Professional Documents
Culture Documents
Η ιστορία του Πηλίου
Η ιστορία του Πηλίου
Σύμφωνα με τους γεωλόγους, πριν από εκατόν σαράντα εκατομμύρια χρόνια, όταν ο
πλανήτης γη είχε την μορφή μιας «πανθάλασσας», ανυψώθηκε μέσα απ’ το νερό η
Πελαγονική οροσειρά. Ήταν μια στενή ζώνη ξηράς που άρχιζε από τη βόρειο Μακεδονία
περνούσε από τον Όλυμπο, την Όσσα και το Πήλιο και κατέληγε στη βόρειο Εύβοια. Τα
Ιμαλάια, οι Άλπεις, τα Πυρηναία και η οροσειρά της Πίνδου αναδύθηκαν μετά από
εκατόν δέκα πέντε εκατομμύρια χρόνια.
Η ιστορία του Πηλίου πλούσια ,η λαϊκή μούσα από τα πανάρχαια χρόνια έπλασε
παραδόσεις και θρύλους.
Το Πήλιο ήταν κυρίως γνωστό, για την Ιατρική και τους Κενταύρους. Λόγος ανάπτυξης
της Ιατρικής ήταν ο πλούτος των βοτάνων της περιοχής. Οι περίφημοι Κένταυροι
διατελούν σε σύγχυση, μπλεγμένοι ανάμεσα στους θρύλους τους μύθους και στην
ιστορία. Η μυθολογία λέει ότι ήταν πλάσματα με το κάτω μισό να ανήκει σε άλογο, ενώ
στη θέση του λαιμού του αλόγου υπήρχε ο κορμός ενός άνδρα από τη μέση και πάνω.
Από τη Λακέρεια, βόρεια του Πηλίου είναι η καταγωγή του Ασκληπιού κατά τον
Ησίοδο και τον Πίνδαρο. Ο Ασκληπιός μεγάλωσε στο Πήλιο κοντά στον κένταυρο
Χείρωνα και διδάχθηκε τη θεραπεία όλων των πληγών είτε με μαντζούνια είτε με
μαλακτικά βότανα είτε με χειρουργική επέμβαση. Το όνομα Ασκληπιός προέρχεται από
τις λέξεις “ασκελής” δηλ. σκληρός και “ήπιος” επειδή έκανε ήπιους τους πόνους των
ανθρώπων. Επειδή ο Ασκληπιός χρησιμοποιούσε για τη θεραπεία μια πολύ μεγάλη
ποικιλία φυτών, βοτάνων, ριζών κλπ θεωρήθηκε ο ίδιος ως ο αντιπρόσωπος ή ως η
προσωποποίηση των θεραπευτικών δυνάμεων της φύσεως.
Στην Τρωική εκστρατεία, οι κάτοικοι του Πηλίου, «οι περί Πηνιόν και Πήλιον
Εινοσίφυλλον ναίεσκον», πήραν μέρος με τον Φιλοκτήτη, τον Εύμηλο και τον Πρόθοο.
Οι Φράγκοι έμποροι έκλεισαν ειδική συνθήκη ώστε να μπορούν να ασκούν ελεύθερα και
προνομιακά τις διεθνείς εμπορικές τους συναλλαγές. Ο 13ος και 14ος αιώνας πέρασαν με
ληστρικές επιδρομές από Σαρακηνούς, Καταλανούς και Αλβανούς. Απο το 1423 η
περιοχή γνώρισε την Τουρκική κατοχή. Από τότε άρχισε η ίδρυση και εξέλιξη των
σημερινών χωριών του Πηλίου. Στους χάρτες της μεσαιωνικής εποχής υπάρχουν στην
περιοχή του Πηλίου σημειωμένα μοναστήρια.
Στην Επανάσταση του 1821, πρωτεργάτης υπήρξε ο Άνθιμος Γαζής ιερωμένος και λόγιος
από τις Μηλιές. Η επανάσταση όμως δεν προχώρησε, τα συμφέροντα των
κοτζαμπάσηδων της περιοχής δεν το επέτρεψαν, με αποτέλεσμα όλες οι προσπάθειες να
πνιγούν στο αίμα εν τη γενέσει τους.
Το κίνημα του 1854 επίσης απέτυχε και το 1878 μετά από μάχες και την μεσολάβηση
των Άγγλων έγινε το Συνέδριο του Βερολίνου, οπότε η Θεσσαλία και τμήμα της Ηπείρου
απελευθερώθηκαν. Η προσάρτηση έγινε τον Αύγουστο του 1881.
Η Άνοιξη έρχεται στο Πήλιο κάπως καθυστερημένη. Κι όταν φθάσει στους πρόποδες και
στις ακτές, αρχίζει να σκαρφαλώνει προς τις κορυφές σιγά-σιγά. Πολλές φορές οι
τριανταφυλλιές στα χαμηλά έχουν ανθίσει ενώ τα χιόνια δεν έχουν λιώσει ακόμα στα
ψηλά. Συνήθως έρχεται μέσα του Απρίλη με αρχές του Μάη. Τότε επέρχεται μια έκρηξη
αναγέννησης, ένας οργασμός δημιουργίας. Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι μπορεί
κανείς κυριολεκτικά να παρακολουθεί τα μπουμπούκια να γίνονται ανθοί και οι ανθοί
φύλλα και καρποί. Το βουνό ντύνεται πάλι στα πράσινα και στολίζεται με αμέτρητα
λουλούδια.
Τα χωριά ξυπνούν από τον λήθαργο του χειμώνα. Τα σπίτια ανοίγουν διάπλατα στον
αρωματισμένο αέρα και το ζωογόνο ηλιόφως. Κίνηση, δράση και ζωή παντού. Οι
κάτοικοι φροντίζουν τους κήπους και τα περιβόλια τους και προετοιμάζονται για το
Πάσχα, την μεγαλύτερη γιορτή της χριστιανοσύνης, την γιορτή της αναγέννησης και της
ζωής. Ντόπιοι κι επισκέπτες τρώγουν και πίνουν και γλεντούν, και το βουνό δονείται και
αντιλαλεί από τον χορό και το τραγούδι.
Το Πάσχα σηματοδοτεί και την έναρξη της τουριστικής περιόδου, παρά το γεγονός ότι το
Πήλιο δέχεται επισκέπτες σχεδόν κάθε σαββατοκύριακο. Τέλη Απριλίου, Μάιος, Ιούνιος
[μαζί με τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο] είναι η καλύτερη εποχή ειδικά για τον
περιπατητικό τουρισμό. Ο καιρός είναι ιδανικός για περίπατους και πορείες μικρής,
μέσης και μακράς διαρκείας. Τα λιθόκτιστα καλντερίμια και τα αμέτρητα μονοπάτια του
Πηλίου αποτελούν ζωντανούς πειρασμούς που υπόσχονται άσκηση, καλή φυσική
κατάσταση, υγεία. Το βουνό και η θάλασσα με τις γνωστές και τις κρυφές ομορφιές τους
είναι σειρήνες ακαταμάχητες που στο κάλεσμά τους ανταποκρίνονται Έλληνες και ξένοι
λάτρεις της φύσης, θιασώτες των ανοιξιάτικων διακοπών και φανατικοί πεζοπόροι, για
τους οποίους το περπάτημα έχει γίνει τρόπος ζωής.
Το καλοκαίρι ο παράδεισος κατεβαίνει στο Πήλιο. Η Φύση σφύζει από ζωή και
δημιουργία: ολούθε πυκνή βλάστηση κι όμορφα, ευωδιαστά αγριολούλουδα, φρούτα στα
δένδρα, γιορτινοί κήποι, ατέλειωτοι χοροί μελισσών στα αρωματικά βότανα και στο
ανθισμένο αγιόκλημα, σερενάτες αηδονιών στην πανσέληνο που ορθώνεται τεράστια
και μυστηριακή από το πέλαγο. Βουνό και θάλασσα απλόχερα προσφέρουν τις χάρες και
τα κάλλη τους σε διαγωνισμό ομορφιάς με έπαθλο την προτίμηση των επισκεπτών, οι
περισσότεροι των οποίων όμως μοιράζουν την εύνοιά τους δίκαια και στους δύο
διαγωνιζομένους με περίπατους στα μονοπάτια των σκιερών πλαγιών και βουτιές στα
σμαραγδένια νερά των περικαλλών ακρογιαλιών.
Για κείνους που επιθυμούν την οργανωμένη περιήγηση υπάρχουν πολλά προγράμματα
μέσω των οποίων μπορούν ν’ ανακαλύψουν τις ξακουστές ομορφιές του Πηλίου.
Μπορούν να συμμετάσχουν σε οργανωμένους περίπατους στα καλντερίμια και κρυφά
μονοπάτια του, να επισκεφθούν το Κρυφό Σχολειό, ν’ απολαύσουν μια ημερήσια
κρουαζιέρα στον Παγασητικό, να κάνουν τον γύρο του Πηλίου, να ιδούν παλιά
μοναστήρια κι εκκλησιές, να πάνε βόλτα με τον παλιό σιδηρόδρομο, και να φτάσουν
ακόμα παραπέρα στο μοναστηριακό βραχόδασος των Μετεώρων. Επίσης μπορούν να
παραστούν σε διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις, λαϊκούς χορούς, μουσικές βραδιές,
πανηγύρια και τοπικά φεστιβάλ.
Η αρχή του φθινοπώρου έχει την δική της ομορφιά. Το φύλλωμα των δένδρων
τραγουδά το κύκνειο άσμα του σε νότες πολύχρωμες κι αρμονικές. Το βουνό αλλάζει
όψη εγκαταλείποντας το πράσινο και φορώντας τα χρώματα του ουρανίου τόξου. Είναι
η εποχή της καστανιάς και της καρυδιάς.. Κι αν κάποιος δεν το προσέξει αυτό, οι
σκίουροι θα του το θυμίσουν καθώς γίνονται πολυάσχολοι στα δένδρα πάνω.
Για τους λάτρεις των μετακαλοκαιρινών περιπατητικών διακοπών η περίοδος από τα
μέσα Σεπτεμβρίου ως τα μέσα Οκτωβρίου είναι η καλύτερη εποχή καθώς η θερμοκρασία
είναι ευχάριστη και η θάλασσα καθαρή και δροσερή. Σ’ ολόκληρο το Πήλιο επικρατεί
μια πιο ειρηνική και χαλαρή ατμόσφαιρα χάρις στο γεγονός ότι οι περισσότεροι
επισκέπτες ήδη έχουν επιστρέψει στα σπίτια τους στ’ αστικά κέντρα, αφήνοντας το
Πήλιο στους φθινοπωρινούς τουρίστες.
Ο καιρός στα τέλη Οκτωβρίου είναι συνήθως γλυκός και οι μέρες ηλιόλουστες και
σαγηνευτικές. Ο Νοέμβριος μερικές φορές είναι βροχερός και σχετικά κρύος, όμως
αρκετά συχνά συναγωνίζεται τον Οκτώβριο σε ηλιοφάνεια και γλύκα. Έλληνες και ξένοι
φανατικοί φίλοι του Πηλίου επιστρέφουν τα Σαββατοκύριακα και τις γιορτές για μια
ακόμη συνεύρεση με την αγνότητα και αρχοντιά του βουνού και την ομορφιά της
θάλασσας, καθώς επίσης και για την προμήθεια μήλων, καρυδιών και κάστανων για τον
επερχόμενο χειμώνα. Τα τζάκια είναι στις δόξες τους με τις μπριζόλες και τα κάστανα να
σιγοψήνονται στη θράκα και τους φίλους τους καθισμένους τριγύρω να κάνουν σχέδια
για χειμερινές διακοπές και σκι.
Ο χειμώνας είναι η εποχή που τα χωριά του Πηλίου βγαίνουν από τους πράσινους
κρυψώνες τους και γίνονται ορατά --όμορφα και αγέρωχα και πάντα απτόητα από τις
συχνά αντίξοες καιρικές συνθήκες, οι οποίες όμως ποικίλουν ανάλογα με το υψόμετρο
και το εν γένει βαρομετρικό σύστημα στην ευρύτερη περιοχή. Υπάρχουν μακρές
περίοδοι βροχών και χιονοπτώσεων αλλά υπάρχουν και συχνές περίοδοι ηλιοφάνειας και
ήπιων για την εποχή θερμοκρασιών. Πολλές φορές καθώς ο επισκέπτης ταξιδεύει κατά
μήκος της χερσονήσου ή αλλάζει υψομετρική ζώνη μπορεί να ευτυχήσει να έχει την
μοναδική εμπειρία ταχείας αλλαγής καιρικών συνθηκών δεδομένου ότι στο Πήλιο δεν
είναι ασύνηθες το φαινόμενο της ταυτόχρονης συνύπαρξης ηλιοφάνειας με βροχή,
ομίχλη ακόμη και χαλάζι ή χιόνι.
Όμως ακόμα και με δύσκολες καιρικές συνθήκες ο επισκέπτης έχει πολλές επιλογές
δραστηριοτήτων που θα κάνουν την διαμονή του ευχάριστη. Παραδείγματος χάριν, κατά
την διάρκεια μιας βόλτας, εκδρομής, περίπατου στο βουνό ή ακόμη κι όταν κοιτάει από
το παράθυρό του μπορεί να θαυμάσει θέες μοναδικές, όπως χιονισμένες πλαγιές και
κορυφές, το απέραντο Αιγαίο με τ’ αφρισμένα κύματά του να καλπάζουν σαν τα
ολόλευκα άλογα του Ποσειδώνα, πυκνά σύννεφα ομίχλης να αναδύονται από βαθιές
χαράδρες, κισσό κι αγιόκλημα να αγκαλιάζουν τα απογυμνωμένα δένδρα,
χριστουγεννιάτικα ντυμένα λιόπουρνα γυαλιστερά στον ήλιο. Πραγματικά θέες
εκπληκτικές που συχνά συνυπάρχουν ταυτόχρονα στον ίδιο χώρο και χρόνο για να
αφήσουν μια ανεξίτηλη εικόνα στο είναι του επισκέπτη.
Κι αν η έξοδος δεν είναι δυνατή είναι καιρός για τσίπουρο και κρασί με νόστιμους
μεζέδες, κάστανα στην φωτιά, και καλή παρέα με φίλους και οικογένεια. Είναι η ώρα να
απολαύσουμε την συντροφιά ενός καλού βιβλίου, ευκαιρία να πούμε ιστορίες και
παραμύθια στα παιδιά ή να εγκαταλειφθούμε στην αγκαλιά του Μορφέα. Κι όταν το
άρμα του Απόλλωνα αφήσει το Πήλιο πίσω του κι η ομίχλη με την νύχτα αρχίζουν να
απλώνονται, ίσως μπορεί κανείς να διακρίνει στις σκιές μερικές Δρυάδες και στοιχειά να
ετοιμάζονται ν’ αποσυρθούν στο δάσος για την νύχτα.
Το Θεσσαλικό Βουνό του Πηλίου απλώνεται μεταξύ του Αιγαίου και του Παγασητικού
Κόλπου, από το Κεραμύδι μέχρι την προεξοχή του Τρίκερι. Η πλούσια βλάστηση με
φόντο το απέραντο γαλάζιο συνθέτουν ένα μυθικό τοπίο, γεγονός αναγνωρισμένο από τα
αρχαία χρόνια. Εδώ έγιναν οι τιτανομαχίες και βρίσκονταν το ιερό σπήλαιο του
‘Ακραίου Διός’. Σε αυτό το σπήλαιο, οι άνθρωποι ανηφόριζαν, να παρακαλέσουν τον
Δία να στείλει βροχή την πιο ζεστή μέρα του χρόνου, τον Ιούλιου. Σε αυτές τις πλάγιες
παντρεύτηκε ο Πηλέας τη δεύτερη γυναίκα του, τη Νηρηίδα Θέτιδα, και απέκτησαν τον
Αχιλλέα. Στα πυκνά δάση του Πηλίου κατοικούσαν οι κένταυροι, ο πιο γνωστός
ανάμεσα τους ο Χείρωνας. Κάποιοι από τους μαθητές τους ήταν ο Ηρακλής, ο Αχιλλέας,
Ο Ιάσονας και ο Ασκληπιός. Ο Ασκληπιός μάλιστα εξελίχτηκε τόσο πολύ στην ιατρική,
που ξεπέρασε τον δασκάλό του. Δημιούγρησε το σύμβολο του φιδιού, το οποίο είχε
κάποια θεραπευτική σημασία και έθεσε τις βάσεις της Ιατρικής Επιστήμης. Με ξύλα από
τα δάση του Πηλίου, κατασκεύασαν επίσης οι Αργοναύτες την αφιερωμένη στον
Ποσειδώνα ‘Αργώ’, και ξεκίνησαν πρώτοι να ανακαλύψουν το δρόμο προς τις άγνωστες
εκείνες χώρες, διαδίδοντας τον ελληνισμό.
Το καταπράσινο βουνό του Πηλίου κατοικήτε εδώ και πολλά χρόνια. Οι συστηματικοί
οικισμοί φαίνεται να ξεκίνησαν το 12ο αιώνα και ήταν κυρίως για μοναχούς. Τα 24
χωριά του Πηλίου άρχισαν να παίρνουν την σημερινή τους μορφή και να γνωρίζουν
άνθιση κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Τότε πολλοί κάτοικοι των γύρω περιοχών
σε μια προσπάθεια να ξεφύγουν από την ασφυκτική σκλαβιά, κατέφευγαν στο βουνό του
Πηλίου. Στα χωριά αυτά είχαν παραχωρηθεί ειδικά προνόμια και έτσι μπόρεσαν να
οργανωθούν πολύ καλά, να δημιουργήσουν βιοτεχνίες και επιχειρήσεις και να γνωρίσουν
ευημερία και οικονομική ανάπτυξη. Αυτό συνέβη γιατί η περιοχή του Πηλίου άνηκε στη
μητέρα του Σουλτάνου Βαλιδέ-χανούμ και είχε αυτονομία. Χωρίζονταν στα ‘βακούφια’,
που είχαν πρωτεύουσες την Αργαλάστη και την Μακρυνίτσα και στα ‘χάσια’, τα οποία
διοικούνταν από τον πασά της Λάρισας. Η οικονομική τους ανάπτυξη έφτασε σε τέτοιο
σήμειο ώστε να εξάγουν προϊόντα στο εξωτερικό. Ολόκληρα καραβάνια από μουλάρια,
κυρίως με είδη υφαντικής και παπούτσια, ξεκινούσαν από τα χωριά του Πηλίου με
προορισμό τον Εύξεινο Πόντο, την Ανατολική Μεσόγειο, την Βιέννη και άλλες
Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Παράλληλα με την οικονομική άνθιση, ιδρύθηκαν πολλά
σχολεία και βιβλιοθήκες. Πολλοί διανοούμενοι της εποχής αναζήτησαν καταφύγιο στο
Πήλιο που απόλαμβανε τότε ένα καθεστώς σχετικής ελευθερίας. Έτσι πολλά σχολεία με
πανελλήνια προβολή λειτουργούσαν εκεί και το Πήλιο αναδείχθηκε σε ένα προπύλαιo
του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Ο μεγάλος δάσκαλος του Γένους Ρήγας Φεραιός
διδάχτηκε πρώτα στη Ζαγορά Πηλίου. Όλα αυτά συντέλεσαν στην δημιουργία της
πλούσιας πηλιορείτικης παράδοσης, τόσο στις τέχνες και τα γράμματα όσο και στα ήθη
και τα έθιμα, μια παράδοση που μένει ζωντανή και μπορεί να τη βιώσει κάποιος όταν
ανηφορίσει προς τις πλαγιές του Πηλίου.
Στην περιοχή της Μαγνησίας αφιερώνονται μερικές από τις πιο σημαντικές σελίδες της
ελληνικής μυθολογίας. Γενάρχης της περιoχής υπήρξε ο Μάγνης, γιος του Αιόλου, ο
οποίος εγκαταστάθηκε στο Πήλιο. Στο Πήλιο κατοικούσαν οι Κένταυροι, τερατόμορφα
όντα, που προήλθαν από την ποιητική ένωση του Ιξίωνα και της Νεφέλης.
Οι θρύλοι, οι μύθοι και οι παραδόσεις του εξάπτουν τη φαντασία και προσθέτουν
στο φυσικό του κάλος την δική τους πινελιά προκαλώντας τους επισκέπτες να μυηθούν
στον αρχαίο κόσμο της χώρας των Κενταύρων. Σύμφωνα με τη μυθολογία, το Πήλιο
είναι η κατοικία των Kενταύρων (με σώμα αλόγου από τη μέση και κάτω και με σώμα
ανθρώπου από τη μέση και πάνω). Γνωστότερος, ο σοφός Kένταυρος Xείρων, δάσκαλος
του Iωλκού-Iάσονα. Ο πλούτος του βουνού σε θεραπευτικά βότανα από τα αρχαία
χρόνια μέχρι και σήμερα συνδυάζεται με τον μύθο του Κενταύρου Χείρωνα - γιο του
Κρόνου - που διδάσκει στον Ασκληπιό την ιατρική τέχνη. Κοντά του μαθήτευσαν ο
Ηρακλής , ο Αχιλλέας και ο Ιάσονας , που ξεκίνησε να φέρει από την μακρινή Κολχίδα
το Χρυσόμαλλο δέρας με την κατασκευασμένη από τα αιωνόβια δένδρα του Πηλίου
Αργώ. Σε αυτό το βουνό, ο Πάρις έδωσε στην πιο όμορφη το μήλο της έριδος, που έγινε
η αιτία για τον Τρωικό πόλεμο και εδώ πάλι έγινε ο γάμος θνητού και θεάς, του βασιλιά
Πηλέα με την θεά Θέτιδα που τους τραγούδησαν ο Όμηρος και ο Πίνδαρος και
γλέντησαν παρέα το δωδεκάθεο με τους κοινούς ανθρώπους. Ο Χείρων, μεσολάβησε για
το γάμο του Πηλέα με τη Θέτιδα, που έγινε στο Πήλιο. Στη διάρκεια του γάμου και
εξαιτίας του μήλου της Έριδος προκλήθηκε ο Τρωικός Πόλεμος. Στον σοφό κένταυρο
Χείρωνα μαθήτευσε ο Ασκληπιός, πατέρας της ιατρικής, καθώς και ο Αχιλλέας.
Από τη Μαγνησία, επίσης, ξεκίνησε η Αργοναυτική εκστρατεία, που σχετίζεται
ιστορικά με την απαρχή της τεχνικής επεξεργασίας του χρυσού στον Ελλαδικό χώρο. Ο
Μύθος λέει πως, όταν ο Ιάσονας αποφασίζει να φέρει το χρυσόμαλλο δέρας καλεί να τον
συντροφεύουν και να πάρουν μέρος στη μεγάλη περιπέτεια όλοι οι γενναίοι της εποχής
του. Στέλνει κήρυκες παντού για να τους ξεσηκώσει και έτσι ξεκινάει ο μύθος της
Αργοναυτικής εκστρατείας. Η Αργώ ξεκίνησε με τον Ιάσονα και τους υπόλοιπους
θαρραλέους Αργοναύτες από το Πήλιο για να φτάσει στις απομακρυσμένες ακτές της
Μαύρης θάλασσας αναζητώντας το "Χρυσόμαλλο δέρας". Ένα από τα αποτελέσματα της
εκστρατείας αυτής ήταν να ενδυναμώσει την θαλάσσια εμπορική αυτοκρατορία της
περιοχής των Μινώων, το άλλο ήταν να διευρύνει τους θαλάσσιους ορίζοντες της
εποχής. Η περιοχή του Βόλου, η αρχαία Μαγνησία, αποτελεί μια από τις παλιότερα
κατοικημένες περιοχές του ελλαδικού χώρου. Οι πρώτες γνωστές εγκαταστάσεις
πληθυσμών χρονολογούνται την 7η χιλιετία π.Χ. ενώ η πολιτισμική παρουσία στο χώρο
συνεχίζεται χωρίς κενά
Το πλοίο κατασκευάστηκε με τη βοήθεια της Αθηνάς. Κατασκευαστής του ήταν ο
Άργος, από τον οποίο πήρε και το όνομά του "Αργώ", συγχρόνως όμως "Αργώ" σήμαινε
και γρήγορος. Το ξύλο από το οποίο ήταν κατασκευασμένη η Αργώ ήταν από πεύκα
Πηλίου και από την ομιλούσα Δρύ της Δωδώνης, γι' αυτό και το καράβι είχε το χάρισμα
του λόγου
ΑΡΧΑΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ
Όπως είναι γνωστό, τα χωριά του Πηλίου δημιουργήθηκαν στα χρόνια της
Τουρκοκρατίας από «φεύγοντας την τυραννίαν των Τούρκων» ραγιάδες, οι οποίοι
κατέφυγαν στο «βουνό της Ζαγοράς», επειδή τούτο ήταν τότε σχεδόν «άοικο» και
δημοσιονομικά αδιάφορο για τους Τούρκους.
Η συγκέντρωση μάλιστα φυγάδων στο Πήλιο γίνεται ακόμα μεγαλύτερη στην διάρκεια
του 18ου αιώνα, όταν γίνονται γνωστά σ' όλη την χώρα τα προνόμια που καταφέρνει να
αποσπάσει το βουνό των Κενταύρων απ' τους οθωμανούς κατακτητές του. Τα χρόνια
αυτά τα νεοπαγή χωριά του Πηλίου κατακλύζονται από χιλιάδες φυγάδες που
προέρχονται απ' όλα σχεδόν τα διαμερίσματα της υπόδουλης χώρας. Και βέβαια όλοι
αυτοί (Ηπειρώτες, Μακεδόνες, Ρουμελιώτες, και Νησιώτες) είναι φυσικό να κομίζουν
στα δισάκια του μισεμού τους και τις πολιτιστικές καταβολές τους, ανάμεσα στις οποίες
συγκαταλέγονται φυσικά, πρώτες και καλύτερες, οι γλωσσικές τους ιδιομορφίες.
Είναι τα χρόνια που στα ψηλώματα του Πηλίου δημιουργούνται, με την δυναμική
παρουσία τούτων των φυγάδων, οι πρώτες καλά οργανωμένες συσσωματώσεις κατοίκων,
που διαμορφώνουν και τον καινούργιο τύπο των πηλιορείτικων χωριών στην θέση των
παλιότερων μίζερων κολιγικών οικισμών, οι οποίοι, κατά κανόνα, ανήκαν στους
μετρημένους μεσαιωνικούς φεουδάρχες ή στα πιο πλούσια απ' τα πολλά μοναστήρια του
τόπου.
Είναι τα ίδια χρόνια που διαμορφώνεται μία καινούργια, δυναμική επίσης, διοικητική,
οικονομική και πολιτιστική πραγματικότητα τόσο στα ιδιόκτητα (χάσια) όσο και στα
δημοκρατικά αυτοδιοικούμενα (βακούφια) χωριά του Πηλίου, χωριά που ο πληθυσμός
τους αυξάνει ραγδαία κυρίως στην διάρκεια του 18ου αιώνα, με τον ερχομό και
καινούργιων φυγάδων από κάθε σχεδόν γωνιά της σκλάβας ελληνικής γης.
Παρόλη όμως αυτή την πληθυσμιακή ανομοιογένεια των κατοίκων του, το Πήλιο δεν
γίνεται, όπως θα περίμενε κανείς, η Βαβέλ του ελληνικού χώρου. Κι αυτό διότι στη
διαμόρφωση της γλωσσικής ταυτότητας του τόπου, προσωπικά τουλάχιστον πιστεύω
πως, κύριο ρόλο έπαιξε η αφομοιωτική ικανότητα του πιο δυναμικού απ' όλα εκείνα τα
ιδιώματα που βρέθηκαν να συμπλέουν αυτά τα καθοριστικά για την καθιέρωση μιας
ενιαίας γλωσσικής πραγματικότητας χρόνια στον πηλιορείτικο χώρο.
Ήταν δε αυτό το βόρειο - για να χρησιμοποιήσω την ειδική ορολογία - γλωσσικό
ιδίωμα. Αυτό του οποίου κύριοι φορείς ήταν οι προερχόμενοι από την Ήπειρο φυγάδες,
οι οποίοι άλλωστε ήταν και συντριπτικά οι περισσότεροι στο Πήλιο, με κύρια προέλευση
την περιοχή των Ιωαννίνων, το Ζαγόρι, τα Κατσανοχώρια, τα Δωδωνοχώρια, κλπ.
Απόδειξη δε για τούτο είναι οι ομοιότητες και οι φανερές αναλογίες που υπάρχουν και
σήμερα ανάμεσα στο πηλιορείτικο και στο ιδίωμα των περιοχών αυτών.
Έτσι λ.χ. όπως εκεί, κατά παρόμοιο τρόπο και στο Πήλιο, τα άτονα ο και ε τρέπονται
αντίστοιχα σε ου και ι (μουλύβ', λιβιντιά), ενώ τα επίσης άτονα ι και ου δεν προφέρονται
συνήθως καθόλου (σπιτ', κ'λούρ'). Ο ίδιος εξάλλου λόγος εξηγεί τη φωνητική ομοιότητα
εκατοντάδων ιδιωματικών λέξεων του Πηλίου και των περιοχών αυτών της Ηπείρου,
όπως επίσης κι εκατοντάδων άλλων γλωσσικών μνημείων, όπως είναι οι παροιμίες και τα
δημοτικά μας τραγούδια.
Και βέβαια το πράγμα θ' απλουστευόταν σε μεγάλο βαθμό αν το βόρειο ιδίωμα είχε
καθολική διάδοση στα πηλιορείτικα χωριά. Αυτό όμως δεν συμβαίνει, διότι πέρα από τα
βασικά αυτά χαρακτηριστικά που επισήμανα παραπάνω, υπάρχουν και κάποια άλλα
ανάμεσα στα δευτερεύοντα, που αποτελούν αφομοιωμένες καταβολές από άλλα
ιδιώματα. Καταβολές που επίσης μεταφυτεύθηκαν στο Πήλιο στα χρόνια της
Τουρκοκρατίας και που ως ένα σημείο επιβλήθηκαν από τους ξενοφερμένους αλλά όχι
Ηπειρώτες φορείς τους.
Πέρα όμως απ' αυτές τις ετερογενείς γλωσσικές καταβολάδες, που ρίζωσαν στον
πηλιορείτικο χώρο, έχουμε επίσης στο Πήλιο κι ένα πλήθος από γνωστά σ' όλη τη χώρα
αλλά και άγνωστα ξενικά γλωσσικά δάνεια, απ' αυτά που κληροδοτήθηκαν στη γλώσσα
μας απ' τους κατά καιρούς αλλοεθνείς επιδρομείς, νομάδες και κυρίως κατακτητές του
ελληνικού χώρου, που στην περίπτωση της Θεσσαλομαγνησίας ήταν κατά σειρά οι
Γότθοι, οι Ούννοι, οι Σλάβοι, οι Σαρακηνοί, οι Βούλγαροι, οι Βλάχοι, οι Φράγκοι, οι
Καταλάνοι, οι Βενετσιάνοι, οι Σέρβοι, οι Αρβανίτες και κυρίως βέβαια οι Τούρκοι.
Τέτοια ξένα γλωσσικά κατάλοιπα (λέξεις ή και φράσεις) υπάρχουν αναρίθμητα μέσα και
στην πηλιορείτικη ντοπιολαλιά. Χώρια δε από εκείνα που συναντάμε λίγο ως πολύ και σ'
όλες τις άλλες τοπικές διαλέκτους της χώρας μας, υπάρχουν και κάποια - κι εδώ
αναφέρομαι μόνο σε λέξεις - που δηλώνουν οικογενειακά και κυρίως επαγγελματικά
αβθρωπονύμια, καθώς και χαρακτηριστικά τοπωνύμια, όπου μάλιστα κυριαρχεί το
σλάβικο γλωσσικό στοιχείο, μια και όπως είναι διαπιστωμένο είχαμε στο Πήλιο ομαδικές
εγκαταστάσεις Σλάβων νομάδων από τα πρώιμα ακόμα χρόνια του Βυζαντίου.
Και μόλο που τα ξένα αυτά φύλα αφομοιώθηκαν στις περισσότερες περιπτώσεις από τον
ντόπιο πληθυσμό, έμειναν ωστόσο κληρονομιά στον τόπο τα τοπωνυμιακά τους
ευρήματα, όπως λ.χ. είναι η Ζαγορά, η Γορίτσα, η Λέστιανη, οι Σταγιάτες, κι αυτός ίσως
ο Βόλος - παραφθορά του παλιού «Γκόλου», για να μας θυμίζουν πως και τούτη η
γραμμένη γωνιά της πατρίδας μας «πολλούς αφέντες άλλαξε, δεν άλλαξε ψυχή».
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ & ΠΑΡΑΔΟΣΗ
(Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου της παρούσας ενότητας προέρχεται από το έργο
του Κώστα Λιάπη ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ, Βραβείο Ακαδημίας
Αθηνών, έκδοση 1996).
Στις Μηλιές, όπως και στα άλλα χωριά του Πηλίου, χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα,
σε συζητήσεις μεταξύ ντόπιων κυρίως, η τοπική ντοπιολαλιά, η Πηλιορείτικη διάλεκτος
ή το γλωσσικό ιδίωμα του Πηλίου. Ο επισκέπτης σπάνια θα έχει την ευκαιρία να το
ακούσει, καθώς όπως προαναφέραμε, χρησιμοποιείται αποκλειστικά μεταξύ ντόπιων, και
κυρίως στις μεγαλύτερες ηλικίες. Ωστόσο, κρίναμε σκόπιμο να παραθέσουμε την
παρούσα ενότητα, προκειμένου ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης να έχει πληρέστερη
πληροφόρηση για τον γλωσσικό πλούτο της περιοχής.
Μελετητής, αναλυτής και καταγραφέας του γλωσσικού ιδιώματος του Πηλίου είναι ο
Πηλιορείτης Κώστας Λιάπης - καταγόμενος από την Κάτω Γατζέα -, ο οποίος στα
πλαίσια της μακρόχρονης επαγγελματικής του ενασχόλησης στην περιοχή του Πηλίου,
συγκέντρωσε, ανέλυσε και κατέγραψε περίπου 5.500 λέξεις - λήμματα του τοπικού
γλωσσικού ιδιώματος, εκδίδοντας το 1996 το έργο του ΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΤΟΥ
ΠΗΛΙΟΥ, το οποίο απέσπασε ειδικό βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.
Οι εν λόγω αναφορές που ακολουθούν, κάθε άλλο παρά εξαντλούν το θέμα. Για τον λόγο
αυτό θα παραπέμψουμε τον τυχόν ενδιαφερόμενο αναγνώστη στο έργο του συγγραφέα
(Κώστα Λιάπη: Το Γλωσσικό Ιδίωμα του Πηλίου, Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών,
Εκδόσεις ΩΡΕΣ, Βόλος 1996).
«.. Όπως είναι γνωστό, τα χωριά του Πηλίου δημιουργήθηκαν στα χρόνια της
Τουρκοκρατίας από «φεύγοντας την τυραννίαν των Τούρκων» ραγιάδες, οι οποίοι
κατέφυγαν στο «βουνό της Ζαγοράς», επειδή τούτο ήταν τότε σχεδόν «άοικο» και
δημοσιονομικά αδιάφορο για τους Τούρκους.
Η συγκέντρωση μάλιστα φυγάδων στο Πήλιο γίνεται ακόμα μεγαλύτερη στην διάρκεια του
18ου αιώνα, όταν γίνονται γνωστά σ' όλη την χώρα τα προνόμια που καταφέρνει να
αποσπάσει το βουνό των Κενταύρων απ' τους οθωμανούς κατακτητές του. Τα χρόνια αυτά
τα νεοπαγή χωριά του Πηλίου κατακλύζονται από χιλιάδες φυγάδες που προέρχονται απ'
όλα σχεδόν τα διαμερίσματα της υπόδουλης χώρας. Και βέβαια όλοι αυτοί (Ηπειρώτες,
Μακεδόνες, Ρουμελιώτες, και Νησιώτες) είναι φυσικό να κομίζουν στα δισάκια του
μισεμού τους και τις πολιτιστικές καταβολές τους, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονται
φυσικά, πρώτες και καλύτερες, οι γλωσσικές τους ιδιομορφίες.
Είναι τα χρόνια που στα ψηλώματα του Πηλίου δημιουργούνται, με την δυναμική παρουσία
τούτων των φυγάδων, οι πρώτες καλά οργανωμένες συσσωματώσεις κατοίκων, που
διαμορφώνουν και τον καινούργιο τύπο των πηλιορείτικων χωριών στην θέση των
παλιότερων μίζερων κολιγικών οικισμών, οι οποίοι, κατά κανόνα, ανήκαν στους
μετρημένους μεσαιωνικούς φεουδάρχες ή στα πιο πλούσια απ' τα πολλά μοναστήρια του
τόπου.
Είναι τα ίδια χρόνια που διαμορφώνεται μία καινούργια, δυναμική επίσης, διοικητική,
οικονομική και πολιτιστική πραγματικότητα τόσο στα ιδιόκτητα (χάσια) όσο και στα
δημοκρατικά αυτοδιοικούμενα (βακούφια) χωριά του Πηλίου, χωριά που ο πληθυσμός
τους αυξάνει ραγδαία κυρίως στην διάρκεια του 18ου αιώνα, με τον ερχομό και
καινούργιων φυγάδων από κάθε σχεδόν γωνιά της σκλάβας ελληνικής γης.
Παρόλη όμως αυτή την πληθυσμιακή ανομοιογένεια των κατοίκων του, το Πήλιο δεν
γίνεται, όπως θα περίμενε κανείς, η Βαβέλ του ελληνικού χώρου. Κι αυτό διότι στη
διαμόρφωση της γλωσσικής ταυτότητας του τόπου, προσωπικά τουλάχιστον πιστεύω πως,
κύριο ρόλο έπαιξε η αφομοιωτική ικανότητα του πιο δυναμικού απ' όλα εκείνα τα
ιδιώματα που βρέθηκαν να συμπλέουν αυτά τα καθοριστικά για την καθιέρωση μιας
ενιαίας γλωσσικής πραγματικότητας χρόνια στον πηλιορείτικο χώρο.
Ήταν δε αυτό το βόρειο - για να χρησιμοποιήσω την ειδική ορολογία - γλωσσικό ιδίωμα.
Αυτό του οποίου κύριοι φορείς ήταν οι προερχόμενοι από την Ήπειρο φυγάδες, οι οποίοι
άλλωστε ήταν και συντριπτικά οι περισσότεροι στο Πήλιο, με κύρια προέλευση την περιοχή
των Ιωαννίνων, το Ζαγόρι, τα Κατσανοχώρια, τα Δωδωνοχώρια, κλπ. Απόδειξη δε για
τούτο είναι οι ομοιότητες και οι φανερές αναλογίες που υπάρχουν και σήμερα ανάμεσα στο
πηλιορείτικο και στο ιδίωμα των περιοχών αυτών.
Έτσι λ.χ. όπως εκεί, κατά παρόμοιο τρόπο και στο Πήλιο, τα άτονα ο και ε τρέπονται
αντίστοιχα σε ου και ι (μουλύβ', λιβιντιά), ενώ τα επίσης άτονα ι και ου δεν προφέρονται
συνήθως καθόλου (σπιτ', κ'λούρ'). Ο ίδιος εξάλλου λόγος εξηγεί τη φωνητική ομοιότητα
εκατοντάδων ιδιωματικών λέξεων του Πηλίου και των περιοχών αυτών της Ηπείρου,
όπως επίσης κι εκατοντάδων άλλων γλωσσικών μνημείων, όπως είναι οι παροιμίες και τα
δημοτικά μας τραγούδια.
Και βέβαια το πράγμα θ' απλουστευόταν σε μεγάλο βαθμό αν το βόρειο ιδίωμα είχε
καθολική διάδοση στα πηλιορείτικα χωριά. Αυτό όμως δεν συμβαίνει, διότι πέρα από τα
βασικά αυτά χαρακτηριστικά που επισήμανα παραπάνω, υπάρχουν και κάποια άλλα
ανάμεσα στα δευτερεύοντα, που αποτελούν αφομοιωμένες καταβολές από άλλα ιδιώματα.
Καταβολές που επίσης μεταφυτεύθηκαν στο Πήλιο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και που
ως ένα σημείο επιβλήθηκαν από τους ξενοφερμένους αλλά όχι Ηπειρώτες φορείς τους.
Πέρα όμως απ' αυτές τις ετερογενείς γλωσσικές καταβολάδες, που ρίζωσαν στον
πηλιορείτικο χώρο, έχουμε επίσης στο Πήλιο κι ένα πλήθος από γνωστά σ' όλη τη χώρα
αλλά και άγνωστα ξενικά γλωσσικά δάνεια, απ' αυτά που κληροδοτήθηκαν στη γλώσσα
μας απ' τους κατά καιρούς αλλοεθνείς επιδρομείς, νομάδες και κυρίως κατακτητές του
ελληνικού χώρου, που στην περίπτωση της Θεσσαλομαγνησίας ήταν κατά σειρά οι Γότθοι,
οι Ούννοι, οι Σλάβοι, οι Σαρακηνοί, οι Βούλγαροι, οι Βλάχοι, οι Φράγκοι, οι Καταλάνοι,
οι Βενετσιάνοι, οι Σέρβοι, οι Αρβανίτες και κυρίως βέβαια οι Τούρκοι.
Τέτοια ξένα γλωσσικά κατάλοιπα (λέξεις ή και φράσεις) υπάρχουν αναρίθμητα μέσα και
στην πηλιορείτικη ντοπιολαλιά. Χώρια δε από εκείνα που συναντάμε λίγο ως πολύ και σ'
όλες τις άλλες τοπικές διαλέκτους της χώρας μας, υπάρχουν και κάποια - κι εδώ
αναφέρομαι μόνο σε λέξεις - που δηλώνουν οικογενειακά και κυρίως επαγγελματικά
αβθρωπονύμια, καθώς και χαρακτηριστικά τοπωνύμια, όπου μάλιστα κυριαρχεί το
σλάβικο γλωσσικό στοιχείο, μια και όπως είναι διαπιστωμένο είχαμε στο Πήλιο ομαδικές
εγκαταστάσεις Σλάβων νομάδων από τα πρώιμα ακόμα χρόνια του Βυζαντίου.
Και μόλο που τα ξένα αυτά φύλα αφομοιώθηκαν στις περισσότερες περιπτώσεις από τον
ντόπιο πληθυσμό, έμειναν ωστόσο κληρονομιά στον τόπο τα τοπωνυμιακά τους ευρήματα,
όπως λ.χ. είναι η Ζαγορά, η Γορίτσα, η Λέστιανη, οι Σταγιάτες, κι αυτός ίσως ο Βόλος -
παραφθορά του παλιού «Γκόλου», για να μας θυμίζουν πως και τούτη η γραμμένη γωνιά
της πατρίδας μας «πολλούς αφέντες άλλαξε, δεν άλλαξε ψυχή»..»
Το ίδιο γλωσσικό φαινόμενο εξάλλου παρατηρείται στο άτονο τελικό ή καταληκτικό ει των
βαρύτονων ρημάτων, όταν πριν απ' αυτό υπάρχουν τα δίψηφα ευ ή αυ, όπως στα
παραδείγματα: μαζεύ' (μαζεύει), γυρεύ'ς (γυρεύεις), παύ' (παύει).
Σίγηση όμως έχουμε και στο άτονο τελικό η των προπαροξύτονων θηλυκών ονομάτων
(ουσιαστικών, επιθέτων και αντωνυμιών), αρκεί βέβαια κι εδώ του η να προηγείται
σύμφωνο, όπως στις λέξεις: η θύμησ' (θύμηση), η κούρασ' (κούραση), η ομουρφ' (όμορφη),
η δύσκουλ' (δύσκολη), η κάμπουσ' (κάμποση).
Τέλος σίγηση του άτονου τελικού φωνήεντος έχουμε κάπου - κάπου ακόμα και στα
παροξύτονα άκλιτα, εφόσον βέβαια πάλι κι εδώ του άτονου τελικού φωνήεντος προηγείται
σύμφωνο. Παραδείγματα: απάν' (επάνω), κάτ' (κάτω), πέρ'σ' (πέρυσι), μακάρ' (μακάρι),
έτσ' (έτσι), ουόχ' (όχι).
Σχετικό όμως με το προηγούμενο βασικό χαρακτηριστικό στο πηλιορείτικο ιδίωμα είναι
και το γλωσσικό φαινόμενο της αποβολής ή πτώσης των παραπάνω άτονων φωνηέντων
και διψήφων, καθώς και του ου (σπανιότερα), όταν αυτά είναι μέσα και όχι μόνο στο τέλος
των λέξεων και ανάμεσα σε σύμφωνα. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο στο Νότιο
Πήλιο, όπου λ.χ. το πηγάδι ακούγεται ως π'γάδ', το μιγάρι μ'γάρ', το κουδούνι κ'δούν', και
λιγότερο έντονο στο υπόλοιπο Πήλιο, όπου οι ίδιες λ.χ. λέξεις ακούγονται ως πηγάδ',
μιγάρ', και κουδούν'. Κι εδώ όμως η πτώση κάποιων άτονων ι, η, υ και οι είναι δεδομένη,
όπως λ.χ. συμβαίνει με τις λέξεις: σ'κώνου (αντί σηκώνω), μπατάλ'κους (αντί μπατάλικος),
πιτ'χαίνου (αντί πετυχαίνω), ν'κουκύρ'ς (αντί νοικοκύρης), όπως και κάποιων ου, που
επίσης αποβάλλονται λ΄'φάζου αντί λουφάζω, γ'ρούν' αντί γουρούνι, τ'φέκ' αντί τουφέκι,
κλπ.).
Πρέπει όμως εδώ να σημειώσουμε πως αν αυτά τα ι (κι εννοώ πια μονάχα το γιώτα) και
τα ου προέρχονται από κώφωση των άτονων ε και αι και ο και ω αντίστοιχα, τότε
προφέρονται. Λέμε λ.χ. λιμόν' (λεμόνι), κι όχι λ'μόν', πιδεύου (παιδεύω) κι όχι π'δεύου,
πουνίδ' (πονίδι) κι όχι π'νίδ', καλαμουτή (καλαμωτή) κι όχι καλαμ'τη.
Ακόμα όμως εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε πως σε πολλές περιπτώσεις αποβολής των
άτονων ι και ου αναπτύσσεται στην θέση των αποβαλλομένων αυτών φθόγγων κάποιος
άλλος φθόγγος ή γίνονται κάποιες άλλες τροπές των διπλανών φθόγγων, Έτσι έχουμε λ.χ.
μισός > μπσός, μουλάρι > μbλάρ', χρυσός > ξ'ός, δικός > θ'κός, κλπ.
Τέλος και μια κι ο λόγος μας στέκεται στο φαινόμενο της αποβολής, να σημειώσουμε εδώ
πως, όπως κι αλλού, πολύ συνηθισμένη είναι και στο Πήλιο η αποβολή του αρχικού
άτονου ι, η και υ σε πάρα πολλές κλιτές λέξεις. Έτσι λ.χ. ο ηγούμενος γίνεται και στο Πήλιο
γούμενους, και τα ρήματα ισιάζω, ηλιάζω και υβρίζω γίνονται αντίστοιχα σιάζου, λιάζου
και βρίζου.
Κατά τον ίδιο τρόπο απ΄την ηλιακάδα έχουμε την λιακάδα, απ΄ το ηλιοπύρι, το λιουπύρ,
από τον ηλιοκαμένο, το λιουκαμένου, απ' το ημερώνω, το μιρώνου, απ' τα ημερομήνια, τα
μιρουμήνια, απ' το υποκάμισο, το π'κάμ'σου, απ' το υστερνό, το στιρνό, απ' το υφάδι, το
φάδ', απ' το ίσα πέρα, το σιαπέρα, κλπ.
Κι αυτά όσον αφορά τα βασικά χαρακτηριστικά της σίγησης και της αποβολής στο
πηλιορείτικο γλωσσικό ιδίωμα, για να περάσουμε και σ' ένα ακόμα επίσης σημαντικό
χαρακτηριστικό του ίδιου ιδιώματος. Τούτο δε είναι η κώφωση (η γνωστή και ως στένωση)
των άτονων ο και ω, φωνηέντων που ακούγονται κατά κανόνα σαν ου, όπως συμβαίνει
λ.χ. στις λέξεις: δρουμάου (αντί δρομώ), ουργώνου (αντί οργώνω), Κατίνκου (αντί
Κατίνκω), καθώς επίσης και των άτονων ε και αι που ακούγονται σαν ι, όπως στις λέξεις:
μιλάν' (αντί μελάνη), βιλέντζα (αντί βελέντζα), πιδεύου (αντί παιδεύω), πιχνίδ-για (αντί
παιχνίδια), κλπ.
Λόγω αυτού του φαινομένου γτνωστή είναι στο Πήλιο και η μετατροπή του άρθρου το των
ουδετέρων σε του (του σκ'λί, του κουρδών', του μούσμουλου, του Λινιού, του Μαργιώ,
κλπ). Κι αυτό συμβαίνει διότι το άρθρο το, λόγω της συνεκφοράς του με το όνομα που
ακολουθεί, ακούγεται σαν άτονο.
Τέλος, και μια και ο λόγος για τα άρθρα, να σημειώσουμε εδώ πως ένα ακόμα βασικό
χαρακτηριστικό στο ιδίωμα του Πηλίου είναι η αντικατάσταση του άρθρου ο των
αρσενικών με το ι (ι Γιάνν'ς, ι Πέτρους, ι μπάκακας, ι μπικτσής). Το φαινόμενο αυτό είναι
αρκετά σπάνιο στον ελληνικό χώρο, οφείλεται δε, όπως πιστεύω κι εγώ, στους Τούρκους,
οι οποίοι, με το να χρησιμοποιούν στα χρόνια της δουλείας σαν δεικτική αντωνυμία το ο,
ήταν υποχρεωμένοι, για να αποφεύγουν την σύγχυση, ν' αντικαθιστούν το δικό μας άρθρο ο
με το ι. Έτσι έλεγαν λ.χ. ι Θεός, ι Χασάν'ς, ι Μουχτάρ'ς, κλπ.
Ωστόσο πρέπει να πούμε - και να τελειώσουμε εδώ την αναφορά μας για τα βασικά
χαρακτηριστικά του πηλιορείτικου ιδιώματος - πως η χρήση του άρθρου ι δεν είναι
γενικευμένη στο Πήλιο, αφού κάπου - κάπου έχει την θέση του και το ο, μόνο που αυτό,
λόγω της γνωστής κώφωσης, ακούγεται σαν ου, όπως στα παραδείγματα: ου Χρήστους, ου
λαγός, ου μούρλιας, ου ανάπουδους, κλπ.
Λαογραφία
Είναι γεγονός πως κάθε λαός έχει αναπτύξει ένα δικό του κώδικα επικοινωνίας που ως
γνωστόν ονομάζεται γλώσσα, η οποία αποτελεί το σύνολο των κανόνων και λοιπών
στοιχείων που με κατάλληλο συνδυασμό καθιστούν δυνατή τη παραγωγή λόγου και
συνεπώς την επικοινωνία των ατόμων αυτού του λαού όπου η συγκεκριμένη γλώσσα
είναι κοινώς αποδεκτή.
Λόγω λοιπόν αυτής της διαφοροποίησης μεταξύ των λαών ως προς τη γλώσσα (που
πολλές φορές είναι μικρή αλλά υπαρκτή π.χ. Αγγλικά Η.Π.Α.- Βρετανίας) γίνεται ένας
διαχωρισμός -μια διάσπαση- του συνόλου των ανθρώπων όλης της γης σε μεγάλα
υποσύνολα που συμπίπτουν με το πλήθος των λαών(1). Αυτό σημαίνει ότι κοιτώντας σε
έναν παγκόσμιο χάρτη θα παρατηρούσαμε, πως λειτουργεί και σαν «χάρτης γλωσσών»,
δηλαδή στη περιοχή που οριοθετείται μια χώρα αποδίδεται και μια διαφορετική γλώσσα.
πχ: α) Ελλάδα –ελληνικά β) Γαλλία - γαλλικά κ.ο.κ
Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται να γίνει λόγος για ένα από τα πιο γνωστά γλωσσικά
ιδιώματα της Ελλάδας που είναι αυτό του Πηλίου.
Ας δούμε λοιπόν πως αυτό ξετυλίγεται μέσα από τις σελίδες του ομώνυμου (Το
γλωσσικό ιδίωμα του Πηλίου) έργου του πηλιορείτη συγγραφέα Κώστα Λιάπη.
“Είναι αλήθεια πως η όποια έρευνα σε κάθε επιστημονικό χώρο, όπως δα και
γενικότερα σε κάθε τομέα του επιστητού, παρουσιάζει, πέρα από τις γενικές, και κάποιες
ειδικές δυσκολίες, όπως επίσης και κάποιες μεθοδολογικές ιδιαιτερότητες. Οι δυσκολίες
και οι ιδιαιτερότητες αυτές είναι εξαιρετικά, θα έλεγα, έντονες στο χώρο της γλωσσικής
έρευνας, που από τη φύση του διατηρεί μια ιδιότυπη νομοτέλεια, απαιτεί και μια εντελώς
ιδιόμορφη και αυστηρή μεθοδολογία. Γεγονός που κοντολογίς σημαίνει πως κάθε
απόπειρα προσέγγισης, συγκέντρωσης, ταξινόμησης και κωδικοποίησης γλωσσικού
υλικού είναι συναρτημένη με κάποια δύσκολα προβλήματα που αφορούν τη φωνητική,
ετυμολογική και σημασιολογική διερεύνηση και απόδοση του, καθώς και με κάποιες
επιμέρους παραμέτρους της σχετικής έρευνας που έχουν να κάνουν με τη σημειολογία,
τη σύνταξη, την υφολογία και γενικότερα την όλη δομή του ερευνόμενου υλικού.
Με όλα τούτα θέλω να τονίσω πως η υπεραπλούστευση σε μια τέτοια έρευνα όχι
μόνο δεν απλουστεύει την ίδια αλλά αντίθετα την κάνει προβληματική κι οπωσδήποτε
ανεπαρκή.
Όταν βέβαια μιλάμε για το γλωσσικό ιδίωμα ενός τόπου, πρέπει πριν απ’ όλα να
έχουμε στο νου μας πως δεν πρόκειται βέβαια καθόλου για έναν στεγανό χώρο, κλειστό
κι απομονωμένο από ξένες γλωσσικές επιδράσεις και επιρροές .
Κι αν αυτός ο κανόνας ισχύει, σε κάποιο βαθμό, για κάθε γωνιά της χώρας μας,
που έχει κάποιες γλωσσικές ιδιομορφίες, κυρίως επικυρώνεται στο Πήλιο, ένα χώρο που
στη διαδρομή των αιώνων μπορεί να διαμόρφωσε το ύφος μιας αυτόνομης πολιτιστικής
οντότητας, αυτό όμως δε σημαίνει καθόλου πως έμεινε ξεκομμένος από τις πολιτιστικές
επιδράσεις του υπόλοιπου ελλαδικού αλλά κι αυτού του ευρωπαϊκού χώρου. Το αντίθετο
ακριβώς συνέβη και το ξέρουμε βέβαια καλά αυτό όλοι όσοι ερευνούμε τα πολιτιστικά
καθέκαστα αυτής της περιούσιας γωνιάς της πατρίδας μας.
Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται η μεγάλη δυσκολία στο εγχείρημα και θα μου επιτρέψετε
να σας την αναλύσω περισσότερο ευθύς αμέσως.
Όπως είναι γνωστό, τα χωριά του Πηλίου δημιουργήθηκαν στα χρόνια της
Τουρκοκρατίας από «φεύγοντας την τυραννίαν των Τούρκων» ραγιάδες, οι οποίοι
κατέφυγαν στο «βουνό της Ζαγοράς», επειδή τούτο ήταν τότε σχεδόν «άοικο» και
δημοσιονομικά αδιάφορο για τους Τούρκους.
Παρόλη όμως αυτή την πληθυσμιακή ανομοιογένεια των κατοίκων του, το Πήλιο
δε γίνεται, όπως θα περίμενε κανείς, η Βαβέλ του ελληνικού χώρου. Κι αυτό διότι στη
διαμόρφωση της γλωσσικής ταυτότητας του τόπου, προσωπικά τουλάχιστον πιστεύω
πως, κύριο ρόλο έπαιξε η αφομοιωτική ικανότητα του πιο δυναμικού απ’ όλα εκείνα τα
ιδιώματα που βρέθηκαν να συμπλέουν αυτά τα καθοριστικά για την καθιέρωση μιας
ενιαίας γλωσσικής πραγματικότητας χρόνια στον πηλιορείτικο χώρο.
Ήταν δε αυτό το βόρειο - για να χρησιμοποιήσω την ειδική ορολογία - γλωσσικό ιδίωμα.
Αυτό του οποίου κύριοι φορείς ήταν οι προερχόμενοι από την Ήπειρο φυγάδες, οι οποίοι
άλλωστε ήταν και συντριπτικά οι περισσότεροι στο Πήλιο, με κύρια προέλευση την
περιοχή των Ιωαννίνων, το Ζαγόρι, τα Κατσανοχώρια, τα Δωδωνοχώρια κλπ. Απόδειξη
δε για τούτο είναι οι ομοιότητες και οι φανερές αναλογίες που υπάρχουν και σήμερα
ανάμεσα στο πηλιορείτικο και στο ιδίωμα των περιοχών αυτών.
Έτσι λ. χ. όπως εκεί, κατά παρόμοιο τρόπο και στο Πήλιο, τα άτονα ο και ε
τρέπονται αντίστοιχα σε ου και ι (μουλύβ\ λιβιντιά), ενώ τα επίσης άτονα ι και ου δεν
προφέρονται συνήθως καθόλου (σπίτ', κ’λούρ). Ο ίδιος εξάλλου λόγος εξηγεί τη
φωνητική ομοιότητα εκατοντάδων ιδιωματικών λέξεων του Πηλίου και των περιοχών
αυτών της Ηπείρου, όπως επίσης κι εκατοντάδων άλλων γλωσσικών μνημείων, όπως
είναι οι παροιμίες και τα δημοτικά μας τραγούδια.
Πέρα όμως απ' αυτές τις ετερογενείς γλωσσικές καταβολάδες, που ρίζωσαν στον
πηλιορείτικο χώρο, έχουμε επίσης στο Πήλιο κι ένα πλήθος από γνωστά σ' όλη τη χώρα
αλλά και άγνωστα ξενικά γλωσσικά δάνεια, απ' αυτά που κληροδοτήθηκαν στη γλώσσα
μας απ' τους κατά καιρούς αλλοεθνείς επιδρομείς, νομάδες και κυρίως κατακτητές του
ελληνικού χώρου, που στην περίπτωση της Θεσσαλο-μαγνησίας ήταν κατά σειρά οι
Γότθοι, οι Ούννοι, οι Σλάβοι, οι Σαρακηνοί, οι Βούλγαροι, οι Βλάχοι, οι Φράγκοι, οι
Καταλάνοι, οι Βενετσιάνοι, οι Σέρβοι, οι Αρβανίτες και κυρίως βέβαια οι Τούρκοι.
Και μόλο που τα ξένα αυτά φύλα αφομοιώθηκαν στις περισσότερες περιπτώσεις
από τον ντόπιο πληθυσμό, έμειναν ωστόσο κληρονομιά στον τόπο τα τοπωνυμιακά τους
ευρήματα, όπως λ.χ. είναι η Ζαγορά, η Γορίτσα, το Πλιασίδι, η Λέστιανη, οι Σταγιάτες,
κι αυτός ίσως ο Βόλος - παραφθορά του παλιού «Γκόλου»2[2] , για να μας θυμίζουν πως
και τούτη η γραμμένη γωνιά της πατρίδας μας «πολλούς αφέντες άλλαξε, δεν άλλαξε
ψυχή».
κ = κ λεπτό, ουρανικό (σαν κι), μπροστά από τα αποβαλλόμενα φωνήεντα η και ι αλλά
και τα δίψηφα ει και οι στο τέλος των λέξεων: Avdρoυνίκ' (Αντρονίκη), γιουμέκ'
(γιουμέκι), βρίσκ' (βρίσκει), λύκ΄ (λύκοι).
λ = λ λεπτό, ουρανικό στις περισσότερες των περιπτώσεων και κυρίως όταν αυτό
προηγείται των τονισμένων φωνηέντων και δίψηφων η, ι, υ, ει και οι (καλή, λίμα,
λύχνους, λαλεί, θουλοί) ή όταν επίσης προηγείται των παραπάνω άτονων και μη
προερχόμενων από κώφωση φθόγγων (καλημέρα, λιθάρ', λυχνάρ', λειβάδ', λοιπόν) ή κι
ακόμα όταν είναι μπροστά από αποβαλλόμενο άτονο καταληκτικό η, ι, ει και οι: πυλ'
(πύλη), σουράβλ' (σουράβλι), θέλ' (θέλει), φίλ' (φίλοι).
λ = λ παχύ, μπροστά από κώφωση του ε κυρίως, όπως στις λέξεις: λιβεντ'ς (λεβέντης),
λικούν' (λεκούνι), Λιχώνια (Λεχώνια).
ν = ν λεπτό, ουρανικό, σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις που αυτό προηγείται του η, ι, υ, ει
και οι - έστω κι όταν αυτά αποβάλλονται - εκτός από εκείνες στις οποίες βρίσκεται
μπροστά από κώφωση του ε ή του αι: Λέν' (Λένη), Νίκους (Νίκος), νυχτίτσα, μπαλών'
(μπάλωνει), μαζουμέν' (μαζεμένοι).
ν = ν παχύ, κυρίως μπροστά από κώφωση του ε και του αι, όπως στις λέξεις: νιρό (νερό),
είνι (είναι), Νιχώρ' (Νεχώρι).
ξ = ξ λεπτό (σαν ξι), κυρίως μπροστά από αποβαλλόμενο ι και υ, απ’ τα οποία ακολουθεί
σύμφωνο και κατά κανόνα το λ, το ν, το π και το φ: ξ΄λάγκουρο, ξ'πουλ’τίκ΄ αξ'φάρα. Το
ίδιο συμβαίνει όταν το ξ είναι μπροστά από το αποβαλλόμενο ει της κατάληξης των
βαρύτονων ρημάτων, όπως λ.χ. στις λέξεις: πλέξ' (πλέξει), αλλάξ' (αλλάξει), δρουμήξ'
(δρομήξει).
ψ = ψ λεπτό (σαν ψι), μπροστά από το αποβαλλόμενο άτονο υ, απ' το οποίο ακολουθεί το
χ, όπως λ. χ. στις λέξεις: ψ'χάκ' (ψυχάκι), ψ''χούν' (ψυχούνι), ψ'χουμαχάου (ψυχομαχάω).
Επίσης μπροστά από το αποβαλλόμενο συνήθως ει της κατάληξης των βαρύτονων
ρημάτων, όπως στα παρακάτω: κλάψ' (κλάψει), σαλέψ΄ (σαλέψει), λείψ' (λείψει).
ζ = ζ λεπτό, μπροστά από το αποβαλλόμενο άτονο ι, η και υ, όπως λ. χ. στις λέξεις: γρέζ'
(γρέζι), ζ'λιαρόγατους (ζηλιαρόγατος), ζ'μάρ' (ζυμάρι). Επίσης μπροστά από το
αποβαλλόμενο συνήθως δίψηφο ει της κατάληξης των βαρύτονων ρημάτων: αβγατιζ'
(αβγατίζει), κουπρίζ' (κοπρίζει), φανάζ' (φωνάζει).
γ = γ ψιλό, ουρανικό (σαν γι), όπως στις περιπτώσεις που βρίσκεται μπροστά από το
αποβαλλόμενο συνήθως δίψηφο ει της κατάληξης των βαρύτονων ρημάτων:
χ = χ λεπτό, ουρανικό (σαν χι), όπως σης ίδιες περιπτώσεις που αναφέρθηκαν και για το
ψιλό γ: έχ' (έχει), τρέχ' (τρέχει) αλλά και ουόχ' (όχι).
h == εκείπου μόλις ακούγεται το χ, όπως λ. χ. στις περιπτώσεις ahά (αντί του ναι), έ’εhς
(έχεις), έ'υ hσ'a (έχυσα).
σ = σ λεπτό (σαν σι), όπως στις περιπτώσεις που προηγείται της αποβολής φωνήεντος ή
της συλλαβής «τη», πριν απ' την καταλ. του παθ. αορίστου. λ.χ. χάσ'κου, vdoυσ'κoυ,
μαλλιουβράσ', μπουλιάσ'κα, πατσιάσ'κα, ταμπλατίσ'κα.
Τέλος, με την ολοκλήρωση αυτού του θέματος θα ήταν σκόπιμο να αναφέρουμε ότι οι
γλωσσικές ιδιομορφίες κάθε τόπου, όπως και του Πηλίου άλλωστε, διατηρούνται μόνο
από τους μεγαλύτερους αυτούσιες ενώ οι νεώτεροι χρησιμοποιούν παραλλαγές αυτών,
είτε γιατί δέχονται επιρροές και από άλλες γλωσσικές ενότητες είτε γιατί φοβούνται
μήπως κακοχαρακτηρισθουν όπως πολλές φορές δυστυχώς συμβαίνει ενώ θα έπρεπε να
υπάρχει ενθάρρυνση από όλους μας για τη διατήρηση της παράδοσης και της ιστορίας
μας.
Το Πήλιο είναι ένα καταπράσινο φυσικό φρούριο που δεσπόζει πάνω στον Βόλο.
Ολόκληρη η περιοχή είναι ένας ανεξάντλητος θησαυρός μύθων, θρύλων, ιστορίας
και πολιτιστικής παράδοσης, κι ένας παράδεισος για τους εραστές της φύσης, τους
φυσιοδίφες, αρχαιολόγους, ιστορικούς, και ανθρωπολόγους, καθώς για χιλιετίες το
έχουν περπατήσει θεοί, ημίθεοι και κένταυροι, τιτάνες και γίγαντες, νύμφες και
δρυάδες, βασιλιάδες, ήρωες και πολεμιστές. Υπήρξε επίσης το πεδίο της
"Γιγαντομαχίας" και το αγαπημένο θέρετρο των θεών του Ολύμπου. Στο Πήλιο
πήγαιναν για κυνήγι θεοί, βασιλιάδες και πρίγκιπες. Εδώ έγινε κι ο
γάμος του Πηλέα με την Θέτιδα, καθώς επίσης και ο πρώτος
διαγωνισμός ομορφιάς ανάμεσα στις πανέμορφες --
και...πανίσχυρες -- θεές Ήρα, Αθηνά και
Αφροδίτη.
Από την Ιωλκό ξεκίνησε τον 13ο αιώνα π.Χ. η Αργώ με πλήρωμα 50 Αργοναυτών υπό
την ηγεσία του Ιάσονα. Αποστολή τους ήταν να πάνε στην μακρινή Κολχίδα της Αίας να
φέρουν το χρυσόμαλλο δέρας, σύμβολο πλούτου και ευμάρειας. Μαζί με το δέρας ο
Ιάσονας έφερε και μια σύζυγο, την μάγισσα Μήδεια, θυγατέρα του βασιλιά Αιήτη,
εγγονή του Ήλιου, ανηψιά της Κίρκης, πριγκίπισσα της Αίας και αργότερα βασίλισσα
της Ιωλκού, Κορίνθου και Αίας, σφαγέα του αδερφού της 'Αψυρτου και των δυο γιων της
με τον Ιάσονα, πραγματικά μια τραγική φιγούρα γυναίκας της οποίας την ιστορία
δραματοποίησε ο Ευριπίδης στην περίφημη «Μήδεια», τραγωδία που διδάσκεται από το
431 π.Χ.
Στο Πήλιο έλαβε χώρα και ο γάμος της Νηρηίδας Θέτιδος με τον θνητό Πηλέα. Κατά την
διάρκεια της δεξίωσης που επακολούθησε η θεά Έρις, η οποία δεν είχε προσκληθεί,
έρριξε ανάμεσα στους προσκεκλημένους ένα χρυσό μήλο με την επιγραφή «τη
καλλίστη», που φυσικά διεκδίκησαν οι τρεις ωραιότερες θεές. Η απόφαση του διαιτητού
Πάρι, πρίγκιπα της Τροίας, να δώσει το μήλο στην Αφροδίτη υπήρξε μοιραία για την
οικογένειά και την πατρίδα του. Λίγα χρόνια αργότερα ο αθάνατος Αχιλλέας, γιος του
Πηλέα και της Θέτιδος, συνέβαλε αποφασιστικά στην Τρωική εκστρατεία και με την
συμμετοχή του σ' αυτήν και με τον ηρωισμό του κατά την πολιορκία της Τροίας στον
12ο αιώνα. Ένας υπέροχος μύθος που πλάσθηκε γύρω από την εκστρατεία αντιποίνων
των Ελλήνων εναντίον των Τρώων οι οποίοι επέβαλαν βαριά διόδια στα ελληνικά
εμπορικά πλοία που διέρχονταν τα Στενά του Ελλησπόντου μετά το άνοιγμα των
θαλασσίων εμπορικών οδών από τους Αργοναύτες.
Το Πήλιο συνέβαλε επίσης και στην τελική ήττα των Περσών τσακίζοντας σε μια από τις
ακτές του 40 πλοία του Ξέρξη, ο οποίος μετά την ταπεινωτική του ήττα στην Σαλαμίνα
το 480 π.Χ. είδε τα σχέδιά του για την κατάκτηση της Ελλάδας και επέκταση της
αυτοκρατορίας του στην Μεσόγειο να καταστρέφονται ολοσχερώς.
Στα 290 π.Χ. περίπου ο βασιλιάς της Μακεδονίας Δημήτριος ο Πολιορκητής έκτισε την
Δημητριάδα, πόλη που περιλάμβανε την Ιωλκό και τις Παγασές, οι οποίες πια είχαν
χάσει την παλιά τους δόξα και σπουδαιότητα. Η Δημητριάδα έγινε το κέντρο της
Κοινοπολιτείας των Μαγνητών και, παρόλο που δηώθηκε αρκετές φορές, κατάφερε να
επιζήσει των επιδρομών Γότθων, Σλάβων, Βουλγάρων, Φράγκων και Τούρκων μέχρι το
1600 περίπου.
Κι αναδείχθηκε έτσι το Πήλιο σ' ένα προπύργιο του Ελληνισμού, σε μια Κιβωτό που
γέννησε κι έθρεψε γενεές ολόκληρες προοδευτικών ανθρώπων οι οποίοι συμμετείχαν στο
θαύμα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού διατηρώντας και διαδίδοντας την ελληνική
γλώσσα, ιστορία, πολιτισμό, έθιμα και ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Εμπνευσμένοι
ποιητές κι άνθρωποι των γραμμάτων ύμνησαν τις ομορφιές και τα πλούτη του Πηλίου.
Γενιές λιθοδόμων και τεχνητών δημιούργησαν την περίφημη παραδοσιακή πηλιορείτικη
αρχιτεκτονική, και λαϊκοί ζωγράφοι, ξυλογλύπτες κι αγιογράφοι διακόσμησαν
μοναστήρια, εκκλησίες κι αρχοντικά με τοιχογραφίες, εικόνες, ζωγραφιές και
ξυλόγλυπτα που διακρίνονται τόσο για την αθωότητα και τον αυθορμητισμό τους όσο
και για την πνευματικότητα και πολυμορφία τους με θέματα και σύμβολα αντλούμενα
από τα ανεξάντλητα αποθέματα της ελληνικής ιστορίας, παράδοσης, θρησκείας και ζωής.
Μεγάλοι δάσκαλοι, λαϊκοί και ιερωμένοι, με κίνδυνο της ζωής τους δίδαξαν σε σχολεία
και -- σε δίσεκτα χρόνια -- σε κρυφά μέρη και απρόσιτες σπηλιές δημιουργώντας έτσι το
περίφημο Κρυφό Σχολειό. Επί πλέον, μερικοί από αυτούς μαζί με άλλους μεγάλους
πατριώτες ήταν μεταξύ των οργανωτών και ενεργών μελών της Φιλικής Εταιρείας και
της επανάστασης κατά του τουρκικού ζυγού το 1821.
Σήμερα τα περισσότερα μέρη στο Πήλιο και την ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας
διατηρούν τα ίδια τοπωνυμία που είχαν επί χιλιετίες, διατηρώντας έτσι την μακρόχρονη
ελληνική τους ταυτότητα. Το Πήλιο ειδικά έχει διαπλάσει την δική του πολυδιάστατη
προσωπικότητα αποτελούμενη από έναν σπάνιο συνδυασμό αρχέγονου δυναμισμού στα
στοιχεία της φύσης του και ενός ήπιου και καρποφόρου χαρακτήρα. Αυτά τα
χαρακτηριστικά μαζί με την πανάρχαια ιστορία του και την ατμοσφαιρικότητα που το
διακατέχει του προσδίδουν μια μοναδική αύρα που επιτυγχάνει το ακατόρθωτο στην
σύγχρονη ζωή: κάνει τον χρόνο να κυλάει πιο αργά. Πραγματικά ένα απαράμιλλο
επίτευγμα που για δεκάδες χρόνια έχει καταστήσει το Πήλιο τον μυστικό τόπο διακοπών
και διαμονής για τους λίγους, Έλληνες και ξένους, που είχαν την τύχη να το
ανακαλύψουν και να μαγευτούν από τα θέλγητρά του σε τέτοιο βαθμό που επιστρέφουν
ξανά και ξανά. Είναι πασίγνωστο άλλωστε ότι υπάρχουν μόνο δύο τύποι τουριστών
του Πηλίου: ο πρωτοερχόμενος επισκέπτης και ο επανερχόμενος προσκυνητής.
Μετά βέβαια υπάρχει και ο ενδημών προσκυνητής.
Μυθολογία
Οι θρύλοι, οι μύθοι και οι παραδόσεις του εξάπτουν τη φαντασία και προσθέτουν στο
φυσικό του κάλος την δική τους πινελιά προκαλώντας τους επισκέπτες να μυηθούν στον
αρχαίο κόσμο της χώρας των Κενταύρων.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, το Πήλιο είναι η κατοικία των Kενταύρων (με σώμα αλόγου
από τη μέση και κάτω και με σώμα ανθρώπου από τη μέση και πάνω). Γνωστότερος, ο
σοφός Kένταυρος Xείρων, δάσκαλος του Iωλκού-Iάσονα.
Ο πλούτος του βουνού σε θεραπευτικά βότανα από τα αρχαία χρόνια μέχρι και σήμερα
συνδυάζεται με τον μύθο του Κενταύρου Χείρωνα - γιο του Κρόνου - που διδάσκει στον
Ασκληπιό την ιατρική τέχνη. Κοντά του μαθήτευσαν ο Ηρακλής , ο Αχιλλέας και ο
Ιάσονας , που ξεκίνησε να φέρει από την μακρινή Κολχίδα το Χρυσόμαλλο δέρας με την
κατασκευασμένη από τα αιωνόβια δένδρα του Πηλίου Αργώ. Σε αυτό το βουνό, ο Πάρις
έδωσε στην πιο όμορφη το μήλο της έριδος, που έγινε η αιτία για τον Τρωικό πόλεμο και
εδώ πάλι έγινε ο γάμος θνητού και θεάς, του βασιλιά Πηλέα με την θεά Θέτιδα που τους
τραγούδησαν ο Όμηρος και ο Πίνδαρος και γλέντησαν παρέα το δωδεκάθεο με τους
κοινούς ανθρώπους. Ο Χείρων, μεσολάβησε για το γάμο του Πηλέα με τη Θέτιδα, που
έγινε στο Πήλιο. Στη διάρκεια του γάμου και εξαιτίας του μήλου της Έριδος προκλήθηκε
ο Τρωικός Πόλεμος. Στον σοφό κένταυρο Χείρωνα μαθήτευσε ο Ασκληπιός, πατέρας
της ιατρικής, καθώς και ο Αχιλλέας.
Η περιοχή του Βόλου, η αρχαία Μαγνησία, αποτελεί μια από τις παλιότερα κατοικημένες
περιοχές του ελλαδικού χώρου. Οι πρώτες γνωστές εγκαταστάσεις πληθυσμών
χρονολογούνται την 7η χιλιετία π.Χ. ενώ η πολιτισμική παρουσία στο χώρο συνεχίζεται
χωρίς κενά.
ΠΗΓΗ: hotels-in-magnesia.gr
Μυθολογία - Ιστορία
Με μια σύντομη, όσο μπορεί να γίνει, αναδρομή, από τους αρχαίους χρόνους έως και τη
νεότερη εποχή, καταλαβαίνουμε ότι το Πήλιο έχει να δώσει πολλά στοιχεία μυθολογίας
και ιστορίας.
Πολλές είναι οι εκδοχές που έχουν διατυπωθεί για το πώς το Πήλιο έχει πάρει το όνομά
του. Μία, μα όχι και τόσο σεβαστή, είναι από το «πηλός», μιας και στην πλειοψηφία του
αποτελείται από χωμάτινες πλαγιές. Μία, ακόμη, εκδοχή και πολύ πιθανή, από το
ιλλυρικό «Pil», που σημαίνει δάσος. Και επειδή το Πήλιο το χαρακτηρίζει η πολλή και
συχνή ηλιοφάνεια, πιθανολογείται ν’ άντλησε το όνομά του από το «πανήλιον» και κατά
συντόμευση Πήλιον.
Από την εφευρετική παρουσία των Κενταύρων στο Πήλιο και μάλιστα του μεγάλου
δάσκαλου Χείρωνα, η μυθολογία προχωρά στους θρύλους του Ιάσονα, του Ιξίων, του
Πηλέα, της Θέτιδας, της Νεφέλης και της Αργοναυτικής εκστρατείας.
Οι Κένταυροι, λοιπόν, όντα της μυθικής φαντασίας, έκαναν την παρουσία τους στις
πλαγιές του Πηλίου, με μοναδικό τρόπο. Μέσα τους συνυπήρξε το θείο και το θνητό, το
ανθρώπινο και το θεϊκό. Η μορφή τους είχε όψη ανθρώπου αλλά και σώμα αλόγου.
Ζούσαν στις όμορφες πλαγιές και στα καταπράσινα δάση του Πηλίου, ενώ κατοικούσαν
στις πιο όμορφες περιοχές σε δύσβατες και απομακρυσμένες σπηλιές. Συμβόλιζαν την
ηθική, τη λογική και τη σοφία καθώς και τον αιώνιο Ελληνικό πολιτισμό.
Στο Βόλο, πρωτεύουσα του νομού, στους πρόποδες του Πηλίου κατασκευάστηκε η
«Αργώ». Το πλοίο με το οποίο ξεκίνησε η αργοναυτική εκστρατεία και ο Ιάσονας για το
μακρινό ταξίδι στην Κολχίδα αναζητώντας το “Χρυσόμαλλο Δέρας” αποτελεί ξεχωριστό
σύμβολο για τους ταξιδιώτες και μάλιστα για τους ναυτικούς. Ακόμη και σήμερα,
ομοίωμά του στέκει στην παραλία του Βόλου και αποτελεί σημείο αναφοράς σε
περαστικούς και ταξιδιώτες.
Στα τέλη του 12ου αιώνα εμφανίζεται στο ιστορικό προσκήνιο μια μοναστηριακή
ανάπτυξη της περιοχής. Με Αγιορείτικη τέχνη και φιλοσοφία ξεφυτρώνουν πλήθος
μοναστηριών στα πιο όμορφα και απομονωμένα σημεία του Πηλίου.
Κατά την ελληνική επανάσταση του 1821 ο πηλιορείτης 'Ανθιμος Γαζής, γνωστός
διδάσκαλος από τις Μηλιές, υπήρξε ο πρωτεργάτης της επανάστασης, με τη «σημαία,
λάβαρο», που φυλάσσεται ακόμη και σήμερα στη βιβλιοθήκη – μουσείο – του χωριού.
Το Πήλιο είναι ένα ξεχωριστό βουνό και μάλιστα με κάποιες ιδιαιτερότητες, όσον αφορά
τις κλιματολογικές συνθήκες αλλά και τη μορφολογία του.
Το Πήλιο, λοιπόν, βρίσκεται εξ’ ολοκλήρου στο νομό Μαγνησίας και γενικότερα στην
ανατολική Θεσσαλία. Εκτείνεται με κατεύθυνση από βορειοδυτικά προς νοτιοανατολικά,
μεταξύ του Αιγαίου πελάγους ανατολικά και Παγασητικού κόλπου νότια και δυτικά. Το
μεγαλύτερο μέρος του βουνού αποτελείται από σχιστόλιθο κατά 70% περίπου, ενώ το
υπόλοιπο 30% περίπου αποτελείται από ασβεστόλιθο.
Είναι χαρακτηριστικό, όπως προείπαμε, ότι η χερσόνησος του Πήλιο στη μεγαλύτερη
περιφέρειά της βρέχεται από θάλασσα. Στο εσωτερικό της, δηλαδή νότια και νοτιοδυτικά
βρέχεται από τον Παγασητικό κόλπο, ενώ εξωτερικά, δηλαδή ανατολικά και
βορειοανατολικά από το Αιγαίο πέλαγος. Αυτή η ιδιαίτερη επαφή του με θαλάσσιο νερό
αλλά και οι αρκετές ψηλές κορφές του στα 1600 μέτρα περίπου συνθέτουν κάτι το
μοναδικό.
Οι ψηλότερες κορυφές του είναι: ο Πουριανός Σταυρός με 1624 μέτρα, το Πλιασίδι με
1547 μέτρα ,το Αϊδονάκι με 1537 μέτρα και οι Αγριόλευκες με 1470 μέτρα υψόμετρο και
το Σχιντζουράβλι με 1451 μέτρα υψόμετρο. Ανάμεσά τους και δίπλα τους υπάρχουν
μερικές ακόμη, ανώνυμες κορυφές με παρόμοιο υψόμετρο. Ο ορεινός όγκος του Πηλίου
με τις πιο πάνω κορυφές σχηματίζουν μια μικρή μακρόστενη οροσειρά από το βορρά
προς το νότο. Στα βόρεια είναι ψηλότερη και όσο κατεβαίνουμε πιο νότια το υψόμετρο
κατεβαίνει, με απότομες καταπράσινες πλαγιές και ρεματιές τόσο στα νοτιοδυτικά
παράλια του Παγασητικού αλλά ακόμη περισσότερο στα ανατολικά παράλια του
Αιγαίου.
Αρκετά ρέματα και μικρά εποχιακά ποταμάκια δημιουργούνται ανάμεσα στις απότομες
πλαγιές και στα φαράγγια του Πηλίου και χύνονται άλλα στον Παγασητικό κόλπο και
άλλα στο Αιγαίο Πέλαγος. Τα περισσότερα από αυτά κατεβάζουν αρκετό νερό τους
μήνες της 'Ανοιξης ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες τα περισσότερα στερεύουν, με
ελάχιστες εξαιρέσεις.
Εκεί που εκβάλουν τα ρέματα σχηματίζονται μικροί όρμοι και παραλίες. Στο εσωτερικό
του Παγασητικού κόλπου σχηματίζονται πολλές και όμορφες παραλίες με ξεχωριστές
αυτές στα Καλά Νερά, στην 'Αφυσσο, στο Λεφόκαστρο, στη Μηλίνα και στο Μαραθιά.
Με περισσότερες από τριάντα όρμους και παραλίες το ανατολικό Πήλιο έχει να δώσει
ξεχωριστά σημεία για κολύμπι στις όμορφες ακτές του. Με δυσκολία θα ξεχωρίσουμε
κάποιες. Επισημαίνουμε από το βορρά προς νότο, την παραλία του Οβριού Ζαγοράς, τη
τεράστια παραλία του Χορευτού, τον 'Αγιο Ιωάννη, τη Φακίστρα, τον Μυλοπόταμο, τα
Ποτιστικά, τη Μελανή, την Πάλτση και το Μικρό του Πλατανιά.
Το κλίμα στην ευρύτερη περιοχή του Πηλίου θεωρείται από τα καλύτερα της Ελλάδας με
πολύ καλές τιμές σε θερμοκρασία και υγρασία τους περισσότερους μήνες του χρόνου.
Συναντάμε σημαντικές διαφορές μεταξύ των εποχών και ιδιαίτερα μεταξύ χειμώνα και
καλοκαιριού αλλά και μεταξύ των παράλιων και ορεινών περιοχών.
Όπως όλη η Ελλάδα το καλοκαίρι, έτσι και το Πήλιο δέχεται την επίδραση του
βαρομετρικού υψηλού της υποτροπικής ζώνης. Οι άνεμοι επιδρούν σε ύψος 700 περίπου
μέτρων με αποτέλεσμα να έχουμε περιορισμένες βροχές στα χαμηλότερα σημεία Τη
μικρή περίοδο βροχοπτώσεων τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο, ακολουθεί ο
χειμώνας τους μήνες Δεκέμβριο, Ιανουάριο και Φεβρουάριο. Τότε έχουμε και
χιονοπτώσεις με το ύψος του χιονιού να φτάνει πάνω από δύο μέτρα και τη θερμοκρασία
να «πέφτει» και στους –10ο Κελσίου σε πολλά από τις ψηλότερες περιοχές του Πηλίου,
και στο χιονοδρομικό κέντρο στα Χάνια.
Υγρασία παρατηρείται μόνο στα παράλια του Παγασητικού κόλπου, και όχι όλους τους
μήνες, ενώ ιδιαίτερα ζεστοί χαρακτηρίζονται οι μήνες Ιούλιος και Αύγουστος με την
ανώτερη θερμοκρασία στους 38 και 42ο Κελσίου.
Ο πίνακας που ακολουθεί, με βάση την κατάσταση που επικρατεί στο Βόλο, δίνει μια
γενικότερη εικόνα του κλίματος τις ευρύτερης περιοχής του Πηλίου.
Βόλος
υψόμετρο 10 ΙΑΝ ΦΕΒ ΜΑΡ ΑΠΡ ΜΑΙ ΙΟΥΝ ΙΟΥΛ ΑΥΓ ΣΕΠ ΟΚΤ ΝΟΕ ΔΕΚ
μέτρα
Μέση
6,5 7,6 9,8 14,00 20,00 25,1 27,00 27,3 22,3 17,00 13,2 9,4
θερμοκρασία
Μέγιστη
11,4 13,00 20,00 20,8 24,9 32,00 32,8 38,6 35,00 31,1 24,9 17,7
θερμοκρασία
Ελάχιστη
-1 -1 0 3 9 14 17 16 15 9 5 4
θερμοκρασία
Βροχοπτώσεις
48 46 53 36 29 19 16 15 28 51 59 57
σε mm
Μέση μηνιαία
73 72 71 70 61 60 53 55 62 66 69 75
υγρασία %
Διεύθυνση
ΒΑ ΒΔ ΒΑ ΒΑ Α Α ΝΑ ΝΑ ΝΑ Δ Δ ΒΔ
ανέμων
Σημείωση: Οι τιμές του πίνακα είναι ενδεικτικές, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις και τις
μετρήσεις των δέκα τελευταίων ετών.
Χλωρίδα και Πανίδα
Η χλωρίδα του Πηλίου είναι μια από τις πλουσιότερες της Ελλάδος και των Βαλκανίων.
Εδώ στις πλαγιές και τις κορυφές της περιοχές θα συναντήσουμε περισσότερα από 700
είδη φυτών ήρεμης και άγριας βλάστησης. Πέρα από την μεγάλες και πλούσιες δασικές
εκτάσεις το Πήλιο φημίζονταν και φημίζεται για την πλούσια ποικιλία των βοτάνων του.
'Αξιος ο χαρακτηρισμός του Ηρακλείδη ως «πολυφάρμακον βουνό», αλλά ο ρόλος του
θεραπευτή Κενταύρου Χείρωνα που θεράπευε με τα πλούσια βότανα της περιοχής του
Πηλίου.
Έτσι, λοιπόν, στο κεντρικό και βόρειο τμήμα του όρους εκτείνεται πυκνό δάσος οξιάς, με
ψηλά και υγιή δέντρα, που χαρακτηρίζουν τα βόρεια υψώματά του ορεινού όγκου. Εδώ
θα συναντήσουμε ακόμη πολλές βελανιδιές, ρείκια, κουμαριές και φτέρες. Συχνά σ’
αυτές τις περιοχές συναντάμε καρυδιές και αγριοκαρυδιές, καθώς επίσης και μεγάλες και
ψηλές καστανιές. Θα συναντήσουμε ακόμη σχηματισμούς από λεύκες και ιτιές, καθώς
επίσης στα ρέματα και στα υγρά μέρη αρκετές «οικογένειες» από μεγάλα αλλά και νέα
πλατάνια.
Σε υψόμετρο από 450 μέτρα μέχρι και 800 μέτρα περίπου καλλιεργούνται κερασιές και
μηλιές, σε διάφορες ποικιλίες με ιδιαίτερη και μοναδική αυτή της φιρικιάς.
Το κύριο δέντρο που ευδοκιμεί στα υψόμετρα από 100 μέτρα έως και 400 μέτρα είναι η
ελιά. Οι τεράστιοι ελαιώνες της περιοχής του νοτιοδυτικού Πηλίου δίνουν άριστη
ποιότητα ελιάς και ελαιολάδου.
Εξίσου ποικίλη είναι και η πανίδα στο βουνό των Κενταύρων. Ζώα θηλαστικά, μικρά και
μεγάλα, ήμερα και άγρια δεσπόζουν σ’ όλα τα μήκη και πλάτη του ορεινού όγκου. Θα
συναντήσουμε πολλά αγριογούρουνα στην περιοχή της Ζαγοράς και του Ξουριχτίου,
άγριους λύκους, τσακάλια, και την πονηρή αλεπού, στις ψηλότερες περιοχές καθώς και
σ’ όλη σχεδόν την περιοχή μεγάλες οικογένειες από λαγούς νυφίτσες, κουνάβια και
σκίουρους. Από τα κατοικίδια ζώα θα ξεχωρίσουμε τα άλογα, τα μουλάρια, τους
γαϊδάρους, τα πρόβατα, τις κατσίκες, και τις αγελάδες.
Πολλά πτηνά, τοπικά και αποδημητικά, μικρά αλλά και μεγάλα θα συναντήσουμε απ’
άκρη σε άκρη του Πηλίου. Σε απομακρυσμένες περιοχές θα συναντήσουμε αρπακτικά,
όπως πολλά γεράκια και σαΐνια αλλά και ελάχιστα άτομα αετών κυρίως στο βόρειο
μέρος του ορεινού όγκου. Ακόμη, θα δούμε πολλά κοτσύφια, τσίχλες, ψαρόνια και
μπεκάτσες. Αρκετά αποδημητικά, όπως χελιδόνια, πελαργοί, και αγριόπαπιες συναντάμε
τους μήνες της μετακίνησης τους. Τέλος, στα δάση και στις ρεματιές θα απολαύσουμε το
κελάηδημα από τα άπειρα αηδόνια, τους μικροσκοπικούς σπίνους και τις πολύχρωμες
καρδερίνες.
Πολιτισμός
Είναι μοναδικός και ξεχωριστός ο ρυθμός της ζωής και η καθημερινότητα της φύσης του
Πηλίου.
Στο βουνό των θρυλικών Κενταύρων, η ιστορία είναι αυτή που άφησε και δημιούργησε
σε κάθε γωνιά της και ένα μοναδικό πολιτιστικό ενθύμιο. Εκκλησιές, μουσεία ,
αρχοντικά, γεφύρια, χοροί, τραγούδια, και πολλά άλλα δείγματα σοφής τέχνης και
πραγματικής γνώσης αποδεικνύουν, μοναδικότητα της περιοχής. Πιστοποιούν, ότι το
Πήλιο ήταν και παραμένει άξιος δημιουργός και πιστός συνεχιστής της τεράστιας
Ελληνικής κληρονομιάς.
Ο επισκέπτης, λοιπόν, αξίζει να δει και ν’ απολαύσει τις τοιχογραφίες και το ξυλόγλυπτο
τέμπλο στην εκκλησία της Αγίας Μαρίνας στην πλατεία του Κισσού. Η εκκλησία είναι
κτισμένη τον 17ο αιώνα και θεωρείται η σπουδαιότερη βασιλική του Πηλίου.
Επισημαίνουμε τη μοναδική ακουστική και το υπέροχο τέμπλο στην εκκλησία των
Ταξιαρχών στην πλατεία των Μηλεών. Ακόμη, με κάθε θυσία, θα πρέπει να επισκεφτεί
και να ζήσει τη μοναδικότητα της φύσης, που προσφέρει το μοναστήρι της
Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, του Φλαμουρίου. Στους μοναστηριακούς τόπους θ’
αναφέρουμε επίσης, την Ιερά μονή Τιμίου Προδρόμου της Συκής, την Ιερά Μονή
Παμμεγίστων Ταξιαρχών Αγίου Γεωργίου Νηλείας, και την Ιερά Μονή Αγίου
Λαυρεντίου.
Την αρχαία ιστορική κληρονομιά της περιοχής μπορεί να τη θαυμάσει ο επισκέπτης στα
μουσεία και τους περίτεχνους χώρους, που βρίσκονται στην πόλη του Βόλου και γύρω
από αυτή.
Στο αρχαιολογικό μουσείο του Βόλου ξεχωρίζουν ευρήματα της προϊστορικής εποχής
καθώς και οι επιτύμβιες γραπτές στήλες της αρχαίας Δημητριάδος, (3ος αιώνας π.χ.).
Ακόμη, οι Αρχαιολογικοί χώροι στο Σέσκλο, στο Διμήνι, και τη Νέα Αγχίαλο είναι πόλοι
έλξης για κάθε επισκέπτη.
Την αρχιτεκτονική του Πηλίου πολλοί την θαυμάζουν και την εξαίρουν. Τόσο τα τρίπατα
αρχοντικά κτήρια στα περισσότερα χωριά (Μηλιές, Βυζίτσα, Μακρινίτσα, Δράκεια), όσο
και τα περίφημα τοξωτά γεφύρια αποτελούν περίτεχνο διάκοσμο στη μοναδική και
πλούσια φύση του Πηλίου. Το στοιχείο που χαρακτηρίζει το κάθε κτίσμα της εποχής του
18ου αιώνα (αρχοντικό, μοναστήρια, εκκλησίες) είναι η σκεπή του. Με την ανάλογη
τέχνη, από Ηπειρώτες κτιστάδες, όλες οι σκεπές είναι κατασκευασμένες από ντόπιους
σχιστόλιθους. Με την ίδια τέχνη και το μεγάλο μεράκι φτιάχτηκαν και τα καλντερίμια
του Πηλίου. Ένα ατελείωτο δίκτυο μονοπατιών, που ένωνε τα «24 χωριά» του Πηλίου
και ακόμη και σήμερα υπάρχουν άλλα κρυμμένα και αλλά αναπαλαιωμένα
Σήμα κατατεθέν του Πηλίου αποτελεί το γραφικό τρενάκι του. Σημαντικό στοιχείο
ανάπτυξης και πολιτισμού, από τις ακτές του Παγασητικού (Βόλο και Αγριά), μέχρι και
το κεφαλοχώρι των Μηλεών, ένωνε όλα τα χωριά της περιοχής. Μετέφερε επιβάτες και
εμπορεύματα και έδωσε αλματώδη ανάπτυξη στον τόπο. Δημιουργός του έργου ήταν ο
Εβαρίστο Ντε Κίρικο, που το 1903, με περίσσια γνώση και αστείρευτη φαντασία
ξεδίπλωσε μέσα στις πλαγιές του Πηλίου ένα σιδηροδρομικό δίκτυο πλάτους 60
εκατοστών αξιοθαύμαστο έργο τέχνης, μοναδικό στον κόσμο.
Πολλά είναι τα πανηγύρια και οι γιορτές, που γίνονται κάθε χρόνο σε όλα τα χωριά του
Πηλίου. Με αφορμή κάποιο τοπικό έθιμο ή κάποια ασχολία, οι κάτοικοι γιορτάζουν και
γλεντούν με παραδοσιακούς Πηλιορείτικους χορούς και τραγούδια. Χαρακτηριστικό
πολιτιστικό γεγονός είναι η «ψαράδικη βραδιά», που γίνεται στα τέλη Ιουλίου στην
παραλία της Αγριάς με τοπικούς ψαρομεζέδες και τσίπουρο κάθε καλοκαίρι. Ακόμη,
επισημαίνουμε τη «γιορτή κρασιού» στη Νέα Αγχίαλο και τη «τη γιορτή κερασιού»,
στον Άγιο Λαυρέντιο.
Τα ήθη και τα έθιμα, που επιβιώνουν και ξεχωρίζουν στα χωριά του Πηλίου είναι πολλά.
Όλα δείχνουν και καθορίζουν τη μοναδική Πηλιορείτικη ψυχολογία σε μια τέλεια
αρμονία με τον πολιτισμό και την κουλτούρα των ντόπιων ανθρώπων και της
ιδιοσυγκρασίας τους. Αξίζει ν’ αναφέρουμε το έθιμο της γιορτής των «Μάηδων», που
αναβιώνει κάθε Ιούλιο. Έχει ρίζες στη Διονυσιακή λατρεία και γίνεται κυρίως στη
Μακρινίτσα αλλά και σε άλλα χωριά του Πηλίου. Ακόμη, χαρακτηριστικός είναι ο
«Πηλιορείτικος γάμος», έθιμο που διατηρείται σε μερικά χωριά όπως στην Πορταριά στα
τέλη Αυγούστου
Η αρχιτεκτονική της κατοικίας στο Πήλιο δεν υπήρξε ένα αυτόνομο πολιτισμικό
φαινόμενο. Ήταν απλά μία από τις εικαστικές εκφράσεις όπως δημιουργήθηκαν τον 18ο
και τις αρχές του 19ου αιώνα στη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η αρχιτεκτονική στη γενική της μορφή δέχτηκε πολλές επιδράσεις, για να καταλήξει
στην τωρινή. Υπάρχουν βέβαια κάποιες τοπικές κατασκευαστικές διαφορές. Έτσι, στο
βαλκανικό και μικρασιατικό χώρο, η αρχιτεκτονική των επαρχιακών και ορεινών
κέντρων παρουσιάζουν μια αξιοπρόσεκτη ενότητα, με κάποιες τοπικές
ιδιομορφίες.Τα περισσότερα παραδείγματα παραδοσιακών σπιτιών που
υπάρχουν σήμερα ανήκουν στο 19ο αιώνα. Έγιναν όμως πολλές επισκευές
σύμφωνα με μαρτυρίες που μιλούν για καταστροφές στα τέλη του 18ου και
19ου αιώνα. Πληροφορίες όμως, μας δίνουν μια εικόνα για ορισμένους
οικισμούς, όπου υπάρχουν πολλά σπίτια ψηλά με γούστο φτιαγμένα. Έτσι
στο γύρισμα του 18ου στο 19ο αιώνα η εικόνα που θα έχουν τα χωριά, θα
υιοθετηθεί σύμφωνα με την οικονομική ακμή της εποχής. Μπορούμε έτσι
να θεωρήσουμε ότι τα περισσότερα παραδείγματα ξεκινούν από το δεύτερο
μισό του 18ου και συνεχίζονται μέσα στο πρώτο μισό του 19ου. Αυτά τα
σπίτια θα τα ονομάσουμε «σπίτια της ακμής» (1750-1830).
Αργότερα τοποθετήθηκε ένα πέτρινο περίβλημα, ένα είδος «σκάρπας», προφανώς για να
συγκρατήσει τους τοίχους από το «άνοιγμα», και προστέθηκαν οι ξύλινες εξέδρες των
τολμηρών εξωστών που φαίνονται να περιβάλουν το κτίριο στις παλιότερες απεικονίσεις.
Τα ξύλινα δοκάρια μπορούσαν να πατήσουν τώρα πάνω σε μια μεγάλη επιφάνεια, αλλά η
μεγάλη προβολή τους χρειάστηκε και λοξές αντηρίδες. Έτσι διαμορφώθηκαν επάνω τους
και κλειστοί εξώστες που προσέφεραν ζωτικό χώρο όταν οι συνθήκες ζωής
καλυτέρεψαν.
Με ανάλογο τρόπο, στον πύργο της Κουκουράβας στη Μακρινίτσα τα ξύλινα φουρούσια
που προβάλλουν στη βάση του τελευταίου ορόφου, φανερώνουν ότι άλλοτε
προστέθηκαν κάποιοι κλειστοί εξώστες χωρίς να ενοχληθεί ο εσωτερικός πυρήνας. Μετά
την καταστροφή τους, ο πύργος παρουσιάζει τη λιτή απέριττη μορφή του ψηλού οχυρού
πύργου.
Με καθαρά ορθογωνική κάτοψη και σημαντικά μικρότερο ύψος από εκείνο των πύργων,
παρουσιάζονται τα πρώιμα οχυρωμένα σπίτια στο Πήλιο. Το πιο αντιπροσωπευτικό είναι
το σπίτι του Βεργή στο Ανήλιο που έχει ξεκάθαρα τα χαρακτηριστικά της λειτουργίας ως
χώρου και οικοτεχνίας. Η ανασυρόμενη ξύλινη γέφυρα που συνέδεε μια πέτρινη σκάλα
με την είσοδο του σπιτιού στον όροφο και η μεγάλη προβολή των εξωστών που υπήρχαν
άλλοτε στις τρεις του πλευρές, το κάνουν από τα πιο ενδιαφέροντα παραδείγματα του
είδους. Την πρωιμότητά του δείχνουν και τα διατηρημένα τοξωτά ανοίγματα των
ορόφων, χαρακτηριστικό που συναντιέται σε όλα τα ανάλογα οχυρωμένα σπίτια της ίδιας
εποχής, όπως για παράδειγμα στο σπίτι του Στέλλου στον Αγ. Λαυρέντιο. Σ' αυτό το
τελευταίο, το μεγάλο ξώστεγο παρέμεινε ανοιχτό σαν χαγιάτι και με την προσθήκη στα
δυτικά νέας κατασκευής μετέτρεψε την κάτοψή του από ορθογωνική σε σχήμα Γ. Τον
ίδιο τρόπο κάτοψης έχει και το σπίτι του Σισιλιάνου ή ο πύργος των Αξέλων όπως είναι
γνωστός στη Μακρινίτσα. Μπορεί η μορφή του και η εσωτερική του διάταξη να έχουν
αλλοιωθεί σε σχέση με την αρχική του κατάσταση. Διατηρείται όμως η κάτοψη σε σχήμα
Γ και ο μεσοπαράλληλος πέτρινος τοίχος που διαιρεί σε δύο ζώνες το βασικό ορθογώνιο
του ενός «πύργου». Πάνω σ' αυτήν ακριβώς τη βασική εσωτερική διαίρεση θα στηριχτεί
ο μεγαλύτερος αριθμός σπιτιών της ακμής, όταν καθιερώνονται οι τρεις κατηγορίες: τα
«αρχοντικά», «σοαστικά» και τα «λαϊκα».
Σπίτια της ακμής (1750-1830). Μέσα στην ατμόσφαιρα που συνθέτουν ο συντηρητικός
βίος των Τούρκων της Βαλκανικής και οι πνευματικές επιρροές από τη «φωτισμένη
Ευρώπη», η προσπάθεια για κοινωνική προβολή θα εκφραστεί μέσα από τα σπίτια-
σύμβολα υπεροχής. Η κυρίαρχη παρουσία τους στο Πήλιο θα ορίσει την αρχιτεκτονική
τους φυσιογνωμία.
Εδώ βρίσκεται κάποιο μικρό δωμάτιο ή μία κουζίνα. Στην πίσω ζώνη, το μέσα σπίτι,
ένας τοίχος ορίζει δύο χώρους στους οποίους αποθηκεύονταν άλλοτε καρποί και
τρόφιμα, ξύλα για το χειμώνα, ζωοτροφές και συχνά ένα μέρος που χρησίμευε για
σταβλισμό ζώων. Η χοντροί πέτρινοι τοίχοι και η προστατευτική παρουσία
των αποπάνω ορόφων εξασφάλιζε μέσα στο σπίτι σταθερές συνθήκες
θερμοκρασίας. Αντίθετα με το πατημένο χώμα ή το βράχο που είχε για
δάπεδο ο χώρος εισόδου είναι πλακοστρωμένος. Από εδώ ξεκινάει η ξύλινη
σκάλα τοποθετημένη στο πλάι συνήθως, στην εξώπορτα που φέρνει στον
πυρήνα του πρώτου ορόφου, του γνωστού χειμωνιάτικου.
Ο εσωτερικός χώρος της σάλας ήταν πολύ ωφέλιμος. Ο τελευταίος όροφος χρησίμευε
εποχιακά και ως αποθήκη. Όταν Δε μένει ανοιχτός η ίδια η σάλα χρησιμεύει
ωςαποθηκευτικός χώρος, για παράδειγμα στο αρχοντικό Βλαχλή στη Μακρυνίτσα.
Στη ζεστή ατμόσφαιρα της σάλας γίνονται οι συγκεντρώσεις και τα γλέντια σε μέρες
γιορτής ή στους μεγάλους σταθμούς της ζωής (βαφτίσια, αρραβώνες, γάμους). Το κύριο
υλικό που χρησιμοποιούν είναι το ξύλο. Μ' αυτό κατασκευάζουν τα σκαλιστά ή
χρωματιστά ταβάνια, τις πόρτες με τα ξυλόγλυπτα ταμπλαδάκια, τα σύνθετα χωνευτά
ντουλάπια, τα κάγκελα, τις τοξοστοιχίες, τα ράφια που περιτρέχουν τους τοίχους, τις
εσοχές κ.α.
Ο χώρος γίνεται πιο όμορφος, απαραίτητο γι' αυτούς που η διασκέδασή τους περιορίζεται
κυρίως στα όρια του σπιτιού. Πρόσθετο διακοσμητικό στοιχείο αποτελεί ο μικρός
νιπτήρας με τη μορφή της μικρής τοξωτής εσοχής που βρίσκεται αρκετές φορές πλάι
στην κατάληξη της σκάλας. Ιδιαίτερα διακοσμητικό χαρακτήρα δίνουν στο εσωτερικό
της σάλας και οι μορφές που παίρνουν με το σοβά, οι τοίχοι επάνω από τις λοξές
τοποθετημένες πόρτες. Επίσης ζωηρές εντυπώσεις στις θέσεις των παραθύρων,
επιτρέποντας στο φως να εισβάλει και να διαχυθεί.
Σ' αυτή την περίοδο της ακμής (1815) χτίζεται κι ένα ιδιόμορφο αρχοντικό που δεν
ακολουθεί τους γνωστούς κανόνες. Πρόκειται για το κτήριο της Επισκοπής με
προορισμό τη φιλοξενία του Μητροπολίτη Δημητριάδος κατά τη διάρκεια των
επισκέψεών του στη Μακρινίτσα. Εδώ φαίνεται ότι το θρησκευτικό αίσθημα και φυσικά
η οικονομική ευχέρεια έπαιξαν τον κυριότερο λόγο γι' αυτήν την έξω από τα
καθιερωμένα επιλογή της θέσης, τη μορφολογική έκφραση και την εξωτερική
διακόσμηση του κτίσματος. Πρόκειται για ένα διώροφο λιθόκτιστο κτήριο διατεταγμένο
με πτέρυγες, που έρχεται και αγκαλιάζει την πλατεία της Παναγίας.
Από την άποψη της λειτουργίας, στα σπίτια του Πηλίου, η αυλή αποτελεί αναπόσπαστο
στοιχείο, οργανωτικά δεμένο με τον τρόπο ζωής. Ο κύριος χώρος της, οργανωμένος προς
την πλευρά της καλύτερης θέας, αφήνει τον υπόλοιπο σαν κήπο ή περιβόλι σε θέση
δευτερεύουσας σημασίας. Με το χώρο της αυλής σχετίζονται άμεσα τα βοηθητικά
κτίσματα παράσπιτα που χρησιμοποιούνται ως στάβλοι, φούρνοι, εργαστήρια ή κουζίνες.
Ακόμη και στα λαϊκά διατηρούνται πολλά από τα γνωρίσματα των δύο προηγούμενων
κατηγοριών απλουστευμένα: διαίρεση σε δύο ζώνες, είσοδος, αποθήκη,
δωμάτιο καθημερινό στο ισόγειο, χώροι ύπνου και μια σάλα στον
όροφο. Αυτά τα σπίτια είναι σήμερα και τα περισσότερα στο Πήλιο. Σε
πολλές περιπτώσεις ξεκίνησαν από μια βασική μονάδα, ένα μονό χώρο.
Με την προσθήκη νέων χώρων αργότερα το σπίτι επεκτείνεται και οι
λειτουργίες του διαμοιράζονται. Η κλίση του εδάφους το διευκολύνει ν'
αποκτήσει όροφο. Η κουζίνα συνήθως βρίσκεται σε ανεξάρτητο κτίσμα-
παράσπιτο, πλάι στο σπίτι. Επειδή οι διαστάσεις του είναι
περιορισμένες, η σκάλα για τον όροφο μεταφέρεται με την πάροδο του
χρόνου έξω ενώ το κατώι διατηρεί χωριστή είσοδο.
Το κεντρικό κυκλικό σαχνίσι πάνω στην κωνική βάση -κατασκευασμένη από επάλληλες
σειρές λίθων που προεξέχουν- είναι το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο γι' αυτή την περίοδο.
Πρωτοεμφανίζεται ήδη από το 1814 στην όψη της Σχολής των Μηλεών και λίγο
αργότερα στα 1817 στο αρχοντικό Κρασά στο Τρίκερι. Από το 1830 όμως γίνεται όλο
και πιο συχνό μαζί με τη διπλή σειρά από πέτρες, που προβάλλουν στη βάση του
τελευταίου ορόφου. Σταδιακά και στα μέσα του αιώνα η πέτρινη κατασκευή θα
αντικαταστήσει τον ξύλινο σκελετό των σπιτιών. Οι εξ' ολοκλήρου πέτρινοι όγκοι
καλύπτονται με σοβά, αποκτούν συμμετρικά ανοίγματα στους κατώτερους ορόφους,
καταργούν τους φεγγίτες ή τους αντικαθιστούν με ζωγραφικές απομιμήσεις, όπως για
παράδειγμα στο αρχοντικό του Βλαχλή στη Μακρινίτσα και αποκτούν ορισμένα
κλασικιστικά χαρακτηριστικά, όπως κάποια υποτυπώδη περιγράμματα παραθύρων,
κάλυψη της προεξοχής της στέγης με σοβά κ.α. Όλα τα σπίτια αποκτούν την ίδια περίπου
χρωματική επιφάνεια έτσι ώστε να φαίνονται από μακριά σαν να είναι όμοια.
Παρά τις μορφολογικές αλλαγές σ' αυτή την περίοδο, η εσωτερική οργάνωση ακολουθεί
σχεδόν τα ίδια χνάρια με τα σπίτια της ακμής. Μόνο τα «eyvans» κλείνονται και
μετατρέπονται σε μικρά βοηθητικά δωμάτια. Η σημαντική όμως αλλαγή στην
αρχιτεκτονική σύνθεση θα σημειωθεί γύρω στα 1860, κάτω από δύο αισθητά ρεύματα:
το νεοκλασικισμό που κυριαρχεί στην αρχιτεκτονική των αστικών κέντρων και ένα άλλο
ιδιόμορφο στυλ που μεταφέρουν με την επιστροφή τους στη γενέτειρα οι Πηλιορείτες
πάροικοι.
Όμως η εισβολή της νέας αισθητικής στο Πήλιο δεν είχε παντού το ίδιο αντίκτυπο.
Αλλού είναι άτονος και αποδυναμωμένος και αλλού επιβάλλεται αποφασιστικά. Βασικό
χαρακτηριστικό στην εσωτερική οργάνωση αποτελεί η αλλαγή σε θέση και μορφή της
σάλας-δοξάτου. Γίνεται διαμπερής και κάθετη στην όψη του σπιτιού, χωρίζοντας το σε
δύο συμμετρικές ζώνες δωματίων, έτσι που και η όψη να μπορεί να εκφράζεται
συμμετρικά. Η σκάλα για τους πάνω ορόφους τοποθετείται στο βάθος της σάλας και
απέναντι από την είσοδο. Τα βοηθητικά αποκτούν τη δική τους ανεξάρτητη είσοδο στο
ημιυπόγειο. Το εσωτερικά πλημμυρίζει με δυτικά έπιπλα: βιενέζικες καρέκλες και
κονσόλες, μεγάλους καθρέφτες, θαυμάσιες κρεμαστές λάμπες κ.α.
Πρόκειται για την τυπική οργάνωση και εσωτερική εικόνα του νεοκλασικού αστικού
σπιτιού. Το μοντέλο, γνωστό και δοκιμασμένο τόσο στο βαλκανικό όσο και στις
παροικίες και την Τουρκία, δεν είναι παρά μία από τις εκφράσεις του της εισαγόμενης
από τη Δύση ιδεολογίας του ρομαντισμού. Πολλές οικογένειες όχι μόνο στο Πήλιο αλλά
και στο Βόλο διαθέτουν νεοκλασικά μέγαρα. Από την άλλη πλευρά έχουν περάσει
στοιχεία άσχετα με τον κλασικισμό στην παροικιακή αισθητική. Ένα τέτοιο στοιχείο
πολύ γνωστό στην αρχιτεκτονική των μεσογειακών χωρών της Βόρειας Αφρική, είναι το
«μνημειακό» προστώο με τα υπερυψωμένα τρίβολα τόξα με τις λεπτές κολόνες και τα
κιονόκρανα. Συνήθως σ' αυτά τα σπίτια με τα μνημειώδη τοξωτά βλέπουμε τα ίδια
μορφολογικά στοιχεία που εφαρμόζονται και σε άλλα σπίτια της περιόδου: αξονικά
μπαλκόνια, με περίτεχνες σιδεριές, μεγάλα παράθυρα, πόρτα εισόδου με ορθογωνικό
περίγραμμα, μνημειώδη εξωτερική σκάλα απλή με μεγάλα ημικυκλικά σκαλοπάτια,
στέγες με κεραμίδια και ζωγραφικές απομιμήσεις μαρμάρινων στοιχείων κ.α.
Τα σπίτια χτίζονται εξ' ολοκλήρου από πέτρα χωρίς όμως ο τελευταίος όροφος να χάνει
την παραδοσιακή της ξύλινης κατασκευής για προβολή. Τα «μεσοαστικά»αποκτούν κι
αυτά παραπλήσια χαρακτηριστικά, ενώ τα «λαϊκά» εξακολουθούν στο μεγαλύτερο τους
ποσοστό σε δύο ορόφους με διαμπερή τη σάλα, συμμετρική διάταξη και κι εξωτερική
σκάλα. Οι όψεις οργανώνονται σε οριζόντιες και κατακόρυφες ζώνες με στόχο την
απόλυτη συμμετρία.
Μετά το σεισμό του 1955 και με τα δάνεια που χορηγήθηκαν, κατασκευάστηκαν αρκετά
νέα σπίτια από μπετόν στις άκρες των χωριών πάνω και κάτω από τον κεντρικό δρόμο
τους χωρίς να διατηρήσουν τον τοπικό χαρακτήρα, ούτε στην εξωτερική μορφή ούτε
στην εξωτερική διάταξη.
Παραδοσιακή κουζίνα
Στο Πήλιο η γκάμα των γεύσεων και των συνδυασμών των υλικών είναι ανεξάντλητη,
όπου 'διαπρέπουν' το σπεντζοφάι, ο κόκορας κρασάτος, οι ριγανοκεφτέδες, τα άγρια
μανιτάρια, όπως και η θαλασσινή κουζίνα με συνοδεία
ντόπιου κρασιού και τσίπουρου.
Γιατί...
...το τσιπουράδικο είναι μέρος της ζωντανής παράδοσης της περιοχής, ήταν μία
ιεροτελεστία που έγινε "θεσμός" για το Βόλο και αγαπήθηκε από τους επισκέπτες του.
Γιατί...
...όποιος γνωρίσει την μοναδική στην Ελλάδα ατμόσφαιρα των τσιπουράδικων του
Βόλου, τις αυθεντικές ελληνικές γεύσεις, γίνεται φανατικός...έρχεται ξανά και ξανά.
Οι παρέες αυξάνονταν, όπως και οι παραγγελίες. Οι μεζέδες γίνονταν όλο και πιο
εξεζητημένοι, αλλά κυρίαρχη γεύση παρέμεναν τα θαλασσινά...Η γεύση της άρμης που
προσφέρουν τα αιγαιοπελαγίτικα ψάρια και τα ψάρια του Παγασητικού, παραγκώνιζαν
κάθε μορφής κρεατικά από το τραπέζι.
Και η παράδοση συνεχίζεται
Το τσιπουράδικο της γειτονιάς ή της παραλίας καθιερώθηκε
ως ο βασικός τόπος συνάντησης των βολιωτών, αλλά πλέον
δεν προσφέρει ευχαρίστηση μόνο το μεσημέρι...Η φήμη των
ουζερί του Βόλου εξαπλώθηκε γρήγορα σ' όλη την Ελλάδα,
αλλά και στο εξωτερικό από τους τουρίστες που τα
γνωρίζουν, γεύονται τους εκλεκτούς μεζέδες και γίνονται
φανατικοί θαμώνες τους.
Το μυστικό της επιτυχίας τους κρύβεται στο γνήσιο τσίπουρο, στα καλομαγειρεμένα και
σε ατέλειωτη ποικιλία μεζεδάκια.Κυρίως, όμως, στις συνταγές, στα "μαγικά" συστατικά
που οι μάγειροι δεν αποκαλύπτουν, παρά μόνο σε όσους θα συνεχίσουν την
παράδοση...Γι αυτό και τα τσιπουράδικατου Βόλου είναι μοναδικά στην Ελλάδα.
Οι παραδοσιακοί μεζέδες που συνοδεύουν κάθε 25αράκι τσίπουρο, κερδίζουν και τους
πιο απαιτητικούς...Ποιος μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό να δοκιμάσει
καβουροσαλάτα, μελιτζανοσαλάτα, γαριδοσαλάτα, μύδια, ή γαρίδες σαγανάκι, φέτα
ψητή με ντομάτα, καλαμάρι γεμιστό, χταποδάκι ξιδάτο, μυδοπίλαφο, πατάτες ψητές,
μύδια αχνιστά,... όλα χειροποίητα και μαγειρευμένα με παροδοσιακές συνταγές.
Όταν έρθει η ώρα για επιδόρπιο, μην αντισταθείτε στα γλυκά ταψιού. Ο πηλιορείτικος
μπακλαβάς, το ζαχαροχαμαλί ή ο αχνιστός κουρμπιές θα σας ενθουσιάσουν. Κι αν θέλετε
κάτι πιο. ελαφρύ, ενδώστε στα γλυκά του κουταλιού που φτιάχνονται με ντόπια φρούτα
όπως κεράσι, βύσσινο, νεραντζάκι, αλλά και με κάστανο ή καρότο και κολοκυθάκι. Ο
έρωτας για το Πήλιο, σίγουρα θα περάσει κι από το στομάχι σας!
Τα αχλάδια και τα κυδώνια, διάφορες ποικιλίες μήλων, τα ζουμερά φιρίκια
και τα γλυκά κεράσια είναι μερικά μόνο από τα φρούτα για τα οποία
φημίζεται το Πήλιο. Αν πετύχετε την εποχή τους, μην παραλείψετε να τα
δοκιμάσετε. Κι ακόμη, απολαύστε τα υπέροχα γλυκά του κουταλιού που
φτιάχνουν οι κάτοικοι με ντόπια φρούτα, για να κρατούν το άρωμα και τη
γεύση τους όλο το χρόνο!
Στο Πήλιο θα βρείτε ακόμη πολλά θεραπευτικά βότανα που διατίθενται με.
οδηγίες χρήσης! Πράγματι, είναι εύκολο να βρείτε αποξηραμένα ή όχι, πολλά
ιαματικά φυτά που αντιμετωπίζουν πληθώρα παθήσεων. Δοκιμάστε τα!
Καμιά φορά, η λύση είναι στη φύση!
Βότανα Πηλίου
Το Πήλιο είναι διεθνώς γνωστό ως το πιο πράσινο βουνό της Ελλάδας.
Η μεγάλη ποικιλία από φυτά είναι χαρακτηριστικό της περιοχής από την
ακρογιαλιά μέχρι την κορυφή του βουνού. Οι ημέρες διακοπών στο Πήλιο θα
σας κάνουν να δείτε από μια άλλη οπτική γωνία τη ζωή σας και θα σας
μείνουν αξέχαστες.
Περπατήστε μαζί μας μέσα στα λουλούδια, στα χωράφια, στις πηγές και τις ρεματιές.
Ακολουθήστε τα καλντερίμια ανάμεσα στις καστανιές και τις οξιές.
Από πολύ παλιά οι κάτοικοι του Πηλίου γνώριζαν τα βότανα που φύτρωναν στις πλαγιές
του και τα χρησιμοποιούσαν.
Ανακάλυψαν τη θεραπευτική τους δύναμη, το άρωμα και την ομορφιά τους και τα
χρησιμοποίησαν για να παράγουν χρήσιμα προϊόντα από αυτά.
Σημαντικά πρόσωπα της μυθολογίας μας όπως ο Κένταυρος Χείρωνας και ο θεός της
ιατρικής Ασκληπιός έζησαν - σύμφωνα με το μύθο - στο Πήλιο. Γίνεται προσπάθεια
μετά από προσεκτική καλλιέργεια βοτάνων, όπως χαμομηλιού, μέντας, λεβάντας κ.α. να
γίνεται παραγωγή φυσικών λαδιών και άλλων υλικών για την παραγωγή καλλυντικών για
την περιποίηση του σώματος και αφεψημάτων.
Ολόκληρη η περιοχή του Πηλίου αποτελεί μια αστείρευτη πηγή μύθων, θρύλων, ιστορίας
και πολιτιστικής παράδοσης, καθώς για χιλιετίες το έχουν περπατήσει θεοί, ημίθεοι,
Κένταυροι, Τιτάνες, γίγαντες, νύμφες και Δρυάδες, βασιλιάδες, ήρωες και πολεμιστές.
Υπήρξε ακόμα το αγαπημένο θέρετρο των θεών του Ολύμπου και δημοφιλής τόπος
κυνηγιού για θεούς, βασιλιάδες και πρίγκιπες. Στο Πήλιο έγινε και ο πρώτος
διαγωνισμός ομορφιάς ανάμεσα στις πανέμορφες θεές Αφροδίτη, Αθηνά και Ήρα.
Εδώ δημιουργήθηκε ο θρύλος των Δρυάδων, δηλαδή των νυμφών των δέντρων και των
λιβαδιών. Επρόκειτο για γυναικείες μορφές, νεαρής ηλικίας, με θεϊκή καταγωγή και
πανέμορφη παρουσία, που ζούσαν μέσα στην άγρια φύση και τριγύριζαν στα βουνά,
συνοδεύοντας την ¶ρτεμη και παίζοντας μαζί της. Κατοικούσαν μέσα σε σπηλιές, όπου
κυριαρχούσε το υδάτινο στοιχείο. Σε αυτές απολάμβαναν τις χαρές του έρωτα με τον
Ερμή ή τους Σιληνούς. Ζούσαν όσο και οι πηγές, κοντά στις οποίες κατοικούσαν. Όταν
στέρευαν εκείνες, οι Δρυάδες έσβηναν. ‘Όταν έβρεχε, χαίρονταν, γιατί τρέφονταν τα
δέντρα, ή αντίστοιχα έκλαιγαν, όταν οι βελανιδιές έχαναν τα φύλλα τους. Θεωρήθηκαν,
εν τέλει, πνεύματα της βλάστησης, συμβολίζοντας ταυτόχρονα την ανεξέλεγκτη δύναμη
της φύσης, γιατί όπως το νερό τρέφει τα πάντα, έτσι και οι Δρυάδες ήταν τροφοί των
φυτών, των ζώων και των ανθρώπων.
Στο Πήλιο έζησαν και οι θρυλικοί Κένταυροι, ο πιο ξακουστός εκ των οποίων ήταν ο
Χείρωνας, δάσκαλος μιας πλειάδας φημισμένων αντρών της εποχής του, όπως ο
Αχιλλέας, ο Ηρακλής κι ο Ασκληπιός. Ο Χείρωνας τους δίδαξε την τέχνη της μάχης, και
τους ενέπνευσε την αγάπη για την μουσική και την αρετή. Τους μετέδωσε ακόμα τις
γνώσεις του για τις θεραπευτικές ιδιότητες των βοτάνων και των φυτών, που ακόμα και
σήμερα βλαστούν στο Πήλιο.
Πολλοί ήταν οι ποιητές και οι άνθρωποι των γραμμάτων, που κατά την αρχαιότητα
εμπνεύστηκαν από το Πήλιο, και ως ανταπόδοση το εξύμνησαν μέσα από τα έργα τους.
Εδώ επίσης γεννήθηκαν και γαλουχήθηκαν γενιές ολόκληρες επιδέξιων τεχνητών που
έθεσαν τις βάσεις για αυτό που σήμερα ονομάζουμε παραδοσιακή Πηλιορείτικη
αρχιτεκτονική. Το πέρασμα των αιώνων δεν έχει καταφέρει να σβήσει τα σημάδια μιας
εποχής πλούσιας καλλιτεχνικά, καθώς δεκάδες ξυλόγλυπτα έργα, τοιχογραφίες,
περίτεχνες ζωγραφιές και απεικονίσεις της καθημερινής ζωής και παράδοσης των
αρχαίων μας προγόνων, κοσμούν την περιοχή και υπενθυμίζουν στους επισκέπτες της
την αξιοσέβαστη θέση του Πηλίου κατά την αρχαιότητα.
Το Οικιστικό Περιβάλλον του Πηλίου 6ο Ενιαίο Λύκειο Αθηνών
Σε πολλά σημεία η ιστορία του Πηλίου, και μάλιστα η αρχαία, δεν μπορεί να
διαχωριστεί από την ιστορία της Μαγνησίας και γενικότερα της Θεσσαλίας. Δική
του ιστορική φυσιογνωμία το Πήλιο θα αποκτήσει από το 17ο αιώνα.
Αρχαίοι Χρόνοι
Αρχαιολογικά Ευρήματα στο Πήλιο
Μεσαιωνικοί Χρόνοι
Όπως και από την αρχαιότητα έτσι και από αυτήν την εποχή, δεν έχουν βρεθεί στο
Πήλιο, μέχρι σήμερα, ερείπια οικισμών. Στα υψηλότερα σημεία του βουνού
υπάρχουν οικιστικά λείψανα που μαρτυρούν προσωρινή εγκατάσταση για την
εκμετάλλευση του πλούτου του βουνού. Αντίθετα στους πρόποδες του Πηλίου
υπήρχε μόνιμη εγκατάσταση. Στην παλαιοχριστιανική εποχή έχουμε συνοικισμούς
στα Λεχώνια και κοντά στο Προμύρι. Στην ακτή των Λεχωνίων έχουν βρεθεί τα
υπολείμματα μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής με ψηφιδωτά και άλλα ερείπια,
ενώ στο Προμύρι, στη θέση του αρχαίου οικισμού έχει ανασκαφεί μια τρίτη
βασιλική.
Αργότερα,στο ανατολικό και στο δυτικό Πήλιο υπάρχουν μερικοί οικισμοί και το
βουνό γεμίζει από μοναχούς που ιδρύουν μονές. Τον επόμενο αιώνα, ο μοναχικός βίος
ακμάζει στο Πήλιο και οι ηγεμόνες της Δημητριάδος, οι Μαλιασσηνοί, χτίζουν δυο
μεγάλα μοναστήρια. Στις αρχές του 13ου αι., ο Κων/νος Μαλιασσηνός ιδρύει τη μονή
Μακρινιτίσσης και λίγο μετά τα μέσα του ίδιου αιώνα, ο υιος του Νικόλαος με τη
σύζυγό του, Άννα, ιδρύουν τη μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου Νέας Πέτρας.
Συγχρόνως οι Μαλιασσηνοί αυξάνουν των πλούτο των δύο μοναστηριών με δωρεές
κτημάτων στο Πήλιο, στον Αλμυρό, κ.α. και μετατρέπουν σε μετόχια των δύο αυτών
μονών τα περισσότερα φτωχά και έρημα μονύδρια του Πηλίου.
Από το πλήθος των παλαιών μονών και μονυδρίων, τίποτα σχεδόν δε σώζεται. Μόνο
στις μεταβυζαντινές εκκλησίες του Πηλίου βρίσκουμε εντοιχισμένα διάφορα
αρχιτεκτονικά μέλη και γλυπτά που ανήκουν σε χαμένους Βυζαντινούς ναούς. Τα πιο
πολλά στολίζουν τους εξωτερικούς τοίχους πολλών εκκλησιών και τα περισσότερα
προέρχονται από τα δύο μεγάλα βυζαντινά κτίσματα των Μαλιασσηνών. Ανάμεσα
στα γλυπτά αυτά, αξίζει να σημειωθεί ότι βρίσκονται και οι επιτάφιες πλάκες του
Νικολάου και της Άννας Μαλιασηνής.
Οθωμανική Αυτοκρατορία
Στις αρχές του 15ου αιώνα ολόκληρη η Θεσσαλία περιέχεται στην Οθωμανική
Αυτοκρατορία. Η ζωή στα χαμηλά κατοικημένα κέντρα γίνεται επικίνδυνη. Τότε
πολλοί κάτοικοι από τους παραλιακούς συνοικισμούς – ιδιαίτερα από τον Αλμυρό –
την υπόλοιπη Θεσσαλία, την περιοχή της Λαμίας και την Εύβοια ανεβαίνουν στο
Πήλιο με την πλούσια βλάστηση, τα νερά και τη σχετική ασφάλεια. Οι μετανάστες
αυτοί καταφεύγουν κατά κανόνα στις μονές και γύρω από τα μοναστήρια με τον
καιρό αναπτύσσονται νέοι οικισμοί που κρατούν μάλιστα το όνομα του παλιού
μοναστηριού. Έτσι π.χ. γίνεται η Μακρινίτσα από τη μονή Μακρινίτσας, η
Πορταριά από τη μονή Πορταριάς, ο Άγιος Λαυρέντιος, ο Άγιος Γεώργιος κλπ. Η
μετακίνηση όμως αυτή των πληθυσμών δεν περιορίζεται στον 15ο αιώνα, αλλά
συνεχίζεται και στους επόμενους ως τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας. Έτσι
το Πήλιο, όπου στον 13ο αι. ανθούσε ο μοναχικός βίος, στον 17ο, 18ο και 19ο αι.
γεμίζει με ακμαίες κωμοπόλεις και χωριά. Η ανάπτυξη αυτή των πληθυσμών του
Πηλίου ήταν κατά κύριο λόγο συνέπεια των προνομιών που τους είχε παραχωρήσει
το Σουλτανικό καθεστώς. Η περιοχή του Πηλίου ήταν αυτοδιοίκητη και άνηκε
αποκλειστικά σχεδόν στη Βαλιδέ–χανούμ, τη μητέρα του σουλτάνου. Ο Σουλτάνος
είχε χωρίσει τα χωριά του Πηλίου σε δύο κατηγορίες: στα «βακούβια», που ήταν
αφιερωμένα σε διάφορα οθωμανικά θρησκευτικά ή φιλανθρωπικά ιδρύματα, και
στα «χασιά» που άνηκαν σε διάφορα μέλη της σουλτανικής οικογένειας.
Εμποροπανηγύρεις
Μετά τις εγγυήσεις προστασίας της ιδιοκτησίας του Χάτι Χουμαγιούν το 1856 οι
εμποροπανηγύρεις, τα επονομαζόμενα «παζάρια», τόσο οι εβδομαδιαίες, όσο και οι
ετήσιες ήταν βασικός συντελεστής της εσωτερικής εμπορικής κίνησης στο Πήλιο
και στα χωριά του, αλλά και σε όλη τη Θεσσαλία. Από τις πολλές εβδομαδιαίες
εμποροπανηγύρεις, κατά την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας,
απ’ τις σημαντικότερες ήταν της Πορταριάς.
Ανασταλτικοί Παράγοντες Ανάπτυξης Εσωτερικού Εμπορίου
Υπήρχαν δύο βασικοί ανασταλτικοί παράγοντες για την ανάπτυξη του εσωτερικού
εμπορίου. Ο πρώτος ήταν η έλλειψη συγκοινωνιακών μέσων και η άθλια, την εποχή
αυτή, κατάσταση των δρόμων. Τα εμπορεύματα μεταφέρονταν σχεδόν αποκλειστικά
με μουλάρια. Ένας δεύτερος παράγοντας ήταν η φοβερή μάστιγα της ληστείας, που
παρουσίασε ιδιαίτερη έξαρση την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας. Στόχος τους ήταν τα καραβάνια των εμπόρων και οι πλούσιοι
μπέηδες και οι Έλληνες κοτζαμπάσηδες. Στους ανασταλτικούς αυτούς παράγοντες,
για την ανάπτυξη της οικονομίας, θα πρέπει να προστεθούν οι μεγάλες επιδημίες, οι
πλημμύρες, οι ξηρασίες και προπαντός, οι επαναστάσεις.
Ηρώς Κουνάδη
Είναι κάποια μέρη στην Ελλάδα, και στον κόσμο γενικότερα, που έχουν την 'ευτυχή
ατυχία' να βρίσκονται δίπλα στους προορισμούς εκείνους που χαρακτηρίζουμε
δημοφιλείς –ή πιο συχνά 'τουριστικούς'. Ατυχία διότι φαινομενικά στερούνται λίγη από
τη δόξα, τους προβολείς της δημοσιότητας και τα οφέλη, οικονομικά ή άλλης φύσεως,
που συγκεντρώνει ο γείτονας – σταρ. Ευτυχής γιατί, μένοντας στη σκιά του 'γίγαντα'
γλιτώνουν την αλλοίωση που επιφέρει ο μαζικός τουρισμός και διατηρούν την
αυθεντικότητα, την παράδοση και την ανόθευτη ομορφιά τους. Τέτοια ακριβώς είναι η
περίπτωση του Δυτικού Πηλίου ή, αν προτιμάτε, του Δήμου Μηλεών και των χωριών
του.
Ακριβώς απέναντι από την πανέμορφη πλατεία του χωριού, που θυμίζει μπαλκόνι στην
πλαγιά του βουνού, η Δημόσια Βιβλιοθήκη Μηλεών, στεγασμένη σε ένα παραδοσιακό
πηλιορείτικο κτίριο, φιλοξενεί περισσότερους από 1.600 τίτλους βιβλίων τυπωμένων από
το 1497 έως το 1899, διατηρώντας ζωντανή στο χρόνο την παράδοση της Μηλιώτικης
Σχολής που ίδρυσαν το 1814 οι Άνθιμος Γαζής, Γρηγόριος Κωνσταντάς και Δανιήλ
Φιλιππίδης, και η οποία λειτούργησε ως το 1844.
Πολύ κοντά στη βιβλιοθήκη, το τοπικό μουσείο ξεναγεί τον επισκέπτη στη μακραίωνη
ιστορία του χωριού, μας συστήνει τα παραδοσιακά πηλιορείτικα επαγγέλματα και έθιμα
και μας πάει μια εικονική βόλτα με το περίφημο τραινάκι του Πηλίου. Ο θρυλικός πια
Μουτζούρης που συνέδεε τις Μηλιές με το Βόλο από το 1903 μέχρι το 1971, κάνει πλέον
την μαγευτική διαδρομή του μέσα στα δάση του Πηλίου μόνο από το Πάσχα μέχρι τον
Οκτώβριο, ξεκινώντας από τον ιστορικό σιδηροδρομικό σταθμό των Μηλεών και
φτάνοντας μέχρι τα Λεχώνια.
Ολόκληρο το χωριό των Μηλιών είναι ένα ανοικτό μουσείο που αξίζει να το
περπατήσετε όση περισσότερη ώρα σας επιτρέψουν οι… αντοχές σας, για τα λίγα
παραδοσιακά αρχοντικά που σώθηκαν από την πυρπόληση του 1943, για τις περίτεχνες
κρήνες του που αναβλύζουν το ασύγκριτο νερό του βουνού των Κενταύρων, για τον
παλιό σταθμό του τραίνου και την εντυπωσιακή γέφυρα που σχεδίασε ο Εβαρίστο Ντε
Κίρικο, πατέρας του γνωστού ζωγράφου πολύ κοντά σε αυτόν, για τις τουλάχιστον
πρωτότυπες τοιχογραφίες της εκκλησίας των Ταξιαρχών του 17ου αιώνα, που βρίσκεται
επάνω στην πλατεία, για τον τάφο των τριών μηλιωτών λογίων που ίδρυσαν την
προαναφερθείσα σχολή και, βέβαια, για την ανυπέρβλητη φυσική ομορφιά του, που
συναγωνίζεται επάξια πολλά από τα γνωστότερα χωριά του Πηλίου.
Οφείλουμε εδώ να ομολογήσουμε ότι από όλη αυτήν την πανέμορφη περιοχή την καρδιά
μας έκλεψε ένα μικρό χωριό, από εκείνα που θα έλεγε κανείς πως 'δεν τα πιάνει το μάτι'.
Ο Άγιος Γεώργιος Νηλείας είναι το ορεινότερο χωριό του Πηλίου, κτισμένο το 15ο
αιώνα σε υψόμετρο 620 μέτρων. Κρυμμένο στην πλαγιά του βουνού πίσω από πυκνή
βλάστηση, πνιγμένο στις μηλιές, τις καστανιές, τις κερασιές και τα πλατάνια,
πλαισιωμένα από δύο ρέματα και κρυστάλλινες πηγές που το ντύνουν με τον ήχο του
νερού που κελαρύζει σε κάθε γωνιά του και με θέα στο απέραντο γαλάζιο, το χωριό
προσφέρει μία από τις ομορφότερες διαδρομές σε καλντερίμια που οδηγούν σε
παραδοσιακά αρχοντικά, μοναδικά φυσικά τοπία με αιωνόβια πλατάνια και τρεχούμενα
νερά και μια από τις γραφικότερες πλατείες ολόκληρου του Πηλίου.
Πολλά από τα ιστορικά αρχοντικά του χωριού έχουν αναστηλωθεί και λειτουργούν
σήμερα ως ξενώνες, ενώ στα σημαντικότερα αξιοθέατά του συγκαταλέγεται το Μουσείο
του Γλύπτη Νικόλα, που φιλοξενεί μεγάλο μέρος των εντυπωσιακών έργων του και είναι
επισκέψιμο καθημερινά. Άλλα αξιοθέατα του χωριού περιλαμβάνουν το Εκκλησιαστικό
Μουσείο που στεγάζεται στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, η Μονή Ταξιαρχών, που
χρονολογείται από το 1309 και η κτισμένη το 1795 εκκλησία του Αγίου Αθανασίου.
Αλλά και η συνέχεια του γάμου Πηλέα και Θέτιδας υπήρξε επεισοδιακή. Η
απρόσκλητη θεά Έριδα προκάλεσε ανάμεσα στις καλεσμένες, άλλες θεές τα
πρώτα καλλιστεία. Τα θεϊκά αυτά καλλιστεία υπήρξαν- ως γνωστόν- η αφορμή
του Τρωικού Πολέμου. Για το ζευγάρι, ωστόσο, όλα πήγαν κατ ευχήν. Η ένωσή
τους υπήρξε αρμονική κι απέκτησαν γιο τον τρισένδοξο ήρωα του Τρωικού
Πολέμου, τον ξακουστό Αχιλλέα.