ θεοῦ κατηγοροῦ-  
σιν καὶ διαγελῶσιν εἰκῇ, τότε αὐτοὺς παιδεύσει, τότε
αὐτοὺς διδάξει.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Ecclesiasten [Sp.] Sect 3, ln 114

 Ὅτι καιρὸς τῷ παντὶ πράγματι καὶ ἐπὶ παντὶ τῷ


ποιήματι. Ὥστε μὴ ζητεῖν· οἶδεν τοὺς καιροὺς ὁ θεός, πότε
καὶ πότε ἐκείνους κολασθῆναι δεῖ.
 Ἐκεῖ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου περὶ λαλιᾶς υἱῶν
ἀνθρώπων, ὅτι διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός. Ἐκεῖ εἶπον· μὴ λάβῃς
εἰς δόγματα ταῦτα, ἅπερ οὕτως διαπορῶν ἔλεγεν, ἐπεὶ καὶ
ὁ Δαυὶδ εἰσάγει τινὰ λέγοντα· καὶ εἶπον· ἄρα ματαίως
ἐδικαίωσα τὴν καρδίαν μου καὶ ἐνιψάμην ἐν ἀθῴοις τὰς χεῖράς
μου, καί· εἶπον ἐν τῇ ἐκστάσει μου· ἀπέρριμμαι ἀπὸ προσώπου
τῶν ὀφθαλμῶν σου, καί· εἶπον ἐν τῇ εὐθηνίᾳ μου· οὐ μὴ
σαλευθῶ εἰς τὸν αἰῶνα. Περὶ λαλιᾶς υἱῶν ἀνθρώπου ὅτι
διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός· ἐπειδὴ πολλοὶ τοῦ θεοῦ κατηγοροῦ-  
σιν καὶ διαγελῶσιν εἰκῇ, τότε αὐτοὺς παιδεύσει, τότε
αὐτοὺς διδάξει.
 Καὶ τοῦ δεῖξαι ὅτι αὐτοὶ κτήνη εἰσὶν καί γε αὐτοῖς. Ὅρα
τοίνυν ὃ καὶ νῦν γίγνεται. Πολλοὶ τοῦ θεοῦ κατηγοροῦσιν,
347

πολλοὶ αὐτὸν ἄδικον εἶναί φασιν, πολλοὶ αὐτὸν μὴ προνοεῖν·


οὗτοι τῶν κτηνῶν τί διαφέρουσιν; Ὅταν οὖν ὁ θεὸς τὸ
κατ' ἀξίαν ἀπονέμῃ ἑκάστῳ, τοῦ καιροῦ καλοῦντος, τότε
δείξει τὴν ἄνοιαν αὐτῶν, τότε διακρινεῖ αὐτούς.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Ecclesiasten [Sp.] Sect 7, ln 42

στιν, οὐκ ἐντεῦθεν ἀναπαύσει μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐν λαμπρότη-


τι ἔσῃ πολλῇ.
 Ἴδε τὰ ποιήματα τοῦ θεοῦ· ὅτι τίς δυνήσεται κοσμῆσαι ὃν
ἂν ὁ θεὸς διαστρέψῃ αὐτόν; Περὶ τιμωρίας φησίν. Τίς  
δυνήσεται σῶσαι ὃν ἂν ὁ θεὸς τιμωρήσηται; Ὅρα τὰ
Σόδομα. Ποιήματα αὐτοῦ· οὐχὶ τὴν κτίσιν φησίν, ἀλλὰ τὰς
οἰκονομίας.
 Ἐν ἡμέρᾳ ἀγαθωσύνης ζῆθι ἐν ἀγαθῷ, καὶ ἴδε ἐν ἡμέρᾳ
κακίας· ἴδε, καί γε σὺν τούτῳ συμφώνως τοῦτο ἐποίησεν ὁ
θεὸς περὶ λαλιᾶς. Τουτέστιν, νόησον τὰ ἐπερχόμενα, κατά-
σκεψαι ἀκριβῶς ὅτι σύμπαν τὸ ποιηθὲν σῴζει ὁ θεός· ἄν τε
καλὸν ἄν τε κακόν, πρὸς ἓν ἀπαντᾷ τέλος.
 Περὶ λαλιᾶς, ἵνα μὴ εὑρεθῇ ὀπίσω ἀνθρώπου μηθέν.
Οὕτω μέντοι σύμφωνον, ὡς μηδὲ εἰδέναι τὴν ὁμόνοιαν καὶ
τὸ τέλος.
 Ἔστιν δίκαιος ἀπολλύμενος ἐν δικαίῳ αὐτοῦ, καὶ ἔστιν
ἀσεβὴς μένων ἐν κακίᾳ αὐτοῦ. Πάλιν ἄλλη ἀπορία καὶ
ἄγνοια· τὸν μὲν οὐκ ὤνησεν ἡ δικαιοσύνη, τὸν δὲ οὐκ
ἔφθειρεν ἡ κακία.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Ecclesiasten [Sp.] Sect 7, ln 45

ἂν ὁ θεὸς διαστρέψῃ αὐτόν; Περὶ τιμωρίας φησίν. Τίς  


δυνήσεται σῶσαι ὃν ἂν ὁ θεὸς τιμωρήσηται; Ὅρα τὰ
Σόδομα. Ποιήματα αὐτοῦ· οὐχὶ τὴν κτίσιν φησίν, ἀλλὰ τὰς
οἰκονομίας.
 Ἐν ἡμέρᾳ ἀγαθωσύνης ζῆθι ἐν ἀγαθῷ, καὶ ἴδε ἐν ἡμέρᾳ
κακίας· ἴδε, καί γε σὺν τούτῳ συμφώνως τοῦτο ἐποίησεν ὁ
θεὸς περὶ λαλιᾶς. Τουτέστιν, νόησον τὰ ἐπερχόμενα, κατά-
σκεψαι ἀκριβῶς ὅτι σύμπαν τὸ ποιηθὲν σῴζει ὁ θεός· ἄν τε
καλὸν ἄν τε κακόν, πρὸς ἓν ἀπαντᾷ τέλος.
 Περὶ λαλιᾶς, ἵνα μὴ εὑρεθῇ ὀπίσω ἀνθρώπου μηθέν.
Οὕτω μέντοι σύμφωνον, ὡς μηδὲ εἰδέναι τὴν ὁμόνοιαν καὶ
τὸ τέλος.
348

 Ἔστιν δίκαιος ἀπολλύμενος ἐν δικαίῳ αὐτοῦ, καὶ ἔστιν


ἀσεβὴς μένων ἐν κακίᾳ αὐτοῦ. Πάλιν ἄλλη ἀπορία καὶ
ἄγνοια· τὸν μὲν οὐκ ὤνησεν ἡ δικαιοσύνη, τὸν δὲ οὐκ
ἔφθειρεν ἡ κακία.
 Μὴ γίνου δίκαιος πολύ, μηδὲ σοφίζου περισσά, μήποτε
ἐκπλαγῇς. Ὁρᾷς τί φησιν; Μὴ γίνου δίκαιος· τουτέστιν, μὴ
ζήτει πᾶσαν τοῦ θεοῦ τὴν δικαιοσύνην, μηδὲ ζήτει ἀκριβῶς
εὑρεῖν τὸ δίκαιον τοῦ θεοῦ· οὐ γὰρ δύνασαι

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Ecclesiasten (7-8.8) Codex p. 213, li.7

 ἐπερ()· “ἐν ἡμέρᾳ ἀγαθοσύνης”; |


 τὴν κατάστασιν τοῦ ἔχοντος. πολλάκις γὰρ καὶ αἱ καταστάσεις
σημαίνον|-
ται ὀνόματι καιρῶν καὶ χρόνων.
ἐν ἡμέρᾳ κακίας.
 ὡς ἔστιν ἀπὸ τῆς | “ἡμέρας τῆς ἀγαθοσύνης” {ὡς} ἐν ἀγαθῷ, οὕτως ἐν
ἡ[μ]έ̣[ρᾳ τ]ῆς κακίας ἐστὶν ζῆν | φαύλως. ἀλλ' ἐσιώπησεν τὸ φ[α]ύ̣λως,
ἵνα μὴ
[λίαν ἀν]αγκαστικὸς ᾖ{ν} ὁ λόγος. | σύνφωνον τοῦτο ἐκείνῳ ἐστίν, ὡς
ἀπὸ̣
τ̣ῆ̣ς φ̣[ρον]ήσεως τὸ φρονεῖν καὶ | ἀπὸ τῆς ἀφροσύνης τὸ ἀφραίνειν
ἀναλογί[αν,
οὐ τ]ὴν ὁμοιότητα ἔχουσιν. | συμφωνεῖ γοῦν τοῦτο ἐκείνῳ κατὰ
ἀναλογ[ί]α[ν,
οὐ κατ]ὰ ποιότητα ἢ ποσότητα | οὐδὲ τῶν παρεπομένων. |
ἐποίησεν ὁ̣ θεὸς περὶ λαλίας, ἵνα μὴ εὕρῃ ἄνθρωπο[ς ὀπί-
σω αὐτο]ῦ̣ μηδέν. τὰ πάντα εἶδον | ἐν ἡμέραις ματαιότη-
τ[ό]ς μου.
 ἐπο[ίησεν ὁ θεὸς το]ιοῦτον λόγον ἐν τοῖς οὖσιν, | ἵνα ὁ ἄνθρωπος μὴ εὕ-
ρῃ μηδὲν τῶν μετ' αὐτὸν ἐσομ[ένων. ὧδε] π̣ρόγνωσιν ἀναιρεῖ ἀν|
θρωπίνην· οὐκ
εὑρίσκε̣[ι] ὁ ἄνθρωπος οὐδὲν τῶν [διαδεξομ]ένων αὐτόν. [π]ε̣ρ̣ὶ̣ τ̣[ῶν] |
ἀν-
θρωπίνων δὲ λέγει. ὅτι γὰρ οἶδεν ὁ σπ[ουδαῖος, ὅ]τι διαδέξε[ται αὐ]τὸν |
κατάστασις μακαρία, παντί που σαφές.  
 εἰ μ[ή, ἐὰν ἡ το]ῦ ἀνθρώπου πρ[ο]σηγορ[ία]| παρακειμένη ἄλλην
ὑποβάλῃ διά-
νοιαν, ἄ[νθρωπον δὲ] μ̣ὴ τὸ θνητὸν [λογι]κὸν | ζῷο̣[ν] λέγῃ, ἀλλὰ τὸν
349

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Ecclesiasten (3-4.12) Codex p. 94, li.20

{οἷον} σῶμα οἷον λίθον, ἄνθρωπον {σῶμα σαρκός}, πρᾶγμα


δὲ παιδεία, |δικαιοσύνη. ἐκεῖνοι τὴν οὐσίαν ‘σῶμα’ λέγου-
σιν, τὸ συνβεβηκὸς ‘πρᾶγμα’, ἅτε | οὐ τεχνολογήσαντες τὰ  
λογικά.
 καιρὸν εἶχον τοῦ μὴ κρίνεσθαι, ἀλλὰ αὐτεξου|σίως
κινεῖσθαι καὶ πράττειν ἢ τὰ ἀγαθὰ ἢ τὰ κακὰ ἐπιτηδεύ-
ειν, ἢ εἰς ἀσέβειαν φέ|ρ[εσθαι ἢ κα]ὶ̣ ε̣[ἰ]ς εὐσέβειαν.
ἐπεὶ οὖν οὐδεὶς ἀεὶ οὕτω .ε.......ι καιρὸς παντὶ πράγμα|-
τ[ι] καὶ τῷ ποιήματι τοῦ θεοῦ. |
ἐκεῖ ε[ἶ]π[α] ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου περὶ
λαλιᾶς υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι δια-
κρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός, καὶ τοῦ δεῖξαι
ὅτι αὐτοὶ | κ[τ]ήνη εἰσίν.
 περὶ ἀνθρώπων εἰρηκώς τινα ..[..δί]καιον εἶναι καὶ
ἀσεβῆ ἢ εὐσεβῆ καὶ | [.]ε̣... περὶ ἀνθρώπων μόνων ἀπαγ-
γέλλεται τέ̣[ως] τ̣ῶν ἐπὶ γῆς· ὅτι γὰρ ταῦτα στρέ|φ[εται]
καὶ περὶ τοὺς ἀγγέλους· “ἀγγέλων” γὰρ [”ἁμ]αρτησάντων
ὁ θεὸς οὐκ ἐφείσατο”· | κ[άτω] ἔριψεν αὐτοὺς “ἀπολιπόν-
τας τὸ ἴδιον οἰκητήριον” εἰς τὸν ζόφον | [τοῦ] τ[αρ]τά-
ρου.

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Ecclesiasten (3-4.12) Codex p. 98, li.13

ὄρους τῶν ἐλαιῶν κ̣α̣ὶ̣ καθίσας ἐπὶ τὸν π̣[ῶλον· ἐπιβὰς γὰρ] |
τῷ πώλῳ οὐκέτι ἄλογον αὐτὸν ἤασεν· ἄνθρωπος ἀπὸ ὄνου γέ-
γο[νεν, ἀπὸ ἀτελοῦς] | γέγονεν τέλειος· πῶλος γὰρ ἦν ἄρ-
τι κληθείς. |
καί γε αὐτοῖς συνάντημα υἱῶν τοῦ ἀν-  
θρώπου καὶ συνάντημα τοῦ κτήνου[ς,
συνάντημα ἓν] | αὐτοῖς· ὡς ὁ θάνατος
τούτου, οὕτως ὁ θάνατος τούτου.
 ἐπερ( )· [”καὶ τοῦ δεῖξαι] | ὅτι αὐτοὶ κτήνη εἰσίν;”
 κατὰ τὸ ῥητόν· “ἐν τῇ καρδίᾳ”, φησίν, τῇ ἡμετ[έρᾳ,
ἥτις ἐστὶν] | ὁ νοῦς, “εἶπον περὶ λαλιᾶς τῶν υἱῶν τῶν
ἀνθρώπων”. τοῦ κτήνου[ς ..... .. περὶ] | λαλιᾶς εἰπεῖν,
ἧς αὐτοὶ προφέρονται οἱ ἄνθρωποι. καὶ τὰ κτήνη ο.[.
..... ἐγγράμ]|ματον φωνὴν σημαντικὴν πραγμάτων καὶ νο-
ημάτων τ̣[..... ..... ...] | μόνον ψόφον ἄσημον ε[.]ιτ.
350

[..]ερε[..].[

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Ecclesiasten (3-4.12) Codex p. 98, li.14

τῷ πώλῳ οὐκέτι ἄλογον αὐτὸν ἤασεν· ἄνθρωπος ἀπὸ ὄνου γέ-


γο[νεν, ἀπὸ ἀτελοῦς] | γέγονεν τέλειος· πῶλος γὰρ ἦν ἄρ-
τι κληθείς. |
καί γε αὐτοῖς συνάντημα υἱῶν τοῦ ἀν-  
θρώπου καὶ συνάντημα τοῦ κτήνου[ς,
συνάντημα ἓν] | αὐτοῖς· ὡς ὁ θάνατος
τούτου, οὕτως ὁ θάνατος τούτου.
 ἐπερ( )· [”καὶ τοῦ δεῖξαι] | ὅτι αὐτοὶ κτήνη εἰσίν;”
 κατὰ τὸ ῥητόν· “ἐν τῇ καρδίᾳ”, φησίν, τῇ ἡμετ[έρᾳ,
ἥτις ἐστὶν] | ὁ νοῦς, “εἶπον περὶ λαλιᾶς τῶν υἱῶν τῶν
ἀνθρώπων”. τοῦ κτήνου[ς ..... .. περὶ] | λαλιᾶς εἰπεῖν,
ἧς αὐτοὶ προφέρονται οἱ ἄνθρωποι. καὶ τὰ κτήνη ο.[.
..... ἐγγράμ]|ματον φωνὴν σημαντικὴν πραγμάτων καὶ νο-
ημάτων τ̣[..... ..... ...] | μόνον ψόφον ἄσημον ε[.]ιτ.
[..]ερε[..].[  
Es fehlt die untere Hälfte von p.98
[..... .... τὰ κτήν]η ζῷα θνητὰ ἄλογα, οἱ ἄγγελοι ζῷα
ἀθ[άνατ]α λογ̣ικ̣ ά εἰσιν, | [ὁ ἄν(θρωπ)ος ζῷον θνητὸν λο-
γι]κόν. κοινὸν δὲ ἀλόγου ζῴου τὸ θν[ητόν. κ]α̣ὶ̣ ὅσον ἐ-
[πὶ τῷ] | [θνητῷ μὲν συγγενὴ]σ̣ λέγεται τοῖς ἀλόγοις,
ὅσον δὲ ἐπὶ τῷ λογι[κῷ, τοῖς] ἀθανά̣τ̣ο̣[ις]· | [τὸ μὲν

Menander Rhet., Περὶ ἐπιδεικτικῶν Spengel p. 388, li.16t

τεροι ὥσπερ οὐδὲν κάλλιον νομίζοντες. Ἀλέξανδρος


δὲ μετὰ ταῦτα, ὁ μηδὲ Ἡρακλέους λειπόμενος μηδὲ Διο-
νύσου νομισθεὶς εἶναι χείρων, ὁ τῆς οἰκουμένης τὸ μέ-  
γιστον καὶ πλεῖστον μέρος μιᾷ χειρὶ Διὸς παῖς ὄντως
χειρωσάμενος, ἐπιτηδειότατον τοῦτον χῶρον ὑπολαβών,
μεγίστην πόλιν καὶ ὁμώνυμον αὑτῷ κατασκευάσας, εἰς
ταύτην τὴν ἡμετέραν ἤγειρε. μετὰ ταῦτα ἐρεῖς καὶ περὶ
τῆς πόλεως, ὅπως καὶ αὐτὴ ἐν μέσῃ τῇ χώρᾳ κεῖται ἢ
μικρὸν ἐπικλίνει πρὸς τὴν θάλασσαν, εἶθ' ἑξῆς ὥσπερ
ἔχει σύμπασα ἡ διαίρεσις.

ΠΕΡΙ ΛΑΛΙΑΣ
351

 Τὸ τῆς λαλιᾶς εἶδος χρησιμώτατόν ἐστιν ἀνδρὶ σοφι-


στῇ, καὶ ἔοικε δύο εἴδεσι τῆς ῥητορικῆς ὑποπίπτειν τῷ
τε συμβουλευτικῷ καὶ τῷ ἐπιδεικτικῷ· πληροῖ γὰρ ἑκα-
τέρου τὴν χρείαν· καὶ γὰρ ἄρχοντα ἐὰν ἐγκωμιάσαι
βουλώμεθα, πολλῶν ἐγκωμίων παρέχει τὴν ἀφθονίαν·
καὶ γὰρ δικαιοσύνην αὐτῷ καὶ φρόνησιν καὶ τὰς λοιπὰς
ἀρετὰς διὰ τῆς λαλιᾶς καταμηνύειν δυνάμεθα. καὶ μὴν
καὶ συμβουλεῦσαι διὰ λαλιᾶς ὅλῃ πόλει καὶ ἀκροαταῖς
πᾶσι καὶ ἄρχοντι, εἰ βουλοίμεθα, προσδραμόντι πρὸς
τὴν ἀκρόασιν ῥᾴδιον. καὶ μὴν καὶ αὑτοῦ καταμηνῦσαί

Menander Rhet., Περὶ ἐπιδεικτικῶν Spengel p. 392, li.9

πατρίδα ὡς χρονίως μὲν ἐπανελθὼν ἐπ' αὐτήν, ἀσμε-


νέστατα δὲ αὐτὴν θεασάμενος, καὶ τὸ Ὁμηρικὸν
ἐπιφωνήσεις “κύσε δὲ ζείδωρον ἄρουραν”, “χαίρων ᾗ
γαίῃ πατρῴῃ”, καὶ ἀσπάσῃ τῷ λόγῳ τῶν ἀκροατῶν
τὸ θέατρον, καὶ κοινῇ πάντας καὶ καθ' ἕνα ἕκαστον,
ἀνωνύμως μέντοι, ὡς μὴ ἐκ τοῦ προφανοῦς ὄνομα
λέγειν ἀλλὰ συγχαίρειν ἑαυτῷ ὅτι πρεσβύτας εἶδες
οὓς κατέλιπες ἀκμάζοντας, καὶ εἰς ἄνδρας τελοῦντας
οὓς ἐν ἐφήβοις εἴασας, καὶ νεανίσκους εἶδες τελοῦντας
εἰς παῖδας, καὶ ὅτι οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος οὐδὲ το-
κήων γίνεται. ἁπλῶς δὲ χρὴ γιγνώσκειν περὶ λαλιᾶς,
ὅτι πάντα ὅσα βουληθῶμεν ἐμφανίσαι δι' αὐτῆς,
ταῦτα ἔξεστιν ἡμῖν λέγειν τάξιν μηδεμίαν ἐκ τέχνης
φυλάττουσιν, ἀλλ' ὡς ἂν προσπίπτῃ, στοχάζεσθαι
μέντοι δεῖ ἑκάστου καιροῦ τῶν λεγομένων καὶ συνιέναι
ποῖον χρήσιμον εἰπεῖν πρῶτον, ποῖον δὲ δεύτερον. χρὴ
δὲ καὶ μνημονεύειν αὐτῶν Ἀθηνῶν, ἐξ ὧν ἡ πάροδος,
καὶ ἱεροφαντῶν καὶ δᾳδούχων καὶ Παναθηναίων καὶ
λόγων ἀγώνων καὶ μουσείων καὶ παιδευτῶν καὶ νεο-  
λαίας· φέρει γὰρ ταῦτα πολλὴν γλυκύτητα. χρὴ δέ σε
καὶ κιθαρῳδῶν ὀνόματα διαφόρων εἰδέναι, Ὀρφέως,

Προκόπιος. Catena in Ecclesiasten (e cod. Marc. gr. 22) Ch. 3, Sec. 18,
li.1

 Καὶ ἔτι εἶδον ὑπὸ τὸν ἥλιον τόπον τῆς κρίσεως, ἐκεῖ
ὁ ἀσεβής, καὶ τόπον τοῦ δικαίου, ἐκεῖ ὁ εὐσεβής. Εἶπον ἐγὼ ἐν
352

καρδίᾳ μου· σὺν τὸν δίκαιον καὶ σὺν τὸν ἀσεβῆ κρινεῖ ὁ θεός·
ὅτι καιρὸς τῷ παντὶ πράγματι καὶ ἐπὶ παντὶ ποιήματι.
 {Ὠριγένους.} Ἐν τόπῳ μὲν οὖν κρίσεώς φησιν εἶναι τὸν
ἀσεβῆ, οὐκ ἔτι δὲ καὶ τὸν δίκαιον. Ἀκόλουθον δὲ τῷ τοῦ
δικαίου ἀντιτάξαι τόπῳ τὸν τοῦ ἀδίκου, εἰ μὴ τὸν τῆς
κρίσεως· τὸ δὲ σὺν ἐν τόπῳ παραλαμβανόμενον παρίστησιν
ὅτι οὐ καθ' ἕνα κρινόμεθα, ἀλλ' ὑφ' ἕνα καιρὸν πάντες.
 Ἐκεῖ εἶπον ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου περὶ λαλιᾶς υἱῶν τοῦ  
ἀνθρώπου, ὅτι διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός, καὶ τοῦ δεῖξαι ὅτι
αὐτοὶ κτήνη εἰσί.
 {Διδύμου.} Τουτέστιν· εἰ περὶ λαλιᾶς μέλλει κρίνειν ὁ θεὸς
τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, παντὸς ἀργοῦ ῥήματος ἀπαιτῶν
λόγον, πῶς οὐχ οἱ μὲν εὐσεβεῖς ἄξιοι κριθέντες τῆς ὄψεως
τοῦ δικάζοντος στήσονται μετὰ παρρησίας, οἱ δὲ ἀσεβεῖς
διακριθέντες καὶ χωρισθέντες αὐτῶν κτήνη λογισθήσονται,
τὴν ἐκείνων ἄλογον μιμησάμενοι διαγωγήν, καὶ οὔτε εἰς
κρίσιν ἐλευσόμενοι, κατὰ τὸν Δαβίδ;

Προκόπιος. Catena in Ecclesiasten (e cod. Marc. gr. 22) Ch. 3, Sec. 18,
li.4

καρδίᾳ μου· σὺν τὸν δίκαιον καὶ σὺν τὸν ἀσεβῆ κρινεῖ ὁ θεός·
ὅτι καιρὸς τῷ παντὶ πράγματι καὶ ἐπὶ παντὶ ποιήματι.
 {Ὠριγένους.} Ἐν τόπῳ μὲν οὖν κρίσεώς φησιν εἶναι τὸν
ἀσεβῆ, οὐκ ἔτι δὲ καὶ τὸν δίκαιον. Ἀκόλουθον δὲ τῷ τοῦ
δικαίου ἀντιτάξαι τόπῳ τὸν τοῦ ἀδίκου, εἰ μὴ τὸν τῆς
κρίσεως· τὸ δὲ σὺν ἐν τόπῳ παραλαμβανόμενον παρίστησιν
ὅτι οὐ καθ' ἕνα κρινόμεθα, ἀλλ' ὑφ' ἕνα καιρὸν πάντες.
 Ἐκεῖ εἶπον ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου περὶ λαλιᾶς υἱῶν τοῦ  
ἀνθρώπου, ὅτι διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός, καὶ τοῦ δεῖξαι ὅτι
αὐτοὶ κτήνη εἰσί.
 {Διδύμου.} Τουτέστιν· εἰ περὶ λαλιᾶς μέλλει κρίνειν ὁ θεὸς
τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, παντὸς ἀργοῦ ῥήματος ἀπαιτῶν
λόγον, πῶς οὐχ οἱ μὲν εὐσεβεῖς ἄξιοι κριθέντες τῆς ὄψεως
τοῦ δικάζοντος στήσονται μετὰ παρρησίας, οἱ δὲ ἀσεβεῖς
διακριθέντες καὶ χωρισθέντες αὐτῶν κτήνη λογισθήσονται,
τὴν ἐκείνων ἄλογον μιμησάμενοι διαγωγήν, καὶ οὔτε εἰς
κρίσιν ἐλευσόμενοι, κατὰ τὸν Δαβίδ;

Olympiodorus Diaconus Scr. Eccl., Commentarii in Ecclesiasten


353

Vol. 93, p. 521, li.3

τι, καὶ ἐπὶ παντὶ ποιήματι. Ἀντὶ τοῦ, Ἔσται καὶ τῆς
καθόλου κρίσεως ὁ καιρός. Πρὸς δὲ διάνοιαν οὕτω
νοήσεις· Εἶδον ὑπὸ τὸν τῆς δικαιοσύνης Ἥλιον τὸν
Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν, ὅτι ἔρχεται κρῖναι
ζῶντας καὶ νεκροὺς, τὸν τόπον τοῦ ἀσεβοῦς, τὴν ἐξ
ἀριστερᾶς στάσιν· καὶ τοῦ δικαίου τὸν τόπον, τὴν
ἐκ δεξιᾶς· καὶ εἶπον ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου, ὅτι πάντας
ἄξει εἰς κρίσιν ὁ Θεὸς, τὸ κατ' ἀξίαν ἀπονέμων ἑκά-
στῳ, ἐκεῖνον ὁρίσας τὸν καιρὸν, καθ' ὃν πᾶν πρᾶγμα  
ἡμῶν καὶ ποίημα σὺν ἀκριβείᾳ ἐξετασθήσεται.
 »Ἐκεῖ εἶπον ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου, περὶ λαλιᾶς
υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ Θεός.»
Ὅμοιον τῷ ἐν Εὐαγγελίῳ, ὅτι Πᾶν ῥῆμα ἀργὸν ὃ
λαλήσουσιν οἱ ἄνθρωποι, δώσουσι περὶ αὑτοῦ
λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως. Νόει δέ μοι λαλιὰν καὶ
αὐτὴν τὴν ἔννοιαν, ἐπεὶ καὶ τῶν ἐννοιῶν ἀπαιτού-
μεθα δίκην.
 »Καὶ τοῦ δεῖξαι ὅτι αὐτοὶ κτήνη εἰσὶν, καί γε
συναντήματα υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου, καὶ συνάντημα
τοῦ κτήνους· συνάντημα ἓν αὐτοῖς. Ὡς ὁ θάνατος
τούτου, οὕτως ὁ θάνατος τούτου. Καὶ πνεῦμα ἐν

Olympiodorus Diaconus Scr. Eccl., Commentarii in Ecclesiasten


Vol. 93, p. 568, li.5

οὔτε τὸν κόσμον ἐποίησε, οὔτε προνοεῖ αὐτοῦ· Εἰ


γὰρ προενόει, φησὶν, ὁ Θεὸς, διὰ τί μὴ πάντες πλού-
σιοι; Διὰ τί μὴ πάντες ὑγιεῖς; Ταύτην τὴν δόξαν
ἐκβάλλων ὁ Ἐκκλησιαστὴς, φησὶν ὅτι καὶ ποιητής
ἐστιν ὁ Θεὸς, καὶ οὐδεὶς δύναται ἀνορθῶσαι τὰ δι-
εστραμμένα πλὴν αὐτοῦ, τὸν χωλὸν ὑγιάσαι· καὶ τὰ
ὅμοια. Εἰ δὲ θέλεις, φησὶ, γνῶναι ὅτι πάντα κατὰ τὸ
συμφέρον ἡμῖν ὁ Θεὸς διοικεῖ, πρόσεχε τοῖς ἑξῆς·  
 »Ζῆθι ἐν ἀγαθῷ, καὶ ἴδε ἐν ἡμέρᾳ κακίας· ἴδε,
καί γε τοῦτο σύμφωνον. Τούτῳ ἐποίησεν ὁ Θεὸς περὶ
λαλιᾶς, ἵνα μὴ εὕρῃ ἄνθρωπος ὀπίσω αὐτοῦ μηδέν.»
Ζῆθι, φησὶ, κατὰ ἀρετὴν, καὶ ἐπιτήρει ἐν τοῖς
συμβαίνουσι πειρασμοῖς, εἰ μὴ συμφώνως καὶ ἐν-
αρμονικῶς πάντα ἐποίησεν ὁ Θεὸς, καὶ τὴν περὶ τού-
των καλῶς ἀπέκρυψε διδασκαλίαν. Ἣν δὴ καὶ λα-
354

λιάν φησι, ἵνα μὴ γνῷ ἅνθρωπος τὰ μέλλοντα αὐτῷ


συμβήσεσθαι. Συμφώνως γὰρ καὶ τὸ δοκοῦν εἶναι
κακὸν ἐπάγεται, μετὰ τὸ δόξαν εἶναι καλόν· καὶ τὸ
ἐναντίον· οἷον ὑγιαίνει τις, καὶ ταῦτα κατὰ ἀρετὴν
ζῶν· ὕστερον νοσεῖ· πλουτεῖ, εἶτα πένεται. Καὶ τίς
ὁ τούτου λόγος; ὅτι εἰ προείδοιμεν οἱ ἄνθρωποι τὰ

Μάξιμος. Scholia in Ecclesiasten (in catenis: catena trium patrum)


Sec. 3, li.126

ἀπολαύσεως, ἔνθα οἱ δόγμασί τε καὶ ἔργοις εὐσεβέσι τὸν


θεὸν τιμήσαντες ἀπελεύσονται. Καὶ διελογισάμην αὐτὸς  
κατ' ἐμαυτὸν ὅτι «ἐπί τε τῷ δικαίῳ καὶ τῷ ἁμαρτωλῷ
κρινεῖ ὁ θεός, ἀποδοὺς ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ, ὅτι
καιρός, ὥσπερ τῶν λοιπῶν, οὕτω δὴ καὶ τῆς τῶν βεβιω-
μένων ἑκάστῳ ὑπάρχει ἐξετάσεως, ὃς ὁ τῆς δευτέρας
παρουσίας ἐστί· καὶ ἐν τῷ τοιούτῳ καιρῷ ἐπὶ πάσῃ πράξει
βάσανος προβήσεται κρίσεως, καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν
ἐστιν, εἴτ' ἀγαθὸν εἴτε μὴν ἐναντίον, ἐκεῖνο τὸ πῦρ δοκι-
μάσει.»
 18. Καὶ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου περὶ λαλιᾶς υἱῶν τοῦ
ἀνθρώπου, ὅτι διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός, καὶ τοῦ δεῖξαι
αὐτοῖς ὅτι αὐτοὶ κτήνη εἰσίν.
 Ἤγουν, καὶ διελογισάμην κατ' ἐμαυτὸν περὶ ὧν ἄνθρωποι
σαρκικοὶ διαλογίζονταί τε καὶ φθέγγονται· οὐδὲ γὰρ ταῦτα
τὴν θείαν δίκην ἐκφεύξονται· καὶ ὥστε τοῖς τοιούτοις
ἀνθρώποις παραστῆσαι τὴν αὐτῶν ἀλογίαν, φθέγξομαι ἅπερ
οὗτοι δοξάζουσι.

Μάξιμος. Scholia in Ecclesiasten (in catenis: catena trium patrum)


Sec. 7, li.85

ἀπονεμούσης ἑκάστῃ τε ψυχῆς δυνάμει καὶ σώματος αἰ-


σθήσει τὸ πρόσφορον, καὶ τοῦτο κέρδος τοῖς παραχθεῖσιν
εἰς φῶς, διότι ἡ σοφία ἐν τῇ λαμπρότητι τῶν ἔργων τῆς
δικαιοσύνης καθαρὰ καὶ ἀκίβδηλος δείκνυται, ὡς στιλ-
πνότης ἀργυρίου, καὶ ἡ δαψιλὴς τῆς σοφίας γνῶσις τὴν  
αἰώνιον παρέξει ζωὴν τῷ κεκτημένῳ αὐτήν. Μεθ' ἦς σοφίας
 13-14. Ἴδε τὰ ποιήματα τοῦ θεοῦ, ὅτι τίς δυνήσεται τοῦ
κοσμῆσαι; Ὃν ἂν ὁ θεὸς διαστρέψῃ αὐτὸν ἐν ἡμέρᾳ
ἀγαθωσύνης αὐτοῦ. Ζῆθι ἐν ἀγαθῷ καὶ ἴδε ἐν ἡμέρᾳ
355

κακίας· ἴδε καί γε τοῦτο, σύμφωνον τούτῳ ἐποίησεν ὁ θεὸς


περὶ λαλιᾶς, ἵνα μὴ εὕρῃ ἄνθρωπος ὀπίσω αὐτοῦ μηδέν.
 Δηλαδή, κατανόησον· τίς ἐστιν ὃς ἰσχύσει κόσμον τινὰ
περιθεῖναι τοῖς ποιήμασι τοῦ θεοῦ, ἅπερ κατεκρίθησαν τὴν
τῆς φθορᾶς ἀκοσμίαν διὰ τὴν ἐξ ἀρχῆς τοῦ πρωτοπλάστου
παράβασιν; Πάντως ὃν ἂν ὁ θεὸς ἐπιστρέψῃ, βουλόμενον
καὶ αὐτόν, ἀπὸ τῆς πρὸς κακίαν ὁδοῦ ἐν τῷ τῆς ἀγαθοερ-
γίας τούτου καιρῷ, ὅς ἐστιν ἡ παροῦσα ζωή. Ζῆσον τοίνυν
ἐν τῇ τὰ πάντα κοσμούσῃ ἀρετῇ καὶ γεῦσαι κατὰ πεῖραν
αὐτῆς ἐν τῇ παρούσῃ βιοτῇ, ἥτις ἡμέρα κακίας διὰ τὴν τῆς
θείας ἐντολῆς παράβασιν γέγονε. Καὶ δὴ γνῶθι ὡς τὴν
παροῦσαν ζωὴν ὁμοίως πρὸς ἀρετὴν καὶ κακίαν

Εύαγριος. Scholia in Ecclesiasten (Fragm. e catenis)


Scholion 20, li.2l

εἰσί, μακάριοι ἄρα οἱ δεδιωγμένοι, ὅτι αὐτοὶ γνώσονται τὴν


θεωρίαν τῶν γεγονότων. Τοῦτον γὰρ λέγεται ζητεῖν ὁ θεὸς
ὃν φωτίζει τῇ γνώσει καὶ τοῦτον μὴ ζητεῖν ὃν μὴ φωτίζει τῇ
γνώσει· «ἐπλανήθην, φησὶν ὁ Δαυίδ, ὡς πρόβατον
ἀπολωλός· ζήτησον τὸν δοῦλόν σου, ὅτι τὰς ἐντολάς σου οὐκ
ἐπελαθόμην»· καὶ γὰρ αὐτὸς ἦν διωκόμενος· «πολλοί,
φησίν, οἱ ἐκδιώκοντές με καὶ θλίβοντές με· ἐκ τῶν
μαρτυρίων σου οὐκ ἐξέκλινα.»  
 3, 18 ἐκεῖ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου
 περὶ λαλιᾶς υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου
 ὅτι διακρινεῖ αὐτοὺς ὁ θεός,
 καὶ τοῦτο δεῖξαι ὅτι αὐτοὶ κτήνη εἰσίν
 Λαλιὰν νῦν τοῦ ἀνθρώπου τὸν βίον αὐτοῦ ὠνόμασεν,
εἴγε περὶ παντὸς ἀργοῦ λόγου δώσομεν εὐθύνας ἐν ἡμέρᾳ
κρίσεως, ἐν ᾗ καὶ οἱ καθαροὶ καὶ οἱ ἀκάθαρτοι φανεροῦνται.
 3, 19 καί γε αὐτοῖς συνάντημα υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου
 καὶ συνάντημα τοῦ κτήνους,
 συνάντημα ἓν αὐτοῖς·
 ὡς ὁ θάνατος τούτου, οὕτως ὁ θάνατος τούτου,
 καὶ πνεῦμα ἓν τοῖς πᾶσιν·

Έναρθρος λόγος
356

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 7, Sec. 55, li.5

ὁ μὲν γὰρ Βόηθος κριτήρια πλείονα ἀπολείπει, νοῦν καὶ αἴσθησιν


καὶ ὄρεξιν καὶ ἐπιστήμην· ὁ δὲ Χρύσιππος διαφερόμενος πρὸς
αὐτὸν ἐν τῷ πρώτῳ Περὶ λόγου κριτήριά φησιν εἶναι αἴσθησιν καὶ
πρόληψιν· ἔστι δ' ἡ πρόληψις ἔννοια φυσικὴ τῶν καθόλου. ἄλλοι
δέ τινες τῶν ἀρχαιοτέρων Στωικῶν τὸν ὀρθὸν λόγον κριτήριον
ἀπολείπουσιν, ὡς ὁ Ποσειδώνιος ἐν τῷ Περὶ κριτηρίου φησί.
 Τῆς δὲ διαλεκτικῆς θεωρίας συμφώνως δοκεῖ τοῖς πλείστοις
ἀπὸ τοῦ περὶ φωνῆς ἐνάρχεσθαι τόπου. ἔστι δὲ φωνὴ ἀὴρ πεπλη-
γμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς, ὥς φησι Διογένης ὁ Βαβυλώνιος
ἐν τῇ Περὶ φωνῆς τέχνῃ. ζῴου μέν ἐστι φωνὴ ἀὴρ ὑπὸ ὁρμῆς
πεπληγμένος, ἀνθρώπου δ' ἔστιν ἔναρθρος καὶ ἀπὸ διανοίας
ἐκπεμπομένη, ὡς ὁ Διογένης φησίν, ἥτις ἀπὸ δεκατεσσάρων ἐτῶν
τελειοῦται. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν ἡ φωνὴ κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς
φησιν Ἀρχέδημός τ' ἐν τῇ Περὶ φωνῆς καὶ Διογένης καὶ Ἀντί-
πατρος καὶ Χρύσιππος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Φυσικῶν. πᾶν γὰρ τὸ
ποιοῦν σῶμά ἐστι· ποιεῖ δὲ ἡ φωνὴ προσιοῦσα τοῖς ἀκούουσιν
ἀπὸ τῶν φωνούντων. λέξις δέ ἐστιν κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς φησι  
Διογένης, φωνὴ ἐγγράμματος, οἷον Ἡμέρα. λόγος δέ ἐστι φωνὴ
σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη, οἷον Ἡμέρα ἐστί. διά-
λεκτος δέ ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνικῶς, ἢ
λέξις ποταπή, τουτέστι ποιὰ κατὰ διάλεκτον, οἷον κατὰ μὲν τὴν

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 7, Sec. 57, li.4

Διογένης, φωνὴ ἐγγράμματος, οἷον Ἡμέρα. λόγος δέ ἐστι φωνὴ


σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη, οἷον Ἡμέρα ἐστί. διά-
λεκτος δέ ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνικῶς, ἢ
λέξις ποταπή, τουτέστι ποιὰ κατὰ διάλεκτον, οἷον κατὰ μὲν τὴν
Ἀτθίδα Θάλαττα, κατὰ δὲ τὴν Ἰάδα Ἡμέρη.
 Τῆς δὲ λέξεως στοιχεῖά ἐστι τὰ εἰκοσιτέσσαρα γράμματα.
τριχῶς δὲ λέγεται τὸ γράμμα, τό τε στοιχεῖον ὅ τε χαρακτὴρ
τοῦ στοιχείου καὶ τὸ ὄνομα, οἷον Ἄλφα· φωνήεντα δέ ἐστι τῶν
στοιχείων ἑπτά, α, ε, η, ι, ο, υ, ω· ἄφωνα δὲ ἕξ, β, γ, δ, κ, π, τ.
διαφέρει δὲ φωνὴ καὶ λέξις , ὅτι φωνὴ μὲν καὶ ὁ ἦχός ἐστι, λέξις
δὲ τὸ ἔναρθρον μόνον. λέξις δὲ λόγου διαφέρει, ὅτι λόγος ἀεὶ
σημαντικός ἐστι, λέξις δὲ καὶ ἀσήμαντος, ὡς ἡ βλίτυρι, λόγος δὲ
οὐδαμῶς. διαφέρει δὲ καὶ τὸ λέγειν τοῦ προφέρεσθαι· προφέρονται
μὲν γὰρ αἱ φωναί, λέγεται δὲ τὰ πράγματα, ἃ δὴ καὶ λεκτὰ
τυγχάνει.
357

 Τοῦ δὲ λόγου ἐστὶ μέρη πέντε, ὥς φησι Διογένης τ' ἐν τῷ


Περὶ φωνῆς καὶ Χρύσιππος, ὄνομα, προσηγορία, ῥῆμα, σύνδεσμος,
ἄρθρον· ὁ δ' Ἀντίπατρος καὶ τὴν μεσότητα τίθησιν ἐν τοῖς Περὶ
λέξεως καὶ τῶν λεγομένων.
 Ἔστι δὲ προσηγορία μὲν κατὰ τὸν Διογένην μέρος λόγου
σημαῖνον κοινὴν ποιότητα, οἷον Ἄνθρωπος, Ἵππος·

Πλούταρχος. Marcius Coriolanus Ch. 38, Sec. 3, li.3

 Ταύτην καὶ δὶς γενέσθαι τὴν φωνὴν μυθολογοῦσιν,


ἀγενήτοις ὅμοια καὶ χαλεπὰ πεισθῆναι πείθοντες ἡμᾶς.
ἰδίοντα μὲν γὰρ ἀγάλματα φανῆναι καὶ δακρυρροοῦντα
καί τινας μεθιέντα νοτίδας αἱματώδεις οὐκ ἀδύνατόν ἐστι·
καὶ γὰρ ξύλα καὶ λίθοι πολλάκις μὲν εὐρῶτα συνάγουσι
γόνιμον ὑγρότητος, πολλὰς δὲ καὶ χρόας ἀνιᾶσιν ἐξ  
αὑτῶν, καὶ δέχονται βαφὰς ἐκ τοῦ περιέχοντος, οἷς
ἔνια σημαίνειν τὸ δαιμόνιον οὐδὲν ἂν δόξειε κωλύειν.
δυνατὸν δὲ καὶ μυγμῷ καὶ στεναγμῷ ψόφον ὅμοιον ἐκ-
βαλεῖν ἄγαλμα κατὰ ῥῆξιν ἢ διάστασιν μορίων βιαιοτέραν
ἐν βάθει γενομένην. ἔναρθρον δὲ φωνὴν καὶ διάλεκτον
οὕτω σαφῆ καὶ περιττὴν καὶ ἀρτίστομον ἐν ἀψύχῳ γενέσθαι
παντάπασιν ἀμήχανον, εἰ μηδὲ τὴν ψυχὴν καὶ τὸν θεὸν
ἄνευ σώματος ὀργανικοῦ καὶ διηρμοσμένου μέρεσι λογι-
κοῖς γέγονεν ἠχεῖν καὶ διαλέγεσθαι. ὅπου δ' ἡμᾶς ἡ ἱστο-
ρία πολλοῖς ἀποβιάζεται καὶ πιθανοῖς μάρτυσιν, ἀνό-
μοιον αἰσθήσει πάθος ἐγγινόμενον τῷ φανταστικῷ τῆς
ψυχῆς συναναπείθει τὸ δόξαν, ὥσπερ ἐν ὕπνοις ἀκούειν
οὐκ ἀκούοντες καὶ βλέπειν οὐ βλέποντες δοκοῦμεν. οὐ
μὴν ἀλλὰ τοῖς ὑπ' εὐνοίας καὶ φιλίας πρὸς τὸν θεὸν ἄγαν
ἐμπαθῶς ἔχουσι καὶ μηδὲν ἀθετεῖν μηδ' ἀναίνεσθαι τῶν

Πλούταρχος. De genio Socratis (575a-598f) Stephanus p. 589, Sec. C,


li.6

λόγον ὥσπερ φῶς ἀνταύγειαν. τῷ γὰρ ὄντι τὰς μὲν ἀλλήλων


νοήσεις οἷον ὑπὸ σκότῳ διὰ φωνῆς ψηλαφῶντες γνωρίζο-
μεν· αἱ δὲ τῶν δαιμόνων φέγγος ἔχουσαι τοῖς δυναμένοις
ἰδεῖν ἐλλάμπουσιν, οὐ δεόμεναι ῥημάτων οὐδ' ὀνομάτων,
οἷς χρώμενοι πρὸς ἀλλήλους οἱ ἄνθρωποι συμβόλοις εἴδωλα
τῶν νοουμένων καὶ εἰκόνας ὁρῶσιν, αὐτὰ δ' οὐ γιγνώ-
358

σκουσι πλὴν οἷς ἔπεστιν ἴδιόν τι καὶ δαιμόνιον ὥσπερ


εἴρηται φέγγος. καίτοι τὸ περὶ τὴν φωνὴν γιγνόμενον
ἔστιν ᾗ παραμυθεῖται τοὺς ἀπιστοῦντας· ὁ γὰρ ἀὴρ
φθόγγοις ἐνάρθροις τυπωθεὶς καὶ γενόμενος δι' ὅλου
λόγος καὶ φωνὴ πρὸς τὴν ψυχὴν τοῦ ἀκροωμένου περαίνει
τὴν νόησιν. ὥστε θαυμάζειν οὐκ ἄξιον, εἰ καὶ κατὰ
[τοῦτο] τὸ νοηθὲν ὑπὸ τῶν δαιμόνων ὁ ἀὴρ τρεπόμενος
δι' εὐπάθειαν ἐνσημαίνεται τοῖς θείοις καὶ περιττοῖς ἀν-
δράσι τὸν τοῦ νοήσαντος λόγον. ὥσπερ γὰρ αἱ πληγαὶ
τῶν ὑπορυττόντων ἀσπίσι χαλκαῖς ἁλίσκονται διὰ τὴν
ἀντήχησιν, ὅταν ἐκ βάθους ἀναφερόμεναι προσπέσωσι,  
τὰ δ' ἄλλ' ἀδήλως διεκθέουσαι λανθάνουσιν, οὕτως οἱ τῶν
δαιμόνων λόγοι διὰ πάντων φερόμενοι μόνοις ἐνηχοῦσι
τοῖς ἀθόρυβον τὸ ἦθος καὶ νήνεμον ἔχουσι τὴν ψυχήν,

Πλούταρχος. Quaestiones convivales (612c-748d) Stephanus p. 722,


Sec. C, li.7

ἑαυτόν, ἐὰν μὲν ᾖ σταθερός, εὐθύπορα καὶ λεῖα καὶ συν-


εχῆ τὰ τῶν ψόφων μόρια καὶ κινήματα πόρρωθεν δια-
δίδωσι· νηνεμία γὰρ ἠχῶδες καὶ γαλήνη, καὶ τοὐναντίον,
ὡς Σιμωνίδης φησίν (fr. 41; II 79 D.),
      
  ’οὐδὲ γὰρ ἐννοσίφυλλος ἀήτα τότ' ὦρτ' ἀνέμων,
  ἅ τις κατεκώλυε κιδναμένα μελιαδέα γᾶρυν
  ἀραρεῖν ἀκοαῖσι βροτῶν’·
      
πολλάκις μὲν γὰρ οὐδὲ τὸ σχῆμα τῆς φωνῆς ὁ τοῦ ἀέρος
σάλος ἔναρθρον ἐᾷ πρὸς τὴν αἴσθησιν ἐξικνεῖσθαι καὶ
διαμεμορφωμένον, ἀεὶ μέντοι τι τοῦ πλήθους φθείρει καὶ  
τοῦ μεγέθους. ἡ μὲν οὖν νὺξ αὐτὴ καθ' ἑαυτὴν οὐδὲν ἔχει
κινητικὸν ἀέρος, ἡ δ' ἡμέρα μέγα, τὸν ἥλιον, ὥσπερ
αὐτὸς ὁ Ἀναξαγόρας (722a) εἴρηκεν.’
 Ὑπολαβὼν δὲ Θράσυλλος ὁ Ἀμμωνίου υἱός ‘εἶτ'’
ἔφη ‘τί παθόντες, ὦ πρὸς Διός, εἶπας τῶι θεωρητὰ κινή-
ματα τοῦ ἀέρος οἰόμεθα δεῖν αἰτιᾶσθαι, τὸν δ' ἐμφανῆ
σάλον καὶ σπαραγμὸν αὐτοῦ παρορῶμεν; ὁ γὰρ δὴ μέγας
ἡγεμὼν ἐν οὐρανῷ Ζεὺς οὗτος οὐ λανθάνων οὐδ' ἀτρέμα
διακινῶν τὰ σμικρότατα τοῦ ἀέρος ἀλλ' εὐθὺς ἐκφανεὶς

Πλούταρχος. Quaestiones convivales (612c-748d) Stephanus p. 735,


359

Sec. B, li.4

ταῦτα πανταχόθεν ἀπιόντα καὶ σκευῶν καὶ ἱματίων καὶ


φυτῶν, μάλιστα δὲ ζῴων ὑπὸ σάλου πολλοῦ καὶ θερμό-
τητος οὐ μόνον ἔχοντα μορφοειδεῖς τοῦ σώματος ἐκμε-
μαγμένας ὁμοιότητας (ὡς Ἐπίκουρος (fr. 326) οἴεται
μέχρι τούτου Δημοκρίτῳ συνεπόμενος, ἐνταῦθα δὲ προλι-
πὼν τὸν λόγον), ἀλλὰ καὶ τῶν κατὰ ψυχὴν κινημάτων καὶ
βουλευμάτων ἑκάστῳ καὶ ἠθῶν καὶ παθῶν ἐμφάσεις ἀνα-
λαμβάνοντα συνεφέλκεσθαι, καὶ προσπίπτοντα μετὰ τού-
των ὥσπερ ἔμψυχα φράζειν καὶ διαγγέλλειν τοῖς ὑποδεχο-
μένοις τὰς τῶν μεθιέντων αὐτὰ δόξας καὶ διαλογισμοὺς
καὶ ὁρμάς, ὅταν ἐνάρθρους καὶ ἀσυγχύτους φυλάττοντα
προσμίξῃ τὰς εἰκόνας. τοῦτο δὲ μάλιστα ποιεῖ δι' ἀέρος
λείου τῆς φορᾶς αὐτοῖς γινομένης ἀκωλύτου καὶ ταχείας.
ὁ δὲ φθινοπωρινός, ἐν ᾧ φυλλοχοεῖ τὰ δένδρα, πολλὴν
ἀνωμαλίαν ἔχων καὶ τραχύτητα διαστρέφει καὶ παρατρέ-  
πει πολλαχῆ τὰ εἴδωλα καὶ τὸ ἐναργὲς αὐτῶν ἐξίτηλον καὶ
ἀσθενὲς ποιεῖ τῇ βραδυτῆτι τῆς πορείας ἀμαυρούμενον,
ὥσπερ αὖ πάλιν πρὸς ὀργώντων καὶ διακαιομένων ἐκ-
θρώσκοντα πολλὰ καὶ ταχὺ κομιζόμενα τὰς ἐμφάσεις νεα-
ρὰς καὶ σημαντικὰς ἀποδίδωσιν.
 Εἶτα διαβλέψας πρὸς τοὺς περὶ τὸν Αὐτόβουλον καὶ μει

Πλούταρχος. Quaestiones convivales (612c-748d) Stephanus p. 736,


Sec. B, li.2

δορουμένης τῷ ὀνόματι τῆς ξηρότητος. ἔτι τὸ μὲν αἷμα


κυριωτάτην τῶν ἐν ἡμῖν ἔχον δύναμιν ἅμα καὶ θερμόν
ἐστι καὶ ὑγρόν, τὸ δὲ γῆρας ἀμφοῖν ἐνδεές. ἔοικε δὲ τοῦ
ἐνιαυτοῦ περιιόντος οἷον γῆρας εἶναι τὸ φθινόπωρον·
οὔπω γὰρ ἥκει τὸ ὑγρόν, οὐκέτι δὲ τὸ θερμὸν ἔρρωται·
δεῖγμα δὴ γεγονὸς ἀτεχνῶς ξηρότητος ἅμα καὶ ψυχρότη-
τος ἐπισφαλῆ ποιεῖ τὰ σώματα πρὸς τὰς νόσους. τοῖς δὲ
σώμασι τὰς ψυχὰς συμπαθεῖν ἀνάγκη, καὶ μάλιστα παχ-  
νουμένου τοῦ πνεύματος ἀμαυροῦσθαι τὸ μαντικόν, ὥσπερ
κάτοπτρον ὁμίχλης ἀναπιμπλάμενον. οὐδὲν οὖν τρανὸν οὐδ'
ἔναρθρον οὐδ' εὔσημον ἐν ταῖς φαντασίαις ἀποδίδωσι,
μέχρι οὗ τραχὺ καὶ ἀλαμπὲς καὶ συνεσταλμένον ἐστίν.’
360

      
       

ΣΥΜΠΟΣΙΑΚΩΝ

        
Πλούταρχος. De facie in orbe lunae (920b-945e) Stephanus p. 936, Sec.
A, li.6

      
   ’Ἄθως καλύψει πλευρὰ Λημνίας βοός·’
      
ἐπιβάλλει γὰρ ἡ σκιὰ τοῦ ὄρους, ὡς ἔοικε, χαλκέῳ τινι
βοιδίῳ, | μῆκος ἀποτείνουσα διὰ τῆς θαλάττης οὐκ ἔλατ-
τον ἑπτακοσίων σταδίων, τὸ κατασκιάζον ὕψος εἶναι.
διὰ τίν' αἰτίαν; ὅτι πολλαπλασίους αἱ τοῦ φωτὸς ἀπο-
στάσεις τῶν σωμάτων τὰς σκιὰς ποιοῦσι. δεῦρο δὴ θεῶ
καὶ τῆς σελήνης, ὅτε πάμμηνός ἐστι καὶ μάλιστα τὴν
ἰδέαν ἔναρθρον τοῦ προσώπου βαθύτητι τῆς σκιᾶς ἀπο-
δίδωσι, τὸ μέγιστον ἀπέχοντα διάστημα τὸν ἥλιον· ἡ γὰρ
ἀπόστασις τοῦ φωτὸς αὕτη τὴν σκιὰν μεγάλην, οὐ τὰ
μεγέθη τῶν ὑπὲρ τὴν σελήνην ἀνωμαλιῶν πεποίηκε. καὶ
μὴν οὐδὲ τῶν ὀρῶν τὰς ὑπεροχὰς ἐῶσι μεθ' ἡμέραν αἱ
περιαυγαὶ τοῦ ἡλίου καθορᾶσθαι, τὰ μέντοι βαθέα καὶ
κοῖλα φαίνεται καὶ σκιώδη πόρρωθεν. οὐδὲν οὖν ἄτοπον,
εἰ καὶ τῆς σελήνης τὴν ἀντίλαμψιν καὶ τὸν ἐπιφωτισμὸν
οὐκ ἔστι καθορᾶν ἀκριβῶς, αἱ δὲ τῶν σκιερῶν παραθέ-
σεις παρὰ τὰ λαμπρὰ τῇ διαφορᾷ τὴν ὄψιν οὐ λανθάνου-
σιν.

Πλούταρχος. De sollertia animalium (959a-985c) Stephanus p. 973, Sec.


A, li.3

γον καὶ πλέον ἔχουσαν τοῦ κολάζοντος τὸ φειδόμενον


ὀργὴν ἀποδεικνύμενος. τὸν δ' ἐν Αἰγίῳ παιδεραστοῦντα
χῆνα καὶ τὸν ἐπιθυμήσαντα Γλαύκης τῆς κιθαρῳδοῦ
κριόν, περιβόητοι γάρ εἰσι καὶ πολλῶν οἶμαι διηγημάτων
διακορεῖς ὑμᾶς εἶναι, διὰ ταῦτα μὲν ἀφίημι.
 Ψᾶρες δὲ καὶ κόρακες καὶ ψιττακοὶ μανθάνοντες
διαλέγεσθαι καὶ τὸ τῆς φωνῆς πνεῦμα τοῖς διδάσκουσιν
εὔπλαστον οὕτω καὶ μιμηλὸν ἐξαρθροῦν καὶ ῥυθμίζειν
361

παρέχοντες | ἐμοὶ δοκοῦσι προδικεῖν καὶ συνηγορεῖν τοῖς


ἄλλοις ζῴοις ἐν τῷ μανθάνειν, τρόπον τινὰ διδάσκοντες
ἡμᾶς, ὅτι καὶ προφορικοῦ λόγου καὶ φωνῆς ἐνάρθρου μέτ-
εστιν αὐτοῖς· ᾗ καὶ πολὺς κατάγελως τὸ πρὸς ταῦτα
καταλιπεῖν ἐκείνοις σύγκρισιν, οἷς οὐδ' ὅσον ὠρύσασθαι
μέτεστιν οὐδ' ὅσον στενάξαι φωνῆς. τούτων δὲ καὶ τοῖς
αὐτοφυέσι καὶ τοῖς ἀδιδάκτοις γηρύμασιν ὅση μοῦσα καὶ
χάρις ἔπεστιν, οἱ λογιώτατοι καὶ καλλιφωνότατοι μαρ-
τυροῦσι, τὰ ἥδιστα ποιήματα μέλεσι κύκνων καὶ ἀηδό-
νων ᾠδαῖς ἀπεικάζοντες. ἐπεὶ δὲ τοῦ μαθεῖν τὸ διδάξαι
λογικώτερον, ἤδη πειστέον Ἀριστοτέλει (an. h. 536b 18)
λέγοντι καὶ τοῦτο τὰ ζῷα ποιεῖν· ὀφθῆναι γὰρ ἀηδόνα
νεοσσὸν ᾄδειν προδιδάσκουσαν. μαρτυρεῖ δ' αὐτῷ τὸ

Πλούταρχος. Platonicae quaestiones (999c-1011e)


Stephanus p. 1009, Sec. D, li.5

τὸ γὰρ ‘κλισίηνδε’ τοιοῦτόν ἐστιν οἷον τὸ ‘Ἀθήναζε’. τί


δὴ ῥητέον ὑπὲρ τοῦ Πλάτωνος;
 Ἦ ὅτι πρῶτον λόγον οἱ παλαιοὶ τὴν τότε καλουμένην
πρότασιν νῦν δ' ἀξίωμα προσηγόρευον, ὃ πρῶτον λέγον-
τες ἀληθεύουσιν ἢ ψεύδονται; τοῦτο δ' ἐξ ὀνόματος καὶ
ῥήματος συνέστηκεν, ὧν τὸ μὲν πτῶσιν οἱ διαλεκτικοὶ
τὸ δὲ κατηγόρημα καλοῦσιν. ἀκούσαντες γὰρ ὅτι ‘Σω-
κράτης φιλοσοφεῖ’ καὶ πάλιν ὅτι ‘Σωκράτης πέτεται’,
τὸν μὲν ἀληθῆ λόγον εἶναι τὸν δὲ ψευδῆ φήσομεν, οὐδενὸς
ἄλλου προσδεηθέντες. καὶ γὰρ εἰκὸς ἀνθρώπους ἐν χρείᾳ
λόγου τὸ πρῶτον καὶ φωνῆς ἐνάρθρου γενέσθαι τάς τε
πράξεις καὶ τοὺς πράττοντας αὐτὰς καὶ τὰ πάθη καὶ
τοὺς πάσχοντας ἀλλήλοις διασαφεῖν καὶ ἀποσημαίνειν
βουλομένους. ἐπεὶ τοίνυν τῷ μὲν ῥήματι τὰ πράγματα καὶ
τὰ πάθη, τῷ δ' ὀνόματι τοὺς πράττοντας αὐτὰ καὶ πάσχον-
τας ἀποχρώντως δηλοῦμεν, ὡς αὐτὸς εἴρηκε (Soph. 262a),
ταῦτα σημαίνειν ἔδοξε· τὰ δ' ἄλλα φαίη τις ἂν οὐ σημαί-
νειν· οἷον οἱ στεναγμοὶ καὶ ὀλολυγμοὶ τῶν ὑποκριτῶν,
καὶ νὴ Δία πολλάκις ἐπιμειδίασις καὶ ἀποσιώπησις ἐμ-
φαντικώτερον ποιεῖ τὸν λόγον, οὐ μὴν ἀναγκαίαν ἔχει
πρὸς τὸ σημαίνειν ὡς τὸ ῥῆμα καὶ τοὔνομα δύναμιν
362

Πλούταρχος. De animae procreatione in Timaeo (1012b-1030c)


Stephanus p. 1024, Sec. B, li.3

τονος οὐσίας καὶ ἀμερίστου καὶ τῆς χείρονος, ἣν περὶ τὰ


σώματα μεριστὴν κέκληκεν, οὐχ ἑτέραν οὖσαν ἢ τὴν
δοξαστικὴν καὶ φανταστικὴν καὶ συμπαθῆ τῷ αἰσθητῷ
κίνησιν, οὐ γενομένην ἀλλ' ὑφεστῶσαν ἀίδιον ὥσπερ ἡ
ἑτέρα. τὸ γὰρ νοερὸν ἡ φύσις ἔχουσα καὶ τὸ δοξαστικὸν
εἶχεν, ἀλλ' ἐκεῖνο μὲν ἀκίνητον καὶ ἀπαθὲς καὶ περὶ
τὴν ἀεὶ μένουσαν ἱδρυμένον οὐσίαν, τοῦτο δὲ μεριστὸν καὶ
πλανητόν, ἅτε δὴ φερομένης καὶ σκεδαννυμένης ἐφαπτό-
μενον ὕλης. οὔτε γὰρ τὸ αἰσθητὸν εἰλήχει τάξεως ἀλλ'
ἦν ἄμορφον καὶ ἀόριστον, ἥ τε περὶ τοῦτο τεταγμένη
δύναμις οὔτε δόξας ἐνάρθρους οὔτε κινήσεις ἁπάσας εἶχε
τεταγμένας, ἀλλὰ τὰς πολλὰς ἐνυπνιώδεις καὶ παραφόρους
καὶ ταραττούσας τὸ σωματοειδές, ὅσα μὴ κατὰ τύχην τῷ
βελτίονι περιέπιπτεν· ἐν μέσῳ γὰρ ἦν ἀμφοῖν καὶ πρὸς
ἀμφότερα συμπαθῆ καὶ συγγενῆ φύσιν εἶχε, τῷ μὲν αἰς-
θητικῷ τῆς ὕλης ἀντεχομένη τῷ δὲ κριτικῷ τῶν νοητῶν.
 Οὕτω δέ πως καὶ αὐτὸς διασαφεῖ τοῖς ὀνόμασιν·
’οὗτος’ γάρ φησι (Tim. 52d) ‘παρὰ τῆς ἐμῆς ψήφου
λογισθεὶς ἐν κεφαλαίῳ δεδόσθω λόγος, ὄν τε καὶ χώραν
καὶ γένεσιν εἶναι τρία τριχῆ καὶ πρὶν οὐρανὸν γενέσθαι.’
χώραν τε γὰρ καλεῖ τὴν ὕλην ὥσπερ ἕδραν ἔστιν ὅτε καὶ

Πλούταρχος. Epitome libri de animae procreatione in Timaeo (1030d-


1032f) Stephanus p. 1031, Sec. F, li.1

ὑποκειμένης τῆς τε κρείττονος οὐσίας καὶ ἀμερίστου καὶ


τῆς χείρονος, ἣν περὶ τὰ σώματα μεριστὴν κέκληκεν, οὐχ
ἑτέραν οὖσαν ἢ τὴν δοξαστικὴν καὶ φανταστικὴν καὶ
συμπαθῆ τῶν αἰσθητῶν κίνησιν, οὐ γενομένην ἀλλ' ὑφ-
εστῶσαν ἀίδιον, ὥσπερ ἡ ἑτέρα. τὸ γὰρ νοερὸν ἡ φύσις
ἔχουσα καὶ τὸ δοξαστικὸν εἶχεν· ἀλλ' ἐκεῖνο μὲν ἀκίνητον
καὶ ἀπαθὲς καὶ περὶ τὴν ἀεὶ μένουσαν ἱδρυμένον οὐσίαν·
τοῦτο δὲ μεριστὸν καὶ πλανητόν, ἅτε δὴ φερομένης καὶ
σκεδαννυμένης ἐφαπτόμενον ὕλης. οὔτε γὰρ τὸ αἰσθητὸν
εἰλήχει τάξεως ἀλλ' ἦν ἄμορφον καὶ ἀόριστον, ἥ τε περὶ  
τοῦτο τεταγμένη δύναμις οὔτε δόξας ἐνάρθρους οὔτε κι-
νήσεις ἁπάσας ἔχουσα τεταγμένας, ἀλλὰ τὰς πολλὰς
ἐνυπνιώδεις καὶ παραφόρους καὶ ταραττούσας τὸ σωμα-
τοειδές, ὅσα μὴ κατὰ τύχην τῷ βελτίονι περιέπιπτεν· ἐν
363

μέσῳ γὰρ ἦν ἀμφοῖν καὶ πρὸς ἀμφότερα συμπαθῆ καὶ


συγ|γενῆ φύσιν εἶχε, τῷ μὲν αἰσθητικῷ τῆς ὕλης ἀντε-
χομένη τῷ δὲ κριτικῷ τῶν νοητῶν.
 Οὕτω δέ πως καὶ Πλάτων διασαφεῖ τοῖς ὀνόμασιν·
’οὗτος’ γάρ φησι (Tim. 52d) ‘παρὰ τῆς ἐμῆς ψήφου
λογισθεὶς ἐν κεφαλαίῳ δεδόσθω λόγος ὄντος καὶ χώραν
καὶ γένεσιν εἶναι τρία τριχῆ καὶ πρὶν οὐρανὸν γενέσθαι.’

Φίλων Ιουδαίος. De opificio mundi Sec. 126, li.7

σωμάτων, καὶ μάλισθ' ὅταν ἐκ δυσκρασίας τῶν ἐν ἡμῖν δυνάμεων


πυρετοὶ συνεχεῖς ἐπισκήψωσιν, ἑβδόμῃ μάλιστά πως ἡμέρᾳ διακρίνονται·

δικάζει γὰρ ἀγῶνα τὸν περὶ ψυχῆς, τοῖς μὲν σωτηρίαν ψηφιζομένη, τοῖς
δὲ θάνατον. ἡ δὲ δύναμις αὐτῆς οὐ μόνον τοῖς εἰρημένοις,
ἀλλὰ καὶ ταῖς ἀρίσταις τῶν ἐπιστημῶν ἐπιπεφοίτηκε, γραμματικῇ τε
καὶ μουσικῇ. λύρα μὲν γὰρ ἡ ἑπτάχορδος ἀναλογοῦσα τῇ τῶν πλανή-
των χορείᾳ τὰς ἐλλογίμους ἁρμονίας ἀποτελεῖ, σχεδόν τι τῆς κατὰ μου-
σικὴν ὀργανοποιίας ἁπάσης | ἡγεμονὶς οὖσα. στοιχείων τε τῶν ἐν γραμ-
ματικῇ τὰ λεγόμενα φωνήεντα ἐτύμως ἑπτά ἐστιν, ἐπειδὴ καὶ ἐξ
ἑαυτῶν ἔοικε φωνεῖσθαι καὶ τοῖς ἄλλοις συνταττόμενα φωνὰς ἐνάρθρους

ἀποτελεῖν· τῶν μὲν γὰρ ἡμιφώνων ἀναπληροῖ τὸ ἐνδέον ὁλοκλήρους


κατασκευάζοντα τοὺς φθόγγους, τῶν δ' ἀφώνων τρέπει καὶ μεταβάλλει
τὰς φύσεις ἐμπνέοντα τῆς ἰδίας δυνάμεως, ἵνα γένηται τὰ ἄρρητα ῥητά.
διό μοι δοκοῦσιν οἱ τὰ ὀνόματα τοῖς πράγμασιν ἐξ ἀρχῆς ἐπιφημίσαντες
ἅτε σοφοὶ καλέσαι τὸν ἀριθμὸν ἑπτὰ ἀπὸ τοῦ περὶ αὐτὸν σεβασμοῦ καὶ
τῆς προσούσης σεμνότητος· Ῥωμαῖοι δὲ καὶ προστιθέντες τὸ ἐλλειφθὲν
ὑφ'
Ἑλλήνων στοιχεῖον τὸ Σ τρανοῦσιν ἔτι μᾶλλον τὴν ἔμφασιν, ἐτυμώτερον
σέπτεμ προσαγορεύοντες ἀπὸ τοῦ σεμνοῦ, καθάπερ ἐλέχθη, καὶ
σεβασμοῦ.  

Φίλων Ιουδαίος. Quod deterius potiori insidiari soleat Sec. 127, li.1

μέτρα καὶ ῥυθμοὺς καὶ μέλη ἀκοὰς διὰ μουσικῆς ψυχαγωγοῦντα, τὰ δὲ


φύσεως αὐτῆς τελειότατα ἔργα τὴν ἴδιον εὐαρμοστίαν κεκληρωμένα.
καθάπερ δὲ ὁ νοῦς ἀκροατικῶς ἔχων τῶν θεοῦ ποιημάτων χαίρει, οὕτως
καὶ ὁ λόγος συνῳδὸς ὢν τοῖς διανοίας ἐνθυμήμασι καὶ τρόπον τινὰ
προσέ-
χων αὐτοῖς ἐξ ἀνάγκης γέγηθε. δηλώσει δ' ὁ τῷ πανσόφῳ Μωυσεῖ
364

δοθεὶς χρησμός, ἐν ᾧ περιέχεται ταῦτα· “οὐκ ἰδοὺ Ἀαρὼν ὁ ἀδελφός


σου, ὁ Λευίτης; ἐπίσταμαι ὅτι λαλήσει αὐτός σοι· καὶ ἰδοὺ αὐτὸς
ἐξελεύσεται εἰς συνάντησίν σοι, καὶ ἰδών σε χαρήσεται ἐν ἑαυτῷ”
(Exod. 4, 14). τὸν γὰρ προφορικὸν λόγον διανοίας ἀδελφὸν ὄντα ἐπί-
στασθαί φησιν ὁ δημιουργὸς ὅτι λαλεῖ· πεποίηκε γὰρ αὐτὸν ὥσπερ
ὄργανον  
τοῦ συγκρίματος ἡμῶν παντὸς ἔναρθρον ἠχήν. οὗτος ὁ λόγος ἐμοί τε καὶ
σοὶ καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις φωνεῖ καὶ λαλεῖ καὶ ἑρμηνεύει τὰ ἐνθυμήματα
καὶ
προσεξέρχεταί γε ὑπαντησόμενος οἷς ἡ διάνοια λελόγισται. ἐπειδὰν γὰρ
ὁ νοῦς ἐξαναστὰς πρός τι τῶν οἰκείων ὁρμὴν λάβῃ ἢ κινηθεὶς ἔνδοθεν
ἐξ ἑαυτοῦ ἢ δεξάμενος ἀπὸ τῶν ἐκτὸς τύπους διαφέροντας, κυοφορεῖ τε
καὶ ὠδίνει τὰ νοήματα· καὶ βουλόμενος ἀποτεκεῖν ἀδυνατεῖ, μέχρις ἂν
ἡ διὰ γλώττης καὶ τῶν ἄλλων φωνητηρίων ὀργάνων ἠχὴ δεξαμένη
μαίας τρόπον εἰς φῶς προαγάγῃ τὰ νοήματα. φωνὴ | δὲ τηλαυγεστάτη
νοημάτων ἐστὶν αὕτη· καθάπερ γὰρ τὰ ἀποκείμενα ἐν σκότῳ κέκρυπται,
ἕως ἂν ἐπιλάμψαν φῶς αὐτὰ δείξῃ, τὸν αὐτὸν τρόπον τὰ ἐνθυμήματα
ἐν ἀοράτῳ χωρίῳ, διανοίᾳ, ταμιεύεται, μέχρις ἂν οἷα φῶς ἐναυγάσασα

Φίλων Ιουδαίος. De posteritate Caini Sec. 106, li.1

θεάτρων τῶν κατὰ πόλεις εὐδαίμονας· πρὸς γὰρ τὸ ὤτων σχῆμα ἄκρως
ἡ θεάτρων κατασκευὴ μεμίμηται – , οὕτως καὶ τὴν τραχεῖαν ἀρτηρίαν
ἡ τὰ ζῷα φύσις διαπλάσασα ὥσπερ μουσικὸν κανόνα τείνασα τὰ
ἐναρμόνια
καὶ χρωματικὰ καὶ διατονικὰ γένη συνυφαίνουσα κατὰ τὰς τῶν συνημ-
μένων καὶ διεζευγμένων μελῳδιῶν παμπληθεῖς ποικιλίας παντὸς ὀργάνου

μουσικοῦ παράδειγμα ἱδρύετο. ὅσα γοῦν αὐλοὶ καὶ λύραι καὶ τὰ


παραπλήσια μελῳδοῦσι, τῆς ἀηδόνων ἢ κύκνων μουσικῆς τοσοῦτον
ἀπολείπεται, ὅσον ἀπεικόνισμα καὶ μίμημα ἀρχετύπου παραδείγματος,
φθαρτὸν εἶδος ἀφθάρτου γένους. τὴν μὲν γὰρ ἀνθρώπων μουσικὴν
οὐδενὶ τῶν ἄλλων συγκρίνειν ἄξιον ἔχουσαν γέρας ἐξαίρετον, ᾧ
τετίμηται,
τὴν ἔναρθρον σαφήνειαν. τὰ μὲν γὰρ ἄλλα τῇ περὶ τὴν φωνὴν κλάσει
χρώμενα καὶ ταῖς ἐπαλλήλοις τῶν τόνων μεταβολαῖς ἀκοὰς αὐτὸ μόνον
ἡδύνει, ὁ δ' ἄνθρωπος, ὥσπερ πρὸς τὸ λέγειν, οὕτως καὶ πρὸς τὸ ᾄδειν
ἀρθρωθεὶς ὑπὸ φύσεως ἑκάτερον, ἀκοήν τε καὶ νοῦν, ἐπάγεται, τὴν μὲν
τῷ μέλει κηλῶν, τὸν δὲ τοῖς νοήμασιν ἐπιστρέφων. καθάπερ γὰρ
ὄργανον ἀμούσῳ μὲν παραδοθὲν ἀνάρμοστον, μουσικῷ δὲ κατὰ τὴν ἐν
αὐτῷ τέχνην εὐάρμοστον γίνεται, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ὁ λόγος ὑπὸ
μὲν φαύλου νοῦ κινούμενος ἀνάρμοστος, ὑπὸ δὲ σπουδαίου πάνυ
365

ἐμμελὴς

Φίλων Ιουδαίος. De somniis (lib. i-ii) Book 1, Sec. 29, li.2

σχήματα, φωνάς, ἀτμῶν καὶ χυλῶν ἰδιότητας, συνόλως σώματα καὶ ὅσαι
ποιότητες ἐν τούτοις, καὶ ὅτι δορυφόροι ψυχῆς εἰσιν, ὅσα ἂν ἴδωσιν ἢ
ἀκούσωσι δηλοῦσαι κἂν εἴ τι βλαβερὸν ἔξωθεν ἐπίοι προορώμεναί τε καὶ
φυλαττόμεναι, ὡς μὴ λάθρᾳ παρεισρευὲν αἴτιον ζημίας ἀνηκέστου τῇ
δεσποίνῃ γένηται. καὶ φωνὴ δ' οὐκ εἰσάπαν ἀποδιδράσκει τὴν ἡμετέραν
κρίσιν, ἀλλ' ἴσμεν ὅτι ἡ μὲν ὀξεῖα, ἡ δὲ βαρεῖα, καὶ ἡ μὲν ἐμμελὴς
καὶ ἐναρμόνιος, ἡ δὲ ἀπῳδὸς καὶ λίαν ἀνάρμοστος, καὶ πάλιν ἡ μὲν  
μείζων, ἡ δὲ ἐλάττων· διαφέρουσι καὶ ἄλλοις μυρίοις, γένεσι, χρώμασι,
διαστήμασι, συνημμέναις τάσεσι καὶ διεζευγμέναις, ταῖς διὰ τεττάρων,
ταῖς διὰ πέντε, ταῖς διὰ πασῶν συμφωνίαις. καὶ μὲν δὲ καὶ τῆς ἐνάρ-
θρου φωνῆς, ἣν μόνος ἐκ πάντων ζῴων ἔλαχεν ἄνθρωπος, ἔστιν ἃ γνω-
ρίζομεν· οἷον ὅτι ἀπὸ διανοίας ἀναπέμπεται, ὅτι ἐν τῷ στόματι
ἀρθροῦται,
ὅτι ἡ γλῶσσα πλήττουσα τῇ τῆς φωνῆς τάσει τὸ ἔναρθρον ἐνσφραγί-
ζεται καὶ λόγον, ἀλλ' οὐ ψιλὴν | αὐτὸ μόνον φωνὴν ἀργὴν καὶ ἀδιατύ-
πωτον ἦχον ἀπεργάζεται, ὅτι κήρυκος ἢ ἑρμηνέως ἔχει τάξιν πρὸς τὸν
ὑποβάλλοντα νοῦν. ἆρ' οὖν καὶ τὸ τέταρτον τῶν ἐν ἡμῖν αὐτοῖς,
ὁ ἡγεμὼν νοῦς, καταληπτός ἐστιν; οὐ δήπου. τί γὰρ αὐτὸν οἰόμεθα
κατὰ τὴν οὐσίαν εἶναι; πνεῦμα ἢ αἷμα ἢ σῶμα συνόλως – ἀλλ' οὐ
σῶμα, ἀσώματον δὲ λεκτέον – ἢ πέρας ἢ εἶδος ἢ ἀριθμὸν ἢ ἐνδελέ-
χειαν ἢ ἁρμονίαν ἢ τί τῶν ὄντων; γεννώμενον δ' εὐθὺς ἢ ἔξωθεν
εἰσκρίνεται ἢ ὑπὸ τοῦ περιέχοντος ἀέρος ἡ ἔνθερμος ἐν ἡμῖν φύσις οἷα

Φίλων Ιουδαίος. De decalogo Sec. 33, li.7

ἀλήθειαν ὄντας, ἀθροισθέντος τοῦ ἔθνους ἀνδρῶν ὁμοῦ καὶ γυναικῶν


εἰς ἐκκλησίαν, ὁ πατὴρ τῶν ὅλων ἐθέσπισεν. ἆρά γε φωνῆς τρόπον  
προέμενος αὐτός; ἄπαγε, μηδ' εἰς νοῦν ποτ' ἔλθοι τὸν ἡμέτερον· οὐ
γὰρ ὡς ἄνθρωπος ὁ θεός, στόματος καὶ γλώττης καὶ ἀρτηριῶν δεό-
μενος. ἀλλά γέ μοι δοκεῖ κατ' ἐκεῖνον τὸν χρόνον ἱεροπρεπέστατόν τι
θαυματουργῆσαι κελεύσας ἦχον ἀόρατον ἐν ἀέρι δημιουργηθῆναι,
πάντων
ὀργάνων θαυμασιώτερον, ἁρμονίαις τελείαις ἡρμοσμένον, οὐκ ἄψυχον
ἀλλ' οὐδ' ἐκ σώματος καὶ ψυχῆς τρόπον ζῴου συνεστηκότα, ἀλλὰ ψυχὴν
λογικὴν ἀνάπλεω σαφηνείας καὶ τρανότητος, ἣ τὸν ἀέρα σχηματίσασα
καὶ ἐπιτείνασα καὶ πρὸς πῦρ φλογοειδὲς μεταβαλοῦσα καθάπερ πνεῦμα
366

διὰ σάλπιγγος φωνὴν τοσαύτην ἔναρθρον ἐξήχησεν, ὡς τοῖς ἔγγιστα


τοὺς
πορρωτάτω κατ' | ἴσον ἀκροᾶσθαι δοκεῖν. ἀνθρώπων μὲν γὰρ αἱ φωναὶ
πρὸς μήκιστον ἀποτεινόμεναι πεφύκασιν ἐξασθενεῖν, ὡς ἀριδήλους τοῖς
μακρὰν ἀφεστηκόσι μὴ γίνεσθαι τὰς ἀντιλήψεις ταῖς ἐπεκτάσεσιν ἐκ
τοῦ κατ' ὀλίγον ἀμαυρουμένας, ἐπειδὴ καὶ τὰ ὄργανα φθαρτά· τὴν δὲ
κεκαινουργημένην φωνὴν ἐπιπνέουσα θεοῦ δύναμις ἤγειρε καὶ ἐζωπύρει
καὶ ἀναχέουσα πάντῃ τὸ τέλος τῆς ἀρχῆς ἀπέφαινε τηλαυγέστερον,
ἀκοὴν ἑτέραν πολὺ βελτίω τῆς δι' ὤτων ταῖς ἑκάστων ψυχαῖς ἐντι-
θεῖσα· ἡ μὲν γὰρ βραδυτέρα πως οὖσα αἴσθησις ἀτρεμίζει, μέχρις ἂν
ὑπ' ἀέρος πληχθεῖσα διακινηθῇ, φθάνει δ' ἡ τῆς ἐνθέου διανοίας ὀξυ-
τάτῳ τάχει προϋπαντῶσα τοῖς λεγομένοις.

Φίλων Ιουδαίος. Legatio ad Gaium Sec. 6, li.4

εἰ γὰρ πρεσβυτέρων ἢ ὑφηγητῶν ἢ ἀρχόντων ἢ γονέων ὄψις κινεῖ τοὺς


βλέποντας πρὸς αἰδῶ καὶ εὐκοσμίαν καὶ σώφρονος βίου ζῆλον, πόσον
τι νομίζομεν ἀρετῆς ἕρμα καὶ καλοκαγαθίας ἀνευρήσειν ἐν ψυχαῖς, αἳ τὸ
γενητὸν πᾶν ὑπερκύψασαι τὸ ἀγένητον καὶ θεῖον ὁρᾶν πεπαίδευνται, τὸ
πρῶτον ἀγαθὸν καὶ καλὸν καὶ εὔδαιμον καὶ μακάριον, εἰ δὲ δεῖ τἀληθὲς
εἰπεῖν, τὸ κρεῖττον μὲν ἀγαθοῦ, κάλλιον δὲ καλοῦ, καὶ μακαριότητος μὲν
μακαριώτερον, εὐδαιμονίας δὲ αὐτῆς εὐδαιμονέστερον, καὶ εἰ δή τι τῶν
εἰρημένων τελειότερον. οὐ γὰρ φθάνει προσαναβαίνειν ὁ λόγος ἐπὶ τὸν
ἄψαυστον καὶ ἀναφῆ πάντῃ θεόν, ἀλλ' ὑπονοστεῖ καὶ ὑπορρεῖ κυρίοις
ὀνόμασιν ἀδυνατῶν ἐπιβάθρᾳ χρῆσθαι πρὸς δήλωσιν, οὐ λέγω τοῦ ὄντος
– οὐδὲ γὰρ ὁ σύμπας οὐρανὸς ἔναρθρος φωνὴ γενόμενος εὐθυβόλων
καὶ εὐσκόπων εἰς τοῦτο ἂν εὐποροίη ῥημάτων – ἀλλὰ τῶν δορυφόρων
αὐτοῦ δυνάμεων, κοσμοποιητικῆς τε καὶ βασιλικῆς καὶ προνοητικῆς καὶ
τῶν ἄλλων ὅσαι εὐεργέτιδές τε καὶ κολαστήριοι, εἰ καὶ τὰς κολαστηρίους

ἐν εὐεργέτισι τακτέον, οὐ μόνον ἐπειδὴ νόμων καὶ θεσμῶν εἰσι μοῖραι –  
νόμος γὰρ ἐκ δυοῖν συμπληροῦσθαι πέφυκε, τιμῆς ἀγαθῶν καὶ πονηρῶν
κολάσεως – , ἀλλ' ὅτι καὶ ἡ κόλασις νουθετεῖ καὶ σωφρονίζει πολλάκις
μὲν
καὶ τοὺς ἁμαρτάνοντας, εἰ δὲ μή, πάντως γοῦν τοὺς πλησιάζοντας· αἱ γὰρ
ἑτέρων τιμωρίαι βελτιοῦσι τοὺς πολλοὺς φόβῳ τοῦ μὴ παραπλήσια
παθεῖν.  

 
Φίλων Ιουδαίος. Περὶ ἀριθμῶν sive Ἀριθμητικά (frag. ) Frag. 73a,col l,
li.6

πλανήτων χορείᾳ τὰς ἐλλογίμους ἁρμονίας ἀποτελεῖ, σχεδόν τι τῆς κατὰ


367

μουσικὴν ὀργανοποιίας ἁπάσης ἡγεμονὶς οὖσα.


 leg. alleg. I § 14: κατά τε μουσικὴν ἡ ἑπτάχορδος λύρα πάντων
σχεδὸν ὀργάνων ἀρίστη, διότι τὸ ἐναρμόνιον, ὃ δὴ τῶν μελῳδουμένων
γενῶν ἐστι τὸ σεμνότατον, κατ' αὐτὴν μάλιστά πως θεωρεῖται.  
 de opif. m. § 126 στοιχείων τε τῶν ἐν γραμματικῇ τὰ
λεγόμενα φωνήεντα ἐτύμως ἑπτά ἐστιν, ἐπειδὴ καὶ ἐξ ἑαυτῶν ἔοικε
φωνεῖσθαι καὶ τοῖς ἄλλοις συνταττό-μενα φωνὰς ἐνάρθρους ἀποτελεῖν·
τῶν μὲν γὰρ ἡμιφώνων ἀναπληροῖ τὸ ἐνδέον ὁλοκλήρους κατασκευά-
ζοντα τοὺς φθόγγους, τῶν δ' ἀφώ-νων τρέπει καὶ μεταβάλλει τὰς φύ-
σεις ἐμπνέοντα τῆς ἰδίας δυνάμεως, ἵνα γένηται τὰ ἄρρητα ῥητά.   
 Joh. Lyd. p. 35, 20 – 36, 5 στοιχείων δὲ τὰ φωνήεντα ἑπτά,
ἐπειδὴ καὶ ἐξ ἑαυτῶν ἔοικε φωνεῖ-σθαι καὶ τοῖς ἄλλοις συνταττόμενα

Φίλων Ιουδαίος. Περὶ ἀριθμῶν sive Ἀριθμητικά (frag. ) Frag. 73a,col r,


li.5

τῶν μὲν γὰρ ἡμιφώνων ἀναπληροῖ


τὸ ἐνδέον ὁλοκλήρους κατασκευά-
ζοντα τοὺς φθόγγους, τῶν δ' ἀφώ-
νων τρέπει καὶ μεταβάλλει τὰς φύ-
σεις ἐμπνέοντα τῆς ἰδίας δυνάμεως,
ἵνα γένηται τὰ ἄρρητα ῥητά.   
 Joh. Lyd. p. 35, 20 – 36, 5
στοιχείων δὲ τὰ φωνήεντα ἑπτά,
ἐπειδὴ καὶ ἐξ ἑαυτῶν ἔοικε φωνεῖ-
σθαι καὶ τοῖς ἄλλοις συνταττόμενα
φωνὰς ἐνάρθρους ἀποτελεῖν· τῶν γὰρ
ἡμιφώνων ἀναπληροῖ τὸ ἐνδέον, ὁλο-
κλήρους δὲ κατασκευάζει τοὺς φθόγ-
γους, τῶν δὲ ἀφώνων τρέπει τε καὶ
μεταβάλλει τὰς φύσεις, ἵνα γένη-
ται τὰ ἄρρητα ῥητά.   

Γαληνός ιατρός. De placitis Hippocratis et Platonis


Book 2, ch. 5, Sec. 9, li.3

ψυχῆς ἡγεμονικοῦ Διογένης ὁ Βαβυλώνιος, οὐκ ἐξ ἄλλου


τινὸς ἔχει τὸ θαυμάζεσθαι πλὴν οὗ νῦν εἶπον ἀξιώματος
ἤδη.  
 εἴσῃ δ' ἐναργέστερον εἰ παραγράψαιμεν αὐτόν· ἔχει
γὰρ ὧδε· ‘Φωνὴ διὰ φάρυγγος χωρεῖ. εἰ δὲ ἦν ἀπὸ τοῦ
368

ἐγκεφάλου χωροῦσα, οὐκ ἂν διὰ φάρυγγος ἐχώρει. ὅθεν δὲ


λόγος, καὶ φωνὴ ἐκεῖθεν χωρεῖ. λόγος δὲ ἀπὸ διανοίας
χωρεῖ, ὥστ' οὐκ ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ ἐστὶν ἡ διάνοια.’  
          τὸν αὐτὸν δὴ τοῦτον λόγον Διογένης οὐ κατὰ τὴν αὐτὴν ἐρωτᾷ
λέξιν, ἀλλ' ὧδε· “Ὅθεν ἐκπέμπεται ἡ φωνή, καὶ ἡ ἔναρθρος,
οὐκοῦν καὶ ἡ σημαίνουσα ἔναρθρος φωνὴ ἐκεῖθεν, τοῦτο
δὲ λόγος. καὶ λόγος ἄρα ἐκεῖθεν ἐκπέμπεται ὅθεν καὶ
ἡ φωνή. ἡ δὲ φωνὴ οὐκ ἐκ τῶν κατὰ τὴν κεφαλὴν τόπων
ἐκπέμπεται ἀλλὰ φανερῶς ἐκ τῶν κάτωθεν μᾶλλον. ἐκφα-
νὴς γοῦν ἐστι διὰ τῆς ἀρτηρίας διεξιοῦσα. καὶ ὁ λόγος
ἄρα οὐκ ἐκ τῆς κεφαλῆς ἐκπέμπεται, ἀλλὰ κάτωθεν μᾶλλον.  
ἀλλὰ μήν γε κἀκεῖνο ἀληθές, τὸ τὸν λόγον ἐκ τῆς διανοίας
ἐκπέμπεσθαι. ἔνιοι γοῦν καὶ ὁριζόμενοι αὐτόν φασιν εἶναι
φωνὴν σημαίνουσαν ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένην. καὶ ἄλλως
δὲ πιθανὸν ὑπὸ τῶν ἐννοιῶν ἐνσεσημασμένον τῶν ἐν τῇ

Γαληνός ιατρός. In Hippocratis librum de fracturis commentarii iii


Vol. 18b, p. 612, li.15

εἶναι δὲ τὸ πέρας αὐτὸ τοῦτο περιφερὲς, οὕτως ἑτοίμως τε


καὶ ἀλύπως ἐμβαίνειν τῇ διαρθρώσει, κατὰ τὸν αὐτὸν λό-
γον κἀπὶ τῆς κατὰ γόνυ διαρθρώσεως ἐμβαινόμενόν ἐστι τὸ
τοῦ μηροῦ πέρας, ὑποδεχόμενον δὲ τὸ τῆς κνήμης. ὑποκει-
μένη γὰρ αὐτῷ τῷ μηρῷ τὰς δύο κεφαλὰς αὐτοῦ δέχεται
κοιλότησιν, ἐπιτηδείας μέν τινος αὐτῶν νευροχόνδρου
διαφύσεως οὔσης. εἰκότως οὖν ὁ Ἱπποκράτης τῶν
διηρθρωμένων ἀλλήλων ὀστῶν ἄρθρον ὀνομάζων, οὐ τὸ δε-
χόμενον τὴν πλησιάζουσαι ἐξοχὴν, ἀλλὰ τὸ στηριζόμενον ἐν
τῇ κοιλότητι καὶ νῦν εἶπε. τό τε γὰρ ἄρθρον τοῦ μηροῦ
εὐσταλέστερόν ἐστιν, ἐπειδὴ τούτου ἐναρθρουμένου ἤδη τῇ
κνήμῃ τὸ ἄρθρον, τουτέστι τὸ κάτω πέρας τοῦ μηροῦ εὐ-
σταλέστατον ὑπάρχει, ἥπερ αὐτὸ δηλοῖ τὸ ἔλαττον κατὰ τὸν
ὄγκον. οὐ μὴν ἁπλῶς γε ἔλαττόν ἐστι τοῦτο τοῦ κατ'
ἀγκῶνα πέρατος τοῦ βραχίονος, ἀλλὰ κατ' ἀναλογίαν ἐξετα-  
ζόντων. εἴπερ γὰρ ἀνάλογον ἦν τῷ μεγέθει τοῦ μηροῦ τὸ
κάτω πέρας αὐτοῦ, πολλῷ μᾶλλον μεῖζον ἂν ἦν, νυνὶ δ'
οὐχ οὕτως ἔχει. πολλῷ γὰρ μείζων ὁ μηρὸς τοῦ βραχίονος,
ὀλίγῳ δὲ τὸ κατὰ γόνυ πέρας αὐτοῦ τοῦ κατ' ἀγκῶνα βρα-
χίονος πέρατος ὑπάρχει.
369

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 3, ch. 17,


Sec. 3, li.3

πανδημεὶ μεθ' ἱλαρότητος καὶ ταῖς ἀνάρθροις ᾠδαῖς


ἀλλήλους ψυχαγωγοῦντες· πρὸς δὲ τούτοις ἐπιμί-
σγονται τότε ταῖς γυναιξὶν αἷς ἂν τύχωσι παιδο-
ποιίας ἕνεκα, πάσης ἀσχολίας ἀπολελυμένοι διὰ τὴν
εὐκοπίαν καὶ τὴν ἑτοιμότητα τῆς τροφῆς. τῇ δὲ  
πέμπτῃ πρὸς τὴν ὑπώρειαν ἐπείγονται πανδημεὶ
ποτοῦ χάριν, ἔνθα συρρύσεις ὑδάτων γλυκέων εἰσί,
πρὸς αἷς οἱ νομάδες τὰς ἀγέλας τῶν θρεμμάτων
ποτίζουσιν. ἡ δὲ ὁδοιπορία τούτων παραπλήσιος
γίνεται ταῖς ἀγέλαις τῶν βοῶν, πάντων φωνὴν
ἀφιέντων οὐκ ἔναρθρον, ἀλλ' ἦχον μόνον ἀποτε-
λοῦσαν. τῶν δὲ τέκνων τὰ μὲν νήπια παντελῶς αἱ
μητέρες ἐν ταῖς ἀγκάλαις φέρουσι, τὰ δὲ κεχωρισμένα
τοῦ γάλακτος οἱ πατέρες, τὰ δ' ὑπὲρ πενταετῆ χρόνον
ὄντα προάγει μετὰ τῶν γονέων σὺν παιδιᾷ, πεπλη-
ρωμένα χαρᾶς, ὡς ἂν πρὸς τὴν ἡδίστην ἀπόλαυσιν
ὁρμώμενα. ἡ γὰρ φύσις αὐτῶν ἀδιάστροφος οὖσα
τὴν ἀναπλήρωσιν τῆς ἐνδείας ἡγεῖται μέγιστον ἀγα-
θόν, οὐδὲν τῶν ἐπεισάκτων ἡδέων ἐπιζητοῦσα. ὅταν
δὲ ταῖς τῶν νομάδων ποτίστραις ἐγγίσωσι καὶ τοῦ
ποτοῦ πληρωθῶσι τὰς κοιλίας, ἐπανέρχονται,

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De compositione verborum Sec. 14, li.2

γλαφυρός τις, οὕτω καὶ σεμνός τις ἕτερος, καὶ τὸ


μεταβάλλειν ὥςπερ χάριν ἔχει, οὕτω καὶ τόνον· τὸ δὲ
δὴ πρέπον εἰ μὴ τοῦ καλοῦ πλεῖστον ἕξει μέρος, σχολῇ
γ' ἂν ἄλλου τινός. ἐξ ἁπάντων δή φημι τούτων ἐπι-
τηδεύεσθαι δεῖν τὸ καλὸν ἐν ἁρμονίᾳ λέξεως ἐξ ὧν
περ καὶ τὸ ἡδύ. αἰτία δὲ κἀνταῦθα ἥ τε τῶν γραμ-
μάτων φύσις καὶ ἡ τῶν συλλαβῶν δύναμις, ἐξ ὧν  
πλέκεται τὰ ὀνόματα· ὑπὲρ ὧν καιρὸς ἂν εἴη λέγειν,
ὥςπερ ὑπεσχόμην.
 Ἀρχαὶ μὲν οὖν εἰσι τῆς ἀνθρωπίνης φωνῆς καὶ
ἐνάρθρου μηκέτι δεχόμεναι διαίρεσιν, ἃ καλοῦμεν
στοιχεῖα καὶ γράμματα· γράμματα μὲν ὅτι γραμμαῖς
τισι σημαίνεται, στοιχεῖα δὲ ὅτι πᾶσα φωνὴ τὴν γέ-
νεσιν ἐκ τούτων λαμβάνει πρώτων καὶ τὴν διάλυσιν
370

εἰς ταῦτα ποιεῖται τελευταῖα. τῶν δὴ στοιχείων τε  


καὶ γραμμάτων οὐ μία πάντων φύσις, διαφορὰ δὲ
αὐτῶν πρώτη μέν, ὡς Ἀριστόξενος ὁ μουσικὸς ἀπο-
φαίνεται, καθ' ἣν τὰ μὲν φωνὰς ἀποτελεῖ, τὰ δὲ ψό-
φους· φωνὰς μὲν τὰ λεγόμενα φωνήεντα, ψόφους δὲ
τὰ λοιπὰ πάντα. δευτέρα δὲ καθ' ἣν τῶν μὴ φωνη-
έντων ἃ μὲν καθ' ἑαυτὰ ψόφους ὁποίους δή τινας

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De compositione verborum (epitome)


Sec. 14, li.2

καὶ τοῖς ἄλλοις. καὶ περὶ μὲν ἡδείας συνθέσεως


ταῦτα.
 Καλὴ δ' ἐκ τίνων γίνεται εἴ τις ἔροιτο, ἐκ τῶν
αὐτῶν ἂν φαίην καὶ οὐχ ἑτέρων· τὰ γὰρ αὐτὰ ποιη-
τικὰ ἀμφοῖν· μέλος εὐγενές, ῥυθμὸς ἀξιωματικός, μετα-
βολὴ μεγαλοπρεπής, τὸ πᾶσι τούτοις παρακολουθοῦν
πρέπον· αἰτία δὲ καὶ ἐνταῦθα ἥ τε τῶν γραμμάτων
φύσις καὶ ἡ τῶν συλλαβῶν δύναμις, ἐξ ὧν πλέκεται
τὰ ὀνόματα· ὑπὲρ ὧν καιρὸς ἂν εἴη λέγειν.
 Ἀρχαὶ μὲν οὖν εἰσι τῆς ἀνθρωπίνης φωνῆς καὶ
ἐνάρθρου μηκέτι δεχόμεναι διαίρεσιν, ἃς καλοῦμεν
στοιχεῖα καὶ γράμματα· τούτων δὲ οὐ μία πάντων  
φύσις· διαφορὰ δὲ αὐτῶν πρώτη μέν, ὡς Ἀριστόξενος
ὁ μουσικὸς ἀποφαίνεται, καθ' ἣν τὰ μὲν φωνὰς ἀπο-
τελεῖ ὡς τὰ φωνήεντα, τὰ δὲ ψόφους ὡς τὰ λοιπὰ
πάντα· δευτέρα δέ, καθ' ἣν τῶν μὴ φωνηέντων ἃ μὲν
καθ' ἑαυτὰ ψόφους ὁποίους δή τινας ἀποτελεῖν πέ-
φυκεν, ῥοῖζον ἢ σιγμὸν ἢ μυγμὸν ἢ τοιούτων τινῶν
ἄλλων ἤχων δηλωτικά· ἃ δ' ἐστὶν ἁπάσης ἄμοιρα φω-
νῆς καὶ ψόφου, καὶ οὐχ οἷά τε ἠχεῖσθαι καθ' ἑαυτά·
διὸ δὴ ταῦτα μὲν ἄφωνα τινὲς ἐκάλεσαν, θάτερα δὲ

Αίλιος Ηρωδιανός. De figuris (= Περὶ σχημάτων) [Sp.] P. 87, li.11

  ἐλθόντες δὴ βαιὸν ἀπὸ σπείους τε καὶ ὕλης,


  πρῶτος ὑπ' ἀρνειοῦ λυόμην.
καὶ τὸ παρ' Ἱπποκράτει, ἡ γυνὴ τοῦ κηπωροῦ πυ-
ρετὸς εἶχεν αὐτήν· διεσπαρμένας γὰρ ἐπιδημίας
371

ὑπομνήματος δίκην γράφων, εἰπὼν τὸ ἡ γυνὴ τοῦ


κηπωροῦ, ὡς ἀφ' ἑτέρας ἀρχῆς τὸ πυρετὸς εἶχεν
αὐτὴν ἐπήνεγκεν. ὅτι γὰρ οὕτως πως ὁ ἰατρὸς εἰς τὸ
τοιοῦτον σχῆμα κατῆλθε, δῆλον ἐκ τοῦ μηδέποτε λόγου
τελείου ἀπὸ τοῦ δὲ συνδέσμου ἀρχομένου. ἐκεῖνος ἐν
τῷ περὶ ἄρθρων ἔφη εἰσβάλλων οὕτως, ὦμον δ' ἔναρ-
θρον, ἕνα τρόπον οἶδα· καὶ γὰρ ἐνταῦθα ὡς ἐν
ὑπομνηματισμῷ, πεπονημένων αὐτῷ καὶ ἑτέρων ἔμπρο-
σθεν καὶ εἰς τοῦτο τὸ εἶδος, οὕτως ἤρξατο.
 Ἐν δὲ ἀριθμοῖς ἡ τῶν σχημάτων κατόρθωσις, ἤτοι
ὁπόταν λέξει τὸν μὲν τύπον ἑνικὸν ἐχούσῃ, τὴν δὲ ση-
μασίαν πληθυντικήν, μὴ πρὸς τὸν χαρακτῆρα, πρὸς δὲ
τὴν δύναμιν ἁρμοζόμενός τις πληθυντικὸν ἐπενέγκῃ
μέρος λόγου, οἷον

Πλούταρχος. De musica (1131b-1147a) Stephanus p. 1131, Sec. D, li.9

δὲ τὰ νομιζόμενα συντετέλεστο ‘τὸ μὲν αἴτιον τῆς ἀνθρώ-


που φωνῆς’ ἔφη ‘ὅτι πότ' ἐστιν ὦ ἑταῖροι, νῦν ἐπιζητεῖν
οὐ συμποτικόν· σχολῆς γὰρ νηφαλιωτέρας δεῖται τὸ θεώ-
ρημα· ἐπεὶ δ' ὁρίζονται τὴν φωνὴν οἱ ἄριστοι γραμματι-
κοὶ ἀέρα πεπληγμένον αἰσθητὸν ἀκοῇ, τυγχάνομέν τε
χθὲς ἐζητηκότες περὶ γραμματικῆς ὡς τέχνης ἐπιτηδείου
γραμμαῖς τὰς φωνὰς δημιουργεῖν καὶ ταμιεύειν τῇ ἀναμνή-
σει, ἴδωμεν τίς μετὰ ταύτην δευτέρα πρέπουσα φωνῇ
ἐπιστήμη. οἶμαι δ' ὅτι μουσική. ὑμνεῖν γὰρ εὐσεβὲς καὶ
προηγούμενον ἀνθρώποις τοὺς χαρισαμένους αὐτοῖς μό-
νοις τὴν ἔναρθρον φωνὴν θεούς· τοῦτο δὲ καὶ Ὅμηρος
ἐπεσημήνατο ἐν οἷς λέγει (Α 472 sqq.)·
      
  ’οἱ δὲ πανημέριοι μολπῇ θεὸν ἱλάσκοντο,
  καλὸν ἀείδοντες παιήονα, κοῦροι Ἀχαιῶν,
  μέλποντες Ἑκάεργον· ὁ δὲ φρένα τέρπετ' ἀκούων.’
      
ἄγε δὴ ὦ μουσικῆς θιασῶται, τίς πρῶτος ἐχρήσατο μου-
σικῇ, ἀναμνήσατε τοὺς ἑταίρους, καὶ τί εὗρε πρὸς αὔξη-
σιν ταύτης ὁ χρόνος, καὶ τίνες γεγόνασιν εὐδόκιμοι τῶν
τὴν μουσικὴν ἐπιστήμην μεταχειρισαμένων· ἀλλὰ μὴν καὶ

Πλούταρχος. Placita philosophorum (874d-911c) Stephanus p. 902, Sec.


C, li.4
372

     
         

ιθʹ. Περὶ φωνῆς

 Πλάτων τὴν φωνὴν ὁρίζεται πνεῦμα διὰ στόματος ἀπὸ


διανοίας ἠγμένον καὶ πληγὴν ὑπὸ ἀέρος δι' ὤτων καὶ
ἐγκεφάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς διαδιδομένην. λέγε-
ται δὲ καὶ καταχρηστικῶς ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων φωνὴ
καὶ τῶν ἀψύχων, ὡς χρεμετισμοὶ καὶ ψόφοι· κυρίως δὲ
φωνὴ ἡ ἔναρθρός ἐστιν ὡς φωτίζουσα τὸ νοούμενον.
 Ἐπίκουρος τὴν φωνὴν εἶναι ῥεῦμα ἐκπεμπόμενον ἀπὸ
τῶν φωνούντων ἢ ἠχούντων ἢ ψοφούντων· τοῦτο δὲ τὸ
ῥεῦμα εἰς ὁμοιοσχήμονα θρύπτεσθαι θραύσματα· ὁμοιο-
σχήμονα δὲ λέγεται τὰ στρογγύλα τοῖς στρογγύλοις καὶ
σκαληνὰ καὶ τρίγωνα τοῖς ὁμοιογενέσι· τούτων δ' ἐμπι-
πτόντων ταῖς ἀκοαῖς ἀποτελεῖσθαι τὴν αἴσθησιν τῆς
φωνῆς· φανερὸν δὲ τοῦτο γίνεσθαι ἀπὸ τῶν ἀσκῶν
ἐκρεόντων καὶ τῶν ἐμφυσώντων κναφέων τοῖς ἱματίοις.
 Δημόκριτος καὶ τὸν ἀέρα φησὶν εἰς ὁμοιοσχήμονα θρύ-
πτεσθαι σώματα καὶ συγκαλινδεῖσθαι τοῖς ἐκ τῆς φωνῆς

Nicomachus Math., Introductio arithmetica Book 2, ch. 1, Sec. 1, li.5

  

ΤΩΝ ΕΙΣ ΔΥΟ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟΝ.

 Ἐπειδὴ στοιχεῖον λέγεται καὶ ἔστιν, ἐξ οὗ


ἐλαχίστου συνίσταταί τι καὶ εἰς ὃ ἐλάχιστον ἀναλύ-
εται (οἷον γράμματα μὲν τῆς ἐγγραμμάτου φωνῆς
στοιχεῖα λέγεται, ἐξ αὐτῶν τε γὰρ ἡ σύστασις τῆς
συμπάσης ἐνάρθρου φωνῆς καὶ εἰς αὐτὰ ἔσχατα ἀναλύ-
εται· φθόγγοι δὲ μελῳδίας ἁπάσης, ἀφ' ὧν ἄρχεται
συγκρίνεσθαι καὶ εἰς οὓς ἀναλύεται· κοινῇ δὲ τοῦ
κόσμου τὰ λεγόμενα τέσσαρα στοιχεῖα ἁπλᾶ ὑπάρχει  
σώματα, πῦρ, ὕδωρ, ἀήρ, γῆ· ἐκ γὰρ πρωτίστων
αὐτῶν ἡ σύστασις τοῦ παντὸς φυσιολογεῖται καὶ εἰς
373

αὐτὰ ἔσχατα ἐπινοεῖται ἡ ἀνάλυσις), ἀποδεῖξαι δὲ


βουλόμεθα, ὅτι καὶ ἡ ἰσότης στοιχεῖόν ἐστι τοῦ πρός
τι ποσοῦ· τοῦ γὰρ ἁπλῶς καὶ καθ' αὑτὸ ποσοῦ μο-
νὰς ἦν καὶ δυὰς τὰ ἀρχικώτατα στοιχεῖα, ἐξ ὧν
ἐλαχίστων καὶ ἐπ' ἄπειρον ἀεὶ συνίσταται καὶ

Aëtius Doxogr., De placitis reliquiae (Stobaei excerpta)


P. 408, li.6
Περὶ φωνῆς.

 Πλάτων τὴν φωνὴν ὁρίζεται πνεῦ-


μα διὰ στόματος ἀπὸ διανοίας καὶ  
πληγὴν ὑπ' ἀέρος δι' ὤτων καὶ ἐγκε-
φάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς δια-
διδομένην. λέγεται δὲ καὶ καταχρηστι-
κῶς ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων φωνὴ
καὶ τῶν ἀψύχων ὡς χρεμετισμοὶ καὶ
ψόφοι. κυρίως δὲ φωνὴ ἔναρθρός ἐστιν,
ἔστι γὰρ φωτίζουσα τὸ νοούμενον.  

Εἰ ἀσώματος ἡ φωνή.

 
Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 8, Sec. 275, li.8

ὤφειλε πᾶσιν ἐπ' ἴσης ἐδείκνυσθαι τὰ ἄδηλα. ἡμεῖς ἄρα


ὡς ἂν ἔχωμεν μνήμης, οὕτω περὶ τῆς τῶν πραγμάτων
ὑποστάσεως φερόμεθα.
 Ἀλλ' εἴπερ οὔτε αἰσθητόν ἐστι τὸ σημεῖον, ὡς ἐδείξαμεν,
οὔτε νοητόν, ὡς κατεστησάμεθα, παρὰ δὲ ταῦτα οὐδὲν ἔστι
τρίτον, λεκτέον μὴ εἶναί τι σημεῖον. οἱ δὲ δογματικοὶ
πρὸς ἕκαστον μὲν τῶν οὕτως ἐπικεχειρημένων
πεφίμωνται, τοὐναντίον δὲ κατασκευάζοντές φασιν, ὅτι ἄν-
θρωπος οὐχὶ τῷ προφορικῷ λόγῳ διαφέρει τῶν ἀλό-
γων ζῴων (καὶ γὰρ κόρακες καὶ ψιττακοὶ καὶ κίτται
ἐνάρθρους προφέρονται φωνάς), ἀλλὰ τῷ ἐνδιαθέ-
τῳ, οὐδὲ τῇ ἁπλῇ μόνον φαντασίᾳ (ἐφαντασιοῦτο
γὰρ κἀκεῖνα), ἀλλὰ τῇ μεταβατικῇ καὶ συνθετικῇ.
διόπερ ἀκολουθίας ἔννοιαν ἔχων εὐθὺς καὶ σημείου νόησιν
λαμβάνει διὰ τὴν ἀκολουθίαν· καὶ γὰρ αὐτὸ τὸ σημεῖόν ἐστι
τοιοῦτον “εἰ τόδε, τόδε”. ἕπεται ἄρα τῇ φύσει καὶ κατασκευῇ
τἀνθρώπου τὸ καὶ σημεῖον ὑπάρχειν. συνωμολόγηταί τε  
374

ἡ ἀπόδειξις τῷ γένει σημεῖον εἶναι. δηλωτικὴ γάρ ἐστι τοῦ


συμπεράσματος, καὶ ἔσται ἡ διὰ τῶν λημμάτων αὐτῆς συμ-
πλοκὴ σημεῖον τοῦ ὑπάρχειν τὸ συμπέρασμα. οἷον ἐπὶ τῆς
τοιαύτης “εἰ ἔστι κίνησις, ἔστι κενόν· ἔστι δὲ κίνησις·

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 1, Sec. 45, li.4

Ποσαχῶς λέγεται γραμματική

 Γραμματικὴ τοίνυν λέγεται κατὰ ὁμωνυμίαν κοινῶς τε


καὶ ἰδίως, καὶ κοινῶς μὲν ἡ τῶν ὁποιωνδηποτοῦν γραμ-
μάτων εἴδησις, ἐάν τε Ἑλληνικῶν ἐάν τε βαρβαρικῶν, ἣν
συνήθως γραμματιστικὴν καλοῦμεν, ἰδιαίτερον δὲ ἡ ἐντε-
λὴς καὶ τοῖς περὶ Κράτητα τὸν Μαλλώτην
Ἀριστοφάνην τε καὶ Ἀρίσταρχον ἐκπονηθεῖσα. δοκεῖ δὲ
τούτων ἑκατέρα καὶ ἀπό τινος ἐτύμου φερωνύμως προς-
ηγορεῦσθαι. ἡ μὲν γὰρ πρώτη ἀπὸ τῶν γραμμάτων οἷς
σημειούμεθα τὰς ἐνάρθρους φωνάς, ἡ δὲ δευτέρα τάχα
μέν, ὥς τινες ἠξιώκασι, διατακτικώτερον ἀπὸ τῆς πρώ-
της· μοῖρα γάρ ἐστιν αὐτῆς, καὶ ὃν τρόπον ἡ ἰατρικὴ
εἴρηται μὲν τὸ παλαιὸν ἀπὸ τῆς τῶν ἰῶν ἐξαιρέσεως,
ἐπικατηγορεῖται δὲ νῦν καὶ τῆς τῶν ἄλλων παθῶν ἀνα-
σκευῆς πολλῷ τεχνικωτέρας οὔσης, καὶ ὡς γεωμετρία
ἔσπακε μὲν τὴν κλῆσιν ἀρχικῶς ἀπὸ τῆς κατὰ τὴν γῆν  
καταμετρήσεως, τάττεται δὲ ἐπὶ τοῦ παρόντος καὶ κατὰ
τῆς τῶν φυσικωτέρων θεωρίας, οὕτω καὶ ἡ τέλειος γραμ-
ματικὴ ἀπὸ τῆς τῶν γραμμάτων εἰδήσεως κατ' ἀρχὰς
ὀνομασθεῖσα διετάθη καὶ ἐπὶ τὴν ἐν τοῖς ποικιλωτέροις

Claudius Aelianus Soph., De natura animalium Book 4, Sec. 46, li.31

θηρίων. καί εἰσι δίκαιοι, καὶ ἀνθρώπων λυποῦσιν


οὐδένα, καὶ φθέγγονται μὲν οὐδὲ ἕν, ὠρύονται δέ,
τῆς γε μὴν Ἰνδῶν φωνῆς ἐπαΐουσι. τροφὴ δὲ αὐτοῖς
τῶν ζῴων τὰ ἄγρια· αἱροῦσι δὲ αὐτὰ ῥᾷστα, καὶ γάρ
εἰσιν ὤκιστοι, καὶ ἀποκτείνουσι καταλαβόντες, καὶ
ὀπτῶσιν οὐ πυρί, ἀλλὰ πρὸς τὴν εἵλην τὴν τοῦ ἡλίου
ἐς μοίρας διαξήναντες. τρέφουσι δὲ καὶ αἶγας καὶ
οἶς. καὶ σῖτον μὲν ποιοῦνται τὰ ἄγρια, πίνουσι δὲ
375

τὸ ἐκ τῶν θρεμμάτων γάλα ὧν τρέφουσι. μνήμην δὲ


αὐτῶν ἐν τοῖς ἀλόγοις ἐποιησάμην, καὶ εἰκότως·
ἔναρθρον γὰρ καὶ εὔσημον καὶ ἀνθρωπίνην φωνὴν
οὐκ ἔχουσιν.
 Χλωρὶς ὄνομα ὄρνιθος, ἥπερ οὖν οὐκ ἂν ἀλλα-
χόθεν ποιήσαιτο τὴν καλιὰν ἢ ἐκ τοῦ λεγομένου συμ-
φύτου· ἔστι δὲ ῥίζα τὸ σύμφυτον εὑρεθῆναί τε καὶ  
ὀρύξαι χαλεπή. στρωμνὴν δὲ ὑποβάλλεται τρίχας
καὶ ἔρια. καὶ ὁ μὲν θῆλυς ὄρνις οὕτω κέκληται, ὁ
δὲ ἄρρην, χλωρίωνα καλοῦσιν αὐτόν, καὶ ἔστι τὸν
βίον μηχανικός, μαθεῖν τε πᾶν ὅ τι οὖν ἀγαθὸς καὶ
τλήμων ὑπομεῖναι τὴν ἐν τῷ μανθάνειν βάσανον, ὅταν
ἁλῷ. καὶ διὰ μὲν τοῦ χειμῶνος ἄφετον καὶ

Claudius Aelianus Soph., De natura animalium Book 15, Sec. 27, li.7

χερσὶ χρῆσθαι· εἶναι γὰρ αὐτοὺς τῶν ὄπισθεν βρα-


χυτέρους. βαδίζουσι δὲ ὀρθοὶ ἐπὶ τοῖν δυοῖν πο-
δοῖν· ὅταν δὲ διώκωνται, πηδῶσι. Θεόφραστος λέγει
ταῦτα.
 Λέγει τις λόγος τοὺς ὄρνιθας τοὺς ἀτταγᾶς με-
τακομισθέντας ἐς Αἴγυπτον ἐκ Λυδίας καὶ ἀφεθέν-
τας ἐς τὰς ὕλας τὰ μὲν πρῶτα ὄρτυγος φωνὴν ἀφιέ-
ναι· χρόνῳ δὲ ὕστερον τοῦ ποταμοῦ κοίλου ῥυέντος
λιμὸς ἐγένετο, καὶ πολλοὶ τῶν κατὰ τὴν χώραν ἀπώλ-
λυντο. οὐ διέλιπον οὖν οἱ ὄρνιθες οὗτοι πολλῷ
σαφέστερον καὶ ἐναρθρότερον παιδίου φθέγμα ἀφι-
έντες καὶ λέγοντες ‘τρὶς τοῖς κακοῖς τὰ κακά.’ λέγει
δὲ ὁ αὐτὸς λόγος ὅτι συλληφθέντες καὶ ἀγρευθέντες
οὐ μόνον οὐ τιθασεύονται, ἀλλὰ οὐδὲ φωνὴν ἔτι
ἀφιᾶσιν ἣν πρότερον ἠφίεσαν· ἡ δουλεία γὰρ αὐτῶν
καταψηφίζεται σιωπήν. ἐὰν δὲ ἀφεθῶσι καὶ ἐλεύ-
θερον ἁπλώσωσι τὸ πτερόν, καὶ ἐς ἤθη τὰ ἑαυτῶν  
ἀφίκωνται πάλιν γίνονται ἔμφωνοι, ὁμοῦ καὶ τὸ
φθέγμα καὶ τὴν παρρησίαν ἀναλαβόντες.
 Λέγουσι δὲ καὶ τοὺς σκῶπας (ὧν καὶ Ὅμηρος ἐν
Ὀδυσσείᾳ μέμνηται λέγων πολλοὺς αὐτοὺς περὶ τὸ
376

Rufus Med., De partibus corporis humani Sec. 19, li.5

νος ὃς ὑγρὸν περιέχει κρυστάλλῳ παραπλήσιον, οὗ τὸ μὲν ἥμισυ


προκύπτει συνεχὲς ὑπάρχον τῷ τοῦ δευτέρου τρήματι· τὸ δὲ ἥμισυ
σύγκειται τῷ ἀραχνοειδεῖ. Οὗτος τοίνυν κέκληται δισκοειδὴς, καὶ
φακοειδὴς ἀπὸ τοῦ σχήματος· κρυσταλλοειδὴς δὲ ἀπὸ τῆς τοῦ ὑγροῦ
πήξεως. Τοῦτον δὲ οὐκ ἀξιοῦσί τινες χιτῶνα ὀνομάζειν· ἐπίπαγον
δέ τινα ὑμενώδη λέγουσιν εἶναι.  – Ἑξῆς μετιτέον ἐπὶ τὰ ἐν τῷ
στόματι παρακείμενα. Ἡ μὲν οὖν γλῶσσα θεωρεῖται περιφερὴς τῷ
σχήματι, ἀπὸ πλάτους εἰς στενὸν καταλήγουσα, ἐῤῥιζωμένη ἀπὸ
φαρυγέθρου, σαρκώδης τὴν σύγκρισιν καὶ ποσῶς νευρώδης, κινουμένη
εἴς τε μάσησιν τῶν σιτίων, καὶ τὴν τῆς καταπόσεως ἐνέργειαν, ἔτι
τε τὴν τῆς ἐνάρθρου φωνῆς γένεσιν, τὸν ἐκπεμπόμενον ἀέρα σχη-
ματίζουσα κατὰ τὴν τῆς ψυχῆς ἐπίστασιν, αἰσθήσεως μετέχουσα  
τῆς γευστικῆς. Κατὰ δὲ τὴν βάσιν ταύτης ἐκπεφυκυῖα τυγχάνει ἡ
ἐπιγλωσσὶς, οἱονεὶ γλῶσσα μικρὰ ἐπάνω τοῦ πλάτους ἐνεστῶσα
κατὰ τὴν φάρυγγα, ἐκ βάσεως πλατυτέρας εἰς στενὸν ἀπολή-
γουσα, χονδρώδης τὴν σύγκρισιν, κατὰ τὴν πρὸς τὸν φάρυγγα
συγγένειαν, ἣ τῆς μὲν τραχείας ἀρτηρίας πῶμα γίγνεται, τῆς δὲ
εἰς τὸν στόμαχον παραπομπῆς ὁδός. Ἐπὶ δὲ τῆς ἐπιγλωσσίδος ἄνω-
θεν ἐκκρεμὴς ἐπίκειται ἡ κιονὶς, ἀπὸ τῶν κατὰ τὸν οὐρανὸν μερῶν
ἐκπεφυκυῖα κατὰ τὰ τῆς ὑπερῴας τρήματα, ἣ καὶ σταφυλὴ

Hermogenes Rhet., Περὶ ἰδεῶν λόγου Ch. 1, Sec. 1, li.237

νότητι· ἐκεῖ γὰρ κινδυνεύει τὰ πρῶτα ἀποφέρεσθαι,


ὡς ἐν τῷ περὶ δεινότητος ἔσται φανερώτερον – · συνθήκη
δὲ καὶ ἀνάπαυσις ἔστω τελευταῖα, γένοιτο δ' ἂν ἴσως
ποτὲ καὶ οὐ τελευταῖα καὶ μάλιστα ἐν τῇ ποιήσει· χω-
ρὶς μὲν γὰρ θατέρου θάτερον μικρὰ ἂν ἢ οὐδὲν πρὸς
εἶδος λόγου συμβάλλοιτο, μετ' ἀλλήλων μέντοι καὶ τοῦ
ῥυθμοῦ πολλὰ καὶ οὐ μικρά. καὶ τάχα ἂν ἡμῖν παῖδες
μουσικῶν ἀμφισβητήσειαν, εἰ καὶ πρὸ τῆς ἐννοίας
θετέον αὐτά· δύνασθαι γὰρ φήσουσι τὸν ῥυθμὸν καὶ
καθ' ἑαυτὸν χωρὶς ὅλως ἐνάρθρου φωνῆς, ἡλίκα οὐδεμία
λόγων ἰδέα· καὶ γὰρ ἡδίους ποιῆσαι τὰς ψυχὰς ὑπὲρ
ἅπαντα πανηγυρικὸν λόγον εἶναί φασι τοὺς ῥυθμοὺς
ἐπιτηδείους καὶ τοὐναντίον αὖ λυπηράς, ὡς οὐδεμία
ἐλεεινολογία, δύνασθαι δὲ καὶ θυμὸν κινῆσαι μειζόνως
ἢ πάντα σφοδρὸν καὶ καταφορικὸν λόγον· ὅλως δὲ περὶ
377

πάντων ἐφεξῆς οὕτως ἡμῖν ἴσως ἂν ἐρεσχελήσωσιν.


ἡμεῖς δὲ οὐ διοισόμεθα πρὸς αὐτούς, ἀλλ' ἔστω μέν, εἰ
βούλοιτό τις, πρῶτον, εἰ δὲ βούλοιτο, τελευταῖον ἢ μέσον
τῇ δυνάμει τῶν προειρημένων ὁ ῥυθμός. ἐγὼ δέ, ὁποῖοί
τινές εἰσιν ἑκάστης ἰδέας οἰκεῖοι, καθ' ὅσον ἐγχωρεῖ λέ

Ρητορική. Anonyma, Expositio artis Ρητορική. e Vol. 3, p. 734, li.25

λόγῳ χρώμεθα, διδόντες τοῦτον ἀλλήλοις καὶ ἀντιλαμ-


βάνοντες ἐν μέρει, καὶ διὰ τούτου τὰς βουλὰς τῶν καρ-
διῶν, ὅ φησιν ὁ μέγας Βασίλειος, ἀποκαλύπτοντες· ἀλ-
λὰ καὶ καθ' ὃ βουλευόμεθα περὶ τῶν πρακτέων ἢ μή,
καὶ τὸ μεῖζον ἁπάντων καὶ τιμιώτερον καὶ πρότερον τῇ
φύσει καὶ προγινωσκόμενον, καθ' ὃ θεὸν ὁμολογοῦμεν
εἶναι τοῦδε τοῦ παντὸς ποιητήν τε καὶ συνοχέα καὶ προ-
νοητὴν καὶ δεσπότην, καὶ τούτῳ εὐγνωμόνως ἡμᾶς αὐ-
τοὺς ὑποτάττομεν. Τὸν δὲ προφορικὸν ὁρίζονται οὕτως·
προφορικός ἐστι λόγος δήλωσις ἐννοίας ἀνθρώπου διὰ
φωνῆς ἐνάρθρου· τὴν μὲν δήλωσιν γένος ἡγούμενοι, ἐπει-
δὴ δὲ καὶ πραγμάτων ἐστὶ δήλωσις, ὡς καπνὸς τοῦ πυ-
ρὸς, προστιθέντες τὸ ἐννοίας ἀνθρώπου· καὶ ἐπεὶ δυνα-
τόν ἐστι πάλιν αὐτοῦ ἔννοιαν καὶ δι' ὀρχήσεως δηλω-
θῆναι τουτέστιν ὅτι χαίρει καὶ ἀγαλλιᾷ, προσέθηκαν τὸ
διὰ φωνῆς· ἀλλ' ἐπεὶ καὶ στενάζων τις καὶ καγχάζων
δηλοῖ τὴν ἑαυτοῦ ἔννοιαν διὰ φωνῆς, ἀλλ' ἀνάρθρου
καὶ ἀσημάντου, προσέθηκαν τὸ ἐνάρθρου. Ἔστι δὲ καὶ
πρῶτος τῇ φύσει ὁ ἐνδιάθετος τοῦ προφορικοῦ, ἐπεὶ καὶ  
συναναιρεῖ μὲν αὐτὸν, οὐ συναναιρεῖται δὲ, ἀλλὰ καὶ
πάντες ἄνθρωποι λογικοὶ λεγόμεθα κατὰ τὸν ἐνδιάθε

Ρητορική. Anonyma, Expositio artis Ρητορική. e Vol. 3, p. 734, li.32

νοητὴν καὶ δεσπότην, καὶ τούτῳ εὐγνωμόνως ἡμᾶς αὐ-


τοὺς ὑποτάττομεν. Τὸν δὲ προφορικὸν ὁρίζονται οὕτως·
προφορικός ἐστι λόγος δήλωσις ἐννοίας ἀνθρώπου διὰ
φωνῆς ἐνάρθρου· τὴν μὲν δήλωσιν γένος ἡγούμενοι, ἐπει-
δὴ δὲ καὶ πραγμάτων ἐστὶ δήλωσις, ὡς καπνὸς τοῦ πυ-
ρὸς, προστιθέντες τὸ ἐννοίας ἀνθρώπου· καὶ ἐπεὶ δυνα-
τόν ἐστι πάλιν αὐτοῦ ἔννοιαν καὶ δι' ὀρχήσεως δηλω-
378

θῆναι τουτέστιν ὅτι χαίρει καὶ ἀγαλλιᾷ, προσέθηκαν τὸ


διὰ φωνῆς· ἀλλ' ἐπεὶ καὶ στενάζων τις καὶ καγχάζων
δηλοῖ τὴν ἑαυτοῦ ἔννοιαν διὰ φωνῆς, ἀλλ' ἀνάρθρου
καὶ ἀσημάντου, προσέθηκαν τὸ ἐνάρθρου. Ἔστι δὲ καὶ
πρῶτος τῇ φύσει ὁ ἐνδιάθετος τοῦ προφορικοῦ, ἐπεὶ καὶ  
συναναιρεῖ μὲν αὐτὸν, οὐ συναναιρεῖται δὲ, ἀλλὰ καὶ
πάντες ἄνθρωποι λογικοὶ λεγόμεθα κατὰ τὸν ἐνδιάθε-
τον· εἴγε καὶ καθεύδοντες καὶ σιωπῶντες λογικοὶ λεγό-
μεθα, καὶ ὁ Πυθαγόρας δὲ λογικὸς ἐλέγετο, τοσοῦτον
χρόνον σιωπὴν ἀσκήσας.
 Τοσούτων τοίνυν τῶν σημαινομένων ὄντων τοῦ λό-
γου, φασὶν, ὅτι ἡ ῥητορικὴ ἑκατέρωθεν λέγεται τέχνη,
ἀπό τε τοῦ προφορικοῦ καὶ τοῦ ἐνδιαθέτου· ἀπὸ μὲν τοῦ
ἐνδιαθέτου, καθ' ὃ κοσμεῖ αὐτὸν κατὰ τὴν εὕρεσιν τῶν

Valerius Babrius Scr. Fab., Mythiambi Aesopici Sec. 1, fable prol 1, li.6

Γενεὴ δικαίων ἦν τὸ πρῶτον ἀνθρώπων,


ὦ Βράγχε τέκνον, ἣν καλοῦσι χρυσείην,
μεθ' ἣν γενέσθαι φασὶν ἀργυρῆν ἄλλην·
τρίτη δ' ἀπ' αὐτῶν ἐσμεν ἡ σιδηρείη.
ἐπὶ τῆς δὲ χρυσῆς καὶ τὰ λοιπὰ τῶν ζῴων
φωνὴν ἔναρθρον εἶχε καὶ λόγους ᾔδει
οἵους περ ἡμεῖς μυθέομεν πρὸς ἀλλήλους,
ἀγοραὶ δὲ τούτων ἦσαν ἐν μέσαις ὕλαις.
ἐλάλει δὲ πεύκη καὶ τὰ φύλλα τῆς δάφνης,
καὶ πλωτὸς ἰχθὺς συνελάλει φίλῳ ναύτῃ,
στρουθοὶ δὲ συνετὰ πρὸς γεωργὸν ὡμίλουν.
ἐφύετ' ἐκ γῆς πάντα μηδὲν αἰτούσης,
θνητῶν δ' ὑπῆρχε καὶ θεῶν ἑταιρείη.
μάθοις ἂν οὕτω ταῦτ' ἔχοντα καὶ γνοίης
ἐκ τοῦ σοφοῦ γέροντος ἧμιν Αἰσώπου
μύθους φράσαντος τῆς ἐλευθέρης μούσης·  

Flavius Philostratus Soph., Vita Apollonii Ch. 6, Sec. 10, li.41

ὥσπερ ἐν Ὀλυμπίᾳ, γυμνοί. οὐχ ὑποστρώννυσιν ἡ


γῆ οὐδὲν ἐνταῦθα, οὐδὲ γάλα ὥσπερ βάκχαις ἢ  
οἶνον δίδωσιν, οὐδὲ μετεώρους ἡμᾶς ὁ ἀὴρ φέρει,
379

ἀλλ' αὐτὴν ὑπεστορεσμένοι τὴν γῆν ζῶμεν μετέχον-


τες αὐτῆς τὰ κατὰ φύσιν, ὡς χαίρουσα διδοίη αὐτὰ
καὶ μὴ βασανίζοιτο ἄκουσα. ὅτι δ' οὐκ ἀδυνατοῦμεν
σοφίζεσθαι “τὸ δεῖνα” ἔφη “δένδρον,” πτελέα δὲ
ἦν, τρίτον ἀπ' ἐκείνου, ὑφ' ᾧ διελέγοντο, “πρός-
ειπε τὸν σοφὸν Ἀπολλώνιον.” καὶ προσεῖπε μὲν
αὐτόν, ὡς ἐκελεύσθη, τὸ δένδρον, ἡ φωνὴ δὲ ἦν
ἔναρθρός τε καὶ θῆλυς. ἀπεσήμαινε δὲ πρὸς τοὺς
Ἰνδοὺς ταῦτα μεταστήσειν ἡγούμενος τὸν Ἀπολλώ-
νιον τῆς ὑπὲρ αὐτῶν δόξης, ἐπειδὴ διῄει ἐς πάντας
λόγους τε Ἰνδῶν καὶ ἔργα. προσετίθει δὲ κἀκεῖνα,
ὡς ἀπόχρη τῷ σοφῷ βρώσεώς τε καθαρῷ εἶναι,
ὁπόση ἔμπνους, ἱμέρου τε, ὃς φοιτᾷ δι' ὀμμάτων,
φθόνου τε, ὃς διδάσκαλος ἀδίκων ἐπὶ χεῖρα καὶ
γνώμην ἥκει, θαυμασιουργίας τε καὶ βιαίου τέχνης
μὴ δεῖσθαι ἀλήθειαν. “σκέψαι γὰρ τὸν Ἀπόλλω”
εἶπε “τὸν Δελφικόν, ὃς τὰ μέσα τῆς Ἑλλάδος ἐπὶ
προρρήσει λογίων ἔχει· ἐνταῦθα τοίνυν, ὥς που καὶ

Pseudo-Justinus Martyr, Oratio ad gentiles Morel p. 39, Sec. C, li.1

 Τὸν γὰρ τριέσπερον Ἀλκείδην, τῶν ἀγώνων ἡγήτορα,


τὸν δι' ἀνδρείαν ᾀδόμενον, τὸν τοῦ Διὸς υἱόν, ὃς βριαρὸν
κατέπεφνε λέοντα καὶ πολύκρανον ὤλεσεν ὕδραν, ὗν δ' ἄγριον
ἀκάματον ὁ νεκρώσας, ὄρνιθας δ' ἀνδροβόρους ἱπταμένας
καθελεῖν ὁ δυνηθείς, καὶ κύνα τρικάρηνον ἐξ ᾅδου ἀναγαγών,  
Αὐγείου δ' ὀχυρὸν τεῖχος σκυβάλων καθελεῖν ὁ δυνηθείς,
ταύρους δὲ καὶ ἔλαφον ἀνελὼν ὧν μυξωτῆρες ἔπνεον πῦρ, καὶ
καρπὸν χρύσεον στελέχους ὁ λαβών, ἑρπετὸν ἰοβόλον ἀνελὼν
καὶ Ἀχελῷον (τίνος ἕνεκεν ἔκτανεν, οὐ θέμις εἰπεῖν) καὶ τὸν
ξενοκτόνον Βούσιριν, καὶ ὁ ὄρη πηδήσας ἵνα λάβῃ ὕδωρ
ἔναρθρον φωνὴν ἀποδιδόν, ὡς λόγος, ὁ τὰ τοσαῦτα καὶ
τοιαῦτα καὶ τηλικαῦτα δρᾶσαι δυνηθείς, ὡς νήπιος ὑπὸ σατύ-
ρων κατακυμβαλισθεὶς καὶ ὑπὸ γυναικείου ἔρωτος ἡττηθεὶς
ὑπὸ Λυδῆς γελώσης κατὰ γλουτῶν τυπτόμενος ἥδετο, καὶ
τέλος, τὸν Νέσσειον χιτῶνα ἀποδύσασθαι μὴ δυνηθείς,
πυρὰν κατ' αὐτοῦ αὐτὸς ποιήσας τέλος ἔλαβε τοῦ βίου.
Θέτω τὸν ζῆλον Ἥφαιστος, καὶ μὴ φθονείτω εἰ πρεσβύτης
ὢν καὶ κυλλὸς τὸν πόδα μεμίσητο, Ἄρης δὲ πεφίλητο νέος
ὢν καὶ ὡραῖος. Ἐπεὶ οὖν, ἄνδρες Ἕλληνες, οἱ μὲν θεοὶ ὑμῶν
ὑπὸ ἀκρασίας ἠλέγχθησαν, ἄνανδροι δὲ οἱ ἥρωες ὑμῶν, αἱ
παρ' ὑμῖν δραματουργοὶ ἱστορίαι ἐδήλωσαν τὰ μὲν Ἀτρέως
380

Aretaeus Med., De causis et signis acutorum morborum (lib. 2)


Book 2, ch. 5, Sec. 3, li.4

ἡδονῇ προχέεται τῇσι ἡ θορή, ἀτὰρ καὶ πρὸς ἄνδρας ὁμιλίῃ ἀναισχύν-
τῳ· ἄνδρες δὲ οὐδ' ὅλως ὀδάξονται. τὸ δὲ ῥέον ὑγρόν, λεπτόν, ψυ-
χρόν, ἄχρουν, ἄγονον. κῶς γὰρ ζωογόνον ἐκπέμψαι ἂν σπέρμα
ψυχρὴ οὖσα ἡ φύσις; ἢν δὲ καὶ νέοι πάσχωσι, γηραλέους χρὴ γενέσθαι
πάντας τὴν ἕξιν, νωθώδεας, ἐκλύτους, ἀψύχους, ὀκνέοντας, κωφούς,
ἀσθενέας, ῥικνούς, ἀπρήκτους, ἐπώχρους, λευκούς, γυναικώδεας, ἀπο-
σίτους, ψυχρούς· μελέων βάρεα, καὶ νάρκας σκελέων· ἀκρατέας, καὶ ἐς
πάντα παρέτους. ἥδε ἡ νοῦσος ὁδὸς ἐς παράλυσιν πολλοῖσι γίγνεται.
κῶς γὰρ οὐκ ἂν τῶν νεύρων ἤδη ἡ δύναμις πάθοι, τῆς ἐς ζωῆς γένε-
σιν φύσιος ἀπεψυγμένης; καὶ ἡμέας ἄνδρας ποιέει ζωοῦσα ἡ θορή, θερ-
μούς, ἐνάρθρους, λασίους, εὐφώνους, εὐθύμους, κραταιοὺς νοῆσαί τε
καὶ ῥέξαι· δηλοῦσι οἱ ἄνδρες. οἷσι δὲ οὐκ ἔνεστι ζωοῦσα ἡ θορή,
ῥικνοί, ἀσθενέες, ὀξύφωνοι, ἄτριχες, ἀγένειοι, γυναικώδεες· δηλοῦσι οἱ
εὐνοῦχοι. ἢν δέ τις ἀνὴρ καὶ ἐγκρατὴς ἔῃ τῆς θορῆς, κραταιός, εὔτολ-
μος, ἀλκήεις μέσφι θηρίων· τέκμαρ δὲ ἀθλητῶν οἱ σαόφρονες. καὶ γὰρ
καὶ οἱ φύσει τινῶν κρέσσονες ὑπ' ἀκρασίης πολλὸν τῶν χειρόνων γί-  
γνονται χερείονες· πολλὸν δὲ οἱ φύσει χερείους ὑπ' ἐγκρατίης γίγνον-
ται κρεσσόνων κρέσσονες. ἀτὰρ οὐδὲ ζῶον ἐξ ἄλλου τευ γίγνεται κρα-
ταιὸν ἢ θορῆς. μέγα ὦν καὶ ἐς ὑγείην, καὶ ἐς ἀλκήν, καὶ ἐς εὐψυχίην,
καὶ ἐς γένεσιν ζωοῦσα ἡ θορή. ἀπὸ σατυριήσιος ἐς γονόρροιαν ἀπό-
σκηψις ἡ κατάστασις.

Ορειβάσιος ιατρός. Eclogae medicamentorum Ch. 30, Sec. 4, li.8

𐅻 α. ἀναλάμβανε χυλῷ ἀρνογλώσσου.  – Αἱμοπτυϊκοῖς. Κοραλλίου,


Σαμίου ἀστέρος ἴσα. δίδου κοχλιάρια γ μετ' ὀξυκράτου κυάθους γ
κατὰ μέρος.  – Ἡ δι' ἰτεῶν. Κηροῦ, πιτυΐνης, πίσσης, ἀσφάλτου
ἀνὰ α, μελαντηρίας, χαλκίτεως, χαλκάνθου, μίσυος, ψιμυθίου, κηκί-
δων, ἰοῦ ξυστοῦ, κυτίνων, ῥοός, σχιστῆς στυπτηρίας καὶ στρογγύλης
ἀνὰ γ, λεπίδος γ, ὄξους ο ϛ, ἐλαίου τὸ ἀρκοῦν, ἰτέας φύλλων
ἁπαλῶν α. ἑψήσας ἐν ὄξει τὰ φύλλα καὶ ἐκθλίψας ῥῖψον καὶ λείου
τὰ ξηρὰ ἐν αὐτῷ, ἕως ὅλον ἀναλωθῇ, εἶτ' ἐπίβαλλε τὰ τηκτὰ ἐν τῇ  
θυΐᾳ· ἐπιτίθει δὲ τοῖς αἱμοπτυϊκοῖς κατὰ τοῦ θώρακος καὶ τῶν μετα-
φρένων. ἔτι δὲ καὶ ἐνάρθροις καὶ πρὸς παλαιὰ ἕλκη καὶ καταγματικὰ
πρός τε κεφαλαλγίας, ὀφθαλμῶν ῥευματισμόν. ἔστι δὲ καὶ ἔμμοτος ἀγα-
θή, τὸ δ' ὅλον ξηραντικὴ καθέστηκεν.  – Ἡ δι' αἰρῶν ἀναξηραν-
381

τικὴ ποιοῦσα καὶ πρὸς σπλῆνα καὶ χοιράδας μαλάσσουσα.


Πίσσης β, κηροῦ η, τερεβινθίνης ἢ πιτυΐνης θ, ἀσφάλτου β,
αἰρίνου ἀλεύρου ξ̸ α, ὅ ἐστιν ιδ, ἐλαίου παλαιοῦ ε, οἴνου ὀλίγον.

Leo Phil., De natura hominum synopsis Sec. 1, li.4

    

ΛΕΟΝΤΟΣ ΙΑΤΡΟΥ      ΣΥΝΟΨΙΣ     ΕΙΣ ΤΗΝ ΦΥΣΙΝ     ΤΩΝ


ΑΝΘΡΩΠΩΝ

 Τί ἐστι ψυχή; οὐσία ἀσώματος, λογική, νοερὰ καὶ ἀθάνατος.


τί ἐστιν ἄνθρωπος; ζῷον λογικόν, θνητόν, νοῦ καὶ ἐπιστήμης δεκτικόν.
τί ἐστι ζῷον; οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική. πόθεν ἄνθρωπος; παρὰ τὸ
ἔναρθρον ἔχειν φωνὴν [Ἠ] τῶν ἄλλων ζῴων ἀνάρθρως καὶ ἀσημάντως
φωνούντων. καὶ ἄλλως· παρὰ τὸ ἀθρεῖν καὶ λογίζεσθαι, ἅπερ ὄπωπε,
τουτέστιν ἅπερ βλέπει· ἢ παρὰ τὸ ἄνω βλέπειν· ἢ παρὰ τὸ δρῶ, τὸ
βλέπω, ἄδρωπος καὶ ἄνθρωπος· ἢ παρὰ τὸ ἄνω ῥέπειν, ἀνάρροπος.
πόθεν ἔμβρυον; παρὰ τὸ ἔσω βρύειν, ὡς ἐνάλιον ζῷον παραπλήσιον· ἢ
διὰ τὸ ἔνδοθεν τὴν βορὰν ἔχειν· ἢ διὰ τὸ ἔνδον εἶναι βροτόν. πόθεν
μήτρα; παρὰ τὸ μήτηρ εἶναι τοῦ γεννωμένου. νηδύς, ὅτι μεθ' ἡδύτητος
ἐνεργεῖ· ἢ ἐκ τοῦ διανεν[εμ]ῆσθαι, ὅ ἐστι σεσωρεῦσθαι καὶ πεπληρῶσθαι.

νάειν γὰρ τὸ ῥέειν. καὶ τὸ δυς, ὅτι στερεῖται παιδοποιίας καὶ ὅτι δυστοκεῖ.

δελφύς, ὅτι ἀδελφοποιός ἐστιν. ὑστέρα δέ, ὅτι ὕστερον ἐνεργεῖ τῶν
ἄλλων μορίων κατὰ τὰς φυσικὰς δυνάμεις·

Meletius Med., De natura hominis P. 7, li.2

διαφορὰν ἄνθρωπος ἀνθρώπου, ἀλλ' ὡσαύτως ἔχειν ἀλλήλοις


ἄνθρωποι πεφύκασι κατὰ τὸν τῆς συστάσεως λόγον· ὥστε καὶ
ὑφ' ἓν εἶδος πάντας ἀνάγεσθαι καὶ ἕνα ὁρισμόν.
 Ἄνθρωπος γάρ ἐστι φασὶ ζῶον λογικὸν θνητὸν, νοῦ καὶ ἐπι-
στήμης δεκτικόν· ζῶον μὲν, ὅτι καὶ ὁ ἄνθρωπος οὐσία ἐστὶν
ἔμψυχος αἰσθητική· οὗτος γὰρ ὅρος ζώου· λογικὸν δὲ, ἵνα χωρι-
σθῇ τῶν ἀλόγων, καὶ θνητὸν, ἵνα διαστῇ τῶν ἀθανάτων λογικῶν,
ἤγουν ἀγγέλων· τοῦ δὲ νοῦ καὶ ἐπιστήμης δεκτικὸν, ὅτι διὰ
μαθήσεως προσγίνονται ἡμῖν αἱ τέχναι καὶ ἐπιστῆμαι· ἔχουσι  
382

μὲν δύναμιν δεκτικὴν, τὴν δὲ ἐνέργειαν κτωμένοις ἐκ τῶν μαθη-


μάτων. τὸ δὲ ἄνθρωπος ὄνομα, παρὰ τὸ ἔναρθρον ἔχειν φωνήν·
τῶν ἄλλων ζώων ἁπάντων ἀνάρθρως καὶ ἀσημάντως φωνούν-
των· τινὲς δὲ παρὰ τὸ ἀθρεῖν καὶ λογίζεσθαι ἅπερ ὄπωπε·
τουτέστι παρὰ τὸ βλέπειν κατὰ νοῦν καὶ λογίζεσθαι τὰ δέ-
οντα· τῶν ἄλλων ζώων μὴ προνοουμένων ἢ μὴ λογιζομένων·
ἄλλοι δὲ παρὰ τὸ ἀνώθειν τὸν ὀφθαλμὸν, ἤγουν ἄνω αἴρειν· ἢ
παρὰ τὸ δρῶ τὸ βλέπω, ἢ πράττω, ἄδρωπος καὶ ἄνθρωπος·
ἢ παρὰ τὸ ἄνω ῥέπειν, ἀνάροπός τις ὤν· “τὰ μὲν γὰρ τετρά-
“ποδα,” φησὶν ὁ μέγας Βασίλειος, “ἐπὶ τὴν γῆν βλέπει, καὶ
“πρὸς τὴν γαστέρα νένευκεν· ἀνθρώπῳ δὲ ἄνω πρὸς οὐρανὸν ἡ
“βλέψις, ὥστε μὴ σχολάζειν γαστρὶ, μηδὲ τοῖς ὑπὸ γαστέρα

Meletius Med., De natura hominis P. 23, li.5

“δίας κρυπτῶν προφέροντες τὰ βουλεύματα. εἰ μὲν γὰρ


“γυμνῇ τῇ ψυχῇ διεζῶμεν, εὐθὺς ἂν ἀπὸ τῶν νοημάτων ἀλ-
“λήλοις συνεγινόμεθα. Ἐπεὶ δὲ ὑπὸ παραπετάσματι τῇ
“σαρκὶ ἡμῶν καλυπτομένη ἡ ψυχὴ τὰς ἐννοίας ἐργάζε-
“ται, ῥημάτων δεῖται καὶ ὀνομάτων πρὸς τὸ δημοσιεύειν τὰ
“ἐν τῷ βάθει κείμενα·” πλὴν πρότερον ὁ ἀπὸ τῶν γραμ-  
μάτων τύπος ἐγγίνεται τῇ νοήσει· ἔπειτα μετὰ τὸ φαν-
τασιωθῆναι, ἀπὸ τῶν ὑποκειμένων τὰς οἰκείας καὶ προσφυεῖς
ἑκάστου σημασίας ἐκλεγόμενος ἐξαγγέλλει· εἶτα τῇ ὑπηρεσίᾳ
τῶν φωνητικῶν ὀργάνων διαδιδοὺς τὰ νοηθέντα, οὕτως διὰ
τῆς τοῦ ἀέρος τυπώσεως κατὰ τὴν ἔναρθρον τῆς φωνῆς κίνησιν
τὸ ἐν τῷ κρυπτῷ νόημα σαφηνίζει.
 Καὶ τοῦτο ἐν τῇ φύσει τοῦ λογικοῦ ζώου, τὸ διὰ λό-
γου ἐκκαλύπτειν προφορικοῦ τὰ τῆς ψυχῆς ἀπόκρυφα· ἡ γὰρ
νοερὰ τῶν ἀγγέλων οὐσία, ἐξ αὐτῶν τῶν νοημάτων ἀλλήλοις
συγγίνονται· τὸν λόγον δὲ τὸν ἀνθρώπινον τινὲς ἄγγελον ὡρί-
σαντο νοήματος· λέγεται δὲ, ὁ μὲν ἐνδιάθετος, ὁ δὲ προφορικός·
καὶ ἐνδιάθετος μέν ἐστιν, ὁ ἐν καρδίᾳ λαλούμενος· ὁ δὲ ἐν τῇ
προφορᾷ καὶ χρήσει, ῥῆμα ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπόμενον μετὰ
φωνῆς· φωνὴ δὲ οὐ πᾶς λόγος λέγεται, ἀλλὰ πᾶν ὃ ψόφον δι'
ἀκοῆς ἐμποιεῖ· ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς ἡμετέρας ψυχῆς διτταὶ εἰσὶν

Nemesius Theol., De natura hominis Sec. 1, li.111

αἰσθήσεις καὶ προϊέναι μακρὰν δυνάμενα. πάλιν δὲ μετα-  


383

βαίνων ἀπὸ τῶν ἀλόγων ἐπὶ τὸ λογικὸν ζῷον τὸν ἄνθρωπον,


οὐδὲ τοῦτο ἀθρόως κατεσκεύασεν ἀλλὰ πρότερον καὶ τοῖς
ἄλλοις ζῴοις φυσικάς τινας συνέσεις καὶ μηχανὰς καὶ πανουρ-
γίας πρὸς σωτηρίαν ἐνέθηκεν, ὡς ἐγγὺς λογικῶν αὐτὰ φαί-
νεσθαι, καὶ οὕτω τὸ ἀληθῶς λογικὸν ζῷον τὸν ἄνθρωπον
προεβάλετο· τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἐπὶ τῆς φωνῆς
ζητῶν εὑρήσεις ἐξ ἁπλῆς καὶ μονοειδοῦς τῆς ἵππων
καὶ βοῶν ἐκφωνήσεως κατὰ μέρος εἰς ποικίλην καὶ διάφορον
προαχθεῖσαν τὴν τῶν κοράκων καὶ μιμηλῶν ὀρνέων φωνὴν
ἕως εἰς τὴν ἔναρθρον καὶ τελείαν τὴν ἀνθρώπου κατέληξε·
πάλιν δὲ τὴν ἔναρθρον διάλεκτον ἐξῆψε τῆς διανοίας καὶ τοῦ
λογισμοῦ, ἐξάγγελον ποιήσας αὐτὴν τῶν κατὰ νοῦν κινημάτων.
καὶ οὕτω πᾶσι πάντα μουσικῶς συνήρμοσε καὶ συνέδησε καὶ
εἰς ἓν συνήγαγε τά τε νοητὰ καὶ τὰ ὁρατὰ διὰ μέσης τῆς  
τῶν ἀνθρώπων γενέσεως. διὸ καὶ καλῶς ὁ Μωυσῆς τὴν
δημιουργίαν ἐκτιθέμενος τελευταῖον ἔφησε τὸν ἄνθρωπον γε-
γενῆσθαι, οὐ μόνον ὅτι πάντων δι' αὐτὸν γενομένων ἀκό-
λουθον ἦν πρῶτον τὰ πρὸς τὴν χρῆσιν αὐτοῦ παρασκευασθῆ-
ναι καὶ οὕτως αὐτὸν τὸν χρησόμενον παραχθῆναι, ἀλλ' ὅτι
νοητῆς γενομένης οὐσίας καὶ πάλιν ὁρατῆς ἔδει γενέσθαι τινὰ

Nemesius Theol., De natura hominis Sec. 1, li.112

βαίνων ἀπὸ τῶν ἀλόγων ἐπὶ τὸ λογικὸν ζῷον τὸν ἄνθρωπον,


οὐδὲ τοῦτο ἀθρόως κατεσκεύασεν ἀλλὰ πρότερον καὶ τοῖς
ἄλλοις ζῴοις φυσικάς τινας συνέσεις καὶ μηχανὰς καὶ πανουρ-
γίας πρὸς σωτηρίαν ἐνέθηκεν, ὡς ἐγγὺς λογικῶν αὐτὰ φαί-
νεσθαι, καὶ οὕτω τὸ ἀληθῶς λογικὸν ζῷον τὸν ἄνθρωπον
προεβάλετο· τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἐπὶ τῆς φωνῆς
ζητῶν εὑρήσεις ἐξ ἁπλῆς καὶ μονοειδοῦς τῆς ἵππων
καὶ βοῶν ἐκφωνήσεως κατὰ μέρος εἰς ποικίλην καὶ διάφορον
προαχθεῖσαν τὴν τῶν κοράκων καὶ μιμηλῶν ὀρνέων φωνὴν
ἕως εἰς τὴν ἔναρθρον καὶ τελείαν τὴν ἀνθρώπου κατέληξε·
πάλιν δὲ τὴν ἔναρθρον διάλεκτον ἐξῆψε τῆς διανοίας καὶ τοῦ
λογισμοῦ, ἐξάγγελον ποιήσας αὐτὴν τῶν κατὰ νοῦν κινημάτων.
καὶ οὕτω πᾶσι πάντα μουσικῶς συνήρμοσε καὶ συνέδησε καὶ
εἰς ἓν συνήγαγε τά τε νοητὰ καὶ τὰ ὁρατὰ διὰ μέσης τῆς  
τῶν ἀνθρώπων γενέσεως. διὸ καὶ καλῶς ὁ Μωυσῆς τὴν
δημιουργίαν ἐκτιθέμενος τελευταῖον ἔφησε τὸν ἄνθρωπον γε-
γενῆσθαι, οὐ μόνον ὅτι πάντων δι' αὐτὸν γενομένων ἀκό-
λουθον ἦν πρῶτον τὰ πρὸς τὴν χρῆσιν αὐτοῦ παρασκευασθῆ-
384

ναι καὶ οὕτως αὐτὸν τὸν χρησόμενον παραχθῆναι, ἀλλ' ὅτι


νοητῆς γενομένης οὐσίας καὶ πάλιν ὁρατῆς ἔδει γενέσθαι τινὰ

Posidonius Phil., Fragm. Frag. 309a, li.61

  μυρίαι γὰρ ὁδοὶ τῶν ἀνθρωπείων πράξεων. ἐλεύθερον γάρ τι


  καὶ αὐτεξούσιον τὸ λογικόν· ὅθεν οὐχ ἓν καὶ ταὐτὸν πᾶσιν ἔργον
  ἀνθρώποις, ὡς ἑκάστῳ εἴδει τῶν ἀλόγων ζῴων. φύσει γὰρ μόνῃ
  ταῦτα κινεῖται· τὰ δὲ φύσει, ὁμοίως παρὰ πᾶσίν ἐστιν. αἱ δὲ
  λογικαὶ πράξεις ἄλλαι παρ' ἄλλοις, καὶ οὐκ ἐξ ἀνάγκης αἱ αὐταὶ
  παρὰ πᾶσιν. (Es folgt die Fortsetzung von F 309a).
 Καὶ οὕτω τὸ ἀληθῶς λογικὸν ζῷον τὸν ἄνθρωπον προεβάλετο, τὸν
αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ ἐπὶ τῆς φωνῆς (κατὰ μέρος) ζητῶν εὑρήσεις, ἐξ
ἁπλῆς καὶ μονοειδοῦς τῆς ἵππων καὶ βοῶν ἐκφωνήσεως κατὰ μέρος εἰς
ποικίλην καὶ διάφορον παραχθεῖσαν τὴν τῶν κοράκων καὶ μιμηλῶν
ὀρνέων φωνήν, ἕως εἰς τὴν ἔναρθρον καὶ τελείαν τὴν ἀνθρώπου
κατέληξε,
πάλιν τε τὴν ἔναρθρον διάλεκτον ἐξῆψε τῆς διανοίας καὶ τοῦ λογισμοῦ,
ἐξάγγελον ποιήσας αὐτὴν τῶν κατὰ νοῦν κινημάτων. καὶ οὕτω πᾶσι
πάντα
μουσικῶς συνήρμοσε καὶ συνέδησε καὶ εἰς ἓν συνήγαγε τά τε νοητὰ καὶ
τὰ ὁρατὰ διὰ μέσου τῆς τῶν ἀνθρώπων γενέσεως. (... ὅτι νοητῆς γενο-
μένης οὐσίας καὶ πάλιν ὁρατῆς, ἔδει γενέσθαι τινὰ καὶ σύνδεσμον ἀμφο-
τέρων, ἵνα ἓν ᾖ τὸ πᾶν καὶ συμπαθὲς ἑαυτῷ, καὶ μὴ ἀλλότριον αὐτὸ
ἑαυτοῦ.
ἐγένετο οὖν τὸ συνδέον ἀμφοτέρας τὰς φύσεις ζῷον, ὁ ἄνθρωπος. τὰ μὲν
οὖν τῆς σοφίας τοῦ δημιουργοῦ συντόμως εἰπεῖν, τοιαῦτα. ἐν μεθορίοις
οὖν τῆς ἀλόγου καὶ λογικῆς φύσεως ὁ ἄνθρωπος ταχθείς, ἐὰν μὲν ἐπὶ
τὸ σῶμα ῥέψῃ καὶ τὰ τοῦ σώματος πλέον ἀγαπήσῃ, τὸν τῶν ἀλόγων

Posidonius Phil., Fragm. Frag. 309a, li.62

  καὶ αὐτεξούσιον τὸ λογικόν· ὅθεν οὐχ ἓν καὶ ταὐτὸν πᾶσιν ἔργον


  ἀνθρώποις, ὡς ἑκάστῳ εἴδει τῶν ἀλόγων ζῴων. φύσει γὰρ μόνῃ
  ταῦτα κινεῖται· τὰ δὲ φύσει, ὁμοίως παρὰ πᾶσίν ἐστιν. αἱ δὲ
  λογικαὶ πράξεις ἄλλαι παρ' ἄλλοις, καὶ οὐκ ἐξ ἀνάγκης αἱ αὐταὶ
  παρὰ πᾶσιν. (Es folgt die Fortsetzung von F 309a).
 Καὶ οὕτω τὸ ἀληθῶς λογικὸν ζῷον τὸν ἄνθρωπον προεβάλετο, τὸν
αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ ἐπὶ τῆς φωνῆς (κατὰ μέρος) ζητῶν εὑρήσεις, ἐξ
ἁπλῆς καὶ μονοειδοῦς τῆς ἵππων καὶ βοῶν ἐκφωνήσεως κατὰ μέρος εἰς
385

ποικίλην καὶ διάφορον παραχθεῖσαν τὴν τῶν κοράκων καὶ μιμηλῶν


ὀρνέων φωνήν, ἕως εἰς τὴν ἔναρθρον καὶ τελείαν τὴν ἀνθρώπου
κατέληξε,
πάλιν τε τὴν ἔναρθρον διάλεκτον ἐξῆψε τῆς διανοίας καὶ τοῦ λογισμοῦ,
ἐξάγγελον ποιήσας αὐτὴν τῶν κατὰ νοῦν κινημάτων. καὶ οὕτω πᾶσι
πάντα
μουσικῶς συνήρμοσε καὶ συνέδησε καὶ εἰς ἓν συνήγαγε τά τε νοητὰ καὶ
τὰ ὁρατὰ διὰ μέσου τῆς τῶν ἀνθρώπων γενέσεως. (... ὅτι νοητῆς γενο-
μένης οὐσίας καὶ πάλιν ὁρατῆς, ἔδει γενέσθαι τινὰ καὶ σύνδεσμον ἀμφο-
τέρων, ἵνα ἓν ᾖ τὸ πᾶν καὶ συμπαθὲς ἑαυτῷ, καὶ μὴ ἀλλότριον αὐτὸ
ἑαυτοῦ.

Απολλώνιος Ομηρικόν λεξικόν. P. 111, li.23

 πίπλαντο,” ἐπὶ δὲ τῆς ἰσχύος “δῶκε μένος καὶ θάρσος,” ἐπὶ δὲ


 τῆς ψυχῆς “μένος Ἄρηος” περιφραστικῶς ὁ πόλεμος.
μενοινόω προθυμοῦμαι. τὸ δὲ “ἔνθ' εἴη ἔνθα, μενοινήσειέ τε
 πολλά” ἀντὶ τοῦ μεριμνήσῃ.
μέρμιθσπάρτῳ· “νηῒ δ' ἐνὶ πρύμνῃ κατέδη μέρμιθι φαεινῇ.”
 τῶν ἅπαξ εἰρημένων.
μερμήριζε ἀντὶ τοῦ ἐμερίμνα, ἀπὸ τοῦ ἐπὶ τάδε καὶ τάδε διαμε-
 ρίζεσθαι τὴν ψυχὴν τοῦ μεριμνῶντος. ὅθεν καὶ μέρμηρας τὰς με-
 ρίμνας ἔνιοι [δὲ] τῶν νεωτέρων ποιητῶν εἶπον.
μερόπων τῶν ἀνθρώπων τῶν μεμερισμένην τὴν ὄπα ἐχόντων,
 ἔναρθρον, παρὰ τὰ ἄλλα ζῷα.
μέσαυλος ἡ ἐπ' ἀγρῶν οἴκησις. κυρίως δὲ ἡ μέση θύρα τῆς
 αὐλῆς.
μεσόδμη ὁ μὲν Ἀπίων τὸ ξύλον τὸ ἀπὸ τῆς τρόπεως τοῦ ἱστοῦ,
 ᾧ δέδεται ὁ ἱστός, οἱονεὶ ἡ ἐν τῷ μέσῳ τῆς νεὼς δεδομημένη.
μεσοπαλές ὅ τι ἐκ τοῦ μέσου πάλλεται, ὅ ἐστι κραδαίνεται.
μετά ἀντὶ τῆς ἔν “ταῦτα δὲ καὶ μετὰ πᾶσιν ἀκούσεαι” καὶ “μετὰ
 δέ σφισι πότνια Ἥρη,” ἀντὶ δὲ τῆς ἐπί “μετ' ἀμύμονας Αἰ-
 θίοπας,” συνήθως δὲ ἡμῖν “τῶν ἄλλων Δαναῶν μετ' ἀμύμονα
 Πηλείωνα,” ἀντὶ τῆς ἔξ “ἡμῖν αὖ μετόπισθεν νεὼς κυανοπρώ-
 ροιο,” ἀντὶ δὲ τῆς ὑπό “χαῖται δ' ἐρρώοντο μετὰ πνοιῆς

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 135, li.10

planarique oporteat.
 Galenus in Hippocr. de med. officina Vol. XVIII B p. 649 K. τῶν
αἰσθήσεων ἁπάσαις τὴν γνώμην ἐφεξῆς ἔταξεν, ὅπερ ἐστὶ τὴν διάνοιαν, ἥν
386

τε καὶ νοῦν καὶ φρένα καὶ λόγον κοινῶς οἱ ἄνθρωποι καλοῦσιν. ἐπεὶ δὲ
καὶ τῶν κατὰ φωνὴν ἐστί τις λόγος, ἀφορίζοντες οὖν τοῦτον τὸν
προειρημένον λόγον οἱ φιλόσοφοι καλοῦσιν ἐνδιάθετον, ᾧ λόγῳ
τά τε ἀκόλουθα καὶ τὰ μαχόμενα γιγνώσκομεν, οἷς ἐμπεριέχεται καὶ
διαίρεσις
καὶ σύνθεσις καὶ ἀνάλυσις καὶ ἀπόδειξις.
 Sextus adv. math. VIII 275. φασὶν ὅτι ἄνθρωπος οὐχὶ τῷ προφο-
ρικῷ λόγῳ διαφέρει τῶν ἀλόγων ζῴων (καὶ γὰρ κόρακες καὶ ψιττακοὶ καὶ
κίτται ἐνάρθρους προφέρονται φωνάς) ἀλλὰ τῷ ἐνδιαθέτῳ, οὐδὲ τῇ ἁπλῇ
μόνον φαντασίᾳ –  – ἀλλὰ τῇ μεταβατικῇ καὶ συνθετικῇ. διόπερ ἀκολου-
θίας ἔννοιαν ἔχων εὐθὺς καὶ σημείου νόησιν λαμβάνει διὰ τὴν ἀκολουθίαν.

 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 55. τῆς δὲ διαλεκτικῆς


θεωρίας συμφώνως δοκεῖ τοῖς πλείστοις ἀπὸ τοῦ περὶ τῆς φωνῆς ἐνάρχε-
σθαι τόπου.
 Scholia Hesiod. Theog. v. 266. Ἶρις δὲ ὁ προφορικὸς λόγος ἀπὸ
τοῦ εἴρω τὸ λέγω.
 Origenes contra Celsum II 72 Vol. I p. 194, 13 Kö. (p. 441 De-
larue). οὐδέπω δὲ λέγω ὅτι οὐ πάντως ἐστὶν ἀὴρ πεπληγμένος ἢ πληγὴ
ἀέρος
ἢ ὅτι ποτὲ λέγεται ἐν τοῖς περὶ φωνῆς ἡ ἀναγραφομένη φωνὴ τοῦ θεοῦ.

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 223, li.5

 Τούτων δ' ὑποδεδειγμένων κατὰ τὰς αὐτῶν ἐκείνων τεχνολο-


γίας etc.
 Sextus adv. math. VIII 117. τῶν μὲν αἰσθητὸν ὑπολαμβανόντων
τοῦτο (scil. τὸ σημεῖον) εἶναι, τῶν δὲ νοητόν. Ἐπίκουρος μὲν γὰρ καὶ οἱ
προεστῶτες αὐτοῦ τῆς αἱρέσεως ἔλεξαν αἰσθητὸν εἶναι τὸ σημεῖον, οἱ δὲ
ἀπὸ
τῆς Στοᾶς νοητόν.  
 Sextus adv. math. VIII 275. οἱ δὲ δογματικοὶ πρὸς ἕκαστον
μὲν τῶν οὕτως ἐπικεχειρημένων (argumenta scil. quibus sceptici
probabant
nullum esse σημεῖον) πεφίμωνται, τοὐναντίον δὲ κατασκευάζοντές φασιν
ὅτι
ἄνθρωπος οὐχὶ τῷ προφορικῷ λόγῳ διαφέρει τῶν ἀλόγων ζῴων (καὶ γὰρ
κόρακες καὶ ψιττακοὶ καὶ κίτται ἐνάρθρους προφέρονται φωνάς)
ἀλλὰ τῷ ἐνδιαθέτῳ, οὐδὲ τῇ ἁπλῇ μόνον φαντασίᾳ (ἐφαντασιοῦτο γὰρ
κἀ-
κεῖνα) ἀλλὰ τῇ μεταβατικῇ καὶ συνθετικῇ. διόπερ ἀκολουθίας ἔννοιαν
ἔχων εὐθὺς καὶ σημείου νόησιν λαμβάνεδιὰ τὴν ἀκολουθίαν· καὶ γὰρ
387

αὐτὸ τὸ σημεῖόν ἐστι τοιοῦτον “εἰ τόδε, τόδε”. ἕπεται ἄρα τῇ φύσει καὶ
κατασκευῇ τἀνθρώπου τὸ καὶ σημεῖον ὑπάρχειν.  – συνωμολόγηταί τε ἡ
ἀπόδειξις τῷ γένει σημεῖον εἶναι. δηλωτικὴ γάρ ἐστι τοῦ συμπεράς-
ματος, καὶ ἔσται ἡ διὰ τῶν λημμάτων αὐτῆς συμπλοκὴ σημεῖον τοῦ ὑπάρ-
χειν τὸ συμπέρασμα. οἷον ἐπὶ τῆς τοιαύτης “εἰ ἔστι κίνησις, ἔστι κενόν·
ἔστι δὲ κίνησις· ἔστιν ἄρα κενόν” τὸ τοιοῦτον συμπεπλεγμένον “εἰ ἔστι

Democritus Phil., Testimonia Frag. 77, li.13

(735 A) ὑποθέμενος τοῦτο δὴ τοὐπιδήμιον ὅ φησι Δ. ‘ἐγκαταβυσσοῦσθαι


τὰ
εἴδωλα διὰ τῶν πόρων εἰς τὰ σώματα καὶ ποιεῖν τὰς κατὰ ὕπνον ὄψεις
ἐπαναφερόμενα· φοιτᾶν δὲ ταῦτα πανταχόθεν ἀπιόντα καὶ σκευῶν καὶ
ἱμα-
τίων καὶ φυτῶν, μάλιστα δὲ ζώιων ὑπὸ σάλου πολλοῦ καὶ θερμότητος οὐ
μόνον ἔχοντα μορφοειδεῖς τοῦ σώματος ἐκμεμαγμένας ὁμοιότητας’ (ὡς
Ἐπίκουρος
[fr. 326 Us.] οἴεται μέχρι τούτου Δημοκρίτωι συνεπόμενος, ἐνταῦθα δὲ
προλιπὼν
τὸν λόγον), ‘ἀλλὰ καὶ τῶν κατὰ ψυχὴν κινημάτων καὶ βουλευμάτων
ἑκάστωι
καὶ ἠθῶν καὶ παθῶν ἐμφάσεις ἀναλαμβάνοντα συνεφέλκεσθαι καὶ
προσπίπτοντα
μετὰ τούτων ὥσπερ ἔμψυχα φράζειν καὶ διαγγέλλειν τοῖς ὑποδεχομένοις
τὰς τῶν
μεθιέντων αὐτὰ δόξας καὶ διαλογισμοὺς καὶ ὁρμάς, ὅταν ἐνάρθρους καὶ
ἀσυγχύτους
φυλάττοντα προσμίξηι τὰς εἰκόνας.’ τοῦτο δὲ μάλιστα ποιεῖ δι' ἀέρος
λείου τῆς
φορᾶς αὐτοῖς γιγνομένης ἀκωλύτου καὶ ταχείας. ὁ δὲ φθινοπωρινός, ἐν ὧι
φυλ-
λοχοεῖ τὰ δένδρα, πολλὴν ἀνωμαλίαν ἔχων καὶ τραχύτητα διαστρέφει καὶ
παρα-
τρέπει πολλαχῆ τὰ εἴδωλα καὶ τὸ ἐναργὲς αὐτῶν ἐξίτηλον καὶ ἀσθενὲς
ποιεῖ τῆι
βραδυτῆτι τῆς πορείας ἀμαυρούμενον, ὥσπερ αὖ πάλιν πρὸς ὀργώντων
καὶ διακαο-  
μένων ἐκθρώισκοντα πολλὰ καὶ ταχὺ κομιζόμενα τὰς ἐμφάσεις νεαρὰς
καὶ σημαν-
τικὰς ἀποδίδωσιν. Ebenda v 7, 6 p. 682F τῶν δὲ Δημοκρίτου, ἔφη,
εἰδώλων,
ὥσπερ Αἰγιέων ἢ Μεγαρέων, ἀριθμὸς οὐδεὶς οὐδὲ λόγος· ἅ φησιν ἐκεῖνος
388

ἐξιέναι
τοὺς φθονοῦντας, οὔτ' αἰσθήσεως ἄμοιρα παντάπασιν οὔθ' ὁρμῆς
ἀνάπλεά τε τῆς
ἀπὸ τῶν προϊεμένων μοχθηρίας καὶ βασκανίας, μεθ' ἧς ἐμπλασσόμενα

Diogenes Phil., Testimonia et Fragm. Frag. 17, li.4

lescens, post autem Panaetium audierat Laelius.


 Cicero de fin. I 6. Quid enim est a Chrysippo praetermissum
in Stoicis? Legimus tamen Diogenem, Antipatrum.
 Diog. Laërt. VII 39. Τριμερῆ φασιν εἶναι τὸν κατὰ φιλο-
σοφίαν λόγον· εἶναι γὰρ αὐτοῦ τὸ μέν τι φυσικόν, τὸ δὲ ἠθικόν, τὸ
δὲ λογικόν. οὕτω δὲ πρῶτος διεῖλε Ζήνων ὁ Κιτιεύς·  –  – καὶ
Διογένης ὁ Βαβυλώνιος.
 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 55. ἔστι δὲ φωνὴ ἀὴρ
πεπληγμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς, ὥς φησι Διογένης ὁ Βα-
βυλώνιος ἐν τῇ περὶ τῆς φωνῆς τέχνῃ. καὶ ζῴου μέν ἐστι
φωνὴ ἀὴρ ὑπὸ ὁρμῆς πεπληγμένος, ἀνθρώπου δέ ἐστιν ἔναρθρος καὶ
ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη, ὡς ὁ Διογένης φησίν, ἥτις ἀπὸ δεκα-
τεσσάρων ἐτῶν τελειοῦται.
 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 55. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν
ἡ φωνὴ κατὰ τοὺς Στωϊκούς, ὥς φησιν Ἀρχέδημος –  – καὶ Διο-
γένης καὶ Ἀντίπατρος· πᾶν γὰρ τὸ ποιοῦν σῶμά ἐστι· ποιεῖ δὲ ἡ
φωνὴ προσιοῦσα τοῖς ἀκούουσιν ἀπὸ τῶν φωνούντων.
 Simplicius in Aristot. Phys. p. 426, 1 Diels. καὶ οἱ ἀέρα δὲ  
πεπληγμένον τὴν φωνὴν ἀποδιδόντες, ὥσπερ Διογένης ὁ Βαβυ-
λώνιος, ἁμαρτάνουσι. σῶμα γὰρ οὕτως ἔσται ἡ φωνή, εἴπερ ἐν
γένει τῷ ἀέρι ἐστί, καὶ τὸ πεπονθός, τουτέστι τὸν πεπληγμένον ἀέρα,

Diogenes Phil., Testimonia et Fragm. Frag. 20, li.15

“ἡμέρα ἐστί”.
 διάλεκτος δέ ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνι-
κῶς· ἢ λέξις ποταπή, τουτέστι ποιὰ κατὰ διάλεκτον, οἷον κατὰ μὲν
τὴν Ἀτθίδα “θάλαττα”, κατὰ δὲ τὴν Ἰάδα “ἡμέρη”.
 τῆς δὲ λέξεως στοιχεῖά ἐστι τὰ εἰκοσιτέσσαρα γράμματα. τρι-
χῶς δὲ λέγεται τὸ γράμμα, τό τε στοιχεῖον ὅ τε χαρακτὴρ τοῦ στοι-
χείου καὶ τὸ ὄνομα, οἷον “ἄλφα”.
 φωνήεντα δέ ἐστι τῶν στοιχείων ἑπτά· α, ε, η, ι, ο, υ, ω.
 ἄφωνα δὲ ἕξ· β, γ, δ, π, κ, τ.
 διαφέρει δὲ φωνὴ καὶ λέξις , ὅτι φωνὴ μὲν καὶ ὁ ἦχός ἐστι, λέξις
389

δὲ τὸ ἔναρθρον μόνον.
 λέξις δὲ λόγου διαφέρει, ὅτι λόγος ἀεὶ σημαντικός ἐστι, λέξις δὲ
καὶ ἀσήμαντος, ὡς ἡ “βλίτυρι”, λόγος δὲ οὐδαμῶς.
 διαφέρει δὲ καὶ τὸ λέγειν τοῦ προφέρεσθαι· προφέρονται μὲν
γὰρ αἱ φωναί, λέγεται δὲ τὰ πράγματα, ἃ δὴ καὶ λεκτὰ τυγχάνει.
 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 57. τοῦ δὲ λόγου
ἐστὶ μέρη πέντε, ὥς φησι Διογένης τε ἐν τῷ περὶ φωνῆς καὶ
Χρύσιππος· ὄνομα, προσηγορία, ῥῆμα, σύνδεσμος, ἄρθρον.
 Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 58. ἔστι δὲ προς-
ηγορία μέν, κατὰ τὸν Διογένην, μέρος λόγου σημαῖνον κοινὴν

Diogenes Phil., Testimonia et Fragm. Frag. 29, li.10

ὅσος ἦν ὁ καθ' Ἡράκλειτον ἐνιαυτός.


 Galenus de Hipp. et Plat. dogm. II 5 p. 201 Mü. καὶ μὴν ὁ
θαυμαζόμενος ὑπὸ τῶν Στωϊκῶν λόγος ὁ Ζήνωνος, ὃν καὶ πρῶτον
ἁπάντων ἔγραψεν ἐν τῷ περὶ τοῦ τῆς ψυχῆς ἡγεμονικοῦ Διο-
γένης ὁ Βαβυλώνιος,  –  – εἴσῃ δ' ἐναργέστερον, εἰ παραγράψαι-
μεν αὐτόν, ἔχει γὰρ ὧδε. “Φωνὴ διὰ φάρυγγος χωρεῖ. εἰ δὲ ἦν
ἀπὸ τοῦ ἐγκεφάλου χωροῦσα, οὐκ ἂν διὰ φάρυγγος ἐχώρει. ὅθεν δὲ
λόγος, καὶ φωνὴ ἐκεῖθεν χωρεῖ. λόγος δὲ ἀπὸ διανοίας χωρεῖ, ὥστ'
οὐκ ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ ἐστὶν ἡ διάνοια.” τὸν αὐτὸν δὴ τοῦτον λόγον
Διογένης οὐ κατὰ τὴν αὐτὴν ἐρωτᾷ λέξιν, ἀλλ' ὧδε· “Ὅθεν ἐκπέμπε-
ται ἡ φωνή, καὶ ἡ ἔναρθρος, οὐκοῦν καὶ ἡ σημαίνουσα ἔναρθρος
φωνὴ ἐκεῖθεν. τοῦτο δὲ ὁ λόγος. καὶ λόγος ἄρα ἐκεῖθεν ἐκπέμ-
πεται, ὅθεν καὶ ἡ φωνή. ἡ δὲ φωνὴ οὐκ ἐκ τῶν κατὰ τὴν κεφαλὴν  
τόπων ἐκπέμπεται, ἀλλὰ φανερῶς ἐκ τῶν κάτωθεν μᾶλλον. ἐκ-
φανὴς γοῦν ἐστι διὰ τῆς ἀρτηρίας διεξιοῦσα. καὶ ὁ λόγος ἄρα οὐκ
ἐκ τῆς κεφαλῆς ἐκπέμπεται, ἀλλὰ κάτωθεν μᾶλλον. ἀλλὰ μὴν κἀκεῖνο
ἀληθὲς τὸ τὸν λόγον ἐκ τῆς διανοίας ἐκπέμπεσθαι. ἔνιοι γοῦν καὶ
ὁριζόμενοι αὐτὸν φασὶν εἶναι φωνὴν σημαίνουσαν, ἀπὸ διανοίας ἐκ-
πεμπομένην· καὶ ἄλλως δὲ πιθανὸν ὑπὸ τῶν ἐννοιῶν ἐνσεσημασμένον
τῶν ἐν τῇ διανοίᾳ καὶ οἷον ἐκτετυπωμένον ἐκπέμπεσθαι τὸν λόγον,
καὶ παρεκτείνεσθαι τῷ χρόνῳ κατά τε τὸ διανοεῖσθαι καὶ τὴν κατὰ

(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., De diversis verborum


significationibus (= Περὶ διαφόρους σημασίας) (epitome operis Herennii
Philonis) (e c Alphabetic letter sigma, entry 166, li.2
390

  πὰρ Κόρακος πέτρῃ’.


συγχεῖ δὲ καὶ Θουκυδίδης (i 53, 3) τὴν διαφορὰν τοῦ στρατοῦ
πρὸς τὸ στρατόπεδον· ‘τῶν δὲ Κερκυραίων τὸ μὲν στρατόπε-
δον ὅσον ἐπηκολούθησεν ἀνεβόησεν’. καὶ Ἡρόδοτος ἐν πρώτῳ
(i 76, 4)· ‘τὸ μὲν στρατόπεδον δι' ἀμφοτέρους οὕτως ἠγωνίζετο’.  
σημεῖον καὶ τεκμήριον διαφέρει. [Ἀν]τιφῶν ἐν
πρώτῳ Τέχνης (fr. 72 Bl. – Th. = Artium Scriptores b x fr. 8
Rad.)· ‘τὰ μὲν παροιχόμενα σημεί[οις] πιστοῦσθαι, τὰ δὲ μέλ-
λοντα τεκμηρίοις’.
σεῖο καὶ σοῖο διαφέρει ἐν τοῖς ἀκριβῶς ἀναγινώ-
σκους[ιν]. σοῖο μὲν γάρ ἐστιν ἔναρθρος ἀντωνυμία, οἷον (Hom.
Il. xxiv 486)·
  ’μνῆσαι πατρὸς σοῖο, θεοῖς ἐπιείκελ' Ἀχιλ[λεῦ]’·  
σημαίνει γὰρ τοῦ σοῦ πατρός. ἡ δὲ σεῖο ἀσύναρθρος (ibid. 686)
  ’σεῖο δέ κε ζωοῦ καὶ τρὶς τόσα δοῖεν ἄποινα’,
ἀντὶ «σοῦ ζῶντος», οὐκέτι «τοῦ ς[οῦ] ζῶντος». καὶ
φυλάσσεται ταῦτα παρ' Ὁμήρῳ.
σκῶμμα γελοίου καὶ εὐτραπελισμοῦ καὶ γεφυρισμοῦ
διαφέρει. σκῶμμα μὲν γάρ ἐστι τὸ ἐπὶ διασυρμῷ τοῦ πέλας
λεγόμενον οἱονεὶ σκέμμα· γελοῖον δὲ τὸ ἐπὶ διαχύσει τῶν
ἀκροωμένων, χωρίς τινος ὕβρεως· εὐτράπελον δὲ τὸ μετὰ

Ignatius Scr. Eccl., Epistulae interpolatae et epistulae suppositiciae


(recensio longior) [Sp.] Epistle 3, ch. 8, Sec. 2, li.5

ναὸν θεοῦ συντρέχετε, ὡς ἐπὶ ἓν θυσιαστήριον, ὡς ἐπὶ ἕνα Ἰησοῦν


Χριστόν,
τὸν ἀρχιερέα τοῦ ἀγεννήτου θεοῦ.
 Μὴ πλανᾶσθε ταῖς ἑτεροδοξίαις μηδὲ μύθοις ἐνέχετε καὶ γενεα-
λογίαις ἀπεράντοις καὶ ἰουδαϊκοῖς τύφοις. τὰ ἀρχαῖα παρῆλ-
θεν, ἰδού, γέγονε καινὰ τὰ πάντα. εἰ γὰρ μέχρι νῦν κατὰ νόμον
ἰουδαϊκὸν καὶ περιτομὴν σαρκὸς ζῶμεν, ἀρνούμεθα τὴν χάριν εἰληφέναι.
οἱ γὰρ θειότατοι προφῆται κατὰ Ἰησοῦν Χριστὸν ἔζησαν· διὰ τοῦτο καὶ
ἐδιώχθησαν, ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τῆς χάριτος εἰς τὸ πληροφορηθῆναι τοὺς
ἀπει-
θοῦντας, ὅτι εἷς θεός ἐστιν ὁ παντοκράτωρ, ὁ φανερώσας ἑαυτὸν διὰ
Ἰησοῦ
Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, ὅς ἐστιν αὐτοῦ λόγος, οὐ ῥητός, ἀλλ' οὐσιώδης·
οὐ γάρ ἐστιν λαλιᾶς ἐνάρθρου φώνημα, ἀλλ' ἐνεργείας θεϊκῆς
οὐσία γεννητή, ἐν πᾶσιν εὐάρεστος τῷ ὑποστήσαντι.
391

 Εἰ οὖν οἱ ἐν παλαιοῖς γράμμασιν ἀναστραφέντες εἰς καινότητα


ἐλπίδος ἦλθον ἐκδεχόμενοι Χριστόν, ὡς ὁ κύριος διδάσκει λέγων· Εἰ
ἐπιστεύετε Μωσεῖ, ἐπιστεύσατε ἂν ἐμοί· περὶ γὰρ ἐμοῦ ἐκεῖνος
ἔγραψεν· καὶ Ἀβραὰμ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἠγαλλιάσατο, ἵνα ἴδῃ  
τὴν ἡμέραν τὴν ἐμήν, καὶ εἶδεν καὶ ἐχάρη· πρὶν γὰρ Ἀβραὰμ
γενέσθαἐγώ εἰμι.

Tatianus Apol., Oratio ad Graecos Ch. 15, Sec. 3, li.2

κεχωρηκότα. καὶ περὶ μὲν τούτου ἐν τῷ Περὶ ζώων ἀκρι-


βέστερον ἡμῖν συντέτακται, τὸ δὲ νῦν συνέχον ῥητέον ποταπή
τίς ἐστιν ἡ κατὰ θεὸν εἰκὼν καὶ ὁμοίωσις. τὸ μὲν ἀσύγκριτον
οὐδέν ἐστιν ἕτερον ἢ αὐτὸ τὸ ὄν, τὸ δὲ συγκρινόμενον οὔτι
ἕτερον ἢ τὸ παρόμοιον. ἄσαρκος μὲν οὖν ὁ τέλειος θεός, ἄν-
θρωπος δὲ σάρξ· δεσμὸς δὲ τῆς σαρκὸς ψυχή, σχετικὴ δὲ τῆς
ψυχῆς ἡ σάρξ. τὸ δὲ τοιοῦτον τῆς συστάσεως εἶδος εἰ μὲν ὡς
ναὸς εἴη, κατοικεῖν ἐν αὐτῷ θεὸς βούλεται διὰ τοῦ πρεσβεύοντος
πνεύματος· τοιούτου δὲ μὴ ὄντος
         τοῦ σκηνώματος προὔχει
τῶν θηρίων ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὴν ἔναρθρον φωνὴν μόνον, τὰ
δὲ λοιπὰ τῆς αὐτῆς ἐκείνοις διαίτης ἐστίν, οὐκ ὢν ὁμοίωσις τοῦ
θεοῦ. δαίμονες δὲ πάντες σαρκίον μὲν οὐ κέκτηνται, πνευμα-
τικὴ δέ ἐστιν αὐτοῖς ἡ σύμπηξις ὡς πυρὸς καὶ ἀέρος. μόνοις
γοῦν τοῖς πνεύματι θεοῦ φρουρουμένοις εὐσύνοπτα καὶ τὰ τῶν
δαιμόνων ἐστὶ σώματα, τοῖς λοιποῖς δὲ οὐδαμῶς, λέγω δὲ τοῖς
ψυχικοῖς. τὸ γὰρ ἔλαττον κατάληψιν οὐκ ἰσχύει ποιεῖσθαι τοῦ
κρείττονος. διὰ τοῦτο γοῦν ἡ τῶν δαιμόνων ὑπόστασις οὐκ
ἔχει μετανοίας τόπον. τῆς γὰρ ὕλης καὶ πονηρίας εἰσὶν ἀπαυ-
γάσματα, ὕλη δὲ τῆς ψυχῆς κατεξουσιάζειν ἠθέλησεν·

Γρηγόριος Νύσσης. , Contra Eunomium Book 2, ch. 1, Sec. 221, li.7

ἡμέρας καὶ τῆς νυκτὸς ἀπαγγέλλεσθαι γνῶσιν καὶ ῥήματα,


πάλιν ἐπάγει τοῖς εἰρημένοις ὅτι ταῦτα λαλιαὶ οὐκ εἰσὶν
οὐδὲ λόγοι οὐδὲ φωναὶ τούτων ἀκούονται. πῶς οὖν διηγή-
ματα καὶ ἀναγγελίαι καὶ ῥήματα λαλιαὶ οὐκ εἰσὶν οὐδὲ
φωνὴ διὰ τῆς ἀκουστικῆς αἰσθήσεως ἐγγινομένη; ἆρα μά-
χεται πρὸς ἑαυτὸν ὁ προφήτης; ἆρά τι τῶν οὐκ ἐνδεχο-
μένων διέξεισιν, ἄφθογγον ῥῆμα καὶ διήγησιν ἄλαλον καὶ
ἀγγελίαν δίχα φωνῆς διδάσκων; ἢ παντὸς μᾶλλον ἀληθὴς
ἡ προφητεία ἡ τοῦτο διὰ τῶν εἰρημένων διδάσκουσα, ὅτι τὸ
392

διήγημα τὸ οὐράνιον καὶ τὸ ῥῆμα τὸ παρὰ τῆς ἡμέρας


βοώμενον φωνὴ μὲν ἔναρθρος οὐκ ἔστιν οὔτε λαλιὰ διὰ  
στόματος, διδασκαλία δὲ τῆς θείας δυνάμεως γίνεται τοῖς
ἐπαΐειν ἐπισταμένοις σιωπώσης φωνῆς;
 Τί οὖν περὶ τούτων ὑπειλήφαμεν; τάχα γὰρ ἐὰν τοῦτο
νοήσωμεν, καὶ τὸ παρὰ Μωϋσέως νενοηκότες ἐσόμεθα. πολ-
λάκις ἡ γραφὴ πρὸς ἐναργῆ κατανόησιν τοῦ δηλουμένου
πράγματος σωματικώτερον διασκευάζει τὴν τῶν νοητῶν
θεωρίαν, οἷον δὴ καὶ τοῦτο τὸ δόγμα ἐστὶν ὅπερ δοκεῖ μοι
ὁ Δαβὶδ ἀποφαίνεσθαι, τοῦτο δι' ὧν εἶπε διδάσκων· οὐδὲν
τῶν ὄντων ἔκ τινος αὐτομάτου συντυχίας τὴν ὑπόστασιν
ἔχει, καθάπερ ᾠήθησάν τινες τυχαίας τε καὶ ἀλόγους

Γρηγόριος Νύσσης. , Contra Eunomium Book 2, ch. 1, Sec. 225, li.1

τὴν σοφίαν δίχα φωνῆς. ἔξεστι γὰρ οἱονεὶ λόγῳ ταῦτα


διδασκόντων ἀκούειν ὅτι πρὸς ἡμᾶς ὁρῶντες, ὦ ἄνθρωποι,  
καὶ τὸ ἐν ἡμῖν κάλλος καὶ μέγεθος καὶ τὴν ἀεικίνητον
ταύτην περιφορὰν καὶ τὴν εὔτακτόν τε καὶ ἐναρμόνιον καὶ
ἀεὶ κατὰ τὰ αὐτὰ καὶ ὡσαύτως ἔχουσαν κίνησιν ἐννοήσατε
τὸν ἐπιστατοῦντα τῆς ἡμετέρας συστάσεως καὶ διὰ τοῦ
φαινομένου κάλλους τὸ πρωτότυπον καὶ ἀόρατον κάλλος
ἀναλογίσασθε· οὐδὲν γὰρ ἐν ἡμῖν ἀδέσποτον ἢ αὐτοκίνητον
ἢ αὐτόματον, ἀλλὰ πᾶν τὸ φαινόμενόν τε περὶ ἡμᾶς καὶ
νοούμενον τῆς ὑψηλῆς τε καὶ ἀφράστου δυνάμεως ἤρτηται.
ταῦτα λόγος μὲν ἔναρθρος οὐκ ἔστιν, ἐντίθησι δὲ διὰ τῶν
φαινομένων ταῖς ψυχαῖς τὴν γνῶσιν τῆς θείας δυνάμεως
μᾶλλον ἢ εἰ διὰ φωνῆς ὁ λόγος ἐκήρυσσεν. ὥσπερ τοίνυν
διηγεῖται ὁ οὐρανὸς καὶ οὐ φθέγγεται, καὶ ἀναγγέλλει τὸ
στερέωμα τὴν τοῦ θεοῦ ποίησιν καὶ φωνῆς οὐ προσδέεται,
καὶ ῥῆμα προΐεται ἡ ἡμέρα καὶ λαλιὰ οὐκ ἔστιν, καὶ οὐκ
ἄν τις εἴποι διεσφάλθαι τὴν προφητείαν, κατὰ τὸν αὐτὸν
τρόπον ἐπειδὴ εἷς ἀμφοτέροις τῷ Μωϋσεῖ καὶ τῷ Δαβὶδ ὁ
διδάσκαλος, τὸ πνεῦμα λέγω τὸ ἅγιον, ὁ τὸ πρόσταγμα
καθηγήσασθαι τῆς κτίσεως λέγων οὐ ῥημάτων ἡμῖν δη-
μιουργὸν τὸν θεὸν ὑποτίθεται, ἀλλὰ πραγμάτων τῶν διὰ

Γρηγόριος Νύσσης. , Contra Eunomium Book 2, ch. 1, Sec. 233, li.2

ζήλοις νοήμασι κατασμικρυνέτω τὴν τῶν ὑψηλῶν θεωρίαν,


οἷον ἐξανθρωπίζων διὰ τῶν τοιούτων τὸ θεῖον καὶ κατὰ
τὴν ἡμετέραν συνήθειαν φωνῇ τὰ προστάγματα διεξοδεύειν
393

ὑποτιθέμενος, ἀλλὰ τὸ μὲν πρόσταγμα δηλούτω τὴν βού-


λησιν, τὰ δὲ τῶν κτισθέντων ὀνόματα αὐτὴν διασημαινέτω
τὴν τῶν γεγονότων ὑπόστασιν· ὥστε τὰ δύο διὰ τῶν εἰρη-
μένων μαθεῖν, καὶ ὅτι βουληθεὶς ὁ θεὸς τὰ πάντα κατείρ-
γασται καὶ ὅτι ἀπραγμόνως τε καὶ ἀκόπως τὸ θεῖον βού-
λημα φύσις ἐγένετο.
 Εἰ δέ τις τὸ Εἶπεν ὁ θεὸς σαρκικώτερον ἑρμηνεύοι, ὡς  
διὰ τοῦτο τὸν ἔναρθρον λόγον παρ' αὐτοῦ γεγενῆσθαι κατα-
σκευάζειν, ὁ αὐτὸς οὗτος καὶ τὸ Εἶδεν ὁ θεὸς κατὰ τὴν
ἀντιληπτικὴν ἡμῶν αἴσθησιν διὰ τῆς τῶν ὀφθαλμῶν ἐνερ-
γείας πάντως ὑπονοήσει καὶ τὸ Ἤκουσε κύριος καὶ ἠλέησέ
με καὶ Ὠσφράνθη ὀσμὴν εὐωδίας καὶ ὅσα περὶ κεφαλῆς θείας
ἢ ποδὸς ἢ χειρὸς ἢ ῥινὸς ἢ βλεφάρων ἢ δακτύλων ἢ ὑπο-
δήματος ἡ γραφὴ σωματικώτερον διεξέρχεται, πάντα κατὰ
τὸ προχείρως σημαινόμενον ἐκλαβὼν ἀνθρωποειδὲς ἡμῖν
διαγράψει τὸ θεῖον καθ' ὁμοιότητα τῶν ἐν ἡμῖν φαινομένων.
εἰ δὲ δακτύλων τις ἔργα τοὺς οὐρανοὺς ἀκούων καὶ χεῖρα
κραταιὰν καὶ βραχίονα ὑψηλὸν καὶ ὀφθαλμὸν καὶ βλέφαρα

Γρηγόριος Νύσσης. , Contra Eunomium Book 2, ch. 1, Sec. 234, li.8

δήματος ἡ γραφὴ σωματικώτερον διεξέρχεται, πάντα κατὰ


τὸ προχείρως σημαινόμενον ἐκλαβὼν ἀνθρωποειδὲς ἡμῖν
διαγράψει τὸ θεῖον καθ' ὁμοιότητα τῶν ἐν ἡμῖν φαινομένων.
εἰ δὲ δακτύλων τις ἔργα τοὺς οὐρανοὺς ἀκούων καὶ χεῖρα
κραταιὰν καὶ βραχίονα ὑψηλὸν καὶ ὀφθαλμὸν καὶ βλέφαρα
καὶ πόδα καὶ ὑποδήματα θεοπρεπεῖς ἐννοίας δι' ἑκάστου
τῶν εἰρημένων ἀναλογίζεται καὶ οὐ διαμολύνει τὸν περὶ τῆς
καθαρᾶς φύσεως λόγον ταῖς σωματικαῖς ὑπολήψεσι καταρ-
ρυπαίνων, ἀκόλουθον ἂν εἴη καὶ τὰς τῶν ῥημάτων ἐκφω-
νήσεις ἐνδεικτικὰς μὲν ἡγεῖσθαι τοῦ θείου βουλήματος, μὴ
μέντοι φωνὰς ἐνάρθρους ὑπολαμβάνειν, ἀλλ' ἐκεῖνο λογί-
ζεσθαι, ὅτι ὁ τῆς λογικῆς φύσεως δημιουργὸς ἀναλογοῦντα
τῷ μέτρῳ τῆς φύσεως τὸν λόγον ἡμῖν δεδώρηται, ὡς ἂν
ἔχοιμεν ἐξαγγέλλειν δι' αὐτοῦ τῆς ψυχῆς τὰ κινήματα. ὅσον
δὲ ἀπέχει ἡ φύσις τῆς φύσεως, ἡ θεία λέγω τῆς ἡμετέρας,
κατὰ τὸ ἴσον μέτρον τῆς ἀποστάσεως πάντα τὰ περὶ αὐτὴν
ὄντα τῶν ἐν ἡμῖν θεωρουμένων πρὸς τὸ μεγαλειότερόν τε
καὶ θεοπρεπέστερον τὴν παραλλαγὴν ἔχει· καὶ ὡς ἡ δύ-
ναμις ἡ καθ' ἡμᾶς πρὸς τὴν τοῦ θεοῦ κρινομένη τὸ μηδέν
ἐστι καὶ ἡ ζωὴ πρὸς τὴν ζωὴν καὶ τὰ ἄλλα πάντα τὰ
ἡμέτερα πρὸς τὰ ἐν ἐκείνῳ κρινόμενα ὡς οὐδὲν ἐνώπιον  
394

Γρηγόριος Νύσσης. , Contra Eunomium Book 2, ch. 1, Sec. 250, li.3

πρὸς τὴν τῶν ἀκουόντων σύνεσιν ἐν τῷ ἀερίῳ σώματι παρὰ  


τοῦ θεοῦ διετυπώθη κατὰ τὴν ἐπικρατοῦσαν τότε τῶν
φθεγγομένων συνήθειαν γενομένη, οὕτω τοῦ θεοῦ τοῦ πάντας
θέλοντος σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν πρὸς
τὸν σκοπὸν τῆς σωτηρίας τῶν ἀκουόντων ἐν τῷ ἀέρι τὸν
λόγον ἀρθρώσαντος, καθώς φησι καὶ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους
ὁ κύριος τοὺς οἰομένους βροντὴν γεγονέναι, διὰ τὸ ἐν ἀέρι
συστῆναι τὸν ἦχον, ὅτι Οὐ δι' ἐμὲ ἡ φωνὴ αὕτη γέγονεν,
ἀλλὰ δι' ὑμᾶς. πρὸ δὲ τῆς τοῦ παντὸς συστάσεως οὐδενὸς
ὄντος τοῦ ὑποδεχομένου τὸν λόγον ἢ σωματώδους στοιχείου
τινὸς τοῦ τυπῶσαι τὴν ἔναρθρον δυναμένου φωνήν, ὁ λέγων
ῥήμασι τὸν θεὸν κεχρῆσθαι πῶς ἀποδώσει τὸ εἰκὸς τῷ
λόγῳ; αὐτὸς ἀσώματος, ἡ κτίσις οὐκ ἦν, οὐδὲν περὶ αὐτὸν
ὑλῶδες ὁ λόγος ἐννοεῖν δίδωσιν, οἱ ὠφεληθέντες ἂν διὰ
τῆς ἀκοῆς οὔπω συνέστησαν. ἀνθρώπων δὲ μὴ ὄντων οὐδὲ
διαλέκτου τρόπος κατά τινα ἔθνους ἰδιότητα τετύπωτο πάν-
τως. ὁ τοίνυν πρὸς τὸ γράμμα ψιλὸν βλέπων τίσι λογι-
σμοῖς τῇ τοιαύτῃ διανοίᾳ παρίσταται ὡς τοῦ θεοῦ ταῦτα
φθεγγομένου τὰ ῥήματά τε καὶ τὰ ὀνόματα;
 Καίτοι καὶ διὰ τούτων γνοίη τις ἂν τὸ μάταιον τῶν
τὰ τοιαῦτα λεγόντων. ὥσπερ γὰρ αἱ τῶν στοιχείων φύσεις

Γρηγόριος Νύσσης. , De vita Mosis Ch. 1, Sec. 44, li.10

τῷ σώματι.
 Ἦν γὰρ οὐ τὸ φαινόμενον τοιοῦτο μόνον οἷον ἔκπληξιν
τῇ ψυχῇ διὰ τῶν ὀφθαλμῶν ἐμποιῆσαι, ἀλλὰ καὶ διὰ τῆς
ἀκοῆς εἰσεχεῖτο τὰ φοβερά, φωνῆς ἄνωθεν καταπληκτικῶς
ἐπιρρηγνυμένης ἐφ' ἅπαν τὸ ὑποκείμενον· ἧς χαλεπὴ μὲν
καὶ ἡ πρώτη προσβολὴ καὶ ἀκοῇ πάσῃ δυσάντητος ἦν, ἐν
ὁμοιότητι μὲν τῆς τῶν ἄλλων σαλπίγγων ἠχῆς γινομένη,
παριοῦσα δὲ τῷ βαρεῖ καὶ καταπληκτικῷ τῆς φωνῆς ἅπαν  
τοιοῦτον ὑπόδειγμα, φοβερωτέρα δὲ προιοῦσα ἐγίνετο, ἀεὶ
πρὸς τὸ καταπληκτικώτερον διὰ προσθήκης τὸν ἦχον
αὐτῆς ἐπιτείνουσα. Ἡ δὲ φωνὴ αὕτη ἔναρθρος ἦν, θείᾳ
δυνάμει δίχα τῶν φωνητικῶν ὀργάνων τοῦ ἀέρος διαρθροῦντος
τὸν λόγον. Ἦν δὲ ὁ λόγος οὐκ εἰκῇ διαρθρούμενος, ἀλλ' ἐνομο-
θέτει θεῖα διατάγματα. Καὶ ἡ μὲν φωνὴ προιοῦσα δι' ἐπιδό-
395

σεως ηὔξετο καὶ ὑπερήχει ἑαυτὴν ἡ σάλπιγξ, τὰς προλαβούσας


φωνὰς ἀεὶ ταῖς ἐφεξῆς ὑπερβάλλουσα.
 Ὁ δὲ λαὸς ἅπας ἥττων ἦν ἢ ὥστε ἀνέχεσθαι τὸ φαινό-
μενόν τε καὶ ἀκουόμενον. Διὸ καὶ κοινὴ παρὰ πάντων αἴτησις
προσάγεται τῷ Μωϋσεῖ δι' ἐκείνου μεσιτευθῆναι τὸν νόμον,
ὡς οὐκ ἀπιστήσοντος τοῦ λαοῦ, θεῖον εἶναι παράγγελμα
πᾶν ὅτιπερ ἂν ᾖ παρ' ἐκείνου κατὰ τὴν ἄνωθεν διδασκαλίαν

Γρηγόριος Νύσσης. , De vita Mosis Ch. 2, Sec. 293, li.9

κατὰ τῶν ἐν ἀρετῇ ζώντων εἶναι, ἀλλὰ πάσης ὑπερισχύειν


ἐπιβουλῆς τοὺς διὰ τῆς θείας βοηθείας ὠχυρωμένους.
         Τὸ
γὰρ τὴν οἰωνοσκοπικὴν ἐπιτηδεύειν μαντείαν τὸν μνημονευ-  
θέντα μαρτυρεῖται παρὰ τῆς ἱστορίας ἐν οἷς φησιν τά τε
μαντεῖα διὰ χειρὸς ἔχειν αὐτὸν καὶ παρὰ τῶν οἰωνῶν
συμβουλεύεσθαι καὶ πρό γε τούτων ὅτι διὰ τοῦ ὀγκηθμοῦ
τῆς ὄνου τὰ περὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ σπουδῆς ἐδιδάσκετο,
ἧς τὸν φθόγγον, διὰ τὸ συνήθως αὐτὸν ταῖς τῶν ἀλόγων
φωναῖς κατά τινα δαιμονίαν ἐνέργειαν συμβουλεύεσθαι,
ὡς ἔναρθρον ἡ Γραφὴ διηγήσατο, ἐνδεικνυμένη ὅτι τοὺς
προειλημμένους τῇ τοιαύτῃ τῶν δαιμόνων ἀπάτῃ μέχρι
τούτων φθάνειν ὡς ἀντὶ λόγου δέχεσθαι τὴν ἐκ τῆς ποιᾶς
παρατηρήσεως γενομένην αὐτοῖς ἐκ τῆς φωνῆς τῶν ἀλόγων
διδασκαλίαν, ᾗ προσχών, δι' αὐτῶν ὧν ἠπατᾶτο τὸ ἄμαχον
τῆς καθ' ὧν ἐμισθώθη δυνάμεως ἐξεπαιδεύθη.
 Καὶ γὰρ ἐν τῇ εὐαγγελικῇ ἱστορίᾳ παρεσκεύαστο μὲν
εἰς ἀντίστασιν τῆς τοῦ Κυρίου ἐξουσίας τὸ συγκρότημα τῶν
δαιμόνων, ἡ λεγεών. Πλησιάσαντος δὲ τοῦ ἔχοντος κατὰ
πάντων τὸ κράτος, βοᾷ τὴν ὑπερέχουσαν δύναμιν καὶ οὐκ

Γρηγόριος Νύσσης. , Apologia in hexaemeron P. 73, li.34

σοφίᾳ ἐποίησας.» Τὰ γὰρ προστακτικὰ τῆς τῶν ὄν-


των κτίσεως ῥήματα, ἃ παρὰ τοῦ Μωϋσέως ἐκ τῆς
θείας φωνῆς ἀναγέγραπται, ταῦτα ὁ Δαβὶδ τὴν ἐν-
θεωρουμένην τοῖς γεγονόσι σοφίαν ὠνόμασεν. Ὅθεν
καὶ διηγεῖσθαι λέγει τοὺς οὐρανοὺς δόξαν Θεοῦ, δη-
λαδὴ τῆς ἐμφαινομένης αὐτοῖς τεχνικῆς θεωρίας διὰ
τῆς ἐναρμονίου περιφορᾶς, ἀντὶ λόγου γινομένης τοῖς
ἐπιστήμοσιν. Εἰπὼν γὰρ διηγεῖσθαι τοὺς οὐρανοὺς,
396

καὶ ἀναγγέλλειν τὸ στερέωμα, διορθοῦται τοὺς παχύ-


τερον τῶν λεγομένων ἀκούοντας· καὶ ἴσως καὶ φωνῆς
ἦχον καὶ λόγον ἔναρθρον ἐκ τῆς τῶν οὐρανῶν διηγήσεως
προσδεχομένους, ἐν οἷς φησιν. ὅτι Οὐκ εἰσὶ λαλιαὶ,
οὐδὲ λόγοι ὧν οὐχὶ ἀκούονται αἱ φωναὶ αὐτῶν,
ἵνα δείξῃ ὅτι ἡ ἐν τῇ κτίσει θεωρουμένη σοφία,
λόγος ἐστὶ, κἂν μὴ ἔναρθρος ᾗ. Καὶ πάλιν τοῦ Μωϋ-
σέως διεξοδικάς τινας τοῦ Θεοῦ φωνὰς πρὸς αὐτὸν
γεγενῆσθαι εἰπόντος ἐν τῇ θαυματοποιίᾳ τῶν ἐν Αἰ-
γύπτῳ σημείων, ὑψηλότερον ἢ κατὰ τὴν τῶν πολλῶν
ὑπόληψιν ὁ Ψαλμῳδὸς ἐξηγήσατο εἰπὼν, «Ἔθετο ἐν
αὐτοῖς τοὺς λόγους τῶν σημείων αὐτοῦ, καὶ τῶν
τεράτων αὐτοῦ ἐν γῇ Χάμ.» Τῷ γὰρ λόγῳ τινὶ τὴν

Γρηγόριος Νύσσης. , Apologia in hexaemeron P. 73, li.38

καὶ διηγεῖσθαι λέγει τοὺς οὐρανοὺς δόξαν Θεοῦ, δη-


λαδὴ τῆς ἐμφαινομένης αὐτοῖς τεχνικῆς θεωρίας διὰ
τῆς ἐναρμονίου περιφορᾶς, ἀντὶ λόγου γινομένης τοῖς
ἐπιστήμοσιν. Εἰπὼν γὰρ διηγεῖσθαι τοὺς οὐρανοὺς,
καὶ ἀναγγέλλειν τὸ στερέωμα, διορθοῦται τοὺς παχύ-
τερον τῶν λεγομένων ἀκούοντας· καὶ ἴσως καὶ φωνῆς
ἦχον καὶ λόγον ἔναρθρον ἐκ τῆς τῶν οὐρανῶν διηγήσεως
προσδεχομένους, ἐν οἷς φησιν. ὅτι Οὐκ εἰσὶ λαλιαὶ,
οὐδὲ λόγοι ὧν οὐχὶ ἀκούονται αἱ φωναὶ αὐτῶν,
ἵνα δείξῃ ὅτι ἡ ἐν τῇ κτίσει θεωρουμένη σοφία,
λόγος ἐστὶ, κἂν μὴ ἔναρθρος ᾗ. Καὶ πάλιν τοῦ Μωϋ-
σέως διεξοδικάς τινας τοῦ Θεοῦ φωνὰς πρὸς αὐτὸν
γεγενῆσθαι εἰπόντος ἐν τῇ θαυματοποιίᾳ τῶν ἐν Αἰ-
γύπτῳ σημείων, ὑψηλότερον ἢ κατὰ τὴν τῶν πολλῶν
ὑπόληψιν ὁ Ψαλμῳδὸς ἐξηγήσατο εἰπὼν, «Ἔθετο ἐν
αὐτοῖς τοὺς λόγους τῶν σημείων αὐτοῦ, καὶ τῶν
τεράτων αὐτοῦ ἐν γῇ Χάμ.» Τῷ γὰρ λόγῳ τινὶ τὴν
ἀπεργαστικὴν ἑκάστου τῶν γινομένων δύναμιν εἰς
ἐνέργειαν ἄγεσθαι, σαφῶς διὰ τῆς φωνῆς ταύτης ὁ
Ψαλμῳδὸς ὑπῃνίξατο, ὡς οὐκ ἐν ῥήμασιν ὄντος τοῦ
λόγου, ἀλλὰ τῆς εἰς τὰ σημεῖα δυνάμεως,

Γρηγόριος Νύσσης. , De opificio hominis P. 149, li.5

βεβλῆσθαι τὰ χείλη τοῦ στόματος τυλώδη καὶ στα-


397

θερὰ, καὶ παχέα, πρὸς τὴν ἀναίρεσιν τῆς πόας ἐπι-


τηδείως ἔχοντα, ἐγκεῖσθαι δὲ τοῖς ὀδοῦσι τὴν γλῶσσαν
ἄλλην· τινὰ τοιαύτην, πολύσαρκον, καὶ ἀντιτυπῆ
καὶ τραχεῖαν, καὶ συγκατεργαζομένην τοῖς ὀδοῦσι
τὸ ὑπὸ τὸν ὀδόντα γινόμενον· ἢ ὑγράν τε καὶ δια-  
κεχυμένην κατὰ τὰ πλάγια, οἵα ἡ τῶν κυνῶν τε
καὶ τῶν λοιπῶν τῶν ὠμοβόρων ἐστὶ, τῷ καρχάρῳ τῶν
ὀδόντων μεταξὺ τῶν διαστημάτων ἐνδιαῤῥέουσα. Εἰ
οὖν μὴ παρῆσαν αἱ χεῖρες τῷ σώματι, πῶς ἂν ἔναρθρος τούτῳ ἐνετυπώθη
φωνὴ, τῆς κατασκευῆς τῶν
κατὰ τὸ στόμα μορίων οὐ συνδιασχηματιζομένης πρὸς
τὴν χρείαν τοῦ φθόγγου; ὡς ἐπάναγκες εἶναι ἢ βλη-
χᾶσθαι πάντως, ἢ μηκάζειν, ἢ ὑλακτεῖν, ἢ χρεμετί-
ζειν τὸν ἄνθρωπον, ἢ βουσὶν, ἢ ὄνοις βοᾷν παραπλή-
σιον, ἤ τινα θηριώδη μυκηθμὸν ἀφιέναι. Νυνὶ δὲ τῆς
χειρὸς ἐντεθείσης τῷ σώματι, εὔσχολόν ἐστι τὸ στόμα
τῇ ὑπηρεσίᾳ τοῦ λόγου. Οὐκοῦν ἴδιον τῆς λογικῆς
φύσεως αἱ χεῖρες ἀναπεφήνασιν, οὕτω τοῦ πλάστου
διὰ τούτων ἐπινοήσαντος τῷ λόγῳ τὴν εὐκολίαν.

Ευσέβιος. Demonstratio evangelica Book 4, ch. 10, Sec. 18, li.11

         τοῦτο γοῦν ἡ παρ' Ἑβραίοις τοῦ Ἰησοῦ σημαίνει προς-


ηγορία.
 Ἐπεὶ δὲ ἔδει ποτὲ καὶ αὐτῷ ὀργάνου ἀνθρωπείου, ὡς ἂν καὶ
ἀνθρώποις ἑαυτὸν φήνειεν καὶ τῆς τοῦ πατρὸς ἐπιγνώσεως καὶ εὐ-
σεβείας τὸν ἀληθῆ λόγον διδάξειεν, καὶ τοῦτον οὐκ ἀπαρνεῖται τὸν
τρόπον· ἐπιβὰς δὲ εὖ μάλα τῇ ἡμετέρᾳ φύσει πάρεισιν εἰς ἀνθρώπους,
θεὸν δι' ἀνθρώπου μέγα θαῦμα τοῖς πᾶσιν ἐπιδεικνύμενος, ὡς ἂν
μὴ μόνον ἐξ ἀφανοῦς καὶ ἀδήλου ἄσαρκος ὢν καὶ ἀσώματος ἐπιστα-
τοίη, αὐτοῖς δὲ σαρκὸς ὄμμασιν ὁρώμενος, ἀνθρώπων τε ὀφθαλμοῖς τὰς
ὑπὲρ ἀνθρώπων θαυματουργίας παρέχων ὁρᾶν, καὶ προσέτι σώματος
ἀκοαῖς τὰς διὰ γλώττης καὶ φωνῆς ἐνάρθρου παραδιδοὺς διδασκαλίας,
θεῖόν τε ὡς ἀληθῶς καὶ παράδοξον χρῆμα, οἷον οὐδ' ἄλλο πω φανὲν
μνημονεύεται, σωτήριόν τε ὁμοῦ καὶ εὐεργετικὸν τοῖς πᾶσιν αὐτὸς
ἑαυτὸν ἐνδεικνύμενος.
         οὕτω δῆτα ὁ θεὸς ὁ λόγος υἱὸς ἀνθρώπου
ἐλέγετο, καὶ Ἰησοῦς ὠνομάζετο, παρ' ὅσον τῆς τῶν ἀνθρωπίνων
ψυχῶν ἰάσεώς τε καὶ θεραπείας χάριν τὴν πάροδον εἰς ἡμᾶς ἐποιεῖτο.
σωτὴρ δ' οὖν καὶ παρ' Ἑβραίοις ἑρμηνεύεται ἡ τοῦ Ἰησοῦ προση-
γορία. τάς τε κοινὰς ἡμῖν ὑπέμεινεν διατριβάς, οὐδαμῶς μὲν τοῦ
398

εἶναι ὃς ἦν ἐξιστάμενος, ὁμοῦ δ' ἐν τῷ ἀνθρώπῳ φυλάττων τὸν


θεόν.

Ευσέβιος. De ecclesiastica theologia Book 2, ch. 9, Sec. 5, li.2

καὶ ἐντὸς ἑαυτῆς ἔχουσαν, μηδ' ἄλλοτε ἄλλην γιγνομένην, μηδ' ἕτερον  
μὲν οὖσαν πρότερον εἶτα ἄλλο τι γιγνομένην καὶ πάλιν εἰς τὸ
ἀρχαῖον ἀποκαθισταμένην. ἃ δὴ Μάρκελλος ἐτόλμα ὑποτίθεσθαι,
πάλαι μὲν λέγων εἶναι τὸν θεὸν καί τινα ἡσυχίαν ἅμα τῷ θεῷ ὑπο-
γράφων ἑαυτῷ (κατ' αὐτὸν ἐκεῖνον τὸν τῶν ἀθέων αἱρεσιωτῶν
ἀρχηγὸν ὃς τὰ ἄθεα δογματίζων ἀπεφαίνετο λέγων· ἦν θεὸς καὶ
σιγή), μετὰ δὲ τὴν σιγὴν καὶ τὴν ἡσυχίαν προελθεῖν τὸν λόγον τοῦ
θεοῦ ἐν ἀρχῇ τῆς κοσμοποιίας δραστικῇ ἐνεργείᾳ· ὡς μηκέτ' εἶναι
αὐτόν, οἷος ἦν ἐν σιωπῶντι τῷ θεῷ πρότερον ἡσυχάζων, ἀλλ' ἐνερ-
γεῖν προερχόμενον τοῦ θεοῦ. καὶ πῶς ἄρα προῄει; πάντως που
κατὰ προφορὰν φωνῆς ἐνάρθρου, φθεγγομένου δηλαδὴ καὶ λαλοῦντος
τοῦ θεοῦ ὁμοίως ἀνθρώποις. τοῦτο γοῦν αὐτῷ ἐδόκει γράφοντι
τοῦτον τὸν τρόπον
 ὥσπερ γὰρ τὰ γεγονότα πάντα ὑπὸ τοῦ πατρὸς διὰ τοῦ
 λόγου γέγονεν, οὕτω καὶ τὰ λεγόμενα ὑπὸ τοῦ πατρὸς διὰ τοῦ
 λόγου σημαίνεται.
καὶ αὖθις

Ευσέβιος. De ecclesiastica theologia Book 2, ch. 13, Sec. 1, li.5

καὶ παθών, καὶ αὐτὸς ἔσται ὁ εὐχόμενος ἑαυτῷ καὶ ἀπεστάλθαι


λέγων ὑφ' ἑαυτοῦ καὶ υἱὸν ἑαυτοῦ καὶ μονογενῆ, οὐκ ἐπαληθεύων
σὺν εἰρωνείᾳ δὲ καταψευδόμενος. καὶ τίς ἂν ἕτερος τούτου δυσσε-
βέστερος γένοιτ' ἂν λόγος; ἀλλὰ γὰρ ἡμεῖς φέρε ἴδωμεν, ὁποῖον
ἡμῖν ὁ εὐαγγελιστὴς λόγον εὐαγγελίζεται φάσκων «ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ
λόγος, καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς τὸν θεόν, καὶ θεὸς ἦν ὁ λόγος».
 ἡ μὲν οὖν τὸν λόγον δηλοῦσα λέξις , δι' Ἑλληνικῆς γλώττης
προενηνεγμένη, πολύσημον ὑποβάλλει τὴν ἐξ αὐτῆς θεωρίαν. αʹ.
κέκληται γὰρ [ὁ] λόγος καὶ ὁ ἐν τῇ λογικῇ ψυχῇ καταβεβλημένος,
καθ' ὃν τὸ λογίζεσθαι ἡμῖν πάρεστιν, βʹ. καὶ παρὰ τοῦτον ἕτερος,
ὁ διὰ γλώττης καὶ φωνῆς ἐνάρθρου σημαίνων τι, γʹ. καὶ κατὰ τρίτον
τρόπον, ὁ διὰ γραφῆς τῷ γραφεῖ συντεταγμένος. δʹ. ἤδη δὲ λόγον
εἰώθαμεν καλεῖν καὶ τὸν σπερματικὸν ἢ φυτικόν, καθ' ὃν δυνάμει
τὰ μηδέπω φύντα ἐναπόκειται τοῖς σπέρμασιν, μέλλοντα ὅσον οὔπω
τῇ ἐνεργείᾳ εἰς φῶς προϊέναι. εʹ. καὶ παρὰ ταῦτα ἑτέρως εἰώθασιν
ὀνομάζειν λόγον τὸν ἐπιστημονικὸν τέχνης τινὸς ἢ ἐπιστήμης καὶ
399

πάντων τῶν τοιωνδὶ θεωρημάτων καταληπτικόν, οἷον ἰατρικὸν ἢ


ἀρχιτεκτονικὸν ἢ γεωμετρικόν.
 διαφόρων τοίνυν τρόπων παρισταμένων ἐκ τῆς τοῦ λόγου
φωνῆς, τοῦ τε εὐαγγελιστοῦ ἀπολύτως εἰρηκότος «ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ

Ευσέβιος. Commentarius in Isaiam Book 2, Sec. 48, li.143

ἄρκος, καὶ ἐν ἄλλοις δὲ εἴρηται· «ὡς ἄρκος ἀτεκνουμένη». ἄρκος μὲν οὖν

διὰ τὸ ἀνθρωποβόρον τοῦ θηρὸς ὠνομάσθησαν, ἐπεὶ καὶ αὐτοὶ


ἀνθρώπους ἔφαγον
μιαιφονοῦντες καὶ «τοὺς προφήτας ἀναιροῦντες», «ἠτεκνωμένῃ» δὲ
«ἄρκῳ«
παρωμοιώθησαν διὰ τὴν ἀπώλειαν τῶν τέκνων.⌉
 ἀντὶ δὲ τοῦ· καὶ ὡς περιστερὰ ἅμα πορεύσονται, ὁ 8Σύμμαχος
καὶ ὁ 8Θεοδοτίων ὡς περιστερὰ μελέτῃ μελετήσομεν εἰρήκασιν, ὁ δὲ
8Ἀκύλας· καὶ ὡς περιστεραὶ φθογγῇ φθεγξόμεθα. μετὰ γὰρ τὰ τοσαῦτα
εἰσέτι καὶ νῦν τὰς θείας πειρῶνται καταμελετᾶν γραφὰς καὶ τοῦτ' αὐτοῖς
μόνον λείπεται τὸ ἐκμανθάνειν καὶ διὰ στόματος μελετᾶν αὐτὰς
περιᾴδοντας
τῇ φωνῇ ὡς μηδὲν διαφέρειν ἀλογίστου περιστερᾶς δοκούσης μέν τι
πράττειν,
δι' ἧς ἀφίησι φθογγῆς οὐ μὴν ἔναρθρόν τινα λόγον ἀποδιδούσης. ὅθεν
καλῶς
κυριολεκτῶν τὴν 8Ἑβραϊκὴν λέξιν ὁ 8Ἀκύλας καὶ ὡς περιστεραί φησι
φθογγῇ
φθεγξόμεθα, καὶ τὰ συνημμένα δὲ πάντα ὡς ἐκ προσώπου τοῦ
κατηγορου-
μένου λαοῦ ἐξέθεντο οἱ 8λοιποί· διὸ κατὰ τὸν 8Σύμμαχον εἴρηται· διὰ
τοῦτο
μακρὰν ἐγένετο κρίσις ἀφ' ἡμῶν, καὶ οὐ καταλήψεται ἡμᾶς.
δικαιοσύνην γὰρ προσδοκήσομεν εἰς φῶς, καὶ ἰδοὺ σκότος, εἰς
φέγγος, ἐν ζόφῳ περιπατήσομεν. ψηλαφήσομεν ὡς τυφλοὶ τοῖχον
καὶ ὡς οὐκ ὄντων ὀφθαλμῶν ψηλαφήσομεν. καὶ παρὰ τοῖς 8Ἑβδο-
μήκοντα δὲ τὰ ἑξῆς ἐπιφερόμενα ἐκ προσώπου τοῦ λαοῦ λέλεκται, φησὶ
γοῦν·

Ευσέβιος. Commentaria in Psalmos Vol. 23, p. 540, li.57

κύνες ἐνεοὶ οὐκ εἰδότες ὑλακτεῖν· καὶ ἐν καʹ ψαλ-


μῷ, τὰ πάθη τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν διαγράφοντι, ἐξ αὐ-
400

τοῦ προσώπου λέλεκται τοῦ Σωτῆρος· Περιεκύκλω-


σάν με κύνες πολλοὶ, συναγωγὴ πονηρευομένων
περιέσχον με. Οἱ οὖν ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν καὶ
οἱ ἄνδρες τῶν αἱμάτων, εἰ καὶ τὰ μάλιστα νῦν πολλὰ
δύνασθαι δοκοῦσι, καὶ τῆς βασιλείας κρατεῖν ὥσπερ
Σαοὺλ τέως ἐπὶ τοῦ παρόντος, ἀλλὰ πάντες γε οἱ τὰ
ἀδελφὰ τούτῳ πράξαντες ἐπιστρέψουσιν ὀψέ ποτε, καὶ
εἰς ἑσπέραν ὀχλάσουσί τε καὶ συνηχήσουσιν, οὐδὲν
μὲν ἔναρθρον φθεγγόμενοι, οὐδὲ ἐκ λογικῆς δια-  
νοίας λόγους ἀξίους μνήμης προσφέροντες, κυσὶ δὲ
παραπλησίως ὑλαγμοὺς ἀφιέντες, φωνάς τε ὑβριστι-
κὰς καὶ ἀναιδεῖς. Διὸ καὶ λιμώξουσιν τοῦ τῆς ζωῆς
ἄρτου στερηθέντες· ἐπεὶ μὴ παρεδέξαντο τὴν σωτή-
ριον καὶ οὐράνιον τροφὴν, αὐτὸν τὸν εἰρηκότα· Ἐγώ
εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβὰς, καὶ
διδοὺς ζωὴν τοῖς ἀνθρώποις. Ὅθεν καὶ ἕτερος
προφήτης τὸν λιμὸν τοῦτον αἰνιττόμενος ἐβόα λέγων·
Ἰδοὺ οἱ δουλεύοντές μοι φάγονται, ὑμεῖς δὲ
πεινάσετε· ἰδοὺ οἱ δουλεύοντές μοι πίονται,

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo) P. 60, li.18

νους ἄνδρας ἥρωας ἐντελίζει. Φαίνεται δὲ πρὸς τού-


τοις καὶ ἡ ἕξις τοῦ ἀναγιγνώσκοντος καταγέλαστος
τουτέστιν ἡ μάθησις καὶ ἡ διδαχὴ καὶ ἡ γνῶσις.
 Ἔστι δὲ τόνος ἐπίτασις ἢ ἄνεσις ἢ μεσότης συλ-
λαβῶν εὐφωνίαν ἔχουσα· ἡ ἐναρμονίου φωνῆς ἀπή-
χησίς ἐστιν ὁ ἦχος, ἡ προφορά, ἡ ἐκφώνησις. Ἔστι
δὲ ἐναρμόνιος φωνὴ ἡ συγκειμένη ἐξ ὀξείας καὶ βα-
ρείας καὶ περισπωμένης, οἵα ἐστὶ τοῦ ἀνθρώπου καὶ
πᾶσα ἡ μιμουμένη τὴν ἀνθρωπίνην φωνήν, ὡς ἡ κι-
θάρα, τὸ ὄργανον, ἢ σύριγξ. Ἔστι δὲ ἐναρμόνιος
φωνὴ ἐγγράμματός τε καὶ ἔναρθρος· φασὶ δέ, ὅτι
τέσσαρές εἰσι διαφοραὶ τῶν φωνῶν· ἐναρμόνιος ἐγ-
γράμματος ὡς ἡ τῶν ἀνθρώπων φωνή· ἐναρμόνιος
ἀγράμματος ὡς ὁ τῶν ἀνθρώπων στεναγμός· ἐναρ-
μόνιος ἐγγράμματος ὡς ἡ τοῦ ψιττακοῦ φωνή· ἐναρ-
μόνιος ἀγράμματος ὡς ἡ τῶν προβάτων βληχή.
 Εἰσὶ δὲ τοῦ τόνου τρεῖς ἀπηχήσεις· ἡ κατὰ
ἀνάτασιν ἐν τῇ ὀξείᾳ, ἡ κατὰ ὁμαλισμὸν ἐν τῇ βα-
ρείᾳ, ἡ κατὰ περίκλασιν ἐν τῇ περισπωμένῃ. Ἀνά-
401

τασις μέν ἐστιν ὁ ἐπιτεταγμένος καὶ ὀξύτονος φθόγγος·


ὁμαλισμὸς δέ ἐστιν ὁ μετὰ ἀνέσεως γενόμενος βαρὺς

Θεοδόσιος γραμματικός. Epitome catholicae Herodiani [Sp.] (fort.


auctore quodam Theodosio Byzantio) P. 202, li.15

τὸν ἀναλογικὸν ὅρον καὶ λόγον.


 Ἰστέον οἱ ὁρισμοὶ ἀπὸ γένους καὶ διαφορῶν
συνεστήκασι· κἀνταῦθα γοῦν τὸ μὲν ποιὰ τάσις ἀντὶ
τοῦ γένους ἐστί· καὶ γὰρ καθολικόν τε ἐστὶν ἡ τάσις
ἐπὶ χειρὸς καὶ ποδὸς καὶ λίθων καὶ ἄλλων πολλῶν λέ-
γεται· τὸ δὲ ἐγγραμμάτων καὶ τὰ λοιπὰ ἀντὶ συστα-
τικῶν διαφορῶν. Ἡ προσῳδία οὖν, φησί, τάσις ἐστὶ
φωνῆς ποιά, ἤγουν ποιότητά τινα ἔχουσα· ἢ γὰρ ἐπι-
τεταμένη ἐστὶν ἢ ἀνειμένη ἢ μέση, τουτέστιν ἢ ὀξύ-
τονος ἢ περισπώμενος. Ἐπεὶ δ' ἡ φωνὴ διττή ἐστιν,
ἢ γὰρ ἔναρθρος ἐγγράμματος, ὡς ἡ ἐκ διανοίας ἀν-
θρωπίνης παραπεμπομένη, ἢ ἄναρθρος, τουτέστι
μὴ δυναμένη γραφῆναι, ὡς ἡ τῶν ἀλόγων ζώων καὶ
ὁ ἦχος ὁ ἀπὸ σιδήρου ἢ ξύλου ἤ τινος τοιούτου γε-
νόμενος· ἔστι δὲ καὶ τούτων ἑκατέρα διττή· ἢ γὰρ
σημαντική ἐστιν, ἢ ἀσήμαντος καὶ ἄναρθρος. ση-  
μαντική, ὡς ἡ τοῦ κυνὸς ὑλακή· σημαίνει γὰρ πα-
ρουσίαν τινὸς ἐπιδημήσαντος, ἄναρθρος δὲ ἀσήμαν-
τος, ὡς ὁ ἐκ λίθων ἦχος γινόμενος, ἔναρθρος δὲ ἀσή-
μαντος ὡς τὸ σκινδαψὸς τὸ κλίτηρι καὶ τὰ τοιαῦτα·
ἔναρθρος δὲ σημαντικὴ ὡς ὕδωρ, θάλασσα καὶ ὅσα

Θεοδόσιος γραμματικός. Epitome catholicae Herodiani [Sp.] (fort.


auctore quodam Theodosio Byzantio) P. 203, li.3

τεταμένη ἐστὶν ἢ ἀνειμένη ἢ μέση, τουτέστιν ἢ ὀξύ-


τονος ἢ περισπώμενος. Ἐπεὶ δ' ἡ φωνὴ διττή ἐστιν,
ἢ γὰρ ἔναρθρος ἐγγράμματος, ὡς ἡ ἐκ διανοίας ἀν-
θρωπίνης παραπεμπομένη, ἢ ἄναρθρος, τουτέστι
μὴ δυναμένη γραφῆναι, ὡς ἡ τῶν ἀλόγων ζώων καὶ
ὁ ἦχος ὁ ἀπὸ σιδήρου ἢ ξύλου ἤ τινος τοιούτου γε-
νόμενος· ἔστι δὲ καὶ τούτων ἑκατέρα διττή· ἢ γὰρ
σημαντική ἐστιν, ἢ ἀσήμαντος καὶ ἄναρθρος. ση-  
μαντική, ὡς ἡ τοῦ κυνὸς ὑλακή· σημαίνει γὰρ πα-
ρουσίαν τινὸς ἐπιδημήσαντος, ἄναρθρος δὲ ἀσήμαν-
402

τος, ὡς ὁ ἐκ λίθων ἦχος γινόμενος, ἔναρθρος δὲ ἀσή-


μαντος ὡς τὸ σκινδαψὸς τὸ κλίτηρι καὶ τὰ τοιαῦτα·
ἔναρθρος δὲ σημαντικὴ ὡς ὕδωρ, θάλασσα καὶ ὅσα
κατὰ πραγμάτων φωναὶ τίθενται· ἐπεὶ γοῦν καὶ ἄναρ-
θροί εἰσι φωναὶ τάσιν ἔχουσιν ὡς ὁ ἀπὸ σιδήρου καὶ
ξύλου, ἃς καὶ κυρίας οὐκ ἂν εἴποιμεν φωνάς. Διὰ
τοῦτο προσέθηκεν ἐγγραμμάτους· πάλιν δὲ ἐπεὶ εἰσὶ
μὲν καὶ ἐγγράμματοι φωναί, ὡς εἰρήκαμεν, οὐ δη-
λοῦσι δέ τι, τούτου χάριν εἶπεν ὑγιοῦς, ἤγουν ση-
μαινούσης τι. Ἔν τισι δὲ τῶν βιβλίων καὶ ὑγιῶς εὑ-
ρίσκεται πρὸς τάσιν ἀποδιδομένη,

Θεοδόσιος γραμματικός. Epitome catholicae Herodiani [Sp.] (fort.


auctore quodam Theodosio Byzantio) P. 203, li.5

ἢ γὰρ ἔναρθρος ἐγγράμματος, ὡς ἡ ἐκ διανοίας ἀν-


θρωπίνης παραπεμπομένη, ἢ ἄναρθρος, τουτέστι
μὴ δυναμένη γραφῆναι, ὡς ἡ τῶν ἀλόγων ζώων καὶ
ὁ ἦχος ὁ ἀπὸ σιδήρου ἢ ξύλου ἤ τινος τοιούτου γε-
νόμενος· ἔστι δὲ καὶ τούτων ἑκατέρα διττή· ἢ γὰρ
σημαντική ἐστιν, ἢ ἀσήμαντος καὶ ἄναρθρος. ση-  
μαντική, ὡς ἡ τοῦ κυνὸς ὑλακή· σημαίνει γὰρ πα-
ρουσίαν τινὸς ἐπιδημήσαντος, ἄναρθρος δὲ ἀσήμαν-
τος, ὡς ὁ ἐκ λίθων ἦχος γινόμενος, ἔναρθρος δὲ ἀσή-
μαντος ὡς τὸ σκινδαψὸς τὸ κλίτηρι καὶ τὰ τοιαῦτα·
ἔναρθρος δὲ σημαντικὴ ὡς ὕδωρ, θάλασσα καὶ ὅσα
κατὰ πραγμάτων φωναὶ τίθενται· ἐπεὶ γοῦν καὶ ἄναρ-
θροί εἰσι φωναὶ τάσιν ἔχουσιν ὡς ὁ ἀπὸ σιδήρου καὶ
ξύλου, ἃς καὶ κυρίας οὐκ ἂν εἴποιμεν φωνάς. Διὰ
τοῦτο προσέθηκεν ἐγγραμμάτους· πάλιν δὲ ἐπεὶ εἰσὶ
μὲν καὶ ἐγγράμματοι φωναί, ὡς εἰρήκαμεν, οὐ δη-
λοῦσι δέ τι, τούτου χάριν εἶπεν ὑγιοῦς, ἤγουν ση-
μαινούσης τι. Ἔν τισι δὲ τῶν βιβλίων καὶ ὑγιῶς εὑ-
ρίσκεται πρὸς τάσιν ἀποδιδομένη, τουτέστι σημαί-
νουσά τι, ἤγουν ἡ πεποιημένη φωνὴ τάσις, οὐκ ὀφεί-
λει ἔτυχεν ἐκφέρεσθαι, ἀλλὰ πάντως ὑγιῶς καὶ ὀρ

Πορφύριος. De abstinentia Book 3, Sec. 3, li.22

θέντος, ὅπως ἂν καὶ φωνηθῇ, εἴτε βαρβάρως εἴτε


403

Ἑλληνικῶς εἴτε κυνικῶς ἢ βοϊκῶς, λόγου γε ὄντος  


μέτοχα τὰ ζῷα τὰ φωνητικά, τῶν μὲν ἀνθρώπων κατὰ
νόμους τοὺς ἀνθρωπείους φθεγγομένων, τῶν δὲ ζῴων
κατὰ νόμους οὓς παρὰ τῶν θεῶν καὶ τῆς φύσεως
εἴληχεν ἕκαστον. εἰ δὲ μὴ ἡμεῖς ξυνίεμεν, τί τοῦτο;
οὐδὲ γὰρ τῆς Ἰνδῶν οἱ Ἕλληνες οὐδὲ τῆς Σκυθῶν ἢ
Θρᾳκῶν ἢ Σύρων οἱ ἐν τῇ Ἀττικῇ τραφέντες· ἀλλ'
ἴσα κλαγγῇ γεράνων ὁ τῶν ἑτέρων τοῖς ἑτέροις ἦχος
προσπίπτει. καίτοι ἐγγράμματος τοῖς ἑτέροις ἡ αὐτῶν
καὶ ἔναρθρος, ὡς καὶ ἡμῖν ἡ ἡμετέρα· ἄναρθρος δὲ
καὶ ἀγράμματος ἡ τῶν Σύρων φέρε εἰπεῖν ἢ τῶν
Περσῶν, ὡς καὶ πᾶσιν ἡ τῶν ζῴων. καθάπερ γὰρ
ἡμεῖς ψόφου μόνου ἀντιλαμβανόμεθα καὶ ἤχου, ἀξύ-
νετοι ὄντες τῆς [φέρε] Σκυθῶν ὁμιλίας, καὶ κλαγγά-
ζειν δοκοῦσιν καὶ μηδὲν διαρθροῦν, ἀλλ' ἑνὶ ψόφῳ
χρῆσθαι μακροτέρῳ ἢ βραχυτέρῳ, τὸ παρηλλαγμένον
δὲ αὐτοῦ εἰς σημασίαν οὐδαμῶς προσπίπτει, ἐκείνοις
δὲ εὐσύνετος ἡ φθέγξις καὶ πολὺ τὸ διάφορον ἔχουσα,
καθάπερ ἡμῖν ἡ συνήθης· οὕτως καὶ ἐπὶ τῶν ζῴων
ἡ ξύνεσις μὲν ἐκείνοις κατὰ γένος ἰδίως προσπίπτει,

Πορφύριος. Εἰς τὰ ἁρμονικὰ Πτολεμαίου ὑπόμνημα P. 87, li.6

κατὰ τὸ σύστημα, ὁ δὲ φθόγγος ἕν τι μέρος ἐλάχιστον ὢν τοῦ μέλους


ἐξ ἀνάγκης καὶ τὴν ἐφ' ἑαυτὸν γινομένην πτῶσιν μίαν ἔχει. καὶ μὴν
καὶ διὰ τὰς εἰρημένας τῶν ἀνισοτόνων συνεχῶν ψόφων παρατηρήσεις
πρόσκειται τὸ «ἐπὶ μίαν τάσιν» διὰ τὸ ἔχειν καὶ ἀρχὴν καὶ μέσα καὶ
τέλος τὸν φθόγγον· ἔστι γὰρ διαστατός· δι' ὅλου δεῖν ὅμοιον εἶναι.  
 Ὅπερ οὖν παρὰ τοῖς Ἀριστοξενείοις ἀπεδόθη τὸ «εἶναι τὸν φθόγγον
φωνῆς ἐμμελοῦς πτῶσιν κατὰ μίαν τάσιν ἐκφερομένην», τοῦτο μετείλη-
πται εἰς τὸ «εἶναι τὸν φθόγγον ψόφον ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν ἐπέχοντα
τόνον»,
ἀντὶ μὲν «τῆς φωνῆς» τοῦ ψόφου παρειλημμένου ἀκριβέστερον διὰ τοὺς
τὴν φωνὴν ἐπὶ τῆς ὑπὸ ζῴων προϊεμένης καθ' ὁρμὴν διὰ τὰς ἀρτηρίας
ἐνάρθρου ἠχῆς ὑπακούοντας, ἐπὶ δὲ τῶν ἀψύχων ὀργάνων μηκέτι προϊε-
μένους τοὔνομα, ἀντὶ δὲ τοῦ «ἐν μιᾷ τάσει» τοῦ «ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν
ἐπέχειν τόνον» εἰρημένου. ὁ γὰρ τόνος ἀντὶ τῆς τάσεως πολλάκις εἴρη-
ται παρελήφθη. δόξει δὲ μὴ εἶναι ἀκριβὴς ὁ ὑπὸ τοῦ Πτολεμαίου ἀποδο-
θεὶς ὅρος τῷ προσπεριλαμβάνειν καὶ τῆς συνεχοῦς φωνῆς καὶ τῶν ἁπλῶν

καὶ μὴ μελῳδουμένων ψόφων τὰ μέρη. ἐγχωρεῖ γὰρ καὶ ἐπὶ τῆς ὀξείας
ἢ βαρείας συλλαβῆς τάττειν τὸ «εἶναι ψόφον τὸν ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν ἐπέ-
404

χοντα τόνον.» οὐκέτι καὶ τῶν ἄλλων ὅρων εἰς τὸ αὐτὸ ἔγκλημα ὑπαγο-
μένων τῷ «φωνῆς ἐμμελοῦς» ἀποδεδόσθαι «πτῶσιν ἐπὶ μίαν τάσιν» τὸν
φθόγγον. τό τε γὰρ «ἐμμελοῦς» προσκείμενον καὶ «τὴν πτῶσιν» δια-
στέλλει ἱκανῶς ἀπὸ τῶν μερῶν τῆς συνεχοῦς φωνῆς τὸν φθόγγον. εἰ μὴ

Αθανάσιος θεολόγος. Expositiones in Psalmos Vol. 27, p. 557, li.3

αὐτῶν; τουτέστιν· Ἆρα οὐκ εἰσὶ καὶ τῶν ἀφώνων,


ἢ πραγμάτων, ἢ ἔργων, φωναὶ χωρὶς λόγου καὶ
γλώττης; Ναὶ, φαίη ἄν τις. Ὥσπερ γὰρ τοῦ ὑφάν-
του τὴν τέχνην ἡ πολυποίκιλος ἐσθὴς ἀναβοᾷ, καὶ
τὸν ναυπηγὸν ἡ ἀδιαβλήτως ἔχουσα ναῦς ἀνακηρύτ-
τει, καὶ τὸν σιδηρέα τὸ ἔργον αὐτοῦ· οὕτω καὶ ἡ κτί-
σις, ἧς ἀρτίως διεμνημονεύσαμεν, ἄφωνος μὲν, ἤγουν
ἄλογος· λαλιὰ δὲ ὥσπερ αὐτῆς τὸ θαῦμά ἐστι, καὶ  
οἷον φωνὴ τὸ κάλλος καὶ εὐταξία. Τὸ γὰρ διήγημα τὸ
οὐράνιον καὶ τὸ ῥῆμα τὸ παρὰ τῆς ἡμέρας βοώμε-
νον φωνὴ μὲν ἔναρθρος οὐκ ἔστιν, οὔτε λαλιὰ διὰ
στόματος· διδασκαλία δὲ θείας δυνάμεως γίνεται τοῖς
ἐπαΐειν ἐπισταμένοις σιωπώσης φωνῆς. Πλὴν ἄφωνον
τὴν κτίσιν εἰπὼν ὁ Δαυῒδ, ἀπέφηνεν, ὅτι μήτε ἔμ-
πνους, μήτε λογικὴ, κατὰ τὸ δοκοῦν τοῖς Ἑλλήνων
σοφοῖς. Ζῶον γὰρ εἶναί φασιν ἓν τὸν σύμπαντα τοῦ-
τον κόσμον· ζῶα δὲ ὁμοίως καὶ τὰ μέρη, ἐξ ὧν συμ-
πληροῦται.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 57, Sec. 1, li.7

Περὶ φωνῆς καὶ εἰ ἀσώματος ἡ φωνὴ καὶ πόθεν


αἰσθητικὴ ἡ ψυχὴ καὶ τί αὐτῆς τὸ ἡγεμονικόν.

Aetii (IV 19, 11 p. 407, 13 Diels.).


 Πλάτων τὴν φωνὴν ὁρίζεται πνεῦμα διὰ στόματος
ἀπὸ διανοίας καὶ πληγὴν ὑπ' ἀέρος δι' ὤτων καὶ ἐγ-
κεφάλου καὶ αἵματος μέχρι ψυχῆς διαδιδομένην.
 Λέγεται δὲ καὶ καταχρηστικῶς ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων
405

φωνὴ καὶ τῶν ἀψύχων, ὡς χρεμετισμοὶ καὶ ψόφοι. Κυ-


ρίως δὲ φωνὴ ἔναρθρός ἐστιν, ἔστι γὰρ φωτίζουσα τὸ
νοούμενον.

Περὶ φαντασίας καὶ κριτηρίου.

Didymi (epit. phys. fr. 16 p. 456 Diels.).


 Ἀριστοτέλους. Φαντασίαν δ' εἶναι πάθος τι καὶ
κίνησιν τῆς κατ' ἐνέργειαν αἰσθήσεως. Ὠνομάσθαι δ' ἀπὸ
μιᾶς τῶν αἰσθήσεων τῆς ὁράσεως· τὸ γὰρ φαίνεσθαι
παρὰ τὸ φάος ἔχειν τὴν ἐπίρρησιν. τοῦτο δ' οἰκεῖον
εἶναι τῆς ὄψεως, διατείνειν δὲ εἰς πάσας τὰς αἰσθήσεις
καὶ τὰς διανοητικὰς κινήσεις· καὶ γὰρ ταύτας ὁμωνύμως
λέγεσθαι φαντασίας. Κριτήρια δ' εἶναι
Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 3, Sec. 2, li.15

τὰ παρόντα, ὅτι οὐκ ἀπέμεινεν ὁ λόγος ἐν ψιλῷ τῷ προς-


τάγματι, ἀλλὰ καὶ τὴν αἰτίαν καθ' ἣν ἐπιζητεῖται τοῦ
στερεώματος ἡ κατασκευὴ προσδιώρισεν. Ἵνα διαχωρίζῃ,
φησὶν, ἀνὰ μέσον ὕδατος καὶ ὕδατος. Πρῶτον μὲν οὖν
ἀναλαβόντες ζητῶμεν, πῶς ὁ Θεὸς διαλέγεται. Ἆρα τὸν
ἡμέτερον τρόπον, πρότερον μὲν ὁ ἀπὸ τῶν πραγμάτων
τύπος ἐγγίνεται τῇ νοήσει, ἔπειτα μετὰ τὸ φαντασθῆναι,
ἀπὸ τῶν ὑποκειμένων τὰς οἰκείας καὶ προσφυεῖς ἑκάστου
σημασίας ἐκλεγόμενος ἐξαγγέλλει; εἶτα τῇ ὑπηρεσίᾳ τῶν
φωνητικῶν ὀργάνων παραδοὺς τὰ νοηθέντα, οὕτω διὰ τῆς
τοῦ ἀέρος τυπώσεως, κατὰ τὴν ἔναρθρον τῆς φωνῆς κίνησιν,
ἐν τῷ κρυπτῷ νόημα σαφηνίζει; Καὶ πῶς οὐ μυθῶδες
τῆς τοιαύτης περιόδου λέγειν τὸν Θεὸν χρῄζειν πρὸς τὴν
τῶν νοηθέντων δήλωσιν; Ἢ εὐσεβέστερον λέγειν, ὅτι
τὸ θεῖον βούλημα καὶ ἡ πρώτη ὁρμὴ τοῦ νοεροῦ κινήματος,
τοῦτο Λόγος ἐστὶ τοῦ Θεοῦ; Σχηματίζει δὲ αὐτὸν διεξο-  
δικῶς ἡ Γραφὴ, ἵνα δείξῃ ὅτι οὐχὶ γενέσθαι μόνον ἐβουλήθη
τὴν κτίσιν, ἀλλὰ καὶ διά τινος συνεργοῦ παραχθῆναι ταύτην
εἰς γέννησιν. Ἐδύνατο γὰρ, ὡς ἐξ ἀρχῆς εἶπε, περὶ πάντων
ἐπεξελθεῖν, Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 6, Sec. 9, li.61

κυανῆς κομιζομένη θαλάσσης; Εἰ μὴ πάσης περιστερᾶς


μικροτέραν σοι παρέσχετο τὴν φαντασίαν; Διότι, καθάπερ
406

ἔφην, ἐνδαπανηθεῖσα τῷ ἀέρι ἡ ὄψις, ἐξίτηλος γινομένη, πρὸς


τὴν ἀκριβῆ κατάληψιν τῶν ὁρωμένων οὐκ ἐξαρκεῖ. Ἤδη
δέ που καὶ τῶν ὀρῶν τὰ μέγιστα βαθείαις φάραγξιν
ἐκτετμημένα, περιφερῆ καὶ λεῖα ἡ ὄψις εἶναί φησι, ταῖς
ἐξοχαῖς προσβάλλουσα μόναις, ταῖς δὲ μεταξὺ κοιλότησιν
ἐμβῆναι δι' ἀτονίαν μὴ δυναμένη. Οὕτως οὐδὲ τὰ σχήματα
τῶν σωμάτων ὁποῖά ἐστι διασώζει, ἀλλὰ περιφερεῖς οἴεται
εἶναι τοὺς τετραγώνους τῶν πύργων. Ὥστε πανταχόθεν  
δῆλον, ὅτι ἐν ταῖς μεγίσταις ἀποστάσεσιν οὐκ ἔναρθρον
ἀλλὰ συγκεχυμένην τῶν σωμάτων λαμβάνει τὴν εἰκασίαν.
Μέγας οὖν ὁ φωστὴρ, κατὰ τὴν τῆς Γραφῆς μαρτυρίαν,
καὶ ἀπειροπλασίων τοῦ φαινομένου.
 Κἀκεῖνο δέ σοι ἐναργὲς ἔστω τοῦ μεγέθους σημεῖον.
Ἀπείρων ὄντων τῷ πλήθει τῶν κατ' οὐρανὸν ἀστέρων, τὸ
παρ' αὐτῶν συνερανιζόμενον φῶς οὐκ ἐξαρκεῖ τῆς νυκτὸς τὴν
κατήφειαν διαλῦσαι. Μόνος δὲ οὗτος ὑπερφανεὶς τοῦ
ὁρίζοντος, μᾶλλον δὲ ἔτι καὶ προσδοκώμενος, πρὶν καὶ
ὑπερσχεῖν ὅλως τῆς γῆς, ἠφάνισε μὲν τὸ σκότος, ὑπερηύγασε
δὲ τοὺς ἀστέρας, καὶ πεπηγότα τέως καὶ συμπεπιλημένον

Βασίλειος θεολόγος. Asceticon magnum sive Quaestiones (regulae


brevius tractatae) Vol. 31, p. 1153, li.25

ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ.

 Τοῦ Κυρίου εἰπόντος· Τὸν ἐρχόμενον πρὸς μὲ οὐ


μὴ ἐκβαλῶ ἔξω· καὶ πάλιν· Οὐ χρείαν ἔχουσιν
οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ' οἱ κακῶς ἔχοντες· καὶ
ἀλλαχοῦ· Τίς ἐξ ὑμῶν, ἔχων ἑκατὸν πρόβατα, ἐὰν
πλανηθῇ ἓν ἐξ αὐτῶν, οὐχὶ ἀφίησι τὰ ἐνενήκοντα
ἐννέα, καὶ πορευθεὶς ζητεῖ τὸ πλανώμενον, ἕως
ὅτου εὕρῃ; παντὶ τρόπῳ χρὴ τὸν ἀσθενοῦντα θερα-
πεύειν, καὶ σπουδάζειν τὸ ἐξηρθρωμένον, ἵνα
οὕτως εἴπω, μέλος ἐναρθροῦν. Ἐὰν δὲ ἐπιμένῃ τῇ
κακίᾳ οἱᾳδηποτοῦν, ἀφιέναι ὡς ἀλλότριον. Γέγραπται
γάρ, ὅτι Πᾶσα φυτεία, ἣν οὐκ ἐφύτευσεν ὁ Πατήρ
μου ὁ οὐράνιος, ἐκριζωθήσεται. Ἄφετε αὐτούς·
τυφλοί εἰσιν.
407

Βασίλειος θεολόγος. Sermones de moribus a Symeone Metaphrasta


collecti
Vol. 32, p. 1141, li.40

οἷς δὲ ἂν ἄλλον καταφρονούμενον ἴδῃ, τὴν πρὸς


τὸν ἡμαρτηκότα μακροθυμίαν ἐπιδείκνυσθαι· ἀλλὰ
καὶ μᾶλλον δυσχεραίνειν ἐπὶ τῷ κακῷ τότε. Οὕτω
γὰρ καὶ τῆς φιλαυτίας τὴν ὑποψίαν ἐκφεύξεται, καὶ
ἀπόδειξιν δώσει τοῦ μὴ τὸν ἡμαρτηκότα μισεῖν, ἀλλὰ
τὴν ἁμαρτίαν ἀποστρέφεσθαι· τὸ μὲν γὰρ μὴ δι'
ἑαυτὸν μεριμνᾷν καὶ ἐργάζεσθαι, φιλοχρίστου
καὶ φιλαδέλφου διαθέσεως ἐγκώμιον. Παντὶ τοίνυν
τρόπῳ χρὴ τὸν ἀσθενοῦντα θεραπεύειν, καὶ σπου-
δάζειν τὸ ἐξηρθρωμένον, ἵν' οὕτως εἴπω, μέλος
ἐναρθροῦν· ἐὰν δὲ τῇ οἱᾳδηποτοῦν κακίᾳ ἐπιμένῃ,
ἀφιέναι ὡς ἀλλότριον· γέγραπται γάρ· Πᾶσα φυ-
τεία, ἣν οὐκ ἐφύτευσεν ὁ Πατήρ μου ὁ οὐράνιος,
ἐκριζωθήσεται. Ἐὰν γὰρ δυσαποσπάστως ἔχωσι
τῶν ἰδίων ἐθῶν, καὶ ταῖς ἡδοναῖς τῆς σαρκὸς δου-
λεύειν ἐθέλωσι μᾶλλον ἢ τῷ Κυρίῳ, καὶ τὴν κατὰ
τὸ Εὐαγγέλιον ζωὴν μὴ καταδέχωνται, οὐδεὶς ἡμῖν
κοινὸς πρὸς αὐτοὺς λόγος. Ἡμεῖς γὰρ ἐν λαῷ ἀπει-
θεῖ καὶ ἀντιλέγοντι δεδιδάγμεθα ἀκούειν, ὅτι Σώ-
ζων σῶζε τὴν σεαυτοῦ ψυχὴν, καὶ ἀλλοτρίαις

Ωριγένης. , Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a Basilio et


Gregorio Nazianzeno facta (cap. 1-27) Ch. 25, Sec. 1, li.22

εὐχερῶς ἔστιν ἀπαντῆσαι, ἐρωτῶντας περὶ τῆς ἑξῆς λέξεως·


γέγραπται γάρ· Ἀπηλλοτριώθησαν οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ
μήτρας, ἐπλανήθησαν ἀπὸ γαστρὸς, ἐλάλησαν ψευδῆ·
θυμὸς αὐτοῖς κατὰ τὴν ὁμοίωσιν τοῦ ὄφεως. καὶ πευσόμεθά
γε τῶν ὡς σαφεῖ τῇ λέξει ἐπιβαινόντων, εἰ οἱ ἀπαλλοτριω-
θέντες ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ μήτρας ἅμα τῷ ἐξελθεῖν ἀπὸ γαστρὸς
τῆς μητρὸς αὐτῶν ἐπλανήθησαν καὶ τῆς σωζούσης ὁδοῦ
ἐσφάλησαν, αὐτοὶ εἰς τοῦτο ἐνεργήσαντες. πῶς δὲ οἱ
ἀπαλλοτριωθέντες ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ μήτρας ἀπὸ γαστρὸς
ἐπλανήθησάν τε καὶ ἐλάλησαν ψευδῆ; οὐ γὰρ δὴ δείξουσιν
ὅτι ἅμα τῷ γεννηθῆναι ἔναρθρον φωνὴν προήκαντο, ψευδῆ  
τινὰ προφερόμενοι. ἀλλ' εἰ προσέχομεν τοῖς προτεταγ-
μένοις τοῦ προορισμοῦ ἐν τῇ ἐξεταζομένῃ ἐπιστολῇ λεγο-
408

μένοις, δυνησόμεθα, τὰ περισπῶντα τοὺς ἁπλουστέρους


πρὸς παραδοχὴν τοῦ ἀδικίαν κατηγοροῦντος κατὰ τοῦ θείου
δόγματος καθελόντες, ἀπολογήσασθαι περὶ τοῦ ἐκ κοιλίας
μητρὸς ἀφορίζοντος καὶ εἰς εὐαγγέλιον θεοῦ ἀφορίζοντος
τὸν δοῦλον Ἰησοῦ Χριστοῦ κλητὸν ἀπόστολον Παῦλον.
οὕτω δὲ ἔχει τὰ ῥητά· Οἴδαμεν δὲ ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν
θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθὸν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς
οὖσιν· ὅτι οὓς προέγνω, καὶ προώρισεν συμμόρφους τῆς

Ωριγένης. , Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a Basilio et


Gregorio Nazianzeno facta (cap. 23, 25-27) Ch. 25, Sec. 1, li.22

μὲν οὖν τοῦτο εὐχερῶς ἔστιν ἀπαντῆσαι, ἐρωτῶντας περὶ


τῆς ἑξῆς λέξεως· γέγραπται γάρ· «Ἀπηλλοτριώθησαν
οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ μήτρας, ἐπλανήθησαν ἀπὸ γαστρός,
ἐλάλησαν ψευδῆ· θυμὸς αὐτοῖς κατὰ τὴν ὁμοίωσιν τοῦ
ὄφεως.» Καὶ πευσόμεθά γε τῶν ὡς σαφεῖ τῇ λέξει ἐπι-
βαινόντων, εἰ οἱ ἀπαλλοτριωθέντες ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ μήτρας
ἅμα τῷ ἐξελθεῖν ἀπὸ γαστρὸς τῆς μητρὸς αὐτῶν ἐπλανή-
θησαν καὶ τῆς σῳζούσης ὁδοῦ ἐσφάλησαν, αὐτοὶ εἰς τοῦτο
ἐνεργήσαντες. Πῶς δὲ οἱ ἀπαλλοτριωθέντες ἁμαρτωλοὶ
ἀπὸ μήτρας ἀπὸ γαστρὸς ἐπλανήθησάν τε καὶ ἐλάλησαν
ψευδῆ; Οὐ γὰρ δὴ δείξουσιν ὅτι ἅμα τῷ γεννηθῆναι ἔναρθρον
φωνὴν προήκαντο, ψευδῆ τινὰ προφερόμενοι.
 Ἀλλ' εἰ προσέχομεν τοῖς προτεταγμένοις τοῦ προορισμοῦ
ἐν τῇ ἐξεταζομένῃ ἐπιστολῇ λεγομένοις, δυνησόμεθα, τὰ
περισπῶντα τοὺς ἁπλουστέρους πρὸς παραδοχὴν τοῦ ἀδικίαν
κατηγοροῦντος κατὰ τοῦ θείου δόγματος καθελόντες,
ἀπολογήσασθαι περὶ τοῦ ἐκ κοιλίας μητρὸς ἀφορίζοντος
καὶ εἰς εὐαγγέλιον θεοῦ ἀφορίζοντος τὸν δοῦλον Ἰησοῦ
Χριστοῦ κλητὸν ἀπόστολον Παῦλον. Οὕτω δὲ ἔχει τὰ
ῥητά· «Οἴδαμεν δὲ ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν θεὸν πάντα
συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν,

Ωριγένης. , Commentarii in epistulam ad Romanos (I.1-XII.21) (in


catenis) Sec. 1, li.16

οἴονται διὰ τούτων εἰσάγειν τοὺς ἐκ κατασκευῆς καὶ φύσεως


σωζομένους. τινὲς
δὲ καὶ τὸ ἐφ' ἡμῖν ἐκ τῶν τοιούτων ἀναιροῦσι ῥητῶν, συγχρώμενοι καὶ τῷ
409

8ἀπηλλοτριώθησαν οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ μήτρας ἐν ψαλμοῖς εἰρημένῳ. πρὸς


μὲν οὖν
τοῦτο εὐχερῶς ἔστιν ἀπαντῆσαι, ἐρωτῶντας περὶ τῆς ἑξῆς λέξεως·
γέγραπται γὰρ
8ἀπηλλοτριώθησαν οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ μήτρας, ἐπλανήθησαν ἀπὸ
γαστρός, ἐλάλησαν
ψευδῆ· θυμὸς αὐτοῖς κατὰ τὴν ὁμοίωσιν τοῦ ὄφεως. καὶ πευσόμεθά γε
τῶν ὡς
σαφεῖ τῇ λέξει ἐπιβαινόντων, εἰ οἱ ἀπαλλοτριωθέντες ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ
μήτρας
ἅμα τῷ ἐξελθεῖν ἀπὸ γαστρὸς τῆς μητρὸς αὐτῶν ἐπλανήθησαν καὶ τῆς
σωζούσης
ὁδοῦ ἐσφάλησαν, αὐτοὶ εἰς τοῦτο ἐνεργήσαντες. πῶς δὲ οἱ
ἀπαλλοτριωθέντες
ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ μήτρας ἀπὸ γαστρὸς ἐπλανήθησάν τε καὶ ἐλάλησαν
ψευδῆ;
οὐ γὰρ δὴ δείξουσιν ὅτι ἅμα τῷ γεννηθῆναι ἔναρθρον φωνὴν προήκαντο,

ψευδῆ τινὰ προφερόμενοι. ἀλλ' εἰ προσέχομεν τοῖς προτεταγμένοις τοῦ


προορισμοῦ ἐν τῇ ἐξεταζομένῃ ἐπιστολῇ λεγομένοις, δυνησόμεθα, τὰ
περι-
σπῶντα τοὺς ἁπλουστέρους πρὸς παραδοχὴν τοῦ ἀδικίαν κατηγοροῦντος
κατὰ
τοῦ θείου δόγματος καθελόντες, ἀπολογήσασθαι περὶ τοῦ ἐκ κοιλίας
μητρὸς
ἀφορίζοντος καὶ εἰς εὐαγγέλιον θεοῦ ἀφορίζοντος τὸν δοῦλον Ἰησοῦ
Χριστοῦ
κλητὸν ἀπόστολον Παῦλον. οὕτω δὲ ἔχει τὰ ῥητά· 8οἴδαμεν δὲ ὅτι τοῖς
ἀγαπῶσι
τὸν θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν·
ὅτι οὓς
προέγνω, καὶ προώρισεν συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, εἰς τὸ
εἶναι
αὐτὸν πρωτότοκον ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς· οὓς δὲ προώρισεν, τούτους καὶ
ἐκάλεσεν·
καὶ οὓς ἐκάλεσεν, τούτους καὶ ἐδικαίωσεν· οὓς δὲ ἐδικαίωσεν, τούτους
καὶ ἐδόξασεν.

Ωριγένης. , Scholia in Apocalypsem (scholia 1, 3-39)


Scholion 36, li.13

σου ἐν τῷ τροχῷ. ζητήσῃς γὰρ ἐκεῖ τροχὸν καὶ κύκλον, καὶ τὸν
410

τροχὸν ἰδὼν ὄψει ἐκεῖ βροντήν. ἐξετάζων δὲ καὶ τὰ περὶ τοὺς


υἱοὺς τῆς βροντῆς, Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, οὓς ἐκάλεσεν ὁ
Ἰησοῦς Βοανεργές, ὅ ἐστιν υἱοὶ βροντῆς, εὑρήσεις αὐτοὺς
εἰκότως υἱοὺς βροντῆς κεκλημένους διὰ τὴν μεγαλοφωνίαν τῶν
νοημάτων καὶ δογμάτων αὐτῶν. ἤκουσα γάρ, φησί, βροντῶν ἑπτὰ
καὶ ὅσα ἐλάλησαν αἱ ἑπτὰ βρονταὶ ἔμελλον γράφειν, καὶ
ἐλέχθη μοι· μὴ γράψῃς, ὅσα ἐλάλησαν αἱ ἑπτὰ βρονταί.
ἄρα νοεῖς ἐπὶ τούτων, ὅτι αἱ τοιαῦται βρονταὶ ἐλάλησαν λόγους
δυναμένους γράφεσθαι καὶ μὴ γράφεσθαι, καὶ ὅτι ἤκουσεν ἐνάρ-
θρου φωνῆς διὰ τῆς τοιαύτης φωνῆς ὁ ἱερὸς Ἰωάννης. ἀλλὰ αἱ
ἑπτὰ βρονταὶ αἱ λελαληκυῖαι τῷ Ἰωάννῃ, ἐὰν προσσχῇς τῇ γραφῇ,
εὑρήσεις τίνες εἰσίν. μία βροντὴ σοφία· ἄλλη βροντὴ σύνεσις. τρίτη
βροντὴ βουλή· τετάρτη βροντὴ ἰσχύς· γνῶσις πέμπτη βροντή, εὐ-
σέβεια ἕκτη, ἑβδόμη βροντὴ φόβος. ἐὰν ταῦτα λαλουσῶν ἀκούσω
τῶν βροντῶν, δύναμαι γράφειν, οὐδὲ γὰρ αὐτὸν τὸν κόσμον
χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία ἀπὸ φωνῆς τῶν ἁγίων βρον-
τῶν τῶν λαλουσῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας.
ἀμήν.
 Καὶ ἦλθεν ἡ ὀργή σου καὶ ὁ καιρὸς τῶν νεκρῶν κατὰ τὸν
τῆς συντελείας καιρὸν φανερωθέντων πάντων τῷ βήματι τοῦ

Ωριγένης. , Scholia in Apocalypsem (scholia 28-38) Scholion 36b, li.4

 Ὅτι οἱ μεγάλοι λόγοι σαφηνιζόμενοι βρονταί εἰσι τοῖς δικαίοις καὶ ὁ


προ-
φήτης τάχα μὲν δηλοῖ φάσκων 8φωνὴ τῆς βροντῆς ςου ἐν τῷ τροχῷ·
ζητήσεις
γὰρ ἐκεῖ 8τροχόν, καὶ κυκλούμενον τὸν τροχὸν ἰδὼν ὄψει ἐκεῖ 8βροντήν.
ἐξετάζων
δὲ καὶ τὰ περὶ τοὺς υἱοὺς τῆς βροντῆς Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, οὓς
ἐκάλεσεν ὁ
Ἰησοῦς 8Βοανεργές, ὅ ἐστιν υἱοὶ βροντῆς, εὑρήσεις αὐτοὺς εἰκότως
8υἱοὺς βροντῆς
κεκλημένους διὰ τὴν μεγαλοφωνίαν τῶν νοημάτων καὶ δογμάτων αὐτῶν.
 Ἤκουσα γὰρ (φησί) βροντῶν ἑπτά, καὶ ὅσα ἐλάλησαν αἱ ἑπτὰ βρονταὶ

ἔμελλον γράφειν καὶ ἐλέχθη μοι Μὴ γράψῃς ὅσα ἐλάλησαν αἱ ἑπτὰ


βρονταί.
ἄρα νοεῖς ἐπὶ τούτων ὅτι αἱ τοιαῦται βρονταὶ ἐλάλησαν λόγους
δυναμένους
γράφεσθαι καὶ μὴ γράφεσθαι· καὶ ὅτι ἤκουσεν ἐνάρθρου φωνῆς διὰ τῆς
411

τοιαύ-
της φωνῆς ὁ ἱερὸς Ἰωάννης. ἀλλὰ μήποτε αἱ ἑπτὰ βρονταὶ αἱ ἐλαληκυῖαι
τῷ Ἰωάννῃ, ἐὰν προςσχῇς τῇ γραφῇ, εὑρήσεις τίνες εἰσίν· μία βροντὴ
8σοφία· ἄλλη βροντὴ 8σύνεσις· τρίτη βροντὴ 8βουλή· τετάρτη βροντὴ
8ἰσχύς·
γνῶσις πέμπτη βροντή· εὐσέβεια ἕκτη· ἑβδόμη βροντὴ 8φόβος. ἐὰν ταῦτα

λαλουσῶν ἀκούσω τῶν βροντῶν, οὐ δύναμαι γράφειν, 8οὐδὲ γὰρ 8αὐτὸν


τὸν
κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία ἀπὸ φωνῆς τῶν ἁγίων βροντῶν
τῶν
λαλουσῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. ἀμήν.
 Καὶ ἦλθεν ἡ ὀργή σου καὶ ὁ καιρὸς τῶν νεκρῶν κατὰ τὸν τῆς
συντελείας
καιρόν, φανερωθέντων πάντων 8τῷ βήματι τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῷ λαβεῖν
8ἕκαστον

Aristides Quintilianus Mus., De musica Book 1, Sec. 20, li.5

τόν τ' ἐστὶ καὶ ἀσχημάτιστον, ὕλης ἐπέχον λόγον διὰ τὴν
πρὸς τοὐναντίον ἐπιτηδειότητα, ὁ δὲ ῥυθμὸς πλάττει τε
αὐτὸ καὶ κινεῖ τεταγμένως, ποιοῦντος λόγον ἐπέχων
πρὸς τὸ ποιούμενον.
 Συμπεπληρωμένου δὴ λοιπὸν ἡμῖν τοῦ ῥυθμικοῦ λόγου
δεόντως ἂν καὶ τοῦ μετρικοῦ δι' ὀλίγων ἐφαψαίμεθα.
 Ἀρχὴ μὲν οὖν ἐστι τῆς μετρικῆς ὁ περὶ στοιχείων
λόγος, εἶθ' ὁ περὶ συλλαβῶν, εἶθ' ὁ περὶ ποδῶν, εἶθ' οὕτως  
ὁ περὶ τῶν μέτρων, τελευταῖος δὲ ὁ περὶ ποιήματος, πρὸς
ἔνδειξιν τοῦ σκοποῦ τῆς μετρικῆς παρατιθέμενος.
 Στοιχεῖον μὲν οὖν ἐστι φωνῆς ἐνάρθρου μέρος ἐλά-
χιστον· τῶν δὲ στοιχείων τὰ μὲν τορὸν καὶ ἐξάκουστον
προϊέντα τὸν ἦχον φωνήεντα λέγεται, τὰ δὲ ἀμυδρῶς τῆς
ἀκοῆς καθικνούμενα ἡμίφωνα· τὰ δὲ μικρὸν καὶ ἀμαυρὸν
ἠχοῦντα παντάπασιν ἄφωνα, οἷον ὀλιγόφωνα, προσαγο-
ρεύεται. τῶν μὲν οὖν φωνηέντων τὰ μὲν ἐλαχίστῳ χρόνῳ
προενεχθῆναι δυνάμενα βραχέα λέγεται, τὰ δ' ἐξ ἀνάγκης
μείζονι μακρά· τὰ δ' ἐπαμφοτερίζοντα τῷ χρόνῳ καλεῖται
δίχρονα. τῶν δ' ἡμιφώνων τὰ μὲν δύο συμφώνοις ἐν τοῖς
μέτροις ἰσοδυναμοῦντα λέγεται διπλᾶ· τὰ δὲ ἔλαττον ἑνὸς
συμφώνου δυνάμενα κατὰ συμπλοκὴν ὑγρὰ καλεῖται, τὸ
412

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88) Vol 59, pg 372, ln


16

Υἱοῦ· ἀλλ', ὅμως τοῦτο σιγᾷ. Ἦλθεν οὖν φωνὴ ἐκ


τῶν οὐρανῶν· Καὶ ἐδόξασα, καὶ πάλιν δοξάσω.
Ποῦ ἐδόξασεν; Ἐν τοῖς πρὸ τούτων γενομένοις. Καὶ
πάλιν δοξάσω μετὰ τὸν σταυρόν. Τί οὖν ὁ Χριστός;
Οὐ δι' ἐμὲ ἡ φωνὴ αὕτη γέγονεν, ἀλλὰ δι' ὑμᾶς.
Ἐκεῖνοι δὲ βροντὴν ἐνόμισαν εἶναι, ἢ ἄγγελον αὐτῷ
λελαληκέναι. Καὶ πόθεν τοῦτο ἐνόμισαν; μὴ γὰρ οὐχὶ
τρανὴ καὶ εὔσημος ἦν ἡ φωνή; Ἀλλὰ ταχέως αὐτῶν
ἀπέπτη, ἅτε παχυτέρων ὄντων καὶ σαρκικῶν καὶ
ῥᾳθύμων. Καὶ οἱ μὲν τὸν ἦχον κατεῖχον· οἱ δὲ, ὅτι
μὲν ἔναρθρος ἦν ἡ φωνὴ, ᾔδεσαν· τί δὲ ἐσήμαινεν,
οὐκ ἔτι. Τί οὖν ὁ Χριστός; Οὐ δι' ἐμὲ ἡ φωνὴ αὕτη
γέγονεν, ἀλλὰ δι' ὑμᾶς. Διὰ τί τοῦτο εἶπεν; Πρὸς
ἐκεῖνο ἐνιστάμενος ὃ ἔλεγον ἀεὶ, ὅτι οὐκ ἔστιν ἐκ
τοῦ Θεοῦ. Ὁ γὰρ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ δοξαζόμενος, πῶς
οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ Θεοῦ, οὗ τὸ ὄνομα δι' αὐτὸν δοξά-
ζεται; Διὰ γὰρ τοῦτο καὶ ἡ φωνὴ ἠνέχθη. Διὸ καὶ
αὐτός φησιν, Οὐ δι' ἐμὲ ἡ φωνὴ αὕτη γέγονεν,
ἀλλὰ δι' ὑμᾶς· οὐχ ἵνα ἐγὼ μάθω τι ἀγνοῶν παρ'
αὐτῆς (πάντα γὰρ οἶδα τὰ τοῦ Πατρὸς), ἀλλὰ δι'
ὑμᾶς. Ἐπειδὴ γὰρ ἔλεγον, ὅτι ἄγγελος ἐλάλησεν

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-55)


Vol 60, pg 274, ln 27

πού τις παῖς, καί ποτε συνέβη αὐτὸν εἶναι ἐν ἀγρῷ


μετὰ τῆς μητρὸς, οὔπω πεντεκαιδεκαέτη γεγονότα. Τότε
δὴ χαλεποῦ τινος ἀέρος συμβάντος, πυρετὸς ἐπέπεσεν
ἀμφοτέροις· καὶ γὰρ τὸ μετόπωρον ἦν. Τότε δὴ ἡ μὲν
μήτηρ ἔφθασεν εἰσελθεῖν ἐπὶ τῆς πόλεως· ὁ δὲ παῖς,
τῶν ἰατρῶν ἐκεῖ κελευόντων μένειν, καὶ τοῦ πυρετοῦ
καίοντος, ἀνακογχυλίζειν ἤρξατο δῆθεν φιλοσοφῶν,
μᾶλλον τὸ πῦρ σβεννύναι οἰόμενος, εἰ μηδ' ὁτιοῦν λάβοι.
Ἅτε δὴ οὖν παῖς, ὑπὸ φιλονεικίας ἀκαίρου οὐ προσήκατο.
Ὡς δὲ ἐπέβη τῆς πόλεως, παρέθη τὰ τῆς γλώττης, καὶ
413

ἄλαλος ἦν ἐπὶ πολὺ, οὐδὲν ἔναρθρον φθεγγόμενος· ἀλλὰ


ἀνεγίνωσκε μὲν, καὶ εἰς διδασκάλους ἐφοίτα ἐπὶ πολὺν
χρόνον, ἁπλῶς δὲ καὶ ἄσημα. Πάντα οὖν αὐτῷ τὰ τῆς
ἐλπίδος ἐκκέκοπτο, καὶ ὀδύνης ἦν ἡ μήτηρ μεστή· καὶ
πολλὰ μὲν ἐπενόησαν ἰατροὶ, πολλὰ δὲ ἄλλα πολλοὶ,
ἴσχυε δὲ οὐδεὶς, ἕως ὅτε ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς ἰάσατο τὸν
τῆς γλώττης δεσμὸν, καὶ τότε ἀνήνεγκε, καὶ εἰς τὴν
προτέραν ἐπανήγαγεν εὐγλωττίαν αὐτὸν καὶ τρανότητα.
Διηγήσατο δὲ αὐτοῦ ἡ μήτηρ, καὶ ὅτι δὴ καὶ παιδίον ὃν
σφόδρα μικρὸν, περὶ τὴν ῥῖνα πάθος ἔσχεν, ὃ καλοῦσι
πολύπουν· καὶ πάλιν ἰατροὶ ἀπεγνώκεισαν,

Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Colossenses (homiliae 1-12)


Vol 62, pg 389, ln 56

εἰς τούτους τοὺς γάμους· τοῦ δὲ Χριστοῦ παρόντος,


καὶ ὁ τῶν ἀγγέλων πάρεστι χορός. Ἂν θέλῃς, καὶ
νῦν θαύματα ἐργάσεται, καθάπερ καὶ τότε· ποιήσει
καὶ νῦν τὸ ὕδωρ οἶνον· καὶ πολλῷ θαυμασιώτερον,
τὴν διάχυσιν ἐπιστρέψει τὴν διαῤῥέουσαν καὶ ψυχρὰν
ἐπιθυμίαν, καὶ ἐπὶ τὴν πνευματικὴν μεταστήσει.
Τοῦτό ἐστιν ἐξ ὕδατος οἶνον ποιῆσαι. Ἔνθα αὐληταὶ,
οὐδαμοῦ ὁ Χριστός· ἀλλὰ κἂν εἰσέλθῃ, τὸ πρῶτον
ἐκβάλλει τούτους, καὶ τότε θαυματουργεῖ. Τί τῆς
σατανικῆς πομπῆς ἀηδέστερον, ἔνθα ἄναρθρα πάντα,
ἔνθα πάντα ἄσημα; ἂν δέ τι καὶ ἔναρθρον,
πάλιν πάντα αἰσχρὰ, πάντα ἀηδῆ.
 ζʹ. Οὐδὲν τῆς ἀρετῆς ἥδιον, οὐδὲν κοσμιότητος γλυ-
κύτερον, οὐδὲν σεμνότητος ποθεινότερον. Ποιείτω τις
γάμους, οἵους ἐγὼ λέγω, καὶ ὄψεται τὴν ἡδονήν·   
ποίους δὲ γάμους, προσέχετε. Πρῶτον μὲν ἄνδρα ζή-
τει τῇ παρθένῳ ὄντως ἄνδρα καὶ προστάτην, ὡς σώ-
ματι μέλλων ἐπιθήσειν κεφαλὴν, ὡς οὐκ ἀνδράποδον,
ἀλλὰ θυγατέρα αὐτῷ μέλλων παραδώσειν· μὴ χρή-
ματα ζήτει, μὴ γένους λαμπρότητα, μὴ πατρίδος
μέγεθος, πάντα ταῦτα περιττὰ,

Ιωάννης Χρυσόστομος. In natalem Christi diem [Dub.]


Vol 56, pg 392, ln 32
414

μενούσης τῆς φύσεως. Τί δὲ εἴπω, ἢ τί λαλήσω;


Τέκτονα καὶ φάτνην ὁρῶ, καὶ βρέφος, καὶ σπάργανα,
λοχὸν παρθένου τῶν χρειῶν ἔρημον, ὅλα πτωχείας
ἐχόμενα, ὅλα πενίας γέμοντα. Εἶδες πλοῦτον ἐν πενίᾳ
πολλῇ; πῶς πλούσιος ὢν δι' ἡμᾶς ἐπτώχευσε; πῶς
οὔτε κλίνην, οὔτε στρωμνὴν εἶχεν, ἀλλ' ἐπὶ ξηρᾶς
ἔῤῥιπτο φάτνης; Ὦ πενία πλούτου πηγή! ὦ πλοῦτε
ἄμετρε, πενίας πρόσχημα φέρων! Ἐν φάτνῃ κεῖται,
καὶ τὴν οἰκουμένην σαλεύει· ἐν σπαργάνοις ἐμπλέ-
κεται, καὶ τὰ τῆς ἁμαρτίας διαῤῥήσσει δεσμά· οὔπω
ἔναρθρον ἔῤῥηξε φωνὴν, καὶ τοὺς μάγους ἐδίδαξε, καὶ
ἐκίνησε πρὸς ἐπιστροφήν. Τί εἴπω, ἢ τί λαλήσω;
Ἰδοὺ βρέφος σπαργάνοις ἐμπλέκεται, καὶ ἐν φάτνῃ
κεῖται· πάρεστι δὲ καὶ Μαρία παρθένος οὖσα καὶ
μήτηρ· παρῆν δὲ καὶ Ἰωσὴφ ὀνομαζόμενος πατήρ.
Οὗτος ἀνὴρ λέγεται, ἐκείνη γυνὴ προσαγορεύεται·
ὀνόματα ἔννομα συζυγίας ἔρημα. Μέχρι ῥημάτων
νόησαί μοι, ἀλλ' οὐ μέχρι πραγμάτων. Μόνον οὗτος
ἐμνηστεύσατο, καὶ Πνεῦμα ἅγιον αὐτῇ ἐπεσκίασεν.
Ὅθεν ἀπορῶν ὁ Ἰωσὴφ οὐκ ᾔδει τί καλέσει τὸ βρέφος.
Ἐκ μοιχείας αὐτὸς εἰπεῖν οὐκ ἐτόλμα, κατὰ τῆς

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Ecclesiasten (7-8.8) Codex p. 237, li.8

τει τῷ ὁρισμῷ αὐτοῦ γνώσεως· “ῥῆμα γάρ ἐστιν τὸ προσσημαῖ|νον


χρόνον”,
καὶ ῥῆμά ἐστιν, ἐν ᾧ ἔστιν ἀληθεῦσαι ἢ ψεύσασθαι. ἐπεὶ οὖν | καὶ
νοήματά
εἰσιν τοιαῦτα, ῥήματα αὐτὰ ἐροῦμεν.
 τοῦτο οὖν ὁ θεῖος | ἀπόστολος ἐπιστάμενος λέγει “ἀκηκοέναι ἄρρητα
ῥήματα.” καὶ δοκεῖ ἀντίφα|σις εἶναι, εἰ μὴ κατὰ ἄλλο καὶ ἄλλο σημαινό-
μενον λάβωμεν τὸ ῥητὸν καὶ | ἄρρητον. ἄρρητά ἐστιν, παρ' ὅσον ἐν νῷ
μόνῳ ὁμι-
λοῦνται καὶ θεὸς ἐνίησιν αὐτὰ | τῇ διανοίᾳ. καὶ ἔχουσιν τὸ ἀληθὲς καὶ τὸ  

ψεύδεσθαι, ὥστε καὶ κατὰ τοῦτό εἰσι̣ν | καὶ ῥήματα. ἄρρητά εἰσιν οὐ
λεγό-
μενα διὰ συλλαβῶν, οὐχ οἷά τε ὄντα γραφῆναι | καὶ χαραχθῆναι. τῷ δὲ μὴ

προφέρεσθαι διὰ συλλαβῶν ἄρρητά ἐστιν. εἰ δὲ ἕκαστον, | ὧν λέγω,


ῥητόν
ἐστιν – προφέρομαι γὰρ αὐτὸ διὰ ἐνάρθρου φωνῆς – , τὸ μέντοι | νόημα,
415

ὃ οὐχ ὑποβάλλει ἡ φωνή, ἄρρητον ῥῆμά ἐστιν. ἔχει γὰρ ἢ τὸ ἀληθὲς ἢ τὸ


ψεῦδος. | ἄρρητά εἰσιν παρὰ τὸ μὴ ἔχειν δ[ι]ὰ συλλαβῶν καὶ λέξεων
ἐνάρθρων
προφέρεσ̣[θ]αι, | τῷ δὲ ἔχειν τὸ ἀληθὲς ἢ ψεῦδ[ο]ς ῥήματά εἰσιν. |
καὶ καιρὸν κρίσεως γιγνώσκει{ν} καρδία σοφοῦ· ὅτι παντὶ
πράγματι ἔστιν καιρὸς καὶ | κρίσις, ὅτι γνῶσις τοῦ σο-
φοῦ πολλὴ ἐπ' αὐτόν.
 

Hippolytus Scr. Eccl., Refutatio omnium haeresium (= Philosophumena)


Book 1, ch. 24, Sec. 2, li.4

μηδενὸς ἀποφαίνεσθαι, ἀλλ' ἁπλῶς ἐπιχειρήσαντας ἐᾶν· οἱ δὲ τὸ οὐ


μᾶλλον προσέθεσαν, λέγοντες οὐ μᾶλλον τὸ πῦρ πῦρ εἶναι ἢ ἄλλο τι·
οὐ μέντοι ἀπεφήναντο αὐτὸ τὸ τί ἐστιν, ἀλλὰ τὸ τοιόνδε.  
Ἔστι δὲ καὶ παρὰ Ἰνδοῖς αἵρεσις φιλοσοφουμένων ἐν τοῖς Βραχμά-
ναις. οἳ βίον μὲν αὐτάρκη προβάλλονται, ἐμψύχων δὲ καὶ τῶν διὰ πυρὸς
βρωμάτων πάντων ἀπέχονται, ἀκροδρύοις ἀρκούμενοι – μηδὲ αὐτὰ
ταῦτα τρυγῶντες, ἀλλὰ τὰ πίπτοντα εἰς τὴν γῆν βαστάζοντες ζῶσιν – ,
ὕδωρ τε ποταμοῦ Ταγαβενὰ πίνοντες. διαβιοῦσι δὲ γυμνοί, τὸ σῶμα
ἔνδυμα τῇ ψυχῇ ὑπὸ τοῦ θεοῦ γεγονέναι λέγοντες.
Οὗτοι τὸν θεὸν φῶς εἶναι λέγουσιν, οὐχ ὁποῖόν τις ὁρᾷ οὐδ' οἷον
ἥλιος ἢ πῦρ, ἀλλ' ἔστιν αὐτοῖς ὁ θεὸς λόγος, οὐχ ὁ ἔναρθρος, ἀλλ' ὁ τῆς
γνώσεως, δι' οὗ τὰ κρυπτὰ τῆς φύσεως μυστήρια ὁρᾶται σοφοῖς. τοῦτο
δὲ τὸ φῶς, ὅ φασι λόγον καὶ θεόν, αὑτοὺς μόνους εἰδέναι Βραχμᾶνες  
λέγουσιν διὰ τὸ ἀπορρῖψαι μόνους τὴν κενοδοξίαν, ὅς ἐστι χιτὼν τῆς
ψυχῆς ἔσχατος. οὗτοι θανάτου καταφρονοῦσιν, ἀεὶ δὲ ἰδίᾳ φωνῇ φῶς
τὸν θεὸν ὀνομάζουσιν, καθὼς προείπομεν, ὕμνους τε ἀναπέμπουσιν.
οὔτε δὲ γυναῖκες παρ' αὐτοῖς οὔτε τεκνοῦσιν.
Οἱ δὲ τοῦ ὁμοίου αὐτοῖς βίου ὀρεχθέντες, ἐκ τῆς ἀντιπέραν χώρας
τοῦ ποταμοῦ διαπεράσαντες ἐκεῖσε ἐναπομένουσιν, ἀναστρέφοντες
μηκέτι.

Ιωάννης Λαυρέντιος Λϋδος. De mensibus Book 2, Sec. 11, li.85

καὶ τὰ ἑπτάμηνα βρέφη τελειογονεῖσθαι πέφυκεν, ὡς


Ἱπποκράτης λέγει· ἡ γὰρ τοῦ ἀριθμοῦ ψυχογονικὴ δύ-
ναμις τὰ ἑπτάμηνα τέλεια ἀποφαίνει, διότι τελείας
περίοδος σφαιρικῆς ἀριθμῷ τελείῳ καὶ κοσμικῷ, τῷ
ψυχοκρατητικῷ καὶ ψυχογονικῷ περιέχεται· καὶ γὰρ
τὴν ψυχὴν ὁ Τίμαιος ἐξ ἑπτὰ ἀριθμῶν συνέστησε.
416

καὶ κινήσεις δὲ αἱ πᾶσαι μόναι εἰσὶν ἑπτά, ἥ τε ἄνω


ἥ τε κάτω, ἡ ἐπιδέξια ἡ εὐώνυμα ἡ πρόσω ἡ κατόπιν ἡ
ἐν κύκλῳ. στοιχείων δὲ τὰ φωνήεντα ἑπτά, ἐπειδὴ
καὶ ἐξ ἑαυτῶν ἔοικε φωνεῖσθαι καὶ τοῖς ἄλλοις συν-  
ταττόμενα φωνὰς ἐνάρθρους ἀποτελεῖν· τῶν γὰρ ἡμι-
φώνων ἀναπληροῖ τὸ ἐνδέον, ὁλοκλήρους δὲ κατα-
σκευάζει τοὺς φθόγγους, τῶν δὲ ἀφώνων τρέπει τε
καὶ μεταβάλλει τὰς φύσεις, ἵνα γένηται τὰ ἄρρητα
ῥητά. καὶ τί μακρηγοροῦμεν, ὅταν οὐδὲ ἡ τῶν ὑδά-
των φύσις ἔξω τῆς δυνάμεως τῆς ἑπτάδος ἀπολέλειπται;
ὁ γοῦν Διονύσιος ἐν ταῖς Κτίσεσί φησι, τὸν Χαλκιδικὸν
Εὔριπον ἑπτάκις καθ' ἡμέραν στρεφόμενον κατὰ μό-
νας τὰς ἑβδομάδας ἵστασθαι. καὶ ἐξ αὐτοῦ δὲ τοῦ
νοητοῦ αἰῶνος ἔστι συνιδεῖν τοὺς ἀρτέμονας· συνά-
γονται μὲν γὰρ πρῶτον ἐξ ὡρῶν, εἶτα ἡμερῶν,

Orion Gramm., Etymologicum Alphabetic letter alpha, p. 6, li.10

Αἰπόλος, ὁ περὶ τὰ ἔπη εἰλούμενος, ἃ ἐστὶν ὄρη, ὃ  


ἐστὶν αἰπόλος· ἢ περὶ τὰς αἶγας ἀναστρεφόμενος, οἷον
αἰπόλος.
Ἄτη, ὥς τινες κατὰ στέρησιν τοῦ α ἀάτη βούλονται
εἶναι· τὴν μὲν εὐῶσαν πληρῶσαι ἀγαθὴν εἶναι· ἆσαι
γὰρ τὸ πληρῶσαι καὶ κορέσαι. ἐστὶ δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ ἄω.
ῥήματος δευτέρας συζυγίας, τὸ ἄσαι δηλοῦντος, τὸ
βλάψαι.
Αἰγιαλός, παρὰ τὸ τὴν ἅλα ἐκεῖ κλᾶσθαι· ἄξαι γὰρ τὸ
κλᾶσαι.
Ἀλαλητός, παρὰ τὸ ἀλάλην, ἣ ἐστὶν ἔναρθρος φω-
νή· κατὰ στέρησιν τοῦ λαλεῖν· ἢ κατ' ἐπίτασιν τοῦ
λαλεῖν· οἷον πολύλαλος, θορυβώδης φωνή.
Ἀλυσκάζειν, τὸ φεύγειν· παρὰ τὴν ἄλην. οἱ γὰρ φεύ-
γοντες ἀλῶνται.
Ἀλύειν, τὸ ἀπορεῖν τὴν ψυχὴν, καὶ ἐν πλάνῃ εἶναι· ἢ
παρὰ τὸ ἀλύτως αὐτὴν ἔχειν καὶ συνδεδεμένως. ὁτὲ δὲ
ἐπὶ τοῦ χαίρειν·
  Ἦ ἀλύεις, ὅτι Ἶρον ἐνίκησας τὸν ἀλύοντα.
παρὰ τὸ ἄγαν λελύσθαι αὐτὴν καὶ διακεχύσθαι· τοῦ α
ἐπίτασιν δηλοῦντος.
417

Orion Gramm., Etymologicum Alphabetic letter alpha, p. 16, li.14

πρὸς τὸ κινεῖσθαι. ἐπεὶ δὲ τῶν ἄλλων ὀστέων τῶν


ἐπὶ τῷ νώτῳ. παρὰ τὸ ἐμπεπάρθαι καὶ μὴ στρέφε-
σθαι.
Αἷμα, παρὰ τὸ ἔσω, ὡς ἅμμα, καὶ δεσμὸς πάντων δυ-
ναστεύων· ὡς Ἐμπεδοκλῆς ὁ φιλόσοφος φησίν· αἷμα
γὰρ ἀνθρώποις περικάρδιον ἐστὶ νόημα.
Ἄνθρωπος, κατὰ Πλάτωνα παρὰ τὸ ἀθρεῖν καὶ νο-
εῖν ἃ δὴ ὄπωπε καὶ εἶδε· τῶν ἀλόγων μὴ λογιζομέ-
νων καὶ προνοουμένων. οὐ γὰρ ἂν ἰχθῦς εἰς κύρτον εἰς-
ῆλθεν, ὁρῶν ἄλλον κρατούμενον. οἱ δὲ παρὰ τὸ ἀνα-
κλῶντα τὴν ὄψιν ἄνω ἀθρεῖν· οἱ δὲ παρὰ τὸ ἔναρθρον
ἔχειν ἔπος, τουτέστι φωνήν.
Ἄναξ, ὁ ἄνω ἀΐσσων κατὰ δύναμιν τοῦ κρατεῖν.
Ἀνήρ, παρὰ τὸ ἄνω, ὃ ἐστὶν ἀνύω. πρακτικὸν γὰρ
ὁ ἀνὴρ, ἢ ἡ γυνή.
Ἀνθερεών, διὰ τὸ θορεῖν δι' αὐτοῦ τὸ πνεῦμα· ἢ οἷον
ἐνθερεών, ὅτι κατὰ τὴν ἔνθεσιν τῆς τροφῆς κινεῖ-
ται καὶ ἐν τῷ καταπίνειν ἀνατρέχει. ὡς δὲ ἄλλοι,
παρὰ τὴν ἄνθησιν τῶν τριχῶν.  

Orion Gramm., Etymologicum (excerpta e cod. Darmstadino 2773)


Alphabetic letter alpha, p. 611, li.46

δήρῳ θεραπεύειν· ἔνθεν καὶ τὸν ἰητρὸν, ἀκέστην Φρύ-


γες καλοῦσιν. ἄφνω παρὰ τὸ ἀφανὲς ἀφανῶς. ἀστρά-
γαλος παρὰ τὸ ἀστραβὴ καὶ ὀρθὴν φυλάσσειν τὴν βάσιν.
αὖος ὁ ξηρός· κατὰ στέρησιν τοῦ ὕεσθαι· ὁ εἰς αὖσιν καὶ
καῦσιν ἐπιτηδεῖ. ἀγλάα παρὰ τὴν αἴγλην τὰ λαμπρά·
ἑφ' οἷς τὶς ἀγάλλεται ἢ λαμπρύνεται. ἄλγος, παρὰ τὸ
ἀλέγω τὸ φροντίζω· οὗ ἄν τις ἀλέγει· ὅ ἐστι φροντίζει.
ἀγορὴ παρὰ τὸ ἀγείρεσθαι· ἢ παρὰ τὸ ἀγορεύειν ἐν
αὐτῆ· αἰδοῖα παρὰ τὴν αἰδώ· καὶ γὰρ γυμνῶσαι ταῦτα
ἢ ὀνομάσαι αἰδούμεθα· ἄνθρωπος παρὰ τὸ ἄνω ἀθρεῖν
ἢ παρὰ τὸ ἔναρθρον (cod. ἔναθρον) ἔχειν τὴν ὄπα·
τουτέστι φωνήν· γραφομένη καὶ νοουμένη. ἀνὴρ, παρὰ  
τὸ ἀνῶ ὅ ἐστιν ἀνύσω· ἀγασάμενοι, παρὰ τὸ ἀγάζω τὸ
θαυμάζω· ἁλκυὼν παρὰ τὸ ἐν ἁλὶ κύειν· ἄγχειν παρὰ
τὸ ἄγω· πλεονασμῶ τοῦ χ· τί γάρ ἐστι τὸ ἄγχειν, ἢ τὸ
ἄγειν καὶ συνάγειν τὸν λάρυγγα. ἀρτηρία. ἤγουν ἀερο-
τηρία τὶς οὖσα παρὰ τὸ ἔχειν τὸ πνεῦμα καὶ τηρεῖν.
ἀντίχειρ ἤτοι ἀντίκειται τῆ ὅλη χειρί· ἀργοὶ γὰρ εἰσὶν
418

οἱ ἄλλοι, χωρὶς αὐτοῦ· ἀλλότριος, πλεονασμῶ τοῦ τ·


ἀλλοόριος· οἷον ἄλλων ὁρίων ὤν· αἰσχρὸς παρὰ τὸ αἶ-
σχος· αἰσχηρός· καὶ ἐν συνκοπῇ (cod. συγκοπὴ) αἰσχρός·

Orion Gramm., Etymologicum (excerpta e cod. Darmstadino 2773)


Alphabetic letter gamma, p. 613, li.25

 γέφυρα, οἱονεὶ γεφ τὶς ἦν. γῆς ἐφ' ὑγρῶν κειμέ-


νης. γνόφος· κενοφὸς ἦν ὁ κενὸς φώους· καὶ κατὰ συγ-
κοπὴν, κνόφος· καὶ τροπῆ τοῦ κ εἰς γ. γαμβρὸς, γάμος
γὰρ ἦν· γαμηρός· καὶ ἐπιθέσει τοῦ β γαμβρὸς, γόνυ,
ὅτϋ καπτόμενον τὸ σκέλος γωνίαν ἀποτελεῖ· γάλα· κάλα
γὰρ ἦν· κατὰ τροπῆ τοῦ κ εἰς γ· καλὸν γὰρ πρὸς ἀπ'
ἀρχὴν τροφῆς· γυνὴ, παρὰ τὸ γῶ τὸ λαμβάνω· δεκτικὴ
γάρ ἐστι τοῦ σπέρματος· γένυς, ὅτι γενᾶ ὀδόντας καὶ
τρίχας· γλῶσσα, οἷον γνῶσσα· διαγνωθικὴ οὖσα τῶν
κρυπτῶν ἰδιωμάτων· ἢ κλῶσσά τίς ἐστι· κλωθομένη γὰρ
τὴν ἔναρθρον φωνὴν ἀποδίδωσι γλίχεσθαι, παρὰ τὸ λίαν
ἔχεσθαι· γῆρας, παρὰ τὸ γέρας τὴν τιμήν· γῆρας γὰρ,
αἰνέσιμον ἄνδρα τίθησι· τινὲς δὲ παρὰ τὸ γῆν νεύειν· ἢ
ὁρᾶν· γνώμη, νοῶ νοήμη καὶ κατὰ συναλοιφὴν νώμη·
καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ γνώμη. γραῦς, παρὰ τὸ ῥέω ῥεύ-
σω· ῥεύς· καὶ τροπῆ τοῦ ε εἰς α ῥαῦς καὶ προσδήκη
σοῦ γ γραῦς.  

Georgius Pisides Poeta, In restitutionem sanctae crucis


Line 29

πῶς ἀντανεῖλες ἁρπαγέντα τὰ ξύλα


τὸν ἁρπάσαντα ταῦτα κοιμήσας ὄφιν;
 ἥρως ἐδείχθης τῷ Θεῷ χρυσοῦν δέρας
ἐκ τοῦ δράκοντος τοῦ σφαγέντος ἁρπάσας·
οὐ φαρμάκοις γὰρ Μηδικοῖς τὸ θηρίον
ἀνεῖλες αὐτός, ἀλλὰ πήξας τῷ ξύλῳ.
 παύσασθε λοιπὸν Ἰσραηλῖται νόθοι
ἐκ τῆς παρ' ὑμῖν πατρικῆς ἀπιστίας.
 ὁ σταυρὸς ἦλθε βασιλικῶς δεδεγμένος
λιταῖς, προσευχαῖς, δακρύοις, ἀγρυπνίαις,
χωλοῖς ἐνάρθροις καὶ λαλοῦσιν ὀργάνοις,
μέγα τρόπαιον τῷ βασιλεῖ συναρμόσας,
419

ἐχθροὺς ποθοῦντας καὶ πλέον φοβουμένους·


τῷ βαρβάρῳ γὰρ οὐ παροικεῖν ἤθελεν
εἰ καὶ κολάζων τὴν ἁμαρτίαν τότε
ἔκδημος εἰς γῆν ἦν δραμὼν ἀλλοτρίαν·
ἀλλ' ἀντανῆλθε καὶ τὰ τέκνα συλλέγει
ἐκ τῆς ἀειδοῦς καὶ νόθου παροικίας
καὶ προσκυνεῖται καὶ πλέον δοξάζεται,
ὡς σωφρονίζων καὶ λυτρούμενος πλέον.  
 ὦ Παῦλε, μύστα τῶν ἀπορρήτων λόγων,

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia Opusculum


31, li.21

 Ἐγὼ δὲ ἰδὼν ἅπαξ τὸ τοιοῦτον δωμάτιον οὔτε ἐθαύμασα οὔτε μετὰ


τῶν ἀναιτίων ἠρίθμησα. οὔτε γὰρ τερατώδης ἐστὶν ἡ τῆς φωνῆς ἀντι-
τυπία οὔτε ὑπογείους τινὰς ἢ πλαγίους ἔσχηκε μηχανάς. ἀλλ' οὐδὲ ὁ
πρώτως τὸ δωμάτιον κατεσκευασμένος πρὸς τὴν τοιαύτην θαυμα-
τολογίαν ἀπέβλεψεν, οὐδὲ σκοπὸν θέμενος τὴν ἀντήχησιν πρὸς τοῦτο
συνεπεράνατο τὰ λοιπά, ἀλλὰ μηδὲν ἐννοήσας τοῦ ἐσομένου εἰργάσατο
μὲν ἐφ' ὁτῳδήποτε, τὸ δ' ἀπετελεύτησε μετὰ τῆς λοιπῆς χρείας καὶ εἰς
τὸ νῦν θαυμαζόμενον.
 Αἰτιολογήσαιτο δ' ἄν τις τὴν τοιαύτην ἠχὼ ἐντεῦθεν ἀρξάμενος. ὁ
παρ' ἡμῖν ἔναρθρος λόγος, ὃς δὴ καὶ ἐξ ἀκοῆς διὰ μαθήσεως παραγί-
νεται, φυσικῷ διαρθροῦται πνεύματι· ὃ δὴ σωμάτιόν ἐστι λεπτότατον
ἐκ τοῦ πνεύμονος διὰ τοῦ κατὰ τὴν τραχεῖαν ἀρτηρίαν αὐλῶνος, οἰ-
κείως εἰπεῖν, διαυλωνιζόμενον. τοῦτο δὴ τὸ διηρθρωμένον πνευμάτιον  
δι' ἀχανοῦς μὲν διιὸν ἀέρος χεῖταί τε καὶ ἐπὶ πολὺ προϊὸν διασκίδνα-
ται καὶ εἰς τὸ μηδὲν διαλύεται· εἰ δ' ἀντιτύποις ἐντύχῃ σώμασι, κλᾶ-
ταί τε περὶ αὐτὰ καὶ οὐκ εὐθὺς ἀπόλλυσι τὴν ἠχήν. οὐ μὴν ἐπί γε
πάσης ἀντιτυπίας σωμάτων ἀντανακλᾷ ἑαυτὴν ἡ φωνή, ἀλλὰ κἂν στε-
γανὸν μὲν τυγχάνῃ ὂν τὸ δωμάτιον, ἐπῆρται δὲ εἰς ὕψος ἡ ὀροφή, ἢ
μὴ συμμέτρως τὸ ὅλον διίσταται, ἀλλὰ τὸ μὲν συμπεπύκνωται, τὸ δὲ
διέστηκε πλέον τοῦ δέοντος, ὑφ' ὧν μὲν συμπιληθήσεται ἡ φωνὴ καὶ

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia Opusculum


31, li.40

μὴ συμμέτρως τὸ ὅλον διίσταται, ἀλλὰ τὸ μὲν συμπεπύκνωται, τὸ δὲ


διέστηκε πλέον τοῦ δέοντος, ὑφ' ὧν μὲν συμπιληθήσεται ἡ φωνὴ καὶ
διαλυθήσεται ἀψοφητί, τοῖς δ' ἄλλως ἔχουσι διαχεθήσεται καὶ ἀφανι-
σθήσεται. εἰ δ' οὕτω τὸ οἰκημάτιον κατεσκεύασται, ὥστε κοιλοτέραν
420

μὲν εἶναι τὴν ὀροφήν, συμμετρίαν δὲ καὶ τὰ πέριξ λαβεῖν διαστήματα,


εἶτά τις ἐφ' ὁποτέρου δὴ μέρους φωνὴν ἠρέμα ἀφήσει, ὁ καταντικρὺ
τούτου ἑστώς, τὴν ἀκοὴν ὑποθείς, ἀντανακλωμένης ταύτης ἀκούσεται.
καὶ οἰήσεται μὲν ἐκ τοῦ βάθους τοῦ ἐφ' ᾧ ἵσταται μέρους τὴν ἠχὼ
προϊέναι, ἡ δὲ οὐκ ἐκεῖθεν ἐξάλλεται, ἀλλ' ὑπὸ τοῦ φωνοῦντος ἀντ-
αναπέμπεται. ὁ γὰρ ἐκτὸς ἀήρ, ὑγρὸς ὢν καὶ εὐτύπωτος, διαγράφεταί
πως ὑπὸ τῆς ἐνάρθρου φωνῆς οἷον ἐνσημαινόμενος, καὶ τὴν διὰ τῶν
ἄρθρων δεξάμενος μόρφωσιν κατὰ συνέχειαν τῇ τοῦ ἀκούοντος εἰσρέει
ἀκοῇ. πόρος γάρ τις ἐκεῖθεν συντέτρηται πρὸς τὴν μήνιγγα, οὐ κατ'
εὐθεῖαν εἰσβάλλων πρὸς αὐτήν, ἀλλὰ φερόμενος σκολιώτερον, ἵνα μὴ
τὸ τῆς ἠχοῦς πνεῦμα, ἐπεισπεσὸν ταύτῃ ἀθρόον, ῥῆξιν ἢ ἄλλο τι
πάθος ἐργάσηται.
 Ἔνθεν τοι, ἵνα μετὰ τοῦ ἔργου καὶ πάρεργόν τι αἰτιολογησώμεθα,
μετὰ τὴν ἀστραπὴν ἀκούομεν τῆς βροντῆς. καίτοι γε πρῶτόν ἐστι τὸ
νέφος ῥηγνύμενον, εἶτα δὴ τὸ πῦρ ἐντεῦθεν ἐξάλλεται, ἀλλ' ὁ μὲν
ὀφθαλμὸς προπετὴς ὤν, ἀλλ' οὐ κοῖλος, εὐθὺς εἶδε τὸ ὁρατόν, ἡ δέ γε
ἀκοὴ ὕστερον τὸν ἦχον τῆς βροντῆς ὑπεδέξατο. οἱ γοῦν ἀθροώτερον

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia


Opusculum 31, li.57

μετὰ τὴν ἀστραπὴν ἀκούομεν τῆς βροντῆς. καίτοι γε πρῶτόν ἐστι τὸ


νέφος ῥηγνύμενον, εἶτα δὴ τὸ πῦρ ἐντεῦθεν ἐξάλλεται, ἀλλ' ὁ μὲν
ὀφθαλμὸς προπετὴς ὤν, ἀλλ' οὐ κοῖλος, εὐθὺς εἶδε τὸ ὁρατόν, ἡ δέ γε
ἀκοὴ ὕστερον τὸν ἦχον τῆς βροντῆς ὑπεδέξατο. οἱ γοῦν ἀθροώτερον
τοὺς τῆς βροντῆς ἤχους ἐνηχηθέντες πάσχουσί τε τὴν μήνιγγα καὶ ἐμ-
βρόντητοι ἐντεῦθεν κατονομάζονται.
 Ἀλλ' ὅπερ αἰτιολογεῖν προεθέμεθα, ἐπὶ τοῦτο καὶ τὰ λοιπὰ συν-
απτέον. λέγομεν δὲ ὥσπερ ἀξίωμα, ὅτι πᾶν ἀντιπῖπτον σωμάτιον πρὸς
τὸ σχῆμα ἀντανακλᾶται τῆς πτώσεως· ἢ γὰρ κατ' εὐθεῖαν, εἰ οὕτω δὴ
ἀφεθείη, ὥσπερ ἐπὶ τῶν ὑμενίνων ἔχει σφαιρῶν· ἢ κατὰ τὸ πλάγιον,  
εἰ οὕτω δὴ αὖθις ἀπορριφείη. διὰ ταῦτα καὶ ἡ ἔναρθρος ἡμῶν φωνὴ
σῶμα οὖσα μεμορφωμένον, οὗ δὴ πρῶτον ἐμπέσοι, εἰς τὸ καταντικρὺ
τούτου ἀκούεται, καὶ τοῦ μὲν πρὸς ἀνατολὴν τὸ πρὸς δύσιν ἀντίρ-
ροπον, τοῦ δὲ πρὸς νότον τὸ πρὸς βορρᾶν. οὕτω δὴ κἀπὶ τοῦ θαυ-
μαζομένου τούτου ἔχει οἰκήματος· οὐ γὰρ οἱ πλησίον τοῖχοι ἀντικτυ-
ποῦσιν ἀλλήλοις, ἀλλ' οἱ ἐκ διαμέτρου διεστηκότες. καίτοι γε ἐχρῆν, εἰ
μηχανή τις ἦν ἔνδοθεν αὐτῶν κρύφιος, μὴ τὰ καταντικρὺ τῶν διαστη-
μάτων ἀντηχεῖν, ἀλλὰ τὰ ἀλλήλοις ἐγγίζοντα. νῦν δὲ ὁ μὲν πλησίον
τοῦ φωνοῦντος ἑστὼς οὐκ αἰσθήσεται τῆς ἐνάρθρου ἠχοῦς, ὁ δὲ κατ'
ἐναντίον τρανότερον ταύτης ἀκούσεται. ἀκούσεται δὲ οὐκ ἀμφοτέραιν
ταῖν ἀκοαῖν, ἀλλὰ θατέρᾳ τῇ προσκειμένῃ τῷ τοίχῳ, ὅτιπερ ἡ ἀνα
421

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia


Opusculum 31, li.65

τὸ σχῆμα ἀντανακλᾶται τῆς πτώσεως· ἢ γὰρ κατ' εὐθεῖαν, εἰ οὕτω δὴ


ἀφεθείη, ὥσπερ ἐπὶ τῶν ὑμενίνων ἔχει σφαιρῶν· ἢ κατὰ τὸ πλάγιον,  
εἰ οὕτω δὴ αὖθις ἀπορριφείη. διὰ ταῦτα καὶ ἡ ἔναρθρος ἡμῶν φωνὴ
σῶμα οὖσα μεμορφωμένον, οὗ δὴ πρῶτον ἐμπέσοι, εἰς τὸ καταντικρὺ
τούτου ἀκούεται, καὶ τοῦ μὲν πρὸς ἀνατολὴν τὸ πρὸς δύσιν ἀντίρ-
ροπον, τοῦ δὲ πρὸς νότον τὸ πρὸς βορρᾶν. οὕτω δὴ κἀπὶ τοῦ θαυ-
μαζομένου τούτου ἔχει οἰκήματος· οὐ γὰρ οἱ πλησίον τοῖχοι ἀντικτυ-
ποῦσιν ἀλλήλοις, ἀλλ' οἱ ἐκ διαμέτρου διεστηκότες. καίτοι γε ἐχρῆν, εἰ
μηχανή τις ἦν ἔνδοθεν αὐτῶν κρύφιος, μὴ τὰ καταντικρὺ τῶν διαστη-
μάτων ἀντηχεῖν, ἀλλὰ τὰ ἀλλήλοις ἐγγίζοντα. νῦν δὲ ὁ μὲν πλησίον
τοῦ φωνοῦντος ἑστὼς οὐκ αἰσθήσεται τῆς ἐνάρθρου ἠχοῦς, ὁ δὲ κατ'
ἐναντίον τρανότερον ταύτης ἀκούσεται. ἀκούσεται δὲ οὐκ ἀμφοτέραιν
ταῖν ἀκοαῖν, ἀλλὰ θατέρᾳ τῇ προσκειμένῃ τῷ τοίχῳ, ὅτιπερ ἡ ἀνα-
κλωμένη φωνὴ οὐ διὰ τῆς μετεώρου ἀκοῆς εἴσεισιν, ἀλλὰ διὰ τῆς ἐπι-
τεθείσης τῷ τοίχῳ· δευτέρα γὰρ ἀντανάκλασις τῆς αὐτῆς φωνῆς γίνε-
ται, πρώτη μὲν ὅθεν ὁ φωνῶν ἀφίησι τὴν φωνήν, δευτέρα δὲ οὗ
προσπίπτουσα αὕτη καταντικρὺ πρὸς τὴν ἐπικειμένην εἰσρέει ἀκοήν.
ἠχητικωτέρα δέ ἐστιν ἡ δευτέρα, διότι ἀπολαμπρύνεται ἡ φωνὴ τῷ
μεταξὺ τῆς τε γλώττης καὶ τῆς ἀκοῆς εὐήχῳ τοῦ ἀέρος σώματι. καὶ
διὰ ταῦτα ἀμυδρὰ μὲν ἡ γλῶττα, ἡ δὲ ἀκοὴ τρανεστέρα. συμβέβληται
δὲ τῷ πράγματι καὶ ἡ ὀροφή, μὴ ἄγαν οὖσα μετέωρος,

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia


Opusculum 44, li.64

γὰρ οὔτε θηρίον ἐσμὲν οὔτε θεός, ἀλλ' ἀμφότερα, καὶ οὐδὲ ἀμφότερα
καθαρῶς. ἐν τίνι οὖν τῶν τριῶν ζωῶν εὑρηκέναι τὴν Σφίγγα οἰόμεθα;
ἢ δῆλον ἐν τῇ μέσῃ καὶ ἀνθρωπίνῃ· οὔτε γὰρ ἄνθρωπος αὕτη τελέως,  
ὅτι θηρίον τὰ μετὰ τὴν ἰξύν, οὔτε θὴρ ἀκριβῶς, ὅτι τὰ πρὸ τοῦ
ὀμφαλοῦ ἄνθρωπος. ἐβούλετο μὲν γὰρ πᾶσαν τὴν κάτω γένεσιν κατα-
λιπεῖν καὶ διόλου παρθένος εἶναι καλή, ἀλλ' ἡ φαντασιώδης ζωή, οἷον
ἀφιπταμένην τοῦ σώματος κατασχοῦσα ταύτην, τὸ κάτω μέρος αὐτῆς
ἀπεκτήνωσε. διὰ τοῦτο ὁμιλεῖ μὲν ἀνθρωπίνῃ φωνῇ, ἀσαφῆ δὲ φθέγ-
γεται καὶ δυσνόητα, ὅτι μὴ διόλου σοφὴ ἵνα καὶ σαφής. ἐντεῦθεν γὰρ
ἡ σοφία ἠτυμολόγηται, ὡς καὶ τῷ Ἀριστοτέλει ἐν ταῖς Θεολογίαις
δοκεῖ· ᾗ μὲν γὰρ ἐκπέφευγε τὸ θὴρ εἶναι, ἔναρθρος αὐτῇ ἡ φωνή, ᾗ
δὲ μὴ πρὸς τὴν θείαν τελέως ζωὴν μετεσκήνωσεν, ἀσαφῆ καὶ συγκε-
422

χυμένα τὰ φθέγματα.
 Ἔχει γὰρ οὕτως, ἵνα τι παραδηλώσω τῶν ἀπορρήτων ὑμῖν· ὁ νοῦς
πάντων ἔχει τὰ εἴδη τῶν ὄντων· εἰ δὲ καὶ τῶν γινομένων ἡ ψυχή, ὥς
τις ἔφη, ἄλλος οὗτος λόγος καὶ δεόμενος ἐξηγήσεως· φαντασία δὲ
πλάνον χρῆμα καὶ ἀνόητος καθ' ἑαυτήν. κεχωρισμένων δὲ ἀπ' ἀλλή-
λων, νοῦ λέγω καὶ φαντασίας, ὡς ἐπὶ ἀγγέλου καὶ θηρός, ὁ μὲν ὁμοῦ
πάντα γνοίη, ἄνωθεν δεχόμενος

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia


Opusculum 51, li.4
χρυσὸν ἢ ἐπιστήμην. δηλοῖ δὲ τὸ ἔχειν τὸ περιέχειν ἢ περιέχεσθαι. λέ-
γεται δὲ πάλιν τὸ ἔχειν καὶ κατὰ πολλῶν ἑτέρων σημαινομένων
ὁμωνύμως. λέγεται δὲ πάλιν τὸ ἔχειν κατὰ τρόπους ὀκτώ, ὡς τὸ ἔχειν
ὁ κοιτὼν ὅπλα, ἔχειν ἐπιστήμην, ἔχειν τὸ ξύλον μέγεθος τρίπηχυ,
ἔχειν χιτῶνα, ἔχειν δακτύλιον ἐν δακτύλῳ, ἔχειν τὸ κεράμιον ὕδωρ,
ἔχειν κτῆμα, οἰκίαν, γυναῖκα· ταῦτα γὰρ πάντα εἰς διαθέσεις δύο λαμ-
βάνονται ἢ εἰς τὸ περιέχειν αὐτὰ ἢ εἰς τὸ περιέχεσθαι ὑπ' αὐτῶν.

Περὶ τῶν πέντε φωνῶν

 Μέλλοντες περὶ τῶν πέντε φωνῶν διεξελθεῖν πρῶτον εἴπωμεν διὰ τί


πέντε φωνὰς ταύτας καὶ οὐ πλείους ἐκάλεσεν· ὅτι ἡ καθόλου σημαν-  
τικὴ καὶ ἔναρθρος φωνὴ ἢ οὐσιώδης ἐστὶν ἢ ἐπουσιώδης· καὶ εἰ μὲν
οὐσιώδης, ἢ ἐν τῷ ὁποῖόν τί ἐστι κατηγορεῖται καὶ ποιεῖ τὴν διαφορὰν
ἢ ἐν τῷ τί ἐστι· καὶ εἰ ἐν τῷ τί ἐστιν, ἢ κατὰ πλειόνων καὶ διαφε-
ρόντων τῷ εἴδει καὶ ποιεῖ τὸ γένος, οἷον τὸ ζῷον, ἢ κατὰ πλειόνων
καὶ διαφερόντων τῷ ἀριθμῷ καὶ ποιεῖ τὸ εἶδος, οἷον τὸν ἄνθρωπον· εἰ
δὲ ἐπουσιώδης ἐστὶν ἡ φωνὴ ἤγουν ἐπὶ τῇ οὐσίᾳ θεωρουμένη, ἢ ἐν
ἑνὶ εἴδει θεωρεῖται καὶ ποιεῖ τὸ ἴδιον, οἷον τὸ γελαστικόν, ἢ ἐν πολ-
λοῖς καὶ ποιεῖ τὸ συμβεβηκός, οἷον τὸ λευκόν, τὸ μέλαν.
 Τὸ γένος λέγεται πολλαχῶς· τὸ ἀπό τε τῆς πατρίδος, τὸ ἀπὸ τοῦ
τεκόντος, ὧν γε ἑκάτερον διχῶς, προσεχὲς καὶ πόρρω. καὶ προσεχὲς
μὲν τὸ ἀπὸ τῆς πατρίδος Βυζάντιος· ἐν αὐτῇ γὰρ γεγέννηται·

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula psychologica, theologica, daemonologica


P. 54, li.15

 Οὔτε διὰ κενοῦ οὔτε διὰ στερεοῦ γίνεται ἡ κίνησις, ἀλλ' ἐν ἀέρι ἢ
ὕδατι. ἐν ὕδατι ψόφος οὐ γίνεται, ἂν ἐν τούτῳ βῇς καὶ ἄμφω τὰς παλάμας
423

πλήξῃς. εἴπομεν γὰρ ὅτι δεῖ ἀθρόαν τὴν συνδρομὴν γενέσθαι τῶν πλητ-
τομένων, ἵνα μὴ κατὰ μικρὸν ὁ ἀὴρ θρυφθῇ.
 Τῇ μάστιγι πλήξαντες τὸν ἀέρα οὐ ποιοῦμεν ψόφον, ὅτι ὁ ἀὴρ τότε δύο
χρείας ἀναπληροῖ, καὶ τὴν τοῦ πληττομένου καὶ τὴν τοῦ μεταξύ. ὁ ἀὴρ
καὶ
τὸ ὕδωρ δεκτικὰ ψόφου, οὐ μὴν ποιητικά, ὡς καὶ τὸ ἄχρουν χρώματος·
ποιητικὰ δὲ τὰ στερεά.
 Ἠχὼ γίνεται ὅταν πληχθεὶς ὁ ἀὴρ ὠθούμενος ἐνεχθῇ ἐπί τι ἀντίτυπον
κοιλότητα ἔχον καὶ ἀποστραφῇ κατὰ ἀνάκλασιν, ὡς ἡ ῥιπτουμένη κατὰ
τοίχου σφαῖρα καὶ οὕτως χωροῦσα ἐπὶ τὸν πλήξαντα. ἔναρθρος δὲ ἡ
ἠχὼ γίνεται, ἐπειδὴ ὁ πρῶτος ὑφ' ἡμῶν διαλεγομένων πληττόμενος ἀὴρ
πρώτως καὶ ἀνακλᾶται φέρων εἰς ἡμᾶς τῆς πρώτης λέξεως τὴν ἠχώ,
καὶ ὁ δεύτερος τῆς δευτέρας, καὶ οὕτως ἡ τάξις τῆς διαλέκτου φυλάτ-
τεται.
 Εἰ καὶ ὁ ψόφος ἀσώματος, πῶς ἀνακλᾶται; ἀλλ' οὐ καθ' αὑτόν, ἀλλὰ
μετὰ τοῦ οἰκείου ὑποκειμένου, ἤγουν τοῦ ἀέρος.
 Αἱ αἰσθήσεις διὰ τοῦ ἐγκεφάλου ἀρχόμεναι ἄχρι τῶν αἰσθητηρίων
προΐασι, ἡ ἀκουστικὴ μέχρι τῆς ῥίζης τῶν ὤτων, ἃς καλοῦσι μήνιγγας.
νεῦρον ἀπὸ τοῦ ἐγκεφάλου προϊὸν πεποροποιημένον, ἐν ᾧ τὸ ὀπτικὸν
πνεῦ-
μα. ἔστιν {γὰρ} οὖν ἀπειλημμένος τις ἀὴρ ἐν τῷ κοιλώματι τῆς ἀκοῆς
συμ

Μιχαήλ Ψελλός. Poemata Poem 9, li.1344

 ἐρυθρὸς αὐτοῖς πᾶς ὁ χρὼς τῶν σωμάτων.


  Ὑποσπαθισμὸς εἶδός ἐστιν ὀργάνου
 χειρουργικοῦ, τέμνοντος ὁρμὰς ῥευμάτων.
  Ὑποσκυφισμὸς σχῆμα τῆς χειρουργίας.
  Τῶν ὑμένων σκλήρωσις ἔκ τινος τρόπου,
 οἳ γλῶσσαν ἀμπέχουσι χιτῶνος δίκην,
 δεινὸν πέφυκεν ἀγκυλόγλωσσον πάθος.
  Ἡ δ' ἀντιὰς τί; φλεγμονὴ παρισθμίων
 καὶ ξηρότης μάλιστα καὶ δυσχρηστία.
  Ὁ γαργαρεὼν πλῆκτρον οἷα τυγχάνει
 φωνῆς ἐνάρθρου· ῥεῦμα δ' ἐνδεδεγμένος,
 εἰ μὲν πρόμηκες σχῆμα τῇ τάσει λάβοι,
 κίων καλεῖται τεχνικωτέροις λόγοις·
 εἰ στρογγύλος δὲ καὶ παχὺς γένοιτό πως,
 κλῆσιν σταφυλῆς καὶ θέαν προσλαμβάνει.
  Χειρουργία τις ἡ λαρυγγοτομία.
424

  Τὸ στεάτωμα σκληρόν ἐστι σαρκίον·


 τὸ δ' ἀθέρωμα λεπτὸν οἷ' ἄχνη σίτου·
 ἡ μελικηρὶς ὡς χλιάζον σῶμά τι.
  Ὄγκος δὲ χαῦνος ἀνεύρυσμα τυγχάνει,
 γεννᾷ δὲ τοῦτον αἱματόπνους οὐσία.

Evagrius Scholasticus Scr. Eccl., Historia ecclesiastica P. 5, li.19

ἄριστα πάντων πεπόνηται ἥ τε εἰς ἡμᾶς ἄφιξις τοῦ


φιλανθρώπου θεοῦ, ἥ τε εἰς οὐρανοὺς ἀνάβασις, ὅσα
τε τοῖς θεσπεσίοις ἀποστόλοις ἀτὰρ καὶ μάρτυσι δι-
αθλεύουσι κατώρθωτο, ἢ εἴ τι καὶ τοῖς ἄλλοις, ἀξιόλογον
ἡμῖν ἢ καὶ τηνάλλως ἔχον, πέπρακται, μέχρι τινὸς
τῆς Θεοδοσίου βασιλείας. Ἐπειδὴ δὲ τὰ ἑξῆς οὐ πολὺ
τούτων ἀποδέοντα οὐδενός που καθ' εἱρμὸν τετύχηκε
λόγου, ἔδοξέ μοι, εἰ καὶ μὴ δεινὸς ἐγὼ τὰ τοιαῦτα, τὸν
ὑπὲρ τούτων ἀνελέσθαι πόνον συγγραφήν τε ταῦτα
ποιήσασθαι, εὖ μάλα πιστεύσαντι τῷ καὶ ἁλιέας σοφί-
σαντι καὶ γλῶσσαν ἄλογον εἰς ἔναρθρον εὐφωνίαν κινή-
σαντι, ἀναστῆσαί τε τὰς ἤδη τῇ λήθῃ τεθνηκυίας
πράξεις, ψυχῶσαί τε τῷ λόγῳ καὶ ἀπαθανατίσαι τῇ
μνήμῃ, ὡς ἂν ἔχοιεν τῶν ἐντυγχανόντων ἕκαστος
μέχρις ἡμῶν εἰδέναι τί τε καὶ ὅτε, καὶ ὅποι καὶ ὅπως,  
καὶ πρὸς οὓς καὶ παρ' ὧν ἐγένοντο, καὶ μηδὲν τῶν
μνήμης ἀξίων διαλάθοι ὑπὸ τῇ ἀνειμένῃ καὶ ἐκλύτῳ
ῥαθυμίᾳ καὶ τῇ ταύτης ἀγχιθύρῳ λήθῃ κρυπτόμενον.
Ἄρξομαι δέ, τῆς θείας ἡγουμένης ῥοπῆς, ὅθεν οἱ λελεγ-
μένοι μοι τὴν ἱστορίαν ἀπέλιπον.

Evagrius Scholasticus Scr. Eccl., Historia ecclesiastica P. 163, li.31

ἔρχομαι. Ὀνώριχος τὴν βασιλείαν ἐκ Γιζερίχου δια-


δεξάμενος, τά τε Ἀρείου θρησκεύων, ὠμότατα διετίθετο
ἀμφὶ τοὺς ἐν Λιβύῃ Χριστιανοὺς τοὺς τὰ ὀρθὰ πρεσβεύον-
τας δόγματα, βιαζόμενος εἰς τὴν Ἀρειανῶν μετατίθεσθαι
δόξαν· καὶ τούς τε μὴ ὑπείκοντας πυρί τε καὶ μυρίαις
θανάτων ἰδέαις ἔφθειρεν, ἐνίους δὲ τὰς διαλέκτους ἀφείλετο.
Τούτους καὶ τῇ θέᾳ παραλαβεῖν ὁ Προκόπιος ἔφη πρὸς
τὴν βασιλέως γενομένους πόλιν αὐτόσε διαδράντας, ἐν-
425

τυχεῖν τε αὐτοῖς ἴσα τοῖς μηδὲν πεπονθόσι φθεγγομένοις·


καὶ τὰς μὲν διαλέκτους ἐξ αὐτοῦ τοῦ πυθμένος ἀνακεκάρθαι,
τὴν δὲ φωνὴν αὐτοῖς ἔναρθρον εἶναι καὶ εὔσημα δια-  
λέγεσθαι, θαῦμα καινόν τε καὶ παράδοξον· ὧν καὶ
Ἰουστίνου διάταξις μνημονεύει. Ἐξ ὧν καὶ δύο παρωλις-
θησάτην, ὡς ὁ αὐτὸς ἀναγράφει Προκόπιος. Ἐπειδὴ γὰρ
γυναιξὶν ὁμιλεῖν ἐβουληθήτην, τὴν φωνὴν ἀφῃρέθησαν, τοῦ
μαρτυρίου τῆς χάριτος αὐτοῖν μηκέτι παραμεινάσης.
 15. Καὶ ἕτερον δὲ ἀξιάγαστον ἀνάγει τοῦ σωτῆρος
θεοῦ θαυματουργήσαντος ἐπ' ἀνδράσιν ἐκφύλοις μὲν τὴν
θρησκείαν, ὅσια δὲ κατ' ἐκεῖνο δράσασιν. Καβαώνην φησὶ
τῶν ἀμφὶ Τρίπολιν Μαυρουσίων ἡγεῖσθαι.
 “Οὗτος, φησίν, ὁ Καβαώνης – ἄξιον γὰρ τοῖς αὐτοῦ χρή

Constitutiones Apostolorum, Constitutiones apostolorum (fort.


compilatore Juliano Ariano) Book 7, ch. 38, li.15

Ἐνὼς καὶ Ἐνώχ, ἐν ἡμέραις Μωϋσέως καὶ Ἰησοῦ, ἐν


ἡμέραις τῶν κριτῶν, ἐν ἡμέραις Σαμουὴλ καὶ Ἠλία καὶ
τῶν προφητῶν, ἐν ἡμέραις Δαυὶδ καὶ τῶν βασιλέων, ἐν
ἡμέραις Ἐσθὴρ καὶ Μαρδοχαίου, ἐν ἡμέραις Ἰουδίθ, ἐν
ἡμέραις Ἰούδα Μακκαβαίου καὶ τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ. Καὶ
ἐν ταῖς ἡμέραις ἡμῶν ἀντελάβου ἡμῶν διὰ τοῦ μεγάλου σου
ἀρχιερέως Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Παιδός σου· καὶ ἀπὸ  
μαχαίρας γὰρ ἐρρύσατο καὶ ἐκ λιμοῦ ἐξείλατο διαθρέψας,
ἐκ νόσου ἰάσατο, ἐκ γλώσσης πονηρᾶς ἐσκέπασεν.
 Περὶ πάντων σοι διὰ Χριστοῦ εὐχαριστοῦμεν, ὁ καὶ
φωνὴν ἔναρθρον εἰς ἐξομολόγησιν δωρησάμενος καὶ γλῶσσαν
εὐάρμοστον δίκην πλήκτρου ὡς ὄργανον ὑποθείς, καὶ γεῦσιν
πρόσφορον καὶ ἁφὴν κατάλληλον καὶ ὅρασιν θέας καὶ ἀκοὴν
φωνῆς καὶ ὄσφρησιν ἀτμῶν καὶ χεῖρας εἰς ἔργον καὶ πόδας
πρὸς ὁδοιπορίαν. Καὶ ταῦτα πάντα ἐκ μικρᾶς σταγόνος δια-
πλάσας ἐν μήτρᾳ καὶ ψυχὴν ἀθάνατον μετὰ τὴν μόρφωσιν
χαρίζῃ καὶ προάγεις εἰς φῶς τὸ λογικὸν ζῷον, τὸν ἄνθρωπον·
νόμοις ἐπαίδευσας, δικαιώμασιν ἐφαίδρυνας· πρὸς ὀλίγον
ἐπάγων διάλυσιν, τὴν ἀνάστασιν ἐπηγγείλω. Ποῖος τοιγα-
ροῦν αὐτάρκης βίος, αἰώνων δὲ πόσον μῆκος διαρκέσει
ἀνθρώποις πρὸς εὐχαριστίαν;

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 5, li.8
426

Περὶ φωνῆς.

 Ἐπειδὴ σκοπὸς ἡμῖν ἐστι διαλαβεῖν περὶ πάσης


ἁπλῶς φιλοσόφου φωνῆς, δεῖ δὲ ἡμᾶς πρότερον γνῶναι,
περὶ ποίας φωνῆς ἡ φιλοσοφία καταγίνεται, ἐξ αὐτῆς
τῆς φωνῆς τὴν ἀρχὴν τοῦ λόγου ποιούμενοί φαμεν· Ἡ
φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι.
Εἶτα πάλιν ἡ ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος.
Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρ-
θρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν ἄναρθρος καὶ
ἄσημος φωνὴ οἷον ἡ γινομένη ἀπὸ λίθου τυχὸν ἢ ξύλου,
οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ καὶ
ἔναρθρος οἷον σκινδαψός· τοῦτο γὰρ γράφεται μέν, ἀλλ'
οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ γέγονε σκινδαψὸς οὔτε ἐστί.
Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ.
 Ἡ δὲ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ
ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 5, li.10

Περὶ φωνῆς.

 Ἐπειδὴ σκοπὸς ἡμῖν ἐστι διαλαβεῖν περὶ πάσης


ἁπλῶς φιλοσόφου φωνῆς, δεῖ δὲ ἡμᾶς πρότερον γνῶναι,
περὶ ποίας φωνῆς ἡ φιλοσοφία καταγίνεται, ἐξ αὐτῆς
τῆς φωνῆς τὴν ἀρχὴν τοῦ λόγου ποιούμενοί φαμεν· Ἡ
φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι.
Εἶτα πάλιν ἡ ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος.
Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρ-
θρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν ἄναρθρος καὶ
ἄσημος φωνὴ οἷον ἡ γινομένη ἀπὸ λίθου τυχὸν ἢ ξύλου,
οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ καὶ
ἔναρθρος οἷον σκινδαψός· τοῦτο γὰρ γράφεται μέν, ἀλλ'
427

οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ γέγονε σκινδαψὸς οὔτε ἐστί.


Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ.
 Ἡ δὲ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ
ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ
ὑλακὴ τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι
κυνὸς φωνή ἐστι. Σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 5, li.13

ἁπλῶς φιλοσόφου φωνῆς, δεῖ δὲ ἡμᾶς πρότερον γνῶναι,


περὶ ποίας φωνῆς ἡ φιλοσοφία καταγίνεται, ἐξ αὐτῆς
τῆς φωνῆς τὴν ἀρχὴν τοῦ λόγου ποιούμενοί φαμεν· Ἡ
φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι.
Εἶτα πάλιν ἡ ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος.
Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρ-
θρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν ἄναρθρος καὶ
ἄσημος φωνὴ οἷον ἡ γινομένη ἀπὸ λίθου τυχὸν ἢ ξύλου,
οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ καὶ
ἔναρθρος οἷον σκινδαψός· τοῦτο γὰρ γράφεται μέν, ἀλλ'
οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ γέγονε σκινδαψὸς οὔτε ἐστί.
Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ.
 Ἡ δὲ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ
ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ
ὑλακὴ τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι
κυνὸς φωνή ἐστι. Σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν.
Ἄναρθρος δέ ἐστι, διότι οὐ γράφεται. Οὔτε οὖν περὶ
ταύτης ἐστὶ λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντική ἐστιν
ἢ καθόλου ἢ μερική· καθόλου μὲν οἷον ἄνθρωπος,

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 5, li.16

φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν


ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι.
Εἶτα πάλιν ἡ ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος.
428

Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρ-


θρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν ἄναρθρος καὶ
ἄσημος φωνὴ οἷον ἡ γινομένη ἀπὸ λίθου τυχὸν ἢ ξύλου,
οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ καὶ
ἔναρθρος οἷον σκινδαψός· τοῦτο γὰρ γράφεται μέν, ἀλλ'
οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ γέγονε σκινδαψὸς οὔτε ἐστί.
Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ.
 Ἡ δὲ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ
ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ
ὑλακὴ τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι
κυνὸς φωνή ἐστι. Σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν.
Ἄναρθρος δέ ἐστι, διότι οὐ γράφεται. Οὔτε οὖν περὶ
ταύτης ἐστὶ λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντική ἐστιν
ἢ καθόλου ἢ μερική· καθόλου μὲν οἷον ἄνθρωπος, μερικὴ
δὲ οἷον Πέτρος, Παῦλος. Οὔτε οὖν περὶ τῆς μερικῆς ἐστι
λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ, ἀλλὰ περὶ τῆς σημαντικῆς καὶ
ἐνάρθρου καὶ καθόλου ἤγουν κοινῆς καὶ ἐπὶ πολλῶν

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 5, li.18

Εἶτα πάλιν ἡ ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος.


Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρ-
θρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν ἄναρθρος καὶ
ἄσημος φωνὴ οἷον ἡ γινομένη ἀπὸ λίθου τυχὸν ἢ ξύλου,
οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ καὶ
ἔναρθρος οἷον σκινδαψός· τοῦτο γὰρ γράφεται μέν, ἀλλ'
οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ γέγονε σκινδαψὸς οὔτε ἐστί.
Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ.
 Ἡ δὲ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ
ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ
ὑλακὴ τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι
κυνὸς φωνή ἐστι. Σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν.
Ἄναρθρος δέ ἐστι, διότι οὐ γράφεται. Οὔτε οὖν περὶ
ταύτης ἐστὶ λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντική ἐστιν
ἢ καθόλου ἢ μερική· καθόλου μὲν οἷον ἄνθρωπος, μερικὴ
δὲ οἷον Πέτρος, Παῦλος. Οὔτε οὖν περὶ τῆς μερικῆς ἐστι
λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ, ἀλλὰ περὶ τῆς σημαντικῆς καὶ
ἐνάρθρου καὶ καθόλου ἤγουν κοινῆς καὶ ἐπὶ πολλῶν
429

λεγομένης.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 5, li.26

ἐνάρθρου οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ.


 Ἡ δὲ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ
ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ
ὑλακὴ τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι
κυνὸς φωνή ἐστι. Σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν.
Ἄναρθρος δέ ἐστι, διότι οὐ γράφεται. Οὔτε οὖν περὶ
ταύτης ἐστὶ λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντική ἐστιν
ἢ καθόλου ἢ μερική· καθόλου μὲν οἷον ἄνθρωπος, μερικὴ
δὲ οἷον Πέτρος, Παῦλος. Οὔτε οὖν περὶ τῆς μερικῆς ἐστι
λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ, ἀλλὰ περὶ τῆς σημαντικῆς καὶ
ἐνάρθρου καὶ καθόλου ἤγουν κοινῆς καὶ ἐπὶ πολλῶν
λεγομένης.
 Αὕτη δὲ πάλιν ἢ οὐσιώδης ἐστὶν ἢ ἐπουσιώδης. Οὐσι-
ώδης μὲν οὖν ἐστιν ἡ δηλωτικὴ τῆς οὐσίας ἤγουν φύσεως
τῶν πραγμάτων (ἐπουσιώδης δὲ ἡ δηλοῦσα τὰ
συμβεβηκότα), οἷον ἄνθρωπός ἐστι ζῷον λογικὸν θνητόν.
Ταῦτα ὅλα οὐσιώδη εἰσίν. Ἐὰν γὰρ ἀφέλῃς τι τούτων  
ἐκ τοῦ ἀνθρώπου, οὐκ ἔσται ἄνθρωπος. Ἐὰν γὰρ εἴπῃς,
ὅτι οὐκ ἔστι ζῷον, οὐκ ἔτι ἐστὶν ἄνθρωπος.
Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragm. philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct.
T.1.6) Sec. 1, li.8

κρατήρ ἐστι στόμιον πυρὸς ἐγγαίου ἔξω ῥέοντος καὶ


ἀναπνοή. Λύρα ἐστὶν ἱστὸς διὰ νεύρων ἐσκευασμένη.
Τέλος τῶν φιλοσόφων.  

ΦΙΛΟΣΟΦΑ
Περὶ φωνῆς

 Ἐπειδὴ σκοπὸς ἡμῖν ἐστι διαλαβεῖν περὶ πάσης ἁπλῶς φιλοσόφου


φωνῆς, δεῖ δὲ ἡμᾶς πρότερον γνῶναι, περὶ ποίας φωνὰς ἡ φιλοσοφία
καταγίνεται, ἐξ αὐτῆς τῆς φωνῆς τὴν ἀρχὴν τοῦ λόγου ποιούμενοί
φαμεν, ὅτι ἡ φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι. Εἶτα πάλιν ἡ
430

ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ


μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρθρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν
ἄσημος καὶ ἄναρθρος φωνὴ οἷον ὁ ψόφος ἢ ὁ κτύπος ὁ γινόμενος ἀπὸ
λίθου τυχὸν ἢ ξύλου, οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ
καὶ ἔναρθρος οἷον τραγέλαφος, σκινδαψός· ταῦτα γὰρ γράφεται μέν,
ἀλλ' οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ ἐγένετό ποτε τραγέλαφος ἢ σκινδαψὸς
οὔτε ἐστί. Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου
οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν
ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ ὑλακτικὴ
τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι κυνὸς φωνή ἐστι,
σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν. Ἄναρθρος δέ ἐστι, δίοτι οὐ γράφεται.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragm. philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct.


T.1.6) Sec. 1, li.9

ἀναπνοή. Λύρα ἐστὶν ἱστὸς διὰ νεύρων ἐσκευασμένη.


Τέλος τῶν φιλοσόφων.  

ΦΙΛΟΣΟΦΑ Περὶ φωνῆς

 Ἐπειδὴ σκοπὸς ἡμῖν ἐστι διαλαβεῖν περὶ πάσης ἁπλῶς φιλοσόφου


φωνῆς, δεῖ δὲ ἡμᾶς πρότερον γνῶναι, περὶ ποίας φωνὰς ἡ φιλοσοφία
καταγίνεται, ἐξ αὐτῆς τῆς φωνῆς τὴν ἀρχὴν τοῦ λόγου ποιούμενοί
φαμεν, ὅτι ἡ φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι. Εἶτα πάλιν ἡ
ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ
μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρθρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν
ἄσημος καὶ ἄναρθρος φωνὴ οἷον ὁ ψόφος ἢ ὁ κτύπος ὁ γινόμενος ἀπὸ
λίθου τυχὸν ἢ ξύλου, οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ
καὶ ἔναρθρος οἷον τραγέλαφος, σκινδαψός· ταῦτα γὰρ γράφεται μέν,
ἀλλ' οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ ἐγένετό ποτε τραγέλαφος ἢ σκινδαψὸς
οὔτε ἐστί. Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου
οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν
ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ ὑλακτικὴ
τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι κυνὸς φωνή ἐστι,
σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν. Ἄναρθρος δέ ἐστι, δίοτι οὐ γράφεται.
Οὔτε οὖν περὶ ταύτης ἐστί τις λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντικὴ
431

Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragm. philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct.


T.1.6) Sec. 1, li.12

Περὶ φωνῆς

 Ἐπειδὴ σκοπὸς ἡμῖν ἐστι διαλαβεῖν περὶ πάσης ἁπλῶς φιλοσόφου


φωνῆς, δεῖ δὲ ἡμᾶς πρότερον γνῶναι, περὶ ποίας φωνὰς ἡ φιλοσοφία
καταγίνεται, ἐξ αὐτῆς τῆς φωνῆς τὴν ἀρχὴν τοῦ λόγου ποιούμενοί
φαμεν, ὅτι ἡ φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι. Εἶτα πάλιν ἡ
ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ
μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρθρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν
ἄσημος καὶ ἄναρθρος φωνὴ οἷον ὁ ψόφος ἢ ὁ κτύπος ὁ γινόμενος ἀπὸ
λίθου τυχὸν ἢ ξύλου, οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ
καὶ ἔναρθρος οἷον τραγέλαφος, σκινδαψός· ταῦτα γὰρ γράφεται μέν,
ἀλλ' οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ ἐγένετό ποτε τραγέλαφος ἢ σκινδαψὸς
οὔτε ἐστί. Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου
οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν
ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ ὑλακτικὴ
τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι κυνὸς φωνή ἐστι,
σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν. Ἄναρθρος δέ ἐστι, δίοτι οὐ γράφεται.
Οὔτε οὖν περὶ ταύτης ἐστί τις λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντικὴ
καὶ ἔναρθρος ἢ μερική ἐστιν ἢ καθόλου· μερικὴ μὲν οἷον Πέτρος,
Παῦλος, καθόλου δὲ οἷον ἄνθρωπος. Οὔτε οὖν περὶ τῆς μερικῆς ἐστι
λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ, ἀλλὰ περὶ τῆς σημαντικῆς καὶ ἐνάρθρου καὶ
καθόλου ἤγουν

Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragm. philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct.


T.1.6) Sec. 1, li.14

φωνῆς, δεῖ δὲ ἡμᾶς πρότερον γνῶναι, περὶ ποίας φωνὰς ἡ φιλοσοφία


καταγίνεται, ἐξ αὐτῆς τῆς φωνῆς τὴν ἀρχὴν τοῦ λόγου ποιούμενοί
φαμεν, ὅτι ἡ φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι. Εἶτα πάλιν ἡ
ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ
μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρθρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν
ἄσημος καὶ ἄναρθρος φωνὴ οἷον ὁ ψόφος ἢ ὁ κτύπος ὁ γινόμενος ἀπὸ
λίθου τυχὸν ἢ ξύλου, οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ
432

καὶ ἔναρθρος οἷον τραγέλαφος, σκινδαψός· ταῦτα γὰρ γράφεται μέν,


ἀλλ' οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ ἐγένετό ποτε τραγέλαφος ἢ σκινδαψὸς
οὔτε ἐστί. Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου
οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν
ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ ὑλακτικὴ
τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι κυνὸς φωνή ἐστι,
σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν. Ἄναρθρος δέ ἐστι, δίοτι οὐ γράφεται.
Οὔτε οὖν περὶ ταύτης ἐστί τις λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντικὴ
καὶ ἔναρθρος ἢ μερική ἐστιν ἢ καθόλου· μερικὴ μὲν οἷον Πέτρος,
Παῦλος,
καθόλου δὲ οἷον ἄνθρωπος. Οὔτε οὖν περὶ τῆς μερικῆς ἐστι λόγος τῇ
φιλοσοφίᾳ, ἀλλὰ περὶ τῆς σημαντικῆς καὶ ἐνάρθρου καὶ καθόλου ἤγουν
κοινῆς καὶ ἐπὶ πολλῶν λεγομένης. Αὕτη δὲ πάλιν ἢ οὐσιώδης ἐστὶν ἢ
ἐπουσιώδης. Οὐσιώδης οὖν ἐστιν ἡ δηλωτικὴ τῆς οὐσίας ἤγουν τῆς

Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragm. philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct.


T.1.6) Sec. 1, li.16

φαμεν, ὅτι ἡ φωνὴ ἢ ἄσημός ἐστιν ἢ σημαντική. Καὶ ἄσημος μέν ἐστιν
ἡ μηδὲν σημαίνουσα, σημαντικὴ δὲ ἡ σημαίνουσά τι. Εἶτα πάλιν ἡ
ἄσημος φωνὴ ἢ ἄναρθρός ἐστιν ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν ἐστιν ἡ
μὴ δυναμένη γραφῆναι, ἔναρθρος δὲ ἡ δυναμένη γραφῆναι. Ἔστιν οὖν
ἄσημος καὶ ἄναρθρος φωνὴ οἷον ὁ ψόφος ἢ ὁ κτύπος ὁ γινόμενος ἀπὸ
λίθου τυχὸν ἢ ξύλου, οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ
καὶ ἔναρθρος οἷον τραγέλαφος, σκινδαψός· ταῦτα γὰρ γράφεται μέν,
ἀλλ' οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ ἐγένετό ποτε τραγέλαφος ἢ σκινδαψὸς
οὔτε ἐστί. Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου
οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν
ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ ὑλακτικὴ
τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι κυνὸς φωνή ἐστι,
σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν. Ἄναρθρος δέ ἐστι, δίοτι οὐ γράφεται.
Οὔτε οὖν περὶ ταύτης ἐστί τις λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντικὴ
καὶ ἔναρθρος ἢ μερική ἐστιν ἢ καθόλου· μερικὴ μὲν οἷον Πέτρος,
Παῦλος,
καθόλου δὲ οἷον ἄνθρωπος. Οὔτε οὖν περὶ τῆς μερικῆς ἐστι λόγος τῇ
φιλοσοφίᾳ, ἀλλὰ περὶ τῆς σημαντικῆς καὶ ἐνάρθρου καὶ καθόλου ἤγουν
κοινῆς καὶ ἐπὶ πολλῶν λεγομένης. Αὕτη δὲ πάλιν ἢ οὐσιώδης ἐστὶν ἢ
ἐπουσιώδης. Οὐσιώδης οὖν ἐστιν ἡ δηλωτικὴ τῆς οὐσίας ἤγουν τῆς
433

φύσεως τῶν πραγμάτων. Ἐπουσιώδης δὲ ἡ δηλοῦσα τὰ συμβεβηκότα,


οἷον ὁ ἄνθρωπός ἐστι ζῷον λογικὸν θνητόν.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragm. philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct.


T.1.6) Sec. 1, li.20

ἄσημος καὶ ἄναρθρος φωνὴ οἷον ὁ ψόφος ἢ ὁ κτύπος ὁ γινόμενος ἀπὸ


λίθου τυχὸν ἢ ξύλου, οὔτε γὰρ γράφεται οὔτε σημαίνει τι, ἄσημος δὲ
καὶ ἔναρθρος οἷον τραγέλαφος, σκινδαψός· ταῦτα γὰρ γράφεται μέν,
ἀλλ' οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ ἐγένετό ποτε τραγέλαφος ἢ σκινδαψὸς
οὔτε ἐστί. Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου
οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν
ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ ὑλακτικὴ
τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι κυνὸς φωνή ἐστι,
σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν. Ἄναρθρος δέ ἐστι, δίοτι οὐ γράφεται.
Οὔτε οὖν περὶ ταύτης ἐστί τις λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντικὴ
καὶ ἔναρθρος ἢ μερική ἐστιν ἢ καθόλου· μερικὴ μὲν οἷον Πέτρος,
Παῦλος,
καθόλου δὲ οἷον ἄνθρωπος. Οὔτε οὖν περὶ τῆς μερικῆς ἐστι λόγος τῇ
φιλοσοφίᾳ, ἀλλὰ περὶ τῆς σημαντικῆς καὶ ἐνάρθρου καὶ καθόλου ἤγουν
κοινῆς καὶ ἐπὶ πολλῶν λεγομένης. Αὕτη δὲ πάλιν ἢ οὐσιώδης ἐστὶν ἢ
ἐπουσιώδης. Οὐσιώδης οὖν ἐστιν ἡ δηλωτικὴ τῆς οὐσίας ἤγουν τῆς
φύσεως τῶν πραγμάτων. Ἐπουσιώδης δὲ ἡ δηλοῦσα τὰ συμβεβηκότα,
οἷον ὁ ἄνθρωπός ἐστι ζῷον λογικὸν θνητόν. Ταῦτα ὅλα οὐσιώδη εἰσίν.
Ἐὰν γὰρ ἀφέλῃς τι τούτων ἐκ τοῦ ἀνθρώπου, οὐκ ἔσται ἄνθρωπος.
Ἐὰν γὰρ εἴπῃς, ὅτι οὐκ ἔστι ζῷον, οὐκέτι ἐστὶν ἄνθρωπος. Καὶ ἐὰν
εἴπῃς ‘οὐκ ἔστιν λογικόν’, οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος. Ὁμοίως καί, ἐὰν εἴπῃς
’οὐκ ἔστιν θνητόν’, οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος· πᾶς γὰρ ἄνθρωπος καὶ ζῷόν

Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragm. philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct.


T.1.6) Sec. 1, li.22

καὶ ἔναρθρος οἷον τραγέλαφος, σκινδαψός· ταῦτα γὰρ γράφεται μέν,


ἀλλ' οὐδὲν σημαίνει, οὔτε γὰρ ἐγένετό ποτε τραγέλαφος ἢ σκινδαψὸς
οὔτε ἐστί. Περὶ μὲν οὖν τῆς ἀσήμου φωνῆς καὶ τῆς ἀνάρθρου καὶ
ἐνάρθρου
οὐδεὶς λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ σημαντικὴ φωνὴ πάλιν ἢ ἄναρθρός ἐστιν
ἢ ἔναρθρος. Ἄναρθρος μὲν οὖν σημαντικὴ φωνή ἐστιν ὡς ἡ ὑλακτικὴ
τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ σημαίνει μὲν τὸν κύνα, ὅτι κυνὸς φωνή ἐστι,
σημαίνει δὲ καί τινος παρουσίαν. Ἄναρθρος δέ ἐστι, δίοτι οὐ γράφεται.
434

Οὔτε οὖν περὶ ταύτης ἐστί τις λόγος τῇ φιλοσοφίᾳ. Ἡ δὲ σημαντικὴ


καὶ ἔναρθρος ἢ μερική ἐστιν ἢ καθόλου· μερικὴ μὲν οἷον Πέτρος,
Παῦλος,
καθόλου δὲ οἷον ἄνθρωπος. Οὔτε οὖν περὶ τῆς μερικῆς ἐστι λόγος τῇ
φιλοσοφίᾳ, ἀλλὰ περὶ τῆς σημαντικῆς καὶ ἐνάρθρου καὶ καθόλου ἤγουν
κοινῆς καὶ ἐπὶ πολλῶν λεγομένης. Αὕτη δὲ πάλιν ἢ οὐσιώδης ἐστὶν ἢ
ἐπουσιώδης. Οὐσιώδης οὖν ἐστιν ἡ δηλωτικὴ τῆς οὐσίας ἤγουν τῆς
φύσεως τῶν πραγμάτων. Ἐπουσιώδης δὲ ἡ δηλοῦσα τὰ συμβεβηκότα,
οἷον ὁ ἄνθρωπός ἐστι ζῷον λογικὸν θνητόν. Ταῦτα ὅλα οὐσιώδη εἰσίν.
Ἐὰν γὰρ ἀφέλῃς τι τούτων ἐκ τοῦ ἀνθρώπου, οὐκ ἔσται ἄνθρωπος.
Ἐὰν γὰρ εἴπῃς, ὅτι οὐκ ἔστι ζῷον, οὐκέτι ἐστὶν ἄνθρωπος. Καὶ ἐὰν
εἴπῃς ‘οὐκ ἔστιν λογικόν’, οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος. Ὁμοίως καί, ἐὰν εἴπῃς
’οὐκ ἔστιν θνητόν’, οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος· πᾶς γὰρ ἄνθρωπος καὶ ζῷόν
ἐστι καὶ λογικὸν καὶ θνητόν. Διὰ τοῦτο οὖν λέγονται οὐσιώδη, ὅτι
αὐτὰ συμπληροῦσι τὴν φύσιν τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀδύνατον συστῆναι  

Ιωάννης Δαμασκηνός. Fragm. philosophica (e cod. Oxon. Bodl. Auct.


T.1.6) Sec. 11, li.35

μενον.
 Φύσις ἐστὶν ἀρχὴ κινήσεως καὶ ἠρεμίας. Φύσιν δὲ καλοῦμεν πολλά-
κις τὸ τοιῶσδε πεφυκέναι καὶ οὐκ αὐτὴν πάντως τὴν οὐσίαν. Φύσιν δὲ
πάλιν ὡς τὰ πολλὰ τὴν οὐσίαν καλεῖν σύνηθες καὶ μάλιστα τοῖς ἡμετέ-
ροις διδασκάλοις. Φύσις ἀληθῶς τοῦτό ἐστιν, ἐν ᾧ τὸ εἶναι τῆς οὐσίας  
λαμβάνεται. Φύσις ἐστὶ κατὰ τοὺς ἔξω φιλοσόφους δύναμίς τις ἐνδεδυ-
κυῖα τῇ ὕλῃ, ἀρχὴ ἠρεμίας καὶ κινήσεως. Φύσις ἐστὶν ἡ τῶν πραγμάτων
ἀλήθεια. Φύσις καὶ οὐσία καὶ μορφή ἐστιν ἡ τῶν ὄντων οὖσα ποιότης.
 Ἀνούσιόν ἐστι τὸ ἄκτιστον καὶ ἀνύπαρκτον διὰ παντός.  – Μερικὴ
οὐσία ἐστὶ λόγος ἔναρθρος καὶ ἀσήμαντος. Οὐσιῶδές ἐστιν, ὃ παρὸν
μὲν σῴζει, ἀπὸν δὲ φθείρει, ὡς ἐπὶ τοῦ λογικοῦ. Ἐπουσιῶδες δέ ἐστιν,
ὅπερ οὔτε παρὸν σῴζει οὔτε ἀπὸν φθείρει, ὡς ἐπὶ τοῦ λευκοῦ. Ἐπεισου-
σιώδη καλοῦσιν οἱ φιλόσοφοι τὰ ἀχώριστα συμβεβηκότα.  – Ἄτομόν
ἐστι τὸ ἐξ ἰδιωμάτων συγκείμενον, ὧν τὸ ἄθροισμα οὐκ ἂν ἐπ' ἄλλου
ποτὲ ὀφθείη.  – Πρόσωπόν ἐστιν, ὃ διὰ τῶν οἰκείων ἐνεργημάτων τε
καὶ ἰδιωμάτων ἀρίδηλον καὶ περιωρισμένην τῶν ὁμοφυῶν αὐτοῦ παρ-
έχεται ἡμῖν τὴν ἐμφάνειαν.

Περὶ ὑποστάσεως ἐνυποστάτου τε καὶ ἀνυποστάτου


435

 Ὑπόστασίς ἐστι συνδρομὴ τῶν χαρακτηριστικῶν ἰδιωμάτων τὸ


ἄτομον καὶ ἰδικὸν τουτέστι τὸν τινὰ ἄνθρωπον τοῦ κοινοῦ

Ιωάννης Δαμασκηνός. Vita Barlaam et Joasaph [Sp.] P. 134, li.32

μοι δοκεῖ εἶναι ἀναισθησίας καὶ ἀφροσύνης


ἐπέκεινα.  Οὓς τίνι ὁμοιώσω, καὶ ποταπήν σοι εἰκόνα τῆς
τούτων ἀβελτηρίας παραστήσω; ἀλλά σοι παρα-
θήσω ὑπόδειγμα παρά τινος ἀνδρὸς σοφωτάτου
λεχθὲν πρός με.
 Ἔλεγε γὰρ ὅτι Ὅμοιοί εἰσιν οἱ τῶν εἰδώλων
προσκυνηταὶ ἀνθρώπῳ ἰξευτῇ, ὃς κατέσχεν ἓν
τῶν σμικροτάτων στρουθίων· ἀηδόνα τοῦτο κα-
λοῦσι. λαβὼν δὲ μάχαιραν τοῦ σφάξαι αὐτὸ
καὶ φαγεῖν, ἐδόθη τῇ ἀηδόνι φωνὴ ἔναρθρος. καί  
φησι πρὸς τὸν ἰξευτήν· Τί σοι ὄφελος, ἄνθρωπε,
τῆς ἐμῆς σφαγῆς; οὐ δυνήσῃ γὰρ δι' ἐμοῦ τὴν
σὴν ἐμπλῆσαι γαστέρα. ἀλλ' εἴ με τῶν δεσμῶν
ἐλευθερώσεις, δώσω σοι ἐντολὰς τρεῖς, ἃς φυλάτ-
των μεγάλα παρ' ὅλην σου τὴν ζωὴν ὠφεληθήσῃ.
ὁ δέ, θαμβηθεὶς τῇ ταύτης λαλιᾷ, ἐπηγγείλατο, εἰ
καινόν τι παρ' αὐτῆς ἀκούσειε, θᾶττον ἐλευ-
θερῶσαι τῆς κατοχῆς. ἐπιστραφεῖσα δὲ ἡ ἀηδὼν
λέγει τῷ ἀνθρώπῳ· Μηδέποτέ τινος τῶν ἀνε-
φίκτων ἐπιχειρήσῃς ἐφικέσθαι, καὶ μὴ μεταμελοῦ

Georgius Cedrenus Chronogr., Compendium historiarum Vol. 1, p. 129,


li.21

αὐτὸν ἀπόφασιν ἀνελθεῖν ἐν τῷ ὄρει καὶ τελευτῆσαι.


 Ὅτι παρερχόμενοι οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ διὰ τοῦ ὄρους Σιὴρ προς-
τάσσονται ὑπὸ τοῦ θεοῦ ἄρτον καὶ ὕδωρ πρίασθαι παρὰ τῶν
Ἰδουμαίων τῶν υἱῶν Ἠσαῦ, διότι εἶπεν αὐτοῖς ὁ θεός “οὐ κληρο-
νομήσετε ἐκ τῆς γῆς τῶν Ἠσαῦ οὐδὲ βῆμα ποδός, ὅτι ἀδελφοὶ
ὑμῶν εἰσίν.” ἀποτρέπονται δὲ ὑπὸ θεοῦ ἐκ τῆς γῆς τῶν Μωαβι-
τῶν καὶ τῶν πόλεων αὐτῶν διὰ Λὼτ τὸν προπάτορα αὐτῶν.
 Ὅτι ἐν τῇ δευτέρᾳ νομοθεσίᾳ λέγει Μωϋσῆς “τὰ ἅγια δέκα
ῥήματα ταῦτα ὑμεῖς ἀκούσατε ἐκ μέσου τοῦ πυρός,” ὥστε καὶ
436

πρὸ τοῦ γραφῆναι αὐτὰ ἐν πλαξὶν ἐξεδόθησαν ὑπὸ τῆς θείας φω-
νῆς. οὐ γὰρ φωνὴν ἄσημον ἀλλ' ἔναρθρον ἤκουσεν ὁ λαὸς ἐκ
μέσου τοῦ πυρὸς ἐν Σινᾷ, καθὼς γέγραπται “καὶ τὰ ῥήματα αὐ-  
τοῦ ἤκουσεν ἐκ μέσου τοῦ πυρός.” ταῦτα δέ εἰσι τὰ ἅγια ῥήματα
τοῦ νόμου, ἃ ὕστερον ἐνεχάραξεν ἐν πλαξίν.
 Ὅτι Μωϋσῆς πʹ ἐτῶν ὢν ἡγεῖται τῆς ἐξ Αἰγύπτου πορείας
τοῦ Ἑβραίων ἔθνους, συνῆν τε αὐτοῖς νομοθετῶν ἐπὶ τῆς ἐρήμου
ἔτη μʹ.
 Ἀπὸ βʹ βιβλίου Ἰωσήπου τῆς ἀρχαιολογίας, ὅτι Φαραὼ
ὑπὸ τὴν αὐτὴν ὥραν ἐθεάσατο καὶ τὰς τῶν ἐνυπνίων ὄψεις καὶ
τὰς ἐξηγήσεις αὐτῶν. ἀλλὰ τῶν ἐξηγήσεων ἐπιλαθόμενος τὸν ταύ-
τας ἀναμνήσοντα ἐζήτει. ὅτι ἐν τοῖς ἑπτὰ τῆς εὐθηνίας

Joannes Doxapatres Rhet., Προλεγόμενα. in Aphthonii progymnasmata


Vol. 14, p. 122, li.20

διάθετός ἐστι λόγος ἕξις ψυχῆς ἀνθρώπου, καθ' ἣν λογι-


κοί ἐσμεν’, τὴν μὲν ἕξιν ὡς γένος τιθέντες – ἔχει γὰρ
πάντα τὰ ζῷα ἕξιν τινὰ φυσικήν – , ἐπειδὴ δὲ ἔστι καὶ
σώματος ἕξις, ἢ ἰσχύος ἢ εἴδους ἤ τινος τοιούτου, προς-
έθηκαν ‘ψυχῆς’· καὶ ἀποδιιστῶντες τῶν ἀλόγων ζῴων –  
κἀκεῖνα γὰρ ἔχει ψυχῆς ἕξιν, ὡς θυμικὸς μὲν ὁ λέων,
νωθὴς δὲ ὁ ὄνος – , προσέθηκαν ‘καθ' ἣν λογικοί ἐσμεν’,
τὸ ἴδιον τοῦ ἀνθρώπου διοριζόμενοι. Τὸν δὲ προφορικὸν
ὁρίζονται οὕτως ‘προφορικός ἐστι λόγος δήλωσις ἐννοίας
ἀνθρώπου διὰ φωνῆς ἐνάρθρου’, τὴν μὲν δήλωσιν γέ-
νος ἡγούμενοι, ἐπειδὴ δὲ καὶ πραγμάτων ἔστι δήλωσις,
προσθέντες τὸ ‘ἐννοίας ἀνθρώπου’, καὶ ἐπειδὴ ἔστι πάλιν  
ἀνθρώπου ἐννοίας δήλωσις καὶ δι' ὀρχήσεως, τὸ ‘διὰ
φωνῆς’ προσθέντες. ἵν' οὖν καὶ ἀπὸ τῶν ἀσημάντων φω-
νῶν τὸν προφορικὸν διαστείλωσι λόγον – καὶ στενάζων
γάρ τις καὶ καγχάζων δηλοῖ τὴν ἑαυτοῦ ἔννοιαν διὰ φω-
νῆς, ἀλλ' οὐκ ἀσημάντου – , προσέθηκαν τὸ ‘ἐνάρθρου’.
Ἔστι δὲ καὶ πρῶτος τῇ φύσει ὁ ἐνδιάθετος τοῦ προφο-
ρικοῦ, ἐπεὶ καὶ συναναιρεῖ μὲν αὐτόν, οὐ συναναιρεῖται δέ·
ὁ μὲν γὰρ ἐνδιάθετος χωρὶς τοῦ προφορικοῦ δύναται

Joannes Doxapatres Rhet., Προλεγόμενα. in Aphthonii progymnasmata


Vol. 14, p. 123, li.5

νωθὴς δὲ ὁ ὄνος – , προσέθηκαν ‘καθ' ἣν λογικοί ἐσμεν’,


437

τὸ ἴδιον τοῦ ἀνθρώπου διοριζόμενοι. Τὸν δὲ προφορικὸν


ὁρίζονται οὕτως ‘προφορικός ἐστι λόγος δήλωσις ἐννοίας
ἀνθρώπου διὰ φωνῆς ἐνάρθρου’, τὴν μὲν δήλωσιν γέ-
νος ἡγούμενοι, ἐπειδὴ δὲ καὶ πραγμάτων ἔστι δήλωσις,
προσθέντες τὸ ‘ἐννοίας ἀνθρώπου’, καὶ ἐπειδὴ ἔστι πάλιν  
ἀνθρώπου ἐννοίας δήλωσις καὶ δι' ὀρχήσεως, τὸ ‘διὰ
φωνῆς’ προσθέντες. ἵν' οὖν καὶ ἀπὸ τῶν ἀσημάντων φω-
νῶν τὸν προφορικὸν διαστείλωσι λόγον – καὶ στενάζων
γάρ τις καὶ καγχάζων δηλοῖ τὴν ἑαυτοῦ ἔννοιαν διὰ φω-
νῆς, ἀλλ' οὐκ ἀσημάντου – , προσέθηκαν τὸ ‘ἐνάρθρου’.
Ἔστι δὲ καὶ πρῶτος τῇ φύσει ὁ ἐνδιάθετος τοῦ προφο-
ρικοῦ, ἐπεὶ καὶ συναναιρεῖ μὲν αὐτόν, οὐ συναναιρεῖται δέ·
ὁ μὲν γὰρ ἐνδιάθετος χωρὶς τοῦ προφορικοῦ δύναται
συστῆναι, ὁ δὲ προφορικὸς χωρὶς αὐτοῦ συστῆναι οὐ
δύναται, πρῶτα δὲ τῇ φύσει ἀεὶ λέγεται εἶναι τὰ συν-
αναιροῦντα καὶ μὴ συναναιρούμενα· τούτῳ γὰρ τῷ λόγῳ
καὶ τὸ ζῷον πρῶτον λέγεται τοῦ ἀνθρώπου, ἐπειδὴ ἀναι-
ρούμενον τὸ ζῷον συναναιρεῖ τὸν ἄνθρωπον· ζῴου γὰρ μὴ
ὄντος οὐδὲ ἄνθρωπος ἔστιν, ὁ δὲ ἄνθρωπος ἀναιρούμενος
οὐ συναναιρεῖ τὸ ζῷον· δύναται γὰρ εἶναι τὸ ζῷον καὶ

Josephus Genesius Hist., Βασιλεῖαι Book 4, Sec. 34, li.42

λέως διαβεβαιουμένου αὐτοῖς τάς τε συνεύνους καὶ παῖδας δραπετευ-


σάντων, ἔτι μὴν καὶ γεννήτορας, τὸν αὐτοκράτορα πάντας ἄρδην ξίφει
διολοθρεῦσαι· ὡς ἐκ τοῦδε τοῦ καλλίστου σκευάσματος δι' εὐαριθμήτων
κατακρίτων Ἀγαρηνῶν τὸν οἰκεῖον λαὸν ἀνασώσασθαι. περιδεεῖς
οὖν γεγονότες ὅ τε ναύαρχος αὐτῶν Νάσαρ καὶ οἱ ὑπ' αὐτὸν ἀρχηγοὶ  
ὅ τε σύμπας λαός, τὸ τοιοῦτον μήποτε καὶ αὐτοὶ ὑποστήσονται, ἀναγ-
καίως τοῖς πολεμίοις ἀντικαθίστανται, νίκῃ τῇ πρὶν μεγαλειουμένοις
βαρβαρικώτατα καὶ Ζάκυνθον προσεδρεύουσιν. οὐκοῦν ἐπιτίθεται
τούτοις
Νάσαρ παρεμβαλὼν καὶ πανωλεθρίαν θείᾳ ἰσχύϊ καὶ βασιλέως ἐντεύξει
κατ' αὐτῶν τίθεται. τοῦ δὲ καθ' ἡμᾶς πλοΐμου στρατοῦ τῶν Ἀγαρηνῶν
κατισχύοντος ἔναρθρός τις βοὴ κοιλάδος ἠφίετο τοῖς πρόσω φοιτᾶν
ἐγκελευομένη. ὅθεν οὗτοι Σικελίαν πᾶσαν καὶ Ἀφρικήν, πρὸς δὲ καὶ
Λογγιβαρβίαν διαδραμόντες, πολεμικῷ πυρὶ καὶ παντοδαπεῖ ξίφει
τοὺς ἐν τοῖς πλοίοις Ἀγαρηνοὺς καταφλέξαντές τε καὶ δηϊωσάμενοι,
καὶ ἑτέρας τὰς πρὸς ἐμπορίαν κατέσχον, ὧν ἀριθμὸν συνθέσθαι πάντως
οὐ ῥᾴδιον, ἐπιφορτιζομένων εἴδη παντοῖα, πρὸς ἐπὶ τούτοις καὶ δαψι-
λέστατον ἔλαιον, καὶ τοσοῦτον ὡς ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις τὴν κατὰ
438

λίτραν ὁλκὴν ὀβολοῦ πρίασθαι καὶ κατὰ θαυμασιότητα πᾶσι τὰ τότε


πραχθέντα φημίζεσθαι, καὶ μάλιστά γε ἐκ τῶν κατὰ τὴν Τεφρικὴν συνη-
λύδων, τοῦ τε Παύλου Σαμοσατέως, σὺν αὐτῷ Κούβρηκός τε καὶ

Pseudo-Nonnus, Scholia mythologica Oration 5, historia 17, li.4

δρεύειν, καὶ μαντείας καὶ χρησμοὺς τοῖς ἐρχομένοις περὶ τὸ


ὕδωρ λέγεσθαι. λέγεται δὲ ὅτι, ἡνίκα ἐμαντεύετό τις, αὔρας καὶ
πνοὰς τὸ ὕδωρ ἀνεδίδου. καὶ ἀναδιδομένων τῶν τοιούτων
πνευμάτων, οἱ ἱερεῖς οἱ περὶ τὴν πηγὴν ἔλεγον ἃ ἤθελεν ὁ
δαίμων.  

Ἑπτακαιδεκάτη ἐστὶν ἱστορία ἡ Πάλιν ἀνδριὰς ἄφωνος.

 Περὶ τούτου τοίνυν τοῦ ἀνδριάντος, ποῦ τε ἵστατο καὶ πῶς


ἐφθέγγετο, ἡμεῖς οὐχ ἱστορήσαμεν. δεῖ δὲ νομίζειν εἶναι τὸν
ἀνδριάντα τὸν ἐν Δελφοῖς, καὶ αὐτὸν τὸ τηνικάδε φωνὴν ἔναρ-
θρον ἀπολύοντα. εἰδέναι γὰρ χρὴ ὅτι αἱ τῶν δαιμόνων φωναὶ
ἄναρθροί εἰσι διὰ τὸ μὴ ἔχειν ὄργανα φωνητικά, ὅπως δια-
τυπώσωσι τὴν ἐξερχομένην φωνήν.  

Ὀκτωκαιδεκάτη ἐστὶν ἱστορία ἡ περὶ τῆς Δάφνης. ἔστι δὲ


μυθευόμενος λόγος οὗτος.

 Δάφνη, φησί, κόρη ὑπῆρχεν ἐκ Λάδωνος τοῦ ποταμοῦ καὶ


Γῆς τὴν γένεσιν εὐτυχήσασα. αὕτη, φησί, περικαλλής τε οὖσα
τῷ εἴδει καὶ ὡραϊζομένη ταῖς ὄψεσιν, εἰς ἔρωτα ἐκίνησε τὸν
Ἀπόλλωνα. ὁ δὲ Ἀπόλλων, φησί, κινούμενος ἐκ τοῦ ἔρωτος,
ἐπεδίωκε τὴν Δάφνην, εἴ πως ἰσχύσει συγγενέσθαι τῇ κόρῃ. ἡ
οὖν κόρη, τὴν παρθενίαν ἐθέλουσα φυλάξαι, τῇ οἰκείᾳ μητρὶ τῇ

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter alpha, p. 175, li.3

 μάθησιν εἶπε· διὸ καὶ ἐπήγαγε· καὶ ἐπιστή-


 μης. ἢ ζῶον λογικὸν, θνητὸν, καὶ τῶν ἐναν-
 τίων, ἀνὰ μέρος, δεκτικόν. ἢ ἐκ ψυχῆς ἀθα-
 νάτου καὶ σώματος θνητοῦ συνεστός.  – ἄν-
 θρωπος δὲ παρὰ τὸ ἄνω ἀθρεῖν τὴν ὦπα,
439

 ἤγουν ἄνω ὁρᾷν τοὺς ὀφθαλμοὺς, ἤγουν ἀνα-


 λογίζεσθαι ἃ εἶδε καὶ ἤκουσε, τῶν ἀλόγων
 ζώων μὴ λογιζομένων καὶ προνοουμένων. οὐ  
 γὰρ ἂν ἰχθὺς εἰς κύρτον εἰσῆλθεν, ὁρῶν ἄλ-
 λον κρατούμενον. ἢ παρὰ τὸ ἄνω ἀθρεῖν, ἢ
 παρὰ τὸ ἔναρθρον ἔχειν τὴν ὦπα. τετραχῶς
 δὲ λέγεται ὁ ἄνθρωπος ἐν τῇ γραφῇ· ἄνθρωπος
 ὁ θεὸς, καὶ ὁ ἄγγελος, καὶ ὁ ἐντὸς καὶ ὁ ἐκτὸς
 ἡμῶν ἄνθρωπος. ἰστέον, ὅτι ὁ ἄνθρωπος καὶ
 τοῖς ἀψύχοις κοινωνεῖ καὶ τῆς τῶν ἀλόγων
 μετέχει ζωῆς, καὶ τῆς τῶν λογικῶν μετείλη-
 φε νοήσεως. κοινωνεῖ γὰρ τοῖς μὲν ἀψύχοις
 κατὰ τὸ σῶμα καὶ τὴν ἀπὸ τῶν τεσσάρων
 στοιχείων κρᾶσιν· τοῖς δὲ φυτοῖς κατὰ ταῦτα
 καὶ τὴν θρεπτικὴν ἤγουν γεννητικὴν δύναμιν·

Aeneas Phil., Rhet., Theophrastus sive de animarum immortalitate et


corporum resurrectione dialogus P. 67, li.9

ἐνυφαίνει τῷ πέπλῳ τὸ δρᾶμα καὶ ἑρμηνεύει τῇ τέχνῃ· οὐ γὰρ ἔτι λαλεῖν  

παρέσχεν ἡ φύσις. Οἱ δὲ πέπλου καὶ τέχνης οὐδὲν δεηθέντες τὸν


τῆς φύσεως καλοῦσι Δημιουργόν· ὁ δὲ νεωτέραν αὐτοῖς φύσιν ἡμέρᾳ τῇ
τρίτῃ χαρίζεται, οὐ γλῶτταν ἑτέραν διδούς, ἀλλ' ἄνευ γλώττης σαφέ-
στερον ἢ πρότερον διαλέγεσθαι. Ἐγὼ δ' ἐπειθόμην ὡς ἀδύνατον αὐλητὴν
ἐν ἀπορίᾳ τῶν αὐλῶν αὐλητικὴν ἐπιδείκνυσθαι, ἀδύνατον δὲ κιθαρῳδὸν
ἐν ἀπορίᾳ τῆς κιθάρας μουσικὴν ἐργάζεσθαι· νῦν δὲ τουτὶ τὸ καινὸν
θέαμα ἀναγκάζει μετανοεῖν καὶ μηδὲν τῶν ὁρωμένων πεπηγέναι νομί-
ζειν, εἰ Θεὸς ἐθέλοι μετακινεῖν. Εἶδον ἔγωγε τοὺς ἄνδρας καὶ λαλούν-
των ἤκουσα καὶ τῆς φωνῆς τὸ ἔναρθρον θαυμάζων, τὸ τῆς φωνῆς
ὄργανον
ἐζήτουν καὶ τοῖς ὠσὶν ἀπιστῶν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἐπιτρέπω τὴν κρίσιν καὶ
τὸ
στόμα διανοίγων ὅλην ἐκ ῥιζῶν ἀνασπασθεῖσαν ἐθεώρουν τὴν γλῶτταν
καὶ ἐκπλαγεὶς ἐθαύμαζον οὐχ ὅπως τὸν λόγον συνήρμοσαν, ἀλλ' ὅπως
ἐσώθησαν. Τοῦτο καὶ τοῦ ἀγνώμονος λυέτω τὴν ἀπιστίαν, εἰ σώματα
πεσόντα διανίσταται. Ἐκεῖ μὲν γὰρ ἐκ τῶν ὄντων ἡ τῶν σωμάτων ἀνά-
στασις, ἐνταῦθα δὲ ἐξ οὐκ ὄντων ἡ τῆς φωνῆς ἁρμονία. Εἰ ταῦτα δρῶσι,
τίς οὕτως ἠλίθιος ὥστε μὴ οἷς ἐκεῖνοι γιγνώσκουσιν ἀκολουθεῖν;
{Θεόφραστος}
440

 Οὐδείς, ὧ φιλότης. Ἀλλ' εἰπέ μοι, πόθεν οἱ σοφοὶ μαθόντες ἀνα-


πείθουσι τοῖς ἔργοις ἃ τοῖς λόγοις προδιδάσκουσι;

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica posteriora commentaria


Vol. 13,3, p. 363, li.13

p. 92b30 Ἔτι πάντες οἱ λόγοι ὁρισμοὶ ἂν εἶεν.

 Ἔτἕτερον ἄτοπον συμβαίνει, τὸ πάντας λόγους εἶναι ὁρισμούς, ἐκ


τοῦ λέγειν τὸν ὁρισμὸν καὶ τὸ ὄνομα ταὐτὰ σημαίνειν. ἑκάστῳ γὰρ λόγῳ
ἐστὶ καὶ ὄνομα, οἷον τῇ ποιήσει τοῦ Ὁμήρου τῇ λαμβανούσῃ τὰ ἐν Ἰλίῳ
ἐστὶν ὄνομα Ἰλιάς, ὥσπερ τῇ λαμβανούσῃ τὰ τοῦ Ὀδυσσέως ἐστὶν ὄνομα
Ὀδύσσεια, καὶ τῷ “αἲ γάρ, Ζεῦ τε πάτερ” ὄνομα εὐχή, τῷ δὲ “βάσκ' ἴθι,
Ἶρι ταχεῖα” τὸ προστακτικόν· τὰ δὲ ὀνόματα συνεχωρήθη ταὐτὰ σημαί-
νειν τῷ ὁρισμῷ. καὶ ἔσονται τὰ ὀνόματα ὁρισμοὶ καὶ οἱ λόγοι, οἷς τὰ
ὀνόματα κεῖνται, ὁρισμοὶ καὶ αὐτοί, εἴγε προσφυῶς αὐτοῖς τὰ ὀνόματα
τέ-
θεινται. προσφυῶς γάρ ἐστι τῷ ἀνθρώπῳ τοῦτο τὸ ὄνομα διὰ τὸ ἄνω
ἀθρεῖν· ὡσαύτως καὶ μέροψ λέγεται παρὰ τὸ μεμερισμένην καὶ ἔναρθρον

ἔχειν τὴν ὄπα. καὶ ἁπλῶς, εἴ τι λέγομεν, πᾶν ἔσται ὁρισμός.


      

p. 92b33 Ἔτι οὐδεμία ἀποδείξειεν ἄν.

 Ἔτι ὥσπερ τὸ ὄνομα, οἷον τὸ ἄνθρωπος ἢ τὸ ἵππος λεγόμενον, ἐν


οὐδεμιᾷ ἀποδείξει ἀποδείκνυσιν ὅτι δηλοῖ τὸν ἄνθρωπον ἢ τὸν ἵππον,
οὕτως οὐδ' οἱ ὁρισμοὶ προσδηλοῦσκαὶ ἐμφαίνουσιν εἰ τῶνδέ εἰσιν
ὁρισμοὶ ὧν λέγονται καὶ οὐκ ἄλλων.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol. 15, p. 361, li.18

μέχρι τοῦ πλήξαντος, ἀλλ' ὅτι ὁ μὲν πρῶτος ἀὴρ πληγεὶς διὰ τὸ τάχος
τῆς πληγῆς συνεχὴς καὶ ἀδιαίρετος μείνας τὸν μετ' αὐτὸν σχηματίζει τῇ
ὁμοίᾳ πληγῇ, ὡς αὐτὸς ὑπὸ τῆς πληγῆς ἐσχηματίσθη, οὗτος δὲ πάλιν τὸν
μετ' αὐτόν, καὶ οὕτω κατὰ συνέχειαν ἡ πρόοδος μέχρι τοῦ ἀγγείου
γίνεται.
μέχρι γὰρ ἂν ἰσχυροτέρα ἡ διαδιδομένη πληγὴ ὑπάρχῃ τῆς θρύψεως τοῦ
441

ἀέρος, μέχρι τότε μένει ἄλλος παρ' ἄλλου σχηματιζόμενος. ὁ δὴ τελευ-


ταῖος πρὸς τὸ ἀγγεῖον πληγείς τε καὶ σχηματισθεὶς καὶ κωλυθεὶς εἰς τὸ
πρόσω διαδοῦναι τὴν πληγὴν ὑπὸ τοῦ ἀγγείου ἀνάπαλιν ὑπὸ τῆς τοῦ
στερεοῦ ἀντιτυπίας ἀπωσθεὶς ὥσπερ σφαῖρα ἀπὸ στερεοῦ τινος τὸν ἐπὶ
τάδε αὐτοῦ πάλιν ἔπληξε καὶ ἐσχημάτισε, καὶ οὕτως ἡ διάδοσις πάλιν
ἐπὶ ταῦτα τῆς τε πληγῆς καὶ τοῦ ψόφου γίνεται. ἔναρθρος δὲ ἡ ἠχὼ
γίνεται, ἐπειδὴ ὁ πρῶτος ὑφ' ἡμῶν διαλεγομένων πληττόμενος ἀὴρ πρῶ-
τος καὶ ἀνακλᾶται φέρων εἰς ἡμᾶς πάλιν τῆς πρώτης λέξεως τὴν ἠχώ,
καὶ ὁ δεύτερος τῆς δευτέρας, καὶ οὕτως ἡ τάξις τῆς διαλέκτου φυλάττε-
ται. ἐντεῦθεν πιθανῶς ἔστι συλλογίσασθαι καὶ τὸ ἐπὶ τοῦ κατὰ τὰς ἐνερ-
γείας τῶν ὁρατῶν. ἠπορεῖτο γὰρ πῶς οἷόν τέ ἐστιν ἀσωμάτων οὐσῶν
τῶν ἐνεργειῶν τῶν ὁρατῶν ἀνακλάσεις ὑποτίθεσθαι· τίς γὰρ ἂν εἴη ἀσω-
μάτου ἀνάκλασις; εἰ τοίνυν ὁ ψόφος ἐνέργειά τίς ἐστι τοῦ ἀέρος καὶ
τελείωσις τοῦ ἐν αὐτῷ διηχοῦς, αὕτη δ' ἡ ἐνέργεια σαφῶς ἀνακλᾶται,
ὅταν λείῳ τε καὶ κοίλῳ προσπέσῃ, ὡς ἐπὶ τῆς ἠχοῦς (οὐδεμία γὰρ ἐν-
ταῦθα ἀμφιβολία ὡς ἀνάκλασις γίνεται), τί ἀδύνατον τὸ αὐτὸ τοῦτο καὶ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol. 15, p. 377, li.8

     καὶ διάλεκτον.

 Ἀπότασιν εἶπεν ἀντὶ τοῦ ῥυθμόν· ὡς γὰρ εἶπον, περὶ τὴν ἔκτασιν  
τοῦ χρόνου τὴν ἐπὶ πλεῖον ἢ ἔλαττον καὶ τὴν τούτων συμμετρίαν ὁ
ῥυθμὸς
θεωρεῖται· μέλος δὲ εἶπεν ἀντὶ τοῦ ἁρμονίαν, ἥτις ἔχει περὶ τὴν συμμε-
τρίαν τοῦ ὀξέος καὶ τοῦ βαρέος, διάλεκτον δὲ τὴν τῶν λέξεων συνθήκην.

      

p. 420b8 Ἔοικε δὲ ὅτι καὶ ἡ φωνὴ ταῦτα ἔχει.

 Ἔοικε, φησίν, ὁ τῶν μουσικῶν ὀργάνων ψόφος τῇ φωνῇ, καθὸ ἔχει


αὐτῆς μίμημα τὰ εἰρημένα. δῆλον δὲ ὅτι φωνὴν μάλιστα νῦν λέγει τὴν
διάλεκτον· περὶ ταύτην γὰρ μόνην ἡ λέξις θεωρεῖται. ἐν γὰρ ταῖς ἐνάρ-
θροις φωναῖς μέλος μέν ἐστιν ἢ ῥυθμός, λέξις δ' οὐκέτι. κἂν γὰρ ἐπὶ
κίττης εἴπῃς ἢ ψιττακοῦ ἢ τῶν τοιούτων, οὐ κυρίως ἡ λέξις , κατὰ
μίμησιν
442

δὲ καὶ ἀναλογίαν, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἀψύχων.


      

p. 420b9 Πολλὰ δὲ τῶν ζῴων οὐκ ἔχουσι φωνήν, οἷον τὰ ἄναιμα


    καὶ τῶν ἐναίμων ἰχθύες.

 Ἐπειδὴ εἶπεν τὴν φωνὴν ψόφον εἶναι ἐμψύχου, οὐ πᾶν δὲ ἔμψυχον


φωνεῖ, ἀλλ' ἔστι τινὰ ἄφωνα, αὐτὸ τοῦτο προσδιορίζεται. οὐ γὰρ ἁπλῶς
τὰ ἔμψυχά ἐστι τὰ φωνοῦντα, ἀλλὰ τὰ ζῷα, καὶ οὐδὲ πάντα ζῷα ἀλλὰ
μόνα τὰ ἔχοντα πνεύμονα, τοῦτο δέ ἐστιν ὅσα ἀναπνεῖ (ὕλη γάρ ἐστι τῆς
φωνῆς ὁ ἀναπνεόμενος ἀήρ, ὡς δείξει προϊών), οὔτε δὲ τὰ ἔντομα, οἷον

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol. 15, p. 383, li.13

p. 420b32 Σημαντικὸς γάρ τις ψόφος ἐστὶν ἡ φωνή, καὶ οὐ τοῦ


   ἀναπνεομένου ἀέρος, ὥσπερ ἡ βήξ.

 Διχόθεν, ὥσπερ εἶπον ἤδη, χωρίζει τὴν βῆχα ἀπὸ τῆς φωνῆς, καὶ
ἀπὸ τοῦ τέλους, ὅτι οὐ σημαντική, ἀλλ' ἀκούσιος κατά τι πάθος γίνεται,
καὶ ὅτι οὐδὲ κατὰ πάντα ὁμοίαν ἔχει τῇ φωνῇ τὴν γένεσιν. ἐπὶ μὲν
γὰρ τῆς φωνῆς τὸ ἐκ τοῦ θώρακος ἐκθλιβόμενον πνεῦμα κατὰ βραχὺ
προσπεσὸν τῷ ἐναπειλημμένῳ πνεύματι ἐν τῇ τραχείᾳ ἀρτηρίᾳ πλήττει
αὐτὸ πρὸς αὐτῇ τῇ ἀρτηρίᾳ θλῖβον, καὶ οὕτω πληττομένης ταύτης ὑπὸ
τοῦ ἐν αὐτῇ πνεύματος γίνεται ὁ ψόφος ὁ κατὰ τὴν φωνήν· γίνεται δὲ
ἔναρθρος, ὅταν λαβοῦσα τὸν ἐκ τῆς κοιλότητος τῆς ἀρτηρίας ὠσθέντα
ἀέρα
περὶ τὴν ἀχάνειαν ἡ γλῶττα τοίως ἢ τοίως σχηματίσῃ· ἐπὶ δὲ τῆς βηχὸς
ἐξωθεῖται μὲν ἐκ τοῦ θώρακος, ἀλλ' ἀθρόον, καὶ οὐ πλήττει μόνον τὸν
ἐν τῇ τραχείᾳ ἀρτηρίᾳ ἀέρα, ἀλλὰ καὶ πλήττεται ὑπ' αὐτοῦ, καὶ τὰ ἄλλα
γίνεται, ὡς ἤδη προεῖπον.
      
Ιωάννης Φιλόπονος. De opificio mundi P. 54, li.14

ἐκεῖνα μόνῃ, οὐδεμιᾷ φωνῇ χρησάμενος, ἅτε


μὴ ὄντος τοῦ τι μαθεῖν ἐκ τῆς φωνῆς ὀφείλοντος
τῆς αὐτοῦ. ἐπὶ δὲ τῶν λοιπῶν φωνὴν προηγεῖσθαι
λέγει· ὅτε γὰρ ἦν λοιπὸν τὰ τὸν δημιουργὸν ὀφεί-
λοντα μαθεῖν διὰ τῆς φωνῆς ἀόρατον ὄντα τὴν οὐ-
σίαν, τότε προηγεῖτο μὲν ἡ φωνὴ κατὰ τὸ δοκοῦν τῷ
443

θεῷ, εἵπετο δὲ τῇ φωνῇ τὸ ἔργον. διδασκαλία δὲ


τοῦτο ταῖς ἀοράτοις καὶ λογικαῖς οὐσίαις ἦν τοῦ τὴν
κτίσιν προστάγματι δημιουργοῦντος οἰκείῳ’.
 Φεῦ τῆς ἀτοπίας· φωνὴν ἀκούει θεοῦ τὴν ἔναρ-
θρον· οὐκοῦν καὶ διὰ φωνητικῶν πάντως γινομένην
ὀργάνων καὶ τοῦ διηχοῦς ἀέρος δεομένην; κἂν γὰρ
λέγῃ· ‘κατὰ τὸ δοκοῦν τῷ θεῷ’ οὐ πρὸς τὸ γενέσθαι
τὴν φωνὴν εἴρηκεν, ἀλλὰ πρὸς τὸ αὐτὸν φωνῆςαι τὸν
θεόν, οὕτω δόξαν αὐτῷ· ὅτι γὰρ οὐ κατά τινα θαυ-
ματουργίαν εἰς διάλεκτον τὸν ἀέρα διαπεπλάσθαι φη-
σίν, ὡς καὶ πρότερόν τε πολλάκις καὶ ἐπ' αὐτοῦ τοῦ
κυρίου γέγονε, φωνῆς ὡς ἐξ οὐρανοῦ φερομένης· ‘οὗ-
τός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα’,
ἀλλ' αὐτὸν τὸν θεὸν λαλῆσαί φησιν, δῆλον ἐξ ὧν
εἶπεν ἐπὶ μὲν τῆς πρώτης κτίσεως μὴ φωνῆςαι τὸν

Αμμώνιος In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 24, li.32

 Ἀλλ' ἐπειδὴ ταῦτα διήθρωται, προσθετέον ἑξῆς τοῖς βουλομένοις


ἀνάγειν ἑαυτοὺς ἐπὶ τὴν τῶν ὄντων θεωρίαν καὶ τὰς ἐξῃρημένας τούτων
περὶ ὧν ὁ λόγος αἰτίας σκοπεῖν, ὅτι τριῶν ὄντων ὑπὲρ τὰς φυσικὰς
οὐσίας
τῶν ἀρχικῶν διακόσμων, τοῦ τε θείου καὶ τοῦ νοεροῦ καὶ πρὸς τούτοις
ἔτι τοῦ ψυχικοῦ, τὰ μὲν πράγματα θεόθεν παράγεσθαί φαμεν, ἀπὸ δὲ
τῶν νόων ὑφίστασθαι τὰ νοήματα, καὶ ὑπὸ τῶν ψυχῶν τῶν κατὰ τὸ λογι-
κὸν χαρακτηριζομένων καὶ παντὸς σώματος χωριστὴν οὐσίαν ἐχουσῶν
ἀποτελεῖσθαι τὰς φωνάς· νῦν γὰρ ὁ λόγος ἡμῖν οὐ περὶ τῆς τυχούσης
φωνῆς, ἀλλὰ περὶ τῆς σημαινούσης τὰ πράγματα διὰ μέσων τῶν νοημά-
των κατά τινα συνθήκην καὶ ὁμολογίαν αὐτῆς τε σημαίνεσθαι διὰ γραμ-
μάτων δυναμένης, ταὐτὸν δὲ εἰπεῖν, τῆς ἐνάρθρου καὶ ἀνθρωπίνης καὶ
διαλέκτου καλουμένης, ἣν οἱ ἰατροὶ κατὰ τὰ ὄργανα καλῶς διορίζοντες  
ἀπὸ τῆς ἁπλῶς λεγομένης φωνῆς ἄλλα μὲν εἶναι τὰ φωνητικὰ τῶν ὀργά-
νων φασίν, ὥσπερ πνεύμονα καὶ τὴν τραχεῖαν ἀρτηρίαν, ὧν ὁ μὲν τὴν
ὕλην χορηγεῖ τῆς φωνῆς ἡ δὲ πρὸς τὴν οἷον διαμόρφωσιν αὐτῆς τὴν
κατὰ τὸ βαρὺ καὶ ὀξὺ καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις συμβάλλεται, ἄλλα δὲ
τὰ χρήσιμα πρὸς τὴν διάλεκτον, καθάπερ γλῶτταν καὶ ὑπερῴαν καὶ χείλη

καὶ ὀδόντας, ἃ διαφερόντως τῇ ὁρμῇ τῆς λογικῆς ψυχῆς ὑπηρετούμενα


τὴν ὡς ἀπὸ ζῴου ἁπλῶς προϊεμένην βαρεῖαν ἢ ὀξεῖαν φωνὴν ὥσπερ τινὰ
444

ὕλην διαμορφοῦσιν εἰς γραμμάτων καὶ συλλαβῶν καὶ ὅλως διαλέκτου


γένεσιν, ὑφ' ἣν καὶ τὸ ἀποφαντικὸν τῶν λόγων ἀνάγεται εἶδος τὸ κατὰ

Αμμώνιος In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 25, li.24

αὗται γὰρ ταῖς τῶν προσπιπτόντων αἰσθήσεσί τε καὶ φαντασίαις ἑπόμεναι

φωνεῖν τε παρασκευάζουσι τὰ ἔχοντα ταύτην τὴν δύναμιν κατὰ τὴν ἑαυ-


τῶν ἕκαστα φύσιν καὶ κινεῖσθαι πάσας ἃς πεφύκασι κινήσεις κατὰ τὰ
ἑκάστοτε αὐτοῖς ὑπάρχοντα πάθη. τὸ μέντοι καὶ ταύτας ὑπολαμβάνειν
σημαίνεσθαι διὰ γραμμάτων, ὅπερ ἤδη τῶν προσποιουμένων εἶναι
γραμμα-
τικῶν τινες πεπόνθασι, γελοῖον ἂν εἴη· μιμοῦνται μὲν γὰρ οἱ
κωμῳδοποιοὶ
τοὺς βατράχους διὰ τοῦ “βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ” καὶ τοὺς χοίρους διὰ
τοῦ “κοῒ κοΐ” καὶ ἄλλα καὶ ἄλλα τῶν ὀρνέων δι' ἄλλων καὶ ἄλλων
ἐγγραμμάτων φωνῶν, οὐ μὴν αὐτὰς ταύτας ἡγητέον εἶναι τὰς ἐκείνων
φωνάς, ἐπεὶ καὶ τὸν τῆς θαλάσσης ἀπήχησιν καὶ τῶν τροχιλίων καὶ
πολλῶν ἄλλων ἀψύχων τοὺς ψόφους ἐνάρθρους εἶναι ὁμολογήσομεν,
διότι
καὶ τούτων ἕκαστα μιμεῖσθαι τολμῶσαν τὴν κωμῳδίαν ὁρῶμεν. εἰ δέ
τινα χρὴ καὶ ἐπὶ τῶν στοιχείων ἀνάλογον ταύταις αἰτίαν θεωρεῖν, ὡς μὲν
ποιητικὴν οὐδεμίαν αἰτιασόμεθα πλὴν τῆς μερικῆς ψυχῆς, ἧς ἡ ἐπίνοια
δίδωσιν αὐτοῖς τὴν γένεσιν, παράδειγμα δὲ αὐτῶν οὐδὲν κωλύει λέγειν
τὴν
φυσικὴν αὐτῆς ποίησιν ὄγκους καὶ διαστήματα περιτιθεῖσαν ἑκάστῳ τῶν
δι' αὐτῆς ἀποτελουμένων, καθ' ἃ καὶ τὰ γράμματα τῶν φωνῶν ἐπλεόνασε.

 Περὶ δὲ τούτων εἰρῆσθαί φησιν ἐν τοῖς Περὶ ψυχῆς, ἐν οἷς τε ἔλεγε


“τὰ δὲ πρῶτα νοήματα τί διοίσει τοῦ μὴ φαντάσματα εἶναι; ἢ οὐδὲ τὰ  
ἄλλα φαντάσματα, ἀλλ' οὐκ ἄνευ φαντασμάτων” καὶ ἐν οἷς ἠξίου τὴν
φαντασίαν παθητικὸν νοῦν

Αμμώνιος In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 31, li.5

δῶς ποτὲ δὲ προσηνῶς καὶ μετά τινος γαληνιαίας διαθέσεως ὑπ' αὐτῶν
προα-
445

γόμεναι. τῶν οὖν τοιούτων φωνῶν χωρίζει τὸ ὄνομα προστεθὲν τὸ κατὰ


συνθήκην, ταὐτὸν σημαῖνον τῷ θέσει· συνέθεντο γὰρ πρὸς ἀλλήλους
Ἕλληνες μὲν τοῖσδε τοῖς ὀνόμασι τὰ πράγματα καλεῖν, Ἰνδοὶ δὲ ἑτέροις
καὶ Αἰγύπτιοι ἄλλοις, καὶ οἱ αὐτοὶ τὰ αὐτὰ ποτὲ μὲν ἄλλοις ποτὲ δὲ
ἑτέροις. καὶ εἰσὶ ταῦτα τῶν νοημάτων τῶν ἡμετέρων σημαντικά.
στεναγμοὶ  
δὲ καὶ καγχασμοὶ καὶ αἱ τῶν παιδίων ἢ τῶν ἀλόγων ζῴων φωναὶ νόημα
μὲν οὐδὲν σημαίνουσι, πάθη δέ τινα τῆς ψυχῆς καὶ διαθέσεις.
 Εἰς δύο γὰρ διχῇ τῆς ἁπλῶς φωνῆς διαιρουμένης, εἴς τε τὴν σημαντι-
κὴν καὶ τὴν ἄσημον καὶ τὴν ἐγγράμματόν τε καὶ ἀγράμματον, ὧν τὴν μὲν
ἔναρθρον τὴν δὲ ἄναρθρον καλοῦσι, διότι ἄρθροις ἑνὸς ζῴου
διακρίνεσθαι
δυναμένοις ἀπ' ἀλλήλων ἐοίκασιν αἱ συμπληροῦσαι τὴν διάλεκτον
συλλα-
βαὶ κατ' ἐνέργειαν ἀπ' ἀλλήλων διακεκριμέναι (καθάπερ τὰ στοιχεῖα, ὧν
ἡ ποιὰ σύλληψις ποιεῖ τὰς συλλαβάς, τοῖς φυσικοῖς αὐτοῖς στοιχείοις, ὧν
ἡ ποιὰ σύγκρασις ἀποτελεῖ τῶν ἄρθρων ἕκαστον), τέτταρας μὲν
συμβαίνει
γίνεσθαι κατὰ τὰς συμπλοκὰς τῶν ἁπλῶν συζυγίας, ἐκ δὲ τούτων μίαν
εἶναι, ὑφ' ἣν ἀνάγονται τό τε ὄνομα καὶ τὸ ῥῆμα καὶ οἱ ἐκ τούτων συγ-
κείμενοι λόγοι· συμβήσεται γὰρ τὴν μὲν εἶναι φωνὴν σημαντικὴν καὶ
ἐγγράμματον ὡς τὴν ἄνθρωπος, τὴν δὲ σημαντικὴν καὶ ἀγράμματον ὡς
τὴν κυνὸς ὑλακήν, τὴν δὲ ἄσημον καὶ ἐγγράμματον ὡς τὸ βλίτυρι,

Αμμώνιος In Aristotelis librum de interpretatione commentarius


P. 40, li.24

γὰρ λέγεται τό τε σημαῖνον καὶ τὸ σημαινόμενον, ὥστε σύμβολα εἰκότως


τὰ κατὰ συνθήκην σημαίνοντα τῶν σημαινομένων. κατὰ δὲ τὴν λέξιν καὶ
τὸ πλῆθος τῶν συμπληρουσῶν αὐτὴν συλλαβῶν ὑπὸ τὸ ποσὸν ἕκαστον
αὐτῶν
ἀνοίσομεν. εἰ δὲ τὸ ὄνομα καὶ σύμβολον καὶ ὁμοίωμα τεχνητὸν ἀξιοῦμεν
καλεῖν, οὐ θαυμαστόν· ἔσται γὰρ τὸ μὲν ἀσκόπως τεθὲν μόνως σύμβολον,

τὸ δὲ κατὰ λόγον ὡς μὲν δυνάμενον ἐξ ἄλλων καὶ ἄλλων συγκεῖσθαι


συλλαβῶν ἐοικὸς τοῖς συμβόλοις, ὡς δὲ τῇ φύσει τοῦ ὀνομαζομένου
προσῆ-
κον ὁμοίωμα, καὶ οὐ σύμβολον. ἀλλὰ ταῦτα μὲν ὥσπερ πορίσματα λη-
πτέον ἐκ τῶν εἰρημένων, συνᾴδοντα τοῖς ἐν Κρατύλῳ περὶ τοῦ ὀνόματος
ὑπὸ τοῦ Σωκράτους παραδεδομένοις· καὶ γὰρ ἐκεῖνος τὸ ὄνομα μίμημά
φησιν εἶναι τῆς ἑκάστου οὐσίας διὰ φωνῆς ἐνάρθρου, ταὐτὸν δὲ εἰπεῖν
ἐκ στοιχείων καὶ συλλαβῶν κατεσκευασμένον, ὥσπερ τὰ ῥήματα τῶν
446

ἐπακολου-θούντων (τοῦτ' ἔστι τῶν ὑπαρχόντων) ταῖς οὐσίαις μιμήματα


εἶναι, λόγον
δὲ τὸν ἐξ ἀμφοῖν, τοῦ τε ὀνόματος καὶ τοῦ ῥήματος, συγκείμενον, ὡς ἂν
καὶ αὐτὸς διά τε τούτων καὶ τῶν ἐν Σοφιστῇ ῥηθέντων πρὸ τοῦ Ἀρι-
στοτέλους μόνα τοῦ λόγου κυρίως μέρη τὸ ὄνομα καὶ τὸ ῥῆμα εἶναι
τιθέμενος.
 Τὴν δὲ χρείαν τοῦ κατὰ συνθήκην ὁ φιλόσοφος ἐπιδεικνύς, ἐπεὶ
σημαίνουσί τι, φησί, καὶ οἱ ἀγράμματοι ψόφοι, τοῦτ' ἔστιν αἱ
ἄναρθροι φωναί (τῷ γὰρ ψόφῳ νῦν ὡς γένει τῆς φωνῆς ἀντὶ τοῦ εἴδους

Ολυμπιόδωρος. In Aristotelis categorias commentarium P. 41, li.4

Τῶν λεγομένων τὰ μὲν κατὰ συμπλοκὴν λέγεται τὰ δὲ


ἄνευ.

 Μέχρι τούτων παραγαγὼν ὁ Ἀριστοτέλης τὸν λόγον τὸν περὶ τῶν


ὁμωνύμων, συνωνύμων καὶ παρωνύμων, τρέπεται καὶ ἐπὶ τὴν διαίρεσιν
τῶν  
λεγομένων, τοῦτ' ἔστι τῶν φωνῶν τῶν σημαινουσῶν τὰ πράγματα. καὶ
σημειωτέον ὅτι οὐ μάτην εἶπεν τῶν λεγομένων, καὶ οὐκ εἶπεν μᾶλλον
τῶν φωνῶν· οἶδεν γὰρ ὅτι αἱ φωναὶ οὐ πάντως εἰσὶ καὶ σημαντικαί τινος
πάντοτε, ἀλλὰ ποτὲ μὲν σημαντικαὶ καὶ ἔναρθροι, ὡς τὰ ὀνόματα καὶ τὰ
ῥήματα, ποτὲ δὲ ἄσημοι καὶ ἄναρθροι, ὡς οἱ ψόφοι. τὸ δὲ λέγειν κατά
τινος πάντως πράγματος φέρεται· οὐκοῦν ἐπείγεται ἐπὶ τὴν διαίρεσιν τῶν
φωνῶν τῶν σημαινουσῶν τὰ πράγματα. εἶτα δεδιώς, ἵνα μή τις ὑπολάβῃ
αὐτὸν περὶ φωνῶν μόνων διαλαμβάνοντα, τρέπεται καὶ ἐπὶ τὴν διαίρεσιν
τῶν ὄντων, τοῦτ' ἔστιν τῶν πραγμάτων, καὶ λέγει ὅτι τῶν ὄντων τὰ μέν
ἐστιν οὐσίαι τὰ δὲ συμβεβηκότα τὰ δὲ καθόλου τὰ δὲ μερικά. καὶ
δυνατὸν μὲν ὑπῆρχεν ἡμᾶς καὶ ἀπὸ τῆς μιᾶς διαιρέσεως δεῖξαι τὸν
σκοπὸν τὸν Ἰαμβλίχειον, ὅτι περὶ φωνῶν καὶ πραγμάτων διὰ μέσων
νοημάτων ἐνταῦθα διαλέγεται ὁ Ἀριστοτέλης,

Elias Phil., In Porphyrii isagogen P. 37, li.4

 Μετὰ τὸ πρῶτον κεφάλαιον εἴπωμεν καὶ τὸ δεύτερον, φημὶ τὸ χρή-


σιμον. χρησιμεύει τοίνυν τὸ παρὸν βιβλίον εἰς τὴν ἡμῶν αὐτῶν οὐσίαν,
εἰς πᾶσαν φιλοσοφίαν, εἰς τὰς διαλεκτικὰς μεθόδους, εἰς τὰς
Ἀριστοτέλους
καὶ τῶν ἄλλων Κατηγορίας· οὗτοι γὰρ κατὰ ζῆλον τοῦ οἰκείου
διδασκάλου
447

ὁμώνυμα συγγράμματα τούτῳ κατέλιπον. χρησιμεύει οὖν ἡμῖν εἰς τὴν


ἡμῶν αὐτῶν οὐσίαν, ἐπειδὴ κοινωνικὸν ζῷον ὁ ἄνθρωπος· ἀμέλει καὶ ἐν
ταῖς ἠρεμίαις ἀσχάλλομεν ὡς παρὰ φύσιν ζῶντες καὶ μὴ ἔχοντες ὅτῳ  
κοινωνήσομεν. κοινωνοῦμεν δὲ ἀλλήλοις διὰ φωνῶν, ὅθεν καὶ φωνὴ
εἴρη-
ται ὡς εἰς φῶς ἄγουσα τὰ τοῦ νοῦ γεννήματα, διὸ καὶ φὼς μόνος ὁ ἄν-
θρωπος λέγεται ὡς πολὺ τὸ φωτιστικὸν ἔχων καὶ ἐξαγγελτικόν· οὗτος
γὰρ καὶ τὰ γνωστικὰ ἑαυτοῦ πάθη ἐξαγγέλλει διὰ τῆς φωνῆς τῆς
ἐνάρθρου
καὶ τὰ ζωτικὰ διὰ τῆς ἀνάρθρου, οἷον βηχὸς συρίγματος στεναγμοῦ, τὰ δὲ

ἄλογα διὰ τῶν ἀνάρθρων μόνον τὰ ζωτικὰ ἡμῖν ἐμφαίνει. εἰ οὖν περὶ
φωνῶν διαλέγεται, πῶς οὐ χρησιμεύει ἡμῖν εἰς τὴν ἡμῶν αὐτῶν οὐσίαν;
ἀλλὰ καὶ εἰς πᾶσαν φιλοσοφίαν, εἴ γε πᾶσαν φιλόσοφον φωνὴν ἐνταῦθα
διδασκόμεθα. ἀλλὰ καὶ εἰς τὰς διαλεκτικὰς μεθόδους· τέσσαρες γὰρ
αὗται,
διαιρετική, ὁριστική, ἀποδεικτική, ἀναλυτική, ἐπειδὴ καὶ τέσσαρα τὰ
διαλεκτικὰ προβλήματα, εἰ ἔστι, τί ἐστιν, ὁποῖόν τί ἐστι καὶ διὰ τί ἐστι.
καὶ τὸ μὲν εἰ ἔστιν ἀναλογεῖ τῇ διαιρετικῇ (εἰ γὰρ ἔστι πάντως ὑπὸ τὴν
διαίρεσιν πίπτει), τὸ δὲ τί ἐστι τῇ ὁριστικῇ (πᾶσαι γὰρ αἱ

David Phil., In Porphyrii isagogen commentarium P. 83, li.32

πράγματα), τούτου χάριν περὶ τῶν πέντε φωνῶν διαλαμβάνει. ἄλλοι δὲ


λέγουσιν ὅτι διὰ τοῦτο περὶ τῶν πέντε φωνῶν διαλαμβάνει, ἐπειδὴ αἱ
πέντε
φωναὶ συμβάλλονται ἡμῖν εἰς πᾶσαν φωνὴν ὑπὸ τὴν φιλοσοφίαν οὖσαν·
ὥσπερ γὰρ οἱ γραμματικοὶ ἐπενόησαν τὰ ὀκτὼ μέρη τοῦ λόγου ὑφ' ἃ
πᾶσα
λέξις Ἑλληνικὴ ἀνάγεται, καὶ ὥσπερ οἱ ῥήτορες ἐπενόησαν τὰς
δεκατρεῖς
στάσεις ὑφ' ἃς πᾶν πολιτικὸν ζήτημα ἀνάγεται, καὶ ὥσπερ ὁ Ἀριστοτέλης

ἐπενόησε τὰς δέκα κατηγορίας ὑφ' ἃς πάντα τὰ ὄντα ἀνάγονται, οὕτω καὶ

πᾶσα φωνὴ ὑπὸ τὴν φιλοσοφίαν οὖσα ὑπὸ τὰς πέντε φωνὰς ἀνάγεται· ἢ
γὰρ γένος ἐστὶν ἢ εἶδος ἢ διαφορὰ ἢ ἴδιον ἢ συμβεβηκός.
 Ὅτι γὰρ πέντε εἰσὶν αἱ φωναί, δείκνυται ἐκ διαιρέσεως τοιαύτης· ἡ
φωνὴ διττή ἐστιν· ἢ γὰρ ἔναρθρός ἐστιν ἢ ἄναρθρος. καὶ ἔναρθρος μὲν ἡ

ἐκ διανοίας προβαλλομένη ὥσπερ ἡ τοῦ ἀνθρώπου, ἄναρθρος δὲ ὥσπερ ἡ


448

τῶν ἀλόγων ζῴων καὶ ὁ ἦχος ὁ ἀπὸ λίθου ἢ ξύλου γινόμενος. καὶ ἑκα-
τέρα δὲ τούτων διττή ἐστιν· ἢ γὰρ σημαντική ἐστιν ἢ ἀσήμαντος. καὶ
ἔναρθρος μὲν καὶ σημαντικὴ ὥσπερ ἐπὶ τοῦ ἄνθρωπος καὶ ἵππος· αὗται
γὰρ καὶ ἔναρθροί εἰσι, καθὸ ἀνθρώπων εἰσὶ φωναί, καὶ σημαντικαί, καθὸ
κατὰ πραγμάτων τίθενται. ἔναρθρος δὲ καὶ ἀσήμαντος ὡς ἐπὶ τοῦ ἱππο-
κένταυρος· τοῦτο γὰρ ἀσήμαντόν ἐστιν, ἐπειδὴ οὐ τίθεται κατὰ
πράγματος·
οὔτε γὰρ ἔστιν ἱπποκένταυρος. ἄναρθρος δὲ καὶ σημαντικὴ ὡς ἐπὶ τῆς
ὑλακῆς τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ καὶ ἄναρθρός ἐστι, καθὸ οὐκ ἔστιν
ἀνθρώπου
φωνή, καὶ σημαντική, καθὸ δηλοῖ παρουσίαν ἢ ξένου ἢ φίλου.

David Phil., In Porphyrii isagogen commentarium P. 84, li.3

λέξις Ἑλληνικὴ ἀνάγεται, καὶ ὥσπερ οἱ ῥήτορες ἐπενόησαν τὰς


δεκατρεῖς
στάσεις ὑφ' ἃς πᾶν πολιτικὸν ζήτημα ἀνάγεται, καὶ ὥσπερ ὁ Ἀριστοτέλης

ἐπενόησε τὰς δέκα κατηγορίας ὑφ' ἃς πάντα τὰ ὄντα ἀνάγονται, οὕτω καὶ

πᾶσα φωνὴ ὑπὸ τὴν φιλοσοφίαν οὖσα ὑπὸ τὰς πέντε φωνὰς ἀνάγεται· ἢ
γὰρ γένος ἐστὶν ἢ εἶδος ἢ διαφορὰ ἢ ἴδιον ἢ συμβεβηκός.
 Ὅτι γὰρ πέντε εἰσὶν αἱ φωναί, δείκνυται ἐκ διαιρέσεως τοιαύτης· ἡ
φωνὴ διττή ἐστιν· ἢ γὰρ ἔναρθρός ἐστιν ἢ ἄναρθρος. καὶ ἔναρθρος μὲν ἡ

ἐκ διανοίας προβαλλομένη ὥσπερ ἡ τοῦ ἀνθρώπου, ἄναρθρος δὲ ὥσπερ ἡ

τῶν ἀλόγων ζῴων καὶ ὁ ἦχος ὁ ἀπὸ λίθου ἢ ξύλου γινόμενος. καὶ ἑκα-
τέρα δὲ τούτων διττή ἐστιν· ἢ γὰρ σημαντική ἐστιν ἢ ἀσήμαντος. καὶ
ἔναρθρος μὲν καὶ σημαντικὴ ὥσπερ ἐπὶ τοῦ ἄνθρωπος καὶ ἵππος· αὗται
γὰρ καὶ ἔναρθροί εἰσι, καθὸ ἀνθρώπων εἰσὶ φωναί, καὶ σημαντικαί, καθὸ
κατὰ πραγμάτων τίθενται. ἔναρθρος δὲ καὶ ἀσήμαντος ὡς ἐπὶ τοῦ ἱππο-
κένταυρος· τοῦτο γὰρ ἀσήμαντόν ἐστιν, ἐπειδὴ οὐ τίθεται κατὰ
πράγματος·
οὔτε γὰρ ἔστιν ἱπποκένταυρος. ἄναρθρος δὲ καὶ σημαντικὴ ὡς ἐπὶ τῆς
ὑλακῆς τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ καὶ ἄναρθρός ἐστι, καθὸ οὐκ ἔστιν
ἀνθρώπου
φωνή, καὶ σημαντική, καθὸ δηλοῖ παρουσίαν ἢ ξένου ἢ φίλου. ἄναρθρος
δὲ καὶ ἀσήμαντος ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ ἐκ λίθου ἢ ξύλου γινομένου· αὕτη
γὰρ ἡ φωνὴ ἀσήμαντός ἐστιν· οὔτε γὰρ τίθεται κατὰ πράγματος.
 Τούτων οὖν οὕτως ἐχόντων οἱ φιλόσοφοι περὶ τῆς ἀνάρθρου φωνῆς
449

οὐ διαλαμβάνουσιν οὔτε δὲ περὶ τῆς ἐνάρθρου καὶ ἀσημάντου φωνῆς·


οὗτοι

David Phil., In Porphyrii isagogen commentarium P. 84, li.4

στάσεις ὑφ' ἃς πᾶν πολιτικὸν ζήτημα ἀνάγεται, καὶ ὥσπερ ὁ Ἀριστοτέλης

ἐπενόησε τὰς δέκα κατηγορίας ὑφ' ἃς πάντα τὰ ὄντα ἀνάγονται, οὕτω καὶ

πᾶσα φωνὴ ὑπὸ τὴν φιλοσοφίαν οὖσα ὑπὸ τὰς πέντε φωνὰς ἀνάγεται· ἢ
γὰρ γένος ἐστὶν ἢ εἶδος ἢ διαφορὰ ἢ ἴδιον ἢ συμβεβηκός.
 Ὅτι γὰρ πέντε εἰσὶν αἱ φωναί, δείκνυται ἐκ διαιρέσεως τοιαύτης· ἡ
φωνὴ διττή ἐστιν· ἢ γὰρ ἔναρθρός ἐστιν ἢ ἄναρθρος. καὶ ἔναρθρος μὲν ἡ

ἐκ διανοίας προβαλλομένη ὥσπερ ἡ τοῦ ἀνθρώπου, ἄναρθρος δὲ ὥσπερ ἡ

τῶν ἀλόγων ζῴων καὶ ὁ ἦχος ὁ ἀπὸ λίθου ἢ ξύλου γινόμενος. καὶ ἑκα-
τέρα δὲ τούτων διττή ἐστιν· ἢ γὰρ σημαντική ἐστιν ἢ ἀσήμαντος. καὶ
ἔναρθρος μὲν καὶ σημαντικὴ ὥσπερ ἐπὶ τοῦ ἄνθρωπος καὶ ἵππος· αὗται
γὰρ καὶ ἔναρθροί εἰσι, καθὸ ἀνθρώπων εἰσὶ φωναί, καὶ σημαντικαί, καθὸ
κατὰ πραγμάτων τίθενται. ἔναρθρος δὲ καὶ ἀσήμαντος ὡς ἐπὶ τοῦ ἱππο-
κένταυρος· τοῦτο γὰρ ἀσήμαντόν ἐστιν, ἐπειδὴ οὐ τίθεται κατὰ
πράγματος·
οὔτε γὰρ ἔστιν ἱπποκένταυρος. ἄναρθρος δὲ καὶ σημαντικὴ ὡς ἐπὶ τῆς
ὑλακῆς τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ καὶ ἄναρθρός ἐστι, καθὸ οὐκ ἔστιν
ἀνθρώπου
φωνή, καὶ σημαντική, καθὸ δηλοῖ παρουσίαν ἢ ξένου ἢ φίλου. ἄναρθρος
δὲ καὶ ἀσήμαντος ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ ἐκ λίθου ἢ ξύλου γινομένου· αὕτη
γὰρ ἡ φωνὴ ἀσήμαντός ἐστιν· οὔτε γὰρ τίθεται κατὰ πράγματος.
 Τούτων οὖν οὕτως ἐχόντων οἱ φιλόσοφοι περὶ τῆς ἀνάρθρου φωνῆς
οὐ διαλαμβάνουσιν οὔτε δὲ περὶ τῆς ἐνάρθρου καὶ ἀσημάντου φωνῆς·
οὗτοι
γὰρ περὶ πράγματα καταγινόμενοι τῶν σημαινομένων φροντίζουσι.

David Phil., In Porphyrii isagogen commentarium P. 84, li.5

ἐπενόησε τὰς δέκα κατηγορίας ὑφ' ἃς πάντα τὰ ὄντα ἀνάγονται, οὕτω καὶ

πᾶσα φωνὴ ὑπὸ τὴν φιλοσοφίαν οὖσα ὑπὸ τὰς πέντε φωνὰς ἀνάγεται· ἢ
γὰρ γένος ἐστὶν ἢ εἶδος ἢ διαφορὰ ἢ ἴδιον ἢ συμβεβηκός.
 Ὅτι γὰρ πέντε εἰσὶν αἱ φωναί, δείκνυται ἐκ διαιρέσεως τοιαύτης· ἡ
450

φωνὴ διττή ἐστιν· ἢ γὰρ ἔναρθρός ἐστιν ἢ ἄναρθρος. καὶ ἔναρθρος μὲν ἡ

ἐκ διανοίας προβαλλομένη ὥσπερ ἡ τοῦ ἀνθρώπου, ἄναρθρος δὲ ὥσπερ ἡ

τῶν ἀλόγων ζῴων καὶ ὁ ἦχος ὁ ἀπὸ λίθου ἢ ξύλου γινόμενος. καὶ ἑκα-
τέρα δὲ τούτων διττή ἐστιν· ἢ γὰρ σημαντική ἐστιν ἢ ἀσήμαντος. καὶ
ἔναρθρος μὲν καὶ σημαντικὴ ὥσπερ ἐπὶ τοῦ ἄνθρωπος καὶ ἵππος· αὗται
γὰρ καὶ ἔναρθροί εἰσι, καθὸ ἀνθρώπων εἰσὶ φωναί, καὶ σημαντικαί, καθὸ
κατὰ πραγμάτων τίθενται. ἔναρθρος δὲ καὶ ἀσήμαντος ὡς ἐπὶ τοῦ ἱππο-
κένταυρος· τοῦτο γὰρ ἀσήμαντόν ἐστιν, ἐπειδὴ οὐ τίθεται κατὰ
πράγματος·
οὔτε γὰρ ἔστιν ἱπποκένταυρος. ἄναρθρος δὲ καὶ σημαντικὴ ὡς ἐπὶ τῆς
ὑλακῆς τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ καὶ ἄναρθρός ἐστι, καθὸ οὐκ ἔστιν
ἀνθρώπου
φωνή, καὶ σημαντική, καθὸ δηλοῖ παρουσίαν ἢ ξένου ἢ φίλου. ἄναρθρος
δὲ καὶ ἀσήμαντος ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ ἐκ λίθου ἢ ξύλου γινομένου· αὕτη
γὰρ ἡ φωνὴ ἀσήμαντός ἐστιν· οὔτε γὰρ τίθεται κατὰ πράγματος.
 Τούτων οὖν οὕτως ἐχόντων οἱ φιλόσοφοι περὶ τῆς ἀνάρθρου φωνῆς
οὐ διαλαμβάνουσιν οὔτε δὲ περὶ τῆς ἐνάρθρου καὶ ἀσημάντου φωνῆς·
οὗτοι
γὰρ περὶ πράγματα καταγινόμενοι τῶν σημαινομένων φροντίζουσι. περὶ
τούτων δὲ τοῖς γραμματικοῖς μελέτω· οὗτοι γὰρ ὡς περὶ φωνὰς καταγινό

David Phil., In Porphyrii isagogen commentarium P. 84, li.13

ἔναρθρος μὲν καὶ σημαντικὴ ὥσπερ ἐπὶ τοῦ ἄνθρωπος καὶ ἵππος· αὗται
γὰρ καὶ ἔναρθροί εἰσι, καθὸ ἀνθρώπων εἰσὶ φωναί, καὶ σημαντικαί, καθὸ
κατὰ πραγμάτων τίθενται. ἔναρθρος δὲ καὶ ἀσήμαντος ὡς ἐπὶ τοῦ ἱππο-
κένταυρος· τοῦτο γὰρ ἀσήμαντόν ἐστιν, ἐπειδὴ οὐ τίθεται κατὰ
πράγματος·
οὔτε γὰρ ἔστιν ἱπποκένταυρος. ἄναρθρος δὲ καὶ σημαντικὴ ὡς ἐπὶ τῆς
ὑλακῆς τῶν κυνῶν· αὕτη γὰρ καὶ ἄναρθρός ἐστι, καθὸ οὐκ ἔστιν
ἀνθρώπου
φωνή, καὶ σημαντική, καθὸ δηλοῖ παρουσίαν ἢ ξένου ἢ φίλου. ἄναρθρος
δὲ καὶ ἀσήμαντος ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ ἐκ λίθου ἢ ξύλου γινομένου· αὕτη
γὰρ ἡ φωνὴ ἀσήμαντός ἐστιν· οὔτε γὰρ τίθεται κατὰ πράγματος.
 Τούτων οὖν οὕτως ἐχόντων οἱ φιλόσοφοι περὶ τῆς ἀνάρθρου φωνῆς
οὐ διαλαμβάνουσιν οὔτε δὲ περὶ τῆς ἐνάρθρου καὶ ἀσημάντου φωνῆς·
οὗτοι
γὰρ περὶ πράγματα καταγινόμενοι τῶν σημαινομένων φροντίζουσι. περὶ
τούτων δὲ τοῖς γραμματικοῖς μελέτω· οὗτοι γὰρ ὡς περὶ φωνὰς καταγινό-
μενοι οὐ πάνυ τῶν σημαινομένων φροντίζουσι. περὶ δὲ τῆς ἐνάρθρου καὶ
451

σημαντικῆς φωνῆς διαλαμβάνουσιν οἱ φιλόσοφοι, καὶ περὶ ταύτης οὐ


πάσης·
ἰστέον γὰρ ὅτι ἡ ἔναρθρος καὶ σημαντικὴ φωνὴ διττή ἐστιν· ἢ γὰρ
μερική
ἐστιν ἢ καθόλου. καὶ μερικὴ μέν, ὡς ὅταν εἴπωμεν ‘Σωκράτης’ ‘Πλάτων’
(ταῦτα γὰρ μερικά εἰσι), καθόλου δέ, ὡς ὅταν εἴπωμεν ‘ἄνθρωπος’
‘ἵππος’·
ταῦτα γὰρ καθόλου εἰσι. περὶ οὖν τῆς μερικῆς οὐ διαλαμβάνουσιν, ἐπειδὴ

τὰ μερικὰ ἀόριστα καὶ ἀπερίληπτά εἰσιν, ἀλλὰ περὶ τῆς καθόλου διαλαμ-
βάνουσιν.

Sophonias Phil., In Aristotelis libros de anima paraphrasis P. 86, li.6

κύκλῳ καὶ περὶ αὐτὸν ἀέρα ἢ μάλιστα τὸν ἔμπροσθεν, τὸν [δὲ]
ὠθούμενον
ὅταν ἐνεχθῆναι γένηται ἐπί τι ἀντίτυπον ἔχον κοιλότητα, οἷά εἰσι τὰ
ἄντρα,
συνεχῆ ὄντα καὶ μείναντα ἀσκέδαστον διὸ τὸ περισχεθῆναι, ὠθεῖται
πάλιν
ἐκεῖθεν εἰς τὸ ἔμπαλιν, ὥσπερ ἡ ῥιπτομένη κατὰ τοῖχον σφαῖρα, καὶ οὕτω

χωρεῖ ἐπὶ τὸν πλήξαντα ἀνακλώμενος εἰς τοὐπίσω μετὰ τῆς οἰκείας
ἐνεργείας,  
λέγω δὴ τοῦ ψόφου· καὶ οὐ πάντως αὐτοῦ τοῦ πληγέντος δήπουθεν
πρῶτον
ἀέρος φερομένου μέχρι καὶ τοῦ ἀγγείου καὶ πάλιν αὐτοῦ τούτου
ἀνακλωμένου
μέχρι τοῦ πλήξαντος, ἀλλὰ τῇ ἐφεξῆς μεταλήψει καὶ μεταδόσει τῆς
ἐνεργείας
γινομένης· ὁ πρῶτος γὰρ πληγεὶς καὶ σχηματισθεὶς τὸν μετ' αὐτὸν ἔπληξε

καὶ τοῦ πάθους μετέδωκε, κἀκεῖνος πάλιν τὸν ὑπ' αὐτόν, καὶ τοῦτο δι'
ὅλου
ἔν τε τῇ πρώτῃ πέμψει καὶ ἀνακλάσει. ἔναρθρος δὲ γίνεται ἡ ἠχώ, ὅτι περ

ὁ πρῶτος ὑφ' ἡμῶν πληγεὶς ἀὴρ πρῶτος καὶ ἀνέστρεψε φέρων τὴν
πρώτην
452

συλλαβήν, καὶ ὁ δεύτερος τὴν δευτέραν καὶ ἑξῆς οὕτω, καὶ οὕτως ἡ τάξις

τῆς διαλέκτου φυλάττεται. ἔοικε δὲ ἀεὶ γίνεσθαι ἠχώ, ἀλλ' οὐ σαφής,


ἐπεὶ
συμβαίνει γε ἐπὶ τοῦ ψόφου ὅπερ καὶ ἐπὶ τοῦ φωτός· καὶ γὰρ τὸ φῶς ἀεὶ
ἀνακλᾶται καὶ ἀπὸ παντὸς σώματος πεφωτισμένου (οὐδὲ γὰρ ἐγίνετο ἂν
πάντη
φῶς ἔξω τοῦ ἡλιουμένου, καὶ οὔτε τὰ ὑπόστεγα οὔτε τὰ τῶν οἴκων ἐντὸς
ἐφωτίζετο, εἰ μήπω ἐκ τῶν κύκλῳ πεφωτισμένων καὶ ἔγγιον καὶ πρὸς
αὐτὰ
τὸ φῶς διεδίδοτο κατ' ἀνάκλασιν), ἀλλ' οὐχ οὕτως ἀνακλᾶται ὥσπερ ἀφ'
ὕδατος
καὶ χαλκοῦ ἢ καί τινος ἄλλου, ὡς σκιὰν ποιεῖν, ᾗ τὸ φῶς ὁρίζεται. οὕτω
τοι καὶ ἠχὼ μὲν δυνατὸν πάντοτε καὶ ἀπὸ πάντων γίνεσθαι, μὴ σαφῆ δὲ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 13, li.45

Ἐφέσῳ υἱῷ Καΰστρου, ἐκβαλλομένην δὲ ὑπὸ τῆς γυναικὸς, τὸ μὲν


πρῶτον μεταβαλεῖν αὐτὴν εἰς κύνα,
εἶτ' αὖθις ἐλεήσασαν ἀποκαταστῆσαι εἰς ἄνθρωπον, καὶ αὐτὴν μὲν
αἰσχυνθεῖσαν ἐπὶ τῷ συμβεβηκότι
ἀπάγξασθαι, τὴν δὲ θεὸν περιθεῖσαν αὐτῇ τὸν οἰκεῖον κόσμον Ἑκάτην
ὀνομάσαι. καὶ τοιάδε μὲν ταῦτα.
ὅτι δὲ τὴν Σκύλλαν Ἡρακλῆς μὲν ἀνεῖλεν, ὁ δὲ μῦθος αὖθις ἐζώωσε καὶ
ἀθάνατον κακὸν ἐποίησεν,
οἶδε καὶ ὁ Λυκόφρων. ἡ δὲ ἀλληγορία τὴν Σκύλλαν ταύτην εἰς αὐθάδειαν
μετάγει καὶ κυνώδη θρασύτητα,
ἣ οὐδ' αὐτὴ κατὰ Ὀδυσσέως ἔσχε νεανιεύσασθαι. τῶν μέντοι φίλων
τινὰς, ὡς εἰκὸς, ἐσίνατο, συντελεῖ
δὲ τῇ τοιαύτῃ ἀλληγορίᾳ καὶ ὁ πατὴρ Φόρκυν, ὡς ἐν τῇ α ῥαψῳδίᾳ
ἐγράφη. ἔτι δὲ καὶ τὸ τῆς μητρὸς
Ἑκάτης ἢ ἁπλῶς κύνεον ἢ κατά τινας κυνοπρόσωπον. Τὸ δὲ λελακυῖα
ἔχει μὲν ὁριστικὸν παρακείμενον
καὶ διὰ τοῦ η. λέληκε γὰρ, ὡς τὸ, δαιμονίη τί λέληκας. δηλοῖ δὲ φωνὴν
ἄναρθρον, καθὰ καὶ τὸ
λακεῖν, ὡς τὸ ὀστέα ἔλακεν, ἤτοι ποιὸν ἀπετέλεσαν ἦχον θραυσθέντα, εἰ
καὶ ὁ κωμικὸς παίζων τρα-
γικώτερον ἐπὶ φωνῆς ἐνάρθρου τὸ ῥῆμα τέθεικεν ἐν τῷ, τί δῆτα ὁ
Φοῖβος ἔλακεν. Ἰωνικῶς δὲ ἡ λέξις
τῷ ἄλφα προπαραλήγεται συσταλέντος τοῦ η. Δωριεῖς μὲν γὰρ τὸ ἦτα εἰς
α μακρὸν τρέπουσιν, οἷον,  
δῆμος δᾶμος, μὴν μὰν, Ἴωνες δὲ εἰς βραχὺ καταστρέφουσιν, οἷον,
453

λεληκυῖα λελακυῖα, μεμηκυῖα, μεμακυῖα.


οὕτως Ἀφθόνιος. Ἡρακλείδης δὲ ἐν οἷς λέγει τὸ δάκνω, Δωρίδι καὶ Ἰάδι
πεποιῆσθαι διαλέκτῳ, Δωριεῖς
μὲν γάρ, φησιν, ἐντιθέασι τῷ υ, τὸ ν, θύω θύνω, δύω δύνω, Ἴωνες δὲ
βραχύνουσι τὸ η διὰ τοῦ
ἄλφα, ἐπάγει οὕτω· μεσημβρία μεσαμβρία, πήρη πάρη, λεληκυῖα
λελακυῖα, μεμηκυῖα μεμακυῖα, συλλα-
λῶν οὕτω καὶ αὐτὸς τῷ Ἀφθονίῳ. Τὸ δὲ δεινὸν πρόσκειται εἰς τὸ
λελακυῖα, ἵνα μεγεθύνει κατ' ἔννοιαν τὸ
τῆς λέξεως ταπεινόν. ἄλλως γὰρ κατὰ νεογιλὴν σκύλακα ἡ Σκύλλα
ὑλακτεῖ, ὡς ὁ ποιητὴς δηλοῖ τὸ
πέλωρ κακόν. (Vers. 86.) τὸ δὲ σκύλακος δοκεῖ καθ' ὑποκορισμὸν
ἐσχηματίσθαι ὁμοίως τῷ, λίθακι
ποτὶ πέτρῃ. ἀφῄρηται δὲ τοῦ ἑνὸς λ, ὡς τῶν δύο τῇ Σκύλλῃ
προσνενομημένων. Νεογιλὸν δὲ τὸ
νεωστὶ γινόμενον. διὸ ἐτυμολογικῶς ἐῤῥέθη τὸ, φωνὴ ὅση σκύλακος
νεογιλῆς γίνεται,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol. 2, p. 311, li.38

αὐτὸ καὶ διὰ παραβολῆς φράζων οὕτως· αἱ δὲ τρίζουσαι ἕποντο. ὡς δ' ὅτε
νυκτερίδες μυχῷ ἄντρου
θεσπεσίοιο τρίζουσαι ποτέονται, ἐπειδάν τις ἀποπέσῃσιν ὁρμαθοῦ ἐκ
πέτρης ἀνά τ' ἀλλήλῃσιν ἔχονται,
ὣς αἱ τετριγυῖαι ἅμ' ἤϊσαν, ἤτοι ἐπορεύοντο ἀπὸ τοῦ ἐΐω ἐνεστῶτος. ἦρχε
δ' ἄρα σφιν εἰς Ἅιδου
Ἑρμείας ἀκάκητα, ὃ καὶ ἐν ἄλλοις κληθεὶς ἐφάνη. οὕτω δὲ καὶ Ὀδυσσεὺς
πρὸ ὀλίγων ἦρχεν ὁδοῦ τῆς
ἀμφ' αὐτόν. Καὶ ὅρα ὡς τὸ τρίζειν ἐπὶ ψυχῶν εἰπὼν, κυριολεκτούμενον
ἐπὶ νυκτερίδων, παρεμυθήσατο
τὴν τροπὴν διὰ τῆς ῥηθείσης παραβολῆς. διὸ καὶ ἐπλεόνασε τῇ λέξει, τρὶς
αὐτὴν ἐνταῦθα (Vers. 5. 7. 9.)
διὰ τὸ καίριον. Ἰστέον δὲ ὅτι τρύζειν μὲν διὰ τοῦ υ ψιλοῦ ἐπὶ τρυγόνων,
αἳ καὶ ἀπὸ τοῦ τοιούτου
γίνονται ῥήματος, τρίζειν δὲ κυρίως ἐπὶ νυκτερίδων· ὧν καὶ ἴδιον δοκεῖ ὁ
ποιητὴς λέγειν τὸ ἀλλήλαις
συνέχεσθαι, ὃ καὶ ἴδιον ὁρμαθοῦ, καὶ τὸ τὰς ἀποπεσούσας ἄνωθεν ἐκ
πέτρας, ἐφ' ἧς εἰσὶ, τρισμὸν
ἀποτελεῖν, ὃς δὴ καὶ ἐπὶ μυῶν λέγεται. ὁμοίως δὲ τρίζειν καὶ ἐπὶ χιόνος,
ὅθεν καὶ χιὼν τετριγυῖα.
Ἰστέον δὲ ὅτι τε μυθικῶς ταῖς ψυχαῖς ἐπελέχθη τρισμὸς, οἷα λόγου μὲν
ἐνάρθρου ἐστερημέναις ἄλλως
454

δὲ θορυβούσαις, καὶ ὅτι τὰς εἰς νύκτερον τόπον ἀπιούσας προσφυῶς


ἐτόλμησεν ὁ ποιητικὸς λῆρος νυκτε-
ρίσι παραβαλεῖν, καὶ ὅτι τὸ τῆς νυκτερίδος ἄγρυπνον παρασίτῳ
ἐπεσκώφθη ἐγρηγορότι κολακικῶς·
παράσιτος γὰρ ἐν τοῖς τοῦ δειπνοσοφιστοῦ ἑαυτὸν σεμνύνων ἄλλα τέ
τινα γλυκέως λέγει περὶ ἑαυτοῦ
κατὰ εἰκασμὸν ἀστεῖον, καὶ ὅτι ἀναβῆναι πρὸς κλιμάκιον, Καππανεύς
εἰμι. ὑπομένειν πληγὰς, ἄκμων.
ὕδωρ δὲ πίνειν, βάτραχος. ἀπολαῦσαι θύμων λαχάνων τε, κάμπη. πρὸς τὸ
μὴ λοῦσθαι ἤγουν μὴ
λούεσθαι, ῥύπος. ὑπαίθριος χειμῶνα διάγειν, κόψιχος, ὅ πέρ ἐστι
κόσσυφος. πνῖγος ὑπομεῖναι καὶ
μεσημβρίας λαλεῖν, τέττιξ. ἐλαίῳ μὴ χρῆσθαι, κονιορτός. ἀνυπόδητος
ὄρθρου περιπατεῖν, γέρανος.
καθεύδειν μηδὲ μικρὸν, νυκτερίς. εἰς τοῦτο δὲ χρήσιμον καὶ λαγωός.
τούτοις προσθετέον ἐκεῖθεν καὶ  
τὸ, τύπτεσθαι, μύδρος εἰμί. τύπτειν, κεραυνός. τυφλοῦν τινὰ, ἀστραπή.
φέρειν τιν' ἄραντ', ἄνεμος.

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter epsilon, entry 2664, li.1

ἐναποματτόμενοι· ἐντυποῦντες ASvgn


ἔναρ· εἰς τρίτην. Λάκωνες
ἔναρα· ὅπλα. σκῦλα, λάφυρα (Ζ 480)
ἐνάραι· ὑγιᾶναι
ἐναράνει· ἐντρυφᾷ
ἔναρα βροτόεντα· τὰ σκῦλα τὰ ἀνθρωπίνῳ αἵματι μεμιασμένα
 (Ζ 480 ..) A
ἐναργῆ· δῆλα, φανερά. βέβαια, ἀσφαλῆ
ἐναρεῖν· κυΐσκεσθαι. διαλέγεσθαι
ἐνάρης· ἐνηρμοσμένος
ἔναρθρον· εὐάρμοστον. ἡ ὑπὸ γράμμασι δηλουμένη φωνή
ἐναρίζει· συκοφαντεῖ
ἐναρίζειν· [συκοφαντεῖν] σκυλεύειν· ἔναρα γὰρ τὰ σκῦλα·
 ’οὐδέ μιν ἐξενάριξε’ (Ζ 417) καταχρηστικῶς δὲ ἀναιρεῖν (Χ 376)
 ... [’Ἤτοι βέλτερόν ἐστι κατ' οὔρεα θῆρας ἀναιρεῖν’ (Φ 485)]
ἐνάριζεν· ἀνεῖλεν, ἐφόνευεν A ἐσκύλευεν (Π 731)
ἐναρίζοι· φονεύοι An καὶ τὰ ὅμοια (Α 191)
ἐνάριζον· ἐσκύλευον A ἀνεῖλον (Ο 343)  

Θεοδώρετος. Explanatio in Canticum canticorum Vol. 81, p. 160, li.53


455

καὶ ταῦτα ἁγιάζουσαι. Καὶ εἰκότως ἔφη «πληρώματα


ὑδάτων·» τοὺς γὰρ ἀτελῆ τὴν πίστιν κεκτημένους,
καὶ μετὰ εἰλικρινοῦς πίστεως μὴ προσιόντας οὐχ ὑπο-
δέχεται· ὁποῖος ἦν ὁ Σίμων, ὃς ἐβαπτίσθη μὲν, ἀνάξιος
δὲ ὤφθη τῆς χάριτος, μὴ γενόμενος πεπληρωμένος,
ἀλλ' ἐλλείπων, καὶ τὸ τέλειον οὐκ ἔχων τῆς πίστεως.
»Σιαγόνες αὐτοῦ, φησὶν, ὡς φιάλαι τοῦ ἀρώματος φύου-
σαι μυρεψικὰ, καὶ χείλη αὐτοῦ κρίνα στάζοντα σμύρ-
ναν πλήρη.» Σιαγόνας δὲ πάλιν καὶ χείλη τὴν διδα-
σκαλίαν καλεῖ· ὄργανα γὰρ τοῦ λόγου καὶ χείλη, καὶ
σιαγόνες· τούτων γὰρ κινουμένων ἡ ἔναρθρος ἀπο-
τελεῖται φωνή· φιάλας δὲ ἀρώματος ταύτας προς-
αγορεύει, διὰ τὸ τῆς διδασκαλίας εὐῶδες· λέγει δὲ  
αὐτὰς καὶ φύειν μυρεψικά· ἐκεῖθεν γὰρ τὰς τῆς
διδασκαλίας ἀφορμὰς λαμβάνοντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας
διδάσκαλοι, οἷόν τινες μυρεψοὶ γίνονται τοῦ κηρύ-
γματος, καὶ τὸ μύρον τῆς ὠφελείας κατασκευάζουσι.
Κρίνοις δὲ, φησὶν, ἔοικεν αὐτοῦ τὰ χείλη· λάμπουσι
γὰρ οἱ θεῖοι λόγοι, οὐδὲν ἀνθρώπινον ἔχοντες·

Θεοδώρετος. De providentia orationes decem Vol. 83, p. 589, li.38

κάτω διαθέειν καὶ διολισθαίνειν εὐπετῶς καὶ μάλα


ῥᾳδίως κατασκευάζει· συνεργεῖ δὲ αὐτῇ πρὸς τὴν
εὐκολίαν τοῦ δρόμου, ὁ ὑποκείμενος ἀδὴν, οἷόν τις
λιβὰς ἀναβλύζων νοτίδα. Ἐπειδὴ γὰρ αὐτὴν ὁ συχνὸς
καταξηραίνει δρόμος, ἐδεῖτο μετρίας ὑγρότητος,
τεγγούσης αὐτὴν καὶ λειαινούσης, καὶ τὴν κίνησιν
ῥᾴστην ἐργαζομένης. Οὕτω τοιγαροῦν διὰ τῆς γλώτ-
της τοῖς ὀδοῦσι τοῦ λόγου προσομιλοῦντος, καὶ τοῦ
πνεύματος, ὡς ἔφην, φερομένου, καὶ τῶν χειλέων
πτυσσομένων, καὶ τοῦ ἀέρος τῇ φορᾷ τοῦ πνεύματος
ἐναρμονίως πληττομένου, ἡ ἔναρθρος ἀποτελεῖται
φωνὴ, καὶ γίνεται ὄχημα τοῦ λόγου τὸ ἔνδοθεν ἐκ-
φερόμενον πνεῦμα, καὶ ὡς περιττὸν ἀπωθεῖται τὸ
λιγνυῶδες ἡ φύσις. Ἐπειδὴ γὰρ τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ
πηγὴν τὴν καρδίαν ὁ Πλάστης πεποίηκε, καὶ ἐκ τοῦδε
τοῦ μορίου πᾶν τὸ σῶμα τῆς θερμῆς μεταλαμβάνει
ποιότητος, ἐδεῖτο δὲ καὶ μικρᾶς τινος ἀναψύξεως
πολλῷ τῷ θερμῷ συνεχομένη, καταπνεῖσθαι αὐτὴν
διὰ τοῦ πνεύμονος πεποίηκεν ὁ τῆς φύσεως Ποιητής.
456

Οὗτος γὰρ διὰ μὲν τῆς τραχείας ἀρτηρίας τὸ καθα-


ρὸν ἔξωθεν δέχεται πνεῦμα, διὰ δὲ τῆς λείας τοῦτο

Θεοδώρετος. De providentia orationes decem Vol. 83, p. 592, li.3

θεν γὰρ, ὥς φασιν οἱ τὰ τοιαῦτα ἀκριβῶς ἱστορήσαν-


τες, αὕτη τὴν ἔκφυσιν ἔχει. Παραπέμπων δὲ οὗτος ὁ
πνεύμων τὸ καθαρὸν πνεῦμα, τὸ λιγνυῶδες ἀντι-
λαμβάνει, καὶ τοῦτο ὡς περιττὸν διὰ τῆς τραχείας
ἀρτηρίας ἐπὶ τὰ ἔξω πάλιν ὠθεῖ, καὶ γίνεται τὸ πε-
ριττὸν καὶ ἄχρηστον παντελῶς, τοῦ νοῦ βουληθέντος,
καὶ τὴν γλῶτταν ἐν ῥυθμῷ καὶ ἁρμονίᾳ κινήσαντος,  
ὄχημα τοῦ λόγου· καὶ τὸ ὡς βλαβερὸν ὑπὸ τῆς
καρδίας ἐκφορούμενον, καὶ ὑπὸ τοῦ πνεύμονος ὠθού-
μενον, τῆς ἐνάρθρου φωνῆς γίνεται συνεργόν.
Ἀληθῶς· «Ὢ βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως
τοῦ Θεοῦ!« ἀληθῶς· «Τίς λαλήσει τὰς δυναστείας
τοῦ Κυρίου, ἀκουστὰς ποιήσει πάσας τὰς αἰνέσεις
αὐτοῦ;» Ἀληθῶς· «Ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου,
Κύριε! πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας.» Ποῖος ἀπόχρη
λόγος εἰς ὑμνῳδίαν τοῦ Κτίσαντος; Ποῖος ἀρκεῖ λόγος
εἰς τὴν τῆς οἰκείας δημιουργίας διήγησιν; Τίς
ἱκανὸς ἑρμηνεῦσαι λόγος τοῦ λόγου τὰ ὄργανα; Τίς
εἰς τοσοῦτον σοφίας ἀφίκετο, ὡς τοῦ Πλάστου τὴν
σοφίαν ἀκριβῶς θεωρῆσαι; Σὺ δὲ ταῦτα βλέπων,

Θεοδώρετος. De providentia orationes decem Vol. 83, p. 592, li.31

ἐτεκτήνατο, καὶ λύρας καὶ κιθάρας συνέθηκε· καὶ


ἀντὶ μὲν τῶν ὀδόντων, διέτεινε τὰς χορδὰς, ἀντὶ δὲ
τῶν χειλέων ἐνέθηκε τὸν χαλκόν· γλῶττα δὲ ταῖς
χορδαῖς γίνεται τὸ πλῆκτρον· ἡ δὲ διὰ τῆς χειρὸς
ἐπὶ τὴν ὀξεῖαν καὶ βαρεῖαν διάβασις, μιμεῖται τὸν
λόγον, ἄνω καὶ κάτω διατρέχειν τὴν γλῶτταν πα-
ρασκευάζοντα. Ἀλλ' ὅμως καὶ τοσαύτης ἀκριβείας
ἐν τῇ τέχνῃ φαινομένης, τὸν μὲν ῥυθμὸν καὶ τὴν
ἁρμονίαν τοῦ μέλους θαυμάζουσιν οἱ ἀκούοντες,
ἐνάρθρων δὲ τῶν λόγων οὐκ ἐπακούουσι· μίμημα
γὰρ τῆς φύσεως ἡ τέχνη, ἡ δὲ φύσις ἔναρθρον ἀπο-
τελεῖ τὴν φωνήν. Θεοῦ γὰρ αὕτη ποίημα, τοῦ τῶν
ἁπάντων Δημιουργοῦ. Καὶ καθάπερ ἡ τέχνη μιμεῖται
457

τὸ ζῶον, καὶ τὸν χαλκὸν ἢ τὸν λίθον εἰς ἀνθρωπείαν


ἐντυποῖ μορφὴν, καὶ ὀφθαλμοὺς, καὶ ῥῖνα, καὶ
στόμα, καὶ ἀκοὰς, τράχηλόν τε καὶ χεῖρας, καὶ
στήθη καὶ κοιλίαν, μηρούς τε καὶ σκέλη καὶ πόδας
περιτίθησιν, αἴσθησιν δὲ καὶ λογισμὸν, καὶ τὴν ἑκού-
σιον κίνησιν οὐκέτι ἰσχύει χαρίσασθαι· οὕτω λύρα
καὶ κιθάρα, καὶ τὸ ἐκ τῶν χαλκῶν καλάμων ὄργα-
νον, ἐναρμόνιον μὲν ἠχὴν καὶ ῥυθμὸν διὰ τῶν

Θεοδώρετος. De providentia orationes decem Vol. 83, p. 592, li.42

τελεῖ τὴν φωνήν. Θεοῦ γὰρ αὕτη ποίημα, τοῦ τῶν


ἁπάντων Δημιουργοῦ. Καὶ καθάπερ ἡ τέχνη μιμεῖται
τὸ ζῶον, καὶ τὸν χαλκὸν ἢ τὸν λίθον εἰς ἀνθρωπείαν
ἐντυποῖ μορφὴν, καὶ ὀφθαλμοὺς, καὶ ῥῖνα, καὶ
στόμα, καὶ ἀκοὰς, τράχηλόν τε καὶ χεῖρας, καὶ
στήθη καὶ κοιλίαν, μηρούς τε καὶ σκέλη καὶ πόδας
περιτίθησιν, αἴσθησιν δὲ καὶ λογισμὸν, καὶ τὴν ἑκού-
σιον κίνησιν οὐκέτι ἰσχύει χαρίσασθαι· οὕτω λύρα
καὶ κιθάρα, καὶ τὸ ἐκ τῶν χαλκῶν καλάμων ὄργα-
νον, ἐναρμόνιον μὲν ἠχὴν καὶ ῥυθμὸν διὰ τῶν ἐμφυ-
σημάτων ἢ κρουσμάτων ἀποτελεῖ, ἔναρθρον δὲ φωνὴν
μόνον ἀποτελεῖ τὸ ἀρχέτυπον ὄργανον. Τοῦτο μὲν
γὰρ αὐτοῦ τοῦ Δημιουργοῦ ποίημα, ἐκεῖνα δὲ πάντα
τῆς τοῦ Δημιουργοῦ εἰκόνος. Ὡς Ποιητοῦ γὰρ εἰκὼν
ὁ ἄνθρωπος, τὸν Ποιητὴν μιμεῖσθαι φιλονεικεῖ. Καὶ
ἔοικε τὰ γινόμενα σκιαῖς πρὸς ἀλήθειαν ἁμιλλωμέ-
ναις, αἳ τὸν μὲν τύπον ἔχουσι, τῆς δὲ ἐνεργείας
ἐστέρηνται. Τοσαύτην τοιγαροῦν ὁρῶν ἐν τοῖς ὀργά-
νοις τοῦ Δημιουργοῦ τὴν πρόνοιαν, παῦσαι ταύτῃ
ῥᾳθυμίαν ἐγκαλῶν. Ἵνα δὲ μάθῃς καὶ ἐκ τῶν ἄλλων
μελῶν τὴν περὶ ἡμᾶς τοῦ πεποιηκότος κηδεμονίαν,

Κύριλλος. Commentarius in xii prophetas minores Vol. 1, p. 509, li.14

δειξε τῶν ὁραμάτων ἡ δύναμις. ἄγγος γὰρ ἦν ἰξευτοῦ τὸ


ὁρώμενον. τοιγάρτοι φησὶν ὁ τῶν ὅλων Θεὸς, ὅτι ἥκει τὸ
πέρας ἐπὶ τὸν λαόν μου Ἰσραὴλ, καὶ ὡς οὐκ ἂν ἔτι παρέλθοι
τὰ αὐτῶν ἐγκλήματα· κατεμπρησθήσεται δὲ ὅτι καὶ αὐτὸς
ὁ ναὸς, ὁ τὴν χρυσῆν ἔχων δάμαλιν ἐν Βαιθὴλ, διαμε-
μήνυκεν εἰπὼν ὅτι ὀλολύξει τὰ φατνώματα τοῦ ναοῦ ἐν τῇ
458

ἡμέρᾳ ἐκείνῃ. φατνώματα δὲ λέγειν εἴωθε τὴν ὀροφὴν, ἤτοι


τὰ περὶ αὐτὴν, ταῖς τῶν τεκτόνων ἐπιεικείαις εὐτέχνως εὖ
μάλα πεποικιλμένα κατὰ τὸ ἐν τῷ ᾄσματι τῶν ᾀσμάτων
“Δοκοὶ ἡμῶν κέδροι, φατνώματα ἡμῶν κυπάρισσοι.” ὀλο-
λύξει δὲ τὰ φατνώματά φησιν· καὶ οὐχὶ τὴν ἔναρθρον ἱέντα
φωνὴν, τὴν ὡς ἐν κτύποις δὲ μᾶλλον καὶ τοὺς ἐν τῷ δια-
κλᾶσθαι τρισμούς. ἐπειδὴ δὲ καὶ πολὺς ἔσται, φησὶν, ὁ
πεπτωκὼς ἐν παντὶ τόπῳ, ἐπιῤῥίψω σιωπήν. παντὸς γὰρ
τόπου λοιπὸν εἰς ἐρημίαν ἐνηνεγμένου, καὶ οὐκ ἔχοντος τοὺς
οἰκήτορας, πολλή τις ἔσται ἡ σιωπὴ, ἤγουν ἡσυχία, καθὰ
καὶ ἐν ταῖς ἐρήμοις καὶ ἀβάτοις γαῖς. ἀμηχανήσει δὴ οὖν
κατ' οὐδένα τρόπον ὁ τῶν ὅλων Θεὸς, εἰ παιδεύειν ἕλοιτο
τοὺς ἡμαρτηκότας, ἀλλ' ἔσται πολὺς καὶ διάφορος αὐτῷ τῆς
αἰκίας ὁ τρόπος, καὶ ἀντιστήσεται μὲν οὐδεὶς ποιναῖς ἐνιέντι
τὸν παροτρύνοντα, διαφεύξεται γεμὴν ὁ ταῖς μεταγνώσεσιν

Κύριλλος. Commentarii in Joannem Vol. 2, p. 340, li.27

μίας ἔν γε τῷ παρόντι τὸν λόγον, ἐπ' αὐτοῦ δεικνύωμεν τοῦ


Μονογενοῦς ὀρθῶς τε καὶ καλῶς εἰρημένον τό Ὅτι ἐγὼ ἐξ
ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ, ἀλλ' ὁ πέμψας με Πατὴρ αὐτός μοι ἐντολὴν
δέδωκε τί εἴπω καὶ τί λαλήσω. αὐτὸς γὰρ ὢν ὁ ζῶν τε καὶ
ἐνυπόστατος Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς, ἀναγκαίως διερ-
μηνεύει τὰ ἐν αὐτῷ, καὶ τὸ ὡς ἐν θελήσει δοκοῦν τῷ ἰδίῳ
γεννήτορι ἐξάγων εἰς φῶς, ὡς ἐντολῆς δύναμιν εἰληφέναι
φησίν· ἴδοι δ' ἄν τις καὶ ἐφ' ἡμῶν αὐτῶν ἀληθὲς τὸ
πρᾶγμα, καὶ οὐχ ἑτέρως ἔχον. λόγος γὰρ ὁ προφορικὸς, ὁ
ἐν συνθέσει λέξεων καὶ ῥημάτων, διά τε φωνῆς τῆς ἐνάρθρου
πρὸς τὸ ἔξω διακτυπούμενος, ἐντελλομένης ὥσπερ αὐτῷ τῆς
ἡμετέρας διανοίας, ἐκκαλύπτει τὰ ἐν αὐτῇ, καὶ εἰ μὴ ἐν
χρόνῳ μακρῷ τὸ πρᾶγμα γίνεται· ἅμα γάρ τι συνῆκεν ὁ
νοῦς, καὶ παρέθετο τῇ φωνῇ· ἡ δὲ πρὸς τὸ ἔξω βαδίζουσα
τὰ ἐν τῷ βάθει, τὰ ἐν τῷ νοῒ διερμηνεύει παραλλάττουσα  
μηδὲν τῶν ἐντεταλμένων αὐτῇ. τί τοίνυν τὸ ξένον, ὦ οὗτοι,
φήσειεν ἄν τις εὖ μάλα πρὸς ἐκείνους, εἰ Λόγος ὢν τοῦ Θεοῦ
καὶ Πατρὸς ὁ Υἱὸς, οὐχ ὥσπερ ὁ ἡμέτερος· μείζω γὰρ
παντὸς παραδείγματος τὰ περὶ Θεοῦ· τὴν τοῦ τεκόντος
αὐτὸν διερμηνεύει βουλήν; ἢ γὰρ οὐχὶ καὶ ὄνομά φησιν ὁ

Κύριλλος. Expositio in Psalmos Vol. 69, p. 829, li.21


459

τουτέστιν, Ἆρα οὐκ εἰσὶ καὶ τῶν ἀφώνων ἢ πραγμά-


των ἢ ἔργων φωναὶ χωρὶς λόγου καὶ γλώττης; Ναὶ,
φαίη ἄν τις· ὥσπερ γὰρ τοῦ ὑφάντου τὴν τέχνην ἡ
παμποίκιλος ἐσθὴς ἀναβοᾷ, καὶ τὸν ναυπηγὸν ἡ ἀδια-
βλήτως ἔχουσα ναῦς ἀνακηρύττει, καὶ τὸν σιδηρέα
τὸ ἔργον αὐτοῦ· οὕτω καὶ ἡ κτίσις, ἧς ἀρτίως δι-
εμνημονεύσαμεν, ἄφωνος μὲν, ἤγουν ἄλογος· λαλιαὶ
δὲ ὥσπερ αὐτῆς τὸ θαῦμά ἐστι, καὶ οἷον φωνὴ τὸ
κάλλος καὶ ἡ εὐταξία. Τὸ γὰρ διήγημα τὸ οὐράνιον,
καὶ τὸ ῥῆμα τὸ παρὰ τῆς ἡμέρας βοώμενον, φωνὴ
μὲν ἔναρθρος οὐκ ἔστιν, οὔτε λαλιὰ διὰ στόματος,
διδασκαλία δὲ θείας δυνάμεως γίνεται τοῖς ἐπαΐειν
ἐπισταμένοις σιωπώσης φωνῆς. Πλὴν ἄφωνον τὴν
κτίσιν εἰπὼν ὁ Δαβὶδ ἀπέφηνεν, ὅτι μήτε ἔμπνους
μήτε λογικὴ κατὰ τὸ δοκοῦν τοῖς Ἑλλήνων σοφοῖς·
ζῶον γὰρ εἶναί φασιν ἒν τὸν σύμπαντα τοῦτον κό-
σμον· ζῶα δὲ ὁμοίως καὶ τὰ μέρη, ἐξ ὧν συμπλη-
ροῦται.

Dositheus Magister Gramm., Ars grammatica Paragraph 6, li.2

copiam spiritus recipiendi, ne continuatione deficiat. hae


tres sunt, quarum diversitas tribus punctis diverso loco
positis indicatur. ubi plenus est sensus, punctum ad caput
litterae ponimus et est liberum cessare prolixius. ubi
sensu nondum pleno respirari oportet, ad mediam litteram
dabimus punctum. ubi sub ipsum finem implendi sensus
ita suspendimus, ut statim id quod sequitur subicere de-
beamus, imam litteram puncto notamus.  

ΠΕΡΙ ΦΩΝΗΣ

 Φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγὼς αἰσθητὸς ἀκοῇ τὸ ὅσον


ἐφ' ἑαυτῷ ἐστιν. πᾶσα φωνὴ ἢ ἔναρθρός ἐστιν ἢ ἄναρθρος.
ἔναρθρός ἐστιν ἣ γράμμασιν καταληφθῆναι δύναται. ἄναρθρός
ἐστιν ἥτις γράφεσθαι οὐ δύναται.  

DE VOCE

 Vox est aer ictus sensibilis auditu, quantum in


460

ipso est. omnis vox aut articulata est aut confusa; arti-
culata est quae litteris comprehendi potest; confusa est
quae scribi non potest.  

ΠΕΡΙ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

 Γράμμα ἐστὶν στοιχεῖον φωνῆς ἐνάρθρου. στοι-


χεῖον ἐστιν ἑνὸς ἑκάστου πράγματος ἀρχή, παρ' οὗ λαμβάνεται

Dositheus Magister Gramm., Ars grammatica aragraph 7, li.1


 Φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγὼς αἰσθητὸς ἀκοῇ τὸ ὅσον
ἐφ' ἑαυτῷ ἐστιν. πᾶσα φωνὴ ἢ ἔναρθρός ἐστιν ἢ ἄναρθρος.
ἔναρθρός ἐστιν ἣ γράμμασιν καταληφθῆναι δύναται. ἄναρθρός
ἐστιν ἥτις γράφεσθαι οὐ δύναται.  

DE VOCE

 Vox est aer ictus sensibilis auditu, quantum in


ipso est. omnis vox aut articulata est aut confusa; arti-
culata est quae litteris comprehendi potest; confusa est
quae scribi non potest.  

ΠΕΡΙ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

 Γράμμα ἐστὶν στοιχεῖον φωνῆς ἐνάρθρου. στοι-


χεῖον ἐστιν ἑνὸς ἑκάστου πράγματος ἀρχή, παρ' οὗ λαμβάνεται
τὸ ἐπαύξημα καὶ εἰς ὃ ἀναλύεται. συμβαίνει [ἀντὶ τοῦ] ἑκάστῳ
γράμματι ὄνομα σχῆμα δύναμις. ὄνομά ἐστιν ᾧ προσαγορεύεται,
σχῆμα ᾧ σημειοῦται, δύναμις ᾗ ἰσχύει. τῶν γραμμάτων εἰσὶν
τὰ μὲν φωνήεντα, τὰ δὲ σύμφωνα. φωνήεντά ἐστιν ἃ καθ'
ἑαυτὰ ἐκφωνεῖται καὶ καθ' ἑαυτὰ συλλαβὴν ποιῆσαι δύναται.
ἔστιν δὲ τὸν ἀριθμὸν πέντε, α ε ι ο ω ου. ἐκ τούτων δύο ι καὶ
ου μετέρχονται εἰς τὴν τῶν συμφώνων δύναμιν, ὁπότε ἢ αὐτὰ
εἰς ἄλληλα ζεύγνυται ἢ μετὰ ἄλλων φωνήεσσιν ζεύγνυται, οἷον    .
τῶν συμφώνων τὸ εἶδός ἐστιν διπλοῦν.

Etymologicum Genuinum, Etymologicum genuinum (ἀνάβλησις –


βώτορες) Alphabetic letter alpha, entry 885, li.6
461

 Ἀνθοσμίας (Ar. ran. 1150, fr. 351)· ὁ ἀνθέων ὀσμὴν ἔχων


οἶνος AB, Sym. 1038, EM 1406. Lex. rhet.
 Ἀνθίαν (Dorio de pisc. ap. Ath. 7, 282c)· «ἀνθίαν τινὲς καὶ
κάλλιχθυν καλοῦσι καὶ καλλιώνυμον καὶ ἔλλοπα.» AB, Sym. 1039,
EM 1409. Lex. rhet.  
 Ἄνθρωπος (Plat. Cratyl. 399 c)· παρὰ τὸ ἄνω θρεῖν ἃ
ὄπωπεν, ἤγουν ἀναλογίζεσθαι ἃ εἶδεν καὶ ἤκουσεν, τῶν ἀλόγων
ζῴων ἤγουν μὴ λογιζομένων καὶ προνοουμένων· οὐ γὰρ ἂν ἰχθὺς εἰς
κύρτον εἰσῆλθεν ὁρῶν ἄλλον κρατούμενον, οὐδὲ ὄρνις εἰς λίνα. οἱ δὲ
παρὰ τὸ ἄνω θρεῖν, ἤγουν ἄνω βλέπειν· μόνος γὰρ τῶν ἄλλων ζῴων
ὁ ἄνθρωπος ἄνω βλέπει. ἢ παρὰ τὸ ἔναρθρον ἔχειν τὴν ὄπα, τουτέστιν
τὴν φωνήν. Ὠρίων (16, 11 + 611, 45 Werfer) AB, Sym. 1040, EM
1419. Orio l. c.
 Ἀνθερεών (Α 501)· ὁ ἐπὶ τοῦ γενείου τόπος· εἴρηται  
δὲ ἤτοι διὰ τὸ αὐτὸν θορεῖν τὸ πνεῦμα. ἢ ἐνθερεών τις ὤν, ὅτι
κατὰ τὴν ἔνθεσιν τῆς τροφῆς κινεῖται ἐν τῷ καταπίνειν. οἱ δὲ παρὰ
τὴν ἄνθησιν τῶν τριχῶν· διὸ καὶ κατηγοροῦσι τοῦ Εὐφορίωνος εἰ-
πόντος (fr. 92, 1 Powell = fr. 114, 1 Cuenca)·

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry mu, p. 388, li.2

 ψυχὴν τοῦ μεριμνῶντος· ὅθεν καὶ μερμήρας τὰς φρον-


 τίδας ἔνιοι λέγουσιν.
Μέρμις, μέρμιθος, τὸ σχοινίον· καὶ εἰς τὸ ὄρνι-
 θος.
Μεριμνῶ, παρὰ τὸ μέριμνα, τοῦτο παρὰ τὸ μερίζω
 μερίσω, μεμέρικα, μεμέρισμαι, μέριμνα. ἐτυμολογεῖται
 δὲ παρὰ τὸ μερίζειν τὸν νοῦν.
Μερὶς, παρὰ τὸ μερίζω, τοῦτο παρὰ τὸ μείρω τὸ με-
 ρίζω· ἢ παρὰ τὸ μέλος μελίζω καὶ μερίζω.  
Μέροψ, ὁ ἄνθρωπος, συνώνυμον· γίνεται παρὰ τὸ μεί-
 ρω τὸ μερίζω, ὁ μεμερισμένην ἔχων τὴν ἔναρθρον
 ὄπα, ἤγουν τὴν φωνὴν, ὥσπερ σύγκρισιν τῶν ἄλλων
 ζώων· ἐπειδὴ ἐὰν λαλῇ ὁ ἄνθρωπος μερίζεται εἰς
 συλλαβάς.
Μέροπες, οἱ μορητικοὶ καὶ κακοπαθεῖς· οἱ δὲ μεμορη-
 μένοι τὸ λόγιον. οἱ δὲ μεμορῆτες τὸν λόγον· ἑκάστῳ
 γὰρ ὀνόματι φωνῇ παράκειται. οὐ γὰρ πάντων ἢ ἐν
 ὁμοθρόως, οὐ δι' ἄγυρις· ἄλλοι δὲ τοὺς ὑπὸ ὄρον
462

 πεπτωκότας, οἷς κατὰ τ'οὐναντίον μάκαρες, οἱ μὴ


 κῆρα ἔχοντες, οἱ ἀθάνατοι.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος – ὦμαι)

Alphabetic entry omicron, p. 427, li.51

 λεμεῖν· χρῆσις δὲ τοῦ μὲν πρώτου· τὸ πιστὸν ὑμῶν·


 ὦ Λακεδαιμόνιοι, τῆς καθ' ἡμᾶς αὐτοὺς πολίτας τε καὶ
 ὁμιλίας· οὕτω γὰρ φησὶ Θουκυδίδης, τῇ δημηγορίᾳ τῶν
 Κορινθίων, πολιορκουμένης τῆς πολιδαιας, ὑπὸ Ἀθη-
 ναίων· τοῦ δὲ δευτέρου, τοῦ καθ' ἑκάστου μὲν τῇ
 ὁμιλίᾳ καλεῖν Ἕλληνος μᾶλλον· τοῦ δὲ τρίτου, τὸ
 πρὸς Ἕκτορα παρὰ τῷ Ὁμήρῳ εἰρημένον· ἡμεῖς δ' ἔν-
 θαδε ὄντες ὁμιλέομεν Δαναοῖσιν, ἀντὶ τοῦ πολεμοῦμεν
 αὐτούς.
Ὁ μὲν καὶ ὁ δὲ, σύνδεσμοι, ἀρσενικοῦ ὀνόματος, ἔναρ-
 θρος· ἡ μὲν καὶ ἡ δὲ, θηλυκοῦ ὀνόματος, ἔναρθρον
 ὁμοίως.
Ὅμιλος, ἡ ἄθροισις, τὸ πλῆθος, παρὰ τὸ ὁμοῦ εἱλεῖ-
 σθαι· λέγεται δὲ καὶ ὁ θόρυβος, ἀπὸ τῆς παρακολου-
 θησάσης ἐν ὄχλῳ ὁμιλίας.
Ὁμιχῶ, σημαίνει τὸ οὐρῶ· διὰ τοῦ ι γράφεται· τὰ
 γὰρ εἰς χω οὐ παραλήγεται τῇ ει, πλὴν τοῦ στείχω.
Ὁμίχλη, παρὰ τὸ μὴ ἔχειν τὴν εἵλησιν τῶν νεφῶν·
 ἢ παρὰ τὸ τοῖς ὄμμασιν παρέχειν ἀχλύν. δασύνεται·
 τὸ ο γὰρ πρὸ τοῦ ἑνὸς μ δασύνεται· καὶ πῶς παρὰ
 τῷ ποιητῇ λέγεται, ἠΰτ' ὀμίχλη· εἰ γὰρ ἐδασύνθη,  

Etymologicum Gudianum, Additamenta in Etymologicum Gudianum


(ἀάλιον – ζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Pari
Alphabetic entry alpha, p. 147, li.21

 Ἄνθος· παρὰ τὸ ἄνω θεῖν καὶ τρέχειν ἐν τῷ αὔξεσθαι.


 Ἄνθραξ Ps. 17, 9· παρὰ τὸ ἀναθέρω, τὸ θερμαίνω, ἀναθ⟦έραξ⟧ καὶ ἐν
συγκοπῇ ἄνθραξ.
 Ἄνθραξ· ... σημαίνει δὲ τὸ πῦρ ἤτοι τὸ πεπυρωμένον ξύλον [λέγεται
ἄνθραξ]· τὸ δὲ ἐσβεσμένον κάρβων[ον] λέγεται. ἔστι δὲ καὶ λίθος οὕτω
463

καλούμενος
τῇ χρόᾳ πύρινος.
 Ἄνθρωπος· κατὰ Πλάτωνα Cratyl. 399 c παρὰ τὸ ἁθρεῖν καὶ λογίζεσθαι,
ἅπερ ὄπωπε καὶ εἶδε, τῶν ἀλόγων ζώων μὴ λογιζομένων καὶ
προνοουμένων· οὐ
γὰρ ἂν ἰχθὺς εἰς κύρτον εἰσῆλθεν ὁρῶν ἄλλον κρατούμενον, οὐδὲ ὄρνις
εἰς λίνα.
οἱ δὲ παρὰ τὸ ἀνακλῶντα τὴν ὄψιν ἄνω ἀθρεῖν. τινὲς δὲ παρὰ τὸ ἄνω
θρεῖν·
ἢ παρὰ τὸ ἔναρθρον ἔχειν ὄπα, τουτέστι φωνήν. ‖ καὶ ἄλλως. ἄνθρωπος,
ὁ ἐνάρθρῳ
ὀπὶ κεχρημένος· ἢ ἀπὸ τοῦ ἁθρεῖν, ἃ ὄπωπε, καὶ λογίζεσθαι, τῶν ἀλόγων
τοῦτο
μὴ ἐχόντων· ἢ ἀνώροπός τις ὤν, ὅτι ἄνω ῥέπει.
 Ἄνθρωπος· παρὰ τὸ ἀναθρώσκειν καὶ ἀναλογίζεσθαι, ἃ ὄπωπεν.
 Ἄνθρωπος· παρὰ τὸ ἄνω ἀθρεῖν τὰς ὦπας, ἤγουν ἄνω ὁρᾶν τοὺς
ὀφθαλμούς· ὦπες γὰρ οἱ ὀφθαλμοὶ λέγονται.  
 Ἄνθρωπος· παρὰ τὸ ἄνω ἀθρεῖν τὴν ὦπα, ἤγουν ἄνω θεωρεῖν τὸ
βλέμμα· πάντων γὰρ τῶν κτηνῶν κάτω βλεπόντων, μόνος ὁ ἄνθρωπος
βλέπει
ἄνω. οἷον ἀνώθρωπος.
 Ἀνία· ἡ βάσανος ⟦καὶ⟧ ἡ λύπη.

Etymologicum Gudianum, Additamenta in Etymologicum Gudianum


(ἀάλιον – ζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Pari
Alphabetic entry gamma, p. 315, li.15

τὸ τρυφερὸν καὶ ἁπαλὸν καὶ γλοιῶδες εἶναι τὸ μέρος γλοιουτός καὶ


γλουτός.
 {Ἐπιμερισμῶν τοῦ Ψαλτηρίου} Γλυκύτερα Ps. 18, 11· παρὰ τὸ γλυκύς·
τοῦτο παρὰ τὸ γλεῦκος, ὃ
σημαίνει τὸν ἀποστάζοντα οἶνον ἐκ τοῦ ληνοῦ, γλευκύς καὶ γλυκύς.
 Γλυπτόν· ἐκ τοῦ γλύφω.
 {Ἐπιμερισμῶν τοῦ Ψαλτηρίου} Γλυπτόν Ps. 77, 58· παρὰ τὸ γλύφω·
τοῦτο παρὰ τὸ γλάπτω, τὸ
κοιλαίνω.
 Γλύφω· ἀπὸ τοῦ γλάφω. ὅθεν καὶ βραχὺ ἔχει τὸ υ, ὥς φησιν Ὦρος ἐν
τῷ Περὶ διχρόνων.
γλῶσσα· ... σημαίνει γʹ.  
γλῶσσα· ἡ γνῶσιν ἔχουσα ἐν τοῖς τῶν χυμῶν ἰδιώμασι, ἢ ὅτι κλωμένη
τὴν
464

ἔναρθρον φωνὴν ἀποδίδωσιν.


γλῶσσα· παρὰ τὸ εἶναι αὐτὴν γνῶσιν τῶν νοστίμων καὶ ἀνόστων, ἤγουν
τῶν βρωσίμων καὶ ποσίμων, ἡδέων καὶ πικρῶν, γλυκέων καὶ ἀγλύκων.
γλῶσσα· τὸ φωνητικὸν ὄργανον παρὰ τὸ γνώσω γνῶσα καὶ πλεονασμῷ
τοῦ
ς γνῶσσα καὶ γλῶσσα, ἡ ὑπὸ γνῶσιν ἄγουσα τὰ ἐν τῇ διανοίᾳ. ἀπὸ
μελλόντων
πολλὰ γίνεται θηλυκά, ὡς δόξω δόξα, βήσω βῆσα καὶ ἐν διπλασιασμῷ
βῆσσα. καὶ
γὰρ διαγνωστική ἐστι τῶν ἐν τοῖς χυμοῖς ποιοτήτων· τὸ γὰρ γευστικὸν
ἐ⟦ν αὐ⟧τῷ.
ἢ κλῶσσα, διὰ τὸ εὐχερῶς κλᾶσθαι· καὶ Ὅμηρος Υ 248 “στρεπτὴ δὲ
γλῶσσά
ἐστι βροτῶν”· κλῶσσα οὖν καὶ γλῶσσα τροπῇ τοῦ κ εἰς γ.
γλῶσσα· τρέψας τὸ λ εἰς τὸ ν καὶ τὸ δεύτερον ς εἰς τὸ τ φημὶ οὕτως ἡ

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 109,


li.24

φέρειν. Ὅθεν καὶ παροιμία,


 Θύραζε Κᾶρες· οὐκέτ' ἀνθεστήρια.
 Ἄνθρωπος: Παρὰ τὸ ἄνω θρεῖν, ἤγουν ἄνω
βλέπειν· μόνος γὰρ τῶν ἄλλων ζῴων ὁ ἄνθρωπος ἄνω
βλέπει. Ἢ παρὰ τὸ ἀναθρεῖν ἃ ὄπωπεν, ἤγουν
ἀναλογίζεσθαι ἃ εἶδε καὶ ἤκουσε, τῶν ἄλλων ζῴων
μὴ λογιζομένων καὶ προνοουμένων. Οὐ γὰρ ἂν ἰχθῦς
εἰς κύρτον εἰσῆλθεν ὁρῶν ἄλλον κρατούμενον, οὐδὲ
ὄρνις εἰς λίνα. Ἢ παρὰ τὸ δρῶ, τὸ βλέπω, ἄνδρω-
πος, καὶ ἄνθρωπος. Ἢ παρὰ τὸ ἄνω ῥέπειν, ἀνώροπός
τις ὤν. Ἢ παρὰ τὸ ἔναρθρον ἔχειν τὴν ὄπα, τουτ-
έστι τὴν φωνήν. Τὰ παρὰ τὸ ὄπα συγκείμενα,
ἅπαντα διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται· οἷον, μετώ-
πιον, ἐνώπιον. Ἢ παρὰ τὸ ἀνθηρὰν ὄπα ἔχειν.
 Ἀνθερεών: Ὁ ἐπὶ τοῦ γενείου τόπος· διὰ τὸ
δι' αὐτοῦ θορεῖν τὸ πνεῦμα. Ἢ ἐνθερεών τις ὢν, ὅτι
κατὰ τὴν ἔνθεσιν τῆς τροφῆς κινεῖται ἐν τῷ καταπί-
νειν. Οἱ δὲ, παρὰ τὴν ἄνθησιν τῶν τριχῶν· διὸ καὶ
κατηγοροῦσι τοῦ Εὐφορίωνος εἰπόντος,
 Τέκνον, μὴ σύ γε μητρὸς ὑπ' ἀνθερεῶνος ἀμήσῃς.
465

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 235,


li.24

γλύφανον ὠνόμασε Θεόκριτος. Λέγεται δὲ καὶ


κατὰ σύνθεσιν, ὠτογλυφίς.
 Γλύφιον: Ἄντρόν τι καὶ ὄρος· ὅθεν νύμφα
γλυφίαι.
γλῶσσα: Παρὰ τὸ γνῶ γνώσω γνῶσα καὶ
γλῶσσα, ἡ ὑπὸ γνῶσιν ἄγουσα τὰ ἐν τῇ διανοίᾳ· ἢ
δι' ἧς τὰ τῆς ψυχῆς βουλεύματα γινώσκομεν. Ἢ
παρὰ τὸ κλώθω κλώσω, κλῶσα, καὶ γλῶσσα· κλωθο-
μένης γὰρ τῆς γλώσσης ἐξέρχονται οἱ λόγοι. Ἢ
διὰ τὸ εὐχερῶς κλᾶσθαι· καὶ γὰρ κλωμένη τὴν ἔναρ-
θρον φωνὴν ἀποδίδωσι. Διὰ δύο ΣΣ· τὰ παρὰ Ἀτ-
τικοῖς ... τὸ ΣΑ, βραχύ· τὰ εἰς α λήγοντα θηλυκὰ
παραληγόμενα ἑνὶ τῶν διπλῶν, ἢ διὰ δύο ΣΣ ἐκφερό-
μενα καὶ βαρυνόμενα, συστέλλει τὸ α· οἷον μάζα,
ῥίζα, δίψα, δόξα.  – Ἢ καὶ οὕτω· τὰ εἰς α λήγοντα
θηλυκὰ ἀπὸ μελλόντων ἢ ἐνεστώτων γινόμενα συ-
στέλλει τὸ α· οἷον κνίζω, κνίσω, κνίσα· ἵζω τὸ
καθέζομαι, ἵζα, ῥίζα· ἄγω, ἄξω, ἄξα, καὶ ἅμαξα·
μῶ, τὸ ζητῶ, μώσω, μῶσα καὶ μοῦσα. Σημαίνει
τρία· τὸ μέρος τοῦ σώματος· ὡς τὸ,
 Τοῦ δ' ἀπὸ μὲν γλῶσσαν πρύμνην τάμε χαλκός.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 580,


li.39

ρίζω· οἱ γὰρ φροντίζοντες μερίζονται τὴν γνώμην.


Ἀπὸ τοῦ ἐπὶ τάδε καὶ τάδε μερίζεσθαι τὴν ψυχὴν
τοῦ μεριμνῶντος. Ὅθεν καὶ μέρμηρας τὰς με-
ρίμνας ἔνιοι λέγουσι. Τὸ δὲ μερίζω, παρὰ τὸ μείρω
μερῶ μερίζω· ἢ παρὰ τὸ μέρος· τοῦτο, παρὰ τὸ
μειοῦσθαι πρὸς τὸ ὅλον· ἢ παρὰ τὸ μείρω· μερίζεται
γὰρ κατ' ἐκεῖνα τὰ μέρη τὸ σῶμα. Καὶ τὸ μηρὸς
δὲ, ὁμοίως.
 Μέροψ: Συνώνυμον· γίνεται παρὰ τὸ μείρω, τὸ  
μερίζω, ὁ μεμερισμένην τὴν ὄπα (ὅ ἐστι τὴν φωνὴν)
ἔχων καὶ ἔναρθρον, ὡς πρὸς σύγκρισιν τῶν ἄλλων
ζῴων· ἐπειδὴ, ἐὰν εἴπω ἄνθρωπος, μερίζεται εἰς
466

συλλαβάς. Ἢ ὅτι οὐ πάντες τὴν αὐτὴν φωνὴν


ἔχουσι.
 Μέσος: Παρὰ τὸ μερίζω μερίσω, μεριστός· καὶ
συγκοπῇ, μέσος. Ἐτυμολογεῖται δὲ παρὰ τὸ τὰ
μέρη ἴσα ἔχειν· ὅθεν καὶ μεσίτης, ὁ μεσάζων.
 Μεστός: Παρὰ τὸ ἕω, τὸ πληρῶ· ὁ μέλλων,
ἕσω· ἐκ τούτου ἑστὸς, ὁ πλήρης· καὶ πλεονασμῷ
τοῦ μ, μεστός· καὶ οὐδέτερον, μεστὸν, τὸ πλῆρες.
 Μεταλλῶ: Δευτέρας συζυγίας τῶν

Καινή Διαθήκη. Catena in Joannem (catena integra) (e codd. Paris.


Coislin. 23 + Oxon. Bodl. Auct. T.1.4) P. 329, li.20

τιν, ἄγαγε λοιπὸν ἐπὶ τὸν σταυρόν· διὰ δὲ τοῦτο παιδεύει, ἵνα
εἴποτε ἐν ἀγῶνι κατασταῖεν καὶ δειλίᾳ, μήτε οὕτως ἀποπηδήσωσι
τῶν προκειμένων. τὸ δὲ εἰπεῖν, “δόξασόν σου τὸ ὄνομα,” δείκνυσιν
ὅτι ὑπὲρ ἀληθείας ἀποθνήσκει, εἰς τὸν Θεὸν τὸ πρᾶγμα καλῶν· τὸ
δὲ εἰπεῖν τὴν φωνὴν “ἐδόξασα, καὶ πάλιν δοξάσω,” σημαίνει, ὅτι
ἐδόξασε μὲν ἐν τοῖς πρὸ τούτου, δοξάσει δὲ μετὰ τὸν σταυρόν.
 Διὰ τί “ὁ ὄχλος ἀκούσας τῆς φωνῆς ἔλεγε, βροντὴν γεγο-
“νέναι;” καὶ γὰρ τρανὴ καὶ εὔσημος ἦν ἡ φωνή· διὰ τὸ ταχέως
αὐτῶν ταύτην ἀποπτῆναι· διὸ ἅτε παχυτέρων ὄντων καὶ σαρκικῶν
καὶ ῥαθύμων οὕτως ἐνομίσθη, καὶ οὗτοι μὲν τὸν ἦχον κατεῖχον
μόνον, οἱ δὲ εἰπόντες, “ὅτι Ἄγγελος αὐτῷ λελάληκε,” ἔναρθρον
μὲν τὴν φωνὴν ᾔδεσαν· τί δὲ ἐσήμανεν, οὐκέτι. ὁ δὲ Χριστὸς πρὸς
ἐκεῖνο ἱστάμενος ὃ ἔλεγον ἐκεῖνοι ἀεὶ, ὅτι οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ Θεοῦ,
φησὶ πρὸς αὐτοὺς, “οὐ δι' ἐμὲ ἡ φωνὴ αὕτη γέγονεν, ἀλλὰ δι'
“ὑμᾶς·” ὁ γὰρ ἐκ τοῦ Θεοῦ δοξαζόμενος, πῶς οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ
Θεοῦ, οὗ τὸ ὄνομα δι' αὐτὸν δοξάζεται; ὅθεν χρὴ σκοπεῖν, ὅτι τὰ
ταπεινὰ δι' αὐτοὺς γίνεται, καὶ οὐχ ὡς τοῦ υἱοῦ ἐσομένου βοη-
θείας· τὸ δὲ “νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου, νῦν ὁ ἄρχων
“τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω,” δηλοῖ ὅτι δικαστήριον
ἔσται καὶ ἐκδίκησις, πῶς καὶ τίνι τρόπῳ ἐκεῖνος ἀνεῖλε τὸν

Καινή Διαθήκη. Catena in Acta (catena Andreae) (e cod. Oxon. coll.


nov. 58) P. 17, li.5

 Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος· ὥσπερ φε-


ρομένης πνοῆς βιαίας.
 {Σευήρου ἐπισκόπου ἀπὸ λόγου μηʹ.} Ἐξ οὐρανοῦ μὲν,
ἵνα παραστήσῃ σαφῶς, ὡς οὐρανόθεν θεϊκῶς ἡ τοῦ Πνεύματος
467

κάθοδος γέγονε· πνοῆς δὲ ὥσπερ φερομένης βιαίας, ὅτι τοὺς ὑπο-


δεξομένους τῆς υἱοθεσίας τὴν χάριν βιαστὰς ἤμελλεν ἀποτελεῖν  
τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν· ἐπλήρου δὲ τὸν οἶκον ὅλον, ἵν' ἡ δωρεὰ
δεδομένη δειχθῇ, μὴ μερικῶς τισὶν, ἀλλ' ὅλῳ τῷ τῆς ἐκκλησίας
πληρώματι· γλῶσσαι ὑπῆρχον ὀφθεῖσαι πυρὸς, τοσοῦτον εἶναι
δηλοῦσαι τὸ μέσον τῆς παλαιᾶς νομοθεσίας καὶ τῆς καινῆς, ὅσον
ἐνάρθρου λόγου διὰ γλώττης ἐκφερομένου καὶ ἀσήμων σαλπίγγων
ἠχοῦς. Καὶ ἐκεῖ μὲν ὡς ἐν ἀστραπῇ ἀεὶ τὸ πῦρ αὐτοὺς παρέτρε-
χεν· ἐνταῦθα δὲ αἱ τοῦ πυρὸς γλῶσσαι τοῖς Ἀποστόλοις ἐπεκα-
θέστησαν, καὶ παραχρῆμα πλήρης ἦσαν τοῦ Πνεύματος, τὰ θεῖα
πλημμυροῦντες νάματα· καὶ ἐγκαθημένην ἔχοντες, οὐ παροδεύου-
σαν τὴν φλόγα τῆς χάριτος· καὶ τὰς διαλέκτους αὐτῶν πρὸ πᾶν
εἶδος διαλέκτου στομώσασας· οὐ σκότῳ καὶ γνόφῳ καλυπτομένην,
ἀλλ' ὥρᾳ τρίτῃ τῆς ἡμέρας ἐκλάμπουσαν· καὶ τοῦτο εἰς ἔνδειξιν
τοῦ διὰ τῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐνδημίας πεφανερῶσθαι λαμ-
πρῶς ὡς ἐν ἡμέρᾳ τὸ τῆς Τριάδος μυστήριον.

Καινή Διαθήκη. Catena in epistulam ii ad Thessalonicenses (typus


Parisinus) (e cod. Coislin. 204) P. 389, li.34

μὴ κατὰ τὴν ἀπόρρητον αὐτοῦ βουλὴν κατεῖχεν αὐτὸν ὁ Θεός·


ἐργασαμένου δὲ τότε καὶ οἴσοντος γε εἰς φανερὸν τὸ πάλαι δοκοῦν
αὐτῷ, ὅταν συγχωρηθῇ τὴν οἰκείαν γνώμην ἐκβαλεῖν εἰς ἔργον.
“ὃν ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἀναλώσει τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ.”
ἐκείνου, φησὶ, τοιαῦτα διαπραττομένου κατὰ τῆς οἰκουμένης, καὶ
πάντας ἀνθρώπους ἀφιστῶντος τῆς εὐσεβείας, ἐξαίφνης ἀπ' οὐρα-
νῶν φανεὶς ὁ Χριστὸς, καὶ μόνον ἐπιβοήσας, παύσει τῆς ἐργασίας,
ὅλον αὐτὸν ἀναλώσας· τοῦτο γὰρ λέγει· τὸ “τῷ πνεύματι τοῦ
“στόματος αὐτοῦ,” ἀντὶ τοῦ τῇ φωνῇ, ἀπὸ τοῦ παρ' ἡμῖν αὐτὸ
εἰρηκὼς, ἐπειδὴ ἡμεῖς τῷ πνεύματι συνεργῷ κεχρήμεθα πρὸς τὴν
ἔναρθρον λαλιάν.  
 {Σευηριανός.} Τοῦτό ἐστι τὸ “καὶ πνεύματι διὰ χειλέων ἀνε-
“λεῖ ἀσεβῆ,” ὅπερ Ἡσαΐας φησί· μνημονεύσας γὰρ τοῦ ἐκ τῆς
ῥίζης Ἰεσσαὶ, ἐπήγαγε, “καὶ πατάξει τὴν γῆν τῷ λόγῳ τοῦ στό-
“ματος αὐτοῦ, καὶ πνεύματι διὰ χειλέων ἀνελεῖ ἀσεβῆ.” τὸ δὲ
πατάσσειν τὴν γῆν προεῖπε διὰ τοῦ ὑστέρου τῶν προφητῶν· εἰρη-
κὼς γὰρ “ἀνατελεῖ ὑμῖν τοῖς φοβουμένοις με ἥλιος δικαιοσύνης·”
καὶ μετ' ὀλίγα· “ἰδοὺ ἀποστέλλω ὑμῖν Ἡλίαν τὸν Θεσβίτην·”
τελευταῖον ἐπήγαγε λόγον τὸ “μὴ ἐλθὼν πατάξω τὴν γῆν ἄρδην.”
“καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ.” ζωὴν
ἡμῶν εἶπε τὸν Χριστὸν ὁ Ἀπόστολος καὶ ἐπήγαγεν, “ὅταν ἡ ζωὴ
468

Εύαγριος. Expositio in Proverbia Salomonis P. 116, li.15

ἐσθίοντι τὸν ἑαυτοῦ ἔμετον.


 Κρύψας ὀκνηρὸς τὴν χεῖρα ἐν τῷ κόλπῳ αὐτοῦ οὐ δύναται ἐπενεγκεῖν:
Εἰ ἀπὸ καρπῶν δικαιοσύνης
φύεται δένδρον ζωῆς, πᾶς ὁ κρύπτων τὴν δικαιοσύνην τῇ ἀδικίᾳ οὐ
βρώσεται ἐκ τούτου τοῦ δένδρου.
 Ὥσπερ ὁ κρατῶν κέρκου κυνός, οὕτως ὁ προεστὼς ἀλλοτρίας κρίσεως:
Χρηστέον τούτῳ τῷ ῥητῷ πρὸς
τοὺς ψηφιζομένους τινὰς τῶν ἀναξίων ἐν ἱερωσύνῃ ἢ ἐν κλήρῳ.
 Ὅπου δὲ οὐκ ἔστιν δίθυμος, ἡσυχασθήσεται μάχη: Τὸν θυμώδη δίθυμον
εἶπεν.
 Χείλη λεῖα καρδίαν καλύπτει πονηράν: Καρδίαν καθαρὰν οὐ
καταλήψεται λύπη, ἐπιθυμίας γὰρ φθαρτὰς
ἀπώσατο ἀπ' αὐτῆς.
 Ἐάν σου δέηται ὁ ἐχθρὸς ἱκετεύων (edd. om.) μεγάλῃ τῇ φωνῇ, μὴ
πεισθῇς αὐτῷ: Δέεται ἡμῶν ὁ
σατανᾶς ποτὲ μὲν διὰ τῶν ἀκαθάρτων λογισμῶν γαργαλίζων ἡμᾶς καὶ τῷ
λείῳ τῆς ἡδονῆς ἐπισπώμενος, ποτὲ
δὲ καὶ φωνὴν οὕτως ἔναρθρον ὡς ἡττηθεὶς προβαλλόμενος, ὡς οὐ δεῖ
πείθεσθαι ἄσπονδον ἔχοντι τὸν πόλεμον
τὸν πρὸς ἡμᾶς.
 Ἑπτὰ γάρ εἰσι πονηρίαι ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ: Τοῖς ἑπτὰ πνεύμασιν
ἀντίκεινται αὗται αἱ πονηρίαι.
 Ψυχὴ ἐν πλησμονῇ οὖσα κηρίοις ἐμπαίζει, ψυχῇ δὲ ἐν ἐνδείᾳ (edd.
ἐνδεεῖ) καὶ τὰ πικρὰ γλυκέα
φαίνεται: Ψυχὴ καθαρὰ κατατρυφᾷ γνώσεως· ψυχὴ δὲ ἀκάθαρτος καὶ τὴν
ψευδώνυμον γνῶσιν ἀληθῆ
γνῶσιν νομίζει.
 Οὕτως ἄνθρωπος δουλοῦται, ὅταν ἀποξενωθῇ ἐκ τῶν ἰδίων τόπων:
Τόπος τῆς καρδίας ἐστὶν ἀρετὴ καὶ
γνῶσις, ἀφ' ὧν ἀποξενωθεὶς ἄνθρωπος ἐμπίπτει εἰς κακίαν καὶ ἀγνωσίαν
καὶ γίνεται δοῦλος· ἐπειδὴ πᾶς ὁ
ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστιν τῆς ἁμαρτίας.
 Μύροις καὶ οἴνοις καὶ θυμιάμασι τέρπεται καρδία: Νοῦς ἀπαθὴς
πολυποικίλῳ τέρπεται σοφίᾳ· νοῦς δὲ
ἐμπαθὴς ἐν ἀγνωσίαις πεσεῖται.  

Εύαγριος. Scholia in Proverbia (Fragm. e catenis)


469

Scholion 329, li.3

τινὰς τῶν ἀναξίων ἐν ἱερωσύνῃ ἢ ἐν κλήρῳ.


 26, 20 ἐν πολλοῖς ξύλοις θάλλει πῦρ·
 ὅπου δὲ οὐκ ἔστι δίθυμος, ἡσυχάζει μάχη
 Τὸν θυμώδη δίθυμον εἶπεν.  
 26, 23.2 χείλη λεῖα καρδίαν καλύπτει λυπηράν
 Καρδίαν καθαρὰν οὐ καταλήψεται λύπη· ἐπιθυμίας
γὰρ φθαρτὰς ἀπώσατο ἀπ' αὐτῆς.
 26, 25.1 ἐάν σου δέηται ὁ ἐχθρὸς μεγάλῃ τῇ φωνῇ, μὴ πεισθῇς αὐτῷ
 Δέεται ἡμῶν ὁ σατανᾶς ποτε μὲν διὰ τῶν ἀκαθάρτων
λογισμῶν γαργαλίζων ἡμᾶς καὶ τῷ λείῳ τῆς ἡδονῆς ἐπι-
σπώμενος, ποτὲ δὲ καὶ φωνὴν ὄντως ἔναρθρον ὡς ἡττηθεὶς
προβαλλόμενος, ᾧ οὐ δεῖ πείθεσθαι ἄσπονδον ἔχοντι τὸν
πόλεμον τὸν πρὸς ἡμᾶς.  
 26, 25.2 ἑπτὰ γάρ εἰσι πονηρίαι ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ
 Τοῖς ἑπτὰ πνεύμασιν ἀντίκεινται αὗται αἱ πονηρίαι.
 27, 7 ψυχὴ ἐν πλησμονῇ οὖσα κηρίοις ἐμπαίζει·
 ψυχῇ δὲ ἐνδεεῖ καὶ τὰ πικρὰ γλυκεῖα φαίνετα
 Ψυχὴ καθαρὰ κατατρυφᾷ γνώσεως· ψυχὴ δὲ
ἀκάθαρτος καὶ τὴν ψευδώνυμον γνῶσιν ἀληθῆ γνῶσιν
νομίζει.

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana Vol. 2, p. 662, li.9

ἐνὶ οἷς ἐστι λογισμοῖς. ὁ δ' ἀπεκρίνατο· οὐ τὰ ἐμά σε χρεὼν, ὦ


ἄνθρωπε, διερευνᾷν ὅπως ἔχει, ἀλλ' ὅπως ἕξει τὰ σά. εἴ τι γὰρ ἐγὼ  
μαντικὸς, ἐρῶ σοι περὶ ἐμαυτοῦ μὲν ἥκιστα, περὶ σοῦ δὲ μά-
λιστα. τοῖς μὲν γὰρ τῶν ἀνθρώπων οἰωνοσκόποις τέχνην ἀθροί-
ζειν ἐξ ὀρνίθων ἐπὶ τὸ ἐσόμενον συμβαίνει πολλάκις διά τε κα-
θέδρας αὐτῶν καὶ πτήσεως καὶ κλαγγῆς, οὐκ ἐπίπαν εἰπεῖν
ἐς τἀσφαλὲς πανταχοῦ τῆς τούτων διανοίας ἀπὸ στοχασμοῦ δια-
σώζειν ἐξικνουμένης τὴν κρίνουσαν ψῆφον. ἐγὼ δ' ὄρνις ὢν οὐκ
ἀπὸ καθέδρας καὶ πτήσεως καὶ κλαγγῆς ἀνάρθρου τὸ μέλλον
ἀναγινώσκειν σοι δώσω, πρὸς ἀνάγκας ἀδήλους τε καὶ μὴ πάνυ
σαφεῖς συνωθῶν σε, ἀλλὰ φωνήεντα χείλη καὶ λόγων ἔναρθρον
δύναμιν. ἄκουε γοῦν. εἰ μὲν ἀπολῦσαί με προθυμηθείης, ὁ παῖς
σοι τεθνήξεται· εἰ δὲ κρατεῖν ἐθέλοις, οὐκ ἂν φθάνοις τεθνη-
κυῖαν θρηνῶν τὴν γυναῖκα. ἐπλήγη τὴν ἀκοὴν ὁ ἀνήρ· καὶ διη-
πόρει καθ' ἑαυτὸν, μεγίστην ἑκατέρωθεν ὁρῶν τὴν ἐμβρίθειαν
τοῦ παρ' ἐλπίδα δεινοῦ. ὅμως ἐν ἐκλογῇ δυοῖν γενόμενος ἀφύκτων
κακῶν τὸ κουφότερον ὁ ταλαίπωρος εἵλετο, καὶ λύσιν τῷ ὄρ-
νιθι παρασχὼν εὐθὺς ἐθρήνει τὸν παῖδα κείμενον. τοῦ μύθου
470

τοίνυν οὕτως ἔχοντος, ἄκουε καὶ δι' ὃν ὁ μῦθος εἴρηται λόγον.


Ἐπεὶ τῶν στρατιωτικῶν ἐν πείρᾳ γεγένημαι πάλαι πραγμάτων,
ὥς γε καὶ αὐτὸς οἶσθα, οἶδα καὶ ὅσην τὴν ἡμερήσιον αὐτὸς ἀεὶ

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana Vol. 3, p. 286, li.9

σοφῶν καὶ θεολόγων ἀνδρῶν ἐπιστήμην. ἣν ἀγνοοῦντά σε


νῦν γοῦν διδαχθῆναι χρεὼν ἐνταυθοῖ παρ' ἡμῶν.  
 Τούτων δ' οὕτω λεγομένων τινὲς τῶν τῆς γερουσίας
μάλιστα φίλων τῷ Παλαμᾷ καὶ ὁμοδόξων ὁμοῦ καὶ συναγω-
νιστῶν ὑπεψιθύρισαν πρὸς οὖς τῷ Γρηγορᾷ μὴ σκώπτειν
μηδ' ἐς τοσοῦτον εἰρωνεύεσθαι πρὸς ἄνδρα ἐπίσκοπον καὶ
πολιὸν τὴν τρίχα. κατὰ μικρὸν οὖν ὁ Γρηγορᾶς ἐπισχὼν
καὶ ἀκούσας ἀνελάμβανεν αὖθις τὸν λόγον. καὶ δὴ “ἔστι
μὲν οὖν” φησὶν “τὰ ἐν τῇ φωνῇ τῶν ἐν τῇ ψυχῇ παθημάτων
σύμβολα, καὶ τὰ γραφόμενα τῶν ἐν τῇ φωνῇ, ἥτις δὴ κατὰ
φύσιν ἄναρθρος οὖσα ἔναρθρος γίνεται θέσει, δι' ὀνομάτων
τε καὶ ῥημάτων ὀψιγόνοις παρευρημένων ἀνθρώποις. τὰ γὰρ
πρῶτα κατὰ φύσιν, ἅτε ὄντα ἁπλᾶ, καὶ πρότερα δήπου τῶν
κατ' ἐπιτήδευσιν καὶ συνθέτων ὁ τῆς ἀληθείας δεδικαίωκεν
εἶναι λόγος. πρότερα ἄρα τῶν ἐν τῇ φωνῇ σημαντικῶν ὀνο-
μάτων ὁμοῦ καὶ ῥημάτων τὰ ἐν τῇ ψυχῇ παθήματα εἴτουν
νοήματα. ἔμφυτα γὰρ νοήματα κἀξ αὐτοχθόνου πηγῆς ἀποῤ-
ῥέοντα, ἐκεῖνα δ' ὑστερογενῆ καὶ ἐπίκτητα. ὧν οὐκ ἂν ἀν-
θρώποις ἐδέησεν, εἰ δύναμις ἐνῆν προφαίνειν ἀλλήλοις τὰ
τῆς διανοίας κινήματα. “δέον γὰρ” ὁ μέγας φησὶν Διονύσιος
“εἰδέναι κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον ὅτι στοιχείοις καὶ συλλαβαῖς

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana Vol. 3, p. 287, li.24

κοινωνεῖν τῶν πραγμάτων ἀλλήλοις τοὺς ἀνθρώπους βιαζο-


μένη, καὶ τὰ τῆς ὀρεκτικῆς ψυχῆς ἐξαγγέλλειν ἀπόρρητα, με-
σίτῃ νοήσεως καὶ πραγμάτων διέγνωκε χρήσασθαι τῇ αἰσθή-
σει· αὕτη γὰρ τοῖς οἰκείοις ὀργάνοις τοὺς τῶν ἔξω πραγ-
μάτων τύπους ἀναλαμβάνουσα καὶ οἷον βιβλίῳ τῷ φαντα-
στικῷ τῆς ψυχῆς καταγράφουσα, εἰκόνας φησὶν ἀντὶ πρωτο-
τύπων, αὐτόθι ταύτας ἐγκαθιδρύει, σύμφωνα τοῖς νοήμασι
τὰ πράγματα σπεύδουσα δρᾶν. διὸ καὶ φωνῆς ἐδεήθη δυνα-
μένης ἐξομοιοῦσθαι μὲν τοῖς νοήμασιν ἐφαρμόζεσθαι δὲ τοῖς
πράγμασι. τοῦτο δ' οὐκ ἄλλως ῥᾴδιον ζώῳ γίνεται λογικῷ,
471

πλὴν δι' ἐνάρθρου φωνῆς, ὑπὸ συνθήκης ἀνδρῶν εὐφυῶν  


εἰδοποιηθείσης πρὸς ἄλλην καὶ ἄλλην θρησκείαν τε καὶ διά-
λεκτον, ὡς συμβαίνειν ἐντεῦθεν μὴ παρὰ πᾶσιν ὡσαύτως
ἔχειν αὐτήν, ἀλλ' ἄλλην εἶναι παρ' ἄλλοις ἀεί, καὶ οὕτω με-
σῖτιν, ὡς ἔφην, ἀμφοῖν γινομένην τὴν τῆς ἐνάρθρου χρείαν
φωνῆς, τὴν τοῦ ἀκούοντος τῇ τοῦ λέγοντος συνάπτειν εὐστό-
χως διανοίᾳ κατὰ τὸ ἀνάλογον ἑκάστην ἑκάστῃ· μορφουμένη
γὰρ αὕτη καὶ διαπλαττομένη ῥήμασί τε καὶ ὀνόμασι λόγος
γίνεται σχήμασι ποικίλοις καὶ ἀρχαῖς καὶ πέρασιν ὁρίζων τὸ
τῆς ὕλης ἀόριστόν τε καὶ ἄφετον, καὶ οὕτω τοῖς ἔξω τὴν
ἔνδον ἑκάστου βούλησιν ἀπαγγέλλων. πλὴν οὐχ ὡς ἔτυχεν

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana Vol. 3, p. 288, li.4

μάτων τύπους ἀναλαμβάνουσα καὶ οἷον βιβλίῳ τῷ φαντα-


στικῷ τῆς ψυχῆς καταγράφουσα, εἰκόνας φησὶν ἀντὶ πρωτο-
τύπων, αὐτόθι ταύτας ἐγκαθιδρύει, σύμφωνα τοῖς νοήμασι
τὰ πράγματα σπεύδουσα δρᾶν. διὸ καὶ φωνῆς ἐδεήθη δυνα-
μένης ἐξομοιοῦσθαι μὲν τοῖς νοήμασιν ἐφαρμόζεσθαι δὲ τοῖς
πράγμασι. τοῦτο δ' οὐκ ἄλλως ῥᾴδιον ζώῳ γίνεται λογικῷ,
πλὴν δι' ἐνάρθρου φωνῆς, ὑπὸ συνθήκης ἀνδρῶν εὐφυῶν  
εἰδοποιηθείσης πρὸς ἄλλην καὶ ἄλλην θρησκείαν τε καὶ διά-
λεκτον, ὡς συμβαίνειν ἐντεῦθεν μὴ παρὰ πᾶσιν ὡσαύτως
ἔχειν αὐτήν, ἀλλ' ἄλλην εἶναι παρ' ἄλλοις ἀεί, καὶ οὕτω με-
σῖτιν, ὡς ἔφην, ἀμφοῖν γινομένην τὴν τῆς ἐνάρθρου χρείαν
φωνῆς, τὴν τοῦ ἀκούοντος τῇ τοῦ λέγοντος συνάπτειν εὐστό-
χως διανοίᾳ κατὰ τὸ ἀνάλογον ἑκάστην ἑκάστῃ· μορφουμένη
γὰρ αὕτη καὶ διαπλαττομένη ῥήμασί τε καὶ ὀνόμασι λόγος
γίνεται σχήμασι ποικίλοις καὶ ἀρχαῖς καὶ πέρασιν ὁρίζων τὸ
τῆς ὕλης ἀόριστόν τε καὶ ἄφετον, καὶ οὕτω τοῖς ἔξω τὴν
ἔνδον ἑκάστου βούλησιν ἀπαγγέλλων. πλὴν οὐχ ὡς ἔτυχεν
ἀτάκτως φέρεσθαι καὶ κατὰ τὴν ἑκάστων διάφορον θέλησιν
ἡ σοφία κατόπιν ἐληλυθυῖα παρὰ θεοῦ τοῖς ἀνθρώποις ἀφῆ-
κεν, ἀλλὰ νόμοις καὶ κανόσιν ὑπέζευξε ταύτην κατὰ τὰς παρ'
ἑκάστοις συνθήκας. ὧν ἐνίαις ἐνίοτε καὶ ἐνιαχοῦ μὴ μόνον

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana Vol. 3, p. 335, li.20

ρὶς εἶναι τῶν καθ' ἕκαστα ταύτης εἰδῶν καὶ ἀτόμων, οὐ


472

μᾶλλόν γ' ἂν ἢ τὰ ἐν σώμασι χρώματα, ἃ καὶ αὐτὰ μὴ εἶ-


ναί ποτε καθ' αὑτὰ ἴσμεν ἄνευ ὧν ἐστὶν ὑποκειμένων χρώ-
ματα. πᾶσαι τοίνυν ἐπιστῆμαι καὶ τέχναι σοφαὶ τῆς τεχνικῆς
ταύτης σοφίας ἐξήρτηνται, καθάπερ διάφορα ῥίζης μιᾶς βλα-
στήματα. καὶ ἔστιν ὥσπερ τούτων ἁπάντων αἴτιος καὶ προα-
γωγεὺς ὁ θεός, οὕτω καὶ ταύτης ἀφ' ἧς ἐκεῖνα. διόπερ
ἐκεῖ μὲν ἡ σχετικὴ συνάφεια καὶ ἀναφορὰ χώραν ἔχει τὸ
οἰκεῖον ἀξίωμα παντάπασιν ἀκαπήλευτον διασώζειν, ἅτε ὄν-
των ὁμογενῶν ἀμφοῖν, τοῦ τε διαιρουμένου καὶ πρὸς ἃ
διαιρεῖται· ἐνταῦθα δὲ μέχρι μόνης ἐνάρθρου καὶ σημαντι-
κῆς φωνῆς αἰτιατὰ ὄντα αὐτὰ πρὸς τὸν αὐτῶν αἴτιον καὶ
ποιητὴν τὴν ἀναφορὰν ἀπευθύνει. ὥστε διαβάλλειν μὲν ἥκι-
στα πάντων ἐστί, θαυμάζειν δ' οὖν ἄξιον μάλιστα πάντων
Μάξιμον ἐκεῖνον τὸν θεῖον τῆς εὐσεβείας διδάσκαλον, κάλλι-  
στα πάντων ἐνταῦθα περὶ σοφίας φιλοσοφήσαντα, καὶ διε-
λόντα σαφῶς ἑκάτερα, τήν τε σοφίαν τὴν ἄκτιστον, δι' ἧς
καὶ ἐν ᾗ τὰ πάντα γέγονε, καὶ αὖ τὴν ὑπ' αὐτῆς καὶ δι'
αὐτῆς συνυφανθεῖσαν καὶ συντεθεῖσαν οὐρανῷ καὶ γῇ καὶ πᾶσι
τεχνικῶς τε καὶ σοφῶς τοῖς κτίσμασι, ψιλὴν καὶ ἀνυπόστα-
τον φάμενον καθ' αὑτὴν ἐπίνοιαν.

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana Vol. 3, p. 449, li.21

φησιν “ὁράσεις ἐπλήθυνα, καὶ ἐν χερσὶ προφητῶν ὡμοιώθην.”


εἰ γὰρ αὐτήν, ὁ Χρυσορρήμων φησίν, ἑώρων τὴν τοῦ θεοῦ φύ-
σιν, οὐκ ἂν διαφόρως ἐθεῶντο· ἁπλῆ γάρ τις καὶ ἀσχημάτι-
στος καὶ ἀσύνθετος. εἶτα οὐκ ὤφθην ἀλλ' ὡμοιώθην φησίν·
οὐ γὰρ ἄλλος ὁ λέγων, ἀλλ' αὐτὸς περὶ ἑαυτοῦ ἐστὶν ὁ θεός·
ἡ γὰρ ὁμοίωσις ποιότητος ἔνδειξιν ἔχει καὶ οὐχὶ φύσεως,
σχήματος λέγω καὶ χρώματος καὶ ὅσα τῇ ὄψει πέφυκεν ὑπο-
κείμενα, καὶ ὅσα τῇ ἀκοῇ, λέγω δὴ τὸ τῆς λαλιᾶς ἦθος καὶ
βούλημα. καὶ γὰρ καὶ ὁ τοῦ ἀνθρώπου νοῦς ἀσώματος ὢν
αἰσθήσει οὐχ ὑπόκειται· ἀλλ' ἐπειδὰν εἰς λαλιὰν ἔλθῃ καὶ
λόγους ἐνάρθρους, τηνικαῦτα καὶ αἰσθήσει μὲν ὑποβάλλεται·
καὶ τὸ τῆς οἰκείας βουλήσεως εἶδος καὶ ἦθος ἐνδείκνυται μὲν
σκιωδῶς καὶ σωματικῶς εἰπεῖν, τὴν δὲ φύσιν ἐνδείξασθαι  
ἥκιστα ἔχει· σωματικοῖς γὰρ τοῦτ' ἀδύνατον ὄμμασιν. εἰ
δὲ νοῦ φύσιν ἰδεῖν αἰσθητῶς ἀδύνατον, πῶς θεὸν ἰδεῖν δυ-
νατόν; ὅθεν καὶ διπλῆν ὁ θεὸς τὴν τῶν ὄντων εἴργασται
φύσιν, διὰ τὸ καὶ τὴν ἀνθρώπου, δι' ὃν τὰ ποιηθέντα πε-
ποίηται, ποίησιν εἶναι διπλῆν, ἔκ τε νοητοῦ καὶ αἰσθητοῦ
473

συγκειμένην· καὶ εἰσὶν οἰκείως ὑποκείμενα τῷ μὲν νῷ τὰ


νοητὰ τῇ δ' αἰσθήσει τὰ φαινόμενα πάντα. ὧν οὐδὲν οὐδαμῇ
ποτὲ ἄκτιστον· εἴρηται γὰρ ὡς οὐδὲν τῶν τῇ αἰσθήσει

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana Vol. 3, p. 451, li.12

ἐγκειμένων νοημάτων. καὶ τὸν ἐξ οὐρανοῦ δὲ καὶ γῆς καὶ


τῶν ἐν μέσῳ πάντων συγκείμενον κόσμον ὁμοίως ἐξ αἰῶνος
ὁρῶντες καταλαμβάνουσιν ἄνθρωποι πῶς μὲν καθόλου πῶς
δὲ κατὰ μέρος, κατὰ τὴν ἐνοῦσαν ἑκάστῳ φύσιν καὶ δύναμιν.
κἀκ τῶν δυοῖν τούτων πᾶσι πάντων ἡ γνῶσις συνίσταται, τῆς
τε δι' ὄψεως αἰσθητικῆς καταλήψεως καὶ τῆς κατὰ τὸν νοῦν
ἐνεργείας, ἀφανῶς μὲν κατὰ φύσιν αὐτῆς κινουμένης, ἐμφα-
νιζομένης δ' οὖν διὰ γραμμάτων αὖθις καὶ λαλιᾶς. ἥτις καὶ
αὐτὴ μία οὖσα πρὸς πολλὰς μερίζεται ἀκοάς, διπλῆν τὴν
ἐνέργειαν δρῶσα· ταῖς μὲν γὰρ ἀκοαῖς σωματικαῖς τισὶν
οὔσαις τὸν σωματικὸν δι' ἀέρος ἐνάρθρου δίδωσιν ἦχον, τῷ
δὲ μὴ φαινομένῳ τῆς ψυχῆς νοερῷ τὸν ἐμφαινόμενον αὐτῇ
καὶ ἐνσημαινόμενον παραπέμπει νοῦν. καὶ οὕτως ἡ τῶν πο-
λιτικῶν καὶ οἰκονομικῶν πραγμάτων καὶ τῶν ἐν βίῳ πάντων
κατάληψις ὅσα γένεσις ἄγει καὶ φθορά, δι' αἰσθήσεώς τε καὶ
νοῦ, τῆς μὲν φαινομένης τοῦ δὲ κρυπτομένου, τὸν ἐφικτὸν
ἡμῖν περιγίνεται τρόπον. διὰ δὴ ταῦτα καὶ ὁ θεὸς λόγος
σὰρξ ἐγένετο, μείνας ὅπερ ἦν, νοητὸς καὶ ὑπὲρ νοῦν, προς-
λαβὼν δ' ὅπερ οὐκ ἦν καὶ γενόμενος διπλοῦς τὴν φύσιν ἀπόρ-
ρητον τρόπον, ἵνα διὰ τῶν τῇ αἰσθήσει φαινομένων θαυμά-
των τὴν μὴ φαινομένην παραγυμνοῖ καὶ παραδεικνύῃ

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 130, li.8

νήθειαν διαλέκτου ὁμολογουμένη, ἤτοι κατὰ τὸν ἀναλογητικὸν ὅρον καὶ

λόγον». Τοῦτον δὲ τὸν ὅρον Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ περὶ καθολικῆς προ-


σῳδίας ὡρίσατο.  
Ἰστέον δὲ ὅτι οἱ ὁρισμοὶ ἀπὸ γένους καὶ διαφορῶν συνεστήκασι.
Κἀνταῦθα γοῦν τὸ μὲν «τάσις» ἀντὶ γένους ἐστί – καὶ γὰρ καθολικόν
τί ἐστιν ἡ τάσις καὶ κατὰ πλειόνων φέρεται· λέγεται γὰρ καὶ ἐπὶ χειρὸς
καὶ ποδὸς καὶ ἄλλων μερῶν τε καὶ μορίων τοῦ σώματος καὶ ἐπ' ἄλλων
πολλῶν – · τὸ δὲ «ποιά» καὶ τὰ λοιπὰ διαφοραί.
474

Ἡ γοῦν προσῳδία τάσις ἐστὶ φωνῆς ποιά, ἤγουν ποιότητά τινα


ἔχουσα ἤχου· ἢ γὰρ ἐπιτεταμένη ἐστίν, ἢ ἀνειμένη, ἢ μέση.
Ἐπειδὴ δὲ διττή ἐστιν ἡ φωνή – ἢ γὰρ ἔναρθρός ἐστιν ἤγουν
ἐγγράμματος, ὡς ἡ ἐκ διανοίας ἀνθρωπίνης προβαλλομένη, ἢ ἄναρθρος,
τουτέστι μὴ δυναμένη γραφῆναι, ὥσπερ ἡ τῶν ἀλόγων ζῴων καὶ ὁ ἦχος
ὁ ἀπὸ σιδήρου ἢ ξύλου ἤ τινος τοιούτου γινόμενος· ἔστι δὲ καὶ τού-
των ἑκατέρα διττή· ἢ γὰρ σημαντική ἐστιν ἢ ἀσήμαντος· καὶ ἄναρθρος
μὲν σημαντικὴ ὡς ἡ τοῦ κυνὸς ὑλακή (σημαίνει γὰρ παρουσίαν τινὸς
ἐπιδημήσαντος), ἄναρθρος δὲ ἀσήμαντος ὡς ὁ ἐκ λίθων ἦχος γινόμενος,
ἔναρθρος δὲ ἀσήμαντος ὡς τὸ σκινδαψός (τοῦτο γὰρ ἀσήμαντόν ἐστιν,
ἐπειδὴ οὐ τίθεται κατὰ πράγματος· οὐδὲ γὰρ ἔστι τι λεγόμενον σκιν-
δαψός), ἔναρθρος δὲ σημαντικὴ ὡς ὕδωρ, θάλασσα καὶ ὅσαι κατὰ πραγ-
μάτων φωναὶ τίθενται – ἐπειδὴ οὖν καὶ ἄναρθροί εἰσι φωναὶ τάσιν

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 130, li.15

πολλῶν – · τὸ δὲ «ποιά» καὶ τὰ λοιπὰ διαφοραί.


Ἡ γοῦν προσῳδία τάσις ἐστὶ φωνῆς ποιά, ἤγουν ποιότητά τινα
ἔχουσα ἤχου· ἢ γὰρ ἐπιτεταμένη ἐστίν, ἢ ἀνειμένη, ἢ μέση.
Ἐπειδὴ δὲ διττή ἐστιν ἡ φωνή – ἢ γὰρ ἔναρθρός ἐστιν ἤγουν
ἐγγράμματος, ὡς ἡ ἐκ διανοίας ἀνθρωπίνης προβαλλομένη, ἢ ἄναρθρος,
τουτέστι μὴ δυναμένη γραφῆναι, ὥσπερ ἡ τῶν ἀλόγων ζῴων καὶ ὁ ἦχος
ὁ ἀπὸ σιδήρου ἢ ξύλου ἤ τινος τοιούτου γινόμενος· ἔστι δὲ καὶ τού-
των ἑκατέρα διττή· ἢ γὰρ σημαντική ἐστιν ἢ ἀσήμαντος· καὶ ἄναρθρος
μὲν σημαντικὴ ὡς ἡ τοῦ κυνὸς ὑλακή (σημαίνει γὰρ παρουσίαν τινὸς
ἐπιδημήσαντος), ἄναρθρος δὲ ἀσήμαντος ὡς ὁ ἐκ λίθων ἦχος γινόμενος,
ἔναρθρος δὲ ἀσήμαντος ὡς τὸ σκινδαψός (τοῦτο γὰρ ἀσήμαντόν ἐστιν,
ἐπειδὴ οὐ τίθεται κατὰ πράγματος· οὐδὲ γὰρ ἔστι τι λεγόμενον σκιν-
δαψός), ἔναρθρος δὲ σημαντικὴ ὡς ὕδωρ, θάλασσα καὶ ὅσαι κατὰ πραγ-
μάτων φωναὶ τίθενται – ἐπειδὴ οὖν καὶ ἄναρθροί εἰσι φωναὶ τάσιν
ἔχουσαι, ὡς αἱ ἀπὸ σιδήρων καὶ ξύλων, ἃς καὶ κυρίως οὐκ ἂν εἴποιμεν
φωνάς, διὰ τοῦτο προσέθηκεν «ἐγγραμμάτου». Πάλιν δὲ ἐπεί, ὡς εἰ-
ρήκαμεν, εἰσὶ μὲν ἐγγράμματοι φωναί, οὐ δηλοῦσαι δέ τι, τούτου χάριν
εἶπεν «ὑγιοῦς» ἤγουν σημαινούσης τι· ἐν πολλοῖς δὲ βιβλίοις εὑρίσκεται
καὶ «ὑγιής», ἵνα πρὸς τὴν τάσιν ἀναφέρηται· ἡ γὰρ πεποιημένη, φησί,
τάσις οὐχ ὡς ἔτυχεν ὀφείλει ἐκφέρεσθαι, ἀλλὰ πάντως ὑγιῶς καὶ ὀρθῶς.
Ὅθεν σαφέστερον δηλῶν τίς ἐστιν ὑγιὴς τάσις ἐπήγαγε

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


475

(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,


Melampode, Stephano, Diomede P. 130, li.17
ἔχουσα ἤχου· ἢ γὰρ ἐπιτεταμένη ἐστίν, ἢ ἀνειμένη, ἢ μέση.
Ἐπειδὴ δὲ διττή ἐστιν ἡ φωνή – ἢ γὰρ ἔναρθρός ἐστιν ἤγουν
ἐγγράμματος, ὡς ἡ ἐκ διανοίας ἀνθρωπίνης προβαλλομένη, ἢ ἄναρθρος,
τουτέστι μὴ δυναμένη γραφῆναι, ὥσπερ ἡ τῶν ἀλόγων ζῴων καὶ ὁ ἦχος
ὁ ἀπὸ σιδήρου ἢ ξύλου ἤ τινος τοιούτου γινόμενος· ἔστι δὲ καὶ τού-
των ἑκατέρα διττή· ἢ γὰρ σημαντική ἐστιν ἢ ἀσήμαντος· καὶ ἄναρθρος
μὲν σημαντικὴ ὡς ἡ τοῦ κυνὸς ὑλακή (σημαίνει γὰρ παρουσίαν τινὸς
ἐπιδημήσαντος), ἄναρθρος δὲ ἀσήμαντος ὡς ὁ ἐκ λίθων ἦχος γινόμενος,
ἔναρθρος δὲ ἀσήμαντος ὡς τὸ σκινδαψός (τοῦτο γὰρ ἀσήμαντόν ἐστιν,
ἐπειδὴ οὐ τίθεται κατὰ πράγματος· οὐδὲ γὰρ ἔστι τι λεγόμενον σκιν-
δαψός), ἔναρθρος δὲ σημαντικὴ ὡς ὕδωρ, θάλασσα καὶ ὅσαι κατὰ πραγ-
μάτων φωναὶ τίθενται – ἐπειδὴ οὖν καὶ ἄναρθροί εἰσι φωναὶ τάσιν
ἔχουσαι, ὡς αἱ ἀπὸ σιδήρων καὶ ξύλων, ἃς καὶ κυρίως οὐκ ἂν εἴποιμεν
φωνάς, διὰ τοῦτο προσέθηκεν «ἐγγραμμάτου». Πάλιν δὲ ἐπεί, ὡς εἰ-
ρήκαμεν, εἰσὶ μὲν ἐγγράμματοι φωναί, οὐ δηλοῦσαι δέ τι, τούτου χάριν
εἶπεν «ὑγιοῦς» ἤγουν σημαινούσης τι· ἐν πολλοῖς δὲ βιβλίοις εὑρίσκεται
καὶ «ὑγιής», ἵνα πρὸς τὴν τάσιν ἀναφέρηται· ἡ γὰρ πεποιημένη, φησί,
τάσις οὐχ ὡς ἔτυχεν ὀφείλει ἐκφέρεσθαι, ἀλλὰ πάντως ὑγιῶς καὶ ὀρθῶς.
Ὅθεν σαφέστερον δηλῶν τίς ἐστιν ὑγιὴς τάσις ἐπήγαγε «κατὰ τὸ ἐπαγ-
γελτικὸν τῆς λέξεως ἐκφερομένη»· ἐκείνη γάρ ἐστι τάσις ὀρθή, ἥτις
κατ' ἐπαγγελίαν ἤγουν σημασίαν τῆς λέξεως ἐκφέρεται, οἷον τὸ

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam,
Porphyrio, Melampode, Stephano, Diomede P. 175, li.6

Περὶ τόνου.
Μελάμποδος.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις etc. = Σd 22, 15 – 24, 7.

Stephani.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου.]


Ἐκεῖνα μόνα πειρᾶται παραβάλλειν ὁ τεχνικός, ὅσα τοῖς εἰσαγομένοις
ὠφελεῖν δύναται. Ἐπεὶ οὖν οἱ εἰσαγόμενοι πρῶτον ἀναγνώσει ἐντυγχά-  
νουσιν, καὶ ἀναγκαῖον ᾠήθη περὶ ταύτης διαλαβεῖν, περισπούδαστον δὲ
ἡγήσατο καὶ περὶ τῶν παρεπομένων τῇ ἀναγνώσει ἀφηγήσασθαι· ἔστι δὲ
ταῦτα τόνος καὶ στιγμὴ καὶ διαστολή· καίτοι ἀκόλουθον ἦν μετὰ τὸν
περὶ ἀναγνώσεως λόγον εἰπεῖν τὸν περὶ ἐξηγήσεως, δεύτερον γὰρ μέρος
τῆς γραμματικῆς ἡ ἐξήγησις. Λέγει δὲ τὸν τόνον εἶναι ἀπήχησιν τῆς
476

ἐναρμονίου φωνῆς, ἤγουν τῆς ἐνάρθρου, τουτέστι τῆς ἀνθρωπίνης· μόνη

γὰρ ἡ τοῦ ἀνθρώπου φωνὴ ἔναρθρος· ὅθεν καὶ φώς ὁ ἄνθρωπος, ὡς


εἶναι αὐτὴν φωτεινοειδῆ τινα, τὴν φωτίζουσαν καὶ σαφηνίζουσαν τὰ
ἐντὸς τοῦ νοῦ. Ὅθεν καὶ ἐναρμόνιός ἐστι, τουτέσιν ἔναρθρος, ἡ ἀπὸ
διανοίας ἐκπεμπομένη καὶ εἰς διάνοιαν ἀνερχομένη, ἣ καὶ διεξοδικὴ κα-
λεῖται· διεξοδικὴν δὲ καλοῦμεν τὴν ἐγγράμματον. Τῶν γὰρ φωνῶν δια-
φοραὶ δύο, ἐγγράμματος καὶ ἀγράμματος· καὶ ἐγγράμματος μέν, ἧς ὁ
νοῦς εἰσακούων διέξεισι τὰ στοιχεῖα, ἀγράμματος δέ, ὡς οἱ ψόφοι. Ἐπεὶ
δὲ καὶ ἄλλα ἐστὶ ζῷα τὴν ἐναρμόνιον φωνὴν ἀπομιμούμενα, καὶ φθέγ-
γεται ὡς δοκεῖν ἀνθρώπου ἀκούειν, ἆρα κἀκείνων εἴποιμεν ἐναρμόνιον
εἶναι τὴν φωνήν; Φαμὲν οὔ· μιμεῖται γὰρ τὴν τοῦ ἀνθρώπου φωνήν,

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam,
Porphyrio, Melampode, Stephano, Diomede P. 175, li.7

Μελάμποδος.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις etc. = Σd 22, 15 – 24, 7.

Stephani.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου.]


Ἐκεῖνα μόνα πειρᾶται παραβάλλειν ὁ τεχνικός, ὅσα τοῖς εἰσαγομένοις
ὠφελεῖν δύναται. Ἐπεὶ οὖν οἱ εἰσαγόμενοι πρῶτον ἀναγνώσει ἐντυγχά-  
νουσιν, καὶ ἀναγκαῖον ᾠήθη περὶ ταύτης διαλαβεῖν, περισπούδαστον δὲ
ἡγήσατο καὶ περὶ τῶν παρεπομένων τῇ ἀναγνώσει ἀφηγήσασθαι· ἔστι δὲ
ταῦτα τόνος καὶ στιγμὴ καὶ διαστολή· καίτοι ἀκόλουθον ἦν μετὰ τὸν
περὶ ἀναγνώσεως λόγον εἰπεῖν τὸν περὶ ἐξηγήσεως, δεύτερον γὰρ μέρος
τῆς γραμματικῆς ἡ ἐξήγησις. Λέγει δὲ τὸν τόνον εἶναι ἀπήχησιν τῆς
ἐναρμονίου φωνῆς, ἤγουν τῆς ἐνάρθρου, τουτέστι τῆς ἀνθρωπίνης· μόνη

γὰρ ἡ τοῦ ἀνθρώπου φωνὴ ἔναρθρος· ὅθεν καὶ φώς ὁ ἄνθρωπος, ὡς


εἶναι αὐτὴν φωτεινοειδῆ τινα, τὴν φωτίζουσαν καὶ σαφηνίζουσαν τὰ
ἐντὸς τοῦ νοῦ. Ὅθεν καὶ ἐναρμόνιός ἐστι, τουτέσιν ἔναρθρος, ἡ ἀπὸ
διανοίας ἐκπεμπομένη καὶ εἰς διάνοιαν ἀνερχομένη, ἣ καὶ διεξοδικὴ κα-
λεῖται· διεξοδικὴν δὲ καλοῦμεν τὴν ἐγγράμματον. Τῶν γὰρ φωνῶν δια-
φοραὶ δύο, ἐγγράμματος καὶ ἀγράμματος· καὶ ἐγγράμματος μέν, ἧς ὁ
νοῦς εἰσακούων διέξεισι τὰ στοιχεῖα, ἀγράμματος δέ, ὡς οἱ ψόφοι. Ἐπεὶ
δὲ καὶ ἄλλα ἐστὶ ζῷα τὴν ἐναρμόνιον φωνὴν ἀπομιμούμενα, καὶ φθέγ-
γεται ὡς δοκεῖν ἀνθρώπου ἀκούειν, ἆρα κἀκείνων εἴποιμεν ἐναρμόνιον
477

εἶναι τὴν φωνήν; Φαμὲν οὔ· μιμεῖται γὰρ τὴν τοῦ ἀνθρώπου φωνήν,
οὐκ ἀπὸ διανοίας δὲ ἐκπέμπεται. Πᾶσα οὖν φωνὴ ἐκπεμπομένη μετὰ

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 175, li.9

Ἐκεῖνα μόνα πειρᾶται παραβάλλειν ὁ τεχνικός, ὅσα τοῖς εἰσαγομένοις


ὠφελεῖν δύναται. Ἐπεὶ οὖν οἱ εἰσαγόμενοι πρῶτον ἀναγνώσει ἐντυγχά-  
νουσιν, καὶ ἀναγκαῖον ᾠήθη περὶ ταύτης διαλαβεῖν, περισπούδαστον δὲ
ἡγήσατο καὶ περὶ τῶν παρεπομένων τῇ ἀναγνώσει ἀφηγήσασθαι· ἔστι δὲ
ταῦτα τόνος καὶ στιγμὴ καὶ διαστολή· καίτοι ἀκόλουθον ἦν μετὰ τὸν
περὶ ἀναγνώσεως λόγον εἰπεῖν τὸν περὶ ἐξηγήσεως, δεύτερον γὰρ μέρος
τῆς γραμματικῆς ἡ ἐξήγησις. Λέγει δὲ τὸν τόνον εἶναι ἀπήχησιν τῆς
ἐναρμονίου φωνῆς, ἤγουν τῆς ἐνάρθρου, τουτέστι τῆς ἀνθρωπίνης· μόνη

γὰρ ἡ τοῦ ἀνθρώπου φωνὴ ἔναρθρος· ὅθεν καὶ φώς ὁ ἄνθρωπος, ὡς


εἶναι αὐτὴν φωτεινοειδῆ τινα, τὴν φωτίζουσαν καὶ σαφηνίζουσαν τὰ
ἐντὸς τοῦ νοῦ. Ὅθεν καὶ ἐναρμόνιός ἐστι, τουτέσιν ἔναρθρος, ἡ ἀπὸ
διανοίας ἐκπεμπομένη καὶ εἰς διάνοιαν ἀνερχομένη, ἣ καὶ διεξοδικὴ κα-
λεῖται· διεξοδικὴν δὲ καλοῦμεν τὴν ἐγγράμματον. Τῶν γὰρ φωνῶν δια-
φοραὶ δύο, ἐγγράμματος καὶ ἀγράμματος· καὶ ἐγγράμματος μέν, ἧς ὁ
νοῦς εἰσακούων διέξεισι τὰ στοιχεῖα, ἀγράμματος δέ, ὡς οἱ ψόφοι. Ἐπεὶ
δὲ καὶ ἄλλα ἐστὶ ζῷα τὴν ἐναρμόνιον φωνὴν ἀπομιμούμενα, καὶ φθέγ-
γεται ὡς δοκεῖν ἀνθρώπου ἀκούειν, ἆρα κἀκείνων εἴποιμεν ἐναρμόνιον
εἶναι τὴν φωνήν; Φαμὲν οὔ· μιμεῖται γὰρ τὴν τοῦ ἀνθρώπου φωνήν,
οὐκ ἀπὸ διανοίας δὲ ἐκπέμπεται. Πᾶσα οὖν φωνὴ ἐκπεμπομένη μετὰ
δυνάμεως ἐκπέμπεται· αὕτη οὖν ἡ δύναμις κατὰ τὸν τεχνικὸν τόνος
λέγεται· ἀνάγκη οὖν πᾶσαν συλλαβήν, ἥτις συντείνει εἰς τὴν τοῦ ἀν

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 181, li.18

ἤτοι ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς· ὅπερ ἐστὶ καὶ μᾶλλον ἀληθές. Καὶ δῆλον
ἐκ μεθόδου τοιαύτης· τῶν πραγμάτων τὰ μὲν ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει τὸ
εἶναι, καθάπερ ἡ αὐλητικὴ καὶ ἡ ὀρχηστική· ταῦτα γὰρ ἐνεργούμενα
μὲν εἰσί, γεγονότα δὲ οὐκ εἰσίν, ἅμα γὰρ τῷ παύσασθαι τὴν ἐνέργειαν
φθείρεται καὶ τὸ γινόμενον· τὰ δὲ ἐν τῷ γεγονέναι ἔχει τὸ εἶναι, ὥσπερ
ἡ ἀνδριαντοποιητικὴ καὶ ἡ τεκτονική· ταῦτα γὰρ ἐν μὲν τῷ γίνε-
σθαι οὐκ ἔχουσι τὴν ὕπαρξιν, καθὸ οὔπω ἀποτέλεσμα ἔχουσι, μετὰ δὲ
478

τὸ γενέσθαι ἔχουσι καὶ τὸ εἶναι, τότε τοῦ ἀποτελέσματος ὄντος. Ἄρ'


οὖν ἡ φωνὴ ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει τὴν ὕπαρξιν, μετὰ δὲ ταῦτα οὐχ
ὑφίσταται· καὶ δῆλον ὅτι οὐκ ἔστι σῶμα, ἀλλ' ἀσώματον.
Ἰστέον δὲ ὅτι τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἔναρθροι καὶ ἐγγράμμα-
τοι, ὡς αἱ ἡμέτεραι· αἱ δὲ ἄναρθροι καὶ ἀγράμματοι, ὡς ὁ ἦχος τοῦ
πυρὸς καὶ ὁ κτύπος τοῦ λίθου ἢ τοῦ ξύλου· αἱ δὲ ἄναρθροι μέν, ἐγ-
γράμματοι δέ, οἷον αἱ μιμήσεις τῶν ἀλόγων ζῴων, ὡς τὸ βρεκεκέξ καὶ
τὸ κοΐ (ἡ φωνὴ τοῦ χοίρου)· αὕτη γὰρ ἡ φωνὴ ἄναρθρος μέν, καθὸ
οὐκ ἴσμεν τί σημαίνει, ἐγγράμματος δέ, καθὸ δύναται γραφῆναι· αἱ δὲ
ἔναρθροι μέν, ἀγράμματοι δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ συρισμοῦ· αὕτη γὰρ ἡ φωνὴ
ἔναρθρος μέν, καθὸ ἴσμεν τί σημαίνει, οἷον Κ 502 ῥοίζησεν δ'
ἄρα πιφαύσκων Διομήδεϊ δίῳ, ἀγράμματος δέ ἐστι, καθὸ οὐ δύνα-
ται γραφῆναι.
Ἰστέον δὲ ὅτι ἡ φωνὴ κυρίως μὲν λέγεται ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων,

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 181, li.24

σθαι οὐκ ἔχουσι τὴν ὕπαρξιν, καθὸ οὔπω ἀποτέλεσμα ἔχουσι, μετὰ δὲ
τὸ γενέσθαι ἔχουσι καὶ τὸ εἶναι, τότε τοῦ ἀποτελέσματος ὄντος. Ἄρ'
οὖν ἡ φωνὴ ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει τὴν ὕπαρξιν, μετὰ δὲ ταῦτα οὐχ
ὑφίσταται· καὶ δῆλον ὅτι οὐκ ἔστι σῶμα, ἀλλ' ἀσώματον.
Ἰστέον δὲ ὅτι τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἔναρθροι καὶ ἐγγράμμα-
τοι, ὡς αἱ ἡμέτεραι· αἱ δὲ ἄναρθροι καὶ ἀγράμματοι, ὡς ὁ ἦχος τοῦ
πυρὸς καὶ ὁ κτύπος τοῦ λίθου ἢ τοῦ ξύλου· αἱ δὲ ἄναρθροι μέν, ἐγ-
γράμματοι δέ, οἷον αἱ μιμήσεις τῶν ἀλόγων ζῴων, ὡς τὸ βρεκεκέξ καὶ
τὸ κοΐ (ἡ φωνὴ τοῦ χοίρου)· αὕτη γὰρ ἡ φωνὴ ἄναρθρος μέν, καθὸ
οὐκ ἴσμεν τί σημαίνει, ἐγγράμματος δέ, καθὸ δύναται γραφῆναι· αἱ δὲ
ἔναρθροι μέν, ἀγράμματοι δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ συρισμοῦ· αὕτη γὰρ ἡ φωνὴ
ἔναρθρος μέν, καθὸ ἴσμεν τί σημαίνει, οἷον Κ 502 ῥοίζησεν δ'
ἄρα πιφαύσκων Διομήδεϊ δίῳ, ἀγράμματος δέ ἐστι, καθὸ οὐ δύνα-
ται γραφῆναι.
Ἰστέον δὲ ὅτι ἡ φωνὴ κυρίως μὲν λέγεται ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων,
ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ Β 489 seq οὐδ' εἴ μοι δέκα μὲν γλῶσσαι,
δέκα δὲ στόματ' εἶεν, Φωνή τ' ἄρρηκτος· καταχρηστικῶς δὲ καὶ
ἐφ' ἑτέρων λέγεται φωνή, ὡς ἐπὶ σάλπιγγος εἶπεν Ὅμηρος Σ 219
ὡς δ' ὅτ' ἀριζήλη φωνή, ὅτε τ' ἴαχε σάλπιγξ.
Σχηματίζεται δὲ ἡ φωνὴ παρὰ τὸ φῶ, τὸ φαίνω, κατὰ πρόσληψιν
συλλαβῆς τῆς νη γινομένη [φῶ] φωνή· φαίνει γὰρ καὶ λαμπρῶς δηλοῖ
479

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 181, li.25

τὸ γενέσθαι ἔχουσι καὶ τὸ εἶναι, τότε τοῦ ἀποτελέσματος ὄντος. Ἄρ'


οὖν ἡ φωνὴ ἐν τῷ γίνεσθαι ἔχει τὴν ὕπαρξιν, μετὰ δὲ ταῦτα οὐχ
ὑφίσταται· καὶ δῆλον ὅτι οὐκ ἔστι σῶμα, ἀλλ' ἀσώματον.
Ἰστέον δὲ ὅτι τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἔναρθροι καὶ ἐγγράμμα-
τοι, ὡς αἱ ἡμέτεραι· αἱ δὲ ἄναρθροι καὶ ἀγράμματοι, ὡς ὁ ἦχος τοῦ
πυρὸς καὶ ὁ κτύπος τοῦ λίθου ἢ τοῦ ξύλου· αἱ δὲ ἄναρθροι μέν, ἐγ-
γράμματοι δέ, οἷον αἱ μιμήσεις τῶν ἀλόγων ζῴων, ὡς τὸ βρεκεκέξ καὶ
τὸ κοΐ (ἡ φωνὴ τοῦ χοίρου)· αὕτη γὰρ ἡ φωνὴ ἄναρθρος μέν, καθὸ
οὐκ ἴσμεν τί σημαίνει, ἐγγράμματος δέ, καθὸ δύναται γραφῆναι· αἱ δὲ
ἔναρθροι μέν, ἀγράμματοι δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ συρισμοῦ· αὕτη γὰρ ἡ φωνὴ
ἔναρθρος μέν, καθὸ ἴσμεν τί σημαίνει, οἷον Κ 502 ῥοίζησεν δ'
ἄρα πιφαύσκων Διομήδεϊ δίῳ, ἀγράμματος δέ ἐστι, καθὸ οὐ δύνα-
ται γραφῆναι.
Ἰστέον δὲ ὅτι ἡ φωνὴ κυρίως μὲν λέγεται ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων,
ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ Β 489 seq οὐδ' εἴ μοι δέκα μὲν γλῶσσαι,
δέκα δὲ στόματ' εἶεν, Φωνή τ' ἄρρηκτος· καταχρηστικῶς δὲ καὶ
ἐφ' ἑτέρων λέγεται φωνή, ὡς ἐπὶ σάλπιγγος εἶπεν Ὅμηρος Σ 219
ὡς δ' ὅτ' ἀριζήλη φωνή, ὅτε τ' ἴαχε σάλπιγξ.
Σχηματίζεται δὲ ἡ φωνὴ παρὰ τὸ φῶ, τὸ φαίνω, κατὰ πρόσληψιν
συλλαβῆς τῆς νη γινομένη [φῶ] φωνή· φαίνει γὰρ καὶ λαμπρῶς δηλοῖ
τὰ ἐνθυμήματα· ἢ ὅτι φωτονόη τίς ἐστιν· αὕτη γὰρ τὰ τοῦ νοὸς

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio quodam, Porphyrio,
Melampode, Stephano, Diomede P. 257, li.28

τόν ὦ.] Τὰ γένη ἐξ ἀκριβείας κατὰ γραμματικοὺς οὐ λαμβάνεται, ἀλλ' ἐκ


τῆς συντάξεως καὶ τῆς συμφωνίας τῶν ἄρθρων συνταττομένων δια-
φόροις τοῖς ὀνόμασιν· ἐκεῖνο γάρ ἐστιν ἀρσενικόν, ᾧ συντάττεται τὸ ὁ
ἄρθρον, ἐκεῖνο δὲ θηλυκόν, ᾧ συντάττεται τὸ ἡ, καὶ οὐδέτερον τὸ ἔχον
τὸ τό.
Ἐπειδὴ δὲ τὰ ὀνόματα, ἤτοι πάντα τὰ πτωτικά, μετήρχετο εἰς
ἀριθμούς, ἀνάγκη καὶ τὸ συνηρτημένον αὐτοῖς μεταβάλλειν· διὸ καὶ
ἀριθμοὶ αὐτῷ παρέπονται· ἐπειδὴ δὲ καὶ εἰς πτώσεις μετακλίνεται, καὶ
τῶν πτώσεων μεταλαμβάνει. Ἰστέον δὲ ὅτι τῶν ἄρθρων τέσσαρά ἐστι
πτωτικά, πάντως τῆς κλητικῆς μὴ δεχομένης ἄρθρον· οὐ γὰρ οἷόν τέ
ἐστι κλητικὴν καὶ ἔναρθρον γενέσθαι, ἄλλο γάρ τί ἐστι κλητικὴ καὶ ἄλλο
480

ἄρθρον· τὸ μὲν γὰρ ἄρθρον μνήμην προεγνωσμένου καὶ ἀπόντος προ-


σώπου ποιεῖται, ἡ κλητικὴ δὲ πρὸς δεύτερον καὶ παρὸν πρόσωπον ποι-
εῖται τὸν λόγον· πῶς οὖν οἷόν τέ ἐστιν ἀπόντος μνημονεύεσθαι ὡς
παρόντος καὶ καλεῖν;
Πτώσεις δὲ ὁ τοῦ τῷ τόν ὦ.] Πρὸς εἰσαγομένους γράφων ὁ
τεχνικὸς καὶ τὸ ὦ μετὰ τῶν ἄρθρων κατέταξε, μηδὲν περιεργασάμενος.
Ἐν πολλοῖς δὲ ἐλέγχεται μὴ εἶναι ἄρθρον· ἕκαστον γὰρ τῶν ἄρθρων  
φανερὸν σημαίνει γένος καὶ πρόδηλον ἀριθμόν· τὸ δὲ ὦ οὔτε ἴδιον
ἀριθμὸν ἔχει οὔτε γένος φανερόν, ἀλλὰ καὶ τοῖς τρισὶν ἀριθμοῖς καὶ
γένεσιν προτάττεται· τὸ γὰρ τῶν ἄρθρον εἰ καὶ τοῖς τρισὶ γένεσι

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 309, li.41

Ἐρεχθέως θυγατρός. Πόθεν ἐκλήθη Αἰολίς; Ἀπὸ Αἰόλου υἱοῦ Ἕλληνος.


Πόθεν
ἐκλήθη Ἀτθίς; Ἀπὸ Ἀτθίδος τῆς Κραναοῦ θυγατρός. Πόθεν ἐκλήθη
Δωρίς; Ἀπὸ
Δώρου παιδὸς Ἕλληνος· περὶ ὧν προϊόντες πλατύτερον διδάξομεν.
Ἰστέον δὲ
ὅτι Ἰάδι μὲν ἔγραψεν Ὅμηρος, Ἀτθίδι Ἀριστοφάνης, Δωρίδι Θεόκριτος,
Αἰολίδι
Ἀλκαῖος καὶ κοινῇ Πίνδαρος. Σημείωσαι ὅτι Ἴωνες μέν εἰσιν οἱ περὶ
Ἀσίαν, Ἀττι-
κοὶ δὲ Ἀθηναῖοι, Δωριεῖς δὲ οἱ περὶ Ὀροβήν (sic), Αἰολεῖς δὲ οἱ περὶ
Σικελίαν.
Περὶ διαλέκτων παρεκβληθεισῶν ἀπὸ τοῦ μητροπολίτου Κορίνθου
= Gregorius Corinthius ed. Schaefer p. 1, 1 – 612, 2.

§ 3. Περὶ τόνου.

Τί ἐστι τόνος; Ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου, τουτέστιν ἐκφώνησις


ἔναρθρος
καὶ ἐγγράμματος, ἢ κατὰ ἀνάτασιν, ὡς ἐν τῇ ὀξείᾳ, ἢ κατὰ ὁμαλισμόν, ὡς
ἐν τῇ
βαρείᾳ, ἢ κατὰ περίκλασιν, ὡς ἐν τῇ περισπωμένῃ. Τί ἐστιν ἀπήχησις; Ὁ
ἦχος καὶ  
ἡ προφορὰ καὶ ἡ ἐκφώνησις. Τί ἐστιν ἀνάτασις; Ὁ ὀξὺς τόνος, ἤγουν ὁ
φθόγγος
ὁ ἐπιτεταμένος. Τί ἐστιν ὁμαλισμός; Ἡ κατένεξις καὶ ὁ ὑπτιασμός. Τί
ἐστι περί-
481

κλασις; Ὁ περισπώμενος τόνος, ὁ κεκλασμένον ἔχων τὸν φθόγγον.  –


Πόσαι ἀπη-
χήσεις φωνῶν; Τρεῖς· ἡ κατὰ ἀνάτασιν ἐν τῇ ὀξείᾳ, ἡ κατὰ ὁμαλισμὸν ἐν
τῇ βαρείᾳ,
ἡ κατὰ περίκλασιν ἐν τῇ περισπωμένῃ.  – Πόσαι διαφοραὶ φωνῶν;
Τέσσαρες· ἀναρ-
μόνιος ἀγράμματος, ὡς ἡ τοῦ ψιττάκου φωνή· ἀναρμόνιος ἐγγράμματος,
ὡς ὁ τῶν
ἀνθρώπων στεναγμός· ἐναρμόνιος ἀγράμματος, ὡς ἡ τῶν προβάτων
βληχή· ἐναρ-
μόνιος ἐγγράμματος, ὡς ἡ τοῦ ἀνθρώπου φωνή. Τί ἐστιν ἐναρμόνιος
φωνή;

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 310, li.24

συνῃρημένος καὶ κοινός, ὅταν γὰρ τοῦ μὲν βαρέος τόνου εὑρεθῇ ὀξύ-
τερος, τοῦ δὲ ὀξέος βαρύτερος· ὑπάτη μὲν οὖν ἡ παρὰ τελευτὴν τὸν
βαρὺν τόνον ἔχουσα, ἤγουν ἡ παροξύτονος, παρυπάτη δὲ ἡ προπαρο-
ξύτονος. Παρὰ δὲ τοῖς γραμματικοῖς μέσος τόνος ὁ περισπώμενος·
παρέχουσι δὲ τοῦτον ὁ βαρὺς τόνος καὶ ὁ ὀξὺς συναπτόμενοι ἀλ-
λήλοις· διὸ καὶ συνεχῆ καὶ συνημμένον ἑκατέρου φαῖεν ἂν αὐτὸν οἱ
σοφοί, ὥσπερ τινὰ κοινὸν ὅρον συναπτικὸν αὐτῶν ὄντα. Τὸ μὲν οὖν
τονικὸν βαρὺ τῶν φθόγγων διάστημα ὑπάτην ἐπέχει τάξιν καὶ τάσιν
δέχεται πρώτην· χρὴ γὰρ ἀπὸ βαρείας ἄρχεσθαι τὸν μουσικὸν καὶ διὰ
μέσης εἰς ὀξεῖαν καταντᾶν.
Τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἐγγράμματοι καὶ ἔναρθροι, αἱ δὲ ἀγράμ-
ματοι καὶ ἄναρθροι, αἱ δὲ ἐγγράμματοι καὶ ἄναρθροι, αἱ δὲ ἀγράμματοι
καὶ ἔναρθροι. Καὶ εἰσὶ μὲν ἐγγράμματοι καὶ ἔναρθροι αἱ ἀπὸ νοῦ καὶ
διανοίας ἀνθρώπου προφερόμεναι καὶ κεκραμέναι φωνῇ καὶ γραφῇ καὶ
σημασίᾳ, οἷον «Ἀρίσταρχος βιβλίον γράφει»· ἀγράμματοι δὲ καὶ
ἄναρθροι
αἱ μήτε γραφόμεναι μήτε σημαίνουσαί τι, ὡς οἱ ψόφοι καὶ οἱ βόμβοι
ἐν πυρὶ καὶ ὕδατι καὶ οἱ ἦχοι ἀνέμων· οὗτοι γὰρ μήτε γραφομένας
μήτε σημαινούσας τι φωνὰς ἀποτελοῦσιν· αἱ δὲ ἐγγράμματοι καὶ ἄναρ-
θροι, αἱ γραφόμεναι μὲν μηδὲν δὲ σημαίνουσαι, ὡς τὸ Arist. Ran. 209
βρεκεκεκὲξ κοάξ καὶ πάλιν τὸ Arist. Ran. 1285 φλαττόθρατ· αἱ
δὲ ἀγράμματοι καὶ ἔναρθροι, αἱ ἀπὸ νοῦ καὶ διανοίας προφερόμεναι,

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


482

(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio


Choerobosco, Gregorio Corint P. 310, li.26

βαρὺν τόνον ἔχουσα, ἤγουν ἡ παροξύτονος, παρυπάτη δὲ ἡ προπαρο-


ξύτονος. Παρὰ δὲ τοῖς γραμματικοῖς μέσος τόνος ὁ περισπώμενος·
παρέχουσι δὲ τοῦτον ὁ βαρὺς τόνος καὶ ὁ ὀξὺς συναπτόμενοι ἀλ-
λήλοις· διὸ καὶ συνεχῆ καὶ συνημμένον ἑκατέρου φαῖεν ἂν αὐτὸν οἱ
σοφοί, ὥσπερ τινὰ κοινὸν ὅρον συναπτικὸν αὐτῶν ὄντα. Τὸ μὲν οὖν
τονικὸν βαρὺ τῶν φθόγγων διάστημα ὑπάτην ἐπέχει τάξιν καὶ τάσιν
δέχεται πρώτην· χρὴ γὰρ ἀπὸ βαρείας ἄρχεσθαι τὸν μουσικὸν καὶ διὰ
μέσης εἰς ὀξεῖαν καταντᾶν.
Τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἐγγράμματοι καὶ ἔναρθροι, αἱ δὲ ἀγράμ-
ματοι καὶ ἄναρθροι, αἱ δὲ ἐγγράμματοι καὶ ἄναρθροι, αἱ δὲ ἀγράμματοι
καὶ ἔναρθροι. Καὶ εἰσὶ μὲν ἐγγράμματοι καὶ ἔναρθροι αἱ ἀπὸ νοῦ καὶ
διανοίας ἀνθρώπου προφερόμεναι καὶ κεκραμέναι φωνῇ καὶ γραφῇ καὶ
σημασίᾳ, οἷον «Ἀρίσταρχος βιβλίον γράφει»· ἀγράμματοι δὲ καὶ
ἄναρθροι
αἱ μήτε γραφόμεναι μήτε σημαίνουσαί τι, ὡς οἱ ψόφοι καὶ οἱ βόμβοι
ἐν πυρὶ καὶ ὕδατι καὶ οἱ ἦχοι ἀνέμων· οὗτοι γὰρ μήτε γραφομένας
μήτε σημαινούσας τι φωνὰς ἀποτελοῦσιν· αἱ δὲ ἐγγράμματοι καὶ ἄναρ-
θροι, αἱ γραφόμεναι μὲν μηδὲν δὲ σημαίνουσαι, ὡς τὸ Arist. Ran. 209
βρεκεκεκὲξ κοάξ καὶ πάλιν τὸ Arist. Ran. 1285 φλαττόθρατ· αἱ
δὲ ἀγράμματοι καὶ ἔναρθροι, αἱ ἀπὸ νοῦ καὶ διανοίας προφερόμεναι, καὶ
μὴ γραφόμεναι μὲν σημαίνουσαι δέ τι, ὡς οἱ συριγμοὶ καὶ ποππυσμοὶ τοῖς

οἰκέταις ἢ καὶ τοῖς κτήνεσι προσφωνούμενοι καὶ σημαίνοντές τι.  

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 310, li.34

Τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἐγγράμματοι καὶ ἔναρθροι, αἱ δὲ ἀγράμ-


ματοι καὶ ἄναρθροι, αἱ δὲ ἐγγράμματοι καὶ ἄναρθροι, αἱ δὲ ἀγράμματοι
καὶ ἔναρθροι. Καὶ εἰσὶ μὲν ἐγγράμματοι καὶ ἔναρθροι αἱ ἀπὸ νοῦ καὶ
διανοίας ἀνθρώπου προφερόμεναι καὶ κεκραμέναι φωνῇ καὶ γραφῇ καὶ
σημασίᾳ, οἷον «Ἀρίσταρχος βιβλίον γράφει»· ἀγράμματοι δὲ καὶ
ἄναρθροι
αἱ μήτε γραφόμεναι μήτε σημαίνουσαί τι, ὡς οἱ ψόφοι καὶ οἱ βόμβοι
ἐν πυρὶ καὶ ὕδατι καὶ οἱ ἦχοι ἀνέμων· οὗτοι γὰρ μήτε γραφομένας
μήτε σημαινούσας τι φωνὰς ἀποτελοῦσιν· αἱ δὲ ἐγγράμματοι καὶ ἄναρ-
483

θροι, αἱ γραφόμεναι μὲν μηδὲν δὲ σημαίνουσαι, ὡς τὸ Arist. Ran. 209


βρεκεκεκὲξ κοάξ καὶ πάλιν τὸ Arist. Ran. 1285 φλαττόθρατ· αἱ
δὲ ἀγράμματοι καὶ ἔναρθροι, αἱ ἀπὸ νοῦ καὶ διανοίας προφερόμεναι, καὶ
μὴ γραφόμεναι μὲν σημαίνουσαι δέ τι, ὡς οἱ συριγμοὶ καὶ ποππυσμοὶ τοῖς

οἰκέταις ἢ καὶ τοῖς κτήνεσι προσφωνούμενοι καὶ σημαίνοντές τι.  


Τόνος ἐστίν.] Ἐκεῖνα πειρᾶται παραβάλλειν etc. = Σv 174, 28
– 175, 20.
Τόνος ἐστίν.] Τὴν ὑπόκρισιν ἡμῖν etc. = Σd 22, 15 – 22.
Στεφάνου.  – Καὶ ἀμήχανόν ἐστι etc. = Σv 175, 22 – 33.
Τῶν τόνων γνήσιοι μέν εἰσι δύο etc. = Σv 175, 34 – 176, 13.
Heliodori.  – Ἡ κατὰ ἀνάτασιν ἐν τῇ ὀξείᾳ.] Οὐκ ἔστιν
ἐνταῦθα τὸ η διαζευκτικὸς σύνδεσμος, ἀλλὰ ἄρθρον. Τῶν δὲ τόνων
τρεῖς ἀπηχήσεις εἰσί· καὶ πρώτη μὲν ἡ κατὰ τὸν τεταμένον φθόγγον

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 478, li.12

δὴ τὸ ἀναγνωστικόν, εἰσηγήσασθαι τοῖς νέοις· τοῦτο δὲ εἰς τρία διῄρηται


παρ' αὐτῷ, εἴς τε ὑπόκρισιν καὶ προσῳδίαν καὶ διαστολήν. Καὶ τὴν μὲν
ὑπόκρισιν ἤδη ἐδιδάχθημεν· εὔλογον δὲ ἦν ἡμᾶς τὸν περὶ ἀναγνώσεως
λόγον τέλειον διαλαβεῖν καὶ γνῶναι, πῶς ἀναγνωστέον καὶ κατὰ προ-
σῳδίαν καὶ κατὰ διαστολήν· εἰκότως τοίνυν καὶ περὶ τόνου καὶ περὶ
στιγμῆς αὐτῷ γέγραπται, ἐπειδὴ προσῳδία μέν ἐστιν ὁ τόνος, διαστολὴ
δὲ ἡ στιγμή.

§ 3. Περὶ τόνου.

Heliodori.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου.]


Τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἄναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ
ἐγγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἄναρθροι καὶ ἐγ-
γράμματοι. Καὶ ἄναρθροι μέν εἰσι καὶ ἀγράμματοι, ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ
πυρός· οὗτος γὰρ καὶ ἄναρθρος, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνει, καὶ
ἀγράμ-
ματος, καθὸ οὐ δύναται γραφῆναι· ἔναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὥσπερ
λαλοῦμεν ἡμεῖς· αὗται γὰρ αἱ φωναὶ καὶ ἔναρθροι, καθὸ οἴδαμεν τί
σημαί-
νουσι, καὶ ἐγγράμματοι, καθὸ γράφονται· ἔναρθροι δὲ καὶ ἀγράμματοι,
ὥσπερ οἱ συριγμοί· οὗτοι γὰρ ἔναρθροι, καθὸ σημαίνουσί τι, ὡς καὶ ὁ
ποιητὴς Κ 502 ῥοίζησεν δ' ἄρα πιφαύσκων Διομήδεϊ δίῳ, ἀγράμ-
484

ματοι δέ, καθὸ οὐ γράφονται· ἄναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὡς ἐπὶ τῶν


μιμήσεων τῶν φωνῶν τῶν ἀλόγων ζῴων, Arist. Ran. 209 βρεκεκεκέξ

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 478, li.13

παρ' αὐτῷ, εἴς τε ὑπόκρισιν καὶ προσῳδίαν καὶ διαστολήν. Καὶ τὴν μὲν
ὑπόκρισιν ἤδη ἐδιδάχθημεν· εὔλογον δὲ ἦν ἡμᾶς τὸν περὶ ἀναγνώσεως
λόγον τέλειον διαλαβεῖν καὶ γνῶναι, πῶς ἀναγνωστέον καὶ κατὰ προ-
σῳδίαν καὶ κατὰ διαστολήν· εἰκότως τοίνυν καὶ περὶ τόνου καὶ περὶ
στιγμῆς αὐτῷ γέγραπται, ἐπειδὴ προσῳδία μέν ἐστιν ὁ τόνος, διαστολὴ
δὲ ἡ στιγμή.

§ 3.
Περὶ τόνου.

Heliodori.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου.]


Τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἄναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ
ἐγγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἄναρθροι καὶ ἐγ-
γράμματοι. Καὶ ἄναρθροι μέν εἰσι καὶ ἀγράμματοι, ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ
πυρός· οὗτος γὰρ καὶ ἄναρθρος, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνει, καὶ
ἀγράμ-
ματος, καθὸ οὐ δύναται γραφῆναι· ἔναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὥσπερ
λαλοῦμεν ἡμεῖς· αὗται γὰρ αἱ φωναὶ καὶ ἔναρθροι, καθὸ οἴδαμεν τί
σημαί-
νουσι, καὶ ἐγγράμματοι, καθὸ γράφονται· ἔναρθροι δὲ καὶ ἀγράμματοι,
ὥσπερ οἱ συριγμοί· οὗτοι γὰρ ἔναρθροι, καθὸ σημαίνουσί τι, ὡς καὶ ὁ
ποιητὴς Κ 502 ῥοίζησεν δ' ἄρα πιφαύσκων Διομήδεϊ δίῳ, ἀγράμ-
ματοι δέ, καθὸ οὐ γράφονται· ἄναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὡς ἐπὶ τῶν
μιμήσεων τῶν φωνῶν τῶν ἀλόγων ζῴων, Arist. Ran. 209 βρεκεκεκέξ
[σκινδαψός]· αὗται γὰρ ἄναρθροι μέν, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνουσιν,

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 478, li.16

σῳδίαν καὶ κατὰ διαστολήν· εἰκότως τοίνυν καὶ περὶ τόνου καὶ περὶ
στιγμῆς αὐτῷ γέγραπται, ἐπειδὴ προσῳδία μέν ἐστιν ὁ τόνος, διαστολὴ
δὲ ἡ στιγμή.

§ 3. Περὶ τόνου.
485

Heliodori.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου.]


Τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἄναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ
ἐγγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἄναρθροι καὶ ἐγ-
γράμματοι. Καὶ ἄναρθροι μέν εἰσι καὶ ἀγράμματοι, ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ
πυρός· οὗτος γὰρ καὶ ἄναρθρος, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνει, καὶ
ἀγράμ-
ματος, καθὸ οὐ δύναται γραφῆναι· ἔναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὥσπερ
λαλοῦμεν ἡμεῖς· αὗται γὰρ αἱ φωναὶ καὶ ἔναρθροι, καθὸ οἴδαμεν τί
σημαί-
νουσι, καὶ ἐγγράμματοι, καθὸ γράφονται· ἔναρθροι δὲ καὶ ἀγράμματοι,
ὥσπερ οἱ συριγμοί· οὗτοι γὰρ ἔναρθροι, καθὸ σημαίνουσί τι, ὡς καὶ ὁ
ποιητὴς Κ 502 ῥοίζησεν δ' ἄρα πιφαύσκων Διομήδεϊ δίῳ, ἀγράμ-
ματοι δέ, καθὸ οὐ γράφονται· ἄναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὡς ἐπὶ τῶν
μιμήσεων τῶν φωνῶν τῶν ἀλόγων ζῴων, Arist. Ran. 209 βρεκεκεκέξ
[σκινδαψός]· αὗται γὰρ ἄναρθροι μέν, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνουσιν,
ἐγγράμματοι δέ, καθὸ γράφονται. Ἀλλ' αἱ μὲν σημαντικαί τινος, εἴτε
ἀγράμματοι εἴτε ἐγγράμματοι, ἀπὸ νοῦ καὶ διανοίας φέρονται.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 478, li.17

στιγμῆς αὐτῷ γέγραπται, ἐπειδὴ προσῳδία μέν ἐστιν ὁ τόνος, διαστολὴ


δὲ ἡ στιγμή.

§ 3. Περὶ τόνου.

Heliodori.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου.]


Τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἄναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ
ἐγγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἄναρθροι καὶ ἐγ-
γράμματοι. Καὶ ἄναρθροι μέν εἰσι καὶ ἀγράμματοι, ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ
πυρός· οὗτος γὰρ καὶ ἄναρθρος, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνει, καὶ
ἀγράμ-
ματος, καθὸ οὐ δύναται γραφῆναι· ἔναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὥσπερ
λαλοῦμεν ἡμεῖς· αὗται γὰρ αἱ φωναὶ καὶ ἔναρθροι, καθὸ οἴδαμεν τί
σημαί-
νουσι, καὶ ἐγγράμματοι, καθὸ γράφονται· ἔναρθροι δὲ καὶ ἀγράμματοι,
ὥσπερ οἱ συριγμοί· οὗτοι γὰρ ἔναρθροι, καθὸ σημαίνουσί τι, ὡς καὶ ὁ
ποιητὴς Κ 502 ῥοίζησεν δ' ἄρα πιφαύσκων Διομήδεϊ δίῳ, ἀγράμ-
ματοι δέ, καθὸ οὐ γράφονται· ἄναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὡς ἐπὶ τῶν
μιμήσεων τῶν φωνῶν τῶν ἀλόγων ζῴων, Arist. Ran. 209 βρεκεκεκέξ
486

[σκινδαψός]· αὗται γὰρ ἄναρθροι μέν, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνουσιν,


ἐγγράμματοι δέ, καθὸ γράφονται. Ἀλλ' αἱ μὲν σημαντικαί τινος, εἴτε
ἀγράμματοι εἴτε ἐγγράμματοι, ἀπὸ νοῦ καὶ διανοίας φέρονται. Γίνεται
δὲ ἡ φωνὴ ἐκ τοῦ πνεύματος πλήττοντος τὸν ἀέρα, πλήττει δὲ τῷ
τόνῳ προϊόν· τόνος δέ ἐστιν ἡ τάσις τοῦ πνεύματος· ὥστε οὐχ οἷόν τε

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 478, li.18

§ 3. Περὶ τόνου.

Heliodori.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου.]


Τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἄναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ
ἐγγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἄναρθροι καὶ ἐγ-
γράμματοι. Καὶ ἄναρθροι μέν εἰσι καὶ ἀγράμματοι, ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ
πυρός· οὗτος γὰρ καὶ ἄναρθρος, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνει, καὶ
ἀγράμ-
ματος, καθὸ οὐ δύναται γραφῆναι· ἔναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὥσπερ
λαλοῦμεν ἡμεῖς· αὗται γὰρ αἱ φωναὶ καὶ ἔναρθροι, καθὸ οἴδαμεν τί
σημαί-
νουσι, καὶ ἐγγράμματοι, καθὸ γράφονται· ἔναρθροι δὲ καὶ ἀγράμματοι,
ὥσπερ οἱ συριγμοί· οὗτοι γὰρ ἔναρθροι, καθὸ σημαίνουσί τι, ὡς καὶ ὁ
ποιητὴς Κ 502 ῥοίζησεν δ' ἄρα πιφαύσκων Διομήδεϊ δίῳ, ἀγράμ-
ματοι δέ, καθὸ οὐ γράφονται· ἄναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὡς ἐπὶ τῶν
μιμήσεων τῶν φωνῶν τῶν ἀλόγων ζῴων, Arist. Ran. 209 βρεκεκεκέξ
[σκινδαψός]· αὗται γὰρ ἄναρθροι μέν, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνουσιν,
ἐγγράμματοι δέ, καθὸ γράφονται. Ἀλλ' αἱ μὲν σημαντικαί τινος, εἴτε
ἀγράμματοι εἴτε ἐγγράμματοι, ἀπὸ νοῦ καὶ διανοίας φέρονται. Γίνεται
δὲ ἡ φωνὴ ἐκ τοῦ πνεύματος πλήττοντος τὸν ἀέρα, πλήττει δὲ τῷ
τόνῳ προϊόν· τόνος δέ ἐστιν ἡ τάσις τοῦ πνεύματος· ὥστε οὐχ οἷόν τε
φωνὴν γενέσθαι χωρὶς τόνου. Διὸ πᾶσα συλλαβή, ἐπεὶ συντελεῖ πρὸς

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 478, li.19

§ 3. Περὶ τόνου.

Heliodori.  – Τόνος ἐστὶν ἀπήχησις φωνῆς ἐναρμονίου.]


487

Τῶν φωνῶν αἱ μέν εἰσιν ἄναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ


ἐγγράμματοι, αἱ δὲ ἔναρθροι καὶ ἀγράμματοι, αἱ δὲ ἄναρθροι καὶ ἐγ-
γράμματοι. Καὶ ἄναρθροι μέν εἰσι καὶ ἀγράμματοι, ὡς ἐπὶ τοῦ ἤχου τοῦ
πυρός· οὗτος γὰρ καὶ ἄναρθρος, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνει, καὶ
ἀγράμ-
ματος, καθὸ οὐ δύναται γραφῆναι· ἔναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὥσπερ
λαλοῦμεν ἡμεῖς· αὗται γὰρ αἱ φωναὶ καὶ ἔναρθροι, καθὸ οἴδαμεν τί
σημαί-
νουσι, καὶ ἐγγράμματοι, καθὸ γράφονται· ἔναρθροι δὲ καὶ ἀγράμματοι,
ὥσπερ οἱ συριγμοί· οὗτοι γὰρ ἔναρθροι, καθὸ σημαίνουσί τι, ὡς καὶ ὁ
ποιητὴς Κ 502 ῥοίζησεν δ' ἄρα πιφαύσκων Διομήδεϊ δίῳ, ἀγράμ-
ματοι δέ, καθὸ οὐ γράφονται· ἄναρθροι δὲ καὶ ἐγγράμματοι, ὡς ἐπὶ τῶν
μιμήσεων τῶν φωνῶν τῶν ἀλόγων ζῴων, Arist. Ran. 209 βρεκεκεκέξ
[σκινδαψός]· αὗται γὰρ ἄναρθροι μέν, καθὸ οὐκ οἴδαμεν τί σημαίνουσιν,
ἐγγράμματοι δέ, καθὸ γράφονται. Ἀλλ' αἱ μὲν σημαντικαί τινος, εἴτε
ἀγράμματοι εἴτε ἐγγράμματοι, ἀπὸ νοῦ καὶ διανοίας φέρονται. Γίνεται
δὲ ἡ φωνὴ ἐκ τοῦ πνεύματος πλήττοντος τὸν ἀέρα, πλήττει δὲ τῷ
τόνῳ προϊόν· τόνος δέ ἐστιν ἡ τάσις τοῦ πνεύματος· ὥστε οὐχ οἷόν τε
φωνὴν γενέσθαι χωρὶς τόνου. Διὸ πᾶσα συλλαβή, ἐπεὶ συντελεῖ πρὸς
τὴν ἐναρμόνιον φωνήν, τόνον ἐπιδέξεται·

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 81, li.21

μεν. Ἡ δὲ ἔννοια σεμνῆς ἰδέας πράγματος τοῦ πρά-


γματος εἴδους τρίτου· ἥ τε λέξις καὶ τὸ σχῆμα περιβολῆς,
πλάγιον γὰρ καὶ καθολικὸν καὶ ἀόριστον· τὸ δὲ κατὰ πεποί-
θησιν λαμπρότητος, καὶ οὐδὲν τῷ ἤθει λυμαίνεται ἀξιο-
πίστῳ ὄντι· τὸ δὲ κῶλον σχοινοτενὲς καὶ πνευματικόν· ἡ
συνθήκη μεγαλοπρεπὴς καὶ σεμνὴ, πλείονας ἔχουσα τοὺς
τοῦ μεγέθους ῥυθμοὺς, ἡ βάσις κατὰ μὲν τὴν λέξιν σε-
μνὴ, διὰ τὴν μακρολεξίαν, ἡ δὲ ἔννοια ἐκκρεμής. Ἔν-
νοια δέ ἐστι ψυχῆς λογικῆς δύναμις γνωστικὴ, δηλωτικὴ
πραγμάτων διὰ φωνῆς ἐνάρθρου· λέξις δὲ φωνῆς ἐνάρ-
θρου μέρος ἢ μόριον, δι' ἧς τὰ νοήματα τοῖς πράγμα-
σιν ἐφαρμόζει· μέθοδος δέ ἐστι τρόπος ἐπιστημονικὸς τοῦ
πῶς δεῖ τὰ νοήματα ἐξάγειν, καὶ διὰ ποίων πτώσεων καὶ
ἐγκλίσεων, καὶ διὰ θέσεων καὶ σχημάτων, καὶ γενῶν καὶ
προσώπων· καὶ τῷ παραπλησίως πόῤῥωθεν ἄρχεσθαι ἢ
ἐγγύθεν· ἐπιεικῶς ἢ παῤῥησιαστικῶς, ἢ κατὰ ποῖον πά-
θος καὶ ἦθος, καὶ καθ' ὅσους τρόπους ἡ φύσις τὴν φω-
νὴν προΐεται. Σχῆμα δέ ἐστιν ἐξάλλαξις λόγου ἐπὶ τὸ
488

κρεῖττον κατὰ λέξιν καὶ διάνοιαν ἄνευ τρόπου· λόγου εἶπε,  

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 81, li.22

γματος εἴδους τρίτου· ἥ τε λέξις καὶ τὸ σχῆμα περιβολῆς,


πλάγιον γὰρ καὶ καθολικὸν καὶ ἀόριστον· τὸ δὲ κατὰ πεποί-
θησιν λαμπρότητος, καὶ οὐδὲν τῷ ἤθει λυμαίνεται ἀξιο-
πίστῳ ὄντι· τὸ δὲ κῶλον σχοινοτενὲς καὶ πνευματικόν· ἡ
συνθήκη μεγαλοπρεπὴς καὶ σεμνὴ, πλείονας ἔχουσα τοὺς
τοῦ μεγέθους ῥυθμοὺς, ἡ βάσις κατὰ μὲν τὴν λέξιν σε-
μνὴ, διὰ τὴν μακρολεξίαν, ἡ δὲ ἔννοια ἐκκρεμής. Ἔν-
νοια δέ ἐστι ψυχῆς λογικῆς δύναμις γνωστικὴ, δηλωτικὴ
πραγμάτων διὰ φωνῆς ἐνάρθρου· λέξις δὲ φωνῆς ἐνάρ-
θρου μέρος ἢ μόριον, δι' ἧς τὰ νοήματα τοῖς πράγμα-
σιν ἐφαρμόζει· μέθοδος δέ ἐστι τρόπος ἐπιστημονικὸς τοῦ
πῶς δεῖ τὰ νοήματα ἐξάγειν, καὶ διὰ ποίων πτώσεων καὶ
ἐγκλίσεων, καὶ διὰ θέσεων καὶ σχημάτων, καὶ γενῶν καὶ
προσώπων· καὶ τῷ παραπλησίως πόῤῥωθεν ἄρχεσθαι ἢ
ἐγγύθεν· ἐπιεικῶς ἢ παῤῥησιαστικῶς, ἢ κατὰ ποῖον πά-
θος καὶ ἦθος, καὶ καθ' ὅσους τρόπους ἡ φύσις τὴν φω-
νὴν προΐεται. Σχῆμα δέ ἐστιν ἐξάλλαξις λόγου ἐπὶ τὸ
κρεῖττον κατὰ λέξιν καὶ διάνοιαν ἄνευ τρόπου· λόγου εἶπε,  
διότι καὶ πραγμάτων εἰσὶ μετασχηματισμοὶ καὶ ἐξαλλάξεις,
ἐπὶ τὸ κρεῖττον δὲ διὰ τὸν σολοικισμὸν καὶ βαρβαρισμὸν

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 130, li.28

δάκτυλον καταλήγειν ἢ ἀνάπαιστον· εἰς δάκτυλον μὲν ὡς·


ἔστι τι μύθῳ φυτόν· ἀνάπαιστος δὲ, ὁ χαλκοῦς ὄφις
κρεμᾶται μὲν κατὰ τῶν δακνόντων ὄφεων.
 ξεʹ. Ἡ βεβηκυῖα· τὸ δὲ βεβηκυῖα διττόν· τὸ
μὲν ὅταν εἰς μακρὰς λέξεις ἢ συλλαβὰς καταλήγῃ, τὸ
δὲ ὅταν ἀπαρτίζηται ἡ ἔννοια· καὶ οὐκ ἔστιν ἐκκρε-
μής· ἀμφότερα γὰρ ἁρμόδια τῇ γλυκύτητι· οἷον
ἀναστάσεως ἡμέρα καὶ τὰ ἑξῆς· κοινὰ γὰρ τὰ τοι-
αῦτα καὶ τῇ γλυκύτητι καὶ τῇ σεμνότητι· ῥυθμὸς δέ
ἐστιν ἐμμέλεια λέξεως πρὸς τοῖς εἰρημένοις ὑπὸ λέξεως
489

ἢ κινήσεως· λέξεως μὲν τῆς ἁπλῶς ἐνάρθρου, κινήσεως


δὲ τῆς ἐμμελοῦς κατά τινα τάξιν ἔχων ὡρισμένους λό-
γους ἢ χρόνων τάξεις· χρόνος δέ ἐστι μόριον ποδὸς  
μονοσυλλάβου ἢ δισυλλάβου ἢ τρισυλλάβου καὶ τῶν ἑξῆς,
ἢ φωνῆς μέτρον ἐλάχιστον, ἢ μέτρον κινήσεως, ἢ πολ-
λῶν ποδῶν σύνοδος ἢ κίνησις σώματος ὡρισμένη· τού-
των οἱ μὲν τὴν ἐμμελῆ κίνησιν ὁρίζονται καὶ τὸν χρό-
νον· οἱ δὲ τὴν ἐν πεζῷ λόγῳ· γίνεται δὲ ὁ ῥυθμὸς ἐκ
τῆς ποιᾶς συνθέσεως τῶν λέξεων καὶ τῶν ποδῶν, ὡς εἴ-
πομεν, καθάπερ τὸ τῆς οἰκίας σχῆμα ἐκ τῆς ἁρμογῆς
τῆς ὕλης καὶ τῆς συνθέσεως, ὃ εἶδος καὶ κάλλος τῆς οἰ

Etymologicum Symeonis, Etymologicum Symeonis (ἀνακωχῆς –


βώτορες) Vol. 1, p. 62, li.13

ἐτυμολογίαι – 3 πάντα τὰ φυτὰ ἄνω θέουσι καὶ ἄνθη οὐ λέγον-


ται – 5 ὄφεις, ὅπερ – 6 τοῦτο ποιεῖ, ἔλαφος λέγεται· ἡ γὰρ δί-
κταμος – 7 καὶ οὐδέποτε ἂν κληθείη ἔλαφος f Z192. Et. gen. 882.
 ἀνθοσμίας (Ar. Ran. 1150. Fr. 351)· ὁ ἀνθέων ὀσμὴν ἔχων
οἶνος f Z173. Et. gen. 883.
 ἀνθίας (Dorio de pisc. ap. Ath. 7, 282c)· «ἀνθίαν – 13ἔλ-
λοπα». ἔστι δὲ καὶ ὁ ἀνθίας. Et. gen. 884.  
 ἄνθρωπος (Plat. Cratyl. 399c)· παρὰ τὸ ἀναθρεῖν ἃ
ὄπωπεν, ἤγουν ἀναλογίζεσθαι ἃ εἶδε καὶ ἤκουσε, τῶν ἀλόγων ζῴων
μὴ λογιζομένων – 4 κρατούμενον. οἱ δὲ παρὰ τὸ ἄνω ἀθρεῖν, ἤγουν
βλέπειν ἄνω. ἢ παρὰ τὸ ἔναρθρον ἔχειν τὴν ὄπα Z174. Et. gen. 885.
 ἀνθερεών (Α 501)· ὁ ἐπὶ τοῦ γενείου τόπος· εἴρηται δὲ
διὰ τὸ δι' αὐτοῦ θορεῖν – 63, 3 τριχῶν, ὅθεν κατηγοροῦσι τοῦ Εὐφο-
ρίωνος εἰπόντος (Fr. 92, 1 Powell)·
  τέκνον, μὴ σύ γε μητρὸς ὑπ' ἀνθερεῶνος ἀμήσῃς
Z173. Et. gen. 886.
 ἀνθηδών· ἡ μέλισσα· παρὰ τὸ τὰ ἄνθη ἔδειν Z184. Et.
gen. 887.

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia vetera)


Play Th, hypothesis-epigram-scholion 349a, li.2

πυργῶτις] ὑψηλὴ δίκην πύργου. AbHaXc


490

πυργῶτις] μεγάλη. A2AbHaLhTΞa


παρὰ τὸ Ὁμηρικὸν ἀνὴρ δ' ἄνδρ' ἐδνοπ(άλιζεν) (Δ 472). M
ἀνδρὸς] πολεμίου. TY
ἀνὴρ] πολίτης. CTXc
καίνεται] κόπτεται. BHFdNaPRb
καίνεται] φονεύεται. A2AbCHaNaRbYΞa
καίνεται] σφάζεται. θ
καίνεται] σφάττεται. TYa
βλαχαὶ δ' αἱματ(όεσσαι)· ἐπὶ τῶν ἄσημα φθεγγομένων νέων
τὴν βληχὴν ἔθηκεν. ὥσπερ, φησί, τὰ νεογνὰ οὐδέπω τὴν φωνὴν
ἔναρθρον
ἔχοντα ἀπαγόμενα πρὸς τῶν πολεμίων αἱμάσσεται, ὥστε αὐτὰ ἄναρθρον
φωνὴν καὶ ὥσπερ προβατώδη προΐεσθαι. τὸ δ' ἑξῆς· βλαχαὶ βρέμονται.
M
τὸ ἑξῆς οὕτως· βληχαὶ βρέμονται. ἐπὶ τῶν προβάτων κυρίως ἡ
βληχή· οὗτος δὲ τέθεικε ταύτην ἐπὶ τῶν ἄσημον καὶ ἄναρθρον ἐχόντων
τὴν φωνὴν νεογνῶν παιδίων. I1
βλαχαὶ δ' αἱματόεσσαι· ἡ βληχὴ κυρίως ἐπὶ τῶν προβάτων
λαμβάνεται ἠχώ τινα καὶ φωνὴν ποιὰν καὶ ἄσημον ἐκπεμπόντων· ἐξελά-  
βετο δὲ τοῦτο ὁ ποιητὴς καὶ ἐπὶ τῶν νεογνῶν καὶ ἀρτιγενῶν βρεφῶν ὡς
τοιᾷδε φωνῇ, ἀσήμῳ δηλαδὴ καὶ ἀνάρθρῳ, χρωμένων, ἃ παρὰ τῶν πο-
λεμίων ἀπαγόμενα αἱμάσσεται, ὡς ἄναρθρον φωνὴν καὶ προβατώδη

Scholia In Apollonium Rhodium, Scholia in Apollonii Rhodii


Argonautica (scholia vetera) P. 275, li.5

αὐτῶν δοκοῦσι καὶ τὰ ὀνόματα θεῖναι, καὶ τὰ μὲν ιβʹ ζῴδια θεοὺς
βουλαίους προσηγόρευον, τοὺς δὲ πλάνητας ῥαβδοφόρους.
Ἡρόδοτος (l. l.) δέ φησι Φρύγας πρώτους γεγενῆσθαι. ὕστερον
δὲ Ψαμμίτιχος τῶν Αἰγυπτίων βασιλεύς, βουλόμενος διαγνῶναι, τίνες οἱ
γηγενεῖς, παρέδωκεν ποιμένι δύο βρέφη, κελεύσας μηδένα φθέγγεσθαι,
μόνον δὲ αὐτοῖς αἰγὸς θηλὴν δίδοσθαι. οἱ δὲ δύο ἐτῶν διελθόντων  
πρώτην φωνὴν ἀφῆκαν τὸ βέκος· οὕτω δὲ λέγεται παρὰ τοῖς Φρυξὶν
ὁ ἄρτος. ἐγνώσθησαν οὖν ἀπὸ τούτου οἱ Φρύγες γηγενεῖς. οἱ δέ φασιν,
ὅτι εὔηθές ἐστιν ὑπολαμβάνειν τοῦτο· ἀκούοντες γὰρ οἱ παῖδες βληχω-
μένων τῶν προβάτων, ὡς ἂν ὑπὸ τῆς φύσεως ἐνεργούμενοι πρὸς τὸ
ἔναρθρον τὴν φωνὴν ἀπέστρεψαν.
263 – 64a οἶοι δ' ἔσαν Ἀρκάδες: μόνοι δὲ ἦσαν Ἀρκάδες,
φησί, τῶν Ἑλλήνων ἀρχαιότεροι. Ἀπιδανῆας δὲ τοὺς Πελοποννη-
σίους ἀπὸ Ἄπιδος τοῦ Φορωνέως.
b Ἀρκάδες, οἳ καὶ πρόσθεν: οἱ Ἀρκάδες δοκοῦσι πρὸ
τῆς σελήνης γεγονέναι, ὡς καὶ Εὔδοξος ἐν Γῆς περιόδῳ (fg 41 Brandes
491

4. Jabresbericht des Vereins von Freunden d. Erdk. zu Leipzig, 1865,


64). Θεόδωρος δὲ ἐν κβʹ (62 fg 2 J.) ὀλίγῳ πρότερόν φησι τοῦ πρὸς
τοὺς Γίγαντας πολέμου Ἡρακλέους τὴν σελήνην φανῆναι. καὶ Ἀριστίας
ὁ Χῖος ἐν ταῖς Κτίσεσι καὶ Διονύσιος ὁ Χαλκιδεὺς ἐν αʹ Κτίσεων (fg 1
M. IV 393) καὶ ἔθνος Ἀρκαδίας Σεληνίτας εἶναι. Μνασέας

Scholia In Aristophanem, Scholia in nubes (scholia vetera)


Argumentum-dramatis personae-scholion sch nub, verse 1381a, li.2

(v.l.) ταράττω. Πγ
πρὸς ἔπος ἠριδόμεσθ' M: ἀντεβάλλομεν, RV ἐφιλονεικοῦμεν,
RVENM ἀντετείναμεν. M
ἔφλα] ἔτυπτε. REN
κἀσπόδεM: ἐκονιόρτου, VENM ἐσπόδει. VM
κἀπέτριβεν: ἀντὶ τοῦ M “συνέτριβεν”. RVENMRs
τυπτήσομαι] λείπει τὸ φοβοῦμαι. REM
δικαίως. Πγ
λείπει τύπτομαι. R  
τραυλίζοντος EMpr.: ψελλίζοντος ΠγRVENMalt. καὶ RVE
μηδὲν ἔναρθρον λαλοῦντος. ΠγRVEMbis
νοοίης: ἀντὶ τοῦ RV “ἔχεις ἐν τῷ νῷ”. RVENM
εἰ μέν κεν βρῦν: ἄση-
μος φωνή, ἣν οἱ παῖδες φθέγγονται.
M   
ἄσημος φωνὴ ἡ τῶν παίδων,
ὁπότ' ἂν πιεῖν ζητῇ. V   
μαμμᾶν: ἄσημον φωνὴν τῶν παίδων λαλούντων. EN
ἀφοδεύειν τὰ παιδία. πρίν σε εἰπεῖν προέτεινόν σε ἀπὸ τῆς κλίνης
καὶ ἔξω τῶν ἱματίων, ἵνα ἀποπατήσῃς. RV
χεζητιῴην] ὑπὸ τῶν πληγῶν RM δηλονότι.

Anonymi In Hermogenem Rhet., Προλεγόμενα. in librum περὶ


στάσεων Vol. 14, p. 217, li.13

 Ἐκ τῶν Πλουτάρχου εἰς τὸν Πλάτωνος Γοργίαν·


Ὅρος ῥητορικῆς κατὰ Γοργίαν ‘ῥητορική ἐστι τέχνη περὶ
λόγους τὸ κῦρος ἔχουσα, πειθοῦς δημιουργὸς ἐν πολιτι-
κοῖς λόγοις περὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος πιστευτικῆς
καὶ οὐ διδασκαλικῆς’. εἶναι δὲ αὐτῆς τὴν πραγματείαν
492

ἰδίαν μάλιστα περὶ δίκαια καὶ ἄδικα, ἀγαθά τε καὶ κακά,


καλά τε καὶ αἰσχρά.
 Λόγος ἐστὶν ἐνδιάθετος ἔννοια ἀνθρωπίνη, καθ' ἣν
ἡμῖν περιγίνεται τὸ τί χρὴ λέγειν ἢ τί χρὴ πράττειν.  –  
Λόγος ἐστὶ προφορικὸς δήλωσις ἐννοίας ἀνθρώπου διὰ
φωνῆς ἐνάρθρου.
 Ὅρος ῥητορικῆς Σωπάτρου. Τί ἐστι ῥητορική; δύνα-
μις λογικὴ ἐν πράγματι πολιτικῷ, τέλος ἔχουσα τὸ εὖ
λέγειν. καὶ ἔστι ‘δύναμις λογική’ τὸ γένος, τὸ δὲ ‘ἐν
πράγματι πολιτικῷ’ διαφορά, τὸ δὲ ‘τέλος ἔχουσα’
ἴδιον.  
 Ποία ἡ τάξις τῶν στάσεων καὶ πόσαι εἰσίν· δεκατρεῖς
μέν εἰσιν, ἡ δὲ τάξις αὐτῶν στοχασμός, ὅρος, ἀντίλη-
ψις, ἀντίστασις, ἀντέγκλησις, μετάστασις, συγγνώμη,
πραγματική, ῥητὸν καὶ διάνοια, συλλογισμός, ἀντινομία,
ἀμφιβολία, μετάληψις.

Anonymi In Hermogenem Rhet., Excerpta e prolegomenis in librum


περὶ στάσεων (e cod. Paris. 3032, fol. 143r-149r) Vol. 14, p. 229, li.5

 Νοῦς μέν ἐστιν ἡ πρώτη ἐπιβολὴ τοῦ πράγματος,


διάνοια δὲ ἡ διάκρισις, δόξα ἡ ἐπίκρισις καὶ ἐπικύρωσις.
ἔννοιαν οὖν οὐκ ἐπὶ ἀλόγων ζῴων δέον λαβεῖν.
 Ὅτι τὸν ἐνδιάθετον καὶ τὸν προφορικὸν λό-
γον οὐδὲν ἄτοπον αὐτοὺς καθ' ἑαυτοὺς διαιρεῖσθαι εἰς  
τὰ μετὰ ταῦτα· ἐπεὶ καὶ ὁ προφορικὸς λόγος εἶδός ἐστι
τοῦ ποσοῦ. Ὅρος τοῦ ἐνδιαθέτου· ἔννοια ἀνθρωπίνη,
καθ' ἥν τι λέγειν ἢ πράττειν ἡμῖν προσγίνεται.
 Ὅρος τοῦ προφορικοῦ· δήλωσις ἀνθρώπου
διανοίας διὰ φωνῆς ἐνάρθρου. Ὅτι νίκης ἔναρθρα τὰ
γραφόμενα λέγεται. Ὅτι ὁ προφορικὸς λόγος διττός, ὅ
τε δημώδης καὶ ὁ κατὰ ἄσκησιν.
 Ὅτι ὁ ἐνδιάθετος διαιρεῖται εἰς θεωρητικὸν
καὶ πρακτικόν· ἄλλοι δὲ τὸν προφορικὸν λέγουσιν, ὡς
ὁ Τύραννος. Θεωρητικόν ἐστι λόγος ἐνδιάθετος ἔχων
ἐπίσκεψιν περί τινος ἄχρι γνώσεως μόνης ἱστάμενος,
πρακτικὸν δὲ πάλιν λόγος ἐνδιάθετος ἐπὶ διαδεχομένῃ
πράξει γινόμενος.

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ ἰδεῶν


493

Vol. 7, p. 903, li.20

ἐν τοῖς προλαβοῦσι μεμαθήκαμεν; ὥσπερ γὰρ εἶδος ἐπα-


κολουθεῖ τῇ τε συνθήκῃ ποιᾷ, καὶ τῇ ἀναπαύσει ἄλλο
τι ὢν παρὰ ταῦτα, ἀλλ' οὐκ ἄνευ λόγου τοῦτο πεποίη-
κεν, ἀντενέκειντο γὰρ αὐτῷ τινες, οἳ καὶ πρωτεύειν ἐβού-
λοντο τὸν ῥυθμόν· διὸ καὶ ἠναγκάσθη μὲν μνημονεῦσαι
ῥυθμοῦ· περὶ γὰρ κώλου οὐδεμία γέγονεν ἀμφισβήτησις.
τάχα δὲ, φησὶν ὁ τεχνικὸς, ἀμφισβητήσειαν μουσικῶν
παῖδες, μηδὲ τὴν ἔννοιαν συγχωροῦντες προτάττειν ἡμᾶς
τοῦ ῥυθμοῦ· δύνασθαι γὰρ φήσουσι τὸν ῥυθμὸν καὶ
καθ' ἑαυτὸν χωρὶς ὅλως ἐνάρθρου φωνῆς· καὶ γὰρ τῷ
ὄντι παρ' ἐκείνοις κ. τ. λ.
 μγʹ. Ὡς ὁ Τιμόθεος, ὁ αὐλητὴς, ἐκίνει πρὸς θυ-
μὸν καὶ πρὸς ὅπλα τὸν Ἀλέξανδρον, καταφορικὸν δὲ
ἀντὶ τοῦ ὑβριστικὸν, καταφορὰ γάρ ἐστιν ἡ ἐν κατηγο-
ρίᾳ τάσις.
 μδʹ. Τὸ ἑξῆς καθόσον ἐγχωρεῖ λέξει πεζῇ προς-  
αρμόσαι τινὰ ῥυθμὸν χωρὶς τοῦ περιᾴδειν, τουτέστιν
χωρὶς ᾠδῆς· αὕτη γὰρ τῇ ἐμμέτρῳ λέξει πρόσφορος.
 μεʹ. Τοσοῦτον ἰσχύει, φησὶ, καθ' ὅσον ἐγχωρεῖ
λέξει πεζῇ χωρὶς τοῦ περιᾴδειν· ἀλλ' ὅσον ἀνειμένως

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ ἰδεῶν


Vol. 7, p. 965, li.3

τῶν στοιχείων, ἃ διογκοῖ τὸ στόμα καὶ πλατύνει τὴν ἐκ-


φορὰν, ὡς τὰ φωνήεντα, πλὴν τοῦ ι καὶ ε· τούτων δ'
αὖ πάλιν ἐξαιρέτως τὸ α καὶ τὸ ω σεμνὸν ποιοῦσι τὸν
λόγον. ἀλλὰ περὶ μὲν στοιχείου ἄριστα παραδίδωσιν ὁ
Διονύσιος ἐν τῷ περὶ συνθήκης ὀνομάτων συγγράμματι·
λέγει γὰρ, τί συμβέβηκεν ἑκάστῳ τῶν στοιχείων, καὶ ποίαν
μὲν δύναμιν ἔχει τὰ φωνήεντα, ποίαν δὲ τὰ σύμφωνα, καὶ
πάλιν αὖ τὰ ἡμίφωνα· πλὴν ἵνα τι καὶ θαυμάσωμεν  
τὸν ἄνδρα τῆς δεξιότητος, αὐτὴν παραθώμεθα τὴν λέ-
ξιν· “ἀρχαὶ μὲν οὖν,” φησὶν, “εἰσὶν τῆς ἀνθρωπίνης
φωνῆς καὶ ἐνάρθρου αἱ μηκέτι δεχόμεναι διαίρεσιν, ἃ
καλοῦμεν στοιχεῖα καὶ γράμματα· γράμματα μὲν, ὅτι
γραμμαῖς τισι σημαίνεται· στοιχεῖα δὲ, ὅτι πᾶσα φωνὴ
τὴν γένεσιν ἐκ τούτων λαμβάνει πρῶτον, καὶ τὴν διάλυσιν
εἰς ταῦτα ποιεῖται τελευταῖον.” τῶν δὴ στοιχείων τε καὶ
γραμμάτων οὐ μία πάντων φύσις, διαφοραὶ δὲ αὐτῶν,
494

πρώτη μὲν, ὡς Ἀριστόξενος ὁ μουσικὸς ἀποφαίνεται, καθ'


ἣν τὰ μὲν φωνὰς ἀποτελεῖ, τὰ δὲ ψόφους· φωνὰς μὲν
τὰ λεγόμενα φωνήεντα, ψόφους δὲ τὰ λοιπὰ πάντα. δευ-
τέρα δὲ, καθ' ἣν τῶν μὴ φωνηέντων, ἃ μὲν καθ' ἑαυτὰ
ψόφους ὁποιουσδήποτέ τινας ἀποτελεῖν πέφυκεν,

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera partim


Procli et recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni
Prolegomenon-scholion sch, p.-verse 61quat, li.1

μιν κατὰ θηρίων, καὶ τῶν λοιπῶν, καὶ μηχανὰς ἁπάσας ἐν-
δείξασθαι, Πρὸ τοῦδε κτηνωδῶς ζῶντες, κατ' οὐσίαν μόνον
ἐλέγοντο ἄνθρωποι, καὶ οὐ κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην ἐνέργειαν.
Κλειτὸς, ὁ ἔνδοξος· ΚΛΥΤΟΣ δὲ, ὁ ἐξάκουστος καὶ ὁ μὲν
κλειτὸς, πάντως καὶ κλυτός ἐστιν, οὐ τοὐναντίον· ἐξάκουστον γάρ
τινα καὶ ἐπὶ κακοῖς ἐστιν εὑρεῖν· οὐ πάντως δὲ οὗτος καὶ
κλειτός. TZETZES.
ὙΔΕΙ. Τὸ κῶας καὶ τὸ ὕδας καὶ τὰ ὅμοια τὰ
εἰς ας Αἰολικῶς μετατρέπονται εἰς ος· ὡς ἐκ τοῦ ὕδας γέγο-
νεν ὕδος, ἐξ οὗ τὸ ὕδει. TZETZES.
ΑΥΔΗΝ. Αὐδὴ ἡ ἔναρθρος φωνὴ παρὰ ποιηταῖς·  
φθέγμα τὸ αὐτὸ παρὰ τοῖς κοινοῖς. Ἐνταῦθα δὲ αὐδὴν οὐ
τὴν φωνὴν λέγει, ἀλλὰ τὰ ὄργανα τῆς φωνῆς· καὶ οὐ ταῦτα
μόνον, ἀλλὰ καὶ πᾶσαν τὴν τῶν ἀνθρωπίνων μελῶν ἁρμο-
νίαν. MOSCHOP.
ΑΘΑΝΑΤΑΙΣ ΔΕ. Δαιμόνιον ὄντως ἐστὶ τοῦτο τὸ
εἶδος τῆς ζωῆς τὸ ἐν ταῖς ψυχαῖς θῆλυ· διὸ καὶ τὴν ζωτικὴν
ἔχει πρὸς τὸν ἄνθρωπον ὁμοιότητα καὶ δύναμιν ἀνθρωπικὴν,
καὶ ταῖς ἀθανάταις δὲ θεαῖς ἔοικε κατὰ τὸ εἶδος. Μέσον οὖν
πως ἐστὶ θείων καὶ ἀνθρωπίνων συστάσεων, ὡς ἡ λογικὴ θεῖόν
ἐστιν ἁπλῶς ἀπ' αὐτῶν ἥκουσα τῶν θεῶν.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera et recentiora e cod.


Genevensi gr. 44) Book of Iliad 1, verse 250, li.of scholion 6

τοῦ ἤδη γεγηρακότος ἐχρήσατο· ἐπὶ νέων γὰρ εἰκὸς τὸ τοιοῦτον


λέγεσθαι; καὶ ῥητέον ὅτι τὸ προνοητικὸν τῶν ὁμοφύλων νεανικὴν αὐτῷ
περιτίθησι κίνησιν. καὶ ἄλλως ῥητέον ὅτι εἴωθεν – πρὸς τὰ
λεγόμενα. De καὶ ῥητέον à κίνησιν
[ῥέεν αὐδή] διὰ τὸ «ῥέεν» τὸ ῥητορικὸν ἐμφαίνει τοῦ Νέστορος.
[δύο μὲν γενεαὶ] ἰστέον ὅτι οἱ παλαιοὶ τὰς γενεὰς ἐψήφιζον
495

ἕως ἐτῶν λ· δύο οὖν γενεαὶ ἑξήκοντα ἔτη· τελεία γὰρ ἡ λ πρὸς γένε-
σιν ἡλικία. οἱ μὲν οὖν συντεχθέντες αὐτῷ – σύνεστι τῇ
γυναικί.
[μερόπων ἀνθρώπων] τῶν μεριζομένην εἰς συλλαβὰς ἐχόντων τὴν
φωνὴν καὶ ἔναρθρον.
[μερόπων] ἀπὸ Μέροπος – ἐχόντων
[ἅμα] τὸ ἅμα ἐπὶ καιροῦ λαμβάνεται, τὸ δὲ ὁμοῦ ἐπὶ τοῦ τόπου.
[ὢ πόποι] τὸ ὢ πόποι εἰ μέν ἐστι σχετλιαστικὸν, ὅ ἐστι λυπῆς
δηλωτικὸν, βαρύνεται, εἰ δὲ περισπᾶται, σημαίνει τοὺς θεούς· πόποι
γὰρ παρὰ τοῖς Πέρςαις ἐλέγοντο οἱ θεοί·
[ὢ πόποι] λειπόμενοι οἱ γέροντες δυνάμει τῷ σχετλιάζειν ἐμφαίνουσι
τὴν ἑαυτῶν προθυμίαν, καὶ μονονουχὶ τὴν Ἑλλάδα πᾶσαν ἐν αὑτοῖς
ἐλεεῖν φασιν.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis)


(e cod. Genevensi gr. 44) Book of Iliad 2, verse 285, li.of scholion 2

[ἦ δὴ μυρί' Ὀδυσσεὺς ἐσθλὰ ἔοργε] τοῦτο πρέποι ἂν εἰς


ἀνδρὸς φρονίμου ἐγκώμιον.
σημείωσαι· ὣς φάσαν – παρὰ] τὸ ἑξῆς λέγει ὅτι ἀνέστη
ὁ τὰς πόλεις πορθῶν, ὁ πολεμικῶς διακείμενος Ὀδυσσεὺς –   
τῆς Ἰλίου πόρθησιν, ὡς ὀψέ ποτε τὴν τοῦ δουρείου ἵππου κατασκευὴν
ἐπινοήσαντος τοῦ Ὀδυσσέως, οὗ εἰσαχθέντος – ἄνακτος».
εὐρύφωνον ἐντεῦθεν ἐμφαίνει τὸν Ὀδυσσέα, καὶ διὰ τοῦτο πρὸ
Νέστορος ἐδημηγόρει ὅτι γεγωνότερον ἔδει βοᾶν διὰ τὴν σύγχυσιν τοῦ
στρατοῦ.
μερόπεσσι βροτοῖσιν] ἀνθρώποις τοῖς μεμερισμένην καὶ ἔναρ-
θρον ἔχουσι τὴν φωνὴν, ὡς πρὸς σύγκρισιν τῶν ἄλλων ζῴων.
[μάρτυροι] ἡ εὐθεῖα ὁ μάρτυρος.
χθιζά τε] χθὲς καὶ πρώην. κατεσμίκρυνε – τοὺς
Ἕλληνας.
[Αὐλίδα] τόπος Βοιωτίας.
σμερδαλέος] ἀπὸ τοῦ μερίζειν τὴν ψυχὴν τῶν ὁρώντων τῷ
φόβῳ καὶ μὴ ἐᾶν αὐτὴν ἐν ταὐτῷ μένειν. ἀπὸ τοῦ μερίζω μερδαλέος
καὶ σμερδαλέος.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 1, verse 250, li.of scholion 14

Νέστορος καὶ ἀποκτείναντος τοὺς πρες-


496

βυτέρους μίαν ὄντας γενεάν. καὶ τοὺς


τῆς μέσης ἡλικίας, ἄλλην ὄντας γενεὰν,
ἧς καὶ ὁ Νέστωρ μόνος περισωθεὶς τῆς
τρίτης γενεᾶς ἐβασίλευε, τῆς περὶ τοὺς
παῖδας. ἰστέον ὅτι οἱ παλαιοὶ τὰς γε-
νεὰς ἐψήφιζον ἕως ἐτῶν τριάκοντα.
Μερόπων. Μεμερισμένην τὴν φωνὴν ἐ-
χόντων. ὡς πρὸς σύγκρισιν τῶν ἄλλων
ζώων. ὅ ἐστι, μεριζομένην εἰς συλλαβὰς,
καὶ ἔναρθρον ἐχόντων τὴν ὄπα. τοῦτ'
ἔστι, τὴν φωνήν.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 2, verse 285, li.of scholion 4

         Ὡς. Ὅπως. ἵνα. Ἅμα. Ὁμοῦ, καὶ κατὰ τὸ αὐτό.


Ἐπιφρασαίατο. Ἐπισκέψαιντο,
ἐπινοήσωσιν.
         Νῦν δή σε ἄναξ.  
Ἐπὶ τοῦ παρόντος δὴ βούλονται, ὦ βα-
σιλεῦ.
         Ἐλέγχιστον. Ἐπονείδι-
στον, ἐφύβριστον. Θέμεναι. Ποιῆσαι.
Μερόπεσσι βροτοῖσιν. Ἀνθρώποις τοῖς
μεμερισμένην καὶ ἔναρθρον ἔχουσι τὴν
φωνὴν, ὡς πρὸς σύγκρισιν τῶν ἄλλων
ζώων.
         Οὐδέ τοι. Οὐδαμῶς δέ
σοι. Ἐκτελέουσιν. Ἐκτελοῦσι, πληροῦ-
σιν. Ὑπόσχεσιν. Σύνταξιν. Ἥνπερ
ὑπέσταν. Ἥντινα ὑπέσχοντό σοι.
Ἐνθάδε. Ἐνταῦθα. Στείχον-
τες. Ἐν τάξει παραγενόμενοι. Ἱππο-
βότοιο. Ἱπποτρόφου. Ἀπὸ δὲ Ἀγήνο-
ρος ἵππων ὠνομάσθη τὸ Ἄργος ἱππόβοτον.

Scholia In Pindarum, Scholia et glossae in Olympia et Pythia (scholia


recentiora Triclinii, Thomae Magistri, Moschopuli, Germani) (col
Ode-treatise O 1, scholion-Sec. 6, li.6
497

ἀθλητῇ ἀπὸ μὲν τῶν διδόντων αὐτὸ βραβευτῶν βραβεῖον, ἀπὸ


δὲ τῶν ἀθλούντων ἆθλον. ἐνταῦθα δὲ ἆθλα λέγει τοὺς ἀγῶνας.
ἀγῶνας.  – ὑμνεῖν, φωνεῖν·  – φωνεῖν ἀντὶ
τοῦ ὑμνεῖν.
Germ. Ἕλδεαι] ἀπὸ τοῦ ἐθέλω τραπέντος τοῦ θ εἰς
δ κατὰ Μακεδόνας γίνεται ἐδέλω, καὶ ὑπερθέσεως γενομένης  
ἐέλδω, καὶ κατὰ συγκοπὴν ἕλδω καὶ ἕλδομαι· οἷον θέλω, δέλω·
καὶ ἀπὸ τοῦ ἐθέλω ἐδέλω, καὶ καθ' ὑπέρθεσιν ἐέλδω καὶ κατὰ
συγκοπὴν ἕλδω καὶ ἕλδομαι. § Ἄλλως. γῆρυς ἡ φωνὴ λέγεται,
ἡ ἔναρθρος ἤχησις τῆς φωνῆς καὶ αὐτὴ ἡ ἔναρθρος φωνή· ὅπερ
ἐστὶ λόγος ὁ προφορικός. λόγος καὶ ὁ ἐνδιάθετος, ὅ ἐστιν ὁ
διακριτικός· ὅθεν ἄρα κατὰ μετάληψιν γαρύειν τὸ διακρίνειν.
Germ. Διαφέρει ἦτορ καὶ κῆρ· ἦτορ μὲν κατὰ τοὺς δόξαντας
τὴν ψυχὴν διαῤῥέουσαν καὶ φθινομένην ἀπὸ τοῦ ἄω τὸ πνέω·
οὕτω γὰρ ἐδόξαζον πνεῦμα ταύτην εἶναι· κῆρ δὲ παρὰ τὸ καίω·
κατὰ ἑτέρους γὰρ τὸ ζωτικὸν καὶ θερμὸν αἷμα ψυχή.
ἐπιθυμεῖς.  – ὦ φίλη ψυχή.

Scholia In Pindarum, Scholia et glossae in Olympia et Pythia (scholia


recentiora Triclinii, Thomae Magistri, Moschopuli, Germani) (col
Ode-treatise O 9, scholion-Sec. 1, li.10

Pal. Οὗτος ὁ Ἀρχίλοχος πρὸ τῶν λυρικῶν ἦν, ὃς ἐφεῦρε


τὸν Τήνελλα ὕμνον ᾄδεσθαι τοῖς νικηταῖς. οὗτινος ᾀσθέντος
καὶ ἐπὶ τῷ παρόντι νικητῇ, βούλεται τοῦτον ἐγκωμιάσαι καὶ
αὐτὸς ὁ ποιητής. διὸ λέγει· ἀρκετὸν μὲν ἐγένετο τῷ Ἐφαρ-
μόστῳ ὁ ὕμνος τοῦ Ἀρχιλόχου ᾀσθεὶς εἰς αὐτὸν πρὸ τοῦ φθά-
σαι ἡμᾶς· ὅμως βούλομαι καὶ αὐτὸς ἐγκωμιάσαι αὐτόν.
Th. Ἀρχίλοχος ἦν λυρικὸς ποιητής, ἐποίησε δὲ πρὸς τὸν
Ἡρακλέα ὕμνον λέγοντα Καλλίνικε χαῖρε καὶ ἕτερ' ἄττα. ἐπειδὴ
δὲ ἡ τῆς μουσικῆς φωνὴ ἄναρθρός ἐστιν, ἐμηχανήσατο αὐτὸς  
ἀπήχημά τι ταύτης ἔναρθρον ποιῆσαι, ὅπερ ἐστὶ τὸ Τήνελλα
προσᾳδόμενον τῷ ὕμνῳ. ἐλέγετο δὲ ὁ ὕμνος ἐκ τρίτου πρότε-
ρον μὲν εἰς Ἡρακλέα ῥηθείς, ἐπικρατήσας δὲ ὕστερον καὶ εἰς
τοὺς Ὀλυμπιονίκας λέγεσθαι, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῷδε τῷ Ἐφαρ-
μόστῳ. λέγει οὖν Πίνδαρος, ὅτι τὸ μὲν μέλος τοῦ Ἀρχιλόχου
ἐῤῥήθη τῷ Ἐφαρμόστῳ ἐν Ὀλυμπίᾳ νικήσαντι· νῦν δὲ ἐγὼ
ὕμνοις αὐτόν τε καὶ τὸν ἐν Ὀλυμπίᾳ Δία κοσμήσω. ἔστι δὲ τὸ
φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ διὰ μέσου· τὸ δὲ μέλος ἑρμηνεύει διὰ τοῦ
τριπλόος ὁ καλλίνικος κεχλαδὼς οὕτω· τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος
498

ὁ τριπλόος καὶ ἐκ τρίτου ᾀδόμενος καλλίνικος φωνᾶεν καὶ φωνη-


θὲν ἐν τῇ Ὀλυμπίᾳ τῷ Ἐφαρμόστῳ κωμάζοντι καὶ χαίροντι σὺν

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 263, li.13

 Λαῖλαψ ἐστὶ συστροφὴ ἀνέμου.


 Λύπη ἐστὶ διάθεσις ἡδονῶν ἐστερημένη.
 Λόγος ἐστὶν ὁ οὐσιωδῶς τῷ πατρὶ ἀεὶ συμπαρῶν.
 Λόγος ἐστὶν ἐνδιάθετος ὁ ἐν καρδίᾳ λαλούμενος.
 Λόγος ἐστὶν ἄγγελος νοήματος.
 Λύπη ἐστὶ στέρησις ἐπιθυμίας.
 Λογισμός ἐστι τὸ πρῶτον ἐν τῷ νοῒ ἀνελθὸν νόημα.
ΕΥ  Μονογενής ἐστιν, οὗ ἄλλος οὐ προετέχθη καὶ μεθ'
 ὃν ἕτερος οὐ γέγονε.
 Ματαιότης ἐστὶ πρᾶγμα ἀδιανόητον.
Γ   Μερικὴ οὐσία ἐστὶ λόγος ἔναρθρος καὶ ἀσήμαντος.
ΓΒ  Νοῦς ἐστι δύναμις ἀσώματος πρὸς πᾶν ἐκτεινομένη.
 Νοῦς ἐστι φύσις ἐπινοητικὴ παντὸς πράγματος.
 Νοῦς ἐστιν ὅρασις ἀσώματος εἰς πᾶν ἐκτεινομένη.
 Νοῦς ἐστιν ὥσπερ ὄψις τις ὑπὸ τοῦ δημιουργοῦ ἐν
 τῇ ψυχῇ ἀποκείμενος ἤτουν ὀφθαλμός.
 Νόμος ἐστὶ χαλινὸς αὐτεξουσιότητος.
Θ   Οὐσία ἐστὶν ἡ καθ' ὑποκειμένων τῶν ὑποστάσεων
 λεγομένη καὶ ἐν πάσαις αὐταῖς ἐπίσης καὶ ὁμο-
 τίμως θεωρουμένη.
 

Anthologiae Graecae Appendix, Problemata et aenigmata


Epigram 65,60, li.3

ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.

 Σημαντήριον.
Τραφὲν ὄρεσι καὶ φάραγξιν ἀγρίαις,
κήρυξ πέφυκα τῶν λόγων ὑμνῳδίας·
φωνὴν μὲν οὐκ ἔναρθρον, εὔηχον δ' ἔχω.
499

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 16, Sec. 89, li.7

 Τὸ Πάρνου σκαφίδιον: ἐπὶ τῶν μικρὰ ζητούντων·


Πάρνος γάρ τις τὴν σκάφην ἀπολέσας συνεχῶς ᾔτει τὸν
δῆμον.
 Τοῖς κακοῖς τρὶς τὰ κακά: ἡ παροιμία σαφής·
γέγονε δὲ ἐντεῦθεν. φασὶ τοὺς ἀττάγας ὄρνιθας μετακο-
μισθέντας εἰς Αἴγυπτον ἐκ Λυδίας καὶ ἀφεθέντας εἰς τὰς
ὕλας, τὰ μὲν πρῶτα ὄρτυγος φωνὴν ἀφιέναι, χρόνῳ δὲ
ὕστερον τοῦ ποταμοῦ κοίλου ῥυέντος λοιμὸς ἐγένετο καὶ  
πολλοὶ τῶν κατὰ τὴν χώραν ἀπώλλυντο· οὐ διέλιπον οὖν
οἱ ὄρνιθες οὗτοι πολλῷ σαφέστερον καὶ ἐναρθρότερον παι-
δίου μεῖζον φθέγμα ἀφιέντες καὶ λέγοντες· Τρὶς τοῖς
κακοῖς τὰ κακά. λέγει δὲ ὁ αὐτὸς λόγος, ὅτι καὶ συλ-
ληφθέντες οὐ μόνον οὐ τιθασεύονται, ἀλλ' οὐδὲ φωνὴν
ἀφιᾶσιν ἣν πρότερον ἠφίεσαν· ἡ δουλεία δὲ αὐτῶν καὶ ἡ
κάθειρξις καταψηφίζεται σιωπήν· ἐὰν δὲ ἀφεθῶσι καὶ ἐλεύ-
θερον ἁπλώσωσι τὸ πτερὸν πάλιν γίνονται ἔμφωνοι, ὁμοῦ
καὶ τὸ φθέγμα καὶ τὴν παῤῥησίαν ἀπολαμβάνοντες.
 Τοσοῦτον σχεδὸν, ὅσον ἐκ Διονυσίων: ἐπὶ τῶν
ἀποδοχῆς ἀξίας τυχόντων.

Stephanus Alchem., De magna et sacra arte (sub nomine Stephani


Alexandrini philosophi) Vol. 2, p. 203, li.15

σχήματος διὰ γραμμῶν τιθέντος, τὸ αὐτὸ συννοείσθω.


καὶ τῆς μουσικῆς δὲ ἱστορίας οἵ τε νέατοι καὶ παρυπάτοι,
εἰ δὲ ἐκ τεσσάρων, εἰδὲ ἐπὶ τρίτῳ λόγῳ, τότε πρὸ αὐτοῦ
πρόλογον εἶναι καὶ τὸν ὑπ' αὐτοῦ ὑπόλογον, δι' ἧς τὰς
τοιαύτας τῶν ἀναλογιῶν συνδέσεις, καὶ διὰ πασῶν αὐτῶν
συμφωνίας ἐκ τῆς τοσαύτης αὐτῶν ἀνασώζομεν μουσικῆς
ἱστορίας. Ὀρφέα γάρ φησι ληχάνοντες ῥυθμικοῖς ἐνηρ-
μόσθαι φθόγγοις, ὥστε καὶ τῆς ὁμοταγοῦς οὐσιῶν κινή-
σεως ἡ συμφωνία ὑπηχεῖται, καὶ τὴν ᾄδουσαν ἐμμελῶς
ἐκτελεῖ μελωδίαν. ἐξ ἑνὸς γὰρ τῆς τοῦ ὀργάνου ἡ τούτων
συνίσταται κατασκευή, ὅθεν καὶ τὴν ἔναρθρον τοῦ σώμα-
τος κατασκευὴν οὕτως διακεῖσθαι ὀστέοις τε καὶ ἄρθροις
καὶ μορίοις καὶ νεύροις, καὶ διὰ τοῦ πλήκτρου ἀναδιδομέ-
500

νου ἀέρος δίκην ὀργάνου κινοῦντος τὴν φωνὴν ἀποπέμ-


πεσθαι εἰς ἕν τι τῆς οὐσίας συναρμοσθέντα καὶ ἑαυτῆς
βίᾳ κρατούμενα καὶ συνιστάμενα· τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον
καὶ τὴν τοῦ ἀέρος σύγκρασιν. δύο γὰρ ἄκρων ποιοτήτων,
εἷς μεσίτης καὶ διαλλάκτης εὑρίσκεται, σώζων αὐτῶν τὰ
ἑκάτερα, διὰ τὴν πρὸς αὐτὰς γειτνίασιν καὶ πολλὴν συγ-
γένειαν. ἀλλὰ καὶ τῆς σφαιροειδοῦς καὶ ἀπλανοῦς ταύτης
τῆς τοῦ πόλου κινήσεως, ἐκ τῆς τοῦ ὑπὲρ γῆν

Stephanus Alchem., De magna et sacra arte (sub nomine Stephani


Alexandrini philosophi) Vol. 2, p. 207, li.1

θουμένη θεωρία, τὸ ζητούμενον θέαμα, τὸ ἓν ὅλον καὶ


ὅλον ἕν, ἡ ἱερὰ λεύκωσις τοῦ παντὸς τιμίου ἔργου, ἡ ὅλη
κατασκευή, τὸ ἐνεπίστημον ἔργον, τὸ συμπέρασμα τῆς
συμπληρώσεως, τὸ λειωθὲν καὶ καλῶς οἰκονομηθέν, τὸ
τελείως πληρωθέν. οὐδὲν γὰρ ὑπολέλειπται, πλὴν τῆς νε-
φέλης καὶ τοῦ ὕδατος ἡ ἄρσις. τὸν τῆς νεφέλης σαφῶς
ἐφοδηγηθέντες τρόπον, ἐπὶ τὴν τοῦ ὕδατος ἄρσιν μετε-
λεύσω μου τὸν λόγον. τί ἄρα ἐστὶ τοῦτο τὸ ἐπαγόμενον;
τίς ἡ τοῦ ὕδατος αὕτη ἄρσις; εἰπὲ ὦ καθηγητά· πλήρω-
σον σοῦ τῆς χάριτος τὰς δωρεάς· καταύγασον ἡμῶν τὰς  
ἀμβλυώπους κόρας, σαφήνισον τὴν τοῦ λόγου ἔναρθρον
σύστασιν, τίς ἡ τοῦ ὕδατος αὕτη ἄρσις; καὶ περὶ τούτου
οὐκ ἀπεσιώπησεν· εἶπεν, τὸ ἀμιγὲς κάλλος ὕλην οὐχ ὑπο-
δέχεται, ἡ ἄϋλος οὐσία, ἁπλὴ μέν ἐστι καὶ σύνθετος, τὸ
μυριώνυμον τοῦτο ἀγαθόν. μιᾶς γὰρ ὕπαρχον οὐσίας, εἰς
ἑαυτὴν συστέλλεται, περὶ αὐτὴν ἰναπαύεται τὴν μίαν αὐ-
γὴν τὰς ὑγροποιοὺς ὅλως οὐκ ἐντίθεται ἰκμάδας. ἀποβο-
λὴν δὲ ἔληθεν τῶν ῥευμάτων τὴν βίαν· ἀποθεῖται τῶν
ὑδάτων τὰς ῥύσεις· πῶς γάρ ἐστιν αὐτῆς ἰδεῖν τὴν κίνη-
σιν, μὴ οὕτως ταῦτα ἀποσεισαμένης; οὐ δύναταί τις αὐ-
τῆς ἐμπλησθῆναι, εἰ μὴ πρῶτον ἐξάρῃ ἀπ' αὐτῆς τὰ...

Λέξις

Αποσπασματα από αρχαία κείμενα


501

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. “Diogenis Laertii vitae


philosophorum, 2 vols.”, Ed. Long, H.S.Oxford: Clarendon Press, 1964,
Repr. 1966.Book 1, Sec. 118, li.11

με θάψαι· ἐπεσκηφέναι τε ταῦτα Φερεκύδην.” ὁ μὲν οὖν


ἀπήγγειλεν· οἱ δὲ μετὰ μίαν ἐπελθόντες κρατοῦσι τῶν Μαγνήτων,
καὶ τόν τε Φερεκύδην μεταλλάξαντα θάπτουσι αὐτόθι καὶ μεγαλο-
πρεπῶς τιμῶσιν. ἔνιοι δέ φασιν ἐλθόντα εἰς Δελφοὺς ἀπὸ τοῦ
Κωρυκίου ὄρους αὑτὸν δισκῆσαι. Ἀριστόξενος δ' ἐν τῷ Περὶ
Πυθαγόρου καὶ τῶν γνωρίμων αὐτοῦ (Wehrli II, fg. 14) φησι
νοσήσαντα αὐτὸν ὑπὸ Πυθαγόρου ταφῆναι ἐν Δήλῳ. οἱ δὲ
φθειριάσαντα τὸν βίον τελευτῆσαι· ὅτε καὶ Πυθαγόρου παραγενο-
μένου καὶ πυνθανομένου πῶς διακέοιτο, διαβαλόντα τῆς θύρας
τὸν δάκτυλον εἰπεῖν, “χροῒ δῆλα·” καὶ τοὐντεῦθεν παρὰ τοῖς
φιλολόγοις ἡ λέξις ἐπὶ τῶν χειρόνων τάττεται, οἱ δ' ἐπὶ τῶν
βελτίστων χρώμενοι διαμαρτάνουσιν. ἔλεγέ τε ὅτι οἱ θεοὶ τὴν
τράπεζαν θυωρὸν καλοῦσιν (DK 7 B 12).
 Ἄνδρων δ' ὁ Ἐφέσιός (FHG II. 347) φησι δύο γεγονέναι
Φερεκύδας Συρίους, τὸν μὲν ἀστρολόγον, τὸν δὲ θεολόγον υἱὸν
Βάβυος, ᾧ καὶ Πυθαγόραν σχολάσαι. Ἐρατοσθένης δ' (FGrH
241 F 10) ἕνα μόνον, καὶ ἕτερον Ἀθηναῖον, γενεαλόγον.
 Σώζεται δὲ τοῦ Συρίου τό τε βιβλίον ὃ συνέγραψεν, οὗ ἡ
ἀρχή· Ζὰς μὲν καὶ Χρόνος ἦσαν ἀεὶ καὶ Χθονίη· Χθονίῃ δὲ ὄνομα
ἐγένετο Γῆ ἐπειδὴ αὐτῇ Ζὰς γῆν γέρας διδοῖ (DK 7 B 1). σώζεται δὲ καὶ
ἡλιοτρόπιον ἐν Σύρῳ τῇ νήσῳ.

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 7, Sec. 56, li.3

 Τῆς δὲ διαλεκτικῆς θεωρίας συμφώνως δοκεῖ τοῖς πλείστοις


ἀπὸ τοῦ περὶ φωνῆς ἐνάρχεσθαι τόπου. ἔστι δὲ φωνὴ ἀὴρ πεπλη-
γμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς, ὥς φησι Διογένης ὁ Βαβυλώνιος
ἐν τῇ Περὶ φωνῆς τέχνῃ. ζῴου μέν ἐστι φωνὴ ἀὴρ ὑπὸ ὁρμῆς
πεπληγμένος, ἀνθρώπου δ' ἔστιν ἔναρθρος καὶ ἀπὸ διανοίας
ἐκπεμπομένη, ὡς ὁ Διογένης φησίν, ἥτις ἀπὸ δεκατεσσάρων ἐτῶν
τελειοῦται. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν ἡ φωνὴ κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς
φησιν Ἀρχέδημός τ' ἐν τῇ Περὶ φωνῆς καὶ Διογένης καὶ Ἀντί-
πατρος καὶ Χρύσιππος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Φυσικῶν. πᾶν γὰρ τὸ
ποιοῦν σῶμά ἐστι· ποιεῖ δὲ ἡ φωνὴ προσιοῦσα τοῖς ἀκούουσιν
ἀπὸ τῶν φωνούντων. λέξις δέ ἐστιν κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς φησι  
502

Διογένης, φωνὴ ἐγγράμματος, οἷον Ἡμέρα. λόγος δέ ἐστι φωνὴ


σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη, οἷον Ἡμέρα ἐστί. διά-
λεκτος δέ ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνικῶς, ἢ
λέξις ποταπή, τουτέστι ποιὰ κατὰ διάλεκτον, οἷον κατὰ μὲν τὴν
Ἀτθίδα Θάλαττα, κατὰ δὲ τὴν Ἰάδα Ἡμέρη.
 Τῆς δὲ λέξεως στοιχεῖά ἐστι τὰ εἰκοσιτέσσαρα γράμματα.
τριχῶς δὲ λέγεται τὸ γράμμα, τό τε στοιχεῖον ὅ τε χαρακτὴρ
τοῦ στοιχείου καὶ τὸ ὄνομα, οἷον Ἄλφα· φωνήεντα δέ ἐστι τῶν
στοιχείων ἑπτά, α, ε, η, ι, ο, υ, ω· ἄφωνα δὲ ἕξ, β, γ, δ, κ, π, τ.
διαφέρει δὲ φωνὴ καὶ λέξις , ὅτι φωνὴ μὲν καὶ ὁ ἦχός ἐστι, λέξις

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 7, Sec. 56, li.6

ἐν τῇ Περὶ φωνῆς τέχνῃ. ζῴου μέν ἐστι φωνὴ ἀὴρ ὑπὸ ὁρμῆς
πεπληγμένος, ἀνθρώπου δ' ἔστιν ἔναρθρος καὶ ἀπὸ διανοίας
ἐκπεμπομένη, ὡς ὁ Διογένης φησίν, ἥτις ἀπὸ δεκατεσσάρων ἐτῶν
τελειοῦται. καὶ σῶμα δ' ἐστὶν ἡ φωνὴ κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς φησιν
Ἀρχέδημός τ' ἐν τῇ Περὶ φωνῆς καὶ Διογένης καὶ Ἀντί-
πατρος καὶ Χρύσιππος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Φυσικῶν. πᾶν γὰρ τὸ
ποιοῦν σῶμά ἐστι· ποιεῖ δὲ ἡ φωνὴ προσιοῦσα τοῖς ἀκούουσιν
ἀπὸ τῶν φωνούντων. λέξις δέ ἐστιν κατὰ τοὺς Στωικούς, ὥς φησι  
Διογένης, φωνὴ ἐγγράμματος, οἷον Ἡμέρα. λόγος δέ ἐστι φωνὴ
σημαντικὴ ἀπὸ διανοίας ἐκπεμπομένη, οἷον Ἡμέρα ἐστί. διά-
λεκτος δέ ἐστι λέξις κεχαραγμένη ἐθνικῶς τε καὶ Ἑλληνικῶς, ἢ
λέξις ποταπή, τουτέστι ποιὰ κατὰ διάλεκτον, οἷον κατὰ μὲν τὴν
Ἀτθίδα Θάλαττα, κατὰ δὲ τὴν Ἰάδα Ἡμέρη.
 Τῆς δὲ λέξεως στοιχεῖά ἐστι τὰ εἰκοσιτέσσαρα γράμματα.
τριχῶς δὲ λέγεται τὸ γράμμα, τό τε στοιχεῖον ὅ τε χαρακτὴρ
τοῦ στοιχείου καὶ τὸ ὄνομα, οἷον Ἄλφα· φωνήεντα δέ ἐστι τῶν
στοιχείων ἑπτά, α, ε, η, ι, ο, υ, ω· ἄφωνα δὲ ἕξ, β, γ, δ, κ, π, τ.
διαφέρει δὲ φωνὴ καὶ λέξις , ὅτι φωνὴ μὲν καὶ ὁ ἦχός ἐστι, λέξις
δὲ τὸ ἔναρθρον μόνον. λέξις δὲ λόγου διαφέρει, ὅτι λόγος ἀεὶ
σημαντικός ἐστι, λέξις δὲ καὶ ἀσήμαντος, ὡς ἡ βλίτυρι, λόγος δὲ
οὐδαμῶς. διαφέρει δὲ καὶ τὸ λέγειν τοῦ προφέρεσθαι· προφέρονται...

Πλούταρχος. Numa (0007: 005)“Plutarch's lives, vol. 1”, Ed. Perrin,


503

B.Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1914, Repr. 1967.Ch.


19, Sec. 5, li.3

ἀπὸ τοῦ δευτέρου μὲν ἄρξαντος, Σεβαστοῦ δὲ


ἐπικληθέντος, ὠνομάσθη. τοὺς δὲ ἐφεξῆς Δο-
μετιανὸς εἰσεποίησε ταῖς αὑτοῦ προσωνυμίαις οὐ
πολὺν χρόνον, ἀλλὰ τὰς αὑτῶν ἀναλαβόντες
πάλιν ἐκείνου σφαγέντος ὁ μὲν ἕβδομος, ὁ δὲ
ὄγδοος καλοῦνται. μόνοι δ' οἱ τελευταῖοι δύο
τὴν ἀπὸ τῆς τάξεως κλῆσιν, ὥσπερ ἔσχον ἐξ
ἀρχῆς, διεφύλαξαν.
 Τῶν δὲ ὑπὸ Νομᾶ προστεθέντων ἢ μετατε-
θέντων ὁ μὲν Φεβρουάριος οἷον καθάρσιος ἄν τις
εἴη· καὶ γὰρ ἡ λέξις ἔγγιστα τοῦτο σημαίνει, καὶ
τοῖς φθιτοῖς ἐναγίζουσι τότε καὶ τὴν τῶν Λουπερ-
καλίων ἑορτὴν εἰς τὰ πολλὰ καθαρμῷ προσεοι-
κυῖαν τελοῦσιν· ὁ δὲ πρῶτος Ἰανουάριος ἀπὸ
τοῦ Ἰανοῦ. δοκεῖ δέ μοι τὸν Μάρτιον ὁ Νομᾶς  
ἐπώνυμον ὄντα τοῦ Ἄρεως ἐκ τῆς προεδρίας
μεταστῆσαι, βουλόμενος ἐν παντὶ τῆς πολεμικῆς
δυνάμεως προτιμᾶσθαι τὴν πολιτικήν. ὁ γὰρ
Ἰανὸς ἐν τοῖς πάνυ παλαιοῖς εἴτε δαίμων εἴτε
βασιλεὺς γενόμενος πολιτικὸς καὶ κοινωνικὸς ἐκ
τοῦ θηριώδους καὶ ἀγρίου λέγεται μεταβαλεῖν

Πλούταρχος. De animae procreatione in Timaeo (1012b–1030c)


(0007: 134)“Plutarchi moralia, vol. 6.1”, Ed. Hubert, C.
Leipzig: Teubner, 1954, Repr. 1959.Stephanus p. 1026, Sec. A, li.5

των τὸ μὲν ταὐτὸν οὐκ εἶχε διαφορὰν ὥστ' οὐδὲ κίνησιν


οὐδὲ γένεσιν, τὸ θάτερον δὲ τάξιν οὐκ εἶχεν ὥστ' οὐδὲ σύ-
στασιν οὐδὲ γένεσιν. καὶ γὰρ εἰ τῷ ταὐτῷ συμβέβηκεν
ἑτέρῳ εἶναι τοῦ ἑτέρου καὶ τῷ ἑτέρῳ πάλιν αὑτῷ ταὐτόν,
οὐθὲν ἡ τοιαύτη μέθεξις ἀλλήλων ποιεῖ γόνιμον, ἀλλὰ
δεῖται τρίτης τινὸς οἷον ὕλης ὑποδεχομένης καὶ διατιθε-
μένης ὑπ' ἀμφοτέρων. | αὕτη δ' ἐστίν, ἣν πρώτην συν-
έστησε τῷ περὶ τὰ νοητὰ μονίμῳ τοῦ περὶ τὰ σώματα
κινητικοῦ τὸ ἄπειρον ὁρίσας.
504

 Ὡς δὲ φωνή τίς ἐστιν ἄλογος καὶ ἀσήμαντος, λόγος


δὲ λέξις ἐν φωνῇ σημαντικῇ διανοίας, ἁρμονία δὲ τὸ ἐκ
φθόγγων καὶ διαστημάτων, καὶ φθόγγος μὲν ἓν καὶ ταὐ-
τὸν διάστημα δὲ φθόγγων ἑτερότης καὶ διαφορά, μιχθέν-
των δὲ τούτων ᾠδὴ γίγνεται καὶ μέλος· οὕτω τὸ παθητι-
κὸν τῆς ψυχῆς ἀόριστον ἦν καὶ ἀστάθμητον, εἶθ' ὡρίσθη
πέρατος ἐγγενομένου καὶ εἴδους τῷ μεριστῷ καὶ παντο-
δαπῷ τῆς κινήσεως· συλλαβοῦσα δὲ τὸ ταὐτὸν καὶ τὸ
θάτερον, ὁμοιότησι καὶ ἀνομοιότησιν ἀριθμῶν ἐκ δια-
φορᾶς ὁμολογίαν ἀπεργασαμένων ζωή τε τοῦ παντός
ἐστιν ἔμφρων καὶ ἁρμονία καὶ λόγος ἄγων πειθοῖ με-
μιγμένην ἀνάγκην, ἣν εἱμαρμένην οἱ πολλοὶ καλοῦ

Aeschylus Trag., Fragm. Tetralogy 35, play A, frag. 382a, li.3

  φλέβες’ – ’θανόντων’ φησὶν ἀψύχων – ....


 Aelian. Π. ζώιων XII 5: ... καὶ οἱ τὴν Ἁμαξιτὸν δὲ τῆς Τρωάδος
κατοικοῦντες μῦν σέβουσιν· ἔνθεν τοι καὶ τὸν Ἀπόλλω τὸν παρ' αὐτοῖς
τιμώμενον ‘Σμίνθιον’ καλοῦσι, φασίν. ἔτι γὰρ καὶ τοὺς Αἰολέας καὶ τοὺς
Τρῶας τὸν μῦν προσαγορεύειν ‘σμίνθον’, ὥσπερ οὖν καὶ Αἰσχύλος ἐν τῶι
Σισύφωι·
         ‘ἀλλ' ἀρουραῖός τίς ἐστι σμίνθος ὧδ' ὑπερφυής;’.
 Erotian. Τῶν παρ' Ἱπποκράτει λέξεων συναγ. Δ 2 p. 31, 6 Nachm.:
8‘διόπωι’ («Hippokr.» Ἐπιδημ. V 74)· τῶι τῆς νηὸς ἐπιμελητῆι, παρὰ τὸ
’διοπτεύειν’. Ἀττικὴ δὲ ἡ λέξις , κειμένη καὶ παρὰ Ἀριστοφάνει ἐν Ἀττι-
καῖς Λέξεσι (F 29 N.) καὶ παρὰ Αἰσχύλωι ἐν Σισύφω(hier wohl im
Sinne von οἰκονόμος: s. b) καὶ Εὐριπίδηι ἐν Ἱππολύτωι (sc. Καλυπτο-
μένωι, F 447 N.29).
 Eustath. Homer. Odyss. μ 16: ὅτι ἐν τῶι
  ’ἡμεῖς μὲν τὰ ἕκαστα διείπομεν’
’διέπειν’ τὸ ἐνεργεῖν λέγει. ὅθεν καὶ 8‘δίοπος’ ὁ οἰκονόμος παρ' Αἰσχύ-
λω...;  –  – Il. Β 207: ... ἐκ δὲ τούτου (sc. ‘διέπειν’) οὐ μόνον ‘δίοποι’
οἱ ἄρχοντες, ὡς καὶ Αἰσχύλος δηλοῖ (Pers. 44), ἀλλὰ καὶ ‘ἀδίοποι’ οἱ μὴ  
ἀρχόμενοι (Aischyl., Phryg. F 256)· ‘ἀδίοπος’ γάρ, φασίν, ὁ ἄναρχος

Αριστοτέλης. Ethica Nicomachea (0086: 010)“Aristotelis ethica


Nicomachea”, Ed. Bywater, I.Oxford: Clarendon Press, 1894, Repr.
1962.Bekker p. 1125a, li.14

μεγαλοψύχου τὸ ἀπομνημονεύειν, ἄλλως τε καὶ κακά, ἀλλὰ


505

μᾶλλον παρορᾶν. οὐδ' ἀνθρωπολόγος· οὔτε γὰρ περὶ αὑ-


τοῦ ἐρεῖ οὔτε περὶ ἑτέρου· οὔτε γὰρ ἵνα ἐπαινῆται μέλει
αὐτῷ οὔθ' ὅπως οἱ ἄλλοι ψέγωνται· οὐδ' αὖ ἐπαινετικός
ἐστιν· διόπερ οὐδὲ κακολόγος, οὐδὲ τῶν ἐχθρῶν, εἰ μὴ δι'
ὕβριν. καὶ περὶ ἀναγκαίων ἢ μικρῶν ἥκιστα ὀλοφυρτι-
κὸς καὶ δεητικός· σπουδάζοντος γὰρ οὕτως ἔχειν περὶ ταῦτα.
καὶ οἷος κεκτῆσθαι μᾶλλον τὰ καλὰ καὶ ἄκαρπα τῶν
καρπίμων καὶ ὠφελίμων· αὐτάρκους γὰρ μᾶλλον. καὶ κί-
νησις δὲ βραδεῖα τοῦ μεγαλοψύχου δοκεῖ εἶναι, καὶ φωνὴ
βαρεῖα, καὶ λέξις στάσιμος· οὐ γὰρ σπευστικὸς ὁ περὶ ὀλίγα
σπουδάζων, οὐδὲ σύντονος ὁ μηδὲν μέγα οἰόμενος· ἡ δ' ὀξυ-
φωνία καὶ ἡ ταχυτὴς διὰ τούτων. Τοιοῦτος μὲν οὖν ὁ μεγα-
λόψυχος· ὁ δ' ἐλλείπων μικρόψυχος, ὁ δ' ὑπερβάλλων  
χαῦνος. οὐ κακοὶ μὲν οὖν δοκοῦσιν εἶναι οὐδ' οὗτοι (οὐ γὰρ
κακοποιοί εἰσιν), ἡμαρτημένοι δέ. ὁ μὲν γὰρ μικρόψυχος
ἄξιος ὢν ἀγαθῶν ἑαυτὸν ἀποστερεῖ ὧν ἄξιός ἐστι, καὶ ἔοικε
κακὸν ἔχειν τι ἐκ τοῦ μὴ ἀξιοῦν ἑαυτὸν τῶν ἀγαθῶν, καὶ
ἀγνοεῖν δ' ἑαυτόν· ὠρέγετο γὰρ ἂν ὧν ἄξιος ἦν, ἀγαθῶν
γε ὄντων. οὐ μὴν ἠλίθιοί γε οἱ τοιοῦτοι δοκοῦσιν εἶναι,

Αριστοτέλης. Ποιητική. (0086: 034)“Aristotelis de arte Ποιητική.


liber”, Ed. Kassel, R.Oxford: Clarendon Press, 1965, Repr. 1968 [of 1966
corr. edn.].Bekker p. 1449b, li.33

ἀναλαβόντες αὐτῆς ἐκ τῶν εἰρημένων τὸν γινόμενον ὅρον


τῆς οὐσίας. ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας
καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκά-
στῳ τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγ-
γελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων
παθημάτων κάθαρσιν. λέγω δὲ ἡδυσμένον μὲν λόγον τὸν
ἔχοντα ῥυθμὸν καὶ ἁρμονίαν [καὶ μέλος], τὸ δὲ χωρὶς τοῖς
εἴδεσι τὸ διὰ μέτρων ἔνια μόνον περαίνεσθαι καὶ πάλιν ἕτερα
διὰ μέλους. ἐπεὶ δὲ πράττοντες ποιοῦνται τὴν μίμησιν, πρῶ-
τον μὲν ἐξ ἀνάγκης ἂν εἴη τι μόριον τραγῳδίας ὁ τῆς
ὄψεως κόσμος· εἶτα μελοποιία καὶ λέξις , ἐν τούτοις γὰρ
ποιοῦνται τὴν μίμησιν. λέγω δὲ λέξιν μὲν αὐτὴν τὴν τῶν
μέτρων σύνθεσιν, μελοποιίαν δὲ ὃ τὴν δύναμιν φανερὰν
ἔχει πᾶσαν. ἐπεὶ δὲ πράξεώς ἐστι μίμησις, πράττεται δὲ
ὑπὸ τινῶν πραττόντων, οὓς ἀνάγκη ποιούς τινας εἶναι κατά
τε τὸ ἦθος καὶ τὴν διάνοιαν (διὰ γὰρ τούτων καὶ τὰς
πράξεις εἶναί φαμεν ποιάς τινας [πέφυκεν αἴτια δύο τῶν
506

πράξεων εἶναι, διάνοια καὶ ἦθος] καὶ κατὰ ταύτας καὶ


τυγχάνουσι καὶ ἀποτυγχάνουσι πάντες),

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1450a, li.9

ὑπὸ τινῶν πραττόντων, οὓς ἀνάγκη ποιούς τινας εἶναι κατά


τε τὸ ἦθος καὶ τὴν διάνοιαν (διὰ γὰρ τούτων καὶ τὰς
πράξεις εἶναί φαμεν ποιάς τινας [πέφυκεν αἴτια δύο τῶν
πράξεων εἶναι, διάνοια καὶ ἦθος] καὶ κατὰ ταύτας καὶ
τυγχάνουσι καὶ ἀποτυγχάνουσι πάντες), ἔστιν δὲ τῆς μὲν
πράξεως ὁ μῦθος ἡ μίμησις, λέγω γὰρ μῦθον τοῦτον τὴν  
σύνθεσιν τῶν πραγμάτων, τὰ δὲ ἤθη, καθ' ὃ ποιούς τινας
εἶναί φαμεν τοὺς πράττοντας, διάνοιαν δέ, ἐν ὅσοις λέγον-
τες ἀποδεικνύασίν τι ἢ καὶ ἀποφαίνονται γνώμην – ἀνάγκη
οὖν πάσης τῆς τραγῳδίας μέρη εἶναι ἕξ, καθ' ὃ ποιά τις ἐστὶν
ἡ τραγῳδία· ταῦτα δ' ἐστὶ μῦθος καὶ ἤθη καὶ λέξις καὶ
διάνοια καὶ ὄψις καὶ μελοποιία. οἷς μὲν γὰρ μιμοῦνται,
δύο μέρη ἐστίν, ὡς δὲ μιμοῦνται, ἕν, ἃ δὲ μιμοῦνται, τρία,
καὶ παρὰ ταῦτα οὐδέν. τούτοις μὲν οὖν οὐκ ὀλίγοι αὐτῶνὡς
εἰπεῖν κέχρηνται τοῖς εἴδεσιν· καὶ γὰρ ὄψις ἔχει πᾶνκαὶ
ἦθος καὶ μῦθον καὶ λέξιν καὶ μέλος καὶ διάνοιαν ὡσαύτως.
μέγιστον δὲ τούτων ἐστὶν ἡ τῶν πραγμάτων σύστασις.
ἡ γὰρ τραγῳδία μίμησίς ἐστιν οὐκ ἀνθρώπων ἀλλὰ πρά-
ξεων καὶ βίου [καὶ εὐδαιμονία καὶ κακοδαιμονία ἐν
πράξει ἐστίν, καὶ τὸ τέλος πρᾶξίς τις ἐστίν,

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1450b, li.13

μάλιστα τῶν πραττόντων. τρίτον δὲ ἡ διάνοια· τοῦτο δέ


ἐστιν τὸ λέγειν δύνασθαι τὰ ἐνόντα καὶ τὰ ἁρμόττοντα,
ὅπερ ἐπὶ τῶν λόγων τῆς πολιτικῆς καὶ ῥητορικῆς ἔργον
ἐστίν· οἱ μὲν γὰρ ἀρχαῖοι πολιτικῶς ἐποίουν λέγοντας, οἱ
δὲ νῦν ῥητορικῶς. ἔστιν δὲ ἦθος μὲν τὸ τοιοῦτον ὃ δηλοῖ
τὴν προαίρεσιν, ὁποία τις [ἐν οἷς οὐκ ἔστι δῆλον ἢ προ-
αιρεῖται ἢ φεύγει] – διόπερ οὐκ ἔχουσιν ἦθος τῶν λόγων ἐν
οἷς μηδ' ὅλως ἔστιν ὅ τι προαιρεῖται ἢ φεύγει ὁ λέγων –  
διάνοια δὲ ἐν οἷς ἀποδεικνύουσί τι ὡς ἔστιν ἢ ὡς οὐκ ἔστιν
ἢ καθόλου τι ἀποφαίνονται. τέταρτον δὲ τῶν μὲν λόγωνἡ
λέξις · λέγω δέ, ὥσπερ πρότερον εἴρηται, λέξιν εἶναι τὴν
διὰ τῆς ὀνομασίας ἑρμηνείαν, ὃ καὶ ἐπὶ τῶν ἐμμέτρων καὶ  
ἐπὶ τῶν λόγων ἔχει τὴν αὐτὴν δύναμιν. τῶν δὲ λοιπῶν
507

ἡ μελοποιία μέγιστον τῶν ἡδυσμάτων, ἡ δὲ ὄψις ψυχαγω-


γικὸν μέν, ἀτεχνότατον δὲ καὶ ἥκιστα οἰκεῖον τῆς ποιη-
τικῆς· ἡ γὰρ τῆς τραγῳδίας δύναμις καὶ ἄνευ ἀγῶνος καὶ
ὑποκριτῶν ἔστιν, ἔτι δὲ κυριωτέρα περὶ τὴν ἀπεργασίαν
τῶν ὄψεων ἡ τοῦ σκευοποιοῦ τέχνη τῆς τῶν ποιητῶν ἐστιν.
 Διωρισμένων δὲ τούτων, λέγωμεν μετὰ ταῦτα ποίαν
τινὰ δεῖ τὴν σύστασιν εἶναι τῶν πραγμάτων, ἐπειδὴ τοῦτο
καὶ πρῶτον καὶ μέγιστον τῆς τραγῳδίας ἐστίν. κεῖται δὴ

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1452b, li.23

ωδυνίαι καὶ τρώσεις καὶ ὅσα τοιαῦτα.


 Μέρη δὲ τραγῳδίας οἷς μὲν ὡς εἴδεσι δεῖ χρῆσθαι
πρότερον εἴπομεν, κατὰ δὲ τὸ ποσὸν καὶ εἰς ἃ διαιρεῖται
κεχωρισμένα τάδε ἐστίν, πρόλογος ἐπεισόδιον ἔξοδος χορι-  
κόν, καὶ τούτου τὸ μὲν πάροδος τὸ δὲ στάσιμον, κοινὰ μὲν
ἁπάντων ταῦτα, ἴδια δὲ τὰ ἀπὸ τῆς σκηνῆς καὶ κομμοί.
ἔστιν δὲ πρόλογος μὲν μέρος ὅλον τραγῳδίας τὸ πρὸ χοροῦ
παρόδου, ἐπεισόδιον δὲ μέρος ὅλον τραγῳδίας τὸ μεταξὺ
ὅλων χορικῶν μελῶν, ἔξοδος δὲ μέρος ὅλον τραγῳδίας
μεθ' ὃ οὐκ ἔστι χοροῦ μέλος· χορικοῦ δὲ πάροδος μὲν ἡ
πρώτη λέξις ὅλη χοροῦ, στάσιμον δὲ μέλος χοροῦ τὸ ἄνευ
ἀναπαίστου καὶ τροχαίου, κομμὸς δὲ θρῆνος κοινὸς χοροῦ καὶ
ἀπὸ σκηνῆς. μέρη δὲ τραγῳδίας οἷς μὲν ὡς εἴδεσδεῖ
χρῆσθαι πρότερον εἴπαμεν, κατὰ δὲ τὸ ποσὸν καὶ εἰς ἃ
διαιρεῖται κεχωρισμένα ταῦτ' ἐστίν.
 Ὧν δὲ δεῖ στοχάζεσθαι καὶ ἃ δεῖ εὐλαβεῖσθαι συν-
ιστάντας τοὺς μύθους καὶ πόθεν ἔσται τὸ τῆς τραγῳδίας ἔρ-
γον, ἐφεξῆς ἂν εἴη λεκτέον τοῖς νῦν εἰρημένοις. ἐπειδὴ οὖν
δεῖ τὴν σύνθεσιν εἶναι τῆς καλλίστης τραγῳδίας μὴ ἁπλῆν
ἀλλὰ πεπλεγμένην καὶ ταύτην φοβερῶν καὶ ἐλεεινῶν εἶναι
μιμητικήν (τοῦτο γὰρ ἴδιον τῆς τοιαύτης μιμήσεώς ἐστιν),

Αριστοτέλης. Ποιητική. Bekker p. 1460b, li.5

τῷ δράματι, ὥσπερ ἐν Ἠλέκτρᾳ οἱ τὰ Πύθια ἀπαγγέλλον-


τες ἢ ἐν Μυσοῖς ὁ ἄφωνος ἐκ Τεγέας εἰς τὴν Μυσίαν ἥκων.
ὥστε τὸ λέγειν ὅτι ἀνῄρητο ἂν ὁ μῦθος γελοῖον· ἐξ ἀρχῆς
γὰρ οὐ δεῖ συνίστασθαι τοιούτους. ἂν δὲ θῇ καὶ φαίνηται
508

εὐλογωτέρως ἐνδέχεσθαι καὶ ἄτοπονἐπεὶ καὶ τὰ ἐν Ὀδυς-


σείᾳ ἄλογα τὰ περὶ τὴν ἔκθεσιν ὡς οὐκ ἂν ἦν ἀνεκτὰ δῆλον  
ἂν γένοιτο, εἰ αὐτὰ φαῦλος ποιητὴς ποιήσειε· νῦν δὲ τοῖς
ἄλλοις ἀγαθοῖς ὁ ποιητὴς ἀφανίζει ἡδύνων τὸ ἄτοπον. τῇ δὲ
λέξει δεῖ διαπονεῖν ἐν τοῖς ἀργοῖς μέρεσιν καὶ μήτε ἠθικοῖς
μήτε διανοητικοῖς· ἀποκρύπτει γὰρ πάλιν ἡ λίαν λαμπρὰ
λέξις τά τε ἤθη καὶ τὰς διανοίας.
 Περὶ δὲ προβλημάτων καὶ λύσεων, ἐκ πόσων τε καὶ
ποίων εἰδῶν ἐστιν, ὧδ' ἂν θεωροῦσιν γένοιτ' ἂν φανερόν.
ἐπεὶ γάρ ἐστι μιμητὴς ὁ ποιητὴς ὡσπερανεὶ ζωγράφος ἤ τις
ἄλλος εἰκονοποιός, ἀνάγκη μιμεῖσθαι τριῶν ὄντων τὸν ἀριθ-
μὸν ἕν τι ἀεί, ἢ γὰρ οἷα ἦν ἢ ἔστιν, ἢ οἷά φασιν καὶ δοκεῖ,
ἢ οἷα εἶναι δεῖ. ταῦτα δ' ἐξαγγέλλεται λέξει ἐν ᾗ καὶ
γλῶτται καὶ μεταφοραὶ καὶ πολλὰ πάθη τῆς λέξεώς ἐστι·
δίδομεν γὰρ ταῦτα τοῖς ποιηταῖς. πρὸς δὲ τούτοις οὐχ ἡ αὐτὴ
ὀρθότης ἐστὶν τῆς πολιτικῆς καὶ τῆς ποιητικῆς οὐδὲ ἄλλης
τέχνης καὶ ποιητικῆς. αὐτῆς δὲ τῆς ποιητικῆς διττὴ ἁμαρτία,

Αριστοτέλης. Ρητορική. (0086: 038)“Aristotelis Ρητορική τέχνη. . ”,


Ed. Ross, W.D.Oxford: Clarendon Press, 1959, Repr. 1964.
Bekker p. 1368a, li.8

ἡ εὐδαιμονία τὴν ἀρετήν, καὶ ὁ εὐδαιμονισμὸς περιέχει ταῦτα.


 ἔχει δὲ κοινὸν εἶδος ὁ ἔπαινος καὶ αἱ συμβουλαί.
ἃ γὰρ ἐν τῷ συμβουλεύειν ὑπόθοιο ἄν, ταῦτα μετατεθέντα
τῇ λέξει ἐγκώμια γίγνεται. ἐπεὶ οὖν ἔχομεν ἃ δεῖ πράτ-
τειν καὶ ποῖόν τινα εἶναι δεῖ, ταῦτα ὡς ὑποθήκας λέγοντας
τῇ λέξει μετατιθέναι δεῖ καὶ στρέφειν, οἷον ὅτι οὐ δεῖ
μέγα φρονεῖν ἐπὶ τοῖς διὰ τύχην ἀλλὰ τοῖς δι' αὑτόν.
οὕτω μὲν οὖν λεχθὲν ὑποθήκην δύναται, ὡδὶ δ' ἔπαινον “μέγα
φρονῶν οὐκ ἐπὶ τοῖς διὰ τύχην ὑπάρχουσιν ἀλλὰ τοῖς δι'
αὑτόν”. ὥστε ὅταν ἐπαινεῖν βούλῃ, ὅρα τί ἂν ὑπόθοιο· καὶ ὅταν  
ὑποθέσθαι, ὅρα τί ἂν ἐπαινέσειας. ἡ δὲ λέξις ἔσται ἀντικειμένη
ἐξ ἀνάγκης ὅταν τὸ μὲν κωλῦον τὸ δὲ μὴ κωλῦον μετατεθῇ.
 χρηστέον δὲ καὶ τῶν αὐξητικῶν πολλοῖς, οἷον εἰ μό-
νος ἢ πρῶτος ἢ μετ' ὀλίγων ἢ καὶ [ὃ] μάλιστα πεποίηκεν·
ἅπαντα γὰρ ταῦτα καλά. καὶ τῷ ἐκ τῶν χρόνων καὶ
τῶν καιρῶν· τούτῳ δ' εἰ παρὰ τὸ προσῆκον. καὶ εἰ πολ-
λάκις τὸ αὐτὸ κατώρθωκεν· μέγα γὰρ καὶ οὐκ ἀπὸ
τύχης ἀλλὰ δι' αὑτοῦ ἂν δόξειεν.
Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1401a, li.7
509

ρίζουσιν ὥσθ' ἅμα εἰρημένων γνωρίζειν.


 Ἐπεὶ δ' ἐνδέχεται τὸν μὲν εἶναι συλλογισμόν, τὸν δὲ μὴ
εἶναι μὲν φαίνεσθαι δέ, ἀνάγκη καὶ ἐνθύμημα τὸ μὲν εἶναι, τὸ
δὲ μὴ εἶναι ἐνθύμημα φαίνεσθαι δέ, ἐπείπερ τὸ ἐνθύμημα συλ-
λογισμός τις. τόποι δ' εἰσὶ τῶν φαινομένων ἐνθυμημάτων
εἷς μὲν ὁ παρὰ τὴν λέξιν, καὶ τούτου ἓν μὲν μέρος, ὥσπερ
ἐν τοῖς διαλεκτικοῖς, τὸ μὴ συλλογισάμενον συμπερα-
σματικῶς τὸ τελευταῖον εἰπεῖν, “οὐκ ἄρα τὸ καὶ τό, ἀνάγκη
ἄρα τὸ καὶ τό”, ἐν τοῖς ἐνθυμήμασι τὸ συνεστραμμένως καὶ
ἀντικειμένως εἰπεῖν φαίνεται ἐνθύμημα (ἡ γὰρ τοιαύτη
λέξις χώρα ἐστὶν ἐνθυμήματος)· καὶ ἔοικε τὸ τοιοῦτον εἶναι
παρὰ τὸ σχῆμα τῆς λέξεως. ἔστι δὲ εἰς τὸ τῇ λέξει συλ-
λογιστικῶς λέγειν χρήσιμον τὸ συλλογισμῶν πολλῶν κεφάλαια
λέγειν, ὅτι τοὺς μὲν ἔσωσε, τοῖς δ' ἑτέροις ἐτιμώρησε, τοὺς  
δ' Ἕλληνας ἠλευθέρωσε· ἕκαστον μὲν γὰρ τούτων ἐξ ἄλλων
ἀπεδείχθη, συντεθέντων δὲ φαίνεται καὶ ἐκ τούτων τι γίγνε-
σθαι.

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1404a, li.26

τερον, περὶ δὲ τὴν λέξιν ἔντεχνον. διὸ καὶ τοῖς τοῦτο δυνα-
μένοις γίνεται πάλιν ἆθλα, καθάπερ καὶ τοῖς κατὰ τὴν ὑπό-  
κρισιν ῥήτορσιν· οἱ γὰρ γραφόμενοι λόγοι μεῖζον ἰσχύουσι
διὰ τὴν λέξιν ἢ διὰ τὴν διάνοιαν.
 ἤρξαντο μὲν οὖν κινῆσαι τὸ πρῶτον, ὥσπερ πέφυκεν,
οἱ ποιηταί· τὰ γὰρ ὀνόματα μιμήματα ἐστίν, ὑπῆρξεν δὲ
καὶ ἡ φωνὴ πάντων μιμητικώτατον τῶν μορίων ἡμῖν· διὸ
καὶ αἱ τέχναι συνέστησαν ἥ τε ῥαψῳδία καὶ ἡ ὑποκριτικὴ
καὶ ἄλλαι γε. ἐπεὶ δ' οἱ ποιηταί, λέγοντες εὐήθη, διὰ τὴν
λέξιν ἐδόκουν πορίσασθαι τὴν δόξαν, διὰ τοῦτο
ποιητικὴ πρώτη ἐγένετο λέξις , οἷον ἡ Γοργίου, καὶ νῦν
ἔτι οἱ πολλοὶ τῶν ἀπαιδεύτων τοὺς τοιούτους οἴονται δια-
λέγεσθαι κάλλιστα. τοῦτο δ' οὐκ ἔστιν, ἀλλ' ἑτέρα λόγου
καὶ ποιήσεως λέξις ἐστίν. δηλοῖ δὲ τὸ συμβαῖνον· οὐδὲ γὰρ
οἱ τὰς τραγῳδίας ποιοῦντες ἔτι χρῶνται τὸν αὐτὸν πρόπον,
ἀλλ' ὥσπερ καὶ ἐκ τῶν τετραμέτρων εἰς τὸ ἰαμβεῖον μετ-
έβησαν διὰ τὸ τῷ λόγῳ τοῦτο τῶν μέτρων ὁμοιότατον εἶναι
τῶν ἄλλων, οὕτω καὶ τῶν ὀνομάτων ἀφείκασιν ὅσα παρὰ
τὴν διάλεκτόν ἐστιν,

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1404a, li.29


510

διὰ τὴν λέξιν ἢ διὰ τὴν διάνοιαν.


 ἤρξαντο μὲν οὖν κινῆσαι τὸ πρῶτον, ὥσπερ πέφυκεν,
οἱ ποιηταί· τὰ γὰρ ὀνόματα μιμήματα ἐστίν, ὑπῆρξεν δὲ
καὶ ἡ φωνὴ πάντων μιμητικώτατον τῶν μορίων ἡμῖν· διὸ
καὶ αἱ τέχναι συνέστησαν ἥ τε ῥαψῳδία καὶ ἡ ὑποκριτικὴ
καὶ ἄλλαι γε. ἐπεὶ δ' οἱ ποιηταί, λέγοντες εὐήθη, διὰ τὴν
λέξιν ἐδόκουν πορίσασθαι τὴν δόξαν, διὰ τοῦτο
ποιητικὴ πρώτη ἐγένετο λέξις , οἷον ἡ Γοργίου, καὶ νῦν
ἔτι οἱ πολλοὶ τῶν ἀπαιδεύτων τοὺς τοιούτους οἴονται δια-
λέγεσθαι κάλλιστα. τοῦτο δ' οὐκ ἔστιν, ἀλλ' ἑτέρα λόγου
καὶ ποιήσεως λέξις ἐστίν. δηλοῖ δὲ τὸ συμβαῖνον· οὐδὲ γὰρ
οἱ τὰς τραγῳδίας ποιοῦντες ἔτι χρῶνται τὸν αὐτὸν πρόπον,
ἀλλ' ὥσπερ καὶ ἐκ τῶν τετραμέτρων εἰς τὸ ἰαμβεῖον μετ-
έβησαν διὰ τὸ τῷ λόγῳ τοῦτο τῶν μέτρων ὁμοιότατον εἶναι
τῶν ἄλλων, οὕτω καὶ τῶν ὀνομάτων ἀφείκασιν ὅσα παρὰ
τὴν διάλεκτόν ἐστιν, οἷς [δ'] οἱ πρῶτοι ἐκόσμουν, καὶ ἔτι
νῦν οἱ τὰ ἑξάμετρα ποιοῦντες [ἀφείκασιν]. διὸ γελοῖον μι-
μεῖσθαι τούτους οἳ αὐτοὶ οὐκέτι χρῶνται ἐκείνῳ τῷ τρόπῳ,
ὥστε φανερὸν ὅτι οὐχ ἅπαντα ὅσα περὶ λέξεως ἔστιν εἰπεῖν
ἀκριβολογητέον ἡμῖν, ἀλλ' ὅσα περὶ τοιαύτης οἵας λέγομεν.
περὶ δ' ἐκείνης εἴρηται ἐν τοῖς περὶ ποιητικῆς.

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1406b, li.2

τῆς ὕλης κλάδοις ἀπέκρυψεν, καὶ οὐ τὸ σῶμα παρήμπισχεν


ἀλλὰ τὴν τοῦ σώματος αἰσχύνην, καὶ ἀντίμιμον τὴν τῆς
ψυχῆς ἐπιθυμίαν (τοῦτο δ' ἅμα καὶ διπλοῦν καὶ ἐπίθετον,
ὥστε ποίημα γίνεται), καὶ οὕτως ἔξεδρον τὴν τῆς μοχθηρίας
ὑπερβολήν. διὸ ποιητικῶς λέγοντες τῇ ἀπρεπείᾳ τὸ γελοῖον
καὶ τὸ ψυχρὸν ἐμποιοῦσι, καὶ τὸ ἀσαφὲς διὰ τὴν ἀδολε-
σχίαν· ὅταν γὰρ γιγνώσκοντι ἐπεμβάλλῃ, διαλύει τὸ σαφὲς
τῷ ἐπισκοτεῖν. οἱ δ' ἄνθρωποι τοῖς διπλοῖς χρῶνται ὅταν
ἀνώνυμον ᾖ καὶ ὁ λόγος εὐσύνθετος, οἷον τὸ χρονοτριβεῖν·
ἀλλ' ἂν πολύ, πάντως ποιητικόν· διὸ χρησιμωτάτη ἡ διπλῆ
λέξις τοῖς διθυραμβοποιοῖς (οὗτοι γὰρ ψοφώδεις), αἱ δὲ
γλῶτται τοῖς ἐποποιοῖς (σεμνὸν γὰρ καὶ αὔθαδες), ἡ δὲ μετα-
φορὰ τοῖς ἰαμβείοις (τούτοις γὰρ νῦν χρῶνται, ὥσπερ  
εἴρηται). καὶ ἔτι τέταρτον τὸ ψυχρὸν ἐν ταῖς μεταφοραῖς
γίνεται· εἰσὶν γὰρ καὶ μεταφοραὶ ἀπρεπεῖς, αἱ μὲν διὰ τὸ
γελοῖον (χρῶνται γὰρ καὶ οἱ κωμῳδοποιοὶ μεταφοραῖς), αἱ
δὲ διὰ τὸ σεμνὸν ἄγαν καὶ τραγικόν· ἀσαφεῖς δέ, ἂν πόρ-
511

ρωθεν, οἷον Γοργίας “χλωρὰ καὶ ἄναιμα τὰ πράγματα”, “σὺ


δὲ ταῦτα αἰσχρῶς μὲν ἔσπειρας κακῶς δὲ ἐθέρισας”· ποιη-
τικῶς γὰρ ἄγαν. καὶ ὡς Ἀλκιδάμας τὴν φιλοσοφίαν “

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1408a, li.10

μον, ἐξ ὧν μὴ ἔχει λέγειν, ὃ ἐκεῖνος ποιεῖ ἐπὶ τοῦ Τευμησσοῦ,


      
      ἔστι τις ἠνεμόεις ὀλίγος λόφος·
      
αὔξεται γὰρ οὕτως εἰς ἄπειρον. ἔστι δὲ τοῦτο καὶ ἐπὶ
ἀγαθῶν καὶ κακῶν, ὅπως οὐκ ἔχει, ὁποτέρως ἂν ᾖ χρή-
σιμον, ὅθεν καὶ τὰ ὀνόματα οἱ ποιηταὶ φέρουσιν, τὸ ἄχορδον
καὶ τὸ ἄλυρον μέλος· ἐκ τῶν στερήσεων γὰρ ἐπιφέρουσιν·
εὐδοκιμεῖ γὰρ τοῦτο ἐν ταῖς μεταφοραῖς λεγόμενον ταῖς ἀνά-
λογον, οἷον τὸ φάναι τὴν σάλπιγγα ἱέναι μέλος ἄλυρον.
 Τὸ δὲ πρέπον ἕξει ἡ λέξις , ἐὰν ᾖ παθητική τε καὶ
ἠθικὴ καὶ τοῖς ὑποκειμένοις πράγμασιν ἀνάλογον. τὸ
δ' ἀνάλογόν ἐστιν ἐὰν μήτε περὶ εὐόγκων αὐτοκαβδάλως λέ-
γηται μήτε περὶ εὐτελῶν σεμνῶς, μηδ' ἐπὶ τῷ εὐτελεῖ ὀνό-
ματι ἐπῇ κόσμος· εἰ δὲ μή, κωμῳδία φαίνεται, οἷον ποιεῖ
Κλεοφῶν· ὁμοίως γὰρ ἔνια ἔλεγε καὶ εἰ εἴπειεν [ἂν] “πότνια
συκῆ”. παθητικὴ δέ, ἐὰν μὲν ᾖ ὕβρις, ὀργιζομένου λέξις ,  
ἐὰν δὲ ἀσεβῆ καὶ αἰσχρά, δυσχεραίνοντος καὶ εὐλαβουμένου
καὶ λέγειν, ἐὰν δὲ ἐπαινετά, ἀγαμένως, ἐὰν δὲ ἐλεεινά,
ταπεινῶς, καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων δὲ ὁμοίως.

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1408a, li.16

καὶ τὸ ἄλυρον μέλος· ἐκ τῶν στερήσεων γὰρ ἐπιφέρουσιν·


εὐδοκιμεῖ γὰρ τοῦτο ἐν ταῖς μεταφοραῖς λεγόμενον ταῖς ἀνά-
λογον, οἷον τὸ φάναι τὴν σάλπιγγα ἱέναι μέλος ἄλυρον.
 Τὸ δὲ πρέπον ἕξει ἡ λέξις , ἐὰν ᾖ παθητική τε καὶ
ἠθικὴ καὶ τοῖς ὑποκειμένοις πράγμασιν ἀνάλογον. τὸ
δ' ἀνάλογόν ἐστιν ἐὰν μήτε περὶ εὐόγκων αὐτοκαβδάλως λέ-
γηται μήτε περὶ εὐτελῶν σεμνῶς, μηδ' ἐπὶ τῷ εὐτελεῖ ὀνό-
ματι ἐπῇ κόσμος· εἰ δὲ μή, κωμῳδία φαίνεται, οἷον ποιεῖ
Κλεοφῶν· ὁμοίως γὰρ ἔνια ἔλεγε καὶ εἰ εἴπειεν [ἂν] “πότνια
συκῆ”. παθητικὴ δέ, ἐὰν μὲν ᾖ ὕβρις, ὀργιζομένου λέξις ,  
ἐὰν δὲ ἀσεβῆ καὶ αἰσχρά, δυσχεραίνοντος καὶ εὐλαβουμένου
καὶ λέγειν, ἐὰν δὲ ἐπαινετά, ἀγαμένως, ἐὰν δὲ ἐλεεινά,
512

ταπεινῶς, καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων δὲ ὁμοίως. πιθανοῖ δὲ τὸ


πρᾶγμα καὶ ἡ οἰκεία λέξις · παραλογίζεταί τε γὰρ ἡ ψυχὴ
ὡς ἀληθῶς λέγοντος, ὅτι ἐπὶ τοῖς τοιούτοις οὕτως ἔχουσιν,
ὥστ' οἴονται, εἰ καὶ μὴ οὕτως ἔχει ὡς λέγεὁ λέγων, τὰ πρά-
γματα οὕτως ἔχειν, καὶ συνομοπαθεῖ ὁ ἀκούων ἀεὶ τῷ
παθητικῶς λέγοντι, κἂν μηθὲν λέγῃ. διὸ πολλοὶ καταπλήτ-
τουσι τοὺς ἀκροατὰς θορυβοῦντες. καὶ ἠθικὴ δὲ αὕτη ἡ
ἐκ τῶν σημείων δεῖξις, ὅτε ἀκολουθεῖ ἡ ἁρμόττουσα ἑκάστῳ

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1408a, li.20

ἠθικὴ καὶ τοῖς ὑποκειμένοις πράγμασιν ἀνάλογον. τὸ


δ' ἀνάλογόν ἐστιν ἐὰν μήτε περὶ εὐόγκων αὐτοκαβδάλως λέ-
γηται μήτε περὶ εὐτελῶν σεμνῶς, μηδ' ἐπὶ τῷ εὐτελεῖ ὀνό-
ματι ἐπῇ κόσμος· εἰ δὲ μή, κωμῳδία φαίνεται, οἷον ποιεῖ
Κλεοφῶν· ὁμοίως γὰρ ἔνια ἔλεγε καὶ εἰ εἴπειεν [ἂν] “πότνια
συκῆ”. παθητικὴ δέ, ἐὰν μὲν ᾖ ὕβρις, ὀργιζομένου λέξις ,  
ἐὰν δὲ ἀσεβῆ καὶ αἰσχρά, δυσχεραίνοντος καὶ εὐλαβουμένου
καὶ λέγειν, ἐὰν δὲ ἐπαινετά, ἀγαμένως, ἐὰν δὲ ἐλεεινά,
ταπεινῶς, καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων δὲ ὁμοίως. πιθανοῖ δὲ τὸ
πρᾶγμα καὶ ἡ οἰκεία λέξις · παραλογίζεταί τε γὰρ ἡ ψυχὴ
ὡς ἀληθῶς λέγοντος, ὅτι ἐπὶ τοῖς τοιούτοις οὕτως ἔχουσιν,
ὥστ' οἴονται, εἰ καὶ μὴ οὕτως ἔχει ὡς λέγεὁ λέγων, τὰ πρά-
γματα οὕτως ἔχειν, καὶ συνομοπαθεῖ ὁ ἀκούων ἀεὶ τῷ
παθητικῶς λέγοντι, κἂν μηθὲν λέγῃ. διὸ πολλοὶ καταπλήτ-
τουσι τοὺς ἀκροατὰς θορυβοῦντες. καὶ ἠθικὴ δὲ αὕτη ἡ
ἐκ τῶν σημείων δεῖξις, ὅτε ἀκολουθεῖ ἡ ἁρμόττουσα ἑκάστῳ
γένει καὶ ἕξει. λέγω δὲ γένος μὲν καθ' ἡλικίαν, οἷον παῖς
ἢ ἀνὴρ ἢ γέρων, καὶ γυνὴ ἢ ἀνήρ, καὶ Λάκων ἢ Θεττα-
λός, ἕξεις δέ, καθ' ἃς ποιός τις τῷ βίῳ· οὐ γὰρ καθ' ἅ-
πασαν ἕξιν οἱ βίοι ποιοί τινες. ἐὰν οὖν καὶ τὰ ὀνόματα

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1408b, li.34

λιν ἥξει· ὥσπερ οὖν τῶν κηρύκων προλαμβάνουσι τὰ


παιδία τὸ “τίνα αἱρεῖται ἐπίτροπον ὁ ἀπελευθερούμενος;”
“Κλέωνα”· τὸ δὲ ἄρρυθμον ἀπέραντον, δεῖ δὲ πεπεράν-
θαι μέν, μὴ μέτρῳ δέ· ἀηδὲς γὰρ καὶ ἄγνωστον τὸ ἄπει-
ρον. περαίνεται δὲ ἀριθμῷ πάντα· ὁ δὲ τοῦ σχήματος τῆς
λέξεως ἀριθμὸς ῥυθμός ἐστιν, οὗ καὶ τὰ μέτρα τμήματα·
513

διὸ ῥυθμὸν δεῖ ἔχειν τὸν λόγον, μέτρον δὲ μή· ποίημα  


γὰρ ἔσται. ῥυθμὸν δὲ μὴ ἀκριβῶς· τοῦτο δὲ ἔσται ἐὰν
μέχρι του ᾖ. τῶν δὲ ῥυθμῶν ὁ μὲν ἡρῷος σεμνῆς ἀλλ' οὐ
λεκτικῆς ἁρμονίας δεόμενος, ὁ δ' ἴαμβος αὐτή ἐστιν ἡ
λέξις ἡ τῶν πολλῶν (διὸ μάλιστα πάντων τῶν μέτρων
ἰαμβεῖα φθέγγονται λέγοντες), δεῖ δὲ σεμνότητα γενέσθαι
καὶ ἐκστῆσαι. ὁ δὲ τροχαῖος κορδακικώτερος· δηλοῖ δὲ
τὰ τετράμετρα· ἔστι γὰρ τροχερὸς ῥυθμὸς τὰ τετράμετρα.
λείπεται δὲ παιάν, ᾧ ἐχρῶντο μὲν ἀπὸ Θρασυμάχου ἀρξά-
μενοι, οὐκ εἶχον δὲ λέγειν τίς ἦν. ἔστι δὲ τρίτος ὁ παιάν,
καὶ ἐχόμενος τῶν εἰρημένων· τρία γὰρ πρὸς δύ' ἐστίν,
ἐκείνων δὲ ὁ μὲν ἓν πρὸς ἕν, ὁ δὲ δύο πρὸς ἕν, ἔχεται
δὲ τῶν λόγων τούτων ὁ ἡμιόλιος· οὗτος δ' ἐστὶν ὁ παιάν.
οἱ μὲν οὖν ἄλλοι διά τε τὰ εἰρημένα ἀφετέοι, καὶ διότι
μετρικοί· ὁ δὲ παιὰν ληπτέος· ἀπὸ μόνου γὰρ οὐκ ἔστι

Αριστοτέλης. Ρητορική. Bekker p. 1409a, li.27

    
οὗτος δὲ τελευτὴν ποιεῖ· ἡ γὰρ βραχεῖα διὰ τὸ ἀτελὴς
εἶναι ποιεῖ κολοβόν. ἀλλὰ δεῖ τῇ μακρᾷ ἀποκόπτεσθαι, καὶ  
δήλην εἶναι τὴν τελευτὴν μὴ διὰ τὸν γραφέα, μηδὲ διὰ τὴν
παραγραφήν, ἀλλὰ διὰ τὸν ῥυθμόν.
 ὅτι μὲν οὖν εὔρυθμον δεῖ εἶναι τὴν λέξιν καὶ μὴ
ἄρρυθμον, καὶ τίνες εὔρυθμον ποιοῦσι ῥυθμοὶ καὶ πῶς
ἔχοντες, εἴρηται· τὴν δὲ λέξιν ἀνάγκη εἶναι ἢ εἰρομένην
καὶ τῷ συνδέσμῳ μίαν, ὥσπερ αἱ ἐν τοῖς διθυράμβοις ἀνα-
βολαί, ἢ κατεστραμμένην καὶ ὁμοίαν ταῖς τῶν ἀρχαίων ποιη-
τῶν ἀντιστρόφοις. ἡ μὲν οὖν εἰρομένη λέξις ἡ ἀρχαία ἐστίν
[”Ἡροδότου Θουρίου ἥδ' ἱστορίης ἀπόδειξις”] (ταύτῃ γὰρ πρό-
τερον μὲν ἅπαντες, νῦν δὲ οὐ πολλοὶ χρῶνται)· λέγω δὲ
εἰρομένην ἣ οὐδὲν ἔχει τέλος καθ' αὑτήν, ἂν μὴ τὸ πρᾶγμα
τὸ λεγόμενον τελειωθῇ. ἔστι δὲ ἀηδὴς διὰ τὸ ἄπειρον· τὸ γὰρ
τέλος πάντες βούλονται καθορᾶν· διόπερ ἐπὶ τοῖς καμπτῆρ-
σιν ἐκπνέουσι καὶ ἐκλύονται· προορῶντες γὰρ τὸ πέρας οὐ
κάμνουσι πρότερον. ἡ μὲν οὖν εἰρομένη [τῆς λέξεώς] ἐστιν
ἥδε, κατεστραμμένη δὲ ἡ ἐν περιόδοις· λέγω δὲ περίοδον
λέξιν ἔχουσαν ἀρχὴν καὶ τελευτὴν αὐτὴν καθ' αὑτὴν καὶ
μέγεθος εὐσύνοπτον. ἡδεῖα δ' ἡ τοιαύτη καὶ εὐμαθής,
514

Αίλιος Ηρωδιανός. De prosodia catholica Part+vol. 3,1, p. 60, li.30

σθήσεται. ἄλλως τε εἰ εὑρέθη αὐτοῦ ἡ αἰτιατικὴ ὡς ἀπὸ βαρυτόνου


»Φυλλείδην τε Μέγητα» (Il. Τ 239), ὅτε μὴ οὕτως ἔχῃ, περισπασθή-
σεται ὡς Θαλῆν καὶ Θάλητα καὶ Φαλῆν Φάλητα. ἔστι δὲ ὑπὲρ τοῦ
Ἀριστάρχου πρὸς αὐτοὺς πρῶτον μὲν ἐκεῖνο εἰπεῖν, ὅτι οὐχ ἁπλῶς
τὰ εἰς ης, ἀλλὰ τὰ ῥηματικὰ μὴ εἰς της λήγοντα τὴν προειρημένην
ἀναδέχεται κλίσιν οἷον λέβης, Λάχης, Δάρης, Χάρης, πλάνης, πένης,
Τρό-
μης, Κράτης. πρόσκειται δὲ «μὴ εἰς της» διὰ τὸ δότης, πλύτης, θύτης.
ἔπειτα πολλά ἐστι διχῶς κεκλιμένα. τὸ γοῦν Μύνης ὁ μὲν ποιητὴς
περιττοσυλλάβως ἔκλινεν «πέρσεν δὲ πόλιν θείοιο Μύνητος» (Il. Τ
296)· ὁ δὲ Σοφοκλῆς ἐν Αἰχμαλωτίσιν ἰσοσυλλάβως «Μύνου Ἐπιστρό-
φου τε», μύκητά τε καὶ μύκην, εἰ καὶ πολλὰ σημαίνει ἡ λέξις · σημαίνει
γὰρ καὶ τοὺς σπινθῆρας τοὺς ἐπικειμένους τοῖς λύχνοις ὡς παρὰ
Καλλιμάχῳ ἐν Ἑκάλῃ (fr. 4)      ὁπότε λύχνου
  δαιομένου πυρόεντος ἄδην ἐγένοντο μύκητες.
σημαίνει δὲ καὶ τοὺς ἀμανίτας τοὺς περὶ τὰ δένδρα γινομένους ὡς παρὰ
Ἀντιφάνει «ὄπτα μύκητας πρινίνους τοῦσδε δύο» (Mein. fr. com. p. 557
ed. min.). σημαίνει δὲ καὶ τὸ μέρος τῆς λαβῆς τοῦ ξίφους «ἔνθα κρατεῖ
τις, οὗ πεσόντος ἐκ Περσέως Μυκήνας συνέβη κτισθῆναι», σημαίνει δὲ
καὶ τὸ αἰδοῖον τοῦ ἀνθρώπου, ὅπερ ἰσοσυλλάβως ἔκλινεν Ἀρχίλοχος (fr.
96 ergk)...

Χρονολογική ταξινόμηση

 1.Αντιφών. Fragm. {0028.008} (5 B.C.) Frag. 183 li.1


 (181) τίμιον ἀντὶ τοῦ ἔντιμον· οὕτως Ἀ. Phot. 590, 11.
(182) καὶ ὡς Ἀ. φιλοχρηματεῖν. Poll. III 113.
(183) χρημάτων· —κεῖται δὲ ἡ λέξις καὶ ἐπὶ πρά-
γματος ἢ προσώπου ἢ λόγου, ὡς Ἀντιφῶν. Suid. II 2
p. 1669, 3.
 

 2. Πλάτων. Respublica {0059.030} (5-4 B.C.) Stephanus p. 396


Sec. e li.5
   Εἰκός, ἔφη.
  Οὐκοῦν διηγήσει χρήσεται οἵᾳ ἡμεῖς ὀλίγον πρότερον
διήλθομεν περὶ τὰ τοῦ Ὁμήρου ἔπη, καὶ ἔσται αὐτοῦ ἡ λέξις    (5)
515

μετέχουσα μὲν ἀμφοτέρων, μιμήσεώς τε καὶ τῆς ἄλλης διηγή-


σεως, σμικρὸν δέ τι μέρος ἐν πολλῷ λόγῳ τῆς μιμήσεως; ἢ
 

 3. Πλάτων. Respublica {0059.030} (5-4 B.C.) Stephanus p. 397


Sec. b li.1
 καὶ σαλπίγγων καὶ αὐλῶν καὶ συρίγγων καὶ πάντων ὀργάνων
φωνάς, καὶ ἔτι κυνῶν καὶ προβάτων καὶ ὀρνέων φθόγγους·
(b) καὶ ἔσται δὴ ἡ τούτου λέξις ἅπασα διὰ μιμήσεως φωναῖς τε
καὶ σχήμασιν, ἢ σμικρόν τι διηγήσεως ἔχουσα;
  Ἀνάγκη, ἔφη, καὶ τοῦτο.
 

 4. Αριστοτέλης. Ηθικά Νικομάχεια. (4 B.C.) Bekker p. 1125a


li.14
 καρπίμων καὶ ὠφελίμων· αὐτάρκους γὰρ μᾶλλον. καὶ κί-
νησις δὲ βραδεῖα τοῦ μεγαλοψύχου δοκεῖ εἶναι, καὶ φωνὴ
βαρεῖα, καὶ λέξις στάσιμος· οὐ γὰρ σπευστικὸς ὁ περὶ ὀλίγα
σπουδάζων, οὐδὲ σύντονος ὁ μηδὲν μέγα οἰόμενος· ἡ δ’ ὀξυ-   (15)
φωνία καὶ ἡ ταχυτὴς διὰ τούτων. Τοιοῦτος μὲν οὖν ὁ μεγα-
 

 5. Αριστοτέλης. Ποιητική. {0086.034} (4 B.C.) Bekker p. 1449b


li.33
 διὰ μέλους. ἐπεὶ δὲ πράττοντες ποιοῦνται τὴν μίμησιν, πρῶ-
τον μὲν ἐξ ἀνάγκης ἂν εἴη τι μόριον τραγῳδίας ὁ τῆς
ὄψεως κόσμος· εἶτα μελοποιία καὶ λέξις , ἐν τούτοις γὰρ
ποιοῦνται τὴν μίμησιν. λέγω δὲ λέξιν μὲν αὐτὴν τὴν τῶν
μέτρων σύνθεσιν, μελοποιίαν δὲ ὃ τὴν δύναμιν φανερὰν    (35)
 

 6. Αριστοτέλης. Ποιητική. {0086.034} (4 B.C.) Bekker p. 1450a


li.9
 τες ἀποδεικνύασίν τι ἢ καὶ ἀποφαίνονται γνώμην—ἀνάγκη
οὖν πάσης τῆς τραγῳδίας μέρη εἶναι ἕξ, καθ’ ὃ ποιά τις ἐστὶν
ἡ τραγῳδία· ταῦτα δ’ ἐστὶ μῦθος καὶ ἤθη καὶ λέξις καὶ
διάνοια καὶ ὄψις καὶ μελοποιία. οἷς μὲν γὰρ μιμοῦνται,    (10)
δύο μέρη ἐστίν, ὡς δὲ μιμοῦνται, ἕν, ἃ δὲ μιμοῦνται, τρία,
 

 7. Αριστοτέλης. Ποιητική. {0086.034} (4 B.C.) Bekker p. 1450b


li.13
516

 διάνοια δὲ ἐν οἷς ἀποδεικνύουσί τι ὡς ἔστιν ἢ ὡς οὐκ ἔστιν    (11)


ἢ καθόλου τι ἀποφαίνονται. τέταρτον δὲ τῶν μὲν λόγων ἡ
λέξις · λέγω δέ, ὥσπερ πρότερον εἴρηται, λέξιν εἶναι τὴν
διὰ τῆς ὀνομασίας ἑρμηνείαν, ὃ καὶ ἐπὶ τῶν ἐμμέτρων καὶ
ἐπὶ τῶν λόγων ἔχει τὴν αὐτὴν δύναμιν. τῶν δὲ λοιπῶν   (15)
 

 8. Αριστοτέλης. Ποιητική. {0086.034} (4 B.C.) Bekker p. 1452b


li.23
 ὅλων χορικῶν μελῶν, ἔξοδος δὲ μέρος ὅλον τραγῳδίας
μεθ’ ὃ οὐκ ἔστι χοροῦ μέλος· χορικοῦ δὲ πάροδος μὲν ἡ
πρώτη λέξις ὅλη χοροῦ, στάσιμον δὲ μέλος χοροῦ τὸ ἄνευ
ἀναπαίστου καὶ τροχαίου, κομμὸς δὲ θρῆνος κοινὸς χοροῦ καὶ
ἀπὸ σκηνῆς. μέρη δὲ τραγῳδίας οἷς μὲν ὡς εἴδεσι δεῖ    (25)
 

 9. Αριστοτέλης. Ποιητική. {0086.034} (4 B.C.) Bekker p. 1460b


li.5
 λέξει δεῖ διαπονεῖν ἐν τοῖς ἀργοῖς μέρεσιν καὶ μήτε ἠθικοῖς
μήτε διανοητικοῖς· ἀποκρύπτει γὰρ πάλιν ἡ λίαν λαμπρὰ
λέξις τά τε ἤθη καὶ τὰς διανοίας.   (5)
  Περὶ δὲ προβλημάτων καὶ λύσεων, ἐκ πόσων τε καὶ
ποίων εἰδῶν ἐστιν, ὧδ’ ἂν θεωροῦσιν γένοιτ’ ἂν φανερόν.
 

 10. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1368a li.8


 φρονῶν οὐκ ἐπὶ τοῖς διὰ τύχην ὑπάρχουσιν ἀλλὰ τοῖς δι’
αὑτόν”. ὥστε ὅταν ἐπαινεῖν βούλῃ, ὅρα τί ἂν ὑπόθοιο· καὶ ὅταν
ὑποθέσθαι, ὅρα τί ἂν ἐπαινέσειας. ἡ δὲ λέξις ἔσται ἀντικειμένη
ἐξ ἀνάγκης ὅταν τὸ μὲν κωλῦον τὸ δὲ μὴ κωλῦον μετατεθῇ.
  χρηστέον δὲ καὶ τῶν αὐξητικῶν πολλοῖς, οἷον εἰ μό-   (10)
 

 11. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1401a li.7


 ἄρα τὸ καὶ τό”, ἐν τοῖς ἐνθυμήμασι τὸ συνεστραμμένως καὶ   (5)
ἀντικειμένως εἰπεῖν φαίνεται ἐνθύμημα (ἡ γὰρ τοιαύτη
λέξις χώρα ἐστὶν ἐνθυμήματος)· καὶ ἔοικε τὸ τοιοῦτον εἶναι
παρὰ τὸ σχῆμα τῆς λέξεως. ἔστι δὲ εἰς τὸ τῇ λέξει συλ-
λογιστικῶς λέγειν χρήσιμον τὸ συλλογισμῶν πολλῶν κεφάλαια
 

 12. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1404a li.26


517

 καὶ ἄλλαι γε. ἐπεὶ δ’ οἱ ποιηταί, λέγοντες εὐήθη, διὰ τὴν


λέξιν ἐδόκουν πορίσασθαι τὴν δόξαν, διὰ τοῦτο    (25)
ποιητικὴ πρώτη ἐγένετο λέξις , οἷον ἡ Γοργίου, καὶ νῦν
ἔτι οἱ πολλοὶ τῶν ἀπαιδεύτων τοὺς τοιούτους οἴονται δια-
λέγεσθαι κάλλιστα. τοῦτο δ’ οὐκ ἔστιν, ἀλλ’ ἑτέρα λόγου
 

 13. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1404a li.29


 ἔτι οἱ πολλοὶ τῶν ἀπαιδεύτων τοὺς τοιούτους οἴονται δια-
λέγεσθαι κάλλιστα. τοῦτο δ’ οὐκ ἔστιν, ἀλλ’ ἑτέρα λόγου
καὶ ποιήσεως λέξις ἐστίν. δηλοῖ δὲ τὸ συμβαῖνον· οὐδὲ γὰρ
οἱ τὰς τραγῳδίας ποιοῦντες ἔτι χρῶνται τὸν αὐτὸν τρόπον,   (30)
ἀλλ’ ὥσπερ καὶ ἐκ τῶν τετραμέτρων εἰς τὸ ἰαμβεῖον μετ-
 

 14. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1406b li.2


 ἀνώνυμον ᾖ καὶ ὁ λόγος εὐσύνθετος, οἷον τὸ χρονοτριβεῖν·
(1406b) ἀλλ’ ἂν πολύ, πάντως ποιητικόν· διὸ χρησιμωτάτη ἡ διπλῆ

λέξις τοῖς διθυραμβοποιοῖς (οὗτοι γὰρ ψοφώδεις), αἱ δὲ


γλῶτται τοῖς ἐποποιοῖς (σεμνὸν γὰρ καὶ αὔθαδες), ἡ δὲ μετα-
φορὰ τοῖς ἰαμβείοις (τούτοις γὰρ νῦν χρῶνται, ὥσπερ
 

 15. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1408a li.10


 εὐδοκιμεῖ γὰρ τοῦτο ἐν ταῖς μεταφοραῖς λεγόμενον ταῖς ἀνά-
λογον, οἷον τὸ φάναι τὴν σάλπιγγα ἱέναι μέλος ἄλυρον.
  Τὸ δὲ πρέπον ἕξει ἡ λέξις , ἐὰν ᾖ παθητική τε καὶ   (10)
ἠθικὴ καὶ τοῖς ὑποκειμένοις πράγμασιν ἀνάλογον. τὸ
δ’ ἀνάλογόν ἐστιν ἐὰν μήτε περὶ εὐόγκων αὐτοκαβδάλως λέ-
 

 16. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1408a li.16


 ματι ἐπῇ κόσμος· εἰ δὲ μή, κωμῳδία φαίνεται, οἷον ποιεῖ
Κλεοφῶν· ὁμοίως γὰρ ἔνια ἔλεγε καὶ εἰ εἴπειεν [ἂν] “πότνια   (15)
συκῆ”. παθητικὴ δέ, ἐὰν μὲν ᾖ ὕβρις, ὀργιζομένου λέξις ,
ἐὰν δὲ ἀσεβῆ καὶ αἰσχρά, δυσχεραίνοντος καὶ εὐλαβουμένου
καὶ λέγειν, ἐὰν δὲ ἐπαινετά, ἀγαμένως, ἐὰν δὲ ἐλεεινά,
 

 17. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1408a li.20


 καὶ λέγειν, ἐὰν δὲ ἐπαινετά, ἀγαμένως, ἐὰν δὲ ἐλεεινά,
ταπεινῶς, καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων δὲ ὁμοίως. πιθανοῖ δὲ τὸ
518

πρᾶγμα καὶ ἡ οἰκεία λέξις · παραλογίζεταί τε γὰρ ἡ ψυχὴ    (20)


ὡς ἀληθῶς λέγοντος, ὅτι ἐπὶ τοῖς τοιούτοις οὕτως ἔχουσιν,
ὥστ’ οἴονται, εἰ καὶ μὴ οὕτως ἔχει ὡς λέγει ὁ λέγων, τὰ πρά-
 

 18. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1408b li.34


 μέχρι του ᾖ. τῶν δὲ ῥυθμῶν ὁ μὲν ἡρῷος σεμνῆς ἀλλ’ οὐ
λεκτικῆς ἁρμονίας δεόμενος, ὁ δ’ ἴαμβος αὐτή ἐστιν ἡ
λέξις ἡ τῶν πολλῶν (διὸ μάλιστα πάντων τῶν μέτρων
ἰαμβεῖα φθέγγονται λέγοντες), δεῖ δὲ σεμνότητα γενέσθαι   (35)
καὶ ἐκστῆσαι. ὁ δὲ τροχαῖος κορδακικώτερος· δηλοῖ δὲ
 

 19. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1409a li.27


 καὶ τῷ συνδέσμῳ μίαν, ὥσπερ αἱ ἐν τοῖς διθυράμβοις ἀνα-   (25)
βολαί, ἢ κατεστραμμένην καὶ ὁμοίαν ταῖς τῶν ἀρχαίων ποιη-
τῶν ἀντιστρόφοις. ἡ μὲν οὖν εἰρομένη λέξις ἡ ἀρχαία ἐστίν
[“Ἡροδότου Θουρίου ἥδ’ ἱστορίης ἀπόδειξις”] (ταύτῃ γὰρ πρό-
τερον μὲν ἅπαντες, νῦν δὲ οὐ πολλοὶ χρῶνται)· λέγω δὲ
 

 20. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1409b li.6


 δὲ μηδὲν προνοεῖν μηδὲ ἀνύειν ἀηδές· εὐμαθὴς δὲ
ὅτι εὐμνημόνευτος, τοῦτο δὲ ὅτι ἀριθμὸν ἔχει ἡ ἐν περι-    (5)
όδοις λέξις , ὃ πάντων εὐμνημονευτότατον. διὸ καὶ τὰ μέτρα
πάντες μνημονεύουσιν μᾶλλον τῶν χύδην· ἀριθμὸν γὰρ ἔχει
ᾧ μετρεῖται. δεῖ δὲ τὴν περίοδον καὶ τῇ διανοία τετελειῶ-
 

 21. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1409b li.14


 ἐπὶ τοῦ εἰρημένου τὴν Καλυδῶνα εἶναι τῆς Πελοποννήσου.
  περίοδος δὲ ἡ μὲν ἐν κώλοις ἡ δ’ ἀφελής. ἔστιν δ’
ἐν κώλοις μὲν λέξις ἡ τετελειωμένη τε καὶ διῃρημένη καὶ
εὐανάπνευστος, μὴ ἐν τῇ διαιρέσει ὥσπερ καὶ ἡ περίοδος,    (15)
ἀλλ’ ὅλη (κῶλον δ’ ἐστὶν τὸ ἕτερον μόριον ταύτης)· ἀφελῆ
 

 22. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1410a li.21


 ὑμᾶς οἴκοι μὲν ὄντες ἐπώλουν, ἐλθόντες δ’ ὡς ὑμᾶς ἐώ-
νηνται”. ἅπαντα γὰρ ταῦτα ποιεῖ τὸ εἰρημένον. ἡδεῖα δὲ    (20)
ἐστὶν ἡ τοιαύτη λέξις , ὅτι τἀναντία γνωριμώτατα καὶ παρ’
ἄλληλα μᾶλλον γνώριμα, καὶ ὅτι ἔοικεν συλλογισμῷ· ὁ γὰρ
519

ἔλεγχος συναγωγὴ τῶν ἀντικειμένων ἐστίν.


 

 23. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1413b li.4


 Ἀττικοὶ ῥήτορες.
  Δεῖ δὲ μὴ λεληθέναι ὅτι ἄλλη ἑκάστῳ γένει ἁρμόττει
λέξις . οὐ γὰρ ἡ αὐτὴ γραφικὴ καὶ ἀγωνιστική, οὐδὲ δη-
μηγορικὴ καὶ δικανική. ἄμφω δὲ ἀνάγκη εἰδέναι· τὸ μὲν    (5)
γάρ ἐστιν ἑλληνίζειν ἐπίστασθαι, τὸ δὲ μὴ ἀναγκάζεσθαι
 

 24. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1413b li.8


 γάρ ἐστιν ἑλληνίζειν ἐπίστασθαι, τὸ δὲ μὴ ἀναγκάζεσθαι
κατασιωπᾶν ἄν τι βούληται μεταδοῦναι τοῖς ἄλλοις, ὅπερ
πάσχουσιν οἱ μὴ ἐπιστάμενοι γράφειν. ἔστι δὲ λέξις γρα-
φικὴ μὲν ἡ ἀκριβεστάτη, ἀγωνιστικὴ δὲ ἡ ὑποκριτικωτάτη
(ταύτης δὲ δύο εἴδη· ἡ μὲν γὰρ ἠθικὴ ἡ δὲ παθητική)·    (10)
 

 25. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1414a li.8


 μνησθείς, διὰ τὸν παραλογισμόν, καὶ μνήμην πεποίηκεν, οὐ-
δαμοῦ ὕστερον αὐτοῦ λόγον ποιησάμενος.
  ἡ μὲν οὖν δημηγορικὴ λέξις καὶ παντελῶς ἔοικεν τῇ
σκιαγραφίᾳ· ὅσῳ γὰρ ἂν πλείων ᾖ ὁ ὄχλος, πορρώτερον ἡ
θέα, διὸ τὰ ἀκριβῆ περίεργα καὶ χείρω φαίνεται ἐν ἀμφο-   (10)
 

 26. Αριστοτέλης. Ρητορική. (4 B.C.) Bekker p. 1414a li.18


 ὑπόκρισις, ἐνταῦθα ἥκιστα ἀκρίβεια ἔνι. τοῦτο δὲ ὅπου
φωνῆς, καὶ μάλιστα ὅπου μεγάλης.
  ἡ μὲν οὖν ἐπιδεικτικὴ λέξις γραφικωτάτη· τὸ γὰρ ἔργον
αὐτῆς ἀνάγνωσις· δευτέρα δὲ ἡ δικανική. τὸ δὲ προσδι-
αιρεῖσθαι τὴν λέξιν, ὅτι ἡδεῖαν δεῖ εἶναι καὶ μεγαλοπρεπῆ, περί-
(20)
 

 27. EPICTETUS Phil. Enchiridion {0557.002} (A.D. 1-2) Ch. 44


Sec. 1 li.5
 κρείσσων’. ἐκεῖνοι δὲ μᾶλλον συνακτικοί ‘ἐγώ σου πλουσιώτερός
εἰμι, ἡ ἐμὴ ἄρα κτῆσις τῆς σῆς κρείσσων’· ‘ἐγώ σου λογιώτερος,
ἡ ἐμὴ ἄρα λέξις τῆς σῆς κρείσσων’. σὺ δέ γε οὔτε κτῆσις εἶ
(5)οὔτε λέξις .45.(1)   Λούεταί τις ταχέως· μὴ εἴπῃς ὅτι κακῶς,
520

ἀλλ’ ὅτι
 

 28. EPICTETUS Phil. Enchiridion {0557.002} (A.D. 1-2) Ch. 44


Sec. 1 li.6
 εἰμι, ἡ ἐμὴ ἄρα κτῆσις τῆς σῆς κρείσσων’· ‘ἐγώ σου λογιώτερος, ἡ
ἐμὴ ἄρα λέξις τῆς σῆς κρείσσων’. σὺ δέ γε οὔτε κτῆσις εἶ
(5)οὔτε λέξις .45.(1)   Λούεταί τις ταχέως· μὴ εἴπῃς ὅτι κακῶς,
ἀλλ’ ὅτι
ταχέως. πίνει τις πολὺν οἶνον· μὴ εἴπῃς ὅτι κακῶς,
 

 29.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De conjunctionibus


{0082.003} (A.D. 2) Part 2 vol.+fascicle 1,1 p. 224 li.11
 οὐκ ἄν ποτε ἀποδεξαίμην, καθό τινες ᾠήθησαν, ἄρθρον ἀντὶ συν-
δέσμου παρειλῆφθαι, μᾶλλον δὲ ἀποκοπὴν εἶναι τοῦ ὅτι. ἀλλ’ οὐχ,
ὥς    (10)
τινες, ὁ ἤ ἐν ἀποκοπῇ γενόμενος τοῦ ἦρα. σαφὲς ἐντεῦθεν. πᾶσα
λέξις
ὁτιδήποτε παθοῦσα ἔχει καὶ τὸ ἴδιον δηλούμενον, καὶ εἴ τινος
τάξεως
τύχοι, ταύτης πάλιν οὐ μετατίθεται. φαμὲν δῶ· ......
 

 30.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De conjunctionibus


{0082.003} (A.D. 2) Part 2 vol.+fascicle 1,1 p. 225 li.25
   εὕρομεν ἐν βήσσῃσι τετυγμένα δώματα καλά (κ 251–52)·  
λείποντος τοῦ καί. καὶ οὐχὶ παρὰ τὰς ἐλλείψεις οὐ σύνδεσμοι.—
(ἀλλὰ μὴν οὐδὲ ἄλλη λέξις , εἰ καὶ ἔσθ’ ὅτε πλεονάσαιεν, οὐ παρὰ
(25)
τοῦτο πλέον τι ἀναδεδεγμέναι εἰσί, λέγω καθόλου ἐπὶ πασῶν
λέξεων).
—τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον ἐν φράσει ἐὰν ἐλλείπῃ ὁ ἆρα, οὐ πάντως
 

 31.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De conjunctionibus


{0082.003} (A.D. 2) Part 2 vol.+fascicle 1,1 p. 249 li.14
 ἐν οἷς οὐ συλλαβαί, ἐν τούτῳ λέξεις. ἴδιόν τε λέξεων τὸ
μεταλαμβά-
νεσθαι εἰς ὁμοιοσήμους, βροτός ἄνθρωπος, αὐτάρ δέ. τοιοῦτοι δὲ
καὶ οἱ προκείμενοι σύνδεσμοι νύ δή ῥά.—πᾶν μόριον ἐγκλιτικὸν
λέξις
ἐστίν, ἦλθέ τις, ἄνθρωπός εἰμι· πάμπολλοι δέ εἰσιν οἱ παραπληρω-
521

(15)
ματικοὶ ἐν ἐγκλίσει, ὡς ὁ γέ, ὁ ῥά, ὁ θήν, ὁ νύ.—δύο λέξεων ἢ
 

 32.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De conjunctionibus


{0082.003} (A.D. 2) Part 2 vol.+fascicle 1,1 p. 249 li.23
   Τῆς μὲν οὖν φωνῆς κανόνες οἵδε εἰσί· τοῦ δὲ δηλουμένου, ὅπερ
καὶ μᾶλλον ἀναγκαῖον ἦν, παραθετέον.—οὐκ εἴ τι μέρος λόγου
κατά
τινα λόγον παρέλκεται, τοῦτο οὐχὶ πάντως λέξις , ἐπεὶ οἷόν τ’ ἐστὶν
εἰς τὸ τοιοῦτον παραθέσθαι πάντα τὰ μέρη τοῦ λόγου ἔν τισι
συντάξεσι,
μάλιστα ὑπὸ ποιητικῆς ἀδείας, πλεονάζοντα. ποίαν γὰρ ἔχει χώραν
τὸ    (25)
 

 33.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 3 li.1
 βὰς ἀποτελεῖ κατὰ τὰς ἐπιπλοκάς, οὕτω καὶ ἡ σύνταξις τῶν νοητῶν

τρόπον τινὰ συλλαβὰς ἀποτελέσει διὰ τῆς ἐπιπλοκῆς τῶν λέξεων.


καὶ
(3) ἔτι ὃν τρόπον ἐκ τῶν συλλαβῶν ἡ λέξις , οὕτως ἐκ τῆς
καταλληλότητος
τῶν νοητῶν ὁ αὐτοτελὴς λόγος.
  3. Ἔστιν οὖν καὶ ἐκ τῶν παρεπομένων τὸ τοιοῦτον ἐπιδεῖξαι, ἐν
 

 34.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 3 li.5
   3. Ἔστιν οὖν καὶ ἐκ τῶν παρεπομένων τὸ τοιοῦτον ἐπιδεῖξαι, ἐν
οἷς δὶς τὸ αὐτὸ στοιχεῖον παραλαμβάνεται, ἔλλαβεν, ἔννεπε· ἀλλὰ
καὶ συλλαβή, Λέλεξ, πάμπαν· ἀλλὰ καὶ λέξις ,   (5)
    Μῶσ’ ἄγε, Μῶσα λίγεια {Alcman. fr. 1 B4.},
    βαρὺς βαρὺς σύνοικος {Sophocl. fr. 686 N2.}.
 

 35.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 139 li.4
 πολυμερὴς τῶν φωνῶν θέσις ὑπὲρ τοῦ μὴ διὰ μιᾶς φωνῆς διάφορα
πρόσωπα λέγεσθαι. παρηκολούθησεν γὰρ τὸ καὶ αὐτὰς ἐν τρίτοις
ἀορι-
στοῦσθαι, εἴγε μία λέξις πλείονα σημαίνουσα ἀορίστου
522

παρεμπτώσεως
αἰτία γίνεται.    (5)
  18. Ἔτι τὰ μὲν ἄλλα τῶν πτωτικῶν ἀπ’ εὐθείας λημματιζομένης
 

 36.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 169 li.6
 ἕνεκα προσώπου (νοεῖται γὰρ ὅτι τρίτον), ἀλλ’ ἕνεκά γε τοῦ μὴ
ἀορι-
στοῦσθαι. ἄπειρά γε ὄντα τὰ τρίτα πρόσωπα μιᾷ ἐπαρκεῖται
συντάξει    (5)
τοῦ ῥήματος· καὶ σαφὲς ὅτι μία λέξις κατ’ ἀπείρων κειμένη
ἀόριστον
πρόσωπον ὑπαγορεύει, εἰς πολλὰ τῆς διανοίας τρεπομένης. οὖσαι
δὴ
ὡρισμένων προσώπων παραστατικαὶ ἀναγκαίως παρατίθενται τοῖς
ῥήμα-
 

 37.Απολλώνιος Δύσκολος γραμματικός. De constructione


{0082.004} (A.D. 2) Part 2 vol. 2 p. 227 li.11
           ἐξ ἐμεῦ {Τ 105}
ἢ τὴν ὀρθήν.—129. Οὐ μὴν τοιαύτη πρόφασίς ἐστιν ἐπὶ τῆς
Ζηνοδοτείου    (10)
γραφῆς τοῦ παραδέξασθαι τὴν ἐμεῖο, καθὸ κυριωτέρα λέξις , λέγω

κτητικὴ ἀντωνυμία, δυναμένη καὶ ἕνεκα μέτρου καὶ ἕνεκα λόγου
παρα-
λαμβάνεσθαι, πρὸς οὐδὲν χρειῶδες μετετίθετο. καὶ γὰρ ἐν τῷ
καθόλου
 

 38. Aelius HERODIANUS et Pseudo-HERODIANUS Gramm. et


Rhet. De figuris [Sp.] (= Περὶ σχημάτων) {0087.035} (A.D. 2) P.
103 li.6
   Ῥητέον δ’ ἑξῆς καὶ περὶ τῶν τοῦ λόγου κατασκευῶν.
  Προοικονομία τοίνυν ἐστὶν ἡ τὰ μέλλοντα διατίθε-   (5)
σθαι προπαρασκευάζουσα λέξις . ἐπειδὴ τῷ Σκαμάνδρῳ
διωνυμίαν ἤμελλε περιάπτειν ὁ ποιητής, ἄλλας προϋπε-
στήσατο διωνυμίας,
 
523

 39. Ωριγένης. Fragm. in evangelium Joannis (in catenis)


{2042.006} (A.D. 2-3) Frag. 11 li.5
 καὶ τῷ πατρὶ αὐτοῦ ὡς ἐνεδέχετο ἐκ τοῦ ἐφ’ ἡμῖν γενέσθαι. λεί-
πεται ἡμῖν καὶ τὸ ἐκ θεοῦ αἰτεῖν, καθὼς καὶ οἱ μαθηταὶ Ἰησοῦ
φασὶν αὐτῷ· «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν». ἡ γὰρ λέξις ἡ «Πρόσθες»
ση-    (5)
μαίνει ἀπαιτεῖν αὐτοὺς θεοδώρητον πίστιν πρὸς ᾗ εἶχον προαιρε-
τικῶς. ἀμέλει καὶ ὁ Παῦλος γράφων φησί· «Κατ’ ἀναλογίαν πί-
 

 40. Ωριγένης. Fragm. in evangelium Joannis (in catenis)


{2042.006} (A.D. 2-3) Frag. 120 li.4
 προσερχομένους ἀγγέλους ἐπὶ τῷ διακονεῖν τῷ Ἰησοῦ
ἀναβαίνοντας
καὶ καταβαίνοντας. τὸ δὲ Ἀμὴν ὁτὲ μὲν ἁπλοῦν, ὁτὲ δὲ
διπλασιαζόμε-
νον ἔστιν εὑρεῖν. ἡ δὲ λέξις ἐστὶν Ἑβραϊκή, δηλοῦσα τὸ ‹Γένοιτο›.
ταὐτὸν γάρ ἐστιν τὸ Ἀμὴν· τῷ ‹ἀληθῶς καὶ γένοιτο›. πολλοὶ γὰρ
(5)
Ψαλμοὶ ἐπὶ τέλει ἔχοντες· «Γένοιτο, γένοιτο» ἐν τῷ Ἑβραϊκῷ Ἀμὴν
 

 41. Ωριγένης. Exhortatio ad martyrium {2042.007} (A.D. 2-3)


Sec. 17 li.3
 (17)   Ὅπερ τοίνυν εἶπεν Ἰησοῦς τῷ λαῷ καθιστὰς αὐτοὺς ἐπὶ
τὴν ἁγίαν γῆν, ταῦτα καὶ ἡμῖν ἂν λέγοι νῦν ἡ γραφή. ἔχει δὲ οὕτως
ἡ λέξις · „νῦν φοβήθητε κύριον καὶ λατρεύσατε αὐτῷ ἐν εὐθύτητι
καὶ
ἐν δικαιοσύνῃ.“ ἐρεῖ δὲ ἡμῖν ἀναπειθομένοις εἰδωλολατρεῖν καὶ τὰ
ἑξῆς οὕτως ἔχοντα· „περιέλεσθε τοὺς θεοὺς τοὺς ἀλλοτρίους, οἷς
(5)
 

 42. Ωριγένης. In Jeremiam (homiliae 12-20) {2042.021} (A.D. 2-


3) Homily 12 Sec. 11 li.13
 ναὸν τοῦ θεοῦ ὡς Ναβουχοδονόσορ καταστρέφει καὶ ‹φθείρει τὸν
ναὸν τοῦ θεοῦ› καὶ ‹διὰ τῆς παραβάσεως τοῦ νόμου τὸν θεὸν ἀτι-
μάζει› (λέξις ἐστὶ καὶ αὕτη ἀποστολική). οὐκοῦν ἀδοξίαν
περιτίθησι
τῷ θεῷ ὁ ἁμαρτωλός. καὶ τὰ περὶ προνοίας ζητεῖται, ὥς τινας
διστάζειν εἰ ἔστι πρόνοια [πρόνοια], δι’ οὐδὲν ἄλλο ὡς διὰ τὴν
(15)
 
524

 43. Ωριγένης. Epistula ad Africanum {2042.045} (A.D. 2-3) Vol.


11 p. 68 li.9
 ρομένην, ἐπεὶ καὶ αὐτὴ κατηγορίαν περιέχει τῶν
ἀνόμων ἐν τῷ Ἰσραὴλ κριτῶν ἔχει δὲ οὕτως ἡ ὑπὸ
τοῦ Σωτῆρος εἰρημένη λέξις . «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμμα-
τεῖς καὶ φαρισαῖοι ὑποκριταὶ, ὅτι οἰκοδομεῖτε τοὺς   (10)
τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ μνημεῖα
 

 44. Ωριγένης. Epistula ad Africanum {2042.045} (A.D. 2-3) Vol.


11 p. 73 li.50
 μένον ἐν τῇ τρίτῃ τῶν Βασιλειῶν, ὅπερ καὶ αὐτὸς
ὁμολογήσεις ὑγιῶς ἀναγεγράφθαι, τῷ Φιλιστίωνος
μίμῳ. Ἔχει δὲ οὕτως ἡ ἀπὸ τῶν Βασιλειῶν λέξις ·   (50)
«Τότε ὤφθησαν δύο γυναῖκες πόρναι τῷ βασιλεῖ, καὶ
ἔστησαν ἐνώπιον αὐτοῦ. Καὶ εἶπεν ἡ γυνὴ μία· Ἐν
 

 45. Ωριγένης. Selecta in Ezechielem (Fragm. e catenis)


{2042.062} (A.D. 2-3) Vol. 13 p. 793 li.14
   Καὶ ἐπὶ πᾶσαν κεφαλὴν φαλάκρωμα. Τάχα τοῦ
ἐπὶ τοῖς ἁμαρτήμασι πένθους σύμβολον ἡ τοιαύτη
λέξις . Ὥσπερ γὰρ εἰσὶν οἳ ποιοῦσι φαλάκρωμα ἐπὶ
νεκρῷ, οὕτως οἱ αἰσχυνόμενοι ἐπὶ τοῖς ἰδίοις πταίσμα-   (15)
σιν, ἀποθέμενοι τὸν κόσμον τῆς νοητῆς αὐτῶν κεφα-
 

 46. Ωριγένης. Excerpta in Psalmos [Dub.] {2042.074} (A.D. 2-3)


Vol. 17 p. 129 li.48
 (129) Στίχ. ιϛʹ. Κρεῖσσον ὀλίγον τῷ δικαίῳ ὑπὲρ πλοῦ-    (46n)
  τον ἁμαρτωλῶν πολύν.    (47n)
  Ἔχει μὲν οὖν ἡ λέξις αὐτόθεν ὠφέλιμόν τι τοῖς   (48)
ἀκεραιοτέροις· ἔχει δέ τι καὶ κεκρυμμένως εἰρημέ-
νον τοῖς βαθύτερον ἀκούειν τῆς Γραφῆς ἐπισταμέ-   (50)
 

 47. Ωριγένης. Excerpta in Psalmos [Dub.] {2042.074} (A.D. 2-3)


Vol. 17 p. 133 li.13
 Ὅταν μέντοι τοῦ ἀνθρώπου τὰ διαβήματα ὑπὸ Κυ-
ρίου κατευθυνθῇ, τότε τὴν ὁδὸν αὐτοῦ θελήσει.
Ἀμφίβολος ἡ λέξις . Ἢ γὰρ ὁ Κύριος τοῦ κατευθυ-
νομένου τοῖς διαβήμασι θέλει τὴν ὁδὸν, καὶ ἀποδέχε-
525

ται ἣν ποιεῖται κατὰ τὸν νόμον πορείαν, μὴ θέλων    (15)


 

 48. Ωριγένης. Excerpta in Psalmos [Dub.] {2042.074} (A.D. 2-3)


Vol. 17 p. 136 li.4
 σθαι; Γενοῦ ἑξῆς ἀθλητὴς, ὡς ὁ δίκαιος, ὃς, κἂν πέσῃ
παλαίων ἢ τρέχων, οὐ καταῤῥήγνυται, ὅτι Κύριος
ἀντιστηρίζει χεῖρα αὐτοῦ. Ἀμφίβολος ἡ λέξις · πό-
τερον γὰρ τὴν ἑαυτοῦ, ἢ τὴν τοῦ παλαίοντος καὶ ἤδη   (5)
μέλλοντος καταῤῥήγνυσθαι, ἵνα μὴ ὅλως ἔλθῃ ἐπὶ
 

 49. Γρηγόριος Νύσσης. Dialogus de anima et resurrectione


{2017.056} (A.D. 4) Vol. 46 p. 132 li.28
 σκηνοπηγία, πάλιν διὰ τῆς συνόδου τῶν στοιχείων
σωματικῶς πυκαζομένη. Τὴν γὰρ περιβολὴν καὶ
τὸν ἐκ ταύτης κόσμον ἡ τοῦ πυκασμοῦ λέξις κατὰ
τὴν ἰδίαν ἔμφασιν διασημαίνει.
  Ἔχει δὲ ἡ ῥῆσις τῆς ψαλμῳδίας τοῦτον τὸν τρό-    (32)
 

 50. Γρηγόριος Νύσσης. Epistula canonica ad Letoium {2017.076}


(A.D. 4) Vol. 45 p. 233 li.43
 ἔχοι, μόνον δὲ τὸ σῶμα ἔχοι, κελεύει ὁ Ἀπόστολος
διὰ τοῦ σωματικοῦ κόπου τὸ τοιοῦτον ἐξιλάσασθαι πά-
θος. Ἔχει δὲ ἡ λέξις οὕτως· Ὁ κλέπτων, μηκέτι
κλεπτέτω· μᾶλλον δὲ κοπιάτω ἐργαζόμενος τὸ
ἀγαθὸν, ἵνα ἔχῃ μεταδιδόναι τῷ χρείαν ἔχοντι.    (45)
 

 51. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 396


li.23
 οὕτως ἔχον· Ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως
ὀξυγράφου· ὡραῖος κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν
ἀνθρώπων. Ἐπεὶ δὲ ἡ Ἑβραϊκὴ λέξις καὶ οἱ λοιποὶ
ἑρμηνευταὶ, τὴν τῶν ἀνωτέρω διάνοιαν περιγράψαν-
τες, ἀπὸ ἑτέρας ἀρχῆς τὴν ἔκθεσιν ἐποιήσαντο· εἰκό-   (25)
 

 52. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 700


li.25
 ἀσκηταῖς λόγων προτρεπτικῶς ἡ προσφώνησις ἐπαγ-
γέλλεται τὴν ἐκ τῶν θείων λόγων ὠφέλειαν· ἥ τε γὰρ
526

λέξις τῶν ἱερῶν ἀναγνωσμάτων κεκάθαρται δίκην    (25)


ἀργυρίου πεπυρωμένου, κατὰ τὸν φήσαντα λόγον·
«Τὰ λόγια Κυρίου πεπυρωμένα·» καὶ πάλιν· «Τὰ λόγια Κυρίου
λόγια ἁγνὰ, ἀργύριον πεπυρωμένον,
 

 53. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 701


li.45
 τοῦ Θεοῦ Λόγος, δηλαδὴ τοῖς ὑπὸ τὸ ἅρμα τοῦ Θεοῦ
ἐζευγμένοις. Διὸ οὐ τῷ τετραγράμμῳ κέχρηται ἡ
Ἑβραϊκὴ λέξις , στοιχείοις δὲ κοινοῖς τὸν Κύριον πε-   (45)
ριέχει ἐν τῷ, «Κύριος ἐν αὐτοῖς.» Ἵνα γὰρ ἕτερον
παραστήσῃ τοῦτον τοῦ ἀνωτέρω διὰ τοῦ τετραγράμ-
 

 54. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 752


li.18
 βρῶμά μου χολήν. Τράπεζαν δὲ τοῦ Ἰουδαίων ἔθνους
τίνα ἂν εἴποις ἢ τὰς θεοπνεύστους Γραφὰς, ἃς μελετᾷν
καὶ ἀποστοματίζειν εἰώθασιν; ὧν ἡ μὲν θεωρία καὶ ἡ νόησις,
ψυχῶν τροφὴν λογικῶν περιέχει, ἡ δὲ λέξις
τραπέζης χώραν περιέχει.
  Ταύτην τοίνυν τὴν τράπεζαν αὐτῶν, τὴν πρόχειρον    (20)
 

 55. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 876


li.57
 Ἰουδαίαν οὐδ’ ἑτέραν εἶναι τῆς Παλαιστίνων χώρας,    (55)
καὶ τὸν τόπον τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐπὶ γῆς Ἱερουσαλήμ·
ἐπειδήπερ ἡ Ἑβραϊκὴ λέξις περιέχει ἐν Σαλὴμ γε-
(877) γονέναι τὸν τόπον αὐτοῦ· καὶ οἱ λοιποὶ δὲ ἑρμηνευταὶ
τοῦτον ἡρμήνευσαν τὸν τρόπον, ἐν Σαλὴμ ἐκδεδωκό-
 

 56. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 877


li.24
 κὸν καὶ ἐπιστημονικὸν ἄνδρα μόνον εἶναι τὸν ἀληθι-
νὸν Ἰσραὴλ ἀποφανεῖται· ὃν ἡ μετὰ χεῖρας παρίστησι
λέξις φάσκουσα· Ἐν τῷ Ἰσραὴλ μέγα τὸ ὄνομα
αὐτοῦ. Ἐλέγχει δὲ τὸν Ἰουδαῖον οὐκ ἄξιον ὄντα τῆς   (25)
προσηγορίας τοῦ Ἰσραὴλ ὁ προφητικὸς λόγος ἀπο-
 
527

 57. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 897


li.53
 Φωνὴ βροντῆς σου ἐν τῷ τροχῷ. Καὶ θέα ὅπως κα-
τὰ πάντας τοὺς ἑρμηνευτὰς τροχὸς ὠνόμασται· ἐπεὶ
καὶ ἡ Ἑβραϊκὴ λέξις βαγελγὲλ περιέχει, ὅπερ ἐστὶν
ἐν τῷ τροχῷ· οὕτω δὲ ὠνόμασται καὶ ἐν τῷ Ἐζε-
κιήλ. Ἔνθα γενόμενος, παρασημειώσῃ, ὡς καὶ ἡ θεία   (55)
 

 58. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 1016


li.15
 κρείσσων ἡμέρα μία ἐν ταῖς αὐλαῖς σου ὑπὲρ χι-
λιάδας. Οὐ πάντως δὲ πληθυντικῶς ἀκουστέον τῶν
χιλιάδων· παρὰ γὰρ Ἑβραίοις αὕτη ἡ λέξις μίαν χι-   (15)
λιάδα σημαίνει, ὡς παντὶ τῷ ἐπιστήσαντι δῆλον ἔσται.
Καὶ ἐπειδήπερ ἡ μία ἡμέρα προτιμοτέρα ἐστὶ τῆς
 

 59. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 1077


li.27
 κῶ ἐν οἴκῳ κεδρίνῳ, καὶ ἡ κιβωτὸς τοῦ Θεοῦ κά-   (25)
θηται ἐν μέσῳ τῆς σκηνῆς· ἢ, ἐν μέσῳ δέῤῥεως,
ὡς ἡ Ἑβραϊκὴ λέξις σημαίνει. Καὶ εἶπε Ναθὰν
πρὸς τὸν βασιλέα· Πάντα ὅσα ἂν ἐν τῇ καρδίᾳ
σου βάδιζε καὶ ποίει, ὅτι Κύριος μετὰ σοῦ. Καὶ
 

 60. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 1125


li.10
 συμφώνως ὁμοῦ Ἀκύλας καὶ Σύμμαχός φασι· Πρὶν
ὄρη τεχθῆναι καὶ ὠδινηθῆναι γῆν καὶ τὴν οἰκου-
μένην. Καί μοι δοκεῖ ἡ Ἑβραϊκὴ λέξις φυσικὸν ἀπο-   (10)
δεδωκέναι λόγον, ἐν αὐτοῖς διδάσκουσα μὴ ἀρχῆθεν
συνυπάρξαι τῇ γῇ τὰ ἐν αὐτῇ ὄρη, ἀλλ’ ἀναφυῆναι
 

 61. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 1128


li.38
 ταφυγὴ τυγχάνει. Καὶ ὅρα μήποτε ἐπὶ τὸν Θεὸν Λό-
γον ἀναφέρεται ἡ παροῦσα διδασκαλία· οὐδὲ γὰρ
μακρὰν ἀπᾴδει ἡ ἐνταῦθα φήσασα λέξις · Πρὸ τοῦ
ὄρη γενηθῆναι καὶ πλασθῆναι τὴν γῆν καὶ τὴν
528

οἰκουμένην σὺ εἶ, ὁ Θεός· τῆς παρὰ Σολομῶνι ἐκ   (40)


 

 62. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 23 p. 1136


li.34
 ὀργῇ σου, καὶ ἐν τῷ θυμῷ σου ἐταράχθημεν. Δύ-
ναται δὲ καὶ καθ’ ἑτέραν διάνοιαν φυσικὸν λόγον ἀπο-
διδόναι διὰ τούτων ἡ λέξις , ὡς τῆς ἀνθρωπίνης φύ-
σεως ἐν μὲν τῇ νεότητι δίκην ἁπαλῆς χλόης βλαστώ-    (35)
σης, μετὰ δὲ ταῦτα ἐν τῇ ἀκμῇ τῆς ἡλικίας ἀνθού-
 

 63. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 24 p. 61 li.42


 ΨΑΛΜΟΣ ΡΜΕʹ.    (40)

  Τὸ ἀλληλούϊα αἶνον Κυρίου σημαίνει· οὕτως γὰρ


ἑρμηνεύεται ἡ λέξις · ἔστιν οὖν καὶ τὸ προκείμενον,
αἶνος· διὸ δὴ ἀρχόμενός φησιν ὁ λόγος· Αἴνει, ἡ
ψυχή μου, τὸν Κύριον, ἤτοι τοῦ πνεύματος τῇ ψυχῇ
 

 64. Ευσέβιος. Σχόλια στους Ψαλμούς. (A.D. 4) Vol. 24 p. 68 li.42


 Ὁ ἀπαγγέλλων τὸν λόγον αὑτοῦ τῷ Ἰακώβ.   (40)

  Φησὶ δὲ καὶ ὁ Εὐσέβιος. Σφόδρα δὲ ἀπηκριβω-


μένως μοι δοκεῖ ἡ παροῦσα λέξις διδάσκειν, Ὁ ἀπαγ-
γέλλων τὸν λόγον αὑτοῦ τῷ Ἰακώβ· οὐ γὰρ εἴρη-
κεν, ὁ ἀποστέλλων, ἢ ὁ ἀποστείλας. Ἄλλο δή-
 

 65. Γρηγόριος Ναζιανζηνός. In pentecosten (orat. 41) {2022.049}


(A.D. 4) Vol. 36 p. 449 li.17
 ριος. Ἤκουον δέ. Μικρὸν ἐνταῦθα ἐπίσχες, καὶ δια-    (15)
πόρησον, πῶς διαιρήσεις τὸν λόγον. Ἔχει γάρ τι ἀμ-
φίβολον ἡ λέξις , τῇ στιγμῇ διαιρούμενον Ἆρα
γὰρ ἤκουον ταῖς ἑαυτῶν διαλέκτοις ἕκαστος, ὡς
φέρε εἰπεῖν, μίαν μὲν ἐξηχεῖσθαι φωνὴν, πολλὰς δὲ
 

 66. Αθανάσιος θεολόγος. Epistula ad episcopos Aegypti et Libyae


{2035.041} (A.D. 4) Vol. 25 p. 557 li.37
529

 πλατύνωσιν ἑαυτοὺς τοῖς φθέγμασι, καὶ τὸν τόνον    (35)


ἀσκήσωσι τῆς φωνῆς, οὐκ ὀφείλουσι πιστεύεσθαι·
οὐ γὰρ ἡ λέξις , ἀλλ’ ἡ διάνοια καὶ ἡ μετ’ εὐσεβείας
ἀγωγὴ συνίστησι τὸν πιστόν. Διὰ τοῦτο οἱ Σαδδου-
(560) καῖοι καὶ οἱ Ἡρωδιανοὶ, καίπερ τὸν νόμον διὰ χειλέων
 

 67. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 73 li.33
 γοῦν Ἕλληνας, παρ’ ὧν ἤκουσαν· οὐ γὰρ τῶν Γρα-
φῶν, ἀλλ’ ἐκείνων ἐστὶν εὕρεμα· ἵνα ἀκούσαντες
πόσα σημαινόμενα ἡ λέξις ἔχει, μάθωσιν, ὅτι οὐδὲ,
περὶ ὧν λέγουσιν, ἐπίστανται καλῶς ἐρωτᾷν.
Κἀγὼ γὰρ δι’ αὐτοὺς ἐπυθόμην λέγεσθαι ἀγένητον τὸ    (35)
 

 68. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 156 li.17
 αὐτοῦ φυομένους, ὡς ποιουμένους φησί. Καὶ οὐ δια-   (15)
φέρεταί τις, ὡς περὶ τοῦ φύσει γεννήματός ἐστιν ἡ
λέξις . Καὶ Εὔα δὲ τεκοῦσα τὸν Κάϊν, εἶπεν·
Ἐκτησάμην ἄνθρωπον διὰ τοῦ Θεοῦ. Ἀντὶ τοῦ,
τεκεῖν, ἄρα καὶ αὐτὴ τὸ, ἐκτησάμην, εἴρηκε. Καὶ γὰρ
 

 69. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 156 li.43
 καὶ Λόγος ἂν εἴη, οὔτε ὁ Υἱὸς ποίημα ἂν εἴη.
Τούτων δὲ πάλιν οὕτως ὄντων, φανερὰ πᾶσιν ἀπόδει-
ξις, ὡς ἡ λέξις ἡ λέγουσα, τῷ ποιήσαντι αὐτὸν, οὐκ
εἰς ὄνησίν ἐστι τῇ αἱρέσει αὐτῶν, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς κα-
τάγνωσιν. Δέδεικται γὰρ ὅτι ἡ τοῦ, ἐποίησε, λέξις ,   (45)
 

 70. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 156 li.45
 ξις, ὡς ἡ λέξις ἡ λέγουσα, τῷ ποιήσαντι αὐτὸν, οὐκ
εἰς ὄνησίν ἐστι τῇ αἱρέσει αὐτῶν, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς κα-
τάγνωσιν. Δέδεικται γὰρ ὅτι ἡ τοῦ, ἐποίησε, λέξις ,   (45)
καὶ ἐπὶ τῶν γνησίων καὶ φύσει τέκνων ἐν τῇ θείᾳ
κεῖται Γραφῇ· ὅθεν τοῦ Κυρίου ἀποδεικνυμένου
 
530

 71. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 241 li.42
 τὴν οὐσίαν, τῶν γενητῶν ἐστι, καὶ λέγεται κτί-    (40)
ζεσθαι, καὶ πάντως τὸ κτίσμα κτίζεται· ἡ δὲ τοῦ,
ἔκτισε, μόνη λέξις λεγομένη οὐ πάντως τὴν οὐσίαν ἢ
τὴν γέννησιν σημαίνει, ἀλλά τι ἕτερον δῆλοι γίνεσθαι
περὶ ἐκεῖνον περὶ οὗ λέγει· καὶ οὐ πάντως τὸ
 

 72. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 244 li.31
 στὴν κτίσματα λέγεται καὶ κτίζεται, ἀρκεῖ
ταῦτα πρὸς ὑπόμνησιν εἰρῆσθαι, πλήρους οὔσης τῆς   (30)
Γραφῆς· ὅτι δὲ ἡ τοῦ, ἔκτισε, μόνη λέξις λεγομένη
οὐ πάντως τὴν οὐσίαν καὶ τὴν γένεσιν σημαίνει, ὁ
μὲν Δαυῒδ ψάλλει· Γραφήτω αὕτη εἰς γενεὰν
 

 73. Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos


{2035.042} (A.D. 4) Vol. 26 p. 272 li.3
 (272) Θεοῦ τοῦ τρέφοντός σε. Ἡ δὲ διάνοια πάνυ θαυμαστὴ
τυγχάνει οὖσα. Οὐ γὰρ εἴρηκε πρῶτον τὸ, ἐγέννη-
σεν, ἵνα μὴ ἀδιάφορος ἡ λέξις ᾖ πρὸς τὸ, ἐποίη-
σε, καὶ πρόφασιν εὕρωσιν οὗτοι λέγειν· Μωσῆς
ἐξ ἀρχῆς μὲν εἶπεν εἰρηκέναι τὸν Θεόν· Ποιήσωμεν    (5)
 

 74. Αθανάσιος θεολόγος. Expositiones in Psalmos {2035.061}


(A.D. 4) Vol. 27 p. 300 li.12
 αὐτοῦ μὲν τοῦ ἀποστολικοῦ χοροῦ. Ῥυόμενος γὰρ   (10)
αὐτοὺς ῥύσεται, τῶν ἐχθρῶν δηλονότι συνθραύων τὰς
κεφαλάς. Ἐλήφθη δὲ ἡ λέξις ἐξ ὁμοιώσεως τῶν ὄφεων,
οἳ, ἐπειδὰν ἀρθῶσι κατὰ τινὸς, τότε ἐπὶ τῇ κεφαλῇ
πληττόμενοι ὄλλυνται. Ἔχει δὲ ὁ λόγος ἀναφορὰν καὶ
 

 75. Αθανάσιος θεολόγος. Scholia in Job {2035.115} (A.D. 4) Vol.


27 p. 1344 li.40
 ἀποδεικνυμένου, παύεται ἡ περὶ τοῦ ποιήματος καὶ
κτίσματος ὑπόνοια, καὶ φανερὰ πᾶσιν ἀπόδειξις, ὡς
ἡ λέξις ἡ λέγουσα, τῷ ποιήσαντι αὐτὸν, οὐκ εἰς   (40)
ὄνησίν ἐστι τῇ αἱρέσει αὐτῶν, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς κατά-
531

γνωσιν. Δέδεικται γὰρ, ὅτι ἡ τοῦ, ἐποίησε, λέξις


 

 76. Αθανάσιος θεολόγος. Scholia in Job {2035.115} (A.D. 4) Vol.


27 p. 1344 li.42
 ἡ λέξις ἡ λέγουσα, τῷ ποιήσαντι αὐτὸν, οὐκ εἰς   (40)
ὄνησίν ἐστι τῇ αἱρέσει αὐτῶν, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς κατά-
γνωσιν. Δέδεικται γὰρ, ὅτι ἡ τοῦ, ἐποίησε, λέξις
καὶ ἐπὶ τῶν γνησίων καὶ τῶν φύσει τέκνων ἐν τῇ
θείᾳ κεῖται Γραφῇ. Ὅθεν τοῦ Κυρίου ἀποδεικνυμένου
 

 77. Βασίλειος Καισαρείας. Homiliae super Psalmos {2040.018}


(A.D. 4) Vol. 29 p. 217 li.10
 Μακάριος οὖν ἀνὴρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσε-
βῶν. Σκόπει τῶν ῥημάτων τὸ ἀκριβὲς, πῶς ἑκάστη
λέξις δογμάτων πεπλήρωται. Οὐκ εἶπεν, Ὃς οὐ πο-   (10)
ρεύεται ἐν βουλῇ ἀσεβῶν, ἀλλ’, Ὃς οὐκ ἐπορεύθη.
Ὁ μὲν γὰρ ἐν τῷ βίῳ τυγχάνων οὔπω μακαριστὸς,
 

 78. Βασίλειος Καισαρείας. Homiliae super Psalmos {2040.018}


(A.D. 4) Vol. 29 p. 248 li.25
   Ἰδοὺ ὠδίνησεν ἀδικίαν, συνέλαβε πόνον,
καὶ ἔτεκεν ἀνομίαν. Ὡς μὲν πρὸς τὴν τάξιν δοκεῖ
συγκεχυμένως ἡ λέξις ἔχειν· ἐπειδὴ πρῶτον αἱ    (25)
κύουσαι συλλαμβάνουσιν, εἶτα ὠδίνουσι, τελευταῖον
δὲ τίκτουσιν· ἐνταῦθα δὲ πρῶτον ἡ ὠδὶν, εἶτα ἡ
 

 79. Βασίλειος Καισαρείας. Homiliae super Psalmos {2040.018}


(A.D. 4) Vol. 29 p. 257 li.25
 νηρόν· μὴ βασκανίᾳ χρήσασθαι πρὸς τὰς εὐπρα-
γίας τῶν πέλας. Καὶ ὀνειδισμὸν οὐκ ἔλαβεν ἐπὶ
τοὺς ἔγγιστα αὐτοῦ. Ἀμφίβολος ἡ λέξις · πότερον   (25)
αὐτὸς ἄξια τοῦ ὀνειδίζεσθαι παρὰ τῶν ἔγγιστα οὐκ
ἐποίησε, καὶ διὰ τοῦτο οὐκ ἔλαβε παρ’ αὐτῶν ὀνει-
 

 80. Βασίλειος Καισαρείας. Homiliae super Psalmos {2040.018}


(A.D. 4) Vol. 29 p. 404 li.9
 τὰ βέλη, πανταχοῦ προπεμπόμενα, παρεσκεύαζε
τοὺς λαοὺς ὑποκάτω πίπτειν τοῦ Χριστοῦ. Δοκεῖ δέ
532

μοι ἀκολουθότερον ἡ λέξις ἀποκαθίστασθαι δι’ ὑπερ-


βατοῦ, ὥστε τοιοῦτον εἶναι τὸν νοῦν· Ἔντεινον   (10)
καὶ κατευοδοῦ καὶ βασίλευε, καὶ ὁδηγήσει σε θαυ-
 

 81. Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 3) [Sp.] (A.D. 4) Vol. 39 p.


836 li.41
 νυν καὶ μονογενὴς καὶ πρωτότοκος· ἁρμόζει δὲ
μᾶλλον αὐτῷ πρὸς τὴν οἰκονομίαν ἡ τοῦ «πρωτό-    (40)
τοκος» λέξις . Εἰ μὴ γὰρ διὰ φιλανθρωπίαν ἄφατον,
τὸ μὲν ἅγιον Πνεῦμα ἀνεγέννησεν ἡμᾶς, ὁ δὲ Θεὸς
καὶ Πατὴρ υἱοὺς προσέλαβεν, ὁ δὲ περὶ οὗ ὁ λόγος
 

 82. Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 3) [Sp.] (A.D. 4) Vol. 39 p.


865 li.22
 «ἀληθινὸς Θεὸς» λέξιν μὴ ἐπιδέχεσθαι δευτέραν, ἢ    (20)
τρίτην ὑπόστασιν, ἔχειν δὲ τὴν ἀναφορὰν εἰς μόνον
τὸν Πατέρα. Ἡ δὲ «μόνος» καὶ ἑνός ἐστι λέξις ,
ὁσάκις ἂν εἴρηται ἐπὶ τῆς Τριάδος τῇ Γραφῇ, διὰ τὸ
ἐν μονάδι θεότητος ὑπάρχειν αὐτὴν, καὶ «μοναρχίαν»
 

 83. Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 3) [Sp.] (A.D. 4) Vol. 39 p.


865 li.36
 πορνεία, ἐπίνοια εἰδώλων.» Πρὸς τούτοις, καὶ ὅτι
οὐχ ἁρμόττει κτίσματι κυρίως καὶ καθ’ ἅπαξ ἡ «μό-   (35)
νος» καὶ ἑνὸς λέξις , τῷ εἶναι πάντων, ἢ πολλῶν
ἅμα κοινόν τι, διὰ τὸ πάντα ἔχειν πολλὰ ὁμοούσια
καὶ ὁμοειδῆ, ὡς ἐν τῷ τεσσαρεσκαιδεκάτῳ κεφαλαίῳ
 

 84. Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 3) [Sp.] (A.D. 4) Vol. 39 p.


868 li.27
 ἀπρόσιτον,» ὡς πρὸς τὴν κτίσιν ἐπέστειλε, καθὰ   (25)
εἴρηται. Ἡ γὰρ αἰώνιος ζωὴ, καὶ ἡ ἀφθαρσία, ἀθα-
νασία ἐστί· καὶ ἡ «ἀλήθεια,» καὶ «σοφία» λέξις
ἰσοδυναμεῖ τῷ «ἀληθινῷ» καὶ «σοφῷ» ῥήματι·
καθάπαξ δὲ ταῦτά ἐστι μόνου Θεοῦ· μεμαρτύρηται
 

 85. Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 3) [Sp.] (A.D. 4) Vol. 39 p.


877 li.12
533

 ἔχειν λέγεται, δηλοῖ· τὸν αὐτὸν τρόπον, τὸ ἔχειν λα-    (10)


βόντα ζωὴν τὸν Υἱὸν, οὐχ ὡς μὴ ἔχοντα φύσει ση-
μαίνει. Ἡ γὰρ λέξις ἡ «ὥσπερ ἔχει,» καὶ ἡ «οὕ-
τως ἔδωκε,» τοῦτο παριστᾷ· ὅτι οὕτως ἔχει ὁ Υἱὸς
τὴν ζωὴν, ὥσπερ ἔχει αὐτὴν οὐ λαβὼν ὁ Πατήρ·
 

 86. Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 3) [Sp.] (A.D. 4) Vol. 39 p.


929 li.33
 «Βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς, καὶ
τοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος,» παραλλαξίαν ἡ
λέξις οὐχ ἕξει, «ἐν τῷ ἁγίῳ Πνεύματι,» διά τε εἰς
ἓν ὄνομα ἰσοτίμως εἰρῆσθαι, διά τε αὐτὸν εἶναι εἰπεῖν,
«εἰς τὸ ὄνομα,» καὶ «ἐν τῷ ὀνόματι.»   (35)
 

 87. Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 3) [Sp.] (A.D. 4) Vol. 39 p.


952 li.33
 φωνή· εὑρεθήσεται γὰρ ἐκ προσώπου αὐτοῦ ἡ,
«Κατέστρεψα ὑμᾶς, καθὼς κατέστρεψεν ὁ Θεὸς,»
λέξις · οὐ καταστρέφει δὲ ἄνθρωπος, καθὼς ὁ Θεός·
οὐδὲ ἴδιον προφήτου φθέγξασθαι καυχηματικῶς ἅμα
καὶ βλασφήμως. Καὶ τὸ ἔχειν δὲ, «Κτίζων Πνεῦ-   (35)
 

 88. Δίδυμος Καίκος. De trinitate (lib. 3) [Sp.] (A.D. 4) Vol. 39 p.


969 li.2
 ρωθι· «Οὐχ ὅτι τὸν Θεόν τις ἑώρακεν, εἰ μὴ ὁ ὢν ἐκ
(969) τοῦ Θεοῦ.» Ἡγοῦνται γὰρ, ὡς ἡ, «Οὐδεὶς ἄλλος γι-
νώσκει,» λέξις ἐξωθεῖ τῆς θείας γνώσεως τὸ θεϊκὸν
Πνεῦμα· οὐ προσέχοντες, ὡς ἡ λέγουσα φωνὴ, «εἰ
μὴ ὁ ὢν ἐκ τοῦ Θεοῦ,» οὐκ ἐκβάλλει αὐτὸ τοῦ ὁρᾷν
 

 89. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 35


li.12
 νεται· εὐμενίς εὐγενίς Λυκαονίς Ἀμαζονίς.   (10)
  Τὰ εἰς ΞΙΣ ἀπὸ μελλόντων ἐσχηματισμένα βαρύ-
νεται· ἕξω ἕξις, λέξω λέξις , ψύξω ψύξις. σεση-
μείωται ἁψίς ὀξυνόμενον. τὰ μέντοι παρώνυμα ὀξύ-
νεται· ἅμαξα ἁμαξίς, πύξος πυξίς, ὄξος ὀξίς.
 
534

 90. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 146


li.23
 τὸ Ὅμηρος Ὁμήρου, ἄνθρωπος ἀνθρώπου οὐ φυ-
λάττει, ἀλλὰ καταβιβάζει· διότι μακρᾶς οὔσης τῆς λη-
γούσης κοινῶς οὐ δύναται προπαροξυνθῆναι λέξις , εἰ
(147) μὴ ἐπὶ τῶν Ἀττικῶν. διὸ Ὅμηροι, ἄελλαι προπαροξύ-
νεται, κοινῶς παραλαμβανομένης τῆς διφθόγγου ἐν τέλει
 

 91. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 160


li.1
 νονται ὁ τέ καὶ ὁ νύ καὶ ὁ ποῖ καὶ τοί καὶ θήν
καὶ πέρ καὶ γέ.
(160)   Ἰστέον δὲ, ὅτι, ἡνίκα ἔστι λέξις τετράχρονος, οὐκ
ἀναπέμπει τῇ προηγουμένῃ λέξει τὸν τόνον, ἀλλὰ τῇ
προηγουμένῃ συλλαβῇ· ἄνθρωπος ἥμων, ἔτυψας
 

 92. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 160


li.5
 προηγουμένῃ συλλαβῇ· ἄνθρωπος ἥμων, ἔτυψας
ἥμας· ἐπειδὴ οὐδέποτε πρὸ τεσσάρων χρόνων τόνος
πίπτει. ἐὰν δὲ εὑρεθῇ λέξις τρίχρονος, ἢ δίχρονος, ἢ   (5)
μονόχρονος, τότε ἀναπέμπει τῇ προηγουμένῃ λέξει τὸν
τόνον κατὰ τὴν διαίρεσιν. ἡνίκα εὑρεθῇ ἡ προηγου-
 

 93. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 160


li.8
 μονόχρονος, τότε ἀναπέμπει τῇ προηγουμένῃ λέξει τὸν
τόνον κατὰ τὴν διαίρεσιν. ἡνίκα εὑρεθῇ ἡ προηγου-
μένη λέξις ἢ προπαροξύτονος ἢ παροξύτονος τροχαϊκὴ
ἀπὸ τόνου, ὡς ἐπὶ τοῦ τυφθέντα (ἀπὸ γὰρ τοῦ τόνου
ἐπὶ τὴν λήγουσαν ἀναποδίζων τροχαῖον εὑρίσκει ἢ προ-    (10)
 

 94. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 160


li.17
 θέσει μακράν“ διὰ τὸ φοίνιξ καὶ κήρυξ· τούτων γὰρ    (15)
προηγουμένων οὐ γίνεται ἔγκλισις· φοίνιξ ἐστί, κήρυξ
ἐστίν. Ἐὰν δὲ εὑρεθῇ λέξις ὀξύτονος ἢ περισπωμένη
προηγουμένη τοῦ ἐγκλιτικοῦ, φυλάττεται ἡ ὀξεῖα καὶ ἡ
535

περισπωμένη, οἷον· Ζεύς Ζεύς τε, καλῶς καλῶς


 

 95. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 160


li.21
 περισπωμένη, οἷον· Ζεύς Ζεύς τε, καλῶς καλῶς
μοι, σαφῶς σαφῶς γε, κανόνος λέγοντος, ὅτι πᾶσα    (20)
λέξις ὀξύτονος πολλάκις ἐν τῇ συνθέσει κοιμίζει τὴν
ὀξεῖαν εἰς βαρεῖαν, χωρὶς τοῦ τίς, οἷον· Ζεύς Ζεὺς
δέ· καλός καλὸς ἄνθρωπος· σοφός σοφὸς ἀνήρ.
 

 96. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 161


li.7
 μίζει τὴν ὀξεῖαν εἰς βαρεῖαν .... τοῦ ἐγκλιτικοῦ ἐπιφε-    (5)
ρομένου.
  Εἰ δὲ πρὸ τοῦ ἐγκλιτικοῦ εὑρεθῇ λέξις πυῤῥιχιακὴ
ἀπὸ τόνου, δηλονότι ἐπὶ τὴν λήγουσαν, ὡς ἐπὶ τοῦ
πολλάκις, ἢ ἰαμβικὴ ἀπὸ τόνου, ὡς ἐπὶ τοῦ μετα-
 

 97. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 166


li.9
 αὐτῶν ἐγείρουσι βαρεῖαν. οὐκ ἐπὶ πάσης συλλαβῆς ταύ-
την ἐγείρειν δύνανται· οὐ γὰρ, εἰ σπονδειακὴ τυγχάνοι
ἡ προκειμένη λέξις καὶ βαρύνοιτο, ἡ βαρεῖα ταύτης ἡ
ἐπὶ τέλει ἐγείρεται· οὕτω που Διῒ μέλλει ὑπερ-    (10)
μενέϊ φίλον εἶναι, ἤδη τις εἶπεν, καὶ οὔτε τὴν
 

 98. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 166


li.23
 ἐγκλίνονται· ἵνά σφ’ ἀγορή τε θέμις τε, ὅτί
σφέας εἰσαφίκηται, καὶ ἐπὶ τῶν ὁμοίων ὡσαύτως.
εἰ μέντοι προπαροξύνοιτο ἡ προκειμένη λέξις τῶν ἐγκλι-
(167) τικῶν μορίων, ἐγείρει τὴν ἐν τῷ τέλει αὐτῆς βαρεῖαν,
οἷον· ἄνθρωπός τις (ἐν γὰρ τῇ ΑΝ συλλαβῇ καὶ
 

 99. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P. 167


li.7
 ῥήμασι μόνοις καὶ ἐν εὐκτικοῖς ἡ ΑΙ καὶ ἡ ΟΙ μακραί   (5)
εἰσιν· ἐν δὲ τοῖς λοιποῖς οὐκ ἔτι μακραί εἰσιν.
536

  Ὁμοίως εἰ προπερισπῷτο ἡ προκειμένη λέξις , ἐγ-


κλιτικοῦ ἐπιφερομένου ἐγείρει τὴν μετὰ τὴν προπερι-
σπωμένην βαρεῖαν, οἷον· οἶκός τις, Σκῶλόν τε
 

 100. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P.


167 li.15
 τὴν συνέπειαν, ἐγκλιτικοῦ ἐπιφερομένου τὴν βαρεῖαν
ἐγείρουσιν· αὐτός, αὐτός μοι. εἰ δὲ περισπῷτο ἡ
λέξις , φυλάττεται ἡ περισπωμένη· [πῶ ποτε,] πῶς   (15)
ποτε, πῆ με φέρεις. Ἐὰν οὖν συμβῇ πλείονα ἐφε-
ξῆς ἐγκλιτικὰ εἶναι, πολλαὶ ἔσονται αἱ παράλληλοι ὀξεῖαι,

 101. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P.


168 li.15
 καὶ τῇ ΝΑ ἡ ὀξεῖα τίθεται).
  Κἀκεῖνο δὲ παραφυλακτέον, ὅτι τῶν ἐγκλινομένων
εἰ σπονδειακὴ προηγεῖται λέξις ἢ τροχαϊκὴ, εἰ μὲν μο-    (15)
νοσύλλαβον εἴη τὸ ἐπιφερόμενον ἐγκλιτικὸν, ὥσπερ ἐθέ-
μην, ἐγκλίνεται· οὕτω που, ἤδη τις, οὔτε τὸ ἐγκλι-
 

 102. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P.


199 li.6
   [Ὅτι πᾶσα συλλαβὴ περισπωμένη φύσει μακρά ἐστι,
καὶ οὐ θέσει οὔτε βραχεῖα.   (5)
  Ὅτι πᾶσα λέξις ὀξύτονος ἐν τῇ συνεπείᾳ κοιμίζει
τὴν ὀξεῖαν εἰς τὴν βαρεῖαν χωρὶς τοῦ τίς. ὅπερ φυ-
λάττει τὴν ὀξεῖαν, [καὶ] χωρὶς εἰ μὴ στιγμὴ ἐπιφέροιτο,
 

 103. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P.


199 li.10
 λάττει τὴν ὀξεῖαν, [καὶ] χωρὶς εἰ μὴ στιγμὴ ἐπιφέροιτο,
ἢ ἐγκλιτικόν ἐστι.
  Ὅτι πᾶσα λέξις μὴ περισπωμένη ἢ ὀξυνομένη βα-    (10)
ρύνεται.
  Ὅτι ἡ ὀξεῖα καὶ ἡ βαρεῖα συνερχόμεναι εἰς συναί-
 

 104. Αρκάδιος γραμματικός. De accentibus [Sp.] (A.D. 4?) P.


217 li.5
537

 λόγος τρέχει στιγμὴν μὴ ἔχων, οἷον· καλὸς καὶ σο-


φὸς καὶ σεμνὸς καὶ ἀγαθὸς καὶ εὐσεβὴς ἀνὴρ
ἐμοὶ συνδραμὼν διελέχθη. πᾶσα λέξις τούτου τοῦ    (5)
λόγου αὐτὴ καθ’ αὑτὴν ὀξύνεται, ἀλλ’ ἐν τῇ συνδρομῇ τοῦ
λόγου μεταβάλλεται εἰς βαρεῖαν· κυλινδροειδὴς γάρ ἐστι,
 

 105. Τίμαιος γραμματικός. Πλατωνικόν λεξικόν. (e cod. Coislin.


345) {2602.001} (A.D. 4?) Epistle-alphabetic letter alpha p. 972b
li.8
 φθορον καὶ τὸ μὴ παρακεκινημένον τῆς ὀρθῆς γνώ-
μης, ὡς ὁ αὐτὸς ἐν Νόμων ϛʹ· „ἀδιαφθόρους ταῖς
δεήσεσι δικάζειν.“ προάγεται δὲ ἡ λέξις καὶ ἐπιῤῥη-
ματικῶς, ὡς Αἰσχίνης φησὶν Ἀδιαφθόρως.
Ἀδώνιδος κῆποι, ἐπὶ τῶν ἀώρων καὶ ὀλιγοχρονίων   (10)
 

 106. Τίμαιος γραμματικός. Πλατωνικόν λεξικόν. (e cod. Coislin.


345) {2602.001} (A.D. 4?) Epistle-alphabetic letter alpha p. 975a
li.33
 Ἀναθέσθαι, τὸ μεταθέσθαι, ἀπὸ τῶν πεττευόντων καὶ
τὰς κεκινημένας ἤδη ψήφους διορθούντων. οὔτε δὲ
τὸ ὑπερθέσθαι σημαίνει ἡ λέξις , οὔτε τὸ ἀνακοινώ-
σασθαι, ἀλλὰ τὸ μεταβουλεύσασθαι καὶ μεταγνῶναι.
πολύ ἐστι παρὰ Πλάτωνι τῷ φιλοσόφῳ.    (35)
 

 107. Τίμαιος γραμματικός. Πλατωνικόν λεξικόν. (e cod. Coislin.


345) {2602.001} (A.D. 4?) Epistle-alphabetic letter eta p. 989a
li.16
 Ἦν δ’ ἐγώ, ἔφην δ’ ἐγώ. παρὰ Πλάτωνι καὶ Ἀρι-
στοφάνει.   (15)
Ἦν δ’ ἐγώ, ἔφην δ’ ἐγώ. Ἀττικὴ δὲ ἡ λέξις καὶ ἡ σύν-
ταξις. μάλιστα δὲ αὐτῇ συνεχῶς κέχρηται καὶ κατακό-
ρως ὁ Πλάτων. καὶ ἦ δ’ Ὅς ἀντὶ τοῦ ἔφη ἐκεῖνος.
 

 108. Τίμαιος γραμματικός. Πλατωνικόν λεξικόν. (e cod. Coislin.


345) {2602.001} (A.D. 4?) Epistle-alphabetic letter pi p. 998b
li.10
 κατὰ μεταφορὰν τὴν ἀπ’ ἐκείνων. Πλάτων Φαίδρῳ·
„ἐσπούδακας, ὦ Φαῖδρε, ὅτι σου τῶν παιδικῶν ἐλα-
βόμην, ἐρεσχελήσων σε·“ — — —ἡ δὲ λέξις ὡς ἐπὶ τὸ   (10)
538

πολὺ ἐπὶ τῶν ἀσελγῶς ἐρωμένων.


Παιδουργία. παιδοποιΐα.
 

 109. SYNESIUS Phil. Epistulae (A.D. 4-5) Epistle 145 li.13


 ἐκείνου τὴν Αἴγυπτον. Ἁρποκρατίων τίς ἐστι τῶν
Ἡρακλειανοῦ δορυφόρων, τάξιν ἔχων τῷ βοηθῷ βοη-
θεῖν (ἡ γὰρ σουβαδίουβα λέξις τοῦθ’ ἑρμηνεύειν
πιστεύεται)· τούτῳ σύνεστιν ὁ Φιλόρωμος. κἀγὼ τό
γ’ ἐμὸν εἴασα ἂν χαίρειν αὐτόν· ποῦ γὰρ εὔλογον τὸν    (15)
 

 110. SOCRATES Scholasticus Hist. Historia ecclesiastica


{2057.001} (A.D. 4-5) Book 1 ch. 23 li.34
 Νικαίᾳ συνέθετο· ὡς δὲ ἡμεῖς ἐκ διαφόρων ἐπιστολῶν εὑρήκαμεν,
ἃς μετὰ τὴν συνόδον οἱ ἐπίσκοποι πρὸς ἀλλήλους ἔγραφον, ἡ τοῦ
‘ὁμοουσίου’ λέξις τινὰς διετάραττε· περὶ ἣν κατατριβόμενοι καὶ
ἀκρι-
βολογούμενοι τὸν κατὰ ἀλλήλων πόλεμον ἤγειραν· νυκτομαχίας
τε   (35)
οὐδὲν ἀπεῖχε τὰ γινόμενα· οὐδὲ γὰρ ἀλλήλους ἐφαίνοντο νοοῦντες,

 111. Ιωάννης Χρυσόστομος. In sanctum Eustathium Antiochenum


{2062.045} (A.D. 4-5) Vol. 50 p. 603 li.29
 τικήν· οὐκ ἔστι δὲ τοῦτο, οὐκ ἔστιν· ἀλλ’ ἄγγελον
Σατᾶν τοὺς ἀντικειμένους ἀνθρώπους καλεῖ· τὸ γὰρ
Σατᾶν τοῦτο Ἑβραϊκὴ λέξις ἐστί· Σατᾶν δὲ ὁ ἀντι-
κείμενος λέγεται. Τὰ οὖν σκεύη τοῦ διαβόλου, καὶ   (30)
τοὺς ἐκείνῳ διακονουμένους ἀνθρώπους ἀγγέλους αὐ-
 

 112. Ιωάννης Χρυσόστομος. In illud: Habentes eundem spiritum


(homiliae 1-3) {2062.076} (A.D. 4-5) Vol. 51 p. 291 li.1
 ... ταῖς ἐλπίσι ταύταις τρεφόμενοι, τῶν ἐγκει-
μένων ῥήσεων ἑκάστην μετὰ πολλῆς περιεργάζεσθαι
(291) τῆς σπουδῆς. Εἰ γὰρ μία λέξις τριῶν ἡμερῶν διάλεξιν
ἡμῖν ἔτεκε, πόσον ἡμῖν ἀναβλύσει θησαυρὸν ὁλόκλη-
ρος περικοπὴ μετὰ ἀκριβείας θεωρουμένη; Μὴ τοί-
 
539

 113. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67)


{2062.112} (A.D. 4-5) Vol. 53 p. 109 li.15
 τὴν ἡδονὴν παρέχῃ, καὶ εἰς εὐχαριστίας εὐγνωμοσύνην
αὐτὸν διεγείρῃ, ἐννοοῦντα ὅσον εὐεργέτηται οὐδὲν οὐδέπω
ἐπιδειξάμενος. Μὴ τοίνυν ξενιζέτω σε ἡ τοῦ Ἔθετο λέξις ·   (15)
ἔθος γὰρ ἀεὶ τῇ Γραφῇ δι’ ἡμᾶς καὶ τὴν ὠφέλειαν τὴν ἡμε-
τέραν ταῖς ἀνθρωπίναις κεχρῆσθαι λέξεσι. Καὶ ἵνα μάθῃς,
 

 114. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67)


{2062.112} (A.D. 4-5) Vol. 53 p. 119 li.4
 ἀρτίως τῆς θείας Γραφῆς λεγούσης· Τῷ δὲ Ἀδὰμ οὐχ
εὑρέθη βοηθὸς ὅμοιος αὐτῷ. Τί βούλεται ἡ βραχεῖα
αὕτη λέξις , Τῷ δὲ Ἀδάμ; τίνος ἕνεκεν προσέθηκε τὸν
σύνδεσμον; οὐ γὰρ ἤρκει εἰπεῖν, τῷ Ἀδάμ; Οὐχ ἁπλῶς   (5)
ταῦτα διερευνᾶσθαι σπουδάζομεν, φιλοτιμίας ἕνεκεν πε-
 

 115. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67)


{2062.112} (A.D. 4-5) Vol. 53 p. 167 li.20
 ἀδιάλειπτος ἦν οὐκ αὐτῷ μόνῳ, ἀλλὰ καὶ ταῖς μετὰ
ταῦτα γενεαῖς, τοῦ σάλου καὶ τοῦ τρόμου. Τὸ γὰρ Ναῒδ
ὄνομα Ἑβραϊκὴ λέξις ἐστὶν, ἑρμηνεύεται δὲ σάλος. Ἵν’    (20)
οὖν ὥσπερ ἐν στήλῃ χαλκῇ ἀνέκλειπτον ἔχῃ καὶ ἀπὸ τοῦ
τόπου τὴν κατηγορίαν, ἐκεῖ αὐτὸν κατῴκισεν. Εἶτά φησι·
 

 116. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67)


{2062.112} (A.D. 4-5) Vol. 53 p. 241 li.8
 πων γένος ἐπεδείξατο, ἐβόα καὶ ἔλεγεν· Οὕτω γὰρ ἠγά-
πησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον. Ὅρα πόσου θαύματος γέμει
ἡ λέξις · Οὕτω, φησὶ, τὸ μέγεθος ἀναλογιζόμενος, ὅπερ
ἤμελλεν ἐρεῖν· διὰ τοῦτο οὕτως ἤρξατο. Εἰπὲ οὖν ἡμῖν,
ὦ μακάριε Ἰωάννη· Οὕτω, πῶς; εἰπὲ τὸ μέτρον, εἰπὲ   (10)
 

 117. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67)


{2062.112} (A.D. 4-5) Vol. 53 p. 337 li.51
 πρὸς τὸ διαναστῆσαι, τὸ τὴν προσηγορίαν εἰπεῖν τοῦ
καλουμένου· εἶτά φησιν, Ἐγὼ ὑπερασπιῶ σου.   (50)
Πολλὴν ἔχει καὶ αὕτη ἡ λέξις τὴν ἔμφασιν. Ἐγὼ ὁ ἀπὸ
τῶν Χαλδαίων σε ἀναστήσας, ἐγὼ ὁ ἐνταῦθά σε ἀγαγὼν,
540

ἐγὼ ὁ τῶν κινδύνων τῶν ἐν Αἰγύπτῳ ἐλευθερώσας, ἐγὼ


 

 118. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67)


{2062.112} (A.D. 4-5) Vol. 53 p. 342 li.2
 πολλὴν καὶ ἄφατον φλυαρίαν τότε τῶν νοημάτων
(342) ἐστὶ περιδράξασθαι· ἐνταῦθα δὲ, ὡς ἴστε, καὶ βραχεῖα
λέξις πολλάκις ἤρκεσεν ἡμῖν πᾶσαν ὑφᾶναι τὴν διδασκα-
λίαν. Διά τοι τοῦτο καὶ χθὲς προθέντες ὑμῖν τὰ ἀνεγνω-
σμένα, καὶ τῶν προοιμίων ἁψάμενοι, ἐπειδὴ πολὺν εὕρο-
 

 119. Ιωάννης Χρυσόστομος. Homilia de capto Eutropio [Dub.]


{2062.142} (A.D. 4-5) Vol. 52 p. 409 li.63
 μονοῦσα. Παρέστη ἡ βασίλισσα ἐκ δεξιῶν σου ἐν
ἱματισμῷ διαχρύσῳ. Οὐχ ἱμάτια λέγει, ἀλλ’ ἀρετήν·
οὐκ εἶπεν, ἐν χρυσῷ. Πρόσεχε· καὶ αὐτὴ ἡ λέξις πολ-
λὴν ἔχει εὐγένειαν νοημάτων. Οὐκ εἶπε, ἐν χρυσῷ,
ἀλλὰ, Διαχρύσῳ. Ἄκουε συνετῶς. Τὸ χρυσοῦν ἱμά-    (65)
 

 120. Ιωάννης Χρυσόστομος. Expositiones in Psalmos {2062.143}


(A.D. 4-5) Vol. 55 p. 322 li.52
 τῶν ἀγαθῶν ἡ δύναμις. Εἰ τοίνυν ἐν τοῖς παχυτάτοις    (50)
ἐκείνοις καὶ αἰσθητοῖς πίστεως ἔδει, πολλῷ μᾶλλον
ἐνταῦθα. Ἀλλ’ ἡ μὲν ἀποστολικὴ λέξις τὴν προσ-
ήκουσαν ἑρμηνείαν εἴληφεν· ὥρα λοιπὸν πάλιν καὶ ἐπὶ
τὴν προφητικὴν ἐλθεῖν, καὶ εἰπεῖν τί φησιν ὁ μακά-
 

 121. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Matthaeum (homiliae 1-90)


{2062.152} (A.D. 4-5) Vol. 57 column 279 li.16
 γῆς ἀποστήσας, καὶ τοῖς οὐρανοῖς προσηλώσας,
ἴδωμεν τί κελεύει λοιπὸν αἰτεῖν. Μάλιστα μὲν γὰρ    (15)
καὶ αὐτὴ ἡ λέξις ἱκανὴ πάσης ἀρετῆς διδασκαλίαν
ἐνθεῖναι. Ὁ γὰρ Πατέρα καλέσας τὸν Θεὸν, καὶ
Πατέρα κοινὸν, δίκαιος ἂν εἴη τοιαύτην ἐπιδείκνυ-
 

 122. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88)


{2062.153} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 159 li.56
 συνεσταλμένως μὲν ὁ Χριστὸς, ἐπειδὴ πρὸς Νικόδη-
μον ἦν ὁ λόγος, ἐμφαντικώτερον δέ. Καὶ γὰρ ἑκάστη    (55)
541

λέξις πολλὴν ἔχει τὴν ἔμφασιν. Τῷ τε γὰρ εἰπεῖν,


Οὕτως ἠγάπησε, καὶ τῷ, Ὁ Θεὸς τὸν κόσμον,
πολλὴν δείκνυσι τῆς ἀγάπης τὴν ἐπίτασιν. Πολὺ γὰρ
 

 123. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88)


{2062.153} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 223 li.27
   γʹ. Ὁρᾷς πῶς τὸ ἀπαράλλακτον, καὶ ἑνὶ μόνῳ τὴν    (25)
διαφορὰν ἐμφαῖνον, τῷ τὸν μὲν Πατέρα εἶναι, τὸν δὲ
Υἱόν; Ἡ γὰρ, Ἔδωκε, λέξις , ταύτην εἰσάγει τὴν
διαίρεσιν μόνην, τὰ δὲ ἄλλα πάντα ἴσα καὶ ἀπαρ-
άλλακτα δείκνυσιν. Ὅθεν δῆλον, ὅτι μετὰ τοσαύτης
 

 124. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88)


{2062.153} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 250 li.15
 γισεν ὁ Θεός· τουτέστιν, ἐπὶ τούτῳ ἔπεμψε ταύτην
ὑμῖν κομίζοντα τὴν τροφήν. Δηλοῖ δὲ καὶ ἑτέραν ἑρ-
μηνείαν ἡ λέξις . Καὶ γὰρ καὶ ἀλλαχοῦ φησιν ὁ Χρι-   (15)
στός· Ὁ ἀκούων μου τοὺς λόγους, τοῦτον ἐσφρά-
γισεν ὁ Πατὴρ, ὅτι ὁ Θεὸς ἀληθής ἐστι· τουτέστιν,
 

 125. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88)


{2062.153} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 250 li.19
 γισεν ὁ Πατὴρ, ὅτι ὁ Θεὸς ἀληθής ἐστι· τουτέστιν,
ἀπέδειξεν ἀναντιῤῥήτως· ὃ δή μοι δοκεῖ καὶ ἐνταῦθα
ἡ λέξις αἰνίττεσθαι. Οὐδὲν γάρ ἐστιν ἄλλο τὸ, Ἐσφρά-
γισεν ὁ Πατὴρ, ἀλλ’ ἢ ἀπέδειξεν, ἐξεκάλυψε διὰ τῆς    (20)
αὐτοῦ μαρτυρίας. Ἔδειξε μὲν γὰρ καὶ αὐτὸς ἑαυτόν·
 

 126. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1-88)


{2062.153} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 406 li.14
 χωρούντων τῷ λόγῳ τῆς εὐσεβείας. Καθὼς ἀπ-
έστειλέ με, κἀγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς. Ὁρᾷς ὅτι οὐδὲ
ἐνταῦθα τὴν αὐτὴν ἰσχὺν ἡ λέξις ἔχει; Εἰ γὰρ τοῦτο
οὕτως ἐκδεξόμεθα, οὐδὲν ἔσονται διεστηκότες οἱ ἀπό-    (15)
στολοι τοῦ Χριστοῦ. Διατί δέ φησι, Τότε γνώσεσθε;
 

 127. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Acta apostolorum (homiliae 1-55)


{2062.154} (A.D. 4-5) Vol. 60 p. 338 li.41
542

 (338) σὶν, ὁμολογοῦσι τὰ ἀμφότερα. Καὶ μὴν τρία ἐστί·   (39)


πῶς οὖν λέγει Ἀμφότερα; Ἢ ὅτι πνεῦμα καὶ ἄγγελος    (40)
ἕν ἐστιν, ἢ ὅτι οὐ μόνον ἡ λέξις περὶ δύο, ἀλλὰ καὶ περὶ
τριῶν λαμβάνεται. Καταχρηστικῶς οὖν οὕτως εἶπε, καὶ
οὐ κυριολογῶν. Καὶ ὅρα· ὅτε μετ’ αὐτῶν ἔστη, τότε ἀπο-
 

 128. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Romanos (homiliae


1-32) {2062.155} (A.D. 4-5) Vol. 60 p. 544 li.40
 ἡμῶν, ταῦτα τίθησι, θλίψεις καὶ στενοχωρίας. Εἰ
γὰρ καὶ εὐαρίθμητα τὰ εἰρημένα, ἀλλὰ μυρίους ἔχει
πειρασμῶν ὁρμαθοὺς ἑκάστη λέξις . Ὅταν γὰρ εἴπῃ    (40)
θλῖψιν, καὶ δεσμωτήρια λέγει καὶ δεσμὰ καὶ συκο-
φαντίας καὶ ἐξορίας καὶ τὰς ἄλλας ταλαιπωρίας
 

 129. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam i ad Corinthios


(homiliae 1-44) {2062.156} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 84 li.23
 γον· ὁ δὲ Χριστὸς τοῦ Θεοῦ, ὡς γέννημα γνήσιον, οὐχ
ὡς ἔργον, ὥσπερ οὐδὲ ὁ κόσμος ἡμῶν. Ὥστε εἰ καὶ
μία ἡ λέξις , ἀλλὰ διάφορος ἡ ἔννοια. Ἡμῶν μὲν
γὰρ ὁ κόσμος, ὡς δι’ ἡμᾶς γεγονός· ὁ δὲ Χριστὸς
τοῦ Θεοῦ, ὡς αὐτὸν αἴτιον ἔχων κατὰ τὸ Πατέρα    (25)
 

 130. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Corinthios


(homiliae 1-30) {2062.157} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 598 li.12
   Τί ποτ’ οὖν ἐστι τὸ εἰρημένον, καὶ τί δηλοῖ τὸ τῆς   (10)
ἀσθενείας ὄνομα, καὶ κατὰ ποῖον σημαινόμενον εἴρη-
ται, ἀναγκαῖον μαθεῖν. Μία μὲν γὰρ ἡ λέξις , πολλὰ
δὲ τὰ ἐξ αὐτῆς δηλούμενα. Καὶ γὰρ ἀσθένεια λέγεται
ἡ τοῦ σώματος ἀῤῥωστία· διὸ καὶ ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ
 

 131. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ii ad Corinthios


(homiliae 1-30) {2062.157} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 599 li.34
 ἰσχὺν, ὅτι καὶ τοιοῦτον πρᾶγμα ὑπέμεινε, καὶ τὰ τῆς
δυνάμεως αὐτοῦ οὐκ ἠκρωτηριάσθη. Μὴ τοίνυν σε
θορυβείτω ἡ λέξις τῆς ἀσθενείας· καὶ γὰρ καὶ ἀλλα-
χοῦ φησι· Τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν   (35)
ἀνθρώπων ἐστὶ, καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυ-
 
543

 132. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Galatas


commentarius {2062.158} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 615 li.9
 χώραν ἀφίησιν ἔχειν. Οὐ γὰρ, ὡς τὰ τοῦ Υἱοῦ νῦν
ἀνατιθεὶς τῷ Πατρὶ, τοῦτο ποιεῖ, ἀλλὰ δεικνὺς ὅτι
οὐδεμίαν αὕτη ἡ λέξις οὐσίας διαφορὰν εἰσάγει. Τί
δὲ καὶ οἱ ἀπὸ τοῦ βαπτίσματος ἐπινοοῦντές τινα   (10)
ἐλάττωσιν διὰ τὸ εἰς ὄνομα Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ
 

 133. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Galatas


commentarius {2062.158} (A.D. 4-5) Vol. 61 p. 642 li.3
 (642) νοις εἶχον. Ἀλλ’ ὅτε εἶδον, ὅτι οὐκ ὀρθοποδοῦσι
πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου. Μηδὲ αὕτη
ὑμᾶς θορυβείτω ἡ λέξις · οὐ γὰρ Πέτρου καταγινώ-
σκων ταῦτα λέγει, ἀλλ’ οὕτω χαρακτηρίζει τὴν λέ-
ξιν, ὡς συμφέρον ἦν ἀκοῦσαι τοὺς διὰ τῆς ἐπιτιμή-   (5)
 

 134. Ιωάννης Χρυσόστομος. In epistulam ad Hebraeos (homiliae


1-34) {2062.168} (A.D. 4-5) Vol. 63 p. 179 li.17
 ἀγαθὸν, οἷον τὸ ἐπὶ τοῦ Ἀβραὰμ, τὸ ἐπὶ τοῦ Ἄβελ· τὰ   (15)
δὲ πίστεως, οἷον ἐπὶ τοῦ Νῶε, ὅτι ἔστιν ὁ Θεὸς, ὅτι ἔστιν
ἀνταπόδοσις. Ἡ πίστις γὰρ πολύσημός ἐστι λέξις ·
καὶ νῦν μὲν τοῦτο, νῦν δὲ ἐκεῖνο σημαίνει· ἐνταῦθα δὲ
σημαντική ἐστι τοῦ τε εἶναι ἀνταπόδοσιν, καὶ τοῦ
 

 135. Ιωάννης Χρυσόστομος. Homilia dicta in templo sanctae


Anastasiae {2062.176} (A.D. 4-5) Vol. 63 p. 496 li.11
 καὶ γὰρ ἀρκοῦσαν εἶχεν ἐν ἅπασι παραμυθίαν τῶν ἀγα-
πωμένων τὴν σωτηρίαν, τὴν μνήμην. Τί δέ ἐστι, Βε-    (10)
βαιώσει τοῦ εὐαγγελίου; Εἰ γὰρ καὶ μία ἡ λέξις , ἀλλὰ
πέλαγος ἀχανὲς ἔχει νοημάτων· καὶ ταύτην ἀναπτύξαι
πειράσομαι, καὶ πανταχόθεν αὐτὴν περιεργάσασθαι.
 

 136. Ιωάννης Χρυσόστομος. In illud: Pater meus usque modo


operatur {2062.178} (A.D. 4-5) Vol. 63 p. 513 li.25
 ὁρᾷς. Οὐ γὰρ δὴ οἴκοθεν αὐτὰ εἰσῆγον, ἀλλ’ ἀφ’ ὧν ὁ
Χριστὸς ἔλεγε συλλογιζόμενος αὐτούς. Καὶ ἵνα μάθῃς
ὅτι οὐδὲ Ἰουδαίων ἐστὶν ἡ λέξις αὕτη, ἀλλὰ τοῦ εὐαγ-    (25)
γελιστοῦ καὶ ψῆφος καὶ ῥῆσις (ὅταν δὲ εἴπω τοῦ εὐαγ-
544

γελιστοῦ, τοῦ Χριστοῦ λέγω τοῦ κινοῦντος αὐτοῦ τὴν


 

 137. Ιωάννης Χρυσόστομος. Fragm. in Job (in catenis)


{2062.184} (A.D. 4-5) Vol. 64 p. 585 li.17
 τὸν ἐπελθόντα σοι πόνον φέρειν οὐ δύνῃ; ἀλλὰ   (15)
ἐσπούδασας, τουτέστι, τεθορύβησαι. Εἴρηται δὲ
ἡ λέξις ἀπὸ τοῦ τοὺς θορυβουμένους σπεύδειν. Καί-
τοιγε ἐχρῆν σε τῶν οἰκείων ὑπομιμνησκόμενον τῶν
λόγων, καὶ τούτους αἰδούμενον, μὴ ἐν ταῖς ἑτέρων
 

 138. Ιωάννης Χρυσόστομος. Fragm. in Jeremiam (in catenis)


{2062.186} (A.D. 4-5) Vol. 64 p. 837 li.52
 Τρίβουσι στέαρ, φύρουσιν, ἔχει ὁ Ἑβραῖος τόδε·   (50)
Τοῦ ποιῆσαι χαβῶνας, τουτέστιν, ἄρτους μεγάλους.
Τὸ γὰρ χαβῶνας ἐστὶ λέξις Ἑβραϊκή· σημαίνει δὲ
τὸ ἀπὸ μέτρον ἑνὸς τοῦ λεγομένου μοδίου γιγνόμενον
(840) ἄρτον. Στρατιὰν δὲ οὐρανοῦ λέγει, τὸν ζωδιακὸν
 

 139. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Psalmum 100 [Sp.] {2062.205}


(A.D. 4-5) Vol. 55 p. 629 li.48
 κινουμένη γὰρ ἡ ψυχὴ τοῖς λαλουμένοις, καὶ συνεπι-
νεύουσα τοῖς νοουμένοις, ἐκεῖ φέρει τὴν ἕξιν, ἔνθα καὶ
ἡ λέξις ἐφέλκεται τὸ κινητικὸν ὄργανον τῆς τοῦ πνεύ-
ματος μελῳδίας. Τοσαύτης οὖν οὔσης τῆς ἐν τῷ ᾄσματι
δυνάμεως, καὶ τηλικαύτης ὑπαρχούσης τῆς ἐν τῇ μελ-    (50)
 

 140. Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (sermo 3) [Sp.]


{2062.216} (A.D. 4-5) Vol. 56 p. 533 li.19
 μοι ἔδωκεν ἀπὸ τοῦ ξύλου, καὶ ἔφαγον. Ὢ πρόφασις
εὔλογον μὴ ἔχουσα! ὢ ἀπολογία μὴ ὠφελοῦσα τὸν λα-
λοῦντα! ὢ λέξις πικρὰ, μὴ διασώζουσα τὸν λέγοντα!
Τὴν γυναῖκά σοι δέδωκα βοηθὸν, οὐκ αὐθεντοῦσαν·   (20)
συνήγορον, οὐ δέσποιναν· ὁμογνώμονα, οὐ διδάκτριαν·
 

 141. Ιωάννης Χρυσόστομος. In sanctum pascha (sermo 4) [Sp.]


{2062.263} (A.D. 4-5) Vol. 59 p. 731 li.27
 σωτηρίας ἀνάμνησιν, θανάτου πρωτοτόκων ἀποφυγήν.    (25)
Πάσχα διὰ τοῦτο ὀνομάζεται, ὅτι ἔστιν ὑπέρβασις θανά-
545

του· τοῦτο γὰρ ἡ λέξις δηλοῖ κατὰ γλῶτταν Ἑβραίων.


Πάσχα δὲ ἡμεῖς ἑορτάζομεν, οὐ μερικὴν ἀποφυγὴν θα-
νάτου, καθάπερ ἐκεῖνοι, οὐδὲ προσκαίρου δουλείας ἐλευ-
 

 142. THEODORETUS Scr. Eccl. et Theol. Interpretatio in


Psalmos {4089.024} (A.D. 4-5) Vol. 80 p. 1540 li.1
 στηρίων ὡσαύτως μνημονεύει πολλῶν. Ἰουδαῖοι δὲ
ἕνα εἶχον νεὼν, καὶ ἓν ὁμοίως θυσιαστήριον.
(1540) Ἑκάστη μὲν τῶν εἰρημένων λέξις εἰς ἔρωτα
θεῖον πυρσεύει τὴν γνώμην. Ἀγαπητὰ μὲν γὰρ
λέγει, καὶ ἀξιέραστα τοῦ Θεοῦ τὰ σκηνώματα, οὐχ
 

 143. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Epistulae paschales sive Homiliae


paschales (epist. 1-30) {4090.032} (A.D. 4-5) Vol. 77 p. 689 li.53
 θνητόν· περὶ δὲ ἵππου, ὅτι τὸ χρεμετιστικόν. Οὐκοῦν
εἰ τὸ ἀγέννητος ὄνομα τὴν οὐσίαν ἡμῖν ὁρίζει τοῦ
Θεοῦ, καὶ ὅρου δύναμιν ἡ λέξις ἔχει, ὑπὸ γένος ἔστω  
καὶ διαφοράν. Εἶτα τί πρὸς τοῦτό φασι; ὑπὸ ποῖον
ἔσται γένος ὁ ὑπὲρ πάντων Θεός; ἢ ποίαν παρ’ ἐκεῖ-    (55)
 

 144. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Epistulae paschales sive Homiliae


paschales (epist. 1-30) {4090.032} (A.D. 4-5) Vol. 77 p. 692 li.12
 δηλοῖ, οὐκ ἐξ ὧν ἐστιν ὁ Θεὸς, ἀλλ’ ἐξ ὧν οὐκ ἔστι, δια-   (10)
μεμένηκεν ὅτι γὰρ μὴ γεγέννηται, σημαίνει τὸ
ὄνομα. Πῶς οὖν κατ’ αὐτοὺς ὅρου δύναμιν ἡ λέξις
ἔχει, ὅπως οὐσίας ἔσται σημαντικὸν, καὶ οὐχὶ μᾶλλον  
τινὸς τῶν τῇ οὐσίᾳ προσμεῖναι πεπιστευμένων; Ἀλλὰ
 

 145. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Epistulae paschales sive Homiliae


paschales (epist. 1-30) {4090.032} (A.D. 4-5) Vol. 77 p. 881 li.4
 σαντες δὲ τὴν πίστιν, δέχονται παρ’ αὐτοῦ διαθήκην
ἐν Χεβρών. Καὶ τί τὸ «ἐν Χεβρών» ἐστι; δηλοῖ τοι-
γαροῦν ἡ λέξις τὴν ἕνωσιν. Ἐν Χριστῷ δὲ τὰ πάντα
γεγόνασιν ἓν, καὶ συνήφθη μὲν τὰ ἄνω τοῖς κάτω, καὶ    (5)
τοῖς ἄνω τὰ κάτω. Συνδεδραμήκασι δὲ πρὸς ἑνότητα
 

 146. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Glaphyra in Pentateuchum


{4090.097} (A.D. 4-5) Vol. 69 p. 52 li.11
546

 τῷ μακαρίῳ Βαπτιστῇ. Νῶε μὲν γὰρ ὁ Λάμεχ ὠνό-


μαζε τὸν υἱόν· ὅ ἐστιν ἀνάπαυσις, εἰ γλώσσῃ τῇ    (10)
καθ’ ἡμᾶς ἡ λέξις διερμηνεύοιτο. Ἀποδιδοὺς δὲ ὥσπερ
τὴν αἰτίαν τῆς τοιᾶσδε κλήσεως ὁ Λάμεχ, «Οὗτος,»
φησὶ, «διαναπαύσει ἡμᾶς ἀπὸ τῶν ἔργων ἡμῶν, καὶ
 

 147. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Glaphyra in Pentateuchum


{4090.097} (A.D. 4-5) Vol. 69 p. 305 li.44
 περιφερόντων αὐτὸν τῶν νοητῶν Ἰσμαηλιτῶν,
τουτέστι, τῶν ἐν ὑπακοῇ Θεοῦ· ἑρμηνεύεται γὰρ οὕ-
τως ἡ λέξις . Τίνες δ’ ἂν εἶεν οἱ τοιοίδε; Πάλιν οἱ
μακάριοι μαθηταὶ, τὸ οὖς ὑποθέντες τοῖς διὰ Χριστοῦ   (45)
παιδεύμασι, καὶ ἀπαρχὴ γεγονότες τῶν εὐδοκιμούν-
 

 148. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Commentarius in Isaiam prophetam


{4090.103} (A.D. 4-5) Vol. 70 p. 793 li.48
 τοῦ Νεχοθά· διερμηνεύεται δὲ τὸ Νεχοθὰ τῶν ἀρω-
μάτων, καὶ τῆς στακτῆς, καὶ τοῦ μύρου, καὶ τοῦ ἀργυρίου καὶ τοῦ
χρυσίου, καὶ πάντας τοὺς οἴκους
τῶν σκευῶν τῆς γάζης, τοῦτ’ ἔστι, τῆς περιουσίας. Γάζα γὰρ λέξις
μὲν εἶναι λέγεται Περσικὴ, δηλοῖ δὲ
τὸν πλοῦτον, ἤτοι τὴν περιουσίαν.
  Καὶ ἦλθεν Ἡσαΐας ὁ προφήτης πρὸς τὸν βασι-   (50)
 

 149. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Commentarii in Lucam (in catenis)


{4090.108} (A.D. 4-5) Vol. 72 p. 792 li.53
 τινὰ τῆς τοῦ διαβόλου χειρός. Καὶ γοῦν ἔφη Χριστός·
«Οὐδεὶς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐὰν μὴ ὁ Πατὴρ ὁ
πέμψας με ἑλκύσαι αὐτόν.» Ἡ δὲ λέξις ὅλως ἰσχύος
ἔργον τῆς θεοπρεποῦς ἀποφαίνει τὴν κλῆσιν. Τοιοῦ-
τόν τι καὶ ὁ προφήτης Δαβὶδ εὑρίσκεται λέγων πρὸς    (55)
 

 150. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Thesaurus de sancta


consubstantiali trinitate {4090.109} (A.D. 4-5) Vol. 75 p. 356 li.1
 (353)   Εἰ τὸ «γενόμενος» πάντως σημαίνει τινὸς τὴν   (54)
ἀπὸ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι πάροδον, καὶ ἀεὶ κατὰ    (55)
(356) τῆς οὐσίας ἡ λέξις τάττεται, τίσιν ἔλεγεν ὁ Σωτήρ·«Γίνεσθε
οἰκτίρμονες. καθὼς καὶ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος οἰκτίρμων
547

ἐστίν;» Εἰ μὲν οὖν ὑπῆρχον ἤδη


 

 151. Κύριλλος Αλεξανδρινός. Thesaurus de sancta


consubstantiali trinitate {4090.109} (A.D. 4-5) Vol. 75 p. 360
li.30
 λέγηται, ἕως ἂν αὐτῷ περισώζηται τὸ ἀληθέστερον,
οὐδὲν ἀπὸ τῆς λέξεως ὑπομένει τὸ ἀδίκημα. Ἡ γὰρ
φύσις, οὐ πάντως ἡ λέξις ἐξετάζεται. Ὅταν τοίνυν    (30)
ἐπὶ τοῦ γεννηθέντος Θεοῦ Λόγου φέρηται τὸ, Πιστὸν
ὄντα τῷ ποιήσαντι αὐτὸ, μὴ συκοφαντείσθω τὸ γνή-
 

 152. Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia {2317.001} (A.D. 5) P.


13 li.9
 τῇ φύσει, εἶτα τοῦ ἐν τοῖς λόγοις, καὶ ἀνωτέρω τοῦ ἐν ψυχῇ καὶ
ἐπιστήμαις
καὶ ἐπιτηδεύμασι, καὶ ἔτι ἀνωτέρω τοῦ ἐν νῷ, καὶ τελευταῖον τοῦ
ἐν θεοῖς,
δηλοῖ ἡ πρώτη λέξις , τὸ ὦ φίλε. Φίλον γὰρ τὸ καλὸν, κλητικὸν ὂν
εἰς
ἑαυτὸ καὶ ἐπιστρεπτικόν· διὸ καὶ καλὸν λέγεται παρὰ τὸ καλεῖν εἰς
ἑαυτὸ   (10)
τοὺς ἐρῶντας. —Τὸ δὲ ποῖ δὴ καὶ πόθεν δηλωτικόν ἐστι πάλιν τοῦ
ἐν
 

 153. Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia {2317.001} (A.D. 5) P.


17 li.2
 περιττόν. Τὸ γοῦν πόθεν ἀναγκαίαν [καὶ] μόνην ἔσχε τὴν
ἀπόκρισιν, τὸ
(17) δὲ ποῖ καὶ φιλάνθρωπον· ἐπιφέρει γὰρ «πρὸς περίπατον»
(οἱονεὶ
πρὸς τὸ περιπατῆσαι· ἡ δὲ λέξις σεμνὴ ὡς ὀνομαστικὴ,
σεμνυνομένου
οἷον τοῦ Φαίδρου τῷ περιπάτῳ ὡς ἀνθρώπῳ ᾑρημένῳ ὑγιαίνειν καὶ
σῶμα
καὶ ψυχὴν πρέποντι). Τὸ δὲ περιττὸν ἀπηξίωσεν· οὐ γὰρ ἦν ... πρὸς
Σω-
 

 154. Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia {2317.001} (A.D. 5) P.


202 li.25
548

   οϛʹ Ἐν οὖν τῇ συγκοιμήσει 255e


  Ἄντικρυς ταῦτα τὰ ῥητὰ περὶ ἐγκρατοῦς καὶ ἀκρατοῦς δοκεῖ
λέγεσθαι·
δεῖ δὲ αὐτὰ θεωρητικώτερον ἐκλαμβάνειν, καὶ μὴ ὡς δοκεῖ ἔχειν ἡ
λέξις ·   (25)
οὐ γὰρ ἄνευ ὑπονοίας αἰσχρᾶς ἐστι τὰ λεγόμενα. Τί γάρ φησιν ἐν
τῇ
συγκοιμήσει; ὁ μὲν ἀκόλαστος ἀναγκάζει προσιέναι τοῖς παιδικοῖς,

 

 155.Πρόκλος. In Platonis Parmenidem {4036.008} (A.D. 5) P. 665


li.13
   Ταῦτα περὶ τῆς τῶν πραγμάτων τούτων
ἀναλογίας εἰρήσθω. Τὸν δέ γε χαρακτῆρα τοῦ
διαλόγου δηλοῖ καὶ ἡ πρώτη λέξις , ἀπερίεργος
οὖσα καὶ ἀκριβὴς καὶ καθαρά· καὶ γὰρ ἔπρεπε
ταῖς νοεραῖς ἐπιβολαῖς ὁ σύντομος καὶ αὐτο-    (15)
 

 156.Πρόκλος. In Platonis Parmenidem {4036.008} (A.D. 5) P. 972


li.18
 τῶν εἰδῶν· τὸ γὰρ ἐπὶ ἑνὸς ἀληθὲς οὐδὲν
θαυμαστὸν εἰ ψεῦδός ἐστιν ἐπ’ ἄλλων προτεινό-
μενον. Οὐ μόνον οὖν τὰς ἀπορίας ἡ λέξις παρ-
ίστησιν (εἶπε γὰρ ἂν, εἰ ταύτας ἠβούλετο δη-
λῶσαι μόνας, ἀνάγκην εἶναι ταῦτα ἀκούειν τοῖς    (20)
 

 157. Προκόπιος. Catena in Canticum canticorum {2598.002}


(A.D. 5-6) P. 1548 li.21
 στοις, ἡ δὲ πεῖρα διελέγχει τὴν σωφροσύνην οὐ συν-
αινοῦσαν τῇ προχείρῳ σκηνῇ· οὕτως ἐπὶ τοῦ προκει-    (20)
μένου βιβλίου, ἡ μὲν λέξις ἐρωτικότερον ἐσχηματι-
σμένη, δοκεῖ πως δέλεαρ γίνεσθαι τοῖς ἀπαιδεύτοις,
ἡ δὲ διάνοια τὸ αὐστηρὸν τῶν μυστηρίων ἀνακαλύ-
 

 158. Προκόπιος. Catena in Canticum canticorum {2598.002}


(A.D. 5-6) P. 1597 li.2
 τῆς, ὅρη γενέσθαι Βαιθήλ· ὅπερ ἡ τοῦ ὀνόματος
(1597) ἔμφασις δείκνυσι τὸν ὑψηλὸν καὶ οὐράνιον βίον· ἡ
γὰρ λέξις οἶκον σημαίνει Θεοῦ.
549

  Νείλου. Βαιθήλ ἐστι, καὶ ἑρμηνεύεται οἶκος


Θεοῦ· ὄρη δὲ ταύτης οἱ διὰ μέγεθος ἀρετῆς ὄρη
 

 159. Προκόπιος. Catena in Canticum canticorum {2598.002}


(A.D. 5-6) P. 1708 li.37
 ἑκάστης ἀρετῆς τὸ εἶδος, διὰ τοῦ ἤθους ἐπιδεικνύ-   (35)
μενος.
  Νείλου. Ὅτι ζηλοτύπως ἡ λέξις ἐσχημάτισται·
ἵνα γὰρ μὴ νομίσωσι κοινὸν εἶναι πασῶν, καὶ οὔπω
τέως ἀξίων τὸν πρὸς τῶν τοιούτων ἔρωτα, μόνην
 

 160. Προκόπιος. Commentarii in Isaiam {2598.004} (A.D. 5-6) P.


2509 li.13
 οἱ πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων ἀγαθὰ, εὐαγγελιζο-
μένων εἰρήνην.» Ἀντὶ δὲ τοῦ σωτηρίαν, ἡ Ἑβραϊκὴ
λέξις Ἰησοῦν περιέχει. Καὶ εἰ μὴ τὴν λέξιν ἑρμή-
νευσαν, οὐδὲν ἂν ἐκώλυσεν αὐτοὺς εἰπεῖν ἀκουτί-
ζοντος Ἰησοῦν. Ἀνθ’ οὗ εἶπεν Ἀκύλας καὶ Θεοδο-   (15)
 

 161. OLYMPIODORUS Diaconus Scr. Eccl. Commentarii in


Ecclesiasten {2865.002} (A.D. 6) Vol. 93 p. 557 li.51
 λῶνα; Ναβὼθ διὰ τοῦτον ἐπεβουλεύθη. Τίς γὰρ ἀπ-
αγγελεῖ τῷ ἀνθρώπῳ τί συμβήσεται αὐτῷ, ἐν ὅσῳ   (50)
ἐστὶ ἐν τῷδε τῷ βίῳ; Ἡ δὲ παροῦσα λέξις καὶ μαντι-
κὴν καὶ γενεθλιαλογίαν ἀναιρεῖ. Οὐδεὶς γὰρ τούτων
σαφὲς οὐδὲν εἰπεῖν δύναται. Εἰ δὲ καὶ πάντα κατα-  
 

 162. OLYMPIODORUS Diaconus Scr. Eccl. Commentarii in


Ecclesiasten {2865.002} (A.D. 6) Vol. 93 p. 608 li.21
 ἐκχέουσι· καὶ ἐὰν πέσῃ ξύλον ἐν τῷ νότῳ, καὶ ἐὰν
ἐπὶ τῷ Βοῤῥᾷ, τόπῳ οὗ πεσεῖται τὸ ξύλον, ἐκεῖ    (20)
ἔσται.» Πρὸς μὲν ῥητὸν, ἡ πρώτη λέξις δύναται καὶ
περὶ ἐλεημοσύνης νοεῖσθαι· ὅτι ὥσπερ τὰ νέφη κε-
λεύσει θείᾳ τὸν ὄμβρον ἐπὶ πάντας ἀνθρώπους ῥαί-
 

 163. SIMPLICIUS Phil. Commentarius in Epicteti enchiridion


{4013.006} (A.D. 6) P. 129 li.30
550

 την εὐφράδειαν. Κἂν τοῦτο δὲ τύχῃ, οὐ βούλεται ἐπ’


αὐτῷ μέγα φρονεῖν τὸν φιλοσοφοῦντα, ὡς μὴ τοῦτο
ἔχοντα τέλος, μηδὲ κατὰ τοῦτο οὐσιωμένον. Λέξις    (30)
μὲν γὰρ ὅταν ᾖ καλὴ, ἔχει τὸ οἰκεῖον ἀγαθόν· καὶ ὁ
τὴν καλλιλεξίαν τέλος πεποιημένος, ποιητής ἐστιν, ἢ
 

 164. SIMPLICIUS Phil. Commentarius in Epicteti enchiridion


{4013.006} (A.D. 6) P. 129 li.36
 καὶ τέλος ἔχων τὸ κατὰ φύσιν αὐτῆς, οὐκ ἂν, εὐφρα-
δέστερος ὤν τινος, κρείττονα ἑαυτὸν λέγοι δικαίως ἐκεί-    (35)
νου. Οὐ γάρ ἐστιν αὐτὸς ἡ λέξις , οὐδὲ τέλος τίθεται
τὴν λέξιν, ὥστε κατ’ ἐκείνην εἰδοποιεῖσθαι, ὡς πᾶς
τεχνίτης κατὰ τὴν τέχνην. Ἀλλὰ τὸ δίκαιον εἰπεῖν·
 

 165. SIMPLICIUS Phil. Commentarius in Epicteti enchiridion


{4013.006} (A.D. 6) P. 129 li.39
 τὴν λέξιν, ὥστε κατ’ ἐκείνην εἰδοποιεῖσθαι, ὡς πᾶς
τεχνίτης κατὰ τὴν τέχνην. Ἀλλὰ τὸ δίκαιον εἰπεῖν·
Ἡ ἐμὴ λέξις τῆς σῆς καλλίων. Καὶ ἔστι τὸ μὲν
προηγούμενον πρὸς τὸν φιλοσοφοῦντα, τὸ τὴν περὶ λέ-    (40)
ξιν αὐτοῦ πτοίαν ἀναστεῖλαι· παραδείγματι δὲ, τῷ
 

 166. Ιωάννης Δαμασκηνός. Sacra parallela (recensiones


secundum alphabeti litteras dispositae, quae tres libros conflant)
(Fragm. e cod. Vat. gr. 1236) {2934.018} (A.D. 7-8) Vol. 95 p.
1044 li.27
 νων τε, καὶ εὑρισκομένων. Λεχθήσεται δὲ τί ἐστι    (25)
παραπομπὴ, καὶ δι’ ἣν αἰτίαν ἐξεύρηται. Παραπομπή
ἐστι λέξις ὁδηγοῦσα, καὶ ἕλκουσα ἡμᾶς ἔνθα ἕκαστον
τῶν ζητουμένων εὑρίσκεται. Πολλὴν δὲ χρεῖαν εἰσ-
φέρει τῷ συντάγματι. Οὐ μόνον γὰρ σύντομον κατά-
 

 167. Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio


recentior) {3043.002} (A.D. 9) Vol. 110 p. 873 li.8
 (14) Καὶ ἵνα μὴ δόξωμέν τισι ψευδολογεῖν,
σαφηνίσωμεν αὐτῶν τὸ μέγα μυστήριον· ἔχει δὲ
ἡ λέξις τῆς μυσαρᾶς αὐτῶν καὶ παμβεβήλου προ-
σευχῆς οὕτως· «Ἀλλᾶ, Ἀλλᾶ, Οὐὰ, Κουβὰρ,
551

Ἀλλᾶ.» Καὶ τὸ μὲν Ἀλλᾶ [Ἀλλᾶ], ἑρμηνεύεται ὁ    (10)


 

 168. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


epsilon P. 19 li.3
 (19)   μείζω μετέωρα διὰ τὰ τενάγη ἀπεσάλευεν· ἐπὶ δὲ
  ἀνθρώπων, ὡς τὸ, ἐφ’ ἑνὶ δὲ τῶν παίδων ἀπεσάλευε·
  σημαίνει δὲ (ἡ λέξις τὸ, τὰς ἐλπίδας ἐπὶ τούτωι
  εἶχεν.) Ἔσβη: ἐσβέσθη· ἐπαύσατο.    (5)
 

 169. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


epsilon P. 35 li.3
 (35) Εὐλαβοῦ: φυλάσσου.
Εὐλαχα: τὸ ἄροτρον παρὰ Θουκυδίδηι· Δώριος δὲ ἡ
  λέξις .Εὐληματεῖ: εὖ ἔχει λήματος καὶ ἀνδρείας.
Εὐλόγηκεν: ἐβλασφήμησεν.    (5)
 

 170. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


zeta P. 52 li.6
 Ζειρος: ἐνδύματος εἶδος.
Ζέσας θυμῶι: ἐξαφθεὶς τῆι ψυχῆι.    (5)
Ζέτνα: Φρύγιος ἡ λέξις · σημαίνει δὲ τὴν πύλην.
Ζευγήσιον: ὃ ἐτέλει ὁ ζευγίτης· τρεῖς δὲ τάξεις Ἀθή-
  νηισιν ἦσαν· πεντακοσιομέδιμνοι· ἱππεῖς, οἱ ἱππάδα
 

 171. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


zeta P. 54 li.22
 Ζυγόδεσμος: ὁ ἱμὰς τοῦ ζυγοῦ.   (20)
Ζυγομαχεῖ: στασιάζει· ὡς οἱ βόες ἐζευγμένοι· μετ-
  ῆκται ἡ λέξις ἀπὸ τῆς τῶν βοῶν πρὸς ἀλλήλους
  μάχης· ἐκεῖνοι γὰρ πολλάκις ὅτ’ ἂν ἕλκωσι κάμ-
  νοντες, ἐπερείδουσι τὸ βάρος πρὸς ἀλλήλους· κέχρη-
 

 172. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


kappa P. 196 li.20
 Κώληπα: τὸ ὀπίσω τοῦ γονατίου μέρος· ἡ κόξα.
Κωλύμη: κώλυμα· κώλυσις· ἐμπόδιον· ἔστι δὲ ἡ
  λέξις Θουκυδίδου.    (20)
Κωλαγρέται: οἱ ταμίαι τοῦ δικαστικοῦ μισθοῦ καὶ
552

  τῶν εἰς θεοὺς ἀναλωμάτων.


 

 173. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


mu P. 241 li.15
 Μαιευόμενοι: ζητοῦντες· ἐρευνῶντες.
Μαίμακον: τὸ χαλεπὸν καὶ δύσμαχον· τραγικὴ ἡ
  λέξις .   (15)
Μαιμακτηρίων: καὶ οὗτος μὴν Ἀθήνησι εʹ· ὠνομάσθη
  δὲ ἀπὸ τῆς μαιμάξεως τῆς περὶ τὴν ἄμπελον·
 

 174. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


mu P. 249 li.25
   καὶ ὁρμάσαντες ἐξεκρήμνασαν τοῦ τραχήλου διὰ
  τῶν μασχαλῶν διείραντες· καὶ μασχαλίσματα
  προσηγόρευσαν· σημαίνει δὲ ἡ λέξις τὰ τοῖς μηροῖς    (25)
(250)   ἐπιτιθέμενα ἀπὸ τῶν ὤμων κρέα ἐν ταῖς τῶν θεῶν   θυσίαις.
 

 175. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


mu P. 256 li.5
   στος δὲ ἐν ἑβδόμωι περὶ φυτῶν ὡς διαφέροντα ταῦτα
  ἀναγράφει· κέγχρον ἢ μελίνην ἢ ἔλυμον.
Μελίνη: εἶδος ὀσπρίου· λέγεται δὲ ἡ λέξις καὶ ἀρρε-    (5)
  νικῶς καὶ θηλυκῶς.
Μελιτέα κάπρον: Ἀριστοφάνης ἐν Γήραι λέγει ἀντὶ
 

 176. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


mu P. 272 li.9
   βοισι χρήσονται· τὸν δὲ ἁπλῶς μισητὸν τὸν
  ἀνίκανον λέγει· μεταφορικῶς δὲ καὶ ἐπὶ τῆς ἀπλή-
  στου κατὰ τὴν τροφὴν τίθεται ἡ λέξις .
Μισητία: ἡ πρὸς ὅτι οὖν ἄχαρις ἀπληστία.   (10)
Μίτρα: διάδημα ἢ ζώνη.
 

 177. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


omicron P. 313 li.22
 Ὀβελίας ἄρτος: ὁ ἐπὶ ὀβελῶν ὀπτώμενος· λέγονται   (20)
  δὲ καὶ ὀβελιαφόροι, οἱ ἐν τοῖς Διονυσίοις τοὺς ὀβε-
  λίας ἄρτους αἴροντες· ἐτάσσετο δὲ ἡ λέξις ἐπὶ τῶν
553

  ἐργατῶν καὶ ἀγροίκων.


Ὀβελός: ὀβελίσκος.
 

 178. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


omicron P. 335 li.24
 Ὀμώμοκα: Ἄρχιππος Ὄνωι.
Ὁμωχέτας: Θουκυδίδης τοὺς συννάους θεοὺς καὶ
  ὁμορροφίους· Βοιωτιακὴ δὲ ἡ λέξις .
Ὀναίμην: ἀπολαύσω· ἐπιτύχοιμι.    (25)
Ὄναιντο: ὠφεληθεῖεν· καὶ ὄνασθαι, ὠφεληθῆναι.
 

 179. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


omicron P. 347 li.5
 Ὀρθριοφοίτης: ὁ παραγενόμενος ὄρθρου.
Ὀρθῶς: κατ’ ὀρθὴν γνώμην· καὶ ἐστὶν ἀμείνων
  ἡ λέξις τοῦ καλῶς ἐπὶ τῶν τοιούτων ἐννοιῶν.   (5)
Ὀριγνηθῆναι: ἀντὶ τοῦ ἐπιθυμῆσαι.
Ὀριγνώμεθα: ὀρεγόμεθα.
 

 180. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


pi P. 369 li.5
 Παιδιὰν καὶ παίγνιον: ἑκατέρως λέγουσιν.
Παιδικά: ἐπὶ θηλειῶν καὶ ἀρρένων ἐρωμένων τάτ-
  τεται ἡ λέξις · παραδείγματα δὲ τοῦ ἐπὶ μὲν τῶν   (5)
  ἀρρένων τάττεσθαι πολλά· καὶ ἐν τοῖς Ἀχιλλέως
  δ’ ἐρασταῖς δῆλον ὡς οὕτως ἐξείληπται· ἐπιδόντων
 

 181. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


pi P. 369 li.22
   κας, ὦ Φαῖδρε, ὅτι σου τῶν παιδικῶν ἐλαβόμην,   (20)
  ἐρεσχελήσων σε· λέγεται δὲ παιδικὸν καὶ τὸ παι-
  δαριῶδες, οἷον τὸ ἁρμόζον παιδί· ἡ δὲ λέξις , ὡς
  ἐπὶ τὸ πολὺ, ἐπὶ τῶν ἀσελγῶς ἐρωμένων.
[Παιδεύειν: παιδοτροφεῖν.]
 

 182. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


pi P. 388 li.5
554

   νῶν· ὃ προβάλλονται ὑπὲρ τοῦ μὴ ὁρᾶσθαι τοὺς


  εἰσιόντας· ἔχει δὲ καὶ ἄλλα σημαινόμενα ἡ
  λέξις .   (5)
Παραπεπτωκώς: ἀντὶ τοῦ ὑποπεπτωκώς· Δημοσθέ-
  νης ἐν τῶι κατὰ Στεφάνου.
 

 183. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


pi P. 389 li.19
   λέγεται.
Παράσιτοι: οἱ ἐπὶ τὴν τοῦ σίτου ἐκλογὴν αἱρούμενοι·
  κεῖται ἡ λέξις ἐν τῶι τοῦ βασιλέως νόμωι.
Παρασεῖσαι τὰς χεῖρας: τὸ ἐν τῶι τρέχειν γινό-    (20)
  μενον.
 

 184. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


pi P. 393 li.15
   οὗτοι δοκιμάζονται ἐν τῶι δικαστηρίω πρὶν παρε-
  δρεύειν· καὶ εὐθύνας διδόασιν ἐπἂν παρεδρεύωσιν·  
  ἔστι δὲ ἡ λέξις συνήθης· οὐ τοῖς ῥήτορσι μόνον,    (15)
  ἀλλὰ καὶ τοῖς κωμικοῖς.
Παρεθείς: παραλυθείς.
 

 185. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


pi P. 406 li.16
   δίδης· πειραθεὶς δὲ ὁ Ἁρμόδιος ὑπὸ Ἱππάρχου τοῦ
  Πεισιστράτου καταγορεύει τῶ Ἀριστογείτονι· ση-   (15)
  μαίνει ἡ λέξις καὶ τὸ ἄλλως διαπειρᾶσθαι.
Πελανός: γίνεται πέμματά τινα τοῖς θεοῖς ἐκ τοῦ
  ἀφαιρεθέντος σίτου ἐκ τῆς ἅλω· Δίδυμος δέ φησι
 

 186. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


pi P. 424 li.11
   περὶ τῆς ἐν Δελφοῖς σκιᾶς· λέγεσθαι δὲ αὐτὴν ἐπὶ
  τοῖς περὶ τῶν μηδενὸς ἀξίων μαχομένοις.    (10)
Περιττότης: δύο σημαίνει ἡ λέξις · τό, τε ὑπερβάλ-
  λον, οἷον, εἰς περιττότητά σε φιλῶ· καὶ τὸ μὴ
  ἀναγκαῖον, ἀλλ’ ἄχρηστον.
 
555

 187. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


pi P. 445 li.13
   μιος· ἐκωμωδοῦντο δὲ, ὡς ῥαιδίως δεχόμενοι τοὺς
  παρεγγράφους.
Ποταίνιος: πρόσφατος· Δώριος δὲ ἡ λέξις .
Πότε: λέγεται πρὸς τὸ νῦν κατ’ ἄμφω· καὶ κατὰ τὸ
  παρεληλυθὸς καὶ κατὰ τὸ μέλλον· κατὰ μὲν τὸ   (15)
 

 188. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


sigma P. 542 li.19
 Στρατοπεδευσάμενοι: ἀπληκεύσαντες.
Στρατόπεδον ἐποιήσαντο: ἀντὶ τοῦ σκηνάς· δύο γὰρ
  σημαίνει ἡ λέξις · καὶ τὸ στράτευμα, καὶ τὸν
  τόπον τοῦ στρατεύματος.    (20)
Στρατός: τὸ πλῆθος τῶν πολεμούντων· ὁ δὲ τόπος,  
 

 189. Φώτιος λεξικόν. Lexicon (Ε—Ω) (A.D. 9) Alphabetic letter


omega P. 658 li.8
   μον τὸν Ὠγύγου διὰ τὰς θυγατέρας κακοῖς περιπε-
  σεῖν· ἄμεινον δὲ λέγειν Ὠγύγια κακὰ τὰ παλαία·
  τοῦτο γὰρ ἡ λέξις δηλοῖ.
Ὠγύγιον: ἀρχαῖον· παλαιόν· ἢ ὑπερμέγεθες· ἢ διὰ  
  τὸ Ὠγύγιον πρῶτον ἄρξαι τῶν Θηβῶν.    (10)
 

 190. LEXICA SEGUERIANA Lexicogr. Anonymus antatticista (e


cod. Coislin. 345) {4289.001} (Varia) Alphabetic entry delta p. 89
li.10
 Δόμων: οὐκ ἐπὶ τῆς οἰκίας, ἀλλ’ ἐφ’ οὗ ἡ συνήθεια
  τάττει. Ἡρόδοτος πρώτῳ καὶ δευτέρῳ.
Δύναται: οἷον τί δύναται ἥδε ἡ λέξις ; ὁ στα-    (10)
  τὴρ πόσους ὀβολοὺς δύναται;
Δεσποσύνην: Ἡρόδοτος ἑβδόμῳ. Δημοσθένης κατὰ
 

 191. Βασίλειος Μάξιμος. . Commentarium in Nazianzeni


orationes {9028.001} (A.D. 10) P. 18 li.18
 τῶν κύβων καὶ ἡ παροιμία «ἀνερρίφθω κύβος».Εἰς
ἑαυτόν       κομψῶν. τὸν ἀλαζονικὸν ἡ λέξις σημαίνει καὶ
στωμύλον καὶ   (18)τὸν κόλακα καὶ ἡδύν.Εἰς τὴν Πεντηκοστήν   
556

 192. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 7 ch. 1 Sec. 1


li.19

 πολίχνιον τὸ ἅπαν συνεπαγόμενοι στράτευμα. Ὄπισθεν δὲ


τούτων ἐρχόμενοι καὶ τὸν οὑτωσὶ καλούμενον κοπὸν τοῦ
ῥωμαϊκοῦ στρατεύματος (λέξις δὲ αὕτη συνήθης τοῖς
στρατιώταις) εὑρόντες οἱ Σκύθαι παρείποντο ἰχνηλατοῦν-   (20)
τες οἷον τὸ ῥωμαϊκὸν στράτευμα. (2) Αὐγαζούσης δὲ
 

 193. Άννα Κομνηνή Αλεξιάς. (A.D. 11-12) Book 13 ch. 1 Sec. 6


li.10
 ἐκκακήσαντες φάμουσά τινα γράφοντες κατὰ τὴν τοῦ βασι-
λέως ἔρριπτον σκηνήν (οἱ δὲ ταῦτα ῥίπτοντες ἔκδηλοι τέως
οὐκ ἦσαν· δηλοῖ δὲ ἡ λέξις τὰ φάμουσα λοιδορήματά τινα    (10)
ἔγγραφα) τῷ αὐτοκράτορι τὴν πρόσω πορείαν ξυμβουλεύ-
οντα, τῇ δέ γε Αὐγούστῃ τὴν πρὸς τὸ Βυζάντιον. Ἅπερ
 

 194. Κωνσταντίνος Μανασσής. Compendium chronicum


{3074.001} (A.D. 12) li.1656
 ὃς προσφερόμενος ὠμῶς καὶ φιλυπερηφάνως
καὶ τῇ βουλῇ καὶ τῷ κοινῷ Σούπερβος ἐπεκλήθη·    (1655)
τὸν δ’ ἀλαζόνα παρ’ αὐτοῖς ἡ λέξις ἑρμηνεύει.
πρὸς τοῦτον τὸν Ταρκύνιον ἀφίκετο γυνή τις
βίβλους ἐννέα φέρουσα χρησμῶν τῶν Σιβυλλείων,
 

 195. Κωνσταντίνος Μανασσής. Compendium chronicum


{3074.001} (A.D. 12) li.1718
 τὸ προσδοκώμενον κακόν, τὸν ἐκ τοῦ ξίφους πότμον.
ἐντεῦθεν κατωνόμαστο τοῖς ἀγνοοῦσι Βροῦτος·
δηλοῖ δ’ ἡ λέξις τὸν μωρὸν καὶ φρένας βεβλαμμένον.
μετάγει δ’ οὖν Ταρκύνιος τοῦτον ἐν ἀνακτόροις,
κήδεσθαι μὲν ὡς συγγενοῦς κἀκ τῶν αὐτῶν αἱμάτων    (1720)
 

 196. Κωνσταντίνος Μανασσής. Compendium chronicum


{3074.001} (A.D. 12) li.1765
 συνερχομένης τῆς βουλῆς, ἀλλὰ καὶ τῶν ὑπάτων,
δικτάτωρ εἷς ἐγένετο πάνταρχος αὐτοκράτωρ
(τὴν δ’ ἀνυπεύθυνον ἀρχὴν ἡ λέξις ἑρμηνεύει    (1765)
557

καὶ τὴν αὐτοκρατορικὴν πάντων οἰκονομίαν)·


τῆς ζάλης τῶν πραγμάτων δὲ καταστορεννυμένης
 

 197. Ευστάθιος Θεσσαλονίκης. Exegesis in canonem iambicum


{4083.012} (A.D. 12) Sec. 4 li.3
 (4)     Ὅρα δὲ τὸ καλυφθεὶς καιριωτάτην ταύτην λέξιν καὶ τοῖς
προκειμένοις εὐάρμοστον. οὔτε
γὰρ τὸ σκεπασθεὶς οὔτε ἄλλο τι τοιοῦτον προσφύοιτο ἂν τῷ
Μωϋσῇ ἐνταῦθα μᾶλλον ἤπερ
τὸ καλυφθείς, καὶ δοκεῖ ὡρμῆσθαι ἡ λέξις ἐκ τῶν θηρατικῶν
καλυμμάτων καὶ μᾶλλον
τῶν κατὰ τὰς οὕτω καλουμένας νεφέλας, ὁπόσαι πλεκόμεναι
δικτυωδῶς καταπετάννυνται
πετεινῶν καὶ περιειληφυῖαι κύκλῳ αὐτὰ κατέχουσιν ἔσω καὶ οὐκ
ἀφιᾶσιν ἐκδιδύσκεσθαι τὸ   (5)
 

 198. Ευστάθιος Θεσσαλονίκης. Exegesis in canonem iambicum


{4083.012} (A.D. 12) Sec. 8 li.3
 (8)     Ὁ δὲ γνόφος, εἴ τι χρὴ καὶ τοῖς ἐξ ἐγκυκλίου παιδεύσεως
ὁμιλοῦσι παραθεῖναί τι σφίσι
φίλον, οὐ μακρὰν μὲν ἀπαιωρεῖται νέφους καὶ δνόφου καὶ ζόφου,
ἔχει δὲ σκευωρίαν τοιαύτην.
ἔστι λέξις κρυφαία καὶ οὐ παραυγάζουσα χρῆσιν· νέφω τὸ οὐ
λάμπω, ἐξ οὗ ἁπλούστερον μὲν
τὸ νέφος, τροπῇ δὲ συνήθει τοῦ ῥηματικοῦ ε εἰς ὀνοματικὸν ο
νόφος, ᾦ ἀκολούθως καὶ μέσος
παρακείμενος τοῦ αὐτοῦ ἐνεστῶτος τοῦ νέφω παραδέδοται
νένοφεν, ὡς κέκλοφεν. ὁ δὲ ἄχρηστος   (5)
 

 199. Ευστάθιος Θεσσαλονίκης. Exegesis in canonem iambicum


{4083.012} (A.D. 12) Sec. 15 li.5
 παραλαμβάνοντες πρὸς τῶν ἱερᾶσθαι λαχόντων καὶ οὕτω
τελούμενοι καὶ τελεταρχικῶς
παιδευόμενοι, ὁποῖα καὶ τὰ ἀττικὰ μεγάλα καὶ μικρὰ μυστήρια καὶ
τὰ ἐν Τροφωνίου καὶ
Ἄμμωνος καὶ λοιπά, παρῆκται δὲ ἡ λέξις ἢ ἀπὸ τοῦ μύειν ὅ ἐστι
συγκλείειν τὰ χείλη (ἀνάγκη   (5)
γὰρ ἦν σιγᾶν πάντη καὶ πάντως τοὺς μυουμένους ἅπερ
ἐτελέσθησαν, ὡς καὶ οἱ Πυθαγορικοὶ
μάλιστα δηλοῦσι, καὶ θανάτῳ ἐτιμῶντο οἱ τὰ μυστήρια ποιούμενοι
558

ἔκφορα), ἢ ἀπὸ τοῦ μύειν


 

 200. Ευστάθιος Θεσσαλονίκης. Exegesis in canonem iambicum


{4083.012} (A.D. 12) Sec. 19 li.5
 ποτὸν οἱ παλαιοὶ ἐξωσίουν τὰ φίλα συμπόσια.
    Ἔνθεα δὲ ᾄσματα κυρίως ἅπερ ᾄδομεν ἐντὸς ἡμῶν τὸ θεῖον
ἔχοντες· καὶ διασαφηθήσεται
ἡ λέξις κάλλιον ἐν τοῖς ἐφεξῆς.   (5)
    Ἰστέον δὲ ὅτι ἐν τῷ γεραίρων ἐνθέοις τοῖς ᾄσμασιν ἐκ περισσοῦ
κεῖται τὸ ἄρθρον, πρὸς
ἀναπλήρωσιν μέτρου ἀναγκαίαν τῷ μέλει. ἄλλως γὰρ οὐδέν

ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΚΡΑΤΥΛΟΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-ΣΧΟΛΙΑ-ΕΙΣΑΓΩΓΗ:


ΗΛΙΑΣ ΛΑΓΙΟΣ Δ Α Ι Δ Α Λ Ο Σ Ι. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟ. ΠΕΡΙ
ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΟΡΘΟΤΗΤΟΣ.

 Κρατύλος. Σωκρατικός διάλογος του Πλάτωνα με θέμα τη φύση


της διαλέκτους και την ορθότητα των ονομάτων. Θεωρείται
γενικά ότι ανήκει στην πρώτη μεταβατική ή τη μέση περίοδο του
πλατωνικού έργου.


 ΚΡΑΤΥΛΟΣ

 ...αύτο σύμφωνα μέ τήν αρχαία αττική διάλεκτο, θάτο κατα-
 λάβης καλύτερα. Γιατί θά ιδής οτι έχει παραχθή άπό το Ονομα
 τοΰ έρωτα, άπό τό όποιο έχουν γεννηθή οί ήρωες
 μέ μικρή μεταβολή τής μορφής τοϋ ονόματος. Καί ή
 αυτό εννοεί δτι είναι οί ήρωες, ή δτι ήταν σοφοί και
 ρήτορες δεινοί καί συζητητικοί, άνθρωποι ικανοί στο
 νά ρωτοΰν (καί νά μιλοΰν: εϊρειν), γιατί καί το
 s ϊ ρ ε ιν είναι συνώνυμο μέ τό λέγειν. Καθώς λοιπόν
 είπαμε αυτή τή στιγμή, οι λεγόμενοι ήρωες στην αττική
 διάλεκτο βρίσκονται δτι είναι ρήτορες καί ικανοί στο e
 νά ρωτοΰν, ώστε τό ήρωϊκό γένος εΐναι τά γένος τών ρητόρων
 καί τών σοφιστών. Αυτό δμως δέν εΐναι δύσκολονάτο έννοή-
 σης" περισσότερο δύσκολο εΐναι τό δνομα τών ανθρώπων—
559

 γιατί έπί τέλους ονομάζονται ά ν θ ρ ω π ο ι . Σύ μήπως μπο-


 ρής νά το πή;: ;

 ΣΩ. Α-ύτό, αγαπητέ μου, εϊναι πιό δύσκολο. Καί οι αρχαίοι
 φαίνεται δτι θεωροΰσαν τήν 'Αθηνά, δπως σήμερα
 τή θεωροΰν οί γνώστες τής 'Ομηρικής ποιήσεως. Γιατί ο£
 πολλοί άπ' αυτούς, σχολιάζοντας τόν πο:ητή, λένε δτι αυτός b
 παριστάνει τήν Άθηνα σαν νοϋ και διάνοια. Καί έκεΐνος πού
 Εδωσε τά ονόματα φαίνεται δτιείχε γι'αύτήν προφανώς άνάλο-
 γην ιδέα καί τήν ονόμασε μέ περισσότεοο μεγαλείο θ ε ο ΰ
 ν ό η σ ι ν f1), σάν νά έλεγε δτι αυτή είναι «ά θ ε ο ν ό α»,
 μεταχειριζόμενος τό α ξένης διαλέκτου αντί τοΰ η καί αφαιρώντας
 τά ι καί τό σ. "Ισως δμως δέν είναι οΟτε γι' αυτό τό
 λόγο, άλλα, επειδή αυτή τ ά θ ε ι α ν ο ε ί , τήν ονόμασε ξεχωριστά
 άπό τους άλλους θεoύc Θ ε ο ν ό η. Καί δέν απέχει άπό
 τοΰτο τό νά ήθελε νά τήν όνομάση τ ώ ν η θ ώ ν ν ό η σ ι ν
 και νά έννοή δτι αυτή ή θεά είναι Ή θ ο ν ό η. "Επειτα δμως c
 ή ό ΐδιος ή άλλοι οποιοιδήποτε τό τροποποίησαν προς τόώραιο-
 τερο, καθώς αυτοί ένόμιζαν, καί τήν ονόμασαν ' Α θ η ν ά α ν .
 ΕΡΜ. Καί τό δνομα τοϋ Ή φ α ί σ τ ο υ πώςτό εξηγείς;


 Γιά το Σωκράτη ή διαλέκτους είναι ενα μέσον πού έχουν οί
άνθρωποι
 γιά να συνεννοούνται παρά μιά μορφή ενεργείας, με την όποια
 έρχονται σέ σχέση μέ τά πράγματα. Τουλάχιστον αυτό είναι ένα
σημείο αφετηρίας γιά τή συζήτηση.


 383a

 ΕΡΜ. Βούλει oύv καί Σωκράτει τωδε άνακοινωσώμεθα τον λόγόν ;

 ΕΡΜ. Θέλεις ν ανακοινώσουμε καί στο Σωκράτη το θέμα της
ομιλίας μας; Νάτος εδώ εΐναι (3).

 3. Ό διάλογος αρχίζει αμέσως χωρίς να προηγείται περιγραφή
 τοΰ τόπου καΐ τοϋ χρόνου, όπου διεξάγεται ή συζήτηση. 'Επομένως
 ή συνομιλία Ερμογένη και Κρατύλου διαρκεί μια στιγμή και
 uè τήν άφιξη τοϋ Σωκράτη διακόπτεται γιά να συνεχισθη κατόπιν...
560



 ΣΩ. Ούκούν και το ονομάζειν πράξίς [τις] έστιν, ειπερ καί το λέγειν
πράξίς τις ήν περί τά πράματα ;


 ΣΩ. Καί πάλι τό νά λέμε ένα ονομα δέν είναι μιά πράξη, άφοΰ
βέβαια καί ή ομιλία είναι μιά πράξη πού αναφέρεται στά
πράγματα;

 ΠΛΑΤΩΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Κ. ΖΑΜΠΑ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΕΞΗ.
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ.
Π Λ Α Τ Ω Ν Ο Σ ΚΡΑΤΥΛΟΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ ΚΥΡ. Ζ Α Μ Π
Α. ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ
1910.
 ΠΡΟΛΟΓΟΣ

 Ο Κρατύλος πλην της μεγάλης γλωσσολογικής του αξίας ανήκει


και υπό φιλοσοφικήν έποψιν εις την τελευταίαν συγγραφικήν
περίοδον του Πλάτωνος, διότι θέτει το ζήτημα της χειραφετήσεως
της σκέψεως από τας ατελείας της γλώσσης, το οποίον
αναπτύσσεται τελειότερον εις τον Θεαίτητον και τον Σοφιστήν.
Επειδή όμως ο σκοπός της παρούσης βιβλιοθήκης δεν επιτρέπει να
αναλύσωμεν διά μακρών το έργον, θα περιορισθώμεν να
συνοψίσωμεν ενταύθα μόνον, πώς πρέπει να εννοηθή το
γλωσσικόν μέρος, διότι συνήθως εις αυτό δεν αποδίδεται καμμία
αξία.

 Το μέρος τούτο διαιρείται εις δύο: Το προπαρασκευαστικόν (σελ.


21 [από: Εις πολλά μέρη …]— 75), [μέχρι δηλαδή περίπου της
φράσεως -Πότε λοιπόν θα απέκαμνε δικαίως-] το οποίον περιέχει
ετυμολογίας όχι καθώς τας εννοούμεν σήμερον, αλλά την
μουσικήν ή λαϊκήν ετυμολογίαν (Wolksetymologie), και την
ετυμολογίαν των ριζών (ή πρώτων ονομάτων, σελ. 75 — 85). —
Ενταύθα αρχίζομεν από το δεύτερον.

 1. Ο Κρατύλος θέτει καλώς το πρόβλημα της καταγωγής της


γλώσσης.

 Πρώτη αρχή της γλώσσης είναι οι κρότοι του στόματος και της
ρινός, όχι ακόμη οι μιμητικώς και τεχνικώς διά του λάρυγγος
561

εξερχόμενοι, αλλά αυθορμήτως και φυσικώς και επιφωνηματικώς


κατά τινα ανάγκην του σώματος, ή πόνον, ή ανησυχίαν, ή πάθησιν.

 Τοιούτος κρότος σαφέστατα διακρινόμενος είναι:

 Ο κρότος του εμετού (εκ) ο οποίος διεσώθη καλώς εις την


ελληνικήν διαλέκτους ως πρόθεσις και είναι η αυτή λέξις με την
γερμανικήν ekel = αηδία.

 H ρινοφωνία της πείνης νρ (ν φωνήεν), το οποίον αρχικώς


εσήμαινε πεινώ και τρώγω, και διεσώθη εις το στερητικόν &αν&
και την πρόθεσιν &εν&, τα οποία είναι ακόμη όμοια εις την
λατινικήν διαλέκτους (in). Παρόμοια είναι το λιχουδιστικόν το
θρηνητικόν &i&, το μασητικόν &κα-κα& (γερμ. Kauen) κτλ.

 Οι κρότοι αυτοί και ολίγοι άλλοι παρόμοιοι είναι τόσον


ευδιάγνωστοι, ώστε κάλλιστα έν ζώον όταν δεν βλέπη το άλλο και
ακούη από το στόμα του τον κρότον &εκ&, εννοεί ότι τούτο
κάμνει εμετόν. Αυτή λοιπόν η εξ αποστάσεως ειδοποιητική
δύναμις των τοιούτων κρότων υπέδειξε τα πλεονεκτήματα της
στοματικής συνεννοήσεως, και επίκουρος αυτής ήλθε η ανατομική
εξέλιξις και τελειοποίησις των μυών του στόματος, το οποίον
πλέον και άνευ της φυσικής ανάγκης ήτο εις θέσιν παιγνιωδώς πως
να αποδώση εκείνους τους ήχους και κρότους με την βεβαιότητα,
ότι το άλλο ζώον το οποίον ακούει, θα νομίση ότι πρόκειται περί
αληθινού εμετού, ή άλλης αναλόγου φυσικής ανάγκης.

 Και από του σημείου τούτου ο κρότος αυτός είναι καθαρώς


γλωσσικής φύσεως, διότι δεν παράγεται αυθορμήτως εκ φυσικής
ανάγκης, αλλά μιμητικώς. Ως τοιούτος γίνεται εξαίρετον όργανον
της νοήσεως, διότι γυμνάζει την ψυχήν εις τας παραστάσεις άνευ
των αισθήσεων και προ πάντων διότι ο κρότος, δηλαδή η λέξις
τόρα πλέον, γίνεται αφορμή προς επανάληψιν και τελειοποίησιν
της παραστάσεως. Διότι τόρα πλέον το εκ δεν σημαίνει μόνον
κάμνω εμετόν, αλλά και το &έξω, εκτός, εξέρχομαι, έξοδος,
εξωτερικώς, έξωθεν& κτλ. Δηλαδή ως ρίζα έχει μουσικόν
σημαινόμενον χωρίς να ανήκη εις ωρισμένον μέρος του λόγου.
Ομοίως η ρινοφωνία της πείνης γίνεται εκφραστικός ήχος του
γενικωτέρου νοήματος της στερήσεως, και επί πολύν καιρόν
υπάρχει ως αυθύπαρκτος λέξις αν σημαίνουσα στέρησιν, έως ότου
ήλθε η εποχή της συγκολλήσεως των ήχων (συλλαβών), η οποία το
κατέστησε στερητικόν α (αν), ενώ η έννοια του τρώγω διεκρίθη
πλέον ως έννοια του εντός και έμεινε ως πρόθεσις εν, σημαίνουσα
562

γενικώς &εντός, εισέρχομαι, είσοδος, ένδον& κτλ. Επίσης το


θρηνητικόν i έγινε σύμβολον της θρηνώδους παρακλήσεως και
απαιτήσεως και απετέλεσε μίαν προσταγήν = πήγαινε,
απαράλλακτα καθώς διεσώθη εις την λατινικήν ως προστακτική
του ρήματος io (i = πήγαινε), ελληνιστί ίθι. Βαθμηδόν το αυτό
έλαβε και την σημασίαν του πορεύομαι, πορεία, δρόμος κτλ. Αλλά
εξ άλλου έλαβε και την σημασίαν του χαρισμού και
εχρησιμοποιήθη αργότερον ως επίθημα και κατάληξις της
χαριστικής πτώσεως (δοτικής) και της χαριστικής εγκλίσεως, δηλ.
της υποτακτικής και ευκτικής.

 Ομοίως το ο (οχ) έγινε αρνητικόν ου, ουχί, το χα έγινε χάος, χαίνω,


καγχάζω κτλ, το σα ανδάνω, satis, satigen, το λιχουδιστικόν μλ=
μέλι, μελωδία, μέλος, μέλει (=έχει τον νουν του στο μέλι) κτλ.

 Και διαρκώς πλέον η διαλέκτους τροφοδοτεί την διάνοιαν και η


διάνοια ωθεί την διαλέκτους προς άλλα. Το στόμα γίνεται
τελειοτάτη μιμητική μηχανή. Δι' αυτό αρχίζει να μιμήται και ήχους
παραγομένους εις άλλο μέρος του σώματος καθώς είναι ο κρότος
της κοιλίας gut και σημαίνει κυρτός, γύρος, κύκλος, κύμα, κοίλος,
έγκυος, ξυν (=έγκυος) κτλ… έπειτα το διεντέρευμα περ (πορ)
πέρας, πέρα, περ, περί. Έπειτα χρησιμοποιεί το ε ως προσκλητικόν,
και το προσκολλά ως κατάληξιν κλητικής πτώσεως και
προστακτικής εγκλίσεως: άγγελε, άγγελε. Έκτοτε έχομεν την
πρώτην πτώσιν και τοιαύτη είναι η κλητική (όχι η ονομαστική),
και την πρώτην έγκλισιν και τοιαύτη είναι η προστακτική (όχι η
οριστική), διότι ο ζωώδης άνθρωπος εκφράζει επιθυμίας και
ανάγκας και όχι ορισμούς και κρίσεις.

 Η οριστική έγκλισις παρήχθη αργότερον με μικράν διαφοράν από


την προστακτικήν, σημαίνουσα προσταγήν αξιωματικήν άνευ
αντιρρήσεως και καύχησιν: ου ποιήσεις = δεν θα το κάμης σου
λέγω, είμ' Οδυσσεύς= το καυχώμαι.

 Οι έξωθεν ήχοι εξηκολούθησαν συμπληρούντες την διαλέκτους.


Ο ήχος της βροχής (σρρρ) εσχημάτισε το ρέω ρους και προ πάντων
την κατάληξιν της συρροής και πλησμονής ρός. Ο ήχος της τριβής
εσχημάτισε τα τρίβω, θερμαίνω, τέρπω, — τερος, τρυπώ, τρία. —
τήρ, τής κτλ., ο κρότος του δεικνύοντος δακτύλου εσχημάτισε το
γενικόν δεικτικόν το, το μασσητικόν κα-κα έγινε κακός, κακία
κτλ., το καυστικόν δε (=τζιζ) έγινε δας, δαίω, διδάσκω, δαίμων, δη,
δήλος, δέω, δεσμός, δέκα, δέχομαι κτλ.
563

 Μίαν τοιαύτην γλωσσικήν αναδρομήν εις τα στοιχειωδέστερα διά


της μουσικής αντιλήψεως των φυσικών ήχων και των φωνών των
ζώων διέγνωσεν ο δαιμόνιος Πλάτων εις τον Κρατύλον του. Και
αν δεν είχε τας σημερινάς ευκολίας της συγκρίσεως των γλωσσών
διά να εξαντλήση όλα τα παραδείγματα, όμως ο συνθετικός του
νους και εις ολίγιστα, πλην ασφαλή, στηριζόμενος έδωκε πλήρεις
κανόνας της γλωσσογονίας.

 2. Αι ετυμολογίαι του Κρατύλου είναι μουσικαί ετυμολογίαι.

 Ο Πλάτων δεν γνωρίζει την ιστορικήν αλλά την μουσικήν


ετυμολογίαν, η οποία συνήθως συμπίπτει με την ιστορικήν,
πολλάκις όμως δεν συμπίπτει, και τότε παρέχει γλωσσικά
φαινόμενα ανεξήγητα διά την γραμματικήν επιστήμην. Κάλλιστον
παράδειγμα τούτου είναι η υπό του Πλάτωνος ετυμολογία της
λέξεως αλήθεια. Η ετυμολογία αυτή προ πάντων συνετέλεσε να
χάση ο Κρατύλος πάσαν υπόληψιν ως μη γνωρίζων δήθεν το
στερητικόν α. Αλλά η σελίς 67 (τέλος) αποδεικνύει ότι ο Πλάτων
γνωρίζει το στερητικόν α ως αυταπόδεικτον και είναι τόσον δεινός
παρατηρητής της γλώσσης, ώστε αναλύει τελειότατα το
δυσκολώτερον αθροιστικόν α λέγων εν σελίδι 46: καθώς εις το
ακόλουθος και άκοιτις, όπου σημαίνει το ομού. Και εις την σελίδα
47: «Καθώς λοιπόν τον ομοκέλευθον και ομόκοιτιν τον
ωνομάσαμεν ακόλουθον και άκοιτιν».

 Και ερωτώμεν: άραγε ήτο δυσκολώτερον εις τον Πλάτωνα, ο


οποίος ανεζήτει όλους τους γνωστούς τύπους των λέξεων, να εύρη
εις τον δωρικόν τύπον αλάθεια την λθ ρίζαν και το α το στερητικόν
(αρνητικόν), παρά το ακόλουθος να το ερμηνεύση ως ομοκέλευθος;
Βεβαίως αυτό δεν είναι δυνατόν, ώστε κάτι άλλο θα συμβαίνη. Και
πραγματικώς η λέξις αλήθεια μετά το αγαθόν έχει εξαιρετικήν
θέσιν εις το γλωσσικόν αίσθημα του Πλάτωνος. Η αλήθεια είναι
απαραιτήτως δια τον Πλάτωνα κάτι τι θείον, είναι άλη θεία=
δηλαδή πτήσις θεία. Την τοιαύτην δε μουσικήν σημασίαν της
λέξεως αλήθεια (λαϊκήν ετυμολογίαν) ο Πλάτων δεν την θυσίαζε
απέναντι εκατομμυρίων στερητικών και αθροιστικών α.

 Ευτυχώς τα φαινόμενα της μουσικής ετυμολογίας βαίνουν εκ


παραλλήλου και εις την σημερινήν διαλέκτους, και είναι εύκολον
να καταστήσωμεν το πράγμα αισθητόν. Καθώς η αλήθεια δια τον
Πλάτωνα, ομοίως ιερά και ουράνια λέξις είναι σήμερον δι' ημάς
τα χερουβείμ. Όστις ακούει προφερομένην αυτήν την λέξιν είναι
αδύνατον να μην ενωτίζεται αυτό το χαίρε. Ο Πλάτων υπό τας
564

σημερινάς συνθήκας της ορθογραφίας απλούστατα θα έγραφε το


Χερουβείμ με αι (Χαιρουβείμ), καθώς οι τιμωρούμενοι μαθηταί
των σχολείων. Αλλά ερωτώμεν: όσον και αν τιμωρήται ο μαθητής
διά να μη γράφη εν έχειρον (το ενέχυρον), άραγε πιστεύει κανείς
εκ των διδασκάλων ότι αναβιώνει την λέξιν εχυρός και
καταστρέφει την κοινήν αντίληψιν (λαϊκήν ετυμολογίαν,
volksetymologie) ότι το ενέχυρον είναι στο χέρι; Δι' αυτόν τον
λόγον αρχαιόθεν η Ιερουσαλήμ εσχετίσθη με το ιερός και έλαβε
δασείαν, ενώ δεν είχε. Διά τον ίδιον λόγον εις παλαιοτέραν εποχήν
ο φιλόνεικος εγράφη με ει, διότι δεν ήτο πλέον φίλος νίκης, αλλά
φίλος νείκους.

 Η μουσική ετυμολογία με πάσαν θυσίαν αποφεύγει την πλησίασιν


ωραίας λέξεως προς άλλην όλως κακέμφατον, ή και απλώς
αντιφατικήν. Εις τοιαύτας περιστάσεις η διαλέκτους προτιμά να
μην εφαρμόση τους ευφωνικούς και αναλογικούς κανόνας και να
αποτελέση εξαίρεσιν του κανόνος. Η εξαίρεσις όμως δεν είναι
όπως την εννοεί μέχρι σήμερον η γραμματική, δηλαδή ως
φαινόμενον ανεξήγητον και προσκρούον εις τον κανόνα, αλλά ως
φαινόμενον υπαγόμενον εις άλλον κανόνα καλλιτεχνικώτερον. Και
είναι ανάγκη να εξηγηθούν όλαι αι εξαιρέσεις και να υπαχθούν εις
τους κανόνας των, δηλαδή να ευρεθή ο λόγος των, διότι άλλως η
γλωσσική έρευνα δεν δύναται να ονομασθή επιστήμη.

 Ημείς προσθέτοντες εις την γλωσσικήν επιστήμην πλην άλλων και


τους καλλιτεχνικούς νόμους της μουσικής ετυμολογίας και της
σαφηνείας εξηγούμεν τα δυσλυτώτερα γλωσσικά φαινόμενα. Το
αρχαίον υύς (υιός) έπρεπε κατά τους κανόνας της συναιρέσεως να
γίνη ύς δηλαδή χοίρος, αλλ' αντί τούτου εκλώτσησε τον κανόνα
και εζήτησε άλλην διέξοδον, διότι ο υιός δεν γίνεται χοίρος
εύκολα. Το νέος έπρεπε ομοίως να γίνη νους, αλλά νέος και νους
συνήθως τουλάχιστον φαίνονται αντιφατικά και δεν πρέπει να
σχετίζονται. Το βύρσα έπρεπε να γίνη βύρρα (άρσεν — άρρεν),
αλλά τότε θα έχανε όλην την μουσικήν αλήθειαν (δηλαδή
ετυμολογίαν). Αυτός δε ο λόγος της μουσικής αληθείας ή
αντιθέτως αναρμοστίας έκαμε πλέον και τους τελευταίους
σχολαστικούς να αποφεύγουν τα εκήλησε τα ώτα, διώκει την πόλιν,
διότι υπενθυμίζουν τα εκύλησε και διώκει. Η αύξησις μάλιστα
αυτή του εις οι ω έχει εντελώς ανάλογον παράδειγμα και εις την
αρχαίαν διαλέκτους. Το ωνωμένος του 5ου αιώνος γίνεται
οινωμένος εις τον Πλάτωνα (Νόμοι) και τον Αριστοτέλην. Και ενώ
τα χειρόγραφα έχουν ανεξαιρέτως με οι, οι γραμματικοί
διορθώνουν παντού ωνωμένος δηλ. εισάγουν τον όνον).
565

 Πολύ περισσότεραι εξαιρέσεις της γραμματικής εξηγούνται με τον


νόμον της σαφηνείας, ο οποίος είναι επίσης καλλιτεχνικός. Ο
Brugmann παρατηρεί εις τα φαινόμενα της συναλοιφής (Σημ. 3)
ότι είναι περίεργον, πώς η κράσις εφηρμόσθη εις τόσον ολίγα
παραδείγματα (καγώ, κάτα, τούμπαλιν, τακτός κλ.) Αλλά το
φαινόμενον τούτο είναι μάλλον αποτυχούσα απόπειρα, διότι άλλως
θα παρεμορφούτο όλη η διαλέκτους. Ο νόμος της σαφηνείας όμως
βοηθούμενος εις πολλά και από την μουσικήν ετυμολογίαν
επανέφερε το ακέραιον. Δι' αυτό εάν το ι της ερωτηματικής και
αορίστου αντωνυμίας τι δεν εκθλίβεται, ο λόγος δεν έγκειται εις
την φύσιν του φωνήεντος αυτού, καθώς προσπαθούν να εύρουν
πολλοί μεταφυσικώς, αλλά διότι το τι με έκθλιψιν θα συνέπιπτε
προς το τε με έκθλιψιν και η τοιαύτη συνάντησις φέρει
ανεπανόρθωτον σύγχυσιν, διότι δεν βοηθεί ούτε η θέσις της λέξεως
ούτε ο τονισμός. Ενώ λόγου χάριν το νά συμπίπτει μεν και αυτό
φαινομενικώς, διακρίνεται όμως ευκόλως διά του τονισμού.

 Η επιστήμη αντί να θαυμάζη τον Κρατύλον σήμερον, τον


προπηλακίζει μη εννοούσα το βαθύ νόημα του γενάρχου αυτού της
γλωσσολογίας. Λόγου χάριν ο Πλάτων παράγει το άνθρωπος από
το αναθρώσκω όπα. Η γλωσσολογία αντιτείνει από το ανήρ όψ.
Επίσης του Delbrück δεν του αρέσει ότι το σώμα παράγεται από το
σώος σώζω, οιονεί σώσμα, αλλά το θέλει από το σκυλεύω.

 Και όμως τι λέγουν τάχα καλλίτερον περί του Αγαμέμνονος (σελ.


27 — 28) ή τι θαυμασιώτερον ημπορούν να ειπούν περί του
δαίμονος (σελ. 33). Η μουσική ετυμολογία του ευφροσύνη από το
ευφεροσύνη (σελ. 71) όχι μόνον επικυρώνεται από τον ίδιον
Πλάτωνα εις τον Σοφιστήν: παραφροσύνη = παράφορος σύνεσις
(σελ. 29, ιδέ και σελ. 28 την παράθεσιν των λέξεων διαφθοράν
διαφοράν, η οποία είναι ετυμολογικόν σχήμα κατά τα Ομηρικά: εις
άλα άλτο και θεοί θέσαν), αλλά και από όλην την Ελληνικήν
διαλέκτους, η οποία έδωσε εις την παραφοράν την σημασίαν της
παραφροσύνης.

 Άλλως ο Πλάτων τας περισσοτέρας ετυμολογίας τας κάμνει ως


προγύμνασιν και ως παραδείγματα ευλογοφανή, εις τα οποία δεν
επιμένει πάντοτε, αλλά μόνον ζητεί δι' αυτών να σχηματίση έν
σύνολον κανόνων, διά να ανέλθη εις την πρώτην αρχήν της
γλώσσης και ερευνήση την σχέσιν αυτής προς την διάνοιαν. Κατά
τούτο δε ακριβώς αναδεικνύεται και θείος εις τον Κρατύλον.
566

Αττική διάλεκτος

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 3, Kaibel paragraph 80, li.30

ἔλεγεν ἄρτον ἐσθίειν καλῶς πεποιημένον; ὑμεῖς δ' ‘ὦ


λοπαδάγχαι’ κατὰ τὸν αὐτὸν ποιητὴν Εὔβουλον, ‘λευ-
κῶν ὑπογαστριδίων’, ἑτέροις οὐ παραχωροῦντες φθέγ-
γεσθε καὶ τὰς ἡσυχίας οὐκ ἄγετε, ἕως ἄν τις ὑμῖν ὡς
κυνιδίοις ἄρτων ἢ ὀστέων προσρίψῃ. πόθεν ὑμῖν εἰδέ-
ναι ὅτι καὶ 8ΚΥΒΟΙ, οὐχ οὓς ἀεὶ μεταχειρίζεσθε, ἄρτοι
εἰσὶ τετράγωνοι, ἡδυσμένοι ἀννήθῳ καὶ τυρῷ καὶ
ἐλαίῳ, ὥς φησιν Ἡρακλείδης ἐν Ὀψαρτυτικῷ; παρεῖδε
δὲ τοῦτον ὁ Βλεψίας, ὥσπερ καὶ τὸν 8ΘΑΡΓΗΛΟΝ, ὅν
τινες καλοῦσι θαλύσιον – Κράτης δ' ἐν βʹ Ἀττικῆς
διαλέκτου (p. 63 W) θάργηλον καλεῖσθαι τὸν ἐκ τῆς
συγκομιδῆς πρῶτον γινόμενον ἄρτον – καὶ τὸν ΣΗΣΑ-
ΜΙΤΗΝ. οὐχ ἑώρακε δὲ οὐδὲ τὸν 8ΑΝΑΣΤΑΤΟΝ καλού-
μενον, ὃς ταῖς ἀρρηφόροις γίνεται. ἐστὶ δὲ καὶ ὁ
8ΠΥΡΑΜΟΥΣ ἄρτος διὰ σησάμων πεττόμενος καὶ τάχα
ὁ αὐτὸς τῷ σησαμίτῃ ὤν. μνημονεύει δὲ πάντων τού-
των Τρύφων ἐν αʹ φυτικῶν (fr. 116 V), καθάπερ καὶ
τῶν 8ΘΙΑΓΟΝΩΝ ὀνομαζομένων· οὗτοι δ' εἰσὶν ἄρτοι
θεοῖς πεττόμενοι ἐν Αἰτωλίᾳ. 8ΔΡΑΜΙΚΕΣ δὲ καὶ 8ΑΡΑΞΙΣ
παρ' Ἀθαμᾶσιν ἄρτοι τινὲς οὕτως καλοῦνται.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 6, Kaibel paragraph 27, li.7

δ' ἐν Παλληνίδι· ‘ἐπιμελεῖσθαι δὲ τὸν βασιλέα τὸν


ἀεὶ βασιλεύοντα καὶ τοὺς ἄρχοντας καὶ τοὺς παρα-
σίτους οὓς ἂν ἐκ τῶν δήμων προσαιρῶνται καὶ
τοὺς γέροντας καὶ τὰς γυναῖκας τὰς πρωτοπόσεις.’
 ἔχεις δὲ κἀκ τούτων, καλέ μου Οὐλπιανέ, ζητεῖν
τίνες αἱ πρωτοπόσεις γυναῖκες. ἀλλὰ μὴν (περὶ γὰρ
τῶν παρασίτων ὁ λόγος) κἀν τῷ Ἀνακείῳ ἐπί τινος
στήλης γέγραπται· ‘τοῖν δὲ βοοῖν τοῖν ἡγεμόνοιν τοῖν
ἐξαιρουμένοιν τὸ μὲν τρίτον μέρος εἰς τὸν ἀγῶνα, τὰ
δὲ δύο μέρη τὸ μὲν ἕτερον τῷ ἱερεῖ, τὸ δὲ τοῖς παρα-
σίτοις.’ Κράτης δ' ἐν δευτέρῳ Ἀττικῆς διαλέκτου
φησί· ‘καὶ ὁ παράσιτος νῦν ἐπ' ἄδοξον μετάκειται
567

πρᾶγμα, πρότερον δ' ἐκαλοῦντο παράσιτοι οἱ ἐπὶ τὴν


τοῦ ἱεροῦ σίτου ἐκλογὴν αἱρούμενοι καὶ ἦν ἀρχεῖόν
τι παρασίτων. διὸ καὶ ἐν τῷ τοῦ βασιλέως νόμῳ γέ-
γραπται ταυτί· ‘ἐπιμελεῖσθαι δὲ τὸν βασιλεύοντα τῶν
τε ἀρχόντων ὅπως ἂν καθιστῶνται καὶ τοὺς παρασί-
τους ἐκ τῶν δήμων αἱρῶνται κατὰ τὰ γεγραμμένα.
τοὺς δὲ παρασίτους ἐκ τῆς βουκολίας ἐκλέγειν ἐκ τοῦ
μέρους τοῦ ἑαυτῶν ἕκαστον ἑκτέα κριθῶν δαίνυσθαί
τε τοὺς ὄντας Ἀθηναίων ἐν τῷ ἱερῷ κατὰ τὰ πάτρια.  

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 11, Kaibel paragraph 90, li.3

        ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΝ. Ποσειδώνιος ὁ φιλόσοφος ἐν


ἕκτῃ καὶ τριακοστῇ τῶν Ἱστοριῶν (FHG III 264) ὡς οὕτω
καλουμένων τινῶν ποτηρίων μέμνηται γράφων οὕτως·
’ἦσαν δὲ καὶ ὀνύχινοι σκύφοι καὶ συνδέσεις τούτων
μέχρι δικοτύλων· καὶ Παναθηναικὰ μέγιστα, τὰ μὲν
δίχοα, τὰ δὲ καὶ μείζονα.’
        ΠΡΟΑΡΟΝ κρατὴρ ξύλινος, εἰς ὃν τὸν οἶνον κιρνᾶσιν
οἱ Ἀττικοί. ‘κοίλοις ἐν προάροις’ φησὶ Πάμφιλος.
        ΠΕΛΙΚΑΙ. Καλλίστρατος ἐν Ὑπομνήμασι Θρᾳτ-
τῶν Κρατίνου (I 38 K) ἀποδίδωσι κύλικα. Κράτης
δ' ἐν δευτέρῳ Ἀττικῆς Διαλέκτου γράφει οὕτως (p. 64 W)·
’οἱ χόες πελίκαι, καθάπερ εἴπομεν, ὠνομάζοντο. ὁ δὲ  
τύπος ἦν τοῦ ἀγγείου πρότερον μὲν τοῖς Παναθηναι-
κοῖς ἐοικώς, ἡνίκα ἐκαλεῖτο πελίκη, ὕστερον δὲ ἔσχεν
οἰνοχόης σχῆμα, οἷοί εἰσιν οἱ ἐν τῇ ἑορτῇ παρατιθέ-
μενοι, ὁποίους δή ποτε ὄλπας ἐκάλουν, χρώμενοι πρὸς
τὴν τοῦ οἴνου ἔγχυσιν, καθάπερ Ἴων ὁ Χῖος ἐν Εὐ-
ρυτίδαις φησίν (fr. 10 N)·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 11, Kaibel paragraph 98, li.1

  Νεῖλος ὁκοῖον ἄναξ μύσταις φίλον ἱεραγωγοῖς


  εὗρε μέλος θείων πάτριον ἐξ ὑδάτων.
  ἀλλ' εἰ Κτησιβίου σοφὸν εὕρεμα τίετε τοῦτο,
  δεῦτε, νέοι, νηῷ τῷδε παρ' Ἀρσινόης.
Θεόφραστος δ' ἐν τῷ περὶ Μέθης (fr. 122 W) τὸ ῥυ-
τόν φησιν ὀνομαζόμενον ποτήριον τοῖς ἥρωσι μόνοις
ἀποδίδοσθαι. Δωρόθεος δ' ὁ Σιδώνιός φησιν τὰ
ῥυτὰ κέρασιν ὅμοια εἶναι, διατετρημένα δ' εἶναι, ἐξ
568

ὧν κρουνιζόντων λεπτῶς κάτωθεν πίνουσιν, ὠνομάσθαι


τε ἀπὸ τῆς ῥύσεως.
        ΣΑΝΝΑΚΙΑ. Κράτης ἐν πέμπτῳ Ἀττικῆς Διαλέκτου
(p. 65 W) ἔκπωμά φησιν εἶναι οὕτως καλούμενον. ἐστὶ
δὲ Περσικόν. Φιλήμων δ' ἐν τῇ Χήρᾳ βατιακῶν
μνησθεὶς καὶ τῇ γελοιότητι τοῦ ὀνόματος προσπαίξας
φησί (II 503 K)·
  [σαννάκρα] ἱπποτραγέλαφοι, βατιάκια, | σαννάκια.
         ΣΕΛΕΥΚΙΣ. ὅτι ἀπὸ Σελεύκου τοῦ βασιλέως τὴν
προσηγορίαν ἔσχεν τὸ ἔκπωμα προείρηται (cf. c. 26),
ἱστοροῦντος τοῦτο καὶ Ἀπολλοδώρου τοῦ Ἀθηναίου.
Πολέμων δ' ἐν πρώτῳ τῶν πρὸς Ἀδαῖον (fr. 57 Pr)
’ποτήρια, φησί, παραπλήσια Σελευκίς, Ῥοδιάς, Ἀντιγονίς.’

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 14, Kaibel paragraph 68, li.3

λέγων οὕτως (I 163 K)·


  ἀλλ' ἰσχάδας μοι πρόελε τῶν πεφωσμένων.
καὶ μετ' ὀλίγα δέ·
  οὐκ ἰσχάδας οἴσεις τῶν μελαινῶν; μανθάνεις,
  ἐν τοῖς Μαριανδυνοῖς ἐκείνοις βαρβάροις
  χύτρας καλοῦσι τὰς μελαίνας ἰσχάδας.  
οἶδα δὲ καὶ Πάμφιλον εἰρηκότα πρόκνιδας γένος
ἰσχάδων.
        ΒΟΤΡΥΣ δὲ ὅτι μὲν κοινὸν δῆλον. σταφυλῆς
δὲ μέμνηται, καίτοι δοκοῦντος τοῦ ὀνόματος Ἀσιαγε-
νοῦς εἶναι, Κράτης ἐν δευτέρῳ Ἀττικῆς Διαλέκτου
(p. 65 W), ἐν τοῖς Ὕμνοις τοῖς ἀρχαίοις φάσκων ἀντὶ
τοῦ βότρυος τὴν σταφυλὴν κεῖσθαι διὰ τούτων·
  αὐτῇσι σταφυλῇσι μελαίνῃσιν κομόωντες.
ὅτι δὲ καὶ παρ' Ὁμήρῳ ἐστὶν (Σ 561 al) παντὶ δῆλον
Πλάτων δὲ ἐν ὀγδόῳ Νόμων καὶ βότρυς καὶ σταφυλὰς
ὀνομάζει διὰ τούτων (p. 844d)· ‘ὃς ἂν ἀγροίκου ὀπώρας
γεύσηται, βοτρύων εἴτε καὶ σύκων, πρὶν ἐλθεῖν τὴν
ὥραν τὴν τοῦ τρυγᾶν ἀρκτούρῳ σύνδρομον, εἴτ' ἐν τοῖς
αὑτοῦ χωρίοις εἴτε καὶ ἐν ἄλλων, ἱερὰς μὲν νʹ ὀφει-
λέτω τῷ Διονύσῳ δραχμάς, ἐὰν ἐκ τῶν αὑτοῦ δρέπῃ,

Dinarchus Orat., Fragm. Oration 3, frag. 3, li.10

Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Πολυεύκτου.


569

 P. Oxy. 2744 col. II 9ss. et W. Luppe, Archiv f. Pa-


pyrusf. 20, 1970, 37 et 42 βο̣[λε]ῶ̣[ν]α̣ς δὲ καὶ τοὺς κο-
πρεῶνα̣σ̣ καλεῖσθαί φησιν̣ Ἀμερ[ί]α̣ς. Δε̣ί̣ναρχ̣ο̣σ̣ δὲ ἐν τ̣ῶι
Κατὰ Πολυεύ̣[κ]τ̣ου κέχρηται τῶι ὀνόματι̣ [τού]τωι̣· (τὸ
Εὐρυσάκει̣ον) ἐνταῦθα ἐ̣[π]ρ̣άτ̣τ̣ε[το] ἑ̣π̣τακ̣ο̣σίας
δρα̣χ[μ]ὰς ὑπὲρ τῆς κόπ̣ρ̣[ου], ἥν φασιν ο̣[.]εεδω̣-
[..] κ̣αὶ̣ Ἀλεξάνδρου τ[ο]ῦ̣ ἐξ Οἴου καὶ τῶν ἄλλων
τῶν τοὺς βολεῶ̣[να]σ̣ κεκτημένων. cf. Harpocr. s. v.
βολεῶνες· ὁ τόπος ὅπου ἡ κόπρος βάλλεται βολεὼν κα-
λεῖται. Νίκανδρος ἐν γʹ Ἀττικῆς διαλέκτου (FGrHist 343
F 3) βολεῶνας ἐπὶ τῶν ἀγρῶν, εἰς οὓς τὰ κόπρια ἐκφέρε-
ται. οὕτω Δείναρχος καὶ Φιλήμων (fr. 221 K.) καὶ ἄλλοι.
 Harpocr. s. v. Καρύανδα· Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ
Πολυεύκτου. ἔστι δὲ πόλις τῆς Καρίας.

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΓΕΩΦΑΝΙΟΥ ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 Dionys. Halic. de Din. 10, p. 311, 6 R. Περὶ τοῦ ⌈γ⌉εω-


φανίου ἐπίλογος· βραχύν, ὦ ἄνδρες.  

Dinarchus Orat., Fragm. Oration 19, frag. 7, li.4

καὶ ἐπὶ τὸ μνῆμα ἐφίστασθαι· τοῦτο δὲ ἦν παῖς ὑδρίαν


ἔχων. λέγει περὶ τούτων Δείναρχος ἔν τε τῷ Κατὰ Θεο-
δότου (XCII) καὶ ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰςαγγελίᾳ·
ὅτι δὲ τὰ λουτρὰ ἐκόμιζον ἐκ τῆς νῦν μὲν Ἐννεακρούνου
καλουμένης κρήνης, πρότερον δὲ Καλλιρρόης, Πολυστέ-
φανος ἐν τῷ περὶ κρηνῶν φησι. μέμνηνται δὲ τοῦ ἔθους οἱ
κωμικοί.
 Harpocr. s.v. μέδιμνος· Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Καλ-
λισθένους. μέτρον ἐστὶ ξηρῶν, οἷον πυρῶν ἢ κριθῶν, ἔχει
δὲ χοίνικας μηʹ, καθά φησι Νίκανδρος ὁ Θυατειρηνὸς ἐν
τοῖς Ἐξηγητικοῖς τῆς Ἀττικῆς διαλέκτου (FGrHist 343 F6).
 Harpocr. s. v. μετρονόμοι· ἀρχή τις Ἀθήνησίν  
ἐστιν ἡ τῶν μετρονόμων, ὡς Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Καλλι-
σθένους. ἦσαν δὲ τὸν ἀριθμὸν ⌈ιʹ⌉, ⌈εʹ⌉ μὲν εἰς Πειραιᾶ, εʹ
δ' εἰς ἄστυ, εἶχον δὲ τὴν ἐπιμέλειαν ὅπως δίκαια ᾖ τὰ
μέτρα τῶν πωλούντων, ὡς καὶ Ἀριστοτέλης ἐν τῇ Ἀθη-
ναίων πολιτείᾳ (51, 2) δηλοῖ. cf. Pollux 4, 167 καὶ Δεί-
ναρχος μετρονόμου τοῦ ἐπὶ τῶν μέτρων.
 Harpocr. s. v. μυλωθρός· ὁ μυλῶνα κεκτημένος
570

καὶ ἐργαζόμενος ἐν αὐτῷ· Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Καλλι-


σθένους πολλάκις. ἔστι δὲ καὶ παρὰ τοῖς κωμικοῖς πολὺ

Tryphon I Gramm., Fragm. Treatise 19, frag. 1, li.6

ΦΥΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ.

 
 Athenaeus III p. 114a, b: Πόθεν ὑμῖν εἰδέναι
ὅτι καὶ κύβοι, οὐχ οὓς ἀεὶ μεταχειρίζεσθε, ἄρτοι εἰσί, τετρά-
γωνοι, ἡδυσμένοι ἀνήθῳ, τυρῷ καὶ ἐλαίῳ, ὥς φησιν Ἡρακλεί-
δης ἐν Ὀψαρτυτικῷ. παρεῖδε δὲ τοῦτον ὁ Βλεψίας, ὥσπερ καὶ
τὸν θάργηλον, ὅν τινες καλοῦσι θαλύσιον – Κράτης δ' ἐν
δευτέρᾳ Ἀττικῆς διαλέκτου θάργηλον καλεῖσθαι τὸν ἐκ τῆς συγ-
κομιδῆς πρῶτον γινόμενον ἄρτον – καὶ τὸν σησαμίτην. οὐχ ἑώ-
ρακε δὲ οὐδὲ τὸν ἀνάστατον καλούμενον, ὃς ταῖς ἀρρηφόροις
γίνεται. ἔστι δὲ ὁ πυραμοῦς ἄρτος διὰ σησάμων πεττόμενος
καὶ τάχα ὁ αὐτὸς τῷ σησαμίτῃ ὤν. μνημονεύει δὲ πάντων
τούτων Τρύφων ἐν πρώτῳ Φυτικῶν, καθάπερ καὶ τῶν θια-
γόνων ὀνομαζομένων· οὗτοι δ' εἰσὶν ἄρτοι θεοῖς πεττόμενοι
ἐν Αἰτωλίᾳ.  
 Athenaeus III p. 109b: Τρύφων ὁ Ἀλεξανδρεὺς
ἐν τοῖς Φυτικοῖς ἐπιγραφομένοις ἄρτων ἐκτίθεται γένη, εἴ τι
κἀγὼ μέμνημαι, ζυμίτην, ἄζυμον, σεμιδαλίτην, χονδρίτην,

Crates Hist., Fragm. Frag. 5b, li.2

κατηριγμένοι μετὰ ἀρωμάτων.»  


 Harpocratio: Ὁμηρίδαι. Σέλευκος ἐν βʹ Περὶ βίων
ἁμαρτάνειν φησὶ Κράτητα νομίζοντα ἐν ταῖς Ἱερο-
ποιίαις Ὁμηρίδας ἀπογόνους εἶναι τοῦ ποιητοῦ.
 Schol. Soph. Oed. 100: Καὶ οὐ μόνον θυσίας
νηφαλίους, ἀλλὰ καὶ ξύλα τινὰ, ἐφ' ὧν ἔκαιον. Κράτης
μὲν οὖν ὁ Ἀθηναῖος τὰ μὴ ἀμπέλινα τῶν ξύλων πάντα
νηφάλια φησὶ προσαγορεύεσθαι. Ὁ δὲ Φιλόχορος ἀκρι-
βέστερόν φησι κτλ.
 Athenaeus III: Κράτης
δ' ἐν δευτέρᾳ Ἀττικῆς διαλέκτου, θάργηλον καλεῖσθαι
τὸν ἐκ τῆς συγκομιδῆς πρῶτον γινόμενον ἄρτον.
571

 Idem XI: Κράτης δ' ἐν δευτέρᾳ Ἀττικῆς διαλέκτου


γράφει οὕτως· «Οἱ χόες πελίκαι, καθάπερ εἴπομεν,
ὠνομάζοντο. Ὁ δὲ τύπος ἦν τοῦ ἀγγείου πρότερον μὲν
τοῖς Παναθηναϊκοῖς ἐοικὼς, ἡνίκα ἐκαλεῖτο πελίκη, ὕστε-
ρον δὲ ἔσχεν οἰνοχόης σχῆμα» κτλ.
 Idem XIV:
Κρ. ἐν βʹ Ἀττ. διαλ. ἐν τοῖς ὕμνοις τοῖς ἀρχαίοις
φάσκων ἀντὶ τοῦ βότρυος τὴν σταφυλὴν κεῖσθαι κτλ.
 Idem XI: Κρ. ἐν εʹ

Crates Hist., Frag. 5c, li.1

ἁμαρτάνειν φησὶ Κράτητα νομίζοντα ἐν ταῖς Ἱερο-


ποιίαις Ὁμηρίδας ἀπογόνους εἶναι τοῦ ποιητοῦ.
 Schol. Soph. Oed. 100: Καὶ οὐ μόνον θυσίας
νηφαλίους, ἀλλὰ καὶ ξύλα τινὰ, ἐφ' ὧν ἔκαιον. Κράτης
μὲν οὖν ὁ Ἀθηναῖος τὰ μὴ ἀμπέλινα τῶν ξύλων πάντα
νηφάλια φησὶ προσαγορεύεσθαι. Ὁ δὲ Φιλόχορος ἀκρι-
βέστερόν φησι κτλ.
 Athenaeus III: Κράτης
δ' ἐν δευτέρᾳ Ἀττικῆς διαλέκτου, θάργηλον καλεῖσθαι
τὸν ἐκ τῆς συγκομιδῆς πρῶτον γινόμενον ἄρτον.
 Idem XI: Κράτης δ' ἐν δευτέρᾳ Ἀττικῆς διαλέκτου
γράφει οὕτως· «Οἱ χόες πελίκαι, καθάπερ εἴπομεν,
ὠνομάζοντο. Ὁ δὲ τύπος ἦν τοῦ ἀγγείου πρότερον μὲν
τοῖς Παναθηναϊκοῖς ἐοικὼς, ἡνίκα ἐκαλεῖτο πελίκη, ὕστε-
ρον δὲ ἔσχεν οἰνοχόης σχῆμα» κτλ.
 Idem XIV:
Κρ. ἐν βʹ Ἀττ. διαλ. ἐν τοῖς ὕμνοις τοῖς ἀρχαίοις
φάσκων ἀντὶ τοῦ βότρυος τὴν σταφυλὴν κεῖσθαι κτλ.
 Idem XI: Κρ. ἐν εʹ
Ἀττικῆς διαλ. ἔκπωμά φησιν εἶναι οὕτως (σαννάκρα)
καλούμενον.

Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos P. 74,


li.5

        Βοηδρόμια: Δημοσθένης Φιλιππικοῖς. ἑορτή τις Ἀθήνησιν οὕτω


καλουμένη, ἥν φησι Φιλόχορος ἐν βʹ νενομίσθαι ἐπειδὴ Ἴων ὁ Ξούθου
ἐβοήθησε σπουδῇ πολλῇ πολεμουμένοις Ἀθηναίοις ὑπὸ Εὐμόλπου τοῦ
Ποσειδῶνος, Ἐρεχθέως βασιλεύοντος. βοηδρομεῖν γὰρ τὸ βοηθεῖν
ὠνομάζετο, τουτέστιν ἐπὶ μάχην δραμεῖν.  
572

        Βόθυνος: τόπος τις ἰδίως οὕτω καλούμενος ἐν τῇ ἱερᾷ ὁδῷ. Ἰσαῖος


ἐν τῷ πρὸς Ἕρμωνα περὶ ἐγγύης μνημονεύει τοῦ τόπου καὶ Καλλι-
σθένης.
        Βολεῶνες: ὁ τόπος ὅπου ἡ κόπρος βάλλεται βολεὼν καλεῖται.
Νίκανδρος ἐν γʹ Ἀττικῆς διαλέκτου “βολεῶνας ἐπὶ τῶν ἀγρῶν, εἰς
“οὓς τὰ κόπρια ἐκφέρει.” οὕτω Δείναρχος καὶ Φιλήμων καὶ ἄλλοι.
        Βομβυλιός: ζῷον παραπλήσιον μελίττῃ, ὠνομασμένον ἀπὸ τοῦ
βόμβου· Ἰσοκράτης Ἑλένης ἐγκωμίῳ.
        Βουλαία: Δείναρχος ἐν τῇ κατὰ Καλλισθένους ἐνδείξει “μαρ-
“τύρομαι τὴν Ἑστίαν τὴν βουλαίαν,” οἷον τὴν ἐν τῇ βουλῇ ἱδρυ-
μένην.
        Βουλεία: τὸ ἐκ τῆς βουλῆς ὄντα πράττειν ἃ τοῖς βουλευταῖς
προσήκει· Δείναρχος καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Θεσμοφοριαζούσαις.
        Βουλεύσεως: ἐγκλήματος ὄνομα ἐπὶ δυοῖν ταττόμενον πραγμά-
τοιν· τὸ μὲν γάρ ἐστιν ὅταν ἐξ ἐπιβουλῆς τίς τινι κατασκευάσῃ  

Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos P. 200,


li.11

             οὐκ οἰμώξεται       καταφθαρεὶς ἐν ματρυλείῳ τὸν βίον;


        Μαύσωλος: Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Τιμοκράτους. ὄνομα
κύριον, ἄρχων Καρῶν. φησὶ δὲ αὐτὸν Θεόπομπος μηδενὸς ἀπέχεσθαι
πράγματος χρημάτων ἕνεκα.
        Μαχάτας: ὄνομα κύριον.
        Μέδιμνος: Δείναρχος ἐν τῷ κατὰ Καλλισθένους. μέτρον ἐστὶ
ξηρῶν, οἷον πυρῶν ἢ κριθῶν, ἔχει δὲ χοίνικας μηʹ, καθά φησι Νίκαν-
δρος ὁ Θυατειρηνὸς ἐν τοῖς ἐξηγητικοῖς τῆς Ἀττικῆς διαλέκτου.
        Μεθώνη: Δημοσθένης Φιλιππικοῖς. λέγοι ἂν τὴν ἐν Θρᾴκῃ, ἣν
πολιορκῶν Φίλιππος ἐξεκόπη τὸν δεξιὸν ὀφθαλμόν. Δημήτριος δ' ὁ
Μάγνης ἐν ταῖς Συνωνύμοις πόλεσι τέσσαρας εἶναί φησι Μεθώνας.
        Μεῖον καὶ 8μειαγωγός: Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Στρατοκλέα “παρέ-
“στησε μεῖον.” θῦμά ἐστιν ὃ τοῖς φράτορσι παρεῖχον οἱ τοὺς παῖ-
δας εἰσάγοντες εἰς τούτους. Ἐρατοσθένης δ' ἐν τοῖς περὶ κωμῳδίας
φησὶν οὕτως “νόμου ὄντος μὴ μεῖον εἰσάγειν ὡρισμένου τινὸς, ἐπι-
“σκώπτοντες μετὰ παιδιᾶς πάντα τὸν εἰσάγοντα μεῖον ἔφασαν εἰσά-  
“γειν, ὅθεν τὸ μὲν ἱερεῖον μεῖον προσηγορεύθη, μειαγωγὸς δὲ ὁ εἰσά-
“γων.” Ἀπολλόδωρος ἐν τοῖς περὶ θεῶν “οἱ φράτορές” φησιν, “ἵνα

Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos P. 216,


li.3
573

αὐτὸ Ἰφικράτης ὕστερον καὶ Χαβρίας· ᾧ χρησάμενοι τὴν Λακεδαι-


μονίων μόραν κατέκοψαν στρατηγοῦντος αὐτοῖς Ἰφικράτους καὶ
Καλλίου, καθά φησιν Ἀνδροτίων τε καὶ Φιλόχορος.
        Ξενιτευομένους: ἀντὶ τοῦ μισθοφοροῦντας, ξένοι δὲ οἱ μισθο-
φόροι· Ἰσοκράτης Φιλίππῳ κἄν τινι τῶν πρὸς Φίλιππον ἐπιστολῶν.
Ἀντιφάνης Εὐθυδίκῳ
       ἐγὼ ξενιτευόμενος ἐστρατευόμην.  
        Ξηραλοιφεῖν: Αἰσχίνης κατὰ Τιμάρχου. ξηραλοιφεῖν ἔλεγον
τὸ χωρὶς λουτρῶν ἀλείφεσθαι, ὡς Δίδυμος ἐν κηʹ Τραγικῆς λέξεως
καὶ Νίκανδρος ἐν ιηʹ Ἀττικῆς διαλέκτου, προστιθεὶς ὅτι μήποτε καὶ
τὸ ὑπὸ τῶν ἀλειπτῶν λεγόμενον ξηροτριβεῖσθαι οὕτως ἐλέγετο.
Σοφοκλῆς Πηλεῖ
      καὶ ξηραλοιφῶν εἵματος διὰ πτυχῶν.
        Ξυπεταίονες: Ὑπερείδης κατ' Ἀρχεστρατίδου. δῆμος τῆς
Κεκροπίδος Ξυπέτη, ἀφ' ἧς ὁ δημότης Ξυπεταίων, ὡς Διόδωρος.
        Ξυστίς: Λυσίας ἐν τῷ πρὸς Νικόδημον καὶ Κριτόβουλον. γυναι-
κεῖόν τι ἔνδυμά ἐστιν ἡ ξυστὶς πεποικιλμένον, ὡς δῆλον ποιοῦσιν
ἄλλοι τε τῶν κωμικῶν καὶ Ἀντιφάνης ἐν Εὐπλοίᾳ
      τὸν ποικίλ' ὥσπερ ξυστίδ' ἠμφιεσμένον.  
ἔστι μὲν καὶ τραγικόν τι ἔνδυμα οὕτω καλούμενον, ὡς Κρα

Αρποκρατίων γραμματικός. Lexicon in decem oratores Atticos


P. 293, li.11

        Τριηράρχημα: τὸ εἰς τὴν τριηραρχίαν ἀνάλωμα· Δημοσθένης


ἐν τῷ περὶ τοῦ τριηραρχήματος. 8ἐπιτριηράρχημα δὲ τὸ ἀναλι-
σκόμενον μετὰ τὸν τῆς τριηραρχίας χρόνον.
        Τρικάρανον: Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Μεγαλοπολιτῶν. φρού-
ριόν ἐστι τῆς Ἀργείας οὕτω καλούμενον.
        Τρικέφαλος: Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Εὐκλείδην “μικρὸν δ' ἄνω τοῦ
“τρικεφάλου παρὰ τὴν Ἑστίαν ὁδόν.” τὸ πλῆρές ἐστι τοῦ τρικεφά-
λου Ἑρμοῦ. τοῦτον δέ φησι Φιλόχορος ἐν γʹ Εὐκλείδην ἀναθεῖναι
Ἀγκυλῆσιν.
        Τριπτῆρα: Ἰσαῖος ἐν τῷ κατὰ Διοκλέους. Νίκανδρος ἐν ιϛʹ
τῆς Ἀττικῆς διαλέκτου φησὶν ὅτι τριπτήρ ἐστι πιθάκνη ἐκπέτα-
λος, οἷα τὰ ἐπιλήνια. ἐπὶ τούτου δ' ἂν τάττοιτο νῦν παρὰ τῷ ῥήτορι·
πολλὰ γὰρ καὶ ἄλλα σημαίνει τοὔνομα.
        Τριτημόριον: Δείναρχος κατὰ Καλλισθένους. ὅτι δὲ τριτημό-
ριόν ἐστιν ϛʹ χαλκοῖ Φιλήμων ἐν ἀρχῇ τοῦ Σαρδίου διδάσκει.  
        Τρίτον ἡμίδραχμον: Δείναρχος κατὰ Λυκούργου. τὰς βʹ ἥμισυ
δραχμὰς οὕτως εἰώθασιν ὀνομάζειν οἱ παλαιοί.
574

        Τριτοπάτορες: Δήμων ἐν τῇ Ἀτθίδι φησὶν ἀνέμους εἶναι τοὺς


Τριτοπάτορας· Φιλόχορος δὲ τοὺς Τριτοπάτορας πάντων γεγονέναι
πρώτους· τὴν μὲν γὰρ γῆν καὶ τὸν ἥλιον, φησὶν, ὃν καὶ Ἀπόλλωνα
καλεῖν, γονεῖς αὐτῶν ἠπίσταντο οἱ τότε ἄνθρωποι, τοὺς δὲ ἐκ τούτων

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 166, li.1

λεύοντας ἤτοι ἐπιβουλευομένους τοὺς ἀκροατάς· καὶ παρὰ τῶν ἀκροατῶν

ὑφορῶνται ὡς ἐπίβουλοι, ὥσπερ καὶ τοὺς οἴνους τοὺς μεμιγμένους οἱ


προσφερόμενοι αὐτοὺς διαβάλλουσιν ὡς συναναμιχθέντας καὶ
συναναφυρ-
θέντας ὕδατι. [b22] ἡ Θεοδώρου φωνὴ ἦν φυσικὴ φαινομένη πρὸς
πᾶσαν ὑπόκρισιν, καθ' ἣν τὰ πράγματα ἐξήγγελλε καὶ ἄλλο ἢ ἄλλο ἐμι-
μεῖτο πρόσωπον, αἱ δὲ φωναὶ τῶν ἄλλων ὑποκριτῶν, καθ' ἣν ἀπήγγελλον
τὰ πράγματα, ἀλλότριαἦσαν ὁρώμεναι καὶ οὐκ οἰκεῖαι αὐτῶν τῶν, οὓς
ἐμιμοῦντο. [b24] κλέπτεται δὲ εὖ ἡ ἀλλοτρία λέξις , ὡς μηδὲ νομί-
ζεσθαι ἀλλοτρία ἀλλὰ φυσική, ἐάν τις ἐκλέγων καὶ λαβὼν λέξεις ἀπὸ
διαλέκτου εἰωθυίας ἤτοι συνήθους ἐγγιζούσης τῇ οἰκείᾳ αὐτοῦ
διαλέκτῳ  
ἤτοι εἰ λαβὼν ἀπὸ τῆς Ἀττικῆς διαλέκτου ὁ Ἀθηναῖος καὶ μὴ ἀπὸ τῆς
Δωρίδος ἢ Ἰωνικῆς συντιθῇ αὐτὰς καὶ ποιεῖ λόγον. δεῖ γοῦν, ὡς πέφυκεν
ἕκαστος λέγειν καὶ ὡς εἴωθεν ἀπαγγέλλειν τὰ πράγματα, οὕτω
σπουδάζειν
ἀπαγγέλλειν τὰ πράγματα· εἰ γὰρ οὐχ οὕτως ποιεῖ ἀλλὰ ποιητικαῖς χρᾶται

λέξεσιν, οὐ δοκεῖ ἡ φράσις αὐτοῦ οἰκεία ἀλλ' ἀλλοτρία καὶ ἀπωθεῖται ὡς


πρὸς ἀπάτην ἀφορῶν. [b27] εἴδη δέ εἰσι τῶν ὀνομάτων τοσαῦτα,
ὅσα ἐν τῷ Περὶ ποιήσεως λόγῳ παραδεδώκαμεν· αἱ μὲν γάρ εἰσι γλῶτται
Δωρικαί, αἱ δὲ Ἰωνικαί, αἱ δὲ Ἀττικαί. ταύταις ταῖς γλώτταις ἤγουν
ταῖς διαλέκτοις καὶ τοῖς διπλοῖς ὀνόμασιν ἤτοι τοῖς συνθέτοις (σύνθετα
δὲ ὀνόματα, ὡς τὸ Καλλίστρατος, Καλλίνικος) καὶ τοῖς πεποιημένοις
(πεποιημένα δὲ ὀνόματά εἰσι τὰ ἐκ τῶν ἤχων καὶ ψόφων τῶν ἀψύχων

Scholia In Aristophanem, Commentarium in plutum (recensio 2)


(scholia recentiora Tzetzae) Argumentum-dramatis personae-scholion sch
plut, verse 1073, li.3

σου εἰ πεισθείης αὐτῷ.


οὐ μὰ τὴν Ἀφροδίτην,
575

ὦ βδελυρὲ σύ, οὐκ ἐφάπτεταί μου


τῶν μαστῶν.
μὰ τὴν Ἑκάτην: οὐ μὰ
τὴν Ἑκάτην τὴν καὶ Σελήνην καὶ
Ἄρτεμιν· μαινοίμην γὰρ ἂν καὶ
παραφρονοίην εἰ ἐφαπτοίμην αὐτῆς.
“κατηγορεῖ γέ σου.”
“τί κατηγορεῖ;”: σημείωσαι ἀτ-
τικῆς διαλέκτου τὸ ταὐτὸ καὶ ἓν ἐν
ταὐτῷ καὶ ἑνὶ τόπῳ ὡς γενικὴν ἅμα
καὶ αἰτιατικὴν δεχόμενον, ὡς τοῦτο

Scholia In Aristophanem, Commentarium in ranas (scholia recentiora


Tzetzae) (cod. Ambrosianus gr. C 222 inf.) Dramatis personae-scholion
sch ran, verse 1374, li.4

  ἦρχον ἐγὼ μύθοιο κελεύων ὔμμ' ἅμ' ἕπεσθαι·


  σφὼ δὲ μάλ' ἠθέλετον, τὼ δ' ἄμφω πόλλ' ἐπέτελλον.  
(v.l.) ὅπερ] ὅσπερ.
βασανιεῖ] κρινεῖ.
τυροπωλῆσαι: τυροπω-
λικῶς κρῖναι· οἱ γὰρ τυροπρατοῦντες
σταθμῷ τὸν τυρὸν πιπράσκουσιν.  
μὰ τόν: τὸ ἐλλειπτικῶς
ὀμνύειν, μὴ τιθέντας ὄνομα τοῦ
ὀμνυμένου, ἀλλὰ μόνον λέγειν “μὰ
τόν”, ἀττικῆς διαλέκτου.
τῶν ἐπιτυχόντων: τῶν
παρόντων ἐκεῖσε καὶ θεατῶν γεγο-
νότων τοῦ πράγματος.
ἀλλ' ᾠόμην ἂν ἑαυτὸν:
λείπει ἡ “εἰς”, ἤτοι εἰς ἑαυτόν. ἤ·
ἀλλ' ᾠόμην ἂν ἑαυτὸν καὶ αὐτὸν τὸν  
λέγοντα, κἂν Ἡρωδιανός φησιν·
“ἑαυτὸν πρώτου προσώπου οὐ δεῖ
λέγειν· τὸ γὰρ “ἕ” τρίτου προσώπου
ἐστίν”· τὸν ὃν ἐκεῖσε πλατυγραφήσας

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera) Book 13, hypothesis-


verse 373, li.2
576

ὁ χρυσὸς καὶ τὰ ἱμάτια ὅλων ἦν ἐν τῇ χηλῷ. τάχα οὖν


διὰ τὸ βάρος σεσιωπημένως λέλυκε καὶ ἐχώρισεν αὐτὰ, ἵνα βα-
στάσῃ κατὰ μέρος. H.
τά τοι] γρ. οἱ. H.
τὼ δὲ καθεζομένω] οὗτοι δὲ ἡ Ἀθηνᾶ καὶ Ὀδυσσεὺς καθεζό-
μενοι. ἱερὰν δέ φησι τὴν ἐλαίαν διὰ τὸ ἀνακεῖσθαι αὐτὴν τῇ Ἀθηνᾷ,
ὡς ἀναδοθεῖσαν αὐτὴν τῆς γῆς εἰς τὸ ταύτης ὄνομα, ὅτε οἱ θεοὶ συνη-
δρίαζον καὶ εἰς ἑκάστου τὸ ὄνομα ἓν φυτὸν ἀνεδίδοτο, καθάπερ καὶ
τῷ Διονύσῳ ἡ ἄμπελος ἀνεβλάστησεν. Q.
φραζέσθην] ἐβουλεύοντο. ἔστι δὲ ἡ τοῦ τρίτου προσώπου
τῶν δυϊκῶν κατὰ χρῆσιν τῆς Ἀττικῆς διαλέκτου. Q.
οἳ δή τοι τρίετες] κατὰ τὸν ἀπαρτίζοντα ἀριθμὸν εἶπε τρίε-
τες, ἐπιστάντος ἤδη καὶ τετάρτου· “ἤδη γὰρ τρίτον ἐστὶν ἔτος,
τάχα δ' εἶσι τέταρτον” (Od. β, 89.)· ἔστι γὰρ ἀντὶ τοῦ ταχέως
διελεύσεται. καὶ ἀλλαχοῦ “ὡς τρίετες μὲν ἔληθε δόλῳ, ἀλλ' ὅτε
τέτρατον ἦλθεν ἔτος, καὶ τότε δή τις ἔειπε γυναικῶν” (Od. β,
106.) Q.
πάντας μέν ῥ' ἔλπει] πάντας τοὺς μνηστῆρας ἡ σὴ ποιεῖ
ἄλοχος μνηστεῦσαι αὐτὴν, ὅπως ἀπατήσῃ αὐτοὺς ἀταράχους μένειν,
ἕως ἂν σὺ καταλάβῃς ἐν τῷ οἴκῳ σου. H.Q.
φθίσεσθαι] γρ. πείσεσθαι.

Scholia In Lycophronem, Scholia in Lycophronem (scholia vetera et


recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae) Scholion 252, li.6b

τερος τούτου γενόμενος πρὸ ωʹ ἐτῶν T οἶδε σάλπιγγι χρω-


μένους τοὺς Ἕλληνας λέγων ὡς δ' ὅτ' ἀρίζηλος φωνή,
ὅτε τ' ἴαχε σάλπιγξ (Σ 219) T.
 δηιουμένη ὡς τὸ ἠιόνες (244) ἢ προσγεγραμμένον
καὶ ἀνεκφώνητον ἢ ἐκφωνούμενον δίχα προσγεγραμμένης. T
 πέφρικαν ἀντὶ τοῦ
πεφρίκασι καὶ πεπύκνωνται.
τὸ δὲ πέφρικαν ἀντὶ τοῦ
πεφρίκασι καὶ ὅσα τοιαῦτα
χαλδαϊκῆς ἤτοι ἀττικῆς δια-
λέκτου ὡς τὸ ἐσχάζοσαν καὶ
εἴποσαν καὶ τὰ ὅμοια.  
 τὸ δὲ πέφρικαν ἀντὶ
τοῦ πεφρίκασι. καὶ Ὅμηρος
ἔφριξε δὲ μάχη φθισίμ-
577

βροτος (Ν 339) ss3 καὶ ἀλλα-


χοῦ σάκεσι καὶ ἔγχεσι πε-
φρικυῖα(Δ 282) s3. ἔστι δὲ
ἡ λέξις Χαλκιδέων καὶ Ἐρε-  
τριέων, οἱ αὐτοὶ δὲ καὶ τὸ ἐσχάζοσαν (21) καὶ ἤλθοσαν
ποιοῦσι. κέχρηνται δὲ τούτοις καὶ ἄλλοι τινὲς ss3 τῶν...

Ιδίωμα

Ακαδημία Αθηνών. -ΚΕΝΤΡΟΝ EΡΕΥΝΗΣ. ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ


ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ

H ελληνική γλώσσα, αν και παρέμεινε ενιαία από την αρχαιότητα ως


σήμερα, ποτέ δεν μιλήθηκε ομοιόμορφα σε ολόκληρο τον ομόγλωσσο
γεωγραφικό χώρο, με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν έτσι τοπικές
διαλεκτικές παραλλαγές. Κατά περιόδους μια από αυτές τις διαλεκτικές
παραλλαγές επικρατούσε, εκτόπιζε τις άλλες και γινόταν κοινή γλώσσα
των ελληνοφώνων. Έτσι, η αρχαία αττική διάλεκτος αποτέλεσε την βάση
της Κοινής, η οποία μιλήθηκε κατά τους αλεξανδρινούς και ρωμαϊκούς
χρόνους και της οποίας η βαθμιαία διάσπαση οδήγησε από την πρώιμη
βυζαντινή εποχή σε νέες διαλεκτικές μορφές. Ήδη στο τέλος της πρώτης
χιλιετίας μ.Χ. έχει αρχίσει η διαμόρφωση των νεοελληνικών διαλέκτων
και ιδιωμάτων.

Τις κατά τόπους μορφές της Νέας Ελληνικής γλώσσας τις ονομάζουμε
κοινώς διαλέκτους, στη γλωσσική όμως επιστήμη γίνεται ειδικότερη
διάκριση ανάμεσα σε διάλεκτο (όταν οι διαφορές της τοπικής γλωσσικής
παραλλαγής από τη Κοινή Νεοελληνική είναι μεγάλες και τέτοιες που με
δυσκολία παρακολουθεί το νόημα του λόγου ένας ομόγλωσσος που δεν
είναι ντόπιος) και σε ιδίωμα (όταν οι διαφορές είναι μεν αισθητές, αλλά
δεν δυσκολεύουν την κατανόηση των λεγομένων από τους ομόγλωσσους
που δεν είναι ντόπιοι).

Διαλέκτους θεωρούμε σήμερα την Ποντιακή (στην οποία


συμπεριλαμβάνονται τα ελληνικά της Κριμαίας - Μαριούπολης), την
Καππαδοκική, την Τσακωνική και την Κατωιταλική. Όλες τις άλλες κατά
τόπους διαφοροποιήσεις της Κοινής Νεοελληνικής τις ονομάζουμε
ιδιώματα. Ειδικά, το κρητικό και το κυπριακό ιδίωμα τα ονομάζουμε,
κατά παραχώρηση, διαλέκτους, αναγνωρίζοντας έτσι μια ενδιάμεση
βαθμίδα γλωσσικής διαφοροποίησής τους.
578

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. “Diogenis Laertii vitae


philosophorum, 2 vols.”, Ed. Long, H.S.Oxford: Clarendon Press, 1964,
Repr. 1966.Book 5, Sec. 94, li.5

   {Β.} ἁλίσκεται μέν, μετὰ χρόνον δ' ἁλίσκεται.”


καὶ πρὸς τούτοις· “Ἡρακλείδης γράμματα οὐκ ἐπίσταται οὐδ'
ᾐσχύνθη.”
 Γεγόνασι δ' Ἡρακλεῖδαι τεσσαρεσκαίδεκα· πρῶτος αὐτὸς
οὗτος· δεύτερος πολίτης αὐτοῦ, πυρρίχας καὶ φλυαρίας συντετα-
γμένος· τρίτος Κυμαῖος, γεγραφὼς Περσικὰ ἐν πέντε βιβλίοις·
τέταρτος Κυμαῖος, ῥήτωρ τέχνας γεγραφώς· πέμπτος Καλλατιανὸς
ἢ Ἀλεξανδρεύς, γεγραφὼς τὴν Διαδοχὴν ἐν ἓξ βιβλίοις καὶ
Λεμβευτικὸν λόγον, ὅθεν καὶ Λέμβος ἐκαλεῖτο· ἕκτος Ἀλεξαν-
δρεύς, γεγραφὼς τὰ Περσικὰ ἰδιώματα· ἕβδομος διαλεκτικὸς
Βαργυληΐτης, κατ' Ἐπικούρου γεγραφώς· ὄγδοος ἰατρὸς τῶν ἀπὸ
Ἱκεσίου· ἔνατος ἰατρὸς Ταραντῖνος, ἐμπειρικός· δέκατος ποιητι-
κός, παραινέσεις γεγραφώς· ἑνδέκατος ἀνδριαντοποιὸς Φωκαεύς·
δωδέκατος ἐπιγραμμάτων ποιητὴς λιγυρός· τρισκαιδέκατος
Μάγνης, Μιθραδατικὰ γεγραφώς· τεσσαρεσκαιδέκατος ἀστρο-
λογούμενα συγγεγραφώς.  
        

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 10, Sec. 72, li.8

ματα πάντα κατὰ τὰ σώματα νομιστέον, καὶ οὐκ ἀίδιον παρ-


ακολουθοῦντα οὐδ' αὖ φύσεως καθ' ἑαυτὰ τάγμα ἔχοντα, ἀλλ'
ὃν τρόπον αὐτὴ ἡ αἴσθησις τὴν ἰδιότητα ποιεῖ, θεωρεῖται.  
 “Καὶ μὴν καὶ τόδε γε δεῖ προσκατανοῆσαι σφοδρῶς· τὸν γὰρ
δὴ χρόνον οὐ ζητητέον ὥσπερ καὶ τὰ λοιπά, ὅσα ἐν ὑποκειμένῳ
ζητοῦμεν ἀνάγοντες ἐπὶ τὰς βλεπομένας παρ' ἡμῖν αὐτοῖς προ-
λήψεις, ἀλλ' αὐτὸ τὸ ἐνάργημα, καθ' ὃ τὸν πολὺν ἢ ὀλίγον χρόνον
ἀναφωνοῦμεν, συγγενικῶς τοῦτο περιφέροντες, ἀναλογιστέον. καὶ
οὔτε διαλέκτους ὡς βελτίους μεταληπτέον, ἀλλ' αὐταῖς ταῖς
ὑπαρχούσαις κατ' αὐτοῦ χρηστέον, οὔτε ἄλλο τι κατ' αὐτοῦ
κατηγορητέον ὡς τὴν αὐτὴν οὐσίαν ἔχοντος τῷ ἰδιώματι τούτῳ –  
καὶ γὰρ τοῦτο ποιοῦσί τινες – , ἀλλὰ μόνον ᾧ συμπλέκομεν τὸ
ἴδιον τοῦτο καὶ παραμετροῦμεν, μάλιστα ἐπιλογιστέον. καὶ γὰρ
τοῦτο οὐκ ἀποδείξεως προσδεῖται ἀλλ' ἐπιλογισμοῦ, ὅτι ταῖς
ἡμέραις καὶ ταῖς νυξὶ συμπλέκομεν καὶ τοῖς τούτων μέρεσιν,
ὡσαύτως δὲ καὶ τοῖς πάθεσι καὶ ταῖς ἀπαθείαις, καὶ κινήσεσι καὶ
στάσεσιν, ἴδιόν τι σύμπτωμα περὶ ταῦτα πάλιν αὐτὸ τοῦτο
ἐννοοῦντες, καθ' ὃ χρόνον ὀνομάζομεν. φησὶ δὲ (fg. 26=79 Us.)
579

τοῦτο καὶ ἐν τῇ δευτέρᾳ Περὶ φύσεως καὶ ἐν τῇ Μεγάλῃ ἐπιτομῇ.

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 10, Sec. 109, li.11

καὶ πάχνη δὲ οὐ διαφερόντως συντελεῖται τῶν δρόσων, τοιούτων


τινῶν πῆξίν τινα ποιὰν λαβόντων διὰ περίστασίν τινα ἀέρος
ψυχροῦ.
 “Κρύσταλλος συντελεῖται καὶ κατ' ἔκθλιψιν μὲν τοῦ περι-
φεροῦς σχηματισμοῦ ἐκ τοῦ ὕδατος, σύνωσιν δὲ τῶν σκαληνῶν
καὶ ὀξυγωνίων τῶν ἐν τῷ ὕδατι ὑπαρχόντων· καὶ κατὰ τὴν
ἔξωθεν δὲ τῶν τοιούτων πρόσκρισιν, ἃ συνελασθέντα πῆξιν τῷ
ὕδατι παρεσκεύασε, ποσὰ τῶν περιφερῶν ἐκθλίψαντα.
 “Ἶρις γίνεται κατὰ πρόσλαμψιν τοῦ ἡλίου πρὸς ἀέρα ὑδατοειδῆ·
ἢ κατὰ σύμφυσιν ἰδίαν τοῦ τε φωτὸς καὶ τοῦ ἀέρος, ἣ τὰ τῶν
χρωμάτων τούτων ἰδιώματα ποιήσει εἴτε πάντα εἴτε μονοειδῶς·
ἀφ' οὗ πάλιν ἀπολάμποντος τὰ ὁμοροῦντα τοῦ ἀέρος χρῶσιν
ταύτην λήψεται οἵαν θεωροῦμεν, κατὰ πρόσλαμψιν πρὸς τὰ
μέρη. τὸ δὲ τῆς περιφερείας τοῦτο φάντασμα γίνεται διὰ τὸ τὸ
διάστημα πάντοθεν ἴσον ὑπὸ τῆς ὄψεως θεωρεῖσθαι, ἢ σύνωσιν
τοιαύτην λαμβανουσῶν τῶν ἐν τῷ ἀέρι ἀτόμων ἢ ἐν τοῖς
νέφεσιν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ ἀέρος [προσφερομένου πρὸς τὴν σελήνην]
ἀποφερομένων [ἀτόμων] περιφέρειάν τινα καθίεσθαι τὴν σύγ-
κρισιν ταύτην.
 “Ἅλως περὶ τὴν σελήνην γίνεται καὶ [κατὰ] πάντοθεν ἀέρος
προσφερομένου πρὸς τὴν σελήνην ἢ τὰ ἀπ' αὐτῆς ῥεύματα

Πλούταρχος. Fragm. (0007: 145)“Plutarchi moralia, vol. 7”, Ed.


Sandbach, F.H.Leipzig: Teubner, 1967.Frag. 113, li.5

ΕΙΣ ΤΑ ΝΙΚΑΝΔΡΟΥ ΘΗΡΙΑΚΑ

 Schol. in Nicandri Theriaca 94:


      
 Ἐν δὲ χεροπληθῆ καρπὸν νεοθηλέα δαύκου  λειαίνειν τριπτῆρι.
      
 Δαύκου· δύο γένη τῆς βοτάνης, ἡ μὲν Κρητικὴ ἡ δὲ
Ἀσιατική. Πλούταρχος πλείονα μέν φησιν γένη αὐτῆς εἶναι,
τὸ δὲ κοινὸν τῆς δυνάμεως ἰδίωμα δριμὺ καὶ πυρῶδες, ὡς
καὶ ἡ γεῦσις αἰσθάνεται καὶ ὄσφρησις· καὶ πειρώμενον
δῆλον εἶναι· καὶ γὰρ ἔμμηνα κινεῖ σφόδρα καὶ διαλύει
580

στρόφους τῇ θερμότητι, καὶ τῶν περὶ τὸν θώρακα σπλάγ-


χνων καθαρτικὸν καὶ πρόσετί γε μὴν λεπτυντικὸν ἔχει
σθένος.

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. libri xv, 3 vols.”, Ed. Kaibel, G.Leipzig:


Teubner, 1–2:1887; 3:1890, Repr. 1–2:1965; 3:1966.Book 1, Kaibel
paragraph 49, li.2

καλός· ὀλίγος δὲ γίνεται, παχύς, σαρκώδης. Ταραντῖ-


νος δὲ καὶ οἱ ἀπὸ τοῦ κλίματος τούτου πάντες ἁπαλοί,
οὐ πλῆξιν, οὐ τόνον ἔχοντες, ἡδεῖς, εὐστόμαχοι. ὁ δὲ
Μαμερτῖνος ἔξω μὲν τῆς Ἰταλίας γίνεται· καὶ γινόμε-
νος ἐν Σικελίᾳ καλεῖται Ἰωτάλινος. ἡδὺς δ' ἐστί, κοῦ-
φος, εὔτονος.
 ὅτι παρ' Ἰνδοῖς τιμᾶται δαίμων, ὥς φησι Χάρης
ὁ Μιτυληναῖος (fr. 13 M), ὃς καλεῖται Σοροάδειος· ἑρμη-
νεύεται δὲ Ἑλλάδι φωνῇ οἰνοποιός.
 ὅτι Ἀντιφάνης που ὁ χαρίεις τὰ ἐξ ἑκάστης
πόλεως ἰδιώματα οὕτω καταλέγει (II 115 K)·  
  ἐξ Ἤλιδος μάγειρος, ἐξ Ἄργους λέβης,
  Φλιάσιος οἶνος, ἐκ Κορίνθου στρώματα,
  ἰχθῦς Σικυῶνος, Αἰγίου δ' αὐλητρίδες,
  τυρὸς Σικελικός,  
  μύρον ἐξ Ἀθηνῶν, ἐγχέλεις Βοιώτιαι.
Ἕρμιππος δ' οὕτως (I 243 K)·
  ἕσπετε νῦν μοι, Μοῦσαι Ὀλύμπια δώματ' ἔχουσαι,
  ἐξ οὗ ναυκληρεῖ Διόνυσος ἐπ' οἴνοπα πόντον,
  ὅσσ' ἀγάθ' ἀνθρώποις δεῦρ' ἤγαγε νηὶ μελαίνῃ.
  ἐκ μὲν Κυρήνης καυλὸν καὶ δέρμα βόειον·

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 15, Kaibel paragraph 52, li.2

  σεῦ δ' ἕνεχ' οὑκ Διὸς Ἡρακλέης Λήδας τε κοῦροι


  πόλλ' ἀνέτλασαν ἔργοις σὰν ἀγρεύοντες δύναμιν.
  σοῖς δὲ πόθοις Ἀχιλεὺς Αἴας τ' Ἀίδα δόμον ἦλθον.
  σᾶς δ' ἕνεκεν φιλίου μορφᾶς καὶ Ἀταρνέος ἔντροφος
  ἠελίου χήρωσεν αὐγάς.
  τοιγὰρ ἀοίδιμον ἔργοις ἀθάνατόν τέ μιν αὐξήσουσι
  Μοῦσαι,
581

  Μνημοσύνης θύγατρες, Διὸς ξενίου σέβας αὔξουσαι


  φιλίας τε γέρας βεβαίας.
 ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδα εἴ τίς τι κατιδεῖν ἐν τούτοις
δύναται παιανικὸν ἰδίωμα, σαφῶς ὁμολογοῦντος τοῦ
γεγραφότος τετελευτηκέναι τὸν Ἑρμείαν δι' ὧν εἴρηκεν
’σᾶς γὰρ φιλίου μορφᾶς Ἀταρνέος ἔντροφος ἠελίου
χήρωσεν αὐγάς.’ οὐκ ἔχει δ' οὐδὲ τὸ παιανικὸν ἐπίρ-
ρημα, καθάπερ ὁ εἰς Λύσανδρον τὸν Σπαρτιάτην γρα-
φεὶς ὄντως παιάν, ὅν φησι Δοῦρις ἐν τοῖς Σαμίων
ἐπιγραφομένοις Ὥροις (FHG II 485) ᾄδεσθαι ἐν Σάμῳ.
παιὰν δ' ἐστὶν καὶ ὁ εἰς Κρατερὸν τὸν Μακεδόνα
γραφείς, ὃν ἐτεκτήνατο Ἀλεξῖνος ὁ διαλεκτικός, φησὶν
Ἕρμιππος ὁ Καλλιμάχειος ἐν τῷ πρώτῳ περὶ Ἀρι-
στοτέλους (FHG III 46). ᾄδεται δὲ καὶ οὗτος ἐν Δελφοῖς,

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. (epitome) (0008: 003)


“Athenaei dipnosophistarum epitome, vols. 2.1–2.2”, Ed. Peppink, S.P.
Leiden: Brill, 2.1:1937; 2.2:1939.Vol.2,2, p. 160, li.2

Ἑρμείαν παιᾶνα.  οὐδεμίαν γὰρ παιᾶνος ἔμφασιν ἔχει, ἀλλὰ τῶν σκολίων
ἕν τι καὶ αὐτό. ἔχει δὲ ὧδε· Ἀρετὰ πολύμοχθε γένει βροτείῳ, θήραμα
κάλλιστον βίῳ, σᾶς
τε πέρι, παρθένε, μορφᾶς καὶ θανεῖν ζηλωτὸς ἐν Ἑλλάδι πότμος καὶ
πόνους τλῆναι μαλεροὺς ἀκαμάτους· τοῖον ἐπὶ φρένα βάλλεις καρπόν.
εἶτα μετ' ὀλίγα· σεῦ δ' ἕνεχ' ὁ Διὸς Ἡρακλῆς Λήδας τε κοῦροι πόλλ'
ἀνέτλασαν ἔργοις σὰν ἀγρεύοντες δύναμιν. σοῖς δὲ πόθοις Ἀχιλλεὺς Αἴας

τε Ἀίδαο δόμους ἦλθον. σᾶς δ' ἕνεκα φιλίου μορφᾶς καὶ Ἀταρνέως ἔν-
τροφος ἠελίου χήρωσεν αὐγάς. τοιγὰρ ἀοίδιμον ἔργοις ἀθάνατόν τέ μιν  
αὐξήσουσιν Μοῦσαι. ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδ' εἴ τίς τι κατιδεῖν ἐν τούτοις
δύναται
παιανικὸν ἰδίωμα, σαφῶς ὁμολογοῦντος τοῦ πεποιηκότος
τετελευτηκέναι
τὸν Ἑρμείαν. ἀλλ' οὐδὲ τὸ παιανικὸν ἐπίῤῥημα ἔχει τὸ ἰὴ παιάν, καθάπερ
ὁ εἰς Λύσανδρον τὸν Σπαρτιάτην ἐν Σάμῳ ᾀδόμενος καὶ ὁ εἰς Κρατερὸν
τὸν Μακεδόνα γραφεὶς Ἀλεξίνῳ τῷ διαλεκτικῷ, ὃς ᾄδεται ἐν Δελφοῖς,
λυρίζοντός τινος παιδός. καὶ ὁ εἰς Ἀγήμονα τὸν Κορίνθιον καὶ ὁ εἰς
Πτολεμαῖον τὸν πρῶτον Αἰγύπτου βασιλεύσαντα, ὃν ᾄδουσι Ῥόδιοι. ᾖδον

δὲ καὶ Ἀθηναῖοι ἐπ' Ἀντιγόνῳ καὶ Δημητρίῳ παιᾶνας πεποιημένους ὑπὸ


Ἑρμίππου τοῦ Κυζικηνοῦ. καὶ αὐτὸς δὲ Ἀριστοτέλης ἐν τῇ Ἀπολογίᾳ τῆς
ἀσεβείας, εἰ μὴ κατέψευσται ὁ λόγος, φησίν· οὐκ ἄν ποτε Ἑρμείᾳ θύειν
582

ὡς ἀθανάτῳ προαιρούμενος ὡς θνητῷ μνῆμα κατεσκεύαζον καὶ


ἀθανατίζειν
τὴν φύσιν βουλόμενος ἐπιταφίοις ἐκόσμουν τιμαῖς.

Γαληνός ιατρός. De typis liber (0057: 048)“Claudii Galeni opera


omnia, vol. 7”, Ed. Kühn, C.G.Leipzig: Knobloch, 1824, Repr.
1965.Vol.7, p. 472, li.2

ἀτάκτως δὲ ἑκάτεροι παρὰ τὸ ποτὲ μὲν κινεῖσθαι ἀτάκτως,


ποτὲ δὲ ἵστασθαι, μηδέποτε δὲ τεταγμένως, ἔνθα παρ'
οὐδενὸς κεκώλυται, μένοντος τοῦ κατὰ τὰς ἡμέρας σχήμα-
τος ἐν ταῖς ἐπὶ μέρει συμφόροις ἀταξίαις μόναις. οἱ δὲ
ἀτυπώτατοι παρὰ πάντας μὲν τοὺς κατηριθμημένους τρό-
πους καὶ παρὰ τὴν τάξιν γίγνονται τῶν ἡμερῶν· τινὲς
μὲν ἐπισημαίνουσι, τινὲς δὲ παντελῶς εἰσιν ἄτακτοι·
τὰς δὲ ἐπὶ εἴδους διαφορὰς πλείονας εἶναι συμβέβηκεν.
ἔξεστι δὲ σκοπεῖν τῷ προειρημένῳ τρόπῳ καὶ συμπλέ-  
κειν ὡς ἂν βούληται τὰ τῶν προειρημένων τύπων ἰδιώ-
ματα.
 Τύπων δὲ διπλοῦνται οἱ πρῶτοι καλούμε-
νοι, οἷον ἀμφημερινὸς, τριταῖος, τεταρταῖος. ἀμφημερινὸς
μὲν οὖν ἐστι διπλοῦς ὁ καθ' ἑκάστην ἡμέραν δὶς ἐπισημαίνων
ὁμοίως, δίς τε ἐπανιείς· δύο τριταῖοι δὲ τυγχάνουσιν, ὁπότε
διαφόρων ἐπισημασιῶν καθ' ἑκάστην ἡμέραν ἐπιγινομένων
ἑαυτοῖς διὰ τρίτης ἀπαντῶσι· τεταρταῖοι δὲ, ὁπότ' ἂν μιᾶς
ἡμέρας γινομένης καλῆς, ἑξῆς δυσὶν ἡμέραις συμβαίνει πυρές-
σειν, τῶν διὰ τεσσάρων σχημάτων καθ' ἑκάστην τῶν ἐπι-
σημασιῶν τῶν ὡρῶν ἀποσωζομένων. ἐπιπλέκεται δὲ ἀμφη-
μερινὸς τριταίῳ, ὅταν ἡ μὲν αʹ τῶν ἡμερῶν δὶς ἐπισημαίνῃ

Γαληνός ιατρός. De locis affectis libri vi (0057: 057)


“Claudii Galeni opera omnia, vol. 8”, Ed. Kühn, C.G.
Leipzig: Knobloch, 1824, Repr. 1965.Vol.8, p. 73, li.13

πρὸς τὰς κινήσεις ἔρχεσθαι τοῦ μὲν πάθους τῆς νάρκης αἰ-
σθάνονται σαφῶς, οὐ μὴν ὀδυνῶνταί γε. κακῶς οὖν ὁ Ἀρ-
χιγένης νεύρων ἴδιον εἶναί φησι τὸ ναρκῶδες ἄλγημα, διαθέ-
σεως γάρ ἐστιν, οὐ τόπου πεπονθότος, νάρκη γνώρισμα.
καὶ τοίνυν μετ' ὀλίγον πάλιν αὐτὸς ὁ Ἀρχιγένης ἰδίαν εἶναι
μυῶν αὐτήν φησιν· ἔχει δ' ἑκατέρα τῶν λέξεων οὕτως, ἡ μὲν
προτέρα· τὰ δὲ νεῦρα διατείνεταί τε καὶ σκληρύνεται συστρε-
583

φόμενα· καὶ ταῦτα μὲν ναρκώδεις ἐπιφέρει τοὺς πόνους καὶ


σκληρῶς διατείνοντας. ἡ δ' ὀλίγον ὕστερον αὐτῆς εἰρημένη
ῥῆσίς ἐστιν ἥδε· μύες δὲ σαρκός τε καὶ νεύρου μῖγμα τῶν
ἰδιωμάτων, ἀμέλει δὲ καὶ ἀρτηρίας ἐν τοῖς πόνοις ἀναφέ-
ρουσι, σφριγῶντες, ὡς ἂν εἴποι τις, καὶ μετ' εὐρυχωρίας
διατεινόμενοι, καὶ ναρκῶδες σφύζοντες. τούτων τῶν ῥήσεων
ἐν μὲν τῇ προτέρᾳ τὰ νεῦρα ναρκώδεις ἐπιφέρειν τοὺς
πόνους φησὶν, ἐν δὲ τῇ δευτέρᾳ τοὺς μῦς ναρκῶδες σφύζειν,
οὐ τοῖς πάθεσιν ἀναφέρων τὸ ναρκῶδες, ἀλλὰ τοῖς μορίοις.  
ἔστι δ', ὡς εἶπον, οὐ μορίου τινὸς ἴδιον ἡ νάρκη πάθος,
ἀλλὰ διαθέσεως, ἅπασι μὲν ἐγγινομένης τοῖς σώμασιν, οὐκ
ἐν ἅπασι δ' αἰσθητῶς φαινομένης, ἀλλ' ἐκείνοις μόνοις, ὅσα
πέφυκεν αἰσθάνεσθαι τῶν ἐν αὐτοῖς παθῶν, καὶ κινεῖσθαι
κατὰ προαίρεσιν. ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸ φαινόμενον ἐναργῶς ἐπὶ

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1–20) (0060: 001)


“Diodori Βιβλιοθήκη. historica, 5 vols., 3rd edn.”, Ed. Vogel, F.,
Fischer, K.T. (post I. Bekker & L. Dindorf)Leipzig: Teubner, 1:1888;
2:1890; 3:1893; 4–5:1906, Repr. 1964.Book 1, ch. 31, Sec. 9, li.7

τρισμυρίων ἠριθμήθησαν, ὧν τὸ πλῆθος διαμεμένη-


κεν ἕως τῶν καθ' ἡμᾶς χρόνων. τοῦ δὲ σύμπαντος
λαοῦ τὸ μὲν παλαιόν φασι γεγονέναι περὶ ἑπτακο-
σίας μυριάδας, καὶ καθ' ἡμᾶς δὲ οὐκ ἐλάττους εἶναι
[τριακοσίων]. διὸ καὶ τοὺς ἀρχαίους βασιλεῖς ἱστο-
ροῦσι κατὰ τὴν Αἴγυπτον ἔργα μεγάλα καὶ θαυμα-
στὰ διὰ τῆς πολυχειρίας κατασκευάσαντας ἀθάνατα
τῆς ἑαυτῶν δόξης ἀπολιπεῖν ὑπομνήματα. ἀλλὰ περὶ
μὲν τούτων τὰ κατὰ μέρος μικρὸν ὕστερον ἀναγρά-
ψομεν, περὶ δὲ τῆς τοῦ ποταμοῦ φύσεως καὶ τῶν
κατὰ τὴν χώραν ἰδιωμάτων νῦν διέξιμεν.
  Ὁ γὰρ Νεῖλος φέρεται μὲν ἀπὸ μεσημβρίας ἐπὶ
τὴν ἄρκτον, τὰς πηγὰς ἔχων ἐκ τόπων ἀοράτων, οἳ
κεῖνται τῆς ἐσχάτης Αἰθιοπίας κατὰ τὴν ἔρημον,
ἀπροσίτου τῆς χώρας οὔσης διὰ τὴν τοῦ καύματος
ὑπερβολήν. μέγιστος δ' ὢν τῶν ἁπάντων ποταμῶν
καὶ πλείστην γῆν διεξιὼν καμπὰς ποιεῖται μεγάλας,
ποτὲ μὲν ἐπὶ τὴν ἀνατολὴν καὶ τὴν Ἀραβίαν ἐπι-
στρέφων, ποτὲ δ' ἐπὶ τὴν δύσιν καὶ τὴν Λιβύην
584

ἐκκλίνων· φέρεται γὰρ ἀπὸ τῶν Αἰθιοπικῶν ὀρῶν  


μέχρι τῆς εἰς θάλατταν ἐκβολῆς στάδια μάλιστά πως

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 5, ch. 22, Sec. 1, li.2

καὶ κατεργαζομένους ἔχειν τὴν τροφήν. τοῖς δ'


ἤθεσιν ἁπλοῦς εἶναι καὶ πολὺ κεχωρισμένους τῆς
τῶν νῦν ἀνθρώπων ἀγχινοίας καὶ πονηρίας. τάς
τε διαίτας εὐτελεῖς ἔχειν, καὶ τῆς ἐκ τοῦ πλούτου
γεννωμένης τρυφῆς πολὺ διαλλάττοντας. εἶναι δὲ
καὶ πολυάνθρωπον τὴν νῆσον, καὶ τὴν τοῦ ἀέρος
ἔχειν διάθεσιν παντελῶς κατεψυγμένην, ὡς ἂν ὑπ'
αὐτὴν τὴν ἄρκτον κειμένην. βασιλεῖς δὲ καὶ δυ-
νάστας πολλοὺς ἔχειν, καὶ πρὸς ἀλλήλους κατὰ τὸ  
πλεῖστον εἰρηνικῶς διακεῖσθαι. ἀλλὰ περὶ μὲν τῶν
κατ' αὐτὴν νομίμων καὶ τῶν ἄλλων ἰδιωμάτων τὰ
κατὰ μέρος ἀναγράψομεν ὅταν ἐπὶ τὴν Καίσαρος
γενομένην στρατείαν εἰς Πρεττανίαν παραγενηθῶ-
μεν, νῦν δὲ περὶ τοῦ κατ' αὐτὴν φυομένου κατ-
τιτέρου διέξιμεν. τῆς γὰρ Πρεττανικῆς κατὰ τὸ
ἀκρωτήριον τὸ καλούμενον Βελέριον οἱ κατοικοῦν-
τες φιλόξενοί τε διαφερόντως εἰσὶ καὶ διὰ τὴν τῶν
ξένων ἐμπόρων ἐπιμιξίαν ἐξημερωμένοι τὰς ἀγωγάς.
οὗτοι τὸν καττίτερον κατασκευάζουσι φιλοτέχνως
ἐργαζόμενοι τὴν φέρουσαν αὐτὸν γῆν. αὕτη δὲ πε-
τρώδης οὖσα διαφυὰς ἔχει γεώδεις, ἐν αἷς τὸν πό

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 5, ch. 36, Sec. 1, li.3

διατεῖναι τῆς φιλοκερδίας, ὥστε ἐπειδὰν καταγό-


μων ὄντων τῶν πλοίων περιττεύῃ πολὺς ἄργυρος,  
ἐκκόπτειν τὸν ἐν ταῖς ἀγκύραις μόλιβδον, καὶ ἐκ
τοῦ ἀργύρου τὴν ἐκ τοῦ μολίβδου χρείαν ἀλλάττε-
σθαι. διόπερ ἐπὶ πολλοὺς χρόνους οἱ Φοίνικες διὰ
τῆς τοιαύτης ἐμπορίας ἐπὶ πολὺ λαβόντες αὔξησιν
ἀποικίας πολλὰς ἀπέστειλαν, τὰς μὲν εἰς Σικελίαν
καὶ τὰς σύνεγγυς ταύτης νήσους, τὰς δ' εἰς τὴν Λι-
585

βύην καὶ Σαρδόνα καὶ τὴν Ἰβηρίαν. ὕστερον δὲ


πολλοῖς χρόνοις οἱ μὲν Ἴβηρες μαθόντες τὰ περὶ
τὸν ἄργυρον ἰδιώματα κατεσκεύασαν ἀξιόλογα μέ-
ταλλα· διόπερ ἄργυρον κάλλιστον καὶ σχεδόν τι
πλεῖστον κατασκευάζοντες μεγάλας ἐλάμβανον προς-
όδους. ὁ δὲ τρόπος τῆς μεταλλείας καὶ τῶν ἔργων
τοιοῦτός τίς ἐστι παρὰ τοῖς Ἴβηρσιν. ὄντων χαλ-
κοῦ καὶ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου μετάλλων θαυμαστῶν,
οἱ μὲν ἐργαζόμενοι τὰ χαλκουργεῖα τὸ τέταρτον μέ-
ρος χαλκοῦ καθαροῦ ἐκ τῆς ὀρυττομένης γῆς λαμ-
βάνουσι, τῶν δ' ἀργυρευόντων τινὲς ἰδιωτῶν ἐν
τρισὶν ἡμέραις Εὐβοϊκὸν ἐξαίρουσι τάλαντον· πᾶσα
γὰρ ἡ βῶλός ἐστι ψήγματος συμπεπηγότος

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 11, ch. 89, Sec. 1, li.4

ἤγαγε συντέλειαν, δραστικὸς δ' ὢν νεωτέρων ὠρέ-


γετο πραγμάτων, καὶ παρὰ τοῦ κοινοῦ τῶν Σικελῶν
ἀθροίσας δύναμιν ἀξιόλογον τὰς Μένας, ἥτις ἦν
αὐτοῦ πατρίς, μετῴκισεν εἰς τὸ πεδίον, καὶ πλησίον
τοῦ τεμένους τῶν ὀνομαζομένων Παλικῶν ἔκτισε
πόλιν ἀξιόλογον, ἣν ἀπὸ τῶν προειρημένων θεῶν
ὠνόμαζε Παλικήν.
  Ἐπεὶ δὲ περὶ τῶν θεῶν τούτων ἐμνήσθημεν, οὐκ
ἄξιόν ἐστι παραλιπεῖν τὴν περὶ τὸ ἱερὸν ἀρχαιότητά
τε καὶ τὴν ἀπιστίαν καὶ τὸ σύνολον τὸ περὶ τοὺς
ὀνομαζομένους κρατῆρας ἰδίωμα. μυθολογοῦσι γὰρ
τὸ τέμενος τοῦτο διαφέρειν τῶν ἄλλων ἀρχαιότητι
καὶ σεβασμῷ, πολλῶν ἐν αὐτῷ παραδόξων παραδε-
δομένων. πρῶτον μὲν γὰρ κρατῆρές εἰσι τῷ μεγέ-
θει μὲν οὐ κατὰ πᾶν μεγάλοι, πηγὰς δ' ἐξαισίους
ἀναβάλλοντες ἐξ ἀμυθήτου τε βυθοῦ καὶ παραπλή-
σιον ἔχοντες τὴν φύσιν τοῖς λέβησι τοῖς ὑπὸ πυρὸς
πολλοῦ καομένοις καὶ τὸ ὕδωρ διάπυρον ἀναβάλ-
λουσιν. ἔμφασιν μὲν οὖν ἔχει τὸ ἀναβαλλόμενον
ὕδωρ ὡς ὑπάρχει διάπυρον, οὐ μὴν ἀκριβῆ τὴν
ἐπίγνωσιν ἔχει διὰ τὸ μηδένα τολμᾶν ἅψασθαι τού

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 21–40) (0060: 003)


“Diodorus of Sicily, vols. 11–12”, Ed. Walton, F.R.
586

Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 11:1957; 12:1967, Repr.


11:1968.
Book 40, ch. 7, Sec. 4, li.2

ἐποίησε πεσεῖν εἰς σύνταξιν ἱστορίας.]


              (Diodorus, 3. 38. 2 – 3.)
 [Καθ' ἡμᾶς δὲ Γάιος Καῖσαρ ὁ διὰ τὰς πράξεις
ἐπονομασθεὶς θεὸς πρῶτος τῶν μνημονευομένων
ἐχειρώσατο τὴν νῆσον, καὶ τοὺς Βρεττανοὺς κατα-
πολεμήσας ἠνάγκασε τελεῖν ὡρισμένους φόρους.
ἀλλὰ περὶ μὲν τούτων τὰς κατὰ μέρος πράξεις ἐν
τοῖς οἰκείοις χρόνοις ἀναγράψομεν.]
               (Diodorus, 5. 21. 2.)
 [Ἀλλὰ περὶ μὲν τῶν κατ' αὐτὴν νομίμων καὶ τῶν
ἄλλων ἰδιωμάτων τὰ κατὰ μέρος ἀναγράψομεν ὅταν
ἐπὶ τὴν Καίσαρος γενομένην στρατείαν εἰς Βρετ-
τανίαν παραγενηθῶμεν.] (Diodorus, 5. 22. 1.)
 Ὅτι τῶν βίβλων τινὲς πρὸ τοῦ διορθωθῆναι
καὶ τὴν ἀκριβῆ συντέλειαν λαβεῖν κλαπεῖσαι προ-
εξεδόθησαν, οὔπω συνευαρεστουμένων ἡμῶν τῇ
γραφῇ· ἃς ἡμεῖς ἀποποιούμεθα. ἵνα δὲ αὗται
φανεραὶ γενόμεναι μὴ λυμαίνωνται τὴν ὅλην ἐπι-
βολὴν τῆς ἱστορίας, ἐκρίναμεν δεῖν τὸν ἐλέγχοντα
λόγον τὴν ἄγνοιαν ἐκθέσθαι. ἐν τεσσαράκοντα γὰρ
βίβλοις περιειληφότες τὴν πραγματείαν, ἐν μὲν ἓξ

Agatharchides Geogr., De mari Erythraeo (excerpta) (0067: 001)


“Geographi Graeci minores, vol. 1”, Ed. Müller, K.
Paris: Didot, 1855, Repr. 1965.Sec. 7, li.60

κλέα καὶ τὰ πελάγη μὲν, οὗ μέγιστοι χειμῶνες, ἐν


λέβητι διαπλεῖν, τὴν δὲ Λιβύην ἄσπορον, ἄνυδρον,  
ἀπορευτὸν ὑπάρχουσαν μόνον διεξέρχεσθαι, τῷ δὲ Ἄτ-
λαντι τὸν τηλικοῦτον διαδέξασθαι κόσμον, πρόσταγμα
μὲν οὐκ ἔχοντα, χάριν δὲ τιθέμενον· καὶ τῷ μὲν Ὀρ-
φεῖ κιθαρίζοντι διὰ φιλομουσίαν τὰ ὄρη καὶ τὰς πέτρας
ἀκολουθεῖν, κρέα δὲ ὀπτώμενα τῶν Ἡλίου βοῶν φω-
νὴν προΐεσθαι τοῖς ἀνθρώποις συνετήν· τῶν δὲ μετηλλα-
χότων τὸν βίον ἐπὶ σχολῆς πρὸς Ὀδυσσέα διεξέρχεσθαι
παντοδαπῆ ἀδολεσχίαν, ἐκ τῆς ἀμόρφου σκιᾶς τὸ τῆς
ὄψεως γινώσκοντα ἰδίωμα, καὶ τοὺς μὲν αὐτῶν (ἀπὸ
τοῦ) πίνειν οὐ κοιλίας, οὐ βρόγχους ἔχοντας, ἑτέρους δὲ
φοβεῖσθαι τὸν σίδηρον οὐκέτι δυναμένους τρωθῆναι, τινὰς
587

δὲ πέτρον κυλίειν, τῶν σωμάτων πάλαι κατακεκαυμέ-


νων, ἄλλους δὲ δικάζειν ἑτέροις τεθνηκόσιν, ἀδικήματος
οὐδενὸς ὑπάρχοντος· τὸ δ' ἔσχατον, τῶν οὐκέτι ὄντων
τοὺς τύπους ἐν πορθμίδι διαπλεῖν, ἔχοντας Χάρωνα ναύ-
κληρον καὶ κυβερνήτην, ἵνα μὴ καταστραφέντες ἐκφο-
ρᾶς ἐπιδέωνται πάλιν· καὶ τὴν μὲν Ἄλκηστιν καὶ Πρω-
τεσίλαον καὶ Γλαῦκον τετελευτηκότας πάλιν ἀναστῆναι,
τὴν μὲν ὑφ' Ἡρακλέους ἀναχθεῖσαν, τὸν δὲ διὰ τὸν τῆς

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Demosthenis dictione (0081: 006)


“Dionysii Halicarnasei quae exstant, vol. 5”, Ed. Usener, H.,
Radermacher, L.
Leipzig: Teubner, 1899, Repr. 1965.Sec. 38, li.20

ἀπὸ τούτων τινὸς λαμβάνῃ. ἀναγκαῖον γὰρ ἦν χρόνον


τινὰ μέσον ἀμφοῖν ἀξιόλογον ἀπολαμβάνεσθαι. καὶ
μηδεὶς εἴπῃ· ‘τί δὲ τοῦτό ἐστιν, ἢ πῶς ἄν τις γένοιτο
χρόνος, ὃς μεταθῇ ὀνόματα ἀπ' ἀλλήλων διεστάναι
κατὰ τὰς τῶν φωνηέντων συμβολάς;’ δείκνυται γὰρ
ὑπό τε μουσικῶν καὶ μετρικῶν ὁ διὰ μέσου τῶν  
φωνηέντων χρόνος ἑτέρων παρεμβολῇ γραμμάτων ἡμι-
φώνων ἀναπληροῦσθαι δυνάμενος. τοῦτο δ' οὐκ ἂν
ἐγίγνετο μὴ σιωπῆς τινος ἀξιολόγου διειργούσης τὰ
φωνήεντα ἀπ' ἀλλήλων. πρῶτον μὲν δὴ τοῦτο τῆς
ἁρμονίας ταύτης ἐστὶν ἰδίωμα ὡς ἐπὶ τὸ πολύ. ἕτερον
δὲ τοιοῦτον· ἀνακοπὰς καὶ ἀντιστηριγμοὺς λαμβάνειν
καὶ τραχύτητας ἐν ταῖς συμπλοκαῖς τῶν ὀνομάτων
ἐπιστυφούσας τὴν ἀκοὴν ἡσυχῇ βούλεται. ἐνταῦθα
πάλιν ἡ τῶν ἀφώνων τε καὶ ἡμιφώνων γραμμάτων
δύναμις αἰτία, ὁπότ' ἂν τὰ λήγοντα τῶν ἡγουμένων
μορίων ᾖ γράμματα .... τοῖς ἡγουμένοις [ὡς] μηδὲν τῶν
ἐπιφερομένων μήτε συναλείφεσθαι μήτε συγχεῖσθαι
φύσιν ἔχῃ. πολὺ γὰρ δὴ τὸ ἀντίτυπον ἐν ταῖς τού-
των συμβολαῖς γίνεται, ὥσπερ γε καὶ ἐν αὐτοῖς τοῖς
ὀνόμασιν, ὅταν ἐκ τῶν τραχυνόντων τὴν φωνὴν

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Demosthenis dictione


Sec. 50, li.21

χρῶμα καὶ σχῆμα καὶ μέλη καὶ ῥυθμός τις τῶν


588

μελῶν καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις. εἰ δή τις ἀφ' ἑνὸς


τούτων ἀξιώσει τὸν χαρακτῆρα σκοπεῖν, οὐδὲν ἀκριβὲς
εἴσεται. ἐν πολλαῖς γὰρ ἂν εὕροι μορφαῖς τοιοῦτόν τι
ἕτερον, οἷον ἔθετο τῆς μιᾶς μορφῆς σύμβολον. ἐὰν δὲ
πάντα συνθῇ τὰ συμβεβηκότα τῇ μορφῇ ἢ τὰ πλεῖστα
ἢ τὰ κυριώτατα, ταχεῖάν τε πάνυ τὴν γνῶσιν λήψεται
καὶ οὐκ ἐπι ... σεται ταῖς ὁμοιότησι. τοῦτο δὴ ποιεῖν
ἀξιώσαιμ' ἂν καὶ τοὺς βουλομένους τὴν σύνθεσιν ἀκρι-
βῶς εἰδέναι τὴν Δημοσθένους, ἐκ πολλῶν αὐτὴν δοκι-
μάζειν ἰδιωμάτων, λέγω δὴ τῶν κρατίστων τε καὶ
κυριωτάτων· πρῶτον ἐκ τῆς ἐμμελείας, ἧς κριτήριον
ἄριστον ἡ ἄλογος αἴσθησις. δεῖ δὲ αὐτῇ τριβῆς πολ-
λῆς καὶ κατηχήσεως χρονίου· οὐ γὰρ δὴ πλάσται μὲν
καὶ ζωγράφων παῖδες, εἰ μὴ πολλὴν ἐμπειρίαν λά-
βοιεν, χρόνῳ τρίψαντες τὰς ὁράσεις μακρῷ περὶ τὰς
τῶν ἀρχαίων δημιουργῶν τέχνας, οὐκ ἂν εὐπετῶς
αὐτὰς διαγνοῖεν καὶ οὐκ ἂν ἔχοιεν εἰπεῖν βεβαίως, ὅτι
[τῇ φήμῃ παραλαβόντες] τουτὶ μέν ἐστι Πολυκλείτου
τὸ ἔργον, τουτὶ δὲ Φειδίου, τουτὶ δὲ Ἀλκαμένους, καὶ
τῶν γραφῶν Πολυγνώτου μὲν αὕτη, Τιμάνθους δὲ  

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Demosthenis dictione Sec. 50, li.70

τῶν φυλάττουσα μήτε ὁμοζυγίαν μήτ' ἄλλην ὁμοιότητα


τεταγμένην μηδεμίαν εὔρυθμος μέν ἐστι καὶ εὔμετρος,
ἐπειδὴ διαπεποίκιλται μέτροις τε καὶ ῥυθμοῖς τισιν,
οὐ μὴν ἔρρυθμός γε οὐδὲ ἔμμετρος, ἐπειδὴ οὐχὶ τοῖς
αὐτοῖς οὐδὲ κατὰ ταὐτὰ ἔχουσι. τοιαύτην δή φημι
πᾶσαν εἶναι λέξιν πολιτικήν, ἐν ᾗ τὸ ποιητικὸν ἐμ-
φαίνεται κάλλος. ᾗ καὶ τὸν Δημοσθένη κεχρημένον
ὁρῶ. τὰς δὲ περὶ τούτου τοῦ μέρους πίστεις ἐν τοῖς
περὶ τῆς συνθέσεως γραφεῖσιν ἀποδεδωκὼς οὐκ ἀναγ-
καῖον ἡγοῦμαι κἀνταῦθα λέγειν. τρίτον ἔτι καὶ τέταρ-
τον ἰδίωμα τῆς συνθέσεως τοῦ ῥήτορος ἦν τό τε
ἐξαλλάττειν παντοδαπῶς καὶ τὸ σχηματίζειν ποικίλως
τὰ κῶλα καὶ τὰς περιόδους. οὐδὲ γὰρ ἔστιν οὐδεὶς
ἁπλῶς τόπος, ὃς οὐχὶ διαπεποίκιλται ταῖς τε ἐξαλλα-
γαῖς καὶ τοῖς σχηματισμοῖς, ὡς ἅπαντες ἴσασι, καί μοι
δοκεῖ ταῦτα μὴ λόγων δεῖσθαι γνώριμα καὶ τοῖς
φαυλοτάτοις ὄντα.  
589

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Demosthenis dictione Sec. 58, li.9

ὁ Δημοσθένης οὐκ ἔγραψεν, ἐν ἑτέρᾳ δηλοῦταί μοι


πραγματείᾳ τὰ περὶ Δημοσθένη. καὶ περὶ μὲν ὧν
Αἰσχίνης ἐπιτετίμηκεν αὐτῷ, ταῦτα ἱκανά.
 ἤδη δέ που κἀκεῖνό τινες οἳ μὲν ὡς χαρακτηρικὸν
οἳ δ' ὡς ἁμάρτημα τοῦ ῥήτορος ἐσημειώσαντο, λέγω
δὲ τὸ πολλοῖς ὀνόμασι τὸ αὐτὸ πρᾶγμα δηλοῦν ἐνίοτε
δή, οἷά ἐστι ταυτί· ‘Φιλίππῳ δ' ἐξέσται καὶ πράττειν
καὶ ποιεῖν, ὅ τι βούλεται’ καὶ ‘τὸν Μειδίαν τοῦτον οὐκ
εἰδώς, ὅστις ποτ' ἐστίν, οὐδὲ γιγνώσκων’ καὶ ‘τῆς
ἀδελφῆς ἐναντίον κόρης ἔτι καὶ παιδὸς οὔσης’ καὶ
πάντα τὰ τοιαῦτα. ὅσοι μὲν οὖν ἰδίωμα τοῦ χαρακτῆ-
ρος αὐτὸ ἀποφαίνουσι τοῦ Δημοσθένους, ὀρθῶς λέ-
γουσι· κέχρηται γὰρ αὐτῷ χρησίμως ὁ ἀνήρ, ὥσπερ
καὶ τῇ τμητικῇ [καὶ τῇ] βραχυλογίᾳ πάντων γε μᾶλλον
καὶ εὐκαιρότερον. ὅσοι δ' ἐν ἁμαρτήματος αὐτὸ
μοίρᾳ φέρουσι, τὰς αἰτίας οὐκ ἐξητακότες, δι' ἃς εἰώ-
θει πλεονάζειν ἐνίοτε ἐν τοῖς ὀνόμασιν, οὐ δεόντως
αὐτοῦ κατηγοροῦσιν, ἀλλ' ἐοίκασιν οἱ τοῦτο συκο-  
φαντοῦντες τὴν βραχυλογίαν ἐκ παντὸς ἀπαιτεῖν, ἥν,
ὅπερ εἶπον, παντὸς μᾶλλον καὶ εὐκαιρότερον παρέχε-
ται, τῶν δὲ ἄλλων ἀρετῶν οὐδεμίαν,

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Thucydidis idiomatibus (epistula ad


Ammaeum) (0081: 011)“Dionysii Halicarnasei quae exstant, vol. 5”, Ed.
Usener, H., Radermacher, L.Leipzig: Teubner, 1899, Repr. 1965.Sec. t,
li.2

μαστῶς ἔχειν καὶ εἰς πάσας εἶναι τὰς χρείας εὔθετον,


τὸ δὲ δημηγορικὸν οὐχ ἅπαν εἰς μίμησιν ἐπιτήδειον
εἶναι, ἀλλ' ὅσον ἐστὶν αὐτοῦ μέρος γνωσθῆναι μὲν
ἅπασιν ἀνθρώποις εὔπορον, κατασκευασθῆναι δ' οὐχ
ἅπασι δυνατόν;
 Τούτων ἡδίω μὲν εἶχόν σοι περὶ Θουκυδίδου γρά-
φειν, ὦ βέλτιστε Κόιντε Αἴλιε Τουβέρων, οὐ μὴν
ἀληθέστερα.  

ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΕΩΣ
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΙΔΙΩΜΑτΩΝ
590

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΜΜΑΙΩΙ ΤΩΙ ΦΙΛΤΑΤΩΙ


ΧΑΙΡΕΙΝ

 Ἐγὼ μὲν ὑπελάμβανον ἀρκούντως δεδηλωκέναι τὸν


Θουκυδίδου χαρακτῆρα, τὰ μέγιστα καὶ κυριώτατα τῶν
ὑπαρχόντων περὶ αὐτὸν ἰδιωμάτων ἐπεξελθών, ἐν οἷς
γε δὴ μάλιστα διαφέρειν ἔδοξέν μοι τῶν πρὸ αὐτοῦ
ῥητόρων τε καὶ συγγραφέων, πρότερον μὲν ἐν τοῖς
περὶ τῶν ἀρχαίων ῥητόρων πρὸς τὸ σὸν ὄνομα συν-
ταχθεῖσιν ὑπομνηματισμοῖς, ὀλίγοις δὲ δὴ πρόσθεν
χρόνοις ἐν τῇ περὶ αὐτοῦ τοῦ Θουκυδίδου

Διονύσιος Αλικαρνασσέας. De Thucydidis idiomatibus (epistula ad


Ammaeum)
Sec. 1, li.3

ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΕΩΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ


ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΜΜΑΙΩΙ ΤΩΙ ΦΙΛΤΑΤΩΙ ΧΑΙΡΕΙΝ

 Ἐγὼ μὲν ὑπελάμβανον ἀρκούντως δεδηλωκέναι τὸν


Θουκυδίδου χαρακτῆρα, τὰ μέγιστα καὶ κυριώτατα τῶν
ὑπαρχόντων περὶ αὐτὸν ἰδιωμάτων ἐπεξελθών, ἐν οἷς
γε δὴ μάλιστα διαφέρειν ἔδοξέν μοι τῶν πρὸ αὐτοῦ
ῥητόρων τε καὶ συγγραφέων, πρότερον μὲν ἐν τοῖς
περὶ τῶν ἀρχαίων ῥητόρων πρὸς τὸ σὸν ὄνομα συν-
ταχθεῖσιν ὑπομνηματισμοῖς, ὀλίγοις δὲ δὴ πρόσθεν
χρόνοις ἐν τῇ περὶ αὐτοῦ τοῦ Θουκυδίδου κατασκευ-
ασθείσῃ γραφῇ προσειπὼν τὸν Αἴλιον Τουβέρωνα, ἐν
ᾗ πάντα τὰ δεόμενα λόγου μετὰ τῶν οἰκείων ἀπο-
δείξεων διεξελήλυθα κατὰ τὴν ἐμαυτοῦ δύναμιν· σοῦ δὲ
ὑπολαμβάνοντος ἧττον ἠκριβῶσθαι τὰς γραφάς, ἐπειδὴ
προεκθέμενος ἅπαντα τὰ συμβεβηκότα τῷ χαρακτῆρι

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione (0082: 004)“Grammatici


Graeci, vol. 2.2”, Ed. Uhlig, G.Leipzig: Teubner, 1910, Repr. 1965.Part
2, Vol.2, p. 23, li.7
591

πῶς οὖν αἱ τῆς εὐθείας πτώσεως ἀντωνυμίαι τὸ ἐγκλινόμενον πρόσωπον


οὐ παρεδέχοντο; ἢ ὅτι προϋφεστώτων τῶν ῥημάτων καὶ ἀναπληρούντων
τὸ τῆς εὐθείας ἀπόλυτον πρόσωπον εἰς οὐδὲν χρειῶδες ἐπενοοῦντο αἱ
τῆς εὐθείας ἐγκλιτικαὶ ἀντωνυμίαι, τάχα παρελκόμεναι πλέον τῶν παρα-  
πληρωματικῶν συνδέσμων, οὓς ἀποδείξομεν καὶ ἀναγκαίως παραλαμβα-
νομένους. (ἡ γοῦν ἐγκλιθεῖσα τῆς ὀρθῆς πτώσεως παρὰ Δωριεῦσι
τύ ἀναγκαίως παρέφθειρε καὶ τὴν εὐθεῖαν, μεταστᾶσα εἰς τὴν συγγενῆ
αἰτιατικήν.) καὶ φαίνεται ὅτι ἐνέμειναν αἱ τῆς εὐθείας ἀντωνυμίαι οὐ
δι' ἄλλο τι ἢ καθὸ τὰ ῥήματα, οὐ δυνάμενα παραστῆσαι τὴν ἀντιδια-
στολήν, συμπαρελάμβανε τὴν ἀντωνυμίαν ἕνεκα τοῦ ἐξαιρέτου αὐτῆς
ἰδιώματος, λέγω τῆς ἀντιδιαστολῆς.
 21. Καὶ ἡ μετοχὴ δὲ κατὰ τὴν δέουσαν ἀκολουθίαν κατελέχθη μετὰ
τὸ ῥῆμα, τῆς τάξεως ἐκφαινούσης τὴν ἐκ τοῦ ῥήματος μετάπτωσιν εἰς
αὐτήν (ὥς γε ἐν τῷ περὶ μετοχῆς διὰ πλειόνων παρεστήσαμεν ὡς
ἀναγκαίως αἱ μεταλήψεις τῶν ῥημάτων ἐγίνοντο εἰς πτωτικὰ σχήματα
σὺν τοῖς παρεπομένοις γένεσι, τῶν ῥημάτων οὐ δυναμένων τὴν καταλ-  
ληλότητα παραστῆσαι). – 22. Προφανὲς δ' ὅτι καὶ ἡ ἐγγενομένη
θέσις τοῦ ὀνόματος οὐκ ἄλλως ἂν ἐφυλάχθη, εἰ μὴ μετὰ τὸ ὄνομα καὶ τὸ
ῥῆμα τὸ ἐκ τούτων ἐκ καταφάσεως ἠρτημένον μόριον παρελαμβάνετο,
ὡς καὶ μετὰ τὸ ἀρρενικὸν καὶ θηλυκὸν τὸ τούτων ἀποφατικὸν οὐδέτε-
ρον. εἰ γὰρ μὴ παραδεξαίμεθα τὴν τῶν προκειμένων μορίων προτέραν

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione Part 2, Vol.2, p. 66, li.12

ἀκολουθίαν τῶν φωνῶν κατὰ πάντα τρόπον καὶ ἔτι τὴν ἔννοιαν τοῦ
ἄρθρου; ὑποτεμνέσθω δὲ ὁ λόγος εἰς τὸ τοιοῦτον, ὡς οὔτε παρὰ τὸ
ἀκόλουθον τῶν φωνῶν οὔτε μὴν παρὰ τὸ ἀνακόλουθον τὰ τοῦ λόγου
καταστήσεται μέρη, ὡς δὲ πρόκειται, ἐκ τῆς παρεπομένης ἰδιότητος.
 78. Φησὶ γοῦν ὁ Τρύφων· «Καθότι ἡ κλητικὴ ὄνομα, κἂν
δεύτερον πρόσωπον ᾖ, καὶ τὸ ὦ ἄρθρον ἐστὶ συνοδεῦον τῇ συνηρτημένῃ
κλητικῇ.» Ἀλλὰ τὸ μὲν ὄνομα διασῴζει τὸ ἴδιον κατὰ πᾶσαν πτῶσιν, εἴ-
γε οὐκ ἴδιον αὐτῷ παρέπεται τὸ κατὰ πρόσωπα ἐγγίνεσθαι, ὅπου γε
καὶ ἐν πρώτῳ καὶ ἐν δευτέρῳ παραλαμβάνεται, εἰμὶ Ὀδυσσεύς, καὶ
ἐπὶ δευτέρου προσώπου Ὀδυσσεὺς εἶ· συνοῦσαν γὰρ ἔχει τὴν ἰδίαν
ποιότητα. ἥ γε μὴν τοῦ ἄρθρου παράθεσις ἓν ἰδίωμα ἔχει τὴν τῶν
τρίτων προσώπων ἀναπόλησιν, ἐναντιώτατον τ' ἔχει τὸ ὑπ' ὄψιν παρα-
λαμβανόμενον πρόσωπον, ὅπου γε καὶ τὸ ἐμός ἐστι, προσλαμβάνον
τὸ ἄρθρον κατὰ τὸ τρίτον πρόσωπον, οὐκέτι προσλαμβάνει ἐν τῷ ἐμὸς
εἶ διὰ τὴν πρὸς τὸ δεύτερον πρόσωπον σύνταξιν. εἴπερ οὖν ταὐτὸ  
μόριον παρὰ τὸ διάφορον πρόσωπον καὶ ἄρθρον προσλαμβάνει καὶ οὐ
προσλαμβάνει, πῶς οὐ μᾶλλον καὶ τὸ τῇ φωνῇ παραλλάξαν ἐκστήσεται
592

τῆς τοῦ ἄρθρου παραθέσεως, μάλιστά γε τῆς φωνῆς ἐνδειξαμένης διὰ


τῆς πάμπαν ἀνακολουθίας τὸ ἀκοινώνητον τῶν ἄρθρων; ζητούσης
ἄρα τῆς κλητικῆς δεύτερον πρόσωπον, περισσὸν ζητεῖν εἰ τὸ ὦ ἄρθρον
ἐστί. 79. Πῶς οὖν κατελέχθη πρὸς πάντων; φαίην ἂν συνεκδρομῇ

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione Part 2, Vol.2, p. 118, li.17

 145. Ἔστιν δὲ καὶ ἄλλη σύνταξις ἰσοδυναμοῦσα τῇ ὑποτακτικῇ


συντάξει τῶν ἄρθρων, ἡ διὰ τῶν ἀναφορικῶν ἀντωνυμιῶν, ἀνθρώπῳ
ὡμίλησα καὶ αὐτῷ παρέσχον ξενίαν, [ὁ] γραμματικὸς παρεγέ-
νετο καὶ οὗτος διελέξατο. πάλιν γὰρ ἡ ἐγκειμένη ἀναφορὰ ἐν τῷ
ἄρθρῳ συνυπῆρχε ταῖς τοιαύταις ἀντωνυμίαις, καὶ ἔνθεν τὰ τοῦ λόγου
καθίστατο ἐγγίζοντα ἑαυτῶν. – 146. Οὐχὶ οὖν ὑπολάβοι τις ὑφ' ἓν
μέρος λόγου πίπτειν τὰ μόρια; Οὐ πάντως· οὐ γὰρ ὅτι τὸ παρεπόμενον
τοῖς ἄρθροις ἀπηνέγκαντο, καὶ ἄρθρα ἐστίν, εἴγε καὶ ἄλλοις διαφόροις
διέστηκε τὰ μόρια. καὶ γὰρ καὶ τὰ ῥήματα τὸ εὔχρηστον τῶν κα-
τ' εὐθεῖαν ἀντωνυμιῶν ἀπηνέγκαντο, καὶ οὐ πάντως ἓν μέρος λόγου· πά-
λιν γὰρ καὶ αὐτὰ πολλοῖς διέστηκεν ἰδιώμασιν. ἀλλὰ καὶ προεκτεθεί-
μεθα ὅτι ἀντὶ τῶν ὑποτακτικῶν ἄρθρων ἀθροιστικὸς σύνδεσμος παρα-  
λαμβάνεται, καὶ οὐχὶ ἓν μέρος λόγου οἱ ἀθροιστικοὶ σύνδεσμοι καὶ τὰ
ἄρθρα. 147. ἀλλ' οὐδὲ κατὰ τὴν αὐτὴν σύνταξιν συμφέρονται αἱ ἀντω-
νυμίαι· αἰτοῦσιν γὰρ πάλιν τὸν σύνδεσμον, γραμματικὸς παρεγένετο
καὶ οὗτος διελέξατο· προῦπτον ὅτι, εἰ ὑφέλοι τις τὸν σύνδεσμον,
ἀσύνετα τὰ τοῦ λόγου γίνεται. (πρὸς οἷς καὶ δύναται καὶ δεικτικώτερον
αὐτὸ τὸ πρόσωπον νοεῖσθαι, γραμματικὸς παρεγένετο καὶ οὗτος
διελέξατο, λέγω δεικτικῶς· καὶ ἔτι ἐπὶ τῆς αὐτός ἀναφορικῆς τὸ
κατ' ἐξοχὴν πρόσωπον νοούμενον, γραμματικὸς παρεγένετο καὶ
αὐτὸς διελέξατο, ὡς εἴ τις οὕτω λέγοι, ὁ δεσπότης, ὁ κύριος.) εἰ

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione


Part 2, Vol.2, p. 130, li.7

δεκτικαί, ἵνα κατὰ παντὸς τοῦ ὀνόματος ἀνθυπέλθωσιν, καὶ προσώπων


ἁπάντων διακριτικαί, ἵνα τὸ ἐλλειπὲς τοῦ ὀνόματος, λέγω τὴν τῶν
προσώπων διάκρισιν, αὗται ἀνθυπενεχθεῖσαι ἀναπληρώσωσιν, καὶ τοῦ
μὲν ὀνόματος ἔχωσι τὴν πτῶσιν, τοῦ δὲ ῥήματος τὸ πρόσωπον.  
 3. Ἔνθεν δι' ὅλου κλίνονται, δύο τὰς γενικωτάτας κλίσεις ἀποσπά-
593

σασαι, καὶ οὐ κατὰ σύγχυσιν, ἀλλὰ κατὰ μερισμὸν τὸν δέοντα· τῷ μὲν
γὰρ τέλει ἐνῆκε τὴν πτωτικὴν κλίσιν, τῷ δὲ ἄρχοντι τὸν τῶν προσώ-
πων ἐπιμερισμόν· σαφὲς γὰρ ὅτι, εἰ κατὰ τὸ αὐτὸ μέρος αἱ δύο κλίσεις
ἐνεγένοντο, συνέβη ἂν τῆς μὲν πτώσεως τὸ ἑτεροιούμενον ἀποτρίβεσθαι
τὸ τοῦ προσώπου διακριτικόν, καὶ ἔμπαλιν τοῦ προσώπου μεταβαίνον-
τος παραφθείρεσθαι τὸ τῆς πτώσεως ἰδίωμα. δι' ὃ πτῶσιν μὲν διακρί-
νουσα ἀποτελεῖ τὸ ἐμοῦ καὶ ἐμοί καὶ ἐμέ, πρόσωπον δὲ τὸ ἐμοῦ – σοῦ  
πρόσωπον δὲ καὶ πτῶσιν τὸ ἐμοῦ – σοί· καὶ ἐν ἅπασιν ὥρισται τοῖς
προκατειλεγμένοις διὰ τὸ ἐν ἑκατέρῳ μέρει ἐγχωρῆσαν ἰδίωμα.
(ἑκάτεραι
γοῦν αἱ κλίσεις ἀποστᾶσαι ἐπὶ τὰ ἴδια μόρια, λέγω τὸ ὄνομα καὶ τὸ
ῥῆμα, τῷ τέλει συνεχρῶντο κατὰ τὴν κλίσιν, καλός καλοῦ, γράφω
γράφεις γράφει, οὐκ ἀπιθάνως καὶ τῆς ἀντωνυμίας χρησαμένης τῇ
ὑποστολῇ τοῦ ς, οὔσῃ διακριτικῇ τρίτου προσώπου, σοί – οἷ, ὡς εἰ καὶ
λέγεις λέγει). – 4. Εὔηθες μέντοι ὑπολαμβάνω, εἰ ἐξεργάσεταί τις διὰ
τί μὴ μᾶλλον τὸ τέλος [οὐ] προσεχώρει τῷ προσώπῳ,

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione Part 2, Vol.2, p. 131, li.2

 3. Ἔνθεν δι' ὅλου κλίνονται, δύο τὰς γενικωτάτας κλίσεις ἀποσπά-
σασαι, καὶ οὐ κατὰ σύγχυσιν, ἀλλὰ κατὰ μερισμὸν τὸν δέοντα· τῷ μὲν
γὰρ τέλει ἐνῆκε τὴν πτωτικὴν κλίσιν, τῷ δὲ ἄρχοντι τὸν τῶν προσώ-
πων ἐπιμερισμόν· σαφὲς γὰρ ὅτι, εἰ κατὰ τὸ αὐτὸ μέρος αἱ δύο κλίσεις
ἐνεγένοντο, συνέβη ἂν τῆς μὲν πτώσεως τὸ ἑτεροιούμενον ἀποτρίβεσθαι
τὸ τοῦ προσώπου διακριτικόν, καὶ ἔμπαλιν τοῦ προσώπου μεταβαίνον-
τος παραφθείρεσθαι τὸ τῆς πτώσεως ἰδίωμα. δι' ὃ πτῶσιν μὲν διακρί-
νουσα ἀποτελεῖ τὸ ἐμοῦ καὶ ἐμοί καὶ ἐμέ, πρόσωπον δὲ τὸ ἐμοῦ – σοῦ  
πρόσωπον δὲ καὶ πτῶσιν τὸ ἐμοῦ – σοί· καὶ ἐν ἅπασιν ὥρισται τοῖς
προκατειλεγμένοις διὰ τὸ ἐν ἑκατέρῳ μέρει ἐγχωρῆσαν ἰδίωμα.
(ἑκάτεραι
γοῦν αἱ κλίσεις ἀποστᾶσαι ἐπὶ τὰ ἴδια μόρια, λέγω τὸ ὄνομα καὶ τὸ
ῥῆμα, τῷ τέλει συνεχρῶντο κατὰ τὴν κλίσιν, καλός καλοῦ, γράφω
γράφεις γράφει, οὐκ ἀπιθάνως καὶ τῆς ἀντωνυμίας χρησαμένης τῇ
ὑποστολῇ τοῦ ς, οὔσῃ διακριτικῇ τρίτου προσώπου, σοί – οἷ, ὡς εἰ καὶ
λέγεις λέγει). – 4. Εὔηθες μέντοι ὑπολαμβάνω, εἰ ἐξεργάσεταί τις διὰ
τί μὴ μᾶλλον τὸ τέλος [οὐ] προσεχώρει τῷ προσώπῳ, καθάπερ ἐπὶ
τῶν ῥημάτων, ἤπερ τὸ ἄρχον. ἔδει γὰρ ἅπαξ ἐν ἑνὶ μέρει προσχωρῆσαι  
τὸ τέλος, καὶ εἰ ἔστιν εἰπεῖν, εὐλόγως τῷ πτωτικῷ, εἴγε καὶ πρότερον
τοῦ ῥήματος τὸ ὄνομα, καθὼς ἐπεδείξαμεν, καὶ δῆλον ὅτι τὸ τούτου
ἰδίωμα ἐπικρατήσει τοῦ τέλους, λέγω τὴν πτῶσιν. πρὸς οἷς καὶ
594

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione Part 2, Vol.2, p. 132, li.3

προκατειλεγμένοις διὰ τὸ ἐν ἑκατέρῳ μέρει ἐγχωρῆσαν ἰδίωμα.


(ἑκάτεραι
γοῦν αἱ κλίσεις ἀποστᾶσαι ἐπὶ τὰ ἴδια μόρια, λέγω τὸ ὄνομα καὶ τὸ
ῥῆμα, τῷ τέλει συνεχρῶντο κατὰ τὴν κλίσιν, καλός καλοῦ, γράφω
γράφεις γράφει, οὐκ ἀπιθάνως καὶ τῆς ἀντωνυμίας χρησαμένης τῇ
ὑποστολῇ τοῦ ς, οὔσῃ διακριτικῇ τρίτου προσώπου, σοί – οἷ, ὡς εἰ καὶ
λέγεις λέγει). – 4. Εὔηθες μέντοι ὑπολαμβάνω, εἰ ἐξεργάσεταί τις διὰ
τί μὴ μᾶλλον τὸ τέλος [οὐ] προσεχώρει τῷ προσώπῳ, καθάπερ ἐπὶ
τῶν ῥημάτων, ἤπερ τὸ ἄρχον. ἔδει γὰρ ἅπαξ ἐν ἑνὶ μέρει προσχωρῆσαι  
τὸ τέλος, καὶ εἰ ἔστιν εἰπεῖν, εὐλόγως τῷ πτωτικῷ, εἴγε καὶ πρότερον
τοῦ ῥήματος τὸ ὄνομα, καθὼς ἐπεδείξαμεν, καὶ δῆλον ὅτι τὸ τούτου
ἰδίωμα ἐπικρατήσει τοῦ τέλους, λέγω τὴν πτῶσιν. πρὸς οἷς καὶ ἀντωνυ-
μία ἐστὶν τὸ ἀντ' ὀνόματος παραλαμβανόμενον καὶ ὄνομα μιμούμενον,
καὶ σαφὲς ὅτι ἐπακολούθημά ἐστιν τὸ ἐγγινόμενον πρόσωπον. καὶ εἰ
τὰ τέλη ἐπικρατεῖ τῶν μερῶν τοῦ λόγου, τὸ δὲ τέλος τῆς ἀντωνυμίας
πτῶσίς ἐστιν, ἐπικρατήσει ἄρα διὰ τοῦ τέλους τὸ καλεῖσθαι ἀντωνυμία,
κἂν ῥήματος ἰδίωμα παρεισδύηται, λέγω τὸ πρόσωπον.
 5. Εὔλογον ἡγοῦμαι πρὸ τῆς κατὰ μέρος συντάξεως προδιασαφῆσαι
τᾲ ἐπακολουθοῦντα ἰδιώματα τοῖς μορίοις ὑπὲρ τοῦ τὴν εἰρησομένην
διδασκαλίαν τῆς συντάξεως εὐσυνοπτοτέραν γενέσθαι.
 6. Πρόκειται μὲν οὖν ἡ ἐξαίρετος κλίσις κατ' ἀμφότερα μέρη,  
σύνεστιν δὲ δεῖξις διττή, ἡ κατὰ ἀπόλυτον ἐκφοράν, ἔπαισέ με (φανερὸν

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione Part 2, Vol.2, p. 134, li.11

 8. Παρέπεται καὶ ἀναφορὰ κατὰ τὸ τρίτον πρόσωπον, δι' ἧς τὰ


προκατειλεγμένα ὀνόματα ἀναπολούμενα ἀντονομάζεται,
 Ζεὺς δ' ἐπεὶ οὖν Τρῶάς τε καὶ Ἕκτορα νηυσὶ πέλασσεν,
 .... αὐτὸς δὲ πάλιν τρέπεν ὄσσε φαεινώ {Ν 1. 3}.
– 9. Ἐπεδείξαμεν ἐν τοῖς προεκδοθεῖσιν ὡς αἱ τοιαῦται τῶν ἀντωνυ-
μιῶν οὐχ ὡς ἔτυχον ἀνθ' ἁπλῶν ὀνομάτων παρειλημμέναι εἰσίν, ἀλλὰ
δυνάμει ἀντὶ τῶν μετὰ ἄρθρων παραλαμβανομένων. οὐ γὰρ μόνον
ἀντωνόμασται, καθάπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἔστιν ἀντωνυμιῶν ἐπινοῆσαι,
ἀλλὰ καὶ ἀναφέρεται, ὅπερ οὐκ ὀνομάτων ἴδιον, εἰ μὴ προσλάβοιεν τὰ
ἄρθρα. 10. ἔστιν καὶ οὕτως φάναι· δι' οὗ ἀντονομάζεται προ-
κατειλεγμένου, διὰ τούτου ἐπιδέξεται τὴν ἀναφοράν, εἴγε ἰδίωμα ἀναφο-
ρᾶς προκατειλεγμένου προσώπου δευτέρα γνῶσις, ἣν ἐπαγγέλλεται ἡ
αὐτός ἀντωνυμία.  
 11. Δεδείξεται γὰρ ἐν τοῖς ἑξῆς ὡς αἱ δεικτικαὶ οὐκ εἰρημένων
τῶν ὀνομάτων ἀνθυπηνέχθησαν, ἀλλ' οὐ δυναμένων παραληφθῆναι.
595

Καὶ οὕτως μερίζονται εἰς δεικτικὰς καὶ ἀναφορικὰς εἰς μίαν ὀνομασίαν
συνελθοῦσαι· κατὰ γὰρ ἑκατέρας τὰς διαφορὰς ἓν συνάγεται τὸ ἀντονο-
μάζεσθαι. ἢ γὰρ μὴ δυναμένων τῶν ὀνομάτων αὗται παραλαμβάνονται,
ἢ εἰρημένων μέν, πάλιν δὲ μὴ δυναμένων παραλαμβάνεσθαι. εἰ γάρ

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione Part 2, Vol.2, p. 167, li.9

συνετόν, εἰ παραλείποι τὴν ἀντωνυμίαν, οὐκ ἐπιστήσας ὡς ὁ σύνδεσμος


αἴτιος γενόμενος ἐπιπλοκῆς ἑτέρου λόγου πάντως διήγειρεν τὴν ἀντω-  
νυμίαν, ἵνα δεόντως ἀντιδιαστείλῃ τὸ ἐπιφερόμενον ἕτερον πρόσωπον,
ὅπερ ἐνέκειτο ἐν τῷ ἐπιφερομένῳ λόγῳ. ὀρθοτονοῦμεν γοῦν τὸ
   ἡ δ' ἐμὲ χειρὸς ἑλοῦσα {μ 33}
διὰ τὸ ἀντιδιαστελλόμενον πρόσωπον τῶν ἑταίρων.
 54. Τὸ δὲ πάντων συνεκτικώτατον, αὐταὶ αἱ ἀντωνυμίαι ὑπαγο-
ρεύουσιν τὸ ἕνεκα μόνον τῆς ἀντιδιαστολῆς συμπαραλαμβάνεσθαι.
οὔποτε
γὰρ μόνον περιττεύουσαι παρῆκαν μὲν τὴν ἐγκλιτικὴν τάσιν, ἐπεὶ αὕτη
ἀνεπληροῦτο πρὸς τῶν ῥημάτων, ἐνέμειναν δὲ διὰ τὸ ἐπακολουθοῦν
αὐταῖς ἰδίωμα. – 55. καὶ καθόλου πᾶσα ἀντωνυμία ὀρθῆς πτώσεως
ἐγκλιτικῆς συντάξεως ἀπαράδεκτός ἐστιν, οὐ μόνον τῆς χρήσεως τὸ
τοιοῦτον ἐπιδειξαμένης, ἀλλὰ καὶ τῆς φωνῆς συνεπισχυούσης τῇ χρήσει,
εἴγε ἀπὸ τοῦ ε ἀρχόμεναι αἱ ἀντωνυμίαι ἅμα τῇ ἐγκλίσει καὶ τὸ κατ' ἀρ-
χὴν ε παρέφθειραν, ὅπερ οὐ παρηκολούθει τῇ ἐγώ, ἐπειδὴ ἀπαρά-  
δεκτος τῆς ἐγκλιτικῆς συντάξεως. – καὶ διὰ τοῦτο τῇ μονῇ τοῦ ε αἱ
παρ' Αἰολεῦσιν ἀντωνυμίαι ὀρθοτονοῦνται, κἂν βαρύνωνται κατὰ τὸ
τέλος. – πῶς οὖν οὐ γελοῖοι οἱ ὑπολαμβάνοντες τὴν ἐγώ ἐγκλιτικὴν
εἶναι, ἔτι τοῦ ἰδιώματος συντηρουμένου τῆς ὀρθῆς τάσεως, ὅπου γε καὶ
πλεονάσαν τὸ ε τὰς ἐγκλινομένας τῶν ἀντωνυμιῶν εἰς τὸν ὀρθὸν τόνον
μετέθηκεν, ἃς οὐκ ἄλλως τις ἐγκλίνειεν, εἰ μὴ περιγράψειεν τὸ ε, ὅπερ

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione Part 2, Vol.2, p. 168, li.4

γὰρ μόνον περιττεύουσαι παρῆκαν μὲν τὴν ἐγκλιτικὴν τάσιν, ἐπεὶ αὕτη
ἀνεπληροῦτο πρὸς τῶν ῥημάτων, ἐνέμειναν δὲ διὰ τὸ ἐπακολουθοῦν
αὐταῖς ἰδίωμα. – 55. καὶ καθόλου πᾶσα ἀντωνυμία ὀρθῆς πτώσεως
ἐγκλιτικῆς συντάξεως ἀπαράδεκτός ἐστιν, οὐ μόνον τῆς χρήσεως τὸ
τοιοῦτον ἐπιδειξαμένης, ἀλλὰ καὶ τῆς φωνῆς συνεπισχυούσης τῇ χρήσει,
εἴγε ἀπὸ τοῦ ε ἀρχόμεναι αἱ ἀντωνυμίαι ἅμα τῇ ἐγκλίσει καὶ τὸ κατ' ἀρ-
χὴν ε παρέφθειραν, ὅπερ οὐ παρηκολούθει τῇ ἐγώ, ἐπειδὴ ἀπαρά-  
δεκτος τῆς ἐγκλιτικῆς συντάξεως. – καὶ διὰ τοῦτο τῇ μονῇ τοῦ ε αἱ
596

παρ' Αἰολεῦσιν ἀντωνυμίαι ὀρθοτονοῦνται, κἂν βαρύνωνται κατὰ τὸ


τέλος. – πῶς οὖν οὐ γελοῖοι οἱ ὑπολαμβάνοντες τὴν ἐγώ ἐγκλιτικὴν
εἶναι, ἔτι τοῦ ἰδιώματος συντηρουμένου τῆς ὀρθῆς τάσεως, ὅπου γε καὶ
πλεονάσαν τὸ ε τὰς ἐγκλινομένας τῶν ἀντωνυμιῶν εἰς τὸν ὀρθὸν τόνον
μετέθηκεν, ἃς οὐκ ἄλλως τις ἐγκλίνειεν, εἰ μὴ περιγράψειεν τὸ ε, ὅπερ
ἴδιον ἦν μόνον τῆς ὀρθοτονουμένης ἀντωνυμίας. – ἔνθεν μοι δοκεῖ
μόνως ἐγκλίνεσθαι τὴν τύ ἀντωνυμίαν παρὰ Δωριεῦσιν, ἵνα τὸ ἀλλό-
τριον τῆς εὐθείας ἐγγινόμενον, λέγω τὴν ἐγκλιτικὴν σύνταξιν, ἀποβάλῃ
μὲν τὴν εὐθεῖαν πτῶσιν, μετίῃ δὲ ἐπὶ τὴν συγγενῆ αἰτιατικήν, ᾗ καὶ
συνυπάρχει καὶ συνεμπίπτει ἐν δυϊκοῖς καί τισι τῶν πληθυντικῶν καὶ ἐν
ἅπασιν οὐδετέροις.  
 56. Ἀνάγκη μέντοι πᾶσα τοῖς τρίτοις προσώποις προσεῖναι ἢ
αὐτὰς τὰς ἀντωνυμίας ἢ τὰ ἀνθ' ὧν παραλαμβάνεται, λέγω τὰ ὀνόματα,

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione Part 2, Vol.2, p. 259, li.10

τονομάζοντες καὶ πρὸς οὓς ἡ ἀπότασις.  


 164. «Ἀλλά,» φήσει τις, «καὶ αἱ παραγωγαὶ ἐπικρατοῦσιν, εἴγε παρὰ
τὸ ὀψέ ὀψινός οὐκ ἐπίρρημα, τό τε παρὰ τὸ ποιῶ ῥῆμα ὄνομα, τὸ
ποιητής. οὕτως εἰ παραγωγὸν τὸ ἡμεδαπός, δοθείη ἂν τὸ πᾶν ὄνομα
εἶναι.» πρὸς ὃν φήσομεν· τὸ ὀψινός ἀπέστησε τὸ ἐπίρρημα πτῶσιν καὶ
γένος ἐπιδεξάμενον, ἐπιθετικῶς ἐπ' ὄνομα φερόμενον καὶ οὐκέτι ἐπὶ
ῥῆμα, εἴγε διαφέρει τὸ ὀψὲ ἦλθε τοῦ ὀψινὸς ὁ Διονύσιος ἦλθεν·
εἴγε τὸ ὁ ποιητής οὐκ ἐν ἀκολουθίᾳ ἐνέργειαν καὶ πάθος ἔχει, οὐ
προσώπου διάκρισιν, οὐ χρόνου μετασχηματισμόν. τὸ μέντοι ἡμεδαπός,
ἐπεὶ ἀντ' ὀνόματός ἐστιν, ἔτι τὰ πρόσωπα διακρίνει· οὐκ ἀπέστη οὖν τοῦ
ἰδιώματος, καὶ ἕνεκα τούτου οὐδὲ τῆς ὀνομασίας συναποστήσεται, ᾧ
λόγῳ
καὶ τὸ ἡμέτερος μένει ἔτι ἀντωνυμία, κἂν ἡ κατὰ τὸ τέλος παραγωγὴ
ὀνοματικὴ καθειστήκει· ἅπαντα γὰρ πάλιν διασῴζει τὰ τῆς ἀντωνυμίας.  
 165. Τοῦ τοιούτου δὲ ἀποδειχθέντος καὶ τὰ προειρημένα συλλή-
ψεται τῷ λόγῳ, οὐ μὴν συνεκτικὰ γενήσεται, καθὼς πρόκειται, ἔτι καὶ
τῆς γραφῆς ὁμολογούσης τὸ μὴ ἔχειν τὸ ἔδαφος. – ἡ ψευδὴς οὖν
ὑπόληψις ἐγένετο ἐκ τοῦ τὴν παραγωγὴν ὁμοίαν καθίστασθαι τῇ τοῦ
ἐδάφους φωνῇ, καθότι καὶ ἄλλαι πλεῖσταί εἰσι τοιαῦται δόξαι,

Απολλώνιος Δύσκολος De constructione Part 2, Vol.2, p. 291, li.5

ἡμαρτημένον. ἀνεξέλεγκτον οὖν καθεστὼς ἀδεεστέραν τὴν σύνταξιν


κατὰ
τῶν προσώπων ἐποιήσατο.
597

 24. Καὶ ἐπὶ ῥημάτων δὲ ὁ αὐτὸς λόγος. πᾶσαι γοῦν αἱ ἐγκλίσεις,


μερισθεῖσαι εἰς πρόσωπα καὶ ἀριθμούς, τὸ ἀκατάλληλον συνελέγχουσιν
διὰ τῶν ἀριθμῶν καὶ τῶν προσώπων· ἥ γε μὴν ἀπαρέμφατος τούτων
ἀμοιρήσασα ἐπιτρέχει καὶ ἐπὶ πάντα τὰ πρόσωπα καὶ ἅπαντας τοὺς  
ἀριθμούς, γράφειν ἐμέ, γράφειν ἡμᾶς, γράφειν σέ, γράφειν
ὑμᾶς. καὶ ἐπεὶ πάλιν οὐκ ἀμοιρεῖ διαθέσεως ἢ χρόνων, παρὰ τὴν τού-
των ἐναλλαγὴν τὸ ἀνακόλουθον ἐπιδείκνυται. – 25. φυσικώτερον δέ
πως καὶ ψυχικῆς διαθέσεως ἡ ἔγκλισις ἀμοιρήσασα οὐκ ἐμποδίζεται καὶ
ἀντὶ πασῶν ἐγκλίσεων παραλαμβάνεσθαι, προστιθεμένου τοῦ ἰδιώματος
τῆς ἐγκλίσεως, καὶ πάλιν πᾶσαν ἔγκλισιν εἰς ταύτην ὑποστρέφειν. τὸ
γὰρ γράφε δύναται ἴσον εἶναι τῷ γράφειν σοι προστάσσω, ἀναγκαίως  
καὶ τοῦ προστάσσειν ἐγκειμένου καὶ τοῦ ἀντωνυμικοῦ· τούτων γὰρ
ἠμοίρει τὸ ἀπαρέμφατον· περιπατοίης – εὔχομαί σε περιπατεῖν, γρά-
φεις – ὁρίζομαί σε γράφειν. πρόδηλος καὶ ἡ ἐκ τούτων μετάληψις,
γράφοι Διονύσιος – ηὔξατο γράφειν Διονύσιον, γραφέτω Διονύσιος
– προσέταξεν γράφειν Διονύσιον. διὰ τί μέντοι αἱ συνοῦσαι πτώσεις
εὐθεῖαι πλάγιοι γίνονται, ἀκριβώσομεν ἐν τῷ περὶ ῥημάτων, ἐν ᾧ καὶ
διαληψόμεθα περὶ τῆς παρεπομένης καθόλου συντάξεως τῶν ἀπαρεμ-
φάτων.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. (0087: 001)“Grammatici


Graeci, vol. 3.1”, Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1867, Repr.
1965.Part+Vol.3,1, p. 6, li.12

πάσης τῆς γραμματικῆς τυγχάνει μεθόδου· καὶ γὰρ τὸν περὶ διχρόνων
ὡς ὅτι μάλιστα διηκριβωκέναι ἀναγκαῖον τῷ τοῦτο ποιεῖν ἐθέλοντι·
ἐπεὶ πόθεν τὸ μὲν Ἶρος καὶ μῖμος προπερισπάσει, τὸ δὲ κτίλος καὶ
Χίος, τὴν νῆσον φημί, παροξυνεῖ μὴ γνοὺς ὡς τὰ μὲν πρῶτα ἐκτετα-
μένον ἔχει τὸ ι, τὰ δὲ δεύτερα συνεσταλμένον; ἔτι καὶ τὸν περὶ κλί-
σεως· ἐπεὶ πόθεν τὸ μὲν σωλῆνος προπερισπάσει, τὸ δὲ ποιμένος παρ-
οξυνεῖ, ἀγνοῶν ὡς ἐν τῇ κλίσει τὸ μὲν φυλάττει τὸ η, τὸ δὲ εἰς ε
μεταβάλλει; καὶ προσέτι πόθεν τὸ μὲν προστακτικὸν ἵζε παροξυνεῖ, τὸ
δὲ παρῳχημένον ἷζε προπερισπάσει, ἀγνοῶν ὡς τὸ μὲν ἵζω βραχὺ τὸ
ἔχει, τὸ δὲ ἷζον μακρόν, ὅθεν καὶ προπερισπᾶται κατὰ τὸ κοινὸν ἔθος.
τά τε τῶν διαλέκτων ἰδιώματα δεήσει ἀκριβῶς εἰδέναι· ἐπεὶ πῶς γνώ-
σεται ὅτι παρὰ Δωριεῦσι τὸ «ἐλέγον ἐκεῖνοι» παροξύνεται, τό τε Ἀφρό-  
διτα παρὰ μὲν Αἰολεῦσι πρὸ δύο ἔχει τὸν τόνον, παρὰ δὲ Δωριεῦσι
πρὸ μιᾶς; Τί δ' ἂν εἴποι τις, τὴν περὶ ἐγκλιτικῶν μορίων καὶ περὶ
πνευμάτων πραγματείαν μὴ γνοὺς ὡς χρειώδης τῇ προκειμένῃ μεθόδῳ,
τίνα τέ ἐστι τὰ ἐγκλινόμενα καὶ πότε ἐγκλίνεται καὶ πότε οὔ, καὶ πότε
μὲν τὸ δασὺ πνεῦμα ταῖς λέξεσιν ἐπιτίθεμεν, πότε δὲ τὸ ψιλόν; Ἀναγ-
598

καῖον καὶ τὴν περὶ στιγμῶν εἰδέναι πραγματείαν, εἴγε τὰς ὀξυνομένας
τῶν λέξεων, εἰ μὴ στιγμὴ μετὰ ταῦτα ἐπιφέροιτο, βαρύνειν χρεών.

Αίλιος Ηρωδιανός. Καθολική προσωδία. Part+Vol.3,1, p. 8, li.10

αἰτήσαντας τὰ κεφαλαιωδέστερα τῶν θεωρημάτων, δι' ὧν ἄν τις τὸν  


δέοντα τόνον ἐπιθείη ταῖς λέξεσι, πειράσομαι παραδοῦναι, προομολο-
γουμένου δηλονότι τοῦ ἐπὶ ποίας ἑκάστη λέξις συλλαβῆς δέχεται τὸν
τόνον, καὶ ἐπὶ τῆς τῶν χρόνων δυνάμεως πότε ἐκτείνονται καὶ πότε
συστέλλονται, καὶ προσέτι πότε διὰ μόνου τοῦ καὶ πότε διὰ τῆς ε
διφθόγγου γράφειν ἑκάστην δεήσει λέξιν· πλὴν ὅτι, ἐφ' ὧν ἂν δυνα-
τὸν εἴη συντομώτερον ὡς πρὸς τὴν παροῦσαν ἐπαγγελίαν καὶ τὴν συλ-
λαβὴν διδάξαι, ἐφ' ἧς δεήσει τὸν τόνον τιθέναι, καὶ τοῦτο παραδώσο-
μεν ἐκ τῶν τοῦ πολυμαθεστάτου Ἡρωδιανοῦ ἐν ἐπιτομῇ ἐκλεξάμενοι
τὰ χρησιμώτερα. ἄρξομαι δὲ ἐντεῦθεν, παρήσω δὲ καὶ τὰ τῶν διαλέκτων
ἰδιώματα.
 Ἡ ὀξεῖα ἢ ἐν τέλει τίθεται ἢ πρὸ μιᾶς τοῦ τέλους ἢ πρὸ δύο· πρὸ
τριῶν δὲ οὐκ ἔτι. τὸ γὰρ Μήδεϊα παρὰ Σαπφοῖ πεπονθὸς παραιτούμεθα,
ὅτι τὴν εδίφθογγον διεῖλεν.
 Ἡ περισπωμένη ἢ ἐν τέλει τίθεται ὡς ἐπὶ τοῦ Ἑρμῆς, Ἡρακλῆς.
ἢ πρὸ μιᾶς τοῦ τέλους ὡς ἐπὶ τοῦ κῆπος, μῶλος· πρὸ δύο δὲ οὐκέτι.
οὐδέ ποτε ἐπὶ βραχείας τίθεται περισπωμένη οὔτε ἐπὶ θέσει μακρᾶς,
ἀλλὰ μόνον ἐπὶ φύσει μακρῶν.

Αίλιος Ηρωδιανός. ., Περὶ Ἰλιακῆς προσῳδίας (0087:


007)“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.
Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+Vol.3,2, p. 23, li.39

 114. οὔ ἑθεν: οὕτως ὀξυτονητέον τὴν οὔ ἀπόφασιν, ἵν' εἰς ἁπλῆν


μεταληφθῇ ἀντωνυμίαν· τοῦτο γὰρ καὶ Ἀρίσταρχος παρήγγειλεν· ἐὰν
γὰρ ὀρθοτονήσωμεν, ἔσται τὸ ἑαυτῆς σύνθετον· οὕτως οὖν ὡς τὸ «οἵ
ἑθεν ὀτρύνοντος» (Il. Ο 199) καὶ «οὕς ἑθεν εἵνεκ' ἔπασχον» (Il. Γ
128). A.
 116. καὶ ὦς: τὸ ὡς, ὁπότε σημαντικόν ἐστι τοῦ ὅμως, περισπᾶται. A.
 126. ταῦτ': τὸ ταυτ' Τυραννίων ὀξύνει, ἵν' ᾖ τὰ αὐτά. ABL.
 129. δῷσι πόλιν Τροΐην: οὕτως Ἀρίσταρχος τρισυλλάβως καὶ
ἐνθάδε καὶ ἐν τῇ Λ τῆς Ὀδυσσείας (510) «ἤτοι ὅτ' ἀμφὶ πόλιν Τροΐην
φραζοίμεθα». καὶ ἐπείσθη αὐτῷ ἡ παράδοσις. ἔστι δὲ καὶ τὸ τῆς χρήσεως
τῆς Ὁμηρικῆς ἰδίωμα παραφυλάξαι οὕτως, ὡς ὅτι εἴ που λέγει τὸ
599

Τροία δισυλλάβως, οὐδέποτε ἐπιφέρει τὸ πόλις, οἷον «εἰσόκε περ Τροίην


διαπέρσομεν» (Il. Ι 46) καὶ «ἔνθα κεν ὑψίπυλον Τροίην ἕλον υἷες»  
(Il. Π 698). καὶ «Τροίῃ ἐν εὐρείῃ» (Il. Ω 256) καὶ ἀλλαχοῦ. ἐπὶ μέντοι
τούτων τῶν δύο ὁμοιοπτώτως ἐπήνεγκε τὸ πόλιν τῷ Τροΐην· «δῷσι
πόλιν Τροΐην» καὶ τὸ «ἤτοι ἀμφὶ πόλιν Τροΐην» (Od. λ 510). ταῦτα
ὁ Ἡρωδιανός. A.
 δῷσι: Ζωΐλος ὁ Ἀμφιπολίτης καὶ Χρύσιππος ὁ Στωϊκὸς σολοικί-
ζειν οἴονται τὸν ποιητήν, ἀντὶ ἑνικοῦ πληθυντικῷ χρησάμενον ῥήματι·
τὸ γὰρ δῷσί φασι πληθυντικόν. ἀγνοοῦσι δέ· ἔστι γὰρ τὸ δῷ ἑνικὸν
ἐπεκτεταμένον, ὡς τὸ λέγῃ λέγῃσι, φέρῃ φέρῃσι. τοιοῦτόν ἐστι καὶ

Αίλιος Ηρωδιανός. ., Περὶ παθῶν (0087: 009)“Grammatici Graeci, vol.


3.2”, Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1870, Repr. 1965.Part+Vol.3,2, p.
326, li.12

 Choer. 562, 4: ἔστιν εἴδω· τούτου ὁ μέσος παρακείμενος εἶδα καὶ


κατὰ τροπὴν Αἰολικὴν τοῦ ε εἰς ο οἶδα, ὁ ὑπερσυντέλικος εἴδειν. τούτου
τοῦ εἴδειν τὸ ε ἐν τῇ ἀρχῇ Ἀττικῶς ἐξετάθη εἰς τὸ η ὡς ἐν τῷ ἔμελ-
λον ἤμελλον, ἐβουλόμην ἠβουλόμην, ἐδυνάμην ἠδυνάμην, εἰκάζω
ᾔκαζον
καὶ ἔμεινε τὸ προσγεγραμμένον τῷ η καὶ ἐγένετο ᾔδειν, τούτου τὸ
δεύτερον ᾔδεις, τὸ τρίτον ᾔδει. ταῦτα Ἰωνικῶς διαλύεται ᾔδεα καὶ ᾔδεε
καὶ Ἀττικῶς κιρνῶνται καὶ ἀποτελεῖται τὸ ᾔδη ἐγώ ὥσπερ Εὐριπίδης
ἐν Ἱππολύτῳ (405) «τὸ δὲ ἔργον ᾔδη τὴν νόσον τε δυσκλεᾶ» καὶ ᾔδη
ἐκεῖνος οἷον ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ «ὃς ᾔδη τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα
πρό τ' ἐόντα» (Α 70). ἀλλ' ἡ τοιαύτη κρᾶσις ἡ διὰ τοῦ η κατὰ τὸ
πρῶτον πρόσωπον τῆς νέας Ἀτθίδος ἐστὶν ἰδίωμα οἷον «ἐπεποιήκη
ἐκεῖνος». ἐπειδὴ δὲ εὑρίσκομεν παρὰ τῷ ποιητῇ χρήσεις τοῦ τρίτου
προσώπου, λέγω δὴ ᾔδη ἐκεῖνος οἷον «ὃς ᾔδη τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσό-
μενα πρό τ' ἐόντα» καὶ πάλιν «νήπιος οὐδὲ τὰ ᾔδη ἅ ῥα Ζεὺς μήδετο
ἔργα» (Β 38), ὄντος δὲ τοῦ ποιητοῦ τῆς παλαιᾶς Ἀτθίδος, λέγομεν,
ὅτι Ἀριστάρχειόν ἐστι τὸ ἁμάρτημα· ὁ γὰρ Ἀρίσταρχος εἰδὼς τοῦτο τὸ
ἰδίωμα τῆς νέας Ἀτθίδος ὑπάρχον οὐκ ὤφειλεν ἐᾶσαι αὐτὸ παρὰ τῷ
ποιητῇ ὄντι τῆς παλαιᾶς Ἀτθίδος.

Αίλιος Ηρωδιανός. ., Περὶ παθῶν Part+Vol.3,2, p. 326, li.18

καὶ Ἀττικῶς κιρνῶνται καὶ ἀποτελεῖται τὸ ᾔδη ἐγώ ὥσπερ Εὐριπίδης


ἐν Ἱππολύτῳ (405) «τὸ δὲ ἔργον ᾔδη τὴν νόσον τε δυσκλεᾶ» καὶ ᾔδη
ἐκεῖνος οἷον ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ «ὃς ᾔδη τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα
600

πρό τ' ἐόντα» (Α 70). ἀλλ' ἡ τοιαύτη κρᾶσις ἡ διὰ τοῦ η κατὰ τὸ
πρῶτον πρόσωπον τῆς νέας Ἀτθίδος ἐστὶν ἰδίωμα οἷον «ἐπεποιήκη
ἐκεῖνος». ἐπειδὴ δὲ εὑρίσκομεν παρὰ τῷ ποιητῇ χρήσεις τοῦ τρίτου
προσώπου, λέγω δὴ ᾔδη ἐκεῖνος οἷον «ὃς ᾔδη τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσό-
μενα πρό τ' ἐόντα» καὶ πάλιν «νήπιος οὐδὲ τὰ ᾔδη ἅ ῥα Ζεὺς μήδετο
ἔργα» (Β 38), ὄντος δὲ τοῦ ποιητοῦ τῆς παλαιᾶς Ἀτθίδος, λέγομεν,
ὅτι Ἀριστάρχειόν ἐστι τὸ ἁμάρτημα· ὁ γὰρ Ἀρίσταρχος εἰδὼς τοῦτο τὸ
ἰδίωμα τῆς νέας Ἀτθίδος ὑπάρχον οὐκ ὤφειλεν ἐᾶσαι αὐτὸ παρὰ τῷ
ποιητῇ ὄντι τῆς παλαιᾶς Ἀτθίδος.
 Choer. 600, 35: οἱ Ἴωνες τὴν εδίφθογγον τὴν οὖσαν ἐν τῷ
ὑπερσυντελίκῳ διαλύουσιν ἐν τῷ πρώτῳ προσώπῳ εἰς α οἷον ἐτετύ-
φειν ἐτετύφεα, ἐπεποιήκειν ἐπεποιήκεα τοῦ ν ἀποβληθέντος. οἱ δὲ
Ἀθηναῖοι τὸ διαλυθὲν ἐκ τῶν Ἰώνων συναιροῦσι καὶ ποιοῦσιν εἰς η
ἐπεποιήκη λέγοντες, ὅθεν καὶ τὸ «ἐκεχήνη ἐγώ» παρ' Ἀριστοφάνει ἐν
Ἀχαρνεῦσιν (10) «ὅτε δὴ ἐκεχήνη προσδοκῶν τὸν Αἰσχύλον» ὥσπερ
τείχεα τείχη. καὶ πάλιν τὸ ᾔδειν οἱ Ἴωνες λέγουσιν ᾔδεα κατὰ διάλυ-
σιν ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ «ᾔδεα μᾶλλον ἔγωγε» ἀντὶ τοῦ ᾔδειν· καὶ
λοιπὸν οἱ Ἀθηναῖοι κατὰ κρᾶσιν τοῦ ε καὶ α εἰς η ᾔδη·

Αίλιος Ηρωδιανός. ., Περὶ μονήρους λέξεως (0087: 033)


“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1870,
Repr. 1965.
Part+Vol.3,2, p. 934, li.6

βαί, καὶ περισπᾶται, ἀταταῖ, αἰαῖ, παπαῖ. τὸ δὲ πάλαι βαρύνεται. λέγε-


ται τὸ αἴτιον ἐν τῷ περὶ ἐπιρρημάτων.
 Αὐτάρκης ἡ παράθεσις τῆς μονήρους λέξεως ἐν τούτῳ τῷ βιβλίῳ,
ὅπως καὶ ἐν τῷ δευτέρῳ σχεδὸν ἴσην παράθεσιν ποιησώμεθα. εἰ δέ τις  
ἐπιζητοίη, διὰ τί ἐξ ὀνομάτων καὶ ῥημάτων καὶ ἐπιρρημάτων τὴν πα-
ράθεσιν ἐποιησάμεθα, εἴσεται μὲν ἐκ τοῦ προοιμίου· ἀλλὰ καὶ νῦν δη-
λώσω, ὡς ἀντωνυμιῶν μὲν οὐκ ἐμνήσθην, ἐπεὶ σχεδὸν μονήρεις εἰσὶ
πᾶσαι, καὶ μάλιστα αἱ πρωτότυποι· ἀλλ' οὐδὲ μετοχῶν, ἐπεὶ ἀεὶ δεύ-
τεραί εἰσι καὶ ἐπιζητοῦσι τὸ κινοῦν αὐτὰς ῥῆμα. εἰ δὲ καὶ περὶ μίαν
καὶ δευτέραν ἐγένετό τις ζήτησις, τοῦτο οὐ μονήρους ἐστὶ λέξεως
ἰδίωμα.
οὔτε μὴν ἄρθρων οὔτε προθέσεων ἐμνήσθην, ἀλλ' οὐδὲ συνδέσμων. ἐπεὶ
τούτων τῶν μερῶν τοῦ λόγου ἐξηριθμέναι πώς εἰσιν αἱ φωναί, τῶν
δὲ προειρημένων μερῶν λόγου, λέγω δὲ ὀνόματός τε καὶ ῥήματος καὶ
ἐπιρρήματος, πολλὴ μὲν χρῆσις φωνῶν, παραγωγή τε αὐτοῖς ποικίλη
πρόσεστι καὶ σχεδὸν ἴση. ὄνομα μὲν γὰρ εἰς ὄνομα παράγεται, ὡς
λεπτὸς Λεπτίνης, ἄριστος ἀριστεύς. παράγεται δὲ καὶ εἰς ῥῆμα, ὡς
παρὰ τὴν μάστιγος γενικὴν τὸ μαστιγῶ καὶ παρὰ τὴν εὐδαίμονος εὐδαι-
μονῶ. παράγεται δὲ καὶ εἰς ἐπίρρημα, ὡς παρὰ τὸ ἀκόνιτος ἀκονιτί,
601

ἀθεώρητος ἀθεωρητί, Λεσβόθεν τε καὶ οὐρανόθεν. τὸ αὐτὸ ἀποτελεῖ


καὶ τὸ ῥῆμα. ἤτοι γὰρ αὐτὸ καὶ εἰς ἑαυτὸ παράγεται,

Αίλιος Ηρωδιανός. ., Περὶ παθῶν (supplementum) (0087: 034)


“Grammatici Graeci, vol. 3.2”, Ed. Lentz, A.Leipzig: Teubner, 1870,
Repr. 1965.
Part+Vol.3,2, p. 313, li.31

 Arcad. 165, 6: τὸ οἴω οἴομαι κατὰ διάστασιν τοῦ ὀΐω γίνεται.


 Mon. 24, 6: τὸ οἶδα οἱ περὶ Ἀλκαῖον ὄϊδα λέγουσι τρισυλλάβως.
 St. B. 359, 5: Ἡρωδιανὸς ὑπομνηματίζων τὸ περὶ γενῶν Ἀπολ-
λωνίου «ἔστιν ὅτε μετὰ τὴν διαίρεσιν ἔκτασις γίνεται ὀΐομαι, ὄϊγον,
ὄϊδα παρ' Αἰολεῦσιν ἀντὶ τοῦ οἶδα».
 Theogn. 61 16: τὸ κοῖλος εὕρηται καὶ ἐν διαλύσει κόϊλος.
 Arcad. 121, 25: τὸ πλοῖον προπερισπᾶται ὡς πάσχον διαίρεσιν
Αἰολικῶς· πλόϊον γὰρ λέγεται.
 Il. Pr. Α 129: δῷσι πόλιν Τροΐην: ἔστι τὸ τῆς χρήσεως τῆς Ὁμη-
ρικῆς ἰδίωμα παραφυλάξαι οὕτως, ὡς ὅτι εἴ που λέγει τὸ Τροία δισυλ-
λάβως, οὐδέποτε ἐπιφέρει τὸ πόλις, οἷον «εἰσόκε περ Τροίην διαπέρ-
σομεν» (Il. Ι 46) καὶ «ἔνθα κεν ὑψίπυλον Τροίην ἕλον υἷες» (Il. Π
698) καὶ «Τροίῃ ἐν εὐρείῃ» (Il. Ω 256) καὶ ἀλλαχοῦ. ἐπὶ μέντοι τού-
των τῶν δύο ὁμοιοπτώτως ἐπήνεγκε τὸ πόλιν τῷ Τροΐην «δῷσι πόλιν
Τροΐην» καὶ τὸ «ἤτοι ἀμφὶ πόλιν Τροΐην» (Od. λ 510).  
 Il. Pr. Ε 163: ἀἕκοντας:  – τὸ ἄκοντα συναλοιφή ἐστι τοῦ
ἀέκοντος.

Αίλιος Ηρωδιανός. ., De figuris (= Περὶ σχημάτων) [Sp.] (0087: 035)


“Rhetores Graeci, vol. 3”, Ed. Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1856, Repr.
1966.
P. 90, li.16

τὴν γὰρ βριθομένη μετοχὴν ἐὰν μεταβάλλωμεν εἰς


τὸ βρίθεταῥῆμα, ὁ λόγος ἀπηρτισμένος ἔσται. τὸ
δὲ δεύτερον οὕτως,
  ἔνθ' οἵγ' εἰσέλασαν, πρὶν εἰδότες·
σημαίνει γάρ, ὡς καὶ τὸ πρότερον εἰδότων Φαιάκων τὴν
χώραν, ὅπερ οὐκ ἀληθές, ἀλλὰ δεῖ τὸ πρὶν εἰδότες
εἰς τὸ εἰδέναμεταστῆσαι, ἵνα ᾖ πρὸ τοῦ εἰ-
δέναι.
 Περὶ μὲν οὖν τῶν ἐν λέξει σχημάτων ἱκανὰ ταῦτα·
602

τὰ γὰρ παρά τι τῶν εἰρημένων ἐκφωνούμενα ποιητῶν


ἢ διαλέκτων ἐστὶν ἰδιώματα, ἤπερ ἐμπειρίας σχημα-
τισμοῦ. ῥητέον δὲ ἑξῆς περὶ τῶν ἐν διανοίᾳ τε καὶ λόγῳ
σχημάτων.

ΠΕΡΙ ΣΧΗΜΑΤΩΝ ΔΙΑΝΟΙΑΣ.

 Τὰ περὶ διάνοιαν σχήματα τὰ πρωτοστατοῦντα ἐν


ἑαυτοῖς ἔχει τὴν συγγυμνασίαν καὶ τὴν ποιὰν θέσιν αὐτῆς
τῆς διανοίας μετὰ τῆς τοῦ λόγου μορφῆς. ἔστι δὲ σχῆμα
διανοίας τὸ μὴ κατὰ φύσιν ἐκφέρον τὸν νοῦν μηδὲ ἐπ'
εὐθείας, ἀλλ' ἐκτρέπον καὶ ἐξαλλάσσον τὴν τῆς δια-
νοίας φράσιν, ὥσπερ ὅταν ὁ Δημοσθένης λέγῃ, σὺ δὲ

Αίλιος Ηρωδιανός. ., Παρεκβολαὶ τοῦ μεγάλου ῥήματος (0087: 050)


“Παρεκβολαὶ τοῦ μεγάλου ῥήματος ἐκ τῶν Ἡρωδιανοῦ”, Ed. La Roche, J.,
1863; Programm Akad. Gymn. Vienna.P. 17, li.8

τὸ πρῶτον· τὰ γὰρ τρία πρόσωπα συνάρχεσθαι θέλουσιν ἀλλήλοις, οἷον


τύπτω τύπτεις τύπτει, ἔτυπτον
ἔτυπτες ἔτυπτε, καὶ ἐπὶ τῶν ὁμοίων. τούτου χάριν προσέλαβε τὸ κατὰ τὸ
πρῶτον πρόσωπον, καὶ
ἐγένετο εἱστήκειν.  
 Διατί, ὅτε ἀπὸ φωνήεντος ἄρχεται ὁ ἐνεστώς, οὐκ αὐξάνει ὁ
παρακείμενος τὴν ἄρχουσαν τοῦ
ὑπερσυντελίκου, ὥσπερ ὁ ἐνεστὼς τοῦ παρατατικοῦ, καὶ ὁ μέλλων τοῦ
ἀορίστου; ἐπειδὴ κανών ἐστιν ὁ
λέγων, ὅτι καθόλου εἰ ὁ παρατατικὸς ἀπὸ μακρᾶς ἄρχεται φύσει ἢ θέσει,
ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἄρχονται καὶ
οἱ λοιποὶ παρῳχημένοι, οἷον ἔστελλον ἔσταλκα ἔστειλα, ἔφθειρον
ἔφθαρκα ἔφθειρα, ἔρραπτον ἔρραφα
ἔρραψα, ἠλέουν ἠλέηκα ἠλέησα, καὶ διὰ τοῦτο ὅτε ἀπὸ φωνήεντος
ἄρχεται ὁ παρακείμενος, ἀπὸ τοῦ
αὐτοῦ ἄρχεται ὁ ὑπερσυντέλικος.
 Καὶ πῶς ὅτε ὁ Ἀττικὸς παρακείμενος ἄρχεται ἀπὸ φωνήεντος, αὐξάνει
τὴν ἄρχουσαν ὁ ὑπερ-
συντέλικος, οἷον ἀλήλιφα ἠληλίφειν, ἀγήγοχα ἠγηγόχειν; ἰστέον ὅτι
ταῦτα διαλεκτικά εἰσιν ἰδιώματα
καὶ οὐκ ἀναγκαῖα εἰς ἀνατροπὴν τῶν κοινῶν. σεσημείωται δὲ ἐν τοῖς ἀπὸ
φωνήεντος ἀρχομένοις Ἀττι-
κοῖς παρακειμένοις ὁ ἐληλύθειν ὑπερσυντέλικος, οὐκ αὐξάνει γὰρ τὴν
603

ἄρχουσαν, καὶ ὁ ἐώλπειν καὶ


ὁ ἐώργειν καὶ ὁ ἐῴκειν, ὑπερσυντέλικοι ὄντες, οὐ μεγεθύνουσι τὴν
ἄρχουσαν. ἰστέον ὅτι ταῦτα ὑπερ-
βιβασμὸν ἀνεδέξαντο τοῦ χρόνου, ἔστι γὰρ ὁ μέσος παρακείμενος ἔολπα,
ἔοργα, ἔοικα, καὶ ὤφειλεν
εἶναι ἠόλπειν, ἠόργειν, ἠοίκειν. ἀλλὰ καθ' ὑπερβιβασμὸν τοῦ χρόνου
ἐγένοντο ἐώλπειν, ἐώργειν, ἐῴκειν,
τῆς πρώτης συλλαβῆς συσταλείσης εἰς τὸ ε, τῆς δὲ δευτέρας ἐκταθείσης
εἰς τὸ ω.
 Ποῦ διαλύουσιν οἱ Ἴωνες τὴν εδίφθογγον τὴν οὖσαν ἐν τῷ
ὑπερσυντελίκῳ εἰς εα, οἷον ἐτετύφειν
ἐτετύφεα, ἐπεποιήκειν ἐπεποιήκεα, τοῦ ν ἀποβληθέντος; ἐπειδὴ τὸ α
ἐπιβλητικόν ἐστι τοῦ ν, οἷον Ξέρξην
Ξέρξεα, ἦν ἔα. τὸ δὲ μοῦσαν καὶ ἔτυψαν ἀπὸ κλίσεως ἔχουσι τὸ ν, καὶ οὐ
κατὰ πάθος, ὥσπερ ταῦτα.

Στράβων Γεωγραφικά. (0099: 001)“Strabonis geographica, 3 vols.”,


Ed. Meineke, A.Leipzig: Teubner, 1877, Repr. 1969.Book 1, ch. 1, Sec.
16, li.13

καὶ ἐκ τοῦ λόγου. οἱ γοῦν ποιηταὶ φρονιμωτάτους


τῶν ἡρώων ἀποφαίνουσι τοὺς ἀποδημήσαντας πολ-
λαχοῦ καὶ πλανηθέντας· ἐν μεγάλῳ γὰρ τίθενται
τὸ πολλῶν ἀνθρώπων ἰδεῖν ἄστεα καὶ νόον γνῶναι.
καὶ ὁ Νέστωρ σεμνύνεται διότι τοῖς Λαπίθαις ὡμί-
λησεν, ἐλθὼν μετάπεμπτος “τηλόθεν ἐξ ἀπίης
γαίης· καλέσαντο γὰρ αὐτοί.” καὶ ὁ Μενέλαος ὡσαύ-
τως “Κύπρον Φοινίκην τε καὶ Αἰγυπτίους ἐπαλη-
“θεὶς Αἰθίοπας θ' ἱκόμην καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβοὺς
“καὶ Λιβύην, ἵνα τ' ἄρνες ἄφαρ κεραοὶ τελέθουσι,”
προσθεὶς καὶ τὸ ἰδίωμα τῆς χώρας “τρὶς γὰρ τίκτει
μῆλα τελεσφόρον εἰς ἐνιαυτόν.” πάντα γὰρ τὰ τοιαῦτα
παρασκευαί τινες εἰς φρόνησιν μεγάλαι τῷ μαθεῖν τῆς
χώρας τὴν φύσιν καὶ ζῴων καὶ φυτῶν ἰδέας. προς-
θεῖναι δὲ καὶ τὰ τῆς θαλάττης· ἀμφίβιοι γὰρ τρό-
πον τινά ἐσμεν καὶ οὐ μᾶλλον χερσαῖοι ἢ θαλάττιοι.
καὶ τὸν Ἡρακλέα εἰκὸς ἀπὸ τῆς πολλῆς ἐμπειρίας τε
καὶ ἱστορίας λεχθῆναι “μεγάλων ἐπιίστορα ἔργων.”
ἔκ τε δὴ τῆς παλαιᾶς μνήμης καὶ ἐκ τοῦ λόγου μαρτυ-  
ρεῖται τὰ λεχθέντα ἐν ἀρχαῖς ὑφ' ἡμῶν, διαφερόντως
604

Στράβων Γεωγραφικά. Book 2, ch. 3, Sec. 4, li.11

 Μνησθεὶς δὲ τῶν περιπλεῦσαι λεγομένων τὴν Λι-


βύην, Ἡρόδοτον μὲν οἴεσθαί φησιν ὑπὸ Δαρείου πεμ-
φθέντας τινὰς τελέσαι τὸν περίπλουν· Ἡρακλείδην δὲ
τὸν Ποντικὸν ἐν διαλόγῳ ποιεῖν ἀφιγμένον παρὰ Γέ-
λωνι μάγον τινὰ περιπλεῦσαι φάσκοντα. ἀμάρτυρα δὲ
ταῦτ' εἶναι φήσας καὶ Εὔδοξόν τινα Κυζικηνὸν θεω-
ρὸν καὶ σπονδοφόρον τοῦ τῶν Κορείων ἀγῶνος ἐλθεῖν
εἰς Αἴγυπτον ἱστορεῖ κατὰ τὸν δεύτερον Εὐεργέτην·
συσταθῆναι δὲ καὶ τῷ βασιλεῖ καὶ τοῖς περὶ αὐτόν ...
καὶ μάλιστα κατὰ τοὺς ἀνάπλους τοῦ Νείλου, θαυμα-
στικὸν ὄντα τῶν τοπικῶν ἰδιωμάτων ἅμα καὶ οὐκ ἀπαί-
δευτον. τυχεῖν δή τινα Ἰνδὸν κομισθέντα ὡς τὸν βα-
σιλέα ὑπὸ τῶν φυλάκων τοῦ Ἀραβίου μυχοῦ, λεγόν-
των εὑρεῖν ἡμιθανῆ καταχθέντα μόνον ἐν νηί, τίς δ'
εἴη καὶ πόθεν ἀγνοεῖν μὴ συνιέντας τὴν διάλεκτον·
τὸν δὲ παραδοῦναι τοῖς διδάξουσιν ἑλληνίζειν. ἐκμα-
θόντα δὲ διηγήσασθαι διότι ἐκ τῆς Ἰνδικῆς πλέων πε-
ριπέσοι πλάνῃ καὶ σωθείη δεῦρο τοὺς σύμπλους ἀπο-
βαλὼν λιμῷ· ὑποληφθέντα δὲ ὑποσχέσθαι τὸν εἰς Ἰν-
δοὺς πλοῦν ἡγήσασθαι τοῖς ὑπὸ τοῦ βασιλέως προχει-
ρισθεῖσι· τούτων δὲ γενέσθαι τὸν Εὔδοξον.

Στράβων Γεωγραφικά. Book 9, ch. 2, Sec. 41, li.3

ἀμφότερα ἐμφαίνει, καὶ πλοῦτον καὶ δύναμιν, ὃς


εἴτ' ἐν τῷ λαμβάνειν χάριτας εἴτ' ἐν τῷ διδόναι
κατορθῶν εἴτε καὶ ἀμφότερα, τὰς θεὰς ἐτίμησε
ταύτας. λέγουσι δὲ τὸ χωρίον, ὅπερ ἡ λίμνη κατέ-  
χει νῦν ἡ Κωπαΐς, ἀνεψῦχθαι πρότερον καὶ γεωρ-
γεῖσθαι παντοδαπῶς ὑπὸ τοῖς Ὀρχομενίοις ὂν πλη-
σίον οἰκοῦσι· καὶ τοῦτ' οὖν τεκμήριον τοῦ πλούτου
τιθέασι.
 Τὴν δ' Ἀσπληδόνα χωρὶς τῆς πρώτης συλλαβῆς
ἐκάλουν τινές· εἶτ' Εὐδείελος μετωνομάσθη καὶ αὐτὴ
καὶ ἡ χώρα, τάχα τι ἰδίωμα προσφερομένη ἐκ τοῦ δει-
λινοῦ κλίματος οἰκεῖον τοῖς κατοικοῦσι, καὶ μάλιστα
τὸ εὐχείμερον. διέχει δὲ τοῦ Ὀρχομενοῦ στάδια εἴκοσι·
μεταξὺ δ' ὁ Μέλας ποταμός.
 Ὑπέρκειται δ' Ὀρχομενίας ὁ Πανοπεύς, Φωκικὴ
605

πόλις, καὶ Ὑάμπολις· τούτοις δ' ὁμορεῖ Ὀποῦς, ἡ τῶν


Λοκρῶν μητρόπολις τῶν Ἐπικνημιδίων. πρότερον μὲν
οὖν οἰκεῖσθαι τὸν Ὀρχομενόν φασιν ἐπὶ πεδίῳ, ἐπιπο-
λαζόντων δὲ τῶν ὑδάτων ἀνοικισθῆναι πρὸς τὸ Ἀκόν-
τιον ὄρος, παρατεῖνον ἐπὶ ἑξήκοντα σταδίους μέχρι

Στράβων Γεωγραφικά. Book 15, ch. 1, Sec. 24, li.4

Νείλου ὕδωρ δι' εὐθείας ἔπεισι πολλὴν χώραν καὶ στε-


νὴν καὶ μεταβάλλει πολλὰ κλίματα καὶ πολλοὺς ἀέρας,
τὰ δ' Ἰνδικὰ ῥεύματα ἐς πεδία ἀναχεῖται μείζω καὶ
πλατύτερα ἐνδιατρίβοντα πολὺν χρόνον τοῖς αὐτοῖς
κλίμασι, τοσῷδε ἐκεῖνα τούτου τροφιμώτερα, διότι
καὶ τὰ κήτη μείζω τε καὶ πλείω· καὶ ἐκ τῶν νεφῶν δὲ
ἑφθὸν ἤδη χεῖσθαι τὸ ὕδωρ.
 Τοῦτο δ' οἱ μὲν περὶ Ἀριστόβουλον οὐκ ἂν συγ-
χωροῖεν οἱ φάσκοντες μὴ ὕεσθαι τὰ πεδία. Ὀνησικρί-
τῳ δὲ δοκεῖ τόδε τὸ ὕδωρ αἴτιον εἶναι τῶν ἐν τοῖς ζῴ-
οις ἰδιωμάτων, καὶ φέρει σημεῖον τὸ καὶ τὰς χρόας τῶν
πινόντων βοσκημάτων ξενικῶν ἀλλάττεσθαι πρὸς τὸ
ἐπιχώριον. τοῦτο μὲν οὖν εὖ, οὐκέτι δὲ καὶ [τὸ] τοῦ
μέλανας εἶναι καὶ οὐλότριχας τοὺς Αἰθίοπας ἐν ψιλοῖς
τοῖς ὕδασι τὴν αἰτίαν τιθέναι, μέμφεσθαι δὲ τὸν Θεο-
δέκτην εἰς αὐτὸν τὸν ἥλιον ἀναφέροντα τὸ αἴτιον, ὅς
φησιν οὕτως “οἷς ἀγχιτέρμων ἥλιος διφρηλατῶν σκο-
“τεινὸν ἄνθος ἐξέχρωσε λιγνύος εἰς σώματ' ἀνδρῶν,
“καὶ συνέστρεψεν κόμας μορφαῖς ἀναυξήτοισι συν-
“τήξας πυρός.” ἔχοι δ' ἄν τινα λόγον· φησὶ γὰρ μήτε
ἐγγυτέρω τοῖς Αἰθίοψιν εἶναι τὸν ἥλιον ἢ τοῖς ἄλλοις,

Αίλιος Αριστείδης. Ρητορική τέχνη. . [Sp.] (0284: 056)“Rhetores


Graeci, vol. 2”, Ed. Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1854, Repr. 1966.Book
2, ch. 2, Sec. 1, sub Sec. 8, li.11

 Κατὰ δὲ σχῆμα σχήματι ἀνειμένῳ· οὐ γὰρ δια-


τεινόμενος ἂν ἐποίησεν, ὡς ἄν τις τῶν πολιτικῶν εἶπεν,
οὐχὶ τὰ αὐτὰ παρίσταταί μοι γινώσκειν τοῖς πολλοῖς
περὶ τῶν ἀνδρῶν τῶν σπουδαίων· οἱ μὲν γὰρ πολλοὶ
οὐκ ἄλλα τινὰ οἴονται [γὰρ] αὐτῶν ἀξιομνημόνευτα εἶ-
ναι ἐν τῇ σπουδῇ τὰ πραττόμενα, ἐμοὶ δὲ οὐ τὸν αὐτὸν
606

τρόπον· ἀλλ' οὐδὲν ἧττον δοκεῖ τὰ ἐν ταῖς παιδιαῖς


μνήμης τυγχάνειν ἄξια, ἢ ἃ ἂν σπουδάζοντες πράττοιεν.
οὐχ οὕτως οὖν προήγαγεν, ἀλλ' ἀνειμένῳ τῷ σχήματι
καὶ ἐξηλλαγμένως ἀλλ' ἔμοιγε δοκεῖ, εἶτα κατὰ τὸ
ἰδίωμα τοῦ λόγου ἤθους ἐχόμενα καὶ τὰ ὀνόματα τῶν
καλῶν καὶ ἀγαθῶν ἀνδρῶν· καὶ πάλιν φησίν,  
ὡς δὲ ἱπποδρομία ἔληξεν. ἀνειμένον δὲ καὶ ἀνα-
πεπτωκὸς εἶναι δοκεῖ τὸ σχῆμα, πολιτικὸς δ' ἂν οὐχ
οὕτως ἐποίησεν, ἀλλὰ συντονώτερον, ὅποι δὴ ἱπποδρο-
μία ἔληξεν, ἢ τοιούτῳ τινὶ τρόπῳ.
 Ποικίλως δὲ τοῖς σχήμασι χρῶνται οἱ ἀρχαῖοι
ἀφελεῖς τε καὶ οἱ πολιτικοὶ ἄνδρες· ἃ γὰρ ἐν πολιτικῷ
λόγῳ δριμὺν τὸν λόγον ποιεῖ, ἐνθάδε ἀφελῆ ἐργάζεται.
καὶ τὸν ῥυθμὸν δὲ τῆς ἀπαγγελίας τοιοῦτον εἶναι δεῖ
οἷον προϊέναι καὶ ἐμβαίνειν μᾶλλον ἢ ἑαυτῷ ἐπικείμε

Αίλιος Αριστείδης. Ρητορική τέχνη. . [Sp.] Book 2, ch. 3, Sec. 1, sub


Sec. 5, li.2

λέγεις ἔστιν ἐνδείξασθαι, ἐνταῦθα δὲ οὔ, ὡς ἂν ἀφε-


λείας δεῖγμα καὶ ἁπλότης διανοίας. παραδείγματος δὲ
ἕνεκα κείσθω παρ' ἀμφοῖν· ὁ μὲν Δημοσθένης ἦθος
ἐμφῆναι βουλόμενος τί φησι; πάνυ τοίνυν προσῆ-
κον ἂν εἴη τοιοῦτον περὶ πλείστου ποιεῖσθαι
ὑμᾶς, καὶ ἄνδρα εὐεργέτην δικαίως ὀνομά-
ζειν. Ξενοφῶντος δὲ ἦθος καὶ ἡ χεὶρ αὐτῷ ἐπη-
κολούθησεν, ὥστε σαφῶς τὴν τάξιν ἐξετάζοντες ἐφ'
ἑκατέρᾳ αὐτῶν εὕροιμεν ἂν τὸ ἦθος.
 Τὰ δὲ ἤθη ὁ Ξενοφῶν ἐργάζεται πρῶτον μὲν
πρὸς τὰ ἰδιώματα ἀφορῶν τῶν προσώπων περὶ ὧν ἂν
ποιούμενος τοὺς λόγους τυγχάνῃ, ἔπειτα τοὺς καιροὺς
ὁρῶν καὶ πρὸς τούτοις τὰς περιστάσεις καὶ τὰ συμβεβη-  
κότα καὶ τὰ παρόντα αὐτοῖς καὶ τὰ παρακολουθοῦντα,
ἐξ ὧν συλλογιζόμενος ἤθη εὑρίσκει ἐργάζεσθαι ἐν τοῖς
λόγοις καὶ νὴ Δία γε καὶ πάθη. ἵνα δὲ ἀπ' αὐτῶν τῶν
βιβλίων ἄρξηταί τις, ἐν τῷ Συμποσίῳ πᾶσα μὲν ἀρετή
ἐστι, ὁ δὲ λόγος καὶ ἡ ἁπλότης τῆς διανοίας ἐστὶ τῶν
λεγομένων, ὃ οὕτω τις ἂν ἦθος εἴποι· καὶ σχεδὸν ὁ λό-
γος ἅπας οὕτω προῆκται. πόθεν οὖν τοῦτο ὑπῆρξεν
αὐτῷ; τῷ ἰδεῖν τὸν καιρὸν καὶ τὸ πρᾶγμα ὁποῖον καὶ
607

Αίλιος Αριστείδης. Ρητορική τέχνη. . [Sp.] Book 2, ch. 3, Sec. 1, sub


Sec. 5, li.25

σθαι συμβαίνει. πρὸς ἃ προορῶν ἀπειργάσατο τὸν λό-


γον, οἷον εὐθὺς ἐν ἀρχῇ τοῦ λόγου, ἀλλ' ἔμοιγε
δοκεῖ τῶν καλῶν κἀγαθῶν ἀνδρῶν οὐ μόνον
τὰ μετὰ σπουδῆς πραττόμενα ἀξιομνημόνευ-
τα εἶναι, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐν ταῖς παιδιαῖς. ἤθους
ἐχόμενόν ἐστι τὸ νόημα, ὅτι δεῖ καὶ τὰ μετὰ παιδιὰς
πραττόμενα τῶν μεγάλων τε καὶ ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἀπο-
δέχεσθαι, καὶ ἔστι τὸ θεώρημα τοῦ ἀφελοῦς, ὅτι μὴ ἐκ
παντὸς τρόπου δεῖ διώκειν τὰ ἔνδοξα καὶ τὰ μεγάλα,
ἀλλὰ καὶ τὰ δοκοῦντα φαῦλα εἶναι καὶ εὐκαταφρόνητα.
πάλιν ἐν τοῖς Ἀπομνημονεύμασι τὸ ἰδίωμα καταμαθὼν
τῆς Σωκράτους προαιρέσεως, πρὸς τοῦτο ἀπιδὼν προς-
αγήοχε τὸν λόγον· ὄντος γὰρ τοῦ ὑποκειμένου ὀργῆς
ἀξίου καὶ ἐπιτιμήσεως τὸ Σωκράτην τοσούτου ἄξιον
ἄνδρα κατακεκρίσθαι, ὅμως οὗτος ὡς ἀφελὴς ἀνὴρ ἦθος
κἀνταῦθα ἐνεδείξατο, πολλάκις φησὶν ἐθαύμασα,
οὐχὶ δὲ εἶπεν, ἐφ' ᾧ τις ἂν ὀργισθείη ἢ ἐφ' ᾧ ἄξιον
ἐπιτιμῆσαι. δεῖ μέντοι κἀκεῖνο ὁρᾶν, ὅπως ὑφειμένα
διὰ τὸ ἀφελὲς τιθεὶς ὀνόματα οὐδὲν ἧττον ἐν τῷ οἰκείῳ
τόπῳ ἐνέφηνε τὸ μέγεθος τοῦ πράγματος· τὸ γὰρ ἐθαύ-
μασα καὶ τὸ πολλάκις οὐ μικρῶν ἐστιν ἔμφασις.

Αίλιος Αριστείδης. Ρητορική τέχνη. . [Sp.] Book 2, ch. 3, Sec. 1, sub


Sec. 6, li.10

τοιοῦτος καὶ τάδε ἐποίει.


 Ἔστι δὲ οὐ μόνον τὸ εἶδος τοῦ ἦθος δοκεῖν παρέ-
χεσθαι ἐν τῷ λόγῳ τῷ κατὰ τὴν ἁπλότητα τῆς διανοίας,  
ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸ ἐναντίον τούτου, οἷον σκληρότερον
καὶ ἀπηνῆ περιθεῖναι λόγον, ὅταν τοιοῦτόν τι ὑποτεθῇ,
καὶ πάλιν αὖ εἰ ἐρῶντί τινι οἰκείους λόγους περιθείη,
καὶ πᾶσιν ὁμοίως πρὸς τὰ πάθη ἀφορῶντα, ὃν τρόπον
καὶ ἐν τῇ Παιδείᾳ ἐκ τῶν περιστάντων πάθη εἰργάσατο,
ὁπόσα περί τε Ἀβραδάτου καὶ τῆς ἐκείνου γυναικὸς
εἴρηται· ἡ δὲ πᾶσα ἀρετὴ τὸ διαφυλάξαι καὶ τηρῆσαι
τὰ ἰδιώματα ἑκάστου, ὥσπερ ἦν. οὕτω πεποίηκε τὸν
Κυαξάρην διὰ παντὸς ὀργίλον καὶ ἵνα ἄλλον ἔχοντά τι
608

ἐν τῇ ψυχῇ ἰδίωμα· ταῦτα γὰρ ἤθη μεγάλα ἐργάζεται ἐν


τῷ λόγῳ· φυλάξαις δ' ἄν, ἐὰν ἐπακολουθήσῃς τῇ προ-
τέρᾳ διανοίᾳ καὶ τῇ προαιρέσει τοῦ λόγου, τί σοι βού-
λεται σκοπῶν καὶ πρὸς τὸ ἰδίωμα ἀφορῶν περὶ οὗ ἂν
λέγῃς.
 Τὰ δὲ ἤθη ἐν ταῖς ἀφελείαις τόνον λαμβάνει καὶ
σεμνότητα, ὅταν τις ἐμφανίζων τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἐπὶ
μόνης τῆς ἐννοίας τὸ ἦθος καταλείπῃ, οἷον εἰ ἔλεγες σὺ
ἐνσημαινόμενος, ἔδοσαν δὲ οἱ θεοὶ καὶ ἐτίμησαν

Αίλιος Αριστείδης. Ρητορική τέχνη. . [Sp.] Book 2, ch. 3, Sec. 1, sub


Sec. 6, li.12

χεσθαι ἐν τῷ λόγῳ τῷ κατὰ τὴν ἁπλότητα τῆς διανοίας,  


ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸ ἐναντίον τούτου, οἷον σκληρότερον
καὶ ἀπηνῆ περιθεῖναι λόγον, ὅταν τοιοῦτόν τι ὑποτεθῇ,
καὶ πάλιν αὖ εἰ ἐρῶντί τινι οἰκείους λόγους περιθείη,
καὶ πᾶσιν ὁμοίως πρὸς τὰ πάθη ἀφορῶντα, ὃν τρόπον
καὶ ἐν τῇ Παιδείᾳ ἐκ τῶν περιστάντων πάθη εἰργάσατο,
ὁπόσα περί τε Ἀβραδάτου καὶ τῆς ἐκείνου γυναικὸς
εἴρηται· ἡ δὲ πᾶσα ἀρετὴ τὸ διαφυλάξαι καὶ τηρῆσαι
τὰ ἰδιώματα ἑκάστου, ὥσπερ ἦν. οὕτω πεποίηκε τὸν
Κυαξάρην διὰ παντὸς ὀργίλον καὶ ἵνα ἄλλον ἔχοντά τι
ἐν τῇ ψυχῇ ἰδίωμα· ταῦτα γὰρ ἤθη μεγάλα ἐργάζεται ἐν
τῷ λόγῳ· φυλάξαις δ' ἄν, ἐὰν ἐπακολουθήσῃς τῇ προ-
τέρᾳ διανοίᾳ καὶ τῇ προαιρέσει τοῦ λόγου, τί σοι βού-
λεται σκοπῶν καὶ πρὸς τὸ ἰδίωμα ἀφορῶν περὶ οὗ ἂν
λέγῃς.
 Τὰ δὲ ἤθη ἐν ταῖς ἀφελείαις τόνον λαμβάνει καὶ
σεμνότητα, ὅταν τις ἐμφανίζων τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἐπὶ
μόνης τῆς ἐννοίας τὸ ἦθος καταλείπῃ, οἷον εἰ ἔλεγες σὺ
ἐνσημαινόμενος, ἔδοσαν δὲ οἱ θεοὶ καὶ ἐτίμησαν Χεί-
ρωνα, ὥσπερ χρή, δίκαιόν τε τὰ τοῦ καλοῦ

Αίλιος Αριστείδης. Ρητορική τέχνη. . [Sp.] Book 2, ch. 3, Sec. 1, sub


Sec. 6, li.15

καὶ πάλιν αὖ εἰ ἐρῶντί τινι οἰκείους λόγους περιθείη,


καὶ πᾶσιν ὁμοίως πρὸς τὰ πάθη ἀφορῶντα, ὃν τρόπον
καὶ ἐν τῇ Παιδείᾳ ἐκ τῶν περιστάντων πάθη εἰργάσατο,
ὁπόσα περί τε Ἀβραδάτου καὶ τῆς ἐκείνου γυναικὸς
609

εἴρηται· ἡ δὲ πᾶσα ἀρετὴ τὸ διαφυλάξαι καὶ τηρῆσαι


τὰ ἰδιώματα ἑκάστου, ὥσπερ ἦν. οὕτω πεποίηκε τὸν
Κυαξάρην διὰ παντὸς ὀργίλον καὶ ἵνα ἄλλον ἔχοντά τι
ἐν τῇ ψυχῇ ἰδίωμα· ταῦτα γὰρ ἤθη μεγάλα ἐργάζεται ἐν
τῷ λόγῳ· φυλάξαις δ' ἄν, ἐὰν ἐπακολουθήσῃς τῇ προ-
τέρᾳ διανοίᾳ καὶ τῇ προαιρέσει τοῦ λόγου, τί σοι βού-
λεται σκοπῶν καὶ πρὸς τὸ ἰδίωμα ἀφορῶν περὶ οὗ ἂν
λέγῃς.
 Τὰ δὲ ἤθη ἐν ταῖς ἀφελείαις τόνον λαμβάνει καὶ
σεμνότητα, ὅταν τις ἐμφανίζων τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἐπὶ
μόνης τῆς ἐννοίας τὸ ἦθος καταλείπῃ, οἷον εἰ ἔλεγες σὺ
ἐνσημαινόμενος, ἔδοσαν δὲ οἱ θεοὶ καὶ ἐτίμησαν Χεί-
ρωνα, ὥσπερ χρή, δίκαιόν τε τὰ τοῦ καλοῦ πεποιημέ-
νον ἀγασθέντες αὐτοῦ, ὅτι δίκαιός τε ἦν καὶ τὴν ἄλλην
ἀρετὴν ἐπετήδευεν· ἐν γὰρ τούτοις ἐμφανίζεις τὴν σε-
αυτοῦ γνώμην πῶς ἔχεις περὶ τοὺς τοιούτους ἄνδρας·

Αίλιος Αριστείδης. Ρητορική τέχνη. . [Sp.] Book 2, ch. 10, Sec. 1, sub
Sec. 3, li.5

κατασκευαὶ αὐτῶν ἄνευ παραδειγμάτων εἰσίν, ὡς ἐπὶ


τὸ πλεῖστον, ὡς δῆλον μέν ἐστι καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις ἅπασι,
μάλιστα δὲ ἐν τοῖς Ἀπομνημονεύμασιν· ἐκεῖ γὰρ τὸν
Σωκράτην ὃν τρόπον περὶ ἑκάστων διαλεγόμενον καὶ
ἀποδεικνύντα ἕκαστα πεποίηκεν ἔστιν ἀνασκοπουμένῳ
καταμαθεῖν, ὡς τοῦτον τὸν τρόπον προῆκται.
 Δεῖ δὲ τὰ παραδείγματα καὶ τὰ παρατιθέμενα
δι' ὧν ἂν ἐπιδεικνύῃς πρὸς τὸ προκείμενόν σοι ὅμοια
εἶναι καὶ κοινωνεῖν τούτοις περὶ ὧν ἂν λέγηται, ἢ κατὰ
γένος, ἢ κατὰ ἰσχύν, ἢ κατὰ χρόνον, ἢ κατὰ τὰ ἀπο-
βαίνοντα ἐξ αὐτῶν, ἢ κατὰ ἰδιώματα αὐτῶν, ἢ κατ'
ἄλλην τινὰ ὁμοιότητα. καὶ ἔστι τοῦτο καλὸν ἐν τῷ τοι-
ούτῳ εἴδει τῶν λόγων καὶ τὸ τὴν ἁπλότητα μάλιστα
ἀπεργαζόμενον, ὅθεν καὶ εὐπορία πλεκτὴ γίνεται, καὶ
ὁ λόγος ἐκ τῶν ἐπεγκυκλουμένων ἀφελὴς φαίνεται, διά
τε τὸ σεμνότερον γίνεσθαι τὸ λεγόμενον καὶ δι' ἑτέρου
ἐναργέστερον, ὅπερ λαλιᾶς ἔργον μᾶλλον εἶναι φαίνεται.
      
    

Αίλιος Αριστείδης. Ρητορική τέχνη. . [Sp.] Book 2, ch. 11, Sec. 1, sub
Sec. 3, li.5
610

θέσεως καὶ ἐναλλαγῶν καὶ πάντων τῶν τοιούτων, καὶ


ἁπλῶς τὰ τοιαῦτα φαίνεται, ὅθεν καὶ διαστάσεις πολλαὶ
καὶ συνεχεῖς καὶ ἀρχαὶ τῶν νοημάτων οὐχ ἡνωμέναι ἔτι,
ἀλλ' ἀπηρτισμέναι· ἔτι δὲ ἄλλα καὶ ἄλλα μάλιστα φαί-
νεται τὰ λεγόμενα, καὶ οὐχ ὡς ὕφος ἐστὶ τὸ σύγγραμμα,
ἀλλ' ὥσπερ κατὰ κόμμα λαλιῶν εἴδει συνηγμένον.
 Τοῦτο μὲν οὖν πεποίηκε καὶ τὸ διήγησιν εἶναι
δοκεῖν τὰ λεγόμενα ἀνδρὸς ἀγαθοῦ πράξεων· οὐ μὴν
πάντη καὶ ἐπὶ παντὶ ἁρμόζει ἔμοιγε δοκεῖν τῶν ἀφελῶν
λόγων, καὶ δεῖ τοῦτο καταμεμαθηκέναι, εἰ καί τι ἄλλο
ἰδίωμα Ξενοφῶντος· καὶ γάρ ἐστι τοῦτο μάλιστα, ὥς γε
οἶμαι, τὸ ἀφελῆ τὸν λόγον ἀπεργαζόμενον.
      
     

ΠΕΡΙ ΑΡΧΗΣ.

 Φέρε δὴ καὶ περὶ ἀρχῆς λόγου καταμάθωμεν, ὃν


τρόπον εἴωθε Ξενοφῶν ποιεῖν τὰς ἀρχάς, δεῖ δὲ ἐπὶ
πάντων ὁμοίως τῶν λόγων προδιοικεῖσθαι τί χρήσιμον
περὶ τὰ πράγματα, καὶ ἢ τὰ ἀντιπίπτοντα λύειν, ἢ συν-
ιστάναι αὐτὰ ἑαυτῷ. ταύτῃ μὲν οὖν ὁμοίως ἔχει τοῖς  
πολιτικοῖς, τὰ δὲ ἰδιώματα λείπεται τοῖς ἀφελέσι κατὰ
τὴν μεταχείρισιν καὶ τὴν ἀπαγγελίαν.

Critias Eleg., Phil., Trag., Fragm. (0319: 004)“Die Fragmente der


Vorsokratiker, vol. 2, 6th edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin:
Weidmann, 1952, Repr. 1966.
Frag. 2, li.2

ΚΡΙΤΙΟΥ ΕΛΕΓΕΙΑ

 ATHEN. epit. I p. 28 B Κ. δὲ οὕτως [τὰ ἐξ ἑκάστης


πόλεως ἰδιώματα καταλέγει]· ‘κότταβος ... τρόπαιον’. καὶ ἐπαινεῖται
ὄντως
ὁ Ἀττικὸς κέραμος. XV 666 B πρῶτον μὲν ἡ τῶν κοττάβων εὕρεσις
611

Σικελική ἐστιν
παιδιά, ταύτην πρώτων εὑρόντων Σικελῶν, ὡς Κ. φησὶν ὁ Καλλαίσχρου
ἐν τοῖς
Ἐλεγείοις διὰ τούτων· ‘κότταβος ... καθιστάμεθα’ Lex. BEKK. VI
Anecd. I 382, 19 [Phot. A 73, 3 Reitzenst.] ἀλεξίλογα: οὕτω τὰ γράμ-
ματα κέκληκε Κ. ὁ τύραννος [V. 10].
 κότταβος ἐκ Σικελῆς ἐστι χθονός, ἐκπρεπὲς ἔργον,
 ὃν σκοπὸν ἐς λατάγων τόξα καθιστάμεθα·
 εἶτα δ' ὄχος Σικελὸς κάλλει δαπάνηι τε κράτιστος  
 Θεσσαλικὸς δὲ θρόνος, γυίων τρυφερωτάτη ἕδρα·
 εὐναίου δὲ λέχους ἔξοχα κάλλος ἔχει

Nicomachus Math., Introductio arithmetica (0358: 001)


“Nicomachi Geraseni Pythagorei introductionis arithmeticae libri ii”, Ed.
Hoche, R.
Leipzig: Teubner, 1866.
Book 1, ch. 10, Sec. 10, li.4

εἶτα πάλιν τῷ τρίτῳ ἀριθμῷ τῷ ζ τὸ αὐτὸ ποίει,


 ἑπτάκις δ, ἑπτάκις η, ἑπτάκις ιϛ, ἑπτάκις λβ·
οἱ γὰρ γινόμενοί εἰσιν     κη, νϛ, ριβ, σκδ,
καὶ κατὰ τὰ αὐτά, μέχρις οὗ βούλει, προχωρεῖν συμ-
φωνήσει σοι·      
ὅταν δὴ τοὺς ἐξ ἑκάστου πολυπλασιασμοὺς ἐν ἰδίῳ
στίχῳ τάξῃς παραλλήλους ποιούμενος τοὺς στίχους,
φανήσεταί σοι θαυμαστῶς κατὰ μὲν τὸ πλάτος συμ-
βαῖνον τὸ τῶν ἀρτιοπερίσσων ἰδίωμα, ὅτι ἀεὶ τῶν
ἄκρων ὁ μέσος ὑποδιπλάσιος, εἰ εἷς εἴη, εἰ δὲ δύο
μέσοι, ἶσοι κατὰ σύνθεσιν· κατὰ δὲ τὸ μῆκος τὸ τῶν
ἀρτιάκις ἀρτίων· τὸ γὰρ ὑπό – ἶσον τῷ ἀπό – , εἰ μία
εἴη μεσότης, ἢ τῷ ὑπό, εἰ δύο εἴησαν· ὥστε τὰ ἀμ-
φοτέρων ἰδιώματα τούτῳ μόνῳ συμβέβηκεν, ὡς ὄντι
φυσικῷ μίγματι αὐτῶν.
 Τοῦ δὲ περισσοῦ καὶ πάλιν καθ' ὑποδιαίρε-
σιν διακεκριμένου πρὸς τὸν ἄρτιον καὶ κατὰ μηδὲν  
κοινωνοῦντος, εἴπερ ἐκεῖνος μὲν διχῆ εἰς ἶσα διαιρε-
τός, οὗτος δὲ εἰς δύο ἶσα ἀδιαίρετος, τρία ὁμοίως

Nicomachus Math., Introductio arithmetica Book 1, ch. 10, Sec. 10, li.9

  
612

ὅταν δὴ τοὺς ἐξ ἑκάστου πολυπλασιασμοὺς ἐν ἰδίῳ


στίχῳ τάξῃς παραλλήλους ποιούμενος τοὺς στίχους,
φανήσεταί σοι θαυμαστῶς κατὰ μὲν τὸ πλάτος συμ-
βαῖνον τὸ τῶν ἀρτιοπερίσσων ἰδίωμα, ὅτι ἀεὶ τῶν
ἄκρων ὁ μέσος ὑποδιπλάσιος, εἰ εἷς εἴη, εἰ δὲ δύο
μέσοι, ἶσοι κατὰ σύνθεσιν· κατὰ δὲ τὸ μῆκος τὸ τῶν
ἀρτιάκις ἀρτίων· τὸ γὰρ ὑπό – ἶσον τῷ ἀπό – , εἰ μία
εἴη μεσότης, ἢ τῷ ὑπό, εἰ δύο εἴησαν· ὥστε τὰ ἀμ-
φοτέρων ἰδιώματα τούτῳ μόνῳ συμβέβηκεν, ὡς ὄντι
φυσικῷ μίγματι αὐτῶν.
 Τοῦ δὲ περισσοῦ καὶ πάλιν καθ' ὑποδιαίρε-
σιν διακεκριμένου πρὸς τὸν ἄρτιον καὶ κατὰ μηδὲν  
κοινωνοῦντος, εἴπερ ἐκεῖνος μὲν διχῆ εἰς ἶσα διαιρε-
τός, οὗτος δὲ εἰς δύο ἶσα ἀδιαίρετος, τρία ὁμοίως
εἴδη εὑρίσκεται ἀλλήλων διαφέροντα, ὧν τὸ μὲν κα-
λεῖται πρῶτον καὶ ἀσύνθετον, τὸ δὲ ἀντικείμενον
τούτῳ δεύτερον καὶ σύνθετον, τὸ δὲ ἐν μεταιχμίῳ
ἀμφοῖν τούτοιν θεωρούμενον ὡς μεσότης ἐν ἀκρό-
τησιν, ὃ καθ' ἑαυτὸ μὲν δεύτερον καὶ σύνθετον,

Nicomachus Math., Introductio arithmetica Book 2, ch. 27, Sec. 6, li.16

δὲ τούτου, ὅτι ἐφ' ἑκάτερα αὐτοῦ ἴσῳ ἀριθμῷ ὑπερ-


έβησάν τε καὶ ὑπέβησαν οἱ ὅροι τὴν αὐτὴν πρὸς
αὐτὸν διατηροῦντες διαφορᾶς ποσότητα· ὁ δὲ ιε
ἀντιτεθεὶς τὴν γεωμετρικὴν ἀποδίδωσι τριπλάσιός
τε καὶ ὑποτριπλάσιος ἑκατέρου ὢν· ὁ δὲ θ μεταλα-
βὼν τὸ μέσος εἶναι τὴν ἁρμονικὴν ἀποδίδωσιν, οἷς
γὰρ μέρεσι μείζων τοῦ ἐλάττονός ἐστι, τέσσαρσι πέμ-
πτοις αὐτοῦ τοῦ ἐλάττονος, τούτοις τοῦ μείζονος
ἐλάττων ἐστὶν ἐν αὐτῷ τῷ μείζονι θεωρουμένοις,
τέσσαρσι γὰρ πέμπτοις, καὶ πάντα τὰ προλεχθέντα
ἰδιώματα ἐφαρμόζων σύμφωνα εὑρήσεις.
 Ἔφοδος δέ, ὡς ἂν ἐντέχνως πλάσσοις τοὺς προ-
δειχθέντας ὅρους κατὰ τὰς τρεῖς ἀναλογίας, τοιαύτη
ἔστω σοι· ἐπ' ἀμφοτέρων τῶν προχειρισθέντων
ὅρων περισσῶν τε καὶ ἀρτίων ἀριθμητικὴν μὲν  
εὑρήσεις, συνθεὶς τὰ ἄκρα τούτων τὸ ἥμισυ μέσον τά-
ξον ἢ τὴν τοῦ μείζονος ὑπεροχὴν πρὸς τὸν ἐλάτ-
τονα διχῆ τεμὼν καὶ προσθεὶς τῷ ἐλάττονι μέσον
ἕξεις· γεωμετρικὴν δέ, τοῦ ὑπὸ τῶν ἄκρων προμή-
613

κους τὴν τετραγωνικὴν πλευρὰν εὑρὼν μέσον ὅρον


ποιήσεις ἢ ὃν ἔχουσι πρὸς ἀλλήλους οἱ ὅροι λόγον

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Syntaxis mathematica “Claudii Ptolemaei


opera quae exstant omnia, vols. 1.1–1.2”, Ed. Heiberg, J.L.
Leipzig: Teubner, 1.1:1898; 1.2:1903.Vol.1,1, p. 27, li.14

γωγῆς. καὶ ταῦτα δὲ οὕτως ἔχειν ὑποτιθέμεθα διὰ


τὸ ἐκ μὲν τῆς κατὰ μίαν ἑκάστην ἡμέραν θεωρίας
πάντα ἁπαξαπλῶς τὰ ἐν τῷ οὐρανῷ κατὰ τῶν ὁμοει-
δῶν καὶ παραλλήλων τῷ ἰσημερινῷ κύκλῳ τόπων
πρὸς αἴσθησιν ὁρᾶσθαι ποιούμενα τάς τε ἀνατολὰς
καὶ τὰς μεσουρανήσεις καὶ τὰς δύσεις ἰδίου ὄντος τοῦ
τοιούτου τῆς πρώτης φορᾶς, ἐκ δὲ τῆς ἐφεξῆς καὶ
συνεχεστέρας παρατηρήσεως τὰ μὲν ἄλλα πάντα τῶν
ἄστρων διατηροῦντα φαίνεσθαι καὶ τὰ πρὸς ἄλληλα
διαστήματα καὶ τὰ πρὸς τοὺς οἰκείους τῇ πρώτῃ φορᾷ
τόπους ἐπὶ πλεῖστον ἰδιώματα, τὸν δὲ ἥλιον καὶ τὴν
σελήνην καὶ τοὺς πλανωμένους ἀστέρας μεταβάσεις
τινὰς ποιεῖσθαι ποικίλας μὲν καὶ ἀνίσους ἀλλήλαις,
πάσας δὲ ὡς πρὸς τὴν καθόλου κίνησιν εἰς τὰ πρὸς
ἀνατολὰς καὶ ὑπολειπόμενα μέρη τῶν συντηρούντων
τὰ πρὸς ἄλληλα διαστήματα καὶ ὥσπερ ὑπὸ μιᾶς
σφαίρας περιαγομένων ἄστρων.
 εἰ μὲν οὖν καὶ ἡ τοιαύτη μετάβασις τῶν πλανω-
μένων κατὰ παραλλήλων κύκλων ἐγίνετο τῷ ἰσημερινῷ,
τουτέστιν περὶ πόλους τοὺς τὴν πρώτην ποιοῦντας
περιαγωγήν, αὔταρκες ἂν ἐγίνετο μίαν ἡγεῖσθαι καὶ  

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Syntaxis mathematica Vol.1,1, p. 86, li.16

 αἱ ἀπολαμβανόμεναι τοῦ ὁρίζοντος περιφέρειαι


 ὑπό τε τοῦ ἰσημερινοῦ καὶ τοῦ λοξοῦ κύκλου
 δίδονται.
γʹ. πῶς τῶν αὐτῶν ὑποκειμένων τὸ ἔξαρμα τοῦ πόλου
 δίδοται καὶ τὸ ἀνάπαλιν.
δʹ. πῶς ἐπιλογιστέον, τίσιν καὶ πότε καὶ ποσάκις ὁ
 ἥλιος γίνεται κατὰ κορυφήν.
614

εʹ. πῶς ἀπὸ τῶν ἐκκειμένων οἱ λόγοι τῶν γνωμόνων


 πρὸς τὰς ἰσημερινὰς καὶ τροπικὰς ἐν ταῖς
 μεσημβρίαις σκιὰς λαμβάνονται.
ϛʹ. ἔκθεσις τῶν κατὰ παράλληλον ἰδιωμάτων.
ζʹ. περὶ τῶν ἐπὶ τῆς ἐγκεκλιμένης σφαίρας τοῦ διὰ
 μέσων τῶν ζῳδίων κύκλου καὶ τοῦ ἰσημερινοῦ
 συναναφορῶν.
ηʹ. ἔκθεσις κανονίων τῶν κατὰ δεκαμοιρίαν παράλληλον
 ἀναφορῶν.  

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Syntaxis mathematica Vol.1,1, p. 88, li.24

οἰκουμένης οἰκοῦσι καὶ παρὰ τοῖς ἐπ' ἄκρων τῶν


δυτικῶν κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον θεωρουμένας μὴ
πλέον δώδεκα προτερεῖν ἢ ὑστερεῖν ὡρῶν ἰσημερινῶν
αὐτοῦ κατὰ μῆκος τοῦ τεταρτημορίου δωδεκάωρον
διάστημα περιέχοντος, ἐπειδήπερ ὑφ' ἑνὸς τῶν τοῦ
ἰσημερινοῦ ἡμικυκλίων ἀφορίζεται. τῶν δὲ κατὰ μέρος
ὀφειλόντων θεωρηθῆναι μάλιστ' ἄν τις ἡγήσαιτο
πρὸς τὴν προκειμένην πραγματείαν ἁρμόζειν τὰ καθ'
ἕκαστον τῶν βορειοτέρων τοῦ ἰσημερινοῦ κύκλου
παραλλήλων αὐτῷ καὶ ταῖς ὑποκειμέναις οἰκήσεσι κατὰ
τὰ κυριώτερα τῶν ἰδιωμάτων συμπίπτοντα· ταῦτα  
δ' ἐστίν, ὅσον τε οἱ πόλοι τῆς πρώτης φορᾶς τοῦ ὁρί-
ζοντος ἀφεστήκασιν, ἢ ὅσον τὸ κατὰ κορυφὴν σημεῖον
τοῦ ἰσημερινοῦ κατὰ τὸν μεσημβρινὸν κύκλον, καί,
οἷς ὁ ἥλιος κατὰ κορυφὴν γίνεται, πότε καὶ ποσάκις
τὸ τοιοῦτο συμβαίνει, καὶ τίνες οἱ λόγοι τῶν ἰσημερινῶν
καὶ τροπικῶν ἐν ταῖς μεσημβρίαις σκιῶν πρὸς τοὺς
γνώμονας, καὶ πηλίκαι τῶν μεγίστων ἢ ἐλαχίστων
ἡμερῶν παρὰ τὰς ἰσημερινὰς αἱ ὑπεροχαί, καὶ ὅσα
ἄλλα περὶ τὰς κατὰ μέρος αὐξομειώσεις τῶν νυχθη-
μέρων ἔτι τε περί τε τὰς συνανατολὰς καὶ συγκα

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Syntaxis mathematica Vol.1,1, p. 89, li.12

ζοντος ἀφεστήκασιν, ἢ ὅσον τὸ κατὰ κορυφὴν σημεῖον


τοῦ ἰσημερινοῦ κατὰ τὸν μεσημβρινὸν κύκλον, καί,
οἷς ὁ ἥλιος κατὰ κορυφὴν γίνεται, πότε καὶ ποσάκις
τὸ τοιοῦτο συμβαίνει, καὶ τίνες οἱ λόγοι τῶν ἰσημερινῶν
615

καὶ τροπικῶν ἐν ταῖς μεσημβρίαις σκιῶν πρὸς τοὺς


γνώμονας, καὶ πηλίκαι τῶν μεγίστων ἢ ἐλαχίστων
ἡμερῶν παρὰ τὰς ἰσημερινὰς αἱ ὑπεροχαί, καὶ ὅσα
ἄλλα περὶ τὰς κατὰ μέρος αὐξομειώσεις τῶν νυχθη-
μέρων ἔτι τε περί τε τὰς συνανατολὰς καὶ συγκα-
ταδύσεις τοῦ τε ἰσημερινοῦ καὶ τοῦ λοξοῦ κύκλου καὶ
περὶ τὰ ἰδιώματα καὶ τὰ μεγέθη τῶν γινομένων
γωνιῶν ὑπὸ τῶν κυριωτέρων καὶ μεγίστων κύκλων
ἐπισυμβαίνοντα θεωρεῖται.

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Syntaxis mathematica Vol.1,1, p. 101, li.7

πόλου ἔξαρμα δίδοται καὶ ἡ μεταξὺ τῶν τροπικῶν,


ἐπειδήπερ καὶ δύο δοθεισῶν ὁποιωνοῦν πρὸς τῷ Ε
γωνιῶν δίδοται καὶ ἡ λοιπὴ διὰ τὸ ἴσας εἶναι τὰς
ΘΔ, ΔΜ περιφερείας. τοῦ μέντοι περὶ τὰς τηρή-  
σεις αὐτὰς ἀκριβοῦς ἕνεκεν ἐκεῖνα μὲν ἀδιστάκτως ἂν
λαμβάνοιτο, καθ' ὃν ὑπεδείξαμεν τρόπον, οἱ δὲ τῶν
ἐκκειμένων σκιῶν πρὸς τοὺς γνώμονας λόγοι οὐχ
ὁμοίως διὰ τὸ τῶν μὲν ἰσημερινῶν τὸν χρόνον ἀόριστόν
πως καθ' αὑτὸν εἶναι, τῶν δὲ χειμερινῶν τὰ τῶν
κορυφῶν ἄκρα δυσδιάκριτα.

ϛʹ. Ἔκθεσις τῶν κατὰ παράλληλον ἰδιωμάτων.

 Τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον τούτοις καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων


παραλλήλων λαβόντες τὰ ὁλοσχερῆ τῶν ἐκκειμένων
ἰδιωμάτων τετάρτῳ μιᾶς ὥρας ἰσημερινῆς ὡς αὐτάρκει
τὰς ὑπεροχὰς τῶν ἐγκλίσεων παραυξήσαντες ποιησό-
μεθα τὴν ἔκθεσιν αὐτῶν τὴν καθόλου πρὸ τῆς τῶν
κατὰ μέρος ἐπισυμβαινόντων τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τοῦ ὑπ'
αὐτὸν τὸν ἰσημερινὸν παραλλήλου ποιησάμενοι, ὃς
ἀφορίζει μὲν ἔγγιστα τὸ πρὸς μεσημβρίαν μέρος τοῦ
ὅλου τεταρτημορίου τῆς καθ' ἡμᾶς οἰκουμένης, μόνος
δὲ ἔχει τὰς ἡμέρας καὶ τὰς νύκτας πάσας ἴσας

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Syntaxis mathematica Vol.1,1, p. 101, li.10

ΘΔ, ΔΜ περιφερείας. τοῦ μέντοι περὶ τὰς τηρή-  


σεις αὐτὰς ἀκριβοῦς ἕνεκεν ἐκεῖνα μὲν ἀδιστάκτως ἂν
616

λαμβάνοιτο, καθ' ὃν ὑπεδείξαμεν τρόπον, οἱ δὲ τῶν


ἐκκειμένων σκιῶν πρὸς τοὺς γνώμονας λόγοι οὐχ
ὁμοίως διὰ τὸ τῶν μὲν ἰσημερινῶν τὸν χρόνον ἀόριστόν
πως καθ' αὑτὸν εἶναι, τῶν δὲ χειμερινῶν τὰ τῶν
κορυφῶν ἄκρα δυσδιάκριτα.

ϛʹ. Ἔκθεσις τῶν κατὰ παράλληλον ἰδιωμάτων.

 Τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον τούτοις καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων


παραλλήλων λαβόντες τὰ ὁλοσχερῆ τῶν ἐκκειμένων
ἰδιωμάτων τετάρτῳ μιᾶς ὥρας ἰσημερινῆς ὡς αὐτάρκει
τὰς ὑπεροχὰς τῶν ἐγκλίσεων παραυξήσαντες ποιησό-
μεθα τὴν ἔκθεσιν αὐτῶν τὴν καθόλου πρὸ τῆς τῶν
κατὰ μέρος ἐπισυμβαινόντων τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τοῦ ὑπ'
αὐτὸν τὸν ἰσημερινὸν παραλλήλου ποιησάμενοι, ὃς
ἀφορίζει μὲν ἔγγιστα τὸ πρὸς μεσημβρίαν μέρος τοῦ
ὅλου τεταρτημορίου τῆς καθ' ἡμᾶς οἰκουμένης, μόνος
δὲ ἔχει τὰς ἡμέρας καὶ τὰς νύκτας πάσας ἴσας ἀλλή-
λαις πάντων τῶν ἐν τῇ σφαίρᾳ παραλλήλων τῷ ἰση-
μερινῷ κύκλῳ τότε μόνον δίχα ὑπὸ τοῦ ὁρίζοντος
διαιρουμένων, ὥστε τὰ ὑπὲρ γῆν αὐτῶν τμήματα ὅμοιά

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Syntaxis mathematica Vol.1,2, p. 209, li.8

ἐπί τε τῆς τῶν ἀνωμαλιῶν ἐπισκέψεως οὐ μικρὸν ἐμ-


ποιεῖ θόρυβον τό τε δύο καθ' ἕκαστον αὐτῶν φαίνεσθαι
γινομένας ἀνωμαλίας καὶ ταύτας ἀνίσους μὲν καὶ τοῖς  
μεγέθεσιν καὶ τοῖς τῶν ἀποκαταστάσεων χρόνοις, ὧν
ἡ μὲν πρὸς τὸν ἥλιον, ἡ δὲ πρὸς τὰ τοῦ ζῳδιακοῦ
μέρη λόγον ἔχουσα θεωρεῖται, μεμιγμένας δὲ διὰ παντὸς
ἀμφοτέρας, ὡς τὸ καθ' ἑκατέραν ἴδιον δυσδιάκριτον
ἐντεῦθεν ὑπάρχειν, καὶ τὸ τὰς πλείστας τῶν παλαιῶν
τηρήσεων ἀνεπιστάτως ἅμα καὶ ὁλοσχερῶς ἀναγεγράφ-
θαι· αἵ τε γὰρ συνεχέστεραι αὐτῶν στηριγμοὺς περι-
έχουσι καὶ φάσεις, ἑκατέρου δὲ τούτων τῶν ἰδιωμάτων
οὔκ ἐστιν ἀδίστακτος ἡ κατάληψις, τῶν μὲν στηριγμῶν
μὴ δυναμένων τὸν ἀκριβῆ χρόνον ἐμφανίσαι κατὰ
πολλὰς ἡμέρας τῆς τοπικῆς μεταβάσεως ἀνεπαισθήτου
γινομένης καὶ πρότερον καὶ ὕστερον αὐτοῦ τοῦ στη-
ριγμοῦ, τῶν δὲ φάσεων μὴ μόνον τοὺς τόπους εὐθὺς
συναφανιζουσῶν τοῖς τὸ πρῶτον ἢ τὸ ἔσχατον ὀφθεῖσιν,
617

ἀλλὰ καὶ κατὰ τοὺς χρόνους διαμαρτηθῆναι δυναμένων


καὶ τῆς διαφορᾶς ἕνεκεν τῶν ἀέρων καὶ τῆς ὄψεως
τῶν παρατηρούντων· καθόλου τε αἱ πρός τινα τῶν
ἀπλανῶν ἀστέρων ἐκ διαστήματος μακροτέρου γινόμεναι

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Apotelesmatica (= Tetrabiblos) Book 3, ch. 13,


Sec. 6bit, li.3

ἀσθενικοὺς καὶ ἰκτερικοὺς καὶ δυσεντερικοὺς καὶ βηχι-


κοὺς καὶ ἀναφορικοὺς καὶ κωλικοὺς καὶ ἐλεφαντιῶντας,
τὰς δὲ γυναῖκας ἔτι καὶ ὑστερικάς· ὁ δὲ τοῦ Ἄρεως αἱμο-
πτυϊκούς, μελαγχολικούς, πνευμονικούς, ψωριῶντας ἔτι
τε τοὺς διὰ τομῶν ἢ καύσεων κρυπτῶν τόπων συνεχῶς
ἐνοχλουμένους συρίγγων ἕνεκεν ἢ αἱμορροίδων ἢ κονδυ-
λωμάτων ἢ καὶ τῶν πυρωδῶν ἑλκώσεων ἢ νομῶν, τὰς
δὲ γυναῖκας ἔτι καὶ ἐκτρωσμοῖς ἢ ἐμβρυοτομίαις ἢ ἀνα-
βρώσεσιν εἴωθε περικυλίειν. ἰδίως δὲ καὶ παρὰ τὰς προ-
ειρημένας τῶν συσχηματιζομένων ἀστέρων φύσεις πρὸς
τὰ μέρη τοῦ σώματος τὰ ἰδιώματα ποιοῦσι τῶν παθῶν,
συνεργεῖ δὲ αὐτοῖς μάλιστα πρὸς τὰς ἐπιτάσεις τῶν φαύ-
λων ὁ τοῦ Ἑρμοῦ ἀστὴρ τῷ μὲν τοῦ Κρόνου πρὸς τὸ
ψυχρὸν συνοικειούμενος καὶ μᾶλλον ἐν κινήσει συνεχεῖ
ποιῶν τοὺς ῥευματισμοὺς καὶ τὰς τῶν ὑγρῶν ὀχλήσεις,
ἐξαιρέτως δὲ τῶν περὶ θώρακα καὶ στόμαχον καὶ φάρυγγα,
τῷ δὲ τοῦ Ἄρεως πρὸς τὸ ξηραντικώτερον συνεπισχύων  
ὡς ἐπί τε τῶν ἑλκωδῶν ψιλώσεων καὶ ἐσχαρῶν καὶ ἀπο-
στημάτων καὶ ἐρυσιπελάτων καὶ λειχήνων ἀγρίων καὶ
μελαίνης χολῆς ἢ μανίας ἢ νόσου ἱερᾶς ἢ τῶν τοιούτων.
καὶ παρὰ τὰς τῶν ζῳδίων δὲ ἐναλλαγὰς τῶν

Κλαύδιος Πτολεμαίος. Apotelesmatica (= Tetrabiblos) Book 3, ch. 14,


Sec. 2, li.8

τικὸν καὶ ἄλογον ἀπὸ τοῦ σωματωδεστέρου τῶν φώτων,  


τουτέστι τῆς σελήνης, καὶ τῶν πρὸς τὰς ἀπορροίας ἢ καὶ
τὰς συναφὰς αὐτῆς συνεσχηματισμένων ἀστέρων. πολυ-
τροπωτάτου δ' ὄντος τοῦ κατὰ τὰς ψυχικὰς ὁρμὰς εἴδους
εἰκότως ἂν καὶ τὴν τοιαύτην ἐπίσκεψιν οὐχ ἁπλῶς οὐδ'
ὡς ἔτυχε ποιούμεθα, διὰ πλειόνων δὲ καὶ ποικίλων
παρατηρήσεων. καὶ γὰρ αἱ τῶν ζῳδίων τῶν περιεχόντων
τόν τε τοῦ Ἑρμοῦ καὶ τὴν σελήνην ἢ τοὺς τὴν ἐπικράτη-
618

σιν αὐτῶν εἰληφότας ἀστέρας διαφοραὶ πολὺ δύνανται


συμβάλλεσθαι πρὸς τὰ τῶν ψυχῶν ἰδιώματα καὶ οἱ τῶν
λόγον ἐχόντων πρὸς τὸ προκείμενον εἶδος ἀστέρων σχη-
ματισμοὶ πρὸς τὸν ἥλιόν τε καὶ τὰ κέντρα καὶ ἔτι τὸ
κατ' αὐτὴν τὴν ἑκάστου τῶν ἀστέρων φύσιν πρὸς τὰς
ψυχικὰς κινήσεις ἰδιότροπον. τῶν μὲν οὖν ζῳδίων καθόλου
τὰ μὲν τροπικὰ δημοτικωτέρας ποιεῖ τὰς ψυχάς, ὀχλικῶν τε
καὶ πολιτικῶν πραγμάτων ἐπιθυμητικάς, ἔτι δὲ καὶ φιλο-
δόξους καὶ θεοπροσπλόκους, εὐφυεῖς τε καὶ εὐκινήτους,
ζητητικάς τε καὶ εὑρετικάς, εὐεικάστους καὶ ἀστρολογικὰς
καὶ μαντικάς, τὰ δὲ δίσωμα ποικίλας, εὐμεταβόλους, δυσκα-
ταλήπτους, κούφας, εὐμεταθέτους, διπλάς, ἐρωτικάς,

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae (0526: 001)


“Flavii Iosephi opera, vols. 1–4”, Ed. Niese, B.Berlin: Weidmann,
1:1887; 2:1885: 3:1892; 4:1890, Repr. 1955.Book 8, ch. 45, li.1

φρονήσεως ἐλέγχεσθαι. ὑπερῆρε δὲ καὶ διήνεγκε σοφίᾳ καὶ τῶν κατὰ  


τὸν αὐτὸν καιρὸν δόξαν ἐχόντων παρὰ τοῖς Ἑβραίοις ἐπὶ δεινότητι,
ὧν οὐ παρελεύσομαι τὰ ὀνόματα· ἦσαν δὲ Ἄθανος καὶ Αἱμανὸς
καὶ Χάλκεος καὶ Δάρδανος υἱοὶ Ἡμάωνος. συνετάξατο δὲ καὶ βι-
βλία περὶ ᾠδῶν καὶ μελῶν πέντε πρὸς τοῖς χιλίοις καὶ παραβολῶν
καὶ εἰκόνων βίβλους τρισχιλίας· καθ' ἕκαστον γὰρ εἶδος δένδρου
παραβολὴν εἶπεν ἀπὸ ὑσσώπου ἕως κέδρου, τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον
καὶ περὶ κτηνῶν καὶ τῶν ἐπιγείων ἁπάντων ζῴων καὶ τῶν νηκτῶν
καὶ τῶν ἀερίων· οὐδεμίαν γὰρ φύσιν ἠγνόησεν οὐδὲ παρῆλθεν ἀν-
εξέταστον, ἀλλ' ἐν πάσαις ἐφιλοσόφησε καὶ τὴν ἐπιστήμην τῶν ἐν
αὐταῖς ἰδιωμάτων ἄκραν ἐπεδείξατο. παρέσχε δ' αὐτῷ μαθεῖν ὁ
θεὸς καὶ τὴν κατὰ τῶν δαιμόνων τέχνην εἰς ὠφέλειαν καὶ θερα-
πείαν τοῖς ἀνθρώποις· ἐπῳδάς τε συνταξάμενος αἷς παρηγορεῖται
τὰ νοσήματα καὶ τρόπους ἐξορκώσεων κατέλιπεν, οἷς οἱ ἐνδούμενοι
τὰ δαιμόνια ὡς μηκέτ' ἐπανελθεῖν ἐκδιώξουσι. καὶ αὕτη μέχρι νῦν
παρ' ἡμῖν ἡ θεραπεία πλεῖστον ἰσχύει· ἱστόρησα γάρ τινα Ἐλεά-
ζαρον τῶν ὁμοφύλων Οὐεσπασιανοῦ παρόντος καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ
καὶ χιλιάρχων καὶ ἄλλου στρατιωτικοῦ πλήθους ὑπὸ τῶν δαιμο-
νίων λαμβανομένους ἀπολύοντα τούτων. ὁ δὲ τρόπος τῆς θερα-
πείας τοιοῦτος ἦν· προσφέρων ταῖς ῥισὶ τοῦ δαιμονιζομένου τὸν
δακτύλιον ἔχοντα ὑπὸ τῇ σφραγῖδι ῥίζαν ἐξ ὧν ὑπέδειξε Σολόμων

Φλάβιος Ιώσηπος. Antiquitates Judaicae Book 15, ch. 54, li.2

καὶ τῶν Ἀριστοβούλῳ τῷ πάππῳ πεπραγμένων ἐναργὴς ἡ μνήμη


619

παρέστη, νικώμενοί τε κατὰ μικρὸν ἐξηλέγχοντο τὰς διαθέσεις χαί-


ροντες ὁμοῦ καὶ συγχεόμενοι καὶ φωνὰς εὐφήμους εἰς αὐτὸν ἀφ-
ιέντες εὐχαῖς μεμιγμένας, ὡς ἐμφανῆ γενέσθαι τὴν εὔνοιαν τῶν
ὄχλων καὶ προπετεστέραν ἐν βασιλείᾳ δοκεῖν τὴν ὧν πεπόνθεσαν
ὁμολογίαν. ἐπὶ τούτοις ἅπασιν Ἡρώδης ἔγνω τὴν προαίρεσιν, ἣν
εἶχεν εἰς τὸ μειράκιον, ἐξεργάσασθαι. καὶ τῆς ἑορτῆς παρελθού-
σης εἱστιᾶτο μὲν ἐν Ἱεριχοῦντι δεχομένης αὐτοὺς τῆς Ἀλεξάνδρας,
φιλοφρονούμενος δὲ τὸ μειράκιον καὶ προέλκων εἰς ἀδεῆ πότον
ἕτοιμος ἦν συμπαίζειν καὶ νεανιεύεσθαι κεχαρισμένως ἐκείνῳ. τοῦ  
δὲ περὶ τὸν τόπον ἰδιώματος θερινωτέρου τυγχάνοντος συνειλεγ-
μένοι τάχιον ἐξῆλθον ἀλύοντες, καὶ ταῖς κολυμβήθραις ἐπιστάντες,
αἳ μεγάλαι περὶ τὴν αὐλὴν ἐτύγχανον, ἀνέψυχον τὸ θερμότατον
τῆς μεσημβρίας. καὶ πρῶτον μὲν ἑώρων τοὺς νέοντας τῶν οἰκε-
τῶν καὶ φίλων, ἔπειτα προαχθέντος καὶ τοῦ μειρακίου τῷ καὶ τὸν
Ἡρώδην παροξῦναι, τῶν φίλων οἷς ταῦτα ἐπιτέτακτο σκότους ἐπέ-
χοντος βαροῦντες ἀεὶ καὶ βαπτίζοντες ὡς ἐν παιδιᾷ νηχόμενον οὐκ
ἀνῆκαν, ἕως καὶ παντάπασιν ἀποπνῖξαι. καὶ διεφθάρη μὲν οὕ-
τως Ἀριστόβουλος, ὀκτωκαίδεκα μὲν οὐ πάντα βιοὺς ἔτη, τὴν δ'
ἱερωσύνην κατασχὼν ἐνιαυτόν, ἣν Ἀνάνηλος ἐκομίσατο πάλιν.
 Ἐξαγγελθέντος δὲ τοῦ πάθους ταῖς γυναιξὶν εὐθὺς μὲν ἐκ

Pseudo-Γαληνός ιατρός. Introductio seu medicus (0530: 012)


“Claudii Galeni opera omnia, vol. 14”, Ed. Kühn, C.G.Leipzig:
Knobloch, 1827, Repr. 1965.Vol.14, p. 761, li.1

ματα. ὡσαύτως ἅλας ὀρυκτόν· τὸ ἐπίθυμον, ὥσπερ εὐφόρ-


βιον, βδέλλιον καὶ τὸν ἑλλέβορον· ῥαφανῖδος σπέρμα καὶ
τὴν ἀλυπαίαν· ὄξος ἢ χρυσοβάλανος καὶ τὰ μυροβάλανα·
βρυωνία καὶ τὸ ἐλατήριον ἅλας. καὶ μὲν δὴ καὶ τῆς πτυ-
ούσης τὴν ῥίζαν, ἑρμοδάκτυλον τὸ στρογγύλον καὶ τοῖς ἄλλοις
ὡσαύτως τὰ παραπλήσια, ἅπερ ἐν τῷ περὶ ἀρίστης συνθέ-
σεως φαρμάκων κατὰ μέρος διήλθομεν καὶ δεῖ ἐκεῖθεν νο-
μίζεσθαι τὰ ἐλλείποντα. καθαρτικὰ δὲ ὅσα καθαίρει κᾀν-
ταῦθα κᾀν τῷ περὶ ἁπλῶν φαρμάκων ἡμῖν γέγραπται. κο-
λαστικὰ δὲ τῆς κακίας ὅσα τοῖς δηλητηρίοις τῶν φαρμάκων  
ἀντικεῖσθαι ἰδίωμα, ὡς ἀγαρικοῦ μὲν ζίγγιβερ, σκαμμωνίας
δὲ ὀποῦ, μαστίχη ἢ κόμμι Ἀραβικὸν, ἢ καφουρὰ, ἢ κυδω-
νίων μήλων χυλός· κολοκυνθίδος δὲ ἀμυγδάλων ἔλαιον· ἀλυ-
παίας δὲ νᾶπυ· ὥσπερ ἑλλεβόρου καστόριον, ἢ ὑδρόμελι·
καὶ εὐφορβίου κιννάμωμον. ἀλόης δέ γε μαστίχη· ὥσπερ
αὐτὴν προτρέπει τὸ σμύρνιον· καὶ τἄλλα ὅσα ἡμῖν ἐν τῷ
620

περὶ ἀρίστης συνθέσεως εἴρηται. εὐστόμαχα δὲ καὶ


ἐφεκτικὰ τῆς ἀλόγου τῶν φαρμάκων φορᾶς, ὅσα τονοῖ καὶ
συνέχει καὶ τὰς φυσικὰς διεγείρει ἐνεργείας. τὸ δὲ
κατὰ μέρος ταῦτα ἐπεξεργάσασθαι περισσὸν νῦν ἡμῖν
ἔδοξε.

Epicurus Phil., Epistula ad Herodotum (0537: 010)“Epicuro. Opere,


2nd edn.”, Ed. Arrighetti, G.Turin: Einaudi, 1973.Sec. 72, li.9

τάγμα ἔχοντα, ἀλλ' ὃν τρόπον αὐτὴ ἡ αἴσθησις τὴν ἰδιότητα


ποιεῖ, θεωρεῖται.
 Καὶ μὴν καὶ τόδε γε δεῖ προσκατανοῆσαι σφοδρῶς· τὸν γὰρ
δὴ χρόνον οὐ ζητητέον ὥσπερ καὶ τὰ λοιπά, ὅσα ἐν ὑποκειμένῳ
ζητοῦμεν ἀνάγοντες ἐπὶ τὰς βλεπομένας παρ' ἡμῖν αὐτοῖς προ-  
λήψεις, ἀλλ' αὐτὸ τὸ ἐνάργημα, καθ' ὃ τὸν πολὺν ἢ ὀλίγον
χρόνον ἀναφωνοῦμεν, συγγενικῶς τοῦτο περιφέροντες, ἀναλο-
γιστέον. καὶ οὔτε διαλέκτους ὡς βελτίους μεταληπτέον, ἀλλ'
αὐταῖς ταῖς ὑπαρχούσαις κατ' αὐτοῦ χρηστέον, οὔτε ἄλλο τι
κατ' αὐτοῦ κατηγορητέον, ὡς τὴν αὐτὴν οὐσίαν ἔχοντος τῷ
ἰδιώματι τούτῳ – καὶ γὰρ τοῦτο ποιοῦσί τινες – ἀλλὰ μόνον
ᾧ συμπλέκομεν τὸ ἴδιον τοῦτο καὶ παραμετροῦμεν, μάλιστα
ἐπιλογίστέον.
καὶ γὰρ τοῦτο οὐκ ἀποδείξεως προσδεῖται ἀλλ'
ἐπιλογισμοῦ, ὅτι ταῖς ἡμέραις καὶ ταῖς νυξὶ συμπλέκομεν, καὶ
τοῖς τούτων μέρεσιν, ὡσαύτως δὲ καὶ τοῖς πάθεσι καὶ ταῖς
ἀπαθείαις, καὶ κινήσεσι καὶ στάσεσιν ἴδιόν τι σύμπτωμα, περὶ
ταῦτα πάλιν αὐτὸ τοῦτο ἐννοοῦντες, καθὸ χρόνον ὀνομάζομεν
(φησὶ δὲ τοῦτο καὶ ἐν τῇ δευτέρᾳ Περὶ φύσεως καὶ
ἐν τῇ Μεγάλῃ ἐπιτομῇ.)

Epicurus Phil., Epistula ad Pythoclem (0537: 011)“Epicuro. Opere,


2nd edn.”, Ed. Arrighetti, G.Turin: Einaudi, 1973.Sec. 109, li.11

Πάχνη δὲ συν-τελεῖτατῶν δρόσων τούτων πῆξίν τινα ποιὰν λαβόντων διὰ

περίστασίν τινα ἀέρος ψυχροῦ.


 Κρύσταλλος συντελεῖται καὶ κατ' ἔκθλιψιν μὲν τοῦ περι-
φεροῦς σχηματισμοῦ ἐκ τοῦ ὕδατος, σύνωσιν δὲ τῶν σκαληνῶν
καὶ ὀξυγωνίων τῶν ἐν τῇ ὕδατι ὑπαρχόντων, καὶ κατὰ ἔξωθεν
δὲ τῶν τοιούτων πρόσκρισιν, ἃ συνελασθέντα πῆξιν τῷ ὕδατι
παρεσκεύασε, ποσὰ τῶν περιφερῶν ἐκθλίψαντα.
 Ἶρις γίνεται κατὰ πρόσλαμψιν [ὑπὸ] τοῦ ἡλίου πρὸς ἀέρα
621

ὑδατοειδῆ, ἢ κατὰ πρόσφυσιν ἰδίαν τοῦ τε φωτὸς καὶ τοῦ ἀέρος,


ἣ τὰ τῶν χρωμάτων τούτων ἰδιώματα ποιήσει εἴτε πάντα εἴτε
μονοειδῶς, ἀφ' οὗ πάλιν ἀπολάμποντος τὰ ὁμοροῦντα τοῦ ἀέρος  
χρῶσιν ταύτην λήψεται, οἵαν θεωροῦμεν, κατὰ πρόσλαμψιν πρὸς
τὰ μέρη.

Πολύβιος. Historiae (0543: 001)“Polybii historiae, vols. 1–4”, Ed.


Büttner–Wobst, T.Leipzig: Teubner, 1:1905; 2:1889; 3:1893; 4:1904
Repr. 1:1962; 2–3:1965; 4:1967.Book 2, ch. 14, Sec. 3, li.5

τοῖς χρόνοις ἐπὶ τὴν ἀρχήν, ἐξ ὅτου κατέσχον οἱ


προειρημένοι τὴν χώραν· ἡγοῦμαι γὰρ τὴν περὶ
αὐτῶν ἱστορίαν οὐ μόνον ἀξίαν εἶναι γνώσεως καὶ
μνήμης, ἀλλὰ καὶ τελέως ἀναγκαίαν χάριν τοῦ μα-
θεῖν τίσι μετὰ ταῦτα πιστεύσας ἀνδράσι καὶ τόποις
Ἀννίβας ἐπεβάλετο καταλύειν τὴν Ῥωμαίων δυνα-
στείαν. πρῶτον δὲ περὶ τῆς χώρας ῥητέον ποία
τίς ἐστιν καὶ πῶς κεῖται πρὸς τὴν ἄλλην Ἰταλίαν.
οὕτως γὰρ ἔσται καὶ τὰ περὶ τὰς πράξεις διαφέ-
ροντα κατανοεῖν βέλτιον, ὑπογραφέντων τῶν περί
τε τοὺς τόπους καὶ τὴν χώραν ἰδιωμάτων.
 Τῆς δὴ συμπάσης Ἰταλίας τῷ σχήματι τριγωνο-
ειδοῦς ὑπαρχούσης, τὴν μὲν μίαν ὁρίζει πλευρὰν
αὐτῆς τὴν πρὸς τὰς ἀνατολὰς κεκλιμένην ὅ τ' Ἰόνιος
πόρος καὶ κατὰ τὸ συνεχὲς ὁ κατὰ τὸν Ἀδρίαν κόλ-
πος, τὴν δὲ πρὸς μεσημβρίαν καὶ δυσμὰς τετραμ-
μένην τὸ Σικελικὸν καὶ Τυρρηνικὸν πέλαγος. αὗται
δ' αἱ πλευραὶ συμπίπτουσαι πρὸς ἀλλήλας κορυφὴν
ποιοῦσι τοῦ τριγώνου τὸ προκείμενον ἀκρωτήριον
τῆς Ἰταλίας εἰς τὴν μεσημβρίαν, ὃ προσαγορεύεται
μὲν Κόκυνθος, διαιρεῖ δὲ τὸν Ἰόνιον πόρον καὶ τὸ

Πολύβιος. Historiae Book 2, ch. 38, Sec. 10, li.2

χρῆμα πάλιν εὐδοκεῖν ἐποίησεν αὑτῇ τοὺς ἀναγκα-


σθέντας. οὐδενὶ γὰρ οὐδὲν ὑπολειπομένη πλεονέ-
κτημα τῶν ἐξ ἀρχῆς, ἴσα δὲ πάντα ποιοῦσα τοῖς ἀεὶ
προσλαμβανομένοις ταχέως καθικνεῖτο τῆς προκει-
μένης ἐπιβολῆς, δύο συνεργοῖς χρωμένη τοῖς ἰσχυ-
ροτάτοις, ἰσότητι καὶ φιλανθρωπίᾳ. διὸ ταύτην
ἀρχηγὸν καὶ (παρ)αίτιον ἡγητέον τοῦ συμφρονήσαντας  
622

Πελοποννησίους τὴν ὑπάρχουσαν αὐτοῖς εὐδαιμονίαν


καταστήσασθαι.
 Τὰ μὲν οὖν τῆς προαιρέσεως καὶ τὸ τῆς πο-
λιτείας ἰδίωμα τὸ νῦν εἰρημένον καὶ πρότερον
ὑπῆρχε παρὰ τοῖς Ἀχαιοῖς. δῆλον δὲ τοῦτο καὶ δι'
ἑτέρων μὲν πλειόνων, πρὸς δὲ τὸ παρὸν ἀρκέσει
πίστεως χάριν ἓν ἢ καὶ δεύτερον ληφθὲν μαρτύριον.
καθ' οὓς γὰρ καιροὺς ἐν τοῖς κατὰ τὴν Ἰταλίαν
τόποις κατὰ τὴν Μεγάλην Ἑλλάδα τότε προσαγο-
ρευομένην ἐνεπρήσθη τὰ συνέδρια τῶν Πυθαγορείων,
μετὰ ταῦτα γενομένου κινήματος ὁλοσχεροῦς περὶ
τὰς πολιτείας, ὅπερ εἰκός, ὡς ἂν τῶν πρώτων ἀν-
δρῶν ἐξ ἑκάστης πόλεως οὕτω παραλόγως διαφθα-
ρέντων, συνέβη τὰς κατ' ἐκείνους τοὺς τόπους

Πολύβιος. Historiae Book 2, ch. 59, Sec. 2, li.2

καιρόν. εἰ δὲ περὶ μόνους γέγονε Μαντινεῖς ἡ


διαφορά, φανερὸν ὅτι καὶ τὴν αἰτίαν τῆς ὀργῆς
ἀνάγκη διαφέρουσαν γεγονέναι περὶ τούτους.
 Πάλιν Ἀριστόμαχον τὸν Ἀργεῖόν φησιν, ἄνδρα
τῆς ἐπιφανεστάτης οἰκίας ὑπάρχοντα καὶ τετυραν-
νηκότα μὲν Ἀργείων, πεφυκότα δ' ἐκ τυράννων,
ὑποχείριον Ἀντιγόνῳ καὶ τοῖς Ἀχαιοῖς γενόμενον
εἰς Κεγχρεὰς ἀπαχθῆναι καὶ στρεβλούμενον ἀπο-
θανεῖν, ἀδικώτατα καὶ δεινότατα παθόντα πάντων
ἀνθρώπων. τηρῶν δὲ καὶ περὶ ταύτην τὴν πρᾶξιν
ὁ συγγραφεὺς τὸ καθ' αὑτὸν ἰδίωμα φωνάς τινας
πλάττει διὰ τῆς νυκτὸς αὐτοῦ στρεβλουμένου προς-
πιπτούσας τοῖς σύνεγγυς κατοικοῦσιν, ὧν τοὺς μὲν
ἐκπληττομένους τὴν ἀσέβειαν, τοὺς δ' ἀπιστοῦντας,
τοὺς δ' ἀγανακτοῦντας ἐπὶ τοῖς γινομένοις προς-
τρέχειν πρὸς τὴν οἰκίαν φησίν. περὶ μὲν οὖν τῆς  
τοιαύτης τερατείας παρείσθω· δεδήλωται γὰρ
Πολύβιος. Historiae Book 2, ch. 68, Sec. 5, li.3

συνθεασάμενον τὸν καιρόν, ἐκεῖνος δ' ἡγεμὼν ὑπ-


άρχων μειρακίου τοῦ τυχόντος. οὐ μὴν ἀλλ' οἵ γε
περὶ τὸν Εὐκλείδαν ὁρῶντες προσβαινούσας τὰς
σπείρας, ἀφέμενοι τοῦ χρῆσθαι ταῖς τῶν τόπων εὐ-
καιρίαις – τοῦτο δ' ἦν ἐκ πολλοῦ συναντῶντας καὶ
προσπίπτοντας τοῖς πολεμίοις τὰ μὲν ἐκείνων στίφη
623

συνταράττειν καὶ διαλύειν, αὐτοὺς δ' ὑποχωρεῖν


ἐπὶ πόδα καὶ μεθίστασθαι πρὸς τοὺς ὑπερδεξίους
ἀεὶ τόπους ἀσφαλῶς· οὕτω γὰρ ἂν προλυμηνάμενοι
καὶ συγχέαντες τὸ τοῦ καθοπλισμοῦ καὶ τῆς συν-
τάξεως ἰδίωμα τῶν ὑπεναντίων ῥᾳδίως αὐτοὺς ἐτρέ-
ψαντο διὰ τὴν τῶν τόπων εὐφυΐαν – τούτων μὲν
οὐδὲν ἐποίησαν, καθάπερ δ' ἐξ ἑτοίμου σφίσι τῆς
νίκης ὑπαρχούσης τοὐναντίον ἔπραξαν. κατὰ γὰρ
τὴν ἐξ ἀρχῆς στάσιν ἔμενον ἐπὶ τῶν ἄκρων, ὡς
ἀνωτάτω σπεύδοντες λαβεῖν τοὺς ὑπεναντίους εἰς  
τὸ τὴν φυγὴν ἐπὶ πολὺ καταφερῆ καὶ κρημνώδη
γενέσθαι τοῖς πολεμίοις. συνέβη δ', ὅπερ εἰκὸς ἦν,
τοὐναντίον· οὐ γὰρ ἀπολιπόντες αὑτοῖς ἀναχώρησιν,
προσδεξάμενοι δ' ἀκεραίους ἅμα καὶ συνεστώσας
τὰς σπείρας, εἰς τοῦτο δυσχρηστίας ἦλθον ὥστε

Πολύβιος. Historiae Book 2, ch. 69, Sec. 9, li.3

στρατοπεδείας. ἀνακληθέντων δὲ τῶν παρ' ἑκατέ-


ροις εὐζώνων ἐκ τοῦ μεταξὺ τόπου διὰ τῆς σάλ-
πιγγος, συναλαλάξασαι καὶ καταβαλοῦσαι τὰς σα-
ρίσας συνέβαλλον αἱ φάλαγγες ἀλλήλαις. ἀγῶνος δὲ
γενομένου κραταιοῦ, καὶ ποτὲ μὲν ἐπὶ πόδα ποιου-
μένων τὴν ἀναχώρησιν καὶ πιεζομένων ἐπὶ πολὺ τῶν
Μακεδόνων ὑπὸ τῆς τῶν Λακώνων εὐψυχίας, ποτὲ
δὲ τῶν Λακεδαιμονίων ἐξωθουμένων ὑπὸ τοῦ βά-
ρους τῆς τῶν Μακεδόνων τάξεως, τέλος οἱ περὶ τὸν
Ἀντίγονον συμφράξαντες τὰς σαρίσας καὶ χρησά-
μενοι τῷ τῆς ἐπαλλήλου φάλαγγος ἰδιώματι, βίᾳ
προσπεσόντες ἐξέωσαν ἐκ τῶν ὀχυρωμάτων τοὺς Λα-
κεδαιμονίους. τὸ μὲν οὖν ἄλλο πλῆθος ἔφευγε προ-
τροπάδην φονευόμενον· ὁ δὲ Κλεομένης ἱππεῖς τι-
νας ἔχων περὶ ἑαυτὸν ἀπεχώρησε μετὰ τούτων
ἀσφαλῶς εἰς τὴν Σπάρτην. ἐπιγενομένης δὲ τῆς νυ-
κτὸς καταβὰς εἰς Γύθιον, ἡτοιμασμένων αὐτῷ τῶν
πρὸς τὸν πλοῦν ἐκ πλείονος χρόνου πρὸς τὸ συμ-
βαῖνον, ἀπῆρε μετὰ τῶν φίλων εἰς Ἀλεξάνδρειαν.
 Ἀντίγονος δ' ἐγκρατὴς γενόμενος ἐξ ἐφόδου τῆς
Σπάρτης τά τε λοιπὰ μεγαλοψύχως καὶ

Πολύβιος. Historiae Book 3, ch. 57, Sec. 3, li.1


624

μίοις, σπεύδων συμβαλεῖν εἰς μάχην.


 Ἡμεῖς δ' ἐπειδὴ καὶ τὴν διήγησιν καὶ τοὺς ἡγε-
μόνας ἀμφοτέρων καὶ τὸν πόλεμον εἰς Ἰταλίαν ἠγά-
γομεν, πρὸ τοῦ τῶν ἀγώνων ἄρξασθαι βραχέα
βουλόμεθα περὶ τῶν ἁρμοζόντων τῇ πραγματείᾳ
διελθεῖν. ἴσως γὰρ δή τινες ἐπιζητήσουσι πῶς πε-
ποιημένοι τὸν πλεῖστον λόγον ὑπὲρ τῶν κατὰ Λιβύην
καὶ κατ' Ἰβηρίαν τόπων οὔτε περὶ τοῦ καθ' Ἡρα-
κλέους στήλας στόματος οὐδὲν ἐπὶ πλεῖον εἰρήκα-
μεν οὔτε περὶ τῆς ἔξω θαλάττης καὶ τῶν ἐν ταύτῃ
συμβαινόντων ἰδιωμάτων, οὐδὲ μὴν περὶ τῶν Βρετ-
τανικῶν νήσων καὶ τῆς τοῦ καττιτέρου κατασκευῆς,
ἔτι δὲ τῶν ἀργυρείων καὶ χρυσείων τῶν κατ' αὐτὴν
Ἰβηρίαν, ὑπὲρ ὧν οἱ συγγραφεῖς ἀμφισβητοῦντες
πρὸς ἀλλήλους τὸν πλεῖστον διατίθενται λόγον.
ἡμεῖς δ' οὐχὶ νομίζοντες ἀλλότριον εἶναι τοῦτο τὸ
μέρος τῆς ἱστορίας, διὰ τοῦτο παρελείπομεν, ἀλλὰ
πρῶτον μὲν οὐ βουλόμενοι παρ' ἕκαστα διασπᾶν τὴν  
διήγησιν οὐδ' ἀποπλανᾶν ἀπὸ τῆς πραγματικῆς ὑπο-
θέσεως τοὺς φιληκοοῦντας, δεύτερον δὲ κρίνοντες
οὐ διερριμμένην οὐδ' ἐν παρέργῳ ποιήσασθαι τὴν

Πολύβιος. Historiae Book 6, ch. 3, Sec. 3, li.5

λάκις μὲν ηὔξηται, πολλάκις δὲ τῆς εἰς τἀναντία  


μεταβολῆς ὁλοσχερῶς πεῖραν εἴληφε, ῥᾳδίαν εἶναι
συμβαίνει καὶ τὴν ὑπὲρ τῶν προγεγονότων ἐξήγησιν
καὶ τὴν ὑπὲρ τοῦ μέλλοντος ἀπόφασιν· τό τε γὰρ
ἐξαγγεῖλαι τὰ γινωσκόμενα ῥᾴδιον, τό τε προειπεῖν
ὑπὲρ τοῦ μέλλοντος στοχαζόμενον ἐκ τῶν ἤδη γεγο-
νότων εὐμαρές. περὶ δὲ τῆς Ῥωμαίων οὐδ' ὅλως
εὐχερὲς οὔτε περὶ τῶν παρόντων ἐξηγήσασθαι διὰ
τὴν ποικιλίαν τῆς πολιτείας, οὔτε περὶ τοῦ μέλλον-
τος προειπεῖν διὰ τὴν ἄγνοιαν τῶν προγεγονότων
περὶ αὐτοὺς ἰδιωμάτων καὶ κοινῇ καὶ κατ' ἰδίαν.
διόπερ οὐ τῆς τυχούσης ἐπιστάσεως προσδεῖται καὶ
θεωρίας, εἰ μέλλοι τις τὰ διαφέροντα καθαρίως ἐν
αὐτῇ συνόψεσθαι.
 Συμβαίνει δὴ τοὺς πλείστους τῶν βουλομένων
διδασκαλικῶς ἡμῖν ὑποδεικνύειν περὶ τῶν τοιούτων
τρία γένη λέγειν πολιτειῶν, ὧν τὸ μὲν καλοῦσι βα-
625

σιλείαν, τὸ δ' ἀριστοκρατίαν, τὸ δὲ τρίτον δημοκρα-


τίαν. δοκεῖ δέ μοι πάνυ τις εἰκότως ἂν ἐπαπορῆσαι
πρὸς αὐτούς, πότερον ὡς μόνας ταύτας ἢ καὶ νὴ Δί'
ὡς ἀρίστας ἡμῖν εἰσηγοῦνται τῶν πολιτειῶν. κατ'

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 7, Sec. 56, li.1

κρίνων τι τεχνικῶς; ἆρά γε ὁ ἰδιώτης ἢ ὁ τεχνίτης;


ἀλλ' ἰδιώτην μὲν οὐκ ἂν εἴποιμεν· πεπήρωται γὰρ
πρὸς τὴν γνῶσιν τῶν τεχνικῶν ἰδιωμάτων, καὶ ὡς
οὔτε τυφλὸς λαμβάνει τὰ τῆς ὁράσεως ἔργα οὔτε κω-
φὸς τὰ τῆς ἀκοῆς, οὕτως οὐδὲ ὁ ἄτεχνος ὀξυωπεῖ
πρὸς τὴν κατάληψιν τοῦ τεχνικῶς ἀποτελεσθέντος,
ἐπεί τοι ἐὰν καὶ τούτῳ μαρτυρῶμεν τήν τινος πράγ-
ματος τεχνικοῦ κρίσιν, οὐ διοίσει τῆς τέχνης ἡ ἀτε-
χνία, ὅπερ ἐστὶν ἄτοπον· ὥστε οὐχ ὁ ἰδιώτης ἐστὶ κρι-
τὴς τῶν τεχνικῶν ἰδιωμάτων. λείπεται ἄρα λέγειν
τὸν τεχνίτην· ὃ πάλιν ἐστὶν ἀπίθανον. ἤτοι γὰρ ὁ
ὁμόζηλος τὸν ὁμόζηλον ἢ ὁ ἀνομόζηλος τὸν ἑτερόζη-
λον κρίνει. ἀλλ' ὁ ἑτερόζηλος οὐχ οἷός τέ ἐστι κρίνειν
τὸν ἑτερόζηλον· τῆς γὰρ ἰδίας τέχνης ἐστὶν ἐπιγνώ-
μων, πρὸς δὲ τὴν ἀλλοτρίαν ἰδιώτης καθέστηκεν.
καὶ μὴν οὐδὲ ὁ ὁμόζηλος τὸν ὁμόζηλον δύναται
δοκιμάζειν· αὐτὸ γὰρ τοῦτο ἐζητοῦμεν, τίς ἐστιν ὁ
τούτους κρίνων ἐν μιᾷ δυνάμει τὸ ὅσον ἐπὶ τῇ αὐτῇ
τέχνῃ καθεστῶτας. ἄλλως τε, εἴπερ οὗτος ἐκεῖνον
κρίνει, γενήσεται τὸ αὐτὸ κρῖνόν τε καὶ κρινόμενον

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 7, Sec. 240, li.5

κατὰ πεῖσιν· ὡς γὰρ ὁ λέγων τὸν ἔρωτα ἐπιβολὴν εἶναι


φιλοποιίας συνεμφαίνει τὸ νέων ὡραίων, καὶ εἰ μὴ κατὰ
τὸ ῥητὸν τοῦτο ἐκφέρῃ (οὐθεὶς γὰρ γερόντων καὶ ἀκμῆς
ὥραν μὴ ἐχόντων ἐρᾷ), οὕτως ὅταν λέγωμεν, φασί, τὴν
φαντασίαν ἑτεροίωσιν ἡγεμονικοῦ, συνεμφαίνομεν τὸ κατὰ
πεῖσιν ἀλλὰ μὴ τὸ κατὰ ἐνέργειαν γίνεσθαι τὴν ἑτεροίω-
σιν. δοκοῦσι δὲ μηδ' οὕτως ἐκπεφευγέναι τὸ ἔγκλημα·
ὅτε γὰρ τρέφεται τὸ ἡγεμονικὸν καὶ νὴ Δία γε αὔξεται,
ἑτεροιοῦται μὲν κατὰ πεῖσιν, οὐκ ἔστι δὲ ἡ τοιαύτη ἑτε-
ροίωσις αὐτοῦ, καίπερ κατὰ πεῖσιν οὖσα καὶ διάθεσιν,
φαντασία, ἐκτὸς εἰ μή τι πάλιν λέγοιεν ἰδίωμα πείσεως
626

εἶναι τὴν φαντασίαν, ὅπερ διενήνοχε τῶν τοιούτων διαθέ-


σεων, ἢ ἐκεῖνό γε, ἐπεὶ ἡ φαντασία γίνεται ἤτοι τῶν ἐκτὸς
ἢ τῶν ἐν ἡμῖν παθῶν (ὃ δὴ κυριώτερον διάκενος ἑλκυσμὸς  
παρ' αὐτοῖς καλεῖται), πάντως ἐν τῷ λόγῳ τῆς φαντασίας
συνεμφαίνεσθαι τὸ τὴν πεῖσιν γίνεσθαι ἤτοι κατὰ τὴν
ἐκτὸς προσβολὴν ἢ κατὰ τὰ ἐν ἡμῖν πάθη, ὅπερ οὐκέτ' ἔ-
στιν ἐπὶ τῆς κατὰ τὰς αὐξήσεις ἢ θρέψεις ἑτεροιώσεως
συνεξακούειν.
 Ἀλλ' ἡ μὲν φαντασία κατὰ τοὺς ἀπὸ τῆς Στοᾶς οὕτω
δυσαπόδοτός ἐστι· τῶν δὲ φαντασιῶν πολλαὶ μὲν καὶ

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 7, Sec. 248, li.6

μέν εἰσι καταληπτικαὶ αἱ δὲ οὔ, οὐ καταληπτικαὶ μὲν αἱ


προσπίπτουσαί τισι κατὰ πάθος· μυρίοι γὰρ φρενιτίζον-
τες καὶ μελαγχολῶντες ἀληθῆ μὲν ἕλκουσι φαντασίαν, οὐ
καταληπτικὴν δὲ ἀλλ' ἔξωθεν καὶ ἐκ τύχης οὕτω συμπε-
σοῦσαν, ὅθεν οὐδὲ διαβεβαιοῦνται περὶ αὐτῆς πολλάκις,
οὐδὲ συγκατατίθενται αὐτῇ. καταληπτικὴ δέ ἐστιν ἡ ἀπὸ
ὑπάρχοντος καὶ κατ' αὐτὸ τὸ ὑπάρχον ἐναπομεμα-
γμένη καὶ ἐναπεσφραγισμένη, ὁποία οὐκ ἂν γένοιτο
ἀπὸ μὴ ὑπάρχοντος. ἄκρως γὰρ πι-
στούμενοι ἀντιληπτικὴν εἶναι τῶν ὑποκειμένων τήνδε τὴν
φαντασίαν καὶ πάντα τεχνικῶς τὰ περὶ αὐτοῖς ἰδιώματα ἀνα-
μεμαγμένην, ἕκαστον τούτων φασὶν ἔχειν συμβεβηκός. ὧν
πρῶτον μὲν τὸ ἀπὸ ὑπάρχοντος γίνεσθαι· πολλαὶ γὰρ τῶν
φαντασιῶν προσπίπτουσιν ἀπὸ μὴ ὑπάρχοντος ὥσπερ ἐπὶ τῶν
μεμηνότων, αἵτινες οὐκ ἂν εἶεν καταληπτικαί. δεύτερον δὲ τὸ
καὶ ἀπὸ ὑπάρχοντος εἶναι καὶ κατ' αὐτὸ τὸ ὑπάρχον·
ἔνιαι γὰρ πάλιν ἀπὸ ὑπάρχοντος μέν εἰσιν, οὐκ αὐτὸ δὲ
τὸ ὑπάρχον ἰνδάλλονται, ὡς ἐπὶ τοῦ μεμηνότος Ὀρέστου
μικρῷ πρότερον ἐδείκνυμεν. εἷλκε μὲν γὰρ φαντασίαν
ἀπὸ ὑπάρχοντος, τῆς Ἠλέκτρας, οὐ κατ' αὐτὸ δὲ τὸ ὑπάρ-
χον· μίαν γὰρ τῶν Ἐρινύων ὑπελάμβανεν αὐτὴν εἶναι,

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 7, Sec. 250, li.3

μικρῷ πρότερον ἐδείκνυμεν. εἷλκε μὲν γὰρ φαντασίαν


ἀπὸ ὑπάρχοντος, τῆς Ἠλέκτρας, οὐ κατ' αὐτὸ δὲ τὸ ὑπάρ-
χον· μίαν γὰρ τῶν Ἐρινύων ὑπελάμβανεν αὐτὴν εἶναι,
καθὸ καὶ προσιοῦσαν καὶ τημελεῖν αὐτὸν σπουδάζουσαν
ἀπωθεῖται λέγων
627

  μέθες· μί' οὖσα τῶν ἐμῶν Ἐρινύων.  


καὶ ὁ Ἡρακλῆς ἀπὸ ὑπάρχοντος μὲν ἐκινεῖτο τῶν Θηβῶν,
οὐ κατ' αὐτὸ δὲ τὸ ὑπάρχον· καὶ γὰρ κατ' αὐτὸ τὸ ὑπάρ-
χον δεῖ γίνεσθαι τὴν καταληπτικὴν φαντασίαν. οὐ μὴν
ἀλλὰ καὶ ἐναπομεμαγμένην καὶ ἐναπεσφραγισμένην τυγχά-
νειν, ἵνα πάντα τεχνικῶς τὰ ἰδιώματα τῶν φανταστῶν
ἀναμάττηται. ὡς γὰρ οἱ γλυφεῖς πᾶσι τοῖς μέρεσι συμ-
βάλλουσι τῶν τελουμένων, καὶ ὃν τρόπον αἱ διὰ τῶν δα-
κτυλίων σφραγῖδες ἀεὶ πάντας ἐπ' ἀκριβὲς τοὺς χαρακτῆρας
ἐναπομάττονται τῷ κηρῷ, οὕτω καὶ οἱ κατάληψιν ποιού-
μενοι τῶν ὑποκειμένων πᾶσιν ὀφείλουσιν αὐτῶν τοῖς ἰδιώ-
μασιν ἐπιβάλλειν. τὸ δὲ “οἵα οὐκ ἂν γένοιτο ἀπὸ μὴ
ὑπάρχοντος” προσέθεσαν, ἐπεὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῆς
Στοᾶς ἀδύνατον ὑπειλήφασι κατὰ πάντα ἀπαράλλακτόν
τινα εὑρεθήσεσθαι, οὕτω καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας.

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 7, Sec. 252, li.1

καὶ ὁ Ἡρακλῆς ἀπὸ ὑπάρχοντος μὲν ἐκινεῖτο τῶν Θηβῶν,


οὐ κατ' αὐτὸ δὲ τὸ ὑπάρχον· καὶ γὰρ κατ' αὐτὸ τὸ ὑπάρ-
χον δεῖ γίνεσθαι τὴν καταληπτικὴν φαντασίαν. οὐ μὴν
ἀλλὰ καὶ ἐναπομεμαγμένην καὶ ἐναπεσφραγισμένην τυγχά-
νειν, ἵνα πάντα τεχνικῶς τὰ ἰδιώματα τῶν φανταστῶν
ἀναμάττηται. ὡς γὰρ οἱ γλυφεῖς πᾶσι τοῖς μέρεσι συμ-
βάλλουσι τῶν τελουμένων, καὶ ὃν τρόπον αἱ διὰ τῶν δα-
κτυλίων σφραγῖδες ἀεὶ πάντας ἐπ' ἀκριβὲς τοὺς χαρακτῆρας
ἐναπομάττονται τῷ κηρῷ, οὕτω καὶ οἱ κατάληψιν ποιού-
μενοι τῶν ὑποκειμένων πᾶσιν ὀφείλουσιν αὐτῶν τοῖς ἰδιώ-
μασιν ἐπιβάλλειν. τὸ δὲ “οἵα οὐκ ἂν γένοιτο ἀπὸ μὴ
ὑπάρχοντος” προσέθεσαν, ἐπεὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῆς
Στοᾶς ἀδύνατον ὑπειλήφασι κατὰ πάντα ἀπαράλλακτόν
τινα εὑρεθήσεσθαι, οὕτω καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας.
ἐκεῖνοι μὲν γάρ φασιν ὅτι ὁ ἔχων τὴν καταληπτικὴν φαν-
τασίαν τεχνικῶς προσβάλλει τῇ ὑπούσῃ τῶν πραγμάτων
διαφορᾷ, ἐπείπερ καὶ εἶχέ τι τοιοῦτον ἰδίωμα ἡ τοιαύτη
φαντασία παρὰ τὰς ἄλλας φαντασίας καθάπερ οἱ κεράσται
παρὰ τοὺς ἄλλους ὄφεις· οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας τοὐ-
ναντίον φασὶ δύνασθαι τῇ καταληπτικῇ φαντασίᾳ ἀπα-
ράλλακτον εὑρεθήσεσθαι ψεῦδος.

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 7, Sec. 252, li.7


628

βάλλουσι τῶν τελουμένων, καὶ ὃν τρόπον αἱ διὰ τῶν δα-


κτυλίων σφραγῖδες ἀεὶ πάντας ἐπ' ἀκριβὲς τοὺς χαρακτῆρας
ἐναπομάττονται τῷ κηρῷ, οὕτω καὶ οἱ κατάληψιν ποιού-
μενοι τῶν ὑποκειμένων πᾶσιν ὀφείλουσιν αὐτῶν τοῖς ἰδιώ-
μασιν ἐπιβάλλειν. τὸ δὲ “οἵα οὐκ ἂν γένοιτο ἀπὸ μὴ
ὑπάρχοντος” προσέθεσαν, ἐπεὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῆς
Στοᾶς ἀδύνατον ὑπειλήφασι κατὰ πάντα ἀπαράλλακτόν
τινα εὑρεθήσεσθαι, οὕτω καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας.
ἐκεῖνοι μὲν γάρ φασιν ὅτι ὁ ἔχων τὴν καταληπτικὴν φαν-
τασίαν τεχνικῶς προσβάλλει τῇ ὑπούσῃ τῶν πραγμάτων
διαφορᾷ, ἐπείπερ καὶ εἶχέ τι τοιοῦτον ἰδίωμα ἡ τοιαύτη
φαντασία παρὰ τὰς ἄλλας φαντασίας καθάπερ οἱ κεράσται
παρὰ τοὺς ἄλλους ὄφεις· οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας τοὐ-
ναντίον φασὶ δύνασθαι τῇ καταληπτικῇ φαντασίᾳ ἀπα-
ράλλακτον εὑρεθήσεσθαι ψεῦδος.
 Ἀλλὰ γὰρ οἱ μὲν ἀρχαιότεροι τῶν Στωικῶν κριτήριόν
φασιν εἶναι τῆς ἀληθείας τὴν καταληπτικὴν ταύτην φαν-
τασίαν, οἱ δὲ νεώτεροι προσετίθεσαν καὶ τὸ μηδὲν ἔχου-
σαν ἔνστημα. ἔσθ' ὅτε γὰρ καταληπτικὴ μὲν προσπίπτει
φαντασία, ἄπιστος δὲ διὰ τὴν ἔξωθεν περίστασιν. οἷον
ὅτε Ἀδμήτῳ ὁ Ἡρακλῆς τὴν Ἄλκηστιν γῆθεν

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 7, Sec. 346, li.6

βάνειν πέφυκε, τὸ δὲ “τοῦτο λευκόν ἐστιν” ἢ “τοῦτο


γλυκύ ἐστιν” οὔτε χρῶμα οὔτε χυμὸς τυγχάνον ἀνυπόπτω-
τόν ἐστιν αἰσθήσει. ψεύδονταί τε ἐν πολλοῖς αἱ αἰσθή-
σεις καὶ διαφωνοῦσιν ἀλλήλαις, καθάπερ ἐδείξαμεν τοὺς
παρὰ τῷ Αἰνησιδήμῳ δέκα τρόπους ἐπιόντες.
τὸ δὲ διάφωνον καὶ ἐστασιασμένον οὐκ ἔστι κρι-
τήριον, ἀλλὰ τοῦ κρίνοντος αὐτὸ δεόμενον. τοίνυν οὐ δύναν-
ται καθ' αὑτὰς αἱ αἰσθήσεις κρίνειν τἀληθές. συνθέ-
σεώς τε δεῖ καὶ μνήμης πρὸς ἀντίληψιν τῶν ὑποκειμένων,
οἷον ἀνθρώπου, φυτοῦ, τῶν ἐοικότων. χρώματος γὰρ μετὰ
μεγέθους καὶ σχήματος καὶ ἄλλων τινῶν ἰδιωμάτων σύνθεσίς
ἐστιν ὁ ἄνθρωπος, συνθεῖναι δέ τι μνημονικῶς οὐ δύναται
ἡ αἴσθησις διὰ τὸ μήτε χρῶμα μήτε χυμὸν μήτε φω-
νὴν εἶναι τὴν ἐπισύνθεσιν, ὧν μόνον ἀντιληπτική ἐστιν ἡ
αἴσθησις.  
 
629

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 7, Sec. 408, li.3

τως ἔχοντι φαντασία. ἀλλ' ἦν ἡ μὲν ἀπὸ τῶν τόξων ἀλη-


θής, ἡ δὲ ἀπὸ τῶν παίδων ψευδής. ἐπ' ἴσης οὖν κινου-
σῶν ἀμφοτέρων ὁμολογητέον ἀπαράλλακτον εἶναι τὴν ἑτέ-
ραν τῇ ἑτέρᾳ· καὶ εἰ ἡ ἀπὸ τῶν τόξων λέγεται κατα-
ληπτική, ὅτι ἡ ἀκόλουθος αὐτῇ πρᾶξις ἐπεζεύχθη τοῖς τόξοις
αὐτοῦ ὡς τόξοις χρησαμένου, λεγέσθω καὶ ἡ ἀπὸ τῶν
παίδων μὴ διαφέρειν ταύτης, παρόσον καὶ ταύτῃ τὸ ἀκό-
λουθον ἐπεζεύχθη ἔργον, τουτέστι τὸ τοὺς τοῦ ἐχθροῦ
παῖδας δεῖν ἀναιρεῖν. ἀλλὰ γὰρ αὕτη μὲν ἡ ἀπαραλλαξία
τῶν τε καταληπτικῶν καὶ τῶν ἀκαταλήπτων φαντασιῶν
κατὰ τὸ ἐναργὲς καὶ ἔντονον ἰδίωμα παρίσταται. οὐδὲν
δὲ ἧττον δείκνυται τοῖς ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας καὶ ἡ κατὰ
χαρακτῆρα καὶ [ἡ] κατὰ τύπον. καλοῦσι δὲ ἐπὶ τὰ φαι-
νόμενα τοὺς Στωικούς. ἐπὶ γὰρ τῶν ὁμοίων μὲν κατὰ
μορφήν, διαφερόντων δὲ κατὰ τὸ ὑποκείμενον, ἀμήχανόν
ἐστι διορίζειν τὴν καταληπτικὴν φαντασίαν ἀπὸ τῆς ψευ-
δοῦς καὶ ἀκαταλήπτου· οἷον δυεῖν ᾠῶν ἄκρως ἀλλήλοις
ὁμοίων ἐναλλὰξ τῷ Στωικῷ δίδωμι πρὸς διάκρισιν, εἰ ἐπι-
βαλὼν ὁ σοφὸς ἰσχύσει λέγειν ἀδιαπτώτως, πότερον ἕν ἐστι
τὸ δεικνύμενον ᾠὸν ἢ ἄλλο καὶ ἄλλο. ὁ δ' αὐτὸς λόγος
ἐστὶ καὶ ἐπὶ διδύμων· λήψεται γὰρ ψευδῆ φαντασίαν ὁ

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 7, Sec. 411, li.1

τὸ δεικνύμενον ᾠὸν ἢ ἄλλο καὶ ἄλλο. ὁ δ' αὐτὸς λόγος


ἐστὶ καὶ ἐπὶ διδύμων· λήψεται γὰρ ψευδῆ φαντασίαν ὁ
σπουδαῖος καὶ ὡς ἀπὸ ὑπάρχοντος καὶ κατ' αὐτὸ τὸ ὑπάρ-  
χον ἐναπομεμαγμένην καὶ ἐναπεσφραγισμένην ἔχων τὴν
φαντασίαν, ἐὰν ἀπὸ Κάστορος ὡς ἀπὸ Πολυδεύκους φαν-
τασιωθῇ. ἐντεῦθεν γοῦν καὶ ὁ ἐγκεκαλυμμένος συνέστη
λόγος· ἐὰν γὰρ προκύψαντος δράκοντος θέλωμεν τῷ
ὑποκειμένῳ ἐπιστῆναι, εἰς πολλὴν ἀπορίαν ἐμπεσούμεθα,
καὶ οὐχ ἕξομεν λέγειν, πότερον ὁ αὐτός ἐστι δράκων τῷ
πρότερον προκύψαντι ἢ ἕτερος, πολλῶν ἐνεσπειραμένων
τῷ αὐτῷ φωλεῷ δρακόντων. οὐ τοίνυν ἔχει τι ἰδίωμα ἡ
καταληπτικὴ φαντασία ᾧ διαφέρει τῶν ψευδῶν τε καὶ
ἀκαταλήπτων φαντασιῶν.
 Πρὸς τούτοις, εἴ τι ἄλλο καταληπτικόν τινός ἐστι, καὶ
ἡ ὅρασις. οὐχὶ δέ γ' αὕτη καταληπτική τινός ἐστιν, ὡς πα-
ραστήσομεν· οὐκ ἄρα ἔστι τι καταληπτικόν τινος. ἡ γὰρ
630

ὅρασις λαμβάνειν μὲν δοκεῖ χρώματα καὶ μεγέθη καὶ σχή-


ματα καὶ κινήσεις, τούτων δὲ οὐδὲν λαμβάνει, καθάπερ
εὐθὺς ἀπὸ τῶν χρωμάτων ἀρξαμένοις ἡμῖν φανεῖται.
εἴπερ οὖν ἡ ὅρασις καταλαμβάνεταί τι χρῶμα, φασὶν οἱ
ἐξ Ἀκαδημίας, καὶ τὸ τοῦ ἀνθρώπου καταλήψεται·

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 8, Sec. 425, li.2

ἥδε· κεκύηκεν ἄρα ἥδε” σὺν τῷ ἀληθὴς εἶναι ἔτι καὶ


ἀποδεικτικός ἐστιν· ἄδηλον γὰρ ἔχων τὸ συμπέρασμα
τὸ “κεκύηκεν ἄρα ἥδε”, τοῦτο διὰ τῶν λημμάτων ἐκ-
καλύπτει.
 Τριῶν οὖν ὄντων λόγων, τοῦ τε συνακτικοῦ καὶ τοῦ
ἀληθοῦς καὶ τοῦ ἀποδεικτικοῦ, εἰ μέν τίς ἐστιν ἀποδεικτι-
κός, οὗτος πολὺ πρότερόν ἐστιν ἀληθὴς καὶ συνακτικός·
εἰ δέ τις ἀληθής, οὐκ ἐξ ἀνάγκης ἀποδεικτικός, πάντως
δὲ συνακτικός· εἰ δέ τις συνακτικός, οὐ πάντως ἀληθὴς
ὡς οὐδὲ πάντως ἀποδεικτικός. κοινῶς οὖν ὀφείλοντος πᾶ-
σιν αὐτοῖς συμβεβηκέναι τοῦ συνακτικοῦ ἰδιώματος, ἐὰν
παραστήσωμεν, ὅτι ἀνεύρετός ἐστι τοῖς ἀπὸ τῆς Στοᾶς ὁ
συνακτικὸς λόγος, ἐσόμεθα παρεστακότες, ὅτι οὐδὲ ἀληθὴς
οὐδὲ ἀποδεικτικὸς δύναται εὑρεθῆναι. ὅτι δὲ οὐκ ἔστι συ-
νακτικὸς λόγος τις, ῥᾴδιον γνῶναι. εἰ γὰρ συνακτικὸν
εἶναι λέγουσι λόγον, ὅταν ἀληθὲς ᾖ συνημμένον τὸ ἀρχό-
μενον μὲν ἀπὸ τῆς διὰ τῶν λημμάτων αὐτοῦ συμπλοκῆς,
λῆγον δὲ εἰς τὴν ἐπιφοράν, δεήσει προεπικεκρίσθαι τὸ
ἀληθὲς συνημμένον καὶ τότε βεβαίως λαμβάνεσθαι τὸν
ἐκ τούτου ἠρτῆσθαι δοκοῦντα συνακτικὸν λόγον. ἀνεπί-
κριτον δέ γέ ἐστι μέχρι τοῦ νῦν τὸ ὑγιὲς συνημμένον·

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 2, Sec. 7, li.6

κῷ νόμῳ, ἀντὶ τῆς τέχνης, ἄλλως δὲ τῶν Στωικῶν, ἀντὶ


τοῦ βεβαίας ἔχειν καταλήψεις, ἐν σοφῷ μόνῳ φυομένην.
τὸ δὲ λέγειν ἀμφότεροι παραλαμβάνουσιν ὡς διαφέρον
τοῦ διαλέγεσθαι, ἐπειδήπερ τὸ μὲν ἐν συντομίᾳ κείμενον
κἀν τῷ λαμβάνειν καὶ διδόναι λόγον διαλεκτικῆς ἐστιν
ἔργον, τὸ δὲ λέγειν ἐν μήκει καὶ διεξόδῳ θεωρούμενον
ῥητορικῆς ἐτύγχανεν ἴδιον. ἔνθεν γοῦν καὶ Ζήνων ὁ Κι-
τιεὺς ἐρωτηθεὶς ὅτῳ διαφέρει διαλεκτικὴ
ῥητορικῆς, συστρέψας τὴν χεῖρα καὶ πάλιν ἐξαπλώσας  
ἔφη ‘τούτῳ’, κατὰ μὲν τὴν συστροφὴν τὸ στρογγύλον καὶ
631

βραχὺ τῆς διαλεκτικῆς τάττων ἰδίωμα, διὰ δὲ τῆς ἐξ-


απλώσεως καὶ ἐκτάσεως τῶν δακτύλων τὸ πλατὺ τῆς
ῥητορικῆς δυνάμεως αἰνιττόμενος.
 Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Ῥητορικῶν τεχνῶν
ἁπλούστερον παραδίδωσι τὴν ῥητορικὴν τέχνην
λόγων. καὶ ζητουμένου πρὸς αὐτὸν ὅτι καὶ ἡ ἰατρικὴ
τέχνη ἐστὶ λόγων ἰατρικῶν, ἀπολογούμενοί τινές φασιν
ὅτι ἡ ἰατρικὴ τοὺς λόγους ἐφ' ἕτερόν τι ἀναφέρει τέλος,
καθάπερ τὴν ὑγείαν, ἡ δὲ ῥητορικὴ ἄντικρύς ἐστι λόγων
τέχνη. καὶ ἄλλους δὲ ἐκτίθεται ὁ ἀνὴρ οὗτος ὅρους, περὶ
ὧν οὐκ ἀναγκαῖόν ἐστιν ἡμῖν λέγειν τοῖς μὴ

Σέξτος Εμπειρίκος. Adversus mathematicos Book 3, Sec. 56, li.3

ἐστι), στενὸν δέ τι ληψόμεθα πλάτος, ὥστε τὴν κατά-


ληξιν τῆς νοήσεως ἐν ἐλαχιστοτάτῳ γενέσθαι πλάτει,
πλὴν ὅμως πλάτει, τὸ δὲ μετὰ τοῦτο γενέσθαι τὴν ἐπι-
βολὴν τῆς διανοίας εἰς ἑτερογενές, καὶ ὃ μήτε μῆκός ἐστι
μήτε πλάτος. εἴπερ τε δυνατόν ἐστι μῆκός τι νοήσαντας
σὺν ποσῷ πλάτει στερήσει τοῦ πλάτους λαβεῖν μῆκος
ἀπλατές, ἐνδέξεταί ποτε κατὰ τὸν ὅμοιον τρόπον καὶ
σάρκα σὺν τρωτῷ ἰδιώματι νοήσαντας στερήσει τοῦ τρω-
τοῦ ἰδιώματος νοῆσαι ἄτρωτόν τε καὶ ἀπαθῆ σάρκα, δυ-
νατὸν δὲ ἔσται καὶ σῶμα νοήσαντας μετὰ ἀντιτύπου ἰδιώ-
ματος στερήσει τῆς ἀντιτυπίας λαβεῖν τι μὴ ἀντιτυποῦν
σῶμα. ὅπερ τελέως ἐστὶν ἀδύνατον καὶ παρὰ τὴν κοινὴν
τῶν ἀνθρώπων ἔννοιαν· τὸ γὰρ ἄτρωτον νοούμενον ἡμῖν
οὐκέτι ἐστὶ σάρξ, ἐπείπερ σὺν τῷ τρωτῷ ἰδιώματι ἡ σὰρξ
ἐνοεῖτο ὡς σάρξ, καὶ τὸ μὴ ἀντιτυποῦν σῶμα οὐκέτι
νοεῖται σῶμα· σὺν γὰρ τῷ ἀντιτύπῳ ἰδιώματι ἐνοεῖτο
τὸ σῶμα, καθό ἐστι σῶμα. ὅθεν καὶ τὸ νοούμενον μῆ-
κος χωρὶς πλάτους οὐκ ἂν εἴη μῆκος· σὺν γὰρ τῷ ποσὸν
ἔχειν πλάτος τὸ μῆκος ὡς μῆκος νοεῖται.  
 
Apollodorus Gramm., Fragm. (0549: 005)“FHG 1”, Ed. Müller, K.
Paris: Didot, 1853.Frag. 10, li.72

φύσιν ἔχον ἀμύνεσθαι τοὺς κατ' αὐτοῦ ψευδῶς ὀμό-


σαι τολμήσαντας. Διαβόητον μὲν τοίνυν Στυγὸς ὕδωρ
κατὰ Ἀρκαδίαν οἱ ἱστορικοὶ ἀναγεγράφασιν, ὧν ἐστι
καὶ Ἡρόδοτος, ὃς ἐν τῇ ἕκτῃ τὰ κατὰ Κλεο-
μένην ἀφηγούμενος, γράφει ταῦτα· Ἐντεῦθεν δὲ ἀφι-
κόμενος εἰς τὴν Ἀρκαδίαν, νεώτερα ἔπρησσε πρά-
632

γματα, συνιστὰς τοὺς Ἀρκάδας ἐπὶ τῇ Σπάρτῃ·


ἄλλους τε ὅρκους προσάγων σφι, καὶ δὴ καὶ ἐς Νώνακριν
πόλιν πρόθυμος ἦν τῶν Ἀρκάδων τοὺς προεστῶτας
ἀγινέων, ἐξορκοῦν τὸ Στυγὸς ὕδωρ. Καλλίμαχος δ' ἐν
τῷ περὶ Νυμφῶν συγγράμματι καὶ τὸ ἰδίωμα τοῦ
ὕδατος ἀφηγεῖται, λέγων οὕτω· Στὺξ ἐν Νωνακρίνῃ
κρήνη τῆς Ἀρκαδίας, ἧς ὕδωρ ἐστὶ τὸ διακόπτον
πάντα τὰ ἀγγεῖα, πλὴν τῶν κερατίνων.
 Clemens Alex. Cohort.:
Καί μοι δοκεῖ τὰ ὄργια καὶ τὰ μυστήρια  
δεῖν ἐτυμολογεῖν, τὰ μὲν ἀπὸ τῆς ὀργῆς τῆς Δηοῦς
τῆς πρὸς Δία γεγενημένης, τὰ δὲ ἀπὸ τοῦ συμβεβη-
κότος περὶ τὸν Διόνυσον· εἰ δὲ καὶ ἀπὸ Μυοῦντός τι-
νος Ἀττικοῦ, ὃν ἐν κυνηγίῳ διαφθαρῆναι Ἀπολλόδωρος
λέγει, οὐ φθόνος ὑμῶν δεδοξάσθαι τὰ μυστήρια

Κλήμης Αλεξανδρινός. Protrepticus (0555: 001)


“Clément d'Alexandrie. Le protreptique, 2nd edn.”, Ed. Mondésert, C.
Paris: Cerf, 1949; Sources chrétiennes 2.Ch. 10, Sec. 100, sub Sec. 3, li.6

τοῦ λόγου συγγνώμην τῆς πλάνης ἔχει τὴν ἄγνοιαν, ὁ δὲ


εἰς ὦτα βαλόμενος καὶ τῇ ψυχῇ παρακούσας παρὰ τῆς
γνώμης φέρει τὴν ἀπείθειαν, καὶ ὅσῳ γε φρονιμώτερος
εἶναι δόξει, πρὸς κακοῦ ἡ σύνεσις αὐτῷ, ὅτι τῇ φρονήσει
κέχρηται κατηγόρῳ τὸ βέλτιστον οὐχ ἑλόμενος· πέφυκε
γὰρ ὡς ἄνθρωπος οἰκείως ἔχειν πρὸς θεόν. Ὥσπερ οὖν τὸν
ἵππον ἀροῦν οὐ βιαζόμεθα οὐδὲ τὸν ταῦρον κυνηγετεῖν, πρὸς
ὃ πέφυκε δὲ ἕκαστον τῶν ζῴων περιέλκομεν, οὕτως ἀμέλει
καὶ τὸν ἄνθρωπον ἐπὶ τὴν οὐρανοῦ γενόμενον θέαν, «φυτὸν
οὐράνιον» ὡς ἀληθῶς, ἐπὶ τὴν γνῶσιν παρακαλοῦμεν τοῦ θεοῦ,
τὸ οἰκεῖον αὐτοῦ καὶ ἐξαίρετον καὶ ἰδιωματικὸν παρὰ τὰ
ἄλλα ζῷα κατειλημμένοι, αὔταρκες ἐφόδιον αἰώνων, θεοσέ-
βειαν, παρασκευάζεσθαι συμβουλεύοντες. Γεώργει, φαμέν, εἰ
γεωργὸς εἶ, ἀλλὰ γνῶθι τὸν θεὸν γεωργῶν, καὶ πλεῖθι ὁ
τῆς ναυτιλίας ἐρῶν, ἀλλὰ τὸν οὐράνιον κυβερνήτην παρα-
καλῶν· στρατευόμενόν σε κατείληφεν ἡ γνῶσις· τοῦ δίκαια
σημαίνοντος ἄκουε στρατηγοῦ.
 Καθάπερ οὖν κάρῳ καὶ μέθῃ βεβαρημένοι ἀνανήψατε
καὶ διαβλέψαντες ὀλίγον ἐννοήθητε, τί θέλουσιν ὑμῖν οἱ
προσκυνούμενοι λίθοι καὶ ἃ περὶ τὴν ὕλην κενοσπούδως  
633

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata (0555: 004)“Clemens Alexandrinus,


vols. 2, 3rd edn. and 3, 2nd edn.”, Ed. Stählin, O., Früchtel, L., Treu, U.
Berlin: Akademie–Verlag, 2:1960; 3:1970; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 52(15), 17.Book 1, ch. 4, Sec. 26, sub Sec. 2, li.1

σῆν λέγων· ἰδοὺ ἀνακέκληκα τὸν Βεσελεὴλ τὸν τοῦ Οὐρί, τὸν Ὤρ,
τῆς φυλῆς Ἰούδα, καὶ ἐνέπλησᾳ αὐτὸν πνεῦμα θεῖον σοφίας καὶ συνέ-
σεως καὶ ἐπιστήμης ἐν παντὶ ἔργῳ, διανοεῖσθαι καὶ ἀρχιτεκτονῆσαι.
ἐργάζεσθαι τὸ χρυσίον καὶ τὸ ἀργύριον καὶ τὸν χαλκόν, καὶ τὴν
ὑάκινθον καὶ τὴν πορφύραν καὶ τὸ κόκκινον, καὶ τὰ λιθουργικὰ καὶ
τεκτονικὴν τῶν ξύλων, ἐργάζεσθαι [ἕως] κατὰ πάντα τὰ ἔργα.» ἔπειτα
ἐπιφέρει καθολικὸν δὴ λόγον· «καὶ παντὶ τῷ συνετῷ καρδίᾳ δέδωκα  
σύνεσιν,» τουτέστιν τῷ οἵῳ τε ἐπιδέξασθαι πόνῳ καὶ συνασκήσει.
πάλιν τε αὖ διαρρήδην ἐξ ὀνόματος κυρίου γέγραπται· «καὶ σὺ λά-
λησον πᾶσι τοῖς σοφοῖς τῇ διανοίᾳ, οὓς ἐνέπλησα πνεῦμα αἰσθήσεως·»
ἔχουσι μέν τι οἰκεῖον φύσεως ἰδίωμα οἱ «σοφοὶ τῇ διανοίᾳ,» λαμβά-
νουσι δὲ «πνεῦμα αἰσθήσεως» παρὰ τῆς κυριωτάτης σοφίας διττόν,
ἐπιτηδείους σφᾶς αὐτοὺς παραστήσαντες. οἱ μὲν γὰρ τὰς βαναύσους
μετιόντες τέχνας τοῦ περὶ τὰς αἰσθήσεις ἀπολαύουσι περιττοῦ, ἀκοῆς
μὲν ὁ κοινῶς λεγόμενος μουσικός, ἁφῆς δὲ ὁ πλαστικός. καὶ φωνῆς
ὁ ᾠδικός, ὀσφρήσεως ὁ μυρεψικός, ὄψεως ὁ τῶν ἐν ταῖς σφραγῖσιν
ἐντυπωμάτων τορευτικός. οἱ δὲ ἀμφὶ τὴν παιδείαν διατρίβοντες
τὴν συναίσθησιν χορηγοῦνται, καθ' ἣν τῶν μέτρων οἱ ποιηταὶ καὶ
τῆς λέξεως οἱ σοφισταὶ καὶ τῶν συλλογισμῶν οἱ διαλεκτικοὶ καὶ οἱ
φιλόσοφοι τῆς κατ' αὐτοὺς θεωρίας ἀντιλαμβάνονται. εὑρετικὸν γὰρ
καὶ ἐπινοητικὸν ἡ συναίσθησις ἐπιβάλλειν πιθανῶς ἀναπείθουσα,

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 1, ch. 16, Sec. 79, sub Sec. 3,
li.2

Τέρπανδρος ὁ Ἀντισσαῖος, διθύραμβον δὲ ἐπενόησεν Λᾶσος Ἑρμιονεύς,


ὕμνον Στησίχορος Ἱμεραῖος, χορείαν Ἀλκμὰν Λακεδαιμόνιος, τὰ ἐρω-
τικὰ Ἀνακρέων Τήιος, ὑπόρχησιν Πίνδαρος Θηβαῖος νόμους τε πρῶτος
ᾖσεν ἐν χορῷ καὶ κιθάρᾳ Τιμόθεος ὁ Μιλήσιος. ναὶ μὴν ἴαμβον μὲν
ἐπενόησεν Ἀρχίλοχος ὁ Πάριος, χωλὸν δὲ ἴαμβον Ἱππῶναξ ὁ Ἐφέσιος,
καὶ τραγῳδίαν μὲν Θέσπις ὁ Ἀθηναῖος, κωμῳδίαν δὲ Σουσαρίων ὁ
Ἰκαριεύς. τοὺς χρόνους τούτων παῖδες παραδιδόασι γραμματικῶν,
μακρὸν δ' ἂν εἴη τούτους ἀκριβολογούμενον παραθέσθαι αὐτοῦ δεικνυ-
μένου τοῦ Διονύσου, δι' ὃν καὶ Διονυσιακαὶ θέαι, μεταγενεστέρου
Μωυσέως [ἢ] αὐτίκα μάλα. φασὶ δὲ καὶ τοὺς κατὰ διατριβὴν λόγους
634

καὶ τὰ ῥητορικὰ ἰδιώματα εὑρεῖν καὶ μισθοῦ συνηγορῆσαι πρῶτον


δικανικὸν λόγον εἰς ἔκδοσιν γραψάμενον Ἀντιφῶντα Σωφίλου Ῥα-
μνούσιον, ὥς φησι Διόδωρος, Ἀπολλόδωρος δὲ ὁ Κυμαῖος πρῶτος
τοῦ γραμματικοῦ ἀντὶ τοῦ κριτικοῦ εἰσηγήσατο τοὔνομα καὶ γραμ-
ματικὸς προσηγορεύθη, ἔνιοι δὲ Ἐρατοσθένη τὸν Κυρηναῖόν φασιν,
ἐπειδὴ ἐξέδωκεν οὗτος βιβλία δύο «γραμματικὰ» ἐπιγράψας. ὠνο-
μάσθη δὲ γραμματικός, ὡς νῦν ὀνομάζομεν, πρῶτος Πραξιφάνης
Διονυσοφάνους Μιτυληναῖος. Ζάλευκός τε ὁ Λοκρὸς πρῶτος ἱστό-  
ρηται νόμους θέσθαι, οἳ δὲ Μίνω τὸν Διὸς ἐπὶ Λυγκέως. οὗτος μετὰ
Δαναὸν γίνεται ἑνδεκάτῃ ἄνωθεν ἀπὸ Ἰνάχου καὶ Μωσέως γενεᾷ,

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 2, ch. 20, Sec. 112, sub Sec. 1,
li.5

θέντας τὴν ἀληθῆ ἀπὸ ψεύδους ἡδονὴν καὶ τὸ ἐπίκηρόν τε καὶ  


ἐφύβριστον ἀπὸ τοῦ ἁγίου κάλλους, ἄγουσιν δουλωσάμεναι. ἑκάστη
δὲ ἀπάτη, συνεχῶς ἐναπερειδομένη τῇ ψυχῇ, τὴν φαντασίαν ἐν αὐτῇ
τυποῦται. καὶ δὴ τὴν εἰκόνα ἔλαθεν περιφέρουσα τοῦ πάθους ἡ
ψυχή, τῆς αἰτίας ἀπό τε τοῦ δελέατος καὶ τῆς ἡμῶν συγκαταθέσεως
γινομένης.
 Οἱ δ' ἀμφὶ τὸν Βασιλείδην προσαρτήματα τὰ πάθη καλεῖν
εἰώθασι, πνεύματά τέ τινα ταῦτα κατ' οὐσίαν ὑπάρχειν προσηρτημένα
τῇ λογικῇ ψυχῇ κατά τινα τάραχον καὶ σύγχυσιν ἀρχικὴν ἄλλας τε
αὖ πνευμάτων νόθους καὶ ἑτερογενεῖς φύσεις προσεπιφύεσθαι ταύταις
οἷον λύκου, πιθήκου, λέοντος, τράγου, ὧν τὰ ἰδιώματα περὶ τὴν
ψυχὴν φανταζόμενα τὰς ἐπιθυμίας τῆς ψυχῆς τοῖς ζῴοις ἐμφερῶς
ἐξομοιοῦν λέγουσιν· ὧν γὰρ ἰδιώματα φέρουσι, τούτων τὰ ἔργα μι-
μοῦνται, καὶ οὐ μόνον ταῖς ὁρμαῖς καὶ φαντασίαις τῶν ἀλόγων ζῴων
προσοικειοῦνται, ἀλλὰ καὶ φυτῶν κινήματα καὶ κάλλη ζηλοῦσι διὰ
τὸ καὶ φυτῶν ἰδιώματα προσηρτημένα φέρειν, ἔτι δὲ καὶ ἕξεως
ἰδιώματα, οἷον ἀδάμαντος σκληρίαν.

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 2, ch. 20, Sec. 112, sub Sec. 2,
li.1

δὲ ἀπάτη, συνεχῶς ἐναπερειδομένη τῇ ψυχῇ, τὴν φαντασίαν ἐν αὐτῇ


τυποῦται. καὶ δὴ τὴν εἰκόνα ἔλαθεν περιφέρουσα τοῦ πάθους ἡ
ψυχή, τῆς αἰτίας ἀπό τε τοῦ δελέατος καὶ τῆς ἡμῶν συγκαταθέσεως
γινομένης.
635

 Οἱ δ' ἀμφὶ τὸν Βασιλείδην προσαρτήματα τὰ πάθη καλεῖν


εἰώθασι, πνεύματά τέ τινα ταῦτα κατ' οὐσίαν ὑπάρχειν προσηρτημένα
τῇ λογικῇ ψυχῇ κατά τινα τάραχον καὶ σύγχυσιν ἀρχικὴν ἄλλας τε
αὖ πνευμάτων νόθους καὶ ἑτερογενεῖς φύσεις προσεπιφύεσθαι ταύταις
οἷον λύκου, πιθήκου, λέοντος, τράγου, ὧν τὰ ἰδιώματα περὶ τὴν
ψυχὴν φανταζόμενα τὰς ἐπιθυμίας τῆς ψυχῆς τοῖς ζῴοις ἐμφερῶς
ἐξομοιοῦν λέγουσιν· ὧν γὰρ ἰδιώματα φέρουσι, τούτων τὰ ἔργα μι-
μοῦνται, καὶ οὐ μόνον ταῖς ὁρμαῖς καὶ φαντασίαις τῶν ἀλόγων ζῴων
προσοικειοῦνται, ἀλλὰ καὶ φυτῶν κινήματα καὶ κάλλη ζηλοῦσι διὰ
τὸ καὶ φυτῶν ἰδιώματα προσηρτημένα φέρειν, ἔτι δὲ καὶ ἕξεως
ἰδιώματα, οἷον ἀδάμαντος σκληρίαν.
 Ἀλλὰ πρὸς μὲν τὸ δόγμα τοῦτο διαλεξόμεθα ὕστερον, ὁπηνίκα
περὶ ψυχῆς διαλαμβάνομεν· νῦν δὲ τοῦτο μόνον παρασημειωτέον, ὡς
δουρείου τινὸς ἵππου κατὰ τὸν ποιητικὸν μῦθον εἰκόνα σῴζει ὁ κατὰ
Βασιλείδην ἄνθρωπος, ἐν ἑνὶ σώματι τοσούτων πνευμάτων διαφόρων
στρατὸν ἐγκεκολπισμένος. αὐτὸς γοῦν ὁ τοῦ Βασιλείδου υἱὸς Ἰσίδωρος
ἐν τῷ Περὶ προσφυοῦς ψυχῆς συναισθόμενος τοῦ δόγματος οἷον ἑαυ

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 4, ch. 17, Sec. 110, sub Sec. 3,
li.2

τε καὶ λόγῳ τελειοῦσθαι διδάσκων. «»ὀφθαλμοὶ κυρίου ἐπὶ δικαίους


καὶ ὦτα αὐτοῦ εἰς δέησιν αὐτῶν· πρόσωπον δὲ κυρίου ἐπὶ ποιοῦντας
κακά, τοῦ ἐξολοθρεῦσαι ἐκ γῆς τὸ μνημόσυνον αὐτῶν. ἐκέκραξεν δὲ
ὁ δίκαιος καὶ ὁ κύριος εἰσήκουσε καὶ ἐκ πασῶν τῶν θλίψεων ἐρρύ-
σατο αὐτόν.» «πολλαὶ μὲν γὰρ μάστιγες τῶν ἁμαρτωλῶν, τοὺς δὲ
ἐλπίζοντας ἐπὶ κύριον ἔλεος κυκλώσει.»« ὑπὸ πλήθους ἐλέου πε-
ριέχεσθαι τὸν ἐλπίζοντα γνησίως λέγει· ὅτι ἐν τῇ πρὸς Κορινθίους
ἐπιστολῇ γέγραπται· «διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ ἀσύνετος καὶ ἐσκοτισμένη
διάνοια ἡμῶν ἀναθάλλει εἰς τὸ φῶς. διὰ τούτου ἠθέλησεν ὁ δεσπό-
της τῆς ἀθανάτου γνώσεως ἡμᾶς γεύσασθαι.» ῥητότερον καὶ τὸ τῆς
γνώσεως ἰδίωμα ἐμφαίνων ἐπήγαγεν· «προδήλων οὖν ὄντων ἡμῖν
τούτων, καὶ ἐγκεκυφότες εἰς τὰ βάθη τῆς θείας γνώσεως, πάντα
τάξει ποιεῖν ὀφείλομεν, ὅσα ὁ δεσπότης ἐπιτελεῖν ἐκέλευσεν, κατὰ
καιροὺς τεταγμένους.» «ὁ σοφὸς τοίνυν ἐνδεικνύσθω τὴν σοφίαν
αὐτοῦ μὴ λόγοις μόνον, ἀλλ' ἐν ἔργοις ἀγαθοῖς· ὁ ταπεινόφρων
μαρτυρείτω μὴ ἑαυτῷ, ἀλλ' ἐάτω ὑφ' ἑτέρου αὑτὸν μαρτυρεῖσθαι  
ὁ ἁγνὸς τῇ σαρκὶ μὴ ἀλαζονευέσθω, γινώσκων ὅτι ἕτερός ἐστιν ὁ
ἐπιχορηγῶν αὐτῷ τὴν ἐγκράτειαν.» «ὁρᾶτε, ἀδελφοί, ὅσῳ πλείονος
κατηξιώθημεν γνώσεως, τοσούτῳ ὑποκείμεθα μᾶλλον κινδύνῳ.»
 Ἡ σεμνὴ οὖν τῆς φιλανθρωπίας ἡμῶν καὶ ἁγνὴ ἀγωγὴ
κατὰ τὸν Κλήμεντα τὸ κοινωφελὲς ζητεῖ, ἐάν τε μαρτυρῇ ἐάν τε καὶ
636

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 5, ch. 1, Sec. 3, sub Sec. 4, li.2

φύσει τις τὸν θεὸν ἐπίσταται, ὡς Βασιλείδης οἴεται, [τὴν] νόησιν τὴν
ἐξαίρετον πίστιν ἅμα καὶ βασιλείαν καὶ καλῶν κτίσιν, οὐσίας ἀξίαν
τοῦ ποιήσαντος πλησίον ὑπάρχειν αὐτήν, ἑρμηνεύων, οὐσίαν, ἀλλ' οὐκ
ἐξουσίαν, καὶ φύσιν καὶ ὑπόστασιν, κτίσεως ἀνυπερθέτου κάλλος
ἀδιόριστον, οὐχὶ δὲ ψυχῆς αὐτεξουσίου λογικὴν συγκατάθεσιν λέγει
τὴν πίστιν. παρέλκουσι τοίνυν αἱ ἐντολαὶ αἵ τε κατὰ τὴν παλαιὰν
αἵ τε κατὰ τὴν νέαν διαθήκην, φύσει σῳζομένου, ὡς Οὐαλεντῖνος
βούλεται, τινὸς καὶ φύσει πιστοῦ καὶ ἐκλεκτοῦ ὄντος, ὡς Βασιλείδης
νομίζει. ἦν δ' ἂν καὶ δίχα τῆς τοῦ σωτῆρος παρουσίας χρόνῳ ποτὲ
ἀναλάμψαι δύνασθαι τὴν φύσιν. εἰ δὲ ἀναγκαίαν τὴν ἐπιδημίαν τοῦ  
κυρίου φήσαιεν, οἴχεται αὐτοῖς τὰ τῆς φύσεως ἰδιώματα, μαθήσει καὶ
καθάρσει καὶ τῇ τῶν ἔργων εὐποιίᾳ, ἀλλ' οὐ φύσει σῳζομένης τῆς
ἐκλογῆς. ὁ γοῦν Ἀβραὰμ δι' ἀκοῆς πιστεύσας τῇ φωνῇ τῇ ὑπὸ τὴν
δρῦν τὴν ἐν Μαμβρῇ ἐπαγγειλαμένῃ «σοὶ δίδωμι τὴν γῆν ταύτην
καὶ τῷ σπέρματί σου» ἤτοι ἐκλεκτὸς ἦν ἢ οὔ; ἀλλ' εἰ μὲν οὐκ ἦν,
πῶς εὐθέως ἐπίστευσεν οἷον φυσικῶς; εἰ δὲ ἦν ἐκλεκτός, λέλυται
αὐτοῖς ἡ ὑπόθεσις, εὑρισκομένης καὶ πρὸ τῆς τοῦ κυρίου παρουσίας
ἐκλογῆς καὶ δὴ καὶ σῳζομένης· «ἐλογίσθη γὰρ αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην.»
ἐὰν γάρ τις τολμήσας λέγῃ Μαρκίωνι ἑπόμενος τὸν δημιουργὸν σῴζειν
τὸν εἰς αὐτὸν πιστεύσαντα [καὶ πρὸ τῆς τοῦ κυρίου παρουσίας ἐκ-
λογῆς καὶ δὴ καὶ σῳζομένης] τὴν ἰδίαν αὐτοῦ σωτηρίαν,

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 5, ch. 6, Sec. 34, sub Sec. 2, li.1

κιόνων, εἶργον τοὺς ἐν τῷ περιβόλῳ. ταύτῃ τοι μυστικώτατα πέντε


ἄρτοι πρὸς τοῦ σωτῆρος κατακλῶνται καὶ πληθύνουσι τῷ ὄχλῳ τῶν
ἀκροωμένων. πολὺς γὰρ ὁ τοῖς αἰσθητοῖς ὡς μόνοις οὖσι προσανέ-
χων. «ἄθρει δὴ περισκοπῶν,» φησὶν ὁ Πλάτων, «μή τις τῶν
ἀμυήτων ἐπακούῃ. εἰσὶ δὲ οὗτοι οἱ οὐδὲν ἄλλο οἰόμενοι εἶναι ἢ οὗ
ἂν ἀπρὶξ τοῖν χειροῖν λαβέσθαι δύναιντο, πράξεις δὲ καὶ γενέσεις
καὶ πᾶν τὸ ἀόρατον οὐκ ἀποδεχόμενοι ὡς ἐν οὐσίας μέρει·» τοιοῦτοι
γὰρ οἱ τῇ πεντάδι τῶν αἰσθήσεων προσανέχοντες μόνῃ. ἄβατον δὲ
ἀκοαῖς καὶ τοῖς ὁμογενέσιν ἡ νόησις τοῦ θεοῦ. ἐντεῦθεν πρόσωπον
εἴρηται τοῦ πατρὸς ὁ υἱός, αἰσθήσεων πεντάδι σαρκοφόρος γενόμενος,
ὁ λόγος ὁ τοῦ πατρῴου μηνυτὴς ἰδιώματος. «εἰ δὲ ζῶμεν πνεύματι,
πνεύματι καὶ στοιχῶμεν.» «διὰ πίστεως περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴδους,»
ὁ καλὸς ἀπόστολος λέγει. ἔνδον μὲν οὖν τοῦ καλύμματος ἱερατικὴ
κέκρυπται διακονία καὶ τοὺς ἐν αὐτῇ πονουμένους πολὺ τῶν ἔξω
637

εἴργει. πάλιν τὸ παραπέτασμα τῆς εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων παρόδου,


κίονες τέτταρες αὐτόθι, ἁγίας μήνυμα τετράδος διαθηκῶν παλαιῶν,
ἀτὰρ καὶ τὸ τετράγραμμον ὄνομα τὸ μυστικόν, ὃ περιέκειντο οἷς
μόνοις τὸ ἄδυτον βάσιμον ἦν· λέγεται δὲ Ἰαουε, ὃ μεθερμηνεύεται
ὁ ὢν καὶ ὁ ἐσόμενος. καὶ μὴν καὶ καθ' Ἕλληνας θεὸς τὸ ὄνομα
τετράδα περιέχει γραμμάτων. εἰς δὲ τὸν νοητὸν κόσμον μόνος ὁ  
κύριος ἀρχιερεὺς γενόμενος εἴσεισι, διὰ τῶν παθῶν εἰς τὴν

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 6, ch. 8, Sec. 68, sub Sec. 3, li.3

τούτων τὰ πνευματικώτερα ἀναστρεφομένης, «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδεν


καὶ οὖς οὐκ ἤκουσεν οὐδὲ ἐπὶ καρδίαν ἀνέβη ἀνθρώπων», πρὶν ἢ
διασαφῆσαι τὸν περὶ τούτων λόγον ἡμῖν τὸν διδάσκαλον, ἅγια ἁγίων
καὶ ἔτι τούτων κατ' ἐπανάβασιν τὰ ἁγιώτερα ἀποκαλύψαντος τοῖς
γνησίως καὶ μὴ νόθως τῆς κυριακῆς υἱοθεσίας κληρονόμοις. αὐτίκα
γὰρ τολμῶμεν φάναι (ἐνταῦθα γὰρ ἡ πίστις ἡ γνωστική) πάντων
ἐπιστήμονα εἶναι καὶ πάντων περιληπτικόν, βεβαίᾳ καταλήψει κεχρη-
μένον καὶ ἐπὶ τῶν ἡμῖν ἀπόρων, τὸν τῷ ὄντι γνωστικόν, ὁποῖος ἦν
Ἰάκωβος, Πέτρος, Ἰωάννης, Παῦλος καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι. γνώ-
σεως γὰρ πλήρης ἡ προφητεία, ὡς ἂν παρὰ κυρίου δοθεῖσα καὶ διὰ
κυρίου πάλιν τοῖς ἀποστόλοις σαφηνισθεῖσα· καὶ μή τι ἡ γνῶσις ἰδίωμα
ψυχῆς τυγχάνει λογικῆς εἰς τοῦτο ἀσκουμένης, ἵνα διὰ τῆς γνώσεως
εἰς ἀθανασίαν ἐπιγραφῇ. ἄμφω γὰρ δυνάμεις τῆς ψυχῆς, γνῶσίς τε
καὶ ὁρμή. εὑρίσκεται δ' ἡ ὁρμὴ μετά τινα συγκατάθεσιν κίνησις οὖσα·
ὁ γὰρ ὁρμήσας εἴς τινα πρᾶξιν πρότερον τὴν γνῶσιν τῆς πράξεως
λαμβάνει, δεύτερον δὲ τὴν ὁρμήν. ἔτι κἀπὶ τοῦδε κατανοήσωμεν·
ἐπειδὴ γὰρ τὸ μαθεῖν τοῦ πρᾶξαι πρεσβύτερόν ἐστιν (φύσει γὰρ ὁ
πράσσων τοῦτο, ὃ πρᾶξαι βούλεται, μανθάνει πρότερον) καὶ ἡ μὲν
γνῶσις ἐκ τοῦ μαθεῖν, τὸ πρᾶξαι δὲ ἐκ τοῦ ὁρμῆσαι [κἀκ τοῦ μαν-
θάνειν ἡ γνῶσις], ἕπεται δὲ τῇ ἐπιστήμῃ ἡ ὁρμὴ μεθ' ἣν ἡ πρᾶξις,
ἀρχὴ καὶ δημιουργὸς πάσης λογικῆς πράξεως ἡ γνῶσις εἴη ἄν,

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 6, ch. 12, Sec. 103, sub Sec. 5,
li.4

γὰρ ὁ ἀπεχόμενος μόνον τῆς κακῆς πράξεως δίκαιος, ἐὰν μὴ προς-


εξεργάσηται καὶ τὸ εὖ ποιεῖν καὶ τὸ γινώσκειν, δι' ἣν αἰτίαν τῶν
μὲν ἀφεκτέον, τὰ δ' ἐνεργητέον. «διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης
τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν» φησὶν ὁ ἀπόστολος παραπέμπεσθαι τὸν
δίκαιον εἰς κληρονομίαν τὴν ἄκραν, ὑπὸ μὲν τῶν πεφραγμένον, τοῖς  
δὲ καὶ ἐνεργοῦντα. οὐ γὰρ ἡ σκέπη μόνη τῆς παντευχίας καὶ ἡ τῶν
638

ἁμαρτημάτων ἀποχὴ ἱκανὴ πρὸς τελείωσιν, εἰ μὴ προσλάβοι τὸ ἔρ-


γον τῆς δικαιοσύνης, τὴν εἰς εὐποιίαν ἐνέργειαν. τότε ὁ περιδέξιος
ἡμῖν καὶ γνωστικὸς ἐν δικαιοσύνῃ ἀποκαλύπτεται, δεδοξασμένος ἤδη
κἀνθένδε καθάπερ ὁ Μωυσῆς τὸ πρόσωπον [τῆς ψυχῆς], ὅπερ ἐν
τοῖς πρόσθεν ἰδίωμα χαρακτηριστικὸν τῆς δικαίας εἰρήκαμεν ψυχῆς.
καθάπερ γὰρ τοῖς ἐρίοις ἡ στῦψις τῆς βαφῆς ἐμμείνασα τὴν ἰδιότητα
καὶ παραλλαγὴν πρὸς τὰ λοιπὰ παρέχει ἔρια οὕτως κἀπὶ τῆς ψυχῆς
ὁ μὲν πόνος παρῆλθεν, μένει δὲ τὸ καλόν, καὶ τὸ μὲν ἡδὺ κατα-
λείπεται, ἀναμάσσεται δὲ τὸ αἰσχρόν. αὗται γὰρ ἑκατέρας ψυχῆς χα-
ρακτηριστικαὶ ποιότητες, ἀφ' ὧν γνωρίζεται ἡ μὲν δεδοξασμένη, ἡ
δὲ κατεγνωσμένη. ναὶ μὴν καθάπερ τῷ Μωυσεῖ ἐκ τῆς δικαιοπραγίας
καὶ τῆς κατὰ τὸ συνεχὲς πρὸς τὸν θεὸν τὸν λαλοῦντα αὐτῷ ὁμιλίας
ἐπίχροιά τις ἐπεκάθιζε τῷ προσώπῳ δεδοξασμένη, οὕτως καὶ τῇ
δικαίᾳ ψυχῇ θεία τις ἀγαθωσύνης δύναμις κατά τε ἐπισκοπὴν κατά
τε τὴν προφητείαν κατά τε τὴν διοικητικὴν ἐνέργειαν ἐγχριπτομένη

Κλήμης Αλεξανδρινός. Stromata Book 6, ch. 13, Sec. 105, sub Sec. 1,
li.6

ριος καὶ ἄφθαρτος, «οὔτε πράγματ' ἔχων οὔτε ἄλλῳ παρέχων»,


ποιῶν δὲ ἰδίως ἀγαθά, θεὸς ὄντως καὶ πατὴρ ἀγαθὸς ὤν τε καὶ
γινόμενος ἐν ἀδιαλείπτοις εὐποιίαις, ἐν ταὐτότητι τῆς ἀγαθωσύνης
ἀπαραβάτως μένει. τί γὰρ ὄφελος ἀγαθοῦ μὴ ἐνεργοῦντος μηδὲ
ἀγαθύνοντος;
 Ὁ τοίνυν μετριοπαθήσας τὰ πρῶτα καὶ εἰς ἀπάθειαν μελε-
τήσας αὐξήσας τε εἰς εὐποιίαν γνωστικῆς τελειότητος «ἰσάγγελος» μὲν  
ἐνταῦθα· φωτεινὸς δὲ ἤδη καὶ ὡς ὁ ἥλιος λάμπων κατὰ τὴν εὐερ-
γεσίαν σπεύδει τῇ γνώσει τῇ δικαίᾳ δι' ἀγάπης θεοῦ ἐπὶ τὴν ἁγίαν
μονὴν καθάπερ οἱ ἀπόστολοι, οὐχ, ὅτι ἦσαν ἐκλεκτοί, γενόμενοι
ἀπόστολοι κατά τι φύσεως ἐξαίρετον ἰδίωμα, ἐπεὶ καὶ ὁ Ἰούδας ἐξε-
λέγη σὺν αὐτοῖς, ἀλλ' οἷοί τε ἦσαν ἀπόστολοι γενέσθαι ἐκλεγέντες
πρὸς τοῦ καὶ τὰ τέλη προορωμένου. ὁ γοῦν μὴ σὺν αὐτοῖς ἐκλεγεὶς
Ματθίας, ἄξιον ἑαυτὸν παρασχόμενος τοῦ γενέσθαι ἀπόστολον,
ἀντικατατάσσεται Ἰούδα. ἔξεστιν οὖν καὶ νῦν ταῖς κυριακαῖς ἐνασκή-
σαντας ἐντολαῖς, κατὰ τὸ εὐαγγέλιον τελείως βιώσαντας καὶ γνωστι-
κῶς, εἰς τὴν ἐκλογὴν τῶν ἀποστόλων ἐγγραφῆναι. οὗτος πρεσβύ-
τερός ἐστι τῷ ὄντι τῆς ἐκκλησίας καὶ διάκονος ἀληθὴς τῆς τοῦ
θεοῦ βουλήσεως, ἐὰν ποιῇ καὶ διδάσκῃ τὰ τοῦ κυρίου, οὐχ ὑπ' ἀν-
θρώπων χειροτονούμενος οὐδ', ὅτι πρεσβύτερος, δίκαιος νομιζόμενος,
639

[Longinus] Rhet., De sublimitate (0560: 001)“‘Longinus’. On the


sublime”, Ed. Russell, D.A.Oxford: Clarendon Press, 1964.Ch. 10, Sec.
6, li.11

ἐπεχείρησε καὶ ὁ Ἄρατος τὸ αὐτὸ τοῦτο μετενεγκεῖν,


  ὀλίγον δὲ διὰ ξύλον ἄιδ' ἐρύκει·
πλὴν μικρὸν αὐτὸ καὶ γλαφυρὸν ἐποίησεν ἀντὶ φοβεροῦ· ἔτι δὲ
παρώρισε τὸν κίνδυνον εἰπών “ξύλον ἄιδ' ἐρύκει”. οὐκοῦν
ἀπείργει. ὁ δὲ ποιητὴς οὐκ εἰς ἅπαξ παρορίζει τὸ δεινόν, ἀλλὰ
τοὺς ἀεὶ καὶ μόνον οὐχὶ κατὰ πᾶν κῦμα πολλάκις ἀπολλυμένους
εἰκονογραφεῖ. καὶ μὴν τὰς προθέσεις ἀσυνθέτους οὔσας συναναγ-
κάσας παρὰ φύσιν καὶ εἰς ἀλλήλας συμβιασάμενος, [ὑπὲκ θανά-
τοιο] τῷ μὲν συνεμπίπτοντι πάθει τὸ ἔπος ὁμοίως ἐβασάνισε, τῇ
δὲ τοῦ ἔπους συνθλίψει τὸ πάθος ἄκρως ἀπεπλάσατο καὶ μόνον
οὐκ ἐνετύπωσε τῇ λέξει τοῦ κινδύνου τὸ ἰδίωμα· “ὑπὲκ θανάτοιο
φέρονται.” οὐκ ἄλλως ὁ Ἀρχίλοχος ἐπὶ τοῦ ναυαγίου, καὶ ἐπὶ
τῇ προσαγγελίᾳ ὁ Δημοσθένης· “ἑσπέρα μὲν γὰρ ἦν” φησίν.
ἀλλὰ τὰς ἐξοχάς, ὡς ἂν εἴποι τις, ἀριστίνδην ἐκκαθήραντες
ἐπισυνέθηκαν, οὐδὲν φλοιῶδες ἢ ἄσεμνον ἢ σχολικὸν ἐγκατατάτ-
τοντες διὰ μέσου. λυμαίνεται γὰρ ταῦτα τὸ ὅλον, ὡσανεὶ ψύγματα  
ἢ ἀραιώματα ἐμποιοῦντα μεγέθη συνοικοδομούμενα τῇ πρὸς ἄλ-
ληλα σχέσει συντετειχισμένα.
 Σύνεδρός ἐστι ταῖς προεκκειμέναις ἀρετὴ καὶ ἣν καλοῦσιν
αὔξησιν, ὅταν δεχομένων τῶν πραγμάτων καὶ ἀγώνων κατὰ
περιόδους ἀρχάς τε πολλὰς καὶ ἀναπαύλας ἕτερα ἑτέροις

Soranus Med., Gynaeciorum libri iv (0565: 001)


“Sorani Gynaeciorum libri iv, de signis fracturarum, de fasciis, vita
Hippocratis secundum Soranum”, Ed. Ilberg, J.Leipzig: Teubner, 1927;
Corpus medicorum Graecorum, vol. 4.Book 2, ch. 57, Sec. 3, li.4

 τὸ δὲ πόσων ἐτῶν αὐτὸ γενόμενον παιδαγωγῷ παραδοτέον καὶ


ποταπῷ τούτῳ καὶ ἣν συνήθειαν αὐτῷ κατασκευαστέον πρὸς τοὺς
γονεῖς, ὅτε μὴ τρέφεται παρ' αὐτοῖς, καὶ πᾶν τὸ ἐμφερῶς ζητού-
μενον τούτοις οὐ κατ' ἰατρικάς ἐστιν ὑποθήκας, φιλοσοφωτέραν δὲ
τὴν διάταξιν ἔσχηκεν, ὥστε | παρὰ τρόπον ἄλλοις ἐπιτρέψαντες φιλο-
σοφεῖν αὐτοῖς τὸν περὶ παιδοτροφίας λόγον ἐνθάδε τελειοῦμεν. συν-
απηρτικότες δὲ αὐτῷ πάντα τὸν περὶ τῶν κατὰ φύσιν λόγον ἀναγκαίως
ἐπάνιμεν ἐπὶ τὸ πλειστοδυναμοῦν τῶν λεγομένων περὶ τῶν παρὰ φύσιν
συνιστανομένων περὶ τὰς γυναῖκας. καὶ ἵνα καθαρὸν γένηται τὸ ἰδίωμα
τῆς πραγματείας, περὶ αὐτοῦ πρῶτον ἐξετάσομεν τοῦ κατὰ τὸ σημαι-
640

νόμενον, εἰ ἴδια πάθη γίνεται γυναικῶν.  


   

Theopompus Hist., Testimonia (0566: 001)“FGrH #115”.Volume-


Jacobyʹ-T 2b,115,T, frag. 20a, li.18

ἔπειτα τῆς οἰκονομίας (ἀμφότεραι γάρ εἰσιν εὐπαρακολούθητοι καὶ


σαφεῖς),
μάλιστα δὲ τῆς ἐπιμελείας τε καὶ φιλοπονίας τῆς κατὰ τὴν συγγραφήν.
δῆλος γάρ ἐστιν, εἰ καὶ μηδὲν ἔγραψε, πλείστην μὲν παρασκευὴν εἰς
ταῦτα παρεσκευασμένος, μεγίστας δὲ δαπάνας εἰς τὴν συναγωγὴν αὐτῶν
τετελεκώς (F 28), (3) καὶ πρὸς τούτοις πολλῶν μὲν αὐτόπτης
γεγενημένος,
πολλοῖς δ' εἰς ὁμιλίαν ἐλθὼν ἀνδράσι τοῖς τότε πρωτεύουσι καὶ
στρατηγοῖς
δημαγωγοῖς τε καὶ φιλοσόφοις διὰ τὴν συγγραφήν. οὐ γὰρ ὥσπερ τινὲς
πάρεργον τοῦ βίου τὴν ἀναγραφὴν τῆς ἱστορίας ἐποιήσατο, ἔργον δὲ τὸ
πάντων ἀναγκαιότατον. γνοίη δ' ἄν τις αὐτοῦ τὸν πόνον ἐνθυμηθεὶς τὸ
πολύμορφον τῆς γραφῆς. (4) καὶ γὰρ ἐθνῶν εἴρηκεν οἰκισμοὺς καὶ
πόλεων
κτίσεις ἐπελήλυθε, βασιλέων τε βίους καὶ τρόπων ἰδιώματα δεδήλωκε,
καὶ εἴ
τι θαυμαστὸν ἢ παράδοξον ἑκάστη γῆ καὶ θάλασσα φέρει,
συμπεριείληφεν
[ἐν] τῆι πραγματείαι. καὶ μηδεὶς ὑπολάβηι ψυχαγωγίαν ταῦτ' εἶναι μόνον
– οὐ γὰρ οὕτως ἔχει – ἀλλὰ πᾶσαν ὡς ἔπος εἰπεῖν ὠφέλειαν περιέχει.
(5) ἵνα δὲ πάντ' ἀφῶ τἆλλα, τίς οὐχ ὁμολογήσει τοῖς ἀσκοῦσι τὴν
φιλόσοφον
ῥητορικὴν ἀναγκαῖον εἶναι πολλὰ μὲν ἔθη καὶ βαρβάρων καὶ Ἑλλήνων
ἐκμαθεῖν, πολλοὺς δὲ νόμους ἀκοῦσαι πολιτειῶν τε σχήματα, καὶ βίους  
ἀνδρῶν καὶ πράξεις καὶ τέλη καὶ τύχας; (6) τούτοις τοίνυν ἅπασαν
ἀφθονίαν δέδωκεν οὐκ ἀπεσπασμένην τῶν πραγμάτων, ἀλλὰ
συμπαροῦσαν.
πάντα δὴ ταῦτα ζηλωτὰ τοῦ συγγραφέως· καὶ ἔτι πρὸς τούτοις ὅσα
φιλοσοφεῖ παρ' ὅλην τὴν συγγραφὴν περὶ δικαιοσύνης καὶ εὐσεβείας καὶ

Ρητορική. Anonyma, Προλεγόμενα. in artem Ρητορική. m (olim sub


auctore Joanne Doxapatre) (0598: 005)“Prolegomenon sylloge”, Ed.
Rabe, H.
Leipzig: Teubner, 1931; Rhetores Graeci 14.Vol.14, p. 21, li.17
641

καλεῖ πρὸς ἑαυτό· καλὸν γὰρ εἴρηται παρὰ τὸ καλεῖν πάντα


πρὸς ἑαυτό), ἐξαιρέτως δ' ἐρασταὶ κατέστησαν τῆς πόλεως
Ἀθηνᾶ τε καὶ Ποσειδῶν καὶ διημφισβήτουν περὶ τῆς πό-
λεως καὶ ᾠκειοῦντο ἑκάτερος τὴν χώραν. πολλῆς δ'
ἀμφισβητήσεως οὔσης πρὸς αὐτοὺς τέλος ἔδοξεν ἐπὶ κοινὸν
καὶ ἴσον ἀκροατήριον ἔρχεσθαι τὰ τῆς ἀμφισβητήσεως.
ἐπελέχθησαν δὲ αὐτοὶ οἱ ἐρώμενοι δικασταί· παρὰ γὰρ
Ἀθηναίοις κριθῆναι ἕκαστος ἐσπούδασε. δικασαμένων
τοίνυν αὐτῶν ἐν τῷ Ἀρείῳ πάγῳ, τῆς τε Ἀθηνᾶς καὶ τοῦ
Ποσειδῶνος, ἐξῆλθε ψῆφος παρὰ τῶν Ἀθηναίων τὸν πρό-
τερον τῶν ἑαυτοῦ ἰδιωμάτων ἀναδόντα καὶ ἀνατείλαντα τῇ
Ἀττικῇ τοῦτον δεσπότην εἶναι τῆς χώρας. Ἀθηνᾶ οὖν διὰ
τὸ κεκληρῶσθαι ἐκ τῆς πρώτης ἀρχῆς τὴν ἐφορείαν τῆς
πόλεως θᾶττον τὴν ἐλαίαν ἀνῆκεν ἐν τῇ ἀκροπόλει καὶ  
οὕτως ἔσχε καὶ ἐκληρώσατο ἡ θεὸς τὴν Ἀττικήν·
διὸ σύμβολοι νίκης οἱ θαλλοὶ τῆς ἐλαίας καὶ ἱκετήριοι. εἰ
οὖν ἐδικάσαντο οἱ θεοί, ῥητορικῆς δὲ τὸ δικάζεσθαι, ἄρα
ἐνεπολιτεύσαντο τῇ ῥητορικῇ οἱ θεοί. Πολλοὺς δὲ καὶ ἄλ-
λους θεοὺς ἂν εὕροι τις δικασαμένους, οἷον τὰς Εὐμενίδας,
τὸν Ἀπόλλω καὶ τὸν Ἑρμῆν, καὶ σχεδὸν πολλοὺς

Ρητορική. Anonyma, Προλεγόμενα. in artem Ρητορική. m (olim sub


auctore Joanne Doxapatre) Vol.14, p. 30, li.16

λογικῶς ἀλλὰ διεξοδικῶς. οὐκοῦν ἀποσκευαστέον καὶ


ἀποφορτιστέον τὸν ὅρον τοῦ Ἀριστοτέλους ὡς ἐλλεί-
ποντα τῇ λέξει.  – Ὕστερον δ' ἐπὶ καίσαρος Αὐγούστου
Διονύσιος ὁ μέγας, ὁ τῆς ἡμετέρας τέχνης καθηγη-
τὴς καὶ πατὴρ ἀγαθὸς γενόμενος, ἀπὸ Ἁλικαρνασοῦ
τὸ γένος καταφέρων, ὡρίσατο τὴν ῥητορικὴν νουνεχῶς
τε καὶ προσεχόντως εἰρηκὼς «ῥητορική ἐστι δύναμις
τεχνικὴ πιθανοῦ λόγου ἐν πράγματι πολιτικῷ, τέλος
ἔχουσα τὸ εὖ λέγειν». οὗτος τοίνυν ὁ ὅρος ἐκρίθη τε καλῶς
ἔχειν καὶ ἐδοκιμάσθη μάλα σοφῶς· οὔτε γὰρ ἐλλείπει
οὔτε πλεονάζει, ἀλλὰ καὶ τὰ ἰδιώματα τῶν ὁρισμῶν ἔχει,
λέγω δὴ τὸ ἐκ γένους καὶ συστατικῶν διαφορῶν καὶ
ἰδιοτήτων συνεστάναι· διὰ μὲν γὰρ τοῦ εἰπεῖν ‘δύναμις’
ἐσήμανε τὸ γένος – ἔστι γὰρ δύναμις καὶ ἔντεχνος καὶ
ἄτεχνος – , διὰ δὲ τοῦ ‘τεχνική’ τὴν διαφοράν· ἑτέραν δὲ
διαφορὰν ἐπιτίθησιν εἰρηκὼς ‘πιθανοῦ λόγου’. εἶτα ἐπειδὴ  
οὐ μόνος ὁ ῥήτωρ ἔχει τὸ πιθανὸν ἀλλὰ καὶ ἰατρικὴ καὶ
γεωμετρική – καὶ γὰρ καὶ τὰς ἀποδείξεις οὐκ ἀπιθάνους
642

δεῖ προσφέρειν ἀλλὰ πιθανάς – , ἐπεὶ οὖν κοινὸν τὸ


πιθανόν, τῷ πιθανῷ προσέθηκεν ἰδικώτατόν τι τῆς
ῥητορικῆς, ὃ ἄλλη τέχνη ἔχειν οὐ δύναται· τί δὴ τοῦτο; ‘

Polybius Rhet., Fragm. de figuris (0605: 001)“Rhetores Graeci, vol. 3”,


Ed. Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1856, Repr. 1966.P. 108, li.32

νας ἀπὸ πραγμάτων ἀναπλάττωμεν, ὡς τὰς λιτὰς Ὅμηρος.


 Εἰκασία ἐστὶ φράσεως ὑπόληψις ἰδιώσεως μορφὴν
ἐμφαίνουσα,
  εἰ μέν τις θεός ἐσσι, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσιν,
  Ἀρτέμιδί σε ἔγωγε Διὸς κούρῃ μεγάλοιο
  εἶδός τε μέγεθός τε φυήν τ' ἄγχιστα ἐΐσκω.
 Ἡ δὲ εἰδικὴ ὁμοίωσίς ἐστι παράθεσις ὁμοίων χαρα-
κτήρων, οἷον
  κείνου γὰρ τοιοίδε πόδες, τοιαίδε τε χεῖρες,
  ὀφθαλμῶν τε βολαί, κεφαλή τ' ἐφύπερθέ τε χαῖται.
 Χαρακτηρισμός ἐστιν ὑποτύπωσις ἰδιώματος ψυχῆς,  

Tryphon I Gramm., Περὶ τρόπων (0609: 001)“Rhetores Graeci, vol. 3”,


Ed. Spengel, L.Leipzig: Teubner, 1856, Repr. 1966.P. 201, li.29

  ὡς δ' ὅταν ἀσπασίως· διαθέσεως δὲ διαθέσει,   ὡς δ' ὅτε τίς τε δράκοντα
ἰδὼν παλίνορσος ἀπέστη,   ὣς αὖθις καθ' ὅμιλον ἔδυ Τρώων ἀγερώχων.
φύσεως δὲ φύσει, οἷον   οἵη περ φύλλων γενεή, τοιήδε καὶ ἀνδρῶν.
πράξεως δὲ πράξει,   οἱ δ' ὡς ἀμητῆρες ἐναντίοι ἀλλήλοισι.

ϛʹ. ΠΕΡΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΥ.

 Χαρακτηρισμός ἐστι λόγος τῶν περὶ τὸ σῶμα ἰδιω-


μάτων ἀπαγγελτικός, ὃν καί τινες εἰκονισμὸν λέγουσιν,
οἷον   γυρὸς ἐν ὤμοισιν, μελανόχροος, οὐλοκάρηνος.  

ζʹ. ΠΕΡΙ ΕΙΚΑΣΜΟΥ.

 Εἰκασμός ἐστιν ὁμοιότης εἴδους, περισπῶσα τὴν


φαντασίαν πρὸς τὸ γελοιότερον, ὃ δὴ ὑπό τινων σκῶμ-
μα καλεῖται· διαφέρει δὲ τῆς εἰκόνος, ὡς γένος εἴδους·
643

ἡ μὲν γὰρ εἰκὼν οὐκ εὐθέως εἰκασμός, ὁ δὲ εἰκασμὸς


πάντως εἰκών.

Pythagoras Phil., Fragm. (0632: 002)“The Pythagorean texts of the


Hellenistic period”, Ed. Thesleff, H.Åbo: Åbo Akademi, 1965.P. 165,
li.8

εἶναι καὶ θεῶν καὶ δαιμόνων αἴτιον καὶ τῷ πρεσβίστῳ καὶ κρατις-
τεύοντι τεχνίτᾳ θεῷ κανόνα καὶ λόγον τεχνικόν, νοῦν τε καὶ στάθμαν
ἀκλινεστάταν τὸν ἀριθμὸν ὑπεῖμεν συστάσιός τε καὶ γενέσιος τῶν
πάντων.  
 Iambl. in Nicom. arithm. introd. p.10 Pistelli Πυθαγόρας δὲ
(sc. φησὶν τὸν ἀριθμὸν εἶναι) ἔκτασιν καὶ ἐνέργειαν τῶν ἐν μονάδι
σπερματικῶν λόγων, ἢ ἑτέρως τὸ πρὸ πάντων ὑποστὰν ἐν θείῳ νῷ
ἀφ' οὗ καὶ ἐξ οὗ πάντα συντέτακται καὶ μένει τάξιν ἄλυτον διηριθμημένα.

 Ps. – Iambl. Theol. arithm. p.21 De F. εἰ δὲ τῶν ὄντων εἶδος ὁ


ἀριθμός, ἀριθμοῦ δὲ τὰ ῥιζώματα καὶ οἱονεὶ στοιχεῖα οἱ μέχρι τετράδος
ὅροι,
εἴη ἂν ἐν τούτοις τὰ προλεχθέντα ἰδιώματα καὶ αἱ τῶν τεσσάρων
ἐπιστημῶν
ἐμφάσεις ... καθὼς ἐν τῷ δηλουμένῳ περὶ θεῶν συγγράμματι ὁ
Πυθαγόρας
οὕτω διορίζεται· τέσσαρες μὲν καὶ ταὶ σοφίας ἐπιβάθραι, ἀριθμητικὰ
μωσικὰ γεωμετρία σφαιρικά, αʹ βʹ γʹ δʹ τεταγμέναι. καὶ Κλεινίας κτἑ.
 Joh. Lydus De mens. 2.9 αὐτῷ (sc. τῷ Ἑρμῇ) τοίνυν τὴν τετράδα
οἱ φιλοσοφοῦντες ἀνέθεντο ὡς ἐφόρῳ τῶν μιγάδων ψυχῶν· τὰ γὰρ τῆς
ψυχῆς
στηρίγματα τέσσαρά ἐστι, νοῦς ἐπιστήμη δόξα αἴσθησις. ψυχὰ γὰρ
ἀνθρώ-
που, φησὶν ὁ Πυθαγόρας, ἔστι τετράγωνον εὐθυγώνιον.  

Pythagoras Phil., Testimonia (0632: 006)“Die Fragmente der


Vorsokratiker, vol. 1, 6th edn.”, Ed. Diels, H., Kranz, W.Berlin:
Weidmann, 1951, Repr. 1966.
Frag. 16, li.42

σθέντες εἰς τὸ Ῥήγιον ἐκεῖ διέτριβον μετ' ἀλλήλων. προϊόντος δὲ τοῦ


χρόνου
καὶ τῶν πολιτευμάτων ἐπὶ τὸ χεῖρον προβαινόντων ἀπέστησαν τῆς
Ἰταλίας πλὴν
Ἀρχίππου τοῦ Ταραντίνου. ἦσαν δὲ οἱ σπουδαιότατοι Φάντων τε καὶ
644

Ἐχεκράτης
καὶ Πολύμναστος καὶ Διοκλῆς Φλιάσιοι, Ξενόφιλος δὲ Χαλκιδεὺς τῶν
ἀπὸ Θράικης
Χαλκιδέων. ἐφύλαξαν μὲν οὖν τὰ ἐξ ἀρχῆς ἤθη καὶ τὰ μαθήματα καίτοι
ἐκλιπούσης
τῆς αἱρέσεως, ἕως εὐγενῶς ἠφανίσθησαν. ταῦτα μὲν οὖν Ἀριστόξενος [fr.
11 FHG
II 274] διηγεῖται. Νικόμαχος δὲ τὰ μὲν ἄλλα συνομολογεῖ τούτοις, παρὰ
δὲ τὴν
ἀποδημίαν Πυθαγόρου φησὶ γεγονέναι τὴν ἐπιβουλὴν ταύτην κτλ.
PORPHYR. V. P. 56 Δικαίαρχος [fr. 31 FHG II 245] δὲ καὶ οἱ ἀκρι-
βέστεροι καὶ τὸν Πυθαγόραν φασὶν παρεῖναι τῆι ἐπιβουλῆι. POLYB. II
38, 10ff.
τὰ μὲν οὖν τῆς προαιρέσεως καὶ τὸ τῆς πολιτείας ἰδίωμα τὸ νῦν
εἰρημένον καὶ
πρότερον ὑπῆρχε παρὰ τοῖς Ἀχαιοῖς ... (39, 1) καθ' οὓς γὰρ καιροὺς ἐν
τοῖς
κατὰ τὴν Ἰταλίαν τόποις κατὰ τὴν μεγάλην Ἑλλάδα τότε
προσαγορευομένην ἐνέ-
πρησαν τὰ συνέδρια τῶν Πυθαγορείων, (2) μετὰ ταῦτα γινομένου
κινήματος
ὁλοσχεροῦς περὶ τὰς πολιτείας (ὅπερ εἰκός, ὡς ἂν τῶν πρώτων ἀνδρῶν ἐξ
ἑκάστης
πόλεως οὕτω παραλόγως διαφθαρέντων) (3) συνέβη τὰς κατ' ἐκείνους
τοὺς τόπους
Ἑλληνικὰς πόλεις ἀναπλησθῆναι φόνου καὶ στάσεως καὶ παντοδαπῆς
ταραχῆς.
(4) ἐν οἷς καιροῖς, ἀπὸ τῶν πλείστων μερῶν τῆς Ἑλλάδος πρεσβευόντων
ἐπὶ τὰς
διαλύσεις, Ἀχαιοῖς καὶ τῆι τούτων πίστει συνεχρήσαντο πρὸς τὴν τῶν
παρόντων
κακῶν ἐξαγωγήν.

Zeno Phil., Testimonia et Fragm. (0635: 001)“Stoicorum veterum


frag. , vol. 1”, Ed. von Arnim, J.Leipzig: Teubner, 1905, Repr.
1968.Frag. 75, li.4

tis animi perceptionibus constat. – de fin. III 18. artes 898989 constent
ex
cognitionibus et contineant quiddam in se ratione constitutum et via. –  
de nat. deor. II 148. ex quibus (perceptis) collatis inter se et comparatis
artes quoque efficimus partim ad usum vitae 898989 necessarias.
 Eustath. in II. S 506, p. 1158, 37. ἠεροφώνους κήρυκας Ὅμη-
645

ρος κἀνταῦθα εἰπὼν τὸν κατὰ Ζήνωνα τῆς φωνῆς ὅρον προϋπέβαλεν
εἰπόντα· “φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγμένος.”
 Sextus adv. math. II 7. ἔνθεν γοῦν καὶ Ζήνων ὁ Κιτιεὺς
ἐρωτηθεὶς ὅτῳ διαφέρει διαλεκτικὴ ῥητορικῆς συστρέψας τὴν χεῖρα καὶ
πάλιν ἐξαπλώσας ἔφη “τούτῳ” κατὰ μὲν τὴν συστροφὴν τὸ στρογγύ-
λον καὶ βραχὺ τῆς διαλεκτικῆς τάττων ἰδίωμα, διὰ δὲ τῆς ἐξαπλώσεως
καὶ ἐκτάσεως τῶν δακτύλων τὸ πλατὺ τῆς ῥητορικῆς δυνάμεως αἰνιτ-
τόμενος.
 Cicero de fin. II 17. Zenonis est, inquam, hoc Stoici: omnem vim  
loquendi, ut jam ante Aristoteles, in duas tributam esse partes, rhetori-
cam palmae, dialecticam pugni similem esse dicebat, quod latius loque-
rentur rhetores, dialectici autem compressius. – Orat. 32, 113. Zeno
quidem ille, a quo disciplina Stoicorum est, manu demonstrare solebat
quid inter has artes interesset, nam cum compresserat digitos pugnum-
que fecerat, dialecticam aiebat eiusmodi esse; cum autem diduxerat et
manum dilataverat, palmae illius similem eloquentiam esse dicebat. –  

Dioscorides Pedanius Med., De materia medica (0656: 001)


“Pedanii Dioscuridis Anazarbei de materia medica libri quinque, 3
vols.”, Ed. Wellmann, M.Berlin: Weidmann, 1:1907; 2:1906; 3:1914,
Repr. 1958.
Book 1, ch. 71, Sec. 6, li.5

ῥητίνης, δύο δὲ χοέας ὀμβρίου ὕδατος ἐμβαλόντας εἰς χαλκεῖον


ἕψειν ἐπ' ἀνθράκων πραέως, διηνεκῶς κινοῦντας, ἄχρις οὗ
ἄνοσμος γένηται καὶ εὔθρυπτος καὶ καπυρά, ὡς μὴ τοῖς δακτύ-
λοις εἴκειν, λοιπὸν δὲ ψύξαντας εἰς κεραμεοῦν ἀγγεῖον ἀκώνη-  
τον [τουτέστιν ἀπίσσωτον] ἀποτίθεσθαι. γίνεται δὲ ἐξόχως
λευκή· δεῖ μέντοι προδιυλίζειν πᾶσαν ῥητίνην τήκοντας, ἵνα χω-
ρισθῇ τὸ ῥυπῶδες αὐτῆς. καίονται δὲ καὶ δίχα ὕδατος ἐπ'
ἀνθράκων κούφως τὸ πρῶτον· ὅταν δὲ μέλλωσι συστρέφειν,
ἀθρόως [καὶ] πολλοὺς ὑποθετέον τοὺς ἄνθρακας καὶ ἑψητέον
ἀδιαλείπτως ἐπὶ ἡμέρας καὶ νύκτας τρεῖς, ἄχρι ἂν τὸ προειρη-
μένον ἰδίωμα ἀπολάβωσιν· ἀποτίθεσο δέ, ὡς εἴρηται. τὰς
μέντοι ξηρὰς ἀρκέσει δι' ὅλης ἡμέρας ἑψήσαντας ἀποτίθεσθαι.
εὐχρηστοῦσι δὲ αἱ κεκαυμέναι εἴς τε τὰ εὐώδη τῶν μαλαγμάτων
καὶ ἄκοπα καὶ εἰς χρωματισμοὺς μύρων. ἐκλαμβάνεται δὲ καὶ
λιγνὺς ῥητίνης, ὥσπερ ἐπὶ τοῦ λιβάνου, ἥτις χρησιμεύει πρός
τε καλλιβλέφαρα καὶ περιβεβρωμένους κανθοὺς καὶ μυδῶντα
βλέφαρα καὶ δακρύοντας ὀφθαλμούς. γίνεται δὲ ἐξ αὐτῆς καὶ
μέλαν, ᾧ γράφομεν.
 πίσσα ἡ μὲν ὑγρά, ἣν ἔνιοι κῶναν καλοῦσι, συνάγεται
646

μὲν ἐκ τῶν λιπαρωτάτων ξύλων πεύκης καὶ πίτυος· ἔστι δὲ


καλὴ ἡ στίλβουσα καὶ λεία καὶ καθαρά.

Apollonius Med., In Hippocratis de articulis commentarius (0660:


001)
“Apollonios von Kition. Kommentar zu Hippokrates über das Einrenken
der Gelenke”, Ed. Kollesch, J., Kudlien, F.Berlin: Akademie–Verlag,
1965; Corpus medicorum Graecorum, vol. 11.1.1.Sec. 24, li.18

ποτὲ τοῦ προκειμένου μὴ κρατηθέντος. εἰ δὲ τοῦτο ἀληθές ἐστιν, ὅπερ


καὶ βούλεται, οὐδ' ἂν οὕτως ἐγενήθησαν οἱ τῇ παρατηρήσει συγχρώ-
μενοι, ἀλλ' ὃν τρόπον καὶ τὰ ἐπὶ τῶν λοιπῶν ἄρθρων αὐτοῖς τεθεώ-
ρηται, οὕτως καὶ τὰ ἐπὶ μηροῦ ἰδίως παρακολουθοῦντα κατειλῆφθαι
πιθανόν ἐστιν, ὥστε μὴ βουλεύεσθαι αὐτοὺς τῇ γνώμῃ ζητοῦντας
βελτίονα ἐμβολήν, μένειν δὲ ἐπὶ τοῦ θεωρηθέντος ἐμπείρως. ὅτι δὲ μηρὸς

ἐξαρθρήσας καὶ ἐντεθεὶς πάλιν κατ' ἀνάγκην ἐκπίπτει, οὔτε τὸ γινόμενον

οὔθ' ἡ τῶν ἀρχαίων ἱστορία τοῦτο περιέχει. εἰ γάρ τινι καὶ ἄλλῳ, περὶ
τῶν ἄρθρων ἐπιμελὲς γέγονεν καὶ Ἱπποκράτει· οὕτως δὲ φιλαλήθης
ὑπάρχων καὶ τὰ[ς] ἐπὶ τῶν λοιπῶν ἰδιώματα διασαφῶν οὐδὲν περὶ
μηροῦ δεδήλωκεν, ὅτι οὐκ ἂν δύναιτο καθόλου κρατεῖσθαι, ἀλλ' ἐκ τῶν
ἐναντίων ἐκπεπνευμάτωκέν πως ἐπὶ τῶν τοῦ μηροῦ ἐμβολῶν, ὥστε καὶ
ὀργανικὴν ἐπίνοιαν ποιήσασθαι. καὶ ἔτι γε ἐπὶ τῶν μὴ κρατηθέντων
καθ' ἕκαστον ἐξαρθρήσεως τρόπον τὴν παρακολουθοῦσαν ἐν τῇ πηρώσει
χωλείαν ἐκτέθειται. καὶ ἐπὶ ὤμου δὲ τὸ παραπλήσιον ἱστορῶν οὕτως
φησίν· οἷς δ' ἂν ὦμος καταπορηθῇ
ἐμβληθῆνα– καὶ πάλιν οὕτως·

Apollonius Med., In Hippocratis de articulis commentarius Sec. 25, li.42

πως περιεργότερον ἐπὶ τῶν μὴ κρατηθέντων περὶ τὴν ἐξάρθρησιν μη-  


ρῶν τὰ παρακολουθοῦντα διηρίθμη[ν]ται, σκεψώμεθα, ὃ ἐπιφωνεῖ ἐπὶ
τῆς εἰς τὸ ὀπίσω τοῦ μηροῦ ἐξαρθρήσεως. καθάπερ δὲ καὶ ἐπὶ τῶν
λοιπῶν τρόπων, τὸ παραπλήσιον καὶ ἐπὶ τοῦ προκειμένου οὕτως προ-
κατακεχώρικεν· ᾧ μὲν οὖν ἂν
τε τελειωμένῳ ἤδη ἐκπεσὸν μὴ ἐμπέσῃ. καὶ πάλιν οὕτως·
οἷς δ' ἂν ἐκ γενετῆς ἢ ἄλλως
πως ἀναυξήτοις ἔτι οὖσιν ὀλίσθῃ τὸ ἄρθρον καὶ μὴ ἐμπέσῃ.
εἰ δ' ἐπὶ πασῶν τῶν τοῦ μηροῦ ἐξαρθρήσεων τὸ μὴ κρατεῖσθαι παρ-
647

ηκολούθει, οὐκ ἄν ποτε ἐπὶ τῶν μὴ καταρτισθέντων τὰ τῆς παρεζευγ-


μένης χωλείας ἰδιώματα διηρίθμητο. ἀλλὰ τὰ μὲν ἐπὶ τῶν κρατηθέντων
δηλούμενα συνακτικὰ καθίσταται τοῦ καταρτίζεσθαι μηρὸν ἐξαρθρή-
σαντα· οὐ μὴν ἀλλ' ἵνα μὴ ματαιοπόνος φαίνηται ἐπὶ τῶν μὴ κρατη-
θέντων ἐν ταῖς χώραις ἐπ' ἀκριβὲς διεληλυθώς, οὕτως μεθ' ὑπεξαιρέσεως
ἐπιλέγει· φαίη μὲν οὖν τις
ἔξω ἰατρικῆς τὰ τοιαῦτα εἶναι. τί γὰρ [τι] δῆθεν δεῖ | περὶ
τῶν ἤδη ἀνηκέστων γεγονότων ἔτι προςξυνιέναι; πολλοῦ
δὲ δεῖ οὕτως ἔχειν· τῆς γὰρ αὐτῆς γνώμης καὶ ταῦτα συνιέναι·
οὐ γὰρ οἷόν τε ἀπαλλοτριωθῆναι ἀπ' ἀλλήλων. δεῖ μὲν γὰρ
τὰ ἀκεστὰ μηχανᾶσθαι, ὅπως μὴ ἀνήκεστα ἔσται, συνιέντα
ὅπῃ ἂν μάλιστα κωλύσῃ ἐς τὸ[ν] ἀνήκεστον ἐλθεῖν. δεῖ δὲ τὰ

Marcellinus I Med., De pulsibus li.377

  

 Ὁ ἐκλείπων καλούμενος σφυγμὸς καὶ ἀπ' αὐτοῦ τοῦ ὀνόματος ἐμ-


φαίνει τὸ περὶ αὐτὸν ἰδίωμα. ἐλαττούμενος γὰρ ἀεὶ μᾶλλον κατά τε τὸ
μέγεθος καὶ τὴν σφοδρότητα καὶ κατὰ τὴν συμμετρίαν τοῦ τάχους καὶ
τῆς πυκνότητος τὸ τέλεον ἐκλείπων οὐκέτι φαίνεται. διὸ καὶ ἐν τοῖς
πάνυ χαλεποῖς καὶ ὀλεθρίοις τοῦτον τίθεμεν ὡς προσημαίνοντα τὸν
ὄλεθρον.
      

Marcellinus I Med., De pulsibus Line 446

     
     

Τίς ὁ σκωληκίζων σφυγμός.

 Ὁ δὲ σκωληκίζων καλούμενος σφυγμὸς ἐκ τῶν αὐτῶν τῷ μυρμηκί-


ζοντι συνέστηκε. κατὰ μὲν ἐνίους οὐδὲν διαφέρει ἢ τῇ προσηγορίᾳ μόνῃ,
κατὰ δὲ τοὺς ἀκριβέστερον τοῖς ἰδιώμασι τῶν σφυγμῶν
παρακολουθήσαντας
θεωρεῖται παραλλαγή τις ἐν τοῖς κινήμασι τοῖς ἑκατέρωθεν καὶ διαφε-
ρούσης ἔτυχον εἰκότως τῆς ὀνομασίας. ὁ μὲν γὰρ μυρμηκίζων, ὡς
προειρή-
648

καμεν, παρέχει φαντασίαν μύρμηκος ὑπὸ τῇ ἁφῇ περιπατοῦντος, ὁ δὲ


σκω-
ληκίζων τὴν κίνησιν σκώληκος παραπλησίαν ἐν τῇ πορείᾳ ποιεῖται πρὸς
τὴν ἁφήν. ὅνπερ οὖν τρόπον σκώληξ μικρότατος τῷ σώματι τυγχάνων
κινεῖ-
ται καθάπερ ?? ?? ἐγειρομένων ἐν αὐτῷ, τῶν δὲ προσπιπτόντων ἀπὸ τῶν
τελευταίων μερῶν ἄχρι τῆς κεφαλῆς, τοῦτον δὴ τὸν τρόπον καὶ ὁ
σφυγμὸς
ὁ σκωληκίζων καταλαμβάνεται τὰς κινήσεις ἐπισυνάπτων ταῖς πρώταις
ἐφε-
ξῆς κατὰ τὴν δοκοῦσαν εἶναι περὶ αὐτὸν διαστολὴν μετὰ τοῦ καὶ τὸ
πνεῦμα
τὸ κινοῦν τὴν ἀρτηρίαν ἡνωμένον μὲν ὑποπίπτειν, πολλὴν δὲ τὴν ἀτονίαν

Erasistratus Med., Testimonia et Fragm. (0690: 001)“Erasistrati frag.


”, Ed. Garofalo, I.Pisa: Giardini, 1988.Frag. 206, li.11

 Χρύσιππος διὰ τοῦ σφυγμοῦ σημειούμενος τὸν πυρετὸν πυκνότερον


ἀπεφήνατο τοῦ
κατὰ φύσιν σφυγμοῦ, ὥς φησιν Ἐρασίστρατος, καὶ κριτήριον τῆς
πυκνότητος ὑπετίθετο
τὸν διατείνοντα μέχρι τεσσάρων ἀριθμοῦ ἐπὶ τῶν κατὰ φύσιν ἐχόντων,
πυκνοτέρας μὲν
γὰρ γινομένης τῆς κινήσεως τῶν ἀρτηριῶν καὶ ἓν ἀπὸ τῶν ἀριθμῶν ἢ δύο
ἐκθλίβεσθαι
πρὸ τοῦ ἀρθμῆσαι τὰ τέσσαρα φθανούσης τῆς ἀρτηρίας πάλιν
διαστέλλεσθαι, πυρετοῦ
σημεῖον ᾤετο τοῦτο τυγχάνειν.
τίς ἡ Ἐρασιστράτου στάσις περὶ τοῦ σφυγμοῦ τῶν πυρεσσόντων.
 καὶ αὐτὸς δὲ Ἐρασίστρατος ἀεὶ παρεπόμενον οἴεται τῷ πυρετῷ ...
τυγχάνειν, κἂν
μὴ παρῇ πλῆθος θερμασίας, ὡς ἐν τοῖς Περὶ πυρετῶν φησιν οὕτως [ὡς]
“τοῖς
πυρέττουσιν ἡ κίνησις πυκνοτέρα μὲν γίνεται πᾶσι, σφοδροτέρα δὲ
τοῖς
πλείστοις”, ταύτην τὴν πυκνότητα ἰδίωμα σώζειν λέγει ὡς ἐπὶ φλεγμονῇ

τετραμμένην καὶ λόγῳ μὲν ἀνεξέταστον καὶ ἀνερμήνευτον, ὑπὸ δὲ τῆς


τριβικῆς
γυμνασίας διὰ τῆς ἁφῆς καταλαμβάνεσθαι, παραθήσομεν δὲ καὶ αὐτοῦ
λέξιν
Ἐρασιστράτου τοῦτον ἔχουσαν τὸν τρόπον· “μόνη δ' ἡ περὶ τῇ κινήσει
649

διάθεσις
τῶν πυρεσσόντων εὐσύνοπτος καὶ ἀκριβὴς τῷ γε ἕξιν ἔχοντι καὶ οὐ  
διαψευδομένῳ ἀλλ' αὐτήν τε τὴν τῆς φλεγμονῆς ἐπίτασιν καὶ ἄνεσιν
καὶ
τὴν περὶ ὅλον τὸ σῶμα διάθεσιν ἱκανῶς διασημαίνει”

Cornelius Alexander Polyhist., Fragm. (0697: 003)“FHG 3”, Ed.


Müller, K.
Paris: Didot, 1841–1870.Frag. 31a, li.6

[Graecia.]

 Constantin. Porphyr. De them. II, 5: Ἑλλὰς


ἡ χώρα ἐκλήθη ἀπὸ Ἕλληνος τοῦ Δευκαλίωνος, ὃς δυ-
ναστεύσας τῆς Φθιώτιδος τοὺς ὑπηκόους ἑαυτῷ γενο-
μένους ἀντὶ Γραικῶν Ἕλληνας ἐκάλεσε· καὶ τότε πρῶ-
τον Ἑλλὰς ὠνομάσθη. Οὐκ ἦν δὲ τοῦτο παλαιὸν ὄνομα
ἔθνους, ἀλλὰ φωνῆς τῆς Ἑλληνικῆς ἰδίωμα, ὡς ὁ συγ-
γραφεὺς Ἀλέξανδρός φησι, τὴν ὀνομασίαν νεωτερικὴν
εἰδώς. Δοκεῖν δέ μοι οὐδὲ τὸ ὄνομα τοῦτο σύμπασά πως
εἶχεν ἡ χώρα. Οὐδ' ὁ ποιητὴς ἐμνήσθη Ἑλλήνων, Ἀρ-
γείους αὐτοὺς ἀποκαλῶν, ἀλλὰ Θεσσαλοὺς μόνον ἀπο-
καλῶν, καὶ Ἑλλάδα τὴν ὑπ' Ἀχιλλεῖ πόλιν, ὡς Ἀλέ-
ξανδρός φησιν ὁ Πολυΐστωρ, οὐδαμοῦ τοὺς σύμπαντας
ὠνόμασεν Ἕλληνας, οὐδ' ἄλλους ἢ τοὺς μετὰ Ἀχιλλέως
ἐκ τῆς Φθιώτιδος πρὸς τὴν Ἴλιον ἐκπλεύσαντας.

Ammonius Gramm., De adfinium vocabulorum differentia (= Περὶ


ὁμοίων καὶ διαφόρων λέξεων) (fort. epitome operis sub auctore
Herennio Philone) (0708: 001)
“Ammonii qui dicitur liber de adfinium vocabulorum differentia”, Ed.
Nickau, K.
Leipzig: Teubner, 1966.Lexical entry 436, li.49

ὁμοτονεῖ, ὅσα δὲ διαλλάσσει τ⌊ῷ⌋ σημαινομέν⌊ῳ⌋ οὐκέτι.


ὁ μὲν οὖν φίλος καὶ φίλη, καὶ ξένος καὶ ξένη καὶ τὰ προκεί-
μενα ἀπαράλλακτά ἐστιν, διὸ ὁμοτονεῖ· τὰ δὲ διαφέροντα
οὐκέτι, καθάπερ γὰρ χόλος χολή, καὶ τρόπος τροπή, νόμος
650

νομή, γόνος γονή, δόμος δομή, στρόφος στροφή, πόθος


ποθή – περὶ τούτου οὖν ἐν ἄλλοις ἐντελῶς εἴρηται ὅτι δια-
φέρει. εἰ οὖν ἐστι Στάφυλος ἀρσενικόν, διαφέρει δὲ τῷ σημαι-
νομένῳ, ἡ σταφυλή – ὀπώρα δέ – ὄντως ὀξυτονεῖται.
Πιθανὸς μὲν ὁ λόγος· τὸ μέντοι προκείμενον τοῦ Ἡρακλεί-
δους παρατήρημα ἰσχυρὸν καθὰ παραγγέλλεται ὀξυτονεῖν
οὐ μόνον διὰ τὰ παρακολουθοῦντα ἰδιώματα τῷ ὀνόματι ἀλλ'
ὅτι καὶ ὑπὲρ δύο ἐστὶ συλλαβάς· τὰ γὰρ προκείμενα δισύλ-
λαβα. ὥστε οὐδὲ τὴν ὀπώραν ὀξυτονεῖν ἡ ἀναλογία ἐπιτρέπει.
ἀλλὰ καὶ ἡ Πτολεμαίου ἀθετεῖται παρατήρησις καθ' ἣν δια-
φέρειν φησὶ τοῖς τόνοις τοὔνομα καὶ τῷ σημαινομένῳ.
 σημεῖον καὶ τεκμήριον διαφέρει. Ἀντιφῶν ἐν τῇ Τέχνῃ
(fr. 72 Blass = Artium script. B X fr. 8 Raderm.)· ‘τὰ παροι-
χόμενα σημείοις πιστεύεσθαι, τὰ δὲ μέλλοντα τεκμηρίοις’.  
 σισύρα καὶ σίσυρμαδιαφέρει. σισύρα μὲν γὰρ τὸ
ἐκ τῶν τετριχωμένων δερμάτων ἀναποίητον στέγαστρον,
σίσυρμαδὲ τὸ ἐκ τῶν κροκυδίων ῥαπτόμενον ἀμπέχονον.

Erotianus Gramm., Med., Vocum Hippocraticarum collectio (0716:


001)
“Erotiani vocum Hippocraticarum collectio cum fragmentis”, Ed.
Nachmanson, E.
Göteborg: Eranos, 1918.Klein p. 34, li.2

ὧν ἀντικατηγόρησάν τινες, ἐμφρόνως εἰδότες·


  ἄνδρ' ἐπαμύνασθαι, ὅτε τις πρότερον χαλεπήνῃ.
ἢ πολλοὶ καὶ τὰ σποράδην τισὶν εἰρημένα ἐφ' ἓν συναγα-
γόντες, οὐκ ἀκάρπου γραφῆς ἐπινοίας ηὐπόρησαν καὶ τὰ ἀνα-
ποδείκτως ἱστορηθέντα μετὰ λόγου παραθέμενοι. οἱ δὲ καὶ
τὸ ἀσαφῶς λεγόμενον ἐξαπλῶσαι καὶ τοῦτο ἂν μακρῶς συντο-
μώτερον ἀποστεῖλαι καὶ τὰ ἀμφιβόλως εἰρημένα ἑρμηνεῦσαι
εὔλογον δόξαν ἀπενεικαμένους. τῶν δὲ εἰρημένων χαρακτή-
ρων εἰ ἕκαστος εὐλόγου τετύχηκεν ἐπαίνου, πῶς οὐ μειζό-  
νων ἀξιοῦσθαι δικαία τυγχάνει | τῆς παρούσης γραφῆς ἡ ὑπόσχε-
σις, διὰ πάντων τῶν εἰρημένων ἰδιωμάτων κεχωρηκυῖα; καὶ γὰρ
εὑρήσεως ἕνεκα πολὺν εἰσφέρεται πόνον καὶ κριτικῶς παρατί-
θεται τὴν ἐν ταῖς φωναῖς ἀλήθειαν, διορθουμένη τὰ μὴ κατὰ
τρόπον ἀναγεγραμμένα, στρογγυλώτερον δὲ ἀπαγγέλλουσα τὰ
καινοτέρως εἰρημένα, τοῦ σαφοῦς καὶ τεταγμένου πολὺν ἔχουσα
λόγον μετὰ τοῦ τὰ σποράδην πολλοῖς εἰρημένα ὑφ' ἓν συναγαγεῖν.
 τοιαύτης οὖν τάξεως καταβαλόμενοι πληθὺν οἱ μὲν ἕνεκα
ταύτης δικαίως οὐδεμίαν ἀπηνέγκαντο δόξαν, ἐπεὶ προσκο-
651

ρὲς ἰδίως πᾶν τὸ πολύ, οἱ δὲ διὰ τὸ ἄγαν ἀκριβὲς μα-


ταίως ἐξηγούμενοι, τί ἐστι γένυς καὶ τί τὸ πλατὺ καὶ τί
τὸ ἀστρονομικὸν καὶ τί τὸ ἀκροκώλιον καὶ στενωπὸς καὶ

Erotianus Gramm., Med., Vocum Hippocraticarum collectio Klein p.


58, li.6

λώδη ὑγρασίαν καὶ οἷον πιτυρώδεις λεπίδας ἐπιφέρεσθαι. μά-


ΑΡΧΗ ΤΟΥ Β

 βιούμενον· βιοῦντα.
 βαιόν· τὸ ὀλίγον. |
 βοθρίοις· τοῖς ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς κοίλοις ἕλκεσι νῦν
λέγει.
 βόλβιτα· τὰ μικρὰ βόλβια.
 βρύχιον· τὸ οἱονεὶ βύθιον καὶ κατὰ βάθους κείμενον.
 βηχίου· βοτάνης εἶδος, ὃ βηκίαν καὶ βήκιον καλοῦμεν.
 βρυγμός· ἰδίωμα ποιοῦ ψόφου.
 βλιχῶδες· οἱ δὲ γλισχρῶδες. Ἐπικλῆς μέν φησι τὸ
λελιπασμένον μετὰ γλοιώδους ὑγρασίας ἀκαθάρτου, Εὐφο-
ρίων δὲ τὸ ἐκπεπιεσμένον καὶ κατάξηρον. Βακχεῖος δὲ καὶ
Λυσίμαχος διὰ τοῦ π γράφουσι πλιχῶδες, σημᾶναι θέλοντες
τὸ ἐξεπτυγμένον.

Anonymi Medici Med., Περὶ τῆς τῶν πυρετῶν διαφορᾶς (0721: 020)
“Oeuvres de Rufus d'Éphèse”, Ed. Daremberg, C., Ruelle, C.É.
Paris: Imprimerie Nationale, 1879, Repr. 1963.P. 608, li.25

 Διὰ τί ἁπάντων μὲν τῶν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ γένους ἐφημέρων πυρετῶν ἡ
ἀρχὴ, ἀπό
τινος προκαταρχούσης τε καὶ φανερᾶς αἰτίας γέγονεν, οἷον ἀγρυπνίας, ἢ
λύπης, ἢ
φόβου, ἢ θυμοῦ, ἢ ἐγκαύσεως, ἢ μέθης, ἢ κόπου, ἢ ψύξεως, εἴτε τινὸς
ἄλλης προ-
φάσεως φανερᾶς, εἰ καὶ μὴ ἴδια ταῦτα τοῖς τοιοῖσδέ εἰσι πυρετοῖς,
ἀχώριστα δέ γε
παντάπασιν; Οἱ δ' ἐπὶ συντόνοις τῆς ψυχῆς φροντίσι γινόμενοι πυρετοὶ, εἰ
μὴ προ-
καταρκτικῆς τινὸς αἰτίας ὑπαρχούσης ἐν τούτοις, πῶς ἂν γνωρισθεῖεν,
καὶ πόθεν τῷ
652

ἰατρῷ ἡ ἔνδειξις τῶν τοιούτων γενήσεται πυρετῶν; ........................


 Ἀποροῦσι δέ τινες λέγοντες ὅτι ἐστὶ δυνατὸν τὸν ἐφήμερον ὥρας
δεκαοκτὼ κατέ-
χειν, συνεχῆ ὄντα καὶ τῶν ἀγγείων ἐντὸς, καὶ μηδόλως διαλείμματι
ποιούμενον·
πρὸς οὓς φαμὲν ὅτι εἰ καὶ συνεχής ἐστιν, ἀλλ' οὖν τὰ τοῦ διαλείποντος
κέκτηται
ἰδιώματα. Καὶ γὰρ καὶ ὁ συνεχὴς ὁμοίως τῷ διαλείποντι τὴν εἰσβολὴν
ποιήσεται πλὴν
τοῦ ῥίγους, καὶ τῆς περιψύξεως, καὶ τὰς ὥρας τεταγμένας φυλάξει. Καὶ
γὰρ καθέ-
καστον παροξυσμὸν, καὶ ἀρχὴν λήψει καὶ ἀνάβασιν, καὶ ἀκμὴν, καὶ
παρακμήν. Καὶ
ὥσπέρ ἐστιν ἐν ἐκείνοις τὸ διάλειμμα, οὕτως ἐν τούτοις ἡ ἔνδοσις καὶ ἡ
μυοπυρεξία.
Ἐν τούτῳ γὰρ διαφέρει τοῦ συνόχου, καὶ γὰρ ὁ σύνοχος, ἀπ' ἀρχῆς ἄχρι
τέλους,
ἴσος ἐστὶν, ἢ ἐπακμαστικός, ἢ παρακμαστικός· τοῦτο δὲ γίνεται τῇ σήψει
καὶ δια-
φορήσει· ὁ δέ γε ἀμφημερινὸς, ἐνδίδων ὁρᾶται καὶ παροξύνεται, καὶ τὰ
οἰκεῖα τοῦ
εἴδους φυλάττων ἰδιώματα, ὡς ἐδείχθη ἐν τῇ περὶ διαφορᾶς πυρετῶν
Γαληνοῦ ἐξη-
γήσει.

Ορειβάσιος ιατρός. Collectiones medicae (lib. 1–16, 24–25, 43–50)


(0722: 001)
“Oribasii collectionum medicarum reliquiae, vols. 1–4”, Ed.; Corpus
medicorum Graecorum, vols. 6.1.1–6.2.2.Book 5, ch. 30, Sec. 10, li.1

ἐπιθεωρεῖν· εἰ γὰρ ἀνεξίκακος ἐν τοῖς λοιποῖς ὢν μὴ ὑπομένοι τὸ


διψεῖν, ἐπιτήδειος ἂν εἴη πρὸς τὸ πίνειν ἐν τῇ τοῦ παροξυσμοῦ ἐπι-
δόσει. οἵ τε δὴ πολὺ χολῶδες ἀθροίζοντες ἐν τῷ στομάχῳ καὶ μετὰ
πολλῆς ἀνάγοντες ταλαιπωρίας ἐπὶ ποσῷ κουφισμῷ, ἐψυγμένοι μὲν τὰ
ἄκρα, ὠχροὶ δὲ καὶ ἀπορούμενοι καὶ μηδὲ τὴν κατάκλισιν φέροντες,
διακαεῖς ὑπὸ δίψους μετὰ τοῦ τῆς ἀποκρίσεως κουφισμοῦ, ὡς ἔκ
τινων τεταγμένων ἀριθμῶν ἐκ περιτροπῆς ταῦτα πάσχουσι καὶ οὔτε
ἠρεμοῦσιν οὔτε μέχρι τῶν ἄκρων πυρέσσουσιν, εἰ μὴ πολὺ προσενέγ-
καντες ὑγρὸν τρόπον τινὰ κατακλύσαιμεν. τούτοις ἐμέσασι συμβαίνει
μετὰ τὴν προσφορὰν καὶ τὸν ἔμετον εὐθὺς ἀθρόως συναναφέρεσθαι
τὴν θερμασίαν καὶ τοῖς τῆς ἀκμῆς προσεγγίζειν ἰδιώμασιν. κἂν ὁ
μερισμὸς δὲ τῆς ἐπισημασίας εἰς ἄνισα τέμνηται, ὡς τὸ πλεῖστον μέρος
εἶναι τῆς αὐξήσεως, ὀλιγοχρόνιον δὲ τὴν ἀκμήν, ἔσται ποτοῦ καιρὸς
653

ὁ ἐν τῇ ἐπιδόσει· ἀναλογεῖ γὰρ τῷ τῆς ἀκμῆς διὰ τὸ ἐν τούτοις τοῖς


χρόνοις δυναστεύειν τὴν αἰτίαν καὶ ταλαιπωρεῖσθαι τὸν ἄνθρωπον.
ταχυτέρας δὲ τῆς προσφορᾶς προσδέονται καὶ οἱ εὐκαθαιρέτους τὰς
δυνάμεις ἔχοντες, ἐφ' ὧν πρὸ πολλοῦ οὐ μόνον παρὰ δόσεως ποτοῦ
ἀναγκαῖον δεῖ ἀσφαλίζεσθαι, ἀλλὰ καὶ παρὰ σιτίων παραθέσεως. οἱ δ'
ἐν πυρετοῖς δυσκαταποτοῦντες διὰ τὸ προσαναξηραίνεσθαι τὸν στόμα-
χον παρὰ τὴν ἰδιάζουσαν θερμασίαν ἢ καὶ πλῆθος πυρετοῦ,

Ορειβάσιος ιατρός. Collectiones medicae (lib. 1-16, 24-25, 43-50)


Book 12, ch. rho, Sec. 5, li.25

ὅσα κἀκεῖναι· ἡ μέντοι σχινίνη ἀναλογεῖ τῇ τερμινθίνῃ. καίεται δὲ


πᾶσα ῥητίνη ὑγρὰ ἐν τετραπλασίονι ἀγγείῳ κατὰ τὸ τοῦ ἐγχεομένου
ὑγροῦ πλῆθος· δεῖ γὰρ χοῦν μὲν τῆς ῥητίνης, δύο δὲ χόας ὕδατος
ὀμβρίου βάλλοντας εἰς χαλκίον ἑψεῖν πράως ἐπ' ἀνθράκων διηνεκῶς
κινοῦντας, ἄχρι ἄνοσμος καὶ εὔθρυπτος καὶ καπυρὰ γένηται, ὡς καὶ
τοῖς δακτύλοις εἴκειν, λοιπὸν δὲ ψύξαντας εἰς κεραμεοῦν ἀγγεῖον
ἀκώνητον ἀποθέσθαι. γίνεται δ' ἐξόχως λευκή· δεῖ μέντοι προϋλίζειν
πᾶσαν ῥητίνην τήκοντας καὶ χωρίζειν τὸ ῥυπῶδες αὐτῆς. καίονται δὲ
καὶ δίχα ὕδατος ἐπ' ἀνθράκων κούφως τὸ πρῶτον, ὅταν δὲ μέλλωσι
συντρέχειν, ἀθρόως πολλοὺς τοὺς ἄνθρακας ὑποθετέον ἀδιαλείπτως
ἐφ' ἡμέρας καὶ νύκτας τρεῖς, ἄχρις ἂν τὸ προειρημένον ἰδίωμα ἀπο-
λάβωσιν. ἀποτίθεσο δ' ὡς εἴρηται· τὰς μέντοι ξηρὰς ἀρκέσει δι' ὅλης
ἡμέρας ἑψήσαντας ἀποτίθεσθαι. λαμβάνεται δὲ καὶ λιγνὺς ἐκ τῆς ῥητί-
νης ὥσπερ ἐκ τοῦ λιβάνου, ἐπαιωρουμένου κοίλου ἀγγείου.
 Ῥόδα ψύχει· τὰ δὲ ξηρὰ μᾶλλον στύφει. χυλίζειν δὲ δεῖ τὰ
ἁπαλὰ ἀποψαλίσαντας τὸν ὄνυχα, τὸ δὲ λοιπὸν ἐκθλίβειν καὶ τρίβειν
ἐν σκιᾷ καὶ θυείᾳ, ἄχρις οὗ συστραφῇ, οὕτως τε ἀποτίθεσθαι εἰς τὰς
ὀφθαλμικὰς περιχρίστους. ξηραίνονται δὲ τὰ φύλλα ἐν σκιᾷ συνεχῶς
στρεφόμενα, ἵνα μὴ εὐρωτιάσῃ.
 Ῥοδία ῥίζα γίνεται ἐν Μακεδονίᾳ, ἐοικυῖα κόστῳ, κουφοτέρα

Palladius Med., Synopsis de febribus (0726: 002)“Physici et medici


Graeci minores, vol. 1”, Ed. Ideler, J.L.Berlin: Reimer, 1841, Repr. 1963.
Ch. 21, Sec. 1, li.4
      
   

Περὶ ἡμιτριταίου ἀκριβοῦς.


654

 Ὁ δὲ ἀκριβὴς ἡμιτριταῖος καλούμενος, σύνθετός ἐστιν


ἐκ τριταίου διαλείποντος, καὶ συνεχοῦς ἀμφημερινοῦ, ἐπὶ
χολῇ καὶ φλέγματι σηπομένοις συνιστάμενος, φυλάττων ἐν
τοῖς παροξυσμοῖς ἀμφοτέρων τῶν χυμῶν τὰ ἰδιώματα τῆς
κινήσεως· καὶ τοῦ μὲν ἀμφημερινοῦ καθ' ἑκάστην παρ-
οξύνοντός τε καὶ κειμένου· τοῦ δὲ τριταίου μίαν παρὰ μίαν.  
  

Meletius Med., De natura hominis (0730: 001)


“Anecdota Graeca e codd. manuscriptis Βιβλιοθήκη. rum Oxoniensium,
vol. 3”, Ed. Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press, 1836, Repr.
1963.P. 16, li.20

τὸ εἶδος, καὶ τὰς ποιότητας διακρίνεται, ὅσας οὐδὲ ῥᾴδιον


ἀριθμῆσαι.
 Τοιοῦτόν τι κατὰ τὴν ἔμψυχον ἡμῶν ἄρουραν θαυματοποι-
εῖται παρὰ τῆς φύσεως, μᾶλλον δὲ παρὰ τοῦ δεσπότου τῆς
φύσεως· ὀστέα τε καὶ χόνδροι, φλέβες καὶ ἀρτηριαὶ, καὶ
πάντα τὰ μικρῷ ἔμπροσθεν εἰρήμενα· ἐξ ὧν πάλιν ὀφθαλμοὶ
καὶ χιτῶνες, ῥῖνες καὶ ὦτα· γλῶσσα καὶ ὀδόντες· οὖλα καὶ
γαργαρεών· κλείς τε καὶ θώραξ· καρδία καὶ πνεύμων· ἔντερα
καὶ γαστήρ· καὶ ἔγκατα πάντα μετὰ σπληνὸς καὶ ἥπατος,
καὶ τῶν ἄλλων πάντων τῶν ἔσωθεν· πρὸς τούτοις χεῖρες καὶ
πόδες, καὶ πάντα τὰ ὀργανικὰ μόρια διαφόροις ἰδιώμασιν ἀπ'
ἀλλήλων κεχωρισμένα, μιᾷ, τῇ τῆς τροφῆς χυλώσει, καταλ-
λήλως τῇ ἑαυτῶν τρέφεται φύσει· ὡς τῆς τροφῆς, ᾧ ἂν προς-
πελάσῃς μέρει, κατ' ἐκεῖνο ἀλλοιουμένης, οἰκείας τε καὶ συμ-
φυοῦς τῇ τούτου οἰκειότητι γινομένης· εἰ γὰρ κατὰ τὸν ὀφθαλ-
μὸν γένοιτο, τῷ ὁρατικῷ μορίῳ συγκατεκράθη· καὶ τῶν περὶ
τὸν ὀφθαλμὸν χιτώνων ταῖς διαφοραῖς οἰκείως εἰς ἕκαστον
κατεμερίσθῃ· εἰ δὲ τοῖς κατὰ τὴν ἀκοὴν μέρεσιν ἐπιῤῥυῇ, τῇ
ἀκουστικῇ καταμίγνυται φύσει· καὶ ἐν χείλει γινόμενον, χεῖ-  
λος ἐγένετο· καὶ ἐν ὀστέῳ πήγνυται· καὶ ἐν μυέλῳ ἁπαλύνε-
ται· καὶ τονοῦται μετὰ τοῦ νεύρου· καὶ τῇ ἐπιφανείᾳ

Meletius Med., De natura hominis P. 81, li.13

διαφύσεις χονδρώδεις ὁ πνεύμων εἰς ὀξὺ διηκούσας καὶ συν-


ηγμένας· δι' ὧν εἴσεισι τὸ πνεῦμα εἰς τὰς ὀπὰς αὐτοῦ· κἀκεῖ-
θεν αὖθις εἰς τὴν καρδίαν ἐνίησιν· ἐπιπωματιζομένης δὲ τῆς
655

ἀρτηρίας παρὰ τῆς ἐπιγλωττίδος ὡς εἴρηται, παραπέμπεται ἡ


τροφὴ ἐν τῷ στομάχῳ· λέγεται δὲ ἁλτηρία καὶ ἀρτηρία·
καὶ ἀρτηρία μὲν, οἷον, ἀεροτηρία, ἀπὸ τοῦ περιέχειν καὶ
τηρεῖν τὸ πνεῦμα· ἁλτηρία δὲ, παρὰ τὸ ἅλλεσθαι· ἡ ἀεὶ
ἁλλομένη καὶ πηδῶσα.
 Λέγεται δὲ γλῶσσα παρὰ τὸ κλώθω· κλωθομένης γὰρ αὐ-
τῆς ἡ ἔναρθρος φωνὴ ἀποτελεῖται· ἢ οἷον, γνῶσσα, διαγνωστικὴ
γάρ ἐστι τῶν ἐν τοῖς χυμοῖς ἰδιωμάτων, καθὼς ἤδη εἴρηται·
πλὴν ἡ μὲν ὄψις, καὶ ὄσφρησις, καὶ ἀκοὴ πόῤῥωθεν καὶ παντά-
χοθεν τῶν ἰδίων αἰσθητῶν ἀντιλαμβάνονται· οἷον, ὁρᾶ καὶ μά-
κροθεν ἡ ὄψις, καὶ ἡ ὄσφρησις ὀσφραίνεται, καὶ ἡ ἀκοὴ ἐνωτί-
ζεται· ἁφὴ δὲ καὶ γεῦσις τότε μόνον αἰσθάνονται, ὅταν πλη-
σιάσωσι τοῖς ἰδίοις αἰσθητοῖς.
 Αἱ μὲν οὖν γλώττης χρεῖαι καὶ ἐνέργειαι εἴρηνται, ὅτι πρός
τε τὴν φωνὴν καὶ τὴν διάλεκτον, καὶ τὴν γεῦσιν, καὶ τὴν δια-
μάσησιν ἡ τὰ πάντα οἰκονομοῦσα δύναμις ἐπιτηδειότητα αὐτῇ
ἐχαρίσατο· λοιπὸν ἴδωμεν καὶ τῶν ὀδόντων τὴν σύμπηξιν, καὶ
τὴν φύσιν, καὶ τὴν ἐνεργείαν.

Alexander Phil., Problemata (lib. 1–2) [Sp.] (0732: 002)


“Physici et medici Graeci minores, vol. 1”, Ed. Ideler, J.L.
Berlin: Reimer, 1841, Repr. 1963.Book 1, Sec. Pr, li.74

φασὶ γὰρ τὰ καθαρτήρια θερμότατα τοὺς χυμοὺς ἕλκειν.


ὅπερ ψεῦδος. ἔδει γὰρ πᾶν θερμὸν εἶναι καὶ καθαρτήριον·
οὕτω γὰρ τὸ πέπερι θερμὸν ὂν οὐχ ἑλκτικόν ἐστιν, ἀλλὰ
πεπτικὸν καὶ τονωτικόν. ὡσαύτως δὲ καὶ μαστίχη καὶ ἀλόη.
φαμὲν δὲ μὴ ἀντιστρέφειν τὸν λόγον. πᾶν γὰρ καθαρτή-
ριον θερμὸν μὲν τῇ κράσει, κενωτικὸν δὲ τῇ δυνάμει. οὐ
πᾶν δὲ θερμὸν ἤδη καὶ τὴν δύναμιν καθαρτήριον. λέγουσι
δὲ τὸν στρουθοκάμηλον σίδηρον πέττειν, οὐκ ἰδιότητί τινι,
μᾶλλον δὲ θερμότητι· ὅπερ ἄτοπον. λέων γὰρ τούτου τοῦ
ζῴου θερμότερος ὢν οὐ πέττει τὸν σίδηρον. οὐ μόνον δὲ
παρὰ τοῖς ἰατροῖς ἐστιν ἰδιώματα μόνοις, ἀλλ' ἤδη καὶ παρὰ
φιλοσόφοις καὶ γραμματικοῖς, πάθη λεγόμενα καὶ σεση-
μειωμένα ταῖς χρήσεσι. χρὴ τοίνυν προβάλλειν εἰς ζήτησιν
τὰ μέσην ἔχοντα χώραν, ἀμφίβολά τε πρὸς γνῶσιν, οἷά τε
πρὸς λύσιν ὑποπεσεῖν. ὥσπερ γὰρ τῶν λεγομένων τὰ μέν
ἐστι ψευδῆ πᾶσι γνωριζόμενα, τὰ δὲ πάντα τὴν ἀλήθειαν
πρὸς ἀπόδειξιν κεκτημένα, τὰ δὲ ὡς ἂν εἴποι τις ἐξ ἀμφο-
τέρων κεκραμένα λεγόμενα, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ τῶν
656

προβαλλομένων τὰ μέν ἐστιν εὔδηλα πᾶσι γινωσκόμενα, τὰ


δὲ πάντα κεκρυμμένα λύσιν οὐχ ὑποδεχόμενα, τὰ δὲ μέσην
ἔχοντα φύσιν, ὧν καὶ τὴν ἔκθεσιν ποιησόμεθα.

Theophilus Protospatharius et Stephanus Atheniensis Med., De febrium


differentia (0746: 001)“Theophili et Stephani Atheniensis de febrium
differentia ex Hippocrate et Galeno”, Ed. Sicurus, D.Florence: Bengini,
1862.P. 29, li.25

   

(λγʹ.) Περὶ ἡμιτριταίου ἀκριβοῦς.

 Ὁ δὲ ἀκριβὴς ἡμιτριταῖος καλούμενος, σύνθετός ἐστιν ἐκ τρι-


ταίου διαλείποντος, καὶ συνεχοῦς ἀμφημερινοῦ, ἐπὶ χολῇ καὶ
φλέγματι σηπομένοις συνιστάμενος, φυλάττων ἐν τοῖς παρο-
ξυσμοῖς ἀμφοτέρων τῶν χυμῶν τὰ ἰδιώματα τῆς κινήσεως· καὶ
τοῦ μὲν ἀμφημερινοῦ καθ' ἑκάστην παροξύνοντός τε καὶ κι-
νουμένου· τοῦ δὲ τριταίου μίαν παρὰ μίαν.
    

(λδʹ.) Περὶ ἀκριβοῦς τεταρταίου.

 Τὸ δὲ τρίτον γένος τῶν διαλειπόντων πυρετῶν ὁ ἀκριβής


ἐστι τεταρταῖος, πολυχρονιώτερος καὶ ἐπὶ μόνῳ γινόμενος τῷ
μελαγχολικῷ χυμῷ, ψυχρῷ καὶ ξηρῷ τὴν κρᾶσιν ὑπάρχοντι.
Ἡ εἰσβολὴ δὲ τούτου ὀστοκοπῶδες ῥῖγος ἐπιτεταμένον καὶ κρυ-
ερόν· καὶ κατὰ βραχὺ ὑποστύφεται, καθάπερ τις ἢ ὄστρακον·  
ἐπειδὰν δ' ἐξαφθῇ τις ἐξ αὐτοῦ φλὸξ, οὐδὲν ὑπολείπει,

Theophilus Protospatharius et Stephanus Atheniensis Med., De febrium


differentia
P. 40, li.17

ὁ δὲ μέσος διὰ τὸ μὴ ἑκατέρων ἴσην εἶναι τὴν δύναμιν, ἀλ-


λὰ τὸν μὲν φλεγματικὸν ὑπερβάλλειν, ὑστερεῖν δὲ τὸν ξαν-
θοχολικὸν, ἐλάττους τὰς ὥρας τοῦ ἀκριβοῦς ποιήσει, καὶ ἔτι
μᾶλλον ἐλάττονας ὁ μικρὸς διὰ τὴν τῆς χολῆς ἐπικράτειαν,
εὐδιαφορήτου καὶ εὐαξάπτου τυγχανούσης· καὶ γὰρ οὐκ ᾀεὶ ὁ
657

ἀκριβὴς τριταῖος τῷ ἀκριβεῖ ἐφημέρῳ συμπλέκεται· ἀλλ' ἐστὶν


ὅτε ὁ μὲν τριταῖος ἐστὶν ἀκριβὴς, ὁ δὲ ἀμφημερινὸς οὐκ ἀ-
κριβὴς καὶ τὸ ἀνάπαλιν, ὁ μὲν ἀμφημερινὸς ἀκριβὴς, ὁ δὲ τρι-
ταῖος οὐκ ἀκριβής. Διὰ τὶ τοῦτο; Ὁπότ' ἂν ὑπερβάλλῃ τὰ τοῦ
ἐφημέρου γνωρίσματα καὶ ἐπικρατῇ τὰ τοῦ φλέγματος, ἔχει
μὲν τὰ τοῦ μεγάλου ἰδιώματα διὰ τὴν σύνοδον τῶν χυμῶν,
ἐλλείπει δὲ κατά τι. Οὕτως οὖν καὶ ὁπόταν ἐπικρατῇ τὰ τῆς
χολῆς καὶ τὰ τοῦ τριταίου γνωρίσματα ἀκριβῇ δείκνυται· μᾶλλον
μὲν οὖν ἐν τούτῳ ἐστι καὶ ἡ ἔλλειψις.
 Γνώσῃ δὲ τοῦτο σαφῶς ἐκ τῆς ἀναλογίας· καὶ γὰρ ὁ μέ-
γας ἡμιτριταῖος πρὸς μὲν τὸν μέσον ἐστιν ἐπίτριτος, πρὸς δὲ
τὸν μικρὸν διπλάσιος· ὁ δὲ μέσος πρὸς τὸν μικρὸν ἔστιν ἡμί-
ολος· ὃν οὖν λόγον ἔχει ὁ 16 ἀριθμὸς πρὸς τὸν 12, τὸν αὐ-
τὸν λόγον ἔχει καὶ ὁ 48 εἰς τὸν 36· καὶ ὃν λόγον ἔχει
ὁ 24 πρὸς τὸν 12 τὸν αὐτὸν λόγον ἔχει καὶ ὁ 48 πρὸς
τὸν 24. καὶ πάλιν ὃν λόγον ἔχει καὶ ὁ 18 πρὸς τὸν 12,

Theophilus Protospatharius et Stephanus Atheniensis Med., De febrium


differentia
P. 43, li.23

ὁ δὲ πάλιν κδʹ. ὥρας· λέγω δὴ ὁ μικρὸς διὰ τὴν τῆς χολῆς


ἐπικράτειαν· αὕτη γὰρ ὡς εὐέξαπτος, ἑτοιμότερον πέπτει τὰς
ὕλας καὶ διαφορεῖ, καὶ διὰ τοῦτο ὁ μέγας ἡμιτριταῖος πρὸς
τὸν μικρὸν ὑπερέχει διπλάσιος, πρὸς δὲ τὸν μέσον ἐπίτριτος,
ὁ δὲ μέσος πρὸς τὸν ἐλάσσονα ἡμιόλιος ὑπάρξει. Καὶ οὕτω μὲν
περὶ τῶν ὡρῶν. Ἀποροῦσι δέ τινες λέγοντες, ὅτι ἔστι δυνατὸν
τὸν ἐφήμερον ὥρας δέκα ὀκτὼ κατέχειν, συνεχῆ ὄντα καὶ τῶν
ἀγγείων ἐντὸς καὶ μηδόλως διάλειμμά τι ποιούμενον. Πρὸς οὓς
φαμὲν, ὅτι εἰ καὶ συνεχὴς ἐστὶν, ἀλλ' οὐ τὰ τοῦ διαλεί-
ποντος κέκτηται ἰδιώματα· καὶ γὰρ καὶ ὁ συνεχὴς ὁμοίως τῷ
διαλείποντι τὴν εἰςβολὴν ποιήσεται, πλὴν τοῦ ῥίγους καὶ τῆς
περιψύξεως, καὶ τὰς ὥρας τεταγμένας φυλάξει· καὶ γὰρ καθ'
ἕκαστον παροξυσμὸν, καὶ ἀρχὴν λήψεται καὶ ἀνάβασιν καὶ ἀκ-
μὴν καὶ παρακμήν. Καὶ ὥςπερ ἐστὶν ἐν ἐκείνοις τὸ διάλειμμα,
οὕτως ἐν τούτοις ἡ ἔνδοσις καὶ ἡμιορεξία· ἐν τούτῳ γὰρ
διαφέρει συνόχου· καὶ γὰρ ὁ σύνοχος ἀπ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους
ἴσος ἐστὶν, ἢ ἐπακμαστικὸς, ἢ παρακμαστικός. Τοῦτο δὲ γί-
νεται τῇ σήψει καὶ διαφορήσει· ὁ δέ γε ἐφήμερος ἐνδιδοὺς ὁ-
ρᾶται καὶ παροξύνων καὶ τὰ οἰκεῖα τοῦ εἴδους φυλάττων ἰ-
διώματα, ὡς ἐδείχθη ἐν τῇ περὶ διαφορᾶς πυρετῶν τοῦ Γα
658

Theophilus Protospatharius et Stephanus Atheniensis Med., De febrium


differentia
P. 43, li.33

ποντος κέκτηται ἰδιώματα· καὶ γὰρ καὶ ὁ συνεχὴς ὁμοίως τῷ


διαλείποντι τὴν εἰςβολὴν ποιήσεται, πλὴν τοῦ ῥίγους καὶ τῆς
περιψύξεως, καὶ τὰς ὥρας τεταγμένας φυλάξει· καὶ γὰρ καθ'
ἕκαστον παροξυσμὸν, καὶ ἀρχὴν λήψεται καὶ ἀνάβασιν καὶ ἀκ-
μὴν καὶ παρακμήν. Καὶ ὥςπερ ἐστὶν ἐν ἐκείνοις τὸ διάλειμμα,
οὕτως ἐν τούτοις ἡ ἔνδοσις καὶ ἡμιορεξία· ἐν τούτῳ γὰρ
διαφέρει συνόχου· καὶ γὰρ ὁ σύνοχος ἀπ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους
ἴσος ἐστὶν, ἢ ἐπακμαστικὸς, ἢ παρακμαστικός. Τοῦτο δὲ γί-
νεται τῇ σήψει καὶ διαφορήσει· ὁ δέ γε ἐφήμερος ἐνδιδοὺς ὁ-
ρᾶται καὶ παροξύνων καὶ τὰ οἰκεῖα τοῦ εἴδους φυλάττων ἰ-
διώματα, ὡς ἐδείχθη ἐν τῇ περὶ διαφορᾶς πυρετῶν τοῦ Γα-
ληνοῦ ἐξηγήσει.  
  

Ctesias Hist., Med., Fragm. (0845: 002)“FGrH #688”.Volume-Jacobyʹ-


F 3c,688,F, frag. 1b, li.459

νέων τοὺς ἀρίστους, δοῦσα τὸν ἀριθμὸν κατὰ τὰ μεγέθη τῶν ἐθνῶν·
προσέταξε
δὲ πᾶσι κατασκευάζειν καινὰς πανοπλίας καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασι λαμπρῶς
παραγίνεσθαι κεκοσμημένους μετὰ τρίτον ἔτος εἰς Βάκτρα. (6)
μετεπέμψατο
δὲ καὶ ναυπηγοὺς ἔκ τε Φοινίκης καὶ Συρίας καὶ Κύπρου καὶ τῆς ἄλλης
τῆς
παραθαλαττίου χώρας, οἷς ἄφθονον ὕλην μεταγαγοῦσα διεκελεύσατο
κατα-
σκευάζειν ποτάμια πλοῖα διαιρετά. (7) ὁ γὰρ Ἰνδὸς ποταμός, μέγιστος ὢν
τῶν  
περὶ τοὺς τόπους καὶ τὴν βασιλείαν αὐτῆς ὁρίζων, πολλῶν προσεδεῖτο
πλοίων
πρός τε τὴν διάβασιν καὶ πρὸς τὸ τοὺς Ἰνδοὺς ἀπὸ τούτων ἀμύνασθαι·
περὶ δὲ τὸν
ποταμὸν οὐκ οὔσης ὕλης, ἀναγκαῖον ἦν ἐκ τῆς Βακτριανῆς πεζῆι
παρακομίζεσθαι
τὰ πλοῖα. (8) θεωροῦσα δ' ἡ Σεμίραμις ἑαυτὴν ἐν τῆι τῶν ἐλεφάντων
χρείαι πολὺ
λειπομένην, ἐπενοήσατο τι κατασκευάζειν ἰδίωματούτων τῶν ζώιων, ἐλ-
659

πίζουσα καταπλήξεσθαι τοὺς Ἰνδοὺς διὰ τὸ νομίζειν αὐτοὺς μηδ' εἶναι τὸ


σύνολον ἐλέφαντας ἐκτὸς τῶν κατὰ τὴν Ἰνδικήν. (9) ἐπιλέξασα δὲ βοῶν
μελάνων τριάκοντα μυριάδας τὰ μὲν κρέα τοῖς τεχνίταις καὶ τοῖς πρὸς τὴν
τῶν
κατασκευασμάτων ὑπηρεσίαν τεταγμένοις διένειμε, τὰς δὲ βύρσας
συρράπτουσα
καὶ χόρτου πληροῦσα κατεσκεύασεν εἴδωλα, κατὰ πᾶν ἀπομιμουμένη τὴν
τῶν
ζώιων τούτων φύσιν· ἕκαστον δὲ τούτων εἶχεν ἐντὸς ἄνδρα τὸν
ἐπιμελησόμενον
καὶ κάμηλον, ὑφ' οὗ φερόμενον φαντασίαν τοῖς πόρρωθεν ὁρῶσιν
ἀληθινοῦ θη-
ρίου παρείχετο. (10) οἱ δὲ ταῦτα κατασκευάζοντες αὐτῆι τεχνῖται
προσεκαρ-
τέρουν τοῖς ἔργοις ἔν τινι περιβόλωι περιωικοδομημένωι καὶ πύλας
ἔχοντι
τηρουμένας ἐπιμελῶς, ὥστε μηδένα μήτε τῶν ἔσωθεν ἐξιέναι τεχνιτῶν
μήτε

Posidonius Phil., Fragm. (1052: 001)“Posidonios. Die Fragmente, vol.


1”, Ed. Theiler, W.Berlin: De Gruyter, 1982.Frag. 13, li.137

δοτέον δ' ἴσως τῷ προθεμένῳ τὴν περὶ ὠκεανοῦ πραγματείαν ταῦτ'


ἐξετάζειν.
 4. Μνησθεὶς δὲ τῶν περιπλεῦσαι λεγομένων τὴν Λιβύην Ἡρόδοτον
μὲν οἴεσθαί φησιν ὑπὸ Δαρείου πεμφθέντας τινὰς τελέσαι τὸν περίπλουν·

Ἡρακλείδην δὲ τὸν Ποντικὸν ἐν διαλόγῳ ποιεῖν ἀφιγμένον παρὰ Γέλωνι


μάγον τινὰ περιπλεῦσαι φάσκοντα.
 Ἀμάρτυρα δὲ ταῦτ' εἶναι φήσας καὶ Εὔδοξόν τινα Κυζικηνὸν θεωρὸν
καὶ σπονδοφόρον τοῦ τῶν Κορείων ἀγῶνος ἐλθεῖν εἰς Αἴγυπτον ἱστορεῖ
κατὰ τὸν δεύτερον Εὐεργέτην. συσταθῆναι δὲ καὶ τῷ βασιλεῖ καὶ τοῖς
περὶ αὐτόν, καὶ μάλιστα κατὰ τοὺς ἀνάπλους τοῦ Νείλου θαυμαστικὸν
ὄντα τῶν τοπικῶν ἰδιωμάτων ἅμα καὶ οὐκ ἀπαίδευτον. τυχεῖν δή τινα
Ἰνδὸν κομισθέντα ὡς τὸν βασιλέα ὑπὸ τῶν φυλάκων τοῦ Ἀραβίου μυχοῦ,

λεγόντων εὑρεῖν ἡμιθανῆ καταχθέντα μόνον ἐν νηί, τίς δ' εἴη καὶ πόθεν,
ἀγνοεῖν, μὴ συνιέντας τὴν διάλεκτον. τὸν δὲ παραδοῦναι τοῖς διδάξουσιν
ἑλληνίζειν· ἐκμαθόντα δὲ διηγήσασθαι, διότι ἐκ τῆς Ἰνδικῆς πλέων
περιπέσοι πλάνῃ καὶ σωθείη δεῦρο, τοὺς σύμπλους ἀποβαλὼν λιμῷ.
ὑποληφθέντα δὲ ὑποσχέσθαι τὸν εἰς Ἰνδοὺς πλοῦν ἡγήσασθαι τοῖς ὑπὸ
τοῦ βασιλέως προχειρισθεῖσι· τούτων δὲ γενέσθαι τὸν Εὔδοξον.
660

 Πλεύσαντα δὴ μετὰ δώρων ἐπανελθεῖν ἀντιφορτισάμενον ἀρώματα καὶ


λίθους πολυτελεῖς, ὧν τοὺς μὲν καταφέρουσιν οἱ ποταμοὶ μετὰ τῶν
ψήφων, τοὺς δ' ὀρυκτοὺς εὑρίσκουσι, πεπηγότας ἐξ ὑγροῦ, καθάπερ τὰ

Posidonius Phil., Frag. 77, li.1

ματος ἢ καὶ πλείονος, καὶ αἱ μετὰ ταύτας χῶραι ὀλίγαι ἂν ἦσαν πάνυ καὶ  

στενοχωρόταται, αἱ τῆς εὐκρασίας τοῦ ἀέρος μικρόν τι


μεταλαμβάνουσαι,
ἀνόνητοι δὲ πᾶσαι καὶ ἀτελεσφόρητοι, μήτε χειμῶνος ἐν αὐταῖς
γινομένου
διὰ τὴν τοῦ ἡλίου ἀπόστασιν, μήτε θέρους διὰ τὴν ἐγγύτητα μήτε ἔαρος
διὰ τὸ μὴ προηγεῖσθαι θέρους. τὰ δὲ τούτων ἐπέκειν' ἂν ἦν πάντως διὰ
τὴν τῆς ψύξεως ὑπερβολὴν ἀοίκητα οὐ μόνον ἀνθρώποις, ἀλλὰ καὶ πᾶσι
τοῖς ζῴοις, καὶ τῶν Κιμμερίων μηδὲν ἀποδέοντα. καὶ ὅλη ἄρα ἡ γῆ διὰ
τὰς ἐκ τῆς τοιαύτης κινήσεως ὑπερβολικὰς καταστάσεις καὶ τὸ ἀνάρμο-
στον ἀοίκητος ἔμεινεν ἄν.  
Ptolemaios Tetrab. 2,2, S. 58,19 – 61,3
Τῶν τοίνυν ἐθνικῶν ἰδιωμάτων τὰ μὲν καθ' ὅλους παραλλήλους καὶ
γωνίας ὅλας διαιρεῖσθαι συμβέβηκεν ὑπὸ τῆς πρὸς τὸν διὰ μέσων τῶν
ζῳδίων κύκλον καὶ τὸν ἥλιον αὐτῶν σχέσεως. τῆς γὰρ καθ' ἡμᾶς οἰκου-
μένης ἐν ἑνὶ τῶν βορείων τεταρτημορίων οὔσης οἱ μὲν ὑπὸ τοὺς
νοτιωτέρους
παραλλήλους, λέγω δὲ τοὺς ἀπὸ τοῦ ἰσημερινοῦ μέχρι τοῦ θερινοῦ τρο-
πικοῦ, κατὰ κορυφὴν λαμβάνοντες τὸν ἥλιον καὶ διακαιόμενοι μέλανές τε

τὰ σώματα καὶ τὰς τρίχας οὖλοί τε καὶ δασεῖς καὶ τὰς μορφὰς συνε-
σπασμένοι καὶ τὰ μεγέθη συντετηγμένοι καὶ τὰς φύσεις θερμοὶ καὶ τοῖς
ἤθεσιν ὡς ἐπίπαν ἄγριοι τυγχάνουσι διὰ τὴν ὑπὸ τοῦ καύματος οὐ
συνέχειαν τῶν οἰκήσεων· οὓς δὴ καλοῦμεν κοινῶς Αἰθίοπας. καὶ οὐ
μόνον αὐτοὺς οὕτως ὁρῶμεν ἔχοντας, ἀλλὰ καὶ τὸ περιέχον αὐτοὺς τοῦ

Posidonius Phil., Frag. 89, li.98

διὸ δὴ τοὺς Φοίνικας μετακομίζοντας εἴς τε τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Ἀσίαν
καὶ τἆλλα πάντα ἔθνη μεγάλους περιποιήσασθαι πλούτους. ἐπὶ τοσοῦτο  
δὲ τοὺς ἐμπόρους διατεῖναι τῆς φιλοκερδίας, ὥστε ἐπειδὰν καταγόμων
ὄντων τῶν πλοίων περιττεύῃ πολὺς ἄργυρος, ἐκκόπτειν τὸν ἐν ταῖς
ἀγκύραις μόλιβδον, καὶ ἐκ τοῦ ἀργύρου τὴν ἐκ τοῦ μολίβδου χρείαν
ἀλλάτ-
661

τεσθαι. διόπερ ἐπὶ πολλοὺς χρόνους οἱ Φοίνικες διὰ τῆς τοιαύτης


ἐμπορίας
ἐπὶ πολὺ[ν] λαβόντες [χρόνον] αὔξησιν ἀποικίας πολλὰς ἀπέστειλαν, τὰς
μὲν εἰς Σικελίαν καὶ τὰς σύνεγγυς ταύτης νήσους, τὰς δ' εἰς τὴν Λιβύην
καὶ Σαρδόνα καὶ τὴν Ἰβηρίαν.
 36. Ὕστερον δὲ πολλοῖς χρόνοις οἱ μὲν Ἴβηρες μαθόντες τὰ περὶ τὸν
ἄργυρον ἰδιώματα κατεσκεύασαν ἀξιόλογα μέταλλα· διόπερ ἄργυρον
κάλλι-
στον καὶ σχεδόν τι πλεῖστον κατασκευάζοντες μεγάλας ἐλάμβανον
προσό-
δους. ὁ δὲ τρόπος τῆς μεταλλείας καὶ τῶν ἔργων τοιοῦτός τίς ἐστι παρὰ
τοῖς
Ἴβηρσιν. ὄντων χαλκοῦ καὶ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου μετάλλων θαυμαστῶν,
οἱ μὲν ἐργαζόμενοι τὰ χαλκουργεῖα τὸ τέταρτον μέρος χαλκοῦ καθαροῦ
ἐκ τῆς ὀρυττομένης γῆς λαμβάνουσι, τῶν δ' ἀργυρευόντων τινὲς ἰδιωτῶν
ἐν τρισὶν ἡμέραις Εὐβοϊκὸν ἐξαίρουσι τάλαντον· πᾶσα γὰρ ἡ βῶλός ἐστι
ψήγματος συμπεπηγότος καὶ ἀπολάμποντος μεστή. διὸ καὶ θαυμάσαι τις
ἂν τήν τε τῆς χώρας φύσιν καὶ τὴν φιλοπονίαν τῶν ἐργαζομένων αὐτὴν
ἀνθρώπων. τὸ μὲν οὖν πρῶτον οἱ τυχόντες τῶν ἰδιωτῶν προσεκαρτέρουν
τοῖς μετάλλοις, καὶ μεγάλους ἀπεφέροντο πλούτους διὰ τὴν ἑτοιμότητα

Posidonius Phil., Fragm. (1052: 003)“FGrH #87”.Volume-Jacobyʹ-F


2a,87,F, frag. 28, li.105

γραφικῆς μερίδος ἔξω πίπτει. δοτέον δ' ἴσως τῶι προθεμένωι τὴν περὶ
ὠκεανοῦ πραγματείαν ταῦτ' ἐξετάζειν.
 (4) μνησθεὶς δὲ τῶν περιπλεῦσαι λεγομένων τὴν Λιβύην, Ἡρόδοτον
(IV 42 – 44) μὲν οἴεσθαί φησιν ὑπὸ Δαρείου πεμφθέντας τινὰς τελέσαι
τὸν περίπλουν. Ἡρακλείδην δὲ τὸν Ποντικὸν ἐν διαλόγωι (F 56 Voss)
ποιεῖν ἀφιγμένον παρὰ Γέλωνι μάγον τινὰ περιπλεῦσαι φάσκοντα.
 ἀμάρτυρα δὲ ταῦτ' εἶναι φήσας καὶ Εὔδοξόν τινα Κυζικηνόν, θεωρὸν
καὶ σπονδοφόρον τοῦ τῶν Κορείων ἀγῶνος, ἐλθεῖν εἰς Αἴγυπτον ἱστορεῖ
κατὰ τὸν δεύτερον Εὐεργέτην· συσταθῆναι δὲ καὶ τῶι βασιλεῖ καὶ τοῖς
περὶ αὐτόν, καὶ μάλιστα κατὰ τοὺς ἀνάπλους τοῦ Νείλου, θαυμαστικὸν
ὄντα τῶν τοπικῶν ἰδιωμάτων ἅμα καὶ οὐκ ἀπαίδευτον. τυχεῖν δή τινα
Ἰνδὸν κομισθέντα ὡς τὸν βασιλέα ὑπὸ τῶν φυλάκων τοῦ Ἀραβίου μυχοῦ,

λεγόντων εὑρεῖν ἡμιθανῆ καταχθέντα μόνον ἐν νηί, τίς δ' εἴη καὶ πόθεν,
ἀγνοεῖν, μὴ συνιέντας τὴν διάλεκτον· τὸν δὲ παραδοῦναι τοῖς διδάξουσιν
ἑλληνίζειν. ἐκμαθόντα δὲ διηγήσασθαι, διότι ἐκ τῆς Ἰνδικῆς πλέων περι-
πέσοι πλάνηι καὶ σωθείη δεῦρο, τοὺς σύμπλους ἀποβαλὼν λιμῶι. ὑπο-
ληφθέντα δὲ ὑποσχέσθαι τὸν εἰς Ἰνδοὺς πλοῦν ἡγήσασθαι τοῖς ὑπὸ τοῦ
βασιλέως προχειρισθεῖσι τούτων δὲ γενέσθαι τὸν Εὔδοξον. πλεύσαντα  
662

δὴ μετὰ δώρων ἐπανελθεῖν ἀντιφορτισάμενον ἀρώματα καὶ λίθους


πολυτε-
λεῖς, ὧν τοὺς μὲν καταφέρουσιν οἱ ποταμοὶ μετὰ τῶν ψήφων, τοὺς δ'
ὀρυκτοὺς εὑρίσκουσι, πεπηγότας ἐξ ὑγροῦ, καθάπερ τὰ κρυστάλλινα παρ'

Απολλώνιος Ομηρικόν λεξικόν. P. 95, li.9

 πης καλάμην γέ σ' ὀΐομαι εἰσορόωντα γινώσκειν.” ὁ δὲ Ἀρί-


 σταρχός φησι “μεταφορικῶς τὴν καλάμην εἴρηκεν. καὶ γὰρ ἐπὶ τοῦ  
 ἀμητοῦ τὸ πλῆθος ἰδόντα τῆς καλάμης καὶ τὴν εὐγένειαν ἔστιν
 ἐπιγνῶναι ὅσος καὶ οἷος ἦν ὁ καρπός· καὶ νῦν οὕτως λέγει, ἀλλ'
 ὅμως καὶ τὸ λείψανόν σε ὁρῶντα τοῦ σώματος ὀΐομαι ἐπιγι-
 νώσκειν οἷος ἤμην ἀκμάζων ἐγὼ καὶ εὐσθενῶν.”
καμινοίη καμινεύτριαν· “γρηῒ καμμινοίη ἶσος.” ἐπιφέρει δὲ
 εἶναί τινες κεκμηκυῖα τὰς ἶνας.
κάμμορε κακόμορε.
κάπετος τάφρος. καὶ ἔστιν οἱονεὶ σκάπετος, παρὰ τὸ ἐσκάφθαι.
κάρκαιρε ἰδίωμα ἤχου· “κάρκαιρε δὲ γαῖα.”
καρχαρόδοντες τραχυόδοντες.
κάρτος κράτος καὶ ἰσχύς.
καρτερός ἰσχυρός.
κάρψω ξηρανῶ· “κάρψομεν χρόα καλόν.”
καρχαλέοκατάξηροι· “δίψῃ καρχαλέοι.”
κάρη. ὅπερ οἱ Ἀττικοὶ κάρα λέγουσιν τὴν κεφαλὴν διὰ τοῦ α,
 τοῦτο Ἰακῶς Ὅμηρος κάρη λέγει. ἰδιάζον δέ ἐστι τὸ κάρα· μό-
 νον γὰρ οὐδέτερον εἰς τὸ α ἐκτεταμένον λήγει, καὶ τὴν γενικὴν
 ἔχει μόνον τὴν αὐτὴν τῇ εὐθείᾳ, τοῦ κάρα, τὴν δὲ δοτικὴν
 ὁμόφωνον, τῷ κάρᾳ, τῇ γραφῇ διαφέρουσαν τῆς τοῦ προς

Απολλώνιος Ομηρικόν λεξικόν. P. 97, li.29

κειμήλια ἀπόθετα χρήματα.


κεκαδών χωρίσας καὶ στερήσας. ἔστι δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ κεδάσαι καὶ κε-
 δασθῆναι.
κεκορυθμένος καθωπλισμένος, ἀπὸ μέρους τοῦ παντὸς ὁπλις-
 μοῦ τῆς κόρυθος.
κεκριμένον διακεχωρισμένον.
κελσάσῃσὁρμηθείσαις· “κελσάσῃσι δὲ νηυσὶ καθείλκομεν
 ἱστία πάντα.”
κελαινόν μέλαν· τὸ γὰρ μὴ λεγόμενον πᾶν λευκὸν μέλαν ἐνομί-
663

 ζετο. τὸ δὲ κελαινεφὲς παραγώγως ἴσον τούτου.


κελαρύζεἰδίωμα ψόφου.
κελαδεινή ἐπίθετον Ἀρτέμιδος. σημαίνει δὲ τὴν κυνηγόν·
 μετὰ γὰρ κελάδου, ὅπερ ἐστὶ κραυγῆς, κυνηγεῖ. “κελαδεινὴ Ἄρτε-
 μις ἀγροτέρη.”
κεμάς. τῶν ἅπαξ εἰρημένων. οἱ μὲν ἐλάφου γένος, οἱ δὲ δορκάδος.
κεντρηνεκέας τοὺς διηνεκῶς κεντριζομένους.  
κερδαλέον πανοῦργον, περιποιοῦντα καὶ ὠφέλειαν. ὅταν δὲ λέγῃ
 “ἔνθα δὲ Σίσυφος ὃς κέρδιστος γένετ' ἀνδρῶν,” ὁ συνετώτα-
 τος καὶ πανουργότατος.
κεράμῳ οὐχ ὡς κατὰ Κυπρίους, τῷ δεσμωτηρίῳ· καὶ γὰρ ἐν ἄλ

Απολλώνιος Ομηρικόν λεξικόν. P. 101, li.14

κλωματόεσσαν ὁ μὲν Ἀπίων τραχεῖαν καὶ ὀρεινήν.


κνῆστις σκεῦος ᾧ ἐπιξύουσι τὸν τυρόν· “κνήστι χαλκείῃ, ἐπὶ δ'
 αἴγειον κνῆ τυρόν.” τῶν δ' ἅπαξ εἰρημένων. ἔστι δὲ ἀντὶ τοῦ
 ἔκνα, ἔξυεν. ἄκνηστις δέ ἐστι τὸ μέσον τοῦ νώτου, ἐφ' οὗ ἐξικνεῖ-
 ται τὰ ζῷα κνήσασθαι.
κνώσσειν καθεύδειν.
κνῆμαἐπὶ μὲν τοῦ ἡμετέρου “ὑπὸ δὲ κνῆμαι ῥώοντο ἀραιαί·”
 ἐπὶ δὲ τῶν διερειδόντων τὴν χοινικίδα τοῦ τροχοῦ ξύλων, καθό
 φησι “χάλκεα ὀκτάκνημα σιδηρέῳ ἄξονι ἀμφίς.”
κνημούς μεταφορικῶς ἀπὸ τῶν ἡμετέρων μελῶν.
κνυζηθμῷ ἰδίωμα ἤχου.
κνώδαλον ὁ Ἀπίων θηρίον θαλάσσιον, ἀπὸ τοῦ ἐν ἁλὶ κι-
 νεῖσθαι· καταχρηστικῶς δὲ λέγουσι καὶ τὰ ἄλλα θηρία κνώδαλα. ὁ
 μὲν Ὅμηρος ἃ μὲν νοεῖ θαλάσσια θηρία, οἱ Αἰολεῖς λέγουσι
 κνώδαλα. Ὅμηρος δὲ ἅπαξ πᾶν θηρίον. ἔνιοι δὲ θῆρας μὲν
 καὶ θηρία λέγοντες λέοντας καὶ παρδάλεις καὶ λύκους καὶ πάντα τὰ
 παραπλήσια τούτοις, ἑρπετὰ δὲ πάλιν κοινῶς τὰ γένη τῶν
 ὄφεων, κνώδαλα δὲ τὰ θαλάσσια κήτη, φαλαίνας καὶ ὅσα τοι-
 αῦτα, καθάπερ καὶ Ἀλκμὰν διαστέλλει λέγων οὕτως· “εὕδουσιν δ'
 ὀρέων κορυφαί τε καὶ φάραγγες πρώονές τε καὶ χαράδραι,

Απολλώνιος Ομηρικόν λεξικόν.


P. 106, li.30

λαθεῖν ἑκόντα παραπέμψασθαι. ὅθεν κἀκεῖνο οὕτως εἴρηται, “ἢ


 λάθετ' ἢ οὐκ ἐνόησεν·” ἤτοι ἑκὼν θῦσαι παρεπέμψατο τῇ
 Ἀρτέμιδι, ἢ ὅλως ἐπὶ νοῦν οὐκ ἦλθεν.
λαιψηρά ταχέως κινούμενα, ἀντὶ τοῦ λαιψηρῶς, ὡς ταχεῖα ἀντὶ
664

 τοῦ ταχέως, καὶ “τότε μοι χάνοι εὐρεῖα χθών.”


λαισήϊα θυρεοῦ γένος, ἢ βέλη. πτερόεντα δὲ εἴρηται, ὅτι κα-
 τὰ τὸ σχῆμα πτεροῖς ὅμοια εἶναι κοῦφα.
λαῖτμα ὁ μὲν Ἀπίων τὸ ὅρμημα τῆς θαλάσσης, κατὰ μίμη-
 σιν τοῦ ψόφου· ἔνιοι δὲ παρὰ τὸ λα, ὅ ἐστιν ἐπὶ τοῦ μεγάλου.
λάϊγγες χάλικες, παρὰ τὸ λᾶας, ὃ σημαίνει τὸν λίθον.
λάκε ἐψόφησεν, ἤχησεν. ἰδίωμα δὲ φωνῆς, ἤχου.
λαῖφος τὸ ἱστίον, ἐπεὶ ἐξ ἱματίων γίνεται, οἱονεὶ μεγαλόϋφον.
λαμπτῆρες ἐσχάραι.
λὰξ ποδὶ κινήσας τῷ πλατεῖ [τῷ] μέρει τοῦ ποδὸς νύξας καὶ
 διακινήσας, οὐχὶ λακτίσας ὑβριστικῶς.  
λαοί ὄχλοι, ἀπὸ τοῦ λάλους εἶναι, ἢ ὡς ὁ μῦθος, ἀπὸ τοῦ Δευ-
 καλίωνος κατακλυσμοῦ.
λαοσσόος ἡ τοὺς λαοὺς σοοῦσα, ὅ ἐστι σοβοῦσα καὶ ἐπὶ πόλεμον ὁρ-
 μῶσα. ὁ δὲ Ἀπίων ἡ τοὺς λαοὺς σώζουσα.
λαρόν προσηνές, ἡδύ. εἴρηται δὲ παρὰ τὸ ἡδέως καὶ ἀπολαυστι-
 κῶς ἔχειν πρὸς πάντας.

Απολλώνιος Ομηρικόν λεξικόν. P. 109, li.32

 νοεῖν ὡς ἔστι λωτόεντα, λωτὸν ἔχοντα, ὡσεὶ ἔλεγον πυροῦντα,


 πυρὸν ἔχοντα.
λωφήσειε παύσαιτο καὶ λήξειεν.
μά. τοῦτο Ὅμηρος ὡς συλλαβῆς ἔχον τάξιν ζεύγνυσιν αὐτῷ τῆς
 συγκαταθέσεως ἐπιρρήματι, ὁπότε τις κατόμνυσιν, οἷον “ναὶ
 μὰ τόδε σκῆπτρον,” ποτὲ δὲ τῷ οὕτω· κοινὸν γάρ ἐστι κατο-
 μόσεως, ὅ ἐστι συγκαταθέσεως, καὶ ἀπομόσεως, ὅ ἐστιν ἀποφά-
 σεως, μόριον τὸ μά, οἷον ναὶ μὰ τό, οὐ μὰ τό.
μαίεσθαζητεῖν.
μαιμώωσιν ἐνθουσιῶσιν.
μακών ὁ μὲν Ἀπίων βοήσας, ἔστι δὲ ἰδίωμα βοῆς.
μάκελλαν δίκελλαν, κακῶς· ἔστι γὰρ τὸ πλατὺ σκαφεῖον.
μακεδνῆς μηκεδανῆς, μακρᾶς.
μαργαίνειν ἐνθουσιᾶν καὶ οἱονεὶ μαίνεσθαι.  
μαρμαρυγάς τὰς συνεχεῖς τῶν ποδῶν κινήσεις.
μάσταξ τὸ στόμα· “μάστακ' ἐπεί κε λάβῃσι.” τὸ δὲ πλῆρες
 μάστακι.
μάστιν μάστιγα, Αἰολικῶς.
μάσσασθαμασᾶσθαι, ἐφάψασθαι. καὶ τὸ καθᾶραι σημαίνει.
μᾶσσον τὸ πλεῖον ἤτοι μεῖζον, οἷον μὴ ἆσσον, μὴ ἐγγύς, οὗ οὐκ
 ἄν τις διὰ τὸ μέγεθος ἐγγὺς ἂν ἔλθῃ.
665

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica (1264: 001)


“Stoicorum veterum frag. , vol. 2”, Ed. von Arnim, J.
Leipzig: Teubner, 1903, Repr. 1968.Frag. 65, li.34

τῶν ἀνθρώπων οἱ μέν εἰσιν Ἕλληνες οἱ δὲ βάρβαροι, ἀλλ' ὁ γενικὸς


ἄνθρω-
πος οὔτε Ἕλλην ἐστίν, ἐπεὶ πάντες ἂν οἱ ἐπ' εἴδους ἦσαν Ἕλληνες, οὔτε
βάρβαρος διὰ τὴν αὐτὴν αἰτίαν.  – τῶν δὲ ἀληθῶν αἱ μέν εἰσι καταληπ-
τικαί, αἱ δὲ οὔ, οὐ καταληπτικαὶ μὲν αἱ προσπίπτουσαί τισι κατὰ πάθος·
μυρίοι γὰρ φρενιτίζοντες καὶ μελαγχολῶντες ἀληθῆ μὲν ἕλκουσι
φαντασίαν,
οὐ καταληπτικὴν δέ, ἀλλ' ἔξωθεν καὶ ἐκ τύχης οὕτω συμπεσοῦσαν, ὅθεν
οὐδὲ διαβεβαιοῦνται περὶ αὐτῆς πολλάκις, οὐδὲ συγκατατίθενται αὐτῇ.
κα-
ταληπτικὴ δέ ἐστιν ἡ ἀπὸ ὑπάρχοντος καὶ κατ' αὐτὸ τὸ ὑπάρχον ἐναπο-
μεμαγμένη καὶ ἐναπεσφραγισμένη, ὁποία οὐκ ἂν γένοιτο ἀπὸ μὴ
ὑπάρχοντος.
ἄκρως γὰρ ποιούμενοι ἀντιληπτικὴν εἶναι τῶν ὑποκειμένων τήνδε τὴν
φαν-
τασίαν καὶ πάντα τεχνικῶς τὰ περὶ αὐτοῖς ἰδιώματα ἀναμεμαγμένην,
ἕκαστον
τούτων φασὶν ἔχειν συμβεβηκός. ὧν πρῶτον μὲν τὸ ἀπὸ ὑπάρχοντος
γίνεσθα– δεύτερον δὲ τὸ καὶ ἀπὸ ὑπάρχοντος εἶναι καὶ κατ' αὐτὸ τὸ
ὑπάρχον· ἔνιαι γὰρ πάλιν ἀπὸ ὑπάρχοντος μέν εἰσιν, οὐκ αὐτὸ δὲ τὸ
ὑπάρ-
χον ἰνδάλλονται, ὡς ἐπὶ τοῦ μεμηνότος Ὀρέστου μικρῷ πρότερον
ἐδείκνυμεν.
– οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐναπομεμαγμένην καὶ ἐναπεσφραγισμένην τυγ-
χάνειν, ἵνα πάντα τεχνικῶς τὰ ἰδιώματα τῶν φανταστῶν ἀναμάττηται.
οὕτω καὶ οἱ κατάληψιν ποιούμενοι τῶν ὑποκειμένων
πᾶσιν ὀφείλουσι τοῖς ἰδιώμασιν αὐτῶν ἐπιβάλλειν. τὸ δὲ “οἵα οὐκ ἂν
γένοιτο ἀπὸ μὴ ὑπάρχοντος“ προσέθεσαν, ἐπεὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῆς  
Στοᾶς ἀδύνατον ὑπειλήφασι κατὰ πάντα ἀπαράλλακτόν τινα εὑρε

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 65, li.40

οὐδὲ διαβεβαιοῦνται περὶ αὐτῆς πολλάκις, οὐδὲ συγκατατίθενται αὐτῇ.


κα-
ταληπτικὴ δέ ἐστιν ἡ ἀπὸ ὑπάρχοντος καὶ κατ' αὐτὸ τὸ ὑπάρχον ἐναπο-
666

μεμαγμένη καὶ ἐναπεσφραγισμένη, ὁποία οὐκ ἂν γένοιτο ἀπὸ μὴ


ὑπάρχοντος.
ἄκρως γὰρ ποιούμενοι ἀντιληπτικὴν εἶναι τῶν ὑποκειμένων τήνδε τὴν
φαν-
τασίαν καὶ πάντα τεχνικῶς τὰ περὶ αὐτοῖς ἰδιώματα ἀναμεμαγμένην,
ἕκαστον
τούτων φασὶν ἔχειν συμβεβηκός. ὧν πρῶτον μὲν τὸ ἀπὸ ὑπάρχοντος
γίνεσθα– δεύτερον δὲ τὸ καὶ ἀπὸ ὑπάρχοντος εἶναι καὶ κατ' αὐτὸ τὸ
ὑπάρχον· ἔνιαι γὰρ πάλιν ἀπὸ ὑπάρχοντος μέν εἰσιν, οὐκ αὐτὸ δὲ τὸ
ὑπάρ-
χον ἰνδάλλονται, ὡς ἐπὶ τοῦ μεμηνότος Ὀρέστου μικρῷ πρότερον
ἐδείκνυμεν.
– οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐναπομεμαγμένην καὶ ἐναπεσφραγισμένην τυγ-
χάνειν, ἵνα πάντα τεχνικῶς τὰ ἰδιώματα τῶν φανταστῶν ἀναμάττηται.
οὕτω καὶ οἱ κατάληψιν ποιούμενοι τῶν ὑποκειμένων
πᾶσιν ὀφείλουσι τοῖς ἰδιώμασιν αὐτῶν ἐπιβάλλειν. τὸ δὲ “οἵα οὐκ ἂν
γένοιτο ἀπὸ μὴ ὑπάρχοντος“ προσέθεσαν, ἐπεὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῆς  
Στοᾶς ἀδύνατον ὑπειλήφασι κατὰ πάντα ἀπαράλλακτόν τινα εὑρε-
θήσεσθαι, οὕτω καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας. ἐκεῖνοι μὲν γάρ φασιν ὅτι ὁ
ἔχων τὴν καταληπτικὴν φαντασίαν τεχνικῶς προσβάλλει τῇ ὑπούσῃ τῶν
πραγ-
μάτων διαφορᾷ, ἐπείπερ καὶ εἶχέ τι τοιοῦτον ἰδίωμα ἡ τοιαύτη φαντασία
παρὰ τὰς ἄλλας φαντασίας καθάπερ οἱ κεράσται παρὰ τοὺς ἄλλους ὄφεις·

οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας τοὐναντίον φασὶ δύνασθαι τῇ καταληπτικῇ φαν-


τασίᾳ ἀπαράλλακτον εὑρεθήσεσθαι ψεῦδος.

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 65, li.42

μεμαγμένη καὶ ἐναπεσφραγισμένη, ὁποία οὐκ ἂν γένοιτο ἀπὸ μὴ


ὑπάρχοντος.
ἄκρως γὰρ ποιούμενοι ἀντιληπτικὴν εἶναι τῶν ὑποκειμένων τήνδε τὴν
φαν-
τασίαν καὶ πάντα τεχνικῶς τὰ περὶ αὐτοῖς ἰδιώματα ἀναμεμαγμένην,
ἕκαστον
τούτων φασὶν ἔχειν συμβεβηκός. ὧν πρῶτον μὲν τὸ ἀπὸ ὑπάρχοντος
γίνεσθα– δεύτερον δὲ τὸ καὶ ἀπὸ ὑπάρχοντος εἶναι καὶ κατ' αὐτὸ τὸ
ὑπάρχον· ἔνιαι γὰρ πάλιν ἀπὸ ὑπάρχοντος μέν εἰσιν, οὐκ αὐτὸ δὲ τὸ
ὑπάρ-
χον ἰνδάλλονται, ὡς ἐπὶ τοῦ μεμηνότος Ὀρέστου μικρῷ πρότερον
ἐδείκνυμεν.
– οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐναπομεμαγμένην καὶ ἐναπεσφραγισμένην τυγ-
667

χάνειν, ἵνα πάντα τεχνικῶς τὰ ἰδιώματα τῶν φανταστῶν ἀναμάττηται.


οὕτω καὶ οἱ κατάληψιν ποιούμενοι τῶν ὑποκειμένων
πᾶσιν ὀφείλουσι τοῖς ἰδιώμασιν αὐτῶν ἐπιβάλλειν. τὸ δὲ “οἵα οὐκ ἂν
γένοιτο ἀπὸ μὴ ὑπάρχοντος“ προσέθεσαν, ἐπεὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῆς  
Στοᾶς ἀδύνατον ὑπειλήφασι κατὰ πάντα ἀπαράλλακτόν τινα εὑρε-
θήσεσθαι, οὕτω καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας. ἐκεῖνοι μὲν γάρ φασιν ὅτι ὁ
ἔχων τὴν καταληπτικὴν φαντασίαν τεχνικῶς προσβάλλει τῇ ὑπούσῃ τῶν
πραγ-
μάτων διαφορᾷ, ἐπείπερ καὶ εἶχέ τι τοιοῦτον ἰδίωμα ἡ τοιαύτη φαντασία
παρὰ τὰς ἄλλας φαντασίας καθάπερ οἱ κεράσται παρὰ τοὺς ἄλλους ὄφεις·

οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας τοὐναντίον φασὶ δύνασθαι τῇ καταληπτικῇ φαν-


τασίᾳ ἀπαράλλακτον εὑρεθήσεσθαι ψεῦδος.
 Cicero Acad. Pr. II 47. Nam cum dicatis, inquiunt (scil. novi
Academici contra Stoicos disputantes), visa quaedam mitti a deo, velut

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 65, li.47

ὑπάρχον· ἔνιαι γὰρ πάλιν ἀπὸ ὑπάρχοντος μέν εἰσιν, οὐκ αὐτὸ δὲ τὸ
ὑπάρ-
χον ἰνδάλλονται, ὡς ἐπὶ τοῦ μεμηνότος Ὀρέστου μικρῷ πρότερον
ἐδείκνυμεν.
– οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐναπομεμαγμένην καὶ ἐναπεσφραγισμένην τυγ-
χάνειν, ἵνα πάντα τεχνικῶς τὰ ἰδιώματα τῶν φανταστῶν ἀναμάττηται.
οὕτω καὶ οἱ κατάληψιν ποιούμενοι τῶν ὑποκειμένων
πᾶσιν ὀφείλουσι τοῖς ἰδιώμασιν αὐτῶν ἐπιβάλλειν. τὸ δὲ “οἵα οὐκ ἂν
γένοιτο ἀπὸ μὴ ὑπάρχοντος“ προσέθεσαν, ἐπεὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῆς  
Στοᾶς ἀδύνατον ὑπειλήφασι κατὰ πάντα ἀπαράλλακτόν τινα εὑρε-
θήσεσθαι, οὕτω καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας. ἐκεῖνοι μὲν γάρ φασιν ὅτι ὁ
ἔχων τὴν καταληπτικὴν φαντασίαν τεχνικῶς προσβάλλει τῇ ὑπούσῃ τῶν
πραγ-
μάτων διαφορᾷ, ἐπείπερ καὶ εἶχέ τι τοιοῦτον ἰδίωμα ἡ τοιαύτη φαντασία
παρὰ τὰς ἄλλας φαντασίας καθάπερ οἱ κεράσται παρὰ τοὺς ἄλλους ὄφεις·

οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας τοὐναντίον φασὶ δύνασθαι τῇ καταληπτικῇ φαν-


τασίᾳ ἀπαράλλακτον εὑρεθήσεσθαι ψεῦδος.
 Cicero Acad. Pr. II 47. Nam cum dicatis, inquiunt (scil. novi
Academici contra Stoicos disputantes), visa quaedam mitti a deo, velut
ea quae in somnis videantur, quaeque oraculis, auspiciis, extis declarentur

–  – haec enim aiunt probari Stoicis, quos contra disputant –  – quaerunt,
quonam modo, falsa visa quae sint, ea deus efficere possit pro-
668

babilia etc.

Χρύσιππος. Fragm. logica et physica Frag. 393, li.11

τῶν Στωϊκῶν συνήθειαν πάντων περὶ τὰ ὀνόματα ταῦτα καταμαθεῖν. δο-


κοῦσι γὰρ οὗτοι τισὶν ἀνάπαλιν τῷ Ἀριστοτέλει τὴν διάθεσιν τῆς ἕξεως
μονι-
μωτέραν ἡγεῖσθαι. τὸ δὲ ἀφορμὴν μὲν ἔχει τῆς τοιαύτης ὑπονοίας, οὐ
μέν-
τοι κατὰ τὸ μονιμώτερον ἢ μὴ παρὰ τοῖς Στωϊκοῖς ἡ τούτων εἴληπται
διαφορά, ἀλλὰ κατ' ἄλλας διαθέσεις. καὶ γὰρ τὰς μὲν ἕξεις ἐπιτείνεσθαί
φασι δύνασθαι καὶ ἀνίεσθαι· τὰς δὲ διαθέσεις ἀνεπιτάτους εἶναι καὶ ἀνα-
νέτους. διὸ καὶ τὴν εὐθύτητα τῆς ῥάβδου, κἂν εὐμετάβολος ᾖ, δυναμένη
κάμπτεσθαι, διάθεσιν εἶναί φασι. μὴ γὰρ ἀνεθῆναι ἢ ἐπιταθῆναι τὴν εὐ-
θύτητα μηδὲ ἔχειν τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον, διόπερ εἶναι διάθεσιν. οὑτωσὶ δὲ
καὶ τὰς ἀρετὰς διαθέσεις εἶναι, οὐ κατὰ τὸ μόνιμον ἰδίωμα, ἀλλὰ κατὰ τὸ

ἀνεπίτατον καὶ ἀνεπίδεκτον τοῦ μᾶλλον· τὰς δὲ τέχνας καίτοι


δυσκινήτους
οὔσας [ἢ] μὴ εἶναι διαθέσεις. καὶ ἐοίκασι τὴν μὲν ἕξιν ἐν τῷ πλάτει τοῦ
εἴδους θεωρεῖν· τὴν δὲ διάθεσιν ἐν τῷ τέλει τοῦ εἴδους καὶ ἐν τῷ μάλιστα,

εἴτε κινοῖτο καὶ μεταβάλλοι, ὡς τὸ εὐθὺ τῆς ῥάβδου, εἴτε καὶ μή. μᾶλλον
δ' ἐχρῆν ἐκεῖνο ἐπιστῆσαι, μὴ ἡ παρὰ τοῖς Στωϊκοῖς σχέσις ἡ αὐτή ἐστι
τῇ παρὰ Ἀριστοτέλει διαθέσει, κατὰ τὸ εὐανάλυτον καὶ δυσανάλυτον
διϊστα-
μένη πρὸς τὴν ἕξιν· ἀλλ' οὐδὲ οὕτως συμφωνοῦσιν. ὁ μὲν γὰρ
Ἀριστοτέλης
τὴν ἀβέβαιον ὑγείαν διάθεσιν εἶναί φησιν· οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Στοᾶς τὴν
ὑγείαν,
ὅπως ἂν ἔχῃ, οὐ συγχωροῦσι σχέσιν εἶναι· φέρειν γὰρ τὸ τῆς ἕξεως
ἰδίωμα.
τὰς μὲν γὰρ σχέσεις ταῖς ἐπικτήτοις καταστάσεσι χαρακτηρίζεσθαι, τὰς
δὲ

Κλήμης Ρωμανός. Homiliae [Sp.] (1271: 006)“Die Pseudoklementinen


I. Homilien, 2nd edn.”, Ed. Rehm, B., Irmscher, J., Paschke, F.Berlin:
Akademie–Verlag, 1969; Die griechischen christlichen Schriftsteller
42.Homily 10, ch. 19, Sec. 1, li.3

ἕτερον. πλὴν αὐτῶν οἱ ἔτι τὰ τοῦ ὀρθοῦ λογισμοῦ πνέοντες, αἰδούμε-


νοι ἐπὶ τῷ προδήλῳ αἰσχρῷ, εἰς ἀλληγορίας αὐτὰ ἄγειν πειρῶνται, δι'
669

ἑτέρας ἐπινοίας τὰ τῆς ἀπάτης αὐτῶν θανάσιμα κρατύνειν βουλόμενοι.


ὅμως καὶ τὰς ἀλληγορίας διηλέγξαμεν ἄν, εἴπερ ἐκεῖ ἦμεν, ὧν τὸ το-
σοῦτον μωρὸν ἐπεκράτησεν πάθος μεγίστην τῇ ἐπινοίᾳ ἐνποιῆσαι νόσον.
οὐ γὰρ χρὴ τὴν ἔμπλαστρον προσφέρειν ἐπὶ τὸ ὑγιεινὸν μέρος τοῦ σώ-
ματος, ἀλλ' ἐπὶ τὸ πάσχον. ἐπεὶ οὖν ὑμεῖς διὰ τοῦ γελάσαι τὰ Αἰγυ-
πτίων ἐφάνητε μὴ παθόντες τὰ ἐκείνων, περὶ οὗ ὑμεῖς πεπόνθατε, εὔλο-
γον ἦν παρόντα με ὑμῖν τὴν ἴασιν τοῦ ἐν ὑμῖν πάθους παρέχειν. ὁ
θεὸν σέβειν αἱρούμενος πρὸ πάντων εἰδέναι ὀφείλει τί μόνον τῆς θεοῦ
φύσεως ἴδιόν ἐστιν, ὃ ἄλλῳ προσεῖναι ἀδύνατον, ἵνα εἰς τὸ ἰδίωμα αὐτοῦ

ἀποβλέπων καὶ παρ' ἑτέρῳ αὐτὸ μὴ εὑρίσκων, ἑτέρῳ τὸ θεῷ εἶναι


μὴ ἀπατηθῇ δοῦναί ποτε. ἔστιν δὲ ἴδιον θεοῦ τοῦτον μόνον εἶναι,
ὡς πάντων ποιητήν, οὕτως καὶ κρείττονα. κρεῖττόν ἐστιν δυνάμει μὲν
τὸ ποιοῦν τοῦ ποιουμένου, πρὸς μέγεθος τὸ ἄπειρον τοῦ πεπερασμένου,  
πρὸς εἶδος τὸ εὐμορφότατον, πρὸς εὐδαιμονίαν τὸ μακαριώτατον, πρὸς
νοῦν τὸ τελειότατον. ὁμοίως δὲ καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις αὐτὸς ἀπαραβλήτως
τὴν ὑπεροχὴν ἔχει. ἐπεὶ οὖν (ὡς ἔφην) ἴδιον θεοῦ τὸ αὐτὸν εἶναι τῶν
ὅλων κρείττονα, ὑπ' αὐτοῦ δὲ ὁ πάντα περιέχων γέγονε κόσμος, ἀνάγκη
πᾶσα λέγειν μηδὲν τῶν ὑπ' αὐτοῦ γεγονότων αὐτῷ δύνασθαι τὴν ἴσην
ἔχειν σύγκρισιν. ὁ δὲ μὴ ἔχων τὸ ἀπαράβλητον καὶ ἀνυπέρβλητον

Didymus Gramm., In Demosthenem (P. Berol. 9780) (1312: 003)


“Didymi in Demosthenem commenta”, Ed. Pearson, L., Stephens, S.
Stuttgart: Teubner, 1983.Column 12, li.22

πὶ τ[ῶ]ι χρησμῶι τὴν ..[  4  ]ν̣αγ̣ο̣ρ̣αν ἐν-


τόνως συνῆγον ἣν κ(αὶ) νῦν [  4  ]ν̣ειν τὸ τῶν
Θετταλῶν ἔθνος. [μ]εθ[υς]θέντ[ων] ο(ὖν) τ(ῶν) νεανί-
σκων τινὲς α̣)[να]θηρ[ε]ύσαντες κόρακας
κ(αὶ) τούτους γυ[ψ]ώσαντες ἀφῆκαν πέτε-  
σθαι πρὸς κακίαν μ(ὲν) οὐδ(ε)μίαν, παιγνίας
δ(ὲ) κ(αὶ) γέλωτος τοῦτο πράξαντες. περιπετα-
μ̣έ̣ν(̣ ων) δ(ὲ) τ[ὰς πόλε]ις αὐτῶν κ(αὶ) πάντων τὸ γε-
γονὸς θαυ̣[μα]ζόντ(ων), κ(αὶ) τῶν μ(ὲν) τετελέσθαι
τὸν χρησμὸν φασκόντων, ἐγχωρίωι
/ δ(έ) τινι ἰδιώματι λεγόντων «ἄλλο τοιοῦτο,»
γενέσθαι παρὰ τὸν Παγασιτικὸν κόλπον
κατώικησαν, ὅθεν φασὶν ἀπ' ἐκείνου
κληθῆναι τοὺς ἐκεῖ Κόρακας. οἱ δ' Αἰολεῖς
τεταραγμ(έν)οις τ[οῖ]ς Βοιωτοῖς ἐπιπεσόν-
τες ἐκείνους μ(ὲν) ἐξήλασαν, τὴν δ(ὲ) χώ-
ραν ἀπέλαβον. τοὺς δ' ἀδικ[ο](ῦν)τάς τι κ(αὶ) φυ-
γῆι ζημι[ο]υμ(έν)ους ἐπὶ πολὺν χ̣ρ̣(όνον) εἰς τοὺς
670

Κόρακας λεγομ(έν)ους ἐκείνους ἀπέστελ-


λον, ὅθ[εν] τ[οῖ]ς ἀποριπτουμ(έν)οις τὸ̣ [ἔπο]ς
[τοῦτ'] ἐ̣[ς]κορακί[ζει]ν ἔτι κ(αὶ) ν(ῦν)

Geminus Astron., Elementa astronomiae (1383: 001)


“Géminos. Introduction aux phénomènes”, Ed. Aujac, G.
Paris: Les Belles Lettres, 1975.Ch. 14, Sec. 13, li.1

Ἀρκτοῦρος· μετὰ γὰρ τὴν τοῦ ἡλίου δύσιν πλεονάκις


θεωρεῖται δύνων τε ἐν τῇ αὐτῇ νυκτὶ καὶ προανατέλλων
τοῦ ἡλίου βλέπεται· δι' ἣν αἰτίαν καλεῖται ἀμφιφανής,
ὅτι καὶ ἀφ' ἑσπέρας δύνων καὶ ἀνατέλλων ἐν τῇ αὐτῇ
νυκτὶ θεωρεῖται.
         Τὰ δ' ἐναντίαν ἔχει τάξιν, ὅσα
προδύνει μὲν τῆς τοῦ ἡλίου δύσεως, ἐπανατέλλει δὲ μετὰ
τὴν τοῦ ἡλίου ἀνατολήν, ὥστε καθ' ὅλην τὴν νύκτα μὴ
θεωρηθῆναι μήτε ἀνατέλλοντα μήτε δύνοντα, ἃ δὴ κα-
λοῦσί τινες νυκτιδιέξοδα.
 Οὐ κατὰ πάντα δὲ καιρὸν ταῦτα πάντα τὰ ἰδιώματα
περὶ τοὺς αὐτοὺς ἀστέρας ὑπάρχει, ἀλλὰ παρὰ τὰς τοῦ
ἡλίου μεταβάσεις ἀλλοιοῦται καὶ τὰ περὶ τὰς ἀνατολὰς
καὶ τὰ περὶ τὰς δύσεις.

Hecataeus Hist., Fragm. (1390: 002)“FGrH #264”.Volume-Jacobyʹ-F


3a,264,F, frag. 25, li.309

 (6a) πολυανθρωπίαι δὲ τὸ μὲν παλαιὸν πολὺ προέσχε πάντων τῶν


γνωριζομένων τόπων
κατὰ τὴν οἰκουμένην ⟦καὶ καθ' ἡμᾶς δὲ οὐδενὸς τῶν ἄλλων δοκεῖ
λείπεσθαι⟧· (7) ἐπὶ μὲν
γὰρ τῶν ἀρχαίων χρόνων ἔσχε κώμας ἀξιολόγους καὶ πόλεις πλείους τῶν
μυρίων καὶ ὀκτα-
κισχιλίων, ὡς ἐν ταῖς ἱεραῖς ἀναγραφαῖς ὁρᾶν ἐστι κατακεχωρισμένον, ἐπὶ
δὲ Πτολεμαίου
τοῦ Λάγου πλείους τῶν τρισμυρίων ἠριθμήθησαν ⟦ὧν τὸ πλῆθος
διαμεμένηκεν ἕως τῶν
καθ' ἡμᾶς χρόνων⟧. (8) τοῦ δὲ σύμπαντος λαοῦ τὸ μὲν παλαιόν φασι
γεγονέναι περὶ
ἑπτακοσίας μυριάδας ⟦καὶ καθ' ἡμᾶς δὲ οὐκ ἐλάττους εἶναι τριακοσίων
(?)⟧. (9) διὸ καὶ
671

τοὺς ἀρχαίους βασιλεῖς ἱστοροῦσι κατὰ τὴν Αἴγυπτον ἔργα μεγάλα καὶ
θαυμαστὰ διὰ τῆς
πολυχειρίας κατασκευάσαντας ἀθάνατα τῆς ἑαυτῶν δόξης ἀπολιπεῖν
ὑπομνήματα. ⟦ἀλλὰ περὶ
μὲν τούτων τὰ κατὰ μέρος μικρὸν ὕστερον ἀναγράψομεν, περὶ δὲ τῆς τοῦ
ποταμοῦ φύσεως
καὶ τῶν κατὰ τὴν χώραν ἰδιωμάτων νῦν διέξιμεν. (32 – 41) der lauf des
Nils 32 – 35;
flusstiere 35 – 36, 6; Nilschwelle 36, 7 – 41, 9⟧.
  ⟦(42, 1) .... προοίμιον περὶ ὅλης τῆς πραγματείας (c. 1 – 9) καὶ τὰ
λεγόμενα παρ'
Αἰγυπτίοις περὶ τῆς τοῦ κόσμου γενέσεως καὶ τῆς τῶν ὅλων ἐξ ἀρχῆς
συστάσεως (c. 11,
5 – 12, 10), πρὸς δὲ τούτοις περὶ τῶν θεῶν, ὅσοι πόλεις ἔκτισαν κατ'
Αἴγυπτον ἐπωνύμους
ἑαυτῶν ποιήσαντες (c. 12, 6; 15, 1), περί τε τῶν πρώτων γενομένων
ἀνθρώπων καὶ
τοῦ παλαιοτάτου βίου (c. 10), τῆς τε τῶν ἀθανάτων τιμῆς καὶ τῆς τῶν
ναῶν κατασκευῆς
(c. 11, 1 – 4? 13, 1? 16, 1; 21, 5 ff.), ἑξῆς δὲ περὶ τῆς τοποθεσίας τῆς κατ'
Αἴγυπτον
χώρας (c. 30 – 31) καὶ τῶν περὶ Νεῖλον .... παραδοξολογουμένων (c. 32 –
41) .... (2) ....
ἀρχόμεθα δὲ ἀπὸ τῶν πρώτων κατ' Αἴγυπτον γενομένων βασιλέων, καὶ τὰς
κατὰ μέρος

Heraclides Gramm., Fragm. (1408: 001)“De Heraclide Milesio


grammatico”, Ed. Cohn, L.Berlin: Calvary, 1884.Frag. 1, li.6

ΠΕΡΙ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΠΡΟΣΩΙΔΙΑΣ

 Apollon. de synt. IV 10 p. 332 (Bekk.): Ἡρακλείδης


ἐπιμερίζων τὰς οὐ δυναμένας λέξεις ὀξεῖαν ἐπιδέξασθαι ἐν τῷ περὶ
καθολικῆς προσῳδίας φησὶν ὡς ἀσύστατον εἴη τὸ εἰσὅ ἐπίρρημα
ἐν ὀξείᾳ τάσει καταγίνεσθαι, καθὸ τὰ εἰς ο λήγοντα τῶν τοῦ λόγου
μερῶν ἀπέστραπται τὴν ἐπὶ τέλους ὀξεῖαν, ὑπεξαιρούμενος τήν τε ἀπό
πρόθεσιν καὶ τὴν ὑπό, καθὸ τούτων ἓν ἰδίωμά ἐστιν ἡ ἐπὶ τέλους ὀξεῖα.
φαίνεται δ' ὅτι καὶ ἡ τοῦ αὐτός οὐδετέρα ἀντωνυμία εἰς ο λήξασα
εἶχε τὴν τοῦ τόνου ὑποπαραίτησιν, καθὸ συνετονοῦτο τῇ ἀρσενικῇ τάσει.
οὐ δὴ οὖν τις ἀφορμὴ περὶ τῆς ἐγγινομένης ὀξείας ἐν τῷ εἰσὅ· οὐδὲ γὰρ
672

ἐκεῖνο πιθανὸν οἰητέον, ὡς παρὰ τὸ ἕως ἐπίρρημα ἐσχημάτισται ἁπάντων

τῶν παρεπομένων ἐν ὑπερβάτῳ γενομένων· ὁ γὰρ χρόνος ὁ ἐπὶ τοῦ


τέλους μετῄει ἐπὶ τὸ ἄρχον καὶ τὸ ἐπὶ τέλους σ ἐν μεσότητι παρ-
ελαμβάνετο καὶ ἡ ἐν ἀρχῇ ὀξεῖα μετὰ τοῦ συνόντος πνεύματος μετε-
τίθετο ἐπὶ τὸ τέλος. ἄμεινον ἐκδέξασθαι, ὡς ἐκ παραθέσεως προ-
θετικῆς καὶ ἀρθρικῆς συντάξεως παρυφίστατο χρονικὴ σύνταξις, τῶν
λέξεων κατὰ τὴν συνοῦσαν παράθεσιν τὰ παρεπόμενα αὑταῖς

Heraclitus Phil., Allegoriae (= Quaestiones Homericae) (1414: 001)


“Héraclite. Allégories d'Homère”, Ed. Buffière, F.Paris: Les Belles
Lettres, 1962.
Ch. 16, Sec. 3, li.4

     πανημέριοι μολπῇ θεὸν ἱλάσκοντο.


  Ἦμος δ' ἠέλιος κατέδυ καὶ ἐπὶ κνέφας ἦλθεν,
  δὴ τότε κοιμήσαντο παρὰ πρυμνήσια νηός.
Πέρας γάρ ἐστι τῆς εὐσεβείας ἡ δύσις, ἕως ἀκούοντα
καὶ βλέποντα τὸν θεὸν ἐτίμων· μηκέτι δ' αὐτοῦ τοῖς
τελουμένοις παρεῖναι τὸ λοιπὸν δυναμένου τὸ τῆς ἑορτῆς
πέπαυται.
         Πρός γε μὴν βαθὺν τὸν ὄρθρον ἀναχθέντων
φησὶν ὁ ποιητής·
  Τοῖσινδ' ἴκμενον οὖρον ἵει ἑκάεργος Ἀπόλλων,
τὸ περὶ τὸν ἥλιον ἐσπουδακὼς ἰδίωμα δηλοῦν.

Heraclitus Phil., Allegoriae (= Quaestiones Homericae) Ch. 38, Sec. 7,


li.4

τὸ κατὰ τὴν τρίαιναν ἀφιλοσόφητον εἶναι, δι' ἧς ὑφίσταται


τοὺς λίθους ἀναμεμοχλεῦσθαι τοῦ τείχους.
         Τὰ γάρ τοι
σεισμῶν διαφέροντα τοῖς παθήμασιν οἱ φυσικοὶ λέγουσιν
εἶναι ἴσα καί τινας ἰδίους χαρακτῆρας ὀνομάτων ἐπιγρά-
φουσιν αὐτοῖς, βρασματίαν τινὰ καὶ χασματίαν καὶ
κλιματίαν προσαγορεύοντες.
         Τριπλαῖς οὖν καθώπλισεν
ἀκμαῖς τὸν τῶν σεισμῶν αἴτιον θεόν. Ἀμέλει πρὸς βραχὺ
κινηθέντος αὐτοῦ «τρέμε δ' οὔρεα μακρὰ καὶ ὕλη», τὸ
τῶν σεισμῶν ἰδίωμα τοῦ ποιητοῦ διασημήναντος ἡμῖν.
673

 Ἔτι τοίνυν πολλήν τινα χλεύην καὶ μακρὸν ἡγοῦνται


καταγέλωτα τοὺς ἀκαίρους Διὸς ὕπνους ἐν Ἴδῃ καὶ τὴν  
ὄρειον ὥσπερ ἀλόγοις ζῴοις ὑπεστρωμένην εὐνήν, ἐν ᾗ
δυσὶ τοῖς ἀφρονεστάτοις πάθεσι δεδούλωται Ζεύς, ἔρωτι
καὶ ὕπνῳ.

(H)eren(n)ius Philo Gramm., Hist., De diversis verborum


significationibus (= Περὶ διαφόρους σημασίας) (epitome operis Herennii
Philonis) (e cod. Paris.suppl. gr. 1238) (1416: 001)“Herennius Philo. De
diversis verborum significationibus”, Ed. Palmieri, V.Naples: d'Auria,
1988.Alphabetic letter sigma, entry 161, li.44

ὅσα δὲ διαλλάσσει τῷ σημαινομένῳ καὶ τόνῳ διαλλάξει. ὁ μὲν


φίλος καὶ φίλη, καὶ ὁ ξένος καὶ ξένη καὶ τὰ προκείμενα ἀπα-
ράλλακτά ἐστιν, διὸ καὶ ὁμοτονεῖ, τὰ διαφέροντα οὐκ ἔστιν·
καθάπερ χόλος / χολή, τρόπος / τροπή, νόμος / νομή, γόνος / γονή,
δόμος / δομή, στρόφος / στροφή, πόθος / ποθή – περὶ τούτου ἐντε-
λῶς εἴρηται ἐν ἄλλοις ὅτι διαφέρει. εἰ οὖν ἐστι Στάφυλος
ἀρσενικόν, διαφέρει δὲ τῷ σημαινομένῳ, ἡ σταφυλή – ὀπώρα –  
δεόντως ὀξυτονεῖται. [Τος]οῦτον μέντοι ὁ λόγος· τὸ μέντοι
προκείμενον παρὰ τοῦ Ἡρακλείδου παρατήρημα ἰσχυρὸν καθὸ
παραγγέλλει βαρ[υ]τονεῖν οὐ μόνον διὰ τὰ παρακολουθοῦντα
ἰδιώματα τῷ ὀνόματι, ἀλλ' ὅτι καὶ ὑπὲρ δύο συλλαβω̣=ν· τὰ δὲ
προκείμενα δισύλλαβα. ὥστε ἡ Πτολεμαίου ἀναιρεῖται παρατή-
ρησις, καθ' ἣν διαφέρει τοῖσ̣ τόνοις τοὔνομα, φησίν, καὶ τῷ
σημαινομένῳ.
σημεῖον τέρατος διαφέρει. σημεῖόν ἐστι τὸ ἐπὶ τοῦ
ἀέρος γινόμενον, τέρας δὲ τὸ ἐν γῇ.  
συμμαχεῖν καὶ ἐπιμαχεῖν διαφέρει. συμμαχεῖν μὲν
γάρ ἐστι τὸ σὺν αὐτοῖς εἶναι, ὥς φησι Δίδυμος (p. 334 Schmidt)
εἴτε αὐτοῖς ἐπίοιεν πολέμιοι εἴτε αὐτοὶ ἑτέροις ἐπιστρατεύοιεν.

Hermippus Gramm., Hist., Fragm. (1421: 001)“Hermippos der


Kallimacheer”, Ed. Wehrli, F.Basel: Schwabe, 1974; Die Schule des
Aristoteles, suppl. 1.Frag. 48, li.29

   Διὸς ξενίου σέβας αὔξουσαι φιλίας τε γέρας βεβαίου.


 ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδα εἴ τις τι κατιδεῖν ἐν τούτοις δύναται παιανικὸν ἰδίωμα,
σαφῶς ὁμολογοῦντος τοῦ γεγραφότος τετελευτηκέναι τὸν Ἑρμείαν δι' ὧν
674

εἴρηκεν· σᾶς γὰρ φιλίου μορφᾶς Ἀταρνέος ἔντροφος ἠελίου χήρωσεν


αὐγάς.
οὐκ ἔχει δ' οὐδὲ τὸ παιανικὸν ἐπίρρημα, καθάπερ ὁ εἰς Λύσανδρον τὸν
Σπαρ-
τιάτην γραφεὶς ὄντως παιάν, ὅν φησι Δοῦρις ἐν τοῖς Σαμίων
ἐπιγραφομένοις
Ὥροις ᾄδεσθαι ἐν Σάμῳ.
 παιὰν δ' ἐστὶν καὶ ὁ εἰς Κρατερὸν τὸν Μακεδόνα γραφείς, ὃν ἐτεκτήνατο

Ἀλεξῖνος ὁ διαλεκτικός, φησὶν Ἕρμιππος ὁ Καλλιμάχειος ἐν τῷ πρώτῳ


περὶ Ἀριστοτέλους. ᾄδεται δὲ καὶ οὗτος ἐν Δελφοῖς, λυρίζοντός γέ τινος
παιδός. καὶ ὁ εἰς Ἀγήμονα δὲ τὸν Κορίνθιον, Ἀλκυόνης πατέρα, ὃν
ᾄδουσι
Κορίνθιοι, ἔχει τὸ παιανικὸν ἐπίφθεγμα. παρέθετο δὲ αὐτὸν Πολέμων ὁ

Hierocles Phil., Ἠθικὴ στοιχείωσις (1429: 001)“Hierokles. Ethische


Elementarlehre (Papyrus 9780)”, Ed. von Arnim, J.Berlin: Weidmann,
1906; Berliner Klassikertexte 4.Column 7, li.57

τήριον ἐπι............. ἐστὶν ἡ λελεγμένη οἰκεί-


ωσις· διὸ φαίνεται τὸ ζῶιον ἅμα τῆι γενέσει αἰσθάνε-
σθαί τε αὑτοῦ καὶ οἰκειοῦσθαι ἑαυτῶι καὶ τῆι ἑαυ-
⸏τοῦ συστάσει· ἐνταῦθα μὲν οὖν τοῦ λόγου γενόμενος οὐ-
κ ἂν ἀκαίρως διασαφοίην τῆς φαντασίας τὸν τρόπον.
οὐ γὰρ ἐπειδὰν π̣ρῶτον γένηται τὸ ζῶιον, ἀλλὰ χρόνον μὲν
τὸν καίριον .. γεν̣ομένης ἤδη τῆς διαρθρώσεως, τρα-
νὴς .... γίνεται καὶ διηκριβωμένη ητ...
..ο.........ότητα· τρανότητος ...
ν.ν....... μετὰ ῥώμης διατετορευμένην ὡς
⸏...σαφ......... τῶν ἰδιωμάτων ἀποτελεῖται· τὸ
δὲ κατ' ἀρχὰς κἀν τῆι πρώτηι γενέσει οὐχ οὗ-
τος ὁ τρόπος οὔτε τῆς φαντασίας οὔτε τῆς αἰσθήσεως ἀλλὰ
ἀσαφής ἐστιν ἔτι καὶ συγκεχυμένος ὁλοσχερεῖ τε τῆι

Phrynichus Attic., Praeparatio sophistica (frag. ) (1608: 005)


“Phrynichi sophistae praeparatio sophistica”, Ed. de Borries, J.
Leipzig: Teubner, 1911.Frag. 316, li.2
675

εὔμορφον: παρ' οὐδενὶ εὗρον, ἀλλ' εὐπρεπῆ. εὐμορ-


φίαν παρὰ Πλάτωνι ἐν Νόμοις (IV 831 F) καὶ παρὰ
Ξενοφῶντι (Symp. 8, 6), σπάνιον δέ. Moeris 138.
     Ζ
   Non exstant glossae.
     Η
ἤνεγκα καὶ ἤνεγκον. ἄμφω λέγουσιν. τὸ μὲν ἀπὸ
τοῦ ἐνέγκαι, τὸ δὲ ἀπὸ τοῦ ἐνεγκεῖν. Phot. 71, 9.  
ἠνέγκατο: ἀντὶ τοῦ ἤνεγκεν. Phot. 71, 11.
ἠνείχετο καὶ ἠνώχλεκαὶ ἠκηκόεκαὶ ἠντεβόλει:
κοινὸν τῶν Ἀττικῶν ἰδίωμα. Phot. 71, 12.

Phylarchus Hist., Fragm. (1609: 002)“FGrH #81”.Volume-Jacobyʹ-F


2a,81,F, frag. 54, li.6

δάκρυα τοὺς Ἕλληνας ἀγαγεῖν. (7) σπουδάζων δ' εἰς ἔλεον ἐκκαλεῖσθαι
τοὺς
ἀναγινώσκοντας καὶ συμπαθεῖς ποιεῖν τοῖς λεγομένοις, εἰσάγει
περιπλοκὰς
γυναικῶν καὶ κόμας διερριμένας καὶ μαστῶν ἐκβολάς, πρὸς δὲ τούτοις
δάκρυα καὶ θρήνους ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ἀναμὶξ τέκνοις καὶ γονεῦσι
γηραιοῖς ἀπαγομένων.
  – II 59, 1: πάλιν Ἀριστόμαχον τὸν Ἀργεῖόν φησιν, ἄνδρα
τῆς ἐπιφανεστάτης οἰκίας ὑπάρχοντα καὶ τετυραννηκότα μὲν Ἀργείων
πεφυκότα δ' ἐκ τυράννων, ὑποχείριον Ἀντιγόνωι καὶ τοῖς Ἀχαιοῖς
γενόμενον
εἰς Κεγχρεὰς ἀπαχθῆναι καὶ στρεβλούμενον ἀποθανεῖν, ἀδικώτατα καὶ
δεινότατα παθόντα πάντων ἀνθρώπων. (2) τηρῶν δὲ καὶ περὶ ταύτην
τὴν πρᾶξιν ὁ συγγραφεὺς τὸ καθ' αὑτὸν ἰδίωμα, φωνάς τινας πλάττει διὰ
τῆς νυκτὸς αὐτοῦ στρεβλουμένου προσπιπτούσας τοῖς σύνεγγυς
κατοικοῦσιν,  
ὧν τοὺς μὲν ἐκπληττομένους τὴν ἀσέβειαν, τοὺς δ' ἀπιστοῦντας, τοὺς δ'
ἀγανακτοῦντας ἐπὶ τοῖς γινομένοις προστρέχειν πρὸς τὴν οἰκίαν φησίν.
 POLYB. II 61, 1: χωρίς τε τούτων τὰς μὲν Μαντινέων
ἡμῖν συμφορὰς μετ' αὐξήσεως καὶ διαθέσεως ἐξηγήσατο (F 53), δῆλον
ὅτι
καθήκειν ὑπολαμβάνων τοῖς συγγραφεῦσι τὰς παρανόμους τῶν πράξεων
ἐπισημαίνεσθαι, (2) τῆς δὲ Μεγαλοπολιτῶν γενναιότητος, ἧι περὶ τοὺς
αὐτοὺς ἐχρήσαντο καιρούς, οὐδὲ κατὰ ποσὸν ἐποιήσατο μνήμην, (3)
ὥσπερ
676

τὸ τὰς ἁμαρτίας ἐξαριθμεῖσθαι τῶν πραξάντων οἰκειότερον ὑπάρχον


τῆς ἱστορίας τοῦ τὰ καλὰ καὶ δίκαια τῶν ἔργων ἐπισημαίνεσθαι ....

Marcus Antonius Polemon Soph., Fragmentum physiognomonicum


(1617: 002)
“Anecdota Graeca e codd. manuscriptis Βιβλιοθήκη. rum Oxoniensium,
vol. 4”, Ed. Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press, 1836, Repr.
1963.P. 255, li.16

ἐπιστώσω· αὐτόχθονες μέν ἐσμεν ὡς ἀληθῶς [τρεῖς


παῖδες παλαιοί], οὕτως ἀνέσχε Καλλίμαχον ἡ μήτηρ
[καὶ τὸν μὲν Ἡρακλέους], γέννημα οὕτω λαμπρὸν  
καὶ τόσον ὑπὲρ τῆς πατρίδος σπουδαῖον ὡς ὑπὲρ
αὐτῆς προέσθαι τοι ἐπὶ θαύματι τὴν ψυχήν. ἐμὸν τοι-
γαροῦν, ὦ Εὐφορίων, εἴη τὸ τοῖς ἐπιταφίοις πρῶτον
τὸν παῖδα κοσμεῖν καὶ τὸν ἐπινίκιον τραγῳδεῖν.
σὺ δὲ τὸν σὸν μεθύστερον θρήνει συγχωρούντων
τῶν δικαστῶν.  
 Ὥσπερ ἐν ὀφθαλμῷ καὶ ὀφρύων καὶ ῥινὸς σχή-
ματος χαρακτῆρες τινὲς ἐγκάθηνται τοῦ τῆς ψυχῆς ἰδιώμα-
τος· ὀφθαλμοὶ γάρ φησιν ὁ Πολέμων “ὑγροὶ λάμποντες ὡς
λιβάδες, ἤθη χρηστὰ ἐκφαίνουσιν.”  

Theon Phil., De utilitate mathematicae (1724: 001)“Theonis Smyrnaei


philosophi Platonici expositio rerum mathematicarum ad legendum
Platonem utilium”, Ed. Hiller, E.Leipzig: Teubner, 1878.P. 72, li.22

τοῦ αὐτοῦ φθόγγου ἂν δὶς μελῳδῆσαι θέλωμεν διακό-


ψαντες τὴν φωνήν, τὸν αὐτὸν ἦχον ἀποδώσομεν, ἀλλ'
ἀνάγκη γενέσθαι τινὰ διαφοράν, ἥτις λήσει τὴν ἀκοήν.
οὐδὲ γὰρ κεντῆσαι ταὐτὸν καὶ ὅμοιον δὶς οἷόν τε, οὐδὲ
πλῆξαι τὴν αὐτὴν χορδὴν δὶς ὁμοίως, ἀλλὰ ἢ λαγαρώ-
τερον ἢ σφοδρότερον, οὐδὲ βάψαι δὶς εἰς τὸ αὐτὸ ὑγρὸν
ὁμοίως, οὐδὲ βάψαντα τὸ αὐτὸ ἀνενεγκεῖν διὰ δακτύ-
λου ἢ μέλανος ἢ μέλιτος ἢ πίττης. ὁ δὲ νοήσει ληπτὸς
τόνος δύναται νοεῖσθαι καὶ εἰς ἴσα διαιρούμενος.
 περὶ δὲ τῆς ἐν ἀριθμοῖς ἁρμονίας λεκτέον ἑξῆς, ὅτι
[ὁ] ὅρος ἐστὶν ὁ τὸ καθ' ἕκαστον ἀποφαίνων ἰδίωμα
τῶν λεγομένων, οἷον ἀριθμός, μέγεθος, δύναμις, ὄγκος,
βάρος. λόγος δὲ κατὰ μὲν τοὺς περιπατητικοὺς λέγεται
πολλαχῶς, ὅ τε μετὰ φωνῆς προφορικὸς ὑπὸ τῶν νεω-  
677

τέρων λεγόμενος καὶ ὁ ἐνδιάθετος καὶ ὁ ἐν διανοίᾳ


κείμενος ἄνευ φθόγγου καὶ φωνῆς καὶ ὁ τῆς ἀναλογίας,
καθ' ὃν λέγεται ἔχειν λόγον τόδε πρὸς τόδε, καὶ ἡ τῶν
τοῦ λόγου στοιχείων ἀπόδοσις καὶ ὁ τῶν τιμώντων καὶ
τιμωμένων, καθ' ὅν φαμεν λόγον τινὸς ἔχειν ἢ μὴ ἔχειν,
καὶ ὁ τραπεζιτικὸς λόγος καὶ ὁ ἐν τῷ βιβλίῳ Δημοσθενι-
κὸς ἢ Λυσιακὸς καὶ ὁ ὅρος ὁ τὸ τί ἦν εἶναι καὶ τὴν

Timaeus Hist., Fragm. (1733: 002)“FGrH #566”.Volume-Jacobyʹ-F


3b,566,F, frag. 164, li.429

καὶ τὰς οἰκήσεις εὐτελεῖς ἔχουσιν, ἐκ τῶν καλάμων ἢ ξύλων κατὰ τὸ


πλεῖστον συγκειμένας·
τήν τε συναγωγὴν τῶν σιτικῶν καρπῶν ποιοῦνται τοὺς στάχυς αὐτοὺς
ἀποτέμνοντες καὶ
θησαυρίζοντες εἰς τὰς καταστέγους οἰκήσεις, ἐκ δὲ τούτων τοὺς παλαιοὺς
στάχυς καθ'
ἡμέραν τίλλειν, καὶ κατεργαζομένους ἔχειν τὴν τροφήν. (6) τοῖς δ' ἤθεσιν
ἁπλοῦς εἶναι
καὶ πολὺ κεχωρισμένους τῆς τῶν νῦν ἀνθρώπων ἀγχινοίας καὶ πονηρίας·
τάς τε διαίτας
εὐτελεῖς ἔχειν, καὶ τῆς ἐκ τοῦ πλούτου γεννωμένης τρυφῆς πολὺ
διαλλάττοντας. εἶναι δὲ
καὶ πολυάνθρωπον τὴν νῆσον· καὶ τὴν τοῦ ἀέρος ἔχειν διάθεσιν παντελῶς
κατεψυγμένην,
ὡς ἂν ὑπ' αὐτὴν τὴν ἄρκτον κειμένην. βασιλεῖς δὲ καὶ δυνάστας πολλοὺς
ἔχειν, καὶ πρὸς
ἀλλήλους κατὰ τὸ πλεῖστον εἰρηνικῶς διακεῖσθαι. (22) ⟦ἀλλὰ περὶ μὲν
τῶν κατ' αὐτὴν
νομίμων καὶ τῶν ἄλλων ἰδιωμάτων τὰ κατὰ μέρος ἀναγράψομεν, ὅταν
ἐπὶ τὴν Καίσαρος ...
στρατείαν ... παραγενηθῶμεν, νῦν δὲ περὶ τοῦ κατ' αὐτὴν φυομένου
καττιτέρου διέξιμεν⟧.
τῆς γὰρ Βρεττανικῆς κατὰ τὸ ἀκρωτήριον τὸ καλούμενον Βελέριον οἱ
κατοικοῦντες φιλόξενοί
τε διαφερόντως εἰσὶ καὶ διὰ τὴν τῶν ξένων ἐμπόρων ἐπιμιξίαν
ἐξημερωμένοι τὰς ἀγωγάς.
οὗτοι τὸν κασσίτερον κατασκευάζουσι, φιλοτέχνως ἐργαζόμενοι τὴν
φέρουσαν αὐτὸν γῆν.
(2) αὕτη δὲ πετρώδης οὖσα διαφυὰς ἔχει γεώδεις, ἐν αἷς τὸν πόρον
κατεργαζόμενοι καὶ
τήξαντες καθαίρουσιν. ἀποτυποῦντες δ' εἰς ἀστραγάλων ῥυθμοὺς
κομίζουσιν εἴς τινα νῆσον
678

προκειμένην μὲν τῆς Βρεττανικῆς, ὀνομαζομένην δὲ Ἴκτιν· κατὰ γὰρ τὰς


ἀμπώτεις ἀναξη-
ραινομένου τοῦ μεταξὺ τόπου ταῖς ἁμάξαις εἰς ταύτην κομίζουσι δαψιλῆ
τὸν κασσίτερον.
(3) ἴδιον δέ τι συμβαίνει περὶ τὰς πλησίον νήσους τὰς μεταξὺ κειμένας
τῆς τε Εὐρώπης
καὶ τῆς Βρεττανικῆς· κατὰ μὲν γὰρ τὰς πλημμυρίδας τοῦ μεταξὺ πόρου
πληρουμένου νῆσοι

Vettius Valens Astrol., Anthologiarum libri ix (1764: 001)


“Vettii Valentis anthologiarum libri”, Ed. Kroll, W.Berlin: Weidmann,
1908, Repr. 1973.P. 175, li.13

πων. ἐκ γὰρ τῆς τοῦ κυνὸς ἐπιτολῆς τὸ ἔτος καὶ τὰ δʹ κέντρα


ἀνακυκλεῖται διὰ τῆς τετραετηρίδος, πλὴν ἐν διαφόροις οἱ ἐνιαυτοὶ
γίνονται παρὰ τὰς τῶν ἀστέρων σχηματογραφίας καὶ φάσεις καὶ
τὰς κατὰ καιρὸν ἐπεμβάσεις. ὁμοίως δὲ καὶ ὁ Ἥλιος τετραγωνίσας
ποιεῖ κινήσεις μεγίστην ἐλαχίστην δύο μέσας καὶ τὸν κύκλον διὰ
δʹ τροπῶν διευθύνει· ἔστι δὲ καὶ Σελήνης σχήματα φυσικὰ δʹ,
σύνοδος διχότομος πανσέληνος διχότομος βʹ· καὶ αὐτὸ δὲ τὸ κοσμικὸν
καὶ ἐπίγειον κατάστημα ἐκ δʹ στοιχείων καὶ ἐκ δʹ ἀνέμων συνέστηκεν.
εἰ οὖν ταῦτα οὕτως ἔχει, ἀναγκαῖον καὶ ἐπὶ τῶν γενέσεων τὰ δʹ
κέντρα χρηματίζειν καὶ ἀπολύειν ἀπ' αὐτῶν τοὺς ἐνιαυτοὺς καὶ
συγκρίνειν τούς τε κατὰ γένεσιν ἀστέρας καὶ τὰ ἰδιώματα τῶν
κέντρων καὶ τῶν ζῳδίων. δεῖ δὲ καὶ τὴν κοσμικὴν σύνοδον προ-
γινώσκειν καὶ τὴν τοῦ κυνὸς ἐπιτολὴν καὶ τὴν ὥραν, εἰ τροπικῶς
ὡροσκοπεῖ, καὶ τὸν τῆς τοῦ κυνὸς ἀνατολῆς κύριον· οὕτως γὰρ
καθολικὸς ὁ τοῦ ἔτους οἰκοδεσπότης κριθήσεται, κυκλικοὶ δὲ οἱ
τῶν τόπων κύριοι. ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ ἑκάστης γενέσεως καὶ ἀντι-
γενέσεως καθολικὸς μὲν ὁ τοῦ ἔτους κύριος, κυκλικὸς δὲ ὁ τῶν
συνόδων ἢ πανσελήνων. δεῖ οὖν συγκρίνειν, εἰ ὁ καθολικὸς καὶ
κοσμικὸς τῷ τῆς γενέσεως καθολικῷ προσοικείωται ἢ ὁ αὐτός
ἐστιν, ὁμοίως δὲ καὶ εἰ οἱ κοσμικοὶ κυκλικοὶ τῆς γενέσεως σύμ-
φωνοι ἢ οἱ αὐτοί. πρὸς ἐπὶ τούτοις δὲ καὶ τὰς ἐκλείψεις

Vettius Valens Astrol., Anthologiarum libri ix P. 248, li.25

νει καὶ τέρπει τοὺς ὁρῶντας καὶ χρήσιμον εἰς πολλὰ γίνεται,
ἐπὰν δ' ἕτερον συμφυρῇ, θολούμενον ἀλλοιοῦται καὶ οὔτε ἐκ φύ-
σεως ὃ ἦν ἔτι ἔστιν οὔτε τὴν τοῦ μιγέντος μόρφωσιν ἐφύλαξεν,
ἀλλ' ἐπ' ἀμφοτέροις διεψεύσθη ἐπὶ πλάτος καὶ ἀναγκαστικὸν
679

ἀναλαβὸν χρῶμα τυφλόν τε καὶ ἀτερπές, ἔσθ' ὅτε δὲ ἁρμόζουσαν


τὴν μῖξιν ποιεῖσθαεὐτυχῆσαν εὐκρασίαν καὶ καλλονὴν εἰργά-
σατο (ἀλλ' ὅμως ὁ τεχνίτης διὰ πολλῶν καὶ ποικίλων μορφοῖ τὸν
ἄνθρωπον, σκιὰν ἔργου καὶ ἀληθείας ἐνδεικνύμενος) – οὕτως δὲ
καὶ οἱ ἀστέρες ὅτε μὲν διαφυλάσσουσι τὴν ἐξ ἀρχῆς φύσιν κατὰ
μόνας ὄντες, ἕτερος δ' ἑτέρῳ συγκιρνάμενος συσταλάξει καὶ τὸ
τῆς φύσεως ἰδίωμα. καὶ οὕτως χαλιναγωγοῦντες τὸν ἄνθρωπον
μετὰ λύπης καὶ φαυλότητος καὶ συγκρασίας τινὸς ἄγουσι πρὸς
τὰ τοῦ βίου πράγματα, ἐν οἷς διαθλεύσας ποικίλως καὶ τὸ τῆς
ἐγκρατείας στέφος λαβών, ὅπερ ἦν οὐκ ὤν, τοῦτο γίνεται. ὅθεν
εἰκότως οἱ παλαιοὶ τοῖς χρώμασι τοὺς ἀστέρας ἀπείκασαν. τὸν  
μὲν οὖν τοῦ Κρόνου μέλανα, ἐπεὶ χρόνου ἐστὶ σημεῖον· βραδὺς
γὰρ ὁ θεός· ἔνθεν καὶ ΒαβυλώνιοΦαίνοντα αὐτὸν προσηγό-
ρευσαν, ἐπεὶ πάντα τῷ χρόνῳ φανερὰ γίνεται. τὸν δὲ τοῦ Διὸς
λαμπρόν· ζωῆς γὰρ αἴτιος καὶ ἀγαθῶν δομάτων. τὸν δὲ τοῦ
Ἄρεος κιρρόν· πυρωτὸς γὰρ καὶ τομὸς καὶ κατεργαστικὸς ὁ θεός·
Αἰγύπτιογὰρ καὶ ἄρτην αὐτὸν προσηγόρευσαν,

Vitae Homeri, Plutarchi De Homero 2 (1805: 012)“[Plutarchi] De


Homero”, Ed. Kindstrand, J.F.Leipzig: Teubner, 1990.Line 163

ἔστι δὲ καὶ ἡ τῶν δυϊκῶν χρῆσις τῆς Ἀττικῆς συνηθείας, καὶ


Ὅμηρος χρῆται συνεχῶς. καὶ τὸ τοῖς θηλυκοῖς ἀρρενικὰ ἄρθρα ἢ μετ-
οχὰς ἢ ἐπίθετα συντάσσειν, ὡς τὸ ‘τὼ χεῖρε’, ‘τὼ γυναῖκε’, καὶ παρὰ
Πλάτωνι ‘ἰδέα ἄγοντε καὶ φέροντε’, καὶ ‘ἡ σοφὸς γυνὴ’ καὶ ‘ἡ δίκαι-
ος’. οὕτως οὖν καὶ Ὅμηρος ἐπὶ Ἥρας καὶ Ἀθηνᾶς ἔφη
  οὐκ ἂν ἐφ' ὑμετέρων ὀχέων πληγέντε κεραυνῷ
καὶ
  ἤτοι Ἀθηναίη ἀκέων ἦν
καὶ
   κλυτὸς Ἱπποδάμεια.
 Καὶ περὶ τὴν σύνταξιν δὲ πολλὰ ἰδιώματα ἐχουσῶν τῶν διαλέκτων,
ὅταν εἴπῃ ὁ ποιητὴς
  ἀλλ' ἄγ' ὀίστευσον Μενελάου κυδαλίμοιο,
Ἀττικὴν δείκνυσι συνήθειαν. ὅταν δὲ εἴπῃ
  δέξατό οἱ σκῆπτρον

Themistius Phil., Rhet., In Aristotelis physica paraphrasis (2001: 039)


“Themistii in Aristotelis physica paraphrasis”, Ed. Schenkl, H.
Berlin: Reimer, 1900; Commentaria in Aristotelem Graeca 5.2.
680

Vol.5,2, p. 152, li.10

κινήσεως ἢ τοῦ χρόνου; ἐλέγετο γὰρ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν τὸ νῦν


διαιρεῖσθαι  
τὴν κίνησιν· ἢ καθ' αὑτὸ μέν ἐστι τοῦ χρόνου πέρας, τῷ δὲ τὸν χρόνον
εἶναι ἄλλο μηδὲν ἢ τὸ ἀριθμούμενον τῆς κινήσεως κατὰ τὸ πρότερόν τε
καὶ ὕστερον, ὅταν ὡς ἀριθμούμενον λαμβάνηται τὸ νῦν, τότε καὶ τῆς
κινή-
σεως γίνεται πέρας; διὰ τοῦτο ἄρα αὐτῷ συμβέβηκε καὶ πέρατι εἶναι καὶ
πανταχοῦ ἅμα εἶναι, αἴτιον δέ, ὅτι οὐχὶ κινήσεώς ἐστιν καθ' αὑτὸ πέρας
(οὐ γὰρ ἐν ἐκείνῃ τῇ κινήσει μόνῃ, ἧς πέρας ἦν), ἀλλὰ χρόνου, ὃς
ἀριθμός
ἐστιν τῆς κινήσεως· ἀριθμὸν δὲ ταὐτὸν ἅμα πλειόνων εἶναι ἐνδέχεται,
οἷον
τὴν δεκάδα ἵππων καὶ ξύλων. καίτοι ὁ χρόνος ἀριθμὸς οὐχ ὡς ὁ ἀριθμῶν,
ἀλλ' ὡς ὁ ἀριθμούμενος ἢ χρόνος πρὸς μοναδικὸν ἀριθμόν, ἀλλ' ὅμως
ἀνα-
δέχεται μόνος τὸ τοῦ ἀριθμοῦντος ἰδίωμα· πανταχοῦ γὰρ ἅμα καὶ τῶν
πολλῶν κινήσεων ἓν καὶ ταὐτὸν τὸ ἀριθμούμενον αὐξήσεως φορᾶς
ἀλλοιώ-
σεως. ταύτῃ μὲν οὖν ἱκανῶς ἐπιδέδεικται, ὅτι καὶ ἀριθμὸς ὁ χρόνος
καὶ κινήσεως ἀριθμὸς κατὰ τὸ πρότερον καὶ ὕστερον, δῆλον δέ, ὅτι καὶ
συνεχής· ἡ γὰρ κίνησις ἡ σύμπασα γίνεται συνεχής.
 Πῶς δὲ αὐτὸν ἀριθμὸν λέγοντες οὐκ ἀναγκαῖον θησόμεθα καὶ
ἐλάχιστόν τινα χρόνον ποιεῖν; τὸ γὰρ ἐλάχιστον ἐν ἀριθμῷ οἷον ἡ δυάς·
οὐ γὰρ εἰς ἄπειρον ἡ καθαίρεσις τοῦ ἀριθμοῦ· διώρισται γάρ. ἢ διττὸς ὁ
ἀριθμός, ὁ μὲν ἐκ μονάδων, αὐτὸς δὲ καὶ ὁ ἐλάχιστος, ὁ δὲ οὐχ ἁπλῶς
ἐκ μονάδων, ἀλλ' ἐκ τῶν τοιῶνδε μονάδων, οἷον ἵππων ἢ γραμμῶν;

Γρηγόριος Νύσσης. ., Ad Graecos ex communibus notionibus (2017:


002)
“Gregorii Nysseni opera, vol. 3.1”, Ed. Mueller, F.Leiden: Brill, 1958.
Vol.3,1, p. 19, li.13

εἰ δὲ τὸ θεὸς ὄνομα οὐσίας σημαντικόν ἐστιν, μίαν οὐσίαν


ὁμολογοῦντες τῆς ἁγίας τριάδος ἕνα θεὸν εἰκότως δογματί-
ζομεν, ἐπειδὴ μιᾶς οὐσίας ἓν ὄνομα τὸ θεός ἐστιν. διὸ καὶ
ἀκολούθως τῇ τε οὐσίᾳ καὶ τῷ ὀνόματι εἷς ἐστι θεὸς καὶ
οὐ τρεῖς. οὐδὲ γὰρ θεὸν καὶ θεὸν καὶ θεόν φαμεν, ὥσπερ
λέγομεν πατέρα καὶ υἱὸν καὶ ἅγιον πνεῦμα, ἐπεὶ τοῖς ὀνόμασι
τοῖς τῶν προσώπων σημαντικοῖς συμπλέκομεν τὸν καὶ
σύνδεσμον διὰ τὸ μὴ ταὐτὰ εἶναι τὰ πρόσωπα, ἑτεροῖα δὲ
μᾶλλον καὶ διαφέροντα ἀλλήλων κατ' αὐτὴν τὴν τῶν ὀνο-
681

μάτων σημασίαν, τῷ δὲ θεὸς ὀνόματι δηλωτικῷ τῆς οὐσίας


ὄντι ἔκ τινος ἰδιώματος προσόντος αὐτῇ οὐ συνάπτομεν
τὸν καὶ σύνδεσμον ὥστε λέγειν ἡμᾶς θεὸν καὶ θεὸν καὶ θεόν,
ἐπείπερ ἡ αὐτή ἐστιν οὐσία, ἧς ἐστι τὰ πρόσωπα καὶ ἣν
σημαίνει τὸ θεὸς ὄνομα· διὸ καὶ ὁ αὐτὸς θεός· τῷ δὲ αὐτῷ
καὶ ἐπὶ δηλώσει τοῦ αὐτοῦ ὁ καὶ σύνδεσμος οὐ συμπλέκεταί  
ποτε. εἰ δὲ λέγομεν πατέρα θεὸν καὶ υἱὸν θεὸν καὶ πνεῦμα
ἅγιον θεὸν ἢ θεὸν πατέρα καὶ θεὸν υἱὸν καὶ θεὸν πνεῦμα
ἅγιον, τὸν καὶ σύνδεσμον κατ' ἔννοιαν τοῖς τῶν προσώπων
ὀνόμασι συνάπτομεν, οἷον πατρί, υἱῷ, ἁγίῳ πνεύματι, ἵνα
ᾖ πατὴρ καὶ υἱὸς καὶ ἅγιον πνεῦμα, τουτέστι πρόσωπον καὶ
πρόσωπον καὶ πρόσωπον, διὸ καὶ τρία πρόσωπα.

Γρηγόριος Νύσσης. ., Ad Graecos ex communibus notionibus


Vol.3,1, p. 21, li.22

τρία φαμὲν πρόσωπα πατρὸς καὶ υἱοῦ καὶ ἁγίου πνεύματος,


οὕτως, ἐπειδὴ μὴ διαφέρει πατὴρ υἱοῦ τε καὶ ἁγίου πνεύ-
ματος κατὰ τὴν οὐσίαν, μίαν εἶναι λέγομεν τὴν οὐσίαν
πατρὸς καὶ υἱοῦ καὶ ἁγίου πνεύματος. εἰ γάρ, ἔνθα διαφορά,
τριὰς διὰ τὴν διαφοράν, ἔνθα ταυτότης, μονὰς διὰ τὴν
ταυτότητα· ἔστι δὲ ταυτότης τῶν προσώπων κατὰ τὴν
οὐσίαν· μονὰς ἄρα αὐτῶν κατὰ τὴν οὐσίαν. εἰ δὲ κατὰ τὴν
οὐσίαν μονὰς τῆς ἁγίας τριάδος, δῆλον ὅτι καὶ κατὰ τὸ θεὸς
ὄνομα. δηλωτικὸν γὰρ τοῦτο τῆς οὐσίας οὐ τὸ τί αὐτῆς
παριστῶν (δῆλον ὅτι ἐπείπερ ἀπερινόητον καὶ ἀκατάληπτον
τὸ τῆς θείας οὐσίας), ἀλλ' ἀπό τινος ἰδιώματος προσόντος  
αὐτῇ λαμβανόμενον παραδηλοῖ αὐτήν, καθάπερ τὸ χρεμε-
τιστικὸν καὶ τὸ γελαστικὸν ἰδιώματα ὄντα φύσεων λεγό-
μενα σημαίνει τὰς φύσεις, ὧνπέρ ἐστιν ἰδιώματα. ἔστι
τοίνυν ἰδίωμα τῆς ἀϊδίου οὐσίας, ἧς ἐστι πατὴρ καὶ υἱὸς
καὶ ἅγιον πνεῦμα, τὸ πάντα ἐποπτεύειν καὶ θεωρεῖν καὶ
γινώσκειν, οὐ μόνον τὰ ἔργῳ γινόμενα, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐν νῷ
λαμβανόμενα, ὅπερ μόνης ἐστὶν ἐκείνης τῆς οὐσίας, ἅτε
δὴ καὶ αἰτίας πάντων ὑπαρχούσης τῆς τὰ πάντα ποιησάσης
καὶ πάντων ὡς ἰδίων ποιημάτων δεσποζούσης, τὰ δὲ
κατ' ἀνθρώπους ἅπαντα συμφέροντί τινι καὶ ἀρρήτῳ λόγῳ

Γρηγόριος Νύσσης. ., Ad Graecos ex communibus notionibus Vol.3,1, p.


22, li.2
682

ματος κατὰ τὴν οὐσίαν, μίαν εἶναι λέγομεν τὴν οὐσίαν


πατρὸς καὶ υἱοῦ καὶ ἁγίου πνεύματος. εἰ γάρ, ἔνθα διαφορά,
τριὰς διὰ τὴν διαφοράν, ἔνθα ταυτότης, μονὰς διὰ τὴν
ταυτότητα· ἔστι δὲ ταυτότης τῶν προσώπων κατὰ τὴν
οὐσίαν· μονὰς ἄρα αὐτῶν κατὰ τὴν οὐσίαν. εἰ δὲ κατὰ τὴν
οὐσίαν μονὰς τῆς ἁγίας τριάδος, δῆλον ὅτι καὶ κατὰ τὸ θεὸς
ὄνομα. δηλωτικὸν γὰρ τοῦτο τῆς οὐσίας οὐ τὸ τί αὐτῆς
παριστῶν (δῆλον ὅτι ἐπείπερ ἀπερινόητον καὶ ἀκατάληπτον
τὸ τῆς θείας οὐσίας), ἀλλ' ἀπό τινος ἰδιώματος προσόντος  
αὐτῇ λαμβανόμενον παραδηλοῖ αὐτήν, καθάπερ τὸ χρεμε-
τιστικὸν καὶ τὸ γελαστικὸν ἰδιώματα ὄντα φύσεων λεγό-
μενα σημαίνει τὰς φύσεις, ὧνπέρ ἐστιν ἰδιώματα. ἔστι
τοίνυν ἰδίωμα τῆς ἀϊδίου οὐσίας, ἧς ἐστι πατὴρ καὶ υἱὸς
καὶ ἅγιον πνεῦμα, τὸ πάντα ἐποπτεύειν καὶ θεωρεῖν καὶ
γινώσκειν, οὐ μόνον τὰ ἔργῳ γινόμενα, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐν νῷ
λαμβανόμενα, ὅπερ μόνης ἐστὶν ἐκείνης τῆς οὐσίας, ἅτε
δὴ καὶ αἰτίας πάντων ὑπαρχούσης τῆς τὰ πάντα ποιησάσης
καὶ πάντων ὡς ἰδίων ποιημάτων δεσποζούσης, τὰ δὲ
κατ' ἀνθρώπους ἅπαντα συμφέροντί τινι καὶ ἀρρήτῳ λόγῳ
πρυτανευούσης. ἐντεῦθεν εἰλημμένον τὸ θεὸς ὄνομα κυρίως
λεγόμενον σημαίνει τὴν οὐσίαν ἐκείνην, ἥτις ἀληθῶς δεσπόζει

Γρηγόριος Νύσσης. ., Ad Graecos ex communibus notionibus Vol.3,1, p.


22, li.3

πατρὸς καὶ υἱοῦ καὶ ἁγίου πνεύματος. εἰ γάρ, ἔνθα διαφορά,


τριὰς διὰ τὴν διαφοράν, ἔνθα ταυτότης, μονὰς διὰ τὴν
ταυτότητα· ἔστι δὲ ταυτότης τῶν προσώπων κατὰ τὴν
οὐσίαν· μονὰς ἄρα αὐτῶν κατὰ τὴν οὐσίαν. εἰ δὲ κατὰ τὴν
οὐσίαν μονὰς τῆς ἁγίας τριάδος, δῆλον ὅτι καὶ κατὰ τὸ θεὸς
ὄνομα. δηλωτικὸν γὰρ τοῦτο τῆς οὐσίας οὐ τὸ τί αὐτῆς
παριστῶν (δῆλον ὅτι ἐπείπερ ἀπερινόητον καὶ ἀκατάληπτον
τὸ τῆς θείας οὐσίας), ἀλλ' ἀπό τινος ἰδιώματος προσόντος  
αὐτῇ λαμβανόμενον παραδηλοῖ αὐτήν, καθάπερ τὸ χρεμε-
τιστικὸν καὶ τὸ γελαστικὸν ἰδιώματα ὄντα φύσεων λεγό-
μενα σημαίνει τὰς φύσεις, ὧνπέρ ἐστιν ἰδιώματα. ἔστι
τοίνυν ἰδίωμα τῆς ἀϊδίου οὐσίας, ἧς ἐστι πατὴρ καὶ υἱὸς
καὶ ἅγιον πνεῦμα, τὸ πάντα ἐποπτεύειν καὶ θεωρεῖν καὶ
γινώσκειν, οὐ μόνον τὰ ἔργῳ γινόμενα, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐν νῷ
λαμβανόμενα, ὅπερ μόνης ἐστὶν ἐκείνης τῆς οὐσίας, ἅτε
683

δὴ καὶ αἰτίας πάντων ὑπαρχούσης τῆς τὰ πάντα ποιησάσης


καὶ πάντων ὡς ἰδίων ποιημάτων δεσποζούσης,

Γρηγόριος Νύσσης. ., Ad Graecos ex communibus notionibus Vol.3,1, p.


22, li.4

τριὰς διὰ τὴν διαφοράν, ἔνθα ταυτότης, μονὰς διὰ τὴν


ταυτότητα· ἔστι δὲ ταυτότης τῶν προσώπων κατὰ τὴν
οὐσίαν· μονὰς ἄρα αὐτῶν κατὰ τὴν οὐσίαν. εἰ δὲ κατὰ τὴν
οὐσίαν μονὰς τῆς ἁγίας τριάδος, δῆλον ὅτι καὶ κατὰ τὸ θεὸς
ὄνομα. δηλωτικὸν γὰρ τοῦτο τῆς οὐσίας οὐ τὸ τί αὐτῆς
παριστῶν (δῆλον ὅτι ἐπείπερ ἀπερινόητον καὶ ἀκατάληπτον
τὸ τῆς θείας οὐσίας), ἀλλ' ἀπό τινος ἰδιώματος προσόντος  
αὐτῇ λαμβανόμενον παραδηλοῖ αὐτήν, καθάπερ τὸ χρεμε-
τιστικὸν καὶ τὸ γελαστικὸν ἰδιώματα ὄντα φύσεων λεγό-
μενα σημαίνει τὰς φύσεις, ὧνπέρ ἐστιν ἰδιώματα. ἔστι
τοίνυν ἰδίωμα τῆς ἀϊδίου οὐσίας, ἧς ἐστι πατὴρ καὶ υἱὸς
καὶ ἅγιον πνεῦμα, τὸ πάντα ἐποπτεύειν καὶ θεωρεῖν καὶ
γινώσκειν, οὐ μόνον τὰ ἔργῳ γινόμενα, ἀλλὰ καὶ τὰ ἐν νῷ
λαμβανόμενα, ὅπερ μόνης ἐστὶν ἐκείνης τῆς οὐσίας, ἅτε
δὴ καὶ αἰτίας πάντων ὑπαρχούσης τῆς τὰ πάντα ποιησάσης
καὶ πάντων ὡς ἰδίων ποιημάτων δεσποζούσης, τὰ δὲ
κατ' ἀνθρώπους ἅπαντα συμφέροντί τινι καὶ ἀρρήτῳ λόγῳ
πρυτανευούσης. ἐντεῦθεν εἰλημμένον τὸ θεὸς ὄνομα κυρίως
λεγόμενον σημαίνει τὴν οὐσίαν ἐκείνην, ἥτις ἀληθῶς δεσπόζει
τῶν ἁπάντων ὡς πάντων δημιουργός. μιᾶς τοιγαροῦν ὑπαρ-
χούσης τῆς οὐσίας, ἧς ἐστι πατὴρ καὶ υἱὸς καὶ ἅγιον πνεῦμα,

Γρηγόριος Νύσσης. ., Ad Simplicium de fide (2017: 004)


“Gregorii Nysseni opera, vol. 3.1”, Ed. Mueller, F.
Leiden: Brill, 1958.Vol.3,1, p. 63, li.24

πάλιν ἀνανεώσασθαι. ὥστε ἐπειδὴ δύο περὶ Χριστοῦ γινώ-


σκομεν, τὸ μὲν θεῖον τὸ δὲ ἀνθρώπινον (ἐν μὲν τῇ φύσει τὸ
θεῖον, ἐν δὲ τῇ οἰκονομίᾳ τὸ κατὰ ἄνθρωπον), ἀκολούθως
τὸ μὲν ἀΐδιον τῇ θεότητι προσμαρτυροῦμεν, τὸ δὲ κτιστὸν
τῇ ἀνθρωπίνῃ λογιζόμεθα φύσει. ὡς γὰρ κατὰ τὸν προ-
φήτην ἐν τῇ κοιλίᾳ ἐπλάσθη δοῦλος, οὕτως καὶ κατὰ τὸν
Σολομῶντα διὰ τῆς δουλικῆς ταύτης κτίσεως ἐν σαρκὶ
ἐφανερώθη.
 Ὅταν δὲ λέγωσιν ὅτι εἰ ἦν, οὐκ ἐγεννήθη, καὶ εἰ ἐγεν-
684

νήθη, οὐκ ἦν, διδαχθήτωσαν ὅτι οὐ χρὴ τὰ τῆς σαρκικῆς


γεννήσεως ἰδιώματα ἐφαρμόζειν τῇ θείᾳ φύσει. σώματα μὲν
γὰρ μὴ ὄντα γεννᾶται, ὁ δὲ θεὸς τὰ μὴ ὄντα εἶναι ποιεῖ, οὐκ
αὐτὸς ἐκ τοῦ μὴ ὄντος γίνεται. διὸ καὶ ὁ Παῦλος ἀπαύγασμα
δόξης αὐτὸν ὀνομάζει, ἵνα διδαχθῶμεν ὅτι, ὥσπερ τὸ ἐκ  
τοῦ λύχνου φῶς καὶ ἐκ τῆς φύσεώς ἐστι τοῦ ἀπαυγάζοντος
καὶ μετ' ἐκείνου ἐστίν (ὁμοῦ τε γὰρ ἐξεφάνη ὁ λύχνος καὶ
τὸ φῶς τὸ ἐξ αὐτοῦ συνεξέλαμψεν), οὕτω κελεύει καὶ ἐν-
ταῦθα νοεῖν ὁ ἀπόστολος, ὅτι καὶ ἐκ τοῦ πατρὸς ὁ υἱὸς καὶ
οὐδέποτε χωρὶς τοῦ υἱοῦ ὁ πατήρ· οὐκ ἐγχωρεῖ γὰρ ἀλαμπῆ
εἶναι τὴν δόξαν, ὡς οὐκ ἐγχωρεῖ ἄνευ ἀπαυγάσματος εἶναι
τὸν λύχνον. δῆλον δὲ ὅτι, ὥσπερ τὸ εἶναι ἀπαύγασμα μαρ

Γρηγόριος Νύσσης. ., Antirrheticus adversus Apollinarium Vol.3,1, p.


229, li.9

γραφὴ καὶ τὰ λοιπά, δηλονότι ὅσα τε φαινόμενα καὶ ὅσα


[τε] κρύφια τῶν μερῶν τῶν τοῦ σώματος. ἐγὼ δὲ τὸ μὲν μὴ  
δεῖν οὕτω χαμαιριφῆ καὶ χαμαίζηλα περὶ τὸν θεὸν ἐννοεῖν
περιττὸν ἡγοῦμαι λόγῳ κατασκευάζεσθαι, αὐτοῦ τοῦ τῶν
ἐναντίων λόγου καὶ δι' ἑαυτοῦ τὴν ἀτοπίαν κηρύσσοντος.
ὡς δ' ἂν μὴ τὰ θεῖα λόγια συνεργεῖν αὐτῷ πρὸς τὴν μυθο-
ποιΐαν λογίζοιτο, διὰ βραχέων ἕκαστον τῶν εἰρημένων ἐπι-
δραμοῦμαι. ἐπειδή, φησίν, ἐν τῇ συντελείᾳ τοῦ παντὸς ὁ
τοὺς ἀγγέλους ἀποστέλλων υἱὸς ἀνθρώπου λέγεται, διὰ
τοῦτο μέχρι παντὸς οἴεται δεῖν ἐν τοῖς ἀνθρωπίνοις αὐτὸν
ἰδιώμασι πιστεύειν εἶναι· καὶ οὐ μέμνηται τῆς τοῦ εὐαγγελίου
φωνῆς, ὅπου πολλαχοῦ διὰ τῶν ἰδίων λόγων ὁ κύριος
ἄνθρωπον τὸν ἐπὶ πάντων θεὸν κατωνόμασεν. ἄνθρωπος ἦν
οἰκοδεσπότης, ὁ τοῖς γεωργοῖς τὸν ἀμπελῶνα ἐκδόμενος,
ὁ μετὰ τὴν τῶν οἰκετῶν ἀναίρεσιν καὶ τὸν μονογενῆ αὑτοῦ υἱὸν
ἀποστείλας, ὃν ἐκβαλόντες οἱ γεωργοὶ ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος
φονεύουσι. τίς δὲ ὑπῆρχεν ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ὁ τὸν μονογενῆ
πέμψας; τίς δὲ ὁ ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος φονευθεὶς υἱός; ὁ δὲ τοῦ
υἱοῦ τοὺς γάμους ἐπιτελῶν οὐκ αὐτὸς ἀνθρωπικῶς ὑπὸ τοῦ
λόγου διεσκευάσθη; εἰ δὲ χρὴ καὶ τοῦτο εἰπεῖν, ὅτι βοηθῶν
τῇ ἀσθενείᾳ τῶν καταφρονούντων τῆς ὁμοιοειδοῦς αὐτοῖς

Γρηγόριος Νύσσης. ., Contra Eunomium Book 1, ch. 1, Sec. 227, li.5

 Εἰ μὲν οὖν οὕτω λέγει τὴν τῶν οὐσιῶν πρὸς ἀλλήλας  
685

διαφοράν, ὡς μὴ δοκεῖν τῇ ἀσεβείᾳ τοῦ Σαβελλίου συμφέ-


ρεσθαι ἑνὶ τῷ ὑποκειμένῳ τρεῖς ἐφαρμόζοντος προσηγορίας,
καὶ ἡμεῖς συντιθέμεθα καὶ οὐδεὶς τῶν εὐσεβούντων ἀντι-
λέγει τῷ δόγματι, πλὴν ὅσον μόνοις τοῖς ὀνόμασι καὶ τῇ
προφορᾷ τοῦ λόγου πλημμελεῖν δοκεῖ, “οὐσίας” ἀντὶ “ὑπο-
στάσεων” ὀνομάζων. οὐ γὰρ ὅσα τὸν τῆς οὐσίας λόγον
τὸν αὐτὸν ἔχει, ὁμοίως καὶ ἐπὶ τῇ ὑποστάσει τῇ ἀποδόσει
τοῦ λόγου συνενεχθήσεται. Πέτρος γὰρ καὶ Ἰάκωβος καὶ
Ἰωάννης ἐν μὲν τῷ λόγῳ τῆς οὐσίας οἱ αὐτοὶ ἦσαν ἀλλή-
λοις (ἄνθρωπος γὰρ τούτων ἕκαστος), ἐν δὲ τοῖς ἰδιώμασι
τῆς ἑκάστου αὐτῶν ὑποστάσεως ἀλλήλοις οὐ συνεφέροντο.
οὐκοῦν εἰ μὲν τοῦτο κατεσκεύαζε, τὸ μὴ δεῖν φύρειν τὰς
ὑποστάσεις καὶ ἑνὶ προσώπῳ τὰς τρεῖς ἐφαρμόζειν προση-
γορίας, πιστὸς ἂν ἦν κατὰ τὴν τοῦ ἀποστόλου μαρτυρίαν
ὁ λόγος αὐτῷ καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος. ἐπεὶ δὲ οὐ
πρὸς τοῦτο βλέπει οὐδὲ τὰς ὑποστάσεις ἀπ' ἀλλήλων τοῖς
ἐπιθεωρουμένοις ἰδιώμασι διακρίνων ταῦτά φησιν, ἀλλ' αὐ-
τὴν τὴν ὑποκειμένην οὐσίαν ἀλλοτρίως πρὸς τὴν ἑτέραν,
μᾶλλον δὲ πρὸς ἑαυτὴν ἔχειν κατασκευάζει καὶ διὰ τοῦτο
πολλὰς οὐσίας ὀνομάζει, ὡς ἑκάστης ἰδιάζουσαν ἐχούσης

Γρηγόριος Νύσσης. ., Contra Eunomium Book 3, ch. 3, Sec. 63, li.11

λόγῳ, ἕτερα δὲ τῇ τοῦ δούλου μορφῇ. εἰ οὖν ἐκεῖνος οὐκ


ἐγκαλεῖ αὑτῷ διὰ τῆς τοιαύτης ὁμολογίας [διὰ] τὴν τῶν
λόγων δυάδα, πῶς ἡμεῖς πρὸς δύο Χριστοὺς διαμερίζειν
τὴν πίστιν διαβαλλόμεθα, οἱ τὸν ἐκ τοῦ πάθους ὑπερυψω-
θέντα τοῦτον κύριόν τε καὶ Χριστὸν γεγενῆσθαι λέγοντες
διὰ τῆς πρὸς τὸν ὄντως κύριον καὶ Χριστὸν ἑνώσεως, εἰδότες
δι' ὧν μεμαθήκαμεν, ὅτι ἡ μὲν θεία φύσις ἀεὶ μία καὶ ἡ
αὐτὴ καὶ ὡσαύτως ἔχουσα, ἡ δὲ σὰρξ καθ' ἑαυτὴν μέν
ἐστι τοῦτο ὅπερ καταλαμβάνει περὶ αὐτῆς ὁ λόγος τε καὶ
ἡ αἴσθησις, ἀνακραθεῖσα δὲ πρὸς τὸ θεῖον οὐκέτι ἐν τοῖς
ἑαυτῆς ὅροις τε καὶ ἰδιώμασι μένει, ἀλλὰ πρὸς τὸ ἐπι-
κρατοῦν τε καὶ ὑπερέχον ἀναλαμβάνεται, διαμένει δὲ ἀσύγ-
χυτος τῶν τε τῆς σαρκὸς καὶ τῶν τῆς θεότητος ἰδιωμάτων
ἡ θεωρία, ἕως ἂν ἐφ' ἑαυτοῦ θεωρῆται τούτων ἑκάτερον.
οἷόν τι λέγω· ὁ λόγος πρὸ τῶν αἰώνων ἦν, ἡ σὰρξ δὲ ἐπὶ
τῶν ἐσχάτων ἐγένετο χρόνων, καὶ οὐκ ἄν τις ἀναστρέψας
εἴποι ἢ ταύτην προαιώνιον εἶναι ἢ ἐν τοῖς ἐσχάτοις γε-
γενῆσθαι τὸν λόγον· ἡ σὰρξ παθητικῆς ἐστι φύσεως, ἐν-
εργητικῆς δὲ ὁ λόγος, καὶ οὔτε αὐτὴ δημιουργικὴ τῶν
686

ὄντων οὔτε ἡ θεότης παθητικὴν ἔχει τὴν δύναμιν· ἐν


ἀρχῇ πρὸς τὸν θεὸν ὁ λόγος, ἐν τῇ τοῦ θανάτου πείρᾳ ὁ

Γρηγόριος Νύσσης. ., Contra Eunomium Book 3, ch. 3, Sec. 63, li.13

λόγων δυάδα, πῶς ἡμεῖς πρὸς δύο Χριστοὺς διαμερίζειν


τὴν πίστιν διαβαλλόμεθα, οἱ τὸν ἐκ τοῦ πάθους ὑπερυψω-
θέντα τοῦτον κύριόν τε καὶ Χριστὸν γεγενῆσθαι λέγοντες
διὰ τῆς πρὸς τὸν ὄντως κύριον καὶ Χριστὸν ἑνώσεως, εἰδότες
δι' ὧν μεμαθήκαμεν, ὅτι ἡ μὲν θεία φύσις ἀεὶ μία καὶ ἡ
αὐτὴ καὶ ὡσαύτως ἔχουσα, ἡ δὲ σὰρξ καθ' ἑαυτὴν μέν
ἐστι τοῦτο ὅπερ καταλαμβάνει περὶ αὐτῆς ὁ λόγος τε καὶ
ἡ αἴσθησις, ἀνακραθεῖσα δὲ πρὸς τὸ θεῖον οὐκέτι ἐν τοῖς
ἑαυτῆς ὅροις τε καὶ ἰδιώμασι μένει, ἀλλὰ πρὸς τὸ ἐπι-
κρατοῦν τε καὶ ὑπερέχον ἀναλαμβάνεται, διαμένει δὲ ἀσύγ-
χυτος τῶν τε τῆς σαρκὸς καὶ τῶν τῆς θεότητος ἰδιωμάτων
ἡ θεωρία, ἕως ἂν ἐφ' ἑαυτοῦ θεωρῆται τούτων ἑκάτερον.
οἷόν τι λέγω· ὁ λόγος πρὸ τῶν αἰώνων ἦν, ἡ σὰρξ δὲ ἐπὶ
τῶν ἐσχάτων ἐγένετο χρόνων, καὶ οὐκ ἄν τις ἀναστρέψας
εἴποι ἢ ταύτην προαιώνιον εἶναι ἢ ἐν τοῖς ἐσχάτοις γε-
γενῆσθαι τὸν λόγον· ἡ σὰρξ παθητικῆς ἐστι φύσεως, ἐν-
εργητικῆς δὲ ὁ λόγος, καὶ οὔτε αὐτὴ δημιουργικὴ τῶν
ὄντων οὔτε ἡ θεότης παθητικὴν ἔχει τὴν δύναμιν· ἐν
ἀρχῇ πρὸς τὸν θεὸν ὁ λόγος, ἐν τῇ τοῦ θανάτου πείρᾳ ὁ
ἄνθρωπος, καὶ οὔτε ἐξ ἀϊδίου τὸ ἀνθρώπινον οὔτε θνητὸν
τὸ θεῖον. καὶ τὰ ἄλλα πάντα κατὰ τὸν αὐτὸν θεωρεῖται

Γρηγόριος Νύσσης. ., Contra Eunomium Book 3, ch. 8, Sec. 50, li.11

ἠλλοτριωμένη τοῖς ἰδιάζουσιν. οὐ γὰρ ἄν τις ἑκάτερον


τούτων ἐφ' ἑαυτοῦ θεωρῶν τὸν ἴσον ἀμφοτέροις ἁρμόσειε
λόγον· ὧν δὲ ὁ λόγος οὐχ ὁ αὐτός, τούτων καὶ ἡ φύσις
πάντως διάφορος. εἰ οὖν ἁπλοῦς κατὰ τὴν φύσιν ὁ κύριος,
πῶς ἂν γένοιτο περὶ τὸ ὑποκείμενον ἡ τῶν ἐναντίων δι-
πλόη, δουλείας συνανακιρναμένης τῇ κυριότητι; ἀλλ' εἰ
κύριος κατὰ τὴν τῶν ἁγίων διδασκαλίαν ὁμολογεῖται, ἀμέτ-
οχον αὐτὸν εἶναι τοῦ ἐναντίου ἡ ἁπλότης τοῦ ὑποκειμένου  
μαρτύρεται· εἰ δὲ δουλεύειν αὐτὸν ἀποφαίνονται, μάτην
αὐτῷ τὸ ὄνομα προσμαρτυροῦσι τῆς κυριότητος. τὸ γὰρ
ἁπλοῦν τῇ φύσει πρὸς τὰ ἐναντία τῶν ἰδιωμάτων οὐ δια-
σχίζεται. εἰ δὲ τὸ μὲν εἶναί φασιν αὐτὸν τὸ δὲ λέγεσθαι,
τῇ φύσει μὲν δοῦλον, τῷ ὀνόματι δὲ κύριον, ῥηξάτωσαν ἐν
687

παρρησίᾳ τοιαύτην φωνήν, καὶ ἀναπαύσουσιν ἡμᾶς τῶν


μακρῶν περὶ τὴν ἀντίρρησιν πόνων. τίς γὰρ οὕτως ἐν τοῖς
ματαίοις εὔσχολος, ὡς τὰ φανερά τε καὶ ἀναμφίβολα διὰ
λογισμῶν ἐξελέγχειν; οὐδὲ γὰρ εἴ τις ἑαυτοῦ καταμηνύσειε
τοῦ φόνου τὸ μίασμα, πόνος τις ὑπολείπεται τοῖς κατηγόροις
δι' ἀποδείξεών τινων ἄγειν τὴν μιαιφονίαν εἰς ἔλεγχον. οὕτω
καὶ ἡμεῖς οὐκέτι τὸν ἐκ τῆς ἐξετάσεως ἔλεγχον τοῖς ἐναν-
τίοις ἐποίσομεν, ὅταν μέχρι τούτου τῇ ἀσεβείᾳ προέλθωσιν.

Γρηγόριος Νύσσης. ., Epistulae Epistle 5, Sec. 9, li.3

υἱοῦ προϊοῦσα, ἐν δὲ τῷ ἁγίῳ πνεύματι ἐνεργουμένη. ταύ-


την οὖν ἔχοντες τὴν πληροφορίαν βαπτιζόμεθα μὲν ὡς
προσετάχθημεν, πιστεύομεν δὲ ὡς βαπτιζόμεθα, δοξά-
ζομεν δὲ ὡς πιστεύομεν, ὥστε ὁμοφώνως τὸ βάπτισμα καὶ
τὴν πίστιν καὶ τὴν δόξαν εἰς πατέρα εἶναι καὶ υἱὸν καὶ
πνεῦμα ἅγιον. εἰ δέ τις δύο ἢ τρεῖς θεοὺς ἢ τρεῖς θεότητας
λέγει, ἀνάθεμα ἔστω· καὶ εἴ τις κατὰ τὴν Ἀρείου διαστροφὴν
ἐκ μὴ ὄντων λέγει τὸν υἱὸν ἢ τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον γεγενῆσθαι,
ἀνάθεμα ἔστω. ὅσοι δὲ τῷ κανόνι τῆς ἀληθείας στοιχήσουσι
καὶ τὰς τρεῖς ὁμολογοῦσιν ὑποστάσεις εὐσεβῶς ἐν τοῖς
ἑαυτῶν ἰδιώμασι γνωριζομένας καὶ μίαν πιστεύουσιν εἶναι
θεότητα μίαν ἀγαθότητα μίαν ἀρχὴν καὶ ἐξουσίαν καὶ δύ-
ναμιν, καὶ οὔτε τὸ τῆς μοναρχίας ἀθετοῦσι κράτος οὔτε  
εἰς πολυθεΐαν ἐκπίπτουσιν οὔτε τὰς ὑποστάσεις συγχέουσιν
οὔτε ἐξ ἑτερογενῶν καὶ ἀνομοίων τὴν ἁγίαν τριάδα συντί-
θενται, ἀλλ' ἐν ἁπλότητι δέχονται τὸ τῆς πίστεως δόγμα
πᾶσαν τὴν ἐλπίδα τῆς ἑαυτῶν σωτηρίας ἐν πατρὶ καὶ υἱῷ
καὶ ἁγίῳ πνεύματι καταπιστεύοντες, οὗτοι κατὰ τὴν ἡμε-
τέραν κρίσιν τὰ αὐτὰ φρονοῦσι μεθ' ὧν καὶ ἡμεῖς ἔχειν
ἐν κυρίῳ μέρος εὐχόμεθα.

Γρηγόριος Νύσσης. ., Oratio catechetica magna Sec. 32, li.15

ῥᾳστώνης τὸ δοκοῦν κατεργάσασθαι. εἰ δὲ καὶ πάντως


ἔδει τοῦτο γενέσθαι κατά τινα λόγον ἀπόρρητον, ἀλλ' οὖν
τὸ μὴ τῷ ἀτίμῳ τρόπῳ τοῦ θανάτου καθυβρισθῆναι. τίς
γὰρ ἂν γένοιτο, φησί, τοῦ διὰ σταυροῦ θάνατος ἀτιμότερος;
τί οὖν καὶ πρὸς ταῦτά φαμεν; ὅτι τὸν θάνατον μὲν ἀναγ-
καῖον ἡ γένεσις ἀπεργάζεται. τὸν γὰρ ἅπαξ μετασχεῖν
ἐγνωκότα τῆς ἀνθρωπότητος διὰ πάντων ἔδει γενέσθαι τῶν
ἰδιωμάτων τῆς φύσεως. εἰ τοίνυν δύο πέρασι τῆς ἀνθρω-
πίνης ζωῆς διειλημμένης ἐν τῷ ἑνὶ γενόμενος τοῦ ἐφεξῆς
688

μὴ προσήψατο, ἡμιτελὴς ἂν ἡ πρόθεσις ἔμεινε τοῦ ἑτέρου


τῶν τῆς φύσεως ἡμῶν ἰδιωμάτων οὐχ ἁψαμένου. τάχα
δ' ἄν τις δι' ἀκριβείας καταμαθὼν τὸ μυστήριον εὐλογώ-
τερον εἴποι μὴ διὰ τὴν γένεσιν συμβεβηκέναι τὸν θάνατον,
ἀλλὰ τὸ ἔμπαλιν τοῦ θανάτου χάριν παραληφθῆναι τὴν  
γένεσιν· οὐ γὰρ τοῦ ζῆσαι δεόμενος ὁ ἀεὶ ὢν τὴν σωμα-
τικὴν ὑποδύεται γένεσιν, ἀλλ' ἡμᾶς ἐπὶ τὴν ζωὴν ἐκ τοῦ
θανάτου ἀνακαλούμενος. ἐπεὶ οὖν ὅλης ἔδει γενέσθαι τῆς
φύσεως ἡμῶν τὴν ἐκ τοῦ θανάτου πάλιν ἐπάνοδον, οἱονεὶ
χεῖρα τῷ κειμένῳ ὀρέγων διὰ τοῦτο πρὸς τὸ ἡμέτερον
ἐπικύψας πτῶμα, τοσοῦτον τῷ θανάτῳ προσήγγισεν, ὅσον
τῆς νεκρότητος ἅψασθαι καὶ ἀρχὴν δοῦναι τῇ φύσει τῆς

Γρηγόριος Νύσσης. ., Dialogus de anima et resurrectione Vol.46, p.


156, li.8

ἐγείρεται ἐν δυνάμει· σπείρεται ἐν ἀτιμίᾳ, ἐγείρε-


ται ἐν δόξῃ· σπείρεται σῶμα ψυχικὸν, ἐγείρεται σῶμα
πνευματικόν.» Ὡς γὰρ καταλιπὼν μετὰ τὸ διαλυ-  
θῆναι ἐν τῇ βώλῳ σῖτος τὴν ἐν τῷ ποσῷ βρα-
χύτητα, καὶ τὴν ἐν τῷ ποιῷ σχήματος αὐτοῦ
ἰδιότητα, ἑαυτὸν οὐκ ἀφῆκεν, ἀλλ' ἐν αὐτῷ μένων
στάχυς γίνεται, πάμπολλα διαφέρων αὐτὸς
ἑαυτοῦ, μεγέθει, καὶ κάλλει, καὶ ποικιλίᾳ, καὶ σχή-
ματι· κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἡ ἀνθρωπίνη
φύσις ἐναφεῖσα τῷ θανάτῳ πάντα τὰ περὶ αὐτὴν
ἰδιώματα, ὅσα διὰ τῆς ἐμπαθοῦς διαθέσεως ἐπεκτή-
σατο, τὴν ἀτιμίαν λέγω, τὴν φθορὰν, τὴν ἀσθένειαν,
τὴν κατὰ τῆς ἡλικίας διαφορὰν, ἑαυτὴν οὐκ
ἀφίησιν, ἀλλ' ὥσπερ εἰς στάχυν τινὰ πρὸς τὴν ἀφθαρ-
σίαν μεθίσταται, καὶ τὴν δόξαν, καὶ τὴν τιμὴν, καὶ
τὴν δύναμιν, καὶ τὴν ἐν παντὶ τελειότητα, καὶ τὸ
μηκέτι τὴν ζωὴν αὐτῆς οἰκονομεῖσθαι τοῖς φυσικοῖς
ἰδιώμασιν, ἀλλ' εἰς πνευματικήν τινα καὶ ἀπαθῆ με-
ταβῆναι κατάστασιν. Αὕτη γάρ ἐστιν ἡ τοῦ ψυχικοῦ
σώματος ἰδιότης, ἀεὶ διά τινος ῥοῆς καὶ κινή-
σεως ἀπὸ τοῦ ἐν ᾧ ἐστιν ἀλλοιοῦσθαι, καὶ μεταβάλ
689

Γρηγόριος Νύσσης. ., Apologia in hexaemeron P. 108, li.42

δρόμον. Οὔπω γὰρ ἐξήτασται, εἰ ἡ τοῦ ὕδατος


φύσις ἐκ γῆς ἔχει τὴν γένεσιν. Οὐκοῦν τούτῳ τῷ
σκέμματι λείπεται, εἰ δυνατόν ἐστι τὴν γῆν εἰς
ὕδατος μεταστῆναι φύσιν. Πάντως δὲ οὐδεὶς ἡμῖν
ἀδολεσχίαν ἐπεγκαλέσει, δι' ὧν ἂν ἦν δυνατὸν ἀνα-
ζητοῦσι τὸ ἐν τοῖς εἰρημένοις ἀκόλουθον. Ὁρῶμεν
τοίνυν πολλὰ τῶν ξηρῶν, αὐτομάτως ἔκ τινος φυσι-
κῆς ἰδιότητος ὑγραινόμενα, οἷον ἐπὶ τῶν ἁλῶν
ἔστιν ἰδεῖν, τῶν τε μεταλλευομένων, καὶ τῶν ἔκ
τινος ὑγροῦ καταφρυγομένου συνισταμένων, ὧν ξη-
ρότης μέν ἐστι τὸ ἰδίωμα, εἰ δέ τις αὐτῶν νοτία καθ-
ίκοιτο, ἰκμαλέοι γίνονται, καὶ πρὸς τὴν ὑγρὰν ποιό-
τητα τὸ ἐν σφίσι ξηρὸν μεταβάλλουσιν. Οὕτως
ἔγνων καὶ τὴν τοῦ μέλιτος φύσιν ξηρὰν τρόπον τινὰ
διὰ τῆς ὀπτήσεως γινομένην, καὶ πάλιν ἐκ περιστά-
σεως τινος εἰς τὸ ὑγρὸν ἀναλύουσαν. Ἀλλὰ παρείσθω
ταῦτα· κρεῖττον γὰρ ἐξ ἀρχῆς τινος ἀναγκαίας δοῦναι
τὴν ἀκολουθίαν τῷ θεωρήματι. Οὐ μίαν γινώσκομεν
ἐφ' ἑκάστου τῶν στοιχείων ποιότητα, δι' ἧς συμ-
πληροῦται τὸ ὑποκείμενον, καὶ τοῦ ἀντιστοιχοῦντος
ἀποχωρίζεται,

Γρηγόριος Νύσσης. ., Contra fatum P. 49, li.1

ἄλλης, καὶ οὕτως εἰς ἄπειρον προϊὼν ὁ λόγος οὐδαμοῦ


στήσεται εἱμαρμένην εἱμαρμένης καὶ μοίρας μοῖραν καὶ
ἀνάγκης ἀνάγκην προσαναπλάσσων.
 Ταῦτα δέ μου διεξιόντος καὶ διὰ τῶν τοιούτων νοημάτων
πρὸς τὸ ἄτοπον τὸν λόγον ἐκβάλλοντος ἐπικόψας μεταξὺ διὰ
καταφορᾶς προϊόντα τὸν λόγον ὁ προσδιαλεγόμενός μοι
φιλόσοφος, Τί μάχῃ, φησί, τῇ ἐναργείᾳ; τί δὲ οὐχ ἕπῃ τοῖς
διὰ τῶν ἀριθμῶν παρατετηρηκόσι τὴν τῶν ὄντων ἀλήθειαν,
οἷς εἰ πρὸς ἀκρίβειαν ἡ ὥρα ληφθείη τῆς τοῦ ἀποκυηθέντος
γεννήσεως, πᾶσαν δι' ἀκολούθου τὴν ζωὴν τοῦ τεχθέντος προ-  
αγορεύουσι· τὸν χρόνον, τὸν τρόπον, τὰ τῶν ἠθῶν ἰδιώματα,
τὰς κινδυνώδεις περιστάσεις, γάμους καὶ παιδοποιΐας καὶ
ἀξιωμάτων ἐπιτυχίας, ἢ καὶ τὸ ἔμπαλιν, ἀπαιδίας καὶ νόσους
καὶ ἀτιμίας καὶ βραχύτητα βίου καὶ τὰ ἐκ πενίας κακά;
τούτων οὖν δι' ἀκριβείας προσημανθέντων καὶ τῇ ἐκβάσει τῆς
ἀληθείας μαρτυρηθείσης, τίς ἔτι σοι λόγος ἐστὶν ἀπιστοῦντι τῇ
690

τῆς εἱμαρμένης ἀνάγκῃ; ἐγὼ δὲ τῶν τοιούτων προρρήσεων


τὰς αἰτίας μικρὸν ὕστερον εἰπὼν ζητήσειν ἠρόμην· πότερον
ἄλογός ἐστι καὶ συντυχικὴ τῶν τοιούτων ἐκβάσεων ἡ αἰτία,
ἤ τινα καὶ λόγον τῇ παρατηρήσει ταύτῃ συνεφευρίσκουσιν,
ὡς μὴ ἔξω τοῦ εἰκότος γενέσθαι τὸ γινόμενον; Καὶ μάλα μέν

Ευσέβιος. Commentaria in Psalmos (2018: 034); MPG 23–24.


Vol.23, p. 193, li.11

ἐπὶ τὸ αὐτό· ἐπιθυμητὰ ὑπὲρ χρυσίον καὶ λίθον


τίμιον πολὺν, καὶ γλυκύτερα ὑπὲρ μέλι καὶ κη-
ρίον. Καὶ γὰρ ὁ δοῦλός σου φυλάσσει αὐτὰ, ἐν
τῷ φυλάσσειν αὐτὰ ἀνταπόδοσις πολλή. Ταῦτα
δὲ πάντα περιείληφεν ὁ τοῦ Θεοῦ νόμος ὑπὲρ ἐπι-
στροφῆς τῆς ψυχῆς. Μαρτυρίας γὰρ πρῶτον περι-
έχει καὶ δικαιώματα καὶ ἐντολάς. Ἔπειτα τούτοις
ἅπασιν ἐπήρτησεν, ὥσπερ βακτηρίαν ἐπιστρεπτικὴν,
τὸν φόβον, καὶ ἐπὶ πᾶσιν ὥσπερ κορωνίδα τὰ κρί-
ματα ἐπέθηκε τοῦ Θεοῦ. Ἑκάστῳ δὲ τῶν εἰρημένων
ἰδίωμα συνῆψε· τῷ μὲν κατὰ πάντα γενικῷ ὠνομα-
σμένῳ νόμῳ τὴν τῆς ψυχῆς ἐπιστροφήν· ὅπως δὲ
ἐπιστρέφει ψυχὴ, διὰ τῶν ἑξῆς παρίστησι, μαρτυ-
ρίαν πιστὴν εἰπὼν δι' ἧς σοφίζεται ὁ ἐν Χριστῷ νή-
πιος· ἔπειτα δικαιώματα Κυρίου, καὶ τούτων ἰδίωμα
προσθεὶς τὸ εἶναι αὐτὰ εὐθέα, καρπόν τε τοῖς μετα-
λαμβάνουσι παρέχοντα τὴν εὐφροσύνην. Καὶ ἐπὶ
τούτοις ἐντολὴν Κυρίου, ἧς καὶ αὐτῆς τὸ ἰδίωμα παρ-
έστησεν, τηλαυγῆ φήσας αὐτὴν καὶ τῶν ὀφθαλμῶν
τῆς ψυχῆς φωτιστικήν. Τῷ δὲ φόβῳ τοῦ Κυρίου συν-
ῆψεν τὴν ἁγνείαν, καὶ τῇ ἁγνείᾳ τὴν διαρκῆ καὶ

Ευσέβιος. Commentaria in Psalmos Vol.23, p. 193, li.15

δὲ πάντα περιείληφεν ὁ τοῦ Θεοῦ νόμος ὑπὲρ ἐπι-


στροφῆς τῆς ψυχῆς. Μαρτυρίας γὰρ πρῶτον περι-
έχει καὶ δικαιώματα καὶ ἐντολάς. Ἔπειτα τούτοις
ἅπασιν ἐπήρτησεν, ὥσπερ βακτηρίαν ἐπιστρεπτικὴν,
τὸν φόβον, καὶ ἐπὶ πᾶσιν ὥσπερ κορωνίδα τὰ κρί-
ματα ἐπέθηκε τοῦ Θεοῦ. Ἑκάστῳ δὲ τῶν εἰρημένων
691

ἰδίωμα συνῆψε· τῷ μὲν κατὰ πάντα γενικῷ ὠνομα-


σμένῳ νόμῳ τὴν τῆς ψυχῆς ἐπιστροφήν· ὅπως δὲ
ἐπιστρέφει ψυχὴ, διὰ τῶν ἑξῆς παρίστησι, μαρτυ-
ρίαν πιστὴν εἰπὼν δι' ἧς σοφίζεται ὁ ἐν Χριστῷ νή-
πιος· ἔπειτα δικαιώματα Κυρίου, καὶ τούτων ἰδίωμα
προσθεὶς τὸ εἶναι αὐτὰ εὐθέα, καρπόν τε τοῖς μετα-
λαμβάνουσι παρέχοντα τὴν εὐφροσύνην. Καὶ ἐπὶ
τούτοις ἐντολὴν Κυρίου, ἧς καὶ αὐτῆς τὸ ἰδίωμα παρ-
έστησεν, τηλαυγῆ φήσας αὐτὴν καὶ τῶν ὀφθαλμῶν
τῆς ψυχῆς φωτιστικήν. Τῷ δὲ φόβῳ τοῦ Κυρίου συν-
ῆψεν τὴν ἁγνείαν, καὶ τῇ ἁγνείᾳ τὴν διαρκῆ καὶ
αἰώνιον ζωήν. Καὶ ἐπὶ πᾶσι καὶ μετὰ πάντα προς-
έθηκεν τὴν τοῦ Θεοῦ κρίσιν, συνῆψέ τε αὐτῇ τὴν
ἀλήθειαν καὶ τὴν δικαιοσύνην.
 Παραπτώματα τίς συνήσει; ἐκ τῶν κρυφίων

Ευσέβιος. Commentaria in Psalmos Vol.23, p. 193, li.18

ἅπασιν ἐπήρτησεν, ὥσπερ βακτηρίαν ἐπιστρεπτικὴν,


τὸν φόβον, καὶ ἐπὶ πᾶσιν ὥσπερ κορωνίδα τὰ κρί-
ματα ἐπέθηκε τοῦ Θεοῦ. Ἑκάστῳ δὲ τῶν εἰρημένων
ἰδίωμα συνῆψε· τῷ μὲν κατὰ πάντα γενικῷ ὠνομα-
σμένῳ νόμῳ τὴν τῆς ψυχῆς ἐπιστροφήν· ὅπως δὲ
ἐπιστρέφει ψυχὴ, διὰ τῶν ἑξῆς παρίστησι, μαρτυ-
ρίαν πιστὴν εἰπὼν δι' ἧς σοφίζεται ὁ ἐν Χριστῷ νή-
πιος· ἔπειτα δικαιώματα Κυρίου, καὶ τούτων ἰδίωμα
προσθεὶς τὸ εἶναι αὐτὰ εὐθέα, καρπόν τε τοῖς μετα-
λαμβάνουσι παρέχοντα τὴν εὐφροσύνην. Καὶ ἐπὶ
τούτοις ἐντολὴν Κυρίου, ἧς καὶ αὐτῆς τὸ ἰδίωμα παρ-
έστησεν, τηλαυγῆ φήσας αὐτὴν καὶ τῶν ὀφθαλμῶν
τῆς ψυχῆς φωτιστικήν. Τῷ δὲ φόβῳ τοῦ Κυρίου συν-
ῆψεν τὴν ἁγνείαν, καὶ τῇ ἁγνείᾳ τὴν διαρκῆ καὶ
αἰώνιον ζωήν. Καὶ ἐπὶ πᾶσι καὶ μετὰ πάντα προς-
έθηκεν τὴν τοῦ Θεοῦ κρίσιν, συνῆψέ τε αὐτῇ τὴν
ἀλήθειαν καὶ τὴν δικαιοσύνην.
 Παραπτώματα τίς συνήσει; ἐκ τῶν κρυφίων
μου καθάρισόν με, καὶ ἀπὸ ἀλλοτρίων φεῖσαι τῷ
δούλῳ σου. Ἀντὶ δὲ τοῦ, Ἀπὸ ἀλλοτρίων φεῖσαι
τῷ δούλῳ σου, ὁ Ἀκύλας ἐξέδωκε·

Ευσέβιος. Commentaria in Psalmos Vol.23, p. 232, li.45


692

τὸν Θεὸν περὶ τοῦ ἰδίου βίου. Τοῦ γὰρ ἱεροῦ Ἀποστό-
λου φήσαντος· Πρῶτον πάντων δεῖ ποιεῖσθαι δεή-
σεις, προσευχὰς, ἐντεύξεις, εὐχαριστίας· καὶ
διελόντος τὰ προλεχθέντα εἰς εἴδη τέσσαρα, ἡμᾶς
προσήκει τὴν διάνοιαν τοῖς ἐν τῇ βίβλῳ τῶν Ψαλμῶν
ἐμφερομένοις ἐφιστᾷν τὸν νοῦν, ἐπισημαινομένους
τίνες μὲν αὐτῶν περιέχουσι δεήσεις, καὶ τίνες προς-
ευχὰς, καὶ τίνες ἐντεύξεις, καὶ ἐπὶ πᾶσι τίνες εὐ-
χαριστίας· τί τε διαφέρει θάτερον θατέρου, ἀναλέ-
γεσθαί τε ἀπὸ πάσης τῆς βίβλου τῶν Ψαλμῶν τὰ
ἰδιώματα τῶν εἰρημένων· οἷον τὰς μὲν δεήσεις ἀπὸ
τῶν περιεχόντων παρακλήσεις, καὶ ἱκετηρίας, ἐν αἷς
δὲ καὶ ἐξομολογήσεις φέρονται· ὁποῖός ἐστιν ὁ εἰκο-
στὸς τέταρτος ψαλμὸς, οὔτε ᾠδὴ, οὔτε ψαλμὸς, οὔτε
ὕμνος, οὔτε τι τοιοῦτον· ἀλλ' ἁπλῶς τῷ Δαυῒδ ἐπι-
γεγραμμένος. Προσευχαὶ δέ εἰσιν, ὅσοι ἐν τῇ προ-
γραφῇ προσευχῶν ἐπιγράφουσιν· οἷον ὁ ἓξ καὶ δέ-
κατος, καὶ ὁ ὀγδοηκοστὸς πέμπτος, καὶ ὀγδοηκοστὸς
ἔννατος, καὶ ἑκατοστὸς πρῶτος, καὶ ἑκατοστὸς τες-
σαρακοστὸς πρῶτος. Εὐχαριστίαι δέ εἰσιν οἱ ὁμοίως
ἔχοντες τῷ ἑκατοστῷ δευτέρῳ, ἐν ᾧ εἴρηται· Εὐλόγει,

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo) (2020: 003)“Theodosii Alexandrini grammatica”,
Ed. Göttling, K.
Leipzig: Libraria Dykiana, 1822.P. 35, li.5

ῥαψῳδίας κατὰ τὴν ἔμμετρον ἐπιγραφήν. Αἱ δέ εἰσι


κατὰ κρᾶσιν ὡς ἐπὶ τῆς ΟΥ καὶ τῆς ΑΥ καὶ τῆς ΕΥ·
ἐπὶ τοῦτο γὰρ συγκιρνῶσι τὰ δύο φωνήεντα καὶ ἀπο-
τελοῦσι μίαν φωνήν, ἁρμόζουσαν τοῖς δυσὶ φωνήεσιν,
οἷον οὗτος, αὐτός, εὐθυμεῖ. Αἱ δέ εἰσι κατὰ διέξο-
δον ὡς ἐπὶ τῆς Ε ΗΥ καὶ ΩΥ· ἐπὶ τούτων γὰρ  
χωρὶς ἀκούεται τοῦ ἑνὸς φωνήεντος ὁ φθόγγος καὶ
χωρὶς τοῦ ἑτέρου· ἐπειδὴ δὲ ἡ ΑΙ δίφθογγος ἡ ἐκ-
φωνοῦσα τὸ Ι καὶ ἡ ΟΙ οὔτε κατὰ ἐπικράτειάν εἰσιν
οὔτε κατὰ κρᾶσιν οὔτε κατὰ διέξοδον εἰκότως, ὡς
στερηθεῖσαι τοῦ ἰδιώματος τῶν διφθόγγων ἐστερήθη-
σαν καὶ τοῦ χρόνου τοῦ παρεπομένου τοῖς διφθόγγοις·
τούτου χάριν αὐταὶ μόνον ἐκ τῶν διφθόγγων τῷ το-
νικῷ παραγγέλματι ἀντὶ τῆς κοινῆς συλλαβῆς παρα-
693

λαμβάνονται. Καὶ γὰρ ἐν τέλει λέξεων εὑρισκόμεναι


ἀντὶ βραχέων λογίζονται πλὴν τῶν εὐκτικῶν καὶ τῶν
ἐπιῤῥημάτων καὶ τῶν ἀπὸ συναιρέσεως γινομένων καὶ
τῶν μετὰ τοῦ Ν ἢ τοῦ Σ εὑρισκομένων οἷον Αἰ-
άντων, ὁσίοιν καὶ τῶν ὁμοίων.

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo)
P. 58, li.3

ἀναλογίαν διαλέκτου κατορθούμενος. Τί ἔστι διαστολή;


διανοίας ὁλοκλήρου περιτομὴ ἢ ἐλαχίστη σιωπὴ λόγου
ἐπιφερομένου, ἢ διάστημα δύο λόγων βραχύτατον.
Πόσοι τρόποι τῆς ἀναγνώσεως; πέντε· ἀναλογία, ἐτυ-
μολογία, συναλοιφή, διάλεκτος, ἱστορία. Τί ἔστιν
ἀναλογία; ἡ τῶν ὁμοίων παράθεσις· Τί ἔστιν ἐτυ-
μολογία; ἀνάπτυξις λέξεων ἁρμόζουσα τὴν φωνὴν πρὸς
τὴν τοῦ ὑποκειμένου πιθανότητα. Τί ἔστι συναλοιφή;  
συνέλευσις καὶ συμφωνία δύο συλλαβῶν εἰς μίαν συλ-
λαβήν, τῆς τελευταίας συλλαβῆς φυλαττομένης, τῆς δὲ
πρώτης ἀφανιζομένης. Τί ἔστι διάλεκτος; ἰδίωμα γλώτ-
της. Τί ἔστιν ἱστορία; ἀφήγησις πράξεως παλαιῶν
ἀνδρῶν.

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo)
P. 168, li.29

Περὶ ἀορίστου αʹ καὶ μέλλοντος.

 Τὸ τύψον χρόνου μέν ἐστιν ἀορίστου αʹ καὶ μέλ-


λοντος, γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ πρώτου προσώπου τοῦ
ὁριστικοῦ αʹ ἀορίστου τοῦ ἔτυψα ἐκβολῇ τοῦ ε καὶ
τροπῇ τοῦ α εἰς ον. Ἰδίωμα δὲ τοῦτο Συρακουσίων  
ἦν· οὗτοι γὰρ ἅπαντα τὰ προστακτικὰ διὰ τοῦ ον
ἐξεφώνουν γράψον καὶ λάβον.

Θεοδόσιος γραμματικός. Περὶ γραμματικῆς [Sp.] (fort. auctore


Theodoro Prodromo)
P. 184, li.7
694

τοιαύτης συζυγίας διὰ τοῦ Χ ἀεὶ ἐκφέρεται λέλεχα,


πέπλεχα· ἔτι καὶ ὁ παθητικὸς παρακείμενος τῆς τοι-
αύτης συζυγίας διὰ τοῦ Γ καὶ Μ ἐκφέρεται, λέλεγμαι,  
πέπλεγμαι· καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν· ἐπειδὴ ὁ τῆς βʹ. συζυ-
γίας ἐνεστὼς διὰ τοῦ Γ ἢ Κ ἢ Χ ἐκφέρεται, διὰ τοῦτο
μὲν ἐν τῷ παθητικῷ παρακειμένῳ ἔχει τὸ Γ, οἷον πέ-
πλεγμαι, ἐν δὲ τῷ ἐνεργητικῷ τὸ Χ, οἷον πέπλεχα,
ἐν δὲ τῷ μέλλοντι τὸ Ξ, οἷον πλέξω. Τὸ γὰρ Ξ δι-
πλοῦν ὂν ἐκ τοῦ Κ καὶ Σ σύγκειται. Ταῦτα τῆς βʹ
συζυγίας τὰ ἰδιώματα· αἱ δὲ ἐγκλίσεις αὐτῆς καὶ οἱ
χρόνοι οὕτως ἔχουσι καὶ οὕτω παράγονται ὡς ἐπὶ τῆς
πρώτης συζυγίας τοῦ τύπτω μεμάθηκας.
 Ἡ τρίτη συζυγία τῶν βαρυτόνων κανονίζεται καὶ
αὐτὴ καθάπερ καὶ αἱ δύο αἱ πρὸ αὐτῆς· ἐκφέρεται δὲ
διὰ τοῦ Δ, οἷον ᾄδω ἢ διὰ τοῦ Θ, οἷον πείθω ἢ διὰ
τοῦ Τ, οἷον ἀνύτω, ὃ σημαίνει τὸ τελειῶ, διαφέρει
δὲ αὕτη τῶν πρὸ αὐτῆς, ὅτι ἐκεῖναι μὲν τὸ Ξ καὶ τὸ
Ψ εἶχον ἐν τῷ μέλλοντι, ἡ μὲν πρώτη τὸ Ψ,

Θεοδόσιος γραμματικός. De dialectis [Sp.] (fort. auctore Theodosio alio


vel anonymo) (2020: 008)“Excerptum Περὶ διαλέκτων”, Ed. Schneider,
R.
Leipzig: Teubner, 1894; Programm Gymnasium Duisburg.Dialect ion,
Sec. 46, li.3

Αἱ προςθέσεις τοῦ τῶν Ἰώνων εἰσίν, οἷον κεινὴ


ἀντὶ τοῦ κενή.
Ἡ ἐναλλαγὴ τῆς οδιφθόγγου εἰς ες τῶν Ἰώνων
ἐστίν· ἐρίηρες ἀντὶ τοῦ ἐρίηροι, καὶ υἱέες ἀντὶ τοῦ
υἱοί καὶ υἱεῖς.
Τῶν εἰς ας ληγόντων οὐδετέρων καὶ διὰ τοῦ τος κλι-
νομένων ἀποβάλλουσι τὸ τ καὶ κλίνουσι διὰ καθαροῦ
τοῦ οσ, οἷον κρέαος γήραος.
Τὸ ἐθέρμανα καὶ ἐκάθαρα ἐθέρμηνα καὶ ἐκάθηρα λέ-
γουσι διὰ τοῦ η.
  Τέλος τῶν Ἰωνικῶν ἰδιωμάτων.
Ἡ Δωρὶς διάλεκτος τρέπει τὸ η εἰς α μακρόν· ἅλιος
ἀντὶ τοῦ ἥλιος, ἁμέρα ἀντὶ τοῦ ἡμέρα.  
Τῷ α ἀντὶ τοῦ ω χρῆται ἐπὶ τῆς γενικῆς τῶν πλη-
θυντικῶν· πασᾶν ἀντὶ τοῦ πασῶν.
695

Τὸ ε καὶ ο εἰς τὴν ευ δίφθογγον κιρνᾷ· ἐμέο ἐμεῦ,


σέο σεῦ.

Θεοδόσιος γραμματικός. De dialectis [Sp.] (fort. auctore Theodosio alio


vel anonymo) Dialect dor, Sec. 6, li.1

θυντικῶν· πασᾶν ἀντὶ τοῦ πασῶν.


Τὸ ε καὶ ο εἰς τὴν ευ δίφθογγον κιρνᾷ· ἐμέο ἐμεῦ,
σέο σεῦ.
Τῷ ω ἀντὶ τοῦ ου χρῆται ἐπὶ τῶν ὀνομάτων· μῶσα
ἀντὶ τοῦ μοῦσα, βωκόλος ἀντὶ τοῦ βουκόλος· ἐπὶ δὲ
τῶν θηλυκῶν μετοχῶν τῶν τῇ ου διφθόγγῳ παρα-
ληγομένων ἀντὶ τῆς ου τῇ οδιφθόγγῳ χρῶνται·
λέγοισα ἀντὶ τοῦ λέγουσα.
Διπλασιασμοῖς τῶν αὐτῶν συμφώνων χρῶνται· ὅττι
ἀντὶ τοῦ ὅτι, ὁππότε.
Ἀφαιρέσεις τοῦ ποιοῦνται· ἔστι δὲ τοῦτο τὸ ἰδίωμα
καὶ τῇ Ἀττικῇ διαλέκτῳ καὶ τῇ Αἰολίδι.
Τὰς ἀποκοπὰς ποιεῖ· δῶ ἀντὶ τοῦ δῶμα, σκέπα ἀντὶ
τοῦ σκέπασμα.
Ἐπὶ τῶν εἰς ας ληγόντων ὀνομάτων, ὧν ἡ γενικὴ εἰς
ου, διὰ τοῦ α τὴν γενικὴν ἐκφέρουσι· κοχλίας κοχλία,
Παπίας Παπία.

Θεοδόσιος γραμματικός. De dialectis [Sp.] (fort. auctore Theodosio alio


vel anonymo) Dialect dor, Sec. 27, li.4

ποιμένες.
Τὴν ἐκεῖνος ἀντωνυμίαν τῆνος λέγουσιν, ἀφαιροῦντες
τὸ ε, τὸ δὲ κ τρέποντες εἰς τ, τὴν δὲ δίφθογγον
διαιροῦσι καὶ τὸ μὲν ε εἰς η τρέπουσι, τὸ δὲ ἐκ-
βάλλουσιν.
Τὴν ὑπό πρόθεσιν ὑπαί λέγουσι.
Τὸ σ εἰς τ τρέπουσι, τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ.
Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν· ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου
καὶ τρίτου προσώπου ἀφαιροῦσι τὸ τῆς εδιφθόγγου·
τυρίσδες ἀντὶ τοῦ συρίζεις καὶ τυρίσδε ἀντὶ τοῦ συρίζει.
  Τέλος τῶν Δωρικῶν ἰδιωμάτων.
Ἡ Αἰολὶς τὸ β προστίθησι τῷ ρ, τοῦ υ ψιλοῦ ἐπι-
696

φερομένου ἢ τοῦ α, οἷον βρύτηρ λέγοντες ἀντὶ τοῦ


ῥυτήρ, καὶ βράκος ἀντὶ τοῦ ῥάκος.
Τῷ π χρῆται ἀντὶ τοῦ μ, ὄππατα λέγοντες ἀντὶ τοῦ
ὄμματα.

Θεοδόσιος γραμματικός. De dialectis [Sp.] (fort. auctore Theodosio alio


vel anonymo) Dialect aeol, Sec. 16, li.6

Τὰς τῶν εἰς ευς ληγόντων ὀνομάτων γενικὰς διὰ τοῦ


ιο προφέρουσι· βασιλίος λέγοντες ἀντὶ τοῦ βασιλέως
καὶ Ἀχιλλίος ἀντὶ τοῦ Ἀχιλλέως· ὅθεν καὶ τὸ Ζεύς
Διός κλίνουσι κατὰ τὴν αὐτὴν ἀκολουθίαν, ὅπερ ἐπεκρά-
τησε καὶ παρὰ τοῖς κοινοῖς.
Ἐπὶ τῶν μὴ ἐχόντων ῥημάτων τὴν μετοχὴν εἰς σ
λήγουσαν μετ' ὀξείας, ἰσοσύλλαβον ποιοῦσι τὸ τρίτον
τῶν πληθυντικῶν τῷ πρώτῳ· οἷον ἐμάθομεν ἐμάθοσαν,
εἴδομεν εἴδοσαν, ὅθεν τὸ παρὰ τῇ θείᾳ γραφῇ εἰρη-
μένον (psalm. xcvii [xcviii], 4)· εἴδοσαν πάντα τὰ
πέρατα τὸ σωτήριον τοῦ θεοῦ, Αἰολικὸν ἰδίωμά ἐστιν.
Ἀντὶ θηλυκῶν ὀνομάτων ἀρσενικὰ λαμβάνει. ἕσπερος
λέγουσιν ἀντὶ τοῦ ἑσπέρα.
Διὰ τῶν αὐτῶν στοιχείων τούς τε ἐνεστῶτας καὶ
παρατατικοὺς ἐκφέρουσιν, οἷον ἔχω, καὶ ὁ παρατα-
τικὸς ἔχον.

Θεοδόσιος γραμματικός. De dialectis [Sp.] (fort. auctore Theodosio alio


vel anonymo) Dialect aeol, Sec. 22, li.3

τὸ εἱστήκειν εἱστήκεα καὶ τὸ ἐτετύφειν ἐτετύφεα· τὰ


δὲ πληθυντικὰ εἱστήκεμεν καὶ ἐτετύφεμεν καὶ εἱστή-
κεσαν καὶ ἐτετύφεσαν.
Τὰ δασέα εἰς ψιλὰ τρέπουσι, κύθρα λέγοντες ἀντὶ
τοῦ χύτρα.
Τὸ δύνασαι καὶ ἐπίστασαι κατὰ ἀποβολὴν τοῦ σ ἐκ-
φέρουσι· δύνααι καὶ ἐπίστααι, κατὰ δὲ συναίρεσιν
τῶν δύο αα δύνῃ καὶ ἐπίστῃ, προσγραφομένου τοῦ ι.
Τὸ ἐτύφθησαν ἐτύφθων λέγοντες καὶ τὸ ἐλήφθησαν
ἐλήφθων.
697

  Τέλος τῶν Αἰολικῶν ἰδιωμάτων.


Ἡ Ἀτθὶς ἤγουν ἡ τῶν Ἀττικῶν διάλεκτος χρῆται τῇ
περιττολογίᾳ, οἷον λέγω λόγον, καὶ τρέχω δρόμον.  
Τῶν αὐτῶν ἐστι καὶ ἡ ἔλλειψις· τύπτω ἀμφοτέραις,
λείπει γὰρ τὸ χερσίν.

Θεοδόσιος γραμματικός. De dialectis [Sp.] (fort. auctore Theodosio alio


vel anonymo) Dialect att, Sec. 33, li.5

αος εὐθειῶν ὀξυνομένων ἢ καὶ προπαροξυνομένων,


οἷον Μενέλαος καὶ Ἀττικῶς Μενέλεως, Νικόλαος καὶ
Ἀττικῶς Νικόλεως, ναός καὶ Ἀττικῶς νεώς.
Τούτων ἐστὶ καὶ ἡ διὰ τοῦ ω μεγάλου κλίσις ἐπὶ
τῶν εἰς ισ καὶ εἰς ευς εὐθειῶν· ὄφις ὄφεως, Ἀχιλ-
λεύς Ἀχιλλέως.
Τούτων ἐστὶ καὶ ἡ ἐπὶ τῶν γενικῶν συναίρεσις
τῶν ἀπὸ τῶν εἰς ευς καθαρὸν εὐθειῶν· Ἐρετριεύς
Ἐρετριέως καὶ κατὰ συναίρεσιν Ἀττικὴν Ἐρετριῶς· ἡ
δὲ ἐπὶ τῶν μὴ καθαριευουσῶν τῶν Ἰώνων καὶ τῶν
Δωριέων ἐστὶν ἰδίωμα.
Τούτων ἐστὶ καὶ ἡ συναίρεσις τῶν δοτικῶν· τῷ βα-
σιλεῖ καὶ Ἡρακλεῖ.
Τούτων ἐστὶ καὶ ἡ ἐπὶ τῶν ἀπὸ τοῦ πούς ὀνομάτων
συντιθεμένων κατὰ ἀποβολὴν τοῦ σ κλίσις· τρίπους
τρίπου.

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) (2021: 002)


“Epiphanius, Bände 1–3: Ancoratus und Panarion”, Ed. Holl, K.
Leipzig: Hinrichs, 1:1915; 2:1922; 3:1933; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 25, 31, 37.Vol.2, p. 423, li.20

τούσης ἔξωθέν τινα δίκην τροφῆς εἰς αὐτὸ καὶ ἀπεκκρινούσης ἀντὶ τῶν
ἐπεισαγομένων ἕτερα, ὥσπερ τὰ τῶν φυτῶν καὶ τῶν ζῴων, τὸ ὑλικὸν
ὑπο-
κείμενον οὐδέποτε ἔχει ταυτόν. διόπερ οὐ κακῶς ποταμὸς ὠνόμασται τὸ
σῶμα, διότι ὡς πρὸς τὸ ἀκριβὲς τάχα οὐδὲ δύο ἡμερῶν τὸ πρῶτον ὑπο-
κείμενον ταὐτόν ἐστιν ἐν τῷ σώματι ἡμῶν, καίτοι γε τοῦ οἱονεὶ Παύλου
ἢ Πέτρου ἀεὶ τοῦ αὐτοῦ ὄντος, (οὐ [τοῦ] κατὰ ψυχὴν μόνον, ἧς ἡ οὐσία
οὔτε ῥεῖ καθ' ἡμᾶς οὔτ' ἐπεισαγόμενόν τι ἔχει ποτέ), κἂν ῥευστὴ ᾖ ἡ
698

φύσις
τοῦ σώματος, τῷ τὸ εἶδος τὸ χαρακτηρίζον τὸ σῶμα ταὐτὸν εἶναι, ὡς καὶ
τοὺς τύπους μένειν τοὺς αὐτοὺς τοὺς τὴν ποιότητα Πέτρου καὶ Παύλου
τὴν σωματικὴν παριστάνοντας, καθ' ἣν ποιότητα καὶ οὐλαὶ ἐκ παίδων
παραμένουσι τοῖς σώμασι καὶ ἄλλα τινὰ ἰδιώματα, ὡς φακοὶ καὶ ἐπὶ
τούτοις εἴ τί ἐστιν ὅμοιον· τοῦτο τὸ εἶδος, καθ' ὃ εἰδοποιεῖται ὁ Πέτρος
καὶ ὁ Παῦλος, τὸ σωματικόν, [ὃ] ἐν τῇ ἀναστάσει περιτίθεται πάλιν τῇ
ψυχῇ, ἐπὶ τὸ κρεῖττον μεταβάλλον, οὐ πάντως τόδε τὸ ἐκτεταγμένον τὸ
κατὰ τὴν πρώτην ὑποκείμενον. ὥσπερ δὲ τὸ εἶδος ταὐτόν ἐστιν ἐκ βρέ-  
φους μέχρι τοῦ πρεσβυτέρου, κἂν οἱ χαρακτῆρες δοκῶσι πολλὴν ἔχειν
παραλλαγήν, οὕτως νοητέον καὶ τὸ ἐπὶ τοῦ παρόντος εἶδος ταὐτὸν εἶναι
τῷ μέλλοντι, πλείστης ὅσης ἐσομένης τῆς ἐπὶ τὸ κάλλιον μεταβολῆς.
ἀναγκαῖον γὰρ τὴν ψυχὴν ἐν τόποις σωματικοῖς ὑπάρχουσαν κεχρῆσθαι
σώμασι καταλλήλοις τοῖς τόποις. καὶ ὥσπερ ἐν θαλάσσῃ

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) Vol.3, p. 270,


li.15

προειρημένων τόπων ἐπιδημοῦντες καὶ οἱ ἀπὸ τῶν κατὰ τὸ Ἰλλυρικὸν


ἀπαγγέλλουσιν, ὡς σπουδὴν τιθέντες οἱ τούτου τοῦ κακοῦ ἐξευρεταὶ
καὶ πλείονας βλάπτειν τολμῶσι καὶ πρὸς κακίαν ζυμοῦν, οὐκέτι ἀνα-
σχόμενοι ὑπερτίθεσθαι, ἀλλὰ καὶ τοῖς γράμμασιν ἐντυγχάνοντες
τοῖς τοῦ ὁμοψύχου συλλειτουργοῦ ἡμῶν Γεωργίου τοῦ τῆς Λαο-
δικείας ἐκκλησίας, ὧν τὰ ἀντίτυπα ὑπετάξαμεν, καὶ τὰς μαρτυρίας
τῶν διαμαρτυραμένων πρὸς ἡμᾶς ἐπὶ θεοῦ εὐλαβηθέντες, ὡς ἐνεδίδου
ὁ καιρός, τῆς ἁγίας ἡμέρας τοῦ Πάσχα ἐπικειμένης, συναχθέντες ὅσοι
γε ἠδυνήθημεν καὶ συναχθῆναι, διὰ τὸ καὶ τὸν χειμῶνα τοῖς πολ-
λοῖς ἐμποδὼν γενέσθαι, ὡς διὰ τῶν γραμμάτων ἐσήμαναν, ἐκθέσθαι
εἰς τοῦτο τὸ εἶδος τῆς πίστεως τὸ ἰδίωμα ἐσπουδάσαμεν, ὅσον ἐπὶ
τοῖς λοιποῖς τῇ ἐν Ἀντιοχείᾳ ὡς προέφαμεν συνόδῳ, ἐκτεθείσῃ τε
πίστει τῇ ἐν τοῖς ἐγκαινίοις, ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ Σαρδικῇ, ἣν ἀνείληφεν
ἡ ἐν Σιρμίῳ σύνοδος, καὶ τοῖς ἐκεῖθεν λογισμοῖς, διαρθρώσειν ἀκριβῶς
βουλόμενοτὴν εἰς τὴν ἁγίαν τριάδα τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας
πίστιν, πρὸς δὲ τοῦτο ὡς προέφημεν τῆς καινοτομίας τὸ εἶδος, μόνον
ὡς ἐνεδίδου τὸ πνεῦμα ὑπαγορεύσαντες. καὶ παρακαλοῦμεν ὑμᾶς,
κύριοι τιμιώτατοι συλλειτουργοί, ἐντυχόντας, ὅτι ἡδράσθητε τῇ ἐκ
πατέρων παραδοθείσῃ πίστει καὶ ὡς σύμφωνα ὑμῖν φρονοῦμεν, ὡς
πεπιστεύκαμεν, ὑποσημήνασθαι, ἵνα πληροφορηθέντες οἱ τὴν αὐτὴν

Epiphanius Scr. Eccl., Panarion (= Adversus haereses) Vol.3, p. 279,


li.28
699

λαβεῖν ἀνθρωπίνην, ἐπειδὴ «ὁ λόγος σὰρξ ἐγένετο», οὐκ ἄνθρωπος


δὲ ὤν, ἐπεὶ οὐχ ὁμοίως ἀνθρώποις ἐγεννήθη (οὐ γὰρ ἐκ σπορᾶς καὶ
συνδυασμοῦ), οὕτω καὶ ὁ πρὸ αἰώνων υἱὸς θεὸς μὲν καθὸ υἱὸς θεοῦ,
ὡς ἄνθρωπος καθὸ υἱὸς ἀνθρώπου, οὐ ταὐτὸν δὲ τῷ θεῷ καὶ πατρὶ
τῷ γεννήσαντι, ὡς οὐ ταὐτὸν τῷ ἀνθρώπῳ, καθὸ ἄνευ ἀπορροίας
καὶ πάθους, ὡς καθὸ ἄνευ σπορᾶς καὶ ἡδονῆς. καὶ ὥσπερ ἐν
ὁμοιώματι σαρκὸς ἁμαρτίας ἐγένετο, καθὸ πεῖνάν τε καὶ δίψαν καὶ
ὕπνον ἐν τῇ σαρκὶ ὑπέμεινεν, ἐξ ὧν παθῶν ἁμαρτητικῶς κινεῖται
τὰ σώματα, ὑπομένων δὲ τὰ σαρκὸς προειρημένα πάθη οὐκ ἐξ αὐτῶν
ἁμαρτητικῶς ἐκινεῖτο, οὕτω καὶ ὁ υἱός, υἱὸς ὢν τοῦ θεοῦ καὶ «ἐν
μορφῇ ὑπάρχων θεοῦ» καὶ «ἴσα» ὢν θεῷ, τὰ μὲν ἰδιώματα εἶχε τῆς
θεότητος, κατ' οὐσίαν ἀσώματος ὢν καὶ ὅμοιος τῷ πατρὶ κατὰ τὴν
θεότητα καὶ ἀσωματότητα καὶ τὰς ἐνεργείας. ὥσπερ ὅμοιος τῇ σαρκὶ
τῷ σὰρξ εἶναι καὶ πάθη σαρκὸς ὑπομένειν, μὴ μέντοι τὸν αὐτὸν εἶναι,  
οὕτως ὅμοιος τῷ θεῷ καθὸ θεὸς ὢν οὔτε μορφή ἐστι τοῦ θεοῦ, ἀλλὰ
θεοῦ, οὔτε ἴσα ἐστὶ τῷ θεῷ, ἀλλὰ θεῷ, οὔτε αὐθεντικῶς ἔχει τὴν
θεότητα ὡς ὁ πατήρ. ὥσπερ γὰρ οὐχ ἁμαρτητικῶς ἐκινεῖτο ὡς
ἄνθρωπος, ἀλλ' ὁμοίως ἐφέρετο ἐνεργείᾳ ὡς ἄνθρωπος, . «ἅπερ
γὰρ ἂν ὁ πατὴρ ποιῇ, ταῦτα καὶ ὁ υἱὸς ὁμοίως ποιεῖ». ὥσπερ οὖν
ἐνταῦθα οὐχ ἁμαρτητικῶς, ἀλλ' ὁμοίως τοῖς ἐν σαρκὶ ἐκινεῖτο (τῶν
γὰρ ἀτόπων ἐστὶν ἀπὸ μὲν τοῦ κατὰ φύσιν ἐλθόντα αὐτὸν εἰς τὸ

Ιάμβλιχος. De vita Pythagorica (2023: 001)Iamblichi de vita


Pythagorica liber”, Ed. Klein, U. (post L. Deubner)Leipzig: Teubner,
1937, Repr. 1975.
Ch. 25, Sec. 114, li.9

  νηπενθὲς ἄχολόν τε, κακῶν ἐπίληθον ἁπάντων


κατὰ τὸν ποιητήν, καὶ τόν τε ἑαυτοῦ ξενοδόχον Ἄγχιτον
θανάτου ἐρρύσατο καὶ τὸν νεανίαν ἀνδροφονίας. ἱστορεῖται
δ' οὗτος τῶν Ἐμπεδοκλέους γνωρίμων ὁ δοκιμώτατος ἔκ-
τοτε γενέσθαι. ἔτι τοίνυν σύμπαν τὸ Πυθαγορικὸν διδα-
σκαλεῖον τὴν λεγομένην ἐξάρτυσιν καὶ συναρμογὰν καὶ
ἐπαφὰν ἐποιεῖτο, μέλεσί τισιν ἐπιτηδείοις εἰς τὰ ἐναντία
πάθη περιάγον χρησίμως τὰς τῆς ψυχῆς διαθέσεις. ἐπί τε
γὰρ εὐνὰς τρεπόμενοι τῶν μεθ' ἡμέραν ταραχῶν καὶ περιηχη-
μάτων ἐξεκάθαιρον τὰς διανοίας ᾠδαῖς τισι καὶ μελῶν ἰδιώ-
μασι καὶ ἡσύχους παρεσκεύαζον ἑαυτοῖς ἐκ τούτου καὶ
ὀλιγονείρους τε καὶ εὐονείρους τοὺς ὕπνους, ἐξανιστάμενοί
τε ἐκ τῆς κοίτης νωχελίας πάλιν καὶ κάρους δι' ἀλλοτρόπων  
ἀπήλλασσον ᾀσμάτων, ἔστι δὲ καὶ ὅτε ἄνευ λέξεως με-
λισμάτων. ἔσττε ὅπου καὶ πάθη καὶ νοσήματά τινα
ἀφυγίαζον, ὥς φασιν, ἐπᾴδοντες ὡς ἀληθῶς, καὶ εἰκὸς
700

ἐντεῦθέν ποθεν τοὔνομα τοῦτο εἰς μέσον παρεληλυθέναι,


τὸ τῆς ἐπῳδῆς. οὕτω μὲν οὖν πολυωφελεστάτην κατε-
στήσατο Πυθαγόρας τὴν διὰ τῆς μουσικῆς τῶν ἀνθρωπίνων
ἠθῶν τε καὶ βίων ἐπανόρθωσιν. ἐπεὶ δὲ ἐνταῦθα γεγόναμεν

Ιάμβλιχος. Protrepticus (2023: 002)“Iamblichi protrepticus ad fidem


codicis Florentini”, Ed. Pistelli, H.Leipzig: Teubner, 1888, Repr. 1967.P.
121, li.23

εὐτυχίαις ἐπιχαυνοῦ μήτε συμφοραῖς συνταπεινοῦ ἐν


οὐθετέρῳ μεταβολῆς ἔννοιαν ὑπολογιζόμενος. τὸν δὲ
γέλωτα ὑπὲρ πάντων τῶν παθῶν ὠνόμασεν, ὅτι μόνος
μάλιστα ἐκφανῶς μηνύεται, ὥσπερ τι ἐπάνθημα ὑπάρ-
χων καὶ ἐπίφλεγμα μέχρι προσώπου τῆς διαθέσεως.
ἴσως δὲ [παραγγέλλει], ἐπειδὴ ἀνθρώπου ἴδιον παρὰ τὰ
ἄλλα ζῷα οὗτος (ὁρίζονται γοῦν τινες ζῷον αὐτὸ γελα-
στικὸν εἶναι), δηλοῦται ὑπὸ τοῦ παραγγέλματος τὸ μὴ
ἐπιμόνως καὶ ἀμεταβλήτως τῇ ἀνθρωπότητι ἔμμενε,
ἀλλὰ μίμησιν θεοῦ κατὰ τὸ δυνατὸν τῶν φιλοσοφῶν
καὶ τοῦ ἰδιώματος τούτου τῶν ἀνθρώπων ὑπεκχωρῶν
προκρίνων τε τὸ λογικὸν τοῦ γελαστικοῦ εἰς διάκρισιν
καὶ διαφορὰν πρὸς τὰ λοιπὰ ζῷα.

Ιάμβλιχος. De communi mathematica scientia (2023: 003)


“Iamblichi de communi mathematica scientia liber”, Ed. Klein, U. (post
N. Festa)
Leipzig: Teubner, 1891, Repr. 1975.Sec. 14, li.72

εἴη κυριωτάτη, ἥτις τὸ αὐτὸ τῆς ὁμοιότητος αἴτιον καὶ


τῆς ἀνομοιότητος ἐπὶ προτέρων καὶ ὑστέρων ὡσαύτως
ἀνευρίσκει, ἐπὶ δὲ τῶν ὁμοταγῶν ποιεῖται αὐτῶν τὴν
δέουσαν διάκρισιν. καὶ δὴ καὶ παρὰ δόξαν τῶν πολ-
λῶν κατὰ τὸν τῶν ἀσωμάτων τρόπον ἐν μὲν τοῖς
διαφέρουσι τὸ ὅμοιον, ἐν δὲ τοῖς ἀδιαφόροις τὸ ἀνό-
μοιον θεωρεῖ. καὶ ὁμοίως τἀναντία ἐν ἀλλήλοις
συνεξετάζει, ὥσπερ ἐν τῷ ὁμοίῳ τὸ ἀνόμοιον ἐπι-
θεωροῦσα. πῶς οὖν ἐγγίνεται αὐτῶν ἑκάτερον, ἄριστα
ἂν κατανοήσαιμεν, εἰ φυλάττοιμεν καὶ ἐνταῦθα τὸ
ἰδίωμα τῆς οὐσίας περὶ ἧς ποιούμεθα τὸν λόγον. μήτε
701

γὰρ οὕτως αὐτὰ νοῶμεν ἐγγίγνεσθαι ὡς τὰ εἴδη τὰ


ἔνυλα περὶ τὴν ὕλην ἐμφαντάζεται (συμφυῆ γάρ ἐστι
καὶ ἀμετάστατα τῆς μαθηματικῆς οὐσίας, ἐν ᾗ ἔχει τὸ
εἶναι), μήτε οὕτως ὥσπερ τὰ ἔμφυτα ἐν τοῖς σώμασιν,
οἷον ἡ θερμότης ἐν τῷ πυρί· καὶ γὰρ ταῦτα εἰ καὶ
ὅ τι μάλιστα συνυφέστηκε τοῖς ἔχουσιν αὐτά, ἀλλ'
ὅμως θεωρεῖταί τις συνθέτου διαφορότης, καθόσον
μετέχεται ὡς ἑτέρα, τὰ δὲ μετέχει ὡς ἄλλα. ἐπὶ δέ γε
τῶν κατ' οὐσίαν προϋπαρχόντων ἐν τοῖς μαθηματικοῖς
οὖσιν ἁπλῆ τις οὐσία θεωρεῖται δι' ὅλης ἑαυτῆς

Ιάμβλιχος. In Nicomachi arithmeticam introductionem (2023: 004)


“Iamblichi in Nicomachi arithmeticam introductionem liber”, Ed. Klein,
U. (post H. Pistelli)Leipzig: Teubner, 1894, Repr. 1975.P. 56, li.2

ἐν πολλαπλασίονι λόγῳ ἔσται· ἐὰν δὲ μήτε πολλα-


πλάσιος ᾖ ὁ λόγος τῶν ἄκρων μήτε ἐπιμόριος, μικτὸς
δέ τις, τὸ διαφορηθὲν διάστημα πολλαπλάσιον μὲν
οὐκ ἔσται, ἐπιμόριον δὲ ἢ ἑτερογενές. ἀφ' οὗ βεβαιω-
θήσεται ἐν τοῖς ἁρμονικοῖς λόγοις τίνα μὲν σύμφωνα
διαστήματα συμφώνοις συντιθέμενα μείζους συμφω-
νίας ἀποτελέσει, τίνα δὲ οὐχί, καὶ ἐν τίνι λόγῳ εἰσὶν
αἱ ἀποτελούμεναι σύνθετοι, καὶ ἐν τίνι αἱ ἐξ ἀρχῆς.
 Ἔτι κἀκεῖνο προληπτέον, ὅτι ἀριθμὸς ἀριθμὸν ἕτε-  
ρον πολλαπλασιάσας τὸν ἀπογεννώμενον ἔχοντα παρέξει
ἑκατέρου τῶν γεννησάντων τὰ ἰδιώματα. καὶ ἐὰν δύο
ἀριθμοὶ ἐν λόγῳ τινὶ ὄντες ἑτέρους δύο μηκύνωσιν
ἐν ἄλλῳ λόγῳ μηκύνοντας, ὁ μείζων τὸν μείζονα καὶ
ὁ ἐλάττων τὸν ἐλάττονα, ἀνάγκη τοὺς ἐξ αὐτῶν γεν-
νωμένους ἀποσῶσαι ἑκάτερον τὸν λόγον· καὶ ἐὰν μὲν
πυθμενικοὶ ὦσιν οἱ γεννήτορες, πυθμενικὴ καὶ ἡ λῆξις
τῶν λεγομένων ἐν τοῖς ἀπογεννωμένοις συμβήσεται,
εἰ δὲ μὴ πυθμένες εἶεν, τὴν αὐτὴν ἀποσώσουσιν ἀνα-
λογίαν τῆς τάξεως.
 Ὁμοίως κἀκεῖνο προληπτέον· πάντες οἱ ὅροι κατ'
ἀρτίαν ἔκθεσιν ἐκκείμενοι κατ' ἴσην ὑπεροχήν, εἴτε

Ιάμβλιχος. In Nicomachi arithmeticam introductionem P. 81, li.26


702

ἀριθμῶν ἡ δυάς, ὡς ἔμπροσθεν ἐμάθομεν, τὸ κατ'


ἔγκρασιν τῷ κατὰ σύνθεσιν ἴσον ἀποτελεῖ, τῶν μετ'
αὐτὴν ἀριθμῶν πλέον τὸ κατὰ σύγκρασιν τοῦ κατὰ
σύνθεσιν ποιούντων, τῆς δὲ πρὸ αὐτῆς μονάδος ἀνά-
παλιν ἔλαττον· διόπερ αὐτὴν ἴσην καὶ δικαίαν οἱ
ἀπὸ Πυθαγόρου ἐκ τοῦ συμβαίνοντος ἐκάλουν, καὶ ἐκ
τοῦ τοιοῦδε τὸ σπερματικὸν αὐτῆς καὶ ἀρχοειδὲς γνω-
ρίζεται· ὡς γὰρ ἡ μονὰς καὶ σπερματικῶς ἀδιακρίτους
τοὺς ἐν ἀριθμῷ λόγους περιέχει, οὕτω καὶ ἡ δυὰς
συγκεχυμένον καὶ ἀδιάφορον μόνον περιέξει τὸ τῆς
ἐγκράσεως καὶ τὸ τῆς παραθέσεως ἰδίωμα, ὅπερ οὐδὲ  
τῇ μονάδι ὑπάρξει, ἀλλ' ἔσται δυάδος ἴδιον. καὶ ἐν
τοῖς φυσικοῖς δ' ἂν εὕροιμεν τὰ σπέρματα πάντα τοὺς
λόγους τῶν ἀποτελεσθησομένων ἐξ αὐτῶν ἀδιακρίτους
καὶ συγκεχυμένους ἔχοντα, ὡς ἂν δυνάμει ὄντα ἐκεῖνα
ἃ ἐξ αὐτῶν γενήσεται. πάλιν οὖν ἐξ ἄλλης ἀρχῆς ἐπεὶ
οἱ μὲν τετράγωνοι δυνάμεις εἰσὶν ἰδίῳ τινῶν μήκει
αὐξηθέντων ἀριθμῶν, ἑτερομήκεις δὲ οὐκ ἰδίῳ ἀλλ'
ἑτέρῳ, οὐκ ἀπεικότως ἑτερομήκεις ἐκλήθησαν, οὗ κατὰ
ἀντιδιαστολὴν τοὺς τετραγώνους οὐκ ἦν ἀπρεπὲς
ἰδιομήκεις καλεῖν. οἱ δὲ παλαιοὶ ταὐτούς τε καὶ

Ιάμβλιχος. In Nicomachi arithmeticam introductionem P. 97, li.7

πλάτει διοίσουσιν ἀλλήλων ἰδίαις βάσεσιν, ἐν δὲ βάθει


μετὰ τὸν ἰσότητι στίχον εὐθυγραμμικῶς ἐκκείμενον
τετρὰς ἔσται ἡ διαφορὰ στοιχεῖον οὖσα πυραμίδων
ἐνεργείᾳ, εἶτα δεκὰς ἡ δευτέρα πυραμίς, εἶτα εἰκοσὰς  
ἡ τρίτη πυραμὶς καὶ ἑξῆς ἀκολούθως. ἐὰν δέ τις
πυραμὶς μὴ ἐπὶ μονάδα κορυφῶται, ἀλλ' ἐπὶ τὸν παρ'
αὐτῇ γνώμονα, κόλουρος καλεῖται· ἐὰν δὲ μηδὲ ἐπ'
ἐκεῖνον, ἀλλ' ἐπὶ τὸν ἑξῆς, δικόλουρος, καὶ ὁμοίως τρι-
κόλουρος καὶ τετρακόλουρος καὶ ἀεὶ ἀκολούθως ὀνο-
μασθήσεται κατὰ τὴν ποσότητα τῶν ἀφαιρουμένων
γνωμόνων. ἰδιώματα δὲ καὶ κύβων πολλὰ εὑρήσομεν
ὥσπερ καὶ τῶν τετραγώνων· καὶ γὰρ ἑκάστου ἀριθ-
μοῦ τῶν ἀπὸ μονάδος ἑαυτὸν πολλαπλασιάσαντος καὶ
τὸν ἐξ αὐτοῦ γίνονται εὔτακτοι κύβοι. καὶ εἰ τάξει
οἱ ἀπὸ τετράδος τετράγωνοι τάξει τοὺς ἀπὸ δυάδος
ἐφεξῆς ἀριθμοὺς ἑκάστους ἕκαστον μηκύνῃ ἢ ὑπὸ ἑκά-
στου μηκύνοιτο, ὁμοίως γενήσονται εὔτακτοι κύβοι.
ἔτι οἱ περισσοὶ ἐπειδὴ ἔτι ὁμοποιοί εἰσι καὶ τῆς αὐ-
703

τοῦ φύσεως, ὡς ἐδείχθη, εἰ συντιθοῖντο κατ' ἐκλογὰς


ἀεὶ προσθέσει ἑνός, φύσονται κύβοι· οἷον αʹ πρῶτον
ὁ δυνάμει κύβος ἀσύνθετος, εἶτα δύο περισσοὶ γʹ εʹ

Ιάμβλιχος. In Nicomachi arithmeticam introductionem P. 111, li.1

περὶ Πυθαγόραν, διότι ἐκείνη τὸν μέσον ὑπερεχόμε-


νόν τε καὶ ὑπερέχοντα εἶχεν ἰδίῳ αὑτοῦ μέρει οὐκέτι
τῶν ἄκρων καὶ τῷ αὐτῷ· ἴσῳ γὰρ ὑπερέχει καὶ ὑπερ-
έχεται ἀριθμῷ ἢ μονάδι, ἐπὶ δὲ τῆς ἁρμονικῆς οὐκ
ἴσῳ. ἐπεὶ δὲ βούλονταί τινες ὑπεναντίαν ἀμφοτέραις
ἀριθμητικῇ τε καὶ γεωμετρικῇ ταύτην ἐκδέχεσθαι,
ἔφαμεν δὲ ἡμεῖς τῇ ἀριθμητικῇ μόνῃ ὑπεναντίον τι
πάσχειν, συλλήψεται ἡμῖν κἀκεῖνο· ἐφέξει γὰρ τὸ μι-
κτόν τι παθοῦσαν φαίνεσθαι τὴν γεωμετρικὴν καὶ
μεσότητος λόγον ἔχειν πρός τε ἀριθμητικὴν καὶ ἁρ-  
μονικὴν ὡς ἀεὶ ἀκρότητα· τὰ γὰρ ἑκατέρας ἰδιώματα
ἐφ' ἑαυτῆς ἀναμίξει. ἦν μὲν γὰρ τῆς ἁρμονικῆς ἴδιον
τὸ τὸν μέσον ὅρον ὑπερέχειν τε καὶ ὑπερέχεσθαι μέρει
αὐτῶν τῶν ἄκρων ποιότητι τῷ αὐτῷ, εἰ καὶ μὴ ποσό-
τητι, οὐδέποτε δὲ τοῦ μέσου· τῆς δὲ ἀριθμητικῆς ἀνά-
παλιν οὐκέτι τῶν ἄκρων, ἀλλὰ τοῦ μέσου καὶ ποσότητι
τῷ αὐτῷ. ἐπὶ δὲ τῆς γεωμετρικῆς ὁ μέσος ὅρος ᾧ
ὑπερέχει καὶ ὑπερέχεται μέρει, ἐκεῖνο οὔτε μόνων τῶν
ἄκρων ἐστὶν οὔτε μόνου τοῦ μέσου, ἀλλὰ καὶ μέσου
καὶ ἄκρων· τοῦ μὲν γὰρ ἑτέρου τῶν ἄκρων ὑπερέξει
αὑτοῦ μέρει, ὑπερσχεθήσεται δὲ ὑπὸ θατέρου τοῦ

Ιάμβλιχος. In Nicomachi arithmeticam introductionem P. 112, li.14

ἐκ πρώτου δύο δευτέρων, τρίτον δὲ ἐκ πρώτου δὶς


δευτέρου τρὶς τρίτου, ἵνα γένηται ἡ τὰ ἄκρα καὶ τὰς
διαφορὰς ἐν τριπλασίῳ λόγῳ ἔχουσα. εἰ δὲ ᾖ ἐν δι-
πλασίῳ, πρῶτον ἐκ πρώτου καὶ δὶς δευτέρου, δεύτε-
ρον δ' ἐκ δὶς πρώτου καὶ δὶς δευτέρου, τρίτον δὲ ἐξ
ἅπαξ πρώτου δὶς δευτέρου τρὶς τρίτου. ἀπὸ μὲν γὰρ
ἰσότητος ἐν μονάσιν ἔσονται κατὰ τὰ εἰρημένα προς-
τάγματα αἱ πυθμενικαὶ δύο μεσότητες ἡ βʹ γʹ ϛʹ καὶ
ἡ γʹ δʹ ϛʹ· ἀπὸ δὲ τῆς ἐν δυάσιν αἱ διπλάσιαι καὶ
ἀπὸ τῆς ἐν τριάσιν αἱ τριπλάσιαι καὶ ἐφεξῆς. ἀπὸ
πασῶν δὲ τῶν γινομένων πλάσεων τὰ ἰδιώματα τῆς
ἁρμονικῆς παρακολουθήσει.
704

 Καθάπερ δὲ ἐπὶ τοῦ κανόνος τῶν ἐξάψεων μενου-


σῶν ὁ ὑπαγωγεὺς μεθιστάμενος ποικίλας συμφωνίας
ἀποτελεῖ, τὸν αὐτὸν τρόπον δυνατόν ἐστι, δύο ὅρων
δοθέντων εἴτε ἀρτίων εἴτε καὶ περισσῶν καὶ τῶν
αὐτῶν διαμενόντων, ἄλλην καὶ ἄλλην μεσότητα νῦν
μὲν ἀριθμητικὴν ἀποτελεῖν νῦν δὲ γεωμετρικὴν νῦν
δὲ τὴν τῇ ἀριθμητικῇ ὑπεναντίαν, τουτέστιν ἁρμο-
νικήν· ἰδοὺ γὰρ ἐν μὲν ἀρτίοις ὅροις τῷ τε μʹ

Ιάμβλιχος. In Nicomachi arithmeticam introductionem P. 112, li.25

ἁρμονικῆς παρακολουθήσει.
 Καθάπερ δὲ ἐπὶ τοῦ κανόνος τῶν ἐξάψεων μενου-
σῶν ὁ ὑπαγωγεὺς μεθιστάμενος ποικίλας συμφωνίας
ἀποτελεῖ, τὸν αὐτὸν τρόπον δυνατόν ἐστι, δύο ὅρων
δοθέντων εἴτε ἀρτίων εἴτε καὶ περισσῶν καὶ τῶν
αὐτῶν διαμενόντων, ἄλλην καὶ ἄλλην μεσότητα νῦν
μὲν ἀριθμητικὴν ἀποτελεῖν νῦν δὲ γεωμετρικὴν νῦν
δὲ τὴν τῇ ἀριθμητικῇ ὑπεναντίαν, τουτέστιν ἁρμο-
νικήν· ἰδοὺ γὰρ ἐν μὲν ἀρτίοις ὅροις τῷ τε μʹ
καὶ τῷ ιʹ ὁ μὲν κεʹ ὅρος μεσότης γενόμενος ἀριθμη-
τικὴν ἀποτελεῖ, ᾗ καὶ τὰ ἰδιώματα πάντα παρακολου-
θήσει, ὁ δὲ κʹ γεωμετρικὴν σὺν τοῖς ἰδιώμασιν αὐτῆς,
ὁ δὲ ιϛʹ ἁρμονικὴν μετὰ τῶν προσηκόντων συμπτω-  
μάτων. ἐν δὲ περισσοῖς ὅροις τῷ τε μεʹ καὶ τῷ εʹ
ὁ αὐτὸς κεʹ μεσεμβοληθεὶς ὁμοίως ποιήσει τὴν ἀριθ-
μητικήν· αἴτιον δ' ὅτι οἷον προσέλαβεν ὁ μείζων
πρὸς τὸν μέσον, τοσούτων ἀφῃρέθη ὁ ἐλάττων,
ὥστε κατ' ἴσην πάλιν ὑπεροχὴν τὸν μέσον ὑπερέχειν
τε καὶ ὑπερέχεσθαι· τοῦτο γὰρ ἦν ἀριθμητικῆς ἴδιον.
ὁ δὲ ιεʹ μεσεμβοληθεὶς γεωμετρικὴν ποιήσει, ὁ δὲ θʹ
τὴν ἁρμονικήν. ἐλάττονας δὲ

Ιάμβλιχος. In Nicomachi arithmeticam introductionem P. 112, li.26

 Καθάπερ δὲ ἐπὶ τοῦ κανόνος τῶν ἐξάψεων μενου-


σῶν ὁ ὑπαγωγεὺς μεθιστάμενος ποικίλας συμφωνίας
ἀποτελεῖ, τὸν αὐτὸν τρόπον δυνατόν ἐστι, δύο ὅρων
δοθέντων εἴτε ἀρτίων εἴτε καὶ περισσῶν καὶ τῶν
αὐτῶν διαμενόντων, ἄλλην καὶ ἄλλην μεσότητα νῦν
μὲν ἀριθμητικὴν ἀποτελεῖν νῦν δὲ γεωμετρικὴν νῦν
705

δὲ τὴν τῇ ἀριθμητικῇ ὑπεναντίαν, τουτέστιν ἁρμο-


νικήν· ἰδοὺ γὰρ ἐν μὲν ἀρτίοις ὅροις τῷ τε μʹ
καὶ τῷ ιʹ ὁ μὲν κεʹ ὅρος μεσότης γενόμενος ἀριθμη-
τικὴν ἀποτελεῖ, ᾗ καὶ τὰ ἰδιώματα πάντα παρακολου-
θήσει, ὁ δὲ κʹ γεωμετρικὴν σὺν τοῖς ἰδιώμασιν αὐτῆς,
ὁ δὲ ιϛʹ ἁρμονικὴν μετὰ τῶν προσηκόντων συμπτω-  
μάτων. ἐν δὲ περισσοῖς ὅροις τῷ τε μεʹ καὶ τῷ εʹ
ὁ αὐτὸς κεʹ μεσεμβοληθεὶς ὁμοίως ποιήσει τὴν ἀριθ-
μητικήν· αἴτιον δ' ὅτι οἷον προσέλαβεν ὁ μείζων
πρὸς τὸν μέσον, τοσούτων ἀφῃρέθη ὁ ἐλάττων,
ὥστε κατ' ἴσην πάλιν ὑπεροχὴν τὸν μέσον ὑπερέχειν
τε καὶ ὑπερέχεσθαι· τοῦτο γὰρ ἦν ἀριθμητικῆς ἴδιον.
ὁ δὲ ιεʹ μεσεμβοληθεὶς γεωμετρικὴν ποιήσει, ὁ δὲ θʹ
τὴν ἁρμονικήν. ἐλάττονας δὲ ἀριθμοὺς τῶν ἐκκειμέ-
νων ἄκρων κατά τε τὸ περισσὸν εἶδος καὶ τὸ ἄρτιον

Ιάμβλιχος. Theologoumena arithmeticae P. 11, li.16

τῇ διαιρέσει εἰς δύο μονάδας οὔσῃ ἀλλήλαις ἴσας, ἀλλὰ καὶ


ἐν τῷ λεγομένῳ ἀπ' αὐτῆς ἐξελίκτῳ, τουτέστι τῷ ιϛʹ, ὄντι δὶς
δύο δὶς καὶ τοῦτο δίς, τῆς ἀπ' αὐτῆς λεγομένης χροιᾶς ἐπι-
πέδου ὑπάρχοντος· τετράκις γὰρ τέσσαρα· καὶ οὕτως μεσότης
τις τρόπον τινὰ ὁρᾶται πλείονος καὶ ἐλάττονος κατὰ τὰ αὐτὰ
τῇ δυάδι· οἱ μὲν γὰρ πρὸ αὐτοῦ τετράγωνοι πλείονας ἔχουσι
τὰς περιμέτρους τῶν ἐμβαδῶν, οἱ δὲ μετ' αὐτὸν ἀντικειμένως
ἐλάττονας, οὗτος δὲ μονώτατος ἴσας. διὰ τοῦτο φαίνεται καὶ
Πλάτων ἐν τῷ Θεαιτήτῳ μέχρι αὐτοῦ προελθὼν παύεσθαί
πως ἐν τῇ ἑπτακαιδεκάποδι πρὸς ἔμφασιν τοῦ κατὰ τὸν ἑπτα-
καίδεκα ἰδιώματος καὶ ἰσότητός τινος μεθεκτοῦ. τί οὖν ὁρῶν-
τες οἱ παλαιοὶ ἄνισον τὴν δυάδα ἐκάλουν καὶ ἔλλειψιν καὶ
πλεονασμόν; κατὰ τὴν τῆς ὕλης ἔννοιαν, εἰ δηλονότι ἐν
αὐτῇ πρώτη ἀπόστασίς τε καὶ πλευρᾶς ἔννοια ὤφθη, διαφορᾶς
ἤδη καὶ ἀνισότητος ἀρχή· καὶ ἄλλως δὲ ὅτι μέχρι μὲν αὐτῆς
ἡ ἀντεξέτασις πλείων τοῦ πρὸ αὐτῆς, μέχρι δὲ τετράδος ἐλάτ-  
των τῶν πρὸ αὐτῆς· ἀνὰ μέσον δὲ ἀμφοῖν τῆς τριάδος οὔσης,
συμβήσεται πάλιν ἑτέρῳ τρόπῳ ὁ τῆς ἰσότητος λόγος ἐν τριάδι
πρὸς τοὺς πρὸ αὐτῆς· ὁ δύο μὲν γὰρ μείζων τοῦ προκειμένου,
λέγω δὲ τοῦ ἕν, [καὶ] κατὰ τὴν πυθμενικωτάτην γε τοῦ μείζο-
νος σχέσιν, ὁ δʹ δὲ ἐλάττων τοῦ γʹ βʹ αʹ
706

Ιάμβλιχος. De mysteriis Ch. 1, Sec. 4, li.12

κρειττόνων γενῶν, οἷς κεχώρισται ἀπ' ἀλλήλων, εἰ μὲν


ὡς εἰδοποιοὺς διαφορὰς ὑπὸ ταὐτὸ γένος ἀντιδιαιρου-
μένας νοεῖς σὺ τὰ ἰδιώματα, ὥσπερ ὑπὸ τὸ ζῷον τὸ
λογικὸν καὶ ἄλογον, οὐδέποτε παραδεχόμεθα τὰ τοιαῦτα
ἐπὶ τῶν μήτε κοινωνίαν οὐσίας μίαν μήτε ἐξισάζουσαν
ἐχόντων ἀντιδιαίρεσιν, μήτε σύνθεσιν τὴν ἐξ ἀορίστου
τοῦ κοινοῦ καὶ ὁρίζοντος τοῦ ἰδίου προσλαμβανόντων. Εἰ
δ' ὡς ἐν προτέροις καὶ δευτέροις κατ' οὐσίαν τε ὅλην
καὶ παντὶ τῷ γένει ἐξαλλαττομένοις ἁπλῆν τινα κα-  
τάστασιν πεπερασμένην ἐν ἑαυτῇ τὴν ἰδιότητα ὑπο-
λαμβάνεις, ἔχει μὲν λόγον ἡ ἔννοια τῶν ἰδιωμάτων·
χωριστὰ γὰρ ἔσται δήπου ταῦτα καὶ ἁπλᾶ ἕκαστα ἐξῃ-
ρημένα τῷ παντὶ τὰ τῶν ἀεὶ ὑπαρχόντων ἰδιώματα. Ἡ
δ' ἐρώτησις ἀτελῶς πρόεισιν· ἔδει μὲν γὰρ κατ' οὐ-
σίαν πρῶτον, ἔπειτα κατὰ δύναμιν, εἶθ' οὕτω κατ' ἐνέρ-
γειαν, πυνθάνεσθαι τίνα αὐτῶν ὑπάρχει τὰ ἰδιώματα·
ὡς δὲ νῦν ἠρώτησας τίσιν ἰδιώμασιν, ἐνεργειῶν μόνον
εἴρηκας· ἐπὶ τῶν τελευταίων ἄρα τὸ διάφορον ἐν αὐ-
τοῖς ἐπιζητεῖς, τὰ δὲ πρώτιστα αὐτῶν καὶ τιμιώτατα
ὡσπερεὶ στοιχεῖα τῆς παραλλαγῆς ἀφῆκας ἀδιερεύ-
νητα.

Ιάμβλιχος. De mysteriis Ch. 1, Sec. 8, li.27

ὥστ' οὐδ' ἀπ' αὐτῶν δέξαιτ' ἄν τινα ἰδιώματα. Εἰ μὲν


γὰρ ὡς ἕξεις τῶν σωμάτων ἢ ὡς ἔνυλα εἴδη ἢ ἄλλον
τρόπον σωματοειδῆ ἦν, ἠδύνατο ἂν ἴσως καὶ αὐτὰ
τὰς τῶν σωμάτων διαφορὰς συμμεταβάλλεσθαι· εἰ δὲ
χωριστὰ ἀπὸ τῶν σωμάτων καὶ ἀμιγῆ καθ' ἑαυτὰ
προϋπάρχει, τίς ἂν γένοιτο ἀπὸ τῶν σωμάτων ἐπεις-
ιοῦσα εὔλογος εἰς αὐτὰ διάκρισις;
 Πρὸς δὴ τούτοις πρεσβύτερα ποιεῖ τὰ σώματα τῶν
θείων γενῶν οὗτος ὁ λόγος, εἴπερ αὐτὰ τὴν ἕδραν παρ-
έχει τοῖς κρείττοσιν αἰτίοις καὶ τὰ κατ' οὐσίαν ἰδιώ-
ματα ἐν αὐτοῖς ἐντίθησιν. Εἰ δ' ἄρα τις καὶ λήξεις καὶ
διανομὰς καὶ συγκληρώσεις συντάττοι τῶν διοικούντων
πρὸς τὰ διοικούμενα, οὗτος δῆλον ὅτι καὶ κῦρος ἀποδώ-
σει τοῖς βελτίοσι· διότι γάρ ἐστι τοιαῦτα τὰ ἐφεστη-
κότα, διὰ τοῦτο αἱρεῖται τὴν τοιαύτην λῆξιν καὶ εἰδο-
ποιεῖ ταύτην καθ' ἑαυτήν, ἀλλ' οὐκ αὐτὴ πρὸς τὴν τῆς
707

ὑποδοχῆς φύσιν ἀφομοιοῦται.


 

Theon Math., Commentaria in Ptolemaei syntaxin mathematicam i–iv


(2033: 001)
“Commentaires de Pappus et de Théon d'Alexandrie sur l'Almageste,
vols. 2–3”, Ed. Rome, A.Vatican City: Biblioteca Apostolica Vaticana,
2:1936; 3:1943; Studi e Testi 72 & 106.P. 324, li.4

φυσικὸν ἀκατάληπτον ὂν ἑωρῶμεν, διὰ τὸ ῥευστὸν τῆς ὕλης, τὸ δὲ


θεολο-
γικὸν ὁμοίως ἀκατάληπτον, διὰ τὸ παντελῶς ἀφανὲς αὐτοῦ, ἡ δὲ πρόεισι
δι' ἀναμφισβητήτων ἀποδείξεων τῶν τε ἀριθμητικῶν καὶ γεωμετρικῶν.
πάσης μὲν οὖν τῆς μαθηματικῆς ἐπιμεληθῆναι, μάλιστα δὲ ἀστρονομίας,
διὰ τὸ ταύτην μόνην περὶ τὰ ἀεὶ καὶ ὡσαύτως ἔχοντα ἀναστρέφεσθαι.
§ἄλλως τε καὶ ὅτι δυνατὴ εἰς τὰ ἕτερα μέρη τῆς φιλοσοφίας ὠφελῆσαι.
εἰς
μὲν τὸ θεολογικόν, τῷ καὶ αὐτὴν περὶ τὰ θεῖα ἔχειν. ἐγγυτέρω γὰρ τὰ θεῖα

εἰ καὶ σώματα τῶν ἀσωμάτων θεῶν, ἤπερ τὰ μὴ θεῖα. ἔτι δὲ καὶ ὅτι
εὔτακ-
τός ἐστιν αὐτῶν ἡ φορά. τάξις δὲ θεῶν οἰκεῖον. εἰς δὲ τὸ φυσικὸν
συμβάλλε-
σθαι τὴν ἀστρονομίαν, ὅτι καὶ τοῖς φυσικοῖς σώμασιν ἀπὸ τῆς μεταβατι-
κῆς κινήσεως τὰ ἰδιώματα, τῷ τὸ μὲν ἄφθαρτον κύκλῳ κινεῖσθαι, τὸ δὲ
φθαρτὸν ἐπ' εὐθείας, ἔτι δὲ καὶ τοῦ φθαρτοῦ τὸ μὲν βαρὺ τὸ ἐπὶ τὸ μέσον
φέρεσθαι, τὸ δὲ κοῦφον τὸ ἀπὸ τοῦ μέσου. πέριξ ἃ μετέλαβεν εἰς τὸ
ποιητι-
κὸν καὶ παθητικὸν ἀντὶ τοῦ εἴ τις μὴ βαρὺ θέλοι λέγει ἀλλὰ παθητικόν, ἢ
μὴ κοῦφον ἀλλὰ ποιητικόν. καὶ μὴν καὶ πρὸς τὸ πρακτικόν φησιν τὴν
ἀστρο-
νομίαν εἶναι χρήσιμον. συνεθίζουσαν γὰρ τοῖς θείοις σώμασιν καὶ ταῖς
τούτων εὐταξίαις τε καὶ συμμετρίαις διδάσκουσαν, εἰς ἔρωτα ἄγειν τοῦ
καλοῦ, καὶ τάξιν ἐμποιεῖν τῇ ψυχῇ.
 Τοιοῦτον τοῦ Πτολεμαίου κατὰ τὴν ἡμετέραν γνώμην τὸ τοῦ παντὸς  
προοιμίου βούλημα. εἶθ' ἑξῆς ἐρεῖ καὶ ὃν τρόπον βούλεται ἐπεξιέναι τῇ
πραγματείᾳ καί φησιν, αὔξειν πειρᾶσθαι τὴν ἀστρονομικὴν περὶ τὰ ἐκ

Theon Math., Commentaria in Ptolemaei syntaxin mathematicam i-iv P.


438, li.1
708

ποιούμενα τάς τε ἀνατολὰς καὶ τὰς μεσουρανήσεις καὶ τὰς δύσεις. τόπων
δὲ εἶπεν καὶ οὐχὶ κύκλων διὰ τὸ τῇ αἰσθήσει τοὺς τόπους καταλαμβά-
νεσθαι καὶ μὴ τοὺς κύκλους, καὶ ἴδιον εἶναι τῆς κατὰ παραλλήλων φορᾶς
τοὺς αὐτοὺς τῶν ἀνατολῶν καὶ μεσουρανήσεων καὶ δύσεων τόπους τοὺς
ἀστέρας φυλάττειν πρὸς αἴσθησιν.
 »Ἐκ δὲ τῆς ἐφεξῆς καὶ συνεχεστέρας παρατηρήσεως ...» κατελαμβά-
νετο «ὅτι τὰ μὲν ἄλλα πάντα τῶν ἄστρων» τουτέστιν τὰ ἀπλανῆ διατη-
ροῦντα φαίνεται καὶ τὰ πρὸς ἄλληλα διαστήματα δηλαδὴ καὶ τοὺς σχημα-
τισμοὺς οὓς ἔχουσι πρὸς ἀλλήλους, καὶ «πρὸς τοὺς οἰκείους τῇ πρώτῃ
»φορᾷ τῇ ἀπὸ ἀνατολῶν ἐπὶ δυσμὰς κατὰ παραλλήλων κύκλων φερούσῃ

»τόπους ἐπὶ πλεῖστον ἰδίωμα.» ἐπὶ πλεῖστον δὲ ἰδίωμα εἶπεν, διὰ τὸ


καὶ αὐτοὺς καταλαμβάνεσθαι κατὰ ρ ἔτη κινουμένους μοῖραν μίαν καὶ
λοξουμένους πρὸς τὸν ἰσημερινόν, καὶ κατὰ μὲν τὸν ἀκριβέστερον λόγον
διὰ τοῦτο ἕλικας γράφοντας καὶ μὴ κατὰ τῶν αὐτῶν τόπων ὧν καὶ πρό-
τερον ἀνατέλλοντάς τε καὶ μεσουρανοῦντας καὶ δύνοντας, διὰ δὲ τὸ ἀνε-
παίσθητον τοῦ κατὰ μίαν ἑκάστην ἡμέραν ἐπιβάλλοντος τῷ μήκει, ἐπὶ
πλεῖστον φαίνονται τὸ ἰδίωμα τοῦ κατὰ παραλλήλων κύκλων φέρεσθαι
φυλάττοντες, τουτέστιν τὸ κατὰ τῶν αὐτῶν τόπων ἀνατέλλειν τε καὶ
μεσουρανεῖν καὶ δύνειν.
 »Τὸν δὲ ἥλιον καὶ τὴν σελήνην καὶ τοὺς πλανωμένους ἀστέρας μετα-
»βάσεις τινὰς ποιουμένους, ποικίλας μὲν καὶ ἀνίσους ἀλλήλαις, πάσας

Theon Math., Commentaria in Ptolemaei syntaxin mathematicam i-iv P.


438, li.7

νετο «ὅτι τὰ μὲν ἄλλα πάντα τῶν ἄστρων» τουτέστιν τὰ ἀπλανῆ διατη-
ροῦντα φαίνεται καὶ τὰ πρὸς ἄλληλα διαστήματα δηλαδὴ καὶ τοὺς σχημα-
τισμοὺς οὓς ἔχουσι πρὸς ἀλλήλους, καὶ «πρὸς τοὺς οἰκείους τῇ πρώτῃ
»φορᾷ τῇ ἀπὸ ἀνατολῶν ἐπὶ δυσμὰς κατὰ παραλλήλων κύκλων φερούσῃ

»τόπους ἐπὶ πλεῖστον ἰδίωμα.» ἐπὶ πλεῖστον δὲ ἰδίωμα εἶπεν, διὰ τὸ


καὶ αὐτοὺς καταλαμβάνεσθαι κατὰ ρ ἔτη κινουμένους μοῖραν μίαν καὶ
λοξουμένους πρὸς τὸν ἰσημερινόν, καὶ κατὰ μὲν τὸν ἀκριβέστερον λόγον
διὰ τοῦτο ἕλικας γράφοντας καὶ μὴ κατὰ τῶν αὐτῶν τόπων ὧν καὶ πρό-
τερον ἀνατέλλοντάς τε καὶ μεσουρανοῦντας καὶ δύνοντας, διὰ δὲ τὸ ἀνε-
παίσθητον τοῦ κατὰ μίαν ἑκάστην ἡμέραν ἐπιβάλλοντος τῷ μήκει, ἐπὶ
πλεῖστον φαίνονται τὸ ἰδίωμα τοῦ κατὰ παραλλήλων κύκλων φέρεσθαι
φυλάττοντες, τουτέστιν τὸ κατὰ τῶν αὐτῶν τόπων ἀνατέλλειν τε καὶ
709

μεσουρανεῖν καὶ δύνειν.


 »Τὸν δὲ ἥλιον καὶ τὴν σελήνην καὶ τοὺς πλανωμένους ἀστέρας μετα-
»βάσεις τινὰς ποιουμένους, ποικίλας μὲν καὶ ἀνίσους ἀλλήλαις, πάσας
»δὲ ὡς πρὸς τὴν καθόλου κίνησιν εἰς τὰ πρὸς ἀνατολὰς καὶ ὑπολειπόμενα

»μέρη τῶν συντηρούντων τὰ πρὸς ἄλληλα διαστήματα καὶ ὡς ὑπὸ μιᾶς


»σφαίρας περιαγομένων ἄστρων.»

Theon Math., Commentaria in Ptolemaei syntaxin mathematicam i-iv


P. 649, li.14

δοθέντος τοῦ τῆς μεγίστης ἡμέρας μεγέθους καταλαμβάνεται τὸ ἔξαρ-


μα τῶν ὑπ' αὐτὸν οἰκήσεων, καὶ τίσιν ὁ ἥλιος κατὰ κορυφὴν γίνεται
πότε καὶ ποσάκις ἐν τῷ ἐνιαυσίῳ χρόνῳ, καὶ τίσιν οὐδόλως, καὶ τοὺς
λόγους τῶν γνωμόνων πρὸς τὰς ἀφ' ἑαυτῶν σκιὰς κατὰ τοὺς εἰρημένους
χρόνους, φησὶν «τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον» τοῖς ἀποδεδειγμένοις ἐπὶ τοῦ
διὰ Ῥόδου παραλλήλου κατακολουθοῦντες ταῖς ἐφόδοις, εὑρήσομεν καὶ
τὰ ἐπὶ τῶν ἄλλων εἰρημένα καθόλου ἰδιώματα.
 §Ποιεῖται δὲ τὰς καταλήμψεις τῶν ἰδιωμάτων διὰ τὸ καθολικώτερον ἐπὶ

τῶν παραλλήλων, καὶ οὐχὶ ἐπὶ τῶν οἰκήσεων, καθάπερ ἐπὶ τοῦ διὰ Ῥόδου

παραλλήλου, καὶ οὐχὶ ἐπὶ τῆς Ῥόδου, ἐπειδήπερ καὶ ὑπὸ τὸν παράλληλον
πλείους εἰσὶν οἰκήσεις τὰ αὐτὰ ἰδιώματα περιέχουσαι, τουτέστιν τό τε
αὐτὸ μέγεθος τῆς αὐτῆς μεγίστης ἡμέρας, καὶ τὸ αὐτὸ ἔξαρμα, καὶ τοὺς
αὐτοὺς λόγους τῶν σκιῶν πρὸς τοὺς γνώμονας, καὶ ὁμοίως τὸ κατὰ κορυ-
φὴν γίνεσθαι τὸν ἥλιον ἢ μή.
 §Καὶ ἐπεὶ ἀπὸ τοῦ μεγέθους τῆς μεγίστης ἡμέρας λαμβάνων τὴν τοῦ  
ὁρίζοντος περιφέρειαν τὴν μεταξὺ τοῦ ἀνατέλλοντος καὶ τοῦ ἰσημερινοῦ
ἑξῆς τὸ ἔξαρμα μετεχειρίζετο καὶ τὰ λοιπά, φησὶν τὰς ἀποδείξεις ποιεῖ-
σθαι ἐπὶ τῶν ὑπὸ τοὺς παραλλήλους οἰκήσεων κατὰ τὴν παραύξησιν τοῦ
τετάρτου τῆς μιᾶς ὥρας ἰσημερινῆς τῶν μεγίστων ἡμερῶν.

Πορφύριος. De abstinentia (2034: 003)“Porphyrii philosophi Platonici


opuscula selecta, 2nd edn.”, Ed. Nauck, A.Leipzig: Teubner, 1886, Repr.
1963.
Book 3, Sec. 26, li.45

ἀδικήσει· ὁ δὲ μόνον περιγράψας ἐν ἀνθρώπῳ τὸ


δίκαιον ἕτοιμος ἔσται ὡς ἐν στενῷ ἀπορρῖψαι τὴν
ἔφεξιν τῆς ἀδικίας. ὥστε καὶ τοῦ Σωκρατικοῦ ὄψου
710

ἥδιον τὸ Πυθαγόρειον. ὃ μὲν γὰρ ὄψον τροφῆς τὸ


πεινῆν ἔλεγε, Πυθαγόρας δὲ τὸ μηθένα ἀδικεῖν καὶ
ἐφηδύνειν δικαιοσύνῃ τὸ ὄψον. ἡ γὰρ φυγὴ τῆς ἐμ-
ψύχου τροφῆς φυγὴ ἦν τῶν περὶ τὴν τροφὴν ἀδικη-
μάτων. οὐ γὰρ δὴ μὴ μετὰ κακώσεως ἑτέρου τὴν
ἑαυτῶν σωτηρίαν ἀμήχανον ἡμῖν ὁ θεὸς ἐποίησεν·
ἐπεὶ οὕτω γε τὴν φύσιν ἡμῖν ἀρχὴν ἀδικίας προσε-
τίθει· μήποτε δὲ καὶ ἀγνοεῖν οὗτοι ἐοίκασι τὸ ἰδίωμα
τῆς δικαιοσύνης, ὅσοι ἐκ τῆς πρὸς ἀνθρώπους οἰκειώ-  
σεως εἰσάγειν ταύτην ᾠήθησαν· αὕτη μὲν γὰρ φιλαν-
θρωπία τις ἂν εἴη, ἡ δὲ δικαιοσύνη ἐν τῷ ἀφεκτικῷ
καὶ ἀβλαβεῖ κεῖται παντὸς ὅτου οὖν τοῦ μὴ βλάπτον-
τος. καὶ οὕτως γε νοεῖται ὁ δίκαιος, οὐκ ἐκείνως·
ὡς διατείνειν τὴν δικαιοσύνην καὶ ἄχρι τῶν ἐμψύχων
κειμένην ἐν τῷ ἀβλαβεῖ. διὸ καὶ ἡ οὐσία αὐτῆς ἐν
τῷ τὸ λογικὸν ἄρχειν [τοῦ ἀλόγου], ἕπεσθαι δὲ τὸ
ἄλογον. ἄρχοντος γὰρ τούτου, τοῦ δ' ἑπομένου, πᾶσα
ἀνάγκη ἀβλαβῆ εἶναι πρὸς πᾶν ὅτι οὖν ἄνθρωπον.

Πορφύριος. De antro nympharum (2034: 004)


“Porphyry. The cave of the nymphs in the Odyssey”, Ed. Seminar Classics
609
Buffalo: Department of Classics, State University of New York, 1969;
Arethusa Monographs 1.Sec. 33, li.2

ἀλλ' αὐτὴ συνέχουσα τοῦ ἄντρου τὸ αἴνιγμα. ἐπεὶ γὰρ ὁ κόσμος


οὐκ εἰκῆ οὐδ' ὡς ἔτυχε γέγονεν, ἀλλ' ἔστι φρονήσεως θεοῦ καὶ νοερᾶς
φύσεως ἀποτέλεσμα, παραπεφύτευται τῇ εἰκόνι τοῦ κόσμου τῷ
ἄντρῳ σύμβολον φρονήσεως θεοῦ ἡ ἐλαία. Ἀθηνᾶς μὲν γὰρ τὸ φυτόν,
φρόνησις δὲ ἡ Ἀθηνᾶ. κρατογενοῦς δ' οὔσης τῆς θεοῦ, οἰκεῖον τόπον
ὁ θεολόγος ἐξεῦρεν ἐπὶ κρατὸς τοῦ λιμένος αὐτὴν καθιερώσας, σημαί-
νων δι' αὐτῆς ὡς οὐκ ἐξ αὐτοματισμοῦ τὸ ὅλον τοῦτο καὶ τύχης
ἀλόγου ἔργον γέγονεν, ἀλλ' ὅτι φύσεως νοερᾶς καὶ σοφίας ἀποτέλεσμα,
χωριστῆς μὲν οὔσης ἀπ' αὐτοῦ, πλησίον δὲ κατὰ τῆς κεφαλῆς τοῦ
σύμπαντος λιμένος ἱδρυμένης. ἀειθαλὴς δὲ οὖσα ἡ ἐλαία φέρει τι
ἰδίωμα οἰκειότατον ταῖς ἐν τῷ κόσμῳ τροπαῖς τῶν ψυχῶν, αἷς τὸ
ἄντρον καθιέρωται. διὰ μὲν γὰρ τοῦ θέρους τὰ λευκὰ τῶν φύλλων
ἀνανεύει, διὰ δὲ τοῦ χειμῶνος μεταστρέφει τὰ λευκότερα· ὅθεν καὶ
ἐν ταῖς λιτανείαις καὶ ἱκετηρίαις τὰς τῆς ἐλαίας θαλείας προτείνουσιν,
εἰς τὸ λευκὸν αὑτοῖς τὸ σκοτεινὸν τῶν κινδύνων μεταβάλλειν ὀττευό-  
μενοι. φύσει μὲν οὖν ἀειθαλεῖ ἡ ἐλαία συνέχεται ἀρωγὸν πόνων
καρπὸν φέρουσα, ἀνάκειται δὲ τῇ Ἀθηνᾷ καὶ τοῖς ἀθληταῖς ἐξ αὐτῆς
711

δίδοται νικήσασι στέφανος, καὶ ἀπ' αὐτῆς ἱκετηρία τοῖς δεομένοις.


διοικεῖται δὲ καὶ ὁ κόσμος ὑπὸ νοερᾶς φύσεως φρονήσει ἀιδίῳ καὶ
ἀειθαλεῖ ἀγόμενος, ἀφ' ἧς καὶ τὰ νικητήρια τοῖς ἀθληταῖς τοῦ βίου
δίδονται καὶ τῶν πολλῶν πόνων τὸ ἄκος, καὶ ὁ τοὺς ἐλεεινοὺς

Πορφύριος. In Aristotelis categorias expositio per interrogationem et


responsionem (2034: 007)“Porphyrii isagoge et in Aristotelis categorias
commentarium”, Ed. Busse, A.Berlin: Reimer, 1887; Commentaria in
Aristotelem Graeca 4.1.Vol.4,1, p. 55, li.19

παραστατική, περὶ τούτων καὶ τὰς δηλωτικὰς λέξεις ἐν τῇ πολλῇ χρήσει


παρέλαβεν, οἱ δὲ φιλόσοφοι τῶν τοῖς πολλοῖς ἀγνώστων πραγμάτων ἐξη-
γηταὶ ὄντες καινοτέρων δεηθέντες ὀνομάτων εἰς παράστασιν τῶν ὑπ' αὐ-
τῶν ἐξευρεθέντων πραγμάτων ἢ αὐτοὶ ἐποίησαν λέξεις καινὰς καὶ
ἀσυνήθεις
ἢ ταῖς κειμέναις κατεχρήσαντο εἰς δήλωσιν τῶν ὑπ' αὐτῶν εὑρεθέντων
πραγμάτων.
 {Ἐ.} Παράστησον ἡμῖν διὰ παραδείγματος ὃ λέγεις.
 {Ἀ.} Ὁ Ἀριστοτέλης κατανοήσας, ὅτι τινὰ εἴδη, ἃ ἐπιγίνεται, ὅταν τὸ
οἰκεῖον τέλος λάβῃ τὸ γινόμενον ἢ ὑπὸ φύσεως ἢ ὑπὸ τέχνης, ὥσπερ ὅταν

ὑπὸ τῆς φύσεως τὸ καταβληθὲν σπέρμα ζῴου κινηθὲν καὶ ἀποτελεσθέν,


φέρε ἵππος ἀποτελεῖται, ὅταν ἔμψυχον γένηται καὶ τὰ ἰδιώματα φέρῃ τοῦ

ἐμψύχου, τὴν ψυχὴν ἐντελέχειαν προσηγόρευσεν ἀπὸ τοῦ εἰς τέλος τὸ οἱ-
κεῖον ἀφικόμενον τὸ σπέρμα ἔμψυχον ἀποτελέσαι ζῷον, ὑπὸ δὲ τοῦ ἀν-
δριαντοποιοῦ ὅταν ὁ χαλκὸς ἀνδριὰς γένηται, ἐντελέχειαν εἶναι τὸ εἶδος
τοῦ ἀνδριάντος τὸ περιτεθὲν ὑπὸ τοῦ τεχνίτου τῷ χαλκῷ· αὐτὸς γὰρ
ἐποίησε τὸ τῆς ἐντελεχείας ὄνομα ἐπὶ τῶν τοιούτων μὴ ὂν ἐν τῇ
συνηθείᾳ.
τὸ δὲ κεφαλωτὸν ἐπὶ ἄλλου ἐν τῇ συνηθείᾳ λεγόμενον αὐτὸς ἐπὶ τοῦ κε-  
φαλὴν ἔχοντος καταχρῆται, οἰκειότερον λέγων τὴν κεφαλὴν κεφαλωτοῦ
κεφαλὴν ἢ ζῴου κεφαλήν· τοῦ μὲν γὰρ κεφαλὴν ἔχοντος σημεῖον τὸ κε-
φαλωτὸν εἴη ἄν· κεφαλωτοῦ γὰρ κεφαλὴ διὰ τὸ μὴ πάντα τὰ ζῷα ἔχειν
κεφαλὴν ὥσπερ ἐχῖνοι καὶ ἀκαλῆφαι καὶ ὅσα τοιαῦτα. διὸ καὶ αὐτὸς ἔφη·

Πορφύριος. In Platonis Timaeum commentaria (frag. ) (2034: 009)


“Porphyrii in Platonis Timaeum commentariorum frag. ”, Ed. Sodano,
A.R.
Naples: n.p., 1964.Book 2, frag. 79, li.34
712

Κρόνος μὲν αὐτόθεν οὐσία ὢν ἐπὶ τὴν οὐσίαν ἴοι, Ζεὺς δὲ διὰ νοῦ
μόνον, Ἄρης δὲ διὰ νοῦ καὶ ζωῆς, ἔσται ὃ μὲν ἀμέσως ἐν τῇ οὐσίᾳ,
ὃ δὲ διὰ μιᾶς μεσότητος, ὃ δὲ διὰ δυεῖν, καὶ οὕτως οὐκ ἰσοταχεῖς·
ἔστι γὰρ τῶν πλανωμένων ἡ μὲν πρώτη τριὰς ἐπὶ οὐσίαν, ἡ δὲ δευ-
τέρα ἐπὶ νοῦν ἀναγομένη, σελήνη δὲ ἐπὶ ζωήν, πᾶσαν τὴν γένεσιν
ἐν ἑαυτῇ περιέχουσα καὶ προϊοῦσα μέχρι τῶν ἐσχάτων μυχῶν τῆς γῆς.
ταῦτα μὲν οὖν φασι Πορφύριός τε καὶ Θεόδωρος, οἰκείας
ὑποθέσεις περαίνοντες, πανταχοῦ μὲν πάντα λέγοντες, καὶ τὴν οὐσίαν
καὶ τὸν νοῦν καὶ τὴν ζωήν, καὶ ἕκαστον τῶν θεῶν μετέχειν τιθέμενοι
τῶν τριῶν πατέρων, ἐπικρατεῖν δὲ ἄλλο ἐν ἄλλοις ἰδίωμα, καὶ τὴν
ἐνέργειαν ἄλλων εἶναι ἄλλην καὶ δι' ἄλλων μέσων τὴν ἀναγωγήν.

Πορφύριος. Epistula ad Anebonem (2034: 013)“Porfirio. Lettera ad


Anebo”, Ed. Sodano, A.R.Naples: L'Arte Tipografica, 1958.Ch. 1, Sec.
1c, li.1

     
 »Ἄρξομαι δὲ τῆς πρὸς σὲ φιλίας ἀπὸ θεῶν καὶ δαιμόνων ἀγαθῶν»
»τῶν τε τούτοις συγγενῶν φιλοσοφημάτων, περὶ ὧν εἴρηται μὲν πλεῖστα»

»καὶ παρὰ τοῖς Ἑλλήνων φιλοσόφοις, εἴρηται δὲ ἐκ στοχασμοῦ τὸ πλέον»

»τὰς ἀρχὰς ἔχοντα τῆς πίστεως.»  


 Φῂς τοίνυν πρῶτον διδόναι εἶναι θεούς.
 Ὁ δὲ αὐτός ἐστί μοι λόγος πρὸς σὲ καὶ περὶ τῶν συνεπομένων θεοῖς
κρειττόνων γενῶν, δαιμόνων, φημί, καὶ ἡρώων καὶ ψυχῶν ἀχράντων.
 Ἃ δ' ἐπιζητεῖς ἰδιώματα τίνα ἐστὶν ἑκάστῳ τῶν κρειττόνων γενῶν,
οἷς κεχώρισται ἀπ' ἀλλήλων, ὡς δὲ νῦν ἠρώτησας «τίσιν ἰδιώμασι»
τὰ τῶν ἐνεργειῶν μόνον εἴρηκας, ἐπὶ τῶν τελευταίων ἄρα τὸ διάφορον
ἐν αὐτοῖς ἐπιζητεῖς, τὰ δὲ πρώτιστα αὐτῶν καὶ τιμιώτατα, ὡσπερεὶ
στοιχεῖα
τῆς παραλλαγῆς, ἀφῆκας ἀδιερεύνητα. πρόσκειται δὲ δὴ αὐτόθι καὶ τὸ
τῶν δραστικῶν ἢ παθητικῶν κινήσεων, ἥκιστα προσήκουσαν ἔχον διαί-
ρεσιν εἰς διαφορὰν τῶν κρειττόνων γενῶν. ἔτι τοίνυν ἀλλοτρίως αὐτῶν
κἀκεῖνο τὸ «ἢ τῶν παρεπομένων» προστίθεται.

Πορφύριος. Epistula ad Anebonem Ch. 1, Sec. 1c, li.2

      
713

 »Ἄρξομαι δὲ τῆς πρὸς σὲ φιλίας ἀπὸ θεῶν καὶ δαιμόνων ἀγαθῶν»


»τῶν τε τούτοις συγγενῶν φιλοσοφημάτων, περὶ ὧν εἴρηται μὲν πλεῖστα»

»καὶ παρὰ τοῖς Ἑλλήνων φιλοσόφοις, εἴρηται δὲ ἐκ στοχασμοῦ τὸ πλέον»

»τὰς ἀρχὰς ἔχοντα τῆς πίστεως.»  


 Φῂς τοίνυν πρῶτον διδόναι εἶναι θεούς.
 Ὁ δὲ αὐτός ἐστί μοι λόγος πρὸς σὲ καὶ περὶ τῶν συνεπομένων θεοῖς
κρειττόνων γενῶν, δαιμόνων, φημί, καὶ ἡρώων καὶ ψυχῶν ἀχράντων.
 Ἃ δ' ἐπιζητεῖς ἰδιώματα τίνα ἐστὶν ἑκάστῳ τῶν κρειττόνων γενῶν,
οἷς κεχώρισται ἀπ' ἀλλήλων, ὡς δὲ νῦν ἠρώτησας «τίσιν ἰδιώμασι»
τὰ τῶν ἐνεργειῶν μόνον εἴρηκας, ἐπὶ τῶν τελευταίων ἄρα τὸ διάφορον
ἐν αὐτοῖς ἐπιζητεῖς, τὰ δὲ πρώτιστα αὐτῶν καὶ τιμιώτατα, ὡσπερεὶ
στοιχεῖα
τῆς παραλλαγῆς, ἀφῆκας ἀδιερεύνητα. πρόσκειται δὲ δὴ αὐτόθι καὶ τὸ
τῶν δραστικῶν ἢ παθητικῶν κινήσεων, ἥκιστα προσήκουσαν ἔχον διαί-
ρεσιν εἰς διαφορὰν τῶν κρειττόνων γενῶν. ἔτι τοίνυν ἀλλοτρίως αὐτῶν
κἀκεῖνο τὸ «ἢ τῶν παρεπομένων» προστίθεται.

Πορφύριος. Zetemata codicis Vaticani (2034: 015)“Porphyrii


quaestionum Homericarum ad Iliadem pertinentium reliquiae, fasc. 2”,
Ed. Schrader, H.
Leipzig: Teubner, 1882.P. 288, li.18

πλειόνων ἐπιδείξειν. ἐπανάγωμεν δὲ ἐπὶ τὸν Ἡρόδοτον καὶ τὸν διορ-


θωτὴν τὸν Κοτυαέα Ἀλέξανδρον. ἠξίου γὰρ ὁ ἀνὴρ γράφειν τὸ
τῇσι Μιλησίων χωρὶς τοῦ ἰῶτα τῆς Μιλησίων, ὑποκειμένης ἔξωθεν
χώρης ἢ γῆς. καὶ ἐγὼ δὲ, φησὶν, ἐπειθόμην οὕτως ἔχειν τὰ τῆς γρα-
φῆς, τὸν δὲ ἄνδρα τῆς ἀκριβοῦς συνέσεως ἐτεθαυμάκειν. ἐντυχὼν δὲ
τοῖς Ἡροδοτείοις αὐτοῖς ἔπεσι, καὶ γενόμενος ἐπὶ τέλει τῆς Αἰγυπτια-
κῆς βίβλου, ἥτις ἐστὶ δευτέρα τῇ τάξει, εὑρίσκω πάλιν κατὰ τὴν αἰτιατι-
κὴν πτῶσιν εἰπόντα τὸν Ἡρόδοτον· ἀνέθηκεν εἰς Βραγχίδας τὰς
Μιλησίων (II 159). οὐκέτι οὖν ᾤμην ἁμάρτημα εἶναι γραφικόν,
Ἰωνικὸν δὲ μᾶλλον ἰδίωμα. πολλὰ γὰρ οὗτοι τῶν ὀνομάτων χαίρουσι
θηλυκῶς ἐκφέροντες, οἷον τήν τε λίθον καὶ τὴν κίονα καὶ ἔτι τὴν
Μαραθῶνα· Κρατῖνος (I, p. 113 K.) εὐιπποτάτη Μαραθών, Νίκαν-
δρος (fr. XXV) εὐκτιμένην Μαραθῶνα. ταῦτα μὲν οὖν ἃ ἡμεῖς
εὕρομεν καὶ ἐκρίναμεν ὑγιῶς [ἔχειν].
 τοιαῦτα δὴ τοῦ Φιλήμονος λέγοντος, ἃ μὲν πρὸς Ἀλέξανδρον
περὶ τοῦ Ἡροδοτείου διορθώματος εἴρηκεν, οὐκ οἰκεῖον κρίνω τῇ παρ-
ούσῃ ὑποθέσει ἐξετάζειν. τὸ δὲ συναγείρεταπῶς ὑπόκωφόν φησιν
εἶναι οὐκ ἔστι γνῶναι. τίς γὰρ οὐκ οἶδε τοὺς ἱππογνώμονας ἐκ πολ-
714

λῶν ἵππων τοὺς ἐπιτηδειοτάτους


ἀθροίζοντας; ὃ ἐκ τοῦ συναγείρε

Πορφύριος. Quaestionum Homericarum liber i (recensio V) (2034:


017)
“Porphyrii quaestionum Homericarum liber i”, Ed. Sodano, A.R.
Naples: Giannini, 1970.Sec. 38, li.31

φῆς, τὸν δὲ ἄνδρα τῆς ἀκριβοῦς συ-


νέσεως ἐτεθαυμάκειν. ἐντυχὼν δὲ
τοῖς Ἡροδοτείοις αὐτοῖς ἔπεσι καὶ
γενόμενος ἐπὶ τέλει τῆς Αἰγυπτια-
κῆς βίβλου, ἥτις ἐστὶ δευτέρα τῇ
τάξει, εὑρίσκω πάλιν κατὰ τὴν αἰ-
τιατικὴν πτῶσιν εἰπόντα τὸν Ἡρό-
δοτον· «ἀνέθηκεν εἰς Βραγχίδας τὰς
Μιλησίων». οὐκέτι οὖν ᾤμην ἁμάρ-
τημα εἶναι γραφικόν, Ἰωνικὸν δὲ
μᾶλλον ἰδίωμα. πολλὰ γὰρ οὗτοι
τῶν ὀνομάτων χαίρουσι θηλυκῶς ἐκ-
φέροντες, οἷον τήν τε λίθον καὶ τὴν
κίονα καὶ ἔτι τὴν Μαραθῶνα· Κρα-
τῖνος «εὐιπποτάτη Μαραθών», Νί-  
κανδρος «εὐκτιμένην Μαραθῶνα».
ταῦτα μὲν οὖν ἃ ἡμεῖς εὕρομεν καὶ
ἐκρίναμεν ὑγιέα». τοιαῦτα δὴ τοῦ
Φιλήμονος λέγοντος, ἃ μὲν πρὸς
Ἀλέξανδρον περὶ τοῦ Ἡροδοτείου
διορθώματος εἴρηκεν, οὐκ οἰκεῖον

Πορφύριος. Εἰς τὰ ἁρμονικὰ Πτολεμαίου ὑπόμνημα (2034: 021)


“Porphyrios. Kommentar zur Harmonielehre des Ptolemaios”, Ed.
Düring, I.
Göteborg: Elanders, 1932, Repr. 1980.P. 7, li.19

μὲν ψόφος φωνῆς. τὸ δὲ μέλος οὐκ ἐν φωνῇ μόνον συνίσταται, ἣ κατ'


Ἀριστοτέλην καί τινας τῶν Πυθαγορείων κυρίως ζῴου τε ἦν καὶ καθ'
ὁρμήν, ἀλλὰ καὶ ἐν ἀψύχοις ὀργάνοις, ἃ ψόφου μὲν κοινωνεῖν, φωνῆς δ'
οὐκ ἂν λέγοιτο κυρίως. τῶν γὰρ ἀψύχων, φησὶν Ἀριστοτέλης, οὐδὲν
φωνεῖ, οὐδὲ φωνὴν προΐεται, ἀλλὰ κατά τινα ὁμοιότητα καὶ μεταφορὰν
715

αὐλός τε καὶ λύρα λέγεται φωνεῖν, οὐ κυρίως μέντοι γε, καὶ ὅσα ἄλλα
τῶν ἀψύχων τάσιν ἔχει· τοῦτο δ' ἐστὶν ὀξύτητα καὶ βαρύτητα κέκτηται
τὴν ἐν μουσικῇ· ταύτην γὰρ τάσιν λέγουσιν. ὅσα οὖν ταύτης μετέχει
καὶ τοῦ μέλους, καταχρηστικώτερον εὔφωνα λέγεται καὶ φωνὴν ἔχειν.
διαλέκτῳ γάρ φησιν ἔοικε τὴν τάσιν ἔχοντα καὶ τὸ μέλος, ἐπεὶ καὶ
τὴν φωνὴν ταῦτα ὁρῶμεν ἔχουσαν τὰ ἰδιώματα κατὰ τὰ μέλη.
 Καὶ τῶν Πυθαγορείων δ' οἱ πλεῖστοι, καθ' οὓς τὰ κατὰ τὰς συμφω-
νίας πραγματεύεται, ἐπὶ τοῦ ψόφου τὴν θεωρίαν ἐνίσταντο τῆς ἐξηγή-
σεως ἀρχόμενοι. ὁ γοῦν περιπατητικὸς Ἄδραστος τὰ κατὰ τοὺς
Πυθαγορείους ἐκτιθέμενος γράφει.
 »Ἐπεὶ μέλος μὲν πᾶν καὶ πᾶς φθόγγος φωνή τίς ἐστι, πᾶσα δὲ φωνὴ  

Πορφύριος. Εἰς τὰ ἁρμονικὰ Πτολεμαίου ὑπόμνημα P. 10, li.20

νησις τῆς φωνῆς σπεύδει καὶ προαίρεσιν ἔχει μηδαμοῦ στῆναι. κατὰ
μόνας γοῦν τὰς τελευταίας ἀποσιωπήσεις ἵσταται καὶ τὸν ἴδιον δρόμον
ἐπέχεται. ἡ δὲ δευτέρα φιλεῖ πως διαναπαύεσθαι καὶ καθ' ἕκαστον, ὧν
προφέρεται μορίων, λήγουσα εὐθὺς ἠρεμεῖ, εἶτ' ἠρεμήσασα ὥσπερ ἀπ'
ἄλλης ἀρχῆς πάλιν ἄρχεται καὶ χρῆται τῇ τε διαναπαύσει καὶ τῇ προφορᾷ
μιᾷ παρὰ μίαν ἐναλλάξ. διὸ καὶ κατὰ μὲν τὸ λέγειν περιϊστάμεθα τὸ
πολλάκις ἀποσιωπᾶν. ᾠδῆς γὰρ καὶ μελῳδίας ἴδιον τοῦτο. κατὰ δὲ
τὸ ᾄδειν προνοούμεθα τοῦ μηδαμῶς συνάπτειν τὰ μόρια· συνεχοῦς γὰρ
φωνῆς παρακολούθημα καὶ τοῦτο, ὅθεν καὶ τοὺς μὲν ἐν τῷ διαλέγεσθαι
δυσφόρους καὶ κατ' ὀλίγας λέξεις σταλάττοντας ὡς μὴ καθικνουμένους
τοῦ τῆς λαλιᾶς ἰδιώματος ψέγομεν, τοὺς δὲ λίαν κατεσπευσμένας ᾠδὰς
καὶ τροχαλῶς παραφέροντας πάλιν οὐκ ἐπαινοῦμεν, κἂν γὰρ τὰ μάλιστα
ἑαυτοῖς τεχνῖται δόξωσιν εἶναι καὶ δυσκόλως ᾄδειν, ἀλλ' οὖν ὅμως ᾄδου-
σιν οὐ χωρὶς τοῦ καὶ τὸ μέλος διὰ τὴν πυκνότητα καὶ τὴν πρὸς τὴν ἑτέ-
ραν φωνὴν συγγενισμὸν ποιεῖν ἀσχημονεῖν. ὅσῳ μὲν γὰρ ἂν ταχύνηται
καὶ λίαν ἐλαύνηται τὸ μέλος, παρ' ὀλίγον συνεχὲς ἀναγκαζόμενον εἶναι,
κακοτεχνεῖται, ὅσῳ δ' ἂν ἀναβεβλημένος παρέλκηται καὶ βραδύνηται,
σαφὲς καὶ περίτρανον φαίνεται καὶ μᾶλλον εὐσχημονοῦν.
 Τοιούτων οὖν σχεδὸν παρὰ πᾶσι τοῖς Ἀριστοξενείοις λεγομένων εὐθὺς

Πορφύριος. Εἰς τὰ ἁρμονικὰ Πτολεμαίου ὑπόμνημα P. 13, li.30

ρίαν. τῆς γὰρ ὕλης εἰδοπεποιημένης ὑπὸ τοῦ ῥηθέντος λόγου τὴν ψυχὴν
συμβέβηκε τοῖς οὖσιν ἐφισταμένην καὶ οἷον ἀποσπῶσαν αὖθις ἀπὸ τῆς
ὕλης τὰ εἴδη καὶ δεχομένην εἰς ἑαυτὴν καὶ τρόπον τινὰ ἀποκαθιστᾶσαν
εἰς τὸ ἄυλον γίνεσθαι τὴν κρίσιν. τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ἀπὸ τῆς αἰσθήσεως
716

ἡ ἀντίληψις, οἷον ἐπαφωμένη τοῦ ὄντος ἀναλαμβάνειν αὐτὰ πειρᾶται


καὶ οἷον εἰσαγγέλλειν τε καὶ εἰσάγειν εἰς τὴν ψυχὴν ὥσπερ ὁδηγός τις
καὶ εἰσαγωγεύς. μετὰ δὲ ταῦτα ἡ δοξαστικὴ ὑπόληψις ὑποδέχεται τὸ
εἰσαχθὲν προσαγορεύουσα αὐτὸ καὶ ἀναγράφουσα διὰ λόγου τῇ ψυχῇ,
οἷον εἴς τι γραμμάτιον ἐνυπάρχον αὐτῇ. τρίτη δ' ἐστὶ μετὰ ταῦτα δύνα-
μις εἰκονιστὴ τῶν ἰδιωμάτων καὶ ὄντως ζωγραφική τις ἢ πλαστικὴ ἢ
φαντασία οὐκ ἀρκουμένη τῷ τῆς προσαγορεύσεως εἴδει καὶ τῷ τῆς ἀνα-
γραφῆς, ἀλλ' ὅνπερ τρόπον οἱ τοὺς καταπλέοντας εἰκονίζοντες ἢ κατὰ
τοὺς τοῖς συμβόλοις παρακολουθοῦντας τὴν ἀκρίβειαν τῆς ὁμοιότητος  
ἐκλογίζονται· οὕτω καὶ αὕτη τοῦ πράγματος ἅπασαν τὴν μορφὴν ἐκλο-
γιζομένη, ὁπόταν τοῦτον τὸν τρόπον ἀκριβώσῃ, τότε ἀπέθετο ἐν τῇ ψυχῇ
τὸ εἶδος. καὶ τοῦτο ἦν ἡ ἔννοια, ἧς ἐγγενομένης τε καὶ βεβαιωθείσης
ἡ τῆς ἐπιστήμης ἐγγίνεται διάθεσις, ἀφ' ἧς ὥσπερ ἀπὸ πυρὸς πηδήσαν-
τος ἐξαφθὲν φῶς ὁ νοῦς ἀναφαίνεται οἷόν περ ὄψις ἀκριβὴς εἰς τὴν προς-
βολὴν τὴν ἐπὶ τὸ ὄντως ὄν. καὶ διὰ μὲν τῆς ἀντιλήψεως ἀρξαμένης τῆς
ψυχῆς καὶ μαθούσης τὸ ἐν τῇ ὕλῃ ἐνυπάρχον εἶδος, διὰ δὲ τῆς
ὑπολήψεως,

Πορφύριος. Εἰς τὰ ἁρμονικὰ Πτολεμαίου ὑπόμνημα P. 61, li.3

τοῖς στοιχείοις. καὶ μὴν καὶ κατὰ τὴν γεῦσιν· ὁ μέν τις οἶνός ἐστι
γλυκὺς ἀλλὰ παχύς, ὁ δ' αὐστηρὸς ἀλλὰ λεπτός· καὶ οὐχ ἡ γλυκύτης
ἦν παχύτητος, οὐκ αὐστηρότης προσῆν λεπτότητος, ἀλλὰ μόνη ἡ γλυκύ-
της, ᾧ ἡ παχύτης, καὶ ἡ αὐστηρότης, ᾧ ἡ λεπτότης· αὐτή τε ἡ παχύτης
ὑφίστατο, ἐφ' οὗ τὸ ποσὸν τῆς οὐσίας ἦν πλεῖον, ἡ δὲ λεπτότης, ἐφ' οὗ
τὸ ποσὸν ἔλαττον. τί οὖν κωλύει καὶ ἐπὶ τῶν τόνων, εἰ καὶ ταῖς λεπτο-
τέραις φέρε χορδαῖς οἱ ὀξεῖς ἐπιθεωροῦνται φθόγγοι, εἰ καὶ ταῖς ταχείαις
κινήσεσιν, εἰ καὶ τῷ ποσῷ μετέχει τῶν πληγῶν, μὴ εἶναι τὴν ὀξύτητα  
ποσότητα; οὐδὲ γὰρ ποσόν τι ἡ ὀξύτης, οὐδ' ἡ βαρύτης, ἀλλὰ τοιόνδε
μᾶλλον· οὐδ' ἴσον ἢ ἄνισον, ἀλλ' ὅμοιον ἢ ἀνόμοιον τὸ καθ' ἑκατέραν
ἰδίωμα, ἃ δὴ τὸ ποιὸν ἀλλ' οὐ τὸ ποσὸν χαρακτηρίζειν ἐπεφύκει. ἐπί
τε τῶν ὀσμῶν αἱ ὀξεῖαι ταῖς βαρείαις οὐ κατὰ ποσότητα κέκτηνται τὴν
διαφοράν, ἀλλὰ κατὰ ποιότητα. καὶ γένοιτο μὲν ἂν ὀξέος ὀξύτερον καὶ
βαρέος βαρύτερον· οὐκ ἂν δὲ τὸ ὀξύτερον βαρέος ἂν λέγοιτο ὀξύτερον,
οὐδὲ τὸ βαρύτερον ὀξέος βαρύτερον. ἰδιότης γάρ ἐστι ψόφων καὶ ἡ
ὀξύτης καὶ ἡ βαρύτης, ὡς ὁρατῶν αἱ χροιαὶ χυμοί τε γεύσεως καὶ ὀσμῶν
αἱ κατὰ τὰ ὀσφραντὰ διαφοραί. ὅλως τέ τινα οὐκ ἐκωλύετο ἐν πλείοσι
θεωρεῖσθαι κατηγορίαις καθάπερ τὰ γεωμετρικὰ σχήματα, καθ' ὃ μὲν
μεγέθη ἐτύγχανεν ὄντα ἐν ποσῷ, καθ' ὃ δὲ τοιάνδε μορφὴν παρείχετο
ἐν ποιῷ. τί οὖν ἐκώλυσε καὶ τοὺς ψόφους, καθ' ὃ μὲν ἐν ταχυτῆσιν ἢ
βραδυτῆσι θεωροῦνται, εἶναι ἐν ποσῷ, καθ' ὃ δ' ἐν ὀξύτησι καὶ βαρύτησι,
717

Αθανάσιος θεολόγος. De synodis Arimini in Italia et Seleuciae in


Isauria (2035: 010)“Athanasius Werke, vol. 2.1”, Ed. Opitz, H.G.Berlin:
De Gruyter, 1940.Ch. 50, Sec. 2, li.4

αὐτοῦ οὐ διαφθαρήσεται». καὶ ὅλως ὅσα ἂν εὕροις περὶ τοῦ πατρὸς


λεγόμενα, τοσαῦτα
ἂν εὕροις καὶ περὶ τοῦ υἱοῦ λεγόμενα χωρὶς μόνου τοῦ εἶναι αὐτὸν
πατέρα, καθάπερ
εἴρηται.
 Εἰ μὲν οὖν ἄλλην ἀρχὴν ἐνθυμεῖταί τις καὶ ἄλλον πατέρα διὰ τὸ ἰσάζον
τῶν λεγο-
μένων, μανικὸν τὸ ἐνθύμημα, εἰ δὲ διὰ τὸ ἐκ τοῦ πατρὸς εἶναι τὸν υἱὸν
πάντα τὰ τοῦ πατρὸς
ὡς ἐν εἰκόνι καὶ χαρακτῆρι τοῦ υἱοῦ ἐστι, λογισώμεθα εὐμενῶς, εἰ ξένη
οὐσία τῆς τοῦ πατρὸς
οὐσίας δεκτικὴ τῶν τοιούτων ἐστί, καὶ εἰ ὁ τοιοῦτος ἑτεροφυὴς καὶ
ἀλλοτριοούσιός ἐστι,
καὶ οὐχ ὁμοούσιος τῷ πατρί. εὐλαβητέον γὰρ μὴ τὰ τοῦ πατρὸς ἴδια
μεταφέροντες ἐπὶ
τὸ ἀνομοιοούσιον αὐτῷ καὶ ἐν ἀνομοιογενεῖ καὶ ἀλλοτριοουσίῳ
χαρακτηρίζοντες τὴν τοῦ
πατρὸς θεότητα, ξένην μὲν ἄλλην εἰσάξωμεν οὐσίαν, δεκτικὴν τῶν τῆς
πρώτης οὐσίας
ἰδιωμάτων, ἐντραπῶμεν δὲ ὑπ' αὐτοῦ τοῦ θεοῦ λέγοντος· «τὴν δόξαν
μου ἑτέρῳ οὐ δώσω»
καὶ εὑρεθῶμεν προσκυνοῦντες τῷ ἀλλοτρίῳ καὶ νομισθῶμεν εἶναι
τοιοῦτοι, οἷοι ἦσαν οἱ τότε
Ἰουδαῖοι λέγοντες· «διὰ τί σὺ ἄνθρωπος ὢν ποιεῖς σεαυτὸν θεόν», ὅτε καὶ
τὰ τοῦ πνεύ-
ματος μεταφέροντες ἐβλασφήμουν λέγοντες ὅτι· «ἐν Βεελζεβοὺλ
ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια».
εἰ δὲ τοῦτο ἀπρεπές, δῆλον ὅτι οὐκ ἀνομοιοούσιος ἂν εἴη ὁ υἱός, ἀλλὰ
ὁμοούσιος τῷ πατρί·
καὶ γὰρ εἰ τὰ τοῦ πατρὸς φυσικῶς τοῦ υἱοῦ ἐστιν, αὐτός τε ὁ υἱὸς ἐκ τοῦ
πατρός ἐστι καὶ
διὰ τὴν τοιαύτην ἑνότητα τῆς θεότητος καὶ τῆς φύσεως αὐτὸς καὶ ὁ πατὴρ
ἕν εἰσι, καὶ «ὁ
ἑωρακὼς τὸν υἱὸν ἑώρακε τὸν πατέρα», εἰκότως ἐλέχθη παρὰ τῶν
πατέρων ὁμοούσιος, οὐ
γὰρ ἑτεροουσίου τὰ τοιαῦτα ἔχειν ἐστί.
 Πάλιν τε εἰ, καθὰ προείπομεν, οὐκ ἐκ μετουσίας ἐστὶν ὁ υἱός, ἀλλὰ τὰ
718

μὲν γενητὰ
πάντα ἐκ μετουσίας ἔχει τὴν παρὰ θεοῦ χάριν, αὐτὸς δὲ τοῦ πατρὸς σοφία
καὶ λόγος ἐστίν,

Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos (2035: 042); MPG


26.
Vol.26, p. 156, li.2

γεγενῆσθαι αὐτὸν ἄνθρωπον, πάσας τὰς τοιαύ-


τας λέξεις ἐπιῤῥίπτειν ἐπὶ τὸ ἀνθρώπινον αὐτοῦ.
Πῶς οὖν καὶ οὗτοι οὐ βδελυκτοὶ παρὰ τῷ Κυρίῳ
δείκνυνται, δισσὰ στάθμια παρ' ἑαυτοῖς ἔχοντες, καὶ
τῷ μὲν ἐκεῖνα λογιζόμενοι, τῷ δὲ τὸν Κύριον
βλασφημοῦντες; Ἀλλ' ἴσως τὸ μὲν, δοῦλος, ὡς κατὰ
διάθεσιν λεγόμενον συντίθενται· τὸ δὲ, τῷ ποιή-
σαντι, κατέχουσιν, ὡς μέγα τι βοήθημα τῆς αἱρέσεως
αὐτῶν. Ἔστι δὲ αὐτοῖς καὶ τοῦτο κάλαμος τεθλασμέ-  
νος τὸ ἔρεισμα· καταγνώσονται γὰρ εὐθὺς ἑαυτῶν, εἰ
μάθοιεν τὸ τῆς Γραφῆς ἰδίωμα. Καὶ γὰρ ὥσπερ δοῦ-
λος λέγεται ὁ Σολομὼν, καίπερ ὢν υἱός· οὕτως,
ἵνα τὰ ἐν τοῖς προτέροις εἰρημένα πάλιν εἴπωμεν, εἰ
καὶ ποιουμένους καὶ κτιζομένους καὶ γινομένους τοὺς
ἐξ ἑαυτῶν φυομένους υἱοὺς λέγοιεν οἱ γονεῖς, οὐ-
δὲν ἧττον οὐκ ἀρνοῦνται τὴν φύσιν. Ὁ γοῦν Ἐζεχίας,
ὡς ἐν τῷ Ἡσαΐᾳ γέγραπται, εὐχόμενος ἔλεγεν· Ἀπὸ
γὰρ τῆς σήμερον παιδία ποιήσω, ἂ ἀναγγελοῦσι τὴν
δικαιοσύνην σου, Κύριε τῆς σωτηρίας μου. Καὶ αὐτὸς
μὲν ἔλεγε, ποιήσω· ὁ δὲ προφήτης ἔν τε αὐτῷ τῷ βι-
βλίῳ, καὶ τῇ τετάρτῃ τῶν Βασιλειῶν οὕτω φησί·

Αθανάσιος θεολόγος. Orationes tres contra Arianos Vol.26, p. 280, li.19

μὲν οὖν Μονογενής ἐστιν, ὥσπερ οὖν καὶ ἔστιν,


ἑρμηνευέσθω τὸ, πρωτότοκος· εἰ δὲ πρωτότοκός
ἐστι, μὴ ἔστω Μονογενής. Οὐ δύναται γὰρ ὁ αὐτὸς
Μονογενής τε καὶ πρωτότοκος εἶναι, εἰ μὴ ἄρα πρὸς
ἄλλο καὶ ἄλλο· ἵνα Μονογενὴς μὲν διὰ τὴν ἐκ Πα-
τρὸς γέννησιν, ὥσπερ εἴρηται, πρωτότοκος δὲ διὰ
τὴν εἰς τὴν κτίσιν συγκατάβασιν, καὶ τὴν τῶν πολ-
λῶν ἀδελφοποίησιν. Ἀμέλει, τῶν δύο τούτων
ῥητῶν ἀντικειμένων ἀλλήλοις, κρατεῖν ἄν τις εἴποι
719

δικαίως ἐπὶ τοῦ Λόγου τὸ τοῦ Μονογενοῦς μᾶλλον


ἰδίωμα, διὰ τὸ μὴ εἶναι ἕτερον Λόγον, ἢ ἄλλην σο-
φίαν, ἀλλὰ τοῦτον μόνον ἀληθινὸν Υἱὸν εἶναι τοῦ Πα-
τρός. Καὶ γὰρ, ὥσπερ ἔμπροσθεν εἴρηται, οὐ μετά
τινος συμπεπλεγμένης αἰτίας, ἀλλὰ ἀπολελυμένως
μὲν εἴρηται ἐπ' αὐτοῦ τὸ, Ὁ Μονογενὴς Υἱὸς
ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ Πατρός· τὸ δὲ, πρωτότο-
κος, συμπεπλεγμένην ἔχει πάλιν τὴν τῆς κτίσεως
αἰτίαν, ἢν ἐπήγαγεν ὁ Παῦλος λέγων· Ὅτι ἐν αὐτῷ
ἐκτίσθη τὰ πάντα. Εἰ δὲ πάντα τὰ κτίσματα
ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη, ἄλλος ἐστὶ τῶν κτισμάτων, καὶ
κτίσμα μὲν οὐκ ἔστι, κτίστης δὲ τῶν κτισμάτων.

Αθανάσιος θεολόγος. Fragm. varia (2035: 054); MPG 26.Vol.26, p.


1236, li.14

πᾶν ἀπὸ μέρους· οὐ τελείαν φύσιν εἰς ἐνέργειαν τὸ


μέρος. Καὶ τοῦτο ἄνθρωπος οὐ μόνον παρὰ τοῖς θείοις
νόμοις, ἀλλὰ δὴ καὶ παρὰ τοῖς ἀνθρωπίνοις λόγοις.
Ὁρίζονται γοῦν τὸν ἄνθρωπον οἱ περὶ ταῦτα δεινοὶ
ζῶον λογικὸν θνητὸν, τὸ μὲν λογικὸν ἐκ τῆς ψυχῆς
ἑρμηνεύοντες, τὸ δὲ θνητὸν ἐκ τοῦ σώματος ἀποφαί-
νοντες. Οὕτως ἀμφότερα μέρη ἑνὸς προσώπου, καὶ
οὐ δύο ἐνόμισε τὸν ἴσον τρόπον καὶ ἡ θεία Γραφή·
τὸν γὰρ αὐτὸν ἄνθρωπον κατὰ εἰκόνα Θεοῦ μηνύεται
κατὰ τὸ ἐξαίρετον τοῦ προσώπου· καὶ ἄρσεν καὶ θῆλυ
προσαγορεύεται κατὰ τὸ ἰδίωμα τῆς σαρκὸς, ἵνα δείξῃ
τὴν ψυχὴν καὶ τὸ σῶμα μέρη ἑνὸς προσώπου, οὐ
δύο. Πῶς οὖν κέχρηνται τῷδε τῷ ὑποδείγματι, μηδὲν
ὅμοιον ἔχοντι; Εἰ δύο πρόσωπα τέλεια ὑποδείξειαν
εἰς μίαν μεθαρμοσθέντα οὐσίαν, καλῶς προέφερον τὸ
ὑπόδειγμα· δύο δὲ μέρη ἑνὸς προσώπου λέγοντες, οὐ
δύο πρόσωπα λέγουσιν. Ὥσπερ οὐδὲ ψυχὴ καὶ σῶμα
δύο τέλεια ζῶα· τοῦ δεσπότου Χριστοῦ τὰ δύο καλου-
μένου, καὶ θείου καὶ ἀνθρωπίνου, διὰ τὸ τέλειον ἀμ-
φοτέρων. Οὕτω γοῦν ἡ Σωτῆρος τοῦ Χριστοῦ προς-
ηγορία νῦν μὲν δηλοῖ μόνην τὴν θεότητα ὡς ἀνενδεῆ

Αθανάσιος θεολόγος. Expositiones in Psalmos (2035: 061); MPG 27.


Vol.27, p. 292, li.11
720

Εἰς τὸ τέλος, ἐν ὕμνοις ΨΑΛΜΟΣ, τῷ Δαυΐδ. Ξϛʹ. Ὑπόθεσις.

Πάλιν κἀνταῦθα τῶν ἀποστόλων τὸ πρόσωπον εἰσάγε-


 ται, διδασκαλίαν ποιούμενον τῶν ἐθνῶν, ῥυσθῆ-
 ναί τε εὐχόμενον τῶν ἀντιλεγόντων τῇ διδασκα-
 λίᾳ αὐτῶν. [Ἀκόλουθος καὶ οὗτος τῷ πρὸ αὐτοῦ·
 ἰδίωμα γὰρ ἔχει τῆς τῶν ἱερῶν εὐλογίας, καὶ κεῖται
 ἐν τοῖς Κριταῖς ἡ εὐχὴ πᾶσα σχεδόν. Ὡς οὖν μέλ-
 λοντος καὶ τούτου γίνεσθαι, μετὰ τὴν ἐπάνοδον
 προεφητεύθη, κηρύττει δὲ καὶ τὴν θείαν ἀνθρώ-
 πησιν καὶ ἐπιφάνειαν, καὶ τὴν τῶν ἐθνῶν σωτη-
 ρίαν. Ἐν ὕμνοις δὲ ἐπιγέγραπται, ἐπεὶ Θεοῦ τὸ
 ὑμνεῖσθαι, ἀνθρώπων δὲ τὸ δι' ἐπαίνων ἐγκωμιά- ζεσθαι.]

Αθανάσιος θεολόγος. Liber de definitionibus [Sp.] (2035: 075); MPG


28.
Vol.28, p. 537, li.1

ψυχὴ, πνεῦμα ἄνεμος· ἔστι δ' ὅτε καὶ ὁ νοῦς εἴρηται


πνεῦμα.
 Ἀΐδιόν ἐστι τὸ ἀεὶ διάγον. Καὶ τὸ μὲν ἀΐδιον
οὐ λέγεται καὶ ἄναρχον· τὸ δὲ ἄναρχον λέγεται καὶ
ἀΐδιον. Ἄναρχον δὲ λέγεται τὸ μὴ ἔχον ἀρχήν· τοῦτο
δέ ἐστιν ὁ Θεός. Διὸ καὶ ἄναρχος λέγεται καὶ ἀΐδιος,
τουτέστιν ἀτελεύτητος. Οἱ δὲ ἄγγελοι καὶ αἱ ψυχαὶ
οὐ λέγονται ἄναρχοι· ἀρχὴν γὰρ ἔλαβον καὶ ἐκτί-
σθησαν παρὰ Θεοῦ. Λέγονται δὲ ἀΐδια, ἐπειδὴ μέλ-
λουσιν ἀθάνατα ζῇν.  
 Ἰδίωμα λέγεται τὸ ἰδίως ὑπάρχον ἐν τῇ φύσει, ἐν
ἑτέρᾳ δὲ οὐσίᾳ μηδαμῶς ὑπάρχον· ὥσπερ ἐν τῷ ἀν-
θρώπῳ τὸ γελαστικόν. Οὐδὲ γάρ ἐστι γέλως ἐν ἄλλῃ
οἵᾳ δήποτε φύσει.
 Τί λέγεται φύσις; Φύσις εἴρηται, διὰ τὸ πεφυ-
κέναι καὶ εἶναι, ὥσπερ καὶ οὐσία, ὡς οὖσα καὶ ἐν ἀλη-
θείᾳ γνωριζομένη. Φύσις πάλιν εἴρηται, διὰ τοῦ φύειν
καὶ βλαστάνειν. Φύσις καὶ οὐσία καὶ γένος καὶ μορφὴ
ἕν ἐστι. Πρόσωπον δὲ καὶ χαρακτὴρ καὶ ὑπόστασις
καὶ ἰδικὸν καὶ ἄτομον ἓν καὶ αὐτὸ ὑπάρχει. Ἄλλο
γὰρ φύσις καὶ ἄλλο ὑπόστασις.
721

Αθανάσιος θεολόγος. Liber de definitionibus [Sp.] Vol.28, p. 540, li.43t

πῃς, ὁ Μαίανδρος, ὁ Εὐφράτης, ὁ Νεῖλος, τότε τῶν


ποταμῶν εἶπας μίαν ὑπόστασιν. Καὶ ἐν τοῖς λοιποῖς
ὁμοίως οὕτω χρὴ πάντα διερευνᾷν, καὶ καθ' ὃν τρό-
πον ἐγράφησαν διανοεῖσθαι καὶ ἐπιγινώσκειν, καὶ
διακρίνειν τί ἐστι φύσις, καὶ τί ἐστιν ὑπόστασις. Ἡ
μὲν γὰρ φύσις ἐστὶν ἡ ῥίζα καὶ ἡ πηγὴ τῶν πραγμά-
των· ἡ δὲ ὑπόστασις μέρος ἐστὶ τῆς φύσεως. Ἀν-
αγκαῖα γὰρ ταῦτα τοῖς θέλουσιν ἀκριβῶς τὰ ἐν τῷ
κόσμῳ ἐπιγινώσκειν καὶ ἐρευνᾷν.

Περὶ θελήματος, καὶ ἰδιώματος, καὶ ἐνεργείας,


καὶ περὶ ἑνώσεως καὶ ὁμοουσίου.

 Τί ἐστι θέλημα; Θέλημά ἐστιν οὐσίας νοερᾶς καὶ


λογικῆς ἔφεσις πρὸς τὸ καταθύμιον. Πᾶν γὰρ νοερὸν,
πρόδηλον, ὅτι καὶ θελητικὸν ὑπάρχει· θέλημα γὰρ
λέγεται, κατὰ τὸ θέειν λίαν, ἢ τοῦ θελητοῦ λῆμμα,
ἢ ὡς κράτημα. Τριχῶς δὲ θεωρεῖται τὸ θέλημα, θεϊ-
κὸν, ἀγγελικὸν, καὶ ψυχικόν· ἐπειδὴ αὗται αἱ τρεῖς
φύσεις μόναι εἰσὶ θελητικαί. Τριχῶς δὲ καὶ ἐν τῇ
Γραφῇ εὑρίσκομεν τὸ θέλημα λεγόμενον, θεϊκὸν, τὸ
φυσικὸν ἢ τὸ μέσον, καὶ τρίτον τὸ σαρκικὸν, ὅπερ

Αθανάσιος θεολόγος. Liber de definitionibus [Sp.] Vol.28, p. 541, li.13t

φιλόζωον. Πάντες γὰρ οἱ ἄνθρωποι φιλοῦσι τὴν


ζωὴν, καὶ τὸ ὁρᾷν τὸ φῶς. Ἰδοὺ καὶ τὸ κοινὸν θέ-
λημα. Εἰσὶ δὲ καὶ ἕτερα θελήματα ἐν ἡμῖν, ἅπερ κα-
λοῦνται γνωμικά. Ἄλλος μὲν γὰρ ἄνθρωπος θέλει
ἰδιάζειν, ἄλλος γεωργεῖν· καὶ ἄλλος μὲν πλέειν, ἄλ-
λος δὲ ἀναπαύεσθαι, καὶ ἄλλος ὁδεύειν, ἄλλος γρηγο-
ρεῖν, καὶ ἄλλος ὑπνοῦν, καὶ οἱ λοιποὶ ὁμοίως· πολλὰ
γνωμικὰ θελήματα ἔχομεν οἱ ἄνθρωποι. Ἓν δὲ
φυσικὸν θέλημα ἔχομεν πάντες, τὸ ἀγαπᾷν τὴν
ζωὴν, ἤτοι τὴν ἀθανασίαν, ἣν ἐλάβομεν ἐξ ἀρχῆς.
722

Τί λέγεται ἰδίωμα.

 Ἰδίωμα λέγεται διὰ τὸ ἴδια εἶναι ἅμα· ἀχώριστοι


γάρ εἰσι τῶν φύσεων καὶ τῶν ὑποστάσεων αἱ αὐτῶν
ἰδιότητες. Ἰδίωμά ἐστι τὸ ἔν τινι φύσει ἰδικῶς γνω-
ριζόμενον καὶ ἐν ἑτέρᾳ μὴ εὑρισκόμενον. Οἷόν τι
λέγω· Ἐν τῷ Θεῷ ἐστι τὸ προαιώνιον, τὸ ἄκτιστον, τὸ
ἀπερίγραπτον, ἅτινα οὐχ ὑπάρχουσιν ἐν ἄλλῃ οἵᾳ δήποτε
οὐσίᾳ. Ἰδίωμά ἐστι τοῖς ἀγγέλοις τὸ ἀπαθὲς καὶ ἀθάνα-
τον, τὸ ὑμνολογικὸν, τὸ ἀσίγητον. Ἰδίωμα δὲ ἀνθρώπου
κυρίως τὸ σύνθετον ἐκ θνητῆς καὶ ἀθανάτου φύσεως,
ἐν ἄλλῃ οἵᾳ δήποτε οὐσίᾳ μὴ γνωριζόμενον. Καὶ ταῦτα

Αθανάσιος θεολόγος. Sermo in annuntiationem deiparae [Sp.] Vol.28, p.


921, li.6

θεωρεῖται. Ἐκ παραγωγῆς γὰρ τοῦ ἴσου, ἰσία λέγεται


θηλυκῇ ἐκφορᾷ ἡ τῆς ἰσότητος τῶν πολλῶν συστατικὴ
περίληψις. Ὧν γὰρ ἴση τίς ἐστιν οὐσία, διαφερόντων
ἰδιωμάτων, ἰσία λέγεται, ὥσπερ καὶ ὁσία καὶ μία. Καὶ
ἐπείπερ ἰσία λέγεται κατ' ἐτυμολογίαν, τροπῇ τοῦ ι  
εἰς ο, καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ στοιχείου, οὐσία διερμη-
νεύεται, ὡς οὖσά τις συστατικὴ ὕπαρξις, τῶν ἐκ πλειό-
νων ἐπὶ μίαν μονάδα ἐχόντων τὸ ἄθροισμα. Καὶ οὕ-
τως εἰς τὸν κατ' εἰκόνα Θεοῦ γενόμενον ἄνθρωπον
ἀποβλέποντες, κανονίζομεν, ὅτι ἡ σύστασις τῶν
περὶ αὐτοῦ ἰδιωμάτων, κατὰ τὴν αὐτοῦ ὕπαρξιν, οὐ-
σία προσαγορεύεται, ὡς οὖσα περίληψις καὶ περιοχὴ
τῶν πλειόνων, ἐπὶ ἓν ἐχόντων τὸ ἑαυτῶν ἄθροισμα.
Καὶ γὰρ τὸ κτιστὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον, τὸ νοερὸν,
τὸ λογικὸν, τὸ ἔμψυχον, τὸ σωματικὸν, τὸ παθητικὸν,
τὸ ῥευστὸν, τὸ χρονικὸν, τὸ θνητὸν, τὸ γεννητὸν, τὸ
φθαρτὸν, τὸ αὐξητικὸν, τὸ τρεπτὸν, τὸ ἀλλοιωτικὸν,
τὸ λυπηρὸν, καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα κατὰ ἀναλογίαν καὶ
ἐκλογισμὸν ἐπίσης ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον λαμβανόμενα
κατὰ τὸ ἴσον, ἰσία λέγεται, καὶ τροπῇ καὶ πλεονασμῷ
τῶν στοιχείων, οὐσία προσαγορεύεται,
723

Dexippus Phil., In Aristotelis categorias commentarium P. 44, li.29

‘οἷον Σωκράτης’.
 θ. Ἀπορεῖ πάλιν ὁ Πλωτῖνος, ὅτι τὸ μίαν οὖσαν τῶν ἐναντίων ἀνὰ
μέρος εἶναι δεκτικὴν οὐ πάσαις ἐφαρμόζει οὔτε ταῖς νοηταῖς οὔτε ταῖς
φυσικαῖς.
 Πρὸς τὸ ἀπόρημα τοῦτο εἴποιμεν ἂν ὅτι οὐ πάσης οὐσίας τὸ ἰδίωμα
παρέθετο. καὶ τοῦτο γνώριμον ἐκ τοῦ ἀρχόμενον μὲν τῆς ὑπογραφῆς τὸ
ἔστπροσθεῖναι (λέγει γὰρ οὐσία δέ ἐστιν ἡ μὴ καθ' ὑποκειμένου
μήτε ἐν ὑποκειμένῳ), ἑξῆς δὲ ἐπενεγκεῖν ἡ λεγομένη οὐσία, τοῦτ'
ἔστιν ἡ ἐν τῇ συνηθείᾳ καὶ περὶ ἧς ἄν τις κατηγορήσειε τουτὶ τὸ ὄνομα·
παρὰ μὲν γὰρ τοῖς φιλοσόφοις ἄλλη λέγεται, παρὰ δὲ τοῖς πολλοῖς ἄλλη.
περὶ ταύτης οὖν τῆς παρὰ τοῖς πολλοῖς λεγομένης τὸ ἰδίωμα παρέθετο,
ὥστε πάσῃ ἂν αὐτῇ ἐφαρμόζοι τῇ συνθέτῳ καὶ τοῖς εἴδεσιν αὐτῆς καὶ
γένεσιν.
 ι. Ἀλλὰ διὰ τί ἐνταῦθα μὲν πρώτην οὐσίαν τὴν αἰσθητὴν λέγει,
ἀλλαχοῦ δὲ δευτέραν ὡς μετὰ τὴν ἀσώματον τεταγμένην;  
 Ὅτι οὐ πρόκειται αὐτῷ περὶ ἐκείνων εἰπεῖν, καὶ ὅτι οὐδὲ λέγονται ἐν
τῇ συνηθείᾳ ἐκεῖναι οὐσίαι.
 ια. Περὶ δὲ τὸ αὐτὸ ζήτημα κἀκεῖνο στρέφεται, διὰ τί ἐν μὲν τοῖς
Φυσικοῖς τὰ κοινὰ προτάττει ὡς πρῶτα, ἐνταῦθα δὲ τὰ καθ' ἕκαστα.
 Ὅτι αὐτῷ διχῶς λέγεται τὸ πρότερον καὶ δεύτερον, ἤτοι τῇ φύσει ἢ
πρὸς ἡμᾶς. πρὸς ἡμᾶς μὲν οὖν τὰ καθ' ἕκαστα πρῶτα (πρώτοις γὰρ τού

Dexippus Phil., In Aristotelis categorias commentarium P. 56, li.1

μεθα δὲ τοῦτο σαφέστερον ἀπὸ τῆς ἀντιστροφῆς· εἴτε γὰρ οὐσία ἐστί, δεῖ
τι εἶναι ἐν αὐτῇ ἄτομον ἓν ὂν ὃ καὶ ταὐτὸν ὑπάρχον τῶν ἐναντίων ἀνὰ
μέρος ἐστὶ δεκτικόν, εἴτε ἓν ὂν καὶ ταὐτὸν τἀναντία δέχεται, οὐσία ἐστίν.
οὕτως οὖν ἔσται ἴδιον ὡς ἐπὶ μηδενὸς τῶν ἄλλων λεγόμενον, ἐπὶ μόνης
δὲ τῆς οὐσίας καὶ ἀπὸ ταύτης ἐπὶ τῶν ἀτόμων.
 λδ. Ἀλλ' οὐκέτι ἀμφιβάλλειν χρή, ὅτι προσθεὶς τὸ ἀριθμῷ ἓν μό-
νων τῶν ἀτόμων τοῦτο ἴδιον ἀποδέδωκεν· τῷ γὰρ γένει καὶ τῷ εἴδει οὐχ
ὑπάρχει τοῦτο ἴδιον.
 Ἢ πρὸς τοῦτο οὐ χαλεπὸν ἐκεῖνο ἀντειπεῖν, ὅτι τρόπος εἷς ἐστι γνώ-
σεως ὁ ἀπὸ μέρους τὸ ὅλον συνεμφαίνων· ὥστε καὶ ἐνταῦθα, εἰ τοῦ ἀτό-  
μου τοῦτό ἐστι τὸ ἰδίωμα, δύναται καὶ τοῦ γένους εἶναι τὸ αὐτό· ἐπειδὴ
γὰρ διὰ τὴν ἄτομον οὐσίαν καὶ τῷ ἐν αὐτῇ εἶναι αἱ δεύτεραι οὐσίαι λέ-
γονται τὰ ἐναντία δέχεσθαι, διὰ τοῦτο τὸ ἴδιον αὐτῶν κυρίως ἀφωρίσατο
δηλῶν ὅτι οὐχὶ τοῦ ἁπλῶς καὶ ἐν ἐπινοίᾳ ἀνθρώπου οὐδὲ τοῦ κοινοῦ καὶ
724

καθ' ἑαυτὸ νοουμένου ζῴου τὸ ἴδιον νῦν ἀφορίζεται, ἀλλὰ τοῦ


κατατεταγ-
μένου καὶ ἐν ὑπάρξει καὶ ἐν τῷδε ὄντος· ὁ γὰρ ἐν τοῖς καθ' ἕκαστον
θεωρούμενος ἄνθρωπος καὶ τὸ ζῷον τὸ ἐν τοῖς κατὰ μέρος ἤδη
κατατεταγ-
μένον τὸ τοιοῦτον ἴδιον ἐπιδέχεται.

Dexippus Phil., In Aristotelis categorias commentarium P. 57, li.18

οὐσίαι διαμένουσιν αἱ αὐταὶ τῶν ἐναντίων μεταβαλλόντων.


 λϛ. Ἀλλὰ πῶς ὁ πατὴρ ὁτὲ μὲν ὑγιαίνει, ὁτὲ δὲ νοσεῖ;
 Διότι ἄνθρωπός ἐστι φήσομεν· γίνεται οὖν κατὰ συμβεβηκὸς ἡ τοιάδε
κατηγορία. ἔστι δὲ τὸ ἴδιον τῆς οὐσίας οὐ κατὰ συμβεβηκὸς ἀλλὰ καθ'
ἑαυτό, καὶ οὐ κατ' ἄλλο ἀλλὰ κατὰ τὴν ἐν αὐτῇ μεταβολήν.
 λζ. Ἀλλὰ τίνος ἐναντίου ὁ ἥλιός ἐστι δεκτικός, ὅς γε ἐν ἑνὶ εἴδει
ἀεὶ ἕστηκεν ὡσαύτως; οὐδὲν γὰρ τῇ φύσει αὐτοῦ ἐστιν ἐναντίον. ὅ γε
μὴν οὐρανὸς οὐκ ἂν σταίη οὐδέποτε, στάσις δὲ κινήσει ἐναντία. ἀλλὰ καὶ

τὸ πῦρ τῶν φθαρτῶν ὂν θερμότητος μέν ἐστιν ἐπιδεκτικόν, ψυχρότητος


δὲ
οὔ, καὶ ἡ χιὼν ψυχρότητος μέν ἐστιν ἐπιδεκτική, θερμότητος δὲ οὔ.
 Πρὸς ταῦτα δὴ οὖν εἴποιμεν ἄν, ὡς τὸ ἰδίωμα τίθεται ἐνταῦθα πάσης
τῆς ἐν μεταβολαῖς δυναμένης γίγνεσθαι οὐσίας, οὐ μέντοι τῆς ἐν τῷ εἶναι
περιεχούσης τὸ ἀμετάβλητον τῶν εἰδῶν. ἔτι ἐπιδεκτικὴν εἶναι τῶν ἐναν-
τίων φησίν, ἀλλ' οὐχὶ οὐσιῶσθαι ἐν τοῖς ἐναντίοις· τὸ δὲ πῦρ οὐκ ἐδέξατο

τὴν θερμότητα, ἀλλ' ἔστιν αὐτοῦ ἐν τῇ οὐσίᾳ ἡ θερμότης. οὐδὲν δὲ ἑαυ-


τὸ ἐπιδέχεται, ἀλλὰ τῶν ἔξωθέν τι, οἷον τὸ ὕδωρ θερμότητα ἐπιδέχεται
ἐπίκτητον οὖσαν ποιότητα, ὑγρότητα δὲ οὐκέτι (σύμφυτος γάρ ἐστιν
αὐτῷ),
καὶ ἡ γῆ ὑγρότητα μὲν ἐπιδέχεται ὡς ἂν ἐκτὸς οὖσαν ποιότητα, ξηρό-
τητα δὲ οὐδαμῶς· τῇ γὰρ οὐσίᾳ αὐτῆς συνυπάρχει. καὶ τὰ οὐράνια τοίνυν
ἐν τῇ κυκλοφορίᾳ τὸ εἶναι ἔχει καὶ οὐκ ἂν ἔχοι τινὰ παραδοχὴν τῆς
ἐναντιώσεως. ἔτι οὐδὲ ποιότητές εἰσιν αἱ τοιαῦται ἰδιότητες, ἀλλ' οὐσιώ

Dexippus Phil., In Aristotelis categorias commentarium P. 58, li.27

λανίαν παραγίνεται ἡ ἐπ' αὐτῇ χροιά, ἢ εἰ μὴ τοῦτό ἐστιν ὅτε ἐστίν, οὐ


μέντοι μένον τὸ χρῶμα τὰ ἐξιόντα καὶ εἰσιόντα δέχεται.
 λθ. Πάλιν Πλωτῖνος ἀπορεῖ λέγων, ὅτι συμβεβηκός ἐστι περὶ τὴν
οὐσίαν τὸ δέχεσθαι ἀνὰ μέρος τὰ ἐναντία, ὥστε ὃ μέν ἐστιν ἡ οὐσία
725

οὐκ εἴρηκεν, οὐδὲ ὅπερ ἀεὶ ὑπάρχει ἰδίως παρέστησεν ὁ Ἀριστοτέλης, ὃ


δὲ ἄλλως αὐτῇ παρηκολούθηκε, δεδήλωκε.
 Φήσομεν οὖν πρὸς τὸν ἄνδρα τὸν ταῦτ' ἀποροῦντα, ὡς κρεῖττόν τι ἢ
κατὰ τὴν αἰσθητὴν οὐσίαν ἀπαιτεῖ, ὃ μέλλει ταὐτὸ παρέχειν πᾶσιν οὐσίας

εἶδος, οὐ προσποιεῖται δέ, ὅτι συμπεφορημένης ταύτης οὔσης δεῖ καὶ τὰ


ἰδιώματα τοιαῦτα εἶναι, ὁποία αὐτή ἐστιν. ἐπεὶ καὶ νῦν ὁ Ἀριστοτέλης
βουλόμενος ἐνδείξασθαι τὸ συμπεφορημένον καὶ μὴ ἀληθινὸν τῆς
ἐνύλου
καὶ συνθέτου καὶ ἐν γενέσει οὐσίας διὰ τῆς μεταβολῆς τῆς εἰς τὰ ἐναντία
ἐποιήσατο τὴν ἀπόδοσιν, ὥστε τὸ σύνθετον τῆς οὐσίας καὶ κατὰ πλῆθος  

θεωρούμενον λογιζόμενος οὕτως καὶ τὸ ἴδιον αὐτῆς θεωρεῖ, ὥστε καὶ τῇ


φύσει αὐτῆς καὶ τῇ τοιαύτῃ ὑποστάσει ὀφεῖλον συνυπάρχειν. εἰ μὲν οὖν
ποτὲ μὲν εἶχε τὸ τῶν ἐναντίων ἀνὰ μέρος δεκτικόν, ποτὲ δὲ μὴ εἶχε,
συμβεβηκὸς ἂν ἦν τοῦτο· ἐπεὶ δὲ δυνάμει ὑπάρχει αὐτῇ τὸ πρὸς τἀναντία
αὐτὴν ὑποκεῖσθαι, τοιαύτη δέ ἐστι καὶ ἡ σύνθετος οὐσία ὡς πάντων μετ-
έχειν τῶν εἰδῶν καὶ συμπεφορῆσθαι ἐκ τῶν εἰς τὴν ὕλην ἐρχομένων
πάντων, εἰκότως τῷ συνθέτῳ αὐτῆς καὶ ἡ πρὸς τὰ ἐναντία ὑποδοχὴ

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium (2037: 001)“Ioannis Stobaei


anthologium, 5 vols.”, Ed. Wachsmuth, C., Hense, O.Berlin: Weidmann,
1–2:1884; 3:1894; 4:1909; 5:1912, Repr. 1958.Book 1, ch. 49, Sec. 25,
li.14

φήσας εἶναι, σύμπτωμα αὐτῆς φησιν εἶναι τὸ φανταστι-


κόν, οὐ μὴν ἔργον γε καὶ ἀποτέλεσμα, ἀλλὰ παρακολού-
θημα· τῶν ἀπὸ τῆς Στοᾶς τὴν αἴσθησιν οὐκ ἐν τῇ φαν-
τασίᾳ ἱστάντων μόνον, ἀλλὰ τὴν οὐσίαν ἀναρτώντων ἀπὸ
τῆς συγκαταθέσεως. Αἰσθητικὴ γὰρ φαντασία συγκατά-
θεσίς ἐστιν ἢ αἴσθησις τῆς συγκαταθέσεως καθ' ὁρμὴν
οὔσης. Λογγῖνος δὲ μηδ' εἶναι ὅλως συγκαταθετικὴν
δύναμιν ὑπονοεῖ. Κατὰ μέντοι τοὺς πρεσβυτέρους  
καὶ τοὺς ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας ἡ αἴσθησις ἐπὶ τῆς δι'
αἰσθητηρίου φαντασίας ψιλὴ τίθεται καὶ διὰ τοῦτο οὐδὲ
κατ' ἀρχὰς μέτοχος ἰδιώματος, ὅτι μηδὲ συγκαταθέσεως
μέτοχος. Κἂν ᾖ δὲ μετὰ συγκαταθέσεως συγκατακειμένη
φαντασία δι' αἰσθητηρίου ἡ αἴσθησις, οὐ πάντως καὶ
ἀρετῆς μέτοχος ἡ αἴσθησις ἔσται, εἰ μὴ συγκατάθεσις
εἴη τῶν ἐφ' ἡμῖν.
 Τοῦ αὐτοῦ.
 Διαπεφώνηται δὲ οὐ τὰ περὶ τούτων μόνον τοῖς
726

παλαιοῖς, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἀρχῆς τὰ περὶ τῶν μερῶν τῆς


ψυχῆς, καὶ ὅλως τί τὸ μέρος καὶ τίς ἡ δύναμις καὶ
τίνι ταῦτα διενήνοχεν.

Ιωάννης Στοβαίος ανθολόγος. Anthologium Book 1, ch. 49, Sec. 51,


li.13

φύσιν ἔχον ἀμύνεσθαι τοὺς κατ' αὐτοῦ ψευδῶς ὀμόσαι


τολμήσαντας. Διαβόητον μὲν τοίνυν Στυγὸς ὕδωρ κατὰ
τὴν Ἀρκαδίαν οἱ ἱστορικοὶ ἀναγεγράφασιν, ὧν ἐστι καὶ
Ἡρόδοτος, ὃς ἐν τῇ ἕκτῃ (c. 74) τὰ κατὰ Κλεομένην ἀφη-
γούμενος γράφει ταῦτα· “Ἐντεῦθεν δὲ ἀφικόμενος εἰς τὴν  
Ἀρκαδίαν νεώτερα ἔπρησσε πράγματα, συνιστὰς τοὺς Ἀρ-
κάδας ἐπὶ τῇ Σπάρτῃ, ἄλλους τε ὅρκους προσάγων καὶ
δὴ καὶ ἐς Νώνακριν πόλιν πρόθυμος ἦν τῶν Ἀρκάδων
τοὺς προεστῶτας ἀγινεῖν, ἐξορκῶν τὸ Στυγὸς ὕδωρ.” Καλ-
λίμαχος δ' ἐν τῷ Περὶ νυμφῶν συγγράμματι (fr. 100b 2
p. 290 Schneid.) καὶ τὸ ἰδίωμα τοῦ ὕδατος ἀφηγεῖται λέ-
γων οὕτω· “Στὺξ ἐν Νωνακρίνῃ τῆς Ἀρκαδίας ὕδωρ ἐστὶ
τὸ διακόπτον πάντα τὰ ἀγγεῖα πλὴν τῶν κερατίνων.”
 Ἐν ταὐτῷ.
 Ἐπειδὴ περὶ τοῦ Στυγὸς ὕδατος ὁ λόγος ἐστί, δηλῶσαί
σοι βούλομαι καὶ ἑτέραν ἱστορίαν περὶ τοῦ αὐτοῦ. Φίλων
γὰρ ὁ Ἡρακλεώτης ἐν τῷ Πρὸς Νύμφιν περὶ θαυμασίων
ἐν Σκύθαις φησὶν ὄνους γίγνεσθαι κέρατα ἔχοντας, ταῦτα
δὲ τὰ κέρατα δύνασθαι τοῦτο τὸ ὕδωρ διαφέρειν· καὶ
Ἀλεξάνδρῳ τῷ Μακεδόνι ἐνεχθῆναι ὑπὸ Σωπάτρου κέρας
τοιοῦτο,

Diophantus Math., Arithmeticorum libri sex (2039: 001)


“Diophanti Alexandrini opera omnia, vol. 1”, Ed. Tannery, P.
Leipzig: Teubner, 1893, Repr. 1974.P. 6, li.3

 ὁ δὲ ἐκ τετραγώνου ἐφ' ἑαυτὸν πολυπλασιασθέντος


δυναμοδύναμις καὶ ἔστιν αὐτοῦ σημεῖον δέλτα δύο
ἐπίσημον ἔχοντα Υ, ΔΥ Δ δυναμοδύναμις·
 ὁ δὲ ἐκ τετραγώνου ἐπὶ τὸν ἀπὸ τῆς αὐτῆς αὐτῷ
πλευρᾶς κύβου πολυπλασιασθέντος δυναμόκυβος καὶ
ἔστιν αὐτοῦ σημεῖον τὰ ΔΚ ἐπίσημον ἔχοντα Υ, ΔΚΥ
δυναμόκυβος·
 ὁ δὲ ἐκ κύβου ἑαυτὸν πολυπλασιάσαντος κυβό-  
κυβος καὶ ἔστιν αὐτοῦ σημεῖον δύο κάππα ἐπίσημον
727

ἔχοντα Υ, ΚΥΚ κυβόκυβος.


 ὁ δὲ μηδὲν τούτων τῶν ἰδιωμάτων κτησάμενος,
ἔχων δὲ ἐν ἑαυτῷ πλῆθος μονάδων ἀόριστον, ἀριθμὸς
καλεῖται καὶ ἔστιν αὐτοῦ σημεῖον τὸ 𐅶.
 ἔστι δὲ καὶ ἕτερον σημεῖον τὸ ἀμετάθετον τῶν
ὡρισμένων ἡ μονὰς καὶ ἔστιν αὐτῆς σημεῖον τὸ Μ
ἐπίσημον ἔχον τὸ Ο, Μο
 Ὥσπερ δὲ τῶν ἀριθμῶν τὰ ὁμώνυμα μόρια παρο-
μοίως καλεῖται τοῖς ἀριθμοῖς, τοῦ μὲν τρία τὸ τρίτον,
τοῦ δὲ τέσσαρα τὸ τέταρτον, οὕτως καὶ τῶν νῦν ἐπ-
ονομασθέντων ἀριθμῶν τὰ ὁμώνυμα μόρια κληθήσεται
παρομοίως τοῖς ἀριθμοῖς·

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron (2040: 001)


“Basile de Césarée. Homélies sur l'hexaéméron, 2nd edn.”, Ed. Giet, S.
Paris: Cerf, 1968; Sources chrétiennes 26 bis.Homily 4, Sec. 5, li.26

ἡ ξηρά· ἅπερ οὔτε τινὲς τῶν λοιπῶν ἐκδεδώκασιν ἑρμη-


νέων, οὔτε ἡ χρῆσις τῶν Ἑβραίων ἔχουσα φαίνεται. Καὶ
γὰρ τῷ ὄντι παρέλκει μετὰ τὴν μαρτυρίαν τοῦ, ὅτι Ἐγένετο
οὕτως, ἡ τῶν αὐτῶν πάλιν ἐπεκδιήγησις. Τὰ τοίνυν ἀκριβῆ
τῶν ἀντιγράφων ὠβέλισται· ὁ δὲ ὀβελὸς, ἀθετήσεως σύμβο-
λον. Καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὴν ξηρὰν, γῆν, καὶ τὰ συστήματα
τῶν ὑδάτων ἐκάλεσε θαλάσσας. Διὰ τί καὶ ἐν τοῖς κατόπιν
εἴρηται, Συναχθήτω τὰ ὕδατα εἰς συναγωγὴν μίαν, καὶ
ὀφθήτω ἡ ξηρὰ, ἀλλ' οὐχὶ γέγραπται, καὶ ὀφθήτω ἡ γῆ;
καὶ ἐνταῦθα πάλιν, Ὤφθη ξηρὰ, καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὴν
ξηρὰν, γῆν; Ὅτι ἡ μὲν ξηρὰ τὸ ἰδίωμά ἐστι, τὸ οἱονεὶ
χαρακτηριστικὸν τῆς φύσεως τοῦ ὑποκειμένου, ἡ δὲ γῆ
προσηγορία τίς ἐστι ψιλὴ τοῦ πράγματος. Ὡς γὰρ τὸ λογικὸν  
ἴδιόν ἐστι τοῦ ἀνθρώπου, ἡ δὲ ἄνθρωπος φωνὴ σημαντική
ἐστι τοῦ ζῴου ᾧ ὑπάρχει τὸ ἴδιον· οὕτω καὶ τὸ ξηρὸν
ἴδιόν ἐστι τῆς γῆς καὶ ἐξαίρετον. ᾯ τοίνυν ἰδίως ὑπάρχει
τὸ ξηρὸν, τοῦτο ἐπικέκληται γῆ· ὥσπερ ᾧ ἰδίως πρόσεστι
τὸ χρεμετιστικὸν, τοῦτο ἐπικέκληται ἵππος. Οὐ μόνον δὲ
ἐπὶ τῆς γῆς ἔστι τοῦτο, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων στοιχείων
ἕκαστον ἰδιάζουσαν καὶ ἀποκεκληρωμένην ἔχει ποιότητα,
δι' ἧς τῶν τε λοιπῶν ἀποκρίνεται, καὶ αὐτὸ ἕκαστον ὁποῖόν
728

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 6, Sec. 6, li.24

Καὶ ζυγὸς, καὶ ταῦρος ὡσαύτως, ἕκαστον τούτων δωδεκα-


τημόριόν ἐστι τοῦ ζῳδιακοῦ λεγομένου κύκλου. Πῶς οὖν
ἐκεῖθεν τὰς προηγουμένας αἰτίας λέγων ὑπάρχειν τοῖς τῶν
ἀνθρώπων βίοις, ἐκ τῶν παρ' ἡμῖν βοσκημάτων τῶν γεν-
νωμένων ἀνθρώπων τὰ ἤθη χαρακτηρίζεις; Εὐμετάδοτος
γὰρ ὁ κριανὸς, οὐκ ἐπειδὴ τοιούτου ἤθους ποιητικὸν ἐκεῖνο  
τὸ μέρος τοῦ οὐρανοῦ, ἀλλ' ἐπειδὴ τοιαύτης φύσεώς ἐστι τὸ
πρόβατον. Τί οὖν δυσωπεῖς μὲν ἡμᾶς ἀπὸ τῆς ἀξιοπιστίας
τῶν ἄστρων, πείθειν δὲ ἐπιχειρεῖς διὰ τῶν βληχημάτων;
Εἰ μὲν γὰρ παρὰ τῶν ζῴων λαβὼν ὁ οὐρανὸς ἔχει τὰ τοιαῦ-
τα τῶν ἠθῶν ἰδιώματα, καὶ αὐτὸς ὑπόκειται ἀλλοτρίαις
ἀρχαῖς, ἐκ τῶν βοσκημάτων ἔχων τὰς αἰτίας ἀπηρτημένας·
εἰ δὲ καταγέλαστον τοῦτο εἰπεῖν, καταγελαστότερον πολλῷ
ἐκ τῶν μηδὲν κοινωνούντων ἐπάγειν ἐπιχειρεῖν τῷ λόγῳ
τὰς πιθανότητας. Ἀλλὰ ταῦτα μὲν αὐτῶν τὰ σοφὰ τοῖς
ἀραχνείοις ὑφάσμασιν ἔοικεν, οἷς ὅταν μὲν κώνωψ, ἢ μυῖα,
ἤ τι τῶν παραπλησίως τούτοις ἀσθενῶν ἐνσχεθῇ, κατα-
δεθέντα κρατεῖται· ἐπειδὰν δὲ τῶν ἰσχυροτέρων τι ζῴων
ἐγγίσῃ, αὐτό τε ῥᾳδίως διεκπίπτει, καὶ τὰ ἀδρανῆ ὑφάσμα-
τα διέρρηξε καὶ ἠφάνισε.

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 8, Sec. 2, li.54

Ἐξαγαγέτω, φησὶ, τὰ ὕδατα ἑρπετὰ ψυχῶν ζωσῶν κατὰ


γένος, καὶ πετεινὰ πετόμενα ἐπὶ τῆς γῆς κατὰ τὸ στερέωμα  
τοῦ οὐρανοῦ κατὰ γένος. Διὰ τί ἐξ ὑδάτων καὶ τοῖς πτηνοῖς
τὴν γένεσιν ἔδωκεν; Ὅτι ὥσπερ συγγένειά τίς ἐστι τοῖς
πετομένοις πρὸς τὰ νηκτά. Καὶ γὰρ ὥσπερ οἱ ἰχθῦς τὸ
ὕδωρ τέμνουσι, τῇ μὲν κινήσει τῶν πτερύγων εἰς τὸ
πρόσω χωροῦντες, τῇ δὲ τοῦ οὐραίου μεταβολῇ τάς τε
περιστροφὰς καὶ τὰς εὐθείας ὁρμὰς ἑαυτοῖς οἰακίζοντες·
οὕτω καὶ ἐπὶ τῶν πτηνῶν ἐστιν ἰδεῖν διανηχομένων τὸν ἀέρα
τοῖς πτεροῖς κατὰ τὸν ὅμοιον τρόπον. Ὥστε ἐπειδὴ ἓν
ἰδίωμα ἐν ἑκατέροις τὸ νήχεσθαι, μία τις αὐτοῖς ἡ συγγένεια
ἐκ τῆς τῶν ὑδάτων γενέσεως παρεσχέθη. Πλήν γε ὅτι
οὐδὲν τῶν πτηνῶν ἄπουν, διὰ τὸ πᾶσι τὴν δίαιταν ἀπὸ τῆς
γῆς ὑπάρχειν, καὶ πάντα ἀναγκαίως τῆς τῶν ποδῶν ὑπουργίας
προσδεῖσθαι. Τοῖς μὲν γὰρ ἁρπακτικοῖς πρὸς τὴν ἄγραν αἱ
τῶν ὀνύχων ἀκμαί· τοῖς δὲ λοιποῖς, διά τε τὸν πορισμὸν
τῆς τροφῆς, καὶ διὰ τὴν λοιπὴν τοῦ βίου διεξαγωγὴν,
729

ἀναγκαία τῶν ποδῶν ἡ ὑπηρεσία δεδώρηται. Ὀλίγοι δὲ


τῶν ὀρνίθων κακόποδές εἰσιν, οὔτε βαδίζειν οὔτε ἀγρεύειν
τοῖς ποσὶν ἐπιτήδειοι· ὡς αἵ τε χελιδόνες εἰσὶ, οὔτε
βαδίζειν, οὔτε ἀγρεύειν δυνάμεναι, καὶ αἱ δρεπανίδες

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 8, Sec. 3, li.10

τῆς τῶν ποδῶν ὑπηρεσίας ἐστίν.


 Εἰσὶ μέντοι γενῶν διαφοραὶ μυρίαι καὶ ἐν τοῖς ὄρνισιν,
ἃς ἐάν τις κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον ἐπίῃ καθ' ὃν ἐν μέρει καὶ
τῆς τῶν ἰχθύων ἐξετάσεως ἐφηψάμεθα, εὑρήσει ἓν μὲν
ὄνομα τῶν πετεινῶν, μυρίας δὲ ἐν τούτοις διαφορὰς ἔν τε
τοῖς μεγέθεσι καὶ ἐν τοῖς σχήμασι καὶ ἐν ταῖς χρόαις· καὶ
κατὰ τοὺς βίους, καὶ τὰς πράξεις, καὶ τὰ ἤθη, ἀμύθητον
οὖσαν αὐτοῖς τὴν πρὸς ἄλληλα παραλλαγήν. Ἤδη μὲν οὖν
τινες ἐπειράθησαν καὶ ὀνοματοποιίαις χρήσασθαι, ἵν',
ὥσπερ διὰ καυτήρων τινῶν τῆς ἀσυνήθους καὶ ξένης
ὀνομασίας, τὸ ἰδίωμα ἑκάστου γένους ἐπιγινώσκηται. Καὶ
τὰ μὲν ὠνόμασαν σχιζόπτερα, ὡς τοὺς ἀετούς· τὰ δὲ
δερμόπτερα, ὡς τὰς νυκτερίδας· τὰ δὲ πτιλωτὰ, ὡς τοὺς
σφῆκας· τὰ δὲ κολεόπτερα, ὡς τοὺς κανθάρους, καὶ ὅσα ἐν
θήκαις τισὶ καὶ περιβολαῖς γεννηθέντα, περιρραγέντος
αὐτοῖς τοῦ ἐλύτρου, πρὸς τὴν πτῆσιν ἠλευθερώθη. Ἀλλ'
ἡμῖν ἀρκοῦσα σημείωσις πρὸς τὴν τῶν γενῶν ἰδιότητα ἡ
κοινὴ χρῆσις, καὶ οἱ παρὰ τῆς Γραφῆς περί τε καθαρῶν καὶ  
ἀκαθάρτων διορισμοί. Ἄλλο μὲν οὖν γένος τὸ τῶν σαρκοφά-
γων, καὶ ἄλλη κατασκευὴ πρέπουσα τῷ τρόπῳ τῆς διαίτης
αὐτῶν, ὀνύχων ἀκμαὶ, καὶ χεῖλος ἀγκύλον, καὶ πτερὸν

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 8, Sec. 5, li.2

ἵνα μὴ τῷ βάρει τὸ ὑγρὸν πρὸς τὸ ἐκτὸς διεκπίπτῃ. Κατάμαθε


πῶς τὰ τῆς γεωμετρίας εὑρέματα πάρεργά ἐστι τῆς
σοφωτάτης μελίσσης. Ἑξάγωνοι γὰρ πᾶσαι καὶ ἰσόπλευροι
τῶν κηρίων αἱ σύριγγες, οὐκ ἐπ' εὐθείας ἀλλήλαις κατε-
πικείμεναι, ἵνα μὴ κάμνωσιν οἱ πυθμένες τοῖς διακένοις
ἐφηρμοσμένοι· ἀλλ' αἱ γωνίαι τῶν κάτωθεν ἑξαγώνων,  
βάθρον καὶ ἔρεισμα τῶν ὑπερκειμένων εἰσὶν, ὡς ἀσφαλῶς
ὑπὲρ ἑαυτῶν μετεωρίζειν τὰ βάρη, καὶ ἰδιαζόντως ἑκάστῃ
κοιλότητι τὸ ὑγρὸν ἐγκατέχεσθαι.
 Πῶς ἄν σοι πάντα δι' ἀκριβείας ἐπέλθοιμι τὰ ἐν τοῖς
βίοις τῶν ὀρνίθων ἰδιώματα; Πῶς μὲν αἱ γέρανοι τὰς ἐν
730

τῇ νυκτὶ προφυλακὰς ἐκ περιτροπῆς ὑποδέχονται· καὶ


αἱ μὲν καθεύδουσιν, αἱ δὲ κύκλῳ περιιοῦσαι, πᾶσαν αὐταῖς
ἐν τῷ ὕπνῳ παρέχονται τὴν ἀσφάλειαν· εἶτα τοῦ καιροῦ
τῆς φυλακῆς πληρουμένου, ἡ μὲν βοήσασα πρὸς ὕπνον
ἐτράπετο, ἡ δὲ τὴν διαδοχὴν ὑποδεξαμένη, ἧς ἔτυχεν
ἀσφαλείας ἀντέδωκεν ἐν τῷ μέρει. Ταύτην καὶ ἐν τῇ πτήσει
τὴν εὐταξίαν κατόψει. Ἄλλοτε γὰρ ἄλλη τὴν ὁδηγίαν
ἐκδέχεται, καὶ τακτόν τινα χρόνον προκαθηγησαμένη τῆς
πτήσεως, εἰς τὸ κατόπιν περιελθοῦσα, τῇ μεθ' ἑαυτὴν τὴν
ἡγεμονίαν τῆς ὁδοῦ παραδίδωσι.

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 8, Sec. 7, li.23

μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι παραχθέντα, καὶ ὅσα ὁ λόγος παρῆκε


νῦν, τὴν ἐπὶ πλεῖον ἐν τούτοις διατριβὴν ἐκκλίνων, ὡς ἂν μὴ
δόξῃ ὑπερεκπίπτειν τοῦ μέτρου, κατὰ σεαυτὸν συλ-
λογισάμενος, ὅγε φιλόπονος, τὴν ἐν ἅπασι τοῦ Θεοῦ
σοφίαν καταμανθάνων, μὴ λήξῃς ποτὲ τοῦ θαύματος, μηδὲ
τοῦ διὰ πάσης τῆς κτίσεως δοξάζειν τὸν ποιητήν. Ἔχεις ἐν
τῷ σκότει τὰ νυκτερόβια γένη τῶν ὀρνίθων· ἐν τῷ φωτὶ τὰ
ἡμερόφοιτα. Νυκτερίδες μὲν γὰρ, καὶ γλαῦκες, καὶ νυκτο-
κόρακες, τῶν νυκτινόμων εἰσίν. Ὥστε σοί ποτε ἐν καιρῷ
μὴ παρόντος τοῦ ὕπνου, ἐξαρκεῖν καὶ τὴν ἐν τούτοις δια-
τριβὴν, καὶ τὴν τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῖς ἰδιωμάτων ἐξέτασιν
πρὸς δοξολογίαν τοῦ ποιητοῦ. Πῶς ἄγρυπνον ἡ ἀηδὼν,
ὅταν ἐπωάζῃ, διὰ πάσης νυκτὸς τῆς μελῳδίας μὴ ἀπολήγουσα.
Πῶς τετράπουν τὸ αὐτὸ καὶ πτηνὸν ἡ νυκτερίς. Πῶς μόνη
τῶν ὀρνίθων ὀδοῦσι κέχρηται, καὶ ζωογονεῖ μὲν ὡς τὰ
τετράποδα, ἐπιπολάζει δὲ τῷ ἀέρι, οὐχὶ πτερῷ κουφιζομένη,
ἀλλ' ὑμένι τινὶ δερματίνῳ. Πῶς μέντοι καὶ τοῦτο ἔχει τὸ
φιλάλληλον ἐν τῇ φύσει, καὶ ὥσπερ ὁρμαθὸς, ἀλλήλων αἱ
νυκτερίδες ἔχονται, καὶ μία τῆς μιᾶς ἤρτηνται· ὅπερ ἐφ'
ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων οὐ ῥᾴδιον κατορθωθῆναι

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 9, Sec. 2, li.16

ὑπό τε τῆς οἰκείας κατασκευῆς καὶ τῆς ἐπιτηδειότητος τοῦ


χωρίου φέρεται πρὸς τὸ κάταντες, οὐ πρότερον ἱσταμένη
πρὶν ἄν τι τῶν ἰσοπέδων αὐτὴν ὑποδέξηται· οὕτως ἡ φύσις
τῶν ὄντων ἑνὶ προστάγματι κινηθεῖσα, τὴν ἐν τῇ γενέσει
καὶ φθορᾷ κτίσιν ὁμαλῶς διεξέρχεται, τὰς τῶν γενῶν
731

ἀκολουθίας δι' ὁμοιότητος ἀποσώζουσα, ἕως ἂν πρὸς αὐτὸ


καταντήσῃ τὸ τέλος. Ἵππον μὲν γὰρ ἵππου ποιεῖται διάδοχον,
καὶ λέοντα λέοντος, καὶ ἀετὸν ἀετοῦ· καὶ ἕκαστον τῶν
ζῴων ταῖς ἐφεξῆς διαδοχαῖς συντηρούμενον μέχρι τῆς
συντελείας τοῦ παντὸς παραπέμπει. Οὐδεὶς χρόνος
διεφθαρμένα ἢ ἐξίτηλα ποιεῖ τῶν ζῴων τὰ ἰδιώματα,
ἀλλ' ὥσπερ ἄρτι καθισταμένη ἡ φύσις ἀεὶ νεαρὰ τῷ χρόνῳ
συμπαρατρέχει. Ἐξαγαγέτω ἡ γῆ ψυχὴν ζῶσαν. Τοῦτο
ἐναπέμεινε τῇ γῇ τὸ πρόσταγμα, καὶ οὐ παύεται ἐξυπηρετου-
μένη τῷ κτίσαντι. Τὰ μὲν γὰρ ἐκ τῆς διαδοχῆς τῶν
προϋπαρχόντων παράγεται· τὰ δὲ ἔτι καὶ νῦν ἐξ αὐτῆς τῆς  
γῆς ζῳογονούμενα δείκνυται. Οὐ γὰρ μόνον τέττιγας ἐν
ἐπομβρίαις ἀνίησιν, οὐδὲ ἄλλα μυρία γένη τῶν ἐμφερομένων
τῷ ἀέρι πτηνῶν, ὧν ἀκατωνόμαστά ἐστι τὰ πλεῖστα διὰ
λεπτότητα, ἀλλ' ἤδη καὶ μῦς καὶ βατράχους ἐξ αὐτῆς
ἀναδίδωσιν. Ὅπου γε περὶ Θήβας τὰς

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 9, Sec. 3, li.4

τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις, καὶ ὡμοιώθης αὐτοῖς. Ἄλλη


σοι μέριμνα πρέπουσα, τὰ ἄνω ζητεῖν, οὗ ὁ Χριστός
ἐστιν, ὑπὲρ τὰ γήϊνα εἶναι τῇ διανοίᾳ. Ὡς διεσχηματίσθης,
οὕτω διάθου σεαυτοῦ καὶ τὸν βίον. Τὸ πολίτευμα ἔχε ἐν
οὐρανοῖς. Ἀληθινή σου πατρὶς ἡ ἄνω Ἱερουσαλὴμ, πολῖται
καὶ συμφυλέται οἱ πρωτότοκοι, οἱ ἀπογεγραμμένοι ἐν
οὐρανοῖς.
 Ἐξαγαγέτω ἡ γῆ ψυχὴν ζῶσαν. Οὐ τοίνυν ἐναπο-
κειμένη τῇ γῇ ἡ ψυχὴ τῶν ἀλόγων ἐξεφάνη, ἀλλ' ὁμοῦ τῷ
προστάγματι συνυπέστη. Μία δὲ ψυχὴ τῶν ἀλόγων. Ἓν
γὰρ αὐτὴν τὸ χαρακτηρίζον ἐστὶν, ἡ ἀλογία. Ἰδιώμασι
δὲ διαφόροις ἕκαστον τῶν ζῴων κέκριται. Εὐσταθὴς μὲν
γὰρ ὁ βοῦς, νωθὴς δὲ ὁ ὄνος· θερμὸς δὲ ὁ ἵππος πρὸς
ἐπιθυμίαν τοῦ θήλεος· ἀτιθάσσευτος ὁ λύκος, καὶ
δολερὸν ἡ ἀλώπηξ· δειλὸν ἡ ἔλαφος· ὁ μύρμηξ φιλόπονος·
εὐχάριστον ὁ κύων καὶ πρὸς φιλίαν μνημονικόν. Ὁμοῦ τε  
γὰρ ἐκτίσθη ἕκαστον, καὶ συνεπηγάγετο ἑαυτῷ τῆς
φύσεως τὸ ἰδίωμα. Συναπεγεννήθη ὁ θυμὸς τῷ λέοντι, τὸ
μοναστικὸν αὐτοῦ τῆς ζωῆς, τὸ ἀκοινώνητον πρὸς τὸ
ὁμόφυλον. Οἷον γάρ τις τύραννος τῶν ἀλόγων, διὰ τὴν ἐκ
φύσεως ὑπεροψίαν, τὴν πρὸς τοὺς πολλοὺς ὁμοτιμίαν οὐ

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 9, Sec. 3, li.11


732

 Ἐξαγαγέτω ἡ γῆ ψυχὴν ζῶσαν. Οὐ τοίνυν ἐναπο-


κειμένη τῇ γῇ ἡ ψυχὴ τῶν ἀλόγων ἐξεφάνη, ἀλλ' ὁμοῦ τῷ
προστάγματι συνυπέστη. Μία δὲ ψυχὴ τῶν ἀλόγων. Ἓν
γὰρ αὐτὴν τὸ χαρακτηρίζον ἐστὶν, ἡ ἀλογία. Ἰδιώμασι
δὲ διαφόροις ἕκαστον τῶν ζῴων κέκριται. Εὐσταθὴς μὲν
γὰρ ὁ βοῦς, νωθὴς δὲ ὁ ὄνος· θερμὸς δὲ ὁ ἵππος πρὸς
ἐπιθυμίαν τοῦ θήλεος· ἀτιθάσσευτος ὁ λύκος, καὶ
δολερὸν ἡ ἀλώπηξ· δειλὸν ἡ ἔλαφος· ὁ μύρμηξ φιλόπονος·
εὐχάριστον ὁ κύων καὶ πρὸς φιλίαν μνημονικόν. Ὁμοῦ τε  
γὰρ ἐκτίσθη ἕκαστον, καὶ συνεπηγάγετο ἑαυτῷ τῆς
φύσεως τὸ ἰδίωμα. Συναπεγεννήθη ὁ θυμὸς τῷ λέοντι, τὸ
μοναστικὸν αὐτοῦ τῆς ζωῆς, τὸ ἀκοινώνητον πρὸς τὸ
ὁμόφυλον. Οἷον γάρ τις τύραννος τῶν ἀλόγων, διὰ τὴν ἐκ
φύσεως ὑπεροψίαν, τὴν πρὸς τοὺς πολλοὺς ὁμοτιμίαν οὐ
καταδέχεται. Ὅς γε οὐδὲ χθιζὴν τροφὴν προσίεται, οὐδ'
ἂν τὰ λείψανα τῆς ἑαυτοῦ θήρας ἐπέλθοι· ᾧ καὶ τηλικαῦτα
τῆς φωνῆς τὰ ὄργανα ἡ φύσις ἐνέθηκεν, ὥστε πολλὰ τῶν
ζῴων ὑπερβάλλοντα τῇ ταχύτητι, μόνῳ πολλάκις ἁλίσκεσθαι
τῷ βρυχήματι. Ῥαγδαῖον ἡ πάρδαλις, καὶ ὀξύρροπον ταῖς
ὁρμαῖς· ἐπιτήδειον αὐτῇ τὸ σῶμα συνέζευκται τῇ ὑγρότητι
καὶ τῷ κούφῳ τοῖς τῆς ψυχῆς κινήμασι συνεπόμενον.

Βασίλειος θεολόγος. Homiliae in hexaemeron Homily 9, Sec. 6, li.74

ἵνα τὸν ἕνα μὴ παραδέξωνται, μυρίους εἰσάγουσι. Καὶ τὸν  


Υἱὸν ἀθετοῦντες, οἰκέταις τὸ τῆς συμβουλίας ἀξίωμα
περιάπτουσι· καὶ τοὺς ὁμοδούλους ἡμῶν κυρίους ποιοῦσι
τῆς ἡμετέρας δημιουργίας. Τελειούμενος ἄνθρωπος πρὸς
τὴν τῶν ἀγγέλων ἀξίαν ἀνάγεται. Ποῖον δὲ δημιούργημα
ἴσον δύναται εἶναι τῷ κτίσαντι; Σκόπει δὲ καὶ τὰ ἐφεξῆς,
Κατ' εἰκόνα ἡμετέραν. Τί λέγεις πρὸς τοῦτο; Μὴ καὶ εἰκὼν
μία Θεοῦ καὶ ἀγγέλων; Υἱοῦ μὲν γὰρ καὶ Πατρὸς πᾶσα
ἀνάγκη τὴν αὐτὴν εἶναι μορφήν· θεοπρεπῶς δηλονότι τῆς
μορφῆς νοουμένης, οὐκ ἐν σχήματι σωματικῷ, ἀλλ' ἐν τῷ
ἰδιώματι τῆς θεότητος. Ἄκουε καὶ σὺ ὁ ἐκ τῆς νέας κατατο-
μῆς, ὁ τὸν Ἰουδαϊσμὸν πρεσβεύων ἐν Χριστιανισμοῦ προς-
ποιήσει. Τίνι λέγει, Κατ' εἰκόνα ἡμετέραν; Τίνι ἄλλῳ γε,
ἢ τῷ ἀπαυγάσματι τῆς δόξης, καὶ χαρακτῆρι τῆς ὑποστάσεως
αὐτοῦ, ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου; Τῇ ἰδίᾳ
τοίνυν εἰκόνι τῇ ζώσῃ, τῇ εἰπούσῃ, Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν
733

ἐσμεν, καὶ Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ, ἑώρακε τὸν Πατέρα· ταύτῃ


λέγει, Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ' εἰκόνα ἡμετέραν. Ὅπου  
μία εἰκὼν, ποῦ τὸ ἀνόμοιον; Καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν
ἄνθρωπον. Οὐχὶ, ἐποίησαν.

Βασίλειος θεολόγος. De spiritu sancto (2040: 003)“Basile de Césarée.


Sur le Saint–Esprit, 2nd edn.”, Ed. Pruche, B.Paris: Cerf, 1968; Sources
chrétiennes 17 bis.
Ch. 8, Sec. 17, li.32

Υἱοῦ καὶ Υἱὸν ἀληθινὸν λέγειν, καὶ μονογενῆ Θεόν, καὶ δύναμιν
Θεοῦ, καὶ σοφίαν, καὶ Λόγον. Καὶ πάλιν μέντοι διὰ τὸ πολύ-
τροπον τῆς εἰς ἡμᾶς χάριτος, ἣν διὰ τὸν πλοῦτον τῆς ἀγαθό-
τητος κατὰ τὴν πολυποίκιλον αὐτοῦ σοφίαν τοῖς δεομένοις
παρέχεται, μυρίαις αὐτὸν ἑτέραις προσηγορίαις ἀποσημαίνει·
ποτὲ μὲν ποιμένα λέγουσα, ποτὲ δὲ βασιλέα, καὶ πάλιν
ἰατρόν, καὶ τὸν αὐτὸν νυμφίον, καὶ ὁδόν, καὶ θύραν, καὶ
πηγήν, καὶ ἄρτον, καὶ ἀξίνην, καὶ πέτραν. Ταῦτα γὰρ οὐ
τὴν φύσιν παρίστησιν, ἀλλά, ὅπερ ἔφην, τὸ τῆς ἐνεργείας
παντοδαπόν, ἣν ἐκ τῆς περὶ τὸ ἴδιον πλάσμα εὐσπλαγχνίας
κατὰ τὸ τῆς χρείας ἰδίωμα τοῖς δεομένοις παρέχεται. Τοὺς
μὲν γὰρ προσπεφευγότας τῇ ἐπιστασίᾳ αὐτοῦ, καὶ τὸ
εὐμετάδοτον δι' ἀνεξικακίας κατωρθωκότας, πρόβατα λέγει,
καὶ ποιμὴν εἶναι τῶν τοιούτων ὁμολογεῖ, τῶν κατακουόντων  
αὐτοῦ τῆς φωνῆς καὶ μὴ προσεχόντων διδαχαῖς ξενιζούσαις.
»Τὰ γὰρ ἐμὰ πρόβατα, φησί, τῆς ἐμῆς φωνῆς ἀκούει.»
Βασιλεὺς δὲ τῶν ὑπεραναβεβηκότων ἤδη, καὶ τῆς ἐννόμου
δεομένων ἐπιστασίας. Καὶ θύρα δέ, τῷ ἐπὶ τὰς σπουδαίας
πράξεις διὰ τῆς ὀρθότητος τῶν προσταγμάτων ἐξάγειν, καὶ
πάλιν ἀσφαλῶς αὐλίζειν τοὺς ἐπὶ τὸ τῆς γνώσεως ἀγαθὸν
διὰ τῆς εἰς αὐτὸν πίστεως καταφεύγοντας. Ὅθεν· «Δι' ἐμοῦ

Βασίλειος θεολόγος. Epistulae Epistle 214, Sec. 4, li.13

ἀδελφοὶ ἐν οἷς τὸ στενὸν τῆς ἑαυτῶν γλώττης ὑφορώμενοι


τὸ τῆς οὐσίας ὄνομα τῇ Ἑλλάδι φωνῇ παραδεδώκασιν,
ἵνα, εἴ τις εἴη διαφορὰ τῆς ἐννοίας, σώζοιτο αὕτη ἐν τῇ
εὐκρινεῖ καὶ ἀσυγχύτῳ διαστάσει τῶν ὀνομάτων. Εἰ δὲ δεῖ
καὶ ἡμᾶς τὸ δοκοῦν ἡμῖν ἐν βραχεῖ εἰπεῖν, ἐκεῖνο ἐροῦμεν
ὅτι ὃν ἔχει λόγον τὸ κοινὸν πρὸς τὸ ἴδιον, τοῦτον ἔχει ἡ
734

οὐσία πρὸς τὴν ὑπόστασιν. Ἕκαστος γὰρ ἡμῶν καὶ τῷ


κοινῷ τῆς οὐσίας λόγῳ τοῦ εἶναι μετέχει καὶ τοῖς περὶ
αὐτὸν ἰδιώμασιν ὁ δεῖνά ἐστι καὶ ὁ δεῖνα. Οὕτω κἀκεῖ ὁ
μὲν τῆς οὐσίας λόγος κοινός, οἷον ἡ ἀγαθότης, ἡ θεότης,
ἢ εἴ τι ἄλλο νοοῖτο· ἡ δὲ ὑπόστασις ἐν τῷ ἰδιώματι τῆς
πατρότητος ἢ τῆς υἱότητος ἢ τῆς ἁγιαστικῆς δυνάμεως
θεωρεῖται. Εἰ μὲν οὖν ἀνυπόστατα λέγουσι τὰ πρόσωπα,
αὐτόθεν ἔχει ὁ λόγος τὴν ἀτοπίαν· εἰ δὲ ἐν ὑποστάσει
αὐτὰ εἶναι ἀληθινῇ συγχωροῦσιν, ὃ ὁμολογοῦσι, καὶ ἀριθ-
μείτωσαν, ἵνα καὶ ὁ τοῦ ὁμοουσίου λόγος διαφυλαχθῇ
ἐν τῇ ἑνότητι τῆς θεότητος καὶ ἡ τῆς εὐσεβείας ἐπί-  
γνωσις Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Ἁγίου Πνεύματος ἐν τῇ
ἀπηρτισμένῃ καὶ ὁλοτελεῖ ἑκάστου τῶν ὀνομαζομένων
ὑποστάσει κηρύσσηται.

Βασίλειος θεολόγος. Enarratio in prophetam Isaiam [Dub.] (2040:


009)
“San Basilio. Commento al profeta Isaia, 2 vols.”, Ed. Trevisan, P.
Turin: Società Editrice Internazionale, 1939.Ch. p, Sec. 4, li.19

νυτο.  – Πῶς οὖν καὶ Φαραὼ, καὶ Ναβουχοδονόσορ; Ὅτι περὶ


τῶν κοσμικῶν καταστάσεων τοὺς κρατοῦντας ἔδει προβλέ-
πειν, ἵνα πιστεύηται. Πῶς δὲ καὶ Βαλαὰμ προφητεύει καὶ
Καϊάφας; Ὅτι κἀκεῖνοι τοὺς πειθομένους εἶχον· καὶ ὁ μὲν  
ὡς ἀρχιερεὺς, ὁ δὲ ὡς μάντις.  – Οὐ γὰρ ψυχῆς καθαρότης
ἐνταῦθα, οὐδὲ διαύγεια νοῦ ἐνορῶντος Θεὸν, καὶ τὴν ἐκεῖθεν
δύναμιν ἐπισπῶντος· ἀλλ' οἰκονομικῶς ἐν αὐτοῖς ὁ λόγος, οὐ
κατὰ τὴν ἀξίαν, ἀλλὰ πρὸς τὸν καιρόν.  – Ζητήσεις δὲ εἰ τὰ
παρὰ τῷ Ἡσαΐᾳ καὶ τῷ Ἰεζεχιὴλ ὀπτασίαι εἰσὶ, διὰ τοιῶνδε
φαντασιῶν ἑωραμέναι, ἢ θεολογίαι, δι' αἰνιγμάτων τοῦ
Πνεύματος τὰ τῆς θεότητος ἡμῖν ἰδιώματα καταγγέλ-
λουσαι.
 Φασὶ δέ τινες ἐξεστηκότας αὐτοὺς προφητεύειν,
ἐπικαλυπτομένου τοῦ ἀνθρωπείου νοῦ παρὰ τοῦ Πνεύματος.
Τοῦτο δὲ παρὰ τὴν ἐπαγγελίαν ἐστὶ τῆς θείας ἐπιδημίας,
ἔκφρονα ποιεῖν τὸν θεόληπτον, καὶ, ὅτε πλήρης γέγονε
τῶν θείων διδαγμάτων, τότε καὶ τῆς οἰκείας ἐξίστασθαι
διανοίας, καὶ ἄλλους μὲν ὠφελοῦντα δι' ἑαυτοῦ, αὐτὸν δὲ
τῆς ἐκ τῶν ἰδίων λόγων ἀπολείπεσθαι ὠφελείας. Ὅλως δὲ,
τίνα λόγον ἀκόλουθον ἔχει ἐκ τοῦ τῆς σοφίας Πνεύματος,
μεμηνότι παραπλήσιον γίνεσθαι, καὶ ἐκ τοῦ τῆς γνώσεως

Βασίλειος θεολόγος. Adversus Eunomium (libri 5) Vol.29, p. 577, li.37


735

ποτε ποίημα προσαγορεύειν τὸν ποιητὴν τῶν ὅλων


ἐπιχειρεῖ; Σοφίσματι κιβδήλῳ παρακρουσάμενος ἑαυ-
τὸν, οἴεται ταῖς τῶν ὀνομάτων διαφοραῖς καὶ τῆς
οὐσίας παραλλαγὴν συνεκφαίνεσθαι.
 Καίτοι τίς ἂν τῷ λόγῳ τούτῳ σωφρονῶν πρός-
θοιτο, ὅτι ὧν τὰ ὀνόματά ἐστι διάφορα, τούτων παρ-
ηλλάχθαι καὶ τὰς οὐσίας ἀνάγκη; Πέτρου γὰρ καὶ
Παύλου, καὶ ἁπαξαπλῶς ἀνθρώπων πάντων προς-
ηγορίαι μὲν διάφοροι, οὐσία δὲ πάντων μία. Διόπερ ἐν
τοῖς πλείστοις οἱ αὐτοὶ ἀλλήλοις ἐσμέν· τοῖς δὲ ἰδιώ-
μασι μόνοις τοῖς περὶ ἕκαστον θεωρουμένοις ἕτερος
ἑτέρου διενηνόχαμεν. Ὅθεν καὶ αἱ προσηγορίαι οὐχὶ
τῶν οὐσιῶν εἰσι σημαντικαὶ, ἀλλὰ τῶν ἰδιοτήτων, αἳ
τὸν καθ' ἕνα χαρακτηρίζουσιν. Ὅταν οὖν ἀκούωμεν
Πέτρον, οὐ τὴν οὐσίαν αὐτοῦ νοοῦμεν ἐκ τοῦ
ὀνόματος (οὐσίαν δὲ λέγω νῦν τὸ ὑλικὸν ὑποκείμενον,
ὅπερ οὐδαμῶς σημαίνει τοὔνομα), ἀλλὰ τῶν ἰδιωμά-
των ἃ περὶ αὐτὸν θεωρεῖται τὴν ἔννοιαν ἐντυπού-
μεθα. Εὐθὺς γὰρ ἐκ τῆς φωνῆς ταύτης νοοῦμεν τὸν
τοῦ Ἰωνᾶ, τὸν ἐκ τῆς Βηθσαϊδᾶ, τὸν ἀδελφὸν  
Ἀνδρέου,

Βασίλειος θεολόγος. Adversus Eunomium (libri 5) Vol.29, p. 577, li.44

ηλλάχθαι καὶ τὰς οὐσίας ἀνάγκη; Πέτρου γὰρ καὶ


Παύλου, καὶ ἁπαξαπλῶς ἀνθρώπων πάντων προς-
ηγορίαι μὲν διάφοροι, οὐσία δὲ πάντων μία. Διόπερ ἐν
τοῖς πλείστοις οἱ αὐτοὶ ἀλλήλοις ἐσμέν· τοῖς δὲ ἰδιώ-
μασι μόνοις τοῖς περὶ ἕκαστον θεωρουμένοις ἕτερος
ἑτέρου διενηνόχαμεν. Ὅθεν καὶ αἱ προσηγορίαι οὐχὶ
τῶν οὐσιῶν εἰσι σημαντικαὶ, ἀλλὰ τῶν ἰδιοτήτων, αἳ
τὸν καθ' ἕνα χαρακτηρίζουσιν. Ὅταν οὖν ἀκούωμεν
Πέτρον, οὐ τὴν οὐσίαν αὐτοῦ νοοῦμεν ἐκ τοῦ
ὀνόματος (οὐσίαν δὲ λέγω νῦν τὸ ὑλικὸν ὑποκείμενον,
ὅπερ οὐδαμῶς σημαίνει τοὔνομα), ἀλλὰ τῶν ἰδιωμά-
των ἃ περὶ αὐτὸν θεωρεῖται τὴν ἔννοιαν ἐντυπού-
μεθα. Εὐθὺς γὰρ ἐκ τῆς φωνῆς ταύτης νοοῦμεν τὸν
τοῦ Ἰωνᾶ, τὸν ἐκ τῆς Βηθσαϊδᾶ, τὸν ἀδελφὸν  
Ἀνδρέου, τὸν ἀπὸ ἁλιέων εἰς τὴν διακονίαν τῆς ἀπο-
στολῆς προσκληθέντα, τὸν διὰ πίστεως ὑπεροχὴν ἐφ'
ἑαυτὸν τὴν οἰκοδομὴν τῆς Ἐκκλησίας δεξάμε-
736

νον· ὧν οὐδέν ἐστιν οὐσία, ὡς ἡ ὑπόστασις νοου-


μένη. Ὥστε τὸ ὄνομα τὸν χαρακτῆρα μὲν ἡμῖν ἀφ-
ορίζει τὸν Πέτρου· αὐτὴν δὲ οὐδαμοῦ παρίστησι τὴν
οὐσίαν. Πάλιν ἀκούσαντες Παῦλον, ἑτέρων ἰδιωμά-
των συνδρομὴν ἐνοήσαμεν· τὸν Ταρσέα, τὸν Ἑβραῖον,

Βασίλειος θεολόγος. Prologus 8 (de fide) Vol.31, p. 688, li.2

ὁδηγοῦν εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν, καὶ στηρίζον πάν-


τας τοὺς πιστεύοντας πρός τε γνῶσιν ἀσφαλῆ,
καὶ ὁμολογίαν ἀκριβῆ, καὶ λατρείαν εὐσεβῆ, καὶ
προσκύνησιν πνευματικὴν καὶ ἀληθῆ Θεοῦ Πατρὸς
καὶ τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ αὐτοῦ τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ
ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἑαυτοῦ· ἑκάστου ὀνόματος
τὴν τοῦ ὀνομαζομένου ἰδιότητα σαφῶς ἡμῖν
διευκρινοῦντος, καὶ περὶ ἑκάστου τῶν ὀνομαζομένων
πάντως τινῶν ἐξαιρέτων ἰδιωμάτων εὐσεβῶς θεωρου-  
μένων, τοῦ μὲν Πατρὸς ἐν τῷ ἰδιώματι τοῦ Πατρὸς,
τοῦ δὲ Υἱοῦ ἐν τῷ ἰδιώματι τοῦ Υἱοῦ, τοῦ δὲ ἁγίου
Πνεύματος ἐν τῷ οἰκείῳ ἰδιώματι· μήτε τοῦ ἁγίου
Πνεύματος ἀφ' ἑαυτοῦ λαλοῦντος, μήτε τοῦ Υἱοῦ
ἀφ' ἑαυτοῦ τι ποιοῦντος· καὶ τοῦ μὲν Πατρὸς πέμ-
ποντος τὸν Υἱὸν, τοῦ δὲ Υἱοῦ πέμποντος τὸ ἅγιον
Πνεῦμα. Οὕτως φρονοῦμεν, καὶ οὕτως βαπτίζομεν
εἰς Τριάδα ὁμοούσιον, κατὰ τὴν ἐντολὴν αὐτοῦ
τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰπόντος· Πορευ-
θέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζον-
τες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ
Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος,

Βασίλειος θεολόγος. Prologus 8 (de fide) Vol.31, p. 688, li.3

τας τοὺς πιστεύοντας πρός τε γνῶσιν ἀσφαλῆ,


καὶ ὁμολογίαν ἀκριβῆ, καὶ λατρείαν εὐσεβῆ, καὶ
προσκύνησιν πνευματικὴν καὶ ἀληθῆ Θεοῦ Πατρὸς
καὶ τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ αὐτοῦ τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ
ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἑαυτοῦ· ἑκάστου ὀνόματος
τὴν τοῦ ὀνομαζομένου ἰδιότητα σαφῶς ἡμῖν
διευκρινοῦντος, καὶ περὶ ἑκάστου τῶν ὀνομαζομένων
πάντως τινῶν ἐξαιρέτων ἰδιωμάτων εὐσεβῶς θεωρου-  
μένων, τοῦ μὲν Πατρὸς ἐν τῷ ἰδιώματι τοῦ Πατρὸς,
737

τοῦ δὲ Υἱοῦ ἐν τῷ ἰδιώματι τοῦ Υἱοῦ, τοῦ δὲ ἁγίου


Πνεύματος ἐν τῷ οἰκείῳ ἰδιώματι· μήτε τοῦ ἁγίου
Πνεύματος ἀφ' ἑαυτοῦ λαλοῦντος, μήτε τοῦ Υἱοῦ
ἀφ' ἑαυτοῦ τι ποιοῦντος· καὶ τοῦ μὲν Πατρὸς πέμ-
ποντος τὸν Υἱὸν, τοῦ δὲ Υἱοῦ πέμποντος τὸ ἅγιον
Πνεῦμα. Οὕτως φρονοῦμεν, καὶ οὕτως βαπτίζομεν
εἰς Τριάδα ὁμοούσιον, κατὰ τὴν ἐντολὴν αὐτοῦ
τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰπόντος· Πορευ-
θέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζον-
τες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ
Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐ-
τοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν

Βασίλειος θεολόγος. Asceticon magnum sive Quaestiones (regulae


fusius tractatae) (2040: 048); MPG 31.Vol.31, p. 980, li.19

κατ' οἶκον χρείαν· καὶ ταῦτα πάλιν ἕτερα μὲν τὰ


μεθημερινὰ, ἕτερα δὲ τὰ ἐν τῇ νυκτὶ ἐπιβλή-
ματα· ἀλλὰ ἐπινοεῖν ἑνὸς τοιούτου τὴν κτῆσιν, ὃ
πρὸς πάντα ἡμῖν ἐξαρκεῖν δύναται, πρός τε τὴν εὐ-
σχήμονα μεθ' ἡμέραν περιβολὴν καὶ πρὸς τὴν ἀναγ-
καίαν ἐν τῇ νυκτί. Ἐκ δὲ τούτου συμβαίνει ἡμᾶς
καὶ τῷ σχήματι κοινωνεῖν ἀλλήλοις, καὶ οἱονεὶ χαρα-
κτῆρά τινα ἰδιάζοντα καὶ ἐκ τοῦ ἐνδύματος τῷ Χρι-
στιανῷ ἐπικεῖσθαι. Τὰ γὰρ πρὸς ἕνα σκοπὸν συν-
τείνοντα ὡς τὰ πολλὰ ταυτά ἐστιν ἀλλήλοις.
 Χρήσιμον δὲ καὶ τὸ ἐκ τῆς ἐσθῆτος ἰδίωμα προ-
κηρυττούσης ἕκαστον, καὶ προδιαμαρτυρομένης τὸ
ἐπάγγελμα τῆς κατὰ Θεὸν ζωῆς· ὥστε ἀκόλουθον
καὶ τὴν πρᾶξιν παρὰ τῶν συντυγχανόντων ἡμῖν
ἀπαιτεῖσθαι. Οὐ γὰρ ὁμοίως τὸ ἀπρεπὲς καὶ ἄσχη-
μον ἐν τοῖς τυχοῦσι καὶ ἐν τοῖς μεγάλα ὑπισχνου-
μένοις διαφαίνεται. Δημότην μὲν γὰρ, ἤ τινα τῶν
τυχόντων διδόντα πληγὰς ἢ λαμβάνοντα δημοσίᾳ,
καὶ φωνὰς ἀπρεπεῖς ἀφιέντα, καὶ ἐν καπηλείοις
διαιτώμενον, καὶ ἄλλα παραπλήσια τούτοις ἀσχη-
μονοῦντα, οὐκ ἄν τις ῥᾳδίως οὐδὲ παρατηρήσειεν,

Βασίλειος θεολόγος. Asceticon magnum sive Quaestiones (regulae


fusius tractatae)
Vol.31, p. 981, li.10
738

δέ μοι λόγος καὶ περὶ ὑποδημάτων ἐστίν· ὥστε τὸ


ἀπερίεργον καὶ εὐποριστότερον, καὶ πρὸς τὸν σκοπὸν  
τῆς χρείας ἀρκοῦν, τοῦτο αἱρετὸν εἶναι ἐν ἑκάστῳ
καιρῷ.

ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ.

 Τὴν δὲ τῆς ζώνης χρείαν δηλοῦσιν ἀναγκαίαν οὖ-


σαν καὶ οἱ προλαβόντες ἅγιοι· Ἰωάννης μὲν δερμα-
τίνῃ ζώνῃ περισφίγγων ἑαυτοῦ τὴν ὀσφὺν, καὶ Ἠλίας
ἔτι πρότερον. Γέγραπται γὰρ, ὥσπερ ἰδίωμά τι τοῦ
ἀνδρὸς, τὸ, Ἀνὴρ δασὺς, καὶ ζώνη δερματίνη
περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ. Καὶ Πέτρος δὲ ζώνῃ
κεχρημένος δείκνυται, ὡς δῆλον ἐκ τῶν τοῦ ἀγγέλου
ῥημάτων πρὸς αὐτὸν λέγοντος· Ζῶσαι, καὶ ὑπόδη-
σαι τὰ σανδάλιά σου. Καὶ ὁ μακάριος Παῦλος ἐκ
τῆς τοῦ Ἀγάβου προφητείας τῆς εἰς αὐτὸν φαίνεται
κεχρημένος ζώνῃ. Τὸν γὰρ ἄνδρα οὗ ἐστιν ἡ ζώνη
αὕτη οὕτως δήσουσι, φησὶν, ἐν Ἱεροσολύμοις.
Καὶ ὁ Ἰὼβ δὲ παρὰ τοῦ Κυρίου ζώσασθαι προς-
τάσσεται. Ὡς γὰρ ἀνδρείας τινὸς, καὶ τῆς πρὸς τὰ

Βασίλειος θεολόγος. Asceticon magnum sive Quaestiones (regulae


brevius tractatae) (2040: 050); MPG 31.Vol.31, p. 1108, li.43

ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ.

 Εἰ μὲν οὕτως ἐλύπησεν, ὡς ὁ Ἀπόστολος, εἰπών·


Ἐλυπήθητε γὰρ κατὰ Θεὸν, ἵνα ἐν μηδενὶ ζημιω-
θῆτε ἐξ ἡμῶν, οὐχ ὁ λυπήσας χρῄζει διορθώσεως,
ἀλλ' ὁ λυπηθεὶς ὀφείλει τὰ ἰδιώματα τῆς κατὰ Θεὸν
λύπης ἐπιδείξασθαι· εἰ δὲ ἐν τοῖς ἀδιαφόροις ἐλύ-
πησε, μνημονευσάτω ὁ λυπήσας τοῦ Ἀποστόλου
εἰπόντος· Εἰ διὰ βρῶμα ὁ ἀδελφός σου λυπεῖ-
ται, οὐκέτι κατὰ ἀγάπην περιπατεῖς· καὶ γνωρί-  
σας τὸ τοιοῦτον ἁμάρτημα, πληρωσάτω τὸ ὑπὸ τοῦ
Κυρίου εἰρημένον· Ἐὰν προσφέρῃς τὸ δῶρόν σου
739

ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον, καὶ ἐκεῖ μνησθῇς, ὅτι


ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατὰ σοῦ, ἄφες ἐκεῖ τὸ
δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ
ὕπαγε, πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καὶ

Βασίλειος θεολόγος. Constitutiones asceticae [Sp.] (2040: 074); MPG


31.
Vol.31, p. 1388, li.9

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΘʹ.

Ὅτι χρὴ τὸν ἀσκητὴν βεβαίᾳ κρίσει προσιέναι τῇ ἀσκήσει, καὶ περὶ
ὑπακοῆς.

 Τοῖς μὲν οὖν διορατικοῖς τὸν νοῦν ἐν τῇ προδι-


ηγήσει τῶν τῆς πολιτείας ἰδιωμάτων τὸν κανόνα τῆς
πολιτείας ὁ λόγος ὡρίσατο. Ἐπειδὴ δὲ προσήκει διὰ
τοὺς ἁπλουστέρους τῶν ἀδελφῶν καὶ σαφέστερον
ἐκθέσθαι τὸν τῆς πολιτείας ἐφ' ἑκάστῳ κανόνα, ἐπὶ
τοῦτο δὴ καὶ τρεψώμεθα. Χρὴ τοίνυν πρό γε
ἁπάντων τὸν προσελθόντα τῇ τοιαύτῃ πολιτείᾳ, ἐστη-
ριγμένον, καὶ ἑδραῖον, καὶ ἀκίνητον ἔχειν τὸ φρό-
νημα, καὶ κρίσιν τοῖς πνεύμασι τῆς πονηρίας ἀν-
επιχείρητον καὶ ἀμετάθετον, καὶ μαρτύρων ἔνστασιν
τῇ τῆς ψυχῆς ἐπιδείκνυσθαι βεβαιότητι μέχρι θανά-
του, τῶν τε ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ἀντεχόμενον, καὶ

Ωριγένης θεολόγος. De oratione (2042: 008)“Origenes Werke, vol. 2”,


Ed. Koetschau, P.Leipzig: Hinrichs, 1899; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 3.
Ch. 31, Sec. 2, li.18

χειρῶν ὡσπερεὶ τὴν ψυχὴν ἐκτείναντα καὶ πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν τὸν
νοῦν πρὸς τὸν θεὸν ἐντείναντα καὶ πρὸ τοῦ στῆναι διεγείραντα χα-
μόθεν τὸ ἡγεμονικὸν καὶ στήσαντα αὐτὸ πρὸς τὸν τῶν ὅλων κύ-
ριον, πᾶσαν μνησικακίαν τὴν πρός τινα τῶν ἠδικηκέναι δοκούντων
ἐπὶ τοσοῦτον ἀποθέμενον, ὅσον τις καὶ αὐτῷ ἀμνησικακεῖν τὸν
θεὸν βούλεται, ἠδικηκότι καὶ εἰς πολλοὺς τῶν πλησίον ἡμαρτηκότι
740

ἢ ὁποῖα δή ποτε παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον πεπραγμένα ἑαυτῷ συν-


ειδότι. οὐδὲ διστάσαι γὰρ χρὴ ὅτι, μυρίων καταστάσεων οὐσῶν
τοῦ σώματος, τὴν κατάστασιν τὴν μετ' ἐκτάσεως τῶν χειρῶν καὶ
ἀνατάσεως τῶν ὀφθαλμῶν πάντων προκριτέον, οἱονεὶ τὴν εἰκόνα
τῶν πρεπόντων ἰδιωμάτων τῇ ψυχῇ κατὰ τὴν εὐχὴν φέροντα καὶ
ἐπὶ τοῦ σώματος. ταῦτα δὲ λέγομεν χωρὶς πάσης περιστάσεως δεῖν
γενέσθαι προηγουμένως· μετὰ γὰρ περιστάσεως δέδοται καθηκόντως
ποτὲ καθεζόμενον εὔξασθαι διά τινα νόσον τῶν ποδῶν οὐκ εὐκατα-
φρόνητον ἢ καὶ κατακείμενον διὰ πυρετοὺς ἢ τοιαύτας ἀσθενείας,
καὶ διὰ περιεστῶτα δὲ, φέρε εἰπεῖν, ἐὰν πλέωμεν, ἢ τὰ πράγματα μὴ
ἐπιτρέπῃ ἀναχωροῦντας ἡμᾶς ἀποδοῦναι τὴν ὀφειλομένην εὐχὴν,
ἔστιν εὔξασθαι μηδὲ προσποιούμενον τοῦτο ποιεῖν.

Ωριγένης θεολόγος. Homiliae in Lucam (2042: 016)“Origenes Werke,


vol. 9, 2nd edn.”, Ed. Rauer, M.Berlin: Akademie–Verlag, 1959; Die
griechischen christlichen Schriftsteller 49 (35).Homily 17, p. 102, li.15

 Ἡγοῦμαι «εἰς πτῶσιν καὶ ἀνά-


στασιν» εἶναι τὸν κύριον οὐκ ἄλλων
πιπτόντων καὶ ἄλλων ἀνισταμένων,
ἀλλὰ τοῦ αὐτοῦ, «εἰς πτῶσιν» τοῦ
χείρονος «καὶ ἀνάστασιν» τοῦ βελτίο-
νος, τοῦ χείρονος πίπτοντος καὶ τοῦ
βελτίονος διανισταμένου· καθαιρε-
τικὴ μὲν γάρ ἐστι τῶν σωματικῶν
παθῶν ἡ τοῦ κυρίου ἐπιφάνεια, δι-
εγερτικὴ δὲ τῶν τῆς ψυχῆς ἰδιω-
μάτων.  
Ἀλλ' οὕτως χρὴ νοεῖν, ὅτι ὁ ἐν τῇ
ἁμαρτίᾳ ἱστάμενος διὰ τῆς μετα-
νοίας πίπτει καὶ ἀποθνῄσκει ἐξ
αὐτῆς τῇ ἁμαρτίᾳ.

Ωριγένης θεολόγος. Fragm. in Lucam (in catenis) (2042:


017)“Origenes Werke, vol. 9, 2nd edn.”, Ed. Rauer, M.Berlin:
Akademie–Verlag, 1959; Die griechischen christlichen Schriftsteller 49
(35).Frag. 222, li.6

γὰρ ἐπὶ σωτηρίᾳ, ἵνα «καρπὸν πολὺν» φέρῃ, ἀλλὰ πίπτων εὐκοπωτέρου
741

ὄντος «τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν παρελθεῖν» ἢ περὶ τοῦτον ἐν τῷ νόμῳ
τυγχάνοντα «μίαν κεραίαν πεσεῖν»· «πεσὼν» δὲ «εἰς τὴν γῆν» ἀπέθανεν,
ἵνα
πλείονα καρπὸν φέρῃ, οὐ νικηθείς, ἀλλὰ «ταπεινώσας ἑαυτὸν καὶ
γενόμενος
ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ».  
»Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος»· ἐπειδὴ οὐκ ἐδόκει κρεῖττον εἶναι κατὰ τὸ
Σολομώντειον «ὄνομα καλὸν ἢ πλοῦτον πολύν», ἀλλὰ τοὐναντίον
πλοῦτον ἔχειν
πολὺν ἢ ὄνομα καλόν, διὰ τοῦτο ἐξ ὧν ἠγαπήκει καλεῖται, πλούσιος
προσα-
γορευόμενος, οὐχ ὅσιος οὐδὲ δίκαιος· ὁ δὲ πένης ἅτε μηδὲν ἔχων ἐν
τῷ κόσμῳ τούτῳ ψιλῷ ὀνόματι Λάζαρος καλεῖται. ἀλλ' ὅρα πῶς τοῦ
πλουσίου
τὰ χαρακτηριστικὰ τίθησιν ὁ πάντων σωτὴρ ἰδιώματα· «καὶ
ἐνεδιδύσκετο»,
γάρ φησιν, «πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ' ἡμέραν
λαμπρῶς»· καὶ
οὐδὲ τὸ κύριον αὐτοῦ τίθησιν ὄνομα, ἀλλ'· «ἄνθρωπός τις ἦν» φησίν, ἵν'
ἐν
τῷ κοινῷ μὲν φέρῃ τὸ ἄδηλον, ἐν τῷ ἀδήλῳ δὲ τὸ κοινὸν εἰσάγῃ καθυβρι-
ζόμενον. ἀλλ' ἐπὶ τῶν δικαίων οὐχ οὕτως, ἀλλὰ πῶς; «ἄνθρωπός τις ἦν»,
φησίν, «ἐν χώρᾳ τῇ Αὐσίτιδι, ὄνομα αὐτῷ Ἰώβ», καὶ «ἄνθρωπος ἦν ἐν
Ἱερου-
σαλήμ, ᾧ ὄνομα Συμεών». ὅτου χάριν; ὅτι περὶ μὲν τοῦ ἐπάγει· «καὶ ἦν
ἄνθρωπος ἐκεῖνος ἄμεμπτος, ἄκακος, δίκαιος, ἀληθινός, θεοσεβής, ἀπε-
χόμενος ἀπὸ παντὸς πονηροῦ πράγματος», περὶ δὲ τοῦ· «καὶ ὁ ἄνθρωπος
οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβὴς προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ,

Ωριγένης θεολόγος. Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a


Basilio et Gregorio Nazianzeno facta (cap. 1–27) (2042: 019)“The
philocalia of Origen”, Ed. Robinson, J.A.Cambridge: Cambridge
University Press, 1893.Ch. p, Sec. c, li.11

 αʹ. Περὶ τοῦ θεοπνεύστου τῆς θείας γραφῆς, καὶ πῶς ταύτην
ἀναγνωστέον καὶ νοητέον, τίς τε ὁ τῆς ἐν αὐτῇ ἀσαφείας λόγος, καὶ
τοῦ κατὰ τὸ ῥητὸν ἔν τισιν ἀδυνάτου ἢ ἀλόγου.
 βʹ. Ὅτι κέκλεισται καὶ ἐσφράγισται ἡ θεία γραφή.
 γʹ. Διὰ τί κβʹ τὰ θεόπνευστα βιβλία.
 δʹ. Περὶ σολοικισμῶν καὶ εὐτελοῦς φράσεως τῆς γραφῆς.
 εʹ. Τίς ἡ πολυλογία, καὶ τίνα τὰ πολλὰ βιβλία· καὶ ὅτι πᾶσα ἡ
θεόπνευστος γραφὴ ἓν βιβλίον ἐστίν.
742

 ϛʹ. Ὅτι ἓν ὄργανον θεοῦ τέλειον καὶ ἡρμοσμένον πᾶσα ἡ θεία


γραφή.
 ζʹ. Περὶ τοῦ ἰδιώματος τῶν προσώπων τῆς θείας γραφῆς.
 ηʹ. Περὶ τοῦ μὴ δεῖν τὰ σολοικοειδῆ καὶ μὴ σώζοντα τὴν κατὰ τὸ
ῥητὸν ἀκολουθίαν ῥητὰ τῆς γραφῆς ἐπιχειρεῖν διορθοῦσθαι, πολὺ τοῖς
συνιέναι δυναμένοις τὸ τῆς διανοίας ἀκόλουθον σώζοντα.
 θʹ. Τίς ὁ λόγος τοῦ τὴν θείαν γραφὴν τῷ αὐτῷ ὀνόματι κατὰ διά-
φορα σημαινόμενα κεχρῆσθαι πολλάκις καὶ ἐν τῷ αὐτῷ τόπῳ.
 ιʹ. Περὶ τῶν ἐν τῇ θείᾳ γραφῇ δοκούντων ἔχειν τι λίθου προς-
κόμματος καὶ πέτρας σκανδάλου.
 ιαʹ. Ὅτι χρὴ πάσης τῆς θεοπνεύστου γραφῆς τὸ τρόφιμον διώ-

Ωριγένης θεολόγος. Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a


Basilio et Gregorio Nazianzeno facta (cap. 1-27) Ch. 2, Sec. 4, li.15

καὶ ἡμᾶς διαφεύγῃ ἡ ἀναλογία, [καθ' ἣν] ἐπὶ πᾶσαν ἔφθασε


γραφὴν θεόπνευστον ἡ σοφία τοῦ θεοῦ μέχρι τοῦ τυχόντος
γράμματος· καὶ τάχα καὶ διὰ τοῦτο ὁ σωτήρ φησι· Ἰῶτα
ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου, ἕως ἂν
πάντα γένηται. ὃν τρόπον γὰρ ἐπὶ τῆς κοσμοποιΐας ἡ
θεία τέχνη οὐ μόνον ἐν οὐρανῷ καὶ ἡλίῳ καὶ σελήνῃ καὶ
ἄστροις φαίνεται δι' ὅλων τῶν σωμάτων ἐκείνων πεφοιτη-
κυῖα, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ γῆς ἐν ὕλῃ εὐτελεστέρᾳ τὸ αὐτὸ πεποίη-
κεν, ὡς μὴ ὑπερηφανεῖσθαι ἀπὸ τοῦ τεχνίτου μήτε τὰ
σώματα τῶν ἐλαχίστων ζώων, πολλῷ δὲ πλέον καὶ τὰς
ἐνυπαρχούσας ψυχὰς ἐν αὐτοῖς, ἑκάστης ἰδίωμά τι λαβού-
σης ἐν αὐτῇ, ὡς ἐν ἀλόγῳ σωτήριον· μήτε τὰ τῆς γῆς
βλαστήματα, ἑκάστῳ ἐνυπάρχοντος τοῦ τεχνικοῦ περὶ τὰς
ῥίζας καὶ τὰ φύλλα καὶ τοὺς ἐνδεχομένους καρποὺς καὶ τὰς
διαφορὰς τῶν ποιοτήτων· οὕτως ἡμεῖς ὑπολαμβάνομεν περὶ
πάντων τῶν ἐξ ἐπιπνοίας τοῦ ἁγίου πνεύματος ἀναγεγραμ-
μένων, ὡς τῆς ἐπιδιδούσης τὴν ὑπεράνθρωπον σοφίαν ἱερᾶς
προνοίας διὰ τῶν γραμμάτων τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων,
λόγια σωτήρια ἐνεσπαρκυίας, ὡς ἔστιν εἰπεῖν, ἑκάστῳ γράμ-
ματι κατὰ τὸ ἐνδεχόμενον ἴχνη τῆς σοφίας.

Ωριγένης θεολόγος. Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a


Basilio et Gregorio Nazianzeno facta (cap. 1-27) Ch. 7, Sec. 1n, li.1
743

αὐταῖς, οὕτω δὲ καὶ ἀποστολικὰς εὐαγγελικαῖς. ἓν γὰρ


οἶδεν τὸ τέλειον καὶ ἡρμοσμένον ὄργανον τοῦ θεοῦ εἶναι
πᾶσαν τὴν γραφὴν, μίαν ἀποτελοῦν ἐκ διαφόρων φθόγ-
γων σωτήριον τοῖς μανθάνειν ἐθέλουσι φωνὴν, καταπαύου-
σαν καὶ κωλύουσαν ἐνέργειαν πᾶσαν πονηροῦ πνεύματος,
ὡς κατέπαυσεν ἡ Δαυεὶδ μουσικὴ τὸ ἐν τῷ Σαοὺλ πονηρὸν
πνεῦμα καὶ πνῖγον αὐτόν. ὁρᾷς οὖν καὶ τρίτως εἰρηνοποιὸν
τὸν ἑπομένως τῇ γραφῇ καὶ βλέποντα τὴν εἰρήνην πάσης
αὐτῆς καὶ ἐμποιοῦντα ταύτην τοῖς ὀρθῶς ζητοῦσι καὶ
γνησίως φιλομαθοῦσιν.
        Περὶ τοῦ ἰδιώματος τῶν προσώπων τῆς θείας
γραφῆς. ἐκ τοῦ εἰς τὸ ᾆσμα μικροῦ τόμου, ὃν ἐν
τῇ νεότητι ἔγραψεν.
 Τῷ μὴ ἐξειληφότι τὸ ἰδίωμα τῶν προσώπων τῆς
γραφῆς, τῶν τε λεγόντων καὶ τῶν πρὸς ἃ ὁ λόγος, πολλὴν
παρέχει σύγχυσιν τὰ λεγόμενα, ζητοῦντι τὸ λέγον πρός-
ωπον ὅ τί ποτέ ἐστι, καὶ τὸ πρὸς ὃ ὁ λόγος ὁποῖον, καὶ
πότε τὸ λέγον ἐπαύσατο πρόσωπον· τοῦ πρὸς ὅ ἐστι
πολλάκις τηρουμένου, καὶ ἑτέρου πρὸς αὐτὸ λέγοντος· ἢ
τοῦ πρὸς ὃ ὁ λόγος οὐκέτι ἀκούοντος, ἑτέρου δὲ διαδεξα-  
μένου τὰ λεγόμενα, μένοντος τοῦ λέγοντος·

Ωριγένης θεολόγος. Philocalia sive Ecloga de operibus Origenis a


Basilio et Gregorio Nazianzeno facta (cap. 1-27) Ch. 7, Sec. 1, li.1

γων σωτήριον τοῖς μανθάνειν ἐθέλουσι φωνὴν, καταπαύου-


σαν καὶ κωλύουσαν ἐνέργειαν πᾶσαν πονηροῦ πνεύματος,
ὡς κατέπαυσεν ἡ Δαυεὶδ μουσικὴ τὸ ἐν τῷ Σαοὺλ πονηρὸν
πνεῦμα καὶ πνῖγον αὐτόν. ὁρᾷς οὖν καὶ τρίτως εἰρηνοποιὸν
τὸν ἑπομένως τῇ γραφῇ καὶ βλέποντα τὴν εἰρήνην πάσης
αὐτῆς καὶ ἐμποιοῦντα ταύτην τοῖς ὀρθῶς ζητοῦσι καὶ
γνησίως φιλομαθοῦσιν.
        Περὶ τοῦ ἰδιώματος τῶν προσώπων τῆς θείας
γραφῆς. ἐκ τοῦ εἰς τὸ ᾆσμα μικροῦ τόμου, ὃν ἐν
τῇ νεότητι ἔγραψεν.
 Τῷ μὴ ἐξειληφότι τὸ ἰδίωμα τῶν προσώπων τῆς
γραφῆς, τῶν τε λεγόντων καὶ τῶν πρὸς ἃ ὁ λόγος, πολλὴν
παρέχει σύγχυσιν τὰ λεγόμενα, ζητοῦντι τὸ λέγον πρός-
ωπον ὅ τί ποτέ ἐστι, καὶ τὸ πρὸς ὃ ὁ λόγος ὁποῖον, καὶ
πότε τὸ λέγον ἐπαύσατο πρόσωπον· τοῦ πρὸς ὅ ἐστι
πολλάκις τηρουμένου, καὶ ἑτέρου πρὸς αὐτὸ λέγοντος· ἢ
τοῦ πρὸς ὃ ὁ λόγος οὐκέτι ἀκούοντος, ἑτέρου δὲ διαδεξα-  
744

μένου τὰ λεγόμενα, μένοντος τοῦ λέγοντος· ἔστι δ' ὅτε


μεταβάλλει ἀμφότερα, καὶ τὸ λέγον καὶ τὸ πρὸς ὃ ὁ λόγος·
ἢ ἐπὶ πλεῖον μένοντα ἀμφότερα οὐ σαφῶς δηλοῦται
μένοντα. τί δὲ δεῖ παράδειγμα ζητεῖν ἑνὸς ἑκάστου τούτων,

Ωριγένης θεολόγος. Selecta in Ezechielem (Fragm. e catenis) (2042:


062); MPG 13.Vol.13, p. 776, li.43

δοται τοῖς ἀληθῶς υἱοῖς Ἰσραήλ. Γίνεται τοίνυν οὕ-


τως σκοπὸς, ἐπὰν πρὸς τοῖς προειρημένοις γίνεται
ἐπί τινα χεὶρ Κυρίου· καὶ οὐχ ἁπλῶς χεὶρ Κυρίου,
ἀλλ' αὑτὴ κραταιά. Τάχα γὰρ οὐκ ἐπὶ πάντας, οὓς
γίνεται χεὶρ Κυρίου, γίνεται κραταιὰ χεὶρ Κυρίου,
τῷ μηδὲ παραπλησίους ἀλλήλοις εἶναι τοὺς ἀξιουμέ-
νους χειρὸς Κυρίου. Δεῖ δὲ τὸν εἰσελθόντα εἰς τὴν
αἰχμαλωσίαν μὴ ταπεινὸν εἰσελθεῖν εἰς αὐτὴν καὶ τὰ
παραπλήσια πάσχοντα τοῖς αἰχμαλωτισθεῖσιν, ἀλλά
τινα διῃρημένον καὶ μετέωρον, καὶ ὡς ἀπὸ ὕψους κα-
τασκοποῦντα τὰ ἰδιώματα ἑνὸς ἑκάστου τῶν πεπον-
θότων τὴν αἰχμαλωσίαν καὶ παρὰ τοῖς ῥεύμασι τοῦ
ποταμοῦ τῆς αἰχμαλωσίας κατοικούντων καὶ τοῖς
ἀστάτοις αὐτῶν πράγμασι. Ἀριθμὸν δὲ δεήσει ποιῆ-
σαι ἡμερῶν σαββάτου ἀναστρεφόμενον, ἵνα ἐπιμελῶς
ἴδῃ τὰ τῶν αἰχμαλώτων. Καὶ οὕτως ἀκούσει· Σκο-
πὸν δέδωκά σε τῷ οἴκῳ Ἰσραήλ.

Ηφαιστίων αστρολόγος. Apotelesmatica P. 151, li.2

ιϛʹ Περὶ παθῶν ψυχικῶν

 Ὁμοίως καὶ περὶ τούτων ἤδη ἐμνήσθημεν, ἐπειδὴ δὲ καὶ


ἰδικῶς ἐκτίθεται, καὶ ἡμεῖς ἀκολουθοῦντες αὐτῷ τὰ αὐτὰ
παρατιθέμεθα συντόμως. τὰ μὲν γὰρ πλεῖστα μετριω-  
τέρων παθῶν σχεδὸν ἐν τοῖς ἀνωτέροις περὶ τῶν τῆς
ψυχῆς ἰδιωμάτων ῥηθεῖσι διακέκριται τῆς ἐπιτάσεως
αὐτῶν ἐκ τῆς τῶν κακούντων ὑπερβολῆς συνορᾶσθαι
δυναμένης, ἐπειδήπερ ἤδη τις ἂν εἰκότως εἴποι πάθη καὶ τὰ
ἄκρα τῶν ἠθῶν καὶ ἤτοι ἐλλείποντα ἢ πλεονάζοντα τῆς
745

μεσότητος, τὰ δὲ ἐξαίρετον ἔχοντα τὴν ἀμετρίαν καὶ


ὥσπερ νοσηματώδη καὶ παρὰ ὅλην τὴν φύσιν καὶ περὶ αὐτὸ
τὸ διανοητικὸν τῆς ψυχῆς μέρος καὶ περὶ τὸ παθητικὸν
ὡς ἐν τύπῳ τοιαύτης ἔτυχε παρατηρήσεως.
 Ἐπιληπτικοὶ μὲν γὰρ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ γίνονται ὅσοι τῆς

Ηφαιστίων αστρολόγος. Apotelesmatica P. 191, li.13

τῶν χρονικῶν διαφορῶν ἡ αὐτὴ ἐπὶ πάντων ἀνθρώπων


καθ' ὁμοιότητα καὶ παραβολὴν τῆς τάξεως τῶν ἑπτὰ
πλανωμένων ἀρχομένη μὲν ἀπὸ τῆς πρώτης ἡλικίας καὶ
τῆς πρώτης ἀφ' ἡμῶν σφαίρας τῆς Σελήνης, λήγουσα δὲ
ἐπὶ τὴν ἐσχάτην τῶν ἡλικιῶν καὶ τῶν πλανωμένων σφαιρῶν
τὴν ὑστάτην, Κρόνου δὲ προσαγορευομένην, καὶ συμβέ-
βηκεν ὡς ἀληθῶς ἑκάστῃ τῶν ἡλικιῶν τὰ οἰκεῖα τῇ φύσει
τοῦ παραβεβλημένου τῶν πλανωμένων ἃ δεήσει παρατη-
ρεῖν ὅπως τὰ μὲν καθόλου τῶν χρονικῶν ἐντεῦθεν
σκοπῶμεν, τὰς δὲ τῶν κατὰ μέρος διαφορὰς ἀπὸ τῶν
ἐν ταῖς γενέσεσιν εὑρισκομένων ἰδιωμάτων.
 Μέχρι μὲν γὰρ σχεδὸν τεσσάρων ἐτῶν κατὰ τὸν οἰκεῖον
ἀριθμὸν τῆς τετραετηρίδος τὴν τοῦ βρέφους ἡλικίαν ἡ
Σελήνη λαχοῦσα τήν τε ὑγρότητα καὶ ἀπηξίαν τοῦ
σώματος καὶ τὸ τῆς αὐξήσεως ὀξὺ καὶ τὸ τῶν τροφῶν
ὑδατῶδες καὶ τὸ τῆς ἕξεως εὐμετάβλητον καὶ τὸ τῆς
ψυχῆς ἀτελὲς καὶ διόρθωτον ἀπεργάζεται τοῖς περὶ τὸ
ποιητικὸν ἑαυτῆς συμβεβηκόσιν οἰκείως.
 Ἐπὶ δὲ τὴν ἑξῆς δεκαετίαν τὴν παιδικὴν ἡλικίαν δεύτε-
ρος καὶ δευτέραν λαχὼν ὁ τοῦ Ἑρμοῦ ἀστὴρ κατὰ τὸ ἥμισυ
μέρος τοῦ τῆς εἰκοσαετηρίδος ἀριθμοῦ τό τε διανοητικὸν

Ηφαιστίων αστρολόγος. Apotelesmatica (epitomae quattuor) (2043:


002)
“Hephaestionis Thebani apotelesmaticorum libri tres, vol. 2”, Ed.
Pingree, D.
Leipzig: Teubner, 1974.P. 189, li.24

κύπτοντας, ἀσελγεῖς. ὁ δὲ Ὑδροχόος εὐσώμους, εὐγενεί-


ους, εὐυπολήπτους, ἔσθ' ὅτε καὶ προγάστορας καί τινας
ἔχοντας τὴν μίαν κνήμην μείζονα τῆς ἑτέρας. οἱ δὲ Ἰχθύες
ποιοῦσιν εὐρυτέρους τοῖς ὤμοις, εὔτριχας, λευκούς, τὸ
746

μέτωπον καὶ μέγα καὶ στενὸν ἔχοντας, ἔσθ' ὅτε καὶ προ-
κύπτον, μελανοφθάλμους, βραδέως φθεγγομένους, ἰδιο-
πράγμονας.
 Ταῦτα μὲν καὶ τὰ τοιαῦτα σημαίνει τὰ ζῴδια αὐτὰ
καθ' ἑαυτὰ ὡροσκοποῦντα, τυχόντες δὲ ἐν αὐτοῖς καὶ οἱ
πλανώμενοι ἕκαστος πρὸς τὸ ἑαυτοῦ ἰδίωμα μεταποιεῖ
πως. Κρόνος μὲν γὰρ μέλανας ποιεῖ, δυσειδεῖς τε καὶ
αὐχμηρούς, Ἄρης δὲ ξανθούς, γλαυκοφθάλμους, τετανό-
τριχας, γοργούς, ὦτα μικρὰ ἔχοντας, Ζεὺς δὲ λευκούς,
εὐσάρκους, μεγαλοφθάλμους, εὐπώγωνας, ἀγαθοὺς τῷ
τρόπῳ, ἡ δὲ Ἀφροδίτη σὺν τούτοις οἷς ποιεῖ ὁ Ζεὺς ποιεῖ
καὶ ἁβροὺς καὶ εὐόπτους, ὁ δὲ Ἑρμῆς ἰσχνούς, ὠχρούς,
συμμέτρους καὶ οὐλοκόμους, καλούς τε καὶ γενναίους, ὁ  
δὲ Ἥλιος καὶ ἡ Σελήνη συντρέπονται μὲν οἷς ἂν ἐντύχωσιν,
ἰδίᾳ δὲ ὁ Ἥλιος εὐτραφεῖς καὶ εὐεκτοῦντας ποιεῖ, ἡ δὲ
Σελήνη εὐκράτους καὶ εὐσάρκους.

Ηφαιστίων αστρολόγος. Apotelesmatica (epitomae quattuor)


P. 343, li.21
γὰρ πάντα. καὶ πρῶτον τὸ ὑπὲρ γῆν ἡμισφαίριον διοδεύ-
ουσα ῥᾳδίαν τὴν εὕρεσιν ποιεῖται, τὸ δὲ ὑπὸ γῆν δυσκό-
λως. καταληφθεῖσα δ' ἐν τῷ ὡροσκόπῳ ἡ Σελήνη ἢ ἐν τῇ
ἐπαναφορᾷ αὐτοῦ ἢ ἐν τῷ ιβʹ τόπῳ πρὸς ἀνατολὰς τὴν
φυγὴν σημαίνει γεγονέναι, ἐν δὲ τῷ μεσουρανήματι ὁμοίως
ἔχουσα πρὸς ἄρκτον, ἐν δὲ τῇ δύσει πρὸς δύσιν, ἐν δὲ τῷ
ὑπὲρ γῆν κέντρῳ πρὸς μεσημβρίαν. δηλώσουσι δὲ καὶ τὰ
κέντρα τὴν ἔξοδον δι' ἧς ἀναχωροῦσι πύλης οἱ φεύγοντες,
τὸ δὲ μῆκος τῆς ὁδοῦ τὸ διάστημα τῶν ὡρῶν τῶν ἀπὸ τοῦ
ὡροσκόπου ἢ τοῦ δύνοντος ἄχρις αὐτῆς τῆς Σελήνης, ἀλλὰ
δὴ καὶ ἡ διαφορὰ τῶν ἰδιωμάτων τῶν ζῳδίων ἐν οἷς εὑρί-
σκεται ἡ Σελήνη. ἐν μὲν γὰρ τροπικοῖς ζῳδίοις βραχεῖα ἡ
ὁδὸς δηλοῦται τῆς φυγῆς καὶ βραδεῖα ἡ πορεία τοῦ φεύ-
γοντος καὶ οὐ μακρὰν ἀπὸ τοῦ τόπου οὗ ἀπέδρα καταντή-
σειν τὸν φεύγοντα, ἐὰν δὲ ἐν χερσαίοις καὶ λοξοῖς ἢ δισώ-
μοις οὐκ ὀρθὰς τὰς πορείας ποιήσεσθαι οὐδὲ αὐτὸν μόνον
ἀποδεδρακέναι ἀλλὰ σὺν ἑτέρῳ.
 Ἀπὸ δὲ τῶν ἀνατολῶν καὶ δύσεων τοῦ ζῳδίου ἡ σκο-
λιότης καὶ ἡ ὀρθότης τῆς πορείας αὐτοῦ γινώσκεται, καὶ
αἱ μὲν ἀρχαὶ ἀπὸ τῶν ἀνατολῶν, τὰ δὲ τέλη ἀπὸ τῶν
δύσεων. τὰ δὲ ὕπτια τῶν ζῳδίων καὶ κίνδυνον τῷ φεύγοντι

Aristides Quintilianus Mus., De musica (2054: 001)


747

“Aristidis Quintiliani de musica libri tres”, Ed. Winnington–Ingram, R.P.


Leipzig: Teubner, 1963.Book 1, Sec. 5, li.36

τητα, τὸ δὲ ὀξύτητα προσαγορεύομεν. γίνεται δ' ἡ μὲν


βαρύτης κάτωθεν ἀναφερομένου τοῦ πνεύματος, ἡ δ'
ὀξύτης ἐπιπολῆς προϊεμένου. πᾶσα μὲν οὖν ἁπλῆ κίνησις
φωνῆς τάσις, ἡ δὲ τῆς μελῳδικῆς φθόγγος ἰδίως καλεῖται.
περὶ οὗ λοιπὸν λέγωμεν, ταδὶ προειπόντες, ὅτι τῆς ἁπάσης
ἁρμονικῆς μέρη ἑπτά· διαλαμβάνει γὰρ πρῶτον περὶ φθόγ-
γων, δεύτερον περὶ διαστημάτων, τρίτον περὶ συστημάτων,
τέταρτον περὶ γενῶν, πέμπτον περὶ τόνων, ἕκτον περὶ
μεταβολῶν, ἕβδομον περὶ μελοποιίας. εἴπωμεν οὖν περὶ
φθόγγων πρῶτον. ἐὰν δέ τισιν ἀδιαγνώστοις ὀνόμασι
χρώμεθα, συγγνώμη· τεχνικῆς γὰρ ἀνάγκης τὸ ἰδίωμα.
 Φθόγγος μὲν οὖν ἐστι φωνῆς ἐμμελοῦς μέρος ἐλά-
χιστον· φθόγγων δὲ δυνάμεις ἄπειροι μέν εἰσι τῇ φύσει, αἱ
δὲ παραδεδομέναι συλλήβδην καθ' ἕκαστον τῶν γενῶν
εἰκοσιοκτώ. τούτων δέ εἰσιν ὀνομασίαι αἵδε· προσλαμβανό-
μενος, ὑπάτη ὑπάτων, παρυπάτη ὑπάτων, ὑπάτων ἐναρμό-
νιος, ὑπάτων χρωματική, ὑπάτων διάτονος, ὑπάτη μέσων,
παρυπάτη μέσων, μέσων ἐναρμόνιος, μέσων χρωματική,
μέσων διάτονος, μέση, τρίτη συνημμένων, συνημμένων
ἐναρμόνιος, συνημμένων χρωματική, παρανήτη συνημμέ-
νων, νήτη συνημμένων, παράμεσος, τρίτη διεζευγμένων,

Socrates Scholasticus Hist., Historia ecclesiastica (2057: 001)


“Socrates' ecclesiastical history, 2nd edn.”, Ed. Bright, W.Oxford:
Clarendon Press, 1893.Book 2, ch. 45, li.49

ἐπὶ Μελετίῳ γενομένην αἰτίαν, ὥς μοι καὶ πρότερον εἴρηται.


Ἐρωτηθέντες δ' οὖν ὅμως παρ' ἐκείνων, διὰ τί, ἐν τῇ ἐκθέσει τῆς
ἑαυτῶν πίστεως ‘Θεὸν ἐκ Θεοῦ’ τὸν Υἱὸν εἰπόντες, ἀνόμοιόν τε
καὶ ἐξ οὐκ ὄντων τολμῶσιν ὀνομάζειν, τοιοῖσδε σοφίσμασιν ἐπεχεί-
ρουν τὴν ἀντίθεσιν ἀποδύεσθαι· ὅτι ‘οὕτως,’ φησὶν, ‘εἴρηται τὸ
“ἐκ Θεοῦ,” ὡς εἴρηται παρὰ τῷ ἀποστόλῳ, “Τὰ δὲ πάντα ἐκ τοῦ
Θεοῦ·” ἓν οὖν τῶν πάντων, καὶ ὁ Υἱός ἐστιν ἐκ τοῦ Θεοῦ· καὶ διὰ
τοῦτο πρόσκειται ἐν ταῖς ἐκδόσεσι τὸ “κατὰ τὰς γραφάς.”’ Τούτου
δὲ τοῦ σοφίσματος ἀρχηγὸς ἦν Γεώργιος ὁ Λαοδικείας ἐπίσκοπος·
ὅστις ἀνάγωγος ὢν τῶν τοιούτων λόγων, ἠγνόησεν ὅπως τὰ
τοιαῦτα τοῦ ἀποστόλου ἰδιώματα τοῖς ἀνωτέρω χρόνοις Ὠριγένης  
πλατύτερον ἐξετάσας ἡρμήνευσεν. Ἀλλ' ὅμως, εἰ καὶ τοιαῦτα
ἐπεχείρουν σοφίζεσθαι, τοὺς ὀνειδισμοὺς καὶ τὴν κατάγνωσιν οὐ
748

φέροντες, ἀνέγνωσαν τὴν αὐτὴν πίστιν ἣν καὶ ἐν Κωνσταντινου-


πόλει· καὶ οὕτως κατὰ πόλεις τὰς ἑαυτῶν ἀνεχώρησαν. Γεώργιος
μὲν οὖν ἐπὶ τὴν Ἀλεξάνδρειαν ὁρμήσας τῶν τε ἐκκλησιῶν ἔτι
ἐκράτει, Ἀθανασίου ἔτι ἀφανοῦς τυγχάνοντος, καὶ τοὺς ἐν Ἀλεξ-
ανδρείᾳ μὴ φρονοῦντας τὰ αὐτοῦ συνήλαυνε. Χαλεπὸς δὲ ἦν καὶ
τῷ δήμῳ τῆς πόλεως· τοῖς πλείοσι γὰρ ἦν ἀπεχθής. Ἐν δὲ τοῖς
Ἱεροσολύμοις ἀντὶ Κυρίλλου προεχειρίσθη Ἀρρήνιος. Ἰστέον δὲ,
ὅτι καὶ μετ' ἐκεῖνον Ἡράκλειος κατέστη, καὶ αὖθις Ἱλάριος·

Asterius Scr. Eccl., Homiliae 1–14 (2060: 001)


“Asterius of Amasea. Homilies i–xiv”, Ed. Datema, C.
Leiden: Brill, 1970.Homily 12, ch. 13, Sec. 4, li.2

καὶ οὐκ ἴσχυον ἀντιστῆναι τῇ σοφίᾳ καὶ τῷ πνεύματι, ᾧ


ἐλάλει.
         Ἰδοὺ τοίνυν καὶ τὸ τοῦ Πνεύματος ἡμῖν πρόσωπον εὐκρινῶς
ὁ λόγος ὑπέστησεν. Εἰ δὲ τοῦτο πρότερον γέγραπται, τελευταῖον δὲ ὁ  
Πατὴρ καὶ ὁ Υἱός, οὐδὲν ἡ τῆς τάξεως ἀπαλλαγὴ τῇ πίστει λυμαίνεται.
Σύνηθες γὰρ τοῦτο ποιεῖν τῇ Γραφῇ· καὶ ποτὲ μὲν ὀνομάζειν τὸν Υἱὸν
μόνον, ποτὲ δὲ τὸ Πνεῦμα σὺν τῷ Υἱῷ, ἢ καὶ ἄρχεσθαι μὲν ἐκ τοῦ
Πατρός,
καταλήγειν δὲ εἰς τὸ Πνεῦμα· καὶ τὸ ἀνάπαλιν τῆς ἀρχῆς ἐκ τοῦ Πνεύ-
ματος γινομένης διὰ τοῦ Υἱοῦ τῷ λόγῳ ἐπὶ τὸν Πατέρα ὁδεύειν.
         Καὶ
τοῦτο τὸ τῆς συνηθείας ἰδίωμα μάλιστα παρὰ τῷ μεγάλῳ Παύλῳ ἀπα-
ραφυλάκτως γινόμενον ἔστιν ἰδεῖν. Πεπλήρωται δὲ παρ' ἡμῖν καὶ τῷ
Στεφάνῳ τὸ χρέος· εἰ μὲν πρὸς τὸ μέγεθος βλέπων τις οὐχ ἱκανῶς, εἰ δὲ
πρὸς τοῦ λέγοντος δύναμιν αὐτάρκως· ὅτι τῷ Θεῷ ἡμῶν ἡ δόξα εἰς τοὺς
αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.  

Ἀστερίου ἐπισκόπου Ἀμασείας προτρεπτικὸς περὶ μετανοίας

 Ἀνὴρ Φαρισαῖος, ὡς ἀρτίως ἠκούσαμεν τοῦ Λουκᾶ λέγοντος,


προτρέπει τὸν Κύριον εἰς ἑστίασιν καὶ ὑπωρόφιον ἄγει καὶ κοινὴν παρα-
τίθεται τράπεζαν. Ὁ δὲ οὔτε τὴν κλῆσιν ἀπαναίνεται οὔτε φεύγει τὸν
ἄνθρωπον, μήτε μαθητὴν ὄντα μήτε πιστεύσαντα, τῷ γράμματι δὲ
προσδεδεμένον τοῦ νόμου καὶ οὐδέπω πρὸς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας
749

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1–67) (2062: 112); MPG


53:21–385; 54:385–580.Vol 53, pg 132, ln 61

τε καλοῦ καὶ τοῦ πονηροῦ ὁ ἄνθρωπος, ὁπότε καὶ πρὸ


τῆς βρώσεως τοσαύτης ἦν σοφίας πεπληρωμένος, καὶ
μετὰ τῆς σοφίας καὶ προφητικοῦ χαρίσματος ἠξιωμέ-
νος; Καὶ πῶς ἂν ἔχοι ταῦτα λόγον, αἶγας μὲν καὶ
πρόβατα, καὶ πᾶσαν τὴν τῶν ἀλόγων φύσιν εἰδέναι,
ποία μὲν βοτάνη πρὸς τροφὴν ἐπιτηδεία, ποία δὲ ὀλε-
θρία, καὶ τῶν μὲν ἀπέχεσθαι μετὰ πολλῆς τῆς σπουδῆς,
ταῖς δὲ ἐπιτρέχειν· τὸν δὲ ἄνθρωπον, τὸ λογικὸν ζῶον,
ἀγνοεῖν τί μὲν καλὸν, τί δὲ πονηρόν; Ἀλλ' ἰδοὺ, φησὶ,
ξύλον γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ αὐτὸ ἐκάλεσεν ἡ
Γραφή. Οἶδα κἀγώ· ἀλλ' ἐὰν τὰ ἰδιώματα τῆς θείας
Γραφῆς μαθεῖν βουληθῇς, εἴσῃ τίνος ἕνεκεν τὴν ὀνομα-
σίαν ταύτην ἐπέθηκε τῷ ξύλῳ. Οὐ γὰρ ἐπειδὴ αὐτὸ
τὴν γνῶσιν παρεῖχεν, οὕτως ἐκαλεῖτο ἀλλ' ἐπειδὴ περὶ  
αὐτὸ γέγονεν ἡ παράβασις τῆς ἐντολῆς, καὶ ἐξ ἐκείνου
λοιπὸν τῆς ἁμαρτίας ἐπεισῆλθεν ἡ γνῶσις, καὶ ἡ αἰ-
σχύνη. διὰ τοῦτο οὕτως ἐκέκλητο. Ἔθος γὰρ τῇ θείᾳ
Γραφῇ ἀπὸ τῶν συμβαινόντων πραγμάτων τὴν ὀνομα-
σίαν τοῖς τόποις ἐπιτιθέναι, ἔνθα ἂν συμβαίνῃ τὰ πρά-
γματα. Διὰ τοῦτο οὖν καὶ τὸ ξύλον γνωστὸν καλοῦ καὶ
πονηροῦ ὠνόμασεν ἡ θεία Γραφὴ, ἐπειδὴ περὶ αὐτὸ

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67) Vol 53, pg 234, ln


47

πῶς διήρκεσεν ἐν τοσούτοις μησὶ καθάπερ ἐν σκότῳ κα-


τακεκλεισμένος. Καὶ ἐγένετο, φησὶ, μετὰ τὰς τεσσα-
ράκοντα ἡμέρας, καὶ ἀνέῳξε Νῶε τὴν θυρίδα τῆς
κιβωτοῦ, ἣν ἐποίησε, καὶ ἀπέστειλε τὸν κόρακα
ἰδεῖν, εἰ κεκόπακε τὸ ὕδωρ. Ὅρα τὸν δίκαιον οὐδέπω
τολμῶντα κατοπτεῦσαι δι' ἑαυτοῦ, ἀλλὰ τὸν κόρακα
ἀπέστειλε, δι' ἐκείνου μαθεῖν βουλόμενος, εἴ τινα ἔστι
προσδοκῆσαι χρηστὴν μεταβολήν· Καὶ ἐξελθὼν, φησὶν,
οὐκ ἀνέστρεψεν, ἕως τοῦ ξηρανθῆναι τὸ ὕδωρ ἀπὸ
τῆς γῆς. Οὐκ ἐπειδὴ μετὰ ταῦτα ἀνέστρεψε, τὸ, Ἕως,
προσέθηκεν ἡ θεία Γραφή· ἀλλ' ἰδίωμα τοῦτό ἐστι τῆς
θείας Γραφῆς. Καὶ πολλαχοῦ ἄν τις εὕροι ταύτην τὴν
συνήθειαν, καὶ ἐνῆν πολλὰ τοιαῦτα εὑρεῖν καὶ παραγα-
750

γεῖν εἰς μέσον· ἀλλ' ἵνα μὴ πάντα παρ' ἡμῶν μανθάνον-


τες ῥᾳθυμότεροι γίνησθε. ὑμῖν καταλιμπάνομεν διερευ-
νᾶσθαι τὴν Γραφὴν, καὶ εὑρεῖν ὅπου τοῖς ἰδιώμασι τού-
τοις κέχρηται. Τέως δὲ ἡμᾶς ἀναγκαῖον εἰπεῖν τὴν αἰτίαν,
δι' ἣν οὐκ ἀνέστρεψε τὸ ὄρνεον. Ἴσως ληξάντων τῶν
ὑδάτων ἀκάθαρτον ὂν τὸ ὄρνεον, καὶ σώμασιν ἐντυχὸν
τοῖς τε ἀνθρωπίνοις, τοῖς τε τῶν ἀλόγων, καὶ τὴν κατ-
άλληλον εὑρὸν ἑαυτῷ τροφὴν, ἐναπέμεινεν· ὅπερ καὶ

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67) Vol 53, pg 234, ln


52

τολμῶντα κατοπτεῦσαι δι' ἑαυτοῦ, ἀλλὰ τὸν κόρακα


ἀπέστειλε, δι' ἐκείνου μαθεῖν βουλόμενος, εἴ τινα ἔστι
προσδοκῆσαι χρηστὴν μεταβολήν· Καὶ ἐξελθὼν, φησὶν,
οὐκ ἀνέστρεψεν, ἕως τοῦ ξηρανθῆναι τὸ ὕδωρ ἀπὸ
τῆς γῆς. Οὐκ ἐπειδὴ μετὰ ταῦτα ἀνέστρεψε, τὸ, Ἕως,
προσέθηκεν ἡ θεία Γραφή· ἀλλ' ἰδίωμα τοῦτό ἐστι τῆς
θείας Γραφῆς. Καὶ πολλαχοῦ ἄν τις εὕροι ταύτην τὴν
συνήθειαν, καὶ ἐνῆν πολλὰ τοιαῦτα εὑρεῖν καὶ παραγα-
γεῖν εἰς μέσον· ἀλλ' ἵνα μὴ πάντα παρ' ἡμῶν μανθάνον-
τες ῥᾳθυμότεροι γίνησθε. ὑμῖν καταλιμπάνομεν διερευ-
νᾶσθαι τὴν Γραφὴν, καὶ εὑρεῖν ὅπου τοῖς ἰδιώμασι τού-
τοις κέχρηται. Τέως δὲ ἡμᾶς ἀναγκαῖον εἰπεῖν τὴν αἰτίαν,
δι' ἣν οὐκ ἀνέστρεψε τὸ ὄρνεον. Ἴσως ληξάντων τῶν
ὑδάτων ἀκάθαρτον ὂν τὸ ὄρνεον, καὶ σώμασιν ἐντυχὸν
τοῖς τε ἀνθρωπίνοις, τοῖς τε τῶν ἀλόγων, καὶ τὴν κατ-
άλληλον εὑρὸν ἑαυτῷ τροφὴν, ἐναπέμεινεν· ὅπερ καὶ
αὐτὸ οὐ μικρὸν ἐγίνετο τῷ δικαίῳ τεκμήριον τῆς χρη-
στῆς ἐλπίδος. Εἰ γὰρ μὴ τοῦτο ἦν, μηδὲ εὗρε μικράν τινα
παραμυθίαν, ὑπέστρεψεν ἄν. Καὶ ὅτι τοῦτό ἐστιν ἀλη-
θὲς, ἐντεῦθεν λοιπὸν τὴν χρηστὴν προσδοκίαν ἐσχηκὼς
ὁ δίκαιος ἐκπέμπει τὴν περιστερὰν, ὄρνεον

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67) Vol 54, pg 405, ln 1

ἀναμενῶ τὴν ἐκεῖ σου ἄφιξιν, καὶ τότε τούτοις ἐπάγω


τὴν τιμωρίαν. Ὁ ἥλιος ἐξῆλθεν ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ
Λὼτ εἰσῆλθεν εἰς Σηγώρ. Περὶ τὴν τοῦ ἡλίου ἀνατολὴν
ἔφθασε τὴν πόλιν· καὶ εὐθέως ἐκείνου ἐντὸς τῆς πόλεως
γενομένου, οὗτοι τὴν τιμωρίαν ἐδέχοντο. Ἔβρεξε γὰρ,
φησὶ, Κύριος ἐπὶ Σόδομα καὶ Γόμοῤῥα θεῖον καὶ πῦρ
751

παρὰ Κυρίου ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ κατέστρεψε τὰς


πόλεις ταύτας καὶ πᾶσαν τὴν περίοικον, καὶ πάντας
τοὺς κατοικοῦντας ἐν ταῖς πόλεσι, καὶ πᾶν ἀνατέλ-
λον ἐκ τῆς γῆς. Μὴ ξενιζέτω σε, ἀγαπητὲ, τῶν ῥη-  
μάτων ἡ συνθήκη· ἰδίωμα γὰρ τοῦτό ἐστι τῆς Γραφῆς,
καὶ ἀδιαφόρως οὕτω πολλάκις τίθησι τὰ ῥήματα· ὃ δὴ
καὶ νῦν ἔστιν ἰδεῖν. Ἔβρεξε γὰρ, φησὶ, Κύριος θεῖον
καὶ πῦρ παρὰ Κυρίου ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, ἵνα εἴπῃ ὅτι
Κύριος τὴν τιμωρίαν ἐπήγαγε, καὶ οὐ μόνον τὰς πόλεις
κατέστρεψε, καὶ πᾶσαν τὴν περίοικον, καὶ πάντας
τοὺς κατοικοῦντας, ἀλλὰ καὶ τὰ ἀνατέλλοντα ἐκ τῆς γῆς
ἠφάνισεν. Ἐπειδὴ γὰρ οἱ ταύτην οἰκοῦντες ἄνθρωποι
πολὺν τῆς πονηρίας τὸν καρπὸν ἐπεδείξαντο, διὰ τοῦτο
καὶ τῆς γῆς, φησὶ, τοὺς καρποὺς ἀχρήστους ἐργάζομαι,
ἵνα καὶ ἐκείνων ἀφανισθέντων αὕτη διηνεκὲς ὑπόμνημα
Ιωάννης Χρυσόστομος. In Genesim (homiliae 1-67) Vol 54, pg 436, ln
46

Ἰσαὰκ καὶ σπουδὴν, ὥστε νύμφην αὐτῷ ἀγαγέσθαι, διὰ


τοῦτο ἐσήμανεν ἡμῖν τὴν ἡλικίαν τοῦ πατριάρχου. Ἡνίκα
γὰρ, φησὶ, πρὸς ἔσχατον γῆρας ἤλασε, βουλόμενος τὸν
Ἰσαὰκ τῆς τῶν Χαναναίων συγγενείας ἀπαλλάξαι, ἵνα
μὴ ἐκεῖθεν ἀγάγηται γυναῖκα, καλέσας, φησὶ, τῶν
οἰκετῶν τὸν εὐνούστερον, ἐντέλλεται αὐτῷ περὶ τούτου,
καί φησι· Θὲς τὴν χεῖρά σου ὑπὸ τὸν μηρόν μου.
Τῇ μὲν Ἑλλάδι γλώττῃ οὕτω γέγραπται, Ὑπὸ τὸν
μηρόν μου· ἐν δὲ τῇ Ἑβραΐδι φασὶν, Ὑπὸ τὴν ὀσφύν.
Καὶ τίνος ἕνεκεν οὕτω φησίν; Ἰδίωμα τοῦτο τῶν πα-
λαιῶν ἀνδρῶν ἦν. Ἄλλως δὲ καὶ ἐπειδὴ ἐντεῦθεν ἡ
ἀρχὴ τῆς Ἰσαὰκ γεννήσεως γέγονε. Καὶ ἵνα μάθῃς ὅτι
συνηθείας τινὸς ἦν τὸ γινόμενον, ὅρα αὐτὸν ἐπιτάττοντα
τὴν μὲν χεῖρα αὐτόθι ἐπιθεῖναι, εὐθέως δὲ ἐπάγοντα·
Καὶ ἐξορκιῶ σε Κύριον τὸν Θεὸν τοῦ οὐρανοῦ καὶ
τὸν Θεὸν τῆς γῆς. Ὅρα πῶς καὶ τὸν οἰκέτην διδάσκει
εἰδέναι τὸν τῶν ἁπάντων δημιουργόν. Εἰπὼν γὰρ Θεὸν
οὐρανοῦ καὶ Θεὸν γῆς, ἅπασαν τὴν κτίσιν συμπερι-
έλαβε. Καὶ τίς ὁ ὅρκος; Ἵνα μὴ λάβῃς γυναῖκα τῷ
υἱῷ μου Ἰσαὰκ ἀπὸ τῶν θυγατέρων Χαναναίων,

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Matthaeum (homiliae 1–90) (2062: 152);


MPG 57:13–472; 58:471–794.Vol 58, pg 697, ln 3

καὶ τῆς τῶν μάγων παρουσίας, καὶ τῆς τελευτῆς Ἡρώ-


752

δου, εὐθέως φησίν· Ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις παρα-


γίνεται Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής· καίτοι τριάκοντα
μεταξὺ γέγονεν ἔτη. Ἀλλ' ἔθος τοῦτο τῇ Γραφῇ τούτῳ
κεχρῆσθαι τῆς ἱστορίας τῷ τρόπῳ. Οὕτω δὴ καὶ ἐνταῦθα,
τὸν μέσον ἅπαντα χρόνον παρελθὼν, τὸν ἀπὸ τῆς ἁλώ-
σεως τῶν Ἱεροσολύμων ἕως τῶν προοιμίων τῆς συντε-
λείας, λέγει τὸν ὀλίγῳ πρὸ τῆς συντελείας. Τότε οὖν  
ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ, φησὶν, Ὧδε ὁ Χριστὸς, ἢ ὧδε,
μὴ πιστεύσητε. Τέως ἀπὸ τοῦ τόπου αὐτοὺς ἀσφαλίζε-
ται, λέγων τὰ ἰδιώματα τῆς αὐτοῦ. παρουσίας τῆς
δευτέρας, καὶ τὰ τῶν πλάνων δείγματα. Οὐ γὰρ ὥσπερ
ἐν τῇ προτέρᾳ ἐν Βηθλεὲμ ἐφάνη, καὶ ἐν γωνίᾳ μικρᾷ
τῆς οἰκουμένης, καὶ οὐδενὸς εἰδότος ἐξ ἀρχῆς, οὕτω καὶ
τότε φησίν· ἀλλὰ φανερῶς καὶ μετὰ περιφανείας ἁπά-
σης, καὶ ὡς μὴ δεῖσθαι τοῦ ταῦτα ἀπαγγέλλοντος. Οὐ
μικρὸν δὲ τοῦτο σημεῖον τοῦ μὴ λανθανόντως παραγί-
νεσθαι. Σκόπει δὲ πῶς ἐνταῦθα οὐδὲν περὶ πολέμου
διαλέγεται· τὸν γὰρ περὶ τῆς παρουσίας αὐτοῦ διευκρι-
νεῖ λόγον· ἀλλὰ περὶ τῶν ἀπατᾷν ἐπιχειρούντων.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In Joannem (homiliae 1–88) (2062: 153); MPG


59.
Vol 59, pg 229, ln 5

ΟΜΙΛΙΑ Μʹ.

Ἐὰν ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ ἐμαυτοῦ, ἡ μαρτυρία


 μου οὐκ ἔστιν ἀληθής. Ἄλλος ἐστὶν ὁ μαρτυ-   
 ρῶν περὶ ἐμοῦ, καὶ οἶδα ὅτι ἀληθής ἐστιν ἡ
 μαρτυρία αὐτοῦ.
 αʹ. Εἴ τις χώραν μεταλλικὴν ἀνορύττειν ἐπιχειροίη,  
τῆς τέχνης ταύτης ἄπειρος ὢν, χρυσίον μὲν οὐκ ἐργά-
σεται, πάντα δὲ ἁπλῶς καὶ ὁμοῦ συγχέων, πόνον ἀν-
όνητον ὑπομενεῖ καὶ ἐπιβλαβῆ. Οὕτω καὶ τῶν θείων
Γραφῶν οἱ τὴν ἀκολουθίαν οὐκ εἰδότες, οὐδὲ τὰ ἰδιώ-
ματα καὶ τοὺς νόμους αὐτῆς ἐξετάζοντες, ἀλλὰ ἁπλῶς
καὶ ἑνὶ τρόπῳ πάντα ἐπιόντες, χρυσίον μετὰ γῆς φύ-
ροντες, οὐδέποτε τὸν ἐναποκείμενον αὐτῇ θησαυρὸν
εὑρήσουσι. Ταῦτα δὲ εἶπον νῦν, ἐπειδὴ τὸ προκείμενον
ἡμῖν χωρίον ἔχει μὲν πολὺν τὸν χρυσὸν, οὐ μὴν κατά-
753

δηλον, ἀλλὰ πολλῇ κατακεχωσμένον ἄνωθεν ἀσα-


φείᾳ. Διὸ χρὴ διασκάπτοντας καὶ διακαθαίροντας
ἐπὶ τὰ γνήσια τῶν νοημάτων ἐλθεῖν. Τίς γὰρ οὐκ ἂν
εὐθέως θορυβηθείη ἀκούων τοῦ Χριστοῦ λέγοντος· Ἐὰν
ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ ἐμαυτοῦ, ἡ μαρτυρία μου οὐκ
ἔστιν ἀληθής; Καὶ γὰρ πολλαχοῦ φαίνεται μαρτυρή

Ιωάννης Χρυσόστομος. Epistula ad Caesarium [Sp.] (2062: 499)


“Αἱ εἰς τὸν Ἰωάννην τὸν Χρυσόστομον ἐσφαλμένως ἀποδιδόμεναι
ἐπιστολαί”, Ed. Nicolopoulos, P.G.Athens: Tsiveriotes, 1973.Version 2,
frag. 1, li.6

Τοῦ Χρυσοστόμου ἐκ τῆς πρὸς Καισάριον μονά-ζοντα ἐπιστολῆς


 Ποῖος ᾅδης ἠρεύξατο μίαν ἐπὶ Χριστοῦ φύσιν λέγειν μετὰ
τὴν ἕνωσιν; Ἢ γὰρ τὴν θείαν κρατοῦντες τὴν ἀνθρωπίνην ἀρνοῦν-
ται, φημὶ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν· ἢ τὴν ἀνθρωπίνην κατέχοντες
τῆς θείας φύσεως ποιοῦνται τὴν ἄρνησιν. Ἐπιλεγέτωσαν ποία
ἀπώλεσε τὸ ἴδιον. Εἰ γὰρ ἔτι ἔρρωται ἡ ἕνωσις, πάντως καὶ τὰ τῆς
ἑνώσεως ἰδιώματα σῴζεσθαι ἀνάγκη. Ἐπεὶ οὐχ ἕνωσις τοῦτο,
ἀλλὰ σύγχυσις καὶ ἀφανισμὸς τῶν φύσεων. Οὐκ ἐν μιᾷ γοῦν μόνῃ
τῇ φύσει ὁ Χ(ριστός), ἀλλ' ἐν δυσὶ τελείαις. Ἐπὶ γὰρ μιᾶς ποῦ
τὸ ἀσύγχυτον; Ποῦ τὸ ἀδιαίρετον; Ποῦ ἡ ἕνωσις; Ἑαυτῇ γὰρ
ἑνοῦσθαι ἢ διαιρεῖσθαι ἀδύνατον.  

Τοῦ αὐτοῦ

 Ἑρμηνεύοντες δὲ οἱ ἅγιοι τήν τε διαίρεσιν καὶ τὴν διαφορὰν


λέγουσι· διαίρεσίς ἐστι τὸ μὴ διαμπάξ, ἤτοι διόλου, τὰ ὑποκείμενα
τέμνουσα καὶ ἰδίᾳ καὶ ἀνὰ μέρος καθ' ἑαυτὰ ὑφεστῶτα καὶ ἀλλή-
λων κεχωρισμένα τιθεῖσα, διαφορὰ δὲ λόγος, καθ' ὃν ἀλλήλων
διαφέρει τὰ ὑποκείμενα, τουτέστι τὸ εἶναι τὴν σάρκα τῇ φύσει καὶ

Gregorius Thaumaturgus Scr. Eccl., Ad Tatianum de anima per


capita disputatio [Sp.] (2063: 008); MPG 10.Vol.10, p. 1140, li.57

Εἰ οὐσία ἐστὶν ἡ ψυχή.


754

 Γʹ. Ὄτι μὲν οὐσία ἐστὶν ἡ ψυχὴ, δείκνυται οὕτως·


Πρῶτον μὲν, ὅτι τῆς οὐσίας ὅρος, καὶ ἐπ' αὐτῆς
ἂν εἰκότως λεχθείη. Ἔστι δὲ οὗτος· Οὐσία ἐστὶ τὸ
ταυτὸν, καὶ ἒν ἀριθμῷ, τῶν ἐναντίων παραμέρος
εἶναι δεκτικόν. Ὅτι δὲ ἡ ψυχὴ αὔτη τῆς ἰδίας φύ-
σεως μὴ ἐξισταμένη, τὰ ἐναντία δέχεται παραμέ-
ρος, παντί που δῆλον· δικαιοσύνη γὰρ καὶ ἀδικία,
ἀνδρία τε καὶ δειλία, σωφροσύνη τε καὶ ἀκολασία,
ἐν αὐτῇ θεωροῦνται ἐναντία ὄντα. Εἰ τοίνυν ἰδίωμα
οὐσίας, τὸ τῶν ἐναντίων εἶναι παραμέρος δεκτικὸν,
δείκνυται δὲ ἡ ψυχὴ τούτων ἐπιδεχομένη τὸν ὅρον,  
οὐσία ἄρα ἡ ψυχή. Ἔπειτα καὶ τοῦ σώματος οὐσίας
ὄντος, καὶ τὴν ψυχὴν οὐσίαν εἶναι ἀνάγκη· οὐδὲ
γὰρ οἷόν τε, τὸ ζωοποιούμενον οὐσίαν [ἄλλ. ἐνούσιον]
εἶναι· τὸ δὲ ζωοποιοῦν, εἶναι ἀνούσιον. Εἰ μή τις,
καὶ τὸ μὴ ὃν, τοῦ ὄντος αἴτιον φήσειεν εἶναι· ἢ πά-
λιν, τὸ ἐν ᾧ τὴν ὕπαρξιν ἔχον, καὶ οὗ ἄνευ εἶναι μὴ
δυνάμενον [ἄλ. καὶ ὁ ἄνευ τοῦ εἶναι μὴ δυνάμε-
νον], αἴτιον ἐκείνου εἶναι τοῦ ἐν ᾧ ἐστι,

Apollinaris Theol., Fragm. in Psalmos (in catenis) (2074: 041)


“Psalmenkommentare aus der Katenenüberlieferung, vol. 1”, Ed.
Mühlenberg, E.
Berlin: De Gruyter, 1975; Patristische Texte und Studien 15.Frag. 284,
li.2

Ps 137,8c

 Εἰ καὶ καρπούς, φησίν, ἀξίους τῆς σῆς ἀγάπης οὐ παρεχόμεθα, ἀλλ' ὅτι
γέ
ἐσμεν ἔργα σά, μὴ παροφθῆναι ἀξιοῦμεν.

Ps 138,5

 Ἐνταῦθα δὲ φαίνεται καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα εἰς ἓν τιθεὶς καὶ ὑπὸ μίαν
πλάσιν ἑκάτερα τάττων, ὅτι δὴ τῶν ψυχικῶν ἰδιωμάτων τὴν γνῶσιν ἀπὸ
τῆς διαπλάσεως ἔχειν φησὶ τὸν θεόν, καθὰ καὶ ἕτερος εἴρηκεν Ὁ πλάσας
πνεῦμα ἀνθρώπου ἐν αὐτῷ. οὐ γὰρ ἐν διαστάσει τὸ ποίημα, ἀλλ' εἰ καὶ
755

καλλίων ἡ τῆς ψυχῆς ποίησις παρὰ τὴν τοῦ σώματος, οὐχ οἱονεὶ
χειροποιητὸς
οὖσα κατὰ τὴν τῆς ὕλης μόρφωσιν ἀλλ' ἐμπνευστὴ κατὰ τὴν ἐκ θείας
δυνάμεως ὑπόστασιν. ὅλως γοῦν εἰς ἓν ἑκάτερα συντελεῖ, καθὰ καὶ
ὀνόματος
ἑνὸς κοινωνεῖ ποτε μὲν ψυχὴ τὸ συναμφότερον, ποτὲ δὲ σὰρξ
ὀνομαζόμενον·
καθὰ καὶ εἰκόνα θεοῦ τὸν ἄνδρα λέγων ὁ ἀπόστολος τῆς ἐμπνεύσεως
ἕνεκα
τῆς εἰς αὐτὸν γεγονυίας παρὰ θεοῦ ἣ μὴ γέγονεν ἐπὶ γυναικός, δῆλός ἐστι
συμπεριλαμβάνων τῇ ψυχῇ καὶ τὸ σῶμα καθὸ διακρίνεται τὸ ἄρσεν τοῦ
θήλεος.  

Basilius Med., Scr. Eccl., De virginitate (2084: 001); MPG 30.


MPG p. 756, li.21

ὀφείλεις, ἡδέως ἀνεχομένη καὶ γυμνὴ ἐπὶ ἐδάφους ἐν


ὁποίῳ δήποτε σχήματι πενίας τοῦ ἐρωμένου τυγχά-
νειν, ἢ διὰ τὸ ἀνέτως ἐθέλειν αὐτῷ συμβιοῦν, καὶ τὰς
πρὸς τοῦτο χρείας παρὰ ἀνθρώπων διώκειν, τοῦ θείου
ἔρωτος ἀσχημόνως ἐκπίπτειν. Ἡ γὰρ σπαταλῶσα
παρθένος, ζῶσα τέθνηκε. Μὴ βλασφημείσθω οὖν
ὑμῶν τὸ ἀγαθὸν τῆς παρθενίας ὄνομα, ἀγάπης
τῆς ἀχράντου ὀνόματι σαρκικοῖς πάθεσιν ὑβριζόμε-
νον. Οὐ γάρ ἐστιν ἡ ἀγάπη διάθεσις ὕπουλος, καὶ
μόρφωσις εὐνοίας, καὶ ἡδονὴ δουλουμένη, καὶ ζωώδης
προσπάθεια· ἀλλὰ σαρκικῶν ἰδιωμάτων ἀθόλωτος
εὔνοια, καὶ εἰρήνη παθῶν, καὶ ἁγιασμὸς ἐν Πνεύματι
ἁγίῳ. Εἰ δὲ δι' ἀγάπην ὁ ἀδελφός σου λυπεῖται, οὐκ-
έτι κατὰ ἀγάπην περιπατεῖς. Μὴ τῇ ἀγάπῃ τῇ σῇ
κατάλυε τὸ ἔργον τῆς ὄντως ἀγάπης· μηδὲ τῇ ψευδ-
ωνύμῳ ἀγάπῃ ἀπόλλυε τὸν ἀδελφὸν, πρὸς κακοήθη
ὑπόνοιαν σκανδαλίζων, δι' ὃν ὁ Χριστὸς ἀπέθανεν.
Ἐάν τίς σε ἴδῃ τὸν ἔχοντα γνῶσιν τοῦ ὄντως καλοῦ
ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, καὶ ἀντὶ τῆς ἀληθοῦς καὶ
καθαρᾶς ἀφθορίας, τὸ εἴδωλον ταύτης ἐν σώματι
756

Basilius Med., Scr. Eccl., De virginitate MPG p. 772, li.51

ἐντεῦθεν ἤδη ἰσαγγέλους ἑαυτὰς τοῖς πᾶσιν ἀπέδει-


ξαν· τὰς μὲν τοῦ θήλεός τε καὶ ἄῤῥενος πρὸς τὰς
μίξεις, φημὶ, τῶν σωμάτων ἰδιότητας δι' ἀρετῆς
ἐκτέμνουσαι, γυμναῖς δὲ ψυχαῖς κατὰ γῆν τοῖς ἀν-
θρώποις συζῶσαι. Εἰ δὲ οὔτε πρὸς τὸ ἄῤῥεν, οὔτε
πρὸς τὸ θῆλυ κατὰ τὴν συναίσθησιν τῆς ἐν ᾧ ἐστι
σώματος ἡδονῆς ἡ ψυχὴ πρὸς τὰ πάθη μορφοῦται,
οὐκ ἔνι ἄῤῥεν καὶ θῆλυ, οὐκ ἔνι πάθος καὶ ἡδονή·
ἀλλὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστὸς, νενεκρωμένων μὲν
τῶν σωμάτων διὰ τῆς ἀνενεργήτου πρὸς τὰ ἰδιώ-
ματα τοῦ τε ἄῤῥενος καὶ τοῦ θήλεος ἡδονῆς, μόνης
δὲ τῆς ψυχῆς ἐν ἀφθαρσίᾳ δι' ἀρετῆς συζώσης ἐν
τούτοις.  

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Ecclesiasten (1.1–8) (2102: 011)


“Didymos der Blinde. Kommentar zum Ecclesiastes, pt. 1”, Ed. Binde, G.,
Liesenborghs, L.Bonn: Habelt, 1979; Papyrologische Texte und
Abhandlungen 25.
Codex p. 35, li.28

 (2,4a) “ἐμοῦ” τοῦ “ἀν(θρώπ)ου” “ποίημα ἐμεγά|λυνα”. ἐμὸν


“ποίημά” ἐστιν τὸ περὶ οὗ μέλλω εἰπεῖν· “ἀνθρώπινόν” ἐστιν
θέλη|μα. πάλιν ὁμοίως· εἰ “ἀνθρώπινον” θέλημα οὕτω λαμβά-
νεις ὡς διδόμενον | “ἀν(θρώπ)ῳ” θεόθεν, οὕτω λέγεται ἐπαι-  
νετῶς “ποίημα” τοῦ “ἀν(θρώπ)ου”, οὐ θηρίου “ποίημα”, | οὐ
κτήνους, οὐκ ἐξηγριωμένου τινός, οὐ δαίμονος. ἐὰν δὲ πάλ[ιν
τ]ὰ “ἀνθρώ|πινα” οἷον τὴν “κτῆσιν”, τὴν “φυτείαν” τῶν “ἀμ-
πελώνων”, τὴ[ν τῶ]ν “οἴκων” | “οἰκοδομὴν” ἄλλως ἀκούεις ὧδε
τὸ “ἀν(θρώπ)ου” θέλημα.
 2,4b οἰκοδόμησά μοι [οἴκ]ο̣υ̣σ̣.
 ἰδίωμά | ἐστιν τῇ Σύρων φωνῇ τὸ ‘οὕτως ἐλάλησάν μοι’,
’ἐσπούδασάν μοι’.
 κ[α]ὶ εἰ μὲν | θέλεις “οἴκους” εἶναι τὰς ἐπαινετὰς
πράξεις, ἑκάστη “οἶκός” ἐστιν τοῦ ἔχοντος. οἱ τοὺς | Ἰ(η-
σο)ῦ “λόγ[ου]ς ἀκούσαντες καὶ ποιήσαντες” “ἐπὶ τὴν πέτραν
οἰκοδομοῦσιν | τοὺς θεμελίους”. καὶ ἐπειδὴ ἡ καθόλου ἀρετὴ
μία ἐστίν, ὁ ταύτην σπου|δάζων ἕνα “οἶκον οἰκοδομεῖ ἐπὶ τὴν
πέτραν” “καταβαλλόμενος” αὐτῆς τὴν | “οἰκ[οδο]μήν”, τὸν ἀρ-
757

ραγῆ τοῦ θ(εο)ῦ λόγον, τὸν Χ(ριστὸ)ν αὐτόν. ἐὰν δὲ εἰς τὰς
κατ' εἶδος | ἀρε[τ]ὰ̣ς σκοπῇς – , ἑπεὶ ἑκάστη εἶδός ἐστιν
τοῦ κατορθοῦντος, πληθυντι|κῶ̣[ς λέγ]ει τοὺς “οἴκους οἰκοδό

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Psalmos 22–26.10 (2102: 017)


“Didymos der Blinde. Psalmenkommentar, pt. 2”, Ed. Gronewald, M.
Bonn: Habelt, 1968; Papyrologische Texte und Abhandlungen 4.Codex p.
71, li.18

λέγουσιν πρὸς τὰς ἄνω δυνάμεις, πρὸς τὰς διαιρούσας τὰς |


πύλας τὰς οὐρανίους.
 εἶτα πυνθάνονται ἐκεῖνοι· “τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς
τῆς δόξης”, ὃν | προαγγέλλετε ἐπελεύσεσθαι, ᾧ δεῖ ἆραι
τὰς πύλας καὶ ἐπᾶραι τὰς αἰωνίους – οὐ τὰς προσκαίρους – , |
τὰς ἀθανασίας;
 ἐγγὺς τούτῳ ὅμοιόν ἐστιν τὸ ἐν Ἰσαίᾳ οὕτω φερόμενον·
“τίς οὗτος ὁ παραγινόμε|νος ἐξ Ἐδέμ, ἐρύθρημα ἱματίων ἐκ
Βυσόν; διὰ τί ἐρυθρὰ τὰ ἱμάτιά σου”; πάλιν δὲ | πυνθάνον-
ται. εἰ καὶ τὸ σῶμα τοῦτο ἐκ νεκρῶν ἐγειρόμενον καὶ μά-
λιστα πρότερον τὸ τοῦ | σωτῆρος οὐκ ἔχει τὰ ἰδιώματα τῆς
σαρκὸς εἰς πνευματικὸν μεταβεβληκός, ἀλλὰ χάριτι | τοῦ
ἀνιόντος ἐφυλάχθη ἴχνη πρὸς ἐπίγνωσιν τοῦ πόθεν ἐστὶν τὸ
ἀναβαῖνον. καὶ διὰ | τοῦτο· “ἐρύθρημα ἱματίων ἐκ Βυσόν”.
 καὶ ὥσπερ ἀναστὰς ἐκ νεκρῶν ἐπιφανεὶς | τοῖς μαθηταῖς
θέλων βεβαιῶσαι αὐτοὺς ὅτι αὐτὸ ὃ εἶχεν σῶμα ἀνέστη, ἔδει-
ξεν τοὺς τύ|πους τῶν ἥλων, ἔδειξεν τὰς οὐλάς, οὐχ ὅτι οὐ-
λὰς ἐκεῖνο ἔχει τὸ σῶμα – σκληροῦ γὰρ καὶ ἀντιτύ|που ἐστὶν
τὸ οὐλὰς φέρειν – , ἀλλ' ἵνα πληροφορήσῃ ὅτι αὐτός ἐστιν
ὁ ἀναστάς, εἶτα, ἵνα μὴ | ἐκ τοῦ σημείου τοῦ περὶ πληρο-  
φορίας τῆς ἀναστάσεως κακῶς φρονήσουσιν περὶ |

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Psalmos 22-26.10 Codex p. 71, li.25

σαρκὸς εἰς πνευματικὸν μεταβεβληκός, ἀλλὰ χάριτι | τοῦ


ἀνιόντος ἐφυλάχθη ἴχνη πρὸς ἐπίγνωσιν τοῦ πόθεν ἐστὶν τὸ
ἀναβαῖνον. καὶ διὰ | τοῦτο· “ἐρύθρημα ἱματίων ἐκ Βυσόν”.
 καὶ ὥσπερ ἀναστὰς ἐκ νεκρῶν ἐπιφανεὶς | τοῖς μαθηταῖς
θέλων βεβαιῶσαι αὐτοὺς ὅτι αὐτὸ ὃ εἶχεν σῶμα ἀνέστη, ἔδει-
ξεν τοὺς τύ|πους τῶν ἥλων, ἔδειξεν τὰς οὐλάς, οὐχ ὅτι οὐ-
758

λὰς ἐκεῖνο ἔχει τὸ σῶμα – σκληροῦ γὰρ καὶ ἀντιτύ|που ἐστὶν


τὸ οὐλὰς φέρειν – , ἀλλ' ἵνα πληροφορήσῃ ὅτι αὐτός ἐστιν
ὁ ἀναστάς, εἶτα, ἵνα μὴ | ἐκ τοῦ σημείου τοῦ περὶ πληρο-  
φορίας τῆς ἀναστάσεως κακῶς φρονήσουσιν περὶ | ἀναστάσε-
ως, ὡς πάλιν μετὰ ἀνάστασιν τὰ ἰδιώματα τοῦ φθαρτοῦ φέρειν
τὸ ἐγειρόμενον | σῶμα, “θυρῶν κεκλεισμένων” εἰσῆλθεν, οὕ-
τω καὶ ὧδε ἀναλαμβανόμενος παραυ|τὰ τῆς ἀναλήμψεως ἔδει-
ξεν τὰ ἰδιώματα τῆς σαρκός, οὐχ ἵνα ἀπομείνωσιν· οὐδὲ |
ἐκεῖνα ἃ ἔδειξεν, οἷον βεβρωκὼς καὶ τύπους ἥλων καὶ τῶν
ἄλλων, ἔμεινεν αὐτὰ ἔχων. | οὐχ ἵνα ἐσθίωμεν, ἔφαγεν με-
τὰ ἀνάστασιν, ἀλλ' ἵνα ἴδωσιν ὅτι αὐτὸς ὃν εἴρηκεν, αὐ-
τὸς ἦν ὁ ἀνα|στάς.

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Psalmos 22-26.10 Codex p. 71, li.27

 καὶ ὥσπερ ἀναστὰς ἐκ νεκρῶν ἐπιφανεὶς | τοῖς μαθηταῖς


θέλων βεβαιῶσαι αὐτοὺς ὅτι αὐτὸ ὃ εἶχεν σῶμα ἀνέστη, ἔδει-
ξεν τοὺς τύ|πους τῶν ἥλων, ἔδειξεν τὰς οὐλάς, οὐχ ὅτι οὐ-
λὰς ἐκεῖνο ἔχει τὸ σῶμα – σκληροῦ γὰρ καὶ ἀντιτύ|που ἐστὶν
τὸ οὐλὰς φέρειν – , ἀλλ' ἵνα πληροφορήσῃ ὅτι αὐτός ἐστιν
ὁ ἀναστάς, εἶτα, ἵνα μὴ | ἐκ τοῦ σημείου τοῦ περὶ πληρο-  
φορίας τῆς ἀναστάσεως κακῶς φρονήσουσιν περὶ | ἀναστάσε-
ως, ὡς πάλιν μετὰ ἀνάστασιν τὰ ἰδιώματα τοῦ φθαρτοῦ φέρειν
τὸ ἐγειρόμενον | σῶμα, “θυρῶν κεκλεισμένων” εἰσῆλθεν, οὕ-
τω καὶ ὧδε ἀναλαμβανόμενος παραυ|τὰ τῆς ἀναλήμψεως ἔδει-
ξεν τὰ ἰδιώματα τῆς σαρκός, οὐχ ἵνα ἀπομείνωσιν· οὐδὲ |
ἐκεῖνα ἃ ἔδειξεν, οἷον βεβρωκὼς καὶ τύπους ἥλων καὶ τῶν
ἄλλων, ἔμεινεν αὐτὰ ἔχων. | οὐχ ἵνα ἐσθίωμεν, ἔφαγεν με-
τὰ ἀνάστασιν, ἀλλ' ἵνα ἴδωσιν ὅτι αὐτὸς ὃν εἴρηκεν, αὐ-
τὸς ἦν ὁ ἀνα|στάς.

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Psalmos 22-26.10 Codex p. 80, li.27

 δυνατὸν δὲ καὶ οὕτως· οἵας ἐὰν ᾖ ἡλικίας | ὁ ἀγνοῶν


καὶ ἁμαρτάνων, νέος ἐστὶν νεότηττῆς γνώμης, νεο-
παγίᾳ{ν} τῆς ἕξεως.
 εὑρεῖν οὖν | ἔστιν ἀεὶ τοὺς ἐξομολογουμένους καὶ μετα-
νοίας λόγους προφέροντας περὶ παρῳχηκότων | ἁμαρτημάτων
τοῦτο ποιοῦντας· “ἡμαρτήκαμεν, ἠνομήσαμεν, ἠσεβήσαμεν”·
πῶς γὰρ οἷόν τέ ἐστιν; | ὁ μετανοῶν ἀρετὴν αἰτεῖ. πῶς οὖν
759

δύναται ἀρετὴν ἔχειν ἢ λαβεῖν ὁ ἐν τοῖς ἁμαρτήμασιν ἔτι |


ὤν; “ἕκκλινον” γοῦν “ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν”.
 7 κατὰ τὸ ἔλεός σου μνήσθητί μου σύ.
 ἐπερ( )· | “μνήσθητί μου”;  – ἰδίωμά ἐστιν τῆς γραφῆς  
ἀντὶ τοῦ “γνῶθί με”.
 7 ἕνεκεν τῆς χρηστότητός σου, | κύριε.
 οὐχ ἕνεκα τῆς ἐμῆς ἀρετῆς μνήσθητί μου.
 8 χρηστὸς καὶ εὐθὴς ὁ κύριος.
 ὁ με|τὰ εὐθύτητος ὢν χρηστὸς ἀγαθός ἐστιν· πολλάκις
γὰρ τὸ “χρηστὸν” ἐπὶ διαβολῇ λαμβάνεται· | “φθείρουσιν ἤ-
θη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί”. οὐκ ἐπαινετῶς τὰ χρηστὰ ὧδε λαμ-
βάνει, ἀντὶ τῶν ἐπιπολαίων. |
 καὶ πάλιν τὸ ἄκακον ὁμοίως· “ἄκακος πιστεύει παντὶ λό-
γῳ”, ἀντὶ τοῦ εὐήθης. καὶ περὶ τῶν ἑτερο|δόξων γράφει

Δίδυμος Καίκος.Commentarii in Psalmos 29–34 (2102: 018)


“Didymos der Blinde. Psalmenkommentar, pt. 3”, Ed. Gronewald, M.
Bonn: Habelt, 1969; Papyrologische Texte und Abhandlungen 8.
Codex p. 157, li.25

 πολύτροπος οὖν ἐστιν ἡ σύνεσις, ὁμώνυμός ἐστιν ἡ λέξις,


πολλὰ σημαινόμ[ενα ἔχει. ἐπεὶ δὲ περὶ κεκρυμ]|μένων ἐνταῦ-
θα λέγει, κεῖται τὸ κατὰ τὴν γνῶσιν, τὸ συγγενὲς τῇ σοφί-
ᾳ[· μυστήρια γὰρ περιέχει ὁ ψαλ]|μός.
 καὶ τοῦτο δὲ λεκτέον· ἀδύνατόν ἐστιν γραμματικοὺς λόγους
νοῆσαι[, ἐὰν μή τις ἔχῃ γραμμάτων σύν]|εσιν, καὶ οὐχ οἷόν
τέ ἐστιν φιλοσόφους νοῆσαι λόγους, ἐὰν μὴ τοῦ εἰση[γουμένου  
θεωρήματος αὐτῶν] | γνῶσιν τις ἔχῃ. οὕτω καὶ τὰ τοῦ θεοῦ
ἀδύνατόν ἐστιν νοῆσαι χωρὶς θεϊκῆς σ̣[υνέσεως.]
 [διὰ τί δὲ τῷ Δα(υὶ)δ μόνῳ] | χαρίζεται ἢ λέγεται ἀπὸ
τῆς τοῦ Δαυὶδ ἡ σύνεσις;  – σκόπει ὅτι τὰ ἰδιώματα [ ὁτὲ
μὲν ἀπὸ τοῦ διδόντος ὁτὲ] | δὲ ἀπὸ τοῦ λαμβάνοντος γνωρι-
ζόντων. αὐτίκα γοῦν καὶ τὸ ἅγιον [πν(εῦμ)α ἐν τῇ γραφῇ λέ-
γεται ὁτὲ μὲν] | Ἠλία ὁτὲ δὲ Ἰωάννου. ὡσαύτως καὶ τὸ εὐ-
αγγέλιον ὁτὲ μὲν θεοῦ λέγεται ὡ[ς τοῦ θ(εο)ῦ διδόντος αὐτὸ
καὶ συν]|τάττοντος· “ἀφωρισμένος” γὰρ “εἰς εὐαγγέλιον θεοῦ”,
ὁτὲ δὲ ἀπὸ τοῦ διακον[οῦντος αὐτό· “κατὰ” γὰ]ρ [”τὸ εὐαγ]|-
γέλιόν μου”, καὶ αὐτῶν τῶν εὐαγγελιζομένων ποτὲ λέγεται
τῶν [εἰληφότων τὸ εὐαγγέ]λιο̣[ν, ὁτὲ] | δὲ καὶ ἀπολελυμένως·
“μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ”. [τὰ τοιαῦτα
ὀνόματα] ὅ̣ταν [μετὰ] | καὶ ἄνευ προσθήκης τὸ αὐτὸ
760

Δίδυμος Καίκος.Fragm. in Psalmos (e commentario altero) (2102: 021)


“Psalmenkommentare aus der Katenenüberlieferung, 2 vols.”, Ed.
Mühlenberg, E.
Berlin: De Gruyter, 1:1975; 2:1977; Patristische Texte und Studien 15 &
16.
Frag. 1065, li.4

Ps 113,23  Εὐλογημένοι δὲ τῷ κυρίῳ ἐσμὲν τῷ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν


πεποιηκότι.
αὐτὸς γάρ ἐστιν οὗ τοὺς νόμους φυλάττομεν. ἵνα γὰρ μὴ νομίσῃ τις
ἄλλου
τινὸς τοὺς χρησμοὺς εἶναι οὓς Μωυσῆς διηκονήσατο, ἀκολούθως ὁ
ἱεροφάντης
πρὸ τῆς τῶν νόμων δόσεως τὰ περὶ τῆς κοσμοποιΐας παραδέδωκε, δι' ἧς
διδάσκει ἕνα θεὸν εἶναι, πάντα δὲ τὰ τοῦ κόσμου μέρη καὶ αὐτὸν εἶναι
γενητά.
Ps 113,24
 Ὁ δὲ βαθύτερον καὶ ταῦτα θεωρεῖν βουλόμενος ἐρεῖ εἶναί τινα ἐξαιρέτως

ἐν τῇ γραφῇ λεγόμενον οὐρανὸν θεῷ προσῳκειωμένον, ἐν ᾧ μόνος ὁ


θεός·
θεὸν δὲ λέγω περὶ τῆς τριάδος διανοούμενος. τούτου τοῦ οὐρανοῦ πόρρω
που
οὐ τόπῳ ἀλλ' οὐσίας ἰδιώματτυγχάνει τὰ γενητά, κἂν ἐν τοῖς οὐρανοῖς ᾖ
ταῦτα. ἀμέλει πρὸ παραβάσεως ὁ διάβολος, ὢν ἐν οὐρανῷ ὡς κάτω που
τοῦ
οὐρανοῦ τούτου τυγχάνων, ἔλεγεν Εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβήσομαι καὶ
ἐπάνω τῶν
ἄστρων τοῦ οὐρανοῦ θήσω τὸν θρόνον μου· εἴρηται γὰρ αὐτῷ ταῦτα πρὶν

ἐκπεσεῖν τοῦ οὐρανοῦ· αὕτη γοῦν καὶ αἰτία τῆς καταπτώσεως αὐτοῦ
μνημονεύεται.
εἰς τοῦτον τὸν οὐρανὸν οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ
καταβάς, ἐπεὶ
κἀκεῖθεν ἀποσταλεὶς ἐλήλυθε φάσκων Καταβέβηκα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ.
ἀλλὰ καὶ
τὸ ἅγιον πνεῦμα ἐκ τούτου ἀπεστάλη τοῦ οὐρανοῦ, ᾗ ὁ Πέτρος φησὶν Ἃ
δὴ
ἀνηγγέλη ἡμῖν διὰ τῶν εὐαγγελισαμένων ἡμᾶς πνεύματι ἁγίῳ
761

ἀποσταλέντι ἀπ'
οὐρανοῦ. ἔνθα γὰρ ὁ πατὴρ καὶ ὁ υἱὸς καὶ τὸ ἅγιον πνεῦμα. ἀλλ'
ἐπίστησον

Δίδυμος Καίκος.In Genesim (2102: 041)“Didyme l'Aveugle. Sur la


Genèse, vols. 1–2”, Ed. Nautin, P., Doutreleau, L.Paris: Cerf, 1:1976;
2:1978; Sources chrétiennes 233, 244.Codex p. 72, li.15

παντὶ [ἑρπ]ετῷ ἕρποντι ἐπὶ τῆς γῆς« οὕτω νοηθείη· ὁ


κηδόμενος τῆσ̣ [σωτηρ]ίας τῶν πάντων Κύριος διάφορα
φάρμακα πρὸς τὰ ποικίλα τραύ[ματα] δέδωκεν, ἵνα πᾶς
ὁστισοῦν ἀναπολόγητος ᾖ μὴ ἔχων ...[...] οὐκ ἔσχεν
τὰς τοῦ λόγου ἀφορμάς· οὕτω καὶ οἱ θεραπ[ευταὶ] αὐτοῦ
πρὸς ἕκαστον ἁρμο[ζό]μενοί φασιν καθὰ ὁ Παῦλος
[.....] «Τοῖς πᾶσιν γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς
σώσω«, [....].ως καὶ προσφόρως ἑκάστῳ ἁρμο-
ζόμενος, καὶ οὐ βάλλω[ν τὰ ἅγι]α τοῖς κυσὶν οὐδὲ τοὺς
μαργαρίτας ἔμπροσθεν τῶν χ[οίρων, ἀλλ]ὰ καὶ τούτους
μετάγων [ἀ]πὸ τῶν ἰδιωμάτων ὧν ἔσχον [ἐξ ἰ]δ̣ίας
προθέσεως διὰ λόγου καταλλήλου αὐτοῖς εἰς παίδευσιν.
[Μὴ ἑ]ρπετὸν ὑπάρχῃ τις καὶ διὰ τοῦτο εἰς βάθος κακῶν
ἀφίκηται, ο[ὐ]κ ἐστέρηται τῆς ἐπιγνώσε̣ως τοῦ καλοῦ,
ὅνπερ τρόφιον [ἐπ]άνω τῆς γῆς ὁ Θεὸς δέδωκε[ν] τῇ
ψυχῇ ἐξ ἀρχῆς ἐνεὶς τὰς κ[αλ]ὰς ἐννοίας, ἃς ὁ διακαθαίρων
ἕξει ζωτικὴν τροφήν.

Δίδυμος Καίκος.In Genesim Codex p. 155, li.16

κόσμον· χ[ρόνος] γὰρ ἐδηλοῦτο. Προσφόρως οὖν ἐν


ἓξ ἡμέραις εἴ[ρηται δ]ιὰ τὸ ἕπεσθαι τῇ γενέσει χρόνον,
οἰκείως τῇ ἡμ[έρᾳ συγχ]ρώμενος, ἵνα μὴ ἔτη ἢ μῆνας ἢ
ὥρας· τὸ μὲ[ν γὰρ ἀ]νάξιον τοῦ Θεοῦ, τὸ δὲ ἀτελοῦς
ὄνομα· μὴ γὰρ εἰδ[ότες ἡ]μέραν τί ἐστιν, ὥραν ἠγνοοῦ-
μεν. Καὶ ἐνταῦθ[α δέ], ἐπεὶ περὶ ζωῆς ἦν, ἐτῶν ἐμνη-
μόνευσεν. Κα[ὶ ... ὁ] πολὺς λέξει ὡς συντέμνων ὁ Θεὸς
αὐτῶν τὴν [ζωὴν] εἰς ἑκατὸν εἴκοσι αὐτὴν περιέστησεν,
τῶν π[ροτέρ]ων πολλοῖς ἔτεσιν ἐπιβιούντων· ἀλλὰ τοῦτο
[οὐ προ]σῆκεν· φαίνονται γὰρ πλείονα ἔτη ζήσαντες.
 Ἴ[δωμε]ν τοίνυν τὸ ἰδίωμα τοῦ ἀριθμοῦ. Λέγεται τοίνυν
ὅ[τι οὗτος] ὁ ἀριθμὸς ἐκ τῶν ἑαυτοῦ μερῶν συντεθέντων
δι[πλασιά]ζεται· ἐὰν γὰρ συντεθῇ τὸ ἥμισυ, ὅ ἐστιν
762

ἑξήκον[τα, τρ]ίτον μ, τέταρτον λ, πέμπτον εἴκοσι τέσσερα,


ἕκτο[ν] εἴκοσι, ὄγδοον δέκα πέντε, δέκατον ιβ, δωδέ-
κατ[ον] ι, πεντεκαιδέκατον ὀκτώ, εἰκοστὸν ϛ εἰκοστο-
τέ[ταρ]τον πέντε, τριακοστὸν τέσσερα, τεσσερακοστὸν
τρεῖς[, ἑξ]εκοστὸν δύο, ἑκατοστοεικοστὸν ἕν, ἀποτελεῖ
τὸν δ[ιακό]σια τεσσεράκοντα, διπλασίονα ὄντα τοῦ ἑκατὸν
εἴκο[σι, οὗ] τὰ μέρη δέκα πέντε τυγχάνει, ὅσπερ δέκα
πέντε αὐ̣[ξόμ]ενος κατὰ παραύξησιν ποιεῖ τὸν ἑκατὸν  

Hippolytus Scr. Eccl., Contra Beronem et Heliconem [Sp.] (2115: 056)


“Doctrina patrum de incarnatione verbi”, Ed. Diekamp, F.Münster:
Aschendorff, 1907.
P. 325, li.8

ταυτὸν εἶναι τὸν θεόν, μηδὲν ἑαυτῷ τῶν ἑαυτοῦ παντελῶς ἄνισον
ἔχοντα καὶ ἀκατάλληλον. εἰ τοίνυν κατὰ Βήρωνα τῆς αὐτῆς αὐτῷ  
προσληφθεῖσα φυσικῆς ἐνεργείας γέγονεν ἡ σαρκός, δῆλον ὅτι καὶ
τῆς αὐτῆς αὐτῷ γέγονε φύσεως μεθ' ὅσων ἡ φύσις, ἀναρχίας, ἀγεν-
νησίας, ἀπειρίας, ἀϊδιότητος, ἀκαταληψίας καὶ τῶν, ὅσα τούτων καθ'
ὑπεροχὴν ὁ θεολογικὸς ὑπερφυῶς ἐνορᾷ τῇ θεότητι λόγος, καὶ
τροπὴν ἀμφότερα πέπονθε, μηδετέρου τὸν τῆς ἰδίας φύσεως οὐσιώδη
λόγον ἔτι σωζόμενον ἔχοντος. ὁ γὰρ ἑτεροφυῶν εἰδὼς ταυτουργίαν
σύγχυσιν ὁμοῦ φυσικὴν καὶ διαίρεσιν αὐτῶν εἰσηγεῖται προσωπικήν,
ἀδιαγνώστου παντελῶς τῇ τῶν ἰδιωμάτων μεταβολῇ τῆς φυσικῆς
αὐτῶν γενομένης ὑπάρξεως.

Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ αὐτοῦ λόγου. ζʹ.

Εἰ δὲ τῆς αὐτῆς αὐτῷ μὴ γέγονε φύσεως, οὐδὲ τῆς αὐτῆς


αὐτῷ ποτε γενήσεται φυσικῆς ἐνεργείας, ἵνα μὴ δειχθῇ τῇ φύσει τὴν
ἐνέργειαν ἄνισον ἔχων καὶ ἀκατάλληλον καὶ τῆς αὐτοῦ δι' ὅλων τῶν
ἑαυτοῦ φυσικῆς ἔξω γεγονὼς ἰσότητος καὶ ταυτότητος, ὅπερ ἀσεβές.

Hippolytus Scr. Eccl., Contra Beronem et Heliconem [Sp.] P. 325, li.20

Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ αὐτοῦ λόγου. ζʹ.


763

Εἰ δὲ τῆς αὐτῆς αὐτῷ μὴ γέγονε φύσεως, οὐδὲ τῆς αὐτῆς


αὐτῷ ποτε γενήσεται φυσικῆς ἐνεργείας, ἵνα μὴ δειχθῇ τῇ φύσει τὴν
ἐνέργειαν ἄνισον ἔχων καὶ ἀκατάλληλον καὶ τῆς αὐτοῦ δι' ὅλων τῶν
ἑαυτοῦ φυσικῆς ἔξω γεγονὼς ἰσότητος καὶ ταυτότητος, ὅπερ ἀσεβές.

Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ αὐτοῦ λόγου. ηʹ.

Εἰς ταύτην δὲ τὴν πλάνην κατήχθησαν κακῶς πεισθέντες, ἰδίαν


γενέσθαι τῆς σαρκὸς τὴν δι' αὐτῆς ἐκφανθεῖσαν ἐν τοῖς θαύμασι
θείαν ἐνέργειαν, ᾗ τὸ πᾶν ὁ Χριστὸς οὐσιώσας, καθὸ νοεῖται θεός,
συνέχει κρατούμενον. οὐ γὰρ ἔγνωσαν ἀδύνατον εἶναι, θείας ἐνεργείας
φύσεως ἑτεροφυοῦς οὐσίας ἰδίωμα γενέσθαι δίχα τροπῆς, οὐδὲ συνῆκαν,

ὡς οὐ πάντως ἴδιόν ἐστι τῆς σαρκὸς τὸ δι' αὐτῆς μὲν ἐκφαινόμενον,


οὐκ αὐτῆς δὲ φυσικῶς ἐκφυόμενον, καίτοι σαφοῦς αὐτοῖς οὔσης καὶ
προφανοῦς τῆς ἀποδείξεως. ἐγὼ γὰρ γλώσσῃ λαλῶν καὶ χειρὶ γράφων
μίαν καὶ τὴν αὐτὴν δι' ἀμφοῖν τῆς νοερᾶς μου ψυχῆς ἐκφαίνω
διάνοιαν, ἐνέργειαν αὐτῆς ὑπάρχουσαν φυσικήν, μηδενὶ λόγῳ δείξας
αὐτὴν γλώσσης ἢ χειρὸς φυσικῶς ἐκφυομένην, μήτε μὴν γενομένην
αὐτῶν ἢ λεγομένην διάνοιαν διὰ τὴν δι' ἀμφοῖν αὐτῆς ἔκφανσιν.
γλῶσσαν γὰρ ἢ χεῖρα διανοητικὴν συνετὸς οἶδεν οὐδείς, ὥσπερ οὐδὲ
τὴν παναγίαν τοῦ θεοῦ σάρκα διὰ τὸ προσληφθῆναι καὶ τὸ δι' αὐτῆς
ἐκφανθῆναι τὴν θείαν ἐνέργειαν γενομένην κατ' αὐτὸν φύσει

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia (2317: 001)


“Hermeias von Alexandrien. In Platonis Phaedrum scholia”, Ed.
Couvreur, P.
Paris: Bouillon, 1901, Repr. 1971.P. 47, li.27

μιαρός.»  μηʹ Πῶς γὰρ ἂν οἷός τ' εἴην 236e


 Ἀντὶ τοῦ· «πῶς γὰρ δύναμαι μὴ εὐεργετεῖν τὰς ψυχὰς καὶ ἐνεργεῖν
κατὰ τὴν ἐμὴν καθαρτικὴν δύναμιν;»  – Καὶ ἡ θοίνη δὲ τὴν πολλὴν
αὐτοῦ πρόνοιαν καὶ προθυμίαν ἐνδείκνυται τοῦ τὸν ἐπιτήδειον ἀνάγειν
νέον·
τὸ γὰρ πλῆρες αὐτοῦ τῆς δυνάμεως τῆς προνοητικῆς καὶ τῆς κατὰ τὸ
θεῖον εἶδος ἐνεργείας καὶ ὅμοιον τοῖς θεοῖς ἐνδείκνυται ἡ θοίνη.  – Τὸ δὲ
ἐγκαλυψάμενον λέγειν τὸν λόγον τὸν Σωκράτη ὡς μέλλων ἐλάττονα καὶ
ὑφειμένα τῆς ἑαυτοῦ ἕξεως ἐνεργεῖν· οἰκεία γὰρ αὐτοῦ ἐνέργεια ἡ ἐνθου-
σιαστικὴ ἐρωτικῶς, ὃ ἐν τῇ παλινῳδίᾳ δείξει. Ἐπειδὴ οὖν κατὰ τὸ
ψυχικὸν
764

ἰδίωμα μέλλει ἵστασθαι, τὸν σώφρονα ἔρωτα ἐπαινῶν καὶ τὰς ἀρετὰς καὶ

ἐπιστήμας, διὰ τοῦτο ἐγκαλυψάμενος λέγει τὸν λόγον. Ἢ καὶ ὅτι


ὁ Λυσίας ἀποβλέπων εἰς τὸ φαινόμενον κάλλος τοῦ Φαίδρου ἐποιεῖτο
τοὺς
λόγους, διὸ ὁ Σωκράτης ἐγκαλύπτεται ὡς τοῦ μὲν φαινομένου ὑπερφρο-  
νῶν, εἰς αὐτὴν δὲ τὴν διάνοιαν τοῦ νέου τείνων τὴν ὠφέλειαν. Ἢ καὶ
ἄλλως· ἐπειδὴ κατὰ τοῦ ἔρωτος τοῦ ὅπως ποτὲ λεγομένου ἔρωτος ὑπὸ
τῶν
πολλῶν τοῦ ἀκολάστου μέλλει λέγειν, διὰ τοῦτο ἐγκαλύπτεται· δεῖ γὰρ
τὰ ὀνόματα τῶν θεῶν σέβειν τὸν ἐπιστήμονα, ὅπου [δ'] ἂν κέωνται, κἂν
ἐπ' ἄλλων αὐτὰ σημαινομένων οἱ πολλοὶ μεταφέρωσι· διὸ καὶ
αἰσχύνεσθαί
φησιν. Ἢ ὅτι ὡς εἴπομεν ἐλάττονα τῆς ἑαυτοῦ ἕξεως ἐνεργεῖ. Ἢ ὅτι κατὰ

τοῦ ὅπως ποτὲ ἔρωτος μέλλει λέγειν· διὸ καὶ καθάρσεώς φησι δεῖσθαι
μετὰ

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 62, li.19

τί δὲ ὁ Σωκράτης παραιτεῖται ἐνθουσιάσαι καὶ κάτοχος γενέσθαι ταῖς


Νύμ-
φαις; Ἢ, ὅπερ εἴπομεν, ἐπειδὴ τῆς γενέσεως προστάτιδές εἰσιν αἱ
Νύμφαι,
αἳ μὲν τὴν ἀλογίαν κινοῦσαι, αἳ δὲ τὴν φύσιν, αἳ δὲ τὰ σώματα ἐπιτρο-
πεύουσαι, Ναΐδες τέ τινες καὶ Ἁμαδρυάδες καὶ Ὀρεστιάδες καλούμεναι,
περὶ ἀναγωγὴν δὲ ἐσπούδαζε ψυχῆς ὁ Σωκράτης, τὴν ψυχὴν τὴν ἑαυτοῦ
ἀεὶ περιάγων ἐπὶ τὰ νοητὰ καὶ ἄυλα εἴδη καὶ τὰ τοῖς θεοῖς ἡνωμένα,
εἰκότως παραιτεῖται τὸ κάτοχος ὑπὸ τῶν Νυμφῶν γενέσθαι. Ἄλλῳ γὰρ
ἄλλα καθήκει καὶ ἄλλῳ πρὸς ἄλλους οἰκειότης· ὡς εἰ ἔλεγεν ὁ Σωκράτης·

»οὐ βούλομαι περὶ τὸ ἔνυλον κάλλος ἐνθουσιᾶν, ἀλλ' οὐδὲ περὶ τὸ μέσον
τὸ ψυχικὸν ἰδίωμα, περὶ ἐπιστήμας καὶ ἀρετὰς καὶ περὶ τὸν σώφρονα
ἔρωτα, ἀλλὰ περὶ τὴν νοερὰν καὶ θείαν τῆς ψυχῆς ἐνέργειαν·» εἰ γὰρ καὶ
καλοὶ οἱ περὶ τοὺς μέσους λόγους τῆς ψυχῆς ἐνθουσιασμοὶ καὶ ἡ θεωρία
ἡ περὶ αὐτὰ καὶ τὰ αἰσθητὰ καὶ σύνθετα κάλλη, ἀλλ' οὖν κοιλότεροι καὶ
καταδεέστεροί εἰσιν ὡς πρὸς τὴν ἄκραν τοῦ Σωκράτους θεωρίαν. Ὅπερ
οὖν περὶ τοῦ δημιουργοῦ εἴρηται ἐν Τιμαίῳ ὅτι «ταῦτα εἰπὼν τοῖς νέοις
θεοῖς ἀνεχώρει εἰς τὴν ἑαυτοῦ περιωπήν,» τοῦτο καὶ νῦν ὁ Σωκράτης
διατρίψας περὶ τοὺς μέσους λόγους τῆς ψυχῆς καὶ ψέξας τὸν ἀκόλαστον
ἔρωτα καὶ καταλείψας τῷ Φαίδρῳ ἀφ' ἑαυτοῦ προβαλεῖν τοὺς περὶ τοῦ
σώ-
765

φρονος ἔρωτος λόγους, ἀναχωρεῖν βούλεται εἰς τὴν ἑαυτοῦ περιωπὴν


καὶ τὰς νοερὰς ἐνεργείας. Τὸ δὲ ἐφεστὼς δαιμόνιον διακατέχει αὐτὸν ἔτι

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 89, li.16

καὶ ἐπ' αὐτῆς τῆς ψυχῆς μόνας, καὶ ἴδωμεν τί δρῶσιν εἰς τὴν ψυχήν· καὶ
ἵνα τοῦτο σαφὲς γένηται καὶ ἐν τάξει ληφθῶσιν, ἄνωθεν τὴν κάθοδον καὶ
πτερόρρυσιν, ὡς αὐτός φησι, τῆς ψυχῆς θεωρήσωμεν. Ἐξ ἀρχῆς μὲν
οὖν καὶ πρῶτον ἥνωτο τοῖς θεοῖς ἡ ψυχὴ, καὶ τὸ ἓν αὐτῆς ἐκεῖνο συνῆπτο

τοῖς θεοῖς. Εἶτα ἀποστᾶσα ταύτης τῆς θείας ἑνώσεως κατῆλθεν εἰς νοῦν
καὶ
οὐκέτι ἡνωμένως καὶ ἐν ἑνὶ εἶχε τὰ ὄντα, ἀλλὰ ἁπλαῖς ἐπιβολαῖς καὶ οἷον
θίξεσι τοῦ νοῦ αὐτῆς αὐτὰ ἤθρει καὶ ἑώρα. Ἔπειτα καὶ τοῦ νοῦ ἀποστᾶσα

καὶ εἰς λογισμὸν καὶ διάνοιαν κατελθοῦσα, οὐκέτι οὐδὲ ἁπλαῖς ἐπιβολαῖς
αὐτὰ
ᾕρει, ἀλλὰ συλλογιστικῶς καὶ μεταβατικῶς καὶ ἄλλο ἐξ ἄλλου, ἀπὸ
προτάσεων
ἐπὶ συμπεράσματα ἐρχομένη. Ἔπειτα καὶ τοῦ καθαροῦ λογισμοῦ
ἀποστᾶσα
καὶ τοῦ ψυχικοῦ ἰδιώματος, κατῆλθεν εἰς γένεσιν καὶ πολλῆς τῆς
ἀλογίας
καὶ τῆς ταραχῆς ἀνεπλήσθη. Δεῖ οὖν αὐτὴν πάλιν ἐπὶ τὰς οἰκείας ἀρχὰς
ἀναδραμεῖν, καὶ ὅθεν κατῆλθεν ἐκεῖ πάλιν ἀνελθεῖν· εἰς δὴ τὴν ἄνοδον
ταύτην καὶ ἀποκατάστασιν συμβάλλονται αὐτῇ αἱ τέσσαρες αὗται μανίαι·

τὸ γὰρ τεταραγμένον τῶν μερῶν αὐτῆς καὶ εἰς ἀοριστίαν καὶ εἰς ἀναρ-
μοστίαν ὑπενεχθὲν καὶ πολλῆς ταραχῆς ἀναπλησθὲν εἰς συμφωνίαν καὶ
ἁρμονίαν ἄγει ἡ μουσική· ἡ δὲ τελεστικὴ τελέαν καὶ ὁλόκληρον ποιεῖ τὴν

ψυχὴν καὶ νοερῶς ἐνεργεῖν παρασκευάζει. Ἡ μὲν γὰρ μουσικὴ μόνα τὰ


μόρια ἁρμόζει καὶ καταστέλλει, ἡ δὲ τελεστικὴ ὅλην αὐτὴν ποιεῖ ἐνεργεῖν

καὶ ὁλόκληρον παρασκευάζει· ὥστε καὶ τὸ νοερὸν αὐτῆς ἐνεργεῖν·

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 103, li.25

ὕλην, ἢ ἔξωθεν· οἷον τὸ ξύλον καὶ κείμενον μόνον φθείρεται διὰ τὴν
ἐν αὐτῷ σηπεδόνα (ἐν ἑαυτῷ γὰρ ἔχει τὸ αἴτιον τῆς φθορᾶς· ὡς καὶ ἐν
Πολιτείᾳ εἶπεν ὅτι πᾶν τὸ φθειρόμενον ὑπὸ τῆς οἰκείας κακίας φθείρε-
766

ται), ἢ ἔξωθεν· δύναται γὰρ καὶ κατακαῆναι καὶ καταπρισθῆναι ὑπό


τινος.
Ἐπειδὴ οὖν δύο τρόποι εἰσὶ φθορᾶς, διὰ τοῦτο καὶ δύο συλλογισμοὶ
ἐξετέ-
θησαν· ὃ μὲν γὰρ δείκνυσιν ὅτι οὔτ' ἐξ ἑαυτῆς φθείρεται ἡ ψυχὴ, ὅπερ
διὰ τοῦ αὐτοκινήτου δείκνυσι καὶ ἀεικινήτου· ὃ δὲ ὅτι οὔτε ὑπ' ἄλλου,
ὅπερ διὰ τοῦ εἶναι αὐτὴν ἀρχὴν κινήσεως δείκνυσιν. Ἆρ' οὖν ἑκάτερος
αὐτῶν ἀτελής ἐστιν, ἐκ δὲ ἀμφοτέρων τὸ τέλειον τῇ ἀποδείξει συμβαίνει,
ἢ ἐν ἑκατέρῳ μὲν αὐτοῖν ὁ ἕτερος περιέχεται, προφαίνεται δὲ ἑκατέρου
τὸ
ἰδίωμα; Τό τε γὰρ ὑφ' ἑαυτοῦ μὴ φθειρόμενον οὐδ' ἂν ὑπ' ἄλλου
φθαρείη·
ἔχον γὰρ αὐτὸ ἐν ἑαυτῷ τὸ αἴτιον τοῦ ἑαυτὸ σῴζειν καὶ ἀεὶ ἑαυτῷ συνὸν,
πότ' ἂν ὑπ' ἄλλου φθαρείη (τοιοῦτον γὰρ τὸ αὐτοκίνητον ὡς
δειχθήσεται);
τό τε ὑπ' ἄλλου μὴ φθειρόμενον, ἀλλὰ ἀρχὴ καὶ αἰτία οὖσα τοῦ σῴζειν τὰ

ἄλλα, ἥ γε τοιαύτη πῶς ἂν ὑφ' ἑαυτῆς φθαρείη· τοιαύτη γὰρ δειχθήσεται


ἡ ἀρχὴ τῆς κινήσεως· οὔτε γὰρ ἐκ τῶν ὑπὲρ αὐτὴν φθείρεται, ἥ γε
σῴζεται
ὑπ' αὐτῶν, οὔτε ἐκ τῶν μετ' αὐτὴν, ἥτις αἰτία ἐστὶ τοῦ εἶναι καὶ ζῆν αὐτά;

Εἰ οὖν ὑπ' οὐδενὸς φθείρεται, πῶς ἂν ἑαυτὴν φθείρειεν αὐτὴ πηγὴ οὖσα
ζωῆς; Ὥστε ὅπερ ἔφαμεν ἑκάτερος τῶν λόγων αὐτὸς καθ' ἑαυτὸν τέλειός
ἐστι, περιέχων ἐν ἑαυτῷ καὶ τὸν λοιπὸν, ἐκφαίνεται δὲ καὶ

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 154, li.11

γειλεν, ἀλλὰ αὐτὴν δικαιοσύνην, αὐτὴν σωφροσύνην, τῆν ὁλοτελῆ


θεὸν ἐνδεικνύμενος, τὴν ὡς θεὸν [ἓν] δικαιοσύνην καὶ τὴν ὡς θεὸν
σωφρο-
σύνην, ὡς ἐνεδέχετο λόγῳ ἑρμηνεύοντα παραστῆσαι περὶ τῶν πρώτων
θεο-
τήτων. Οἱ μὲν γὰρ ποιηταὶ πλείονος ἀδείας λαβόμενοι ἔτι
ἐμφαντικώτερον
ἡμῖν αὐτὰ παρέστησαν, τικτομένην παραδιδόντες καὶ κινουμένην τὴν δι-
καιοσύνην ἐπὶ πάντα· ὁ δὲ φιλόσοφος τὴν ὁλοτελῆ θεὸν δικαιοσύνην, ὡς
οἷόν τε φιλοσόφῳ, λόγῳ παρέστησε. Δικαιοσύνη μὲν οὖν καὶ σωφροσύνη

καὶ ἐπιστήμη ἐν ἰδέαις εἴδη ἐστὶν ἄτομα ὑπὸ ἑνὸς εἴδους τοῦ νοῦ αὐτοῦ
περιεχόμενα, οἷον μέρη ὄντα τοῦ νοῦ καὶ πληρώματα· δικαιοσύνη δὲ
αὐτὴ
767

ἡ ἐν θεοῖς ὁλοτελής ἐστι, πάντα ἐν ἑαυτῇ καὶ αὐτὴ περιέχουσα κατὰ τὸ


ἑαυτῆς ἰδίωμα. Ἡ μὲν γὰρ ἐν ταῖς ἰδέαις δικαιοσύνη πάντα νοερῶς περι-
έχει· ἡ δὲ ἐν τοῖς θεοῖς θείως. Ἡ μὲν οὖν δικαιοσύνη τὸ ἑκάστῳ
ἐπιβάλλον
ὁρίζει, ἡ δὲ σωφροσύνη τὰ δεύτερα τῶν προτέρων καὶ αἰτίων εἶναι ποιεῖ,

δὲ ἐπιστήμη γνῶσιν πᾶσι καὶ ἀλήθειαν ἐμποιεῖ. Παράγεται δὲ ἡ
δικαιοσύνη
παρὰ τῷ θεολόγῳ ὑπὸ νόμου καὶ εὐσεβείας. Οὐ μάτην δὲ οὐδὲ τὰ τρία
ταῦτα ὀνόματα παρέλαβεν, αὐτὴν δικαιοσύνην, αὐτὴν σωφροσύνην,
αὐτὴν ἐπιστήμην. Τριῶν γὰρ παραδεδομένων Νυκτῶν παρ' Ὀρφεῖ, τῆς
μὲν ἐν αὐτῷ μενούσης τῆς πρώτης, τῆς δὲ τρίτης ἔξω προελθούσης, τῆς
δὲ
μέσης τούτων, τὴν μὲν πρώτην μαντεύειν φησὶν, ὅ ἐστι τῆς ἐπιστήμης,
τὴν δὲ μέσην αἰδοίαν καλεῖ, ὅ ἐστι τῆς σωφροσύνης, τὴν δὲ τρίτην ἀπο

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 155, li.29

τοῦ· ἀπὸ τῆς θέας τοῦ ὑπερουρανίου τόπου ἔρχεται ἐπὶ τὰς θέας τὰς ἐντὸς

οὐρανοῦ· εἶτα ἀπ' ἐκείνων καὶ ἑαυτὴν ὡς ψυχὴν θεωρεῖ· τοῦτο γάρ ἐστι
τὸ οἴκαδε ἐλθεῖν· οὐχ ὅτι οὖν ἀπολιμπάνουσα τὸν ὑπερουράνιον
τόπον ἐν τοῖς ἐσχάτοις γίνεται· τοῦτο γὰρ οὐ θέμις ἐπὶ τῆς θείας ψυχῆς·
οὐ γὰρ μᾶλλον καὶ ἧττον εὐδαιμονοῦσιν αἱ θεῖαι ψυχαί· καλῶς δὲ ἔχει τὸ
περὶ αὐτῶν ῥηθὲν ὅτι «ὃ ἐν ἡμῖν ποτε, τοῦτο ἐκείνοις ἀεὶ» καὶ πάλιν τὸ
»ἀεὶ ἐν τέλει εἶναι.» Ἀλλὰ τὸ λεγόμενον τοιοῦτόν ἐστι· πλείους ἔχουσι
δυνάμεις αἱ θεῖαι ψυχαὶ, τὰς μὲν ὑπερτέρας, τὰς δὲ μέσας, τὰς δὲ καταδε-
εστέρας. Ταῖς μὲν οὖν πρωτίσταις τῶν δυνάμεων ἀεὶ τοῖς πρωτίστοις τῶν
νοητῶν ἐπιβάλλουσι καὶ τῷ ὑπερουρανίῳ τόπῳ, ταῖς δὲ μέσαις τοῖς ἐντὸς
οὐρανοῦ, ταῖς δὲ ἐσχάταις κατὰ τὸ ψυχικὸν μάλιστα ἰδίωμα· ἵστανται
οὖν
ἑαυτὰς ὡς ψυχὰς λοιπὸν θεωροῦσαι· διὸ καὶ τὸ δῦσα εἰς τὸ εἴσω τοῦ
οὐρανοῦ οἴκαδε ἦλθεν· αἱ γὰρ ἐνέργειαι αὐτῆς αἱ καταδεέστεραι ἐντός
τε οὐρανοῦ λέγονται καὶ οἴκαδε ὡς οἰκεῖα, ἐπειδὴ μάλιστα ὡς οἰκεῖαι τῆς
ψυχῆς θεωροῦνται κατὰ τὸ ψυχικὸν ἰδίωμα ἱστάμεναι καὶ ἑαυτὰς ὡς
ψυχὰς
θεωροῦσαι. Ἢ καὶ ἐλθεῖν λέγεται εἰς τὸ εἴσω ἐπειδὴ ἔλλαμψίς τις ἐκ
τῶν πρώτων δυνάμεων ταῖς δευτέραις ἐποχετεύεται.  

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 155, li.33


768

οὐ γὰρ μᾶλλον καὶ ἧττον εὐδαιμονοῦσιν αἱ θεῖαι ψυχαί· καλῶς δὲ ἔχει τὸ


περὶ αὐτῶν ῥηθὲν ὅτι «ὃ ἐν ἡμῖν ποτε, τοῦτο ἐκείνοις ἀεὶ» καὶ πάλιν τὸ
»ἀεὶ ἐν τέλει εἶναι.» Ἀλλὰ τὸ λεγόμενον τοιοῦτόν ἐστι· πλείους ἔχουσι
δυνάμεις αἱ θεῖαι ψυχαὶ, τὰς μὲν ὑπερτέρας, τὰς δὲ μέσας, τὰς δὲ καταδε-
εστέρας. Ταῖς μὲν οὖν πρωτίσταις τῶν δυνάμεων ἀεὶ τοῖς πρωτίστοις τῶν
νοητῶν ἐπιβάλλουσι καὶ τῷ ὑπερουρανίῳ τόπῳ, ταῖς δὲ μέσαις τοῖς ἐντὸς
οὐρανοῦ, ταῖς δὲ ἐσχάταις κατὰ τὸ ψυχικὸν μάλιστα ἰδίωμα· ἵστανται
οὖν
ἑαυτὰς ὡς ψυχὰς λοιπὸν θεωροῦσαι· διὸ καὶ τὸ δῦσα εἰς τὸ εἴσω τοῦ
οὐρανοῦ οἴκαδε ἦλθεν· αἱ γὰρ ἐνέργειαι αὐτῆς αἱ καταδεέστεραι ἐντός
τε οὐρανοῦ λέγονται καὶ οἴκαδε ὡς οἰκεῖα, ἐπειδὴ μάλιστα ὡς οἰκεῖαι τῆς
ψυχῆς θεωροῦνται κατὰ τὸ ψυχικὸν ἰδίωμα ἱστάμεναι καὶ ἑαυτὰς ὡς
ψυχὰς
θεωροῦσαι. Ἢ καὶ ἐλθεῖν λέγεται εἰς τὸ εἴσω ἐπειδὴ ἔλλαμψίς τις ἐκ
τῶν πρώτων δυνάμεων ταῖς δευτέραις ἐποχετεύεται.  
 λεʹ Ἐλθούσης δὲ αὐτῆς 247e
 Βούλεται λοιπὸν περὶ τῆς προνοίας αὐτῶν τῆς εἰς τὸν κόσμον εἰπεῖν·
εἰπὼν γὰρ περὶ τῆς θεωρίας αὐτῶν, βούλεται λοιπὸν καὶ περὶ τῆς εἰς τὸν
κόσμον αὐτῶν προνοίας εἰπεῖν. Ἵππους μὲν οὖν, ὡς ἤδη εἴρηται, τὰς
πεζοτάτας δυνάμεις τῆς διανοίας αὐτῶν ἐκληψόμεθα, τὴν ταυτοῦ καὶ θα-
τέρου δύναμιν· ἡνίοχον δὲ τὴν δύναμιν τῆς οὐσίας, τουτέστι τὸν ἔρωτα
τὸν
αὐτῆς.  – Τὸ δὲ στήσας τὴν μνήμην ἣν ἔσχεν ἐκ τῆς θέας τῶν νοητῶν
ἐκείνων ἀκουστέον· ταύτην γὰρ ἐνδίδωσι τοῖς ἵπποις, ἵνα κατ' ἐκείνην

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 217, li.7

πάσης χορείας ἔφορος. Τίνες οὖν οἱ τιμῶντες ἐν τῇ χορείᾳ τὸν θεόν; οὐχ
οἱ καλῶς ὀρχούμενοι, ἀλλ' οἱ καλῶς διαζῶντες τὸν ἐνταῦθα βίον, καὶ
ῥυθμίζοντες αὑτῶν πᾶσαν τὴν ζωὴν, καὶ συμφώνως τῷ παντὶ χο-
ρεύοντες.  
 ρκʹ Τῇ δὲ Ἐρατοῖ 259d
 Ἐρατὼ ἐκλήθη παρὰ τὸ ἐρᾶν καὶ τὸ ἐράσμια ποιεῖν τὰ τοῦ Ἔρωτος
ἔργα· συνεργὸς γὰρ αὕτη τῷ Ἔρωτι. Τερψιχόρα οὖν παρὰ τὴν χορείαν
ἐρ-
ρέθη, ἡ δὲ Ἐρατὼ παρὰ τὸ ἐρᾶν. Τοὺς ἐν τοῖς ἐρωτικοῖς οὖν τετιμη-
κότας αὐτὴν ἀπαγγέλλουσιν· οἱ γὰρ αἰσχρῶς τῷ ἔρωτι χρώμενοι ὑβρί-
ζουσιν αὐτήν.  – Τὸ δὲ κατὰ τὸ εἶδος ἑκάστης τιμῆς, τουτέστι κατὰ
τὰ ἰδιώματα ἑκάστης θεοῦ.
 ρκαʹ Τῇ δὲ πρεσβυτάτῃ Καλλιόπῃ 259d
 Πρεσβυτάτην εἶπεν, ἐπειδὴ καὶ ἐν ταῖς Μούσαις τάξις ἐστὶ πρώτων
769

καὶ μέσων καὶ τελευταίων, ἃ τῆς φιλοσοφίας ὑπάρχει. Καλλιόπη δὲ


ἐκλήθη παρὰ τὴν ὄπα. Τοὺς ἐν λόγοις οὖν αὐτὴν τετιμηκότας
ἀπαγγέλλουσι,
τῇ δὲ Οὐρανίᾳ τοὺς ἀστρονομήσαντας· διὰ γὰρ τούτων τῶν δύο θεῶν τὸ
ἐν ἡμῖν πεπλανημένον σῴζομεν· διὰ γὰρ τῆς ὁράσεως τὴν τάξιν τῶν
οὐρα-
νίων θεῶν θεώμενοι τάττομεν τὸ ἐν ἡμῖν ἄλογον· ἔτι γε μὴν διὰ ῥυθμῶν
καὶ φιλοσοφίας καὶ ἀκοῆς ῥυθμίζομεν τὸ ἐν ἡμῖν ἄτακτον καὶ ἄρρυθμον·
δεῖ
δὲ ἀστρονομεῖν οὐ ναυτικῶς, οὐδὲ ἁπλῶς τὰς κινήσεις τῶν οὐρανίων
θεῶν
εἰδέναι, ἀλλὰ τὴν τάξιν τὴν οὐρανίαν θεωμένους τὸ ἐν ἡμῖν ἄλογον κατα

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 244, li.30

 Παραβάλλει τὴν ῥητορικὴν τῇ ἰατρικῇ, καί φησιν ὅτι ἣ μὲν περὶ σῶμα
ἔχει, ἣ δὲ περὶ ψυχὴν, καὶ ὥσπερ ἰατρὸς ὀφείλει ἐπεσκέφθαι τὰ σώματα
ἀπὸ τῶν ὅλων στοιχείων, πότερον ἁπλοῦν τὸ σῶμα ἢ σύνθετον, καὶ ἐκ
τίνων καὶ πόσων (ἐν τῷ Τιμαίῳ δέ φησιν ὁ φιλόσοφος ὅτι οἱ νέοι θεοὶ
δανεισάμενοι ἐκ τοῦ παντὸς συνέθηκαν ἡμῶν τὰ μόρια ἐκ τοῦ ὅλου
πυρὸς
καὶ ἀέρος καὶ τῶν ἄλλων λαβόντες μέρος· ὥστε ὁ ἄριστα ἐπεσκεμμένος
σῶμα ἐπὶ τὰ ὅλα καὶ τὰς ἀρχὰς ὀφείλει ἀνατρέχειν· αἱ γὰρ γνώσεις ἀπὸ
τῶν ἀρχῶν γίνονται), οὕτω καὶ ἐπὶ ψυχῆς δεῖ σκοπεῖν, πρῶτον μὲν εἰ μο-
νοειδής ἐστιν ἢ τριμερὴς, καὶ εἰ τριμερὴς διελέσθαι τὰ μέρη τῆς ψυχῆς,
καὶ οὕτως τὰ μέρη τῶν λόγων διελόντα προσαρμονίσαι [καὶ] τοῖς
ἑκάστοις·
εἰδέναι γὰρ δεῖ καὶ τὰ ἰδιώματα τῶν ψυχῶν· ἄλλα γὰρ ἰδιώματα
Θρᾳκῶν
[καὶ] ἄλλα Λακώνων, ἄλλα Ἀθηναίων· καὶ δεῖ πρὸς ἑκάστους
ἁρμόζεσθαι
καὶ τοὺς λόγους.  
 σιςʹ Ψυχῆς οὖν φύσιν 270c
 Ὅτι, φησὶν, ἀδύνατον τὰ μερικὰ γνῶναι μὴ τὰ ὅλα ἐπισκεψάμενον καὶ
καταγνόντα· ἐπὶ τὰ ὅλα οὖν ἀνατρέχει ὁ λόγος τοῦ Σωκράτους.
 σιζʹ Εἰ μὲν Ἱπποκράτει 270c
 Ὅρα πῶς ἐπαινεῖ τὸν Ἱπποκράτην λέγοντα ὅτι οὐ μόνον τὰ περὶ ψυχῆς
οὐ δυνατὸν θεωρῆσαι ἄνευ τοῦ θεωρῆσαι τὴν ὅλην ψυχὴν, ἀλλ' οὐδὲ τὰ
περὶ σώματος.
770

Chronicon Paschale, Chronicon paschale (2371: 001)“Chronicon


paschale, vol. 1”, Ed. Dindorf, L.Bonn: Weber, 1832; Corpus scriptorum
historiae Byzantinae.
P. 383, li.12

Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ, Ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀ-
νάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραήλ, καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον.
καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ῥομφαία. καίτοι ἐμοὶ
οὐδὲν ἧττον φαίνεται ἄπορον πῶς ὁ αὐτὸς εἰς πτῶσιν κεῖται καὶ
εἰς ἀνάστασιν, καὶ τί τὸ σημεῖον τὸ ἀντιλεγόμενον, καὶ τρίτον
πῶς τῆς Μαρίας τὴν ψυχὴν διελεύσεται ἡ ῥομφαία. ἡγοῦμαι
τοίνυν εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν εἶναι τὸν κύριον οὐκ ἄλλων πι-
πτόντων καὶ ἄλλων ἀνισταμένων, ἀλλ' αὐτοῦ τοῦ ἐν ἡμῖν χείρο-
νος καταπίπτοντος καὶ τοῦ βελτίονος διανισταμένου. καθαιρε-
τικὴ μὲν γὰρ τῶν σωματικῶν παθῶν ἐστιν ἡ τοῦ κυρίου ἐπιφά-
νεια, διεγερτικὴ δὲ τῶν τῆς ψυχῆς ἰδιωμάτων. ὡς ὅταν λέγει
Παῦλος, Ὅταν ἀσθενῶ, δυνατός εἰμι, ὁ αὐτὸς ἀσθενεῖ καὶ δύ-
ναται· ἀλλ' ἀσθενεῖ μὲν τῇ σαρκί, δυνατὸς δέ ἐστι τῷ πνεύμα-
τι. οὕτω καὶ ὁ κύριος οὐχὶ τοῖς μὲν τοῦ πίπτειν τὰς ἀφορμὰς
παρέχει, τοῖς δὲ τοῦ ἀνίστασθαι· οἱ γὰρ πίπτοντες ἀπὸ τῆς στά-
σεως ἐν ᾗ ποτε ἦσαν καταπίπτουσιν δηλονότι. οὐδέποτε δὲ στή-
κει ὁ ἄπιστος, ἀεὶ συρόμενος μετὰ τοῦ ὄφεως συνέπεται. οὐκ
ἔχει οὖν ὅθεν πέσῃ διὰ τὸ καταβεβλῆσθαι τῇ ἀπιστίᾳ. πρώτη
εὐεργεσία τοῦ στήκοντα τῇ ἁμαρτίᾳ πεσεῖν καὶ

Chronicon Paschale, Chronicon paschale P. 647, li.8

τὸ μίαν εἶναι φύσιν τῆς θεότητος καὶ τῆς ἀνθρωπότητος τοῦ


Χριστοῦ, τὸ τοῦ ἀνθρώπου παράδειγμα προβαλλόμενοι καὶ λέ-
γοντες ὅτι ὥσπερ ἐξ ἑτεροφυῶν ψυχῆς καὶ σώματος συνεστὼς ὁ  
ἄνθρωπος μία φύσις λέγεται, οὕτω καὶ ἐκ δύο φύσεων θεότητος
καὶ ἀνθρωπότητος τὸν Χριστὸν λέγοντες ὀφείλομεν μίαν φύσιν
ἐπ' αὐτῷ λέγειν, ἐκεῖνο πρὸς αὐτοὺς ἐροῦμεν ὅτι ὁ μὲν ἄνθρωπος,
κἂν ἐκ διαφόρων συνέστηκεν, τουτέστιν ψυχῆς καὶ σώματος,
ὅμως διὰ τοῦτο μία φύσις λέγεται, ἐπειδὴ κοινᾶς κατὰ πασῶν
τῶν ὑποστάσεων, ἤγουν προσώπων, τῶν ὑπὸ τὸ αὐτὸ εἶδος ἀνα-
γομένων κατηγορεῖται. εἰ καὶ τὰ μάλιστα γὰρ ἑκάστη ὑπόστασις
ἤτοι πρόσωπον, οἷον Πέτρος καὶ Παῦλος, τοῖς ἰδιώμασιν ἀπ'
ἀλλήλων διαχωρίζονται, ἀλλ' ὅμως οὐ τῇ φύσει διαιροῦνται· ἀμ-
φότεροι γὰρ ἄνθρωποι· καὶ πάλιν οὔτε ψυχὴ χωρὶς σώματος
οὔτε σῶμα χωρὶς ψυχῆς ἄνθρωπος, ἀλλ' ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ
771

εἶναι, ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος ἐδημιουργήθη. πᾶν δὲ κτίσμα εἰ


καὶ ἐκ διαφόρων συνέστηκεν, ἀλλ' οὖν μίαν ἐκείνην ἔχειν λέγεται
φύσιν, καθ' ἣν παρὰ τοῦ θεοῦ ἐδημιουργήθη. ὁ δὲ Χριστὸς
οὐχ οὕτως· οὔτε γὰρ μίαν φύσιν, ἤγουν οὐσίαν, δηλοῖ κοινῶς
κατὰ πολλῶν ὑποστάσεων ἤτοι προσώπων κατηγορουμένην, ὥς-
περ ὁ ἄνθρωπος· εἰ γὰρ τοῦτο ἦν, πολλοὶ Χριστοὶ εὑρεθήσον-
ται, καθ' ὧν τὸ κοινὸν τῆς μιᾶς φύσεως κατηγορεῖται,

Hierocles Phil., In aureum carmen (2571: 001)“Hieroclis in aureum


Pythagoreorum carmen commentarius”, Ed. Köhler, F.G.Stuttgart:
Teubner, 1974.Ch. 20, Sec. 15, li.4

ἀπείρου τῷ τῆς δεκάδος διαστήματι ἀνακυκλουμένῳ


προχωρεῖν δύναται. τῆς δὲ δεκάδος δύναμις ἡ τετράς. πρὸ
γὰρ τῆς κατὰ διέξοδον τελειότητος τῆς ἐν τῇ δεκάδι
ἡνωμένη τις τελειότης ἐν τῇ τετράδι θεωρεῖται. κατὰ γὰρ
σύνθεσιν τὴν ἀπὸ μονάδος ἕως τετράδος δεκὰς τὸ πᾶν
ἄθροισμα γίνεται. αʹ γὰρ καὶ βʹ καὶ γʹ καὶ δʹ τὴν δεκάδα
πληροῖ. καὶ ἔστι μεσότης ἀριθμητικὴ μονάδος καὶ ἑβδο-
μάδος ἡ τετράς. τῷ ἴσῳ γὰρ ἀριθμῷ πως ὑπερέχει καὶ
ὑπερέχεται, τριάδι μὲν ἑβδομάδος λειπομένη, τριάδι δὲ
μονάδα ὑπερβάλλουσα. μονάδος δὲ καὶ ἑβδομάδος τὰ
ἰδιώματα κάλλιστά εἰσι καὶ ἄριστα. ἡ μὲν γὰρ μονὰς ὡς
ἀρχὴ παντὸς ἀριθμοῦ τὰς πάντων δυνάμεις ἐν ἑαυτῇ
συνέχει, ἡ δὲ ἑβδομὰς ὡς ἀμήτωρ καὶ παρθένος τὴν τῆς
μονάδος ἀξίαν δευτέρως ἔχει. οὔτε γὰρ γεννᾶται ἐξ
ἀριθμοῦ τινος τῶν ἐντὸς δεκάδος ὡς ὁ δʹ ἐκ τοῦ δὶς βʹ καὶ
ὁ ἓξ ἐκ τοῦ δὶς γʹ καὶ ὁ ηʹ ἐκ τοῦ δὶς δʹ καὶ ὁ θʹ ἐκ τοῦ τρὶς
γʹ καὶ ὁ ιʹ ἐκ τοῦ δὶς εʹ, οὔτε γεννᾷ τινα τῶν ἐντὸς δεκάδος
ὡς ὁ δύο τὸν τέσσαρα καὶ ὁ γʹ τὸν θʹ καὶ ὁ εʹ τὸν ιʹ. τῆς δὲ
ἀγεννήτου μονάδος καὶ τῆς ἀμήτορος ἑβδομάδος ἡ τετρὰς
μέση κειμένη τὰς τῶν γεννώντων καὶ γεννωμένων δυνάμεις
ἅμα συνείληφε, μόνη τῶν ἐντὸς δεκάδος καὶ γεννωμένη

Ιωάννης Λαυρέντιος Λϋδος. De ostentis (2580: 003)“Ioannis Laurentii


Lydi liber de ostentis et calendaria Graeca omnia”, Ed. Wachsmuth,
C.Leipzig: Teubner, 1897.
Sec. 9a, li.11
772

 Τηρητέον δὲ πρὸς τὰς καθόλου περιστάσεις


τὰ κατὰ τὰς ἐκλείψεις χρώματα ἢ τῶν φώτων αὐτῶν
ἢ τῶν περὶ αὐτὰ γινομένων συστημάτων, οἷον ῥάβδων
ἤ τινων τοιούτων. μέλανα μὲν γὰρ ἢ ὑπόχλωρα φα-
νέντα σημαντικὰ γίνεται τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Κρόνου
φύσεως εἰρημένων, λευκὰ δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Διός,
ὑπόκιρρα δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Ἄρεος, ξανθὰ δὲ τῶν
ἐπὶ τῆς τῆς Ἀφροδίτης, ποικίλα δὲ τῶν ἐπὶ τῆς  
τοῦ Ἑρμοῦ· κἂν μὲν ἐν ὅλοις τοῖς σώμασι τῶν φώ-
των ἢ ἐν ὅλοις τοῖς περὶ αὐτὰ τόποις τὸ γενόμενον
ἰδίωμα φαίνηται τῆς χροιᾶς, περὶ τὰ πλεῖστα μέρη
τῶν χωρῶν ἔσται τὸ ἀποτέλεσμα· εἰ δὲ ἀπὸ μέρους
οἱουδήποτε, κατ' ἐκεῖνο μόνον τὸ μέρος καθ' ὃ ἂν
καὶ ἡ πρόσνευσις τοῦ ἰδιώματος γένηται. εἰ δὲ περὶ
τὴν ἑῴαν ἢ τὴν ἑσπέραν μέλλει τοῦτο συμβαίνειν, ἐξ
αὐτοῦ τοῦ πάσχοντος τοῦτο φωστῆρος γενήσεται δῆλον
τῷ τὸν μὲν ἥλιον εἰς τὴν Ἀσίαν διαπαντὸς ἀνήκειν,
τὴν δὲ σελήνην εἰς τὴν Εὐρώπην.

Ιωάννης Λαυρέντιος Λϋδος. De ostentis Sec. 9a, li.14

ἤ τινων τοιούτων. μέλανα μὲν γὰρ ἢ ὑπόχλωρα φα-


νέντα σημαντικὰ γίνεται τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Κρόνου
φύσεως εἰρημένων, λευκὰ δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Διός,
ὑπόκιρρα δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Ἄρεος, ξανθὰ δὲ τῶν
ἐπὶ τῆς τῆς Ἀφροδίτης, ποικίλα δὲ τῶν ἐπὶ τῆς  
τοῦ Ἑρμοῦ· κἂν μὲν ἐν ὅλοις τοῖς σώμασι τῶν φώ-
των ἢ ἐν ὅλοις τοῖς περὶ αὐτὰ τόποις τὸ γενόμενον
ἰδίωμα φαίνηται τῆς χροιᾶς, περὶ τὰ πλεῖστα μέρη
τῶν χωρῶν ἔσται τὸ ἀποτέλεσμα· εἰ δὲ ἀπὸ μέρους
οἱουδήποτε, κατ' ἐκεῖνο μόνον τὸ μέρος καθ' ὃ ἂν
καὶ ἡ πρόσνευσις τοῦ ἰδιώματος γένηται. εἰ δὲ περὶ
τὴν ἑῴαν ἢ τὴν ἑσπέραν μέλλει τοῦτο συμβαίνειν, ἐξ
αὐτοῦ τοῦ πάσχοντος τοῦτο φωστῆρος γενήσεται δῆλον
τῷ τὸν μὲν ἥλιον εἰς τὴν Ἀσίαν διαπαντὸς ἀνήκειν,
τὴν δὲ σελήνην εἰς τὴν Εὐρώπην.

Orion Gramm., Etymologicum (excerpta e cod. Darmstadino 2773)


(2591: 005)
“Etymologicum Graecae linguae Gudianum”, Ed. Sturz, F.G.
773

Leipzig: Weigel, 1818, Repr. 1973.Alphabetic letter gamma, p. 613, li.24

ἀρχὴ τοῦ Γ.

 γέφυρα, οἱονεὶ γεφ τὶς ἦν. γῆς ἐφ' ὑγρῶν κειμέ-


νης. γνόφος· κενοφὸς ἦν ὁ κενὸς φώους· καὶ κατὰ συγ-
κοπὴν, κνόφος· καὶ τροπῆ τοῦ κ εἰς γ. γαμβρὸς, γάμος
γὰρ ἦν· γαμηρός· καὶ ἐπιθέσει τοῦ β γαμβρὸς, γόνυ,
ὅτϋ καπτόμενον τὸ σκέλος γωνίαν ἀποτελεῖ· γάλα· κάλα
γὰρ ἦν· κατὰ τροπῆ τοῦ κ εἰς γ· καλὸν γὰρ πρὸς ἀπ'
ἀρχὴν τροφῆς· γυνὴ, παρὰ τὸ γῶ τὸ λαμβάνω· δεκτικὴ
γάρ ἐστι τοῦ σπέρματος· γένυς, ὅτι γενᾶ ὀδόντας καὶ
τρίχας· γλῶσσα, οἷον γνῶσσα· διαγνωθικὴ οὖσα τῶν
κρυπτῶν ἰδιωμάτων· ἢ κλῶσσά τίς ἐστι· κλωθομένη γὰρ
τὴν ἔναρθρον φωνὴν ἀποδίδωσι γλίχεσθαι, παρὰ τὸ λίαν
ἔχεσθαι· γῆρας, παρὰ τὸ γέρας τὴν τιμήν· γῆρας γὰρ,
αἰνέσιμον ἄνδρα τίθησι· τινὲς δὲ παρὰ τὸ γῆν νεύειν· ἢ
ὁρᾶν· γνώμη, νοῶ νοήμη καὶ κατὰ συναλοιφὴν νώμη·
καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ γνώμη. γραῦς, παρὰ τὸ ῥέω ῥεύ-
σω· ῥεύς· καὶ τροπῆ τοῦ ε εἰς α ῥαῦς καὶ προσδήκη
σοῦ γ γραῦς.  

Προκόπιος. Catena in Canticum canticorum (2598: 002); MPG 87.2.


P. 1593, li.12

 ηʹ. Φωνὴ τοῦ ἀδελφιδοῦ μου· ἰδοὺ οὗτος ἥκει


πηδῶν ἐπὶ τὰ ὄρη, διαλλόμενος ἐπὶ τοὺς βου-
νούς.
 {Γρηγορίου.} Ἐν τοσαύταις ἀνόδοις ὑψωθεῖσα δι'
ἀγάπης πρὸς τὴν τῶν ἀγαθῶν μετουσίαν ἡ κεκαθαρ-
μένη ψυχὴ, οὔπω κατειληφέναι δοκεῖ τὸ ζητούμενον·
πάσας γὰρ τὰς ἀναβάσεις ἐκείνας, οὐ θεωρίαν τε καὶ
κατάληψιν τῆς ἀληθείας, ἀλλὰ φωνὴν τοῦ ποθουμένου
κατονομάζει, διὰ τῆς ἀκοῆς χαρακτηριζομένην τοῖς
ἰδιώμασιν, οὐ διὰ τῆς κατανοήσεως γινωσκομένην τε
καὶ εὐφραίνουσαν· φωνὴ, φησὶν, οὐκ εἶδος, οὐ πρός-
ωπον, οὐ χαρακτὴρ ἐμφαίνων τοῦ ζητουμένου τὴν
φύσιν· ἀλλὰ φωνὴ, στοχασμὸν μᾶλλον ἢ βεβαίωσιν
ἐμποιοῦσα περὶ τοῦ φθεγγομένου ὅς τίς ἐστι· τοῦτο
δὲ παρίστησι καὶ τὸ ποικίλον τῆς ὀπτασίας· Ἰδοὺ
774

γὰρ, φησὶν, οὗτος ἥκει, οὐχ ἑστὼς, οὐδὲ περιμένων,


ὡς διὰ τῆς ἐπιμονῆς γνωρισθῆναι τῷ ἀτενίζοντι,
ἀλλ' ἀφαρπάζων ἑαυτὸν τῶν ὄψεων, τῷ πηδᾷν καὶ
διάλλεσθαι, καὶ νῦν μὲν δορκάδι, νῦν δὲ νεβρῷ

Προκόπιος. Catena in Canticum canticorum P. 1593, li.40

γέγονεν οὖν ἡ φωνὴ τοῦ Νυμφίου διὰ τῶν προφητῶν


ἐν οἷς ἐλάλησεν ὁ Θεός· καὶ μετὰ τὴν φωνὴν ἦλθεν ὁ
Λόγος, ἐπιπηδῶν τοῖς ἀντικειμένοις ὄρεσι, καὶ τῶν
βουνῶν καθαλλόμενος, τοὐτέστι καταπατῶν καὶ κατα-
λύων τὰ πονηρὰ τῆς τῶν δαιμόνων κακίας ὑψώ-
ματα.
 {Νείλου.} Ἐπειδὴ Θεὸς ἦν ὁ ἀγαπώμενος, οὐ
τεκμηρίοις σωματικοῖς πιστούμενος, διαθέσεως δὲ
προσέχων, καὶ λογισμοῖς ἐμβατεύων, εὐθὺς ἐπιφαί-
νεται παραμυθούμενος τῆς ἀγαπώσης τὸν πόθον· ὡς
ἐκείνην αἰσθομένην τοῦ κατὰ τὴν φωνὴν ἰδιώματος,
εἰπεῖν ἐκ πολλῆς τῆς περιχαρείας· Φωνὴ τοῦ ἀδελ-
φιδοῦ μου, ἰδοὺ οὗτος ἥκει· τὸν γὰρ Ἰωάννην
θεασάμενος ὃς ἦν ἡ φωνὴ, καὶ τὸν Λόγον φαντάζεται,
καὶ δεικτικῶς φησιν· Ἰδοὺ οὗτος ἤκει· Λόγου γὰρ
παρουσίαν σημαίνει ἡ φωνή· καὶ τὴν ἀκοὴν ἐπι-
στρέφουσα τῇ ὄψει, δείκνυσι τὸ ἀκουσθέν· τὸ δὲ πη-
δῶν ἐπὶ τὰ ὄρη, διαλλόμενος ἐπὶ τοὺς βουνοὺς, τοιοῦ-
τόν ἐστι· τῆς μὲν φωνῆς αὐτοῦ πόῤῥωθεν ἀκήκοα·
ἤδη δὲ καὶ αὐτὸν ἐκεῖνον ὁρῶ πηδῶντα ἐπὶ τὰ ὄρη,
καὶ διαλλόμενον ἐπὶ τοὺς βουνοὺς, ὅπερ ἐπληροῦτο

Προκόπιος. Commentarii in Isaiam (2598: 004); MPG 87.2.


P. 1993, li.16

 Κατηχητικὸν ἐξυφαίνει λόγον ὁ Ἐμμανουὴλ τοῖς


εἰς τέκνα λελογισμένοις, τῆς ἀρχαίας ἀπάγων αὐτοὺς
δεισιδαιμονίας, ὡς ὄντας αὐτοῦ διδακτούς. Εἰ γὰρ
συγγενεῖς ὑμᾶς [φησὶν] ἢ φίλοι παρακαλοῖεν ἐπὶ τὴν
προτέραν πλάνην ἐπανελθεῖν, μὴ πείθεσθε τῇ συμ-
βουλῇ, προφάσει προγνώσεως. Ταῦτα γὰρ ἐνεργοῦσιν
ἐπὶ καταστροφῇ τῶν γινομένων οἱ δαίμονες. Καὶ
πάθη γὰρ θεραπεύειν, καὶ προλέγειν ἰσχύουσι· τὸ
μὲν, διὰ τὸ διορατικώτεροι εἶναι τῶν ὑλικωτέρων
ἰδιωμάτων, οἷον βοτανῶν ποιότητος καὶ κατ' ἀλλήλου
775

προσαγωγῆς· τὸ δὲ, τὸ πρώτους ὁρᾷν τὰ γεγενημένα,


καὶ ὡς ἐσόμενα δῆθεν προβάλλεσθαι. Οἷον γνόντες τὰ
τετυπωμένα περὶ Σαοὺλ ἀποφάσει τε δημοσιευθέντα
Θεοῦ, τὸ τοῦ Σαμουὴλ σχηματισάμενοι πρόσωπον,
ὡς ἰδίαν ἀπόφασιν ἀφηγήσαντο. Ἀπὸ γῆς δὲ φωνεῖν
τοὺς ἐγγαστριμύθους φησίν. Οὐδὲν γὰρ οὐράνιον
φθέγγονται· ὅπερ ὁμολογεῖ καὶ ἡ λέγουσα πρὸς
Σαοὺλ, Ὁρῶ θεοὺς ἀναβαίνοντας ἀπὸ τῆς γῆς. Ψυχὰς
γὰρ ἐπαγγέλλονται τετελευτηκότων ἀνάγειν εἰς τὴν
τῶν ζητουμένων φανέρωσιν· οὓς καὶ ματαιολόγους

Μιχαήλ Ψελλός. Chronographia (2702: 001)“Michel Psellos.


Chronographie ou histoire d'un siècle de Byzance (976–1077), 2 vols.”,
Ed. Renauld, É.
Paris: Les Belles Lettres, 1:1926; 2:1928, Repr. 1967.Ch. 6, Sec. 157t,
li.1

ἐρεῖ, ἐκείνων δὲ ἡ μὲν σεβαστὴ εἰς ὁμηρείας αὖθις μερίδα


λελόγισται, τὸν δὲ μέχρι φαντασμάτων ὁ τοῦ ἔρωτος ἀνά-
πτει πυρσός.  
Ὥσπερ δέ που ἐν ταύτῃ τῇ γραφῇ εἴωθα πολλὰ
τῶν ἐν μέσῳ τῆς ὑποθέσεως τῆσδε παραλελοιπὼς, αὖθις εἰς
ἐκεῖνον ἄνειμι· καὶ πρῶτόν γε τὸν περὶ τῆς βασιλίδος Ζωῆς
ἀποδοὺς λόγον καὶ τῷ ἐκείνης θανάτῳ τοῦτον συμπερατώ-
σας, αὖθις ἑτέρας ἕξομαι ὑποθέσεως. Ἐκείνη γὰρ ὅπως
εἶχεν ἐφ' ἥβης οὔπω σαφῶς οἶδα, εἰ μὴ ὅσον ἀκοῇ μεμαθη-
κὼς, ἄνω που τοῦ λόγου ταύτην ἐπίστευσα.

Περὶ τῶν φυσικῶν ἰδιωμάτων τῆς βασιλίδος Ζωῆς.

Ὡς δ' οὖν γηράσασα ἦν οὐ πάνυ τι εἶχε τοῦ


φρονήματος ἐρρωμένως· λέγω δὲ οὐχ ὡς περὶ παραφόρου
ταύτης ἢ ἐξεστηκυίας, ἀλλ' ὡς καὶ πραγμάτων μὲν παντά-
πασιν ἀδαοῦς, ὑπὸ βασιλικῆς δὲ ἀπειροκαλίας διεφθαρμένης
παντάπασιν· εἰ δέ που καὶ ψυχικῷ προτερήματι ἐκεκόσμητο,
ἀλλ' οὐδὲ τοῦτο διέσωσεν αὐτῇ καθαρὸν ἡ γνώμη, ἀλλὰ πλέον
ἢ δεῖ ἔχειν ἐπιδεικνυμένη, οὐ φιλότιμον ἀλλ' ἀπειρόκαλον
τοῦτο ὑπέφαινεν· ὑπεξῃρήσθω δὲ ταύτης τὸ περὶ τὸ θεῖον
776

Μιχαήλ Ψελλός. Chronographia Ch. 6, Sec. 157, li.16

ἀλλ' οὐδὲ τοῦτο διέσωσεν αὐτῇ καθαρὸν ἡ γνώμη, ἀλλὰ πλέον


ἢ δεῖ ἔχειν ἐπιδεικνυμένη, οὐ φιλότιμον ἀλλ' ἀπειρόκαλον
τοῦτο ὑπέφαινεν· ὑπεξῃρήσθω δὲ ταύτης τὸ περὶ τὸ θεῖον
σέβας, οὐδὲ γὰρ ἔχω ἐνταῦθα τὸ πλέον ἐπαιτιᾶσθαι, ἀνυπέρ-
βλητον δὲ αὐτῇ τὸ ἀγαθὸν τοῦτο ἐτύγχανεν ὂν, ἐξεκρέματο
γὰρ ὅλη τοῦ θείου καὶ πάντα ἐκεῖθεν εἷλκέ τε καὶ ἐνόμιζεν·
οὕτω μὲν οὖν καὶ ἄνωθί που τοῦ λόγου τῆς προσηκούσης
ἔτυχεν εὐφημίας· ὁ δέ γε λοιπὸς αὐτῇ βίος πῆ μὲν ἁπαλός
τε καὶ ἔκλυτος, πῆ δὲ σκληρὸς ἄγαν καὶ σύντονος, ἄμφω σὺν
οὐδενὶ λόγῳ καὶ παρὰ βραχύ τι τοῦ χρόνου ἐπὶ ταὐτοῦ τὰ
ἰδιώματα διηλλάττετο· εἰ γοῦν τις αὐτὴν ἀθρόον ἰδὼν ὑπε-
κρίθη τὸ πεσεῖν ἐξ ἀστραπῆς ὥσπερ πληγεὶς (τοῦτο γὰρ
πολλοῖς ἐπαίζετο κατ' αὐτῆς), χρυσοῖς εὐθὺς ἐδεδώρητο
ἀποδέσμοις· εἰ δὲ πλείοσι λόγοις εὐχαριστίας ἐχρήσατο,  
σιδηροῖς αὖθις κατεδεῖτο δεσμοῖς· καὶ ἐπειδὴ τὸν πατέρα
αὐτῆς ἐγνώκει ἀφειδέστερον περὶ τὴν τῶν ὀμμάτων ἀφαί-
ρεσιν, οὐκ ἔφθη τις τὸ βραχύτατον πλημμελήσας καὶ ἐπὶ
τὴν τοιαύτην ἀπήγετο βάσανον, καὶ εἰ μὴ ὁ αὐτοκράτωρ οὐ
ξυνεχώρει τὸ ἔργον, πολλοῖς ἂν ἐπ' οὐδενὶ λόγῳ ἐξεχύθη τὰ
ὄμματα.

Μιχαήλ Ψελλός. Chronographia Ch. 7, Sec. 88, li.14

προτετίμητο, αὐτὸς δὴ οὗτος ὁ ἐπὶ τῷ κράτει κριθεὶς,


ἐκείνῳ τῆς ἡγεμονίας παρεχώρει μετὰ τὴν κρίσιν, ἀλλ'
ἀπεωθεῖτο καὶ γνώμῃ καὶ χειρὶ, οὕτω δὴ καὶ τοιαύτην τὴν
κρίσιν προσγενομένην αὐτῷ, καὶ οὐδ' ἂν ὅλως οἱ τηνικαῦτα
συνεληλυθότες ὡμογνωμονήκεσαν εἰς τὸ ἔργον, εἰ μὴ μέσον
οὗτος παρεντεθεὶς τῷ καθ' ἑαυτὸν ἀξιώματι ξυνεδέσμει
τὴν βουλήν· καὶ τὸ ξύμπαν δὲ στράτευμα ἐπὶ δυεῖν ὥσπερ
ἀγκύραιν ὥρμει, μείζονι καὶ ἐλάττονι, ἢ μᾶλλον ἐλάττονί τε
καὶ μείζονι· εἰ γὰρ ὁ μὲν Ἰσαάκιος βασιλεὺς προκεχείριστο,
τούτῳ δὲ ἡ τοῦ καίσαρος ἐλάττων τιμὴ κατεπήγγελτο, ἀλλὰ
τὸ ὑπερέχον αὐτῷ τοῦ γένους καὶ τὸ ἐρασμιώτατον ἰδίωμα
τῆς ψυχῆς εἰς εὔνοιαν ἀφείλκετο τοὺς πολλούς· καὶ ἵνα τις
ἐπὶ πλέον τὸν ἄνδρα θαυμάσειεν, ἐπειδή περ εἰς βασιλείαν
ἡ τυραννὶς ἔληξε, καὶ ὁ Ἰσαάκιος ἐπὶ τοῦ θρόνου καθῆστο,
777

ὁ δὲ ἐξίσταται τούτῳ καὶ τῆς δευτέρας τιμῆς, δέον καὶ τῆς


πρώτης ἀμφισβητεῖν· τοσοῦτον τὸ εἰς ἦθος ἀσύγκριτον τοῦ
ἀνδρός· ἐγὼ δὲ τοῦτο τοῖς γενομένοις προστίθημι, ὅτι θεῖον
ἄρα ἦν καὶ τὸ μὴ τότε γενόμενον καὶ τὸ νῦν γεγονὸς, ἵνα μὴ
ἐκ τυραννικῶν προθύρων, ἀλλ' ἐξ ἐννόμων ἀδύτων εἰς τὴν
τῆς βασιλείας ἀναχθείη περιωπήν.

Μιχαήλ Ψελλός. Orationes panegyricae (2702: 006)“Michaelis Pselli


orationes panegyricae”, Ed. Dennis, G.T.Stuttgart: Teubner,
1994.Oration 3, li.62

συντετριμμένην ψυχήν, ἀμετάθετον λογισμόν, νοῦν στα-


θηρότατον, καὶ τὸ ἐν καιροῖς μεταβάλλεσθαι καὶ γνώμην
ἀλλοιουμένην τοῖς κρείττοσι, φύσιν βασίλειον καὶ μετριο-
φροσύνην ἄρρητον. σὺ καὶ τῇ λέξει κοσμεῖς τὰ νοήματα
καὶ τὴν λέξιν σεμνύνεις τῷ νῷ, σὺ καὶ καλλιρρημοσύνην
ἤσκησας, καὶ νοημάτων βάθος ἠγάπησας, καὶ τὰς τῶν μα-
θημάτων φύσεις ἐπόθησας, σὺ καὶ τὰ τῆς δικαιοσύνης
ζυγὰ φυλάττεις ἀρρεπῆ καὶ τὰς τῆς φιλίας πηγὰς ταῖς
ἁπάντων ψυχαῖς ἐπιρρεῖς, σὺ καὶ τὴν βασιλικὴν μεγαλο-
πρέπειαν συντηρεῖς ἀκαθαίρετον καὶ τὸ μέτριον τῆς ψυχῆς
ἰδίωμα διαφυλάττεις ἀνόθευτον, σὺ καὶ μόνος, ἵνα τἆλλα
ἐάσω, ἐλέους βάσις, εὐσπλαγχνίας κρουνός, φιλανθρωπίας
πηγή, εὐεργεσιῶν ἄβυσσος, καλλονῆς ἄνθος, ἐπιεικείας εὐ-
πρέπεια, ἀρετῆς εἰκών, γνώμης βαθείας παράδειγμα.  
 Σοὶ μόνῳ οὐδεὶς ἂν συγκριθείη. εἴ γε κατὰ λόγον ἐθέλει
τις βλέπειν τὰ πράγματα, εἰ δέ σε βούλοιτο ταῖς πρὸς
ἕτερον ἐξαιτήσεσιν ἰδεῖν ὁπόσον τῶν ἄλλων ὑπερέχεις, τῷ
θειοτάτῳ σε καὶ μόνῳ παραβαλεῖται, ᾧ τὴν τοῦ θειοτάτου
κλῆσιν μετὰ τῶν ἀρετῶν καὶ αἱ κατὰ τῶν βαρβάρων τύχαι
προσήρμοσαν. πλὴν ἀλλ' εἰ καὶ τὴν εὐσέβειαν ἴσοι, ἀλλ'
ἐκεῖνος μὲν ὀψὲ μετέθετο πρὸς τὸ σέβας,

Μιχαήλ Ψελλός. Orationes panegyricae Oration 15, li.23

ὥσπερ Φωκίων καὶ Κάτων καὶ πρὸ τούτων ὁ Περικλῆς διὰ


φρονήσεως μέγεθος ἀκοινώνητος δοκεῖ τοῖς πολλοῖς. ἔστι
δὲ τοῦτο τοῦ ἀκριβοῦς χαρακτῆρος τὸ μέγιστον. ὅσοι μὲν
γὰρ τοῦ πολιτικοῦ γεγόνασιν ἤθους, εἰ μὲν ἑκουσίως πρὸς
τοῦτο καταβεβήκασιν, οἰκονομικοί τε ἔδοξαν καὶ συμμεμε-
τρημένοι τοῖς πράγμασιν· εἰ δ' ἴσως ἐπλανήθησαν, ὑπτιά-
ζουσι τὰ πολλὰ καὶ ταῖς τῶν πολλῶν γνώμαις ἀρέσαι
778

βουλόμενοι τὰς τοῦ πολύποδος χρόας ἀλλάττουσιν. οἱ δέ


γε στάσιμοι τὴν ψυχὴν ἄνω τέ που κάθηνται τῶν πολλῶν
καὶ τῷ τῆς γνώμης ταὐτῷ πολυειδεῖς τὴν χρῆσιν ἐγένοντο.
ὁποῖος οὗτός ἐστιν, ὃν τοῖς χαρακτηριστικοῖς ἰδιώμασι
πλάττομεν· τὸν γὰρ τοῦ καλοῦ κανόνα ἐπὶ ταῖς πολιτικαῖς
πράξεσι προϊστῶν πρὸς ἐκεῖνον ἀπευθύνει τὴν τῶν πραττο-
μένων διοίκησιν, οὐ τὸ βούλημα τῶν πολλῶν θεραπεύων,  
ἀλλὰ τὸ τῆς στάθμης διασῴζων εὐθύτατον, οὐκ ἐν εὐτρα-
πέλοις λόγοις ἀποδεχόμενος, ἀλλ' ἐν ἤθους σεμνότητι
προσιέμενος, οὔτε λόγους διδοὺς γέλωτος ἀκρατοῦς οὔτε,
εἴ τις ἕτερος δοίη, ἀσπαζόμενός τε καὶ προσιέμενος, με-
τρῶν τοῖς λόγοις τὰ πράγματα, μᾶλλον δὲ τοὺς λόγους
ἴσους ἐκείνοις ποιῶν, κἂν εἴ τί που δέοι περιφράζων τὰ
πρακτέα καὶ οἷον ἀφοριζόμενος. οὐ γὰρ ἐν πλήθει καὶ

Μιχαήλ Ψελλός. Orationes forenses et acta (2702: 007)


“Michaelis Pselli orationes forenses et acta”, Ed. Dennis, G.T.
Stuttgart: Teubner, 1994.oration 5, li.67

τό τε περιβόητον κτῆμα, ὃ Κυκλόβιον προσηγόρευται, ἀνὰ


στόμα τε πᾶσι κείμενον, καὶ τῇ τῶν Στουδίων μονῇ οἷον
ἀφαίρεμα πάλαι ἱερατικὸν δόξαν, καὶ ἀφιέρωμα θεῖον καὶ
ἀναθημάτων τὸ κάλλιστον, καὶ τὸν ἅγιον Στέφανον· κτῆμα  
δὲ καὶ τοῦτο πάγκαλον δένδρεσί τε εὐσκίοις κομῶν καὶ
πηγαῖς καταρδόμενον καὶ πρὸς θάλασσαν νενευκός. καὶ
εἶχε μὲν οὕτως ἡμῖν τὰ σύμβολα. καὶ ἡ βασίλειος θάλασσα
πληροῦται οὕτως ἀεὶ καὶ ἐκχεῖται καὶ μένει ἀμειαγώ-
γητος.
 Ἐνταῦθα δὲ τοῦ χρυσοβούλλου λόγου γενόμενος,
προσθήσω τι καὶ τῶν ἐμῶν ἐμφύτων ἰδιωμάτων. λόγου γὰρ
θηρώμενος ἐξ ἀρχῆς κάλλεσί τε καὶ ὡραιότησι καὶ νοεραῖς
θεωρίαις γανύμενός τε καὶ ἐπαιρόμενος, τῶν ἄλλων χαρί-
των καταφρονῶ καὶ οὔτε με φῶτα τέρπει σωματικὰ οὔτε
κάλλη ἠρινοῖς ἐπίσης ἄνθεσι ῥέοντα. ἔνθεν τοι τῷ δρουγ-
γαρίῳ ἐρασθέντι πάλιν τοῦ τῶν Καλῶν κτήματος σφόδρα
σφοδρῶς, ὡς ἂν εἴποι τις, ἀποπληροῖ αὐτῷ τὸν πολὺν
ἔρωτα ἡ βασιλεία μου καὶ δίδωσι τῷ ἐραστῇ τὸ ἐρώ-
μενον, ὥσπερ ἐράσμια τούτῳ διδοὺς παιδικά, οὐ τὴν
προτέραν κοινωνίαν ἀνταναλύων οὐδὲ τὸ παλαιὸν διαλύων
συνάλλαγμα οὐδὲ ἀντιδόσεις κτημάτων ποιούμενος οὐδὲ
779

Μιχαήλ Ψελλός. Orationes forenses et acta oration 6, li.60

ἐκεῖνον Στέφανον τὸν Ἰβηρίτζην τὸν τοῦ ἐγκαλέσαντος


πάππον πωλοῦντα τὸ κτῆμα Μιχαὴλ τῷ ἀδελφῷ Λέοντος
κουβουκλεισίου κατὰ τὸν ὀκτώβριον μῆνα τῆς ιδʹ ἰνδι-  
κτιῶνος τοῦ ͵ϛφθʹ ἔτους, μεθ' ὃ καὶ ἀπόδειξις ἦν αὐτοῦ
ἀποληπτικὴ τῆς τοῦ πεπραμένου τιμῆς· ἐν ἀμφοτέροις δέ,
τῷ μέν, “ἐπέγραψα”, τῷ δέ, “ὑπέγραψα”, αὐτὸς δὴ ὁ πωλή-
σας καὶ τὸ τοῦ πραθέντος ἀπολαβὼν τίμημα. συνεκρίθη δὲ
καὶ τὰ γράμματα πρὸς ἄλληλα, αὐτοῦ δὴ τοῦ ἐγκαλέ-
σαντος τοῦτο προτειναμένου, καὶ ἦν ἡ ὁμοιότης ἀπαράλλα-
κτος· οὐ γὰρ μόνον ὁ αὐτὸς χαρακτὴρ τοῖς γράμμασιν
ἐπεφαίνετο, οὐδὲ τὸ αὐτὸ ἰδίωμα τῆς χειρός, ἀλλὰ καὶ ἡ
παρὰ τὸν κανόνα γραφὴ ἡ αὐτή, καὶ ἦν τις ὀρθογραφία
ἐν μὴ ὀρθογραφίᾳ. ὥσπερ γὰρ οἱ τὸν ὀξύρυγχον ἢ
στρογγῦλον χαρακτῆρα ἐπιτηδευσάμενοι ἢ αὐτοματίσαντες,
τὸν αὐτὸν ἀεὶ ἐπισημαίνονται γράφοντες, οὕτω δὴ καὶ ἡ
τοῦ ὑπογράψαντος χείρ, ὥσπερ τινὰ ἰδιάζοντα χαρακτῆρα
τῆς ἰδιωτίας, ἶσον πρὸς ἑαυτὸν καὶ σύμφωνον ἐφυλά-
ξατο.

Μιχαήλ Ψελλός. Oratoria minora (2702: 009)“Michaelis Pselli


oratoria minora”, Ed. Littlewood, A.R.Leipzig: Teubner, 1985.Oration
31, li.20

ἔλαττόν γε περὶ οὓς σπουδάζειν εἴωθα φιλοπονοῦντές τε καὶ συλλέγοντες

ἢ οὓς αὐτοσχεδιάζειν προῄρημαι.


 Εἶτα δή μοι θαυμάζοντι ἔννοιά τις ἐγένετο ἐκ φιλοσοφίας μὲν εἰληφυῖα
τὴν γένεσιν, ἐν καιρῷ δὲ παρεμπεσοῦσα πρὸς τὸ ἀπόρημα· ἐλογισάμην
γὰρ μή ποτε συγγενής εἰμι ταῖς ὑμετέραις ψυχαῖς, καὶ διὰ τοῦτο τοῖς
συγγενικοῖς γεννήμασιν ἐπαγάλλεσθε καὶ τὸ ἐμὸν ἀμβλωθρίδιον τῆς
παρ' ἐνίοις γιγαντοφυΐας μᾶλλον ἀσπάζεσθε. εἶτα δὴ ἐθέμην τῷ λογισμῷ
καὶ τῷ δόγματι οὕτω διαιτήσας τῷ πράγματι· οὔτε διαφοραῖς αἰτιῶν
οὔτε οὐσιῶν ἑτερότησι τὰς ἡμετέρας ἐγὼ διασχίζω ψυχάς, ὡς οἵ γε
πλείους τῶν ἐξ Ἑλλάδος σοφῶν εἰπεῖν τετολμήκασι, μίαν δὲ πάσαις τὴν
φύσιν ὑποβαλλόμενος τοῖς ἰδιώμασι διαιρῶ, εἶθ' ὅσας μὲν κοινωνεῖν τῶν

αὐτῶν ἔγνων ὑπείληφα συγγενεῖς, ὅσαι δὲ πρὸς ἀλλήλας


ἑτερογνωμονοῦσι,
ταύτας ἀλλοτρίας τε ἀπεφηνάμην καὶ γένεσιν ἑτέροις ἀπέκρινα.
780

 Μή τι κακῶς τὸ ὑμέτερον εἴκασα, μᾶλλον δὲ κοινὸν καὶ ἡμέτερον;


ἀντιπέπονθα γὰρ καὶ αὐτὸς τοῖς ὑμετέροις κινήμασι τῶν ψυχῶν καὶ τῷ
τε ἤθει συμφύομαι καὶ τῇ ἁρμονίᾳ τῶν λόγων συμβέβλημαι καὶ τῷ
χαρακτῆρι τῶν τρόπων συνεξεικόνισμαι. ἐπεὶ οὖν ἶσα τὰ παρ' ἀλλήλων,
καὶ ἀντιπαραλαμβάνομεν ὃ καὶ διδόαμεν, ἐγὼ μὲν καὶ αὖθις τὸν παρόντα
δωροφορῶ λόγον ὑμῖν, τὴν συνήθη δεξίωσιν καὶ ὅ μοι τῶν πάντων
ἐγκαταλέλειπται, ὑμεῖς δέ μοι προσέχοιτε τὸν νοῦν ὥσπερ εἰώθατε. ὁ δὲ

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia (2702: 010)


“Michaelis Pselli philosophica minora”, Ed. Duffy, J.M.
Leipzig: Teubner, 1992.Opusculum 36, li.291

δειλιάσαντες καὶ τὸ λεῖπον τῆς ὁδοῦ ἀπογνόντες ὡς ἄπειρον, ἀμβλύτε-


ροί τε τὴν προθυμίαν ἐγένοντο καὶ τὸν ἔρωτα μαλακώτεροι καὶ
ἀτονήσαντες ὑποστρέφουσιν. ἢν δέ τις καὶ τὸ στοιχεῖον αὐτὸ γεγραμ-
μένον κατανοήσειε, τό τε τῆς πρεσβυτέρας χειρὸς καὶ τὸ τῆς νεωτέ-
ρας, οὐκ ἄκομψόν τινα χαρακτῆρα τῆς τοιαύτης πολυπλανοῦς ἐφέσεως
λήψεται· ἐν οὐδεμιᾷ γὰρ ἀνεπηρέαστος ἡ γραμμή, ἀλλ' ἐπὶ μὲν τῆς  
πρώτης ἀπὸ τοῦ πέρατος ἐπικέκαμπται οὐχ ἅπαξ ἀλλὰ δίς, ἐπὶ δὲ τῆς
δευτέρας μεσόθι διῄρηται· ἡ δὲ σχίζα τῶν διαιρεθέντων ἀπὸ τῆς
αὐτῆς ἀρξαμένη ὁρμῆς ἐπὶ μεγίστην χωρεῖ τὴν ἀπόστασιν. ὥσπερ γὰρ
ἐν ὀφθαλμῶν καὶ ὀφρύων καὶ ῥινὸς σχήματι χαρακτῆρές τινες ἐγ-
κάθηνται τοῦ τῆς ψυχῆς ἰδιώματος –  ‘ὀφθαλμοί’ γάρ φησιν ὁ Πο-
λέμων ‘ὑγροὶ λάμποντες ὡς λιβάδες ἤθη χρηστὰ ἐμφαίνουσιν’ – , οὕτω
δὴ καὶ ἐπὶ τουτωνὶ τῶν γραμμάτων ἀπόρρητά τινα μηνύματα κέκρυ-
πται τῶν τε καθ' ἡμᾶς καὶ τῶν ὑπὲρ ἡμᾶς, ἃ δὴ ὁ μὲν ἀφιλόσοφος
ὀφθαλμὸς ἁπλῆν τινα συνθήκην τῆς χειρὸς οἴεται, ᾧτινι δὲ ἡ ὄψις
μετὰ νοερᾶς ἕξεως πρόεισι, τούτῳ ἀπὸ τῶν φανερῶν μεγεθῶν τε καὶ
σχημάτων τὰ ἀφανῆ δῆλα καθέστηκε. καὶ ὥσπερ ἑνὸς ἀτόπου δοθέν-
τος πολλὰ τὰ ἄτοπα ἕψεται, οὕτως ἑνὸς φιλοσόφως σημειωθέντος
πολλὰ τὰ κάλλιστα ἐπακολουθήσει.

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia Opusculum


45, li.72

 Λείπεται δὲ παραστῆσαι καὶ τὸ τῆς πεφυτευμένης ἐλαίας σύμβολον


ὅ τί ποτε μηνύει, οὐχ ἁπλῶς παραπεφυτευμένη, ἀλλ' ἐπὶ κρατὸς λι-
μένος· αὕτη γάρ ἐστιν ἡ συνέχουσα τοῦ ἄντρου τὸ αἴνιγμα. ἐπεὶ δὲ ὁ
κόσμος οὐκ εἰκῇ οὐδὲ ὡς ἔτυχε γέγονεν, ἀλλ' ἔστι φρονήσεως θεοῦ
781

καὶ νοερᾶς φύσεως ἀποτέλεσμα, παραπεφύτευται τῇ εἰκόνι τοῦ


κόσμου, τῷ ἄντρῳ φημί, σύμβολον φρονήσεως θεοῦ ἡ ἐλαία. Ἀθηνᾶς
γὰρ τὸ φυτὸν κατὰ τὰς τῶν Ἑλλήνων δόξας· φρόνησις δὲ κατ' ἐκεί-
νους ἡ Ἀθηνᾶ. κρατογενοῦς δὲ οὔσης τῆς θεοῦ, ἐπὶ κρατὸς τοῦ λιμένος
ὁ ποιητὴς αὐτὴν καθιέρωσε· χωριστὴ μὲν γάρ ἐστιν ἀπ' αὐτοῦ, πλη-
σίον δὲ κατὰ κεφαλῆς τοῦ σύμπαντος λιμένος ἵδρυται. ἀειθαλὴς δὲ
οὖσα ἡ ἐλαία φέρει τι ἰδίωμα οἰκειότατον ταῖς ἐν τῷ κόσμῳ τροπαῖς
τῶν ψυχῶν αἷς τὸ ἄντρον καθιέρωτο. θέρους μὲν γὰρ τὰ λευκὰ τῶν
φύλλων ἀνανεύει, χειμῶνος δὲ μεταστρέφει τὰ λευκότερα.
 Τοιαύτη τῶν ἐπῶν ἡ ἀλληγορία. ὅτι γὰρ οὐ καθ' ἱστορίαν παρειλη-
φὼς Ὅμηρος μνήμην τῶν παραδοθέντων πεποίηται, δηλοῦσιν οἱ τὰς
περιηγήσεις τῆς νήσου διαγράψαντες, οὐδενὸς τοιούτου κατὰ τὴν νῆ-
σον ἄντρου μνησθέντες. ἀνθρώπων μὲν γὰρ καὶ κρειττόνων φύσεων
πλήρης ὁ κόσμος, τὸ δὲ Ἰθακήσιον ἄντρον πόρρω καθέστηκε τοῦ πεί-
θειν ἐν αὐτῷ κατάβασιν εἶναι τῶν ἀνθρώπων καὶ ἀνάβασιν τῶν
κρειττόνων.

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia Opusculum


50, li.45

σιλεὺς Ἰωάννης ἄτομον εἷς ἢ πρόσωπον ἢ ὑπόστασις, ὡσαύτως κἀγὼ


κἀκεῖνος καὶ πάντες οἱ κατὰ μέρος ἄνθρωποι. τὸ δὲ εἶδος διχῶς λέγο-
μεν, τὴν μορφὴν τοῦ καθ' ἕκαστα ἀνθρώπου, ὥσπερ ὅταν εἴποι τις
’πρῶτον εἶδος ἄξιον τυραννίδος’, καὶ ὅπερ τέμνεται ἐκ τοῦ γένους,
καθὼς εἴρηται. περὶ τούτου παρὰ τοῖς φιλοσόφοις ὁ λόγος.
 Περὶ διαφορᾶς. διαφορά ἐστι τὸ κατὰ πλειόνων καὶ διαφερόντων τῷ
εἴδει ἐν τῷ ὁποῖόν τί ἐστι κατηγορούμενον, οἷον διαφέρει τὸ λογικὸν
καὶ τὸ ἄλογον καθὸ τὸ μὲν λογικὸν ἔχει λόγον, τὸ δὲ ἄλογον οὐκ  
ἔχει. καὶ ἄλλως διαφέρομεν ἀλλήλων οἱ ἄνθρωποι κατὰ τὰ χαρακτηρι-
στικὰ ἰδιώματα, ὡς φέρε εἰπεῖν ‘ἡ βασιλεία σού ἐστι λευκός, φοινικο-
πάρειος, εὐπώγων, εὐόφθαλμος, ἐγὼ δέ εἰμι ὠχρός, δασυπώγων, μι-
κρόφθαλμος’. καὶ λοιπὸν διαφέρομεν ἀλλήλων κατὰ τὰ χαρακτηριστικὰ
ἰδιώματα τῶν προσώπων, καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ διαφορά. διαφέρομεν δὲ
καὶ ἄλλως, ὅπερ κοινόν ἐστιν ἐμοί τε καὶ σοὶ καὶ παντὶ τῷ εἴδει. ἔστιν
οὖν ἡ διαφορὰ τριττή, κοινῶς τε καὶ ἰδίως καὶ ἰδιαίτατα. κοινῶς μὲν
οἷον ‘δύναμαι ἐγὼ καθῆσθαι καὶ σὺ ἵστασθαι καὶ αὖθις ἐγὼ ἵστασθαι
καὶ σὺ καθῆσθαι’. κοινὸν δὲ ἄρα καὶ ἐμοὶ καὶ σοὶ καὶ πᾶσιν ἀν-
θρώποις τὸ καθῆσθαι, τὸ ἵστασθαι, τὸ γρηγορεῖν, καὶ ὅπερ ἐγὼ ποιῶ
δύνασαι καὶ σὺ ποιεῖν καὶ ὅπερ σὺ ποιεῖς δύναμαι καὶ ἐγὼ ποιεῖν. ἡ
δὲ ἰδίως διαφορὰ οὐκ ἔστιν ἐμοὶ καὶ σοὶ καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις,
782

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia Opusculum


50, li.48

‘πρῶτον εἶδος ἄξιον τυραννίδος’, καὶ ὅπερ τέμνεται ἐκ τοῦ γένους,


καθὼς εἴρηται. περὶ τούτου παρὰ τοῖς φιλοσόφοις ὁ λόγος.
 Περὶ διαφορᾶς. διαφορά ἐστι τὸ κατὰ πλειόνων καὶ διαφερόντων τῷ
εἴδει ἐν τῷ ὁποῖόν τί ἐστι κατηγορούμενον, οἷον διαφέρει τὸ λογικὸν
καὶ τὸ ἄλογον καθὸ τὸ μὲν λογικὸν ἔχει λόγον, τὸ δὲ ἄλογον οὐκ  
ἔχει. καὶ ἄλλως διαφέρομεν ἀλλήλων οἱ ἄνθρωποι κατὰ τὰ χαρακτηρι-
στικὰ ἰδιώματα, ὡς φέρε εἰπεῖν ‘ἡ βασιλεία σού ἐστι λευκός, φοινικο-
πάρειος, εὐπώγων, εὐόφθαλμος, ἐγὼ δέ εἰμι ὠχρός, δασυπώγων, μι-
κρόφθαλμος’. καὶ λοιπὸν διαφέρομεν ἀλλήλων κατὰ τὰ χαρακτηριστικὰ
ἰδιώματα τῶν προσώπων, καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ διαφορά. διαφέρομεν δὲ
καὶ ἄλλως, ὅπερ κοινόν ἐστιν ἐμοί τε καὶ σοὶ καὶ παντὶ τῷ εἴδει. ἔστιν
οὖν ἡ διαφορὰ τριττή, κοινῶς τε καὶ ἰδίως καὶ ἰδιαίτατα. κοινῶς μὲν
οἷον ‘δύναμαι ἐγὼ καθῆσθαι καὶ σὺ ἵστασθαι καὶ αὖθις ἐγὼ ἵστασθαι
καὶ σὺ καθῆσθαι’. κοινὸν δὲ ἄρα καὶ ἐμοὶ καὶ σοὶ καὶ πᾶσιν ἀν-
θρώποις τὸ καθῆσθαι, τὸ ἵστασθαι, τὸ γρηγορεῖν, καὶ ὅπερ ἐγὼ ποιῶ
δύνασαι καὶ σὺ ποιεῖν καὶ ὅπερ σὺ ποιεῖς δύναμαι καὶ ἐγὼ ποιεῖν. ἡ
δὲ ἰδίως διαφορὰ οὐκ ἔστιν ἐμοὶ καὶ σοὶ καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις, ἀλλ'
’ὅπερ ἔχω ἐγώ, σὺ οὐκ ἔχεις’. καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ ἰδίως διαφορά. ἡ δὲ
ἰδιαίτατος διαφορὰ διαφέρει κατὰ τὰ εἴδη· ἄλλο γὰρ ἄνθρωπος καὶ
ἄλλο ἵππος καὶ ἄλλο βοῦς.

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula logica, physica, allegorica, alia Opusculum


54, li.13

ἐν συντόμῳ εἰπεῖν, ὑποβάλλει ἔννοιαν. Ἥρα μὲν γὰρ ὁ ἀήρ, θερμὸς


ὤν, φασί, καὶ ὑγρός, εἰ καὶ ἄλλως αὐτοῦ τὸ θερμὸν ἀντιλέγεται· αἰ-
θὴρ δὲ ὁ Ζεύς, δραστικὸν τοῦτο στοιχεῖον ποιότητι συγκεκραμμένον
τῇ τε ξηρᾷ καὶ θερμῇ. τὰ τοίνυν στοιχεῖα ταῦτα πῇ μὲν φιλίαν ἀλλή-
λοις ἔχει, καθ' ὃ ἄμφω θερμὰ εἶναι δοκεῖ, πῇ δὲ εἰς ἔχθραν διχάζον-  
ται κατὰ τὴν τοῦ ὑγροῦ καὶ ξηροῦ ποιότητά τε καὶ ἐναντιότητα. ὁ
τοίνυν μῦθος ἑνώσας αὐτὰ κατά τινα εἰκασίαν φαντασιώδη γάμου καὶ
τὸν μὲν ἀέρα ἐκθηλύνας τῷ ὀνόματι καὶ εἰς Ἥραν μεταθέμενος, τῷ
δὲ Διὶ ὡς δραστηριωτέρῳ φυλάξας τὸ ἀνδρῶδες τοῦ ἄρρενος ὄνομα,
ὅμως καὶ μετὰ τὴν φιλίωσιν καὶ γαμικὴν ταύτην συζυγίαν φυλάττει ἐν
αὐτοῖς ἐκεῖνα τὰ πρὶν ἰδιώματα, οὐ μόνον τὴν ἐν τῇ θερμότητι εὔ-
νοιαν καὶ οἷον συνάφειαν, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔριν καὶ διάστασιν τὴν κατὰ
τὸ ξηρὸν καὶ ὑγρόν· καὶ διὰ τοῦτο ποιεῖ μὲν αὐτοὺς ἔστιν ὅτε ἀνθ-
ισταμένους ἐριστικῶς, αὖθις δὲ καταλλάσσεσθαι λέγει αὐτούς.
 Εἴ ποτε τοίνυν μεσίτην τινὰ τῇ αὐτῶν καταλλαγῇ θελήσει πλάσα-
783

σθαι, ποιεῖ μὲν καὶ ἄλλα τινά, ὅσα δοκεῖ αὐτῷ, παράγει δέ που καὶ
Ἥφαιστον αὐτοὺς καταλλάσσοντα, τουτέστιν ἁπλῶς τὴν θερμότητα·
Ἥφαιστος γὰρ εἰς τὸ θερμὸν ἀλληγορικῶς ἐκλαμβάνεται, δαίων λε-
γόμενος ἐπιστατῶν τῇ θερμῇ οὐσίᾳ. οὕτω τοίνυν κἀνταῦθα ἔριδος
παρεισπεσούσης τῇ Ἥρᾳ καὶ τῷ Διί, αὐτὸς μέσος ἐλθὼν καταλλαγὴν
πραγματεύεται. οὐ γὰρ θέλει ὁ μῦθος παντελῶς λέγειν ἀπίθανα,

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula psychologica, theologica, daemonologica


(2702: 011)
“Michaelis Pselli philosophica minora, vol. 2”, Ed. O'Meara, D.J.
Leipzig: Teubner, 1989.P. 8, li.27

θειότερα ταῖς κρείττοσιν ἀπονέμει δυνάμεσιν ὁ δημιουργός, τῇ μὲν


ταὐτοῦ
τὸ ἐπὶ δεξιά, τῇ δὲ θατέρου τὸ ἐπ' ἀριστερά, καὶ τῇ μὲν τὸ πλευρικόν,
τῇ δὲ τὸ διαμετρικόν. ὁποῖον καὶ ἐν τῷ παντὶ ἡ μὲν ἀπλανὴς τοῦ ὡσαύτως

εἶναι πᾶσιν αἰτία, αἱ δὲ πλανώμεναι τοῦ ἄλλοτε ἄλλως. τὸ δὲ δεξιὸν καὶ


τὸ ἀριστερὸν ἐπὶ ψυχῆς ἰδιότητές εἰσιν οὐσιώδεις καὶ εἰκόνες ταύτης, τὸ
μὲν ἀπλανὲς ἐπὶ δεξιά, τὸ δὲ πλανώμενον ἐπ' ἀριστερά, ἢ μᾶλλον τὸ μὲν
νοῦ, τὸ δὲ ψυχῆς εἰκών. ἐπ' αὐτῆς δὲ τῆς ψυχῆς τὸ μὲν δεξιόν ἐστι τὸ
πρὸς τὰ νοητὰ ἐστραμμένον, τὸ δὲ ἀριστερὸν τὸ πρὸς ἐπιμέλειαν τῶν
αἰσθητῶν. περιάγει δὲ ὥσπερ ἐν κόσμῳ τὴν μὲν ἀπλανῆ κατὰ πλευράν,
τὴν δὲ πλανωμένην κατὰ διάμετρον, οὕτω δὴ καὶ ἐν τῇ ψυχῇ τὸν μὲν ταὐ-
τοῦ κύκλον κατὰ πλευράν, τὸν δὲ θατέρου κατὰ διάμετρον. ἰδιώματα δὲ
τῆς μὲν διαμέτρου τὸ πεπλαγιασμένον, τὸ ἄλογον, τὸ περιεχόμενον, τὸ
διαιρετικὸν τῶν γωνιῶν, τῆς δὲ πλευρᾶς τὸ ἀπλαγίαστον, τὸ ῥητόν, τὸ
περιεκτικόν, τὸ συνεκτικόν. εἰκότως ἄρα ὁ μὲν λέγεται περιάγεσθαι κατὰ
πλευράν, ὁ κρείττων τῆς ψυχῆς κύκλος, ὁ δὲ κατὰ διάμετρον, ὡς προόδῳ
χαίρων καὶ πολλαπλασιασμοῖς.  

Μιχαήλ Ψελλός. Opuscula psychologica, theologica, daemonologica


P. 120, li.22t

πεπληθυσμένον, καὶ ὅτι τὸ ὄντως ὂν οὔτε μέγα οὔτε μικρόν ἐστι, καὶ ὅτι
πολλὰ λέγεται ἑτερότητι ἀύλῳ καὶ ἀόγκῳ καὶ ἀπληθύντῳ κατὰ πλῆθος
διῃρημένον.
 Τὸ δὲ λεγόμενον περὶ τῶν ψυχῶν, ὅτι οὔτε πέρασιν εἰσὶ διειλημμέναι
οὔτε πάλιν ἀλλήλαις συγκεχυμέναι, παρὰ μέρος μὲν δέχομαι, παρὰ δὲ
θάτερον οὐ προσίεμαι· τὸ μὲν γὰρ μὴ συγκεῖσθαι ταύτας πρέπον οὐσίᾳ
ψυχῶν, τὸ δὲ μηδαμῇ διῃρῆσθαι βούλομαι μὲν κατειληφέναι, οὐ πάνυ δὲ
784

δύναμαι. ἐπὶ πᾶσι δὲ πρὸ τούτων τῶν καθ' ἡμᾶς δογμάτων καὶ μόνων
ᾐώρημαι, παρὰ δὲ τοῖς Ἑλληνικοῖς βραχὺ μὲν τὸ λυσιτελοῦν ἐμοί, πλέον
δὲ
τὸ λυμαίνεσθαι δυνάμενον.

Ἑλληνικαὶ διατάξεις περὶ τῆς θείας δημιουργίας καὶ διαφοραὶ


ἰδιωμάτων
τῶν κρειττόνων γενῶν

 Νοῦν ποιητὴν τοῦ παντὸς Ἕλληνες τίθενται· διὰ τοῦ τῶν εἰδῶν κόσμου
καὶ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ μεμεριμνημένου σοι νοῦ πάντα δημιουργοῦνται·
τοῦτον δὲ καὶ ἐνεργείᾳ νοῦν ἀποφαίνονται αὐτὰ τὰ νοητὰ εἴδη
ὑπάρχοντα.
ὁ δὲ τρόπος τῆς δημιουργίας αὐτῆς διττός, ἀπὸ τῶν ἀύλων εἰδῶν ἐπὶ τὰ
ἔνυλα εἴδη διὰ μέσων ἑτέρων εἰδῶν καὶ μέσων δυνάμεων προϊὼν καὶ
πάλιν ἐπὶ τὰς ἀύλους ἰδέας ἐπανερχόμενος. καὶ ἔστι παρὰ τοῖς σοφοῖς  
τῶν Ἑλλήνων λόγος τοιοῦτος, ὅτι ἥ τε ὄντως οὐσία καὶ ἡ θεία
δημιουργία
πάντα ἐξεργάζονται, ὅσα τε περὶ τὴν γένεσιν ἐν τῷ κόσμῳ καὶ ὅσα πρὸ
τῆς γενέσεως ὑφέστηκεν ἐν τοῖς ἀεὶ κινουμένοις σώμασι. καὶ πάντων

Μιχαήλ Ψελλός. Theologica Opusculum 65, li.12

 Τοιοῦτόν ἐστιν, ὦ φίλτατοι παῖδες, τὸ μὴ θείοις λόγοις προσομιλεῖν


μηδὲ τὰ τῶν ἱερῶν γραφῶν ἐπίστασθαι ἰδιώματα. διὰ τοῦτο ‘λίθος προς-
κόμματος’ ὑμῖν δοκεῖ καὶ ‘πέτρα σκανδάλου’ τὸ ‘θεὸν σταυρούμενον
βλέπειν μετὰ λῃστῶν’ ὑπὸ τοῦ μεγάλου πατρὸς εἰρημένον. ζητεῖτε γάρ,
οἷα εἰκός, πῶς τῷ θεῷ προσῆψε τὴν σταύρωσιν· ἐχρῆν γὰρ διπλῷ τὴν
φύσιν τῷ δι' ἡμᾶς σταυρωθέντι τυγχάνοντι, τὰ μὲν ἀνθρωπικὰ τῷ προς-
λήμματι προσαρμόττειν, τὰ δὲ ὑψηλὰ καὶ θεῖα τῷ τὴν φύσιν ἡμῶν προς-
λαβόντι, ὁ δὲ οὐχ οὕτω πεποίηκεν, ἀλλ' ὥσπερ ἔλαθεν ἑαυτὸν τῇ ἀπαθεῖ
φύσει πάθος προσάψας. τοιοῦτον μὲν τὸ ὑμέτερον διαπόρημα, καὶ ὁ
λόγος
ὡς εἰκὸς τὴν λύσιν ἐπιζητεῖ· ἐγὼ δὲ πρότερον ὑμῖν τὸ τῆς γραφῆς διορ-
θώσας ἰδίωμα καὶ δείξας ὡς ἐντεῦθεν ὁ λόγος τῷ μεγάλῳ διεξηνέχθη
πατρί, ἐπὶ τὸ ὑψηλότερον καὶ σοφώτερον μεταβήσομαι.
 Ἰστέον οὖν ὡς τῶν περὶ τοῦ σαρκωθέντος θεοῦ λεγομένων τὰ μὲν συν-
εκδοχικῶς λέγεται, τὰ δὲ κατὰ τὸν τρόπον τῆς ἀντιδόσεως, ἃ δὲ καὶ
πρὸς οἰκειότητος λόγον ἐστίν. ὅταν μὲν γὰρ ἀκούσῃς τοῦ τῆς ‘βροντῆς
υἱοῦ’ λέγοντος ὅτι ‘ὁ λόγος σὰρξ ἐγένετο’, κατὰ συνεκδοχὴν τοῦ
785

ῥήματος
ἄκουσον· ἀπὸ γὰρ τῆς τοῦ σώματος φύσεως τὸ σύνθετον ἅπαν δεδήλωκε,

καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ σώματος μόνου ὅλος δηλοῦται ὁ ἄνθρωπος, οὕτω δὴ
καὶ ἀπὸ τῆς ψυχῆς ἡ τοῦ συνθέτου φύσις παρίσταται τοῖς ἀκούουσιν.
’ἐν ἑβδομήκοντα’ γὰρ ‘ψυχαῖς κατῆλθεν’ Ἰακὼβ ‘εἰς Αἴγυπτον’· οὐ γὰρ
δήπου ψυχαὶ σωμάτων ἀπολελυμέναι τῷ Ἰακὼβ συγκατέβησαν εἰς

Θεόδωρος Στουδίτης. Homilia in nativitatem Mariae (olim sub


auctore Joanne Damasceno) (2714: 001); MPG 96.Vol.96, p. 688, li.45

φύσιν ἡ διαφορὰ καὶ ἐξαλλαγή· οἷον ἐγαλουχεῖτο μα-


ζοῖς μητρικοῖς ἀνθρωπικῶς· ἀλλὰ παρεῖχε τὸ ζῇν
μητρὶ θεοπρεπῶς. Ἐλάλει φωνῇ ἐνάρθρῳ καθ' ἡμᾶς,
ἀλλὰ παρηγγυᾶτο ἐξουσίᾳ θεϊκῇ ὑπὲρ ἡμᾶς, δι' ὧν
τὰ θαύματα. Ὡδοποίει γεηροῖς ποσὶ καθ' ἡμᾶς, ἀλλ'
εἰς νῶτα θαλάσσης ὑπὲρ ἡμᾶς. Ἐσταυροῦτο σαρκὶ
καθ' ἡμᾶς, ἀλλ' ἐτροποῦτο ἐν σταυρῷ τὰς ἐναντίας δυ-
νάμεις ὑπὲρ ἡμᾶς· ὧν τὰ μὲν περιγραπτῆς φύσεως·
τῆς καθ' ἡμᾶς γάρ· τὰ δὲ ἀπεριγράπτου, τῆς ὑπὲρ
ἡμᾶς· οὐ λυμηναμένης θατέρας θάτερα τῇ οὐσιώδει
συνόδῳ τὰ φυσικὰ ἰδιώματα, ἀλλ' εἴσω τῆς οἰκείας
ὁροθεσίας ἑκατέρας ἑστώσης. Σὺ δὲ φεύγων τὸ περι-
γράφειν, ἤτοι εἰκονίζειν· ταυτὸν γὰρ ἀμφότερα, καὶ
τὰς φύσεις φύρεις σὺν Ἀκεφάλοις, καὶ τὴν οἰκονομίαν
ἀποσκευάσῃ σὺν Μανιχαίοις. Ἧττον ἦν σοι εἰς ἀνοίας
λόγον, ἵνα τὸ ἀληθὲς εἴπω, Ἰουδαΐζειν, ἢ τὴν προς-
ηγορίαν Χριστιανοῦ ἔχοντι κατὰ Χριστοῦ φέρεσθαι.
 Ὅτι ὁ μὲν οὐ προσιέμενος Θεὸν σεσωματῶσθαι, οὔτε
εἰκονίζει, ἀκόλουθα ἑαυτῷ πράσσων· σὺ δὲ προς-
ηκάμενος μὲν, μὴ εἰκονίζων δὲ, ἀνακόλουθος σεαυτῷ
γίνῃ, γέλωτα ὀφλισκάνων καὶ τῷ Ἰουδαΐζοντι.

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae (2714: 002)“Theodori Studitae


Epistulae, vol. 1–2”, Ed. Fatouros, G.Berlin: De Gruyter, 1992; Corpus
Fontium Historiae Byzantinae, Series Berolinensis 31.Epistle 15, li.23

δυσχεράναντος καὶ ἐνισταμένου καὶ ἐπιφθεγγομένου τὰ μέγιστα κα-


τορθώματα τοῦ ὑψηλοῦ σου βίου συνείροντό μοι ἐν τούτῳ. πρὸς δὲ
786

ῥήματά τινα καὶ πράγματα καταιτιῶντο· καί, ἵνα ἓν εἴπω, ἔφασαν ὅτι
“ἀγγέλους ἀνιστόρησεν, καὶ τούτους ἰσότυπον τοῦ Χριστοῦ ἐν τοῖς
φεγγίοις ἐσταυρωμένους, αὐτὸν δὲ τὸν Χριστὸν καὶ τοὺς ἀγγέλους
γηραλέους”. καὶ πολλὰ πρὸς τοῦτο φιλοπευστῶν οὐκ ἠδυνήθην αὐ-
τοῖς ἀντιφθέγξασθαι· εἴροντο γὰρ ξένον τι καὶ ἀλλότριον τῆς πα-
ραδόσεως τῆς ἐκκλησίας εἰργάσθαι καὶ πάντως οὐχ ὑπὸ θεοῦ ἀλλ'
ὑπὸ τοῦ ἐναντίου εἶναι τὸ πρᾶγμα, ἐπὰν ἐν τοσούτοις ἔτεσιν καὶ
τοσούτοις θεοφόροις καὶ ἁγίοις πατράσιν οὐχ ὑποδειγματίσθη τοῦτο
τὸ ἰδίωμα. τὸ γὰρ νῦν καινοτομούμενον, κἂν ἐξ ἀγγέλου ἐστίν,
ἀσφαλίζεται ἡμᾶς ὁ ἀπόστολος μὴ δέχεσθαι, λέγων που, κἂν ἡμεῖς  
αὐτοὶ ἢ ἄγγελος εὐαγγελίζεται (προσθήσω, καὶ παραδίδωσιν) παρ' ὃ
εὐηγγελισάμεθα, ἀνάθεμα ἔστω.
 Τί οὖν, πάτερ μου ἅγιε, πρὸς ταῦτα φῆσαι οὐκ ἔχω· καὶ τῇ ἀπορίᾳ
συνεχόμενος ἠναγκάσθην γράψαι σοι, ἵνα ἀπολύσωμεν ἑαυτοὺς
πάσης βλάβης πρὸς τοὺς ἐν λόγῳ ἐγκαλοῦντας καὶ ὡς ἐκ πάσης τῆς
ἐκκλησίας. καὶ διὰ τὸν θεὸν δέξαι με ὡς τέκνον σου, πονοῦντα ὑπὲρ
σοῦ καὶ ἡγούμενον τὴν δόξαν σου δόξαν μου καὶ μὴ θέλοντα ἀκούειν
μῶμόν σου ἔν τινι, τοῦ ὄντως ἀμωμήτως βιοτεύοντος. φώτισον,
ὁδήγησον, ἐπάκουσον, πρόσσχες, ἐπίστησον, λῦσον πάσης διχο
Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 27, li.23

προσφώνησις. καί γε Κύριος ὁ θεὸς ἡμῶν διαφυλάξειέν σε ἀπήμονα


ψυχῇ τε καὶ σώματι πρὸς τὸ ἑξῆς ἐν τῷ ἄρχειν τε καὶ ἐξουσιάζειν,
ὡς ἂν ὑπὸ θεοῦ σοι δι' αὐτῶν τῶν πραγμάτων μεμαρτύρηται ἡ ἐξουσία
δεδόσθαι.
 Ἐπειδὴ δὲ φειδοῖ τῆς ταπεινώσεως ἡμῶν (οὕτω γὰρ πιστεύομεν
καὶ οὐκ ἄλλως) διελέχθη σου ἡ εὐσέβεια τῷ ἀδελφῷ περὶ τῆς ὑπο-
θέσεως τῶν τριχῶν, τοῦτο καὶ ἐκεῖνο ποιησάντων ἡμῶν, καὶ ὡς δέον
καὶ καιρὸν σκοπεῖσθαι καὶ κανονικῶς πράττειν καὶ ἐν τοῖς οἰκείοις
ὅροις μένειν, ἐπειδὴ καὶ πατριάρχης προκαθεζόμενος ὧδε, τἀληθῆ
ἀπολογούμεθα, πρότερον ἀπευχαριστοῦντες αὐτῇ ὅτι πονοῦσά ἐστι
καὶ κηδομένη τῶν καθ' ἡμᾶς. καὶ δέον· ἰδίωμα γὰρ αὐτὸ τοῦτο καὶ
μαρτυρία τῆς ἧσπερ ἀναγγέλλομέν σου καλοκἀγαθίας, τάχα δὲ καὶ
διὰ τὴν ἀγχιστείαν ὀφείλει τις εἶναι ἰδικωτέρα παρὰ τοὺς πολλοὺς
διάθεσις.
 Νόμοι τοιγαροῦν, ὦ δέσποτα, θεῖοι καὶ κανόνες εἰσὶν οἱ ἄγοντες
πάντα τὸν εὐσεβοῦντα, παρ' οὓς οὐκ ἔστιν οὔτε πρόσθεσιν οὔτε
ὕφεσιν ποιεῖσθαι. αὐτοὶ καὶ ἡμᾶς τοὺς ταπεινούς, εἰ καὶ μυριάκις
σφαλλόμεθα πρὸς ταῖς ἄλλαις ὑποθέσεσι, καὶ εἰς τὸν τῶν κομώντων
ἴσχουσιν. καὶ ὥσπερ ἡ ἐξουσία σου τὰ διατεταγμένα πρὸς τῶν εὐ-
σεβῶν ἡμῶν δεσποτῶν φυλάττειν διαγωνίζεται, πῆ μὲν ἀναγγέλλουσα
τὰ συμβαίνοντα, πῆ δὲ ἐκπληροῦσα τὰ προστασσόμενα, εἴργουσά τε
787

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 32, li.10

Νικολάῳ χαρτουλαρίῳ

 Ὑπελάβομέν πως ἀπεχθῶς ἔχειν τὴν μεγάλην σου εὐσέβειαν, παμ-


πόθητε ἡμῶν δέσποτα, πρὸς τὴν ταπείνωσιν ἡμῶν διά τινα παρεμ-
πίπτουσαν ὑπόθεσιν· ἀλλ' ὄντως ἔδειξας ἐν τῷ παρόντι καιρῷ καθα-
ράν σου τὴν τιμίαν ψυχὴν πάσης δυσμενείας, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ
πάσης θεοσεβείας πεπληρωμένην ἐν τῷ γοργὸν καὶ θερμόν σε γε-
νέσθαι εἰς τὸ χάριν εἰρήνης τῆς ἐκκλησίας τοῦ θεοῦ εὐθὺς ἀπὸ
πρώτης ἡμῶν παρακλήσεως κινηθῆναι πρὸς συνάφειαν τοῦ ἁγιωτά-
του ἡμῶν πατριάρχου. τοῦτο γνώρισμα εἰλικρινοῦς φιλίας, τοῦτο
ἰδίωμα ἀνθρώπου θεοφόβου, τοῦτο ἀπόδειξις ἐναργοῦς ζήλου ἀλη-
θείας. καὶ γοῦν ἀποδώσειέν σοι Κύριος, εἰ καὶ μηδέν τι γένηται,
ὁλόκληρον δικαιοσύνης μισθόν· οὐδὲ γὰρ ἀπὸ τοῦ τέλους τῶν πραγ-
μάτων, ἀλλ' ἀπὸ τῆς περὶ αὐτὰ προθέσεως, εἴτε ἐπαινετῶς εἴτε οὐχ
οὕτως, εἴωθεν τὰς ἀμοιβὰς τὸ θεῖον ἐπιψηφίζεσθαι τοῖς δρῶσιν.
κεκέρδηκας τοιγαροῦν ἐν μιᾷ καιροῦ ῥοπῇ οὐ χρυσίον τε καὶ ἀρ-
γύριον, ἀλλὰ θησαυροὺς ἀνεκλείπτους οὐρανίας ἀνταποδόσεως.
 Ἔτι δὲ παρακαλοῦμεν καὶ δυσωποῦμεν ἐπειχθῆναί σε ἐν τῇ τοιαύτῃ
ὑποθέσει, ἵνα αὐτὸς μὲν κερδήσῃς πλούσιον τὸ θησαύρισμα, ἡμεῖς
δὲ οἱ εὐτελεῖς τύχωμεν τοῦ πρὸς τὸν ἀρχιερέα συναπτικοῦ, μᾶλλον
δὲ ἵνα ἡ ἐκκλησία τοῦ θεοῦ, τῇ σῇ μεσιτείᾳ βραβευθεῖσα, πολλούς

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 40, li.61

Πρίσκιλλαν; οὐ γὰρ ἐβαπτίσθησαν οἱ εἰς τὰ μὴ παραδεδομένα


ἡμῖν βαπτισθέντες. τούτους οὖν καὶ τοὺς κατ' αὐτοὺς ὁ κανὼν καὶ οἱ
πατέρες, ὥς φησιν ὁ θεῖος Βασίλειος, αἱρετικοὺς ὠνόμασαν. τοῦ δὲ
δευτέρου παράδειγμα πάλιν φησὶν ὁ Ἅγιος Βασίλειος· οἱ Καθαροί,
καὶ αὐτοὶ τῶν ἀπεσχισμένων εἰσίν.
 Εἰ δὲ φαίης· καὶ πῶς λέγονται αἱρετικοὶ καὶ οὗτοι καὶ πάντες οἱ
μεταγενέστεροι; τοῦτο λέγομεν καὶ νοοῦμεν, οἱ μὲν πρῶτοι κυρίως
αἱρετικοὶ διὰ τὸ εἰς αὐτὸ τὸ καίριον τῆς τριαδικῆς ἡμῶν πίστεως
ἠσεβηκέναι, οἱ δὲ δεύτεροι κατὰ κατάχρησιν καὶ ὡς ἐκ τῶν πρώτων
παρηγμένοι, ὁμολογοῦντες δ' ὅμως εἰς τριάδα καὶ πιστεύειν καὶ
βαπτίζειν, ἐν ἰδιώματι οἰκείῳ τῆς ἑκάστης ὑποστάσεως καὶ οὐχὶ μιᾶς
τῶν τριῶν ὑπαρχούσης, κἂν ἐν ἄλλοις ᾑρέτιζον· τοῦ τρίτου παρά-
δειγμα αὐτὸς ὁ ἅγιος πάλιν φησίν, οἷον εἴ τις ἐν πταίσματι ἐξετασθεὶς
788

ἐπεσχέθη τῆς λειτουργίας καὶ μὴ ὑπέκυψε τοῖς κανόσιν, ἀλλ' ἑαυτῷ


ἐξεδίκησε τὴν προεδρίαν καὶ τὴν λειτουργίαν. καί γε ὡς οἱ δεύτεροι
ὁμώνυμοι τοῖς πρώτοις, οὕτω καὶ οἱ τρίτοι ὁμώνυμοι τοῖς δευτέροις.
ἀμέλει τοὺς Μελετιανοὺς σχισματικοὺς οἱ πάλαι καλοῦσι Μελετίῳ
τῷ σχισματικῷ συναπαχθέντες, καίτοι μὴ ὄντας κακοδόξους· ἀνα-
θεματίζοντες γὰρ τὸ ἴδιον σχίσμα, ὥς φασι, δεδεγμένοι εἰσὶ τῇ
καθολικῇ ἐκκλησίᾳ.

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 64, li.20

τῆς εὐπραξίας θεώρημα ἀναφέρεται.


 Πιστεύομεν οὖν εἰς πατέρα καὶ υἱὸν καὶ ἅγιον πνεῦμα, ἅπερ ἐστὶ
τρία πρόσωπα, μία φύσις, μία δύναμις, μία ἀρχικὴ τῶν ἁπάντων
βασιλεία, ἐν ἑνὶ ὡς φύσει καὶ θελήσει καὶ ἐνεργείᾳ προσκυνουμένη
κράτει καὶ κλέει. πιστεύομεν ὡς ὁ εἷς τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ υἱὸς καὶ
λόγος τοῦ θεοῦ καὶ πατρός, δι' ἄκραν ἀγαθότητα κενώσας ἑαυτόν,
μορφὴν δούλου ἔλαβεν ἐν τῷ καθ' ἡμᾶς εἴδει ὀφθείς· τοῦτο γάρ ἐστιν,
ὅ φησιν ὁ Θεολόγος, καὶ ὁ λόγος σάρξ ἐγένετο, καὶ ὅ φησιν ὁ μέγας
ἀπόστολος, θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί. καὶ ἔστιν εἷς καὶ ὁ αὐτὸς ἐν
δυσὶ φύσεσιν, τέλειος θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος, καὶ ἐν ἑκατέρῳ  
τελείῳ οὐχ ὑφείς τι ἰδίωμα ἀπρόσληπτον, ἔχων δὲ μᾶλλον πάντα τὰ
τοῦ πατρὸς θεϊκῶς καὶ πάντα τὰ τῆς μητρὸς ἀνθρωπικῶς, ὡς υἱὸς
γνήσιος. ὡς οὖν ἐκ πατρὸς ἀπερίγραπτος, οὕτως ἐκ μητρὸς περι-
γραπτός, ἤγουν ἐξεικονιζόμενος μητρομοίως.
 Οἱ οὖν εἰκονομάχοι, περὶ ὧν καὶ τὸ ταῦτα δογματίζειν, μὴ ὁμο-
λογοῦντες αὐτὸν περιγράφεσθαι εὑρίσκονται ἀσφαλῶς μηδὲ ὁμολο-
γεῖν αὐτὸν γνήσιον υἱὸν τῆς μητρός· ποῦ γὰρ τὸ γνήσιον καὶ οὐ
πάντῃ μᾶλλον ἀλλότριον, ἂν μὴ κατὰ τὴν γεννήσασαν ἐν πᾶσι τοῖς
φυσικοῖς ἰδιώμασιν εἶεν ἂν καὶ τὸ γέννημα; ὡς γὰρ κατὰ τὴν περι-
γραφὴν οὐδεμίαν κοινωνίαν ἔχει πρὸς τὸν πατέρα, ἀλλὰ πρὸς τὴν
μητέρα, οὕτως οὐδὲ κατὰ τὴν ἀγραφίαν τὸ ἔμπαλιν· πρὸς τὸν γεννή

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 64, li.28

ἀπόστολος, θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί. καὶ ἔστιν εἷς καὶ ὁ αὐτὸς ἐν


δυσὶ φύσεσιν, τέλειος θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος, καὶ ἐν ἑκατέρῳ  
τελείῳ οὐχ ὑφείς τι ἰδίωμα ἀπρόσληπτον, ἔχων δὲ μᾶλλον πάντα τὰ
τοῦ πατρὸς θεϊκῶς καὶ πάντα τὰ τῆς μητρὸς ἀνθρωπικῶς, ὡς υἱὸς
γνήσιος. ὡς οὖν ἐκ πατρὸς ἀπερίγραπτος, οὕτως ἐκ μητρὸς περι-
γραπτός, ἤγουν ἐξεικονιζόμενος μητρομοίως.
 Οἱ οὖν εἰκονομάχοι, περὶ ὧν καὶ τὸ ταῦτα δογματίζειν, μὴ ὁμο-
λογοῦντες αὐτὸν περιγράφεσθαι εὑρίσκονται ἀσφαλῶς μηδὲ ὁμολο-
789

γεῖν αὐτὸν γνήσιον υἱὸν τῆς μητρός· ποῦ γὰρ τὸ γνήσιον καὶ οὐ
πάντῃ μᾶλλον ἀλλότριον, ἂν μὴ κατὰ τὴν γεννήσασαν ἐν πᾶσι τοῖς
φυσικοῖς ἰδιώμασιν εἶεν ἂν καὶ τὸ γέννημα; ὡς γὰρ κατὰ τὴν περι-
γραφὴν οὐδεμίαν κοινωνίαν ἔχει πρὸς τὸν πατέρα, ἀλλὰ πρὸς τὴν
μητέρα, οὕτως οὐδὲ κατὰ τὴν ἀγραφίαν τὸ ἔμπαλιν· πρὸς τὸν γεννή-
σαντα γὰρ ἡ κοινωνία, οὐ πρὸς τὴν τεκοῦσαν. οὕτως τὸ ὀρθὸν δόγμα
τῆς ἀληθείας, αὕτη ἡ ἀποστολικὴ πίστις, περιγραπτὸν ὁμολογεῖν
τὸν Χριστὸν ἐν σαρκί. καὶ γοῦν ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐγγραφέσθω τῷ
πίνακι καὶ ὁ τῶν παλαισμάτων ἀγωνοθέτης Χριστός, καὶ τὴν ἐγγε-
γραμμένην εἰκόνα τιμᾶν, ὡς ἐν αὐτῇ προσκυνουμένου Χριστοῦ. ἐν
γὰρ τῇ εἰκόνι βοᾷ ὁ χρυσοῦς Χρυσόστομος ἰδεῖν ἄγγελον· καὶ εἰ
ἀσώματον ἐν εἰκόνι, πόσῳ οὖν μᾶλλον τὸν ἐνσώματον λόγον; καὶ εἰ
ὁρᾷ, δῆλον ὅτι καὶ προσκυνεῖ ἐν εἰκόνι τὸν ἄγγελον ὥσπερ καὶ τὸν

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 69, li.17

ἐξακουτιζόμενος. ποῦ ποτε ἀπολέλοιπας ἡμᾶς, τοσούτοις χρόνοις


ὑποκρύψας σου τὸ τίμιον πρόσωπον; τίς δὲ ὁ τρόπος τῆς κατὰ τὴν
ἑστίαν περιορίσεώς σου, μήπω προϊόντος καὶ ἐμφανιζομένου δημο-
σίᾳ; καὶ τρίτον, ἵνα παρρησιαστικώτερον φήσω, μᾶλλον μὲν οὖν
ἀγαπητικώτερον (ἀγάπης γὰρ ἴδιον τὸ μὴ ὑποστέλλεσθαι ἐν ταῖς
ὠφελίμοις πρὸς τὸν ἀγαπώμενον ὑπομνήσεσιν), τίς ἡ ἐργασία σου
αὕτη, πεφευγότος κόσμον διὰ τῆς μοναχικῆς τελειώσεως καὶ οἴκαδε
πάλιν ἀναστρέψαντος, λυθέντος δεσμῶν προσπαθείας (τοῦτο γὰρ ἡ
ἀποταγὴ) καὶ αὖθις δεθέντος τῇ συνοικήσει τῆς κυρίας τῆς ὁμοζύγου
καὶ τῶν θεοφυλάκτων τέκνων; καί, ὃ ἔτι ξενικώτερον, ἀποκαρθέντος  
τῷ τῆς ἑνιαίας ζωῆς ἰδιώματι καὶ τελειωθέντος τῷ θείῳ μυσταγωγή-
ματι, καὶ αὖθις καρηκομῶντος ἐρημικοειδεῖ πολιτεύματι; ἕκαστος,
φησὶν ὁ ἀπόστολος, ἐν τῇ κλήσει ᾗ ἐκλήθη μενέτω· καὶ πάλιν
ἑτέρωθι, ἀπρόσκοποι γίνεσθε καὶ Ἰουδαίοις καὶ Ἕλλησι καὶ τῇ
ἐκκλησίᾳ τοῦ θεοῦ· καὶ ἀλλαχοῦ πάλιν αὐτὸς περὶ ἑαυτοῦ, οὐ μὴ
φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω. καὶ
ἕκαστος ἐκ τοῦ ἰδίου σχήματος γνώριμον ἑαυτὸν καθίστησιν, στρα-
τιώτης ἐκ τοῦ φορεῖν μάχαιραν, ἀστικὸς ἀπὸ τοῦ φορεῖν περιβόλαιον.
καὶ ἁπλῶς ἕκαστος σχεδὸν τῶν ἐν ἀρχαῖς ἢ τέχναις ἢ μεθόδοις τὰ
προσήκοντα αὐτῷ σκεύη ἐπιφέρεται· οὔτε γὰρ ἰατρὸς ποιμαντικὴν
ῥάβδον ἕλοιτο βαστάζειν οὔτε ποιμὴν ἰατρικὸν ὄργανον ἐπὶ χεῖρα

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 71, li.41

ἡμῶν καὶ θεοῦ ἐγγράφως τε καὶ ἀγράφως ἐρηρεισμένοι ὄντες


ἀσφαλῶς βεβήκαμεν ἐπ' ἐκείνην τὴν ἕδραν, ἐφ' ᾗ φησιν ὁ Χριστός,
790

σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλη-


σίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς.
 Τίς γὰρ καὶ λόγος ἐξευρεθείη τῷ ἀντηγορεῖν ἑλομένῳ τοσούτῳ
κράτει τῆς ἀληθείας; εἰ γὰρ ὁμολογουμένως ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς
Χριστὸς ἐν ἀνθρωπείᾳ μορφῇ καὶ ἐν εἴδει τῷ καθ' ἡμᾶς ὦπται,
ἀραρότως περιγράφεταί τε καὶ εἰκονίζεται καθ' ἡμᾶς, εἰ καὶ μένει τῇ
θείᾳ μορφῇ ὁ αὐτὸς ἀπερίγραπτος, ἐπείπερ ἐστὶ μεσίτης θεοῦ καὶ
ἀνθρώπων, ἑκατέρων τῶν φύσεων, ἐξ ὧν ἐστι, τὰ ἰδιώματα ἀλώβητα
διασῴζων. εἰ δὲ μὴ περιγράφοιτο, ἀπόλωλεν τοῦ εἶναι ἄνθρωπος,
πολλοῦ γε εἰπεῖν μεσίτης, διὰ τῆς ἀναιρέσεως τοῦ περιγραπτοῦ
συναναιρουμένων πάντων τῶν ὁμοστοίχων ἰδιωμάτων. εἰ γὰρ οὐ
περιγραπτός, οὐδ' ἁπτός. εἰ δὲ ἁπτὸς ὁμοῦ καὶ ψηλαφητὸς (οἷς
ἀντερεῖν ἠλιθιῶδες· σώματος γὰρ ταῦτα, τοῦ ἁφῇ τε καὶ χροιᾷ ὑπο-  
πίπτοντος), πῶς οὐχὶ καὶ περιγραπτός, ἐξ οὗ καὶ παθητός; εἰ δὲ
περιγραπτὸς καὶ παθητός, πάντως καὶ προσκυνητὸς δηλαδὴ καὶ καθ'
ἣν περιγράφεται εἰδέαν, ὡς μὴ σχιζομένης τῆς δόξης τοῦ πρωτοτύπου
ἐν τῷ παραγώγῳ κατὰ τὸν Μέγαν Βασίλειον· ἡ γὰρ τῆς εἰκόνος τιμὴ
ἐπὶ τὸ πρωτότυπον ἀναβαίνει, δῆλον ὅτι οὑτινοσοῦν, εἴτε φυσικῆς

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 71, li.44

σίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς.


 Τίς γὰρ καὶ λόγος ἐξευρεθείη τῷ ἀντηγορεῖν ἑλομένῳ τοσούτῳ
κράτει τῆς ἀληθείας; εἰ γὰρ ὁμολογουμένως ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς
Χριστὸς ἐν ἀνθρωπείᾳ μορφῇ καὶ ἐν εἴδει τῷ καθ' ἡμᾶς ὦπται,
ἀραρότως περιγράφεταί τε καὶ εἰκονίζεται καθ' ἡμᾶς, εἰ καὶ μένει τῇ
θείᾳ μορφῇ ὁ αὐτὸς ἀπερίγραπτος, ἐπείπερ ἐστὶ μεσίτης θεοῦ καὶ
ἀνθρώπων, ἑκατέρων τῶν φύσεων, ἐξ ὧν ἐστι, τὰ ἰδιώματα ἀλώβητα
διασῴζων. εἰ δὲ μὴ περιγράφοιτο, ἀπόλωλεν τοῦ εἶναι ἄνθρωπος,
πολλοῦ γε εἰπεῖν μεσίτης, διὰ τῆς ἀναιρέσεως τοῦ περιγραπτοῦ
συναναιρουμένων πάντων τῶν ὁμοστοίχων ἰδιωμάτων. εἰ γὰρ οὐ
περιγραπτός, οὐδ' ἁπτός. εἰ δὲ ἁπτὸς ὁμοῦ καὶ ψηλαφητὸς (οἷς
ἀντερεῖν ἠλιθιῶδες· σώματος γὰρ ταῦτα, τοῦ ἁφῇ τε καὶ χροιᾷ ὑπο-  
πίπτοντος), πῶς οὐχὶ καὶ περιγραπτός, ἐξ οὗ καὶ παθητός; εἰ δὲ
περιγραπτὸς καὶ παθητός, πάντως καὶ προσκυνητὸς δηλαδὴ καὶ καθ'
ἣν περιγράφεται εἰδέαν, ὡς μὴ σχιζομένης τῆς δόξης τοῦ πρωτοτύπου
ἐν τῷ παραγώγῳ κατὰ τὸν Μέγαν Βασίλειον· ἡ γὰρ τῆς εἰκόνος τιμὴ
ἐπὶ τὸ πρωτότυπον ἀναβαίνει, δῆλον ὅτι οὑτινοσοῦν, εἴτε φυσικῆς
εἴτε τεχνητῆς. ἐπεὶ καὶ ἐπὶ τοῦ τύπου τοῦ τιμίου σταυροῦ τὸ αὐτὸ
θεώρημα νοητέον· τῇ γὰρ προσκυνήσει τοῦ τύπου συμπροσκυνεῖται
τὸ ζωοποιὸν ξύλον, ὡς καὶ ἔμπαλιν τῇ ἀναιρέσει συναναιρεῖσθαι
791

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 86, li.10

Λέοντι πατρικίῳ

 Εἰ αὐτὸς οὐκ ἀτονεῖς εὖ ποιεῖν τῇ ἐμῇ ταπεινώσει δι' οἶκτον


φιλανθρωπίας, μή τι ἆρα ἐγὼ ὑποίσω τοῦ μὴ ἀπολογεῖσθαι τῇ ἀγαθῇ
σου ψυχῇ κἂν διὰ λόγου; ὢ τῆς συμπαθοῦς σου διαθέσεως· ὢ καρδίας  
φιλελεήμονος· ὢ ψυχῆς φιλοοικτίρμονος. ἔοικάς μοι, ὦ δέσποτα,
πηγῇ ἀειρρύτῳ ἀναψυχούσῃ με ἐκ δίψους αἰσθητοῦ τε καὶ νοητοῦ,
ἢ μᾶλλον παραδείσῳ παντοίων ὡραίων καρπῶν πεπληρωμένῳ, ἐξ οὗ
πάρεστίν μοι ἀπολαύειν τῶν ἐπιθυμουμένων. καὶ ὄντως φίλου πιστοῦ
οὐκ ἔστιν ἀντάλλαγμα τῶν ὄντων οὐδέν. ἐγὼ δὲ πατέρα σε προσα-
γορεύειν ἀξιῶ, φιλοτεκνίας ἰδιώματα ἐπιδεδειγμένῳ μοι ἔκπαλαι τῶν
χρόνων μέχρι τοῦ δεῦρο· ὃ καὶ θαυμάζειν ἄξιον, ὅτι οὔτε χρόνος
οὔτε τρόπος θλίψεως, οὐ πειρασμοῦ ὑπόθεσις, οὐχ ὑπαρχόντων ἐξ
ἐπηρείας ἀφαίρεσις, οὐκ ἄλλο τι, οὐ μικρόν, οὐ μέγα, ἤμβλυνέν σου
τὸ πλῆρες τῆς ἀγαθοσύνης. καίτοι γε ὁρῶμεν ἐπὶ γονέων οὐ πάντῃ
διασεσωσμένον τὸ φυσικὸν φίλτρον, ἀλλ' ἔστιν ὅτε ὑπολῆγον ἢ καὶ
εἰς ἔχθραν μεθιστάμενον καθ' ἡντιναοῦν σύμβασιν. ἐπὶ δὲ τῆς σῆς
μεγαλοφυΐας καὶ θεοσεβείας οὐχ οὕτως· ὁ αὐτὸς γὰρ εἶ ἀεὶ καὶ
ἀναλλοίωτος, ἐπειδὴ θεοῦ τοῦ ἀναλλοιώτου καὶ ὡσαύτως ἔχοντος
τὸν ἔρωτα κέκτησαι.

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 97, li.4

Ζαχαρίᾳ ὑπάτῳ

 Καὶ πάλιν γράψαι τῇ θεοφιλεῖ εὐκλείᾳ σου, κύριέ μου, ὀφειλέτης


εἰμὶ ὁ ταπεινός. διατί; εὐεργέτης ἡμῶν καθίστασαι ἀεί, φίλος
κραταιός, φίλος πιστός. τί δὲ φίλου πιστοῦ ἰδίωμα; τὸ τὴν ψυχὴν
ὑπὲρ τοῦ ἀγαπωμένου τιθέναι τὸν φιλοῦντα. ἴδε σαυτὸν οὖν καὶ
κατανόησον, εἰ μὴ ἐν τῷ μέτρῳ τούτῳ ἐγένου πρὸς τὴν ἡμετέραν
ταπείνωσιν, πρὸς τὴν τοῦ θεοφιλεστάτου ἀρχιεπισκόπου, πρὸς τὴν
τῶν παρατυγχανόντων σοι ἀδελφῶν ἡμῶν ὠφέλειαν· ὧν ἕκαστον
ἀναθεωροῦντές σου τῶν εὐεργεσιῶν καὶ φιλοῦμεν καὶ εὐλογοῦμέν
σε, εὐχόμεθα καὶ ὑπερευχόμεθα, τῶν ἀμοιβῶν ἀποδότην Χριστόν σοι
παριστῶντες, τὸν ἐπαγγειλάμενον καὶ ὑπὲρ ψυχροῦ ποτηρίου μι-
792

σθοὺς ἀποδιδόναι, μὴ ὅτι γε ὑπὲρ τηλικούτων.

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 113, li.17

τοσοῦτον ἐκ γένους, ὅσον ἐκ πνεύματος ἐναρέτου. ἐπεὶ καὶ ἄλλοι


ἀγχιστεῖς, ἀλλ' οὐχ οὕτως ἐραστοί, ὥστε με τὰ ἴσα ἐπιστέλλειν.
ἐπεύχομαι ὑμῖν κἂν ἁμαρτωλὸς τὰ σωτήρια, καί γε τὰ ὑγιαστήρια
ψυχῆς καὶ σώματος. τοῦτο δέ φημι διὰ τὴν ἐνεστῶσαν αἵρεσιν καὶ
ψυχοφθόρον πλάνησιν, ὡς ἂν ἀπήμαντος διαφυλαχθείης ὁ θεόφοβός
μου δεσπότης, καί γε πανέστιος· ἦρκται γὰρ ἡ ὀργὴ παρὰ Κυρίου
ἀπὸ Βυζαντίδος τῆς ὑβριστρίας, καθ' ὅσον ἀποδοκιμάζειν εἴωθεν τὰ
πρὸς Κύριον ἔκπαλαι. καὶ ἤδη κατέδεται τὸ πῦρ τὰ ἑκασταχοῦ.
μακάριος ὁ συνιῶν καὶ μένων ἄφλεκτος.
 Εἰ γὰρ πτωχὸς καὶ πένης Χριστὸς δι' ἡμᾶς, πῶς οὐ τὰ τῆς πτωχείας
ἰδιώματα ἐν αὐτῷ, ἤτοι χροιά, ἁφή, σῶμα, ἐξ ὧν καὶ ἐν οἷς ἡ
περιγραφή. ἀποσκευάζουσι τοίνυν, ὦ ἄνθρωπε τοῦ θεοῦ, τὴν
σωτήριον οἰκονομίαν τοῦ λόγου οἱ μὴ ὁμολογοῦντες αὐτὸν περιγε-
γράφθαι, καὶ τῆς τοῦ Ἀντιχρίστου παρουσίας προεισόδια τὰ παρ-
όντα. ἀλλ' οὐαί σοι, Βυζαντίς, ὅτι καὶ ἀπὸ σοῦ τὸ κρίμα ἦρκται καὶ
ἐν σοὶ τελευτήσειεν τὰ κακά, ὅταν ἀναπληρωθῶσιν αἱ ἁμαρτίαι σου.
 Ταῦτά μοι ἐκ πόθου καὶ πόνου τῇ μεγαλονοίᾳ σου, εἰδυίᾳ τὰ
μείζονα.  

Θεόδωρος Στουδίτης. Epistulae Epistle 463, li.40

τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον (εἰς ἕνα θεὸν καὶ οὐ τρεῖς, ἄπαγε, ἐπείπερ μία
ἡ θεότης, οὐ διαιρουμένη ταῖς τρισὶν ὑποστάσεσιν, ἀλλ' ὅλη ἐφ'
ἑκάστῳ προσώπῳ θεωρουμένη ἀμερίστως· ὃ καὶ παράδοξον, θεὸν
λέγειν ἕκαστον καὶ εἰς ἕνα θεὸν ἀνακεφαλαιοῦν τὸ ὁμολόγημα), κατὰ
δὲ τὸ τῆς οἰκονομίας πάλιν πιστεύειν ὅτι ὁ λόγος σὰρξ ἐγένετο,
ἤγουν ὁ εἷς τῆς Ἁγίας Τριάδος ἐγεννήθη ἐκ τῆς παναχράντου παρθέ-
νου Μαρίας, μείνας μὲν ὅπερ ἦν, θεὸς ἀναλλοίωτος καὶ τῷ πατρὶ
συναΐδιος, προσλαβὼν δὲ τὸ ἡμέτερον διὰ τῆς παρθενικῆς ἐν Πνεύ-
ματι Ἁγίῳ γεννήσεως. καὶ ἔστιν ὅλος θεὸς καὶ ὅλος ἄνθρωπος, ὅλα
φέρων ἀνελλιπῶς ἐν ἑαυτῷ τὰ τῶν ἑκατέρων φύσεων ἐξ ὧν συνετέθη,  
θεότητός τε φημὶ καὶ ἀνθρωπότητος ἐν μιᾷ ὑποστάσει τὰ ἰδιώματα,
περιγραπτὸς καὶ οὐ περιγραπτός, τὸ μὲν κατὰ τὴν θεότητα, τὸ δὲ
κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα· ταῦτα γὰρ τὰ ἰδιώματα, καὶ τῷ μὲν ἀπερι-
γράπτῳ εἷς ὢν τῆς Ἁγίας Τρίαδος, τῷ δὲ περιγραπτῷ εἷς ὢν ἐξ ἡμῶν.
κἀν τούτῳ πιστοῦται μεσίτης θεοῦ καὶ ἀνθρώπων γενόμενος, ὡς
συνάπτων τὰ ἄκρα πρὸς ἑαυτὸν καὶ δι' ἑαυτοῦ θείας φύσεως κοινω-
793

νοὺς καὶ θεοῦ υἱοὺς ἡμᾶς ἀπεργασάμενος, τὸ θαυμαστὸν καὶ ὑπεραι-


νετὸν καὶ νοούμενον καὶ λεγόμενον. ὁ οὖν λέγων αὐτὸν μὴ περιγρά-
φεσθαι ἐν σαρκὶ καθ' ὁμοιότητα ἡμετέραν, ἀρνεῖται, εὐλογημένε μου
ἀδελφέ, θεὸν ἐν σαρκὶ φᾶναι, ἀντιτασσόμενος τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ
Χριστοῦ καὶ ἔστιν Ἰουδαίοις ἴσος· ποῦ γὰρ ἀληθεύσει τὸ ὅμοιος

Ammonius Scr. Eccl., Fragm. in Joannem (in catenis) (2724: 003)


“Johannes–Kommentare aus der griechischen Kirche”, Ed. Reuss, J.
Berlin: Akademie–Verlag, 1966; Texte und Untersuchungen 89.Frag.
565, li.1

καὶ σοῦ ἰσότητα δοξάζομαι παρὰ παντός. Jo 17, 11


 Οἰκονομικῶς ὡς ἄνθρωπος λαλεῖ δεδόσθαι αὐτῷ τὸ τοῦ θεοῦ ὄνομα
φύσει
ἔχων αὐτὸ ὡς θεὸς καὶ υἱός.
Jo 17, 12  Οὐκ ἀνάγκῃ εἷλκεν αὐτούς. διὸ καὶ Ἰούδας δι' ἑκούσιον
δυστροπίαν
ἀπώλετο, οὐ μόνον Ἰούδας, ἀλλὰ καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἀπώλοντο, οὐ παρὰ
τῷ  
Χριστῷ· ὅσον γὰρ τὸ ἐπ' αὐτῷ, οὐδεὶς ἀπώλετο. υἱὸς ἀπωλείας ἐκλήθη
ὡς περιμένων καθά τινα γέννησιν τὴν τῆς ἀπωλείας ἡμέραν.
Jo 17, 12
 Κατ' ἰδίωμα ἡ γραφὴ ὡς αἰτιολογίαν τίθησι τὰ ἐκ τῆς ἐκβάσεως συμ-
βαίνοντα. ἔδει τὸν Ἰούδαν μαθόντα τὸ προδιαγορευθὲν μὴ προδοῦναι τὸν
Χριστόν. εἰ δέ τις εἴποι, πῶς φυλάσσοντος τοῦ Χριστοῦ ἀπώλετο,
λεκτέον,
ὅτι οὐ τοὺς φαύλους φυλάσσει, ἀλλ' ἐᾷ αὐτεξουσίους ὃ θέλουσι πράττειν,

τοὺς δὲ ἀγαθοὺς φυλάσσει καὶ δυναμοῖ διὰ τὸ μὴ ἀρκεῖν τὴν τοῦ


ἀνθρώπου
προαίρεσιν φυλάσσειν αὐτόν.
Jo 17, 13  Ταῦτα λέγει, ἵνα μὴ ἀθυμῶσιν, ἀλλὰ μᾶλλον χαρῶσιν, ὅτι πρὸς
τὸν
πατέρα ὑπάγει. Jo 17, 14
 Ὅταν λέγῃ «ἐκ τοῦ κόσμου» εἰσίν, τὴν φύσιν λέγει. ὅταν δὲ λέγῃ, ὅτι

Φλάβιος Ιουστινιανός. Contra monophysitas (2734: 001)


794

“Drei dogmatische Schriften Iustinians, 2nd edn.”, Ed. Amelotti, M.,


Albertella, R., Migliardi, L. (post E. Schwartz)Milan: Giuffrè, 1973;
Legum Iustiniani imperatoris vocabularium. Subsidia 2.Sec. 22, li.10

 Ἀλλ' οἱ τῆς ἀληθείας ἐχθροὶ καὶ τοῖς τῶν πατέρων ἐναντιούμενοι


δόγμασι ταῦτα μὴ διακρί-
νοντες εἰς ἑτέραν πάλιν μεταπίπτουσιν ἄνοιαν λέγοντες ὅτι οἱ θεὸν καὶ
ἄνθρωπον ὁμολογοῦντες
τὸν Χριστὸν καὶ μὴ λέγοντες αὐτὸν μιᾶς εἶναι φύσεως ὥσπερ τὸν
ἄνθρωπον οὐ δύο μόνον ἐπὶ
Χριστοῦ λέγειν ὤφειλον φύσεις, ἀλλὰ τρεῖς· ἑτέρα γὰρ ἡ τοῦ λόγου καὶ
ἑτέρα ἡ τῆς ψυχῆς καὶ
ἄλλη τοῦ σώματος ἡ φύσις. ταῦτα δὲ λέγοντες οἱ καινοὶ τῶν κακῶν
ἐφευρεταὶ εἰπάτωσαν
αὐτοὶ συνομολογοῦντες ἡμῖν ἐκ δύο φύσεων εἶναι τὸν Χριστὸν πῶς τοῦτο
νοοῦσιν; ἆρα ὡς ψυχὴν
ἐκτὸς σώματος ἀνειληφότα ἢ σῶμα χωρὶς ψυχῆς; ἓν γὰρ τῶν ἀτόπων
πάντως παρέξουσιν. εἰ
δὲ ταύτην τὴν ἀτοπίαν ἐκκλίνοντες καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα λέγουσιν
ἀνειληφέναι τὸν κύριον, αὐτοὶ
ταῖς οἰκείαις παγίσιν ἐμπλεκόμενοι φανήσονται ἐκ τριῶν φύσεων λέγειν
τὸν Χριστὸν ἀναγκαζό-
μενοι. ἀγνοοῦσι δὲ ὅτι τὸ ἄνθρωπος ὄνομα ἄνευ μὲν τῶν ἰδιωμάτων
λεγόμενον ἐπὶ κοινοῦ
σημαινομένου λαμβάνεται καὶ οὐσίας ἤτοι φύσεώς ἐστι σημαντικὸν καὶ
κατὰ πολλῶν ὑποστάσεων
λέγεται· ἐπειδὰν δὲ τῶι κοινῶι τὰ ἰδιώματα προστεθῆι, τηνικαῦτα ἡ
ὑπόστασις ἀναφαίνεται,
ὅτε καὶ διαφορὰ ψυχῆς καὶ σώματος γνωρίζεται. ἀμφότερα γὰρ ἡμᾶς
λέγειν καὶ ἡ ἀποστολικὴ
διδάσκει παράδοσις. ὁ μὲν γὰρ θεῖος Παῦλος περὶ τῶν καθ' ἕκαστον
λέγων καὶ ψυχὴν καὶ  
σῶμα θέλων σημᾶναι τὸν ἐντὸς ἄνθρωπον καὶ τὸν ἐκτὸς ἄνθρωπον
ὀνομάζει· ὁ δὲ Ἰάκωβος τὴν
κοινὴν οὐσίαν τῆς ἀνθρωπότητος δηλῶν λέγει· πᾶσα φύσις θηρίων τε καὶ
πετεινῶν ἑρπε-
τῶν τε καὶ ἐναλίων δαμάζεται καὶ δεδάμασται τῆι φύσει τῆι ἀνθρωπίνηι.
τὸ
μέντοι Χριστός ὄνομα οὐκ οὐσίας ἐστὶ σημαντικόν, ἐπειδὴ οὔτε ἐπὶ
κοινοῦ σημαινομένου λαμβάνε-
ται οὔτε κατὰ πολλῶν ὑποστάσεων λέγεται οὔτε μὴν ἄνευ τῶν
ἰδιωμάτων ὁμολογεῖται. τοῦτο
795

γὰρ ἡμᾶς καὶ ὁ ἐν ἁγίοις διδάσκει Κύριλλος ἐν τοῖς Σχολίοις αὐτοῦ τοῖς
περὶ τῆς ἐνανθρωπήσεως

Φλάβιος Ιουστινιανός. Contra monophysitas Sec. 22, li.12

νοντες εἰς ἑτέραν πάλιν μεταπίπτουσιν ἄνοιαν λέγοντες ὅτι οἱ θεὸν καὶ
ἄνθρωπον ὁμολογοῦντες
τὸν Χριστὸν καὶ μὴ λέγοντες αὐτὸν μιᾶς εἶναι φύσεως ὥσπερ τὸν
ἄνθρωπον οὐ δύο μόνον ἐπὶ
Χριστοῦ λέγειν ὤφειλον φύσεις, ἀλλὰ τρεῖς· ἑτέρα γὰρ ἡ τοῦ λόγου καὶ
ἑτέρα ἡ τῆς ψυχῆς καὶ
ἄλλη τοῦ σώματος ἡ φύσις. ταῦτα δὲ λέγοντες οἱ καινοὶ τῶν κακῶν
ἐφευρεταὶ εἰπάτωσαν
αὐτοὶ συνομολογοῦντες ἡμῖν ἐκ δύο φύσεων εἶναι τὸν Χριστὸν πῶς τοῦτο
νοοῦσιν; ἆρα ὡς ψυχὴν
ἐκτὸς σώματος ἀνειληφότα ἢ σῶμα χωρὶς ψυχῆς; ἓν γὰρ τῶν ἀτόπων
πάντως παρέξουσιν. εἰ
δὲ ταύτην τὴν ἀτοπίαν ἐκκλίνοντες καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα λέγουσιν
ἀνειληφέναι τὸν κύριον, αὐτοὶ
ταῖς οἰκείαις παγίσιν ἐμπλεκόμενοι φανήσονται ἐκ τριῶν φύσεων λέγειν
τὸν Χριστὸν ἀναγκαζό-
μενοι. ἀγνοοῦσι δὲ ὅτι τὸ ἄνθρωπος ὄνομα ἄνευ μὲν τῶν ἰδιωμάτων
λεγόμενον ἐπὶ κοινοῦ
σημαινομένου λαμβάνεται καὶ οὐσίας ἤτοι φύσεώς ἐστι σημαντικὸν καὶ
κατὰ πολλῶν ὑποστάσεων
λέγεται· ἐπειδὰν δὲ τῶι κοινῶι τὰ ἰδιώματα προστεθῆι, τηνικαῦτα ἡ
ὑπόστασις ἀναφαίνεται,
ὅτε καὶ διαφορὰ ψυχῆς καὶ σώματος γνωρίζεται. ἀμφότερα γὰρ ἡμᾶς
λέγειν καὶ ἡ ἀποστολικὴ
διδάσκει παράδοσις. ὁ μὲν γὰρ θεῖος Παῦλος περὶ τῶν καθ' ἕκαστον
λέγων καὶ ψυχὴν καὶ  
σῶμα θέλων σημᾶναι τὸν ἐντὸς ἄνθρωπον καὶ τὸν ἐκτὸς ἄνθρωπον
ὀνομάζει· ὁ δὲ Ἰάκωβος τὴν
κοινὴν οὐσίαν τῆς ἀνθρωπότητος δηλῶν λέγει· πᾶσα φύσις θηρίων τε καὶ
πετεινῶν ἑρπε-
τῶν τε καὶ ἐναλίων δαμάζεται καὶ δεδάμασται τῆι φύσει τῆι ἀνθρωπίνηι.
τὸ
μέντοι Χριστός ὄνομα οὐκ οὐσίας ἐστὶ σημαντικόν, ἐπειδὴ οὔτε ἐπὶ
κοινοῦ σημαινομένου λαμβάνε-
ται οὔτε κατὰ πολλῶν ὑποστάσεων λέγεται οὔτε μὴν ἄνευ τῶν
ἰδιωμάτων ὁμολογεῖται. τοῦτο
796

γὰρ ἡμᾶς καὶ ὁ ἐν ἁγίοις διδάσκει Κύριλλος ἐν τοῖς Σχολίοις αὐτοῦ τοῖς
περὶ τῆς ἐνανθρωπήσεως
λέγων ὅτι
 Τὸ Χριστός ὄνομα οὔτε ὅρου δύναμιν ἔχει οὔτε μὴν τήν τινος οὐσίαν ὅ
τι ποτέ ἐστιν, σημαίνει,

Φλάβιος Ιουστινιανός. Contra monophysitas Sec. 22, li.19

ταῖς οἰκείαις παγίσιν ἐμπλεκόμενοι φανήσονται ἐκ τριῶν φύσεων λέγειν


τὸν Χριστὸν ἀναγκαζό-
μενοι. ἀγνοοῦσι δὲ ὅτι τὸ ἄνθρωπος ὄνομα ἄνευ μὲν τῶν ἰδιωμάτων
λεγόμενον ἐπὶ κοινοῦ
σημαινομένου λαμβάνεται καὶ οὐσίας ἤτοι φύσεώς ἐστι σημαντικὸν καὶ
κατὰ πολλῶν ὑποστάσεων
λέγεται· ἐπειδὰν δὲ τῶι κοινῶι τὰ ἰδιώματα προστεθῆι, τηνικαῦτα ἡ
ὑπόστασις ἀναφαίνεται,
ὅτε καὶ διαφορὰ ψυχῆς καὶ σώματος γνωρίζεται. ἀμφότερα γὰρ ἡμᾶς
λέγειν καὶ ἡ ἀποστολικὴ
διδάσκει παράδοσις. ὁ μὲν γὰρ θεῖος Παῦλος περὶ τῶν καθ' ἕκαστον
λέγων καὶ ψυχὴν καὶ  
σῶμα θέλων σημᾶναι τὸν ἐντὸς ἄνθρωπον καὶ τὸν ἐκτὸς ἄνθρωπον
ὀνομάζει· ὁ δὲ Ἰάκωβος τὴν
κοινὴν οὐσίαν τῆς ἀνθρωπότητος δηλῶν λέγει· πᾶσα φύσις θηρίων τε καὶ
πετεινῶν ἑρπε-
τῶν τε καὶ ἐναλίων δαμάζεται καὶ δεδάμασται τῆι φύσει τῆι ἀνθρωπίνηι.
τὸ
μέντοι Χριστός ὄνομα οὐκ οὐσίας ἐστὶ σημαντικόν, ἐπειδὴ οὔτε ἐπὶ
κοινοῦ σημαινομένου λαμβάνε-
ται οὔτε κατὰ πολλῶν ὑποστάσεων λέγεται οὔτε μὴν ἄνευ τῶν
ἰδιωμάτων ὁμολογεῖται. τοῦτο
γὰρ ἡμᾶς καὶ ὁ ἐν ἁγίοις διδάσκει Κύριλλος ἐν τοῖς Σχολίοις αὐτοῦ τοῖς
περὶ τῆς ἐνανθρωπήσεως
λέγων ὅτι
 Τὸ Χριστός ὄνομα οὔτε ὅρου δύναμιν ἔχει οὔτε μὴν τήν τινος οὐσίαν ὅ
τι ποτέ ἐστιν, σημαίνει,
καθάπερ ἀμέλει ἄνθρωπος ἢ ἵππος ἢ βοῦς.
 Εἰ δὲ κατὰ τὴν τῶν αἱρετικῶν βλασφημίαν οὐσίας ὑπῆρχεν δηλωτικὸν τὸ
Χριστός ὄνομα ὥσπερ
τὸ ἄνθρωπος, πολλοὶ Χριστοὶ κατ' αὐτοὺς εὑρεθήσονται, καθ' ὧν τὸ
κοινὸν τῆς οὐσίας τοῦ
Χριστοῦ λέγουσιν· εἰ δὲ τοῦτο ἀσεβὲς καὶ ἀλλότριον παντελῶς
Χριστιανισμοῦ (εἷς γὰρ κύριος
797

Ἰησοῦς Χριστός), δῆλον ὅτι οὐκ ἐπὶ φύσεως, ἀλλ' ἐπὶ προσώπου εἴτουν
ὑποστάσεως τὸ Χριστός
ὁμολογεῖται.
 Σκοπήσωμεν δὲ καὶ ἄλλως ἣν ἔχει διαφορὰν τὸ τῆς οἰκονομίας
μυστήριον πρὸς τὸ κατὰ τὸν

Φλάβιος Ιουστινιανός. Contra monophysitas Sec. 191, li.12

ἀναλήψεως σαρκός, ἧι φυσικὸν μὲν τὸ ἡγεμονεύεσθαι, ἐδεῖτο δὲ


ἀτρέπτου νοῦ μὴ ὑποπίπτοντος
αὐτῆι δι' ἀνεπιστημοσύνης ἀσθένειαν, ἀλλὰ συναρμόζοντος αὐτὴν
ἀβιάστως ἑαυτῶι. τίς οὐκ
οἶδεν ὅτι τὸ δεόμενον τοῦ ἀνενδεοῦς ἕτερον τῆι φύσει πάντως ἐστὶ καὶ τὸ
πεφυκὸς ἡγεμονεύεσθαι
τοῦ ἐν τῆι φύσει τὸ ἄρχειν ἔχοντος ὁμοίως κατὰ τὸν λόγον τῆς οὐσίας
παρήλλακται, ὡς ἡ τῶν ἀλό-
γων φύσις ὑποχειρίως ἔχειν τῆι τῶν ἀνθρώπων κατεσκευάσθη καὶ ὁ
ἄνθρωπος οὐκ ἐπίκτητον τὴν
κατὰ τῶν ἀλόγων ἀρχήν, ἀλλ' οἰκείαν ἔχει. εἰ οὖν φυσικὸν τῆι σαρκὶ τὸ
ἡγεμονεύεσθαι, καθώς
φησιν ὁ Ἀπολινάριος, ἡγεμονικὸν δὲ τῆι φύσει τὸ θεῖον, πῶς ὁ ταῦτα
διδοὺς ἓν ἐξ ἀρχῆς εἶναι τὰ
ἀμφότερα τῆι φύσει διορίζεται πᾶσιν ὄντος προδήλου ὅτι ἕτερος τοῦ
ὑποχειρίου καὶ ἄλλος τοῦ
ἐπιστατοῦντος ὁ λόγος καὶ ἄλλο τὸ πεφυκὸς ὁδηγεῖσθαι καὶ ἕτερον πάλιν
ὧι φύσις τὸ ἡγεμονεύειν  
ἐστίν; εἰ οὖν ἐν τοῖς ἐναντίοις ἰδιώμασιν ἡ ἑκατέρου τούτων θεωρεῖται
φύσις, τῆς σαρκὸς λέγω
καὶ τῆς θεότητος, πῶς μία αἱ δύο φύσεις εἰσίν;
 Ἐκ τῶν εἰρημένων τοίνυν σαφὲς καθέστηκεν ὅτι ὅπου ἕνωσις διαφόρων
νοεῖται πραγ-
μάτων, ἐκεῖ πάντως καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν ἑνωθέντων γνωρίζεται· ἀλλ' οἱ τῆς
ἀληθείας ἐχθροὶ
ἀεὶ τῆι ἑαυτῶν δυσσεβείαι προσεπινοοῦντες τὰ χείρονα οὐ μόνον περὶ
τὴν οἰκονομίαν τοῦ ἑνὸς
τῆς ἁγίας τριάδος ἁμαρτάνουσιν, ἀλλὰ καὶ περὶ αὐτὴν βλασφημοῦσιν τὴν
ὁμοούσιον τριάδα.
καὶ τοῦτο γὰρ λέγειν Σευῆρος ἐτόλμησεν ὅτι ὁ τρισάγιος ὕμνος εἰς μόνον
ἀναφέρεται
τὸν υἱὸν μὴ κοινωνούντων τῆι δοξολογίαι τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ ἁγίου
πνεύματος. τοῦτο δὲ
οὐδὲν ἕτερόν ἐστιν ἢ κατὰ τὴν Ἀρείου μανίαν χωρίζειν τὸν υἱὸν τῆς
οὐσίας τοῦ πατρὸς καὶ
798

ἁγίου πνεύματος, καὶ ἑτεροούσιον αὐτὸν εἰσάγειν ἢ εἰ μὴ τοῦτο, ἀλλὰ


κατὰ τὴν Νεστορίου

Φλάβιος Ιουστινιανός. Edictum rectae fidei (2734: 005)


“Drei dogmatische Schriften Iustinians, 2nd edn.”, Ed. Amelotti, M.,
Albertella, R., Migliardi, L. (post E. Schwartz)Milan: Giuffre, 1973;
Legum Iustiniani imperatoris vocabularium. Subsidia 2.P. 138, li.25

ὁ πατὴρ γνωρίζεσθαι καὶ ἑκατέραν φύσιν ἐν αὐτῶι εἶναι, ἐξ ὧν καὶ


συνετέθη. καὶ οὐκ ἄν τις
οὕτω μανείη, ὡς ὀρθῶς νομίσαι φρονεῖν τοὺς λέγοντας μίαν εἶναι φύσιν
ἤτοι οὐσίαν σαρκὸς καὶ
θεότητος τοῦ Χριστοῦ τὴν αὐτὴν θείαν καὶ χοικήν, παθητὴν καὶ ἀπαθῆ.
 Ἐπειδὴ δὲ καὶ ἑτέρωθεν κατασκευάζειν ἐπιχειροῦσι τινὲς τὸ μίαν εἶναι
φύσιν τῆς θεότητος
καὶ τῆς ἀνθρωπότητος τοῦ Χριστοῦ τὸ τοῦ ἀνθρώπου παράδειγμα
προβαλλόμενοι καὶ λέγοντες
ὅτι ὥσπερ ἐξ ἑτεροφυῶν, ψυχῆς καὶ σώματος, συνεστὼς ὁ ἄνθρωπος μία
φύσις λέγεται, οὕτω καὶ
ἐκ δύο φύσεων, θεότητος καὶ ἀνθρωπότητος, τὸν Χριστὸν λέγοντες
ὀφείλομεν μίαν φύσιν ἐπ'
αὐτοῦ λέγειν, ἐκεῖνο πρὸς αὐτοὺς ἐροῦμεν ὅτι ὁ μὲν ἄνθρωπος κἂν ἐκ
διαφόρων συνέστηκεν, του-
τέστι ψυχῆς καὶ σώματος, ὅμως διὰ τοῦτο μία φύσις λέγεται, ἐπειδὴ
κοινῶς κατὰ πασῶν τῶν
ὑποστάσεων ἢ γοῦν προσώπων τῶν ὑπὸ τὸ αὐτὸ εἶδος ἀναγομένων
κατηγορεῖται. εἰ καὶ τὰ
μάλιστα γὰρ ἑκάστη ὑπόστασις ἤτοι πρόσωπον, οἷον Πέτρος καὶ Παῦλος,
τοῖς ἰδιώμασιν ἀπ'
ἀλλήλων διαχωρίζονται, ἀλλ' ὅμως οὐ τῆι φύσει διαιροῦνται· ἀμφότεροι
γὰρ ἄνθρωποι. καὶ
πάλιν οὔτε ψυχὴ χωρὶς σώματος οὔτε σῶμα χωρὶς ψυχῆς ἄνθρωπος, ἀλλ'
ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ
εἶναι ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος ἐδημιουργήθη. πᾶν δὲ κτίσμα εἰ καὶ ἐκ
διαφόρων συνέστηκεν,
ἀλλ' οὖν μίαν ἐκείνην ἔχειν λέγεται φύσιν καθ' ἣν παρὰ τοῦ θεοῦ
ἐδημιουργήθη· ὁ δὲ Χριστὸς οὐχ
οὕτως. οὔτε γὰρ μίαν φύσιν ἢ γοῦν οὐσίαν δηλοῖ κοινῶς κατὰ πολλῶν
ὑποστάσεων ἤτοι
προσώπων κατηγορουμένην, ὥσπερ ὁ ἄνθρωπος (εἰ γὰρ τοῦτο ἦν, πολλοὶ
Χριστοὶ εὑρεθήσονται
καθ' ὧν τὸ κοινὸν τῆς μιᾶς φύσεως κατηγορεῖτο, ὅπερ καὶ λέγειν ἐστὶν
799

ἀσεβές)· ἀλλ' οὔτε ἀπ'


ἀρχῆς ἐκ θεότητος καὶ ἀνθρωπότητος, ὥσπερ ὁ ἄνθρωπος ἐκ ψυχῆς καὶ
σώματος, ὁ Χριστὸς
ἐδημιουργήθη, ἵνα τοῦτο ἦι φύσις Χριστοῦ, ἀλλὰ θεὸς ὢν πρὸ αἰώνων ὁ
λόγος καὶ τῆς αὐτῆς
φύσεως ἤτοι οὐσίας ὑπάρχων τῶι πατρὶ καὶ δημιουργὸς τῶν ἁπάντων, ἐπ'
ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν

Gennadius I Scr. Eccl., Fragm. in epistulam ad Romanos (in catenis)


(2762: 004)“Pauluskommentar aus der griechischen Kirche aus
Katenenhandschriften gesammelt”, Ed. Staab, K.Münster: Aschendorff,
1933.
P. 357, li.28

Röm 1,20b

 Τὸ δὲ εἰς τὸ εἶναι αὐτοὺς ἀναπολογήτους φησὶν ἀντὶ


τοῦ παραιτεῖται αὐτῶν τὴν ἀπολογίαν· τοῦτο ἀποστρέφει τὴν γλῶτταν,
ἐμφράττει τὸ στόμα εὔχει, σιωπὰν ποιεῖ. ἔφη δὲ αὐτῷ τῷ αἰτιατικῷ
τρόπῳ κατὰ τὸ οἰκεῖον ἰδίωμα· σύνηθες γὰρ τῷ ἀποστόλῳ τὰς τῶν
πραγμάτων ἐκβάσεις ὡς τῶν πραγμάτων αἴτια τιθέναι. οὐ γὰρ διὰ
τοῦτο τὴν πρώτην ὁ θεὸς τῆς ἑαυτοῦ γνώσεως τοὺς ἀνθρώπους ἠξίωσεν,
ἵνα αὐτοῖς μηδ' ἧστινος ἀπολογίας μετείη, ἀλλὰ ταύτην ἐν αὐτοῖς
ἐφανέρωσε πρὸς τὸ συμφέρον αὐτοῖς ἵνα ἔχειν τό τε αὐτοῦ καὶ τῆς
κηδεμονίας ἀπολαμβάνειν τῆς αὐτοῦ. ἐπειδὴ τὴν δωρεὰν ἐκεῖνοι τὴν
θείαν διὰ τῆς αὐτῶν ἐνύβρισαν ῥᾳθυμίας, ἠκολούθησαν ὡς εἰκῶς τὸ
ἐκπεσόντας αὐτοὺς τοῦ προσήκοντος πάσης παραιτήσεως
ἀποστηρηθῆναι.  

Gennadius I Scr. Eccl., Fragm. in epistulam ad Romanos (in catenis)


P. 364, li.30

Röm 5,20

 Νόμος δὲ παρεισῆλθεν, φησίν, ἵνα πλεονάσῃ τὸ


παράπτωμα. ἔοικε τοῦτο τῷ ἐν τῇ πρὸς Γαλάτας· ὁ νόμος τῶν
παραβάσεων χάριν προσετέθη. τὸ γὰρ ἵνα κἀνταῦθα κατὰ
τὸ ἰδίωμα τέθεικεν, σημαίνει γὰρ τὸ ἀκόλουθον. τοῖς γὰρ μετὰ τὸν
Ἀδάμ, φησίν, ἅπασιν, μᾶλλον δὲ καὶ αὐτῷ τῷ Ἀδὰμ νόμου δοθέντος  
800

ἐπλεόνασε τὸ παράπτωμα· ὅσῳ γὰρ τὰ παραγγέλματα πλείω, τοσούτῳ


παραβαινομένων αὐτῶν καὶ τὰ παραπτώματα. ταῖς δὲ παρανομίαις τῆς
ἁμαρτίας αὐξηθείσης εἰς πλῆθος ἡ ταύτην ἀναιροῦσα χάρις ὑπερμεγέθης
εἰκότως πέφηνεν οὖσα.

Gennadius I Scr. Eccl., Fragm. in epistulam ad Romanos (in catenis)


P. 371, li.4

δοθέντι μοι βοηθήματι, τούτῳ τὸ ζῆν ἀπολέσας. ἡ γὰρ ἁμαρτία


ἀφορμὴν λαβοῦσα διὰ τῆς ἐντολῆς ἐξηπάτησέν με
καὶ δι' αὐτῆς ἀπέκτεινεν· ἔχουσα γὰρ διὰ τῆς ἐντολῆς πρόφασιν
ἡ κατάρατος ἁμαρτία καὶ δυνατωτέρα τῷ ὅπλῳ τῷ ἐμῷ γενομένη, δι'
αὐτοῦ με τούτου παρακρουσαμένη κατέσφαξεν. δίεισιν μέντοι περὶ τῆς
ἁμαρτίας ὡς ζώσης τε καὶ ὑφεστηκυίας καὶ σοφιζομένης τὸν ἄνθρωπον  
κατὰ τὸ τῆς θείας ἔθος γραφῆς· οὕτω γοῦν καὶ τὴν δικαιοσύνην προς-
ωποποιῶν ὁ μακάριος εἰσάγει Δαυὶδ λέγων· δικαιοσύνη ἐνώ-
πιον αὐτοῦ προπορεύσεται, καὶ πάλιν ὁ Σολομὼν τὴν σοφίαν,
καὶ ὅλως ἐν τοῖς θείοις λογίοις πολὺ τὸ τοιοῦτον ἰδίωμα.

Röm 7,12

 Ὥστε, φησίν, ὁ μὲν νόμος ἅγιος, καὶ ἡ ἐντολὴ ἁγία


καὶ δικαία καὶ ἀγαθή. ὁ μὲν σύνδεσμος ἁπλῶς ἐνταῦθα προσέρ-
ριπται, νόμον δὲ καὶ ἐντολὴν ταὐτὸν ἀμφοτέρως ὠνόμασεν. ἁγίαν
μέντοι τὴν ἐντολὴν εἶπεν ὡς τῆς ἁμαρτίας ἀπάγουσαν καὶ διϊστῶσάν τε
καὶ ἀφορίζουσαν τοῦ κακοῦ, δικαίαν δὲ ὡς μετὰ τοῦ δικαίου τιμῶσάν
τε ὑπακούοντας καὶ κολάζουσαν παρακούοντας,

Gennadius I Scr. Eccl., Fragm. in epistulam ad Romanos (in catenis)


P. 372, li.7

Röm 7,14

 Ἐπὶ πλέον ὑπεραπολογούμενός τε τοῦ νόμου καὶ τῆς αἰτίας ἀπο-


λύων αὐτόν, τοῦτο, φησίν, ἐπίσταμαι ὅτι ὁ νόμος πνευματικός
ἐστιν, ἵνα εἴπῃ, τέλειος καὶ ἀνενδεὴς καὶ ἀρετὴν ἀπηκριβωμένην
ἀπαιτῶν ἀθανάτοις προσήκουσαν. ἀλλ' ἐγὼ τί πάθω; θνητὴν καὶ
φθαρτὴν καὶ πολλοῖς πάθεσιν ὑποκειμένην περικείμενος σάρκα, ἐκδεδο-
μένος ὥσπερ εἰς πταίσματα· τὸ γὰρ πεπραμένος ὑπὸ τὴν ἁμαρ-
801

τίαν ἀντὶ τοῦ ὡς πεπραμένος λέγει. καὶ τοῦτο δὲ ἰδίωμα γραφικόν,


τὸ δίχα τοῦ ὁμοιωματικοῦ ἐπιρρήματος λέγειν τι τῶν προκειμένων
πολλάκις· οἷόν ἐστι καὶ τὸ ὁ θεὸς ἡμῶν πῦρ καταναλίσκον.
ἔοικε δὲ τῷ δοῦλοι ἦτε τῆς ἁμαρτίας ἐν τοῖς ἔμπροσθεν
εἰρημένῳ καὶ τῷ παρὰ τῷ προφήτῃ· τίνι ὑπόχρεως ὢν πέπρακα
ὑμᾶς; ἀλλ' ἢ ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν ἐπράθητε, καὶ τῷ ἐν
τοῖς ἁγίοις Εὐαγγελίοις λεγομένῳ παρὰ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν, ὅτι ὁ
ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστι τῆς ἁμαρτίας· ὄντως
γὰρ ᾧ τις ἥττηται, τούτῳ καὶ δεδούλωται.

Gennadius I Scr. Eccl., Fragm. in epistulam ad Romanos (in catenis)


P. 380, li.21

ἡμᾶς πρὸ καταβολῆς κόσμου, διδάσκει τὰ τοῖς πρόσθεν


ἀπόρρητα· λέγει γὰρ ὅτι αὐτῆς τῆς κτίσεως ἡ τοιαυτότροπος διασκευὴ
προκηρύττει τὸ νῦν πεφηνὸς εὐαγγέλιον, καὶ δήλη καὶ σαφής ἐστι τὴν
ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ θεοῦ περιμένουσα, ἐπεὶ μηδὲ
ματαίως ὄντως ἔκτισε πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων.

Röm 8,20

 Ματαιότητα λέγει τὸν ῥευστὸν τοῦτον καὶ φθαρτὸν βίον ἡμῶν,


ἐπεὶ τίνος χάριν, φησίν, οὕτω πρὸς τὴν ὑπηρεσίαν τῶν φθαρτῶν ἅπασα
συνετείνετο, μὴ ἐπ' ἐλπίσι καὶ προσδοκίαις τοιαύταις, ποιεῖν αὐτῇ θεοῦ
τοῦ τοῦτο νομοθετήσαντος; τὸ δὲ οὐχ ἑκοῦσα προσωποποιήσας ἔφη.
πολὺ δὲ τοῦτο παρὰ τῇ θεοπνεύστῳ γραφῇ τὸ ἰδίωμα, λέγω τὸ καὶ
φωνὰς καὶ ἤθη τοῖς ἀψύχοις περιτιθέναι, ὥσπερ ἀμέλει καὶ ἐν τῇ τετάρτῃ
τῶν Βασιλειῶν· ἀπέστειλεν γάρ, φησίν, Ἰωὰς βασιλεὺς
Ἰσραὴλ πρὸς Ἀμεσσίαν βασιλέα Ἰούδα λέγων· Ὁ ἄκαν
ὁ ἐν τῷ Λιβάνῳ ἀπέστειλε πρὸς τὴν κέδρον τὴν ἐν τῷ
Λιβάνῳ λέγων· δὸς τὴν θυγατέρα σου τῷ υἱῷ μου εἰς
γυναῖκα. ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς Κριταῖς Ἰωθὰμ ὁ Γεδεῶνος τοῦ καὶ
Ἰεροβοὰμ υἱὸς εἶπεν, φησί, πρὸς ἄνδρας Σικίμων· ἐπορεύθη τὰ
ξύλα τοῦ χρίσαι ἐφ' ἑαυτὰ βασιλέα, καὶ εἶπον τῇ
ἐλαίᾳ· βασίλευσον ἐφ' ἡμᾶς. καὶ ὅλως ἀνάπλεως, ὡς ἔφην,
τῶν τοιούτων ἡ θεία γραφή. τὸ οὖν οὐχ ἑκοῦσα κατὰ τοῦτο καὶ ὁ  

Gennadius I Scr. Eccl., Fragm. in epistulam ad Romanos (in catenis)


P. 381, li.1
802

φωνὰς καὶ ἤθη τοῖς ἀψύχοις περιτιθέναι, ὥσπερ ἀμέλει καὶ ἐν τῇ τετάρτῃ
τῶν Βασιλειῶν· ἀπέστειλεν γάρ, φησίν, Ἰωὰς βασιλεὺς
Ἰσραὴλ πρὸς Ἀμεσσίαν βασιλέα Ἰούδα λέγων· Ὁ ἄκαν
ὁ ἐν τῷ Λιβάνῳ ἀπέστειλε πρὸς τὴν κέδρον τὴν ἐν τῷ
Λιβάνῳ λέγων· δὸς τὴν θυγατέρα σου τῷ υἱῷ μου εἰς
γυναῖκα. ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς Κριταῖς Ἰωθὰμ ὁ Γεδεῶνος τοῦ καὶ
Ἰεροβοὰμ υἱὸς εἶπεν, φησί, πρὸς ἄνδρας Σικίμων· ἐπορεύθη τὰ
ξύλα τοῦ χρίσαι ἐφ' ἑαυτὰ βασιλέα, καὶ εἶπον τῇ
ἐλαίᾳ· βασίλευσον ἐφ' ἡμᾶς. καὶ ὅλως ἀνάπλεως, ὡς ἔφην,
τῶν τοιούτων ἡ θεία γραφή. τὸ οὖν οὐχ ἑκοῦσα κατὰ τοῦτο καὶ ὁ  
ἀπόστολος ἔφησε τὸ ἰδίωμα. ἢ καὶ διὰ τοὺς ἀγγέλους τυχόν, ἵνα ἀπὸ
τοῦ κρείττονος μέρους ὡς περὶ τῆς πάσης αὐτῆς ᾖ τὸ λεγόμενον.

Callinicus Biogr., Vita sancti Hypatii (2770: 001)


“Callinicos. Vie d'Hypatios”, Ed. Bartelink, G.J.M.
Paris: Cerf, 1971; Sources chrétiennes 177.
Dedication-prologue-ch. ded, Sec. 6, li.7

τῷ τρίτῳ ἀφηγουμένῳ ἀπ' ἐκείνου τοῦ μακαριωτάτου τῆς


ἐκεῖσε μονῆς, ᾧ κατέλειψεν αὐτὰ ἀναλύων πρὸς τὸν Κύριον
ὁ κατὰ τὴν δοθεῖσαν αὐτῷ χάριν μαθητὴς τοῦ ὁσίου γέρον-
τος, τὴν σύνταξιν αὐτῶν καθὼς ὑποτέτακται ποιησάμενος.
 Ἐναλλάξας αὐτῶν ἐγὼ καὶ διορθωσάμενος ὅσα  
κατὰ τὴν τῶν Σύρων διάλεκτον καὶ τὴν προσοῦσαν αὐτοῖς
δασύτητα ἐδόκει πρὸς τὴν συνήθη ἡμῶν διηλλάχθαι
φωνήν, τοῦτ' ἔστι τοῦ η στοιχείου εἰς τὸ ει μεταβολὴν ἢ
τοῦ ω εἰς τὸ ο ἢ τὸ ἀνάπαλιν, ἢ τοιαῦτα τινὰ βραχέα,
μήτε ἐμοὶ τῆς ἐναλλαγῆς φέροντα κίνδυνον, μήτε τῷ συν-
τάξαντι ἐκ τοῦ ἰδιώματος τῆς γλώσσης εἰς ὃ παρελήφ-
θησαν πρὸς τοὺς ἐντυγχάνοντας φέροντα κατάγνωσιν,
πλέον δέ τι παρασαλεῦσαι τῶν συνταγέντων ἢ ἐν προσθήκῃ
ἢ ἐν ὑφαιρέσει τολμηρὸν ἡγησάμην, αἱρετώτερα καὶ
γλυκύτερα τοῖς ἀναγινώσκουσι νομίσας τὰ τοῦ μοναχοῦ
τοῦ γεννήσαντος αὐτὰ καὶ συντάξαντος ἐν ἁπλότητι σφάλ-
ματα ἐν σολοικισμοῖς, ἤπερ τὰ ἐμὰ ὡς ἐδόκουν ἐν σοφίᾳ
κοσμικῇ ἄτακτα καὶ ἀχαρίτωτα διορθώματα. Ἐρρωμένος
εὔχου ὑπὲρ ἡμῶν, εὐλαβέστατε.

Joannes Gramm., Theol., Apologia concilii Chalcedonensis (excerpta


Graeca) (2816: 001)“Iohannis Caesariensis presbyteri et grammatici
803

opera quae supersunt”, Ed. Richard, M.Turnhout: Brepols, 1977; Corpus


Christianorum. Series Graeca 1.
Line 40

λόγος, φθαρτὸν δὲ τὸ σῶμα, οὐκοῦν ἄρα καὶ ἡ ψυχὴ διαφθείρεται


καὶ τὸ λέγειν ἀθάνατον εἶναι τὴν ψυχὴν ψευδὲς ἀναδειχθήσεται
διὰ τὰς ὑμῶν ἀνοήτους κενοφωνίας.
 III. 1. [Ἐκ τῶν συνηγορικῶν Εὐλογίου Ἀλεξανδρείας] πρὸς
τοὺς λέγοντας· εἴ φατε τὸν Χριστὸν δύο ἔχειν οὐσίας, πάντως ἡ
ἁγία τριὰς πᾶσαν σεσάρκωται τὴν ἀνθρωπότητα.
 Ταῦτα τῶν ἐναντίων ὑπάρχει τὰ προβλήματα. Οἴονται γὰρ
ἴσως μεριστὴν εἶναι τὴν τῆς θεότητος οὐσίαν, καὶ τὸ μὲν αὐτῆς ἐν
πατρὶ θεωρεῖσθαι, τὸ δὲ ἐν υἱῷ, τὸ δὲ ἐν ἁγίῳ πνεύματι, ὡς
ἑκάστης ὑποστάσεως ἐκ μέρους, ἀλλ' οὐκ ἐν πᾶσι τοῖς τῆς
θεότητος ἰδιώμασι γνωριζομένης. Ἡμεῖς δὲ οὐκ εἰς τοσοῦτον
ἀσεβείας ἠλάσαμεν, ὡς μερισμὸν ἡγεῖσθαι καὶ κατατομὴν περὶ
τὴν θείαν ὑπάρχειν οὐσίαν, ἀλλά φαμεν ἑκάστην χαρακτηρι-
στικὴν ὑπόστασιν ἀνελλιπῶς τὰ τῆς θεότητος ἔχειν γνωρίσματα,
τὸ ἀγαθὸν, τὸ δημιουργικὸν καὶ ὅσα περὶ τὴν ἄκτιστον φύσιν
ὑπάρχει. Οὕτω γὰρ καὶ ὁμοούσιον τὴν τριάδα φαμέν, ὡς τῆς
αὐτῆς οὐσίας ὁλοτελῶς ἐν τρισὶ προσώποις γνωριζομένης. Καὶ
γὰρ ὁ πατὴρ τελείαν ἔχει τὴν τῆς θεότητος οὐσίαν, ὁμοίως ὁ υἱός,
ὁμοίως τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον. Ὅθεν τέλειος θεὸς ὁ πατήρ, τέλειος
θεὸς ὁ υἱός, τέλειος θεὸς τὸ πνεῦμα. Τούτοις καὶ ὁ τῆς ἀληθείας
κῆρυξ Παῦλος συνηγορεῖ φάσκων· Ἐν αὐτῷ γὰρ κατοικεῖ πᾶν

Joannes Gramm., Theol., Apologia concilii Chalcedonensis (excerpta


Graeca)
Line 68

τοῦ υἱοῦ ὄντος πατρός· ταῦτα γὰρ ὀνόματα σημαντικὰ τῆς πρὸς
ἀλλήλους σχέσεως ὑπάρχει. Πῶς οὖν μὴ εἴπωμεν τὴν οὐσίαν τῆς
θεότητος ἀνελλιπῶς ἐν τῷ Χριστῷ εἶναι, ὁπότε τέλειον θεὸν
αὐτὸν εἶναί φαμεν; Πῶς δὲ καὶ τέλειον αὐτὸν ἄνθρωπον ὁμολο-
γοῦντες οὐ πᾶσαν ἀνθρωπότητος οὐσίαν ἐνυπάρχειν αὐτῷ προ-
σομολογήσωμεν; Οὐ γὰρ μέρος αὐτῆς προσείληφεν, ὡς Ἀπολι-
νάριός φησι, σάρκα δίχα λογικῆς ψυχῆς, ἀλλὰ πᾶσαν τὴν οὐσίαν,
ὅ ἐστι σὰρξ ἐψυχωμένη ψυχῇ λογικῇ καὶ νοερᾷ. Αὕτη γὰρ κοινῶς
ἐν τοῖς καθ' ἕκαστον ἀνθρώποις τελείως ἐνυπάρχουσα, οὐσία
εἰκότως ἂν ῥηθείη. Χωρίζονται γὰρ ἀλλήλων οἱ κατὰ μέρος οὐ τῇ
οὐσίᾳ, τοῖς δὲ παρεπομένοις ἰδιώμασι, μεγέθει καὶ χρώματι καὶ
ἁπλῶς εἰπεῖν ταῖς χαρακτηριστικαῖς τῶν προσώπων ποιότησιν.
804

 2. Πῶς δὲ καὶ ἐκ δύο φύσεων φήσουσι τὸν Χριστόν, εἰ μὴ ἀντὶ


οὐσιῶν αὐτοῖς νοηθείη τὸ τῆς φύσεως ὄνομα; Οὐ γὰρ ἀντὶ
ὑποστάσεων χαρακτηριστικῶν τολμήσουσι λέγειν, ἐπεὶ καὶ ἐκ
δύο προσώπων ἀναγκασθήσονται εἰπεῖν. Ἡ γὰρ ὑπόστασις ἡ
χαρακτηριστικὴ πρόσωπον δίδωσιν ἐννοεῖν. Ἐν χαρακτῆρι δέ
φημι, μήπως τῇ συνήθει τῶν αἱρετικῶν ἀπάτῃ δίχα χαρακτῆρος
ὑπόθωνται τὴν ὑπόστασιν. Τότε γὰρ τὴν τῆς οὐσίας σημασίαν
ἀποφέρεται.

Joannes Gramm., Theol., Apologia concilii Chalcedonensis (excerpta


Graeca)
Line 170

ὑπεραίρουσα τὴν ἀνθρωπίνην διαδιδράσκει κατάληψιν.


 3. Ἀλλὰ πάλιν τοῖς αὐτοῖς ἐμφιλοχωροῦσι νοσήμασιν, ὗς κατὰ
τὸν λόγον τῷ βορβόρῳ ἐγκυλιόμενος. Τὰ αὐτὰ γὰρ πάλιν δια-
φόρως προβάλλονται. Φασὶ γάρ· Οὐκ ἔστιν οὐσία ἀνυπόστατος·
πῶς οὖν οὐκ ἐν δύο ὑποστάσεσι ῥητέον, εἴπερ ἄρα δύο οὐσίας
φατέ; Ὁρᾶτε τῶν κομψῶν τούτων τὴν ἄγνοιαν; τὴν γὰρ αὐτὴν
ἡμῖν ἀνοήτως εἰσήγαγον πρότασιν, τὰ ὀνόματα πάλιν ὑπαλλά-
ξαντες. Τίς γὰρ διαφορὰ οὐσίας καὶ φύσεως; Τίς δὲ προσώπου
πρὸς τὴν ἐν χαρακτῆρι ὑπόστασιν; Ὅθεν ὁ αὐτὸς ἡμῖν καὶ ἐπὶ τοῦ
παρόντος ἀρκέσει λόγος. Εἴποιμι γὰρ ἂν πρὸς αὐτούς· καὶ ἐμὲ τὸν
ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος ἐν ἰδιώμασι χαρακτηριστικοῖς θεωρούμε-
νον ἄνθρωπον πολλὰς ὑποστάσεις καὶ πολλοὺς ἀνθρώπους
δοκεῖτε ποιεῖν. Οὐ γὰρ δὴ τοσοῦτον ἠλίθιοι πεφύκατε, ὥστε
ἀγνοεῖν ἑτέραν μὲν εἶναι κατ' οὐσίαν τὴν ψυχὴν πρὸς τὸ σῶμα,
ἕτερον δὲ τὸ σῶμα τὸν περὶ τῆς οὐσίας λόγον ἐπέχειν. Εἰ δὲ
ἑκάστη οὐσία καθ' ὑμᾶς ἰδικὴν ὑπόστασιν χαρακτηριστικὴν ἀνα-
δέχεται, κενά μοι τὰ τῆς ἑνώσεως καὶ ὁ εἷς γέγονα δύο, ἵνα ὑμῖν  
δόξῃ καὶ τοῖς ματαίοις σκινδαλάμοις. Εἰ δὲ ἐγὼ ἐκ δύο οὐσιῶν
διαφόρων συγκείμενος οὔκ εἰμι δύο ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ τὰς δύο
ἔχω οὐσίας τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος καὶ ἐν ὑποστάσει μιᾷ
θεωροῦμαι, τίς ἀνάγκη καὶ ἐπὶ Χριστοῦ τὰς δύο οὐσίας

Joannes Gramm., Theol., Apologia concilii Chalcedonensis (excerpta


Graeca)
Line 210

οὐσία ὕπαρξίς ἐστιν· ἔστι γὰρ καὶ ὑπάρχει». 6. Εἰ οὖν τις


ἐνυποστάτους κατὰ τοῦτον τὸν λόγον εἴποι τὰς οὐσίας, ὅ ἐστιν
805

ὑπαρχούσας, οὐδὲ ἡμεῖς ἀρνηθείημεν. Ἡ γὰρ ὑπόστασις πρὸς


τὴν οὐσίαν τῷ εἰναι μέν τι οὐ διαφέρει, ἀλλὰ τῷ τὴν μὲν κοινῶς
εἶναι, φημὶ δὴ τὴν οὐσίαν, τὴν δὲ ὑπόστασιν ἰδικῶς, ὅταν μετὰ
τῶν καθόλου καὶ ἰδικόν τι ἔχοι. Οὐ κατὰ τοῦτο οὖν φαμεν τὴν
ἡμετέραν ἐν Χριστῷ οὐσίαν ἐνυπόστατον εἶναι, οἷον ὑπόστασιν
καθ' ἑαυτὴν χαρακτηριστικὴν καὶ πρόσωπον οὖσαν, ἀλλὰ καθὸ  
ὑφέστηκέ τε καὶ ἔστιν. Ἐνίοτε γὰρ τὸ ὑφεστηκέναι δηλοῖ ἡ
ὑπόστασις, ὅ ἐστιν οὐσία, ὡς ἀποδέδεικται, ὅταν τῶν χαρακτη-
ριστικῶν ἰδιωμάτων καὶ περὶ πρόσωπον θεωρουμένων ἐστέρη-
ται.

[Ἐκ τῶν Εὐλογίου συνηγοριῶν]


πρὸς τοὺς λέγοντας ὅτι εἰ δύο φατὲ οὐσίας.
ὅ ἐστι φύσεις ἡνωμένας, πάντως μία γέγονε
φύσις· τὰ γὰρ ἑνούμενα πάντως ἕν τι
γίνεται.

 V. Εἰ μὲν τὸ ἕν τι γενέσθαι κατὰ τὴν χαρακτηριστικὴν ὑπόστα-


σιν βούλονται κατασκευάζειν, ὀρθῶς καὶ λίαν εὐσεβῶς καὶ
συνῳδὰ τοῖς ἐν Χαλκηδόνι δογματίζουσιν· κἀκεῖνοι γὰρ μίαν
ὑπόστασιν ἀποφαίνονται, δύο δὲ τὰς οὐσίας.

Joannes Gramm., Theol., Adversus Aphthartodocetas (2816: 003)


“Iohannis Caesariensis presbyteri et grammatici opera quae supersunt”,
Ed. Richard, M.Turnhout: Brepols, 1977; Corpus Christianorum. Series
Graeca 1.
Line 277

ὑδαρῆ καὶ μηδέπω φθάσαντα, δίκην ὀστράκου, τῇ ἀφθαρσίᾳ


κραταιωθῆναι, ὕδωρ ὥσπερ καταλει[βομένη] καὶ καταστάζουσα
διέλυσεν ἡ ἁμαρτία. Διὸ δ[ὴ πάλιν] ἄνωθεν κηροπλαστῶν [τὸν]
αὐτὸν εἰς τιμὴν ὁ θεὸς ἐν τῇ παρθενικῇ κραταιώς[ας καὶ
συγκ]εράσας τῷ λόγῳ ἄτηκτον καὶ ἄθραυστον ἐξήγα[γεν εἰς τὸν
βίον, ἵνα μὴ πάλιν τοῖς τῆς] φθορᾶς ἔξωθεν ἐπικλυσθεὶς ῥεύμασι
τηκεδόνα γεννή[σας διαπέσῃ].
 10. Γρηγορίου Νύςςης ἐκ τοῦ Κατηχητικοῦ· Ἄνθρωπος
[μὲν] γὰρ [ἐκ συνδυασμοῦ] τίκτεται [καὶ] μετὰ θάνατον ἐν δια-
φθορᾷ γ[ίνεται]. Εἰ ταῦτα περ[ιεῖχε τὸ κ]ήρυγμα [οὐκ ἂν] θεὸν
εἶναι πάντως ᾠήθης τὸν τοῖς ἰδιώ[μασι τῆς] φύσεως [ἡμῶν
μα]ρτυρούμενον. [Ἐπεὶ] δὲ γεγεννῆσθαι μὲν αὐτὸν ἀκούεις,
ἐκβεβηκέναι δὲ τῆς φύσεως ἡμῶν [τὴν] κοινότητα τῷ τε τῆς
γενέσεως τρόπῳ καὶ τῷ [ἀνεπιδ]έκτῳ τῆς εἰς [φθορὰν] ἀλλοιώ-
806

σεως.

Alexander Scr. Eccl., Inventio crucis (fort. auctore Alexandro alio)


(2860: 001); MPG 87.3.P. 4028, li.13

μετὰ τῆς προσλήψεως, καὶ διὰ τοῦτο κυρίως καὶ


κατὰ ἀλήθειαν Θεοτόκος ἐστὶν ἡ ἁγία Παρθένος,
ἥτις οὕτως αὐτὸν ἀπεκύησεν, ὥσπερ δὴ καὶ συνέλαβεν
αὐτόν. Ἀφθόρως γὰρ συνέλαβεν, θεοπρεπῶς καὶ
ἐγέννησεν. Θεὸς γὰρ ἦν ὁ ἐξ αὐτῆς σαρκωθεὶς, καὶ
οὐδαμῶς θύρας πρὸς τὴν εἴσοδον ἢ τὴν ἔξοδον
ἔχρῃζεν. Ἀλλ' ὁ ἐξ αὐτῆς τεχθεὶς κατὰ ἀλήθειαν ὁ
Ἐμμανουὴλ, ὢν τέλειος ἐν ἀνθρωπότητι, εἷς καὶ
ὁ αὐτὸς ὑπάρχων ἐν ἑκατέρᾳ φύσει, σώζων ἐν αὐτῷ
ἀεὶ τῶν συνελθουσῶν φύσεων εἰς ἓν πρόσωπον καὶ
μίαν ὑπόστασιν τὸ διάφορον ἤτοι ἰδίωμα.
 Ἐγεννήθη δὲ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς
κατὰ σάρκα ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις
Ἡρώδου τοῦ βασιλέως. Ἤδη γὰρ ἐκλελοίπασιν οἱ ἐξ
Ἰούδα ἄρχοντες, κατὰ τὴν προφητείαν, διαρκέσαντες
ἕως Ἀριστοβούλου τινὸς ἀρχιερέως, ὅστις καὶ βασι-
λικὸν διάδημα περιέθετο. Ἀλλὰ τοῦτον πολιορκήσας
Πομπήϊος ὁ τῶν Ῥωμαίων στρατηγὸς δέσμιον σὺν
παισὶ παρέπεμψεν εἰς Ῥώμην, καὶ ἐπιβαλὼν μέρος
φόρου τοῖς Ἰουδαίοις Ὑρκανὸν, τὸν Ἀριστοβούλου
ἀδελφὸν ἀνέδειξεν ἀρχιερέα· Οὖτος δὲ ὁ Ὑρκανὸς φιλίαν

Olympiodorus Diaconus Scr. Eccl., Commentarii in Ecclesiasten


(2865: 002); MPG 93.Vol.93, p. 496, li.15

θὸν, καὶ τί ποιοῦντες οἱ ἐν κόσμῳ, δύνανται δι' ὅλης


τῆς ἑαυτῶν ζωῆς ἐν ἡδονῇ εἶναι, καὶ εὐφροσύνῃ.
Οἷα τοίνυν ἀνθρώπινα λογισάμενος, καὶ ψυχικῇ τινι
τῇ σοφίᾳ χρώμενος, ἐπιδέδωκε ἑαυτὸν εἰς τὸ ποιῆσαι
ἃ ἑξῆς καταλέγει.

 Ἐμεγάλυνα ποίημά μου, οὐ τὸ τοῦ Θεοῦ ποίημα,


ἀλλὰ τὸ ἐμαυτοῦ. Οὐδεὶς γὰρ τοῖς θείοις ποιήμασι
προσθεῖναί τι δύναται. ᾨκοδόμηκά μοι οἴκους,
Ἰδίωμα εὑρὼν ἐν διαλέκτῳ, τὸ ᾨκοδόμηκά μοι,
807

καὶ τὸ Ἐποίησά μοι, κέχρηται αὐτῷ ἐν τῇ τῆς λέ-


ξεως ἀπαγγελίᾳ. Ἐφύτευσά μοι ἀμπελῶνας.
Ἐξουσίᾳ βασιλικῇ χρώμενος, καὶ πλούτου περιου-
σίᾳ, διὰ παντὸς εἴδους κτημάτων ἤρχετο. Ἐποίησά
μοι κήπους καὶ παραδείσους. Κῆπος κυρίως ὁ λά-
χανα φέρων λέγεται· παράδεισος δὲ, ὁ δένδροις δια-
φόροις καταπεφυτευμένος. Διό φησιν, Καὶ ἐφύ-
τευσα ἐν αὐτοῖς ξύλον πάγκαρπον. Ἐποίησά μοι
κολυμβήθρας ὑδάτων, τοῦ ποτίσαι ἀπ' αὐτῶν
δρυμὸν βλαστῶντα ξύλα. Φιλοτίμως τοὺς παρα

Olympiodorus Diaconus Scr. Eccl., Commentarii in Ecclesiasten Vol.93,


p. 516, li.41

κατὰ φύσιν ἐπὶ τὰ παρὰ φύσιν, σοφῶς κατανενοη-


κὼς, εἶδον ὅτι οὐδὲν τῇ φύσει κακὸν, ἀλλὰ πάντα
καλὰ κατὰ φύσιν κινούμενα καὶ γιγνόμενα. Ὀφθαλμοὶ
καλοὶ ὀρθὰ βλέποντες, περισπασθέντες δὲ καὶ περι-
τραπέντες τῆς φυσικῆς ἐνεργείας περιέργως ὁρῶν-
τες, οὐκέτι καλοὶ τυγχάνουσι. Πάντα οὖν καλὰ ἐν
καιρῷ αὐτῶν, τουτέστι εἰ κατὰ φύσιν καὶ κατὰ τὸ
δέον γίγνοιτο.
 »Καί γε σὺν τὸν αἰῶνα ἔδωκε ἐν καρδίᾳ αὐτῶν,
ὅπως μὴ εὕροι ὁ ἄνθρωπος τὸ ποίημα ὃ ἐποίησεν ὁ
Θεὸς ἀπ' ἀρχῆς, καὶ μέχρι τέλους.» [Τὸ σύν ἰδίωμα
Ἑβραϊκὸν, παρεῤῥιμμένως κείμενον ἐν τῇ Ἑβραϊκῇ
φωνῇ. Ὁ δὲ νοῦς οὗτος·] Συνεχώρησεν ὁ Θεὸς περι-
σπᾶσθαι τοὺς τὰ ἀνθρώπινα φρονοῦντας, ἵνα μὴ
ἀθρόως τῷ ποιήματι προσεσχηκότες, καὶ εἰς ἔννοιαν
τῆς καλλονῆς τῶν γεγονότων ἐλθόντες, Θεὸν ἢ θεοὺς
εἶναι τὰ ὁρώμενα νομίσωσι. Πλὴν οὐκ ἀνεπικουρή-
τους εἴασεν τοὺς περισπωμένους· ἀλλὰ δέδωκε τῇ
φύσει κοινὸν μάθημα τὸ τοῦ θανάτου, ἵνα εἰδότες ὅτι
οὐ διαιωνίζομεν ἐν τούτῳ τῷ αἰῶνι, ἀνανήψαντες
φροντίσωμεν τῆς μετὰ ταῦτα ζωῆς. Ἄλλως·

Olympiodorus Diaconus Scr. Eccl., Commentarii in Jeremiam (in


catenis) (2865: 003); MPG 93.Vol.93, p. 633, li.37

Ἔλυσα τὰ πρὸς αὐτὴν δίκαια, παραδοὺς


τοῖς Βαβυλωνίοις.
808

 »Πορεύου, καὶ ἀνάγνωθι τοὺς λόγους τούτους


πρὸς Βοῤῥᾶν.» Διὰ τὸ κατεψύχθαι αὐτῶν τὰς καρ-
δίας, καὶ μὴ ἔχειν θέρμην πνευματικήν· ὁ γὰρ
Βοῤῥᾶς ψυχρὸς ἄνεμος.
 »Καὶ οὐ μὴ στηρίξω πρόσωπόν μου ἐφ' ἡμᾶς.»
Οὐκ ἐπιμόνως χρήσομαι τῇ καθ' ἡμῶν ὀργῇ.
 »Καὶ λήψομαι ὑμᾶς ἕνα ἐκ πόλεως, καὶ δύο ἐκ
πατριᾶς.» Ἐκ δύο σύγκειται ὁ ἄνθρωπος, ἐκ ψυχῆς,
καὶ σώματος· ὅταν οὖν σώζῃ τὸ τῆς ψυχῆς ἰδίωμα,
καὶ μὴ ὁλοτρόπως γέγονε σὰρξ, ὁ εἷς δύο νοεῖται·
ὅταν δὲ ὁλοσχερῶς ἀποκλίνας εἰς τὰ πονηρὰ, ὅλος
γένηται σάρκινος, δικαίως εἷς λέγεται. Φησὶ γοῦν
ὅτι Καὶ τοὺς ὁλοτρόπως ἁμαρτήσαντας, καὶ τοὺς
μήπω τοῦτο πεπονθότας διὰ τῆς χάριτος εἰς σωτη-
ρίαν καλῶ· ἢ οὕτως· Εἷς ἐκ πόλεως ἐκλήθη, ὁ Παῦ-
λος ἐκ τῆς Βενιαμεὶν φυλῆς, δύο δὲ ἐκ πατριᾶς, οἱ
κατὰ συζυγίαν κληθέντες ἀπόστολοι.
 »Καὶ εἰσάξω ὑμᾶς εἰς Σιών.» Εἰς Σιὼν, τὴν
Ἐκκλησίαν.

Olympiodorus Diaconus Scr. Eccl., Commentarii in Jeremiam (in


catenis)
Vol.93, p. 689, li.30

 »Καὶ ὁ ὕπνος μου.» Ὁ τῆς ἀναστάσεως τρόπος.


Δηλοῖ δὲ καὶ τὴν ἐκ τῆς ἁμαρτίας ἐλευθερίαν. Ἀνα-
φέρεται δὲ καὶ εἰς τὸν Κύριον ἡ προφητεία· τῷ τὸν
θάνατον ὕπνον ἐργασαμένῳ, καὶ θεωροῦντι τῶν πι-
στῶν τὸ πλῆθος, καὶ χαίροντι ἐπὶ τῷ ἑκουσίως αὐτῷ
γεγονότι θανάτῳ.
 »Ἰδοὺ ἡμέραι ἔρχονται.» Ἴσως τὴν τῶν αἱρέσεων
φύρσιν φησὶ, καὶ τῶν κτηνώδεις τρόπους αἱρουμέ-
νων. Ἐγὼ μὲν γὰρ σπερῶ, τοῦ σίτου ἀντιποιούμενος.
τούτους δὲ ὁ ἐχθρὸς ἐπισπείρει. Κατὰ δὲ τὸ τῆς Γρα-
φῆς ἰδίωμα, ἐπειδὴ ἃ συγχωρεῖ Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους
προαιρετικῶς ποιεῖν, αὐτὸς ποιεῖν λέγεται, ὡς τὸ,
Παρέδωκεν αὐτοὺς εἰς πάθη ἀτιμίας, οὐ Θεοῦ τοῦτο
ποιήσαντος, ἀλλ' αὐτῶν τοῦτο ἑλομένων· οὕτω
καὶ ἐνταῦθα κεῖται τὸ, Σπερῶ σπέρμα κτήνους.
Ἔτι [fort. Ἔστι] δὲ καὶ οὕτω νοῆσαι· Ἄνθρωποί
εἰσιν οἱ σοφώτεροι καὶ τελειότεροι, οἱ μετὰ λόγου
καὶ γνώσεως τὴν πίστιν κατέχοντες, κτήνη δὲ οἱ μετὰ
809

ἁπλότητος καὶ ἀπεριέργως τῇ πίστει προσδεδραμη-


κότες. Ἐγὼ οὖν, φησὶ, καὶ τούτους κἀκείνους ἐν τῇ
Ἐκκλησίᾳ καταφυτεύσω.  

Μάξιμος. Quaestiones ad Thalassium (2892: 001)


“Maximi confessoris quaestiones ad Thalassium, 2 vols.”, Ed. Laga, C.,
Steel, C.
Turnhout: Brepols, 1:1980; 2:1990; Corpus Christianorum. Series
Graeca 7 & 22.
Sec. 26, li.220

αἰῶνι τούτῳ μετὰ τῶν ἀπηριθμημένων τὴν συντήρησιν


ἔσχεν ὁ ἄνθρωπος, ἤγουν ὁ κατὰ φύσιν νόμος, παντελῶς
μὴ διαφθειρόμενος, ἢ τυχὸν ἡ διὰ τῶν φαινομένων γινο-
μένη κατὰ χάριν θεοῦ περὶ τῶν νοουμένων σύμμετρος
γνῶσις, δι' ἥν ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ἐνταῦθα τῇ ἐλπίδι τῶν
μελλόντων κρατούμενος. Τὸ δὲ ἑπτὰ καιροὶ ἀλλαγήσονται ἐπὶ
σὲ τὴν κατὰ τὸν αἰῶνα τοῦτον ἑβδοματικὴν τοῦ χρόνου
παράτασιν δηλοῖ, ὑφ' ἣν γέγονε, τὴν φυλακὴν τῆς οἰκείας
ἕξεως καὶ ἐνεργείας ἐάσας, ὁ κατὰ φύσιν νόμος, καὶ μεθ' ἣν
συντελουμένην κατὰ τὴν προσδοκωμένην ἀνάστασιν διὰ
τῆς ἀποβολῆς τῶν ἀλόγων ἰδιωμάτων πρὸς ἑαυτὸν ἐπανε-
λεύσεται πάλιν, τὴν ἐξ ἀρχῆς εὐκληρίαν τῆς βασιλείας.
ἀπολαμβάνων, ἐπιγνοὺς διὰ τῆς κατὰ τὸν αἰῶνα τοῦτον
προνοητικῆς οἰκονομίας τὸ κράτος τῆς ἀληθινῆς βασιλείας.
Τὸ γὰρ ἐάσατε τὴν φυὴν τῶν ῥιζῶν τοῦ δένδρου ἐν τῇ γῇ
φάναι τὸ μὴ τῆς φύσεως ἀναιρεθῆναι τελείως διὰ τὴν
παράβασιν τὸ σπέρμα καὶ τὰς δυνάμεις τῆς ἀγαθότητος
δηλοῖ· καθ' ἃς πάλιν λαμβάνουσα τὴν αὔξησιν εἰς τὸ πρώην
φυσικὸν διὰ τῆς ἀναστάσεως ἐπανάγεται μέγεθός τε καὶ
κάλλος.

Μάξιμος. Quaestiones ad Thalassium Sec. 28, li.67

ταν μὲν πρὸς τοὺς εὐσεβεῖς εὐσεβῶς ἡ ἁγία γραφὴ τῷ


πληθυντικῷ περὶ θεοῦ κέχρηται λόγῳ, τὴν δήλωσιν ποιεῖται
τῶν παναγίων τριῶν ὑποστάσεων, μυστικῶς τὸν τῆς
ὑπάρξεως σημαίνουσα τρόπον τῆς παναγίας καὶ ἀνάρχου
μονάδος, ἐπειδὴ μονὰς κατ' οὐσίαν ἐστὶν ἡ πάνσεπτος καὶ
προσκυνητὴ καὶ πανεύφημος τριὰς τῶν ὑποστάσεων –  
μονὰς γὰρ ἐν τριάδι καὶ ἐν μονάδι τριάς ἐστιν ὁ θεὸς
810

ἡμῶν – , ἡνίκα δὲ πρὸς τοὺς ἀσεβεῖς πληθυντικὸν περὶ


θεοῦ ποιεῖται τὸν λόγον, τὴν ψεκτὴν ἐκείνων, ὡς οἶμαι,  
διελέγχει περὶ θεότητος ἔννοιαν, φυσικὴν ἀλλ' οὐχ ὑ-
ποστατικὴν εἶναι τὴν ἐν τοῖς ἰδιώμασιν ὑπειληφότων
διαφοράν, ὅπερ σαφῶς τὴν πολύθεον εἰσηγεῖται πλάνην
τοῖς οὕτως περὶ θεότητος ἔχουσιν.
 Εἰ δὲ μηδὲ τοῦτο λέγοντες πείθομεν, ἐπειδὴ φίλον τῷ
πνεύματι καὶ τοῖς τὸ πνεῦμα φιλοῦσιν ἀγαπητὸν τὸ μὴ
μάχεσθαι, δεξώμεθα συμφώνως ἀλλήλοις τὴν ἁγίαν γραφήν,
τὴν ἐν μονάδι παναγίαν τριάδα ποτὲ μὲν ὡς δημιουργὸν
εἰσηγουμένην, ὡς τὸ ποιήσωμεν ἄνθρωπον – πατρὸς γὰρ καὶ
υἱοῦ καὶ ἁγίου πνεύματος ἔργον ὑπάρχει σαφῶς ἡ τῶν
ὄντων ὑπόστασις – , ποτὲ δὲ ὡς ἀποδεκτικὴν τῶν τοῖς
αὐτῆς εὐσεβῶς νόμοις πολιτευσαμένων, ὡς προνοητικὴν

Μάξιμος. Quaestiones ad Thalassium Sec. 48, li.69

σάρξ, γωνία δὲ ταύτης ἐστὶν ἡ πρὸς τὴν ψυχὴν κατὰ τὴν


ἐν πνεύματι συνάφειαν ἕνωσις· ἐφ' ἧς οἱ πύργοι, ἤγουν τὰ
ὀχυρώματα τῶν ἐντολῶν, οἰκοδομοῦνται καὶ τὰ ἐπ' αὐταῖς
κατὰ τὴν διάκρισιν δόγματα, πρὸς τὸ φυλαχθῆναι τῆς
σαρκὸς πρὸς τὴν ψυχὴν ἀδιάλυτον καθάπερ γωνίαν τὴν
ἕνωσιν.
 Καὶ ἐπὶ τῶν γωνιῶν ᾠκοδόμησε πύργους. Γωνίας τυχὸν
εἶπεν ὁ λόγος τὰς διὰ Χριστοῦ γεγενημένας διαφόρους τῶν
διῃρημένων κτισμάτων ἑνώσεις. Ἥνωσε γὰρ τὸν ἄνθρωπον,  
τὴν κατὰ τὸ ἄρρεν καὶ θῆλυ διαφορὰν τῷ πνεύματι μυ-
στικῶς ἀφελόμενος καὶ τῶν ἐν τοῖς πάθεσιν ἰδιωμάτων
καταστήσας ἐπ' ἀμφοῖν ἐλεύθερον τὸν λόγον τῆς φύσεως.
Ἥνωσεν δὲ καὶ τὴν γῆν, τὴν κατὰ τὸν αἰσθητὸν παράδει-
σον καὶ τὴν οἰκουμένην διώσας ἐξαλλαγήν. Ἥνωσεν δὲ καὶ
τὴν γῆν καὶ τὸν οὐρανόν, μίαν ἀποδείξας πρὸς ἑαυτὴν
νεύουσαν τὴν φύσιν τῶν αἰσθητῶν. Ἥνωσεν δὲ καὶ τὰ
αἰσθητὰ καὶ τὰ νοητά, καὶ μίαν ἀπέδειξεν οὖσαν τὴν τῶν
γεγονότων φύσιν, κατά τινα λόγον μυστικὸν συναπτομένην.
Ἥνωσεν δέ, κατὰ τὸν ὑπὲρ φύσιν λόγον τε καὶ τρόπον, καὶ
τὴν κτιστὴν φύσιν τῇ ἀκτίστῳ.

Μάξιμος. Quaestiones ad Thalassium Sec. 63, li.224

πρὸν τὸν βίον ποιούμενος.


811

 Τὴν μὲν οὖν κάθαρσιν τοῖς ἀξίοις τῆς τῶν ἀρετῶν


καθαρότητος διὰ φόβου καὶ εὐσεβείας καὶ γνώσεως ποι-
εῖται τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸν δὲ φωτισμὸν τῆς τῶν ὄν-
των καθ' οὓς ὑπάρχουσι λόγους γενέσεως δι' ἰσχύος καὶ
βουλῆς καὶ συνέσεως δωρεῖται τοῖς ἀξίοις φωτός, τὴν δὲ
τελειότητα διὰ τῆς παμφαοῦς καὶ ἁπλῆς καὶ ὁλοσχεροῦς
σοφίας χαρίζεται τοῖς ἀξίοις θεώσεως, πρὸς τὴν τῶν ὄντων
αἰτίαν ἀμέσως αὐτοὺς ἀνάγων κατὰ πάντα τρόπον, ὡς
ἔστιν ἀνθρώπῳ δυνατόν, ἐκ μόνων τῶν θείων τῆς ἀγα-
θότητος ἰδιωμάτων γνωριζομένους· καθ' ἣν ἐκ θεοῦ μὲν
ἑαυτούς, ἐξ ἑαυτῶν δὲ γινώσκοντες τὸν θεόν, οὐκ ὄντος
τινὸς μέσου διατειχίζοντος – σοφίας γὰρ πρὸς θεὸν μέσον
οὐδέν – , τὴν ἀναλλοίωτον ἕξουσιν ἀτρεψίαν, τῶν μέσον
αὐτοῖς πάντων ὁλικῶς διαβαθέντων, ἐν οἷς ὑπῆρχεν ὁ περὶ
τὴν γνῶσίν ποτε τοῦ σφάλλεσθαι κίνδυνος, καὶ πρὸς αὐτὴν
τὴν ἄπειρον καὶ ἐπ' ἄπειρον καὶ ἀπειράκις ἀπείρως κατὰ
φύσιν ἐπέκεινα πάντων ἀκρότητα δι' ἀφασίας ἀρρήτου τε
σιγῆς καὶ ἀγνωσίας ἀφθέγκτως τε καὶ ἀπερινοήτως ἀνα-
χθεῖσι κατὰ τὴν χάριν.

Μάξιμος. Quaestiones ad Thalassium Sec. 63, li.447

ὑφ' ἃ διὰ τὴν παράβασιν τῆς θείας ἐντολῆς ἑαυτὸν ὁ


κατ' ἀρχὰς ἀπαθὴς ὑπάρχων πεποίηκεν ἄνθρωπος.
 Δεξιὸν οὖν τὸ κατὰ πρόνοιαν τῆς τοῦ λόγου σαρκώσεως
ὑπάρχει μυστήριον, ὡς ἐνεργητικὸν τῆς ὑπὲρ φύσιν χάριτι
πρὸ τῶν αἰώνων προορισθείσης τῶν σῳζομένων θεώσεως,
ἧς οὐδεὶς τὸ παράπαν κατὰ φύσιν τῶν ὄντων ἐφικέσθαι
δυνήσηται λόγος· εὐώνυμον δὲ τὸ κατὰ τὴν κρίσιν τοῦ
ζωοποιοῦ πάθους τοῦ κατὰ σάρκα παθεῖν βουληθέντος θεοῦ
σαφῶς ὑπάρχει μυστήριον, ὡς ἐνεργητικὸν μὲν τῆς  
τῶν ἐπεισαχθέντων ἐκ τῆς παρακοῆς τῇ φύσει παρὰ φύ-
σιν πάντων ἰδιωμάτων τε καὶ κινημάτων παντελοῦς ἀναι-
ρέσεως, ποιητικὸν δὲ τῆς τῶν προηγουμένως κατὰ φύσιν
ἁπάντων ἰδιωμάτων τε καὶ κινημάτων ἀνελλιποῦς ἀποκα-
ταστάσεως, καθ' ἣν οὐδεὶς τὸ παράπαν τῶν ὄντων κίβδηλος
εὑρεθήσεται λόγος· ἐξ ὧν, προνοίας τέ φημι καὶ κρίσεως,
ἤτουν σαρκώσεώς τε καὶ πάθους, διὰ τὸ στερρόν τε καὶ
καθαρὸν καὶ ἀδιάφθορον τῆς κατὰ τὴν πρᾶξιν ἀνδρικῆς
ἀρετῆς καὶ ἀτρεψίας, διά τε τὸ διαφανὲς καὶ λαμπρὸν τῆς
μυστικῆς θεωρίας καὶ γνώσεως, ὡς ἐκ μέσου δύο χαλκῶν
ὀρέων, ἐκβέβηκεν, ἱππείων ἁρμάτων δίκην, ἡ ἁγία
812

Μάξιμος. Quaestiones ad Thalassium Sec. 63, li.449

 Δεξιὸν οὖν τὸ κατὰ πρόνοιαν τῆς τοῦ λόγου σαρκώσεως


ὑπάρχει μυστήριον, ὡς ἐνεργητικὸν τῆς ὑπὲρ φύσιν χάριτι
πρὸ τῶν αἰώνων προορισθείσης τῶν σῳζομένων θεώσεως,
ἧς οὐδεὶς τὸ παράπαν κατὰ φύσιν τῶν ὄντων ἐφικέσθαι
δυνήσηται λόγος· εὐώνυμον δὲ τὸ κατὰ τὴν κρίσιν τοῦ
ζωοποιοῦ πάθους τοῦ κατὰ σάρκα παθεῖν βουληθέντος θεοῦ
σαφῶς ὑπάρχει μυστήριον, ὡς ἐνεργητικὸν μὲν τῆς  
τῶν ἐπεισαχθέντων ἐκ τῆς παρακοῆς τῇ φύσει παρὰ φύ-
σιν πάντων ἰδιωμάτων τε καὶ κινημάτων παντελοῦς ἀναι-
ρέσεως, ποιητικὸν δὲ τῆς τῶν προηγουμένως κατὰ φύσιν
ἁπάντων ἰδιωμάτων τε καὶ κινημάτων ἀνελλιποῦς ἀποκα-
ταστάσεως, καθ' ἣν οὐδεὶς τὸ παράπαν τῶν ὄντων κίβδηλος
εὑρεθήσεται λόγος· ἐξ ὧν, προνοίας τέ φημι καὶ κρίσεως,
ἤτουν σαρκώσεώς τε καὶ πάθους, διὰ τὸ στερρόν τε καὶ
καθαρὸν καὶ ἀδιάφθορον τῆς κατὰ τὴν πρᾶξιν ἀνδρικῆς
ἀρετῆς καὶ ἀτρεψίας, διά τε τὸ διαφανὲς καὶ λαμπρὸν τῆς
μυστικῆς θεωρίας καὶ γνώσεως, ὡς ἐκ μέσου δύο χαλκῶν
ὀρέων, ἐκβέβηκεν, ἱππείων ἁρμάτων δίκην, ἡ ἁγία
τετρὰς τῶν Εὐαγγελίων, τῶν πᾶσαν διειληφότων καὶ περι-
οδευσάντων τὴν γῆν καὶ τὴν πληγὴν τῆς παραβάσεως τοῦ
Ἀδὰμ ἰασαμένων καὶ ἀναπαυσάντων τὸ πνεῦμα τοῦ θεοῦ

Μάξιμος. Quaestiones et dubia (2892: 002)


“Maximi confessoris quaestiones et dubia”, Ed. Declerck, J.H.
Turnhout: Brepols, 1982; Corpus Christianorum. Series Graeca 10.
Sec. 80, li.40

μεταμελείας βοήσωσιν πρὸς κύριον, ἐξαποστελεῖ κύριος


λόγον ἀναμιμνήσκοντα τὴν ἐξ Αἰγύπτου ἄνοδον, τουτέστιν
τὴν ἐκ τοῦ σκοτασμοῦ τῶν ἁμαρτιῶν λύτρωσιν. Καὶ ἦλθεν,
φησίν, ἄγγελος κυρίου καὶ ἐκάθισεν ὑπὸ τὴν τερέβινθον – τὸ
τοῦ σταυροῦ μυστήριον αἰνιττόμενος – καὶ ἦν, φησίν,
Γεδεὼν ῥαβδίζων σῖτον ἐν ληνῷ, τουτέστιν τὴν πρακτικὴν
μετερχόμενος μετὰ τῆς γνώσεως· τοῦτο γὰρ ἡ ληνὸς τοῦ  
οἴνου. Καὶ ὤφθη αὐτῷ ἄγγελος καὶ εἶπεν αὐτῷ· «Κύριος μετὰ
σοῦ, δυνατὸς ἰσχύϊ»· τὸν γὰρ ὑποτάξαντα καὶ δουλωσάμενον
τὰ πάθη καὶ τὸ κῦρος διὰ πρακτικῆς καὶ γνώσεως
κατ' αὐτὸν ἔχοντα, ἐκ τῶν ἰδιωμάτων αὐτὸν καλεῖ· «Κύριος
813

μετὰ σοῦ». Καὶ δείκνυται τὸ ταπεινὸν τοῦ τοιούτου νοὸς ἐκ


τῆς ἀποκρίσεως· εἶπεν γάρ· «Καὶ εἰ ἔστιν κύριος ἐν ἡμῖν, εἰς
τί ηὗρεν ἡμᾶς τὰ κακὰ ταῦτα;» Καὶ εἶπεν πρὸς αὐτὸν ὁ
ἄγγελος· «Πορεύου ἐν τῇ ἰσχύϊ σου· ταύτῃ σώσῃς τὸν Ἰσραήλ»,
τουτέστιν ἐν τῇ ἰσχύϊ τῆς πράξεως καὶ τῆς γνώσεως. Καὶ
εἶπεν πρὸς τὸν ἄγγελον· «Εἰ εὖρον χάριν ἐν ὀφθαλμοῖς σου,
μὴ δὴ κινηθῇς ἐντεῦθεν ἕως τοῦ ἐλθεῖν με πρὸς σέ.» Καὶ
Γεδεὼν εἰσῆλθεν καὶ ἐποίησεν ἔριφον αἰγῶν καὶ ἔλαβεν οἰφὶ
σεμιδάλεως καὶ ἄζυμα καὶ τὰ κρέα ἔθηκεν ἐν τῷ κοφίνῳ καὶ
τὸν ζωμὸν ἔθηκεν ἐν τῇ χύτρᾳ καὶ ἐξήνεγκεν πρὸς αὐτὸν ὑπὸ

Ιωάννης Δαμασκηνός. Institutio elementaris (2934: 001)


“Die Schriften des Johannes von Damaskos, vol. 1”, Ed. Kotter, B.
Berlin: De Gruyter, 1969; Patristische Texte und Studien 7.Sec. 1, li.4

χικῆς τριάδος, τοῦ ἑνὸς θεοῦ, παρ' οὗ πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα
τέλειον ἄνωθεν εἰς ἡμᾶς κάτεισιν, ἀνοίγω τὰ μογγίλαλα καὶ βραδύ-
γλωσσα χείλη ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ τάλας ἐγώ, πεποιθὼς ἐπ' αὐτῷ, ὡς διὰ
τὴν τῶν αἰτησάντων τὸν λόγον ταπείνωσιν καὶ τῶν ἀκουόντων ὠφέλειαν
δώσει πνεῦμα σοφίας καὶ λόγον ἐν ἀνοίξει στόματός μου ὁ τῆς χάριτος
κύριος καὶ πάντων τῶν ἀγαθῶν ταμιείας ὁ ὢν ἐπὶ πάντων θεὸς εὐλο-
γητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
Περὶ οὐσίας καὶ φύσεως καὶ μορφῆς.
 Οὐσία καὶ φύσις καὶ μορφὴ κατὰ τοὺς ἁγίους πατέρας ταὐτόν ἐστιν.
Καὶ πάλιν ὑπόστασις καὶ πρόσωπον καὶ ἄτομον ταὐτόν ἐστιν. Καὶ
διαφορὰ
καὶ ποιότης καὶ ἰδίωμα ταὐτόν ἐστιν. Περὶ τούτων οὖν καὶ τῶν τοιούτων
σκοπὸς ἡμῖν ἐστιν εἰπεῖν, περὶ ὧν καὶ ἡ ὑμετέρα συγκαταβατικῶς
ἠρώτησεν ὁσιότης.
 Ἀρχόμενοι τοίνυν λέγομεν οὕτως

Ιωάννης Δαμασκηνός. Institutio elementaris Sec. 3, li.1

Περὶ ὑποστάσεως καὶ προσώπου καὶ ἀτόμου.


 Ἐπειδὴ δὲ πολλοί εἰσιν οἱ ἄνθρωποι, ὁ καθένα ἄνθρωπος ὑπόστασίς
ἐστιν, οἷον ὁ Ἀδὰμ ὑπόστασίς ἐστι, καὶ ἡ Εὔα ἄλλη ὑπόστασις, καὶ ὁ
Σὴθ ἑτέρα ὑπόστασις. Ὁμοίως καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν. Ἕκαστος
ἄνθρωπος ὑπόστασις ἑτέρα παρὰ τοὺς λοιποὺς ἀνθρώπους ἐστί, καὶ
ἕκαστος βοῦς ὑπόστασίς ἐστι, καὶ ἕκαστος ἄγγελος ὑπόστασίς ἐστιν.
814

Ὥστε φύσις καὶ μορφὴ καὶ οὐσία ἐστὶ τὸ κοινὸν καὶ περιέχον τὰς
ὁμοουσίους ὑποστάσεις, ὑπόστασις δὲ καὶ ἄτομον καὶ πρόσωπον τὸ
μερικὸν ἤγουν ἕκαστον τῶν ὑπὸ τὸ αὐτὸ εἶδος περιεχομένων.
Περὶ διαφορᾶς καὶ ποιότητος καὶ ἰδιώματος.
 Εἴπομεν, ὅτι πολλά εἰσιν εἴδη καὶ διάφοροι οὐσίαι, ὁμοίως δὲ καὶ
καθ' ἑκάστην οὐσίαν καὶ εἶδος διάφοροι ὑποστάσεις. Διαφέρουσιν οὖν
καὶ ἑκάστη οὐσία τῆς ἑτέρας οὐσίας καὶ ἑκάστη ὑπόστασις τῆς ἑτέρας
ὑποστάσεως. Ἐκεῖνο τοίνυν τὸ πρᾶγμα, ἐν ᾧ διαφέρει οὐσία οὐσίας
καὶ εἶδος εἴδους ἢ ὑπόστασις ὑποστάσεως, λέγεται διαφορὰ καὶ ποιότης
καὶ ἰδίωμα, οἷον διαφέρει ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἀγγέλου, ὅτι ὁ μὲν ἄγγελος
ἀθάνατός ἐστιν, ὁ δὲ ἄνθρωπος θνητός· τὸ ἀθάνατον καὶ θνητὸν
διαφορὰ καὶ ποιότης καὶ ἰδίωμά ἐστιν. Πάλιν διαφέρει ὁ Ἀδὰμ τοῦ
Σήθ, ὅτι ὁ μὲν Ἀδὰμ πατήρ ἐστι τοῦ Σήθ, ὁ δὲ Σὴθ υἱὸς τοῦ Ἀδάμ.
Ἡ πατρότης οὖν καὶ ἡ υἱότης διαφοραί εἰσιν· ἐν

Ιωάννης Δαμασκηνός. Institutio elementaris Sec. 3, li.7

ἕκαστος βοῦς ὑπόστασίς ἐστι, καὶ ἕκαστος ἄγγελος ὑπόστασίς ἐστιν.


Ὥστε φύσις καὶ μορφὴ καὶ οὐσία ἐστὶ τὸ κοινὸν καὶ περιέχον τὰς
ὁμοουσίους ὑποστάσεις, ὑπόστασις δὲ καὶ ἄτομον καὶ πρόσωπον τὸ
μερικὸν ἤγουν ἕκαστον τῶν ὑπὸ τὸ αὐτὸ εἶδος περιεχομένων.
Περὶ διαφορᾶς καὶ ποιότητος καὶ ἰδιώματος.
 Εἴπομεν, ὅτι πολλά εἰσιν εἴδη καὶ διάφοροι οὐσίαι, ὁμοίως δὲ καὶ
καθ' ἑκάστην οὐσίαν καὶ εἶδος διάφοροι ὑποστάσεις. Διαφέρουσιν οὖν
καὶ ἑκάστη οὐσία τῆς ἑτέρας οὐσίας καὶ ἑκάστη ὑπόστασις τῆς ἑτέρας
ὑποστάσεως. Ἐκεῖνο τοίνυν τὸ πρᾶγμα, ἐν ᾧ διαφέρει οὐσία οὐσίας
καὶ εἶδος εἴδους ἢ ὑπόστασις ὑποστάσεως, λέγεται διαφορὰ καὶ ποιότης
καὶ ἰδίωμα, οἷον διαφέρει ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἀγγέλου, ὅτι ὁ μὲν ἄγγελος
ἀθάνατός ἐστιν, ὁ δὲ ἄνθρωπος θνητός· τὸ ἀθάνατον καὶ θνητὸν
διαφορὰ καὶ ποιότης καὶ ἰδίωμά ἐστιν. Πάλιν διαφέρει ὁ Ἀδὰμ τοῦ
Σήθ, ὅτι ὁ μὲν Ἀδὰμ πατήρ ἐστι τοῦ Σήθ, ὁ δὲ Σὴθ υἱὸς τοῦ Ἀδάμ.
Ἡ πατρότης οὖν καὶ ἡ υἱότης διαφοραί εἰσιν· ἐν τούτοις γὰρ διαφέ-
ρουσιν ἀλλήλων ὁ Ἀδὰμ καὶ ὁ Σήθ. Καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα διαφοραὶ
λέγονται καὶ ποιότητες καὶ ἰδιώματα, οἷον τὸ λογικὸν καὶ τὸ ἄλογον,  
τὸ θνητὸν καὶ τὸ ἀθάνατον, τὸ δίπουν, τὸ τετράπουν, τὸ αἰσθητικὸν
καὶ τὸ ἀναίσθητον, τὸ σιμὸν καὶ τὸ γρυπόν, τὸ λευκὸν καὶ τὸ μέλαν, τὸ
μακρὸν καὶ τὸ κολοβὸν καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα.
Περὶ οὐσιώδους καὶ ἐπουσιώδους διαφορᾶς

Ιωάννης Δαμασκηνός. Institutio elementaris Sec. 3, li.9


815

ὁμοουσίους ὑποστάσεις, ὑπόστασις δὲ καὶ ἄτομον καὶ πρόσωπον τὸ


μερικὸν ἤγουν ἕκαστον τῶν ὑπὸ τὸ αὐτὸ εἶδος περιεχομένων.
Περὶ διαφορᾶς καὶ ποιότητος καὶ ἰδιώματος.
 Εἴπομεν, ὅτι πολλά εἰσιν εἴδη καὶ διάφοροι οὐσίαι, ὁμοίως δὲ καὶ
καθ' ἑκάστην οὐσίαν καὶ εἶδος διάφοροι ὑποστάσεις. Διαφέρουσιν οὖν
καὶ ἑκάστη οὐσία τῆς ἑτέρας οὐσίας καὶ ἑκάστη ὑπόστασις τῆς ἑτέρας
ὑποστάσεως. Ἐκεῖνο τοίνυν τὸ πρᾶγμα, ἐν ᾧ διαφέρει οὐσία οὐσίας
καὶ εἶδος εἴδους ἢ ὑπόστασις ὑποστάσεως, λέγεται διαφορὰ καὶ ποιότης
καὶ ἰδίωμα, οἷον διαφέρει ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἀγγέλου, ὅτι ὁ μὲν ἄγγελος
ἀθάνατός ἐστιν, ὁ δὲ ἄνθρωπος θνητός· τὸ ἀθάνατον καὶ θνητὸν
διαφορὰ καὶ ποιότης καὶ ἰδίωμά ἐστιν. Πάλιν διαφέρει ὁ Ἀδὰμ τοῦ
Σήθ, ὅτι ὁ μὲν Ἀδὰμ πατήρ ἐστι τοῦ Σήθ, ὁ δὲ Σὴθ υἱὸς τοῦ Ἀδάμ.
Ἡ πατρότης οὖν καὶ ἡ υἱότης διαφοραί εἰσιν· ἐν τούτοις γὰρ διαφέ-
ρουσιν ἀλλήλων ὁ Ἀδὰμ καὶ ὁ Σήθ. Καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα διαφοραὶ
λέγονται καὶ ποιότητες καὶ ἰδιώματα, οἷον τὸ λογικὸν καὶ τὸ ἄλογον,  
τὸ θνητὸν καὶ τὸ ἀθάνατον, τὸ δίπουν, τὸ τετράπουν, τὸ αἰσθητικὸν
καὶ τὸ ἀναίσθητον, τὸ σιμὸν καὶ τὸ γρυπόν, τὸ λευκὸν καὶ τὸ μέλαν, τὸ
μακρὸν καὶ τὸ κολοβὸν καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα.
Περὶ οὐσιώδους καὶ ἐπουσιώδους διαφορᾶς

Ιωάννης Δαμασκηνός. Institutio elementaris Sec. 3, li.13

καθ' ἑκάστην οὐσίαν καὶ εἶδος διάφοροι ὑποστάσεις. Διαφέρουσιν οὖν


καὶ ἑκάστη οὐσία τῆς ἑτέρας οὐσίας καὶ ἑκάστη ὑπόστασις τῆς ἑτέρας
ὑποστάσεως. Ἐκεῖνο τοίνυν τὸ πρᾶγμα, ἐν ᾧ διαφέρει οὐσία οὐσίας
καὶ εἶδος εἴδους ἢ ὑπόστασις ὑποστάσεως, λέγεται διαφορὰ καὶ ποιότης
καὶ ἰδίωμα, οἷον διαφέρει ὁ ἄνθρωπος τοῦ ἀγγέλου, ὅτι ὁ μὲν ἄγγελος
ἀθάνατός ἐστιν, ὁ δὲ ἄνθρωπος θνητός· τὸ ἀθάνατον καὶ θνητὸν
διαφορὰ καὶ ποιότης καὶ ἰδίωμά ἐστιν. Πάλιν διαφέρει ὁ Ἀδὰμ τοῦ
Σήθ, ὅτι ὁ μὲν Ἀδὰμ πατήρ ἐστι τοῦ Σήθ, ὁ δὲ Σὴθ υἱὸς τοῦ Ἀδάμ.
Ἡ πατρότης οὖν καὶ ἡ υἱότης διαφοραί εἰσιν· ἐν τούτοις γὰρ διαφέ-
ρουσιν ἀλλήλων ὁ Ἀδὰμ καὶ ὁ Σήθ. Καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα διαφοραὶ
λέγονται καὶ ποιότητες καὶ ἰδιώματα, οἷον τὸ λογικὸν καὶ τὸ ἄλογον,  
τὸ θνητὸν καὶ τὸ ἀθάνατον, τὸ δίπουν, τὸ τετράπουν, τὸ αἰσθητικὸν
καὶ τὸ ἀναίσθητον, τὸ σιμὸν καὶ τὸ γρυπόν, τὸ λευκὸν καὶ τὸ μέλαν, τὸ
μακρὸν καὶ τὸ κολοβὸν καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα.
Περὶ οὐσιώδους καὶ ἐπουσιώδους διαφορᾶς
  ἤγουν φυσικῆς διαφορᾶς καὶ συμβεβηκότος.
 Πᾶν πρᾶγμα, ᾧτινι διαφέρει εἶδος ἑτέρου εἴδους καὶ οὐσία ἑτέρας
οὐσίας, οὐσιώδης καὶ φυσικὴ καὶ συστατικὴ λέγεται διαφορὰ καὶ ποιότης
816

καὶ φυσικὸν ἰδίωμα καὶ ἰδίωμα φύσεως. Οἷον διαφέρουσιν ὁ ἄγγελος


καὶ
ὁ ἄνθρωπος ἀλλήλων κατὰ τὸ ἀθάνατον καὶ θνητόν· τὸ ἀθάνατον
οὐσιώδης καὶ φυσικὴ καὶ συστατικὴ διαφορὰ τοῦ ἀγγέλου ἐστὶ καὶ

Ιωάννης Δαμασκηνός. Institutio elementaris Sec. 4, li.5

Ἡ πατρότης οὖν καὶ ἡ υἱότης διαφοραί εἰσιν· ἐν τούτοις γὰρ διαφέ-


ρουσιν ἀλλήλων ὁ Ἀδὰμ καὶ ὁ Σήθ. Καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα διαφοραὶ
λέγονται καὶ ποιότητες καὶ ἰδιώματα, οἷον τὸ λογικὸν καὶ τὸ ἄλογον,  
τὸ θνητὸν καὶ τὸ ἀθάνατον, τὸ δίπουν, τὸ τετράπουν, τὸ αἰσθητικὸν
καὶ τὸ ἀναίσθητον, τὸ σιμὸν καὶ τὸ γρυπόν, τὸ λευκὸν καὶ τὸ μέλαν, τὸ
μακρὸν καὶ τὸ κολοβὸν καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα.
Περὶ οὐσιώδους καὶ ἐπουσιώδους διαφορᾶς
  ἤγουν φυσικῆς διαφορᾶς καὶ συμβεβηκότος.
 Πᾶν πρᾶγμα, ᾧτινι διαφέρει εἶδος ἑτέρου εἴδους καὶ οὐσία ἑτέρας
οὐσίας, οὐσιώδης καὶ φυσικὴ καὶ συστατικὴ λέγεται διαφορὰ καὶ ποιότης

καὶ φυσικὸν ἰδίωμα καὶ ἰδίωμα φύσεως. Οἷον διαφέρουσιν ὁ ἄγγελος


καὶ
ὁ ἄνθρωπος ἀλλήλων κατὰ τὸ ἀθάνατον καὶ θνητόν· τὸ ἀθάνατον
οὐσιώδης καὶ φυσικὴ καὶ συστατικὴ διαφορὰ τοῦ ἀγγέλου ἐστὶ καὶ
ἰδίωμα φυσικόν. Ὁμοίως καὶ τὸ θνητὸν τοῦ ἀνθρώπου. Διαφέρουσι
πάλιν ὁ ἄνθρωπος καὶ ὁ βοῦς ἀλλήλων, ὅτι ὁ μὲν ἄνθρωπος λογικός
ἐστιν, ὁ δὲ βοῦς ἄλογος. Ἰδοὺ τὸ λογικὸν οὐσιώδης διαφορὰ καὶ συστα-
τικὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐστί, τὸ δὲ ἄλογον τοῦ βοός. Ὁμοίως καὶ ἐπὶ τῶν
λοιπῶν εἰδῶν καὶ οὐσιῶν καὶ φύσεων καὶ μορφῶν. Πᾶν δὲ πρᾶγμα, ἐν ᾧ
διαφέρει ὑπόστασις τῆς ὁμοειδοῦς καὶ ὁμοουσίου ὑποστάσεως, λέγεται
ἐπουσιώδης διαφορὰ καὶ ποιότης καὶ ὑποστατικὸν ἰδίωμα καὶ χαρακ-
τηριστικὸν ἰδίωμα, τοῦτό ἐστι τὸ συμβεβηκός· οἷον διαφέρει ἄνθρωπος

Ιωάννης Δαμασκηνός. Institutio elementaris Sec. 4, li.8

τὸ θνητὸν καὶ τὸ ἀθάνατον, τὸ δίπουν, τὸ τετράπουν, τὸ αἰσθητικὸν


καὶ τὸ ἀναίσθητον, τὸ σιμὸν καὶ τὸ γρυπόν, τὸ λευκὸν καὶ τὸ μέλαν, τὸ
μακρὸν καὶ τὸ κολοβὸν καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα.
Περὶ οὐσιώδους καὶ ἐπουσιώδους διαφορᾶς
  ἤγουν φυσικῆς διαφορᾶς καὶ συμβεβηκότος.
 Πᾶν πρᾶγμα, ᾧτινι διαφέρει εἶδος ἑτέρου εἴδους καὶ οὐσία ἑτέρας
οὐσίας, οὐσιώδης καὶ φυσικὴ καὶ συστατικὴ λέγεται διαφορὰ καὶ ποιότης
817

καὶ φυσικὸν ἰδίωμα καὶ ἰδίωμα φύσεως. Οἷον διαφέρουσιν ὁ ἄγγελος


καὶ
ὁ ἄνθρωπος ἀλλήλων κατὰ τὸ ἀθάνατον καὶ θνητόν· τὸ ἀθάνατον
οὐσιώδης καὶ φυσικὴ καὶ συστατικὴ διαφορὰ τοῦ ἀγγέλου ἐστὶ καὶ
ἰδίωμα φυσικόν. Ὁμοίως καὶ τὸ θνητὸν τοῦ ἀνθρώπου. Διαφέρουσι
πάλιν ὁ ἄνθρωπος καὶ ὁ βοῦς ἀλλήλων, ὅτι ὁ μὲν ἄνθρωπος λογικός
ἐστιν, ὁ δὲ βοῦς ἄλογος. Ἰδοὺ τὸ λογικὸν οὐσιώδης διαφορὰ καὶ συστα-
τικὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐστί, τὸ δὲ ἄλογον τοῦ βοός. Ὁμοίως καὶ ἐπὶ τῶν
λοιπῶν εἰδῶν καὶ οὐσιῶν καὶ φύσεων καὶ μορφῶν. Πᾶν δὲ πρᾶγμα, ἐν ᾧ
διαφέρει ὑπόστασις τῆς ὁμοειδοῦς καὶ ὁμοουσίου ὑποστάσεως, λέγεται
ἐπουσιώδης διαφορὰ καὶ ποιότης καὶ ὑποστατικὸν ἰδίωμα καὶ χαρακ-
τηριστικὸν ἰδίωμα, τοῦτό ἐστι τὸ συμβεβηκός· οἷον διαφέρει ἄνθρωπος
ἑτέρου ἀνθρώπου, ὅτι ὁ μέν ἐστι μακρὸς ὁ δὲ κολοβός, ὁ μὲν λευκὸς ὁ
δὲ μέλας· ὁ μὲν ὑγιαίνει ὁ δὲ νοσεῖ, ὁ μέν ἐστι πατὴρ ὁ δὲ υἱός. Ταῦτα
καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα ἐπουσιώδεις εἰσὶ διαφοραὶ καὶ ποιότητες καὶ

Ιωάννης Δαμασκηνός. Institutio elementaris Sec. 4, li.14

οὐσίας, οὐσιώδης καὶ φυσικὴ καὶ συστατικὴ λέγεται διαφορὰ καὶ ποιότης

καὶ φυσικὸν ἰδίωμα καὶ ἰδίωμα φύσεως. Οἷον διαφέρουσιν ὁ ἄγγελος


καὶ
ὁ ἄνθρωπος ἀλλήλων κατὰ τὸ ἀθάνατον καὶ θνητόν· τὸ ἀθάνατον
οὐσιώδης καὶ φυσικὴ καὶ συστατικὴ διαφορὰ τοῦ ἀγγέλου ἐστὶ καὶ
ἰδίωμα φυσικόν. Ὁμοίως καὶ τὸ θνητὸν τοῦ ἀνθρώπου. Διαφέρουσι
πάλιν ὁ ἄνθρωπος καὶ ὁ βοῦς ἀλλήλων, ὅτι ὁ μὲν ἄνθρωπος λογικός
ἐστιν, ὁ δὲ βοῦς ἄλογος. Ἰδοὺ τὸ λογικὸν οὐσιώδης διαφορὰ καὶ συστα-
τικὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐστί, τὸ δὲ ἄλογον τοῦ βοός. Ὁμοίως καὶ ἐπὶ τῶν
λοιπῶν εἰδῶν καὶ οὐσιῶν καὶ φύσεων καὶ μορφῶν. Πᾶν δὲ πρᾶγμα, ἐν ᾧ
διαφέρει ὑπόστασις τῆς ὁμοειδοῦς καὶ ὁμοουσίου ὑποστάσεως, λέγεται
ἐπουσιώδης διαφορὰ καὶ ποιότης καὶ ὑποστατικὸν ἰδίωμα καὶ χαρακ-
τηριστικὸν ἰδίωμα, τοῦτό ἐστι τὸ συμβεβηκός· οἷον διαφέρει ἄνθρωπος
ἑτέρου ἀνθρώπου, ὅτι ὁ μέν ἐστι μακρὸς ὁ δὲ κολοβός, ὁ μὲν λευκὸς ὁ
δὲ μέλας· ὁ μὲν ὑγιαίνει ὁ δὲ νοσεῖ, ὁ μέν ἐστι πατὴρ ὁ δὲ υἱός. Ταῦτα
καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα ἐπουσιώδεις εἰσὶ διαφοραὶ καὶ ποιότητες καὶ
ὑποστατικὰ καὶ χαρακτηριστικὰ ἰδιώματα καὶ συμβεβηκότα. Καὶ
ἁπλῶς εἰπεῖν, ὅσα ἐν πάσαις ταῖς ὑπὸ τὸ αὐτὸ εἶδος ὑποστάσεσιν
ὁμοίως θεωροῦνται καὶ ὧν ἄνευ ἀδύνατον συστῆναι τὴν οὐσίαν καὶ τὸ
εἶδος, οὐσιώδης λέγεται διαφορά· Ὅσα δὲ ἔν τισι τῶν ὁμοειδῶν ὑποστά-
σεων εἰσίν, ἔν τισι δὲ οὔκ εἰσι, συμβεβηκότα καὶ ἐπουσιώδη εἰσί.
Περὶ χωριστοῦ καὶ ἀχωρίστου συμβεβηκότος.
818

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 12, li.2

λέγονται. Ἄτομον λέγεται καὶ τὸ δύστμητον τουτέστι τὸ δυσχερῶς


τεμνόμενον ὡς ὁ ἀδάμας λίθος καὶ τὰ τοιαῦτα. Ἄτομον λέγεται καὶ τὸ
εἶδος, ὅπερ οὐκέτι εἰς ἕτερα εἴδη τέμνεται ἤτοι τὸ εἰδικώτατον εἶδος ὡς
ἄνθρωπος, ἵππος καὶ τὰ τοιαῦτα. Ἄτομον δὲ κυρίως λέγεται, ὅπερ
τέμνεται μέν, οὐ σῴζει δὲ μετὰ τὴν τομὴν τὸ πρῶτον εἶδος, ὥσπερ
Πέτρος τέμνεται εἰς ψυχὴν καὶ σῶμα, ἀλλ' οὔτε ἡ ψυχὴ καθ' αὑτήν
ἐστι τέλειος ἄνθρωπος ἢ Πέτρος τέλειος οὔτε τὸ σῶμα. Περὶ τούτου
τοῦ ἀτόμου παρὰ τοῖς φιλοσόφοις ὁ λόγος, ὅπερ ἐπὶ τῆς οὐσίας δηλοῖ
τὴν ὑπόστασιν.

Περὶ διαφορᾶς.

 Διαφορὰ καὶ ποιότης καὶ ἰδίωμα κατὰ μὲν τὸ ὑποκεί-


μενον ἕν εἰσιν, κατὰ δὲ τὴν ἐνέργειαν ἕτερον καὶ ἕτερον·
ἡ γὰρ λογικότης λέγεται καὶ ποιότης τοῦ ἀνθρώπου
καὶ ἰδίωμα καὶ διαφορά, ἀλλὰ καθ' ἕτερον καὶ ἕτερον
τρόπον. Ὡς μὲν γὰρ ποιοῦσα καὶ οἱονεὶ μορφοῦσα τὴν
οὐσίαν λέγεται ποιότης, εἶτα ὡς ἰδία γενομένη ταύτης
τῆς οὐσίας λέγεται ἰδίωμα. Ἐν δὲ τῇ πρὸς τὸ ἄλογον
συγκρίσει, βοῦν τυχὸν ἢ ἡμίονον ἢ κύνα, λέγεται δια-
φορά· ἐν αὐτῇ γὰρ ἄνθρωπος τῶν ἀλόγων διαφέρει.  
 Αὕτη δὲ τριχῶς λέγεται, κοινῶς τε καὶ ἰδίως καὶ ἰδιαίτατα.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 12, li.5

ἄνθρωπος, ἵππος καὶ τὰ τοιαῦτα. Ἄτομον δὲ κυρίως λέγεται, ὅπερ


τέμνεται μέν, οὐ σῴζει δὲ μετὰ τὴν τομὴν τὸ πρῶτον εἶδος, ὥσπερ
Πέτρος τέμνεται εἰς ψυχὴν καὶ σῶμα, ἀλλ' οὔτε ἡ ψυχὴ καθ' αὑτήν
ἐστι τέλειος ἄνθρωπος ἢ Πέτρος τέλειος οὔτε τὸ σῶμα. Περὶ τούτου
τοῦ ἀτόμου παρὰ τοῖς φιλοσόφοις ὁ λόγος, ὅπερ ἐπὶ τῆς οὐσίας δηλοῖ
τὴν ὑπόστασιν.
819

Περὶ διαφορᾶς.

 Διαφορὰ καὶ ποιότης καὶ ἰδίωμα κατὰ μὲν τὸ ὑποκεί-


μενον ἕν εἰσιν, κατὰ δὲ τὴν ἐνέργειαν ἕτερον καὶ ἕτερον·
ἡ γὰρ λογικότης λέγεται καὶ ποιότης τοῦ ἀνθρώπου
καὶ ἰδίωμα καὶ διαφορά, ἀλλὰ καθ' ἕτερον καὶ ἕτερον
τρόπον. Ὡς μὲν γὰρ ποιοῦσα καὶ οἱονεὶ μορφοῦσα τὴν
οὐσίαν λέγεται ποιότης, εἶτα ὡς ἰδία γενομένη ταύτης
τῆς οὐσίας λέγεται ἰδίωμα. Ἐν δὲ τῇ πρὸς τὸ ἄλογον
συγκρίσει, βοῦν τυχὸν ἢ ἡμίονον ἢ κύνα, λέγεται δια-
φορά· ἐν αὐτῇ γὰρ ἄνθρωπος τῶν ἀλόγων διαφέρει.  
 Αὕτη δὲ τριχῶς λέγεται, κοινῶς τε καὶ ἰδίως καὶ ἰδιαίτατα. Ἀδύνατον
γὰρ μὴ διαφέρειν ἀλλήλων δύο τινὰ κατά τι. Ἄλλοις οὖν διαφέρει εἶδος
εἴδους, καὶ ἄλλοις ὑπόστασις τῆς ὁμοειδοῦς καὶ ὁμοουσίου ὑποστάσεως
καὶ ἄλλοις ὑπόστασις ἑαυτῆς. Διαφέρει μὲν γὰρ τὸ εἶδος τοῦ ἀνθρώπου

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 12, li.18

τῆς οὐσίας λέγεται ἰδίωμα. Ἐν δὲ τῇ πρὸς τὸ ἄλογον


συγκρίσει, βοῦν τυχὸν ἢ ἡμίονον ἢ κύνα, λέγεται δια-
φορά· ἐν αὐτῇ γὰρ ἄνθρωπος τῶν ἀλόγων διαφέρει.  
 Αὕτη δὲ τριχῶς λέγεται, κοινῶς τε καὶ ἰδίως καὶ ἰδιαίτατα. Ἀδύνατον
γὰρ μὴ διαφέρειν ἀλλήλων δύο τινὰ κατά τι. Ἄλλοις οὖν διαφέρει εἶδος
εἴδους, καὶ ἄλλοις ὑπόστασις τῆς ὁμοειδοῦς καὶ ὁμοουσίου ὑποστάσεως
καὶ ἄλλοις ὑπόστασις ἑαυτῆς. Διαφέρει μὲν γὰρ τὸ εἶδος τοῦ ἀνθρώπου
τοῦ εἴδους τοῦ ἵππου κατὰ τὸ λογικὸν καὶ ἄλογον. Καὶ λέγεται τὸ
λογικὸν καὶ ἄλογον οὐσιώδης διαφορά. Ὁμοίως καὶ πάντα, οἷς δια-
φέρει εἶδος εἴδους, φυσικὴ καὶ οὐσιώδης καὶ συστατικὴ διαφορὰ καὶ
ποιότης λέγεται καὶ φυσικὸν ἰδίωμα, ὅπερ παντὶ τῷ εἴδει ἐνυπάρχει
ἀπαραλλάκτως, ἥτις καλεῖται παρὰ τοῖς φιλοσόφοις ἰδιαίτατα διαφορὰ
ὡς οἰκειοτέρα καὶ τῆς φύσεως παραστατική. Πάλιν διαφέρει ἄνθρωπος
ἀνθρώπου ἢ ἵππος ἵππου ἢ κύων κυνός, τουτέστιν ἄτομον ὁμοειδοῦς
ἀτόμου, καθὸ ὁ μέν ἐστι μακρὸς ὁ δὲ κολοβός, ὁ μὲν παλαιὸς ὁ δὲ νέος, ὁ

μὲν σιμὸς ὁ δὲ γρυπός, ὁ μὲν φρόνιμος ὁ ἕτερος μωρός. Ταῦτα πάντα


ἐπουσιώδεις διαφοραὶ καὶ ποιότητες λέγονται, ὅπερ ἐστὶ τὸ συμβεβηκός,
περὶ οὗ ἀκολούθως ἐροῦμεν.
820

Περὶ συμβεβηκότος.

 Συμβεβηκός ἐστιν, ὃ γίνεται καὶ ἀπογίνεται χωρὶς τῆς τοῦ ὑποκει-


μένου φθορᾶς. Καὶ πάλιν, ὃ ἐνδέχεται τῷ αὐτῷ καὶ εἶναι καὶ μὴ εἶναι·

Ιωάννης Δαμασκηνός. Dialectica sive Capita philosophica (recensio


fusior)
Sec. 31, li.33

 Οἱ δὲ ἅγιοι πατέρες παρεάσαντες τὰς πολλὰς ἐρεσχελίας τὸ μὲν


κοινὸν καὶ κατὰ πολλῶν λεγόμενον ἤγουν τὸ εἰδικώτατον εἶδος οὐσίαν
καὶ φύσιν καὶ μορφὴν ἐκάλεσαν, οἷον ἄγγελον, ἄνθρωπον, ἵππον, κύνα
καὶ τὰ τοιαῦτα· καὶ γὰρ καὶ ἡ οὐσία παρὰ τὸ εἶναι λέγεται, καὶ ἡ φύσις
παρὰ τὸ πεφυκέναι, τὸ δὲ εἶναι καὶ πεφυκέναι ταὐτόν ἐστι· καὶ ἡ μορφὴ
δὲ καὶ τὸ εἶδος τὸ αὐτὸ σημαίνει τῇ φύσει. Τὸ δὲ μερικὸν ἐκάλεσαν
ἄτομον καὶ πρόσωπον καὶ ὑπόστασιν οἷον Πέτρος, Παῦλος. Ἡ δὲ  
ὑπόστασις θέλει ἔχειν οὐσίαν μετὰ συμβεβηκότων καὶ καθ' ἑαυτὴν
ὑφίστασθαι καὶ αἰσθήσει ἤγουν ἐνεργείᾳ θεωρεῖσθαι. Ἀδύνατον δὲ δύο
ὑποστάσεις μὴ διαφέρειν ἀλλήλων τοῖς συμβεβηκόσι καὶ ἀριθμῷ δια-
φέρειν ἀλλήλων. Χρὴ δὲ γινώσκειν, ὅτι τὰ χαρακτηριστικὰ ἰδιώματα τὰ
συμβεβηκότα εἰσὶ τὰ χαρακτηρίζοντα τὴν ὑπόστασιν.  

Περὶ ὁμωνύμων.

 Ὁμώνυμα μέν εἰσι τὰ τῷ ὀνόματι κοινωνοῦντα, τῷ δὲ ὁρισμῷ ἢ τῇ


ὑπογραφῇ διαφέροντα. Οἷον τὸ κύων ὄνομα ὁμώνυμόν ἐστι, δηλοῖ δὲ
τὸν χερσαῖον καὶ τὸν θαλάσσιον κύνα· ἕτερον δὲ ὁρισμὸν ἔχει ὁ χερσαῖος

καὶ ἕτερον ὁ θαλάσσιος, ἐπειδὴ καὶ ἑτέρα φύσις καὶ ἑτέρα. Ὑπογράφουσι

δὲ τὰ ὁμώνυμα οὕτως· Ὁμώνυμά εἰσιν, ὧν ὄνομα μόνον κοινόν, ὁ δὲ


κατὰ τοὔνομα λόγος τῆς οὐσίας ἕτερος. Λόγον ἐνταῦθα τὸν ὁρισμὸν
εἶπε καὶ τὴν ὑπογραφήν· κατὰ τοὔνομα δὲ εἶπε δηλῶν ἕτερον εἶναι τὸν
ὁρισμὸν αὐτοῦ τοῦ ὀνόματος, καθ' ὃν γίνονται ὁμώνυμα. Οἷον ὁ χερ

Ιωάννης Δαμασκηνός. Expositio fidei Sec. 8, li.235

στάσεων διαίρεσις πράγματι θεωρεῖται· πράγματι γὰρ ὁ Πέτρος τοῦ


Παύλου κεχωρισμένος θεωρεῖται. Ἡ δὲ κοινότης καὶ ἡ συνάφεια καὶ τὸ
821

ἓν λόγῳ καὶ ἐπινοίᾳ θεωρεῖται. Νοοῦμεν γὰρ τῷ νῷ, ὅτι ὁ Πέτρος καὶ ὁ
Παῦλος τῆς αὐτῆς εἰσι φύσεως καὶ κοινὴν μίαν ἔχουσι φύσιν· ἕκαστος
γὰρ
αὐτῶν ζῷόν ἐστι λογικὸν θνητόν, καὶ ἕκαστος σάρξ ἐστιν ἐμψυχωμένη
ψυχῇ λογικῇ τε καὶ νοερᾷ. Αὕτη οὖν ἡ κοινὴ φύσις τῷ λόγῳ ἐστὶ θεωρη-
τή. Οὐδὲ γὰρ αἱ ὑποστάσεις ἐν ἀλλήλαις εἰσίν· ἰδίᾳ δὲ ἑκάστη καὶ ἀναμέ-
ρος ἤγουν καθ' ἑαυτὴν κεχώρισται πλεῖστα τὰ διαιροῦντα αὐτὴν ἐκ τῆς
ἑτέρας ἔχουσα· καὶ γὰρ καὶ τόπῳ διεστήκασι καὶ χρόνῳ διαφέρουσι καὶ
γνώμῃ μερίζονται καὶ ἰσχύι καὶ μορφῇ εἴτουν σχήματι καὶ ἕξει καὶ κράσει

καὶ ἀξίᾳ καὶ ἐπιτηδεύματι καὶ πᾶσι τοῖς χαρακτηριστικοῖς ἰδιώμασι,


πλέον δὲ πάντων τῷ μὴ ἐν ἀλλήλαις ἀλλὰ κεχωρισμένως εἶναι. Ὅθεν καὶ
δύο καὶ τρεῖς ἄνθρωποι λέγονται καὶ πολλοί.
 Τοῦτο δὲ καὶ ἐπὶ πάσης ἔστιν ἰδεῖν τῆς κτίσεως. Ἐπὶ δὲ τῆς ἁγίας καὶ
ὑπερουσίου καὶ πάντων ἐπέκεινα καὶ ἀλήπτου τριάδος τὸ ἀνάπαλιν.
Ἐκεῖ γὰρ τὸ μὲν κοινὸν καὶ ἓν πράγματι θεωρεῖται διά τε τὸ συναΐδιον
καὶ
τὸ ταυτὸν τῆς οὐσίας καὶ τῆς ἐνεργείας καὶ τοῦ θελήματος καὶ τὴν τῆς
γνώμης σύμπνοιαν τήν τε τῆς ἐξουσίας καὶ τῆς δυνάμεως καὶ τῆς ἀγα-
θότητος ταυτότητα – οὐκ εἶπον ὁμοιότητα, ἀλλὰ ταυτότητα – καὶ τὸ
ἓν ἔξαλμα τῆς κινήσεως· μία γὰρ οὐσία, μία ἀγαθότης, μία δύναμις, μία
θέλησις, μία ἐνέργεια, μία ἐξουσία, μία καὶ ἡ αὐτὴ οὐ τρεῖς ὅμοιαι

Ιωάννης Δαμασκηνός. Expositio fidei Sec. 11, li.42

χρήσεως ἀποτελεῖσθαι τὴν ἄφιξιν. Ὅρκον δὲ τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς


αὐτοῦ ἐκ τοῦ παρ' ἡμῖν δι' ὅρκου τὰς πρὸς ἀλλήλους βεβαιοῦσθαι συν-
θήκας. Ὀργὴν δὲ καὶ θυμὸν τὴν πρὸς τὴν κακίαν ἀπέχθειάν τε καὶ
ἀποστροφήν· καὶ γὰρ ἡμεῖς τὰ ἐναντία τῆς γνώμης μισοῦντες ὀργιζό-
μεθα. Λήθην δὲ καὶ ὕπνον καὶ νυσταγμὸν τὴν ὑπέρθεσιν τῆς κατὰ τῶν
ἐχθρῶν ἀμύνης καὶ τὴν τῆς συνήθους πρὸς τοὺς οἰκείους βοηθείας
ἀναβο-
λήν. Καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν πάντα τὰ σωματικῶς εἰρημένα ἐπὶ θεοῦ κεκρυμ-
μένην ἔχει τινὰ ἔννοιαν ἐκ τῶν καθ' ἡμᾶς τὰ ὑπὲρ ἡμᾶς ἐκδιδάσκουσαν,
εἰ μή τι περὶ τῆς σωματικῆς τοῦ θεοῦ λόγου ἐπιδημίας εἴρηται· αὐτὸς γὰρ
πάντα τὸν ἄνθρωπον διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν ἀνεδέξατο, ψυχὴν
νοερὰν καὶ σῶμα καὶ τὰ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἰδιώματα τά τε φυσικὰ
καὶ ἀδιάβλητα πάθη.  

Ιωάννης Δαμασκηνός. Expositio fidei Sec. 78, li.6


822

Πρὸς τοὺς ἐρωτῶντας, εἰ ἡ ὑπόστασις τοῦ Χριστοῦ


κτιστή ἐστιν ἢ ἄκτιστος

 Ἡ ὑπόστασις τοῦ θεοῦ λόγου πρὸ τῆς σαρκώσεως ἁπλῆ ἦν καὶ


ἀσύνθετος καὶ ἀσώματος καὶ ἄκτιστος, σαρκωθεῖσα δὲ αὕτη γέγονε καὶ
τῇ σαρκὶ ὑπόστασις καὶ γέγονε σύνθετος ἐκ θεότητος, ἧς ἀεὶ εἶχε, καὶ
ἐξ ἧς προσείληφε σαρκός, καὶ φέρει τῶν δύο φύσεων τὰ ἰδιώματα ἐν
δυσὶ
γνωριζομένη ταῖς φύσεσιν, ὥστε ἡ αὐτὴ μία ὑπόστασις ἄκτιστός τέ ἐστι
τῇ θεότητι καὶ κτιστὴ τῇ ἀνθρωπότητι, ὁρατὴ καὶ ἀόρατος· ἐπεὶ
ἀναγκαζόμεθα ἢ διαιρεῖν τὸν ἕνα Χριστὸν δύο τὰς ὑποστάσεις λέγοντες
ἢ τὴν τῶν φύσεων ἀρνεῖσθαι διαφορὰν καὶ τροπὴν εἰσάγειν καὶ σύγχυσιν.

Ιωάννης Δαμασκηνός. De duabus in Christo voluntatibus Sec. 3, li.31

συναπτόμενοι φιλικῶς πρὸς ἀλλήλους διάκοιντο. Ἡ δὲ τῶν ὑποστάσεων


διαφορὰ τὸ οἰκεῖον διακρίνει τοῦ ἀλλοτρίου ὡς ἂν κατὰ γένος καὶ κτῆμα
ἕκαστος τὸ οἰκεῖον ἐπιγινώσκων φροντίζοι καὶ μὴ ἐπιβαίνοι ὡς οἰκείῳ τῷ

ἀλλοτρίῳ καὶ ὡς ἂν ἡ ἑκάστου ὕπαρξις γνωρίζοιτο.


 Χρὴ τοιγαροῦν τὸν περί τινος ποιούμενον ζήτησιν εἰδέναι πρότερον,
τί ἐστιν, εἶθ' οὕτως, εἰ ἓν ἢ δύο εἰσὶν ἀποφαίνεσθαι. Τοῦτο δέ φημι περὶ
τῶν ἐπὶ τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ζητουμένων, φύσεων λέγω
καὶ ὑποστάσεως, θελημάτων καὶ ἐνεργειῶν καὶ λοιπῶν ἰδιωμάτων.
Ἀλλ' ἵνα τοῦτο σαφέστερον γένηται, εἴπωμεν πρότερον, τί διαφέρει
φύσις ὑποστάσεως, καὶ τότε ἀριδήλως γνωσόμεθα τά τε συστατικὰ τῆς
φύσεως καὶ τὰ τῆς ὑποστάσεως ἰδιώματα. Καὶ οὕτω σκεψώμεθα περὶ
τῶν ἐν τῷ κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ, εἴτε διπλᾶ εἴη εἴτε ἁπλᾶ.  

Ιωάννης Δαμασκηνός. De duabus in Christo voluntatibus Sec. 4,col 1,


li.31

καθ' αὑτὸ ὑφεστώς,


 οὐσία τις
 μετὰ συμβεβηκότων, τὴν
καθ' αὑτὸ ὕπαρξιν ἰδιαιρέτως καὶ
ἀποτετμημένως τῶν λοιπῶν ὑπο-
στάσεων ἐνεργείᾳ καὶ πράγματι
κληρωσαμένη, τὸ κοινωνοῦν μὲν
τοῖς ὁμοειδέσιν ἀτόμοις τῷ λό-
823

γῳ τῆς φύσεως, συμβεβηκόσι δέ


τισι, χαρακτηριστικοῖς
ἰδιώμασι τὴν πρὸς τὸ ὁμοφυές τε
καὶ ὁμοειδὲς ἄτομον ἔχον διαφοράν.
 Καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν· Φύσις
ἐστὶ τὸ κοινόν,
 οἷον ἀνθρω-
πότης – καὶ ὁ Πέτρος γὰρ ἄν-
θρωπός ἐστι καὶ ὁ Παῦλος καὶ
οἱ λοιποὶ κατὰ μέρος ἄνθρω-
ποι – , ὑπό-
στασις δὲ τὸ μερικόν, ὁ δεῖνα
καὶ ὁ δεῖνα.

Ιωάννης Δαμασκηνός. De duabus in Christo voluntatibus


Sec. 13, li.5

πατρὸς καὶ οὐ πατέρα ἀγέννητον οὐδὲ γεννήτορα. Ἐκ τοῦ πατρὸς γὰρ


γεγέννηται ἀπαθῶς, ἀσυνδυάστως, τουτέστιν ἄνευ μίξεως, ὡς φῶς ἐκ
πυρός, μᾶλλον δὲ ὡς φῶς τέλειον ἐκ τελείου φωτός. Ἐκ τοῦ πατρὸς οὖν
ἔχει τὸ εἶναι καὶ πάντα, ὅσα ἔχει. Διὸ καὶ λέγει· «Ὁ πατήρ μου μείζων
μού ἐστιν·» ἐγὼ γὰρ ἐξ αὐτοῦ, εἰ καὶ μὴ μετ' αὐτόν, οὐκ αὐτὸς ἐξ ἐμοῦ.
Διὸ καὶ τιμᾷ τὸν πατέρα.
 Εἰπόντες τοίνυν τὰ τῆς θείας φύσεως τοῦ Χριστοῦ ἰδιώματα, ἃ
ἔσχεν ἐκ τοῦ πατρός, εἴπωμεν καὶ τὰ τῆς ἀνθρωπίνης αὐτοῦ φύσεως
φυσικὰ
ἰδιώματα, ἅπερ ἐκ τῆς ἐξ ἡμῶν ἔσχε προσλήψεως. Εἰ γὰρ θεὸς ὢν
τέλειος  
γέγονε δι' ἡμᾶς καθ' ἡμᾶς ἄνθρωπος τέλειος, δῆλον, ὡς πάντα ἔχων τὰ
φυσικὰ τῆς θεότητος ἰδιώματα καὶ κατὰ τοῦτο θεὸς ὢν τέλειος καὶ
πάντα
ἕξει τὰ φυσικὰ τῆς ἀνθρωπότητος ἰδιώματα, τουτέστι πάσας τὰς φυσικὰς

δυνάμεις τῆς ἀνθρωπότητος, τὰς ἐνεργητικάς τε καὶ παθητικάς, ἵνα


τέλειος
ᾖ ἄνθρωπος· εἰ γάρ τι τῶν φυσικῶν οὐκ ἀνέλαβεν, οὐ τέλειος, ἀλλ'
ἐλλιπής ἐστιν ἄνθρωπος.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Commentarii in epistulas Pauli [Dub.] Vol.95, p.


824

840, li.48

 Εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα, εἷς Θεὸς


καὶ Πατὴρ πάντων, καὶ ὁ ἐπὶ πάντων, καὶ διὰ πάν-
των, καὶ ἐν πᾶσιν ἡμῖν.»
 Ἐκ πάντων ἕνωσιν εἰσηγεῖται. Εἷς Κύριος οὖν, ὃν
ἐπικαλούμεθα· μία πίστις, δι' ἧς εἰσήχθημεν· ἓν
βάπτισμα, δι' οὗ ἐκαθαρίσθημεν. Εἷς ὁ ἐπὶ πάντων
Πατὴρ, ὃς καὶ διὰ πάντων διὰ τὸν ἐξ αὐτοῦ Λόγον,
καὶ ἐν πᾶσι διὰ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος. Τῆς δὲ θείας
ἑνότητος τὴν ὁμοίωσιν ἐν ἡμῖν καταυγάζεσθαι βου-
λόμενος, τὰ τῆς Τριάδος ἰδιώματα ἐν ἑνὶ τῷ Θεῷ
ἐκήρυξεν.  
 »Ἑνὶ δὲ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη χάρις κατὰ τὸ μέ-
τρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. Διὸ λέγει· Ἀναβὰς
εἰς ὕψος ᾐχμαλώτευσεν αἰχμαλωσίαν.»
 Εἰ καὶ διάφορα, φησὶ, τὰ χαρίσματα, μετρουμέ-
νης τῆς χάριτος πρὸς τὴν ἑκάστου δύναμίν τε καὶ
πρόθεσιν, ἀλλ' ὅμως μὴ μεριζέσθω τὰ τῆς ἑνότητος.
 »Καὶ ἔδωκε δόματα τοῖς ἀνθρώποις.»
 Δηλοῖ, φησὶ, καὶ ὁ ψαλμῳδὸς τὸ πλῆθος τῶν δο-
μάτων, τῶν μετὰ τὴν ἄνοδον τοῦ Σωτῆρος δὲ δομένων,

Ιωάννης Δαμασκηνός. Homilia in transfigurationem domini (2934:


054); MPG 96.
Vol.96, p. 545, li.20

τοῖς χείλεσιν ἀλαλάξωμεν. Δεῦτε, σκιρτήσωμεν πνεύ-


ματι. Τίνι γὰρ ἑορτὴ καὶ πανήγυρις; τίνι θυμηδία
καὶ ἀγαλλίασις, ἀλλ' ἢ τοῖς φοβουμένοις τὸν Κύριον,
τοῖς Τριάδι λατρεύουσι, τοῖς τῷ Πατρὶ τὸν Υἱὸν καὶ
τὸ Πνεῦμα συναΐδιον σέβουσι, τοῖς ψυχῇ, καὶ ἐννοίᾳ,
καὶ στόματι καθομολογοῦσι θεότητα ἐν τρισὶν ἀδιαι-
ρέτως γνωριζομένην ταῖς ὑποστάσεσι, τοῖς εἰδόσι
καὶ λέγουσι τὸν Χριστὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, καὶ Θεὸν
μίαν ὑπόστασιν, ἐν δυσὶν ἀδιαιρέτοις καὶ ἀσυγχύτοις
ταῖς φύσεσι γνωριζόμενον, καὶ τοῖς αὐτῶν φυσικοῖς
ἰδιώμασιν; Ἡμῖν εὐφροσύνη καὶ χαρὰ πᾶσα ἑόρτιος.
Ἡμῖν ὁ Χριστὸς τὰς ἑορτὰς ἐκτετέλεκεν· οὐ γὰρ ἔστι
χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν. Ἀποθώμεθα λύπης ἁπάσης
νέφος ἐπισκοτούσης ἡμῖν τὸν νοῦν, καὶ τοῦτον οὐκ
ἐώσης πρὸς ὕψος ἐπαίρεσθαι. Πάντων τῶν γηΐνων
825

περιφρονήσωμεν· οὐκ ἐν γῇ γὰρ ἡμῶν τὸ πολίτευμα.


Πρὸς οὐρανὸν τὸν νοῦν ἐναποτείνωμεν, ὅθεν καὶ
Σωτῆρα Χριστὸν ἀπεκδεχόμεθα Κύριον.
 βʹ. Σήμερον φωτὸς ἀπροσίτου ἄβυσσος· σήμερον
αἴγλης θείας χύσις ἀπεριόριστος ἐν Θαβὼρ τῷ ὄρει
τοῖς ἀποστόλοις αὐγάζεται.

Ιωάννης Δαμασκηνός. Homilia in sabbatum sanctum (2934: 056);


MPG 96.
Vol.96, p. 616, li.3

ταβατικῶς· ἀνέβη δὲ σωματικῶς, εἷς ὢν ὁ αὐτὸς Θεός


τε καὶ ἄνθρωπος. Ἢ πῶς ὁ λαλῶν καὶ φαινόμενος
ἄνθρωπος φησίν· Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμεν;
Οὐ γὰρ εὐμήχανον ψιλὸν ἄνθρωπον φάναι τὰς τοιαύ-
τας φωνὰς, εἰ μὴ καὶ Θεὸς εἴη τῷ Πατρὶ ὁμοού-
σιος.
 ιδʹ. Εἰ δὲ καὶ μὴ ἐν δυσὶ γνωρίζοιτο φύσεσι, πῶς
θνητὸς ἅμα εἴη ὁ αὐτὸς καὶ ἀθάνατος, κτιστός τε καὶ  
ἄκτιστος, ὁρατὸς καὶ ἀόρατος, τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος
ἄνθρωπος; Ταῦτα γὰρ οὐκ ἂν εἴη μιᾶς φύσεως ἰδιώ-
ματα. Οὐ γὰρ ταυτὸν κατὰ φύσιν τὸ κτιστὸν τῷ
ἀκτίστῳ, οὐδὲ τὸ θνητὸν τῷ ἀθανάτῳ, οὐδὲ τὸ ὁρατὸν
τῷ ἀοράτῳ, οὐδὲ θεότης ἀνθρωπότητι.
 ιεʹ. Πῶς δὲ καὶ συνθέτου μιᾶς φύσεως εἴη ὁ Χρι-
στὸς, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Πνεύματος ἐν ἁπλῇ φύσει
θεωρουμένων; Ἔσται δὲ πῶς κατὰ τὴν αὐτὴν φύσιν
τῷ Πατρὶ καὶ ἡμῖν ὁμοούσιος, εἰ μή που καὶ τὸν
Πατέρα φήσοι τις ἡμῖν ὁμοούσιον; Ὅπερ ἁπάσης
τερατώδους ἐννοίας ἐστὶν ἀτοπώτερον. Πῶς δὲ καὶ ὁ
αὐτός φησιν· Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν Πατέρα;
καὶ πάλιν· Τί ζητεῖτέ με ἀποκτεῖναι, ἄνθρωπον,

Joannes Camaterus Astrol., Astron., Introductio in astronomiam li.4105

καὶ πάλιν τὴν παρέχουσαν ἰδίαν ἐπιστήμην,


ποὶ μὲν πλοαὶ πεφύκασι, ποὶ δὲ καὶ ναυπηγίαι,
826

ἀλλαχοῦ γηπονίαι τε, ἄλλοτε δ' ἄλλαι τέχναι.


καὶ ταῦτα ἰδιώματα πέλουσι τῶν κλιμάτων·
αἱ μὲν οὖσαι πρὸς θάλασσαν φέρουσιν ναυτιλίας,
αἱ δὲ πλησίον κείμεναι ὀρῶν τε καὶ θαλάσσης
τὰς ναυπηγίας ἔχουσιν· ἔνθα δὲ βασιλεῖαι  
καὶ δόξαν πάντων πρώτιστοι, ἔνδοξοι πλεονάζουν·
ἔνθα δ' εἰσὶν ἀγροικισταὶ, ἐκεῖ γεηπονίαι·
ἔνθα δ' εἰδώλων εὐθηνίαι, ἐκεῖ καὶ ταπεινώσεις,
καὶ τούτων οὕτως ἕκαστον ἰδίωμα κλιμάτων ....
 ἀστέρες δὲ πεφύκασιν ἐκτὸς τῶν πλανωμένων
μελλόντων ἀποβήσεσθαι καὶ μηνυταὶ σημείων.  

Ποίημα τοῦ ἐπὶ τοῦ κανικλείου τοῦ Καματηροῦ, περὶ ζωδιακοῦ


κύκλου καὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων τῶν ἐν οὐρανῷ.

 Ἐξ οὐρανίων ἀντύγων σοι βιβλίον


Γράψας προσάγω, δέσποτα στεφηφόρε,
Ἄναξ Μανουὴλ, πορφυρόβλαστε κλάδε,
Ὁ Καματηρὸς ἐκ γένους Ἰωάννης,
Τῷ σῷ δὲ κράτει πιστότατος οἰκέτης,
Οὐχ ἵνα προσθῶ γνῶσιν ἐν σοὶ βελτίω,

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De virtutibus et


vitiis (3023: 002)“Excerpta historica iussu imp. Constantini
Porphyrogeniti confecta, vol. 2: excerpta de virtutibus et vitiis, pts. 1 &
2”, Ed. Büttner–Wobst, T., Roos, A.G.
Berlin: Weidmann, 2.1:1906; 2.2:1910.Vol.2, p. 87, li.3

αἰτία, καὶ τούτους εἰκὸς ἦν πεπονθέναι ταῦτα τοῖς ὑπὸ τὸν αὐτὸν
ὑποπεπτωκόσι καιρόν· εἰ δὲ περὶ μόνους γέγονεν Μαντινεῖς ἡ
διαφορά, φανερὸν ὅτι καὶ τὴν αἰτίαν τῆς ὀργῆς ἀνάγκη διαφέ-
ρουσαν γεγονέναι περὶ τούτους.
4. Ὅτι ὁ αὐτὸς πάλιν Ἀριστόμαχον τῶν Ἀργείων φησὶν ἄν-
δρα τῆς ἐπιφανεστάτης οἰκίας ὑπάρχοντα καὶ τετυραννηκότα μὲν
Ἀργείων πεφυκότα δ' ἐκ τυράννων, ὑποχείριον Ἀντιγόνῳ καὶ
τοῖς Ἀχαιοῖς γενόμενον εἰς Κεγχραίας ἀπαχθῆναι καὶ στρεβλού-  
μενον ἀποθανεῖν, ἀδικώτατα καὶ δεινότατα παθόντα πάντων
ἀνθρώπων. τηρῶν δὲ καὶ περὶ ταύτην τὴν πρᾶξιν ὁ συγγραφεὺς
τὸ καθ' αὑτὸν ἰδίωμα φωνάς τινας πλάττει διὰ τῆς νυκτὸς
αὐτοῦ στρεβλουμένου προσπιπτούσας τοῖς σύνεγγυς κατοικοῦσιν,
ὧν τοὺς μὲν ἐκπληττομένους τὴν ἀσέβειαν, τοὺς δὲ ἀγανακτοῦντας
827

ἐπὶ τοῖς γινομένοις προστρέχειν πρὸς τὴν οἰκίαν φησίν. περὶ μὲν
οὖν τῆς τοιαύτης τερατείας παρείσθω· δεδήλωτο γὰρ ἀρκούντως.
ἐγὼ δ' Ἀριστόμαχον, εἰ καὶ μηδὲν εἰς τοὺς Ἀχαιοὺς ἕτερον
ἥμαρτεν, κατά γε τὴν τοῦ βίου προαίρεσιν καὶ τὴν εἰς τὴν
πατρίδα παρανομίαν τῆς μεγίστης ἄξιον κρίνω τιμωρίας. καί-
περ ὁ συγγραφεὺς βουλόμενος αὔξειν αὐτοῦ τὴν δόξαν καὶ παρα-
στήσασθαι τοὺς ἀκούοντας εἰς τὸ μᾶλλον αὐτῷ συναγανακτεῖν
ἐφ' οἷς ἔπαθεν, οὐ μόνον αὐτόν φησι γεγονέναι τύραννον,

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De sententiis


(3023: 004)
“Excerpta historica iussu imp. Constantini Porphyrogeniti confecta, vol.
4: excerpta de sententiis”, Ed. Boissevain, U.P.Berlin: Weidmann,
1906.P. 121, li.14

ἀνάγκη τὸ παραπλήσιον πάσχειν καὶ ποιεῖν ἥρωάς τε καὶ θεοὺς


ἐπιφαινομένους, ἐπειδὰν τὰς ἀρχὰς ἀπιθάνους καὶ ψευδεῖς ὑπο-
στήσωνται· πῶς γὰρ οἷόν τε παραλόγοις ἀρχαῖς εὔλογον ἐπιθεῖ-
ναι τέλος;
23. Ὅτι φησὶν ὁ Πολύβιος ἐν τῷ τρίτῳ λόγῳ· βραχέα δὲ
βουλόμεθα περὶ τῶν ἁρμοζόντων τῇ πραγματείᾳ διεξελθεῖν. ἴσως
γὰρ δή τινες ἐπιζητοῦσι πῶς, πεποιημένοι τὸν πλεῖστον λόγον
ὑπὲρ τῶν κατὰ Λιβύην καὶ κατ' Ἰβηρίαν τόπων, οὔτε περὶ τοῦ
καθ' Ἡρακλέους στήλας στόματος οὐδὲν ἐπὶ πλεῖον εἰρήκαμεν οὔτε
περὶ τῆς ἔξω θαλάττης καὶ τῶν ἐν ταύταις συμβαινόντων ἰδιω-
μάτων, οὐδὲ μὴν περὶ τῶν Βρεττανικῶν νήσων καὶ τῆς τοῦ κατ-
τιτέρου κατασκευῆς, ἔτι δὲ τῶν ἀργυρίων καὶ χρυσίων τῶν κατὰ
τὴν Ἰβηρίαν, ὑπὲρ ὧν οἱ συγγραφεῖς ἀμφισβητοῦντες πρὸς ἀλλή-
λους τὸν πλεῖστον διατίθενται λόγον. ἡμεῖς δ' οὐχὶ νομίζοντες
ἀλλότριον εἶναι τοῦτο τὸ μέρος τῆς ἱστορίας, διὰ τοῦτο παρελεί-
πομεν, ἀλλὰ πρῶτον μὲν οὐ βουλόμενοι παρ' ἕκαστα διασπᾶν τὴν
διήγησιν οὐδ' ἀποπλανᾶν ἀπὸ τῆς πραγματικῆς ὑποθέσεως τοὺς
φιληκοοῦντας, δεύτερον δὲ κρίνοντες οὐ διερριμμένην οὐδ' ἐν παρ-
έργῳ ποιήσασθαι τὴν περὶ αὐτῶν γνώμην, ἀλλὰ κατ' ἰδίαν καὶ
τόπον καὶ καιρὸν ἀπονείμαντες τῷ μέρει τούτῳ, καθόσον οἷοί τε
ἐσμέν, τὴν ἀλήθειαν περὶ αὐτῶν ἐξηγήσασθαι.

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De sententiis


P. 144, li.29

ὀψιμαθίαν δοκεῖ μοι πολλὴν ἐπιφαίνειν, ὅς γε, διότι θύουσιν


828

ἵππον, εὐθέως ὑπέλαβε τοῦτο ποιεῖν αὐτοὺς διὰ τὸ τὴν Τροίαν


ἀπὸ ἵππου δοκεῖν ἑαλωκέναι.
Πλὴν ὅτι γε κακῶς ἱστόρηκε καὶ τὰ περὶ τὴν Λιβύην καὶ τὰ
περὶ τὴν Σαρδόνα καὶ μάλιστα τὰ κατὰ τὴν Ἰταλίαν, ἐκ τούτων
ἐστὶ συμφανές, καὶ καθόλου διότι τὸ περὶ τὰς ἀνακρίσεις μέρος
ἐπισέσυρται παρ' αὐτῷ τελέως· ὅπερ ἐστὶ κυριώτατον τῆς ἱστο-
ρίας. ἐπειδὴ γὰρ αἱ μὲν πράξεις ἅμα πολλαχῇ συντελοῦνται,
παρεῖναι δὲ τὸν αὐτὸν ἐν πλείοσι τόποις κατὰ τὸν αὐτὸν καιρὸν
ἀδύνατον, ὁμοίως γε μὴν οὐδ' αὐτόπτην γενέσθαι πάντων τῶν
κατὰ τὴν οἰκουμένην τόπων καὶ τῶν ἐν τοῖς τόποις ἰδιωμάτων
τὸν ἕνα δυνατόν, καταλείπεται πυνθάνεσθαι μὲν ὡς παρὰ πλεί-
στων, πιστεύειν δὲ τοῖς ἀξίοις πίστεως, κριτὴν δ' εἶναι τῶν προς-
πιπτόντων μὴ κακόν.
Ἐν ᾧ γένει μεγίστην ἐπίφασιν ἕλκων Τίμαιος πλεῖστον ἀπο-  
λείπεσθαί μοι δοκεῖ τῆς ἀληθείας· τοσοῦτο γὰρ ἀπέχει τοῦ δι'
ἑτέρων ἀκριβῶς τὴν ἀλήθειαν ἐξαρτίζειν, ὡς οὐδὲ τούτων ὧν αὐ-
τόπτης γέγονεν καὶ ἐφ' οὓς αὐτὸς ἥκει τόπους, οὐδὲ περὶ τούτων
οὐδὲν ὑγιὲς ἡμῖν ἐξηγεῖται. τοῦτο δ' ἔσται δῆλον, ἐὰν ἐν τοῖς
κατὰ τὴν Σικελίαν δείξωμεν αὐτὸν ἀγνοοῦντα περὶ ὧν ἀποφαίνε-
ται· σχεδὸν γὰρ οὐ πολλῶν ἔτι προσδεήσει λόγων ὑπέρ γε τῆς

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De sententiis


P. 150, li.5

καὶ συλλήβδην πᾶν τοιοῦτο γένος, ἃ σχεδὸν ὡσεὶ κεφάλαια τῶν


πράξεων ἐστὶ καὶ συνέχει τὴν ὅλην ἱστορίαν· διότι γὰρ ταῦτα
πάντα ....... ἐν τοῖς ὑπομνήμασι κατατέταχε Τίμαιος, καὶ
τοῦτο πεποίηκε κατὰ πρόθεσιν, τίς οὐ παρακολουθεῖ τῶν ἀνεγνω-
κότων; οὐ γὰρ τὰ ῥηθέντα γέγραφεν, οὐδ' ὡς ἐῤῥήθη κατ' ἀλή-
θειαν, ἀλλὰ προθέμενος ὡς δεῖ ῥηθῆναι. πάντας ἐξαριθμεῖται  
τοὺς ῥηθέντας λόγους καὶ τὰ παρεπόμενα τοῖς πράγμασιν οὕτως
ὡσανεί τις ἐν διατριβῇ πρὸς ὑπόθεσιν ἐπιχειροίη, ὥσπερ ἀπό-
δειξιν τῆς ἑαυτοῦ δυνάμεως ποιούμενος, ἀλλ' οὐκ ἐξήγησιν τῶν
κατὰ ἀλήθειαν εἰρημένων.
81. Ὅτι τῆς ἱστορίας ἰδίωμα τοῦτ' ἐστὶ τὸ πρῶτον μὲν αὐ-
τοὺς τοὺς κατὰ ἀλήθειαν εἰρημένους, οἷοί ποτ' ἂν ὦσι, γνῶναι
λόγους, δεύτερον τὴν αἰτίαν πυνθάνεσθαι, παρ' ἣν ἢ διέπεσεν ἢ
κατωρθώθη τὸ πραχθὲν ἢ ῥηθέν, ἐπεὶ ψιλῶς λεγόμενον αὐτὸ τὸ
γεγονὸς ψυχαγωγεῖ μὲν ὠφελεῖ δ' οὐδέν, προστεθείσης δὲ τῆς αἰτίας
ἔγκαρπος ἡ τῆς ἱστορίας γίνεται χρῆσις. εἰ γὰρ τῶν ὁμοίων ἐπὶ
τοὺς οἰκείους μεταφέρομεν καιροὺς ἀφορμαὶ γίνονται καὶ προλή-
ψεις εἰς τὸ προϊδέσθαι τὸ μέλλον, καὶ ποτὲ μὲν εὐλαβηθῆναι,
829

ποτὲ δὲ μιμούμενον τὰ προγεγονότα θαρραλεώτερον ἐγχειρεῖν τοῖς


ἐπιφερομένοις· ὁ δὲ καὶ τοὺς ῥηθέντας λόγους καὶ τὴν αἰτίαν
παρασιωπῶν, ψευδῆ δ' ἀντὶ τούτων ἐπιχειρήματα καὶ διεξοδικοὺς

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De sententiis


P. 152, li.13

νησιν παρὰ τοῖς ἀκούουσι, τῆς τοῦ λόγου πιθανότητος καταγωνι-


ζομένης πολλάκις τὴν ἐπ' αὐτῶν τῶν ἔργων δοκιμασίαν. τὸ δὲ
τρίτον, τὸ τὴν ἀληθινὴν προσφερόμενον ἕξιν ἐν ἑκάστοις τῶν ἐπι-
τηδευμάτων, οὐ μόνον ὑπάρχει σπάνιον, ἀλλὰ καὶ πολλάκις ὑπὸ
τῆς στωμυλίας καὶ τόλμης ἐπισκοτεῖται διὰ τὴν τῶν πολλῶν ἀκρι-
σίαν. τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον καὶ τῆς πραγματικῆς ἱστορίας ὑπαρ-
χούσης τριμεροῦς, τῶν δὲ μερῶν αὐτῆς ἑνὸς μὲν ὄντος τοῦ περὶ
τὴν ἐν τοῖς ὑπομνήμασι πολυπραγμοσύνην καὶ τὴν παράθεσιν τῆς
ἐκ τούτων ὕλης, ἑτέρου δὲ τοῦ περὶ τὴν θέαν τῶν πόλεων καὶ
τῶν τόπων περί τε ποταμῶν καὶ λιμένων καὶ καθόλου τῶν κατὰ
γῆν καὶ κατὰ θάλασσαν ἰδιωμάτων καὶ διαστημάτων, τρίτου δὲ
τοῦ περὶ τὰς πράξεις τὰς πολιτικάς, παραπλησίως [δ'] ἐφίενται
μὲν ταύτης πολλοὶ διὰ τὴν προγεγενημένην περὶ αὐτῆς δόξαν,
προσφέρονται δὲ πρὸς τὴν ἐπιβολὴν οἱ μὲν πλεῖστοι τῶν γραφόν-
των ἁπλῶς δίκαιον οὐδὲν πλὴν εὐχέρειαν καὶ τόλμαν καὶ ῥαδιουρ-
γίαν, παραπλήσιον τοῖς φαρμακοπώλαις δοξοκοποῦντες καὶ πρὸς
χάριν βλέποντες ἀεὶ τὰ πρὸς τοὺς καιροὺς ἕνεκα τοῦ πορίζειν τὸν
βίον διὰ τούτων· περὶ ὧν οὐκ ἄξιον πλείω ποιεῖσθαι λόγον. ἔνιοι
δὲ τῶν δοκούντων εὐλόγως προσάγειν πρὸς τὴν ἱστορίαν, καθά-
περ οἱ λογικοὶ τῶν ἰατρῶν, ἐνδιατρίψαντες ταῖς βιβλιοθήκαις καὶ
καθόλου τὴν ἐκ τῶν ὑπομνημάτων περιποιησάμενοι πολυπειρίαν,

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De thematibus


(3023: 009)
“Costantino Porfirogenito. De thematibus”, Ed. Pertusi, A.
Vatican City: Biblioteca Apostolica Vaticana, 1952; Studi e Testi 160.
Asia-Europe Asia, ch. 17, li.11

Τὸ δὲ καλούμενον Αἰγαῖον πέλαγος, καὶ αὐτὸ χρηματίζον εἰς θέμα,


ἀπὸ Αἰγέως τοῦ Ποσειδῶνος υἱοῦ τὴν προσωνυμίαν ἔλαχε, καθώς φασιν
οἱ τὸν Ὅμηρον σχολιογραφήσαντες. Οὐκ ἔστι δὲ νῦν χρεία τῆς
Ἑλληνικῆς
ἱστορίας, διὰ τὸ εἶναι αὐτὴν ψεύδους μεμεστωμένην. Στράβων δὲ ὁ γεω-
830

γράφος ἄλλως αὐτοῦ τὴν ὀνομασίαν τέθεικεν· «ἀπὸ γὰρ τῆς ἄκρας
Αἰολίδος, ἣν Αἶγα οἱ ἐπιχώριοι ὀνομάζουσιν, ὅθεν ὁ Αἰγεατικὸς
ἀπάρχεται
κόλπος, τὴν ὀνομασίαν εἴληφεν, ὁμονύμως τῷ ζῴῳ». Ὁμοίως δὲ καὶ ὁ
Ἀρτεμίδωρος τὰ αὐτά φησι τῷ Στράβωνι. «Ἄκρα τίς ἐστι τῆς Αἰολίδος,
ἣν Αἶγα οἱ ἐπιχώριοι ὀνομάζουσιν, ἀφ' ἧς καὶ τὸ πέλαγος τὴν τοιαύτην
ὀνομασίαν προσείληφεν». Αἰολίδος δὲ λέγω οὐκ ἔθνους ὀνομασίαν, ἀλλὰ

γλώττης ἰδίωμα. Ἡ γὰρ τῶν Ἑλλήνων γλῶττα εἰς πέντε διαλέκτους διῄ-
ρηται· πρώτην μὲν τὴν τῆς Ἀτθίδος, δευτέραν τὴν Ἰώνων, τρίτην δὲ τὴν
Αἰολέων, τετάρτην δὲ τὴν Δωριέων, πέμπτην δὲ τὴν κοινὴν ᾗ πάντες
χρώ-
μεθα. Καὶ ἀπὸ μὲν τῆς Μιλήτου μέχρι τῆς Ἐφεσίων πόλεως καὶ αὐτῆς
Σμύρνης καὶ Κολοφῶνος Ἰώνων ἐστὶ κατοικία, οἵτινες τῇ τῶν Ἰώνων
διαλέκτῳ χρῶνται. Ἀπὸ δὲ Κολοφῶνος μέχρι Κλαζομενῶν καὶ τῆς
ἀντίπε-
ραν τῆς Χίου γῆς καὶ αὐτῆς τῆς Μιτυλήνης καὶ τοῦ Περγάμου, Αἰολέων  
ἐστὶν ἀποικία, οἵτινες διαλέκτῳ χρῶνται τῶν Αἰολέων. Τὰ δὲ ἐπέκεινα
τούτων, ἀπὸ τοῦ λεγομένου Λεκτοῦ καὶ ἕως Ἀβύδου καὶ αὐτῆς Προπον-
τίδος καὶ μέχρι Κυζίκου καὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ λεγομένου Γρανικοῦ,
πάντες
Γραικοὶ ὀνομάζονται καὶ κοινῇ διαλέκτῳ χρῶνται, πλὴν Βυζαντίων,

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De thematibus


Asia-Europe Europ, ch. 5, li.4

Πέμπτον θέμα τῆς Εὐρώπης Ἑλλάς

Ἑλλὰς ἡ χώρα ἐκλήθη ἀπὸ Ἕλληνος τοῦ Δευκαλίωνος, ὃς δυναστεύσας


τῆς Φθιώτιδος τοὺς ὑπηκόους ἑαυτῷ γενομένους ἀντὶ Γραικῶν Ἕλληνας
ἐκάλεσε· καὶ τότε πρῶτον Ἑλλὰς ὠνομάσθη. Οὐκ ἦν δὲ τοῦτο παλαιὸν
ὄνομα ἔθνους, ἀλλὰ φωνῆς τῆς Ἑλληνικῆς ἰδίωμα, ὡς ὁ συγγραφεὺς
[Ἀλέξανδρός] φησι, τὴν ὀνομασίαν νεωτερικὴν εἰδώς· «δοκεῖ δέ μοι,
οὐδὲ
τὸ ὄνομα τοῦτο σύμπασά πως εἶχεν ἡ χώρα»· οὐδὲ ὁ ποιητὴς ἐμνήσθη
Ἑλλήνων, Ἀργείους αὐτοὺς ἀποκαλῶν, ἀλλὰ Θεσσαλοὺς μόνον
ἀποκαλῶν,
καὶ Ἑλλάδα τὴν ὑπ' Ἀχιλλεῖ πόλιν, ὡς Ἀλέξανδρός φησιν ὁ πολυίστωρ·
»οὐδαμοῦ τοὺς σύμπαντας ὠνόμασεν Ἕλληνας, οὐδ' ἄλλους ἢ τοὺς μετὰ
Ἀχιλλέως ἐκ τῆς Φθιώτιδος» πρὸς τὴν Ἴλιον ἐκπλεύσαντας. Ἔχει δὲ τὸ
831

θέμα τῆς Ἑλλάδος πόλεις οθʹ· αʹ μὲν Σκάρφειαν, βʹ Ἐλατίνα, γʹ Δαύ-


λιον, δʹ Χαιρώνειαν, εʹ Ναύπακτον, ϛʹ Δελφούς, ζʹ Ἄμφισσαν, καὶ τὰς  
λοιπάς. Συναριθμεῖ δὲ ταύταις καὶ νῆσον τὴν Εὔβοιαν, ἥν τινες Χάλκιν

Josephus Genesius Hist., Βασιλεῖαι (3040: 001)“Iosephi Genesii regum


libri quattuor”, Ed. Lesmüller–Werner, A., Thurn, J.Berlin: De Gruyter,
1978; Corpus fontium historiae Byzantinae 14. Series Berolinensis.Book
4, Sec. 5, li.41

ματος καταβαλομένων καὶ τὸ εἴς τι ἀγγείδιον τοῦτο εἶναι ἀπόθετον καὶ


ὑποκεκρύφθαι κατά τι κιβώτιον σίτου ὑπάρχον κατάπλεον. καὶ καθὼς
ἀνωμολόγητο ταύτῃ, οὕτως τὰ τῆς εὑρέσεως ἐμφανῶς ἐγνωρίζετο,
καὶ οἱ αἱρετικοὶ τηνικαῦτα ἄχλυσιν αἰσχύνης ἠμαύρωντο· οἷς ὁ θεοφιλὴς
πατριάρχης τῶν εἰς αὐτὸν ἐπταισμένων παρέσχε συμπάθειαν, τοῦ οζʹ
συγχωροῦντος Χριστοῦ τῷ νόμῳ πειθόμενος. διὸ καὶ παρὰ τῶν ἐπιστα-
τούντων τοῦ τοιούτου ἐλέγχου κατὰ τῶν ἐλεγχθέντων ἔκτοτε διώρισται
αὐτοῖς πρὸς ἀντέκτισιν, κἂν ὠφελείας ἀντεχομένην, ὅπως κατὰ τὸ τῆς ὀρ-
θοδοξοποιοῦ ἡμέρας γενέθλιον ἀπὸ τοῦ ἐν Βλαχέρναις τῆς Θεοτόκου
τιμωμένου ναοῦ τῆς λιτανείας μετὰ λαμπάδων προάγοιεν. καὶ τὸ
τοιοῦτον
ἰδίωμα χρόνῳ πολλῷ μέχρι τῆς αὐτῶν ζωῆς διήρκεσεν, διακαρτε-
ρούντων δῆλον ὅτι τῶν ἀλλοδόξων ἐν τῇ κατὰ τὸν μέγαν ναὸν ἐπισυνα-
γωγῇ καὶ τὸν ἴδιον ἀναθεματισμὸν διενηχουμένων ἐπὶ θριάμβῳ τῆς
παντομισοῦς αὐτῶν ἀποστάσεως.
 

Γεώργιος Μοναχός. Chronicon (lib. 1–4) (3043: 001)


“Georgii monachi chronicon, 2 vols.”, Ed. de Boor, C.Leipzig: Teubner,
1904, Repr. 1978 (1st edn. corr. P. Wirth).P. 593, li.9

ιγʹ. ὃς τὸν κίονα τοῦ Ξηρολόφου στήσας ἐν αὐτῷ τὸν ἑαυτοῦ


καθίδρυσεν ἀνδριάντα. καὶ πόλιν ἐν τῇ Θρᾴκῃ κτίσας ἐκάλεσεν  
αὐτὴν Ἀρκαδιούπολιν. ἐφ' οὗ καὶ ἡ γῆ ἐμυκήσατο σφόδρα
ἐπὶ ἡμέρας ζʹ. καὶ σεισμὸς γέγονε μέγας τε καὶ παγκόσμιος.
 Νεκταρίου δὲ τοῦ ἀρχιεπισκόπου τελευτήσαντος, κοινῇ
ψήφῳ Ἀρκάδιος ἐκ τῆς Ἀντιοχέων πόλεως Ἰωάννην τὸν
Χρυσόστομον μεταστειλάμενος χειροτονηθῆναι παρεσκεύασεν
ἐπίσκοπον Κωνσταντινουπόλεως. συνέβη δὲ καὶ Θεόφιλον
Ἀλεξανδρείας ἐνδημεῖν, ὃς ἦν βαθυνοήμων καὶ δεινὸς ἀνὴρ
πάνυ καὶ δυνάμενος ἐκ τῆς φανερᾶς ὄψεως τὸ ἀφανὲς ἀν-
θρώπου βούλημά τε καὶ ἰδίωμα συνιδεῖν ὅτι μάλιστα. καὶ
τὴν μὲν Ἰωάννου χειροτονίαν κωλῦσαι ἐσπούδασεν, Ἰσίδωρόν
τινα πρεσβύτερον ἑαυτοῦ καὶ ξενοδόχον Ἀλεξανδρείας θέλων
832

προβληθῆναι, Ἰσίδωρον δὲ οὐ τὸν ἀσκητὴν καὶ Πηλουσιώτην


καὶ μαθητήν ποτε τοῦ Χρυσοστόμου, καθὼς οἴονταί τινες,
ἀλλὰ τὸν προειρημένον ξενοδόχον.
 Ὁ οὖν Ἰωάννης τῶν εὐγενῶν Ἀντιοχείας ὑπῆρχεν, υἱὸς
Σεκούνδου στρατηλάτου καὶ μητρὸς Ἀνθούσης, ἐλλόγιμος δὲ
ἦν ἄγαν καὶ πολὺς περὶ τὸ λέγειν. ᾧ καὶ Λιβάνιος ὁ σοφι-
στὴς καὶ διδάσκαλος αὐτοῦ προσεμαρτύρησεν. ἐρωτηθεὶς γὰρ
παρὰ τῶν προσηκόντων τίνα ἀνθ' ἑαυτοῦ προβάλλεται

Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1–6) (redactio recentior)


(3043: 002); MPG 110.Vol.110, p. 728, li.13

ΣΒʹ. Περὶ τοῦ μεγάλου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστό-


μου.
Νεκταρίου δὲ τοῦ ἀρχιεπισκόπου ΚΠ. τετελευτη-
κότος, κοινῇ ψήφῳ Ἀρκάδιος ἐκ τῆς Ἀντιοχέων
πόλεως Ἰωάννην τὸν Χρυσόστομον μεταστειλάμενος
χειροτονηθῆναι παρεσκεύασεν ἐπίσκοπον ΚΠ.
(2) Συνέβη δὲ καὶ Θεόφιλον Ἀλεξανδρείας ἐνδη-
μεῖν, ὃς ἦν βαθυνοήμων καὶ δεινὸς πάνυ, καὶ δυνά-
μενος ἐκ τῆς φανερᾶς ὄψεως τὸ ἀφανὲς ἀνθρώπου
βούλημά τε καὶ ἰδίωμα συνιδεῖν ὅτι μάλιστα.
(3) Καὶ τὴν μὲν Ἰωάννου χειροτονίαν κωλῦσαι
ἐσπούδαζεν, Ἰσίδωρόν τινα πρεσβύτερον ἑαυτοῦ καὶ
ξενοδόχον Ἀλεξανδρείας θέλων προβαλέσθαι, Ἰσί-
δωρον δὲ, οὐ τὸν ἀσκητὴν καὶ Πηλουσιώτην, 490
μαθητὴν γεγονότα ποτὲ τοῦ Χρυσοστόμου, καθὼς
οἴονταί τινες, ἀλλὰ τὸν προειρημένον ξενοδόχον.
(4) Ὁ οὖν Ἰωάννης τῶν εὐγενῶν Ἀντιοχέων
ὑπῆρχεν, υἱὸς Σεκούνδου στρατηλάτου καὶ μητρὸς
Ἀνθούσης, ἐλλόγιμός τε ἦν ἄγαν καὶ πολὺς περὶ
τὸ λέγειν, ᾧ καὶ Λιβάνιος ὁ σοφιστὴς καὶ

Michael Glycas Astrol., Hist., Annales (3047: 001)“Michaelis Glycae


annales”, Ed. Bekker, I.Bonn: Weber, 1836; Corpus scriptorum historiae
Byzantinae.P. 195, li.10

τάνων εἰς γνῶσιν ἔρχεται τοῦ εἰδέναι ὅτι καλὸν μὲν τὸ ὑπα-  
κούειν κακόν δὲ τὸ παραβαίνειν ἐστίν. ὅθεν καὶ τοιαύτην
ἐπωνυμίαν, ὡς ἔφημεν, ἐκ τῶν ἐν αὐτῷ συμβεβηκότων ἔσχη-
833

κεν ὕστερον.”
 Τοῦ Ἀδὰμ δὲ φθορᾷ καὶ θνητότητι περιπεσόντος μετὰ
τὴν παράβασιν, εἶπεν ὁ θεός “ἰδοὺ γέγονεν Ἀδὰμ ὡς εἷς
ἐξ ἡμῶν.” πρόσεχε δέ, ἀγαπητέ. ἄλλοι μὲν εἰρωνικῶς ἔφα-
σαν τουτονὶ τὸν λόγον εἰπεῖν τὸν θεόν· θεώσεως γὰρ ἔρωτα
σχὼν ὁ Ἀδάμ, καὶ ὧν ἀγαθῶν μέτοχος ἦν ἀθλίως ἐξέπεσε
καὶ θνητὸς ὁ ἀθάνατος γέγονεν. ἕτεροι δὲ προληπτικῶς τὸ
τοιοῦτον ῥητὸν κατὰ τὸ ἰδίωμα τῆς γραφῆς ἐξέλαβον, λέγον-
τες “ἰδοὺ γέγονεν Ἀδὰμ ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν,” τουτέστιν ὀψέ
ποτε γενήσεται εἷς ἐξ ἡμῶν ἄνθρωπος ὅμοιος τῷ Ἀδάμ. τοῦ-
το προληπτικῶς, ὡς ἔφημεν, εἴρηται κατὰ τὸ ἰδίωμα τῆς
γραφῆς, ἥτις εἴωθε τὰ μέλλοντα γενέσθαι ὡς ἤδη παρόντα ἢ
καὶ γεγονότα διαγορεύειν, καθὰ καὶ ἐπὶ τῆς προμήτορος εἰ-
ρημένον εὑρίσκομεν. μήπω καὶ γὰρ αὐτῆς παραχθείσης λέ-
γει ὅτι ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον· ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν
αὐτούς, εἰ καὶ καθ' ἕτερον νοῦν ὁ θειότατος Ἀναστάσιος τὸ
τοιοῦτον ἐνόησε θεῖον ῥητόν. ἐν γὰρ τῷ περὶ ἀναστάσεως
λόγῳ αὐτοῦ καὶ τάδε περὶ τούτων λέγων εὕρηται. “διπλῆ

Michael Glycas Astrol., Hist., Annales P. 195, li.13

κεν ὕστερον.”
 Τοῦ Ἀδὰμ δὲ φθορᾷ καὶ θνητότητι περιπεσόντος μετὰ
τὴν παράβασιν, εἶπεν ὁ θεός “ἰδοὺ γέγονεν Ἀδὰμ ὡς εἷς
ἐξ ἡμῶν.” πρόσεχε δέ, ἀγαπητέ. ἄλλοι μὲν εἰρωνικῶς ἔφα-
σαν τουτονὶ τὸν λόγον εἰπεῖν τὸν θεόν· θεώσεως γὰρ ἔρωτα
σχὼν ὁ Ἀδάμ, καὶ ὧν ἀγαθῶν μέτοχος ἦν ἀθλίως ἐξέπεσε
καὶ θνητὸς ὁ ἀθάνατος γέγονεν. ἕτεροι δὲ προληπτικῶς τὸ
τοιοῦτον ῥητὸν κατὰ τὸ ἰδίωμα τῆς γραφῆς ἐξέλαβον, λέγον-
τες “ἰδοὺ γέγονεν Ἀδὰμ ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν,” τουτέστιν ὀψέ
ποτε γενήσεται εἷς ἐξ ἡμῶν ἄνθρωπος ὅμοιος τῷ Ἀδάμ. τοῦ-
το προληπτικῶς, ὡς ἔφημεν, εἴρηται κατὰ τὸ ἰδίωμα τῆς
γραφῆς, ἥτις εἴωθε τὰ μέλλοντα γενέσθαι ὡς ἤδη παρόντα ἢ
καὶ γεγονότα διαγορεύειν, καθὰ καὶ ἐπὶ τῆς προμήτορος εἰ-
ρημένον εὑρίσκομεν. μήπω καὶ γὰρ αὐτῆς παραχθείσης λέ-
γει ὅτι ἐποίησε τὸν ἄνθρωπον· ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν
αὐτούς, εἰ καὶ καθ' ἕτερον νοῦν ὁ θειότατος Ἀναστάσιος τὸ
τοιοῦτον ἐνόησε θεῖον ῥητόν. ἐν γὰρ τῷ περὶ ἀναστάσεως
λόγῳ αὐτοῦ καὶ τάδε περὶ τούτων λέγων εὕρηται. “διπλῆ
τίς ἐστιν ἡ τῆς φύσεως ἡμῶν κατασκευη, ἥ τε πρὸς τὸ θεῖον
ὡμοιωμένη καὶ ἡ πρὸς τὴν διαφορὰν ταύτην τῶν σχημάτων  
διῃρημένη τελευταῖον κατασκευασθεῖσα.” καὶ οὐ ταῦτα
834

Nicephorus I Scr. Eccl., Hist., Theol., Refutatio et eversio definitionis


synodalis anni 815 (3086: 012)“Nicephori Patriarchae
Constantinopolitani Refutatio et Eversio Definitionis Synodalis Anni
815”, Ed. Featherstone, J.M.Turnhout: Brepols, 1997; Corpus
Christianorum, Series Graeca 33.Ch. 16, li.99

Ἰησοῦν καὶ κύριον ἐν δυσὶ φύσεσιν ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως,


ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως γνωριζόμενον ἐκδιδάσκουσιν, οὐδα-
μοῦ τῆς τῶν φύσεων διαφορᾶς ἀνῃρημένης διὰ τὴν ἕ-
νωσιν, σῳζομένης δὲ μᾶλλον τῆς ἰδιότητος ἑκατέρας φύ-
σεως εἰς ἓν πρόσωπον καὶ μίαν ὑπόστασιν συντρεχούσης.
εἰ τοίνυν ἀσύγχυτοι καὶ ἄτρεπτοι αἱ κατὰ τὸν σωτῆρα φύ-
σεις, καὶ οὐδαμοῦ τούτων ἡ διαφορὰ ἀνῄρηται, ἓν δὲ τῶν
κατὰ τὴν ἀνθρωπείαν φύσιν διαφορῶν ἤτοι τῶν σωμα-
τικῶν γνωρισμάτων τὸ περιγραπτόν, οὐκ ἀνῄρηται ἄρα, οὐδὲ
τέτραπται εἰς τὸ ἀπερίγραφον. τὸ δὲ αὐτὸ τοῦτο, καὶ τῶν ἰδι-
ωμάτων τοῦ σώματος καὶ τὸ οἰκειότερον καὶ ἐμφανέστερον·
οὐ γὰρ ἂν σῶμα περιγραφῆς ἄνευ λεχθείη ποτέ· σῴζεται δὲ ἡ
ἰδιότης ἑκατέρας φύσεως· σῴζεται ἄρα καὶ τὸ περιγραπτὸν
περὶ ἓν καὶ τὸ αὐτὸ τοῦ Χριστοῦ πρόσωπον· ἐπεὶ πόθεν αὐτοῖς
τὸ τέλειον τῶν κατὰ Χριστὸν φύσεων εἰσαχθήσεται, εἰ τῶν
ἰδιοτήτων δοθείη τι ἀναιρούμενον; εἰ γὰρ ἕν τι τούτων ἐπιλεί-
ποι, τὸ πᾶν οἴχεται, ὥσπερ καὶ ἐπὶ ἀνθρώπου συνιδεῖν πάρε-
στιν· εἰ γοῦν ἀφέλοιτό τις τὸ λογικὸν ἢ θνητὸν ἢ τῶν ἄλλων τι,
οὐδὲ ἄνθρωπος ἔσται λοιπόν· οὕτω κἀν τοῖς ἄλλοις ζῴοις ἐπι-
τηρεῖν ῥᾴδιον. ὡς οὖν σῴζονται αἱ κατὰ τὴν θείαν φύσιν δια-
φοραὶ καὶ ἰδιότητες ἄτρεπτοι καὶ οὐδ' ὁπωσοῦν συγκέχυνται  

Nicephorus I Scr. Eccl., Hist., Theol., Refutatio et eversio definitionis


synodalis anni 815 Ch. 175, li.71

σχῆμά τε καὶ ὄγκος καὶ πηλικότης καὶ μέγεθος καὶ χρῶμα


καὶ τὸ τρισσὸν ἐνυπάρχει κατὰ διάστασιν, ἐπακολουθήσει τὸ
καταληπτῷ εἶναι; οὐ γὰρ θάτερον τούτων ἑνί γε τῶν ἀντικει-
μένων καὶ προκειμένων λόγων οἰκείως καὶ ἀφωρισμένως ἑ-
πόμενον, καὶ ἀμφοτέροις ὑγιῶς καὶ κυρίως ἀκολουθεῖν δο-
θήσεται· εἰ γὰρ καὶ περὶ ταυτὸν ἄμφω, ἀλλ' οὐκ ἄμφω ταυτά.
εἰ γοῦν εἷς ἐξ ἀμφοῖν προελθὼν ὁ Χριστός, θεότητός τε
καὶ σαρκός, ἐναντία δὲ ταῦτα ἀλλήλοις, πῶς οὐχὶ καὶ κατα-
ληπτὸς ὁ ἀκατάληπτος ἔσται, ἵνα ἐφ' ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ αἱ
835

ἐναντίαι διαφοραὶ ἑκατέρας τε φύσεως ἐξ ὧν συνετέθη φυλα-


χθεῖεν, ἀδιάπτωτα καὶ τὰ ἰδιώματα, καὶ ἥ τε σύγχυσις, τούτων
σῳζομένων, ἐκ ποδῶν γένοιτο καὶ φροῦδος ἡ διαίρεσις τοῦ
ἑνιαίου τῆς ὑποστάσεως, καθ' ἣν ταῦτα συνδεδράμηκεν, δείκνυ-
ται, καθὰ λοιπὸν τῆς καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς ἐκκλησίας
ἐκδιδάσκει τὸ κήρυγμα. οὕτω τοίνυν καταληφθεὶς ὁ ἀκατά-
ληπτος ἤδη καὶ γραφήσεται, καθὸ κατείληπται ὁ ἄγραφος,
καὶ εἰκονισθήσεται καὶ διὰ τῆς ἱερᾶς ταύτης ἱστορίας κηρυχθή-
σεται, ὥσπερ διὰ τοῦ εὐαγγελίου, ὅτι εὐαγγέλιον· ταῦτα ἡμῖν
οἱ ἀπ' ἀρχῆς αὐτόπται καὶ ὑπηρέται τοῦ λόγου παραδιδόασιν, οἳ
δὴ καὶ ἑωράκασιν καὶ αἱ χεῖρες αὐτῶν ἐψηλάφησαν, συνέφα-
γόν τε τῷ ὁραθέντι καὶ συνέπιον, καὶ ταῦτα μετὰ τὴν ἐκ

Nicolaus I Mysticus Theol., Epist., Epistulae (3100: 001)“Nicholas I,


Patriarch of Constantinople, Letters”, Ed. Jenkins, R.J.H., Westerink,
L.G.Washington, D.C.: Dumbarton Oaks, 1973; Corpus Fontium
Historiae Byzantinae 6.Epistle 29, li.58

σπάνιοι τῶν ἀνθρώπων ἀναβαίνουσιν, ὡς ἐπὶ πλεῖστον δὲ ὁρῶμεν τὸ


ἀνθρώπινον γένος κάτωθεν τούτου τὴν ζωὴν καταστρέφον. Τίς οὖν
ὠφέλεια, ἐν τῷ σὲ καταβῆναι εἰς διαφθοράν, τοῦ κατ' ἀλλήλων πολέμου
Ῥωμαίων τε καὶ Βουλγάρων τῆς παραμονῆς; Τί ἄλλο ἢ τὸ μὴ μόνον ἐν
τῇ ζωῇ ἡμῶν τῶν κακῶς γεγενημένων ἐν τῷ ἐκεῖθεν τοῦ θεοῦ κριτηρίῳ
τὰ δίκας ὑποσχεῖν, ἀλλὰ καὶ τῶν μετὰ θάνατον ἄλλοις πραττομένων
ἡμᾶς ὑποστῆναι τὴν κόλασιν;
 Διὰ τοῦτο, τέκνον ἡμῶν, οἷα παρὼν προσπτύσσομαι, καταφιλῶ τὸ
στόμα, τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ πᾶν ἄλλο μέλος· ἐφάπτομαι τῶν γονάτων
καὶ δυσωπῶ ἐπικαμφθῆναι τὴν σὴν ἡμερωτάτην ψυχήν (εἰ καὶ πρα-
γμάτων κακία ταύτην ἐξέστησεν τοῦ οἰκείου αὐτῆς ἰδιώματος) πρὸς τὴν
εἰρήνην, ἀρκεσθῆναι τοῖς ἤδη γεγενημένοις ὀλεθρίοις πράγμασιν,
ἀπολῆξαι
τοὺς κατ' ἀλλήλων τῶν Χριστιανῶν πολέμους καὶ τὰς σφαγάς, μηδὲ
κατα-
λιπεῖν μνημόσυνον ἐλεεινὸν καὶ κατάρας ἄξιον, ὅτι Συμεὼν ἐκεῖνος, ὁ
κατὰ τὴν ἑαυτοῦ γενεὰν ὅσα γε τὰ ἐκ φρονήσεως, τὰ ἐξ ὀρθῆς κρί-
σεως, τὰ ἐκ παντὸς εἴδους ἀρετῆς γενόμενος ὑπερθαύμαστος καὶ οἷον
φωστὴρ τοῦ Βουλγάρων γένους, οὗτος κατεπάτησεν τὴν εἰρήνην τὴν ὑπὸ

τοῦ οἰκείου πατρὸς γενομένην, ἠθέτησεν οἰκεῖα σύμφωνα καὶ ὅρκους καὶ
συμβάσεις πρὸς τοὺς Ῥωμαίους, καὶ γέγονε πολέμιος ἀπηνέστερος τῶν
προπατόρων αὐτοῦ, οἳ τὸν Χριστὸν καὶ θεὸν ἡμῶν οὐκ ἐγνώρισαν· καὶ οὐ
836

μόνον ἐν τοῖς ζῶσιν ὑπάρχων τοιοῦτος ὤφθη, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸν ἑαυτοῦ

Pseudo-Nonnus, Scholia mythologica (3127: 001)“Pseudo–Nonniani in


iv orationes Gregorii Nazianzeni commentarii”, Ed. Nimmo Smith,
J.Turnhout: Brepols, 1992; Corpus Christianorum. Series Graeca
27.Oration 4, historia 74, li.1

Ἑβδομηκοστὴ τετάρτη ἐστὶν ἱστορία ἡ κατὰ τὴν Θετταλικὴν


ἵππον καὶ τὴν γυναῖκα τὴν Λακεδαιμονίαν. ἔστι δὲ αὕτη.

 Πᾶσα πόλις κατ' ἐξαίρετόν τι εἶχεν ἰδίωμα, οἷον ἡ Θετταλῶν


χώρα ἔσχε τοὺς ἵππους, ἡ Ἀθηναίων τὰ μέταλλα τοῦ ἀργύρου,
ἡ Ἰνδία τὴν χρυσίτιδα ψάμμον, ὁμοίως καὶ ἡ Λακεδαίμων
κύνας θηρευτικοὺς (ἔνθεν καὶ οἱ Λακωνικοὶ κύνες) καὶ γυναῖ-
κας ἀνδρείας καὶ ἀπτοήτους. ἔσχε δὲ καὶ ἡ Σικελία πηγὴν
ὕδατος, Ἀρέθουσαν οὕτω καλουμένην, ἧς ἐρασθῆναι τὸν
Ἀλφειὸν ποταμὸν μυθεύουσιν. τὸ δὲ ὕδωρ τῆς Ἀρεθούσης
ἀκραιφνές τε καὶ καθαρὸν καὶ γλυκύ. λέγει οὖν ὁ θεῖος Γρη-
γόριος ὅτι ὥσπερ ἔνιαι χῶραι καὶ πόλεις καὶ πολῖται ἔσχον τι
κατ' ἐξαίρετον ἰδίωμα, οὕτω τὸ δόγμα τῶν Χριστιανῶν πάντα
ταῦτα, ὀρφανοτροφεῖα, ξενῶνας, νοσοκομεῖα, πτωχοτροφεῖα

Pseudo-Nonnus, Scholia mythologica Oration 4, historia 74, li.10

ἵππον καὶ τὴν γυναῖκα τὴν Λακεδαιμονίαν. ἔστι δὲ αὕτη.

 Πᾶσα πόλις κατ' ἐξαίρετόν τι εἶχεν ἰδίωμα, οἷον ἡ Θετταλῶν


χώρα ἔσχε τοὺς ἵππους, ἡ Ἀθηναίων τὰ μέταλλα τοῦ ἀργύρου,
ἡ Ἰνδία τὴν χρυσίτιδα ψάμμον, ὁμοίως καὶ ἡ Λακεδαίμων
κύνας θηρευτικοὺς (ἔνθεν καὶ οἱ Λακωνικοὶ κύνες) καὶ γυναῖ-
κας ἀνδρείας καὶ ἀπτοήτους. ἔσχε δὲ καὶ ἡ Σικελία πηγὴν
ὕδατος, Ἀρέθουσαν οὕτω καλουμένην, ἧς ἐρασθῆναι τὸν
Ἀλφειὸν ποταμὸν μυθεύουσιν. τὸ δὲ ὕδωρ τῆς Ἀρεθούσης
ἀκραιφνές τε καὶ καθαρὸν καὶ γλυκύ. λέγει οὖν ὁ θεῖος Γρη-
γόριος ὅτι ὥσπερ ἔνιαι χῶραι καὶ πόλεις καὶ πολῖται ἔσχον τι
837

κατ' ἐξαίρετον ἰδίωμα, οὕτω τὸ δόγμα τῶν Χριστιανῶν πάντα


ταῦτα, ὀρφανοτροφεῖα, ξενῶνας, νοσοκομεῖα, πτωχοτροφεῖα
καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα ἀγαθά.  

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 1–12) (3135: 001)


“Ioannis Zonarae epitome historiarum, 3 vols.”, Ed. Dindorf, L.Leipzig:
Teubner, 1:1868; 2:1869; 3:1870.Vol.1, p. 122, li.5

ἐπέσπευδε τὴν διαίρεσιν. καὶ ὁ βασιλεὺς δοθῆναι


ζῶν τὸ παιδίον προσέταξε τῇ παραιτουμένῃ τὴν ἐκεί-
νου διαίρεσιν, “αὕτη” φήσας “ἡ τούτου μήτηρ ἐστίν,
ἣ τοῦ παιδὸς σφαγῆναι μέλλοντος ὑπερήλγησε.”
τοῦτο πᾶς ὁ λαὸς ἀκριβὲς τεκμήριον ἔσχηκε τῆς τοῦ
βασιλέως φρονήσεως.  
 Πάντας δὲ τοὺς πρὶν εἰς σοφίαν καὶ φρόνησιν
ὑπερβέβηκε. συνέταξε δὲ τρισχιλίας παραβολὰς καὶ
πεντακισχιλίας ᾠδάς, καὶ ἀπὸ τῆς κέδρου ἕως ὑσσώ-
που συνεγράψατο, καὶ περὶ φύσεως ζῴων τῶν τε πε-
ζῶν καὶ ἀερίων καὶ τῶν νηκτῶν καὶ τῶν ἰδιωμάτων
αὐτῶν ἐξήτασε καὶ ἐφιλοσόφησε, καὶ κατὰ τῶν δαι-
μόνων ἐξεύρηκεν ἐπῳδὰς εἰς ἀνθρώπων ὠφέλειαν·
καὶ τρόπους κατέλιπεν ἐξορκώσεων, αἷς τὰ δαιμόνια
ἐδιώκοντο. καὶ ταύτην τὴν θεραπείαν φησὶν ὁ Ἰώ-
σηπος μέχρις ἐκείνου ἰσχύειν· καί τι διηγεῖται τοι-
οῦτον, τὸν λόγον πιστούμενος. Ἐλεάζαρ τῶν ὁμοφύ-
λων λέγει κεκτῆσθαί τινα δακτύλιον ἔχοντα ὑπὸ τὴν
σφραγῖδα ῥίζαν ἐξ ὧν ὑπέδειξε Σολομών. καὶ τοῦ-
τον ταῖς ῥισὶ τοῦ δαιμονῶντος προσφέρειν, καὶ τῇ
ὀσφρήσει διὰ τῶν μυκτήρων τοῦ πάσχοντος ἐξέλκε

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13–18) (3135: 002)


“Ioannis Zonarae epitomae historiarum libri xviii, vol. 3”, Ed. Büttner–
Wobst, T.
Bonn: Weber, 1897; Corpus scriptorum historiae Byzantinae.P. 117, li.2

φύσεων φρονεῖν ἢ καὶ λέγειν τολμῶντας, ἢ δύο μὲν εἶναι φύ-


σεις πρὸ τῆς ἑνώσεως ἐπὶ Χριστοῦ, μίαν δὲ μετὰ τὴν ἕνωσιν
ἀναπλάττοντας καὶ τοὺς οὐράνιον ἤ τινος ἑτέρας οὐσίας μυθεύ-
οντας τὴν προσληφθεῖσαν ἐξ ἡμῶν τῷ κυρίῳ μορφήν. ἐδο-
γμάτισαν δὲ τὸν κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν τέλειον ἐν θεό-
τητι καὶ τέλειον ἐν ἀνθρωπότητι καὶ θεὸν ἀληθῶς καὶ ἄνθρωπον
ἀληθῶς, ἐκ ψυχῆς λογικῆς καὶ σώματος, ὁμοούσιον τῷ πατρὶ
κατὰ τὴν θεότητα, καὶ ἡμῖν ὁμοούσιον κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα
838

καὶ ὅμοιον κατὰ πάντα, χωρὶς ἁμαρτίας, ἕνα τὸν αὐτὸν ἐν δύο  
φύσεσιν, ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως γνωρι-
ζόμενον, σωζομένων τῶν ἰδιωμάτων φύσεως ἑκατέρας καὶ εἰς
ἓν πρόσωπον συντρεχόντων καὶ μίαν ὑπόστασιν.
 Τούτων οὖν πᾶσι τοῖς θεοφορήτοις ἐκείνοις δεδογμένων
πατράσι, παρόντος καὶ τοῦ εὐσεβοῦς βασιλέως Μαρκιανοῦ, ὁ
Διόσκορος προστάξει βασιλικῇ εἰς Γάγγραν ὑπερόριος στέλλεται·
ὁ γὰρ Εὐτυχὴς προτέθνηκε δυστυχῶς. ἀντὶ δὲ Διοσκόρου τῆς
Ἀλεξανδρείας ἐπίσκοπος ἐχειροτονήθη Προτέριος, ἀνὴρ ἱερώ-
τατος καὶ ὀρθοδοξότατος.

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13-18) P. 766, li.2

σαυροὶ κεκρυμμένοι καὶ ὑπόγαια χρήματα, ὅθεν οὐδὲ θανόντος


πλεῖστα παρὰ τοῖς ταμείοις εὑρέθησαν, πρὸς ἔλεον εὐκατάφορος,
πρὸς κόλασιν οὐκ ὀξύρροπος, μέτριος τὸ ἦθος, εὐπρόσιτος,
πρὸς τὴν δίαιταν οὐκ ἀκόλαστος, οὐκ οἴνου ἡττώμενος, τοῖς
ἐναρέτως βιοῦσι προσέχων καὶ ἀπονέμων τιμήν, λόγους οὐχ
ὡς ἔδει τιμῶν, τέως δέ γε τιμῶν, ἐπιεικής τε καὶ τοῖς περὶ
αὐτὸν οὐ σοβαρῶς προσφερόμενος, ἀλλ' ἐκ τοῦ ἴσου σχεδὸν
ὁμιλῶν τε καὶ χαριεντιζόμενος. ὅθεν κἀκείνοις θαρρεῖν ἐπῄει
καὶ οὐ μετὰ δέους αὐτῷ παρεστάναι, καὶ μᾶλλον ὅτ' ἀπῄει ἡ  
βασίλισσα· ὑπεστέλλοντο γὰρ ἐκείνης παρούσης ἀρχικόν τε καὶ
ἐμβριθὲς ἐνδεικνυμένης ἰδίωμα καὶ τοῖς ἀτακτοῦσιν ἐπιτιμώσης
σφοδρότερον.
 Ὁ μὲν οὖν τοιοῦτος ἦν, ταῦτα δὲ καλὰ μὲν καὶ πῶς γὰρ
οὔ; ἰδιώτῃ δ' ἀποχρῶντα πρὸς ἔπαινον, οὐ μήν γε καὶ βασι-
λέα δεικνύντα τὰ πάντα χρηστόν. οὐ γὰρ αἱ αὐταὶ βασιλέως
καὶ ἰδιώτου γένοιντ' ἂν ἀρεταί· ἰδιώτῃ μὲν γὰρ ἀπόχρη καὶ
μέτριον ἦθος καὶ ἐπιείκεια καὶ τὸ πρὸς θυμὸν οὐκ εὐκίνητον
καὶ τὸ σῶφρον τὸ πρὸς τὴν δίαιταν. βασιλεῖ δὲ πρὸς τούτοις
καὶ ἡ τῆς δικαιοσύνης φροντὶς καὶ ἡ τῶν ὑπηκόων προμήθεια
καὶ ἡ τῶν παλαιῶν ἠθῶν τοῦ πολιτεύματος τήρησις. τῷ δὲ
μέλημα μᾶλλον ἡ τῶν ἀρχαίων ἐθῶν γέγονε τῆς πολιτείας ἀ

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon (3136: 001)“Iohannis Zonarae lexicon ex


tribus codicibus manuscriptis, 2 vols.”, Ed. Tittmann, J.A.H.Leipzig:
Crusius, 1808, Repr. 1967.Alphabetic letter alpha, p. 189, li.5

 ἀναλογοῦντες.
839

Ἀναλογώτερον. τὸ ὑψηλότερον, τὸ σοφότερον,


 τὸ ἀναλογικώτερον.
Ἄναλτον. Ὅμηρος καὶ Κρατῖνος ἀντὶ τοῦ ἀπλή-
 ρωτον.
Ἀναμίλλητον. ἀφιλόνεικον.  
Ἀναπεπαυμένα χωρία. πεδία, κάμποι.
Ἀνάστημα. ἡλικίας εὐθύτης. θαυμαστὸν ὁ θεὸς
 τῷ Μωσεῖ τὸ τῆς ἡλικίας ἐξῇρεν ἀνάστημα.
Ἀνάστημα ψυχῆς. τὸ πρὸς τὰς ἀρετὰς ἐπι-
 τεταμένον καὶ σύντονον ἰδίωμα.
Ἀνάτλημα. ἀνάστημα. ἀνάτλημα·ὑπο-
 μονὴ, καρτερία.
Ἀνάφορον. ξύλον ἀμφίκοιλον, ἐν ᾧ τὰ φορτία
 ἐξαρτύσαντες οἱ ἐργάται βαστάζουσιν. [Ἀρι-
 στοφάνης·
  φέρε σύ τ' ἀνάφορον ὁ παῖς.]
Ἀνακαλυπτήρια. δῶρα διδόμενα ταῖς νύμφαις,
 ὅταν πρῶτον ἀνακαλύπτωνται ἐν τῇ ἑστιάσει
 τῶν γάμων τοῖς ἀνδράσι καὶ τοῖς ἑστιωμένοις
 ὁρώμεναι.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter alpha, p. 336, li.28

 καὶ τὸ δύστμητον, [τουτέστι] τὸ δυσχερῶς


 τεμνόμενον, ὡς ὁ ἀδάμας λίθος καὶ τὰ τοιαῦ-
 τα. ἄτομον λέγεται καὶ τὸ εἶδος, ὅπερ οὐκ
 ἔτι εἰς ἕτερα εἴδη τέμνεται, ἤτοι τὸ εἰδικώτα-
 τον εἶδος, ὡς ἄνθρωπος, ἵππος καὶ τὰ τοιαῦτα.
 ἄτομον δὲ κυρίως λέγεται, ὅπερ τέμνεται μὲν
 κυρίως εἰς ψυχὴν καὶ σῶμα· ἀλλ' οὔτε ἡ ψυ-
 χὴ καθ' ἑαυτὴν ἔστιν ἄνθρωπος [τέλειος], ἢ
 Πέτρος τέλειος, οὔτε τὸ σῶμα. περὶ τούτου
 παρὰ [τοῖς] φιλοσόφοις ὁ λόγος· ὅπερ δηλοῖ
 τὴν ὑπόστασιν. ἄτομον τὸ ἐξ ἰδιωμάτων συγ-
 κείμενον, ὧν τὸ ἄθροισμα οὐκ ἂν ἐπ' ἄλλου
 ποτὲ λεχθείη. δηλοῖ δὲ τὴν καθ' αὑτὸ ὑπόστα-  
 σιν, οἷον· Πέτρον, Παῦλον, ἢ τινὰ ἕτερον τῶν
 κατὰ μέρος ἀνθρώπων.
Ἄτρον. τὸ μέλαν παρὰ Ῥωμαίοις.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter delta, p. 470, li.3


840

Δαίδαλα. τὰ ποικίλα κατασκευάσματα.


Δαῖας. τέρας πολεμικόν.
Δάκος καὶ δάκετα. θηρία. ἰοβόλα ἑρπετά.
 [ἡ εὐθεῖα τὸ δάκος. ἐμὲ δεῖ φεύγειν δάκος ἀδι-
 νὸν καὶ κατηγορίαν. τὸ δὲ δάκετον παρὰ τὸ
 δάκνω, δάκνετον καὶ δάκετον. σημαίνει δὲ τὸ
 δάκος καὶ δῆγμα, οἷον· σῆμα δέ τι δάκεος αἱ-
 μοῤῥόου.]  
Δαιτήριον. μεριστήριον. ἀπὸ τοῦ δαῖσαι τὸ με-
 ρίσαι.
Δάκρυον. φθαρτῆς φύσεως ἰδίωμα, ὅπερ Ἀδὰμ
 πρὸ τῆς παραβάσεως οὐκ ἐκέκτητο. παρὰ τὸ
 δάκνω δάκνυον καὶ δάκρυον· δακνομένης γὰρ
 τῆς ψυχῆς ἐξέρχεται τὸ δάκρυον. [ἢ ἀπὸ τοῦ
 δήκω, ἔνθεν ἔδακον.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter delta, p. 515, li.14

Διαίρεσις. ἡ τὸ μονοειδὲς ὡς πολυειδὲς ἀπε-


 σχοινισμένως ποιήσασα. καὶ πάλιν τὸ ἰδίᾳ
 ἀνὰ μέρος πρὸς ἕτερον μηδαμῶς γεγονός. ἢ
 διαίρεσίς ἐστιν ἡ πρώτη τομὴ, ἡ τὸ ἀμπὰξ
 [ἀναμέρος τιθεῖσα τὲ καὶ χωρίζουσα καὶ καθ'
 ἑαυτὴν θεωρεῖσθαι παρασκευάζουσα,] κατά τε
 οὐσίαν καὶ ὑπόστασιν τοῦ ἑκάστου πράγματος
 ὕπαρξιν· οἷον ὡς εἶδος ἐν τοῖς ὑπ' αὐτῷ ἀτό-
 μοις. τούτων γὰρ φυσικῶς κατηγορεῖται, καὶ ἐν
 αὐταῖς διὰ τῶν ἐνθεωρουμένων αὐτοῖς οὐσιωδῶν
 ἰδιωμάτων προφαίνεται. κοινὸν γάρ τι καὶ γε-
 νικὸν ἡ οὐσία. μᾶλλον δὲ ἁπάντων καὶ γενικῶν
 κοινότερόν τε καὶ γενικώτερον, καὶ γενικῶν
 κοινότερόν τε καὶ γενικώτερον, καὶ πάντων
 κατηγορεῖται, ὧν ὁ τοῦ εἶναι λόγος πρὸς ἕν
 ἐστι, τῇ προσλήψει τῆς διαφορᾶς ἐν ὅλοις προ-
 φαίνεται, καθ' ἑαυτὴν ἄγνωστος οὖσα πρὸς
 αἴσθησιν διόλου καὶ ἀθεώρητος.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter epsilon, p. 724, li.5


841

 φυσικαὶ εἴτε ψυχικαὶ ὦσι. φυσικὴ μὲν, ὡς ἡ


 θερμότης ἐν τοῖς θερμαινομένοις σώμασι· ψυ-
 χικὴ δὲ, ὡς ἡ ἐπιστήμη. κατὰ τὸν τρίτον τρό-
 πον, ὅνπερ οὔπω μὲν ἐπιτηδειότητι πρὸς τὸ
 δέξασθαι, ὅπερ ἦν τὸ πρῶτον τοῦ σημαινομέ-
 νου τῇ δυνάμει. κατὰ τὸν τέταρτον δὲ τρόπον  
 ἡ φυσικὴ ποιότης ἤγουν φυσικὴ ἕξις, τῶν ἀν-
 τικειμένων ἀντίθεσις ἤγουν τῆς δυνάμεως, εἴτε
 τῆς ποιητικῆς ἢ τῆς παθητικῆς. διάθεσις δέ
 ἐστιν ἡ κατὰ συμβεβηκὸς τοιάδε ἑκάστου ποιό-
 της. ἐνέργεια ἰδιώματος ἐστὶν ὁ τοῦ γράμμα-
 τος σχηματισμός. ὃ οὐκ ἐνέργεια καθαρῶς, ἀλλ'
 ἐνέργημα καὶ ἐστὶ καὶ γνωρίζεται.
Ἐνεργείας θεοῦ ἴδιον τὸ μὴ μόνον ἐπέκεινα παν-
 τὸς εἶναι νοῦ τε καὶ λόγου καὶ χρόνου καὶ τό-
 που καὶ παντὸς αἰῶνος, ἀλλὰ καὶ πάσης οὐσίας
 καὶ κτήσεως.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter epsilon, p. 724, li.29

 νησις. ἐνέργεια φυσικὴ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως


 ἐστὶν ἡ κατ' οὐσίαν αὐτῆς μετὰ αἰσθήσεως καὶ
 νοῦ ζωτικὴ καὶ αὐθαίρετος κίνησις. ἐνέργειά
 ἐστιν ἡ φυσικὴ ἑκάστης οὐσίας δύναμίς τε καὶ
 κίνησις, ἧς χωρὶς οὔτε ἐστὶν οὔτε γινώσκεται
 φύσις αἰσθητικῶν· αἴσθησις, καθ' ἣν αὗται τὲ
 τῶν ἐκτὸς ἐφάπτονται φυσικῶς καὶ τοῖς ἐκτὸς
 ὑποπίπτουσι· πτηνῶν πτῆσις· νηκτῶν νῆξις· ἑρ-
 πιστικῶν ἕρψις· βαδιστικῶν βάδισις. καὶ περι-
 ληπτικῶς εἰπεῖν, τὸ σημαντικὸν ἑκάστης ἰδίω-
 μα φύσεως. ἐνέργεια τῆς νοερᾶς ψυχῆς ἐστι
 κατὰ φύσιν αὕτη ἡ αὐτοκίνητος καὶ πρώτη δύ-
 ναμις· ἤγουν αὐτοκίνητος λόγος φυσικῶς αὐτῇ
 πηγαζόμενος. ἐνέργειαν λέγομεν φυσικὴν, ἧς
 μόνον ἐστέρηται τὸ μὴ ὄν. τὸ γὰρ οὐσίας τι-
 νὸς μετέχον καὶ τῆς δηλούσης αὐτὴν μεθέξει
 πάντως δυνάμεως. ὅρους γὰρ τῶν οὐσιῶν καὶ  
 τὰς φυσικὰς αὐτῶν ἐνεργείας ὁ ἀληθὴς ἐπί-
 σταται λόγος. οὐδὲν τῶν ὄντων, εἴτε νοερόν
 ἐστιν, ἀφαιρεῖται θελητικῆς δυνάμεως καὶ ἐνερ
842

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter epsilon, p. 737, li.20

 καὶ μὴ ἐπ' ἀγκυρῶν ἱσταμένη, ἀλλὰ ἀπέχουσα


 τῆς γῆς. Ἐν μεταιχμίω. ἐν μέσῳ. μεταίχμιον δὲ λέγε-
 ται ὁ μεταξὺ δύο φαλάγγων τόπος. παρωνό-
 μασται δὲ ἀπὸ τῆς αἰχμῆς.
Ἐνόδιον. τὸ ἀπὸ τῆς ὁδοῦ. ἐνώδιον δὲ τὸ ἐνώτιον,
 μέγα, παρὰ τὸ οἰδεῖν τὰ ὦτα.
Ἔνοπτρον. τὸ κάτοπτρον.
Ἐνόν. δυνατὸν, ἐνδεχόμενον, ἐνυπάρχον.
Ἐνούσιον. τὸ μὴ μόνον ἐνθεωρούμενον. ἐφ' ἑαυ-
 τοῦ τὸ τῶν ἰδιωμάτων ἄθροισμα, καθ' ὃ ἄλ-
 λος ὑπὸ ἄλλου γνωρίζεται, ἀλλὰ καὶ τὸ κοινὸν
 τῆς οὐσίας πραγματικῶς κεκτημένον. ἐνούσιον
 ἴδιόν ἐστι τὸ πραγματικῶς ὑφίστασθαι καὶ φέ-
 ρειν ἁπάντων ἐφ' ἑαυτοῦ τῶν προσωπικῶν ἰδιω-
 μάτων τοὺς ἀληθεῖς χαρακτῆρας.  
Ἐν προσχήματι. ἐν ὑποκρίσει.
Ἐν πωλικῷ. ἐν παιδικῷ.
Ἐν στέρνοισιν. ἐν στήθεσιν.
Ἐν σκοτεινοῖς. ἐν ἀποκρύφοις.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter epsilon, p. 737, li.25

Ἐνόδιον. τὸ ἀπὸ τῆς ὁδοῦ. ἐνώδιον δὲ τὸ ἐνώτιον,


 μέγα, παρὰ τὸ οἰδεῖν τὰ ὦτα.
Ἔνοπτρον. τὸ κάτοπτρον.
Ἐνόν. δυνατὸν, ἐνδεχόμενον, ἐνυπάρχον.
Ἐνούσιον. τὸ μὴ μόνον ἐνθεωρούμενον. ἐφ' ἑαυ-
 τοῦ τὸ τῶν ἰδιωμάτων ἄθροισμα, καθ' ὃ ἄλ-
 λος ὑπὸ ἄλλου γνωρίζεται, ἀλλὰ καὶ τὸ κοινὸν
 τῆς οὐσίας πραγματικῶς κεκτημένον. ἐνούσιον
 ἴδιόν ἐστι τὸ πραγματικῶς ὑφίστασθαι καὶ φέ-
 ρειν ἁπάντων ἐφ' ἑαυτοῦ τῶν προσωπικῶν ἰδιω-
 μάτων τοὺς ἀληθεῖς χαρακτῆρας.  
Ἐν προσχήματι. ἐν ὑποκρίσει.
Ἐν πωλικῷ. ἐν παιδικῷ.
Ἐν στέρνοισιν. ἐν στήθεσιν.
Ἐν σκοτεινοῖς. ἐν ἀποκρύφοις.
Ἔντεα. οὐ πάντα τὰ ὅπλα, ἀλλ' ἀσπὶς καὶ
 περικεφαλαία, τὰ δὲ δόρατα κατ' ἐπικράτειαν.
Ἐν τεγέεσιν. ἐν οἰκήμασιν.
843

Ἐντελές. τέλειον. καὶ ἐντελέστερον.


Ἔντερον. ἕτερον καὶ οὐχ ὅμοιον. ἢ παρὰ τὸ
 ῥεῖν ἐντός.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter theta, p. 1032, li.18

(Οὐδέτερον.)

Θέλγητρα. τὰ εἰς ἡδονὴν ἔχοντα ἢἕλ-


 κοντα.
Θελητήριον. θεραπευτικόν.
Θέλημα φυσικόν. ἡ ἁπλῶς καὶ ὡσαύτως ἔχου-
 σα τῶν κατὰ φύσιν συστατικὴ ὁρμή τε καὶ
 ἔφεσις.
Θέλημα φυσικόν. λόγου τοῦ ἐν ἡμῖν κίνησις.
Θέλημα φυσικόν. δύναμις τοῦ κατὰ φύσιν ὄν-
 τος ὀρεκτική. καὶ τῶν οὐσιωδῶς τῇ φύσει προς-
 όντων συνεκτικὴ πάντων ἰδιωμάτων, καθ' ἣν  
 ἀεὶ τῷ φύσει θελητικῷ τὸ πεφυκέναι θέλειν
 ἐμπέφυκεν· οὐ ταυτὸν δὲ τὸ πεφυκέναι, θέλειν
 ἐστὶν, ὡς οὐδὲ τὸ πεφυκέναι λαλεῖν καὶ τὸ λα-
 λεῖν.
Θέλημα φυσικόν ἐστι τὸ φιλόζωον, τουτέστι
 τὸ φιλεῖν τὴν ζωήν. φιλεῖ δὲ τὴν ζωὴν ἄνθρω-
 πος οὐκ ἀσκόπως. ἀλλὰ σημαίνουσα ἡ φύσις
 ἤγουν ὅπερ ἀπ' ἀρχῆς εἶχεν, ὅτε γέγονεν, ἤγουν
 τὴν ἀθανασίαν αὐτὴν ἀγαπᾷ καὶ ζητεῖ.

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter iota, p. 1089, li.7

Ἴδιόν ἐστι σαρκὸς ἐμψύχου τὸ κοπιοῦσθαι, τὸ ὀδυ-


 νᾶσθαι, πεινῇν, δειψῇν, ὑποκρατεῖσθαι.
Ἴδιόν ἐστι ψυχῆς σώματι κεχρημένης λύπαι, ἀδη-
 μονία, φροντίδες, καὶ ὅσα τοιαῦτα.  
Ἴδιόν ἐστιν ἀνθρώπου τὸ γελαστικόν.
Ἴδιόν ἐστιν ἀνθρώπου κυρίως τὸ σύνθετον ἐκ θνη-
 τῆς καὶ ἀθανάτου φύσεως ἐν ἄλλῃ οἱᾳδήποτε
 οὐσίᾳ μὴ γνωριζόμενον.
Ἰδικόν. ἰδικόν ἐστι τοῦ ἀνθρώπου ἡ οὐσία ἤγουν
844

 ἡ φύσις.
Ἰδίωμα. τὸ ἔν τινι φύσει γνωριζόμενον κυρίως,
 καὶ ἐν ἑτέρᾳ οὐσίᾳ μὴ ὑπάρχον. ὥσπερ ἐν τῷ
 ἀνθρώπῳ τὸ γελαστικόν.
Ἰδίωμα λέγεται κατὰ τὸ ἴδια εἶναι ἅμα τῆς ἰδίας
 φύσεως ἀμιγὲς τῶν λοιπῶν οὐσιῶν ὑπάρχον. ἢ
 διὰ τὸ ἐν τῷ εἴδει ἅμα εἶναι. ἀχώριστοι γὰρ
 εἰσὶ τῶν φύσεων καὶ τῶν ὑποστάσεων αἱ αὐ-
 τῶν ἰδιότητες.
Ἰδίωμα ἤγουν ἰδιότης ἐστὶ τὸ κυρίως ἐν τινὶ φύ-
 σει ἰδίως γνωριζόμενον, ἐν ἑτέρᾳ δὲ μὴ εὑρι-
 σκόμενον. οἷον ἐν τῇ θείᾳ φύσει τὸ προαιώνιον,

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter iota, p. 1089, li.10

 μονία, φροντίδες, καὶ ὅσα τοιαῦτα.  


Ἴδιόν ἐστιν ἀνθρώπου τὸ γελαστικόν.
Ἴδιόν ἐστιν ἀνθρώπου κυρίως τὸ σύνθετον ἐκ θνη-
 τῆς καὶ ἀθανάτου φύσεως ἐν ἄλλῃ οἱᾳδήποτε
 οὐσίᾳ μὴ γνωριζόμενον.
Ἰδικόν. ἰδικόν ἐστι τοῦ ἀνθρώπου ἡ οὐσία ἤγουν
 ἡ φύσις.
Ἰδίωμα. τὸ ἔν τινι φύσει γνωριζόμενον κυρίως,
 καὶ ἐν ἑτέρᾳ οὐσίᾳ μὴ ὑπάρχον. ὥσπερ ἐν τῷ
 ἀνθρώπῳ τὸ γελαστικόν.
Ἰδίωμα λέγεται κατὰ τὸ ἴδια εἶναι ἅμα τῆς ἰδίας
 φύσεως ἀμιγὲς τῶν λοιπῶν οὐσιῶν ὑπάρχον. ἢ
 διὰ τὸ ἐν τῷ εἴδει ἅμα εἶναι. ἀχώριστοι γὰρ
 εἰσὶ τῶν φύσεων καὶ τῶν ὑποστάσεων αἱ αὐ-
 τῶν ἰδιότητες.
Ἰδίωμα ἤγουν ἰδιότης ἐστὶ τὸ κυρίως ἐν τινὶ φύ-
 σει ἰδίως γνωριζόμενον, ἐν ἑτέρᾳ δὲ μὴ εὑρι-
 σκόμενον. οἷον ἐν τῇ θείᾳ φύσει τὸ προαιώνιον,
 τὸ ἄκτιστον, τὸ ἀπερίγραπτον. ἅτινα οὐχ
 ὑπάρχουσιν ἐν ἄλλῃ οἱᾳδήποτε οὐσίᾳ οὔτε ἐν
 αὐτῷ τῷ παναγίῳ σώματι τοῦ Χριστοῦ κατ'

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter iota, p. 1089, li.38

Ἰδίωμα ὑποστατικόν ἐστι τὸ ἀφορίζον τοῦ κοι-


 νοῦ τῆς φύσεως γνώρισμα. ἢ τὸ χαρακτηρίζον
845

 τινὸς ἀνθρώπου πρόσωπον. ἢ τὸ πρὸς ἕτερον


 ὁμοειδὲς κατ' αὐτὸ ἐπιδεικνύον τὸ σημαινόμε-
 νον πρᾶγμα.
Ἰδίωμά ἐστι τὸ σημαντικὸν πάσης οὐσίας σχή-
 ματι καὶ πράγματι.
[Ἰδίωμα τῆς θείας φύσεως τῆς ἁγίας τριάδος τὸ
 ἄκτιστον, τὸ ἄναρχον, τὸ ἀπέρατον, τὸ ἀσώ-
 ματον, τὸ ἀόριστον, τὸ ἀόρατον.]
Ἰδίωμα τῆς θείας φύσεως παρὰ τὴν φύσιν τῶν
 ἀγγέλων τὸ δημιουργικόν· τὸ φωτιστικὸν φύ-  
 σει· τὸ ἄτρεπτον· τὸ ἀπερίγραπτον· τὸ ἀχώ-
 ριστον· τὸ ἀόριστον· τὸ ἀπερινόητον· τὸ ἀνεν-
 δεὲς καὶ αὐτοκρατές· τὸ ζωοδοτικόν· τὸ παντο-
 δύναμον· ἅτινα οὐδ' ἐν τῇ ἀγγελικῇ τάξει φαί-
 νεσθαι τῶν ἐνδεχομένων ἐστίν.
Ἰδίωμα τῆς ἀγγελικῆς φύσεως ἐστὶ τὸ ἀπαθὲς
 τῆς οὐσίας. καὶ ὑμνολογικὸν ἀσίγητον. ἀπα-
 θὲς δὲ τὸ ἀθάνατον αὐτῶν εἶπον.
Ἰδίωμα τῆς ἀγγελικῆς φύσεως παρὰ τὴν

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter iota, p. 1090, li.6

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon


Alphabetic letter iota, p. 1090, li.25

 γων, τὸ λογικὸν, τὸ διανοητικὸν, τὸ τῆς ψυχῆς


 ἀΐδιον, τὸ αὐτεξούσιον, τὸ ὀρθοπεριπατητικόν.
 πρὸς θεὸν καὶ ἀγγέλους τὸ τῆς τροφῆς ἐνδεὲς,
 τὸ περίγραπτον, τὸ βαρὺ τοῦ σώματος. εἰσὶ
 δὲ ἰδιώματα φυσικὰ, ἃ προεῖπον. καὶ εἰσὶν ὑπο-
 στατικὰ, οἷον ἀσπρότης, σιμότης, γοργότης, νω-
 θρότης καὶ τὰ ὅμοια. ἅπερ οὐκ ἐν πᾶσιν ἀν-
 θρώποις εὑρίσκεται. [οὐ γὰρ πάντες σιμοὶ, οὐ
 πάντες γλαυκοὶ, διόπερ καί τινες ὑπόστασιν
 εἶναι λέγουσι τὴν συνδρομὴν τὴν ἰδιάζουσαν
 τῶν χαρακτηριστικῶν ἰδιωμάτων, ὧν προεῖπον.
 τὰ δὲ φυσικὰ ἰδιώματα ἐξίσου ἐν παντὶ τῷ γέ-
 νει ὁμοίως εὑρίσκονται.] οἷον· πάντες ἄνθρωποι
846

 βροτοί. ὁμοίως εἰσὶ θνητοί· λογικοί· ἀναπνευ-


 στικοί· περιπατητικοί· ὑπνωτικοί· πλατυόνυχες·
 γεωργητικοί· τεχνῶν τεχνῖται.
Ἰδίωμα ἐνεργείας ἐστὶν ὁ διὰ τοῦ πλάσματος
 σχηματισμός. ὃ οὐκ ἐνεργεῖ καθαρῶς, ἀλλὰ
 καὶ ἐνέργημά ἐστι καὶ γνωρίζεται. ζήτει περὶ
 τούτου εἰς τὸ, τί ἐστιν ἐνέργεια.
Ἰδίωμα ψυχῆς ἐστὶ τὸ ἀθάνατον· τὸ λογικόν·

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter pi, p. 1539, li.14

Πεπαλάσθαι. κληρώσασθαι, λαχεῖν. κλῆρος


 γὰρ ὁ πάλος. παρὰ τὸ παλῶ παλάσσω.
Πεπιασμένοις. μεμιασμένοις. Αἰλιανός· φάγη
 δ' ἂν τρίγλη καὶ ἀνθρώπου νεκροῦ καὶ ἰχθύος·
 φιληδοῦσι δὲ μᾶλλον τοῖς πεπιασμένοις καὶ κα-
 κόσμοις.
Πεποιωμένον. ἔχον ποιότητα. ποιότης δέ ἐστιν
 ἐνούσιος δύναμις, ὡς τοῦ ὕδατος ἡ ψυχρότης,
 καὶ τοῦ πυρὸς ἡ θερμότης, καὶ τοῦ λίθου ἡ
 σκληρότης, καὶ τῆς γῆς ἡ ξηρότης. ποιότης δὲ
 καὶ ἰδιότης, καὶ διαφορὰ καὶ ἰδίωμα ἓν καὶ τὸ
 αὐτὸ σημαίνει.
Πεπιθεῖν. πείθω, ὁ δεύτερος ἀόριστος ἔπιθον,
 τὸ ἀπαρέμφατον πιθεῖν, καὶ ποιητικῷ ἀναδι-
 πλασιασμῷ πεπιθήσω, πεπιθεῖν.
Πεπνυμένος. συνετὸς, φρόνιμος. παρὰ τὸ πνέω,
 πνύω, πνύσω, πεπνυμένος.
Πεποτήαται. ἀπὸ τοῦ πέτω ῥήματος γίνεται
 ποτῶ, ποτήσω, πεπότηκα, πεπότημαι, καὶ κατ'
 ἔκτασιν τοῦ ε εἰς η πεποτήαται, ὡς νενόαται.  

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter pi, p. 1564, li.9

Ποινή. τιμωρία, ἢ ἡ ὑπὲρ φόνου ζημία, φοινὴ τὶς


 οὖσα καὶ τροπῇ τοῦ φ εἰς π ποινή.  
Ποικιλτική. ὑφὴ ποικίλη.
Ποιμαντική. διδασκαλική.
Ποιότης. ἡ τὴν διαφορὰν ἐκ τῶν ἄλλων ἐν ἑαυ-
 τῇ δεικνύουσα. ἢ ποιότης ἐστὶν ἐκείνη, καθ' ἣν
847

 παρωνύμως τὰ μετέχοντα αὐτῆς λέγει. ποιότης


 ἐστὶ καὶ ἡ ἐνούσιος δύναμις, ὡς τοῦ ὕδατος ἡ
 ψυχρότης, καὶ τοῦ πυρὸς ἡ θερμότης, καὶ τοῦ
 λίθου ἡ σκληρότης, καὶ τῆς γῆς ἡ ξηρότης.
Ποιότης καὶ ἰδιώτης καὶ διαφορὰ καὶ ἰδίωμα ἓν
 καὶ τὸ αὐτὸ σημαίνει. ἔστι καὶ ἕτερόν τι ποιό-
 της, φωνὴ δηλοῦσα τὴν ποιότητα τῆς φωνῆς ἢ
 τῆς σημασίας. ἐὰν γὰρ εἴπω· πὺξ, λὰξ, τὴν
 ποιότητα τῆς φωνῆς ἐδήλωσα.
Ποίησις. τὸ ὅλον βιβλίον. οἷον Ἰλιὰς καὶ ἡ
 Ὀδύσσεια. Ἰλιὰς δέ ἐστιν ἡ τῆς Τροίας ὑπό-
 θεσις· Ἴλιον γὰρ ἡ Τροία. Ὀδύσσεια δὲ ἡ
 πλάνη τοῦ Ὀδυσσέως. εἰσὶ δὲ καὶ δύο αὗται
 ποιήσεις τοῦ Ὁμήρου. διαιρεῖται δὲ τριχῶς ἡ
 ποίησις· εἰς διηγηματικόν· εἰς μιμητικὸν, καὶ

Ιωάννης Ζωναράς. Lexicon Alphabetic letter upsilon, p. 1777, li.17

 μον καὶ τὸ ἰδικόν· τουτέστι τὸν δεῖνα ἄνθρω-


 πον ἐκ τοῦ κοινοῦ διαστέλλουσα. ἢ συνδρομὴ τῶν
 περὶ ἕκαστον ἰδιωμάτων. ἢ διὰ τῶν χαρακτηρι-
 στικῶν ἰδιωμάτων ἐν τῷ τινὶ παριστῶσα καὶ δια-
 γράφουσα τὸ κοινὸν καὶ ἀπερίγραπτον τῆς φύ-
 σεως. Ὑποστατικὴ οὖν ἕνωσίς ἐστιν ἡ τὰς δια-
 φόρους οὐσίας ἤγουν φύσεις εἰς ἓν πρόσωπον καὶ
 μίαν τὴν αὐτὴν ὑπόστασιν συνάγουσά τε καὶ
 συνδέουσα. ὑποστατικὴ διαφορὰ τυγχάνει λό-
 γος, καθ' ὃν ἡ κατὰ ἄθροισμα τῶν ἐνθεωρου-
 μένων ἰδιωμάτων κοινῶν τῆς οὐσίας ἑτερότης τέ-
 μνουσα κατὰ ἀριθμὸν ἄλλου ἀπ' ἄλλου τὴν τῶν
 ἀτόμων ποιεῖται πληθύν.
Ὑπιωγή. ἡ σκέπη.
Ὑπυή. ἡ ἐξοχή.
Ὑπώρεια. ἡ τοῦ ὄρους πλαγία σκοπιά.
Ὑπωμοσία. τὸ ὑπερτίθεσθαι δίκην ἤγουν ἀνα-
 βάλλεσθαι.  
Ὑπόνοιαι πονηραί. οἷον δόξαι, δόγματα νόθα.
 οὕτως ὁ Ἀπόστολος.
Ὑποτύπωσιν. ὑπόδειγμα, ἀπόδειξιν. ὁ Ἀπό

Γεώργιος Ακροπολίτης. Epitaphius in Joannem Ducam (3141: 009)


848

“Georgii Acropolitae opera, vol. 2”, Ed. Heisenberg, A.Leipzig: Teubner,


1903, Repr. 1978 (1st edn. corr. P. Wirth).Sec. 18, li.13

λόγοι τὰ φάρμακα ὡς αἱ βοτάναι τοῖς σώμασιν. ἔστι δὲ οὐ


καινὸς οὗτος οὐδ' ὑμῖν ἀγνοούμενος, εἰ καὶ τρόπον ῥηθείη
καινότερον. ὑμεῖς μέν, ὦ Ῥωμαῖοι, τεθνάναι ἡγεῖσθε τὸν
βασιλέα· ὁ δέ γε οὐκ ἐτεθνήκει, ἀλλὰ καὶ πάλιν μένει βιῶν.
μῶν ἀπορεῖτε περὶ τοῦ λόγου καὶ ὅπως ἂν πέφυκε τοῦτο
οὐκ ἔχετε ξυμβαλεῖν; ἀληθῶς ὁ βασιλεὺς ἡμῶν ζῇ. οὐ λέγω
ζωὴν τὴν τῇ νοερᾷ ψυχῇ σύμφυτον, καθ' ἣν ἅπαντες τεθνη-
κότες οὐ θνήσκομεν, ἀλλὰ τὴν ἐνταῦθα λέγω ζωὴν τὴν
φαινομένην τοῖς ὄμμασιν. ἢ οὐχ ὁρᾶτε τὸν βασιλέα αὐτὸν
τὸν υἱὸν ἐκείνου θεώμενοι; οὐκ αὐτὸς ἐκεῖνός ἐστιν οὑτοσί;
οὐ χαρακτῆρσι σωματικοῖς, οὐκ ἰδιώμασι ψυχικοῖς ἐκείνῳ
ἄντικρυς ἀφωμοίωται; οὐκ ἔμψυχος ἐκείνου εἰκών, οὐ
φύσεως ἀγαλματούργημα τῆς αὐτῆς; οὐ τῷ πατρὶ συνῆρχεν
ἐκ γενετῆς, οὐκ ἐπὶ τῶν αὐτῶν οἰάκων συνῆν τῷ τῆς
ὁλκάδος κυβερνήτῃ τῆς κοσμικῆς, οὐ τῶν ἡνιῶν συναντε-
λαμβάνετο τοῦ οἰκουμενικοῦ δίφρου καὶ τοὺς ἀγῶνας δι-
ήνυεν; αὐτὸς οὖν ἐκεῖνος ὁ βασιλεὺς ὁ ἡμέτερος, ὥστε μόνον
οὐ δέον πενθεῖν, ἀλλὰ καὶ χαίρειν χρεών, τὸ παράδοξον.
τὸ γὰρ οὑτωσὶ τὰ τῆς ἀρχῆς ἐκεῖνον διευθετίσασθαι καὶ εἰς
αὔξην τὰ τῶν σφετέρων σχοινισμάτων τοιαύτην ἀπαγαγεῖν
πλήρη τε γενέσθαι χρηστῶν ἡμερῶν, μὴ βιασθῆναι δὲ τὴν

Γεώργιος Ακροπολίτης. Contra Latinos (3141: 010)


“Georgii Acropolitae opera, vol. 2”, Ed. Heisenberg, A.
Leipzig: Teubner, 1903, Repr. 1978 (1st edn. corr. P. Wirth).
Oration 1, Sec. 1, li.5

οὐδενὸς οὖν, ὦ Ῥωμαῖοι, καλῶν τῶν πάλαι λειπόμεθα,


μᾶλλον δέ γε κρείττοσι καὶ τιμιωτέροις τούτοις ἐντετυχήκα-
μεν, ἀπ' εὐπραγίας εἰς εὐπραγίαν μείζω μεταπηδήσαντες.  

Τοῦ μεγάλου λογοθέτου Γεωργίου τοῦ Ἀκροπο-


λίτου λόγος κατὰ Λατίνων, γραφεὶς αὐτῷ ὅτε
ἐν τῇ δύσει κατάσχετος ἦν.

Ἄνδρες Ῥωμαῖοι, οἱ τῆς πρεσβυτέρας Ῥώμης ὁρμώμενοι,


ἐβουλόμην μὲν καλεῖν ὑμᾶς ἀδελφοὺς ὡς ὁμογνώμονας καὶ
ὁμόφρονας, ἐπεί τοί γε τοῦτο σκοπὸς τοῦ ὑπὲρ ἡμῶν τὸ
849

καθ' ἡμᾶς προσειληφότος θεοῦ καὶ πάντα τὰ τῆς σαρκὸς


ἐπιδείξαντος ἐν ἑαυτῷ ἰδιώματα ἄτερ μόνης τῆς ἐφαμάρτου
ζωῆς· καὶ τοῦτο ἦν τὸ μέγα περὶ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους
μυστήριον, ἵνα συνάψῃ τὰ πάντα ἐν ἑαυτῷ καὶ εἰς ὁμο-
φροσύνην συνάξῃ τῆς πίστεως, ὅπερ, κατὰ τὸν μέγαν Παῦλον,
οὐχ Ἕλλην οὐ βάρβαρος οὐ Σκύθης οὐκ Ἰουδαῖος οὐδ'
ἄλλο τι τῶν ἐθνικῶν ὀνομάτων παρείληπται, ἀλλὰ μόνον
καὶ ὅλον Χριστὸς αὐτοῖς τὸ ἐπίσημον. ἐβουλόμην μὲν οὖν
οὕτω – καὶ γὰρ ἐτυγχάνομεν καὶ πάλαι ἦν ἡμῖν τὸ ὁμόγνω-
μον καὶ ἀδελφὰ ἐφρονοῦμεν καὶ τοῖς αὐτοῖς κανόσι τῆς
εὐσεβείας ἢ καὶ στάθμαις ἀπηυθυνόμεθα καὶ τοῖς μέρεσι
πᾶσιν ἐξισαζόμεθα· ἀλλ' ὁ τῷ φθόνῳ διαχωρίσας τὸν

Γεώργιος Ακροπολίτης. Contra Latinos Oration 1, Sec. 12, li.14

ὂν εἰς παράληψιν. ἐγώ σου τοὺς λόγους διαλύσω τῶν


παραδειγμάτων, εἰ μόνον ἐθέλεις ἀφιλονείκως ἐπαΐειν τῶν
λεγομένων μοι. καρπὸς τὸ πνεῦμα κατὰ τὰς ὑποθέσεις σου
πέφυκε, καὶ ἐν ἑτέροις πάλιν ἀπαύγασμα. ἀλλ' ἡ ἑτερότης
πολλὴ καὶ οὐχ ἁπλοῦν τὸ διάφορον. ἵνα τί γοῦν μὴ τὸν
καρπὸν ἐκ τοῦ κλάδου καὶ τὸ ἀπαύγασμα ἐξ ἀκτῖνος ὁ
σοφὸς τὰ πάντα καὶ τὰ ἑαυτοῦ εἰδὼς ἄριστα ἀπεφήνατο,
ἀλλ' ἐκ τῆς ῥίζης καὶ ἐξ ἡλίου; μήποτε οὖν καὶ ἄμφω
κλάδοι καὶ ἄμφω καρποὶ ἢ καὶ ἀκτῖνες καὶ ἀπαυγάσματα
ἐν ἀλλήλοις ἡνωμένα καὶ ἀνακεκραμένα ἀρρήτοις λόγοις,
μὴ παραποιοῦντα τὰ ἰδιώματα. πῶς δὲ καὶ ἕξει χώραν ἐν
ἀσχηματίστοις, ἐν ἀναφέσιν, ἐν πᾶσιν ἀπηλλαγμένοις αἰσθητι-
κῆς ἀντιλήψεως καὶ ἐμφάσεως τὰ τόπῳ καὶ διαστάσει περι-
γραφόμενα; βούλομαι καὶ αὐτὸς τρεῖς ταῦτα λέγειν ἡλίους,
ἐξ ἑνὸς τῶν δύο ἐχόντων τὴν ὕπαρξιν, ἀλλὰ θροεῖ με διο-
ρισμὸς καὶ περιγραφὴ καὶ τὸ μὴ πάντα ἐν ἀλλήλοις ταῦτα
γνωρίζεσθαι. θράττει με καὶ ἡ ῥίζα καὶ ὁ κλάδος καὶ ὁ
καρπός, εἰ ἐν ὑποστάσει μιᾷ μέρη ταὐτά εἰσιν, ἐξ ὧν τὸ
ὅλον συνέστηκεν. ἀλλὰ καὶ ὁ ἥλιος ἄτομον, καὶ πῶς ἡ
τρισυπόστατος φύσις ἐν ἑνὶ ἀτόμῳ εἰκονισθήσεται, μέρεσι
σπαραττομένη καὶ διαιρουμένη, ὧν ἕκαστον τῇ τοῦ ὅλου

Γεώργιος Ακροπολίτης. Contra Latinos Oration 1, Sec. 12, li.37

αἰτίου αἰτιατά, τὸ μὲν γεννητῶς, τὸ δ' ἐκπορευτῶς, καὶ


850

ἀλλήλοις συμπεφυκότα καὶ ἀεὶ συνόντα ὡς ὁμοούσια. εἰ


δ' ὁμοούσια, πάντως καὶ ὁμοδύναμα, μὴ τῆς τοῦ αἰτίου
οὐσίας ὁπωσοῦν εἴτουν ἐνεργείας εἴτε δυνάμεως ὑφιέμενα.
εἰ δ' ἔστι καὶ ἑτέρα ἰδιότης ἀμφοῖν, ὡς τὸ μὲν ἐξ ἑκατέρου
δίδοσθαι ἢ ἀποστέλλεσθαι ἢ χορηγεῖσθαι ἢ ὁπωσοῦν ἄλλως
ἐθέλεις καλεῖν, τὸ τῆς ἐκπορεύσεως μόνον εὐλαβούμενος
ὄνομα ὡς ἀρχὴν παραδηλοῦν οὐσιώσεως, ἑκάτερον δὲ ἐξ
ἑκατέρου, οὐκέτι γε καὶ διὰ ταῦτα ἐπιφέρεις μοι σὺ τὴν
ἐκπόρευσιν ὡς ἐξ ἀνάγκης ἑπομένην, ἵνα συσταλῶσι τὰ
ἰδιώματα. τίς εἶ ὁ ταῦτα φιλοκρινῶν; εἰ μὲν οἶδας τὸν  
τῆς ἐκπορεύσεως λόγον, τίνι τῆς γεννήσεως διενήνοχε, τότε
ἂν γνοίης τὸν τῆς ἀποστολῆς καὶ τῆς χορηγίας, τίνι δια-
φέρει τῆς ἐκπορεύσεως· ἀλλὰ μὴν οὐκ ἐκεῖνο, καὶ τοῦτο
ἄρα οὐδ' ὅλως. ἔμμενε ταῖς κειμέναις τῶν συλλαβῶν,
καθὼς πολλάκις σοι εἴρηκα, ἔχου τῶν δεδογμένων ὡς ἀλη-
θῶν, μή σοι κεραία τῶν λογίων παραθραυσάτω. εἰ γὰρ
ἐπὶ τῶν ἐνταλμάτων Χριστοῦ εὐφορητὸς ἐν τοῖς τοιούτοις
ὁ κίνδυνος, ἐπὶ τοῖς θεολογίας ὀνόμασιν ὁπόσον οὗτος

Γεώργιος Ακροπολίτης. Contra Latinos Oration 2, Sec. 17, li.19

καὶ οὕτως ἂν συνήπτοντο τὰ πρόσωπα εἰς τὸ ἕν· ἀλλ' ἓν


εἰρηκὼς τὴν κατ' οὐσίαν ἐνέφηνεν ἕνωσιν καὶ τὴν κατὰ
φύσιν ἀδιάτμητον συναφήν, καθ' ἣν αὐτοῖς καὶ τὸ πνεῦμα
συνάπτεται καὶ ἓν τὰ τρία τυγχάνουσιν. τί γάρ; οὐχὶ κατὰ
τοῦτον τὸν λόγον καὶ ὁ υἱὸς καὶ τὸ πνεῦμα ἓν καὶ ὁ πατὴρ
καὶ τὸ πνεῦμα ἕν; καὶ ὁπότερα ἂν λάβῃς τῶν τριῶν ἀπο-
τεμόμενος, οὐχ ἓν ἐρεῖς, κἂν δύο προφέρῃς, κατὰ τὴν οὐσίαν,
κατὰ τὴν φύσιν, κατὰ τὴν δύναμίν τε καὶ τὴν ἐνέργειαν
καὶ τὴν εἰς ἅπαντα συμφωνίαν καὶ σύμπνοιαν; ἀλλὰ τὸ
ἓν αὐτὸ οὐχ οὕτως καθέστηκεν ἕν, ὡς πάντη ἓν εἶναι καὶ
ἀδιαίρετον, ἀλλὰ τοῖς ἰδιώμασι τέμνεται καὶ τοῖς χαρακτῆρσι
διαστολὴν δέχεται. καὶ εἰσὶν ἓν καὶ τὸ δύο οὐκ ἀπηρνή-
σαντο, καὶ ἀριθμοῦνται δυάδι ἢ καὶ τριάδι, καὶ ἓν ὡς
ὄντως γνωρίζονται. μὴ γοῦν λάβῃς τὸ ἓν ἐν δυοῖν ὥσπερ
ἄτομον εἴτουν πρόσωπον καὶ συνάψῃς ταῦτα καὶ σύγχυσιν
ἐργάσῃ Σαβέλλειον, ταύτῃ μηδὲ τὴν διαίρεσιν ὡς ἀξυμφυῆ·
Ἀρείου γὰρ ἡ βλασφημία ἢ μᾶλλον εἰπεῖν τοῦ τὰ τοιαῦτα
ἐπισπείροντος ταῖς τῶν ἀνθρώπων διανοίαις σατάν.
Ὃ γοῦν ἐκ δυοῖν ὡς ἐξ ἑνός –
851

Γεώργιος Ακροπολίτης. Contra Latinos Oration 2, Sec. 20, li.15

ὁ υἱὸς τοῦ πατρός, ὅτι υἱός, εἰκὼν δὲ τὸ πνεῦμα τοῦ υἱοῦ,


οὐκ ἄλλου του ἔσται χάριν ἢ ὅτι υἱός. τῆς ἀτοπίας! ὁρᾷς
ὅπῃ τὰ τῶν λόγων προέβη; εἰ δὲ καὶ αὖθις διισχυρίζῃ, ὡς
ὁ υἱὸς εἰκὼν τοῦ πατρός, ὅτιπερ ἐξ αὐτοῦ, κατὰ τοῦτο δὴ
καὶ ἐκ τοῦ υἱοῦ τὸ πνεῦμα, ἐπείπερ εἰκὼν αὐτοῦ καὶ ἔστι
καὶ λέγεται, ἀπήλλαξας φροντίδος ἡμᾶς τὸ τοιοῦτον εἰπών.
ἀλλ' οἶσθα ὡς τὸ ἐξ αὐτοῦ διάφορον ἐν ἀμφοῖν καὶ κατὰ
τὰς σὰς ὑποθέσεις; ἐκεῖ μὲν γὰρ ἐξ αὐτοῦ, ἀλλὰ γεννητῶς,
ἐνταῦθα δὲ ἐξ αὐτοῦ, ἀλλ' ἐκπορευτῶς. πῶς οὖν ἡ ταυτό-
της τῆς εἰκόνος ἐν διαφόροις φυλαχθήσεται ἰδιώμασι; μήποτε
ἄρα οὐ κατὰ τοὺς τοιούτους λόγους αἱ εἰκόνες παραλαμβά-
νονται τοῖς γράφουσι τὰ θειότερα, ἀλλ' ἔστιν ἄλλο τι διὸ
τὰ τοιαῦτα καὶ λέλεκται. εἰκὼν μὲν γὰρ εἴη ὁ υἱὸς τοῦ
πατρὸς φυσικὴ ὡς ὁμοούσιος καὶ ὁμοεργὴς δύναμις, τοὺς
πατρικοὺς χαρακτῆρας παραθεὶς ἡμῖν ἐξ ἑαυτοῦ, ἐν οἷς
σάρκα προσειληφὼς προσωμίλησε, καθὼς καὶ οὗτος τὰ θεῖα
ἐν ὑστέροις διατιθέμενος εἰρήκει πρὸς Φίλιππον· ‘ὁ ἑωρακὼς
ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα’. εἰ κατὰ τοιούτους λόγους καὶ τὴν
εἰκόνα λάβῃς τοῦ πνεύματος, εὑρήσεις πάντη συνᾴδουσαν.

Γεώργιος Ακροπολίτης. Contra Latinos Oration 2, Sec. 23, li.30

διάφορος λόγος ἐξ αἰτίου λέγειν καὶ ἐξ αἰτιατοῦ, ἅτερος δὲ


ἐξ ἀμέσου καὶ ἐξ ἐμμέσου; πάντως γε ἄλλος, καὶ τοσοῦτον
ἄλλος, ὅσον καὶ ὁ πατὴρ ἄλλος καὶ ὁ υἱὸς ἄλλος, κἂν οὐκ
ἄλλο καὶ ἄλλο. τοῦτο γοῦν ἡμεῖς τὸ ἐξ αἰτίου καὶ ἐξ
ἀμέσου καὶ ἐκ πρώτου, ταὐτὸ δὲ εἰπεῖν ἐκ πατρὸς ἐκπο-
ρεύεσθαι τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον λέγομεν, τῷ πρώτῳ αἰτίῳ, τῷ
μὴ αἰτιατῷ, τῷ ἀμέσῳ τὴν τοιαύτην ἀνατιθέντες φωνήν,
ἣν καὶ ὁ κύριος εἴρηκεν. τῷ δὲ δευτέρῳ καὶ αἰτιατῷ καὶ
ἐμμέσῳ, ταὐτὸ δ' εἰπεῖν τῷ υἱῷ οὐ διδόαμεν ταύτην, ἵνα
τὴν διαφορὰν τῶν προσώπων καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς παραστή-
σωμεν ἰδιωμάτων, ἀλλὰ τὰς ἄλλας φωνάς, ἵνα τὸ ἕτερον
ἀποδείξωμεν. ὁρᾷς ὅπως καὶ κατὰ τὰς σὰς ὑποθέσεις ἐπὶ
τοῦ υἱοῦ ἡ ἐκπόρευσις βλαβερὰ κἀκ τῶν σῶν περισκελίζῃ
προτάσεων, τὸ δὲ ἐμὸν οὐδέν τι τῶν κειμένων λυμαίνεται.
εἰ δὲ βιάζῃ ὡς ἐξ ἑνὸς τῶν δύο τὸ πνεῦμα προβάλλει,
συναλοιφὴν εἰσάγεις τῶν προσώπων συστολήν τε καὶ σύγχυ-
852

σιν – ποῦ δὲ τοιοῦτον ἐν τοῖς ἐμοῖς;  – ὥστε καὶ τὸ σὸν  


φυλάττεσθαι δόγμα τὸ ἐξ υἱοῦ τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ἡμέτερον
μὴ σαλεύεσθαι, λέγω δὴ τὸ μὴ ἐξ αὐτοῦ ἐκπορεύεσθαι,
ἤγουν λαμβάνειν τοῦτο τὴν ὕπαρξιν ἅμα τῷ υἱῷ

Γεώργιος Ακροπολίτης. Laudatio Petri et Pauli (3141: 013)


“Georgii Acropolitae opera, vol. 2”, Ed. Heisenberg, A.Leipzig: Teubner,
1903, Repr. 1978 (1st edn. corr. P. Wirth).Sec. 7, li.5

νοσοῦντας ἀνίστησι. καὶ τίς λόγον ἐκείνῳ πρὸς ἐγκώμιον


ἐξισώσειεν; ἀλλ' ὦ δυὰς σεβασμία, ἱλήκοις τοῖς λόγοις, συγ-
καταβαίης τῷ ἐγχειρήματι καὶ λόγον διδοίης πρὸς ἐργασίαν
τοῦ λόγου μοι, παρὰ Χριστοῦ προσειληφυῖα τὴν δύναμιν
καὶ πνεῦμα προσεφελκυσαμένη Χριστοῦ καὶ ἡμῖν χαρισα-
μένη πρὸς τὴν τῆς εὐφημίας συντέλειαν.
Πέτρος μὲν οὖν καὶ Παῦλος Χριστοῦ μαθηταί, καὶ
τοῦτο κοινὸν ἀμφοῖν καθέστηκε χαρακτήρισμα. διαφέρετον
γὰρ οὐ μικροῖς, οὐ μεγάλοις, φημὶ καὶ ταῖς εἰς Χριστὸν
οἰκειώσεσιν, οὐδὲ τῷ πρῶτοι εἶναι ἢ τῷ ὑπερφέρειν παντός,
ἀλλ' ἰδιώμασί τισι μερικοῖς, δι' ὧν τὴν τῶν ἀτόμων κατά-
ληψιν ἔσχομεν· μετὰ γὰρ τὸ εἶναι ἢ σὺν τῷ εἶναι ταυτότης
καὶ ἑτερότης ἐν τοῖς οὖσιν εὑρίσκεται. οὔτε γὰρ ἀπ' ἀλλή-
λων τὰ ὄντα ἀπέσχισται οὔτε μὴν πάλιν εἰς ταυτὸν συν-
έσταλται τῇ κοινότητι· ἐκεῖνο μὲν γὰρ ὕλης, τοῦτο δὲ μόνον
θεοῦ. εἰ γοῦν ἐν τοῖς οὖσιν ἁπλῶς ταυτότης ἐν κοινότητι
τεθεώρηται, πολλῷ γε πλέον ἐν τοῖς ὁμογενέσιν ἢ ἐν τοῖς
ὁμοειδέσι μάλιστά τε καὶ κυριώτατα· εἰ δὲ καὶ τὸν λόγον
ἢ τὸν τρόπον ἰσάζοιντο, πλεῖστον ἂν εἴη ἐν αὐτοῖς τὸ ταυ-
τόν. θεωρητέον οὖν κἀν τοῖς εὐφημουμένοις παρ' ἡμῖν
ἀρτίως τὴν ἐνοῦσαν πρῶτον τούτοις κοινότητα,

Γεώργιος Ακροπολίτης. Laudatio Petri et Pauli Sec. 15, li.15

κόσμου γένεσιν μετελήλυθας· καὶ τίς ὁ λόγος; τίς δὲ ὁ


σκοπός’; αὐτὸς ὑμῖν, ὦ φίλοι ἀκροαταί, παραστήσαιμι· οὐ
γὰρ οὕτως περιττολόγος ἐγὼ καὶ ἀδολεσχῶν ἐν τοῖς ῥήμασιν,
ὥστε πάνυ ἔξω φέρεσθαι τῆς προθέσεως. ἀλλ' ἄγε σκο-
πεῖτε, ὡς λίαν μοι συνῳδὰ τὰ λεγόμενα καὶ πάνυ γε ἡρμος-
μένα καὶ συναρτώμενα. οἶδα διττὰς δυνάμεις ἐπὶ θεοῦ,
τὰς τῆς θεωρίας λέγω καὶ πράξεως. θεωρεῖ μὲν γὰρ θεός,
853

ὡς ἔστι θεωρεῖν τὸν θεόν, ἐννοῶν τὰς φύσεις ἃς διαπλάτ-


τεται· πράττει δὲ θεὸς εἰς ἔργον διαβιβάζων τούτου τὸ
νόημα. εἰκότως γοῦν καὶ ὁ κατ' εἰκόνα τούτου γεγενη-
μένος τοῖς τοιούτοις εἰκονισθήσεται ἰδιώμασιν· ἄνθρωπος δὲ
κατ' εἰκόνα τούτου δεδημιούργηται, καὶ ὁ λόγος συνάγει
τοῖς τοιούτοις πρέπον εἶναι τοῦτον σεμνύνεσθαι. ἔστι δὲ
ἀντιστρόφως περὶ τὸ θεῖον ταῦτα καὶ τὸ ἀνθρώπινον· ἐπὶ
μὲν γὰρ θεοῦ προτέρα πάντως ἡ θεωρία τῆς πράξεως, ἐπ'
ἀνθρώπων δὲ προτέραν τῆς ὡς ἀληθῶς θεωρίας τὴν πρᾶξιν  
εἶναι συμβέβηκε· θεοῦ μὲν γὰρ εἶναι κατιέναι μικρὸν τῆς
οἰκείας περιωπῆς, ἀνθρώπου δὲ πρὸς αὐτὸν ἀνι έναι διὰ
τῆς πράξεως καὶ ἐπαπολαύειν τῆς θείας ἐκείνης μακαρίας
ἐλλάμψεως. ὡς γοῦν ὁ πρῶτος ἄνθρωπος γέγονε, δίδοται
τούτῳ καὶ ἐντολή, ὡς ἂν τῇ ἀρίστῃ ταύτῃ πράξει ἐγγυμ

Γεώργιος Ακροπολίτης. Laudatio Petri et Pauli Sec. 22, li.8

Ὡς θαυμασία σου αὕτη γενήσεται ἡ ἀπόφασις. Ἄρειον


ἐκ τούτου καταισχυνεῖς καὶ Σαβέλλιον καὶ ὡς φληνάφους
ἀποφανεῖς ἐν τοῖς δόγμασι, συναναστρέψεις δὲ καὶ Νεστό-
ριον καὶ σύμπαν σμῆνος τῶν αἱρετικῶν ἀφανίσειας. τῷ
γὰρ ὀνόματι τοῦ υἱοῦ τὸ πρὸς τὸν πατέρα ὁμοούσιον  
καὶ ὁμοδύναμον συναχθήσεται καὶ ἡ τοῦ Σαβελλίου συνα-
λοιφή σοι καταπτυσθήσεται· διῄρηται γὰρ πατὴρ καὶ υἱὸς
τοῖς τῶν ὑποστάσεων ἰδιώμασι· καταβληθήσεται καὶ Νεστο-
ρίου τὸ βλάσφημον· Χριστὸς γὰρ εἷς ὁ ἐκ τῆς παρθένου
καὶ θεοτόκου, θεὸς τέλειος καὶ ἄνθρωπος τέλειος, εἷς μὲν
τὴν ὑπόστασιν, τὰς δὲ φύσεις διπλοῦς. εἰ οὕτως ὁμολογή-
σειας, διὰ μικροῦ λόγου τὸ πᾶν σοι κατορθωθήσεται τοῦ
κηρύγματος. καὶ ἡ ἀντίδοσις τῆς ὁμολογίας ὡς ὑψη-
λή τε καὶ θαυμασία καὶ πάσης ἐλπίδος ὑπερκειμένη καὶ
ἐννοιῶν. μετονομασθήσῃ τὴν κλῆσιν καὶ οὐκέτι Σίμων
ἀλλὰ Πέτρος ἀκούσῃς μακάριος, καὶ ἐπὶ τῷ λόγῳ τῷ σῷ ὡς
ἐπὶ πέτρᾳ στερρᾷ ἐποικοδομήσει τὴν ἐκκλησίαν Χριστός, ἧς
τοῦ ᾅδου πύλαι οὐ κατισχύουσι, καὶ λάβῃς τὰς κλεῖς τῆς

Ducas Hist., Historia Turcobyzantina (3146: 001)“Ducas. Istoria


Turco–Bizantină (1341–1462)”, Ed. Grecu, V.Bucharest: Academia
Republicae Popularis Romanicae, 1958; Scriptores Byzantini 1.Ch. 28,
Sec. 7, li.5
854

ἀπάρας ἐκ τῆς Προύσης σὺν τῷ σιαραπτὰρ Ἐλιὲζ ὑπάγει εἰς τὴν


Νίκαιαν.” –  
Ταῦτα μαθὼν ὁ Μουρὰτ καὶ ἐν νῷ βάλλων, ὡς· “Ὁ βασιλεὺς τῶν
Ῥωμαίων
ἔχει καὶ ἕτερον Μουσταφᾶν τοῦ ἐνέγκαι με πειρασμούς,” ἀφίησι τὴν
ἔχθραν καὶ
λύει τὰς παρατάξεις καὶ τὰς μελετωμένας ἐπάλξεις καὶ ἑλεπόλεις καὶ
δίδωσιν λύ-
σιν τῷ μυριαρίθμῳ στρατῷ καὶ αὐτὸς ἀφεὶς τὸ πολεμεῖν ἐπανέζευξεν ἐν
τῇ
Ἀδριανοῦ.
 Ὁ δὲ βασιλεὺς Μανουὴλ ἔκειτο τὰ λοίσθια πνέων, γενόμενος παρά-
πληκτος καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἀπέδωκε τὸ χρεών, ὄντως σοφώτατος καὶ
ἐνάρε-
τος ἔν τε σωφροσύνῃ καὶ κοσμιότητι, καταλείψας τὴν βασιλείαν τῷ υἱῷ
αὐτοῦ
Ἰωάννῃ, τῷ ὑστάτῳ βασιλεῖ τῶν Ῥωμαίων καὶ πρώτῳ ἐν πᾶσι τὰ τῆς
βασιλείας
ἔχοντι ἰδιώματα.
 Ἐποίησε γοῦν ὁ Μουρὰτ σὺν τοῖς στρατεύμασιν αὐτοῦ ἐπάνω τῆς
Πόλεως
μῆνας τρεῖς· μετὰ δὲ τὸ ἐγερθῆναι καὶ εἰσελθεῖν ἐν τῇ Ἀδριανοῦ, μετὰ
τρεῖς
ἡμέρας ἔρχεται ἐν Καλλιουπόλει καὶ περάσας σὺν ἱκανῷ πεζικῷ καὶ
ὀλίγοις ἵπ-
ποις, τινὸς μὴ γινώσκοντος ποῦ πορεύεται, δι' ἑνὸς ἡμερονυχθίου πρωῒ
ἔτι σκο-
τίας οὔσης φθάνει Νίκαιαν καὶ προσημαίνει τὴν ἔλευσιν αὐτοῦ τοῖς
ἀπίστοις.
Καὶ αὐτοὶ θροῦν ποιήσαντες ἐν μέσῳ τῆς πόλεως, ἀνοίγονται αἱ θύραι
καί, ἀνα-
τέλλων, εἰσάγεται ὁ Μουρὰτ ἐντὸς καὶ εὑρὼν τὸν μείρακα ἔπνιξεν καὶ
τοὺς αὐ-
τοῦ ὑπασπιστὰς κατέσφαξεν· ἦν δὲ ὁ Μουσταφᾶς ὡς ἐτῶν ἕξ. Τότε ὡς
εἶδε τὸ
παιδίον τεθνηκότα, ἐκέλευσεν ἄγειν αὐτὸ ἐν τῇ Προύσῃ καὶ παραδοῦναι
τῷ τάφῳ

Σφραντζής. Chronicon sive Maius (partim sub auctore Macario


Melisseno) (3176: 001)“Georgios Sphrantzes. Memorii 1401–1477”, Ed.
Grecu, V.Bucharest: Academie Republicii Socialiste România, 1966;
855

Scriptores Byzantini 5.P. 502, li.23

θη τε πάλιν αὐτῷ· Τίς ἐστι μετὰ σοῦ; Ἀπεκρίθη· Ὁ Μαχούμετ· Εἶπε δὲ ὁ


θυρωρός·
Μὴ ὑπὲρ τούτου ἦν ἡ ἀποστολή; Καὶ εἶπεν ὁ Γαβριήλ· Ναί. Καὶ ἤνοιξεν
ἡμῖν τὴν
πύλην καὶ εἶδον ἔθνος ἀγγέλων· καὶ δὶς κάμψας ὑπὲρ αὐτῶν τὰ γόνατα
ἐξέχεον προ-
σευχήν. Καὶ μετὰ ταῦτα ἔλαβέ με ὁ Γαβριὴλ καὶ ἤγαγέ με πρὸς τὸν
δεύτερον
οὐρανόν· ἦν δὲ τὸ διάστημα τῶν δύο μέσων οὐρανῶν ὁδὸς πεντακοσίων
ἐτῶν.
Καὶ ὥσπερ πρῶτον ἔκοψε τὴν θύραν καὶ ἀπόκρισις γέγονεν αὐτῷ Οὕτως
καὶ
μέχρις ἑβδόμου οὐρανοῦ κατὰ πάντα γέγονεν ὅμοια· ἐν ᾧ ἑβδόμῳ
διαγράφει ἰδεῖν λαὸν
ἀγγέλων, τὸ μῆκος ἑνὸς ἑκάστου πολλῷ χιλιοπλάσιον τοῦ κόσμου, ἀφ'
ὧν τις εἶχεν
ἑπτακοσίας χιλιάδας κεφαλὰς καὶ ἐν ἑκάστῃ κεφαλῇ ἑπτακοσίας
μυριάδας στόματα
καὶ ἐν ἑκάστῳ στόματι χιλίας ἑπτακοσίας γλώσσας αἰνούσας τὸν θεὸν
ἑπτακοσίοις
μυριάδων ἰδιώμασι. Καὶ προσέβλεψεν ἕνα τῶν ἀγγέλων θρηνοῦντα καὶ
ἐζήτησε τὴν
αἰτίαν τοῦ θρήνου αὐτοῦ· καὶ ἀπεκρίθη ἁμαρτίαν εἶναι. Αὐτὸς δὲ ἐδεήθη
ὑπὲρ αὐτοῦ·
οὕτω τέ φησιν ὁ Γαβριήλ, παρέθετο ἀγγέλῳ ἑτέρῳ καὶ ἄλλος ἄλλῳ καὶ
οὕτως ἐφεξῆς
μέχρις ἔστην ἐνώπιον τοῦ θεοῦ καὶ τοῦ βήματος αὐτοῦ. Καὶ ἥψατό μου ὁ
θεὸς τῇ
χειρὶ αὑτοῦ ἐν μέσῳ τῶν ὤμων, ἕως οὗ ἡ ψυχρότης τῆς χειρὸς αὐτοῦ
διῆλθε μέχρι
τοῦ μυελοῦ τῆς ῥάχεώς μου. Καὶ εἶπέ μοι ὁ θεός· Ἐπέθηκα σοὶ καὶ τῷ
λαῷ σου εὐ-
χάς. Καταβάντι δέ μοι πρὸς τὸν τέταρτον οὐρανὸν συνεβούλευσεν ὁ
Μωϋσῆς ἐπανελ-
θεῖν με πρὸς τὸ κουφίσαι τὸν λαὸν μὴ ὄντα δυνατὸν ἐξαρκεῖν τοσαύτῃ
εὐχῇ. Καὶ τῇ
πρώτῃ ἐπανόδῳ ἔλαβον ἄνεσιν ἀπὸ δέκα μέχρι καὶ τῆς τετάρτης
ἐπανόδου· καὶ τῇ
πέμπτῃ ἐπανόδῳ τοσοῦτον ἦλθεν εἰς τὸ ἔλαττον τῶν εὐχῶν ὡς ὀλίγας
ἐναπομεῖναι.
856

Εἰπόντος δὲ τοῦ Μωϋσέως μηδὲ τοσοῦτον δυνηθήσεσθαι τὸν λαόν, ἐγὼ


αἰσχυνθεὶς

Σφραντζής. Chronicon sive Maius (partim sub auctore Macario


Melisseno) P. 514, li.19

ποίηκε κατὰ τὸ κορᾶν, ἀλλ' ἢ μόνον τῆς σελήνης, ὅπερ ἐστὶ ψεῦδος
ἄντικρυς, καὶ
ἕτερά τινα αἰσχρά, ἅπερ καὶ παρεσιωπήθησαν καὶ τῇ σιγῇ παρεδόθησαν
διὰ τὸ δύ-
σφημον. Ἔτι κατὰ μὲν τὸ εὐαγγέλιον καὶ αὐτὴν τὴν ἀλήθειαν ὁ Χριστὸς
ἐσταύρωται
καὶ τέθνηκε καὶ ἑτάφη καὶ ἀνέστη καὶ ἀνελήφθη καὶ ἐν δεξιᾷ τοῦ πατρὸς
κάθηται·
κατὰ δὲ τὸ κορᾶν, ὡς δῆθεν τιμῶντες αὐτόν, λέγουσιν, ὅτι οὐκ ἀπέθανεν,
ἀνελήφθη
δ' ὅμως. Καὶ ἰδοὺ ὅσον ἀπὸ τῆς τοῦ εὐαγγελίου ἀληθείας καὶ τῆς τοῦ
Μωάμεθ ψευ-
δολογίας, ὁ Χριστὸς ζῶν ἀναφαίνεται καὶ ὁμολογεῖται, ὁ δὲ Μαχούμετ
οὑτοσίν, ὡς
πάντες οἱ τὰ ἐκείνου φρονοῦντες ὁμολογοῦσιν, ὅτι ἀπέθανε καὶ οὐκ
ἀνέστη. Καὶ τοί-
νυν διὰ ταῦτα πάντα τὸν Χριστὸν ἔδει προσκυνεῖν καὶ μὴ τῷ Μωάμεθ
ἀκολουθεῖν.
Πῶς γὰρ ἔδει πιστευθῆναι τὰ τοῦ θεοῦ λόγια ἀνθρώπῳ ὁμοίῳ κατὰ πάντα
τῷ δαίμονι;
Καὶ εἰ βούλει, παραβάλωμεν ἀμφοτέρους καὶ γνωσόμεθα τὰ τούτων
ἰδιώματα. Ὁ διά-
βολος ἐπηρμένος καὶ ἀλαζών, ὁ Μαχούμετ ἐπηρμένος καὶ ἀλαζών· τίς
γὰρ μείζων
τοῦ Μωάμεθ, ὃς ὑπεραναβὰς τοὺς οὐρανούς, ὡς αὐτὸς ὑπὲρ αὐτοῦ
εἴρηκε, καὶ αὐτὰς
πάσας τὰς ἀγγελικὰς δυνάμεις, τῷ θεῷ προσωμίλει καὶ μεσίτης τῶν
ἐπταικότων ἀγγέ-
λων ἐγένετο, ἀλλὰ καὶ τοῦ κόσμου παντὸς προστάτης; Ὁ διάβολος
ἀνθρωποκτόνος
ἐστί, καὶ ὁ Μωάμεθ τοὺς μὴ πειθομένους τοῖς δόγμασιν αὑτοῦ θανάτῳ
κατεδίκασεν.
Ὁ διάβολος ἀπατεών ἐστι, καὶ ὁ Μωάμεθ τὰς ἡδονὰς ἐνδοὺς καὶ ὥσπερ τι
δέλεαρ ἐν
ἀγκίστρῳ ἐνθεὶς τοὺς ἀνοήτους πρὸς αὑτὸν ἐφελκύσατο. Ὁ διάβολος
ψεύστης ἐστίν,
857

ἀλλ' οὐ τοσοῦτον ὡς ὁ Μωάμεθ, καθὼς καὶ ἐν ὅλῳ τῷ κορᾶν τρανῶς


ἀναφαίνεται.
Ὁ διάβολος ὕπουλός ἐστι· καὶ τίς ἄλλος ὡς ὁ Μωάμεθ ταπείνωσιν
ὑποκριθεὶς τὴν
ὑψηλοφροσύνην ἠσπάσατο; Ὁ διάβολος σύμβουλός ἐστι τῶν
ἀπηγορευμένων

Σφραντζής. Chronicon sive Maius (additamenta Macarii Melisseni +


lectiones variae) (3176: 002)“Georgios Sphrantzes. Memorii 1401–
1477”, Ed. Grecu, V.Bucharest: Academie Republicii Socialiste
România, 1966; Scriptores Byzantini 5.
P. 448, li.12

πίστεως ὁμολογίαν ἐν κεφαλαίοις αὐτῷ διεσάφησεν· ἤγουν, τὸ ἐπίγραμμα


ἔχει
οὕτως· Τοῦ σοφωτάτου καὶ λογιωτάτου κυροῦ Γενναδίου τοῦ Σχολαρίου
καὶ πα-
τριάρχου Κωνσταντινουπόλεως νέας Ῥώμης ὁμιλία ῥηθεῖσα περὶ τῆς
ὀρθῆς καὶ
ἀμωμήτου πίστεως τῶν Χριστιανῶν. Ἐρωτηθεὶς γὰρ παρὰ τοῦ εἰρημένου
ἀμηρᾶ
τοῦ καὶ σουλτάνου τάδε· Ὁ ἀμηρᾶς· Τί πιστεύετε ὑμεῖς οἱ Χριστιανοί;
ἀπε-
κρίθη ὁ πατριάρχης καὶ εἶπεν αὐτῷ τάδε· κφ. αʹ. Πιστεύομεν, ὅτι ἐστὶ
Θεὸς δημιουρ-
γὸς πάντων ὅσων εἰσὶν ἀπὸ τοῦ μὴ εἶναι· ὅτι οὔτε σῶμά ἐστιν, οὔτε σῶμα
ἔχει, ἀλλὰ
ζῆν νοερῶς. Καί ἐστι νοῦς ἄριστος καὶ τελειότατος καὶ σοφώτατος
ἀσύνθετος, ἄναρ-
χος, ἀτελεύτητος· ἔστιν ἐν τῷ κόσμῳ καὶ ὑπὲρ τὸν κόσμον, οὐκ ἔστιν ἐν
οὐδενὶ τόπῳ
καί ἐστιν ἐν παντὶ τόπῳ. Ταῦτά εἰσιν ἰδιώματα τοῦ Θεοῦ, δι' ὧν
χωρίζεται ἀπὸ τῶν
κτισμάτων αὐτοῦ. Καὶ ἄλλα τούτοις εἰσὶν ὅμοια.  – Πάντα ὅσα κεφάλαια
μετεγλωτί-
σθησαν εἰς τὴν τουρκοαραβόγλωσσαν ὑπὸ τοῦ Ἀχμὰτ καδδὴ Βεῤῥοίας
τοῦ πατρὸς
Μαχουμοὺτ τζελεπῆ τοῦ ἀναγραφέως καὶ οὕτως ἕπεται τὰ κεφάλαια κατὰ
τάξιν·
 Κφ. βʹ. Κείμενον· Ἔστι σοφὸς καὶ ἀγαθὸς καὶ ἀληθινὸς καὶ
αὐτοαλήθεια. Ὅσα
προτερήματα ἔχουσι τὰ ποιήματα αὐτοῦ μεμερισμένως, ἔχει αὐτὸς μόνος
858

ὑψηλότερον
τρόπον· καὶ ταύτας τὰς τελειότητας ἔχουσι καὶ τὰ κτίσματα αὐτοῦ, διότι
αὐτὸς δίδωσι
ταύτας καὶ τοῖς κτίσμασιν αὐτοῦ· ἀγαθά εἰσι, διότι σοφός, σοφά· διότι
ἀληθής, ἀληθῆ  
καί τ' ἄλλα ὁμοίως, πλὴν ὅτι ὁ μὲν θεὸς κυρίως ἔχει αὐτά, τὰ δὲ κτίσματα
κατὰ με-
τοχὴν ἔχουσιν. Ἑρμηνεία·
 Κφ. γʹ Κείμενον· Πιστεύομεν, ὅτι εἰσὶν ἐν τῷ Θεῷ ἄλλα τρία ἰδιώματα,
ἅτινά

Σφραντζής. Chronicon sive Maius (additamenta Macarii Melisseni +


lectiones variae) P. 450, li.3

καί ἐστιν ἐν παντὶ τόπῳ. Ταῦτά εἰσιν ἰδιώματα τοῦ Θεοῦ, δι' ὧν
χωρίζεται ἀπὸ τῶν
κτισμάτων αὐτοῦ. Καὶ ἄλλα τούτοις εἰσὶν ὅμοια.  – Πάντα ὅσα κεφάλαια
μετεγλωτί-
σθησαν εἰς τὴν τουρκοαραβόγλωσσαν ὑπὸ τοῦ Ἀχμὰτ καδδὴ Βεῤῥοίας
τοῦ πατρὸς
Μαχουμοὺτ τζελεπῆ τοῦ ἀναγραφέως καὶ οὕτως ἕπεται τὰ κεφάλαια κατὰ
τάξιν·
 Κφ. βʹ. Κείμενον· Ἔστι σοφὸς καὶ ἀγαθὸς καὶ ἀληθινὸς καὶ
αὐτοαλήθεια. Ὅσα
προτερήματα ἔχουσι τὰ ποιήματα αὐτοῦ μεμερισμένως, ἔχει αὐτὸς μόνος
ὑψηλότερον
τρόπον· καὶ ταύτας τὰς τελειότητας ἔχουσι καὶ τὰ κτίσματα αὐτοῦ, διότι
αὐτὸς δίδωσι
ταύτας καὶ τοῖς κτίσμασιν αὐτοῦ· ἀγαθά εἰσι, διότι σοφός, σοφά· διότι
ἀληθής, ἀληθῆ  
καί τ' ἄλλα ὁμοίως, πλὴν ὅτι ὁ μὲν θεὸς κυρίως ἔχει αὐτά, τὰ δὲ κτίσματα
κατὰ με-
τοχὴν ἔχουσιν. Ἑρμηνεία·
 Κφ. γʹ Κείμενον· Πιστεύομεν, ὅτι εἰσὶν ἐν τῷ Θεῷ ἄλλα τρία ἰδιώματα,
ἅτινά
εἰσιν ὥσπερ ἀρχαὶ καὶ πηγαὶ πάντων τῶν ἄλλων ἰδιωμάτων αὐτοῦ· καὶ
διὰ τούτων
τῶν τριῶν ἰδιωμάτων ζῇ ὁ Θεὸς ἀϊδίως ἐν ἑαυτῷ καὶ πρὸ τοῦ
δημιουργηθῆναι ὑπ'
αὐτοῦ τὸν κόσμον· καὶ διὰ τούτων ἐδημιούργησε τὸν κόσμον καὶ διὰ
τούτων κυβερνᾷ
αὐτόν. Καὶ ταῦτα τὰ τρία ἰδιώματα ὀνομάζομεν τρεῖς ὑποστάσεις, ἤγουν
859

τρία πρόσω-
πα· καὶ διότι αὐτὰ τὰ ἰδιώματα οὐ μερίζουσι τὴν μίαν καὶ ἁπλουστάτην
οὐσίαν τοῦ
Θεοῦ, διὰ τοῦτό ἐστι Θεὸς καὶ μετὰ τῶν ἰδιωμάτων τούτων εἷς Θεὸς καὶ
οὐκ εἰσὶ τρεῖς θεοί, καθώς τινες τολμῶντες λέγουσιν. Ἑρμηνεία·
 Κφ. δʹ. Κείμενον· Πιστεύομεν, ὅτι ἐκ τῆς φύσεως τοῦ Θεοῦ ἀνατέλουσι
λό-

Σφραντζής. Chronicon sive Maius (additamenta Macarii Melisseni +


lectiones variae) P. 450, li.4

κτισμάτων αὐτοῦ. Καὶ ἄλλα τούτοις εἰσὶν ὅμοια.  – Πάντα ὅσα κεφάλαια
μετεγλωτί-
σθησαν εἰς τὴν τουρκοαραβόγλωσσαν ὑπὸ τοῦ Ἀχμὰτ καδδὴ Βεῤῥοίας
τοῦ πατρὸς
Μαχουμοὺτ τζελεπῆ τοῦ ἀναγραφέως καὶ οὕτως ἕπεται τὰ κεφάλαια κατὰ
τάξιν·
 Κφ. βʹ. Κείμενον· Ἔστι σοφὸς καὶ ἀγαθὸς καὶ ἀληθινὸς καὶ
αὐτοαλήθεια. Ὅσα
προτερήματα ἔχουσι τὰ ποιήματα αὐτοῦ μεμερισμένως, ἔχει αὐτὸς μόνος
ὑψηλότερον
τρόπον· καὶ ταύτας τὰς τελειότητας ἔχουσι καὶ τὰ κτίσματα αὐτοῦ, διότι
αὐτὸς δίδωσι
ταύτας καὶ τοῖς κτίσμασιν αὐτοῦ· ἀγαθά εἰσι, διότι σοφός, σοφά· διότι
ἀληθής, ἀληθῆ  
καί τ' ἄλλα ὁμοίως, πλὴν ὅτι ὁ μὲν θεὸς κυρίως ἔχει αὐτά, τὰ δὲ κτίσματα
κατὰ με-
τοχὴν ἔχουσιν. Ἑρμηνεία·
 Κφ. γʹ Κείμενον· Πιστεύομεν, ὅτι εἰσὶν ἐν τῷ Θεῷ ἄλλα τρία ἰδιώματα,
ἅτινά
εἰσιν ὥσπερ ἀρχαὶ καὶ πηγαὶ πάντων τῶν ἄλλων ἰδιωμάτων αὐτοῦ· καὶ
διὰ τούτων
τῶν τριῶν ἰδιωμάτων ζῇ ὁ Θεὸς ἀϊδίως ἐν ἑαυτῷ καὶ πρὸ τοῦ
δημιουργηθῆναι ὑπ'
αὐτοῦ τὸν κόσμον· καὶ διὰ τούτων ἐδημιούργησε τὸν κόσμον καὶ διὰ
τούτων κυβερνᾷ
αὐτόν. Καὶ ταῦτα τὰ τρία ἰδιώματα ὀνομάζομεν τρεῖς ὑποστάσεις, ἤγουν
τρία πρόσω-
πα· καὶ διότι αὐτὰ τὰ ἰδιώματα οὐ μερίζουσι τὴν μίαν καὶ ἁπλουστάτην
οὐσίαν τοῦ
Θεοῦ, διὰ τοῦτό ἐστι Θεὸς καὶ μετὰ τῶν ἰδιωμάτων τούτων εἷς Θεὸς καὶ
860

οὐκ εἰσὶ τρεῖς


θεοί, καθώς τινες τολμῶντες λέγουσιν. Ἑρμηνεία·
 Κφ. δʹ. Κείμενον· Πιστεύομεν, ὅτι ἐκ τῆς φύσεως τοῦ Θεοῦ ἀνατέλουσι
λό-
γος καὶ πνεῦμα ὥσπερ ἀπὸ τοῦ πυρὸς φῶς καὶ θέρμη. Καὶ καθάπερ τὸ
πῦρ καὶ εἰ μή
ἐστί τι τὸ φωτιζόμενον καὶ θερμαινόμενον ὑπ' αὐτοῦ, ἀλλ' ὁμῶς αὐτὸ τὸ
πῦρ ἀεὶ ἔχει
φῶς καὶ θέρμην καὶ ἐκπέμπει φῶς καὶ θέρμην ἡμῖν, οὕτω καὶ πρὸ τοῦ
δημιουργηθῆ

Σφραντζής. Chronicon sive Maius (additamenta Macarii Melisseni +


lectiones variae) P. 450, li.8

προτερήματα ἔχουσι τὰ ποιήματα αὐτοῦ μεμερισμένως, ἔχει αὐτὸς μόνος


ὑψηλότερον
τρόπον· καὶ ταύτας τὰς τελειότητας ἔχουσι καὶ τὰ κτίσματα αὐτοῦ, διότι
αὐτὸς δίδωσι
ταύτας καὶ τοῖς κτίσμασιν αὐτοῦ· ἀγαθά εἰσι, διότι σοφός, σοφά· διότι
ἀληθής, ἀληθῆ  
καί τ' ἄλλα ὁμοίως, πλὴν ὅτι ὁ μὲν θεὸς κυρίως ἔχει αὐτά, τὰ δὲ κτίσματα
κατὰ με-
τοχὴν ἔχουσιν. Ἑρμηνεία·
 Κφ. γʹ Κείμενον· Πιστεύομεν, ὅτι εἰσὶν ἐν τῷ Θεῷ ἄλλα τρία ἰδιώματα,
ἅτινά
εἰσιν ὥσπερ ἀρχαὶ καὶ πηγαὶ πάντων τῶν ἄλλων ἰδιωμάτων αὐτοῦ· καὶ
διὰ τούτων
τῶν τριῶν ἰδιωμάτων ζῇ ὁ Θεὸς ἀϊδίως ἐν ἑαυτῷ καὶ πρὸ τοῦ
δημιουργηθῆναι ὑπ'
αὐτοῦ τὸν κόσμον· καὶ διὰ τούτων ἐδημιούργησε τὸν κόσμον καὶ διὰ
τούτων κυβερνᾷ
αὐτόν. Καὶ ταῦτα τὰ τρία ἰδιώματα ὀνομάζομεν τρεῖς ὑποστάσεις, ἤγουν
τρία πρόσω-
πα· καὶ διότι αὐτὰ τὰ ἰδιώματα οὐ μερίζουσι τὴν μίαν καὶ ἁπλουστάτην
οὐσίαν τοῦ
Θεοῦ, διὰ τοῦτό ἐστι Θεὸς καὶ μετὰ τῶν ἰδιωμάτων τούτων εἷς Θεὸς καὶ
οὐκ εἰσὶ τρεῖς
θεοί, καθώς τινες τολμῶντες λέγουσιν. Ἑρμηνεία·
 Κφ. δʹ. Κείμενον· Πιστεύομεν, ὅτι ἐκ τῆς φύσεως τοῦ Θεοῦ ἀνατέλουσι
λό-
γος καὶ πνεῦμα ὥσπερ ἀπὸ τοῦ πυρὸς φῶς καὶ θέρμη. Καὶ καθάπερ τὸ
πῦρ καὶ εἰ μή
ἐστί τι τὸ φωτιζόμενον καὶ θερμαινόμενον ὑπ' αὐτοῦ, ἀλλ' ὁμῶς αὐτὸ τὸ
861

πῦρ ἀεὶ ἔχει


φῶς καὶ θέρμην καὶ ἐκπέμπει φῶς καὶ θέρμην ἡμῖν, οὕτω καὶ πρὸ τοῦ
δημιουργηθῆ-
ναι τὸν κόσμον ἦσαν ὁ λόγος καὶ τὸ πνεῦμα, ἐνέργειαι τοῦ Θεοῦ φυσικαί,
ἐπεὶ ὁ
Θεὸς νοῦς ἐστιν, ὡς προείρηται, καὶ ταῦτα τὰ τρία, νοῦς, λόγος καὶ
πνεῦμα εἷς θεός
ἐστιν, ὥσπερ ἐν τῇ μιᾷ ψυχῇ τοῦ ἀνθρώπου ἐστι νοῦς καὶ λόγος νοητὸς
καὶ θέλησις
νοητή, καὶ ὅμως ταῦτα τὰ τρία εἰσὶ μία ψυχὴ κατὰ τὴν οὐσίαν. Πάλιν τὸν
λόγον τοῦ

Σφραντζής. Chronicon sive Maius (additamenta Macarii Melisseni +


lectiones variae) P. 450, li.28

νοητή, καὶ ὅμως ταῦτα τὰ τρία εἰσὶ μία ψυχὴ κατὰ τὴν οὐσίαν. Πάλιν τὸν
λόγον τοῦ
Θεοῦ ὀνομάζομεν σοφίαν τοῦ Θεοῦ καὶ δύναμιν καὶ υἱὸν αὐτοῦ, διότι
ἐστὶ γέννημα
τῆς φύσεως αὐτοῦ, ὥσπερ τὸ γέννημα τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου,
καλοῦμεν υἱὸν τοῦ
ἀνθρώπου καὶ ὥσπερ τὸ νοήμα τοῦ αὐτοῦ ἐστι γέννημα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ.
Καὶ πά-
λιν ὀνομάζομεν τὴν θέλησιν τοῦ Θεοῦ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀγάπην.
Αὐτὸν δὲ τὸν
νοῦν καλοῦμεν πατέρα, διότι αὐτός ἐστιν ἀγέννητος καὶ ἀναίτιος, αἴτιος
δὲ τοῦ υἱοῦ
καὶ τοῦ πνεύματος. Ὅτι οὖν ὁ Θεὸς οὐ νοεῖ μόνον τὰ κτίσματα αὐτοῦ,
ἀλλὰ μᾶλλον
νοεῖ καὶ γινώσκει ἑαυτόν, καὶ διὰ τοῦτο ἔχει λόγον καὶ σοφίαν, δι' ἧς νοεῖ
ἑαυτὸν
ἱδίως· ὁμοίως οὐ θέλει καὶ ἀγαπᾷ μόνον τὰ ποιήματα ἑαυτοῦ ὁ Θεός,
ἀλλὰ θέλει καὶ
ἀγαπᾷ ἑαυτὸν πολλῷ μᾶλλον. Διὰ τοῦτο ἀϊδίως προέρχονται ἐκ τοῦ Θεοῦ
ὁ λόγος καὶ
τὸ πνεῦμα αὐτοῦ καὶ ἀϊδίως εἰσὶν ἐν αὐτῷ. Καὶ ταῦτα τὰ ἰδιώματα μετὰ
τοῦ Θεοῦ εἷς
ἐστι Θεός. Ἑρμηνεία·
 Κφ. εʹ. Κείμενον· Πιστεύομεν, ὅτι ὁ Θεὸς διὰ τοῦ λόγου τῆς σοφίας καὶ
862

τῆς
δυνάμεως αὐτοῦ ἐδημιούργησε τὸν κόσμον· καὶ διὰ τοῦ πνεύματος, τῆς
ἀγαθῆς θελή-
σεως καὶ ἀγάπης αὐτοῦ προνεῖται καὶ κυβερνᾷ καὶ κινεῖ πᾶσαν φύσιν
αὐτοῦ ἐν τῷ
κόσμῳ πρὸς τὸ ἀγαθὸν κατὰ τὴν τάξιν ἐκείνης φύσεως. Καὶ διὰ τοῦτο
πιστεύομεν,
ὅτι, ὅτε ἠθέλησεν ὁ Θεός, διὰ μόνην τὴν ἐλεημοσύνην αὐτοῦ ἐπέστρεψε
τοὺς ἀνθρώ-
πους ἀπὸ τῆς πλάνης τῶν δαιμόνων καὶ τῆς εἰδωλολατρείας, διότι πλὴν
τοῦ ὀλίγου
τόπου τῶν Ἰουδαίων, ἐν ᾧ προσεκυνεῖτο καὶ ἐπιστεύετο εἷς θεὸς ἐκ τοῦ
νόμου τοῦ
Μωύσεως, ἡ δ' ἄλλη πᾶσα ἡ οἰκουμένη ἐσεβάζετο τὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ
καὶ πολλοὺς
θεοὺς μὴ ὄντας ἀντὶ τοῦ ἑνὸς καὶ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ προσεκύνουν·
καὶ ἐπολιτεύοντο

Anonymus Dialogus Cum Judaeis, Anonymus dialogus cum Judaeis


(e cod. Vatoped. 236) (olim sub auctore Joanne Damasceno) (3186:
001)“Anonymus dialogus cum Iudaeis saeculi ut videtur sexti”, Ed.
Declerck, J.H.Turnhout: Brepols, 1994; Corpus Christianorum. Series
Graeca 30.Ch. 6, li.239

ἀντὶ χρόνου, καὶ ποτὲ μὲν λέγει ὡς μέλλοντα τὰ


παρεληλυθότα, ποτὲ δὲ τὰ μέλλοντα ὡς παρεληλυθότα,
ὡς ἡνίκα λέγει· Ἐν τῷ ποταμῷ διελεύσονται ποδί, ὡς
μελλόντων ποτὲ διαβήσεσθαι τῶν ἤδη ποτὲ τὸν Ἰορδάνην
παρελθόντων σὺν Ἰησοῦ, καὶ πάλιν· Ὁ θεός, εἰσήλθοσαν
ἔθνη εἰς τὴν κληρονομίαν σου, ἐμίαναν τὸν ναὸν τὸν
ἅγιόν σου, ἔθεντο Ἰερουσαλὴμ ὡς ὀπωροφυλάκιον καὶ
τὰ ἑξῆς, περὶ τῶν μελλόντων εἰς ὕστερον ἐκπορθεῖν τὰ
Ἱεροσόλυμα. Τί θαυμαστὸν οὖν καὶ νῦν εἰ τὸν ἤδη μὲν
βασιλεύσαντα ἐκ δὲ τῆς Βηθλεὲμ τὴν ἔξοδον ἔχοντα,
φημὶ δὴ τὸν Δαυΐδ, κατά τινα τῆς γραφῆς ἰδιώματα ὁ
προφητικὸς λόγος ὡς μέλλοντα ἱστόρησε;’    Πρὸς δὲ ταῦτα φημὶ ὅτι
πολλὰ μὲν ἦν εἰπεῖν καὶ δεῖξαι ὡς οὐκ ἦν εἰς Δαυῒδ τὸ λεγόμενον· εἰς
ἔλεγχόν

Anonymus Dialogus Cum Judaeis, Anonymus dialogus cum Judaeis (e


cod. Vatoped. 236) (olim sub auctore Joanne Damasceno)
863

Ch. 11, li.85

κύριος μετὰ θυμοῦ, ἐκδικῶν κύριος τοὺς ὑπεναντίους


αὐτοῦ, καὶ ἐξαίρων αὐτὸς τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ. Κύριος
μακρόθυμος, καὶ μεγάλη ἡ ἰσχὺς αὐτοῦ, καὶ ἀθωῶν οὐκ
ἀθωώσει κύριος. Ἐν συντελείᾳ καὶ ἐν συσεισμῷ ἡ ὁδὸς
αὐτοῦ, καὶ νεφέλη κονιορτὸς ποδῶν αὐτοῦ. Καὶ ταῦτα
μὲν οἱ προφῆται περὶ τῆς τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ἀναλήψεως.
 Περὶ δὲ τῆς ἐκ δεξιῶν τοῦ πατρὸς καθέδρας αὐτοῦ,
ἐν ψαλμοῖς ὁ Δαυῒδ λέγων· Εἶπεν ὁ κύριος τῷ κυρίῳ
μου· “Κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς
σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου.” Μηδεὶς δὲ προσκοπτέτω
τῷ ἕως ὡς χρονικῷ διαστήματι, τοῖς ἰδιώμασι τῶν τῆς
γραφῆς ἀποβλέπων ῥημάτων. Ἵνα γὰρ ἐξ ἑνὸς μόνου
γινώσκητε τῆς γραφῆς τὸ ἰδίωμα, τὸ τοῦ Ἡσαΐου πῶς
νοηθήσεται, τὸ ἐγώ εἰμι ἐκ τοῦ θεοῦ τῷ Ἰσραὴλ λε-
γόμενον· καὶ ἕως ἂν καταγηράσητε, ἐγώ εἰμι; Εἰ γὰρ
Χριστὸς ἐκ δεξιῶν τοῦ πατρὸς ἕως ἂν οἱ ἐχθροὶ τεθῶσιν
ὑποπόδιον τῶν ποδῶν αὐτοῦ κάθηται – χρονικὸν δὲ τὸ
ἕως νομίζεται παρὰ τοῖς ἀγνοοῦσι τῆς γραφῆς τὴν
συνήθειαν – καὶ μετατοῦτο οὐκέτι ἔσται, καὶ ὁ θεὸς
ἕως ἂν καταγηράσωσιν οἱ ἐξ Ἰσραὴλ μόνον ... Τὸ γὰρ
ἑξῆς σιωπήσομαι ἀποφεύγων τὸ βλάσφημον.

Anonymus Dialogus Cum Judaeis, Anonymus dialogus cum Judaeis (e


cod. Vatoped. 236) (olim sub auctore Joanne Damasceno) Ch. 11, li.87

μακρόθυμος, καὶ μεγάλη ἡ ἰσχὺς αὐτοῦ, καὶ ἀθωῶν οὐκ


ἀθωώσει κύριος. Ἐν συντελείᾳ καὶ ἐν συσεισμῷ ἡ ὁδὸς
αὐτοῦ, καὶ νεφέλη κονιορτὸς ποδῶν αὐτοῦ. Καὶ ταῦτα
μὲν οἱ προφῆται περὶ τῆς τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ἀναλήψεως.
 Περὶ δὲ τῆς ἐκ δεξιῶν τοῦ πατρὸς καθέδρας αὐτοῦ,
ἐν ψαλμοῖς ὁ Δαυῒδ λέγων· Εἶπεν ὁ κύριος τῷ κυρίῳ
μου· “Κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς
σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου.” Μηδεὶς δὲ προσκοπτέτω
τῷ ἕως ὡς χρονικῷ διαστήματι, τοῖς ἰδιώμασι τῶν τῆς
γραφῆς ἀποβλέπων ῥημάτων. Ἵνα γὰρ ἐξ ἑνὸς μόνου
γινώσκητε τῆς γραφῆς τὸ ἰδίωμα, τὸ τοῦ Ἡσαΐου πῶς
νοηθήσεται, τὸ ἐγώ εἰμι ἐκ τοῦ θεοῦ τῷ Ἰσραὴλ λε-
γόμενον· καὶ ἕως ἂν καταγηράσητε, ἐγώ εἰμι; Εἰ γὰρ
Χριστὸς ἐκ δεξιῶν τοῦ πατρὸς ἕως ἂν οἱ ἐχθροὶ τεθῶσιν
ὑποπόδιον τῶν ποδῶν αὐτοῦ κάθηται – χρονικὸν δὲ τὸ
864

ἕως νομίζεται παρὰ τοῖς ἀγνοοῦσι τῆς γραφῆς τὴν


συνήθειαν – καὶ μετατοῦτο οὐκέτι ἔσται, καὶ ὁ θεὸς
ἕως ἂν καταγηράσωσιν οἱ ἐξ Ἰσραὴλ μόνον ... Τὸ γὰρ
ἑξῆς σιωπήσομαι ἀποφεύγων τὸ βλάσφημον. Τὸ οὖν ‘ἕως’
ἐν πολλοῖς τῆς γραφῆς τὸ ἕως τέλους σημαίνειν δεξώ-
μεθα· καὶ πρὸς τὸν Νῶε γὰρ ὁ κόραξ οὐχ' ὑπέστρεψε

Joannes Actuarius Med., De diagnosi (3188: 003)


“Physici et medici Graeci minores, vol. 2”,Ed. Ideler, J.L.
Berlin: Reimer, 1842, Repr. 1963.Book 1, ch. 56, li.108

παλίνδρομός τε γίνεται καὶ ἐπὶ τὰ ἄνω χωρεῖ. συναντι-


σπᾶται δὲ καὶ ἡ μήτρα ὧδε, καὶ τοῖς σπλάγχνοις αὐτοῖς
προσπίπτει. κἂν μὲν οὖν εὐθὺ τῆς καρδίας τύχῃ ἐξορμή-
σασα, καὶ τοὺς φθαρτικοὺς ἀτμοὺς ἐκεῖ που παραπέμ-
ψασα, ψύξιν τε καὶ ἄπνοιαν ἐφ' ἱκαναῖς ταῖς ὥραις καὶ
ἀσφυξίαν ἢ κακοσφυξίαν ἐπάγει, καὶ δυσαισθησίαν ἢ ἀναι-
σθησίαν τελείαν· εἰ δ' ἐφ' ἧπαρ ἢ γαστέρα ἢ σπλῆνα,
μετριώτερα μὲν πολλῷ τῶν πρώτων τὰ συμβαίνοντα κατὰ
τὴν ἀναλογίαν τῆς καιριότητος τῶν δεδεγμένων ταύτῃ
μορίων καὶ τῆς πρὸς τὴν καρδίαν ἐγγύτητος, ἐπειδὴ καὶ
ἐκ τῆς τῶν ἰδιωμάτων συμπαθείας ἑκάστου ἐφ' οἷστισι
τόποις ἡ ὁρμὴ τῆς μήτρας καταλαμβάνεται. ἐπαίρεταί τε
γὰρ καὶ βαρύνεται ἐκεῖνα τῶν σπλάγχνων καὶ δυσπνοεῖ ἡ
ἄνθρωπος, καθίσταται δὲ αὖθις ταῦτα, τῷ εἰς τὴν οἰ-
κείαν ἕδραν ἐπανήκειν κατασπωμένην τὴν μήτραν, βορ-
βορυγμοῦ τινος ἡγησαμένου. οὐχ ἧττον δὲ κἀν τοῖς ἰσχί-
οις ἢ ταῖς λαγόσιν ἐμπίπτει, ἔτι τε τῷ ἀρχῷ καὶ τῇ κύ-
στει, ἃ δὴ βαρυνόμενα, καὶ τὰ οἰκεῖα ποιεῖν ἐμποδιζό-
μενα, τὸν ὃν κατέχει τόπον ἡ μήτρα, ἤδη διδάσκουσι.
χωλότητες γὰρ ἐντεῦθεν καὶ ἐπισχέσεις γαστρὸς καὶ δυς-
ουρίαι ἢ στραγγουρίαι ἕπονται, κατὰ τὰς ἐπιθέσεις δηλαδὴ

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium (4013: 003)


“Simplicii in Aristotelis categorias commentarium”, Ed. Kalbfleisch, K.
Berlin: Reimer, 1907; Commentaria in Aristotelem Graeca 8.

Vol.8, p. 22, li.6πρόληψις, ἐδήλωσεν Ἀνδρόνικος προτάξας “τῶν


λεγομένων τὰ μὲν ἄνευ
συμπλοκῆς λέγεται, τὰ δὲ μετὰ συμπλοκῆς· καὶ τῶν ἄνευ συμπλοκῆς
ὁμώ-
865

νυμα μὲν λέγεται, ὧν ὄνομα μόνον κοινόν”. ὥστε χρειώδης ἡ τῶν ὁμω-
νύμων φαίνεται πρόληψις διά τε τὰ εἰρημένα καὶ ὅτι πολλῆς οὔσης ἀμφι-
βολίας, εἴτε γένος τὸ ὂν εἴτε μή, ἐκ τῶν ὁμωνύμων καὶ συνωνύμων  
γινώσκεται. ὁ δέ γε θεῖος Ἰάμβλιχος “δοκεῖ μοι, φησίν, πάντων κάλλιστα
ἀπὸ τῶν ὁμωνύμων ἄρχεσθαι ὁ περὶ τῶν κατηγοριῶν
διαπραγματευόμενος.
αὐταὶ γὰρ δήπουθεν αἱ κατηγορίαι ὁμώνυμον ἔχουσι τὸ τῆς κατηγορίας
ὄνομα· πράγμασι μὲν γὰρ καὶ τοῖς ὅλοις γένεσι διεστήκασιν, οὐδὲν δὲ
ἄλλο
πλὴν ὄνομα μόνον ἔχουσι κοινόν. καὶ αὐτὸ δὲ τὸ κατηγορεῖν ὁμωνύμως
λέγεται. εἰ τοίνυν οὐκ ἔνεστιν οὐδὲ αὐτὸ τοῦτο τὸ ἰδίωμα τῆς κατη-
γορίας συνιέναι οὐδὲ ὅπως κοινῇ κατὰ πλειόνων ὑπάρχει καὶ πρὸς πάντα
τὰ ὄντα σχέσιν ἔχει δυνατὸν ἀνευρεῖν, εἰ μή τις τὰ ὁμώνυμα ἀφορίσαιτο,
εἰκότως ἐν ἀρχῇ τὸν περὶ αὐτῶν ποιεῖται λόγον”. καὶ ἄλλως δὲ πρὸς τὰς
σοφιστικὰς ἐνοχλήσεις οὐδέν ἐστιν οἷον τὸ διαστέλλεσθαι τὰ ὀνόματα.
καὶ
τοῦτο καὶ Πλάτων ἐν τῷ Εὐθυδήμῳ λέγει, συνομολογοῦσι δὲ καὶ οἱ ἄλλοι

πάντες, ὅτι τὸ διττὸν [ὁ Εὐθύδημος] τῶν ὀνομάτων μεγάλην ἀφορμὴν εἰς


διαλεκτικὴν παραδέδωκεν.
 Ἀλλ' ἴδωμεν ὅπως τῶν ὁμωνύμων τὴν φύσιν ὁ Ἀριστοτέλης ἐδήλωσεν,
ὧδέ πως αὐτοῦ τὴν λέξιν σαφηνίζοντες. τῶν πραγμάτων ἕκαστον καὶ δι'
ὀνόματος δηλοῦται καὶ διὰ λόγου ὑπογραφικοῦ ἢ ὁριστικοῦ, οἷον ὁ
ἄνθρωπος

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 84, li.26


εἴδη καὶ τρίται τὰ γένη; καὶ γὰρ ἐφεξῆς τὰ εἴδη τῶν γενῶν μᾶλλον οὐσίας

ἐρεῖ. ἢ δεύτεραί εἰσιν αὗται, καθόσον ὡς μέρη συμπληροῦσιν τὰς


ἀτόμους
οὐσίας, τὰ δὲ μέρη τοῦ ὅλου δεύτερα, καὶ ὡς κατ' ἐνέργειαν ἐν τῷ ἀτόμῳ
γενόμενα καὶ τοῦτο ὅπερ ἦσαν καθ' ἑαυτὰ δυνάμει· τὸ δὲ ἐνεργείᾳ
πρότερον,
ὕστερον δὲ τὸ δυνάμει. καὶ ὁ ἀπὸ τοῦ συναναιρεῖν μὲν μὴ συναναιρεῖσθαι

δὲ λόγος οὐκ ἀκριβῶς ἠρώτηται. οὐ γὰρ ὁ εἷς ἄτομος οἷον ὁ Σωκράτης


ἡ πρώτη ἐστὶν οὐσία, ἀλλ' οἱ ὑπὸ τὸν ἄνθρωπον πάντες, διότι καὶ
ἕκαστος·
πάντων δὲ τῶν ἀτόμων ἀναιρεθέντων ἀνῄρηται καὶ ὁ ἄνθρωπος ὁ
καθόλου.
ἀλλὰ καὶ ἐπινοεῖται ἐκ τῶν ἀτόμων τὰ κοινά, ἀποδιαλαμβανόντων ἡμῶν
ἀεὶ τὸ κοινὸν ἐν τοῖς κατά τινα διαφέρουσιν· Σωκράτης γὰρ καὶ Δίων
κἂν πολλοῖς ἰδιώμασιν ἀλλήλων διεστήκασιν, ἔνεστιν ὅμως τις μία ἀδιά-
866

φορος οὐσία, καθ' ἣν τὸ κοινὸν ἐν αὐτοῖς θεωρεῖται, ἥτις περὶ τὰ καθ'


ἕκαστα καὶ ἐν τοῖς κατὰ μέρος ἔχει τὸ ἐπινοεῖσθαι. ἔτι τοίνυν αἴτια τοῦ
εἶναί ἐστιν τοῖς κοινοῖς τὰ καθ' ἕκαστα· ταῦτα γὰρ ἐν τῷ τάδε τινὰ εἶναι
προϋπάρχει, τὰ δὲ κοινὰ ἐπιγίνεται, ἅπερ οὐκ ἔστιν τάδε τινὰ νοούμενα,
ἀλλὰ τοιάδε· εἰ δὴ τὰ καθ' ἕκαστον ἀναιρεθείη, οὐδ' ἂν τὸ κοινὸν εἴη·
συμπληρωτικὴν γὰρ ἔχει τοῦτο τὴν φύσιν τῶν ἀτόμων οὐσιῶν. ἔτι δὲ
τὰς κατηγορίας περὶ τῶν σημαντικῶν λέξεων εἶναί φαμεν, αἱ δὲ
σημαντικαὶ
λέξεις ἐπὶ πρότερα τὰ ἄτομα φέρονται· τούτοις γὰρ πρώτοις κατὰ
αἴσθησιν
ἐντυγχάνομεν, ἔπειτα δὲ μεταβαίνομεν ἐπὶ τὰ εἴδη καὶ τὰ γένη ἀπὸ τῆς  
αἰσθήσεως ἐπὶ νόησιν ποδηγούμενοι. ὅλως δέ, εἰ μὴ τὰ καθ' αὑτὰ εἴδη

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 92, li.21

οὗτος ἀπολογισμὸς ἔστω ἐφ' ἑκάστου τῶν γενῶν μετὰ τὴν διαίρεσιν τὰ
ὑπάρχοντα τῷ γένει παραδιδόναι, τά τε κοινὰ καὶ τὰ ἴδια, καὶ πρῶτον τὰ
πρὸς ἄλλα γένη κοινά.
 Ὁ δὲ Ἰάμβλιχος οἴεται προηγουμένως ἐφ' ἑκάστου γένους τὸ ἴδιον
ζητεῖν ὡς δυνάμενον ὁπωσοῦν ἀντὶ τοῦ ὁρισμοῦ τὴν φύσιν τοῦ
ζητουμένου
παραστῆσαι· ἐπειδὴ δὲ συνέβαινεν τὸ κυρίως ἴδιον ζητοῦντα ὃ μόνῳ καὶ
παντὶ ὑπάρχει μεριστῶς ἐφάπτεσθαι αὐτοῦ, ποτὲ μὲν τῶν παντὶ μὲν οὐ
μόνῳ δὲ ὑπαρχόντων ἀντιλαμβανόμενον, ποτὲ δὲ τῶν μόνῳ μὲν οὐ παντὶ
δέ, διὰ τοῦτο τὰ μὲν διῃρημένως τυγχάνοντα τῆς ἰδιότητος ἀποδοκιμάζει
λέγων οὐκ ἴδιον δὲ οὐσίας τοῦτο, ὡς τοῦ ἰδίου μάλιστα ζητουμένου,
τὰ δὲ ὁλόκληρα καὶ κυρίως ἰδιώματα ὡς προσήκοντα ἐγκρίνει·
ζητητικὸς
δὲ ὢν ὁ Ἀριστοτέλης καὶ διὰ ζητήσεως τὸ ἀληθὲς εὑρίσκων πρῶτον περι-
πίπτει τοῖς ὁλοσχερῶς λεγομένοις καὶ διελέγχων αὐτὰ οὕτως ἐπὶ τέλει τὸ
ἀληθὲς εὑρίσκει. καὶ λέγοιτο μὲν ἂν καὶ ταῦτα καλῶς, οἰκειότερον δὲ
ἴσως
καὶ τὰ κοινὰ πρὸς ἄλλας κατηγορίας προηγουμένως ἐκτίθεσθαι, ὡς ἐκ
τῶν
κοινῶν καὶ τῶν ἰδίων ἀκριβεστέρας γινομένης τῆς τοῦ ζητουμένου περι-
γραφῆς. δηλοῖ δὲ καὶ Ἀρχύτας, οὐ τὰ ἴδια μόνα ζητῶν, ἀλλὰ καὶ τὰ
κοινὰ πρὸς τὰς ἄλλας κατηγορίας ἐκτιθέμενος. καὶ παραγεγράφθω
πλείονα
τῶν Ἀρχυτείων, ἐπειδὴ καὶ ὁ θεῖος Ἰάμβλιχος ὀλίγον τι ῥητὸν καὶ
ἀμφιβολίαν
καὶ αὐτὸ παρέχον ἀνέγραψεν· “ταῖς δὲ διανοίαις ταύταις καὶ ταῖς κατη-
γορίαις συνυπάρχει τινὰ μὲν κοινά, τινὰ δὲ ἴδια. λέγω δὲ κοινὰ μὲν τᾶς
867

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 93, li.21

γενῶν παραδίδοσθαί φησιν ὑπὸ τοῦ Ἀριστοτέλους καὶ οὐχὶ τὰ κοινὰ


ἁπλῶς
πρὸς τὰς ἄλλας κατηγορίας· τριχῶς δὲ λέγεσθαι τὸ ἴδιον, τὸ μὲν παντὶ
μὲν οὐ μόνῳ δὲ ὑπάρχον ὡς τὸ δίπουν τῷ ἀνθρώπῳ, τὸ δὲ μόνῳ μὲν
οὐ παντὶ δὲ ὡς τῷ αὐτῷ τὸ γραμματικόν, τὸ δὲ καὶ μόνῳ καὶ παντί,
ὅπερ καὶ κυρίως ἐστὶν ἴδιον, ὡς τῷ ἀνθρώπῳ τὸ γελαστικόν. τὰ οὖν μὴ
μόνῳ ὑπάρχοντα, ταῦτα καὶ κοινά ἐστιν πρὸς τὰ ἄλλα γένη, ὅταν παντὶ
μὲν μὴ μόνῳ δὲ ὑπάρχῃ. ἐπιστῆσαι δὲ χρὴ τοῖς Ἀρχυτείοις, ὅτι οὐδὲν
ζητητικῶς ἐν τούτοις οὐδὲ ἀμφιβόλως, ἀλλ' ἀποφαντικῶς μετὰ τοῦ
θάρρους
τῆς ἐπιστήμης προάγεται πάντα καὶ δι' αὐτῶν τῶν ἀναγκαιοτάτων τῷ
λόγῳ πρόεισιν. ἴσως δ' ἄν τις ἀπορήσοι πῶς δυνατὸν πάσης οὐσίας τὸ
ἴδιον
ἀφορίζεσθαι. καθ' ἑκάστην γὰρ οὐσίαν διάφορον καὶ τὸ ἰδίωμά ἐστιν
ἕτερον· οὐκοῦν ἄλλα τῶν συνθέτων καὶ ἄλλα τῶν ἁπλῶν ἀποδοθήσεται
ἰδιώματα, καὶ ἄλλο μὲν τῶν ἀεικινήτων, ἄλλο δὲ τῶν ἐν μέρει
μεταλαμβανόν-
των κινήσεως, καὶ ἕτερον μὲν τῶν ἑστηκότων ἐν τοῖς εἴδεσιν ὡσαύτως,
ἕτερον
δὲ ἐπὶ τῶν μεταβαλλομένων, καὶ ἐπὶ τῶν νοητῶν καὶ αἰσθητῶν ὡσαύτως.
ἀλλ' ἔστι λέγειν ὅτι δυνατὸν τὴν ἀνάλογον ὁμοιότητα ἀφορίζεσθαι
πανταχοῦ.
 Λέγει δὲ Ἀριστοτέλης τὸ μὴ ἐν ὑποκειμένῳ εἶναι κοινὸν καὶ τῶν πρώτων

καὶ τῶν δευτέρων οὐσιῶν ὑπάρχειν, εἴτε ὡς κοινὸν τοῦτο λέγων εἴτε ὡς
μοῖραν
τοῦ ἰδίου τῆς οὐσίας παραδιδοὺς αὐτό. καὶ ἐπὶ μὲν τῆς πρώτης οὐσίας
οὐκ
ἐδεήθη ἀποδείξεως· αὐτόθεν γὰρ ὡμολόγητο οὐκ ἐν ὑποκειμένῳ εἶναι διά
τε
τῆς ἐν ἀρχῇ τετραχῇ γενομένης διαιρέσεως καὶ ὅτε τί ἐστιν ἡ κυριωτάτη

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 93, li.23

μὲν οὐ μόνῳ δὲ ὑπάρχον ὡς τὸ δίπουν τῷ ἀνθρώπῳ, τὸ δὲ μόνῳ μὲν


οὐ παντὶ δὲ ὡς τῷ αὐτῷ τὸ γραμματικόν, τὸ δὲ καὶ μόνῳ καὶ παντί,
ὅπερ καὶ κυρίως ἐστὶν ἴδιον, ὡς τῷ ἀνθρώπῳ τὸ γελαστικόν. τὰ οὖν μὴ
μόνῳ ὑπάρχοντα, ταῦτα καὶ κοινά ἐστιν πρὸς τὰ ἄλλα γένη, ὅταν παντὶ
μὲν μὴ μόνῳ δὲ ὑπάρχῃ. ἐπιστῆσαι δὲ χρὴ τοῖς Ἀρχυτείοις, ὅτι οὐδὲν
868

ζητητικῶς ἐν τούτοις οὐδὲ ἀμφιβόλως, ἀλλ' ἀποφαντικῶς μετὰ τοῦ


θάρρους
τῆς ἐπιστήμης προάγεται πάντα καὶ δι' αὐτῶν τῶν ἀναγκαιοτάτων τῷ
λόγῳ πρόεισιν. ἴσως δ' ἄν τις ἀπορήσοι πῶς δυνατὸν πάσης οὐσίας τὸ
ἴδιον
ἀφορίζεσθαι. καθ' ἑκάστην γὰρ οὐσίαν διάφορον καὶ τὸ ἰδίωμά ἐστιν
ἕτερον· οὐκοῦν ἄλλα τῶν συνθέτων καὶ ἄλλα τῶν ἁπλῶν ἀποδοθήσεται
ἰδιώματα, καὶ ἄλλο μὲν τῶν ἀεικινήτων, ἄλλο δὲ τῶν ἐν μέρει
μεταλαμβανόν-
των κινήσεως, καὶ ἕτερον μὲν τῶν ἑστηκότων ἐν τοῖς εἴδεσιν ὡσαύτως,
ἕτερον
δὲ ἐπὶ τῶν μεταβαλλομένων, καὶ ἐπὶ τῶν νοητῶν καὶ αἰσθητῶν ὡσαύτως.
ἀλλ' ἔστι λέγειν ὅτι δυνατὸν τὴν ἀνάλογον ὁμοιότητα ἀφορίζεσθαι
πανταχοῦ.
 Λέγει δὲ Ἀριστοτέλης τὸ μὴ ἐν ὑποκειμένῳ εἶναι κοινὸν καὶ τῶν πρώτων

καὶ τῶν δευτέρων οὐσιῶν ὑπάρχειν, εἴτε ὡς κοινὸν τοῦτο λέγων εἴτε ὡς
μοῖραν
τοῦ ἰδίου τῆς οὐσίας παραδιδοὺς αὐτό. καὶ ἐπὶ μὲν τῆς πρώτης οὐσίας
οὐκ
ἐδεήθη ἀποδείξεως· αὐτόθεν γὰρ ὡμολόγητο οὐκ ἐν ὑποκειμένῳ εἶναι διά
τε
τῆς ἐν ἀρχῇ τετραχῇ γενομένης διαιρέσεως καὶ ὅτε τί ἐστιν ἡ κυριωτάτη
οὐσία ἐδίδασκεν· περὶ μέντοι τῆς δευτέρας οὐσίας καθ' ὑποκειμένου μὲν
λεγομένης, οὐκ ἐν ὑποκειμένῳ δὲ οὔσης ἀποδείκνυσιν.

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 104, li.12

ποιὸν ἔχουσαι· τοιγαροῦν ταῦτα μὲν ἐν τῷ τί ἐστιν κατηγορεῖται, αἱ δὲ


διαφοραὶ ἐν τῷ ποῖόν τί ἐστιν. προστίθησιν δὲ καὶ ὅτι τῶν κατὰ κοινοὺς
λόγους κατηγορουμένων τὰ μὲν προσεχῶς κατηγορούμενα, οἷον τὰ εἴδη,
ἐπ' ἔλαττον δοκεῖ διατείνειν, τὰ δὲ πορρώτερον, οἷον τὰ γένη, ἐπιπλέον
περιλαμβάνει τὸν ἀφορισμόν. ἀλλὰ τῶν εἰρημένων περὶ τῆς οὐσίας τὸ
μὲν οὐκ ἐν ὑποκειμένῳ ἀπὸ τῆς σχέσεως εἴληπται τῆς πρὸς τὰ ἐν ὑπο-
κειμένῳ γινόμενα, τὸ δὲ τόδε τι σημαίνειν ἀπὸ τῆς τοῦ κατηγορεῖσθαι
συνηθείας· αὐτὴ δὲ ἡ οὐσία τίς οὖσα δέχεται τὰς τοιαύτας σχέσεις, οὐδα-
μῶς λέγεται. ἢ διότι πρόκειται διελέσθαι πῶς ἕκαστον κατηγορεῖται καὶ
ποσαχῶς, διὰ τοῦτο, καθόσον ἡ κατηγορία γίνεται, κατὰ τοσοῦτον αὐτῶν
τὰ ἰδιώματα παρίστησιν, καὶ διότι λογικώτερον τὰ ἰδιώματα τῶν
κατηγοριῶν
θηρεύει, οἷον ἀπὸ τοῦ λέγεσθαι· τῶν γὰρ σημαντικῶν λέξεων ἡ θεωρία
οὐκ ἄλλως ἂν γένοιτο ἢ καθόσον λέγονται. τὸ δὲ συναγόμενον ἐκ τῶν
869

προειρημένων ἐστίν, ὡς οὐδὲ τὸ τόδε λέγεσθαι ἴδιόν ἐστιν τῆς οὐσίας,


οὐχ
ὁμοίως μέντοι τῷ πρότερον εἰρημένῳ· ἀλλὰ τὸ μὲν μὴ ἐν ὑποκειμένῳ
οὐκ ἦν ἴδιον ὡς μὴ μόνῃ αὐτῇ ὑπάρχον, τοῦτο δὲ οὐκ ἔστιν ἴδιον, διότι
μὴ πάσῃ αὐτῇ ὑπάρχει.
 Ἀλλ' ἀποροῦσί τινες, πῶς τὸν τινὰ ἄνθρωπον καὶ ἄνθρωπον εἶναι
λέγομεν καὶ ζῷον καὶ λογικὸν καὶ θνητόν, εἰ μὴ πάντα ταῦτα τάδε ἐστίν.
ἢ ὅτι τὰ εἴδη καταταχθέντα λέγομεν τάδε τινὰ εἶναι, ὁ δὲ λόγος ἦν περὶ
τῶν καθ' αὑτὰ ἐπινοουμένων. ἀλλὰ κατὰ τί λέγομεν τόδε τι τὴν ἄτομον

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 104, li.32

τῶν καθ' αὑτὰ ἐπινοουμένων. ἀλλὰ κατὰ τί λέγομεν τόδε τι τὴν ἄτομον
οὐσίαν, πότερον κατὰ τὸ εἶδος ἢ τὴν ὕλην ἢ τὸ ἐξ ἀμφοῖν; ἢ φήσομεν
κατὰ πάντα, ἀλλὰ κατὰ μὲν τὴν ὕλην, καθόσον ὑπόκειται καὶ εἰς
ἐνέργειαν
ἥκει τοῦ δέχεσθαι τὸ εἶδος, κατὰ δὲ Πλάτωνα καὶ μὴ ὡς ἐξισταμένην τῆς
οἰκείας φύσεως· κατὰ δὲ αὖ τὸ εἶδος, καθόσον ὥρισται καὶ ἕν ἐστιν
ἀριθμῷ·
καὶ γὰρ ὁ Βόηθος τὸ ἓν κατὰ τόδε ἀφορίζει. εἰ δέ τις τὴν ὕλην ἀόριστον
οὖσαν μηδαμῶς τόδε τι εἶναί φησιν, ἀναμνήσομεν αὐτόν, ὡς οὐ περὶ τῆς
ἀσχέτου ὕλης ἐστὶν ὁ παρὼν λόγος, ἀλλὰ τῆς ἤδη σχέσιν ἐχούσης πρὸς
τὸ εἶδος. τὸ δὲ σύνθετον δηλονότι ὅπερ ἐστὶν τὸ ἄτομον ἐπιδέχεται τὸ
τόδε. εἰ δέ τις οὐ πραγματικὴν εἶναι λέγοι διαφορὰν ἐν τῷ τόδε καὶ
τοιόνδε,
ἀλλὰ σημασίας λεκτικῆς ἰδιώματα, τὸ μὲν τοῦ παρεῖναί τι καὶ
ὡρισμένως
ἀφορίζειν τὴν διάνοιαν σημεῖον γινόμενον, τὸ δὲ τοιόνδε ὡς ὅμοιον τῷδε
δηλοῦν, ἐροῦμεν καὶ πρὸς τοῦτο τὴν ὡρισμένην καθ' ἓν οὐσίαν
προϋπάρχειν
καὶ τὴν ταὐτότητα καὶ ὁμοιότητα τοῦ λόγου τὴν ἐπὶ ταῖς πολλαῖς οὐσίαις

προηγεῖσθαι, καθ' ἃς καὶ ἡ σημασία ἔχει χώραν· διότι γὰρ ἔστιν ὡρι-
σμένως, διὰ τοῦτο ὡρισμένως λέγεται, ἀλλ' οὐκ ἀνάπαλιν. ὅλη δὲ ἡ
ἔφοδος
ἡ ἀπὸ τῶν λεγομένων ἐπὶ τὰς οὐσίας κατὰ μὲν τοὺς Πυθαγορείους ἔχεται
ἀληθείας, ἐπειδὴ συμφυῆ τὰ λεγόμενα τοῖς πράγμασιν ἐτίθεντο· κατὰ δὲ
τοὺς συνθήκην ἄλλως λέγοντας εἶναι τὰ μόρια τῆς λέξεως ἀλλοτρίως
πρόεισιν
ἀποπίπτουσα τῆς ἀρχῆς τῶν κατηγοριῶν, ἀφ' ἧς ὥρμηνται κατὰ
ἀλήθειαν.
 Ἄξιον δὲ ζητεῖν κατὰ τοὺς ὑπόστασιν διδόντας τοῖς εἴδεσιν καὶ γένεσιν
870

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 110, li.31

εἰ τὸ μὴ ὂν αὐτὸ πρὸς ἑαυτὸ ἐναντίως διάκειται. εἰ γὰρ τοῦτο, ὃ καὶ


ἑαυτὸ ἀναιρεῖ, πῶς ἂν ἔτι δύναιτο ἢ εἶναι ἢ πρὸς τὴν οὐσίαν ἀνθίστασθαι;

ἀλλὰ ταῦτα καὶ ὑπὲρ τὸν τῆς εἰσαγωγῆς ἂν εἴη λόγον, οἰκειότερον γὰρ
τοῖς
περὶ τῶν πρώτων ἀρχῶν ἐστιν καὶ ἐν ἐκείνοις ἀκριβέστερον διακρίνεται.
      

p. 3b33 Δοκεῖ δὲ ἡ οὐσία οὐκ ἐπιδέχεσθαι τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον


ἕως τοῦ ὥστε οὐκ ἂν ἐπιδέχοιτο ἡ οὐσία τὸ μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον.

 Ἕκαστον τῶν ὄντων γινώσκομεν ταῖς οἰκείαις διαφοραῖς καὶ ταῖς ἀντι-
διῃρημέναις πρὸς αὐτάς· καὶ γὰρ αἱ μὲν οἰκεῖαι διαφοραὶ τὰ παρόντα καὶ
τὰ συμβεβηκότα ἑκάστῳ δηλοῦσιν, αἱ δὲ ἀντιδιαιρούμεναι πρὸς αὐτὰς
καὶ
ἐν ἑτέραις οὖσαι ταῖς ἰδιότησιν τὰ χωρὶς ὄντα αὐτῶν ἰδιώματα
ἐπιδεικνύουσιν,  
καὶ οὕτως τελεία γίνεται ἡ γνῶσις, ἐπειδὰν γνῶμεν τί τέ ἐστιν ἕκαστον
καὶ τί οὐκ ἔστιν. καὶ ἐνταῦθα οὖν τὸ μὲν συνωνύμως λέγεσθαι ἀπὸ
τῶν δευτέρων οὐσιῶν τὰ ἄλλα καὶ τὸ τόδε τι σημαίνειν καὶ ὅσα τοιαῦτα
τὴν τοῦ ὑπάρχειν ἰδιότητα ἐδήλου, τὸ δὲ μηδὲν ἐναντίον εἶναι ταῖς
οὐσίαις
καὶ τὸ μὴ ἐπιδέχεσθαι τὸ μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον ἐν τῷ μὴ ὑπάρχειν θεω-
ρεῖται, καὶ γέγονεν οὕτως αὐτῶν ἡ θεωρία κατ' ἀμφότερα τελεία. κατ'
ἄλλον δὲ αὖ τρόπον τὰ πεφυκότα κοινῶς ἐπὶ πλειόνων κατηγορεῖσθαι
γενῶν,
οἷα καὶ ἡ ἐναντίωσίς ἐστιν καὶ τὸ μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον, δεῖ καθ' ἕκαστον
γένος ἐπισκοπεῖσθαι, πότερον ὑπάρχει αὐτῷ ταῦτα ἢ οὐχ ὑπάρχει. ἐπειδὴ
δὲ ἐν τοῖς πρὸ τούτων εἰρημένοις μᾶλλον οὐσία ἐλέγετο τὸ εἶδος τοῦ
γένους,

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 113, li.23

παράθεσιν, ὅτι μᾶλλον ἐκείνων ἴδιον, τὸ δὲ δοκεῖ πάλιν προσκείμενον


ἐνδείκνυται ὅτι οὐδὲ τοῦτο κυρίως ἴδιόν ἐστιν, δοκεῖ δὲ ἴδιον διὰ τὸ μόνῃ
τῇ οὐσίᾳ ὑπάρχειν· ἅμα δὲ ἐνδείκνυται τὸ δοκεῖ, ὅτι οὐχ οἷόν τε τὸ
κυρίως ἴδιον ἐπὶ τῶν πρώτων γενῶν λαβεῖν, διὰ τὴν ἁπλότητα δηλονότι
καὶ τὴν ὁλικότητα τῶν πρώτων γενῶν. τῶν δὲ ἐναντίων ἐστὶ δεκτικὸν
871

ἡ οὐσία οὐχ ἅμα δηλονότι· οὐ γὰρ δὴ ἅμα δέξαιτο ἄν τι τὰ ἐναντία


(ἀδύνατον γὰρ τοῦτο), ἀλλὰ παρὰ μέρος, τοῦ μὲν ἐξισταμένου τῶν
ἐναντίων,
τοῦ δὲ ἐγγινομένου. δηλοῖ δὲ τοῦτο καὶ ἐπὶ τῶν παραδειγμάτων. τὸν δὲ
τρόπον τοῦ ἰδίου παρέστησεν, ὅτι ὡς μόνῳ ὑπάρχον ἴδιον αὐτὸ εἶπεν, ἐκ
τοῦ ἐπ' οὐδενὸς τῶν ἄλλων ὅσα μή εἰσιν οὐσίαι θεωρεῖσθαι τοῦτο τὸ
ἰδίωμα. εἰ γὰρ ἐπὶ μὲν τῶν ἄλλων οὐκ ἔστιν, ἡ δὲ τὶς οὐσία ἡ ἄτομος
ἀνὰ μέρος τἀναντία δέχεται, δηλονότι ἴδιον ῥηθήσεται τῆς οὐσίας οὐχ ὡς
παντί (κρεῖττον γὰρ τοῦ παντὶ καὶ μὴ μόνῳ ἰδίου τὸ μόνῳ καὶ μὴ
παντί· τὰ γὰρ ἴδια συστέλλεσθαι χαίρουσι), ἀλλ' ὡς μόνῳ ὑπάρχον· καὶ
ἐν τῷ πέμπτῳ δὲ τῶν Τοπικῶν οὕτως τὸ ἴδιον ὡρίσατο. ἔστιν δὲ καὶ
κατὰ τὴν ἀντιστροφὴν αὐτὸ θεωρεῖν. εἰ γὰρ οὐσία ἐστὶν τὸ γένος, ἔστιν
τι πάντως λαβεῖν ὑπὸ τὸ γένος ἓν ἄτομον, ὃ ταὐτὸν ὑπάρχον τῶν
ἐναντίων
ἐστὶ δεκτικόν, εἴ τε ἓν ὂν καὶ ταὐτὸν τἀναντία δέχεται, οὐσία τὸ τοιοῦτόν
ἐστιν· ἴδιον οὖν ὡς ἐπὶ μόνης τῆς ἀτόμου οὐσίας θεωρούμενον. τὰ δὲ
παραδείγματα ἐπὶ τοῦ τινὸς ἀνθρώπου πρόεισιν ὁτὲ μὲν κατὰ τὸ σῶμα,
ὡς ἐπὶ τοῦ λευκοῦ καὶ μέλανος καὶ θερμοῦ καὶ ψυχροῦ, ὁτὲ δὲ κατὰ τὴν

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 114, li.18

καὶ διάθεσις καὶ πρᾶξις ἐπιδέχεται τἀναντία. ἢ πρῶτον μὲν τὰ καθόλου


λαμβάνουσιν, ἀλλ' οὐ τὰ συνυπάρχοντα κοινὰ τοῖς ἀτόμοις· ἔπειτα οὐχ ἓν

ἀριθμῷ τούτων ἕκαστόν ἐστιν, ἀλλ' ἄλλο καὶ ἄλλο, τὸ μὲν τοιονδί, τὸ δὲ
θάτερον τῶν ἐναντίων, καὶ οὐκ αὐτὰ ἐπιδέχεται τὰ ἐναντία, ἀλλὰ τὰ ὑπ'
αὐτά· ἡ μὲν γὰρ γενικὴ ἕξις οὔτε φαύλη οὔτε σπουδαία, αἱ δὲ ὑπ' αὐτὴν
αἱ μὲν σπουδαῖαι, αἱ δὲ φαῦλαι, καὶ οὐχ ὑπομένει τὴν τῶν ἐναντίων μετα-
βολὴν τὸ κοινὸν θεωρούμενον. ἄλλο τοίνυν ἐστὶ τὸ οἷς πρόσεστιν τὰ
ἐναντία, ἄλλο δὲ τὸ ἐπιδεκτικὸν εἶναι τῶν ἐναντίων ἀνὰ μέρος, καὶ τοῖς
μὲν γένεσιν πρόσεστιν τὰ ἐναντία, τὸ δὲ ἐπιδεκτικὸν μόνῃ τῇ ὕλῃ καὶ
ταῖς μετὰ τῆς ὕλης συνθέτοις οὐσίαις, τοῖς δὲ γένεσιν κατὰ συμβεβηκός.
διὸ προσθετέον τῷ ἰδιώματι τῆς οὐσίας τὸ μὴ κατὰ συμβεβηκὸς
τἀναντία
δέχεσθαι, προσθετέον δὲ καὶ τὸ “κατὰ τὴν ἐν αὑτῷ μεταβολήν”, ἵνα τὰ
ἐπὶ
τῶν γενῶν ἠπορημένα μὴ παραδεχώμεθα.
 Πάλιν δὲ τὴν νοητὴν οὐσίαν ἐπεισάγουσιν ἐνταῦθα ὡς μὴ ἐπιδεχο-
μένην τἀναντία. ἀλλὰ τὸ αὐτὸ ῥητέον, ὅτι οὐ περὶ ἐκείνης νῦν ὁ λόγος,
ἀλλὰ περὶ τῆς λεγομένης. ἀλλὰ τίνος, φασίν, ἐναντίου ὁ ἥλιός ἐστιν
δεκτικός, ὅς γε ἐν ἑνὶ εἴδει ἀεί ἐστιν ὡσαύτως; οὐδὲ γὰρ τῇ κινήσει αὐτοῦ
872

οὐδέν ἐστιν ἐναντίον. πῶς δὲ ὅλως ἐπὶ τῶν ἀιδίων οὐσιῶν ἀληθὲς τὸ
παρὰ μέρος τἀναντία δέχεσθαι; ὁ γὰρ οὐρανὸς οὐκ ἂν σταίη οὐδέποτε·
στάσις δὲ κινήσει ἐναντία. ἀλλὰ καὶ τὸ πῦρ τῶν φθαρτῶν ὂν θερμότητος

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 114, li.29

τῶν γενῶν ἠπορημένα μὴ παραδεχώμεθα.


 Πάλιν δὲ τὴν νοητὴν οὐσίαν ἐπεισάγουσιν ἐνταῦθα ὡς μὴ ἐπιδεχο-
μένην τἀναντία. ἀλλὰ τὸ αὐτὸ ῥητέον, ὅτι οὐ περὶ ἐκείνης νῦν ὁ λόγος,
ἀλλὰ περὶ τῆς λεγομένης. ἀλλὰ τίνος, φασίν, ἐναντίου ὁ ἥλιός ἐστιν
δεκτικός, ὅς γε ἐν ἑνὶ εἴδει ἀεί ἐστιν ὡσαύτως; οὐδὲ γὰρ τῇ κινήσει αὐτοῦ

οὐδέν ἐστιν ἐναντίον. πῶς δὲ ὅλως ἐπὶ τῶν ἀιδίων οὐσιῶν ἀληθὲς τὸ
παρὰ μέρος τἀναντία δέχεσθαι; ὁ γὰρ οὐρανὸς οὐκ ἂν σταίη οὐδέποτε·
στάσις δὲ κινήσει ἐναντία. ἀλλὰ καὶ τὸ πῦρ τῶν φθαρτῶν ὂν θερμότητος
μέν ἐστιν ἐπιδεκτικόν, ψυχρότητος δὲ οὔ, καὶ ἡ χιὼν ἀνάπαλιν. ἢ πρὸς
μὲν τὰς ἀπὸ τῶν ἀιδίων οὐσιῶν ἐνστάσεις ῥητέον ὡς τὸ ἰδίωμα ἐνταῦθα
πάσης
τῆς ἐν μεταβολαῖς δυναμένης γίνεσθαι οὐσίας τίθεται, ἀλλ' οὐ τῆς κατὰ
τὸ ἀμετάβλητον οὐσιωμένης. πρὸς δὲ τὰς ἀπὸ τοῦ πυρὸς καὶ τῆς χιόνος,
ὅτι ἐπιδεκτικὴν εἶναι τῶν ἐναντίων φησίν, ἀλλ' οὐχὶ οὐσιῶσθαι ἐν τοῖς
ἐναντίοις· τὸ δὲ πῦρ οὐκ ἐδέξατο τὴν θερμότητα, ἀλλ' ἐν τῇ οὐσίᾳ αὐτοῦ
ἐστιν. οὐδὲν δὲ ἑαυτὸ ἐπιδέχεται, ἀλλὰ τῶν ἔξωθέν τι, οἷον τὸ ὕδωρ
θερμότητα ἐπιδέχεται ἐπίκτητον οὖσαν ποιότητα, ὑγρότητα δὲ οὐκέτι·
σύμ-
φυτος γάρ ἐστιν αὐτῷ. καὶ τὰ οὐράνια τοίνυν ἐν τῇ κυκλοφορίᾳ τὸ εἶναι
ἔχει καὶ οὐκ ἂν ἔχοι τινὰ παραδοχὴν τοῦ ἐναντίου. εἰ δὲ μήτε ποιότητές  
εἰσιν αἱ τοιαῦται ἰδιότητες, ἀλλ' οὐσιώδεις διαφοραὶ καὶ συμπληρωτικαὶ
τῆς οὐσίας, οὐκ ἂν μένον τι ἐξίσταιτο τῶν κατ' οὐσίαν ὑπαρχόντων·

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 115, li.10

ἔχει καὶ οὐκ ἂν ἔχοι τινὰ παραδοχὴν τοῦ ἐναντίου. εἰ δὲ μήτε ποιότητές  
εἰσιν αἱ τοιαῦται ἰδιότητες, ἀλλ' οὐσιώδεις διαφοραὶ καὶ συμπληρωτικαὶ
τῆς οὐσίας, οὐκ ἂν μένον τι ἐξίσταιτο τῶν κατ' οὐσίαν ὑπαρχόντων· ἀλλ'
οἷς μὴ φύσει καὶ ἀχωρίστως θάτερον ὑπάρχει, ταῦτα τῶν ἐναντίων ἐστὶν
δεκτικά. οὐκ ἐπὶ πάντων δὲ τῶν ἐναντίων δεῖ τὸ ἐπιδεκτικὸν ἐπιζητεῖν,
ἀλλ' ἀρκεῖ καὶ ἐφ' ἡστινοσοῦν ἐναντιώσεως· οὕτως καὶ τὸ πῦρ κατὰ
τόπον
873

τὴν ἐναντίωσιν δεχόμενον δειχθείη ἄν. ἀλλ' ὁ ἥλιος ἄτομος ὢν οὐσία


τίνος μετέχει ἐναντιώσεως; ἢ κἂν μὴ ἐπιδεκτικὸς τῶν ἐναντίων ἐστίν,
ἀλλ'
ἐν τῷ γένει, φασίν, αὐτοῦ, τουτέστιν τῇ ἀτόμῳ οὐσίᾳ, ἔστι λαβεῖν τι τῶν
ἀτόμων, ὃ δεκτικόν ἐστι τῶν ἐναντίων. εἰ δέ τις τοῦτο δέξαιτο, οὐδὲ τῇ
ἀτόμῳ πάσῃ οὐσίᾳ ὑπάρχει τὸ ἰδίωμα, ἀλλὰ τινὶ μόνον τῇ ἐν γενέσει καὶ
φθορᾷ.
 Διὰ τούτου δὲ τοῦ ἰδιώματος καὶ ἐκεῖνο σαφῶς ἐνδείκνυται, ὡς
ἡ οὐσία καὶ μάλιστα ἡ ἄτομος ὑπόκειται πανταχοῦ πᾶσιν καὶ περὶ
αὐτὴν καὶ ἐν αὐτῇ τὰ ἄλλα ὑπάρχει καὶ οὐδενὶ τῶν ἄλλων τὸ ἐπιδεκτικὸν
πρόσεστιν. οὐδὲ γὰρ πρὸς τὴν οἰκείαν ὑπόστασιν ἑαυτοῖς ἐξαρκεῖ τὰ
συμβεβηκότα, διὸ οὐδὲ ὑπόκειται οὐδενί, ἀλλ' ἑτέρας ὑποβάθρας
προσδεῖται·
διὸ οὐδὲ δέχεται ταῦτα τὰ ἐναντία. τὸ μὲν γὰρ ὑποκείμενον, οἷον τὸ
σῶμα,
λευκὸν καὶ μέλαν γίνεται τὸ αὐτὸ μένον, τὸ δὲ λευκὸν ἐξίσταται τοῦ
μέλανος
ἐπιγινομένου, καὶ τὸ μὲν ζῷον καὶ ὁ ἄνθρωπος, ἐπειδὴ ὑπομένει, δέχεται
ταναντία, καθόσον εἰσὶν οὐσίαι ἐν τῷ τινὶ ἀνθρώπῳ, τὸ δὲ χρῶμα οὐχ
ὑπομένει, διὰ τοῦτο οὐχ ὑποδέχεται· ὅταν γὰρ ἀπίῃ τὸ λευκόν,
συναπέρχεται

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 238, li.10

θεσιν. οὑτωσὶ δὲ καὶ τὰς ἀρετὰς διαθέσεις εἶναι, οὐ κατὰ τὸ μόνιμον  


ἰδίωμα, ἀλλὰ κατὰ τὸ ἀνεπίτατον καὶ ἀνεπίδεκτον τοῦ μᾶλλον· τὰς δὲ
τέχνας καίτοι δυσκινήτους οὔσας [ἢ] μὴ εἶναι διαθέσεις. καὶ ἐοίκασιν τὴν

μὲν ἕξιν ἐν τῷ πλάτει τοῦ εἴδους θεωρεῖν, τὴν δὲ διάθεσιν ἐν τῷ τέλει


τοῦ εἴδους καὶ ἐν τῷ μάλιστα, εἴτε κινοῖτο καὶ μεταβάλλοι, ὡς τὸ εὐθὺ
τῆς ῥάβδου, εἴτε καὶ μή. μᾶλλον δὲ ἐχρῆν ἐκεῖνο ἐπιστῆσαι, μὴ ἡ παρὰ
τοῖς Στωικοῖς σχέσις ἡ αὐτή ἐστιν τῇ παρὰ Ἀριστοτέλει διαθέσει, κατὰ
τὸ εὐανάλυτον καὶ δυσανάλυτον διισταμένη πρὸς τὴν ἕξιν. ἀλλ' οὐδὲ
οὕτως
συμφωνοῦσιν. ὁ μὲν γὰρ Ἀριστοτέλης τὴν ἀβέβαιον ὑγίειαν διάθεσιν
εἶναί
φησιν, οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Στοᾶς τὴν ὑγίειαν, ὅπως ἂν ἔχῃ, οὐ συγχωροῦσιν
σχέσιν εἶναι· φέρειν γὰρ τὸ τῆς ἕξεως ἰδίωμα· τὰς μὲν γὰρ σχέσεις ταῖς
ἐπικτήτοις καταστάσεσιν χαρακτηρίζεσθαι, τὰς δὲ ἕξεις ταῖς ἐξ ἑαυτῶν
ἐνερ-
874

γείαις. ὅθεν οὐδὲ χρόνου μήκει ἢ ἰσχύι εἰδοποιοῦνται αἱ ἕξεις κατ'


αὐτούς,
ἰδιότητι δέ τινι καὶ χαρακτῆρι, καὶ ὥσπερ τὰ ἐρριζωμένα μᾶλλον καὶ
ἧττον
ἐρρίζωται, ἓν δὲ ἔχει τὸ κοινὸν ἰδίωμα τὸ ἀντέχεσθαι τῆς γῆς, οὕτω καὶ
ἡ ἕξις ἐπὶ τῶν δυσκινήτων καὶ εὐκινήτων ἡ αὐτὴ θεωρεῖται· ὅλως γὰρ τῷ
γένει πολλὰ ποιὰ ὄντα ἐκλελυμένον ἐκεῖνο τὸ ἰδίωμα ἔχει καθ' ὃ
εἰδοποιεῖται,
ὡς ὁ αὐστηρὸς οἶνος καὶ ἀμύγδαλα πικρὰ καὶ Μολοττικὸς κύων καὶ
Μελι-
ταῖος, οἷς πᾶσιν μέτεστι μὲν ὁ γενικὸς χαρακτήρ, ἐπὶ βραχὺ δὲ καὶ ἀνει-
μένως, καὶ ὅσον ἐπ' αὐτοῖς τοῖς ἐν τῇ ἕξει λόγοις ἐπιμένει ἐπὶ μιᾶς
καταστά-
σεως αὕτη, τὸ δὲ εὐκίνητον πολλάκις ἐξ ἄλλης αἰτίας ἔχει.

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 289, li.15

δὲ πλησιαίτερον τῆς οὐσίας ὂν οὐκ ἐπιδέχεται τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον. ἀλλ'


οὐδὲ αἱ ποιότητες αἱ κατὰ τὴν ἄκραν ἑαυτῶν τελειότητα θεωρούμεναι,
ὥσπερ ἡ τελεία ἀρετὴ καὶ ἡ τελεία γραμματική, ἐπιδέχονται τὸ μᾶλλον
καὶ ἧττον· κατὰ γὰρ τὸ μάλιστα αὗται θεωροῦνται. καὶ οὔκ εἰσιν αἱ
τελειότητες αὗται λόγοι ἄυλοι καὶ χωριστοί, ἀλλ' ἔνυλοι μέν, κατὰ δὲ τὸ
εἶδος αὐτὸ θεωρούμενοι, καθὸ καὶ ὁριζόμεθα ἕκαστον τῶν ἐνύλων οὐκ
εἰς
τὴν ὕλην, ἀλλ' εἰς τὸ εἶδος ἀποβλέποντες. καὶ εἰ μὲν μηδὲν τῶν ἐνύλων
τυγχάνει ποτὲ τῆς ἑαυτοῦ τελειότητος, καλῶς ἔχει λέγειν ἐν πᾶσιν τὸ
μᾶλλον
καὶ ἧττον ὑπάρχειν· εἰ δὲ τοῦτο ἄτοπον, ἔστι τι καὶ τὸ μάλιστα. καὶ
οὕτως ἡμῖν καὶ ἡ Πλωτίνου δόξα διορθωθήσεται κατὰ τὸ ἔνυλον καὶ
γενητὸν εἰλημμένη μόνον, ἀλλ' οὐχὶ κατὰ τὸ τῆς ποιότητος ἰδίωμα, καθ'
ὃ τῆς οὐσίας καὶ τῆς ποσότητος διενήνοχεν. ὁ δὲ Ἰάμβλιχος ὑπαντῶν
πρὸς
τὴν Πλωτίνου δόξαν τὴν ὁμοίως μὲν τὰς ποιότητας, ὁμοίως δὲ τοὺς
ποιοὺς
μεταβάλλουσαν ἐν ταῖς ἐπιτάσεσιν καὶ ἀνέσεσιν “ἄτοπον, φησί, τὰς
αὐτὰς
τροπὰς ἀλλοιοῦσθαι τὸν λόγον ἅσπερ καὶ τὸ σύνθετον· τί γὰρ διοίσει τῶν

μετεχόντων τὸ μετεχόμενον; καὶ ἅμα τὸ κοινὸν αὐτοῦ περὶ τῶν


ἀσωμάτων
ἀξίωμα, ὡς ἀπαθῆ τέ ἐστιν καὶ ἄτρεπτα, ἀνατραπήσεται οὕτως”. ταῦτα
875

δὲ πρὸς τὸν Πλωτῖνον εἰπὼν τὴν ἀληθεστάτην ἐπάγει θεωρίαν τοῦ


δόγματος.
“οὖσα γάρ τις, φησί, τῶν λόγων ἀσώματος οὐσία δίδωσιν ἑαυτὴν τοῖς
δεχο-
μένοις καὶ ποιοῦσα τὸ ποιὸν περὶ τῷ σώματι οὐδὲν ἧττον μένει καθ'
ἑαυτὴν ἀσώματος ἐν τῷ σώματι, τὸ εἶναι καθ' ἑαυτὴν ἔχουσα καὶ τῆς

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium


Vol.8, p. 317, li.7

ρίζειν τὸ ποιεῖν οὔτε τὸ ἐξ ἄλλου καὶ μὴ ἀφ' ἑαυτοῦ τὸ πάσχειν, ἐπεὶ


καὶ εἰς ἄλλο τι ποιοῦν αὐτὸ μὲν ἐφαίνετο πάσχον, εἰς ὃ δὲ ἐποίει, οὐ
πάσχον, ἀλλὰ ποιοῦν· ὁ γοῦν κασσίτερος ποιῶν εἰς τὸν ἄργυρον αὐτὸς
μὲν
πάσχει ἀναλισκόμενος καὶ φθειρόμενος, τὸν δὲ ἄργυρον καθαίρει τὸ
φθεῖρον  
αὐτὸν ἀποβάλλων, ὥστε μᾶλλον αὐτὸν συνέχειν τὸν ἄργυρον ἐν τῇ αὐτοῦ

ποιότητι. ἀλλ' ἐπεὶ ἐν συνθέτοις πράγμασιν σύμμικτα εἴληπται ποιήματα


καὶ παθήματα, οὔτε ὁ κασσίτερος ποιεῖ μόνον, ἀλλὰ καὶ πάσχει· ποιεῖ μὲν

καθαίρων τὸν ἄργυρον, πάσχει δὲ ἀναλισκόμενος ὑπ' αὐτοῦ, καὶ ὁ


ἄργυρος
πάσχει μὲν τῷ καθαίρεσθαι, ποιεῖ δὲ τῷ ἀναλίσκειν, κατ' ἄλλο καὶ ἄλλο.
 Ἀλλ' ἐπεὶ καθόλου διώρισται, τί μέν ἐστι τὸ ποιεῖν, τί δὲ τὸ πάσχειν,
καὶ τίνα τὰ ἑκατέρου ἰδιώματα, ἐπανιτέον λοιπὸν ἐπὶ τὸ διαστήσασθαι
τὰ
εἴδη τοῦ ποιεῖν καὶ πάσχειν, ὧν ἀφοριζομένων εὔδηλον ἔσται, τίνα οὐκ
ὀρθῶς ἀναφέρεται εἰς τὰ κυριώτατα γένη καὶ τίνα ὀρθῶς, τίνα τέ ἐστιν
σύμμικτα ἐπ' ἀμφοτέρων καὶ τίνα ἁπλῶς εἰς τὸ ἕτερον ἀναφέρεται. ἀφ'
ὧν καὶ τὰ Πλωτίνου εὔδηλα φανεῖται, εἰ ὀρθῶς ὑποτάττει τινὰ ὑπὸ τὸ
ποιεῖν καὶ οὐχ ὑποτάττει. δεῖ δὲ κἀνταῦθα τὴν Ἀρχύτου παραθέσθαι
τοῦ ποιεῖν διαίρεσιν λέγοντος οὕτως· “τῶ δὲ ποιὲν ἀνωτάτω μὲν ἁ
ἐνέργεια,
τᾶς δὲ ἐνεργείας διαφοραὶ τρεῖς. τὸ μὲν γὰρ τί ἐστιν αὐτᾶς ἐν τῷ θεωρέν,
οἷον γεωμετρέν, ἀστρονομέν· τὸ δὲ ἐν τῷ ποιέν, οἷον ὑγιάζεν, τεκταίνεν·
τὸ
δὲ ἐν τῷ πράσσεν, οἷον στραταγέν, πολιτεύεσθαι. γίνεται δὲ ἁ μὲν
876

ἐνέργεια
καὶ ἄνευ διανοίας, οἷον ἐν τοῖς ἀλόγοις ζῴοις, γενικωτάτα δὲ αὕτα”.

Συμπλίκιος. In Aristotelis categorias commentarium Vol.8, p. 320, li.16

οὐ κατὰ τὴν τοῦ γένους οἰκείαν διαφορὰν γενομένη. εἰσὶν δὲ σωματικαὶ


μὲν κινήσεις ἐν τῷ ποιεῖν αἵ τε ὀργάνῳ τῷ σώματι χρώμεναι, ὡς ἐν τῷ
τύπτειν, καὶ ὅσαι τοῦ σώματός εἰσιν ἴδιαι, ὥσπερ τὸ βαρεῖν· ἐπὶ ψυχῆς
δὲ ἐν τῷ ποιεῖν κίνησις διὰ ψυχῆς μὲν τὸ γεωμετρεῖν, ψυχῆς δὲ οἰκεία
ἐνέργεια ἡ ζωή. δύναται δέ τις καὶ τὰ μὲν ἐν ψυχῇ, τὰ δὲ ἐν σώματι
τιθέναι, κατὰ τοὺς τιθεμένους καὶ περὶ ψυχὴν γίνεσθαι πάθη. πάλιν δὲ
τὰς μὲν παρ' ἑαυτῶν εἰς ἄλλα φησὶ κινήσεις, τὰς δὲ ὑπ' ἄλλων εἰς αὐτά.
καὶ δῆλον ὅτι τὴν ποιητικὴν καὶ παθητικὴν κίνησιν διορίζει ταῦτα ἀπ'
ἀλλήλων, καθ' ὅσον ἡ μὲν παρ' ἑαυτῶν ἔχει τὸ ἐνεργεῖν ἐπ' ἄλλα (τοῦτο
γάρ ἐστι ποίησις), ἡ δὲ ὑπ' ἄλλων ἢ ἐξ ἄλλων εἰς ἑαυτὴν (αὕτη δέ ἐστιν
ἡ παθητική). ἀλλὰ τὸ μὲν εἱλικρινὲς καὶ καθαρὸν ἰδίωμα τοῦ ποιεῖν ἐστιν

ἐν τῷ ἐξ ἑαυτοῦ, τοῦ δὲ πάσχειν τὸ ἐν ἄλλῳ ἔχειν τὴν αἰτίαν· ὁ δὲ οὐ


τηρεῖ τὸ καθαρὸν αὐτῶν, προστιθεὶς τῷ μὲν ἐξ ἑαυτοῦ τὸ εἰς ἄλλα
ἐνεργεῖν
(διὰ γὰρ τὴν σύμμιξιν καὶ τὴν εἰς ἄλλο ῥοπὴν οὐ διασῴζει τὴν καθαρὰν
ἐνέργειαν), τῷ δὲ ἐξ ἄλλου τὸ εἰς αὐτά, σύνθεσίν τινα ἐργαζόμενος. πολὺ
γὰρ διαφέρει ἢ ἐν ἄλλῳ ἔχειν τὴν αἰτίαν τοῦ πάθους κεχωρισμένῳ ἢ
συνῆφθαι πρὸς τὴν αἰτίαν τοῦ πάθους· τρόπον γάρ τινα ἐπὶ τούτων αἱ
δύο ἀρχαὶ εἰς ταὐτὸ συγχέονται. αἰτία δὲ τούτου γέγονεν ἡ τῆς κινή-
σεως ὡς κοινοῦ γένους προτίμησις, δι' ἣν οὐχ οἷόν τε καθαρῶς λοιπὸν τὸ
πάσχειν καὶ ποιεῖν διαστήσασθαι. ὅθεν καὶ ἐπὶ τῆς τμήσεως συγχεῖ ὁ
λόγος ταῦτα, τὰς εἰς ἄλλα κινήσεις τὰς αὐτὰς ταῖς ἐξ ἄλλων κινήσεσιν

Συμπλίκιος. In Aristotelis physicorum libros commentaria (4013:


004)
“Simplicii in Aristotelis physicorum libros octo commentaria, 2 vols.”,
Ed. Diels, H.
Berlin: Reimer, 9:1882; 10:1895; Commentaria in Aristotelem Graeca 9
& 10.
Vol.9, p. 359, li.5

 Καὶ εἰ ἐν τοῖς κατὰ προαίρεσιν μόνοις ἡ τύχη, ζητεῖν ἀξιῶ, καὶ μέν-
τοι εἰ ἐν τοῖς ἐπ' ἔλαττον μόνοις. εἴπερ γὰρ τὸ τυχεῖν καὶ ἐπιτυχεῖν
ἀπὸ τῆς τύχης λέγεται πάντως, λέγομεν δὲ καὶ τὸν ἄριστον τοξότην
τυγχά-
νειν τοῦ σκοποῦ καὶ τὸν ἄριστον γραφέα ἐπιτυγχάνειν γράφοντα καὶ τὸν
877

φαῦλον ἀποτυγχάνειν, οὐκ ἐπ' ἔλαττον, ἀλλ' ἐπὶ πλέον. καὶ Εὔδημος δὲ
“ἂν μὲν τὸ κατὰ τὴν τέχνην, φησίν, ἐπιτελέσῃ, εὐτυχία λέγεται, ἂν δὲ  
τὸ παρὰ ταύτην ἀτυχία”. ἀλλὰ καὶ τὸν προθέμενον ὁτιοῦν πράττειν,
ὅταν πράξῃ τὸ προτεθέν, τυγχάνειν τοῦ οἰκείου τέλους φαμέν, ὥσπερ καὶ
ἀποτυγχάνειν ὅταν διαμαρτάνῃ. ὥστε οὐδὲ κατὰ συμβεβηκὸς ἡ τεῦξις,
ὅταν τυγχάνῃ καὶ ὁ προθέμενος. εἰ τοίνυν ὥσπερ τῶν ἄλλων πάντων
ἰδιωμάτων οἷον κάλλους ὑγιείας νίκης θείας τινὰς προϋπάρχειν αἰτίας
νομί-
ζομεν, ἀφ' ὧν αἱ μεθέξεις μεταδίδονται τοῖς μετέχουσι, καὶ τὰς αἰτίας
καλεῖν τολμῶμεν τοῖς ὀνόμασι τῶν ἐνδιδομένων ἀπ' αὐτῶν ἀγαθῶν,
ἐπειδὴ
καὶ τὸ τυχεῖν τοῦ ἐπιβάλλοντος ἀγαθοῦ μέγα τί ἐστι καὶ τῆς θείας δόσεως
ἄξιον, πῶς οὐκ ἀναγκαῖον τὴν τοῦ τυχεῖν αἰτίαν θείαν ἀγαθότητα καλεῖν
τύχην; καὶ καλῶς τισιν ἔδοξεν “αἰτία μὲν εἶναι ἡ τύχη, ἄδηλος δὲ ἀνθρω-
πίνῃ διανοίᾳ, ὡς θεῖόν τι οὖσα καὶ δαιμονιώτερον”. εἰ δὲ ἐν ἐκείνοις
μάλιστα τὴν τύχην αἰτίαν φαμέν, ἐν οἷς μηδὲν ἄλλο αἴτιον καθ' αὑτὸ
συνεγνωσμένον ὁρῶμεν, οὐ διὰ τοῦτο χρὴ νομίζειν τὸ καθ' αὑτό τινος
αἴτιον, ὅταν ἄλλου κατὰ συμβεβηκὸς αἴτιον γένηται, τότε καλεῖσθαι
τύχην
μὲν τὸ αἴτιον, τὸ δὲ ἀποτέλεσμα ἀπὸ τύχης, ἀλλὰ τὸ μὲν καθ' αὑτὸ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica posteriora commentaria


(4015: 004)“Ioannis Philoponi in Aristotelis analytica posteriora
commentaria cum Anonymo in librum ii”, Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer,
1909; Commentaria in Aristotelem Graeca 13.3.Vol.13,3, p. 437, li.22

Σωκράτης καὶ ὁ Πλάτων κατ' εἶδός εἰσιν ἀδιάφοροι καὶ ὅμοιοι· ὡσαύτως
καὶ ὁ ἄνθρωπος καὶ ὁ ἵππος ἀδιάφοροι λέγονται τῷ εἴδει· ζῷα γὰρ ἄμφω.
καὶ ὡς ἐπισυνάγεται τὸ εἶδος τὸ εἰδικώτατον ἐκ τῶν μερικῶν, οὕτως
αὖθις
τὸ γένος ἐκ τῶν εἰδῶν. καὶ διασαφεῖ πῶς τοῦτο γίνεται. ἡ αἴσθησις
ἐνεργήσασα περί τινα μερικὰ ἀδιάφορα κατ' εἶδος ἅπαξ τὸ ἓν τοῦτο
αἴσθημα
ἔστησεν ἐν τῇ φαντασίᾳ καὶ ἐνετύπωσεν οὐ μόνον ἔχον ἀπόμορξιν
ἰδιοτή-
των καὶ συμβεβηκότων τινῶν, ἐξ ὧν τὰ μερικὰ συνίστανται καὶ
γνωρίζον-
ται, ἀλλὰ καὶ ἀπομάσσεταί τι τοῦ καθόλου. καθόλου δέ ἐστιν ἡ κοινότης
καθ' ἣν κοινωνοῦσι πάντα τὰ μερικά· οἱ γοῦν μερικοὶ ἄνθρωποι τὸ ζῷον,
τὸ λογικόν, τὸ θνητὸν κοινὰ ἔχουσιν. ἡ γοῦν αἴσθησις ἰδοῦσα τὸν Σωκρά-
την καὶ Ἀλκιβιάδην καὶ ἀπομόρξασα μετὰ τῶν μερικῶν ἰδιωμάτων τῶν
ἐν
αὐτοῖς (μερικὰ δὲ ἰδιώματά εἰσι τὸ τὸν μὲν εἶναι κομήτην καὶ λευκόν,
878

τὸν δὲ μὴ τοιοῦτον) καί τι τῶν ἐν αὐτοῖς θεωρουμένων κοινῶν, ἤγουν ἢ


ὅτι ζῷά εἰσιν ἢ ὅτι λογικὰ ἤ τι τοιοῦτον, παρέπεμψε τοῦτο πρώτως τῇ
φαντασίᾳ· ὃ πρῶτον αἴσθημα ἐντυπωθὲν ἐν αὐτῇ ἐνεποίησε τῇ ψυχῇ
καὶ γνῶσίν τινα ἀμυδρὰν τοῦ καθόλου. ὡσαύτως καὶ τὸ δεύτερον
αἴσθημα
καὶ τὸ τρίτον καὶ τέταρτον ὅμοια ὄντα καὶ μετὰ τῶν ἰδιωμάτων καὶ συμ-
βεβηκότων τῶν ἐν τοῖς μερικοῖς ἔχοντά τι καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς κοινῶν ἐν-
τυπωθέντα καὶ ταῦτα τῇ φαντασίᾳ ἐνεποίησαν τῇ ψυχῇ καὶ γνῶσιν τοῦ
καθόλου· ἡ αἴσθησις γὰρ οὐ μόνον ἀντιλαμβάνεται τῶν καθ' ἕκαστα,
ἤγουν τῶν συμβεβηκότων καὶ ἰδιοτήτων, ἐξ ὧν τὰ μερικὰ συνεστήκασιν,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica posteriora commentaria


Vol.13,3, p. 437, li.23

καὶ ὁ ἄνθρωπος καὶ ὁ ἵππος ἀδιάφοροι λέγονται τῷ εἴδει· ζῷα γὰρ ἄμφω.
καὶ ὡς ἐπισυνάγεται τὸ εἶδος τὸ εἰδικώτατον ἐκ τῶν μερικῶν, οὕτως
αὖθις
τὸ γένος ἐκ τῶν εἰδῶν. καὶ διασαφεῖ πῶς τοῦτο γίνεται. ἡ αἴσθησις
ἐνεργήσασα περί τινα μερικὰ ἀδιάφορα κατ' εἶδος ἅπαξ τὸ ἓν τοῦτο
αἴσθημα
ἔστησεν ἐν τῇ φαντασίᾳ καὶ ἐνετύπωσεν οὐ μόνον ἔχον ἀπόμορξιν
ἰδιοτή-
των καὶ συμβεβηκότων τινῶν, ἐξ ὧν τὰ μερικὰ συνίστανται καὶ
γνωρίζον-
ται, ἀλλὰ καὶ ἀπομάσσεταί τι τοῦ καθόλου. καθόλου δέ ἐστιν ἡ κοινότης
καθ' ἣν κοινωνοῦσι πάντα τὰ μερικά· οἱ γοῦν μερικοὶ ἄνθρωποι τὸ ζῷον,
τὸ λογικόν, τὸ θνητὸν κοινὰ ἔχουσιν. ἡ γοῦν αἴσθησις ἰδοῦσα τὸν Σωκρά-
την καὶ Ἀλκιβιάδην καὶ ἀπομόρξασα μετὰ τῶν μερικῶν ἰδιωμάτων τῶν
ἐν
αὐτοῖς (μερικὰ δὲ ἰδιώματά εἰσι τὸ τὸν μὲν εἶναι κομήτην καὶ λευκόν,
τὸν δὲ μὴ τοιοῦτον) καί τι τῶν ἐν αὐτοῖς θεωρουμένων κοινῶν, ἤγουν ἢ
ὅτι ζῷά εἰσιν ἢ ὅτι λογικὰ ἤ τι τοιοῦτον, παρέπεμψε τοῦτο πρώτως τῇ
φαντασίᾳ· ὃ πρῶτον αἴσθημα ἐντυπωθὲν ἐν αὐτῇ ἐνεποίησε τῇ ψυχῇ
καὶ γνῶσίν τινα ἀμυδρὰν τοῦ καθόλου. ὡσαύτως καὶ τὸ δεύτερον
αἴσθημα
καὶ τὸ τρίτον καὶ τέταρτον ὅμοια ὄντα καὶ μετὰ τῶν ἰδιωμάτων καὶ συμ-
βεβηκότων τῶν ἐν τοῖς μερικοῖς ἔχοντά τι καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς κοινῶν ἐν-
τυπωθέντα καὶ ταῦτα τῇ φαντασίᾳ ἐνεποίησαν τῇ ψυχῇ καὶ γνῶσιν τοῦ
καθόλου· ἡ αἴσθησις γὰρ οὐ μόνον ἀντιλαμβάνεται τῶν καθ' ἕκαστα,
ἤγουν τῶν συμβεβηκότων καὶ ἰδιοτήτων, ἐξ ὧν τὰ μερικὰ συνεστήκασιν,
879

ἀλλὰ καὶ τοῦ καθόλου ἀνθρώπου, ἤγουν ἀλλὰ καὶ τινῶν ἐξ ὧν ὁ καθόλου

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica posteriora commentaria


Vol.13,3, p. 437, li.28

των καὶ συμβεβηκότων τινῶν, ἐξ ὧν τὰ μερικὰ συνίστανται καὶ


γνωρίζον-
ται, ἀλλὰ καὶ ἀπομάσσεταί τι τοῦ καθόλου. καθόλου δέ ἐστιν ἡ κοινότης
καθ' ἣν κοινωνοῦσι πάντα τὰ μερικά· οἱ γοῦν μερικοὶ ἄνθρωποι τὸ ζῷον,
τὸ λογικόν, τὸ θνητὸν κοινὰ ἔχουσιν. ἡ γοῦν αἴσθησις ἰδοῦσα τὸν Σωκρά-
την καὶ Ἀλκιβιάδην καὶ ἀπομόρξασα μετὰ τῶν μερικῶν ἰδιωμάτων τῶν
ἐν
αὐτοῖς (μερικὰ δὲ ἰδιώματά εἰσι τὸ τὸν μὲν εἶναι κομήτην καὶ λευκόν,
τὸν δὲ μὴ τοιοῦτον) καί τι τῶν ἐν αὐτοῖς θεωρουμένων κοινῶν, ἤγουν ἢ
ὅτι ζῷά εἰσιν ἢ ὅτι λογικὰ ἤ τι τοιοῦτον, παρέπεμψε τοῦτο πρώτως τῇ
φαντασίᾳ· ὃ πρῶτον αἴσθημα ἐντυπωθὲν ἐν αὐτῇ ἐνεποίησε τῇ ψυχῇ
καὶ γνῶσίν τινα ἀμυδρὰν τοῦ καθόλου. ὡσαύτως καὶ τὸ δεύτερον
αἴσθημα
καὶ τὸ τρίτον καὶ τέταρτον ὅμοια ὄντα καὶ μετὰ τῶν ἰδιωμάτων καὶ συμ-
βεβηκότων τῶν ἐν τοῖς μερικοῖς ἔχοντά τι καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς κοινῶν ἐν-
τυπωθέντα καὶ ταῦτα τῇ φαντασίᾳ ἐνεποίησαν τῇ ψυχῇ καὶ γνῶσιν τοῦ
καθόλου· ἡ αἴσθησις γὰρ οὐ μόνον ἀντιλαμβάνεται τῶν καθ' ἕκαστα,
ἤγουν τῶν συμβεβηκότων καὶ ἰδιοτήτων, ἐξ ὧν τὰ μερικὰ συνεστήκασιν,

ἀλλὰ καὶ τοῦ καθόλου ἀνθρώπου, ἤγουν ἀλλὰ καὶ τινῶν ἐξ ὧν ὁ καθόλου

ἄνθρωπος συνίσταται.
      

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de generatione et


corruptione commentaria (4015: 006)“Ioannis Philoponi in Aristotelis
libros de generatione et corruptione commentaria”, Ed. Vitelli, H.Berlin:
Reimer, 1897; Commentaria in Aristotelem Graeca 14.2.Vol.14,2, p.
191, li.10

σθαι ἂν λέγοιντο· σῴζονται γὰρ ἄμφω ἀπαθῆ ὑπ' ἀλλήλων. προσέθηκε  


δὲ καὶ τοῦτο τὸ παράδειγμα εἰς τὸ δεῖξαι ὅτι οὐκ ἂν μιγνύοιντο ταῦτα,
κἂν ἐν ἑνὶ καὶ τῷ αὐτῷ ὑποκειμένῳ ᾖ τὰ μήτε ποιοῦντα μήτε πάσχοντα
εἰς ἄλληλα μήτε χωριστὰ ὄντα. λάβοις δ' ἂν κυριώτερον ἐν ἑνὶ καὶ τῷ
αὐτῷ ὑποκειμένῳ, ἐν ᾧ δύο πάθη, τὸ γλυκὺ καὶ τὸ ξανθὸν ἐν τῷ μέλιτι
880

ὄντα. ταῦτα οὖν οὐκ ἂν μίγνυσθαι λέγοιτο, σῳζόμενα τε ἄμφω καὶ μὴ


χωριστὰ ὄντα καὶ καθ' αὑτὰ ὑποστῆναι δυνάμενα· δεῖ γὰρ τὰ μιγνύμενα
τοιαῦτα εἶναι. οὐδὲν οὖν τῶν μὴ πεφυκότων καθ' αὑτὰ ὑφίστασθαι μίγνυ-
σθαι ἂν λέγοιτο, καὶ διὰ τοῦτο οὔτε ἡ ποιότης τῷ ὑποκειμένῳ μίγνυται
(οὐ γὰρ χωριστὴ ἡ ποιότης), οὔτε τῇ ὕλῃ τὸ εἶδος· οὐδέτερον γὰρ χω-
ριστόν. ἔχεις δὲ ἐντεῦθεν ἕν τι χαρακτηριστικὸν ἰδίωμα τῶν μικτῶν,
ἤτοι οἷς ὑπάρχει ἡ μίξις, τὸ δεῖν αὐτὰ δύνασθαι ὑποστῆναι καθ' αὑτά·
ἐφεξῆς δὲ τελείως τὰ χαρακτηριστικὰ αὐτῶν ἐκθήσεται.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de generatione et corruptione


commentaria
Vol.14,2, p. 192, li.5

τέλειον εἶδος ἀπολέσαι ἀλλὰ μόνον τὸ εἰλικρινές, διά τινων διακριτικῶν


τε καὶ ἀλλοιωτικῶν ὀργάνων ὁλόκληρον πάλιν τὸ οἰκεῖον εἶδος
ἀπολαβεῖν.
φασὶ γοῦν διὰ τῶν καλουμένων ἐν τῇ συνηθείᾳ στρατιωτῶν ποταμοῦ διη-
θούμενον τὸν κεκραμένον οἶνον διακρίνειν τοῦ ὕδατος τὸν οἶνον·
ἀνιμᾶσθαι
γὰρ μόνον τὸ ὕδωρ, καὶ μάλιστα ὅταν ᾖ παχύτερος ὁ οἶνος. ἢ τοίνυν
τοῦτό φησι τὸ δυνάμενα χωρίζεσθαι πάλιν, ἢ εἴ τῳ τοῦτο ἀδύνατον  
εἶναι δοκεῖ, μὴ ἂν τὰ κεκραμένα ἀκριβῶς δύνασθαι χωρισθῆναι πάλιν,
τὸ δυνάμενα χωρίζεσθαἀκουσόμεθα τὰ πεφυκότα ὅσον ἐφ' ἑαυτοῖς
δυνάμενα πάλιν καθ' ἑαυτὰ ὑποστῆναι, εἴ γέ τις ἦν διακριτικὴ αὐτῶν
δύναμις. τοῦτο μὲν οὖν, ὥσπερ ἤδη εἴπομεν, ἕν τί ἐστι χαρακτη-
ριστικὸν ἰδίωμα τῶν ἐν οἷς ὑπάρχει ἡ μίξις, ἅτινα, φησίν, ἐν τῇ μίξει
οὔτε διαμένουσιν ἐνεργείᾳ οὕτως ὥσπερ τὸ σῶμα καὶ ἡ λευκότης ἡ ἐν
αὐτῷ, οὔτε μὴν φθείρεται οὔτε θάτερον οὔτε ἀμφότερα. ταύτῃ τε καὶ
τῆς γενέσεως καὶ ἀλλοιώσεως διαφέρει ἡ μίξις. οὐδὲ γάρ ἐστι χωριστὸν
τῆς ὕλης τὸ εἶδος, οὐδ' οὕτως ἐστὶ δυνάμει ἐν τῷ κράματι τὰ ἐξ ὧν, ὡς
λέγεται δυνάμει τὸ ὕδωρ ἀὴρ εἶναι. ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς γενέσεως ἡ ὕλη τοῦ
ἀέρος δυνάμει μὲν ἀήρ ἐστιν ἐνεργείᾳ δὲ ὕδωρ, ἐν δὲ τῷ κράματι δυνάμει

ἐνυπάρχει τὰ ἐξ ὧν, οὐχ ἡ ὕλη αὐτῶν, ἀλλ' αὐτὰ τὰ εἴδη κεκολασμένα,


καὶ διὰ τοῦτο δυνάμει, διὰ τὸ μὴ εἶναι εἰλικρινῆ μηδὲ τοιαῦτα οἷα ἦν πρὸ
τῆς κράσεως. ταῦτα εἰπὼν ἐπιπλήττει τοῖς περὶ Ἀναξαγόραν, λέγουσιν
εἶναί ποτε ‘ὁμοῦ πάντα χρήματα’· εἰ γὰρ μὴ ἔστιν ἅπαν παντὶ μικτόν

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


(4015: 008)
“Ioannis Philoponi in Aristotelis de anima libros commentaria”, Ed.
Hayduck, M.
881

Berlin: Reimer, 1897; Commentaria in Aristotelem Graeca 15.Vol.15, p.


458, li.13

ἠρεμίαν πάσχειν πως καὶ διατίθεσθαι. ἀποροῦσι δὲ καὶ ἄλλην ἐνταῦθα·


πῶς λέγομεν, φασίν, ὅτι τὰ μὲν ἴδια αἰσθητὰ ποιοῦσί τι περὶ τὴν αἴσθησιν,

τουτέστιν ὅτι τὰ μὲν καθ' αὑτὸ αἰσθητὰ διὰ κινήσεως γίνονται, τὰ δὲ κατὰ

συμβεβηκὸς οὐ διὰ κινήσεως. καὶ μὴν εἶδον τυχὸν ξανθόν τι, καὶ ὁ τύπος
οὗτος τοῦ ξανθοῦ ἐκίνησε τὸν ἄλλον τύπον τὸν ἐν ἐμοὶ τοῦ γλυκέος ὄντα,

καὶ εἶπον ὅτι τοῦτο μέλι ἐστίν· ἰδοὺ οὖν καὶ τοῦτο διά τινος ἔγνων κινή-
σεως. φησὶ δὲ καὶ πρὸς τοῦτο ὁ Πλούταρχος ὅτι ἡνίκα λέγομεν τῶν
κοινῶν αἰσθητῶν κινήσει ἡμᾶς αἰσθάνεσθαι, δέον προσδιορισμὸν λέγειν
τινά,
ὃν παρέλειπεν μὲν Ἀριστοτέλης ἐν τῇ παρούσῃ λέξει, ἐν ἄλλοις δὲ
φαίνεται
λέγων αὐτόν, ὅτι τῶν κοινῶν αἰσθητῶν διὰ κινήσεως μὲν αἰσθανόμεθα,
οὐ
μὴν κατὰ τὸ αἰσθητικὸν ἰδίωμα. εἰ γὰρ καὶ ἐκινήθη ἐν ἐμοὶ ὁ τύπος
τοῦ γλυκέος, ἀλλ' οὐ κατὰ τὸ αἰσθητικὸν ἰδίωμα· οὐδὲ γὰρ διὰ τῆς
γλώττης
ἐκινήθη ἐν ἐμοὶ ἡ γλυκύτης. τὰ μέντοι γε ἴδια αἰσθητὰ δι' αὐτοῦ τοῦ
αἰσθητικοῦ ἰδιώματος γινώσκω· ὁρῶ γὰρ τὸ λευκὸν καὶ γεύομαι τῶν
γλυκέων, ὡσαύτως καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων. ὅρα δὲ ὅτι τὰ πέντε κοινὰ αἰσθητὰ

τῶν πέντε δέδωκεν αἰσθήσεων εἶναι κοινά· οὐκ ἔστι δὲ εἰ μὴ τὰ τρία


κοινά, ὡς εἴρηται, εἰ μὴ ἄρα εἴποις ὅτι μέγεθος λέγει τὸ ἐν ἑκάστῃ
αἰσθήσει καὶ οὐκ ἐν ποσῷ, οἷον μέγαν ψόφον ἢ μέγα λευκόν· τότε γὰρ
κοινόν ἐστι πάντων. καὶ τὸ σχῆμα δὲ εἰ λάβοις κατὰ τὸ λεῖον καὶ τραχύ,
καὶ τὸ μὲν λεῖον εἴποις ἡδὺ τὸ δὲ τραχὺ ἀνιαρόν, καὶ τοῦτο κοινὸν εὑρί-
σκεται αἰσθητὸν πάσης αἰσθήσεως. μέγεθος γάρ τι τὸ σχῆμα.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol.15, p. 458, li.14

πῶς λέγομεν, φασίν, ὅτι τὰ μὲν ἴδια αἰσθητὰ ποιοῦσί τι περὶ τὴν αἴσθησιν,

τουτέστιν ὅτι τὰ μὲν καθ' αὑτὸ αἰσθητὰ διὰ κινήσεως γίνονται, τὰ δὲ κατὰ

συμβεβηκὸς οὐ διὰ κινήσεως. καὶ μὴν εἶδον τυχὸν ξανθόν τι, καὶ ὁ τύπος
οὗτος τοῦ ξανθοῦ ἐκίνησε τὸν ἄλλον τύπον τὸν ἐν ἐμοὶ τοῦ γλυκέος ὄντα,
882

καὶ εἶπον ὅτι τοῦτο μέλι ἐστίν· ἰδοὺ οὖν καὶ τοῦτο διά τινος ἔγνων κινή-
σεως. φησὶ δὲ καὶ πρὸς τοῦτο ὁ Πλούταρχος ὅτι ἡνίκα λέγομεν τῶν
κοινῶν αἰσθητῶν κινήσει ἡμᾶς αἰσθάνεσθαι, δέον προσδιορισμὸν λέγειν
τινά,
ὃν παρέλειπεν μὲν Ἀριστοτέλης ἐν τῇ παρούσῃ λέξει, ἐν ἄλλοις δὲ
φαίνεται
λέγων αὐτόν, ὅτι τῶν κοινῶν αἰσθητῶν διὰ κινήσεως μὲν αἰσθανόμεθα,
οὐ
μὴν κατὰ τὸ αἰσθητικὸν ἰδίωμα. εἰ γὰρ καὶ ἐκινήθη ἐν ἐμοὶ ὁ τύπος
τοῦ γλυκέος, ἀλλ' οὐ κατὰ τὸ αἰσθητικὸν ἰδίωμα· οὐδὲ γὰρ διὰ τῆς
γλώττης
ἐκινήθη ἐν ἐμοὶ ἡ γλυκύτης. τὰ μέντοι γε ἴδια αἰσθητὰ δι' αὐτοῦ τοῦ
αἰσθητικοῦ ἰδιώματος γινώσκω· ὁρῶ γὰρ τὸ λευκὸν καὶ γεύομαι τῶν
γλυκέων, ὡσαύτως καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων. ὅρα δὲ ὅτι τὰ πέντε κοινὰ αἰσθητὰ

τῶν πέντε δέδωκεν αἰσθήσεων εἶναι κοινά· οὐκ ἔστι δὲ εἰ μὴ τὰ τρία


κοινά, ὡς εἴρηται, εἰ μὴ ἄρα εἴποις ὅτι μέγεθος λέγει τὸ ἐν ἑκάστῃ
αἰσθήσει καὶ οὐκ ἐν ποσῷ, οἷον μέγαν ψόφον ἢ μέγα λευκόν· τότε γὰρ
κοινόν ἐστι πάντων. καὶ τὸ σχῆμα δὲ εἰ λάβοις κατὰ τὸ λεῖον καὶ τραχύ,
καὶ τὸ μὲν λεῖον εἴποις ἡδὺ τὸ δὲ τραχὺ ἀνιαρόν, καὶ τοῦτο κοινὸν εὑρί-
σκεται αἰσθητὸν πάσης αἰσθήσεως. μέγεθος γάρ τι τὸ σχῆμα. φασί
τινες ὅτι ἰδοὺ αὐτὸς λέγει ὡς καὶ τὸ σχῆμα μέγεθός ἐστι, καὶ πῶς ἐν

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol.15, p. 458, li.16
συμβεβηκὸς οὐ διὰ κινήσεως. καὶ μὴν εἶδον τυχὸν ξανθόν τι, καὶ ὁ τύπος
οὗτος τοῦ ξανθοῦ ἐκίνησε τὸν ἄλλον τύπον τὸν ἐν ἐμοὶ τοῦ γλυκέος ὄντα,

καὶ εἶπον ὅτι τοῦτο μέλι ἐστίν· ἰδοὺ οὖν καὶ τοῦτο διά τινος ἔγνων κινή-
σεως. φησὶ δὲ καὶ πρὸς τοῦτο ὁ Πλούταρχος ὅτι ἡνίκα λέγομεν τῶν
κοινῶν αἰσθητῶν κινήσει ἡμᾶς αἰσθάνεσθαι, δέον προσδιορισμὸν λέγειν
τινά,
ὃν παρέλειπεν μὲν Ἀριστοτέλης ἐν τῇ παρούσῃ λέξει, ἐν ἄλλοις δὲ
φαίνεται
λέγων αὐτόν, ὅτι τῶν κοινῶν αἰσθητῶν διὰ κινήσεως μὲν αἰσθανόμεθα,
οὐ
μὴν κατὰ τὸ αἰσθητικὸν ἰδίωμα. εἰ γὰρ καὶ ἐκινήθη ἐν ἐμοὶ ὁ τύπος
τοῦ γλυκέος, ἀλλ' οὐ κατὰ τὸ αἰσθητικὸν ἰδίωμα· οὐδὲ γὰρ διὰ τῆς
γλώττης
883

ἐκινήθη ἐν ἐμοὶ ἡ γλυκύτης. τὰ μέντοι γε ἴδια αἰσθητὰ δι' αὐτοῦ τοῦ


αἰσθητικοῦ ἰδιώματος γινώσκω· ὁρῶ γὰρ τὸ λευκὸν καὶ γεύομαι τῶν
γλυκέων, ὡσαύτως καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων. ὅρα δὲ ὅτι τὰ πέντε κοινὰ αἰσθητὰ

τῶν πέντε δέδωκεν αἰσθήσεων εἶναι κοινά· οὐκ ἔστι δὲ εἰ μὴ τὰ τρία


κοινά, ὡς εἴρηται, εἰ μὴ ἄρα εἴποις ὅτι μέγεθος λέγει τὸ ἐν ἑκάστῃ
αἰσθήσει καὶ οὐκ ἐν ποσῷ, οἷον μέγαν ψόφον ἢ μέγα λευκόν· τότε γὰρ
κοινόν ἐστι πάντων. καὶ τὸ σχῆμα δὲ εἰ λάβοις κατὰ τὸ λεῖον καὶ τραχύ,
καὶ τὸ μὲν λεῖον εἴποις ἡδὺ τὸ δὲ τραχὺ ἀνιαρόν, καὶ τοῦτο κοινὸν εὑρί-
σκεται αἰσθητὸν πάσης αἰσθήσεως. μέγεθος γάρ τι τὸ σχῆμα. φασί
τινες ὅτι ἰδοὺ αὐτὸς λέγει ὡς καὶ τὸ σχῆμα μέγεθός ἐστι, καὶ πῶς ἐν
Κατηγορίαις ἐλέγετο; ὅτι τὸ μὲν μέγεθος ποσοῦ ἐστιν εἶδος, τὸ δὲ σχῆμα
ποιοῦ. ἰδοὺ γὰρ αὐτὸς ταὐτὸν οἶδε μέγεθος καὶ σχῆμα. καὶ λέγομεν ὅτι

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol.15, p. 572, li.30

ζῴοις ἡ φαντασία (διὸ καὶ παθητικὸς νοῦς λέγεται ὡς ἔνδον ἔχουσα τὸ


γνωστόν), ἐν δὲ λογικοῖς ὁ νοῦς. διὰ τοῦτο οὖν κατ' αὐτὸν τὰ μὲν ἄλογα
ζῷα φαντασία κινεῖ, τὰ δὲ λογικὰ ὁ νοῦς· τὸ γὰρ ἄγον καὶ φέρον τὸ ζῷον
δεῖ τὸ κῦρος ἔχειν αὐτοῦ· διὸ δεῖ τὸ κρεῖττον εἶναι τὸ κινοῦν. εἶτα
ἐπειδὴ ἀντιπίπτει τοῖς Πλατωνικοῖς, ἡνίκα τὸ πάθος κατακρατεῖ τοῦ
λόγου καὶ ἀπάγει ἡμᾶς εἰς αἰσχρὰν ἡδονήν (οὐ γὰρ νοῦς τοῦτο ποιήσει,
ἀλλὰ τὸ πάθος), φασὶν ὅτι καὶ τότε μὲν ὁ λόγος ἐστὶν ὁ κινῶν, ἀνδρα-
ποδιζόμενος δὲ μηχανᾶται ὁδοὺς τῷ πάθει. συνάγεται δὲ ἐκ τούτου τῷ
Πλάτωνι ὅτι κατ' αὐτοὺς οὐ τὸ κρατοῦν ἐστι τὸ κινοῦν· ἰδοὺ γὰρ τὸν
κρατούμενον νοῦν εἶπον κινεῖν. καὶ πῶς ἄνω τὸ κρατοῦν εἶπον κινεῖν;
Ἀριστοτέλει δὲ δοκεῖ τὸ κινοῦν κατὰ τόπον μὴ εἶναι γνωστικὸν ἰδίωμα,
ἀλλὰ ζωτικόν· βούλεται γὰρ τὸ ὀρεκτικὸν εἶναι τὸ κινοῦν· οἰκεῖον γὰρ
λέγει τὸ κινοῦν μᾶλλον ζωῇ ἤπερ γνώσει. καὶ ἐπὶ μὲν ἀλόγων ζῴων τὸ
ὀρεκτικὸν μόνον τῆς ἀλόγου κινεῖ, ἐπὶ δὲ τῶν λογικῶν ζῴων ποτὲ μὲν τὸ
τῆς λογικῆς ὀρεκτικόν, ποτὲ δὲ τὸ τῆς ἀλόγου. ἐπὶ μὲν γὰρ τῶν κατὰ
λόγον ζώντων τὸ ὀρεκτικὸν τῆς λογικῆς κινεῖ, ἐπὶ δὲ τῶν πολλῶν ἀνθρώ-
πων καὶ κατὰ τὴν αἴσθησιν ζώντων τὸ ὀρεκτικὸν τῆς ἀλόγου κινεῖ. ὥστε
ζωτικὸν ἰδίωμα μᾶλλόν ἐστι τὸ κατὰ τόπον κινοῦν ἤπερ γνωστικόν. νοῦ
γὰρ ἰδίωμα τὸ γινώσκειν μόνον, οὐ κινεῖν. ἀντιπράττει γὰρ ὁ νοῦς τῇ
κινήσει· οὐ γὰρ συναισθάνονται κινήσεως, ὅπου γε οὐδὲ στάσεως, οἱ περὶ

τὰ νοητὰ ἠσχολημένοι· διὸ καὶ Σωκράτης ἐν τῇ ἐπὶ Δηλίῳ μάχῃ

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria Vol.15,


884

p. 572, li.37

ποδιζόμενος δὲ μηχανᾶται ὁδοὺς τῷ πάθει. συνάγεται δὲ ἐκ τούτου τῷ


Πλάτωνι ὅτι κατ' αὐτοὺς οὐ τὸ κρατοῦν ἐστι τὸ κινοῦν· ἰδοὺ γὰρ τὸν
κρατούμενον νοῦν εἶπον κινεῖν. καὶ πῶς ἄνω τὸ κρατοῦν εἶπον κινεῖν;
Ἀριστοτέλει δὲ δοκεῖ τὸ κινοῦν κατὰ τόπον μὴ εἶναι γνωστικὸν ἰδίωμα,
ἀλλὰ ζωτικόν· βούλεται γὰρ τὸ ὀρεκτικὸν εἶναι τὸ κινοῦν· οἰκεῖον γὰρ
λέγει τὸ κινοῦν μᾶλλον ζωῇ ἤπερ γνώσει. καὶ ἐπὶ μὲν ἀλόγων ζῴων τὸ
ὀρεκτικὸν μόνον τῆς ἀλόγου κινεῖ, ἐπὶ δὲ τῶν λογικῶν ζῴων ποτὲ μὲν τὸ
τῆς λογικῆς ὀρεκτικόν, ποτὲ δὲ τὸ τῆς ἀλόγου. ἐπὶ μὲν γὰρ τῶν κατὰ
λόγον ζώντων τὸ ὀρεκτικὸν τῆς λογικῆς κινεῖ, ἐπὶ δὲ τῶν πολλῶν ἀνθρώ-
πων καὶ κατὰ τὴν αἴσθησιν ζώντων τὸ ὀρεκτικὸν τῆς ἀλόγου κινεῖ. ὥστε
ζωτικὸν ἰδίωμα μᾶλλόν ἐστι τὸ κατὰ τόπον κινοῦν ἤπερ γνωστικόν. νοῦ
γὰρ ἰδίωμα τὸ γινώσκειν μόνον, οὐ κινεῖν. ἀντιπράττει γὰρ ὁ νοῦς τῇ
κινήσει· οὐ γὰρ συναισθάνονται κινήσεως, ὅπου γε οὐδὲ στάσεως, οἱ περὶ

τὰ νοητὰ ἠσχολημένοι· διὸ καὶ Σωκράτης ἐν τῇ ἐπὶ Δηλίῳ μάχῃ νυχθή-


μερον στὰς οὐκ ᾔσθετο τῆς στάσεως, διὰ τὸ ἐννοεῖν τι. καὶ ὅτι εἰ ἐκίνει
ὁ νοῦς τὸ ζῷον, οὐ πρὸς κακὸν ἂν αὐτοῦ ἐκίνει· εἴπομεν γὰρ ὅτι Θαλῆς
ἀστρονομῶν εἰς φρέαρ ἐνέπεσε. τάχα δὲ καὶ κατὰ Ἀριστοτέλην Πλατω-
νικὴ διάταξις κρατεῖ, ὅτι τὸ κρεῖττον κινεῖ· κρεῖττον γὰρ πασῶν τῶν
δυνά-
μεων ἡ ὄρεξις, εἴ γε τοῦ ἀγαθοῦ ἐστιν. ἐν οἷς ἡ θεωρία.

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis libros de anima commentaria


Vol.15, p. 572, li.38

Πλάτωνι ὅτι κατ' αὐτοὺς οὐ τὸ κρατοῦν ἐστι τὸ κινοῦν· ἰδοὺ γὰρ τὸν
κρατούμενον νοῦν εἶπον κινεῖν. καὶ πῶς ἄνω τὸ κρατοῦν εἶπον κινεῖν;
Ἀριστοτέλει δὲ δοκεῖ τὸ κινοῦν κατὰ τόπον μὴ εἶναι γνωστικὸν ἰδίωμα,
ἀλλὰ ζωτικόν· βούλεται γὰρ τὸ ὀρεκτικὸν εἶναι τὸ κινοῦν· οἰκεῖον γὰρ
λέγει τὸ κινοῦν μᾶλλον ζωῇ ἤπερ γνώσει. καὶ ἐπὶ μὲν ἀλόγων ζῴων τὸ
ὀρεκτικὸν μόνον τῆς ἀλόγου κινεῖ, ἐπὶ δὲ τῶν λογικῶν ζῴων ποτὲ μὲν τὸ
τῆς λογικῆς ὀρεκτικόν, ποτὲ δὲ τὸ τῆς ἀλόγου. ἐπὶ μὲν γὰρ τῶν κατὰ
λόγον ζώντων τὸ ὀρεκτικὸν τῆς λογικῆς κινεῖ, ἐπὶ δὲ τῶν πολλῶν ἀνθρώ-
πων καὶ κατὰ τὴν αἴσθησιν ζώντων τὸ ὀρεκτικὸν τῆς ἀλόγου κινεῖ. ὥστε
ζωτικὸν ἰδίωμα μᾶλλόν ἐστι τὸ κατὰ τόπον κινοῦν ἤπερ γνωστικόν. νοῦ
γὰρ ἰδίωμα τὸ γινώσκειν μόνον, οὐ κινεῖν. ἀντιπράττει γὰρ ὁ νοῦς τῇ
κινήσει· οὐ γὰρ συναισθάνονται κινήσεως, ὅπου γε οὐδὲ στάσεως, οἱ περὶ

τὰ νοητὰ ἠσχολημένοι· διὸ καὶ Σωκράτης ἐν τῇ ἐπὶ Δηλίῳ μάχῃ νυχθή-


μερον στὰς οὐκ ᾔσθετο τῆς στάσεως, διὰ τὸ ἐννοεῖν τι. καὶ ὅτι εἰ ἐκίνει
885

ὁ νοῦς τὸ ζῷον, οὐ πρὸς κακὸν ἂν αὐτοῦ ἐκίνει· εἴπομεν γὰρ ὅτι Θαλῆς
ἀστρονομῶν εἰς φρέαρ ἐνέπεσε. τάχα δὲ καὶ κατὰ Ἀριστοτέλην Πλατω-
νικὴ διάταξις κρατεῖ, ὅτι τὸ κρεῖττον κινεῖ· κρεῖττον γὰρ πασῶν τῶν
δυνά-
μεων ἡ ὄρεξις, εἴ γε τοῦ ἀγαθοῦ ἐστιν. ἐν οἷς ἡ θεωρία.
 Ἐπεὶ δὲ ἡ ψυχὴ κατὰ δύο ὥρισται δυνάμεις. δύο λέγει δυνά-
μεις ἢ ὡς [τὸ] πρὸς τὸ ζῷον (τοῦτο γὰρ ἄλογον καὶ λογικὸν συνίστησιν) ἢ

δύο λέγει δυνάμεις ὡς πρὸς τοὺς ἀρχαίους· ἐκεῖνοι γὰρ μόνον γνωστικὸν

Syrianus Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria P. 155, li.11

ὀξεῖα δὲ καὶ ἀμβλεῖα κατὰ τὴν ἀόριστον δυάδα, ἀφ' ἧς τό θ' ὑπερέχειν
καὶ ὑπερέχεσθαι, πρόδηλον. καὶ τῶν σχημάτων δὲ τὰ μὲν τῇ ἰσότητι καὶ
ταυτότητι κατεχόμενα καὶ ὁμοιότητι πρὸς τὴν μονάδα μᾶλλον ὁρᾷ, τὰ δὲ
ἀνισότητι καὶ ἑτερότητι καὶ ἀνομοιότητι πρὸς τὴν δυάδα. λέγω δὲ οὐχ
ὅτι καὶ ἕκαστον οὐκ ἐκ τῶν δύο ἀρχῶν· καὶ γὰρ ἡ σφαῖρα καὶ ὁ κύκλος
καὶ τὸ ἰσόπλευρον τρίγωνον καὶ τετράγωνον καὶ κύβος μετέχουσι δυάδος

κατὰ τὸ ἑαυτῶν ποσὸν καὶ οἱονεὶ διαστατόν, καὶ πάλιν δοκίδες καὶ
βωμίσκοι
καὶ σκαληνὰ τρίγωνα καὶ ἑτερομήκη προσήκουσι μονάδι, τὸ εἶδος ἐξ
αὐτῆς
ὑποδεχόμενα· ἀλλ' ὅμως ὅπερ ἐπὶ τῶν ἀριθμῶν εἰώθαμεν λέγειν, ὡς
ἕκαστος μὲν ἐκ τῶν δυοῖν, μᾶλλον μὴν ὁ μὲν περιττὸς κρατεῖται τῷ τῆς
μονάδος ἰδιώματι, ὁ δὲ ἄρτιος τῷ τῆς δυάδος, οὕτω καὶ ἐπὶ τῶν γωνιῶν
καὶ τῶν σχημάτων φαμὲν πάντα μὲν ἐκ τῶν δυεῖν ἀρχῶν, μᾶλλον μὴν
ἑτέρων ἕτερα τῇδε ἢ τῇδε προσωμοιῶσθαι.

Syrianus Phil., Praefatio in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν [Sp.] (fort.


auctore Phoebammone partim) (4017: 003)“Syriani in Hermogenem
commentaria, vol. 1”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1892.P. 104, li.2

καὶ ἡ ἰδιότης τοῖς ἀκριβῶς σκοπουμένοις καὶ μὴ πλα-


νωμένοις περὶ τὰ παρακολουθήματα τῶν χαρακτήρων.
οὐ γὰρ τὸν αὐτὸν κἀνταῦθα τρόπον ὥσπερ ἐπὶ τῆς
οὐσίας ἕτερον τὸ παρακολουθοῦν καὶ ἕτερον ἡ ὕπαρξις·
ὅθεν ἐκεῖ μὲν δυσκατάληπτος ἡ ἰδιότης γνῶναι γὰρ
εἰς τὸ ἀκριβὲς τὰς ἐξαλλαγὰς τῶν παρακολουθημάτων
ἀδύνατον – , ἐπὶ δὲ τοῦ χαρακτῆρος αὐτὸ τὸ παρακολου-
θοῦν καὶ συστατικόν ἐστιν. ὅθεν καὶ ῥᾷστα καταλαμ-
βάνεσθαι δύναται· ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς οὐσίας μένει Σω-  
κράτης, κἂν ἀφαιρεθῇ τὸ λευκὸν ἢ τὸ σιμὸν ἢ τὸ
886

μέλαν ἢ ἕτερόν τι τῶν ἰδιωμάτων, ἐπὶ δὲ τῶν χαρα-


κτήρων τὸ παρακολουθοῦν ἐὰν ἀφέλῃς, οἷον τὴν τρο-
πικὴν ἢ τοιάνδε λέξιν, τὸ ὅλον διέφθειρας. ὥστε τὴν
μὲν ἰδιότητα τῶν ἀτόμων δυσκατάληπτον πεποίηκε τὸ
ἄλλην μὲν μεῖναι τὴν ὕπαρξιν ἄλλα δὲ τὰ παρακολου-
θήματα, τοὺς δὲ χαρακτῆρας αὐτὰ τὰ ἰδιώματα συνί-
στησιν· κἂν γὰρ τὴν ὕπαρξιν καταλάβοις, ἔγνως τὰ
παρακολουθήματα, κἂν τὰ ἰδιώματα μάθοις, ἔγνως τὴν
ὕπαρξιν.
 Καὶ ὅτι μὲν δυνατὸν γνῶναι τὰ ἰδιώματα τῶν
χαρακτήρων, ἀρκούντως ὡς οἶμαι δεδήλωται·

Asclepius Phil., Commentaria in Nicomachi Geraseni Pythagorei


introductionem arithmeticam (4018: 002)“Asclepius of Tralles.
Commentary to Nicomachus' introduction to arithmetic”, Ed. Tarán,
L.Philadelphia: American Philosophical Society, 1969; Transactions of
the American Philosophical Society, n.s. 59.4.
Book 2, Sec. 31, li.2

οἷόν ἐστι λόγος ὁ αὐτὸς τῶν η πρὸς τὸν δ καὶ τῶν δ


πρὸς β· διπλάσιος γὰρ οὗτος. ὑπεροχὴ δὲ τοῦ μὲν η
πρὸς τὸν δ ὁ δ, τοῦ δὲ δ πρὸς τὸν β ὁ β· ὁ δ τοίνυν
πρὸς τὸν β διπλάσιον λόγον ἔχει. καὶ πάλιν ὁ θ καὶ
ὁ ϛ καὶ ὁ δ· ἰδοὺ ὁ ἡμιόλιος λόγος· καὶ ἔστιν ὑπεροχὴ
μὲν τοῦ θ πρὸς τὸν ϛ ὁ γ, τοῦ δὲ ϛ πρὸς τὸν δ ὁ β· ὁ
τοίνυν γ πρὸς τὸν β τὸν ἡμιόλιον λόγον ἔχει, ὥστε
καὶ αἱ ὑπεροχαὶ τὸν αὐτὸν λόγον φυλάττουσιν ὃν
ἔχουσιν ἐκεῖνοι οἱ ἀριθμοὶ ὧν εἰσὶν αἱ ὑπεροχαί.
 καὶ τὸ ἀνάπαλιν δέ. ἀντὶ τοῦ κἂν ἀπὸ τοῦ ἐλάττο-
νος ἄρξῃ· ἔτι δὲ καὶ ἄλλο ἰδίωμά ἐστι τὸ τοὺς μείζονας
ὅρους τῶν ἐλαττόνων αὐτῷ τῷ ἐλάττονι διαφέρειν
ἐπὶ διπλασίων λόγων· οἷόν ἐστιν ὁ ιϛ, ὁ η, ὁ δ· ὁ
τοίνυν ιϛ τοῦ η ὑπερέχει αὐτῷ τῷ η καὶ ὁ η τοῦ δ
αὐτῷ τῷ δ, καὶ αὗται αἱ διαφοραὶ τὸν αὐτὸν λόγον
ἔχουσιν. ἐπὶ διπλασίων δέ ἐστι μόνων τοῦτο. ἐπὶ δὲ
τῶν τριπλασίων ὁ μείζων ἐστὶ δὶς τοῦ ἐλάττονος·
οἷόν ἐστιν ὁ ιη, ὁ ϛ, καὶ ὁ β· ὁ τοίνυν ιη ὑπερέχει τοῦ ϛ
δίς, ιβ γὰρ ὑπερέχει, ὁ δὲ ιβ γίνεται διπλασιασθέντος
τοῦ ϛ· καὶ πάλιν ὁ ϛ τοῦ β ὑπερέχει δ, ὁ δὲ δ γίνεται
διπλασιασθέντος τοῦ β. ἐπὶ δὲ τῶν τετραπλασίων
887

Asclepius Phil., Commentaria in Nicomachi Geraseni Pythagorei


introductionem arithmeticam Book 2, Sec. 31, li.18

τῶν τριπλασίων ὁ μείζων ἐστὶ δὶς τοῦ ἐλάττονος·


οἷόν ἐστιν ὁ ιη, ὁ ϛ, καὶ ὁ β· ὁ τοίνυν ιη ὑπερέχει τοῦ ϛ
δίς, ιβ γὰρ ὑπερέχει, ὁ δὲ ιβ γίνεται διπλασιασθέντος
τοῦ ϛ· καὶ πάλιν ὁ ϛ τοῦ β ὑπερέχει δ, ὁ δὲ δ γίνεται
διπλασιασθέντος τοῦ β. ἐπὶ δὲ τῶν τετραπλασίων
τρίς, καὶ ἐπὶ τῶν πενταπλασίων τετράκις, καὶ τοῦτο
ἐφεξῆς. οὐ μόνον δὲ ἐπὶ τῶν πολλαπλασίων φυλάττε-
ται ἡ ἀναλογία, ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν ἐπιμορίων καὶ τῶν  
ἐπιμερῶν καὶ τῶν μικτῶν ἀντὶ τοῦ τῶν τε πολλαπλα-
σιεπιμερῶν καὶ τῶν πολλαπλασιεπιμορίων. ἔστι δὲ
καὶ ἄλλο ἰδίωμα ἐπὶ τῆς γεωμετρικῆς μεσότητος, τὸ
ὑπὸ τῶν ἄκρων ἴσον εἶναι τῷ ἀπὸ τοῦ μέσου, ἐὰν
συνεχὴς ᾖ ἡ ἀναλογία. οἷον θ, ϛ, δ· ἔστι γὰρ ἐννάκις
δ λϛ, ἀλλὰ καὶ ἑξάκις ϛ λϛ. εἰ δὲ διεζευγμένη ὑπάρχει,
ἀρτιοταγεῖς δὲ ὦσιν οἱ ἀριθμοί, ἀντὶ τοῦ ἐν διπλα-
σίονι λόγῳ, τὸ ὑπὸ τῶν ἄκρων ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ
τῶν μέσων. οἷον ἔστω α, β, δ, η, ιϛ, λβ, ξδ· τὸ ὑπὸ
τῶν ἄκρων, ὅ ἐστι τῆς τε μονάδος καὶ τῶν ξδ, ἴσον
ἐστὶ τῷ ὑπὸ τῶν πλησιαζόντων μέσων, οἷον τῶν τε
β καὶ τῶν λβ· ἅπαξ γὰρ ξδ γίνεται ξδ, ἀλλὰ καὶ δὶς
λβ γίνεται ξδ. καὶ πάλιν τὸ ὑπὸ τῶν β καὶ τῶν ξδ

Asclepius Phil., Commentaria in Nicomachi Geraseni Pythagorei


introductionem arithmeticam Book 2, Sec. 33, li.1

ϛ τοῦ β τριπλάσιος· ὑπερέχει δὲ ὁ μὲν ϛ τοῦ γ τριάδι,


ὁ δὲ γ τοῦ β μονάδι· καὶ ὁ γ ἄρα τῆς μονάδος τριπλά-
σιος· πάλιν ὁ μὲν ϛ τοῦ δ τῷ αὑτοῦ τρίτῳ ὑπερέχει·
δυάδι γὰρ ὑπερέχει, τρίτον δὲ τῶν ϛ β· ὅ τε γ πάλιν
τοῦ δ λείπεται τῷ ἑαυτοῦ τρίτῳ, μονάδι γὰρ λείπεται,
τρίτον δὲ τῶν γ μονάς. ἐπὶ μὲν γὰρ τοῦ προτέρου ὑπο-
δείγματος. τοῦ ἁρμονικοῦ τοῦ κατὰ τὸν διπλάσιον  
λόγον ἐν τοῖς ἄκροις λαμβανομένου, ἐν γὰρ τούτῳ αἱ
διαφοραὶ καὶ αὐταὶ διπλάσιαι· ἐν δὲ τῷ β τῷ κατὰ τὸ
τριπλάσιον τῶν ἄκρων καὶ αἱ διαφοραὶ τριπλάσιαι.
 ἰδίωμα δὲ ἔχει. ἐπὶ μὲν τῆς ἀριθμητικῆς οἱ ἐλάττο-
νες λόγοι ἐν τοῖς μείζοσιν ὅροις ἦσαν, οἱ δὲ μείζους
ἐν τοῖς ἐλάττοσιν. οἷον τί λέγω; ἀριθμητικὴ μεσότης
ἐστὶν ὁ η, ϛ, δ· μείζων τοίνυν ἐστὶν ὅρος ὁ η· οὗτος
τοίνυν τὸν ἐπίτριτον λόγον ἔχει· τὸν γὰρ ϛ ἔχει καὶ
888

τρίτον αὐτοῦ· ἐλάττων δέ ἐστιν ὁ ϛ· οὗτος τὸν ἡμιό-


λιον ἔχει· τὸν γὰρ δ ἔχει καὶ τὸ ἥμισυ αὐτοῦ· ὁ δὲ
ἡμιόλιος τοῦ ἐπιτρίτου μείζων. ἐνταῦθα μέντοι ἐν τοῖς
μείζοσίν ἐστιν ὁ μείζων, καὶ ἐν τοῖς ἐλάττοσιν ὁ
ἐλάττων. τοῦτο δὲ γέγονεν, ἵνα ὡς ἐν μεταιχμίῳ
φθάσῃ ἡ ἀρμονικὴ τῆς τε ἀριθμητικῆς καὶ τῆς γεω

Elias Phil., Eliae (olim Davidis) in Aristotelis categorias


commentarium (4020: 002)“Eliae in Porphyrii isagogen et Aristotelis
categorias commentaria”, Ed. Busse, A.Berlin: Reimer, 1900;
Commentaria in Aristotelem Graeca 18.1.
P. 139, li.5εἰ εἴποις ὅτι ὁμώνυμά εἰσιν ὧν μόνος ὁ ὁρισμὸς διάφορος, τὸ
ἄλλο εἵπετο
ἐξ ἀνάγκης· τὸ γὰρ ὄνομα αὐτῶν μόνον εἶχεν εἶναι κοινόν. περιττῶς οὖν
εἶπεν ὁ δὲ κατὰ τοὔνομα λόγος τῆς οὐσίας ἕτερος. πρὸς ὅ φαμεν
ὅτι οὐ μάτην τοῦτο εἶπεν, ἀλλ' ἵνα δείξῃ ποῖος ὁρισμὸς διάφορος· οὐδὲ
γὰρ
ὁ ὡς ἀνθρώπων ὁρισμὸς διάφορος (ὁ αὐτὸς γὰρ λόγος τῶν δύο Αἰάντων
ὡς ἀνθρώπων), οὐδὲ κατὰ τὸ Αἴας καὶ Αἴας διαφέρουσιν (ὁ αὐτὸς γὰρ  
λόγος τῆς Αἴας φωνῆς, ὅτι δισύλλαβος βαρύτονος καθαρὸν τὸ α ἔχουσα),

ἀλλ' ὁρισμὸν διάφορον ἔχουσι τὰ ὁμώνυμα κατὰ τὸ σημαινόμενον ὑπὸ


τῆς
φωνῆς αὐτῆς· ἡ γὰρ Αἴας φωνὴ σημαίνει ἐπὶ μὲν τοῦ ἑνὸς Αἴαντος ὅτι
ἐστὶ τοῦ Τελαμῶνος καὶ ἐκ τῆς Σαλαμῖνος, ἐπὶ δὲ τοῦ ἄλλου ὅτι ἐστὶ τοῦ
Ὀιλέως καὶ Λοκρός· τούτων γὰρ τῶν ἰδιωμάτων τῶν ἐφ' ἑκατέρῳ
θεωρου-
μένων ὑπογραφὴ διάφορός ἐστι.

Elias Phil., Eliae (olim Davidis) in Aristotelis categorias commentarium


P. 156, li.32

ἀντιδιαιρουμένων καὶ μὴ ὑπ' ἄλληλα ἑτέρων γενῶν αἱ αὐταὶ εὑρίσκονται


δια-
φοραί. κἂν διέλῃ τις τὸ ζῷον εἰς ἔναιμον καὶ ἄναιμον καὶ τὸ ἔναιμον
διέλῃ εἰς ἔνυδρον καὶ χερσαῖον καὶ τὸ ἄναιμον ὁμοίως διέλῃ εἰς ἔνυδρον
καὶ χερσαῖον, καὶ οὕτως πάλιν εὑρίσκονται αἱ αὐταὶ τῶν αὐτῶν
ἀντιδιαιρου-
μένων αἱ διαφοραί, καὶ τὰ παραδείγματα δῆλα. τί οὖν φαμεν πρὸς ταῦτα;
889

ὅτι ἑτέρας τῷ εἴδει διαφορὰς ὁ Ἀριστοτέλης λέγει τὰς ποιούσας ἕτερα


εἴδη
ἀεὶ διαφέροντα ἀλλήλων καὶ μηδέποτε ταὐτὸν ὄντα· τὸ γὰρ ἔναιμον τὸ
χερσαῖον τῷ ἐναίμῳ τῷ ἐνύδρῳ οὐδέποτέ ἐστι ταὐτὸν τῷ εἴδει, οὐδὲ τὸ
ἀνάπαλιν τὸ ἄναιμον τὸ ἔνυδρον τῷ χερσαίῳ τῷ ἀναίμῳ ταὐτόν ἐστί ποτε

τῷ εἴδει. αἱ διαφοραὶ δὲ οὐχ ὅτι αἱ αὐταὶ διαφέρουσιν ἀλλήλων· πῶς


γὰρ τὸ ἔναιμον τοῦ ἐναίμου διοίσει ὡς ἔναιμον, εἰ μὴ προσλάβῃ
ἰδιώματά
τινα καὶ γίνηται ποῦ μὲν ἄνθρωπος ποῦ δὲ ἰχθύς, εἰ τύχοι; δεῖ δὲ καὶ
τοῦτο ἐπίστασθαι, ὥς φησιν Εὐστάθιος ὁ φιλόσοφος ὑπομνηματίσας τὰς
Κατηγορίας, ὅτι ὅταν λέγῃ ὁ Ἀριστοτέλης τῶν δέ γε ὑπ' ἄλληλα οὐδὲν  
κωλύει τὰς αὐτὰς εἶναι, ὅτι περὶ τῶν διαιρετικῶν λέγει, οὐ περὶ τῶν
συστατικῶν· αἱ γὰρ συστατικαὶ μέρη εἰσίν, ὥσπερ τὸ ἔμψυχον καὶ τὸ
αἰσθητικὸν τοῦ ζῴου· μέρη γὰρ ταῦτα τοῦ ζῴου δοκεῖ εἶναι ὡς συμ-
πληρωτικὰ αὐτοῦ, οὐκέτι δὲ διαφοραὶ αὐτοῦ, ἐάν τις ἀκριβῶς θεωρήσῃ.
αἱ
δὲ διαιρετικαὶ κυρίως διαφοραί εἰσιν ὡς διαφόρων εἰδῶν ποιητικαί.
ἐπὶ τούτων οὖν τῶν διαιρετικῶν ἐν τοῖς ὑπαλλήλοις δυνατόν ποτε τὰς
αὐτὰς
εἶναι διαιρετικὰς τοῦ ὑπεράνω καὶ τοῦ ὑποκάτω· ἐὰν γὰρ διέλω τὸ ζῷον

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis


artem Ρητορική. m commentarium (4026: 001)“Anonymi et Stephani
in artem Ρητορική. m commentaria”, Ed. Rabe, H.Berlin: Reimer, 1896;
Commentaria in Aristotelem Graeca 21.2.P. 175, li.26

τὸ εἰπεῖν γάλα μόνον, ἐν ποιήσει δὲ καὶ λίαν ἐστὶν εὔκαιρον ‘γάλα


λευκόν’
εἰπεῖν καὶ ‘βίη Ἡρακλείη’ καὶ ἁπλῶς χρᾶσθαι ταῖς περιφράσεσιν. ὁμοίως
ἀτερπές ἐστι καὶ τὸ χρᾶσθαι πυκνότερον τοῖς ποιητικοῖς. ἐν δὲ λόγῳ
πεζῷ ἄλλα μὲν τῶν ποιητικῶν λέξεών ἐστιν ἀπρεπὲς λέγειν, ἄλλα δὲ τῶν
ποιητικῶν, εἰ χρώμεθα αὐτοῖς κατακόρως καὶ πυκνῶς καὶ οὐχὶ καθάπαξ
ἢ δίς, ἀπρεπές ἐστι. καὶ τὸ χρᾶσθαι συχνῶς ταῖς ποιητικαῖς λέξεσιν ἐν
λόγῳ πεζῷ ποιεῖ τὸν λόγον μὴ πεζὸν ἀλλὰ ποίησιν φαίνεσθαι, ἐπεὶ δεῖ
μὲν χρᾶσθαι ταῖς ποιητικαῖς λέξεσιν ἐν αὐτῷ τῷ πεζῷ λόγῳ ἀλλὰ
σπανίως καὶ ὀλιγάκις· [a15] ἡ γὰρ ποιητικὴ λέξις ἐμπεσοῦσα καθάπαξ
τῷ πεζῷ λόγῳ ποιεῖ τὸ εἰωθὸς ἤτοι τὸ ἔθος καὶ τὸ ἰδίωμα τῆς γραφῆς
τοῦ ῥήτορος παρηλλαγμένον καὶ θαυμαστόν· ξενικὴ γὰρ καὶ παράξενος
ἡ τοιαύτη λέξις δοκεῖ. [a16] ἀλλὰ δεῖ στοχάζεσθαι τοῦ μετρίου
ἤτοι τοῦ συμμέτρου ἤτοι συμμέτρως δεῖ χρᾶσθαι ταῖς λέξεσι ταῖς ποιητι-
καῖς ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ· εἰ δὲ μὴ ἤτοι εἰ δὲ μὴ χρᾶται συμμέτρως, τὸ
890

χρᾶσθαι κατακόρως ταῖς ποιητικαῖς λέξεσιν ἐν λόγῳ πεζῷ μεῖζόν ἐστι  


κακὸν παρὰ τὸ λέγειν εἰκῇ ἤτοι τὸ μὴ χρᾶσθαι ἐν τῷ πεζῷ ποιητι-
καῖς λέξεσιν· ἔλαττον γάρ ἐστι κακὸν τὸ εἰκῇ ἤτοι χωρὶς ποιητικῆς
λέξεως
εἶναι τὸν λόγον· [a17] ἡ μὲν γὰρ λέξις ἡ ἁπλῆ καὶ πεζὴ οὐκ ἔχει τὸ
εὖ, ἡ δὲ ἡ ἐπίθετος λέξις καὶ ποιητικὴ ἔχει τὸ κακὸν ἤτοι ψεκτή ἐστιν.
ἥδυσμά ἐστι τὸ ὀλίγον καὶ προτιθέμενον καὶ χρώμενον ὡς τὰ γρανάτα,

Anonymi In Aristotelis Artem Ρητορική. m Rhet., In Aristotelis artem


Ρητορική. m commentarium P. 188, li.27

ἤτοι τὸν ῥήτορα, δι' ὃ ταῦτα ποιεῖ· ποιεῖ γὰρ τοῦτο ἤτοι τὸ ἑαυτὸν προσε-
πιπλήττειν, κἂν μικρόν τι τῆς ἀληθείας παρεκτραπῇ καὶ ἄκαιρα δοκῇ
λέγειν,
ἵνα τὰ ἄλλα τὰ παρ' αὐτοῦ λεγόμενα δοκῶσιν ἀληθῆ τοῖς ἀκροαταῖς.
[b4] ἔτοὐ δεῖ χρᾶσθαι πᾶσιν ἀνάλογον ἤτοι ἀναλόγως τοῖς πράγμασιν,
ἤτοι οὐ δεῖ χρῆσθαι πᾶσι τοῖς τῷ πράγματι ἁρμόζουσιν· οὕτω γάρ, εἰ
μὴ πᾶσι τοῖς ἁρμόζουσι τῷ πράγματι ἅμα χρᾷ, κέκλεπτακαὶ ἀπατᾶται
ὁ ἀκροατής. [b5] οἷον εἰ τὰ ὀνόματα σκληρὰ ἤτοι αἱ λέξεις καὶ
τραχέα εἰσὶ καὶ ὑβριστικά, ἅτινα λέγεις πρός τινα ἀντιδικοῦντά σοι, οὐ
δεῖ
ταύτας τὰς τραχείας λέξεις καὶ σημαινούσας ὕβριν ἐκφέρειν καὶ μετὰ
φωνῆς
ἀγρίας καὶ τραχείας καὶ ἐν οἷς ταύτας λέγεις δεικνύειν καὶ πρόσωπον
ὀργι-
ζομένου καὶ τὰ ἄλλα τὰ ἁρμόττοντα ἤτοι βλέμμα καὶ κίνημα καὶ ἰδίωμα
ἄγριον· ἀλλ' εἰ μὲν αἱ λέξεις εἰσὶν ὑβριστικαί, δεῖ σε ταύτας ἐκφέρειν
μετὰ
φωνῆς ὑφειμένης καὶ μὴ ἀγρίας καὶ πρόσωπον ἔχειν ἱλαρὸν καὶ βλέμμα
πρᾶον, ἵνα τὸ τῶν λέξεων τραχὺ συγκαλύπτηται διὰ τῆς ὑφειμένης φωνῆς

καὶ τοῦ ἱλαροῦ προσώπου καὶ μὴ φαίνῃ μελάγχολος καὶ ὑβριστικός·


[b7] εἰ δὲ μή, ἤτοι εἰ δὲ καὶ αἱ λέξεις εἰσὶ τραχεῖαι καὶ ἐκφέρεις ταύτας
μετὰ φωνῆς ἀγρίας καὶ πρόσωπον ἐνδείκνυσαι ἄγριον, φανερὸν γίνεται,
ὅτι μελάγχολος εἶ καὶ ψευδὴς καὶ ἐπίκεισαι τῷ, ὃν ἀδικεῖς. εἰ δὲ τόδε
μέν, ἤτοι εἰ δὲ αἱ λέξεις εἰσὶ σκληραὶ καὶ ὕβριν ὑποσημαίνουσαι, τόδε  
δὲ μή, ἤτοι ἡ δὲ φωνή, δι' ἧς ταύτας ἐκφέρεις, ἐστὶ μαλακὴ καὶ ὑφει-
μένη καὶ τὸ πρόσωπον ἐνδείκνυσαι ἱλαρόν, λανθάνεις ποιῶν τὸ αὐτὸ

Stephanus Gramm., Ethnica (epitome) (4028: 001)“Stephan von


Byzanz. Ethnika”, Ed. Meineke, A.Berlin: Reimer, 1849, Repr. 1958.P.
891

481, li.17

 Ξιφωνία, πόλις Σικελίας. Θεόπομπος Φιλιππικῶν τρια-


κοστῷ ἐνάτῳ. τὸ ἐθνικὸν Ξιφωνιάτης ὡς Καυλωνιάτης.
 Ξόϊς, πόλις καὶ νῆσος Αἰγυπτία ἐν τῇ μεσογείῳ τῇ
ὑπὲρ τοῦ Σεβεννυτικοῦ καὶ Φατνιτικοῦ στόματος. ὁ πολίτης
Ξοΐτης ὡς Σαΐτης.
 Ξουθία, πόλις Σικελίας. Φίλιστος τρίτῳ Σικελικῶν.
τὸ ἐθνικὸν Ξουθιάτης.
 Ξοῦχις, πόλις Λιβύης. Ἀρτεμίδωρος ἐν ἐπιτομῇ τῶν
ἕνδεκα. τὸ ἐθνικὸν Ξουχίτης.
 Ξύλος, πόλις Καρίας. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. τὸ ἐθνικὸν
Ξύλιος ἢ Ξυλεύς, διὰ τὸ ἰδίωμα τοῦ τόπου· χαίρουσι γὰρ
τοῖς εἰς ευς.
 Ξυνία, Θετταλίας πόλις. Πολύβιος ἐνάτῳ. τὸ ἐθνικὸν
Ξυνιεύς ὡς Ἰλιεύς. καὶ Ξυνιὰς λίμνη, ἣν Βοιβιάδα φασίν.
 Ξυπετή, δῆμος Κεκροπίδος φυλῆς. ὁ δημότης Ξυπετεών
ὡς Μακεδών. τὸ τοπικὸν ἐκ Ξυπετεώνων εἰς Ξυπετεώνων
καὶ ἐν Ξυπετεώνων. Φιλόχορος δὲ Ξυπετέωνον τὸν δῆμόν
φησι διὰ τοῦ ω καὶ τοῦ ο μικροῦ ἐν τέλει.  

Ευστάθιος. In Aristotelis analyticorum posteriorum librum


secundum commentarium (4031: 001)“Eustratii in analyticorum
posteriorum librum secundum commentarium”, Ed. Hayduck, M.Berlin:
Reimer, 1907; Commentaria in Aristotelem Graeca 21.1.P. 194, li.17

πάντα· ὅμως ἐπεὶ μετ' αὐτὰ εὐθὺς τὰ εἴδη ἐστί, πρῶτά τέ ἐστι τῶν
γενῶν καὶ μᾶλλον τῶν γενῶν εἶναι λέγεται. τὸ δὲ γένος πόρρω ὂν τῶν
καθ' ἕκαστα, ἐννόημά πως εἶναι δοκεῖ ἀνυπόστατον, ἀμυδράν τινα ὁμοιό-
τητα σῶζον πρὸς τὰ καθ' ἕκαστα. καὶ τὸ μὲν εἶδος ἐκ προσεχοῦς ἀφαι-
ρέσεως τῶν καθ' ἕκαστα ἐννοούμενον ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἐν τούτοις
ἐνθεωρού-
μενος, ὃς καθ' ἑαυτὸν ληφθεὶς χωρὶς τῆς ὕλης ἐπινοεῖται· ὕλην δὲ προς-
λαβὼν εὐθύς ἐστι τὸ καθ' ἕκαστον. οἷον ὁ τοῦ ἀνθρώπου λόγος τὸ ζῷον
λογικὸν θνητὸν καθ' ἑαυτὸν ἐννοούμενος ἅμα τῷ μετὰ ὕλης θεωρηθῆναι
Σωκράτης ἐστὶν εὐθὺς ἢ Θεαίτητος ἢ Δίων ἢ ἄλλος τις, τῶν καθ' ἕκαστον

εὐθὺς αὐτῷ καὶ τῶν ὑλικῶν συμπτωμάτων ἐφεπομένων, οἷον μεγέθους,


σχήματος, χρώματος καὶ τῶν τοιούτων ἰδιωμάτων. τὸ δὲ γένος οἷον τὸ
ζῷον οὐ δύναται τοῦτο ἔχειν καθ' ἑαυτό, εἰ μὴ καὶ τῶν εἰδῶν τι προς-
λήψοιτο· εἰ μὴ γὰρ αἱ τοῦ ἀνθρώπου ἢ αἱ τοῦ ἵππου ἤ τινος ἄλλου τῶν
892

εἰδῶν ἰδιότητες αὐτῷ προσγένωνται, ἐν ὑποστάσει καὶ ἐνεργείᾳ γενέσθαι


οὐ δύναται. διὰ τοῦτο καθ' ἑαυτὸ λαμβανόμενον ἢ παντελῶς ἐστιν ἀνυπό-
στατον ἢ ὕστερον ὡς πόρρω ὂν τῶν καθ' ἕκαστα. συμφώνως ἄρα κἀν-
ταῦθα εἴρηκε καθ' αὑτὰ εἶναι τοῖς εἴδεσι τὰ συμβαίνοντα, κατὰ τὰ εἴδη δὲ

καὶ τοῖς γένεσιν, ὁπότε καὶ αὐτὰ τὰ ἄτομα εἴδη καθ' ἑαυτὰ ψιλῶς θεω-
ρούμενα ἀνυπόστατά ἐστιν· οὐ γάρ που ὁ καθόλου ὑφέστηκεν ἄνθρωπος,

ἢ ἐν τοῖς καθ' ἕκαστα, καθ' ἑαυτόν δ' οὐδαμῶς. τριχῶς γὰρ εἶδος ἕκαστον
λαμβάνεται. ἢ γὰρ κατὰ ψιλὴν ἔννοιαν χωρὶς τῶν καθ' ἕκαστα ἢ ὡς ἐν

Ευστάθιος. In Aristotelis analyticorum posteriorum librum secundum


commentarium
P. 266, li.28

τὸν ἄνθρωπον, ἠδύνατο ἂν ἡ ψυχὴ διὰ τῆς κατ' αὐτὴν γνώσεως εἰς τὴν
ἀνθρώπου ἰέναι κατάληψιν καὶ γνῶσιν, καὶ τὸ καθόλου ἀθροίζειν ἐν
ἑαυτῇ.
νῦν δὲ τοῦτο γίνεται αὐτῇ· αἰσθάνεται ἄρα. καὶ ἡ αἴσθησις τρόπον τινὰ
τοῦ κοινοῦ, εἰ καὶ μὴ ὡς κοινοῦ, ἀλλ' ὡς καθ' ἕκαστα. ἢ μᾶλλον ἂν
εἴποις ὡς κοινοῦ ἢ ὡς καθ' ἕκαστα αἰσθάνεσθαι τοῦ καθ' ἕκαστα. εἰ
γὰρ διακρῖναι ἡ αἴσθησις ἀπ' ἀλλήλων ἠδύνατο καθ' ἑαυτὴν τὰ καθ'
ἕκαστα,
ὡς καθ' ἕκαστα ἂν αὐτῶν αἰσθάνεσθαι ἔδοξε· νῦν δ' ἀδιακρίτως
ἐπιβάλλει
αὐτοῖς καὶ συγκεχυμένως γινώσκει αὐτά. σημεῖον δ' ὅτι καὶ τὰ παιδία
πάντας προσαγορεύει πατέρας τοὺς ἄνδρας καὶ μητέρας τὰς γυναῖκας, ὡς

κατ' αἴσθησιν ἐνεργοῦντα μόνον καὶ μήπω διακριτικὴν ἕξιν τῶν ἑκάστου
ἰδιωμάτων ἔχοντα. ὥστε ἡ αἴσθησις Καλλίου αἰσθανομένη οὐχ ὡς
Καλλίαν
τοῦτον γνωρίζει κατὰ τὴν ἑαυτῆς δύναμιν, ἀλλ' ὡς ἄνθρωπον. εἰ δὲ καὶ
μὴ τῆς οὐσίας ἀλλὰ τῶν συμβεβηκότων ἐφαπτομένη γνωρίζειν πέφυκεν,
ἀλλ' οὖν γε οὐδὲ διὰ τοῦτο τοῦ καθ' ἕκαστον ᾗ καθ' ἕκαστον αἰσθήσεται,
συγκεχυμένως αὐτὸ καὶ ἀδιακρίτως γνωρίζουσα καὶ τοῦ ἐν τῷ καθ'
ἕκαστα
κοινοῦ ἐν τῷ ἑνὶ τῶν κατ' εἶδος ἀδιαφόρων ἐφαπτομένη, οὗπερ στάντος
ἐν
τῇ ψυχῇ πρῶτον καθόλου. πάλιν ἐν τούτοις, φησίν, ἵσταται ἕως εἰς
τὰ ἀμερῆ στῇ καὶ τὰ καθόλου· ἐν τούτοις τίσι; τοῖς κατ' εἶδος δῆλον
ὅτι ἀδιαφόροις. στᾶσα γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἐν τῷ ἑνί, εἶτα πολλὰ συνάγουσα  
893

ἵσταται ἐν αὐτοῖς διὰ τῆς μνήμης πάντα ἐν ἑαυτῇ περιφέρουσα. τοῦτο


δὲ ποιεῖ πανταχοῦ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁμοειδέσι, τῶν καθ' ἕκαστα

Ευστάθιος. In Aristotelis ethica Nicomachea vi commentaria (4031:


003)
“Eustratii et Michaelis et anonyma in ethica Nicomachea commentaria”,
Ed. Heylbut, G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem
Graeca 20.P. 396, li.15

αὐτὸν ἄγοντα βουλευομένη συνίστησι. οὕτω καὶ ἐπὶ τῶν ἀρετῶν ἔχει, ὡς
εἶναι κἀνταῦθα τὴν φυσικὴν ἀρετὴν ὡς ἐκεῖ τὴν δεινότητα, τὴν δὲ κυρίαν

ἀρετὴν ἐνταῦθα ὡς ἐκεῖ τὴν φρόνησιν.

Πᾶσι γὰρ δοκεῖ ἕκαστα τῶν ἠθῶν ὑπάρχειν φύσει


πως· καὶ γὰρ δίκαιοι καὶ σωφρονικοὶ καὶ ἀνδρεῖοι καὶ τἄλλα
ἔχομεν εὐθὺς ἐκ γενετῆς· ἀλλ' ὅμως ζητοῦμεν ἕτερόν τι, τὸ κυ-
ρίως ἀγαθὸν εἶναι καὶ τὰ τοιαῦτα ἄλλον τρόπον ὑπάρχειν.

 Ὅτι, φησίν, ἄλλη ἐστὶν ἡ φυσικὴ ἀρετὴ καὶ ἄλλη ἡ κυρία, δῆλον ἐκ
τῆς κοινῆς ὑπολήψεως τῶν πολλῶν. πᾶσι γὰρ δοκεῖ ἕκαστα τῶν ἠθῶν
ὑπάρχειν φύσει πως. ἤθη λέγομεν τὰ ἐκ φύσεως ἑπόμενα ταῖς ψυχαῖς
ἰδιώματα, οὐ μόνον ἐπὶ τῶν λογικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν ἀλόγων ζῴων, ὥσπερ
ὅταν λέοντα λέγωμεν φύσει ἀνδρεῖον, τολμηρὸν ὄντα, καὶ ἄλκιμον καὶ
τῶν
φοβούντων καταφρονητικόν, ἀλώπεκα δὲ πανοῦργον καὶ δολερὰν διὰ τὸ
ἐν
ταῖς ἐνεργείαις τοιαύτην φαίνεσθαι, πρόβατον δὲ εὔηθες καὶ ἀπερίεργον,
καὶ ἄλλο τῶν ζῴων ἀλλοῖον καὶ ἑτεροῖον ἕτερον, οὕτω κἂν τοῖς ἀνθρώ-
ποις φαμὲν τὸν μὲν τοιόνδε εἶναι τὸ ἦθος, ἑτεροῖον δὲ ἄλλον. προσέθηκε
δὲ τὸ πῶς τῷ φύσει, διότι μὴ πᾶσι τοῖς ζῴοις τὰ αὐτὰ ἤθη ἐστίν,
ἀλλὰ διάφοροι τρόποι ἠθῶν τοῖς ἀλόγοις καὶ λογικοῖς. καὶ γὰρ δίκαιοι καὶ

σωφρονικοὶ καὶ ἀνδρεῖοι· καὶ τἄλλα ἔχομεν εὐθὺς ἐκ γενετῆς τῆς


μὲν φρονήσεως καὶ δεινότητος, ὥσπερ ἐν τοῖς πράγμασι διαφορά ἐστι
φυσικοῖς
καὶ κτητοῖς, οὕτω καὶ ἐν τῇ κλήσει. δεινότης μὲν γὰρ ἡ ἐκ φύσεως

Ευστάθιος. In Aristotelis ethica Nicomachea vi commentaria P. 399,


li.28
894

τοῦ ἠθικοῦ, ἡ φυσικὴ ἀρετὴ καὶ ἡ κυρία, καὶ δεῖται ἡ κυρία ἀρετὴ τῆς
φρονήσεως κατὰ δύο ταῦτα, ὅτι τε αἱ φυσικαὶ ἀρεταὶ ἄνευ μὲν νοῦ ἀρε-
ταί εἰσι, νοῦν δὲ προσλαβοῦσαι τὸν αὐτὰς ἀπευθύνοντα εἰς τὸ γίνεσθαι
ἠθικαί, προκόπτουσι καὶ κυρίαι ἀρεταὶ ἀποτελοῦνται, καὶ ὅτι ἄνευ
φρονή-
σεως τῶν οἰκείων ὀρεκτῶν οὐκ ἐπιτυγχάνουσιν αὐτῆς ἐφευρισκούσης τὰ
πρὸς τὸν ἀγαθὸν σκοπὸν ἄγοντα. δοξαστικὸν δέ φησι τὸ λογιστικόν, ὅτι
ἀρχομένοις ἡμῖν ἀπὸ τῶν ἐσχάτων δυνάμεων τῆς ψυχῆς πρώτη ἐν ταῖς
λογικαῖς καὶ γνωστικαῖς δυνάμεσιν ἡ δοξαστικὴ ἀναφαίνεται τὰ καθόλου
γινώσκουσα, τῶν αἰσθητῶν καταγινομένων περὶ μόνα τὰ μερικὰ καὶ καθ'
ἕκαστα, ὥσπερ ἠθικὸν ὠνόμασε τὸ ὀρεκτικὸν καὶ ἄλογον διὰ τὸ καὶ τὸ
ἦθος ἐπὶ τῶν ἰδιωμάτων λέγεσθαι, ἃ ταῖς ἀλόγοις παρέπονται ζωαῖς καὶ
φύσεσιν, ἄλλως τε ἡ δόξα ἢ ἐκ τῶν αἰσθήσεων καὶ τῆς αὐτῆς περὶ τὰ
καθ' ἕκαστα ἐνεργείας τὰς ἀφορμὰς λαβοῦσα ἐν ἑαυτῇ τὸ καθόλου συνί-
στησι καὶ τὴν ἑαυτῆς λογικὴν ποιεῖται ἐνέργειαν, ἢ ἐξ ὧν ἡ διάνοια συμ-
περαίνεται. ἐπεὶ τοίνυν ὥσπερ τινὰ γειτνίασιν πρὸς τὰς ἐνεργούσας περὶ
τὰ καθ' ἕκαστα δυνάμεις, ἤτοι τὰς αἰσθήσεις καὶ τὰς ἀλόγους ὀρέξεις τὸ
δοξαστικὸν κέκτηται, καταγίνεται δὲ περὶ τὰ τοιαῦτα καὶ τὸ λογιστικόν,
λο-
γικὴ μὲν ὂν δύναμις, περὶ τὰ καθ' ἕκαστα δὲ ποιούμενον τὴν ἐνέργειαν,
εἰκότως αὐτὸ δοξαστικὸν ἐπωνόμασεν. ἔστι δὲ ζητήσεως ἄξιον, πότερα
ἴσας θήσομεν, τὴν ἠθικὴν ἀρετὴν καὶ τὴν φρόνησιν, ὅτι ἀλλήλων
δεόμεναι
ἀνεφάνησαν ἢ θατέρας τὴν ἑτέραν ὑπερθήσομεν, καὶ εἰ τοῦτο,

Michael Phil., In ethica Nicomachea ix–x commentaria (4034: 001)


“Eustratii et Michaelis et anonyma in ethica Nicomachea commentaria”,
Ed. Heylbut, G.Berlin: Reimer, 1892; Commentaria in Aristotelem
Graeca 20.P. 561, li.21

ἐκεῖ ἐξ ἀνάγκης καὶ ἐνέργεια (ἔστι δὲ ἡ ζωὴ ἐνέργεια), φύσει τῆς ἡδονῆς
ὀρεγόμεθα ὡς συνεπιφερούσης τὴν ἐνέργειαν, ἤτοι τὴν ζωήν. ζωὴ δὲ ὅτι
ἡ ψυχή ἐστι, πάντες ἴσμεν. ζῆν γὰρ λέγομεν ὅσα πέφυκεν ἐξ ἑαυτῶν
τρέφεσθαι καὶ γεννᾶν ὅμοια ἑαυτοῖς· ζῷα δὲ λέγομεν τὰ πρὸς τῷ τρέ-
φεσθαι ἐξ ἑαυτῶν καὶ γεννᾶν ὅμοια καὶ αἴσθησιν ἔχοντα· τὸ δὲ αἰσθά-
νεσθαι καὶ ζῆν ἀπὸ ψυχῆς· ἡ ψυχὴ ἄρα ζωή. δείξειε δ' ἄν τις τὴν ψυ-
χήν, ἤτοι τὴν ζωήν, ἐνέργειαν οὕτως. ἐκεῖνά φαμεν ζῆν, οἷς ἂν παρῇ
ψυχή, ὥσπερ νεκρὰ καὶ ἄζωα, οἷς οὐ πάρεστι ψυχή. εἰ δὲ τοῦτο, ψυχὴ
καὶ ζωὴ ταὐτά ἐστιν. ἔστι δὲ ψυχὴ ἐντελέχεια ἡ πρώτη σώματος φυσι-
κοῦ ὀργανικοῦ, δυνάμει ζωὴν ἔχοντος, ἡ δὲ ἐντελέχεια ἐνέργεια· ἡ ζωὴ
ἄρα ἐνέργεια. ἀλλὰ δὴ καὶ κατ' αὐτὸ τὸ ζωτικὸν ἰδίωμα ἐνέργειά τίς
ἐστιν, οἷον γὰρ ζέουσά τίς ἐστιν οὐσία καὶ ἀεὶ ἀναβλύζουσα δυνάμεις ζω-
895

τικάς. τὸ δὲ οἷον ζέειν καὶ ἀναβλύζειν καὶ ἀναπέμπειν ἀπὸ ἐνεργείας


ἐστί. καὶ διὰ τοῦτο ἑκάστῳ τῶν ζῴων εἰσὶν οἰκεῖαι καὶ κατὰ φύσιν ἐνέρ-
γειαι διὰ τὸ καὶ τὰς ζωὰς διαφέρειν, ἀφ' ὧν αἱ δυνάμεις καὶ ἐνέργειαι.
καί εἰσιν ἀνθρώπων τινὲς ἐνέργειαι κατὰ τὴν ἀνθρώπου γινόμεναι ζωὴν
καὶ φύσιν. αὗται δέ εἰσι τὸ ἐπιστρέφειν ἐντὸς ἀπὸ τῆς τῶν ἔξω πτοίας
καὶ εἰς ἑαυτόν, τὸ ἐξομοιοῦν ἑαυτὸν τοῖς κρείττοσι, τὸ ὁλικῶς ἀντέχεσθαι

τῶν ἀεὶ μενόντων, τὸ ζῆν νοερῶς. ὁμοίως εἰσὶ καὶ ἵππου ἐνέργειαι γινό-
μεναι κατὰ τὴν τοῦ ἵππου φύσιν, οἷον τὸ συντόνως καὶ εὐψύχως θέειν,
καὶ
κυνὸς κατὰ τὴν τοῦ κυνός, καὶ τῶν ἄλλων ὡσαύτως ζῴων.

Michael Phil., In Aristotelis sophisticos elenchos commentarius (=


Pseudo–Alexander 1) (olim sub auctore Alexandro Aphrodisiensi) (4034:
008)
“Alexandri quod fertur in Aristotelis sophisticos elenchos
commentarium”, Ed. Wallies, M.Berlin: Reimer, 1898; Commentaria in
Aristotelem Graeca 2.3.
P. 9, li.21

ἐσφαλμένην τῆς αἰσθήσεως κρίσιν τῷ ἀπατᾶσθαι ἀπὸ μικρᾶς ὁμοιότητος,

τῆς τῶν χρωμάτων λέγω, δι' ἣν ἀπατᾶται ἡ αἴσθησις, ὡς ἐπὶ τοῦ μέλιτος·
τοῦτο γὰρ ξανθὸν εἶναι γνωρίσασα καὶ τῇ γεύσει γλυκὺ κρίνασα, εἴπερ
καὶ
ἄλλο τι θεάσηται τοιοῦτον ἔχον χρῶμα, εὐθὺς κἀκεῖνο μέλι ὑπολαμβάνει
διὰ τὸ συνδραμεῖν ποτε ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ ἄμφω, καθὼς ἐν τῷ Περὶ ψυχῆς
οὗτός φησιν. ὃν οὖν τρόπον ἀπάτη πολλάκις γίνεται ἐπί τε τῶν σωματι-
κῶν διαθέσεων καὶ ἐπὶ τῶν ἀψύχων, τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἐπὶ τῶν
ἐλέγχων
καὶ συλλογισμῶν, ὧν ὁ μέν τίς ἐστι συλλογισμὸς ἀληθὴς καὶ ἔλεγχος, ὁ
δὲ
οὐκ ἔστι, φαίνεται δὲ εἶναι συλλογισμός, ὅταν οἱ ἀκροώμενοι τῆς συλλο-
γιστικῆς μεθόδου τυγχάνωσιν ἄπειροι καὶ μηδὲ τὰ τῶν ἀληθῶς συλλο-
γισμῶν καὶ ἐλέγχων εἰδῶσιν ἰδιώματα. τοῦτο γάρ, φησί, φαίνεται διὰ
τὴν ἀπειρίαν, τῶν ἀκουόντων δηλονότι· ὃ καὶ ἐν τῇ Ἀποδεικτικῇ αἰνιττό-
μενος ἔλεγεν, ὅτι περὶ γεωμετρικῶν ἐν ἀγεωμετρήτοις διαλεγόμενός τις
ἀκροαταῖς “λήσει φαύλως διαλεγόμενος”. εἶτα κατασκευάζει καὶ δι' ἣν
αἰ-
τίαν τὰ μὴ ὄντα ὡς ὄντα νομίζουσιν οἱ ἄπειροι· οἱ γὰρ ἄπειροι, φησίν,
ὥσπερ ἂν ἀπέχοντες πόρρω θεωροῦσιν. ὃ διττὴν ἔχει τὴν ἐξή-
γησιν. ἢ γὰρ τοῦτό φησιν, ὅτι οἱ ἄπειροι, περὶ ὧν ἀπείρως ἔχουσιν, οὕτω
896

πεφύκασι ταῦτα νοεῖν καὶ διακρίνειν ὥσπερ ἂν τῆς τούτων φύσεως


πόρρω
διακείμενοι καὶ μὴ εἰδότες ὅλως τί ἐστι τὸ περὶ οὗ ἡ διάλεξις γίνεται·
ἀπέχουσι γὰρ ὄντως καὶ πόρρω εἰσὶ τῆς περὶ αὐτοῦ γνώσεως. ἢ γοῦν

Πρόκλος. In Platonis rem publicam commentarii (4036: 001)


“Procli Diadochi in Platonis rem publicam commentarii, 2 vols.”, Ed.
Kroll, W.
Leipzig: Teubner, 1:1899; 2:1901, Repr. 1965.Vol.1, p. 2, li.17

ποιητοῦ καὶ τίνας αἰνίσσεται βίων διαφοράς.


 Ηʹ. Τίνες εἰσὶν αἱ ἐν ταῖς θεομυθίαις μεταβολαὶ τῶν
θεῶν εἰσαγόμεναι καὶ κατὰ πόσους τρόπους αὐτὰς διατιθέασι
καὶ διὰ ποίας αἰτίας.
 Θʹ. Περὶ τῆς τοῦ ἐνυπνίου πομπῆς δοκούσης ψεῦδος
ἐπὶ θεοὺς ἀναπέμπειν πῶς ἀπολογητέον, ἀψευδὲς τὸ θεῖον
δεικνύουσιν.
 Ιʹ. Κοινὴ ἀπολογία ὑπὲρ τῶν Ὁμηρικῶν μύθων καὶ
τῶν Πλατωνικῶν, ἐν οἷς περὶ τῶν ἐν Ἅιδου λέγουσι δικαιω-
τηρίων καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς λήξεων τῶν διαφόρων, ἃς ἔχου-
σιν αἱ ἐξελθοῦσαι τῶν σωμάτων ψυχαὶ κατὰ τὰ ἰδιώματα
τῆς ἐν σώματι ζωῆς.
 ΙΑʹ. Τίνες αἰτίαι, δι' ἃς ἡ ποίησις ἀναπέμπει θρήνους
κἀπὶ τοὺς ἥρωας καὶ ἐπὶ τοὺς θεοὺς καὶ ἐπὶ τὸν ἄριστον
αὐτὸν τῶν ἡρώων καὶ ἐπὶ τὸν μέγιστον τῶν θεῶν.
 ΙΒʹ. Τίς αἰτία τοῦ ἐν τοῖς θεοῖς λεγομένου γέλωτος
ἐν τοῖς μύθοις, καὶ διὰ τί ἡ ποίησις ἐπὶ τῷ Ἡφαίστῳ τοὺς
θεοὺς ἐποίησε γελῶντας ἀσχέτως.

Πρόκλος. In Platonis rem publicam commentarii Vol.1, p. 117, li.26t

λαμβανομένοις ἀναφαίνεται τὸ κακόν, καὶ πῶς τῶν κρειτ-


τόνων ἡμῶν οὐκ ἀπατώντων ἡμεῖς ἐξαπατώμεθα πολλάκις,
καὶ ὅπως ἐξαπατώμενοι κατὰ πρόνοιαν τοῦτο πάσχομεν.
διὸ καὶ ὁ Σωκράτης ἀνηκόους εἶναι τῶν τοιούτων λόγων
θέλει τοὺς νέους, ὡς διηρθρωμένας περὶ αὐτῶν φαντασίας
ἔχειν οὐ δυναμένους.

Κοινὴ ἀπολογία ὑπέρ τε τῶν Ὁμηρικῶν μύθων καὶ


τῶν Πλατωνικῶν, ἐν οἷς περὶ τῶν ἐν Ἅιδου λέγουσι
δικαιωτηρίων καὶ τῶν ἐν αὐτοῖς λήξεων τῶν διαφό-
897

ρων, ἃς ἔχουσιν αἱ ἐξελθοῦσαι τῶν σωμάτων ψυχαὶ


κατὰ τὰ ἰδιώματα τῆς ἐν σώματι ζωῆς.

 Ἀλλ' ἐπεὶ καὶ ταῦτα διεπερανάμεθα, πάλιν ἀπ' ἄλλης


ἀρχῆς τῶν ἐν τῷ τρίτῳ τῆς Πολιτείας γεγραμμένων ποιησώ-  
μεθα τὴν ἐξέτασιν. καὶ πρὸ τῶν ἄλλων, ὅσα περὶ τῶν ἐν
Ἅιδου διαμυθολογῶν ὁ ποιητὴς ἀνεφθέγξατο, ἢ αὐτὸς λέ-
γων ἢ ἄλλῳ λέγοντι χρώμενος, διασκοπήσωμεν, εἴ πῃ ἄρα
ἀληθείας ἔχεταί τινος καὶ ταῖς Πλάτωνος ὑφηγήσεσιν
Πρόκλος. In Platonis rem publicam commentarii Vol.1, p. 229, li.28

σίας τοῦ λόγου, τὸ δὲ ἀπὸ τῆς ζωῆς, τὸ δὲ ἀπὸ τῆς γνώ-


σεως· ἦν γὰρ τριφυής, ὂν ζωὴ νοῦς. τούτων οὖν ταύτῃ
διῃρημένων ὁ θυμὸς ἀμερὴς μέν (ἔστι γὰρ ἁπλοῦς τῇ ἑαυ-
τοῦ φύσει καὶ μίαν διὰ τοῦτο πολιτείαν παρεχόμενος) καὶ
ὀρεκτικὸν ἅμα, ἔχων ὄρεξιν δυνάμεως· οὐ μέντοι νοητικόν,
ἀλλὰ τῷ σώματι ταύτῃ προσέοικεν. ἡ δὲ ἐπιθυμία πολυμερὲς
μέν, ὡς καὶ τὸ σῶμα, καὶ πολυειδές (διὸ καὶ πολυκέφαλον
λέγεται θηρίον καὶ εἰς πλείους συντελεῖ πολιτείας), ὀρεκτι-
κὸν δὲ οὐ τῶν αὐτῶν καὶ γνώσεως ἄμοιρον. ἀνάγκη ἄρα
τὸν μὲν θυμὸν εἶναι τῷ λόγω προσεχῆ, τὴν δὲ ἐπιθυμίαν
τῷ σώματι, δύο κοινωνοῦντα ἰδιώμασι, τὸν μὲν τῷ λόγῳ,  
τὴν δὲ τῷ σώματι, ὧν ἑκάτερον εἶχεν ἰδίᾳ τριῶν· καὶ γὰρ
ἀλλήλοις κατὰ δύο κοινωνεῖ, τό τε ὀρεκτικὸν καὶ τὸ ἀνό-
ητον, διαφέροντα καθ' ἓν τὸ ἀμερὲς καὶ πολυμερές. οὐκ
ἄρα ἔστιν τι μόριον ἄλλο μεταξὺ σώματος καὶ ψυχῆς πλὴν
τούτων. Καίτοι γε δόξειεν ἂν ὁ Σωκράτης μὴ ταῦτα μόνον
ἀπολείπειν, ἐν οἷς φησιν [p. 443d] εὖ ἕξειν ἕκαστον ἡμῶν,
ὅταν ἕκαστον τῶν τριῶν παρέχηται τὰ ἑαυτοῦ πρᾶττον καὶ
συναρμόσηται ταῦτα ἀλλήλοις διὰ τῆς σωφροσύνης, καὶ εἴ
τινα ἄλλα μεταξὺ τούτων ἐστίν· τοῦτο γὰρ ἄν που δό-
ξειεν, ὡς εἶπον, μὴ ταῦτα μόνα ἀπολιπεῖν. καὶ τί ἂν εἴη

Πρόκλος. In Platonis rem publicam commentarii Vol.1, p. 264, li.3

μὲν ἀναγκαίων εἶπεν εἶναι τὴν ἐπιστήμην, τῶν δὲ ἐν-


δεχομένων καὶ ἄλλως ἔχειν τὴν δόξαν· οὐδὲν ἄλλο λέγων ἢ
ὅ φησιν ἐν τούτοις ὁ Σωκράτης, πλανητὰ μὲν τὰ δοξαστὰ
καλῶν, κατὰ τὰ αὐτὰ δὲ ἔχοντα τὰ καθόλου καὶ ἐπιστητά.
τὰ μὲν οὖν ὑπὸ σελήνην, ἐν οἷς τὸ εἶδος ἐν πολλοῖς ἐστιν,
ἐναργῶς τὰ πολλὰ δείκνυσιν ἐνδεχομένως ὄντα, τὰ δὲ οὐ-
898

ράνια μοναδικὰ ὄντα δόξειεν ἂν μηδὲ τὸ εἶδος ἔχειν τὸ


μετεχόμενον διάφορον τοῦ μερικοῦ καὶ μετέχοντος. πλὴν καὶ  
ἐν ἐκείνοις ὁ τῆς ἐπιστήμης λόγος εὑρίσκει τὴν ἑκατέρου
διαφοράν· τὸ μὲν γὰρ εἶδος τῆς ἐν αὐτοῖς ὑπάρξεως ἑστώ-
σης αἴτιόν ἐστιν, τὸ δὲ μερικὸν ἰδίωμα τῆς μεταβολῆς. τὸ
γὰρ κινεῖσθαι καὶ ἄλλοτε ἄλλως ἔχειν ὑπάρχει κἀκείνοις ὡς
μερικοῖς. διὸ καὶ ὁ Τίμαιος ἔλεγεν πᾶν τὸ γενητὸν εἶναι
δοξαστόν· ᾗ γὰρ γενητόν, τοιοῦτόν ἐστιν, εἴτε κατ' οὐσίαν
ἔχοι τὸ γενητὸν εἴτε κατ' ἐνέργειαν. ὥστε κἂν ᾖ τι τῶν
οὐρανίων ὡς μερικὸν εἶναι ὡσαύτως ἔχον, διὰ τὴν πρὸς τὸ
εἶδος σύμβασιν τοῦτο πέπονθεν, οὐδὲν διαφέρειν τοῦ εἴδους
δοκοῦν, ἵνα καὶ ἐνταῦθα τὰ πρῶτα τῶν πρὸ αὐτῶν ἔχοι
μορφήν. λέγω δὲ τῶν μερικῶν πρῶτα ὄντα τὰ ἐν οὐρανῷ
τῶν εἰδῶν ἔχειν τὸν τύπον ἀεὶ ὡσαύτως ὄντα, φέροντα δὲ
ὅμως καὶ τῆς τῶν μερικῶν ἰδιότητος γνώρισμα τὴν κατὰ

Πρόκλος. Theologia Platonica (lib. 1–5) (4036: 004)“Proclus.


Théologie platonicienne, vols. 1–5”, Ed. Saffrey, D., Westerink,
L.G.Paris: Les Belles Lettres, 1:1968; 2:1974; 3:1978; 4:1981;
5:1987.Vol.1, p. 15, li.2

τὰς ἰδιότητας παραδίδωσι καὶ τὴν τῶν ὄντων πρὸς αὐτὰς


συναφὴν καὶ τὰς τῶν εἰδῶν τάξεις, αἳ τούτων ἐξήρτηνται
τῶν ἑνιαίων ὑποστάσεων· τὴν δὲ περὶ νοῦν καὶ τὰ εἴδη καὶ
τὰ γένη τοῦ νοῦ στρεφομένην θεωρίαν δευτέραν εἶναι τῆς
περὶ αὐτῶν τῶν θεῶν πραγματευομένης ἐπιστήμης· καὶ
ταύτην μὲν ἔτι νοητῶν ἀντιλαμβάνεσθαι καὶ τῇ ψυχῇ
δι' ἐπιβολῆς γινώσκεσθαι δυναμένων εἰδῶν, τὴν δὲ ταύτης
ὑπερέχουσαν ἀρρήτων καὶ ἀφθέγκτων ὑπάρξεων μεταθεῖν
τήν τε ἐν ἀλλήλαις [αὐτῶν] διάκρισιν καὶ τὴν ἀπὸ μιᾶς  
αἰτίας ἔκφανσιν. Ὅθεν οἶμαι καὶ τῆς ψυχῆς τὸ μὲν νοερὸν
ἰδίωμα καταληπτικὸν ὑπάρχειν τῶν νοερῶν εἰδῶν καὶ τῆς
ἐν αὐτοῖς διαφορᾶς, τὴν δὲ ἀκρότητα τοῦ νοῦ καί, ὥς
φασι, τὸ ἄνθος καὶ τὴν ὕπαρξιν συνάπτεσθαι πρὸς τὰς
ἑνάδας τῶν ὄντων καὶ διὰ τούτων πρὸς αὐτὴν τὴν πασῶν
τῶν θείων ἑνάδων ἀπόκρυφον ἕνωσιν. Πολλῶν γὰρ ἐν ἡμῖν
δυνάμεων οὐσῶν γνωριστικῶν, κατὰ ταύτην μόνην τῷ θείῳ
συγγίνεσθαι καὶ μετέχειν ἐκείνου πεφύκαμεν· οὔτε γὰρ
αἰσθήσει τὸ θεῶν γένος ληπτόν, εἴπερ ἐστὶ σωμάτων
ἁπάντων ἐξῃρημένον, οὔτε δόξῃ καὶ διανοίᾳ, μερισταὶ
899

γὰρ αὗται καὶ πολυειδῶν ἐφάπτονται πραγμάτων,


οὔτε νοήσει μετὰ λόγου, τῶν γὰρ ὄντως ὄντων εἰσὶν

Πρόκλος. Theologia Platonica (lib. 1-5) Vol.1, p. 56, li.23

αὑτὸ καὶ τὰ ἄλλα πάντα, δῆλον ὡς καὶ τούτου ἀναγκαῖον


ἄρχεσθαι μὲν τὴν θεωρίαν ἀπὸ τῶν ἀκροτάτων, τελευτᾶν
δὲ εἰς τὸ ἔσχατον τῶν πάντων· πρόεισι γὰρ ἡ τοῦ ἑνὸς
ὕπαρξις ἄνωθεν ἄχρι τῆς ἀμυδροτάτης τῶν πραγμάτων
ὑποστάσεως. Ἀλλ' ἐπείπερ ἡ πρωτίστη τῶν ὑποθέσεων τὴν
ἀπεριήγητον τῆς πρωτίστης ἀρχῆς ὑπερβολὴν διὰ τῶν
ἀποφάσεων ἐπιδείκνυσι καὶ πάσης μὲν οὐσίας αὐτὴν πάσης
δὲ γνώσεως ἐξῃρημένην ἀφίησι, δῆλον ὡς ἡ μετ' αὐτήν,
ἅτε προσεχῶς ἀπ' αὐτῆς ἐκφαινομένη, τὸν σύμπαντα διά-
κοσμον ἐκφαίνει τῶν θεῶν. Οὐ γὰρ τὸ νοερὸν αὐτῶν οὐδὲ τὸ
οὐσιῶδες μόνον, ἀλλὰ καὶ τὸ θεῖον τῆς ὑπάρξεως ἰδίωμα
παραλαμβάνει διὰ πάσης τῆς ὑποθέσεως. Τί γὰρ ἄλλο
ἐστὶ τὸ ἓν τὸ μετεχόμενον ὑπὸ τοῦ ὄντος ἢ τὸ ἐν ἑκάστῳ  
θεῖον, καθ' ὃ καὶ ἥνωται πάντα πρὸς τὸ ἀμέθεκτον ἕν;
Ὡς γὰρ τὰ σώματα τῇ ἑαυτῶν ζωῇ συνάπτεται πρὸς τὴν
ψυχήν, καὶ ὡς αἱ ψυχαὶ τῷ ἑαυτῶν νοητικῷ πρὸς τὸν ὅλον
νοῦν ἀνατείνονται καὶ τὴν πρωτίστην νόησιν, οὕτω δήπου
καὶ τὰ ὄντως ὄντα τῷ ἑαυτῶν ἑνὶ πρὸς τὴν ἐξῃρημένην
ἕνωσιν ἀνῆκται καὶ ταύτῃ τῆς πρωτίστης αἰτίας ἐστὶν
ἀνεκφοίτητα.

Πρόκλος. Theologia Platonica (lib. 1-5) Vol.3, p. 76, li.17

ἐμὴν δύναμιν περὶ τὴν ὑμετέραν γένεσιν. Ὃ δὴ


καὶ θαυμαστόν, ὅτι τὴν θεολογικωτάτην ἡμῖν ἔννοιαν
περὶ τῆς δυνάμεως ἀποδέδωκε, πρῶτον μὲν πατρὸς αὐτὴν
ἀποκαλέσας δύναμιν (πατὴρ γὰρ αὐτός· ὧν ἐγὼ δημι-
ουργὸς πατήρ τε ἔργων, φησίν· αὐτοῦ δὲ ἡ δύνα-
μις· μιμούμενοι τὴν ἐμὴν δύναμιν· ὥστε κατὰ
Πλάτωνα τοῦ πατρὸς ἡ δύναμις)· ἔπειτα τὴν γεννητικὴν
αὐτῇ τῶν ὅλων ἰδιότητα προσάπτων, τοῦτο γὰρ τὸ
περὶ τὴν ὑμετέραν γένεσιν· αἰτία δὴ οὖν γεννή-
σεως ἡ δύναμις καὶ τῆς προόδου τῶν ὄντων. Ἐφ' ἅπασι δὲ
τὸ νοερὸν ἰδίωμα τοῦ δημιουργοῦ παραδίδωσι· Ταῦτα
εἶπε, καὶ πάλιν ἐπὶ τὸν πρότερον κρατῆρα, ἐν ᾧ
τὴν τοῦ παντὸς ψυχὴν ἐκεράννυ, τὰ τῶν πρόσθεν
900

ὑπόλοιπα κατεχεῖτο μίσγων. Καὶ γὰρ τὸ εἰπεῖν νῷ


προσήκει καὶ τὸ μιγνύναι καὶ ἡ μίξις καὶ τὸ τῆς ψυχῆς
παρακτικόν. Καὶ τί δεῖ ταῦτα λέγειν; ἀλλὰ καὶ νοῦν αὐτὸν
ἀποκαλεῖ πρὸ τούτων· Ἧιπερ οὖν νοῦς ἐνούσας
ἰδέας ἐν τῷ ὅ ἐστι ζῷον ὅσαι τε ἔνεισι καὶ οἷαι  
καθορᾷ, τοσαύτας καὶ τοιαύτας διενοήθη δεῖν
καὶ τόδε τὸ πᾶν σχεῖν. Καὶ πατὴρ οὖν ἐστιν ὁ δημι-
ουργὸς καὶ δύναμις καὶ νοῦς, καὶ ταῦτα κατὰ τὴν

Πρόκλος. Theologia Platonica (lib. 1-5) Vol.3, p. 80, li.8

τὸ πλῆρες οἰκεῖον πανταχοῦ τῷ πέρατι, καθάπερ δὴ τῷ


ἀπείρῳ τὸ ἀπλήρωτον. Τὸ δὲ γόνιμον τῇ δευτέρᾳ δυνάμει
καὶ τῇ ἀπειρίᾳ· τὸ γὰρ μὴ μένον ἐπὶ τῆς ἑαυτοῦ πληρώ-  
σεως, ἀλλὰ καὶ ἄλλων οἰστικὸν καὶ γεννητικὸν τῆς
ἀπειρίας τῆς θείας μάλιστα γνώρισμα. Τὸ δὲ ἐπιστρεπ-
τικὸν τῷ μικτῷ· τοῦτο γὰρ ὡς τὸ τέλος τῆς τριάδος
κληρωσάμενον ἐπιστρέφει πᾶν τὸ ἀτελὲς εἰς τὸ πλῆρες,
καὶ ἑαυτὸ πρὸ τῶν ἄλλων ἑνίζει τῷ πέρατι τῆς ὅλης
τριάδος.
 Ἀλλὰ μὴν καὶ τὰ τοῦ κάλλους στοιχεῖα τῆς τρίτης
ἐστὶν ἰδιώματα τῶν νοητῶν τριάδος· ταῦτα δέ ἐστιν,
ὥσπερ καὶ πρότερον εἴπομεν, τὸ ἐραστόν, τὸ ἁβρόν,
τὸ λαμπρόν. Τὸ μὲν οὖν ἐραστὸν τῷ ἐφετῷ τεταγμένον
ἀνάλογον τῆς ἑνάδος ἐστὶ τοῦ πέρατος· τὸ δὲ ἁβρὸν τῷ
ἱκανῷ σύστοιχον ὄν, τῆς δυνάμεως τῆς ἀπείρου τῆς ἐν
τῷ καλῷ· τὸ δὲ λαμπρόν, τῆς νοερᾶς ἰδιότητος. Τοῦτο
γάρ ἐστι τὸ φανὸν τοῦ κάλλους καὶ καταλάμπον πάντα
καὶ ἐκπλῆττον τοὺς θεάσασθαι δυναμένους· καὶ ὥσπερ
τὸ φαινόμενον κάλλος στίλβον ἐναργέστατα φαντά-
ζεται διὰ τῆς ἐναργεστάτης τῶν αἰσθήσεων (πολ-
λὰς γὰρ ἔχει διαφορὰς κατὰ Ἀριστοτέλην τὰ ταύτης

Πρόκλος. Theologia Platonica (lib. 1-5) Vol.4, p. 2, li.2

 δʹ. Πῶς ὁ ἐν τῷ Φαίδρῳ Σωκράτης ἐπὶ ταύτην ἡμᾶς


ἀνάγει τὴν τάξιν τῶν θεῶν.
 εʹ. Ὅτι τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν οὐρανίαν περι-
φορὰν οὐκ ἐπὶ τῶν αἰσθητῶν ἀκούειν δεῖ, ἀλλ' ἐπὶ τῆς
πρωτίστης τοῦ Οὐρανοῦ τάξεως, ὑπομνήσεις πλείους
ἀπ' αὐτῶν τῶν Πλατωνικῶν ῥημάτων.
 ϛʹ. Ὅτι ὁ ὑπερουράνιος τόπος οὐχ ἁπλῶς ἐστι
901

νοητός, ἀλλ' ὡς ἐν νοεροῖς νοητὴν ἔλαχε τάξιν, ἀποδεί-


ξεις ἐκ τῶν περὶ αὐτοῦ παραδεδομένων.  
 ζʹ. Ὅτι ἡ ὑπουράνιος ἁψὶς τὸ πέρας ἐστὶ τῶν
νοητῶν καὶ νοερῶν θεῶν, ἐκ τῶν ἰδιωμάτων αὐτῆς ὑπομνή-
σεις.
 ηʹ. Διὰ τί τὴν τάξιν ταύτην τῶν θεῶν ἀπὸ τῆς ἐν αὐτῇ
μεσότητος χαρακτηρίζει, τῶν ἄκρων τὰ ὀνόματα κατὰ
τὴν πρὸς ταύτην σχέσιν παραδιδούς.
 θʹ. Ὅτι τὸν τῆς ἀνόδου τρόπον τῆς ἐπὶ τὸ νοητὸν
τὸν αὐτὸν ὁ Πλάτων παραδίδωσιν ὃν οἱ τελεσταὶ παραδε-
δώκασιν.

Πρόκλος. Theologia Platonica (lib. 1-5) Vol.4, p. 49, li.4

τὴν σωφροσύνην, τὴν δικαιοσύνην. Καὶ ὅ γε ἡμέτε-


ρος καθηγεμὼν διαιρεῖν ἀξιοῖ τὴν τριάδα ταύτην εἰς τὰς
τρεῖς μονάδας καὶ δείκνυσι καὶ τοῦτο ταῖς Ὀρφικαῖς
θεολογίαις ἑπομένως. Εἰ δὲ δεῖ καὶ τὰς ἀφωρισμένας
ἰδιότητας τῶν τριῶν θεαινῶν ἐκ τῶν κειμένων ἀνευρεῖν,
ἐννοήσωμεν ὅτι καὶ τὸ τῆς ἀληθείας πεδίον ἐκεῖ
τίθεται καὶ τὸν λειμῶνα καὶ τὴν τρόφιμον τῶν θεῶν  
αἰτίαν. Οὐκοῦν τὸ μὲν τρέφειν νοητῆς ἐστι τελειότητος·
διὸ καὶ τῷ πτερῷ τῆς ψυχῆς ἡ ἀναγωγὸς ὁρμὴ καὶ ἡ
τελείωσις ἡ νοερὰ κατὰ τὴν ἐκεῖθεν εἰς αὐτὴν ἐπιρρέουσαν
τροφήν. Τὸ δὲ τοῦ λειμῶνος ἰδίωμα γεννητικῆς ἐστι
λόγων καὶ εἰδῶν δυνάμεως καὶ ζωοποιίας εἰκών· διὸ καὶ
νέμονται αἱ ψυχαὶ περὶ τὸν λειμῶνα, καὶ ἡ νομὴ τροφὴ
μέν ἐστιν, ἀλλὰ διῃρημένη. Τὸ δὲ τῆς ἀληθείας
πεδίον ἡ τοῦ φωτός ἐστιν ἐξάπλωσις τοῦ νοητοῦ καὶ
ἔκφανσις καὶ ἡ ἀνάπτυξις τῶν ἔνδον λόγων καὶ ἡ τελειότης
ἡ πανταχοῦ προϊοῦσα. Τοῦτο τοίνυν τῆς τρίτης ἐστὶ
μονάδος ἴδιον, τὸ δὲ γόνιμον τῆς δευτέρας, τὸ δὲ πλήρωμα
τὸ νοητὸν τῆς πρώτης. Πᾶς μὲν γὰρ ὁ ὑπερουράνιος
τόπος καταλάμπεται τῷ φωτὶ τῆς ἀληθείας,

Πρόκλος. Theologia Platonica (lib. 1-5) Vol.5, p. 2, li.1

δύο τριάσι συντεταγμένη.


δʹ. Πόθεν ἄν τις συλλογίσαιτο περὶ τῆς εἰς ἑπτὰ ἑβδο-
μάδας προόδου τῶν νοερῶν θεῶν ἐκ τῶν Πλάτωνος.
εʹ. Τίς ὁ μέγιστος Κρόνος κατὰ τὴν ἐν Κρατύλῳ θεολο-
902

γίαν, καὶ πῶς νοητός ἐστι καὶ πῶς νοερός· ἐν ᾧ διήρθρωται


τὰ περὶ τῆς τοῦ νοῦ πρὸς τὸ νοητὸν ἑνώσεως καὶ διακρί-
σεως δόγματα.
ϛʹ. Τίς ἡ τοῦ Κρόνου βασιλεία καὶ πῶς ὑπὸ τοῦ Πλάτω-
νος ἐν Πολιτικῷ παραδέδοται, καὶ τίνων ἐστὶν αἰτία τῷ
κόσμῳ καὶ τοῖς ἐγκοσμίοις θεοῖς καὶ ταῖς μερικαῖς ψυχαῖς.  
ζʹ. Τίς ἡ Κρονία ζωὴ τῶν ψυχῶν, καὶ τίνα τὰ ἰδιώματα τὰ
τῆς ἀνακυκλήσεως ταύτης παραδέδωκεν ὁ Ἐλεάτης ξένος.
ηʹ. Πῶς αἱ ψυχαὶ λέγονται τρέφεσθαι τοῖς νοητοῖς καὶ
τίς ἡ διαφορὰ τῆς ἐκ τῶν διαφόρων νοητῶν τροφῆς.
θʹ. Τίνας τάξεις ἐφίστησι τοῖς ὅλοις ὁ μέγιστος Κρόνος·
ἐν ᾧ καὶ τίς ὁ Κρόνιος νόμος ὁ ἐν Γοργίᾳ παραδοθεὶς διήρ-
θρωται.

Πρόκλος. In Platonis Parmenidem (4036: 008)“Procli philosophi


Platonici opera inedita, pt. 3”, Ed. Cousin, V.Paris: Durand, 1864, Repr.
1961.P. 746, li.19

ἔχειν, ἀλλὰ τὸν ὅμοιον τοῖς ἀφ' ὧν προῆλθον.


Οὕτω δὴ οὖν ὁ μὲν ὅλος νοῦς ὑφίστησι τοὺς με-
ρικοὺς νοῦς καθ' ὑπόβασιν, τὰς δὲ ψυχὰς κατὰ
πρόοδον, τοὺς μὲν ἐξ ὅλου ἑαυτοῦ μερικοὺς,
τὰς δὲ ἐκ παραδείγματος ἑαυτοῦ εἰκόνας· ἡ
δὲ ὅλη ψυχὴ τὰς μὲν μερικωτέρας ψυχὰς καθ'
ὑπόβασιν, πάντως μερικῶς οὔσας ὅσα ἐκείνη
ὁλικῶς, τὰς δὲ φύσεις τὰς περὶ τὰ σώματα
μεριστὰς κατὰ πρόοδον ὡς εἰκόνας ἑαυτῆς,
οὐκέτι τὸν αὐτὸν ψυχικὸν λόγον ἐχούσας, ἀλλὰ
τὸ ὅμοιον πρὸς τὴν ψυχὴν διαζωτικὸν ἰδίωμα
μόνον. Δῆλον ἄρα ἐκ τούτων ὅτι τὰς εἰκόνας
ἀπὸ τῶν μέσων οὐσιῶν ἀρχομένας ὑποθετέον
προϊέναι μέχρι τῶν ἐσχάτων, ὥστε τὰ μὲν
νοερὰ μετεχόμενα λέγειν ἡμᾶς, τὰ δὲ πρώτως
μετέχοντα ψυχὰς, τὰ δὲ δευτέρως ἅπασαν τὴν
μεριστὴν οὐσίαν. Καὶ εἰ ταῦτα κρατοίη, τὸ
μὲν καὶ ἐμὲ καὶ σὲ μετέχειν ὁμοιότητος
καὶ ἀνομοιότητος τὰς ψυχὰς ἐροῦμεν· αὐτὸς
γὰρ ἕκαστος ἡ ψυχὴ κατὰ τὸ ἓν, Ἀλκιβιάδης,
Σωκράτης·

Πρόκλος. In Platonis Timaeum commentaria (4036: 010)


“Procli Diadochi in Platonis Timaeum commentaria, 3 vols.”, Ed. Diehl,
E.
903

Leipzig: Teubner, 1:1903; 2:1904; 3:1906, Repr. 1965.Vol.1, p. 336,


li.21

ἐν τῷ Διὶ τὴν παραδειγματικήν· Μῆτις γὰρ αὖ καὶ οὗτός


ἐστιν, ὥς φησι
 καὶ Μῆτις πρῶτος γενέτωρ καὶ Ἔρως πολυ-
         τερπής, αὐτὸς δὲ ὁ Διόνυσος καὶ Φάνης καὶ Ἠρικεπαῖος συνεχῶς
ὀνομάζεται. πάντα ἄρα μετείληχεν ἀλλήλων τὰ αἴτια καὶ ἐν
ἀλλήλοις ἐστίν, ὥστε καὶ ὁ τὸν δημιουργὸν λέγων ἐν αὐτῷ
τὸ παράδειγμα περιέχειν ἔστιν ὅπῃ φησὶν ὀρθῶς, καθάπερ
ὁ θεῖος Ἰάμβλιχος διατάττεται καὶ ὁ τὸ παράδειγμα δημι-
ουργὸν ἀποφαινόμενος, ὥσπερ ὁ γενναῖος Ἀμέλιος· ἑώρα
γὰρ ὃ μὲν ἐν τῷ παραδείγματι δημιουργικὸν ἰδίωμα προϋπ-
άρχον· ἐκεῖ γὰρ ὁ πρώτιστός ἐστι Ζεὺς καὶ διὰ τοῦτο
ἐποίει τὸν Φάνητα δημιουργόν· ὃ δὲ ἐν τῷ δημιουργῷ τὸ
παράδειγμα· ἦν γὰρ καὶ ἐν τούτῳ καταποθεὶς ὁ Μῆτις· καὶ
διὰ τοῦτο εἰς ταὐτὸν ἦγε τῷ δημιουργικῷ τὸ παραδειγματι-
κὸν αἴτιον. ταῦτα καὶ περὶ τούτων. εἰ δὲ εἰκόνα κέκληκεν ὁ
Πλάτων τὸν κόσμον, οὐ δεῖ θαυμάζειν· καίτοι γὰρ κάλλιστος
ὢν εἰκών ἐστι τοῦ νοητοῦ κάλλους, καὶ διὰ τῆς ὁμοιότη-
τος ταύτης σῴζεται. καθάπερ οὖν Ὀρφεὺς εἴδωλα πλάττει
τοῦ Διονύσου τὰ τὴν γένεσιν ἐπιτροπεύοντα καὶ τὸ εἶδος  
ὅλον ὑποδεξάμενα τοῦ παραδείγματος,

Πρόκλος. In Platonis Timaeum commentaria Vol.2, p. 286, li.21

κόσμον εἰς ἑαυτὴν ἐπιστρέφουσα πολλῷ δήπου μᾶλλον αὐτὴ


πρὸς ἑαυτὴν ἐπέστραπται. διὸ δὴ καὶ ὁ Τίμαιος ἐπήνεγκεν,
ὅτι αὐτὴ ἐν αὑτῇ στρέφεταπρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ σώ-
ματος στρεφομένου μέν, οὐκ ἐν αὐτῷ δέ, ἀλλ' ἐν τῷ τόπῳ
παντί, ὃν κατέχει· τοῦτο μὲν γὰρ στρέφεται τοπικῶς, ἡ δὲ
ψυχὴ ζωτικῶς καὶ νοερῶς, νοοῦσα ἑαυτὴν καὶ ἑαυτὴν εὑρί-
σκουσα τὰ πάντα οὖσαν· πλήρωμα γάρ ἐστι τῶν ὅλων, εἰ-
κόνας ἔχουσα τῶν πάντων, ἃς θεωμένη στρέφεσθαι ἐν ἑαυτῇ
λέγεται, τῆς μὲν στροφῆς τὸ νοερὸν ἅμα καὶ ἀποκαταστατι-
κὸν ἐνδεικνυμένης, τοῦ δὲ αὐτὴ ἐν ἑαυτῇ τὸ τῆς αὐτο-
κινησίας ἰδίωμα· στρέφεται γὰρ καὶ αὐτὸ τὸ πᾶν, ἀλλ' ὑπ'
ἄλλου κινούμενον. ἐνταῦθα δὴ κἀκεῖνο διαλέλυται τὸ παρ'
ἡμῶν ζητούμενον. ἐζητοῦμεν δὲ εἰς πᾶσαν τὴν ψυχογονίαν
βλέποντες, ποῦ τὴν γνωστικὴν ἰδιότητα δέδωκεν, ὥσπερ τὴν
οὐσιώδη καὶ τὴν ζωτικήν, τὴν μὲν διὰ τοῦ τριπλεκοῦς
μίγματος, τὴν δὲ διὰ τῆς κινήσεως τῆς ἐν ταὐτῷ· καὶ
904

ἐλέγομεν [p. 244, 17], ὅτι διὰ τῆς εἰς κύκλον περιαγωγῆς
ἐπιστρέψας αὐτὴν πρὸς αὐτὴν γνωστικὴν ἑαυτῆς ἀπετέλεσε.
τοῦτο τοίνυν ἐν τούτοις σαφέστερον ἐδήλωσεν· ἐγχειρήσας
γὰρ εἰπεῖν, ὅπως γινώσκει τὰ πάντα, στρέφεσθαί φησιν αὐ-
τὴν εἰς ἑαυτὴν καὶ στρεφομένην ἄρξασθαι βίον διαζῆν

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 122, Bekker p. 94b, li.14

κατὰ αἱρέσεων καταβεβληκότων πόνους πλατύτερός τε


καὶ χρησιμώτερος, ὅτι ἅπερ τε ἐκείνοις ἐρρήθη τὸ
χρήσιμον ἔχοντα, οὗτος οὐ καταλέλοιπε, καὶ εἴ τι προς-
εξευρεῖν ἠδυνήθη, προσέθηκε.                   Τὴν δὲ φράσιν ταπεινός τε καὶ
οἷα εἰκὸς Ἀττικῆς παιδείας ἀμελέτητον τυγχά-νειν. Ἀσθενὴς δὲ ἐκ τοῦ ἐπὶ
πλεῖστον καὶ ἐν ταῖς κατὰ τῶν
δυσσεβῶν αἱρέσεων συμπλοκαῖς· ἐνιαχοῦ μέντοι ἀρι-
στεύει ταῖς ἐπιβολαῖς, εἰ καὶ τῶν ῥημάτων αὐτῷ καὶ
τῆς συντάξεως οὐδὲν τὸ ἰδίωμα συμβελτιοῦται.  
 Ἀνεγνώσθη τοῦ αὐτοῦ ὁ Ἀγκύρωτος, σύνοψις
ὥσπερ τῶν Παναρίων ὑπάρχουσα.
 Ἀνεγνώσθη τοῦ αὐτοῦ.
 Ἀνεγνώσθη Ἰουστίνου τοῦ μάρτυρος ἀπολο-
γία ὑπὲρ Χριστιανῶν καὶ κατὰ Ἑλλήνων καὶ κατὰ Ἰου-
δαίων, καὶ ἔτι ἑτέρα αὐτοῦ πραγματεία κατὰ τοῦ πρώ-
του καὶ δευτέρου τῆς φυσικῆς ἀκροάσεως, ἤτοι κατὰ
εἴδους καὶ ὕλης καὶ στερήσεως, ἐπιχειρηματικοὶ καὶ
βίαιοι καὶ χρειώδεις λόγοι, καὶ κατὰ τοῦ πέμπτου σώ-
ματος ὁμοίως καὶ κατὰ τῆς ἀϊδίου κινήσεως, ἣν Ἀρι

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 165, Bekker p. 107b, li.39

εἰς δύναμιν μᾶλλον τῶν ἄλλων δεικνύειν πως ἐμελε-


τήθησαν· περιβολαῖς τε γὰρ κατὰ ζῆλον Δημοσθένους
πλεονάζει, καὶ τῷ πολυσχηματίστῳ ποικίλλεται, καὶ ταῖς
ἰδέαις καλῶς τοὺς λόγους κεράννυσι, τῷ μεγάλῳ μᾶλ-
λον ὑψούμενος. Καὶ λέξει δὲ χρῆται, ὅσον μὲν εἰς
τύπον καὶ τῇ καθ' ἑαυτὴν σημασίᾳ καὶ ἐμφάσει, οὐδὲν
τοῦ σαφοῦς λειπομένῃ. Τὸ δὲ λύσεις αὐτὰς ὀνομάτων
ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον εἶναι ξενίζει μὲν μετὰ τοῦ ἡδέος
τὴν ἀκοήν, οὐ μέντοι τοῖς πολλοῖς ἐπ' ἴσης παρέχεται
τὴν κατάληψιν. Σαφὴς δὲ καὶ τοῖς τῆς εὐκρινείας ἰδιώ-
μασι. Χρώμενος δ', ὡς ἔφην, περιβολῇ τῇ τε κατ'
αἰτιολογίαν καὶ ἄλλως κεχρημένος φαίνεται· γοργοῖς
905

μέντοι τοῖς σχήμασιν ἀποδιδοὺς τὴν ἐντεῦθεν ἀσάφειαν


ἐκκαθαίρει. Καὶ ὑπερβατῷ δὲ καὶ τροπῇ, εἰ καὶ τῆς
περιβολῆς ἐπ' ἔλαττον, ὅμως ἐνταῦθα πολλῇ καὶ
εὐφυῶς χρῆται. Καὶ σύντονος ἐν τούτοις καὶ γοργός, ὅπου
δεήσοι. Ἀλλ' ἐν μὲν τοῖς εἰρημένοις λόγοις τοιοῦτος.
 Ἐφεξῆς δὲ τούτων τάττει τὸν Πολεμαρχικόν, ὃς
ἐγκώμιόν ἐστι τῶν ὑπὲρ ἐλευθερίας πρὸς Πέρσας ἐν
μάχῃ πεσόντων καὶ πολέμου ἔπαινος. Μεθ' ὅν ἐστιν
ὁ Ἀρεοπαγιτικὸς ἢ καὶ ἐλευθερωτικὸς Ῥουφίνου τοῦ

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 187, Bekker p. 143a, li.24

τὴν τῶν τηλικούτων μυσταγωγίαν, καὶ μάτην τὸ πρό-


θυμον ἐπιδείξεται ὁ ταῖς εἰρημέναις μὴ προτελεσθεὶς  
ἐπιστήμαις. Καὶ δεῖ ἄρα, ὡς ἔοικε, βίον ἀνθρώπου κα-
τατρῖψαι καὶ προαναλῶσαι τῆς θεολόγου ταύτης τῶν
ἀριθμῶν τερατείας, καὶ φιλοσοφῆσαι περὶ τοῖς μαθήμασι
σπουδαίως, ἵν' ἐξῇ καὶ ματαιολογῆσαι τελείως. Ὡς μὲν
οὖν ἐν κεφαλαίῳ, μᾶλλον δὲ πρὸς τὴν ἐπιγραφὴν φά-
ναι, τοιοῦτον ἡ τοῦ Γερασηνοῦ Νικομάχου Θεολογία.
 Λέγει δὲ τὴν μονάδα ἄλλα τε οὐκ ὀλίγα τῶν
πλασμάτων τῇ περὶ αὐτὴν ἀληθείᾳ καὶ τοῖς προσοῦσι
φυσικοῖς ἰδιώμασι καταμιγνύς, καὶ ὡς νοῦς τε εἴη,
εἶτα καὶ ἀρσενόθηλυς, καὶ θεός, καὶ ὕλη δέ πως, πάντα
χρήματα μιγνὺς ὡς ἀληθῶς, καὶ πανδοχεὺς λοιπὸν καὶ
χωρητικὴ καὶ χάος, σύγχυσις, σύγκρασις, ἀλαμπία,
σκοτωδία, χάσμα, Τάρταρος. Καὶ Στύγα δὲ αὐτὴν τε-
ρατολογοῦσι καὶ φρικωδίαν καὶ ἀμιξίαν καὶ βάραθρον
ὑποχθόνιον, καὶ Λήθην, καὶ στιφρὰν πάρθενον, καὶ Ἄ-
τλαντα· ἄξων τέ ἐστιν αὐτοῖς καὶ ἥλιος καὶ πυράλιος,
καὶ Μορφὼ δὲ καὶ Ζανὸς πύργος, καὶ σπερματίτης
λόγος, Ἀπόλλων τε καὶ προφήτης καὶ λόγιος.

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 209, Bekker p. 165b, li.33

αὐτὸν ἀποχρώμενον. Ἀφελὴς μὲν οὖν ἐστι τὰ πολλὰ, ὡς


ἔφθην εἰπών, ταῖς ἐννοίαις, καὶ τῶν τε καθωμιλημένων
αὐτῷ καὶ ἐπιπολαζουσῶν αἱ λέξεις, καὶ οὐδὲν οὐδ' ἡ σύν-
ταξις οὐδ' ἐπὶ τὸ βαθύτερον οὐδ' ἐπὶ τὸ καθηδυνό-
μενον ἐκνεωτερίζει. Καὶ τό γε ἐπὶ τοῖς ῥήμασι καὶ τῇ
συμπλοκῇ τῶν ὀνομάτων τοῦ σαφοῦς ἄν τις ἐλπίσειε
906

τὸν συγγραφέα κατεστοχάσθαι· ἀλλὰ τό γε διὰ μακροῦ


τὴν τῆς διανοίας ἀπόδοσιν προιέναι, καὶ ταῖς ἐπιβολαῖς
ἐκ τοῦ ἐπὶ πλεῖστον τὸν λόγον διαπεπλέχθαι, οὐκ ἐπὶ
μικρῷ τῆς τοιαύτης αὐτὸν ἐκκλείει ἰδέας. Ἀλλὰ ταῦτα
μὲν παραλλαγὴ ἰδέας καὶ χαρακτῆρος ἰδίωμα, ἀλλ' οὐκ
αἰτίας ἴσως ἔνδειξιν ἔχει· τὸ δ' ἐπὶ μακρότατον ἀπο-
τείνειν τὰ προοίμια ἢ τὰ οἷον προοίμια, οὐκέτι ἀφίησιν
αὐτὸν τὸ μὴ οὐχὶ ἀντὶ πολιτικοῦ καὶ συγγραφικοῦ τύπου
τὸν ἐπὶ ταῖς συνουσίαις ἀλλάξασθαι παραδεδυκότα, καὶ
μείζω τὴν κεφαλὴν τὴν ὡς ἐν λόγῳ τοῦ λοιποῦ σώματος
διαπλάττειν.
 Τῶν τοίνυν λόγων αὐτοῦ δʹ περὶ βασιλείας μέν εἰσιν
εἰρημένοι· καὶ ὁ εʹ δέ, Λιβυκὸς ἐπιγραφόμενος, μῦθον
μὲν Λίβυν ἀπαγγέλλει, ἐκείνων δ' ἐστὶν ἐξημμένος. Ὁ  
δ' ἕκτος περὶ τυραννίδος δίεισι, καὶ περὶ ἀρετῆς ὁ

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 212, Bekker p. 170b, li.10

δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον πρῶτον καὶ τὴν ὅλην


ἀγωγὴν ὡς τύπῳ καὶ κεφαλαιωδῶς τῶν Πυρρωνίων πα-
ραδίδωσι λόγων.
          Ἐν δὲ τῷ βʹ κατὰ μέρος ἤδη ἀρ-
χόμενος ἐπεξιέναι τὰ ἐν κεφαλαίῳ εἰρημένα, περί τε
ἀληθῶν καὶ αἰτίων διαλαμβάνει καὶ παθῶν καὶ κι-
νήσεως, γενέσεώς τε καὶ φθορᾶς καὶ τῶν τούτοις ἐναν-
τίων, κατὰ πάντων αὐτῶν τὸ ἄπορόν τε καὶ ἀκατά-
ληπτον πυκνοῖς, ὡς οἴεται, ἐπιλογισμοῖς ὑποδεικνύς.
 Καὶ ὁ γʹ δὲ αὐτῷ λόγος περὶ κινήσεως καὶ αἰσθήσεως
καὶ τῶν κατ' αὐτὰς ἰδιωμάτων, τὰς ὁμοίας περιερ-
γαζόμενος ἐναντιολογίας, εἰς τὸ ἀνέφικτον καὶ ἀκατά-
ληπτον ὑποφέρει καὶ αὐτά.                Ἐν δὲ τῷ δʹ σημεῖα μὲν
ὥσπερ τὰ φανερά φαμεν τῶν ἀφανῶν, οὐδ' ὅλως εἶναί
φησιν, ἠπατῆσθαι δὲ κενῇ προσπαθείᾳ τοὺς οἰομένους·
ἐγείρει δὲ τὰς ἐξ ἔθους ἐφεξῆς ἀπορίας περί τε ὅλης
τῆς φύσεως καὶ κόσμου καὶ θεῶν, οὐδὲν τῶν εἰς κατά-
ληψιν πεσεῖν ἐντεινόμενος.  

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 222, Bekker p. 202b, li.3

ἐγεῖραι τὸν ἐν Βηθανίᾳ Λάζαρον· ἀλλ' ἐξ εὐσε-


βούσης οἰκίας ἐν ᾗ Μάρθα καὶ Μαρία, ἃς τὴν ἀγαθὴν
907

ἐκλέξασθαι μερίδα τὸ θεῖον ἀπέφηνε ψήφισμα. Ἐξ ἐθνῶν


ἔδει κληθῆναι; ἀπαρχὴ τῶν ἄλλων ὁ Κορνήλιος κα-
λεῖται· ὅσος δὲ τὴν ἀρετὴν καὶ πρὸ τοῦ βαπτίσματος,
τὸ ἱερὸν ἀνακηρύττει γράμμα. Σταυροῦνται δύο λῃσταί·
ἀλλ' ὁ μὲν εὐγνωμονῶν ἀνοίγει τὸν παράδεισον, ὁ δὲ
βλασφημῶν καὶ τῆς ἁμαρτίας ἀνεξάλειπτα φέρων
τὰ στίγματα εἰς δίκην ἐκ τιμωρίας παραπέμπεται.
   Οὕτω κατὰ πᾶν ἔθνος καὶ γένος καὶ πολιτείας ἰδίωμα τοὺς κατ'
ἀρετὴν ἔστι μᾶλλον βιοῦντας ὁρᾶν, ἢ τοὺς τἀναντία σπου-
δάζοντας, καὶ κληθέντας καὶ προσδραμόντας καὶ ἀκο-
λουθήσαντας τῷ καλέσαντι. Εἰ δὲ σὺ πόρνην καὶ τελώνην
εἴπῃς, κἀκείνων ἴσθι τῶν διατριβῶν καὶ πολιτευμάτων
τοὺς βραχὺν σπινθῆρά τινα τῆς ἀνθρωπίνης εὐγενείας
διασῴζοντας προσελθεῖν καλοῦντι τῷ σωτῆρι, καὶ δι-
καίως πρός γε τὸ πλῆθος τῶν μὴ προσελθόντων ἀξίους
καὶ νομίζεσθαι καὶ ὀνομάζεσθαι. Ποῦ τοίνυν τῶν ἁμαρτωλῶν
ἡ κλῆσις, ὅτε πόρναι καὶ τελῶναι καὶ λῃσταὶ ὁρῶνται
ἐκεῖνοι μόνον ἀσπασάμενοι τὴν σωτήριον κλῆσιν,

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 223, Bekker p. 217a, li.25

δογονίας δικάζει τὸ ἄγονον, τὰ δ' ἄλλα τῶν ζῴων


τὴν ἀπὸ τῶν ἄστρων ἀνάγκην ἀντὶ τοῦ σινοῦσθαι γελω-
μένην καταλείπουσι; Τί δήποτε δὲ τῆς αὐτῆς ἀστρο-
θεσίας τὸν αὐτὸν δρόμον ἐχούσης φυτὰ μὲν περι-
τεμνόμενα πάλιν αὔξει κλάδους, καὶ περικειρομένη βο-
τάνη ἀνίσχει τὴν ἴσην ἢ καὶ πλείονα τῷ δὲ ζῴῳ, εἴ τι
τῶν μελῶν περικοπῇ, ὀφθαλμὸν ἢ ῥῖνα ἢ δάκτυλον,
οὐδὲν ἡ εἱμαρμένη πρὸς τὴν τοῦ μέλους ἀνάφυσιν συλ-
λαμβάνεται; Καίτοι ταύτην καθίζουσιν ἐκείνοις χαριζο-
μένην ἅπερ ἀφεῖλεν, ἀλλ' οὐχὶ τῆς φύσεως τὸ ἰδίω-
μα.
  Αὐτὸ δὲ τοῦτο τίς ἀστέρων κίνησις καὶ σχῆμα τὰ
μὲν εἰς ἀλόγους τὰ δὲ εἰς λογικοὺς διεκλήρωσε; Τίς
δὲ ὑσὶ μὲν καὶ ἀλεκτρυόσι καὶ αἰξὶ καὶ βουσί, καὶ εἴ τι
τούτοις ὅμοιον, τὸν διὰ μαχαίρας ἐδίκασε θάνατον, τὰ
δὲ πλεῖστα τῶν ἄλλων ζῴων τὴν τοιαύτην οὐκ οἶδεν
ἐπήρειαν; Ἀλλὰ καὶ τούτων τῶν ἀναιρουμένων πάλαι μέν,
τῆς εἰδωλοθυσίας ἐπικρατούσης, ἄπειρον ἐν ὤρᾳ
μιᾷ κατεθύετο πλῆθος, νῦν δὲ παυθείσης ἐκείνης οὐχ
ὁμοίως τὸ ξίφος ὑπέρχονται. Καὶ τῶν ἀστέρων ὁ σχημα-
τισμός, ὡς ἂν ἐκεῖνοι φαῖεν, ἀναλλοιώτως τὸν αὐ
908

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 228, Bekker p. 246b, li.11

δόγμασί τε καὶ ῥήμασι, καθ' ὧν ὑλακτεῖν οἱ αἱρε-


σιῶται οὐ πεφρίκασι· τούς τε γὰρ εἰρημένους πατέρας
ὁμοδοξεῖν τε καὶ ὁμολογεῖν τῷ ἀνδρί, καὶ μὴν καὶ Ἀθα-
νάσιον τὸν πολύαθλον, καὶ τὸν ἐν θεολογίᾳ περιβόητον
Γρηγόριον, Πρόκλον τε τὸν Κωνσταντινουπόλεως καὶ
Ἀμφιλόχιον τὸν Ἰκονίου καὶ τὸν θαυμάσιον Ἰωάννην
τὸν Χρυσόστομον. Ἀλλὰ ταῦτα μὲν καὶ τὸ δεύτερον
αὐτῷ διαπραγματεύεται κεφάλαιον.
 Τὸ δὲ τρίτον, ὅτι τὰ ἄρθρα προταττόμενα τῶν ἐν
τῷ Χριστῷ φύσεων οὐδαμῶς υἱῶν δυάδα ἐπινοεῖν οὐμε-
νοῦν οὐχ ὑποτίθεται, ἀλλ' ἔστιν ἰδίωμα τῆς ἱερᾶς γραφῆς
οὐ προσώπων μὲν (ὡς εἴρηται) δυάδα παρεισάγον, τὰς
ἑνωθείσας δὲ φύσεις ἀτμήτους τε καὶ ἀδιαιρέτους δια-
φυλάττον. Καὶ γὰρ καὶ ταύτην τὴν ἐπήρειαν κατὰ τῆς
τοῦ Λέοντος ἐπιστολῆς ἡ αἱρετικὴ λύσσα κατέχεεν, εἰ-
πόντος αὐτοῦ· «Ὥσπερ ἐν τῷ ἐλεεῖν ὁ Θεὸς τροπὴν οὐχ
ὑφίσταται, οὕτως ὁ ἄνθρωπος τῷ μεγέθει τῆς ἀξίας οὐκ
ἀναλίσκεται».

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 229, Bekker p. 256a, li.23

συναχθέντες ἀλλήλοις ἀνακραθῶσι καὶ ὥσπερ ἓν σῶμα


γενόμενοι ἐν ἐμοὶ πάντες ὦσιν, ὡς πάντας φοροῦντι
διὰ τοῦ ἑνὸς ἀναληφθέντος ναοῦ».
                   Ταῦτα δὲ καὶ ὁ προ-
φήτης Ἠσαΐας φησὶν ἐν τῷ λέγειν· «Παιδίον ἐγεννήθη
ἡμῖν, υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν, καὶ Θεός ἐστιν ἐξουσιαστὴς  
ἰσχυρός». Διὰ μὲν γὰρ τοῦ παιδίον τὸ ἡμῖν ὁμοούσιον,
διὰ δὲ τοῦ Θεὸς τὸ πρὸς τὸν πατέρα καὶ τὸ πνεῦμα
ἐκήρυξεν ὁμοούσιον. Καὶ ὁ Νύσσης δὲ Γρηγόριος ἐν τῷ
κατὰ Ἀπολιναρίου γράφων· «Εἰ ἐν τοῖς ἐναντίοις, φη-
σίν, ἰδιώμασιν ἡ θατέρου τούτων θεωρεῖται φύσις, τῆς
σαρκὸς λέγω καὶ τῆς θεότητος, πῶς μία αἱ δύο;»
 Ταῦτα εἰπὼν ὁ ἱερὸς Ἐφραΐμιος, δυσσεβῶς ἑρμη-
νευόντων τῶν περὶ Δόμνον τὸ «ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν»,
ἐπιρραπίζει μὲν τούτους· καὶ γὰρ ἀντὶ τοῦ «ἐπὶ γῆς ὤφθη
καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη» παρενόησαν τὴν φω-
909

νήν, ἐν ἴσῳ ταύτην νομίσαντες τῆς λεγούσης· «Λὼτ


ἐσκήνωσεν ἐν πόλει τῶν περιχώρων». Καὶ πάλιν· «Ἐσκή-
νωσεν ἐν Σοδόμοις». Ἐπιρραπίζων δὲ καὶ τὸ ἀνόητον τῆς
ἐκδοχῆς, αὐτὸς τὸ ἐσκήνωσεν ἀναπτύσσει σαφήνειαν
εἶναι τοῦ ὁ λόγος σὰρξ ἐγένετο, καὶ ἔλεγχον τῶν τροπήν

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 230, Bekker p. 279a, li.41

ὥσπερ Βασιλείῳ τε καὶ πολλοῖς τῶν πατέρων δοκεῖ,


οὐδὲν μὲν ἄτοπον τὸν ἱερὸν Γρηγόριον εἰπεῖν ἐν τρι-
σὶν ἰδιότησιν, οὐ ταὐτὸν ὑπάρχειν νομοθετοῦντα τῇ
ὑποστάσει τὴν ἰδιότητα, ἀλλ' ὡς ἐκ τοῦ μάλιστα χα-
ρακτηριστικοῦ, τουτέστι τῆς ἰδιότητος, ἐπονομάζοντα
τὴν ὑπόστασιν, διὸ καὶ ἐπάγει· νοεραῖς, τελείαις, καθ'
ἑαυτὰς ὑφεστώσαις, ὅπερ οὐδεὶς ἂν νοῦν ἔχων ἐπὶ τῶν
ἰδιωμάτων παραδέξαιτο.
              Χωρὶς δὲ τῶν εἰρημένων,  
τὰς μὲν ὑποστάσεις ἡ ἁγία πρώτη σύνοδος ὁμοουσίους
ἀνεκήρυξε, τὰ δὲ ἰδιώματα πῶς ἄν τις μὴ μελαγχο-
λῶν ἀποφήνοι ὁμοούσια; Εἰ δέ τις ὁμοούσια ἀποθρα-
συνθείη λέγειν τὰ ἰδιώματα, ὅτι ἐν τῇ αὐτῇ πολλά-
κις οὐσίᾳ συντρέχοντα ὁρᾶται, λέληθε μὲν αὐτὸς ἑαυ-
τὸν ἕτερον ἀναπλάττων ὁμοουσίου σημαινόμενον, ἄλ-
λως τε δὲ καὶ τὰ ἑτερογενῆ οὗτος, ποσότητά φημι καὶ
ποιότητα καὶ ὅσα ἄλλα ἀδύνατον εἰς μίαν φύσιν συνελ-
θεῖν, ταῦτα πάντα ὁ καινὸς νομοθέτης οὗτος παρα-
κελεύεται νοεῖν τε καὶ λέγειν ὁμοφυῆ τε καὶ ὁμοούσια·
ἐν γὰρ τῇ ἡμετέρᾳ οὐσίᾳ φανερῶς ὁρᾶται καὶ ποιότης καὶ
ποσότης καὶ πρός τι καὶ εἴ τι τούτοις εἰς

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 230, Bekker p. 279b, li.13

τὸν ἕτερον ἀναπλάττων ὁμοουσίου σημαινόμενον, ἄλ-


λως τε δὲ καὶ τὰ ἑτερογενῆ οὗτος, ποσότητά φημι καὶ
ποιότητα καὶ ὅσα ἄλλα ἀδύνατον εἰς μίαν φύσιν συνελ-
θεῖν, ταῦτα πάντα ὁ καινὸς νομοθέτης οὗτος παρα-
κελεύεται νοεῖν τε καὶ λέγειν ὁμοφυῆ τε καὶ ὁμοούσια·
ἐν γὰρ τῇ ἡμετέρᾳ οὐσίᾳ φανερῶς ὁρᾶται καὶ ποιότης καὶ
ποσότης καὶ πρός τι καὶ εἴ τι τούτοις εἰς ἀκοινωνή-
τους ἀρχὰς συνδιῄρηται. Ἀλλὰ τοῦτο μὲν αὐτάρκως ἔδω-
κε τὸν ἔλεγχον τὸ ἀτόπημα.
910

 Ἀλλ' οὐδ' οὕτω σιγᾶν οἶδε τὸ φίλερι. Φασὶ γάρ τι-


νες συμπλοκὴν οὐσίας καὶ ἰδιώματος εἶναι τὴν ὑπόστα-
σιν· ὃ περιφανῶς συνεισάγειν οἶδε τὴν σύνθεσιν, καὶ
ποῦ ἂν εἴη τὸ ἁπλοῦν καὶ ἀσύνθετον τῆς ἐν τῇ Τριάδι
Θεότητος; Οἱ δὲ καὶ Βασίλειον προϊστῶσι τὸν μέγαν τῆς
φωνῆς διδάσκαλον, οὐκ ἐθέλοντες νοεῖν ὡς ὁ σοφὸς
ἐκεῖνος ἀνὴρ οὔτε ὅρον οὔτε ὑπογραφὴν ἀποδιδοὺς ὑπο-
στάσεως τὸ τῆς συμπλοκῆς παρέλαβεν ὄνομα, ἀλλὰ
βουλόμενος ἐπιστομίσαι τὸν ἀνόμοιον τὴν ἀγεννησίαν καὶ
τὴν οὐσίαν εἰς ταὐτὸν ἀγαγεῖν φιλονεικήσαντα, καὶ τὴν
πρὸς τὸ γεννητὸν τοῦ ἀγεννήτου διαφορὰν εἰς τὸν τῆς
οὐσίας λόγον μεταγαγεῖν, ἵνα μὴ μόνον διαφόρους,

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 230, Bekker p. 279b, li.31

πρὸς τὸ γεννητὸν τοῦ ἀγεννήτου διαφορὰν εἰς τὸν τῆς


οὐσίας λόγον μεταγαγεῖν, ἵνα μὴ μόνον διαφόρους, ἀλ-
λὰ καὶ ἀντικειμένας οὐσίας εἰσάγοι ἐπί τε τοῦ Πατρὸς
καὶ τοῦ Υἱοῦ.
      Διὰ τοῦτο ὁ τοὺς λόγους οἰκονομῶν ἐν κρίσει
Βασίλειος, ἐν τῷ πρὸς τὸν ἀνόμοιον ἀγῶνι, τῷ κοι-  
νῷ συμπλέκει τὸ ἴδιον, ἀσύγχυτον ἡμῖν καὶ διακεκρι-
μένην μεθοδεύων τὴν τῆς ἀληθείας κατάληψιν. Ἀπο-
ρεῖ μὲν γὰρ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς ἁπλῇ καὶ μιᾷ προσβολῇ
τὸ ἑνιαῖον ἅμα καὶ ἁπλοῦν καὶ τὸ τρισσὸν καταλαβεῖν
τῶν ὑποστάσεων· διὸ τῇ τῶν ἰδιωμάτων, ὡς ὁ διδά-
σκαλος ἔφη, προσθήκῃ τὴν ἰδιάζουσαν ἀφορίζει τῶν
ὑποστάσεων ἔννοιαν καὶ ἔστι μὲν ἡ μέθοδος ἀσθενείας
ἐπίκουρος καὶ τῆς περὶ τὸ ἀκατάληπτον συνεργὸς κα-
ταλήψεως, οὐ μήν γε συμπεπλεγμένον τὸ ἁπλοῦν τῆς
θεότητος ἢ ὅλως τινὰ τῶν ταύτης ὑποστάσεων οὐμεν-
οῦν οὐδαμῶς ἀπεργάσαιτο. Διὸ καὶ ἐπήγαγεν ὡς ἀμή-
χανον ἰδιάζουσαν ἔννοιαν Πατρὸς λαβεῖν ἢ Υἱοῦ, μὴ
τῇ τῶν ἰδιωμάτων προσθήκῃ τῆς διανοίας διαρθρου-
μένης. Καὶ ὅπερ ἐν τοῖς προλαβοῦσι συμπλοκὴν ἐκά-
λεσε, τοῦτο νῦν προσθήκην ὠνόμασε. Σαφέστερον δὲ

Φώτιος. Βιβλιοθήκη. Codex 234, Bekker p. 296b, li.38

τὰ θνητὰ σώματα ἡμῶν, τῆς ἁμαρτίας τῆς ἐν τῷ


σώματι κατακριθείσης πρὸς ἀναίρεσιν, «ἵνα τὸ δικαίω-
911

μα τοῦ κατὰ τὴν ἐντολὴν πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἡμᾶς ἐφελ-


κομένου φυσικοῦ νόμου φανερωθῇ ἐξαφθέν». Τὸ γὰρ ἀδύ-
νατον τοῦ ἐν ἡμῖν φυσικοῦ ἀγαθοῦ, «ἐν ᾧ ἠσθένει» ὑπὸ
τῆς ἐπιθυμίας ἡττώμενον τῆς ἐγκειμένης ἐν τῷ σώ-  
ματι, «ὁ Θεὸς» ἀνερρώσατο, «πέμψας τὸν Υἱὸν ἑαυτοῦ
τὴν ὁμοίαν τῆς σαρκὸς τῆς ἁμαρτίας σάρκα» ἀνειλη-
φότα, ἵνα τῆς ἁμαρτίας κατακεκριμένης πρὸς ἀναί-
ρεσιν, «εἰς τὸ μηκέτι καρποφορῆσαι» ἐν τῇ σαρκί, τὸ
ἰδίωμα «τοῦ φυσικοῦ νόμου πληρωθῇ», πλεονάσαν τῇ
ὑπακοῇ τοῖς μὴ κατὰ τὴν ἐπιθυμίαν τῆς σαρκὸς
περιπατοῦσιν, ἀλλὰ κατὰ τὴν ἐπιθυμίαν τοῦ πνεύμα-
τος καὶ τὴν ὑφήγησιν. «Ὁ γὰρ νόμος τοῦ πνεύματος τῆς
ζωῆς», ὃ δή ἐστι τὸ εὐαγγέλιον, ἕτερος ὢν τῶν προει-
ρημένων νόμων, διὰ τοῦ κηρύγματος πρὸς ὑπα-
κοὴν τεθεὶς καὶ ἄφεσιν ἁμαρτημάτων, «ἠλευθέρωσεν ἡμᾶς
ἀπὸ τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου», νικήσας
ἐκ παντὸς τὴν ἁμαρτίαν βασιλεύουσαν τῆς σαρκός.
 

Φώτιος. Fragm. in epistulam ad Romanos (in catenis) (4040: 014)


“Pauluskommentar aus der griechischen Kirche aus
Katenenhandschriften gesammelt”, Ed. Staab, K.Münster: Aschendorff,
1933.P. 508, li.29

 Τρεῖς εἰσι νόμοι· ὁ γραπτός, ὃν λέγει νόμον θεοῦ· ὁ ἔμφυτος,


ὃν λέγει νόμον νοός· ὁ διὰ τῆς ἁμαρτίας ἐν τοῖς μέλεσιν ἡμῶν
ἰσχύσας, ὃν καὶ ἀντιστρατευόμενον λέγει καὶ ἐν τοῖς μέλεσιν
ἔχειν τὴν ἰσχὺν τοῦ ἀντιστρατεύεσθαι. νόμον δὲ τοῦτον, ὡς ἰσχύοντα
καὶ ἔχοντα τοὺς πειθομένους αὐτῷ φησιν. εἶτα οὗτος ὁ νόμος, φησίν, ὁ
ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας ἐν τοῖς μέλεσιν ἐπεισελθών, ὁ ἀντιστρατευόμενος,
αἰχμαλωτίζει με. ἀλλὰ πῶς; ἐπειδὴ γὰρ ἀντιστρατείαν εἶπεν, ἵνα μὴ
νομίσῃς ὅτι δικαίως αἰχμαλωτίζει καὶ νόμῳ πολέμου, ἐπάγει καί φησιν·
νόμῳ ἁμαρτίας. οὐ «δικαίως» φησίν – μὴ γίνοιτο – ποῖον γὰρ
δίκαιον, τὸν ἀλλότριον δοῦλον καὶ ποίημα ὑφ' ἑαυτῇ ποιεῖν; ἀλλὰ πῶς;
νόμῳ ἁμαρτίας, τοῦτ' ἔστι κατὰ τὸ ἰδίωμα τῆς ἁμαρτίας με
αἰχμαλωτίζει, κατὰ τὸ οἰκεῖον ἔθος αὐτῆς, ἐξ ἀναισχυντίας, ἐκ πολλῆς
ἰταμότητος, ἐξ ἐπιβουλῆς, ἐξ ἐνέδρας, οὐκ ἐκ τοῦ φανεροῦ ἀλλ' ἀπατῶσα,

συναρπάζουσα. εἶτα ἵνα μή τις εἴπῃ· οὐκοῦν τὸ ὅλον ἐκείνης ἐστὶ τὸ


αἰχμαλωτισθῆναί με, εἴπερ καὶ αἰχμαλωτίζει με, καὶ τῷ οἰκείῳ ἔθει με  
αἰχμαλωτίζει, ἐνεδρεύουσα καὶ κρυφίως ἐπιτεθειμένη, προστίθησιν· ἐν
τοῖς μέλεσίν μου, οἷον· ὅτι τὸ ἐγκαθιδρύσθαι αὐτὴν ἐν τούτοις
912

ἐμόν ἐστι καὶ ἑξῆς.

Φώτιος. Fragm. in epistulam ad Romanos (in catenis) P. 521, li.28

μεταρρυθμίζεσθαι, νῦν δὲ οὐκέτι, ὅτι τετελειωμένη ἐστὶν ἡ νῦν κλῆσις


καὶ ἡ πνευματικὴ νομοθεσία καὶ ἡ ὑπόσχεσις. διὰ τοῦτο μὲν ἐμνήσθη
τὸ λόγον γὰρ συντελῶν. δεύτερον δέ, ἐπειδὴ εἶπεν ὅτι ἐὰν ᾖ ὁ
ἀριθμὸς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ὡς ἡ ἄμμος τῆς θαλάσσης
καὶ ἑξῆς, ἵνα μὴ εἴπωσιν ὅτι πολλάκις πολλῶν ἐπαγγελιῶν ἀκούσαντες
ἢ οὐδ' ὅλως ἐτύχομεν ἢ μετὰ μακρὸν καὶ πολὺν χρόνον – καὶ γὰρ καὶ
πολλῶν ἐξέπιπτον διὰ τὴν ἀχαριστίαν καὶ ἀγνωμοσύνην αὐτῶν – · ἵνα
οὖν μὴ οὕτω λέγωσιν οἱ Ἰουδαῖοι, οὐχ οὕτω καὶ νῦν, φησίν, ἀλλ' ἐὰν
μόνον βούλησθε, τετελειωμένη καὶ σύντομος ἐπὶ χεῖρας ὑμῶν ἐστιν ἡ
σωτηρία. καὶ ταῦτα μέν, ὅτι λίαν ἡρμοσμένως ἐπισυνῆψεν. Ἔχει δὲ καὶ
ἰδίαν διδασκαλίαν – τοιοῦτον γὰρ τὸ ἰδίωμα τοῦ θεσπεσίου – καὶ
συνάπτει καὶ ἀλληλουχεῖ τὰ ἐφεξῆς λεγόμενα τοῖς προειρημένοις, καὶ
ἰδίαν πάλιν ἔννοιαν καὶ διδασκαλίαν δι' αὐτῶν πηγάζει· γονιμώτατος γὰρ
ὢν τοῖς νοήμασι, βραχυτάτοις ῥήμασι πολλὰς καὶ ποικίλας διανοίας
περιλαμβάνει. καὶ νῦν οὖν φησιν· μὴ νομίζετε, ὦ Ἰουδαῖοι, ὅτι ἡ εὐαγ-
γελικὴ νομοθεσία ὥσπερ ἡ Μωϋσαϊκὴ παυθήσεται. ἐκείνη τύπος ἦν,
πρὸς ἄλλην ἔβλεπεν τελειότητα, καλῶς οὖν ἐπαύθη· ἡ δὲ δεσποτικὴ
νομοθεσία τετελειωμένη ἐστίν, πρὸς ταύτην ἔβλεπεν ἡ Μωϋσαϊκή, ταύ-
της ἦν τύπος· ἐν αὐτῇ γάρ ἐστιν ἡ ἀληθινὴ καὶ τελεία δικαίωσις

Φώτιος. Commentarii in Joannem (in catenis) (4040: 027)


“Johannes–Kommentare aus der griechischen Kirche”, Ed. Reuss, J.
Berlin: Akademie–Verlag, 1966; Texte und Untersuchungen 89.
Frag. 11, li.8

ἀμέλειαν καταστήσασιν, ὥστε ἀντὶ τοῦ τέκνα θεοῦ εἶναι δούλους ἑλέσθαι

χρηματίζειν παθῶν.
Jo 1, 12 – 14
 Καὶ πῶς ἔνι γενέσθαι, φησίν, τοὺς ἀνθρώπους τέκνα θεοῦ; μὴ θαυ-
μάσῃς φησίν· καὶ γὰρ ὁ λόγος δι' αὐτὸ τοῦτο σὰρξ γενέσθακατηξίωσε
καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, ἵνα ἐκεῖνος γενόμενος ἄνθρωπος δι' οἰκονομίαν
ἡμᾶς υἱοὺς θεοῦ ποιήσῃ χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ. σὰρξ ἐγένετο, ὥστε οὐκ
ἐν φαντασίᾳ ὤφθη, ἀλλ' ἀληθῶς γέγονεν σὰρξ καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν,
ὥστε οὐκ εἰς σάρκα ἐτράπη καὶ μία γέγονεν φύσις, ἀλλὰ σὰρξ ἀληθῶς
γεγονὼς
913

ἐφύλαξεν καὶ τοῦ γεγονότος καὶ τοῦ πρὶν γέγονεν καὶ τὴν φύσιν ἄτρεπτον
καὶ
τὸ ἰδίωμα. καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν. τίνος; αὐτοῦ, ἐκείνου φησίν, οὐκ
αὐτῶν· εἷς γάρ ἐστιν ὁ αὐτὸς κατὰ τὴν ὑπόστασιν, εἰ καὶ ἡ τῶν φύσεων
διαφορὰ
οὐκ ἀναιρεῖται.  

Φώτιος. Lexicon (Ε – Ω) (4040: 030)“Φωτίου τοῦ πατριάρχου λέξεων


συναγωγή, pts. 1–2”, Ed. Porson, R.Cambridge: Cambridge University
Press, 1822.
Alphabetic letter eta, P. 71, li.13

Ἤναυε πῦρ: λέγουσι τὸ ἧπτε πῦρ.


Ἤνας: κόψας.
Ἦν δ' ἐγώ: ἀντὶ τοῦ ἔφην ἐγώ· τάττεται καὶ ἐπὶ
 ἀνδρὸς καὶ γυναικός.
Ἠνδρωμένη: παρθένος ἡ γεγαμημένη.
Ἠνεμόεσσαν: ὑψηλήν.
Ἤνεγκα καὶ ἤνεγκον: ἄμφω λέγουσι· τὸ μὲν ἀπὸ
 τοῦ ἐνέγκαι· τὸ δὲ ἀπὸ τοῦ ἐνεγκεῖν.
Ἠνέγκατο: ἀντὶ τοῦ ἤνεγκεν.
Ἠνείχετο: καὶ ἠνώχλει· καὶ ἠκηκόει καὶ ἠντιβόλει·
 κοινὸν τῶν Ἀττικῶν ἰδίωμα.
Ἡνίκα ἀνταποδίδοται τῶ τηνικαῦτα καὶ τηνικάδε·
 σημαίνει δὲ τὸ μὲν ἡνίκα, καθ' ἣν ὥραν· τὸ δὲ
 τηνικαῦτα, κατ' ἐκείνην τὴν ὥραν· ὁμοίως δὲ καὶ
 τὸ ὅτε δηλοῖ καὶ τότε· τὸ δὲ ὁπηνίκα, καθ' ὁποίαν  ὥραν.

Φώτιος. Lexicon (Ε – Ω) Alphabetic letter mu, P. 265, li.20

 χρησμοῦ· ὃν ἀνεῖλεν ὁ θεὸς Συβαρίταις· ὑβρισταὶ


 γὰρ ὄντες καὶ ἀμετροπόται ἀπώλοντο ὑπὸ Κροτω-
 νιατῶν· τοῖς οὖν διαφυγοῦσιν αὐτῶν οὕτως ἐχρή-
 σθη.
Μέχρι αἰδοῦς: ἀντὶ τοῦ μέχρι αἰδοίων.
Μέταυλος: ἡ ῥυπαρὰ λεγομένη αὐλή· οὗ ὄρνιθες
 ἦσαν.
Μήδεα: βουλεύματα.
Μηδικὴ πόα: ἡ τρίφυλλος λεγομένη.
914

Μηδοσύνη: βουλή.
Μηκάδες: ἐπιθετικῶς αἱ αἶγες· ἀπὸ τοῦ ἰδιώματος
 τῆς φωνῆς.
Μηκύβερνα: πόλις ἐστὶν ἐν Θραίκη σταδίους εἴκοσι
 ἀπέχουσα τῆς Ὀλύνθου ἡ Μηκύβερνα.
Μήκων: ἄμμος μεταλλική.
Μηλαφῆσαι: ψηλαφῆσαι.
Μῆλα: πάντα τὰ τετράποδα· ὅθεν καὶ πᾶσα βύρσα
 μηλωτὴ καλεῖται.  
Μηλοβοτέα: γῆν εὐτραφῆ· ἀνειμένην εἰς νομὴν προβάτων.

Theophanes Confessor Chronogr., Chronographia (4046: 001)


“Theophanis chronographia, vol. 1”, Ed. de Boor, C.Leipzig: Teubner,
1883, Repr. 1963.P. 480, li.25

τὴν τοιαύτην ἀξίαν. ὁ δὲ μηδέποτε ἐν μηδενὶ φυλάξας ἀλήθειαν


ΝΝικηφόρος Λυκάονάς τινας, ἢ λυκανθρώπους, ὁμογνώμονας καὶ
ὁμόφρονας ἀποστείλας εἰς τὴν Πρώτην ἐκέλευσε νυκτὸς ἐπιβῆναι τῇ
νήσῳ καὶ τὸν προρρηθέντα ἐκτυφλῶσαι Βαρδάνιον, ὡς δῆθεν ἀγνο-
οῦντος αὐτοῦ, καὶ μετὰ τὸ δρᾶμα προσφυγεῖν τῇ ἐκκλησίᾳ. τούτου
δὲ γεγονότος ὅ τε πατριάρχης καὶ ἡ σύγκλητος δεινῶς ἤλγησαν καὶ
πάντες οἱ φοβούμενοι τὸν θεόν. ὁ δὲ παρανομώτατος βασιλεὺς Νικη-
φόρος ὅρκοις τοὺς ἐν τέλει Λυκάονας, τὸ δοκεῖν, ἐπεζήτει ἀνελεῖν,
ἀμύνασθαι σχηματιζόμενος, ὁ πάντα κατ' ἐπίδειξιν ἀεί, καὶ μηδὲν
κατὰ θεὸν πράττων. ἦν γὰρ αὐτῷ μετὰ τῶν λοιπῶν παρανομιῶν
καὶ τὸ τοιοῦτον τῆς γνώμης ἐξαίρετον ἰδίωμα, δι' οὗ καὶ πρὸ τῆς
βασιλείας πολλοὺς ἠπάτησεν. πλὴν γελοιότατος ἦν τοῖς εἰδόσιν ἀκρι-
βῶς τὸ ἐπιτήδευμα, ὥστε κἀκεῖνον ἀναιδείᾳ πολλῇ ζεζοφωμένον τὸ
μιαρώτατον αὐτοῦ πρόσωπον ἀεί, τότε ἀπρόϊτον γενέσθαι ἐπὶ ἡμέρας
ζʹ ἐπὶ τοῦ βασιλικοῦ κοιτῶνος δολίως κλαυθμυριζόμενον, ἐπεὶ καὶ
φυσικῶς αὐτῷ γυναικώδη προσῆσαν δάκρυα, ἃ τοῖς πολλοῖς τῶν
φαύλων καὶ ψευδοχρήστοις προσεῖναι πέφυκεν. ἀλλ' οὐκ ἔλαθε τοὺς  
πολλούς. τῷ δὲ Αὐγούστῳ μηνὶ ἐξελθὼν κατὰ Ἀράβων συνήντησεν
αὐτοῖς εἰς Κρασὸν τῆς Φρυγίας καὶ πολεμήσας ἡττᾶται· καὶ πολλοὺς
ἀποβαλὼν μικροῦ δεῖν καὶ αὐτὸς κρατεῖσθαι ἤμελλεν, εἰ μὴ τῶν
ἀρχόντων τινὲς ἀνδρειότατοι τοῦτον μόλις τῆς ἀνάγκης περισώσασθαι

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». (4061: 002)


“Cosmas Indicopleustès. Topographie chrétienne, 3 vols.”, Ed. Wolska–
Conus, W.
915

Paris: Cerf, 1:1968; 2:1970; 3:1973; Sources chrétiennes 141, 159, 197.
Book 1, Sec. 32, li.5

κατέλυσαν, ἔπειτα· Ἐν μέρει τοῦ οὐρανοῦ ἐστιν ἢ ἐν ὅλῳ; Καὶ


εἰ μὲν ἐν μέρει, πάλιν περιγραπτή ἐστιν, ὡς ἐν μέρει βραχυ-
τάτῳ οὖσα· εἰ δὲ ὅλῳ, περιγράφει μὲν τὸν οὐρανόν, ὑπὸ
σχῆμα δὲ εὑρεθήσεται σφαιροειδὴς τυγχάνουσα, κατὰ τὰ
ἐντεῦθεν πέρατα συμπεριειληφυῖα τὴν σφαῖραν.
         Εἰ δὲ
πάλιν καὶ ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν αὐτὴν εἴπωσι διήκουσαν διὰ
πάντων ὡς ἀπερίγραφον, μὴ λανθανέτωσαν ἑαυτοὺς πολυ-
θεΐαν εἰσάγοντας καὶ ἰσοθεΐαν φανταζομένους. Τοῦτο γὰρ τὸ
ἰδίωμα, εἰ μὴ τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ τοῦ κτίσαντος καὶ δημιουρ-
γήσαντος τὰ πάντα, οὐκ ἔστι. Φάσκοντες οὖν εἶναι σοφοὶ
μωραίνουσι κατὰ τὸν μακάριον Παῦλον τὸν ἀπόστολον, ἐναλ-
λάξαντες τὴν δόξαν τοῦ ἀπεριγράφου Θεοῦ εἰς τὰς κτιστὰς
ἑαυτῶν ψυχάς, σφετεριζόμενοι τὴν δόξαν τὴν θείαν. Διὰ
τοῦτο μᾶλλον αὐτοὺς φευκτέον. «Τούτους γάρ, φησὶν ὁ
Ἀπόστολος, ἀποτρέπου, τοὺς ἔχοντας μὲν μόρφωσιν εὐσε-
βείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἀρνουμένους.»  

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 2, Sec. 21,


li.11

 Πολλάκις δὲ καὶ τοὺς δύο συμπεριλαμβάνουσα ἡ


Γραφὴ ὡς ἐφ' ἑνὸς ἑνικῶς ἐκφωνεῖ λέγουσα διὰ Ἠσαΐου·
»Ὁ στήσας τὸν οὐρανὸν ὡσεὶ καμάραν καὶ διατείνας αὐτὸν
ὡς σκηνὴν κατοικεῖν», τὸ μὲν «ὡς καμάραν» ἐπὶ τοῦ
πρώτου οὐρανοῦ, τὸ δὲ «διατείνας ὡς σκηνὴν» περὶ τοῦ
στερεώματος εἰποῦσα, ὡς συνδεδεμένους καὶ ὁμοίους τῷ εἴδει
ἀμφοτέρους ἑνικῶς ἐκφωνήσασα. Ὁ δὲ Δαυΐδ οὕτως λέγει·
»Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν
αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα», δυϊκῶς μὲν ἀρξάμενος,
ἑνικῶς δὲ καταλήξας. Ἐπειδὴ γὰρ κατὰ τὸ τῆς ἑβραΐδος
γλώττης ἰδίωμα οὐρανοὶ καὶ οὐρανὸς ὁμοίως ἐκφωνεῖται,
συνδέδενται δὲ καὶ ἀμφότεροι ὡς εἷς καὶ ὅμοιοί εἰσι κατ' αὐτὸ
τὸ εἶδος καὶ τὴν πρόσοψιν, ἀδιαφόρως ἡ θεία Γραφὴ καὶ
πληθυντικῶς καὶ ἑνικῶς καλεῖ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ.
         Τούτῳ
γὰρ τῷ ἰδιώματι κεχρημένος ὁ μακάριος Δαυῒδ βοᾷ· «Αἰνεῖτε
916

αὐτόν, οἱ οὐρανοὶ τῶν οὐρανῶν», ἵνα εἴπῃ ἑνικώτερον «ὁ  


οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ», ἐπιφέρει γάρ· «Καὶ τὸ ὕδωρ τὸ
ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν», σαφῶς καὶ ἐνταῦθα πληθυντικῶς
μὲν εἰπὼν «οὐρανῶν», περὶ δὲ τοῦ στερεώματος δηλώσας
τοῦ ἔχοντος ἐπάνω τὰ ὕδατα. Ἑπόμενος γὰρ τῷ ἰδιώματι,

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. 6ος μ. Χ. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 2,


Sec. 22, li.2

στερεώματος εἰποῦσα, ὡς συνδεδεμένους καὶ ὁμοίους τῷ εἴδει


ἀμφοτέρους ἑνικῶς ἐκφωνήσασα. Ὁ δὲ Δαυΐδ οὕτως λέγει·
»Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν
αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα», δυϊκῶς μὲν ἀρξάμενος,
ἑνικῶς δὲ καταλήξας. Ἐπειδὴ γὰρ κατὰ τὸ τῆς ἑβραΐδος
γλώττης ἰδίωμα οὐρανοὶ καὶ οὐρανὸς ὁμοίως ἐκφωνεῖται,
συνδέδενται δὲ καὶ ἀμφότεροι ὡς εἷς καὶ ὅμοιοί εἰσι κατ' αὐτὸ
τὸ εἶδος καὶ τὴν πρόσοψιν, ἀδιαφόρως ἡ θεία Γραφὴ καὶ
πληθυντικῶς καὶ ἑνικῶς καλεῖ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ.
         Τούτῳ
γὰρ τῷ ἰδιώματι κεχρημένος ὁ μακάριος Δαυῒδ βοᾷ· «Αἰνεῖτε
αὐτόν, οἱ οὐρανοὶ τῶν οὐρανῶν», ἵνα εἴπῃ ἑνικώτερον «ὁ  
οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ», ἐπιφέρει γάρ· «Καὶ τὸ ὕδωρ τὸ
ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν», σαφῶς καὶ ἐνταῦθα πληθυντικῶς
μὲν εἰπὼν «οὐρανῶν», περὶ δὲ τοῦ στερεώματος δηλώσας
τοῦ ἔχοντος ἐπάνω τὰ ὕδατα. Ἑπόμενος γὰρ τῷ ἰδιώματι,
ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν «ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ», εἶπεν «οἱ οὐρανοὶ
τῶν οὐρανῶν.» Αὐτὸς γὰρ πάλιν καὶ ἑτέρωθί φησιν· «Ὁ
οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ τῷ Κυρίῳ, τὴν δὲ γῆν ἔδωκε τοῖς υἱοῖς
τῶν ἀνθρώπων», «οὐρανὸν οὐρανοῦ» καλέσας τὸν πρῶτον
τὸν καμαροειδῆ, ὃς οὐρανός ἐστι τοῦ στερεώματος,

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 2, Sec. 22,


li.7

γλώττης ἰδίωμα οὐρανοὶ καὶ οὐρανὸς ὁμοίως ἐκφωνεῖται,


συνδέδενται δὲ καὶ ἀμφότεροι ὡς εἷς καὶ ὅμοιοί εἰσι κατ' αὐτὸ
τὸ εἶδος καὶ τὴν πρόσοψιν, ἀδιαφόρως ἡ θεία Γραφὴ καὶ
πληθυντικῶς καὶ ἑνικῶς καλεῖ ἐπὶ τοῦ οὐρανοῦ.
         Τούτῳ
γὰρ τῷ ἰδιώματι κεχρημένος ὁ μακάριος Δαυῒδ βοᾷ· «Αἰνεῖτε
917

αὐτόν, οἱ οὐρανοὶ τῶν οὐρανῶν», ἵνα εἴπῃ ἑνικώτερον «ὁ  


οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ», ἐπιφέρει γάρ· «Καὶ τὸ ὕδωρ τὸ
ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν», σαφῶς καὶ ἐνταῦθα πληθυντικῶς
μὲν εἰπὼν «οὐρανῶν», περὶ δὲ τοῦ στερεώματος δηλώσας
τοῦ ἔχοντος ἐπάνω τὰ ὕδατα. Ἑπόμενος γὰρ τῷ ἰδιώματι,
ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν «ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ», εἶπεν «οἱ οὐρανοὶ
τῶν οὐρανῶν.» Αὐτὸς γὰρ πάλιν καὶ ἑτέρωθί φησιν· «Ὁ
οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ τῷ Κυρίῳ, τὴν δὲ γῆν ἔδωκε τοῖς υἱοῖς
τῶν ἀνθρώπων», «οὐρανὸν οὐρανοῦ» καλέσας τὸν πρῶτον
τὸν καμαροειδῆ, ὃς οὐρανός ἐστι τοῦ στερεώματος, ὡς ἀνώτε-
ρος καὶ ὑψηλότερος αὐτοῦ ὑπάρχων.
Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 2, Sec. 23,
li.5

ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν «ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ», εἶπεν «οἱ οὐρανοὶ


τῶν οὐρανῶν.» Αὐτὸς γὰρ πάλιν καὶ ἑτέρωθί φησιν· «Ὁ
οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ τῷ Κυρίῳ, τὴν δὲ γῆν ἔδωκε τοῖς υἱοῖς
τῶν ἀνθρώπων», «οὐρανὸν οὐρανοῦ» καλέσας τὸν πρῶτον
τὸν καμαροειδῆ, ὃς οὐρανός ἐστι τοῦ στερεώματος, ὡς ἀνώτε-
ρος καὶ ὑψηλότερος αὐτοῦ ὑπάρχων.
         Καὶ ὁ ἱεροφάντης
δὲ Μωϋσῆς ἐν τῷ Δευτερονομίῳ φησὶν οὕτως· «Ἰδοὺ Κυρίου
τοῦ Θεοῦ σου ὁ οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ, ἡ γῆ καὶ
πάντα ὅσα ἐστὶν ἐν αὐτῇ.» Ἀλλὰ καὶ ὁ μέγας Ἀπόστολος
κέχρηται τούτῳ τῷ ἰδιώματι βοῶν· «Ἡμῶν δὲ τὸ πολί-
τευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ Σωτῆρα ἀπεκδεχό-
μεθα», ἀρξάμενος μὲν πληθυντικῶς, ἐπὶ τὸ ἑνικὸν δὲ λήξας
»ἐξ οὗ» ἑνικῶς εἰπών. Πολλάκις δὲ καὶ ὁ Δαυῒδ κατακέχρη-
ται τῷ τοιούτῳ ἰδιώματι βοῶν· «Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν
οὐρανῶν», καὶ μετὰ τὸ εἰπεῖν ὅτι καὶ «Ἐκ τῆς γῆς αἰνεῖτε
αὐτόν», συντελῶν λέγει· «Ἡ ἐξομολόγησις αὐτοῦ ἐπὶ γῆς
καὶ οὐρανοῦ», ἀλλὰ καί· «Τῷ ποιήσαντι τοὺς οὐρανοὺς ἐν
συνέσει», καὶ ὅσα κατὰ τὸ μέρος τοῦτο διηγεῖται.
 Τὸ δὲ σχῆμα τῆς γῆς εἴπαμεν ἐπίμηκες ἀπὸ ἀνατολῶν
ἐπὶ δυσμάς, καὶ εὖρος ἀπὸ ἄρκτου ἐπὶ μεσημβρίαν·

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 2, Sec. 23,


li.9

τὸν καμαροειδῆ, ὃς οὐρανός ἐστι τοῦ στερεώματος, ὡς ἀνώτε-


ρος καὶ ὑψηλότερος αὐτοῦ ὑπάρχων.
         Καὶ ὁ ἱεροφάντης
918

δὲ Μωϋσῆς ἐν τῷ Δευτερονομίῳ φησὶν οὕτως· «Ἰδοὺ Κυρίου


τοῦ Θεοῦ σου ὁ οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ, ἡ γῆ καὶ
πάντα ὅσα ἐστὶν ἐν αὐτῇ.» Ἀλλὰ καὶ ὁ μέγας Ἀπόστολος
κέχρηται τούτῳ τῷ ἰδιώματι βοῶν· «Ἡμῶν δὲ τὸ πολί-
τευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ Σωτῆρα ἀπεκδεχό-
μεθα», ἀρξάμενος μὲν πληθυντικῶς, ἐπὶ τὸ ἑνικὸν δὲ λήξας
»ἐξ οὗ» ἑνικῶς εἰπών. Πολλάκις δὲ καὶ ὁ Δαυῒδ κατακέχρη-
ται τῷ τοιούτῳ ἰδιώματι βοῶν· «Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν
οὐρανῶν», καὶ μετὰ τὸ εἰπεῖν ὅτι καὶ «Ἐκ τῆς γῆς αἰνεῖτε
αὐτόν», συντελῶν λέγει· «Ἡ ἐξομολόγησις αὐτοῦ ἐπὶ γῆς
καὶ οὐρανοῦ», ἀλλὰ καί· «Τῷ ποιήσαντι τοὺς οὐρανοὺς ἐν
συνέσει», καὶ ὅσα κατὰ τὸ μέρος τοῦτο διηγεῖται.
 Τὸ δὲ σχῆμα τῆς γῆς εἴπαμεν ἐπίμηκες ἀπὸ ἀνατολῶν
ἐπὶ δυσμάς, καὶ εὖρος ἀπὸ ἄρκτου ἐπὶ μεσημβρίαν· διαι-
ρεῖσθαι δὲ ταύτην εἰς δύο, μεσαζούσης κυκλόθεν τῆς θαλάσσης,
τοῦ λεγομένου παρὰ τοῖς ἔξω Ὠκεανοῦ, καὶ κυκλούσης
ταύτην τὴν γῆν, ἣν νῦν οἰκοῦμεν οἱ ἄνθρωποι, κἀκείνην, ἧς τὰ
ἄκρα τοῦ οὐρανοῦ τοῖς ἄκροις αὐτῆς συνδέδενται, ἣ καὶ κυκλοῖ  

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 2, Sec.


109, li.14

ὡσανεὶ καὶ αὐτῆς ἔνδον τυγχανούσης. Καὶ πάλιν· «Ἡ καρδία


μου καὶ ἡ σάρξ μου», ἵνα εἴπῃ ἡ ψυχή μου καὶ ἡ σάρξ μου·
κέχρηται δὲ ἀντὶ ψυχῆς τῇ καρδίᾳ, ὡς ἐκεῖ αὐτῆς ἱδρυμένης  
καὶ ἔνδον οὔσης τοῦ σώματος, ὡς ὅταν πάλιν λέγῃ· «Ἐν τῇ
καρδίᾳ μου ἔκρυψα τὰ λόγιά σου», ἵνα εἴπῃ ἐν τῇ ψυχῇ μου.
Πάλιν· «Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός», ἵνα
εἴπῃ ψυχήν. Ὁ δὲ Κύριος οὕτω φησίν· «Οὐ τὰ εἰσπορευόμενα
κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον· εἰς γὰρ τὴν κοιλίαν χωρεῖ καὶ εἰς
ἀφεδρῶνα ἐκβάλλεται· τὰ δὲ ἐκπορευόμενα ἐκ τῆς καρδίας»,
ὡσανεὶ τῆς ψυχῆς, «ἐκεῖνα κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον», οἶον
»πονηροὶ διαλογισμοὶ» καὶ ὅσα καταλέγει ἰδιώματα τῆς
ψυχῆς.
 Ἑτέρωθι δὲ πάλιν λέγει ἐντρεπτικώτερον τοῖς ἀποστό-
λοις· «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν», ἀντὶ τοῦ
εἰπεῖν ὅτι· Ὀφείλετε κατὰ ψυχὴν ἀεὶ ἔχειν ἐντὸς ὑμῶν τὴν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. Καὶ πάλιν τῷ πιστεύσαντι λῃστῇ ἐπαγ-
γέλλεται λέγων· «Ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ' ἐμοῦ ἔσῃ ἐν
τῷ παραδείσῳ». Τὸ «ἐν τῷ παραδείσῳ» τέως φανερώτατα
ἐν τόπῳ λέγει· ὅτι δὲ κατὰ ψυχὴν λέγει καὶ οὐ κατὰ τὸ σῶμα,
919

δῆλον ἐκ τοῦ τεθάφθαι τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου ὑπὸ Ἰωσὴφ ἐν


Ἱεροσολύμοις, ἀλλὰ καὶ τὸ τοῦ λῃστοῦ ἐν τοῖς αὐτόθι

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 5, Sec.


238, li.2

 Ἐχρήσαντο δὲ καί τινες πατέρες παραδείγμασι


σωματικωτέροις ἐπὶ τῆς ἁγίας Τριάδος, οἱ μὲν ὡς ἐπὶ
ἀενάου πηγῆς καὶ ἐξ αὐτῆς δύο ποταμοὺς προχεομένης, οἱ
δὲ δένδρῳ, ὡς ῥίζῃ, καὶ κλάδῳ καὶ καρπῷ. Πάντες δέ, εἴτε
ἀπόστολοι εἴτε πατέρες, ὡς ἄνθρωποι πάντες, σωματικώ-
τερον, ἐκ τοῦ Πνεύματος ἐμπνευσθέντες, ἐξεῖπον, ὡς ἐν
παραδείγμασι, λειπόμενα μέντοι πάνυ τῆς θείας οὐσίας· ἐν
τῇ δὲ μελλούσῃ καταστάσει ὡς πνευματικοὶ ἀνιστάμενοι
πάλιν ἀκριβέστερον γνωσόμεθα περὶ Θεοῦ.
 Οὕτως οὖν ἐνταῦθα τὰς ὑποστάσεις παραστῆσαι
βουλομένη ἡ θεία Γραφὴ κέχρηται πολλάκις τῷ ἰδιώματι
τούτῳ, ὡς ἀπὸ Πατρὸς λέγουσα τὴν δημιουργίαν, καὶ τοῦ
Υἱοῦ τὴν ἐνανθρώπησιν, καὶ τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου τὴν
ἀνάστασιν· ἀλλ' οὖν γε τὰ πάντα ἡ ἁγία Τριὰς κατεργάζεται.
 Καὶ ὁ μακάριος δὲ Μωϋσῆς εἰπὼν ὡς ἀπὸ τοῦ Θεοῦ
τὸ «ποιήσωμεν ἄνθρωπον», καὶ πληθυντικὴ μέν ἐστιν ἡ
φωνή, δυναμένη δὲ καὶ ἐπὶ δύο μόνων νοεῖσθαι. Ἐπειδὴ οὖν
ἐξ ἀρχῆς ὁ Θεὸς ἐδοκίμασε μὴ παραδοῦναι ἡμῖν τὴν τῆς
ἁγίας Τριάδος ὁμολογίαν, ἵνα μὴ ὡς σώματα σωματικώ-
τερον αὐτὰ νοήσωμεν καὶ ὑποπτεύσωμεν τρεῖς εἶναι θεούς,
ἐπὶ τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν τότε αἰνιγματωδῶς

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 5, Sec.


245, li.14

ποις», ὡς ἀμφοτέρων εἰς τὸν κόσμον τοῦτον διαγόντων,


ὁμοίως καὶ ὁ Δαυΐδ· «Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν,
αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις, αἰνεῖτε αὐτὸν πάντες ἄγγελοι
αὐτοῦ, πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ, ἥλιος καὶ σελήνη, πάντα τὰ
ἄστρα καὶ τὸ φῶς», δηλώσας πάντα τὰ ἀπὸ τοῦ στερεώ-
ματος ἐπὶ τὰ κάτω ἐν ὕψει ὑπὸ τὸ στερέωμα ὁμοῦ εἶναι· καὶ
πρῶτον εἰπὼν τὸν οὐρανόν, εἶθ' οὕτω τοὺς ἀγγέλους, πάλιν
ἐπιφέρει· «Αἰνεῖτε αὐτὸν οἱ οὐρανοὶ τῶν οὐρανῶν καὶ τὸ ὕδωρ
τὸ ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν», τοῦ ὕδατος μόνου μνημονεύσας
920

συμφώνως τῷ Μωϋσεῖ ὑπεράνω ὄντος τοῦ στερεώματος, κατὰ


τὸ ἰδίωμα τὸ ἑβραϊκόν, ἀντὶ τοῦ οὐρανοῦ, οὐρανῶν εἰπών.
 Ὁμοίως καὶ ἐν τῷ Δανιὴλ οἱ τρεῖς παῖδες ὑμνοῦντες
ἔλεγον· «Εὐλογεῖτε, οὐρανοί, τὸν Κύριον, ὕδατα πάντα τὰ
ἐπάνω τοῦ οὐρανοῦ», σαφῶς καὶ αὐτοὶ τοῦ ὕδατος τοῦ
ἐπάνω τοῦ οὐρανοῦ μνημονεύσαντες, τὰ δὲ ἄλλα πάντα ὑπὸ
τὸ στερέωμα εἶναι δηλώσαντες· καὶ οὗτοι δὲ πρῶτον τὸν
οὐρανὸν εἶπον, εἶθ' οὕτω τοὺς ἀγγέλους. Ὁμοίως πάλιν
ὁ Δαυῒδ μέμνηται λέγων· «Ὁ ἐκτείνων τὸν οὐρανὸν ὡσεὶ
δέρριν, ὁ στεγάζων ἐν ὕδασι τὰ ὑπερῷα αὐτοῦ, ὁ ποιῶν τοὺς
ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα», καὶ αὐτὸς πάλιν ἀνώτερα τὰ  
ὕδατα τοῦ στερεώματος ὡς ἐν ὑπερῴῳ ὄντα καὶ στέγην

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 6, Sec. 27,


li.3

τες καὶ ἀπιστοῦντες, ἔτι δὲ καὶ περὶ ἀναστάσεως σωμάτων


ἀμφιβάλλοντες καὶ περὶ ἀθανασίας ψυχῆς, καὶ αὐτοὶ ὁμοίως
τοῦ οὐρανίου κατοικητηρίου ἐκδιώκονται.
 Μανιχαῖοι παραπλήσια τοῖς Ἕλλησι φρονοῦντες, τόν τε
οὐρανὸν καὶ αὐτοὶ σφαιροειδῆ νομίζοντες καὶ τῶν σωμάτων
ἀπώλειαν προσδοκῶντες, μετὰ τοῦ πονηροῦ ἑαυτῶν θεοῦ, οὗ
ἑαυτοῖς ἐχειροτόνησαν, περὶ τὴν γῆν κατακρίνονται, τῆς ἄνω
πόλεως, ἧς ἠθέτουν, ἀπελαυνόμενοι.
 Ὁμοίως καὶ πᾶσα αἵρεσις, ἡ μὲν ἀθετοῦσα τὴν τελείαν
ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ, λέγω δὴ ψυχὴν λογικὴν ἔννουν καὶ
σῶμα, καὶ πάντα τὰ ἰδιώματα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος
μὴ ὁμολογοῦσα, ἀλλ' ἐνδοιάζουσα, ἡ δὲ καὶ τὴν θεότητα τοῦ
Χριστοῦ ἀθετοῦσα καὶ κολοβοῦσα καὶ ἥττονα τοῦ Πατρὸς
λέγουσα, ἢ καὶ τὴν τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου, αὗται πᾶσαι
τῶν οὐρανίων μονῶν ἀποτυγχάνουσιν.
 Μακάριοι γοῦν εἰσιν ὅσοι διὰ τῶν θείων Γραφῶν,
Παλαιᾶς τε καὶ Καινῆς Διαθήκης, γνωρίζουσι τὸν τῶν
ἁπάντων δημιουργὸν ἕνα Θεὸν εἶναι ἐν τρισὶν ὑποστάσεσι,
Πατρὸς λέγω καὶ Υἱοῦ καὶ ἁγίου Πνεύματος, ἁγίαν Τριάδα
ὁμοούσιον, ἰσοδύναμόν τε καὶ ἰσοσθενῆ καὶ ἰσοκλεᾶ καὶ
ἰσότιμον καὶ συνάναρχον, καὶ τὴν μεγάλην καὶ σοφὴν καὶ

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 7, Sec. 5,


li.7

τὴν ἀνατροπήν· ἐν δὲ τῷ πέμπτῳ τὴν διαγραφὴν τῆς σκηνῆς


921

τῆς ὑπὸ Μωϋσέως κατασκευασθείσης, καὶ τῶν προφητῶν


καὶ ἀποστόλων τὴν συμφωνίαν· ἐν δὲ τῷ ἕκτῳ περὶ μεγέθους
ἡλίου, καὶ οὕτως συμπεράναντες τὸ πονημάτιον.  
 Ὅμως δὲ πάλιν διὰ τὸν σὸν πόθον καὶ τὴν σὴν αἴτησιν
μὴ δυνάμενος παρακούειν τῆς σῆς, ὡς εἴρηται, θεοφιλίας, ὡς
ἐκέλευσας, καθὼς ἂν οἷός τε ὦ, διὰ συντόμων ποιήσομαι ἐκ
τῆς θείας Γραφῆς τὸν ἔλεγχον μὲν τῶν ἀναιρούντων τοὺς
οὐρανούς, σύστασιν δὲ τῆς αὐτῶν διαμονῆς, τῆς θείας χάριτος
ἡμῖν συνεργούσης καὶ τῶν σῶν προσευχῶν, προλέγοντες
πρῶτον ποίοις ἰδιώμασι κέχρηται περὶ οὐρανοῦ ἡ θεία Γραφή,
ἔπειτα καὶ ὅτι ἀκαταλύτους αὐτοὺς διὰ παντὸς ὁρίζεται.
 Τῆς Παλαιᾶς τοίνυν Διαθήκης τοῖς Ἑβραίοις γραφείσης
ἀνάγκη τῇ ἑβραίᾳ γλώττῃ καὶ γράμμασιν αὐτὴν γεγράφθαι.
Ἡ γλῶττα οὖν ἡ ἑβραία τὸν οὐρανὸν καὶ τοὺς οὐρανοὺς μιᾷ
ἐκφωνήσει ὁμοίως ἐκφωνεῖ, ὥστε καὶ ἀδιαφορεῖν περὶ τούτου,
εὑρίσκεσθαι δὲ τὸ ἑνικὸν ἐπιφερόμενον πληθυντικῷ καὶ τὸ
πληθυντικὸν ἑνικῷ, ὡς ὅταν λέγῃ· «Αἰνεῖτε αὐτόν, οἱ οὐρανοὶ
τῶν οὐρανῶν», ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν «ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ»·
ἐπιφέρει γάρ· «Καὶ τὸ ὕδωρ τὸ ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν»,
ἵνα εἴπῃ «τοῦ οὐρανοῦ τούτου τοῦ ὁρωμένου»,

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 7, Sec. 8,


li.5

ὁμοίως πάλιν· «Ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ τῷ Κυρίῳ, τὴν δὲ


γῆν ἔδωκε τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων», «οὐρανὸν οὐρανοῦ»  
καλέσας τὸν πρῶτον καὶ ἀνώτερον οὐρανόν, ὃς οὐρανός ἐστι
τούτου τοῦ ὁρωμένου οὐρανοῦ ὑπεράνω αὐτοῦ κείμενος, ὥσπερ
ἡμῶν οὐρανός ἐστιν οὗτος ὁ ὁρώμενος ὑπεράνω ἡμῶν κεί-
μενος.
         Ὁμοίως πάλιν ὁ μέγας Μωϋσῆς φησιν· «Ἰδοὺ
Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ὁ οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ»,
ὡσανεὶ οὗτος ὁ ὁρώμενος ἡμῖν οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς αὐτοῦ,
τουτέστιν ὁ ὑπεράνω αὐτοῦ. Κέχρηται δὲ καὶ ὁ Παῦλος τούτῳ
τῷ ἰδιώματι βοῶν· «Ἡμῶν δὲ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς
ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ Σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα»· ἀρξάμενος μὲν
δυϊκῶς, ἑνικῶς δὲ καταλήξας, ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν «ἐξ ὧν», «ἐξ
οὗ» εἴρηκε. Δύο γὰρ οὐρανῶν γενομένων παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὡς
διηγεῖται ὁ μακαρίτης Μωϋσῆς, καὶ συνδουμένων ἀλλήλοις,
ποτὲ μὲν πληθυντικῶς ἡ θεία Γραφὴ περὶ αὐτῶν ποιεῖ τὸν
λόγον, ποτὲ δὲ ἑνικῶς, καθὰ εἴρηται, διὰ τὸ ἰδίωμα τῆς γλώτ-
της· καὶ ὅτι κατά τι συνάπτονται ἀλλήλοις συνδούμενοι, καὶ
922

ὡς εἷς ἀποτελοῦνται, λέλεκται.

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 7, Sec. 8,


li.11

         Ὁμοίως πάλιν ὁ μέγας Μωϋσῆς φησιν· «Ἰδοὺ


Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ὁ οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ»,
ὡσανεὶ οὗτος ὁ ὁρώμενος ἡμῖν οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς αὐτοῦ,
τουτέστιν ὁ ὑπεράνω αὐτοῦ. Κέχρηται δὲ καὶ ὁ Παῦλος τούτῳ
τῷ ἰδιώματι βοῶν· «Ἡμῶν δὲ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς
ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ Σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα»· ἀρξάμενος μὲν
δυϊκῶς, ἑνικῶς δὲ καταλήξας, ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν «ἐξ ὧν», «ἐξ
οὗ» εἴρηκε. Δύο γὰρ οὐρανῶν γενομένων παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὡς
διηγεῖται ὁ μακαρίτης Μωϋσῆς, καὶ συνδουμένων ἀλλήλοις,
ποτὲ μὲν πληθυντικῶς ἡ θεία Γραφὴ περὶ αὐτῶν ποιεῖ τὸν
λόγον, ποτὲ δὲ ἑνικῶς, καθὰ εἴρηται, διὰ τὸ ἰδίωμα τῆς γλώτ-
της· καὶ ὅτι κατά τι συνάπτονται ἀλλήλοις συνδούμενοι, καὶ
ὡς εἷς ἀποτελοῦνται, λέλεκται.
 Μὴ οὖν πλάνην ὑπομείνῃς ἀκούων τοῦ μακαρίου Παύλου
ἡρπάχθαι «ἕως τρίτου οὐρανοῦ»· οὐκ εἰσὶ γὰρ τρεῖς οὐρα-
νοί, οὔτε πλείους, οὔτε τοῦτο βούλεται λέγειν, οὔτε ἐναντιοῦται
τῷ Μωϋσῇ, ἀλλ' ὅτι ἡρπάχθαι λέγει ἀπὸ τῆς γῆς ὅλον τὸ
διάστημα τοῦ ὕψους τοῦ οὐρανοῦ παρὰ τὸ τρίτον αὐτοῦ, ἵνα
εἴπῃ· Τοσοῦτον ἐπήρθην ἀπὸ τῆς γῆς, ὡς περιλείπεσθαί μοι
τὸ τρίτον τοῦ διαστήματος τοῦ ὕψους τοῦ οὐρανοῦ.  

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 7, Sec. 13,


li.1

γίνεται ἡ αἰωνία λύτρωσις. Αἰωνίου γὰρ ὄντος τοῦ ἀρχιερέως


ἐξ ἀνάγκης καὶ ἡ σωτηρία καὶ ἡ σκηνὴ αἰώνιοι τυγχάνουσι,
καθὰ πάλιν γέγραπται· «Καὶ οἱ μὲν πλείονές εἰσιν ἱερεῖς διὰ
τὸ θανάτῳ κωλύεσθαι παραμένειν· ὁ δὲ διὰ τὸ μένειν αὐτὸν εἰς
τὸν αἰῶνα ἀπαράβατον ἔχει τὴν ἱερωσύνην· ὅθεν καὶ σῴζειν εἰς
τὸ παντελὲς δύναται τοὺς προσερχομένους δι' αὐτοῦ τῷ Θεῷ,
πάντοτε ζῶν εἰς τὸ ἐντυγχάνειν ὑπὲρ αὐτῶν. Τοιοῦτος γὰρ
ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμέ-
νος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενό-
μενος.»
         Τὸ «ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν» κατὰ τὸ ἰδίωμα
923

τῆς γλώττης «τοῦ οὐρανοῦ» λέγει· φανερώτερον δὲ τὸ  


»ἀπαράβατον» καὶ τὸ «μένειν εἰς τὸν αἰῶνα» καὶ τὸ
»πάντοτε» δηλοῖ τὸ ἀκατάλυτον τοῦ πράγματος· εἰ γὰρ
ὁ ἱερεὺς ἀπαράβατός ἐστι, πάντως καὶ ἡ σκηνὴ ἔνθα ἱερουργεῖ
ἀπαράβατός ἐστι, τουτέστιν ἀδιάδοχος. Καὶ ἑτέρωθι πάλιν·
»Διὸ βασιλείαν ἀσάλευτον παραλαμβάνοντες», ἵνα εἴπῃ
μονίμην καὶ ἀμετακίνητον καὶ ἀκατάλυτον καὶ διαδοχὴν μὴ
ἔχουσαν, καὶ πάλιν· «Σπουδάσωμεν εἰσελθεῖν εἰς ἐκείνην τὴν
κατάπαυσιν», «κατάπαυσιν» αὐτὴν εἰρηκώς, ὡς ἀδιάδοχον
καὶ μὴ μετανάστας πάλιν γινομένους, ἀλλ' ἀεὶ ἐν αὐτῷ τῷ

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 7, Sec. 14,


li.4

ἀπαράβατός ἐστι, τουτέστιν ἀδιάδοχος. Καὶ ἑτέρωθι πάλιν·


»Διὸ βασιλείαν ἀσάλευτον παραλαμβάνοντες», ἵνα εἴπῃ
μονίμην καὶ ἀμετακίνητον καὶ ἀκατάλυτον καὶ διαδοχὴν μὴ
ἔχουσαν, καὶ πάλιν· «Σπουδάσωμεν εἰσελθεῖν εἰς ἐκείνην τὴν
κατάπαυσιν», «κατάπαυσιν» αὐτὴν εἰρηκώς, ὡς ἀδιάδοχον
καὶ μὴ μετανάστας πάλιν γινομένους, ἀλλ' ἀεὶ ἐν αὐτῷ τῷ
οὐρανῷ καταπαύοντας.
         Καὶ πάλιν· «Ἔχοντες οὖν
ἀρχιερέα μέγαν, διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν
Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατοῦμεν τῆς ὁμολογίας»· τὸ «διεληλυθότα
τοὺς οὐρανούς», ἵνα εἴπῃ τὸν οὐρανὸν κατὰ τὸ ἰδίωμα τῆς
γλώττης, καὶ ἔσωθεν ὄντα τῶν δύο οὐρανῶν, ὡς ἐν σκηνῇ
ἀχειροποιήτῳ· καὶ πάλιν· «Ἔχοντες οὖν παρρησίαν εἰς τὴν
εἴσοδον τῶν ἁγίων ἐν τῷ αἵματι Ἰησοῦ, ἣν ἐνεκαίνισεν ἡμῖν
ὁδὸν πρόσφατον καὶ ζῶσαν», «τὴν εἴσοδον τῶν ἁγίων τὴν
ἐν τῷ αἵματι τοῦ Ἰησοῦ» γενομένην λέγει τὴν εἴσοδον αὐτοῦ
τὴν εἰς τοὺς οὐρανούς, ἣν μετὰ τὸ πάθος καὶ τὴν ἀνάστασιν
ἐποιήσατο ἀναληφθεὶς εἰς τὸν οὐρανόν, ἣν καὶ «ἐγκαινισθεῖσαν
ἡμῖν ὁδὸν πρόσφατον καὶ ζῶσαν» προσεῖπεν, ὡς πρῶτος πάν-
των αὐτὸς καινοπρεπῶς καὶ προσφάτως αὐτὴν τὴν ὁδὸν ἐβά-
δισε, ζῶσαν οὖσαν καὶ ἁγίαν, καὶ ἡμῖν καταλιμπάνων τινὰ

Κοσμάς Ινδικοπλεύστης. «Χριστιανική Τοπογραφία». Book 8, Sec. 11,


li.8

τῆς ἐμῆς ἀρρωστίας, ὥσπερ λέοντι φοβερῷ συντρίβοντι ὀστᾶ,


οὕτως τῷ πυρετῷ παρεδόθην ἀδιαλείπτως, ἀφ' ἕωθεν ἕως
924

ἑσπέρας καὶ ἀπὸ ἑσπέρας ἕως πρωῒ συντριβόμενος ὑπ' αὐτοῦ.


 »Ὡς χελιδών, οὕτω φωνήσω, καὶ ὡς περιστερά,
οὕτως μελετήσω», τουτέστιν· Ἐν αὐτῷ τῷ καιρῷ οὕτως
ἥμην ἀφιεὶς τὴν φωνήν, ὥσπερ ἡ χελιδὼν ἀφίησιν ὀξείας καὶ
διατρόμους φωνάς, καὶ οὕτως ἥμην τοῖς πόνοις ὀδυρόμενος,
ὥσπερ ἔθος ταῖς πελειάσι μελετᾶν. Τὸ δὲ «φωνήσω» καὶ
»μελετήσω» ἀντὶ τοῦ ἐφώνησα καὶ ἐμελέτησα κεῖται,
χρόνος ἀντὶ χρόνου, ὥσπερ καὶ πολλαχοῦ ἐν τῇ θείᾳ Γραφῇ
κεῖται τὸ τοιοῦτον ἰδίωμα, ὡς ὅταν ὁ Ἠσαΐας λέγῃ περὶ τοῦ
Δεσπότου Χριστοῦ «ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη», ἀντὶ
τοῦ ἀχθήσεται.
 »Ἐξέλιπον γάρ μου οἱ ὀφθαλμοὶ ἀπὸ τοῦ βλέπειν με
εἰς τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ πρὸς τὸν Κύριον, ὃς ἐξείλετό με καὶ
ἀφείλετό μου τὴν ὀδύνην τῆς ψυχῆς. Κύριε, καὶ περὶ αὐτῆς
γὰρ ἀνηγγέλη σοι», ἵνα εἴπῃ· Καὶ τοσοῦτον ἀνέτεινον τὸ
ὄμμα τῆς διανοίας ἀποβλέπων εἰς τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, πρὸς
σὲ τὸν τῶν ὅλων Σωτῆρα Θεὸν ἀνατιθέμενος τὴν τῆς ἐμῆς
ψυχῆς ὀδύνην, ἣν καὶ ἀφείλου παρ' ἐμοῦ ἀντιστρέψας τὸ τῆς
ὑπερηφανίας εἶδος εἰς ταπείνωσιν καὶ ὑπακοὴν θεοσεβείας,

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ


ΑΡΧΩΝ. (4066: 003)“Damascii successoris dubitationes et solutiones,
vols. 1 & 2”, Ed. Ruelle, C.É.Paris: Klincksieck, 1:1889; 2:1899, Repr.
1964.Vol.1, p. 8, li.26

εἴπερ τις. καὶ ἔστιν τοῦ ἑνὸς γνῶσις. Τοῦτο γὰρ ἡμᾶς περιμενέτω, ὥστε
πολλαχῆ τὸ ἄρρητον καὶ ἄγνωστον, ὥστε καὶ τὸ ἓν τοιοῦτον· ἀλλ' ὅμως
καὶ
νῦν ὧδε ἔχοντες, παραβαλλόμεθα πρὸς τὴν διάκρισιν τῶν τηλικούτων δι'
ἐν-
δείξεων καὶ ὑπονοιῶν, καὶ διακαθαιρόμενοι, πρὸς τὰς ἀσυνήθεις ἐννοίας
καὶ
δι' ἀναλογίας ἀναγόμενοι καὶ δι' ἀποφάσεων, ἀτιμάζοντες τὰ παρ' ἡμῖν
πρὸς
ἐκεῖνα καὶ πρὸς τοῦτο, ποδηγούμενοι ἀπὸ τῶν παρ' ἡμῖν ἀτιμωτέρων
πρὸς
τὰ τιμιώτερα· ταῦτα γὰρ καὶ νῦν ποιοῦντες διετελέσαμεν. Καὶ μήποτε τὸ
μὲν
πάντη ἀπόρρητον, οὕτως ὡς μηδ' ὅ τι ἀπόρρητον, οὕτως τιθέναι περὶ
αὐτοῦ·
τὸ δὲ ἓν οὕτως ὡς πᾶσαν σύνθεσιν ἐκφεῦγον λόγου τε καὶ ὀνόματος καὶ
925

πᾶσαν διάκρισιν, ὡς γνωστοῦ ἀπὸ τοῦ γινώσκοντος, ἁλώνης τρόπον


ἐπινοού-
μενον, ἁπλούστατον καὶ περιεκτικώτατον· καὶ οὐχὶ μόνον ἕν, ὡς τὸ
ἰδίωμα  
τοῦ ἑνός, ἀλλ' ὡς πάντα ἓν καὶ πρὸ πάντων ἕν· οὐ μὴν ἓν τὸ τὶ τῶν
πάντων.
Αὗται γὰρ αἱ ὠδῖνες καὶ οὕτω διακαθαίρονται πρὸς τὸ ἁπλῶς ἓν καὶ τὴν
μίαν ἀληθῶς τῶν πάντων ἀρχήν· πάντως δ' ὅτι τὸ ἐν ἡμῖν ἓν οὕτως
ὑπονοού-
μενον, ἅτε προσεχέστερον καὶ ἡμῖν συγγενέστερον καὶ ἐκείνου τῷ παντὶ
σχεδὸν λειπόμενον, ἑτοιμότερόν ἐστιν εἰς ὑπόνοιαν τὴν τοιαύτην. Ἀπὸ δὲ
τοῦ
τινός, ὁπωσοῦν τεθέντος, καὶ εἰς τὸ ἁπλῶς ῥᾳδία ἡ μετάβασις· κἂν ἐκείνῳ

μηδαμῆ προσβάλλοιμεν, ἀλλὰ καὶ τῷ ἁπλῶς τῷ παρ' ἡμῖν ἐποχούμενοι


περὶ
τοῦ πρὸ πάντων ὑπονοοῖμεν. Τὸ μὲν δὴ ἓν οὕτω ῥητὸν καὶ οὕτως
ἄρρητον·
ἐκεῖνο δὲ παντελεῖ σιγῇ τετιμήσθω, καὶ πρότερόν γε παντελεῖ ἀγνοίᾳ τῇ
πᾶσαν γνῶσιν ἀτιμαζούσῃ.  

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 52, li.8

εἶδός ἐστιν· οὐκ ἄρα ἑτέρα ἡ ὕλη καὶ τὸ εἶδός ἐστι· διακέκριται τῆς ὕλης,
ἀλλ' οὐ διακεκριμένης καὶ ταύτης ἄλλη διάκρισις ἐν τῷ εἴδει μεμένηκεν,
οὐ
δυνηθεῖσα παρελθεῖν εἰς τὴν ὕλην. Εἰ τοίνυν οὕτω διεκρίθη τι ἀπὸ τοῦ μὴ

διακριθέντος, τί κωλύει τόγε αὐτὸ διακριθὲν ἰάσασθαι τῇ ἐπιστροφῇ τὴν


διά-
κρισιν, ἵνα μὴ μόνον τὸ ἓν αὐτῷ παρῇ, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τῷ ἑνί. Καὶ δῆλον
ὅτι κατὰ τὰ μέτρα τῆς διακρίσεως, ἐγγύθεν ἢ πόρρωθεν· ὡς γὰρ ἕκαστον
ἀπ' αὐτοῦ διακρίνεσθαι πέφυκεν, οὕτω καὶ ἐπιστρέφειν πρὸς αὐτὸ
δύναται·
καὶ ὥσπερ αὐτὸ μένει ἀδιάκριτον πρὸς ἕκαστον διακρινόμενον, οὕτω καὶ
πρὸς
ἕκαστον ἐπιστρεφόμενον, τὸ αὐτὸ μένει, καὶ ἓν τέλος ἁπάντων ἐστὶν
ἀδιά-
κριτον· ὡς δὲ τὸ αὐτοὸν ἑκάστῳ προϊόντι σύνεστι τῷ ἐκείνου
καλούμενον
926

ἰδιώματι, οἷον οὐσιῶδες ἕν, καὶ ζωτικὸν ἕν, καὶ νοερὸν ἕν, αὐτὸ μὲν
πανταχοῦ
ἕν, ἀπὸ δὲ τῶν μετεχόντων παρονομαζόμενον, οὔπω μερισθὲν αὐτό φημι
ταῖς
πολλαῖς ἰδιότησι τῶν Θεῶν, ἀλλὰ τὸ ἁπλῶς ἐν ἑκάστῳ ἓν πρὸ τοῦ τινος
ἑνὸς
Θεωρῶ, καλῶ δὲ αὐτὸ ὅμως ἀπὸ τῶν οἷς πάρεστι, κἂν ἀδιάφορον ᾖ, καὶ
πᾶν
ἓν ἑκαστάχου, οὕτω δήπου καὶ τέλειόν τι τῷ αὐτῷ κατὰ τὴν ἑαυτοῦ
διάκρισιν
ἑκάστου ἐντυγχάνειν ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ ἐκεῖθεν τελειώσεως ὀνομάζει αὐτὸ
τοιοῦ-
τον τιθέμενον εἶναι, οἵῳ ἐνέτυχε, καὶ οἵου ἔτυχε. Καὶ γὰρ καὶ ἐκεῖνο
πάντα
ὂν κατὰ τὴν ὕπαρξιν τοῦ ἑνός, ἑκάστῳ σύνεστιν, ὡς ἴδιον αὐτοῦ ῥίζωμα,
καὶ
ἑκάστῳ φαίνεται, ὡς ἴδιον αὐτοῦ τέλος· ἃ γὰρ πάντα μεμερισμένως ἐστί,
ταῦτα ἐκεῖνο κατὰ τὸ ἕν, οὐ δυνάμει, ὡς ἂν οἰηθείη τις, οὐδὲ κατὰ αἰτίαν
τὴν
οὔπω ὄντων, ἀλλ' εἰ Θέμις εἰπεῖν, καθ' ὕπαρξιν οὖσάν τε καὶ ὄντων, ἀλλὰ

Δαμάσκιος. 460 μ. Χ. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ


ΑΡΧΩΝ. Vol.1, p. 64, li.5

ρίζομεν ὡς ἕν. Ἄλλο δὲ οὐδέ ἐστιν ἕν, οἷον τὸ ὡς γένος λεγόμενον; ἢ


ῥητέον
ὅτι τὸ μὲν ὡς γένος ἓν γνωρίζομεν, ὥς τι τῶν πάντων ὄν, ὡς τὰ πολλά τι
λέγω τὸ εἶδος, καὶ ἀγαθὸν καὶ καλόν· ἡ γὰρ διωρισμένη ἔννοια τοῦ
διωρισμένου
ἐστὶ πράγματος· τὸ δὲ ἓν ἐκεῖνο, οὐχ ὡς ἑνοποιὸν ληπτέον, ἀλλ' ὡς
παντο-
ποιόν· καὶ πληθοποιὸν γάρ, καὶ ἀγαθοποιόν, καὶ καλοποιόν, καὶ
ὁλοποιόν,
καὶ οὐδὲ ἓν ὅτι οὐ ποιοῦν τῇ μίᾳ ἑαυτοῦ ἁπλότητι. Εἰ δὲ τὸ ἑνοποιόν, οὐ
κλητέον  
ἓν κυρίως· εἰ δὲ οὐκ ἔστιν αὐτοῦ ὄνομα κύριον, ἕκαστον αὐτὸ κλητέον,
οὐ μόνον
ἑνοποιόν, ἀλλὰ καὶ πληθοποιόν, καὶ ἕν, εἰ βούλει, καὶ πολλά, μᾶλλον δὲ
πάντα
πρὸ τῶν πολλῶν καὶ τῶν πάντων. Τί οὖν; οὐ συνάγει τὰ πάντα καὶ τῆς
μίξεως ἐκεῖνο αἰτιᾶται ὁ ἐν Φιλήβῳ Σωκράτης; πάντως δήπου, ἀλλὰ κατὰ

τὸ ἓν μόνον ἰδίωμα αὐτὸ προβαλλόμενον τὸ συναγωγόν τε καὶ ἑνοποιόν·


927

τούτου
γὰρ ἐκείνοις ἐδεῖτο, ἐπεὶ καὶ τὸ πέρας ἓν ἦν καὶ τὸ ἄπειρον ἕν, καὶ τὸ
μικτὸν
ἕν· καὶ οὐ δεῖ τῆς μίξεως μόνης αἴτιον ἐκεῖνο, ὡς δοκεῖ λέγεσθαι, ἀλλὰ
καὶ
τῶν στοιχείων. Ὅτι δὲ ὁ Σωκράτης οὐκ ἐπὶ τοῦτο τὸ ἓν φέρει τὴν
διάνοιαν,
ἀλλ' ὡς ἐπί τι σεμνὸν καὶ ἀπόρρητον, ἐδήλωσεν, αὐτὸ μὲν ἀφείς, ὡς
πάντῃ
κρυπτόμενον, τὰς δὲ ἐν προθύροις αὐτοῦ τρεῖς μονάδας ὡς γνωρίσματα
αὐτοῦ
προαγαγὼν τὰς τρεῖς τοῦ ἑνός. Καίτοι ῥᾴδιον ἦν τὸ εἰδητικὸν τοῦτο ἓν
ἐν-
νοῆσαι, καὶ τὸ συναγωγόν, καὶ ἑνοποιὸν τῶν πολλῶν βαλέσθαι εἰς νοῦν,
καὶ
τοῦτο μᾶλλον ἢ τὴν ἀλήθειαν καὶ τὸ κάλλος καὶ τὴν συμμετρίαν. Ἔτι
τοίνυν
οὐ τὸ πέρας μόνον καὶ τὸ ἄπειρον ἦν τὰ στοιχεῖα, ἀλλὰ καὶ τὸ ἓν καὶ τὰ
δύο,

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 88, li.22

αὗται ὁποῖαί ποτέ εἰσι πρός τι ἰδιότροπον ἀποκλίνουσιν, ἡ πρὸς μηδὲν


ἀπο-
κλίνουσα, πάντα δὲ ἓν οὖσα, ἁπλῶς εἴη ἂν πρὸ τούτων μία κοινή, καὶ πρό

γε ταύτης ἐστὶν ἡ ἀπόρρητος.


      
 Ἀλλὰ μὴν τὸ αὐτὸ καὶ ὧδε κατασκευάσειεν ἄν τις ἀπὸ τῶν κάτωθεν,
οἷον ἀπὸ τεκμηρίου· δύο γὰρ ἐν τοῖς οὖσιν ὁρῶντες ἀντιδιῃρημένας
συστοιχίας
ἀλλήλαις, τὴν μὲν κρείττω φασί, τὴν δὲ χείρω, τὴν μὲν ἑνοειδῆ, τὴν δὲ
πληθοειδῆ, ἀπὸ τούτων ἀναπεμπόμεθα καὶ εἰς δύο ἀρχάς, εἴς τε ἓν καὶ
πλῆθος, τὰ ἀντιδιωρισμένα φημί, εἴτε ἄλλας ἃς βούλεταί τις ὑποτίθεσθαι·

ἑκατέρας δ' οὖν εἶναι ἀρχὴν ἰδιότροπον, ἅτε ἰδιοτρόπου, ἀφ' ἧς ἑκατέρᾳ
τὸ
κοινὸν ἔνεστιν, οἷον τῇ μὲν ἑνοειδεῖ τὸ τοῦ ἑνὸς ἰδίωμα, τῇ δὲ πληθοειδεῖ
928

τὸ τοῦ πλήθους ἴχνος. Εἰ γὰρ καὶ ἀπὸ μιᾶς αἱ δύο σειραὶ διασχίζονται,
ἀλλὰ
πρὸ τῶν σειρῶν αἱ ἀρχαὶ διίστανται· εἰ δὲ ἔχουσί τι καὶ αἱ δύο σειραὶ
κοινὸν
πρὸς ἀλλήλας (οὐ γὰρ δὴ πάντη εἰσὶ διεσπασμέναι), κατὰ τοῦτό γε
προῆλθον
ἀπὸ τῆς μονοειδοῦς ἀρχῆς καὶ μιᾶς· καὶ ταῦτα λέγω κυρίως, οὐ κατὰ
ἔνδειξιν,
καὶ ἀπὸ τῶν ἐν τῷ νῷ, μᾶλλον δὲ καὶ ἐν τῇ ψυχῇ διωρισμένων
ἐναγόμενος.
Ἐπεὶ οὖν ἐνταῦθα οὕτω, δεῖ καὶ ἐν τῷ νοητῷ προϋποθέσθαι νοητῶς τὰς
τούτων
αἰτίας, ὅπως οἷόν τέ ἐστι κατὰ ἔνδειξιν. Οὐκοῦν ἀπὸ μὲν τῆς ἀδιαιρέτου
καὶ  
μονοειδοῦς ἐπὶ μίαν τὴν πρὸ πάντων ἥξομεν, ᾗ πάντα ἓν ἐπιθέμεθα
ἀπορίᾳ
τοῦ οἰκείου ὀνόματος· ἀντὶ δὲ τῶν διῃρημένων δυεῖν ἐπὶ τὰς ὅντινά ποτε
τρόπον
ἀντικειμένας, ἀνάλογον ταῖς ὡς ἀληθῶς ἀντιδιῃρημέναις, ἃς ὅπως ἄν τις
ἐθέλοι

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 90, li.5

ἑκατέραν τῶν ἀρχῶν· ἢ καὶ οὕτω διορισμὸς ἔσται ἐκεῖ καὶ ἀντιδιαίρεσις,
ὥστε
οὐ πάντων ἑκατέρα, οὐδὲ πάντα πρὸ πάντων, ἀλλὰ τοῦ ἑτέρου τῶν
στίχων
ἑκατέραν πάντα μὲν καὶ πάντων, ἀλλὰ μᾶλλον τοῦδε ἢ τοῦδε, καὶ μᾶλλον
ἡ μὲν
κατὰ τὸ ἕν, ἡ δὲ κατὰ τὸ πλῆθος. Οὐκοῦν δεήσει καὶ τοῦ μᾶλλον καὶ
ἧττον
προτάττειν αἰτίαν, καὶ ὅλως ἀντιδιαιρέσεως τῆς ὁπωσοῦν ὁμοταγοῦς.
Χωρὶς
δὲ τούτων οὐ τὸ ἓν μόνον προτάξομεν πέρατός τε καὶ ἀπειρίας, ἀλλὰ καὶ
τὸ  
πλῆθος, ἢ ὅ τί ποτε κλητέον τὸ πολλοποιὸν αἴτιον ἢ διακριτικόν· ὡς γὰρ
ἑκάτερον ἕν, οὕτως ἄμφω δύο, ἢ οὐχ ἕν. Τί οὖν αὐτοῖς αἴτιον τοῦ
τοιούτου
κοινοῦ; δεῖ γὰρ ἀμφοῖν καὶ τοῦτο προτάττειν, εἴπερ ὁμοταγεῖς, καὶ μὴ ἡ
ἑτέρα ἀπὸ τῆς ἑτέρας πρόεισιν, ἡ δευτέρα ἀπὸ τῆς πρώτης μετὰ τῶν
οὕτως
ἐξ ἀνάγκης αὐτῇ συνυφισταμένων ἰδιωμάτων· πρώτη γὰρ ἑαυτὴν
929

παράγουσα
κατὰ φύσιν τὴν ἑαυτῆς ἰδιότροπον καὶ τὰ ἄλλα πρῶτα παράγειν ἄρχεται.
Πρὸς δὲ τούτοις εἰ ταῦτα ἀπὸ τῶν διωρισμένων εἴληπται, καὶ τὸ ἓν ἔσται
ἀληθῶς ἕν, οὗ καὶ τῇ ἐννοίᾳ ἐπισπώμενοι προετάττομεν ἑαυτὸ τοῖν δυεῖν,
τῆς
μονάδος καὶ δυάδος. Εἰ δὲ τοῦτο διωρισμένον, τί διοίσει τοῦ γένους; καὶ
ἐκεῖνο
γὰρ πάντα κατὰ τὸ ἑαυτοῦ ἴδιον, τὸ ἕν. Πῶς οὖν πάντα ἁπλῶς καὶ οὕτως
ὡς
ὑπὲρ πάντα; εἰ δὲ τούτοις κεχρήμεθα τοῖς νοήμασι, βουλόμενοι ἀπὸ μὲν
τοῦ
ἑνὸς ἑλεῖν τὸ πάντη ἁπλούστατον καὶ πάντων ἐπέκεινα, ἀπὸ δὲ τῶν
πάντων
ἐκφυγεῖν τὸ ἐλάχιστον καὶ ὡς ἕν τι διωρισμένον, ἀπ' ἀμφοῖν δὲ
ἐνδείξασθαι
τὴν μίαν ὅλων καὶ πάντων ἐπέκεινα, ἀπὸ δὲ τῶν πάντων ἐκβεβηκυῖαν
ἀρχήν,
δῆλον ὅτι καὶ τὰς μετ' αὐτὴν ἀρχὰς οὕτω πως ἡμῖν ἐκκυνηγητέον ἐκ τῶν

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 107, li.1

ἄπειρον καθ' ἑαυτό· τὸ γὰρ ἄνευ τοῦ ἑνὸς πλῆθος ἐπινοούμενον


ἀπειράκις
ἄπειρον καὶ ἡ τοῦ ἀπείρου ἀστάθμητος ἀχάνεια. Ἔστι μὲν οὖν καὶ τὸ
ἄπειρον
ἕν, ἀλλὰ κατὰ μέθεξιν, ἡ δὲ ὕπαρξις αὐτοῦ καὶ οἷον ἰδιότης πολλὰ μόνον
καὶ
ἄπειρον μόνον, οὐχ ὧδε πολλὰ ὥς τινα πλείω, ἵνα καὶ ἡνωμένον γένηται,
ἐκ
πολλῶν τῷ ἑνὶ συγκραθέντων, ἀλλ' ἔστιν ἓν πολλὰ τῇ ἰδιότητι, πρὸ δὲ
τῶν
πολλῶν αὐτὸ δήπου τὸ ἓν οὕτως ἓν ὡς μόνον τῇ ἰδιότητι ἓν καὶ ὡς μόνον
καθ' ὕπαρξιν, οὐδὲν δὲ κατὰ μέθεξιν ὄν. Διὸ καὶ ὕπαρξις ὀνομάζεται ἡ
ἀρχὴ
ἐκείνη, ὅτι μόνον καθ' ὕπαρξιν.
 Ἡ δὲ δευτέρα μετέχουσα τῆς πρώτης εἶτα καὶ ἴδιον προὐβάλλετο τὴν
ταύτης
ὕπαρξιν τὴν πολλοποιόν. Διὸ καὶ τὸ δυαδικὸν ἐν αὐτῇ πρώτῃ πέφηνε, καὶ
τὸ  
προοδικόν, ὅτι πρώτη προῆλθεν, καὶ τὸ τοῦ Χάους ἰδίωμα, ὅτι πρώτη
ἐχώ-
930

ρησε τὴν πρὸ αὐτῆς, καὶ πρώτη τοῦ ἑνὸς ἐξέβη ὁπωσοῦν.
 Οὔπω οὖν τὸ ἡνωμένον ἐκείνων οὐδέτερον, οὐδὲ τὸ μικτόν· δεῖται γὰρ
τὸ
μικτὸν δυεῖν ἰδιοτήτων τοὐλάχιστον προϋποκειμένων καὶ μιᾶς τῆς
συναγούσης.
Ἔστι τοίνυν ἐν τῷ τρίτῳ ἀπὸ τοῦ πρώτου, ἐν ᾧ δύο μεθέξεις, ἡ τοῦ ἑνός,
καὶ
τῶν πολλῶν μία, τῇ τοῦ ἡνωμένου καὶ ὄντος ὑπάρξει συναγόμενα, καὶ
τριὰς
ἢ δὴ τὸ τρίτον. Ὃ δὲ τὸ τρίτον κόσμος ὁλοτελὴς καὶ ῥίζα μία τῶν
πάντων,
καὶ ἐκείνων ἑκατέρα κόσμος ἐστὶ μειζόνως ὁλοτελής, μᾶλλον δὲ κόσμων
αἰτία
παντελῶν, ἡ μὲν ὡς ἡνωμένων, ἡ δὲ ὡς πεπληθυσμένων ἑκάστων, καὶ
αὐτοῦ
τοῦ πρώτου πάντων, καὶ κρυφίου διὰ τοῦτο καλουμένου, τοῦ πάντη
κρυφίου,
ὡς μηδὲ σπέρμα εἶναι τῶν ἀπ' αὐτοῦ προϊόντων Θείων κόσμων, ἀλλ' ἔτι
ἐπ
Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.
Vol.1, p. 125, li.13

ὥσπερ εἶδος ὕλῃ· ὥστε καθ' ἑαυτὴν ἡ ὕλη ἀνώνυμος. Καὶ τί θαυμαστόν,
ὅτε
καὶ τῶν εἰδῶν ἔνια ἄνευ ὀνόματος νοοῦμεν, ὡς τὸ γένος φησὶν ἐκεῖνος
θερμό-
τητος καὶ ψυχρότητος; Οὕτω δὲ καὶ τὸ μίγμα τῶν στοιχείων οὐκ
ὀνομάζεται.
 Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐπιθέουσα τῷ μίγματι κοινὴ ἰδιότης ἡ εἰδοποιοῦσα τὸ μίγμα,
οἷον στοιχεῖόν ἐστι τοῦ ὅλου ὡς ἐξ ὕλης καὶ εἴδους; ἁπλῆ γάρ ἐστιν ὡς τὸ

στοιχεῖον ἕκαστον. Ἢ οὐχ οὕτω γε, ἀλλ' ἔστι τοῦ μίγματος ἰδιότης, καθ'
ἣν
ἕκαστον λέγεται τῶν συνθέτων εἰδῶν καλουμένων πρὸς ἀντιδιαστολὴν
τῶν
στοιχειωδῶν τε καὶ ἁπλουστέρων γενῶν. Ἀλλὰ καὶ γένους ἑκάστου ἡ
ἰδιότης
ἁπλῆ· τὸ δὲ ἄλλο μίγμα τῶν ἄλλων ἐστὶ κατὰ μέθεξιν ἢ προτέρων ἢ ὁμο-
στοίχων. Οὕτω δὴ καὶ νοῦς καὶ ζωὴ καὶ αὐτὸ δήπου τὸ ὄν· ὧν ἕκαστον
μὲν
πάντα· ἀλλ' ὁ μὲν κατὰ τὸ τοῦ νοῦ ἰδίωμα, ἡ δὲ κατὰ τὸ τῆς ζωῆς, τὸ δὲ
κατὰ τὸ τοῦ ὄντος.
 Ἆρα οὖν καὶ τὸ ὂν οὐχ ἁπλοῦν ἰδίωμα, οἷον οὐσιότης καὶ ἡ ζωότης ἐπὶ
931

τῆς
ζωῆς καὶ ἡ νοότης ἐπὶ νοῦ; ἢ μᾶλλον ἔοικεν εἶναί τι μέσον στοιχείου τε
καὶ
τοῦ συνθέτου παντὸς εἴδους, οἷον τοῦ παντὸς νοεροῦ πληρώματος· τὰ μὲν
γὰρ στοιχεῖα ἄλλοθεν ἥκει εἰς ἄλλο καὶ ἐν ὕλης τέτακται λόγῳ πρὸς τὴν
εἰδο-
ποιοῦσαν ἰδιότητα· αὕτη δὲ χαρακτηρίζει καὶ συνάγει καὶ ἀλλοιοῖ πρὸς
ἑαυτὴν
τὰ στοιχεῖα, πᾶσιν ἐξαρκοῦσα καὶ συμπαρατεινομένη τῇ ἑαυτῆς
ἁπλότητι.
Διὸ καὶ μᾶλλον ὁλόκληρος εἶναι βούλεται ἢ τῶν στοιχείων ὁτιοῦν.

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 125, li.15

τητος καὶ ψυχρότητος; Οὕτω δὲ καὶ τὸ μίγμα τῶν στοιχείων οὐκ


ὀνομάζεται.
 Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐπιθέουσα τῷ μίγματι κοινὴ ἰδιότης ἡ εἰδοποιοῦσα τὸ μίγμα,
οἷον στοιχεῖόν ἐστι τοῦ ὅλου ὡς ἐξ ὕλης καὶ εἴδους; ἁπλῆ γάρ ἐστιν ὡς τὸ

στοιχεῖον ἕκαστον. Ἢ οὐχ οὕτω γε, ἀλλ' ἔστι τοῦ μίγματος ἰδιότης, καθ'
ἣν
ἕκαστον λέγεται τῶν συνθέτων εἰδῶν καλουμένων πρὸς ἀντιδιαστολὴν
τῶν
στοιχειωδῶν τε καὶ ἁπλουστέρων γενῶν. Ἀλλὰ καὶ γένους ἑκάστου ἡ
ἰδιότης
ἁπλῆ· τὸ δὲ ἄλλο μίγμα τῶν ἄλλων ἐστὶ κατὰ μέθεξιν ἢ προτέρων ἢ ὁμο-
στοίχων. Οὕτω δὴ καὶ νοῦς καὶ ζωὴ καὶ αὐτὸ δήπου τὸ ὄν· ὧν ἕκαστον
μὲν
πάντα· ἀλλ' ὁ μὲν κατὰ τὸ τοῦ νοῦ ἰδίωμα, ἡ δὲ κατὰ τὸ τῆς ζωῆς, τὸ δὲ
κατὰ τὸ τοῦ ὄντος.
 Ἆρα οὖν καὶ τὸ ὂν οὐχ ἁπλοῦν ἰδίωμα, οἷον οὐσιότης καὶ ἡ ζωότης ἐπὶ
τῆς
ζωῆς καὶ ἡ νοότης ἐπὶ νοῦ; ἢ μᾶλλον ἔοικεν εἶναί τι μέσον στοιχείου τε
καὶ
τοῦ συνθέτου παντὸς εἴδους, οἷον τοῦ παντὸς νοεροῦ πληρώματος· τὰ μὲν
γὰρ
στοιχεῖα ἄλλοθεν ἥκει εἰς ἄλλο καὶ ἐν ὕλης τέτακται λόγῳ πρὸς τὴν εἰδο-
ποιοῦσαν ἰδιότητα· αὕτη δὲ χαρακτηρίζει καὶ συνάγει καὶ ἀλλοιοῖ πρὸς
ἑαυτὴν
τὰ στοιχεῖα, πᾶσιν ἐξαρκοῦσα καὶ συμπαρατεινομένη τῇ ἑαυτῆς
932

ἁπλότητι.
Διὸ καὶ μᾶλλον ὁλόκληρος εἶναι βούλεται ἢ τῶν στοιχείων ὁτιοῦν.
Ἕκαστον
γὰρ ἐκείνης ἐστὶ καὶ ἀπ' ἐκείνης παρονομάζεται· καὶ γὰρ τὰ ἄλλα κατὰ
ταύτην
ἕστηκε· τὰ γὰρ τέσσαρα στοιχεῖα ἀνθρωπείως ἢ ἱππείως ἢ σεληνιακῶς ἢ
ἡλιακῶς ὑφέστηκε· τὸ δὲ ἐξ ἀμφοῖν ὅλον τὸ εἶδος ἢ τὸ γένος ἢ ὁ

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 125, li.27

στοιχεῖα ἄλλοθεν ἥκει εἰς ἄλλο καὶ ἐν ὕλης τέτακται λόγῳ πρὸς τὴν εἰδο-
ποιοῦσαν ἰδιότητα· αὕτη δὲ χαρακτηρίζει καὶ συνάγει καὶ ἀλλοιοῖ πρὸς
ἑαυτὴν
τὰ στοιχεῖα, πᾶσιν ἐξαρκοῦσα καὶ συμπαρατεινομένη τῇ ἑαυτῆς
ἁπλότητι.
Διὸ καὶ μᾶλλον ὁλόκληρος εἶναι βούλεται ἢ τῶν στοιχείων ὁτιοῦν.
Ἕκαστον
γὰρ ἐκείνης ἐστὶ καὶ ἀπ' ἐκείνης παρονομάζεται· καὶ γὰρ τὰ ἄλλα κατὰ
ταύτην
ἕστηκε· τὰ γὰρ τέσσαρα στοιχεῖα ἀνθρωπείως ἢ ἱππείως ἢ σεληνιακῶς ἢ
ἡλιακῶς ὑφέστηκε· τὸ δὲ ἐξ ἀμφοῖν ὅλον τὸ εἶδος ἢ τὸ γένος ἢ ὁ νοῦς ἢ
τὸ
ζῷον ἢ ἡ ζωὴ ἢ τὸ ὄν, ὃ δὴ πρῶτον ὑποτιθέμεθα τῶν οὕτως ὑφεστώτων.
 Οὐ μὴν σύνθεσιν οἰητέον ἐπ' αὐτῶν ἡμᾶς λέγειν, ἀλλ' ἓν καὶ πολλὰ
ἕκαστον εἶδος, ἓν μὲν καθό ἐστιν ἰδίωμα, πολλὰ δὲ κατὰ συνεδρεύοντα ἃ
στοι-
χεῖα καλοῦμεν, ἀπὸ τοῦ ἑνὸς τὰ πολλὰ προϊόντα καὶ ἐν τῷ ἑνὶ μένοντα.
Ὁ γὰρ νοῦς ἀπὸ τοῦ οἰκείου συναιρέματος ἀρξάμενος προάγει τὸ πλῆθος
ἐν
ἑαυτῷ τῶν γενῶν τε καὶ εἰδῶν· καὶ δὴ καὶ ἕκαστον εἶδος τὸν ὅλον νοῦν
μιμού-  
μενον ἀπογεννᾷ τὸ ἑαυτοῦ πλῆθος ἐν ἑαυτῷ τῶν γενῶν τε καὶ εἰδῶν· καὶ
δὴ
ἄλλα πολλὰ μὲν ὡς ἀφ' ἑνὸς προϊόντα, στοιχεῖα δὲ ὡς ἀπὸ ἡνωμένου,
μέρη
δὲ ὡς ἀπὸ ὅλου, γένη δὲ ὡς ἀπὸ οὐσίας συνθέτου, εἴδη δὲ ὡς ἀπὸ νοῦ.
Ἀλλὰ
ταῦτα μὲν ἐς ὕστερον.
      
 Τὰ νῦν δὲ ἀναλαβόντες τὸν λόγον λέγομεν ὡς οὐκ ἔστιν ἓν ὄνομα τῷ
σύμπαντι πληρώματι, ἀγαπητὸν δὲ ἡμῖν τὰς ἰδιότητας ψιλὰς ὀνομάζειν·
933

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 132, li.15

τις ἓν εἶναι τῇ πρὸ δυνάμεως καὶ ἐνεργείας οὐσίᾳ, δύναμιν καὶ ἐνέργειαν
συνουσιωμένην, καθ' ἣν γεννᾷ καὶ προβάλλεται τὴν μεθ' ἑαυτὴν δύναμιν
καὶ
ἐνέργειαν. Ταύτην ἄν τις καὶ ἔτι συμφυεστέραν ἀπολείποι σὺν τῇ πρώτῃ
οὐσίᾳ, δύναμιν καὶ ἐνέργειαν. Διὸ πρὸ αὐτῆς δύναμις μόνον καὶ ὕπαρξις,
πρὸ δὲ τῆς δυνάμεως ὕπαρξις μόνον, καὶ οὐδὲ ὁπωστιοῦν οὔτε δύναμις,
οὔτε
ἐνέργεια, ἀλλὰ τὸ πάντων ἁπλούστατον, ἡ ὕπαρξις.
 Ἆρα οὖν ἄλλο παρὰ τὸ εἶναι τὸ ὑπάρχειν, ὡς δοκοῦσι ποιεῖν οἱ φιλό-
σοφοι, καὶ αὐτὸς ὁ Ἰάμβλιχος ἄλλοθί τε πολλαχοῦ καὶ ἐν τῇ περὶ θεῶν;
Ἢ τὸ μὲν εἶναι τῆς οὐσίας παρωνυμία, ἡ δὲ οὐσία, κἂν τὴν πρὸ δυνάμεως

λάβῃς καὶ ἐνεργείας, ἐκ τριῶν συνουσίωται ἰδιωμάτων, τοῦ


ὑποστατικοῦ, ὃ
καὶ ὑπάρχειν καλοῦμεν, καὶ ἔστιν ὅτε καὶ εἶναι, τοῦ δυναμικοῦ, ὅπερ τὸ
γόνιμόν ἐστι τῆς ὑπάρξεως, τοῦ ἐνεργητικοῦ, ὅπερ ἤδη πρὸς τὰ ἐκτὸς
ἀποτείνεται καὶ τὴν ἑαυτοῦ χρείαν ἐπιδεικνύμενον, ὡς ἐκ τούτων τῇ
ἐπινοίᾳ
χωριζομένων εἰς τὸ ἁπλούστερον ἀνάγεσθαι κατὰ ἔνδειξιν ἐπὶ τὰς
πρώτας
ἀρχάς, ἀπὸ μὲν τοῦ ὑπάρχειν μόνου εἰς τὴν πρώτην, εἰς ἣν καὶ ἀπὸ τοῦ
ἑνὸς
ἀνηγόμεθα, καὶ ἀπὸ τοῦ πέρατος καὶ ἀπ' ἄλλων πλειόνων, ἀπὸ δὲ
δυνάμεως
τῆς καὶ ὑπαρχούσης εἰς τὴν τρίτην.
 Οὕτω μὲν οὖν ἄλλο παρὰ τὴν οὐσίαν ἡ ὕπαρξις, ὡς ἰδιότης μία γυμνου-
μένη τῶν ἄλλων εἰς ἔνδειξιν τῆς πρώτης ἀρχῆς. Ὡς δὲ καθ' ὑπόστασιν
φάναι,
καὶ ταὐτὸν ἂν εἴη ὕπαρξις τῇ οὐσίᾳ, εἴ γε μετὰ δυνάμεως καὶ ἐνεργείας
ὑφ

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 136, li.1

πάλιν ἄρα αὐτὸ δι' ἑαυτοῦ.


 Ἀλλὰ μήποτε εἶναι λεκτέον τὸ ὑπάρχειν· καὶ γὰρ ὕπαρξις ἡ οὐσία, ὥς
φαμεν. Ἀλλ' εἰ μὲν κατὰ τὸ ὄνομα διωκτέον τὸ πρᾶγμα, σημαίνοι ἂν
934

τοῦτο
δευτέραν ἀρχήν τινα τῇ προτέρᾳ ὑποτεταγμένην· καὶ τάχα ἂν εἴη τὸ ὂν
δευτέρα
ἀρχὴ μετὰ τὴν τοῦ ἑνὸς προτεταγμένην.
 Εἰ δὲ ὡς τὸ εἶνασημαῖνον ἐκλάβοιμεν κατά τινα συνήθειαν, οὐκ ἔχομεν
λέγειν ὅθεν πεποίηται, ὡς δῆλον αὐτοῦ εἶναι τὸ ὑπάρχειν· ὥστε οὐδ' ἂν
γνωρί-
σαιμι τὸ εἶναι διὰ τοῦτο ὑπάρχειν, ἀλλὰ τοὐναντίον.
 Μήποτε δὲ μόνον τὸ εἶναι δηλοῖ τὴν φύσιν τοῦ πράγματος ἅμα καὶ τῆς  
ἐννοίας, ἐπεὶ τάγε ἄλλα ἀπὸ τῶν συνεδρευόντων ἢ συνεπινοουμένων
ἰδιωμάτων
ὀνομάζεται, ἐκεῖ μὲν ὄντων ἀδιακρίτων, ἐν δὲ ταῖς ἡμετέραις νοήσεσιν
ἀτόπως
διακρινομένων, οἷον τὸ ὑπάρχειν καὶ τὸ ὑφεστάναι, τοῦτο μὲν γὰρ ὡς
οὔπω
ποιησάμενον πρόοδον, ἐκεῖνο δὲ ὡς ὑπὸ τὴν πρωτίστην ἀρχὴν
τεταγμένον·
οὕτως ἂν εὕροις καὶ τῶν ἄλλων ὁτιοῦν πεπονθός, καὶ τὰ ξενικώτερα τῶν
ὀνομάτων, οἷον τὸ τελέθειν, ὅτι θεῖ πρὸς τέλος καὶ ἐγγύς τι τὸ τέλος ἐστί·
διὸ καὶ ἀμφισβητήσιμον τίνος ἡ ἔφεσις, πότερον τοῦ εἶναἢ τοῦ εὖ μόνον·
τοῦ μὲν γὰρ εὖ εἶναι κατὰ τὸ συναμφότερον. Καὶ τὸ πέλειν, ὅτι πελάει
καὶ
πέλας εἶναι βούλεται τοῦ ἑνός. Τὸ δὲ σώζεσθαι· τοιοῦτον γάρ πως τὸ
εἶναι.
ὅτι ἄρτιον καὶ σῶον καὶ οὐδὲν αὐτῷ λείπει, πάντα γάρ ἐστι.

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 139, li.11

ἐνέργεια, ὥστε οὕτω γε καὶ ἡ στάσις καὶ πᾶν εἶδος καὶ γένος, ἀλλ' οὐ
μόνη
ἡ κίνησις ἔσται τὸ ἔργον, καὶ ἀπαιτήσει ὁ λόγος ἄλλην τὴν ἀπόδοσιν τοῦ
ἔργου παρὰ τὸ ἔργον, καὶ δὴ καὶ τὴν ἐνέργειαν ὁμοίως· καὶ οὐκ ἄρα
κίνησις
ἡ ἐνέργεια, ἀλλὰ μᾶλλον ἔργον· εἰ δὲ ἐκεῖνο τὸ πρότερον, ἔσται τι καὶ τῆς

κινήσεως ἔργον τὸ κινεῖν τὰ ὄντα· ἔσται ἄρα αὐτῆς καὶ ἐνέργεια τούτου
οὖσα
τοῦ ἔργου ἀπόδοσις. Εἰ δὲ ἡ ἀπόδοσις αὕτη τὸ ἔργον ἐστίν, ἄτοπον μὲν
ἴσως
καὶ τὸ φάναι τὴν ἐνέργειαν, ἔργου οὖσαν ἀποπλήρωσιν, αὐτὸ εἶναι τὸ
ἔργον.
935

Εἰ δὲ ἐν τῷ ἀποπληροῦν ἐστι τὸ ἔργον, καὶ ἔστι τὸ ἔργον αὐτὸ τὸ


ἀποπληροῦν,
ὡς τὸ ὀρχεῖσθαι ἡ ὄρχησις, ἀλλ' ἔσται καὶ τῆς τοιαύτης ἐνεργείας ἀποτέ-
λεσμά τι· διὸ καὶ ἡ ἐνέργεια προβάλλεται· τῶν γὰρ ἕνεκά του πᾶσα
ἐνέργεια
καὶ οὐ προηγουμένως οὗ ἕνεκα. Ἔπειτα καὶ ἡ κίνησις κινεῖ· τοῦ γὰρ
ἰδιώματος
τούτου μεταδοτικὴ ἡ κίνησις, ὡς τοῦ ἱστάνειν ἡ στάσις· ὥστε καὶ
ἐνεργήσει ἡ
κίνησις καθάπερ ἡ στάσις· οὐκ ἄρα κίνησις ἡ ἐνέργεια.

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 150, li.22

πρῶτον οὐδέτερον εἶναι τίθεται, τὸ δὲ δεύτερον συναμφότερον κατὰ τὸ


ἡνω-
μένον, τὸ δὲ τρίτον ἑκάτερον, ἐδήλωσεν ἀποφήσας μὲν τοῦ πρώτου καὶ
τὸ
ὂν καὶ τὸ ἕν, συνελὼν δὲ ἐν τῷ μέσῳ τὸ ἓν ὄν, διαστήσας δὲ ἐπὶ τούτοις
τὸ ἓν
καὶ τὸ ὂν μετὰ τῆς διιστώσης ὁπωσοῦν καὶ οἵας δὴ ἑτερότητος, ἐπεὶ καὶ
τὴν
παλαιὰν ἀπορίαν μόλις ἂν οὕτως ἐκφύγοιμεν. Πῶς γὰρ δὴ τὸ πρῶτόν γε
ὄν,
ὃ δὴ καὶ ἡνωμένον ἠξιοῦμεν εἶναι, τελέως προτάξειεν ἄν τις ὡς οὐσίαν
ζωῆς
καὶ νοῦ, μηδενὸς ὄντος ἐκεῖ διορισμοῦ, καίτοι διωρισμένης ἀπὸ νοῦ μὲν
τῆς
ζωῆς, ἀπὸ ζωῆς δὲ τῆς οὐσίας; Πῶς ἂν οὖν εἴη διορισμός, ἑτερότητός γε
μὴ
οὔσης; καὶ τὸ πάντη πρῶτον ἡνωμένον πῶς ἂν διωρισμένον εἴη πρὸς
ἕτερον;
ὥστε φανερὸν ὅτι ἡ μὲν οὐσία, ὡς μόνη οὐσία πρὸς τὴν ζωήν, ὡς τούτῳ
μόνῳ
συνθεωρουμένην τῷ τῆς ζωῆς ἰδιώματι μετά τινος ἑτερότητος πέφηνε,
τὸ δὲ
ὡς ἀληθῶς ἡνωμένον οὔτε ζωή πω, οὔτε νοῦς, οὔτε οὐσία, πλὴν εἰ μὴ
κατὰ
ἀναλογίαν τινὰ ἢ κατὰ ἔμφασιν αἰτιώδη. Ἐνιότε καὶ τοῦτο λέγουσιν οἱ
φιλό-
σοφοι, ἀλλὰ πάντα ἀδιορίστως καὶ κατὰ τὴν πρὸ πάντων ἡνωμένην ὑπερ-
936

οχήν. Διὸ πρὸς οὐδὲν ἀντιδιακέκριται τὸ ἡνωμένον ὡς πάντα, ὄντων ἐν


μέρει
διωρισμένων ἐν ταῖς ἡμετέραις ἐννοίαις.

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 155, li.26

γάρ ἐστιν ἡ τοιάδε γνῶσις οἵα περιγράφειν τὸ νοητόν, ἀλλὰ


περιγράφεσθαι
μᾶλλον ὑπ' ἐκείνου καὶ ὁρίζεσθαι, μέχρις ὅσου ἑαυτὸ ἐπιδῶσιν εἰς τὴν
θέαν.
      
 Τί οὖν; ἡ γνῶσις οὐ περίληψίς ἐστι τοῦ γνωστοῦ καὶ περιγραφή
τις; ἅπασα μὲν οὖν γνῶσις ὑπὸ τοῦ γνωστοῦ μᾶλλον εἰδοποιεῖ τὸ
γνωστόν,
ἡ δὲ ἡνωμένη καὶ τοῦ ἡνωμένου οὐδὲ συνίσταται ἄλλως, εἰ μὴ τῇ ἐκείνου

ἑνώσει συναναπλώσειεν ἑαυτήν, δικαιότερον δὲ εἰπεῖν, ἑαυτὴν ἀφεῖσα


καὶ
ἀναχυθεῖσα ὅλη εἰς ἐκεῖνο, τῷ ἑαυτῆς ἀπεριγράφῳ τὸ ἐκείνου
ἀπερίγραφον
ἑλεῖν πειραθεῖσα, καὶ ταύτῃ ποιησαμένη τὸ νοητὸν ἑαυτῆς, ᾗ τοῦ νοητοῦ
αὐτὴ γεγένηται.
 Καὶ μὴν οὐδὲ τὸ τῆς ἐπιστροφῆς ἀνοίκειόν ἐστιν ἰδίωμα πρὸς τὸ νοητόν.

Εἰ γὰρ καὶ ἡνωμένον ἐστίν, ἀλλ' ἔστι καὶ τούτου ἐν ἑαυτῷ πρόοδος
ἡνωμένη,
οἷον ὠδὶς οὖσα προόδου τῆς κάτω· καὶ γὰρ καὶ μονὴ τῆς μονῆς, καὶ ἡ ἐπι-
στροφὴ ἄρα τῆς ἐπιστροφῆς ἔσται ὥσπερ αἰτία, καὶ αὕτη κρύφιος. Ὅλως
γὰρ
εἰπεῖν, τὸ ἡνωμένον πρὸς μὲν τὸ πρὸ αὐτοῦ καλούμενον ἓν τόκος ἐστὶ καὶ

προῆλθεν ὅπως θέμις λέγειν καὶ ὡς οἵαν τε ἀφ' ἑνὸς γενέσθαι πρόοδον,
πρὸς
δὲ τὰς ὁπωσοῦν διορισθείσας ἀρχὰς ἔτι μένει περὶ τὸ ἓν καὶ ἐκείνῳ
συμπέ-
φυκεν. Τοσοῦτον γὰρ μόνον καὶ προῆλθεν ὅσον ἐν αὐτῷ μένειν καὶ
μηδαμῶς
προελθεῖν.
937

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 170, li.2

καὶ τὸ εἶδος τοῦ τρίτου. Διόπερ ἡ ἐπιστροφὴ καὶ τοῦ τρίτου ἐστὶ μόνου·
καὶ
τοῦτο μέντοι ἰδιοποιὸς λέγεται καὶ τοῦ προελθόντος ἀνάτασις εἰς τὸ
μένον
ὅτι τοῦ προοδικοῦ ἐν τῷ τρίτῳ εἰς τὸ ἐν αὐτῷ μόνιμον καὶ τοῦ τρίτου εἰς
τὸ
πρῶτον, ὅτι τὸ προελθὸν κατὰ τὸ μένον ἐν τῷ πρώτῳ ἐστι. Καὶ ὁρᾷς ὅτι
κατ' οὐσίαν ἐν τῷ τρίτῳ τὰ τρία οἷα στοιχεῖα συγκέκραται ἀλλήλοις, καὶ
τὸ
ὅλον τὰ τρία ἔχει, καὶ πρός γε αὐτὸ τριχῇ ἐνεργεῖ, μένον ἐν ἑαυτῷ καὶ
προϊὸν
ἀφ' ἑαυτοῦ καὶ ἐπιστρεφόμενον πρὸς ἑαυτό. Στοιχεῖα γὰρ αὐτοῦ τῆς
οὐσίας
τὰ τρία καὶ εἰς τὸ ὅλον ἕκαστον δρέψαι εἰς ἄλληλα ἅπαντα. Μένει οὖν
διὰ τὸ
μόνιμον τὸ ὅλον καὶ τὰ μέρη, καὶ αὖ πρόεισι διὰ τὸ προοδικὸν καὶ
ἐπιστρέφει  
διὰ τὸ ἐπιστρεπτικόν. Τοιγαροῦν καὶ μένει ἐν αὐτῷ τὸ τρίτον κατὰ τὸ
ἐγκε-
κραμένον τῆς μονῆς ἰδίωμα, καὶ προϊὸν ἀφ' ἑαυτοῦ καὶ ἐπιστρέφει πρὸς
ἑαυτό.
 Ἀλλὰ δὴ τὰ τρία καὶ πρὸς τὸ πρῶτον ἐνεργεῖν λέγεται. Τίς οὖν ἡ
διαφορά;
ἢ ὅτι διττὴ ἡ διάκρισις, ἡ μὲν ἀπὸ τοῦ πρώτου, ὡς τρίτου, ἡ δὲ ἀφ' ἑαυτοῦ

ὡς πληθυομένου ἐν ἑαυτῷ καὶ οὐ τρίτου ἁπλῶς γινομένου, ἀλλὰ


τριαδικοῦ
κατὰ τὴν ἐν αὐτῷ φανεῖσαν τριάδα. Ἀλλὰ πᾶσα τριὰς καὶ μονάς ἐστι, ἡ
πρὸ
αὐτῆς πάντως μονάς· ὥστε κατὰ μὲν τὴν τριάδα πρόεισιν ἀφ' ἑαυτοῦ,
κατὰ
δὲ τὴν μονάδα, μένει ἐν ἑαυτῷ, ἐπιστρέφει δὲ κατὰ τὴν ἕνωσιν τῆς
τριάδος
πρὸς τὴν μονάδα.

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 172, li.29

πρόοδος ἔχει τι ἐπιστρεπτικόν, εἴπερ καὶ αὕτη προῆλθε· καὶ ἡ ἐπιστροφὴ


938

ἕξει τι μόνιμον, εἴ γε καὶ προοδικόν. Οὕτω δ' οὖν ὑποτιθέμενοι καλῶς


ὁμο-
λογήσομεν· ὁμοταγῆ γὰρ ὄντα τὰ τρία ἀντιμεθέξει ἀλλήλων· ἡ δὲ ἀπορία
οὐχ ἕξει χώραν, ἡ γὰρ διαίρεσις οὐκ ἐγένετο τῶν καθ' ὕπαρξιν ἰδιοτήτων·

ἄρα κάτω μονὴ μέθεξίς ἐστι τῆς ἄνω ῥηθείσης. Τίς οὖν ἡ τῶν τριῶν ἀντι-
διαίρεσις; τὸ μὲν γὰρ προϊέναι καὶ μένειν ἀντιφατικόν, προϊέναι γὰρ καὶ
μὴ
προϊέναι λέγεται. Τὸ δὲ ἀντιστρέφειν τί πρὸς ταῦτα; ἢ ὅτι τὸ προελθεῖν
διάστασιν μόνην δηλοῖ καὶ παράλλαξιν, οὔπω δὲ συστροφήν τινα καὶ
σύστασιν
τοῦ χαρακτῆρος ἐν τῷ τὸ προελθεῖν ἔστη καὶ περιεγράφη· τοῦτο οὖν ἡ
ἐπι-
στροφὴ προστεθεῖσα συνεισήγαγεν, ὡς τὸ μὲν εἶναι δηλωτικὸν τῆς ἀπ'
ἄλλου
εἰς ἄλλο διαστάσεως ἢ παραλλάξεως, τὸ προοδικὸν ἰδίωμα, τὸ δὲ
μόνιμον
τοῦ γεννῶντος εἴδους, τὸ δὲ ἐπιστρεπτικὸν τοῦ γεννωμένου
παραστατικόν.  
Εἰ δὲ μετέχει τὰ γεννώμενα τῶν γεννώντων, καὶ ὅπως μετέχει ἢ οὐ
μετέχει,
μετὰ ταῦτα ζητήσομεν.

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 183, li.26

διοριοῦμεν ἐν τῷ πάντη ἀδιορίστῳ ἄλλο μὲν τὸ φανόν, ἄλλο δὲ τὸ ὄν,


οἷον τῷ
φανῷ τὸ ὑποκείμενον, ἢ ὁπωσδήποτε διαφέρον αὐτοῦ; Ἢ ὧδε ῥητέον
πρὸς
ταῦτα ὡς τὸ ὂν αὐτὸ ὅ ἐστιν, ᾗ μὲν αὐτὸ μόνον γε ὄν, καὶ ἀδιάκριτον
μόνον,
ᾗ δὲ διέστη αὐτοῦ ὁ νοῦς διακριθεὶς ἀπ' αὐτοῦ καὶ ἐγένετο οὐ μόνον
ἀδιάκριτον,
ἀλλὰ καὶ διακεκριμένου διακεκριμένον. Εἰ καὶ τὸ διακεκριμένον ἔσχεν
ὡς ἀδιά-
κριτον διαστὰν τοῦ ὡς ἀληθῶς διακεκριμένου, κατὰ τοσοῦτον ὑπεφάνη
τὸ
γνωστὸν ἐν αὐτῷ· καὶ γὰρ τῷ νῷ κατὰ τὸ διακεκριμένον ἐνεφάνη τὸ
γνωστικόν,
ὥστε καὶ τῷ ὄντι ὡς διακεκριμένῳ πως ἐμφαίνεταί τι καὶ ἄλλο· οὐ μὴν τὸ
939

γνωστικόν, διότι τοῦτο τῷ προελθόντι συνῆν, ἀλλὰ τὸ γνωστόν, ὅτι τῷ


προ-
ελθόντι διὰ γνώσεως αἱρεθέν, γνωστὸν ἐκεῖνο γέγονεν, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν
αὐτῷ
τὸ γνωστόν, ὥς τι ἰδίωμα διωρισμένον· οὐδὲ γὰρ τὸ διακεκριμένον ὥς τι
ἰδίωμα
ἐν αὐτῷ· κατὰ γὰρ τὸ ἀδιάκριτον ἦν διακεκριμένου διακεκριμένον, οὐκ
ἂν οὔτε
ὑποστὰν οὔτε ὀνομασθὲν διακεκριμένον, ὅσον ἀπὸ τῆς οἰκείας φύσεως,
εἰ οἷόν
τε εἰπεῖν, εἰ μὴ διεκρίθη ἀπ' αὐτοῦ τὸ ὄντως διακεκριμένον. Οὕτως ἄρα
οὐ
κατά τι τῶν ἐν αὐτῷ γνωστόν, ἀλλὰ κατὰ τὴν πρὸς τὸν νοῦν
ἀντιπαραβολὴν
ἐφάνη καὶ ὠνομάσθη. Ὁ γὰρ νοῦς ἑαυτὸν διακεκριμένον ἀπ' ἐκείνου
ἰδών, ἐκεῖνο  
δὲ ἀδιάκριτον μεῖναν, τὴν ἀπ' ἐκείνου ἔκβασιν διάκρισιν ὠνόμασεν, ἐν
ἑαυτῷ
μὲν τῷ ὄντι οὖσαν, ἐν ἐκείνῳ δὲ κατὰ τὸ ἀδιάκριτον καὶ κατὰ τὸ μὴ συν-
εκβεβηκότι. Οὕτως ἄρα διότι προελθὼν ὁ νοῦς ἐγένετο γνωστικὸς
ἐκείνου
ἀφ' οὗ προῆλθε, κατ' αὐτό γε ὃ προῆλθε τὴν γνωστικὴν ἐπιστροφὴν προ-
βαλλόμενος, ὡς εἴρηται πρότερον, ἑλών, οὗ ὠρέχθη διὰ γνώσεως,

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 186, li.4

παλιν; Τοιγαροῦν ἡ μὲν οὐσία οὐκ ἐστὶ νοῦς, ὁ δὲ νοῦς καὶ οὐσία καὶ
νοῦς,
ἀλλὰ τοῦτο μὲν καθ' ὕπαρξιν, ἐκεῖνο δὲ κατὰ μέθεξιν· ᾗ μὲν ἄρα οὐσία,
γνωστόν, καὶ ὁ νοῦς κατὰ μέθεξιν ἄρα γνωστόν· ᾗ δὲ νοῦς, γνωστικός,
καθ' ὕπαρξιν ἄρα τοιοῦτος. Πρὸς μὲν οὖν τὴν ἀπορίαν ἱκανὰ καὶ ταῦτα.
 Τάχα δ' ἄν τις καὶ τὴν οὐσίαν ὑποθοῖτο γνωστικήν, εἴπερ πάντα ἐστὶ
κατὰ τὴν οἰκείαν συναίρεσιν, ἀλλ' οὐ κατὰ γνῶσιν τὴν διωρισμένην·
οὕτω γὰρ  
καὶ γνωστόν, ὅτι καὶ γνωστόν, ἀλλ' ἀδιορίστως καὶ ἐν τῷ πρὸς ἕτερον
ἀσχέτῳ,
τοῦ δὲ νοῦ προελθόντος ἀπ' αὐτῆς καὶ σχέσεως ἐγγενομένης πρὸς αὐτοῦ
τινὸς
ὡς αἰτίου πρὸς αἰτιατόν, ἐπειδὴ τὸ αἰτιατὸν ἐφάνη γνωστικὸν γενόμενον,
καὶ
940

ἡ οὐσία γνωστόν τι προὐβάλλετο τοσοῦτον ὅσον τὸ τῆς σχέσεως ἰδίωμα


προ-
εφάνη τῷ νῷ ἀντιδιαιρούμενον. Τοσαῦτα πρὸς τὸ παρὸν εἰρήσθω περὶ
τούτων.
      
 Ἔνατον τοίνυν ἄνωθεν ἦν τῶν προβεβλημένων, εἰ τὰ κατὰ σχέσιν
ὑφεστῶτα ἀντισυνίστησιν ἄλληλα, πῶς οὐχὶ δράσει τι καὶ τὸ αἰτιατὸν εἰς
τὸ αἴτιον, καὶ τὸ ὀρεκτὸν εἰς τὸ ὀρεκτικόν, καὶ δὴ καὶ τὸ γιγνῶσκον εἰς τὸ

γιγνωσκόμενον. Καὶ γὰρ εἰ ἐνεργείᾳ γίνεται ἅμα ἑκάτερον, καίτοι πῶς


οἷόν τε
τὸ αἰτιατὸν εἰς τὸ αἴτιον δρᾶν; ἐπὶ μὲν γὰρ τῶν ὁμοταγῶν τάχα ἂν εἴη
τοῦτο
ἀληθές, καίτοι καὶ ἐπὶ τούτων ἀπορήσειεν ἄν τις εἰ τὸ μὴ ἁπτόμενον δρᾷ
τι
εἰς ἐκεῖνο οὗ μὴ ἅπτεται, αὐτῷ μόνῳ τῷ πλησιασμῷ τῆς σχέσεως, καὶ τὸ
πάσχον ὑπ' ἐκείνου μηδὲν αὐτὸ μεταβάλλον ὅμως λέγεται πάσχειν.

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 212, li.13

καὶ οὐδὲ μέχρι συγγενείας τινὸς ἀλλήλοις κοινωνοῦντα, ἔχοι ἄν τι κοινόν.

Οὐκοῦν ᾗ καὶ ὁπωσοῦν κοινόν τε καὶ συγγενές, ταύτῃ ἓν καὶ ταὐτόν; ἢ


τοῦτό
ἐστι τὸ πάντων αἴτιον τῶν κακῶν, ὅτι σπεύδουσιν ἡμῶν αἱ νοήσεις εὐθύς,
ἐὰν
μὲν ἕτερον ἀκούσωμεν, εἰς παντελῆ διασπασμόν, ἐὰν δὲ ταὐτόν, εἰς
παντελῆ
σύγχυσιν, οἶμαι, ὅτι δι' ἀρρωστίαν ἐπικυλινδούμεναι καὶ ἐπιτρέχουσαι
τοῖς
εἴδεσιν ἑκάστοις, οὐ δυνάμεναι κατὰ τὰ μέτρια πορεύεσθαι τῆς ἑκάστου
ὑπο-
στάσεως. Οὐδὲν οὖν κοινὸν ἐν τοῖς διαφόροις ἀποληπτέον ὃ μὴ
διάφορον,
οὐδὲ αὖ διάφορον ἐν τοῖς αὐτοῖς ὃ μὴ κοινόν· ἔστι γάρ τι μεταξὺ κοινοῦ
τε
καὶ ἰδίου.
 Ἆρα οὖν οὕτω προϋπάρχει τῶν στοιχείων ἑκάστων τὰ συνώνυμα τῶν
ἰδιω-
μάτων; ἢ οὐδὲ τοῦτον ἂν εἴη τὸν τρόπον· ἐν γὰρ διαιρέσει τινὶ τὰ
στοιχεῖα
καὶ τὰ μέρη καὶ τὰ εἴδη πρὸς ἄλληλα τυγχάνει ὄντα, ἄλλη δὲ ἀλλαχοῦ
941

διαί-
ρεσις, οἷον ἡ τριὰς ἐκ μονάδων τριῶν, ἢ τετρὰς ἐκ τεττάρων, οὔτι γε ἐξ
ἐκείνων
τῶν τριῶν καὶ ἄλλης αὐτόν, ὡς δοκεῖ, προτεθείς, ἀλλ' ἴδιος ἑκάστου τῶν
μονά-
δων ἡ διαίρεσις, ὡς εἶναι τῶν ἐλαττόνων ἀριθμῶν τῷ ποσῷ καὶ τὰς
μονάδας ὁλι-
κωτέρας· τοῦ γὰρ μοναδικοῦ ὅλου εἴδους ἄλλη μὲν ἡ εἰς δύο διαίρεσις,
ἄλλη
δὲ ἡ εἰς τρία, ἄλλη δὲ ἡ εἰς τέτταρα. Ὥστε καὶ τοῦ ζῴου ἄλλη μὲν ἡ εἰς
δύο
διάκρισις, εἰ τὸ μὲν φαίη τις εἶναι λογικόν, τὸ δὲ ἄλογον· εἰ δὲ λαβών τις
τὸ
λογικὸν ζῷον οὐκ ὂν τῷ ὅλῳ ζῴῳ ὑπ' αὐτὸν διέλοι πάλιν, ἂν οὕτω τύχοι,
τῷ
ἀθανάτῳ καὶ τῷ θνητῷ, καὶ ποιήσει τρία στοιχεῖα ἀνθρώπου, ζῷον,
λογικόν,
θνητόν, τὰ τῷ θνητῷ ἀντιδιαιρούμενα κατὰ τρίτην τάξιν, οὐκέτι τὰ αὐτά,

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 222, li.27

ἀπὸ ζωῆς νοῦς, ἢ ἀπὸ οὐσίας ζωή· οὕτως ἄρα ἀπὸ τοῦ ἡνωμένου οὐσία
καὶ
ζωὴ καὶ νοῦς. Ἀλλ' εἰ μὲν τοῦτο, οὐ τὸ ἡνωμένον πρόεισιν, οὐδὲ πάσχει
τὴν
πρόοδον ἐκείνη ἡ φύσις, ἀλλ' ἕτερα τὰ ἀπ' αὐτοῦ προϊόντα· καὶ γὰρ ἀπὸ
τοῦ
ἑνὸς τὰ πολλὰ καὶ τὰ ῥητὰ ἀπὸ τοῦ ἀρρήτου. Οὐ μέντοι ἡ τοῦ ἑνὸς φύσις
προέρχεται καὶ γίγνεται πολλά, οὐδὲ ἡ τοῦ ἀρρήτου γίγνεται ῥητή. Εἰ δὲ
ἐκεῖνο, τίς ἂν εἴη διάκρισις τῆς ἡνωμένης φύσεως; ὅμοιον γὰρ ὡς εἴ τις
εἴποι
τὰ πολλὰ ἀφ' ἑνὸς προϊέναι ὁμοειδῶς· τοιοῦτον γὰρ καὶ τὰ διακεκριμένα
λέγειν ἀπὸ τοῦ ἡνωμένου. Τίνος δὲ εἵνεκα καὶ προέλθοι ἂν ἀνομοειδῶς;
καὶ
γὰρ τοῦ αὐτοῦ σωζομένου εἴδους, οὕτως εἰπεῖν, τὸ αὐτὸ τέλος ἔσται τῆς
ὑπο-
στάσεως πρώτοις καὶ μέσοις καὶ τελευταίοις· μήποτε γὰρ οὐδὲ
προέρχεται
τὴν κατὰ ὕφεσιν μόνην τοῦ αὐτοῦ ἰδιώματος, εἰ μὴ καὶ διαφορὰ
προστεθείη
τις ἐξαλλάττουσά πως τὰ προϊόντα κατ' εἶδος· οὔτε γὰρ ἔχει τι ἀγαθὸν τὸ
942

αὐτὸ ἀπαραλλάκτως ὑφίεσθαι πολλαχῆ, οὔτε δυνατὸν αὐτὸ ἀφ' ἑαυτοῦ


δια-  
κρίνεσθαι. Διὰ τί μὴ προστιθεμένης διαφορᾶς τε καὶ ἑτερότητος; οὐδὲ
γὰρ ἐπὶ
τῶν ἀτόμων τῶν ἀριθμῷ διαφερόντων μόνον εὐπαράδεκτόν ἐστιν ἄνευ
τινὸς
εἰδοποιοῦ διαφορᾶς γίγνεσθαι τὴν εἰς ταῦτα πρόοδον, μή τι γε ἐπὶ τῶν
κοινῶν
τε καὶ ἰδίων. Τοιγαροῦν πᾶς ἀστὴρ καὶ πᾶν ζῷον κοινὸν εἶδός ἐστι καὶ
εἴδει
ἐξήλλακται. Εἰ δὲ οὕτως ἔχει ἡ πρόοδος ὡς ἔχειν τὰ προϊόντα ὁμοῦ τι καὶ
κοινὸν καὶ ἴδιον, ὡς ἄνθρωπος καὶ ἵππος καὶ ζῷον ἑκάτερον, πῶς μὲν ἀπὸ
τοῦ
ζῴου ὄντος ἀδιαφόρου πρόεισι τὸ διάφορον, πῶς δὲ τὸ φύσει ἀδιάφορον
εἰς
πολλὰ τέμνεται ζῷα, κατὰ τὸ ὁμοειδὲς τῆς προόδου;

Δαμάσκιος. ΑΠΟΡΙΑΙ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΑΡΧΩΝ.


Vol.1, p. 223, li.9

τις ἐξαλλάττουσά πως τὰ προϊόντα κατ' εἶδος· οὔτε γὰρ ἔχει τι ἀγαθὸν τὸ
αὐτὸ ἀπαραλλάκτως ὑφίεσθαι πολλαχῆ, οὔτε δυνατὸν αὐτὸ ἀφ' ἑαυτοῦ
δια-  
κρίνεσθαι. Διὰ τί μὴ προστιθεμένης διαφορᾶς τε καὶ ἑτερότητος; οὐδὲ
γὰρ ἐπὶ
τῶν ἀτόμων τῶν ἀριθμῷ διαφερόντων μόνον εὐπαράδεκτόν ἐστιν ἄνευ
τινὸς
εἰδοποιοῦ διαφορᾶς γίγνεσθαι τὴν εἰς ταῦτα πρόοδον, μή τι γε ἐπὶ τῶν
κοινῶν
τε καὶ ἰδίων. Τοιγαροῦν πᾶς ἀστὴρ καὶ πᾶν ζῷον κοινὸν εἶδός ἐστι καὶ
εἴδει
ἐξήλλακται. Εἰ δὲ οὕτως ἔχει ἡ πρόοδος ὡς ἔχειν τὰ προϊόντα ὁμοῦ τι καὶ
κοινὸν καὶ ἴδιον, ὡς ἄνθρωπος καὶ ἵππος καὶ ζῷον ἑκάτερον, πῶς μὲν ἀπὸ
τοῦ
ζῴου ὄντος ἀδιαφόρου πρόεισι τὸ διάφορον, πῶς δὲ τὸ φύσει ἀδιάφορον
εἰς
πολλὰ τέμνεται ζῷα, κατὰ τὸ ὁμοειδὲς τῆς προόδου; Καὶ ἔτι ἀπορώτερος

λόγος περὶ τοῦ ἡνωμένου λεγόμενος· ἀναιρετικὸν γὰρ τοῦτο τὸ ἰδίωμα
πάσης
διακρίσεως καὶ ὁμοειδοῦς καὶ ἀνομοειδοῦς· ὥστε ἀπὸ τούτου ἀναιρεῖται
καὶ τὸ
943

εἴσω πλῆθος διακρίνεσθαι λεγόμενον. Ὁ μὲν γὰρ νοῦς, ἅτε εἶδος ὤν,
δύναται
ἴσως εἰς εἴδη πολλὰ διακρίνεσθαι, καὶ τὸ ὅλον εἰς πολλὰ μέρη, καὶ τὸ
μικτὸν
εἰς στοιχεῖα· τὸ δὲ ἡνωμένον πῶς ἂν εἰς πρόοδον τὴν ἐν ἑαυτῷ
διακριθείη;
οὔτε γὰρ ἀνομοειδῶς, πόθεν γὰρ ἐν τῇ ὁμοίᾳ καὶ τῇ αὐτῇ καί, ἔτι
μειζόνως
εἰπεῖν, ἡνωμένῃ φύσει τὸ κατ' εἶδος ἢ ἰδιότητος; πῶς οὖν ἐξηλλαγμένον;
οὔτε
ὁμοειδῶς, τὸ γὰρ ἡνωμένον οὐδὲν ἄλλο βούλεται ἢ μόνον ὃ λέγεται
ἡνωμένον
εἶναι· ὥστε καθὸ γεννώμενον, οὐκ ἂν διακριθείη· οὐκ ἄρα ὁμοειδῶς
διακρίνεται.
Εἰ δὲ καὶ εἴσω κατὰ τὸ συναμφότερον, οἷον ζωὴ ἡνωμένη ἀπὸ οὐσίας
ἡνωμένης,
νοῦς ἡνωμένος, ἑκάτερον συμβήσεται ἄτοπον ἅμα, καθάπερ ἰδίᾳ
συμβέβηκεν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 417, li.9

«οἳ δ' Ἀσπληδόν' ἔναιον καὶ Ὀρχομενὸν Μινύειον», τούτων ἦρχον οἱ


δεῖνα.
(v. 514) Ὅρα δὲ ὅτι τὸ ὑπερῷον προσγεγραμμένον ἔχει τὸ ι, ὅπερ καὶ
ἐνταῦθα  
στιχθὲν ἐκπεφώνηται, ὥσπερ καὶ λῷον καὶ λώϊον, τὸ κρεῖττον. δηλοῖ δέ,
φασίν, ὑπερῷον τὸ δίστεγον. τοιούτους δὲ θαλάμους, ὑπερῴους δηλαδή,
ταῖς
παρθένοις οἱ ἀρχαῖοι ἐποίουν ὑπὲρ τοῦ δυσεντεύκτους αὐτὰς εἶναι. (v.
511)
Ἡ δὲ Ἀσπληδὼν γράφεται παρ' ἑτέροις καὶ χωρὶς τοῦ α. ἐκλήθη δὲ ἀπὸ
Ἀσπληδόνος, υἱοῦ Ποσειδῶνος ἢ Πρέσβωνος ἢ Ὀρχομενοῦ. Ὀρχομενοῦ
γάρ,
φασίν, υἱοί «Ἀσπληδών, Κλύμενός τε καὶ Ἀμφίδοκος θεοειδής». ἔστι δὲ
καὶ
Φωκική, φασίν, Ἀσπληδών. ἐν δὲ τοῖς τοῦ Γεωγράφου καὶ ταῦτα φέρεται·

Ἀσπληδὼν καὶ δίχα τῆς πρώτης συλλαβῆς· μετωνομάσθη δὲ Εὐδείελος


καὶ
αὐτὴ καὶ ἡ χώρα, ἰδίωμά τι τάχα προσφερομένη ἐκ τοῦ δειλινοῦ
944

κλίματος,
οἰκεῖον τοῖς κατοικοῦσι καὶ μάλιστα τὸ εὐχείμερον. ψυχρότατα μὲν γὰρ
χειμῶνος τὰ ἄκρα τῆς ἡμέρας. τούτων δὲ τὸ δειλινὸν τοῦ ἑωθινοῦ
ψυχρότερον.
εἰς ἐπίτασιν γὰρ ἄγει πλησιάζον τῇ νυκτί. ἴαμα δὲ ψύχους ἥλιος. τὸ οὖν
ἡλια-
ζόμενον πλεῖστον ἐν ψυχροτάτῳ καιρῷ εὐχειμερώτατον, ὥστε κατὰ
τοῦτον
τὸν τοῦ σοφοῦ λόγον εὐδείελος ἡ ἐν καιρῷ χειμῶνος εὖ ἔχουσα τοῦ πρὸς
δείλην
καταστήματος διὰ τὸ εὐφυὲς τῆς τοῦ τόπου θέσεως. ὅτι δὲ ὁ νῦν παρ'
Ὁμήρῳ
Ὀρχομενός, ἡ ῥηθεῖσα πόλις, ἀνωτέρω εὐδαίμων ἦν καὶ πλουσία,
δηλώσει που
ἐν τοῖς ἑξῆς διὰ τοῦ Ἀχιλλέως ὁ ποιητής, ὃς καὶ περὶ Ἀρκαδικοῦ
Ὀρχομενοῦ
μετ' ὀλίγα ἐρεῖ. ἔστι δὲ καὶ Θετταλικὸς Ὀρχομενός, οὗ καὶ αὐτοῦ σῴζεται

μέχρι καὶ νῦν ἡ κλῆσις. καὶ Μακεδονικὸν δέ φασιν εἶναι Ὀρχομενὸν καὶ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 603, li.8

ἤγουν ἀπολούεσθαι. τὸ γὰρ λῦμα ἐντεῦθεν παράγεται, οἱονεὶ λοῦμά τι ὄν,


ὡς
καὶ ἀλλαχοῦ δεδήλωται. Ὅρα δὲ καὶ ὅτι οὐ μόνον τροφή ἐστιν ἡ
ἀμβροσία,
ἀλλ' ἰδοὺ ἐνταῦθα καὶ ὡς σμῆγμά τι παραλαμβάνεται, καθάπερ τὸ κάλλος

ἀλλαχοῦ. τῷ δέ γε Πατρόκλῳ ὡς ἄλλο τι ὑγρὸν ὑπὸ ῥῖνα ἡ ἀμβροσία


ἐνστάζεται.
(v. 171 s.) Καὶ οὕτω τέως ἡ Ἥρα καθηραμένη οὐχ' ὡς ξηρῷ τινι, ἀλλὰ
πάντως
ὑγρῷ, «ἀλείψατο λίπα ἐλαίῳ ἀμβροσίῳ, ἑδανῷ», ἤγουν εὐώδει, ἡδεῖ, ἐκ
τοῦ
ἥδω, ἐξ οὗ ἡδανός καὶ κατὰ μεταβολὴν ἑδανός. διὸ καὶ δασύνεται, ὡς καὶ
τὸ
ἕδνον, ὁμοίως καὶ αὐτὸ παραγόμενον. Τὰ δὲ τοιαῦτα ῥηματικὰ βραχεῖαν,
φασίν,
ἔχει τὴν ἄρχουσαν, πιθανός, ἑανός, τραγανός. [Ἰστέον δὲ ὅτι τε παρὰ τοῖς
παλαι-
οῖς καὶ μύρον Ἀττικὸν ἐπαινεῖται, ὡς δηλοῖ ὁ χαρίεις Ἀντιφάνης, ἐν οἷς τὰ
ἐξ
945

ἑκάστης πόλεως ἰδιώματα καταλέγων, καὶ εἰπὼν τὸν ἐξ Ἤλιδος


μάγειρον,
τὸν ἐξ Ἄργους λέβητα, τὰς ἐξ Αἰγίου αὐλητρίδας καὶ ἄλλα, ἐπάγει
«μύρον
ἐξ Ἀθηνῶν, ἐγχέλυς Βοιώτιαι». Καὶ ὅτι φασὶν οἱ αὐτοὶ τὴν μὲν Ἥραν
σώφρονα
εἶναι μυραλοιφουμένην τὰ καίρια, τοὺς δὲ Ἀθήνῃσι τρυφητὰς
φαυλοτάτους,
οἵπερ τοὺς πόδας ἐνήλειφον μύρῳ ἰρίνῳ ἢ ῥοδίνῳ ἢ μεγαλλίῳ τῷ ἐν
Ὀδυσσείᾳ
ἡρμηνευμένῳ. καὶ ὅτι τὰ ὕστερον ἐπίτριπτα μύρα ἐκώλυον οἱ φρονοῦντες
εὖ.
Σόλων γοῦν οὐκ ἐπέτρεπεν ἀνδρὶ μυρεψικῆς τέχνης προΐστασθαι. καὶ ὅτι
οἱ
ὕστερον μύρον ἐφεῦρον, ὃ ἐκάλουν παιδέρωτα, ᾧ καὶ γυναῖκες ἐχρῶντο,
καὶ
ὅτι καὶ τὰ στήθη ἐμύρουν οἱ τότε, διότι αὐτόθι ἦν ἡ καρδία,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 744, li.31

μάλιστα μέντοι ὑπ' ἀνέμων αὔξεται. [(v. 384) Ἐν δὲ τῷ «κατὰ τεῖχος


ἔβαινον»
τεῖχος νοητέον τὸν τόπον, ἔνθα πρὸ βραχέων ἀκέραιον τὸ τεῖχος
ἀνίστατο.
νῦν γὰρ κεῖται χαμαί. καὶ ἔστι δι' αὐτοῦ ὁδὸς ἱππήλατος. κατὰ τεῖχος οὖν
βάντες καὶ ἵππους εἰσελάσαντες οἱ Τρῶες ἐπὶ πρύμνῃσι μάχονται
παρυψού-
μενοι τοῖς ἅρμασι, καθὰ ταῖς πρύμναις οἱ Ἀχαιοί, καὶ οὕτως ἀπὸ ἴσου
ὕψους
μαχόμενοι.] (v. 385 – 8) Ὅτι χρήσιμον ἔσται ποτὲ εἰς μάχην
παραθαλασσίαν
σταδαίαν παρῳδηθὲν ἢ παραποιηθὲν τὸ «ἵππους εἰσελάσαντες», οἱ Τρῶες

δηλονότι, διὰ τοῦ ῥηθέντος γεφυρώματος τῆς τάφρου καὶ τοῦ


κατερειφθέντος
τείχους, «ἐπὶ πρύμνῃσι μάχοντο ἔγχεσιν ἀμφιγύοις αὐτοσχεδόν, οἳ μὲν
ἀφ'
ἵππων, οἳ δ' ἀπὸ νηῶν ὕψι μελαινάων ἐπιβάντες μακροῖσι ξυστοῖσιν».
Ἐνταῦθα
δέ φασί τινες τῶν παλαιῶν πιθανολογοῦντες ἰδίωμά τι καὶ σχῆμα
γεγενῆσθαι
μάχης καινόν, λέγοντες ὅτι οὐ μόνον ἄλλως δεξιῶς ἀντετάχθησαν οἱ
946

Τρῶες
ἐφ' ἁρμάτων τοῖς ἀπὸ νηῶν μαχομένοις ὡς ἀπὸ ἴσου [καθὰ εἴρηται]
ὕψους
τὴν μάχην γίνεσθαι, ἀλλὰ καὶ ἐπέστρεψαν τοὺς ἵππους ὡς ἐπὶ τὴν Ἴλιον,
καὶ  
ἦσαν οἱ μὲν ἡνίοχοι τετραμμένοι ὡς ἐπὶ τὴν πόλιν, δεικνύντες τὰ νῶτα
τοῖς
Ἀχαιοῖς, οἱ δὲ παραιβάται, ἀντικρὺ τῶν νηῶν ὁρῶντες καὶ τοὺς ἡνιόχους
σκέποντες, ἐμάχοντο. διό, φασί, καὶ ἡνίοχος Πολυδάμαντος Κλεῖτος κατὰ

τὸν αὐχένα βάλλεται. καὶ οὕτω μέν τινες. Ἀντιλέγονται δὲ αὐτοὶ ἄλλως τε

πολλαχῶς καὶ ὡς, εἴπερ κατ' αὐτοὺς ἀπεστραμμένοι μὲν ἦσαν οἱ δίφροι,
οἱ δὲ
παραιβάται ἀντεστραμμένοι τοῖς ἵπποις, ἐπρηνίχθησαν ἂν οἱ παραιβάται
πρὸς
τῇ πτέρνῃ τοῦ δίφρου ἑστῶτες ἢ καὶ ἄλλως ἐν τῷ δίφρῳ ὄντες, ἐὰν οἱ
ἵπποι

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 847, li.7

αἰεὶ κερτομέοντες, ὁδῷ ἔπι οἰκί' ἔχοντες, νηπίαχοι, ξυνὸν δὲ κακὸν


πολέεσσι
τιθεῖσι. τοὺς δ' εἴ περ παρά τίς τε κιὼν ἄνθρωπος ὁδίτης κινήσει ἀέκων, οἳ

δ' ἄλκιμον ἦτορ ἔχοντες πρόσσω πᾶς πέτεται καὶ ἀμύνει οἷσι τέκεσσι».
Καὶ ὅρα τὴν Ὁμήρου δεινότητα, ὅσγε καὶ ταῖς ἐκ τῶν σμικροτάτων
παραβολαῖς  
κοσμεῖ σεμνῶς τοὺς ἥρωας, καὶ νῦν μὲν τοὺς Μυρμιδόνας εἰκάζει πρὸς
σφῆκας, οὐκ ἀνδρίαν ἀλλὰ καρδίαν καὶ θυμὸν σφηκῶν αὐτοὺς ἔχειν
εἰπών,
ἀλλαχοῦ δέ τινι τῶν ἀριστέων μυίας θάρσος ἐγγενέσθαι φησί, καὶ ἐν
ἄλλοις
μελισσῶν ἑσμῷ εἰκάζει τὴν τῶν Ἀχαιῶν εἰς πόλεμον ἔξοδον, οὐ πρὸς τὴν
τῶν ζωϋφίων σμικρότητα παραβάλλων τοὺς ἥρωας, ἀλλ' ἀπὸ ἰδιοτήτων
τινῶν
ἀξίων λόγου διασκευάζων τὰς παραβολάς. Ἔνεισι γὰρ καὶ τοῖς εὐτελέσι
τούτοις ἄξια λόγου ἰδιώματα, ὡς καὶ τοῖς σφηξὶ τὸ ἀμυντικόν. ὅθεν καὶ ὁ

ἐρεθίζων κακόν τι ἐφ' ἑαυτὸν σφηκίαν ἐξεγείρειν καθ' ἑαυτοῦ λέγεται.


Σημείω-
σαι δὲ ὅτι πρὸς μόνην εἴληπται τὴν σύντονον καὶ ἀμυντικὴν τῶν
947

Μυρμιδόνων
ἐκδρομὴν εἰς τὸν πόλεμον ἡ ῥηθεῖσα παραβολή. τὰ δὲ τῶν παίδων καὶ
τῶν
παροδιτῶν δυσχερῶς ἄν τις καὶ ψυχρότερον ἐνταῦθα συμβιβάσειε. διὸ
δοτέον
αὐτὰ τῇ ζωϊκῇ ἱστορίᾳ καὶ τῇ πιθανῇ ἀναπληρώσει τῆς παραβολῆς.
Ἰστέον
δὲ καὶ ὅτι κεῖται μὲν καὶ ἐν τῇ μῦ ῥαψῳδίᾳ παραβολὴ ἀπὸ σφηκῶν
ἐνοδίων,
συντομωτέρα μέντοι ταύτης καὶ οὐχ' οὕτω πεπλατυσμένη. ἔχει δὲ καὶ
ἑτέραν
ἐκείνη διαφοράν, οὐ μόνον ὅτι συμπαραπλέκει καὶ μελίσσας τοῖς σφηξίν,
ἀλλὰ καὶ ὅτι σφηκῶν μέμνηται μὴ θελόντων ἀπολιπεῖν κοῖλον δόμον,
ἀλλ'
ἔνδοθεν ἀμυνομένων, οὐ μὴν κατὰ τοὺς ἐνταῦθα πετομένων ἔξω δι'
ἄμυναν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 663, li.6

κεῖται καὶ στυγνάζων κατακέκλιται. [Ὅτι δὲ τοῦ ἠμύω πρωτότυπόν ἐστι


τὸ
μύω, ἐκδηλότατόν ἐστιν. αὐτὸ δὲ ἐπὶ βλεφάρων καὶ χειλέων καί τινων
ἑτέρων
λέγεται. μέλλων δὲ αὐτοῦ μύσω, ἐξ οὗ καὶ μύες καὶ μυῶνες οἱ κατὰ
σῶμα, καὶ
μῦς τὸ ζωΰφιον. ἐκ δὲ τοῦ μύειν, ὡς καὶ ἀλλαχοῦ δεδήλωται, καὶ
ποτήριον ἡ
ἄμυστις, ἀφ' οὗ ἔστιν εὐμαρῶς πιεῖν, καὶ πόσις δέ, ἣν ἀπνευστὶ πίνει τις
μὴ  
μύσας, καὶ ῥῆμα ἐκμυστίζειν τὸ ἐφ' ἓν πνεῦμα πίνειν, οἷον «λύσας δὲ
ἀργὴν
στάμνον εὐώδους ποτοῦ ἵησιν εὐθὺς κύλικος εἰς κοῖλον πλάτος· ἔπειτ'
ἄκρατον
καὶ οὐ τεταργανωμένον ἔπινε κἀξεμύστισε». Πλάτωνος τοῦτο τοῦ
Κωμικοῦ, ὥς
φησιν Ἀθήναιος, ὡς καὶ τὸ «ἔπινον δὲ τὴν ἄμυστιν μετὰ μέλους,
μεμετρημένου
πρὸς ὠκύτητα χρόνου».] (v. 493) Ἐν δὲ τῷ «ἄλλον χλαίνης ἐρύων, ἄλλον

χιτῶνος» διαφοράν τε φανερὰν δηλοῖ χιτῶνος καὶ χλαίνης, καὶ ἰδίωμα


ὑπογράφει παιδός, λαλῆσαι μὲν οὐκ ἔχοντος, ἑλκυσμῷ δὲ τοὺς
ἱκετευομένους
948

ἐπιστρέφοντος. [Ὅτι δὲ χιτὼν οὐκ ἐξ ἀνάγκης ἀεὶ λέγεται τὸ ἀμέσως


περι-
κεχυμένον λίνεον ταῖς σαρξίν, ἀλλὰ καὶ τὸ ἁπλῶς ἱμάτιον, δεδήλωται μὲν
καὶ
ἄλλοθι, φαίνεται δὲ καὶ ἐκ τῶν τοῦ Ἀθηναίου, ἔνθα δηλοῦται ὡς
κόρυμβος οὐ
μόνον ὄρους, ἀλλὰ καὶ ὁ ἐπὶ κεφαλῆς, οἷον «Ἀθηναῖοι ποικίλους ποτὲ
ὑπέδυνον
χιτῶνας, κορύμβους δ' ἀναδούμενοι τῶν τριχῶν χρυσοῦς τέττιγας περὶ τὸ
μέτωπον καὶ τὰς κόμας ἐφόρουν». ἐν τούτοις γὰρ οἱ ποικίλοι χιτῶνες οὐκ
ἂν εἶεν
ἐπικάμισα κατὰ τὴν κοινὴν παρατήρησιν. εἰ δὲ παρὰ τὴν κάραν ἡ κόρυς,
καὶ ἐξ
αὐτῆς ὁ κόρυμβος, ἑτέρου τοῦτο λόγου, ὥσπερ καὶ ἐὰν ὁ ῥηθεὶς
Ἀθηναϊκὸς

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (4083: 003)“Eustathii


archiepiscopi Thessalonicensis commentarii ad Homeri Odysseam, 2
vols. in 1”, Ed. Stallbaum, G.
Leipzig: Weigel, 1:1825; 2:1826, Repr. 1970.Vol.1, p. 131, li.36

τεμε τοὺς λόγους. ὅθεν διὰ τοῦ ἐθίμως τέμνειν γλώσσας, ᾐνίξατο καὶ
αὐτό. λέγει δὲ καὶ τὸ σχόλιον
ἐκεῖνο, καὶ ὡς ἐπὶ μόνης τῆς Νέστορος θυσίας εἴρηκεν ὁ ποιητὴς τὸ
ἔθιμον. καὶ ὅτι Ἀττικὸν τὸ ἔθος,
λαβὸν τὴν ἀρχὴν ἐντεῦθεν. ὁ δὲ δειπνοσοφιστὴς εἰπὼν ὅτι αἱ γλῶσσαι
νέμονται τῷ Ἑρμῆ διὰ τὴν ἑρμη-
νείαν, καὶ ὅτι ἔσπενδον οἱ παλαιοὶ ἀπὸ τῶν δείπνων ἀναλύοντες,
προσιστορεῖ καὶ ὅτι τὰς τοιαύτας
σπονδὰς ἐποιοῦντο Ἑρμῇ, καὶ οὐχ' ὡς ὕστερον, Διὶ τελείῳ. δοκεῖ γὰρ
Ἑρμῆς ὕπνου προστάτης εἶναι.
Ἔτι ἰστέον καὶ ὅτι ἔχει τις ποτὲ ἀστεϊζόμενος ἐπιτραπέζια, εἰπεῖν, τὸ, ἀλλ'
ἄγε τάμνετε μὲν γλώσσας
κεράασθε δὲ οἶνον, καὶ ὅτε τυχὸν γλῶσσαι ταριχευταὶ κελεύονται
παρατίθεσθαι. Τάμνετε δὲ γλώσσας,
ἀντὶ τοῦ θύετε. Ἰώνων δὲ ἡ λέξις ὡς καὶ ἡ Ἰλιὰς ἐδήλωσεν. Ὅτι δὲ καὶ
ἐκαίοντο αἱ ῥηθεῖσαι γλῶσσαι
μετὰ σπονδῆς δηλοῖ τὸ, γλώσσας δ' ἐν πυρὶ βάλλον ὅ ἐστιν ἐτίθουν.
ἀνιστάμενοι δ' ἐπέλειβον. ὡς δ'
ἡ ζωϊκὴ γλῶσσα καὶ μάλιστα ἡ κατ' ἄνθρωπον, ἀπομερίζει ἑαυτῆς τὴν
κατὰ διάλεκτον ὡς τὸ, γλῶσσ'
ἐμέμικτο, δηλοῖ καὶ ὁ γράψας ἐν τῷ περὶ τῶν πέντε διαλέκτων, ὅτι
949

γλῶσσα ἐστὶν, ἰδίωμα διαλέκτου.


τὰ δὲ ἐκ τῆς γλώττης οἷον ἡ γλωσσαλγία. τὸ καταγλώττισμα. αἱ τῶν
αὐλῶν γλῶτται. ὁ ἐγγλωττογάστωρ.
καὶ τἄλλα, εἰς κοινὴν χρῆσιν τετρίφαται. Ὅτι δὲ λείβειν, ταυτόν ἐστι τῷ
σπένδειν, δηλοῖ ἐπαγαγὼν
εὐθὺς τὸ, αὐτὰρ ἐπεὶ σπεῖσάν τ' ἔπιόν θ' ὅσον ἤθελε θυμός. τοῦτο δὲ, καὶ
πόσεώς ἐστιν αὐτάρκους
δηλωτικόν. δῆλον δὲ πολλαχόθεν, ὡς ταυτόν ἐστι, λείβειν καὶ εἴβειν. καὶ
ὡς Ἰώνων καὶ Αἰολέων ἐστὶ
τὸ εἴβειν ἐκ τοῦ λείβειν. καθὰ καὶ τὸ αἰψηρὸς ἐκ τοῦ λαιψηρός. καὶ ὡς ἐκ
τοῦ λείβειν μὲν, λείβηθρα
τόπος ὕδασι κατάῤῥυτος χρηστοῖς. οὗ ἐθνικὸν οἱ λειβήθριοι. ἐκ δὲ τοῦ
εἴβειν, εἴβιμος ὁ στάζων.
καθὰ καὶ ἐκ τοῦ ἀμείβειν, θηλυκὸν ἡ ἀμειβώ. ἑτεροιουμένη πρὸς τὴν
ἀμοιβὴν καὶ τὰ κατ' αὐτὴν ὅσα
τὴν οδίφθογγον ἔχουσιν. Ἰστέον δὲ ὅτι καὶ δίχα τῆς ἐπὶ ταῖς γλώσσαις
σπονδῆς καὶ πόσεως, ἦν τι
ποτήριον ὡς ἱστορεῖ Αἴλιος Διονύσιος, ἀγαθοῦ δαίμονος λεγόμενον, τὸ
μετὰ ἄρσιν τραπεζῶν προσφε-
ρόμενον. καὶ ἄλλως δὲ ἦν φασὶν ἀγαθὸς δαίμων, ᾧ μετὰ ἄρσιν τραπεζῶν
ἔπινον. (Vers. 334.) Ὅτι  

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 261, li.25

καὶ ἠλάκατα στρωφῶσιν, ἥμεναι οἷά τε φύλλα μακεδνῆς αἰγείροιο.


καιροσέων δ' ὀθονέων ἀπολείβεται
ὑγρὸν ἔλαιον. τόσσον Φαίηκες περὶ πάντων ἴδριες ἀνδρῶν νῆα θοὴν ἐνὶ
πόντῳ ἐλαυνέμεν. ὡς δὲ, γυ-
ναῖκες ἱστὸν τεχνῆσαι. περὶ γάρ σφισι δῶκεν Ἀθήνη ἔργα τ' ἐπίστασθαι
περικαλλέα, καὶ φρένας
ἐσθλάς. ἔκτοσθεν δ' αὐλῆς μέγας ὄρχατος ἄγχι θυράων τετράγυος. περὶ δ'
ἕρκος ἐλήλαται ἀφοτέρωθεν.
ἔνθα δὲ δένδρεα μακρὰ πεφύκει τηλεθόωντα, ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι
ἀγλαόκαρποι. συκαῖ τε
γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι. τῶν, οὔ ποτε καρπὸς ἀπόλλυται, οὐδ'
ἀπολείπει χείματος οὐδὲ θέρευς
ἐπετήσιος. ἀλλὰ μάλ' αἰεὶ Ζεφυρίη πνείουσα, τὰ μὲν, φύει. ἄλλα δὲ,
πέσσει. ὄγχνη ἐπ' ὄγχνῃ γηρά-
σκει. μῆλον δ' ἐπὶ μήλῳ. αὐτὰρ ἐπὶ σταφυλῇ σταφυλή. σῦκον δ' ἐπὶ σύκῳ.
(Vers. 115.) Ἔνθα ὅρα
τὸ ὀπωροφόρον τοῦ τόπου περὶ ὃ ἡ τοῦ Ἀλκινόου νῆσος εὐδοκιμεῖν
ᾄδεται. ὃ δὴ καὶ μέχρι νῦν καθιστο-
950

ρεῖται μάλιστα ἐπὶ τὰ ἔξω αὐτῆς. καὶ ἔστι καὶ τοῦτο μέθοδος ἐξ Ὁμήρου
ἐνδεδομένη τοῖς μετ' αὐτὸν ἱστο-
ρικοῖς. οἳ μυρία παραδιδόασι χωρικὰ ἰδιώματα πρὸς ἐξοχήν τινα, ἢ
φυόμενα γῆθεν, ἢ ἄλλως γινόμενα.
ὁποῖον τὸ, πολλὴ κυπάριττος ἐν τῇ Κρήτῃ. καὶ τὸ, Ῥόδος, ἀσταφίδας.
παρέχει δηλαδή. καὶ ἰσχάδας
ἡδυονείρους. καὶ τὸ, αὐτὰρ ἀπ' Εὐβοίης, ἀπίους καὶ ἴφια μῆλα. περὶ ὧν
ἀλλαχοῦ ἐῤῥέθη. καὶ τὸ, Ἀρ-
καδία, ἐπικούρους. Φοινίκη δ' αὖ, καρπὸν φοίνικος καὶ σεμίδαλιν.
Καρχηθὼν, δάπιδας καὶ ποι-
κίλα προσκεφάλαια. οὕτω δὲ καὶ Σκύριαι ἐς ἄμελξιν γλάγους αἶγες
ἐξοχώταται λέγεται εἶναι. ὅπλα
δ' ἀπ' Ἄργεος. ἅρμα Θηβαῖον. τέως μέντοι, Ὅμηρος προσιστορεῖ καὶ
τάδε, ἔνθα δέ οἱ (Vers. 122.)
πολύκαρπος ἀλωὴ ἐῤῥίζωται. τῆς, ἕτερον μὲν, θειλόπεδον λευρῷ ἐνὶ
χώρῳ τέρσεται ἠελίῳ. ἤγουν
ἕτερον μέν τι μέρος τῶν κατ' αὐτὴν σταφυλῶν, ἐν θειλοπέδῳ
εἰληθερεῖται. ἑτέρας δ' ἄρα τε, τρυγόωσιν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 329, li.31

ἐπῆκται τὸ, κρήνη. ἵνα μὴ τέλμα τυχὸν ἢ ἑτεροία τις ὑγρότης τοιαύτη
νοηθείη ἀπόῤῥοιαν ἔχουσα.
(Vers. 142.) Ὅτι εὐτυχοῦς νυκτερινοῦ κατάπλου δήλωσις τὸ, ἔνθα
κατεπλέομεν μήτε ἰδόντες μήτε ἀκού-
σαντες. ἀλλὰ πῶς; θεὸς ἡγεμόνευε νύκτα δι' ὀρφαίην. οὐδὲ προὐφαίνετ'
ἰδέσθαι, ἀὴρ γὰρ περὶ νηυσὶ
βαθεῖα ἦν, οὐδὲ σελήνη οὐρανόθεν προὔφαινε, κατείχετο δὲ νεφέεσσι.
(Vers. 145.) Καὶ ὅρα τὸ, κατεί-
χετο νεφέεσσιν. ὅπερ ὅμοιον ἐστί πως τῷ, ποίμνῃσι καταίσχεται ὃ ἐστὶ
κατέχεται. εἰ δὲ καὶ νῆσος ἐστὶ
περὶ ἣν ὁ κατάπλους, προσφυῆ καὶ τὰ ἐφεξῆς. (Vers. 146.) ἤγουν τὸ, ἔνθ'
οὔτις τὴν νῆσον ἐσέδρακεν
ὀφθαλμοῖσιν. οὔτ' οὖν κύματα μακρὰ κυλινδόμενα ποτὶ χέρσον
εἰσίδομεν, πρὶν νῆας ἐϋσσέλμους ἐπικέλ-
σαι. (Vers. 149.) Κελσάσῃσι δὲ νηυσὶν ὅ ἐστι κατ' ἀντίπτωσιν
προσοκειλασῶν δὲ τῶν νηῶν, καθείλο-
μεν ἱστία πάντα, ἐκ δὲ καὶ αὐτοὶ βῆμεν. (Vers. 144.) Σημείωσαι δὲ καὶ ὅτι
τὸ ἀὴρ ἐνταῦθα ἐκτείνει
τὴν ἄρχουσαν. ὥστε ἐν τῷ, ἠέρος καὶ ἠέρι καὶ ἠέρα, οὐ διὰ βραχύτητα
τοῦ ἄλφα ἐξετάθη τὸ δίχρονον,
ἀλλὰ κατὰ διαλέκτου ἰδίωμα. ἐπεί τοί γε εἶχον καὶ αὐτὰ δι' ἐκτεταμένου
951

τοῦ α προφέρεσθαι ὁμοίως τῷ,


ἀκάματος καὶ ἀθάνατος. ὥσπερ αὖ πάλιν καὶ ἡ ἀὴρ, ἔτρεψεν ἂν τὸ α εἰς η
εἰ μὴ κακοφωνία οὕτω
τραχεῖα ἐγίνετο. θηλυκῶς δὲ καὶ νῦν ἡ ἀὴρ, ὡς δηλοῖ τὸ, ἀὴρ βαθεῖα ἦν.
Τὸ δὲ μὴ σελήνην οὐρανό-
θεν προφαίνειν τὴν ἀσελὴν νύκτα συνέθετο παρὰ τοῖς μεθ' Ὅμηρον.
(Vers. 142.) Δῆλον δὲ καὶ ὅτι
καταπλεῦσαι καὶ κέλσαι καὶ ἐπικέλσαι τὸ ἐλλιμενισθῆναι ἐστί. (Vers.
149.) Καθελεῖν δὲ ἱστία, τὸ
καταγαγεῖν καὶ συστεῖλαι. (Vers. 150.) Ὅτι ἐν Ἰλιάδι μὲν τὸ βρίζειν ἐπὶ
ἀμελείας ἔθετο, ὡς εἴ τις
εἴποι ἀπονυστάζειν. ἐνταῦθα δὲ φανερῶς ἐπὶ ὕπνου τὴν λέξιν τίθησιν,
ἐπεὶ καὶ κυρίως βρίζειν ἐστὶ, τὸ
βαρὺ ἵζειν. ἢ μετὰ βορὰν ἵζειν. φησὶ γοῦν. ἔνθα δ' ἀποβρίξαντες
ἐμείναμεν ἠῶ δῖαν. (Vers. 154.) Ὅτι
νύμφαι καὶ ὧδε κοῦραι Διὸς ἀλληγορικῶς αἱ τῶν φυτῶν αὐξητικαὶ
δυνάμεις, ἃς ὁ Ζεὺς ποιεῖ. τουτέστι
τὸ ἐν τῷ περιέχοντι εὔκρατον ὑφ' οὗ τὰ ζωοτρόφα τέθηλε φυτά. φησὶ
γοῦν. ὦρσαν δὲ νύμφαι κοῦραι
Διὸς αἶγας ὀρεσκῴους, ἵνα δειπνήσειαν ἑταῖροι. (Vers. 156.) κυνηγετικῆς
δὲ ἀκολουθίας τοῦτο.

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) (4085: 002)“Hesychii Alexandrini lexicon,


vols. 1–2”, Ed. Latte, K.Copenhagen: Munksgaard, 1:1953;
2:1966.Alphabetic letter beta, entry 1188, li.1

βρομέωσιν· ἠχῶσιν (Π 642) (vg)AS


βρομήσει· φυσήσει. ψοφήσει
Βρόμιος· παρὰ Τηλεκλείδῃ (fr. 55) ὁ Σάτυρος, ἢ ὁ Διόνυσος
 (Eur. Bacch. 115) vgAS
βρόμος· βοτάνη ὁμοία σίτου ASn, μὴ ἔχουσα γόνατα AS
βρόμος· ἰδίωμα ἤχου. ἦχος (Ξ 396). καὶ ὁ τόπος, εἰς ὃν ἔλαφοι
 οὐροῦσι καὶ ἀφοδεύουσι. καὶ σπέρμα λεπτῆς κριθῆς. καὶ ὀσμή.
 καὶ χόρτος

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter eta, entry 859, li.1

ἠρύγετο· ἐπτύετο. ⌊ἐμυκᾶτο AS


ἠρυγκήμεθα· ἐμπεφορήμεθα. εἰλήφαμεν
952

[ἠρύγων· μυκώμενος] AS
[ἠρυθεύετο· ἐφιλονείκει (Tob. 2,11) S]
ἠρυθροδάνωται· πεπύρρωται. κεκοκκίνωται ASvg
ἠρύκακεν· ἐκώλυεν (Φ 594) r. S
Ἡρακύλον· τὸν Ἡρακλέα Σώφρων (frg. 142) ὑποκοριστικῶς
ἤρυκεν· ἐκώλυεν Ag
Ἥρυλλον· ὑποκοριστικῶς τὸν Ἡρακλέα (trag. adesp. 590)
ἠρύσατο· ἤντλησεν r. ASvg
[ἤρυσεν· ἐβόησεν ἢ ἐβόα. ἐμυκᾶτο. ἰδίωμα φωνῆς]
[ἤρυτο· ἐρύσατο]
ἤρυτεν· ἐπὶ τῶν λουομένων. ἤντλει
ἤρχατο· καθεῖρκτο
ἦρχεν· ἡγεῖτο r. v. κατῆρχεν. ὠφέλει
ἦρχεν· ἐπὶ τοῦ ἤρξατο, χειρῶν ἀδίκων
Ἡρῷσσαι· αἱ λεγόμεναι Ἔννοιαι (Callim. frg. 66,1 Pf.)
ἡρῶιον· μνημεῖον
ἥρωες· οἱ διαφέροντες ἀρετῇ. ⌊ἡμίθεοι ASvg. ἄνδρες γενναῖοι
 Sg
ἠρώησαν· ἀνεχώρησαν, ⌊ὑπεχώρησαν r, ἐξεχώρησαν (Ψ 433)

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο)
Alphabetic letter kappa, entry 826, li.1

 497) εἰ μὴ ἄρα εἶπε συγχέων τοὺς Κιλικίους


Καρικῷ πλοίῳ· ...
Καρικῷ σχήματι· λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν ἀκολάστων σχῆμα
 Καρικόν
καριμοίρους· τοὺς ἐν μηδεμιᾷ μοίρᾳ. ἢ μισθοφόρους, διὰ τὸ
 τοὺς Κᾶρας πρώτους μισθοφόρους γενέσθαι
Καρῖναι· θρηνῳδοὶ μουσικαί, αἱ τοὺς νεκροὺς τῷ θρήνῳ παρα-
 πέμπουσαι πρὸς τὰς ταφὰς καὶ τὰ κήδη. παρελαμβάνοντο δὲ
 αἱ ἀπὸ Καρίας γυναῖκες
καριῶσαι· ἀποκτεῖναι
κάρκαιρε· ἰδίωμα ἤχου (Υ 157)
καρκαίρει· ψοφεῖ
καρκανήρ· τάξις
κάρκαρα· οὔλα ὁ διήτω καὶ τὰ ποικίλα τῇ ὄψει καὶ ἐπιτυρὰ
 παρὰ Σιμωνίδῃ (Sem. fr. 33). ἔνιοι τοὺς μάνδρας. Ῥίνθων (fr.
 20) ταὶ τῇ οὐρανίᾳ ἦρι

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter kappa, entry 2139, li.1


953

κελαινεφές· ὁ μελαίνων τὰ νέφη (Β 412) r. Ag


κελαινεφὲς αἷμα· μέλαν (Δ 140) [παραγώγως ἢ συνθέτως,
 κελαινὰ συνάγων τὰ νέφη]
κελαινή· μέλαινα (Ε 310 ..) r. n
κελαινιόων· μελαινόμενος r
κελαινόν· μελανόν (Α 303) r. Agsb
κελαινόλοπα· κεράσια
κελαινῶπα θυμόν· τὸν μὴ φανερόν. τὸν δόλιον. καὶ τῇ ψυχῇ
 δύσνουν (Soph. Ai. 954)
κελαιούς· [ἡσύχους] ἤχους (r)  
κελαρύζει· ἠχεῖ Avgn. φωνεῖ. ἢ συνεχῶς ῥεῖ. ἔστι δὲ ἰδίωμα
 ἤχου (Φ 261)
κελαρύξεται· μετὰ φωνῆς ἠχήσει An
κελαρύζειν· ἰδίωμα ψόφου A
κέλε· τέρπε (s)
κέλεαι· κελεύεις (Α 74) r (b)
κέλεαί με· κελεύεις με (Α 74)
κελέβη· ποτηρίου εἶδος θερμηροῦ. καὶ ποιμενικὸν ἀγγεῖον r
κελεΐς· ἀξίνη
[κελεβρά· λεπτὰ καὶ νεκρὰ κτήνη]
κελένδρυνον· δρύϊνον. κελαιόν. λέγεται δὲ καὶ μυσκέλενδρον.

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter kappa, entry 2141, li.1

κελαινή· μέλαινα (Ε 310 ..) r. n


κελαινιόων· μελαινόμενος r
κελαινόν· μελανόν (Α 303) r. Agsb
κελαινόλοπα· κεράσια
κελαινῶπα θυμόν· τὸν μὴ φανερόν. τὸν δόλιον. καὶ τῇ ψυχῇ
 δύσνουν (Soph. Ai. 954)
κελαιούς· [ἡσύχους] ἤχους (r)  
κελαρύζει· ἠχεῖ Avgn. φωνεῖ. ἢ συνεχῶς ῥεῖ. ἔστι δὲ ἰδίωμα
 ἤχου (Φ 261)
κελαρύξεται· μετὰ φωνῆς ἠχήσει An
κελαρύζειν· ἰδίωμα ψόφου A
κέλε· τέρπε (s)
κέλεαι· κελεύεις (Α 74) r (b)
κέλεαί με· κελεύεις με (Α 74)
κελέβη· ποτηρίου εἶδος θερμηροῦ. καὶ ποιμενικὸν ἀγγεῖον r
κελεΐς· ἀξίνη
[κελεβρά· λεπτὰ καὶ νεκρὰ κτήνη]
954

κελένδρυνον· δρύϊνον. κελαιόν. λέγεται δὲ καὶ μυσκέλενδρον.


 καὶ τὸ μακρόν
κελαινόν· σκοτεινόν. μέλαν (Α 303) r
κελεόν· ὄρνιν r ποιόν

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter kappa, entry 3146, li.1

κνίφεα· κνίδας
κνίψ· ζῶον πτηνόν, ὅμοιον κώνωπι S(A)
κνοῦς· ὁ ἐκ τοῦ ἄξονος ἦχος. λέγεται δὲ καὶ κνοή. καὶ ὁ τῶν
 ποδῶν ψόφος, ὡς Αἰσχύλος Σφιγγί (fr. 227). τινὲς δέ φασιν
 κνοῦν μὲν ἦχον, χνόην δὲ περὶ ὃ μέρος τοῦ ἄξονος, ἡ χοινικίς
κνῦ· τὸ ἐλάχιστον
κνύειν· κνήθειν, ξύειν (Men. frg. 859 Körte)
κνύζα· [κνυζηθμός S, ἀπὸ τοῦ κνυζᾶσθαι· ἐπὶ τῶν κυνῶν.
 καὶ] ἡ κόνυζα κατὰ συγκοπήν
κνύζεσθαι· μοχθεῖν. κλαίειν. ἀφανίζεσθαι
κνυζηθμός· ἰδίωμα ἤχου φωνῆς (π 163), καὶ ⌊κλαυθμός
κνυζόν· ἀέρα ἐπινέφελον καὶ πνευματώδη (r) rp
κνυζοί· οἱ τὰ ὄμματα πονοῦντες (r)
κνυζούμενον· στένοντα. [ἢ φωνὴ κυνῶν [ἢ] κνυζηθμὸς γοερὸν
 φθεγγομένων]  
κνυζώσω· συσπάσω. κακώσω (ν 401)
κνύζωψ· λάχανον, ὅμοιον σελίνῳ
κνυθόν· σμικρόν

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter lambda, entry 184, li.1

λαῖφος· τὸ ἱστίον (g), ἤγουν τὸ ἄρμενον (ν 399) p


λάφυξ· δάπανος S ἢ βορός
λαιψηρόν· ταχύ (Φ 264) (np)
λαιψηρά· ταχέως n, ἢ ταχέα (Κ 358)
λαιψηρῶς· ταχέως. ταχὺ γὰρ τὸ λαιψηρόν
λακάζει· λέληκε, βοᾷ, ἀπὸ τοῦ λακεῖν
Λάκαινα· κυλίκων τι εἶδος (Ar. fr. 216)
[λακάρτη] λακάρη· δένδρον τι
λάκας· φάραγγας
[λακκατήσας· πατήσας]
λάκε· ἰδίωμα ἤχου. ἐθλάσθη, συνετρίβη. ⌊ἤχησεν (Ν 616) n
955

λακεδάμα· ὕδωρ ἁλμυρὸν ἄλικι ἐπικεχυμένον, ὃ πίνουσιν οἱ


 τῶν Μακεδόνων ἀγροῖκοι
Λακεδαίμων· ἡ Σπάρτη. καὶ ποτὲ μὲν [ἡ Πελοπόννησος] ἡ
 χώρα πᾶσα· ποτὲ δὲ πόλις ὁμώνυμος τῇ χώρᾳ (Β 581)
λακεῖν· ψοφῆσαι
λακερόν· εἰκαῖον
λακέρυζα· κράκτρια. λοίδορος. φλύαρος. μεγάλα κράζουσα
 κορώνη (Hes. op. 747) ASvgn. ἢ λάλος
λακερύζεσθαι· τὰ αὐτά

Θεοδώρετος. Eranistes (4089: 002)“Theodoret of Cyrus. Eranistes”, Ed.


Ettlinger, G.H.Oxford: Clarendon Press, 1975.P. 186, li.1

 Τούτοις καὶ ταῦτα ἐπισυνάπτει


Τὸ ἀόρατον καὶ συντεθὲν πρὸς σῶμα ὁρατὸν καὶ διὰ τούτου θεωρηθὲν
μένει καὶ ἀόρατον· μένει δὲ καὶ ἀσύνθετον, καθὸ οὐ συμπεριορίζεται
τῷ σώματι. Καὶ τὸ σῶμα μένον ἐπὶ τοῦ ἰδίου μέτρου προσλαμβάνει
τὴν πρὸς θεὸν ἕνωσιν κατὰ τὸ ζωοποιεῖσθαι, οὔτε τὸ ζωοποιούμενον
ζωοποιεῖ.
 Καὶ μετ' ὀλίγα πάλιν οὕτως εἴρηκεν.
Εἰ μηδὲ ἡ ψυχῆς πρὸς σῶμα κρᾶσις, καίτοι ἐξ ἀρχῆς κατὰ συμφυΐαν
οὖσα, ὁρατὴν αὐτὴν διὰ τὸ σῶμα ποιεῖ, μηδὲ εἰς τὰ ἄλλα τοῦ σώματος  
ἰδιώματα μεταβάλλει, ὥστε καὶ τέμνεσθαι καὶ ἐλαττοῦσθαι, πόσῳ
μᾶλλον ὁ μὴ φύσει σώματι συμφυὴς θεὸς ἀμεταβλήτως ἑνοῦται πρὸς
σῶμα; Καὶ εἰ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς ἰδίας φύσεως μένει,
καὶ τοῦτό γε ἐψυχωμένον, οὐδὲ ἐπὶ τοῦ Χριστοῦ τὸ σῶμα ἡ σύγκρασις
μήτε μετέβαλεν ὡς μὴ εἶναι σῶμα.
 Καὶ μετὰ πλεῖστα πάλιν ταῦτα τέθεικεν.
Ὁ ψυχὴν καὶ σῶμα ὁμολογῶν ὡς ἓν ὑπὸ τῆς γραφῆς παρίστασθαι
ἑαυτῷ μάχεται τὴν τοιαύτην ἕνωσιν τοῦ λόγου πρὸς σῶμα μεταβολὴν
εἶναι φάσκων, ταύτην οὐδὲ ἐπὶ ψυχῆς θεωρουμένην.

Θεοδώρετος. Historia ecclesiastica (4089: 003)


“Theodoret. Kirchengeschichte, 2nd edn.”, Ed. Parmentier, L.,
Scheidweiler, F.
Berlin: Akademie–Verlag, 1954; Die griechischen christlichen
Schriftsteller 44.
P. 17, li.14

«ἐξαίρετον υἱότητα ὁ Παῦλος οὕτως ἀπεφήνατο, περὶ θεοῦ εἰπών·


»ὅς γε τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ' ὑπὲρ ἡμῶν (δηλον-
»ότι τῶν μὴ φύσει υἱῶν) παρέδωκεν αὐτόν«. πρὸς γὰρ ἀντι-
956

»διαστολὴν τῶν οὐκ ἰδίων αὐτὸν ἴδιον υἱὸν ἔφησεν εἶναι. ἐν δὲ τῷ


»Εὐαγγελίῳ· «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδό-
»κησα«. ἐν δὲ Ψαλμοῖς ὁ σωτήρ φησιν· «κύριος εἶπε πρός με·
»υἱός μου εἶ σύ«. γνησιότητα ἐμφανίζων σημαίνει μὴ εἶναι αὐτοῦ
»γνησίους υἱοὺς ἄλλους τινὰς παρ' αὐτόν. τί δὲ καὶ τὸ «ἐκ γαστρὸς
»πρὸ ἑωσφόρου ἐγέννησά σε«; οὐχὶ ἄντικρυς τῆς πατρικῆς μαιώ-
»σεως φυσικὴν ἐνδείκνυται υἱότητα, οὐ τρόπων ἐπιμελείᾳ καὶ προ-
»κοπῆς ἀσκήσει, ἀλλὰ φύσεως ἰδιώματι ταύτην λαχόντος; ὅθεν καὶ
»ἀμετάπτωτον ἔχει τὴν υἱότητα ὁ μονογενὴς υἱὸς τοῦ πατρός. τὴν
»δὲ τῶν λογικῶν υἱοθεσίαν, οὐ κατὰ φύσιν αὐτοῖς ὑπάρχουσαν ἀλλὰ
»τρόπων ἐπιτηδειότητι καὶ δωρεᾷ θεοῦ, καὶ μεταπτωτὴν οἶδεν ὁ λόγος·
»ἰδόντες γὰρ οἱ υἱοὶ τοῦ θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώ-
»πων ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας« καὶ τὰ ἑξῆς· καὶ «υἱοὺς ἐγέν-
»νησα καὶ ὕψωσα, αὐτοὶ δέ με ἠθέτησαν« διὰ Ἡσαΐου εἰρηκέναι
»τὸν θεὸν ἐδιδάχθημεν.

Θεοδώρετος. Historia ecclesiastica P. 22, li.14

«αὐτοῖς γνωσθέντα καταργεῖσθαι λέγοντες, δῆλον ὅτι πολὺ τοῦ


»ἐλπιζομένου λείπεται τὸ ἦν καὶ τὸ ἀεὶ καὶ τὸ πρὸ αἰώνων· ὅπερ
»δ' ἂν ᾖ, οὐκ ἔστι ταὐτὸν τῷ ἀγεννήτῳ. οὐκοῦν τῷ μὲν ἀγεννήτῳ
»πατρὶ οἰκεῖον ἀξίωμα φυλακτέον, μηδένα τοῦ εἶναι αὐτῷ τὸν αἴτιον
»λέγοντας· τῷ δὲ υἱῷ τὴν ἁρμόζουσαν τιμὴν ἀπονεμητέον, τὴν
»ἄναρχον αὐτῷ παρὰ τοῦ πατρὸς γέννησιν ἀνατιθέντας· καὶ ὡς
»ἐφθάσαμεν αὐτῷ σέβας ἀπονέμοντες, μόνον εὐσεβῶς καὶ εὐφήμως
»τὸ ἦν καὶ τὸ ἀεὶ καὶ τὸ πρὸ αἰώνων λέγοντες ἐπ' αὐτοῦ, τὴν μέντοι
»θεότητα αὐτοῦ μὴ παραιτούμενοι, ἀλλὰ τῇ εἰκόνι καὶ τῷ χαρακτῆρι
»τοῦ πατρὸς ἀπηκριβωμένην ἐμφέρειαν κατὰ πάντα ἀνατιθέντες, τὸ
»δὲ ἀγέννητον τῷ πατρὶ μόνον ἰδίωμα παρεῖναι δοξάζοντες, ἅτε δὴ
»καὶ αὐτοῦ φάσκοντος τοῦ σωτῆρος· «ὁ πατήρ μου μείζων μού
»ἐστι«.

Θεοδώρετος. Commentaria in Isaiam (4089: 008)


“Théodoret de Cyr. Commentaire sur Isaïe, vols. 1–3”, Ed. Guinot, J.–N.
Paris: Cerf, 1:1980; 2:1982; 3:1984; Sources chrétiennes 276, 295, 315.
Sec. 2, li.240

εἶχον δὲ τὸν μακάριον Ἰεζεκιὴλ καὶ πρὸς τούτοις τὸν


θειότατον Δανιήλ, καὶ Οὐρίας δὲ ὁ Σαμαίου κατὰ τὸν
957

αὐτὸν ἦν χρόνον. Ἡνίκα δὲ αὐτοὺς οἱ Ῥωμαίων κατεπο-


λέμ(ησαν) βασιλεῖς, οὔτε βασιλεῖς εἶχον οὔτε στρατηγοὺς
εὖ καὶ καλῶς τὴν στ(ρα)τιὰν διατάττοντας οὔτε συμβούλους
ἀγχινοίᾳ κοσμουμένους, ἀλλὰ τοὺς τῆς στάσεως ἀρχηγούς,
δυσσεβεῖς ἄνδρ(ας) καὶ μιαιφόνους· καὶ ταῦτα σαφῶς
Ἰώσηπος ἱστορεῖ. Τούτους νεανίσκους καλεῖ καὶ ἐμπαίκτας
ἐπονομάζει ὡς νεωτεροποιίαις μὲν χαίροντας, καταπαίζον-
τας δὲ τῶν ὑπηκόων. Τὸ δὲ ἐπιστήσω κατὰ τὸ τῆς γραφῆς
ἰδίωμα πρόκειται· ἔθος γὰρ τῇ θείᾳ γραφῇ τὴν τοῦ θεοῦ  
συγχώρησιν ὡς ἐνέργειαν ὀνομάζειν· δῆλον (δὲ) ὡς οὐκ
αὐτὸς τούτους κεχειροτόνηκεν, ἀλλὰ κωλῦσαι δυνάμενος
δι(α)στασιάζειν αὐτοὺς συνεχώρησεν. Τὸν μέντοι γίγαντα
ὁ Σύμμαχος μὲν καὶ ὁ Ἀκ(ύλας) «ἀνδρεῖον», ὁ δὲ Θεοδοτίων
»ἰσχύοντα» ἡρμήνευσαν· τὸν δὲ στοχαστὴν «(μ)άν(τιν)»

Θεοδώρετος. Commentaria in Isaiam Sec. 4, li.103

τῶν ἀριστερῶν, καὶ οὐ μὴ ἐμπλησθῇ ἄνθρωπος ἐσθίων τὰς


σάρκας τοῦ βραχίονος αὐτοῦ. Ἐν τοῖς πολέμοις οἱ νικῶντες
ποτὲ μὲν τοὺς κατὰ τὸ δεξιὸν κέρας διώκουσι ποτὲ δὲ κατὰ
τοῦ εὐ(ων)ύμου χωροῦσιν, (καὶ τὴν φ)ύσιν ἀγνοεῖν ὁ θυμὸς
ἀναγκάζει, καὶ ἐοίκασι μεμηνόσιν ἀνθρώποις οἳ τοὺς οἰκείους
(βραχίο)νας ὡς ἀλλοτρίους ἐσθίουσιν. Σημαίνει μέντοι διὰ
τούτων καὶ αὐτοῦ τοῦ Ἰσραὴλ (τὴν διάστ)ασιν καὶ τῶν
φυλῶν τὴν διχόνοιαν. 20Φάγεται γάρ φησιν Ἐφραὶμ τοῦ
Μανασσῆ καὶ (Μανασσῆ)ς τοῦ Ἐφραίμ, ὅτι ἅμα πολιορκή-
σουσι τὸν Ἰούδαν. Ὡς ἐσόμενα τὰ γεγενημένα (λέγει
κατὰ) τὸ ἰδίωμα τῆς Ἑβραίων φωνῆς. Ἐπὶ τούτοις πᾶσιν
οὐκ ἀπεστράφη (ὁ θυμὸ)ς αὐτοῦ, ἀλλ' ἔτι ἡ χεῖρ αὐτοῦ
ὑψηλή. Οὐδὲ γὰρ ἐχρῆν τὸν ἰατρὸν ἀποστῆναι (τῆς) θερα-
π(είας), μὴ λωφησάσης τῆς νόσου.

Θεοδώρετος. Commentaria in Isaiam Sec. 5, li.27

δεδίττεσθαι φωνῇ καὶ τὰ πολεμικὰ (σημεῖα εἰς τὸ ὕψος)


ἆραι. Ἀνοίξατε οἱ ἄρχοντες, 3ἐγὼ συντάσσω. Τοῖς ἔνδον
τῇ πόλει παρακελεύεται [ἀνοῖξαι] δεσποτικῶς ὁ δεσπότης.
Τινὲς δέ φασι πονηρὰς δυνάμεις εἶναι τοὺς ἄρχοντας, (ἐγὼ
δὲ οὐκ οἶμ)αι, ἀλλὰ δυοῖν θάτερον· ἢ τοὺς ὑπὸ τοῦ βασιλέως
958

κεχειροτονημένους ἄρχοντας (ἢ τοὺς ἐξ ἀρχῆς) τὸ ἔθνος


ἐγχειρισθέντας ἀγγέλους· «Ἔστησε» γὰρ «ὅρια ἐθνῶν
κατὰ ἀριθμὸν ἀγγέ(λων θεοῦ).»
Ἡγιασμένοι εἰσί, καὶ ἐγὼ ἄγω αὐτούς. Οὐχ ἁγίους καλεῖ
τῶν Βαβυλωνίων τοὺς πο(λεμίους, δυς)σεβεῖς γὰρ ἦσαν·
ἀλλὰ κατὰ τὸ ἰδίωμα τῆς θείας γραφῆς, ὥσπερ τὸ ἀνάθημα
(καὶ ἐπὶ τοῦ ἄγαν ἁγίου) καὶ ἀφιερωμένου τῷ θεῷ τίθησι
τὰ θεῖα λόγια καὶ μέντοι καὶ ἐπὶ τοῦ ἄγαν (ἐναγοῦς καὶ
βε)βήλου – ἀνάθημα γὰρ καλοῦμεν καὶ τὰ τῷ θεῷ προσφε-
ρόμενα καὶ τοὺς διά τινα (παρανομίαν τῆς ἐκκλησίας)
ἐκβαλλομένους – , οὕτως ἁγίους οὐ μόνον τοὺς ἀφιερωμένους
τῷ θεῷ (ἀλλὰ καὶ τοὺς εἴς τινα) χρείαν ἀφωρισμένους
καλεῖ.

Θεοδώρετος. Commentaria in Isaiam Sec. 20, li.456

μὴ γένηται ἔτι ἐκεῖ ἄωρος ἡμέραις καὶ πρεσβύτης ὃς οὐκ


(ἐμ)πλήσει τὸν χρόνον αὐτοῦ· ἔσται γὰρ ὁ νέος υἱὸς ἑκα-
τὸν ἐτῶν, ὁ δὲ ἀποθνῄσκων ἁμαρ(τωλὸς) υἱὸς ἑκατὸν ἐτῶν  
καὶ ἐπικατάρατος ἔσται. Καὶ τῶν δικαίων καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν
ἴσην (ἔχει τὴν) ἡλικίαν· ἀθάνατος γὰρ καὶ ἡ τῶν δικαίων
ἀπόλαυσις καὶ τῶν ἡμαρτηκότων ἡ κόλασις. (Καὶ) τὰς
διαφόρους δὲ ἡλικίας ἐκβάλλει, καὶ τὴν ἄωρον καὶ τὴν
ἔξωρον, τὸν δὲ τέλειον ἀριθμόν, τουτέστι τὸν ἑκατόν,
τέθεικεν ἐπὶ τῆς ἀτελευτήτου ζωῆς. Τὸ δέ· υἱὸς ἑκατὸν
ἐτῶν, κατὰ τὸ Ἑβραίων καὶ Σύρων ἰδίωμα τέθεικεν ἀντὶ
τοῦ· ἑκατὸν ἐτῶν.
21Καὶ οἰκοδομήσου(σιν) οἰκίας καὶ αὐτοὶ ἐνοικήσουσι, καὶ
φυτεύσουσιν ἀμπελῶνας καὶ αὐτοὶ φάγονται τὰ γεν(ήματα)
αὐτῶν· 22καὶ οὐ μὴ οἰκοδομήσουσι καὶ ἄλλοι ἐνοικήσουσι,
καὶ οὐ μὴ φυτεύςουσι καὶ ἄλλοι φά(γονται).
Τροπικῶς
ταῦτα κατὰ τὸ οἰκεῖον ἰδίωμα τέθεικεν, οἰκίας καὶ ἀμπελῶνας
τὴν ἀρετὴν ὀνο(μά)ζων. Οὕτω καὶ ὁ θεῖος ἀπόστολος·
»Ὃ γὰρ ἐὰν σπείρῃ ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θερίσει· ὁ
σπείρων εἰς τὴν σάρκα αὐτοῦ ἐκ τῆς σαρκὸς θερίσει φθοράν,
ὁ (δὲ) σπείρων εἰς τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἐκ τοῦ πνεύματος

Θεοδώρετος. Quaestiones in Octateuchum (4089: 022)“Theodoreti


959

Cyrensis quaestiones in Octateuchum”, Ed. Fernández Marcos, N.,


Sáenz–Badillos, A.
Madrid: Poliglota Matritense, 1979; Textos y Estudios «Cardenal
Cisneros» 17.
P. 15, li.5

δὲ κάτω μεμενηκότα διατρέφῃ τοῖς ἀτμοῖς τὸν ἀέρα διαυαινόμενον καὶ


ξηραινόμενον ὑπὸ τοῦ ἄνωθεν ἐπικειμένου πυρός. τοιγαροῦν καὶ ὁ τῷ
δευτέρῳ διαπιστῶν οὐρανῷ ἔξω βαίνει τῆς εὐθείας ὁδοῦ· καὶ ὁ πλείους
πειρώμενος ἀριθμεῖν μύθοις ἕπεται, τῆς τοῦ θείου πνεύματος διδασκαλίας

καταφρονῶν. πληθυντικῶς δὲ θεία γραφὴ τοὺς οὐρανοὺς ὀνομάζει λέ-


γουσα «οἱ οὐρανοὶ τῶν οὐρανῶν», ἐπειδὴ τῶν ἑβραίων ἡ γλῶττα οὔτε  
τὸν οὐρανόν, οὔτε τὸ ὕδωρ οἶδεν ἑνικῶς ὀνομάσαι. εὕροι δ' ἄν τις
τοιαῦτα
πολλὰ καὶ παρὰ τῇ Ἑλλάδι φωνῇ· Ἀθήναν γὰρ τὴν πόλιν οὐδεὶς ἑνικῶς
ὀνομάζει, ἀλλ' Ἀθήνας πληθυντικῶς· καὶ Δελφῶν πάλιν τὴν πόλιν οὐδεὶς
Δελφόν, ἀλλὰ Δελφοὺς πληθυντικῶς. οὐ τοίνυν ὡς πολλῶν ὄντων οὐρα-
νῶν οὐρανοὺς οὐρανῶν ἡ θεία εἶπε γραφή, ἀλλὰ τὸ ἰδίωμα φυλάξασα
τῆς ἑβραΐδος φωνῆς· ἐπεὶ ἐν ἑτέρῳ ψαλμῷ σαφέστερον ἡμᾶς τοῦτο διδάς-
κουσα καὶ παραλιποῦσα τὸ τῆς γλώττης ἐκείνης ἰδίωμα οὕτως ἔφη·
»ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ τῷ Κυρίῳ«, ὡς εἶναι δῆλον,
ὅτι καθάπερ οὗτος ὁ οὐρανὸς ἡμῖν ἐστιν ὄροφος, ἡ δὲ γῆ ἔδαφος, οὕτως
ὁ ὁρώμενος οὐρανὸς ὄροφον ἔχει τὸν ὑπερκείμενον οὐρανόν.

Θεοδώρετος. Explanatio in Canticum canticorum (4089: 025); MPG


81.
Vol.81, p. 32, li.52

δυνάμεθα, ἃ εἴδομεν διὰ τοῦ Πνεύματος, καὶ ἠκού-


σαμεν, μὴ λαλεῖν.» Ἵνα δὲ μὴ μόνον αὐτῶν ἡμῶν φροντίζωμεν, αὐτοὺς
δὲ βλαπτομένους παρίδωμεν,
φέρε ζητήσωμεν, πόθεν αὐτοῖς γέγονεν ἡ τῆς βλάβης ἀφορμὴ, καὶ τὴν
δυνατὴν αὐτοῖς θεραπείαν ἐκ
τῶν θείων Γραφῶν προσενέγκωμεν.
 Ἀναγινώσκοντες, ὡς οἶμαι, τοῦτο τὸ σύγγραμμα,
καὶ ὁρῶντες ἐν αὐτῷ μύρα καὶ φιλήματα, καὶ μη-
ροὺς, καὶ κοιλίαν, καὶ ὀμφαλὸν, καὶ σιαγόνας, καὶ
ὀφθαλμοὺς, καὶ κρίνα, καὶ μῆλα, καὶ νάρδον, καὶ
στακτὴν, καὶ σμύρναν, καὶ ὅσα τοιαῦτα, καὶ τῆς
θείας Γραφῆς ἀγνοοῦντες τὰ ἰδιώματα, οὐκ ἠθέλησαν
960

διαδῦναι, καὶ τοῦ γράμματος ὑπερβῆναι τὸ κάλυμμα,


καὶ ἐντὸς γενέσθαι τῷ πνεύματι, καὶ ἀνακεκαλυμ-
μένῳ προσώπῳ τὴν δόξαν Κυρίου κατοπτρισθῆναι·  
ἀλλὰ σαρκικῶς νενοηκότες τὰ εἰρημένα, εἰς ἐκείνην
τὴν βλασφημίαν ἐξώκειλαν.

Θεοδώρετος. Interpretatio in Ezechielem Vol.81, p. 1145, li.6

τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ, καὶ ζῇν αὐτόν. Τίς ἂν ἀξί-


ως θαυμάσηται τοῦ Δεσπότου τὴν ἀγαθότητα;
ἀγνωμονούμενος γὰρ, καὶ λίαν ἀχαριστούμενος, κή-
δεται τῶν ἀχαρίστων, καὶ πᾶσαν αὐτῶν ποιεῖται  
πρόνοιαν, ἰδεῖν αὐτῶν βουλόμενος τὴν μεταβολήν.
Διὸ ἐπάγει πατρικὴν καὶ φιλοστοργίας πεπληρωμέ-
νην παραίνεσιν· «Ἐπιστροφῇ ἐπιστρέψατε ἀπὸ
τῆς ὁδοῦ ὑμῶν τῆς πονηρᾶς, καὶ ἱνατί ἀποθνήσκετε,
οἶκος Ἰσραήλ;» Ὁ δὲ διπλασιασμὸς τῆς Ἑβραίων
γλώττης ἰδίωμα, δηλοῖ δὲ τῆς ἐπιστροφῆς τὸ
γνήσιον.

Θεοδώρετος. Interpretatio in xii prophetas minores Vol.81, p. 1800,


li.41

ριττὰ, πρὸς φυγὴν εἶδον ἅπαντες, οὐδὲ ἐπιστραφῆ-


ναι πάλιν εἰς τοὐπίσω τολμήσαντες. Εἶτα τὴν προ-
τέραν αὐτῶν ἀδικίαν διέξεισι.
 θʹ. «Διήρπαζον τὸ ἀργύριον, διήρπαζον τὸ χρυ-
σίον, καὶ οὐκ ἦν πέρας τοῦ κόσμου αὐτῆς.» Ἀλλ'
ἃ κακῶς συνήθροισεν ἑτέροις παραδοθήσεται. «Βε-
βάρυνται γὰρ ὑπὲρ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς τὰ ἐπι-
θυμητά.» Κατὰ τούτων γὰρ, φησὶ, τῶν θησαυρῶν
τὸ πλῆθος χωρήσει τῶν πολεμίων. Ὡς γεγενημένα
δὲ τὰ ἐσόμενα λέγει, κατὰ τὸ οἰκεῖον τῆς Γραφῆς
ἰδίωμα.
 ιʹ. «Ἐκτιναγμὸς, καὶ ἀνατιναγμὸς, καὶ βρασμὸς,
καὶ καρδίας θόρυβος, καὶ ὑπόλυσις γονάτων, καὶ
ὠδῖνες ἐπὶ πᾶσαν ὀσφὺν, καὶ τὰ πρόσωπα πάντων
ὡς πρόσκαυμα χύτρας.» Ἃ ἐπὶ τῶν σεισμῶν εἴωθε
γίνεσθαι τινασσομένης τῆς γῆς, καὶ παλλούσης, ταυ-
τὰ καὶ ἐπὶ τῆς τῶν πολεμίων τέθεικε προσβολῆς·
ὅτι τῶν καρδιῶν τῷ δέει βαλλομένων,
961

Θεοδώρετος. Interpretatio in xii prophetas minores Vol.81, p. 1932,


li.25

θεωροῦντες, τὰς οἰκείας ὀλοφύρεσθε συμφοράς.


»Ὀλολυξάτω γὰρ, φησὶ, πίτυς, ὅτι πέπτωκε
κέδρος.» Καὶ ἑρμηνεύων ἃ τροπικῶς εἴρηκεν,
ἐπήγαγεν·
 »Ὅτι μεγιστᾶνες μεγάλως ἐταλαιπώρησαν·
ὀλολύξατε, δρύες τῆς Βασανίτιδος, ὅτι κατεσπάσθη
ὁ δρυμὸς ὁ σύμφυτος. (γʹ.) Φωνὴ θρηνούντων ποιμέ-
νων, ὅτι τεταλαιπώρηκεν ἡ μεγαλωσύνη αὐτῶν·
φωνὴ ὠρυομένων λεόντων, ὅτι τεταλαιπώρηκε τὸ
φρύαγμα τοῦ Ἰορδάνου.» Τροπικῶς μὲν κατὰ τὸ
οἰκεῖον ἰδίωμα εἴρηκεν ἅπαντα. Λέοντας δὲ ὅμως
καὶ ποιμένας, τοὺς βασιλέας καὶ τοὺς ἄρχοντας ὀνο-
μάζει· δρυμὸν δὲ σύμφυτον, τὴν ἄκαρπον δυνα-
στείαν. Τούτους δὲ ἅπαντας ὀδύρεσθαι καὶ θρηνεῖν
ἔφη, μέγα μὲν κατὰ τοῦ Ἰορδάνου φρονήσαντας,
τῆς δὲ ἐλπίδος ψευσθέντας. Διά τε τοῦ Ἰορδάνου τὴν
Ἰουδαίων ᾐνίξατο γῆν· δι' αὐτῆς γὰρ οὗτος τὴν
πορείαν ποιεῖται· ταῦτα μὲν οὖν περὶ τῆς ἐσομένης
Ἰουδαίοις μετὰ τὴν ἐπάνοδον εὐπραξίας ὁ θεῖος
προηγόρευσε Ζαχαρίας. Ἐντεῦθεν δὲ λοιπὸν τὰ
καταληψόμενα αὐτοὺς διὰ τὴν οἰκείαν παρανομίαν

Κύριλλος. Commentarii in Joannem Vol.1, p. 58, li.23

καὶ τὸν ταύτην διερμηνεύοντα λόγον. εἰ δὲ ἀνυπόστατα


δώσομεν ὑπάρχειν αὐτὰ, ἀμέσως ἄρα καὶ προσεχῶς ὁ Υἱός
ἐστιν ἐν τῷ Θεῷ καὶ Πατρί· ποῖ δὴ ἄρα λοιπὸν ὁ ἐνδιάθετος
χωρήσει λόγος, ἢ ποῖον ἕξει τόπον ἡ βούλησις, ἑτέρα νοου-
μένη παρὰ τὸν Υἱόν;
Ἄλλο διὰ τῆς εἰς ἄτοπον ἀπαγωγῆς.
 Ὁμοούσιον εἶναι πιστεύομεν τὴν ἁγίαν καὶ προσκυνου-
μένην Τριάδα, κἂν ἡ τῶν αἱρετικῶν μανία μὴ βούληται· ἀλλ'
οἶμαι προσήκειν ἐπὶ τῶν ὁμοουσίων παραδέχεσθαι καὶ τὸ
ἀλλήλοις αὐτὰ κατὰ πάντα προσεοικέναι, κατά γε τὸν τῶν
φυσικῶν ἰδιωμάτων λόγον. εἴπερ οὖν κατὰ τὴν τινῶν
ἀβουλίαν ἐνυπάρχει τῷ Θεῷ καὶ Πατρὶ λόγος τις ἕτερος
ἐνδιάθετος παρὰ τὸν Υἱὸν, ἕξει πάντως καὶ ὁ Υἱὸς λόγον
ἐνδιάθετον ἐν ἑαυτῷ, ὡς εἰκὼν αὐτοῦ καὶ ἀπαράλλακτος τῆς
ὑποστάσεως χαρακτὴρ, καθὰ γέγραπται· ἕξει δὲ ὁμοίως
962

αὐτῷ καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, κατὰ τὴν ἴσην τῶν νοη-


μάτων ἀναλογίαν. γέγονεν οὖν ἡμῖν ἡ Τριὰς ἐν διπλῷ, καὶ  
ἐν συνθέσει λοιπὸν ἡ θεία φαίνεται φύσις. ἀλλὰ τοῦτο
ἄτοπον· ἐν δὲ ταῖς ἁπλαῖς οὐσίαις, οὐδὲν ἕτερόν τι ἐστὶ τὸ
παρ' αὐτάς· οὐδὲν ἄρα διακωλύσει τὴν ἁγίαν καὶ ὁμοούσιον
Τριάδα προσεχῶς συνῆφθαι, μεσολαβοῦντος οὐδενός.

Κύριλλος. Commentarii in Joannem Vol.1, p. 143, li.7

ἀναμετρούμενος, θαυμάσει μὲν κατὰ τὸ εἰκὸς, καὶ τοῖς ἑκάστῳ


προσοῦσιν ἀγαθοῖς ἐφησθήσεται, δόξης τε αὐτοὺς ἀναπεπλῆ-
σθαι πάντως ἐρεῖ τῆς παρὰ Θεοῦ· τὴν δέ γε τοῦ Μονογενοῦς  
δόξαν τε χάριν, οὐ ταῖς τῶν ἄλλων ἁμιλλωμένην τεθεᾶ-
σθαί φασιν οἱ θεόλογοι καὶ μάρτυρες, ἀλλὰ πολὺ λίαν
ὑπερτενῆ, καὶ ἀσυγκρίτοις ὑπεροχαῖς ἀναβαίνουσαν, οὐ μεμε-
τρημένην ἔχουσαν, ὡς ἑτέρου διδόντος, τὴν χάριν, ἀλλ' ὡς ἐν
τελείῳ τελείαν καὶ ἀληθῆ, τουτέστιν, οὐκ ἐπείσακτον, οὐδὲ
ἔξωθεν ὡς ἐν προσθήκης μέρει προσπεπορισμένην, ἀλλ'
οὐσιωδῶς ἐνυπάρχουσαν, καὶ πατρῴου καρπὸν ἰδιώματος
φυσικῶς ἐπὶ τὸν ἐξ αὐτοῦ διήκοντος Υἱόν.
 Εἰ δέ τῳ δοκεῖ πλατυτέροις θεωρήμασι βασανίζειν τὸ
εἰρημένον, ἀποσκοπείτω καθ' ἑαυτὸν καὶ τὰ δι' ἑκάστου τῶν
ἁγίων παραδόξως γεγενημένα καὶ τὰ διὰ τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν
Χριστοῦ, καὶ τοσαύτην οὖσαν εὑρήσει τὴν διαφορὰν, ὅσην
ἤδη προλαβόντες εἰρήκαμεν· πρὸς δέ γε τούτῳ κἀκεῖνο· οἱ
μὲν γὰρ ὡς οἰκέται γνήσιοι περὶ τὸν οἶκόν εἰσιν, ὁ δὲ “ὡς
“υἱὸς ἐπὶ τὸν οἶκον αὐτοῦ·” καὶ περὶ μὲν τοῦ Μονογενοῦς ἡ
θεία λέγει γραφή “Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι
“Κυρίου·” περὶ δὲ τῶν ἁγίων ὁ Θεὸς καὶ Πατήρ

Κύριλλος. Commentarii in Joannem Vol.1, p. 178, li.2

ποίημα καὶ οὐχὶ μᾶλλον Υἱὸς ὁ Μονογενής; ψευδώνυμος


γὰρ, ἂν οὕτως ἔχῃ, καὶ αὐτὸς ἔσται Πατὴρ, ἀλήθεια δὲ
οὐδαμῶς ὁ Υἱὸς, νόθον ἔχων ἐφ' ἑαυτῷ τὸ ἀξίωμα καὶ μέχρι
γυμνῶν ῥημάτων τὴν προσηγορίαν. οἰχήσεται δὴ οὖν εἰς
οὐδὲν τὸ σύμπαν ἡμῖν, οὔτε τοῦ Πατρὸς κατ' ἀλήθειαν ὄντος
πατρὸς, οὔτε μὴν τοῦ Υἱοῦ τοῦτο κατὰ φύσιν ὑπάρχοντος,
ὅπερ εἶναι λέγεται· εἰ δὲ ἀληθῶς πατήρ ἐστιν ὁ Θεὸς, ἔχει
δὴ πάντως, οὗ καὶ ἔστι πατὴρ, Υἱὸν δηλονότι τὸν ἐξ ἑαυτοῦ.
 Εἶτα πῶς ἡ κατὰ φύσιν ἁγία θεότης ἁγιότητος ἔρημον τὸ  
963

ἐξ αὐτῆς ἀποτέξεται, καὶ γυμνὸν ἡμῖν τῶν αὐτῇ προσόντων


ἰδιωμάτων τὸν οἰκεῖον ἀποδώσει καρπόν; εἰ γὰρ ἔχει τὸν
ἁγιασμὸν ἐπακτὸν, ὡς ἐκεῖνοι ληροῦντές φασιν, ἀνάγκη δὴ
πάλιν πᾶσα συνομολογεῖν καὶ οὐχ ἑκόντας αὐτοὺς, ὡς ἦν
μὲν ἅγιος οὐκ ἀεί· γέγονε δὲ ὕστερον, ὅτε καὶ Τὸ Πνεῦμα
καταβέβηκεν ἐπ' αὐτὸν, ὡς ὁ Ἰωάννης φησί· πῶς οὖν ἅγιος
ἦν καὶ πρὸ τῆς σαρκώσεως ὁ Υἱός; οὕτως γὰρ αὐτὸν
ἐδοξολόγει τὰ Σεραφὶμ ἐπὶ τὸν τρίτον ἐφεξῆς ἀριθμὸν ἀπὸ
τοῦ πρώτου, τό Ἅγιος στοιχηδὸν ἀναφέροντα. οὐκοῦν εἴπερ
ἅγιος ἦν καὶ πρὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως, μᾶλλον δὲ ὑπάρχων
ἀεὶ μετὰ τοῦ Πατρὸς, πῶς ἐδεῖτο τοῦ ἁγιάζοντος, καὶ τοῦτο
ἐν ὑστέροις καιροῖς, ὅτε γέγονεν ἄνθρωπος; θαυμάζω δὲ

Κύριλλος. Commentarii in Joannem Vol.1, p. 242, li.29

συναχθήσεται; ἢ πῶς ἂν ἡμῖν ὁ τοῦ Πάντα λόγος ἀκέραιος


διαμείναι, διασώζων ἀκριβῶς, ὃ σημαίνειν βούλεται, τοσαύτης
ἀγγέλων ἀποφοιτώσης πληθύος, καὶ παραλυούσης τοῦ Πάντα
τὸν ὅρον; οὐκέτι γὰρ πάντα, μενόντων ἐκτὸς, οἵπερ ἦσαν ἐν
πᾶσιν. ὁ δέ γε ἀῤῥήτως ἐκ Θεοῦ Πατρὸς ἀναλάμψας Λόγος,
ἰδιάζουσαν ἔχων τὴν ἄνωθεν γέννησιν, καὶ καθάπερ ἀπὸ
πηγῆς τῆς τοῦ Πατρὸς οὐσίας ὑπάρχων ἐρχόμενος οὐκ
ἀδικήσει τό Πάντα, τὸ ἐν πᾶσιν ὡς μέρος τετάχθαι δια-
φυγών· ἔσται δὲ μᾶλλον ἐπάνω πάντων, ὡς ἕτερος παρ'
αὐτὰ, καὶ φύσει καὶ δυνάμει θεοπρεπεῖ καὶ τοῖς ἄλλοις τοῦ
γεννήσαντος ἰδιώμασιν.  
 Ἀλλ' ἐροῦσι τυχὸν τὰς ἐκ τῆς ἐρεύνης ἀτοπίας δυσω-
πούμενοι, σημαίνειν τό Ἄνωθεν οὐκ ἐξ οὐρανῶν, ἀπὸ δὲ τῆς
ἐνούσης αὐτῷ κατὰ πάντων ὑπεροχῆς. φέρε δὴ οὖν ἀκριβέ-
στερον βασανίζοντες τοῦ λεγομένου τὴν δύναμιν, ἴδωμεν
πάλιν εἰς ποῖον αὐτοῖς καταστρέψει τέλος τὸ ἐγχείρημα.
πρῶτον μὲν οὖν ἀμαθές τε καὶ ἀδιανόητον κομιδῇ, τὸ αὐτὸν
ἐκ τοῦ οἰκείου λέγειν ἀξιώματος ἔρχεσθαι τὸν Υἱὸν, καὶ
ὥσπερ ἀπό τινος τόπου, ἢ καὶ ὡς ἐξ ἑνὸς, ἕνα τὸν αὐτὸν ἐκ
τῆς ἰδίας ὑπεροχῆς εἰς τὸ ἐπάνω πάντων εἶναι βαδίζειν. πρὸς
δέ γε τούτῳ κἀγὼ πυθοίμην ἂν ἥδιστα λίαν αὐτῶν,

Κύριλλος. Commentarii in Joannem Vol.1, p. 255, li.10

σιωδῶς ἀγαθὸν ἐν Πατρὶ, τοῦτο πάντως ἐστὶν ἐν δυνάμει  


τοῦ Υἱοῦ. χεῖρα γὰρ ἐν τούτοις ὀνομάζει τὴν δύναμιν, ὥσπερ
964

ὅταν δι' ἑνός που προφήτου λέγῃ “Ἡ χείρ μου ἐστερέωσε


“τὸν οὐρανὸν,” ἀντὶ τοῦ Ἡ δύναμις· ἔχει δὲ σύμπαν ἐν
ἑαυτῷ τὸ τοῦ Πατρὸς ἴδιον ὁ Υἱὸς, οὐ μεταληπτῶς, εἰ καὶ
δεδωκέναι λέγεται ὁ Πατήρ· ἢ γὰρ ἂν ἐπίκτητον ἔχοι καὶ οὐ
φυσικὴν τὴν θεότητα· δίδωσι δὲ οὕτως ὁ Πατὴρ τῷ Υἱῷ
πάντα τὰ ἑαυτοῦ, ὡσπερανεὶ καὶ ἄνθρωπος τῷ ἐξ αὐτοῦ
φύντι παιδὶ διδόναι νοοῖτο τὰ τῆς ἀνθρωπότητος ἴδια, ἢ
ὡσπερανεὶ καὶ τὸ πῦρ τῇ ἐξ αὐτοῦ κατ' ἐνέργειαν προϊούσῃ
θερμότητι διδόναι λέγοιτο τῆς ἰδίας φύσεως τὸ ἰδίωμα. ἐν
δὲ τοῖς τοιούτοις, καὶ τὸ παρασχεῖν τοῖς παρέχουσιν ἀζήμιον,
οὐ γὰρ κατὰ μερισμὸν ἢ ἀποκοπὴν τῶν παρέχεσθαι νοου-
μένων ἡ πρόοδος· καὶ αὐτὸ δὲ τὸ δόξαι λαβεῖν, τοῖς λα-
βοῦσιν ἀκατηγόρητον· διὰ γὰρ μόνον τό Ἐξ οὗ τὰ τοιαῦτα
λέγεται, καὶ φυσική τις, ἵν' οὕτως εἴπω, ποιότης τῶν γεν-
νώντων νοεῖται τὰ γεννώμενα, τὸ τί κατ' οὐσίαν ἐστι τὸ
γεννῶν ἐκφαίνοντα, καὶ καταλαμπρύνοντα τῆς οἰκείας πηγῆς
τὴν κατὰ φύσιν ἐνέργειαν. καὶ ταῦτα μὲν πάλιν, ὡς ἐπὶ
παραδειγμάτων, ἀνωτέρω δὲ τούτων δηλονότι Θεός· διά τοι
τοῦτο τὸν ἀνθρώπινον ἀσθενοῦντα λόγον οὐκ αἰτιασόμεθα,

Κύριλλος. Commentarii in Joannem Vol.1, p. 255, li.28

τὴν κατὰ φύσιν ἐνέργειαν. καὶ ταῦτα μὲν πάλιν, ὡς ἐπὶ


παραδειγμάτων, ἀνωτέρω δὲ τούτων δηλονότι Θεός· διά τοι
τοῦτο τὸν ἀνθρώπινον ἀσθενοῦντα λόγον οὐκ αἰτιασόμεθα,
“Δόξα γὰρ Κυρίου κρύπτει λόγον,” καθὰ γέγραπται. καὶ
εἰ βλέπομεν δι' ἐσόπτρου καὶ δι' αἰνίγματος, καὶ νοοῦμεν ἐκ
μέρους, πῶς ἂν οὐχὶ πολλῷ δὴ μειζόνως τοῖς διὰ γλώττης
ἀτονήσαιμεν ῥήμασιν; νοήσεις τοιγαροῦν εὐσεβῶς, ἢ κατὰ
τοῦτον τὸν τρόπον τὸ πάντα δεδόσθαι παρὰ Πατρὸς τῷ
Υἱῷ· ἢ παραλήψῃ πάλιν τῆς μετὰ σαρκὸς οἰκονομίας
τὸν λόγον, οὐκέτι τὸ δοῦναι καὶ λαβεῖν ἐπὶ τῶν φυ-
σικῶν ἰδιωμάτων εἰσφέροντα, ἀλλ' ἐπὶ τῇ κατὰ πάντων  
τῶν γενητῶν ἐξουσίᾳ τιθέντα τὸν Υἱὸν, ἵνα πάλιν νοῇς τι
τοιοῦτον.
Ὁ Πατὴρ ἀγαπᾷ τὸν Υἱὸν καὶ πάντα δέδωκεν ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ.
 Μὴ ἀπαυθαδιζέσθω, φησὶν, ὁ δυσήκοος, ἄνθρωπον ὁρῶν
τὸν ἁπάντων Κύριον, μηδὲ νομιζέτω ψεύδεσθαι τὴν ἀλήθειαν,
τὸ χρῆναι πιστεύειν ὡς Θεῷ διὰ τὴν σάρκα παραιτούμενος.
δεχέσθω τὴν μαρτυρίαν αὐτοῦ, κατασφραγιζέτω δὲ προ-
θύμως, ὅτι ὁ Θεὸς ἀληθής ἐστιν, ἵνα μὴ λυπῇ τὸν ἐν τοῖς
οὐρανοῖς Πατέρα. ἀγαπᾷ γὰρ τὸν ἴδιον Υἱὸν,
965

Κύριλλος. Commentarii in Joannem Vol.1, p. 330, li.17

περιβάλλετε νῦν, καὶ διώκειν οὐκ αἰσχύνεσθε, διὰ τὸ μόνον


εἰπεῖν, ὅτι “Υἱὸς Θεοῦ εἰμι.”
 Δεικνύει δὲ ὅπως ὁ Θεὸς καὶ Πατὴρ τὰ ἔργα τῷ Υἱῷ,
προλαβόντες ἤδη διὰ πολλῶν εἰρήκαμεν.
Ὥσπερ γὰρ ὁ Πατὴρ ἐγείρει τοὺς νεκροὺς καὶ ζωοποιεῖ, οὕτως
καὶ ὁ Υἱὸς οὓς θέλει ζωοποιεῖ.
 Θέα δὴ πάλιν ἐν τούτοις σαφῆ τῆς ἰσότητος τὴν ἀπό-
δειξιν. ὁ γὰρ ἴσως ἐνεργὸς περὶ τὴν τῶν νεκρῶν ἀναβίωσιν,
πῶς ἂν ἔχοι κατά τι τὸ ἔλαττον; ἢ πῶς ἂν εἴη πρὸς τὸν
Πατέρα λοιπὸν ἑτεροφυής τε καὶ ἔκφυλος ὁ τοῖς αὐτοῖς
διαλάμπων ἰδιώμασιν; ἴδιον δὲ τῆς θείας οὐσίας, τὸ δύ-
νασθαι ζωογονεῖν, ὅπερ ἐστὶν ὁμοίως ἐν Πατρὶ καὶ ἐν Υἱῷ.
ζωογονεῖ δὲ πάλιν οὐκ ἰδίως μὲν πάλιν τινὰς καὶ καθ' ἑαυτὸν
ὁ Πατὴρ, ἰδίως δέ τινας καὶ κεχωρισμένως ὁ Υἱός· ἔχων γὰρ
ἐν ἑαυτῷ φυσικῶς τὸν Πατέρα, τὰ πάντα ἐργάζεται, καὶ
ἐνεργεῖ τὰ πάντα δι' Υἱοῦ ὁ Πατήρ. ἀλλ' ἐπείπερ ἔχει τὸ
δύνασθαι ζωογονεῖν ὁ Πατὴρ ἐν τῇ ἰδίᾳ φύσει, καθάπερ οὖν
καὶ αὐτὸς, ὡς καὶ ἰδίως ἑκατέρῳ προσὸν ἀπονέμει τὸ δύ-
νασθαι ζωογονεῖν τοὺς νεκρούς.  

Κύριλλος. Fragm. ex libro iii contra Theodorum Mopsuestenum


(4090: 016)
“Sancti patris nostri Cyrilli archiepiscopi Alexandrini in D. Joannis
evangelium, vol. 3”, Ed. Pusey, P.E.Oxford: Clarendon Press, 1872, Repr.
1965.P. 525, li.10

ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ Ἐκ τοῦ πρὸς τὰ Θεοδώρου ἐπισκόπου


Μοψουεστίας τρίτου λόγου Οὗ ἡ ἁρχή Φορτικοὶ μὲν γὰρ ἴσως οἱ
πρὸς ἡμῶν εἰσι λόγοι. αʹ.

 ἌΚΟΥΕ τοίνυν καὶ πρὸς ἡμῶν Σύνες ἄνθρωπε τοῦ μυ-


στηρίου τὸ βάθος, εὐθὺ τοῦ σκοποῦ τῶν ἱερῶν ἴθι γραμμάτων.
ἕτερον μὲν γάρ τι καὶ ἕτερον θεότης τε καὶ σὰρξ ἤγουν ἀν-
θρωπότης, τό γε ἧκον εἰς τοὺς ἐνόντας τοῖς ἀμφοῖν ἰδιώμασι
λόγους. ἐπεὶ πῶς γέγονε καθ' ἡμᾶς, καίτοι μεμηνηκὼς ὅπερ
ἦν, Θεὸς ὢν ὁ Λόγος; πλὴν ἀπόδος αὐτῷ καθ' ἕνωσιν
966

ἀδιάσπαστον τὴν σάρκα αὐτοῦ, μὴ ἀπογυμνώσῃς αὐτὸν τοῦ


καταπετάσματος· οὕτω γὰρ ἕνα προσκυνήσεις Υἱὸν, ὁμοού-
σιον μὲν τῷ Πατρὶ θεϊκῶς, ὁμοούσιον δὲ καὶ ἡμῖν τὸν αὐτὸν
ἀνθρωπίνως. τοῖς οὕτω φρονεῖν ᾑρημένοις ἀναστρέψει Χρι-
στὸς τοῦ καθ' ἑαυτὸν μυστηρίου τὴν γνῶσιν.  

Κύριλλος. De sancta trinitate dialogi i-vii Aubert p. 618, li.15

καὶ ταῖς ἑαυτοῦ δυνάμεσι τὸ δρᾶν ἀκωλύτως ἅπερ ἂν ἕλοιτο


κατορθοῦν οὐ μεῖον ἢ ὁ Πατήρ, δέδειχεν ἐναργῶς ὅτι τῆς
τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς οὐσίας ἐκπεφυκὼς καὶ ὑπάρχων
ἰδιοσυστάτως, ἐπάγεται φυσικῶς τὸ κατὰ πᾶν ὁτιοῦν
ἰσοσθενὲς καὶ ἰσοστατοῦν εἰς ἐνέργειαν. Οὐ γάρ τοι τοῖς
καθ' ἡμᾶς τὰ πολὺ λίαν ἀνεστηκότα καὶ ὑπερκείμενα
κανονίζοντες, ἀνύπαρκτον εἶναι δώσομεν, κατά γε τὸν
ἴδιον λόγον, τὴν ἐν Θεῷ νοουμένην ἰσχύν, τουτέστι τὸν
Υἱόν. Ἔστι γάρ, ἔστι ζῶσά τε καὶ ἐνυπόστατος, ἀνίσχουσα
μὲν ἀπορρήτως καθάπερ ἀπὸ πηγῆς τοῦ ἰδίου Πατρός,
τοῖς δὲ τῆς θεότητος ἰδιώμασιν οὐκ ἐπακτῶς, οὐσιωδῶς
δὲ μᾶλλον ἐκπρεπής.
{Β.} Εὖ λέγεις.
{Α.} Ταύτῃτοι καὶ ὁ θεῖος μὲν ἔφη Μωσῆς· «Ἐν ἀρχῇ
ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν.» Οὐκ ἔκφυλον
δὲ τοῦ Θεοῦ τὴν ἐξ αὐτοῦ τε καὶ ἐν αὐτῷ δύναμιν, τουτέστι
τὸν Υἱόν, ἐπιστάμενος ὁ μέγας ἔφη Δαβίδ· «Τῷ Λόγῳ
Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν, καὶ τῷ Πνεύματι τοῦ
στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν.» Ἦ οὐχ ἕτερος,
κατά γε τὸ εἶναί φημι, καθ' ὑπόστασιν ἰδικὴν νοοῖτ' ἄν,
εἰπέ μοι, παρά γε τὸν Πατέρα καὶ Θεὸν ὁ ἐξ αὐτοῦ τε καὶ

Κύριλλος. De sancta trinitate dialogi i-vii Aubert p. 623, li.27

Ἆρ' οὖν οὐχὶ γέλως τε ἤδη ταυτί, καὶ τοῖς ἐν σκηνῇ


παιγνίοις προσεοικότα καλόν γε; Οὐ γὰρ εἰ τοῖς τοιοῖσδε
βωμολοχεύμασι καὶ λογισμοῖς ἀνθρωπίνοις εἰς αὐτό που
τὸ λοῖσθον ἴουσιν ἀπαιδευσίας, καθάπερ τισὶ βορβόροις
ἐγκαθιέντες τὸν νοῦν, τὴν εὐοσμοτάτην τῶν ἱερῶν δογμάτων
ἀπεμπολήσαιμεν γνῶσιν. Ἐοίκασι γάρ που, κατά γε τὸ
εἰκός, διαλελῆσθαι παντελῶς, καίτοι πλειστάκις ἐνηχούμενοι
πρός τε ἡμῶν αὐτῶν καὶ τῆς θεοπνεύστου Γραφῆς, ὅτι
967

Θεὸς ὢν ὁ Λόγος καὶ ἐν μορφῇ καὶ ἰσότητι τοῦ Πατρός,


πέφηνε καθ' ἡμᾶς, οὐκ ἐν εἴδει μόνῳ τῷ τῆς σαρκός, ἀλλὰ
καὶ τοῖς τῆς ἀνθρωπότητος εἴτ' οὖν ἰδιώμασιν, εἴτ' οὖν
ἑτεροίως ὀνομάσαι χρή. Ἰδίωμα δὲ ἀνθρωπότητος τῆς
Θεῷ κατεζευγμένης καὶ ζυγῷ δουλείας κατεσφιγμένης
μεθ' ὑπακοῆς ἡ προσκύνησις, καὶ μὴν καὶ τὸ μὴ εἰδέναι
τίς ἡ ἐν Θεῷ βουλή τε καὶ σκέψις. «Τίς γὰρ ἔγνω νοῦν
Κυρίου, ἢ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο;» Καὶ ὥσπερ
ἐπείτοι πέφηνε καθ' ἡμᾶς ὁ Λόγος, οὐκ ἄν, οἶμαι, φαῖεν
ἂν ὡς σεσάλευται τοῦ εἶναι Λόγος, μεταποιηθεὶς εἰς σάρκα
τὴν ἀπὸ γῆς, οὕτω καὶ εἰ προσελήφθη τὸ ἀνθρώπινον,
ἴδιόν τε γέγονεν αὐτοῦ, τὸ λυποῦν οὐδὲν ἐννοεῖν τε καὶ
φράσαι ὅτι πεφόρεκεν οἰκονομικῶς ὁμοῦ τῇ ἀνθρωπότητι

Κύριλλος. De sancta trinitate dialogi i-vii Aubert p. 623, li.28

παιγνίοις προσεοικότα καλόν γε; Οὐ γὰρ εἰ τοῖς τοιοῖσδε


βωμολοχεύμασι καὶ λογισμοῖς ἀνθρωπίνοις εἰς αὐτό που
τὸ λοῖσθον ἴουσιν ἀπαιδευσίας, καθάπερ τισὶ βορβόροις
ἐγκαθιέντες τὸν νοῦν, τὴν εὐοσμοτάτην τῶν ἱερῶν δογμάτων
ἀπεμπολήσαιμεν γνῶσιν. Ἐοίκασι γάρ που, κατά γε τὸ
εἰκός, διαλελῆσθαι παντελῶς, καίτοι πλειστάκις ἐνηχούμενοι
πρός τε ἡμῶν αὐτῶν καὶ τῆς θεοπνεύστου Γραφῆς, ὅτι
Θεὸς ὢν ὁ Λόγος καὶ ἐν μορφῇ καὶ ἰσότητι τοῦ Πατρός,
πέφηνε καθ' ἡμᾶς, οὐκ ἐν εἴδει μόνῳ τῷ τῆς σαρκός, ἀλλὰ
καὶ τοῖς τῆς ἀνθρωπότητος εἴτ' οὖν ἰδιώμασιν, εἴτ' οὖν
ἑτεροίως ὀνομάσαι χρή. Ἰδίωμα δὲ ἀνθρωπότητος τῆς
Θεῷ κατεζευγμένης καὶ ζυγῷ δουλείας κατεσφιγμένης
μεθ' ὑπακοῆς ἡ προσκύνησις, καὶ μὴν καὶ τὸ μὴ εἰδέναι
τίς ἡ ἐν Θεῷ βουλή τε καὶ σκέψις. «Τίς γὰρ ἔγνω νοῦν
Κυρίου, ἢ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο;» Καὶ ὥσπερ
ἐπείτοι πέφηνε καθ' ἡμᾶς ὁ Λόγος, οὐκ ἄν, οἶμαι, φαῖεν
ἂν ὡς σεσάλευται τοῦ εἶναι Λόγος, μεταποιηθεὶς εἰς σάρκα
τὴν ἀπὸ γῆς, οὕτω καὶ εἰ προσελήφθη τὸ ἀνθρώπινον,
ἴδιόν τε γέγονεν αὐτοῦ, τὸ λυποῦν οὐδὲν ἐννοεῖν τε καὶ
φράσαι ὅτι πεφόρεκεν οἰκονομικῶς ὁμοῦ τῇ ἀνθρωπότητι
τὰ αὐτῆς.

Κύριλλος. De incarnatione unigeniti Aubert p. 709, li.39

κατὰ τὸ σοὶ δοκοῦν, πῶς ἂν ἐκτίσθη τὰ πάντα διὰ Ἰησοῦ


968

Χριστοῦ; Ἀλλὰ μὴν ἐκτίσθη δι' αὐτοῦ τὰ πάντα. Πρόδηλον


οὖν ὅτι τὰ φύσει τε καὶ ἰδικῶς ἐνυπάρχοντα τῷ ἐκ Πατρὸς
ὄντι Λόγῳ τετήρηται πάλιν αὐτῷ καὶ ὅτε γέγονε σάρξ.
Ἐπισφαλὲς οὖν ἄρα τὸ διατέμνειν ἀποτολμᾶν. Εἷς γὰρ
Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, καὶ δι' αὐτοῦ τὰ πάντα δεδημιούρ-
γηκεν ὁ Πατήρ.
 {Β – } Ἀληθές.
 {Α – } Ἔστι τοιγαροῦν καὶ Δημιουργὸς θεϊκῶς, καὶ
ζωοποιὸς ὡς ζωή, ἀνθρωπίνοις τε αὖ καὶ τοῖς ὑπὲρ ἄνθρωπον
ἰδιώμασιν εἰς ἕν τι τὸ μεταξὺ συγκείμενος. «Μεσίτης» γάρ
ἐστι «Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων,» κατὰ τὰς Γραφάς, φύσει μὲν
ὑπάρχων Θεός, καὶ οὐ δίχα σαρκός, ἄνθρωπος δὲ ἀληθῶς,
καὶ οὐ ψιλὸς καθ' ἡμᾶς, ἀλλ' ὢν ὅπερ ἦν καὶ εἰ γέγονε σάρξ.
Γέγραπται γὰρ ὅτι «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ
αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας.» Ἦ γὰρ οὐχὶ διὰ τῆς ἁγίας  
Παρθένου τετέχθαι πιστεύομεν ἐν ἐσχάτοις τοῦ αἰῶνος
καιροῖς τὸν Ἐμμανουήλ;

Κύριλλος. Thesaurus de sancta consubstantiali trinitate Vol.75, p. 244,


li.31

ΑΛΛΟ.

 Τὰ προσόντα τῷ Θεῷ καὶ Πατρὶ φυσικά τε καὶ οὐ-


σιώδη λέγων ἰδιώματα, φησί που Παῦλος· «Ὁ μό-
νος ἔχων ἀθανασίαν.» Εἰ τοίνυν οὐδὲν ἕτερόν τις
ὁριεῖται λέγων τὴν ἀθανασίαν παρὰ τὴν ζωὴν, αὔτη
δέ ἐστιν ὁ Υἱὸς ὁ λέγων· Ἐγώ εἰμι ἡ ζωὴ, ὁ Πα-
τὴρ ἔχει ζωὴν ἐν ἑαυτῷ, τὸν Υἱὸν δηλονότι, καὶ οὐχ
ἕτερόν τι παρ' αὐτόν. Αὐτός τε ὁμοίως ὑπάρχων ζωὴ,
δέδωκεν ἑαυτὸν τῷ Υἱῷ· οὐχ ὡς σῶμα χωρήσας ἐν
σώματι, οὐδ' ὡς τῷ Υἱῷ παραχωρήσας τὴν ἰδίαν ὑπό-
στασιν, καὶ ἐν αὐτῷ λοιπὸν τὸ εἶναι ἔχων· ἀλλ' ὑπάρ-
χων μὲν τοῦθ' ὅπερ ἐστὶν ἀεὶ Πατὴρ καὶ Θεός. Τῇ
δὲ τῆς οὐσίας ταυτότητι καὶ τῇ τῆς φύσεως ἑνότητι

Κύριλλος. De sancta trinitate [Sp.] Vol.77, p. 1172, li.38


969

τῶν ὑψηλῶν μόνον, ποτὲ δὲ ἐκ τῶν ταπεινῶν μόνον.


Εἷς γάρ ἐστιν ὁ κἀκεῖνο καὶ τοῦτο ὁμοίως ὑπάρχων·
τὸ μὲν ὢν ἀεί· τὸ δὲ γενόμενος ὕστερον διὰ φιλαν-
θρωπίαν. Θεότητα μὲν οὖν λέγοντες, οὐ κατονομάζο-
μεν αὐτῆς τὰ τῆς ἀνθρωπότητος ἰδιώματα. Οὐ γάρ
φαμεν θεότητα παθητὴν ἢ κτιστήν· οὔτε δὲ τῆς σαρ-
κὸς ἤτοι τῆς ἀνθρωπότητος κατηγοροῦμεν τὰ τῆς
θεότητος ἰδιώματα. Οὐ γάρ φαμεν σάρκα ἤτοι ἀν-
θρωπότητα ἄκτιστον. Ἐπὶ δὲ τῆς ὑποστάσεως, κἂν
ἐκ τοῦ συναμφοτέρου, κἂν ἐξ ἑνὸς τῶν μερῶν ταύτην
ὀνομάσωμεν, ἀμφοτέρων τῶν φύσεων τὰ ἰδιώματα
αὐτῇ ἐπιτίθεμεν. Καὶ γὰρ ὁ Χριστὸς, ὅπερ ἐστὶ τὸ
συναμφότερον, καὶ Θεὸς καὶ ἄνθρωπος λέγεται, κτι-
στὸς καὶ ἄκτιστος, καὶ παθητὸς καὶ ἀπαθής. Καὶ
ὅταν ἐξ ἑνὸς τῶν μερῶν καὶ Υἱὸς Θεοῦ καὶ Θεὸς ὀνο-
μάζηται, δέχεται τὰ τῆς συνυφεστηκυίας φύσεως
ἰδιώματα, ἤτοι τῆς σαρκὸς Θεὸς παθητὸς ὀνομαζόμε-
νος, καὶ Κύριος τῆς δόξης ἐσταυρωμένος· οὐ καθὸ
Θεὸς, ἀλλὰ καθὸ καὶ ἄνθρωπος ὁ αὐτός. Καὶ ὅταν ἄν-
θρωπος καὶ υἱὸς ἀνθρώπου ὀνομάζηται, δέχεται τὰ
τῆς θείας οὐσίας ἰδιώματα καὶ αὐχήματα παιδίον

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione nominum
(4093: 001)
“Grammatici Graeci, vol. 4.1”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1894,
Repr. 1965.
P. 367, li.2

τῆς αυ καὶ τῆς ευ· ἐπὶ τούτων γὰρ συγκιρνῶσιν ἑαυτὰ τὰ δύο φωνή-
εντα καὶ ἀποτελοῦσι μίαν φωνὴν ἁρμόζουσαν τοῖς δύο φωνήεσιν, οἷον
αὐλός εὔχομαι οὗτος· κατὰ διέξοδον δέ εἰσιν ὡς ἐπὶ τῆς ηυ διφθόγγου,
τῆς διὰ τοῦ η καὶ υ, καὶ τῆς ωυ, τῆς διὰ τοῦ ω καὶ υ, καὶ τῆς υι,
τῆς διὰ τοῦ υ καὶ ι· ἐπὶ τούτων γὰρ χωρὶς ἀκούεται ὁ φθόγγος τοῦ
ἑνὸς φωνήεντος, τουτέστι τοῦ υ καὶ τοῦ ι, καὶ χωρὶς τοῦ ἑτέρου φω-
νήεντος, οἷον νηυσίν υἱός ωὐτός, Ε 396 εὖτέ μιν ωὐτὸς ἀνήρ,
ἀντὶ τοῦ ὁ αὐτός. Ἐπειδὴ οὖν ἡ αδίφθογγος ἡ ἐκφωνοῦσα τὸ καὶ  
ἡ οδίφθογγος οὔτε κατ' ἐπικράτειάν εἰσιν οὔτε κατὰ διέξοδον οὔτε
κατὰ κρᾶσιν, εἰκότως ὥσπερ ἐστερήθησαν τοῦ ἰδιώματος τῶν
διφθόγγων,
970

ἐστερήθησαν καὶ τοῦ χρόνου τοῦ παρεπομένου ταῖς διφθόγγοις, καὶ τού-
του χάριν αὗται μόναι ἐκ τῶν διφθόγγων τῷ τονικῷ παραγγέλματι
ἀντὶ κοινῆς παραλαμβάνονται καὶ πρὸς ἕνα ἥμισυ χρόνον ἔχουσιν
πρόσκειται «ἡ ἐκφωνοῦσα τὸ ι», οἷον «ἡ αδίφθογγος ἡ ἐκφωνοῦσα τὸ
ι», ἐπειδὴ ἡ αδίφθογγος ἡ ἀνεκφώνητον ἔχουσα τὸ ι, ὡς εἴρηται,
κατ' ἐπικράτειάν ἐστι· καὶ γὰρ ἐν ταύτῃ ὁ φθόγγος τοῦ α ἐπικρατεῖ,
οἷον τῇ Μηδείᾳ. Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις.
 

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum
(4093: 002)
“Grammatici Graeci, vol. 4.2”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1894,
Repr. 1965.
P. 13, li.24

συγγένειαν ὁ ἀόριστος καὶ ὁ μέλλων, ἐπειδὴ ἀμφότεροι ἀόριστόν τι


δηλοῦσι καὶ ἄδηλον· καὶ γὰρ ὁ ἀόριστος ἄδηλός ἐστιν, ὁμοίως καὶ ὁ
μέλλων ἄδηλος ὑπάρχει. Περὶ δὲ τῆς τάξεως τῶν χρόνων ἐν τῷ
Ῥηματικῷ Ἀπολλωνίου, εἰ θεῷ φίλον, μαθησόμεθα. Ταῦτα μὲν
ἐν τούτοις.
 Συζυγίαι δέ εἰσι τῶν ῥημάτων ιγʹ, ἓξ μὲν τῶν εἰς ω ληγόντων
βαρυτόνων ῥημάτων, τρεῖς δὲ τῶν εἰς ω περισπωμένων, τέσσαρες δὲ
τῶν εἰς μι. Καὶ ἡ μὲν πρώτη συζυγία τῶν βαρυτόνων πρὸ τοῦ ω
χαρακτηρίζεται διὰ τοῦ πρώτου συμφώνου τοῦ β, καὶ ἐπειδὴ τὸ β
μέσον ἐστὶ τοῦ π καὶ φ, ἐκφέρεται ἡ πρώτη συζυγία διὰ τοῦ β ἢ π ἢ
φ, οἷον λείβω τέρπω γράφω, καὶ ἐπειδὴ τὸ ἰδίωμα τῆς συζυγίας οὐ
φυλάττεται ἐὰν ὦσι τρία σύμφωνα χαρακτηριστικά, κυρίως γὰρ συζυγία
λέγεται παρὰ τὸ δύο ἄγειν, διὰ τοῦτο προσλαμβάνει τὸ τ ἐκ τῆς τρίτης
συζυγίας καὶ πλεονάζει τὸ π, καὶ γίνεται πτ, καὶ λοιπὸν εὑρίσκεται
ἀπὸ τεσσάρων χαρακτηριζομένη ἡ πρώτη συζυγία τῶν βαρυτόνων, τουτ-
έστιν διὰ τοῦ β ἢ π ἢ φ ἢ πτ, οἷον λείβω τέρπω γράφω κόπτω· διὰ
τοῦτο δὲ τὸ τ πλεονάζει καὶ οὐκ ἄλλο σύμφωνον, ἐπειδή, ὡς προϊόντες
εἰσόμεθα, ὁ ἐνεστὼς ἀναλογεῖ τῇ γενικῇ· ἐπειδὴ οὖν ἐν τῇ γενικῇ πέφυκε
πολλάκις τὸ τ πλεονάζειν, οἷον ἄνακος ἄνακτος, γάλακος γάλακτος,
νυχός νυκτός, τούτου χάριν καὶ ἐν τῷ ἐνεστῶτι κατὰ μίμησιν τῆς γενι-
κῆς αὐτὸ πλεονάζει· διὰ τοῦτο δὲ μετὰ τοῦ π ἐν τῇ πρώτῃ συζυγίᾳ
971

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum
P. 14, li.11

τῶν βαρυτόνων διὰ τοῦ δευτέρου συμφώνου τοῦ γ ἐκφέρεται, καὶ


ἐπειδὴ μέσον ἐστὶ τὸ γ τοῦ κ καὶ χ, ἐκφέρεται ἡ δευτέρα συζυγία τῶν
βαρυτόνων διὰ τοῦ γ ἢ κ ἢ χ, οἷον λέγω πλέκω τρέχω· ἐπειδὴ δὲ
πάλιν ἐκ τριῶν συμφώνων οὐ δύναται συνίστασθαι συζυγία, τούτου
χάριν προσλαμβάνει τὸ τ ἐκ τῆς τρίτης συζυγίας καὶ πλεονάζει τὸ κ,
καὶ λοιπὸν εὑρίσκεται ἐκφερομένη διὰ τοῦ γ ἢ κ ἢ χ ἢ κτ, οἷον λέγω
πλέκω τρέχω τίκτω. Ἡ δὲ τρίτη συζυγία τῶν βαρυτόνων διὰ τοῦ
τρίτου συμφώνου τοῦ δ ἐκφέρεται, καὶ ἐπειδὴ μέσον ἐστὶ τὸ δ τοῦ θ
καὶ τοὺ τ, τούτου χάριν ἐκφέρεται ἡ τρίτη συζυγία τῶν βαρυτόνων διὰ
τοῦ δ ἢ θ ἢ τ, οἷον ᾄδω πλήθω ἀνύτω· ἐπειδὴ δὲ ἐνταῦθα οὐχ εὑρί-
σκομεν παραπεφυλαγμένον τὸ ἰδίωμα τῆς συζυγίας, ἀπὸ γὰρ τῶν τριῶν
συμφώνων πρόσκειται, ὅπερ οὐκ ἔστιν ἴδιον συζυγίας – συζυγία γάρ,
ὡς εἴρηται, κυρίως λέγεται παρὰ τὸ δύο ἄγειν – διὰ τοῦτο οἱ ὀνο-
ματοθέται πρὸς ἀκρίβειαν ἐξετάσαντες ἐποίησαν τὴν τρίτην συζυγίαν
τῶν βαρυτόνων ἐλλείπειν τὸ τ καὶ ἐκφέρεσθαι διὰ μόνου τοῦ δ καὶ
θ, οἷον ᾄδω πλήθω· τὸ γὰρ ἀνύτω ἀνύω λέγουσι καὶ τὸ πράττω
πράσσω· σπανίως δὲ εὕρηται καὶ τὸ τ χαρακτηριστικὸν τῆς τρίτης συζυ-
γίας τῶν βαρυτόνων, ὡς ἐπὶ τοῦ πέτω πέτομαι καὶ λίτω λίτομαι. Ἡ δὲ
τετάρτη συζυγία τῶν βαρυτόνων διὰ τοῦ τετάρτου συμφώνου τοῦ ⟦ζ
ἐκφέ-
ρ⟧εται· καὶ ἐπειδὴ τὸ ζ οὐκ ἔσχεν ἄλλο τί ποτε πρὸς ἀναπλήρωσιν τοῦ
ἰδιώματος τῆς συζυγίας, μὴ δυνάμενον ἄλλο σύμφωνον δέξασθαι ⟦διὰ

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 14,
li.21

σκομεν παραπεφυλαγμένον τὸ ἰδίωμα τῆς συζυγίας, ἀπὸ γὰρ τῶν τριῶν


συμφώνων πρόσκειται, ὅπερ οὐκ ἔστιν ἴδιον συζυγίας – συζυγία γάρ,
ὡς εἴρηται, κυρίως λέγεται παρὰ τὸ δύο ἄγειν – διὰ τοῦτο οἱ ὀνο-
ματοθέται πρὸς ἀκρίβειαν ἐξετάσαντες ἐποίησαν τὴν τρίτην συζυγίαν
τῶν βαρυτόνων ἐλλείπειν τὸ τ καὶ ἐκφέρεσθαι διὰ μόνου τοῦ δ καὶ
θ, οἷον ᾄδω πλήθω· τὸ γὰρ ἀνύτω ἀνύω λέγουσι καὶ τὸ πράττω
πράσσω· σπανίως δὲ εὕρηται καὶ τὸ τ χαρακτηριστικὸν τῆς τρίτης συζυ-
γίας τῶν βαρυτόνων, ὡς ἐπὶ τοῦ πέτω πέτομαι καὶ λίτω λίτομαι. Ἡ δὲ
τετάρτη συζυγία τῶν βαρυτόνων διὰ τοῦ τετάρτου συμφώνου τοῦ ⟦ζ
ἐκφέ-
972

ρ⟧εται· καὶ ἐπειδὴ τὸ ζ οὐκ ἔσχεν ἄλλο τί ποτε πρὸς ἀναπλήρωσιν τοῦ
ἰδιώματος τῆς συζυγίας, μὴ δυνάμενον ἄλλο σύμφωνον δέξασθαι ⟦διὰ
τὸ⟧ προληφθῆναι τὰ μὲν ἐν τῇ πρώτῃ συζυγία, τὰ δὲ ἐν τῇ δευτέρᾳ,
τὰ δὲ ἐν τῇ τρίτῃ, τὰ δὲ ἀμετάβολα ἐν τῇ πέμπτῃ, μὴ δυνάμενον προς-
λαβεῖν μήτε τὸ ξ μήτε τὸ ψ, διὰ τὸ ταῦτα χαρακτηριστικὰ εἶναι βαρυ-
τόνου μέλλοντος, τὸ μὲν ψ τῆς πρώτης συζυγίας, οἷον λείβω λείψω,
γράφω γράψω, τὸ δὲ ξ τῆς δευτέρας, οἷον λέγω λέξω, πλέκω πλέξω,
καὶ ἐνίων τῆς τετάρτης, οἷον πλήσσω πλήξω, σφάζω σφάξω, οὐ δύνανται
δὲ τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ βαρυτόνου μέλλοντος χαρακτηριστικὰ εἶναι
καὶ βαρυτόνου ἐνεστῶτος· οἷον τὸ ς χαρακτηριστικὸν ὂν βαρυτόνου
μέλλοντος, ⟦ὡς ἐπὶ⟧ τοῦ νοήσω, οὐκ ἔστι καὶ χαρακτηριστικὸν
βαρυτόνου
ἐνεστῶτος ἀλλὰ περισπωμένου, ὡς ἐπὶ τοῦ φυσῶ νοσῶ·  – πρόσκειται

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 53,
li.11

ῥήματος, εἰ καὶ ἀπὸ προθέσεως ἐγένετο ἡ σύνθεσις· ὥσπερ γὰρ ἐν τῷ


εὐγενής οὐκ ἔστι τὸ ευ ἐπίρρημα, ἀλλὰ μέρος ἐγένετο τοῦ ὀνόματος,
εἰ καὶ ἀπὸ ἐπιρρήματος ἐγένετο ἡ σύνθεσις, οὕτω καὶ ἐν τῷ καταγράφω
οὐ λέγομεν, ὅτι πρόθεσίς ἐστιν ἡ κατά, ἀλλὰ μέρος τοῦ ῥήματος, εἰ
καὶ ἀπὸ προθέσεως ἐγένετο ἡ σύνθεσις· ἄλλως τε ἰδοὺ τὸ συνήγορος
ἀπὸ προθέσεως ἄρχεται, καὶ ὅμως λέγεται εὐσυνήγορος, καὶ πάλιν σύμ-
βουλος εὐσύμβουλος, ἐπανοίκτης θυρεπανοίκτης· οὐκ ὤφειλον οὖν
οὐδὲ ταῦτα ἀπὸ προθέσεως ἀρχόμενα δέξασθαι ἔξωθέν τί ποτε. Ταῦτα
μὲν οὖν ὁ Ἡρωδιανός. Ἡμεῖς δὲ ἀπολογούμεθα ὑπὲρ τοῦ Ἀπολ-
λωνίου λέγοντες, ὅτι ἄλλο λέξις καὶ ἄλλο συλλαβή. Ἐὰν μὲν γὰρ
λέξις προσέλθῃ μετὰ τὴν σύνθεσιν, φυλάττεται τὸ ἰδίωμα τὸ ἀρχι-
κόν, ἐὰν δὲ συλλαβή, οὐκέτι· καὶ δῆλον ἐκ τῆς δασείας· ὥσπερ γὰρ
λέγομεν, ὅτι ἡ δασεῖα φίλαρχός ἐστιν, οἷον ῥώμη ῥήτωρ εὗρον ὕβρις
ὕλη, καὶ ὅμως ἐν ταῖς συνθέσεσιν φυλάττεται ἡ δασεῖα, ὡς ἐν τῷ
καθίσταμαι φιλορώμαιος μισορήτωρ ἐφεῦρον, ἐπειδὴ λέξις προσῆλθε,
καὶ ἐφυλάχθη τὸ ἰδίωμα τὸ ἀρχικόν, ἐὰν δὲ προσέλθῃ συλλαβή, τότε
ἐξαμαυροῦται κυρίως ἡ ἄρχουσα τῆς λέξεως, οἷόν ἐστιν ὁρῶ ὁρᾷς·
τούτου γίνεται ὁ παρατατικὸς ὥρων δασυνομένης τῆς πρώτης συλλαβῆς,
καὶ ἐπειδὴ ἐπλεόνασε τὸ ε καὶ ἐγένετο ἑώρων, ἅμα τῷ πλεονασμῷ
παρεφθάρη καὶ ἡ ἄρχουσα· συλλαβὴ γὰρ προσῆλθε, καὶ διὰ τοῦτο
ἀνέδραμεν ἡ δασεῖα ἀπὸ τῆς δευτέρας συλλαβῆς ἐπὶ τὴν πρώτην·
973

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 53,
li.16

ἀπὸ προθέσεως ἄρχεται, καὶ ὅμως λέγεται εὐσυνήγορος, καὶ πάλιν σύμ-
βουλος εὐσύμβουλος, ἐπανοίκτης θυρεπανοίκτης· οὐκ ὤφειλον οὖν
οὐδὲ ταῦτα ἀπὸ προθέσεως ἀρχόμενα δέξασθαι ἔξωθέν τί ποτε. Ταῦτα
μὲν οὖν ὁ Ἡρωδιανός. Ἡμεῖς δὲ ἀπολογούμεθα ὑπὲρ τοῦ Ἀπολ-
λωνίου λέγοντες, ὅτι ἄλλο λέξις καὶ ἄλλο συλλαβή. Ἐὰν μὲν γὰρ
λέξις προσέλθῃ μετὰ τὴν σύνθεσιν, φυλάττεται τὸ ἰδίωμα τὸ ἀρχι-
κόν, ἐὰν δὲ συλλαβή, οὐκέτι· καὶ δῆλον ἐκ τῆς δασείας· ὥσπερ γὰρ
λέγομεν, ὅτι ἡ δασεῖα φίλαρχός ἐστιν, οἷον ῥώμη ῥήτωρ εὗρον ὕβρις
ὕλη, καὶ ὅμως ἐν ταῖς συνθέσεσιν φυλάττεται ἡ δασεῖα, ὡς ἐν τῷ
καθίσταμαι φιλορώμαιος μισορήτωρ ἐφεῦρον, ἐπειδὴ λέξις προσῆλθε,
καὶ ἐφυλάχθη τὸ ἰδίωμα τὸ ἀρχικόν, ἐὰν δὲ προσέλθῃ συλλαβή, τότε
ἐξαμαυροῦται κυρίως ἡ ἄρχουσα τῆς λέξεως, οἷόν ἐστιν ὁρῶ ὁρᾷς·
τούτου γίνεται ὁ παρατατικὸς ὥρων δασυνομένης τῆς πρώτης συλλαβῆς,
καὶ ἐπειδὴ ἐπλεόνασε τὸ ε καὶ ἐγένετο ἑώρων, ἅμα τῷ πλεονασμῷ
παρεφθάρη καὶ ἡ ἄρχουσα· συλλαβὴ γὰρ προσῆλθε, καὶ διὰ τοῦτο
ἀνέδραμεν ἡ δασεῖα ἀπὸ τῆς δευτέρας συλλαβῆς ἐπὶ τὴν πρώτην· ἔχο-
μεν γὰρ ὅτι φίλαρχός ἐστιν ἡ δασεῖα· καὶ πάλιν ἐπὶ τοῦ ἐμός σός ὅς
τὸ ὅς δασύνεται· ὅταν δὲ πλεονάσῃ τὸ ε καὶ γένηται ἑός, ἀνατρέχει ἡ
δασεῖα εἰς τὴν πρώτην συλλαβήν, ὡς δῆθεν διὰ τοῦ πλεονασμοῦ τῆς
συλλαβῆς ἐξαμαυρωθείσης τῆς ἀρχούσης· ἐν δὲ τοῖς συνθέτοις οὐδὲν
τοιοῦτον, ὡς εἴρηται, γίνεται, ἀλλὰ φυλάττεται ἡ δασεῖα, ἅτε δὴ τῆς

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 53,
li.33

τὸ ὅς δασύνεται· ὅταν δὲ πλεονάσῃ τὸ ε καὶ γένηται ἑός, ἀνατρέχει ἡ


δασεῖα εἰς τὴν πρώτην συλλαβήν, ὡς δῆθεν διὰ τοῦ πλεονασμοῦ τῆς
συλλαβῆς ἐξαμαυρωθείσης τῆς ἀρχούσης· ἐν δὲ τοῖς συνθέτοις οὐδὲν
τοιοῦτον, ὡς εἴρηται, γίνεται, ἀλλὰ φυλάττεται ἡ δασεῖα, ἅτε δὴ τῆς
ἁπλῆς λέξεως ἔτι ἐμφαινούσης τὴν ἰδίαν ἄρχουσαν· τοῦτον τὸν τρόπον
καὶ αἱ προθέσεις, ἐὰν μὲν προσλάβωσιν ἄλλην λέξιν μετὰ τὴν σύνθεσιν,
φυλάττουσι τὴν ἰδίαν ἀρχικὴν συλλαβήν, οἷον συνήγορος εὐσυνήγορος,
σύμβουλος εὐσύμβουλος, ἐὰν δὲ προσλάβωσι συλλαβήν, ἐξαμαυροῦσι
974

τὴν
ἰδίαν ἀρχικὴν συλλαβήν. Καὶ τούτου χάριν τὸ καταγράφω οὐ δύναται
γενέσθαι ἐκατάγραφον, ἐπειδὴ αἱ συλλαβαί, ὡς εἴρηται, προσερχόμεναι
ταῖς λέξεσιν οὐ φυλάττουσιν αὐτῶν τὸ ἰδίωμα τὸ ἀρχικόν· ἐν οὖν τῷ
συνήγορος εὐσυνήγορος καὶ ἐπανοίκτης θυρεπανοίκτης, εἰ καὶ προσέρ-
χονται ταῖς προθέσεσιν, ἀλλ' αὗται οὐκ εἰσὶ συλλαβαὶ ἀλλὰ λέξεις,
ὥστε φυλάττεσθαι τὰ ἰδιώματα τῆς προθέσεως ἤγουν τὴν ἀρχικὴν ἐξ-
ουσίαν· ἐν δὲ τῷ καταγράφω ἐὰν γένηται ἐκατάγραφον συλλαβῆς  
προσερχομένης καὶ οὐ λέξεως, ἐξαμαυροῦται τελείως τὸ ἰδίωμα τῆς
προθέσεως θελούσης ἀεὶ εἶνακατ' ἀρχήν· οὐκέτι γὰρ φυλάττεται ἡ
ἄρχουσα ἀλλ' ἐξαμαυροῦται. Ἄτρεπτος οὖν τηρεῖται ἡ πρό-
θεσις, χωρὶς εἰ μὴ ἐν πλεονασμῷ εἴη, ὡς ἐπὶ τοῦ καθέζομαι
ἐκαθεζόμην, καθεύδω ἐκάθευδον, καμμύω ἐκάμμυον, ἐνέπω ἤνεπον·
ἐνταῦθα γὰρ οὐδὲν πλέον σημαίνουσιν αἱ προθέσεις· τὸ γὰρ ἕζομαι καὶ

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 53,
li.36

τοιοῦτον, ὡς εἴρηται, γίνεται, ἀλλὰ φυλάττεται ἡ δασεῖα, ἅτε δὴ τῆς


ἁπλῆς λέξεως ἔτι ἐμφαινούσης τὴν ἰδίαν ἄρχουσαν· τοῦτον τὸν τρόπον
καὶ αἱ προθέσεις, ἐὰν μὲν προσλάβωσιν ἄλλην λέξιν μετὰ τὴν σύνθεσιν,
φυλάττουσι τὴν ἰδίαν ἀρχικὴν συλλαβήν, οἷον συνήγορος εὐσυνήγορος,
σύμβουλος εὐσύμβουλος, ἐὰν δὲ προσλάβωσι συλλαβήν, ἐξαμαυροῦσι
τὴν
ἰδίαν ἀρχικὴν συλλαβήν. Καὶ τούτου χάριν τὸ καταγράφω οὐ δύναται
γενέσθαι ἐκατάγραφον, ἐπειδὴ αἱ συλλαβαί, ὡς εἴρηται, προσερχόμεναι
ταῖς λέξεσιν οὐ φυλάττουσιν αὐτῶν τὸ ἰδίωμα τὸ ἀρχικόν· ἐν οὖν τῷ
συνήγορος εὐσυνήγορος καὶ ἐπανοίκτης θυρεπανοίκτης, εἰ καὶ προσέρ-
χονται ταῖς προθέσεσιν, ἀλλ' αὗται οὐκ εἰσὶ συλλαβαὶ ἀλλὰ λέξεις,
ὥστε φυλάττεσθαι τὰ ἰδιώματα τῆς προθέσεως ἤγουν τὴν ἀρχικὴν ἐξ-
ουσίαν· ἐν δὲ τῷ καταγράφω ἐὰν γένηται ἐκατάγραφον συλλαβῆς  
προσερχομένης καὶ οὐ λέξεως, ἐξαμαυροῦται τελείως τὸ ἰδίωμα τῆς
προθέσεως θελούσης ἀεὶ εἶνακατ' ἀρχήν· οὐκέτι γὰρ φυλάττεται ἡ
ἄρχουσα ἀλλ' ἐξαμαυροῦται. Ἄτρεπτος οὖν τηρεῖται ἡ πρό-
θεσις, χωρὶς εἰ μὴ ἐν πλεονασμῷ εἴη, ὡς ἐπὶ τοῦ καθέζομαι
ἐκαθεζόμην, καθεύδω ἐκάθευδον, καμμύω ἐκάμμυον, ἐνέπω ἤνεπον·
ἐνταῦθα γὰρ οὐδὲν πλέον σημαίνουσιν αἱ προθέσεις· τὸ γὰρ ἕζομαι καὶ
[τὸ] καθέζομαι τὸ αὐτὸ σημαίνουσι, καὶ τὸ εὕδω καὶ καθεύδω, καὶ τὸ
μύω καὶ καμμύω ἀπὸ τοῦ καταμύω κατὰ συγκοπὴν τοῦ α καὶ τροπὴν
τοῦ τ εἰς μ, καὶ τὸ ἔπω καὶ ἐνέπω· ἔξωθεν δὲ ἐποιήσαντο τὴν κλίσιν

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


975

Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 54,


li.1

καὶ αἱ προθέσεις, ἐὰν μὲν προσλάβωσιν ἄλλην λέξιν μετὰ τὴν σύνθεσιν,
φυλάττουσι τὴν ἰδίαν ἀρχικὴν συλλαβήν, οἷον συνήγορος εὐσυνήγορος,
σύμβουλος εὐσύμβουλος, ἐὰν δὲ προσλάβωσι συλλαβήν, ἐξαμαυροῦσι
τὴν
ἰδίαν ἀρχικὴν συλλαβήν. Καὶ τούτου χάριν τὸ καταγράφω οὐ δύναται
γενέσθαι ἐκατάγραφον, ἐπειδὴ αἱ συλλαβαί, ὡς εἴρηται, προσερχόμεναι
ταῖς λέξεσιν οὐ φυλάττουσιν αὐτῶν τὸ ἰδίωμα τὸ ἀρχικόν· ἐν οὖν τῷ
συνήγορος εὐσυνήγορος καὶ ἐπανοίκτης θυρεπανοίκτης, εἰ καὶ προσέρ-
χονται ταῖς προθέσεσιν, ἀλλ' αὗται οὐκ εἰσὶ συλλαβαὶ ἀλλὰ λέξεις,
ὥστε φυλάττεσθαι τὰ ἰδιώματα τῆς προθέσεως ἤγουν τὴν ἀρχικὴν ἐξ-
ουσίαν· ἐν δὲ τῷ καταγράφω ἐὰν γένηται ἐκατάγραφον συλλαβῆς  
προσερχομένης καὶ οὐ λέξεως, ἐξαμαυροῦται τελείως τὸ ἰδίωμα τῆς
προθέσεως θελούσης ἀεὶ εἶνακατ' ἀρχήν· οὐκέτι γὰρ φυλάττεται ἡ
ἄρχουσα ἀλλ' ἐξαμαυροῦται. Ἄτρεπτος οὖν τηρεῖται ἡ πρό-
θεσις, χωρὶς εἰ μὴ ἐν πλεονασμῷ εἴη, ὡς ἐπὶ τοῦ καθέζομαι
ἐκαθεζόμην, καθεύδω ἐκάθευδον, καμμύω ἐκάμμυον, ἐνέπω ἤνεπον·
ἐνταῦθα γὰρ οὐδὲν πλέον σημαίνουσιν αἱ προθέσεις· τὸ γὰρ ἕζομαι καὶ
[τὸ] καθέζομαι τὸ αὐτὸ σημαίνουσι, καὶ τὸ εὕδω καὶ καθεύδω, καὶ τὸ
μύω καὶ καμμύω ἀπὸ τοῦ καταμύω κατὰ συγκοπὴν τοῦ α καὶ τροπὴν
τοῦ τ εἰς μ, καὶ τὸ ἔπω καὶ ἐνέπω· ἔξωθεν δὲ ἐποιήσαντο τὴν κλίσιν
τὸ ἐκαθεζόμην ἐκάθευδον ἐκάμμυον ἤνεπον, ὡς σχεδὸν ἁπλῶν οὐσῶν
τῶν λέξεων, ὥσπερ τύπτω ἔτυπτον.

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 64,
li.31

ροῦμεν ἐπληροῦτε καὶ τὸ τρίτον ἐπλήρουν, ἐνδέον μιᾷ συλλαβῇ τοῦ


ἰδίου πρώτου πληθυντικοῦ, καὶ λῆγον εἰς τὴν παραλήγουσαν τῆς γενι-
κῆς τῆς μετοχῆς, καὶ ὅμως εὕρηται παρὰ τῷ Εὐριπίδῃ ἐν τῇ Ἑκάβῃ τὸ
τρίτον πρόσωπον τῶν πληθυντικῶν ἰσοσύλλαβον τῷ ἰδίῳ πρώτῳ
προσώπῳ
πληθυντικῷ, οἷον ἐπληροῦσαν, ἔνθα φησὶν 574 οἱ δ' ἐπληροῦσαν
πυρὰν Κορμοὺς φέροντες πευκίνους. Καὶ πάλιν ἐστὶν ὁ σχάζων
τοῦ σχάζοντος ἡ μετοχή, καὶ δέον ἐστὶν εἶναι τὰ πληθυντικὰ ἐσχάζο-
μεν ἐσχάζετε ἔσχαζον, καὶ ὅμως εὑρίσκεται παρὰ Λυκόφρονι τὸ τρίτον
πρόσωπον τῶν πληθυντικῶν ἰσοσύλλαβον τῷ ἰδίῳ πρώτῳ πληθυντικῷ
ἐσχάζοσαν, ἔνθα φησὶν 21 κἀπὸ γῆς ἐσχάζοσαν, ἀντὶ τοῦ ἀπέ-
λυον· ταῦτα δὲ Καλχηδονίων ἰδιώματά εἰσιν.  
976

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 86,
li.10

διὰ τῆς οδιφθόγγου· ἐν δὲ τῷ παρακειμένῳ οἱ Αἰολεῖς ἐποιήσαντο  


τὴν τροπήν· τούτου τοῦ εἴδειν τὸ ε τὸ ἐν τῇ ἀρχούσῃ ἀττικῶς ἐξετάθη
εἰς τὸ η, ὡς ἐν τῷ ἔμελλον ἤμελλον, ἐβουλόμην ἠβουλόμην, ἐδυνάμην
ἠδυνάμην, εἴκαζον ᾔκαζον, καὶ ἔμεινε τὸ προσγεγραμμένον τῷ η, καὶ
ἐγένετο ᾔδειν διὰ τοῦ η καὶ ι· τούτου τὸ δεύτερον ᾔδεις, τὸ τρίτον
ᾔδει· ταῦτα ἰωνικῶς διαλύονται, ὡς ἐμάθομεν ἀνωτέρω, καὶ ἀττικῶς
κιρνῶνται, καὶ ἀποτελεῖται τὸ ᾔδη ἐγώ καὶ ᾔδη ἐκεῖνος. Τί οὖν ἔχο-
μεν εἰπεῖν περὶ τούτων; Ἔστιν εἰπεῖν, ὅτι τῇ ἀληθείᾳ τὸ ᾔδη ἐγώ καὶ
ᾔδη ἐκεῖνος οὐκ εἰσὶ κατὰ τὴν αὐτὴν διάλεκτον· ἡ γὰρ τοιαύτη κρᾶσις,
ἡ διὰ τοῦ η ἡ κατὰ τὸ πρῶτον πρόσωπον γινομένη, τῆς παλαιᾶς μόνης
Ἀτθίδος ἐστὶν ἰδίωμα, οἷον εἱστήκη ἐγώ, ἐπεποίθη ἐγώ, ἐγεγράφη ἐγώ,
ἡ δὲ κατὰ τὸ τρίτον πρόσωπον τῆς νέας Ἀτθίδος ἐστὶν ἰδίωμα, οἷον
εἱστήκη ἐκεῖνος, ἐπεποιήκη ἐκεῖνος· καὶ τῷ μὲν πρώτῳ προσώπῳ μόνοι
οἱ τῆς παλαιᾶς Ἀτθίδος κέχρηνται, τῷ δὲ τρίτῳ μόνοι οἱ τῆς νέας
Ἀτθίδος· τὸ οὖν ᾔδη ἐγώ τῆς παλαιᾶς Ἀτθίδος ἐστίν, τὸ δὲ ᾔδη ἐκεῖ-
νος τῆς νέας Ἀτθίδος ἐστίν, ὥστε οὖν οὐκ ἔστι κατὰ τὴν αὐτὴν διά-
λεκτον τὸ ᾔδη ἐγώ καὶ ᾔδη ἐκεῖνος. Ἐπειδὴ δὲ εὑρίσκομεν παρὰ τῷ
ποιητῇ χρήσεις τοῦ τρίτου προσώπου, λέγω δὴ τὸ ᾔδη ἐκεῖνος, οἷον
Α 70 ὃς ᾔδη τά τ' ἐόντα τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα, καὶ
πάλιν Β 38 νήπιος, οὐδὲ τὰ ᾔδη ἅ ῥα Ζεὺς μήδετο ἔργα,
ὄντος δὲ τοῦ ποιητοῦ τῆς παλαιᾶς Ἀτθίδος, λέγομεν ὅτι Ἀριστάρχειόν

Γεώργιος Χοιροβοσκός γραμματικός. Προλεγόμενα. et scholia in


Theodosii Alexandrini canones isagogicos de flexione verborum P. 242,
li.22

ἔχοντες διάλεκτον ἐξῆλθον καὶ ᾤκησαν ἐκεῖ· οὐ γὰρ ἄλαλοι ὄντες τὰς
ἀποικίας ποιοῦνται· ἀπὸ οὖν Κορίνθου τὴν ἀποικίαν ἐποιήσαντο οἱ
Κορίνθιοι, καὶ εἶχον ταύτην τὴν διάλεκτον ἐκεῖθεν. Ὁ οὖν ποιητὴς εἰ
καὶ ἐχρήσατο τῇ εἰς ον καταλήξει τῶν προστακτικῶν τοῦ πρώτου ἀορί-
στου καὶ μέλλοντος, εἰπών Ε 830 τύψον δὲ σχεδίην καὶ τὰ ὅμοια,
εἰ καὶ πρὸ τοῦ κτισθῆναι Συρρακούσας ἦν, ἀλλ' οὖν ⟦μετὰ⟧ πολλὰ ἔτη
τῶν Κορινθίων ἦν γενόμενος, ὡς καὶ αὐτὸς ἐδήλωσεν εἰπών Ζ 152
ἔστι πόλις Ἐφύρη μυχῷ Ἄργεος ἱπποβότοιο (αὕτη δέ ἐστιν ἡ
Κόρινθος)· ὥστε οὖν εἰ καὶ ἐχρήσατο ὁ ποιητὴς τῇ τοιαύτῃ καταλήξει, τῷ

τῶν Συρρακουσίων ἤτοι Δωριέων ἢ Κορινθίων ἰδιώματι ἐχρήσατο· εἰ


977

γὰρ καὶ πρὸ τῶν Συρρακουσίων ἦν ὁ ποιητής, ὡς εἴρηται, ἀλλὰ μετὰ


τοὺς Κορινθίους ἦν, ἐξ ὧν τὴν ἀποικίαν ἔσχον οἱ Συρρακούσιοι, καὶ
τὴν διάλεκτον ταύτην καὶ οὗτοι. Ἔστι δὲ εἰπεῖν, ὅτι τὰ εἰς ον προς-
τακτικὰ τοῦ πρώτου ἀορίστου καὶ μέλλοντος κοινῆς εἰσι διαλέκτου,
κατὰ
μίμησιν γινόμενα τῶν Συρρακουσίων προστακτικῶν τοῦ δευτέρου ἀορί-
στου· οἱ γὰρ Συρρακούσιοι, ὡς εἴρηται, τὰ προστακτικὰ τοῦ δευτέρου
ἀορίστου εἰς ον μεταποιοῦσιν, τὸ λάβε λάβον λέγοντες καὶ τὸ ἄνελε
ἄνελον καὶ τὸ νύγε νύγον. Ἰστέον δὲ ὅτι οἱ Συρρακούσιοι μεταποι-
οῦντες εἰς ον τὰ προστακτικὰ τοῦ δευτέρου ἀορίστου, τὸν τόνον φυλάτ-
τουσι τῶν κοινῶν προστακτικῶν, οἷον λάβε λάβον, νύγε νύγον,

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ἀάλιον – ζειαί)


Alphabetic entry epsilon, p. 501, li.9

ωπον τῶν πληθυντικῶν σεύονται.  Ἐπετοξάζοντο· εἰς τὸ Ὁ ἄρθρον.  


 Ὁμήρου Ἐπήν Δ 239 alibi· ... ἐπάν καὶ Ἰωνικῶς ἐπήν· ἀπὸ τοῦ
ἐάν ἄν, καὶ μετὰ τῆς ἐπί προθέσεως ἐπάν καὶ ἐπήν.
 Ἐπήρεια· ἐκ τοῦ Ἄρης Ἄρεος ἐπάρεια· κυρίως ἡ ἐν τῷ πολέμῳ
καταδρομή. Ἄρης οὖν ὁ πόλεμος, θηλυκὸν ἄρεια, καὶ μετὰ τῆς ἐπί
προθέσεως ἐπιάρεια, καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς η ἐπήρεια ἀποβολῇ τοῦ ι.
 {Γεωργίου τοῦ Χοιροβοσκοῦ} Ἐπηρμένος· ... ἐκ τοῦ ἐπαίρω ἐπαρῶ
ἐπῆρκα ἐπῆρμαι καὶ
ἐπηρμένος.
 ἜπΓ 45· πρόθεσίς ἐστι παραλαμβάνουσα ἢ σημαίνουσα
ῥῆμα· ἔστι δὲ ἰδίωμα τοῦ ποιητοῦ τοῦτο λέγειν, ὅτι ὥσπερ τὰ ῥήματα
πολλάκις ἐλλειπτικά εἰσι τῶν προθέσεων, ὡς τὸ Ν 256 “ἔρχομαι, εἴ
τί τοι ἔγχος ἐνὶ κλισίῃσι” καὶ Λ 839 “ἔρχομαι ὄφρ' Ἀχι[λ]λῆϊ
δαΐφρονμῦθον ἐνίσπω” ἀντὶ τοῦ ἀπέρχομαι, οὕτως καὶ αἱ προθέσεις
ἐλλειπτικαί εἰσι τῶν ῥημάτων σημαίνουσαι ῥῆμα, οἷον Α 515 “ἐπεὶ
οὔ τοι ἔπι δέος” καὶ Γ 44 sq. “οὕνεκα καλὸν εἶδος ἔπ'” ἀντὶ τοῦ  
ἔπεστιν, καὶ Ξ 141 + Ψ 104 “ἐπεὶ οὔ τοι πάμπαν ἔνι φρένες”
ἀντὶ τοῦ ἔνεισιν.

Etymologicum Gudianum, Etymologicum Gudianum (ζείδωρος –


ὦμαι) (4098: 002)“Etymologicum Graecae linguae Gudianum et alia
grammaticorum scripta e codicibus manuscriptis nunc primum edita”,
Ed. Sturz, F.W.Leipzig: Weigel, 1818, Repr. 1973.Alphabetic entry theta,
p. 253, li.44

 φροσύνης διὰ τοῦ ι. ἐξ οὗ καὶ Ὅμηρος. ὅς μοι τηλύ-


978

 γετος τρέφεται, θαλίῃ ἔνι πολλῇ.


Θαβὼρ, καὶ Ἑρμὼν, ὀνόματα ὀρέων.
Θαλαμηπόλος, κοιτωνῆτις, ἡ περὶ τὸν οἶκον ἀναστρε-
 φομένη θεράπαινα.
Θάλασσα, ἡ θοῶς ἀλλασσομένη καὶ σαλευομένη.
Θάλασσα, παρὰ τὸ εἰληφέναι τὴν ὀνομασίαν ἐκ τοῦ
 θῶ, τοῦ σημαίνοντος τὸ τρέχω, καὶ τοῦ λα τὸ ἁλ-
 μυρὸν ἤγουν τὸ ἅλας· ἐκ τοῦ ἄσσα τοῦ τινάσσεσθαι,
 τουτ'ἔστι θεὸν ἅλα τινασσόμενον. συναφθέντων οὖν τὸ
 κατὰ ἰδίωμα λέξεων αὐτῆς ἐκλήθη θάλασσα.
Θάλασσα, παρὰ τὸ σάλον σάλασσα καὶ θάλασσα.
 παρὰ τὸ ἆσσον εἶναι θανάτου, τοὺς πλέοντας ἐν αὐτῇ·
 ἐγγύς.
Θάλασσα, θάλαττα λέγουσιν Ἀττικοί. θεὰ ταραττο-
 μένη.
Θαλερὸς, νέος, παρὰ τὸ ἐν ἀκμῇ εἶναι τοῦ θάλλειν.
 ἢ παρὰ τὸ θάλλω τὸ αὔξω, τοῦτο παρὰ τὸ θῶ τὸ
 τρέφω, ἀπὸ μεταφορᾶς τῆς ἀνθρώπων ζωῆς ἤγουν φύ-
 σεως· ὁ γὰρ θηλῶν καὶ μαστοῦ μετέχων ἄνεισιν εἰς
 αὔξησιν.  

Etymologicum Gudianum, Additamenta in Etymologicum Gudianum


(ἀάλιον – ζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Paris.
suppl. gr. 172) (4098: 003)“Etymologicum Gudianum, fasc. 1 & 2”, Ed.
de Stefani, A.
Leipzig: Teubner, 1:1909; 2:1920, Repr. 1965.Alphabetic entry beta, p.
288, li.16

 {Ὁμήρου} Βριθομένη Θ 307· ἀντὶ τοῦ βρίθεται, ὅ ἐστι βαρεῖται, καὶ οὐχ,
ὥς
τινες εἶπον, βαρουμένη. κέχρηται γὰρ τῇ μετοχῇ ἀντὶ ῥήματος, καὶ ἔστι
τὸ
σχῆμα ἴδιον Αἰολέων.
 Βριθοσύνη· ἡ βαρύτης· παρὰ τὸ βρίθω, τὸ βαρῶ.  
 Βρογμόν· τὸ βρέγμα, τὸ τῆς κεφαλῆς ἄκρ⟦ον⟧, τὸ ἁπαλόν· παρὰ τὸ
βρέχεσθαι.
 Βρόμιον· ὑψούμενον ἤτοι ἐξογκούμενον· γίνεται δὲ ἐκ τοῦ βρομᾶσθαι.
 Βρόμιος· παρὰ τὸν βρόμον, ὅ ἐστιν ὁ ἦχος τοῦ πυρός· ὅτἀπὸ τῆς
Σεμέλης τῆς κεραυνωθείσης [ἣ] ἡρπάγη ἀπὸ τοῦ πυρός.
 Βρόμος· ἰδίωμα ἤχου.
 {Ὠρίωνος} Βροντή· παρὰ τὸ βρέμω βρόμος, κατὰ μίμησιν τοῦ
979

γενομένου ἤχου.
κυρίως ἐπὶ τοῦ πυρός.

Etymologicum Gudianum, Additamenta in Etymologicum Gudianum


(ἀάλιον – ζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Pari
Alphabetic entry gamma, p. 315, li.14

 Γλουτός· τὸ ὑπὸ τὸν πρωκτὸν μέρος ὄπισθεν τῶν μηρῶν· διὰ


τὸ τρυφερὸν καὶ ἁπαλὸν καὶ γλοιῶδες εἶναι τὸ μέρος γλοιουτός καὶ
γλουτός.
 {Ἐπιμερισμῶν τοῦ Ψαλτηρίου} Γλυκύτερα Ps. 18, 11· παρὰ τὸ γλυκύς·
τοῦτο παρὰ τὸ γλεῦκος, ὃ
σημαίνει τὸν ἀποστάζοντα οἶνον ἐκ τοῦ ληνοῦ, γλευκύς καὶ γλυκύς.
 Γλυπτόν· ἐκ τοῦ γλύφω.
 {Ἐπιμερισμῶν τοῦ Ψαλτηρίου} Γλυπτόν Ps. 77, 58· παρὰ τὸ γλύφω·
τοῦτο παρὰ τὸ γλάπτω, τὸ
κοιλαίνω.
 Γλύφω· ἀπὸ τοῦ γλάφω. ὅθεν καὶ βραχὺ ἔχει τὸ υ, ὥς φησιν Ὦρος ἐν
τῷ Περὶ διχρόνων.
γλῶσσα· ... σημαίνει γʹ.  
γλῶσσα· ἡ γνῶσιν ἔχουσα ἐν τοῖς τῶν χυμῶν ἰδιώμασι, ἢ ὅτι κλωμένη
τὴν
ἔναρθρον φωνὴν ἀποδίδωσιν.
γλῶσσα· παρὰ τὸ εἶναι αὐτὴν γνῶσιν τῶν νοστίμων καὶ ἀνόστων, ἤγουν
τῶν βρωσίμων καὶ ποσίμων, ἡδέων καὶ πικρῶν, γλυκέων καὶ ἀγλύκων.
γλῶσσα· τὸ φωνητικὸν ὄργανον παρὰ τὸ γνώσω γνῶσα καὶ πλεονασμῷ
τοῦ
ς γνῶσσα καὶ γλῶσσα, ἡ ὑπὸ γνῶσιν ἄγουσα τὰ ἐν τῇ διανοίᾳ. ἀπὸ
μελλόντων
πολλὰ γίνεται θηλυκά, ὡς δόξω δόξα, βήσω βῆσα καὶ ἐν διπλασιασμῷ
βῆσσα. καὶ
γὰρ διαγνωστική ἐστι τῶν ἐν τοῖς χυμοῖς ποιοτήτων· τὸ γὰρ γευστικὸν
ἐ⟦ν αὐ⟧τῷ.
ἢ κλῶσσα, διὰ τὸ εὐχερῶς κλᾶσθαι· καὶ Ὅμηρος Υ 248 “στρεπτὴ δὲ
γλῶσσά

Etymologicum Gudianum, Additamenta in Etymologicum Gudianum


(ἀάλιον – ζειαί) (e codd. Vat. Barber. gr. 70 [olim Barber. I 70] + Pari
Alphabetic entry epsilon, p. 564, li.17
980

Εὐρώπη δὲ ἀπὸ τοῦ εὔρους ὠνομάσθη· ἔστι ἡ χώρα τῆς δύσεως.


 Εὐρώπη· ὄνομα κύριον θυγατρὸς τοῦ Ἀγήνορος, ἀφ' ἧς ὁ Ἀγήνωρ βασι-
λεύσας τῆς Θρᾴκης προσηγόρευσεν ἐκείνην τὴν χώραν Εὐρώπην καὶ
ἐκεῖνα τὰ
⟦μέρη εἰς ὄνομα αὐτῆς Εὐρ⟧ώπια. λέγουσι δὲ ταύτην ὑπέρκα[λ]λον
οὖσαν καὶ
μεγαλόφθαλμον καὶ διὰ τοῦτο διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφουσιν.
 Εὔρωστος· ἐκ τοῦ ῥῶ, τὸ ὑγιαίνω.
 Εὐρωτιῶν· ἐκ τοῦ εὐρώς εὐρῶτος.
 Εὐρωτιῶντα· σαπέντα· ἔστι αὔρα, ἡ νοτίς, καὶ ἐξ αὐτοῦ αὐρώς
καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς ε εὐρώς εὐρῶτος εὐρωτιῶ καὶ “τὸν εὐρωτιῶντα
σῖτον”.
 Ἐΰς Β 819· ὁ καλός· κατὰ Αἰολεῖς. ib. “πάϊς” παῖς, ὁμοίως.
 Ἐΰς πάϊς Jo. Damasc. Canon. iamb. 2 acr.· ἰδίωμα Αἰολίδος τὸ ἐΰς καὶ
τὸ πάϊς κατὰ διαίρεσιν ἐκφωνούμενα, ἀλλ' οὐ κατὰ κρᾶσιν· τὸ γὰρ ἐΰς
εὔς ἐστι
καὶ τὸ πάϊς παῖς, καὶ σημαίνει ὁ ἀγαθὸς παῖς· καὶ τὸ οὐδέτερον ἐΰ καὶ
κράσει εὖ.  
 Εὗσαι τὸ χοιριδίον· οἱ οὕτω λέγοντες ἁμαρτάνουσιν· δεῖ γὰρ θῦσαι λέ-
γειν. καὶ παρ' Ὁμήρῳ [εἰ] δὲ κακῶς γέγραπται β 300 “σιάλους τε εὕοντας
ἐν αὐλῇ”.

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum (4099: 001)


“Etymologicum magnum”, Ed. Gaisford, T.Oxford: Oxford University
Press, 1848, Repr. 1967.Kallierges p. 357, li.33

Ὑπερίδης ἐν τῷ κατὰ Δημάδου,


 Μήτε πόλιν μήτε πολιτείας ἐπήβολον γενέσθαι.  
Ἄρχιππος Πλούτῳ
 νῦν ὡς ἐγενόμην χρημάτων ἐπήβολος.
Ἔστι δὲ οὐ ποιητικὴ ἡ λέξις, ἀλλ' Ἀττική.
ἐπηβολία καὶ συνηβολία διὰ τοῦ η. Ἀπολ-
λώνιος,
 ἀριστῆες δὲ συνηβολίῃ κεχάροντο.
Ἀντὶ τοῦ συντυχίᾳ, ὑπαντήσει.
 Ἐπί: Πρόθεσις ἐστὶ παραλαμβανομένου ἢ ση-
μαινομένου ῥήματος. Ἔστιν ἰδίωμα τοῦ ποιητοῦ.
Λέγει ὅτι ὥσπερ τὰ ῥήματα πολλάκις ἐλλειπτικά
εἰσι τῶν προθέσεων, ὡς τὸ,
 Ἔρχομαι εἴ τι τοι ἔγχος ἐνὶ κλισίῃσι λέλειπται
981

 οἰσόμενος,
Ἰλιάδος νʹ· καὶ
 Ἔρχομαι ὄφρ' Ἀχιλῆϊ δαΐφρονι μῦθον ἐνίσπω,
Ἰλιάδος λʹ, ἀντὶ τοῦ ἀπέρχομαι· οὕτως καὶ αἱ προ-
θέσεις ἐλλειπτικαί εἰσι τῶν ῥημάτων, σημαίνουσαι
ῥῆμα· οἷον,  ἐπεὶ οὔ τοι ἔπι δέος.  

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 419,


li.24

γίνεται ᾔδεε· εἶτα οἱ Ἀθηναῖοι ἐν τῷ πρώτῳ προς-


ώπῳ τὸ ε καὶ α εἰς η συναιροῦσιν· οἷον, ᾔδη ἐγὼ,
ἀντὶ τοῦ ἠπιστάμην· καὶ ἐν τῷ τρίτῳ τὰ δύο ΕΕ εἰς
η, οἷον, ᾔδη ἐκεῖνος, ἀντὶ τοῦ ἐγίνωσκε, καὶ ὁμοφωνεῖ
τῷ πρώτῳ. Καὶ λέγουσι τινὲς ὅτι ἰδοὺ εἴρηται
ὁμόφωνον, τοῦ τεχνικοῦ λέγοντος ὅτι οὐκ ἐνδέχεται
κατὰ τὴν αὐτὴν διάλεκτον καὶ κατὰ τὸν αὐτὸν ἀριθμὸν
ἢ χρόνον ὁμοφωνεῖν. Ἔστιν οὖν εἰπεῖν, ὅτι οὐκ
ἔστι κατὰ τὴν αὐτὴν διάλεκτον τὸ πρῶτον καὶ τὸ
τρίτον· ἡ γὰρ κρᾶσις τοῦ πρώτου προσώπου τῆς πα-
λαιᾶς Ἀτθίδος ἐστὶν ἰδίωμα· τοῦ δὲ τρίτου, τῆς
νέας. Ὥστε παρὰ τῷ ποιητῇ,
 Ὃς ᾔδη τά τ' ἐόντα· καὶ,  οὐδὲ τὰ ᾔδη,
Ἀριστάρχειόν ἐστιν ἁμάρτημα· καὶ οὐκ ὤφειλε
γὰρ νεᾶσαι αὐτὸ παρὰ τῷ ποιητῇ, ὄντι τῆς παλαιᾶς
Ἀτθίδος. Ἡ γὰρ παλαιὰ Ἀτθὶς, ὡς εἴρηται, τῷ
πρώτῳ μόνῳ κέχρηται. Ζήτει.
 Ἤιδει: Εἴδω, τὸ γινώσκω καὶ ἐπίσταμαι· ὁ
μέλλων, εἴσω· ὁ παρακείμενος, εἶκα· ὁ μέσος, εἶδα·    

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum


Kallierges p. 816, li.54

Μοῦσα Μῶσα· καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο, χωόμενος.


Ἢ παρὰ τὸ χολῶ χολώσω χολούμενος· ἐκβολῇ τοῦ
λ, χοούμενος· καὶ τροπῇ τῆς ΟΥ διφθόγγου εἰς ω,
χοώμενος· καὶ ἐν ὑπερθέσει βαρυτόνως χωόμενος,
ὡς ὄρω ὀρῶ ὄρωρεν, ὤρορεν.
 Χρῆμα: Πρᾶγμα, ἢ κτῆμα· καὶ χρηματισά-
μενοι, διαπραξάμενοι· καὶ χρηματίζεσθαι, τὸ
χρήματα πράττεσθαι.
 Χίλιοι: ὅττεσσάρων ὄντων τῆς ὀρθογραφίας
982

κανόνων, ἡ μὲν ἀναλογία τῷ τεχνικῷ ἔστι κανόνων


ἀπόδοσις· ἡ δὲ διάλεκτος, γλώσσης ἰδίωμα, ὡς ἐπὶ
τοῦ μείλιχος· μέλλιχος γράφεσθαι γάρ φασιν οἱ
Αἰολεῖς· ἱστορία δέ ἐστιν ἡ τῶν παλαιῶν χρῆσις, ἡ
καὶ παράδοσις· (ἰστέον δὲ ὅτι πολλάκις [ἡ] ἱστορία
ἐναντιοῦται διαλέκτῳ· τοῦ γὰρ χίλιοι ἀπαιτοῦντος
τὴν ΕΙ δίφθογγον, χέλλιοι γάρ φασιν οἱ Αἰολεῖς, ἡ
ἱστορία ἐναντιουμένη, διὰ μόνου τοῦ ι γράφει, οὕτω
γὰρ ἡ παράδοσις ἔχει·) ἐτυμολογία δέ ἐστιν ἐπι-
σημασία λέξεων, ἐπιτοπλεῖστον τὸ πάθος ἔχουσα.

Καινή Διαθήκη. Catena in Matthaeum (catena integra) (e cod. Paris.


Coislin. gr. 23) (4102: 001)“Catenae Graecorum patrum in Novum
Testamentum, vol. 1”, Ed. Cramer, J.A.Oxford: Oxford University Press,
1840, Repr. 1967.P. 66, li.29

οὕτως οὖν καὶ ἡμεῖς ποιῶμεν, ἐκκλίνοντες τοὺς ἐπιβουλεύοντας.


 Τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· ἐγερθεὶς, ἆρόν σου τὸν
κράβαττον.
 {Κυρίλλου.} Ἐξῆλθε τὸ ῥῆμα, καὶ τὸ θαῦμα ἐπεκολούθησε· διὰ
τί δὲ καὶ υἱὸν ἀνθρώπου εἶπεν ἀφιέναι ἁμαρτίας, ἐπιτελουμένης
θεοσημείας; ἢ ἵνα δείξῃ, ὅτι κατήγαγεν εἰς τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν
τὴν τῆς θεότητος ἐξουσίαν, διὰ τὴν ἀδιαίρετον πρὸς αὐτὴν ἕνωσιν·
εἰ γὰρ καὶ ἄνθρωπος, φησὶ, γέγονα Θεὸς Λόγος ὑπάρχων, καὶ διὰ
τὴν οἰκονομίαν ἐπὶ γῆς πολιτεύομαί τε καὶ ἀναστρέφομαι· ἀλλ'
οὐδὲ ἧττον τὰ πέρα λόγου ἀποτελῶ θαύματα, καὶ ἄφεσιν δωροῦμαι
ἁμαρτημάτων· οὐ γὰρ ἀφειλάμην τί τῶν τῆς θεότητος ἰδιωμάτων,
ἢ ἐμείωσα τὸ γενέσθαι με ἀτρέπτως καὶ ἀληθῶς ἐπὶ τῆς γῆς
κατὰ σάρκα υἱὸν ἀνθρώπου. Καὶ μετ' ὀλίγα – Οἰκονομικῶς δὲ
λέγει “ἐπὶ τῆς γῆς,” ἵνα δείξῃ, ὅτι καὶ ἄνθρωπος γεγονὼς, καὶ
ἐπὶ τῆς γῆς ὠφθεὶς, Θεὸς ἦν κατὰ φύσιν.  
 Ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι, ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν

Καινή Διαθήκη. Catena in Matthaeum (catena integra) (e cod. Paris.


Coislin. gr. 23) P. 200, li.4

τῶν γεγενημένων τῆς ἱστορίας γράφειν. καὶ γὰρ μετὰ τὴν ἅλωσιν
ἔζη χρόνον πολύν. ἀλλ' οἱ πρὸ τῆς ἁλώσεως ἀποθανόντες Ἀπό-
στολοι καὶ Εὐαγγελισταὶ καὶ μηδὲν τούτων ἑωρακότες, αὐτοὶ
983

γράφουσι τὰ περὶ τῆς συντελείας τῶν Ἱεροσολύμων, ὥστε πάν-


τοθεν προλάμπειν τῆς προρρήσεως τὴν ἰσχύν. πληρώσας τὰ περὶ
τῶν Ἱεροσολύμων, εἰς τὴν ἑαυτοῦ διαβαίνει λοιπὸν δευτέραν
παρουσίαν, καὶ λέγει τοῖς μαθηταῖς τὰ σημεῖα, οὐκ ἐκείνοις  
χρήσιμα μόνον, ἀλλὰ καὶ ἡμῖν, καὶ τοῖς μεθ' ἡμᾶς ἐσομένοις·
τότε φησὶν, ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ, “ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστὸς,” καὶ τὰ
ἑξῆς. τότε ἀπὸ τοῦ τόπου αὐτοὺς ἀσφαλίζεται, λέγων τὰ ἰδιώ-
ματα τῆς αὐτοῦ παρουσίας, τῆς μελλούσης μετὰ ταῦτα. οὐ γὰρ
ὥσπερ ἐν τῇ προτέρᾳ ἐν Βηθλεὲμ ἐφάνη, καὶ ἐν γωνίᾳ μικρᾷ τῆς
οἰκουμένης, οὕτω καὶ τότε φησὶν, ἀλλὰ φανερῶς καὶ μετὰ
περιφανείας ἁπάσης, καὶ ὡς μὴ δεῖσθαι τοῦ ταῦτα ἀπαγγέλ-
λοντος. οὐ μικρὸν δὲ τοῦτο σημεῖον τοῦ λανθανόντως παραγενέσθαι.
χρὴ δὲ σκοπῆσαι πῶς ἐνταῦθα οὐδὲ περὶ πολέμου διαλέγεται,
οὐδὲ περὶ τῆς παρουσίας αὐτοῦ διακρίνει λόγον, ἀλλὰ περὶ τῶν
ἀπάτῃ ἐπιχειρούντων, “ἐλεύσονται γάρ,” φησι, “καὶ ἀπατήσουσι
“πολλούς.” οἱ δὲ πρὸ τῆς δευτέρας αὐτοῦ παρουσίας, οἳ καὶ
ἐκείνων ὄντες πικρότεροι, δώσωσι, φησὶ, σημεῖα καὶ τέρατα, καὶ
τὰ ἑξῆς. δείκνυσιν οὖν τινας καὶ διακονησομένους τῷ Ἀντιχρίστῳ.

Καινή Διαθήκη. Catena in epistulam ad Romanos (typus Vaticanus) (e


cod. Oxon. Bodl. Auct. E.2.20 [= Misc. 48]) P. 93, li.26

σχέτλιον, καὶ ὄντως ἐλεεινὸν, τῇ εὐεργεσίᾳ βλαβεὶς, καὶ τῷ πρὸς


ζωὴν δοθέντι μοι βοηθήματι, τούτῳ τὸ ζῇν ἀπόλεσας. “ἡ γὰρ
“ἁμαρτία ἀφορμὴν λαβοῦσα διὰ τῆς ἐντολῆς ἐξηπάτησέ με, καὶ δι'
“αὐτῆς ἀπέκτεινεν.” ἔχουσα γὰρ διὰ τῆς ἐντολῆς πρόφασιν ἡ κα-
τάρατος ἁμαρτία, καὶ δυνατωτέρα τῷ ὅπλῳ τῷ ἐμῷ γενομένη, δι'
αὐτοῦ με τούτου παρακρουσαμένη κατέσφαξε. δίεισι μέντοι περὶ
τῆς ἁμαρτίας, ὡς ζώσης τε καὶ ὑφεστηκυίας καὶ σοφιζομένης τὸν
ἄνθρωπον, κατὰ τὸ τῆς θείας ἔθος γραφῆς. οὕτω γοῦν καὶ τὴν δι-
καιοσύνην προσωποποιῶν ὁ μακάριος εἰσάγει λέγων, “δικαιοσύνη
“ἐνώπιον αὐτοῦ προπορεύσεται” καὶ πάλιν ὁ Σολομὼν τὴν σοφίαν.
καὶ ὅλως ἐν τοῖς θείοις λογίοις πολὺ τὸ τοιοῦτον ἰδίωμα.
 {Διοδώρου.} “Ἐλθούσης δέ,” φησι, “τῆς ἐντολῆς, ἡ ἁμαρτία
“ἀνέζησεν· ἐγὼ δὲ ἀπέθανον.” εἰ ἀνέζησε, δῆλον ὅτι ἔζη ποτὲ,
καὶ ἀποθανοῦσα ἀνέζησε. πότε οὖν ἔζη; ὅτε εἰληφότα τὸν Ἀδὰμ
ἐντολὴν καὶ εἰδότα, τὴν παράβασιν ὀλέθριον ἠπάτησε καὶ κατη-
γωνίσατο ὁ διάβολος. ὡσαύτως δὲ ὅτε καὶ τὸν Κάϊν. καὶ γὰρ
αὐτὸς ἐν γνώσει ἥμαρτε παραγγελθεὶς μὴ φονεύειν τὸν ἀδελφὸν,
διὰ τοῦ “ἥμαρτες, ἡσύχασον.” μὴ οὔσης οὖν μεταξὺ, μήτε ἐντο-
984

λῆς, μήτε νόμου, ἐνεκροῦντο ἡ ἁμαρτία τῇ τῶν ἁμαρτανόντων  


ἀγνωσίᾳ. τὰ γὰρ πλεῖστα ἠγνόουν πταίοντες· ὥστε οὔτε ὑπὸ τοῦ
συνειδότος κατεκρίνοντο. τί οὖν ἐκ τούτων; ἐλυσιτέλει μὴ δοῦναι

Καινή Διαθήκη. Catena in epistulam ad Romanos (typus Monacensis) (e


cod. Monac. gr. 412) P. 231, li.1

 {Μαξίμου.} Πλὴν οὐχ ὥσπερ Πνεῦμα Θεοῦ καὶ Πνεῦμα


Χριστοῦ αὐτὸ λέγεται, οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς Πνεύματος λέγεσθαι
δύναται· ὥσπερ γάρ ἔστιν αἴτιος τοῦ λόγου ὁ νοῦς, οὕτω καὶ τοῦ
πνεύματος· διὰ μέσου δὲ τοῦ λόγου. καὶ ὥσπερ οὐ δυνάμεθα εἰ-
πεῖν τὸν λόγον εἶναι τῆς φωνῆς, οὕτως οὐδὲ τὸν Υἱὸν λέγειν τοῦ
Πνεύματος.
 {Γρηγορίου Νύσσης.} Κοινοῦ γὰρ ὄντος τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Πνεύ-
ματι τοῦ μὴ ἀναιτίως εἶναι. ὡς ἂν μή τις σύγχυσις ἐκ τούτου
περὶ τὸ ὑποκειμένον θεωρηθείη. πάλιν ἐστὶ καὶ διαφορὰν ἐν τῇ
κοινότητι ἐξαιρεῖν. ὁ μὲν γὰρ μονογενὴς Υἱὸς, ἐκ τοῦ Πατρὸς λέ-  
γεται· καὶ μέχρι τούτου ὁ λόγος ἵστησι τὸ ἰδίωμα. τὸ δὲ Ἅγιον
Πνεῦμα καὶ ἐκ τοῦ Πατρὸς λέγεται, καὶ τοῦ Υἱοῦ εἶναι προς-
μαρτυρεῖται. “εἰ γάρ τις Πνεῦμα Χριστοῦ οὐκ ἔχει, οὐκ ἔστιν
“αὐτοῦ,” φησὶν ἡ γραφή. οὐκοῦν τὸ μὲν Πνεῦμα τὸ ἐκ Θεοῦ
ὂν, καὶ Χριστοῦ Πνεῦμα ἐστίν· ὁ δὲ Υἱὸς ἐκ τοῦ Θεοῦ ὢν, οὐκέτι
καὶ τοῦ Πνεύματος, οὔτε ἐστὶν οὔτε λέγεται. οὐ δὲ ἀντιστρέφει
ἡ σχετικὴ αὕτη ἀκολουθία· ὡς δύνασθαι κατὰ τὸ ἶσον ἀντιστρα-
φῆναι τὸν λόγον.

Καινή Διαθήκη. Catena in epistulam ad Hebraeos (catena Nicetae) (e


cod. Paris. gr. 238) P. 345, li.8

φησι περὶ τοῦ Κυρίου, “ὅτι ἀπαύγασμα τῆς δόξης αὐτοῦ καὶ χαρα-
κτὴρ τῆς ὑποστάσεως.” εἰ γὰρ ὑπόστασιν ἀποδεδώκαμεν εἶναι τὴν
συνδρομὴν τῶν περὶ ἕκαστον ἰδιωμάτων, ὁμολογεῖται δὲ ὥσπερ ἐπὶ  
τοῦ Πατρὸς αὐτοῦ, ὅτι τὸ ἰδιαζόντως ἐπιθεωρούμενον, δι' οὗ μόνος
ἐπιγινώσκεται, κατὰ τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ περὶ τοῦ μονογενοῦς
τὸ ἶσον πιστεύεται, πῶς ἐνταῦθα τὸ τῆς ὑποστάσεως ὄνομα τῷ
Πατρὶ μόνῳ προσμαρτυρεῖ ἡ γραφὴ, τὸν δὲ υἱὸν, μορφὴν λέγει
τῆς ὑποστάσεως, οὐκ ἐν ἰδίοις, ἀλλ' ἐν τοῖς τοῦ Πατρὸς γνωρί-
σμασι χαρακτηριζόμενον; εἰ γὰρ ἡ ὑπόστασις τῆς ἑκάστου ὑπάρ-
ξεως σημεῖον ἐστὶ, τοῦ δὲ Πατρὸς ἴδιον τὸ ἀγεννήτως αὐτῷ ὁμο-
λογεῖται, μεμόρφωται δὲ ὁ Υἱὸς τοῖς τοῦ Πατρὸς ἰδιώμασιν, ἄρα
οὐκ ἔτι διαμένει τῷ Πατρὶ κατ' ἐξαίρετον ἐπ' αὐτοῦ μόνου τὸ
ἀγέννητον λέγεσθαι, εἴπερ τῷ ἰδιάζοντι τοῦ Πατρὸς καὶ ἡ τοῦ μονογενοῦς
χαρακτηρίζεται ὕπαρξις.
985

 Ἀλλ' ἡμεῖς τοῦτο φαμὲν, ὅτι ἕτερον πληροῖ σκοπὸν ἐνταῦθα


τῷ Ἀποστόλῳ ὁ λόγος, πρὸς ὃν βλέπων ταύταις ἐχρήσατο ταῖς
φωναῖς, δόξης ἀπαύγασμα λέγων καὶ χαρακτῆρα τῆς ὑποστά-
σεως· ὅν περ ὁ ἀκριβῶς νοήσας, οὐδὲν εὑρήσει τοῖς παρ' ἡμῶν
εἰρημένοις μαχόμενον, ἀλλ' ἐπί τινος ἰδιαζούσης ἐννοίας τὸν λόγον
διεξαγόμενον. οὐ γὰρ ὅπως διακριθεῖεν ἀπ' ἀλλήλων αἱ ὑποστά-
σεις διὰ τῶν ἐπιφαινομένων σημείων ὁ ἀποστολικὸς πραγματεύε-
ται λόγος, ἀλλ' ὅπως τὸ γνήσιόν τε καὶ ἀδιάστατον καὶ συνημ

Eustathius Scr. Eccl., Theol., De engastrimytho contra Origenem


(4117: 001)
“Origene, Eustazio, Gregorio di Nissa: La maga di Endor”, Ed.
Simonetti, M.
Florence: Nardini, Centro Internazionale del Libro, 1989.Ch. 27, Sec. 5,
li.4

εἰδοποιεῖ πράγματα, μηδεμιᾶς ὑποκειμένης ἕδρας ὡς οἷόν


τε βεβαίας.          οὐδὲν δέ μοι δοκεῖ διαφέρειν ἀψύχου  
σκιαγραφίας ἡ τοῦ μύθου πλαστουργία· καθ' ὁμοιότητα
γάρ, οἶμαι, τοῦ πίνακος αὐτῇ διαχαράττεται τῇ γραμμῇ·
παραπλησίῳ γέ τοι προσεμφερείᾳ προσωποποιεῖ μὲν
ὑπόθεσιν, εἴς τι μέρος ἀποβλέπουσα, αὐτὰ δὲ σχηματίζει
τῇ μιμήσει τὰ πράγματα γραμμαῖς ἐντεταμέναις.
ἀνομολογίαν μὲν οὖν ἐφ' ἑκάστων ἐς τὰ μάλιστα τηρεῖ
τῶν ῥυθμῶν, ἄκρα τε πολέμου γράφει καὶ τέλος, ἐοικότα
βάσει, καὶ χείλη φθεγγόμενα καὶ φωνῶν ἰδιώματα, καὶ
γέλωτας καὶ κλαυθμούς, ἢ δημηγορίας ἀρχοντικὰς ἢ
συμπόσια καὶ κώμους ἢ βακχείας ἢ τελετὰς ἢ μέθας
ἀκολάστους ἢ παροινίας ἐρωτικὰς ἢ λῃστρικὰς ἁρπαγὰς
ἢ φθορὰς ἀνηκέστους ἢ σφαγὰς ἀκρίτους ἢ πενίας
ὑποκρίσεις ἢ πλούτων ἐπιρροίας.
         εἰκοτολογίᾳ μὲν
οὖν ἅπαντα χαρακτηρίζει, προσωποποιίᾳ δὲ προσεμφερεῖ
διαγορεύει πράξεις ἀδρανεῖς· οἱ γάρ τοι μυθοποιοὶ τὰς
ἀνθηρὰς ἀναλεγόμενοι λέξεις αὐτουργοῦσι ποικίλα
χρωμάτων εἴδη καὶ τῇ προσωποποιίᾳ συμπλέκουσιν·

Eustathius Scr. Eccl., Theol., Commentarius in hexaemeron [Sp.]


(4117: 022); MPG 18.P. 724, li.42

τὸ ὕδωρ, καὶ διιεῖσα, ταύτην τὴν ἀναπνοὴν κέκτη-


ται. Οὐδὲν παρ' αὐτοῖς ἐξ ἡμισείας ἔχει τοὺς ὀδόντας,
986

ἀλλὰ πάντα ὀδοῦσιν ὀξέσι καταπεπύκνωται, πρὸς τὸ


μὴ διαῤῥέειν τῇ χρονίᾳ μασήσει τὴν τροφήν. Ἔμελλε
γὰρ ἐν τῇ λεπτῇ μασήσει διαφθείρεσθαι ὑπὸ τοῦ
ὕδατος. Μηρυκίζει δὲ οὐδὲν ἄλλο παρ' αὐτοῖς εἰ μὴ
ὁ σκάρος. Ἔστι δὲ καὶ ἡ τροφὴ ἄλλη ἄλλοις κατάλ-
ληλος. Οἱ μὲν γὰρ ἰλύϊ τρέφονται, οἱ δὲ τοῖς φυκίοις,
ἄλλοι ταῖς βοτάναις ταῖς τρεφομέναις τῷ ὕδατι· ἕτε-
ροι δέ εἰσιν ἀλληλοφάγοι.
 Ἔστι δὲ αὐτῶν καὶ διάφορα ἰδιώματα. Ὁ πριὼν
πτέρυγας ἔχει μακράς· καὶ θεασάμενος πλοῖον οὐριο-
δρομοῦν, καὶ αὐτὸς ὑψώσας ἑαυτοῦ τὰς πτέρυγας,
μιμεῖται τῆς νηὸς τὰ σχήματα τῆς κινήσεως, καὶ
ἐρίζει τοῖς πλέουσι. Ποιήσας οὖν σταδίους τεσσαρά-
κοντα, καὶ κοπιάσας, καθίησιν αὑτοῦ τὰς πτέρυγας,
καὶ φέρεται ὑπὸ τῶν κυμάτων εἰς τὸν τόπον τὸν
ἴδιον.

Eustathius Scr. Eccl., Theol., Commentarius in hexaemeron [Sp.]


P. 744, li.21

 Τὴν δὲ ὕαιναν ὑπετόπησάν τινες ὑπονοήσαντες


ἀμείβειν κατ' ἔτος τὴν θηλυκὴν φύσιν ἐπὶ τὸ ἄῤῥεν,
ἢ τὴν ἄῤῥενα ἐπὶ τὸ θῆλυ. Ἔχει δὲ οὐχ οὕτως· τὸ
γὰρ ζῶον, ἀσελγέστατον πάνυ ὑπάρχον, πρὸ τοῦ
πόρου ὑπὸ τὴν κέρκον ἐξοχὴν κέκτηται, αἰδοίῳ θη-
λυκῷ παραπλήσιον, ὅπερ οὐκ ἔχει πόρον, ἢ μόνον
κοιλότητα, εἰς οὐδὲν μήτρας χρειῶδες καθεστηκυῖαν,
καὶ κενὴν μόνην λαγνείαν δέχεται. Διὰ γοῦν τὸν ὑπερ-
βάλλοντα πασχητιασμὸν τοῦτο ὁ ἄῤῥην καὶ ἡ θήλεια
ἔχουσι τὸ ἰδίωμα· ὅταν γὰρ οἱ πόροι πεπληρωμένοι
ἀσχολοῦνται περὶ τὴν κύησιν, ἐν ἀλλήλοις τὴν παρὰ
φύσιν μίξιν ἐργάζονται. Ὅθεν σπανιώτατόν ἐστιν
εὑρεῖν θήλειαν ὕαιναν· οὐ γὰρ συνεχεῖς αἱ κυήσεις
τῷ ζώῳ γίγνονται.
 Ὁ δὲ λαγωὸς πρὸς συνουσίαν ἐστὶν ἀκρατέστερος.
Ἡ δὲ θήλεια κατὰ μῆνα τίκτει, καὶ τεκοῦσα πάλιν
ὑπὸ τοῦ τυχόντος λαγωοῦ ὀχεύεται, καὶ συλλαμβάνει
ἔτι θηλαζομένη· οὐ γὰρ ἀρκεῖται ἑνί.
 

Theodorus Theol., Fragm. in Matthaeum (in catenis) (4135: 009)


987

“Matthäus–Kommentare aus der griechischen Kirche”, Ed. Reuss, J.


Berlin: Akademie–Verlag, 1957; Texte und Untersuchungen 61.
Frag. 12, li.4

λαβόμενοι ἑαυτοὺς ἐφανέρωσαν, οἵ-τινες ἦσαν.  


Mt 3, 2  Τὸ τῆς ἐπαγγελίας εἶδος σφόδρα ἐπαγωγὸν ἦν καὶ παραπεῖσαι
δυνά-
μενον τοὺς μετὰ πολλῆς αὐτῷ προσελθόντας σπουδῆς, ἀφ' οὗ παντελῆ
τῶν ἁμαρτημάτων λαμβάνειν τὴν συγχώρησιν ἔμελλον.
Mt 3, 2 – 11
 Καὶ τοῦτο δὲ οὐ παρέργως, ἀλλ' ὡς ἐν μυστηρίῳ καὶ τύπῳ· καὶ
γὰρ ἡ κάμηλος οὔτε τοῖς ἀκαθάρτοις τελείως κτήνεσιν, οὔτε τοῖς καθα-
ροῖς συνηρίθμηται, μέσην δέ τινα τάξιν ἔχει καὶ ἐπαμφοτερίζει τοῖς
ἰδιώμασιν· τὸ μὲν γὰρ ἀνάγειν μηρυκισμόν, τοῦτ' ἔστιν ἀναφέρειν τὴν
ἅπαξ καταποθεῖσαν τροφὴν καὶ πάλιν τοῖς ὀδοῦσι παραπέμπειν καὶ ἀνα-
μασᾶσθαι τῶν καθαρῶν ἴδιον ζῴων, ὃ καὶ τῇ καμήλῳ πρόσεστιν· τὸ δὲ
μὴ δίχηλον τὴν ὁπλὴν ἔχειν, τοῖς ἀκαθάρτοις προσπέφυκε. καὶ ἡ τῆς
καμήλου δὲ βάσις κατὰ τὴν τῶν ὀνύχων προσβολὴν οὐ διῄρηται. ταύτης
οὖν ἕνεκα τῆς αἰτίας ὁ Ἰωάννης τὰς τρίχας τοῦ ζῴου τούτου περιε-
βάλλετο δεικνὺς ὡς ἡ εὐαγγελικὴ κλῆσις καὶ ἣν ἐγγίζειν ἔλεγε βασι-
λείαν θεοῦ καὶ τοὺς ἐκ τοῦ Ἰσραὴλ τοῦ καθαροῦ λαοῦ καὶ τοὺς ἐκ
τῶν ἀκαθάρτων ἐθνῶν παραδέξεται καὶ ὅτι καὶ τούτοις κἀκείνοις ὁμο-
τίμως ἐκήρυττε τὴν μετάνοιαν.

Theodorus Theol., Fragm. in epistulam ad Romanos (in catenis)


P. 149, li.17

εἰρηκότα τῶν μὲν τὴν ἀποβολήν, τῶν δὲ τὴν οἰκείωσιν προσθεῖναι τὴν
ἑκατέρου τούτων αἰτίαν. διό φησιν· τί οὖν ἐροῦμεν, ὅτι ἔθνη
τὰ μὴ διώκοντα δικαιοσύνην καὶ τὰ ἑξῆς. τί τοίνυν εἴποιμεν
ἄν, φησίν, ὅτι Ἑλλήνων μὲν οὐκ ὀλίγοι τῆς δικαιώσεως ἔτυχον,
προσεληλυθότες τῇ περὶ Χριστοῦ διδασκαλίᾳ, καίτοιγε οὐδέποτε εὐσε-
βείας ἐπιμεληθέντες; πῶς γὰρ οἵ γε τοῖς εἰδώλοις προσεῖχον; Ἰουδαίων
δὲ ἔξω ταύτης ἐγένοντο οἱ πλεῖστοι ἄνδρες ἀεὶ τῷ νόμῳ προσέχειν ἐπ'
ἐλπίδι τῆς δικαιώσεως ὑπισχνούμενοι. τὸ μὲν γὰρ διώκων νόμον
δικαιοσύνης περὶ τοῦ Μωϋσαϊκοῦ λέγει, βουλόμενος εἰπεῖν ὅτι
μετῄεσαν νόμον δικαιοσύνην ὑπισχνούμενον, εἴ τις αὐτὸν φυλάττοι· τὸ
δὲ
εἰς νόμον δικαιοσύνης κατὰ τὸ οἰκεῖον ἰδίωμα, νόμον δικαιο-
σύνης τὴν δικαιοσύνην καλῶν ὡς καὶ νόμον πίστεως τὴν πίστιν.
988

τινὲς δὲ οὕτω διελόντες ἀνέγνωσαν τί οὖν ἐροῦμεν κατ' ἐρώτη-


σιν, εἶτα κατ' ἀπόκρισιν ὅτι ἔθνη τὰ μὴ διώκοντα δικαιοσύνην
καὶ τὰ ἑξῆς, σφόδρα ἀποσφαλέντες τοῦ προσήκοντος καὶ συνιδεῖν τὴν
ἀποστολικὴν οὐ δυνηθέντες διάνοιαν· συναπτέον γὰρ ἐπὶ τῆς
ἀναγνώσεως
κατὰ τὴν προκειμένην ἡμῖν ἑρμηνείαν· τί οὖν ἐροῦμεν, ὅτι
ἕθνη τὰ μὴ διώκοντα δικαιοσύνην καὶ τὰ ἑξῆς, τοῦτο τοῦ
ἀποστόλου λέγοντος, ὅτι τί εἴποιμεν ἂν περὶ τούτου καινοῦ τε ὄντος
ἄγαν καὶ παρὰ πᾶσαν συμβεβηκότος ἐλπίδα, τοῦ τυχεῖν μὲν τοὺς οὐδένα
λόγον ποιουμένους τοῦ πράγματος,

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana (4145: 001)


“Nicephori Gregorae historiae Byzantinae, 3 vols.”, Ed. Schopen, L.,
Bekker, I.
Bonn: Weber, 1:1829; 2:1830; 3:1855; Corpus scriptorum historiae
Byzantinae.
Vol.2, p. 989, li.3

οὖν θεότητος· τρισὶ κατὰ τὰς ἰδιότητας, εἴτ' οὖν ὑποστάσεις,


εἴ τινι φίλον καλεῖν, ἢ πρόσωπα. οὐδὲν γὰρ περὶ τῶν ὀνομάτων
ζυγομαχήσομεν, ἕως ἂν πρὸς τὴν αὐτὴν ἔννοιαν αἱ συλλαβαὶ φέ-
ρωσι. διαιρεῖται γὰρ ἀδιαιρέτως, ἵνα οὕτως εἴπω, καὶ συνάπτε-
ται διῃρημένως. ἓν γὰρ ἐν τρισὶν ἡ θεότης, καὶ τὰ τρία ἓν, τὰ
ἐν οἷς ἡ θεότης, ἢ τό γε ἀκριβέστερον εἰπεῖν, ἃ ἡ θεότης· τὰς
δὲ ὑπερβολὰς καὶ ἐλλείψεις ἐλλείψωμεν.” καὶ ὁ Νυσσαέων δ'
ὁμοίως φάσκει Γρηγόριος· “εἰ τὸ ΘΕΟΣ ὄνομα οὐσίας σημαν-  
τικόν ἐστι, μίαν οὐσίαν ὁμολογοῦντες τῆς ἁγίας τριάδος ἕνα
θεὸν εἰκότως δογματίζομεν, ἐπειδὴ μιᾶς οὐσίας ἓν ὄνομα τὸ
ΘΕΟΣ ἐστι.” καὶ πάλιν· “ἔστι τοίνυν ἰδίωμα τῆς ἀϊδίου οὐσίας,
ἧς ἐστι πατὴρ καὶ υἱὸς καὶ ἅγιον πνεῦμα, τὸ πάντα ἐποπτεύειν
καὶ θεωρεῖν καὶ γινώσκειν, οὐ μόνον τὰ ἔργῳ γινόμενα, ἀλλὰ
καὶ τὰ τῷ νῷ λαμβανόμενα· ὅπερ μόνης ἐστὶν ἐκείνης τῆς οὐ-
σίας. ἐντεῦθεν εἰλημμένον τὸ ΘΕΟΣ ὄνομα, κυρίως λεγόμενον,
σημαίνει τὴν οὐσίαν ἐκείνην, ἣ δεσπόζει πάντων ὡς ἀληθῶς.” καὶ
πάλιν· “μιᾶς τοιγαροῦν ὑπαρχούσης τῆς οὐσίας, ἧς ἐστι πατὴρ
καὶ υἱὸς καὶ ἅγιον πνεῦμα, καὶ ἑνὸς τοῦ παραδηλοῦντος αὐτὴν
ὀνόματος, φημὶ δὴ τοῦ ΘΕΟΣ, εἷς θεὸς ἔσται κυρίως καὶ ἀκο-
λουθότερον τῷ λόγῳ τῆς οὐσίας.” (Ζ.) Ταῦτα μὲν δὴ οὖν, καὶ

Florilegium Cyrillianum, Florilegium Cyrillianum


P. 180, li.12
989

ἀνθρώπου, σοφῶς καὶ ἐμφρόνως ὁ μαθητὴς σαρκὶ πεπονθέναι


φησὶν αὐτόν, ὑπεξάγων τοῦ παθεῖν τὴν ἀπόρρητον φύσιν, ἧς
ἀλλότριον τὸ παθεῖν. Ἰδίᾳ τοίνυν πέπονθε σαρκί, καίτοι τοῦ
παθεῖν ἀμοιρεῖν εἰθισμένος ὁ ἐκ Θεοῦ Λόγος. Θεὸς οὖν ἄρα
ἐστὶ καὶ ἄνθρωπος ὁ Χριστός, θεϊκῶς μὲν ἀπαθής, παθητὸς δὲ
κατὰ σάρκα.
 ρξγʹ. Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς αὐτῆς ἐπιστο-
λῆς· Τὸ κατὰ φύσιν ἅγιον οὐχ ἁγιάζεται, ὅτι μὴ ἔστι προσδεὲς
ἁγιασμοῦ· τό γε μὴν ὡς ἐν μεθέξει τῇ παρ' ἑτέρου γεγονὸς
ἅγιον ἁγιάζειν ἑτέρους οὐ δύναται. Πῶς οὖν ὁ αὐτὸς ἁγιάζει καὶ
ἁγιάζεται ζητητέον. Ἁγιάζει τοίνυν ὡς Θεός, ἰδίωμα φύσεως
τῆς ἑαυτοῦ τὸ ἁγιάζειν δύνασθαι λαχών· ἁγιάζεται δὲ μεθ' ἡμῶν
κατὰ τὸ ἀνθρώπινον. Εἷς οὖν ἄρα Χριστὸς καὶ υἱὸς καὶ κύριος,
ἁγιάζων μὲν θεϊκῶς, ἁγιαζόμενος δὲ μεθ' ἡμῶν ἀνθρωπίνως.
 ρξδʹ. Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς αὐτῆς ἐπιστο-
λῆς· Οὐδεὶς ἀναβέβηκε, φησίν, εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ
τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Πῶς καταβέβηκεν
ἐξ οὐρανοῦ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, καίτοι τῆς ἁγίας σαρκὸς
γεννηθείσης ἐκ γυναικός; Ἀλλ' ἴδιον ἦν τὸ σῶμα τοῦ ἐξ οὐρανοῦ
καταφοιτήσαντος Λόγου, ὃς καὶ γέγονεν υἱὸς ἀνθρώπου.

Florilegium Cyrillianum, Florilegium Cyrillianum P. 188, li.6

μεστὰ γὰρ αὐτοῦ τὰ πάντα, καὶ ἀποδημεῖ δὲ ὅλως οὐδενός.


Οὕτω καὶ ὁ μακάριος ψάλλει Δαυίδ· Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ
πνεύματός σου· καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου ποῦ φύγω; Ἐὰν
ἀναβῶ εἰς τὸν οὐρανόν, σὺ ἐκεῖ εἶ· ἐὰν καταβῶ εἰς τὸν Ἅιδην,
πάρει.  
 ρπαʹ. Τοῦ αὐτοῦ Κυρίλλου ἐκ τοῦ λόγου
τοῦ κατὰ Διοδώρου ἐπισκόπου Ταρσοῦ, οὗ
ἡ ἀρχή· Προτετάξεται μὲν τῆς ἀληθείας
οὐδὲν παρά γε τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτὴν καὶ εὖ
εἰδόσι λαλεῖν τὰ περὶ αὐτῆς· Καίτοι πῶς οὐ
μᾶλλον ἐχρῆν τὴν ἑτερότητα τῶν ἰδιωμάτων καταδεῖξαι βεβουλη-
μένον, σαρκός τέ φημι καὶ θεότητος, δι' ὧν ἦν εἰκὸς ἐννοιῶν τε
καὶ λόγων ἐπ' αὐτὸ δὴ τοῦτο χωρεῖν· οὐ γὰρ ταὐτὸν τό γε ἧκον
εἰς ποιότητά φημι τὴν ἐνοῦσαν ἑκατέρῳ τῶν ὠνομασμένων, σῶμά
τε καὶ ἀσώματον, ἡ ἐξ ἀνθρωπίνου φυράματος ληφθεῖσα σὰρξ
καὶ ὁ ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ καὶ πατρὸς ἀναλάμψας Λόγος.
Πλὴν οὐ ταύτης ἕνεκα τῆς αἰτίας διαιρετέον εἰς δύο Χριστοὺς
καὶ υἱοὺς τὸν ἕνα κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.
990

Florilegium Cyrillianum, Florilegium Cyrillianum P. 193, li.8

νας, παραπέμψῃ καὶ εἰς ἡμᾶς τὴν χάριν. Ὥσπερ γὰρ κατε-
βιβάσθημεν εἰς θάνατον ἐν Ἀδάμ, οὕτως ἐν Χριστῷ τὴν θανάτου
παρωσάμενοι τυραννίδα, πρὸς ἀφθαρσίαν ἀναμορφούμεθα.  
 ρϟεʹ. Τοῦ αὐτοῦ Κυρίλλου ἐκ τοῦ πρὸς
τὰ Θεοδώρου ἐπισκόπου Μοψουεστίας τρίτου
λόγου, οὗ ἡ ἀρχή· Φορτικοὶ μὲν γὰρ ἴσως
οἱ πρὸς ἡμῶν εἰσι λόγοι· Ἄκουε τοίνυν καὶ πρὸς
ἡμῶν σύνες, ἄνθρωπε, τοῦ μυστηρίου τὸ βάθος, εὐθὺ τοῦ σκοποῦ
τῶν ἱερῶν ἴθι γραμμάτων. Ἕτερον μὲν γάρ τι καὶ ἕτερον
θεότης τε καὶ σὰρξ ἤγουν ἀνθρωπότης, τό γε ἧκον εἰς τοὺς
ἐνόντας τοῖς ἀμφοῖν ἰδιώμασι λόγους. Ἐπεὶ πῶς γέγονε καθ'
ἡμᾶς, καίτοι μεμενηκὼς ὅπερ ἦν, Θεὸς ὢν ὁ Λόγος; Πλὴν ἀπόδος
αὐτῷ καθ' ἕνωσιν ἀδιάσπαστον τὴν σάρκα αὐτοῦ, μὴ ἀπο-
γυμνώσῃς αὐτὸν τοῦ καταπετάσματος· οὕτω γὰρ ἕνα προς-
κυνήσεις υἱόν, ὁμοούσιον μὲν τῷ Πατρὶ θεϊκῶς, ὁμοούσιον δὲ
καὶ ἡμῖν τὸν αὐτὸν ἀνθρωπίνως. Τοῖς οὕτω φρονεῖν ᾑρημένοις
ἀναστρέψει Χριστὸς τοῦ καθ' ἑαυτὸν μυστηρίου τὴν γνῶσιν.
 ρϟϛʹ. Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ αὐτοῦ λόγου·

Florilegium Cyrillianum, Florilegium Cyrillianum P. 202, li.4

σημαίνει, ἀλλ' εἰς ποῖόν τι πρᾶγμα καὶ ἀπὸ τίνος ἑτέρου μετέστη
τὸ σημαινόμενον. Πῶς οὖν Κύριον τὸν Ἰησοῦν ἐποίησεν ὁ
Θεός, πῶς δέ γε Χριστόν, ἀναγκαῖον ζητεῖν εὐσεβῶς. Ἐπειδὴ
γὰρ Θεὸς ὢν ὁ Λόγος καὶ πάντων ὑπάρχων δεσπότης, ἐνανθρω-
πήσας γέγονε ἐν τῇ τοῦ δούλου μορφῇ, χρίεται μὲν ἢ
κεχρῖσθαι λέγεται διὰ τὸ ἀνθρώπῳ πρέπον. Ἀναβαίνει δὲ
εἰς τὴν τῆς κυριότητος ἐξουσίαν πάλιν ὡς ἄνθρωπος, καίτοι  
κύριος ὢν ὡς Θεός. Ἐπεδήμησε γὰρ ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος, οὐχ
ἵνα τὴν ἐλευθέραν τοῦ Θεοῦ φύσιν τῇ τοῦ δούλου καταχώσῃ
μορφῇ, οὐδ' ἵνα τὸ οἰκεῖον ἀφείς, τοῖς τῆς ἀνθρωπότητος ἰδιώ-
μασι κρατηθῇ, ἀλλ' ἵνα τὸν δοῦλον εἰς τὴν τῆς κυριότητος
ἀναγάγῃ τιμήν, καὶ εἰς τὴν οἰκείαν εὐγένειαν μετασκευάσῃ τὸν
ἠτιμωμένον. Ἐπεὶ πῶς ἀδελφοὶ καλούμεθα Χριστοῦ, πῶς δὲ
υἱοὶ Θεοῦ χρηματίζομεν;
 σιϛʹ. Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς αὐτῆς βίβλου·
Εἰ αὐτός ἐστι ποιητὴς αἰώνων καὶ χρόνων καὶ καιρῶν, ἔστι
991

δὲ οὕτως, πῶς ὡς μίαν ἡμέραν καὶ ὥραν ἀγνοήσας παρ' ὑμῖν


κρίνεται; Πῶς δὲ ἅπερ αὐτὸς ἐποίησε, μὴ εἰδέναι δύναται;
Ἔσται τοίνυν ἐξετάσαι τὰ εἰρημένα παρ' αὐτοῦ πρὸς τοὺς μαθη-
τάς, καὶ σαφῶς ἐντεῦθεν ἰδεῖν, ὅτιπερ οἶδε τὴν ἡμέραν καὶ τὴν
ὥραν ὡς Θεός, κἂν ἀποδεικνύων ἐν ἑαυτῷ τὸ ἀνθρώπινον, μὴ

Sophronius Gramm., Excerpta ex Joannis Characis commentariis in


Theodosii Alexandrini canones (4149: 001)“Grammatici Graeci, vol.
4.2”, Ed. Hilgard, A.
Leipzig: Teubner, 1894, Repr. 1965.P. 386, li.14

δὲ βούλονται τὸ μὲν ἐπὶ τοῦ χρόνου βαρύνειν, οἷον τριέτης χρόνος,


τριετής δὲ τρεῖς, οἷς οὐκ ἀκολουθεῖ ἡ συνήθεια. Πᾶσα γενικὴ εἰς
ους λήγουσα συνῃρημένη ἐστί. Πόθεν δῆλον; διότι ἡ εἰς ους
λήγουσα γενικὴ περιττοσύλλαβός ἐστι (sic). Καὶ πόθεν δῆλον; ἐπειδὴ
πᾶσα
γενικὴ ἀρσενικῶν τε καὶ οὐδετέρων εἰς ς λήγουσα περιττοσύλλαβός
ἐστιν·
εἰ οὖν ἡ εἰς ς λήγουσα ἰσοσυλλαβεῖ, δηλονότι συνῄρηται· καὶ τὸ
οὐδέτερον
δὲ ἡνίκα ὁμοφωνοίη τῇ κλητικῇ, μαρτυρεῖ τῇ περιττοσυλλάβῳ γενικῇ,
λιπόπατρι λιποπάτριδος· εἰ οὖν εὐγενὲς ἡ κλητικὴ καὶ τὸ εὐγενές,
δηλονότι περιττοσυλλαβεῖ ἡ γενική.
 Πόθεν Ἀττικοὶ Δημοσθένην μετὰ τοῦ ν λέγουσι; κατὰ μίμησιν τῆς
κοινῆς αἱ διάλεκτοι ποιοῦσι τὰ ἑαυτῶν ἰδιώματα· ἐπεὶ τοίνυν οὐδὲν εἰς
ς ὀξύτονον διὰ καθαροῦ τοῦ ος κλίνεται, οὐδὲ Ἴωνές φασιν ἀσπίος,
ἐπὶ δὲ βαρυτόνων λέγουσι Πάριος κατὰ μίμησιν τοῦ ὄφιος· οὕτως
ἐπειδὴ πολλὰ εἰς ης ἰσοσυλλαβεῖ, Μηριόνης Μηριόνου, καὶ Ἀττικοὶ
συναιροῦντες τὴν Δημοσθένεος γενικὴν Δημοσθένους φασὶν
ἰσοσυλλάβως·
ἐπειδὴ δὲ πᾶσα εὐθεῖα εἰς ς λήγουσα, ὅταν ἔχῃ τὴν αἰτιατικὴν ἰσοσύλ-
λαβον, εἰς ν αὐτὴν ποιεῖ, ἐκ συναιρέσεως εὑρόντες ἰσοσύλλαβον τὴν
αἰτιατικὴν μετὰ τοῦ ν αὐτὴν λέγουσιν· ἐπὶ δὲ τῶν ἀπὸ τῶν εἰς ευς αἰτια-
τικῶν οὐ προστιθέασι τὸ ν.

Sophronius Gramm., Excerpta ex Joannis Characis commentariis in


Theodosii Alexandrini canones P. 391, li.4

ἀρχὴν τὸ ζ τρέπουσιν εἰς δ, Ζῆθος Δᾶθος, ζυγός δυγός. Τινὲς δέ φασιν,


ὅτι ἀπὸ τῆς Δίς εὐθείας ἐστὶν ἡ Διός γενική· οἷς οὐ πιστευτέον· ἀνέ-
τρεψε γὰρ τοῦτο Ἡρωδιανὸς λέγων, ὅτι τὰ εἰς ις μονοσύλλαβα
992

μακρὸν ἔχουσι τὸ καὶ ἐν τῇ γενικῇ, πλὴν τοῦ τίς· ἡ δὲ Διός βραχὺ


ἔχει τὸ ι· οὐκ ἄρα ἀπὸ τῆς Δίς. Ἰστέον ὅτι τὰς αἰτιατικὰς τούτων οἱ
Ἀττικοὶ καθαρὰς μὲν συναιροῦσιν, ἁλιέα ἁλιᾶ, Πειραιέα Πειραιᾶ, μὴ
καθαρὰς δὲ ἐκτείνουσι, Πηλέα καὶ ἱερέα· καὶ τὴν τῶν πληθυντικῶν  
ἁλιᾶς Δωριᾶς, σπανίως δὲ καὶ τὰς ἐχούσας σύμφωνον. Ἀλλὰ διατί,
φήσειέ τις ἄν, οὐκ ἐποίησαν συναίρεσιν Ἀττικοὶ ἐπὶ τῆς γενικῆς τῆς
Πηλέος κοινῆς Πηλοῦς, ὡς εὐγενέος εὐγενοῦς; καὶ λέγομεν, ὅτι κατὰ
μίμησιν τῆς κοινῆς αἱ διάλεκτοι τὰ ἑαυτῶν ποιοῦσιν ἰδιώματα· ἐπειδὴ
οὖν εὗρον πολλὰ εἰς ης ἰσοσυλλαβοῦντα, ἐποίησαν καὶ αὐτοὶ ἰσοσυλλα-
βίαν τῇ συναιρέσει ἐπὶ τῶν εἰς ευς· ἐπείπερ δὲ μὴ εὗρον ἐν τῇ
κοινῇ ἰσοσύλλαβον κλίσιν, ἠρκέσθησαν τῇ ἐκτάσει· ἐκτείναντες δὲ τὸ
τέλος τῆς γενικῆς ἐξέτειναν καὶ τὸ τῆς αἰτιατικῆς Πηλέα· κοινῶς δὲ
συστέλλεται.

Sophronius Gramm., Excerpta ex Joannis Characis commentariis in


Theodosii Alexandrini canones P. 414, li.36

Εἴποι δ' ἄν τις ἴσως, ὡς παρακειμένου καὶ ὑπερσυντελίκου ὄντων


περιττὸς ἔσται ὁ ἀόριστος· φαμὲν δέ, ὡς οὐδὲν ἄτοπον· ὡς γὰρ ἐλαία
καὶ συκῆ καὶ ἄμπελος φυτὰ προσαγορεύεται, οὕτω καὶ ταῦτα εἰδικῶν
καὶ γενικῶν κέχρηται ὀνόματι· ἀόριστος γὰρ εἴρηται πρὸς ἀντιδιαστολὴν
τῶν προειρημένων δύο ὡρισμένων, καθότι τὸ τῆς στερήσεως α ἢ τὴν
τοῦ ἐπιβάλλοντος καὶ ἁρμόττοντος ἀταξίαν παρίστησιν, ὡς ἀπαίδευτόν
φαμεν τὸν οὐκ εὖ καὶ καλῶς ἀνεγνωκότα, ἢ τὴν ἀντιδιαστολὴν τῶν
ἀντιδιαιρουμένων, ὡς ἄλογον καὶ ἀθάνατον πρὸς τὸ λογικὸν καὶ θνητόν.
Ἀλλ' ἴσως εἴποι τις ἄν, ὅτι κατὰ τοῦτο ὤφειλεν ὁ μέλλων καλεῖσθαι
ἀόριστος· φαμὲν δέ, ὅτι οὐκ ἦν ἄλλος ὡρισμένος, πρὸς ὃν ἀντιδιαστα-
λείη· ὁ γὰρ μετ' ὀλίγον οὐ καθόλου, ἀλλὰ διαλέκτου ἰδίωμα. Ἀποροῦσι
δέ τινες λέγοντες, τί δήποτε μόνος ὁ παρεληλυθὼς τέμνεται· πρὸς οὓς
λέγομεν, ὅτι ὁ μὲν ἐνεστὼς τοσοῦτον ἀκαριαῖος καὶ βραχύτατός ἐστιν,
ὡς νομισθῆναι παρά τινων φιλοσόφων μήδ' ὅλως εἶναι· φασὶ γὰρ ῥεύ-
ματι καὶ τροχῷ κυλινδομένῳ ὅμοια ὑπάρχειν τὰ πράγματα, στάσιν δὲ  
μηδεμίαν ἔχοντα, ἀλλὰ τὰ μὲν παρῳχηκέναι, τὰ δὲ μέλλειν· τὸ δὲ
ἀκαρὲς καὶ οὕτω στενὸν πῶς ἂν καὶ τμηθείη; ὁ δὲ μέλλων οὔπω ἐφάνη,
τὸ δὲ μήπω φανὲν οὐκ ἔχει φύσιν διαιρεθῆναι.

Sophronius Gramm., Excerpta ex Joannis Characis commentariis in


Theodosii Alexandrini canones P. 431, li.27
993

πρόσταξις φανερὸν ὅτι πρὸς παρόν ἐστι πρόσωπον ἀπότασις, οὐχ ὑπο-
τιθεμένου τοῦ προστάσσοντος ἀλλὰ κελεύοντος.
 Τύπτε· σαφὴς ὁ κανών. Τινὲς δέ φασιν, ὅτι μᾶλλον εἰς θλήγει,
φέροντες τὸ κέκλυθι καὶ ἄνωχθι καὶ δείδιθι ἐν χρήσει, ἐπιλογισμῷ χρώ-
μενοι· καὶ γὰρ ἐπειδή, φασίν, ἀμφιβολίᾳ ὑπέπεσε τὸ τρίτον ὁριστικόν,
ἔδει τὸ προστακτικὸν εἰς θεἶναι· ψευδὲς δὲ τοῦτο, ἀνάλογα γὰρ τὰ
εἰς ε, ταῦτα δὲ εἰς θσημειώδη· σπανίως μέντοι εὑρίσκονται ἐν χρήσει
δεύτερα προστακτικὰ παρακειμένου.
 Ἀορίστου πρώτου. Τύψον. Ἰστέον ὅτι διάφοροι δόξαι περὶ
τοῦ παρόντος προστακτικοῦ γεγόνασιν· οἱ μὲν γὰρ ἠξίωσαν αὐτὸ κοινὸν
εἶναι, τοιαύταις χρώμενοι κατασκευαῖς· οὐδέποτε, φασίν, ἰδίωμα δια-
λέκτου καθολικὸν καθίσταται, οἷον λέγομεν Παπία καὶ Αἰνεία τὴν
γενικήν,
ἀλλ' οὐ καθόλου· καὶ γὰρ αἱ κοιναὶ λέγονται Παπίου καὶ Αἰνείου· οὕτω
καὶ ἐπὶ τοῦ Πάριος Θέτιος· ἀλλὰ καὶ ἐπὶ ῥημάτων, πεινῆς διψῆς ζῆς
[ἀλλὰ] καὶ τὰ ὅμοια, λέγεται κοινά, γελᾷς βοᾷς ἐρᾷς· ἔτι δὲ καὶ ὅτι ὁ
ποιητὴς πρὸ τῶν Συρακουσίων γενόμενος Ε 830 τύψον δὲ σχεδίην
φησίν· εἰς ον δὲ λήγειν φασὶ διὰ τὴν μάχην τῶν κανόνων, ἐπειδὴ ὁ
μὲν εἰς α λήγειν αὐτὸ ἀπῄτει, ὁ δὲ εἰς ε.

Sophronius Gramm., Excerpta ex Joannis Characis commentariis in


Theodosii Alexandrini canones P. 432, li.4

φησίν· εἰς ον δὲ λήγειν φασὶ διὰ τὴν μάχην τῶν κανόνων, ἐπειδὴ ὁ
μὲν εἰς α λήγειν αὐτὸ ἀπῄτει, ὁ δὲ εἰς ε. Οἱ δέ φασιν, ὅτι Συρακου-
σίων ἔθος ἐστίν, ἐκεῖνοι γὰρ εἰς ον φιλοῦσι περατοῦν τὰ προστακτικά·
ὑπὲρ δὲ τοῦ κεχρῆσθαι τὸν ποιητήν, φασίν, ὅτι Ἀρχίας καὶ Χερσικρά-
της Κορινθόθεν ἀποικίαν ποιησάμενοι ᾤκησαν τὴν Φαιακίαν, Ἀρχίας δὲ
Σικελίαν, ἔνθα καὶ τὰς Συρακούσας ᾠκοδόμησεν ἐπ' ὀνόματι τῶν ἰδίων
θυγατέρων· μετανάστης δὲ γενόμενος πάντως καὶ ἀφ' οὗ ὡρμᾶτο ἔθνους  

τὴν διάλεκτον συνεπεφέρετο· τί οὖν θαυμαστόν, εἰ Ὅμηρος Συρακου-


σίοις κέχρηται ἔθεσι Δωρίδι χρώμενος, ἀφ' ἧς ὕστερον Συρακούσιοι
ἀπετμήθησαν· οἷς καὶ συντίθεται ὁ τεχνικός. Ὅτι δὲ καὶ διαλέκτου
ἰδίωμα καθολικὸν γίνεται, φανερόν· ἰδοὺ γὰρ λέγομεν Μηνᾶς Μηνᾶ,
Ζηνᾶς Ζηνᾶ, καὶ οὐχ εὑρίσκεται Μηνοῦ καὶ Ζηνοῦ· εἰ καὶ ὁ Φιλό-
πονός φησιν, ἔστι μὴ ἀπὸ διαλέκτου ταῦτα λέγειν. Τυψάτω. Ἰστέον
ὅτι ἔδει νόμῳ τῶν εἰς ω προστακτικῶν διὰ τοῦ ετω γενέσθαι τὸ τρίτον,
ἀλλὰ φιληδεῖ τὸ α· ἀλλ' οὐκ ἔστιν ἀληθές· διατί γὰρ τὸ δεύτερον οὐκ
ἐγένετο τύψα, εἴπερ χαίρει τῷ α; Ἄμεινον οὖν λέγειν, ὅτι ὡς ἀπὸ τοῦ
τύψα ποιεῖται τὴν κλίσιν· ἔτυψα γὰρ τὸ πρῶτον, τὸ δεύτερον ἔτυψας,
ὅπερ ἀποβαλὸν τὸ ς τρίτον γίνεται ἔτυψα, ἀφ' οὗ ὀφείλει κανονίζεσθαι
994

τὸ προστακτικόν· ὅθεν καὶ τὰ Ἰωνικὰ τρίτα διὰ τοῦ α λέγονται, τύψασκε


γράψασκε καὶ τὰ ὅμοια· τὸ μέντοι Γ 105 ἄξετέ μοι Πριάμοιο
βίην καὶ Γ 103 οἴσετε δ' ἄρνε σημειώδη, ὡς ἀπὸ δευτέρων

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Commentarius


(sub auctore Melampode vel Diomede) (4175: 002)“Grammatici Graeci,
vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.P. 40, li.26

διφθόγγου καὶ τῆς ῃ καὶ τῆς ῳ καὶ τῆς ᾳ τῆς ἐχούσης τὸ ἀνεκφώνη-
τον· ἐπὶ τούτων γὰρ ὁ φθόγγος τοῦ ἑνὸς φωνήεντος ἐπικρατεῖ καὶ αὐ-
τὸς μόνος ἐξακούεται, οἷον Νεῖλος, τῇ Ἑλένῃ, τῷ καλῷ, τῇ Μηδείᾳ
καὶ τὸ Θρᾷξ· αἱ δὲ κατὰ κρᾶσιν, ὡς ἐπὶ τῆς ου διφθόγγου καὶ τῆς αυ
καὶ τῆς ευ· ἐπὶ τούτων γὰρ συναιροῦσιν ἑαυτὰ τὰ δύο φωνήεντα καὶ
ἀποτελοῦσι μίαν φωνὴν ἁρμόζουσαν τοῖς δύο φωνήεσιν, οἷον οὗτος αὐ-
τός εὔχου· αἱ δὲ κατὰ διέξοδον, ὡς ἐπὶ τῆς ηυ καὶ τῆς ωυ καὶ τῆς υι.
ἐπὶ τούτων γὰρ χωρὶς ἀκούεται τοῦ ἑνὸς φωνήεντος ὁ φθόγγος, οἷον
ηὔλουν ωὐτός (ἀντὶ τοῦ ὁ αὐτός) υἱός· ἐπειδὴ δὲ ἡ αδίφθογγος ἡ
ἐκφωνοῦσα τὸ καὶ ἡ οδίφθογγος οὔτε κατ' ἐπικράτειάν εἰσιν οὔτε
κατὰ κρᾶσιν οὔτε κατὰ διέξοδον, εἰκότως ὡς στερηθεῖσαι τοῦ ἰδιώματος
τῶν διφθόγγων ἐστερήθησαν καὶ τοῦ χρόνου τοῦ παρεπομένου ταῖς δι-  
φθόγγοις, καὶ τούτου χάριν αὗται μόναι ἐκ τῶν διφθόγγων τῷ τονικῷ
παραγγέλματι ἀντὶ κοινῆς παραλαμβάνονται καὶ πρὸς ἕνα ἥμισυ χρόνον
ἔχουσιν.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Vaticana


(partim excerpta ex Georgio Choerobosco, Georgio (4175:
004)“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner,
1901, Repr. 1965.P. 122, li.5

ἴδιον τὸ ψυχὴν δεκτικὴν ἐπιστήμης ἔχειν· χωρίζει γὰρ τοῦτο τὸν ἄν-
θρωπον ἀπὸ πάντων τῶν ζῴων, μόνος γὰρ ὁ ἄνθρωπος δεκτικός ἐστιν
ἐπιστήμης· τὸ δὲ λέγειν, ὅτι ἀνθρώπου ἐστὶν ἴδιον τὸ ψυχὴν ἔχειν, οὐ
χωρίζει τὸν ἄνθρωπον εἰ μὴ ἀπὸ τῶν ἀψύχων· ἀπὸ γὰρ ἵππου καὶ
κυνὸς οὐ χωρίζει τὸν ἄνθρωπον, ἐπειδὴ καὶ ταῦτα τῆς ψυχῆς εἰσι
δεκτικά.  
Ἰστέον δὲ ὅτι χρησιμεύει ἡ γραμματικὴ εἴς τε τὴν φύσιν τῶν στοι-
χείων τῆς ἐγγραμμάτου φωνῆς, διδάσκει τε πῶς ἤρθρωται τῶν φθόγγων
ἕκαστος, καὶ τίς αὐτοῖς ἡ προσάλληλος κοινωνία, τῶν τε φωνηέντων
καὶ τῶν συμφώνων, τίνες τε ἐν συλλήψει καὶ ἐν διαστάσει, ἔν τε ἐκ-
τάσει καὶ ἐν βραχύτητι. Διδάσκει δὲ καὶ τὰ ἰδιώματα τῶν διαλέκτων,
λέγω δὴ τῆς τε Ἰάδος καὶ Δωρίδος καὶ τῶν ἑξῆς. Καὶ πρὸς τὸν
βίον δὲ τὸ τέλος αὐτῆς χρήσιμον, καὶ πρὸς τὰς ἄλλας ἐπιστήμας συνερ-
995

γόν· ἀναγκαῖον γὰρ ἡγεῖται πᾶς παιδεύεσθαι γράμματα, ὧν χωρὶς οὔτε


ἰδία πρᾶξις οὔτε πολιτικὴ δύναται στῆναι. Καὶ μουσικὴν μέν τις ἀγνοῶν
ἢ ἀστρονομίαν ἤ τινα τῶν ἄλλων λογικῶν τεχνῶν οὐκ ἂν αἰσχύνοιτο,
ὡς ἂν οὐ βλαπτόμενος εἰς τὰς χρείας τοῦ βίου· ἐὰν δὲ γραμμάτων τις
εὑρεθῇ ἐστερημένος, ἀμαθὴς ὑπάρχει· ὅθεν οὐδὲ τοὺς οἰκέτας οἱ χαρίεν-
τες ἀπεστέρουν τῆς τοιαύτης παιδεύσεως, ἵνα τοῖς γράμμασιν ἡμεροῖντο
καὶ πρὸς τὰς τοῦ βίου χρείας εἶεν πεπαιδευμένοι.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 309, li.23

τὸ ἀληθὲς σαφηνίζεται. Πόθεν ἐτυμολογία; Παρὰ τὸ ἐτύμως λέγειν


ἤγουν ἀληθῶς,
ἐξ οὗ καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν ἐτήτυμον.
Τί ἐστι συναλοιφή; Συνέλευσις καὶ συμφωνία δύο συλλαβήν.
Ἄλλως· δύο συλλαβῶν κατὰ φωνήεντος ἕνωσις καταβολῇ τόνων. Κατὰ
πόσους τρό-
πους γίνεται ἡ συναλοιφή; Κατὰ ἑπτά, ἁπλοῦς μὲν τρεῖς· κατὰ θλῖψιν, ὡς
τὸ ἐπ' ἐμέ
ἀντὶ τοῦ ἐπὶ ἐμέ, κατὰ κρᾶσιν, οἷον τἀμά ἀντὶ τοῦ τὰ ἐμά, καὶ κατὰ
συναίρεσιν,
οἷον Νηρῇδες ἀντὶ τοῦ Νηρηΐδες· συνθέτους δὲ τέσσαρας· κατὰ θλῖψιν
καὶ κρᾶσιν,
οἷον κἀγώ ἀντὶ τοῦ καὶ ἐγώ, κατὰ θλῖψιν καὶ συναίρεσιν, οἷον ὡπόλος
ἀντὶ τοῦ ὁ
αἰπόλος, κατὰ κρᾶσιν καὶ συναίρεσιν, οἷον τοὐμόν ἀντὶ τοῦ τὸ ἐμόν, καὶ
κατὰ θλῖψιν
καὶ κρᾶσιν καὶ συναίρεσιν, οἷον ἐν τᾀθιοπίᾳ ἀντὶ τοῦ ἐν τῇ Αἰθιοπίᾳ.
Τί ἐστι διάλεκτος; Ἰδίωμα γλώττης. Τί ἐστι γλῶσσα; Εἶδος διαλέκτου.
Πόθεν
γλῶσσα; Ἀπὸ τοῦ κλώθω κλώσω κλῶσα καὶ γλῶσσα διπλασιασμῷ τοῦ ς
καὶ τροπῇ
τοῦ κ εἰς γ· ἢ ἀπὸ τοῦ γνώσω γνῶσα καὶ γλῶσσα τροπῇ τοῦ ν εἰς λ καὶ
διπλασιασμῷ
τοῦ ς, ἡ τὰ τῆς γνώσεως ἐξαγγέλλουσα. Πόσα σημαίνει γλῶσσα; Τρία· τὸ
σῶμα,
τὴν διάλεκτον καὶ τὸ ἀπεξενωμένον τῶν λέξεων. Πόσαι γλῶσσαι;
Πολλαί. Πόσαι
διάλεκτοι; Πέντε· Ἰάς, ἤγουν ἡ τῶν Ἰώνων, Ἀτθὶς ἡ τῶν Ἀθηναίων,
Δωρὶς ἡ
τῶν Λακεδαιμονίων, Αἰολὶς ἡ τῶν Βοιωτῶν, ἤγουν τῶν Θηβαίων, καὶ
996

κοινή, ᾗτινι
πάντες χρώμεθα κοινῶς. Πόθεν ἐκλήθη Ἰάς; Ἀπὸ Ἴωνος τοῦ υἱοῦ
Κρεούσης τῆς
Ἐρεχθέως θυγατρός. Πόθεν ἐκλήθη Αἰολίς; Ἀπὸ Αἰόλου υἱοῦ Ἕλληνος.
Πόθεν
ἐκλήθη Ἀτθίς; Ἀπὸ Ἀτθίδος τῆς Κραναοῦ θυγατρός. Πόθεν ἐκλήθη
Δωρίς; Ἀπὸ
Δώρου παιδὸς Ἕλληνος· περὶ ὧν προϊόντες πλατύτερον διδάξομεν.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 403, li.6

προσακούοντος καὶ μνημονευομένου. Καὶ πρῶτον μέν ἐστι πρόσωπον


τὸ περὶ ἑαυτοῦ ἀποφαινόμενον, προσυπακουομένης τῆς ἐγώ ἀντωνυμίας
καὶ αὐτῆς πρώτου προσώπου οὔσης, οἷον λέγω ἐγώ· δεύτερον δέ ἐστι
πρόσωπον τὸ πρός τινα λέγον περὶ αὐτοῦ, προσυπακουομένης τῆς σύ
ἀντωνυμίας καὶ αὐτῆς δευτέρου προσώπου οὔσης, οἷον λέγεις σύ· καὶ  
τρίτον πρόσωπόν ἐστι τὸ περὶ ἄλλου ἀποφαινόμενον, προσυπακουομένης

τῆς ἐκεῖνος ἀντωνυμίας καὶ αὐτῆς τρίτου προσώπου οὔσης, οἷον ἐκεῖνος
λέγει.
Τὸ πρόσωπον οὐκ ἔστιν ἴδιον ῥήματος etc. = Σv 247, 32 – 248, 4.
Πρόσωπον μὲν οὖν ἐστιν ὅπερ διὰ τῶν οἰκείων αὐτοῦ ἐνεργημά-
των τε καὶ ἰδιωμάτων ἀρίδηλον καὶ περιωρισμένην τῶν ὁμοφυῶν αὐτοῦ
παρέχεται τὴν ἔμφασιν, τουτέστι τὴν ἐμφάνειαν. Ἄλλως· ἴδιον ἀντω-
νυμίας καὶ ῥήματος, ὅπερ ἐν τρισὶ προσώποις παρέχεται τὴν ἐμφάνειαν.
Ἄλλως· ἴδιον ἀντωνυμίας καὶ ῥήματος, ὅπερ ἐν τρισὶ προσώποις θεω-
ρεῖται.

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) (4175: 006)“Grammatici
Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard, A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.P.
454, li.32

ἀπόδοσις, παρὰ τὸ ἔτυμον, ὃ σημαίνει τὸ ἀληθές ἢ ἐπισημασία ἐπὶ τῶν


πλείστων τὸ πιθανὸν ἔχουσα· οὐ γὰρ ἐπὶ πάντων ἔστιν αὐτὴν εὑρεῖν·
οἷον σπυρίς, πυρὶς γάρ ἐστιν, ἡ πυρῶν δεκτική, καὶ μέροψ ὁ ἄνθρωπος,
ὁ μεμερισμένην ἔχων τὴν ὄπα ἤγουν τὴν φωνήν, καὶ ἵππος ὁ τοῖς
997

ποσὶν ἱέμενος, καὶ κύων παρὰ τὸ κυνεῖν καὶ σαίνειν, καὶ αἴξ παρὰ τὸ
ᾄσσειν τουτέστιν ἄττειν καὶ ὁρμᾶν· ὥσπερ ἐπὶ τοῦ Ψ 34 κοτυλήρυτον·
οὐ προφερόμεθα γὰρ τὸ ρ δασέως, ἀλλὰ ψιλῶς· οὐκ ἔστι γὰρ ἡ σύνθεσις
ἀπὸ τοῦ ῥυτόν, ἀλλ' ἀπὸ τοῦ ἀρύω, ὅπερ ἔχει τὸ ρ ψιλούμενον.  –  
Συναλοιφὴ δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ Η 161 οἱ δ' ἐννέα πάντες ἀνέσταν,
ψιλῶς τοῦ ἐννέα προφερομένου, ἐπειδὴ ἡ συναλοιφὴ δηλοῖ, ὅτι ψιλοῦ-
ται· ἐπ' ἐννέα γὰρ λέγομεν.  – Διάλεκτος δέ ἐστι γλώττης ἰδίωμα, ὡς
ἐπὶ τοῦ μείλιχος ὀνόματος· μέλλιχος γάρ φασιν Αἰολεῖς· καὶ τὸ ἄμμες
ψιλῶς προφερόμεθα ὡς Αἰολικόν.  – Ἱστορία δὲ ἡ τῶν παλαιῶν χρῆσις·
πολλάκις δὲ αὕτη ἐναντιοῦται διαλέκτῳ· τοῦ γὰρ χίλιοι πληθυντι-
κοῦ ὀνόματος ἀπαιτοῦντος τὴν εδίφθογγον, καθὼς ἡ διάλεκτος –   
χέλλιοι γάρ φασιν Αἰολεῖς – ἡ ἱστορία ἐναντιουμένη διὰ μόνου τοῦ
γράφει.  – Γραφὴ δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ ΔΜΩΑΣ· ὅπου μὲν γὰρ θηλυκόν
ἐστι, καὶ πρόσκειται τὸ καὶ ὀξύνεται, ὅπου δὲ ἀρσενικόν, χωρὶς τοῦ
καὶ βαρύνεται.  – Μέτρον δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ β 119. τ 542 ἐυπλοκα-
μῖδες Ἀχαιαί· ἐκ γὰρ τοῦ μέτρου γινώσκομεν, ὅτι κατὰ διάστασίν
ἐστι τὸ ευ.  – Συνήθεια δέ, ὡς ἐπὶ τοῦ Δ 64 Ἀθηναίῃ ἐπιτεῖλα

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia


Londinensia (partim excerpta ex Heliodoro) P. 520, li.3

Ἐλέγχονται δὲ οὕτως· ἀπὸ προθέσεων γίνονται παραγωγαί, ὑπέρ


ὑπέρτερος, πρό πρότερος, ἀπὸ δὲ συνδέσμων οὐχί· καὶ ὅτι αἱ προθέσεις
μετὰ μιᾶς λέξεως παραλαμβάνονται καὶ ἐν παραθέσει καὶ ἐν συν-
θέσει, πρὸς Ἀρίσταρχον, πρόσοδος, οἱ δὲ σύνδεσμοι οὐδέποτε μετὰ μιᾶς
λέξεως παραλαμβάνονται οὔτε ἐν συνθέσει οὔτε ἐν παραθέσει, ἀλλ' ἢ
μετὰ δύο ἢ μετὰ πλειόνων, «καὶ γράφω καὶ ἀναγινώσκω», πεντεκαίδεκα·
καὶ ὅτι αἱ προθέσεις μετὰ τῶν ἀπτώτων καὶ τῶν εὐθειῶν ἐν συνθέσει
εἰσίν, οἱ δὲ σύνδεσμοι ἐν παραθέσει. Εἰ δὲ λέγοιεν, ὅτι μονοσχημά-  
τιστά ἐστι, φαμὲν ὅτι καὶ τὰ ἐπιρρήματα μονοσχημάτιστά ἐστι, καὶ
ὤφειλε καὶ αὐτὰ συνάπτεσθαι μετὰ τούτων. Περὶ δὲ τοῦ φυλάττεσθαι
τὴν ὀξεῖαν παρ' Αἰολεῦσί φαμεν, ὅτι ἰδίωμα διαλέκτου ἐστί, καὶ οὐκ
ἔστιν ἱκανὸν ἢ ἓν μέρος λόγου ἢ δύο ποιῆσαι· ἄλλως τε ἐπειδὴ αἱ
προθέσεις ἀναστρέφονται, ἐν δὲ τῷ ἀναστρέφεσθαι ἀναδέχονται τὴν βα-
ρεῖαν ὡς παρὰ τόπον τεθειμέναι, εἰ συνέβη ἐν τῇ ὀρθῇ τάσει βαρύνεσθαι
παρ' Αἰολεῦσιν, ἄδηλον ἐγίνετο πότε ὀρθοτονοῦνται καὶ πότε ἀναστρέ-
φονται, ὡς ἐπὶ τοῦ ex. gr. Β 659 ποταμοῦ ἄπο Σελλήεντος·
ἐὰν γὰρ ὀρθοτονήσωμεν, «ἀπὸ Σελλήεντος» νοεῖται, ἐὰν δὲ βαρύνω-
μεν, «ἀπὸ ποταμοῦ». Τοὺς δὲ συνδέσμους φυλάττουσιν ὀξυνομένους διὰ
τὴν συνέμπτωσιν τῶν ἄλλων μερῶν· τὸν γὰρ ἀλλά εἰ ἐβάρυνον, συν-
έπιπτε τῷ ἄλλα ὀνόματι.
998

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Commentariolus


Byzantinus (4175: 007)“Grammatici Graeci, vol. 1.3”, Ed. Hilgard,
A.Leipzig: Teubner, 1901, Repr. 1965.P. 567, li.32

γινώσκειν τί ἐστιν ἐξήγησις, καὶ τί διήγημα, καὶ τί διήγησις, καὶ τί


διαφέρει διήγημα
διηγήσεως καὶ ἐξήγησις διηγήματος· καὶ τὸ μὲν διήγημα μερικῶς
διηγεῖται, ἡ δὲ
διήγησις καθόλου, ἡ δὲ ἐξήγησις ἀκριβεστέρα ἐστὶ τοῦ διηγήματος. Τί δέ
ἐστι «κατὰ
τοὺς ἐνυπάρχοντας τρόπους»; Τρόπος ἐστὶ παρατροπὴ ἀληθείας, ὡς ὅταν
εἴπωμεν
»φωνὴν ἔδωκαν αἱ νεφέλαι»· φωνὴ γὰρ ἀληθῶς ἡ ἐκ νοῦ προερχομένη
λέγεται,
ἐπεὶ καὶ φῶς νοῦ ἐτυμολογεῖται ἡ φωνή. Ποιητικοὶ δὲ τρόποι εἰσὶν κζʹ·
ζήτει αὐτοὺς
ἐν τῷ περὶ τρόπων Γεωργίου τοῦ Χοιροβοσκοῦ. Δεῖ γὰρ τὸν γραμματικὸν
καὶ
κυριολογίας καὶ τροπολογίας γινώσκειν· κυριολογία δέ ἐστιν ἡ κυρίως
τουτέστιν ἀλη-
θινὰ λέγουσα, τροπολογία δέ ἐστι παρατροπὴ ἀληθείας.
»Τρίτον γλωσσῶν τε καὶ ἱστοριῶν πρόχειρος ἀπόδοσις». Τί ἐστι γλῶσσα
καὶ
ἱστορία καὶ πρόχειρος ἀπόδοσις; Γλῶσσά ἐστιν ἰδίωμα διαλέκτου·
διάλεκτοι δέ εἰσιν
Ἑλληνικαὶ πέντε· Ἰάς, Ἀτθίς, Δωρίς, Αἰολίς, κοινή. Ἰὰς μὲν ἐκλήθη ἡ τῶν
Ἰώνων,
ἀπὸ Ἴωνος τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Κρεούσης τῆς Ἐρεχθέως θυγατρός, ἣν
ἔγραψεν ὁ
Ὅμηρος· Ἀτθὶς δὲ ἡ τῶν Ἀττικῶν, ἀπὸ Ἀτθίδος τῆς Κραναοῦ θυγατρός,
ἣν ἔγρα-
ψεν Ἀριστοφάνης· Δωρὶς δὲ ἡ τῶν Δωριέων, ἀπὸ Δώρου τοῦ Ἕλληνος
παιδός, ἣν
ἔγραψεν Θεόκριτος· Αἰολὶς δὲ ἡ τῶν Αἰολέων, ἀπὸ Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος
παιδός, ἣν
ἔγραψεν Ἀλκαῖος· κοινὴ δὲ ᾗ πάντες χρώμεθα, ἣν ἔγραψεν Πίνδαρος.
Καὶ δεῖ τὸν
γραμματικὸν ἐπίστασθαι αὐτάς, ἵνα ὅταν ἀκούσῃ τὸ βλέπω ῥῆμα ἐν
διαλέκτῳ ξένῃ λε-
γόμενον δέρκω καὶ ἀθρῶ καὶ ὄπτω καὶ λεύσσω, γινώσκῃ τὸ αὐτὸ εἶναι.
Ἱστορία
999

δέ ἐστιν ἡ παλαιῶν πραγμάτων ἔχουσα ἀφήγησιν· πρόχειρος δὲ ἀπόδοσίς


ἐστιν ἕτοι-
μος ἀπόκρισις.  

Joannes Rhet., Προλεγόμενα. in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


(4235: 001)
“Prolegomenon sylloge”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1931; Rhetores
Graeci 14.
Vol.14, p. 407, li.5

καὶ ἀνείδεοι καὶ ἀκαλλεῖς. Τὸ δὲ σωματικὸν εἶδος ἡ μορφή


ἐστι τῶν φυσικῶν σωμάτων καὶ τεχνητῶν. ὥστε δείκνυται
διὰ τούτων, ὡς ἀναλογοῦσι μὲν ταῖς λογικαῖς ψυχαῖς αἱ
πολιτικαὶ ἔννοιαι αἱ τὴν ῥητορικὴν συνιστῶσαι, ταῖς δὲ
τούτων δυνάμεσι τὸ δικανικὸν καὶ συμβουλευτικὸν καὶ
ἔτι τὸ πανηγυρικόν, τῶν ψυχῶν δὲ τοῖς ἤθεσιν οἱ χα-  
ρακτῆρες, ἀφ' ὧν ἑκατέρων πλείους γίνονται οὗτοι κατὰ
τὸ μᾶλλον καὶ ἧττον. οὐκοῦν αἱ ἰδέαι – ἥ τε σαφήνεια καὶ
αἱ λοιπαί – ταῖς ἀρεταῖς ἐοικυῖαι ταῖς τῆς ψυχῆς καὶ
τοῦ σώματος καὶ συνεστηκυῖαι ὥσπερ τὰ πρόσωπα τῶν
αἰσθητῶν ἰδιωμάτων ἤτοι γρυπότητος, γλαυκότητος, λευ-
κότητος καὶ τῶν τοιούτων καὶ αἱ ψυχαὶ τῶν ἀρετῶν
καὶ τῶν ἑκάστης αὐτῶν ἰδιωμάτων, οὕτω καὶ αὗται λέ-
ξεως, ἐννοίας καὶ τῶν λοιπῶν. εἰκότως ἄρα περὶ
ἀρετῶν λόγου καὶ ἰδιότητος προθέμενος εἰπεῖν Περὶ
ἰδεῶν ἐπέγραψε τὸ βιβλίον, αἳ γινωσκόμεναι καὶ συνι-
στῶσι τοὺς λόγους καὶ εἰδοποιοῦσιν ὥσπερ αἱ ἀρεταὶ
τὴν ψυχήν, χρησάμενος δείξει διαλλήλῳ τῇ τὰ ἀσαφῆ
διδασκούσῃ ἐκ τῶν σαφῶν· σαφεῖς γὰρ οἱ χαρακτῆρες
χωριζόμενοι τῶν ἰδεῶν τῷ καθ' ἑαυτοὺς λόγῳ.

Joannes Rhet., Προλεγόμενα. in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν Vol.14,


p. 413, li.26
ἢ ὑπομέλανα ἢ σιτόχρουν καὶ ἡ συνήθεια καλεῖ· κἂν
μέντοι ὑπέρυθρόν τι εἴη ἢ φοινικοῦν ἢ ἄλλο τι τῶν
τοιούτων, οὐ διὰ τοῦτο ἐρυθρίας λέγεται ὁ ἔχων ἢ φοι-
νικοῦς, ἀλλά τι τῶν ὡρισμένων, καὶ ἀπερρίφθω τὰ ἐκ
πάθους, παρατροπὴ γάρ ἐστι φύσεως.
 Οὕτω τοιγαροῦν κἀνταῦθα ὄντος καταληπτοῦ τοῦ πο-
σοῦ πρόδηλος αὐτῶν καὶ ἡ ἰδιότης τοῖς μὴ πλανωμέ-
1000

νοις περὶ τὰ παρακολουθήματα. οὐ γάρ, ὡς ἐπὶ τῶν


οὐσιῶν ἡ ἰδιότης δυσκατάληπτος, οὕτω κἀπὶ τούτων·
ἐκεῖ μὲν γὰρ τὰ χρώματα οὐ δυσκατάληπτα, τὰ δὲ
ἰδιώματα ἅτε ἐκ συμβεβηκότων δυσκατάληπτα, ἐπὶ δὲ
τῶν ἐν τοῖς χαρακτῆρσιν αὐτὸ τοῦτο τὸ παρακολουθοῦν
καὶ συστατικόν ἐστι καὶ ῥᾷστα καταλαμβάνεσθαι δύ-
ναται μὴ ἐχόντων τὸ μᾶλλον γρυπὸν ἢ σιμὸν ἤ τι τοιοῦ-
τον· ὅθεν ἐπ' ἐκείνων μέν, εἰ ταῦτα ἀφαιρεθείη, μένει  
τὸ ὑποκείμενον, Δίων τυχὸν ἢ Πλάτων, ἐπὶ δὲ τούτων
τὸ παρακολουθοῦν ἂν ἀφέλῃς, οἷον τὴν τροπικὴν ἢ τὴν
κυρίαν ἢ τὴν περικαλλῆ ἢ τὴν τοιάνδε λέξιν, τὸ ὅλον
διέφθειρας· ἐφ' ὧν τὴν ὕπαρξιν εἰ καταλάβοις, ἔγνως
τὰ ἰδιώματα.

Joannes Rhet., Προλεγόμενα. in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


Vol.14, p. 414, li.5

ἐκεῖ μὲν γὰρ τὰ χρώματα οὐ δυσκατάληπτα, τὰ δὲ


ἰδιώματα ἅτε ἐκ συμβεβηκότων δυσκατάληπτα, ἐπὶ δὲ
τῶν ἐν τοῖς χαρακτῆρσιν αὐτὸ τοῦτο τὸ παρακολουθοῦν
καὶ συστατικόν ἐστι καὶ ῥᾷστα καταλαμβάνεσθαι δύ-
ναται μὴ ἐχόντων τὸ μᾶλλον γρυπὸν ἢ σιμὸν ἤ τι τοιοῦ-
τον· ὅθεν ἐπ' ἐκείνων μέν, εἰ ταῦτα ἀφαιρεθείη, μένει  
τὸ ὑποκείμενον, Δίων τυχὸν ἢ Πλάτων, ἐπὶ δὲ τούτων
τὸ παρακολουθοῦν ἂν ἀφέλῃς, οἷον τὴν τροπικὴν ἢ τὴν
κυρίαν ἢ τὴν περικαλλῆ ἢ τὴν τοιάνδε λέξιν, τὸ ὅλον
διέφθειρας· ἐφ' ὧν τὴν ὕπαρξιν εἰ καταλάβοις, ἔγνως
τὰ ἰδιώματα.
 Τὸ δὲ καὶ λέγειν οὐχ οἷόν τε ζηλοῦν τοὺς τῶν ἀρ-
χαίων τύπους διὰ τὸ καταφέρεσθαι εἰς τὰ οἰκεῖα τὴν
φύσιν ἐγγὺς ἀληθείας· ζηλῶσαι γὰρ τὸν Δημοσθενικὸν
χαρακτῆρα ἐς τἀκριβὲς ἢ ἄλλον τινὰ τῶν ἀδυνάτων
ἐστί, πλὴν εἰ καὶ μὴ τελέως, ἀλλ' ὅσον τοῖς πονοῦσίν
ἐστι καταληπτόν· ἀγαπητὸν γὰρ καὶ τῶν ἄλλων ἐγγὺς
ἐλθεῖν, μὴ ὅτι γε Δημοσθένους ἢ Πλάτωνος. μὴ οὖν
ἀπέχου τῶν λόγων, εἰ μὴ δυνατὸς εἶ Δημοσθένης γενέ-
σθαι, ἀλλὰ σπούδασον, ἵνα μὴ παντάπασιν ἐκπέσῃς·
ἐπεὶ κἀκεῖνοι, εἰ ταῦτα ἂν ἐσκόπουν καὶ τὴν πρὸς τὸν

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


1001

(4235: 002)
“Rhetores Graeci, vol. 6”, Ed. Walz, C.Stuttgart: Cotta, 1834, Repr.
1968.
6, P. 86, li.20

ρίζουσι, μὴ μαθεῖν ἐθέλοντες, ὡς κρεῖσσον λελογισμένη


βραδυτὴς τέχνης ἀπερισκέπτου· οὐκοῦν δεῖ τῇ φύσει θαῤ-
ῥεῖν· κύνα γὰρ σπουδάζουσαν τυφλὰ τίκτειν καὶ τὴν παρ-
οιμίαν λέγειν γινώσκομεν· τὸ μὲν γὰρ λέγειν ἁπλῶς καί τι
πράττειν παρὰ τῆς φύσεως ἔχομεν· τὸ δὲ εὖ λέγειν καὶ εὖ
πράττει καὶ πρὸς τὰ συντείνοντα ἡ τέχνη δίδωσι, κόσκι-
νον οὖσα κατὰ τὸν Ἐρατοσθένην ἢ ἰθμὸς ἢ πτύον τῶν
τῇ διανοίᾳ ἐπεισρεόντων, καὶ τρύγοιπος ὑπὸ τῆς φύ-
σεως· ὅθεν καὶ οἱ ἀριθμητικοὶ τὰ διακριτικὰ τῶν συγκεχυ-
μένων ἀριθμῶν διαγράμματα κόσκινα καλοῦσιν, ὡς δια-
κρίνοντα καὶ διαχωρίζοντα τῶν πεφυρμένων τὰ ἰδιώματα
καὶ τοὺς χαρακτῆρας
 ζʹ. Ἐμπειρικοὺς οἱ φιλόσοφοι καλοῦσιν εἰκότως τοὺς μὴ
τὰς αἰτίας τῶν ἑαυτῶν ἀποτελεσμάτων εἰδότας, αἰσθήσει
δὲ μόνῃ τὴν ἀληθινὴν κρίσιν ἐπιτρέπουσι τῶν ἐπιστημῶν,
ἣ κατὰ πολὺ προσπταίει τοῖς πράγμασι καὶ ἐπιβάλλουσα·
οἷον τὸν πύργον ὁρῶσα πόῤῥωθεν κυλινδροειδῆ τετράγω-
νον ὄντα τυχὸν, καὶ τῷ ὕδατι κεκλασμένην τὴν κώπην καὶ
πηχυαῖον τὸν ἥλιον, καὶ κύκλον ὑπάρχοντα σφαιρικὸν τὸν  
οὐρανόν· ὥστε εἰ δυσχερῶς οἱ φύσει ταχεῖς τῆς ἀκριβείας
ἀντιλαμβάνονται, ταῖς αἰσθήσεσι τὸ ἀκριβὲς ἐπιτρέψαν

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 101, li.11

θους· ἐκ τίνων ἢ ὅτι ἐκ τοῦ μεγέθους ὁ κάλλιστος τρα-


χύτητός τε καὶ περιβολῆς καὶ ἐκ τῶν, ὧν ἐρεῖ πρὸς τῷ
τέλει· ἢ ὅτι ἐξ ἐννοίας τοιᾶσδε, ἐκ μεθόδου λέξεων καὶ
οὐ πασῶν· τὸ δὲ ἐκ ποίων, ὅτι ἐκ τῶν ἀναγκαιοτέρων καὶ
ἰδίων, καὶ ἐξ ὧν ἑκάστη μᾶλλον χαρακτηρίζεται· ταῦτα
γὰρ οἶμαι προσήκοντα τῷ σκοπῷ.
 κβʹ. Καὶ τίς ἡ μίξις αὐτῶν. Εὑρίσκονται γὰρ
τῶν ἰδεῶν αἱ μὲν κατά τινα μόρια ἀλλήλαις κοινωνοῦ-
σαι, αἱ δὲ οὔ· εἰδοποιεῖται δὲ ἑκάστη καὶ χαρακτηρίζεται
ἐκ τῶν ἰδιοτήτων, ὥσπερ καὶ ὁ τίς ἄνθρωπος ἐκ τῶν ἰδί-
ων ἰδιωμάτων, ἀλλ' οὐ τῶν τοῦ ἀνθρώπου τοῦ κοινοῦ·
1002

ἢ πόθεν ἐγένετο ὁ λόγος κάλλιστος· ἐκ τῆς ἀρίστης καὶ


τῆς τῶν ἀρίστων μίξεως· ποία δὲ ἡ ἀρίστη μίξις, κἀκ
τίνων; ὅτι ἡ ἐκ τοῦ σαφοῦς τύπου καὶ ὧν μετὰ ταῦτα
ἐρεῖ· ποῖα δὲ ταῦτα ποιεῖ; ὅτι ἡ σαφήνεια, καὶ ἥδε καὶ ἥδε·
 κγʹ. Τοτὲ μὲν ποιητικὸς, τοτὲ δὲ οὐ ποιητι-
κός. Ποιητικὸν μὲν γίνεσθαι τὸν λόγον ἀνάγκη, μᾶλ-
λον δὲ δοκεῖν, ἢ ὅταν χωρὶς τραχύτητος καὶ σφοδρότητος
καὶ πάθους τινὸς τῆς διανοίας ταρακτικοῦ· ὁ γὰρ τοι-
οῦτος ἀκαλλὴς καὶ ἄῤῥυθμος καὶ δύσηχος, ὡς τὸ τοῦ
πονηροῦ πλήρωμα τῆς κακίας ὁ κολοφών·

Joannes Rhet., Commentarium in Hermogenis librum περὶ ἰδεῶν


6, P. 145, li.20

μεταβαλλόμενος πρὸς τὴν φύσιν καὶ δύναμιν τῶν λεγόν-


των καὶ ἀκουόντων, καὶ τῶν περὶ ὧν συνέστησαν ἔχειν
ταὐτὸν τοῖς ἀεὶ οὖσι γένεσι καὶ εἴδεσιν τῶν μὴ μετα-
βαλλομένων εἶναι· διὰ τοῦτο παγχάλεπος ὁ περὶ τῶν ἰδε-
ῶν λόγος, ὅθεν καὶ οὐδεὶς, ὡς ἐν ἀρχῇ διωρισάμην, ἐτόλ-
μησε τῶν τοιούτων καὶ τηλικούτων καὶ τοσούτων ἀνδρῶν
καὶ ῥητόρων καὶ φιλοσόφων, καίτοι πολλὰ καὶ καλὰ
καταλελοιπότων συγγράμματα, εἰπεῖν τι περὶ τούτων,
ἕως ὁ τεχνικὸς τοὺς μαργαρίτας ἔδειξε· τοιγαροῦν ἀγα-
πητὸν, εἰ κἂν ἐκ τῶν παρακολουθημάτων αὐτῶν παρα-
στήσει τὴν φύσιν, καὶ μὴ μόνον τῶν ἰδιωμάτων, ἀλλὰ
καὶ τῶν ἐναντίων, καὶ οὐ τούτοις ἀρκεῖται μόνοις, ἀλλὰ
καὶ τὰ ἀντικείμενα συνεπιφέρει, συντελοῦντα πρὸς τὴν
ἀκριβῆ κατάληψιν τῶν ἐναντίων· διὰ γὰρ ἀλλήλων τἀ-
ναντία δείκνυται· καὶ μία καὶ ἡ αὐτὴ ἐπιστήμη τούτων
κατὰ τὸ ἀξίωμα τὸ φιλόσοφον· εἰ δὲ μὴ εὐποροίη πα-
ρακολουθημάτων, τὸ ζητούμενον ἐξ ἀναιρέσεως διδάσκει,
οἷον ὅτι τὸ μὴ ὂν καθαρὸν οὐ σαφηνείας ἐστὶν, ὥς-
περ οὐδὲ τὸ μὴ ὂν ζῶον ἄνθρωπός ἐστιν.

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus


rhetoribus et sapientibus multis (Σb) (recensio aucta e cod. Coislin.
345) (4289: 005)
“Anecdota Graeca, vol. 1”, Ed. Bachmann, L.Leipzig: Hinrichs, 1828.
Alphabetic entry mu, p. 300, li.23
1003

μετῴχετο: ἐπορεύετο.
μήδεα: βουλεύματα.
μηδοσύνη: βουλή.
μηκάδες: ἐπιθετικῶς, αἱ αἶγες, ἀπὸ τοῦ ἰδιώματος
 τῆς φωνῆς.
μῆλα: πρόβατα. πάντα τὰ τετράποδα. καὶ πᾶσα βύρ-
 σα μηλωτὴ καλεῖται.
μὴ κώμοις καὶ μέθαις: ᾄσμασιν ἑταιρικοῖς, καὶ
 τοῖς σκεύεσιν τοῖς θεατρικοῖς, τουτέστιν κιθάρα, ἢ
 κύμβαλα, καὶ τὰ ὅμοια τούτοις, οἷς εἰώθασιν ἐν μέ-
 θαις μάλιστα οἱ ἄτακτοι ἄνθρωποι ποιεῖν.
μηλοβοτέα: γῆν εὐτραφῆ. ἀνειμένην εἰς νομὴν προ-
 βάτοις.  

Anonymi De Astrologia Dialogus Astrol., De astrologia dialogus (=


Hermippus) (fort. auctore Joanne Catrario) (4374: 001)“Anonymi
christiani Hermippus De astrologia dialogus”, Ed. Kroll, W., Viereck,
P.Leipzig: Teubner, 1895; Βιβλιοθήκη. scriptorum Graecorum et
Romanorum Teubneriana.P. 27, li.14

μάλιστα ἐναρμόζεται. ἐπεὶ γοῦν ταμίας καὶ φρουρός


ἐστι τῆς ψυχῆς, αὐτῇ δὲ καὶ δυνάμεις ἕπονται φυσικαί,
αἱ μὲν ἡγεμονοῦσαι, αἱ δ' ἐφεπόμεναι, τούτου χάριν
παρὰ τῆς δημιουργικῆς προνοίας οἵ τε τῆς Ἀφροδίτης
καὶ τοῦ Ἑρμοῦ περὶ αὐτὸν ἀστέρες ἑλίσσονται, τὴν
ἴσην σχεδὸν πορείαν ἀνύοντες, ἅμα μὲν καὶ διὰ τὴν
πρώτην αἰτίαν, ἣν εἰπόντες ἔφθημεν, ἅμα δὲ καὶ τοι-
αύτην, ἥτις αὐτίκα εἰρήσεται. θεωρεῖται γὰρ ὁ μὲν
τοῦ Ἑρμοῦ ἔλαττον, ὁ δὲ τῆς Ἀφροδίτης ἐπὶ τὸ δι-
πλάσιον σχεδὸν ἀφιστάμενος, καὶ τοῦτ' οἶμαι κατὰ
λόγον τοῖς ὀρθῶς σκοπουμένοις. ἐπεὶ γὰρ ἰδίωμα τῆς
ἀνθρωπίνης ψυχῆς τὸ λογικόν ἐστι καὶ τούτου πλέον
μετέχει, οὗ γε καὶ χρείαν πλείονα ἔχουσα φαίνεται, διὰ
τοῦτο ἐγγυτέρω ἑαυτοῦ τὸν τοῦ Ἑρμοῦ ὁ ἥλιος ἔσχηκεν,
ὃς ὡς ἔφημεν ἀναλογεῖ τῇ ψυχῇ. τίνος γὰρ ἂν μᾶλλον
λογικὴ καὶ ἄφθαρτος ψυχὴ ἢ λόγου καὶ παιδείας καὶ
μαθημάτων κατὰ τὸ συγγενὲς δέοιτο; εἶτ' ἐπειδὴ καὶ
τὰς φυσικὰς ἐπιθυμίας ἔχει παρεπομένας (καὶ γὰρ οὖν
οὐδ' ἄνευ τούτων γεγόναμεν), αὗται δὲ τῷ τῆς Ἀφρο-
1004

δίτης ἀνάκεινται, ἔχει μὲν καὶ ταύτην παρεπομένην,


οὐ μὴν τοσοῦτον, ὅσον τὸν λόγον καὶ παιδείας ὡς

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Ephesenum anno 431


(5000: 001)“Acta conciliorum oecumenicorum, vol. 1.1.1–1.1.7”, Ed.
Schwartz, E.
Berlin: De Gruyter, 1.1.1–1.1.3:.Tomëvolumëpart 1,1,1, p. 67, li.16

ἐνέπνει σωματικῶς. ἐνεφύσησε γὰρ τοῖς ἁγίοις ἀποστόλοις εἰπὼν λάβετε


πνεῦμα
ἅγιον, καὶ οὐκ ἐκ μέτρου δίδωσι τὸ πνεῦμα κατὰ τὴν Ἰωάννου φωνήν,
ἀλλ' αὐτὸς
ἐνίησιν ἐξ ἑαυτοῦ, καθάπερ ἀμέλει καὶ ὁ πατήρ. καὶ γοῦν ὁ θεσπέσιος
Παῦλος, ὅλην
ἀποστήσας τὴν ἔν γε τούτωι διαφοράν, ποτὲ μὲν αὐτὸ τῶι θεῶι καὶ πατρὶ
προσνέμων
ὁρᾶται, ποτὲ δὲ αὖ τῶι υἱῶι. γράφει γὰρ ὧδε· ὑμεῖς δὲ οὐκ ἐστὲ ἐν σαρκί,
ἀλλ'
ἐν πνεύματι, εἴπερ πνεῦμα θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν. εἰ δέ τις πνεῦμα Χριστοῦ
οὐκ
ἔχει, οὗτος οὔκ ἐστιν αὐτοῦ. εἰ δὲ Χριστὸς ἐν ὑμῖν, τὸ μὲν σῶμα νεκρὸν
διὰ ἁμαρτίαν, τὸ δὲ πνεῦμα ζῶν διὰ δικαιοσύνην. ἄραρεν οὖν ὅτι καὶ
ἴδιόν
ἐστι τὸ πνεῦμα τοῦ υἱοῦ καὶ οὔτι που μόνον ἧι λόγος ἐστὶ πεφηνὼς ἐκ
πατρός, ἀλλ' εἰ καὶ
νοοῖτο καθ' ἡμᾶς ἄνθρωπος γεγονὼς ὁ τῶν τῆς θεότητος ἰδιωμάτων ὡς
ἐν ἰδίαι φύσει
λειπόμενος. καὶ γοῦν αὐτὸς ὑπάρχων ἡ πάντων ζωὴ διὰ τὴν ἐκ ζῶντος
πατρὸς ἄρρητον
γέννησιν, ζωοποιεῖσθαι λέγεται μεθ' ἡμῶν. πάρα δ' οὖν ὅμως ἰδεῖν
χαριζόμενον μὲν
τῆι ἰδίαι σαρκὶ τῆς θεοπρεποῦς ἐνεργείας τὴν δόξαν, οἰκειούμενον δὲ αὖ
τὰ σαρκὸς καὶ
οἱονεί πως καθ' ἕνωσιν οἰκονομικὴν καὶ τῆι ἰδίαι περιτιθέντα φύσει.
 Ἢ οὐχὶ δὴ μάλιστα πρέπειν ἐρεῖ τις τῶι γε ὄντι κατὰ φύσιν ἐκ θεοῦ
πατρὸς λόγωι
τὸ ἄνωθεν ἥκειν καὶ ἐξ οὐρανοῦ τὸ ζωογονεῖν δύνασθαι τὰ οἷς ἂν ἐνιέναι
βούλοιτο τὴν
ζωήν; τί δέ; τὸ δημιουργεῖν, εἰπέ μοι, θεικῶς δοίη τις ἂν εἶναι τῶν
ἀνθρωπίνων; οὐδα-
μῶς. πῶς τοίνυν; ἡμᾶς ζωοποιεῖ μὲν ὡς θεός, πλὴν οὐ μόνωι τῶι
μεταλαχεῖν ἁγίου
1005

πνεύματος, ἀλλ' ἐδεστὴν παραθεὶς καὶ τὴν ἀναληφθεῖσαν σάρκα. ἔφη γὰρ
ὅτι ἀμὴν
ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Ephesenum anno 431


Tomëvolumëpart 1,1,1, p. 68, li.8

οὐ Μωυσῆς δέδωκεν ὑμῖν τὸν ἄρτον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ τὸν ἀληθινόν. ὁ γὰρ

ἄρτος τοῦ θεοῦ ἐστιν ὁ καταβαίνων ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ζωὴν διδοὺς τῶι
κόσμωι. καὶ πρός γε τούτοις πάλιν μόνον οὐχὶ καὶ δακτύλωι καταδεικνὺς
ἑαυτὸν ἐν-  
σώματον ἐγώ εἰμι, φησίν, ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς. ἐάν
τις φάγηι ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσει εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν
ἐγὼ
δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς. ὁ τρώγων μου τὴν
σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῶι. καθὼς
ἀπέστειλέ
με ὁ ζῶν πατὴρ κἀγὼ ζῶ διὰ τὸν πατέρα, καὶ ὁ τρώγων με κἀκεῖνος ζήσει

δι' ἐμέ. καίτοι πῶς οὐκ ἀληθὲς εἰπεῖν ὡς οὐ καταπεφοίτηκε μὲν ἐξ


οὐρανῶν ἡ σάρξ,
ἀλλ' ἦν ἐκ παρθένου κατὰ τὰς γραφάς; ἔστι δὲ οὐκ ἐδεστὸς ὁ λόγος, ἀλλ'
εἰς ἓν ἄμφω
συλλέγων κατὰ σύμβασιν οἰκονομικὴν τὰ τῶν φύσεων ἰδιώματα διὰ
μυρίων ὅσων ἡμῖν
ὁρᾶται λόγων. Νικοδήμωι μὲν γὰρ οὐ συνιέντι τὸ μυστήριον,
ἀνακεκραγότι δὲ ἀμαθῶς
πῶς δύναται ταῦτα γενέσθαι; εἰ τὰ ἐπίγεια, φησίν, εἶπον ὑμῖν καὶ οὐ
πιστεύ-
ετε, πῶς ἐὰν εἴπω ὑμῖν τὰ ἐπουράνια, πιστεύσετε; καὶ οὐδεὶς ἀναβέβηκεν
εἰς τὸν οὐρανόν, εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου.
Ἰουδαίοις δὲ πάλιν τὴν ἴσην ἐκείνωι νοσοῦσιν ἀπαιδευσίαν καὶ διαγελᾶν
οὐκ οἶδ' ὅπως
ἑλομένοις αὐτόν, ἐπείπερ ἔφη ζωοποιὸν καὶ ἐξ οὐρανοῦ τὸ ἴδιον σῶμα,
τοῦτο ὑμᾶς σκαν-
δαλίζει; φησίν· ἐὰν οὖν θεωρῆτε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἀναβαίνοντα
ὅπου
ἦν τὸ πρότερον; ἢ οὐχὶ τετέχθαι φαμὲν ἐκ γυναικὸς τὸν Ἐμμανούηλ; ποῦ
τοιγαροῦν
τὸ πρότερον ἦν ἢ πῶς ἀναβέβηκεν ἔνθαπερ εἶναί φησιν αὐτός, καίτοι
τεχθέντος διὰ
1006

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Ephesenum anno 431


Tomëvolumëpart 1,1,1, p. 69, li.22

νης μὲν γὰρ ἐν ἀρχῆφησὶν ἦν ὁ λόγος καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς τὸν θεὸν καὶ
θεὸς
ἦν ὁ λόγος. οὗτος ἦν ἐν ἀρχῆι πρὸς τὸν θεόν. πάντα δι' αὐτοῦ ἐγένετο
καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδέν. Παῦλος δὲ αὖ· εἷς θεὸς ὁ πατήρ, ἐξ οὗ
τὰ πάντα, καὶ εἷς κύριος Ἰησοῦς Χριστός, δι' οὗ τὰ πάντα. ἀλλ' εἴπερ ἦν
τι μεσολαβοῦν μετὰ τὸ ἡνῶσθαι σαρκὶ τὸν λόγον καὶ εἰς ἑτερότητα
καταδιαιροῦν, τὴν ὡς
ἐν υἱῶν δυάδι φημὶ κατὰ τὸ τισὶ δοκοῦν, πῶς ἐκτίσθη τὰ πάντα διὰ Ἰησοῦ
Χριστοῦ;
ἀλλὰ μὴν ἐκτίσθη δι' αὐτοῦ τὰ πάντα. πρόδηλον οὖν ὅτι τὰ φύσει τε καὶ
ἰδικῶς ἐνυ-
πάρχοντα τῶι ἐκ πατρὸς ὄντι λόγωι τετήρηται πάλιν αὐτῶι καὶ ὅτε
πέφηνεν ἄνθρωπος.
ἐπισφαλὲς οὖν ἄρα τὸ διατέμνειν ἀποτολμᾶν. εἷς γὰρ κύριος Ἰησοῦς
Χριστὸς καὶ δι'
αὐτοῦ τὰ πάντα δεδημιούργηκεν ὁ πατήρ. ἔστι τοιγαροῦν καὶ δημιουργὸς
θεϊκῶς καὶ
ζωοποιὸς ὡς ζωὴ ἀνθρωπίνοις τε αὖ καὶ τοῖς ὑπὲρ ἄνθρωπον ἰδιώμασιν
εἰς ἕν τι τὸ μεταξὺ
συγκείμενος. μεσίτης γάρ ἐστι θεοῦ καὶ ἀνθρώπων κατὰ τὰς γραφάς,
φύσει μὲν
ὑπάρχων θεὸς καὶ οὐ δίχα σαρκός, ἄνθρωπος δὲ ἀληθῶς καὶ οὐ ψιλὸς
καθ' ἡμᾶς, ἀλλ' ὢν
ὅπερ ἦν, καὶ εἰ γέγονε σάρξ. γεγράπται γὰρ ὅτι Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ
σήμε-
ρον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας. ἦ γὰρ οὐχὶ διὰ τῆς ἁγίας [καὶ θεοτόκου]
παρ-
θένου τετέχθαι πιστεύομεν ἐν ἐσχάτοις τοῦ αἰῶνος καιροῖς τὸν
Ἐμμανουήλ; εἶτα πῶς τοῦ-
το οὐκ ἀληθές; τὸ δὲ δὴ χθὲς καὶ σήμερον, ὦ φιλόχριστε βασιλεῦ, καιρὸν
ἡμῖν τὸν ἐνε-
στηκότα καὶ τὸν ἤδη παρωιχηκότα κατασημήνειεν ἄν. πῶς οὖν ὁ αὐτὸς
εἴη ἂν εἴς γε
τὸν παρωιχηκότα, καίτοι γένεσιν οὔπω τὴν κατὰ σάρκα λαχών; οὐκοῦν
ἦν ὁ λόγος ἐν
ἀρχῆι καὶ ὡς ἐξ ἀιδίου καὶ ἀτρέπτου πεφηνὼς τοῦ θεοῦ καὶ πατρὸς ἔχει
καὶ αὐτὸς ἐν
1007

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Ephesenum anno 431


Tomëvolumëpart 1,1,1, p. 71, li.12

νον γὰρ ἐκ πνευματικῆς ἀκολουθούσης πέτρας, ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστός.


ἄθρει δὴ οὖν ἐν Χριστῶι Ἰησοῦ δεικνύμενον καθ' ἕνωσιν οἰκονομικὴν τὸ
ἰδικῶς τοῦ λόγου
πρεσβύτατον. ἢ οὐκ ἐναργὴς ὁ λόγος; τὸν γάρτοι Βηθλεεμίτην ὡς
ἄνθρωπον καὶ ἐκ
γυναικὸς ἀπ' ἀρχῆς αἰῶνος τὰς ἐξόδους ἔχειν εὖ μάλα φησίν. ἐν ἀρχῆι
γὰρ ἦν καὶ
πρὸ παντὸς αἰῶνος ὁ ἐνανθρωπήσας λόγος καὶ αὐτὸς ἦν ἡ πέτρα,
δεδιψηκότα τὸν Ἰσραὴλ
τοῖς παρ' ἐλπίδα καὶ ἀδοκήτοις ἐκμεθύσκων νάμασι, καίτοι γεννηθεὶς
κατά γε τὴν σάρκα
καὶ τὸ ἀνθρώπινον ἐν ἐσχάτοις τοῦ αἰῶνος καιροῖς καὶ κεχρισμένος εἰς
τὴν εἰς τόνδε τὸν
κόσμον ἀποστολὴν παρὰ τοῦ θεοῦ καὶ πατρός· κατωνόμασται γὰρ οὐχ
ἑτέρου του χάριν
ἀλλ' ἢ διὰ τοῦτο Χριστός, Χριστὸς δὲ ἦν ἡ πέτρα κατὰ τὸν Παῦλον.
ἐπαγωνιεῖται δὲ
αὖ καὶ συναθλήσει τῶι λόγωι καὶ ὁ σοφὸς Ἰωάννης, μόνον οὐχὶ καὶ
συναγείρων τὰς
φύσεις καὶ συνδέων εἰς ἕνωσιν τῶν ἑκατέραι προσόντων ἰδιωμάτων τὴν
δύναμιν. θέα
γὰρ ὅ φησιν· ὃ ἦν ἀπ' ἀρχῆς, ὃ ἀκηκόαμεν, ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς
ἡμῶν, ὃ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς

ζωῆς, καὶ ἡ ζωὴ ἐφανερώθη καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγ-
γέλλομεν ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ἥτις ἦν πρὸς τὸν πατέρα καὶ ἐφα-
νερώθη ἡμῖν. ἰδοὺ τὸν ὄντα ἀπ' ἀρχῆς ὦφθαί τέ φησιν ἐναργῶς,
ὑπομεῖναι δὲ καὶ
ἁφήν. ἀνακεκράγει γὰρ ὁ Θωμᾶς· ὁ κύριός μου καὶ ὁ θεός μου,
ἀναμετρήσας
δακτύλωι πλευράν τε τὴν σώματος καὶ τὰς διατρήσεις τῶν ἥλων.
γεγενῆσθαι δέ φησι
τοὺς ἁγίους ἀποστόλους καὶ ὁ θεῖος ἡμῖν Λουκᾶς αὐτόπτας τε καὶ
ὑπηρέτας τοῦ λόγου.

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Ephesenum anno 431


Tomëvolumëpart 1,1,2, p. 87, li.31
1008

μενον εἰδότες θεὸν προσφέρουσι λίβανον αὐτῶι τούτωι θεικὴν ἀξίαν


μηνύοντες. οὐδὲ
ἄγγελοι ταῖς ἐπινοίαις ταῖς κατὰ σὲ τὸ τεχθὲν τοῦ θεοῦ λόγου διέστησαν,
ἀλλ' ἕνα καὶ
τὸν αὐτὸν εἰδότες καὶ ὁρώμενον καὶ νοούμενον ἐβόων λέγοντες· δόξα ἐν
ὑψίστοις
θεῶι καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία, καὶ οὐκ ἄλλα μὲν
λέγοντες
κατὰ σέ, ἄλλα δὲ ἐπινοοῦντες καὶ ῥήμασι μὲν ὁμολογοῦντες ἕνα Χριστὸν
Ἰησοῦν, ἐπινοίαι
δὲ διαιροῦντες τὸν αὐτόν, ὥσπερ σύ, ἐννοίας ἔχων μαχομένας τοῖς
ῥήμασιν, ἀλλ' ἕνα καὶ
τὸν αὐτὸν δοξάζουσι θεόν. καὶ ἐν πενίαι τοίνυν καὶ ἐν φάτνηι τοῖς πᾶσιν
ἐφαίνετο.
διὰ τοῦτο καὶ ἐν σπαργάνοις ἐστὶ καὶ ὑπὸ ἀγγέλων δοξάζεται οὐ τοῦ
ἀστέρος κατα-
βάντος πρὸς τοὺς μάγους (οὐδὲ γὰρ τοὺς τόπους ἀμείβουσιν οἱ ἀστέρες),
ἀλλ' ἐπειδὴ τῶν
Χαλδαίων ἡ γῆ πολλοὺς ἔχει τῆι κινήσει τῶν ἀστέρων προσέχοντας, ἡ
δύναμις ἡ κρείττων
ὁδηγοῦσα τοὺς μάγους ἀστέρος ἀνέλαβεν ἰδίωμα, ἵνα ἀφ' ὧν ἔμαθον οἱ
Χαλδαῖοι μάθωσιν
ὃ οὐκ ἤιδεισαν, καὶ ἀστρονομίαι προσέχοντες αὐτοῖς τοῖς ἄστροις τὰ τοῦ
Χριστοῦ διδαχ-
θῶσι μυστήρια. ὅτι γὰρ οὐκ ἦν ἀστήρ, ἀλλὰ δύναμις ἀγγελικὴ ὁδηγοῦσα
τοὺς βαρβά-
ρους πρὸς τὴν εὐσέβειαν, αὐτὸς ὁ εὐαγγελιστὴς δηλοῖ, τὸν ἀστέρα τοῦτον
καὶ ἐν ἡμέραι

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Ephesenum anno 431


Tomëvolumëpart 1,1,5, p. 7, li.2

ὅλον ἄκτιστον καὶ μετὰ τοῦ σώματος, ἀλλ' οὐχὶ κατὰ τὸ σῶμα ἄκτιστον·
ὅλον πλαστὸν
καὶ μετὰ τῆς θεότητος, ἀλλ' οὐχὶ κατὰ τὴν θεότητα πλαστόν· ὅλον
ὁμοούσιον θεῶι καὶ
μετὰ τοῦ σώματος, ἀλλ' οὐχί, καθὸ σῶμα, ὁμοούσιον θεῶι, ὥσπερ οὐδὲ
κατὰ τὴν θεότητά
ἐστιν ἀνθρώποις ὁμοούσιος, καίτοιγε μετὰ τῆς θεότητος ὢν κατὰ σάρκα
ἡμῖν ὁμοούσι.
καὶ γὰρ ὅταν λέγωμεν αὐτὸν κατὰ πνεῦμα θεῶι ὁμοούσιον, οὐ λέγομεν
1009

αὐτὸν κατὰ πνεῦμα


ἀνθρώποις ὁμοούσιον, καὶ πάλιν ὅταν κηρύσσωμεν αὐτὸν κατὰ σάρκα
ἀνθρώποις ὁμοούσιον,
οὐ κηρύσσομεν αὐτὸν κατὰ σάρκα θεῶι ὁμοούσιον. ὥσπερ γὰρ κατὰ
πνεῦμα ἡμῖν οὔκ
ἐστιν ὁμοούσιος, ἐπειδὴ θεῶι ἐστι κατὰ τοῦτο ὁμοούσιος, οὕτως οὐδὲ
κατὰ σάρκα ἐστὶ
θεῶι ὁμοούσιος, ἐπειδὴ ἡμῖν ἐστι κατὰ τοῦτο ὁμοούσιος. ὥσπερ δὲ ταῦτα
διήρθρωται  
καὶ σεσαφήνισται οὐκ εἰς διαίρεσιν τοῦ ἑνὸς προσώπου τοῦ ἀδιαιρέτου,
ἀλλ' εἰς δήλωσιν
τοῦ ἀσυγχύτου τῶν ἰδιωμάτων τῆς σαρκὸς καὶ τοῦ λόγου, οὕτως καὶ τὰ
τῆς ἀδιαιρέτου
συνθέσεως πρεσβεύομεν.

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Ephesenum anno 431


Tomëvolumëpart 1,1,5, p. 108, li.1

κεκάθικεν ἐν δεξιᾶι τοῦ πατρὸς καὶ κρείττων γενέσθαι λέγεται τῶν


ἀγγέλων, καίτοι κατὰ
φύσιν καὶ τῆι τῆς θεότητος ὑπεροχῆι τὰ πάντα νικῶν; οὐκοῦν καὶ
ἄνθρωπος γεγονώς,
πεπλεονέκτηκεν ὡς θεὸς τὴν ἀόρατον κτίσιν, ὁ αὐτὸς ὢν ἀπαύγασμα καὶ
χαρακτὴρ τῆς
θεοῦ δόξης καὶ ἐργασάμενος τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν τὸν καθαρισμὸν αἵματι
τῶι ἰδίωι. εἷς
οὖν ἄρα Χριστὸς καὶ υἱὸς καὶ κύριος.
 Ὅ τε γὰρ ἁγιάζων, φησί, καὶ οἱ ἁγιαζόμενοι ἐξ ἑνὸς πάντες, δι' ἣν
αἰτίαν οὐκ ἐπαισχύνεται αὐτοὺς ἀδελφοὺς καλεῖν λέγων· ἀπαγγελῶ τὸ
ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου. Τὸ κατὰ φύσιν ἅγιον οὐχ ἁγιάζεται, ὅτι μή
ἐστι προσδεὲς ἁγιασμοῦ· τό γε μὴν ὡς ἐν μεθέξει τῆι παρ' ἑτέρου γεγονὸς
ἅγιον ἁγιάζειν
ἑτέρους οὐ δύναται. πῶς οὖν ὁ αὐτὸς ἁγιάζει καὶ ἁγιάζεται, ζητητέον.
ἁγιάζει  
τοίνυν ὡς θεός, ἰδίωμα φύσεως τῆς ἑαυτοῦ τὸ ἁγιάζειν δύνασθαι λαχών·
ἁγιάζεται δὲ
μεθ' ἡμῶν κατὰ τὸ ἀνθρώπινον. εἷς οὖν ἄρα Χριστὸς καὶ υἱὸς καὶ κύριος,
ἁγιάζων
μὲν θεικῶς, ἁγιαζόμενος δὲ μεθ' ἡμῶν ἀνθρωπίνως.
 Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς
ἐκάθισεν ἐν δεξιᾶι τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, τῶν
ἁγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ κύριος καὶ
οὐκ
1010

ἄνθρωπος. Εἰ πᾶς ἱερεύς, καθά φησιν ὁ αὐτὸς μακάριος Παῦλος, εἰς τὸ


προσφέ-
ρειν δῶρά τε καὶ θυσίας παραλαμβάνεται, οὐχ ἑαυτοῖς τελοῦσι τὰς
λατρείας οἱ καλού-
μενοι πρὸς ἱερωσύνην, θεῶι δὲ μᾶλλον, ὧι τὸ παρὰ πάσης τῆς κτίσεως
ὀφείλεται σέβας.

Οικουμενική Σύνοδος. Concilium universale Chalcedonense anno


451 (5000: 003)“Acta conciliorum oecumenicorum, vol. 2.1.1–2.1.3”, Ed.
Schwartz, E.
Berlin: De Gruyter, 2.1.1–2.1.2:1933; 2.1.3:1935, Repr. 2.1.1–2.1.2:1962;
2.1.3:1965.
Tomëvolumëpart 2,1,3, p. 112, li.9

φάλαιον ἀφαρπάζειν βουλόμενος, καὶ τοὺς μὲν ἔπεισε τὴν ἐκ παρθένου


κατὰ τὸ ληφθὲν  
ἀπαρνεῖσθαι γέννησιν, ὡς ἐν τιμῆι δῆθεν καὶ φειδοῖ τῆς τοῦ σωτῆρος
ἀξίας τὴν θεοτόκος
τοῦ γένους ὑποκλέπτων φωνήν, τοὺς δὲ κατ' αὐτῆς ἀνέδην τῆς τοῦ
μονογενοῦς θεότητος
ὥπλισε πρὸς ἀσέβειαν, τρεπτὴν καὶ παθητὴν αὐτὴν ὑποπείσας
ἀνακηρῦξαι τοῖς ῥήμασι,
μεριστὴς κακῶν ὑπηρέταις ἀξίοις διανέμων τὰ βλάσφημα, ὥστε τοὺς μὲν
τῆς ληφθείσης
μορφῆς ἀνελεῖν τὰ γνωρίσματα, τοὺς δὲ μέχρι σαρκὸς μόνης ὁμολογῆσαι
τὴν ἕνωσιν καὶ
τοὺς μὲν τῆς ψυχῆς τὴν ἰατρείαν ἀρνήσασθαι, τοὺς δὲ ταύτην δίχα νοῦ
παρεῖναι λέγειν
τῶι σώματι καὶ τοὺς μὲν τὸ τῆς ἑνώσεως διασπάσαι μυστήριον καὶ ψιλὸν
ὡς ἐπὶ προ-
φήτου τινὸς εἰπεῖν τὸ φαινόμενον, τοὺς δὲ τὸ τῶν φύσεων παραιτεῖσθαι
διάφορον καὶ
μηδὲν τῆς τοῦ σωτῆρος θεότητος καὶ ἀνθρωπότητος καταλιπεῖν ἰδίωμα,
φύρειν δὲ ἅπαξ
ἁπλῶς ἅπαντα τῆς οἰκονομίας τὰ πράγματα. ἀλλ' οὐκ ἔλαθεν τὸν
ἀκοίμητον ὁ τῆς
φύσεως ἐχθρὸς ὀφθαλμόν, ἀλλ' ὡς φωστῆρας εὐθὺς τοῖς ἐν πλάνηι τοὺς
πατέρας ἀνέδειξεν τῆς πίστεως ἅπασιν ἀναπτύσσοντας τὴν διάνοιαν καὶ
τῆς ἐνανθρωπήσεως ἀκριβῶς
1011

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia vetera) (5010:


001)
“Scholia Graeca in Aeschylum quae exstant omnia, vols. 1 & 2.2”, Ed.
Smith, O.L.
Leipzig: Teubner, 1:1976; 2.2:1982.Play Eum, hypothesis-epigram-
scholion 17, li.1

κελευθοποιοὶ] οἱ Ἀθηναῖοι. Θησεὺς γὰρ τὴν ὁδὸν ἐκάθηρε τῶν


ληιστῶν. καὶ ὅταν πέμπωσιν εἰς Δελφοὺς θεωρίδα, προέρχονταί τινες
ἔχοντες πελέκεις ὡς διημερώσοντες τὴν γῆν. M
Δελφός] καὶ ὁ Δελφός [λεὼς], ὅς ἐστι τῆς χώρας ἄναξ καὶ
κυβερνήτης. M
Δελφός] Ἐπαφρόδιτος ἐν ὑπομνήματι Καλλιμάχου αἰτίων βʹ
φησί· Μελανθοῦς τῆς Δευκαλίωνος καὶ Κηφισοῦ τοῦ πο-
ταμοῦ γίνεται Μέλαινα τοὔνομα, Μελαίνης δὲ καὶ Ποσει-
δῶνος Δελφός, ἀφ' οὗ οἱ Δελφοί. M
κτίσας· ποιήσας. ἰδίωμα δὲ τοῦτο Αἰσχύλου. M  
Παλλὰς] χἠ Παλλάς, Δελφοί νιν ὅθ' ἱδρύοντο Προ-
ναίην. Καλλίμ(α)χ(ος). M
Κωρυκὶς πέτρα] πέτραν φησὶ κοίλην τὸν Παρνασσόν. διὰ τὸ
εἶναι δὲ κοῖλον τὸ ὄρος λέγεται ἐκεῖ ἀναστρέφεσθαι τοὺς δαίμονας,
καὶ διὰ τὸ ἄοικον εἶναι. E
Κωρυκὶς πέτρα] ὁ Παρνασσός. M
Βρόμιος] ὁ Διόνυσος. E
ἀμνημονῶ] διὸ εἶπε δαιμόνων ἀναστροφή. M
λαγῶ δίκην] λαγωοῦ δίκην καταπτήξαντι καὶ μὴ ἀνθισταμένωι. M
λαγῶ δίκην] οἱ λαγοὶ δειλοί εἰσιν λίαν· φησὶν αὐτὸν λαγωοῦ

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia recentiora


Demetrii Triclinii) (5010: 003)“Scholia Graeca in Aeschylum quae
exstant omnia, vol. 1”, Ed. Smith, O.L.Leipzig: Teubner, 1976.Play Eum,
hypothesis-scholion 206, li.1

ἀναίμονες γάρ εἰσιν οἱ θεοί – ἀλλὰ τὸ ἀπ' ἀνθρώπων ἠθροισμένον·


ἀφρὸν δὲ τὴν πῆξιν τοῦ αἵματος.
Χλοῦνιν λέγει τὴν ἀκμαίαν ἀποκοπὴν παρὰ τὴν χλόην· ἢ ἐπεὶ
χλούνης ὁ σῦς, οἱ κάπροι δὲ εὐθὺς εὐνουχίζονται.
Τὸ ἑορτῆς εἰρωνικὸν ἀντὶ τοῦ διατριβῆς.
Πᾶς δ' ὑφηγεῖται τρόπος· ἀντὶ τοῦ διὰ τῆς μορφῆς ὑμῶν ἡ
κακία τῶν τρόπων ὑμῶν δείκνυται.
Οὐκ ἐπικοινωνῶν τῆι αἰτίαι, ἀλλὰ τοῦ παντὸς σὺ αἴτιος.
προστραπέσθαι] προσελθεῖν.  
1012

ἐπέστελλον] ἐκέλευσα αὐτόν.


Τοῦτο κατὰ ἀκισμὸν εἴρηται, ὅ φασιν ἰδίωμα, τὰς διωκτρίας
προπομποὺς εἰποῦσαι. ἀκίζειν γάρ φασι τὸ τὰς γυναῖκας ἰδιωμα-
τεύεσθαι καὶ σεμνολογεῖν.
μολεῖν] ὑμᾶς.
Τί προστέταχθε ποιεῖν περὶ ἀνδροφόνου ἀνδρὸς γυναῖκα φο-
νεύσαντος;
Ὁ τοῦ Ἀγαμέμνονος φόνος, φησίν, οὐκ ἔστιν αὐθέντης, ὅ ἐστι
μιαρός.
αὐθέντης] μιαρός.
ὡρ(αῖον).
ἡσυχαιτέραν] δολιωτέραν.

Scholia In Aeschylum, Scholia in Prometheum vinctum (scholia


vetera) (5010: 005)“The older scholia on the Prometheus bound”, Ed.
Herington, C.J.
Leiden: Brill, 1972.Vita-argumentum-scholion-epigram sch, verse 592b,
li.2

τῆς Ἰναχείας: Διὰ τοῦτο ὁ Προμηθεὺς τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς τῆς Ἰοῦς,
Ἰνάχου, ἐνέφηνεν, Ἰναχείαν κόρην καλέσας αὐτήν, ἵνα δείξῃ εὐθὺς ὅτι
μάντις ἐστίν, ὡς καὶ παρ' Ὁμήρῳ ὁ Τειρεσίας· «νόστον δίζηαι μελιηδέα,
φαίδιμ' Ὀδυσσεῦ». A.
Mediceus: τῆς Ἰναχείας] Διὰ τοῦ τὸν πατέρα αὐτῆς
ὀνομάσαι ἐνέφηνε τὸν μάντιν, ὡς καὶ παρ' Ὁμήρῳ ὁ
Τειρεσίας· «νόστον δίζηαι μελιηδέα, φαίδιμ' Ὀδυσσεῦ».
P: Ἔρως μέθη ζῆλός τε καὶ δαίμων ἴσα.
Mediceus: στυγητὸς] Διὰ τὸν ζῆλον στυγητή.
CPPdVW: Ἥρᾳ στυγητός: Διὰ τὸν ζῆλον. τὸ δὲ
ἰδίωμα Ἀττικόν· εἰώθασι γὰρ ἐκεῖνοι τὰ εἰς η λήγοντα
θηλυκὰ διὰ τοῦ ος ἐκφέρειν, ὡς τὸ «κλυτὸς Ἱπποδά-
μεια.»
(594 – 597) εἰπέ μοι τᾷ μογερᾷ: Εἰπέ μοι τῇ ἀθλίᾳ τίς ὢν σὺ οὕτως
ἀληθῶς προσφωνεῖς καὶ ὀνομάζεις ἐμέ, τὴν ἐκ θεᾶς τε τῆς Ἥρας ἐπελ-
θοῦσάν μοι νόσον εἴρηκας (λέγει δὲ τὸν τῆς πλάνης οἶστρον), ἥτις
μαραίνει καὶ καίει με, κεντοῦσα βέλεσι φοιταλέοις, τοῖς ποιοῦσιν ἐμὲ
ἁπανταχοῦ πορεύεσθαι πλανωμένην. A (om. C; contuli et D).

Scholia In Aeschylum, Scholia in Prometheum vinctum (scholia


recentiora Thomae Magistri et Demetrii Triclinii) (e cod. Neapol. II.F.31)
1013

(5010: 007)
“”The commentary on Aeschylus' Prometheus in the codex
Neapolitanus””, Ed. Smyth, H.W., 1921; Harvard studies in classical
philology 32.
Hypothesis-verse of play 592, li.2

ρατα ἐχούσης
κλύω] ἀκούω οἰστροδινήτου] τῆς ὑπὸ οἴστρου κινουμένης ὃν
αὐτῇ ἐμβάλλει ἡ Ἥρα
Ἵνα δείξῃ ὅτι θεός ἐστι καὶ οἶδε πάντα, διὰ τοῦτο πατρόθεν αὐτὴν
ὠνόμασεν ἐξ ἀρχῆς, καὶ πόθεν τοιαῦτα πάσχει προείρηκεν τῆς Ἰναχείας]
τῆς θυγατρὸς τοῦ Ἰνάχου Διὸς] τοῦ θάλπει] ἐκκαίει κεάρ] τὴν
ψυχήν  
ἔρωτι] τῷ αὐτῆς ὑπερμήκεις δρόμους] τοὺς μακροὺς· ἤγουν τὴν
μακρὰν πλάνην
Ἥρᾳ] τῇ στυγητὸς] μεμισημένη καὶ ζηλοτυπουμένη
Ἰδίωμα Ἀττικόν ἐστι τοῦτο· εἰώθασι γὰρ ἐκεῖνοι τὰ εἰς ἦ λήγοντα
θηλυκὰ
διὰ τοῦ ος ἐκφέρειν, ὡς τὰ ἀρσενικά· οἷον στυγητὸς Ἥρα καὶ κλυτὸς
Ἱππο-
δάμεια (B 742)
πρὸς βίαν] βιαίως γυμνάζεται] δαμάζεται ἐκ μεταφορᾶς τῶν ζώων
Ante vers. στροφὴ ἑτέρα κώλων ιηʹ
ἡμέτερον πόθεν ἐμοῦ σὺ: καὶ ἡ παροῦσα στροφὴ μονοστροφική ἐστιν
ὡς καὶ ἡ προειρημένη· ἔστι δὲ κώλων ιηʹ. τὸ αʹ παιωνικὸν τρίμετρον
ἀκα-
τάληκτον, ἐκ παιώνων τετάρτων· κατὰ μονοπεδίαν γὰρ μετρεῖται τὰ
τοιαῦτα
μέτρα διὰ τὸ τετρασυλλάβους εἶναι τοὺς πόδας, ὡς ἐν ἄλλοις εἴρηται. τὸ
βτερον ἰωνικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον, ἐξ ἐπιτρίτου βτέρου παίωνος
τρίτου ἀντὶ ἰωνικοῦ καὶ συλλαβῆς. τὸ γʹ παιωνικὸν καθαρὸν ἡμιόλιον, ἐκ

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia recentiora)


Play Eum, hypothesis-verse of play 206, li.2

παρὰ νόμων] ἔξω νόμων. τίων] τιμῶν.


παλαιγενεῖς] ἡμᾶς δηλονότι, ὅσον τὸ ἐπὶ σοὶ ἀναιρήσας καὶ
φονεύσας.
ὑπαί τε γᾶν] ὑπὸ γῆν.
ποτιτρόπαιος] προστρόπαιος, ἱκέτης.
1014

χωρεῖτε] τὸ μὲν πρῶτον πρὸς πάσας ὁ λόγος, ἑξῆς δὲ πρὸς


μίαν ἀποδίδοται.
πτηνὸν] ταχύν. ἀργηστὴν] λευκόν. ὄφιν] βέλος.
τὰς προπομποὺς] τοῦτο κατ' ἀκκισμὸν εἴρηται, ὃ φασὶν
ἰδίωμα, τὰς διωκτρίας προπομποὺς εἰποῦσαι· ἀκκίζειν γὰρ, φασὶ, τὸ
πὰς γυναῖκας ἰδιωματεύεσθαι καὶ σεμνολογεῖν.
μολεῖν] ὑμᾶς δηλονότι.
λέγῃ] ὀνομάζῃ.
τίθησιν ὀρθὸν] καταβάλλει γὰρ ἢ ὀρθοῖ.
ἐπινωμᾷ στάσις] ἐπισκοπεῖ. στάσις δὲ τὸ σύστημα.
ματρῷον] μητρώϊον. ἔστι δὲ συνίζησις.

Scholia In Aeschylum, Scholia in Aeschylum (scholia recentiora)


Play Eum, hypothesis-verse of play 206, li.3

παρὰ νόμων] ἔξω νόμων. τίων] τιμῶν.


παλαιγενεῖς] ἡμᾶς δηλονότι, ὅσον τὸ ἐπὶ σοὶ ἀναιρήσας καὶ
φονεύσας.
ὑπαί τε γᾶν] ὑπὸ γῆν.
ποτιτρόπαιος] προστρόπαιος, ἱκέτης.
χωρεῖτε] τὸ μὲν πρῶτον πρὸς πάσας ὁ λόγος, ἑξῆς δὲ πρὸς
μίαν ἀποδίδοται.
πτηνὸν] ταχύν. ἀργηστὴν] λευκόν. ὄφιν] βέλος.
τὰς προπομποὺς] τοῦτο κατ' ἀκκισμὸν εἴρηται, ὃ φασὶν
ἰδίωμα, τὰς διωκτρίας προπομποὺς εἰποῦσαι· ἀκκίζειν γὰρ, φασὶ, τὸ
πὰς γυναῖκας ἰδιωματεύεσθαι καὶ σεμνολογεῖν.
μολεῖν] ὑμᾶς δηλονότι.
λέγῃ] ὀνομάζῃ.
τίθησιν ὀρθὸν] καταβάλλει γὰρ ἢ ὀρθοῖ.
ἐπινωμᾷ στάσις] ἐπισκοπεῖ. στάσις δὲ τὸ σύστημα.
ματρῷον] μητρώϊον. ἔστι δὲ συνίζησις.
γαμηλίου τέλους] τοῦ γάμου.  

Scholia In Aeschylum, Scholia in Eumenides (scholia vetera et


recentiora Demetrii Triclinii) (e cod. Neapol. II.F.31) (5010: 023)“The
manuscript tradition of the tragedies of Aeschylus”, Ed. Turyn, A.New
York: Polish Institute of Arts and Sciences, 1943, Repr.
1967.Argumentum-scholion 206, li.1
1015

Χλοῦνιν λέγει τὴν ἀκμαίαν ἀποκοπὴν παρὰ τὴν χλόην· ἢ ἐπεὶ


χλούνης ὁ σῦς, οἱ κάπροι δὲ εὐθὺς εὐνουχίζονται.
Τὸ “ἑορτῆς” εἰρωνικὸν ἀντὶ τοῦ διατριβήν.
Πᾶς δ' ὑφηγεῖται τρόπος: ἀντὶ τοῦ διὰ τῆς μορφῆς ὑμῶν
ἡ κακία τῶν τρόπων ὑμῶν δείκνυται.
Post vers. paragraphus.
Οὐκ ἐπικοινωνῶν τῇ αἰτίᾳ, ἀλλὰ τοῦ παντὸς σὺ αἴτιος.
Post vers. paragraphus.
(προστραπέσθαι:) προσελθεῖν.
(ἐπέστελλον:) ἐκέλευσα αὐτόν.  
Τοῦτο κατὰ ἀκκισμὸν εἴρηται, ὅ φασιν ἰδίωμα, τὰς διωκτρίας
προπομποὺς εἰποῦσαι. ἀκκίζειν γάρ φασι τὸ τὰς γυναῖκας ἰδιωματεύε-
σθαι καὶ σεμνολογεῖν.
(μολεῖν:) ὑμᾶς.

Scholia In Aratum, Scholia in Aratum (scholia vetera) (5013: 001)


“Scholia in Aratum vetera”, Ed. Martin, J.Stuttgart: Teubner, 1974.
Scholion 62, li.15

Ἑλλάδος κλίμα, ἐν ᾧ καὶ σφαιροθετεῖ.


τοῦτο λίαν ἠπόρηται. Κράτης μὲν οὕτως ἐπιλύεται·
“ἡ τοῦ Δράκοντος κεφαλή, ἐπὶ τοῦ ἀρκτικοῦ κατε-
στηριγμένη κύκλου, ὃν συμβέβηκεν ἀειφανῆ εἶναι κατὰ
τὴν περιαγωγὴν τοῦ οὐρανοῦ, περιαγίνεται ἐπ' αὐτὸν
τὸν ὁρίζοντα, καὶ τὸ μὲν ἄλλο αὐτοῦ σῶμα ἀειφανές,
ἡ δὲ γλῶσσα καὶ τὰ ἄκρα τοῦ στόματος πρὸς ἐλάχιστον
ὑποβάντα τῷ ὁρίζοντι, ἅμα νοήματι προκύπτει. καὶ
τοῦτο γίνεται τὸ λεγόμενον ὑπὸ τοῦ Ἀράτου· ὁμολο-
γουμένως γὰρ φθανούσης τῇ δύσει τῆς ἀνατολῆς, ἄκρα-
τος μίξις γίνεται ἀμφοτέρων τῶν ἰδιωμάτων, ὡς ἔχει
καὶ παρὰ τῷ ποιητῇ ἐπὶ τῶν Λαιστρυγόνων (κ 86)·
“ἐγγὺς γὰρ νυκτὸς καὶ ἤματός εἰσι κέλευθοι”. ἐπὶ γὰρ
ἐκείνοις ἡ μὲν ἡμέρα ὡρῶν ἐστιν εἴκοσιν, ἡ δὲ νὺξ
τεσσάρων, συναπτούσης ὅσον οὐδέπω τῆς δύσεως τῇ
ἀνατολῇ. εὐλόγως οὖν ἐπήνεγκεν “ἐγγὺς γὰρ νυκτὸς
καὶ ἤματος”. Ἀρίστυλλος δὲ καὶ Βοηθὸς οἱ μαθη-
ματικοὶ πιθανοτέραν δοκοῦσιν ὑποβάλλειν λύσιν.  
MQDΔKVUAS μίσγονται δύσιές τε καί: αἱ δύσεις καὶ
1016

αἱ ἀνατολαὶ πλησιάζουσιν ἀλλήλαις, λήγουσα μὲν ἡ


ἀνατολή, ἀρχομένη δὲ ἡ δύσις,

Scholia In Aristotelem, Scholia in Aristotelis ethica Nicomachea


(scholia vetera et recentiora) (e cod. Paris. gr. 1854) (5015:
003)“Anecdota Graeca e codd. manuscriptis Βιβλιοθήκη. e regiae
Parisiensis, vol. 1”, Ed. Cramer, J.A.
Oxford: Oxford University Press, 1839, Repr. 1967.Bekker p. 1134A
quat, li.5

Ἤτοι οὐ κατὰ τήνδε ἢ τήνδε τὴν ὕλην, ἀλλ' ἁπλῶς καὶ


καθόλου. περὶ τὰ αὐτὰ τῇ μὲν φρονήσει] Ἡ
φρόνησις καὶ ἡ σύνεσις καὶ κατὰ χρόνον διαφέρουσιν· ἡ μὲν γὰρ
πρὸ τῆς πράξεως καὶ τοῦ τέλους ἡ φρόνησις, ἡ δὲ μετὰ τὴν
πρᾶξιν καὶ τὸ τέλος.
τῶν ἠθῶν ὑπάρχειν] Ὅτι, φησὶν,
ἄλλη ἐστὶν ἡ φυσικὴ ἀρετὴ, καὶ ἄλλη ἡ κυρία, δῆλον ἐκ τῆς
κοινῆς ὑπολήψεως τῶν πολλῶν. Πᾶσι γὰρ δοκεῖ ἕκαστα τῶν
ἠθῶν ὑπάρχειν φύσει πῶς. ἤθη δὲ λέγομεν τὰ ἐκ φύσεως ἑπόμενα
ταῖς ψυχαῖς ἰδιώματα· οὐ μόνον ἐπὶ τῶν λογικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν
ἀλόγων ζώων.
ὅταν τὸ ὕδωρ πνίγῃ] Λέγεται αὕτη
ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων τῶν βλαπτομένων ἀφ' ὧν οἴονται
ὠφεληθῆναι. εἰ γὰρ ἀπὸ τῶν ὠφελίμων πραγμάτων βλάπτονται,
τί ἂν οὗτοι πάθωσιν ὑπὸ τῶν μὴ δυναμένων ὠφελεῖν πραγμάτων
ἀλλὰ βλάπτειν;
Σωκράτης συμβαίνειν] Ὃ γὰρ Σω-
κράτης ἔλεγε, ἀδύνατον εἶναι τινὰ ἔχοντα ἐπιστήμην περισφάλ-
λεσθαι κατὰ τὴν οἰκείαν ἐπιστήμην ἣν ἔχει, τοῦτο συμβαίνει
κἀνταῦθα. ὁ γὰρ ἀκρατὴς οὐ σφάλλεται περὶ τὰ καθόλου, ὧν καὶ

Scholia In Demosthenem, Scholia in Demosthenem (scholia vetera)


(fort. auctore Ulpiano) (5017: 001)“Scholia Demosthenica, 2 vols.”, Ed.
Dilts, M.R.
Leipzig: Teubner, 1:1983; 2:1986.Oration 6, Sec. 27, li.2

πρὸς τὴν ἐπιβουλήν. A


ἃ καὶ πρὸς Μεσσηνίους] κατὰ πρεσβείαν ἐξελθὼν πρὸς Ἀργείους ὁ
1017

Δημοσθένης συνεβούλευσεν· οὐ πεισθέντες αὐτῷ ἐβλάβησαν τὰ μέγιστα.

βούλεται οὖν εἰπεῖν τὴν δημηγορίαν αὑτοῦ, ἵνα πείσῃ τοὺς Ἀθηναίους δι'
ὧν ἤδη τὰ συμφέροντα συνεβούλευσεν, οἷς Ἀργεῖοι πεισθέντες προὐδό-
θησαν. A
Νίκαιαν καὶ Μαγνησίαν ἐδίδου] ταῦτα μὲν ἦν αὐτῶν, εἶχε δὲ αὐτὰ
ἀποσπάσας, εἶτα ἔδωκε πρὸς τὸ ἀπατῆσαι αὐτούς, ἵνα δόξῃ φίλος εἶναι.
AR
οὐδὲν μὴ δεινὸν πάθητε] οὐκ ἔστι τὸ τῶν δύο ἀρνήσεων ἐνταῦθα μίαν
συγκατάθεσιν ποιοῦν ὥσπερ ἀλλαχοῦ, ἀλλὰ ἰδίωμα Ἀττικὸν τὸ εἶναι
πολ-
λὰς ἀρνήσεις ἐφεξῆς. AR
οὐδένα γὰρ βουλοίμην] ὥστε φείδομαι καὶ τῶν προδοτῶν διὰ τὴν
πόλιν. A  

Scholia In Euclidem, Scholia in Euclidis elementa (scholia vetera et


recentiora) (5022: 001)“Euclidis opera omnia, vols. 5.1–5.2, 2nd edn.”,
Ed. Stamatis, E.S. (post J.L. Heiberg)Leipzig: Teubner, 1977.Book 1,
scholion 1, li.250

ἐκεῖνα, καὶ τῷ μὲν πέρατι ἀνάλογον ἡ περιφέρεια, τῷ δ'


ἀπείρῳ τὸ εὐθύ· ἐπ' ἄπειρον γὰρ ἐκβαλλόμενον οὐ παύεται·
τῷ δὲ μικτῷ τὸ ἐκ τούτων μικτόν. καὶ μέντοι καὶ Ἀριστο-
τέλης περὶ τῶν γραμμῶν τὴν αὐτὴν ἔχει τῷ Πλάτωνι
διάνοιαν. ἀμφισβητοῦσι δέ τινες πρὸς τὴν διαίρεσιν ταύτην
καί φασιν μὴ δύο μόνας εἶναι τὰς ἁπλᾶς, ἀλλὰ καὶ τρίτην
ἄλλην τὴν περὶ κύλινδρον ἕλικα γραφομένην· καὶ αὕτη
γάρ, φασίν, ὁμοιομερὴς ὥσπερ αἱ ἄλλαι αἱ ἁπλαῖ ἥ τε περι-
φερής· ἐφαρμόζει γὰρ καὶ ταύτης τὰ μόρια ἑαυτοῖς, τῶν
ἄλλων μικτῶν οὐκ ἐχουσῶν τοῦτο τὸ ἰδίωμα. οὔτε γὰρ ἡ
περὶ κῶνον οὔτ' ἡ περὶ σφαῖραν οὔτ' ἡ περὶ ἄλλο σχῆμα
ὁμοιομερής. μήποτε οὖν, φασί, τρεῖς αἱ ἁπλούσταται γραμ-
μαί; λέξομεν δὴ πρὸς αὐτούς, ὅτι ὁμοιομερὴς μὲν ἡ τοιαύτη
γραμμή, καὶ δέδειχεν Ἀπολλώνιος τοῦτο ἐν τῷ περὶ ἑλίκων,
ἁπλῆ δὲ οὐδαμῶς ἐστιν· οὐ γὰρ ταὐτὸν ὁμοιομερὲς καὶ  
ἁπλοῦν· ὁμοιομερὴς μὲν γὰρ καὶ χρυσὸς καὶ ἄργυρος, ἀλλ'
οὐχ ἁπλοῦν. οὐδὲ ἡ τῆς κυλινδρικῆς ἕλικος γένεσις ἁπλῆ·
γεννᾶται γὰρ τῆς μὲν εὐθείας κύκλῳ κινουμένης περὶ τὸν
ἄξονα, τοῦ δὲ σημείου ἐπὶ τῆς εὐθείας. δύο τοίνυν αἱ κινή-
σεις αἱ ἀπογεννῶσαι καὶ τὴν τοιαύτην ἕλικα·
1018

Anonymi In Hermogenem Rhet., Excerpta e prolegomenis in librum


περὶ στάσεων (e cod. Paris. 3032, fol. 60r–62r) (5024:
006)“Prolegomenon sylloge”, Ed. Rabe, H.Leipzig: Teubner, 1931;
Rhetores Graeci 14.Vol.14, p. 300, li.2

εὑρεῖν, ἔπειτα τάξαι, τρίτον ἑρμηνεῦσαι, τέταρτον μνη-


μονεῦσαι, πέμπτον ὑποκρίνασθαι. τὸ γὰρ τεχνικὸν εἶ-
δος τῆς ῥητορικῆς μέρη ἔχει πέντε· εὕρεσιν, οἰκονο-
μίαν, φράσιν, μνήμην καὶ ὑπόκρισιν.
 Εὕρεσίς ἐστιν ἐπίνοια οἰκείων λόγων τῷ ὑποκειμέ-
νῳ πράγματι.
 Οἰκονομία ἐστὶν ἔντεχνος ἐπίκρισις τῶν εὑρεθέντων.
 Φράσις ἐστὶν ἀπαγγελία τῶν εὑρεθέντων καὶ διαταχ-
θέντων μετὰ τῆς προσηκούσης ἑρμηνείας.  
 Μνήμη ἐστὶν ἐπανάληψις καὶ κατοχὴ μεθοδικὴ διὰ
τύπων καὶ ἰδιωμάτων τῶν προεπινοηθέντων καὶ δια-
τυπωθέντων πραγμάτων καὶ ῥημάτων.  

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ


στάσεων (5024: 018)“Rhetores Graeci, vol. 7.1”, Ed. Walz, C.Stuttgart:
Cotta, 1834, Repr. 1968.
Vol.7, p. 198, li.30

τε καὶ εἴδη· γένη μὲν τῶν ὑποκειμένων, εἴδη δὲ τῶν


ὑπερκειμένων, ἕως ἂν ἢ ἀνιόντες εἰς γένος καταντήσω-
μεν γενικώτατον, μὴ ἔχον ἕτερον ὑπερκείμενον γένος,
ἢ κατιόντες εἰς εἶδος τὸ εἰδικώτατον, μὴ ἔχον ἕτερον
ὑποκείμενον εἶδος· ὃ καὶ στάσις ἐστὶ καὶ τὸν ὁρισμὸν
παρὰ τοῦ τεχνικοῦ ἐπιδέχεται· εἰσὶ μέντοι καὶ εἴδη τινὰ
στάσεων διαιρούμενα εἰς διάφορα εἴδη, ὥσπερ ὁ στο-
χασμὸς, ὁ ὅρος, ἡ ἀντίληψις, ἡ πραγματικὴ, ὁ συλλο-
γισμός τε καὶ ἡ μετάληψις· ὡς ἐν τῇ τῶν κεφαλαίων
διαιρέσει γνωσόμεθα· οὐ πολὺ μέντοι ἀλλήλων τὰ ἐν αὐ-
τοῖς διαφέρει, ἀλλ' ἰδιώμασί τισιν, ὥσπερ Σκύθης τῷ
χρώματι καὶ Αἰθίοπες, ἄνθρωποι ὄντες καὶ φύσει τοῦ  
αὐτοῦ εἴδους ἑκάτερον, ὑποδιαιρεῖται οὖν ὡς γένος καὶ ἡ
δικαιολογία εἰς δύο, ὡς εἶναι τοῦτο τέσσαρας ὑποδιαι-
ρέσεις· ὑποδιαιρεῖται δὲ εἴς τε τὸ κεκωλυμένον κατά τι·
οὐ γὰρ εἰς τὸ πάντη κεκωλυμένον· ἢ γὰρ ἂν καὶ ἀσύ-
στατον ἦν καὶ εἰς τὸ πάντη ἀκώλυτον· ὡς ὁ κατηγορού-
1019

μενος ἀπομάχεται. ἐπεὶ ὅ γε κατήγορος κεκωλύσθαι αὐ-


τὸ καὶ μὴ ἁπλῶς ἀφειμένον εἶναι διϊσχυρίζεται· εἰ μὲν
οὖν οὐδαμῶς, φησὶ, φάσκει κεκωλύσθαι τὸ γεγονὸς ὁ
κατηγορούμενος, ἀντίληψις ἡ στάσις ἐστὶν,

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ


στάσεων
Vol.7, p. 200, li.20

φύσιν τῆς ἀντιθέσεως· ἐν ταύτῃ γὰρ αὐτὸς ἑαυτῷ τρό-


πον τινὰ ὁ κατηγορούμενος ἀντιτίθησιν, ὥστε εἶναι δύο
ἀντιθέσεις σχεδὸν, τὴν μὲν τοῦ κατηγόρου, τὴν δὲ αὐ-
τοῦ τοῦ κατηγορουμένου, ἣν αὐτὸς ἑαυτῷ ἀντιτίθησι τῷ
δέχεσθαι τὸ ἔγκλημα, ὥστε αὕτη κατ' ἐξαίρετον καλεῖ-
ται ἀντιθετική.
 γʹ. Πάλιν ἐνταῦθα γενικὸν ἐξεῦρεν ὄνομα τὴν ἀντί-
θεσιν, ὅταν ὁ φεύγων ὁμολογῇ πεποιηκέναι τι ὡς ἀδί-
κημα, ἐξ ἧς τέσσαρας ἀπογεννᾶσθαι στάσεις, τὰς ἀν-
τιθετικὰς λεγομένας, ἀντίστασιν, ἀντέγκλημα, μετάστα-
σιν καὶ συγγνώμην, ἃς ἰδιώμασιν οἰκείοις ἀποδιαιρεῖ
ἀλλήλων καὶ διΐστησιν οὕτως· εἰ μὲν γὰρ εἰς ἑαυτὸν ὁ
φεύγων τὸ γεγονὸς ἀναδέχοιτο, θαῤῥούντως ποιεῖ, ὥς τι
μεῖζον ἐπιδεδειγμένος κατόρθωμα· καὶ καλεῖ ἀντίστασιν,
ἣν καὶ ὁριζόμενός φησιν· γίνεται γὰρ ἀνθίστασις, ὅταν
ὁμολογῶν ὁ φεύγων πεποιηκέναι τι ὡς ἀδίκημα ἀνθίστη-
σιν ἕτερον εὐεργέτημα δι' αὐτοῦ μεῖζον τοῦ ἀδικήματος  
πεπραγμένον. Σκόπει τοῦ ὁρισμοῦ τὴν ἀκρίβειαν, πῶς
ἐκόλασε τὸ ὁμολογῶν ἀπό τε τοῦ εἰπεῖν τι, καὶ ἀπὸ
τοῦ προσθεῖναι τὸ ὡς· οὐ γὰρ καθάπαξ οὐδὲ ἁπλῶς ἀδι-
κῆσαι ὁμολογεῖ, ἀλλὰ καὶ μικρὸν καὶ δοκοῦν ἀδίκημα·

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ


στάσεων
Vol.7, p. 683, li.6

Cap. XXIX. Περὶ ἀμφιβολίας.

 αʹ. Τὴν ἀμφιβολίαν οἱ μὲν ἀσύστατον εἶναι ᾠήθη-


1020

σαν ὡς ἀπόρου καθεστηκυίας τῆς περὶ αὐτὴν ἐξετάσεως·


ἔλαθε γὰρ αὐτοὺς, ὅτι γε ἡ τῆς περιστάσεως ποιότης δί-  
δωσιν αὐτῇ δηλαδὴ σύστασιν. οἱ δὲ ἐπὶ τὸν στοχασμὸν
ἀνήγαγον, διελόντες τὸν στοχασμὸν εἰς ἔγγραφόν τε καὶ
ἄγραφον, καὶ τὸ μὲν ἄγραφον στοχασμὸν καλέσαντες
ὁμωνύμως τῷ γένει, τὸ δὲ ἔγγραφον ἀμφιβολίαν· ὡρμή-
θησαν μὲν οὖν ἐπὶ ταύτην τὴν ἔννοιαν ἐκ τοῦ ἰδιώμα-
τος τοῦ στοχασμοῦ· ἐπεὶ γὰρ εὑρήκασι τοῦ ἐπιφερομένου
ἐγκλήματος ἄρνησιν ἐν στοχασμῷ καὶ ἐν ἀμφιβολίᾳ, ὑφ'
ἓν ἀμφότερα γένος ἀνήγαγον. ἐχρῆν δὲ αὐτοὺς εἰδέναι,
ὡς ἐν μὲν στοχασμῷ περὶ οὐσίας γίνεται τὸ ζητούμε-
νον, ἐν δὲ ἀμφιβολίᾳ περὶ λέξιν οὐσίας δηλωτικήν. ἕτε-
ρον δὲ δήπου οὐσία καὶ ἕτερον λέξις ἡ ταύτης δηλωτι-
κή. ἐδόκει δὲ καί τισιν αὐτὴ μὲν ἡ ἀμφιβολία καθ'
αὑτὴν ἀνυπόστατος εἶναι, τῇ δὲ πρὸς ἑτέραν τῶν
στάσεων συμπλοκῆ ζήτησιν ἐπιδέχεσθαι, καθάπερ ἡ πα-
ραγραφή· καὶ ἔοικεν αὐτοῖς κοινωνεῖν τῆς δόξης ὁ τεχνι-
κὸς, οὐ μὴν πάντη συμφέρεται.

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ


εὑρέσεως (5024: 019)“Rhetores Graeci, vol. 7.2”, Ed. Walz, C.Stuttgart:
Cotta, 1834, Repr. 1968.
Vol.7, p. 830, li.18

 Ὡς δ' ὅτε τοῖχον ἀνὴρ ἀράρῃ πυκινοῖσι λίθοισιν·


ἕκαστον παράδειγμα μετὰ τὴν περὶ αὐτοῦ ἑρμηνείαν τι-
θέμενον μαρτυρεῖν ὀφείλει ἀληθεῖ οὔσῃ καὶ οὐκ ἐναν-
τιοῦσθαι αὐτῇ· οἷον πᾶς μέσος ὅρος, τῆς μὲν ἐλάσσονος
προτάσεως κατηγορούμενος· τῇ δὲ μείζονι ὑποκείμενος,
καταφατικῆς οὔσης τῆς ἐλάσσονος προτάσεως, τῆς δὲ
μείζονος καθόλου καὶ αὐτῆς καταφατικῆς, καθόλου κα-
ταφατικὸν συνάγει συμπέρασμα· οἷον τὸ ζῶον τοῦ ἵππου
μὲν κατηγορεῖται, τῇ οὐσίᾳ δὲ ὑπόκειται· πᾶς γὰρ ἵπ-
πος ζῶον, καὶ πᾶν ζῶον οὐσία, πᾶς ἄρα ἵππος οὐσία·
εἰ δὲ φάμενος τὰ ἰδιώματα τοῦ πρώτου σχήματος δέδω-
κε παράδειγμα μὴ συνάγον καθόλου καταφατικὸν συμ-
πέρασμα, ὡς τὸ πᾶς ἄνθρωπος ζῶον, οὐδὲν ζῶον λίθος,
οὐδεὶς ἄνθρωπος λίθος, τί ἂν ἐδόκει λέγειν ὁ ταῦτα
φάμενος; οὐκ ἔξω τοῦ καθεστηκότος τυγχάνειν, οὐ πα-
ραπληξίᾳ καὶ ἀνοησίᾳ ἔνοχος εἶναι, οὐχὶ ληρεῖν καὶ ἀγνο-
εῖν, ὅ τι καὶ φθέγγεται; οὕτως οὖν καὶ ἐνταῦθα εἰπὼν
1021

ὁ τεχνικὸς, δεῖ τελευταῖον τηρεῖν τὸ ποριμώτερον· τοῦτο


δέ ἐστι τὸ ἐκ παραδειγμάτων καὶ πρὸς πίστωσιν οἰκείαν
προαγαγὼν ῥητὸν Ὁμηρικὸν, ποταπὸν ὤφειλε προαγα-
γεῖν ἐναντίον ἑαυτοῦ, ἢ ἁρμόδιον τῷ κανόνι αὐτοῦ·

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ


εὑρέσεως
Vol.7, p. 839, li.4

ἐστὶ λεγόντων σχῆμα ἐπίπεδον ὑπὸ μιᾶς γραμμῆς περιε-


χόμενον, πρὸς ἣν ἀφ' ἑνὸς σημείου τῶν ἐντὸς τοῦ σχή-
ματος κειμένων πᾶσαι αἱ προσπίπτουσαι εὐθὺς ἴσαι ἀλ-
λήλοις εἰσίν· ἀλλ' ἐπεὶ περὶ σχημάτων ἐν λόγοις οὐκ ἐν
σώμασιν ἦν αὐτοῦ ὁ πᾶς λόγος, ὡς ὁμολογούμενον αὐτὸ
παρεσιώπησεν. οὕτως οὖν ὁριστέον, κύκλος ἐστὶ σχῆμα
λόγου, ἑρμηνείας ἴδιον κάλλος ἐμπεριέχον ἐκ τῆς λέξεως,  
ἧς ἄρχεται, εἰς αὐτὴν καταλῆγον, κατὰ πάντα ἀπαράλ-
λακτον· ὁ γὰρ ὁρισμὸς τοῦ τεχνικοῦ, εἰ μέν ἐστιν ἐλλι-
πὴς, οὐκ ἔστιν ὅρος, ἡ δὲ τὴν προσθήκην δέχεται καὶ
οὕτως ἐκπίπτει τοῦ ἰδιώματος τοῦ ὁρισμοῦ· φησὶ γὰρ,
κύκλος ἐστὶ καὶ αὐτὸ ἑρμηνείας ἴδιον κάλλος ἐμπεριέχον
λόγου· πρῶτον μὲν πᾶς ὁρισμὸς δηλωτικὸς ὑπάρχει τῆς
φύσεως τοῦ ὑποκειμένου πράγματος, καὶ οὔτε ἐλλείπειν
θέλει οὔτε πλεονάζειν· διὸ καὶ ἀντιστρέφει. ἴδωμεν οὖν,
εἰ καὶ ὁ παρὼν ὁρισμὸς ἀντιστρέφει. κύκλος ἐστὶ σχῆμα
λόγου ἴδιον κάλλος ἐμπεριέχον· πᾶν οὖν σχῆμα ἴδιον
κάλλος ἐμπεριέχον κύκλος ἐστίν· οὐδεὶς οἶμαι τοῦτο φή-
σει, ἡ παρήχησις ἔχουσα κάλλος κύκλος ἔσται, καὶ πε-
ρίοδος κεκαλλωπισμένον σχῆμα, ὁμοίως καὶ κῶλον καὶ
κόμμα· κεκαλλωπισμένα καὶ αὐτὰ κύκλοι ἔσονται·

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ


ἰδεῶν (5024: 020)“Rhetores Graeci, vol. 7.2”, Ed. Walz, C.Stuttgart:
Cotta, 1834, Repr. 1968.
Vol.7, p. 882, li.13

κοινωνεῖν σφοδρότητι κατὰ ἔννοιαν, οὐ μέντοι καθάπαξ·


ἡ μὲν γὰρ κατὰ μειζόνων γίνεται προσώπων, ἡ δὲ σφο-
δρότης κατὰ ἐλαττόνων· κοινωνοῦσα οὖν κατὰ διαφοράν
τινα, ἐννοίᾳ, μεθόδῳ, κεχώρισται σχήμασι, κώλοις.
 νεʹ. Ἔνια γὰρ τῶν παρακολουθημάτων, εἰ τύχοι ταύ-
1022

της τῆς ἰδέας, καὶ ἕτερα παρέπεται· καὶ κατὰ τοῦτο


συμφερομένη διέστηκεν ἑτέροις τρόποις, ὡς προϊόντες ἀ-
ποδείξομεν, καὶ συμβαίνει κατὰ διαφορὰν αὐτὰς κοινω-
νεῖν· οἷς γὰρ, εἰ τύχοι, συμφέρεται μιᾷ τῶν ἰδεῶν, τού-
τοις ἀπὸ τῆς ἑτέρας χωρίζεται.
 νϛʹ. Περὶ μὲν τῶν ἰδιωμάτων ἑκάστης ἰδέας ἐπὶ τοῦ
παρόντος ὑπερέθετο λέγειν, ἀναγκαῖον ἡγησάμενος περὶ
τῶν κοινῶν πρῶτον εἰπεῖν, ἐξ ὧν πᾶς πέφυκε γίνεσθαι
λόγος· τάχα γὰρ ἂν ἡ τούτων διδασκαλία συντελέσει
πρὸς ῥᾳδίαν τῶν κατὰ μέρος κατάληψιν· ὅτε καὶ τὰς
ὑποβεβηκυίας τισὶ τῶν προειρημένων ἰδεῶν προθέντες,
ἐξ ὧν πεφύκασι γίνεσθαι, λέγοιμεν, ὥστε προλαμβάνειν
δεῖ τὴν τῶν κοινῶν διδασκαλίαν· εὐμαρέστερον γάρ πως
ὁ ταῦτα καταλαβὼν παρακολουθήσει τοῖς ὑπολοίποις.
 αʹ. Αἱ μὲν γὰρ τῶν ἰδεῶν μονοειδεῖς ἔχουσι τὰς
ἐννοίας, ὡς ἡ καθαρότης, αἱ δὲ καὶ μέχρι τριῶν καὶ

Anonymi In Hermogenem Rhet., Commentarium in librum περὶ ἰδεῶν


Vol.7, p. 913, li.8

λὰ κατὰ τὸν ἀκριβῆ τῶν γενῶν λόγον τὴν περὶ τῶν ἰδεῶν
ἐποιεῖτο διδασκαλίαν· ἐκεῖθεν γὰρ λαβὼν τὴν μίμησιν,
καθὰ πολλαχοῦ δεδηλώκαμεν, σπεύδει καὶ τὴν τούτων  
παραστῆσαι φύσιν καὶ δύναμιν· παγχάλεπος γὰρ ὁ περὶ
τῶν ἰδεῶν λόγος, ὅθεν οὐδεὶς ἐτόλμησε τῶν τοσούτων
καὶ τηλικούτων ἀνδρῶν, λέγω δὴ καὶ τῶν ἐκλαμψάντων
ἐπὶ φιλοσοφίᾳ καὶ τοῖς τῆς ῥητορικῆς συγγράμμασιν, εἰ-
πεῖν τι περὶ αὐτῶν, ἕως ὁ τεχνικὸς καθῆκεν ἐπὶ τὴν τοι-
αύτην ἐγχείρησιν· ἀγαπητὸν οὖν, εἰ καὶ ἐκ παρακολου-
θημάτων παραστήσει τὴν φύσιν αὐτῶν, καὶ μὴ μόνον
ἐκ τῶν ἰδιωμάτων, ἀλλὰ καὶ ἐκ τῶν ἐναντίων· ταῦτα γὰρ
ποιεῖν λέγει τὰ παρακολουθήματα, καὶ οὐκ ἀρκεῖται τού-
τῳ μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐπιφέρει τὰ ἀντικείμενα τῇ ἰδέᾳ.
συντελεῖ γὰρ μάλιστα πρὸς ἀκριβῆ γνῶσιν ἡ τῶν ἐναντίων
κατάληψις· εἰ δὲ μὴ εὐπορήσοι παρακολουθημάτων,
ἐξ ἀναιρέσεως σημαίνει τὸ ζητούμενον. οἷον τὸ μὴ ὂν,
εἰ τύχοι λίθος ἢ ξύλον ἢ σίδηρος, ἢ τὸ καὶ τὸ, ἄν-
θρωπός ἐστι· πάντα γὰρ ἀπαγορεύσαντες ἐξ ἀνάγκης εἰς
τοῦτο τὸν λόγον κατεκλείσαμεν.
 ϛʹ. Ἐναντιοῦται γὰρ ἡ περιβολὴ τῇ καθαρότητι
κατὰ ἔννοιαν, μέθοδον, σχῆμα, λέξιν·
1023

Scholia In Hesiodum, Scholia in opera et dies (scholia vetera partim


Procli et recentiora partim Moschopuli, Tzetzae et Joannis Galeni) (5025:
002)
“Poetae minores Graeci, vol. 2 [Scholia ad Hesiodum]”, Ed. Gaisford, T.
Leipzig: Kühn, 1823.Prolegomenon-scholion sch, p. -verse 584ter, li.2

συνουσίαν μάλιστα ὀργῶσαι, ὡς ψυχρότεραι τὴν κρᾶσιν καὶ


ὑγρότεραι, καὶ ὑπὸ τοῦ καύματος οὐ καταπονούμεναι, ἀλλὰ
μᾶλλον εὔκρατοι γινόμεναι, καὶ ὥσπερ ἀναζωπυρούμεναι·
ἀσθενέστατοι δὲ οἱ ἄνδρες· ἡ δ' αἰτία, ἐπεὶ, φησὶ, τὴν κεφαλὴν
αὐτῶν καὶ τὰ γόνατα ὁ ἥλιος ξηραίνει. Αὐαλέος δὲ γίνεται,
ἤγουν ξηρὸς, ὁ χρὼς αὐτῶν ὑπὸ τοῦ καύματος. Τῶν ἀνδρῶν
γὰρ ἅπτεται ὁ ἥλιος, ὡς θερμοτέρων ὄντων καὶ ξηροτέρων, καὶ
τούτους ἀσθενεστέρους ποιεῖ· τὰς γυναῖκας δὲ ψυχρὰς καὶ
ὑγρὰς οὔσας, ὡς εἴρηται, εὐκράτους ποιεῖ. MOSCHOP.
ΗΧΕΤΑ. Ἡ ἠχητικός· Βοιωτῶν καὶ Αἰολέων
ἐστὶν ἰδίωμα, ἤτοι διάλεκτος. TZETZES.
ΣΕΙΡΙΟΣ. Νῦν καὶ ὁ ἥλιος νοεῖται, καὶ ὁ ὑπὸ τὸ
γένειον τοῦ κυνὸς ἀστὴρ, Σείριος καλούμενος· τότε γὰρ καὶ
οὗτος ἀνατέλλει ἑῶος. TZETZES.
ΑΥΑΛΕΟΣ ΔΕ ΤΕ ΧΡΩΣ. Ἕως τοῦ ΣΒΕΝΝΥ-
ΜΕΝΑΩΝ. Λέγοι μὲν ἂν σείριον καὶ αὐτὸν τὸν ἥλιον, ὡς
καὶ ἔμπροσθεν· λέγοι δ' ἂν καὶ τὸν ἐπὶ τοῦ κυνὸς λαμπρότα-
τον· καὶ γὰρ οὗτος τότε τοῦ ἡλίου προανατέλλων ὀξέα σει-
ριάει, καὶ καυμάτων αἴτιός ἐστι τῶν ὑπὸ κύνα καλουμένων·
εἰκότως οὖν αὐαλέος ὁ χρὼς γίνεται ταῖς τούτων ἐμπύροις δυ-
νάμεσιν αὐαινόμενος. Τίνα οὖν ἄκη τοῦ καύματος πετραίη

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (5026: 001)


“Scholia Graeca in Homeri Iliadem (scholia vetera), vols. 1–5, 7”, Ed.
Erbse, H.
Berlin: De Gruyter, 1:1969; 2:1971; 3:1974; 4:1975; 5:1977; 7:1988.
Book of Iliad 1, verse 129c, li.of scholion 4

γὰρ ἀποδῷ· διὸ καὶ τὸ ἔχει προσκείμενον. | μέμνηται αὐτοῦ κἀν


τῇ Ὀρθογραφίᾳ ὁ Ἡρωδιανός (2,419,8). A
 Hrd. vel ex. δῷσι: δίδωσιν, ὡς “φῇσιν ἐλεύσεσθαι”. Til
 Hrd. | ex. δῷσι: ἐξ ὑποτακτικοῦ τοῦ δῷ τρίτου προσώπου, κατὰ
ἐπέκτασιν τῆς σσυλλαβῆς δῷσι. b (BC) T | ἔμφασιν δὲ ἔχει καὶ ἡ
1024

προσθήκη τῆς εξ. b (BC) T Til


 Hrd. Τροΐην: οὕτως Ἀρίσταρχος τρισυλλάβως, καὶ ἐνθάδε
καὶ ἐν τῇ λ τῆς Ὀδυσσείας (510)· “ἤτοι ὅτ' ἀμφὶ πόλιν Τροΐην φρά-
ζευ”. καὶ ἐπείσθη αὐτῷ ἡ παράδοσις. ἔστι δὲ καὶ τὸ τῆς χρήσεως τῆς
Ὁμηρικῆς ἰδίωμα παραφυλάξαι οὕτως, ὡς ὅτι εἴ που λέγει τὸ Τροίη
δισυλλάβως, οὐδέποτε ἐπιφέρει τὸ πόλις, οἷον “εἰσόκε περ Τροίην
διαπέρσομεν” (Ι 46), “ἔνθα κεν ὑψίπυλον Τροίην ἕλον υἷες” (Π 698),  
“Τροίῃ ἐν εὐρείῃ” (Ω 256), καὶ ἀλλαχοῦ. ἐπὶ μέντοι τούτων τῶν δύο
ὁμοιοπτώτως ἐπήνεγκε τὸ πόλιν τῷ Τροΐην· δῷσι πόλιν Τρο-
ΐην καὶ τὸ “ἤτοι ἀμφὶ πόλιν Τροΐην” (λ 510). ταῦτα ὁ Ἡρωδιανός
(2, 23, 36). A
 Ariston. μηδ' οὕτως ἀγαθός περ: ὅτι ἰδίως κέχρηται τῷ πέρ
συνδέσμῳ ἀντὶ τοῦ γέ ἢ τοῦ δή. A
 ex. ἀγαθός περ: ἀντειρωνεύεται b (BCE4) T πρὸς τὸ
“κύδιστε” (Α 122). ὁ δὲ πέρ ἐναντιωματικός ἐστιν. b (BC) T

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 1, verse


198b2, li.of scholion 1

σαντες δέ τινες γράφουσι “ξανθῆς δὲ κόμης ἕλε Πηλείωνος”. | διὰ τού-


του δὲ αἰνίττεται τὸ θερμὸν καὶ ὀργίλον τοῦ ἥρωος· οἱ γὰρ ξανθόχολοι
τοιοῦτοι. A  
 ex. | Did. (?) | ex, οἴῳ φαινομένη: τοὺς γὰρ μεγαλοψύχους ὀργιζομένους
οὐκ ἐμφανῶς δεῖ παύειν, τῶν ἐχθρῶν ὁρώντων. b (BC) T | τὸ δὲ φαινο-
μένη ἀντὶ τοῦ φανησομένη. b (BC) γράφεται δὲ καὶ “φαινο-
μένην”. | πολλὴ δὲ ἡ φαντασία, ὅτι καὶ ἐνεργείας ἐδέησε τῇ θεῷ. b
(B) T
 Ariston. ὁρᾶτο: ὅτι Ζηνόδοτος γράφει “ὁρῆτο”. τοῦτο δὲ
Δώριον. Aint
 Ζηνόδοτος ἀγνοήσας τὸ τῆς διαλέκτου ἰδίωμα ὡς Ἰωνι-
κὸν ἐξέθετο “ὁρῆτο”. ἔστι δὲ Δώριον· οἱ γὰρ Δωριεῖς τῆς δευτέρας
συζυγίας τῶν περισπωμένων τὸ α εἰς η τρέπουσιν. b (BC) Tt
 ex. | ex. αὐτίκα δ' ἔγνω / Παλλάδ' Ἀθηναίην: εἶδεν: ἢ
ὅτι συνήθης ἡ θέα τοῖς ἐπικουρουμένοις Ἕλλησιν, ἢ ὅτι τοῖς διογενέσι
δηλοῦνται οἱ θεοί, ὡς τῇ Ἑλένῃ (sc. Γ 396 – 7). b (BCE4) T καὶ
“Αἰνείας δ' ἑκατηβόλον Ἀπόλλωνα / ἔγνω ἐς ἄντα ἰδών” (Ρ 333 – 4). |
Παλλὰς δὲ παρὰ τὰς παλάμας, ἢ ὅτι εὐκίνητος ὁ νοῦς “ὡσεὶ πτερὸν ἠὲ
νόημα” (η 36). b (BE4) T
 D Παλλάδα τὴν Ἀθηνᾶν – προσκομίσαι τῷ Διΐ. A
 Ariston. | ex. δεινὼ δέ οἱ ὄσσε φάανθεν: ὁ δέ ἀντὶ τοῦ γάρ.
1025

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 3, verse


327b, li.of scholion 2

 Did. | ex. ἑκάστῳ: μόνως κατὰ γενικήν. | τὸ ἑκάστῳ ἀντὶ τοῦ


ἑκάστου. b(BCE3).
 ex. ἵπποι ἀερσίποδες καὶ ποικίλα τεύχε' ἔκειντο: τὸ
ἔκειντο οὐκ ἔστι κοινὸν ἐπὶ τῶν ἵππων, ἀλλὰ προσυπακούομεν τὸ
ἑστήκεσαν, ὡς ἐπὶ τοῦ “ποῦ δέ οἱ ἔντεα κεῖται ἀρήϊα, ποῦ δέ οἱ ἵπποι;”
(Κ 407). b(BCE3)T “ἐλεύσομεν ἐγγὺς ἐόντων / καπνὸν τ' αὐτῶν
τε φθογγήν” (ι 166 – 7). T ἢ ὡς ἰσοδυναμοῦν τῷ ἕστασαν· ἐφ-
ίστασθαι γοῦν τὴν στήλην φαμὲν ἀντὶ τοῦ ἐπικεῖσθαι. ἢ καὶ ἐπὶ ἀργῶν
ἵππων τὸ ἔκειντο. b(BCE3)T  
 D | ex. ἀερσίποδες: αἴροντες εἰς ὕψος – τρέχειν ἵπποι. A |
καὶ ἔστιν ἰδίωμα παρὰ τὸ ἀείρω ἀέρω ἀέρσω, ὡς κέρσω. AT
 ex. ἐδύσατο τεύχεα καλά: ὡς ἰδίᾳ μέλλοντες κινδυνεύειν
ἀσφαλέστερον ὁπλίζονται· ἢ ὡς μέλλοντες κάμνειν προανεκτήσαντο
αὑτοὺς τῇ τῶν ὅπλων ἀνέσει. b(BCE3E4)T
 ex. Ἑλένης πόσις ἠϋκόμοιο: κοσμεῖ αὐτὸν τῷ γάμῳ ὡς “πό-
σις Ἥρης” (Κ 5). πρῶτος δὲ λαχὼν πρῶτος ὁπλίζεται. b(BCE3E4)T
 ex. κνημῖδας μὲν πρῶτα – ἐπισφυρίοις ἀρα-
ρυίας: ὁπλισμὸν διδάσκει. ἐπισφύρια δέ εἰσιν οἱ γλυμμοὶτῶν
σφυρῶν. T
 ὁπλισμὸν διδάσκει διὰ τούτου. ἐπισφύρια δέ εἰσιν οἱ
γλουτοί, ἤτοι τὰ τῶν σφυρῶν σφαιρώματα.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 11, verse
383c, li.of scholion 1

 ex. οὕτω κεν καὶ Τρῶες ἀνέπνευσαν –  


αἶγες: δι' ὧν ἑαυτοῦ τὴν πληγὴν αὔξει, λανθάνει καταβάλλων
τὸ κοινόν. T
 ex. | Hrd. οἵ τέ σε πεφρίκασι: τὸ ἴδιον πάθος ἐπὶ πάντας εἰ-
κάζει. | οὐκ ἀναγκαῖον δὲ ἀντιδιαστέλλειν, ὡς οἴεται Ἀλεξίων
(fr. 41 B.)· δύναται γὰρ καὶ ἀπόλυτος εἶναι. A  
 ex. οἵ τέ σε πεφρίκασι – μηκάδες αἶγες: ὡς
δειλὸς καὶ περὶ τῶν ἄλλων ὑπείληφεν ὡς φοβουμένων. ἔστι δὲ καὶ
ἀνοήτου ἐλέγχειν τοὺς οἰκείους ἐπὶ τῶν πολεμίων. b(BCE3E4)T
μηκάδες δὲ κατὰ μίμησιν τῆς φθογγῆς. T
 ex.(?) μηκάδες: ἐπιθετικῶς αἱ αἶγες, ἀπὸ τοῦ ἰδιώματος τῆς
1026

φωνῆς· μηκὴ γὰρ καλεῖται ἡ τῆς αἰγὸς φωνή. A


 Nic. τοξότα λωβητὴρ κέρᾳ ἀγλαὲ παρθενοπῖπα:
περὶ {δὲ} τῶν διαστολῶν εἴρηται πολλοῖς ὅτι εἰσὶν ἀμφίβολοι· ἢ
γὰρ καθ' ἑαυτὸ ἕκαστον, μόνου τοῦ κέρᾳ προσδιδομένου ἢ τοῖς
ἡγουμένοις ἢ τοῖς ἑπομένοις, ἢ κατὰ δύο ἢ καὶ ἐναλλάξ, τὰ
μὲν καθ' ἕν, τὰ δὲ κατὰ δύο. A
 δύναται καθ' ἓν στιγμὴ καὶ εἰς δύο. Til
 ex. τοξότα λωβητήρ: ἀλλαχοῦ “ποῦ τοι τόξον;” (Ε
171). ἢ τοὺς ἀγχιμάχους ἐπῄνει. T
 ex. τοξότα λωβητήρ, κέρᾳ ἀγλαὲ παρθενοπῖπα:

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 13, verse
390a1, li.of scholion 4

Ἀχέροντος. b(BCE3)T οἱ δὲ τὴν αἴγειρον, καὶ “ἀχελωΐς” γρά-


φουσιν, ἐπεί φησιν “αἰγείρων ὑδατοτρεφέων” (ρ 208). ὅτι δὲ μέγας
ἦν, ἀλλαχοῦ φησι “μίμνον ἐπερχόμενον μέγαν Ἄσιον οὐδὲ φέβοντο”
(Μ 136). T
 D {ἢ} ἀχερωΐς: ἡ λεύκη, παρὰ τὸ ἐκ τοῦ Ἀχέροντος –  
ἐπὶ τῇ Κερβέρου τῇ νίκῃ. A
 D | ex. βλωθρή: εὐαυξῆ. T | τινὲς ἁπαλήν, κατὰ Ἀρκάδας·  
οἱ δὲ ὑψηλήν, κατὰ Βοιωτούς, ἢ φλοιοβαρῆ, κατὰ Μάγνητας, ἢ
τραχεῖαν, κατὰ Δρύοπας, ἢ ηὐξημένην, κατὰ Τυρρηνούς, ἢ σκληράν,
κατὰ Καρυστίους. ἄκρως δὲ διὰ τῶν ἐπιθέτων τὰ ἰδιώματα παρίστησι
“δρυσὶν ὑψικόμοισιν” (ι 186), “ἰτέαι ὠλεσίκαρποι” (κ 510), AT
“ἐλαίης τανυήκεος ὄζοι”, T “αἰγείρων ὑδατοτρεφέων” (ρ 208),
“τανύφλοιόν τε κράνειαν” (Π 767). AT
 ex. κατὰ μὲν Ἀρκάδας ἁπαλή, κατὰ δὲ Βοιωτοὺς ὑψηλή,
κατὰ δὲ Μάγνητας φλοιοβαρής, κατὰ δὲ Δρύοπας τραχεῖα, κατὰ δὲ
Τυρρηνοὺς ηὐξημένη, b(BCE3E4) κατὰ Καρυστίους δὲ σκληρά.
b(BE3E4) ἄκρως δὲ διὰ τῶν ἐπιθέτων τὰ ἰδιώματα παρίστησι,
“δρυσὶν ὑψικόμοισιν”, “ἰτέαις ὀλεσικάρποις”, “ἐλαίης τανυήκεος”,
“αἰγείρων ὑδατοτρεφέων”, “τανύφλοιόν τε κράνειαν”. b(BCE3E4)
 Hrd. {τήντ'} οὔρεσι τέκτονες {ἄνδρες}: δύο δεῖ ποιεῖν, οὔρε

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 13, verse
390a2, li.of scholion 4

οἱ δὲ ὑψηλήν, κατὰ Βοιωτούς, ἢ φλοιοβαρῆ, κατὰ Μάγνητας, ἢ


τραχεῖαν, κατὰ Δρύοπας, ἢ ηὐξημένην, κατὰ Τυρρηνούς, ἢ σκληράν,
1027

κατὰ Καρυστίους. ἄκρως δὲ διὰ τῶν ἐπιθέτων τὰ ἰδιώματα παρίστησι


“δρυσὶν ὑψικόμοισιν” (ι 186), “ἰτέαι ὠλεσίκαρποι” (κ 510), AT
“ἐλαίης τανυήκεος ὄζοι”, T “αἰγείρων ὑδατοτρεφέων” (ρ 208),
“τανύφλοιόν τε κράνειαν” (Π 767). AT
 ex. κατὰ μὲν Ἀρκάδας ἁπαλή, κατὰ δὲ Βοιωτοὺς ὑψηλή,
κατὰ δὲ Μάγνητας φλοιοβαρής, κατὰ δὲ Δρύοπας τραχεῖα, κατὰ δὲ
Τυρρηνοὺς ηὐξημένη, b(BCE3E4) κατὰ Καρυστίους δὲ σκληρά.
b(BE3E4) ἄκρως δὲ διὰ τῶν ἐπιθέτων τὰ ἰδιώματα παρίστησι,
“δρυσὶν ὑψικόμοισιν”, “ἰτέαις ὀλεσικάρποις”, “ἐλαίης τανυήκεος”,
“αἰγείρων ὑδατοτρεφέων”, “τανύφλοιόν τε κράνειαν”. b(BCE3E4)
 Hrd. {τήντ'} οὔρεσι τέκτονες {ἄνδρες}: δύο δεῖ ποιεῖν, οὔρε-
σιν, εἶτα τέκτονες, οὐχ ὑφ' ἕν, ὥς τινες· τί γὰρ πλέον σημαίνεται ἐκ
τῆς συνθέσεως; A
 ex. (Hrd.) οὔρεσι τέκτονες: Νικίας (fr. 17 B.) ὑφ' ἓν “οὐρεσιτέ-
κτονες”, κακῶς· ἔδει γὰρ καὶ τὸ “οὔρεσι βουκόλοι” (Ν 571) συνά-
πτειν. ἄλλως τε ἔσονται οἱ ὄρη κατασκευάζοντες. δύο οὖν μέρη λόγου
ἐστί, καὶ λείπει τὸ οὖσαν, b(BCE3)T ‘οὔρεσιν οὖσαν’, ὡς τὸ
“ἥν τ' ἐν ὄρεςςι / χαλκίδα κικλήσκουσι θεοί” (Ξ 290 – 1). T

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 14, verse
1d, li.of scholion 1

ἀρχὴν ἐζητεῖτο, εἰ δεόντως τετρωμένος οἶνον προσεφέρετο. βελτί-


ων οὖν ἡ συνήθης ἀνάγνωσις. A
 ex. Νέστορα δ' οὐκ ἔλαθεν ἰαχή: ἀπάγει ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ
ὁμοειδοῦς, μὴ θέλων ἐπιμένειν τοῖς Ἑλληνικοῖς ἀτυχήμασιν. b(BCE3
E4)T
 D | ex. ἔλαθεν: σημαίνει καὶ τὸ ἐκ προαιρέσεως μαθόντα παραπέμ-
ψασθαι, ὡς τὸ “καὶ τότ' ἐγὼ Κίρκης λαθόμην” (cf. μ 226 – 7) AT | καὶ
“ἢ λάθετ' ἢ οὐκ ἐνόησεν” (Ι 537). T
 rec. (?) τὸ δὲ λανθάνειν δηλοῖ καὶ τὸ ἀκούειν μέν, ἐθελοντὴν δὲ παρ-
αιτεῖσθαί τι. b(BE3E4)  
 ex. οὐκ ἔλαθεν ἰαχή: τὸ ἰδίωμα τῆς βοῆς οὐκ ἔλαθεν αὐτὸν ὡς
πάλαι πολέμων εὖ εἰδότα. b(BCE3E4)T καὶ Μενέλαος οὖν φησι
“τῷ ἰκέλη, ὡς εἴ ἑ βιῴατο” (Λ 467). T

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 15, verse
385-7, li.of scholion 2
1028

 Ariston. | Nic. ἵππους δ' εἰσελάσαντες ἐπὶ πρύμνῃσι μάχον-


το: πρὸς τὴν ἰδιότητα τῆς μάχης, ὅτι οἱ μὲν ἐπιβεβηκότες ταῖς  
πρύμναις τῶν νεῶν, οἱ δὲ ἀποστρέψαντες τὰ ἅρματα ἐπὶ τῶν δίφρων,
ἵν' ᾖ ἀπ' ἴσου (cf. Ο 386 – 7). | βραχὺ δὲ διασταλτέον ἐπὶ τὸ εἰσελά-
σαντες πρὸς τὸ σαφέστερον. A
 ex. (Ariston.) ἵππους δ' εἰσελάσαντες ἐπὶ πρύμνῃσι μάχον-
το: πρὸς τὴν ἰδιότητα τῆς μάχης, ὅτι οἱ μὲν ἐπιβεβηκότες ταῖς πρύ-
μναις, οἱ δὲ ἀπὸ τῶν ἵππων, ἵνα ἀφ' ὕψους μάχοιντο. ἐσήλασαν δὲ τοὺς
ἵππους διὰ τῆς ὑπὸ Ἀπόλλωνος γενομένης κελεύθου. T
 ex. ἐπὶ πρύμνῃσι μάχοντο – ἐπιβάντες: ἰδίω-
μά φησιν Ἀρίσταρχος γεγενῆσθαι περὶ τὴν μάχην· τῶν γὰρ Τρώων
ἐντὸς τοῦ τείχους γεγονότων οἱ Ἕλληνες ἐπὶ τῶν πρυμνῶν μάχονται·
διὸ Τρῶες, ὅπως ἀπὸ ἴσου βάλλοιεν ὕψους, ἀπὸ τῶν ἁρματείων δίφρων
αὐτοὶ μάχονται ὥστε ἀποστραφῆναι τοὺς ἵππους ὡς ἐπὶ τὴν Ἴλιον.
ἔσονται δὲ καὶ οἱ ἡνίοχοι ὡς ἐπὶ τὴν πόλιν τετραμμένοι, τὰ δὲ νῶτα δόν-
τες τοῖς πολεμίοις, οἱ δὲ παραιβάται σκέποντες αὐτοὺς ἅμα καὶ μαχό-
μενοι· διὸ ὁ ἡνίοχος Πολυδάμαντος Κλεῖτος κατὰ τὸν αὐχένα βάλλεται
(cf. Ο 445 – 52). b(BE3E4)T

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 15, verse
607b2, li.of scholion 2

 Hrd. ἀφλοισμός: ὀξυτόνως ἀναγνωστέον· τὰ γὰρ εἰς μος


λήγοντα ὑπὲρ δύο συλλαβάς, ἔχοντα πρὸ τοῦ μ τὸ ς, ὀξύνεσθαι θέλει,
μερισμός, ὁπλισμός. ἔνιοι δὲ αὐτὸ οἱ μὲν παρὰ τὸ ἀφρισμός, μεταβολῆς
γενομένης τοῦ ρ εἰς τὸ λ καὶ πλεονάσαντος τοῦ ο, οἱ δὲ παρὰ τὸ φλέω
καὶ φλύω, φλοισμὸς καὶ ἀφλοισμός ἐν πλεονασμῷ τοῦ α· διὸ οὐ
δεόντως ὁ Τυραννίων (fr. 37 P.) προπαροξύνει. A
 D | ex. (Hrd.) ἀφλοισμός: ἀφρὸς κατὰ Αἰτωλούς. | οἱ δὲ τὸν ἀφρισμόν,
οἱ δὲ οὐκ ἄπωθεν τοῦ φλοισμοῦ. T  
 D. ἀφρισμὸς κατὰ Αἰτωλούς. λαμβάνεται δὲ καὶ πεποιημέ-
νως ἐπὶ ἰδιώματος ὕδατος ἤχου. b(BCE3E4)
 ex. τὼ δέ οἱ ὄσσε / λαμπέσθην – ὑπ' ὀφρύ-
σιν: καὶ ἀλλαχοῦ “νυκτὶ θοῇ ἀτάλαντος ὑπώπια” (Μ 463). T
 ex. ἀμφὶ δὲ πήληξ / σμερδαλέον κροτάφοιστι-
νάσσετο: τετύπωκε τὸν κορυθαίολον. T
 Ariston. Ἕκτορος· αὐτὸς γάρ οἱ – Πηλείδαο
βίηφιν: ἀθετοῦνται στίχοι πέντε· ἐπιστάμεθα γὰρ ὅτι περὶ Ἕκτο-
ρός ἐστιν ὁ λόγος. καὶ τὴν ἔνθουν ὁρμὴν τοῦ Ἕκτορος ταῦτα παρεν-
ειρμένα ἐκλύει· συναπτόμενα γοῦν τὰ γνήσια τὴν δεινότητα σώζει.
1029

καὶ κυκλικῶς ταυτολογεῖται· προείρηται γὰρ “τὰ φρονέων νήεσσιν


ἔπι γλαφυρῇσιν ἔγειρεν / Ἕκτορα Πριαμίδην” (Ο 603 – 4). πρὸς τί

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 22, verse
141-2, li.of scholion 3

 ex. κίρκος ὄρεσφιν, ἐλαφρότατος πετεηνῶν: ὄρειος γάρ


ἐστι καὶ ὀξύπτερος καλεῖται διὰ τὸ τάχος τῆς πτήσεως. b(BCE3E4)T
 ex. οἴμησε: ὥρμησεν, ὡς τὸ “οἶμα λέοντος ἔχων” (Π 752).
Til
 Ariston. ἡ δέ θ' ὕπαιθα φοβεῖται: ὅτι καὶ νῦν σαφῶς ἀντὶ
τοῦ ἔμπροσθεν φεύγει. Aim
 ex. φοβεῖται: πάλιν ἀντὶ τοῦ φεύγει, καὶ τὸ ὕπαιθα ἀντὶ
τοῦ ἔμπροσθεν b(BCE3)T ἢ ἐκ πλαγίου. b(BCE3E4)
 ex. ὁ δ' ἐγγύθεν ὀξὺ λεληκώς / ταρφέ' ἐπαΐσσει,
ἑλέειν τέ ἑ θυμὸς ἀνώγει: ἐγγὺς γὰρ γεγονὼς πυκνὰς τὰς ἐπι-
πτήσεις ποιεῖ καὶ βοᾷ τῇ τοῦ λαβεῖν ἐλπίδι. ἰδίωμα δὲ φωνῆς τὸ
λεληκέναι (cf. 141) ὡς τὸ κλάζειν. b(BCE3)T  
 ex. ἰθύς: πάλιν ‘κατ' εὐθεῖαν’. Til
 Ariston. τρέσε δ' Ἕκτωρ: ὅτι τὸ τρέσαι οὐ τὴν πτόησιν ση-
μαίνει, ἀλλὰ συνήθως αὐτῷ φεύγειν· ἐπήνεγκεν γοῦν “τεῖχος ὕπο
Τρώων” (Χ 144). A
 ex. (Ariston.) τρέσε: μετὰ δέους ἔφυγεν. Til
 ex. λαιψηρά: ἀντὶ τοῦ λίαν ταχέως Til
 ex. παρὰ σκοπιήν: σκοπιὴν τὸ Αἰσυήτου μνῆμα· φησὶ
γοῦν “τύμβῳ ἐπ' ἀκροτάτῳ Αἰσυήταο” (Β 793). T
 ex. ἐρινεόν: τὸν παρὰ τῷ Ἴλου μνήματι ἐρινεόν

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis)


(e cod. Genevensi gr. 44) (5026: 004)“Les scolies genevoises de l'Iliade,
vol. 2”, Ed. Nicole, J.Geneva: Georg, 1891, Repr. 1966.Book of Iliad 3,
verse 327, li.of scholion 2

[τὼ μὲν ἂρ ἄψορροι] διὰ τί χωρίζεται – ἄμεινον.  


χῶρον μὲν πρῶτον]
[αὐτὰρ ἔπειτα κλήρους] σημείωσαι· λέγουσιν ὅτι καὶ κλῆ-
ρον ἐποιήσαντο – τὸν πολέμιον.
1030

Ζεῦ πάτερ] ὦ Ζεῦ ὁ τῆς Ἴδης βασιλεύων· τιμᾶται γὰρ ἐν τῷ


ἀκρωτηρίῳ – θυήεις».
[κορυθαίολος] ποικίλος τὸν ὁπλισμόν.
Πάριος] Ἴωνες οὕτως, ἡμεῖς δὲ Πάριδος. Πάρις δὲ Ἀλέξανδρος
ἐκλήθη – ἀνέθρεψεν ἀνελόμενος.
ἵπποι ἀερσίποδες] αἴροντες τοὺς πόδας εἰς ὕψος, ταχεῖς –  
καὶ ἔστιν ἰδίωμα.
ἵππουριν] ἐξ ἱππείων τριχῶν τὸν λόφον ἔχουσαν.
φιλότητα] φιλίαν, ξενίαν· ἀπελθόντα γὰρ ὡς πρέσβιν –  
καταφρονηθέντι.
κόρυθος] τὸ προμετωπίδιον – ἕνεκα κοσμήματος.
[ὀλοώτερος ἄλλων] ἐνόμισαν γάρ τινες διὰ τούτου –  
τὸν Μενέλαον.
κόρυθος λάβεν] τῆς περικεφαλαίας. διὰ τί, φασὶν, ὁ Μενέλαος
– τῷ ἐκείνου θανάτῳ.
[ἶφι κταμένοιο] ἰσχυρῶς καὶ μετὰ βίας σφαγέντος.  
θεῶν δ' ἀπόειπε] ἀπάρνησαι δὲ καὶ ἐπιλαθοῦ δι' αὐτὸν τὴν

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia recentiora Theodori Meliteniotis)


(e cod. Genevensi gr. 44) Book of Iliad 23, verse 30, li.of scholion 4

[πρὸς Τρώων καὶ Τρωϊάδων] ὁμοίως – δόξαν.  


ἐπειδὴ νῆάς τε] ἀκέφαλον – ὁ στίχος. Ἑλλήσποντον
καλεῖ τὴν πέριξ Ἰλίου θάλασσαν.
[αὐτοῖς ἵπποισι] κατὰ Ἀττικὸν ἔθος πέφρακε χωρὶς τοῦ σύν.
[πὰρ λεχέεσσι] παρὰ τῷ φέρτρῳ ἤγουν τῇ κλίνῃ.
[τάφον – δαίνυ] τὸ περίδειπνον, τὸ ἐπὶ –  
παρασκευαζόμενον.
[ἀργοὶ] λευκοί· οὐδὲν γὰρ διέφερε τοῖς παλαιοῖς· ἢ ἀτελεῖς, ἢ
ἄζυγοι, ἢ λιπαροί.
ὀρέχθεον] ἀπετείνοντο ἀναιρούμενοι, ἢ ἐφθέγγοντο καὶ ὥσπερ ἐπέ-
στενον· μεμίμηται γὰρ τὸ ἰδίωμα τῆς φωνῆς ὃ προίενται οἱ βόες. οἱ δὲ
διεκόπτοντο – κυάμους.
[μηκάδες] μηκητικαί – φωνῆς.
[θαλέθοντες] θάλλοντες, λιπαροί.
ἐξετείνοντο φλογιζόμενοι τῷ πυρί.
κοτυλήρρυτον] τοσοῦτον – λέγεσθαι.
[σπουδῇ παρπεπιθόντες] μόλις καὶ μετὰ πολλῆς κακοπαθείας
πείσαντες.
[τρίποδα] λέβητα βάσιν ἔχοντα τριῶν ποδῶν.  
1031

[ὕπατος] ἤτοι ὁ μέγιστος, ὁ ὑπέρτατος.


[οὔ μ' ἔτι – ἄχος] οὐκ ἄν μοι ἄλλο τοιοῦτον συμ

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera) (5026: 007)


“Scholia Graeca in Homeri Odysseam, 2 vols.”, Ed. Dindorf, W.
Oxford: Oxford University Press, 1855, Repr. 1962.
Book 2, hypothesis-verse 149, li.4

τὼ δ' εἵως] καὶ οὕτω οἱ δύο ἀετοί. S. τὸ εἵως ἀντὶ τοῦ τέως·
διὸ οὐδὲ ὑποστιγμὴν ἀποτελεῖ, ἀλλὰ στιγμὴν τῷ “πτερύγεσσιν.”
H.M.S.
τὼ δ' εἵως μέν] οἱ ἀετοὶ σημαντικοὶ δεξιῶν ἤτοι ἀγαθῶν. δεξιὰ γὰρ
τὰ ἀγαθὰ οἶδεν Ὅμηρος. ἀετὸς δὲ παρὰ τὸ ἐτεὸν, τὸ ἀληθές. E.
μετὰ πνοιῇς ἀνέμοιο] ὡς ἡσυχῇ τὸ ἔργον τὰ πρῶτα διαχειριζόμε-
νοι. V.
πλησίω ἀλλήλοισιν] ἐπεὶ οὐκ ἀποστατοῦσιν ἀλλήλων ταῖς
βουλαῖς. V.
τιταινομένω] ἐξέτεινον. S.
πτερύγεσσιν] Ἀττικὸν ἰδίωμα. S.
ἀλλ' ὅτε δὴ μέσην ἀγορὴν] ἀλλ' ὁπόταν μέσον τοῦ ἀθροίσμα-
τος, ἐν ᾧ πολλαὶ φῆμαί εἰσι, παρεγένοντο. S.
πολύφημον] ἐν ᾗ πολλαὶ φῆμαί εἰσιν, ἐν ᾗ πολλαὶ κληδόνες εἰσὶν,
ἥτις πολλὰς φήμας περὶ τοῦ Ὀδυσσέως ἔχει. ἢ τὴν πολλὴν εὐφη-
μίαν ἐν τοῖς λόγοις ἔχουσαν. S.
ἔνθ' ἐπιδινηθέντες] ἐκεῖσε δὲ ἐνταῦθα συστραφέντες ἐν τῷ
καταράσσειν τὰ συνεχῆ αὐτῶν πτερά. S.
ἐς δ' ἱκέτην] ἀφίκοντο. M.S.
ὄσσοντο δ' ὄλεθρον] προεμαντεύοντο, προεδήλουν αὐτοῖς ἀπώλειαν. S.  
ὄσσοντο] ἐν τῇ Ῥιανοῦ, ἔσσατο, ἀντὶ τοῦ ὄσσαν καὶ κληδόνα

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera) Book 7, hypothesis-


verse 50, li.1

διὰ σφέας] ἀντὶ τοῦ, δι' αὐτῶν. V. ἔθος τῷ ποιητῇ τὴν διά
ταῖς αἰτιατικαῖς συντάσσειν. δύναται δὲ τὸ ἑξῆς εἶναι, διερχόμε-
νον. P.
ὀρθοτονητέον τὴν ἀντωνυμίαν διὰ τὴν πρόθεσιν. P.
ἥ ῥά οἱ ἀχλὺν] Ζηνόδοτος, ἥ σφισιν ἀχλύν, γράφει, οὐκ εὖ.
ἐν γὰρ τοῖς ἑξῆς (143.) φησιν “καὶ τότε δή ῥ' αὐτοῖο πάλιν χύτο
θέσφατος ἀήρ.” H.P.
ὅτι δύο ὄντων “τοῖσι” εἶπε. καὶ περισσὸς ὁ δέ. P.
βασιλῆας] βασιλεῖς τοὺς κατὰ μέρος ἄρχοντάς φησιν. B.
1032

P.Q.T.
δαίτην δαινυμένους] ἰδίωμα τῶν Ἀττικῶν, ὡς τὸ λόγον λέγει,
γραφὴν γράφει. E. περίφρασις ὁ τρόπος, ὡς τὸ ποδάνιπτρα πο-
δῶν. P.
θαρσαλέος] ὁ πεπαρρησιασμένος καὶ εὔτολμος, οὐχ ὁ θρασύς·  
ἐκεῖνος γὰρ ἀναιδής. καὶ ἔστιν οἰκεῖον τῇ Ἀθηνᾷ τὸ τῆς γνώμης.
καὶ ἐξ ἀνδρείας καὶ λογισμοῦ ὀρθοῦ τὸ θαρρεῖν περιγίνεται. τοῦτο
γὰρ δοκεῖ παραιτεῖσθαι τὴν παρρησίαν Ὀδυσσέως, ὅτι ξένος ἐτύγχα-
νεν. ὑποβάλλει οὖν ὅτι καὶ τὸν τοιοῦτον θαρρεῖν δεῖ, εἰ μέλλει σω-
τηρίας τεύξεσθαι.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera) Book 7, hypothesis-


verse 115, li.4

γυος] ἀξιοπίστως ὡς ἐπ' ἀληθέσι καὶ τὰ μέτρα τῆς γῆς προστίθη-


σιν. ὁ γύης δὲ δύο στάδια ἔχει. P.T. τεσσάρων μέτρων, πλέθρα
ὀργυιῶν. Gl. P.  
τετράγυος] τεσσάρων γυῶν. γύη δὲ μέτρον γῆς γεωργικόν. V.
ἐρειρέδατ'] γρ. ἐλήλαται. H.
ἀμφοτέρωθεν] ἐξ ἑκατέρου μέρους εἰς πλάτος καὶ μῆκος. B.E.P.
νῦν πανταχόθεν. V.
ὄγχναι λέγονται καὶ τὰ κυδώνια καὶ τὰ ἄπια τὰ ἥμερά τε
καὶ τὰ ἄγρια. ἀπὸ τοῦ ἄγχειν δὲ γίνεται καὶ τὰ ἀμφότερα. B.E.Q.
οὐ κυκλικῶς τὰ ἐπίθετα προσέρριπται, ἀλλ' ἑκάστου δένδρου τὸ  
ἰδίωμα διὰ τοῦ ἐπιθέτου προστετήρηται. κάλλος μὲν γὰρ πρόσεστι
ταῖς μηλέαις ἐπικειμένου τοῦ καρποῦ, τῶν δὲ συκῶν γλυκὺς ὁ καρ-
πὸς, ἐλαίας δὲ ἀειθαλὴς ἡ φύσις. ἐκόσμησε δὲ τὴν ἐπαγγελίαν καὶ
ἡ ὁμοιοκαταληξία τῶν λέξεων. B.E.P.T.
Ἄλλως. μηλέαι. τὸ μηλέαι ὡς ἰτέαι καὶ συκέαι, ὃ κατὰ κρᾶ-
σιν γέγονε καὶ συκαῖ, ὡς γαλαῖ. P.
τάων οὔποτε καρπὸς ἀπόλλυται] οὐ μόνον εἰς τὴν ἀπόλαυσιν
τῶν κεκτημένων, ἀλλὰ καὶ εἰς ὄψιν τῶν ἐντυγχανόντων. B.P.Q.T. τὸ
δὲ ἑξῆς, οὐδ' ἀπολείπει ἐπετήσιος, ὅ ἐστι δι' ὅλου τοῦ ἔτους. B.P.Q.
ἐπετήσιος] ἑκάστου ἔτους. ἢ ἐφ' ὅλῳ τῷ ἔτει τοῦ ἐνιαυτοῦ. V.
ἔκφρασις λειμῶνος. P.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera) Book 8, hypothesis-


verse 444, li.2

ἄλεισον] τὸ ἔκπωμα τὸ τετορνευμένον. H.


τρίποδα] γρ. καὶ λέβητα. εἶχε δὲ ὁ λέβης τρίποδα. H.
1033

θοῶς δ' ἐπὶ δεσμὸν ἴηλον] ἐπίβαλε. δεσμοῖς γὰρ ἠσφαλί-


ζοντο τὸ παλαιόν· νεωτέρων γὰρ Λακώνων ἡ κλείς. τὸ δὲ ἀφ' ἑαυτοῦ
ποιῆσαι τὸν Ὀδυσσέα ἐξασφαλιζόμενον ἀπρεπές. δοκεῖ γὰρ μὴ πι-
στεύειν τοῖς συμπλέουσι. διὸ τῇ γυναικὶ τὰ περὶ τὴν ἀσφάλειαν
τῆς χηλοῦ ἀπέδωκεν. B.Q. ἔκτεινον, οἷον ἐπὶ ... “καθ' ὁδὸν δη-
λήσεται” (444). καθ' ὁδὸν τουτέστι τὸν πλοῦν, δηλήσεται δὲ ἀντὶ
τοῦ κακοποιήσει. T.
ὁππότ' ἂν αὖτε εὕδῃσθα] τοῦτο συντελεῖ εἰς τὴν ἀπολογίαν
τοῦ Ὀδυσσέως ὕπνου. ἔοικε γὰρ κατ' ἰδίωμα ἀκολουθοῦν ταῖς ναυσὶ
τῶν Φαιάκων κατακεκοιμῆσθαι καταπλέων εἰς τὴν πατρίδα. Q.
δέδαε φρεσὶ πότνια Κίρκη] ἐδίδαξεν, ἐπεὶ πρότερον οἱ ἑταῖ-
ροι ἔλυσαν τὸν ἀσκόν. E. ἴσως ἐδίδαξεν αὐτὸν διὰ τὸ λῦσαι τοὺς
ἑταίρους τὸν ἀσκὸν τοῦ Αἰόλου. H. πιθανῶς πάνυ ἐπὶ τὸν παρ'
Αἰόλου τῶν ἀνέμων ἀσκὸν, ὃν οἱ ἑταῖροι ἔλυσαν. παρὰ τῆς πολυτρο-
πωτάτης ἔμαθεν ἰδέαν δεσμοῦ. οὐδέπω γὰρ ἔγνωστο ὁ δακτύλιος. T.
αὐτόδιον] ἐξ αὐτῆς ἐκείνης τῆς ὁδοῦ, οὐκ ἀλλαχοῦ που παρα-
χωρηθέντα· ἢ αὐτοδίως, πρὶν ἀλλαχοῦ πορευθῆναι μετὰ τὸ δῆσαι τὸ
κιβώτιον. E. παραχρῆμα, ἐξ αὐτῆς ὁδοῦ· ἢ αὐτοδίως, πρὶν ἀλλαχοῦ
χωρισθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τῆς κιβωτοῦ. B.Q.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera) Book 9, hypothesis-


verse 425, li.6

Κύκλωπας τὰ αὐτὰ δοξάζειν αὐτῷ, οὓς συμβέβηκε βελτίονας ἐκείνου


τὴν φύσιν ὄντας μὴ τὰ αὐτὰ γινώσκειν ἐκείνῳ· περὶ γὰρ τούτων ἔφη
ὁ ποιητὴς “οἵ ῥα θεοῖσι πεποιθότες ἀθανάτοισιν” (107.). T.
περὶ τῆς ἐμῆς ψυχῆς βουλευόμενος. H.
ἄρσενες ὄϊες ἦσαν] Ἀρίσταρχος οἴϊες. τὸ δὲ δασύμαλλοι
οἰκεῖον ἐπίθετον ἀπὸ τοῦ κατακρύπτεσθαι ὑπὸ τοῖς ἐρίοις τοὺς ἑταί-
ρους. ἁρμοδίως δὲ ἀεὶ κέχρηται τοῖς ἐπιθέτοις ποτὲ μὲν καλλίτριχα
λέγων τὰ μῆλα (336.) διὰ τὸ εὐεργὲς τῶν ἐρίων· τῶν γὰρ ἄλλων
ζῴων αἱ τρίχες περιτταί· καὶ ἑξῆς τανύποδα (464.) τὰ μῆλα διὰ τὸ
περὶ τοὺς πόδας ἰδίωμα. οὕτω δένδρων δρύες ὑψίκομοι (186.), μη-
λέαι ἀγλαόκαρποι, συκέαι γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθάουσαι (η, 115.
116.) διὰ τὸ ἀειθαλὲς, ἰτέαι ὀλεσίκαρποι (κ, 510.). ἐπὶ δὲ ζῴων ἵπποι
ἀερσίποδες, ἡμίονοι ταλαεργοὶ, κρατερώνυχες ἵπποι, ἀργιόδοντες ὕες.
ἐπὶ πτηνῶν αἰετὸς ἀγκυλοχείλης, κορῶναι τανύγλωσσοι (ε, 66.). B.H.Q.
λύγοισι] λύγος ἐστὶν ἱμαντῶδες φυτόν. ὁ δὲ ἄγνος λέγεται
παρ' Ἀττικοῖς ἀρσενικῶς.

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera) Book 14, hypothesis-


verse 128, li.1
1034

σκύφος] διχῶς, καὶ ὁ σκύφος καὶ τὸ σκύφος οὐδετέρως.


B.H.M.
ἐνίπλειον] προπαροξυτόνως. H.
τὸ ὄνομα ἐπιζητεῖ. H.
καρτερός] εἶπε γὰρ ὅτι ᾤχετο εἰς τὴν Ἴλιον. H.
φθεῖσθαι] φθαρῆναι, ἀποθανεῖν. V.
εἴ πως αὐτὸν γνωρίσω τοιοῦτον ὄντα οἷον καὶ λέγεις. H.
εἰ ἰδὼν αὐτὸν ἀγγείλαιμι ἀμισθὶ, ἀψευδῶς. H.
πείσειε] τὸ εὐκτικὸν ἀντὶ ὁριστικοῦ, πείσειε, πείσει. H.
διὰ τούτου οὐδ' ἂν σὺ πιστευθείης. H.
ἕκαστα μεταλλᾷ] φύσεως ἀνθρωπίνης ἰδίωμα τὸ περὶ τῶν
ἀναγκαίων ἀπιστοῦντας ἡμᾶς ὅμως ἀναπυνθάνεσθαι. Q.
παρατεκτήναιο] παρατεχνήσαιο, παρὰ τὴν ἀλήθειαν παρα-
σκευάσειας. B.V.
εἴ τίς τοι] Διοκλῆς ἀθετεῖ. οὔτε γὰρ ἡ Πηνελόπη πάντα
ἀμφιέννυσιν, οὔθ' οὕτως πάντα διὰ τοῦτο ψεύδεται, ἀλλὰ καὶ διὰ
μόνην πολλάκις τροφήν. H.Q.  
ἀπ' ὀστεόφιν] οὕτως αἱ πᾶσαι σχεδόν. H.
ἐρύσαι] γρ. ἐρύειν. H. ἑλκύσαι, ἀποσπάσαι. V.
τὸ ἑξῆς, κήδεα τετεύχαται. H.
οὐδέ νυ] γρ. οὐδ' ἄρα. H.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia) (5026: 017)


“Homeri Ilias, 2 vols.”, Ed. Heyne, C.G.Oxford: Oxford University Press,
1834.
Book of Iliad 3, verse 327, li.of scholion 5

εὐειδέστατον, ἀνελόμενος ἀνέθρεψε. Θο-


ῶς. Ταχέως. Ἐκ κλῆρος ὄρουσεν. Ἐξε-
πήδησεν ὁ κλῆρος.
         Ἵζοντο. Ἐκα-
θέζοντο. Κατὰ στίχας. Κατὰ τὰς τά-
ξεις. Ἧχι. Ἔνθα. ὅπου.
         Ἀερ-
σίποδες. Αἴροντες εἰς ὕψος τοὺς πόδας
ταχεῖς. Ζωγραφικῶς δὲ ἐκτετύπωκε τοῦ-
το. Τοιοῦτον γὰρ οἱ κωλυόμενοι τρέχειν
ἵπποι. Καὶ ἔστιν ἰδίωμα.
         Ἐδύ-
σατο. Ἐνεδύσατο.
1035

         Περὶ κνή-


μῃσι. Περὶ ταῖς κνήμαις. Ἔθηκεν.  
Παρέθηκεν, ἔβαλεν.
         Ἀργυρέοι-
σιν. Ἀργυροῖς. καλοῖς. Ἐπισφυρίοις.

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia) Book of


Iliad 15, verse 607, li.of scholion 3

νεῖτο, καὶ ἐνήργει ἐνθουσιαστικῶς. Ἐγ-


χέσπαλος. Πολεμικός. Ὀλοόν. Ὀλέ-
θριον.
         Τάρφεσι. Τοῖς πυκνώμα-
σι. Τάρφεσιν ὕλης. Οὐκ ἔστιν ἐπιθετι-
κῶς ὡς ὀξέσιν, ἄλλ' ὡς βέλεσιν. ἂν δ'
ἐπιθετικὸν ᾖ, ταρφέσιν ὡς ὀξέσιν. ταρ-
φέσιν ὀϊστοῖς.
         Ἀφλοισμός. Ὁ
ἀφρισμός. κατὰ Αἰτωλούς. Λαμβάνεται
δὲ καὶ πεποιημένως ἐπὶ ἰδιώματος ὕδατος
ἤχου.
         Βλοσυρῇσι. Καταπληκτι-
καῖς. Πήληξ. Περικεφαλαία.
Τινάσσετο. Ἐτινάσσετο, ἐσείετο.
Ἐπώρνυεν. Ἐφώρμα. ἔπεμπε. Μόρσι-
μον. Εἱμαρμένον.
         Ἧι δή. Ὅπου  
δή.
         Ἴσχον. Ἐπεῖχον, ἐκώλυον.
Πυργηδόν. Πυκνῶς, ἀσφαλῶς, ἐν τάξει

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 23, verse 30, li.of scholion 3

         Ἀφωπλίζοντο. Ἀφῃροῦντο


τὰ ὅπλα.          Τάφον μενοεικέα δαίνυ.
Τάφον, τὸ περίδειπνον, τὸ ἐπὶ τοῖς τε-
τελευτηκόσιν παρασκευαζόμενον. οἱ Κύ-
πριοι καὶ τὸν φόνον τάφον καλοῦσι. Με-
νοεικέα. Θυμῆρες, αὔταρκες. Δαίνυ.
Εὐώχει.
         Ὀρέχθεον. Ἀπετείνοντο
1036

ἀναιρούμενοι. ἢ ἐφθέγγοντο, καὶ ὥσπερ


ἐπέστενον. μεμίμηται γὰρ τὸ ἰδίωμα τῆς
φωνῆς, ὃ προΐενται ἀναιρούμενοι οἱ βοῦς.
οἱ δὲ ἐκόπτοντο, ἀπὸ τούτου καὶ ἐρεγμὸς,
ὁ ἀποκεκομμένος κύαμος.
         Μηκάδες.
Μηκητικαί. ἀπὸ τοῦ ἰδιώματος τῆς φωνῆς.
Θαλέθοντες. Θάλλοντες. λιπαροί.
Εὑόμενοι. Φλογιζόμενοι. Τανύον-
το. Ἐξετείνοντο φλογιζόμενοι τῷ πυρί.
Κοτυλήρυτον. Τοσοῦτον τῷ πλήθει
ὥστε καὶ κοτύλῃ ἀρύσασθαι. κοτύλην

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) (= D scholia)


Book of Iliad 23, verse 31, li.of scholion 2

πριοι καὶ τὸν φόνον τάφον καλοῦσι. Με-


νοεικέα. Θυμῆρες, αὔταρκες. Δαίνυ.
Εὐώχει.
         Ὀρέχθεον. Ἀπετείνοντο
ἀναιρούμενοι. ἢ ἐφθέγγοντο, καὶ ὥσπερ
ἐπέστενον. μεμίμηται γὰρ τὸ ἰδίωμα τῆς
φωνῆς, ὃ προΐενται ἀναιρούμενοι οἱ βοῦς.
οἱ δὲ ἐκόπτοντο, ἀπὸ τούτου καὶ ἐρεγμὸς,
ὁ ἀποκεκομμένος κύαμος.
         Μηκάδες.
Μηκητικαί. ἀπὸ τοῦ ἰδιώματος τῆς φωνῆς.
Θαλέθοντες. Θάλλοντες. λιπαροί.
Εὑόμενοι. Φλογιζόμενοι. Τανύον-
το. Ἐξετείνοντο φλογιζόμενοι τῷ πυρί.
Κοτυλήρυτον. Τοσοῦτον τῷ πλήθει
ὥστε καὶ κοτύλῃ ἀρύσασθαι. κοτύλην
δὲ πᾶν τὸ κοῖλον ἔλεγον, ὥστε καὶ τὸ
κοῖλον τῆς χειρὸς κοτύλην λέγεσθαι.
Εἰς Ἀγαμέμνονα. Ἀντὶ τοῦ, πρὸς
τὸν Ἀγαμέμνονα.

Scholia In Lycophronem, Scholia in Lycophronem (scholia vetera et


recentiora partim Isaac et Joannis Tzetzae) (5030: 001)“Lycophronis
Alexandra, vol. 2”, Ed. Scheer, E.Berlin: Weidmann, 1958.Scholion 21,
1037

li.6

καὶ ἐπιλαβέσθαι, νῦν δὲ καταχρηστικῶς τὴν παραθαλασσίαν  


μεγάλην πέτραν ἐκάλεσε τοῦ λιμένος, πρὸς ἣν ἀποδέουσι
τοὺς τῶν ὁλκάδων σχοίνους. T εὐγάληνα τὰ γαληνιᾶν
ποιοῦντα τὴν ναῦνκλυδωνιζομένην, ὁπότε δεθῇ καὶ στη-
ριχθῇ ταῖς ἀγκύραις. T
 ναῦται λίαζον· οἱ ναῦται, φησὶ, τὰ σχοινία τὰ
παρέχοντα γαλήνην ἀπὸ τῆς τετρυπημένης πέτρας ἔλυον. s6
 λίαζον ἔλυον τροπῇ τοῦ διχρόνου εἰς δίχρονον ὡς
τὸ βύβλος βίβλος Ἀφροδύτη Ἀφροδίτη τετράδυον τετρά-
διον καὶ τὰ ὅμοια. κἀπὸ γῆς ἐσχάζοσαν ἀντὶ τοῦ
ἀπέλυον· ταῦτα δὲ Καλχηδονίων ἰδιώματά εἰσιν. Choerob.
sch. II 6430 H. εὐβοϊκὴ ἡ λέξις s2 int. lin. Coisl. 345. ἀπὸ
γῆς ἐσχάζοσαν ἀπὸ γῆς ἀνέσπασαν τὰς ἀγκύρας· ὅτε γὰρ
μέλλουσι πλεῖν, ἀπὸ γῆς ἀνασπῶσι ταύτας· τὸ δὲ ἐσχά-
ζοσαν λέγεται ἀπὸ τοῦ σχάζω τὸ ἀνοίγω καὶ τὸ κόπτω
τὸ τὴν διέχειαν ποιοῦν. ἔστι δὲ χαλκιδαϊκὸν ἤτοι ἀττικῆς T
διαλέκτου.
 ὕσπληγξ δὲ καὶ ὑστριχὶς κυρίως μάστιξ ἦν ἐκ χοι-
ρείων τριχῶν συμπεπλεγμένη, καταχρηστικῶς δὲ καὶ πᾶσα
μάστιξ καὶ τὸ βούκεντρον· νῦν δὲ τὰς ἀγκύρας οὗτος λέ-
γει. s4 τὰ σίδηρα s2 παρὰ δὲ Λυκόφρονι ὕσπληξ λέγεται

Scholia In Nicandrum, Scholia et glossae in Nicandri theriaca (scholia


vetera et recentiora) (5031: 001)“Scholia in Nicandri theriaka”, Ed.
Crugnola, A.
Milan: Istituto Editoriale Cisalpino, 1971.Vita-scholion 94e, li.6

χειροπληθῆ δὲ ὅσον πληρῶσαι G, γεμίσαι


τὴν χεῖρα.
καρπόν· καρπὸν νεοθαλῆ δαύκου βαλὼν τρῖβε bd
νεοθηλέα· τὸν νεωστὶ βλαστήσαντα f
δαύκου· Τζέτζης λέγει σπέρμα μαλάχης G
δαύκου· τὸ μέντοι δαύκου καὶ δαύχου
γράφεται, ἐπί τινων δὲ καὶ γλυκύ· ἔστι δὲ ῥιζίον
παρόμοιον σταφυλίνῳ· Ἀντίγονος δὲ λέγει δαύχμου·
ἔστι δὲ δάφνη πικρά. εἰσὶ δὲ δύο γένη τῆς βοτάνης, ἡ μὲν  
Κρητική, ἡ δὲ Ἀσιατική. ὁ δὲ Πλούταρχος πλείονα μέν
φησι γένη αὐτῆς εἶναι, τὸ δὲ κοινὸν τῆς δυνάμεως ἰδίωμα
δριμὺ καὶ πυρῶδες, ὡς καὶ ἡ γεῦσις αἰσθάνεται καὶ ὄσφρησις,
1038

καὶ πειρωμένοις δῆλον εἶναι· καὶ γὰρ ἔμμηνα κινεῖσθαι


σφόδρα ποιεῖ καὶ διαλύει στρόφους τῇ θερμότητι καὶ
τῶν περὶ τὸν θώρακα καὶ σπλάγχνα παθῶν καθαρτικὴν
καὶ προσέτι γε μὴν λεπτυντικὴν ἔχει δύναμιν.
λειαίνειν· τρίβειν GK λέαινε διὰ τοῦ τριβέως d
τριπτῆρι· δοίδυκι GMd διὰ τοῦ τριβέως bd
ὄργανόν ἐστι ᾧ τρίβομεν. f
τροχοειδέα· εἰς τροχίσκους πλάσσων Gd εἰς τρο-
χίσκους KM στρογγύλα bdf

Scholia In Nicandrum, Scholia et glossae in Nicandri theriaca (scholia


vetera et recentiora) Vita-scholion 156a, li.8

ποικίλλει ἢ κινεῖ d
ἀμάθοισι· ἄμμος, ψάμμος κοινόν· ἄμαθοι,
ψάμαθοι ποιητικόν f
τὸ δὲ σπείρῃ λεπρύνονταἀντὶ τοῦ ἢ
τραχύνονται ἢ λευκαίνονται. ἄφ' οὗ καὶ ἡ ἐν τοῖς σώμασι  
παρὰ φύσιν λευκότης καλεῖται λέπρα. ὁ δὲ λόγος, πολλοὶ
δὲ ἐνδιατρίβοντες ἐν τῇ ἄμμῳ ὑπολευκαίνονται τὴν σπεῖραν,
ἀλινδόμενοι καὶ κυλιόμενοι ταῖς ἄμμοις. ἄμαθος δὲ ἡ χερσαία
κόνις. Ὅμηρος δὲ (Il. 9, 385) διαστέλλει· ‘οὐδ' εἴ μοι τόσα
δοίη, ὅσα ψάμαθός τε κόνις τε’. ἀπὸ δὲ τούτου ποιεῖται
τὴν τῶν ζῴων ἐξαρίθμησιν καὶ τὰ ἰδιώματα τῶν πληγῶν
καὶ τὰ συμβαίνοντα πάθη τοῖς ὑπὸ τῶν ἑρπετῶν πληγεῖσιν,
ἀρξάμενος ἀπὸ τῆς ἀσπίδος.
λεπτύνονται· λεπρύνονται Par.
ἀλινδόμενοι· ὁμοιούμενοι MK2
tit. περὶ ἀσπίδος Gd
φράζεο δ' αὐαλέαις· τὴν φρίσσουσαν ταῖς
καταξήροις φολίσι φονευτικὴν ἀσπίδα, τὸ χαλεπώτατον τῶν
ἄλλων θηρίων, σκέπτου.
αὐαλέῃσιν· σκληραῖς K2 ξηραῖς f
ἐπιφρικτήν· καὶ γὰρ ὀρθιάζουσαν K2

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera) (5034: 001)


“Scholia vetera in Pindari carmina, 3 vols.”, Ed. Drachmann, A.B.
Leipzig: Teubner, 1:1903; 2:1910; 3:1927, Repr. 1:1969; 2:1967; 3:1966.
Ode O 3, scholion 81c, li.15
1039

νίκα δὲ ἀντὶ ὑποτακτικῶν λαμβάνονται, τὰ εἰρημένα μόρια


συμπροφερόμενα ἔχουσι, τὸ κεινός ὥσπερ διορθούμενος κεῖνος
ἔγραψεν, ἵν' οὕτως εὐκτικῶς τὸ εἴην ἀποδοθῇ καὶ ἀναχθῇ τὸ
νόημα πρὸς τὸν Θήρωνα, εὐχομένου δηλαδὴ τοῦ ποιητοῦ τὸ
γενέσθαι κατὰ Θήρωνα καὶ μὴ πλέον τι. καλῶς μὲν οὖν ὁ ἀνὴρ
ἐπεστάτησεν ὡς ἐπήβολος ἄριστος τῆς γραμματικῆς τέχνης· τοῦτο
δὲ μόνον ἠγνόησεν, ὅτι ἡ γραμματικὴ ἐπὶ μόνῃ τῇ κοινῇ δια-
λέκτῳ τὸ κράτος ἔχει καὶ δι' αὐτὴν συνεστάθη. πρὸς γὰρ τὰς
ἄλλας, τὴν Δωρίδα φημὶ καὶ Αἰολίδα καὶ Ἀττικὴν καὶ Ἰάδα,
λίαν ἔχει ἀσυντελῶς. διὰ τοῦτο ἐπὶ μὲν τῆς κοινῆς κανόνας
ἀπαιτούμεθα, ἐπὶ δὲ τῶν ἄλλων μόνα ἰδιώματα, οἷον, τόδε ἰδί-
ωμα Δωριέων καὶ τόδε Ἀττικῶν. ἰστέον οὖν ὅτι τὸ κεινὸς εἴην
Δωρικῶς κείμενον παρὰ τῷ Πινδάρῳ ἐστὶν, ὃς τὰ πλείω Δωριστὶ
γράφει. οἱ δὲ Δωριεῖς ὀλιγοφραδεῖς καὶ συλληπτικοὶ, ὡς δῆλον
ἀπὸ τοῦ χρή καὶ χρῆν, ὧν τὸ μὲν χρή ἀπὸ τοῦ χρεών ἐστι,
συντεθέν· διὸ καὶ τοῦ ἐστί τὸν τόνον ἔχει· τὸ δὲ χρῆν ἀπὸ τοῦ
χρεὼν ἦν· διὸ καὶ περισπᾶται. εἴπῃς οὖν καὶ τὸ εἴην ἄν συλ-
ληπτικῶς καὶ Δωρικῶς, ὡς τῆς συλλαβῆς τῆς ην ἐπελθούσης τῇ
ἄν καὶ ἀρκούσης καθ' ἑαυτῆς καὶ τοῦ συνδέσμου παρὰ τῷ
Δωριεῖ.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera) Ode O 3,


scholion 81c, li.16

συμπροφερόμενα ἔχουσι, τὸ κεινός ὥσπερ διορθούμενος κεῖνος


ἔγραψεν, ἵν' οὕτως εὐκτικῶς τὸ εἴην ἀποδοθῇ καὶ ἀναχθῇ τὸ
νόημα πρὸς τὸν Θήρωνα, εὐχομένου δηλαδὴ τοῦ ποιητοῦ τὸ
γενέσθαι κατὰ Θήρωνα καὶ μὴ πλέον τι. καλῶς μὲν οὖν ὁ ἀνὴρ
ἐπεστάτησεν ὡς ἐπήβολος ἄριστος τῆς γραμματικῆς τέχνης· τοῦτο
δὲ μόνον ἠγνόησεν, ὅτι ἡ γραμματικὴ ἐπὶ μόνῃ τῇ κοινῇ δια-
λέκτῳ τὸ κράτος ἔχει καὶ δι' αὐτὴν συνεστάθη. πρὸς γὰρ τὰς
ἄλλας, τὴν Δωρίδα φημὶ καὶ Αἰολίδα καὶ Ἀττικὴν καὶ Ἰάδα,
λίαν ἔχει ἀσυντελῶς. διὰ τοῦτο ἐπὶ μὲν τῆς κοινῆς κανόνας
ἀπαιτούμεθα, ἐπὶ δὲ τῶν ἄλλων μόνα ἰδιώματα, οἷον, τόδε ἰδί-
ωμα Δωριέων καὶ τόδε Ἀττικῶν. ἰστέον οὖν ὅτι τὸ κεινὸς εἴην
Δωρικῶς κείμενον παρὰ τῷ Πινδάρῳ ἐστὶν, ὃς τὰ πλείω Δωριστὶ
γράφει. οἱ δὲ Δωριεῖς ὀλιγοφραδεῖς καὶ συλληπτικοὶ, ὡς δῆλον
ἀπὸ τοῦ χρή καὶ χρῆν, ὧν τὸ μὲν χρή ἀπὸ τοῦ χρεών ἐστι,
συντεθέν· διὸ καὶ τοῦ ἐστί τὸν τόνον ἔχει· τὸ δὲ χρῆν ἀπὸ τοῦ
χρεὼν ἦν· διὸ καὶ περισπᾶται. εἴπῃς οὖν καὶ τὸ εἴην ἄν συλ-
ληπτικῶς καὶ Δωρικῶς, ὡς τῆς συλλαβῆς τῆς ην ἐπελθούσης τῇ
ἄν καὶ ἀρκούσης καθ' ἑαυτῆς καὶ τοῦ συνδέσμου παρὰ τῷ
1040

Δωριεῖ.
EQ τέλος θεοξενίων.  

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)


Ode O 6, scholion metr, li.15

ιαʹ. τὸ αʹ ἐστιν ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον. τὸ βʹ


προσοδιακὸν δίμετρον ἀκατάληκτον. τὸ γʹ προσοδιακὸν τρί-
μετρον ἀκατάληκτον, αʹ χοριάμβου, βʹ ἰωνικοῦ, γʹ χοριάμ-
βου. τὸ δʹ ἐγκωμιολογικόν. τὸ εʹ Εὐριπίδειον. τὸ ϛʹ
προσοδιακὸν ὑπερκατάληκτον δίμετρον. τὸ ζʹ ἰαμβέλεγος.
τὸ ηʹ ἴαμβος τρίμετρος. τὸ θʹ ὅμοιον τῷ ἕκτῳ. τὸ ιʹ
ἐγκωμιολογικόν. τὸ ιαʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον.  
ἡ δὲ ἐπῳδὸς κώλων ιδʹ. τὸ αʹ ἐγκωμιολογικὸν παρὰ
μίαν τοῦ πενθημιμεροῦς ἰαμβικοῦ. τὸ βʹ προσοδιακὸν
δίμετρον ἀκατάληκτον. τὸ γʹ Στησιχόρειον τῷ Πινδαρικῷ
ἰδιώματι· ὁ γὰρ τελευταῖος ἀντὶ τροχαίου ἴαμβον ἔχει.
τὸ δʹ ἀναπαιστικὸν μονόμετρον ἀκατάληκτον. τὸ εʹ ἰωνι-
κὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον. τὸ ϛʹ ἰωνικὸν μονόμετρον
ὑπερκατάληκτον, [ἢ ἀναπαιστικὸν δίμετρον]. τὸ ζʹ ἰαμβι-
κὸν δίμετρον ἀκατάληκτον. τὸ ηʹ Εὐριπίδειον. τὸ θʹ
ὅμοιον τῷ βʹ τῆς στροφῆς κατὰ τὸ ἔθος τῶν ἰωνικῶν ἀπὸ
βραχείας. τὸ ιʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές. τὸ ιαʹ ὅμοιον
τῷ βʹ τῆς στροφῆς. τὸ ιβʹ δακτυλικὸν τρίμετρον κατα-
ληκτικόν. τὸ ιγʹ προσοδιακὸν ἀπὸ χοριάμβου. τὸ ιδʹ
Στησιχόρειον. 7A

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)


Ode O 9, scholion 1i, li.4
ζοντι σὺν τοῖς ἑταίροις τῷ Ἐφαρμόστῳ.
         BDEQ ἄλλως· ὁ μὲν  
ὑπ' Ἀρχιλόχου, φησὶ, λεχθεὶς ὕμνος ἤρκεσεν· ὁ δ' ὑπ' ἐμοῦ
BCDEQ νῦν γεγονὼς ῥηθήσεται. ἔθος δὲ ἦν κωμάζειν τὴν νίκην
ἑσπέρας τοῖς νικηφόροις μετ' αὐλητοῦ· μὴ παρόντος δὲ αὐ-
λητοῦ εἷς τῶν ἑταίρων ἀνακρουόμενος ἔλεγε· τήνελλα καλ-
λίνικε.
         BCEQ ἄλλως· τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος, ὃ τοῖς νικῶσι
τὰ Ὀλύμπια ἐπῄδετο, ἦν τρίστροφον, κοινῶς δυνάμενον
ἁρμόζειν ἐπὶ παντὸς νικηφόρου διὰ τὸ κατὰ τῆς πράξεως
1041

αὐτῆς ψιλὸν ἔχειν τὸν λόγον, μήτε δὲ ὄνομα μήτε ἰδίωμα


BEQ ἀγωνίσματος. ἐφυμνίῳ δὲ κατεχρῶντο τούτῳ· τήνελλα καλ-
λίνικε. τῷ οὖν Ἐφαρμόστῳ, φησὶν, ἐπήρκεσε παραχρῆμα
κατὰ τὴν Ὀλυμπίαν τοῦτο τὸ μέλος κωμάζοντι σὺν τοῖς
ἑταίροις.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera) Ode O 10,


scholion 13a, li.2

ἀλλὰ πόρρω τῆς προθεσμίας ὁ τότε ὡρισμένος καὶ τότε


μέλλων [προσδοκώμενος] χρόνος αἰσχύνης ἀξίαν μηνύει μου
τὴν ὑπόσχεσιν καὶ ὀφειλὴν βραδύνας. 9hEQ
BC βαθὺ χρέος: μέγιστον ὄφλημα τὸν ὕμνον λέγει.
A ὅμως δέ γε λῦσαι δυνατός: ὅμως ἠρεθισμένην
τὴν τῶν θνητῶν ἐπιμομφὴν δυνατὸς ὁ τόκος ἐστὶ λῦσαι.
ὀξεῖαν γὰρ τὴν ἠρεθισμένην ἢ τὴν εὐεπίφορον· ὁ δὲ ὀφεί-
λων ἐπιδιδοὺς τόκον ἄμεμπτος γίνεται· φιλοκερδεῖς γὰρ οἱ
ἄνθρωποι.
A νῦν ψᾶφον: ἀλληγορικῶς ταῦτα λέγει· προσυπ-
ακουστέον δὲ ἔξωθεν τούτῳ. ἰδίωμα δέ ἐστι Πινδάρου
οὕτως ἐλλείπειν τὸ ὥς. παραβάλλει δὲ ἀλληγορῶν τῷ τῆς
θαλάσσης ῥεύματι τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν. ὡς γὰρ ψῆφον ἐπ'
αἰγιαλὸν κυλινδουμένην ἐκβρασσόμενον τὸ κῦμα κατακλύζει,
τὸν αὐτὸν τρόπον, φησὶ, κἀγὼ τὴν ἐπικυλιομένην καὶ ἐπι-
φερομένην μοι μέμψιν ἐκκλύσω καθάπερ ψῆφον.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera) Ode P 4,


scholion 10b, li.1

φυγεῖν τὴν χώραν, ἀπογινώσκοντας δὲ τὴν εἰς τὴν πατρίδα


κάθοδον περὶ ἀποικίας βουλεύεσθαι· ἀποδημήσας δὲ εἰς Δελ-
φοὺς Βάττος ἠρώτα περὶ τῆς στάσεως, πότερον διαγωνίσονται
πρὸς τὴν ἀποικίαν ἢ ἑτέρωσέ ποι ἀποικίαν στείλωνται. τὸν
δὲ θεὸν χρῆσαι·
  Βάττε, τὸ πρόσθε κακὸν, τὸ δὲ δεύτερον ἐσθλὸν ἐρευνᾷς.
  ἔρχεο, λεῖφ' ἁλίαν χώραν· ἤπειρος ἀμείνων
  ἠῷος. πρότερον δόλον ἔκβαλε, πείθεϊ πείθων.
  στέρξον γῆν ὁσίως, ἣν μισεῖ πολλὴν ἀθεμίστως.
  οἷά τ' ἀνὴρ ἕρξει, τοῖον τέλος αὐτὸν ἱκάνει.
1042

ἱερὰν δὲ εἶπε τὴν Θήραν ἤτοι διὰ τὸ περὶ τὴν γῆν ἰδίωμα·
κισσηρώδης γὰρ οὖσα πολυφόρος ἐστὶ καὶ πολύκαρπος· ἢ ὅτι
Κάδμος ἐπιβαλὼν καὶ τὴν νῆσον οἰκίσας βωμοὺς ἱδρύσατο
B(D)EGQ Ποσειδῶνος καὶ Ἀθηνᾶς. Ἱεροκλῆς δέ φησι (FHG IV p. 430)
TOÙS E)K LAKEDAÍMONOS E)POIKÍSANTAS )APÓLLWNI
AU)TH\N A)NIE-
RW=SAI.
         BEGQ ἐγχωρεῖ δὲ καὶ κόσμου χάριν κεῖσθαι τὸ ἐπίθετον.
B(DGQ) οἰκιστῆρα Βάττον: λείπει τὸ ἔσεσθαι [οἰκιστῆρα].
B νᾶσον τὴν Θήραν λέγει.  
DEGQ ἱερὰν νᾶσον τὴν Θήραν οὐχ ἁπλῶς ὀνομάζει, ἀλλ' ὅτι
Κάδμος κατὰ ζήτησιν Εὐρώπης τῆς ἀδελφῆς στελλόμενος προς

Scholia In Pindarum, Scholia et glossae in Olympia et Pythia (scholia


recentiora Triclinii, Thomae Magistri, Moschopuli, Germani) (collecta a
Triclinio) (5034: 004)
“Scholia recentia in Pindari epinicia, vol. 1”, Ed. Abel, E.
Berlin: Calvary, 1891.
Ode-treatise O 6, scholion-Sec. prae g1, li.25

τρον ὑπερκατάληκτον ἢ καὶ ἀναπαιστικόν. Τὸ ιʹ ἐγκωμιολογικόν,


ἤτοι διπενθημιμερές, ὅμοιον τῷ δʹ· ἐλλείπει δὲ μιᾷ συλλαβῇ τὸ
ἰαμβικόν. τοῦτο καὶ προσοδιακόν ἐστιν ἐκ χοριάμβου, Ἰωνικοῦ,
καὶ πάλιν χοριάμβου καταληκτικοῦ. Τὸ ιαʹ ἰαμβικὸν δίμετρον
ὑπερκατάληκτον. ἐπὶ τῷ τέλει τὰ ῥηθέντα σημεῖα.

Περὶ τῶν κώλων τῶν ἐπῳδῶν.

Αἱ ἐπῳδοὶ κώλων ιδʹ. Τὸ αʹ ἐγκωμιολογικόν, ὅμοιον τῷ ιʹ


τῆς στροφῆς, ἢ καὶ προσοδιακόν, ὡς εἴρηται ἐκεῖ. Τὸ βʹ προ-
σοδιακὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐξ Ἰωνικοῦ καὶ χοριάμβου. Τὸ
γʹ Στησιχόρειον, ἤτοι τροχαϊκὸν τρίμετρον ἔχον ἐν τῷ τέλει
ἴαμβον Πινδαρικῷ ἰδιώματι. Τὸ δʹ ἀναπαιστικὸν μονόμετρον
ἀκατάληκτον. Τὸ εʹ Ἰωνικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον ἀπὸ τῶν
μειζόνων. Τὸ ϛʹ Ἰωνικὸν μονόμετρον ὑπερκατάληκτον, ἢ ἀνα-
παιστικόν, ὅμοιον τῷ δʹ. Τὸ ζʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατά-
ληκτον. Τὸ ηʹ τροχαϊκὸν ἑφθημιμερὲς Εὐριπίδειον. Τὸ θʹ προ-
σοδιακόν, ὅμοιον τῷ βʹ. Τὸ ιʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές. Τὸ ιαʹ
ὅμοιον τῷ βʹ. Τὸ ιβʹ δακτυλικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον. Τὸ ιγʹ
προσοδιακὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον ἀπὸ χοριάμβου. Τὸ
ιδʹ τροχαϊκὸν τρίμετρον καθαρὸν Στησιχόρειον· οὐκ ἔχει γὰρ τὸ  
1043

Πινδαρικὸν ἰδίωμα. Ἐφ' ἑκάστῃ ἐπῳδῷ κορωνὶς καὶ παράγρα-


φος, ἐπὶ δὲ τῷ τέλει τοῦ ᾄσματος ἀστερίσκος.

Scholia In Pindarum, Scholia et glossae in Olympia et Pythia (scholia


recentiora Triclinii, Thomae Magistri, Moschopuli, Germani) (col
Ode-treatise O 6, scholion-Sec. prae g1, li.34

γʹ Στησιχόρειον, ἤτοι τροχαϊκὸν τρίμετρον ἔχον ἐν τῷ τέλει


ἴαμβον Πινδαρικῷ ἰδιώματι. Τὸ δʹ ἀναπαιστικὸν μονόμετρον
ἀκατάληκτον. Τὸ εʹ Ἰωνικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον ἀπὸ τῶν
μειζόνων. Τὸ ϛʹ Ἰωνικὸν μονόμετρον ὑπερκατάληκτον, ἢ ἀνα-
παιστικόν, ὅμοιον τῷ δʹ. Τὸ ζʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατά-
ληκτον. Τὸ ηʹ τροχαϊκὸν ἑφθημιμερὲς Εὐριπίδειον. Τὸ θʹ προ-
σοδιακόν, ὅμοιον τῷ βʹ. Τὸ ιʹ δακτυλικὸν πενθημιμερές. Τὸ ιαʹ
ὅμοιον τῷ βʹ. Τὸ ιβʹ δακτυλικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον. Τὸ ιγʹ
προσοδιακὸν τρίμετρον βραχυκατάληκτον ἀπὸ χοριάμβου. Τὸ
ιδʹ τροχαϊκὸν τρίμετρον καθαρὸν Στησιχόρειον· οὐκ ἔχει γὰρ τὸ  
Πινδαρικὸν ἰδίωμα. Ἐφ' ἑκάστῃ ἐπῳδῷ κορωνὶς καὶ παράγρα-
φος, ἐπὶ δὲ τῷ τέλει τοῦ ᾄσματος ἀστερίσκος.

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem (scholia vetera) (5035: 001)


“Scholia Platonica”, Ed. Greene, W.C.
Haverford, Pennsylvania: American Philological Association, 1938.
Dialogue R, Stephanus p. 487a, li.1

ἐρωτικῶς διακείμενον, καὶ τὰ ἑξῆς.


ᾧ δὴ πρὸς τά κτλ.
σημείωσαὡς ἀληθέστατά φησι.
ἀνελευθερίας ... σμικρολογία.
ἀνελευθερία ἐστὶν ἕξις φαύλη περὶ χρήματα, μὴ ἀναλίσκουσα ταῦτα
εἰς ἃ δεῖ καὶ ὅσα δεῖ καὶ ὅτε δεῖ. σμικρολογία δέ ἐστι φειδωλία περὶ
χυδαίων τινῶν ἢ φροντίδα ἢ συλλογὴν ποιουμένη.  
μεγαλοπρέπεια.
μεγαλοπρέπειά ἐστιν ἕξις βελτίστη περὶ δαπάνας, ἃς τῷ μεγάλῳ
καὶ πρέποντι γίγνεσθαι προσήκει.
ἰδιώματα τοῦ πρὸς τὴν τῆς πόλεως ἐπιτροπὴν ἐπιτηδείου.
1044

Scholia In Sophoclem, Scholia in Sophoclis Ajacem (scholia vetera)


(5037: 001)
“Τὰ ἀρχαῖα σχόλια εἰς Αἴαντα τοῦ Σοφοκλέους”, Ed. Christodoulos, G.A.
Athens: University of Athens Press, 1977.Hypothesis-scholion 829, li.4

οὕτω μὲν εὐσκευοῦμεν: καλῶς παρεσκευάσμεθα


καὶ ἔχομεν πάντα, ὧν δεῖ πρὸς τὸν θάνατον. LFONVGMR m
καλῶς ἔχομεν τὰ πρὸς τὸν θάνατον. Osl
ἐκ δὲ τῶνδε: οἷον, τὸ δὲ μετὰ ταῦτα. LFGsl
λαχεῖν: γρ. λαβεῖν. Gsl
λαβεῖν: λαχεῖν. Hsl  
νεορράντῳ: προσφάτῳ. LGsl
καὶ μὴ πρὸς ἐχθρῶν του κατοπτευθεὶς πά-
ρος: καταγέλαστος, φασίν, ὁ Αἴας μὴ τῶν κυνῶν ἢ τῶν οἰωνῶν τὴν
αἰκίαν ὑποστελλόμενος, ἀλλὰ τὴν θέαν τῶν Ἑλλήνων. ῥητέον οὖν
ὅτι ἰδίωμα τῶν ἀνθρώπων τὸ μὴ βούλεσθαι τοὺς ἐχθροὺς ἐναβρύνεσθαι
αὐτοῖς καὶ τούτου μόνου ἀντιποιοῦνται. LFONm
ἕλωρ: σπάραγμα.

Scholia In Sophoclem, Scholia in Sophoclem (scholia vetera) (5037:


004)
“Scholia in Sophoclis tragoedias vetera”, Ed. Pap. orgius, P.N.Leipzig:
Teubner, 1888.Play Aj, verse 829, li.4

 περιστείλας διαχειρισάμενος, περισφίγξας ἐν


τῇ γῇ.
 λείπει τὸ ὥστε, ὥστε διὰ τάχους θανεῖν.
 εὐσκευοῦμεν καλῶς παρεσκευάσμεθα καὶ ἔχο-
μεν πάντα ὧν δεῖ πρὸς θάνατον.
 ἐκ δὲ τῶνδε οἷον τὸ δὲ μετὰ ταῦτα.
 νεορράντῳ προσφάτῳ.
 καὶ μὴ πρὸς ἐχθρῶν του καταγέλαστος,
φασίν, ὁ Αἴας μὴ τῶν κυνῶν ἢ τῶν οἰωνῶν τὴν
αἰκίαν ὑποστελλόμενος ἀλλὰ τὴν θέαν τῶν Ἑλλήνων·
ῥητέον οὖν ὅτι ἰδίωμα τῶν ἀνθρώπων τὸ μὴ βού-
λεσθαι τοὺς ἐχθροὺς ἐναβρύνεσθαι αὐτοῖς καὶ τούτου
μόνου ἀντιποιοῦνται.
1045

Scholia In Theocritum, Scholia in Theocritum (scholia vetera) (5038:


001)
“Scholia in Theocritum vetera”, Ed. Wendel, K.
Leipzig: Teubner, 1914, Repr. 1967.
Prolegomenon-anecdote-poem 14, Sec.-verse 5c, li.2

χεσθαι, ὡς καί τινα νομίζεσθαι λέγειν ἐξ αὐτοῦ, ὥστε τὸν


Πλάτωνα Πυθαγοριστὴν εἰρῆσθαι.  
 τῶν Πυθαγόρου οἱ μὲν ἦσαν περὶ θεωρίαν καταγινόμενοι,
οἵπερ ἐκαλοῦντο σεβαστικοί· οἱ δὲ περὶ τὰ ἀνθρώπινα, οἵπερ
ἐκαλοῦντο πολιτικοί· οἱ δὲ περὶ τὰ μαθήματα τὰ γεωμετρικὰ
καὶ ἀστρονομικά, οἵπερ ἐκαλοῦντο μαθηματικοί. τούτων οὖν
οἱ μὲν αὐτῷ συγγινόμενοι τῷ Πυθαγόρᾳ ἐκαλοῦντο Πυθα-
γορικοί, οἱ δὲ τούτων μαθηταὶ Πυθαγόρειοι, οἱ δὲ ἄλλως
ἔξωθεν ζηλωταὶ Πυθαγορισταί.
UEAP Πυθαγορικὸς καὶ Πυθαγοριστὴς διαφέρει. καὶ Πυθα-
γορικὸς μέν ἐστιν ὁ τοῦ Πυθαγόρου ἔχων τὰ ἰδιώματα καὶ
τοὺς τρόπους, Πυθαγοριστὴς δὲ ὁ τὰ τοῦ Πυθαγόρου ποθῶν,
πλὴν μὴ κατ' ἐκεῖνον ὢν μηδὲ τὰ ἐκείνου ποιῶν. ἐνταῦθα
δὲ Πυθαγοριστήν τινες τὸν Σιμιχίδαν, ἕτεροι δὲ τὸν Πλά-
τωνά φασιν. ἐλέγετο δὲ ὁ Πλάτων τὸν Πυθαγόραν οὕτως
ἀποδέχεσθαι ὡς καί τινα νομίζεσθαι λέγειν ἐξ αὐτοῦ, ὥστε
τὸν Πλάτωνα Πυθαγοριστὴν εἰρῆσθαι. ἕτεροι δὲ ἐναντία περὶ
τοῦ Πυθαγορικοῦ καὶ Πυθαγοριστοῦ λέγουσιν.
Kc ἀνυπόδετος Ἰωνικόν, ἀνυπόδητος κοινόν, ἀνυπόδατος
Δωρικόν.
KUgEg ἐμοί, φησί, δοκεῖ, ὅτι ἐν τῷ λιμώττειν ἤρατο καὶ ἐπε

Scholia In Thucydidem, Scholia in Thucydidem (scholia vetera et


recentiora) (5039: 001)“Scholia in Thucydidem ad optimos codices
collata”, Ed. Hude, K.
Leipzig: Teubner, 1927, Repr. 1973.Book 1, ch. 103, Sec. 1, li.2

του: τοῦ τειχομαχεῖν ABFMc2 βίᾳ γὰρ ἂν εἷλον τὸ χωρίον:


εἰ τειχομάχοι ἦσαν
         βίᾳ οὐχ ἡλίσκετο: βίᾳ τῆς
τέχνης ἀλλοφύλους ἅμα ἡγησάμενοι: ὅτι οἱ
μὲν Δωριεῖς, οἱ δὲ Ἴωνες
         οὐκ ἐπὶ τῷ βελτίονι
λόγῳ: ἀλλ' ἐπὶ ὑποψίᾳ ABFMc2 τοῦτο παθεῖν: μετὰ
σπουδῆς γὰρ αὐτοὺς καλέσαντες εὐτελῶς ἀπέπεμψαν
ἀμφοτέροις: Ἀθηναίοις καὶ Ἀργείοις .
1046

ἀντέχειν: μάχεσθαι. ἐφ' ᾧ ἐξίασιν: ἀντὶ τοῦ


ἐπὶ τῷ ἐξιέναι· ἰδίωμα δὲ τοῦτο Θουκυδίδου
         ἦν
δέ τι καὶ χρηστήριον: αἰτίαν λέγει τοῦ μὴ ἀποκτεῖναι αὐ-
τούς, δέκα ἔτη ποιήσαντας ἐν τῷ πολέμῳ Ἰθωμήτα:

Scholia In Thucydidem, Scholia in Thucydidem (scholia vetera et


recentiora)
Book 3, ch. 98, Sec. 1, li.2

ταῖς ἐλπίσι τῆς τύχης. οὓς αὐτῷ ἔδει προσβοηθῆσαι:


ἐξ ὧν ἔδει βοήθειαν λαβεῖν κατὰ προσθήκην. κατὰ κράτος:
ἤγουν μετὰ ἰσχύος καὶ δυνάμεως. ὑπέφευγον γὰρ οἱ ἄν-  
θρωποι: νοητέον τὸ λανθάνοντες. τῶν ὑπὲρ τῆς πόλεως:
τῶν ὑπεράνω τῆς πόλεως.
         ὑπεχώρουν: ἐπὶ πόδα ἤρχοντο.
ἐπὶ πολύ: διάστημα καιροῦ δηλονότι. ὑπαγωγαί: ἀναχω-
ρήσεις. ἐν οἷς ἀμφοτέροις: ἤγουν τῇ τε διώξει καὶ ἀναχω-
ρήσει.
μέχρι μὲν οὖν οἱ τοξόται ...: μέχρι μὲν οὖν
αὐτοῖς εἶχον οἱ τοξόται βέλη, ἀντὶ τοῦ οἱ τοξόται αὐτῶν. ἰδίωμα
δὲ Ἀττικὸν ἡ τοιαύτη σύνταξις Mqc2 οἱ δέ: οὗτοι, οἱ Ἀθηναῖοι.
ἀνεστέλλοντο: ἀνεκρούοντο, ἀνεχώρουν Mqc2 αὐτοί: οὐχ
οἱ τοξόται, ἀλλ' οἱ ὁπλῖται GMqc2 τῷ αὐτῷ ξυνεχόμενοι:
ἀντὶ τοῦ διώκοντες καὶ ὑποχωροῦντες Mqc2
         κατὰ πόδας:
ἀντὶ τοῦ συντόμως. ἐσφερομένους: εἰσδυομένους, κρυπτο-
μένους.
         τοσοῦτοι μέν: ὁ μέν ἀντὶ τοῦ δή Mqc2
         τοῖς
πεπραγμένοις: λείπει ἡ ἐπί.

Scholia in Maximum Confessorem, Scholia (5052: 001)“Maximi


confessoris quaestiones ad Thalassium, 2 vols.”, Ed. Laga, C., Steel,
C.Turnhout: Brepols, 1980; 1990; Corpus Christianorum. Series Graeca
7 & 22.Sec. 28, li.14

σας ἀλλήλαις κατὰ μίαν καὶ τὴν αὐτὴν περὶ θεὸν ἀεικι-
νησίαν ... ὡς μονὰς ἐκφαίνεται καὶ τριάς, ἵνα καὶ τὴν
1047

οἰκείαν ὕπαρξιν παραδείξειε καὶ τὸν αὐτῆς τρόπον  


μυστικῶς ἐκδιδάξειεν, τοῖς δὲ περὶ μόνην τὴν ὑλικὴν
σύνθεσιν ἔχουσι κινουμένην τὴν ἔφεσιν καὶ ἀλλήλαις ἀσυν-
δέτους τὰς τῆς ψυχῆς δυνάμεις κεκτημένοις οὐχ ὡς ἔστιν
ἀλλ' ὡς εἰσὶν ἐμφανίζεται, δεικνὺς ὅτι τῆς ὑλικῆς δυάδος
ἀμφοῖν ἐπελάβοντο ταῖν χεροῖν, καθ' ἣν ὁ σωματικὸς ὡς ἐξ
ὕλης καὶ εἴδους συνέστηκε κόσμος.
2. Ὁ φυσικὴν εἶναι λέγων, φησίν, ἐπὶ θεοῦ τὴν τῶν
ἰδιωμάτων ἀλλ' οὐχ ὑποστατικὴν διαφοράν, οὐκ ἔνθεος ὁ
τοιοῦτος ἀλλὰ πολύθεος, οὐσιῶν ἰδιότησιν ἀλλ' οὐχ ὑπο-
στάσεων ἐπιδέχεσθαι φάσκων τὸ θεῖον τὴν ἐξαρίθμησιν.  

Scholia in Maximum Confessorem, Scholia Sec. 63, li.67

ἐστι διὰ τὸν νοῦν, μίγνυσι δὲ τῇ αἰσθήσει τοὺς ἐν τοῖς


οὖσι πνευματικοὺς λόγους καὶ ποιεῖ πρᾶξιν λελογισμένην.
12. Ἡ πρόνοια, φησίν, ἐν τῷ καθ' ὑπόστασιν ἑνωθῆναι σαρ-
κὶ τὸν λόγον δείκνυται, ἡ δὲ κρίσις ἐν τῷ παθεῖν ὑπὲρ
ἡμῶν σαρκὶ καταδέξασθαι φαίνεται· δι' ὦν, ἑνώσεως καὶ
πάθους, ἡ τοῦ παντὸς σωτηρία συνέστηκεν.
13. Ἡ μὲν σάρκωσις, φησίν, εἰς τὴν τῆς φύσεως σωτηρίαν
γέγονεν, τὰ δὲ πάθη πρὸς λύτρωσιν τῶν διὰ τὴν ἁμαρτίαν
τῷ θανάτῳ κατεχομένων.
14. Τὸ μυστήριον, φησίν, τῆς ἐνανθρωπήσεως τὰ μὲν παρὰ
φύσιν ἀφίστησιν ἰδιώματα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, τὰ δὲ
κατὰ φύσιν ἀποκαθίστησιν.
15. Πρόνοιαν καὶ κρίσιν σάρκωσίν τε καὶ πάθος ὄρη χαλκᾶ
νενόηκεν, ἐξ ὧν ἡ τῶν Εὐαγγελίων ἐκβαίνει τετράς.
16. Γῆν βορρᾶ τὰ ἔθνη νενόηκεν· ἅτινα ὡς ἐν χώρᾳ
σκότους ὑπῆρχόν ποτε τῇ πλάνῃ τῆς ἀγνοίας, νῦν δὲ
γεγόνασιν ἐν χώρᾳ φωτὸς τῇ ἐπιγνώσει τῆς ἀληθείας κα-
τὰ τὴν χάριν τῆς ἁγίας τῶν Εὐαγγελίων τετράδος, ὡς
στοιχείων ἀφθάρτων, κατὰ τὸν ἔσω καὶ νοερὸν ἄνθρωπον
εἰς ζωὴν αἰώνιον ἀναπλασθέντες διὰ τῆς πίστεως.

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) (7051: 001)“Doctrina patrum de incarnatione
verbi”, Ed. Diekamp, F.
Münster: Aschendorff, 1907.P. 5, li.8
1048

θεωρεῖται διάκρισις. ἴδιον τοῦ πατρὸς τὸ μὴ ἐξ αἰτίου εἶναι.


τοῦτο οὐκ ἔστιν ἐπὶ τοῦ υἱοῦ καὶ τοῦ πνεύματος. ὅ τε γὰρ
υἱὸς “ἐκ τοῦ πατρὸς ἐξῆλθε”, καθώς φησιν ἡ γραφή, καὶ τὸ  
πνεῦμα “ἐκ τοῦ θεοῦ” καὶ “παρὰ τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται”.
ἀλλ' ὥσπερ τὸ ἄνευ αἰτίας εἶναι μόνου τοῦ πατρὸς ὂν τῷ υἱῷ καὶ
τῷ πνεύματι ἐφαρμοσθῆναι οὐ δύναται, οὕτως ἔμπαλιν τὸ ἐξ
αἰτίας εἶναι, ὅπερ ἴδιόν ἐστι τοῦ υἱοῦ καὶ τοῦ πνεύματος, τῷ
πατρὶ ἐπιθεωρηθῆναι φύσιν οὐκ ἔχει. κοινοῦ δὲ ὄντος τῷ
υἱῷ καὶ τῷ πνεύματι τοῦ μὴ ἀναιτίως εἶναι, ὡς ἂν μή τις
σύγχυσις περὶ τὸ ὑποκείμενον θεωρηθείη, πάλιν ἔστιν ἄμικ-
τον τὴν ἐν τοῖς ἰδιώμασιν αὐτῶν διαφορὰν ἐξευρεῖν, ὡς
ἂν καὶ τὸ κοινὸν φυλαχθείη καὶ τὸ ἴδιον μὴ συγχυθείη.
ὁ γὰρ μονογενὴς υἱὸς ἐκ τοῦ πατρὸς παρὰ τῆς ἁγίας γραφῆς
ὀνομάζεται, καὶ μέχρι τούτου ὁ λόγος ἵστησιν αὐτοῦ τὸ
ἰδίωμα. τὸ δὲ ἅγιον πνεῦμα καὶ ἐκ τοῦ πατρὸς λέγεται
καὶ τοῦ υἱοῦ εἶναι προσμαρτυρεῖται. “εἰ” γάρ “τις πνεῦμα
Χριστοῦ οὐκ ἔχει, οὗτος οὐκ ἔστιν αὐτοῦ”, φησὶν ἡ γραφή.
οὐκοῦν τὸ μὲν πνεῦμα “τὸ ἐκ τοῦ θεοῦ” ὂν καὶ “Χριστοῦ
πνεῦμά” ἐστιν, ὁ δὲ υἱὸς “ἐκ τοῦ θεοῦ” ὢν οὐκέτι καὶ
τοῦ πνεύματος οὔτε ἔστιν οὔτε λέγεται. οὐδὲ ἀντιστρέφει
ἡ σχετικὴ αὕτη ἀκολουθία, ὡς δύνασθαι κατὰ τὸ ἴσον δι'

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 5, li.12

ἀλλ' ὥσπερ τὸ ἄνευ αἰτίας εἶναι μόνου τοῦ πατρὸς ὂν τῷ υἱῷ καὶ
τῷ πνεύματι ἐφαρμοσθῆναι οὐ δύναται, οὕτως ἔμπαλιν τὸ ἐξ
αἰτίας εἶναι, ὅπερ ἴδιόν ἐστι τοῦ υἱοῦ καὶ τοῦ πνεύματος, τῷ
πατρὶ ἐπιθεωρηθῆναι φύσιν οὐκ ἔχει. κοινοῦ δὲ ὄντος τῷ
υἱῷ καὶ τῷ πνεύματι τοῦ μὴ ἀναιτίως εἶναι, ὡς ἂν μή τις
σύγχυσις περὶ τὸ ὑποκείμενον θεωρηθείη, πάλιν ἔστιν ἄμικ-
τον τὴν ἐν τοῖς ἰδιώμασιν αὐτῶν διαφορὰν ἐξευρεῖν, ὡς
ἂν καὶ τὸ κοινὸν φυλαχθείη καὶ τὸ ἴδιον μὴ συγχυθείη.
ὁ γὰρ μονογενὴς υἱὸς ἐκ τοῦ πατρὸς παρὰ τῆς ἁγίας γραφῆς
ὀνομάζεται, καὶ μέχρι τούτου ὁ λόγος ἵστησιν αὐτοῦ τὸ
ἰδίωμα. τὸ δὲ ἅγιον πνεῦμα καὶ ἐκ τοῦ πατρὸς λέγεται
καὶ τοῦ υἱοῦ εἶναι προσμαρτυρεῖται. “εἰ” γάρ “τις πνεῦμα
Χριστοῦ οὐκ ἔχει, οὗτος οὐκ ἔστιν αὐτοῦ”, φησὶν ἡ γραφή.
οὐκοῦν τὸ μὲν πνεῦμα “τὸ ἐκ τοῦ θεοῦ” ὂν καὶ “Χριστοῦ
πνεῦμά” ἐστιν, ὁ δὲ υἱὸς “ἐκ τοῦ θεοῦ” ὢν οὐκέτι καὶ
τοῦ πνεύματος οὔτε ἔστιν οὔτε λέγεται. οὐδὲ ἀντιστρέφει
1049

ἡ σχετικὴ αὕτη ἀκολουθία, ὡς δύνασθαι κατὰ τὸ ἴσον δι'


ἀναλύσεως ἀντιστραφῆναι τὸν λόγον καὶ ὥσπερ Χριστοῦ τὸ
πνεῦμα λέγομεν, οὕτω καὶ πνεύματος Χριστὸν ὀνομάσαι. ταύτης
τοίνυν τῆς ἰδιότητος τρανῶς καὶ ἀσυγχύτως τὸ ἕτερον τοῦ
ἑτέρου διακρινούσης, τῆς δὲ κατὰ τὴν ἐνέργειαν ταυτότητος

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 33, li.9

 Ἰωάννου Ἀντιοχείας ἐκ τῆς πρὸς Κύριλλον ἐπιστολῆς.


 Δεῖ ἔχειν ἡμᾶς Νεστόριον – φαύλας αὐτοῦ κενοφωνίας.  
 Θεοδωρήτου κατὰ Νεστορίου.
 Ἀνάθεμα Νεστορίῳ καὶ τῷ μὴ λέγοντι θεοτόκον τὴν ἁγίαν παρ-
θένον καὶ τῷ εἰς δύο υἱοὺς μερίζοντι τὸν ἕνα υἱόν.
 Αὗται αἱ δύο χρήσεις κατὰ Νεστορίου εἰσίν.
 Κεφάλαιον Εʹ.
Ὅτι ἄτρεπτοι μεμενήκασιν αἱ πρὸς ἑνότητα συνελθοῦ-
σαι φύσεις καὶ ἀσύγχυτοι μηδεμιᾶς εἰς τὴν ἑτέραν
μεταχωρησάσης· καὶ ὅτι σώζονται καὶ μετὰ τὴν
 ἕνωσιν τὰ ἰδιώματα τῶν φύσεων καὶ ἡ τούτων
 διαφορὰ μηδεμιᾶς ἐπεισαγομένης
 διαιρέσεως.
 Κυρίλλου ἐκ τοῦ πρὸς Ἑβραίους ὑπομνήματος.
 Εἰ γὰρ καὶ λέγοιτο ἡνῶσθαι σαρκὶ καθ' ὑπόστασιν ὁ
μονογενής, ἀλλ' οὐκ ἀνάχυσίν τινα τὴν εἰς ἄλληλα τῶν φύσεων
πεπρᾶχθαί φαμεν, μενούσης δὲ μᾶλλον ἑκατέρας τοῦθ' ὅπερ
ἐστὶν ἡνῶσθαι σαρκὶ νοοῦμεν τὸν λόγον.
 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ κατὰ συνουσιαστῶν λόγου.
 Δεῖ γὰρ τῇ πάντων ἐπέκεινα καὶ ἀνωτάτω φύσει σώζεσθαι
καθαρῶς τὸ ἁπλοῦν καὶ ἀσυμμιγὲς ἑτέρῳ,

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 34, li.16

 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς πρὸς Νεστόριον ἐπιστολῆς.


 Διάφοροι μὲν αἱ πρὸς ἑνότητα – ἕνα Χριστὸν καὶ
υἱὸν καὶ κύριον.
 Ἀμβροσίου πρὸς Γρατιανὸν τὸν βασιλέα.
 Φυλάξωμεν τὴν διαφορὰν τῆς θεότητος καὶ τῆς σαρκός.
 Θεοδότου Ἀντιοχείας ἐκ τοῦ πρὸς Ἡρακλείδην κατὰ
 συνουσιαστῶν.
1050

 Εἰ δέ, ἐφ' ὧν ἡ οὐσία μία καὶ ἡ αὐτή, αἱ ἰδιότητες


τῶν ὑποστάσεων ἀκέραιοι μένουσι, πολλῷ δικαιότερον, ὅταν
δύο διάφοροι φύσεις ἐφ' ἑνὶ προσώπῳ γνωρίζωνται, ἀκέραια
τά τε τῆς ὑπάρξεως τά τε τῶν φύσεων ἰδιώματα σώζεσθαι.
 Λέοντος Ῥώμης ἐκ τοῦ πρὸς Φλαβιανὸν τόμου.
 Ὅπως ἐν αὐτῷ – ὁμολογήσωμεν καὶ τὴν σάρκα.  

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 35, li.13

 καὶ φύσις καὶ ὁμοίως ταυτὸν ὑπόστασις


 καὶ πρόσωπον.
 Βασιλείου ἐκ τῆς πρὸς Ἀμφιλόχιον ἐπιστολῆς.
 Οὐσία δὲ καὶ ὑπόστασις ταύτην ἔχει τὴν διαφοράν, ἣν
ἔχει τὸ κοινὸν πρὸς τὸ καθ' ἕκαστον, οἷον ὡς ἔχει τὸ ζῷον
πρὸς τὸν δεῖνα ἄνθρωπον.
 Καὶ μεθ' ἕτερα· Τὸ μὲν τῆς οὐσίας ὄνομα ἀόριστον ἡμῖν
τινα παρίστησιν ἔννοιαν, μηδεμίαν ἐκ τῆς κοινότητος τοῦ
σημαινομένου στάσιν εὑρίσκουσαν. τὸ δὲ τῆς ὑποστάσεως τὸ
κοινόν τε καὶ ἀπερίγραπτον ἐν τῷ τινι πράγματι διὰ τῶν
ἐπιφαινομένων ἰδιωμάτων παρίστησί τε καὶ περιγράφει.
 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς πρὸς Τερέντιον.
 Ὅτι δὲ οὐσία καὶ ὑπόστασις – ὑποστάσει κηρύττεται.
 Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τῆς πρὸς Γρηγόριον τὸν ἀδελφόν.
 Ἐπειδὴ πολλοὶ τὸ κοινὸν – μνημονευθέντων ἀν-
θρώπων.  
 Ἀμφιλοχίου ἐκ τῆς πρὸς Σέλευκον ἐπιστολῆς.
 Ἀλλ' ἐπειδὴ εἰς ἓν πρόσωπον συντελοῦσιν αἱ φύσεις, ἡ
ἀπαθὴς τὰ τῆς παθητῆς οἰκειοῦται.

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 41, li.20

στασιν θεωροῦνται καὶ τὸ αὐτὸ πρᾶγμα, οἷον Παῦλος, ὅταν


τὸ εἶναι αὐτοῦ μόνον σκοπῆται, τότε οὐσία λέγεται, ὅταν δὲ
μετὰ τούτων τῶν προλελεγμένων, τότε καὶ ὑπόστασις. τὸ
οὖν αὐτὸ ὑποκείμενον καὶ οὐσία ἐστὶ καὶ ὑπόστασις· τὸ μέν-
τοι τῆς οὐσίας ὄνομα οὐ συμπαραλαμβάνει πάντως καὶ τὴν
ὑπόστασιν, τὸ δὲ τῆς ὑποστάσεως πάντως ἔχει καὶ τὴν οὐσίαν.
1051

 Ὁριζόμεθα οὖν τὴν ὑπόστασιν οὕτως· ὑπόστασίς ἐστι


πρᾶγμα ὑφεστός τε καὶ οὐσιῶδες, ἐν ᾧ τὸ τῶν συμβεβηκότων
ἄθροισμα ὡς ἐν ἑνὶ ὑποκειμένῳ πράγματι καὶ ἐνεργείᾳ ὑφέ-
στηκε. πρόσωπον δέ ἐστιν, ὃ διὰ τῶν οἰκείων ἐνεργημάτων
τε καὶ ἰδιωμάτων περιωρισμένην τῶν ὁμοφυῶν αὐτοῦ τὴν
ἐμφάνειαν παρέχεται. ἡ οὖν διὰ τῆς ἐνεργείας ἐγγινομένη
τινὸς ἡμῖν γνῶσις πρόσωπον τοῦτο αὐτὸ τὸ ἐνεργοῦν καλεῖν
ἡμᾶς ἐκδιδάσκει, οἷον Παῦλος ὁ ἀπόστολος, ὅτε “ἑστὼς ἐπὶ
τῶν ἀναβαθμῶν κατέσεισε τῇ χειρὶ τῷ λαῷ” καὶ τὰ καθ'  
ἑαυτὸν διηγήσατο, ἓν πρόσωπον ἀποκεκριμένον τῶν λοιπῶν
ἀνθρώπων ὄντα ἡμῖν ἑαυτὸν διεδείκνυ. ὁμοίως καὶ Πέτρος,
ὅτε τὸν ἐπενδύτην διεζώσατο καὶ εἰς τὴν θάλασσαν ἑαυτὸν
βαλὼν εἰς ἀνάντησιν ἤρχετο τοῦ κυρίου. ὥστε τὸ διὰ τῶν
οἰκείων ἐνεργειῶν τῶν ὁμοουσίων διαιρούμενον πρόσωπον
καλεῖται. δοκεῖ δὲ ταυτὸν σημαίνειν τῇ ὑποστάσει καὶ ἢ

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 42, li.22

ὅπερ ἰδικώτατον εἶδος οἱ ἔξω ἐκάλεσαν, οἷον τὸν ἄνθρωπον,


τὸν ἵππον, τὸν βοῦν· τὰ δὲ ἄτομα τουτέστι τὸν Πέτρον, τὸν
Παῦλον, τόνδε τὸν ἵππον καὶ τόνδε τὸν βοῦν καὶ ἁπλῶς
εἰπεῖν τοὺς καθ' ἕκαστα, ὑποστάσεις καὶ πρόσωπα.
 Ὅτι οἱ ἀρχαῖοι τὴν οὐσίαν τετραχῶς διεῖλον,
 ἐκ τῶν Ἡρακλειανοῦ.
 Λέγονται, φασίν, οὐσίαι αἱ ἀσώματοι, λέγεται καὶ ἡ ὕλη
οὐσία, ὁμοίως δὲ καὶ τὸ εἶδος, ἀλλὰ καὶ τὸ συναμφότερον,
τὸ ἐξ ὕλης φημὶ καὶ εἴδους. καὶ τὴν μὲν ὡς εἶδος οὐσίαν
εἰς ταυτὸν ἔρχεσθαι τῇ φύσει, τὴν δὲ ὡς ἀσώματον ἢ ὡς τὸ
συναμφότερον, εἰ μὲν μετὰ τῶν ἰδιωμάτων νοοῖτο, ὅπερ ἐστί,
τὶ ἀσώματον καί τι συναμφότερον, ἃ καὶ ἄτομα λέγομεν,
τοῦτό ἐστιν ἡ ὑπόστασις. εἰ δέ τι ἢ ὡς συναμφότερον καθ-
όλου νοοῖτο ἢ ὡς ὕλη ἢ ὡς λέγονται αἱ ἀσώματοι οὐσίαι
καθόλου, τοῦτο οὔτε φύσιν οὔτε ὑπόστασιν λέγουσιν, ἀλλ'
αὐτὸ τοῦτο οὐσίαν. παράδειγμα δέ σοι τῶν εἰρημένων ἔστω
τι τῶν δένδρων, εἰ βούλει δρῦς. αὕτη καθ' ὅσον μὲν ἐν
τῷδε τῷ τόπῳ καὶ εἰς τοσόνδε ὕψος ᾐρμένη καὶ τὴν ἕξιν  
τοιάδε καὶ συνελόντι φάναι κατὰ τὰ λοιπὰ ἰδιώματα ὑπόστασίς
ἐστι. καθὸ μέντοι τοῖς τέτρασι στοιχείοις τοῖς εἰς τὴν γένεσιν
αὐτῆς παραλειφθεῖσι τοιόνδε εἶδος ἐπελθὸν ἐποίησεν αὐτὸ δρῦν
1052

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 43, li.1

τὸ ἐξ ὕλης φημὶ καὶ εἴδους. καὶ τὴν μὲν ὡς εἶδος οὐσίαν


εἰς ταυτὸν ἔρχεσθαι τῇ φύσει, τὴν δὲ ὡς ἀσώματον ἢ ὡς τὸ
συναμφότερον, εἰ μὲν μετὰ τῶν ἰδιωμάτων νοοῖτο, ὅπερ ἐστί,
τὶ ἀσώματον καί τι συναμφότερον, ἃ καὶ ἄτομα λέγομεν,
τοῦτό ἐστιν ἡ ὑπόστασις. εἰ δέ τι ἢ ὡς συναμφότερον καθ-
όλου νοοῖτο ἢ ὡς ὕλη ἢ ὡς λέγονται αἱ ἀσώματοι οὐσίαι
καθόλου, τοῦτο οὔτε φύσιν οὔτε ὑπόστασιν λέγουσιν, ἀλλ'
αὐτὸ τοῦτο οὐσίαν. παράδειγμα δέ σοι τῶν εἰρημένων ἔστω
τι τῶν δένδρων, εἰ βούλει δρῦς. αὕτη καθ' ὅσον μὲν ἐν
τῷδε τῷ τόπῳ καὶ εἰς τοσόνδε ὕψος ᾐρμένη καὶ τὴν ἕξιν  
τοιάδε καὶ συνελόντι φάναι κατὰ τὰ λοιπὰ ἰδιώματα ὑπόστασίς
ἐστι. καθὸ μέντοι τοῖς τέτρασι στοιχείοις τοῖς εἰς τὴν γένεσιν
αὐτῆς παραλειφθεῖσι τοιόνδε εἶδος ἐπελθὸν ἐποίησεν αὐτὸ δρῦν
εἶναί τε καὶ λέγεσθαι, κατὰ τοῦτο δὴ τὸ εἶδος λέγεται φύσις
εἶναι. οὔτε δὲ κατὰ τὴν ὕλην τουτέστι τὰ στοιχεῖα οὔτε κατὰ
τὴν καθόλου δρῦν, καθ' ἣν πᾶσαί τε κοινωνοῦσιν ἀλλήλαις
καὶ καλοῦνται δρύες, ἢ φύσις ἢ ὑπόστασις λέγεται, ἀλλ' αὐτὸ
τοῦτο μόνον οὐσία.

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 46, li.16

λόγου δὲ φύσις τὴν προενέγκασαν καρδίαν.”


 Περὶ τῆς ὑποστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ὁμοίως ἐκ τῶν
 Παμφίλου.
 Τὴν μίαν ὑπόστασιν, ἣν ἐπὶ τοῦ δεσπότου Χριστοῦ
δοξάζειν οἱ τῆς ἐκκλησίας διδάσκαλοι παρέδωκαν ἡμῖν, πό-
τερον οὐσίαν ὀνομάζειν δεῖ ἢ συμβεβηκός;
 Ἐκ τῶν ἀνωτέρω λεχθέντων περὶ οὐσίας καὶ ὑποστάσεως
δυνάμεθα τὴν λύσιν εὑρεῖν τοῦ προκειμένου ζητήματος· εἰρή-
καμεν γὰρ τὴν μὲν οὐσίαν τὴν ὕπαρξιν ἑκάστου πράγματος
σημαίνειν, τὴν δὲ ὑπόστασιν τὴν πληθὺν τῶν χαρακτηριστικῶν
ἰδιωμάτων. καὶ πάλιν ἐδείξαμεν, ὡς ἡ μὲν οὐσία τὴν κοινὴν
φύσιν τῶν ἀτόμων τὴν χωρὶς τῶν ἰδιωμάτων οὖσαν τῶν
ἀφοριζόντων τὰς ὑποστάσεις σημαίνει, ἡ δὲ ὑπόστασις τὸ
ἴδιον καὶ τὸ ἄτομον τοῖς ἰδιώμασιν ἀφορίζει. ἡ οὖν οὐσία
1053

τὸ κοινὸν σημαίνει, ἡ δὲ ὑπόστασις τὸ ἰδικόν. οὐκ ἔστι δὲ


ταυτὸν τὸ ἰδικὸν τῷ κοινῷ. οὐκ ἔστιν ἄρα ταυτὸν ἡ οὐσία
τῇ ὑποστάσει, καὶ διὰ τοῦτο οὐχ ὀφείλομεν τὴν ὑπόστασιν
τὴν κατὰ Χριστὸν ὡς ὑπόστασιν ἁπλῶς οὐσίαν εἰπεῖν. καὶ
πάλιν εἰ τὴν ὑπόστασιν τοῦ Χριστοῦ σύνθετον οὖσαν οὐσίαν
προσαγορεύσομεν, ἀνάγκη καὶ αὐτὴν σύνθετον καὶ ἄτομον
ὑποθέσθαι. καὶ εἰ τοῦτο, πῶς τὸ ἀσύγχυτον καὶ ἄτρεπτον

Σούδα. Alphabetic letter epsilon, entry 1905, li.3

ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου. καὶ ἔστι
διηνεκές. καί, οὐκ ἀνέστρεψεν ἡ περιστερὰ πρὸς τὸν Νῶε, ἕως τοῦ
ξηρανθῆναι τὴν γῆν. καὶ εἰς τὸ παντελὲς οὐκ ἀνέστρεψε. καί, ἕως
ἂν καταγηράσητε, ἐγώ εἰμι· φησὶν ὁ θεός. καὶ ἔστι διηνεκῶς. καὶ
ἄλλα τοιαῦτα πολλὰ σποράδην ἐν τῇ θείᾳ εὑρίσκεται γραφῇ. οὕτω
καὶ τὸ ἐν τοῖς θείοις χρησμοῖς εἰρημένον νοήσεις· ἕως οὗ ἔτεκε τὸν
υἱὸν αὑτῆς. οὐχ ὡς μετὰ ταῦτα (ὡς βλασφημοῦσιν οἱ ἀχάριστοι
Ἰουδαῖοι) συναφείας τῷ μνηστῆρι πρὸς τὴν παρθένον γεγενημένης.
Ἕως οὗ ἀνταναιρεθῇ ἡ σελήνη: ἀντὶ τοῦ πάντα τοῦ
παρόντος βίου τὸν χρόνον. τὸ δέ, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου
ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου· οὐ χρονικόν ἐστι τὸ ἕως, ἀλλ' ἰδίωμα
τῆς γραφῆς. οὕτω γὰρ καὶ διὰ τοῦ προφήτου φησὶν ὁ θεός· ἐγώ
εἰμι, ἐγώ εἰμι, καὶ ἕως ἂν καταγηράσητε, ἐγώ εἰμι. δῆλον δὲ ὅτι οὐ
περιορίζεται τὸ εἶναι τοῦ θεοῦ τὸ γῆρας τῶν ἀνθρώπων.
Ἕως τῶν πατέρων: ἕως τοῦ τέλους.

Σούδα. Alphabetic letter iota, entry 118, li.1

πόλεως ξένης, παρ' ᾧ καὶ οἱ πρέσβεις κατάγονται· καὶ προσάγει τὰς


πρεσβείας οὗτος πρὸς τὸ δημόσιον καὶ τὰ ἄλλα διοικεῖ καὶ διαπράττει
ἐν τῇ πατρίδι τῇ ἑαυτοῦ, τὰ τῇ πόλει ἐκείνῃ διαφέροντα, ἧς προξενεῖ.
δορύξενος δὲ ὁ ἐκ πολέμου ξένος γεγονώς τινι· ἀστόξενος δὲ ὁ ἐκ
προγόνων μὲν ἀστῶν, αὐτὸς δὲ ξένος καὶ ἀνανεώσεως δεόμενος· οἷον
Ἀγαμέμνων ἐν Λυδίᾳ. Ἀππιανός· ὁ δὲ στρατηγὸς αἰσθόμενος παρ'
ἰδιοξένων ἐξήγγειλεν Ὁστιλίῳ.
Ἰδιοπραγεῖ: τὰ ἴδια πράσσει, ἡσυχάζει.
Ἰδιότης: ἡ συγγένεια· καὶ κλίνεται ἰδιότητος. καὶ Ἰδιοτεία.
Ἰδίω: κοπιῶ, ἱδρῶ.
1054

Ἰδίωμα· τὸ δὲ τῆς χώρας ἰδίωμα συνήργει αὐτῷ· σύνδενδρος


γὰρ ἦν.
Ἰδίως: καταμόνας, χωρίς.
Ἰδιώσασθαι: ἰδιοποιήσασθαι.
Ἰδιῶται: ἀντὶ τοῦ πολῖται. οὕτως Θουκυδίδης. Ἀριστοφάνης
δὲ ἐν Βατράχοις ἰδιώτας τοὺς ἰδίους λέγει· περὶ τοὺς ξένους καὶ
τοὺς ἰδιώτας· κατὰ παραγωγὴν ἴδιος, ἰδιώτης. ἰδιώτης δὲ λέγεται, ὁ
πρὸς γένος ἴδιος, καὶ ὁ ἀμαθής. καὶ ἐν Πλούτῳ ἴδιον τὸ ἰδιωτικόν
φησιν.

Σούδα. Alphabetic letter mu, entry 94, li.15

χρή, μήποτε ὡς ὑλικὸν αἴτιον αἰτιᾶται τὴν σάρκα· οὐ γὰρ ποιητική


ἐστι φρονήσεως, ὡς συναίτιον. διὰ γὰρ τὸν σύνδεσμον συνδιατίθεται
τὰ ψυχικὰ κινήματα ταῖς τοῦ σώματος κράσεσιν, οὐ γεννώμενα ὑπὸ
τῆς κράσεως, ἀλλ' οὐκ ἄνευ τῆς τοιᾶσδε κράσεως τοιῶσδε ἢ τοιῶσδε
ἐνεργοῦντα. εἰ δέ τινα εἴη ἄλλα τοῦ ἀνθρώπου μαλακωτέραν ἔχοντα
σάρκα, οἱ σκώληκες, τοῖς ἄλλοις δηλονότι ἐλλείπουσιν· οὐ γὰρ ἔχουσι
τέλειον τὸ φανταστικόν· ἀλλὰ νῦν περὶ τῶν τελείων ζῴων ὁ λόγος.
τάχα δὲ οὐδὲ σὰρξ ἡ τῶν σκωλήκων, ὡς οὐδὲ τῶν μυιῶν. ὅτι δὲ τῷ
μαλακωτέραν ἔχειν τὴν σάρκα ὁ ἄνθρωπος φρονιμώτερος, σημεῖόν ἐστι
τὸ τοὺς μαλακωτέρους τῶν ἀνθρώπων φρονιμωτέρους καὶ εὐφυεστέ-
ρους εἶναι, τῶν ἄλλων ἁπάντων διαθέσεων καὶ φυσικῶν ἰδιωμάτων
ὁμοίως ἐχόντων. διὸ καὶ τοὺς ἀνοήτους παχυδέρμους καλοῦμεν.
Μαλακόστρακοι: ἰχθύες, ὅσα ἐκδύεται· οἷον ἀστακοί, καρίδες,
πάγουροι, καρκίνοι. ταῦτα δὲ μόνα ἐκδύονται.

Σούδα. Alphabetic letter mu, entry 901, li.1

Μήθ' οἷς ἐχθαίρεις ὑπεράχθοιο μήτ' ἐπιλάθου. χρόνος


γὰρ εὐμαρὴς θεός: τουτέστι μήτε ὑπὲρ τὸ δέον ἔχθαιρε μήτ' ἐπι-
λανθάνου τῆς ἔχθρας. ὁ γὰρ χρόνος εὐμαρῶς παρέρχεται. ὁ χορός
φησι πρὸς Ἠλέκτραν.
Μηθυμναῖος: ὁ ἀπὸ Μηθύμνης πόλεως.
Μήθ' ὑπὸ νεότητος θρασύνεσθαι μήθ' ὑπὸ γήρως ἀμβλύνεσθαι.
Μηϊόσι.
Μηκάδες: ἐπιθετικῶς αἱ αἶγες. ἀπὸ τοῦ ἰδιώματος τῆς φωνῆς.
Μὴ καταπραΰνῃς: μὴ μακροθυμήσῃς, μὴ ἠρεμήσῃς. Δαβίδ· μὴ
1055

σιγήσῃς, μηδὲ καταπραΰνῃς ὁ θεός.


Μηκέτι.  
Μὴ κίνει Καμάριναν: λίμνην φησὶ τῇ Καμαρίνῃ πόλει παρα-
κειμένην, ὁμώνυμον αὐτῇ, ἣν βουλομένοις τοῖς Καμαριναίοις μετοχετεῦ-
σαι ἔχρησεν ὁ θεός· μὴ κίνει Καμάριναν. οἱ δὲ τοῦ θεοῦ παρακού-
σαντες ἐβλάβησαν. ὅθεν ἡ παροιμία εἴρηται ἐπὶ τῶν καθ' ἑαυτῶν
βλαβερῶς τι ποιεῖν μελλόντων. τινὲς δέ φασι φυτὸν δυσῶδες εἶναι
τὴν καμάρην, οὗ τοὺς κλάδους διασειομένους ἀηδέστερον ὄζειν.

Σούδα. Alphabetic letter pi, entry 29, li.4

δὲ πάθους αἰτία ἡ ζωὴ ἀθανασία γίνεται, εἴη ἂν πάθος ἡ ζωὴ τῆς


ἀθανασίας. εἰ οὖν τοῦ πάθους τοῦ ἰδίου τὸ πεπονθὸς οὐκ ἔστι γένος
(σύμπτωμά τι γὰρ καὶ συμβεβηκὸς τὸ πάθος τοῦ πεπονθότος, ἀλλ'
οὐκ εἶδος), οὐδ' ἂν τῆς ἀθανασίας γένος εἴη ἡ ζωή· οὐδὲ γὰρ γλυ-  
κύτητος τὸ σῶμα γένος οὐδὲ ἡδονῆς ἢ λύπης ψυχή. λέλεκται περὶ
τούτου καὶ ἐν τῷ ἀθάνατος, ἀλλ' ἐνταῦθα πλατύτερον.
Πάθωμεν: αὐθυπότακτον.
Πάκατος, ὁ Μινούκιος χρηματίσας καὶ Εἰρηναῖος, Ἀλεξανδρεύς,
γραμματικός. Περὶ τῆς Ἀλεξανδρέων διαλέκτου ἢ περὶ Ἑλληνισμοῦ
βιβλία ζʹ· ἔστι δὲ κατὰ στοιχεῖον· Περὶ Ἀττικῆς συνηθείας τῆς ἐν λέξει
καὶ προσῳδίᾳ βιβλία γʹ· ἔστι δὲ κατὰ στοιχεῖον· Περὶ ἰδιωμάτων τῆς
Ἀττικῆς καὶ τῆς Δωρίδος διαλέκτου, Περὶ Ἀττικισμοῦ, καὶ ἄλλα
πολλά.
Πάκορος: ὄνομα κύριον. τῇ τε γὰρ Κράσσου καὶ τῶν ἀμφ'
αὐτὸν φθορᾷ ἀντίρροπον γενέσθαι τὴν Πακόρου καὶ τῆς ξὺν αὐτῷ
δυνάμεως ἀπώλειαν.

Ignatius Biogr., Poeta, Vita Nicephori (9012: 002)“Nicephori


archiepiscopi Constantinopolitani opuscula historica”, Ed. de Boor,
C.Leipzig: Teubner, 1880, Repr. 1975.P. 145, li.18

γων θηρῷτο τὸν ἔπαινον· λόγῳ δὲ κατὰ λόγον κινουμένῳ


τὸν λόγον προυβάλλετο, οὐκ ἐν κομψείᾳ λέξεων τὸν ἀκροα-
τὴν ἐφηδύνοντα, τῷ ἀφελεῖ δὲ καὶ ἀνειμένῳ ἐπινοοῦντα
τρανῶς τὴν ὠφέλειαν. οὗτος ἐπειδή τι μέρος τῶν περὶ τὴν
ὑγιᾶ πίστιν ναυαγίῳ περιπεσὸν εἶδεν ἐκ τῶν κατ' ἐκεῖνο
καιροῦ τὰ τῆς Ῥωμαϊκῆς ἀρχῆς οἰακιζόντων βασίλεια, ὅσον
ἐφ' ἑαυτῷ τὴν ζάλην ἔστησε. τὴν γὰρ ἀνέκαθεν ἐξ ἀπο-
1056

στολικῆς καὶ πατρικῆς θεσμοθεσίας τῇ ἀμωμήτῳ ἐκκλησίᾳ


παράδοσιν, φημὶ δὴ τῶν ἱερῶν εἰκόνων τύπωσιν καὶ προς-
κύνησιν, περιελεῖν βρενθυόμενοι καὶ ὥσπερ ἀμέλει δεδοι-
κότες βλέπειν Χριστὸν σωματικοῖς χαρακτηρίζεσθαι ἰδιώμασι,
συῶν δίκην ὁμόσε κατὰ τῆς αὐτῆς εὐπρεπείας ἐχώρησαν.
πᾶσαν θεανδρικὴν ἀναστήλωσιν τοῦ τὰς ἀσθενείας ἡμῶν διὰ
σαρκὸς ἀνατλάντος Χριστοῦ τοῦ ἀληθινοῦ θεοῦ ἡμῶν τῆς
τε παναμώμου αὐτοῦ μητρὸς καὶ τῶν ἀπ' αἰῶνος αὐτῷ εὐ-
αρεστησάντων ἁγίων σωματικὰ ἀπομιμήματα χράναντες, τοπι-
κὴν ἐπισκόπων ἀποσπάδα, τἀληθὲς φάναι Φαρισαϊκὸν συν-
έδριον, ἐν τῇ τῶν πόλεων βασιλίδι συλλέξαι ᾠήθησαν.

Stephanus Gramm., In artem Ρητορική. m commentaria (9020: 001)


“Stephani in artem Ρητορική. m commentarium”, Ed. Rabe, H.
Berlin: Reimer, 1896; Commentaria in Aristotelem Graeca 21.2.
P. 313, li.8

βασιλεὺς ἔμψυχον, καὶ ὁ λέων βασιλεὺς θηρίων καὶ ὁ βασιλεὺς βασιλεὺς


ἀνθρώπων. οὕτω καὶ ὁ Ἑρμογένης ἐν τῷ περὶ τροπῆς εἶπε “κοινὸν
εἶναι δυνάμενον καὶ τοῦ ὑποκειμένου καὶ τοῦ ἔξωθεν ἐμφαινομένου, ὃ
κα-  
λεῖται καὶ μεταφορά”. δεῖ γοῦν τὴν μεταφορὰν ἐκ τοῦ ἀνάλογον οἰκο-
νομεῖν καὶ μὴ εἰς ἀπρέπειαν ὁρᾶν.
 [1405 a 13] ‘Ὡς νέῳ φοινικίς. μὴ εἴπῃς ‘καὶ γέροντφοινικὶς
προσήκει’· ὡς γὰρ νεότης καὶ γῆρας ἐναντία, οὕτω καὶ φοινικὶς καὶ
μέλαινα ἐσθὴς ἀντίκειται· τὸ μὲν γὰρ λαμπρόν, τὸ δὲ σκοτεινόν.
 [1405 a 14] Καὶ ἐάν τε κοσμεῖν. “ἡμέρας ἄρτι διαγελώσης”
εἶπεν ὁ Ἡλιόδωρος· ἐτίμησε τὴν ἡμέραν ἀπὸ τοῦ περιθεῖναι αὐτῇ ἀν-
θρώπου ἰδίωμα τὸ γελᾶν. ‘ὡς ἡ θάλασσα κυμαίνεται, οὕτω καὶ ἡ
τοῦδέ τινος ἀνθρώπου ψυχὴ ταράττεται’· ὕβρισε τὸν ἄνθρωπον οὕτως
εἰπών.
 [1405 a 18] Τὸν πτωχεύοντα εὔχεσθαι. εἰσέρχονται τοὺς ναοὺς
καὶ ὁ δεῖνα καὶ ὁ δεῖνα, ὁ μὲν χάριν τοῦ αἰτεῖσθαι, ὁ δὲ χάριν τοῦ
προσεύξασθαι· τὸν οὖν πτωχὸν ἐὰν θέλω ἀτιμῆσαι, λέγω ‘εἰσῆλθε χάριν
τοῦ αἰτῆσαι’, ἐὰν δὲ θέλω τιμῆσαι, λέγω ‘εἰσῆλθε χάριν τοῦ εὔξασθαι’.
 [1405 a 20] Ἐν τῇ ἑορτῇ τῶν Θεσμοφορίων τῇ Δήμητρι οἱ δουλεύ-
οντες ἄλλοι μὲν λαμπάδας καὶ δᾷδας ἀνῆπτον αὐτῇ, ἄλλοι
μιτραναδέσμους
ἐπώλουν ὡς τῇ θεῷ τετελεσμένους τοῖς βουλομένοις εἰς ἀποτροπὴν φέρε
εἰπεῖν κεφαλαλγίας ἢ ἄλλης νόσου.

Thomas Magister Philol., Ecloga nominum et verborum Atticorum


(9023: 001)
1057

“Thomae Magistri sive Theoduli monachi ecloga vocum Atticarum”, Ed.


Ritschl, F.
Halle: Orphantropheus, 1832, Repr. 1970.Alphabetic letter alpha, p. 15,
li.11

Ἀφετηρία καὶ βαλβίς, οὐχ ἵσπληξ· ποιητικὸν γὰρ τοῦτο.


Ἀμφορεὺς λέγε, μὴ στάμνος μηδὲ μετρητὴς, εἰ καί τινες.
Ἀμφίετες, οὐ κατ' ἔτος· ἔστι δὲ ἀντὶ τοῦ κατ' ἐνιαυτόν. ὡσαύ-
τως καὶ ἀμφημερινὸν, τὸ καθημερινόν.
Ἄθλιος κάλλιον ἢ ἀτυχής· τὸ δὲ ἀτυχὴς ἐπαίνων ἀντὶ τοῦ
ἀμέτοχος, κάλλιστον· ὡσαύτως καὶ τὸ εὐτυχὴς ἐπαίνων.
Ἔστι δὲ καὶ τὸ ἀδωρότατος χρημάτων κρεῖττον ἢ ἀδωρό-
τατος μόνον. Θουκυδίδης ἐν τῇ δευτέρᾳ· χρημάτων
τε διαφανῶς ἀδωρότατος γενόμενος.
Ἀποσχεδιάζω, αὐτοσχεδιάζω καὶ σχεδιάζω.
Ἀκκισμὸς τὸ λεγόμενον ἰδίωμα, ἤγουν ἡ προσποίησις, καὶ
ἀκκίζομαι τὸ προσποιοῦμαι. Λιβάνιος ἐν ἐπιστολῇ· εἰ
καί τινα ἀκκισμὸν ἐμοὶ φέρει. Συνέσιος ἐν
ἐπιστολῇ τῇ Ὀδυσσεὺς ἔπειθε τὸν Πολύφημον· σὺ δὲ
ἀκκιῇ καὶ κατειρωνεύσῃ.  
Ἀμηγέπη κάλλιον ἢ ἀμωσγέπως· δηλοῖ δὲ τὸ καθ' ἕνα τινὰ
τρόπον. ἀμὼς γὰρ τὸ τὶς κατὰ γλῶσσαν· ὅθεν καὶ τὸ
οὐδαμῶς.

Thomas Magister Philol., Ecloga nominum et verborum Atticorum


Alphabetic letter epsilon, p. 152, li.16

άζει. πρόσεστιν ἀντὶ τοῦ σὺν τῷδε ἔστι καὶ τόδε. μέτε-
στιν ἀντὶ τοῦ μετουσία ἐστί. πάρεστιν ἀντὶ τοῦ παρὼν
ἢ παροῦσά ἐστιν. ἔπεστιν ἀντὶ τοῦ ἐπ' ἐμοί ἐστι, καὶ
ἀντὶ τοῦ ἐνυπάρχει. Ἀριστοφάνης ἐν Πλούτῳ·
  τὰ ἐπόντα ἐπὶ τοῦ πίνακος.
περίεστιν ἀντὶ τοῦ περιουσία ἐστὶν, ἤγουν πλῆθος, καὶ
ἀντὶ τοῦ ζῆ, καὶ ἀντὶ τοῦ νικᾷ. ἄπεστιν ἀντὶ τοῦ μα-
κράν ἐστι.
Τὸ εἱμαρμένη ὄνομα μετοχικόν ἐστιν, οὐ μετοχὴ, ὥσπερ καὶ
τὸ ἐρωμένη, ἐνίοτε δὲ καὶ τὸ ἄρχων· ὡσαύτως καὶ τὸ
καύσων καὶ τὸ ἑκὼν καὶ ὅσα ἐξέπεσον τοῦ ἰδιώματος τοῦ
ῥήματος. τὸ μὲν οὖν εἱμαρμένη καὶ τὸ ἐρωμένη παθη-
τικὰ ὄντα καὶ ὀφείλοντα πρὸς δοτικὴν συντάσσεσθαι, ὡς
τὰ τοιαῦτα παθητικὰ ῥήματα, ταῦτα πρὸς γενικὴν λέ-
1058

γονται· ἡ εἱμαρμένη γὰρ τοῦ δεῖνος λέγεται, καὶ ἡ ἐρω-  


μένη τοῦ δεῖνος. τὸ δὲ ἄρχων, ὀφεῖλον ἐπίρρημα ἔχειν
ἀεὶ ἐπαγόμενον, δηλοῦν τῆς ἀρχῆς τὴν ἐνέργειαν ὁποία
ἐστὶν, ὅπερ ἀπαιτεῖ τὸ ῥῆμα, οἷον ἄρχει τις δικαίως·
(ἐν γὰρ τῷ ἄρχειν δικαίως τὸ δικαίως οὐ πρὸς τὸ ἄρχειν
τείνει, ἀλλὰ πρὸς τὸν ἔχοντα τὴν ἀρχήν·) τοῦτο ἐνίοτε
μὲν ἐπίρρημα ἔχει ἐπαγόμενον, ὅτε καὶ μετοχή ἐστιν,

Κοινολογία

Διογένης Λαέρτιος. Βίοι φιλοσόφων. Book 2, Sec. 14, li.6

ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ τεθνηξόμενος. Περικλῆς δὲ παρελθὼν εἶπεν


εἴ τι ἔχουσιν ἐγκαλεῖν αὑτῷ κατὰ τὸν βίον· οὐδὲν δὲ εἰπόντων,
“καὶ μὴν ἐγώ,” ἔφη, “τούτου μαθητής εἰμι· μὴ οὖν διαβολαῖς
ἐπαρθέντες ἀποκτείνητε τὸν ἄνθρωπον, ἀλλ' ἐμοὶ πεισθέντες
ἄφετε.” καὶ ἀφείθη· οὐκ ἐνεγκὼν δὲ τὴν ὕβριν ἑαυτὸν ἐξήγαγεν.
Ἱερώνυμος δ' ἐν τῷ δευτέρῳ τῶν Σποράδην ὑπομνημάτων (Hiller
IX) φησὶν ὅτι ὁ Περικλῆς παρήγαγεν αὐτὸν ἐπὶ τὸ δικαστήριον
διερρυηκότα καὶ λεπτὸν ὑπὸ νόσου, ὥστε ἐλέῳ μᾶλλον ἢ κρίσει
ἀφεθῆναι. καὶ τὰ μὲν περὶ τῆς δίκης αὐτοῦ τοσαῦτα.
 Ἔδοξε δέ πως καὶ Δημοκρίτῳ ἀπεχθῶς ἐσχηκέναι ἀποτυχὼν
τῆς πρὸς αὐτὸν κοινολογίας. καὶ τέλος ἀποχωρήσας εἰς Λάμψα-
κον αὐτόθι κατέστρεψεν. ὅτε καὶ τῶν ἀρχόντων τῆς πόλεως
ἀξιούντων τί βούλεται αὐτῷ γενέσθαι, φάναι, “τοὺς παῖδας ἐν ᾧ
ἂν ἀποθάνῃ μηνὶ κατ' ἔτος παίζειν συγχωρεῖν.” καὶ φυλάττεται  
τὸ ἔθος καὶ νῦν. τελευτήσαντα δὴ αὐτὸν ἔθαψαν ἐντίμως οἱ
Λαμψακηνοὶ καὶ ἐπέγραψαν (A. Pal. VII. 94).

Πλούταρχος. Camillus Ch. 4, Sec. 1, li.2

δὲ τοῦ διείργοντος ἀπὸ τῆς κάτω χώρας οἷον ἰσθμοῦ


τὴν λίμνην ὑπεκραγέντος ὑπὸ πλήθους καὶ βάρους, μέγα
ῥεῦμα κατέβαινε διὰ τῶν ἀρουμένων καὶ φυτευομένων
ἐπὶ τὴν θάλασσαν, οὐ μόνον αὐτοῖς παρεῖχε Ῥωμαίοις
ἔκπληξιν, ἀλλὰ καὶ πᾶσιν ἐδόκει τοῖς τὴν Ἰταλίαν κατ-
οικοῦσι μηδενὸς μικροῦ σημεῖον εἶναι. πλεῖστος δ' αὐ-
τοῦ λόγος ἦν ἐν τῷ στρατοπέδῳ τῷ πολιορκοῦντι τοὺς
1059

Βηίους, ὥστε κἀκείνοις ἔκπυστον γενέσθαι τὸ περὶ τὴν


λίμνην πάθος.
 Οἷα δ' ἐν πολιορκίᾳ διὰ χρόνου μῆκος ἐπιμειξίας
τε πολλὰς ἐχούσῃ καὶ κοινολογίας πρὸς τοὺς πολεμίους,
ἐγεγόνει τινὶ Ῥωμαίῳ συνήθεια καὶ παρρησία πρὸς ἕνα
τῶν πολεμίων, ἄνθρωπον ἔμπειρόν τε λογίων παλαιῶν
καί τι καὶ πλέον εἰδέναι τῶν ἄλλων ἀπὸ μαντικῆς δο-
κοῦντα. τοῦτον οὖν ὁ Ῥωμαῖος, ὡς ἤκουσε τὴν ἐπίδοσιν
τῆς λίμνης, ὁρῶν ὑπερηδόμενόν τε καὶ καταγελῶντα τῆς
πολιορκίας, οὐ ταῦτ' ἔφη μόνον ἐνηνοχέναι θαυμαστὰ
τὸν παρόντα χρόνον, ἀλλ' ἕτερα τούτων ἀτοπώτερα ση-
μεῖα Ῥωμαίοις γεγονέναι, περὶ ὧν ἐθέλειν ἐκείνῳ κοινω-
σάμενος εἴ τι δύναιτο θέσθαι τῶν ἰδίων ἄμεινον ἐν τοῖς
κοινοῖς νοσοῦσιν. ὑπακούσαντος δὲ τοῦ ἀνθρώπου προ

Πλούταρχος. Camillus Ch. 4, Sec. 3, li.2

ἐγεγόνει τινὶ Ῥωμαίῳ συνήθεια καὶ παρρησία πρὸς ἕνα


τῶν πολεμίων, ἄνθρωπον ἔμπειρόν τε λογίων παλαιῶν
καί τι καὶ πλέον εἰδέναι τῶν ἄλλων ἀπὸ μαντικῆς δο-
κοῦντα. τοῦτον οὖν ὁ Ῥωμαῖος, ὡς ἤκουσε τὴν ἐπίδοσιν
τῆς λίμνης, ὁρῶν ὑπερηδόμενόν τε καὶ καταγελῶντα τῆς
πολιορκίας, οὐ ταῦτ' ἔφη μόνον ἐνηνοχέναι θαυμαστὰ
τὸν παρόντα χρόνον, ἀλλ' ἕτερα τούτων ἀτοπώτερα ση-
μεῖα Ῥωμαίοις γεγονέναι, περὶ ὧν ἐθέλειν ἐκείνῳ κοινω-
σάμενος εἴ τι δύναιτο θέσθαι τῶν ἰδίων ἄμεινον ἐν τοῖς
κοινοῖς νοσοῦσιν. ὑπακούσαντος δὲ τοῦ ἀνθρώπου προ-
θύμως καὶ διδόντος ἑαυτὸν εἰς κοινολογίαν ὡς ἀπορρή-
των τινῶν ἀκροατὴν ἐσόμενον, κατὰ μικρὸν οὕτω δια-
λεγόμενος καὶ ὑπάγων αὐτόν, ὡς πορρωτέρω τῶν πυλῶν
ἐγεγόνεισαν, αἴρεταί τε μετέωρον εὐρωστότερος ὤν, καὶ  
πλειόνων ἀπὸ στρατοπέδου προσδραμόντων χειρωσάμε-
νος καὶ κρατήσας παρέδωκε τοῖς στρατηγοῖς. ἐν τούτῳ
δ' ἀνάγκης γεγονὼς ὁ ἄνθρωπος, καὶ μαθὼν ἄρα τὸ
πεπρωμένον ὡς ἄφυκτον εἴη, λόγια προὔφαινεν ἀπόρ-
ρητα περὶ τῆς ἑαυτοῦ πατρίδος, ὡς οὐκ οὔσης ἁλωσίμου
πρότερον, ἢ τὴν Ἀλβανίδα λίμνην ἐκχυθεῖσαν καὶ φερο-
μένην ὁδοὺς ἑτέρας ὤσαντες ὀπίσω καὶ περισπάσαντες

Πλούταρχος. Sulla Ch. 28, Sec. 2, li.3


1060

ὀκτακισχιλίους ἐπὶ μυρίοις ἀπέκτειναν καὶ τὸ


στρατόπεδον εἷλον. οὗτος ὁ Λεύκολλος ἀδελφὸς
ἦν Λευκόλλου τοῦ Μιθριδάτην ὕστερον καὶ
Τιγράνην καταπολεμήσαντος.
 Ὁ δὲ Σύλλας ἔτι πολλοῖς στρατο-
πέδοις καὶ μεγάλαις δυνάμεσι περικεχυμένους  
αὐτῷ τοὺς πολεμίους ὁρῶν πανταχόθεν ἥπτετο
δυνάμει καὶ δι' ἀπάτης, προκαλούμενος εἰς δια-
λύσεις τὸν ἕτερον τῶν ὑπάτων Σκηπίωνα. δεξα-
μένου δ' ἐκείνου σύλλογοι μὲν ἐγίνοντο καὶ
κοινολογίαι πλείονες, ἀεὶ δέ τινα παραγωγὴν καὶ
πρόφασιν ἐμβάλλων ὁ Σύλλας διέφθειρε τοὺς
περὶ Σκηπίωνα τοῖς ἑαυτοῦ στρατιώταις, ἠσκη-
μένοις πρὸς ἀπάτην καὶ γοητείαν ἅπασαν ὥσπερ
αὐτὸς ὁ ἡγεμών. εἰσιόντες γὰρ εἰς τὸν χάρακα
τῶν πολεμίων καὶ ἀναμιγνυμένοι τοὺς μὲν εὐθὺς
ἀργυρίῳ, τοὺς δὲ ὑποσχέσεσι, τοὺς δὲ κολακεύ-
οντες καὶ ἀναπείθοντες προσήγοντο. τέλος δὲ
τοῦ Σύλλα μετὰ σπειρῶν εἴκοσι προσελθόντος
ἐγγὺς οἱ μὲν ἠσπάσαντο τοὺς τοῦ Σκηπίωνος, οἱ
δὲ ἀντασπασάμενοι προσεχώρησαν· ὁ δὲ Σκηπίων

Πλούταρχος. Nicias Ch. 5, Sec. 1, li.3

 λαρυγγιῶ τοὺς ῥήτορας καὶ Νικίαν ταράξω.


      
ὑποδηλοῖ δὲ καὶ Φρύνιχος τὸ ἀθαρσὲς αὐτοῦ καὶ κατα-
πεπληγμένον ἐν τούτοις (fr. 59 CAF I 385)·
      
 ἦν γὰρ πολίτης ἀγαθός, ὡς εὖ οἶδ' ἐγώ,
 κοὐχ ὑποταγεὶς ἐβάδιζεν, ὥσπερ Νικίας.
      
 Οὕτω δὴ διακείμενος εὐλαβῶς πρὸς τοὺς συκοφάν-
τας, οὔτε συνεδείπνει τινὶ τῶν πολιτῶν, οὔτε κοινολο-  
γίαις οὔτε συνδιημερεύσεσιν ἐνέβαλλεν ἑαυτόν, οὐδ' ὅλως
ἐσχόλαζε ταῖς τοιαύταις διατριβαῖς, ἀλλ' ἄρχων μὲν ἐν
τῷ στρατηγίῳ διετέλει μέχρι νυκτός, ἐκ δὲ βουλῆς ὕστα-
τος ἀπῄει πρῶτος ἀφικνούμενος. εἰ δὲ μηδὲν ἐν κοινῷ
πράττειν ἔχοι, δυσπρόσοδος ἦν καὶ δυσέντευκτος, οἰκου-
ρῶν καὶ κατακεκλειμένος, οἱ δὲ φίλοι τοῖς ἐπὶ τὰς θύ-
1061

ρας φοιτῶσιν ἐνετύγχανον καὶ παρῃτοῦντο συγγνώμην


ἔχειν, ὡς καὶ τότε Νικίου πρὸς δημοσίας χρείας τινὰς
καὶ ἀσχολίας ὄντος, καὶ ὁ μάλιστα ταῦτα συντραγῳδῶν
καὶ συμπεριτιθεὶς ὄγκον αὐτῷ καὶ δόξαν Ἱέρων ἦν, ἀνὴρ
τεθραμμένος ἐπὶ τῆς οἰκίας τοῦ Νικίου περί τε

Πλούταρχος. Agesilaus Ch. 25, Sec. 4, li.6

ἐρῶντα τὸν Ἀρχίδαμον οὐκ ἔπαυσεν· ἦν γὰρ ὁ


Κλεώνυμος εὐθὺς ἐκ παίδων ἐπίδοξος, εἴ τις καὶ
ἄλλος, ἀνὴρ ἔσεσθαι σπουδαῖος. οὐ μὴν ἐνέδωκέ
τι τότε χρηστὸν ἢ φιλάνθρωπον ἐλπίσαι δεομένῳ
τῷ παιδί, σκέψεσθαι δὲ φήσας ὅ τι καλῶς ἔχοι
καὶ πρεπόντως, ἀπῆλθεν. αἰδούμενος οὖν ὁ
Ἀρχίδαμος ἐξέλειπε τὸ προσιέναι τῷ Κλεωνύμῳ,
καίπερ εἰωθὼς πολλάκις τοῦτο τῆς ἡμέρας ποιεῖν
πρότερον. ἐκ δὲ τούτου κἀκεῖνοι τὰ κατὰ τὸν
Σφοδρίαν μᾶλλον ἀπέγνωσαν, ἄχρι οὗ τῶν
Ἀγησιλάου φίλων Ἐτυμοκλῆς ἔν τινι κοινολογίᾳ
πρὸς αὐτοὺς ἀπεγύμνωσε τὴν γνώμην τοῦ Ἀγησι-
λάου· τὸ μὲν γὰρ ἔργον ὡς ἔνι μάλιστα ψέγειν
αὐτόν, ἄλλως γε μὴν ἄνδρα τὸν Σφοδρίαν ἀγαθὸν
ἡγεῖσθαι καὶ τὴν πόλιν ὁρᾶν τοιούτων στρα-
τιωτῶν δεομένην. τούτους γὰρ ὁ Ἀγησίλαος
ἑκάστοτε τοὺς λόγους ἐποιεῖτο περὶ τῆς δίκης, τῷ
παιδὶ χαρίζεσθαι βουλόμενος, ὥστε καὶ τὸν
Κλεώνυμον εὐθὺς αἰσθάνεσθαι τὴν σπουδὴν τοῦ
Ἀρχιδάμου καὶ τοὺς φίλους τοὺς τοῦ Σφοδρίου
θαρροῦντας ἤδη βοηθεῖν. ἦν δὲ καὶ φιλότεκνος

Πλούταρχος. Cato Minor Ch. 27, Sec. 7, li.2

καθεύδων ἐπηγέρθη. καὶ κατέβησαν εἰς ἀγοράν, ὀλίγων μὲν αὐτοὺς προ-
πεμπόντων, πολλῶν δ' ἀπαντώντων καὶ φυλάττεσθαι διακελευομένων.
ὡς οὖν ἐπιστὰς ὁ Κάτων κατεῖδε τὸν νεὼν τῶν Διοσκούρων ὅπλοις περι-
εχόμενον καὶ τὰς ἀναβάσεις φρουρουμένας ὑπὸ μονομάχων, αὐτὸν δὲ
καθήμενον ἄνω μετὰ Καίσαρος τὸν Μέτελλον, ἐπιστρέψας πρὸς τοὺς  
φίλους, “ὢ θρασέος” εἶπεν “ἀνθρώπου καὶ δειλοῦ, ὃς καθ' ἑνὸς ἀνόπλου
καὶ γυμνοῦ τοσούτους ἐστρατολόγησεν.” ἅμα δ' εὐθὺς ἐβάδιζε μετὰ τοῦ
Θέρμου. καὶ διέστησαν αὐτοῖς ἐκείνοις οἱ τὰς ἀναβάσεις κατέχοντες,
ἄλλον δ' οὐδένα παρῆκαν, ἢ μόλις ἐπισπάσας τῆς χειρὸς ὁ Κάτων τὸν
1062

Μουνάτιον ἀνήγαγε· καὶ βαδίζων εὐθὺς ὡς εἶχε καθίζει, μέσον ἐμβαλὼν


ἑαυτὸν τοῦ Μετέλλου καὶ τοῦ Καίσαρος, ὥστε διακόψαι τὴν
κοινολογίαν.
κἀκεῖνοι μὲν διηπόρησαν, οἱ δὲ χαρίεντες θεασάμενοι καὶ θαυμάσαντες
τὸ
φρόνημα καὶ τὸ θάρσος τοῦ Κάτωνος, ἐγγυτέρω προσῆλθον καὶ βοῇ
διεκε-
λεύσαντο, τῷ μὲν Κάτωνι θαρρεῖν, μένειν δ' ἀλλήλοις καὶ συστρέφεσθαι
καὶ μὴ προδιδόναι τὴν ἐλευθερίαν καὶ τὸν ὑπὲρ αὐτῆς ἀγωνιζόμενον.
 Ἔνθα δὴ τοῦ ὑπηρέτου τὸν νόμον προχειρισαμένου, τοῦ δὲ Κάτωνος
οὐκ ἐῶντος ἀναγινώσκειν, τοῦ δὲ Μετέλλου παραλαβόντος αὐτὸν καὶ
ἀναγινώσκοντος, ὁ μὲν Κάτων ἐξήρπασε τὸ βιβλίον, ὁ δὲ Θέρμος ἀπὸ
στόματος τοῦ Μετέλλου τὸν νόμον ἐπισταμένου καὶ λέγοντος ἐπέσχε τῇ
χειρὶ τὸ στόμα καὶ τὴν φωνὴν ἀπέκλεισεν, ἄχρι οὗ, ἄμαχον ὁρῶν ἀγῶνα
τοὺς ἄνδρας ὁ Μέτελλος ἀγωνιζομένους, καὶ τὸν δῆμον ἡττώμενον πρὸς

Πλούταρχος. Cicero Ch. 18, Sec. 7, li.8

δὲ Κατιλίναν παρακαλοῦντες ἐλευθερώσαντα τοὺς δού-


λους ἐπὶ τὴν Ῥώμην ἐλαύνειν. συναπέστελλον δὲ μετ' αὐ-
τῶν πρὸς τὸν Κατιλίναν Τίτον τινὰ Κροτωνιάτην, κομί-
ζοντα τὰς ἐπιστολάς. οἷα δ' ἀνθρώπων ἀσταθμήτων καὶ
μετ' οἴνου τὰ πολλὰ καὶ γυναικῶν ἀλλήλοις ἐντυγχανόν-
των βουλεύματα πόνῳ καὶ λογισμῷ νήφοντι καὶ συνέσει
περιττῇ διώκων ὁ Κικέρων, καὶ πολλοὺς μὲν ἔχων ἔξωθεν
ἐπισκοποῦντας τὰ πραττόμενα καὶ συνεξιχνεύοντας αὐτῷ,
πολλοῖς δὲ τῶν μετέχειν τῆς συνωμοσίας δοκούντων δια-
λεγόμενος κρύφα καὶ πιστεύων, ἔγνω τὴν πρὸς τοὺς ξένους
κοινολογίαν, καὶ νυκτὸς ἐνεδρεύσας ἔλαβε τὸν Κροτω-
νιάτην καὶ τὰ γράμματα, συνεργούντων [ἀλλήλοις] ἀδήλως
τῶν Ἀλλοβρίγων.
 Ἅμα δ' ἡμέρᾳ βουλὴν ἀθροίσας εἰς τὸ τῆς Ὁμονοίας
ἱερόν, ἐξανέγνω τὰ γράμματα καὶ τῶν μηνυτῶν διήκουσεν.
ἔφη δὲ καὶ Σιλανὸς Ἰούνιος ἀκηκοέναι τινὰς Κεθήγου
λέγοντος, ὡς ὕπατοί τε τρεῖς καὶ στρατηγοὶ τέτταρες ἀναι-
ρεῖσθαι μέλλουσι. τοιαῦτα δ' ἕτερα καὶ Πείσων, ἀνὴρ
ὑπατικός, εἰσήγγειλε. Γάιος δὲ Σουλπίκιος, εἷς τῶν στρα-  
τηγῶν, ἐπὶ τὴν οἰκίαν πεμφθεὶς τοῦ. Κεθήγου, πολλὰ μὲν
ἐν αὐτῇ βέλη καὶ ὅπλα, πλεῖστα δὲ ξίφη καὶ μαχαίρας εὗρε,
1063

Πλούταρχος. Demetrius Ch. 28, Sec. 9, li.3

κοσίους, ἅρματα δ' ἑκατὸν εἴκοσι. γενομένῳ δ' ἐγγὺς


αὐτῶν τροπὴν ἔσχεν ἡ διάνοια τῆς ἐλπίδος μᾶλλον ἢ τῆς
γνώμης. ὑψηλὸς γὰρ εἶναι καὶ γαῦρος εἰωθὼς ἐν τοῖς
ἀγῶσι, καὶ χρώμενος φωνῇ τε μεγάλῃ καὶ λόγοις σοβα-
ροῖς, πολλάκις δὲ καὶ τῷ παρασκῶψαί τι καὶ γελοῖον εἰπεῖν
τῶν πολεμίων ἐν χερσὶν ὄντων ἐπιδειξάμενος εὐστάθειαν
καὶ καταφρόνησιν, τότε σύννους ἑωρᾶτο καὶ σιωπηλὸς
τὰ πολλά, καὶ τὸν υἱὸν ἀπέδειξε τῷ πλήθει καὶ συνέστησε
διάδοχον. ὃ δὲ μάλιστα πάντες ἐθαύμασαν, ἐν τῇ σκηνῇ
μόνος διελέχθη πρὸς αὐτόν, οὐκ εἰθισμένος ἔχειν οὐδὲ
πρὸς ἐκεῖνον ἀπορρήτους κοινολογίας, ἀλλ' ἴδιος ὢν
γνώμῃ, εἶτα προστάττων φανερῶς καὶ χρώμενος οἷς βου-
λεύσαιτο καθ' ἑαυτόν. λέγεται γοῦν μειράκιον ἔτι ὄντα
τὸν Δημήτριον αὐτοῦ πυθέσθαι, πότε μέλλουσιν ἀνα-
ζευγνύειν· τὸν δ' εἰπεῖν πρὸς ὀργήν· “ἀγωνιᾷς μὴ μόνος
σὺ τῆς σάλπιγγος οὐκ ἀκούσῃς;”
 Τότε μέντοι καὶ σημεῖα μοχθηρὰ κατεδουλοῦτο τὴν
γνώμην αὐτῶν. Δημήτριος μὲν γὰρ ἔδοξε κατὰ τοὺς
ὕπνους Ἀλέξανδρον ὡπλισμένον λαμπρῶς ἐρωτᾶν, ὁποῖόν
τι σύνθημα διδόναι πρὸς τὴν μάχην μέλλουσιν· αὐτοῦ δὲ  
φήσαντος “Δία καὶ Νίκην”, “ἄπειμι τοίνυν” φάναι “πρὸς

Πλούταρχος. Demetrius Ch. 32, Sec. 3, li.2

δίχα τῶν ἄλλων βασιλέων, ἀνέβη πρὸς αὐτόν.


 Αἰσθόμενος δὲ τοῦτο Δημήτριος ὥρμησεν ἀπὸ
θαλάσσης ἐπὶ Κυΐνδων, καὶ τῶν χρημάτων εὑρὼν ἔτι
λοιπὰ χίλια καὶ διακόσια τάλαντα, ταῦτα συσκευασάμενος
καὶ φθάσας ἐμβαλέσθαι διὰ ταχέων ἀνήχθη. καὶ παρούσης
ἤδη Φίλας τῆς γυναικὸς αὐτῷ περὶ Ῥωσσὸν ἀπήντησε
Σέλευκος, καὶ τὴν ἔντευξιν εὐθὺς ἄδολον καὶ ἀνύποπτον
καὶ βασιλικὴν ἐποιοῦντο, πρότερον μὲν Σέλευκος ἑστιάσας
ἐπὶ σκηνῆς ἐν τῷ στρατοπέδῳ Δημήτριον, αὖθις δὲ
Δημήτριος ἐκεῖνον ἐν τῇ τρισκαιδεκήρει δεξάμενος. ἦσαν
δὲ καὶ σχολαὶ καὶ κοινολογίαι καὶ συνδιημερεύσεις
ἀφρούρων καὶ ἀνόπλων, ἄχρι οὗ Σέλευκος τὴν Στρατονί-
κην ἀναλαβὼν λαμπρῶς εἰς Ἀντιόχειαν ἀνέβη.
 Δημήτριος δὲ Κιλικίαν κατέσχε, καὶ Φίλαν τὴν γυ-
ναῖκα πρὸς Κάσσανδρον ἔπεμψε τὸν ἀδελφόν, ἀπολυσο-
1064

μένην τὰς Πλειστάρχου κατηγορίας. ἐν δὲ τούτῳ Δηι-


δάμεια πλεύσασα πρὸς αὐτὸν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος καὶ
συγγενομένη χρόνον οὐ πολύν, ἐξ ἀρρωστίας τινὸς
ἐτελεύτησε. γενομένης δ' αὐτῷ πρὸς Πτολεμαῖον διὰ
Σελεύκου φιλίας [αὐτῷ], ὡμολογήθη Πτολεμαΐδα τὴν
Πτολεμαίου θυγατέρα λαβεῖν αὐτὸν γυναῖκα.

Πλούταρχος. Brutus Ch. 16, Sec. 3, li.3

αὐτῷ συνεταράχθη μὲν ὡς εἰκός, οὐ μὴν [δὲ] κατέλιπε τὸ κοινὸν οὐδ'


ἐρρύη πρὸς τὸ οἰκεῖον ὑπὸ τοῦ πάθους.
 Ἤδη δὲ Καῖσαρ ἀπηγγέλλετο προσιών, ἐν φορείῳ κομιζόμενος·
ἐγνώκει γὰρ ἐπὶ τοῖς ἱεροῖς ἀθυμῶν μηδὲν ἐπικυροῦν τότε τῶν μειζόνων,
ἀλλ' ὑπερβάλλεσθαι σκηψάμενος ἀσθένειαν. ἐκβάντι δ' αὐτῷ τοῦ φορείου

προσρυεὶς Ποπίλιος Λαίνας ἐκεῖνος ὁ μικρῷ πρόσθεν εὐξάμενος τοῖς


περὶ
Βροῦτον ἐπιτυγχάνειν καὶ κατορθοῦν, διελέγετο πλείω χρόνον ἐφιστα-
μένῳ καὶ προσέχοντι τὸν νοῦν. οἱ δὲ συνωμόται (λεγέσθω γὰρ οὕτως),
τῆς
μὲν φωνῆς οὐκ ἐπαΐοντες αὐτοῦ, τεκμαιρόμενοι δ' ἀφ' ὧν ὑπενόουν μήνυ-
σιν εἶναι τῆς ἐπιβουλῆς τὴν κοινολογίαν, ἀνέπεσόν τε ταῖς γνώμαις καὶ
πρὸς ἀλλήλους ἔβλεψαν, ἀνθομολογούμενοι διὰ τῶν προσώπων, ὡς χρὴ
μὴ περιμένειν σύλληψιν, ἀλλ' εὐθὺς ἀποθνῄσκειν δι' αὑτῶν. Κασσίου
δ' ἤδη καί τινων ἄλλων τὰς χεῖρας ἐπιβεβληκότων ταῖς λαβαῖς ὑπὸ τὰ
ἱμάτια καὶ σπωμένων τὰ ἐγχειρίδια, Βροῦτος ἐγκατιδὼν τῷ τοῦ Λαίνα
σχήματι δεομένου σπουδὴν καὶ οὐχὶ κατηγοροῦντος, ἐφθέγξατο μὲν
οὐδὲν  
διὰ τὸ πολλοὺς ἀλλοτρίους ἀναμεμεῖχθαι, φαιδρῷ δὲ τῷ προσώπῳ τοὺς
περὶ Κάσσιον ἐθάρρυνε. καὶ μετὰ μικρὸν ὁ Λαίνας τὴν δεξιὰν τοῦ
Καίσαρος
καταφιλήσας ἀπέστη, φανερὸς γενόμενος ὡς ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν αὑτῷ
τινος διαφερόντων ἐποιεῖτο τὴν ἔντευξιν.

Πλούταρχος. Quomodo quis suos in virtute sentiat profectus (75a-86a)


Stephanus p. 80, Sec. C, li.1

 Ὅθεν ἐπισκοπεῖν ἀναγκαῖον εἰ χρώμεθα τῷ


λόγῳ πρὸς ἑαυτοὺς μὲν χρηστικῶς, πρὸς ἑτέρους δὲ
μὴ δόξης εἰκαίας ἕνεκα μηδ' ἐκ φιλοτιμίας, ἀλλὰ
μᾶλλον ἀκοῦσαί τι καὶ διδάξαι βουλόμενοι, μάλιστα
1065

δ' εἰ τὸ φιλόνεικον καὶ δύσερι περὶ τὰς ζητήσεις


ὑφεῖται καὶ πεπαύμεθα τοὺς λόγους ὥσπερ ἱμάντας
ἢ σφαίρας ἐπιδούμενοι πρὸς ἀλλήλους καὶ τῷ πα-
τάξαι καὶ καταβαλεῖν μᾶλλον ἢ τῷ μαθεῖν τι καὶ
διδάξαι χαίροντες· ἡ γὰρ ἐν τούτοις ἐπιείκεια καὶ
πραότης καὶ τὸ μὴ μετ' ἀγῶνος συνίστασθαι μήτε
διαλύεσθαι μετ' ὀργῆς τὰς κοινολογίας μηδ' οἷον
ἐφυβρίζειν ἐλέγξαντας ἢ χαλεπαίνειν ἐλεγχθέντας
ἱκανῶς προκόπτοντός ἐστιν. ἐδήλωσε δ' Ἀρίστ-
ιππος ἔν τινι λόγῳ κατασοφισθεὶς ὑπ' ἀνθρώπου
τόλμαν μὲν ἔχοντος, ἄλλως δ' ἀνοήτου καὶ μανι-
κοῦ. χαίροντα γὰρ ὁρῶν αὐτὸν καὶ τετυφωμένον
“ἐγὼ μὲν οὖν,” εἶπεν, “ὁ ἐλεγχθεὶς ἄπειμι σοῦ
τοῦ ἐλέγξαντος ἥδιον καθευδήσων.”
 Ἔστι δὲ καὶ λέγοντας ἑαυτῶν λαμβάνειν διάπει-  
ραν, εἰ μήτε πολλῶν παρὰ προσδοκίαν συνελθόντων
ὑπὸ δειλίας ἀναδυόμεθα, μήτ' ἐν ὀλίγοις ἀθυμοῦμεν

Πλούταρχος. De garrulitate (502b-515a) Stephanus p. 504, Sec. A, li.4

τοῦτ' ἤδη δεινὸν καὶ ἐπικίνδυνον. καὶ μή ποτε τὸ ζητού-


μενον παρὰ τοῖς φιλοσόφοις λύων ὁ ποιητὴς οἰνώσεως καὶ
μέθης διαφορὰν εἴρηκεν, οἰνώσεως μὲν ἄνεσιν μέθης δὲ
φλυαρίαν. τὸ γὰρ ἐν τῇ καρδίᾳ τοῦ νήφοντος ἐπὶ τῆς
γλώττης ἐστὶ τοῦ μεθύοντος, ὡς οἱ παροιμιαζόμενοι λέ-
γουσιν. ὅθεν ὁ μὲν Βίας ἔν τινι πότῳ σιωπῶν καὶ σκωπτό-
μενος εἰς ἀβελτερίαν ὑπό τινος ἀδολέσχου ‘καὶ τίς ἄν’  
ἔφη ‘δύναιτο μωρὸς ἐν οἴνῳ σιωπᾶν;’ | Ἀθήνησι δέ τις
ἑστιῶν πρέσβεις βασιλικοὺς ἐφιλοτιμήθη σπουδάζουσιν
αὐτοῖς συναγαγεῖν εἰς ταὐτὸ τοὺς φιλοσόφους· χρωμένων
δὲ τῶν ἄλλων κοινολογίᾳ καὶ τὰς συμβολὰς ἀποδιδόντων
τοῦ δὲ Ζήνωνος ἡσυχίαν ἄγοντος, φιλοφρονησάμενοι καὶ
προπιόντες οἱ ξένοι ‘περὶ σοῦ δὲ τί χρὴ λέγειν’ ἔφασαν ‘ὦ
Ζήνων τῷ βασιλεῖ;’ κἀκεῖνος ‘ἄλλο μηθέν’ εἶπεν ‘ἢ ὅτι
πρεσβύτης ἐστὶν ἐν Ἀθήναις παρὰ πότον σιωπᾶν δυνά-
μενος.’ οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφά-
λιον, ἡ δὲ μέθη λάλον· ἄνουν γὰρ καὶ ὀλιγόφρον, διὰ τοῦτο
καὶ πολύφωνον. οἱ δὲ φιλόσοφοι καὶ ὁριζόμενοι τὴν μέθην
λέγουσιν εἶναι λήρησιν πάροινον· οὕτως οὐ ψέγεται τὸ
πίνειν, εἰ προσείη τῷ πίνειν τὸ σιωπᾶν,

Γαληνός ιατρός. De locis affectis libri vi Vol.8, p. 151, li.11


1066

καὶ τὴν τῆς διαθέσεως αὐτῶν ἀναγκαίαν εἶναι φάσκοντος


εἰς τὸ καλῶς ἰᾶσθαι τὰς νόσους; πῶς γὰρ ἂν ἔτι χρήσιμοι
πρὸς τοῦτο εἶεν, εἰ μὴ τὴν ἀπ' αὐτῶν τις ἔνδειξιν ἐπιδείξειεν
ἡγεῖσθαι τῆς τῶν βοηθημάτων εὑρέσεως; ἐκ τίνος, Ἀρχίγενες,
λόγου πιθανοῦ πεισθέντες ἐπὶ τὴν κεφαλὴν ἀφιξόμεθα τὴν
καρδίαν ἀφέντες, ἧς ἓν μέν τι τῶν συμφύτων ἔργων ἐστὶν τὸ
μεμνῆσθαι, τὸ πάθος δὲ τῆς ἐνεργείας ἐστὶν ἡ ταύτης ἀπώ-
λεια; τίνα δὲ διάθεσιν ἡ τῇ κεφαλῇ προσφερομένη σικύα θε-
ραπεύουσα τὴν μνήμην ἀνακαλέσεται; τίνι λόγῳ τὰ βοηθή-
ματα ταῦτα συνεβούλευσας; ὡς ἔγωγε καὶ νῦν θεῶμαι κατὰ
τὰς τῶν νοσούντων ἐπισκέψεις τοὺς ἰατροὺς ἐν τῇ κοινολογίᾳ
πυνθανομένους ἀλλήλων, κατὰ τίνα λόγον τόδε βοήθημα πρὸ
τοῦδε συνεβούλευσεν, ἄχρι καὶ τῶν σμικροτάτων τοῦτο δρῶν-
τας, οὐ τῶν οὕτω μεγάλων ὁποῖόν ἐστι σικύα προσφερομένη
τῇ κεφαλῇ. ἐγὼ μὲν οὖν οὐδ' εἰ τῷ θώρακι προσήγετο, καθ'
ὃ μέρος ἡ καρδία τέτακται, λόγον εἰπεῖν εὑρίσκω δι' ὃν
ὤνησεν ἄν τι τὸν τοῦ Μάρσου πατέρα, μετὰ τοῦ μηδὲ εἰ
τῷ θώρακι προσῆγε, πότερον μετ' ἀμυχῶν τὰς σικύας,
ἢ χωρὶς τούτων ἐβούλετο προσβεβλῆσθαι, δεδηλῶσθαι διὰ  
τῆς ἀρτίως εἰρημένης ῥήσεως. δυναμένης γὰρ, εἰ οὕτως ἔτυχεν,
τῆς διαθέσεως ψυχρᾶς καὶ ξηρᾶς εἶναι, τὸ μὲν αἵματος

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20) Book 11, ch. 44,
Sec. 6, li.8

νικῶς προσφερομένου τοῖς ὑποτεταγμένοις, χαλεπῶς


ἔφερον ἅπαντες, μάλιστα δὲ οἱ τεταγμένοι τῶν Ἑλ-
λήνων ἐπί τινος ἡγεμονίας. διόπερ τῶν κατὰ τὴν
στρατιὰν καὶ κατὰ ἔθνη καὶ κατὰ πόλεις ἀλλήλοις
ὁμιλούντων καὶ τοῦ Παυσανίου τῆς βαρύτητος κατα-
λαλούντων, Πελοποννήσιοι μὲν καταλιπόντες αὐτὸν
εἰς Πελοπόννησον ἀπέπλευσαν, καὶ πρέσβεις ἀποστεί-
λαντες κατηγόρουν τοῦ Παυσανίου, Ἀριστείδης δὲ ὁ
Ἀθηναῖος τῷ καιρῷ χρώμενος ἐμφρόνως ἐν ταῖς κοι-
νολογίαις ἀνελάμβανε τὰς πόλεις καὶ διὰ τῆς ὁμιλίας
προσαγόμενος ἰδίας ἐποίησε τοῖς Ἀθηναίοις. ἔτι δὲ
μᾶλλον συνήργησε καὶ τὸ αὐτόματον τοῖς Ἀθηναίοις
διὰ ταύτας τὰς αἰτίας. Παυσανίας ἦν συντεθειμέ-  
νος ὥστε τοὺς τὰς ἐπιστολὰς παρ' αὐτοῦ κομίζοντας
πρὸς τὸν βασιλέα μὴ ἀνακάμπτειν μηδὲ γίνεσθαι
μηνυτὰς τῶν ἀπορρήτων· δι' ἣν αἰτίαν ἀναιρου-
1067

μένων αὐτῶν ὑπὸ τῶν ἀπολαμβανόντων τὰς ἐπιστο-


λὰς συνέβαινε μηδένα διασώζεσθαι. ἃ δὴ συλλογι-
σάμενός τις τῶν βιβλιαφόρων ἀνέῳξε τὰς ἐπιστολάς,
καὶ γνοὺς ἀληθὲς ὂν τὸ περὶ τὴν ἀναίρεσιν τῶν

Διόδωρος Σικελός Ιστορική βιβλιοθήκη. (lib. 1-20)


Book 17, ch. 79, Sec. 3, li.7

Νικόμαχον τοῦτον ἔπεισε κοινωνῆσαι τῆς ἐπιβουλῆς.  


οὗτος δὲ νέος ὢν παντελῶς ἀνεκοινώσατο τὴν πρᾶξιν
τῷ ἀδελφῷ Κεβαλίνῳ. ὁ δὲ φοβηθεὶς μὴ φθάσῃ τις
τῶν συνειδότων καὶ δηλώσῃ τὴν ἐπιβουλὴν τῷ βασι-
λεῖ, αὐτὸς ἔκρινε μηνῦσαι. παρελθὼν οὖν ἐπὶ τὴν
αὐτὴν καὶ συντυχὼν Φιλώτᾳ καὶ διαλεχθεὶς παρεκε-
λεύετο τὴν ταχίστην ἀπαγγεῖλαι τῷ βασιλεῖ τὴν πρᾶξιν.
ὁ δὲ Φιλώτας εἴτε καὶ διὰ τὸ κοινωνεῖν τῆς ἐπιβουλῆς
εἴτε καὶ διὰ ῥᾳθυμίαν τὸν ῥηθέντα λόγον ἀργῶς ἐδέ-
ξατο καὶ παρελθὼν πρὸς τὸν Ἀλέξανδρον καὶ πολλῆς
καὶ παντοδαπῆς κοινολογίας μετασχὼν οὐδὲν τῶν ὑπὸ
Κεβαλίνου ῥηθέντων ἀπήγγειλεν. ἐξελθὼν δὲ πρὸς
τὸν Κεβαλῖνον εἶπεν ὅτι καιρὸν ἐπιτήδειον οὐκ ἔσχε
διασαφῆσαι, ἐπηγγέλλετο δὲ τῇ ὑστεραίᾳ συντεύξεσθαι
μόνῳ τῷ βασιλεῖ καὶ πάντα δηλώσειν τὰ ῥηθέντα. τὸ
δὲ αὐτὸ πράξαντος τοῦ Φιλώτου καὶ τῇ ὑστεραίᾳ ὁ
Κεβαλῖνος, εὐλαβηθεὶς μὴ δι' ἑτέρου μηνύσεως γενο-
μένης αὐτὸς κινδυνεύσῃ, τὸν μὲν Φιλώταν παρέπεμψε,
τῶν τὲ βασιλικῶν τινι παίδων προσελθὼν καὶ τὰ κατὰ
μέρος ἀπαγγείλας ἠξίωσε τὴν ταχίστην ἀπαγγεῖλαι τ

Septuaginta, Machabaeorum ii Ch. 14, Sec. 22, li.3

         διόπερ ἔπεμψεν Ποσιδώνιον καὶ


Θεόδοτον καὶ Ματταθιαν δοῦναι καὶ λαβεῖν δεξιάς.
         πλείονος δὲ
γενομένης περὶ τούτων ἐπισκέψεως καὶ τοῦ ἡγουμένου τοῖς πλή-
θεσιν ἀνακοινωσαμένου καὶ φανείσης ὁμοψήφου γνώμης ἐπένευσαν  
ταῖς συνθήκαις.
         ἐτάξαντο δὲ ἡμέραν ἐν ᾗ κατ' ἰδίαν ἥξουσιν εἰς
τὸ αὐτό· καὶ προῆλθεν παρ' ἑκάστου δίφραξ, ἔθεσαν δίφρους.
διέταξεν Ιουδας ἐνόπλους ἑτοίμους ἐν τοῖς ἐπικαίροις τόποις,
μήποτε ἐκ τῶν πολεμίων αἰφνιδίως κακουργία γένηται· τὴν ἁρμό-
ζουσαν ἐποιήσαντο κοινολογίαν.
1068

         διέτριβεν ὁ Νικάνωρ ἐν Ιεροσο-


λύμοις καὶ ἔπραττεν οὐθὲν ἄτοπον, τοὺς δὲ συναχθέντας ἀγελαίους
ὄχλους ἀπέλυσεν.

Πολύβιος. Historiae Book 2, ch. 8, Sec. 7, li.2

τῶν κατὰ τὴν Ἤπειρον πόλεων εὐδαιμονίᾳ – διπλα-


σίως ἐπερρώσθη πρὸς τὴν κατὰ τῶν Ἑλλήνων ἀδι-
κίαν. οὐ μὴν ἀλλὰ τότε μὲν ἐπέσχεν διὰ τὰς ἐγχω-
ρίους ταραχάς, καταστησαμένη δὲ ταχέως τὰ κατὰ
τοὺς ἀποστάντας Ἰλλυριοὺς ἐπολιόρκει τὴν Ἴσσαν
διὰ τὸ ταύτην ἔτι μόνην ἀπειθεῖν αὐτῇ. κατὰ δὲ
τὸν καιρὸν τοῦτον κατέπλευσαν οἱ τῶν Ῥωμαίων
πρέσβεις· καὶ δοθέντος αὐτοῖς καιροῦ πρὸς ἔντευ-
ξιν διελέγοντο περὶ τῶν εἰς αὐτοὺς γεγονότων ἀδι-
κημάτων. ἡ δὲ Τεύτα καθόλου μὲν παρ' ὅλην τὴν
κοινολογίαν ἀγερώχως καὶ λίαν ὑπερηφάνως αὐτῶν
διήκουεν. καταπαυσάντων δὲ τὸν λόγον, κοινῇ μὲν
ἔφη πειρᾶσθαι φροντίζειν ἵνα μηδὲν ἀδίκημα γίνη-
ται Ῥωμαίοις ἐξ Ἰλλυριῶν· ἰδίᾳ γε μὴν οὐ νόμιμον
εἶναι τοῖς βασιλεῦσι κωλύειν Ἰλλυριοῖς τὰς κατὰ
θάλατταν ὠφελείας. ὁ δὲ νεώτερος τῶν πρεσβευ-
τῶν δυσχεράνας ἐπὶ τοῖς εἰρημένοις ἐχρήσατο παρ-
ρησίᾳ καθηκούσῃ μέν, οὐδαμῶς δὲ πρὸς καιρόν.
εἶπεν γὰρ ὅτι Ῥωμαίοις μέν, ὦ Τεύτα, κάλλιστον
ἔθος ἐστὶ τὰ κατ' ἰδίαν ἀδικήματα κοινῇ

Πολύβιος. Historiae Book 5, ch. 102, Sec. 9, li.1

καὶ τὴν πεζὴν δύναμιν ἧκεν ἔχων εἰς Αἴγιον. καὶ


προελθὼν ἐπὶ Λασιῶνα καὶ τὸν ἐν τοῖς Περιππίοις
πύργον παραλαβών, καὶ συνυποκριθεὶς ὡς ἐμβαλῶν
εἰς τὴν Ἠλείαν, τοῦ μὴ δοκεῖν λίαν ἕτοιμος εἶναι
πρὸς τὴν τοῦ πολέμου κατάλυσιν, μετὰ ταῦτα δὶς
ἢ τρὶς ἀνακάμψαντος τοῦ Κλεονίκου, δεομένων τῶν
Αἰτωλῶν εἰς λόγους σφίσι συνελθεῖν ἐπήκουσε, καὶ
πάντ' ἀφεὶς τὰ τοῦ πολέμου πρὸς μὲν τὰς συμμα-
χίδας πόλεις γραμματοφόρους ἐξαπέστειλε, παρα-
καλῶν πέμπειν τοὺς συνεδρεύσοντας καὶ μεθέξοντας
τῆς ὑπὲρ τῶν διαλύσεων κοινολογίας, αὐτὸς δὲ δια-
1069

βὰς μετὰ τῆς δυνάμεως καὶ καταστρατοπεδεύσας περὶ


Πάνορμον, ὃς ἔστι μὲν τῆς Πελοποννήσου λιμήν,
κεῖται δὲ καταντικρὺ τῆς τῶν Ναυπακτίων πόλεως,
ἀνέμενε τοὺς τῶν συμμάχων συνέδρους. κατὰ δὲ
τὸν καιρὸν τοῦτον, καθ' ὃν ἔδει συναθροίζεσθαι  
τοὺς προειρημένους, πλεύσας εἰς Ζάκυνθον δι' αὑ-
τοῦ κατεστήσατο τὰ κατὰ τὴν νῆσον, καὶ παρῆν
αὖθις ἀναπλέων. ἤδη δὲ καὶ τῶν συνέδρων ἡθροι-
σμένων, ἐξέπεμψε πρὸς τοὺς Αἰτωλοὺς Ἄρατον καὶ

Πολύβιος. Historiae Book 5, ch. 103, Sec. 3, li.5

σμένων, ἐξέπεμψε πρὸς τοὺς Αἰτωλοὺς Ἄρατον καὶ


Ταυρίωνα καί τινας τῶν ἡκόντων ἅμα τούτοις. οἳ
καὶ συμμίξαντες τοῖς Αἰτωλοῖς πανδημεὶ συνηθροι-
σμένοις ἐν Ναυπάκτῳ, βραχέα διαλεχθέντες καὶ θεω-
ροῦντες αὐτῶν τὴν ὁρμὴν τὴν πρὸς τὰς διαλύσεις,
ἔπλεον ἐξ ὑποστροφῆς πρὸς τὸν Φίλιππον χάριν τοῦ
διασαφῆσαι περὶ τούτων. οἱ δ' Αἰτωλοί, σπεύδοντες
διαλύσασθαι τὸν πόλεμον, ἐξαπέστελλον ἅμα τούτοις
πρέσβεις πρὸς τὸν Φίλιππον, ἀξιοῦντες παραγενέ-
σθαι μετὰ τῆς δυνάμεως πρὸς σφᾶς, ἵνα τῆς κοινο-
λογίας ἐκ χειρὸς γινομένης τύχῃ τὰ πράγματα τῆς
ἁρμοζούσης διεξαγωγῆς. ὁ δὲ βασιλεὺς (παρ)ορμη-
θεὶς τοῖς παρακαλουμένοις διέπλευσε μετὰ τῆς δυνά-
μεως πρὸς τὰ λεγόμενα Κοῖλα τῆς Ναυπακτίας, ἃ
τῆς πόλεως εἴκοσι μάλιστα σταδίους ἀφέστηκε· στρα-
τοπεδεύσας δὲ καὶ περιλαβὼν χάρακι τὰς νῆας καὶ
τὴν παρεμβολήν, ἔμενε προσανέχων τὸν καιρὸν τῆς
ἐντεύξεως. οἱ δ' Αἰτωλοὶ χωρὶς τῶν ὅπλων ἧκον
πανδημεί, καὶ διασχόντες ὡς δύο στάδια τῆς Φι-
λίππου παρεμβολῆς διεπέμποντο καὶ διελέγοντο περὶ
τῶν ἐνεστώτων. τὸ μὲν οὖν πρῶτον ὁ βασιλεὺς

Πολύβιος. Historiae Book 15, ch. 9, Sec. 2, li.1

πόδας ὡς ἐχθροῖς ἡμῖν κέχρηνται καὶ πολεμίοις.


ἐν οἷς βαρυτέρου μέν τινος προσεπιταχθέντος δυνα-
τὸν ἀνενεγκεῖν τῷ δήμῳ περὶ διαλύσεως, ὑφαίρεσιν
δὲ ποιουμένοις τῶν ὑποκειμένων οὐδ' ἀναφορὰν ἔχει
1070

τὸ διαβούλιον. τί πέρας οὖν πάλιν τῶν ἡμετέρων


λόγων; ἢ τὴν ἐπιτροπὴν ὑμᾶς διδόναι περὶ σφῶν
αὐτῶν καὶ τῆς πατρίδος ἢ μαχομένους νικᾶν”.
 Ταῦτα μὲν οὖν διαλεχθέντες αὑτοῖς Ἀννίβας
καὶ Πόπλιος ἐχωρίσθησαν, ἀσύμβατον ποιησάμενοι
τὴν κοινολογίαν. εἰς δὲ τὴν ἐπαύριον ἅμα τῷ φωτὶ
τὰς δυνάμεις ἐξῆγον ἀμφότεροι καὶ συνίσταντο τὸν
ἀγῶνα, Καρχηδόνιοι μὲν ὑπὲρ τῆς σφετέρας σωτη-
ρίας καὶ τῶν κατὰ τὴν Λιβύην πραγμάτων, Ῥωμαῖοι
δὲ περὶ τῆς τῶν ὅλων ἀρχῆς καὶ δυναστείας. ἐφ'
ἃ τίς οὐκ ἂν ἐπιστήσας συμπαθὴς γένοιτο κατὰ τὴν  
ἐξήγησιν; οὔτε γὰρ δυνάμεις πολεμικωτέρας οὔθ'
ἡγεμόνας ἐπιτυχεστέρους τούτων καὶ μᾶλλον ἀθλη-
τὰς γεγονότας τῶν κατὰ πόλεμον ἔργων εὕροι τις
ἂν ἑτέρους, οὐδὲ μὴν ἆθλα μείζω τὴν τύχην ἐκτε-
θεικυῖαν τοῖς ἀγωνιζομένοις τῶν τότε προκειμένων·

Πολύβιος. Historiae Book 24, ch. 15, Sec. 12, li.2

θησομένους τὴν εἰρήνην, ἐφ' οἷς ἂν οἱ πρεσβευταὶ


κελεύσωσιν. ἀφικομένων (δὲ) τῶν πρέσβεων, καὶ  
συνελθόντων ὁμοῦ τῶν τε Ῥωμαίων καὶ τῶν περὶ
Εὐμένη, καὶ τούτων μὲν εἰς ἅπαν ἑτοίμως συγκατα-
βαινόντων χάριν τοῦ συντελεσθῆναι τὴν εἰρήνην, τῶν
δὲ παρὰ τοῦ Φαρνάκου πρὸς πᾶν διαφερομένων καὶ
τοῖς ὁμολογηθεῖσιν οὐκ ἐμμενόντων, ἀλλ' αἰεί τι προς-
επιζητούντων καὶ μεταμελομένων, ταχέως τοῖς Ῥωμαίοις
ἐγένετο δῆλον ὅτι ματαιοπονοῦσιν. οὐ γὰρ οἷος τ' ἦν
συγκαταβαίνειν ὁ Φαρνάκης εἰς τὰς διαλύσεις. ὅθεν
ἀπράκτου γενομένης τῆς κοινολογίας, καὶ τῶν Ῥωμαίων
ἀπαλλαγέντων ἐκ τοῦ Περγάμου, καὶ τῶν παρὰ τοῦ
Φαρνάκου πρέσβεων ἀπολυθέντων εἰς τὴν οἰκείαν, ὁ
μὲν πόλεμος ἐγεγένητο κατάμονος, οἱ δὲ περὶ τὸν
Εὐμένη πάλιν ἐγίνοντο περὶ τὰς εἰς τοῦτον παρα-
σκευάς. ἐν ᾧ καιρῷ τῶν Ῥοδίων ἐπισπασαμένων τὸν
Εὐμένη [καὶ] φιλοτίμως, οὗτος μὲν ἐξώρμησε μετὰ
πολλῆς σπουδῆς, πράξων τὰ κατὰ τοὺς Λυκίους  

Πολύβιος. Historiae Book 30, ch. 18, Sec. 6, li.2

δεξιωσάμενος τοὺς πρεσβευτάς “Ὁρᾶτ'” ἔφη “τὸν


ὑμέτερον λίβερτον ἐμέ, πάντα βουλόμενον χαρίζεσθαι
1071

καὶ μιμεῖσθαι τὰ παρ' ὑμῖν.” ἧς ἀγεννεστέραν φωνὴν


οὐ ῥᾴδιον εὑρεῖν. τότε δὲ κατὰ τὴν εἴσοδον
(γενόμενος) τὴν εἰς τὴν σύγκλητον, στὰς κατὰ τὸ θύ-
ρετρον ἀντίος τοῦ συνεδρίου καὶ καθεὶς τὰς χεῖρας
ἀμφοτέρας προσεκύνησε τὸν οὐδὸν καὶ τοὺς καθημένους,
ἐπιφθεγξάμενος “Χαίρετε, θεοὶ σωτῆρες”, ὑπερβολὴν
οὐ καταλιπὼν ἀνανδρίας, ἅμα δὲ καὶ γυναικισμοῦ καὶ
κολακείας οὐδενὶ τῶν ἐπιγινομένων. ἀκόλουθα δὲ
τούτοις καὶ κατὰ τὴν κοινολογίαν εἰσελθὼν ἐπετελέσατο,
περὶ ὧν καὶ τὸ γράφειν ἀπρεπὲς ἦν. φανεὶς δὲ τελέως
εὐκαταφρόνητος ἀπόκρισιν ἔλαβε δι' αὐτὸ τοῦτο φιλάν-
θρωπον.
 Ἤδη δὲ τούτου τὰς ἀποκρίσεις εἰληφότος,
προσέπεσε παραγίνεσθαι τὸν Εὐμένη. τοῦτο δὲ  
τὸ πρᾶγμα πολλὴν ἀπορίαν παρέσχε τοῖς ἐν τῷ
συνεδρίῳ· διαβεβλημένοι γὰρ πρὸς αὐτὸν καὶ διαλήψεις
ἀμεταθέτους ἔχοντες οὐκ ἐβούλοντο κατ' οὐδένα τρό-
πον ἐμφανίζειν αὑτούς. πᾶσι γὰρ ἀναδεδειχότες πρῶ-
τον καὶ μέγιστον φίλον τὸν βασιλέα τοῦτον ἔμελλον

Epictetus Phil., Dissertationes ab Arriano digestae Book 1, ch. 7, Sec.


26, li.1

 Καὶ τὸ αὐτὸ ἐπί τε τῶν ὑποθέσεων καὶ τῶν ὑπο-


θετικῶν λόγων. ἀναγκαῖον γὰρ ἔστιν ὅτ' αἰτῆσαί τινα
ὑπόθεσιν ὥσπερ ἐπιβάθραν τῷ ἑξῆς λόγῳ. πᾶσαν οὖν
τὴν δοθεῖσαν παραχωρητέον ἢ οὐ πᾶσαν; καὶ εἰ οὐ πᾶ-
σαν, τίνα; [περὶ τίνος ἡ σκέψις; περὶ καθήκοντος.] πα-
ραχωρήσαντι δὲ μενετέον εἰς ἅπαν ἐπὶ τῆς τηρήσεως ἢ
ἔστιν ὅτε ἀποστατέον, τὰ δ' ἀκόλουθα προσδεκτέον καὶ
τὰ μαχόμενα οὐ προσδεκτέον; { – } Ναί. { – } Ἀλλὰ λέγει τις
ὅτι ‘ποιήσω σε δυνατοῦ δεξάμενον ὑπόθεσιν ἐπ' ἀδύνα-
τον ἀπαχθῆναι’. πρὸς τοῦτον οὐ συγκαθήσει ὁ φρό-
νιμος, ἀλλὰ φεύξεται ἐξέτασιν καὶ κοινολογίαν; καὶ τίς
ἔτι ἄλλος ἐστὶ λόγῳ χρηστικὸς καὶ δεινὸς ἐρωτήσει καὶ
ἀποκρίσει καὶ νὴ Δία ἀνεξαπάτητός τε καὶ ἀσόφιστος; ἀλλὰ
συγκαθήσει μέν, οὐκ ἐπιστραφήσεται δὲ τοῦ μὴ εἰκῇ
καὶ ὡς ἔτυχεν ἀναστρέφεσθαι ἐν λόγῳ; καὶ πῶς ἔτι
ἔσται τοιοῦτος οἷον αὐτὸν ἐπινοοῦμεν; ἀλλ' ἄνευ
τινὸς τοιαύτης γυμνασίας καὶ παρασκευῆς φυλάττειν
οἷός τ' ἐστὶ τὸ ἑξῆς; τοῦτο δεικνύτωσαν καὶ παρέλκει
τὰ θεωρήματα ταῦτα πάντα, ἄτοπα ἦν καὶ ἀνακόλουθα
1072

τῇ προλήψει τοῦ σπουδαίου.


 

Zeno Phil., Testimonia et Frag. 284, li.13

βασιλέα, ὅτι παρῆν τις σιωπᾶν ἐπιστάμενος. ἦσαν δὲ οἱ ἐρωτήσαντες


παρὰ Πτολεμαίου πρέσβεις ἀφικόμενοι καὶ βουλόμενοι μαθεῖν, τί εἴ-  
ποιεν περὶ αὐτοῦ πρὸς τὸν βασιλέα. – Stob. Floril. 33, 10 (Vol. I
p. 680 Hense). Ζήνων, Ἀντιγόνου πρέσβεις Ἀθήναζε πέμψαντος,
κληθεὶς ὑπ' αὐτῶν σὺν ἄλλοις φιλοσόφοις ἐπὶ δεῖπνον, κἀκείνων παρὰ
πότον σπευδόντων ἐπιδείκνυσθαι τὴν αὑτῶν ἕξιν, αὐτὸς ἐσίγα. τῶν
δὲ πρέσβεων ζητούντων τί ἀπαγγείλωσι περὶ αὐτοῦ πρὸς Ἀντίγονον,
“τοῦτ' αὐτό,” ἔφη, “ὃ βλέπετε.” δυσκρατέστατον γὰρ πάντων ὁ λόγος.
– Plutarchus de garrul. 4 p. 504a. Ἀθήνησι δέ τις ἑστιῶν πρέσβεις
βασιλικοὺς ἐφιλοτιμήθη σπουδάζουσιν αὐτοῖς συναγαγεῖν εἰς ταὐτὸ
τοὺς φιλοσόφους· χρωμένων δὲ τῶν ἄλλων κοινολογίᾳ καὶ τὰς συμ-
βολὰς ἀποδιδόντων, τοῦ δὲ Ζήνωνος ἡσυχίαν ἄγοντος, φιλοφρονησά-
μενοι καὶ προπιόντες οἱ ξένοι “περὶ σοῦ δὲ τί χρὴ λέγειν, ἔφασαν,
ὦ Ζήνων, τῷ βασιλεῖ;” κἀκεῖνος, “ἄλλο μηδέν, εἶπεν, ἢ ὅτι πρεσβύ-
της ἐστὶν ἐν Ἀθήναις παρὰ πότον σιωπᾶν δυνάμενος” (Theodor. Me-
toch. p. 334, Kiessling. adfert Pearson).

Anaxagoras Phil., Testimonia Frag. 1, li.78

ἄλλοι εἰς Ξενοφῶντα.) τοῦτον δὲ καὶ θάψαι ταῖς ἰδίαις χερσὶν αὐτοὺς
Δημήτριός
φησιν ὁ Φαληρεὺς ἐν τῶι Περὶ γήρως. Ἕρμιππος δ' ἐν τοῖς Βίοις [fr. 31
FHG
III 43] φησίν, ὅτι καθείρχθη ἐν τῶι δεσμωτηρίωι τεθνηξόμενος. Περικλῆς
δὲ
παρελθὼν εἶπεν, εἴ τι ἔχουσιν ἐγκαλεῖν αὑτῶι κατὰ τὸν βίον· οὐδὲν δὲ
εἰπόντων
’καὶ μὴν ἐγώ, ἔφη, τούτου μαθητής εἰμι· μὴ οὖν διαβολαῖς ἐπαρθέντες
ἀποκτείνητε
τὸν ἄνθρωπον, ἀλλ' ἐμοὶ πεισθέντες ἄφετε’. καὶ ἀφείθη· οὐκ ἐνεγκὼν δὲ
τὴν ὕβριν
αὑτὸν ἐξήγαγεν. (14) Ἱερώνυμος δ' ἐν τῶι δευτέρωι Τῶν σποράδην
ὑπομνη-
μάτων [fr. 9 Hill.] φησίν, ὅτι ὁ Περικλῆς παρήγαγεν αὐτὸν ἐπὶ τὸ
δικαστήριον,
διερρυηκότα καὶ λεπτὸν ὑπὸ νόσου, ὥστε ἐλέωι μᾶλλον ἢ κρίσει
ἀφεθῆναι. καὶ
τὰ μὲν περὶ τῆς δίκης αὐτοῦ τοσαῦτα. ἔδοξε δέ πως καὶ Δημοκρίτωι
1073

ἀπεχθῶς
ἐσχηκέναι. ἀποτυχὼν τῆς πρὸς αὐτὸν κοινολογίας. καὶ τέλος
ἀποχωρήσας εἰς
Λάμψακον αὐτόθι κατέστρεψεν. ὅτε καὶ τῶν ἀρχόντων τῆς πόλεως
ἀξιούντων
τί βούλεται αὑτῶι γενέσθαι, φάναι, τοὺς παῖδας ἐν ὧι ἂν ἀποθάνηι μηνὶ
κατ'
ἔτος παίζειν συγχωρεῖν. καὶ φυλάττεται τὸ ἔθος καὶ νῦν. (15)
τελευτήσαντα
δὴ αὐτὸν ἔθαψαν ἐντίμως οἱ Λαμψακηνοὶ καὶ ἐπέγραψαν·
 ἐνθάδε, πλεῖστον ἀληθείας ἐπὶ τέρμα περήσας
 οὐρανίου κόσμου, κεῖται Ἀναξαγόρας.

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria P. 296, li.23

οἱ ψεύδεσθαί τινας λέγοντες ἀληθεύσουσι τῷ καὶ ἰδίᾳ ἑκάτερον μόριον


τῆς
ἀντιφάσεως λεγόμενον ἀληθὲς εἶναι, ἔσται καὶ ἡ πάντας ψεύδεσθαι
λέγουσα
κατάφασις ἀληθής· ψεύδονται ἄρα πάντες. καὶ αὐτὸς δὲ αὑτὸν ὁμολογεῖ
ψεύδεσθαι· εἰ γὰρ ἐφ' οὗ κατάφασις, ἐπ' ἐκείνου καὶ ἡ ἀπόφασις, ὁμο-
λογοῖ ἂν ἀληθῆ εἶναι καὶ τὴν ἀπόφασιν τῆς καταφάσεως τῆς λεγούσης
ἅμα τὴν ἀντίφασιν συναληθεύεσθαι, ἥτις ἐστὶν οὐχ ἅμα τὴν ἀντίφασιν
συναληθεύεσθαι. ἀλλ' ἐν τῷ αὐτὴν ὁμολογεῖν ἀληθῆ εἶναι τὴν ἀναιρε-
τικὴν οὖσαν ἧς αὐτὸς ἐτίθετο καταφάσεως τῆς λεγούσης τὴν ἀντίφασιν
ἅμα εἶναι ἀληθῆ, αὑτὸν ὁμολογεῖ ψεύδεσθαι.

p. 1008a30 Ἅμα δὲ φανερὸν ὅτι μηδενὸς πρὸς τοῦτον ἡ σκέψις.

 Τουτέστιν κοινολογία τε καὶ ζήτησις· οὐδὲν γὰρ λέγει· πρὸς δὲ τὸν


μηδὲν λέγοντα οὔτε κοινολογία τις οὔτε ζήτησις περί τινος δύναται γίνε-
σθαι. ὅτι δὲ μηδὲν ὁ τοῦτο λέγων λέγει, δῆλον. πᾶς γὰρ ὁ λέγων τι
καὶ σημαίνων ὡρισμένον τι σημαίνει, ὥσπερ εἴρηται, ὥστε ὁ μὴ
ὡρισμένον
τι σημαίνων οὐδ' ἂν λέγοι τι. ὁ δὲ τὴν ἀντίφασιν ἐπὶ παντὸς λέγων ἅμα
ἀληθῆ εἶναι οὐδὲν ὡρισμένον σημαίνει· ὁ ἄρα τὴν ἀντίφασιν ἐπὶ παντὸς
ἅμα ἀληθῆ λέγων εἶναι οὐδὲν λέγει. ὅτι γὰρ οὐδὲν λέγει δεικνύς φησιν
οὔτε γὰρ οὕτως ἔχειν λέγετὰ πράγματα οὔτε οὐχ οὕτως, δεῖ δὲ οὕτως
ἔχειν ἢ μὴ οὕτως ἔχειν. εἰπὼν δὲ λέγειν τοὺς τὴν ἀντίφασιν ἅμα ἀληθῆ
λέγοντας ἕκαστον τῶν ὄντων οὕτω τε ἔχειν καὶ οὐχ οὕτως, ἐπήνεγκε καὶ
1074

Alexander Phil., In Aristotelis metaphysica commentaria P. 296, li.24

ἀντιφάσεως λεγόμενον ἀληθὲς εἶναι, ἔσται καὶ ἡ πάντας ψεύδεσθαι


λέγουσα
κατάφασις ἀληθής· ψεύδονται ἄρα πάντες. καὶ αὐτὸς δὲ αὑτὸν ὁμολογεῖ
ψεύδεσθαι· εἰ γὰρ ἐφ' οὗ κατάφασις, ἐπ' ἐκείνου καὶ ἡ ἀπόφασις, ὁμο-
λογοῖ ἂν ἀληθῆ εἶναι καὶ τὴν ἀπόφασιν τῆς καταφάσεως τῆς λεγούσης
ἅμα τὴν ἀντίφασιν συναληθεύεσθαι, ἥτις ἐστὶν οὐχ ἅμα τὴν ἀντίφασιν
συναληθεύεσθαι. ἀλλ' ἐν τῷ αὐτὴν ὁμολογεῖν ἀληθῆ εἶναι τὴν ἀναιρε-
τικὴν οὖσαν ἧς αὐτὸς ἐτίθετο καταφάσεως τῆς λεγούσης τὴν ἀντίφασιν
ἅμα εἶναι ἀληθῆ, αὑτὸν ὁμολογεῖ ψεύδεσθαι.

p. 1008a30 Ἅμα δὲ φανερὸν ὅτι μηδενὸς πρὸς τοῦτον ἡ σκέψις.

 Τουτέστιν κοινολογία τε καὶ ζήτησις· οὐδὲν γὰρ λέγει· πρὸς δὲ τὸν


μηδὲν λέγοντα οὔτε κοινολογία τις οὔτε ζήτησις περί τινος δύναται γίνε-
σθαι. ὅτι δὲ μηδὲν ὁ τοῦτο λέγων λέγει, δῆλον. πᾶς γὰρ ὁ λέγων τι
καὶ σημαίνων ὡρισμένον τι σημαίνει, ὥσπερ εἴρηται, ὥστε ὁ μὴ
ὡρισμένον
τι σημαίνων οὐδ' ἂν λέγοι τι. ὁ δὲ τὴν ἀντίφασιν ἐπὶ παντὸς λέγων ἅμα
ἀληθῆ εἶναι οὐδὲν ὡρισμένον σημαίνει· ὁ ἄρα τὴν ἀντίφασιν ἐπὶ παντὸς
ἅμα ἀληθῆ λέγων εἶναι οὐδὲν λέγει. ὅτι γὰρ οὐδὲν λέγει δεικνύς φησιν
οὔτε γὰρ οὕτως ἔχειν λέγετὰ πράγματα οὔτε οὐχ οὕτως, δεῖ δὲ οὕτως
ἔχειν ἢ μὴ οὕτως ἔχειν. εἰπὼν δὲ λέγειν τοὺς τὴν ἀντίφασιν ἅμα ἀληθῆ
λέγοντας ἕκαστον τῶν ὄντων οὕτω τε ἔχειν καὶ οὐχ οὕτως, ἐπήνεγκε καὶ
πάλιν γε ταῦτα ἀπόφησιν ἄμφω, ἔτι μᾶλλον δεικνὺς ὅτι οὐδὲν λέγει

Alexander Phil., In Aristotelis topicorum libros octo commentaria P.


146, li.24

Ἔτι διορίζεσθαι ποῖα δεῖ καλεῖν ὡς οἱ πολλοὶ καὶ ποῖα οὔ.

 Καὶ οὗτος ὁ τόπος παραγγελματικός. ἀφορμὴν δέ φησιν ἡμῖν πρὸς


τὰ προβλήματα ἐπιχειρήσεως ἔσεσθαι καὶ ἀπὸ τοῦ προδιωρίσθαι καὶ
ὡμολο-
γῆσθαι, τίνα μὲν χρὴ τῇ τῶν πολλῶν χρήσει τε καὶ συνηθείᾳ ἑπομένους
καλεῖν, τίνα δὲ οὔ· τοῦτο δὲ καὶ πρὸς τὸ κατασκευάζειν καὶ πρὸς
τὸ ἀνασκευάζειν τὰ προβλήματα χρήσιμον. ἂν γὰρ ᾖ ἡμῖν προωμολο-
1075

γημένον τὸ δεῖν τοῖς μὲν ὀνόμασι κατὰ τῶν πραγμάτων τοῖς συνήθεσι καὶ

κειμένοις χρῆσθαι καὶ οἷς οἱ πολλοί (κατὰ συνθήκην γὰρ τὰ ὀνόματα, καὶ
οὐκ αὐτός τις ἕκαστος κύριος τῶν πραγμάτων ἕκαστον ὀνομάζειν τε καὶ
μετονομάζειν ὡς βούλεται· ἀναιροῖτο γὰρ ἂν οὕτως ἡ κοινολογία, εἰ μὴ
κοινοῖς τισιν ὀνόμασι καὶ συνήθεσιν εἴημεν ἐπ' αὐτῶν χρώμενοι), τίνα
μέντοι
τοιαῦτα τῶν πραγμάτων ἐστί, καθ' ὧν τὰ κοινὰ ὀνόματα καὶ συνήθη,
καὶ διὰ τί τοιαῦτά ἐστι, καὶ τί μέτρον αὐτῶν ἐστιν, οὐκέτι τοῖς πολ-
λοῖς προσεκτέον ἀλλὰ τοῖς εἰδόσιν, ἔχοιμεν ἂν ἀφορμὰς ἐκ τῆς ὁμολο-
γίας ταύτης καὶ πρὸς τὸ ἀνασκευάζειν καὶ πρὸς τὸ κατασκευάζειν.
σαφὲς δὲ τὸ λεγόμενον αὐτὸς διὰ τοῦ παραδείγματος ἐποίησεν. ὑγιεινὸν  
μὲν γὰρ ῥητέον τὸ ποιητικὸν ὑγείας, ὡς οἱ πολλοὶ καὶ ἡ συνή-
θεια· κατὰ γὰρ τοῦ τοιούτου πράγματος τούτῳ τῷ ὀνόματι οἱ πολλοὶ
χρῶνται· οὐκέτι μέντοι ὑγείας ποιητικὸν τοῦτο χρὴ ἡγεῖσθαι ὃ οἱ πολλοὶ
ὑπολαμβάνουσιν, ἀλλὰ ὃ οἱ ἰατροί. ὅ τι ἂν οὖν οἱ ἰατροὶ ὑγείας ποιητικὸν

Alexander Phil., In Aristotelis topicorum libros octo commentaria


P. 531, li.22

Καὶ τὸ ἐπ' ἐσχάτων ἐρωτᾶν ὃ μάλιστα βούλεται λαβεῖν.

 Κρυπτικὸν καὶ ὃ βούλεταί τις μὴ πρῶτον ἐρωτᾶν· πρὸς γὰρ τὰ πρῶτα


ὡς τοῦ προκειμένου χάριν ἐρωτώμενα καὶ ὄντα ἀναγκαῖα μάλιστα
ἐνίσταν-
ται, ἐπεὶ καὶ σχεδὸν οἱ προσδιαλεγόμενοι ταῦτα πρῶτον ἐρωτῶσι. δεῖ
οὖν,
φησίν, ἄλλα τινὰ ἐρωτᾶν πρότερον καὶ προεκλύσαντα δι' αὐτῶν τὸ
ἐνστατικὸν
τῶν ἀποκρινομένων ἔσχατον ἐρωτᾶν τὰ χρήσιμα. οὐ πρὸς πάντας δέ φησι

δεῖν χρῆσθαι τούτῳ τῷ τρόπῳ τῆς ἐρωτήσεως· εἰσὶ γάρ τινες οἳ τοῖς
πρώτοις
συγχωρήσαντες, ἂν μὴ σφόδρα φανερὰ ᾖ, ὡς εὐπροσίτους ἑαυτοὺς ἐν τῇ
κοινολογίᾳ παρέχοντες, ὕστερον ἀνατρέχουσι πρὸς τὸ οἰκεῖον ἐλάττωμα.

p. 156b36

Ὁμοίως δὲ καὶ ὅσοι οἴονται δριμεῖς εἶναι.

 Εἰσὶν οἳ δι' οἴησιν δριμύτητος, ὡς οὐδὲν πεισόμενοι συγχωρήσαντες τὰ  


1076

ἐρωτώμενα, τοῖς πρώτοις οὐκ ἐνίστανται, εἶτα ἐπὶ τέλεφλυαροῦσι καὶ


πειρῶνται διαστρέφοντες τὰ δεδομένα δεικνύναι ὅτι μὴ ἐκ τῶν συγχωρη-
θέντων τὸ ἐπιφερόμενον δείκνυται, ἢ τὴν λέξιν διαστρέφοντες ἢ
ἀμφιβολίας
τινὰς ἐξηγούμενοι. τοὺς δὴ τοιούτους φησὶ δεῖν πρῶτον τὰ ἀναγκαῖα
ἐρωτᾶν καὶ ὧν τις μάλιστα συγχωρουμένων δεῖται.
p. 157a1

Anonymi Commentarius In Platonis Theaetetum, Commentarius in


Platonis Theaetetum (fort. auctore Eudoro Alexandrino) (P. Berol. inv.
9782)
Sec. 46, li.12

ἄλλων ἀποκρ̣ίν[α-]  
σθαι περὶ αὐ̣τ̣ῆ̣ς.
⸏Ἀλλὰ τὴν ἐπιστήμην,
ὥσπερ νυνδὴ ἐγὼ
ἔλεγον, σμεικρόν τι
οἴει εἶναι ἐξευρεῖν
καὶ οὐ τῶν πάντηι
ἄκρων; Ἐν τοῖς πρός-
⸏θεν, ἡνίκα προὐκα-
λεῖτο αὐτοὺς εἰς
κοινολογίαν, ἔφα-
σκεν, ὅτι καὶ αὐτὸς
πειρᾶται μανθά-
νειν καὶ πρὸς μὲν
τἆλλα πρ̣ά̣ως ἔχει,
ἓν δὲ μεικρὸν ἀπο-
ρεῖ περὶ ἐπιστήμης
ὅτι πότ' ἐστίν. τοῦ[τ]ο̣
τοίνυν ἐπανορθ[οῦ-]
ται, ὅτι οὐκ ἔστιν̣
μεικρὸν εὑρεῖν,

Aristeae Epistula, Aristeae epistula ad Philocratem


Sec. 204, li.1

ἀκολουθεῖ πᾶσαν δυναστείαν καὶ λόγου καλλονὴν ἀπὸ θεοῦ


κατάρχεσθαι.
         Τοῦ δὲ βασιλέως ἐπινεύσαντος τὰ περὶ  
1077

τούτων ἔληξεν, ἐτράπησαν δὲ πρὸς εὐφροσύνην. Ἐπιλαβού-


σης δὲ τῆς ἑσπέρας τὸ συμπόσιον ἐλύθη.
 Τῇ δὲ μετὰ ταῦτα πάλιν κατὰ τὴν αὐτὴν διάταξιν
τὰ τῆς ἀναπτώσεως καὶ συμποσίας ἐπετελεῖτο. Καθὸ δὲ ἐνό-
μιζεν ὁ βασιλεὺς εὔκαιρον εἶναι πρὸς τὸ πυνθάνεσθαί τι τῶν
ἀνδρῶν, ἐπηρώτα τοὺς ἑξῆς τῶν ἀποκεκριμένων τῇ προτέρᾳ
ἡμέρᾳ.
         Πρὸς τὸν ἑνδέκατον δὲ ἤρξατο τὴν κοινολογίαν
ποιεῖσθαι. Δέκα γὰρ ἦσαν οἱ ἠρωτημένοι τῇ προτέρᾳ. Σιγῆς
δὲ γενομένης ἐπυνθάνετο· Πῶς ἂν πλούσιος διαμένοι;
Βραχὺ δὲ ἐπισχὼν ὁ τὴν ἐρώτησιν ἐκδεχόμενος εἶπεν·
Εἰ μηδὲν ἀνάξιον τῆς ἀρχῆς μηδὲ ἀσελγὲς πράσσοι, μηδὲ
δαπάνην εἰς τὰ κενὰ καὶ μάταια συντελοῖ, τοὺς δὲ ὑποτε-
ταγμένους εὐεργεσίᾳ πρὸς εὔνοιαν ἄγοι τὴν ἑαυτοῦ· καὶ γὰρ ὁ
θεὸς πᾶσιν αἴτιος ἀγαθῶν ἐστιν, ᾧ κατακολουθεῖν ἀναγκαῖον.
Ἐπαινέσας δὲ ὁ βασιλεὺς τοῦτον ἕτερον ἐπηρώτα· Πῶς
ἂν τὴν ἀλήθειαν διατηροῖ; Ὁ δὲ πρὸς τοῦτο ἀπεκρίθη· Γινώ-
σκων ὅτι μεγάλην αἰσχύνην ἐπιφέρει τὸ ψεῦδος πᾶσιν ἀνθρώ

Ariston Phil., Frag. 14,8, li.4

τούτου ὅτι [οὐ]δὲν οἶδα;” καὶ “τίς γὰρ [ἡ]μῶν λ[ό]γος;” καὶ “εἰ δή τις
ἡμ[ῶ̣]ν̣
ἔστα[ι μ]νεία”· καὶ πολὺσ̣ [εἶ]ναι τ[ῷ]· “μακάριοι τ̣[ῆ]ς φύ̣σεως ε̣ἰ δ[ή]
τινες” ἢ
“τῆς δυνάμεως” ἢ “τ[ῆς] τύχης”. καὶ μὴ ψιλῶς ὀνομάζειν, ἀλλὰ “Φαῖδρος

καλός”, καὶ “Λυσίας ὁ σοφός”, καὶ ῥήματ' ἀ[μ̣]φίβολα τιθέναι,
“χρ[ηστόν]” “ἡδύν”
“ἀφελῆ” “γενναῖον” “ἀν[δρεῖ]ον”· καὶ παρεπιδείκνυσθ[αι] μὲν ὡς σοφά,
προς-
άπτειν [δ' ἑτέροι]ς ὡς Ἀσπασίᾳ καὶ [Ἰσχομ]ά̣χῳ Σωκράτη[ς]· καὶ πρὸ̣[ς
το]ὺς ἐκ
τῶν ἀρχαιρεσι[ῶν ἀ]πολυομένους· “ἐδοκιμ[άσθης] ...
 ib. col. XXIII: ... θεων ... μοι· πάντα γὰρ δεινὸς σὺ κατερ-
γάσασθαι”. κἂν συνέλθῃ, τὸν καταπληττόμενον ἐμφαίνειν τό τε εἶδος καὶ
τὴν
ἀξίαν καὶ τὸν λόγον ⟦καὶ⟧ πρὸς τοὺς συνκαθημένους θαυμάζοντα, καὶ
προ̣[ς]-
καλούμενος εἰ[ς] κοινολογί[α]ν [φ]οβεῖσθαι καὶ τἀλάχιστα φάσκειν
ἄπορα κατα-  
1078

φαίνεσθ' ἑαυτῷ, καὶ διαγελάσαντος· “ὀρθῶ̣ς μου καταφρονεῖς


τηλικ[ο]ῦτος ὤν,
καὶ γὰρ αὐτὸς ἐμαυτοῦ”· καὶ “νέος ὤφελον εἶναι καὶ μὴ γέ[ρω]ν, ἵν'
ἐμαυτὸν
ὑπέταξά σοι”. κἂν τῶν συνπαρόντω̣[ν του ὁτ]ι̣δήποτ' εἰ[π̣ό]ντος ἐκδ̣ήλως,
ἐκεῖνος
εἴπῃ τοιοῦτο̣ν· “δ[ι]ὰ τί λέγεις;” ἐπιφωνεῖν τὰ[ς χ]ε[ῖ]ρας ἀνατείνας· “ὡς
[τ]αχὺ
συνῆκας, ἀλλ' ἀφυ̣ὴ̣ς ἐγὼ καὶ βραδ̣ὺς καὶ δυσαίσθητος”. καὶ προσέχειν
μὲν δια-
λεγομένῳ καὶ ἐνχάσκειν, εἶ̣θ' ὑποκιναιδεῖν καὶ διανεύειν ἄλλοις, ποτὲ δ'
ἀνακαγ-
χάζειν· οἷος δὲ κα̣ὶ̣ πρὸς οὓς ἔτυχεν ὁμιλῶν “διασαφεῖτέ μοι τὰς ἐμὰς
ἀγραμμα-
τίας καὶ τὰς ἄλ[λας] ἀστοχίας ὑμεῖς, ὦ φίλοι, καὶ [μὴ] περιορᾶτ'
ἀσχημονοῦν[τα]”.
καὶ “οὐ διηγ[ήσεσθέ] μ̣οι τὰς [τοῦ] δεῖνος ε̣ὐημ̣ερ̣ίας, ἵνα χαί[ρω], κἂν
ἄρα δυνατὸς
ὦ μιμῶμαι;” καὶ τί δε[ῖ τ]ὰ πλείω λέγειν; [ἅπ]αν[τ̣α γ̣]ὰρ τ[ὰ] Σωκρατικὰ
μνη

Aristonicus Gramm., De signis Iliadis Book of Iliad 22, verse in book


440, li.of scholion 6

 Ἴλιος ὀφρυόεσσα: ἡ διπλῆ ὅτι θηλυκῶς ἡ Ἴλιος. A.


 (καί μ' οἶον ἐάσατε – ἱκέσθ' ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν)
 λίσσωμ' ἀνέρα τοῦτον: λείπει ὁ ἵνα, ἵνα λίς-
σωμαι. V. Cf. p. 33.
 ἀλλ' ἥ γ' ἱστὸν ὕφαινε μυχῷ δόμου ὑψη-
λοῖο (Andromache): ἡ διπλῆ ὅτι ἀσυμπαθὴς ἡ Ἀνδρομάχη
ἐν τοσούτῳ θορύβῳ κατ' οἶκον ἀτρεμοῦσα, καὶ ταῦτα τὴν
Ἀχιλλέως ἔφοδον οὐκ ἀγνοοῦσα. ἔοικεν οὖν, φησὶν ὁ Ἀρί-
σταρχος, προκαταχρησάμενος ὁ ποιητὴς τῷ τῆς Ἀνδρομάχης
προσώπῳ κατὰ τὴν πρὸς Ἕκτορος κοινολογίαν (Ζ 394), ἀπε-
σχῆσθαι νῦν τοῦ προσώπου. A.
 τῆλε δ' ἀπὸ κρατὸς βάλε δέσματα σιγα-
λόεντα: ὅτι βελτίων (cod. βέλτιον) ἂν ἦν ἡ διάθεσις, εἰ
μὴ ἐκπεπληγμένη τὰ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἀπέβαλεν, ἀλλ' ὕστε-
ρον (476) ὅτε ἀναπινύσκεταί τε καὶ ἑαυτὴν ἀναλαμβάνει, ἵν'
ᾖ οὕτως ἡ δ' ἐπεὶ οὖν ἄμπνυτο καὶ ἐς φρένα θυμὸν
ἀγέρθη ἀμβλήδην γοόωσα – τῆλε δ' ἀπὸ κρατὸς  
1079

χέε δέσματα. A. βάλε fuit lectio Aristarchea, χέε est in


textu Veneto. Ceterum cf. Ψ 857.

Hermarchus Phil., Frag. 32, li.17

φθαρτὸν εἴ[τ...]υ̣[.]ον οὐ πρ(ος)δεόμενον̣ ἀναπνοῆς οὐ  


ῥητέον, ὡς οὐδὲ | [χ]ι̣ό̣ν̣α χ[ωρὶ]ς λε[υκό]τητος ἢ πῦρ
ἂν ἄνευ θερμό|⸏τητος. κ(αὶ) φωνῆι δὲ χρῆσθαι καὶ ὁμειλίαι
τῆι πρὸς | ἀλλήλους ῥητέον· οὐ γὰρ μᾶλλον εὐδαίμονας |
κ(αὶ) ἀδιαλύτους νοήσομεν, φησί, μὴ φωνοῦντας | μηδ' ἀλ-
λήλοις διαλεγομένους, ἀλλὰ τοῖς ἐνεοῖς | ἀνθρώποις ὁμοί-
ους· τῶι γὰρ ὄντι φωνῆχρωμέ‖νων ἡμῶν, ὅ[σοι] μή τι
πεπηρώμεθα, τοὺς θεοὺς | ἢ πεπηρῶσθαι λέγειν ἢ μὴ κατὰ
το̣υ̣θ' ἡμῖν ὡμοι|ῶσθαι, μηδ' ἑτ̣[έρ]ω̣ς μηδετέρων ἐκκοπτόν-
των | ἀναφθέγματα, [κ(αὶ)] ὑπερεύηθες, ἄ[λλως τε] κ(αὶ)
τῆς | πρ(ὸς) τοὺς ὁμοίου[ς] τοῖς σπουδαίο[ις] κοινολογίας
ἄ|⸏φατον ἡδονὴν καταχεούσης· κ(αὶ) νὴ Δία γε τὴν Ἑλ|-
ληνίδα νομιστέον ἔχειν αὐτοὺς διάλεκτον, | ἢ μὴ πόρρω,

Synesius Phil., Aegyptii sive de providentia Ch. 2, Sec. 4, li.10

ἀγαθῶν καὶ θεῶν εὐδαιμόνων.


 Τὰ μὲν ἀμφὶ Τυφῶνι ταῦτα· ῥητὰ γὰρ πάντα.
τί γὰρ ἂν γένοιτο περὶ χθονίαν φύσιν ἱερὸν καὶ ἀπόρρη-
τον; ἱερολογεῖται δὲ καὶ τεθείασται τὰ Ὀσίριδος, ὥστε  
κίνδυνος παραβάλλεσθαι πρὸς τὴν διήγησιν. ἀλλὰ γένεσις
μὲν αὐτοῦ, καὶ τροφαί, καὶ προπαίδειαί τε καὶ παιδεῖαι,
καὶ ἡγεμονίαι μείζους, καὶ ὅπως ἀρχαιρεσιασάντων θεῶν τε
καὶ θείων ἀνδρῶν ἐπὶ τὴν μεγάλην ἀρχὴν κατέστη, καὶ
ὡς ἐπῆρξεν αὐτῇ, καὶ ὡς ἐπ' αὐτὸν ἡ συνωμοσία συνέστη,
καὶ εἰς ὅσον ἐκράτησε, καὶ ὡς οὐκ εἰς ἅπαν ἐξίκετο· ταῦτα
μὲν οὐκ ἀνάξια κοινολογίας, καὶ εἴρηται. προσκείσθω δὲ ὅτι
μηδὲ ἀνόνητος ἡ φυγὴ τῷ πάντα εὐδαίμονι· ἀλλ' ἐν ἐκείνῳ
γὰρ τῷ καιρῷ τὰς τελεωτάτας τῶν ἄνω θεῶν τελετὰς
ἐτελέσθη τε καὶ ἐπώπτευσε καὶ θεωρίᾳ προσανέσχε τὸν
νοῦν, σχασάμενος πολιτείαν. λεγέσθω δὲ αὐτοῦ καὶ κάθο-
δος ἱερά, καὶ δῆμοι στεφανηφόροι συγκαταγαγόντες αὐτὸν
τοῖς θεοῖς, ἤπειρον ὅλην ἐπὶ τῷ προπομπεῦσαι κατιόντας
ἀμείψασθαι, καὶ παννυχίδες, καὶ δᾳδουχίαι, καὶ διανομαὶ
γερῶν, καὶ ἐπώνυμον ἔτος, καὶ τοῦ δυσμενοῦς ἀδελφοῦ δευ-
1080

τέρα φειδώ, ὃν ὀργῆς ἠρεθισμένου τοῦ δήμου παρῃτεῖτο,


καὶ θεῶν ἐδεῖτο σῴξειν αὐτόν, ἐπιεικέστερα δρῶν μᾶλλον

Ευσέβιος. Historia ecclesiastica Book 7, ch. 24, Sec. 9, li.7

συνομολογεῖν αἰδούμενοι, ἀλλ' εὐσυνειδήτως καὶ ἀνυπο-


κρίτως καὶ ταῖς καρδίαις πρὸς τὸν θεὸν ἡπλωμέναις τὰ ταῖς
ἀποδείξεσι καὶ διδασκαλίαις τῶν ἁγίων γραφῶν συνιστανό-
μενα καταδεχόμενοι.
         καὶ τέλος ὅ τε τῆς διδαχῆς ταύτης
ἀρχηγὸς καὶ εἰσηγητής, ὁ καλούμενος Κορακίων, ἐν ἐπηκόῳ
πάντων τῶν παρόντων ἀδελφῶν ὡμολόγησεν καὶ διεμαρτύ-
ρατο ἡμῖν μηκέτι τούτῳ προσέξειν μηδὲ διαλέξεσθαι περὶ
τούτου μηδὲ μεμνῆσθαι μηδὲ διδάξειν, ὡς ἱκανῶς ὑπὸ
τῶν ἀντιλεχθέντων ᾑρημένος· τῶν τε ἄλλων ἀδελφῶν
οἳ μὲν ἔχαιρον ἐπὶ τῇ κοινολογίᾳ καὶ τῇ πρὸς πάντας
συγκαταβάσει καὶ συνδιαθέσει».
 Εἶθ' ἑξῆς ὑποβάς, περὶ τῆς Ἀποκαλύψεως Ἰωάννου
ταῦτά φησιν·
 »τινὲς μὲν οὖν τῶν πρὸ ἡμῶν ἠθέτησαν καὶ ἀνεσκεύασαν
πάντῃ τὸ βιβλίον, καθ' ἕκαστον κεφάλαιον διευθύνοντες
ἄγνωστόν τε καὶ ἀσυλλόγιστον ἀποφαίνοντες ψεύδεσθαί τε
τὴν ἐπιγραφήν.
         Ἰωάννου γὰρ οὐκ εἶναι λέγουσιν, ἀλλ'
οὐδ' ἀποκάλυψιν εἶναι τὴν σφόδρα καὶ παχεῖ κεκαλυμμένην
τῷ τῆς ἀγνοίας παραπετάσματι, καὶ οὐχ ὅπως τῶν ἀποστόλων  

Ευσέβιος. Commentaria in Psalmos Vol.23, p. 1341, li.19

ΨΑΛΜΟΣ Τῼ ΔΑΥΙΔ. ΡΘʹ.

 Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· Κάθου ἐκ δεξιῶν


μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν
ποδῶν σου. Σφόδρα ἀκριβῆ καὶ ἀληθῆ λόγον ἐπεση-
μήνατο ὁ Σωτὴρ ἡμῶν εἰρηκώς· Εἰ οὖν Δαυῒδ ἐν
πνεύματι καλεῖ αὐτὸν Κύριον, πῶς υἱὸς αὐτοῦ
ἐστιν; οὐ γὰρ ἐκτὸς Πνεύματος ἁγίου οἷός τε ἦν ὁ
Δαυῒδ εἰπεῖν τό· Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· Κά-
1081

θου ἐκ δεξιῶν μου. Πόθεν γὰρ παρῆν ἀνθρωπίνῳ λο-


γισμῷ ἡ γνῶσις ἡ τοῦ Πατρὸς πρὸς τὸν ὠνομασμένον
αὐτοῦ Κύριον κοινολογίας; Ὁ μὲν οὖν θρόνος τὴν
βασιλικὴν αὐτοῦ ἀξίαν κατασημαίνει, ἡ δὲ κάθισις τὸ
βέβαιον καὶ ἑδραῖον καὶ ἀσάλευτον τῆς ἐν τῇ βασιλείᾳ
διαμονῆς· τὸ δὲ, ἐκ δεξιῶν, εἶναι καὶ δεξιῶν τοῦ
Πατρὸς δωρημάτων κοινωνόν. Πάντα γὰρ τὰ δεξιὰ,
φαιδρά τε καὶ ἀγαθὰ καὶ σωτήρια χορηγεῖ ὁ Υἱὸς ὡς
παρὰ Πατρός. Ἐχθροὺς δὲ φησὶ τοὺς διὰ τοῦ προτε-
ταγμένου ψαλμοῦ δεδηλωμένους· καὶ οὐ μόνον, ἀλλὰ
καὶ πάσας τὰς ἀντικειμένας δυνάμεις. Πάντας γὰρ
ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ θήσειν ὁ Πατὴρ διαγγέλλεται
διὰ τοῦ προκειμένου ψαλμοῦ.

Ιάμβλιχος. De mysteriis Ch. 7, Sec. 4, li.32

μην τῆς ἀναλύσεως, ἐπὶ τούτων τῆς θείας οὐσίας καὶ


δυνάμεως καὶ τάξεως ἔχομεν ὅλης ἐν τῷ ὀνόματι τὴν
εἴδησιν. Καὶ ἔτι ἀθρόαν τὴν μυστικὴν καὶ ἀπόρρητον εἰ-
κόνα τῶν θεῶν ἐν τῇ ψυχῇ διαφυλάττομεν, καὶ τὴν ψυ-
χὴν δι' αὐτῶν ἀνάγομεν ἐπὶ τοὺς θεούς, καὶ ἀναχθεῖσαν
κατὰ τὸ δυνατὸν τοῖς θεοῖς συνάπτομεν.
 Ἀλλὰ διὰ τί τῶν σημαντικῶν τὰ βάρβαρα πρὸ τῶν
ἑκάστῳ οἰκείων προτιμῶμεν; ἔστι δὲ καὶ τούτου μυστι-
κὸς ὁ λόγος. Διότι γὰρ τῶν ἱερῶν ἐθνῶν, ὥσπερ Ἀσσυ-
ρίων τε καὶ Αἰγυπτίων, οἱ θεοὶ τὴν ὅλην διάλεκτον ἱερο-
πρεπῆ κατέδειξαν, διὰ τοῦτο καὶ τὰς κοινολογίας οἰό-
μεθα δεῖν τῇ συγγενεῖ πρὸς τοὺς θεοὺς λέξει προσφέρειν,
καὶ διότι πρῶτος καὶ παλαιότερός ἐστιν ὁ τοιοῦτος τρό-
πος τῆς φωνῆς, καὶ μάλιστα ἐπειδὴ οἱ μαθόντες τὰ πρῶτα
ὀνόματα περὶ τῶν θεῶν μετὰ τῆς οἰκείας γλώττης αὐτὰ  
συμμίξαντες παραδεδώκασιν ἡμῖν, ὡς οἰκείας καὶ προς-
φόρου πρὸς αὐτὰ ὑπαρχούσης, ἀκίνητον διατηροῦμεν
δεῦρο ἀεὶ τὸν θεσμὸν τῆς παραδόσεως.

Αθανάσιος θεολόγος. Sermo in annuntiationem deiparae [Sp.] Vol.28, p.


929, li14

Πνεύματος ἐφ' ὑμᾶς; ἐπίσης γὰρ ἡ ἐπαγγελία, καὶ


ἐκ τοῦ ἴσου τρόπου λαμβάνεσθαι δύναται, ἐπείπερ καὶ
ἐνταῦθα δύναμιν ἐξ Ὑψίστου ἐπελεύσεσθαι ἐπὶ τοὺς
ἀποστόλους καὶ Πνεύματος ἁγίου παρουσίαν. Τί οὖν;
1082

ἆρα ὡς πρὸς τοὺς ἀποστόλους τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ δύναμις τοῦ Ὑψίστου


ἐπήγγελται, οὕτως καὶ πρὸς τὴν Παρθένον;
 Καὶ εἰ μὲν οὕτως ὥσπερ καὶ εἰς τοὺς ἀποστό-
λους, καὶ ἡ δύναμις τοῦ Ὑψίστου καὶ ἡ ἐπέλευσις
τοῦ Πνεύματος γέγονε, καὶ ἐν τοῖς ἀποστόλοις οὐ
παρηκολούθησε σάρκωσις· δῆλον, ὅτι οὔτε ἐν τῇ
Παρθένῳ ἡ δύναμις ἐσαρκώθη, οὔτε τὸ Πνεῦμα ἐνην-
θρώπησεν, εἰ καὶ αὐτὸς ὁ Υἱὸς κατὰ κοινολογίαν
θεολογίας λέγεται δύναμις Ὑψίστου. Ἀλλ' ὥσπερ
ἐν τοῖς ἀποστόλοις ἡ δύναμις πρὸς τὸ δύνασθαι κατὰ
πάσης ἀντικειμένης δυνάμεως ἐγένετο, καὶ ἡ ἐπ-
έλευσις τοῦ Πνεύματος καθ' ὅλα τὰ οὐσιωδῶς προσόντα
αὐτῷ, ἐνεργοῦσα ἐν πᾶσι σημείοις, καὶ τέρασι, καὶ
δυνάμεσι, πρὸς βεβαίωσιν καὶ πίστωσιν τῆς Χριστοῦ
ἐπαγγελίας· οὕτω καὶ ἐπὶ τῇ Παρθένῳ ἡ ἐπέλευσις
τοῦ Πνεύματος ἐγένετο, ἐν πᾶσι τοῖς οὐσιωδῶς προς-
οῦσιν αὐτῷ κατὰ τὴν θεαρχίαν, χάριν ἐμποιοῦν, πρὸς
τὸ ἐν πᾶσι χαίρειν αὐτήν. Ἐπείπερ καὶ διὰ τοῦτο

Ωριγένης θεολόγος. Commentarii in evangelium Joannis (lib. 1, 2, 4, 5,


6, 10, 13)
Book 6, ch. 30, Sec. 153, li.6

Ἀπεκρίνατο αὐτοῖς ὁ Ἰωάννης λέγων· Ἐγὼ βαπτίζω ἐν


 ὕδατι· μέσος ὑμῶν ἕστηκεν ὃν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε, ὀπίσω
 μου ἐρχόμενος, οὗ οὐκ εἰμὶ ἐγὼ ἄξιος ἵνα λύσω αὐτοῦ
 τὸν ἱμάντα τοῦ ὑποδήματος.

 Ὁ μὲν Ἡρακλέων οἴεται ὅτι ἀποκρί-


νεται ὁ Ἰωάννης τοῖς ἐκ τῶν φαρισαίων πεμφθεῖσιν, οὐ πρὸς
ὃ ἐκεῖνοι ἐπηρώτων, ἀλλ' ὃ αὐτὸς ἐβούλετο, ἑαυτὸν λανθάνων
ὅτι κατηγορεῖ τοῦ προφήτου ἀμαθίας, εἴγε ἄλλο ἐρωτώμενος
περὶ ἄλλου ἀποκρίνεται· χρὴ γὰρ καὶ τοῦτο φυλάττεσθαι ὡς
ἐν κοινολογίᾳ ἁμάρτημα τυγχάνον.
 Ἡμεῖς δέ φαμεν ὅτι μάλιστα πρὸς ἔπος ἐστὶν ἡ ἀπό-
κρισις. Πρὸς γὰρ τὸ «Τί οὖν βαπτίζεις, εἰ σὺ οὐκ εἶ ὁ
Χριστός;» τί ἄλλο ἐχρῆν εἰπεῖν ἢ τὸ ἴδιον παραστῆσαι
βάπτισμα σωματικώτερον τυγχάνον; «Ἐγώ, γάρ φησιν,
βαπτίζω ἐν ὕδατι». Καὶ τοῦτο εἰπὼν πρὸς τὸ «Τί οὖν
βαπτίζεις;» πρὸς τὸ δεύτερον «Εἰ σὺ οὐκ εἶ ὁ Χριστός»
δοξολογίαν περὶ τῆς προηγουμένης οὐσίας Χριστοῦ διηγεῖται,
1083

ὅτι δύναμιν τοσαύτην ἔχει ὡς καὶ ἀόρατος εἶναι τῇ θειότητι


αὐτοῦ, παρὼν παντὶ ἀνθρώπῳ παντὶ δὲ καὶ ὅλῳ τῷ κόσμῳ
συμπαρεκτεινόμενος· ὅπερ δηλοῦται διὰ τοῦ «Μέσος

Ωριγένης θεολόγος. Commentarii in evangelium Joannis (lib. 1, 2, 4, 5,


6, 10, 13)
Book 13, ch. 28, Sec. 170, li.4

τὴν πόλιν εἴπῃ τοῖς ἀνθρώποις· «Δεῦτε, ἴδετε ἄνθρωπον, ὃς


εἶπέν μοι πάντα ἃ ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός;»
ὅτε «ἐξῆλθον ἐκ τῆς πόλεως, καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτόν»·
καὶ τῇ τοιᾷδε μὲν μὴ ὕστερον, τότε δὲ σαφέστατα ἐμφανίζει
ἑαυτὸν ὁ λόγος, ὡς ἐλθόντας τοὺς μαθητὰς θαυμάζειν εἰ καὶ
αὕτη ἠξίωται θῆλύς τις καὶ εὐεξαπάτητος οὖσα, τυχεῖν
τῆς ὁμιλίας πρὸς αὐτὴν τοῦ λόγου.
         Πλὴν πειθόμενοι
καλῶς ὑπὸ τοῦ λόγου πάντα γίνεσθαι οἱ μαθηταὶ οὐκ ἐπι-
πλήττουσιν οὐδὲ ἐπαποροῦσιν περὶ τῆς πρὸς τὴν Σαμαρεῖτιν
ζητήσεως καὶ τῆς πρὸς αὐτὴν κοινολογίας.
         Τάχα δὲ καὶ
καταπεπλήγασιν τὴν πολλὴν χρηστότητα τοῦ λόγου συγκα-
ταβαίνοντος ψυχῇ ἐξουθενούσῃ Σιών, καὶ πεποιθυίᾳ ἐπὶ τὸ
ὄρος Σαμαρείας· διόπερ γέγραπται· «Ἐθαύμαζον ὅτι μετὰ
γυναικὸς ἐλάλει.»  

Μιχαήλ Ψελλός. Chronographia Ch. 1, Sec. 29, li.2

τῶν σπονδῶν παραδεικνὺς ὅσιον. Εἶτα δὴ καὶ οἷον στρατη-


γικὸν ἄνδρα ἠρωτήκει περὶ τοῦ κράτους καὶ ὅπως ἂν αὐτῷ
ἀστασίαστος ἡ ἀρχὴ τηρηθείη· ὁ δὲ ἄρα οὐ στρατηγικὴν
βουλὴν, ἀλλὰ πανοῦργον εἰσηγεῖται γνώμην, καθαιρεῖν μὲν
τὰς ὑπερόγκους ἀρχὰς, καὶ μηδένα τῶν ἐν στρατείαις ἐᾶν
πολλῶν εὐπορεῖν, κατατρύχειν τε ἀδίκοις εἰσπράξεσιν, ἵνα
τοῖς ἑαυτῶν ἀσχολοῖντο οἴκοις, γυναῖκά τε εἰς τὰ βασίλεια
μὴ εἰσαγαγεῖν, καὶ μηδενὶ πρόχειρον εἶναι, μήτε τῶν ἐν
ψυχῇ βουλευμάτων πολλοὺς ἔχειν εἰδήμονας.  
Ἐπὶ τούτοις διαλελυμένης αὐτοῖς τῆς κοινολογίας, ὁ μὲν Σκληρὸς ἐπὶ
τοὺς ἀποτεταγμένους αὐτῷ
ἀγροὺς ἀπιὼν καὶ ὀλίγον διαβιοὺς μετήλλαξε τὴν ζωήν· ὁ
δὲ βασιλεὺς Βασίλειος τά τε ἄλλα κατὰ πολλὴν ὑπεροψίαν
τῶν ὑπηκόων ἔδρα, καὶ οὐκ εὐνοίαις μᾶλλον ἢ φόβοις τὴν
1084

ἀρχὴν ἑαυτῷ σοβαρωτέραν ὡς ἀληθῶς διετίθετο· τοῖς δὲ


ἔτεσι προστιθεὶς καὶ πεῖραν ἁπάντων συνειληφὼς, ἀπρος-
δεὴς ὥσπερ τῶν σοφωτέρων ἐτύγχανεν ὤν. Αὐτὸς γοῦν
ἦρχε καὶ τῶν βουλευμάτων, αὐτὸς διετίθη καὶ τὰ στρατό-
πεδα· τὸ δὲ πολιτικὸν οὐ πρὸς τοὺς γεγραμμένους νόμους,
ἀλλὰ πρὸς τοὺς ἀγράφους τῆς αὑτοῦ εὐφυεστάτης ἐκυβέρνα
ψυχῆς· ὅθεν οὐδὲ προσεῖχε λογίοις ἀνδράσιν,

Georgius Cedrenus Chronogr., Compendium historiarum Vol.2, p. 135,


li.3

τῶν λογάδων ἠξίου, καὶ μὴ περιμένειν τὴν ἅλωσιν. τοῦ δὲ βασι-


λέως “καὶ πῶς τοῦτο ἔσεται” ἐπερωτήσαντος, “τῶν δι' ἐμὲ προς-
μεινάντων ἀπολομένων,” ὑπολαβὼν ὁ Μανουὴλ “σοὶ μόνον ἔστω,
βασιλεῦ,” ἔφη “τὸ σώζεσθαι ἐκ θεοῦ, οὗτοι δὲ ταχέως τὰ κατ'
αὐτοὺς διοικήσουσιν.” ὀψὲ γοῦν κατὰ τὸ περίορθρον τοῦ βασι-
λέως φυγῇ χρησαμένου καὶ πρὸς τὸ λεγόμενον Χιλιόκωμον διασω-
θέντος, οἱ λειποτάκται ὑπήντων αὐτῷ, καὶ ἀναξίους ἑαυτοὺς ἔφα-
σκον τῆς ζωῆς βασιλέα ἐν πολέμῳ καταπροέντας, καὶ ἅμα τοῖς  
ἑαυτῶν ἐγυμνοῦντο ξίφεσιν. ἀλλ' ὁ Θεόφιλος τῷ θεάματι τρω-
θεὶς τὴν ψυχήν, “εἰ ἐγὼ” φησί “σέσωσμαι ἐκ θεοῦ, σωθήσεσθε
καὶ ὑμεῖς.” αὕτη ἡ τῶν Περσῶν πρὸς τοὺς ἐξ Ἄγαρ κοινολογία
τοῖς Θεοφόβου ἐχθροῖς καὶ θάνατον αὐτοῦ ψηφιζομένοις δευτέρα
τις γέγονεν αἰτία καὶ ἀφορμὴ εὔκαιρος εἰς διαβολήν.
 Τῷ δ' ἀμερμουμνῇ ἀκηκοότι τὴν νίκην ἔδοξε μὴ μέλλειν
ἀλλ' ἀπιέναι πρὸς τὸ Ἀμώριον. ἀγείρας οὖν τὸ οἰκεῖον στρά-
τευμα, καὶ τῷ υἱῷ δὲ ἐπιστείλας παραπλησίως ποιεῖν, εἴχετο τῆς
ὁδοῦ. ἑνωθέντων οὖν τῶν στρατευμάτων χάραξ τε ἐπήγνυτο
ὀχυρός, καὶ ἡ πόλις τάφρῳ βαθείᾳ ἐστεφανοῦτο, καὶ ἡ πολιορκία
ἔμπρακτος καὶ ἐνεργὸς ἐγίνετο, τῶν μὲν Τούρκων ἐπιμόνοις καὶ
συνεχέσι χρωμένων τοξεύμασι, τῶν δὲ Σαρακηνῶν τὰς ἑλεπόλεις
προσαγόντων τοῖς τείχεσι, τῶν δ' ἔνδον τοῦ τείχους

Georgius Cedrenus Chronogr., Compendium historiarum Vol.2, p. 477,


li.20

σιλεῖ ταραχὴ κατεῖχε τὴν παρεμβολὴν καὶ ἀγωνία, δεδοικυῖαν μή


πως ἐν μέσῳ Ἀβασγῶν τε καὶ τῶν ἀποστατῶν συνειλημμένοι (διε-
δέδοτο γὰρ καὶ λόγος ὡς οἱ περὶ τὸν Ξιφίαν διεκηρυκεύσαντο περὶ
τούτου πρὸς τὸν ἄρχοντα Ἀβασγίας) ἀνήκεστόν τι πάθωσιν. ὁ
δὲ βασιλεὺς γράμματα γράψας πρός τε τὸν Ξιφίαν καὶ τὸν Φω-
1085

κᾶν ἐξέπεμψε, παραγγείλας τῷ λαβόντι σπουδάσαι πάντα τρόπον


λαθεῖν καὶ ἑκάστῳ ἀσυγγνώστως δεδωκέναι τὸ γράμμα. τοῦ δὲ
ὡς ἐκελεύσθη ποιήσαντος καὶ τὰς ἐπιστολὰς ἐγχειρίσαντος λελη-
θότως, ὁ μὲν Φωκᾶς εὐθὺς ἐπανέγνω τὴν ἑαυτοῦ τῷ Ξιφίᾳ, ἐκεῖ-
νος δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀποκρύψας καὶ γράμμα δέξασθαι ὅλως ἀπαρνη-
σάμενος ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν καλεῖ τοῦτον ἐπὶ κοινολογίαν, καὶ
ἐλθόντα, λόχους ἔχων προευτρεπισμένους, ἀποκτίννυσι. καὶ ἡ
ἐπισύστασις τῶν ἀποστατῶν εὐθὺς διεσκεδάσθη. τοῦ δὲ θανάτου
τοῦ Φωκᾶ γνωσθέντος τῷ βασιλεῖ πέμπεται Θεοφύλακτος ὁ Δα-
μιανοῦ τοῦ Δαλασσηνοῦ υἱός, καὶ τὸν Ξιφίαν συλλαβὼν ἐκπέμπει  
δέσμιον πρὸς τὴν βασιλίδα πρὸς Ἰωάννην τὸν πρωτονοτάριον, ὃς
ἐν τῇ νήσῳ τοῦ Ἀντιγόνου μοναχὸν αὐτὸν ἀποκείρει. ὁ δὲ βασι-
λεὺς τοῦ τῶν ἀποστατῶν ἀπολυθεὶς δέους συμβάλλει τοῖς Ἀβας-
γοῖς, καὶ πολλοὶ πίπτουσι τῶν Ῥωμαίων. ὅμως διελύθησαν
ἄμφω τὰ στρατεύματα, καὶ ἡ νίκη ἀμφίβολος ἦν. μετὰ δὲ ταῦτα
δευτέρας συμπλοκῆς γενομένης, τῇ ιαʹ τοῦ Σεπτεμβρίου μηνός,

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De legationibus


P. 20, li.22

μένους περὶ τῶν προειρημένων Γάιον καὶ Λεύκιον Κορογκανίους.


ἡ δὲ Τεῦτα, καταπλευσάντων πρὸς αὐτὴν τῶν ἐκ τῆς Ἠπείρου
λέμβων, καταπλαγεῖσα τὸ πλῆθος καὶ τὸ κάλλος τῆς ἀγομένης κα-
τασκευῆς (πολὺ γὰρ ἡ Φοινίκη τότε διέφερε τῶν κατὰ τὴν Ἤπειρον
πόλεων εὐδαιμονίᾳ) διπλασίως ἐπερρώσθη πρὸς τὴν κατὰ τῶν
Ἑλλήνων ἀδικίαν. οὐ μὴν ἀλλὰ τότε μὲν ἐπέσχε διὰ τὰς ἐγχωρίους
ταραχάς, καταστησαμένη δὲ ταχέως τὰ κατὰ τοὺς ἀποστάντας Ἰλλυ-
ριοὺς ἐπολιόρκει τὴν Ἴσσαν. κατὰ δὲ τὸν καιρὸν τοῦτον κατέ-
πλευσαν οἱ τῶν Ῥωμαίων πρέσβεις, καὶ δοθέντος αὐτοῖς καιροῦ
πρὸς ἔντευξιν διελέγοντο περὶ τῶν εἰς αὐτοὺς γεγονότων ἀδικη-
μάτων. ἡ δὲ Τεῦτα καθόλου μὲν παρ' ὅλην τὴν κοινολογίαν ἀγε-
ρώχως καὶ λίαν ὑπερηφάνως αὐτῶν διήκουσεν, καταπαυσάντων δὲ
τὸν λόγον κοινῇ μὲν ἔφη πειρᾶσθαι φροντίζειν, ἵνα μηδὲν ἀδίκημα
γίνηται Ῥωμαίοις ἐξ Ἰλλυριῶν, ἰδίᾳ γε μὴν οὐ νόμιμον εἶναι τοῖς
βασιλεῦσι κωλύειν Ἰλλυριοῖς τὰς κατὰ θάλατταν ὠφελείας. ὁ δὲ
νεώτερος τῶν πρεσβευτῶν δυσχεράνας ἐπὶ τοῖς εἰρημένοις ἐχρήσατο
παρρησίᾳ καθηκούσῃ μέν, οὐδαμῶς δὲ πρὸς καιρόν. εἶπε γὰρ ὅτι·
Ῥωμαίοις μέν, ὦ Τεῦτα, κάλλιστον ἔθος ἐστὶ τὰ κατ' ἰδίαν ἀδική-
ματα κοινῇ μεταπορεύεσθαι καὶ βοηθεῖν τοῖς ἀδικουμένοις· πειρα-
σόμεθα δὴ θεοῦ βουλομένου ταχέως ἀναγκάσαι σε τὰ βασιλικὰ νό-
μιμα διορθώσασθαι πρὸς Ἰλλυριούς. ἡ δὲ γυναικοθύμως
1086

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De legationibus


P. 48, li.29

συνεχώρησε πέμψειν αὐτοκράτορας ἐπὶ θάλατταν τοὺς συνθησο-


μένους τὴν εἰρήνην, ἐφ' οἷς ἂν οἱ πρεσβευταὶ κελεύσωσιν.
23. Ὅτι ἀφικομένων τῶν πρέσβεων καὶ συνελθόντων ὁμοῦ τῶν
τε Ῥωμαίων καὶ τῶν περὶ Εὐμένη, καὶ τούτων μὲν εἰς ἅπαν ἑτοίμως
συγκαταβαινόντων χάριν τοῦ συντελεσθῆναι τὴν εἰρήνην, τῶν δὲ παρὰ
τοῦ Φαρνάκου πρὸς πᾶν διαφερομένων καὶ τοῖς ὁμολογηθεῖσιν οὐκ
ἐμμενόντων, ἀλλ' ἀεί τι προσεπιζητούντων καὶ μεταμελομένων, τα-
χέως τοῖς Ῥωμαίοις ἐγένετο δῆλον ὅτι ματαιοπονοῦσιν. οὐ γὰρ οἷος
ἦν συγκαταβαίνειν ὁ Φαρνάκης εἰς τὰς διαλύσεις. ὅθεν ἀπράκτου
γενομένης τῆς κοινολογίας, καὶ τῶν Ῥωμαίων ἀπαλλαγέντων ἐκ τοῦ
Περγάμου, καὶ τῶν παρὰ τοῦ Φαρνάκου πρέσβεων ἀπολυθέντων εἰς
τὴν οἰκείαν, ὁ μὲν πόλεμος ἐγεγένητο κατάμονος, οἱ δὲ περὶ τὸν Εὐ-
μένη πάλιν ἐγίνοντο περὶ τὰς εἰς τοῦτον παρασκευάς. ἐν ᾧ καιρῷ
τῶν Ῥοδίων ἐπισπασαμένων τὸν Εὐμένη καὶ φιλοτίμως, οὗτος μὲν
ἐξώρμησε μετὰ πολλῆς σπουδῆς πράξων τὰ κατὰ τοὺς Λυκίους.  

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De legationibus


P. 330, li.24

καὶ τήβενναν καὶ καλικίους ἀπήντα τούτοις, καὶ καθόλου τοιαύτῃ


διασκευῇ κεχρημένος, οἵαν ἔχουσιν οἱ προσφάτως ἠλευθερωμένοι
παρὰ Ῥωμαίοις, οὓς καλοῦσι λιβέρτους, καὶ δεξιωσάμενος τοὺς
πρεσβευτάς· ὁρᾶτ', ἔφη, τὸν ὑμέτερον λίβερτον ἐμὲ πάντα βουλό-
μενον χαρίζεσθαι καὶ μιμεῖσθαι τὰ παρ' ὑμῖν. ἧς ἀγενεστέραν
φωνὴν οὐ ῥᾴδιον εἰπεῖν. τότε δὲ κατὰ τὴν εἴσοδον τὴν εἰς τὴν
σύγκλητον στὰς κατὰ τὸ θύρετρον ἀντίος τοῦ συνεδρίου καὶ καθεὶς
τὰς χεῖρας ἀμφοτέρας προσεκύνησε τὸν οὐδὸν καὶ τοὺς καθημένους
ἐπιφθεγξάμενος· χαίρετε, θεοὶ σωτῆρες, ὑπερβολὴν οὐ καταλιπὼν
ἀνανδρίας ἅμα δὲ καὶ γυναικισμοῦ καὶ κολακείας οὐδενὶ τῶν ἐπι-
γινομένων. ἀκόλουθα δὲ τούτοις καὶ κατὰ τὴν κοινολογίαν εἰσελ-
θὼν ἐπετελέσατο, περὶ ὧν καὶ τὸ γράφειν ἀπρεπὲς ἦν. φανεὶς
δὲ τελέως εὐκαταφρόνητος ἀπόκρισιν ἔλαβε δι' αὐτὸ τοῦτο φιλάν-
θρωπον.
Ἤδη δὲ τούτου τὰς ἀποκρίσεις εἰληφότος, προσέπεσε παρα-
γίνεσθαι τὸν Εὐμένη. τοῦτο δὲ τὸ πρᾶγμα πολλὴν ἀπορίαν
παρέσχε τοῖς ἐν τῷ συνεδρίῳ. διαβεβλημένοι γὰρ πρὸς αὐτὸν καὶ
διαλήψεις ἀμεταθέτους ἔχοντες οὐκ ἐβούλοντο κατ' οὐδένα τρόπον
ἐμφανίζειν αὑτούς. πᾶσι γὰρ ἀναδεδειχότες πρῶτον καὶ μέγιστον
1087

φίλον τὸν βασιλέα τοῦτον ἔμελλον εἰς ὄψιν ἐλθόντες καὶ προς-  
δεξάμενοι δικαιολογίαν, εἰ μὲν τὸ δοκοῦν ἀποκριθεῖεν

Constantinus VII Porphyrogenitus Imperator Hist., De sententiis P.


170, li.23

τὸ λοιπὸν παρασπονδεῖν. ἀλλ' ἵνα τυχόντες ὧν ἀξιοῦσι χάριν


ὀφείλωσιν ἡμῖν; ἀλλὰ νῦν μεθ' ἱκετηρίας τυχόντες ὧν παρεκάλουν,
ὅτι βραχείας ἐλπίδος ἐπελάβοντο τῆς κατὰ σέ, παρὰ πόδας ὡς
ἐχθροῖς ἡμῖν κέχρηνται καὶ πολεμίοις. ἐν οἷς βαρυτέρου μέν τινος
προσεπιταχθέντος δυνατὸν ἀνενεγκεῖν τῷ δήμῳ περὶ διαλύσεως,
ὑφαίρεσιν δὲ ποιουμένοις τῶν ὑποκειμένων οὐδὲ ἀναφορὰν ἔχει τὸ
διαβούλιον. Τί πέρας οὖν πάλιν τῶν ἡμετέρων λόγων; ἢ τὴν ἐπι-
τροπὴν ὑμᾶς διδόναι περὶ σφῶν αὐτῶν καὶ τῆς πατρίδος ἢ μα-
χομένους νικᾶν.”
Ταῦτα μὲν οὖν διαλεχθέντες ἑαυτοῖς Ἀννίβας καὶ Πόπλιος
ἐχωρίσθησαν, ἀξύμβατον ποιησάμενοι τὴν κοινολογίαν.
91. Ὅτι εἰς πολλὰς καὶ μεγάλας ἀτυχίας προφανῶς οὐκ οἶδ'
ὅπως ἐμπίπτουσι πάντες ἄνθρωποι καὶ οὐ δύνανται λῆξαι τῆς
ἐννοίας, ἀλλ' οὐδὲ βραχὺ διαπιστῆσαι ῥάδιον, καθάπερ ἔνια τῶν
ἀλόγων ζώων. ἐκεῖνα γὰρ οὐ μόνον ἐὰν αὐτὰ πολὺ δυσχρηστήσῃ
περὶ τὰ δελέατα καὶ τὰς ἄρκυς, ἀλλὰ κἂν ἕτερον ἴδῃ κινδυνεῦον,
οὐκ ἂν ἔτι ῥᾳδίως αὐτὰ προσαγάγοις πρὸς οὐδὲν τῶν τοιούτων,
ἀλλὰ καὶ τὸν τόπον ὑποπτεύει καὶ παντὶ τῷ φαινομένῳ διαπιστεῖ.  
οἱ δὲ ἄνθρωποι τὰς μὲν ἀκούοντες ἀπολλυμένας πόλεις ἄρδην
τρόπῳ τινί, τὰς δὲ ἀκμὴν ὁρῶντες, ὅμως, ὅταν τις χρησάμενος τῷ
πρὸς χάριν λόγῳ προτείνῃ τὴν ἐλπίδα τῆς ἐξ ἀλλήλων

Joannes Scylitzes Hist., Synopsis historiarum Emperor life Theoph, Sec.


23, li.95

καὶ σῴζειν ἑαυτὸν μετὰ τῶν λογάδων ἠξίου, καὶ μὴ περιμένειν τὴν
ἅλωσιν. τοῦ δὲ βασιλέως ‘καὶ πῶς τοῦτο ἔσεται’ ἐπερωτήσαντος, ‘τῶν
δι' ἐμὲ προσμεινάντων ἀπολομένων;’ ὑπολαβὼν ὁ Μανουὴλ ‘σοὶ μόνον  
ἔστω, βασιλεῦ;’ ἔφη, ‘τὸ σῴζεσθαι ἐκ θεοῦ, οὗτοι δὲ ταχέως τὰ κατ'
αὐτοὺς διοικήσουσιν.’ ὀψὲ γοῦν κατὰ τὸ περίορθρον τοῦ βασιλέως φυγῇ
χρησαμένου καὶ πρὸς τὸ λεγόμενον Χιλιόκωμον διασωθέντος οἱ λειπο-
τάκται ὑπήντων αὐτῷ καὶ ἀναξίους ἑαυτοὺς ἔφασκον τῆς ζωῆς, βασι-
λέα ἐν πολέμῳ καταπροέντες, καὶ ἅμα τοῖς ἑαυτῶν ἐγυμνοῦντο ξίφεσιν.
ἀλλ' ὁ Θεόφιλος τῷ θεάματι τρωθεὶς τὴν ψυχήν, ‘εἰ ἐγώ’, φησί, ‘σέσῳ-
σμαι ἐκ θεοῦ, σώθητε καὶ ὑμεῖς.’ αὕτη ἡ τῶν Περσῶν πρὸς τοὺς ἐξ Ἄγαρ
κοινολογία τοῖς Θεοφόβου ἐχθροῖς καὶ θάνατον αὐτοῦ ψηφιζομένοις
1088

δευτέρα τις γέγονεν αἰτία καὶ ἀφορμὴ εὔκαιρος εἰς διαβολήν. τῷ δ'
ἀμερμουμνῇ ἀκηκοότι τὴν νίκην ἔδοξε μὴ μέλλειν, ἀλλ' ἀπιέναι πρὸς τὸ
Ἀμώριον. ἀγείρας οὖν τό τε οἰκεῖον στράτευμα, καὶ τῷ υἱῷ ἐπιστείλας
παραπλησίως ποιεῖν, εἴχετο τῆς ὁδοῦ. ἑνωθέντων οὖν τῶν στρατευ-
μάτων χάραξ τε ἐπήγνυτο ὀχυρὸς καὶ ἡ πόλις τάφρῳ βαθείᾳ ἐστεφα-
νοῦτο καὶ ἡ πολιορκία ἔμπρακτος καὶ ἐνεργὸς ἐγίνετο, τῶν μὲν Τούρκων
ἐπιμόνοις καὶ συνεχέσι χρωμένων τοξεύμασι, τῶν δὲ Σαρακηνῶν τὰς
ἑλεπόλεις προσαγόντων τοῖς τείχεσι, τῶν δ' ἔνδον τοῦ τείχους ἐναπ-
ειλημμένων Ῥωμαίων εὐψύχως καὶ ἡρωϊκῶς ἀγωνιζομένων καὶ τὰ
τῆς πολιορκίας ἀποκρουομένων εὐπετῶς ὄργανα. ἡ μὲν οὖν πολιορκία

Joannes Scylitzes Hist., Synopsis historiarum Emperor life


Bas2+Const8, Sec. 45, li.19

δεδοικυῖαν, μή πως ἐν μέσῳ Ἀβασγῶν τε καὶ τῶν ἀποστατῶν συνειλημ-


μένοι (διεδέδοτο γὰρ καὶ λόγος, ὡς οἱ περὶ τὸν Ξιφίαν διεκηρυκεύσαντο
περὶ τούτου πρὸς τὸν ἄρχοντα Ἀβασγίας) ἀνήκεστόν τι πάθωσιν. ὁ δὲ
βασιλεὺς γράμματα πρός τε τὸν Ξιφίαν καὶ τὸν Φωκᾶν γράψας ἐξέπεμψε,

παραγγείλας τῷ λαβόντι σπουδάσαι πάντα τρόπον λαθεῖν καὶ ἑκάστῳ


ἀσυγγνώστως δεδωκέναι τὸ γράμμα. τοῦ δέ, ὡς ἐκελεύσθη, ποιήσαντος
καὶ τὰς ἐπιστολὰς ἐγχειρίσαντος λεληθότως, ὁ μὲν Φωκᾶς εὐθὺς
ὑπανέγνω
τὴν ἑαυτοῦ τῷ Ξιφίᾳ, ἐκεῖνος δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀποκρύψας καὶ γράμμα
δέξασθαι ὅλως ἀπαρνησάμενος ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν καλεῖ τοῦτον ἐπὶ  
κοινολογίαν καὶ ἐλθόντα, λόχους ἔχων προευτρεπισμένους, ἀποκτίννυσι.

καὶ ἡ ἐπισύστασις τῶν ἀποστατῶν εὐθὺς διεσκεδάσθη. τοῦ δὲ θανάτου


τοῦ Φωκᾶ γνωσθέντος τῷ βασιλεῖ πέμπεται Θεοφύλακτος ὁ Δαμιανοῦ
τοῦ Δαλασσηνοῦ υἱός, καὶ τὸν Ξιφίαν συλλαβὼν ἐκπέμπει δέσμιον εἰς
τὴν βασιλίδα πρὸς Ἰωάννην τὸν πρωτονοτάριον, ὃς ἐν τῇ νήσῳ τοῦ
Ἀντιγόνου μοναχὸν αὐτὸν ἀποκείρει. ὁ δὲ βασιλεὺς τοῦ τῶν ἀποστατῶν
ἀπολυθεὶς δέους συμβάλλει τοῖς Ἀβασγοῖς, καὶ πίπτουσι πολλοὶ τῶν
Ῥωμαίων. ὅμως διελύθησαν ἄμφω τὰ στρατεύματα, καὶ ἡ νίκη ἀμφίβολος

ἦν. μετὰ δὲ ταῦτα δευτέρας συμπλοκῆς γενομένης, τῇ ἑνδεκάτῃ τοῦ


Σεπτεμβρίου μηνός, ἰνδικτιῶνος ἕκτης, κατὰ τὸ ἑξακισχιλιοστὸν πεντα-
κοσιοστὸν τριακοστὸν πρῶτον ἔτος,

Φώτιος. Commentarii in Joannem (in catenis) Frag. 80, li.20


1089

 πρὶν μὲν γὰρ προσβάλλων ἔξωθεν, οὐ σφόδρα περιεγίνετο αὐτοῦ, ὥστε


καὶ
πρὸς τὸ ἔργον ὁμόσε πεῖσαι χωρῆσαι, ἀλλὰ τοὺς μὲν λογισμοὺς ἐθόλου
καὶ
ἀνεκίνει κατὰ τοῦ δεσπότου, πρὸς δὲ τὴν τῆς πράξεως τόλμαν
ἀναδυόμενον
εἶχεν τέως καὶ ὀκνοῦντα. ἐπειδὴ δὲ διὰ τῆς παντελοῦς πωρώσεως
ὄργανον αὐτὸν
ἐπιτήδειον ἀπειργάσατο, τότε κἀκεῖνος μετὰ θάρρους ἐπιπηδῶν καὶ ὅλως
ἔνδον
αὐτοῦ γεγονὼς καὶ πρὸς αὐτὴν τὴν πρᾶξιν καθάπτει· λαβὼν γάρ φησι τὸ
ψωμίον εὐθέως ἐξῆλθεν καὶ τότε νυκτὸς οὔσης· οὐδὲ γὰρ τὸ ἄωρον τῶν
νυκτῶν τὴν ἐπὶ μιαιφονίαν ὁρμὴν ὀργῶσαν κἂν ἐπὶ βραχὺ κατέσχεν, ἀλλ'
εὐθέως
ἐξῆλθέν φησιν· ἦν δὲ νύξ.  
 τὸ δὲ ὃ ποιεῖς ποίησον τάχιον. τοῦτο εἰώθαμεν καὶ ἐπὶ ταῖς πρὸς
ἀλλήλους
λέγειν κοινολογίαις οὐκ ἐπιτρέποντες τὴν πρᾶξιν, ἀλλὰ μᾶλλον ὡς
προδήλως
οὖσαν ἀτοπωτάτην σφοδρῶς ἀποτρέποντες· διττὴ γὰρ ἦν ἡ τε προτροπὴ
καὶ
ἡ ἀποτροπὴ ἑκατέρας αὐτῶν κατὰ διπλοῦν τρόπον σχηματιζομένης·
ἀποτρέπομεν
γὰρ ἐξ εὐθείας μὲν καὶ ὃ πλεῖστόν ἐστιν ἐν τῇ χρήσει λέγοντες· οὐδεὶς
τόδε
εἰπεῖν ἢ ποιῆσαι τολμᾷ καὶ μὴ εἴπῃς τόδε ἢ μὴ ποιήσῃς. ἀποτρέπομεν δὲ
καὶ
ἐπὶ τῶν σφόδρα ἀτόπων ὥσπερ ἐξ ἐπιτιμήσεως ἢ ἐξ εἰρωνείας εἰς
καταφατικὸν
σχῆμα τυποῦντες τὴν ἀποτροπὴν οἷον· εἰπὲ τόδε ἢ ποίησον τόδε, τοῦτ'
ἔστιν
εἰπέ, ὅτι ἐξ ἀκαθάρτου πατρὸς ἔφυς ἢ τύπησόν σου τὸν πατέρα ἢ
διόρυξον τοὺς
νέους ἢ τοὺς ἀλλοτρίους γάμους· ταῦτα γάρ, εἰ καὶ καταφατικὸν ἔχουσι
τὸ
σχῆμα, ἀλλ' οὖν πλέον ἀποτρέπουσιν ἢ εἰ ἀποφατικῶς προενεχθεῖεν.
ὡσαύτως
δὲ πάλιν προτρέποντες καὶ ἐν ἀποφατικῷ καὶ ἐν καταφατικῷ
προτρέπομεν

Φώτιος. Lexicon (Ε – Ω) Alphabetic letter kappa, P. 174, li.23


1090

 χρόνους Πυθαγόρας ἀνέπειθεν τοὺς ταύτην κατοι-


 κοῦντας ἀδιανέμητα κεκτῆσθαι· κέχρηται τηῖ
 παροιμίαι Μένανδρος Ἀδελφοῖς.
Κοινὸν γραμματεῖον καὶ ληξιαρχικόν: τὸ μὲν κοινὸν,
 εἰς ὃ ἐνεγράφοντο εἰς τοὺς φράτορας καὶ γεννητάς·
 τὸ δὲ ληξιαρχικὸν εἰς ὃ ἐνεγράφοντο οἱ εἰς τοὺς
 δήμους ἐγγραφόμενοι.
Κοίθουρον: κηφῆνα· εἴρηται δὲ, ὅτι κεύθει τὴν οὐράν·
 ἢ ὅτι ἄκεντρος.
Κοινεῖον: πορνεῖον.
Κοινολογία: κοινὴ διάλεκτος.
Κοίρανος: βασιλεύς· ἄρχων.
Κοινωνικόν: Δημοσθένης ἐν τῶ περὶ τῶν συμμοριῶν
 κοινωνικοὺς λέγει τάχα μὲν τοὺς ἀνέμητον οὐσίαν
 νέμοντας ἀδελφούς· ὧν ὁ μὲν πατὴρ ἐδύνατο λει-  
 τουργεῖν· οἱ δὲ κληρονόμοι τῶν ἐκείνου καθ' ἕνα
 τριηραρχεῖν οὐκ ἐξήρκουν· τάχα δ' ἂν καὶ περὶ
 τῶν ἑκουσίαν κοινωνίαν συνθεμένων ἐμπορίας ἢ
 τινὸς ἄλλου· ὧν ἕκαστος οὐκ εἶχε τὸ ὅλον τίμημα
 τῆς κοινῆς οὐσίας.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 714, li.13

ἀπῳδόν, ἵνα λέγῃ, ὅτι ἐν θεοῖς ἄγγελος ἡ Ἶρις. (v. 145 – 8) Ὅτι ἐν ταῖς
ἀγγε-
λίαις παλιλλογεῖν εἰωθὼς ὁ ποιητὴς ὅμως ἐνταῦθα τὴν Ἥραν πάνυ
βραχυλο-
γοῦσαν ποιεῖ, ἐν οἷς τὰ ἐκ Διὸς ἀγγέλλει πρὸς Ἀπόλλωνα καὶ Ἶριν.
Εἰποῦσα
γὰρ ὅτι Ζεὺς ὑμᾶς εἰς Ἴδην κέλεται ἐλθεῖν ὅττι τάχιστα, οὐδέν τι πλέον
προστίθησιν ἐκ τῶν πρὸς αὐτὴν ὑπὸ Διὸς εἰρημένων, ἀλλὰ μόνον ἀφ'
ἑαυτῆς
λέγει τὸ «αὐτὰρ ἐπὴν ἔλθητε Διός τ' εἰς ὦπα ἴδησθε, ἔρδειν», ἤγουν
πράττετε,
»ὅττι κεν», ἤτοι ὅπερ ἄν, «κεῖνος ἐποτρύνῃ καὶ ἀνώγῃ». Αἴτιον δὲ τῆς
τοιαύτης
στενολεσχίας οὐ μόνον ὅτι μεμψιμοιρεῖ τῷ Διῒ καὶ οὐδὲ μεμνῆσθαι τῶν
ἐξ
ἐκείνου ἐθέλει διὰ τὸ λυπηρόν, ἀλλὰ καὶ ὅτι οὐδὲ ἐνδέδωκεν αὐτῇ ὁ Ζεὺς

ἀπαγγεῖλαι τὰ λαληθέντα, ἀλλὰ μόνον ἔφη «κάλεσον δεῦρο ἐλθεῖν Ἶριν


1091

καὶ
Ἀπόλλωνα», τὰ δὲ λοιπὰ ὡς ἐν κοινολογίᾳ ἐλάλησε. Διὸ καὶ εὐλαβεῖται
τὸ
μυστηριασθὲν εἰπεῖν, ὅπουγε οὐδ' αὐτὸς ὁ Ζεὺς ἐν τοῖς ἑξῆς εἶπε τὰ
προβουλευ-
θέντα, τὸ θελητὸν δὲ μόνον εἰπὼν τῷ Ἀπόλλωνι, ἤγουν τὴν τῶν Ἑλλήνων

φυγήν, τὰ ὕστερον ἐπ' αὐτοῖς ἀγαθὰ ὡς ἐπικούρῳ τῶν Τρώων ἐπέκρυψεν,

εἰπὼν «ἐκεῖθεν δ' ἐγὼ φράσομαι ἔργον τε ἔπος τε», ὡς Ἀχαιοὶ


ἀναπνεύσωσι
πολέμοιο. Καὶ ὅρα τὴν Ὁμηρικὴν κἀνταῦθα ποικιλίαν καὶ σύνεσιν τὴν
περὶ
τὰ πρακτέα καὶ μή, ἐξ ὧν ὁ ἀκροατὴς τὰ εἰς βίον ῥυθμίζεται. (v. 147) Τὸ
δὲ «Διὸς εἰς ὦπα ἴδησθε» διασαφητικόν ἐστι τοῦ ἔλθητε. οὐ γὰρ ἐξ
ἀνάγκης
τὸ πρός τινα ἐλθεῖν ταὐτόν ἐστι τῷ θεαθῆναι ἐκείνῳ. (v. 150) Ὅτι
ὠκύτητα
ὑπερβολικὴν δηλοῖ τὸ «τὼ δ' ἀΐξαντε πετέσθην» περὶ Ἀπόλλωνος λεχθὲν

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.2, p. 162, li.4

Ὅτι ἀγαθῆς ἐλπίδος προβολὴ τὸ, αὐτὰρ ἐμοὶ τάδε πάντα καὶ θεῷ μελήσει.
(Vers. 603.) Ὅτι βρῶσιν
ἀρκοῦσαν δηλοῖ τὸ, πλησάμενος δ' ἄρα θυμὸν ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος. οὐ
μακρὰν δὲ τοῦ κορεσάμενος
ἐστὶ τὸ πλησάμενος· ὅθεν καὶ πλείη γαστὴρ ἡ εἰς κόρον πεπληρωμένη.
(Vers. 605.) Ὅτι τρυφών-
των ἔνδειξις τὸ, μέγαρον πλεῖον δαιτυμόνων, τοὶ δὲ ὀρχηστύϊ καὶ ἀοιδῇ
τέρποντο. εἰ δὲ καὶ πολύωρος
ἡ δαὶς, ἔστιν ἐπαγαγεῖν καὶ τὸ, ἤδη γὰρ καὶ ἐπήλυθε δείελον ἦμαρ, ἤγουν
δείλη. ὡς γὰρ μέσον ἦμαρ
ἡ μεσημβρία, οὕτω καὶ δείελον ἦμαρ ἡ δείλη.  

ΥΠΟΘΕΣΙΣ ΤΗΣ Σ. ΟΜΗΡΟΥ ΡΑΨΩΙΔΙΑΣ.

 Ὀδυσσέως καὶ Ἴρου πυγμὴ γίνεται. φαίνεται δὲ καὶ Πηνελόπη τοῖς


μνηστῆρσι καὶ παρ' αὐτῶν
δῶρα λαμβάνει. γίνεται δὲ καί τις κοινολογία ἐν τοῖς ἑξῆς Ὀδυσσέως
πρὸς Εὐρύμαχον.
1092

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Σ. ΟΜΗΡΟΥ ΡΑΨΩΙΔΙΑ.

 Ὅτι καθάπερ ἐν τοῖς πρὸ τούτων Ὀδυσσεὺς συχνὸν καιρὸν τὰ γυῖα


διαπετάσας, ὁπηνίκα ναυα-γήσας ἐνήχετο, ἀναγκαῖον ὕστερον ἔγνω
ἄμφω γούνατα κάμψαι καὶ χεῖρας ἐπ' ἀγαθῷ, ὡς ἐῤῥέθη,

Κύριλλος. Commentarius in xii prophetas minores Vol.1, p. 413, li.2

ἡγιασμένους, τουτέστι τοὺς εὐχὴν ἔχοντας ἐφ' ἑαυτοῖς ἁγιας-


μοῦ. ἀνέπειθον γὰρ καὶ αὐτοῦ τοῦ ἁγιάζεσθαι καταφρονεῖν,
πάντως που λέγοντες, οὐδὲν εἶναι παντελῶς τὸν τοῦ Θεοῦ
νόμον, καὶ ἀνόνητον ἀνθρώποις τὸ ἁγιάζεσθαι θέλειν, καὶ
πληροῦν ἐπὶ τούτῳ τὰ νενομισμένα. εἰ γὰρ καὶ ἦν ἐν σκιαῖς
ὁ νόμος, ἀλλ' οὐκ ἐστέρητο παντελῶς τῶν τῆς ἀληθείας
δογμάτων· ἐναστράπτει γὰρ τοῖς τύποις τῆς εὐσεβείας ἡ
μόρφωσις. τὸ δὲ καὶ αὐτοῖς τοῖς ἁγίοις προφήταις ἐπιτιμᾶν,
ἀποσειομένων ἐστὶ παντελῶς τὸν τοῦ Θεοῦ λόγον, καὶ  
παιδεύεσθαι μὴ ἀνεχομένων, καὶ ἠγνοηκότων ὅτι τετίμηνται,
εἴπερ ὄντες ἐξ αὐτῶν παρελήφθησαν εἰς κοινολογίαν τὴν ὡς
πρὸς Θεόν. προσεπερωτᾷ δὲ διὰ μέσου καί φησι Μὴ οὐκ
ἔστι ταῦτα υἱοὶ Ἰσραὴλ, λέγει Κύριος; ἆρα, φησὶ, καὶ τῶν
οὕτως ἐναργῶν πραγμάτων καθοριεῖτε τὸ ψεῦδος; ἆρα μαρ-
τύρων δεήσει Θεῷ πρὸς τὸ ἐλέγχειν ὑμᾶς, καὶ τὰ οὕτως
ἐμφανῆ συκοφαντεῖν ᾑρημένους; χρὴ τοιγαροῦν ἁγιάζεσθαι,
καὶ λογισμῷ πεπηγότι προσεδρεύειν Θεῷ τὰς τῶν πονηρῶν
οὐ προσιεμένους γνώμας. “Φθείρουσι γὰρ ἤθη χρηστὰ
“ὁμιλίαι κακαὶ,” καὶ ἀποφέρουσιν ἁγιασμοῦ τε καὶ ἁπάσης
ἐπιεικείας τῶν φιληδόνων οἱ λόγοι. οὐκοῦν προσκεισόμεθα
μᾶλλον ἡμεῖς ταῖς τῶν θεηγόρων φωναῖς, οἷς καὶ αὐτὸς ὁ

Κύριλλος. De adoratione et cultu in spiritu et veritate Vol.68, p. 897,


li.36

θεία καὶ ἄνωθεν κατασείει χάρις, τῆς τῶν δαιμόνων


ἀγέλης τὸ ἄναλκι καταχέουσα, καὶ τὸν τῆς ἐπιβουλῆς
ἀναθεῖσα τρόπον πρὸς τὸ εὐφραίνειν εἰδός.
{ΠΑΛΛ.} Πάνυ μὲν οὖν.
{ΚΥΡ.} Ἀμμανίταις δὲ καὶ μέντοι καὶ Μωαβίταις,
ἀστιβῆ τὰ ἅγια καὶ μάλα γε εἰκότως· οἷς γὰρ ἀδελ-
1093

φὰ τὰ τολμήματα καὶ ὁμοειδὲς τὸ θράσος, τούτοις


ἂν εἴη πρέπον καὶ ταῖς ἰσοῤῥόποις ἐναλῶναι δίκαις.
Ἄθρει δὲ δὴ τοῦ νόμου τὸ ἀσφαλές· ἐξίστησι
γὰρ παντελῶς τοὺς ἁγίους αὐτῶν, καὶ οὐδ' ὅσον εἰ-
πεῖν εἰς κοινολογίαν ἰέναι θέλειν, παρεγγυᾷ λέγων·
»Οὐ προσαγορεύσεις εἰρηνικὰ αὐτοῖς, καὶ συμφέ-
ροντα αὐτοῖς οὐ λαλήσεις, πάσας τὰς ἡμέρας σου εἰς
τὸν αἰῶνα.» Ἆρ' οὐχὶ τοῦτό ἐστιν ἐναργῶς, ὃ καὶ
ἁγίων ἡμᾶς ἐξεπαίδευσε δυὰς, Παῦλός τε καὶ
Ἰωάννης; Ὁ μὲν γὰρ ἔφασκεν· «Εἴ τις ἔρχεται πρὸς
ὑμᾶς, καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, τούτῳ μὴ
χαίρειν λέγετε,» καὶ τοῦτο, οἶμαι, ἐστὶ τὸ, «Οὐ προς-
αγορεύσεις εἰρηνικὰ αὐτοῖς, καὶ συμφέροντα αὐτοῖς.»

Lexica Segueriana, Collectio verborum utilium e differentibus rhetoribus


et sapientibus multis (Σb) (recensio aucta e cod. Co Alphabetic entry
kappa, p. 280, li 4

κνίσσῃσιν: ἀναθυμιάσεσιν.
κνίσσης: λίπους. ἢ ἀναθυμιάσεως.
κνίψ: ζωΰφιον. τούτου κνιπὸς ἡ γενική.
κνώδαλον: ζῶον μικρόν. θηρίον. κυρίως μὲν τὸ θα-
 λάσσιον, ποτὲ δὲ καὶ τὸ χερσαῖον.
κόθορνος: ὑπόδημα ἀμφότερα δεξιόν.  
κοῖλον: βαθύ.
κοινεῖον: πορνεῖον.
κοινῶνας: [κοινωνούς.]
κοινολογία: κοινὴ διάλεκτος.
κοίρανος: βασιλεύς. ἄρχων.
κοῖτος: κοίμημα.
κόβαλος: πανοῦργος.

Magica, Papyri magicae Preisendanz number 4, li.2073

καὶ κύκλῳ τὸν λόγον τοῦτον καὶ ὑπόθες αὐτῷ,


καὶ παραυτὰ ἄξει καί, ἐὰν ᾖ ἄσχετος, ἀνυ-
περθέτως, μίαν ἡμέραν μὴ ὑπερθέμενος.
πολλάκις δὲ οὐκ ἔσται τοῦ φύλλου τοῦ καλ-
πάσσου χρεία, ἀλλ' ἐν δευτέρῳ τὸ πιττά-
κιον τεθήσεται ἐπεντειλαμένου σου τὸ
διακονῆσαί σοι. ἄγει δὲ καὶ κατακλίνει
καὶ ὀνειροπομπεῖ καὶ κατέχει καὶ ὀνει-
1094

ραιτητεῖ ἅμα. ταῦτά ἐστιν, τὰ ἐπιτελεῖ


ἡ μόνη πραγματεία· πρὸς τό, τὸ πράς-
σεις, τὰς κοινολογίας μόνας μετάστρεφε.
πλεῖστοι δὲ τῶν μάγων παρ' ἑαυτοῖς τὰ
σκεύη βαστάξαντες καὶ ἀποθέμενοι
ἐχρήσαντο αὐτῷ παρέδρῳ καὶ τὰ προ-
κείμενα διὰ πάσης ὀξύτητος ἐπετέ-
λεσαν· ἔστιν γὰρ ἄνευ πάσης λεσχο-
λογίας, ἐν εὐκοπίᾳ δὲ τῇ πάσῃ εὐ-
θέως τὰ προκείμενα ἐκτελῶν. λόγος.
’σοὶ λέγω, τῷ καταχθονίῳ δαίμονι,

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem (scholia vetera)


Vita-argumentum-scholion sch Ph, Sec. 301, li.4

βάζουσα. ἢ τιμῶσά σε κατὰ τὸν πάτριον νόμον:  – MTB


γράφεται ἔβας ὦ:  – MgBi
ἦλθες, ὦ Πολύνεικες, διὰ χρόνου εἰς τὴν σὴν πατρίδα:  –  
MiAgBi
ἄνοιξον τὰς θύρας:  – MiAg
τί βραδύνεις:  – MgAg
ἅπτεσθαι ταῖς χερσὶ τοῦ τέκνου:  – Mi
Φοίνισσαν ὦ νεάνιδες: οἱ τούτων ἐπιλαμβανόμενοι καὶ  
λέγοντες πῶς ὅτι οὐδὲν αὐτῶν εἰπουσῶν Φοινικικῶς φησιν Ἰοκάστη
Φοινίσσαν βοὰν κλύουσα, ἀγνοοῦσιν ὅτι κατὰ τὴν φωνὴν ὑποτίθεται
ὁ Εὐριπίδης αὐτὰς τῇ κοινολογίᾳ τῶν Φοινίκων οὐχ οἷον βαρβαρικῶς
διαλαλούσας, ἐπεὶ οὐδ' ἂν ὁ Πολυνείκης αὐτῶν ἤκουσεν, ἀλλὰ τῷ τῆς
λαλιᾶς ἤχῳ ποιούσας τι τοιοῦτον ὥστε σημῆναι ὅτι εἰσὶ Φοίνισσαι καὶ
ἐμφαινούσας τινὰ χαρακτῆρα τῆς πατρίου φωνῆς. εἰ γὰρ καὶ Ἑλληνι-
κῶς ἐλάλουν, ἀλλ' οὖν γε τὴν πάτριον ἔσῳζον ἀπήχησιν τῆς φωνῆς·
ὡς Σοφοκλῆς Ἑλένης ἀπαιτήσει [frg. 179]· ‘καὶ γὰρ χαρακτὴρ αὐτὸς ἐν
γλώσσῃ τί με παρηγορεῖ Λάκωνος ὀσμᾶσθαι λόγου’:  

Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. (scholia vetera) Book of Iliad 22, verse
440a, li.of scholion 5

νεν· ἀμέλει καὶ ἐξελθοῦσα ἀκμὴν εὑρίσκει αὐτὸν ὑπὸ τῶν ταχέων ἵπ-
πων ἑλκόμενον (cf. Χ 462 – 5). ἀλλ' ἀδύνατον πάντα ὑφ' ἓν διηγήσα-
σθαι. T  
 ex. οὔ πώ τι πέπυστο: ἢ τὰ αὐτὰ γὰρ ἂν εἶπε τοῖς
γονεῦσι καὶ περισσὴ ἐφαίνετο, ἢ ἐλεεινότερον εἰποῦσα καὶ ἐλύετο
1095

ἡ ὑπόθεσις. T
 Ariston. ἀλλ' ἥ γ' ἱστὸν ὕφαινε μυχῷ δόμου ὑψηλοῖο:
ὅτι ἀσυμπαθὴς ἡ Ἀνδρομάχη ἐν τοσούτῳ θορύβῳ κατ' οἶκον ἀτρεμοῦ-
σα, καὶ ταῦτα τὴν Ἀχιλλέως ἔφοδον οὐκ ἀγνοοῦσα. ἔοικεν οὖν, φησὶν
ὁ Ἀρίσταρχος, προκαταχρησάμενος ὁ ποιητὴς τῷ τῆς Ἀνδρομάχης
προσώπῳ κατὰ τὴν πρὸς Ἕκτορα κοινολογίαν (sc. Ζ 394 – 502)
ἀπεσχῆσθαι νῦν τοῦ προσώπου. A
 ex. ἱστὸν ὕφαινε μυχῷ δόμου: οἰκείως ἔχει ὁ μυχὸς
πρὸς τὸ μὴ ῥᾳδίως αἰσθέσθαι. b(BCE3E4)T
 ex. | Did. (?) δίπλακα: διπλοΐδα, ἣν οἷόν τε διπλῆν περιβάλλεσθαι.
b(BCE3)T | πορφυρέην· γράφεται καὶ “μαρμαρέην”. T
 ex.(?) θρόνα: τὰ βαπτὰ ἔρια, A b (BCE3E4)T κατὰ μετ-
ουσίαν, ὁμοίως τοῖς ποιοῦσι τὰ ποιούμενα. AT
 ex. θρόνα ποικίλα: ἄνθη ποικίλα, ἐξ ὧν βάπτουσι. Ail
 ex. ἐν ... ἔπασσε: ἡ {δὲ} ἔν πρὸς τὸ ἔπασσε. δηλοῖ
δὲ κατὰ Κυπρίους τὸ ποικίλλειν, ἀφ' οὗ καὶ παστός. b(BCE3)  

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera)


Book 18, hypothesis-verse hyp, li.3

πλησάμενος δ' ἄρα θυμὸν ἐδητύος ἠδὲ ποτῆτος. αὐτὰρ ἐπεὶ


δείπνησε καὶ ἤραρε θυμὸν ἐδωδῇ] περισσὸς ὁ εἷς ἐκ τῶν βʹ. Q.
οἱ δ' εἰς ὀρχηστύν τε καὶ ἱμερόεσσαν ἀοιδήν] μετὰ τροφὴν
αἱ ἀοιδαὶ, πρὸ τροφῆς δὲ γυμνασία σώματος, “δίσκοισι τέρποντο καὶ
αἰγανέῃσιν ἱέντες” (Od. δ, 626.). H.
δείελον ἦμαρ] ἡ δειλινὴ τῆς ἡμέρας. B. τὸ τῆς δειλινῆς
ὥρας κατάστημα. Q.V.

ΥΠΟΘΕΣΙΣ

Γενομένης μάχης Ὀδυσσέως πρὸς ἕτερον πτωχὸν ἐλθόντα πρὸς


τοὺς μνηστῆρας, Πηνελόπη λαμβάνει δῶρα παρὰ τῶν μνηστήρων.
καὶ κοινολογία γίνεται ἐν τοῖς ἑξῆς Ὀδυσσέως πρὸς Εὐρύμαχον περί
τινος ἄλλου ἐν τῷ συμποσίῳ. H.P.Q.

ΑΛΛΩΣ

Ὀδυσσέως καὶ Ἴρου πυγμὴ γίνεται. φαίνεται δὲ καὶ Πηνελόπη


τοῖς μνηστῆρσι καὶ παρ' αὐτῶν δῶρα λαμβάνει. γίνεται δὲ καί τις
κοινολογία ἐν τοῖς ἑξῆς Ὀδυσσέως πρὸς Εὐρύμαχον.
1096

Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. (scholia vetera)


Book 18, hypothesis-verse hyp, li.13

καὶ κοινολογία γίνεται ἐν τοῖς ἑξῆς Ὀδυσσέως πρὸς Εὐρύμαχον περί


τινος ἄλλου ἐν τῷ συμποσίῳ. H.P.Q.

ΑΛΛΩΣ

Ὀδυσσέως καὶ Ἴρου πάλη, καὶ ἐξέλευσις Πηνελόπης πρὸς τοὺς  


μνηστῆρας ἐπιπληττούσης Τηλεμάχῳ περὶ τῆς τοῦ ξένου καταξενίας
καὶ δωροδοκία τῶν μνηστήρων τῇ προειρημένῃ. καὶ ἀποπειρᾶται δὲ
τῶν θεραπαινίδων Ὀδυσσεύς. P.Q.

ΑΛΛΩΣ

Ὀδυσσέως καὶ Ἴρου πυγμὴ γίνεται. φαίνεται δὲ καὶ Πηνελόπη


τοῖς μνηστῆρσι καὶ παρ' αὐτῶν δῶρα λαμβάνει. γίνεται δὲ καί τις
κοινολογία ἐν τοῖς ἑξῆς Ὀδυσσέως πρὸς Εὐρύμαχον. V.
πτωχὸς πανδήμιος] ὁ δι' ὅλης τῆς πόλεως ἐπαιτῶν. B.H.Q.
πανδήμιος] ὁ κατὰ τὸν δῆμον ἐπαιτῶν καὶ δι' ὅλης τῆς πόλεως
ἐπιών. V.
γαστέρι μάργῃ] γαστριμαργίᾳ, ἀπληστίᾳ. H. [οὐδεὶς οὔτε
γραμματικῶν οὔτε ῥητόρων ἐμνημόνευσεν· Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῷ
περὶ ζῴων μέμνηται ζῴου μάργου, λέγων ὅτι γεννᾶται ἀπὸ σήψεως
μεταξὺ γῆς καὶ ὕδατος. καὶ ἀφ' οὗ γεννηθῇ οὐ παύεται γαιηφαγοῦν
ἕως οὗ ἐκτρυπήσῃ τὴν γῆν καὶ εἰς τὴν ἐπιφάνειαν ἔλθῃ, καὶ ἐλθὸν
θνήσκει τρεῖς ἡμέρας· καὶ ἔρχεται νέφος μετὰ βροντῆς καὶ

Scholia In Thucydidem, Scholia in Thucydidem (scholia vetera et


recentiora)
Book 5, ch. 37, Sec. 2, li.2

τας τοὺς Λακεδαιμονίους, ἀλλ' ἐσχημάτισται ἀντὶ τοῦ ἡγου-


μένων Msc2 ῥᾴω: εὐκολώτερον.
         ὅπως παραδώσουσι: οἱ
Βοιωτοὶ δηλονότι. ἐδέοντο ... Λακεδαιμονίοις: τὸ μέν-
τοι Πάνακτον ἐδέοντο Βοιωτοὺς οὕτω ποιῆσαι ὅπως παρα-
δώσουσι Λακεδαιμονίοις ταῦτα Msc2
1097

ταῦτα ἐπεσταλμένοι: ἀντὶ τοῦ τούτων ἐν-


τεταλμένων αὐτοῖς ὑπὸ τῶν ἐφόρων sc2ʃ δεδιδαγμένοι. ἐπὶ  
τὰ κοινά: βουλευτήρια δηλονότι.
         ξυγγενόμενοι: ἤγουν
συναφθέντες. ἐς λόγους: ἐς κοινολογίαν. σφίσι: τοῖς
Ἀργείοις. κοινῷ λόγῳ χρωμένους: ὁμοφρονοῦντας Ἀργεί-
ους τε καὶ Κορινθίους καὶ Βοιωτούς Msc2
         οἱ ἐκ τῆς
Λακεδαίμονος: οἱ περὶ τὸν Κλεόβουλον ABFMc2 ἐπεστάλ-
κεσαν: προσέταξαν.
         τούς τε φίλους: τοὺς ἐκ Λακεδαί-
μονος αὐτῶν φίλους Msc2 προκαλούμενοι: παρακινοῦντες.
ἐν δὲ τούτῳ: τῷ καιρῷ. τὸ γὰρ αὐτὸ
ἐποίουν: ἤγουν τὴν κοινὴν πρᾶξιν ἐποίησαν.

Σούδα.
Alphabetic letter kappa, entry 2556, li.1

διδασκάλους φασὶ μὴ τὴν γνῶσιν ἡμῖν ἐντιθέναι, ἀλλὰ τὴν ἐνοῦσαν


ἡμῖν καὶ οἷον κρυπτομένην ἐκφαίνειν. καὶ ταῦτά εἰσιν αἱ κοιναὶ
ἔννοιαι, τὰ τοῦ νοῦ ἀποσκιάσματα· πᾶν γὰρ ὅπερ ἴσμεν κρεῖττον ἢ
κατὰ ἀπόδειξιν, ταῦτα κατὰ κοινὴν ἔννοιαν ἴσμεν· ἃ δὲ δείξεως δεῖται
εἰς τὸ γνωσθῆναι, τούτων τὰ συμπεράσματα χωρὶς ἀποδείξεως ἔργον
ἐστὶ τῆς δόξης εἰδέναι.
Κοινεῖον: πορνεῖον.
Κοινοδημεί: τὸ δημόσιον.
Κοινοδήμιον: τὸ τῷ δήμῳ κοινόν.
Κοινολεχής: ὁ μοιχός.
Κοινολογία: ἡ κοινὴ διάλεκτος. Κοινῇ δὲ ἀντὶ τοῦ
ἀνθρωπίνῃ, μεγάλῃ καὶ θαυμαστῇ. ἐγὼ δὲ κοινῇ ξυμφορᾷ πεπληγμένος.
Κοινολογῶ· δοτικῇ.
Κοινόν: τὸ ἀκάθαρτον. ἢ τὸ μηδὲν ἔχον πλέον τῶν λοι-
πῶν. Κοινὸν δὲ τετραχῶς λέγεται· ἢ τὸ εἰς τὰ μέρη διαιρετόν,
ὡς ἡ κληρουχουμένη γῆ· ἢ τὸ ἀδιαίρετον, ἐν χρήσει κοινῇ λαμβανό-
μενον· ἢ τὸ ἐν προκαταλήψει ἰδιοποιούμενον, εἰς δὲ τὸ κοινὸν
ἀναπεμπόμενον, ὡς ἐν θεάτρῳ τόπος ἢ ἐν βαλανείῳ· ἢ τὸ ἀδιαιρέ-
τως εἰς κοινὴν καὶ τὴν αὐτὴν ἔννοιαν προβαλλόμενον, ὡς ἡ φωνὴ
τοῦ κήρυκος. κοινὰ δὲ καὶ ἀμέριστά εἰσιν ὁ πατήρ,

Δημώδης
1098

Αθηναίος Δειπνοσοφιστές. Book 8, Kaibel paragraph 13, li.14

αἰεί ποτε μετὰ Φιλαινίδος κατατάττοντα, εἰς ἣν ἀνα-


φέρεται τὸ περὶ ἀφροδισίων ἀκόλαστον σύγγραμμα, ὅπερ
φησὶ ποιῆσαι Αἰσχρίων ὁ Σάμιος ἰαμβοποιὸς Πολυ-
κράτη τὸν σοφιστὴν ἐπὶ διαβολῇ τῆς ἀνθρώπου σωφρο-
νεστάτης γενομένης. ἔχει δὲ οὕτως τὰ ἰαμβεῖα (II 517 B)·
  ἐγὼ Φιλαινὶς ἡ 'πίβωτος ἀνθρώποις
  ἐνταῦθα γήρᾳ τῷ μακρῷ κεκοίμημαι.
  μή μ', ὦ μάταιε ναῦτα, τὴν ἄκραν κάμπτων
  χλεύην τε ποιεῦ καὶ γέλωτα καὶ λάσθην·
  οὐ γὰρ μὰ τὸν Ζεῦν, οὐ μὰ τοὺς κάτω κούρους,
  οὐκ ἦν ἐς ἄνδρας μάχλος οὐδὲ δημώδης·
  Πολυκράτης δὲ τὴν γενῆν Ἀθηναῖος,
  λόγων τι παιπάλημα καὶ κακὴ γλῶσσα,
  ἔγραψεν ἅσσ' ἔγραψ'· ἐγὼ γὰρ οὐκ οἶδα.
ἀλλ' οὖν ὅ γε θαυμασιώτατος Χρύσιππος ἐν τῷ
πέμπτῳ περὶ τοῦ καλοῦ καὶ τῆς ἡδονῆς φησι· ‘καὶ
βιβλία τά τε Φιλαινίδος καὶ τὴν τοῦ Ἀρχεστράτου
Γαστρονομίαν καὶ δυνάμεις ἐρωτικὰς καὶ συνουσια-
στικάς, ὁμοίως δὲ καὶ τὰς θεραπαίνας ἐμπείρους τοι-
ῶνδε κινήσεών τε καὶ σχημάτων καὶ περὶ τὴν τούτων  
μελέτην γινομένας.’ καὶ πάλιν· ‘ἐκμανθάνειν τ' αὐτοὺς

Pseudo-Lucianus Soph., Amores Sec. 16, li.29

τόλμα τῆς ἐπιθυμίας μαστροπός· ἤδη γὰρ ἐπὶ


δύσιν ἡλίου κλίνοντος ἠρέμα λαθὼν τοὺς παρόντας
ὄπισθε τῆς θύρας παρεισερρύη καὶ στὰς ἀφανὴς
ἐνδοτάτω σχεδὸν οὐδ' ἀναπνέων ἠτρέμει, συνήθως
δὲ τῶν ζακόρων ἔξωθεν τὴν θύραν ἐφελκυσαμένων
ἔνδον ὁ καινὸς Ἀγχίσης καθεῖρκτο. καὶ τί γὰρ
ἀρρήτου νυκτὸς ἐγὼ τόλμαν ἡ λάλος ἐπ' ἀκριβὲς  
ὑμῖν διηγοῦμαι; τῶν ἐρωτικῶν περιπλοκῶν ἴχνη
ταῦτα μεθ' ἡμέραν ὤφθη καὶ τὸν σπίλον εἶχεν ἡ
θεὸς ὧν ἔπαθεν ἔλεγχον. αὐτόν γε μὴν τὸν νεανίαν,
ὡς ὁ δημώδης ἱστορεῖ λόγος, ἢ κατὰ πετρῶν φασιν ἢ
κατὰ πελαγίου κύματος ἐνεχθέντα παντελῶς ἀφανῆ
γενέσθαι.
 ταῦτα τῆς ζακόρου διηγουμένης μεταξὺ
τοῦ λόγου διαβοήσας εἶπεν ὁ Χαρικλῆς, Οὐκοῦν
1099

τὸ θῆλυ, κἂν λίθινον ᾖ, φιλεῖται. τί δ', εἴ τις


ἔμψυχον εἶδε τοιοῦτο κάλλος; ἆρ' οὐκ ἂν ἡ μία
νὺξ τῶν τοῦ Διὸς σκήπτρων ἐτιμᾶτο;
 μειδιάσας δὲ ὁ Καλλικρατίδας,

Αίλιος Ηρωδιανός. ., Partitiones (= Ἐπιμερισμοί) [Sp.?] (e codd. Paris.


2543 + 2570)
P. 219, li.17

τοῦ ἰῶτα γράφονται· οἷον· μῆνις, μήνιδος· ἔρις, ἔριδος·


Θέτις, Θέτιδος· νεάνις, νεάνιδος· εὐεργέτις, εὐεργέτιδος·
κυβερνῆτις, κυβερνήτιδος.
 Ὡσαύτως καὶ τὰ ὀξύτονα· αἰγὶς, αἰγίδος· κηλὶς,
κηλίδος· καὶ τὰ εἰς θος κλινόμενα· ὄρνις, ὄρνιθος· καὶ
τὰ διὰ καθαροῦ τοῦ ω κλινόμενα, καὶ μὴ συναιρούμενα ἐν
τῇ γενικῇ· οἷον· λέξις, λέξεως· ῥῆσις, ῥήσεως· ἔγερσις,
ἐγέρσεως· καὶ τὰ ὅμοια.
 Τὰ εἰς ης λήγοντα παροξύτονα, διὰ τοῦ εος κλινόμενα
καὶ συναιρούμενα ἐν τῇ γενικῇ, διὰ τοῦ ἦτα γράφεται·
οἷον· ἡ αὐθάδης, τῆς αὐθάδεος καὶ αὐθάδους· ἡ δημώδης,
τῆς δημώδεος καὶ δημώδους· καὶ πάλιν· ἡ ψευδὴς, τῆς
ψευδέος καὶ ψευδοῦς· ἡ ἀληθὴς, τῆς ἀληθέος καὶ ἀληθοῦς.
Ταῦτα προεγράφησαν καὶ ἐν τοῖς ης ἀρσενικοῖς.
 Τὰ εἰς ης παροξύτονα θηλυκὰ διὰ τος κλινόμενα, διὰ  
τοῦ η γράφονται· οἷον· φιλότης, φιλότητος· κακότης, κακό-
τητος· νεότης, νεότητος· καὶ τὰ ὅμοια.
 Πλὴν τοῦ χάρις, χάριτος· καὶ ὅσα ἐξ αὐτοῦ.
 Τὰ εἰς ηρ λήγοντα θηλυκά τε καὶ ἀρσενικὰ διὰ τοῦ η
γράφονται· οἷον· μήτηρ· θυγάτηρ· σωτήρ· λουτήρ· καὶ τὰ
ὅμοια.

Claudius Aelianus Soph., De natura animalium Book 6, Sec. 58, li.6

μέσῳ ἐλλοχῶσαι τὴν ἑαυτῶν ἄγραν. εἰσὶ δὲ ὡς εἰπεῖν


καὶ ὑφάντριαι γενναῖαι καὶ ἀκεστικὴν εὐπάλαμοι·
καὶ ὅ τι ἂν διαρρήξῃς ἐκείνων τῆς εὐπήνου τε καὶ
εὐμίτου σοφίας, αἳ δὲ ἀνακοῦνται, καὶ ἀπαθὲς καὶ
ὁλόκληρον αὖθις ἀποδείκνυνται.
 Ἄνευ δὲ λογιστικῆς οἱ φοίνικες συμβαλεῖν ἐτῶν
πεντακοσίων ἴσασιν ἀριθμόν, μαθηταὶ φύσεως τῆς
σοφωτάτης ὄντες, καὶ διὰ ταῦτά τοι μηδὲ δακτύλων
1100

δεδεημένοι ἢ ἄλλου τινὸς ἐς ἐπιστήμην ἀριθμητικῆς.


ὑπὲρ ὅτου δὲ ἴσασι τοῦτο καὶ εἰδέναι ἀνάγκη αὐτούς,
δημώδης ἐστὶν ὁ λόγος. τὸν δὲ τῶν πεντακοσίων
ἐτῶν χρόνον πληρούμενον ἴσασιν Αἰγυπτίων ἤ τις
ἢ οὐδείς, ὀλίγοι δὲ κομιδῆ καὶ οὗτοι τῶν ἱερέων.
οὗτοι γοῦν πρὸς ἀλλήλους ὑπὲρ τούτων οὐ ῥᾳδίως
συμβῆναι ἔχουσιν, ἀλλὰ οἳ μὲν ἐρεσχελοῦσι σφᾶς
αὐτοὺς ἐρίζοντες ὡς οὐ νῦν ἀλλ' ἐς ὕστερον ὅδε ὁ
θεῖος ὄρνις ἀφίξεται ἢ ὡς ἐχρῆν ἥκειν· ὃ δὲ ἄλλως
ἐκείνων ἐριζόντων ἀποσημαίνεται δαιμονίως τὸν και-
ρὸν καὶ πάρεστιν. οἳ δέ, θύειν ἀνάγκη αὐτοὺς καὶ
ὁμολογεῖν ὅτι τὸν μὲν ἥλιον ἐν ταῖς λέσχαις κατα-
δύειν ἄγουσι σχολήν, οὐκ ἴσασι δὲ ὅσα ὄρνιθες.

Claudius Aelianus Soph., Varia historia Book 1, Sec. 19, li.1

χρόνου παρανάλωμα;
 Πῶς δὲ οὐ διέρρεον ὑπὸ τρυφῆς αἱ παλαιαὶ τῶν
γυναικῶν; ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς κεφαλῆς στεφάνην ἐπετί-
θεντο ὑψηλήν, τοὺς δὲ πόδας σανδάλοις ὑπεδοῦντο,
ἐκ δὲ τῶν ὤτων αὐταῖς ἐνώτια μακρὰ ἀπεκρέματο,
τῶν δὲ χιτώνων τὰ περὶ τοὺς ὤμους ἄχρι τῶν χειρῶν
οὐ συνέρραπτον, ἀλλὰ περόναις χρυσαῖς καὶ ἀργυραῖς
συνεχέσι κατελάμβανον. καὶ ταῦτα αἱ πάνυ παλαιαί·
τῶν δὲ Ἀττικῶν γυναικῶν τὴν τρυφὴν Ἀριστοφάνης
λεγέτω.
 Ὁ μὲν δημώδης λόγος καὶ ἐς πάντας ἐκφοιτήσας
λέγει Συβαρίταις καὶ αὐτῇ τῇ Συβάρει αἰτίαν τῆς
ἀπωλείας γενέσθαι τὴν πολλὴν τρυφήν. ἃ δὲ οὐκ
ἔστι τοῖς πολλοῖς γνώριμα, ταῦτα ἐγὼ ἐρῶ. Κολο-  
φωνίους φασὶ καὶ αὐτοὺς διὰ τὴν πάνυ τρυφὴν ἀπο-
λέσθαι· καὶ γάρ τοι καὶ οὗτοι ἐσθῆτι πολυτελεῖ ἐθρύ-
πτοντο, καὶ τραπέζης ἀσωτίᾳ καὶ ὑπὲρ τὴν χρείαν
χρώμενοι ὕβριζον. καὶ ἡ τῶν Βακχιαδῶν δὲ τῶν ἐν
Κορίνθῳ ἀρχή, ἐπὶ μέγα δυνάμεως προελθοῦσα,
ὅμως διὰ τὴν τρυφὴν τὴν ἔξω τοῦ μέτρου καὶ αὐτὴ

Claudius Aelianus Soph., Varia historia Book 3, Sec. 45, li.9

  ἔκτεινας τὸν ἑταῖρον ἀμύνων· οὔ σ' ἐμίανεν


1101

  αἷμα, πέλεις δὲ χέρας καθαρώτερος ἢ πάρος ἦσθα.  


 Φιλίππῳ φασὶ χρηστήριον ἐκπεσεῖν ἐν Βοιωτοῖς
ἐν Τροφωνίου, φυλάττεσθαι δεῖν τὸ ἅρμα. ἐκεῖνον
οὖν δέει τοῦ χρησμοῦ λόγος ἔχει μηδέποτε ἀναβῆναι
ἅρμα. διπλοῦς οὖν ἐπὶ τούτοις διαρρεῖ λόγος. ὃ μὲν
γάρ φησι τὸ τοῦ Παυσανίου ξίφος, ᾧ τὸν Φίλιππον
διεχρήσατο, ἅρμα ἔχειν ἐπὶ τῆς λαβῆς διαγεγλυμ-
μένον ἐλεφάντινον· ὁ δὲ ἕτερος, τὴν Θηβαϊκὴν πε-
ριελθόντα λίμνην τὴν καλουμένην Ἅρμα ἀποσφαγῆναι.
ὁ μὲν πρῶτος λόγος δημώδης, ὃ δὲ οὐκ ἐς πάντας
ἐξεφοίτησεν.
 Σταγειριτῶν νόμος οὗτος καὶ πάντη Ἑλληνικός.
ὃ μὴ κατέθου φησί, μὴ λάμβανε.
 Τιμόθεον τὰ μὲν πρῶτα ἐπῄνουν Ἀθηναῖοι· ἐπεὶ
δὲ ἔδοξεν ἁμαρτεῖν ἃ ἔδοξεν, ἡ φθάνουσα αὐτὸν
ἀνδραγαθία ἀλλ' οὐδὲ ὀλίγον ἔσωσεν, οὐδὲ μὴν αἱ
τῶν προγόνων ἀρεταί. Θεμιστοκλῆς δὲ οὐδὲν ὤνητο
οὔτε ἐκ τῆς ναυμαχίας τῆς περὶ Σαλαμῖνα οὔτε ἐκ
τῆς πρεσβείας τῆς ἐς Σπάρτην· λέγω δὲ ἣν ἐπρέ-
σβευσε κλέπτων τὴν τῶν Ἀθηναίων τείχισιν. ἔφυγε

Maximus Soph., Dialexeis Lecture 29, ch. 7, Sec. i, li.4

ἀγέλην ἑκάστην ἀποκέκριται πρὸς σωτηρίαν ἀγαθὸν


ἕν, καὶ κοινωνεῖ ἴσου βίου καὶ τέλους ἑνὸς τὰ ὅμοια
τοῖς ὁμοίοις, ἕκαστα ἑκάστοις, τὰ πετόμενα, τὰ βαδί-
ζοντα, τὰ ἕρποντα, τὰ τὴν ὑγρὰν δίαιταν ἀσπαζόμενα,
τὰ σαρκοφάγα, τὰ ποιηφάγα, τὰ καρποφάγα, τὰ ἀγε-
λαστικά, τὰ ἥμερα, τὰ ἄγρια, τὰ εὔκερω, τὰ ἄκερω·
κἂν μεταθῇς τοὺς βίους, παρανομεῖς περὶ τὴν φύσιν.
Τὴν δὲ τῶν ἀνθρώπων ἀγέλην, τὴν σύννομον, τὴν
ἡμερωτάτην, τὴν κοινωνικοτάτην, τὴν λογικωτάτην,  
κινδυνεύει διαλύειν καὶ διασπᾶν οὐκ ἐπιθυμία δημώδης μόνον, οὐδὲ
ὀρέξεις ἄλογοι, οὐδὲ ἔρωτες κενοί, ἀλλὰ καὶ τὸ βεβαιότατον τῶν ὄντων
φιλοσοφία·πολ-
λοὺς καὶ αὕτη δήμους ποιεῖ καὶ νομοθέτας μυρίους,
διασπᾷ καὶ διασκίδνησιν τὴν ἀγέλην, καὶ πέμπει ἄλλον
ἀλλαχοῦ, Πυθαγόραν μὲν ἐπὶ μουσικήν, Θαλῆ δὲ ἐπὶ
ἀστρονομίαν, Ἡράκλειτον δὲ ἐπὶ ἐρημίαν, Σωκράτην
δὲ ἐπὶ ἔρωτας, Καρνεάδην δὲ ἐπὶ ἁγνείαν, Διογένην
1102

ἐπὶ πόνους, Ἐπίκουρον ἐφ' ἡδονήν. Ὁρᾷς τὸ πλῆθος


τῶν ἡγεμόνων· ὁρᾷς τὸ πλῆθος τῶν συνθημάτων. Ποῖ
τις τράπηται; ποῖον αὐτῶν καταδέξωμαι; τίνι πεισθῶ
τῶν παραγγελμάτων;  

Heliodorus Scr. Erot., Aethiopica Book 3, ch. 16, Sec. 3, li.1

ἢ κατὰ ποίαν τὴν χρείαν «ἀπάγγελλε» εἶπεν ὁ καλῶν


»ὅτι Θεαγένης ὁ Θετταλός.»
         Ἥσθην ἀπαγγελθέντα
μοι τὸν νεανίαν καὶ εἰσκαλεῖν ἐκέλευον, ἐνδιδόναι μοι ταὐ-
τόματον ἀρχὴν τῶν ἐν χερσὶ βουλῶν ἡγησάμενος· ἐτεκ-
μαιρόμην γὰρ ὅτι με παρὰ τὸ συμπόσιον Αἰγύπτιον καὶ προ-  
φήτην ἀκηκοὼς ἥκει συνεργὸν πρὸς τὸν ἔρωτα ληψόμενος,
πάσχων οἶμαι τὸ τῶν πολλῶν πάθος οἳ τὴν Αἰγυπτίων
σοφίαν μίαν καὶ τὴν αὐτὴν ἠπάτηνται κακῶς εἰδότες.
Ἡ μὲν γάρ τις ἐστὶ δημώδης καὶ ὡς ἄν τις εἴποι χαμαὶ
ἐρχομένη, εἰδώλων θεράπαινα καὶ περὶ σώματα νεκρῶν
εἰλουμένη, βοτάναις προστετηκυῖα καὶ ἐπῳδαῖς ἐπανέχουσα,
πρὸς οὐδὲν ἀγαθὸν τέλος οὔτε αὐτὴ προϊοῦσα οὔτε τοὺς
χρωμένους φέρουσα, ἀλλ' αὐτὴ περὶ αὑτὴν τὰ πολλὰ πταί-
ουσα λυπρὰ δέ τινα καὶ γλίσχρα ἔστιν ὅτε κατορθοῦσα,
φαντασίας τῶν μὴ ὄντων ὡς ὄντων καὶ ἀποτυχίας τῶν ἐλ-
πιζομένων, πράξεων ἀθεμίτων εὑρέτις καὶ ἡδονῶν ἀκολάς-
των ὑπηρέτις.

Heliodorus Scr. Erot., Aethiopica Book 6, ch. 9, Sec. 4, li.5

πρᾶγμα ἀστάθμητον καὶ ὀξείας ῥοπὰς ἐφ' ἑκάτερα λαμβά-


νον; τί σαυτὴν προαναιρεῖς βελτιόνων ἴσως ἐλπίδων; φεῖ-
σαι καὶ ἡμῶν, ὦ τέκνον, φεῖσαι, εἰ μή γε σαυτῆς, ἀλλὰ γοῦν
Θεαγένους, ᾧ βίος ὁ σὺν σοὶ μόνος αἱρετὸς καὶ ἐπὶ σοὶ
σῳζομένῃ τὸ εἶναι κέρδος.»
         Ἠρυθρία τούτων ἀκούουσα
ἡ Χαρίκλεια, καὶ πλέον ἐν οἵοις κατείληπτο ἐννοοῦσα· σιω-
πήσασά τε ἐπὶ πλεῖστον, ὡς ἐνέκειτο πρὸς τὴν ἀπόκρισιν
ὁ Καλάσιρις, «Ἀληθῆ μὲν» ἔφη «ἐπιτιμᾷς, ἀλλ' ἴσως
ἐμοὶ συγγνωστά, ὦ πάτερ· οὐ γάρ με δημώδης οὐδὲ νεωτε-
1103

ρίζουσά τις ἐπιθυμία πρὸς ταῦτα ἐξάγει τὴν ἀθλίαν ἀλλὰ


καθαρός τε καὶ σωφρονῶν ἀπειράτου μὲν ἀλλ' ἔμοιγε ἀνδρὸς
πόθος καὶ τούτου Θεαγένους, λυποῦντος μὲν καὶ ὅτι μὴ
σύνεστι πλέον δὲ εἰ περίεστιν ἢ μή, φοβοῦντος.»
»Ἀλλὰ τούτου γε ἕνεκα θάρσει» ἔλεγεν ὁ Καλάσιρις, «ὡς
ὄντος ἐκείνου καί σοι συνεσομένου θεῶν νευόντων, εἴπερ
τι χρὴ τοῖς τε προθεσπισθεῖσι περὶ ὑμῶν (χρὴ δέ) πιστεύειν  
καὶ τῷ διαγγείλαντι χθιζὸν ὡς εἴληπται ὑπὸ Θυάμιδος εἰς
τὴν Μέμφιν ἀναπεμπόμενος. Εἰ δὲ εἴληπται, δῆλον ὡς καὶ
σῴζεται φιλίας αὐτῷ πρὸς τὸν Θύαμιν καὶ γνώσεως

Aeschrion Lyr., Epigramma Book 7, epigram 345, li.6

ΑΙΣΧΡΙΩΝΟΣ

Ἐγὼ Φιλαινὶς ἡ 'πίβωτος ἀνθρώποις


ἐνταῦθα γήρᾳ τῷ μακρῷ κεκοίμημαι.
μή μ', ὦ μάταιε ναῦτα, τὴν ἄκραν κάμπτων
χλεύην τε ποιεῦ καὶ γέλωτα καὶ λάσθην.
οὐ γάρ, μὰ τὸν Ζῆν', οὐ μὰ τοὺς κάτω κούρους,
οὐκ ἦν ἐς ἄνδρας μάχλος οὐδὲ δημώδης·
Πολυκράτης δὲ τὴν γενὴν Ἀθηναῖος,
λόγων τι παιπάλημα καὶ κακὴ γλῶσσα,
ἔγραψεν, οἷ' ἔγραψ'· ἐγὼ γὰρ οὐκ οἶδα.  

Aeschrionis Mitylenaei ἔπη

Aeschrion Lyr., Fragm. et tituli Frag. 4, li.6

ἐγὼ Φιλαινὶς ἡ 'πίβωτος ἀνθρώποις


ἐνταῦθα γήρᾳ τῷ μακρῷ κεκοίμημαι.
μή μ', ὦ μάταιε ναῦτα, τὴν ἄκρην κάμπτων
χλεύην τε ποιεῦ καὶ γέλωτα καὶ λάσθην.
οὐ γὰρ μὰ τὸν Ζῆν', οὐ μὰ τοὺς κάτω κούρους,
οὐκ ἦν ἐς ἄνδρας μάχλος οὐδὲ δημώδης.
Πολυκράτης δὲ τὴν γενὴν Ἀθηναῖος,
λόγων τι παιπάλημα καὶ κακὴ γλῶσσα,
ἔγραψεν οἷ' ἔγραψ'· ἐγὼ γὰρ οὐκ οἶδα.
1104

Asclepiades Myth., Frag. 16, li.2

τῆς Ἀργοῦς ἐξοκείλαντα τῇ κρατίστῃ πασῶν Ὑψιπύλῃ


μιγῆναι· ἐξ ἧς φασὶ γενέσθαι Εὔνηον. Ἡ δὲ ἱστορία
παρὰ Ἀσκληπιάδῃ ἐν τοῖς Τραγῳδουμένοις.
 Schol. Hesiod. Theog. 223: Ἀσκληπιάδης δὲ ἐν
τοῖς Τραγῳδουμένοις φησὶν, εἰς κύκνον μεταβληθέντα
τὸν Δία Νεμέσει μιγῆναι.
 Schol. Venet. ad Eurip. Orest. 1640: Ὁ δὲ
Ἀσκληπιάδης ἱστορεῖ ὑπὸ ὄφεως δηχθέντα αὐτὸν (τὸν
Ὀρέστην) ἐκεῖ (ἐν Ἀρκαδίᾳ) τελευτῆσαι.
 Schol. Eurip. Alc. 1: Ἡ διὰ στόματος καὶ δη-
μώδης ἱστορία περὶ τῆς Ἀπόλλωνος θητείας παρ'
Ἀδμήτῳ αὕτη ἐστὶν, ᾗ κέχρηται νῦν Εὐριπίδης. Οὕτω
δέ φησι καὶ Ἡσίοδος καὶ Ἀσκληπιάδης ἐν Τραγῳδου-
μένοις.
 Apollodor. II, 1, 3, 3: Ἄργον τὸν πανόπτην ...
Ἀσκληπιάδης μὲν Ἀρέστορος λέγει, Φερεκύδης δὲ
Ἰνάχου,
Κέρκωψ δὲ Ἄργου καὶ Ἰσμήνης τῆς Ἀσωποῦ
θυγατρὸς, Ἀκουσίλαος δὲ γηγενῆ αὐτὸν λέγει.
 Idem III, 7, 1: Μίνως δὲ ... γήμας Πασιφάην τὴν
Ἡλίου καὶ Περσηίδος, ὡς δ' Ἀσκληπιάδης φησὶ,

Pausanias Attic., Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή Alphabetic letter tau,


entry 41, li.1

εἴρηται· φησὶ γὰρ Ἀριστοτέλης (fr. 554 R.) Ἱππότην εἰς ἀποικίαν
στελλόμενον τοῖς μὴ βουλη-
θεῖσιν αὐτῷ συμπλεῖν καταράσασθαι. ἐπειδὴ γὰρ προφασιζόμενοι, οἱ μὲν
τὰς γυναῖκας αὐτοῖς
ἀρρωστεῖν, οἱ δὲ τὰ πλοῖα ῥεῖν, κατέμενον, κατηράσατο μήτε πλοῖα
στέγανα αὐτοῖς γενέσθαι ποτὲ
καὶ ὑπὸ τῶν γυναικῶν κρατεῖσθαι ἀεί.
 τὸ παρὸν εὖ ποιεῖν· παροιμία. Πλάτων Γοργίᾳ (499 c)· ‘καὶ ὡς ἔοικεν
ἀνάγκη
μοι κατὰ τὸν παλαιὸν λόγον τὸ παρὸν εὖ ποιεῖν’. Κρατῖνος Πυλαίᾳ (II
113 M. = fr. 172 K.)·
         ’ἄνδρας σοφοὺς
  χρὴ τὸ παρὸν πρᾶγμα καλῶς εἰς δύναμιν τίθεσθαι’.
1105

 τόρμη· ὁ δρόμος ὁ ἐν τῷ ἱπποδρόμῳ ἢ ἡ καμπὴ ἢ ἡ ὕσπληξ.


 τόρμος· ἡ πλήμνη τοῦ τροχοῦ, εἰς ἣν ὁ ἄξων ἐνήρμοσται.
 τὸ σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτε ὀρθόν· αὕτη ἡ παροιμία δημώδης ἐστὶ καὶ
φανερά.
τάττεται δὲ κατὰ τῶν διάστροφα ξύλα ἢ πράγματα πειρωμένων
κατευθύνειν καὶ μηδὲν ὠφελούντων.
 τοῦ Διὸς τὸ σάνδαλον· ἐπὶ τῶν ὡς μεγα δη τι· Εὔπολις Χρυσῷ γένει
(II 545 M. = fr. 295 K.).
 τραπεζῆες· παράσιτοι οἰκοτραφεῖς.
 τρασιά· οὗ τὰ σῦκα ψύχεται. οὕτως Εὔπολις (II 576 M. = fr. 451 K.).
 τρία Στησιχόρου· στροφήν, ἀντίστροφον, ἐπῳδόν· ἐπῳδικὴ γὰρ πᾶσα ἡ
τοῦ
Στησιχόρου ποίησις. καὶ τὸν τελέως ἄμουσόν τε καὶ ἀπαίδευτον
λοιδοροῦντες ἔφασκον ἂν οὐδὲ τὰ τρία Στησιχόρου εἰδέναι.

Pausanias Attic., Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή Alphabetic letter chi,


entry 2, li.1

fr. 15).  φόνου πτερόν (tr. fr. ad. 581 N.2)· τὸν διὰ τῶν ὀϊστῶν, πτερόεντα
ἢ ταχύν.
βέλτιον δὲ ἀκούειν περιφραστικῶς τὸν φόνον.
 φορμός· ὁ κόφινος.
 φορμίσκοι· πλεκτὰ ἀγγεῖα.
 φρουρήσεις ἐν Ναυπάκτῳ· τοῖς Ναύπακτον φρουροῦσιν ὀλίγου μισθοῦ
δι-
δομένου, τῶν δ' ἐπιτηδείων πολλοῦ πιπρασκομένων τὴν παροιμίαν
γενέσθαι. ἔνιοι δέ, ὅτι Φίλιππος
ἑλὼν Ναύπακτον Ἀχαιῶν γνώμῃτοὺς φρουροὺς αὐτῆς ἀπέκτεινε πάντας.
ἱστορεῖ δὲ τοῦτο καὶ
Θεόπομπος ἐν νʹ δευτέρῳ (FG Hist 115, 235).
 χαλιμάς· ἡ πόρνη. ἀπὸ τοῦ χαλᾶσθαι τὸ σῶμα ὑπὸ μέθης ἢ μανίας.
 Χαλκεῖα· ἑορτὴ ἀρχαία καὶ δημώδης πάλαι, ὕστερον δὲ ὑπὸ μόνων
ἤγετο τῶν
τεχνιτῶν, ὅτι ὁ Ἥφαιστος ἐν τῇ Ἀττικῇ χαλκὸν εἰργάσατο. ἔστι δὲ ἕνῃ
καὶ νέᾳ τοῦ Πυανεψιῶνος,
ἐν ᾗ καὶ ἱέρειαι μετὰ τῶν ἀρρηφόρων τὸν πέπλον διάζονται.
 χαλκιδίζειν (IV 648 M. = fr. ad. 1192 K.)· ἐπὶ τῶν γλισχρευομένων. οἱ
γὰρ
ἐν Εὐβοίᾳ Χαλκιδεῖς ἐπὶ φιλαργυρίᾳ ἐκωμῳδοῦντο.
 Χαλκιδικὸν δίωγμα· τοῖς Θεσμοφορίοις Ἀθήνησί τι νόμιμον. ἐν πολέμῳ
γάρ ποτε γυναικῶν εὐξαμένων διωχθῆναι τοὺς πολεμίους, καὶ συνέβη
1106

φυγεῖν εἰς Χαλκίδα,


ὡς καὶ Σῆμος (deest FHG. IV 492ss.).
 χαλκιδῖτις· [παρὰ Ἰωσήπῳ] ἡ πόρνη. ἀπὸ τῆς εὐτελείας τοῦ διδομένου
νομίς-
ματος.    χάραξ· ἡ κάμαξ. ὅθεν καὶ παροιμία (Ar. vesp. 1291, cf. Zen. VI
40)·

Πορφύριος. De abstinentia Book 1, Sec. 13, li.1

μηδὲ πρὸς ἡμῶν ἀκρίτως αὐτὰ κτείνεσθαι, καλῶς εἶχε


μέχρι τούτου τὸ δίκαιον ἐξάγειν· ἐπιτεταμένον γὰρ
ἐγίγνετο πρὸς τὴν ἀσφάλειαν. ἐπειδὴ δὲ τῶν ἀμηχά-
νων ἦν κοινωνῆσαι νόμου τὰ μὴ δεχόμενα τῶν ζῴων
λόγον, διὰ μὲν τοῦ τοιούτου τρόπου τὸ συμφέρον
οὐχ οἷόν τε κατασκευάσασθαι πρὸς τὴν ἀπὸ τῶν
ἄλλων ἐμψύχων ἀσφάλειαν μᾶλλόν περ ἢ τῶν ἀψύ-
χων, ἐκ δὲ τοῦ τὴν ἐξουσίαν λαμβάνειν, ἣν νῦν
ἔχομεν εἰς τὸ κτείνειν αὐτά, μόνως ἔστι τὴν ἐνδεχομένην
ἔχειν ἀσφάλειαν. τοιαῦτα μὲν καὶ τὰ τῶν Ἐπικουρείων.  
 λοιπὸν δὲ ὁ πολὺς καὶ δημώδης ἄνθρωπος ἃ λέ-
γειν εἴωθεν παραθετέον. τοὺς γὰρ παλαιοὺς φασὶν
τῶν ἐμψύχων ἀποσχέσθαι οὐ δι' εὐσέβειαν, διὰ δὲ τὸ
μήπω εἰδέναι τὴν τοῦ πυρὸς χρῆσιν· ὡς δ' ἔμαθον,
τιμιώτατόν τε καὶ ἱερώτατον νομίσαι Ἑστίαν τε προς-
ειπεῖν καὶ συνεστίους ἀπὸ τούτου γενέσθαι καὶ λοι-
πὸν χρήσασθαι τοῖς ζῴοις. εἶναι μὲν γὰρ κατὰ φύσιν
ἀνθρώπῳ τὸ σαρκοφαγεῖν, παρὰ φύσιν δὲ τὸ ὠμοφα-
γεῖν. πυρὸς οὖν εὑρεθέντος ἀπολαβεῖν τὸ κατὰ φύσιν
δι' ἑψήσεως, προσεμένους τὰ κρέα. δι' ἃ ‘ὠμοφάγοι’
μὲν οἱ ‘θῶες’ καὶ ἐν ὀνείδει τὸ ‘ὠμὸν βεβρώθοις

Salaminius Hermias Sozomenus Scr. Eccl., Historia ecclesiastica


Book 5, ch. 9, Sec. 12, li.1

ἄστεως, καὶ θυσιαστήριον ἐν αὐτῷ ἐπήξατο, καὶ τὰ ὀστέα τῶν μαρτύρων


ἀπέ-
θετο πλησίον Νέστορος τοῦ ὁμολογητοῦ, ὃς τῷ βίῳ περιοῦσι τοῖς αὐτοῦ
ἀνεψιοῖς συνῆν καὶ συλληφθεὶς ἅμα αὐτοῖς παρὰ τοῦ δήμου δεσμῶν καὶ
μαστίγων ἐκοινώνησεν. ἐν δὲ τῷ ἕλκεσθαι καλὸν ἔχοντα τὸ σῶμα ἰδόν-
τες οἱ ἕλκοντες ἠλέησαν· καὶ πρὸ τῶν πυλῶν ἔτι μὲν ἐμπνέοντα,
ἀποθανεῖν
1107

δὲ προσδοκώμενον ἔρριψαν· ἀνελόμενοι δέ τινες πρὸς Ζήνωνα


διεκόμισαν,
παρ' ᾧ τὰ ἕλκη καὶ τὰς πληγὰς ἔτι θεραπευόμενος ἐτελεύτησεν. Γαζαῖοι
δὲ τὸ μέγεθος ἀναλογιζόμενοι τοῦ οἰκείου τολμήματος περιδεεῖς ἦσαν,
μὴ
οὐκ ἀνέξεται ὁ βασιλεὺς ἀτιμωρήτους σφᾶς αὐτοὺς καταλιπεῖν· ἤδη γὰρ
καὶ φήμη τις διεφοίτα, ὡς χαλεπῶς φέροι καὶ ἀποδεκατοῦν τὸ πλῆθος
σπου-  
δάζοι. ἦν δὲ ταῦτα ψεῦδος καὶ θρῦλος μόνον, ὡς εἰκός, δημώδης ὑπὸ
δειλίας καὶ τοῦ συνειδέναι ἃ δεδράχασιν ἐν τοῖς πολλοῖς περιφερόμενος,
ἐπειδὴ
οὐδέ – τοῦτο δὴ τὸ πρὸς Ἀλεξανδρέας γεγονὸς ἐπὶ Γεωργίου – οὐδὲ ἐν
γράμμασιν ἐμέμψατο τοῖς Γαζαίοις. ἀλλὰ καὶ τὸν ἡγούμενον τότε τοῦ
ἔθνους τὴν ἀρχὴν ἀφείλετο καὶ ἐν ὑπονοίᾳ εἶχε· καὶ ἀγώγιμον ποιήσας τὸ

μὴ θανάτου καταψηφίσασθαι φιλανθρωπίαν ἐλογίσατο· ἐπῃτιᾶτο δὲ


αὐτόν,
καθότι τινὰς τῶν Γαζαίων, οἳ τῆς στάσεως καὶ τῶν φόνων ἄρξαι
ἐλέγοντο,
συλλαβόμενος ἐν δεσμοῖς εἶχεν, ὡς κατὰ νόμους εὐθύνας ὑφέξοντας· τί
γάρ,
φησίν, ἔδει αὐτοὺς ἀπάγεσθαι, εἰ Γαλιλαίους ὀλίγους, ἀνθ' ὧν πολλὰ εἰς
αὐτοὺς καὶ τοὺς θεοὺς ἠδίκησαν, ἠμύναντο; καὶ τὰ μὲν ὧδε λέγεται.

Ιωάννης Χρυσόστομος. De virginitate Sect 34, ln 38

τῆς πονηρίας, ἕως ἂν εἰς τὸν εὔδιον ἀληθῶς καταπλεύσῃ


λιμένα. Καθάπερ γὰρ στρατιώτην γενναῖον ἔξω τειχῶν
ἀποκλείσας τὴν παρθένον ὁ Παῦλος, οὐκ ἀφίησιν ἀνοιγῆναι
τὰς πύλας αὐτῇ, κἂν σφόδρα ὁ πολέμιος ἀγριαίνῃ πρὸς αὐτήν,
κἂν αὐτῷ τούτῳ σφοδρότερος γίνηται, τῷ τὸν ἀντίπαλον
μηδεμίαν ἐξουσίαν ἔχειν ἀνακωχῆς. Οὐχ ὁ διάβολος δὲ μόνον
ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ὁ τῆς ἐπιθυμίας οἶστρος μειζόνως τοῖς μὴ
γεγαμηκόσιν ἐνοχλεῖ. Καὶ τοῦτο παντί που δῆλόν ἐστιν. Ὧν
μὲν γὰρ τὴν ἀπόλαυσιν ἔχομεν, οὐ ταχέως ὑπὸ τῆς ἐπιθυμίας
ἁλισκόμεθα, τῆς ἀδείας τῇ ψυχῇ ῥαθυμεῖν συγχωρούσης. Καὶ
τοῦτο καὶ παροιμία τις ἡμῖν μαρτυρεῖ, δημώδης μέν, σφόδρα
δὲ ἀληθής. Τὸ γὰρ ἐν ἐξουσίᾳ, φησίν, ἕτοιμον οὐκ εἶναι πρὸς
ἐπιθυμίαν σφοδρόν. Ἂν δέ ποτε κωλυθῶμεν ὧν πάλαι ἦμεν  
κύριοι, τοὐναντίον γίνεται καὶ τὰ δι' ἐξουσίαν παρ' ἡμῶν
καταφρονούμενα ταῦτα ὅταν τὸ κῦρος ἡμῶν ἐκφύγῃ σφοδρό-
τερον ἡμῶν τὴν ἐπιθυμίαν διήγειρε. Πρῶτον μὲν οὖν
1108

ταύτῃ μείζων παρὰ τοῖς γεγαμηκόσιν ἡ γαλήνη· δεύτερον δὲ


ὅτι κἂν εἰς ὕψος ἀρθῆναι φιλονεικήσῃ ποτὲ ἡ φλόξ, κατα-
στέλλει ταχέως αὐτὴν ἐπελθοῦσα ἡ μίξις.

Ιωάννης Χρυσόστομος. In illud: Si esurierit inimicus Vol 51, pg 173, ln


58

βουλεῦσαι· μετὰ δὲ τὴν παραίνεσιν καὶ τὴν συμβου-


λὴν, τὴν διηνεκῆ καὶ τὴν συνεχῆ, οὐκέτι πρὸς ἡμᾶς,
ἀλλὰ πρὸς ἐκείνους ἔσται ὁ λόγος τῷ Θεῷ. Ἐβουλό-
μην γοῦν εἰδέναι σαφῶς, ὅτι παραινοῦντες αὐτοὺς
διατελεῖτε, καὶ εἰ διαπαντὸς μένουσιν ἐπὶ τῆς ῥᾳθυ-
μίας ἐκεῖνοι, καὶ οὐκ ἂν ὑμῖν οὐδέποτε ἠνόχλησα·
νῦν δέδοικα, μή ποτε ἐκ τῆς ὑμετέρας ὑπεροψίας καὶ
ἀμελείας μένωσιν ἀδιόρθωτοι. Καὶ γὰρ ἀμήχανον
ἄνθρωπον συνεχῶς ἀπολαύοντα παραινέσεως καὶ δι-
δασκαλίας, μὴ γενέσθαι βελτίω καὶ σπουδαιότερον.
Καὶ δημώδης μέν ἐστιν ἡ παροιμία, ἣν ἐρεῖν μέλλω·
πλὴν ἀλλ' αὐτὸ τοῦτο συνίστησι. Πέτραν γὰρ κοιλαί-   
νει, φησὶ, ῥανὶς ὑδάτων ἐνδελεχοῦσα. Καίτοι τί μα-
λακώτερον ὕδατος; τί δὲ πέτρας σκληρότερον; Ἀλλ'
ὅμως ἡ ἐνδελέχεια τὴν φύσιν ἐνίκησεν. Εἰ δὲ φύσιν
ἐνδελέχεια νικᾷ, πολλῷ μᾶλλον προαιρέσεως δύναιτ'
ἂν περιγενέσθαι. Οὐκ ἔστι παίγνια ὁ Χριστιανισμὸς,
ἀγαπητοὶ, οὐδὲ πρᾶγμα πάρεργον. Συνεχῶς ταῦτα
λέγομεν, καὶ οὐδὲν πλέον ποιοῦμεν.
 βʹ. Πῶς οἴεσθέ με ὀδυνᾶσθαι, ἀναμιμνησκόμενον ὅτι
ἐν μὲν ταῖς πανηγύρεσι πελάγη θαλάττης μακρὰ μι

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 222, li.14

 ρλγʹ Ἀλλ' εἴ τις ἐμῇ ξυμβουλῇ 260d


 Ἀλλ' εἴ τις πείθεται τῇ ἐμῇ ξυμβουλῇ κτησάμενος ἐκεῖνο
(λέγει δὲ τὸ ἀληθὲς) οὕτως ἐμὲ λαμβάνει· τουτέστι τὴν τοῦ πείθειν
δύναμιν.
 ρλδʹ Τόδε δ' οὖν μέγα λέγω 260d
 Τὸ δὲ μέγα τῆς ῥητορικῆς τοῦτο λέγω ὅτι οὐδὲν ὄφελος τῷ ἐγνωκότι
τὴν φύσιν τῶν πραγμάτων, εἰ μὴ ἔχει τὴν ἐμὴν τέχνην ἱκανὴν οὖσαν εἰς
τὸ πείθειν.
 ρλεʹ Φημὶ ἐὰν οἵ γε 260e
 Ἡ τέχνη πρὸς ἀγαθόν τι ἀφορᾷ· πᾶσα γὰρ τέχνη τὸ τέλος ἀγαθὸν ἔχει,
ἡ δὲ μὴ πρὸς ἀγαθόν τι ἀφορῶσα οὐδὲ τέχνη ἐστίν· οὕτως ἡ δημώδης
ῥη-
1109

τορικὴ οὐκ ἔστι τέχνη· οὐδὲ γὰρ τέλος τὸ ἀγαθὸν τίθεται· πρὸς πάθη γὰρ
ποιεῖται τοὺς λόγους. Πάλιν οὐδεμία τέχνη τοὺς κανόνας ἑαυτῆς
διαφθείρει·
ἡ δὲ ῥητορικὴ ἡ δημώδης τὸν κανόνα ἑαυτῆς διαφθείρει, τουτέστι τὸν
δικαστήν· οὗτος γάρ ἐστιν ὁ κανὼν αὐτῆς· οὐκ ἄρα τέχνη ἡ δημώδης
ῥητορική. Πάλιν ὡς ἐν Πολιτείᾳ εἶπεν οὐδὲ ὁ ἐπιστήμων τοῦ ἐπι-
στήμονος πλέον ἔχει, οὐδὲ ὁ τέκτων τοῦ τέκτονος καθὸ τέκτων· ὁ δὲ
ῥήτωρ
τοῦ ῥήτορος βούλεται πλέον ἔχειν· τὸ συμπέρασμα δῆλον. Ἐπειδὴ οὖν
πᾶσα
τέχνη τὸ τέλος ἀγαθὸν ἔχει, ἡ δὲ δημώδης ῥητορικὴ οὐκ ἔχει, διὰ τοῦτό
φησιν ὅτι ἐὰν οἱ ἐπιόντες λόγοι μαρτυρῶσιν αὐτῇ εἶναι τέχνῃ·
εἰ γὰρ μὴ πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἀφορῶσα ἡ ῥητορικὴ λέγει ἃ λέγει, οὐκ ἔστι

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 222, li.17

δύναμιν.
 ρλδʹ Τόδε δ' οὖν μέγα λέγω 260d
 Τὸ δὲ μέγα τῆς ῥητορικῆς τοῦτο λέγω ὅτι οὐδὲν ὄφελος τῷ ἐγνωκότι
τὴν φύσιν τῶν πραγμάτων, εἰ μὴ ἔχει τὴν ἐμὴν τέχνην ἱκανὴν οὖσαν εἰς
τὸ πείθειν.  ρλεʹ Φημὶ ἐὰν οἵ γε 260e
 Ἡ τέχνη πρὸς ἀγαθόν τι ἀφορᾷ· πᾶσα γὰρ τέχνη τὸ τέλος ἀγαθὸν ἔχει,
ἡ δὲ μὴ πρὸς ἀγαθόν τι ἀφορῶσα οὐδὲ τέχνη ἐστίν· οὕτως ἡ δημώδης
ῥη-
τορικὴ οὐκ ἔστι τέχνη· οὐδὲ γὰρ τέλος τὸ ἀγαθὸν τίθεται· πρὸς πάθη γὰρ
ποιεῖται τοὺς λόγους. Πάλιν οὐδεμία τέχνη τοὺς κανόνας ἑαυτῆς
διαφθείρει·
ἡ δὲ ῥητορικὴ ἡ δημώδης τὸν κανόνα ἑαυτῆς διαφθείρει, τουτέστι τὸν
δικαστήν· οὗτος γάρ ἐστιν ὁ κανὼν αὐτῆς· οὐκ ἄρα τέχνη ἡ δημώδης
ῥητορική. Πάλιν ὡς ἐν Πολιτείᾳ εἶπεν οὐδὲ ὁ ἐπιστήμων τοῦ ἐπι-
στήμονος πλέον ἔχει, οὐδὲ ὁ τέκτων τοῦ τέκτονος καθὸ τέκτων· ὁ δὲ
ῥήτωρ
τοῦ ῥήτορος βούλεται πλέον ἔχειν· τὸ συμπέρασμα δῆλον. Ἐπειδὴ οὖν
πᾶσα
τέχνη τὸ τέλος ἀγαθὸν ἔχει, ἡ δὲ δημώδης ῥητορικὴ οὐκ ἔχει, διὰ τοῦτό
φησιν ὅτι ἐὰν οἱ ἐπιόντες λόγοι μαρτυρῶσιν αὐτῇ εἶναι τέχνῃ·
εἰ γὰρ μὴ πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἀφορῶσα ἡ ῥητορικὴ λέγει ἃ λέγει, οὐκ ἔστι
τέχνη, εἰ δὲ πρὸς τὸ ἀγαθὸν, τέχνη ἐστίν.
1110

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 222, li.18

 ρλδʹ Τόδε δ' οὖν μέγα λέγω 260d


 Τὸ δὲ μέγα τῆς ῥητορικῆς τοῦτο λέγω ὅτι οὐδὲν ὄφελος τῷ ἐγνωκότι
τὴν φύσιν τῶν πραγμάτων, εἰ μὴ ἔχει τὴν ἐμὴν τέχνην ἱκανὴν οὖσαν εἰς
τὸ πείθειν.
 ρλεʹ Φημὶ ἐὰν οἵ γε 260e
 Ἡ τέχνη πρὸς ἀγαθόν τι ἀφορᾷ· πᾶσα γὰρ τέχνη τὸ τέλος ἀγαθὸν ἔχει,
ἡ δὲ μὴ πρὸς ἀγαθόν τι ἀφορῶσα οὐδὲ τέχνη ἐστίν· οὕτως ἡ δημώδης
ῥη-
τορικὴ οὐκ ἔστι τέχνη· οὐδὲ γὰρ τέλος τὸ ἀγαθὸν τίθεται· πρὸς πάθη γὰρ
ποιεῖται τοὺς λόγους. Πάλιν οὐδεμία τέχνη τοὺς κανόνας ἑαυτῆς
διαφθείρει·
ἡ δὲ ῥητορικὴ ἡ δημώδης τὸν κανόνα ἑαυτῆς διαφθείρει, τουτέστι τὸν
δικαστήν· οὗτος γάρ ἐστιν ὁ κανὼν αὐτῆς· οὐκ ἄρα τέχνη ἡ δημώδης
ῥητορική. Πάλιν ὡς ἐν Πολιτείᾳ εἶπεν οὐδὲ ὁ ἐπιστήμων τοῦ ἐπι-
στήμονος πλέον ἔχει, οὐδὲ ὁ τέκτων τοῦ τέκτονος καθὸ τέκτων· ὁ δὲ
ῥήτωρ
τοῦ ῥήτορος βούλεται πλέον ἔχειν· τὸ συμπέρασμα δῆλον. Ἐπειδὴ οὖν
πᾶσα
τέχνη τὸ τέλος ἀγαθὸν ἔχει, ἡ δὲ δημώδης ῥητορικὴ οὐκ ἔχει, διὰ τοῦτό
φησιν ὅτι ἐὰν οἱ ἐπιόντες λόγοι μαρτυρῶσιν αὐτῇ εἶναι τέχνῃ·
εἰ γὰρ μὴ πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἀφορῶσα ἡ ῥητορικὴ λέγει ἃ λέγει, οὐκ ἔστι
τέχνη, εἰ δὲ πρὸς τὸ ἀγαθὸν, τέχνη ἐστίν.

Ερμίας. In Platonis Phaedrum scholia P. 222, li.22

 ρλεʹ Φημὶ ἐὰν οἵ γε 260e


 Ἡ τέχνη πρὸς ἀγαθόν τι ἀφορᾷ· πᾶσα γὰρ τέχνη τὸ τέλος ἀγαθὸν ἔχει,
ἡ δὲ μὴ πρὸς ἀγαθόν τι ἀφορῶσα οὐδὲ τέχνη ἐστίν· οὕτως ἡ δημώδης
ῥη-
τορικὴ οὐκ ἔστι τέχνη· οὐδὲ γὰρ τέλος τὸ ἀγαθὸν τίθεται· πρὸς πάθη γὰρ
ποιεῖται τοὺς λόγους. Πάλιν οὐδεμία τέχνη τοὺς κανόνας ἑαυτῆς
διαφθείρει·
ἡ δὲ ῥητορικὴ ἡ δημώδης τὸν κανόνα ἑαυτῆς διαφθείρει, τουτέστι τὸν
δικαστήν· οὗτος γάρ ἐστιν ὁ κανὼν αὐτῆς· οὐκ ἄρα τέχνη ἡ δημώδης
ῥητορική. Πάλιν ὡς ἐν Πολιτείᾳ εἶπεν οὐδὲ ὁ ἐπιστήμων τοῦ ἐπι-
στήμονος πλέον ἔχει, οὐδὲ ὁ τέκτων τοῦ τέκτονος καθὸ τέκτων· ὁ δὲ
ῥήτωρ
τοῦ ῥήτορος βούλεται πλέον ἔχειν· τὸ συμπέρασμα δῆλον. Ἐπειδὴ οὖν
1111

πᾶσα
τέχνη τὸ τέλος ἀγαθὸν ἔχει, ἡ δὲ δημώδης ῥητορικὴ οὐκ ἔχει, διὰ τοῦτό
φησιν ὅτι ἐὰν οἱ ἐπιόντες λόγοι μαρτυρῶσιν αὐτῇ εἶναι τέχνῃ·
εἰ γὰρ μὴ πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἀφορῶσα ἡ ῥητορικὴ λέγει ἃ λέγει, οὐκ ἔστι
τέχνη, εἰ δὲ πρὸς τὸ ἀγαθὸν, τέχνη ἐστίν.

Μιχαήλ Ψελλός. Theologica Opusculum 96, li.115

ἠρέμα δὴ ἐπιπλήττοντες· ‘εἰς τί ἐδίστασας, ὀλιγόπιστε;’ ἀνοίξωμεν καὶ


κόρας τυφλῶν, ἀφωτίστῳ νοῒ τὴν θείαν ἀκτῖνα παραδεικνύντες. ἐμφρά-
ξωμεν καὶ τὴν ‘αἱμορροοῦσαν’ πηγὴν ‘τῷ κρασπέδῳ τοῦ ἱματίου’, τουτ-
έστι τοῖς ἄκροις περιβολαίοις τῶν ἀρετῶν τὴν πηγὴν τῶν πονηρῶν ἀπο-
ξηράναντες πράξεων.  
 Καὶ ἵνα τἆλλα παρῶ, ἀναστήσομεν καὶ τὸν φίλτατον Λάζαρον, ὅστις
ἐστὶ τὸ ἡμέτερον σῶμα τοῖς τέτρασι στοιχείοις ἀπονεκρωθὲν καὶ τῆς
λογικῆς χωρὶς διακρίσεως μένον ἀκίνητον. καὶ συλλιπαρούσας τὰς
ἀδελφὰς μὴ ἀποπεμψώμεθα· ἐλπὶς αὗται καὶ ἀγάπη τυγχάνουσι. καὶ
οἶδα ὅτι ‘ἐφ' ἑαυτοὺς κινήσομεν τὸν ἀνάγυρον’· ἐπιμανεῖται γὰρ ἡμῖν ὁ
δημώδης ὄχλος, καὶ οἱ Ἰουδαῖοι τὸν φθόνον μὴ στέξαντες τῷ σταυρῷ
προσηλώσουσιν. ἀλλ' ὁ ἀγαπῶν, φησί, θεὸν ἢ βασιλέα θανάτῳ
τελευτάτω·
ἐπεὶ καὶ ἡμεῖς ὡμολογήσαμεν τὸν θεὸν ἀγαπᾶν, τῇ περὶ τὸν θάνατον
προθυμίᾳ τὴν ἀγάπην ἐπιδειξώμεθα. ἀλλ' ἐμπανηγυρίσωμεν ἐφ' οἷς
πεποιήκαμεν, καὶ ὅτι τὸ σῶμα συνανεστήσαμεν τῇ ψυχῇ, τρόπαιον
στήσωμεν καὶ κατάξωμεν θρίαμβον· ὁ δὲ θρίαμβος, ἐπ' ὄνου καθιζησό-
μεθα, παῖδες ἡμᾶς ὑποδέξονται, ‘βαΐοις φοινίκων’ κοσμοῦντες τὴν προ-
πομπήν. οὐ γὰρ ὅτι τὸ σῶμα, οἷα δὴ τὸν Λάζαρον, ἐκ μνημάτων ἠγείρα-
μεν, δεῖ κατ' ἴσον ποιεῖν τῇ ψυχῇ, ἀλλ' ὥσπερ ἐπ' ὄνου προκαθῆσθαι αὐ-
τοῦ καὶ οἷόν τινι χαλινῷ ἀνακρούειν τῷ λογισμῷ· ἐφ' οἷς οἱ καθαροὶ καὶ
ἄκακοι λογισμοί, καθαπερεὶ παῖδες τοῦ θριάμβου προάγοντες, ἐπευφημή

Προλεγόμενα. De Comoedia, Tractatus Coislinianus (e cod. Paris.


Coislin. 120)
Sec. 14a, li.1

συμμετρία τοῦ φόβου θέλει εἶναι ἐν ταῖς τραγῳδίαις καὶ τοῦ


γελοίου ἐν ταῖς κωμῳδίαις.  
κωμῳδίας εἴδη· μῦθος, ἦθος, διάνοια, λέξις, μέλος, ὄψις.
μῦθος κωμικός ἐστιν ὁ περὶ γελοίας πράξεις ἔχων τὴν
σύστασιν.
ἤθη κωμῳδίας τά τε βωμολόχα καὶ τὰ εἰρωνικὰ καὶ τὰ τῶν
ἀλαζόνων.
1112

διανοίας μέρη δύο, γνώμη καὶ πίστις. πίστεις πέντε· ὅρκοι,


συνθῆκαι, μαρτυρίαι, βάσανοι, νόμοι.
κωμική ἐστι λέξις κοινὴ καὶ δημώδης.
δεῖ τὸν κωμῳδοποιὸν τὴν πάτριον αὐτῶν γλῶσσαν τοῖς
προσώποις περιτιθέναι, τὴν δὲ ἐπιχώριον αὐτῷ ἐκείνῳ.
μέλος τῆς μουσικῆς ἐστιν ἴδιον· ὅθεν ἀπ' ἐκείνης τὰς
αὐτοτελεῖς ἀφορμὰς δεήσει λαμβάνειν.
ἡ ὄψις μεγάλην χρείαν τοῖς δράμασι τὴν συμφωνίαν παρέχει.
ὁ μῦθος καὶ ἡ λέξις καὶ τὸ μέλος ἐν πάσαις κωμῳδίαις
θεωροῦνται, διάνοιαι δὲ καὶ ἦθος καὶ ὄψις ἐν οὐκ ὀλίγαις.  
μέρη τῆς κωμῳδίας τέσσαρα· πρόλογος, χορικόν, ἐπεισόδιον,
ἔξοδος.

Georgius Cedrenus Chronogr., Compendium historiarum Vol.1, p. 64,


li.21

παρατυχόντος εἰρημένου τεκμαίρηταί τις τὸ ἐσόμενον, καὶ ὅταν


δι' ὀνομάτων νεκρῶν ἐπικλήσεως, καὶ ὅταν δι' ἄστρων καὶ ὑδά-
των ἢ ὀνείρων ματαίων, οἷοι καθ' ἑκάστην πᾶσι προσπίπτουσι·
σπάνιοι γὰρ λίαν οἱ ἄνωθεν ἥκοντες. οὗτοι δὲ πάντες δαιμονιώ-
δεις οἱ τρόποι τῆς προφητείας καὶ στοχαστικοί, οἳ κατὰ συμβε-
βηκὸς ἀληθεύοντες ἔν τισιν ἐν τοῖς πλείστοις ἁμαρτάνουσιν. ἄλλη
δὲ προφητεία φυσική, ὡς ἡ διὰ τῶν ἀλόγων· χελιδόνες γὰρ καὶ
μύρμηκες καὶ γέρανοι ἐχῖνοί τε καὶ ἀλκυόνες χειμῶνος ἐπιόντος
φυσικῶς ἐπαισθάνονται. ἄλλη δὲ τεχνητή, ὡς ἡ παρ' ἰατροῖς
καὶ κυβερνήταις ὁρωμένη, ἥτις στοχασμὸς μᾶλλον ἢ προφητεία
μετωνόμασται. καὶ παρὰ ταύτας ἡ δημώδης τε καὶ κοινή, ὡς
ὅταν εἴπῃ τις ὅτι μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἔσται χειμών, ὅτι ἐκ φιλο-  
νεικίας ψυχῆς πολλάκις μῖσος ἐγείρεται, ἐκ τοῦ μίσους δὲ ἔριδος
ἀνισταμένης καὶ κρατυνομένης ζῆλος ἐγένετο πικρός, ἐκ δὲ τοῦ
φθόνος ἐνέσκηψε κρυπτός, ἐκ δὲ τοῦ ὁ θυμὸς ἀνῆπται δεινός, ἐκ
τοῦ θυμοῦ δὲ θάνατος ἀνακύπτει πονηρός, εἰ μὴ κρείττοσι δη-
λονότι προνοίαις ἀνακόπτοιτο.
 Ἐν τῷ πραθῆναι τὸν Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ Πετεφρῇ εὐνούχῳ
τῷ ἀρχιμαγείρῳ Φαραώ, καὶ ἐν δεσμωτηρίῳ ἐγκλεισθῆναι, συνέβη
τὸν ἀρχισιτοποιὸν καὶ τὸν ἀρχιοινοχόον, τοὺς εὐνούχους Φαραώ,
ἐγκλεισθῆναι ἐν τῷ αὐτῷ δεσμωτηρίῳ ἔνθα καὶ Ἰωσήφ. ἡμερῶν

Γεώργιος Μοναχός. Chronicon (lib. 1-4) P. 238, li.2


1113

οὐρανοῦ λέγει τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην καὶ τοὺς ἀστέρας,
κληδονισμὸν δὲ τὰς διὰ τῶν λόγων παρατηρήσεις, οἰωνισμὸν
δὲ τὰς διὰ τῶν πτηνῶν περιεργίας, γνώστας δὲ τοὺς δι'
ἥπατος ἢ ἄλλως πως μαντευομένους καὶ προφητεύοντας
δαιμονίως. περὶ ὧν εἶπεν ὁ θεὸς πρὸς Ἱερεμίαν· ὁράσεις
ψευδεῖς καὶ μαντείας οἰωνίσματα καὶ προαιρέσεις καρδίας
αὐτῶν αὐτοὶ προφητεύουσιν.
 Τῶν γὰρ προφητειῶν, ὥς φησιν ὁ μέγας Χρυσόστομος,
ἡ μέν ἐστι πνευματική, ἡ δὲ διαβολική (λέγονται γὰρ καὶ  
παρ' ἐκείνοις ὁμωνύμως προφητεῖαι), ἡ δὲ μέση τούτων
φυσική τις ἢ τεχνική, ἡ δὲ κοινὴ καὶ δημώδης. τῆς μὲν
οὖν πνευματικῆς προηγουμένως μὲν τοῖς ἁγίοις μέτεστιν,
δι' οἰκονομίαν δὲ καὶ τοῖς μὴ τοιούτοις ὡς τῷ Φαραῷ καὶ
Βαλαὰμ καὶ Ναβουχοδονόσωρ καὶ Καϊάφᾳ. τῆς δὲ διαβολικῆς
τοῖς τούτου μόνον θεραπευταῖς· αὐτοῦ γὰρ οἱ ἀλευρομάντεις
καὶ κριθομάντεις καὶ ἡ διὰ τῶν μορίων μαντευομένη Πυθία
καὶ ἡ διὰ δρυός, ἡ Δωδωνὶς ἱέρεια, καὶ μέντοι καὶ ἡ διὰ
σπλάγχνων καὶ πτήσεως ὀρνέων καὶ κλαγγῶν συμβόλων τε καὶ
πταρμῶν καὶ κληδόνων καὶ βροντῆς μυῶν τε καὶ γαλῆς καὶ
τρισμῶν ξύλων καὶ ὤτων ἤχου καὶ παλμῶν σώματος καὶ δι'
ὀνομάτων νεκρῶν τε καὶ ἄστρων καὶ ὑδάτων καὶ μυρίων τοι

Γεώργιος Μοναχός. Chronicon (lib. 1-4) P. 239, li.5

λύσιν ὑποτίθεται, καὶ τὸ πέρας μετὰ πάσης ἀκριβείας γί-


νεται, ἐκεῖνοι δὲ κατὰ συμβεβηκὸς ἔν τισιν ἀληθεύσαντες
ἐν τοῖς πλείστοις διήμαρτον. καὶ τοιαύτη μὲν ἥ τε θεία καὶ
ἡ διαβολικὴ προφητεία. φυσικὴ δὲ ἡ τῶν ἀλόγων. χελι-
δόνες γὰρ καὶ γέρανοι καὶ μύρμηκες ἐπιόντος χειμῶνος
αἰσθάνονται ἐχῖνοί τε καὶ ἀλκυόνες φύσει τοῦτο κτησά-  
μενοι. ἡ δὲ τεχνικὴ προφητεία παρὰ ἰατροῖς καὶ συμβού-
λοις καὶ κυβερνήταις· οἱ μὲν γὰρ ἀρρωστίας καὶ τὰς λύσεις
τούτων προλέγουσιν, οἱ δὲ πνευμάτων μεταβολάς, οἱ δὲ τοῦ
μέλλοντος συνέσει καταστοχαζόμενοι. ἡ δὲ κοινὴ καὶ δη-
μώδης τοῦ μέλλοντος γνῶσις, οἷον ὅτι μετὰ μῆνας τρεῖς ὁ
χειμὼν γίνεται· πάντες γὰρ ἔχουσι τὰς ἐκ περιόδων προρρή-
σεις. οὐδὲν οὖν μέγα καὶ δαίμονας πρόγνωσιν ἔχειν, ὅπου
γε καὶ μύρμηκες ἔχουσιν, καὶ δεινοὶ ἄνθρωποι τοῦ μέλλον-
τος καταστοχασταί εἰσιν, ἀλλ' οὐχ ὡς πάντως ἢ πάντα
εἰδέναι, ἐπεὶ καὶ ὁ διάβολος προεφήτευσεν· τοῦ γινώσκειν
1114

καλὸν καὶ πονηρόν, καὶ ἐγένετο. καὶ πάλιν ὁ Βαλαὰμ


προεῖπεν ὅτι· πόρνας στῆσον, καὶ προδοθήσεται δι' αὐτὰς
ὁ Ἰσραήλ, καὶ ἐγένετο οὕτως. ὅπερ στοχασμός ἐστι μᾶλλον
ἢ πρόρρησις, μηδὲν παράδοξον αἱ τοιαῦται προφητεῖαι
ἔχουσαι.

Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio recentior)


Vol.110, p. 289, li.16

τῆς γαστρὸς ψευδομαντείας, οἰωνισμὸν δὲ τὰς διὰ


τῶν πτηνῶν περιεργείας, γνώστας δὲ τοὺς δι' ἥπατος
ἢ ἄλλως πῶς μαντευομένους καὶ προφητεύοντας
δαιμονίως, περὶ ὧν εἶπεν ὁ Θεὸς πρὸς Ἱερεμίαν·
»Ὁράσεις ψευδεῖς, καὶ μαντείας, καὶ οἰωνίσματα,
καὶ προαιρέσεις καρδίας αὐτῶν (43a) αὐτοὶ προφη-
τεύουσιν.» (7) «Τῶν γὰρ προφητειῶν, ὥς φησιν
ὁ μέγας Χρυσόστομος, ἡ μέν ἐστι πνευματικὴ, ἡ δὲ
διαβολική· λέγονται γὰρ παρ' ἐκείνοις ὁμωνύμως
προφητεῖαι· ἡ δὲ μέση τούτων, φυσική τις ἣ τεχνική,
ἡ δὲ κοινὴ καὶ δημώδης. Τῆς μὲν οὖν πνευματικῆς
προηγουμένως μὲν τοῖς ἁγίοις μέτεστιν, δι' οἰκονο-
μίας δὲ τοῖς μὴ τοιούτοις ὡς τῷ Φαραὼ, καὶ Βα-
λαὰμ, καὶ Ναβουχοδονόσωρ, καὶ Καϊάφα, τῆς δὲ
διαβολικῆς τοῖς τούτου μόνον θεραπευταῖς· αὐτοῦ
γὰρ οἱ ἀλευρομάντεις καὶ κριθομάντεις, καὶ ἡ διὰ
τῶν μωρίων τὰ θεῖα μαντευομένη Πυθία,

Γεώργιος Μοναχός. Chronicon breve (lib. 1-6) (redactio recentior)


Vol.110, p. 289, li.43

γίνεται· ἐκεῖνοι δὲ κατὰ συμβεβηκὸς ἔν τισιν ἀλη-


θεύσαντες, ἐν τοῖς πλείοσι διήμαρτον. Καὶ τοιαύτη
μὲν ἥ τε θεία καὶ διαβολικὴ προφητεία. Φυσικὴ δὲ
ἡ τῶν ἀλόγων· χελιδόνες γὰρ καὶ γερανοὶ καὶ μύρ-
μηκες ἐπίοντος χειμῶνος αἰσθάνονται, ἔχινοί τε καὶ
ἀλκύονες, φύσει τοῦτο κτησάμενοι. Ἡ δὲ τεχνικὴ
προφητεία παρὰ ἰατροῖς καὶ συμβόλοις καὶ κυβερ-
νήταις· οἱ μὲν γὰρ ἀῤῥωστείας καὶ τὰς λύσεις τού-
των προλέγουσιν· οἱ δὲ πνευμάτων μεταβολὴν, οἱ δὲ
τοῦ μέλλοντος συνέπειν καταστοχάζοντες. Ἡ δὲ
κοινὴ καὶ δημώδης τοῦ μέλλοντος γνῶσις, οἷον ὅτι
μετὰ μῆνας γʹ ὁ χειμὼν γίνεται· πάντες γὰρ ἔχουσι
τὰς περιόδων προτηρήσεις· οὐδὲν γὰρ, εἰ καὶ δαί-
1115

μονες πρόγνωσιν ἔχοιεν ὅπου γε καὶ μύρμηκες


ἔχουσι· καὶ δεινοὶ ἄνθρωποι τοῦ μέλλοντος κατα-
στοχασταί εἰσιν, ἀλλ' οὐχ ὡς πάντως πάντα εἰδέναι,
ἐπεὶ καὶ ὁ διάβολος προεφήτευσεν εἰπών· «Τοῦ
γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρὸν,» καὶ ἐγένετο.

Michael Glycas Astrol., Hist., Annales P. 623, li.17

κομίζεται αὐτῷ τὸ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ἐκτύπωμα τοῦ κατὰ


τὴν Χαλκῆν ἀνεστηλωμένου, ὅπερ ἦν ἐν πέπλῳ τινὶ πρὸ τῆς
εἰκόνος ἀπῃωρημένον. ὑφαπλοῦται τῇ κλίνῃ, καὶ ὁ κάμνων
ἀνέρρωται. ἐπὶ τούτῳ φόβος ὑποσείει οὐ μόνον τὸ δημοτικὸν
ἀλλὰ καὶ αὐτοὺς τοὺς ἐν τέλει· φήμη γὰρ αὐτοὺς κατεκρά-
τει ὡς ὁ κρατῶν κατ' ἐκεῖνο τὸ μέγα τεθνήξεται σάββατον.
ἀλλ' ἡ τοιαύτη φήμη καὶ αὐτὴν τὴν τοῦ βασιλέως κατέσεισε
ψυχήν. ψευδὴς δὲ ὅμως ἠλέγχετο. ὁ μὲν οὖν βασιλεὺς ἔκ-
τοτε περὶ Φιλιππούπολιν διέτριβεν ἔαρ ὅλον καὶ θέρος. τὸ
δὲ αἴτιον ἡ μετὰ τῶν Μανιχαίων διάλεξις, οὓς Παυλικιάνους
ἡ δημώδης ὀνομάζει φωνή. πολὺ δὲ τὸ γένος τοῦτο ἐν τῇ
χώρᾳ ταύτῃ κατῴκισται, τοῦ βασιλέως Ἰωάννου τοῦ Τζιμι-
σχῆ ἐκ τῆς ἑώας καταγαγόντος αὐτὸ κἀν ταύτῃ ἐγκατοικίσαν-
τος· οἷς δὴ καὶ διαλεγόμενος πολλοὺς πρὸς τὴν ὀρθόδοξον
πίστιν μετήνεγκε. κατ' ἐκεῖνο καὶ πολλοὶ γεγόνασιν ἐμπρη-  
σμοί. κατὰ δὲ τὸ ἔαρ ἔπνευσεν ἄνεμος τοσοῦτον βιαῖος ὡς
καὶ ἄλλα μὲν συμβῆναι συμπτώματα, καταπεσεῖν δὲ καὶ τὴν
ἐν τῷ κατὰ τὸ πλακωτὸν κίονι ἱδρυμένην στήλην καὶ πολλοὺς
τῶν ἐκεῖσε παρατυχόντων ἀνελεῖν, καὶ ὄμβρον δὲ ῥαγδαῖον
ἐν τῇ μνήμῃ τῶν ἁγίων ἀποστόλων τοσοῦτον καταρραγῆναι
ὡς καὶ οἰκίας καταπεσεῖν ἀνθρώπους τε καὶ ζῶα ἀποπνιγῆ

Joannes Scylitzes Hist., Synopsis historiarum Emperor life


Bas2+Const8, Sec. 19, li.10

συγχωρηθῆναι τὸν θρίαμβον.


Ἄρτι δὲ τοῦ Φωκᾶ ἀποθανόντος κατὰ τὸν Ἀπρίλλιον μῆνα
τῆς δευτέρας ἰνδικτιῶνος, τοῦ ἑξακισχιλιοστοῦ τετρακοσιοστοῦ ἐνενη-
κοστοῦ ἑβδόμου ἔτους, καὶ τῆς κατ' αὐτὸν ἀποστασίας διαλυθείσης,
ἀδείας λαβόμενος ὁ Σκληρὸς πάλιν ἀνελάμβανεν ἑαυτὸν καὶ τὴν προ-
τέραν ἐσωμάσκει ἀποστασίαν. ὅπερ πυθόμενος ὁ βασιλεὺς γράμμασι
παρῄνει κόρον λαβεῖν τῆς τῶν Χριστιανῶν χύσεως αἱμάτων, ἄνθρωπον
καὶ αὐτὸν ὄντα καὶ θάνατον προσδεχόμενον καὶ κρίσιν, καὶ ὀψέ ποτε
μεταμαθεῖν τὸ συμφέρον, καὶ τὸν ἐκ θεοῦ δεδομένον ἐπιγνῶναι ἄρχοντα
1116

μὴ πλανώμενον τῷ πραττομένῳ (ταττομένῳ E) τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ


στοιχείῳ. ἐλέ-
γετο γὰρ λόγος δημώδης ὑπό τινων τῶν τὰ μετέωρα ἐστοχασμένων·
‘βῆτα βῆτα
διώξει, καὶ βῆτα βασιλεύσει.’ ὑφ' οὗ αὐτός τε καὶ ὁ Φωκᾶς ἐξηπατημένοι
ταῖς ἀπο-
στασίαις (ταῖς ἀποστ.] τὰς εἰς αὐτὸν et deinde lac. E) ἐπεβάλλοντο
(ἐπεβάλοντο E).
τούτοις δὲ τοῖς γράμμασι μαλαχθεὶς ἐκεῖνος καὶ πίστεις λαβών, ὡς οὐδὲν

ὑποστήσεται φλαῦρον, κατατίθεται τὰ ὅπλα καὶ τῷ βασιλεῖ σπένδεται,


κουροπαλάτης τιμηθείς. οὐ μέντοι γε καὶ ὀφθαλμοῖς τὸν βασιλέα θεάσα-
σθαι ἠξιώθη. κατὰ γὰρ τὴν ὁδὸν ἀορασίᾳ πληγεὶς τὴν ὁρατικὴν
ἀπέβαλεν αἴσθησιν καὶ τυφλὸς εἰσήχθη πρὸς βασιλέα. ὃν χειραγωγού-
μενον ἐκεῖνος θεασάμενός φησι πρὸς τοὺς παρόντας· ‘ὃν ἐφοβούμην καὶ
ἔτρεμον, χειραγωγούμενος ἔρχεται.’

Constantinus Manasses Hist., Poeta, Compendium chronicum


Line 1798

Νέρων ὁ ταύτης ἦν ἀνήρ, ἐκείνη δὲ Ἰουλία.


ταύτην τεκοῦσαν Νέρωνι τῷ συνοικοῦντι παῖδα
καὶ πάλιν σχοῦσαν ἐν γαστρὶ καὶ τὴν νηδὺν πλησθεῖσαν
καὶ τῆς ἐγκυμονήσεως ἄγουσαν ἕκτον μῆνα
ὁ Καῖσαρ ἤθελε λαβεῖν εἰς γάμου κοινωνίαν,
καὶ Νέρωνα κατήπειγεν αὐτῷ κατεγγυῆσαι
τὴν γαμετὴν καὶ πατρικῶς ταύτην νυμφοστολῆσαι.
πείθεται Νέρων, οὐχ ἑκὼν δίδωσι τὴν γυναῖκα.
ἡ δ' ἐπιστάντος τοῦ καιροῦ τίκτει παιδίον ἄρρεν.  
κἀντεῦθεν ἐξενήνεκτο δημώδης παροιμία
“τοῖς εὐτυχοῦσι καὶ λαμπροῖς καὶ τρίμηνα παιδία.”
 Τῶν γοῦν κατὰ τὸν Καίσαρα τοῦτον ἱστορηθέντων
λοιπὸν διηγητέον μοι πόθεν ἐκλήθη Καῖσαρ.
οἱ μέν φασιν ὡς τῆς μητρὸς κατὰ γαστρὸς ἐχούσης
καὶ μὴ φθασάσης ἐκτεκεῖν, ἀλλὰ προαπελθούσης,
ἀνέτεμον οἱ προσγενεῖς ἐκείνης τὴν γαστέρα,
καὶ ζῶν ἐκεῖθεν ἔμβρυον καὶ πνέον ἐξελόντες
Καίσαρα κατωνόμασαν ὡς ἀνατετμημένον.
ἄλλοι δὲ πάλιν λέγουσι τῆς κεφαλῆς τὴν κόμην
Ῥωμαίους λέγειν καίσαριν· Καῖσαρ γοῦν ἐπεκλήθη
1117

Michael Attaliates Hist., Historia P. 30, li.6

σωτηρίας ὁδόν, τῷ ἐν Βουλγαροφύγῳ σηκῷ καταφεύγουσιν.


ἐπικαταλαβόντος δὲ τοῦ βασιλικοῦ στρατοπέδου, τῆς ἱερᾶς
τραπέζης περιεχόμενοι ἀποσπῶνται βιαίως, καὶ δεσμῶται γε-
νόμενοι τῷ βασιλεῖ παραπέμπονται περὶ τὴν ἡμέραν τῆς τοῦ
μεγάλου θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ γενεθλιακῆς  
ἑορτῆς, καὶ μηδὲ λόγου τυχόντες χερσὶ δημίων τοὺς ὀφθαλ-
μοὺς ἀποβάλλουσιν. ἑτέρους δὲ τῆς ἀποστασίας συμμύστας
ὁ βασιλεὺς εἰς σῶμα κολάσαι οὐκ ᾠκονόμησε, φυγῇ δὲ αὐτοὺς
καὶ δημεύσει προσεζημίωσε.
 Καὶ τὰ μὲν τῆς ἐπιβουλῆς τοιοῦτον ἔσχε τὸ τέλος. Σκύ-
θαι δέ, οὓς Πατζινάκους οἶδεν ὁ δημώδης λόγος καλεῖν, τὸν
Ἴστρον παγγενεὶ διαβάντες μετ' οὐ πολὺ τοῖς Ῥωμαϊκοῖς ἐγκα-
τεσκήνωσαν τόποις, γένος ἀντὶ πάσης ἄλλης ἐπιστήμης καὶ
τέχνης τὴν μεθ' ὅπλων ἐπιδρομὴν ἠσκηκός, καὶ βίον ἔχον τὸ
ἐν ῥομφαίᾳ καὶ τόξῳ καὶ βέλει συνεχῶς διαζῆν, μυσαρὸν δὲ
τὰ πρὸς τὸ ζῆν καὶ τὴν ἄλλην διαγωγήν, καὶ μιαροφαγιῶν
οὐδαμῶς ἀπεχόμενον. τοῦτο πονηρᾷ τινὶ τύχῃ τοῖς Ῥωμαίοις
ἐπεισκωμάσαν ὁρίοις πολλὰ δεινὰ καὶ λόγῳ ῥηθῆναι καθεξῆς
μὴ δυνάμενα ἐς ὕστερον διαπέπραχε. τέως δ' οὖν τῆς περὶ
τούτων φήμης ἐπιδραμούσης τὰς πρὸς ἥλιον λήγοντα δυνά-
μεις ὁ βασιλεὺς αὐτοῖς ἐπεστήσατο. οἱ δὲ τῆς τε ἀλλοτρίας

Michael Attaliates Hist., Historia P. 37, li.20

καὶ προτερήμασι, δόγμα ἴει πανστρατιᾷ τοῦτον εἰς τὴν τῶν


ἐναντίων γενέσθαι παρεμβολήν, ἑτέρᾳ δυνάμει ἑώᾳ τὴν στρα-
τιὰν ἐξογκώσας. ἐπιτρέπει δὲ καὶ τὸν τῶν Βουλγάρων σα-
τράπην (ἦν δὲ οὗτος τοῖς μοναχοῖς μὲν κατειλεγμένος ἐκτο-
μίας, δόξῃ δὲ διεπτοημένος καὶ διὰ τοῦτο προσηλωμένος τοῖς
μὴ προσήκουσι) συνάρασθαι τούτῳ τοῦ πρὸς τοὺς ἐναντίους
πολέμου. συναγηοχὼς οὖν οὗτος τοὺς ὅλους, ἁδρᾷ δυνάμει
διαβαίνει τὸν ὑπερανεστηκότα βουνὸν καὶ οἷον μεθόριον κεί-
μενον τῆς τε Μακεδονικῆς καὶ τῶν περὶ τὸν Ἴστρον χωρῶν,
ὃς καὶ Ζυγὸς διὰ τοῦτο τοῖς ἐπιχωρίοις κατονομάζεται καὶ
στενωποὺς ἔχει πολλοὺς, οὓς ὁ δημώδης λόγος κλεισούρας
καλεῖν παρέλαβε. καὶ περὶ τὴν μεγάλην Πραισθλάβαν διη-
μερεύσας τὰ πρὸς τὸν πόλεμον ηὐτρεπίζετο, βουλευτήριον κα-
θίσας καὶ περὶ τῶν εἰκότων δημηγορῶν. ὁ δὲ βασιλεὺς τὴν  
1118

τοῦ μέλλοντος εὐλαβούμενος ἔκβασιν, εἴτε καὶ συμβουλαῖς


ἑτέρων πεισθείς, διὰ γραμμάτων παρῄνει τῷ ἀνδρὶ μὴ συμ-
βαλεῖν πόλεμον, εἰ οἷόν τε ἐστί, πρᾶγμα δυσμήχανον αὐτῷ
ὑποθείς· ἀγχιθύρου γὰρ τῆς μάχης καθεστώσης ἀδύνατον
ἦν ἀμογητὶ καὶ κινδύνου χωρὶς ἀπαλλαγῆναι ἐκεῖθεν. καὶ ὁ
μὲν τὸ ἧττον κακὸν αἱρούμενος, ἢ μᾶλλον εἰπεῖν ἀμφίβολον,
πρὸς μάχην ἑώρα, καὶ δῆλος ἦν πᾶσι τοῦτο σκοπῶν καὶ δια

Nicetas Choniates Hist., Scr. Eccl., Rhet., Historia (= Χρονικὴ διήγησις)


Reign Alex3,pt2, p. 508, li.of p. 31

ἀπόκρεω, καὶ τοῦ κηδεστοῦ βασιλέως οὔκουν ἐνσχολάσαι προθεμένου


σταδιοδρόμων ἵππων ἁμίλλαις, οἱ νεόγαμοι ἐνέκειντο θέατρα ἐξαιτούμε-
νοι. διαιτῶν τοίνυν ὁ βασιλεὺς ἑαυτῷ τε καὶ τοῖς γαμβροῖς εἰς μὲν τὸ
μέγα παλάτιον οὐδαμῶς ἀφικνεῖται, οὔτε μὴν ἐσάνεισι τὸ στάδιον, τὰς
δ' ἱππικὰς ἄντυγας ἐς τὸ ἐν Βλαχέρναις ἀρχεῖον προστάξας ἐνεχθῆναι
σχεδιάζει θέατρον. καὶ δὴ αἱ μὲν φῦσαι τῶν πολυαύλων ὀργάνων κατὰ
τὴν ἐκεῖσε αὔλειον εἰς καμπτῆρας διατίθενται, εἰς δ' ἔπαρχον τῆς βασιλί-
δος διασχηματίζεται πόλεως ἐκτομίας τις· τὸ δὲ ὄνομα ἑκὼν παραδρά-
μοιμι, πλούτῳ δ' ἦν οὗτος περιβριθὴς καὶ μεγίστας χειρίζων ἀρχὰς καὶ
τοῖς περὶ τὴν βασίλειον αὐλὴν ἐγγραφόμενος. πλεγμάτιον τοίνυν ἐκ
λύγων συγκείμενον, ὅ φησιν ἡ δημώδης φράσις ὄνον ξύλινον, χρυσοπά-
στῳ σάγῳ ζῳωτῷ ἐς τὸ διαμπερὲς σκεπόμενον διαζωσάμενος τὸ σχέδιον  

ἐκεῖνο θέατρον εἴσεισιν, ὅτε καὶ ἦν τὸν αὐτὸν ὁρᾶν καὶ ὡς ἀναβάτην
μεγα-
λοπρεπευόμενον καὶ ὡς ἵππον εὐήνια προποδίζοντά τε καὶ χρεμετίζοντα·
μετὰ βραχὺ δὲ κατὰ τοὺς πάλαι τῶν δραμάτων ὑποκριτὰς τὸν ἔφιππον
ἀποδυσάμενος ἔπαρχον τὸν μαππάριον ὑποκρίνεται. ἦσαν δὲ οἱ τὸν
γυμνικὸν ὑποδύντες ἀγῶνα οὐ τῶν ἐξ ἀγορᾶς καὶ τριόδων τινές, ἀλλ'
εὐπατρίδαι νεανίαι, πρώτως φύοντες γένειον. ἐθεᾶτο γοῦν τὰ σκηνικὰ
ταῦτα καὶ γελοιώδη παίγνια ὁ βασιλεὺς καὶ ἡ βασιλὶς καὶ ὅσον αὐτοῖς
τοῦ γένους ἐπίσημον καὶ τὸ τῆς θεραπείας εὐπαρρησίαστον· τοῖς δ' ἄλ-
λοις πᾶσα πάροδος ἐπικέκλειστο. ἐπεὶ δ' ἐφειστήκει καιρός, καθ' ὃν ἔδει
πρὸς

Nicetas Choniates Hist., Scr. Eccl., Rhet., Historia (= Χρονικὴ διήγησις)


Reign Isaac2+Alex4, p. 553, li.of p. 9

κατέλυον οἱ διάφοροι, γίνονται τοῖς πρώην ἀντίφροσι σύσκηνοι καὶ


1119

ὁμόδειπνοι καὶ τὰ πάντα συμφυεῖς καὶ ὁμόφρονες.  


 Ἐννεακαιδεκάτην δ' ἄγοντος τοῦ Αὐγούστου μηνός, τῆς ἕκτης
ἰνδικτιῶνος τοῦ ἑξακισχιλιοστοῦ ἑπτακοσιοστοῦ ἑνδεκάτου ἔτους, τι-
νὲς τῶν Φραγγίσκων (οὗτοι δέ εἰσιν οἱ πάλαι Φλαμίονες κικλησκό-
μενοι) Πισσαίων καὶ Βενετίκων μοῖραν προσειληφότες ὡς εἰς ὄψον ἕτοι-
μον καὶ πρόχειρον ἕρμαιον τὰ τῶν Σαρακηνῶν διαπλωΐζονται χρήματα.
καὶ δὴ τὸ σύνταγμα ἐκεῖνο τὸ πονηρὸν τῇ πόλει προσσχὸν δι' ἁλιάδων
(οὐδὲ γὰρ ἦν τις ὁ προσιστάμενος ὅλως ἐπεισπλέειν σφας τῇ πόλει καὶ
αὖθις ἀνάγεσθαι) τῷ τῶν ἐξ Ἄγαρ συναγωγίῳ λάθρᾳ ἐπεισπίπτουσιν,
ὅ φησι Μιτάτον ἡ δημώδης διάλεκτος, καὶ τὰ ἐνόντα μετὰ ξίφους λῃ-
στεύουσιν. ὡς δ' οὕτω ταῦτα παραλόγως καὶ ὑπὲρ δόκησιν πᾶσαν
παρηνομεῖτο, ἠμύνοντο μὲν αὐτοὺς οἱ Σαρακηνοὶ τὰς χεῖρας τοῖς παρα-
τυχοῦσιν ὁπλίσαντες, ἐπιβοηθοῦσι δὲ καὶ Ῥωμαῖοι, παρὰ τῆς τοῦ
κακοῦ φήμης ἐκεῖσε συνηλισμένοι. καὶ οὔκουν μὲν ἅπαν ὁπόσον καὶ ἔδει
κατήνυσαν, ἐπὶ δὲ βραχὺ τῆς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων ὁμαιχμίας ἀναχώ-
ρησις γίνεται. οἱ δὲ τὸ δι' ὅπλων ἀντέχειν μεθέντες ἐπὶ τῷ μὴ πάνυ
πρότερον ἐμπρησμῷ διανοοῦνται καὶ πρόσφατον, ἀνυσιμώτατον
ἀμυντήριον καὶ ὑπὲρ ἅπαν ἕτερον τὴν πόλιν ἔχον ταχὺ κατεργάσασθαι
πείρᾳ μεμαθηκότες τὸ πῦρ.

Pseudo-Nonnus, Scholia mythologica Oration 39, historia 1, li.21

καὶ παρακρούειν τὸν ἐξ τοῦ κλαυθμοῦ τοῦ παιδίου ἦχον, ἵνα μὴ


μαθὼν ὁ Κρόνος ποῦ κέκρυπται λαβὼν καταπίῃ.
 Νῦν οὖν Πατέρα μὲν λέγει μισότεκνον τὸν Κρόνον, παι-
δίον δὲ κλαυθμυριζόμενον τὸν Δία. τοὺς Κουρῆτας δὲ λέγει
τοὺς μετὰ τῶν Κορυβάντων ταχθέντας παρὰ τῆς Ῥέας ὀρχεῖς-
θαι. δαίμονες δὲ οὗτοι οἱ Κουρῆται καὶ οἱ Κορύβαντες.
ἐνόπλιον δὲ ὄρχησιν λέγει τὴν πυρρίχην. κτύπον γάρ τινα ἐν
ταῖς ἀσπίσιν ἐποίουν οὗτοι πρὸς τὸ ὑπερηχεῖσθαι τὸν κλαυθμὸν
τοῦ παιδίου. Κρητῶν δὲ τυράννου εἶπεν ὅτι οἱ μὲν θεολόγοι
τῶν Ἑλλήνων θεὸν λέγουσι γενέσθαι καὶ τὸν Κρόνον καὶ τὸν
Δία, ἡ δὲ δημώδης ἱστορία, ἣν καὶ τίθεται ὁ θεῖος Γρηγόριος,
λέγει ὅτι ὁ Ζεὺς οὗτος τύραννος ἦν Κρήτης. καὶ θέλοντες αὐτὸν
θεραπεύειν οἱ ὑπήκοοι ἐμυθολόγουν ὡς ἐκ Κρόνου θεοῦ καὶ  
Ῥέας ἔχει τὴν γέννησιν, ἐπεὶ ἄνθρωπος ἦν· διὸ ἐπήγαγεν Κἂν
Ἕλληνες ἀπαρέσκωνται. οἱ γὰρ Ἕλληνες οὐ θέλουσιν αὐτὸν
εἶναι ἄνθρωπον καὶ τύραννον Κρητῶν, ἀλλὰ θεόν.  

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13-18) P. 80, li.11


1120

  ἀλλ' ὅτε δὴ Νύμφαι ἱερὸν κατὰ ἄστυ χορείην


  τερπόμεναι στήσονται ἐϋστεφέας κατ' ἀγυιάς,
  καὶ τεῖχος λουτροῖσι πολύστονον ἔσσεται ἄλκαρ,
  δὴ τότε μυρία φῦλα πολυσπερέων ἀνθρώπων
  ἄγρια μαργαίνοντα, κακὴν ἐπιειμένα ἀλκήν,
  Ἴστρου Κιμμερίοιο πόρον διαβάντα σὺν αἰχμῇ
  Σκυθικὴν ὀλέσει χώραν καὶ Μυσίδα γαῖαν.
  Θρηικίης δ' ἐπιβάντα σὺν ἐλπίσι μαινομένῃσιν
  αὐτοῦ κεν βιότοιο τέλος καὶ πότμον ἐπίσποι.
ὁ μὲν οὖν Οὐάλης τῇ τῶν τειχῶν τῆς Χαλκηδόνος ὕλῃ εἰς
οἰκοδομὴν ὁλκοῦ ἐχρήσατο ὕδατος, ὃν ἀγωγὸν ἡ δημώδης ὀνο-
μάζει φωνή, καὶ τοῦτον Οὐάλεντα ἐπωνόμασε, δι' οὗ πεποίηκεν
εἰς τὴν πόλιν ὕδωρ εἰσάγεσθαι, ἵν' ἀφθονία ὕδατος εἴη αὐτῇ
καὶ πρὸς ἄλλην χρῆσιν καὶ πρὸς λουτρά. ὁ δὲ τῆς πόλεως
ἔπαρχος Νυμφαῖον ἐν τῷ καλουμένῳ Ταύρῳ κατεσκευάκει,
τὰς ἐκ τοῦ τῶν ὑδάτων ὁλκοῦ χάριτας ἐκ τούτου παραδεικνύς.
οἷς εἵπετο καὶ ἡ τῶν βαρβάρων ἐπέλευσις κατὰ τὰ γεγραμμένα  
ἐν τῇ πλακί, οἳ ἐληίσαντο μὲν τὴν Θρᾴκην, περὶ δὲ αὐτὴν
κατηναλώθησαν ὕστερον.

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13-18) P. 244, li.16

ὑπὲρ ἀριθμὸν ὑπενόστησαν. ἀλλὰ μὴν καὶ τὰ πρὸς ἀνίσχοντα


ἥλιον ὁμοίως οἱ τῆς Ἄγαρ διέθεντο.
 Δύο δὲ παρελθόντων ἐνιαυτῶν καὶ μηνῶν τινων, ἐξότου
τῆς βασιλείας ἐκράτησεν, ἱππήλατον ἐπιτελέσας ἀγῶνα καὶ ἐν
τῷ τοῦ Ζευξίππου μετὰ τὸν ἀγῶνα λουσάμενος λοετρῷ, συσσί-
τους τινὰς τῶν τῆς συγκλήτου πεποίητο, ὡς δ' ἔνιοι λέγουσι,
τοὺς ἐν τῇ τῶν ἵππων ἁμίλλῃ νικήσαντας. κατακείμενος οὖν
ἐν τῷ συμποσίῳ παρά τινων τῶν τῆς γερουσίας κατασχεθεὶς
τυφλοῦται. ταῦτα δ' ἐπράχθη κατὰ τὸ σάββατον τῆς πεντη-
κοστῆς. τῇ δ' ἑξῆς κατ' αὐτὴν δηλαδὴ τὴν πεντηκοστὴν ἀθροι-
σθέντες οἵ τε τῆς συγκλήτου βουλῆς καὶ ὁ δημώδης ὄχλος
Ἀρτέμιον τὸν πρωτοασηκρῆτις προχειρίζονται αὐτοκράτορα, μετ-
ονομάσαντες Ἀναστάσιον.  
 Ἦν δὲ οὗτος ὁ βασιλεὺς καὶ λόγοις παντοίοις ὡμιληκὼς
καὶ πραγμάτων διοικήσεσιν ἐντριβέστατος. οὗτος τὸν πατρι-
άρχην Ἰωάννην τοῦ ἀρχιερατικοῦ κατασπάσας θρόνου ὡς μὴ
ὀρθόδοξον ἔτη τρία τῆς ἐκκλησίας κρατήσαντα, μετατίθησιν ἐκ
Κυζίκου ἐπὶ τὴν ἱερὰν καθέδραν τῆς βασιλίδος τῶν πόλεων
1121

Γερμανόν, ὃν ἄνωθί που ὁ λόγος ἱστόρησε παρὰ Κωνσταντίνου


τοῦ Πωγωνάτου τῶν παιδογόνων ἀφαιρεθῆναι μορίων.

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13-18) P. 283, li.13

τινας τῶν μοναστῶν ἀρχιερεῖς τότε γενέσθαι ἐν ταῖς προβα-


θμιωτέραις τῶν μητροπόλεων. πολλὰ δὲ χρήματα ἐν τοῖς δη-
μοσίοις εὑρὼν θησαυροῖς, ἃ ὁ πατὴρ αὐτοῦ κακῶς συνήγαγε
καὶ ἀπεθησαύρισε, τούτοις καταχρησάμενος ἐξευμενίσατο τὸ
ὑπήκοον καὶ τῇ ἐπιπλάστῳ θεοσεβείᾳ. ἀθροισθέντες οὖν οἱ
τῆς πόλεως κἀκ τῶν θεμάτων πολλοὶ ᾐτοῦντο χαριζόμενοι δῆ-
θεν αὐτῷ ἀναγορευθῆναι τὸν υἱὸν αὐτοῦ Κωνσταντῖνον. ὁ δέ,
εἰ τοῦτο βούλονται, ὀμόσαι αὐτοὺς ἀπῄτησεν ὡς οὐ δέξονταί
ποτε ἄτερ αὐτοῦ καὶ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ καὶ τοῦ σπέρματος αὐτῶν
ἕτερον βασιλέα. καὶ ὤμοσαν ἅπαντες, οὐχ οἱ τῆς συγκλήτου
βουλῆς καὶ οἱ τοῦ στρατεύματος, ἀλλὰ καὶ ὁ δημώδης ὄχλος
καὶ ἔμποροι καὶ οἳ τῶν ἐργαστηρίων προεστήκεσαν, καὶ ἔγγραφα
περὶ τούτων ἐξέθεντο. ταῦτα μὲν οὖν κατὰ τὴν ἕκτην ἡμέραν
τῆς ἑβδομάδος τοῦ σωτηρίου πάθους τοῦ σωτῆρος γεγόνασι.
τῷ δὲ μεγάλῳ σαββάτῳ τὸν ἑαυτοῦ ἀδελφὸν Εὐδόκιμον νωβε-
λίσιμον ὁ βασιλεὺς προεβάλετο καὶ κατ' αὐτὴν τὴν τοῦ πάσχα
κυριακὴν ἔστεψε τὸν υἱὸν αὐτοῦ, τοῦ πατριάρχου τὴν κατ' ἔθος  
πεποιηκότος εὐχήν. τεθνηκότος δὲ τοῦ πατριάρχου Νικήτα τοῦ
ἐκτομίου, ὃς ἦν προεδρεύσας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔτη τες-
σαρεσκαίδεκα, χειροτονεῖται πατριάρχης Παῦλος ὁ Κύπριος,
ἀναγνώστης ὢν καὶ ὀρθόδοξος.

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13-18) P. 566, li.17

ἕξ· καὶ ἕτεροι δὲ τρεῖς ταύτης υἱοὶ φυγάδες ἐγένοντο ἐν τοῖς


ὄρεσιν, ἀλλὰ κἀκεῖνοι τῶν ὀρῶν φυλαττομένων βιασθέντες προς-
ῆλθον τῷ βασιλεῖ· ἦσαν δὲ οὗτοι ὁ Προυσιάνος καὶ ἄμφω οἱ
ἀδελφοὶ αὐτοῦ, ὧν τὸν μὲν Προυσιάνον ἐτίμησε μάγιστρον,
πατρικίους δὲ τοὺς λοιπούς. ὑφ' ἑαυτὸν οὖν τὴν ἅπασαν Βουλ-
γαρίαν πεποιηκὼς καὶ τὰ μὲν τῶν φρουρίων καταστρεψάμενος,
τὰ δὲ κατοχυρώσας καὶ φρουρὰς αὐτοῖς ἀρκούσας καταλιπών,
αὐτὸς εἰς Ἀθήνας ἀφίκετο, θύσων τῇ θεοτόκῳ τὰ χαριστήρια·
καὶ ἀναθέμενος τῷ ναῷ πολλὰ καὶ πολυτελῆ ἐπανέζευξεν εἰς
τὴν ὑπερκειμένην τῶν πόλεων καὶ κατήγαγε θρίαμβον, τιάρᾳ
ταινιωθεὶς ὀρθίᾳ (ἣν τοῦφαν καλεῖ ὁ δημώδης καὶ πολὺς ἄν-  
θρωπος, τύφον, οἶμαι, ὠνομασμένην, ὡς τετυφῶσθαι ποιοῦσαν
τοὺς ταύτῃ ἀναδουμένους) καὶ οὕτως ἄχρι τῆς τοῦ θεοῦ λόγου
1122

Σοφίας ἀφίκετο, ἀποδοὺς ἐν ταύτῃ τῷ κυρίῳ τὰ χαριστήρια.


ἔνθα γενόμενον ὁ πατριάρχης πολλὰ ἱκετεύσας ἐκκόψαι τὸ ἀλλη-
λέγγυον οὐ κατεδυσώπησε, καὶ ταῦτα ὑποσχόμενον τοῦτο ποιή-
σειν, εἰ τῶν Βουλγάρων κρατήσειεν. οὗτος ὁ πατριάρχης Σέρ-
γιος τὴν ἐκκλησίαν ἐπὶ εἴκοσι ποιμάνας ἔτη, μετέθετο τὴν ζωήν,
καὶ προεχειρίσθη τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐκκλησίας ἀρχιε-
ρεὺς Εὐστάθιος, ὃς τοῦ ἐν τῷ παλατίῳ ναοῦ ἱερέων ἐπρώτευε.
 Τῆς Βουλγαρίας δὲ δουλωθείσης τῇ τῶν Ῥωμαίων

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13-18) P. 656, li.8

γένειαν καὶ ἀδικεῖσθαι ἐπιβοώμενος. γενόμενος δὲ κατὰ τὴν


δημοσίαν εἱρκτήν, ἣ πραιτώριον κέκληται, τὰ κλεῖθρα διαρ-
ρήξας τοῖς ἐν αὐτῇ καθειργμένοις ἄνετον παρέσχε τὴν ἔξοδον.  
τὸ δ' αὐτὸ καὶ ἐν τῇ τῆς Χαλκῆς εἰργάσατο φυλακῇ, ἐλπίσας
διὰ τούτων τοῦ κατὰ σκοπὸν ἐπιτεύξεσθαι. ὡς δ' ἔμαθε στρα-
τιωτικὴν ἀθροίζεσθαι περὶ τὰ βασίλεια δύναμιν καὶ ἤδη στέλ-
λεσθαι κατ' αὐτοῦ, πρὸς τὴν μεγάλην τρέπεται ἐκκλησίαν καὶ
μόνος σὺν τῷ υἱῷ περιλειφθείς, τῶν ἑπομένων αὐτῷ διασκε-
δασθέντων, τῇ ἐκκλησίᾳ προσπέφευγεν· ὅθεν ληφθεὶς ὑπερορίαν
κατεδικάσθη. εἰς τοῦτο δὲ τέλους τοῦ ἐπιχειρήματος αὐτῷ
καταντήσαντος, ὁ δημώδης ὄχλος ἐπεγγελῶντες αὐτῷ ῥήματά
τινα συνθέντες ἐπῇδον αὐτῷ· τὰ δ' ἦσαν·
  ὁ μωρὸς ὁ Μονομάχος, εἴ τι ἐφρόνει, ἐποίησε.
 Καὶ ταῦτα μὲν ἔσχον οὕτως· οἱ δ' ἐμπαροινηθέντες τῶν ἑῴων
ἀρχόντων καὶ αὖθις πεῖραν προσάγουσι καὶ προσίασι τῷ τὰ κοινὰ
διοικοῦντι τῷ πρωτοσυγκέλλῳ Λέοντι καὶ ἱκετεύειν δι' ἐκείνου
ἐπεχείρουν τὸν βασιλέα, μὴ μόνοι αὐτοὶ καταλειφθῆναι ἀγέραστοι,
πάντων τοῦ φιλοτίμου καταπολαυσάντων τοῦ αὐτοκράτορος, καὶ
ταῦτα τῶν ἄλλων εὐπαθούντων αὐτοὶ καὶ παρ' ἀσπίδα ἱστάμενοι
καὶ προπολεμοῦντες τῆς Ῥωμαίων ἀρχῆς. ὁ δὲ οὐδὲν ἧττον
τοῦ βασιλέως ἀδέξιος ὢν μεταχειρίσασθαι λυπουμένους ἄνδρας  

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13-18) P. 675, li.2

βουλῆς καὶ τοῦ δημώδους πλήθους εἰς μείζονας ἀξιωμάτων


βαθμοὺς προεβίβασε. καὶ ὅσους δ' ὁ Κομνηνὸς ἀφείλετο τὰς
οἰκείας τιμάς (πολλοὶ δ' ἦσαν καὶ οὗτοι), εἰς ταύτας αὖθις
αὐτὸς ἐκείνους ἀποκατέστησεν.
 Ἐπιβουλῆς δὲ κατ' αὐτοῦ συσκευασθείσης, μικροῦ δεῖν
ἐγένετο ἂν ὑποβρύχιος. ἦν μὲν γὰρ ἐν τοῖς βασιλείοις τῶν
1123

Μαγγάνων, ἐσκέψαντο δὲ οἱ συνομοσάμενοι ὡς εἰ θόρυβος ἐν


τῇ τῆς πόλεως γεγονὼς ἀγγελθείη αὐτῷ ἀγορᾷ, αὐτίκα διὰ τῆς
θαλάσσης ἐκεῖνος ἀπελεύσεται πρὸς τὸ μέγα ἀνάκτορον. προ-  
ῳκονόμητο δ' αὐτοῖς μὴ εἶναι τὴν βασιλικὴν τριήρη ἐκεῖ καὶ τοὺς
ἐκείνης οἰακοστρόφους, οὓς πρωτοκαράβους ἡ δημώδης λέγει
φωνή. ὁ μὲν οὖν βασιλεὺς ὡς τὸν θόρυβον ἠνωτίσατο, ἀπιέναι
δεῖν ἔκρινε τῶν ἀνακτόρων εὐθύ. ἐπεὶ δ' οὐχ εὕρηται ἡ βα-
σιλικὴ τριήρης ἐκεῖ, εἰς τὸ τυχὸν ἐμβεβήκει ἀκάτιον· ἀπιόντος
δὲ ἀνεφάνη καὶ ἡ ναῦς ἡ βασίλειος καὶ εἰρεσίᾳ πολλῇ σὺν ῥύμῃ
σφοδρὰ τὸ ῥόθιον τέμνουσα πρὸς τὸ πλοιάριον, ὅπερ ὁ βασι-
λεὺς ἐμβεβήκει, πρὸς τῶν πηδαλιούχων ἰθύνετο. ἦν δ' αὐτοῖς
τὸ βουλόμενον ἐπιβιβάσαι τὴν τριήρη τοῦ πλοιαρίου, ἵν' αὐτὸ
καταδύσῃ καὶ σὺν τῷ βασιλεῖ ποιήσηται ὑποβρύχιον. ὡς δ'
εἶδον τὴν τῆς τριήρους ἐπιφορὰν οἱ τῷ κρατοῦντι συμπλέοντες,
ἀνέκραξάν τε καὶ ἐπέχειν θρασύτερον ἐξεβόησαν καὶ μετατρέ

Ιωάννης Ζωναράς. Epitome historiarum (lib. 13-18) P. 754, li.1

παρέχεσθαι. καὶ τοῦτ' ἐπὶ χρόνον ἱκανὸν ἐτηρεῖτο τῷ αὐτο-


κράτορι. εἶτ' αὖθις ἀποδημεῖ τῆς Βυζαντίδος, φθίνοντος ἤδη
τοῦ μετοπώρου· συνῆν δ' ἐκείνῳ καὶ ἡ βασίλισσα καὶ ἡ γυ-
ναικωνῖτις συνείπετο, καὶ περὶ τοὺς πρόποδας τοῦ ὄρους τοῦ
Παπυκίου κατασκηνοῖ. ἔνθα τὸ τῆς ὥρας χειμέριον διαγαγὼν
παγγενῆ, ἄρτι ἠργμένου τοῦ ἔαρος ἐκεῖθεν ἀπάρας τὴν Φιλιπ-
πούπολιν κατέλαβε. περὶ ταύτης οὖν τὰ ὅρια ὁ βασιλεὺς Ἀλέ-
ξιος σκηνωσάμενος ἐκεῖ τὸν ἐαρινόν τε καιρὸν καὶ τὸν θέρειον
ἤδη δὲ καὶ πολὺ τοῦ μετοπώρου διέτριβε, καὶ ἦν ἔργον αὐτῷ
τῆς ἐκεῖσε διατριβῆς ἡ μετὰ τῶν Μανιχαίων διάλεξις, οὓς Παυ-  
λικιάνους ἡ δημώδης ὀνομάζει φωνή· πολὺ γὰρ τοῦτο τὸ γένος
ἐν τῇ χώρᾳ ταύτῃ κατῴκισται, τοῦ βασιλέως Ἰωάννου τοῦ
Τζιμισκῆ μεταγαγόντος ἐκ τῆς ἑῴας αὐτὸ κἀν ταύτῃ ἐγκατοι-
κίσαντος· οἷς διαλεγόμνεος πολλοὺς πρὸς τὴν ὀρθόδοξον πίστιν
μετήνεγκεν. ἤδη δὲ μεσοῦντος τοῦ μετοπώρου ἐπανῆλθεν εἰς
τὰ βασίλεια. τῆς δὲ βασιλίσσης μέγα δεδυνημένης, καὶ τῷ κη-
δεστῇ τῷ Βρυεννίῳ τῷ Καίσαρι πολλή τις ἦν ἰσχὺς καὶ δι'
ἐκείνου πᾶν ἐν τοῖς ἀνακτόροις οἰκονομούμενον ἐκπεφώνητο.

Joannes VI Cantacuzenus, Historiae Vol.2, p. 12, li.22

κῶν αἴτιος ὁ φθόνος, οὐ τοὺς φθονουμένους μόνον, ἀλλὰ


καὶ αὐτοὺς ἐξαφανίζων τοὺς φθονοῦντας, ὥσπερ τὸν σίδη-
ρον ὁ ἐξ αὐτοῦ τικτόμενος ἰὸς, ἀλλ' ἵνα καὶ αὐτοὶ οἱ νῦν
1124

τοῖς πράγμασι παρόντες τἀληθὲς εἰδέναι ἔχητε, καὶ μὴ ταῖς


ἔξωθεν φήμαις, μηδὲ τοῖς παρ' ἑκατέρων τῶν μερῶν ἢ ἑαυ-
τοῖς χαριζομένοις ἢ τοὺς ἐναντίους διαβάλλουσι προσέχον-
τες θρυλλουμένοις, παράγησθε δοξάζοντες τὰ μὴ ὄντα. ἄξιον
δὲ μετὰ ἀκριβείας ἐμοὶ προσέχειν καὶ μὴ παρέργως. οἱ μὲν
γὰρ ἄλλοι πάντες, εἰ δή τινες εἶεν οἱ συγγραψάμενοι περὶ
τοῦδε τοῦ πολέμου, ἢ παντάπασιν ἀπόντες τῶν πραγμάτων,
ὅσα ἢ ὄχλος ὁ δημώδης διεθρύλλει ἤ τινες ἕτεροι ἀπήγγελλον,
οὐδὲν σαφὲς εἰδότες περὶ τῶν γινομένων, οἷα παρεδέξαντο  
ταῖς ἀκοαῖς, τοιαῦτα καὶ τοῖς μετέπειτα ἐξέδωκαν μηδὲν φρον-
τίσαντες τῆς ἀληθείας. ἢ εἰ καὶ συνεστρατεύοντο τοῖς βασι-
λεῦσιν ἑκατέροις, ἀλλ' οὐ δήπου γε βουλῆς μετεῖχον, οὐδὲ
τῶν ἀποῤῥητοτέρων ἦσαν κοινωνοὶ, ἄλλως τε οὐδ' ἐφ' ἅπα-
σι παρόντες τοῖς πραττομένοις, συνεχοῦς καὶ πολυχρονίου γε-
γενημένου τοῦ πολέμου· ἐπὶ πέντε γὰρ ἔτεσι διήρκεσεν·
ἐμοὶ δὲ οὐδεμίαν τινὰ τοιαύτην ἔχοι τις ἂν ἐπενεγκεῖν αἰτίαν.
τοῖς γὰρ τῶν πραττομένων αὐτουργοῖς συμπαρὼν αὐτὸς, τὰ
μὲν οἶδα παρ' ἐμαυτοῦ, τῶν δὲ ἀκριβῆ τὴν γνῶσιν ἔσχον,

Ιωάννης Φιλόπονος. In Aristotelis analytica posteriora commentaria


Vol.13,3, p. 180, li.7

 Καλῶς εἶπε σχεδόν· οὔτε γὰρ πάντῃ συνώνυμοί εἰσιν, ἐπεὶ αἱ


αὐταὶ ἂν ἦσαν, οὔτε πάντῃ ὁμώνυμοι· οὐδὲν γὰρ ἂν εἶχον κοινὸν πρὸς  
τὰ πράγματα· νῦν δὲ περὶ τὰ αὐτὰ καταγίνονται. εἰ δὲ καὶ ὁλοσχερέστε-
ρόν τις ἀποδώσει τούτων τοὺς λόγους, κοινοὺς ὄψεται τοὺς ὁρισμούς·
οἷον
εἴ τις εἴποι ἀστρολογίαν εἶναι γνῶσιν τῶν γινομένων κατ' οὐρανόν,
κοινὸν
ἀποδώσει ὅρον τῆς τε ναυτικῆς ἀστρολογίας καὶ μαθηματικῆς.
      

p. 79a1 Καὶ ἁρμονικὴ ἥ τε μαθηματικὴ καὶ ἡ κατὰ τὴν ἀκοήν.

 Ἡ μὲν τῶν Πυθαγορείων μουσικὴ λόγῳ τὴν ἁρμονίαν διακρίνει, οὐκ


αἰσθήσει· ἡ μέντοι δημώδης μουσικὴ αἰσθήσει μόνῃ τὸ ἀνάρμοστον καὶ
τὸ ἡρμοσμένον κρίνει· διόπερ αὕτη μὲν μόνον τὸ ὅτι οἶδεν, οἷον ὅτι
σύμφωνος
ἡ ἁρμονία, ἡ δὲ μαθηματικὴ καὶ τὸν λόγον διὰ τί σύμφωνος. διὸ καὶ
1125

καλῶς τις αὐτοὺς ἐπισκώπτων φησὶν ὅτι ὦτα τοῦ νοῦ προηγήσαντο.
      

Πρόκλος. In Platonis Alcibiadem i Sec. 35, li.5

τὰς πολυειδεῖς καὶ τὰς ψυχὰς τάς τε γνησίως αὐτοῦ μετεχούσας καὶ
τὰς παρατρεπούσας τὴν ἐκεῖθεν δόσιν· καὶ γὰρ ‘νοῦ ἀπόρροια
πανουργίαν ποιεῖ’, φησὶν ὁ Πλωτῖνος, καὶ σοφίας μέθεξις ἡμαρτη-
μένη τὴν ἐνταῦθα σοφιστικὴν ὑφίστησιν, ὥστε καὶ ἡ τοῦ ἔρωτος
ἔλλαμψις τῆς ὑποδοχῆς μοχθηρᾶς τυχοῦσα τὴν τυραννικὴν καὶ ἀκό-
λαστον ἀποτελεῖ ζωήν – ἐπειδὴ οὖν ταῦτα διεστησάμεθα, φέρε καὶ δι'
αὐτῶν χωροῦντες τῶν Πλατωνικῶν ῥημάτων κατίδωμεν τὰς τῶν
ἐραστῶν πρὸς ἀλλήλους διαφορότητας ἃς ὁ Σωκράτης ἡμῖν ὑπογράφει
δι' αὐτῶν τῶν πρώτων λέξεων, καὶ θεωρήσωμεν τίς μὲν ὁ θεῖος καὶ
οἷα παρέχει τῷ ἐρωμένῳ, τίς δὲ ὁ πάνδημος καὶ ὁ τῷ πλήθει τῆς
ψυχῆς ἐφεπόμενος. ὁ μὲν τοίνυν δημώδης καὶ φορτικὸς ἐραστὴς
θαυμάζει τὸν ἐρώμενον καὶ ἐπιδιώκει καὶ ἐπτόηται περὶ αὐτόν, ὁ δὲ
ἀληθινὸς ἐραστὴς θαῦμα παρέχει τῷ ἐρωμένῳ καὶ εἰς ἔκπληξιν αὐτὸν
ἀνακινεῖ παντοδαπῶς τῆς ἐν αὐτῷ ζωῆς· καὶ τοῦτο εἰκότως. ὁ μὲν γὰρ
χείρων ὁμολογεῖ τῶν παιδικῶν ὑπάρχειν καὶ δεῖσθαί φησιν αὐτῶν, ὁ
δὲ αὐτάρκης ἐστὶ καὶ δυνάμεως πλήρης καὶ μετάδοσιν ἐπαγγέλλεται
τῶν οἰκείων ἀγαθῶν εἰς τὰς τῶν ἐρωμένων ψυχάς. δεύτερον τοίνυν ὁ
μὲν ἔνθεος ἐραστὴς ἐκ σπαργάνων τὸν ἐρώμενον ἐπισκοπεῖ καὶ μετὰ
τὴν λῆξιν τῆς ὥρας πρόσεισιν αὐτῷ τῶν σωματικῶν παυσαμένῳ  
θορύβων· οὐ γάρ ἐστι τοῦ σώματος ἐραστὴς ἀλλὰ τῆς ψυχῆς, τοῦ δὲ
σώματος παυσαμένου τῆς ἄνθης τὸ τῆς ψυχῆς ἀναλάμπει κάλλος.

Φώτιος. Lexicon (Ε – Ω) Alphabetic letter tau, P. 596, li.8

Τόρνος: ξύλον στρογγύλον.


Τορνώσασθαι: κατασκευάσασθαι.
Τορώνη: πόλις ἐν Θράκηι.
Τόρος: ἐργαλεῖον φρεωρυχικόν.
Τορῶς: ἰσχυρῶς· τρανῶς· μεγαλοφώνως.
Τὸ σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτε ὀρθόν: αὕτη δημώδης  ἐστι καὶ φανερά·
τάττεται δὲ καὶ κατὰ τῶν διά στοφα ξύλα ἢ πράγματα πειρωμένων
κατευθύ νειν, μηδὲν ὠφελούντων.
Τοῦ: τίνος ἢ ἕνεκα.
Τοῦ: καὶ ἐπὶ θηλυκοῦ τάττεται· ὥσπερ τὸ τίνος·
 Ἀριστοφάνης Ἀμφιαράωι· Ταυτὶ τὰ κρέα αὐτῶ
 παρὰ γυναικός του φέρω· ἐπὶ δὲ οὐδετέρου Δα-
1126

 ναΐσιν· Ἀλλ' εἴσιθ', ὡς τὸ πρᾶγμα λέξαι βούλο-


 μαι Τουτί· προσόζειν γὰρ κακοῦ τού μοι δοκεῖ·
 ἐπὶ δὲ ἀρρενικοῦ Κοριανοι Φερεκράτης·

Theophanes Confessor Chronogr., Chronographia P. 4, li.18

τυχόντα κατεβαλόμεθα. πολλὰς γὰρ βίβλους καὶ ἡμεῖς ἐκζητήσαντες


κατὰ τὸ δυνατὸν ἡμῖν καὶ ἐρευνήσαντες τόδε τὸ χρονογραφεῖον ἀπὸ
Διοκλητιανοῦ μέχρι τῆς βασιλείας Μιχαὴλ καὶ Θεοφυλάκτου, τοῦ
υἱοῦ αὐτοῦ, τάς τε βασιλείας καὶ τοὺς πατριάρχας καὶ τὰς τούτων
πράξεις σὺν τοῖς χρόνοις κατὰ τὸ δυνατὸν ἡμῖν ἀκριβῶς συνεγραψά-
μεθα, οὐδὲν ἀφ' ἑαυτῶν συντάξαντες, ἀλλ' ἐκ τῶν ἀρχαίων ἱστοριο-
γράφων τε καὶ λογογράφων ἀναλεξάμενοι ἐν τοῖς ἰδίοις τόποις τε-
τάχαμεν ἑκάστου χρόνου τὰς πράξεις, ἀσυγχύτως κατατάττοντες· ἵνα
εἰδέναι ἔχωσιν οἱ ἀναγινώσκοντες ἐν ποίῳ χρόνῳ ἑκάστου βασιλέως ποία

πρᾶξις γέγονεν, εἴτε πολεμική, εἴτε ἐκκλησιαστική, εἴτε πολιτική, εἴτε


δημώδης, εἴτε τις ἑτέρα. οὐ γὰρ μικρὰν ὠφέλειαν, ὡς οἶμαι, καρποῦται
τῶν ἀρχαίων τὰς πράξεις ἀναγινώσκων. εἴ τις δέ τι ἐν τούτῳ τῷ ὁ
πονήματι ἡμῶν ὀνησιφόρον εὕροι, τὴν πρέπουσαν τῷ θεῷ εὐχαριστίαν
ἀποδώσῃ καὶ ἡμῖν τοῖς ἀμαθέσι καὶ ἁμαρτωλοῖς διὰ τὸν κύριον
ὑπερεύξηται· καὶ εἴ τι ἐλλεῖπον εὕροι, τῇ ἀμαθίᾳ ἡμῶν τοῦτο λο-
γίσηται καὶ τῇ ἀργίᾳ τοῦ χαμερποῦς νοὸς ἡμῶν· καὶ συγγνώσεται
ἡμῖν διὰ τὸν κύριον. φίλον γὰρ θεῷ τὸ κατὰ δύναμιν.  

Ησύχιος. Lexicon (Α – Ο) Alphabetic letter delta, entry 890, li.1

δημοτικά· τὰ τοῖς πολλοῖς ἐμπρέποντα


δήμου ἄνδρα· δημότην ἄνδρα (Β 198)
δημοῦσθαι· εὐφραίνεσθαι, εὐθυμεῖσθαι δημοσίᾳ, ⌊παίζειν (Plat.
 Theaet. 161 e) ps
δημοῦται· παίζει. θωπεύει
δήμου τ' ἄνδρα· δημότην ἄνθρωπον (Β 198)
δήμου· πόλεως (Ζ 158 ..)
δήμου ἀρίστω· δημότας ἀρίστους, δυϊκῶς (Λ 328)
[δημοφάλιον· ἑτεροῖον, ἀλλοῖον]
δημόφαντον· δημόσιον
δημώδης· παιδιώδης
δημώδη· δημόσια
δημώματα· παίγνια p
1127

Etymologicum Magnum, Etymologicum magnum Kallierges p. 805,


li.43

 Ἦλθε δὲ χαλκεὺς
 ὅπλ' ἐν χερσὶν ἔχων χαλκήϊα, πείρατα τέχνης·
ἀπὸ γὰρ τοῦ πρώτου φανέντος μετάλλου πάντας
τοὺς δημιουργοὺς ἐκάλουν οὕτως οἱ παλαιοὶ, ὡς καὶ
τὸν Ἥφαιστον Ὅμηρος,
 ὅν ποτε χαλκεὺς
 Ἥφαιστος ποίησεν ἰδυίῃσι πραπίδεσσιν.
 Χαλκήρεϊ: Ἐκ τοῦ χαλκὸς καὶ τοῦ ἄρω, τὸ
ἁρμόζω, ἡ τῷ χαλκῷ ἡρμοσμένη· ὡς χαλκοβάρεια,
ἡ τῷ χαλκῷ βαρουμένη, ὅ ἐστιν ἰσχυρά.
 Χάλκεια: Ἑορτὴ ἀρχαία καὶ δημώδης πάλαι·
ὕστερον δὲ ὑπὸ μόνων ἤγετο τῶν τεχνιτῶν, ὅτι ὁ
Ἥφαιστος ἐν τῇ Ἀττικῇ [χαλκὸν] εἰργάσατο·
ἔστι δὲ ἔνη καὶ νέα τοῦ πυανεψιῶνος· ἐν ᾗ καὶ
ἱέρειαι μετὰ τῶν ἀρρηφόρων τὸν πέπλον διάζονται.
Ἡρωδιανὸς δὲ λέγει, ὅτι ἡ πλείων χρῆσις προ-
περισπᾷ.

Νικηφόρος Γρηγοράς. Historia Romana Vol.1, p. 558, li.1

νειν ἐπίσης τὸν ὄνειδον), ἥκει πρὸς τὸν Κωνσταντινουπόλεως ἀρ-


χιθύτην καὶ τὴν ἐκεῖσε τῶν ἐπισκόπων ὁμήγυριν, οὐ μόνον Ὀμ-
φαλοψυχίας καὶ σφαλλομένης εὐχῆς τῷ Παλαμᾷ ἐγκαλῶν, ἀλλ'
ἤδη καὶ βλασφήμου θεολογίας, “ὅτι καινοτέρας (φησὶν) εἰσάγει
φωνὰς ἐν τῇ μυστικῇ τῆς ἐκκλησίας θεολογίᾳ καὶ θεωρίας τερα-
τεύεται βλέπειν κόμπου καὶ οἰήσεως μάλα μεστάς.” (Δ.) Ὅθεν
ἐκυροῦτο συγκροτηθῆναι δικαστήριον ἐν τῷ μεγίστῳ νεῷ τῆς τοῦ
θεοῦ Σοφίας, παρόντος καὶ βασιλέως αὐτοῦ μετὰ τῶν τῆς συγ-
κλήτου λογάδων, καὶ ὅσοι τῶν σοφωτέρων ἀνδρῶν. ἧκεν ἡ προ-
θεσμία καὶ παρῆσαν ἅπαντες, οὐ μόνον ὅσοι τῇ τῆς χρείας ἀνάγκῃ  
δουλεύοντες ἦσαν, ἀλλ' ἤδη καὶ δημώδης ὄχλος οὐ ῥᾷστα ἀριθ-
μητός. ῥαΐσας δὲ τηνικαῦτα βραχὺ καὶ ὁ βασιλεὺς καὶ ἰσχυρότε-
ρος δι' εὐσεβείας φιλοτιμίαν γενόμενος ἑαυτοῦ ἥκει καὶ αὐτὸς ἐπὶ
τὸ βῆμα καὶ τοὺς ἱεροφάντορας. τὰ μὲν οὖν τῆς ἐγκαλουμένης
θεολογίας σιωπῇ κρύπτεσθαι δεῖν ἐνομίσθη, τοῦτο μὲν καὶ διὰ
τὸ μὴ δεῖν τὰ ἱερὰ τῆς θεολογίας μυστήρια βεβήλοις τοῦ δήμου
προτίθεσθαι ἀκοαῖς· τοῦτο δὲ καὶ ἵνα μὴ δίκας ἀτόπου γλώττης
καὶ γνώμης διδόντος τοῦ Βαρλαὰμ δίκας βλασφήμου τε καὶ ἀκαί-
ρου θεολογίας ὄφλων φανῇ καὶ ὁ Παλαμᾶς, κἀντεῦθεν ἀντὶ τῆς
1128

ἁρμοττούσης τοῖς πράγμασιν εἰρήνης καὶ εὐταξίας θόρυβος γέ-


νηται καὶ ἀτέκμαρτος σύγχυσις. ὅθεν τὰ τῆς εὐχῆς εἰς μέσον

Scholia In Demosthenem, Scholia in Demosthenem (scholia vetera)


(fort. auctore Ulpiano) Oration 21, Sec. 469a, li.9

κατορθώμασιν, ἀπὸ τῶν πρὸ τῆς μάχης αὐτοὺς ἐπῄνεσε, τῷ κόσμῳ ταῖς
παρασκευαῖς τῇ προθυμίᾳ. VfTBcFj
ἐπ' ἀστράβης δὲ ὀχούμενος] εἶδος καθέδρας, παρὰ τὸ μὴ στρο-
βεῖσθαι μηδὲ στρέφεσθαι. ἔστι δὲ ἐπὶ πλεῖστον εἰς ὕψος ἀνῆκον, ὥστε
τῶν
καθεζομένων ἀνέχειν τὰ νῶτα. χρῶνται δὲ αὐτῷ μάλιστα αἱ γυναῖκες.
σκώπτει δὲ διὰ τούτου εἰς μαλακίαν καὶ ἀσθένειαν τὸν Μειδίαν. εἶθ' ἵνα
μὴ ἀντιπέσῃ ‘τί οὖν, εἰ κακωθεὶς ἐχρήσατο ταύτῃ τῇ καθέδρᾳ;’ προσέθη-
κεν ‘ἐξ ἀργυρᾶς’. τὸ γὰρ ἠργυρῶσθαι τὴν καθέδραν δεῖγμα ἦν τοῦ
ἐπιτηδεύοντος καὶ ἐντρυφῶντος τούτῳ τῷ εἴδει. τὸ δὲ καὶ ‘ἐξ Εὐβοίας’,
ὅτι μὴ εἰωθότων τῶν Ἀθήνησι τοιαύτας ἐργάζεσθαι αὐτὸς ἐξ Εὐβοίας
ὠνήσατο. ἡ δὲ δημώδης ‘ἐξ Ἀργούρας’ ἔχει ἀπὸ τόπου τῆς Εὐβοίας.
ἀλλὰ
τὰ ἑξῆς δηλοῖ ὅτι μαλακίαν αὐτῷ καὶ τρυφὴν ὀνειδίζει, ‘χλανίδας’ λέγων
καὶ ἱμάτια τρυφερὰ καὶ σκεύη ἐπιτήδεια πρὸς ἀνειμένον βίον. VfTBcFj  
’ἀστράβη’ εἶδος καθέδρας.

Scholia In Euripidem, Scholia in Euripidem (scholia vetera)


Vita-argumentum-scholion sch Alc, Sec. 1, li.3

τὸ δὲ δρᾶμά ἐστι σατυρικώτερον ὅτι εἰς χαρὰν καὶ ἡδονὴν κατα-


στρέφει [παρὰ τοῖς τραγικοῖς] καὶ ἐκβάλλεται ὡς ἀνοίκεια τῆς τραγικῆς
ποιήσεως ὅ τε Ὀρέστης καὶ ἡ Ἄλκηστις, ὡς ἐκ συμφορᾶς μὲν ἀρχό-
μενα, εἰς εὐδαιμονίαν δὲ καὶ χαρὰν λήξαντα, ἅ ἐστι μᾶλλον κωμῳ-
δίας ἐχόμενα. πολλὰ δὲ τοιαῦτα παρὰ τοῖς τραγικοῖς:  – A  

ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΑΛΚΗΣΤΙΝ

ἐξιὼν ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ Ἀδμήτου προλογίζει ὁ Ἀπόλλων ῥητο-


ρικῶς:  – A
ὦ δώματ' Ἀδμήτει': ἡ διὰ στόματος καὶ δημώδης ἱστορία περὶ
τῆς Ἀπόλλωνος θητείας παρ' Ἀδμήτῳ αὕτη ἐστὶν, ᾗ κέχρηται νῦν
Εὐριπίδης· οὕτως δέ φησι καὶ Ἡσίοδος [frg. 112] καὶ Ἀσκληπιάδης ἐν
Τραγῳδουμένοις [frg. 16]. Φερεκύδης [frg. 76] δὲ οὔ φησι τοὺς Κύ-
κλωπας ὑπὸ Ἀπόλλωνος ἀνῃρῆσθαι, ἀλλὰ τοὺς υἱοὺς αὐτῶν, γράφων
1129

οὕτως· ‘παρ' αὐτόν’, τὸν Ἄδμητον, ‘ἔρχεται Ἀπόλλων θητεύσων ἐνιαυ-


τὸν, Διὸς κελεύσαντος, ὅτι κτείνει τοὺς Βρόντεω καὶ Στερόπεω καὶ Ἄρ-
γεω παῖδας. κτείνει δὲ αὐτοὺς Ἀπόλλων Διὶ μεμφθεὶς, ὅτι κτείνει Ζεὺς
Ἀσκληπιὸν τὸν παῖδα αὐτοῦ κεραυνῷ ἐν Πυθῶνι. ἀνίστη γὰρ ἰώμενος
τοὺς τεθνεῶτας’. Ἀναξανδρίδης δὲ ὁ Δελφός [frg. 5 FHG III p. 107]
φησι θητεῦσαι αὐτὸν, διότι τὸν ἐν Πυθοῖ δράκοντα ἀνεῖλεν.

Anonymi In Hermogenem Rhet., Excerpta e prolegomenis in librum


περὶ στάσεων (e cod. Paris. 3032, fol. 143r-149r) Vol.14, p. 229, li.7

διάνοια δὲ ἡ διάκρισις, δόξα ἡ ἐπίκρισις καὶ ἐπικύρωσις.


ἔννοιαν οὖν οὐκ ἐπὶ ἀλόγων ζῴων δέον λαβεῖν.
 Ὅτι τὸν ἐνδιάθετον καὶ τὸν προφορικὸν λό-
γον οὐδὲν ἄτοπον αὐτοὺς καθ' ἑαυτοὺς διαιρεῖσθαι εἰς  
τὰ μετὰ ταῦτα· ἐπεὶ καὶ ὁ προφορικὸς λόγος εἶδός ἐστι
τοῦ ποσοῦ. Ὅρος τοῦ ἐνδιαθέτου· ἔννοια ἀνθρωπίνη,
καθ' ἥν τι λέγειν ἢ πράττειν ἡμῖν προσγίνεται.
 Ὅρος τοῦ προφορικοῦ· δήλωσις ἀνθρώπου
διανοίας διὰ φωνῆς ἐνάρθρου. Ὅτι νίκης ἔναρθρα τὰ
γραφόμενα λέγεται. Ὅτι ὁ προφορικὸς λόγος διττός, ὅ
τε δημώδης καὶ ὁ κατὰ ἄσκησιν.
 Ὅτι ὁ ἐνδιάθετος διαιρεῖται εἰς θεωρητικὸν
καὶ πρακτικόν· ἄλλοι δὲ τὸν προφορικὸν λέγουσιν, ὡς
ὁ Τύραννος. Θεωρητικόν ἐστι λόγος ἐνδιάθετος ἔχων
ἐπίσκεψιν περί τινος ἄχρι γνώσεως μόνης ἱστάμενος,
πρακτικὸν δὲ πάλιν λόγος ἐνδιάθετος ἐπὶ διαδεχομένῃ
πράξει γινόμενος.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera) Ode O 2, sch


70k, li.2

κεφαλῇ ἐπικείμενον ἄστυ. οἱ δὲ τὴν Ἀκράγαντα· πάλιν


γὰρ αὕτη πόλις ἐστὶ Σικελίας ὁμώνυμος τῷ ποταμῷ. ἔχοι
δ' ἂν μᾶλλον τὸ βʹ λόγον. μετὰ γὰρ καμάτου ἐκτίσθη
Ἀντιφήμου τοῦ Ῥοδίου καὶ Ἐντίμου τοῦ Κρητὸς κατὰ χρης-
μὸν Ἀπόλλωνος μαχεσαμένων Σικελιώταις περὶ τοῦ χωρίου.
         ἱερὸν δὲ οἴκημα ἡ Ἀκράγας ὅτι Ζεὺς ἔδωκεν αὐτὴν
Περσεφόνῃ.
BEQ μόριμος υἱός: ἤτοι ὁ κατὰ μοῖραν αὐτῷ γενό-
μενος, ἢ ὁ μόρον ἐπενεγκών.
1130

         BDEQ ὁ δὲ χρησμὸς ὁ δοθεὶς


Λαΐῳ δημώδης· Λάιε Λαβδακίδη καὶ τὰ ἑξῆς.
         DQ μόρσι-
μος υἱός: ὁ μεμοιραμένος. ἢ ὁ μόρου αἴτιος τῷ πατρί.
BDEQ τὸ δὲ χρησθὲν παλαίφατον: τὸ δὲ μαντεῖον
τὸ δοθὲν Λαΐῳ κατὰ τὴν Πυθῶνα παρ' Ἀπόλλωνος, τοῦτο
πατροκτονήσας ἐπὶ πέρας ἤγαγεν ὁ Οἰδίπους.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum (scholia vetera)


Ode N 3, scholion 60, li.12

αὐτῆς τῶν ἐπιβουλῶν· διωκομένη γὰρ ὑπ' αὐτοῦ μετέβαλλε


τὰς μορφὰς, ὁτὲ μὲν εἰς πῦρ, ὁτὲ δὲ εἰς θηρία· ὁ δὲ καρτε-
ρήσας περιγέγονε. περὶ δὲ τῆς μεταμορφώσεως αὐτῆς καὶ
Σοφοκλῆς φησιν ἐν Τρωΐλῳ (fr. 561)·
  ἔγημεν ὡς ἔγημεν ἀφθόγγους γάμους,
  τῇ παντομόρφῳ Θέτιδι συμπλακείς ποτε.
καὶ ἐν Ἀχιλλέως ἐρασταῖς (fr. 154)·  
  τίς γάρ με μόχθος οὐκ ἐπεστάτει; λέων
  δράκων τε, πῦρ, ὕδωρ. (61aP)
ὅτι δὲ τῷ διαφόρῳ τῆς μορφῆς ἡ Θέτις ὑπέκλεπτε τοὺς πρὸς
τὸν Πηλέα γάμους, δημώδης ὁ λόγος· ὥσπερ καὶ ὁ Πρωτεὺς
τὴν φύσιν ἤμειβεν. 61cP
P ἐγκονητί: ἀντὶ τοῦ ἐνεργῶς. ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν
ἀθλευόντων. 60 ὅτι P
BD Λαομέδοντα δ' εὐρυσθενὴς Τελαμών: ἀπὸ
μὲν τοῦ Λαομέδοντος τὴν πόρθησιν τῆς Ἰλίου σημαίνει, ἀπὸ
δὲ τοῦ Ἰόλα, ὃς ἦν Ἰφικλέους υἱός, τὴν Ἡρακλέους στρατη-
γίαν· τῷ δὲ Ἡρακλεῖ συγκαθεῖλε Τελαμὼν τὴν Ἴλιον.

Scholia In Pindarum, Scholia in Pindarum Ode I 2, scholion 1a, li.7

ψεώς ἐστιν, ὡς θέλοντος αὐτοῦ τὸν κατ' ἀξίαν μισθὸν κομί-


σασθαι.
         βέλτιον δὲ, ἀδελφὸν εἶναι τοῦ Ξενοκράτους ἢ
υἱὸν τὸν Θρασύβουλον, οὐχ ὥς τινες πατέρα.
Οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε: οἱ μὲν πάλαι ἄνδρες,
ὦ Θρασύβουλε, οἳ τῶν μουσικῶν ἐπέβησαν ἁρμάτων καὶ τῆς
λύρας μετέσχον, οὗτοι ῥᾳδίως τοῖς μουσικοῖς τόξοις ἔβαλλον
1131

τοὺς παιδικοὺς ὕμνους, εἴ τις ὢν καλὸς εἶχε τοῦ σώματος


ὥραν τὴν μνήμην ἐμποιοῦσαν τῆς Ἀφροδίτης. ὅτι δὲ περὶ
παιδικοὺς ἔρωτας ἦν τοῖς λυρικοῖς ἡ τῶν ποιημάτων σπουδὴ,
δημώδης ὁ λόγος.
         ἐξειργάσατο δὲ τὸ προοίμιον ὁ Πίν-
δαρος πάλιν ἑαυτῷ τῆς τοῦ ἐπινίκου γραφῆς μισθὸν ποριζόμε-
νος. φησὶ δὲ, ὅτι τῶν λυρικῶν οἱ παλαιοὶ ἀμισθὶ πρὸς τὰ καλὰ
τὴν σπουδὴν εἶχον, ἐπὶ δὲ τοῦ παρόντος ἀργυρίου πιπρά-
σκεται τὰ ποιήματα. ταῦτα δὲ τείνει καὶ εἰς τοὺς περὶ Ἀλκαῖον
καὶ Ἴβυκον καὶ Ἀνακρέοντα, καὶ εἴ τινες τῶν πρὸ αὐτοῦ δο-
κοῦσι περὶ τὰ παιδικὰ ἠσχολῆσθαι· οὗτοι γὰρ παλαιότεροι
Πινδάρου· Ἀνακρέοντα γοῦν ἐρωτηθέντα, φασί, διατί οὐκ εἰς
θεοὺς ἀλλ' εἰς παῖδας γράφεις τοὺς ὕμνους; εἰπεῖν, ὅτι οὗτοι
ἡμῶν θεοί εἰσιν.  

Scholia In Platonem, Scholia in Platonem (scholia recentiora Arethae)


Dialogue Tht, Stephanus p. 177b,ter, li.2

φυσικὸν βάρος καλόν, τὸ δὲ ἄλλως καὶ μάταιον κακόν.  


παντάπασιν ὡς δεινοί.
τοὺς γὰρ τὰ συμφέροντα διδάσκοντας σοφοὺς οἱ δεινοὶ ὡς ἀνόητα
φάςκοντας ἐκφαυλίζουσιν, ὡς ὁ τοῦ Ὁμήρου Πάρις (H 360) –  
  ἐξ ἄρα δή τοι ἔπειτα θεοὶ φρένας ὤλεσαν αὐτοί.
δοῦναι.
διαλεκτικῶς.
τελευτῶντες.
ἐλεγχόμενοι.
ἡ ῥητορικὴ ἐκείνη.
ἡ δημώδης. διαφέρειν.
οἱ δεινοὶ ἐκεῖνοι.
τὴν φερομένην.
τὴν ἐν γενέσει.
ὀνομάζῃ.

Anthologia Graeca, Anthologia Graeca Book 7, epigram 345, li.6

ΑΙΣΧΡΙΩΝΟΣ
1132

Ἐγὼ Φιλαινὶς ἡ 'πίβωτος ἀνθρώποις


ἐνταῦθα γήρᾳ τῷ μακρῷ κεκοίμημαι.
μή μ', ὦ μάταιε ναῦτα, τὴν ἄκραν κάμπτων
χλεύην τε ποιεῦ καὶ γέλωτα καὶ λάσθην.
οὐ γάρ, μὰ τὸν Ζῆν', οὐ μὰ τοὺς κάτω κούρους,
οὐκ ἦν ἐς ἄνδρας μάχλος οὐδὲ δημώδης·
Πολυκράτης δὲ τὴν γενὴν Ἀθηναῖος,
λόγων τι παιπάλημα καὶ κακὴ γλῶσσα,
ἔγραψεν, οἷ' ἔγραψ'· ἐγὼ γὰρ οὐκ οἶδα.  
Τοῦτό τοι ἡμετέρης μνημήιον, ἐσθλὲ Σαβῖνε,
 ἡ λίθος ἡ μικρὴ τῆς μεγάλης φιλίης.
αἰεὶ ζητήσω σε· σὺ δ', εἰ θέμις, ἐν φθιμένοισι
 τοῦ Λήθης ἐπ' ἐμοὶ μή τι πίῃς ὕδατος.
Οὗτος Ἀδειμάντου κείνου τάφος, οὗ διὰ βουλὰς
 Ἑλλὰς ἐλευθερίης ἀμφέθετο στέφανον. .. Greek (Liddell-Scott)

παιπάλημα: τό, ὡς τὸ παιπάλη, πρᾶγμα λεπτότατον, μεταφορ., ἐπὶ


ἀνθρώπων, πανοῦργος καὶ ποικίλος ἐν κακίᾳ καὶ παμπόνηρος μετ’
ἀγχινοίας, π. ὅλον Ἀριστοφ. Ὄρν. 430, πρβλ. Αἰσχίν. 33. 24· λόγων τι
παιπάλημα καὶ κακὴ γλῶσσα Αισχρίων παρ’ Ἀθην. 335D· πρβλ. ἄλημα.

ΣΙΜΩΝΙΔΟΥ ΤΟΥ ΚΗΙΟΥ

Doctrina Patrum, Doctrina patrum (fort. auctore Anastasio Sinaïta vel


Anastasio Apocrisiario) P. 147, li.7

ἐγένετο. ἀλλ' οὐδὲν περὶ τούτων ζυγομαχοῦμεν· οὐ γὰρ


ἐν ἤχοις καὶ φωναῖς καὶ ὀνόμασιν, ἀλλ' ἐν πράγμασιν ἡ
εὐσέβεια. διὸ καὶ ἄλογον ἡγούμεθα καὶ τῶν τὰ θεῖα
νοεῖν ἐθελόντων ἀλλότριον, ὡς τῶν ἱεροφάντων τις καλῶς  
εἴρηκε, τὸ μὴ τῇ δυνάμει τοῦ σκοποῦ προσέχειν, ἀλλὰ ταῖς
λέξεσι. καὶ γὰρ καὶ ἡ κοινὴ συνήθεια παρὰ τὴν τοῦ
πράγματος ἀκρίβειαν ταῖς ὁμωνυμίαις ἐν πολλοῖς καὶ ἄλλοις
ἁπλῶς συγχρωμένη τὸ τοῦ ἀνθρώπου σῶμα μετὰ τὴν τῆς
ψυχῆς διάζευξιν νεκρὸν ἄνθρωπον καλεῖν οἶδε· δέον εἰπεῖν
ἀνθρώπου σῶμα νεκρὸν καὶ οὐχὶ ἄνθρωπον. ἀλλ' οὐκ,
ἐπείπερ δημώδης καὶ παλαιὰ ἡ τοιαύτη συνήθεια, ἄνθρωπον
ἡμεῖς κυρίως καὶ ἀληθῶς τὸ σῶμα καθ' ἑαυτὸ ὁρισόμεθα
1133

τῆς λογικῆς χηρεῦον ψυχῆς. τί οὖν ἄτοπον, εἰ Κύριλλος


ὁ θαυμάσιος τὴν ἀληθῆ τῆς οἰκονομίας πιστώσασθαι βου-
λόμενος καὶ δεῖξαι πραγμάτων ὑφεστώτων γενέσθαι ἕνω-
σιν, οὐκ ἀξιωμάτων, ὑποστάσεις τὰ συνελθόντα ἐκάλεσεν;
ἐπεὶ τοίνυν ἴδιον τῶν ὀνομάτων καθέστηκε τὸ ἐπί τινων
μὲν κυρίως λέγεσθαι, ἐπί τινων δὲ καταχρηστικῶς, ὅταν
τὰ ὀνόματα κυρίως λέγηται, αὐτοτελῆ συνεισάγει τῆς
ἰδίας σημασίας τὴν διάνοιαν, ὅταν δὲ καταχρηστικῶς
προφέρωνται, τέλειον τὸν ὅρον ἐπιδέχεσθαι οὐ δύνανται.

Macarius Chrysocephalus Paroemiogr., Paroemiae Centuria 3, Sec. 23,


li.1

 Δαίμων Κιλίκιος: ἐπὶ τῶν ἀποτροπαίων. καὶ Δαί-


μων Αἴνειος ὅμοιον, ἀπὸ Αἴνου πόλεως Θρᾴκης.
 Δέχεται καὶ βῶλον Ἀλήτης: ἐπὶ τῶν πάντα δε-
χομένων.
 Δεύτερος πλοῦς: ἐπὶ τῶν ἀσφαλῶς τι πραττόντων·
παρόσον οἱ διαμαρτόντες κατὰ τὸν πρότερον πλοῦν ἀσφα-
λίζονται περὶ τὸν δεύτερον.
 Δεινοὶ πλέκειν τοι μηχανὰς Αἰγύπτιοι: ἐπὶ
τῶν σφόδρα κακουργοτάτων.
 Δελφικὴ μάχαιρα: ἐπὶ τῶν φιλοκερδῶν.
 Δειλοῦ μήτηρ οὐ κλαίει: δημώδης καὶ φανερά.
 Δελφὸς ἀνὴρ στέφανον μὲν ἔχει, δίψῃ δ' ἀπό-
λωλεν: παρόσον οὗτοι διὰ μὲν τὸ ἱερᾶσθαι ἐστεφανωμένοι
ἦσαν, τῶν δὲ ἐπιτηδείων ἠπόρουν.
 Δελφῖνα νήχεσθαι διδάσκεις: ἐπὶ τῶν ἐν ἐκείνοις
τινὰ παιδοτριβούντων, ἐν οἷς ἤσκηται.  
 Δειλότερος εἶ αὐτῆς τῆς δειλίας: ἐπὶ τῶν σφόδρα
δειλῶν.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 5, Sec. 34, li.1

τὰς δὲ φατρίας καὶ τριττὰς δώδεκα, καθάπερ οἱ μῆνες· τὰ


δὲ γένη τριάκοντα ἑκάστῃ φατρίᾳ, καθάπερ αἱ ἡμέραι τξε.
 Γέρων ἀλώπηξ οὐχ ἁλίσκεται: ἐπὶ τῶν διὰ χρό-
νου πλῆθος οὐχ ἁμαρτανόντων.
 Γεράδρυον μεταφυτεύειν: ἐπὶ τοῦ μὴ δεῖν τοὺς
γέροντας ἐπὶ τὰ τῶν ἀκμαζόντων ἔργα προπέμπειν. γερά-
δρυον γὰρ τὸ γηράσκον φυτόν· δρῦς γὰρ πᾶν φυτὸν γενικῷ
1134

ὀνόματι καλεῖται.
 Γενναῖος εἶ ἐκ βαλαντίου: ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον
εὐγενῶν εἶναι δοκούντων.  
 Γέροντος πόστης δρυϊνὸς πάτταλος: δημώδης.
 Γέρανοι, λίθου καταπεπτωκότος: ἐπὶ τῶν προ-
νοητικῶς τι ποιούντων· αἱ γὰρ γέρανοι πετόμεναι λίθους
φέρουσιν⁝ Αἱ γέρανοι γίνονταμὲν ἐν Θράκῃ· ἡ
δὲ χειμεριώτατον χωρίον ἐστὶ καὶ κρυμωδέστατον· καὶ θέρους
μὲν κατὰ χώραν μένουσι, φθινοπώρου δὲ ἤδη μεσοῦντος
εἰς Αἴγυπτον καὶ Αἰθιοπίαν ἀπαίρουσιν. ὥσπερ οὖν γῆς
περίοδον εἰδυῖαι καὶ φύσεις ἀέρων καὶ ὡρῶν διαφοράς, καὶ
χειμῶνα ἠρινὸν διαγαγοῦσαι, πάλιν ἔαρος ὑποστρέφουσιν
ὀπίσω· ποιοῦνται δὲ ἡγεμόνας τῆς πτήσεως τὰς ἤδη τῆς
ὁδοῦ πεπειραμένας· εἶεν δ' ἂν ὡς τὸ εἰκὸς αἱ πρεσβύτεραι·
Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 6, Sec.
54, li.2

 Εἰ καὶ λύκου ἐμνήσθης: ἐπὶ τῶν ὧν ἂν μνησθῇ


τις καὶ εὐθὺς παραγινομένων.  
 Εἰ μὴ δύναιο βοῦν, ἔλαυνε ὄνον: ἐπὶ τῶν μὴ
πραττόντων ἃ κατὰ δύναμιν ἔχουσιν, ἀλλὰ τὰ ὑπὲρ αὐτούς.
 Εἰς ἀσθενοῦντας ἀσθενῶν ἐλήλυθα: ἐπὶ τῶν
ὅμοια καὶ παραπλήσια πασχόντων.
 Εἰς οὐχ ὁσίην τρυμαλιὴν τὸ κέντρον ὠθεῖς:
ἐπὶ τῶν ἀνόσια ποιούντων· τοῦ γὰρ Φιλαδέλφου γήμαντος
τὴν ἀδελφὴν Ἀρσινόην ὁ Σωτάδης εἶπε ταυτί.
 Εἰς τὴν λῆψιν τῶν ἀγγέλων καὶ ὁ Μάρδαρις
ἄγγελος: δημώδης καὶ σαφής· ἔοικε τῇ· Τὴν γραῦν εἰς
τἀκρωτήριον ἀϊτανόφρυν καλοῦσιν.
 Εἷς ἀνὴρ οὐ πάνθ' ὁρᾷ.  
 Εἰς ὕδωρ γράφεις τὸν ἔρωτα: ἐπὶ τῶν ἀφανιζόν-
των τινὰ χρηστά.
 Εἰς οὐρανὸν πτύεις: ἐπὶ τῶν καθ' ἑαυτῶν τι πρατ-
τόντων· ἢ ἐπὶ τῶν ὑβριζόντων εἰς ἐξαίρετα· ἔστι δὲ ὅμοια
τῇ, Πρὸς κέντρα λακτίζειν.
 Εἰ μὲν θεὸς ἐστίν, οὐ φοβούμενα· οὐδὲν γὰρ
ἀδικοῦμεν. εἰ δ' ἄνθρωπος, οὐχ ἡμῶν γε κρείς-
σων: εἴρηται πρὸς τοὺς φοβοῦντας.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 6, Sec.


98, li.2
1135

σκόντων⁝ Ὁ δὲ συροπέρδιξ γίνεται περὶ τὴν Ἀντιό-


χειαν τῆς Πισιδίας, καὶ σιτεῖται καὶ λίθους· μακρότερος δέ
ἐστι καὶ πέρδικος, καὶ μέλας τὴν χρόαν, πυῤῥὸς τὸ ῥάμφος.
οὐχ ἡμεροῦται δὲ κατὰ τὸν ἄλλον, οὐδὲ γίνεται τιθασὸς,
ἀλλ' ἄγριος εἰς τὸ ἀεὶ διαμένει. ἔστι δὲ οὐ μέγας, βρωθῆ-  
ναί τε ἡδίων τοῦ ἑτέρου, καὶ τὴν σάρκα πως δοκεῖ πυ-
κνότερος.
 Ἐκ τῶν γειτόνων ἔχουσι τὸ παράδειγμα: ἐπὶ
τῶν διαφανῆ καὶ γνωριμώτατα δρώντων.
 Ἕκαστος αὑτοῦ τὸ βδέμα μήλου γλύκιον
ἡγεῖται: δημώδης.
 Ἐκ λύκου στόματος: ἐπὶ τῶν ἀνελπίστως λαμβα-
νόντων.
 Ἐκ τριχὸς κρέμαται: ἐπὶ τῶν σφόδρα κινδυνευόν-
των· ὅμοιον τῷ· Ἐπὶ ξυροῦ ἀκμῇ ἕστηκεν.  

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 12,


secti33, li.2

Τὸ ο μετὰ τοῦ δ.

 Ὁ Διὸς Κόρινθος: ἐπὶ τῶν πάλαι μὲν εὐπραγησάν-


των, ὕστερον δὲ οὐ καλῶς ἀπαλλαξάντων.
 Ὁδὸν ὀρθὴν βαδίζει: ἐπὶ τῶν ὀρθῶς καὶ ἴσως
βιούντων.
 Ὁ Ἥλιος τὸν οὐκ ἀετιδέα: λείπει τὸ ἐλέγχει. Ἐπὶ
δοκιμῆς.  
 Ὁ δύο πτῶκας διώκων οὐδέτερον καταλαμ-
βάνει: αὕτη δημώδης καὶ δήλη.
 Ὁδοῦ παρούσης τὴν ἀτραπὸν ζητεῖς: ἐπὶ τῶν
καταλιμπανόντων τὰ δῆλα καὶ ζητούντων τὰ ἀφανῆ.

Τὸ ο μετὰ τοῦ ε.

 Ὁ ἔχων ἵππου χρήματα ταχύτατα ἱππεύει:


καὶ αὕτη δημώδης.
 Ὁ ἔχων πολὺ πέπερι τίθησι κἀν λαχάνοις:
ἐπὶ τῶν εὐπόρως καὶ ἀφθόνως βιούντων.
1136

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum Centuria 12,


sect 35, li.2

 Ὁδὸν ὀρθὴν βαδίζει: ἐπὶ τῶν ὀρθῶς καὶ ἴσως


βιούντων.
 Ὁ Ἥλιος τὸν οὐκ ἀετιδέα: λείπει τὸ ἐλέγχει. Ἐπὶ
δοκιμῆς.  
 Ὁ δύο πτῶκας διώκων οὐδέτερον καταλαμ-
βάνει: αὕτη δημώδης καὶ δήλη.
 Ὁδοῦ παρούσης τὴν ἀτραπὸν ζητεῖς: ἐπὶ τῶν
καταλιμπανόντων τὰ δῆλα καὶ ζητούντων τὰ ἀφανῆ.

Τὸ ο μετὰ τοῦ ε.

 Ὁ ἔχων ἵππου χρήματα ταχύτατα ἱππεύει:


καὶ αὕτη δημώδης.
 Ὁ ἔχων πολὺ πέπερι τίθησι κἀν λαχάνοις:
ἐπὶ τῶν εὐπόρως καὶ ἀφθόνως βιούντων.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 14, Sec. 71, li.23

ἀγαθῶν δραμεῖν· ἐὰν μέντοι συνίδῃ ὅτι ἄρα ἁλίσκεσθαι


μέλλει, τὴν οὐρὰν ἀπέκρυψεν ἔν τινι δάσει, αὐτὸ δὲ ἀντι-
πρόσωπον ἕστηκε, καὶ δοκεύει τοὺς θηρευτάς, καὶ ὑπο-
θαῤῥεῖ πως, καὶ οἴεται μηκέτι φανῆναι περισπούδαστον,
τῆς οὐρᾶς μὴ βλεπομένης· ἐκείνην γὰρ οἶδεν εἶναι τὸ κάλ-
λος. κενὴν δὲ ἄρα ἴσχει τὴν ὑπὲρ τούτου φαντασίαν· βάλ-
λει γάρ τις αὐτὸ βέλει πεφαρμαγμένῳ, καὶ ἀποκτείνας
ἀποκόψει τὴν οὐράν, τὸ ἆθλον τῆς ἄγρας· καὶ δείρας τὸ
πᾶν σῶμα (ἀγαθὴ γὰρ καὶ ἡ δορά) ἀφῆκε τὸν νεκρόν⁝
Λέγετακαὶ ἑτέρα δημώδης περὶ αὐτοῦ παροιμία· Ὅλος
φαινόμενος τὴν οὐρὰν ἀποκρύπτει.
 Πόᾳ λίθον ἐκβάλλει: ἐπὶ τῶν τἀναντία τοῖς ἐπι-
βούλοις ποιούντων⁝ Ὁ γὰρ δρυοκολάπτης τὸ ζῷον,
ἔχει μὲν ῥάμφος ἐπίκυρτον, κολάπτει δὲ ἄρα τούτῳ τὰς
δρῦς, καὶ ἐνταυθοῖ κοιλάνας τὸν τόπον, ὡς εἰς καλλιὰν  
τοὺς νεοττοὺς ἐντίθησιν, οὐ δεηθεὶς καρφῶν καὶ τῆς ἐξ
αὐτῶν πλοκῆς καὶ οἰκοδομίας οὐδέν. οὐκοῦν εἴτις λίθον
1137

ἐνθεὶς ἐπιφράξειε τούτῳ τὴν εἴσδυσιν, ὁ δὲ συμβαλὼν ἐπι-


βουλὴν τὴν κατ' αὐτοῦ, κομίζει πόαν ἐχθρὰν τῷ λίθῳ, καὶ
κατ' αὐτοῦ τίθησιν· ὁ δὲ οἷα βαρούμενος καὶ μὴ φέρων

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 16, Sec. 85, li.2

τὰ περὶ τῆς ἀποστάσεως. ἐλθὼν οὖν ὁ Ἱστιαῖος εἰς τὴν


Ἀσίαν καὶ ὡς ὕποπτος γενόμενος ὅλου τοῦ πράγματος
παρὰ τοῦ Ἀρταφέρνου τοῦ ὑπάρχου Σάρδεων ἤκουσε ταῦτα.
ὑπόδημα δὲ λέγει τὴν ὅλην κατασκευὴν τοῦ πράγματος.
 Τὸν οἴκοι θησαυρὸν διαβάλλεις: ἐπὶ τῶν τὰ ἴδια
διαβαλλόντων.
 Τὸ εὔωνον κρέας οἱ κύνες ἐσθίουσιν: ἐπὶ τῶν
διὰ φειδῶ πλείονος διαπάνης φαῦλα ὤνια ἐωνημένων.  
 Τότ' ᾄσονται κύκνοι, ὅταν κολοιοὶ σιωπήσωσι.
 Τὸ σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτ' ὀρθόν: αὕτη δημώ-
δης ἐστὶ καὶ φανερά· τάττεται δὲ ἐπὶ τῶν διάστροφα ξύλα
ἢ πράγματα πειρωμένων κατευθύνειν καὶ μηδὲν ὠφελούντων.
 Τοιοῦτο Θεμιστοκλῆς οὔποτ' ἐνόησε: διὰ τὸ
τειχίσαι τὸν Πειραιᾶ, ἢ ὅτι σοφίας δόξαν Θεμιστοκλῆς ἀπη-
νέγκατο. λέγεται ἐπὶ τῶν ἄγαν ἐπαιρομένων ἐπὶ μικροῖς
κατορθώμασι.

Michael Apostolius Paroemiogr., Collectio paroemiarum


Centuria 16, Sec. 91, li.2

κακοῖς τὰ κακά. λέγει δὲ ὁ αὐτὸς λόγος, ὅτι καὶ συλ-


ληφθέντες οὐ μόνον οὐ τιθασεύονται, ἀλλ' οὐδὲ φωνὴν
ἀφιᾶσιν ἣν πρότερον ἠφίεσαν· ἡ δουλεία δὲ αὐτῶν καὶ ἡ
κάθειρξις καταψηφίζεται σιωπήν· ἐὰν δὲ ἀφεθῶσι καὶ ἐλεύ-
θερον ἁπλώσωσι τὸ πτερὸν πάλιν γίνονται ἔμφωνοι, ὁμοῦ
καὶ τὸ φθέγμα καὶ τὴν παῤῥησίαν ἀπολαμβάνοντες.
 Τοσοῦτον σχεδὸν, ὅσον ἐκ Διονυσίων: ἐπὶ τῶν
ἀποδοχῆς ἀξίας τυχόντων.
 Τὸν οἴκοθεν βρεχόμενον οὐδὲ θεὸς οἰκτείρει:
καὶ αὕτη δημώδης.
 Τὸν κολοφῶνα ἐπέθηκας: ἐπὶ μεγάλων πραγμά-
των καὶ βεβαίου ψήφου τάσσεται· δώδεκα πόλεις τῆς Ἰω-
νίας συνῄεσαν περὶ τῶν κοινῶν βουλευσόμεναι· καὶ εἴποτε
1138

ἴσαι αἱ ψῆφοι ἐγένοντο, οἱ Κολοφώνιοι περιττὴν τὴν νικῶ-


σαν ἐτίθεντο· Σμυρναίους γὰρ ἐλθόντας συνοίκους ἐκέ-
κτηντο, ὑπὲρ ὧν καὶ τὴν ψῆφον ἔθεντο· ὅθεν ἐπὶ τῆς
κρατίστης καὶ βεβαίας ψήφου ἡ παροιμία εἴρηται.
 Τὸν καπνὸν φεύγων εἰς τὸ πῦρ ἔπεσον: ἐπὶ τῶν
τὰ μικρὰ τῶν δεινῶν φευγόντων καὶ εἰς μείζονα ἐμπιπτόντων.  

Σούδα.Alphabetic letter pi, entry 2923, li.3

φέρει μὲν ὁδοῦ, προφέρει δὲ καὶ ἔργου. ἀντὶ τοῦ πρωῒ λίαν.
Προφερέστατον: βέλτιον.
Προφερεῖς: οἱ νέοι μὲν ὄντες, πρεσβύτεροι δὲ φαινόμενοι.
Αἰσχίνης ἐν τῷ κατὰ Τιμάρχου.
Προφέρω· αἰτιατικῇ.
Προφητεύω· ὁ εὐαγγελίστης Ματθαῖός φησι· κύριε, κύριε, οὕτω τῷ
ὀνόματι ἐπροφητεύσαμεν. μή πως ἐσφαλμένως γέγραπται.
Προφητεία: ἡ μέν ἐστι πνευματική, ἡ δὲ διαβολική, λέγονται
γὰρ καὶ παρ' ἐκείνοις ὁμωνύμως προφητεῖαι, ἡ δὲ μέση τούτων φυσική
τις ἢ τεχνική, ἡ δὲ κοινὴ καὶ δημώδης. τῆς μὲν οὖν πνευματικῆς
προηγουμένως μὲν τοῖς ἁγίοις μέτεστι· δι' οἰκονομίαν δὲ καὶ τοῖς  
μὴ τοιούτοις, ὡς τῷ Φαραῷ καὶ τῷ Βαλαὰμ καὶ Καϊάφᾳ. τῆς δὲ
διαβολικῆς τοῖς τούτου μόνον θεραπευταῖς· αὐτοῦ γὰρ οἱ ἀλευρομάν-
τεις καὶ κριθομάντεις καὶ ἡ διὰ δρυὸς Πυθία καὶ ἡ Δωδώνης ἱέρεια
καὶ ἡ διὰ σπλάγχνων καὶ πτησέων ὀρνέων καὶ κλαγγῶν συμβόλων
τε καὶ πταρμῶν καὶ κληδόνων καὶ βροντῶν μυῶν τε καὶ γαλῆς καὶ
τρισμῶν ξύλων καὶ ὤτων ἤχων καὶ παλμῶν σώματος καὶ δι' ὀνομά-
των νεκρῶν τε καὶ ἄστρων καὶ ὑδάτων καὶ ἄλλων μυρίων. ἡ γὰρ
δι' ὀνείρων καὶ παρ' ἡμῖν, διὰ κατοχῆς μὲν καὶ αὕτη, ἡ δὲ πρόγνωσις
αὐτοῖς οὐ δι' ἀρετῆς, ὡς ἡμῖν, ἀλλὰ διά τινος κακοτεχνίας.

Σούδα. Alphabetic letter pi, entry 2923, li.22

δι' ὀνείρων καὶ παρ' ἡμῖν, διὰ κατοχῆς μὲν καὶ αὕτη, ἡ δὲ πρόγνωσις
αὐτοῖς οὐ δι' ἀρετῆς, ὡς ἡμῖν, ἀλλὰ διά τινος κακοτεχνίας. καὶ ὁ
μὲν θεὸς προλέγων καὶ τὴν λύσιν ὑποτίθεται, καὶ τὸ πέρας μετὰ
πάσης ἀκριβείας γίνεται, ἐκεῖνοι δὲ κατὰ συμβεβηκὸς ἔν τισιν ἀλη-
θεύουσιν, ἐν τοῖς πλείστοις διαμαρτάνοντες. φυσικὴ δὲ ἡ τῶν ἀλόγων·
χελιδόνες γὰρ καὶ γέρανοι καὶ μύρμηκες ἐπιόντος χειμῶνος αἰσθάνον-
ται, ἐχῖνοι τε καὶ ἀλκυόνες, φύσει τοῦτο κτησάμενοι. ἡ δὲ τεχνικὴ
προφητεία παρὰ ἰατροῖς καὶ συμβόλοις καὶ κυβερνήταις· οἱ μὲν γὰρ
ἀρρωστίας καὶ τὰς λύσεις τούτων προλέγουσιν, οἱ δὲ πνευμάτων μετα-
1139

βολάς, οἱ δὲ τοῦ μέλλοντος συνέσει καταστοχαζόμενοι. ἡ δὲ κοινὴ


καὶ δημώδης τοῦ μέλλοντος γνῶσις, οἷον ὅτι μετὰ μῆνας γʹ ὁ χειμὼν
γίνεται· πάντες γὰρ ἔχουσι τὰς ἐκ περιόδων προρρήσεις. οὐδὲν οὖν
μέγα καὶ δαίμονας πρόγνωσιν ἔχειν, ὅπου γε καὶ μύρμηκες ἔχουσι,
καὶ δεινοὶ ἄνθρωποι τοῦ μέλλοντος καταστοχασταί εἰσιν, ἀλλ' οὐχ ὡς
πάντως ἢ πάντα εἰδέναι, ἐπεὶ καὶ ὁ διάβολος προεφήτευσε τοῦ
γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, καὶ ἐγένετο. καὶ ὁ Βαλαὰμ προεῖπεν,
ὅτι πόρνας στῆσον, καὶ προδοθήσεται δι' αὐτὰς ὁ Ἰσραήλ, καὶ γέγονεν
οὕτως. ὅπερ στοχασμός ἐστι μᾶλλον ἢ πρόρρησις· οὐδὲν γὰρ παρά-
δοξον αἱ τοιαῦται προφητεῖαι ἔχουσι. προφητείας δὲ ἴδιον, τὸ τὴν
γλῶτταν παρέχειν ὑπουργὸν τῇ τοῦ πνεύματος χάριτι.

Σούδα. Alphabetic letter tau, entry 801, li.2

Τορόν: ἰσχυρόν. καὶ Τορῶς, ἰσχυρῶς, τρανῶς, μεγαλοφώ-


νως. σαφῶς, ἀκριβῶς. τορῶς τὸ ἀνακλητικὸν σημανθῆναι κε-
λεύσας.
Τορῶ: τὸ τρυπῶ.
Τορωναῖος: ὄνομα κύριον. καὶ Τορώνη, πόλις ἐν Θρᾴκῃ.
Τορύνη: τὸ κινητήριον τῆς χύτρας. πανταχοῦ δὲ ἐκτείνεται, εἰ
μὴ παρ' Εὐπόλιδι. τορύνην τέως δὴ ξίφος ὑπεζωσμένος. καὶ
αὖθις· καὶ τὰν ἐπιοδόνον τορύναν.
Τόσιβις: θεός.
Τὸ σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτ' ὀρθόν: αὕτη ἡ παροιμία
δημώδης ἐστὶ καὶ φανερά. τάττεται δὲ κατὰ τῶν διάστροφα ξύλα ἢ
πράγματα πειρωμένων κατευθύνειν καὶ μηδὲν ὠφελούντων.
Τὸ σὸν ὄναρ σοι διηγούμενος· εἰ γὰρ ἐγώ σοι νῦν αὐτὸν γνωρίζω,
πέπονθα τὸ τῆς παροιμίας, τὸ σὸν ὄναρ τοι διηγούμενος.
Τοσοῦτον: ἀντὶ τοῦ τοῦτο. Σοφοκλῆς· καίτοι τοσοῦτον ἐξεπί-
στασθαι δοκῶ. τουτέστι τοῦτο. καὶ ἐν Αἴαντι Σοφοκλῆς· τοσοῦτον
οἶδα. ἀντὶ τοῦ μέχρι τούτου.

Σούδα. Alphabetic letter chi, entry 35, li.1

καὶ δυσλύτῳ. ἢ πόλις καλεῖται Χαλκὸς κέραμος. ὅτι Δίδυμος ὁ  


γραμματικὸς Χαλκέντερος ἐκλήθη διὰ τὴν περὶ τὰ βιβλία ἐπιμονήν· φασι
γὰρ
αὐτὸν συγγεγραφέναι ὑπὲρ τὰ τρισχίλια πεντακόσια βιβλία.
Χαλκεῶνα: τὸ χαλκεῖον.
Χαλκεύω· αἰτιατικῇ.
Χαλκεύς: πᾶς ὁ χαλκεύων τι, καὶ χρυσοχόος.
Χαλκευτής. Πιερικὰν σάλπιγγα, τὸν εὐαγέων βαρὺν ὕμνων
1140

χαλκευτὰν κατέχει Πίνδαρον ἥδε κόνις.


Χαλκεῖα: ἑορτὴ Ἀθήνησιν, ἅ τινες Ἀθήναια καλοῦσιν, οἱ δὲ Πάν-
δημον· διὰ τὸ ὑπὸ πάντων ἄγεσθαι.
Χαλκεῖα: ἑορτὴ ἀρχαία καὶ δημώδης πάλαι, ὕστερον δὲ ὑπὸ
μόνων ἤγετο τῶν τεχνιτῶν, ὅτι ὁ Ἥφαιστος ἐν τῇ Ἀττικῇ χαλκὸν
εἰργάσατο. ἔστι δὲ ἕνῃ καὶ νέᾳ τοῦ Πυανεψιῶνος· ἐν ᾗ καὶ ἱέρειαι
μετὰ τῶν ἀρρηφόρων τὸν πέπλον διάζονται.
Χαλκεῖα: ἑορτὴ παρ' Ἀθηναίοις, ἀγομένη Πυανεψιῶνος ἕνῃ καὶ
νέᾳ, χειρώναξι κοινή, μάλιστα δὲ χαλκεῦσιν, ὥς φησιν Ἀπολλώνιος.
Φανόδημος δέ φησιν οὐκ Ἀθηνᾷ ἄγεσθαι τὴν ἑορτήν, ἀλλ' Ἡφαίστῳ.

Arsenius Paroemiogr., Apophthegmata Centuria 12, Sec. 78b, li.2

νῶν δυσκόλως ἀπαλλάττεται τῆς φορβῆς καὶ λίαν τυπτόμενος·


πρὸς τοῦτο ἀποβλέψας ὁ θεῖος Ὅμηρος καὶ τήνδε τὴν χαριεστά-
την παραβολὴν ἐποιήσατο·
 Ὡς δ' ὅτ' ὄνος παρ' ἄρουραν ἰὼν ἐβιήσατο παῖδας
 νωθὴς, ᾧ δὴ πολλὰ περὶ ῥόπαλ' ἀμφὶς ἐάγη,
 κείρει τ' εἰσελθὼν βαθὺ λήϊον· οἱ δέ τε παῖδες
 τύπτουσι ῥοπάλοισι· βίη δέ τε νηπίη αὐτῶν·
 σπουδῇ δ' ἐξήλλασσαν, ἐπεί τ' ἐκορέσατο φορβῆς.  
 Ὄνου πληγῶν ἄξιος.
 Ὀνείρατά μοι λέγεις: ἐπὶ τῶν ἄπιστα καὶ ἀδύνατα διη-
γουμένων· ὅθεν καὶ ἡ κοινὴ καὶ δημώδης παροιμία· τοῦτο κατ'
ὄναρ εἶδες.
 Ὃν οἱ θεοὶ φιλοῦσιν ἀποθνήσκει νέος⁝ Μενάνδρου.
 Ὄνομα γάρ, ἔργον δ' οὐκ ἔχουσιν οἱ φίλοι,
 οἱ μὴ 'πὶ ταῖς συμφοραῖς ὄντες φίλοι.  
 Ὁ νεβρὸς τὸν λέοντα πυνθάνεται: ἐπὶ τῶν ἐναντίως
γινομένων.
 Ὄνος κάθου: ἐπὶ τῶν ἐν πράγματι ἡττωμένων.  
 Ὄνου χρείαν ἐλέγχει τραχύτης ὁδοῦ, καὶ φίλον εὔνουν αἱ
συμφοραὶ διακρίνουσιν⁝ Μενάνδρου.

Κοινή γλώσσα

Aristophanes Gramm., Frag. 22, li.10

δὲ καὶ ἄφρονες οὕτως ὠνομάζοντο, ὡς Μένανδρος.


 Eust. Od. p. 1761, 22: Δῆλον δὲ ὅτι τε λέμ-
φος [διὰ τοῦ φ, οὐ μὴν διὰ τοῦ βῆτα] ἡ πεπηγυῖα μύξα
κατὰ τοὺς παλαιούς [ἐκ τῶν μυκτήρων]· ὅθεν καὶ λέμφος ὁ
1141

εὐήθης, ἐπειδή, φασίν, εἰς μωρίαν διέσκωπτον τοὺς ῥεομέ-


νους ἐκ τῶν μυκτήρων, ὅθεν καὶ ἀπομύξαι τὸ ἐξαπατῆσαι,
καὶ ὅτι καὶ τὰ μυξώδη κρέα λέμφοι ἐκαλοῦντο, καὶ ὅτι ὥςπερ
ὁ λέμφος ὁ προςεχῶς ῥηθεὶς καινὴ καὶ ἀσυνήθης λέξις ἐστίν,
οὕτω καὶ ὁ παρὰ τῷ κωμικῷ Κρατίνῳ σάννας. αὐτὸς (l.  
οὗτος) μέντοι οὐ τὸν εὐήθη ἁπλῶς δηλοῖ, ἀλλὰ τὸν μωρόν
[ὃν ἴσως ἡ κοινὴ γλῶσσα τζαννὸν λαλεῖ. δόξοι δ' ἂν εἰλῆφθαι
ἡ λέξις ἀπὸ τῶν Ἀσιανῶν Σάννων, οὓς οἱ ἰδιῶται Τζάννους
καλοῦσι, βαρβαρικοὺς ὄντας καὶ ὡς εἰκὸς εὐήθεις δι' ἀπαιδευ-
σίαν]. ὁ δὲ τὸν σάνναν τοῦτον παρασημηνάμενος Ἀριστοφά-
νης ὁ γραμματικὸς καὶ ἄλλας ἐκτίθεται καινοφώνους λέξεις,
οἷον ἄσιλλαν κτλ. (vide fr. XLIII. sqq.)  
 Eust. Il. p. 725, 29: Τοιαῦτα δὲ καὶ ἅπερ
τῶν τις παλαιῶν ἔθετο παραδείγματα βλασφημιῶν τῶν ἀπὸ
ἀριθμοῦ· οἷον τριςεξώλης ὁ πάνυ ἐξώλης, καὶ τριπέδων
ὁ πολλάκις πεδηθεὶς κακοῦργος δοῦλος, ὃς καὶ πέδων πέδω-
νος ἐν ἁπλότητι λέγεται, καὶ στίγων εἴτουν στιγματίας.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 388, li.16

δασὺ διὰ τὸ εὐφωνότερον. ἐκ δὲ τῆς λέξεως ταύτης καὶ δρόμος ἐναγώνιος



δολιχός· καὶ νῆσος δέ τις τὸ Δουλίχιον. σύγκειται δὲ ἀπ' αὐτῆς καὶ τὸ
δολιχό-
σκιον καὶ δολίχαυλοι αἰγανέαι, ὅ ἐστι μακροὺς αὐλοὺς ἔχουσαι, ἤγουν
κοιλότητας
ἐπιδορατίδων, αἷς ὁ τοῦ ξύλου καυλὸς ἐνίεται. Ὅτι δὲ ὁ κύκνος εὔτεκνος
καὶ
μάχιμος καὶ ὡς ἀλληλοκτονεῖ ὁ μάχιμος καὶ ὡς Ἀριστοτέλους εἰπόντος
ᾠδικοὺς εἶναι τοὺς κύκνους μάλιστα περὶ τὰς τελευτὰς καὶ διαίρειν τὸ
πέλαγος
ᾄδοντας Ἀλέξανδρος ὁ Μύνδιός φησιν, ὅτι πολλοῖς παρακολουθήσας
τελευτῶσιν
οὐκ ἤκουσεν ᾀδόντων, οἱ παλαιοὶ δηλοῦσι, παρ' οἷς καὶ κύριον ὄνομα ὁ
Κύκνος,
ὃν ὁ μῦθός φησιν ὑπὸ Ἄρεος ὀρνιθωθῆναι. τοῦ δὲ ᾠδικοὺς εὐγενῶς
αὐτοὺς εἶναι
ἡ πεῖρα διδάσκαλος.] (v. 461) Λειμὼν δὲ ὁ ὑγρὸς καὶ βοτανώδης τόπος
ἀπὸ
τοῦ λείβω λέλειμμαι, ὃν ἡ κοινὴ γλῶσσα λιβάδιον λέγει ὡς ἀπὸ τοῦ
ἔλιβον
δευτέρου ἀορίστου, ἔνθα ὕδωρ συλλείβεται. Κάϋστρος δὲ ὁ ποταμὸς ὡς
1142

διὰ
Κατακεκαυμένης ῥέων, περὶ ἧς ἀλλαχοῦ ῥηθήσεται. [διαλέλυται δὲ ἡ
λέξις·
ἄλλως γὰρ Καῦστρος ὤφειλεν οὕτως εἶναι, ὁμοίως τῷ καυστειρός καὶ τῷ
καυσία, ἥτις ἦν κάλυμμα κεφαλῆς Μακεδονικὸν ἐκ πίλου, ὡς τιάρα
σκέπουσά
τε ἀπὸ καύσωνος καὶ ὡς εἰς περικεφαλαίαν συντελοῦσά τι. ἄλλοις δὲ
δοκεῖ
ὁμώνυμος εἶναι ὁ ῥηθεὶς ποταμὸς ἥρωϊ Καΰστρῳ τῷ ἀνωτέρω εἰρημένῳ.]
ὥσπερ
δὲ κάπρος κάπριος κατὰ παραγωγήν, οὕτω καὶ Κάϋστρος Καΰστριος. (v.
462)
[Τὸ δὲ ποτῶμαι, τουτέστι πέτομαι, ὅτι καὶ ἐκτείνει τὴν ἄρχουσαν, δηλοῖ
σὺν  
ἄλλοις ἐν χρήσει καὶ ὁ Δειπνοσοφιστής.] Τὸ δέ «ἀγαλλόμεναι
πτερύγεσσιν», ὡς
καὶ προεγράφη, ἀκαταλλήλως εἴρηται. ἐχρῆν γὰρ ὀρθῶς εἰπεῖν
ἀγαλλόμενα,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.1, p. 708, li.21

λευκότητα, καὶ ὁ κόραξ διὰ τὴν νυκτερινὴν μελανίαν, ἧς οἷα καὶ μητρός
ἀπογεν-
νᾶται, ὡς ἀλλαχοῦ γέγραπται, οὕτω καὶ λύκος ἀνάκειται αὐτῷ διὰ τὸ
μέσον
εἶναι ἀμφοῖν τὸ λύκειον χρῶμα. τεφρῶδες γὰρ καὶ οὔτε φαεινὸν οὔτε
ἄκρως
μέλαν, ἀλλ' οἷόν τι τὸ πρὸ τῆς κροκοπέπλου ὑπονύκτερον χρῶμα, ὃ καὶ
λυκόφως
ἡ καθωμιλημένη γλῶσσα καλεῖ. Κλυτότοξος δὲ ὁ αὐτὸς Ἀπόλλων, ὡς
σὺν τῇ
μαντικῇ καὶ μουσικῇ καὶ ἰατρικῇ ἐπιστατῶν καὶ τῇ τοξικῇ κατὰ τὸν
μῦθον. ὡς
δὲ καὶ τῷ ἀλληγορουμένῳ Ἀπόλλωνι ἐνθεωρεῖται ταῦτα, ἑτέραν ζητεῖ
λόγου
τριβήν. [Ὅρα δέ, ὡς ἰσοδυναμεῖν δοκούντων ἔστιν ὅτε τοῦ κλύειν καὶ τοῦ

κλείειν, ὅ ἐστι κλεΐζειν καὶ δοξάζειν, ἐκ μὲν τοῦ κλύειν τὸν κλυτότοξον
συνέθετο,
ἐκ δὲ τοῦ κλείειν κλειτὴν κατωτέρω ἑκατόμβην φησί.] Τοὺς δὲ
πρωτογόνους
ἄρνας καὶ τὰ τοιαῦτα πρωτογεννήματα ἡ κοινὴ γλῶσσα λαλεῖ. [(v. 103)
Ἱερὰ δὲ  
1143

ἡ Ζέλεια ὡς πόλις ἁπλῶς φυλακτικὴ τῶν ἔσω οἰκούντων. οὕτω δὲ ἱερὰ


καὶ τείχη
πόλεως. λέγει δέ που χρήσιμά τινα περὶ τούτων καὶ Πλούταρχος.] Ἐν δὲ
τῷ «νοστήσας ἱερῆς εἰς ἄστυ Ζελείης» σημείωσαι, ὅτι τὸ διπλοῦν ζ οὐκ
ἔχει
συνήθως ἐκτείνειν τὸ πρὸ αὐτοῦ βραχὺ φωνῆεν, ὡς οὐδὲ κατὰ
Ὀδύσσειαν ἐν τῷ
»ὑλήεντι Ζακύνθῳ», ἀλλ' ἀντὶ βραχείας λαμβάνεται ἀναγκαίως ἡ
τελευταία
συλλαβὴ διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ἄλλως τεθῆναι ἐν μέτρῳ. εἰ γὰρ ὑποθώμεθα
ἐν τῷ
Ζέλεια καὶ ἐν τῷ Ζάκυνθος δύνασθαι τὸ ζ διὰ τὴν διπλόην ποιεῖν
χρονικὴν
ἔκτασιν, οὐδ' ὅλως εἰς μέτρον δακτυλικὸν ἡ Ζέλειά ποτε καὶ ἡ Ζάκυνθος
παραληφθήσεται. ἡ τοιαύτη δὲ ἀνάγκη βιάζεται καὶ τὴν τοῦ Σκαμάνδρου
ἄρχουσαν, ὡς προερρέθη, τὸ πρὸ αὐτῆς βραχὺ ἐκτείνειν μηδέποτε.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.2, p. 65, li.1

καὶ ὅτι μάτιον τὸ ὀλίγον κλάσμα, ἕτεροι δὲ ὅτι μάτιον τὸ ἁπλῶς μικρόν,
ἔστι
δὲ ὅτε καὶ ἐπὶ πολλοῦ. ὅθεν καὶ τὸν πλεῖον ἢ δεῖ λείχοντα ματιολοιχόν
φασι.
Τινὲς δὲ τὸν τοιοῦτον ἄλλως ἑρμηνεύοντές φασιν, ὅτι ματιολοιχὸς ὁ περὶ
τὰ μικρὰ
σινάμωρος καὶ πανοῦργος. Τὸ μέντοι ματᾶν οἱ παλαιοὶ καὶ ἄλλως
διασαφοῦντες
ματῆσαί φασι τὸ ἁμαρτεῖν, ὥστε κατὰ τούτους οὐ μόνον ἵππος ματᾷ, ὡς
μάτην
εἰς χρείαν ἐλθών, ἀλλὰ καὶ τοξότης, εἴπερ ἀφεὶς βέλος οὐκ εὐστοχήσει.
οὕτω
δὲ καὶ αἰχμητὴς καὶ ἕτεροι. Παράγωγον δὲ τοῦ τοιούτου ῥήματος τὸ
ματάζειν
παρὰ Σοφοκλεῖ. ποιητικὰ δὲ ἄμφω. κοινὸν δὲ τὸ ματαιάζειν, ἴσως δὲ καὶ
τὸ
ματαΐζειν, ὅμοιον ὂν τῷ ἑβραΐζειν καὶ τοῖς τοιούτοις. Ἰστέον δὲ ὅτι,
ὥσπερ
ματῶ ματάζω, καθὰ ἐρρέθη, οὕτω σὺν ἄλλοις καὶ τοπῶ τοπάζω, ἤγουν
τόπους  
τινὰς καὶ ἀρχὰς νοημάτων ἔχω εἰς τὸ ὑπονοεῖν τόδε τι. Ἡ δὲ κοινὴ
γλῶσσα
ἐκ τοῦ ἑτέρου τόπου, τοῦ φύσει περιεκτικοῦ, τοπάζειν λέγει, ὃ καὶ
1144

κοιτάζειν.
τοπάζει γοῦν τις θηρία εἰς τὸ κυνηγηθῆναι. (v. 236) Τὸ δὲ ἐλάσῃ ἀντὶ τοῦ
ἀπελάσῃ, ἀπαγάγῃ, ὡς καὶ τὸ «οὐ γὰρ πώποτ' ἐμὰς βοῦς ἤλασαν», ἀντὶ
τοῦ
ἐξήλασαν κατὰ συνήθη προθέσεως ἔλλειψιν. Διὸ καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς ἐρεῖ
«Αἰνείαο
καλλίτριχας ἵππους ἐξήλασε Τρώων». Μώνυχες δὲ ἵπποι πρὸς
ἀντιδιαστολὴν
ἄλλων ζῴων πολυωνύχων καὶ διχηλῶν. (v. 239 s.) Ὅτι τρεῖς καὶ ἐνταῦθα
κεῖνται ἀσύνδετοι μετοχαί, ὡς ἐν ἰδέᾳ γοργότητος, ἐν τῷ «ὣς ἄρα
φωνήσαντες,
ἐς ἅρματα ποικίλα βάντες, ἐμμεμαῶτες ἐπὶ Τυδείδῃ εἶχον ἵππους». (v.
240)
Ἔστι δὲ καὶ τὸ «ἐπὶ Τυδείδῃ εἶχον» ἀντὶ τοῦ ἤλαυνον κατὰ τοῦ Τυδείδου.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.2, p. 753, li.4

καὶ αὐτὸν εἰπεῖν τῷ βασιλεῖ· πῶς ἂν ἔπειτ' ἀπὸ σεῖο λιποίμην, ᾧ


ἐπέμφθην
ὑπὸ τοῦ πατρός. Ἀγαθὴ δὲ λέξις τὸ πέμπε. διὸ καὶ ἐδισσεύθη κατ'
ἐπιμονήν,
ἡ αὐτὴ οὖσα τῷ ἔστειλε. (v. 438) Τὸ δὲ «ἱππηλάτα Πηλεύς» ἔχει τινὰ
παρηχή-
σεως ἔμφασιν, εἰ καὶ μὴ σπουδαίαν. ἐρρέθη δὲ καὶ ὁ Φοῖνιξ ἀνωτέρω
ἱππηλάτης.
Ἀναγκαίως δὲ ἱππηλάτα λέγει Ὅμηρος διὰ δάκτυλον μετρικόν. Ὁ γὰρ
ἱππηλά-
της, ὥσπερ καὶ ὁ τοξότης καὶ ὁ ἱππότης καὶ ὁ δεσπότης, ἀσυντελῆ τοῖς
ἡρωΐ-
ζουσι διὰ τὸ ἐν αὐτοῖς ἀμφίμακρον. (v. 439) Τὸ δὲ «πέμπε» δέεται
πάντως  
ὑποδιαστολῆς βελτιούσης διάνοιαν ἐν τῷ «πέμπε νήπιον», ἵνα μή τις, ὡς
τοῦ ν ἡνωμένου τῷ ῥήματι, νοήσῃ ὅτι ἔπεμπεν οὐ νήπιον ἀλλὰ ἤπιον.
[Ἰστέον
δὲ ὅτι πέμπειν παρὰ τοῖς μεθ' Ὅμηρον καὶ τὸ στέλλεσθαι θριαμβικῶς,
ὅθεν καὶ
πομπή, ὁ θρίαμβος, ὃν προέλευσιν ἡ κοινὴ γλῶσσα λαλεῖ, καὶ πομπεῖα
παρ'
Ἀττικοῖς ἱερὰ σκεύη χρήσιμα ἐν τοιαύταις πομπαῖς]. (v. 440) Τὸ δὲ
«εἰδότα
πολέμου» συνήθη Ὁμήρῳ σύνταξιν ἔχει τὴν μετὰ γενικῆς. οὐ γὰρ μόνον
1145

τὸ
εὖ εἰδώς, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ μόνον τὸ εἰδώς γενικῇ συντάσσει. Οὕτω δὲ καὶ
τὸ
γνῶναι, ὡς ἡ Ὀδύσσεια δηλοῖ. Διὰ τί δὲ ὁμοίϊος ὁ πόλεμος λέγεται,
προδεδήλω-
ται. (v. 441) Ἀγορὰς δὲ τοὺς δημηγορικοὺς λόγους φησί. Τὸ δὲ «ἔνθα
ἄνδρες
ἀριπρεπέες» δύναται μὲν καὶ ἐπὶ πολέμου νοεῖσθαι καὶ ἐπὶ ἀγορᾶς,
μάλιστα
δὲ κρεῖττον ἐπὶ ἀγορᾶς. Καὶ ἐν ἄλλοις γὰρ ὁ ποιητὴς τὸν ἄριστον
δημηγόρον
ἐπὶ πλέον ἐξαίρει τοῦ πολεμιστοῦ, [εἰ καὶ ἄλλως κυδιάνειρα λεγομένη καὶ

μάχη ἀριπρεπέας νοεῖται ἄνδρας ποιεῖν καὶ αὐτή]. (v. 442 s.)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 121, li.23

διὰ τὸ ἤδη περατοῦσθαι τὴν νύκτα καὶ μὴ καιρὸν εἶναι πλείονος


διατριβῆς,
ἀλλὰ σπουδαίου νόστου. (v. 515) Ἰστέον γὰρ ὅτι πρὸς ἀλήθειαν ἡ τοῦ
Ἀπόλλω-
νος ἐνταῦθα ἐμφάνεια παρουσίαν ἡλίου δηλοῖ, ὡς ἐν τῷ τέλει τοῦ
γράμματος
τούτου φαίνεται, ἀφυπνίζουσαν μὲν τὸν τοῦ Ῥήσου ἀνεψιὸν μετὰ κόρον
ὕπνου,
στρέφουσαν δὲ τοὺς κατασκόπους ἀναγκαίως ἐπὶ τὰς νῆας, Ὀδυσσέως
ἐπίφρονι
βουλῇ, ἣν τῷ ῥοίζῳ ἐκεῖνος ἐσήμανε, προϊδόμενος ἀνατολὴν ἡλίου τῇ,
ὡς
εἰκός, ἐν τοῖς ἄστροις καὶ νῦν θεωρίᾳ. καὶ οὕτω μὲν τοῦτο. (v. 503) Περὶ
δὲ τοῦ μερμηρίζειν ἀλλαχοῦ μὲν ἄλλα ἐγράφη, ἐνταῦθα δὲ μόνον τοῦτο
ῥητέον,
ὅτι ἐκ τούτου ἀπομερμηρίσαι παρὰ τοῖς παλαιοῖς τὸ ἀποδαρθεῖν, ὡς τοῦ
κοιμωμένου μηδὲν μεριμνῶντος. εἰ δέ τις τόλμαν ἔσχε θεῖναι τὸ
ἀπομερμηρίζειν
καὶ ἐπὶ τοῦ θανεῖν, ἀσφαλῶς ἂν ἐτόλμησεν. ἐπεὶ καὶ ἡ κοινὴ γλῶσσα
ἐντεῦθεν
ἴσως λαβοῦσα λέγει ἀπομεριμνᾶν τὸ θνῄσκειν. (v. 502) Ἰστέον δὲ ὡς,
ἐπεὶ
τὸ ῥοιζῆσαι σύνθημα φανερῶς ἦν τοῦ Ὀδυσσέως πρὸς τὸν Διομήδην, οὐκ

ἀσφαλῶς εἶπον οἱ λέγοντες μὴ εἶναι συνθήματα τοῖς ἥρωσιν. [Οὐκ


ἄδηλον
1146

δὲ ὅτε τε κυρίως ῥοῖζος ὁ κατὰ τὸ ῥῶ ἦχος λέγεται, καθὰ καὶ σιγμὸς ὁ


κατὰ  
τὸ σ, καὶ ζεῖν καὶ ζέειν ὁ κατὰ τὸ ζ, καὶ βόμβος ὁ κατὰ τὸ β, ὁμοίως δὲ
καὶ ἄλλα
τινὰ καθ' ἕτερα στοιχεῖα. καὶ ὅτι ὁ ῥοῖζος καὶ ῥοῖβδος λέγεται
Αἰωλικώτερον,
ὅτε τραχύτερος ὁ ἦχος, κατὰ τὸ «πτερῶν γὰρ ῥοῖβδος οὐκ ἄσημος ἦν».
ὅθεν
καὶ τὸ ῥοιβδεῖν καὶ ἀναρροιβδεῖν.] Τὸ δὲ πιφαύσκειν δηλοῖ μέν, ὅτι ὡς
οἷον
ἀντὶ λαλιᾶς ἦν τὸ ῥοίζημα, γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ φάσκειν κατὰ
ἀναδιπλασιασμὸν
καὶ ἐπένθεσιν τοῦ υ. (v. 503) Τὸ δὲ «κύντερον» κυρίως μὲν ἀναίδειαν
δηλοῖ,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 323, li.9

Ἐθνικὰ γράψας ἱστορεῖ, ἑνὸς τῶν ἐξ Ἀσίας εἰς Πελοπόννησον κατά τινα
πλάνην ἀφικομένων. διείληπται δὲ καὶ περὶ τούτου ἐν τοῖς τῆς Βοιωτίας.
Ἡ 
δὲ γραφὴ τῆς προπαραληγούσης τοῦ Ἀλησίου διφορεῖται. ὁ μὲν γὰρ τὰ
Ἐθνικὰ
γράψας κατὰ στοιχεῖον διὰ τοῦ η οἶδεν αὐτήν, ὁ δὲ Ἐτυμολόγος διὰ
διφθόγγου,
ἀπὸ τοῦ ἀλέω, φησί, τὸ ἀλήθω. Ἡ δὲ κατ' αὐτὸ σύνταξις διττή. ἢ γὰρ
στιχθέντος
τοῦ Ἀλησίου λέγει τὸ «ἔνθα Κολώνη κέκληται», ἢ ἄλλως συναπτῶς καθ'
ὑπερβατόν φησιν οὕτω· καὶ ἔνθα Ἀλεισίου κολώνη κέκληται, πρὸς
διαστολὴν
τῆς προρρηθείσης Κολώνης. (v. 759) Ἐν δὲ τῷ «ἄνδρα κτείνας πύματον
λίπον» οὐ λέγει μὲν τίνα ἔλιπε, δηλοῖ δὲ ὅτι τὸν κτάμενον ἔλιπεν ἢ τὴν
μάχην
ἔλιπε. Καὶ ὅρα ὡς καιρίως ἐπὶ ἐλλείψει πράξεως καὶ ἐλλειπτικῷ ἐχρήσατο

σχήματι. Ἰστέον δὲ ὡς ἐντεῦθεν ἡ κοινὴ γλῶσσα λαβοῦσα λέγει ἐπὶ


πολέμων
καὶ αἰκιῶν καὶ τῶν τοιούτων, ὅτι ὁ δεῖνα ὅλων ὕστερον ἕνα ἔρριψε καὶ
ὅλων
ὕστερον μίαν πληγὴν ᾐκίσατο. Πύματον δὲ ἢ τὸν ἔσχατον λέγει, ὃν
ἀλλαχοῦ
εἶπεν ὀπίστατον, κατὰ τὸ «πυμάτας ὤτρυνε φάλαγγας», ἢ μεθ' ὃν οὐκέτι
1147

ἄλλον ἀνεῖλεν, ὡς τὸ «πύματον ὡπλίσατο δόρπον». (v. 760) Τὸ δὲ


«πάντες
εὔχοντο θεῶν Διῒ Ἕκτορι τ' ἀνδρῶν» ἢ ἀντὶ τοῦ εὐφήμως εἶχον καὶ
εὐχαρίστως
ἐμοί τε καὶ Διΐ, ἢ ἀντὶ τοῦ ἐπεκαλοῦντο ἡμᾶς εἰς ἐπικουρίαν, εἴ τί που
κακὸν
παραπέσῃ ἀλεξικάκου ἀμύνης δεόμενον. (v. 762) Ἐν δὲ τῷ «ὣς ἔον εἴ
ποτ'
ἔην», ὃ δὴ πάντως ἐπίτηδες οὕτω διχῶς ἐφράσθη πρὸς ἔνδειξιν
πολυγλωττίας,
τὸ μὲν «ἔον» ῥῆμά ἐστι τῆς ἐών μετοχῆς, ἐξ οὗ καὶ τὸ «πῶς ἂρ ἔοι τάδε
ἔργα»,
τὸ δὲ «ἔην» τὸ ἐντελές ἐστι τοῦ ἦν.
Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 497, li.6

λῆγε μένος μέγα, ἵετο δ' αἰεὶ ἠέ τινα ἐρεβεννῇ νυκτὶ καλύψαι ἢ αὐτὸς
δουπῆσαι,
ἀμύνων» τοῖς ἑαυτοῦ. Καὶ ὅρα ὅτι τὸ κτεῖναι νυκτὶ καλύψαι φησίν, ὅπερ
ἀλλαχοῦ εἶπεν Ἄϊδι προΐαψεν, ὡς ταὐτὸν ὂν μεταφορικῶς νύκτα τε καὶ
Ἅιδην εἰπεῖν. Ἰστέον δὲ ὡς τὸ [μὲν «καί οἱ σάκος ἀμφεκάλυψε» σκέπην  
δηλοῖ, τὸ δὲ «νυκτὶ καλύψαι» θανατηρὰν σημαίνει ἐπίκρυψιν. οὐ μὴν καὶ
τὸ «ἠέρι καλύψαι», τοιοῦτόν ἐστιν, ἀλλὰ δήλωσιν ἔχει τοῦ πρὸς ὥραν
ἀόρατον
γενέσθαι τινά. (v. 424) Τὸ δὲ] «ἔληγε μένος» οἱ μεθ' Ὅμηρον ἔληγε
μένους
ἐροῦσιν ἄν, τοιαύτῃ συντάξει χαίροντες. [Ἔστι δὲ τὸ μὲν «ἔληγε μένος»
ἀντὶ
τοῦ ἔπαυσε, τὸ δὲ «ἔληγε μένους» ἀντὶ τοῦ ἐπαύσατο».] (v. 426) Τὸ δὲ
δουπῆσαι
παρακολούθημα τοῦ ἐν μάχῃ θανεῖν. ἐντεῦθεν δὲ ἡ κοινὴ γλῶσσα ἐπὶ
ζῴων
εἴληφε τὸ ψοφεῖν, οἷς ὅμοιον καὶ τὸ «δεδουπότος Οἰδιπόδαο». [Ὕπεστι
δέ
τι καὶ σεμνότητος ἐν τοῖς τοιούτοις τῇ λέξει τοῦ δουπεῖν. ἐμφαίνει γὰρ
σωμάτων
μέγεθος. τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶ τὸ ἀποτελεῖν δοῦπον, ὅτε καταρριφῶσι.
δῆλον δὲ ὡς ὁ ἁπλῶς δοῦπος ἐπιταθεὶς τὸν ἐρίγδουπον σεμνότερον
συντίθησιν.]
(v. 427 – 33) Ὅτι ὁ τοῦ Αἰσυήτου υἱὸς ἥρως Ἀλκάθοος γαμβρὸς ἦν
Ἀγχίσαο
ἐπὶ πρεσβυτάτῃ θυγατρὶ τῇ Ἱπποδαμείᾳ, «ἣν περὶ κῆρι φίλησεν», [ἤγουν
περισσῶς ἐφίλησεν, οὐ χείλεσιν ἀλλὰ ψυχῇ,] «πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ»,
ἡ κατὰ τοὺς παλαιοὺς Ἐριῶπις, «ἐν μεγάρῳ· πᾶσαν γὰρ ὁμηλικίην»,
1148

ἤγουν
κατὰ πάσας τὰς ὁμήλικας, «ἐκέκαστο κάλλεϊ καὶ ἔργοισιν ἰδὲ φρεσί.
τοὔνεκα
καί μιν γῆμεν ἀνὴρ ὤριστος ἐνὶ Τροίῃ εὐρείῃ».

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 741, li.25

ὅσον ἐκεῖνα μὲν ὕδατος γέμει, τὰ δὲ τῆς τάφρου κενὸν διαχάσκουσι. (v.
360)
Τὸ δὲ «προχέοντο» δηλοῖ μὲν τὴν ῥᾴονα καὶ ἐνταῦθα καὶ ἀκώλυτον
Τρωϊκὴν
πρόοδον, ἔχει δέ τι καὶ ἀστεῖον, εἰ διὰ τῆς γεφύρας ταύτης προχέονταί
τινες
ἄνω ἀπ' ἐναντίας ταῖς κυρίως γεφύραις, ὧν ὑποκάτω προχεῖται τὸ τρέχον
ὑγρόν. (v. 360) Τὸ δὲ «φαλαγγηδόν» ἔχει τὸ ἀσφαλὲς ἐκ τοῦ «μακρὰν καὶ

εὐρεῖαν». διὰ γὰρ τοιαύτης κελεύθου φαλαγγηδὸν ἄν τινος ἔρχοιντο. (v.


362)
Ὅτι δὲ παίδων ἔργον αἱ περὶ ψάμμον οἰκοδομαί, ἡ πεῖρα διδάσκει. (v.
363 s.)
Τὸ δὲ ποιεῖν ἀθύρματα καὶ τὸ ἀθύρειν καίριαι λέξεις ἐπὶ παίδων. Ἔστι δὲ
ἀθύρειν τὸ ἄνετα βαίνειν, ἐκτρέχοντα τοῦ καθήκοντος, ὡς οἷα [παρὰ
θύρας
ὅ φασιν, ἥκοντα, ἢ] μὴ εἰδότα θύραν, ὅπερ ἡ κοινὴ γλῶσσα ἐκθυρίζειν
φησίν.
οὗ τὸ ἀνάπαλιν ἔσω κιγκλίδων μένειν καὶ θύραν ἐποχῆς εἰδέναι καὶ ὅσα
τοιαῦτα.
Τὸ δὲ «νηπιέαις», ὡς ἓν μὲν πρὸς ἓν εἰπεῖν, ἀντὶ τοῦ νηπιότησιν,
ἀφροσύναις,
ἀσυνεσίαις, ἄλλως δὲ κατ' ἔλλειψιν λέγεται, ἵνα ᾖ τὸ τέλειον νηπιέαις
φρεσί.  
Τοῦ δὲ ἄθυρμα καὶ τοῦ ἀθύρειν οὐκ ἔχει καιρωτέραν λέξιν εἰπεῖν. Τὸ δὲ
συγχέειν
ἐναντίον τῷ τάττειν καὶ ἁρμόττειν. ἡ μὲν οὖν οἰκοδομὴ ἁρμονίας τάξιν
ἔχει,
ἡ δὲ ταύτης καταβολὴ σύγχυσιν. (v. 365) Τὸ δὲ «ἤϊε» Ἀρίσταρχος μὲν
δασύνει
ἀπὸ τοῦ ἵημι ἥσω διὰ τὴν ἕσιν τῶν βελῶν, Ἡρῳδιανὸς δὲ καὶ οἱ περὶ
Κράτητα
ψιλοῦσιν ἀπὸ τῆς ἰάσεως, ἰατρὸς γάρ. ἢ ἀπὸ τοῦ ἰέναι, ἤγουν ἔρχε-
σθαι, Ὑπερίων γάρ. Καὶ μὴν Ἀριστάρχῳ μάχεται καὶ ὁ κανών,
1149

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.3, p. 922, li.25

τῆρι προσφυῶς εἰκάζει ἐξ ὕψους τινὸς ἑαυτὸν εἰς θάλασσαν ῥίπτοντι. (v.
744)
Οὕτως εἰς καιρὸν καὶ σκώμμασιν ἀστείοις παραρτύει τὴν ποίησιν
Ὅμηρος,
ἅπερ ὅτι κέρτομα, παρασημαίνεται αὐτὸς προθεωρήσας ῥητορικῶς ἐν τῷ
»τὸν δ' ἐπικερτομέων προσέφης Πατρόκλεις». Ὅτι δὲ ἡ συχνὴ
ἀποστροφὴ
αὕτη πάνυ δηλοῖ τὸν ποιητὴν πρὸς τοῦ Πατρόκλου εἶναι ὡς
ὑπουργηκότος
τοῖς φίλοις Ἀχαιοῖς, ἔτι δὲ καὶ διὰ τὸν Ἀχιλλέα, οὐκ ἔστιν ἀμφιβαλεῖν.
οὕτω
γοῦν καὶ βραχύ τι ὑποκαταβὰς αὐτὸν προσφωνεῖ. ὡς δὲ καὶ ὁ Κεβριόνης
λόγου
ἄξιος ἦν, ἐνέφηνε μὲν καὶ ὁ ποιητὴς δαΐφρονα καὶ ἥρωα προσειπὼν
αὐτόν,
δηλώσει δὲ καὶ ὁ Ἕκτωρ ἐν οἷς αὐτοῦ ὑπερμάχεται. (v. 734 s.) Ἰστέον δὲ
ὅτι κἀνταῦθα γενικὴ μὲν λέξις ὁ πέτρος, καθὰ καὶ ὁ λᾶς, εἰδικὴ δὲ ὁ
μάρμαρος,
ἀπὸ τοῦ μαρμαίρειν λεχθείς, ὃν ἡ κοινὴ γλῶσσα κατὰ γένος προφέρει
οὐδέτερον.  
Ὀκριόεις δὲ ὁ ἔχων ἄκρας ἤγουν ὀξύτητας. διὸ ἑρμηνεύων ἐπάγει «ὀξέϊ
λᾶϊ»,
ὥσπερ καὶ ἡνιοχῆα εἰπὼν ἐπιφέρει «ἵππων ἡνία ἔχοντα» τρόπῳ
ἐτυμολογικῷ.
οὕτω δὲ καὶ τὸ «ὃν περὶ χεὶρ ἐκάλυψε» τὸν ἐν ἄλλοις χερμάδιον λίθον
διασαφεῖ,
ὅ ἐστι τὸν χειροπληθῆ, καὶ οὗ ἔστι τὴν χεῖρα ἐπιμάσασθαι, ἤγουν
ἐφάψασθαι,
[ὥστε καὶ καλύψαι δακτύλοις ἐν τῷ κρατερῶς αὐτοῦ ἔχεσθαι. διὸ ἔφη
«τόν
οἱ περὶ χεὶρ ἐκάλυψε».] (v. 736) Τὸ δὲ «ἐρεισάμενος» γενναιότητα βολῆς
δηλοῖ.
οὐκ ἔστι γάρ τινι βαλεῖν στερεῶς μὴ ἐρεισαμένῳ. Τὸ δὲ «οὐδὲ δὴν
χάζετο» τὸ
τῆς βολῆς γενναῖον πιθανολογεῖ. ὁ γὰρ μὴ χαζόμενός τινος, ἀλλ' ἐγγὺς
δηλαδὴ γεγονώς, δύναιτ' ἂν καὶ γενναίαν ἐκείνῳ ἐντινάξαι πληγήν. (v.
737)
Τὸ δὲ «οὐδ' ἁλίωσε βέλος» ὅμοιόν ἐστι τῷ «οὐχ' ἅλιον ἧκε βέλος».
1150

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 233, li.4

αὐλών, ἐπιμήκης αὐτὸς καὶ παραμήκης τόπος. ὅθεν καὶ δίαυλος καὶ
αὐλὸς κατὰ
Παυσανίαν τὸ στάδιον. Αἰσχύλος δέ φησι καὶ τὴν τάφρον αὐλῶνα, ἔνθα
καὶ
φιμοὺς λέγει αὐλωτούς, διὰ τὸ κώδωνας, φησί, προσῆφθαι αὐτοῖς, οἷς
ἐμφυσῶντες οἱ ἵπποι ὡς φωνὴν σάλπιγγος προΐεντο. γράφει οὖν οὕτως
«ὃς εἶχε
πώλους τέτταρας ζυγηφόρους φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας». ὅτι δὲ
τῷ
αὐλῷ καὶ ἡ αὖλαξ παρωνόμασται, δῆλον ἐκ τῶν παλαιῶν, [παρ' οἷς
φέρεται περὶ
αὐλῶν καὶ ταῦτα. Παλαιὸν ὁ αὐλὸς καὶ πολυειδὲς καὶ ὡς ἐπὶ πολὺ
καλάμινος.  
παρὰ γοῦν Ἀλεξανδρεῦσιν ἦν μόναυλος κάλαμος, Ὀσίριδος, φασίν,
εὕρημα,
καλούμενος τιτύρινος τοῖς ἐν Ἰταλίᾳ Δωριεῦσιν, εἴτ' οὖν σατυρικός.
τίτυροι γὰρ
Δωρικῶς οἱ σάτυροι. ὁ δὲ μόναυλος καὶ καλαμαύλης, φασί, καὶ
ῥαπταύλης
ἐλέγετο. ἦν δέ τις καὶ πλαγίαυλος, ὅθεν ἡ κοινὴ γλῶσσα τὸ
πλαγιαυλίζειν
εἴληφε. Ξενοφῶν δὲ ἱστορεῖ γιγγραΐνους αὐλοὺς σπιθαμιαίους παρὰ
Φοίνιξιν ὀξὺ
καὶ γοερὸν φθεγγομένους, οἷς καὶ Κᾶρες ἐχρῶντο. ἡ δὲ χρῆσις τοῖς
γίγγροις ἐκ
τῶν περὶ Ἄδωνιν θρήνων, ὃν Γίγγρην ἐκάλουν οἱ Φοίνικες. ἐλέγετο δέ τις

αὐλὸς καὶ μάγαδις ὁ καὶ παλαιομάγαδις, ὀξὺν ἅμα καὶ βαρὺν φθόγγον
ἐπιδεικνύ-
μενος. ὅτι δὲ καὶ λώτινοι αὐλοὶ ἀπὸ ξύλου ἦσαν Λιβυκοῦ καλουμένου
λωτοῦ,
λεγόμενοι φώτιγγες ὑπὸ Ἀλεξανδρέων. ὅθεν καὶ τὸ «φωτίγγια καὶ
μοναύλια,
κώμων οὐ πολέμων ὄργανα», καὶ ὅτι ἀνετρήθησαν καὶ ἐλεφάντινοι αὐλοὶ
παρὰ
Φοίνιξι, καὶ ὅτι καὶ νεβροῦ κῶλα ἐποίουν αὐλούς, οἳ Θηβαίων ἦσαν
εὕρημα τῶν
κατ' Αἴγυπτον ἴσως, ἐπεὶ καὶ Ἰόβας ὁ τοῦτο ἱστορῶν Λίβυς ἦν,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 657, li.15


1151

ἀρσενικῶς κατὰ τοὺς παλαιοὺς διάδημά τι πρὸς ἀνάδεσιν τριχῶν, ἃς


περιστέλ-
λοντες οἱ παλαιοὶ ὑπὸ τοῦτον παρῆγον. ἡ δὲ τοιαύτη φράσις οἷόν τινα
κούφιαν,
ἰδιωτικῶς εἰπεῖν, διαγράφει τὸν ἄμπυκα. καὶ νῦν δέ φασιν ἀμπυκίζειν τὸ
τὰς
ἐμπροσθίας τρίχας ἀναδεῖν. ἐντεῦθεν δὲ καὶ «χρυσάμπυκες ἵπποι» διὰ τὸ
δεῖσθαι
στροφίῳ τὰς κορυφὰς τῶν τριχῶν. Ἐν δὲ ῥητορικοῖς Λεξικοῖς εὑρέθη καὶ
ταῦτα·
ἀμπυκάσαι ἀναδῆσαι, χαλινῶσαι, στεφανῶσαι, καὶ ἄμπυξ· χαλινός,
συγκάθαμμα, ἐπίκρανον, καλύπτρα, διάδημα, στεφάνη, καὶ ὅτι ἄμπυκες
διαδήματα κατὰ μεταφοράν, καὶ ὅτι ἀμπυκῖται· διαδήματα, ἴσως διὰ τὸ
ἀμπέχειν τὰς τρίχας, ὥς φησι Παυσανίας, ὃ καὶ ἀμπυκίζειν ἔλεγον. ἐκ
μεταφορᾶς δέ, φασί, καὶ ὁ τροχὸς διὰ τὸ κυκλοτερὴς εἶναι. δῆλον δὲ ὡς
καὶ ἡ
κοινὴ γλῶσσα παραμπύκια ἐπὶ τριχῶν λέγειν εἴωθεν. εὕρηται δὲ καὶ
παρὰ τοῖς
ἀρχαίοις καὶ ὅτι παραμπυκίζεται τὸ παραπλέκεται τὰς τρίχας.
κεκρύφαλος δέ,
φασί, κόσμος τις περὶ κεφαλὴν καὶ αὐτός, λεγόμενος κροκύφαντος.
ἀναδέσμη δὲ
σειρά, ἣν κύκλῳ περὶ τοὺς κροτάφους ἀναδοῦσι. (v. 470) Κρήδεμνον δὲ
τὸ
μαφόριον. Σημειοῦνται δὲ οἱ παλαιοὶ καὶ ὅτι καλῶς ἐπὶ μὲν Ἑκάβης τῆς
γραὸς
συντόμως εἶπε «λιπαρὰν ἔρριψε καλύπτρην», ἐπὶ δὲ ταύτης ὡς νέας
ἐξειργάσατο
ἐνδιασκεύως τὸν κόσμον τῆς κεφαλῆς. εἰ δὲ δῶρον χρυσῆς Ἀφροδίτης τὸ
κρήδεμνον τοῦτο, ἔοικέ τι καὶ ἀπὸ χρυσέας ὕλης ἔχειν ἐπαφρόδιτον.
Ἰστέον δὲ
ὅτι φέρεται παρὰ τοῖς παλαιοῖς κόσμος γυναικεῖος, ὃν περίθετον κεφαλὴν

ἐκάλουν. Ἀριστοφάνης Θεσμοφόροις

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα. Vol.4, p. 689, li.21

πολλοῖς δηλοῦται, ἄνδρα ἀνεῖλεν, ἤγουν ἄνθρωπον ἄρρενα. ἔτι δὲ καὶ


ἑτέρως,
καθά φασι καὶ αὐτὸ οἱ παλαιοί, ἀνδροκτασία καὶ ἡ παιδοφονία λέγεται
κατὰ τὴν
ἀπὸ μέρους δήλωσιν τοῦ παντός. ἀνδροφόνος γὰρ ὁ ἁπλῶς ἄνθρωπον
1152

ἀναιρῶν,
εἴτε παῖς εἴη πεσών, εἴτε ἀκμαῖος, εἴτε καὶ γυνή. (v. 83) Τὸ δὲ
«τιθείμεναι»
κοινῶς μὲν τιθέναι, ποιητικῶς δὲ τιθέμεναι, προσλήψει δὲ τοῦ διὰ
δάκτυλον με-
τρικὸν «τιθείμεναι». [Γραφῆναι δὲ διὰ τοῦ ἦτα τὴν προπαραλήγουσαν
κατὰ τὸ
βήμεναι, τυφθήμεναι καὶ τὰ ὅμοια, οὐκ ἦν ἀνάλογον. οὐ γὰρ προϋπέκειτο
τοῦ
τιθέναι ἦτα, ἵνα ἐξ αὐτοῦ γένηται διὰ τοῦ η καὶ τὸ «τιθείμεναι». διὰ τί δὲ
οὐκ
ἐδιπλασίασε τὸ μ ἐν τῷ τιθέμεναι ὁμοίως τῷ ἔμμεναι, καὶ πάλιν διὰ τί μὴ
ἦν
εἴμεναι ὡς τιθείμεναι, λυέτωσαν οἱ βουλόμενοι.] (v. 86) Τὸ δὲ
«ὑμέτερόνδε»
κατ' ἔλλειψιν ἐφράσθη τοῦ οἶκον ἢ δῶμα. οὕτω καὶ ἡ κοινὴ γλῶσσα «εἰς
τὰ
ὑμέτερα» φησί, δηλαδὴ δώματα ἢ οἰκία. μάλιστα δὲ ἀπὸ κοινοῦ ἐνταῦθα
νοεῖται
ὁ δόμος ἤγουν ἐκ τοῦ ἐν ὑμετέροισι δόμοισιν», ἵνα ᾖ· ἤγαγεν εἰς
ὑμέτερον  
δόμον. Ἐν δὲ τῷ «ὑπὸ λυγρῆς» αἰτιολογικοῦ συνδέσμου ἐπέχει τόπον ἡ
ὑπο
πρόθεσις, ἵνα ᾖ· ἕνεκεν ἀνδροκτασίας λυγρῆς. (v. 88) Τὸ δὲ «νήπιος» καὶ
αὐτὸ
διασαφητικόν ἐστι τοῦ «ὁμοῦ ἐτράφημεν». ὁ γὰρ οὕτω νήπιος, ὡς
ἀστραγάλοις
ἐναλύειν, καλῶς ἔφη ὁμοῦ τραφῆναι τῷ Ἀχιλλεῖ τυτθὸς ἐών. Τὸ δὲ «ἀμφ'
ἀστραγάλοισιν», Ἀττικῶς ῥηθὲν εὕρηται καὶ γένους θηλυκοῦ. ἐν γὰρ
παλαιοῖς
ὑπομνήμασι φέρεται ὅτι οἱ πλείους «ἀμφ' ἀστραγάλῃσι» γράφουσι. καὶ
ἔστιν
Ἰωνικὸν ἡ ἀστραγάλη, ὡς καὶ ἐν ῥητορικῷ εὕρηται Λεξικῷ, ἐν ᾧ καὶ ὅτι
τοὺς
ἀστραγάλους καὶ ἀστρίχους λέγουσιν.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 34, li.13

δὲ ξεστὴν ἐτάνυσε τράπεζαν, σῖτον δ' αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα,


εἴδατα πόλλ' ἐπιθεῖσα, χαριζο-
μένη παρεόντων. δαιτρὸς δὲ, κρειῶν πίνακας παρέθηκεν ἀείρας,
1153

παντοίων. παρετίθει δὲ χρύσεα κύπελλα,


ὡς αὐτοῦ ἔργον καὶ τοῦτο ὄν. κῆρυξ δ' αὐτοῖς θάμ' ἐπῴχετο οἰνοχεύων. οἵ
δ' ἑξείης ἕζοντο κατὰ κλισμούς
τε θρόνους τε. Καὶ ὅρα ὅπως ἄλλο τι ἔχει τὸν κλισμὸν καὶ ἄλλο τὸν
θρόνον ὡς καὶ πρὸ μικροῦ γέγρα-
πται καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς δὲ φανεῖται. Λέγει δὲ ἀμφίπολον, τὴν δούλην ὡς ἐν
Ἰλιάδι. καὶ ζήτει ἐκεῖ. ἔνθα
καὶ ὅτι τὸ ἄῤῥεν, ὁ πρόπολος. ἡ χρῆσις παρὰ τῷ κωμικῷ. καὶ ὅτι τύμβος
λέγεταί που ἀμφίπολος, ὁ
κύκλῳ περιπολούμενος. φασὶ δὲ οἱ παλαιοὶ καὶ ὅτι ὥσπερ ἀμφίπολοι,
οὕτω καὶ ἑπέται οἱ θεράποντες
παρὰ τὸ ἕπεσθαι ὅπερ ἔοικε τῷ ἀμφιπολεῖν. (Vers. 137.) Χέρνιβα δὲ, τὸ
κατὰ χειρὸς διδόμενον
ὕδωρ. ὅπερ τινὲς παροξυτόνως χερνίβα λέγουσιν ὡς ἀπὸ τῆς χερνὶψ
ὀξυτόνου εὐθείας. τὸ δ' αὐτό τινες
ὕδωρ, καὶ χειρόνιπτρον φασίν. ὡς δηλοῖ ὁ γράψας ὅτι χειρόνιπτρα, τὸ
κατὰ χειρὸς ὕδωρ. καὶ τὸ χέρ-
νιβον, ὁ ἐνταῦθα δηλαδὴ λέβης. ὃν ἡ κοινὴ γλῶσσα, χερνίβιον λέγει. τὸ
μέντοι μετάνιπτρον, οὐ τοιοῦτόν
τι ἐστὶν, ἀλλὰ κύλιξ ἢ πόσις διδομένη μετὰ νίπτρον ἤτοι μετὰ τὸ
νίψασθαι. Πρόχοος δὲ θηλυκῶς, ὁ
ξέστης. παρὰ τὸ προχέειν. ὅθεν καὶ τὸ προχοΐδιον, καὶ συναιρέσει
προχοίδιον. ὡς βοΐδιον βοίδιον. τὸ
ἱμάτιον θοιμάτιον. ῥοΐδιον ῥοίδιον. καὶ ἄλλα δὲ διάφορα, ἐκ τοῦ χέω
παράγονται. ὧν ἔστι καὶ ὁ χοεὺς
μέτρον τι. οἷον. στέφανον ἕκαστος ἀπέφερε κατὰ τὸ ἐν λίμναις τέμενος
τῇ ἱερείᾳ περιθεὶς εἰς τὸν ἑαυτοῦ
χοᾶ. οὗ τὸ ἐντελὲς, χοέα. ὡς Πειραιέα Πειραιᾶ. ὁ δ' αὐτὸς χοεὺς, καὶ χοῦς
ἐλέγετο ὁμωνύμως τῷ κατὰ
γῆν. ὅθεν καὶ δίχουν ποτήριον, τὸ χωροῦν δύο χοᾶς. ἔλεγον δὲ καὶ
Ἀθηναίων ἑορτήν τινα Χοᾶς,

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 41, li.40

τῷ, βάλλ' ἐς κόρακας. ἤγουν ἄπαγε εἰς ὄρη καὶ κρημνοὺς, ὡς καὶ ἐν τοῖς
ἑξῆς που κεῖται. καὶ βάλλ'
ἐς μακαρίαν. ἤγουν ἄπαγε εἰς ὄλεθρον ἢ εἰς ᾅδου. ἐπειδὴ οἱ νεκροὶ
μακαρίται λέγονται. ἢ καὶ ἄλλως,
ἐπεὶ Μακαρία Ἡρακλέος θυγάτηρ ὅτε Ἀθηναίοις Εὐρυσθεὺς
ἐπεστράτευσεν, ἑαυτὴν ἐπέδωκεν εἰς σφα-
γὴν ὑπὲρ σωτηρίας τῶν πατριωτῶν. ὅτε δὲ καὶ συντεθῇ τὸ βάλλειν μετὰ
1154

ἑκάστης τῶν προθέσεων, πλείω


τὴν ποικιλίαν ἐκφαίνει. ἐμβάλλειν οὖν κυρίως, τὸ εἰς μάχην
συμπλέκεσθαι. ὅθεν καὶ στρατοῦ ἐμβολὴ
καὶ κυμάτων. καὶ ἡ παρεμβολὴ δὲ καὶ τὸ παρεμβάλλειν, λέξεις
στρατιωτικαί. ἡ μέντοι ἐπεμβολὴ οὐ
τοιοῦτόν τι, ἀλλὰ σχῆμα ῥητορικόν ἐστιν. ἀνάλογον δὲ αὐτῇ, καὶ τὸ
ἐπεμβάλλειν, ἐξ οὗ γέγονε. δοκεῖ
δὲ, καὶ ἄλλο τι δηλοῦσθαι διὰ τοῦ ἐπεμβάλλειν. εἴτις ἐνθυμηθείη τὸν
Ἀριστοτέλην, ἀπίους ἐμβολά-
δας εἰπόντα, τὰς ὡς οἱ πολλοί φασιν ἐγκεκεντρισμένας. ὡς εἶναι
ἐπεμβάλλειν, καὶ τὸ ἐπὶ τὸ προϋπάρ-
χον φυτὸν ἐντιθέναι ἄλλου φυτοῦ κλαδίσκον, οὗ ὁ καρπὸς, ἐπεμβολὰς ἂν
λέγοιτο, τὸ δὲ τοιοῦτον
ἐπεμβάλλειν, ἐμφυλλίζειν καὶ ἐγκεντρίζειν ἡ κοινὴ γλῶσσα φησί. ἄλλως
δέ γε ἀπὸ τοῦ ἐμβάλλειν, καὶ
μῆνες ἐμβόλιμοι καὶ ἐνιαυτοί. καὶ ἔμβολος, ὁ κατωτέρω ἔκβολος. τὸ δὲ
εἰσβάλλειν καὶ ἡ εἰσβολὴ,
ἀρχήν τινα ἔργου ἢ πάθους ἢ καὶ τοπικὴν, ἐμφαίνει. ὡς καὶ ὅτε εἰσβολὴν
ὄρους εἴποι τις. ἐκβάλλει δὲ
ποταμὸς εἰς θάλασσαν, ἤγουν ἐξάγει καὶ ἀπερεύγεται ὃν κατασύρει
συρφετόν. ἐξ αὐτοῦ δὲ, καὶ ὁ
ἔκβλητος παρ' Εὐριπίδῃ. καὶ ὁ ἐπὶ ὀξέος ἀκρωτηρίου ἔκβολος. ὁποῖον καὶ
τὸ ἀντικρὺ ῥόδου ὃ τριήρους
παραυγάζει, σχῆμα τοῖς πόῤῥωθεν βλέπουσιν. ὃς καὶ ἔμβολος λέγεται
καθ' ὁμοιότητα τοῦ ἀνωτέρω
ῥηθέντος ἐμβόλου τῆς νεώς. καὶ τὸ συμβάλλειν δὲ, μάχιμόν ποτε καὶ
αὐτὸ καὶ ἡ ἀπ' αὐτοῦ συμ-  
βολή. ἔστι δ' ὅτε καὶ τὸ ἁπλῶς ὁμοῦ ἰέναι δηλοῖ. οὕτω γὰρ ὕδατα
συμβάλλειν λέγεται. ὅθεν καὶ συμ-
βολὴ ποταμῶν ἣν καὶ ξύνεσιν ὁ ποιητὴς λέγει. καὶ παθητικῶς δὲ
συμβάλλεσθαι, τὸ

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 229, li.41

(Vers. 373.) Ὅτι ὁ χαίρων ἐφ' οἷς προήγαγέ τινα εἰς κάκωσιν πολλὴν, ἐρεῖ
ἂν τὸ, κινήσας δὲ κάρη,
ἔφη. οὕτω νῦν κακὰ πολλὰ παθὼν ἀλόω εἰσόκεν γένηται τό δέ τι. ἀλλ'
οὐδ' ὥς σε ἔολπα ὀνόσσεσθαι
κακότητος. (Vers. 373.) ἔστι δὲ ὀνόσσεσθαι κακότητος, τὸ ἐξευτελίσαι
τὴν κάκωσιν ὡς καὶ προείρη-
ται, ὅπερ εἰώθασι πολλοὶ ποιεῖν, βαρυνόμενοι ἐπὶ τοῖς βραχέα
1155

κακύνουσιν. οἱονεὶ μεμφόμενοι ὅτι


ἀτεχνῶς καὶ οὐ βαρέως ἐκακοποίησαν καὶ οὐχ' ὡς ἐπεθύμουν. (Vers.
381.) Ὅτι τὰς Αἰγὰς περὶ ὧν
προεῤῥέθη, τόπον ἱερὸν τῷ Ποσειδῶνι εἶναι λέγει ὁ ποιητής. εἰπών. ἵκετο
δ' εἰς Αἰγὰς ὅθι οἱ κλυτὰ
δώματ' ἔασιν. Ὅτι δ' ἐκ τῶν τοιούτων ὡς ἐπισήμων καὶ τὸ Αἰγαῖον
ἐκλήθη πέλαγος, διείληπται ἀλλα-
χοῦ. Καὶ ὅτι διὰ τὸ ἐκεῖσε πολὺ βάθος, ἱερῶσθαι τῷ Ποσειδῶνι ὁ τόπος
δοκεῖ ὡς οἷόν τι ἄδυτον.
(Vers. 383.) Ὅτι εὐδίας φράσις τὸ, ἤτοι τῶν ἄλλων ἀνέμων κατέδησε
κελεύθους, παύσασθαι δ' ἐκέ-
λευσε καὶ εὐνηθῆναι ἅπαντας. ὦρσε δ' ἐπὶ κραιπνὸν βορέην, πρὸ δὲ
κύματ' ἔαξε. Καὶ ὅρα τὸ, κατέ-
δησε κελεύθους. ὅθεν ἡ κοινὴ γλῶσσα, ὁδοῦ δέματα λέγει, ἔνθα ὕλη
τεθεῖσα, κωλύει τοὺς ὁδεύοντας.
(Vers. 384.) Τοῦ δὲ εὐνηθῆναι ὁ ἐνεστὼς, εὐνῶ. ἐξ οὗ τὸ εὐνάζειν
παράγεται. (Vers. 385.) Τὸ δὲ
δὲ κύματ' ἔαξε τὰ τῶν ἄλλων δηλοῖ ἀνέμων. ἐπεί τοι καὶ ὁ βοῤῥᾶς ἐγείρει
κύματα. (Vers. 394.) Ὅτι
ἐθέλων ὁ ποιητὴς δηλώσειν ὅπως Ὀδυσσεὺς διετέθη ὁπηνίκα μεγάλου
ὑπὸ κύματος ἀρθεὶς εἶδε τὴν τῶν
Φαιάκων, φησίν. ὡς δ' ὅτ' ἂν ἀσπάσιος βίοτος παίδεσσι φανείη πατρὸς,
ὃς ἐν νούσῳ κεῖται κρα-
τέρ' ἄλγεα πάσχων (Vers. 396.) δηρὸν τηκόμενος. τηκεδόνος γὰρ αἰτία ἡ
νόσος. στυγερὸς δέ  
οἱ ἔχραε δαίμων, ἀσπάσιον δ' ἄρα τόν γε θεὸς κακότητος ἔλυσεν, ὣς
Ὀδυσσῆ' ἀσπαστὸν ἐείσατο γαῖα
καὶ ὕλη. (Vers. 398.) καὶ ἔστιν ἡ παραβολὴ, πρὸς μόνον τὸ πολὺ τῆς
ἡδονῆς. ἄλλως γὰρ, ἀνομοίως
ἔχει τῷ πράγματι. ἐκεῖ μὲν γὰρ, οἱ μηδὲν παθόντες παῖδες, χαίρουσιν ἐπὶ
τῷ πεπονθότι πολλά. ἐν-
ταῦθα δὲ, ὁ πολυπαθὴς Ὀδυσσεὺς χαίρει γῆν ἰδὼν τὴν ἐπ' αὐτῷ ἀπαθῆ.
οὐκοῦν πρὸς μόνην τὴν πολ-
λὴν χαρὰν ἡ παραβολή. (Vers. 397.) Καιρία δὲ λέξις ἐπὶ τοιούτου
πράγματος τὸ ἀσπάσιος.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 240, li.34

τῶν περισπωμένων ἐστὶν ὅτε κοινογραφεῖται, ὡς δῆλον ἐκ τοῦ, τί ποτε


οἰόμεθα τοὺς πάλαι ποτε Πυ-
θαγοριστὰς ῥυπᾶν. ὁ Ἀθήναιος δὲ οὕτω γράφει, ὅτι δὲ καὶ ῥυπῶ ῥυπώσω
ἐστὶν ἐν τρίτῃ συζυγίᾳ,
ἐδήλωσεν Ὅμηρος ἐν τῷ, τά μοι ῥερυπωμένα κεῖται. (Vers. 89.) Δινήεις
1156

δὲ ποταμὸς, ὁ καὶ αὐτὸς


ὡς πολλαχοῦ φαίνεται δινούμενός που καθὰ καὶ ἡ θάλασσα, ἤτοι δίνας
ἔχων. διὸ ἐρεῖ. βαθείῃ δ' ἔμ-
βαλε δίνῃ. (Vers. 90.) Τὸ δὲ τρώγειν, ὠνοματοπεποίηται ἐπὶ ἀλόγων,
τραχύτητα ἔχον καὶ ἑτερότητα
πολλὴν πρὸς τὸ ἐσθίειν ὅπερ ἐπὶ λογικῶν μάλιστα λέγεται. δῆλον δὲ ὡς
ἐκ τοῦ τρώγειν οὗ δεύτερος ἀό-
ριστος τὸ ἔτραγον, καὶ τράγος γίνεται, ζῷον τοῦτο βορώτατον, ὡς ἡ
ἐνάργεια δηλοῖ. ἵνα ᾖ τράγος,
ὁ ὡς εἰπεῖν φάγος. παράγωγα δὲ τοῦ τρώγειν καὶ τοῦ τραγεῖν, καὶ τὰ
τρωγάλια καὶ τὸ τράγημα καὶ τὸ
αὐτοῦ ῥῆμα τὸ τραγηματίζω, περὶ ὧν προδεδήλωται. ἀναλογία δὲ
τραγήματος. ὡς φαγήματος. ἵνα
ᾖ τραγῶ τραγήσω τράγημα. ὡς φαγῶ φαγήσω φάγημα. ᾧ σύστοιχον, καὶ
ἡ ἀλλαχοῦ φαγησιποσία.
(Vers. 91.) Ἡ δὲ ἄγρωστις βοτάνη ἣν ἀγρίαν ἡ κοινὴ γλῶσσα φησὶν, ὅτι
μηλιηδής ἐστιν ὅ ἐστι γλυ-
κεῖα, δῆλον. ἔστι δὲ καὶ διουρητική. καὶ φιλεῖται τοῖς ἀλόγοις ζῴοις.
Ἐσφόρεον δὲ ὕδωρ, ἀντὶ τοῦ
ἔφερον ἔσω τῶν πλυνῶν. ἐναντίον δὲ πρὸς τοῦτο, τὸ ἐκφορεῖν. (Vers.
92.) Τὸ δὲ στεῖβον, ἀντὶ, τοῦ,
ἐπάτουν. ἔτριβον τοῖς ποσίν. ὅθεν καὶ στίβος ἡ ὁδὸς ἡ καὶ τρίβος ὡς καὶ
ἀλλαχοῦ ἐδηλώθη. καὶ στι-
βὰς, ἡ καταπεπιλημένη στρωμνή. Τὸ δὲ θοῶς ἔριδα προφέρειν, δοκεῖ
ἐτυμολογία εἶναι τῆς ἐρίθου
καὶ συνερίθου. εἰ γὰρ καὶ παρὰ τὸ ἔριον ἐῤῥέθη γίνεσθαι ἡ ἔριθος, ἀλλ'
οὐκ ἀπίθανον, ἔριθον λέγε-
σθαι καὶ τὴν προφέρουσαν θοῶς ἔριδα. (Vers. 93.) Τὸ δὲ ῥύπα,
μεταπλασμὸν ἔπαθεν. ὡς γὰρ
ὁ ζυγὸς τὸ ζυγὸν καὶ τὰ ὅμοια, οὕτω καὶ ὁ ῥύπος τὸ ῥύπον. οὗ ἡ εὐθεῖα
παρὰ Θεοκρίτῳ, εἰπόντι, ἅπαν
ῥύπον. λέγει δὲ ῥύπα, τὰ ῥύπου μετέχοντα. (Vers. 94.) Τὸ δὲ πέτασαν,
δηλοῖ μὲν πάλιν τὸ ἥπλω-
σαν. ἔστι δὲ ἴσως καιριώτερον τοῦ. αἴθρη πέπταται. ἐκεῖνο γὰρ, ἐπὶ
μεγίστου πράγματος τέτραπται.
(Vers. 95.) λάϊγγας δὲ λέγει, τὰ σμικρὰ λιθάρια τὰ πρὸ τῶν χειλέων τοῦ
ποταμοῦ. (Vers. 96.)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.1, p. 294, li.41

τὸ πᾶν ἡρωϊκὸν γένος διπλοῖς ἀληθῶς λουτροῖς χρᾶται ὅσα τε φύσις


ἐμπυρεύει καὶ ὅσα τέχνη βαλα-
1157

νεύει ἀλλ' αὐτοὶ μὲν ποτὲ καὶ οὐδὲ πρὸς τρυφὴν, Φαίακες δὲ ἀεὶ φιλοῦσι
καὶ πρὸς ἁβρότητα δὲ
τὰ λοετρά. εἰ δὲ ταῦθ' οὕτως ἔχει καὶ ὁ Φαίαξ βασιλεὺς ἐπὶ τοιούτοις
ἐσεμνύνατο, πῶς ἄν τις ψέξοι
τὸν Ὀδυσσέα καὶ ἡγεμόνα Ἐπικούρῳ ἐρεῖ γενέσθαι τῆς πολυθρυλήτου
ἡδονῆς, ἐν οἷς ἔφη. οὐ γὰρ
ἔγωγέ τι φημὶ τέλος χαριέστερον καὶ ἑξῆς. δῆλον γὰρ ὅτι καθομιλῶν τοὺς
καιροὺς Ὀδυσσεὺς ὑπὲρ τοῦ
δοκεῖν ὁμοήθης εἶναι τοῖς Φαίαξιν ὥς φασι Μεγακλείδης ὑπερλαλῶν τοῦ
Ὀδυσσέως, τὸ ἁβροδίαιτον
αὐτῶν ἀσπάζεται οὗ μάρτυς ὁ βασιλεὺς ἐν ὁμίλῳ τρανώσας τὸν λόγον.
ἐνταῦθα δὲ χρήσιμον ἐκ
τῶν Ἀθηναίου, καὶ τὸ, ὦ τέκνον, ποντίου θηρὸς πετραίου ἤγουν
πολύποδος, χρωτὶ μάλιστα νόον προς-
φέρων, πάσαις πολίεσσιν ὁμίλει. τὸ παρεὸν δ' ἐπαινήσας, ἑκὼν ἄλλοτ'
ἀλλοῖα φρόνει. δῆλον γὰρ,
ὡς τοιοῦτον ἐν τοῖς εἰρημένοις καὶ τὸ τοῦ Ὀδυσσέως ἦθος, τοῖσιν
ἐφαρμοζουμένου ὅν κε δῆμον ἵκηται,
ὡς ἐν τῇ ε ῥαψῳδία προγέγραπται. ἀπὸ τούτων δὲ παραξέσασα καὶ ἡ
κοινὴ γλῶσσα, βούλεται τὸν φρο-
νοῦντα ἄνθρωπον ὅτε που ἐς ἀλλοτρίαν παραβαλεῖ, κατὰ τὸ ἐγχώριον
ζῶμα ζώνυσθαι καὶ αὐτόν.
(Vers. 249.) Ἐξημοιβὰ δὲ λέγει, τὰ, ἄλλο τε ἄλλα ἀμειβόμενα. ὃ καὶ
περιουσασμὸν Φαιακικοῦ
πλούτου δηλοῖ. Τὸ δὲ καὶ εὐναὶ, σεμνοῦ λόγου ἐστί. δηλοῖ γὰρ οὐχ'
ἁπλῶς κοίτας, ἀλλὰ καί τι πλέον,
εἰ χρὴ σεμνῶς φράσαι τὸ σεμνόν. Ὅτι δὲ καὶ Ὀδυσσεὺς καθομιλῶν τὸν
καιρὸν ἐπαινέσει τὸν τοιοῦτον βίοτον κεχαρισμένα λέγων τοῖς
ξενοδόχοις, μετ' ὀλίγα φανήσεται. ὅ που δῆλον ἔσται ὅτι Ὀδυσσεῖ  

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.2, p. 33, li.15

ἐρεῖ καὶ ὅτι ἀπὸ τοίχους λῦσε κλύδων τρόπιος. (Vers. 404.) Ὅρα δὲ ὅτι
γαιάων ἔφη πληθυντικῶς,
εἰ καὶ ἀρέσκει τοῖς παλαιοῖς μὴ εἶναι πληθυντικὸν τῆς γῆς, ὥς περ οὐδὲ
τῆς ἁλός. δοκεῖ δὲ τὰς νήσους
οὕτω λέγειν, ὡς δηλοῖ καὶ τὸ, Κρήτη τίς ἐστι γαῖα μέσῳ ἐν πόντῳ. (Vers.
405.) ἡ δὲ ὑπὲρ τῆς νηὸς
σταθεῖσα νεφέλη ἐκνεφίαν εἶναι παραδηλοῖ τὸν πνεύσαντα ἄνεμον. βίαιοι
δὲ οἱ τοιοῦτοι καὶ μεγάλην
κινοῦντες θύελλαν. (Vers. 409.) Ἐν δὲ τῷ, προτόνους ἀμφοτέρους, ὅρα
ὅτι τε ἀρσενικῶς οἱ πρότονοι,
1158

ὡς καὶ Ὀππιανὸς δηλοῖ, πρότονος νηὸς εἰπὼν ὁμοίως τῷ ἐπίτονος, καὶ ὅτι
οὐχ' ἁπλῶς πρότονος ἅπαν
σχοινίον, ἀλλὰ δύο τινὰ, περὶ ὧν καὶ προδεδήλωται. εἰ δὲ ῥαγέντων τῶν
προτόνων ἱστὸς ὀπίσσω ἔπεσε,
δῆλον ὅτι συνεκτικοὶ τοῦ ἱστοῦ οἱ πρότονοι. (Vers. 410.) ὁ δὲ ὀπίσω
πεσὼν ἱστὸς, (Vers. 411.)
ὃς καὶ τὴν τοῦ κυβερνήτου κατέαξε κεφαλὴν, ἀντίπρωρον πνεῦσαι δηλοῖ
ἄνεμον. (Vers. 412.) ἄν-
τλον δὲ ὁ τόπος ἔνθα ὕδωρ συῤῥέει τό, τε ἄνωθεν καὶ τὸ ἐκ τῶν
ἁρμονιῶν. (Vers. 411.) ὃ δὴ ἀντλίαν
ἡ κοινὴ γλῶσσα φησὶν, ἔτι δὲ καὶ ἡ παλαιὰ, ὡς δηλοῖ ὁ εἰπὼν οὕτως·
ἄντλος, ἀντλία, δεξαμενή.
λέγεται δέ, φησι, καὶ γαῦλος ἡ ἀντλία. ἐντεῦθεν δὲ καὶ τὸ ἀγγεῖον, ᾧ
ἀντλεῖται τὸ τοιοῦτον ὕδωρ, ἀν-
τλίον, φασὶν, ἐκαλεῖτο, κατὰ δέ τινας καὶ ἀντλιαντλητήρ. λέγει οὖν τῶν
τις παλαιῶν, ὅτι ἀντλιαντλη-
τῆρα, κάδδον δὲ οὐ δεῖ λέγειν. χρῆσις δὲ τοῦ ἄντλου καὶ παρὰ τῷ
Ὀππιανῷ. (Vers. 412.) Τὸ δὲ
ἀράσσειν τραχύτερον τοῦ λακεῖν. διὸ καὶ τὸ, ἔλακεν ὀστέα, λειοτέραν
ἔχει φωνὴν τοῦ ἄραξεν ὀστέα.
(Vers. 413.) Ἀρνευτὴρ δὲ ὅτι ὁ κυβιστητὴρ λέγεται, καὶ ὅτι ἐκ τῶν ἀρνῶν
ἡ λέξις παράγεται, ἐν τοῖς
εἰς τὴν Ἰλιάδα ἐδηλώθη. (Vers. 414.) Ἐν δὲ τῷ, κάππεσεν ἀπ' ἰκριόφιν, τὰ
περὶ τὴν πρύμναν ἴκρια
δηλοῖ. ὡς δὲ καὶ περὶ πρώραν καὶ περὶ τὸ μέσον εἰσὶ, προδεδήλωται. Τὸ
δὲ ἀγήνωρ εἰκῇ παρέῤῥιπται
πρὸς ἐντέλειαν ἔπους ἐν τῷ, λίπε δ' ὀστέα θυμὸς ἀγήνωρ. (Vers. 415.)

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.2, p. 73, li.37

ἦν, ἐφόλκαιον τὸ πηδάλιον λέγει, ὡς ἀρέσκει τοῖς παλαιοῖς, παρὰ τὸ


ἐφέλκεσθαι τῇ νηΐ. διὸ καὶ ξεστὸν
αὐτό φησιν, οὐ μὴν γλαφυρὸν ἢ μέλαν ἢ ἄλλο τι τῶν ταῖς ναυσὶν
ἐπιτιθεμένων, ἐφόλκιον μέντοι,
εἶδος πλοίου παρά τε τῷ γεωγράφῳ· φησὶ γάρ· ἐφόλκια δύο λέμβοις
λῃστρικοῖς ὅμοια καὶ πλοῖον
μέγα, καὶ παρὰ Παυσανίᾳ εἰπόντι· λέμβος καὶ ἐφόλκιον, σκάφος ἢ
πλοῖον. τὸ δ' αὐτὸ ἐφόλκιον καὶ
ἐφολκίδα λέγει ὁ τὰ ἐρωτικὰ παίξας Ἀλεξανδρεὺς ῥήτωρ, πλεονάσας τῇ
λέξει διὰ τὸ καίριον. δῆλον
δὲ ὅτι τε λέμφος διὰ τοῦ φ οὐ μὴν διὰ τοῦ βῆτα ἡ πεπηγυῖα μύξα κατὰ
τοὺς παλαιοὺς ἐκ τῶν μυκτή-
1159

ρων· ὅθεν καὶ λέμφος ὁ εὐήθης. ἐπειδή, φασιν, εἰς μωρίαν διέσκωπτον
τοὺς ῥεομένους ἐκ τῶν μυκτή-
ρων. ὅθεν καὶ ἀπομύξαι τινὰ τὸ ἐξαπατῆσαι, καὶ ὅτι καὶ τὰ μυξώδη κρέα
λέμφοι ἐκαλοῦντο, καὶ ὅτι
ὥς περ ὁ λέμφος ὁ προσεχῶς ῥηθεὶς καινὴ καὶ τοῖς πολλοῖς ἀσυνήθης
λέξις ἐστὶν, οὕτω καὶ ὁ παρὰ τῷ
κωμικῷ Κρατίνῳ σάννας. αὐτὸς μέντοι οὐ τὸν εὐήθη ἁπλῶς δηλοῖ, ἀλλὰ
τὸν μωρὸν, ὃν ἴσως ἡ κοινὴ
γλῶσσα τζαννὸν λαλεῖ. δόξοι δ' ἂν εἰλῆφθαι ἡ λέξις ἀπὸ τῶν Ἀσιανῶν
σάννων, οὓς οἱ ἰδιῶται τζάν-
νους καλοῦσι, βαρβαρικοὺς ὄντας καὶ, ὡς εἰκὸς, εὐήθεις δι' ἀπαιδευσίαν.
ὁ δὲ τὸν σάνναν τοῦτον παρα-
σημηνάμενος Ἀριστοφάνης ὁ γραμματικὸς καὶ ἄλλας ἐκτίθεται
καινοφώνους λέξεις, οἷον, ἀσίλλαν, σκεῦός
τι ἰχθυηρὸν, οὗ χρῆσις παρὰ Σιμωνίδῃ ἐν τῷ, πρόσθε μὲν ἀμφ' ὤμοισιν
ἔχων τρηχεῖαν ἀσίλλαν, ἰχθῦς
ἐξ Ἄργους ἐς Τεγέην ἔφερε. προφέρει δὲ καὶ τὸ, μοιχὴ καὶ μοιχὶς
ἀσυνήθη, δι' ὧν δηλοῦται ἡ μοι-
χαλὶς, καὶ τὸ στεγανόμιον, ὃ δηλοῖ, φασὶ, παρ' ἡμῖν μὲν τὸν τόπον ἐν ᾧ
ἑστιῶνται, παρ' Ἀττικοῖς δὲ
τὸν μισθὸν τοῦ πανδοχείου· καὶ τὸ ἐπικοκκάζειν ὕβρει, ἢ κατά τινας
ἐπιμηκάζειν, ὅθεν παρὰ Ἀριστο-
φάνει τὸ, ἀοιδὸς ἐπικοκκάστρια. λέγει δὲ καὶ λαπίζειν παρὰ Σοφοκλεῖ τὸ
συρίζειν καὶ βαυβᾶν τὸ κοι-
μᾶσθαι, οἷον· ἡ δὲ προὐκαλεῖτό με βαυβᾶν μετ' αὐτῆς. ὅθεν, φησὶ, καὶ
παρὰ Κρατίνῳ τὸ, λόγος τις
ὑπῆλθ' ἡμᾶς ἀμαθὴς συβαύβαλος.

Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου Οδύσσεια. Vol.2, p. 148, li.22

δεις. ἐντεῦθεν γὰρ ἐπ' ἀνθρώπων κύνεον ἦθος λέγεται· καὶ κυνάμυια
σκώπτεται ἡ θρασεῖα γυνή· καὶ
κύων ἀδεὴς ἡ αὐτὴ λέγεται. τρόπον δὲ ἄλλον ἄμφω ταῦτα τὸν κυνικὸν
φιλόσοφον ἐμεθώδευσαν, ὃς
ἐφίλει τε τοὺς ὀρθὰ πεπαιδευμένους ὑποσαίνων καὶ οἷον κνυζώμενος
εὐνοϊκώτερον, καὶ αὖ πάλιν καθυ-
λάκτει τῶν ἑτέρως διακειμένων. ἐκεῖθεν κύων τροπικῶς καὶ ὁ κατὰ
θάλασσαν ἄγριος ὢν, ὡσεὶ καὶ κύνες
Εὐμαίου, οἳ μικροῦ τὸν ἀλήτην Ὀδυσσέα κατεσπάραξαν. τοιαύτη δέ τις
τροπὴ καὶ ἡ κατὰ τὸν οὐράνιον
κύνα, ὃν τολμήσοι ἄν τις καὶ λυσσητῆρα σκῶψαι διὰ τὸ ἐν τῇ κατ' αὐτὸν
ἐπιτολῇ πολὺ Ὁμηρικῶς εἰπεῖν
1160

φλέγμα, ἔτι δὲ ὁμοίως φάναι, πυρετόν. ὡς δὲ κύων καὶ τῇ κωμῳδίᾳ


ἐνέτηξε σκῶμμα γυναικεῖον, τὴν
εἰρημένην κύνειραν ἤγουν τὴν τὸν κύνα εἰρύουσαν, ὅ πέρ ἐστιν
ἐφελκομένην, ὃν δὴ κύνα χοῖρον ἄλλη
κωμῳδία φησὶ, παλαιὰ χρῆσις δηλοῖ, ἐμφαίνουσα πρὸς ὁμοιότητα τοῦ
κυνόσουρα εἰρῆσθαι καὶ τὸ
κύνειρα. ἔτι ἀπὸ κυνὸς λέγεται συντεθεῖσθαι παρὰ Σοφοκλεῖ καὶ ἡ
κύναρος ἄκανθα, ἡ καὶ κυνάρα, διὰ
τοῦ υ ψιλοῦ, ἣν ἡ κοινὴ γλῶσσα κυνόσβατον ἐν λέξει μιᾷ ἢ κυνὸς βάτον
ἐν παραθέσει ὀνομάζειν οἶδεν.
αἰνιττόμενος δέ τις εἶπεν αὐτὴν, ὡς ὁ Ἀθήναιος καὶ αὐτὸ ἱστορεῖ, ξυλίνην
κύνα διὰ τὸ ἀκανθῶδες τοῦ
φυτοῦ καὶ τραχύ. ὁ δ' αὐτὸς προσιστορεῖ καὶ ὅτι χρησμὸν λαβών τις
οἰκίζειν πόλιν, ἔνθα ὑπὸ ξυλίνης
κυνὸς δηχθῇ, καταμυχθεὶς τὴν κνήμην ὑπὸ κυνοσβάτου ἔκτισεν ἐκεῖ
πόλιν. δῆλον δ' ὅτι βάτου εἶδος
καὶ ἡ κυνόσβατος αὕτη. ἧς ἡ βραχυτέρα σμίλαξ ὑπὸ τῶν
κοινολεκτούντων λέγεται, ἄλλη αὐτὴ οὖσα
παρὰ τὴν δίχα τοῦ σίγμα παρὰ τῷ κωμικῷ μίλακα· ἐκείνη γὰρ βοτάνη
ἐστὶν, ᾗ κατὰ τὸν τεχνικὸν τὸ
μίλινον χρῶμα παρονομάζεται· καὶ τοιαύτη μὲν ἡ διὰ τοῦ υ κυνάρα ἢ
κύναρος, ἡ κατὰ τὸ ἔτυμον τοῦ
ὀνόματος κυνὸς ἀρὰν, ὅ πέρ ἐστι βλάβην, ἐνιεῖσα· ἡ δὲ διὰ τοῦ ἰῶτα
κινάρα ἑτεροίως ἔχει·

Eustathius Philol., Scr. Eccl., Commentarium in Dionysii periegetae


orbis descriptionem Sec. 1082, li.5

σθητα· ὡς καὶ ὅτε ὁ Ποιητὴς ἐπὶ ὅπλων τὸ γανοῦσθαι


λέγει, καὶ τὴν χθόνα γελᾶν. Καὶ ἔστι τοῦτο μετα-
γωγὴ πράγματος ἀπὸ τῶν ὁρώντων ἐπὶ τὰ ὁρώ-
μενα. Γεγήθασι γὰρ πάντως καὶ γανόωσι καὶ γελῶσιν
οὐ τὰ ὅπλα οὐδὲ ἡ γῆ οὐδὲ οἱ καρποὶ ἀλλ' οἱ βλέποντες
αὐτά.
 Ὅτι περὶ τὴν Περσικὴν θάλασσαν μέγα ἔθνος
οἱ Καρμανοὶ, ἔνθα ποταμὸς ψήγματα καταφέρων χρυ-
σοῦ· καὶ μέταλλα δέ εἰσιν αὐτόθι ἀργύρου καὶ χαλκοῦ
καὶ μίλτου· καὶ ὄρη δύο κατὰ τὸν Γεωγράφον, τὸ μὲν
ἀρσενικοῦ, ὅπερ ἀρσενίκιον ἡ κοινὴ γλῶσσά φησι, τὸ
δὲ ἁλός. Γίνεται δὲ, φασὶν, αὐτόθι καὶ βότρυς πολλάκις
δίπηχυς, πυκνόρρωγός τε καὶ μεγαλόρρωγος. Εἰς θερ-
μότητα δὲ κατὰ γλῶσσαν ἐγχωρίαν ἡ Καρμανία ἑρ-
1161

μηνεύεται.
 Ὅτι πρὸς ἀνατολὰς τῶν Καρμανῶν ἡ τῶν
Γεδρωσῶν ἕλκεται γῆ, γείτων ὠκεανοῦ μεγακήτεος.
Τούτων ἡ χώρα Γεδρωσία, ὥστε αὐτοὺς ἀναλογώτερον
καλεῖσθαι Γεδρωσιανοὺς κατὰ τὸν Γεωγράφον. Λέ-
γονται δὲ καὶ Γεδρωσηνοί. Ἀκαρπίᾳ δὲ ἡ Γεδρωσία
κατέχεσθαι λέγεται πολλάκις, καὶ διὰ τοῦτο τοῖς αὐ

Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα. Γραμματική τέχνη. , Scholia Marciana


(partim excerpta ex Heliodoro, Tryphone, Diomede, Stephano, Georgio
Choerobosco, Gregorio Corint P. 303, li.3

λάχησιν οὐ τῶν Ῥηγίνων εἰσίν, ἀλλὰ τῶν Ἰώνων.  – Καὶ οὗτοι μὲν οἱ
τρόποι. Ἐπεὶ
δὲ ὁ τρόπος λέξεών ἐστι φράσις, εἴπωμεν καὶ τί ἐστι φράσις. Φράσις ἐστὶ
λόγος
etc. = Tryphonis de tropis apud Spengelium III 191, 3 – 13 (ἀναγκαῖον).
Τρίτον γλωσσῶν τε καὶ ἱστοριῶν.] Τὸ τρίτον μέρος τῆς γραμμα-
τικῆς ἐστιν ἡ σύντομος ἀπόδοσις ἤγουν ἀπόκρισις τῶν τε γλωσσῶν καὶ
ἱστο-
ριῶν. Ἰστέον δὲ ὅτι διαφέρει διάλεκτος γλώττης, ὅτι ἡ μὲν διάλεκτος
ἐμπεριεκτική ἐστι γλωσσῶν [τε καὶ ἱστοριῶν]· Δωρὶς γὰρ διάλεκτος μία,
ὑφ' ἥνἰσι γλῶσσαι πολλαί, Ἀργείων, Λακώνων, Συρακουσίων,
Μεςςηνίων, Κορινθίων· καὶ Αἰολὶς μία, ὑφ' ἥν εἰσι γλῶσσαι πολλαί,
Βοιωτῶν καὶ Λεσβίων καὶ ἄλλων. Καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν διάλεκτοι μέν εἰσι
πέντε, Ἰάς, Ἀτθίς, Δωρίς, Αἰολίς, κοινή, γλῶσσαι δὲ πολλαί.
Συμβάλλεται δὲ ἡ γλῶσσα πρὸς ὀρθογραφίαν καὶ ἐτυμολογίαν. Ἱστορία
δέ ἐστι παλαιῶν πράξεων ἀφήγησις.
Διομήδους.  – Τρίτον γλωσσῶν τε καὶ ἱστ. etc. = Σd 14, 13 – 22.
Τέταρτον ἐτυμολογίας εὕρεσις.] Τὸ τέταρτον μέρος τῆς γραμ-
ματικῆς ἡ τοῦ ἐτύμου, τουτέστι τοῦ ἐν τῇ λέξει ἀληθοῦς, ἀνάπτυξις·
ἔτυμον γὰρ τὸ ἀληθές, καὶ ἡ ἐτυμολογία ἐν τῷ σημαινομένῳ τὸ ἀληθὲς
καταλαμβάνει, ὡς ἐν τῷ οὐρανός λέγομεν, οὐρανὸς γὰρ ὅρος τίς ἐστιν.
Ἰστέον δὲ ὅτι οὐ μέρος τῆς γραμματικῆς τὸ ἐτυμολογικόν, ἀλλὰ μέρους
μόριον τοῦ ἐξηγητικοῦ.
Τοῦ αὐτοῦ εἰς τὸ αὐτό.  – Τέταρτον ἐτυμολογίας εὕρεσις.]
Πρῶτον ὁ εἰσαγόμενος μανθάνει, ὅτι μῆνιν βαρυτόνως δεῖ ἀναγινώσκειν·

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ

Etymologicum Magnum, 151, 152, 154, 971, 1116


155, 156, 157, 158, 224, 458, 459, 970, Imperialism, 4
1162

Language, 4 269, 338, 419, 458, 553, 555, 558, 755,


Αθανάσιος θεολόγος, 101, 238, 338, 339, 793, 971
398, 522, 523, 524, 708, 709, 710, 711, γλωσσῶν, 108, 109, 161, 162, 232, 239,
712, 713, 714, 1071 247, 988, 1150
Αθηναίος Δειπνοσοφιστές, 206, 207, 208, γλῶττα, 11, 12, 48, 49, 51, 60, 61, 88, 107,
232, 558, 559, 560, 572, 573, 1087 167, 203, 256, 415, 436, 450, 821, 911,
Αίλιος Ηρωδιανός, 63, 64, 65, 66, 67, 68, 949
69, 70, 72, 73, 74, 75, 76, 209, 210, 261, γλῶτται, 57, 167, 501, 504, 510, 566, 938
365, 507, 589, 590, 591, 592, 593, 594, γλῶτταν, 12, 30, 48, 60, 61, 117, 235, 268,
1088 433, 438, 449, 450, 538, 790, 1128
Αἰολικῶν ἰδιωμάτων, 100, 688 γλώττῃ, 11, 12, 43, 60, 61, 87, 117, 120,
Αἰολὶς ἡ διάλεκτος, 185 178, 235, 262, 264, 268, 743, 911
Αμμώνιος, 120, 219, 299, 300, 301, 302, γλώττης, 18, 36, 51, 86, 107, 117, 118,
303, 304, 305, 306, 307, 308, 437, 438, 145, 161, 162, 164, 165, 166, 235, 262,
439 299, 358, 360, 392, 393, 398, 407, 415,
Άννα Κομνηνή Αλεξιάς, 41, 42, 548, 549 433, 452, 460, 647, 725, 821, 872, 873,
Απολλώνιος Δύσκολος, 20, 21, 22, 23, 24, 906, 907, 913, 938, 949, 950, 954, 985,
25, 59, 259, 513, 514, 515, 583, 584, 986, 1055, 1071, 1117, 1150
585, 586, 587, 588, 589 γραμματικός, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 138,
Αριστοτέλης, 5, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 139, 140, 141, 142, 229, 230, 247, 513,
17, 60, 61, 62, 63, 208, 259, 260, 498, 514, 515, 530, 531, 564, 565, 626, 959,
499, 500, 501, 502, 503, 504, 505, 506, 960, 961, 962, 963, 964, 965, 966, 1045
508, 509, 510, 511, 512 Γρηγόριος Ναζιανζηνός, 29, 30, 277, 522
Αρκάδιος γραμματικός, 31, 32, 33, 527, Γρηγόριος Νύσσης, 28, 276, 386, 387,
528, 529, 530 388, 389, 390, 391, 518, 672, 673, 674,
Αρποκρατίων, 18, 19, 564, 565 675, 676, 677, 678, 679, 680, 681
Ἀττικῆς διαλέκτου, 559, 563, 566 Δαμάσκιος, 914, 915, 916, 917, 918, 919,
Βασίλειος θεολόγος, 103, 283, 284, 399, 920, 921, 922, 923, 924, 926, 928, 929,
400, 401, 718, 719, 720, 721, 722, 723, 930, 931, 932
724, 725, 726, 727, 728, 729, 730 δημώδης, 113, 486, 1087, 1088, 1089,
Βασίλειος Καισαρείας, 30, 524, 525 1090, 1091, 1092, 1093, 1094, 1095,
Βοιωτῶν διάλεκτος, 147, 154 1096, 1098, 1099, 1101, 1102, 1103,
Γαληνός ιατρός, 48, 49, 50, 254, 255, 1105, 1106, 1107, 1108, 1109, 1110,
256, 257, 264, 362, 574, 611, 1055 1111, 1112, 1113, 1114, 1115, 1117,
Γεώργιος Ακροπολίτης, 839, 840, 841, 1118, 1119, 1120, 1121, 1122, 1124,
842, 843, 844 1125, 1126, 1127, 1128
Γεώργιος Χοιροβοσκός, 138, 139, 140, διαλεκτικός, 137, 573, 666
141, 142, 959, 960, 961, 962, 963, 964, διάλεκτο, 9, 551, 569
965, 966 διάλεκτοι, 6, 13, 15, 21, 40, 83, 105, 106,
γλώσσα, 5, 6, 8, 569, 1130 159, 160, 161, 162, 164, 205, 225, 981,
γλῶσσα· ἡ γνῶσιν ἔχουσα, 457, 969 985, 988, 1150
γλῶσσα· τὸ φωνητικὸν ὄργανον, 457, 969 Διάλεκτοι, 6
γλῶσσαι, 161, 162, 164, 225, 460, 472, διαλέκτοις, 20, 22, 23, 26, 30, 33, 77, 83,
938, 985, 1150 167, 522, 567
γλῶσσαν, 30, 40, 104, 118, 205, 233, 235, διαλεκτολογία, 5
236, 237, 241, 340, 391, 418, 419, 459, διάλεκτον, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17,
755, 1047, 1101, 1150 18, 20, 24, 26, 27, 29, 30, 31, 32, 33, 34,
γλώσσας, 4, 5, 6, 9, 569, 846, 938 36, 37, 38, 42, 43, 44, 50, 53, 56, 58, 63,
γλώσσης, 1, 27, 28, 36, 87, 88, 110, 158, 69, 70, 75, 83, 87, 90, 98, 103, 107, 108,
232, 234, 235, 236, 237, 238, 240, 267, 117, 118, 138, 139, 164, 166, 167, 189,
225, 226, 230, 251, 253, 261, 351, 352,
1163

377, 378, 379, 383, 435, 436, 437, 438, Διόδωρος Σικελός, 363, 575, 576, 577,
439, 495, 496, 596, 647, 652, 653, 793, 578, 1056
938, 966, 971, 983, 985, 1069, 1071 Διονύσιος Αλικαρνασσέας., 53, 54, 55,
διάλεκτος, 5, 8, 9, 10, 11, 12, 14, 15, 16, 56, 57, 58, 364, 579, 580, 581, 582
20, 21, 26, 28, 36, 39, 41, 44, 45, 47, 48, Δωριέων διάλεκτος, 143
49, 51, 52, 53, 54, 55, 57, 58, 59, 60, 61, Δωριέων διάλεκτός, 67, 74, 145, 153
62, 65, 66, 67, 68, 69, 70, 73, 75, 77, 78, Δωρικὴ διάλεκτος, 171
79, 80, 81, 82, 83, 84, 85, 86, 87, 88, 89, Δωρὶς διάλεκτος, 108, 109, 167
90, 91, 92, 93, 94, 95, 97, 98, 99, 100, Ἑβραίων διάλεκτον, 103
102,103, 105, 106, 107, 108, 109, 110, ἔναρθρον, 27, 44, 90, 251, 275, 351, 352,
111, 112, 113, 114, 115, 116, 117, 118, 353, 354, 355, 358, 359, 360, 363, 366,
119, 120, 121, 123, 124, 125, 126, 128, 369, 373, 374, 375, 376, 377, 378, 379,
129, 130, 132, 134, 135, 137, 138, 139, 383, 385, 387, 388, 389, 390, 391, 394,
140, 141, 142, 143, 144, 145, 146, 149, 400, 402, 403, 407, 408, 411, 412, 418,
151, 152, 154, 155, 156, 157, 158, 159, 419, 430, 433, 434, 439, 448, 450, 451,
160, 161, 162, 163, 164, 165, 166, 167, 454, 456, 457, 458, 459, 460, 461, 462,
168, 169, 170, 171, 173, 174, 175, 176, 473, 483, 484, 488, 490, 491, 492, 493,
177, 178, 180, 181, 182, 183, 184, 185, 494, 496, 764, 969
186, 188, 189, 190, 191, 192, 193, 195, ἔναρθρος, 44, 226, 250, 251, 288, 350,
196, 197, 198, 199, 200, 201, 202, 203, 361, 362, 382, 384, 386, 389, 390, 391,
204, 205, 210, 259, 383, 558, 569, 685, 395, 396, 397, 398, 406, 409, 410, 413,
686, 688, 971, 985, 986, 1013, 415, 416, 417, 420, 421, 422, 423, 424,
1079,1083, 1087, 1108, 1150 425, 426, 427, 428, 429, 435, 436, 441,
διάλεκτος Ἰώνων, 175, 176, 188, 191, 193 442, 443, 444, 445, 448, 449, 452, 464,
Διάλεκτος φωνὴ ἀνθρώπου ἐγγράμματος, 467, 468, 469, 470, 471, 472, 474, 487,
53 490, 491, 495, 647
διαλέκτου, 5, 6, 10, 13, 14, 15, 16, 17, 19, ἐνάρθρου φωνῆς, 367, 464, 465, 486
21, 22, 23, 25, 27, 28, 29, 32, 33, 34, 36, ἐνάρθρους, 273, 353, 356, 357, 358, 361,
39, 41, 42, 43, 63, 86, 88, 90, 91, 92, 93, 362, 368, 374, 380, 381, 382, 388, 410,
96, 97, 103, 107, 115, 116, 122, 129, 438, 466
139, 145, 164, 167, 179, 203, 205, 206, Επιμερισμοί, 173, 174, 176
247, 261, 322, 388, 417, 435, 437, 445, Ερμίας, 540, 755, 756, 757, 758, 759,
460, 467, 552,558, 561, 562, 563, 564, 760, 1098, 1099
565, 566, 567, 568, 685, 938, 940, 966, ἐτυμολογία, 98, 144, 149, 158, 161, 162,
982, 983, 985, 987, 988, 1014, 1027, 163, 164, 971, 984, 1145, 1150
1045 ἐτυμολογίας, 161, 162, 1150
διαλέκτους, 4, 6, 9, 18, 22, 25, 34, 35, 40, Εύαγριος, 349, 461, 462
83, 103, 105, 107, 108, 109, 118, 159, Ευσέβιος, 94, 391, 392, 393, 519, 520,
168, 238, 239, 419, 460, 551, 552, 553, 521, 682, 683, 1069, 1070
554, 555, 556, 557, 558, 569, 570, 571, Ευστάθιος, 123, 124, 126, 127, 128, 129,
612, 821 130, 132, 133, 134, 135, 222, 241, 446,
διαλέκτων, 5, 9, 35, 40, 50, 65, 76, 83, 99, 447, 550, 551, 881, 882, 883, 884, 933,
169, 207, 208, 209, 210, 222, 223, 224, 934, 935, 936, 937, 938, 939, 1080,
226, 227, 228, 230, 231, 474, 569, 590, 1130, 1131, 1132, 1135, 1136, 1137,
594, 671, 686, 938, 984 1138, 1139, 1140, 1141, 1142, 1143,
Δίδυμος Καίκος, 342, 343, 344, 408, 525, 1144, 1145, 1146, 1147, 1148
526, 748, 749, 750, 751, 752 Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, 550, 551
Διογένης λαέρτιος, 44 Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου
Διογένης Λαέρτιος, 206, 249, 250, 251, Ιλιάδα, 123, 124, 126, 127, 128, 129,
252, 350, 351, 494, 495, 570, 571, 1047 130, 222, 933, 934, 935, 936, 937,
1164

1080, 1130, 1131, 1132, 1135, 1136, ἰδιώμασι, 457, 640, 676, 677, 678, 679,
1137, 1138, 1139, 1140, 1141 704, 741, 742, 769, 771, 794, 795, 812,
Ευστάθιος. Σχόλια στην Ομήρου 814, 839, 841, 842, 844, 846, 854, 855,
Οδύσσεια, 131, 132, 133, 134, 135, 887, 895, 911, 955, 969, 980, 1045
241, 446, 447, 938, 939, 1080, 1142, ἰδιώμασιν, 584, 645, 646, 657, 658, 659,
1143, 1144, 1145, 1146, 1147, 1148 680, 696, 698, 725, 762, 765, 779, 780,
Ησύχιος, 136, 137, 138, 448, 941, 942, 788, 789, 801, 816, 844, 857, 899, 953,
943, 944, 1115 955, 956, 957, 974, 977, 996, 1009,
Θεοδόσιος γραμματικός, 95, 96, 97, 98, 1037, 1038, 1042
99, 100, 277, 394, 395, 396, 684, 685, ἰδιώματα, 570, 571, 572, 577, 586, 590,
686, 687, 688, 689 594, 595, 598, 600, 601, 602, 603, 604,
Θεοδώρετος, 448, 449, 450, 944, 946, 605, 607, 609, 610, 613, 618, 619, 626,
947, 948, 949 627, 628, 632, 634, 635, 638, 639, 642,
Θεόδωρος Στουδίτης, 776, 777, 778, 644, 646, 648, 649, 650, 653, 657, 658,
779, 780, 781, 782, 783 659, 662, 665, 670, 671, 673, 674, 675,
ιδίωμα, 1, 5, 6, 9, 569, 570 680, 681, 684, 686, 690,691, 693, 694,
ἰδίωμα, 28, 34, 97, 109, 145, 158, 165, 695, 696, 697, 698, 699, 701, 703, 704,
166, 182, 572, 573, 574, 577, 579, 581, 706, 716, 719, 721, 722, 726, 730, 732,
584, 585, 586, 587, 588, 591, 592, 593, 736, 739, 740, 743, 745, 749, 751, 760,
595, 597, 598, 599, 600, 601, 602, 603, 761, 762, 767, 773, 774, 775, 776, 781,
604, 612, 614, 615, 618, 620, 621, 622, 782, 783, 784, 785, 786, 787, 806, 807,
623, 624, 625, 627, 629, 630, 631, 632, 809, 811, 813, 814, 817, 826, 836, 840,
636, 637, 639, 641, 643, 645, 654, 655, 841, 845, 847, 848, 849, 850, 851, 853,
656, 658, 659, 661, 664, 665, 667, 668, 857, 858, 859, 860, 861, 866, 876, 883,
671, 672, 673, 674, 675, 681, 682, 683, 886, 887, 890, 892, 899, 909, 910, 934,
685, 687, 689, 690, 692, 694, 700, 701, 936, 939, 945, 949, 958, 963, 964, 965,
702, 703, 705, 706, 708, 710, 711, 713, 975, 981, 984, 989, 990, 991, 995,
714, 715, 718, 720, 721, 723, 725, 729, 1006, 1010, 1016, 1028, 1033, 1035,
734, 735, 737, 738, 740, 741, 742, 745, 1037, 1039, 1041
753, 754, 755, 756, 757, 758, 759, 763, ἰδιώματι, 18, 28, 571, 612, 615, 623, 661,
764, 768, 770, 772, 776, 777, 778, 779, 724, 725, 728, 779, 780, 862, 876, 906,
780, 783, 784, 790, 791, 792, 793, 797, 907, 908, 909, 912, 916, 925, 945, 966,
798, 799, 800, 804, 805, 806, 807, 808, 1030, 1032
809, 810, 817, 818, 820, 821, 822, 823, ἰδιώματος, 583, 587, 588, 589, 611, 622,
824, 827, 829, 830, 831, 837, 854, 855, 623, 629, 634, 672, 673, 674, 675, 684,
856, 862, 863, 864, 865, 867, 870, 871, 692, 697, 707, 713, 717, 733, 734, 735,
872, 873, 874, 877, 878, 880, 881, 885, 756, 763, 764, 765, 771, 793, 805, 806,
888, 889, 891, 892, 894, 896, 897, 898, 826, 832, 864, 872, 873, 900, 904, 925,
901, 902, 903, 904, 905, 906, 907, 910, 931, 952, 959, 961, 984, 992, 1011,
912, 913, 914, 915, 917, 918, 920, 921, 1015, 1018, 1025, 1026, 1044, 1047
922, 926, 929, 932, 937, 938, 940, 941, ἰδιωμάτων, 100, 412, 429, 575, 576, 578,
942, 943, 944, 946, 947, 948, 949, 950, 580, 582, 596, 597, 606, 607, 608, 609,
953, 960, 961, 962, 963, 964, 966, 967, 610, 613, 616, 617, 621, 633, 642, 647,
968, 970, 971, 973, 974, 976, 977, 978, 651, 652, 653, 663, 666, 669, 677, 678,
982, 983, 986, 987, 988, 993, 998, 999, 679, 686, 687, 698, 701, 707, 709, 714,
1000, 1001, 1002, 1003, 1004, 1006, 718, 722, 728, 731, 736, 737, 738, 746,
1007, 1013, 1014, 1017, 1019, 1020, 747, 753, 754, 761, 764,766, 767, 770,
1021, 1022, 1023, 1024, 1025, 1026, 775, 781, 782, 785, 786, 787, 796, 800,
1027, 1030, 1031, 1032, 1033, 1034, 801, 802, 803, 804, 813, 819, 820, 828,
1035, 1036, 1037, 1038, 1043, 1046 829, 830, 831, 833, 834, 837, 838, 843,
Ἰδίωμα Ἀττικόν, 1002 850, 851, 855, 867, 868, 869, 870, 876,
1165

879, 882, 883, 884, 891, 896, 899, 900, κοινολογίαν, 1049, 1051, 1052, 1054,
919, 923, 924, 951, 952, 954, 972, 974, 1057, 1059, 1060, 1061, 1066, 1068,
979, 986, 989, 991, 992, 994, 997, 998, 1071, 1074, 1075, 1076, 1078, 1081,
1005, 1008, 1011, 1012, 1036, 1040, 1082, 1084, 1086
1041, 1042, 1044, 1045 κοινολογίας, 1048, 1052, 1054, 1057,
Ιμπεριαλισμός, 4 1058, 1060, 1062, 1068, 1070, 1071,
Ιούλιος Πολυδεύκης, 82, 265 1073, 1075, 1083
Ιωάννης Δαμασκηνός, 37, 241, 287, 288, Κοσμάς Ινδικοπλεύστης, 905, 906, 907,
420, 421, 422, 423, 424, 425, 426, 427, 908, 909, 910, 911, 912, 913, 914
428, 429, 543, 804, 805, 806, 807, 808, Κύριλλος, 34, 35, 451, 452, 538, 539, 540,
809, 810, 811, 812, 813, 814, 815, 816 786, 787, 951, 952, 953, 954, 955, 956,
Ιωάννης Ζωναράς, 114, 115, 116, 433, 957, 958, 1081, 1082, 1122
828, 829, 830, 831, 833, 834, 835, 836, Κύριλλος Αλεξανδρινός, 34, 35, 538, 539,
837, 838, 1109, 1110, 1111, 1112 540
Ιωάννης Λαυρέντιος Λϋδος, 410, 763 Κωνσταντίνος Μανασσής, 43, 549
Ιωάννης Φιλόπονος, 117, 118, 119, 218, λαλεῖ, 16, 63, 239, 358, 784, 1130, 1132,
291, 292, 293, 294, 295, 296, 297, 298, 1134, 1148
299, 434, 435, 436, 437, 868, 869, 870, λαλεῖν, 11, 36, 239, 411, 433, 447, 834,
871, 872, 873, 874, 1113 949, 979
Ιωάννης Χρυσόστομος., 33, 239, 286, Λεξικόν Ακαδημίας Αθηνών, 8
340, 341, 406, 407, 408, 531, 532, 533, Λεξικόν Γ. Μπαμπινιώτη, 5
534, 535, 536, 537, 740, 741, 742, 743, Λεξικόν Δημητράκου, 7
744, 1097 λέξις, 30, 44, 54, 57, 82, 83, 84, 90, 114,
Ἰωνικὴ διάλεκτος, 136, 187 124, 184, 197, 242, 250, 251, 252, 261,
Ἰωνικὴ ἡ διάλεκτος, 148 275, 290, 351, 383, 393, 436, 441, 442,
Καινή Διαθήκη, 158, 159, 459, 460, 461, 446, 481, 494, 495, 496, 497, 498, 499,
971, 972, 973 500, 501, 502, 503, 504, 505, 506, 507,
Κλαύδιος Πτολεμαίος, 80, 81, 605, 606, 508, 509, 510, 511, 512, 513, 514, 515,
607, 608, 609 516, 517, 518, 519, 520, 521, 522, 523,
Κλήμης Αλεξανδρινός, 82, 83, 84, 624, 524, 525, 526, 527, 528, 529, 530, 531,
625, 626, 627, 628, 629, 630 532, 533, 534, 535, 536, 537, 538, 539,
κοινὴ, 39, 41, 54, 64, 65, 66, 71, 77, 85, 540, 541, 542, 543, 544, 545, 546, 547,
93, 95, 98, 107, 110, 111, 112, 119, 121, 548, 549, 550, 551, 553, 554, 556, 566,
123, 125, 126, 129, 130, 132, 135, 138, 569, 590, 751, 880, 938, 962, 970,
139, 140, 141, 142, 143, 150, 157, 160, 1009, 1026, 1088, 1101, 1130, 1131,
171, 173, 174, 180, 181, 182, 200, 204, 1133, 1138, 1145, 1147, 1148
206, 210, 389, 721, 812, 920, 921, 988, Λέων Διάκονος, 111
1079, 1083, 1087, 1101, 1102, 1103, λόγον, 10, 21, 23, 28, 30, 37, 42, 51, 83,
1122, 1127, 1128, 1130, 1131, 1132, 88, 100, 104, 119, 120, 124, 133, 138,
1133, 1136, 1137, 1138, 1139, 1140, 139, 155, 168, 201, 207, 214, 216, 238,
1141, 1142, 1143, 1144, 1145, 1146, 241, 246, 249, 250, 256, 270, 271, 273,
1148, 1149 276, 281, 289, 294, 299, 300, 301, 304,
κοινὴ διάλεκτος, 71, 77, 93, 112, 119, 309, 310, 314, 322, 333, 343, 346, 348,
138, 139, 142, 143, 150 350, 352, 353, 356,358, 359, 362, 371,
κοινῇ διαλέκτῳ, 139, 821 376, 377, 380, 381, 382, 384, 387, 388,
Κοινολογία, 39, 123, 171, 204, 1047, 389, 390, 391, 392, 393, 395, 405, 409,
1079, 1087 430, 431, 434, 439, 440, 450, 452, 455,
κοινολογίᾳ, 1051, 1055, 1061, 1065, 461, 463, 464, 467, 469, 470, 473, 477,
1069, 1072, 1080, 1084 487, 493, 499, 506, 512, 514, 519, 521,
κοινολογίαι, 1049, 1053 522, 556, 566, 570, 578, 597, 598, 599,
600, 602, 605, 608, 610, 616, 622, 623,
1166

625, 626, 629, 632, 635, 643, 647, 649, 767, 768, 769, 770, 771, 773, 774, 775,
668, 676, 677, 678, 679, 681, 688, 692, 1073, 1100
693, 695, 698, 700, 725, 731, 740, 744, Νικηφόρος Γρηγοράς, 160, 463, 464,
748, 754, 755, 766, 768, 771, 772, 773, 465, 466, 977, 1116
776, 780, 788, 795, 796, 801, 804, 818, Οικουμενική Σύνοδος, 993, 994, 995,
820, 824, 828, 841, 843, 852, 856, 861, 996, 997, 998, 999
865, 874, 877, 878, 880, 892, 896, 900, Ολυμπιόδωρος, 120, 121, 309, 310, 311,
902, 912, 923, 934, 951, 954, 956, 973, 312, 313, 314, 315, 316, 440
977, 991, 993, 995, 1012, 1021, 1030, ὁμιλία, 9, 10, 36, 52, 102, 116, 123, 137,
1037, 1038, 1039, 1045, 1055, 1057, 145, 205, 848
1067, 1070, 1075, 1081, 1083, 1094, ὁμιλίαν, 26, 179, 249, 632
1095, 1114, 1119, 1146 Ὄνομα διάλεκτος ἀσύνθετος, 52
λόγος, 3, 15, 17, 20, 27, 34, 42, 44, 46, 47, Ορειβάσιος, 86, 267, 268, 338, 375, 644,
51, 52, 59, 78, 80, 81, 87, 90, 101, 103, 645
104, 111, 114, 121, 127, 133, 134, 136, περὶ Γλωσσῶν, 232, 238, 244, 246
161, 162, 190, 203, 209, 215, 218, 250, Περὶ Γλωσσῶν, 234, 245, 246, 247
251, 252, 259, 262, 274, 275, 278, 280, περὶ διαλεκτικῆς, 211, 212, 214, 215,
281, 292, 293, 294, 297, 301, 302, 304, 216, 217, 219, 229, 231
306, 307, 312, 314, 315, 318, 322, 325, περὶ διαλεκτικοῦ, 217
326, 337, 343, 348, 350, 351, 352, 357, περὶ διαλέκτων, 228
358, 359, 361, 362, 370, 371, 372, 374, ΠΕΡΙ ΛΑΛΙΑΣ, 345
377, 380, 382, 383, 385, 387, 388, 389, περὶ λαλιᾶς, 336, 337, 339, 340, 341, 344,
390, 391, 392, 393, 399, 401, 405, 409, 346, 347, 349, 350
413, 416, 420, 421, 422, 423, 424, 425, Περὶ λαλιᾶς, 338, 341
426, 427, 428, 429, 430, 431, 432, 437, περὶ ὁμιλίας, 248
450, 452, 464, 465, 467, 486, 490, 491, περὶ ὁμιλιῶν, 248
492, 495, 496, 497, 504, 510, 514, 520, περὶ φωνάς, 253, 271, 324, 325
521, 524, 525, 530, 534, 556, 557, 559, περὶ φωνὰς, 324, 325, 444
574, 583, 589, 594, 599, 602, 621, 622, Περί φωνής, 249
629, 634, 642, 665, 668, 677, 678, 681, Περὶ φωνῆς τέχνῃ, 44, 250, 350, 495
690, 693, 697, 698, 704, 709, 718, 721, περὶ φωνῶν, 252, 269, 275, 278, 279,
725, 729, 731, 733, 734, 735, 740, 745, 280, 281, 289, 290, 291, 292, 293, 294,
754, 761, 772, 773, 775, 776, 779, 781, 295, 296, 297, 300, 301, 302, 303, 304,
784, 788, 790, 794, 795, 801, 802, 803, 305, 306, 307, 308, 309, 310, 311, 312,
809, 810, 811, 830, 831, 840, 842, 844, 314, 315, 317, 319, 320, 321, 322, 440
852, 853, 854, 856, 860, 862, 863, 867, Πλάτων, 9, 10, 26, 51, 52, 56, 82, 83, 200,
874, 876, 878, 882, 888, 895, 896, 899, 217, 247, 257, 263, 264, 265, 277, 283,
903, 924, 932, 945, 951, 953, 974, 991, 291, 332, 357, 366, 367, 399, 444, 508,
992, 994, 995, 996, 1003, 1010, 1011, 530, 531, 555, 556, 557, 558, 561, 628,
1012, 1018, 1028, 1037, 1038, 1044, 697, 856, 868, 891, 893, 989, 990,
1048, 1061, 1071, 1072, 1074, 1077, 1035, 1094
1083, 1088, 1089, 1090, 1097, 1105, Πλούταρχος, 45, 46, 78, 253, 262, 351,
1106, 1107, 1110, 1118, 1119, 1120, 352, 353, 354, 355, 356, 357, 365, 366,
1127, 1148, 1150 496, 497, 571, 572, 872, 873, 1027,
Λόγος, 52, 241, 400, 452, 485, 491, 519, 1048, 1049, 1050, 1051, 1052, 1053,
522, 765, 953, 955, 956, 957, 972, 978, 1055, 1132
979, 980 Πολύβιος, 613, 614, 615, 616, 818, 881,
Μάξιμος, 40, 348, 548, 800, 801, 802, 803 1057, 1058, 1059, 1060
Μιχαήλ Ψελλός, 106, 107, 108, 109, 215, πολύλαλος, 137, 411
216, 217, 413, 414, 415, 416, 417, 766,
1167

Πορφύριος, 212, 213, 278, 279, 280, 281, 364, 366, 367, 373, 377, 380, 382, 383,
282, 290, 300, 301, 309, 319, 397, 701, 386, 388, 389, 391, 395, 396, 397, 398,
702, 703, 704, 705, 706, 707, 708, 1095 399, 406, 414, 415, 416, 420, 421, 422,
Πρόκλος, 36, 122, 219, 220, 541, 886, 423, 424, 425, 426, 427, 428, 429, 435,
887, 888, 889, 890, 891, 892, 893, 1114 437, 441, 442, 443, 444, 447, 449, 452,
Προκόπιος, 36, 337, 346, 419, 541, 542, 453, 460, 469, 470, 471, 472, 479, 480,
764, 765, 766 485, 487, 490, 491, 495, 498, 503, 508,
Ῥηγίνων διάλεκτος, 146 526, 566, 647, 706, 719, 765, 838, 879,
Σέξτος Εμπειρίκος, 368, 617, 618, 619, 944, 950, 987, 1087
620, 621, 622, 623 φωνὴ ἔναρθρός, 264, 283, 367, 399
Σούδα, 202, 203, 204, 229, 230, 231, 246, φωνὴν, 12, 13, 14, 27, 30, 39, 43, 51, 72,
247, 1042, 1043, 1044, 1086, 1127, 73, 74, 83, 87, 90, 97, 107, 117, 118,
1128 120, 159, 160, 164, 188, 201, 223, 256,
Στράβων, 78, 79, 263, 595, 596, 597, 821 257, 258, 260, 263, 264, 265, 266, 267,
Συμπλίκιος, 289, 290, 291, 855, 856, 857, 268, 271, 276, 277, 281, 283, 284, 285,
858, 859, 860, 861, 862, 863, 864, 865, 295, 304, 313, 318, 323, 328, 329, 330,
866, 867 331, 332, 333, 334,335, 340, 344, 345,
Σφραντζής, 846, 847, 848, 849, 850, 851, 351, 352, 359, 360, 362, 363, 365, 366,
852 367, 369, 370, 373, 374, 375, 377, 378,
Σχόλια στην Ομήρου Ιλιάδα, 183, 184, 380, 383, 384, 385, 398, 399, 402, 403,
185, 186, 187, 188, 189, 190, 191, 192, 408, 412, 414, 419, 430, 432, 436, 437,
193, 194, 195, 197, 198, 199, 228, 245, 438, 439, 441, 446, 451, 455, 457, 458,
246, 488, 489, 1013, 1014, 1015, 1016, 459, 460, 462, 469, 470, 471, 480, 483,
1017, 1018, 1019, 1020, 1024, 1025, 484, 485, 488, 490, 492, 493, 522, 580,
1084 647, 685, 706, 707, 734, 735, 764, 765,
Σχόλια στον Διονύσιο Θράκα, 161, 162, 959, 969, 984, 987, 1051, 1060, 1076,
163, 164, 165, 166, 167, 168, 169, 225, 1084, 1127, 1139, 1147
226, 227, 327, 328, 329, 330, 331, 332, φωνῆς, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 20, 21, 22,
333, 467, 468, 469, 470, 471, 472, 473, 23, 26, 28, 30, 44, 50, 51, 53, 59, 60, 61,
474, 475, 476, 477, 478, 479, 480, 983, 63, 73, 80, 81, 83, 86, 88, 92, 95, 96,
984, 985, 986, 987, 1150 107, 109, 115, 116, 117, 153, 164, 179,
Ταραντίνων· διάλεκτος, 149 180, 203, 215, 223, 226, 249, 250, 251,
Φίλων Ιουδαίος., 47, 253, 357, 359, 360, 252, 253, 254, 255, 256, 258, 259, 260,
361 261, 262, 263,264, 265, 266, 267, 268,
Φλάβιος Ιουστινιανός, 785, 786, 787, 269, 270, 271, 272, 273, 275, 277, 282,
788, 789 283, 284, 285, 286, 287, 288, 297, 298,
Φλάβιος Ιώσηπος, 610, 611 299, 304, 309, 310, 315, 318, 320, 321,
φωνὰς, 15, 20, 22, 59, 83, 107, 253, 257, 323, 326, 328, 332, 334, 335, 350, 351,
258, 259, 288, 289, 295, 309, 312, 315, 352, 353, 355, 356, 359, 360, 364, 365,
316, 317, 324, 325, 326, 358, 361, 362, 366, 367, 369, 370, 371, 372, 377, 378,
364, 365, 366, 388, 389, 390, 391, 410, 379, 380, 382, 383, 386, 389, 390, 392,
416, 424, 425, 426, 441, 442, 443, 444, 395, 398, 399, 400, 404, 405, 406, 409,
475, 476, 487, 611, 729, 792, 793, 816, 413, 414, 415, 418, 420, 421, 422, 423,
1117 424, 425, 426, 427, 428, 430, 431, 434,
φωνὴ, 10, 11, 12, 13, 14, 16, 17, 44, 48, 436, 437, 439, 440, 441, 442, 443, 444,
49, 52, 60, 61, 62, 63, 86, 87, 88, 90, 446, 449, 452, 453, 454, 460, 464, 465,
106, 118, 153, 204, 249, 250, 251, 261, 467, 468, 469, 470, 474, 477, 478, 479,
262, 263, 264, 267, 270, 272, 274, 275, 480, 481, 482, 485, 486, 487, 488, 490,
277, 283, 284, 285, 288, 295, 296, 298, 495, 513, 514, 515, 522, 584, 587, 588,
299, 305, 316, 317, 318, 327, 332, 333, 625, 637, 641, 656, 668, 676, 706, 707,
340, 350, 351, 352, 358, 359, 361, 362, 724, 725, 727, 738, 765, 821, 838, 879,
1168

881, 900, 904, 941, 943, 944, 947, 949, 899, 900, 901, 902, 903, 1078, 1079,
973, 984, 992, 1015, 1019, 1020, 1025, 1115
1026, 1044, 1054, 1071, 1084, 1118 Χρύσιππος, 44, 88, 89, 212, 249, 250,
φωνῆς ἁρμονία, 434 251, 273, 275, 350, 351, 380, 383, 495,
φωνῆς ἐνάρθρου, 355, 356, 371, 372, 591, 640, 657, 658, 659, 1087
392, 406, 418, 430, 431, 440, 446, 453, Ωριγένης, 27, 103, 104, 105, 284, 402,
454, 481, 485, 486, 1118 403, 404, 516, 517, 518, 731, 732, 733,
φωνῆς ὄργανον, 268, 434 734, 735, 1072
Φώτιος, 38, 39, 123, 221, 326, 544, 545,
546, 547, 548, 894, 895, 896, 897, 898,

You might also like