Gri 2010 4939 PDF

You might also like

Download as pdf or txt
Download as pdf or txt
You are on page 1of 158

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«ΠΩΣ ΒΛΕΠΟΥΝ ΟΙ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΦΙΛΕΛΛΗΝΕΣ


ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΚΡΑΤΕΣ ΤΟΥΣ ΥΠΟΔΟΥΛΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
(ΚΟΙΝΩΝΙΑ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ-ΠΑΙΔΕΙΑ)»

ΣΕΒΑΣΤΗ ΚΕΦΑΛΙΔΟΥ

Επιβλέπων Καθηγητής
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΠ. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ

Τριμελής Επιτροπή:
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος,
Καθηγητής Τ.Ε.Π.Α.Ε.

Δάγκας Αλέξανδρος,
Αναπληρωτής Καθηγητής Τ.Ε.Π.Α.Ε.

Τσιούμης Κωνσταντίνος,
Αναπληρωτής Καθηγητής Τ.Ε.Π.Α.Ε.

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Σελίδα
Πρόλογος ................................................................................................................... 1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
................................................................................................................................... 3

Ι. Οι Έλληνες Λόγιοι στη Δύση ................................................................................. 4


ΙΙ. Η Γένεση του πρώιμου Φιλελληνισμού ................................................................ 7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
.................................................................................................................................... 18

Ι. Η Ευρωπαϊκή Διπλωματία και ο Φιλελληνισμός απέναντι στο Ελληνικό Ζήτημα


.............................................................................................................................. 19
ΙΙ. Η Φιλελληνική Κίνηση στα Ευρωπαϊκά Κράτη ............................................. 31
2.1 Ελβετία .......................................................................................................... 31
2.2 Γερμανία ....................................................................................................... 32
2.3 Γαλλία ........................................................................................................... 37
2.4 Αγγλία ........................................................................................................... 42
2.5 Ρωσία ............................................................................................................ 46
2.6 Κάτω Χώρες.................................................................................................. 47
2.7 Σουηδία ......................................................................................................... 49
2.8 Ουγγαρία ....................................................................................................... 49
2.9 Ηνωμένες Πολιτείες μερικής ........................................................................ 50
2.10 Ινδία ............................................................................................................ 54

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΦΙΛΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΑ
.................................................................................................................................... 56
Ι. Το Ευρωπαϊκό Φιλελληνικό Κίνημα μέχρι την πτώση του Μεσολογγίου (1826)
.............................................................................................................................. 57
ΙΙ. Οι Ευρωπαίοι Φιλέλληνες απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση μετά την
πτώση του Μεσολογγίου...................................................................................... 82

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
.................................................................................................................................... 115

Επίλογος ..................................................................................................................... 146

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ....................................................................................................... 149

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ............................................................................................................... 154

SUMMARY ............................................................................................................... 155


ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Από την εποχή της Αναγέννησης, είχε αρχίσει να δημιουργείται στην Ευρώπη ένα
έντονο ενδιαφέρον για τα αρχαία ελληνικά κείμενα, την τέχνη και τον πολιτισμό. Με
την έκρηξη της Επανάστασης το ενδιαφέρον αυτό έγινε εντονότερο, καθώς αρκετοί
Ευρωπαίοι, κυρίως λάτρεις του αρχαίου ελληνικού πνεύματος και πολιτισμού, κατέ-
βαιναν στην Ελλάδα για να προσφέρουν τη βοήθεια τους στους αγωνιζόμενους Έλ-
ληνες. Ο φιλελληνισμός, όπως ονομάστηκε το δυναμικό ρεύμα υποστήριξης, αναπτύ-
χθηκε στις σημαντικότερες πόλεις της Ευρώπης, αλλά και στην Αμερική και προσέ-
φερε σημαντική βοήθεια στην ελληνική υπόθεση. Με την αποστολή χρημάτων, πολε-
μοφοδίων και εθελοντών, αλλά και με την άσκηση πίεσης στις ευρωπαϊκές κυβερνή-
σεις προκειμένου να προχωρήσουν σε μια ευνοϊκή ρύθμιση για τους Έλληνες, οι Ευ-
ρωπαίοι συμπαραστάθηκαν στον αγωνιζόμενο Ελληνισμό του 1821, που πολεμούσε
για την ανάκτηση της ελευθερίας του.
Το ρεύμα του φιλελληνισμού, παρά την ύφεση που γνώρισε κάποιες χρονιές, έλ-
κυσε το ενδιαφέρον ορισμένων από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της εποχής.
Διανοούμενοι, πανεπιστημιακοί, άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων, εργάστη-
καν εθελοντικά προπαγανδίζοντας υπέρ της ελληνικής υπόθεσης, ενώ και ένας σημα-
ντικός αριθμός εθελοντών προσήλθε στις επαναστατημένες περιοχές, για να πολεμή-
σει για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Ανάμεσα σε αυτούς,
βρέθηκαν γνωστοί στρατιωτικοί της εποχής των Ναπολεόντειων πολέμων, νέοι σπου-
δαστές, θαυμαστές της αρχαίας Ελλάδας, λόγιοι και άλλοι επιστήμονες, αλλά και τυ-
χοδιώκτες ή καιροσκόποι που έβλεπαν την ελληνική επανάσταση ως περιπέτεια που
θα τους απέφερε κέρδη και υλικά οφέλη. Όλοι αυτοί, ανεξάρτητα από τους τρόπους
με τους οποίους στήριξαν το ελληνικό ζήτημα, συνέβαλαν στο να διατηρηθεί ζωντα-
νό το ενδιαφέρον της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης για την ελληνική επανάσταση, ιδίως
στα σημαντικά αστικά κέντρα της Ευρώπης.
Σε πολλές πόλεις ιδρύθηκαν φιλελληνικοί σύλλογοι που οργάνωσαν καλλιτεχνι-
κές εκδηλώσεις και εράνους για την αποστολή στην Ελλάδα πολεμοφοδίων, τροφί-
μων και φαρμάκων. Στην Ελβετία τον Αύγουστο του 1821 ιδρύθηκε η πρώτη φιλελ-
ληνική επιτροπή και λίγο αργότερα στη Ζυρίχη και τη Γενεύη. Στη Γερμανία πανεπι-
στημιακοί καθηγητές και άλλοι λόγιοι και φοιτητές πρωτοστάτησαν με δημοσιεύματα
τους στη φιλελληνική κίνηση και τον Αύγουστο του 1821 με προκηρύξεις καλούσαν
την γερμανική νεολαία να ενισχύσει τους Έλληνες. Στη Γαλλία οι εφημερίδες Le

1
Constitutionnel, Courrier Francais και άλλες, δημοσίευαν συνεχώς ειδήσεις για τον
ελληνικό αγώνα και συνηγορούσαν για την ελληνική υπόθεση. Ανάλογες εκδηλώσεις
έγιναν και στην Αγγλία, κυρίως μετά την ίδρυση του «Φιλελληνικού κομιτάτου», στις
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, στις Σκανδιναβικές χώρες και στην Ολλανδία.
Στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, παρά τις δυσμενείς συνθήκες που είχαν δια-
μορφωθεί από τα απολυταρχικά καθεστώτα, σημαντική υπήρξε η φιλελληνική κίνη-
ση. Η απήχηση της Επανάστασης έφθασε ως την Ινδία, όπου επίσης αναπτύχθηκε φι-
λελληνικό ρεύμα.
Το γεγονός ότι ανάμεσα στους φιλέλληνες αγωνιστές υπήρξαν και ελάχιστοι τυ-
χοδιώκτες ή καιροσκόποι, δεν μειώνει την σημασία του φιλελληνισμού, που η απή-
χηση του υπήρξε καθοριστική και για την μεταβολή της πολιτικής των μεγάλων δυ-
νάμεων υπέρ της Ελλάδας μετά το 1824.
Η πληθώρα των Ευρωπαίων φιλελλήνων, περιηγητών και τεχνοκρατών, καθιστά
δυνατή την αναπαράσταση μιας εποχής και την αποτύπωση συμπεριφορών και στά-
σεων. Σκοπός λοιπόν της παρούσας εργασίας, είναι να μελετήσει τη στάση των Ευ-
ρωπαίων φιλελλήνων απέναντι στο ελληνικό ζήτημα και κυρίως να μελετήσει το πώς
είδαν οι Ευρωπαίοι φιλέλληνες, περιηγητές και τεχνοκράτες, τους υπόδουλους Έλλη-
νες και την ελλαδική πραγματικότητα.
Ολοκληρώνοντας τον Πρόλογό μου, θα ήθελα να εκφράσω τις θερμότατες ευχα-
ριστίες μου στον επιβλέποντα καθηγητή μου κύριο Κωνσταντίνο Βακαλόπουλο, Κα-
θηγητή του Τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, για την
πολύτιμη βοήθεια που μου προσέφερε, καθώς και για το αδιάλειπτο ενδιαφέρον με το
οποίο παρακολούθησε όλα τα στάδια οργάνωσης, επιμέλειας και συγγραφής της με-
λέτης. Η καθοδήγηση, τα σχόλια και οι παρατηρήσεις του, η υπομονή και εμπιστοσύ-
νη που μου έδειξε, με οδήγησαν να καταλάβω τις κεντρικές ιδέες που πραγματεύεται
η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία και με προετοίμασαν για το συναρπαστικό αυτό
ταξίδι. Ευχαριστώ θερμά και τους καθηγητές, κύριο Αλέξανδρο Δάγκα και κύριο
Κωνσταντίνο Τσιούμη, για τη συμβο λή το υς ως μέλη της Επιτρο πής Αξιο λό γησης.
Επίσης ένα θερμό ευχαριστώ στην κυρία Κλεονίκη Δρούγκα, αποσπασμένη φιλόλογο
στο Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, που ήταν παρούσα
όποτε την χρειάστηκα. Τέλος, ευχαριστώ θερμά την οικογένεια μου που διακριτικά
βοηθάει και στηρίζει τις προσπάθειες μου όλα αυτά τα χρόνια.

2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

3
Ι. Οι Έλληνες Λόγιοι στη Δύση

Η πορεία των Ελλήνων λογίων προς τη Δύση, δεν ήταν εύκολη, παρόλο που οι
περισσότεροι αναγκάζονταν να αναγνωρίσουν το πρωτείο του πάπα και να ομολογή-
σουν πίστη στο καθολικό δόγμα. Συγκεκριμένα, περνούσαν δύσκολα καθώς εργάζο-
νταν πολύ, όχι μόνο ως δάσκαλοι, αλλά και ως αντιγραφείς και μεταφραστές ελληνι-
κών χειρογράφων.
Ο μόνος που άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις στους λόγιους αυτούς, αλλά και
στους Ιταλούς ανθρωπιστές, ήταν ο πάπας Νικόλαος Ε΄, ο μεγάλος προστάτης των
ανθρωπιστικών γραμμάτων. Μάλιστα όπως επισήμανε ο Φραγκίσκος Φίλελφος στον
Γαζή, ο θάνατος του πάπα Νικολάου του Ε΄, ήταν θάνατος για όλους τους σοφούς.
Παρόμοιο ενδιαφέρον για τους Έλληνες λόγιους δεν έδειξε ούτε ο Κάλλιστος Γ΄, αλ-
λά ούτε και ο Πίος Β΄.
Η κατάσταση όμως των Ελλήνων λογίων άρχισε να χειροτερεύει έπειτα από το
θάνατο του Βησσαρίωνα, ο οποίος, σύμφωνα με μαρτυρία του Δημήτριου Καστρη-
νού, αποτελούσε «την άγκυρα του Γένους». Ήταν θερμός προστάτης τους, αλλά και
αυτός που τους έδινε θάρρος. Τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα για τους λόγιους
που βρίσκονταν στην Κάτω Ιταλία, οι οποίοι, μετά το θάνατο του βασιλιά της Νεά-
πο λης Αλφό νσο υ Α΄ της Αραγωνίας, αντιμετώπιζαν δύσκολες συνθήκες διαβίωσης.
Ειδικότερα, στην επιστολή του Κ. Λάσκαρη προς τον Ισπανό φιλόσοφο και ποιητή
Giovanni Pardo, μετά το 1478, γινόταν λόγος για την τύχη γνωστών λογίων. Ανάμεσα
σε αυτούς ήταν και ο Ανδρόνικος Κάλλιστος, ο οποίος αναγκάστηκε από το πνεύμα
οικονομίας των αρχόντων, να φύγει στα Βρετανικά νησιά και να πεθάνει μόνος, χωρίς
φίλους. Επίσης, ο Δημήτριος Καστρηνός, που για τον ίδιο λόγο επέστρεψε στην Ελ-
λάδα και υπηρετούσε τους βαρβάρους, αλλά και ο Θεόδωρος, ο οποίος σοφότερος
από ποτέ, αναγκάστηκε να φύγει στην Καλαβρία και να πεθάνει στο Πολύκαστρο,
χωρίς τη δόξα που του άρμοζε 1
.
Είναι γεγονός πως η αυτοεξορία, οι διάφορες στερήσεις, αλλά και οι όμορφες α-
ναμνήσεις από την Ελλάδα και το δοξασμένο παρελθόν της, οδήγησαν τους λόγιους
να γίνουν υπερευαίσθητοι, μεμψίμοιροι και μη ικανοί να προσαρμοστούν στη νέα
πραγματικότητα. Δεν μπορούσαν να μείνουν μόνιμα σ’ έναν τόπο, καθώς πήγαιναν

1
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1974), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Αρχές και Διαμόρφωση
του»,τομ. Α΄. Πρβλ. Λάμπρου, «Αργυροπούλεια», σελ. 305-306. Βλ. την ίδια επιστολή και στου
Migne, PG 161 στ. 957-958.

4
από πόλη σε πόλη αναζητώντας καλύτερο περιβάλλον και καλύτερη τύχη από αυτή
που επικρατούσε στις πατρίδες τους. Κατά την διάρκεια μάλιστα των μετακινήσεων
τους, ήρθαν σε σύγκρουση με τους Ιταλούς ανθρωπιστές. Αιτία αυτής της σύγκρου-
σης απο τέλεσε η διαφορετική ψυχοσύνθεση των δύο λαών, αλλά και η άρνηση των
πνευματικών εκπροσώπων της Ιταλίας, να δεχτούν τη σοφία των Ελλήνων λογίων. Η
άρνηση τους οφειλόταν κυρίως στο γεγονός ότι και οι ίδιοι αντιμετώπισαν δυσκολίες
προκειμένου να οδηγηθούν στο δρόμο της γνώσης, ενώ τώρα είχαν μπροστά τους ε-
λεύθερο το πεδίο για δράση, είχαν μπροστά τους ανοιχτό τον ορίζοντα. Ο ουμανιστής
Pontano, ο ιδρυτής της ομώνυμης ακαδημίας στην Νεάπολη, επισήμαινε πως δεν έ-
μαθε την ελληνική γλώσσα στην Ελλάδα αλλά στην Ιταλία, από τον Gregorio da Ti-
ferno, γιατί όπως τόνιζε χαρακτηριστικά «στην Ελλάδα αυτήν την εποχή μαθαίνει κα-
νείς πιθανότερα την τούρκικη γλώσσα παρά την ελληνική2».
Από την άλλη, ο Κωνσταντίνος Λάσκαρης στη Γραμματική του, ανέφερε ότι πα-
ρόλο που οι ελληνικές σπουδές γνώριζαν μεγάλη άνθηση στην Ιταλία, στην Ελλάδα
δεν συνέβαινε κάτι παρόμοιο. Κύριος λόγος γι’ αυτό, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο,
ήταν οι συνεχείς συμφορές του Γένους. Πίστευε εκτός των άλλων, ότι αν δεν υπήρχε
η κακεντρέχεια των ημιμαθών, αλλά και η φιλαργυρία των αρχόντων, θα επικρατού-
σαν παντού τα ελληνικά γράμματα, όπως στην εποχή των αρχαίων Ρωμαίων. Σύμφω-
να μάλιστα με τον Μιχαήλ Αποστόλη, οι Ιταλοί, καθώς και οι άλλοι λαοί της Δύσης,
παρουσιάζονταν, ως διάδοχοι των αρετών των Ελλήνων, αλλά και των Ρωμαίων. Συ-
γκεκριμένα, νέοι Ιταλοί, όπως ο Guarino da Verona, ο Giovanni Aurispa, ο Gregorio
da Tiferno, ο Franc. Filelfo, ο Ambr. Traversari, ο Leonardo Bruni, ο Angelo Polizia-
no, αλλά και άλλοι, σημείωναν τόσο σημαντικές προόδους στη χρήση της ελληνικής
γλώσσας, που άρχιζαν να συναγωνίζονται τους σοφούς Νεοέλληνες σ’ ένα κοινό
πνευματικό πεδίο. Οι επιστολές τους, μαρτυρούν τις πνευματικές ενασχολήσεις τους,
τις συζητήσεις τους για διάφορα ερμηνευτικά προβλήματα, την κατανόηση των ιδεών
των αρχαίων φιλοσόφων3.
Εκτός όμως από την Ιταλία, η ίδια κατάσταση παρατηρούνταν και στις άλλες χώ-
ρες της Δύσης, ό πως στη Γαλλία με το ν Guillaume Bude, Jacques Toussain, Pierre

2
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1974), όπ.π.. Πρβλ. C. de Fredo, ένθ’ αν. σελ. 88.
3
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1974), όπ.π.. Πρβλ. Λασκάρεως Κωνσταντίνου, «Proemium ad li-
bros suos de grammatical», PG 161 στ. 933-936. Για τον Μιχαήλ Αποστόλη, βλ. και Hip. Noiret,
«Lettres inedites de Michel Apostolis», Paris 1889, σελ. 148.

5
Danes, στις Κάτω Χώρες με τον Έρασμο, αλλά και στην Γερμανία με τον Reuchlin.
Ο θαυμασμός για τους θησαυρούς της αρχαίας πνευματικής κληρονομιάς και το πά-
θος για την ελληνική μάθηση, γινόταν ολοένα και περισσότερο γνωστό, ενώ παράλ-
ληλα αυξανόταν η ζήτηση των ελληνικών χειρογράφων. Η επινόηση μάλιστα της τυ-
πογραφίας, συνέβαλε σημαντικά στην διάδοση της ελληνικής σοφίας. Τα έργα των
ξένων ανθρωπιστών, ακόμη και αυτά που ήταν γραμμένα στην λατινική γλώσσα, πε-
ριείχαν χωρία ή εκφράσεις παρμένες από τον Όμηρο ή άλλους αρχαίους συγγραφείς.
Μπορεί επίσης να συμπεριλάμβαναν και δικά τους επιγράμματα, γραμμένα όμως με
βάση τα αρχαία πρότυπα.
Παράλληλα, η συστηματική μελέτη των φιλολογικών και φιλοσοφικών έργων των
Ελλήνων λογίων, αλλά και των διαδόχων τους, βοήθησε στη δημιουργία θετικής
γνώμης σχετικά με τις προσπάθειες των Ελλήνων λογίων του 15ου αιώνα. Με τις προ-
σπάθειες αυτές, διασώθηκε η μεγάλη κληρονομιά του ελληνοβυζαντινού πολιτισμού,
η οποία μεταφυτεύτηκε στη Δύση την εποχή που είχε αρχίσει η μεγάλη κίνηση ιδεών,
που προμήνυε την Αναγέννηση. Την κίνηση αυτή, ερχόταν να καλλιεργήσει και να
την φέρει σε πέρας η ελληνική σκέψη και η σοφία του αρχαίου ελληνικού κόσμου με
φορείς τους Έλληνες λογίους.
Η Αναγέννηση λοιπόν, σύμφωνα με τον Απ. Βακαλόπουλο4, πρέπει να θεωρηθεί
ότι ήταν μία πνευματική κίνηση, που είχε τις ρίζες της στην Ιταλία και στις άλλες χώ-
ρες της Δυτικής Ευρώπης και ότι αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε οργανικά στο έδαφος
της. Ειδικότερα, η μελέτη της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και φιλολογίας, βοήθησε
τους διανοούμενους της Δύσης ν’ ανοίξουν νέους δρόμους στην επιστήμη, στην τέχνη
και στη φιλοσοφία προς τη δημιουργία του νεώτερου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Σταδι-
ακά οι ξένοι ελληνιστές πολλαπλασιάστηκαν και δημιούργησαν την σπουδαία παρά-
δοση των μεγάλων πανεπιστημιακών κέντρων, τα οποία συνέβαλαν και αυτά στη δη-
μιουργία του νεώτερου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ο Cammelli, μάλιστα υποστήριζε,
ότι ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, ύστερα από τη μεταφύτευση του στο ιταλικό έ-
δαφος και την αρμονική συνύπαρξη του κατά την αρχαιότητα με το ρωμαϊκό πνεύμα,
θα ξανάνθιζε ακόμη μια φορά στο ίδιο έδαφος. Πίστευε ότι αυτό θα πραγματοποιού-
νταν με τις ικανότητες του ίδιου λαού, ο οποίος ξεκινούσε με νέες δυνάμεις ύστερα
από τον χιλιόχρονο και όχι άδοξο μεσαίωνα.

4
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1974), όπ.π., σελ. 408. Πρβλ. για τον Cammelli, Cammelli, Criso-
lora, σελ. 11.

6
ΙΙ. Η Γένεση του πρώιμου Φιλελληνισμού

Οι Έλληνες λόγιοι, αισθάνθηκαν τόσο πιο βαριά την μεγάλη κληρονομιά των
προγόνων τους, όσο μεγαλύτερη ήταν η αγραμματοσύνη και η πολιτιστική τους κα-
θυστέρηση, η οποία τονιζόταν ιδιαίτερα από τους ξένους. Παρόλο που η θέση τους
ήταν δύσκολη, δεν σταμάτησαν ποτέ να υπερηφανεύονται για την ένδοξη καταγωγή
τους. Υπήρχαν πολλά πράγματα που τους κρατούσαν δεμένους με το παρελθόν και
αυτά μεταξύ άλλων ήταν τα γραπτά μνημεία, οι αρχαίοι συγγραφείς και οι επιγραφές,
τα έργα τέχνης, αλλά και οι παραδόσεις και οι θρύλοι ορισμένων τόπων, όπως ο θρύ-
λος του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Μολονότι, υπήρχαν ξένοι που αισθάνονταν περιφρόνηση και οίκτο για την κατά-
σταση των Νεοελλήνων, υπήρχαν και άλλοι, οι οποίοι κατανοούσαν τις δύσκολες
συνθήκες μέσα στις οποίες ζούσαν οι σκλαβωμένοι. Τους λυπόντουσαν, τους συμπα-
θούσαν, και με τη διάδοση μάλιστα των ανθρωπιστικών σπουδών στη Δύση, αναπτύ-
χθηκε και ο σεβασμός τους προς τους αρχαίους. Η φιλελληνική αυτή τάση, δεν έμεινε
απαρατήρητη από τους ίδιους τους Έλληνες, όταν επισκέπτονταν τις ξένες χώρες.
Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του Βασίλειου Βατάντζη, ο οποίος στις αρχές του
18ου αιώνα έγραφε για το φιλελληνισμό της Αγγλίας, τονίζοντας ιδιαίτερα τα αισθή-
ματα που έτρεφαν οι Άγγλοι για τους Έλληνες, ότι δηλαδή τους τιμούσαν, τους αγα-
πούσαν και τους δόξαζαν5.
Στους νεώτερους μάλιστα αιώνες, αυξήθηκαν οι ξένοι ταξιδιώτες που ενδιαφέρο-
νταν έντονα για την αρχαία Ελλάδα, αλλά και για την Ιταλία. Οι ταξιδιώτες αυτοί,
καθώς ήθελαν να γνωρίσουν από κοντά τα μεγάλα κέντρα της ελληνικής ιστορίας και
του πολιτισμού, πήγαν στα ερείπια της αρχαίας Αθήνας, της Δήλου, της Σπάρτης, των
Φιλίππων, της Τροίας, αλλά και άλλων πόλεων και ζητούσαν πληροφορίες. Με αυτόν
τον τρόπο, ξαναζωντάνευαν τη δόξα των γνωστών μνημείων, δημόσιων κτιρίων,
ναών, θεάτρων και στεναχωριόντουσαν όταν καταλάβαιναν τη φθορά του χρόνου κα
των ανθρώπων. Ο θαυμασμός τους για τα αρχαία αντικείμενα ήταν τόσο μεγάλος,
που τους δημιούργησε την επιθυμία να περιγράψουν, να σχεδιάσουν, να αντιγράψουν
τις επιγραφές ή ακόμη και να πάρουν ορισμένα από αυτά, που ήταν δυνατόν να μετα-

5
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Τουρκοκρατία 1669-
1812-Η Οικονομική Άνοδος και ο Φωτισμός του Γένους», τομ. Δ΄, σελ. 677. Πρβλ. Λάμπρος Σπ.,
«Κανανός Λάσκαρης και Βασίλειος Βατάντζης. Δύο Έλληνες περιηγηταί του ΙΕ΄ και ΙΗ΄ αιώνος»,
«Παρνασσός» 5 (1881) 718.

7
φερθούν, στην πατρίδα τους. Τα αντικείμενα αυτά, ήταν στην ουσία νομίσματα,,
σφραγιδόλιθοι, δακτυλιόλιθοι, ειδώλια, αγάλματα6.
Σε ορισμένα μέρη, όπως για παράδειγμα στη Θεσσαλονίκη, ο σφετερισμός αυτών
των αρχαίων αντικειμένων εξελίχθηκε πολύ γρήγορα σε συστηματικό εμπόριο και σε
πραγματική λεηλασία των ελληνικών πόλεων. Αιτία, αποτέλεσαν κυρίως οι τουρκικές
αρχές, οι οποίες δεν έδειξαν ενδιαφέρον. Αντιπρόσωποι διάφορων ευρωπαϊκών κρα-
τών, όπως της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, πρεσβευτές όπως ο Nointel,
πρόξενοι όπως ο Giraud στην Αθήνα, φιλόλογοι, φιλάρχαιοι, αλλά και άλλοι, αντα-
γωνίζονταν για το ποιός θα αγοράσει ή θα αποκομίσει τις περισσότερες αρχαιότητες.
Το γεγονός αυτό, προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια των Ελλήνων, οι οποίοι θεω-
ρούσαν ότι όλα αυτά τους ανήκαν κατά κληρονομιά. Ωστόσο οι ξένοι ταξιδιώτες αδι-
αφορούσαν και τους θεωρούσαν διεφθαρμένους απογόνους των αρχαίων7.
Βέβαια, υπήρχαν και αρχαιολάτρες, οι οποίοι, ενώ από τη μια έφτιαχναν όνειρα
επάνω στα ερείπια της Ελλάδας, από την άλλη έστρεφαν το ενδιαφέρον τους στους
σκλαβωμένους κατοίκους της. Ένας από αυτούς, ήταν και ο Du Loir, ο οποίος σημεί-
ωνε στην επιστολή του προς τον δούκα της Ορλεάνης, ότι όπως τα αρχαία ερείπια
κινούσαν το ενδιαφέρον του, έτσι και ο υπόδουλος ελληνισμός, προκαλούσε τον οί-
κτο του. Αξίζει όμως να σημειωθεί και ο G. Guillet de la Guiiietiere, που στο βιβλίο
του «Athens ancienne et nouvelle», Paris 1675, έδειχνε τη συμπάθεια του προς τον
υπόδουλο ελληνισμό, αλλά με πιο ενεργητικό τρόπο.
Υπήρχαν όμως και κάποιοι άλλοι ξένοι ταξιδιώτες, οι οποίοι είχαν μείνει έκθαμ-
βοι από τις ομοιότητες αρχαίων και νέων Ελλήνων. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο
Γάλλος αξιωματικός του ναυτικού D’Orves, που συνόδευε τον πρεσβευτή Villeneuve.
Ο D’Orves, στο τέλος Δεκεμβρίου 1728, σε μια επιστολή σε κάποιο φίλο του, έγραφε

6
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), όπ.π., βλ. & Jerome Maurand, Itineraire de Jerome Mau-
rand d’ Antibes a Constantinople (1544): texte italien publie pour la premiere fois avec une intro-
duction et une traduction par Leon Dorez, Paris 1901, σελ. 173-181 (επίσκεψη Τροίας στα 1544,
σελ. 157-161 (Δήλου). Belon, Les observations de plusieurs singularitez et choses memorables,
trouvees en Grece, κτλ. Paris 1553, σελ. 59α (Φίλιπποι). Gerlach, Tagebuch, σελ. 43-44, 45. An-
toine des Barres, L’ estant present de l’ Archipel, Paris 1678, σελ. 132-133, 152 (Δήλος-Πάρος
στα 1678).

Σιμόπουλος Κυριάκος (1985), «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα (1810-1821): Δημόσιος και Ιδιω-
7

τικός Βίος, Λαϊκός Πολιτισμός, Εκκλησία και Οικονομική Ζωή, από τα περιηγητικά χρόνια», τομ.
Γ2. Πρβλ. την ενδιαφέρουσα μελέτη του Ιωάννου Γενναδίου, Ο Λόρδος Έλγιν…, Αθήναι 1930.

8
πως παρόλο που στην Κίμωλο δε βρήκε αρχαία μνημεία, βρήκε νέες αποδείξεις για
την ομορφιά των γυναικών της αρχαίας Ελλάδας8.
Ωστόσο κάποιοι ξένοι, προχώρησαν προς το βάθος των πραγμάτων, σε μια πιο
ουσιαστική ενατένιση των ομοιοτήτων. Τους ξένους αυτούς αποτελούσαν συνήθως
κλασσικοί φιλόλογοι, αρχαιολόγοι, ιστορικοί, οι οποίοι ενδιαφέρονταν για τις διάφο-
ρες σχέσεις των νέων Ελλήνων με το υς αρχαίο υς και κυρίως για τη γλώσσα. Ένας
από αυτούς ήταν και ο Guys, γραμματέας του βασιλιά της Γαλλίας, αλλά και της Α-
καδημίας των Επιστημών και Γραμμάτων της Μασσαλίας. Ο Guys, στους τρείς πρώ-
τους τόμους από το τετράτομο έργο του «Voyage litteraire de la Grece ou Lettres sur
les Grecs, anciens et modernes, avec un parallele sur leurs moeurs», έδωσε σημαντι-
κές και πλούσιες πληροφορίες σχετικά με τους Νεοέλληνες. Συγκεκριμένα, στο βι-
βλίο αυτό, περιλάμβανε ειδήσεις και κρίσεις που αφορούσαν την ιδιωτική ζωή των
Νεοελλήνων, παρατηρήσεις για τη θρησκεία, για το χαρακτήρα, για τα προτερήματα
και τα ελαττώματα, για τον πατριωτισμό τους, για τα ήθη και έθιμα, τις ενδυμασίες,
τις γιορτές, τις δεισιδαιμονίες, τα όνειρα, τις επιδημίες, αλλά και πολλά άλλα θέμα-
τα9. Όλες αυτές τις πληροφορίες, τις άντλησε από την επίσκεψη του στην Ελλάδα,
κατά τα μέσα του 18ου αιώνα.
Αξίζει επίσης να αναφερθούν και οι Choiseul-Gouffier, J. B. Lechevalier και κυ-
ρίως ο ελληνιστής Jean Baptiste d’ Ansse Villoison, ο οποίος ενώ ήρθε στην Ελλάδα
ως αναζητητής χειρογράφων κλασσικών κειμένων, επέστρεψε στην Γαλλία, ως ερευ-
νητής της νέας ελληνικής. Επίσης, θα πρέπει να αναφερθεί και ο Σουηδός περιηγητής
Bjornstahl, που έκανε παρόμοιες παρατηρήσεις στις επιστολές του, ενώ παράλληλα
έβρισκε την νεοελληνική γλώσσα πιο ευάρεστη από την αρχαία ελληνική των ευρω-
παίων την οποία και επρόφεραν με την ερασμιακή προφορά10.
Από την εποχή αυτή, άρχισε να αναπτύσσεται με γρήγορο ρυθμό ο φιλελληνι-
σμός, η έννοια του οποίου ολοκληρώθηκε ευνοημένη από το γονιμοποιό κλίμα του
ρομαντισμού. Ρομαντισμός και κλασικισμός, παρουσιάστηκαν ενωμένοι στο γαλλικό
ιστορικό μυθιστόρημα «Νέος Ανάχαρσις» (1788), το οποίο είχε σημειώσει τεράστια
επιτυχία στην Ευρώπη. Το έργο αυτό, που μεταφράστηκε και στα ελληνικά, ήταν

8
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), «Ο Χαρακτήρας των Ελλήνων».
9
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), όπ.π.. Πρβλ. Guys, Voyage litteraire de la Grece, ou Let-
tres sur les Grecs, anciens et modernes, avec un parallele de leurs moeurs, τομ. 1-4, Paris 1788.
10
Σιμόπουλος Κυριάκος (1985), όπ.π., Πρβλ. Bjornstahl, Briefe, 2 σελ. 339.

9
γραμμένο από τον άβα Barthelemy. Ο Barthelemy, ο οποίος είχε επισκεφθεί τα αρ-
χαία ερείπια της Ελλάδας και είχε μελετήσει τα μνημεία της, απεικόνισε με μεγάλη
παραστατικότητα το παρελθόν της και μάλιστα βασίστηκε και στα μέχρι τότε πρό-
σφατα πορίσματα της αρχαιολογίας και της ιστορίας.
Προς το τέλος του 18ου αιώνα, αυξήθηκαν οι ξένοι ταξιδιώτες που επισκέφτηκαν
της Ελλάδα. Όσοι μάλιστα είχαν κλασική μόρφωση και είχαν γνωρίσει το ελληνικό
πνεύμα, θεωρούσαν τα ταξίδι στην Ελλάδα ιερό προσκύνημα. Χαρακτηριστική ήταν
η περίπτωση του Courrier, ο οποίος έβλεπε το ταξίδι στην Ελλάδα σαν το προσκύνη-
μα της Μέκκας, τονίζοντας ότι «κάθε Έλληνας πεθαίνει ευχαριστημένος, μόνο αν κα-
τορθώσει να επισκεφθεί την χώρα της Αθήνας και των τεχνών»11.
Οι νέοι ρομαντικοί περιηγητές, μαγεύονταν από την ελληνική φύση, γοητεύονταν
από τον ελληνικό ουρανό, από την καθαρότητα της ατμόσφαιρας και θαύμαζαν την
ποιητική Αρκαδία. Το μόνο ίσως που τους απογοήτευε ήταν η όψη των νέων Ελλή-
νων. Όπως μάλιστα επισήμαινε ο Hughes, οι ταξιδιώτες αυτοί, αντί για όμορφους νέ-
ους και όμορφες κοπέλες, μοντέλα στην ουσία «έτοιμα για το γλύπτη και το ζωγρά-
φο», αντίκρισαν έναν λαό με άσχημα χαρακτηριστικά και εξαντλημένο από κόπο και
πείνα. Είδαν δηλαδή μια χώρα, την Ελλάδα, να κινδυνεύει να αφανιστεί από την τυ-
ραννία και να έχει απογυμνωθεί από τις αγροτικές αρετές. Αξιοσημείωτη ήταν και η
επιστολή του Havier Scrofani, την οποία έγραψε το 1801, έπειτα από το ταξίδι του
στην Ελλάδα που πραγματοποίησε τα έτη 1794 και 1795. Στην επιστολή του εκείνη,
ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα παρουσίαζε την εικόνα ενός ναυαγίου και συ-
μπλήρωνε πως αν συναντούσε κανείς κάποιον άνθρωπο εκεί, αυτός θα είχε το ντύσι-
μο, τα όπλα, την κίνηση και την καρδιά ενός αγρίου. Δεν παρέλειπε ωστόσο να επι-
σημαίνει και την απορία του σχετικά με το γεγονός ότι η Ευρώπη δεν βοήθησε καθό-
λου τον ελληνικό λαό να κρατήσει επάξια το ένδοξο όνομα του. Ανέφερε επίσης πως
δεν ήξερε αν έπραξε σωστά που επισκέφτηκε την Ελλάδα, αλλά τελικά οδηγούνταν
στο συμπέρασμα ότι είχε ανάγκη να πραγματοποιήσει αυτό το ταξίδι, για να «δονη-
θούν οι αισθήσεις του», όπως έγραφε χαρακτηριστικά12.
Οι ξένοι περιηγητές, κατανοούσαν και δικαιολογούσαν την εξάντληση των Ελλή-
νων, καθώς τους γνώρισαν από κοντά και είδαν τις δύσκολες συνθήκες μέσα στις ο-

11
Σιμόπουλος Κυριάκος (1985), όπ.π.. Πρβλ. Canat, 1 σελ. 20.
12
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), όπ.π.. Πρβλ. Hughes, Travels, 1 σελ. 177-178. Για τον
Scrofani, βλ. Scrofani, Voyage, 1 σελ. 43-45.

10
ποίες έζησαν. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα μελαγχόλησαν και έκαναν οδυνηρούς
συλλογισμούς για τη ματαιότητα του ανθρώπινου μεγαλείου, με αποτέλεσμα να αρχί-
σουν να συμπαθούν αλλά και να λυπούνται τους Νεοέλληνες. Ανάμεσα σε αυτούς
ήταν και ο Αμερικανός Μπίντελ, ο οποίος στεναχωρήθηκε για τη διαφθορά των Ελ-
λήνων. Εξακολουθούσε όμως να έχει εμπιστοσύνη στις δυνατές καταβολές των χωρι-
κών, υπογραμμίζοντας τη χαρά που ένιωσε όταν είδε τους «καλόκαρδους χωρικούς»
που το ντύσιμο τους έμοιαζε σε αυτό των αρχαίων ηρώων13.
Ωστόσο, οι συνταρακτικές αντιθέσεις της χώρας, οδήγησαν τους ξένους να αγα-
νακτήσουν για την τύχη των νεκρών, αλλά και ζωντανών λειψάνων της αρχαιότητας.
Παρατηρούσαν τους Έλληνες που ζούσαν μέσα στη σκλαβιά, καταλάβαιναν την ψυ-
χική τους ταραχή και ακούγοντας τα φιλελεύθερα τραγούδια τους, ξεχώριζαν στα λό-
για το υς τη δίψα το υς για δικαιο σύνη και ελευθερία. Όσο μεγαλύτερη ήταν η εξά-
ντληση τους, τόσο και η συμπάθεια των ξένων μεγάλωνε. Συγκεκριμένα, ο Hughes
υποστήριζε πως δεν υπήρξε κανένας λαός που να παρουσιάζει «ισχυρότερη αξίωση
για τη συμπάθεια και την ευσπλαχνία το υ κό σμου από το υς νέο υς Έλληνες, των ο-
ποίων το παράδειγμα είναι μοναδικό στα χρονικά της ιστορίας» 14.
Ο φιλελληνισμός λοιπόν που υπήρχε πριν από την επανάσταση, είχε αρχίσει να
παίρνει νέα μορφή και περιεχόμενο, είχε αρχίσει να συμπληρώνεται και να ολοκλη-
ρώνεται. Συγκεκριμένα, κοντά στη λατρεία των αρχαίων Ελλήνων προστέθηκε και ο
θαυμασμός για τους απογόνους τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, να αρχίσουν οι φι-
λέλληνες να εκδηλώνουν έντονα το ενδιαφέρον τους για την τύχη του ελληνικού
λαού, για την απελευθέρωση του, αλλά και να ανακοινώνουν επίσημα τις ιδέες τους
αυτές και να τις διαφημίζουν στο διεθνές κοινό.
Στην ανάπτυξη και διαμόρφωση του φιλελληνισμού με το νέο του περιεχόμενο,
συνέβαλλε σημαντικά και ο μεγάλος αριθμός των βιβλίων και φυλλαδίων. Τα βιβλία
και τα φυλλάδια αυτά, περιείχαν διάφορες ιδέες και απόψεις και άρχισαν να εκδίδο-
νται από το 1821 και μετά από θερμούς υποστηρικτές των αγωνιζόμενων Ελλήνων.
Πρώτοι απ’ όλους ήταν οι συμπατριώτες τους λόγιοι του εξωτερικού. Ανάμεσα σε
αυτούς ήταν ο Κωνσταντίνος Μηνωίδης Μηνάς, ο Κωνσταντίνος Πολυχρονιάδης, ο
Παναγιώτης Κοδρικάς, ο μητροπολίτης Ιγνάτιος, ο Αδαμάντιος Κοραής, οι οποίοι

13
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π.. Πρβλ. Larrabee, American Experience of Greece
(1775-1865), σελ. 17, αλλά και μετάφραση: Ελλάς 1775-1865, σελ. 23.
14
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), όπ.π.. Πρβλ. Hughes, Travels, 1 σελ. 163.

11
παρακολουθώντας «την ανάσταση του Γένους», βάλθηκαν με τα διάφορα φυλλάδια
τους να διακηρύξουν το δίκαιο του ελληνικού αγώνα. Επίσης να καταπολεμήσουν
από την μια πλευρά την υποτιθέμενη νομιμότητα της Τουρκίας και από την άλλη να
υπερασπιστούν το δικαίωμα της ελληνικής επανάστασης15.
Από τα παραπάνω συμπεραίνει κανείς, ότι η προσφορά των φιλελλήνων ήταν τε-
ράστια. Πρώτα απ’ όλα, έθεσαν το πρόβλημα της απελευθέρωσης των Ελλήνων και
προσπάθησαν μάλιστα να το εξαίρουν σε ζήτημα πανευρωπαϊκό. Πίστευαν πως οι
Έλληνες, θα ξαναζούσαν τις δόξες της αρχαίας Ελλάδας και θα ξαναπρόσφεραν
σπουδαία έργα στην ανθρωπότητα. Ο Sonnini μάλιστα αναφέρει πως αν εμφανίζο-
νταν ικανές ξένες δυνάμεις να διαλύσουν τους φόβους του υπόδουλου ελληνισμού, η
επανάσταση εναντίον της τυραννίας θα διευρύνονταν και θα σχηματίζονταν ομάδες
γενναίων πολεμιστών από κάθε περιοχή της χώρας. Όλοι θα βοηθούσαν για να απο-
κοπεί η Ελλάδα από τον οθωμανικό ζυγό. Και συνεχίζει υποστηρίζοντας πως μια κυ-
ριαρχία όπως η τουρκική που στηρίζεται στην άγνοια και δε μπορεί να συνεχίσει τη
σχέση με τον πολιτισμό, θα αφανιστεί μαζί με τη βαρβαρότητα που τη διακρίνει16.
Ανάμεσα στα άτομα που υποστήριξαν την απελευθέρωση των Ελλήνων, ήταν και
ο άλλοτε πρεσβευτής της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη, Choiseul-Gouffier. O
Choiseul-Gouffier, πίστευε ότι μέσα από την φθαρμένη οθωμανική αυτοκρατορία από
την οποία εμφανίζονταν διάφορα κράτη, θα μπορούσαν να ελευθερωθούν και οι Έλ-
ληνες, υπό την προστασία μιας δυναμικής αυτοκρατορίας.
Σημαντική ήταν ωστόσο και η παρατήρηση του Άγγλου Eton, ο οποίος επισήμαι-
νε ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να μείνει άλλο κάτω από το δεσποτισμό των Τούρκων,
καθώς ρίχθηκε στον αγώνα για την απελευθέρωση της και ευελπιστούσε να συμπερι-
ληφθεί ανάμεσα στα ανεξάρτητα κράτη της Ευρώπης. Υποστήριξε μάλιστα, πως αν
σε αυτή τους την προσπάθεια βοηθηθούν από τους Γάλλους, οι Άγγλοι θα αποκτή-
σουν έναν εχθρό, ενώ αν αυτό γίνει από την Αγγλία με την συνεργασία της Ρωσίας, οι
15
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η Μεγάλη Ελληνική Επα-
νάσταση (1821-1829)-Οι Προϋποθέσεις και οι Βάσεις της (1813-1822), τομ. Ε΄, σελ. 569. Πρβλ.
επιστολή Κ. Πολυχρονιάδη 2/14 Νοεμβρίου στα Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας (Αρχείον Μαυρο-
κορδάτου) τομ. 5, τευχ. 1, σελ. 80. Βλ και το βιβλιαράκι «Φιλελληνικά» 1821-1831, Αθήναι 1975
(της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος), όπου συγκεντρώνονται οι τίτλοι ενός
σημαντικού αριθμού ποικίλων βιβλίων και φυλλαδίων, με κατατοπιστική εισαγωγή του Ι. Κ. Μα-
ζαράκη Αινιανος.
16
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Τουρκοκρατία 1669-
1812-Η Οικονομική Άνοδος και ο Φωτισμός του Γένους», τομ. Δ΄, σελ. 682-683. Πρβλ. Sonnini,
Voyage, 1 σελ. 30-32.

12
Έλληνες θα γίνουν φίλοι τους. Με άλλα λόγια, ο Eton υπογράμμισε ότι συμφέρον της
Αγγλίας ήταν να βοηθήσει τους Έλληνες να αποκατασταθούν και ότι σε καμία περί-
πτωση δεν έπρεπε να έλθουν σε αντίθεση με την Ρωσία. Ένας άλλος περιηγητής, ο
Άγγλος Thornton, σε τέσσερις σελίδες του βιβλίου του, ανέλυσε τους λόγους για τους
οποίους έπρεπε να φύγουν οι Τούρκοι από την Ευρώπη και από τις ελληνικές πόλεις.
Δεν παρέλειψε να επισημάνει και αυτός ότι η απελευθέρωση του ελληνικού λαού ή-
ταν ζήτημα πανευρωπαϊκό. Ο Walpole με την σειρά του, επίσης περιηγητής, υποστή-
ριξε πως «η αξιόλογη εθνική βελτίωση των Ελλήνων δεν συμβιβάστηκε με τις συν-
θήκες ζωής τους, αφού ο δρόμος για τη φιλοδοξία ήταν κλειστός για αυτούς». Υπο-
γράμμισε μάλιστα, πως οι Έλληνες ήταν αξιοθαύμαστοι καθώς κατάφεραν κάτω από
τον τουρκικό ζυγό να επιδείξουν κάτι στις τέχνες και στα γράμματα17.
Τον θαυμασμό τους όμως για τους Έλληνες, καλλιέργησαν και οι λογοτέχνες, οι
οποίοι έγραφαν ρομαντικά μυθιστορήματα, ποιήματα, αλλά και άλλα ταξιδιωτικά έρ-
γα με ελληνική υπόθεση. Κάποια από αυτά ήταν ο «Υπερίωνας» του Holderlin, οι
«Μάρτυρες» και το «Οδοιπορικό» του Chateaubriand, έργα του Byron, αλλά και άλ-
λα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η προσφορά κυρίως του Chateaubriand ήταν ανεκτίμητη,
καθώς στο έργο του «Οδοιπορικό από το Παρίσι στην Ιερουσαλήμ», έδινε σπουδαίες
περιγραφές των ελληνικών τοπίων, αλλά και της δυστυχίας των Ελλήνων.
Για τον Chateaubriand, ο G. Fougeres στο πρόλογο του βιβλίου του Lovinesco,
Les voyageurs Francais, ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «χάριζε στην Ελλάδα τους τίτ-
λους της φιλολογικής του ευγένειας […], αλλά και ότι εγκαινίαζε τον ελληνισμό στον
ανοιχτό ορίζοντα». Ο G. Fougeres, έλεγε επίσης πως μετά τον Chateaubriand, διάφο-
ροι προσκυνητές επισκέπτονταν την Ελλάδα προκειμένου να ανακαλύψουν την χώρα
και τον ελληνικό λαό. Είναι γεγονός, πως ο Chateaubriand ξαναβρήκε τους αρχαίους
τόπους τους οποίους και ξαναζωντάνεψε, αλλά και το περιβάλλον όπου κινούνταν και
δρούσαν οι σκλαβωμένοι Έλληνες. Οι επιδράσεις του ήταν πολύ σημαντικές στους
συγχρόνους του, αλλά και σε αυτούς που έγραψαν μετά από αυτόν και κυρίως στον
Pouqueville. Λίγο πριν φύγει από την Ελλάδα, ο Chateaubriand ονειροπολούσε εικό-
νες από την αρχαία και την νέα Ελλάδα. Τόνιζε μάλιστα ότι ήταν ευτυχισμένοι εκεί-
νοι οι περιηγητές που ταξίδευαν στην πολιτισμένη Ευρώπη και δεν επισκέπτονταν
χώρες που κάποτε γνώρισαν τη δόξα και στις οποίες τώρα κυριαρχούσαν τα ζωντανά
17
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), όπ.π.. Πρβλ. Για τον Eton, Tableau, 1 σελ. XIV. Για τον
Thornton βλ. Thornton, Etat actuel de la Turquie, 2 σελ. 221-224. Για τον Walpole, βλ. Walpole,
Memoirs, 1 σελ. 29-31.

13
ερείπια από τα μαρμάρινα και τα πέτρινα18. Στα έργα του ο Chateaubriand ανέφερε
εκτός των άλλων και για την Πελοπόννησο. Συγκεκριμένα, επεσήμανε πως παρουσί-
αζε την εικόνα έρημης πόλης καθώς υπήρχαν μόνο χωριά κατεστραμμένα και πόλεις
που είχαν εγκαταλειφθεί. Συμπλήρωνε χαρακτηριστικά, ότι ακόμη και ο πιο μικρός
αγάς το υ πιο μικρο ύ χωριο ύ, είχε σαν παιχνίδι να διώξει από την καλύβα το υ έναν
Έλληνα χωρικό, να του πάρει την γυναίκα και τα παιδιά του και να τον σκοτώσει με
την παραμικρή αφορμή. Δεν παρέλειψε ωστόσο να αναφερθεί και στην Αττική και να
υπογραμμίσει ότι η εικόνα της μπορεί να ήταν λιγότερο εξαθλιωμένη, αλλά όχι και
λιγότερο σκλαβωμένη, καθώς βρισκόταν υπό την άμεση επιτήρηση του αρχηγού των
μαύρων ευνούχων, του σεραγιού.
Όσο σημαντική ήταν η προσφορά του Chateaubriand με τα πεζά του για την Ελ-
λάδα, τόσο σημαντική ήταν και η προσφορά του Byron με την ποίηση του. Αγαπούσε
τους Έλληνες με τα ελαττώματα τους και απέκρουε τα εκάστοτε προσβλητικά σχόλια
για αυτούς που αφορούσαν απόψεις, όπως ότι η γλώσσα τους είχε «εκχυδαϊστεί», ότι
δεν είχαν λογοτεχνία, αλλά και ότι τα παιδιά και οι δάσκαλοι τους ήταν αγράμματοι.
Αξιοσημείωτη ήταν η αναφορά του για την Ελλάδα το 1811, στην οποία δήλωνε ότι
ήταν δύσκολο να βρεθεί στο συγκεκριμένο αιώνα έθνος που να έχει τόσο μεγάλη α-
ναλογία βιβλίων και συγγραφέων. Υπήρξαν βέβαια φορές που απογοητεύτηκε από
τους Έλληνες, όπως κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821, αλλά δεν τους ε-
γκατέλειψε19.
Ο Byron, επεσήμαινε τα ελαττώματα των Ελλήνων, αλλά αναγνώριζε κα τις αρε-
τές τους. Στην ανακάλυψη αυτών των αρετών, έπαιξε ρόλο ο βαθύτατος φιλελευθερι-
σμός του και το οξύτατο πολιτικό του κριτήριο. Ενώ οι Ευρωπαίοι περιηγητές, σπου-
δαγμένοι και αρχαιολάτρες, πίστευαν κατεβαίνοντας στην Ελλάδα, πως θα συναντού-
σαν το υς ήρωες του Πλουτάρχου, ο Byron, ο ποιητής, αποδείχτηκε πιο θετικός πιο
ρεαλιστής. Έτσι, οι άλλοι έφευγαν με μικρή απογοήτευση και ο Byron έμεινε και υ-
περασπίστηκε τους Έλληνες. Μιλούσε σαρκαστικά και μερικές φορές σε μισελληνι-
κούς τόνους. Έτρεφε αμφιβολίες για τις αρετές των νέων Ελλήνων και τις προοπτικές

18
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), όπ.π.. Πρβλ. Eugene Lovinesco, Les voyageurs Francais
en Grece au XIX siecle (1800-1900), Paris 1909, σελ ΙΙΙ, αλλά και στις σελ. 21-36 για το περιηγη-
τικό είδος που εγκαινιάζει ο Chateaubriand και για τις ιδέες του. Βλ. και Chateaubriand, Itineraire,
σελ. 103.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1985), όπ.π., σελ. 48. Πρβλ. γνώμες του Byron για τους Έλληνες: Peter
19

Quennell, Byron, A Self-Portrait, Letters and Diaries, 1798-1824, London 1950, τομ. 1, σελ. 65.

14
ελευθερίας. Ωστόσο δεν τους αντίκριζε σαν σχολαστικός φιλόλογος ή αρχαιολόγος
που επισήμαινε την εξαφάνιση ενός μεγάλου έθνους και εξυμνούσε το παρελθόν, πα-
ρωδώντας το παρόν. Εξάλλου για τον Byron το ένδοξο παρελθόν έπρεπε να αποτελέ-
σει κίνητρο για σύγχρονους άθλους20.
Ο Byron, παρατηρούσε επίσης ότι οι Ευρωπαίοι, ενώ μελετούσαν την αρχαία ελ-
ληνική και τις δημηγορίες των Αθηναίων πολιτικών, αδιαφορούσαν για τους απογό-
νους των απείθαρχων δημοκρατικών και τους εγκατέλειπαν κάτω από την τυραννία
των δυναστών τους. Έβλεπε δηλαδή, ότι το μόνο εμπόδιο για την ελληνική ανεξαρ-
τησία ήταν η αδιαφορία των Ευρωπαίων. Αξίζει επίσης να σημειωθεί, ότι ο Byron,
ήταν ο πρώτος που ανέτρεψε με συγκεκριμένη επιχειρηματολογία τη γνώμη που επι-
κρατούσε γενικά στην Ευρώπη για την πνευματική στάθμη των Ελλήνων, τους ισχυ-
ρισμούς δηλαδή πως ήταν βυθισμένοι στην αμάθεια. Ανήσυχος και ερευνητικό πνεύ-
μα καθώς ήταν ο νέος περιηγητής, συγκέντρωσε κατά την παραμονή του στην Αθήνα,
στοιχεία για την εκπολιτιστική κατάσταση στην Ελλάδα, για την εξέλιξη της παιδεί-
ας, της λογοτεχνίας και του λαϊκού διαφωτισμού. Διαπίστωσε πως λειτουργούσαν
παντού σχολεία, πως υπήρχαν πνευματικές εστίες, πως κυκλοφορούσαν βιβλία, πως
επικρατούσε παντού πυρετός αναγέννησης21.
Ο Leake από την πλευρά του, σύγχρονος του Byron και θετικός παρατηρητής,
προσέφερε πολλά για το ελληνικό ζήτημα. Μαζί με τους συμπατριώτες του, αναζή-
τησαν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και περιέγραψαν την νεοελληνική πραγματικό-
τητα. Μάλιστα για την προσφορά του αυτή, ο William George Clarke έγραψε το
1857, ότι ήταν αδύνατο να περιφρονήσει κανείς τις υπηρεσίες του Leake για την ελ-
ληνική γεωγραφία, αρχαιολογία και φιλολογία. Δεν παρέλειψε ωστόσο να αναφερθεί
και στα χαρακτηριστικά που τον διακρίνουν, ειλικρίνεια, ευστροφία, εργατικότητα
και σοφία και να τονίσει, ότι τα γνωρίσματα αυτά είναι «υπεράνω κάθε επαίνου»22.
Από όλα όσα αναφέρθηκαν στο κεφάλαιο αυτό, συμπεραίνει κανείς ότι η Αναγέν-
νηση με τον κλασικισμό της, έστρεψε σταδιακά τον δυτικό κόσμο προς την αρχαία
Ελλάδα, δημιούργησε τον θαυμασμό και τη λατρεία προς τους αρχαίους Έλληνες και
έπειτα, μέσα από τις συμπάθειες προς τους σκλαβωμένους απογόνους τους, δημιούρ-

20
Σιμόπουλος Κυριάκος (1985), όπ.π., σελ. 45.
21
Σιμόπουλος Κυριάκος (1985), όπ.π., σελ. 47-48.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), όπ.π., βλ. & Γ. Π. Σαββίδη, Προσεγγίσεις στον William
22

Martin Leake, «Εποχές», τευχ. 43 (Νοέμβριος 1966), σελ. ανατύπου 8.

15
γησε το κατάλληλο έδαφος για την επάνοδο τους. Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον
Ρομαντισμό, ο οποίος με την έξαρση της φαντασίας και του συναισθήματος που τον
διακρίνει, συγκίνησε πολλούς ανθρώπους των γραμμάτων και τους προετοίμασε για
έναν κοινό και αποτελεσματικό αγώνα, που θα οδηγούσε στη σωτηρία των καταπιε-
σμένων λαών.
Το πνευματικό αυτό κίνημα, συντηρήθηκε όμως και από τους θαυμαστές και ε-
ρευνητές του λαϊκού πολιτισμού, οι οποίοι αναζήτησαν σχεδόν σε όλα τα ευρωπαϊκά
κράτη, τους θρύλους, τις παραδόσεις, τα παραμύθια και τα δημοτικά τραγούδια. Μέ-
σα από αυτήν τους την κίνηση, προσέγγισαν ακόμη περισσότερο τον λαό, εξέτασαν
τις διάφορες εκδηλώσεις του, ανακάλυψαν τη σχέση του με τους μακρινούς προγό-
νους του και βρήκαν την ζωντανή πνευματική κληρονομιά του παρελθόντος. Στο
πρόσωπο μάλιστα του Charles Faurier, βρήκε η Ελλάδα έναν θερμό ερευνητή των
λαϊκών θησαυρών της, του οποίου η ωφέλιμη επίδραση φανερώθηκε κατά τα μέσα
των αγώνων της ανεξαρτησίας.
Ωστόσο, οι θαυμαστές του λαϊκού πολιτισμού, δεν παρέλειψαν να επισημάνουν
και τα παραπτώματα των αρχαιολατρών. Σύμφωνα με τα όσα έγραφε στα 1809 ο
Μαρκάκης Ζαλλώνης, οι ξένοι ταξιδιώτες και περιηγητές πίστευαν ότι τα ερείπια της
Ελλάδας, βρίσκονταν στα «ακρωτηριασμένα» μνημεία, στα κρυμμένα μάρμαρα, στα
νομίσματα, στους τάφους. Αναρωτιόταν μάλιστα γιατί να μην επιβιώνουν στους ίδι-
ους τους Έλληνες, αφού ο χαρακτήρας και τα ήθη τους έπρεπε να φανερώνουν μια
αναπαράσταση αυτών που υπήρξαν οι προγόνοι τους. Και συνεχίζε τονίζοντας πως
παρόλο που οι Έλληνες ζούσαν κάτω από τον τουρκικό ζυγό, διατηρούσαν ακόμη τα
φυσικά τους χαρίσματα και πως αν ζούσαν κάτω από καλύτερες συνθήκες θα μπο-
ρούσαν να ξαναδώσουν Μιλτιάδες, Θεμιστοκλείς, Πλάτωνες, Σωκράτες καθώς και
άλλα δοξασμένα πρόσωπα της ιστορίας23.
Ο φιλελληνισμός λοιπόν εξελίσσεται σε ένα δυνατό παρακλάδι του ρομαντισμού,
σε ένα επί μέρους φιλολογικό και καλλιτεχνικό κίνημα, το οποίο στρέφει τους δημι-
ουργούς του προς τις ελληνικές πόλεις, προς τους αρχαίους, αλλά και προς τους νέους
Έλληνες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, ο λογοτεχνικός ρομαντισμός του τέλους του 18ου
αιώνα και των αρχών του 19ου, να μονιμοποιεί και να ενισχύει ακόμη περισσότερο
τον φιλελληνισμό. Σύμφωνα μάλιστα με τον Απ. Βακαλόπουλο24, «όσο προχωρούμε

23
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), όπ.π., βλ. & Zallony, Voyage, σελ. IX.
24
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), όπ.π., σελ. 691.

16
προς την επαναστατημένη Ελλάδα, τόσο περισσότερο θα πληρώνεται η έννοια της
λέξης Φιλέλληνας, η οποία με το πέρασμα του χρόνου θα δηλώνει τη συνισταμένη
δύο ίσων και ισόρροπων δυνάμεων». Οι δυνάμεις αυτές είναι η αγάπη των ξένων όχι
μόνο προς την αρχαία, αλλά και προς τη νέα Ελλάδα. Οι φιλέλληνες δηλαδή δεν ξε-
χωρίζουν πια το αρχαίο από το νέο, αλλά στρέφονται με φιλία και με αγάπη και προς
τα δύο.
Ο θαυμασμός και η συμπάθεια των Ευρωπαίων προς τους Έλληνες ενισχύεται,
όσο η οθωμανική αυτοκρατορία καταπονείται από μεγάλη εσωτερική κρίση και γίνε-
ται αμφίβολη η επιβίωση της. Η εκδήλωση αυτής της συμπάθειας των φιλελλήνων
προς τους Έλληνες, αλλά και η μόνιμη αντίθεση των μουσουλμάνων προς τους χρι-
στιανούς, των πιστών προς τους άπιστους, συνεχίζει να διατηρεί την προαιώνια ε-
χθρική συμπεριφορά των Τούρκων απέναντι στους Ευρωπαίους.

17
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΦΙΛΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

18
Ι. Η Ευρωπαϊκή Διπλωματία και ο Φιλελληνισμός απέναντι στο Ελληνικό Ζήτη-
μα
Η ευρωπαϊκή διπλωματία, αντιμετώπισε τις φλόγες που εμφανίστηκαν στην χερ-
σόνησο του Αίμου, με μεγάλη προσοχή, ανησυχία και δυσπιστία. Αιτία ήταν ο φόβος
της αναβίωσης των γαλλικών επαναστατικών ιδεών, οι οποίες είχαν προκαλέσει ανα-
ταραχή στην Ευρώπη κατά το τέλος του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα. Ο φόβος
μάλιστα από τη νέα εστία, την Ελλάδα, ήταν μεγάλος καθώς η Ελλάδα ήταν το μόνο
κράτος που είχε τόση ευεργετική επιρροή στην Ευρώπη και είχε συγκινήσει τους ρο-
μαντικούς και φιλελεύθερους όλων των κρατών. Η επίσημη όμως πολιτική των κρα-
τών της Ευρώπης ήταν ψυχρή και εχθρική, με αποτέλεσμα να είναι κρίσιμη η θέση
της επαναστατημένης Ελλάδας στη διεθνή κοινωνία.
Από όλες τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, η Αυστρία ήταν εκείνη που είχε την πιο σαφή
θέση απέναντι στην επαναστατημένη Ελλάδα. Ήταν δηλωμένη εχθρός του ξεσηκω-
μού των Ελλήνων για δύο κυρίως λόγους. Ο σουλτάνος, αντιπροσώπευε τη νομιμότη-
τα για το αυστριακό υπουργείο, με τα ίδια δικαιώματα που είχαν ο βασιλιάς της Νεά-
πολης και ο βασιλιάς της Ισπανίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι Έλληνες, ως υπήκοοι
που επαναστάτησαν, να μην έχουν κανένα δικαίωμα να λυτρωθούν από την κυριαρ-
χία που καθιερώθηκε με το χρόνο. Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι ο ξεσηκωμός των Ελ-
λήνων μπορεί να έδινε αφορμή στη Ρωσία να παρέμβει στα εσωτερικά της Τουρκίας
με τη δικαιολογία ότι υπερασπίζεται τα δικαιώματα των ορθόδοξων χριστιανών. Σε
αυτήν την περίπτωση όμως, η Αυστρία, δεν θα μπορούσε να ανεχτεί την μεγάλη ε-
πιρροή της αντιπάλου της, της Ρωσίας, στην Ανατολή, καθώς μεγάλα συμφέροντα
την υποχρέωναν να πάρει εχθρική στάση απέναντι στη διαταραχή της ισορροπίας στα
Βαλκάνια.
Εμψυχωτής της αυστριακής πολιτικής, ήταν ο Metternich, ο οποίος διατέλεσε από
το 1815 έως το 1848, καγκελάριος και υπουργός των εξωτερικών της Αυστρίας. Σύμ-
φωνα μάλιστα με τον Απ. Βακαλόπουλο25, ο Metternich, ήταν ένας από τους πιο διά-
σημους πολιτικούς άνδρες της εποχής που επηρέαζαν τους διεθνείς πολιτικούς κύ-
κλους.
Αξιόλογη ήταν και η αναφορά που έγινε στο πρόσωπο του από τον de La Ferron-
nays, πρεσβευτή της Γαλλίας στην Πετρούπολη. Ο de La Ferronnays, έγραφε για τον

25
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η Μεγάλη Ελληνική
Επανάσταση (1821-1829)-Οι Προϋποθέσεις και οι Βάσεις της (1813-1822)», τομ. Ε΄, σελ. 561.

19
Metternich, ότι όταν πίστευε ότι δεν έχει δύναμη να αντιμετωπίσει τα γεγονότα, υπο-
χωρούσε. Ενδιαφερόταν μόνο για το συμφέρον του και ότι δεν δίσταζε για χάρη αυ-
τού να θυσιάσει, ακόμη και την τιμή, την ηθικότητα, την καλή πίστη, αλλά και οτιδή-
ποτε θα πρόσδιδε υπόληψη σε μια κυβέρνηση και θα ενέπνεε εμπιστοσύνη σε εκεί-
νους που την κατεύθυναν. Γνώριζε πολύ καλά πώς να υποτάσσει τους ανθρώπους και
ήταν ικανός να κάνει τα πάντα σε όσους δεν τον ακολουθούσαν και παρεμπόδιζαν
τον σκοπό του. Ήταν με άλλα λόγια ένας επικίνδυνος εχθρός. Τον Απρίλιο του 1821,
επικαλούμενος την αρχή της νομιμότητας, αποδοκίμασε τον ξεσηκωμό των Ελλήνων.
Κατέβαλε επίσης μεγάλες προσπάθειες να πείσει τον τσάρο ότι θα πρόδιδε την υπό-
θεση όλων των μοναρχών, αν εκδήλωνε την πρόθεση να πάρει των μέρος των Ελλή-
νων, των ανταρτών, όπως τους αποκαλούσε.
Η Πρωσία από την άλλη, ήταν μέλος της Ιερής Συμμαχίας, αλλά δεν ενδιαφερό-
ταν για τα γεγονότα της Ανατολής, παρά μόνο αν αναλάμβανε το ρόλο του διαιτητή,
όπως είχε κάνει το 1791 στο συνέδριο του Reichenbach. Αναλαμβάνοντας αυτόν τον
ρόλο, στην ουσία επιδίωκε εδαφικές απώλειες. Προσέγγισε τον τσάρο Αλέξανδρο,
αλλά τις περισσότερες φορές υποστήριζε την αυστηρή τήρηση των συνθηκών του
1815. Από τότε στρέφεται προς την Αυστρία και τη θέση της αυτή διακηρύττει στο
Troppau, ο υπουργός των εξωτερικών του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Γ΄, Von
Bernstorff. Μάλιστα ο Von Bernstorff, έλεγε χαρακτηριστικά ότι «η Πρωσία θέλει ό,
τι θέλει και η Αυστρία». Ο Von Bernstorff, ήταν ο υπουργός, ο οποίος εξαιτίας των
ζητημάτων της Ανατολής, στις διπλωματικές συγκρούσεις μεταξύ Αλέξανδρου και
Metternich, υποστήριξε περισσότερο τον αυστριακό καγκελάριο παρά τον Ρώσο μο-
νάρχη26.
Η πολιτική της Αγγλίας απέναντι στην ελληνική επανάσταση, ήταν στις αρχές ε-
χθρική. Κάποια παλαιότερα γεγονότα, όπως οι φιλικές σχέσεις της με τον Αλή πασά,
αλλά και η παράδοση της Πάργας, είχαν προδιαθέσει εναντίον της τους Έλληνες. Βέ-
βαια οι τελευταίοι είχαν εξοργιστεί και από όσα παρατηρούσαν να διαδραματίζονται
στην Εγγύς Ανατολή, την εχθρότητα του αρμοστή των Ιόνιων Νησιών Thomas Mait-
land, τη μεταφορά εφοδίων στα τουρκικά λιμάνια από αγγλικά πλοία, καθώς και από
άλλα γεγονότα.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π.., Πρβλ. G. Isambert, L’ independence grecque et l’


26

Europe, Paris 1900, σελ. 67-68.

20
Η Αγγλία, σχετικά με το ανατολικό ζήτημα, δεν πήρε τη φιλελεύθερη θέση που
είχε υιοθετήσει στη συζήτηση του ιταλικού και του ισπανικού ζητήματος. Δεν έδινε
καμία σημασία στην αρχή της νομιμότητας και αντιμετώπιζε το θέμα ρεαλιστικά.
Παρόλο που υποστήριζε ότι οι Έλληνες είχαν το δικαίωμα να ζητήσουν την αναγνώ-
ριση της εθνότητας τους, τα μεγάλα συμφέροντα της Αγγλίας, απαιτούσαν να διασω-
θεί η ακεραιότητα της Τουρκίας. Η πλεονεκτική θέση που είχαν διασφαλίσει οι Άγ-
γλοι έμποροι στην Εγγύς Ανατολή, κινδύνευε να χαθεί με τον ξεσηκωμό των Ελλή-
νων, οι οποίοι είχαν καταξιωθεί σε επικίνδυνους εμπορικούς ανταγωνιστές. Εκτός
ό μως από αυτό, θα κλονίζονταν και η πολιτική θέση της Αγγλίας που θα έχανε την
επιρροή της στα Ιόνια Νησιά, ενώ από όλη αυτήν την κατάσταση θα ευνοούνταν η
Ρωσία.
Ήταν γεγονός πως η Μεγάλη Βρετανία φοβόταν τις προόδους της Ρωσίας προς τη
Μαύρη θάλασσα και τη Μεσόγειο. Φοβόταν επίσης μην κινδυνέψουν οι αποικίες της
στην Ασία από τις σλαβικές δυνάμεις, οι οποίες θα έπαιρναν τη θέση των τουρκικών
που κατέρρεαν. Για όλους αυτούς τους λόγους, ήταν υποχρεωμένη να υπερασπιστεί
την ακεραιότητα της Τουρκίας, να αποδοκιμάσει την εξέγερση των Ελλήνων και να
πάρει θέση δίπλα στην Αυστρία.
Η Αγγλία και η Αυστρία, φοβόντουσαν την Ρωσία, γι’ αυτό μετά το συνέδριο του
Aix-La-Chapelle, κατευθύνονταν προς το να αναστείλουν την μεγάλη δύναμη αυτού
του κράτους, αλλά και να προλάβουν κάθε πιθανή συμμαχία μεταξύ αυτού και της
Γαλλίας. Γενικά, όλες οι προσπάθειες του λόρδου Castlereagh και του Metternich,
επιδίωκαν να αποτρέψουν μια γενική συμπλοκή που θα προξενούσε πιθανότατα μια
γαλλορωσική συμμαχία27.
Παρόλο που τα πολιτικά συμφέροντα των τριών αυτών δυνάμεων τις οδηγούσαν
να ταχθούν με το μέρος του σουλτάνου, η επίσημη πολιτική της Ρωσίας δεν είχε ακό-
μα σταθεροποιηθεί. Έτσι, ενώ από τη μια πλευρά ο θαυμασμός και η συμπάθεια του
ρωσικού λαού και των τσάρων προς τον ομόδοξο ελληνικό, έστρεφαν τον τσάρο Α-
λέξανδρο προς το μέρος των επαναστατημένων Ελλήνων, από την άλλη πλευρά η αρ-
χή της σταθεροποιήσεως τον οδηγούσε προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Καθεμιά από τις τάσεις αυτές αντιπροσωπεύονταν από ορισμένους πολιτικούς
κύκλους, σύμβουλους του τσάρου. Ειδικότερα, η φιλοπόλεμη, ευνοούσε τον ξεσηκω-
27
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π.., σελ. 562, Πρβλ. Isambert, σελ. 68-69. Crawley,
Greek Indep., σελ. 19-22, την επισκόπηση της αγγλικής και ρωσικής πολιτικής από τον σύγχρονο
Ρώσο διπλωμάτη.

21
μό των Ελλήνων και ανάγκαζε τον τσάρο σε πολεμική κίνηση κατά των Τούρκων.
Μέλη της ήταν ο Καποδίστριας, ο πρεσβευτής της Ρωσίας στο Παρίσι Pozzo di Bor-
go, ο βαρόνος Στρογανόφ και ο στρατηγός Yermolof. Αντίθετα, την φιλειρηνική, α-
ντιπροσώπευε ο Nesselrode, ο οποίος όχι μόνο δεν εμψύχωνε τον τσάρο στη φυσική
του συμπάθεια προς τους Έλληνες, αλλά αντίθετα άκουγε με ενδιαφέρον τα επιχειρή-
ματα των πολιτικών ανδρών της Αγγλίας και της Αυστρίας28.
Η Γαλλία με τη σειρά της, θα ενδιαφερόταν άμεσα για το ελληνικό ζήτημα, αφού
μετά το Βατερλό κατείχε δευτερεύουσα θέση μεταξύ των δυνάμεων. Επιδίωκε να α-
ποκαταστήσει το κύρος της στην Ανατολή και δεν θα άφηνε καμία ευκαιρία ανεκμε-
τάλλευτη. Την τύχη της στο εξωτερικό, ανέλαβαν τρείς άνδρες, ο πρωθυπουργός de
Richelieu, ο υπουργός των εξωτερικών Pasquier και ο υφυπουργός Gerard de Ray-
neval. Οι πολιτικοί αυτοί, έπειτα από τις δύσκολες δοκιμασίες που πέρασε η Γαλλία
κατά τους πολέμους του Ναπολέοντα, δεν το βρήκαν σωστό να πάρουν θέση σε θέ-
ματα που δεν αφορούσαν τα συμφέροντα της και που ίσως να έκρυβαν νέους κινδύ-
νους. Μάλιστα η κυβέρνηση υποστήριζε πως η επανάσταση των Ελλήνων παρουσία-
ζε ευνοϊκές ευκαιρίες μόνο για τη Ρωσία και ό τι το συμφέρο ν της Γαλλίας ήταν να
μείνει η κατάσταση όπως έχει.
Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας de Richelieu, εξαναγκάστηκε να κρατήσει μια επι-
φυλακτική και ανεξάρτητη στάση απέναντι στο ελληνικό ζήτημα. Αιτία αποτέλεσαν
το ανατολικό ζήτημα που ερχόταν τρίτο μετά το ιταλικό και το ισπανικό, αλλά και το
γεγονός ότι η Τουρκία ήταν παλιά σύμμαχος της Γαλλίας.
Ο αντιναύαρχος Halgan, ο οποίος υπηρετούσε στη γαλλική μοίρα της Ανατολής,
σε μια έκθεση του προς την κυβέρνηση, προέβλεπε μεταξύ άλλων την κατάσταση της
σύγκρουσης Ελλήνων και Τούρκων, ανέλυε τα αίτια της και διαπίστωνε πως δεν ήταν
δυνατό να συμβιώσουν στο μέλλον. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι η ευρωπαϊκή Ελλάδα
ήταν αδύνατο να επιστρέψει στην προηγούμενη κατάσταση της, ενώ για τους Έλλη-
νες υποστήριζε πως αφού αντίκρισαν την αρχή του πολιτισμού τους, η μόνη λύση ή-
ταν «το μηδέν ή η ελευθερία». Στην ίδια έκθεση, ανέφερε επίσης, πως έκρινε τους
Έλληνες χωρίς πάθος και έβλεπε την ηθική εξάντληση τους. Υποστήριζε ότι η βία δεν
θα ήταν η μόνη προστασία της δικαιοσύνης και τόνιζε χαρακτηριστικά πως όποια
σημασία και αν είχαν οι παρατηρήσεις του δεν θα μπορούσαν να εμποδίσουν «την

28
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π.., σελ. 563. Πρβλ. Isambert, σελ. 69. Crawley, Greek
Indep., σελ. 22-25.

22
πορεία και τα ακατανίκητα αποτελέσματα του χρόνου. Θα χρειαζόταν αργά ή γρήγο-
ρα να απελευθερώσουν την Ελλάδα». Και κατέληγε με τη φράση ότι «στην Ευρώπη
επομένως αρμόζει να συμβιβαστεί» 29.
Από τις παραπάνω διπλωματικές ζυμώσεις, οι οποίες άρχισαν να δημιουργούνται
με την επιδρομή του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία, αλλά και από την
εξάπλωση του κινήματος στην Ελλάδα, μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι οι πραγμα-
τικοί πρωταγωνιστές της διπλωματίας του ελληνικού ζητήματος, ήταν ο Καποδίστρι-
ας και ο Metternich. Ο Καποδίστριας, ήταν εισηγητής και οπαδός της άμεσης βοήθει-
ας στην Ελλάδα και ο Metternich, ήταν υποστηρικτής του status quo στην Ευρώπη.
Και οι δύο ασκούσαν σημαντική επίδραση στον τσάρο και προσπαθούσαν να τον πά-
ρουν με το μέρος τους. Μάλιστα είχε αρχίσει μεταξύ τους μία σκληρή και ασυμβίβα-
στη μάχη για την επικράτηση των απόψεων τους και της επιρροής τους στον τσάρο, η
οποία έγινε πιο έντονη μετά τον ξεσηκωμό των Ελλήνων στην Πελοπόννησο, στη
Στερεά Ελλάδα και στα Νησιά.
Το γεγονός αυτό οδήγησε τον Καποδίστρια στο να μην έχει τους ενδοιασμούς και
τις επιφυλάξεις που είχε ως προς το κίνημα της Μολδοβλαχίας. Επιμένει ωστόσο στα
επιχειρήματα του, τονίζοντας πως οι Έλληνες δεν είχαν κανέναν πράκτορα στην Ιτα-
λία και στην Ισπανία και πως δεν υπήρχε το δημοκρατικό πνεύμα σε αυτούς. Υπο-
στήριζε μάλιστα, πως αν αποκτούσαν την ελευθερία τους, πιθανότατα να ζητούσαν
από την Ευρώπη έναν βασιλιά. Και συνέχιζε, πως την πρώτη θέση σε αυτούς, κατείχε
το θρησκευτικό και το εθνικό ζήτημα.
Ο Metternich με τη σειρά του, αναφερόμενος στον ξεσηκωμό των Ελλήνων, μί-
λησε με τα πιο σκληρά λόγια γι’ αυτούς. Έλεγε χαρακτηριστικά, πως η εξέγερση αυ-
τή των Ελλήνων, έπρεπε να θεωρηθεί «σαν μια υπόθεση που βρίσκεται έξω από το
πλαίσιο του πολιτισμένου κόσμου». Και συμπλήρωνε με κυνισμό πως όσοι άνθρωποι
σκοτώνονταν μακριά από τα ανατολικά σύνορα τους, τριακόσιες με τετρακόσιες χι-
λιάδες άνθρωποι, δεν θα έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη. Εκμεταλλευόμενος μάλιστα
τον ξεσηκωμό των Ελλήνων, διέβαλλε στον τσάρο την Γαλλία, ότι δηλαδή αυτή ήταν

29
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π.. Πρβλ. Graviere, Station, 1 σελ. 113-114.

23
«το κέντρο των συνωμοτικών κινημάτων στην Ευρώπη και προσπαθούσε να σπείρει
τη δυσπιστία και την αμφιβολία μεταξύ των δύο κρατών»30.
Η κατάσταση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να παραιτηθεί ο Καποδίστριας από την
υποστήριξη μιας υπόθεσης που είχε τόσους πολλούς αντιπάλους. Παρόλο αυτά όμως,
καθώς γνώριζε τον άστατο χαρακτήρα του τσάρου, προετοιμαζόταν να αναπτύξει τις
απόψεις του μετά την επιστροφή τους από την Πετρούπολη, όπου το περιβάλλον θα
ήταν ευνοϊκότερο.
Ωστόσο, η νίκη του Metternich, ήταν ολοκληρωτική. Συγκεκριμένα, η εγκύκλιος
που δημοσιεύτηκε μετά την ομολογία πίστης, ανακοίνωνε επίσημα τα δικαιώματα
των μοναρχών να επεμβαίνουν από κοινού για την κατάπαυση των επαναστάσεων.
Παράλληλα, περιείχε και ένα άρθρο για την ακριβή εφαρμογή αυτής της αρχής και
στην περίπτωση των Ελλήνων, το οποίο υπογράμμιζε το αποκορύφωμα της δύναμης
του Metternich. Ο τελευταίος, καυχιόταν για τη νίκη του εναντίον του Καποδίστρια,
αλλά κυρίως για την επιρροή που ασκούσε στον τσάρο. Δήλωνε μάλιστα χαρακτηρι-
στικά πως «ο δυνατότερος σέρνει τον ασθενέστερο σύμφωνα με τους νόμους της μη-
χανικής, της φυσικής και της ηθικής»31.
Στο μεταξύ, η ελληνική επανάσταση επεκτάθηκε πέρα από την Πελοπόννησο και
σε άλλες ελληνικές πόλεις. Η κατάσταση όμως της Ευρώπης, φανέρωνε στους Έλλη-
νες ότι έπρεπε να βασιστούν στις δικές τους δυνάμεις και να μην περιμένουν τη βοή-
θεια των μεγάλων δυνάμεων. Παρόλα αυτά, υπήρχε η ελπίδα ότι οι επιθυμίες του
τσάρου θα άλλαζαν, ότι τα κοινά συμφέροντα Ρώσων και Ελλήνων θα τον έκαναν να
αλλάξει γνώμη και να τους υπερασπιστεί.
Είναι γεγονός πως οι ρωσοτουρκικές σχέσεις δοκιμάζονταν σκληρά και χειροτέ-
ρευαν από μέρα σε μέρα. Σύμφωνα μάλιστα με τον ο Απ. Βακαλόπουλο32, η θέση του
Ρώσου πρέσβη ήταν εξαιρετικά δύσκολη μετά την δημιουργία των επαναλαμβανόμε-
νων κινημάτων στη Μολδοβλαχία και στην Ελλάδα. Η παρεκτροπή των Τούρκων
στην πρωτεύουσα αλλά και στις άλλες πόλεις της τουρκικής αυτοκρατορίας, οι φόνοι,
οι εκτελέσεις, οι βιασμοί, οι διαρπαγές και γενικότερα οι κάθε είδους βιαιότητες, εί-

Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημονεύματα,
30

Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωματών, Ειδικών Απεσταλ-


μένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α.», τομ. Α΄ (1821-1822).
31
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), τομ. Α΄, όπ.π..
32
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., σελ. 567.

24
χαν προκαλέσει τον φόβο στους Ρώσους εμπόρους, οι οποίοι βιάζονταν να αναχωρή-
σουν από το έδαφος της.
Η Πύλη, αν και δεν επιθυμούσε τον πόλεμο, όργιζε με τη στάση της την Ρωσία,
που προσπαθούσε για τη διατήρηση της ειρήνης. Η συνέχιση της τρομοκρατίας, των
εκτελέσεων, οι διαρκείς αθετήσεις των όρων συνθήκης, η υβριστική συμπεριφορά
απέναντι στη σημαία και στους πολίτες της Ρωσίας, η φιλυποψία της Πύλης απέναντι
του διπλωματικού εκπροσώπου της, αλλά και διάφορα άλλα σημάδια εχθρότητας,
οδήγησαν τον Στρογανόφ να σταματήσει τις σχέσεις του με τον ρεϊς εφέντη. Επίσης η
Ρωσία, υποχρεώθηκε να του θέσει το τελεσίγραφο των 8 ημερών, μετά το πέρας του
οποίου ολόκληρο το προσωπικό της πρεσβείας αναχώρησε, αφήνοντας πίσω τους τις
φήμες για εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων στο τουρκικό έδαφος33.
Από την άλλη στο Παρίσι, έφτασε ο γιατρός Στέφανος Κανέλλος, ύστερα από το
ταξίδι του στην Κρονστάνδη, Δρέσδη, Μόναχο, Χαϊδελβέργη. Στο ταξίδι του αυτό ο
Κανέλλος, ανέπτυξε με μεγάλο ζήλο και προθυμία τα δίκαια του ελληνικού αγώνα,
στον οποίο και κυριολεκτικά αφοσιώθηκε. Από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούνιο του
1822, κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Ευρώπη, έγραψε για το χατίρι του
λόγιου Karl Iken, 10 επιστολές με πολύτιμο υλικό για την παιδεία και τον πολιτισμό
των Ελλήνων επί τουρκοκρατίας. Τις επιστολές αυτές, ο φίλος του τις μετέφρασε και
τις εξέδωσε στα γερμανικά, μαζί με άλλες σημειώσεις και συμπληρώσεις, σε δύο τό-
μους στη Λειψία το 1825, με το συμβολικό όνομα «Λευκοθέα». Αξιοσημείωτο είναι
και το γεγονός ότι ο φίλος του έκανε γνωστή στην Γερμανία την νεοελληνική λογοτε-
χνία34.
Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, Ελβετία, Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία, Κάτω
Χώρες, Πολωνία και Ρωσία, αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες, γράφονταν μεγάλος
αριθμός βιβλίων και φυλλαδίων. Εκτός από τη «Λευκοθέα», μπορούσε κανείς να ξε-
χωρίσει το δίτομο έργο των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών του Claude Faurier
(Chants populaires de la Grece moderne, Paris 1824-1825), με τα γεμάτα από πολύτι-
μες πληροφορίες και παρατηρήσεις προλεγόμενα του, αλλά και τα έργα του Pouque-
ville, τα οποία ήταν επηρεασμένα από το πνεύμα της εποχής του ρομαντισμού. Τα
έργα μάλιστα του τελευταίου, είχαν εκδοθεί τόσο κατά την προεπαναστατική

33
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π.. Πρβλ. Glynn R. Barratt, ε.α. «Balkan Studies» 14
(1973) 47-115.
34
Βλάχος Νικόλας Κ. (1975), «Στέφανος Κανέλλος (1792-1823)», σελ. 14-15.

25
(Voyage en Moree, a Constantinople, en Albanie et dans plusieurs autres parties de l’
empire othoman pendant les anees, 1789, 1799, 1800 et 1801, Paris 1805) όσο και
κατά την επαναστατική (Histoire de la regeneration de la Grece, comprenant le précis
des evements depuis 1740 jusqu’en, 1824, Paris 1824) περίοδο35.
Το έργο του Faurier, άνοιξε στην ουσία τον δρόμο για να προσεγγίσει κανείς και
να ανακαλύψει τους αρχαίους Έλληνες. Ο δρόμος αυτός ήταν πιο σωστός από εκεί-
νον που είχαν ακολουθήσει μέχρι τότε οι ελληνιστές της Ευρώπης μνημονεύοντας
μόνο τα αρχαία κείμενα και τα αρχαία ερείπια. Ο Faurier, επισημαίνοντας την ομοιό-
τητα ανάμεσα στα θέματα, τις εικόνες, τον μουσικό τόνο της αρχαίας και της νέας
δημοτικής ποίησης, διαπίστωσε μια συνέχεια, μια επέκταση της αρχαίας δημοτικής
ποιήσεως προς τη νέα. Με αυτόν τον τρόπο, ζωντάνευε τον αρχαίο κόσμο και έδινε
στον νεοελληνικό, την δόξα της αρχαίας καταγωγής.
Ο Faurier, ήταν ένας από τους θαυμαστές κα τους θερμούς ερευνητές του λαϊκού
πολιτισμού της Ελλάδας, οι οποίοι αναζήτησαν σχεδόν σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη,
τους θρύλους, τις παραδόσεις, τα παραμύθια και τα δημοτικά τραγούδια. Πίστευαν
ότι με αυτήν τους την κίνηση, προσέγγιζαν ακόμη περισσότερο τον λαό, εξέταζαν τις
διάφορες εκδηλώσεις του, ανακάλυπταν τη σχέση του με τους μακρινούς προγόνους
του και έβρισκαν την ζωντανή πνευματική κληρονομιά του παρελθόντος.
Με τη σειρά του λοιπόν και ο Faurier, μελέτησε με προσοχή, αγάπη και ζήλο τον
ελληνικό λαϊκό πολιτισμό. Ειδικότερα, στον πρόλογο του δίτομου έργου του για τα
ελληνικά δημοτικά τραγούδια, εξέφρασε τον θαυμασμό και την έκπληξη του για τα
ωφέλιμα ευρήματα του, αλλά και για τη συνεισφορά τους «στην καλύτερη γνώση και
δικαίωση των περιφρονημένων νέων Ελλήνων». Υποστήριζε επίσης, πως οι λόγιοι
της Ευρώπης αναφέρονταν στην Ελλάδα, μόνο αν ήθελαν να θρηνήσουν την απώλεια
του αρχαίου πολιτισμού της και ότι χαρακτήριζαν τον λαό της ευτελή και εξαθλιωμέ-
νο σε τέτοιο σημείο που να μην άξιζε παρά την αδιαφορία και τον οίκτο των πολιτι-
σμένων ανθρώπων. Και συνέχιζε επισημαίνοντας πως οι συγκεκριμένοι λόγιοι είχαν
κάνει και άλλες αδικίες στην Ελλάδα καθώς είχαν παραιτηθεί από τα μέσα να την
γνωρίσουν καλύτερα και να ανακαλύψουν τα φυσικά χαρίσματα της. Αν δεν είχαν
παραιτηθεί υπογράμμιζε, θα μπορούσαν να εξηγήσουν το πάθος των Ελλήνων για την
ελευθερία, την κοινωνική δραστηριότητα, την νοημοσύνη και το επιχειρησιακό τους
πνεύμα. Θα έβλεπαν, ότι παρά τον τουρκικό ζυγό, μπορούσαν οι Έλληνες να κρατή-

35
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., σελ. 571.

26
σουν την εθνικότητα τους ξεχωριστή από αυτήν των κατακτητών τους και να διατη-
ρήσουν μια αξιοθαύμαστη επιδεξιότητα στη ναυσιπλοΐα και στο εμπόριο36.
Τα έργα του Faurier και του Pouqueville, μελετήθηκαν από τους ρομαντικούς,
όπως τον Lebrun και τον Hugo. Οι τελευταίοι μάλιστα εμπνεύστηκαν από αυτά και
για τα δικά τους θέματα. Όμως και οι ίδιοι οι ρομαντικοί επηρεάστηκαν ο ένας από
τον άλλο37.
Σημαντική ωστόσο επίδραση στην ανάπτυξη του φιλελληνισμού, άσκησαν κα τα
έργα του Iken, τα οποία περιελάμβαναν κείμενα – μαρτυρίες των λογίων της Ελλάδας
και παρουσίαζαν παραστατικά «την εικόνα της πνευματικής τους αναγέννησης».
Την ελληνική λοιπόν επανάσταση, την υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό οι Ευρω-
παίοι, οι οποίοι εξέφρασαν και την απορία γιατί είχε καθυστερήσει τόσο πολύ και δεν
είχε πάρει μεγάλη έκταση. Απορούσαν επίσης, πως ένα έθνος σαν το ελληνικό, που
είχε σπουδαίους πολεμιστές, ποιητές, ιστορικούς και φιλολόγους, δεχόταν να είναι ο
υπομονετικός σκλάβος «ενός γένους απολίτιστων απίστων» 38.
Όμως παρά τα συναισθήματα τους αυτά, οι Ευρωπαίοι παρατηρούσαν τους Νε-
οέλληνες με κριτικό μάτι και επισήμαιναν εκτός από τις αρετές, και τα ελαττώματα
τους. Για παράδειγμα ο Stendhal, παρατηρούσε τον ενθουσιασμό των Ελλήνων για
την απελευθέρωση της πατρίδας τους, αλλά παράλληλα επέκρινε και την έπαρση που
είχαν για τους προγόνους τους. Έλεγε με έμφαση ότι οι Έλληνες είχαν ήδη ματαιοδο-
ξία και τους χαρακτήριζε κακόμοιρους που «αναγνώριζαν στην Ευρώπη υπεροχή μό-
νο ως προς την τεχνική». Λίγα χρόνια αργότερα όμως, με την επανάσταση του 1821
άλλαξε και η γνώμη του γι’ αυτούς. Έγραφε μάλιστα χαρακτηριστικά «Ποιός θα έλε-
γε στα 1815, ότι οι Έλληνες, οι τόσο ευέλικτοι, οι τόσο δουλοπρεπείς απέναντι των
Τούρκων, ήταν έτοιμοι να μεταβληθούν σε ήρωες»39.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π.. Βλ και Francis Pruner, Le philhellenisme de Saint-


36

Beuve, ΕΕΦΣΠΑ, 7 (1956-1957) 331, 337. Βλ. επίσης Faurier, Chants populairs, τομ. 1 σελ. VII-
XX.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1985), «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα (1810-1821): Δημόσιος και
37

Ιδιωτικός Βίος, Λαϊκός Πολιτισμός, Εκκλησία και Οικονομική Ζωή, από τα περιηγητικά χρόνια»,
τομ. Γ2.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π.. Πρβλ. κατάλογο φιλελλήνων λογοτεχνών και λογί-
38

ων στου Παλαμά, Πεζοί δρόμοι, σελ. 104-105. Βλ. επίσης Stanhope, Greece, πρόλογος εκδότη.
39
Χριστοφιλόπουλος Αναστάσιος Π. (1970), «Ο φιλελληνισμός του Σταντάλ», «Νέα Εστία» Χρι-
στούγεννα 1970, τευχ. 1043, ανατ. σελ. 8-9.

27
Οι Έλληνες με την σειρά τους, είχαν αποφασίσει να διεκδικήσουν με πείσμα τα
ανθρώπινα δικαιώματα τους και καθώς η κυβέρνηση της Τουρκίας δεν είχε διασφα-
λίσει καμιά ουσιαστική ανθρώπινη μεταχείριση των υποταγμένων λαών της, δεν μπο-
ρούσε να θεωρηθεί νόμιμη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, οι Έλληνες να έχουν κάθε δι-
καίωμα να επαναστατήσουν.
Η ελληνική επανάσταση παρουσιαζόταν πια ως μια νέα εκδήλωση του φιλελευ-
θερισμού, αφού ξανάδινε πνοή στις προοδευτικές ιδέες και τις μετέδιδε στις άλλες
ευρωπαϊκές χώρες. Αποτελούσε στην ουσία, σπουδαίο γεγονός όχι μόνο της ελληνι-
κής, αλλά και της παγκόσμιας ιστορίας. Ο J. Hobhouse, έγραφε στις 15 Μαρτίου του
1824 στον φίλο του Byron, ότι η Ελλάδα ήταν το μόνο σημείο του παλαιού κόσμου
προς το οποίο στρέφονταν με ικανοποίηση40.
Σύντομα το ζήτημα της Ελλάδας έγινε υπόθεση της Ευρώπης και γενικότερα της
ανθρωπότητας και του πολιτισμού. Η υπόθεση αυτή, υποστηρίχθηκε από όλα τα με-
γάλα πολιτιστικά και πολιτικά ρεύματα εκείνης της εποχής και συγκεκριμένα από τον
κλασικισμό, τον ρομαντισμό, τον φιλελευθερισμό, αλλά και τον χριστιανισμό41.
Είναι γεγονός πως αρκετοί μορφωμένοι άνθρωποι της εποχής, όπως ο Γάλλος J.-
P.-C. Viennet, ο Γερμανός Joseph Gorres, θεώρησαν καθήκον της χριστιανικής Ευ-
ρώπης να βοηθήσει τους Έλληνες, ενώ πολλοί φιλέλληνες είδαν την κάθοδο τους
στην Ελλάδα ως την εξαίρετη ευκαιρία να συντρίψουν με νέα σταυροφορία τον κοινό
εχθρό του χριστιανισμού. Η σταυροφορική αυτή αντίληψη, ήταν ένα σημαντικό κίνη-
τρο, μια σπουδαία αιτία για την ανάπτυξη του φιλελληνισμού42.
Για το κίνημα αυτό του φιλελληνισμού, είχε μιλήσει και ο Γάλλος αξιωματικός
Pellion. Ειδικότερα ο Pellion, ανέφερε ότι οι αναμνήσεις από το ένδοξο παρελθόν του
ελληνικού λαού, τα μακροχρόνια βάσανα του, η σταθερότητα του, αλλά και η αγνή
του υπόθεση, είχαν δημιουργήσει πολλές συμπάθειες για το ζήτημα του. Ο αγώνας
για την ελευθερία, υπογράμμιζε, «αντηχώντας από τα τείχη της Αθήνας στην ηχώ του
Μαραθώνα, της Σαλαμίνας και της Πλαταιάς», ήταν στην ουσία ένα προσκλητήριο

Λάϊος Γεώργιος Σ. (1958), «Ανέκδοτες Επιστολές και Έγγραφα του 1821. Ιστορικά Δοκουμέντα
40

από τα Αυστριακά Αρχεία», σελ. 172-173.


41
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., σελ. 576. Πρβλ. «La revolution de la Grece, γράφει
ο επίσκοπος de Pradt, est une question d’ humanite, de civilization, et non de religion» (L’ Europe
par rapport a la Grece et a la reformation de la Turquie, Paris 1821, σελ. 24-25).
42
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., σελ. 575, βλ. & Paris, Consideration, σελ. 1, Ray-
baud, ε.α., 2 σελ. 84, 191.

28
του αρχαίου πολιτισμού στο νέο. Χωρίς χρονοτριβή, τα περισσότερα ευρωπαϊκά κρά-
τη εκπροσωπήθηκαν από ευγενείς αντιπροσώπους στα μαχόμενα μέτωπα της Ελλά-
δας και «η σημαία του σταυρού έγινε το σύμβολο της ανεξαρτησίας των λαών». Ο
ενθουσιασμός αυτός, συνέχιζε ο Pellion, ήταν η πρώτη και ζωηρή παρουσίαση των
ιδεών εκείνων, οι οποίες αργότερα προκάλεσαν μια μεταρρύθμιση στην Αγγλία και
έδωσαν στη Γαλλία έναν κληρονομικό θρόνο. Η υπόθεση των Ελλήνων υπήρξε αγα-
πητή στο λαό και οι ευγενείς αντιπρόσωποι στα μαχόμενα μέτωπα της Ελλάδας, συ-
γκινημένοι καθώς ήταν από τις φωνές απόγνωσης των χριστιανών, εκδήλωσαν φιλαν-
θρωπικά αισθήματα. Τα συναισθήματα αυτά, αξίζει να σημειωθεί, παρά την επανα-
στατική τους προέλευση δεν τολμούσαν να τα πολεμήσουν φανερά ούτε οι πρίγκιπες,
αλλά ούτε και ο κλήρος43.
Ο κλασικισμός λοιπόν, ο ρομαντισμός, ο φιλελευθερισμός, αλλά και ο χριστιανι-
σμός, υπήρξαν οι ισχυρές ηθικές δυνάμεις που παρέσυραν την κοινή γνώμη της Ευ-
ρώπης και της Αμερικής και την προδιέθεσαν ευνοϊκά απέναντι της Ελλάδας.
Ο φιλελληνισμός όμως σχολιάστηκε και από τον Γερμανό ιστορικό Mendelssohn
Bartholdy44, ο οποίος ήταν σύντομος και περιεκτικός στην αναφορά του. Ο Bartholdy
υποστήριζε ότι ο φιλελληνισμός είχε γίνει μια δύναμη, η οποία «γκρέμισε τις μέγιστες
πολιτικές αντιθέσεις και ένωσε τα εχθρικά πολιτικά κόμματα σ’ έναν κοινό ενθουσι-
ασμό». Επέδρασε όπως ενεργούν συνήθως τα θρησκευτικά κινήματα, γκρεμίζοντας
δηλαδή τα εμπόδια των κοινωνικών τάξεων και των εθνικών συνειδήσεων. Έτσι, με
τους αριστοκράτες πήγαν οι λαϊκοί, με τους ριζοσπάστες οι συντηρητικοί, με τη γερ-
μανική νεολαία και τους Γερμανούς σοφούς οι Γάλλοι νομιμόφρονες, όπως o Cha-
teaubriand, ο Richelieu και ο Villele. Ο φιλελληνικός αυτός ενθουσιασμός ήταν γενι-
κός, δήλωνε ο Bartholdy και τόνιζε χαρακτηριστικά πως έγινε «θρησκεία της νεότη-
τας και των γηρατειών».
Ωστόσο ο φιλελληνισμός, δεν γνώρισε την γενική αποδοχή σε όλες τις χώρες. Συ-
νάντησε και αντιδράσεις από ορισμένες κυβερνήσεις , ή άτομα ή ομάδες ατόμων που
έβγαζαν και εφημερίδες. Οι μοναρχικοί γνωστοποιούσαν στην κοινή γνώμη ότι το
ελληνικό κίνημα είχε προετοιμαστεί από τα φιλελεύθερα επαναστατικά πνεύματα της

43
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π..σελ. 576. Πρβλ. Pellion, Grece, σελ. 48-49.
44
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., σελ. 577, Πρβλ. & Mendelssohn Bartholdy, Ge-
schichte, 1 σελ. 318-319.

29
Ευρώπης, ενώ οι φιλελεύθεροι όπως οι Άγγλοι, διέδιδαν ότι πίσω από τους Έλληνες
βρισκόταν η Ρωσία.
Οι φιλέλληνες με την σειρά τους, δεν άργησαν να αντενεργήσουν. Το κοινοβού-
λιο της ομοσπονδιακής Γερμανίας μπορεί να έμεινε σιωπηλό, αλλά οι εφημερίδες του
Βερολίνου δημοσίευσαν ανεμπόδιστα έντιμα άρθρα για το ελληνικό ζήτημα. Είναι
στην ουσία οι πρώτοι κρίσιμοι μήνες που θα καθορίσουν τη θέση των ευρωπαϊκών
κρατών απέναντι του ελληνικού κινήματος45. Για το λόγο αυτό, οι φιλέλληνες ενδια-
φέρονταν να δουν ανεξάρτητη διοικητική οργάνωση στην Ελλάδα, κυβέρνηση που θα
ενεργούσε σύμφωνα με ορισμένες αρχές, οι οποίες θα προέρχονταν από τους αντι-
προσώπους του έθνους.

45
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., σελ. 578. Πρβλ.Gervinus, 2 σελ. 8.

30
ΙΙ. Η Φιλελληνική Κίνηση στα Ευρωπαϊκά Κράτη
Τα πρώτα κράτη στα οποία οι αγώνες του ελληνικού λαού είχαν μεγάλη απήχηση
και είχαν συγκινήσει τους κατοίκους, ήταν σχεδόν ταυτόχρονα η Ελβετία, η Γερμανία
και η Γαλλία. Ο φιλελληνισμός όμως αναπτύχθηκε και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη,
όπως την Αγγλία, την Ρωσία, τις Κάτω Χώρες, την Σουηδία, την Ουγγαρία, αλλά και
σε κράτη που δεν ανήκουν στην Ευρώπη, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και
η Ινδία. Παρακάτω παρουσιάζεται αναλυτικά η φιλελληνική κίνηση για καθένα από
τα κράτη αυτά.

2.1 Ελβετία
Τον Αύγουστο του 1821 ιδρύθηκε στη Βέρνη η πρώτη φιλελληνική επιτροπή και
τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου στη Ζυρίχη η δεύτερη. Σύντομα δημιουργήθηκαν επι-
τροπές και σε άλλες περιοχές της Ελβετίας (Wintherthour, Aarau, Bale, St. Gall, Zoug
και Glaris) και τον Δεκέμβριο του 1822 αναγνωρίστηκε η φιλελληνική επιτροπή της
Ζυρίχης ως η κεντρική ολόκληρης της χώρας, υπό την ηγεσία του προέδρου της κα-
θηγητή του Πανεπιστημίου Johannheinrich Bremi46. Η επιτροπή αυτή, καθώς και άλ-
λες των πόλεων Γενεύης, Λωζάννης, Wintherthour, Aarau, Βέρνης, Schaffhousen,
είχαν αναλάβει να περιθάλψουν 158 Έλληνες, οι οποίοι, μετά την αποτυχία της επα-
νάστασης του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην Μολδοβλαχία, επιθυμώντας να κατέβουν
στην Ελλάδα, πέρασαν από την Ελβετία. Στην Ελβετία, όπου έμειναν αρκετό χρονικό
διάστημα γιατί οι γαλλικές αρχές αργούσαν να θεωρήσουν τα διαβατήρια τους, διευ-
κολύνθηκαν αρκετά από τους φιλόξενους κατοίκους της, οι οποίοι τους περιέθαλψαν
και τους στέγασαν47.
Μεγάλος αριθμός φύλλων και φυλλαδίων εκδόθηκαν με εκκλήσεις των συντα-
κτών προκειμένου να βοηθήσουν τους αγωνιζόμενους Έλληνες. Από τα φυλλάδια
αυτά, αξίζει να σημειωθούν ο λόγος του καθηγητή Bremi, τον Νοέμβριο του 1821,
αλλά και η συλλογή εγγράφων του j. K. Orelli, τα οποία αναφέρονταν στην οργάνω-
ση του νέου κράτους48. Αξιόλογα ήταν επίσης και τα ιστορικά έργα του καθηγητή

46
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», τομ. ΙΒ΄,
σελ. 319.
47
Τσούρκας Κλεόβουλος (1971), «Ο Φιλελληνισμός των Ελβετών κατά την Επανάστασιν του
1821», στο περιοδικό «Μακεδονική Ζωή», αρ. τεύχ. 64, Σεπτέμβριος 1971, σελ. 4-16.
48
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», τομ. ΙΒ΄,
σελ. 319.

31
Ernst Munch του Πανεπιστημίου του Aarau, του Wessenberg, του φιλοσόφου Jean
Charles Leonard Simonde de Sismondi, καθώς και η επανέκδοση στην Γενεύη της
Histoire de la Regeneration de la Grece του Pouqueville49.
Ανάμεσα στους σπουδαιότερους Ελβετούς φιλέλληνες που έδρασαν στην Ελλάδα
κατά την διάρκεια της επανάστασης, ξεχωρίζουν ο Konig, ο Rival, ο Knaupp, ο
Brumbacher, ο Chevalier, ο Hahn, ο Mayer, ο γνωστός εκδότης της εφημερίδας «Ελ-
ληνικά Χρονικά» που εξέδιδε από το 1824 στο Μεσολόγγι με επιχορήγηση της αγ-
γλικής φιλελληνικής επιτροπής και ο γιατρός της Γενεύης Louis-Andre Gosse50.
Σταδιακά, η φιλελληνική επιτροπή της Γενεύης ανέπτυξε σημαντική δραστηριό-
τητα. Από το 1825 μάλιστα, χάρη στη παρουσία του Ελβετού φιλέλληνα Jean Gabriel
Eynard, αλλά και του φίλου του Ιωάννη Καποδίστρια, μεταφέρθηκε στην πόλη αυτή
το κέντρο των φιλελληνικών επιτροπών. Ο Καποδίστριας, για να μην προκαλέσει ως
πολιτικό πρόσωπο που ήταν τις επικρίσεις ορισμένων δυνάμεων όπως της Ρωσίας,
ενήργησε ήρεμα και προσεκτικά. Δεν έπαψε ό μως να δέχεται τις επισκέψεις διάφο-
ρων προσώπων και κυρίως περαστικών Ελλήνων και να τους δίνει χρήσιμες συμβου-
λές, τονίζοντας την ανάγκη για αρμονική συμβίωση51.
Με τη μεθοδική και αδιάλειπτη φροντίδα του Eynard, η Γενεύη εξυψώθηκε στο
σημαντικότερο κέντρο του φιλελληνισμού στη Δυτική Ευρώπη. Με τις στενές του
σχέσεις με τους οικονομικούς και πολιτικούς κύκλος της Γαλλίας και της Γερμανίας,
αλλά και με τις διαρκείς εκκλήσεις του προς του συμπατριώτες του, ο Eynard, ο θερ-
μός αυτός φιλέλληνας, προσέφερε πολλά στην μαχόμενη Ελλάδα.

2.2 Γερμανία
Ο φιλελληνισμός των Γερμανών, ήταν θερμός, αυθεντικός και ποιητικός, γιατί εί-
χε βαθιές ρίζες στη χώρα τους.
Από τις αρχές του 16ου αιώνα, με τη Μεταρρύθμιση του Λουθήρου, παρατηρείται
μια διαρκής ανάπτυξη και εκτίμηση των αρχαιοελληνικών σπουδών. Σημαντικοί πα-
νεπιστημιακοί δάσκαλοι, όπως ο Schwarzherd, ο Reuchlin, ο Κρούσιος και άλλοι,

49
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), «Ευρωπαίοι Φιλέλληνες, Παρατηρητές και Τεχνο-
κράτες στην Επαναστατημένη Ελλάδα και στο Ελλαδικό Βασίλειο (1821-1843)», σελ. 50.

Άννινος Χαράλαμπος (1995), «Οι Φιλέλληνες του 1821», σελ.


50

51
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (1975), «Σχέσεις Ελλήνων και Ελβετών φιλελλήνων κατά
την ελληνική επανάσταση του 1821», σελ. 32-35.

32
ήταν από τους πρωτοπόρους της δημιουργίας του κλίματος αυτού της αρχαιολατρίας,
η οποία έφτασε στο αποκορύφωμα της κατά τα μέσα του 18ου αιώνα.
Την εποχή εκείνη, ο Winckelmann, γοητευμένος καθώς ήταν από την τέχνη των
αρχαίων Ελλήνων, έγραψε την «Geschichte der Kunst des Altertums» και προσπάθη-
σε να αποδείξει την διαχρονική αξία των έργων της αρχαίας τέχνης. Από την άλλη, ο
Schiller και ο Goethe έγραφαν θεατρικά έργα με έντονη την επίδραση της κλασικής
τραγωδίας. Ο Schiller, έγραψε επίσης και το έργο «Die Gotter Griechenlands» και ο
Goethe μετέφρασε και δημοσίευσε έξι ελληνικά δημοτικά τραγούδια με τον τίτλο
«Neugriechische Epirotische Heldenlieder», από την ανέκδοτη μέχρι τότε συλλογή
του Werner von Haxthausen. Ο Goethe, επηρεασμένος και από την συλλογή του Cl.
Fauriel, δημοσίευσε και απομιμήσεις ελληνικών ερωτικών τραγουδιών, με τον τίτλο
«Neugriechische Liebeskolien». Όμως υπήρχαν και άλλοι συγγραφείς, όπως ο Herder
και ο Lessing, που ήταν γοητευμένοι από την ίδια αυτή αρχαιολατρία52.
Αξιόλογη ήταν ωστόσο και η προσφορά του Holderlin, ο οποίος εκτός από τα
δράματα του Σοφοκλή και τις ωδές του Πίνδαρου που μετέφρασε, έγραψε και ποιή-
ματα που αναφέρονταν στην Ελλάδα. Το πιο σπουδαίο όμως έργο του ήταν ο «Hyper-
ion», ένα μυθιστόρημα με τη μορφή επιστολών, που ήταν εμπνευσμένο από την ελ-
ληνική επανάσταση του 1770. Στο έργο του αυτό ο Holderlin, έβλεπε την Γερμανία
πίσω από την Ελλάδα, η οποία όπως και εκείνη έπρεπε να ξαναγεννηθεί53.
Όταν λοιπόν ξέσπασε η ελληνική επανάσταση, οι Γερμανοί ήταν διαποτισμένοι
πια από την αρχαιολατρία, η οποία άρχισε να εκδηλώνεται και ως συμπάθεια για τους
νέους Έλληνες. Αυτό συνέβαινε κυρίως γιατί οι Έλληνες παρουσιάζονταν ως ισάξια
τέκνα των προγόνων τους.
Η λογοκρισία και η φιλυποψία των διαφόρων κυβερνήσεων, δεν εμπόδισαν τους
ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης να διαμαρτυρηθούν για να υποστηρίξουν
το ελληνικό ζήτημα. Συγκεκριμένα, ο καθηγητής της φιλολογίας Wilhem Traugott
Krug, μέσα από τα αλλεπάλληλα δημοσιεύματα του, αμφισβήτησε τη νομιμότητα της
τουρκικής κυριαρχίας και προσπάθησε ν’ αποδείξει ότι οι Έλληνες δεν ήταν κοινοί
στασιαστές, καθώς ποτέ δεν υποτάχθηκαν στους Τούρκους με συνθήκη. Επίσης προ-
σπάθησε ν’ αποδείξει ότι δεν είχαν κανένα κοινό στοιχείο με τους καρβονάρους, αλ-

52
Καρολίδης Παύλος (1917), «Ο γερμανικός φιλελληνισμός», σελ. 8-9.
53
Λάσκαρις Σ. Θ., «Ο φιλελληνισμός εν Γερμανία κατά την ελληνικήν επανάστασιν», σελ. 1-14.

33
λά και ότι ήταν δυστυχισμένοι χριστιανοί και επομένως έπρεπε να βοηθηθούν από τις
χριστιανικές δυνάμεις54.
Ο ποιητής Wilhelm Muller, προσπάθησε και αυτός με την σειρά του να υποστηρί-
ξει την ελληνική υπόθεση. Μέσα από τα ποιήματα του Lieder der Griechen, κατάφερε
να δώσει ζωντανή την εικόνα των μαχόμενων Ελλήνων και να συγκινήσει τους συ-
μπατριώτες του. Ο ίδιος, μετέφρασε κα το έργο του Fauriel, «Chants populaires de la
Grece moderne55.
Εκτός όμως από αυτούς, υπήρχαν και άλλοι φιλέλληνες, λογοτέχνες, επιστήμονες,
πολιτικοί, δημοσιογράφοι, αξιωματικοί, που έδρασαν ή μίλησαν με θέρμη για τη δι-
καίωση του ελληνικού αγώνα. Μέσα από το απάνθισμα των γραπτών που έχει συγκε-
ντρώσει ο Karl Dieterich, μπορεί κανείς να διαπιστώσει την συνολική εικόνα του εν-
θουσιασμού των Γερμανών φιλελλήνων. Ειδικότερα, οι φιλέλληνες αυτοί, έστρεψαν
το βλέμμα τους προς την Ανατολή, παρακολουθούσαν με αγωνία τις μεταβολές του
πολέμου και απεχθάνονταν την πολιτική της Αυστρίας για την εχθρική στάση που
κρατούσε απέναντι στους Έλληνες56. Μιλούσαν επίσης για την ενεργητικότητα των
φιλελληνικών εταιρειών, για τα ποιήματα του Wilhelm Muller, του Griechenmuller,
που σημείωναν τεράστια επιτυχία, για τις θερμές συζητήσεις που γίνονταν για τα ζη-
τήματα των Ελλήνων, αλλά και για τον ενθουσιασμό των νέων και κυρίως των φιλο-
λόγων που διεγείρονταν στο άκουσμα της λέξης «Hellas»57.
Η λατρεία για τους Έλληνες, έφτασε μάλιστα σε τέτοιο σημείο, που άσκησε ση-
μαντική επίδραση όχι μόνο στη λογοτεχνία της Γερμανίας, αλλά και σε ορισμένες
πτυχές της ζωής της. Έτσι, η ελληνολατρία αυτή, οδήγησε στο σημείο να λανσαρι-
στούν οι Robes de dame a la Bobeline (Μπουμπουλίνας) στη γυναικεία μόδα, να δια-
κοσμηθούν τα εξώφυλλα των τετραδίων των μαθητών με εικόνες του Μάρκου Μπό-
τσαρη και των πυρπολητών, να γεμίσουν οι βιτρίνες των χαρτοπωλείων γκραβούρες

54
Λάσκαρις Σ. Θ., όπ.π., σελ. 18-22.
55
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 582. Πρβλ. Dieterich, Aus Briefen,
σελ. 46.
56
Καρολίδης Παύλος (1917), όπ.π., σελ. 48-49.
57
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄. Πρβλ. Dieterich, Aus Briefen, σελ. 17-42,
βλ. επίσης για τη στάση του γερμανικού τύπου Jean Dimakis, Le movement philhellenique et la
presse allemande 1821-1827. Etat de recherches, «Etudes Slaves et Est-Europeennes» 16 (1971),
σελ. 71-80.

34
με τις προσωπογραφίες των Ελλήνων πολεμιστών αλλά και με απεικονίσεις στιγμών
του ελληνικού βίου58.
Η φιλελληνική κίνηση, ήταν μεγάλη μεταξύ Main και Neckar, στη Φραγκφούρτη,
στο Mainz, Offenbach, Darmstadt και Heidelberg. Στο θέατρο μάλιστα της Δρέσδης,
ο σπουδαίος ηθοποιός Paul Werner στην παράσταση του έργου Minna von Barnhelm,
αλλάζοντας το κείμενο του είπε ότι θα ήθελε να εκστρατεύσει εναντίων των Τούρκων
αντί των Περσών. Το γεγονός αυτό ενθουσίασε το κοινό και το οδήγησε σ ‘έναν γε-
νικότερο αλαλαγμό.
Στο Darmstadt, στην Στουτγάρδη, στο Αμβούργο, στην Φρανκφούρτη, αλλά και
σε άλλες πόλεις, ιδρύθηκαν φιλελληνικοί σύλλογοι και μαζεύτηκαν χρήματα για τους
μαχόμενους Έλληνες, για την περίθαλψη των προσφύγων, αλλά και των φτωχών ελ-
ληνικών οικογενειών. Έγινε και προπαγάνδα για την στρατολογία εθελοντών, προ-
κειμένου να παν να πολεμήσουν μαζί με του Έλληνες. Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο
οι φιλέλληνες της Στουτγάρδης είχαν συγκεντρώσει από τις 15 Αυγούστου 1821 έως
τις 31 Μαρτίου 1823, 27.692 φιορίνια και 55 κρόιτσερ. Τα χρήματα αυτά, δόθηκαν
στην πλειοψηφία τους στους Γερμανούς εθελοντές, οι οποίοι ταξίδευαν προς την Ελ-
λάδα για να πάρουν μέρος στον αγώνα. Εξίσου σημαντική όμως ήταν και η προσφο-
ρά του καθηγητή κλασικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Heidelberg, Johann
Voss, ο οποίος έδωσε 1.000 φιορίνια «σαν μια μικρή συμβολή του μεγάλου του χρέ-
ους για τη μόρφωση που δέχτηκε από την Ελλάδα»59.
Ο φιλελληνισμός στην Γερμανία είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις. Τον Αύγουστο
μάλιστα του 1821, ο ταγματάρχης και υπασπιστής του φρούραρχου του Αμβούργου,
C. W. Dannenberg, συνέταξε μια προκήρυξη με την επιγραφή «Aufruf an Deutsche
Junglinge», η οποία απευθύνονταν στην γερμανική νεολαία. Η προκήρυξη αυτή που
τοιχοκολλήθηκε στους δρόμους του Αμβούργου, από νέους κυρίως φοιτητές, είχε πο-
λύ σημαντικό περιεχόμενο. Τόνιζε ότι ο αγώνας για την θρησκεία, την ζωή και την
ελευθερία, οδηγούσε τους Γερμανούς να πολεμήσουν και να βοηθήσουν τους Έλλη-
νες, «τους χριστιανούς αδερφούς μας», όπως έλεγε χαρακτηριστικά. Ήταν πρόθυμοι,
συνέχιζε η προκήρυξη, «να δώσουν ακόμη και την ζωή τους για την ιερή αυτή υπό-
θεση». Στην προκήρυξη αυτή, γινόταν ακόμη λόγος και για την ανάγκη να δημιουρ-

58
Λάσκαρις Σ. Θ., όπ.π., σελ. 34-35
59
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 584. Πρβλ. Gervinus, Geschichte, 2
σελ. 8.

35
γηθεί μια ελληνογερμανική λεγεώνα, η οποία θα είχε επικεφαλείς εμπειροπόλεμους
αξιωματικούς, έτοιμους να την οδηγήσουν στα πεδία των μαχών. Οι αξιωματικοί αυ-
τοί, θα επέστρεφαν στην Γερμανία, με την προϋπόθεση ότι θα είχαν ελευθερώσει τα
εκατομμύρια των σκλαβωμένων Ελλήνων, ευλογημένοι από αυτούς και από την χρι-
στιανοσύνη60.
Από το 1823 έως το 1826, παρατηρήθηκε, κυρίως στην Πρωσία, μια ύφεση του
φιλελληνισμού. Η ύφεση αυτή, οφειλόταν στην εχθρική στάση των επίσημων κατά
τόπους αρχών, αλλά και στην ανθελληνική στάση ορισμένων αρθρογράφων, ακόμη
και άλλοτε φιλελλήνων αγωνιστών, οι οποίοι είχαν επιστρέψει απογοητευμένοι από
την Ελλάδα.
Γενικά όμως οι φιλέλληνες από διάφορες τάξεις, παρακολούθησαν με μεγάλη συ-
μπάθεια και θαυμασμό τον αγώνα των Ελλήνων. Άνθρωποι από το λαό, έστελναν ό,
τι μπορούσαν στους αρμόδιους για τον έρανο, ενώ διάφοροι από το Kassel έγραφαν
την 1 Απριλίου του 1823, ότι τα βλέμματα τους και οι επιθυμίες τους ήταν στραμμέ-
νες στην Ελλάδα, στην χώρα που όπως έλεγαν, όφειλαν πρωταρχικά τον πολιτισμό
τους61.
Με την ηρωική αντίσταση των πολιορκημένων του Μεσολογγίου και κυρίως με
την επιδείνωση της θέσης τους, ο φιλελληνισμός μπήκε σε μια νέα περίοδο έξαρσης.
Ακόμη και οι σκληρές κυβερνήσεις ανακάλεσαν τις διατάξεις με τις οποίες απαγό-
ρευαν την αναγραφή φιλελληνικών άρθρων και ειδήσεων στον τύπο. Ο βασιλιάς μά-
λιστα της Βαυαρίας Λουδοβίκος ο Α΄, το 1825 που ανέβηκε στον θρόνο, έκανε την
πρωτεύουσα του το Μόναχο, κέντρο φιλελληνισμού της Γερμανίας. Ποιητής ο ίδιος,
έγραψε 32 ποιήματα εμπνευσμένα από την κλασική αρχαιότητα, ευνόησε τη φιλελλη-
νική κίνηση και προσπάθησε να επηρεάσει και τους άλλους ηγεμόνες της Γερμανίας
υπέρ των Ελλήνων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το φιλελληνικό Κομιτάτο του Μονά-
χου, να μαζέψει ως το τέλος του 1827, μέσα δηλαδή σε δύο χρόνια, 150.000 περίπου
φράγκα.
Ανάλογη δραστηριότητα είχαν να παρουσιάσουν και άλλα φιλελληνικά κέντρα,
όπως η Δρέσδη, το Breslau, το Dusseldolf, η Heidelberg, η Φραγκφούρτη, αλλά και

Λάϊος Γεώργιος Σ. (1958), «Ανέκδοτες Επιστολές και Έγγραφα του 1821. Ιστορικά Δοκουμέντα
60

από τα Αυστριακά Αρχεία», σελ. 200.


61
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄. Πρβλ. Arnakis-Demetracopoulou, Jarvis,
σελ. 229.

36
το Βερολίνο. Συνολικά υπολογίζονταν σε ένα εκατομμύριο φράγκα, τα ποσά που εί-
χαν συγκεντρωθεί στην Γερμανία και τα οποία στάλθηκαν στην μαχόμενη Ελλάδα62.

2.3 Γαλλία
Στην Γαλλία, όπως και στην Γερμανία, ο φιλελληνισμός είχε βαθιές ρίζες, ανε-
πτυγμένες από την μελέτη των έργων της κλασικής αρχαιότητας, αλλά και από τις
επιδράσεις των έργων της στη λογοτεχνία και την τέχνη. Έτσι η φιλελληνική κίνηση
εκδηλώθηκε αμέσως με την έκρηξη της επανάστασης. Επίσης, οι Γάλλοι περιηγητές
που επισκέπτονταν την Ανατολή, ανακάλυπταν με συγκίνηση, όχι μόνο τα ερείπια
των αρχαίων μνημείων αλλά και τους απογόνους των Ελλήνων.
Από τα βιβλία των περιηγητών, δημιουργήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, η σειρά
των ελληνικών μυθιστορημάτων, με γνωστότερα το Voyage de jeune Anacharsis en
Grece του άβα Jean Barthelemy και το Voyage d’ Antenor του βαρόνου de Lantier.
Τα έργα όμως αυτά, σύμφωνα με τον Απόστολο Βακαλόπουλο63, δεν μπορούσαν να
συγκριθούν στην ποιότητα με τα αντίστοιχα γερμανικά του Holderlin, Schiller και
Goethe. Το 1806 όμως, η έκδοση του Itineraire de Paris a Jerusalem από τον Cha-
teaubriand, συνετέλεσε στην επικράτηση του ρομαντισμού στην Γαλλία και γενικότε-
ρα στην Ευρώπη, αλλά και στην καλλιέργεια του φιλελληνισμού.
Παράλληλα, προπαρασκευαστική εργασία γινόταν όχι μόνο από τον Κοραή, αλλά
και από τους Έλληνες λογίους και σπουδαστές που έμεναν στο Παρίσι, όπως από τον
Κοδρικά, τον Stephanopoli, τον Νικόλαο Πίκκολο και άλλους. Όλοι αυτοί, με την
βοήθεια και του κλασικισμού, είχαν δημιουργήσει μικρά κέντρα φιλελληνισμού. Τα
κέντρα αυτά αποτέλεσαν την αφορμή να γράψει στα 1811 ο Κοραής στο υπόμνημα
του προς τον κόμη Stackelberg, ότι στη Γαλλία η νεοελληνική γλώσσα ήταν της μό-
δας και πολλοί Γάλλοι την μιλούσαν κομψά.
Ένας από αυτούς που μιλούσαν κομψά την ελληνική γλώσσα ήταν και ο βαρόνος
Auguste – Prosper – Francois Guerrier de Dumast, ο οποίος μετάφρασε στα Γαλλικά
το «Σάλπισμα Πολεμιστήριον» του Κοραή. Τον Ιούλιο μάλιστα του 1821 που το έκ-
δωσε, έγραψε και έναν μεγάλο πρόλογο όπου υποστήριζε θερμότατα την ελληνική

62
Λάσκαρις Σ. Θ., όπ.π., σελ. 54-68.
63
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄. Πρβλ. Aristide G. Dimopoulos, L’ opinion
publique francaise et la Revolution grecque (1821-1827), Nancy 1962, σελ. 19-34, όπου λεπτομέ-
ρειες.

37
υπόθεση, την οποία και θεωρούσε υπόθεση του πολιτισμού. Στο τέλος του έργου, με-
τέφρασε επίσης και την προκήρυξη του Δημήτριου Υψηλάντη από την Οδησσό προς
τους Γάλλους και Γερμανούς φιλέλληνες, με την οποία ζητούσε την συμπαράσταση
τους. Το επόμενο έτος, μετά από τις σφαγές της Χίου, έκδωσε ακόμη το λυρικό ποίη-
μα «Chios. La Grece et l’ Europe» και μετέφρασε μια έμμετρη επιστολή του Πίκκο-
λου, προς τον Χιώτη γιατρό Γεώργιο Γλαράκη64.
Οι φιλελεύθερες εφημερίδες που κυκλοφορούσαν στην Γαλλία, όπως οι «Le Con-
stitutionnel», «Courrier Francais», «Le Journal des Debats», και άλλες, επωφελού-
νταν από την ελευθερία του τύπου σχετικά με τα όσα συνέβαιναν έξω από τη χώρα
τους και όσα αναφέρονταν στην εξωτερική πολιτική της. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα
να γράψουν ειδήσεις για τον αγώνα των Ελλήνων και με θερμά άρθρα να υπερασπι-
στούν το ελληνικό ζήτημα. Από την άλλη, οι μοναρχικές εφημερίδες όπως οι «Ga-
zette de France», «Quotidienne», και άλλες, υποστήριζαν την νομιμότητα της κατοχής
της Τουρκίας.
Οι μάχες που γίνονταν στην ΝΑ. Ευρώπη κάτω από πρωτόγονες συνθήκες και εί-
χαν ως πρωταγωνιστές τους νεοέλληνες, προσέλκυσαν το ενδιαφέρον του κόσμου. Η
επανάσταση τους έγινε κοινό θέμα που οδήγησε σε διάφορες συζητήσεις. Οι συζητή-
σεις αυτές, ήταν γεμάτες από αναλήθειες, αλλά και από αλληλοσυγκρουόμενες ειδή-
σεις των κέντρων μετάδοσης πληροφοριών, με αποτέλεσμα να θεωρηθούν αναξιόπι-
στες. Οικονομικά συμφέροντα, εθνικές επιδιώξεις, πολιτικές τάσεις, και άλλα, κατεύ-
θυναν τους πληροφοριοδότες και τις διευθύνσεις εφημερίδων.
Εκτός όμως από τα πολεμικά γεγονότα, οι εφημερίδες εξέτασαν και τα πολιτικά,
την εσωτερική κατάσταση του τόπου, δημοσίευσαν επίσημα έγγραφα, διατάγματα,
ασχολήθηκαν με την διοίκηση, την παιδεία, την διεθνή μορφή του ελληνικού ζητήμα-
τος, τις σχετικές διπλωματικές ζυμώσεις, τις πολιτικές διαιρέσεις. Μεγάλος αριθμός
φιλελληνικών φυλλαδίων με θεωρήσεις και σκέψεις για τον ελληνικό αγώνα, με εκ-
κλήσεις προς την χριστιανική Ευρώπη και προς τις μεγάλες δυνάμεις για επέμβαση
και σταμάτημα του πολέμου, μυθιστορήματα αλλά και πολλά ποιήματα γεμάτα εικό-
νες από την αρχαία Ελλάδα, δημοσιεύτηκαν το 1821 και το 1822. Τα έντυπα και τα
βιβλία αυτά, προσανατόλισαν στην ουσία ιστορικά και ιδεολογικά τους ξένους, ανύ-

64
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 587. Πρβλ. Βακαλόπουλος
Απόστολος, «Le philhellene francais A. P. F. Guerrier de Dumast et ses relations anec N. Picco-
los», Πρακτικά του Α΄ Ελληνοβουλγαρικού Συμποσίου, Θεσσαλονίκη 1980.

38
ψωσαν τον ηρωισμό των Ελλήνων65. Εκθέσεις έργων στις Γκαλερί, συναυλίες, έρα-
νοι, θεατρικά έργα, όπως ο «Λεωνίδας» του Pichat, εκδόσεις και επανεκδόσεις περιη-
γητικών βιβλίων, συγκίνησαν τους φιλολογικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους.
Σπουδαίοι λογοτέχνες όπως ο Lamartine, ο Chateaubriand και άλλοι, εμπνεύστη-
καν κα μίλησαν με ενθουσιασμό για την Ελλάδα. Ο Lamartine μάλιστα σε υποσημεί-
ωση του ποιήματος του «Le dernier chant du pelerinage d’ Harold», ανέφερε μεταξύ
άλλων, ότι η επανάσταση των νεοελλήνων ήταν «ένα από τα πιο ωραία θεάματα που
δόθηκαν προς ενατένιση στον άνθρωπο». Και συνέχιζε πως «όλα τα θαύματα του αρ-
χαίου ηρωισμού όλες οι αφοσιώσεις των πιο υπέροχων μαρτύρων ανακαινίζονταν κά-
θε μέρα εμπρός στα μάτια της Ευρώπης»66.
Το ίδιο ενδιαφέρον κα ενθουσιασμό με τον Lamartine, έδειχνε κα ο φίλος του
Sainte – Beuve, κριτικός της λογοτεχνίας. Ο Sainte – Beuve, είχε μεγάλη ιδέα για την
αρχαία Ελλάδα και αυτό φαινόταν από το έργο του Tableau de la poesie francaise au
16e siecle, στο οποίο είχε παρουσιάσει την ιδέα αυτή σε αντιδιαστολή με την δυσβά-
σταχτη ατμόσφαιρα του χριστιανικού μεσαίωνα. Από την λατρεία αυτή του ελληνι-
κού πνεύματος, δημιουργήθηκε αργότερα, το 1841, από τον Κοραή η ιδέα για την
ίδρυση της Γαλλικής Σχολής Αθηνών, ενός κέντρου της ελληνικής φιλολογίας, αρ-
χαιολογίας και αρχιτεκτονικής, που θα πρόσφερε πολλά για την γνώση της κλασικής
φιλολογίας και τέχνης.
Ανάμεσα σε αυτούς που υποστήριξαν τους Έλληνες και τον αγώνα τους, ήταν και
ο αβάς de Pradt, το βιβλίο του οποίου «De la Grece dans ses rapports avec l’ Europe»
δημοσιεύτηκε το 1882. Αξίζει να σημειωθεί ότι το βιβλίο του αυτό, γνώρισε μεγάλη
αποδοχή από τους νέους, τους διανοούμενος και τους εμπόρους67.
Με την πάροδο των χρόνων η φιλελληνική κίνηση κατέκτησε ολοένα κα μεγαλύ-
τερο έδαφος, ενώ διαφοροποιούνταν και η στάση ορισμένων εχθρικών προς την ελ-
ληνική υπόθεση εφημερίδων. Το 1823, δημιουργήθηκε η πρώτη γαλλική φιλελληνική

65
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», τομ. ΙΒ΄,
σελ. 320-321.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», τομ. ΙΒ΄,
66

όπ.π..
67
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄. Πρβλ. Dimopoulos, L’ opinion publique
francaise et la Revolution grecque (1821-1827), Nancy 1962, σελ. 44-45.

39
επιτροπή μέσα στους κόλπους του Societe de la Morale Chretienne, σωματείου που
είχε ιδρυθεί στα τέλη του 1821 με σκοπούς καθαρά ανθρωπιστικούς (την κατάργηση
της δουλείας, της ποινής του θανάτου, τη βελτίωση των συνθηκών διαβιώσεως μέσα
στις φυλακές, την περίθαλψη των ορφανών). Σε έντυπη αγγελία του το σωματείο αυ-
τό ανακοίνωσε την οργάνωση εράνου για την περίθαλψη των Ελλήνων προσφύγων
στην Γαλλία, αλλά και τη σύσταση «Ελληνικής Επιτροπής».
Η Επιτροπή αυτή αποτελούνταν από μέλη του σωματείου, αλλά και από σπουδαί-
ους Έλληνες, όπως τους Αδαμάντιο Κοραή, Αθανάσιο Βογορίδη, Δημήτριο Φωτήλα,
Μιχαήλ Σχινά, και άλλους. Ανάμεσα στους πρώτους, συγκαταλέγονταν επίσημα πρό-
σωπα της γαλλικής κοινωνίας, όπως οι δούκες de la Rochefoucauld – Liancourt και
de Broglie, οι κόμητες de Lasteyrie και Alexandre de Laborde, ο τραπεζίτης βαρόνος
Delessert και ο συντάκτης της αγγελίας Charles de Remusat, οι οποίοι συμμετέχουν
αργότερα το 1825 και στη νέα φιλελληνική επιτροπή του Παρισιού68.
Σχετικά αργά, ο Chateaubriand, στα 1825, δηλαδή μετά την πτώση του από το
υπουργείο εξωτερικών όπου θα μπορούσε να προσφέρει πολλά ως υπουργός, αλλά
και μετά από την απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, παρουσιάστηκε ως μέ-
λος της Societe en faveur des Grecs. Έκδωσε στα γαλλικά το φυλλάδιο Notre sur la
Grece, για να ευχαριστήσει τους δωρητές, αλλά και για να δημιουργήσει δυνατότε-
ρους βοηθούς, προκειμένου να τερματιστεί η γενοκτονία των Ελλήνων και να ελευ-
θερωθεί η χώρα τους. Προς το τέλος μάλιστα, ανακοίνωσε επίσημα ότι η υπόθεση
των Ελλήνων «έχει γίνει υπόθεση των λαών»69. Αλλά και ο Ambroise – Firmin Ditot,
ιδιοκτήτης των ονομαστών τυπογραφείων του Παρισιού και γνωστός εκδότης κλασι-
κών κειμένων, υποστήριξε ότι «η ελληνική επανάσταση ανήκει σε όλη την ανθρωπό-
τητα, στη φιλολογία, στον χριστιανισμό και την ελευθερία»70.
Γάλλοι, αλλά και άλλοι Ευρωπαίοι κατέβαιναν στη Μασσαλία, το κύριο λιμάνι
των φιλελλήνων προς την Ελλάδα. Ενδιάμεσος σημαντικός σταθμός των νέων που
68
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», τομ. ΙΒ΄,
όπ.π..

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 591. Πρβλ. τους τίτλους των φυλλαδί-
69

ων στο εορταστικό τεύχος που εξέδωσε η Ιστορική Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδας: Dem. T.
Noti Botzaris, Chateaubriand et la Grece, Athens 1968, βλ. και ανάλυση των πολιτικών ιδεών του
Chateaubriand, τις οποίες αναπτύσσει στη Note, στου Pierre Quemeneur, Chateaubriand et la
Grece, «Balkan Studies» 3 (1962), σελ. 119-132.
70
Φραντζής Αμβρόσιος (1975), «Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος αρχομένη
από του έτους 1715 και λήγουσα το 1837», τομ. Δ΄, σελ. 47.

40
κατέβηκαν από τις γερμανικές πόλεις προς τη Μασσαλία, ήταν το Στρασβούργο. Στο
Στρασβούργο, διέπρεπαν για την προσήλωση τους στο ελληνικό ζήτημα, τρείς άν-
δρες, ο πανεπιστημιακός καθηγητής της ελληνικής φιλολογίας Jean – Geoffroi
Schweighaeuser, ο συμβολαιογράφος Stoeber και ο στρατηγός Foy. Στην πόλη αυτή
κυκλοφορούσαν οι υποψήφιοι εθελοντές του ελληνικού αγώνα, οι οποίοι στην πλειο-
ψηφία τους ήταν φοιτητές και αξιωματικοί, Γερμανοί και Πολωνοί, αλλά και Έλληνες
εμπορευόμενοι, με διακριτικό γνώρισμα επάνω στο καπέλο τους ένα μικρό κόκκινο
σταυρό. Στο Στρασβούργο, αλλά και γενικά σε όλη την Ευρώπη, η φιλελληνική κίνη-
ση συμπαρέσυρε ανθρώπους που ανήκαν σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, ιδεολογίες
και θρησκευτικά δόγματα, φτωχούς, ευγενείς, φιλελεύθερους, συντηρητικούς. Προ-
κειμένου να βοηθήσουν οικονομικά τους Έλληνες, κυκλοφορούσαν έντυπα, διεξάγο-
νταν έρανοι, δίνονταν συναυλίες, ακόμη και στις μικρές αλσατικές κωμοπόλεις, ως τα
τέλη σχεδόν του αγώνα71.
Από τη Μασσαλία, οι φιλέλληνες ταξίδεψαν κατά ομάδες με διάφορα καράβια
προς την Ελλάδα. Η πρώτη αποστολή σημειώθηκε στις 18 Ιουλίου με επιβάτες τον
Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον Ανδρέα Λουριώτη και η δεύτερη στη 1 Αυγού-
στου με τον Thomas Gordon. Στην Μασσαλία, ήταν εγκατεστημένος από το 1815 ο
Κύπριος Νικόλαος Θησεύς, ένας από τους σημαντικότερους πράκτορες της στρατο-
λογίας στην Γαλλία, αλλά και οι εκεί έμποροι αδερφοί Πρασακάκη, Αμηρά, καθώς
και πολλοί άλλοι, οι οποίοι έστελναν όπλα και πολεμοφόδια. Οι γαλλικές αρχές λάμ-
βαναν βέβαια τα μέτρα τους για την τήρηση της τάξης και της ασφάλειας. Στην
Μασσαλία, ιδρύθηκε και επιτροπή για την περίθαλψη των Ελλήνων προσφύγων, η
οποία βρισκόταν σε στενή σχέση με την αντίστοιχη της «Societe de la Morale Chre-
tienne» και εργαζόταν με θέρμη, με την συνδρομή Ελλήνων εμπόρων εγκατεστημέ-
νων στην πόλη.
Ωστόσο στην Μασσαλία, είχαν καταφθάσει και δυσαρεστημένοι φιλέλληνες, χω-
ρίς χρηματικά μέσα, οι οποίοι κατηγορούσαν τους Έλληνες εμπόρους της ότι δεν διέ-
θεσαν τίποτε γι’ αυτούς. Αναγκάστηκαν μάλιστα, να πουλήσουν ρολόγια, δαχτυλίδια
και ό, τι άλλο διέθετε ο καθένας τους, να μοιραστούν τα χρήματα, να εφοδιαστούν με
τον απαραίτητο οπλισμό και να ναυλώσουν με 3.200 φράγκα ένα καράβι για την Ύ-
δρα. Ο Γερμανός που έδωσε τις παραπάνω πληροφορίες, μίλησε επίσης και για πρά-
71
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 592. Πρβλ. Σβολόπουλος Κωνσταντί-
νος, «Ο γαλλικός φιλελληνισμός κατά την ελληνικήν επανάστασιν. Η πόλη του Στρασβούργου και
αι επαρχιαι του Ρήνου», ΕΕΣΜ 5 (1974-1975) σελ. 307.

41
κτορες της Τουρκίας στην Μασσαλία, οι οποίοι προσπάθησαν να εξαγοράσουν όχι
μόνο τους καπετάνιους των καραβιών, αλλά και τους ίδιους τους φιλέλληνες72.
Η «Societe philhanthropique», με συνεχόμενες εγγραφές συνδρομητών, συγκέ-
ντρωσε αρκετά χρήματα, τα οποία και διέθεσε για την ενίσχυση των Ελλήνων στην
Γαλλία. Η επιτροπή αυτή, ήρθε σε επαφή και με άλλες φιλελληνικές επιτροπές της
Γενεύης, της Ζυρίχης και της Βέρνης, κυρίως για την υπόθεση των Ελλήνων αγωνι-
στών. Οι τελευταίοι, μετά από πολλές ταλαιπωρίες βρήκαν καταφύγιο στην Ελβετία
και τελικά μέσω της Μασσαλίας κατέβηκαν στην Ελλάδα.
Είναι γεγονός, πως οι Γάλλοι φιλέλληνες και οι Έλληνες έμποροι της Μασσαλίας
περιέθαλψαν πολλούς πρόσφυγες που κατέληξαν εκεί, όπως Κύπριους, Θεσσαλονι-
κείς, Σμυρναίους, Χιώτες. Φρόντισαν όμως και για τον επαναπατρισμό πολλών ίσως
από τους Έλληνες αυτούς, με αποτέλεσμα 39 να εγκαταλείψουν την Μασσαλία στις
12 Ιουλίου και 30 στις 13 Σεπτεμβρίου 182373.

2.4 Αγγλία
Στην Αγγλία, η φιλελληνική κίνηση, δημιουργήθηκε σχετικά αργά. Το καλοκαίρι
του 1821 ο Shelley εμπνεύστηκε το ποίημα «Ελλάς», ο Major John Cartwright έγρα-
ψε στα ογδόντα του χρόνια το «Hints to the Greeks» (Αναφορές στους Έλληνες) και
ο στρατηγός Sir Richard Church, τόνισε την ανάγκη βοήθειας για την απελευθέρωση
των Ελλήνων74.
Η φιλελληνική κίνηση όμως, άρχισε ουσιαστικά να διαδίδεται με τον τύπο. Η ε-
φημερίδα «Morning Chronicle», που στην αρχή στιγμάτιζε τον βάρβαρο τρόπο του
πολέμου Ελλήνων και Τούρκων, από τον Αύγουστο του 1821 άρχισε να στρέφεται
προς την ελληνική υπόθεση. Αλλαγή πορείας όμως παρατηρήθηκε και στην εφημερί-
δα «Courrier», στην οποία δημοσιεύονταν πια άρθρα υπέρ της Ελλάδας, όπως ενός
στρατιωτικού με τον τίτλο «The War in Greece», του ελληνιστή και εκδότη του λεξι-
κού της αρχαίας ελληνικής Lampriere (8 Οκτωβρίου 1821), του γιατρού από την
Κωνσταντινούπολη Δημήτριου Σχινά (16 Οκτωβρίου).

Λάϊος Γεώργιος Σ. (1958), «Ανέκδοτες Επιστολές και Έγγραφα του 1821. Ιστορικά Δοκουμέντα
72

από τα Αυστριακά Αρχεία», σελ. 255-256.


73
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄. Πρβλ. Echinard, σελ. 179-180, 180-181,
182, 182-184, 189.
74
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄. Πρβλ. D. Dakin, British and American
Philhellenes, during the War of Greek Independence 1821-1833, Thessaloniki 1955, σελ. 26-27.

42
Ειδικότερα, το φθινόπωρο του 1821, ο Άγγλος ελληνιστής Lampriere και ο Κων-
σταντινοπολίτης γιατρός Δημήτριος Σχινάς, δημοσιεύοντας εκκλήσεις και άρθρα
στον ημερήσιο τύπο, πρωτοστάτησαν ο καθένας από την πλευρά του, στην οργάνωση
για την συλλογή ερανικών εισφορών. Στην συγκεκριμένη επιτροπή που συστάθηκε
για το σκοπό αυτό, πήραν μέρος επίσημες προσωπικότητες, όπως οι λόρδοι Lans-
downe, Aberdeen, Elgin, Belfor και Compton75.
Βαθύτερη αίσθηση στο αγγλικό κοινό και εκδηλώσεις φιλελληνισμού, προκάλε-
σαν οι βαρβαρότητες και οι θηριωδίες των Τούρκων, κυρίως κατά την καταστροφή
και τις σφαγές της Χίου. Από τότε εμφανίζονταν περισσότερες ειδήσεις και άρθρα
στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο και κυκλοφορούσαν φυλλάδια υπέρ των Ελλή-
νων76.
Ένα από τα φυλλάδια αυτά, κυκλοφόρησε τον πρώτο κιόλας χρόνο της επανά-
στασης και επικαλέστηκε τις αρχές της ανθρωπιάς και της δικαιοσύνης που χαρακτή-
ριζαν την κυβέρνηση της Βρετανίας. Οι αρχές αυτές, μαζί με τα συμφέροντα του έ-
θνους, της επέβαλλαν το καθήκον να ακολουθήσει ευνοϊκή στάση απέναντι στους
Έλληνες.
Άλλο εξίσου σημαντικό φυλλάδιο ήταν και η ανοικτή στην ουσία επιστολή του
λόρδου Thomas Erskine προς τον πρωθυπουργό της Αγγλίας κόμη Liverpool, ο ο-
ποίος υπήρξε εχθρός των εθνικών κινημάτων. Στην επιστολή αυτή, ο Erskine, εκτός
των άλλων ανάφερε ότι ο βασιλιάς της Μεγάλης Βρετανίας δεν έπρεπε να χαρακτηρί-
ζεται ως αδερφός του σουλτάνου, αφού η καταστροφή της Χίου κα η σφαγή των ο-
μήρων ήταν πράξεις ανεξιλέωτες. Κατήγγειλε επίσης την πολιτική της χώρας του και
τη στάση της και τόνιζε χαρακτηριστικά ότι ο πόλεμος έπρεπε να τελειώσει γρήγορα,
να προστατευθούν οι Έλληνες όσο το δυνατόν καλύτερα και να διωχτούν οι Τούρκοι
από την Ευρώπη «με την δύναμη των ενωμένων όπλων της». Η επιστολή του όμως
έθεσε και την αρχή, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να λυθεί η ελληνική υπόθεση. Συ-
γκεκριμένα, υπογράμμιζε ότι η Τουρκία έπρεπε να εξαναγκαστεί απ’ όλα τα έθνη που
υποστήριζαν τους Έλληνες, να εγκαταλείψει τα ελληνικά εδάφη και μάλιστα σε τέ-

75
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», τομ. ΙΒ΄,
όπ.π..
76
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), όπ.π..

43
τοια έκταση που να ανταποκρίνεται στις παλαιότερες συνθήκες και στον συνεχώς αυ-
ξανόμενο πληθυσμό τους77.
Αν οι ιδέες του Erskine, εφαρμόζονταν από την πρώτη στιγμή στην πράξη, τότε,
σύμφωνα με τον Απ. Βακαλόπουλο78, «το ελληνικό πρόβλημα θα είχε λυθεί μια για
πάντα και δεν θα δοκίμαζε η χώρα τους τρομερούς κλυδωνισμούς στα επόμενα 100
χρόνια, ώσπου ν’ αποκατασταθεί».
Από τις αρχές του 1823, άρχισε να ενισχύεται η σκέψη για την ανάγκη ενός φι-
λελληνικού σωματείου στο Λονδίνο, που όχι μόνο θα συντόνιζε τις ιδιωτικές προ-
σπάθειες των Άγγλων, αλλά θα μεριμνούσε παράλληλα για την εξάπλωση της αγγλι-
κής επιρροής στον ελληνικό χώρο. Αποφασιστική ώθηση στον σχεδιασμό του, έδω-
σαν οι δραστήριες ενέργειες ενός Άγγλου εμπόρου μαλλιών, του John Bowring. O
Bowring που είχε ζήσει πολλά χρόνια στην Ισπανία και είχε αισθανθεί βαθιά συμπά-
θεια για τον ισπανικό λαό και έντονο ενδιαφέρον για τις φιλελεύθερες ιδέες του, βίω-
σε τα ίδια συναισθήματα και όταν πληροφορήθηκε για τον ξεσηκωμό των Ελλήνων.
Όταν λοιπόν επέστρεψε στην Αγγλία από την Ισπανία, συναντήθηκε με τον Δημήτριο
Σχινά και συζήτησε μαζί του το θέμα της αποστολής βοήθειας στην Ελλάδα.
Έπειτα ο Bowring, μέσα από μεθοδική δουλειά, κατάφερε στις 23 Φεβρουαρίου
του 1823 να συγκεντρώσει στο ζυθοπωλείο «Crown and Anchor in Strand», 12 διά-
σημους πολιτικούς και διανοούμενους και να ιδρύσουν την πρώτη φιλελληνική εται-
ρεία για την προστασία των Ελλήνων. Στη δεύτερη συγκέντρωση, που πραγματο-
ποιήθηκε στις 8 Μαρτίου 1823, αφού συγκροτήθηκε σε σώμα η επιτροπή, με πρόεδρο
τον λόρδο Erskine και γενικό γραμματέα τον πρωτεργάτη της κινήσεως Bowring, συ-
ντάχθηκε εγκύκλιος προς επιφανείς Άγγλους. Στην πρόσκληση αυτή ανταποκρίθηκαν
με προθυμία και εγγράφηκαν ως μέλη της εταιρείας 87 πρόσωπα, κυρίως βουλευ-
τές79.
Μεγάλη δόξα στην εταιρεία, προσέδιδε και η παρουσία, ως μέλους της, του φιλο-
σόφου και οικονομολόγου Jeremy Bentham. Ο Bentham, θεωρούσε ότι η επανάσταση
των Ελλήνων του πρόσφερε την ευκαιρία να εφαρμόσει στην Ελλάδα, τις νέες φιλο-

77
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 596. Πρβλ. Thomas Lord Erskine, A
Letter to the Earl of Liverpool on the Subjects of the Greeks, London 1822, σελ. 38.
78
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄.
79
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), όπ.π..

44
σοφικο-κοινωνικές του ιδέες, που ήταν αντίθετες με τις ιδέες των δύο παλαιών κομ-
μάτων της χώρας του, του συντηρητικού και του φιλελεύθερου.
Ανάμεσα στις αρχικές φιλελληνικές ενέργειες της εταιρείας, ήταν να συγκεντρώ-
σει συνεισφορές, να επιδιώξει την ίδρυση τοπικών επιτροπών και σε άλλες πόλεις της
Αγγλίας και να διαφημίσει, αλλά και να υπερασπιστεί τον αγώνα των Ελλήνων. Αυτό
είχε ως αποτέλεσμα να συσταθεί μια φιλολογική υποεπιτροπή που είχε ως σκοπό της
να παρακολουθεί τα δημόσια έντυπα, να παρασκευάζει άρθρα και φυλλάδια για τη
διάδοση του φιλελληνισμού και να απαντά στις άσχημες κρίσεις εναντίον της ελληνι-
κής επανάστασης. Βασικοί λοιπόν στόχοι της φιλελληνικής αυτής εταιρείας, ήταν από
την μια πλευρά να βοηθήσει τις αγγλοελληνικές διαπραγματεύσεις για παροχή δανεί-
ου και από την άλλη, να ενισχύσει και να δυναμώσει τον ελληνικό αγώνα80.
Η δραστηριότητα της φιλελληνικής εταιρείας, συνεχίστηκε με την ίδια ένταση και
αργότερα. Ιδρύθηκαν παραρτήματα σε διάφορες πόλεις της Αγγλίας, στο Great Yar-
mouth, Liverpool, Winchester, Southampton, Salisbury, Bath, Birmingham και Dub-
lin, γίνονταν έρανοι και συγκροτήθηκε γραφείο τύπου, προκειμένου να τροφοδοτεί
τις αγγλικές εφημερίδες και τα περιοδικά με άρθρα για τον αγώνα των Ελλήνων. Ση-
μαντική επιτυχία της εταιρείας ήταν ότι είχε εγγράψει ως μέλος της και το λόρδο By-
ron, ο οποίος μάλιστα είχε προτείνει και δέχτηκε ν’ αντιπροσωπεύσει την εταιρεία
στην Ελλάδα, για να βοηθήσει από κοντά τους κατοίκους της81.
Η σταυροφορία όμως, την οποία ανέλαβαν ορισμένα δραστήρια πρόσωπα στα πα-
νεπιστήμια, δεν είχε την αναμενόμενη ανταπόκριση, εκτός από το Cambridge, όπου
δημιουργήθηκε κάποιος πυρήνας. Ωστόσο, δυσκολίες συνάντησε και ο διοργανωτής
της φιλελληνικής κινήσεως William Kerr Brown στο Suffolk, στο Norfolk, στο
Essex, στο Kent, κυρίως από την αντίδραση των συντηρητικών, οι οποίοι κράτησαν
περισσότερο επιφυλακτική στάση. Αν και αρκετοί δηλαδή, έβλεπαν με συμπάθεια το
ελληνικό θέμα, απέφευγαν να πάρουν φανερά θέση αντίθετη προς την επίσημη κυ-
βερνητική πολιτική82.

80
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), όπ.π., σελ. 322.
81
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄. Πρβλ. Λιγνάδη, Το πρώτον δάνειον, σελ.
62-63, 66.
82
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), όπ.π., σελ. 321.

45
2.5 Ρωσία
Οι αγώνες των Ελλήνων, γέμισαν με πάθος και τις ψυχές των Ρώσων, με τους ο-
ποίους συνδέονταν με το κοινό θρησκευτικό δόγμα και τις μακραίωνες πνευματικές
και οικονομικές σχέσεις83.
Τον αγώνα τους, τον παρακολουθούσαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και συμπάθεια,
οι φιλελεύθεροι αξιωματικοί, οι διασκορπισμένοι στις διάφορες φρουρές της Νότιας
Ρωσίας, στην Οδησσό, στο Κισινιόφ και στο Κίεβο. Το Κισινιόφ μάλιστα, ήταν ένα
από τα βασικά κέντρα των αξιωματικών αυτών και εκεί είχε την βάση του η 16η με-
ραρχία πεζικού με διοικητή, τον Κ. Α. Ορλόφ, που ήταν ο πρώτος στον στρατό ελευ-
θερόφρονας. Οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί, είχαν σχέσεις όχι μόνο με τους Υψηλά-
ντηδες, αλλά και με πολλές ελληνικές οικογένειες που έμεναν στη Νότια Ρωσία.
Πολλοί ήταν αυτοί που γνώριζαν την ύπαρξη και την εξάπλωση της Φιλικής. Ό-
ταν μάλιστα ξεκίνησε η ελληνική επανάσταση, στα σπίτια των προοδευτικών Ρώσων
και των γνωστών τους Ελλήνων, είχαν ως κύρια θέματα συζήτησης τις διάφορες φά-
σεις του ελληνικού ζητήματος.
Οι δεκεμβριστές -όπως ονομάζονταν οι φιλελεύθεροι αξιωματικοί που ήταν δια-
σκορπισμένοι στις διάφορες φρουρές της Νότιας Ρωσίας- παρακολουθούσαν με ενδι-
αφέρον την τακτική των Ελλήνων επαναστατών. Επίσης πολλοί λογοτέχνες, όπως ο
Α. Πούσκιν, ο Κ. Ριλέγιεφ, ο Ραγιέφσκη, ο Β. Κιουχελμπέκερ, ο Ε. Μπαρατίσκη, ο Β.
Γρηγόριεφ, ο Ο. Σόμοφ, ο Β. Τουμάνσκη, και άλλοι, αφιέρωναν ποιήματα στους Έλ-
ληνες, καθώς η λογοκρισία των τσάρων απαγόρευε πολιτικές εκδηλώσεις στον πεζό
λόγο84.
Ο Α. Π. Ερμόλοφ, διοικητής της ειδικής στρατιάς Καυκάσου, φιλελεύθερος και
καλός φίλος πολλών δεκεμβριστών, σε γράμμα του στις 30 Μαρτίου 1821, έγραφε
μεταξύ άλλων στον Κισελιόφ, ότι η Ελλάδα που θα ξαναγεννηθεί, θα τους δώσει ση-
μαντικά μαθήματα. Και συνέχιζε λέγοντας πως θα λυπόταν ειλικρινά αν «η φλόγα
των Ελλήνων έσβηνε με το ίδιο τους το αίμα». Παρακαλούσε μάλιστα τον Θεό να
τους βοηθήσει να πετύχουν.

83
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 604. Πρβλ. έκθεση Edmond de Boiles-
comte, Αύγουστος 1822, στου Κ. Σβολόπουλου, Ο Καποδίστριας στο Λάϋμπαχ. Δύο σύγχρονες
μαρτυρίες, Δάφνη στον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, «Τετράδια Ευθύνης» 5, Απρίλιος 1978,
σελ. 146.
84
Σπάρο Μπορίσοβνα Όλγα (1971), «Η Απελευθέρωση της Ελλάδας και η Ρωσία (1821-1829)»,
σελ. 84-98.

46
Είναι γεγονός, πως δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες για τη στάση του αγροτολαϊ-
κού πληθυσμού απέναντι στην ελληνική επανάσταση. Κύρια αιτία γι’ αυτό, αποτε-
λούσαν οι γεωργοί, οι οποίοι ζώντας σαν δουλοπάροικοι κάτω από μεγαλογαιοκτή-
μονες και μη γνωρίζοντας πολλά γράμματα, δεν είχαν την δυνατότητα να εκφραστούν
ελεύθερα σε πεζό λόγο.
Παρόλα αυτά όμως, τα σωζόμενα δημιουργήματα της λαϊκής τέχνης, χρωμολιθο-
γραφίες με παραστάσεις και προσωπογραφίες ηρώων του 1821, έδειχναν το πάθος
που έβραζε στις ψυχές των ανώνυμων ζωγράφων85.

2.6 Κάτω Χώρες


Τα φιλελληνικά αισθήματα, δεν άργησαν ν’ αναπτυχθούν και στο βασίλειο των
Ηνωμένων τότε Κάτω Χωρών, παρόλο που ήταν εξαρτημένο οικονομικά και πολιτικά
από την Μεγάλη Βρετανία. Στην επιστολή μάλιστα που έστειλε στις 29 Σεπτεμβρίου
1821 κάποιος Έλληνας από το Άμστερνταμ προς τους Κοντουριώτες, πληροφορούσε
εκτός των άλλων, ότι όλοι οι Ολλανδοί, ήταν ενθουσιασμένοι και εύχονταν πραγμα-
τικά την ελευθερία της Ελλάδας86.
Το 1822, άρχισαν να δημιουργούνται σε διάφορες πόλεις, φιλελληνικές επιτροπές,
με πρώτη αυτή του Άμστερνταμ στις 7 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους87. Προβάλλο-
ντας ανθρωπιστικά και θρησκευτικά κίνητρα, τα μέλη της ασχολήθηκαν με την συ-
γκέντρωση ερανικών εισφορών και με τη μεσολάβηση του Στέφανου Παλαιολόγου,
στάλθηκαν στους αγωνιζόμενους Έλληνες.
Πραγματικά, η συνεισφορά των Ελλήνων εμπόρων του Άμστερνταμ, όπως του
Στέφανου Παλαιολόγου, του Γεώργιου Τωμαζάκη, του Αν. Σπάχου, αλλά και άλλων,
υπήρξε πολύ σημαντική. Ενίσχυσαν με κάθε τρόπο τον αγώνα των συμπατριωτών
τους με προσωπικές συνδρομές και αποστολές όπλων, αλλά και με συνεχείς προσπά-
θειες να υποκινήσουν τα φιλελληνικά αισθήματα των Ολλανδών.
Από τους πρωτεργάτες της φιλελληνικής επιτροπής, πολλοί ανήκαν στο Εμπορικό
Επιμελητήριο για το Ανατολικό Εμπόριο και τη Ναυτιλία, με το οποίο οι Έλληνες
είχαν άμεση σχέση. Πρόεδρος του σωματείου ήταν ο γνωστός τους J. Fabius, ενώ α-
85
Σπάρο Μπορίσοβνα Όλγα (1971), όπ.π., σελ. 100-101.
86
Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1966), «Αρχεία Λαζάρου και Γεωργίου Κουντουριώτου», τομ.
ΣΤ΄ (1793, 1801, 1821-1825), σελ. 17.

Δρόσος Δημήτρης, «Ο φιλελληνισμός των Κάτω Χωρών κατά την ελληνική επανάσταση»,
87

ΗΜΕ 1928, σελ. 123-128.

47
νάμεσα στα μέλη περιλαμβάνονταν δύο βουλευτές και κληρικοί, τρείς προτεστάντες
και ένας καθολικός. Το φιλελληνικό τους έργο πραγματοποιούνταν με διακριτικότη-
τα, προκειμένου να μην επισύρει την αντίδραση της κρατικής εξουσίας88.
Ωστόσο, τα φιλελληνικά αισθήματα των Κατωχωριτών, μπορεί κανείς να τα δια-
πιστώσει, εκτός από το Άμστερνταμ κα σε αυτήν ακόμη την ίδια βασιλική οικογένεια,
εξαιρώντας τον βασιλιά Γουλιέλμο. Ο τελευταίος, ενδιαφερόταν για τα εμπορικά
συμφέροντα των υπηκόων του και έτσι ακολουθούσε την πορεία της Μεγάλης Βρε-
τανίας. Η κυβέρνηση δηλαδή των Κάτω Χωρών, συνέχιζε την πολιτική της Πύλης,
προκειμένου να έχει ο πρεσβευτής της van Testa τη συμπαράσταση του Άγγλου συ-
ναδέλφου του στην Κωνσταντινούπολη Strangford.
Παρόλα αυτά, το 1823, γνωστοποιήθηκαν οι πρώτες αφίξεις Κατωχωριτών φιλελ-
λήνων στα ελληνικά στρατόπεδα και στα μέσα του ίδιου έτους, οι φιλέλληνες του
Άμστερνταμ, συνέλεξαν 7.000 δουκάτα για να τα αποστείλουν στην Ελλάδα. Το γε-
γονός αυτό προκάλεσε τη δυσαρέστηση της Πύλης και στις αρχές του 1824 ο πρε-
σβευτής ζήτησε από την κυβέρνηση του οδηγίες για τη στάση που έπρεπε να τηρήσει
απέναντι στους Έλληνες. Είχε το δίλλημα, αν έπρεπε να συμμορφωθεί προς την πολι-
τική των συναδέλφων του ή ν’ ακολουθήσει την τρέχουσα φιλελληνική πορεία της
Αγγλίας ή κάποιας άλλης χώρας89.
Μετά το 1824, η φιλελληνική κίνηση αυξήθηκε και σταδιακά προκάλεσε τη με-
ταβολή της φιλοτουρκικής στάσης της κυβερνήσεως. Συνεχίστηκαν οι έρανοι, δόθη-
καν συναυλίες σε διάφορες πόλεις και οι εισπράξεις διετέθησαν υπέρ των Ελλήνων.
Υπέρ των Ελλήνων όμως διετέθησαν και άλλες εισπράξεις όπως αυτές από την έκθε-
ση στις Βρυξέλλες ενός πίνακα, του ζωγράφου Odeyaere, που παρίστανε το θάνατο
του λόρδου Byron Μεσολόγγι90.
Γενικότερα ο φιλελληνισμός στις Κάτω Χώρες, βρήκε μεγάλη απήχηση ανάμεσα
στις διάφορες πολιτικές και κοινωνικοθρησκευτικές ομάδες. Ωστόσο, υπήρχαν πρό-

88
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», τομ. ΙΒ΄,
σελ. 322.
89
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η Μεγάλη Ελληνική Επα-
νάσταση (1821-1829)-Οι Προϋποθέσεις και οι Βάσεις της (1813-1822), τομ. Ε΄, σελ. 606. Πρβλ.
L. Heidendal, De houding van de Regering der Nederlanden ten overstaan van de Grieckse vrij-
heidsoorlog (1821-1830) en de Filhelleense Beweling, «Bijdragen voor de Geschichte der Neder-
landen», deel (1963), σελ. 1-18.
90
Δρόσος Δημήτρης, «Ο φιλελληνισμός των Κάτω Χωρών κατά την ελληνική επανάσταση»,
όπ.π..

48
σθετα προβλήματα, γεωγραφικά (βόρειοι – νότιοι), θρησκευτικά (προτεστάντες - κα-
θολικοί), που δυσκόλευαν τις γενικεύσεις ως προς τα κίνητρα και τη συμμετοχή της
κάθε ομάδας στο φιλελληνικό κίνημα91.

2.7 Σουηδία
Στη Σουηδία, όπως μαρτυρεί ο Erik Wiken, οι εφημερίδες περιείχαν πολλές στή-
λες αφιερωμένες στον αγώνα των Ελλήνων. Ο Erik Wiken, τόνιζε μάλιστα χαρακτη-
ριστικά πως δύσκολα μπορούσε κάποιος ν’ ανοίξει μια συλλογή από επιστολές ή α-
πομνημονεύματα χωρίς να γινόταν λόγος για τον αγώνα των Ελλήνων με συμπά-
θεια92.
Στη Στοκχόλμη, προς το τέλος του 1821, εκδόθηκε ένα φυλλάδιο που αποσκο-
πούσε τόσο στην ηθική όσο και στην υλική ενίσχυση του ελληνισμού. Το φυλλάδιο
αυτό, τιτλοφορούνταν «Έκθεση για την απάνθρωπη διαγωγή των βαρβάρων Τούρκων
απέναντι στους χριστιανούς υπηκόους των» και προέτρεπε τους Σουηδούς να στεί-
λουν στην αγωνιζόμενη Ελλάδα χρήματα, τρόφιμα και άνδρες. Εκείνη την εποχή φαί-
νεται πως έφτασαν και ο ταγματάρχης N. F. Aschling, που είχε γράψει το βαρύτιμο
«Δοκίμιο για μια ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», αλλά και ο υπολοχαγός T.
F. Aakerhielm93.

2.8. Ουγγαρία
Στην Ουγγαρία, γενικός ήταν ο ενθουσιασμός και τα αισθήματα συμπάθειας προς
τους αγωνιζόμενους Έλληνες, ενώ σχετικές πληροφορίες έδιναν τα απομνημονεύματα
του Νικόλαου Σούτσου, γιού του τελευταίου Έλληνα ηγεμόνα, Αλέξανδρου Σούτσου.
Ειδικότερα, ο φιλελληνισμός των Ούγγρων πήγαζε από τις αναμνήσεις της σχολι-
κής ιστορικής παιδείας τους που αναφερόταν κυρίως στην αρχαία Ελλάδα, αλλά και
από την λαχτάρα της ελευθερίας που ξεσήκωνε και αυτούς για την αποτίναξη του αυ-
στριακού ζυγού. Οι ειδήσεις για τον φιλελληνισμό των Ούγγρων, έφθασαν και στην
Ελλάδα μέσα από τους Ούγγρους που κατέβηκαν να πολεμήσουν, αλλά και από πο-

91
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», όπ.π..
92
Κακριδής Ι. Θ. (1948), «Η συμβολή της Σουηδίας στην Ελληνική Επανάσταση», μτφρ. από τα
σουηδικά, Αθήνα, Ανάτυπο της «Νέας Εστίας», σελ. 3.
93
Φραντζής Αμβρόσιος, «Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος αρχομένη από του
έτους 1715 και λήγουσα το 1837», τομ. Δ΄, σελ. 59-60.

49
λυάριθμους Έλληνες που έρχονταν από εκεί. Ο ενθουσιασμός μάλιστα των Ούγγρων,
δημοσιεύτηκε και στα «Ελληνικά Χρονικά», αρ. 20, στις 20 Μαρτίου 1824, αλλά το
φύλλο αυτό κατασχέθηκε ύστερα από εντολή του λόρδου Byron, ο οποίος δεν ήθελε
να προκαλέσει τον ερεθισμό των μεγάλων δυνάμεων της εποχής94.
Η αναφορά σε αυτήν την ενότητα για την φιλελληνική κίνηση ορισμένων μόνο
ευρωπαϊκών χωρών, δεν υποδηλώνει αδιαφορία από το μέρος άλλων προς την ελλη-
νική υπόθεση. Ο φιλελληνισμός ως κίνημα πολιτικό και πνευματικό, στενά δεμένο με
την κλασική παράδοση και τον ρομαντισμό, απλώθηκε πραγματικά σε όλη την Ευ-
ρώπη, αλλά και αλλού (Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Ινδία).

2.9 Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής


Κατά τα τέλη Μαΐου 1821, οι Αμερικανοί, πληροφορήθηκαν την είδηση της ελ-
ληνικής επανάστασης, με χαρά και ενθουσιασμό. Η στάση τους αυτή, οφειλόταν κυ-
ρίως στο μήνυμα των φιλελεύθερων ιδεών, που είχε γνωστοποιήσει η δική τους επα-
νάσταση του 1776 και το οποίο ανταπέδιδαν την εποχή αυτή οι Έλληνες. Το 1785
μάλιστα, ο Jefferson, είχε εκφράσει την ελπίδα ότι η Ελλάδα θα ελευθερωθεί και ότι ο
ίδιος θα προλάβαινε να ζήσει «τη γλώσσα του Ομήρου και του Δημοσθένη να κυλά
με καθαρότητα από τα χείλη ενός ελεύθερου και ευφυούς λαού»95.
Από τα τέλη του 1821, οι ειδήσεις για την ελληνική επανάσταση ήταν συχνότερες
στις αμερικανικές εφημερίδες, καθώς και τα σχετικά πολιτικά και διπλωματικά άρ-
θρα. Αξιοσημείωτη ήταν η έκκληση της γερουσίας της Μεσσηνίας, στις 25 Μαΐου,
προς την Αμερικανική Συμπολιτεία, η οποία έλεγε μεταξύ άλλων ότι θεωρούσε τους
Αμερικανούς, δίκαιους, φιλάνθρωπους και γενναίους, αφού η ελευθερία τους δεν
στηριζόταν στη δουλεία άλλων, αλλά ούτε και η ευτυχία τους σε ξένες συμφορές και
ταλαιπωρίες. Τόνιζε επίσης, ότι από το παράδειγμα της Αμερικής κατήργησε η Ευ-
ρώπη την απάνθρωπη εκείνη σωματεμπορία και ότι από αυτήν διδάχθηκε τη δικαιο-

94
Χόρβατ Ανδρέας (1978), «Ο φιλελληνισμός του Βύρωνος και η Ουγγαρία», Αλεξάνδρεια, σελ.
15-16.
95
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η Μεγάλη Ελληνική Επα-
νάσταση (1821-1829)-Οι Προϋποθέσεις και οι Βάσεις της (1813-1822), τομ. Ε΄, σελ. 598. Πρβλ.
James A. Field, America and the Mediterranean World, 1776-1882, Princeton, New Jersey 1969,
σελ. 121.

50
σύνη. Έλεγε χαρακτηριστικά, πως η δόξα ανήκει μόνο στην Αμερική και την κατέ-
τασσαν «υπεράνω όλων των φημισμένων από την ελευθερία και ευνομία εθνών»96.
Η έκκληση αυτή παραδόθηκε από τους Έλληνες λόγιους, Νικόλαο Πίκκολο και
Κωνσταντίνο Πολυχρονιάδη, στον πρεσβευτή των Ηνωμένων Πολιτειών στο Παρίσι
Albert Gallatin, προκειμένου να διαβιβαστεί στον υπουργό εξωτερικών John Quincy
Adams. Οι δύο αυτοί Έλληνες λόγιοι, είχαν ζητήσει και είχαν πετύχει, μέσω του Γάλ-
λου στρατηγού La Fayette, να επισκεφτούν τον Αμερικανό πρεσβευτή, με σκοπό να
τον πείσουν να ενδιαφερθεί αυτός κα η χώρα του, για το ελληνικό ζήτημα. Εξάλλου ο
Gallatin, εκδήλωνε συχνά το ενδιαφέρον του για την επαναστατημένη Ελλάδα97.
Όπως στις ευρωπαϊκές χώρες, έτσι και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής,
συγκροτήθηκαν κατά τόπους φιλελληνικές επιτροπές, δημοσιεύτηκαν φυλλάδια υπέρ
της Ελλάδας, έγιναν έρανοι, αλλά και άλλες φιλελληνικές εκδηλώσεις. Σπουδαίοι
Αμερικανοί ποιητές, όπως ο Bryant, ο Brooks, ο Halleck, ο Percival, ο Pierpont και ο
Woodworth, αφιέρωναν στίχους στην Ελλάδα, σε ήρωες του 1821 ή σε σημαντικά
γεγονότα πολέμου, έγραφαν δηλαδή με απόλυτη πίστη στην επιτυχία του αγώνα των
Ελλήνων. Στις αρχές Οκτωβρίου 1822 ειδικότερα, η εφημερίδα της Βοστώνης «Pa-
triot», καλούσε τους Αμερικανούς να δώσουν πρώτοι το παρόν στον αγώνα της Ελ-
λάδας, με το σύνθημα «Σώστε τους Έλληνες». Συγκεκριμένα, έστειλαν όπλα, πυρο-
μαχικά και χρήματα και τα συναισθήματα αυτά, τα συμμερίστηκε όλος ο αμερικανι-
κός τύπος98.
Η συμπάθεια που έτρεφαν οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για την Ελλάδα, ήταν
συνεχής από την αρχή έως το τέλο ς. Το 1823 μάλιστα, οι κυρίες της Νέας Υόρκης
κέντησαν ελληνική σημαία, μήκους περίπου 20 ποδιών, με την επιγραφή «Ιερόν τω
των Ελλήνων αγώνι», με σταυρό στην άκρη του και την ύψωσαν σε περίοπτη θέση,
μπροστά σε χιλιάδες ανθρώπους. Έπειτα από αυτό, Αμερικανός στρατηγός μίλησε με
θερμά λόγια για τους Έλληνες, τονίζοντας ιδιαίτερα τα αισθήματα ευγνωμοσύνης που

96
Λάσκαρης Σ. Θ. (1926), «Ο φιλελληνισμός εν Αμερική κατά την ελληνικήν επανάστασιν», Α-
θήναι, σελ. 5-7.
97
Τόζης Ιωάννης Αργυρ. (1956), «Ελληνο-αμερικανικαί επαφαί κατά την Επανάστασιν του 1821»,
στα «Ελληνικά» 14 (1956), σελ. 421-428.
98
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 600. Πρβλ. Byron Raizis, American
Philhellenic Poetry, 1821-1830, «NeoHellenica», 2 (1975), σελ. 225-236.

51
πρέπει να αισθάνονται όλοι για την Ελλάδα, την χώρα που πρόσφερε πολλά για τον
πολιτισμό της ανθρωπότητας99.
Παρόμοια αισθήματα εξέφρασε και ο Αμερικανός ποιητής και ομηριστής William
Cullen Bryant, ο οποίος στον έντονο λόγο που έβγαλε το 1823 στην πόλη Great Bar-
rington Mass, επισήμανε ότι η Ελλάδα υπήρξε η πραγματική κοιτίδα της ελευθερίας,
στην οποία υποκλίθηκαν οι πρώιμες δημοκρατίες. Δεν παρέλειψε όμως να τονίσει ότι
όλοι, είναι μαθητές των μεγάλων ανδρών της Ελλάδας, σε όλες τις αρχές της επιστή-
μης, των ηθικών διδασκαλιών και της καλής διακυβέρνησης100.
Από τα παραπάνω μπορεί κανείς να συμπεράνει, ότι η ουσιαστικότερη αμερικανι-
κή φιλελληνική κίνηση, εκδηλώθηκε από το 1823 και μετά, όταν άρχισαν να τελε-
σφορούν οι έντονες φιλελληνικές ενέργειες ορισμένων θερμών φιλελλήνων. Ανάμεσα
σε αυτούς, ξεχώρισε ο φίλος του Κοραή και καθηγητής της αρχαίας ελληνικής φιλο-
λογίας στο Πανεπιστήμιο του Harvard, Edward Everett. Ο Everett, που είχε επισκε-
φτεί την Ελλάδα το 1819 και ήταν εκδότης της εφημερίδας North American Review,
αφιέρωσε τις δυνάμεις του να αφυπνίσει τους συμπατριώτες του και να τους συγκι-
νήσει σχετικά με τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. Παρακινημένοι από το
ενδιαφέρον που προκάλεσαν τα άρθρα του Everett στην εφημερίδα, αλλά και η πα-
ράλληλη δημοσίευση ελληνικών εγγράφων (το κείμενο του Προσωρινού Πολιτεύμα-
τος της Ελλάδος, η Προκήρυξη της Μεσσηνιακής Γερουσίας προς τους Αμερικανούς
και η συνοδευτικής της επιστολή του Κοραή), ορισμένοι επίσημοι φορείς στο Κο-
γκρέσο, άρχισαν σταδιακά να τάσσονται υπέρ των αγωνιζόμενων Ελλήνων101.
Οργανώθηκαν συστηματικότερα φιλελληνικές επιτροπές για την ενίσχυση του
καταπιεζόμενου ελληνικού λαού και μία από αυτές ήταν η φιλελληνική επιτροπή της
Βοστώνης που ίδρυσε το 1823 ο Everett. Η επιτροπή αυτή και άλλες που ιδρύθηκαν
στην Νέα Υόρκη και την Φιλαδέλφεια κατά τα τέλη του 1823, έγιναν τα σπουδαιότε-
ρα κέντρα φιλελληνισμού στην Αμερική. Στην Φιλαδέλφεια και σε πολλές πόλεις των
Ανατολικών Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και σε διάφορα πανεπιστήμια και σχολές,
ιδρύονταν επιτροπές για την διενέργεια εράνων. Ακόμη, και οι ιεροκήρυκες στις εκ-

99
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄. Πρβλ. Δραγούμη, Απομνημονεύματα, 1,
σελ. 68-69.
100
Τόζης Ιωάννης (1953), «Ένας Θεσσαλονικεύς πρόδρομος της ελληνοαμερικανικής φιλίας»,
στον τόμο «Γέρας Αντωνίου Κεραμοπούλλου», Θεσσαλονίκη, σελ. 375.
101
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», σελ. 323.

52
κλησίες, έβγαζαν φιλελληνικούς λόγους στους οποίους ζητούσαν την βοήθεια των
πιστών και συνέλλεγαν αρκετά χρήματα. Αμερικανοί, επίσης ιεροκήρυκες, αλλά και
ναυτικοί, περισυνέλλεγαν ορφανά ελληνόπουλα και τα έστελναν στην Αμερική, όπου
φιλάνθρωπες οικογένειες τα υιοθετούσαν και τα ανέθρεφαν102.
Ο φιλελληνισμός, βρήκε άξιους συνηγόρους, στο πρόσωπο ορισμένων πολιτικών
ανδρών και μάλιστα μελών της κυβερνήσεως. Στο ετήσιο διάγγελμα του στις 4 Δε-
κεμβρίου 1822, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών James Monroe, εκδήλωσε τη
συμπάθεια του προς την αγωνιζόμενη Ελλάδα και εξέφρασε τη γνώμη ότι οι Έλληνες
θα αποκτήσουν την ελευθερία τους. Η επανάληψη των ίδιων σκέψεων στον επόμενο
χρόνο, στην περίφημη διακήρυξη στις 2 Δεκεμβρίου 1823, γνωστό αργότερα ως δόγ-
μα Monroe, έδειχνε ότι δεν είχε γίνει καμία επίσημη πρόοδος προς αυτήν την κατεύ-
θυνση. Το δεύτερο μήνυμα του Monroe, ο οποίος εξέφραζε την κοινή γνώμη, αλλά
όχι την εξωτερική πολιτική της κυβερνήσεως του σχετικά με το ελληνικό ζήτημα, σε
αντίθεση με το πρώτο, δημιούργησε ομόφωνη αίσθηση, όχι μόνο στις Ηνωμένες Πο-
λιτείες Αμερικής, αλλά και στην Ευρώπη103.
Ύστερα από το προεδρικό μήνυμα του 1823, ο πληρεξούσιος της Μασαχουσέτης,
David Webster, ειλικρινής φιλελεύθερος, που είχε παρακολουθήσει με απογοήτευση
την επικράτηση της πολιτικής της Ιερής Συμμαχίας στην Ευρώπη και είχε ενθουσια-
στεί από την ελληνική επανάσταση, υπέβαλε στο Κογκρέσο την πρόταση να ορισθεί
Αμερικανός εκπρόσωπος, προκειμένου να παρακολουθεί από κοντά την πορεία του
ελληνικού αγώνα. Η πρόταση του Webster, απασχόλησε αρκετές μέρες το Κογκρέσο,
γιατί υπήρχαν πολλοί που μίλησαν υπέρ ή κατά. Τελικά θεωρήθηκε προτιμότερο να
μην τεθεί το ζήτημα σε ψηφοφορία, με αποτέλεσμα να αναβληθούν επ’ αόριστον οι
αποφάσεις που αφορούσαν στο ελληνικό πρόβλημα. Το αποτέλεσμα αυτό, αν και α-
πογοήτευσε τους φιλέλληνες, δεν μείωσε τον ενθουσιασμό τους104.
Παρ’ όλες τις δυσκολίες, οι φιλελληνικές εκδηλώσεις στάθηκαν αρκετά αποτελε-
σματικές. Συγκεκριμένα, οι επιτροπές της Φιλαδέλφειας, της Βοστώνης και της Νέας
Υόρκης, συγκέντρωσαν αξιόλογα χρηματικά ποσά, εισφορές από όλα τα μέρη των
Ηνωμένων Πολιτειών, τα οποία έστειλαν στους Έλληνες απεσταλμένους στο Λονδίνο
για να τα μεταβιβάσουν στην ελληνική διοίκηση.
102
Λάσκαρης Σ. Θ. (1926), όπ.π., σελ. 34-38.
103
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1824», τομ. ΙΒ΄, σελ. 477.
104
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 603.

53
Η δραστηριότητα αυτή των φιλελληνικών επιτροπών, που ύστερα από την απο-
στολή των χρηματικών ποσών προς την ελληνική διοίκηση είχε σημαντικά μειωθεί,
ξαναζωντάνεψε προς το τέλος του 1826. Οι Αμερικανοί, δεν συγκινούνταν μόνο από
τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων, αλλά ενδιαφέρονταν περισσότερο για την
επιβίωση των επαναστατημένων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, να αντιμετωπίσουν το
οξύτατο πρόβλημα με ανθρωπισμό και να στραφούν προς την διάσωση και ενίσχυση
των αμάχων και παράλληλα προς την προώθηση της εκπαίδευσης των ελληνοπαίδων.
Η τελευταία φάση του αμερικανικού φιλελληνισμού στην διάρκεια της Ελληνικής
Επανάστασης, συνέπεσε με την αυξημένη δραστηριοποίηση των ιεραποστόλων. Οι
τελευταίοι, σε συνεργασία με τα γυναικεία σωματεία, φρόντιζαν για την προαγωγή
της εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Η αποστολή κατάλληλων εκπαιδευτικών, όπως οι Jo-
nas King, J.J. Robertson και J. Hill, αλλά και η ίδρυση σχολείων, αποτελούσε τον κύ-
ριο αντικειμενικό τους σκοπό105.

2.10 Ινδία
Οι αγώνες των Ελλήνων για την απελευθέρωση τους από τον τουρκικό ζυγό, εί-
χαν απήχηση, ακόμα και στην μακρινή Ινδία και κυρίως στην μεγαλούπολη Καλκού-
τα. Στην πόλη αυτή, που από δεκάδες χρόνια ήταν εγκατεστημένοι Έλληνες από διά-
φορες ελληνικές πόλεις, αποστέλλεται πιθανότατα με την έγκριση της προσωρινής
ελληνικής κυβέρνησης, ο Ζακυνθινός Νικόλαος Κεφαλάς.
Ο Κεφαλάς, προς το τέλος του 1823, κατόρθωσε να οργανώσει με τους θαυμα-
στές του ελληνικού αγώνα, Έλληνες, Ευρωπαίους, Ινδούς και Κινέζους, φιλελληνική
επιτροπή και με εράνους να συγκεντρώσει το ποσό των 25.380 ρουπιών, δηλαδή να
συγκεντρώσει 2.200 λίρες στερλίνας. Το ποσό αυτό, το μετέφερε στο Λονδίνο, αλλά
τελικά μόνο οι 1.200 λίρες έφθασαν στην ελληνική κυβέρνηση. Οι υπόλοιπες 1.000,
που για την εξαφάνιση τους κατηγορήθηκε ο Ορλάνδος, δόθηκαν όπως ισχυρίστηκε ο
τελευταίος, στον Ιωάννη Ζαΐμη, μέλος της Επιτροπής του δανείου, όταν επέστρεψε
στην Ελλάδα106.
Στο κλείσιμο της συγκεκριμένης ενότητας, θα ήταν σκόπιμο να παρουσιασθεί και
ο παρακάτω πίνακας, από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Βακαλόπουλου «Ευρωπαίοι

105
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1824», όπ.π..

Λουκάτος Σπύρος Δ. (1965), «Έλληνες και φιλέλληνες των Ινδιών κατά την ελληνικήν επανά-
106

στασιν», Αθήναι.

54
Φιλέλληνες, Παρατηρητές και Τεχνοκράτες στην Επαναστατημένη Ελλάδα και στο
Ελλαδικό Βασίλειο (1821-1843)», ο οποίος αναφέρει τον αριθμό των φιλελλήνων κα-
τά εθνικότητα και χρόνο αφίξεως τους στην Ελλάδα.

ΓΝΩΣΤΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΤΑ ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΑ


ΚΑΙ ΧΡΟΝΟ ΑΦΙΞΕΩΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
1821-1822 1823-μέσα μέσα 1825- Αβέβαιος Συνολικός αριθμός
1825 τέλος χρόνος
Γερμανοί 265 (116) 10 (9) 50 (13) 17 (4) 342 (142)
Γάλλοι 71 (19) 2 114 (39) 9 (2) 196 (60)
Ιταλοί 62 (19) 12 (4) 48 (13) 15 (6) 137 (42)
Άγγλοι 12 (4) 31 (7) 56 (10) 99 (21)
Ελβετοί 19 (8) 14 (3) 2 35 (11)
Πολωνοί 24 (10) 3 (1) 3 30 (11)
Ολλανδοί και Βέλγοι 12 (1) 1 (1) 4 (1) 17 (3)
Αμερικανοί 1 (1) 5 10 (2) 16 (3)
Ούγγροι 4 (3) 2 3 (3) 9 (6)
Σουηδοί 5 (3) 3 1 (1) 9 (4)
Δανοί 7 (3) 1 8 (3)
Ισπανοί 3 (1) 5 (3) 1 9 (4)
Άγνωστης εθνικότη- 4 8 21 (3) 33 (3)
τας
ΣΥΝΟΛΙΚΟΙ Α- 489 (144) 64 (21) 318 (88) 69 (16) 940 (313)
ΡΙΘΜΟΙ
Οι αριθμοί στις παρενθέσεις αναφέρονται στους Φιλέλληνες που σκοτώθηκαν σε μάχες ή πέθαναν από κακουχίες και αρρώστιες.
Οι αριθμοί των Φιλελλήνων παρέχονται κατά τον πίνακα του William St. Clair στο βιβλίο του «That Greece Might Still be Free» The
Camelot Press Ltd, Λονδίνο 1972 (σελ.356).

55
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΦΙΛΕΛΛΗΝΕΣ
ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΑ

56
Ι. Το Ευρωπαϊκό Φιλελληνικό Κίνημα μέχρι την πτώση του Μεσολογγίου (1826)

Οι αντιπρόσωποι των φιλελληνικών επιτροπών των πόλεων Ζυρίχης, Βασιλείας,


Στουτγάρδης, Darmstadt και Heidelberg, ανέπτυξαν σημαντική δραστηριότητα, προ-
κειμένου να κινητοποιηθεί η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, με κύριο σκοπό την αποστολή
χρημάτων. Τα χρήματα αυτά θα χρησίμευαν για να ιδρυθεί η γερμανική λεγεώνα και
να συντηρηθεί κατά τη διάρκεια παραμονής της στην Ελλάδα.
Την ιδέα για την ίδρυση μιας γερμανικής λεγεώνας, δηλαδή μιας οργανωμένης
και εξοπλισμένης στρατιωτικής μονάδας από ευρωπαίους εθελοντές, συνέλαβε στα
μέσα του 1821, ο Γερμανός Friedrich Thiersch. Ο Thiersch, ήταν ελληνιστής καθηγη-
τής του Πανεπιστημίου του Μονάχου και θερμός φιλέλληνας107.
Για την υλοποίηση του σχεδίου του, είχε έρθει σε επαφή με ορισμένους ένθερ-
μους Έλληνες πατριώτες, που ήταν εγκατεστημένοι στην Βιέννη και την Τεργέστη.
Ο Thiersch πίστευε ότι είχε έρθει η κατάλληλη στιγμή για να αποβιβαστεί στον Βόλο
ένα γερμανικό εκστρατευτικό σώμα και έτσι σε συνεργασία με τις γερμανικές φιλελ-
ληνικές επιτροπές, συνέταξε τις λεπτομέρειες της επιχείρησης. Υπολόγισε μάλιστα
πως θα χρειαζόντουσαν ένα εκατομμύριο gulden, για την αποστολή ενός σώματος
από Γερμανούς αξιωματικούς και υπαξιωματικούς στην Ελλάδα. Ποσό το οποίο κα-
λύφθηκε από εισφορές των φιλελληνικών κομιτάτων της Γερμανίας, αλλά και από
εμπορικούς οίκους της Εταιρείας108.
Το σχέδιο του ο Thiersch, το γνωστοποίησε και στον βασιλιά της Βαυαρίας Λου-
δοβίκο Α΄, ο οποίος δε φάνηκε να έφερε αντιρρήσεις καθώς ήταν γνωστός για τα φι-
λελληνικά του αισθήματα. Ωστόσο, το σχέδιο του ναυάγησε, επειδή τον Ιούλιο του
1821 έπεσε στα χέρια της αυστριακής αστυνομίας η αλληλογραφία που είχε με τους
Έλληνες της Βιέννης. Το γεγονός αυτό προδιέθεσε αρνητικά απέναντι του την αυ-
στριακή και την βαυαρική κυβέρνηση και είχε δυσάρεστες συνέπειες για τους Έλλη-
νες της Βιέννης, πολλοί από τους οποίους φυλακίστηκαν και καταδικάστηκαν109.

107
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημονεύματα,
Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωματών, Ειδικών Απεσταλ-
μένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α»., τομ. Γ΄ (1823-1824), σελ. 425.
108
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), «Ευρωπαίοι Φιλέλληνες, Παρατηρητές και Τεχνο-
κράτες στην Επαναστατημένη Ελλάδα και στο Ελλαδικό Βασίλειο (1821-1843)», σελ. 15.

Λαΐου Γ. (1958), «Ανέκδοτες Επιστολές και Έγγραφα του 1821. Ιστορικά Δοκουμέντα από τα
109

Αυστριακά Αρχεία», Αθήναι, σελ. 184.

57
Ο Thiersch όμως, παρά τα όσα συνέβησαν δεν πτοήθηκε, αλλά ήρθε σε επαφή με
τους Έλληνες της Τεργέστης και κυρίως με τον Θεσσαλό Θεοχάρη Κεφαλά, ο οποίος
επέστρεψε στις αρχές Αυγούστου από το Μόναχο. Στο Μόναχο ο Κεφαλάς, είχε συ-
ζητήσει με τον Thiersch και άλλους Γερμανούς φιλέλληνες το θέμα της αποστολής
της γερμανικής λεγεώνας, αλλά και προτάσεις για χορήγηση δανείου ύψους
8.000.000 φράγκων. Ενθουσιασμένος από την ιδέα ενός φιλελληνικού εκστρατευτι-
κού σώματος, ο Κεφαλάς, έστειλε στις 31 Αυγούστου του 1821 μια σημαντική επι-
στολή στον Thiersch, στην οποία του υποσχόταν να μεταφέρει ο ίδιος προσωπικά
στην επαναστατημένη Ελλάδα το ψήφισμα που είχε συντάξει ο Γερμανός φιλέλληνας
για την αποστολή της γερμανικής λεγεώνας110.
Ο Κεφαλάς όμως έκρινε σκόπιμο, πριν συσταθεί η γερμανική λεγεώνα, να στα-
λούν στην Ελλάδα όπλα και πολεμοφόδια, από τη Γένουα, το Λιβόρνο, τη Μασσαλία,
τη Βρέμη και το Αμβούργο. Υποστήριζε, ότι αρχικά έπρεπε να σταλθούν το Πυροβο-
λικό μαζί με τους πυροβολητές, αλλά και κράνη, γυλιοί, παλάσκες, για να διανεμη-
θούν στην Ελλάδα με τον κατάλληλο τρόπο και να εξοπλιστούν οι άνδρες. Προς το
τέλος μάλιστα της επιστολής του προς τον Thiersch, ο Κεφαλάς, επηρεασμένος από
τη φράση του Αρχιμήδη «Δώσε μου τόπο να σταθώ και θα σου μετακινήσω όλο τον
κόσμο!», είπε χαρακτηριστικά «Δώστε μας όπλα και θα εκπλαγείτε από τα κατορθώ-
ματα μας!»111.
Τον Σεπτέμβριο του 1821, ο Κεφαλάς έφθασε στην Ελλάδα και συνάντησε τον
Θεόδωρο Νέγρη, τον μελλοντικό πρόεδρο του Αρείου Πάγου. Τον Νοέμβριο του ίδι-
ου έτους, εκλέχτηκε και ο ίδιος μέλος του Αρείου Πάγου, όπου και παρουσίασε το
σχέδιο του Thiersch. Ο Νέγρης το επικύρωσε στις 23 Νοεμβρίου του 1821, αλλά
σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Βακαλόπουλο112, δεν συμπεριλήφθηκε στις δημοσιευ-
μένες μέχρι σήμερα μελέτες και παρέμεινε ανέκδοτο. Το πρωτότυπο του ψηφίσματος
του Thiersch, το ανακάλυψε ο Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος στα Κρατικά Αρχεία της
Ζυρίχης και περιελάμβανε συνολικά εννέα άρθρα, αλλά και προέβλεπε την κάθοδο
Γερμανών στρατιωτικών στην Ελλάδα με αρχηγό έναν στρατηγό που θα εκτελούσε
τις διαταγές της ελληνικής κυβέρνησης. Οι Γερμανοί στρατιωτικοί, θα αναλάμβαναν

110
Σπηλιάδης Νικόλαος, «Απομνημονεύματα διά να χρησιμεύσωσιν εις την Νέαν Ελληνικὴ ν Ι-
στορίαν (1821-1843)», επανέκδοση από τον Παναγιώτη Φ. Χριστόπουλο, τομ. Α΄, σελ. 344.
111
Λαΐου Γ. (1958), όπ.π., σελ. 215-216.
112
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 19.

58
την εκπαίδευση νέων Ελλήνων σύμφωνα με τα δεδομένα της σύγχρονης ευρωπαϊκής
τακτικής και η γερμανική λεγεώνα θα οργανώνονταν στον Βόλο. Η ελληνική κυβέρ-
νηση θα παρείχε μισθό και τροφές στους Ευρωπαίους φιλέλληνες και μετά την απε-
λευθέρωση της Ελλάδας, θα τους αντάμειβε με παροχές καλλιεργήσιμων εκτάσεων
γης113.
Για τον Νέγρη, το σχέδιο του Thiersch και οι επαφές του Κεφαλά με τα φιλελλη-
νικά Κομιτάτα της Κεντρικής Ευρώπης, ευνοούσαν την σύναψη δανείου από το εξω-
τερικό, καθώς η εξοικονόμηση χρημάτων για την κάλυψη των αναγκών του πολέμου
ήταν το μόνο που τον απασχολούσε. Ο Άρειος Πάγος με ψήφισμα του στις 23 Νοεμ-
βρίου 1821, αποφάσισε τη σύναψη εξωτερικού δανείου ύψους 150.000 φλωρινίων
και ανέθεσε την αποστολή στον Θεοχάρη Κεφαλά και τον Χρονία Δροσινό, πληρε-
ξούσιο των Αγράφων στην Εθνοσυνέλευση. Έτσι, κατά την διάρκεια των εργασιών
της πρώτης Εθνικής Συνέλευσης, που άρχισαν στις 20 Δεκεμβρίου 1821, αποφασί-
στηκε να σταλούν στην Γερμανία και στην Ιταλία, εκτός από τον Θεοχάρη Κεφαλά
και τον Δροσινό, ο Μιχαήλ Σχινάς, ο Γερμανός φιλέλληνας Dittmar και ο Ανδρέας
Λουριώτης, προκειμένου να επιτύχουν βοηθήματα για τον αγώνα114.
Πρώτος έφθασε στην Ζυρίχη, τον Απρίλιο του 1822, ο Γερμανός αξιωματικός
Dittmar, με συστατική επιστολή του Θεόδωρου Νέγρη, ο οποίος την εποχή εκείνη
ήταν υπουργός Εξωτερικών της ελληνικής κυβέρνησης. Στην επιστολή εκείνη, ο Νέ-
γρης αναφερόταν στις επανειλημμένες συσκέψεις που είχε στην Ελλάδα με τον Γερ-
μανό φιλέλληνα και τον Μιχαήλ Σχινά. Ο Νέγρης, αναγνωρίζοντας τον πολύτιμο ρό-
λο των φιλελλήνων στον αγώνα και την σημαντική συμβολή των φιλελληνικών επι-
τροπών, τόνιζε ότι οι Έλληνες ήταν ευγνώμονες απέναντι στους Ευρωπαίους και ότι
είχαν απόλυτη ανάγκη από την συμπαράσταση τους115.
Την ίδια εποχή με τον Γερμανό αξιωματικό Dittmar, έφτασε στη Ζυρίχη και ο
Μιχαήλ Σχινάς ως αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης. Ο Σχινάς, που ήταν
προμηθευμένος με συστατικές επιστολές του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και του

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 19-20. Πρβλ. Zentralbibliothek Zurich,
113

Ms 174, Nr 22.
114
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., σελ. 427.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 29. Πρβλ. Zentralbibliothek Zurich, Ms
115

175α, f. 4.

59
Θεόδωρου Νέγρη, είχε αναλάβει να επιταχύνει την αποστολή φιλελληνικών βοηθειών
στην Ελλάδα116.
Λίγους μήνες αργότερα, στις 23 Ιουλίου 1822, έφθασαν στη Ζυρίχη και ο Θεοχά-
ρης Κεφαλάς με τον Χρονία Δροσινό. Εφοδιασμένοι με τη συστατική επιστολή του
Σπυρίδωνα Βάλβη, ξεκίνησαν στη Ζυρίχη τις διαπραγματεύσεις τους με την φιλελλη-
νική της επιτροπή, έχοντας ως σκοπό την σύναψη δανείου ύψους 150.000 φλωρινίων
και την επιτάχυνση της αποστολής των Γερμανών και των Ελβετών φιλελλήνων στην
Ελλάδα. Οι διαπραγματεύσεις αυτές, προχώρησαν σύμφωνα με το γνωστό σχέδιο του
Thiersch, που αφορούσε την κάθοδο της γερμανικής λεγεώνας. Αξίζει δε να σημειω-
θεί ότι ο Κεφαλάς φτάνοντας στην Ζυρίχη διαβίβασε στα μέλη ης φιλελληνικής της
επιτροπής, ευχαριστήρια επιστολή του με την οποία παρακινούσε ακόμη τους φιλέλ-
ληνες να βοηθήσουν την Ελλάδα με την αποστολή της λεγεώνας117.
Στις 23 Σεπτεμβρίου του 1822, συγκεντρώθηκαν σε ένα άλλο επίσης κέντρο του
φιλελληνισμού, στην Στουτγάρδη, οι εκπρόσωποι τω φιλελληνικών επιτροπών της
Γερμανίας και της Ελβετίας, προκειμένου να συζητήσουν το θέμα της αποστολής
βοήθειας προς τους αγωνιζόμενους Έλληνες. Στη σύσκεψη αυτή, παρουσιάστηκαν
και οι τέσσερις ειδικοί απεσταλμένοι από την Ελλάδα, ο Μιχαήλ Σχινάς με τον Ditt-
mar και ο Θεοχάρης Κεφαλάς με τον Χρονία Δροσινό. Την πρωτοβουλία για την α-
ποστολή βοήθειας ανέλαβαν τα μέλη των επιτροπών της Ζυρίχης και της Στουτγάρ-
δης, τα οποία αποφάσισαν να στείλουν στην Ελλάδα, από το λιμάνι της Μασσαλίας,
150 Γερμανούς και Ελβετούς φιλέλληνες που είχαν πολεμική πείρα και οι οποίοι θα
σχημάτιζαν την γερμανική λεγεώνα. Ο Κεφαλάς, ανέλαβε να οδηγήσει την γερμανική
λεγεώνα στην Ελλάδα, ενώ ο Dittmar και ο Γερμανός φιλέλληνας Schmidt, που είχε
λάβει μέρος στη μάχη του Πέτα, διορίστηκαν εκπρόσωποι των φιλελληνικών επιτρο-
πών στην Ελλάδα118. Στις 14 Ιανουαρίου του 1823, ο Μιχαήλ Σχινάς, υπέγραψε επί-
σημα στη Ζυρίχη το συμβόλαιο της καθόδου της γερμανικής λεγεώνας στην Ελλά-
δα119.

Μπελιά Ελένη Δ. (1969), «Οι Λόγιοι αδελφοί Δημήτριος και Μιχαήλ Γεωργίου Σχινά», σελ.
116

183.
117
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., σελ. 430-431.
118
Άννινος Χαράλαμπος (1995), «Οι Φιλέλληνες του 1821», σελ. 47.
119
Μπελιά Ελένη Δ. (1969), όπ.π..

60
Τα χρήματα που απαιτούνταν για την πραγματοποίηση της αποστολής, θα προέρ-
χονταν από τις συνεισφορές των φιλελληνικών επιτροπών και από τις μετοχές, τις
οποίες θα λάμβανε ο Κεφαλάς από την σύναψη του δανείου. Ο Κεφαλάς και ο Σχι-
νάς, υποσχέθηκαν στα μέλη των φιλελληνικών επιτροπών της Στουτγάρδης και της
Ζυρίχης, ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πραγματοποιούσε τα τρία βασικά άρθρα της
σύμβασης, κατά την άφιξη τους στην Ελλάδα. Θα επικύρωνε δηλαδή το δάνειο της
Ανατολικής Χέρσου Ελλάδας, θα φρόντιζε για την διατροφή και την συντήρηση της
γερμανικής λεγεώνας, αλλά και θα ερχόταν σε συνεχή επαφή με τη φιλελληνική επι-
τροπή της Ζυρίχης για οποιοδήποτε σχετικό θέμα120.
Η σύμβαση υπογράφτηκε τελικά στις 23 Σεπτεμβρίου 1822 από τον Θεοχάρη Κε-
φαλά. Με τα τρία βασικά άρθρα της που αναφέρθηκαν παραπάνω, τα μέλη των γερ-
μανικών και ελβετικών φιλελληνικών επιτροπών, επιζητούσαν αφενός να κατοχυρώ-
σουν τα δικαιώματα των Ευρωπαίων φιλελλήνων που θα έπαιρναν μέρος στην πρώτη
οργανωμένη αποστολή στην Ελλάδα, και αφετέρου, να δώσουν επίσημη μορφή στις
σχετικές διαδικασίες. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα, να επιδοκιμαστούν και τελικά να
επικυρωθούν από την ελληνική κυβέρνηση και όχι από τη γερουσία της Ανατολικής
Χέρσου Ελλάδας. Ίσως γι’ αυτό να αντιμετώπιζαν τον Θεοχάρη Κεφαλά με κάποια
επιφυλακτικότητα και να καθυστερούσαν να συγκατατεθούν στην πραγματοποίηση
του σχεδίου του. Έτσι δύο μέρες αργότερα, στις 25 Σεπτεμβρίου, ο Μιχαήλ Σχινάς
ανέλαβε την πρωτοβουλία, και χωρίς καμιά επίσημη κυβερνητική εξουσιοδότηση,
υποσχέθηκε να αναγνωριστεί το δάνειο ως εθνικό χρέος121. Στην ενέργεια του εκείνη,
οδηγήθηκε από το γεγονός ότι απέδιδε πολύ μεγαλύτερη σημασία στη σύναψη του
δανείου , παρά στην αποστολή της γερμανικής λεγεώνας και των φιλελληνικών βοη-
θειών στην Ελλάδα122.
Ο Θεοχάρης Κεφαλάς και ο Μιχαήλ Σχινάς, βλέποντας την επιτακτική ανάγκη να
σταλούν χρήματα, πολεμοφόδια και ακόμη ένα εκστρατευτικό σώμα φιλελλήνων, δέ-
χτηκαν να αναλάβουν σημαντική δραστηριότητα στην Ελβετία και την Γερμανία και

120
Σπηλιάδης Νικόλαος, όπ.π., σελ. 344-345.
121
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., σελ. 433.
122
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 33. Πρβλ. Πρωτοψάλτη Εμμανουήλ Γ.,
«Ιστορικόν Αρχείον Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου», τ. 5, τευχ. 1, σελ. 347.

61
να πετύχουν τελικά σε συνεργασία με τις φιλελληνικές επιτροπές τη δημιουργία της
γερμανικής λεγεώνας123.
Μετά τον Σεπτέμβριο του 1822, οι αντιπρόσωποι των φιλελληνικών επιτροπών
των πόλεων Ζυρίχης, Βασιλείας, Στουτγάρδης, Darmstadt και Heidelberg, τόνιζαν σε
πολυάριθμες επιστολές τους προς τους φίλους του ελληνικού ζητήματος, την ανάγκη
να δυναμώσει το φιλελληνικό ρεύμα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μάλιστα κάθε μέρα
παρουσιάζονταν νέοι Γερμανοί και Ελβετοί φιλέλληνες, στρατιωτικοί, φοιτητές, ερ-
γάτες, προκειμένου να καταταχθούν στην γερμανική λεγεώνα και όλοι τους ήταν α-
ποφασισμένοι να πολεμήσουν στο πλευρό των Ελλήνων για να τους απελευθερώσουν
από τον τουρκικό ζυγό. Την οργάνωση και την αποστολή του τμήματος, ανέλαβε ο
γενικός πληρεξούσιος των Κομιτάτων, Ernst Emil Hoffman, ο οποίος ήταν επικεφα-
λής των οργανώσεων του Darmstadt. Ειδικότερα στο Darmstadt, είχαν δηλώσει συμ-
μετοχή 130 άτομα124.
Πολύ παραστατικές διαφαίνονταν επίσης και οι συντονισμένες δράσεις των αντι-
προσώπων των ελβετικών και γερμανικών φιλελληνικών επιτροπών προς τους φίλους
του ελληνικού ζητήματος, οι οποίες είχαν σκοπό την αποστολή οικονομικών ενισχύ-
σεων που προορίζονταν για τον ελληνικό αγώνα. Ενώ λοιπόν οι φιλελληνικές επιτρο-
πές κινητοποιήθηκαν για την εξεύρεση πόρων που θα χρηματοδοτούσαν την στρατο-
λογία, την οργάνωση, τον εξοπλισμό και την αποστολή του εκστρατευτικού σώματος,
οι αντιπρόσωποι τους είχαν εκφράσει την επιθυμία να βρίσκονται σε διαρκή επαφή
με τα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτό γινόταν κυρίως για να πετυχαίνει ο συ-
ντονισμός της αποστολής τροφίμων και πολεμοφοδίων. Έτσι, ο Μιχαήλ Σχινάς ανέ-
λαβε να οργανώσει στην Ελλάδα ένα ταχυδρομείο, το οποίο θα έστελνε στις φιλελλη-
νικές επιτροπές της Στουτγάρδης και της Ζυρίχης το απαραίτητο ενημερωτικό υλικό,
διάφορα φυλλάδια, επίσημες προκηρύξεις και άλλες επιστολές της ελληνικής κυβέρ-
νησης. Μέσω όμως αυτού του ταχυδρομείου, θα μπορούσαν να αλληλογραφούν και
οι συγγενείς των φιλελλήνων με τους δικούς τους που ήταν εγκατεστημένοι στην Ελ-
λάδα. Οι φιλελληνικές λοιπόν επιτροπές της Γερμανίας και της Ελβετίας, συμπαρα-
στέκονταν με κάθε μέσο στον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό125.

123
Σπηλιάδης Νικόλαος, όπ.π..
124
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., σελ. 432.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», τομ. ΙΒ΄,
125

σελ. 320.

62
Ο Σχινάς ανέλαβε επίσης, εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, να στέλνει κάθε
δύο μήνες καράβι στη Μασσαλία, το οποίο θα είχε ξένη σημαία και στο οποίο θα επι-
βιβάζονταν οι Ευρωπαίοι στρατιωτικοί που είχαν επιστρατευτεί από τις φιλελληνικές
επιτροπές. Οι επιτροπές της Ζυρίχης και της Στουτγάρδης, θα μάθαιναν την άφιξη και
την αναχώρηση κάθε πλοίου, από ειδικό πράκτορα της ελληνικής κυβέρνησης, ενώ
πριν από την αναχώρηση κάθε πλοίου, θα ενημερώνονταν οι αντιπρόσωποι των φι-
λελληνικών επιτροπών126.
Από την άλλη ο Κεφαλάς, που αντιμετώπιζε ανυπέρβλητες δυσκολίες για την σύ-
ναψη του δανείου ύψους 150.000 φλωρινίων, μπόρεσε τελικά να συγκεντρώσει μόνο
το ένα μέρος. Οι περισσότεροι από τους Ευρωπαίους φιλέλληνες, προς τους οποίους
γινόταν έκκληση για οικονομική ενίσχυση, δεν ήθελαν να συνεισφέρουν, πριν ασφα-
λιστούν με ορισμένες υποθήκες, ενώ ακόμη και αυτοί που είχαν αγοράσει μετοχές,
περίμεναν από την ελληνική κυβέρνηση να αναγνωρίσει το δάνειο ως εθνικό127.
Ωστόσο ο Κεφαλάς, ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της
παραμονής του στην Ελβετία, καθώς προσπάθησε με τους αντιπροσώπους των γερ-
μανικών και ελβετικών φιλελληνικών επιτροπών, να συγκεντρώσει τους Ευρωπαίους
φιλέλληνες που θα αποτελούσαν την γερμανική λεγεώνα. Έτσι, ανέλαβε να οδηγήσει
με ιδιαίτερη φροντίδα το φιλελληνικό στράτευμα μέσω Μασσαλίας στην Ελλάδα.
Όταν μάλιστα θα έφθανε εκεί, θα το έθετε στην διάθεση της ελληνικής κυβέρνη-
σης128.
Ο Κεφαλάς επίσης, στην επίσημη σύμβαση που υπογράφτηκε στην Ζυρίχη στα
τέλη του Σεπτεμβρίου, δέχτηκε να σταλούν στον εμπορικό οίκο Siveking – Tondon
της Μασσαλίας οι χρηματικές αποστολές των φιλελληνικών επιτροπών και τα έσοδα
από τις μετοχές του δανείου του Αρείου Πάγου. Ειδικότερα, μια πενταμελής επιτροπή
με πρόεδρο τον Κεφαλά, που θα απαρτίζονταν από τους Dittmar, Siveking, τον αρχη-
γό των πυροβολητών της γερμανικής λεγεώνας και από κάποιον που θα επισήμαινε ο
Siveking, θα αποφάσιζε στην Μασσαλία για το ύψος των ανάλογων πληρωμών. Οι
πληρωμές αυτές, απέβλεπαν στην κάλυψη των εξόδων για τον εξοπλισμό των Ευρω-

126
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 36. Πρβλ. Ms 174, Nr. 13.
127
Μάμουκας Ανδρέας Ζ. (1939), «Τα κατά την αναγέννησιν της Ελλάδος, ήτοι συλλογή των περί
την αναγενωμένην Ελλάδα συνταχθέντων πολιτευμάτων, νόμων και άλλων επίσημων πράξεων
από του 1821 μέχρι του τέλους του 1823», Πειραιεύς, τ. 1, σελ. 93-94.
128
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 38. Πρβλ. Ms 174, Nr. 25.

63
παίων φιλελλήνων. Κατά την παραμονή του όμως στην Μασσαλία, ο Κεφαλάς θα
φρόντιζε και για την ίδρυση μιας αποθήκης που θα περιελάμβανε όπλα και ρούχα για
τον εφοδιασμό τουλάχιστον 400 ανδρών, οι οποίοι θα έπαιρναν μέρος σε μελλοντικές
εκστρατευτικές αποστολές. Εκτός των άλλων, ανέλαβε να δημιουργηθεί συχνή επαφή
μεταξύ Μασσαλίας και Ελλάδας, αλλά και δέχτηκε να οδηγήσει ο ίδιος τις επόμενες
φιλελληνικές αποστολές από την Μασσαλία στον ελληνικό χώρο129.
Ο Dittmar και Schmidt, από την πλευρά τους, οι δύο αυτοί Γερμανοί φιλέλληνες,
στα πλαίσια της αποστολής του Θεοχάρη Κεφαλά, διορίστηκαν επίσημα εμπιστευτικά
όργανα και αντιπρόσωποι των φιλελληνικών επιτροπών της Ελβετίας και της Γερμα-
νίας. Το γεγονός αυτό συνέβη στην διάρκεια της παραμονής τους στην Ελλάδα, ενώ
οι ίδιοι ανέλαβαν επίσης και να μεσολαβήσουν στις διαπραγματεύσεις που θα γίνο-
νταν μεταξύ των ευρωπαϊκών φιλελληνικών επιτροπών και της ελληνικής κυβέρνη-
σης. Ανάμεσα και στις άλλες δραστηριότητες που ανέλαβαν, ήταν να έρχονται σε ε-
παφή με την ελληνική κυβέρνηση και τις γερμανικές και τις ελβετικές φιλελληνικές
επιτροπές, να ενημερώνουν κάθε φορά τους Έλληνες υπευθύνους για την εξέλιξη της
φιλελληνικής κίνησης στην Ευρώπη, να στέλνουν τα επίσημα ψηφίσματα της ελληνι-
κής κυβέρνησης στους αντιπροσώπους των ευρωπαϊκών επιτροπών και να τους ενη-
μερώνουν για την κατάσταση στην Ελλάδα. Εκτός από το τελευταίο, τους πληροφο-
ρούσαν επίσης για τη δραστηριότητα και τη συμπεριφορά των Ελλήνων στρατιωτι-
κών αρχηγών και των Ευρωπαίων φιλελλήνων, καθώς και για την πρόοδο των επιχει-
ρήσεων. Αποσκοπούσαν στην αναγνώριση του ποσού των 150.000 φλωρινίων ως
εθνικού δανείου από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και όφειλαν να διασαφηνίσουν
στους Έλληνες ότι σε περίπτωση που η ελληνική επανάσταση αποτύχαινε, οι φιλελ-
ληνικές επιτροπές της Γερμανίας και της Ελβετίας θα υποχρεώνονταν να δεχθούν
στις χώρες τους νέους Έλληνες. Οι Έλληνες αυτοί, θα ήταν ικανοί να μορφωθούν, να
εκπαιδευτούν και να αποτελέσουν τα ηγετικά μέλη του μελλοντικού ελληνικού έ-
θνους130.
Για το ήθος, τα ιδανικά και τον αγνό φιλελληνισμό των φιλελλήνων της Ευρώπης
που συμμετείχαν στην γερμανική λεγεώνα, η φιλελληνική επιτροπή της Ζυρίχης υπο-

129
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π.. Πρβλ. Ms 174, Nr. 14.
130
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 39. Πρβλ. Ms 174, Nr. 28, 29.

64
γράμμιζε σ’ επιστολή της προς την ελληνική κυβέρνηση, ότι οι νέοι εκείνοι ήταν γε-
μάτοι ενθουσιασμό και πάθος και ότι διέθεταν ικανή στρατιωτική εμπειρία131.
Η γερμανική λοιπόν λεγεώνα, αποτελούνταν από 115 άριστα εξοπλισμένους Γερ-
μανούς και Ελβετούς φιλέλληνες και είχε αρχηγό τον Θεοχάρη Κεφαλά. Ο τελευταί-
ος, έπειτα από τρείς μήνες παραμονής του στην Γερμανία και Ελβετία, αναχώρησε
στα τέλη Οκτωβρίου του 1822 για την Μασσαλία. Στα μέσα Νοεμβρίου του 1822, το
εκστρατευτικό σώμα με αρχηγό τον Κεφαλά και εκπροσώπους των φιλελληνικών ε-
πιτροπών τους Dittmar και Heinrich Schmidt, οργανωμένο σε τέσσερις λόχους (πεζι-
κού, πυροβολικού, επίλεκτων σκοπευτών και κυνηγών), έφθασε στην Μασσαλία και
στις 22 του ίδιου μήνα αναχώρησε για το Ναύπλιο. Τέλη φθινοπώρου του 1823, οι
μισοί από τους 115 άνδρες της γερμανικής λεγεώνας κατόρθωσαν να επιστρέψουν
στην πατρίδα τους, μετά από πολλές περιπλανήσεις και περιπέτειες. Όσοι σώθηκαν
από τις επιδημίες συγκεντρώθηκαν στο Μεσολόγγι και κατατάχθηκαν στην ταξιαρχία
πυροβολικού που είχε ιδρύσει ο λόρδος Byron, αρχές 1824. Άλλοι κατέφυγαν στους
Τούρκους για μισθοφορία.132.
Η έλλειψη ουσιαστικής αποτελεσματικότητας των εθελοντικών αποστολών, αλλά
περισσότερο οι τρομερές διηγήσεις και το οικτρό θέαμα όσων διασώθηκαν από τις
σφαγές, τις αρρώστιες και την κακοπέραση, έφθασε κάποια στιγμή να επηρεάσει και
να κατευνάσει την φιλελληνική έξαψη. Έτσι, ύστερα από την αποτυχία της γερμανι-
κής λεγεώνας, τα συνεργαζόμενα γερμανοελβετικά κομιτάτα δεν προετοίμασαν νέες
αποστολές133. Στην ουσία, όπως υποστηρίζει ο Κυριάκος Σιμόπουλος, μαζί με την
γερμανική λεγεώνα έσβησε και η πρώτη φάση φιλελληνισμού στην Κεντρική Ευρώ-
πη134.
Ο Μακεδόνας Μηνάς Μηνωίδης, άλλοτε δάσκαλος στις Σέρρες και εγκατεστημέ-
νος μετά το 1821 στο Παρίσι, παρατηρούσε την ύφεση του φιλελληνισμού στην Γερ-
μανία, μετά τη μάχη του Πέτα (Ιούλιος του 1822) και μετά την έναρξη του εμφύλιου
πολέμου 1823-1824. Εξαιτίας μάλιστα και των δυσμενών αφηγήσεων απογοητευμέ-
νων εθελοντών που είχαν επιστρέψει στην πατρίδα τους, απεύθυνε έκκληση στους

131
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 40. Πρβλ. Ms 174, Nr. 27.
132
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., σελ. 435. Πρβλ. Σπηλιάδης Νικόλαος, όπ.π., σελ. 464.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το 1823», τομ. ΙΒ΄,
133

σελ. 320.
134
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π..

65
κατοίκους της, γραμμένη στα αρχαία ελληνικά (με μετάφραση στα γερμανικά), με
την οποία τους παρακινούσε να μην πιστεύουν «αυτούς τους αναξιόπιστους ανθρώ-
πους», όπως έλεγε χαρακτηριστικά135.
Μετά το 1824 άρχισε στην ουσία η σταδιακή αναζωπύρωση του φιλελληνισμού,
με την δημοσίευση των «Chants populaires de la Grece» του Cl. Faurier, το οποίο εί-
χε αποτελέσει σημαντικό πολιτικό γεγονός στην Ευρώπη. Τα δημοτικά τραγούδια της
εποχής, διαβάζονταν ακατάπαυστα και ασκούσαν έντονες επιδράσεις στα λογοτεχνι-
κά και λαογραφικά ρεύματα της εποχής εκείνης. Αξιοσημείωτα είναι τα όσα έγραφε ο
Γερμανός πολιτικός και ιστορικός στις 16 Φεβρουαρίου του 1825 στην γυναίκα του.
Ο Niebuhr, που είχε συμβάλλει στην πολιτική και πνευματική αναγέννηση της πατρί-
δας του, έγραφε ότι ήταν ενθουσιασμένος από τον δεύτερο τόμο των ποιημάτων του
Faurier και ότι τον προσέλκυσαν ιδιαίτερα δύο νανουρίσματα, τα οποία και μετέφρα-
σε. Ότι τον συγκίνησαν τα μικρά τραγούδια και η ελληνική γλώσσα με τους αξιαγά-
πητους τόνους της. Έλεγε μάλιστα χαρακτηριστικά, πως ο φίλος του ο Nicolovius
είχε δίκιο, όταν έκρινε ότι με αυτό τον τρόπο το ελληνικό ζήτημα «κέρδιζε φίλους
περισσότερους από κάθε άλλη λογική»136.
Από την άλλη, οι πρώτες φιλελληνικές επιτροπές εμφανίστηκαν, όπως είδαμε στο
προηγούμενο κεφάλαιο, το 1821 στην Ελβετία και κυρίως στην Ζυρίχη. Από το 1825
όμως, η επιτροπή της Γενεύης άρχισε να αναπτύσσει μεγαλύτερη δραστηριότητα και
ν’ αποκτά την υπεροχή. Το γεγονός αυτό, οφειλόταν μεταξύ άλλων στην παρουσία
του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και του Μιχαήλ Σούτσου στην Γενεύη, που είχαν
φιλοξενηθεί στο σπίτι του Εϋνάρδου, καθώς και του Καποδίστρια, αλλά και στην με-
γαλοπρεπή προσωπικότητα και στην αίγλη του Ελβετού φιλέλληνα137.
Ειδικότερα, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και ο Μιχαήλ Σούτσος, με τις περι-
παθείς αφηγήσεις τους για την Ελλάδα, για την ιστορία της και τις συμφορές του
λαού της, είχαν κινήσει το ενδιαφέρον του Εϋνάρδου για την τύχη της. Εκείνος όμως
135
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η Μεγάλη Ελληνική
Επανάσταση (1821-1829)-Ο Αφρικανός Σιμούν Η΄ Η Επιδρομή του Ιμπραϊμ στην Ελλάδα», τομ.
Ζ΄ (προτελευταίος 1825-1828), σελ. 482. Πρβλ. Μηνάς Μινωίδης, «Προς τους Γερμανούς και τα
λοιπά της Ευρώπης έθνη πρόσκλησις εις βοήθειαν των Ελλήνων, Paris 1826.
136
Κουγέας Σ. Β. (1953), «Η προς τους Έλληνας και τα δημοτικά τραγούδια των Ελλήνων αγάπη
του Niebuhr», στα «Ελληνικά» 12 (1953), σελ. 273-300.
137
Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1971), «Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και το Έργον του κατά
την Ελληνική Επανάστασιν του 1821», ανάτυπο στον τόμο «Αφιέρωμα εις τα 150 χρόνια από της
Επαναστάσεως του 1821», σελ. 162-163.

66
που τον ξεσήκωσε κυριολεκτικά για την ελληνική υπόθεση ήταν ο Καποδίστριας, ο
οποίος μετά την παραίτηση του από την υπηρεσία του τσάρου είχε εγκατασταθεί στην
Ελβετία. Στη Γενεύη, ενισχύθηκε η φιλία των δύο ανδρών, που είχαν γνωριστεί κατά
την διάρκεια του συνεδρίου ης Βιέννης, όταν ο τότε τσαρικός υπουργός μεσολάβησε
ευεργετικά για τα θέματα ελβετικών καντονιών138.
Με την οργανωμένη σκέψη, τα ανθρωπιστικά του αισθήματα και την επιμονή που
τον χαρακτήριζε, με την ακαταπόνητη δράση, τα συνεχόμενα ταξίδια και τις συχνές
επαφές με τους ηγεμόνες και τους ιθύνοντες των ευρωπαϊκών κρατών, ο Εϋνάρδος,
στάθηκε ο σημαντικότερος υποκινητής και συντονιστής του ευρωπαϊκού φιλελληνι-
σμού. Η δράση του αυτή, ήταν πιο έντονη από το 1825 και μετά, όταν πρωτοστάτησε
στην ίδρυση των φιλελληνικών Κομιτάτων του Παρισιού και της Γενεύης. Από τα
ιδρυτικά μέλη τους, δεν αποτελούσε μόνο τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στις δύο επι-
τροπές, αλλά συχνά προσδιόριζε και κατεύθυνε από μακριά, την κοινή σε πολλά ση-
μεία δραστηριότητα τους139.
Την αποτελεσματικότητα των ενεργειών του, ο Εϋνάρδος την στήριζε σε μεγάλο
βαθμό, στην σωστή και γρήγορη ενημέρωση. Για τον σκοπό αυτό μάλιστα, είχε ορ-
γανώσει ένα αποδοτικό δίκτυο πληροφοριών και με την συχνή αλληλογραφία του,
επικοινωνούσε τακτικά με όλες τις προσωπικότητες της εποχής του. Ανάμεσα στα
σημαντικά πρόσωπα με τα οποία αλληλογραφούσε, ήταν ο πρόεδρος της φιλελληνι-
κής επιτροπής του Παρισιού Ternaux, ο γραμματέας του Andre, οι δούκες της Ορ-
λεάνης, ο Choiseul, ο Dalberg, ο Delessert, ο Fitzjames, ο St. Aulaire. Γρήγορα η φή-
μη του Εϋνάρδου εξαπλώθηκε παντού, καθώς οι σχέσεις του με σημαντικά πρόσωπα
της Ευρώπης (φιλέλληνες, μονάρχες, ακόμη και με τη Διοικητική Επιτροπή της Ελ-
λάδας) γίνονταν ολοένα και περισσότερο στενές140.
Η δραστηριότητα αυτή του Ελβετού φιλέλληνα, ο οποίος αντιπροσώπευε και το
καντόνι της Γενεύης, εντυπωσίασε τόσο τα καντόνια της γερμανόφωνης Ελβετίας,
που συνεργάζονταν στενά μαζί του για την σωτηρία της Ελλάδας. Αντιλαμβάνονταν
μάλιστα ότι δεν ήταν σκόπιμο να αναπτύξουν παράλληλη πρωτοβουλία ως προς το
θέμα αυτό και συντονίζοντας τις προσπάθειες τους, αναγνώρισαν ως επίσημο εκπρό-

138
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π., τομ. Ζ΄, σελ. 497.
139
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1824», τομ. ΙΒ΄, σελ. 476.
140
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 52-53. Πρβλ. Rothpletz, «Der Genfer
Jean-Gabriel Eynard als Philhellene», σελ. 12-13.

67
σωπο του ελβετικού φιλελληνισμού τον Εϋνάρδο, ο οποίος στα 1826 θεωρούνταν ως
ο «γενικός πληρεξούσιος» για τα θέματα και τις υποθέσεις της Ελλάδας στο εξωτερι-
κό141.
Η φιλελληνική επιτροπή της Γενεύης, αποτέλεσε το κέντρο του φιλελληνισμού
στην Ελβετία, στην Γερμανία και στην Γαλλία, καθώς και στα άλλα βόρεια ευρωπαϊ-
κά κράτη, ενώ από το 1826, παρουσίαζε την εικόνα μιας πόλης αποκλειστικά αφοσι-
ωμένης στην ελληνική υπόθεση. Η φιλελληνική επιτροπή της, οργάνωσε ένα εβδομα-
διαίο έρανο από τρία σολδία, ο οποίος απέδωσε μεγάλα ποσά, που προερχόταν κυρί-
ως από τους αγρότες, αλλά και οι κάτοικοι της, ήταν πάντοτε πρόθυμοι να διαθέσουν
χρήματα για την οργάνωση συναυλιών, θεατρικών παραστάσεων, εράνων στα σχο-
λεία, φιλολογικών και θεολογικών διαλέξεων για τους αγωνιζόμενους Έλληνες. Οι
ζωγράφοι, οι χαράκτες καθώς και οι έμποροι των χαλκογραφιών και λιθογραφιών,
οργάνωναν καλλιτεχνικό λαχείο, ο σύνδεσμος των φανοποιών προθυμοποιούνταν να
δώσει χρήματα από το υστέρημα του, ενώ και ένα μικρό κορίτσι προσέφερε τον κου-
μπαρά του με τα 31/2 φλορίνια που περιείχε. Ανάμεσα στους ζωγράφους, στους χαρά-
κτες, στους εμπόρους χαλκογραφιών και λιθογραφιών, ήταν και ο διαπρεπής χαρά-
κτης Baulte, ο οποίος εξέφρασε την επιθυμία να χαράξει με δικά του έξοδα ένα με-
τάλλιο προς τιμή της ηρωικής φρουράς του Μεσολογγίου. Αξιοσημείωτη ήταν και η
προσφορά μιας φτωχής γυναίκας που προσέφερε 21 σολδία, αλλά και η προσφορά
των απόρων που πρόσφεραν το τίμημα μιας ώρας της καθημερινής τους εργασίας.
Ακόμα και ένας χαρτοπαίκτης δώρισε τα χρήματα που είχε κερδίσει το χειμώνα, πε-
ρίπου 60 φράγκα συνολικά. Τα φιλελληνικά λοιπόν αισθήματα των Ελβετών, κυρίως
των κατοίκων της Γενεύης, αλλά και η ειλικρινής ανταπόκριση τους στις συνεχείς
προσκλήσεις του Εϋνάρδου για αποστολή χρημάτων στην Ελλάδα, ήταν ολοφάνερα
και συγκινητικά142.
Ο Εϋνάρδος όμως, έδειχνε και μεγάλο ενδιαφέρον για την αποστολή τροφών και
πολεμοφοδίων στους Έλληνες, με τους κυριότερους αρχηγούς των οποίων είχε στενή
αλληλογραφία. Για να αντιμετωπισθούν μάλιστα οι ανάγκες του πολέμου και ειδικό-

141
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), «Αλληλογραφία Ι.Α. Καποδίστρια – Ι. Γ. Εϋνάρδου (1826-
1831), σελ. 134.
142
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 54. Πρβλ. Choisy, «Suisse et Grece, La
Correspondance au Philhellene Eynard», σελ. 10-11. Για τις φιλελληνικές εκδηλώσεις στην Γε-
νεύη βλ. H. Bochet, «Le Romantisme a Geneve», Geneve 1930, σελ. 23-24.

68
τερα του επισιτισμού του ελληνικού στόλου, οργάνωνε, απευθυνόμενος στο ευρύτερο
κοινό, εβδομαδιαίες εισφορές143.
Η ελληνική κυβέρνηση, γεμάτη ευγνωμοσύνη προς τον εμψυχωτή του φιλελληνι-
κού κινήματος Εϋνάρδο, δεν παρέλειπε σε κάθε έγγραφο της προς αυτόν, να τον ευ-
χαριστεί για την αστείρευτη δραστηριότητα του, η οποία επεκτεινόταν και έξω από
την χώρα του και αγκάλιαζε και τα άλλα ευρωπαϊκά κομιτάτα, έχοντας ως μοναδικό
σκοπό την αίσια έκβαση του ελληνικού αγώνα144.
Για την θετική αντιμετώπιση των αναγκών της Ελλάδας, οι φιλελληνικές επιτρο-
πές του Παρισιού και της Γενεύης, του ανέθεσαν να βρει τα κατάλληλα πρόσωπα που
θα εξέταζαν από κοντά τα ελληνικά πράγματα και τα οποία θα ενεργούσαν ανάλογα.
Να επέβλεπαν δηλαδή στην διανομή των βοηθημάτων των φιλελληνικών κομιτάτων.
Ο Εϋνάρδος επέλεξε τον Ελβετό Francois Marcet και τον Άγγλο William Romilly,
δύο ικανούς νέους, οι οποίοι θα συγκέντρωναν στην ουσία όσο το δυνατόν περισσό-
τερες ακριβείς πληροφορίες για τις ανάγκες της Ελλάδας και για τα μέτρα που έπρεπε
να πάρουν οι δύο επιτροπές για να βοηθήσουν την χώρα. Τους κατατόπισε για τις α-
ποστολές όπλων, ρουχισμού, υπόδησης και στρατιωτικών συμβούλων στην Ελλάδα
και για τις προθέσεις των δύο επιτροπών να οργανώσουν ένα σώμα 8.000-10.000 τα-
κτικών και πειθαρχημένων ανδρών, απαραίτητων για την ενίσχυση της ελληνικής ά-
μυνας. Οι οδηγίες του Εϋνάρδου προς τους δύο αυτούς απεσταλμένους ήταν επίσης
ότι όφειλαν να συναντήσουν τους αρχηγούς των επαναστατημένων Ελλήνων, Κολο-
κοτρώνη, Μαυρομιχάλη, Νικήτα, Μιαούλη, Κανάρη και άλλους, να μάθουν τις ανά-
γκες τους, να τους διαβεβαιώσουν ότι οι φιλελληνικές επιτροπές θα έκαναν τα πάντα
για να τους ικανοποιήσουν και να τους δηλώσουν ότι δεν θα πάρουν θέση στα πολιτι-
κά τους θέματα. Να το υς δηλώσο υν δηλαδή ό τι θέλο υν να μείνο υν μακριά από την
εσωτερική πολιτική του τόπου και να διαβεβαιώσουν τους Έλληνες ότι μόνοι τους θα
εκλέξουν την κυβέρνηση, αλλά και ότι τα μέλη των φιλελληνικών επιτροπών δεν ή-
ταν παρά φίλοι του ανθρωπισμού και δεν υποστήριζαν κανένα κόμμα, ούτε γαλλικό,
ούτε αγγλικό, ούτε ρωσικό. Επιθυμία τους ήταν να ελευθερωθεί η Ελλάδα και να
γλυτώσει από τον Τούρκο πασά. Τους προετοίμασε ακόμα να συμβουλεύουν τους
Έλληνες, εν ονόματι της πατρίδας τους, να έχουν ομόνοια και σύμπνοια μεταξύ τους,

143
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1824», όπ.π..

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π.. Πρβλ. BPU, Ms Suppl. 1888, ff. 487-488, επι-
144

στολή του βουλευτικού προς τον Εϋνάρδο στις 10/22 Ιουλίου 1826.

69
γιατί μόνο έτσι η χώρα τους θα γινόταν ανεξάρτητη. Τους απεσταλμένους ο Εϋνάρ-
δος τους εφοδίασε με 40.000 φράγκα, με τον όρο να τα ξοδέψουν για τα αναγκαία
στους στρατιωτικούς τρόφιμα και πολεμοφόδια. Ο Εϋνάρδος όμως επέμενε πολύ στο
ότι οι Έλληνες, όφειλαν να ήταν συνετοί, να αναγνώριζαν τα δάνεια που είχαν κάνει
στην Αγγλία και να πλήρωναν έγκαιρα τους τόκους, γιατί μόνο έτσι θα μπορούσαν να
δεχτούν νέες χρηματικές βοήθειες από την Γαλλία145.
Τον Φεβρουάριο του 1826, οι δύο αυτοί απεσταλμένοι του Εϋνάρδου, βρέθηκαν
στην Ελλάδα, συστημένοι από τον Ιωάννη Καποδίστρια στον αδελφό του Βιάρο, ό-
που και εκπλήρωσαν με εντιμότητα την αποστολή τους. Μετά την επιστροφή τους, ο
Marcet υπέβαλλε στον Εϋνάρδο λεπτομερέστατη έκθεση, ο οποίος με την σειρά του
την διαβίβασε στο Παρίσι και η οποία δημοσιεύτηκε στα «Documents sur la Grece»,
από την εκεί φιλελληνική επιτροπή146.
Σημαντικό ωστόσο ρόλο στην αφύπνιση των φιλελληνικών αισθημάτων των Ελ-
βετών και κυρίως του καντονίου της Γενεύης, έπαιξε, μετά τον Οκτώβριο του 1822, ο
Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώην υπουργός των εξωτερικών του τσάρου Αλέξανδρου
Α΄. Ο Καποδίστριας, είχε αποσυρθεί στην Ελβετία μετά την παραίτηση του από την
ενεργό διπλωματική υπηρεσία. Στην κίνηση του αυτή προέβη, όχι μόνο γιατί το κλίμα
εκεί ήταν κατάλληλο για την κλονισμένη υγεία του, αλλά και γιατί το περιβάλλον ή-
ταν φιλικό και οι δεσμοί του με την χώρα αυτή στενοί. Ο Καποδίστριας, είχε ήδη
κερδίσει την αγάπη και την εμπιστοσύνη του λαού της Ελβετίας, καθώς στην απο-
στολή που του είχε αναθέσει ο τσάρος στα 1813, είχε καταφέρει να εξασφαλίσει την
ουδετερότητα των Ελβετών κατά την διάρκεια των ναπολεόντειων πολέμων και να
συμφιλιώσει τα διάφορα καντόνια. Από την προσφορά του αυτή οι Ελβετοί τον τίμη-
σαν με τον τίτλο του επίτιμου πολίτη των καντονιών Vaud, Valais και της Republique
de Geneve147. Ο Καποδίστριας ένιωθε τόσο ικανοποιημένος από τις τιμές των Ελβε-
τών, που σε επιστολή του προς τον πατέρα του, στις 9/21 Νοεμβρίου 1816, του υπο-
σχόταν να του στείλει αντίγραφο του διπλώματος πολιτογράφησης του, με την οποία
είχε τιμηθεί από τα καντόνια Vaud και Γενεύης.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π., τομ. Ζ΄, σελ. 500, Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος
145

Απ. (2008), όπ.π., σελ. 65-66.

Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), «Ιγνάτιος Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας : 1766-1828 . 2.


146

Αλληλογραφία, πολιτικά υπομνήματα, λόγοι, σημειώματα περί Ιγνατίου», σελ. 223-225.

Δεσποτόπουλος Αλέξανδρος Ι. (1954), «Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας και η απελευθέρωση της


147

Ελλάδος», σελ. 8-9.

70
Κατά την διάρκεια της πρώτης του παραμονής στην Ελβετία, ο Καποδίστριας είχε
αλλεπάλληλες επαφές με τον σύμβουλο του καντονίου της Γενεύης Pictet de Roche-
mont και είχε δείξει έντονο ενδιαφέρον για τα παιδαγωγικά συστήματα των
Pestalozzi, Vehrli και κυρίως για του Fellenberg στο Hofwyl. Από το γεγονός αυτό
μάλιστα, είχε γίνει ιδιαίτερα αγαπητός στους Ελβετούς. Με εντολή του τσάρου, είχε
επισκεφτεί πολλές φορές το εκπαιδευτικό ίδρυμα του Fellenberg και είχε ενθουσια-
στεί τόσο με την παιδαγωγική μέθοδο που εφάρμοζε, που είχε αποφασίσει να στείλει
νέους Έλληνες να εκπαιδευτούν στο ίδρυμα του Ελβετού παιδαγωγού. Ανάμεσα σε
αυτούς, ήταν και οι αδελφοί Πολυλά, οι οποίοι έπρεπε πρώτα να μάθουν τα γαλλικά
και τα γερμανικά. Στο εκπαιδευτικό αυτό ίδρυμα, επρόκειτο να μείνουν δύο χρόνια
και να παρακολουθήσουν μαθήματα γεωργίας, εμπορίου και στρατιωτικής τέχνης,
ενώ τα έξοδα τους θα ανέρχονταν στα πεντακόσια περίπου φλορίνια και για τους
δυο148.
Στο ίδρυμα Fellenberg, ο Καποδίστριας είχε στείλει και τον ανεψιό του, τον γιο
της αδερφής του, ο οποίος όμως δεν έδειξε το απαραίτητο ενδιαφέρον για τις σπουδές
του. Αυτό μαρτυρούν οι τρείς ανέκδοτες επιστολές του Καποδίστρια προς τον σύμ-
βουλο του καντονίου της Γενεύης, Charles Pictet de Rochemont, γραμμένες στα 1816
και 1817, οι οποίες σώζονται στην «Correspondance Privee», του τελευταίου149. Η
κατάσταση αυτή με τον ανεψιό του, στεναχωρούσε πολύ τον Καποδίστρια και έριχνε
σφάλματα στους γονείς του για την κακή διαπαιδαγώγηση του. Προβληματισμένος
λοιπόν από το γεγονός αυτό, σκεφτόταν να στείλει τον ανεψιό του να σπουδάσει νο-
μικά στην Γενεύη, υπό την εποπτεία του Pictet de Rochemont. Μάλιστα στην επιστο-
λή του στις 30 Δεκεμβρίου 1816, μετεβίβασε τα πλήρη δικαιώματα της κηδεμονίας
του ανεψιού του, τα οποία είχε δεχτεί εκ μέρους της αδελφής του και του γαμπρού
του, στον σύμβουλο του καντονίου της Γενεύης150.

148
Κούκου Ελένη Ε. (1958), «Ο Καποδίστριας και η Παιδεία (1803-1822)» τομ. Α΄ Η Φιλόμουσος
Εταιρεία της Βιέννης, σελ. 26-28. Πρβλ. Βακαλόπουλος Κωνταντίνος Απ. (2008), «Ευρωπαίοι
Φιλέλληνες, Παρατηρητές και Τεχνοκράτες στην Επαναστατημένη Ελλάδα και στο Ελλαδικό Βα-
σίλειο (1821-1843)», Θεσσαλονίκη, σελ. 57-58.
149
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π. σελ. 59. Πρβλ. AEG (Archives d’ Etat de Ge-
neve), «Correspondance Privee de Charles Pictet de Rochemont», Archives des Familles I, serie 3,
ff. 125-128, ff. 136-137, ff. 161-162.
150
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π..

71
Ο Καποδίστριας, κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Γενεύη, έλεγε ότι θα
αφιερωνόταν στις κλασσικές σπουδές, αλλά στην πραγματικότητα, ήθελε να κάνει
την πόλη εκείνη κέντρο των πατριωτικών του σχεδίων και να βοηθούσε όπως μπο-
ρούσε τους συμπατριώτες του στην Ελλάδα. Εξάλλου η Γενεύη, βρισκόταν σε επί-
καιρη θέση μέσα στην Ευρώπη και αυτό θα διευκόλυνε τα σχέδια του. Γνώριζε επί-
σης καλά, ότι για να φανεί χρήσιμος στον τόπο του, έπρεπε ο ίδιος να έδινε το καλό
παράδειγμα στους Ελβετούς και να διέθετε κάποια ποσά για την αίσια έκβαση του
αγώνα.
Από την άλλη όμως, αν και γνώριζε τα φιλελληνικά αισθήματα των Ελβετών, έ-
μενε επιφυλακτικός, καθώς δεν ήθελε, σαν προσεκτικός διπλωμάτης που ήταν, να
προκαλέσει θόρυβο γύρω από το όνομα του ανακοινώνοντας τα πραγματικά του σχέ-
δια. Προσπαθούσε, να μη σχολιαστεί η παρουσία και η δράση του στην Ελβετία από
τους Ευρωπαίους πολιτικούς. Έπρεπε να ήταν προσεκτικός, γιατί είχε υπόψη του την
διαφωνία του με τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄, αλλά και την γενικότερη εχθρική ως τότε
στάση των κυβερνήσεων των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων απέναντι στην κίνηση
των αφυπνισμένων εθνοτήτων την εποχή εκείνη και ειδικά απέναντι των Ελλήνων
που είχαν ριχτεί με αισθήματα απελπισίας στην πάλη. Ο Καποδίστριας, με άλλα λό-
για, ενοχλούνταν από την συζήτηση ενός θέματος που αφορούσε τα μελλοντικά του
σχέδια και τις κινήσεις του151.
Μετά την άφιξη του στην Γενεύη ο Καποδίστριας, παρόλο που είχε αρρωστήσει
σοβαρά, ανέπτυξε πολιτική δραστηριότητα και ήρθε σε επαφή μέσω αλληλογραφίας,
με Ευρωπαίους φιλέλληνες και διπλωμάτες, καθώς και με σημαντικά πρόσωπα της
Ελλάδας. Πίσω από τη συνεχή δραστηριότητα της εκεί φιλελληνικής επιτροπής και
του Εϋνάρδου, όπως παρατηρεί η Όλγα Μπορίσοβνα Σπάρο152, πρέπει οπωσδήποτε
να διακρίνει κανείς τις παροτρύνσεις του Καποδίστρια προς τους Ελβετούς και τις
διαρκείς ενέργειες τους για το ελληνικό ζήτημα.
Στην Γενεύη, καθημερινά ο Καποδίστριας δεχόταν επισκέψεις διαφόρων συμπα-
τριωτών του, τους οποίους συμβουλευόταν για το ελληνικό ζήτημα και ζητούσε την
αποστολή βοηθειών στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα τους επισήμαινε ότι έπρεπε να μένουν

Πετρίδης Παύλος Β (1974), «Η Διπλωματική Δράσις του Ιωάννου Καποδίστρια υπέρ των Ελ-
151

λήνων: 1814-1831», σελ. 158.

Σπάρο Μπορίσοβνα Όλγα (1971), «Η Απελευθέρωση της Ελλάδας και η Ρωσία (1821-1829)»,
152

σελ. 103.

72
ενωμένοι και ότι η ομόνοια τους, ήταν το κυριότερο βήμα για την απελευθέρωση της
πατρίδας τους. Επέμενε επίσης στην ένωση όλων των φιλελληνικών επιτροπών της
Ευρώπης, ώστε να έχουν μια γλώσσα, ένα κοινό κέντρο, μια μόνο κατεύθυνση, μια
δράση αποκλειστική και έναν σταθερό σκοπό, αλλά η γνώμη του δεν υιοθετήθηκε.
Ενημέρωνε τους ξένους και τους Έλληνες σχετικά με τα θέματα που αφορούσαν την
εξέλιξη του ελληνικού ζητήματος στα πλαίσια των διπλωματικών ζυμώσεων και η
σκέψη του ήταν πάντοτε στραμμένη στην πατρίδα του. Φρόντιζε συνεχώς για την πε-
ρίθαλψη των γυναικοπαίδων της και μάλιστα κατά την διάρκεια της παραμονής του
στην Γενεύη, ταξίδεψε τρείς φορές στις γειτονικές χώρες έχοντας ως σκοπό πάντα
την προώθηση του ελληνικού ζητήματος. Το πρώτο ταξίδι το πραγματοποίησε στο
Παρίσι τον Μάιο του 1824, το δεύτερο στην Γερμανία στα 1825 και το τρίτο πάλι στο
Παρίσι μετά την άνοιξη του 1826153.
Πάντως ο Καποδίστριας θεωρούσε την παραμονή του στην Ελβετία ως ένα μετα-
βατικό στάδιο και προοδευτικά διαμορφωνόταν η σκέψη και η πρόθεση του να κατέ-
βει οπωσδήποτε στην Ελλάδα. Στις τραγικές μάλιστα ώρες της απόβασης του Ι-
μπραήμ πασά στην Πελοπόννησο (Φεβρουάριος και Μάρτιος 1825), αλλά και των
μαχών του εναντίον των Ελλήνων, η πατρίδα του τον χρειαζόταν περισσότερο από
κάθε άλλη φορά.
Πραγματικά ο αγώνας των Ελλήνων, την εποχή εκείνη γινόταν σκληρότερος και
αιματηρότερος. Το γεγονός αυτό, οδήγησε την Ευανθία Καϊρη να συντάξει μια συ-
γκινητική επιστολή προς τις φιλελληνίδες όλου του κόσμου, στην οποία διεκτραγω-
δούσε την αξιολύπητη θέση των Ελλήνων και επικαλούνταν την συμπαράσταση τους
στην πάλη τους. Η επιστολή αυτή, που την υπέγραψαν ορισμένες εκλεκτές Ελληνίδες
από διάφορες περιοχές του ελληνικού χώρου, ήταν μεταφρασμένη στα γαλλικά και
στα αγγλικά και είχε μεγάλη απήχηση στο εξωτερικό. Σύμφωνα μάλιστα με τον Από-
στολο Βακαλόπουλο154, η επιστολή αυτή συνέβαλε και στην διόγκωση του φιλελλη-
νικού ρεύματος.
Οι αλλεπάλληλες ωστόσο ήττες των Ελλήνων και κυρίως η ατυχής έκβαση της
μάχης στα Τρίκορφα (23-24 Ιουνίου 1825), που είχε οδηγήσει τους σημαντικότερους

153
Πετρίδης Παύλος Β (1974), όπ.π., σελ. 159.
154
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π., τομ. Ζ΄, σελ. 482. Πρβλ. Επιστολή Ελληνίδων τι-
νων προς τας φιλελληνίδας, συντεθεισα παρά τινος των σπουδαιοτέρων Ελληνίδων, Ύδρα 1825. Η
αγγλική έκδοση παρουσιάζεται το 1826 στο Λονδίνο. Βλ. την επιστολή στα γαλλικά στου
Jourdain, Memoires, 2, σελ. 398-407.

73
ηγέτες της Πελοποννήσου στην απελπιστική πράξη της «παρακαταθήκης της Ελλά-
δος» υπό την προστασία της Αγγλίας, δημιούργησαν κάποια αναταραχή σε ορισμέ-
νους φιλέλληνες και στους διπλωματικούς κύκλους.
Στο δύσκολο αυτό έργο του Καποδίστρια, μεγάλος συμπαραστάτης παρουσιά-
στηκε ο Εϋνάρδος, ο οποίος όχι μόνο αφοσιώθηκε με συγκινητικό ζήλο στην ελληνι-
κή υπόθεση, αλλά και αποτέλεσε τον κύριο μοχλό της φιλελληνικής κίνησης στην
Ευρώπη, όπως προαναφέραμε σε αυτό το υποκεφάλαιο. Ως θετικός επιχειρηματίας,
δεν ικανοποιήθηκε από τις ανεξακρίβωτες ειδήσεις και πληροφορίες που κατέφθαναν
στην Ελλάδα και οι οποίες δεν παρουσίαζαν την πραγματική εικόνα της κατάστασης.
Για τον λόγο αυτό και επιθυμώντας να αντλήσει ειδήσεις από υπεύθυνους και αξιόπι-
στους πληροφοριοδότες, με την σύμφωνη γνώμη και της φιλελληνικής επιτροπής του
Παρισιού, επέλεξε δύο νέους μορφωμένους και τους επιφόρτισε με το παραπάνω έρ-
γο. Οι νέοι αυτοί ήταν ο Ελβετός Francois Marcet και ο Άγγλος William Romilly, για
τους οποίους επίσης έγινε λόγος στο παρόν υποκεφάλαιο.
Την ίδια περίπου εποχή, με την επιστολή που έστειλε ο Εϋνάρδος στον Καποδί-
στρια (20 Ιανουαρίου 1826) και με την οποία του ανακοίνωνε τις σκέψεις του και του
επισύναπτε αντίγραφο των οδηγιών που έδινε στους Marcet και Romilly, ο μητροπο-
λίτης Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας, έστελνε επιστολή προς τον Λάζαρο Κουντουριώτη
(18/30 Ιανουαρίου 1826). Στην επιστολή αυτή, ο Ιγνάτιος ενημέρωνε τον Κουντου-
ριώτη για την τότε προσεχή άφιξη του Marcet και του Romilly και του έστελνε διά-
φορες συνημμένες επιστολές προς διάφορους Έλληνες αρχηγούς, οι οποίες θα χρησί-
μευαν ως συστατικές για τους δύο νέους. Οι δύο νέοι, μετά την άφιξη τους στην Ελ-
λάδα, σύμφωνα με ανέκδοτη επιστολή του Ιγνατίου προς τον Ελβετό φιλέλληνα από
την Πίζα στις 7/19 Φεβρουαρίου 1826, θα έβρισκαν στα χέρια της κυβέρνησης συ-
στατικές επιστολές προς όλους τους Έλληνες αρχηγούς, οι οποίοι θα τους υποδέχο-
νταν με χαρά155.
Στις 24 Μαρτίου 1826, οι δύο νέοι βρέθηκαν στο Ναύπλιο απ’ όπου γράφοντας
προς τον Διονύσιο Ρώμα, στις 27 Μαρτίου, τον πληροφορούσαν ότι τα τακτικά ελλη-
νικά στρατεύματα ανέρχονταν σε 4.000 και ότι τα στρατεύματα του Fabvier τελούσαν
νικηφόρες μάχες στην Εύβοια. Στο έγγραφο τους επισήμαιναν επίσης την έλλειψη
χρημάτων στο Μεσολόγγι και έγραφαν μάλιστα πως αν έπεφτε το Μεσολόγγι, οι συ-
νέπειες θα ήταν άσχημες. Εξέφραζαν ακόμη την ελπίδα ότι το μικρό ποσό που προό-

155
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 67. Πρβλ. BPU, Ms Suppl. 1888, f. 167.

74
ριζαν για τα στρατεύματα του Μεσολογγίου, θα χρησιμοποιούνταν με τον καταλλη-
λότερο τρόπο156.
Το θέμα της σωτηρίας του Μεσολογγίου, συγκινεί παντού τους φιλέλληνες και
όπως ήταν επόμενο και τους Ελβετούς. Αξιοσημείωτη είναι η έκκληση του προέδρου
της φιλελληνικής επιτροπής της Γενεύης Favre-Bertrand και του γραμματέα της πά-
στορα Munier προς τους συμπατριώτες τους. Στην αρχή της επιστολής αυτής, ο
Favre-Bertrand επισήμαινε την άθλια κατάσταση των αγωνιζόμενων Ελλήνων και
τόνιζε ότι είχε έρθει και η σειρά των κατοίκων της Γενεύης να συμβάλλουν αποφασι-
στικά στην επιτυχία του εθνικού αγώνα των Ελλήνων.
Η προσοχή του Καποδίστρια και του Εϋνάρδου, στρέφεται πλέον προς το μαχό-
μενο Μεσολόγγι. Στις 26 Φεβρουαρίου/5 Μαρτίου 1826, ο Καποδίστριας σε επιστολή
του προς τον Εϋνάρδο, αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η έλλειψη ψωμιού στο Μεσολόγ-
γι, τον είχε αναγκάσει να στείλει 1.000 φράγκα, αλλά να επικοινωνήσει και με τον
αρμόδιο της φιλελληνικής επιτροπής στο Παρίσι Favre. Ο Favre, ύστερα από παρά-
κληση του Καποδίστρια, κατέβαλε για τον ίδιο σκοπό άλλες 2.000 φράγκα. Ο Καπο-
δίστριας όμως ανακοίνωσε ότι επρόκειτο να ζητήσει και την βοήθεια μερικών επίση-
μων ξένων που βρίσκονταν στην Γενεύη, προκειμένου να βοηθήσουν και αυτοί με
χρηματικές συνδρομές το έργο του ενώ επωφελήθηκε και από ένα ταξίδι του στο Πα-
ρίσι, για να προωθήσει περισσότερο το θέμα της βοήθειας προς τους Έλληνες. Επί-
σης, είχε γράψει και σε ορισμένους φίλους του Γερμανούς να στείλουν χρηματικές
βοήθειες για τη διατροφή των Ευρωπαίων φιλελλήνων που αγωνίζονταν στο Μεσο-
λόγγι157.
Οι εκκλήσεις αυτές του Καποδίστρια για παροχή οικονομικής βοήθειας, φαίνεται
ότι απέδωσαν πλούσιους καρπούς. Αυτό μπορεί κανείς να το καταλάβει από την νέα
επιστολή που έστειλε προς τον Εϋνάρδο στις 7/19 Μαρτίου 1826. Στην επιστολή αυ-
τή αναφέρει ότι συγκέντρωσε 13.500 φράγκα, τα οποία και αποστέλλει στον Εϋνάρ-
δο, ενώ έχει ακόμη να του αναγγείλει ότι πραγματοποιούνταν εγγραφές νέων συν-
δρομητών. Τον ενημέρωνε επίσης ότι ήταν κάτοχος μερικών εκατοντάδων φράγκων,
που προέρχονταν από συνεισφορές φιλελλήνων που επιθυμούσαν να μείνουν ανώνυ-

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 68. Πρβλ. Καμπούρογλου, «Αρχείον Ρώ-
156

μα», τ. 2, σελ. 621-622.


157
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), «Αλληλογραφία Ι.Α. Καποδίστρια – Ι. Γ. Εϋνάρδου (1826-
1831)», σελ. 7-8.

75
μοι, αλλά και ότι ο παλιός και στενός του φίλος Zellweger, θα έγραφε στους συνα-
δέλφους του για να του διαθέσουν 1.500 φλορίνια Γερμανίας. Μεταξύ άλλων, ο Κα-
ποδίστριας ανακοίνωνε με μεγάλη χαρά την επικείμενη συνένωση των προσπαθειών
όλων των φιλελληνικών επιτροπών της Ελβετίας με πρωτοβουλία του Ελβετού φι-
λέλληνα, ο οποίος είχε αναλάβει την αποστολή βοηθειών προς τη φρουρά του Μεσο-
λογγίου158. Σε αυτή μάλιστα ο Καποδίστριας τόνιζε ότι όλες οι φιλελληνικές επιτρο-
πές της Ελβετίας είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη στον Εϋνάρδο.
Την αξία του Εϋνάρδου, την αναγνώριζε και ο μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ι-
γνάτιος, ο οποίος ζητούσε την βοήθεια του σε κάθε πρόβλημα που προέκυπτε. Μέρα
με τη μέρα, όπως έγραφε ο ίδιος ο μητροπολίτης, τον συμπαθούσε περισσότερο και
διαπίστωνε συνεχώς ότι σκοπός του ήταν η σωτηρία της Ελλάδας. Για το λόγο αυτό,
φρόντιζε να μην τον στεναχωρεί και συμβούλευε και τους άλλους Έλληνες να κάνουν
το ίδιο, ενώ προσπαθούσε να του γράφει πάντοτε με κάποια αισιοδοξία για την εξέλι-
ξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Φοβόταν μήπως οι ειδήσεις, που
προέρχονταν από την Ελλάδα για την απρεπή συμπεριφορά των κομμάτων και για
τον διχασμό μεταξύ των πληρεξουσίων του έθνους, μειώσουν τον ενθουσιασμό και
τον αγνό ζήλο του Ελβετού φιλέλληνα. Επεσήμαινε ότι η ομόνοια έπρεπε να επικρα-
τήσει στην Ελλάδα, γιατί με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να κερδίσει η κυβέρνηση
την υπόληψη των ξένων159.
Ο Ιγνάτιος αισθανόταν επίσης αρκετά εκτεθειμένος απέναντι στον Εύνάρδο εξαι-
τίας των οικονομικών ατασθαλιών, που είχαν παρατηρηθεί στην Ελλάδα μετά τη σύ-
ναψη των δύο δανείων της ανεξαρτησίας. Για το λόγο αυτό στην επιστολή του στις
10/22 Μαρτίου 1826, ευχαριστούσε τον Εϋνάρδο για τις θετικές συμβουλές του προς
τον Λουριώτη και τον Ορλάνδο και του δήλωνε ότι τους προέτρεπε να λάβουν σοβα-
ρά υπόψη τους τις οδηγίες του. Ο Εϋνάρδος πιθανότατα ήταν δυσαρεστημένος με τον
σπάταλο τρόπο με τον οποίο ξόδευαν τα χρήματα, και γι’ αυτό ο Ιγνάτιος με συνεχή
γράμματα προσπαθούσε και –τελικά- κατάφερε να τον πείσει για την τίμια διαχείριση
των χρημάτων από την κυβέρνηση160.

158
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), όπ.π..

Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), «Ιγνάτιος Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας : 1766-1828 . 2.


159

Αλληλογραφία, πολιτικά υπομνήματα, λόγοι, σημειώματα περί Ιγνατίου», σελ. 237-238.


160
Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), όπ.π., σελ. 245-246.

76
Εκτός όμως από τα ποικίλα θέματα που πραγματεύεται ο Ιγνάτιος στις επιστολές
του, υπάρχουν και κάποιες ανέκδοτες που εναπόκεινται στην Πανεπιστημιακή Βιβλι-
οθήκη της Γενεύης και προσφέρουν νέα στοιχεία για τις επαφές του μητροπολίτη με
τον Ελβετό φιλέλληνα και για τις συζητήσεις τους τις σχετικές με την εκπαίδευση
ελληνοπαίδων στο εξωτερικό.
Ειδικότερα, το ενδιαφέρον του Ιγνατίου για τις σπουδές νέων Ελλήνων σε εκπαι-
δευτικά ιδρύματα της Ευρώπης, εκδηλώθηκε κυρίως μετά το 1823 γιατί, πρωτύτερα
πίστευε ότι δεν ήταν κατάλληλες οι συνθήκες για την αντιμετώπιση τέτοιων θεμάτων.
Όταν λοιπόν ο Καποδίστριας, πρότεινε στις 4/16 Δεκεμβρίου 1823 στον Ιγνάτιο να
εκλέξει νέους φιλομαθείς για να τους στείλει ως υποτρόφους στο εκπαιδευτικό ίδρυ-
μα Fellenberg, ο Ιγνάτιος απαντώντας στις 17/29 Δεκεμβρίου 1823 ανέβαλλε την
πραγματοποίηση του σχεδίου αυτού σε ευθετότερο χρόνο. Είναι ωστόσο απαραίτητο
να σημειωθεί ότι ο Καποδίστριας ήδη από το 1814, μελετώντας τον τρόπο λειτουργί-
ας του ιδρύματος Fellenberg, είχε συντάξει ένα υπόμνημα για το ίδρυμα αυτό προς
τον αυτοκράτορα της Ρωσίας161.
Με την πάροδο του χρόνου και με τις ευοίωνες προοπτικές που διακρίνονταν για
το μέλλον του ελληνικού έθνους, ο Ιγνάτιος έγινε θερμός προστάτης της ελληνικής
παιδείας και συνδέθηκε με τον Καποδίστρια με αληθινή φιλία. Ο Ιγνάτιος, επιθυμώ-
ντας τότε να σπουδάσουν όσο το δυνατό περισσότεροι Έλληνες νέοι στο εξωτερικό,
ζητούσε πολλές φορές την οικονομική και ηθική στήριξη του Εϋνάρδου. Στις επιστο-
λές του αναφέρονταν διάφορες περιπτώσεις Ελλήνων απόρων νέων, οι οποίοι με την
συμπαράσταση και υποστήριξη του Ελβετού φιλέλληνα, θα σπούδαζαν στην Ελβετία
ή σε άλλη χώρα. Για παράδειγμα, σε κάποια από τις επιστολές του, μιλούσε για έναν
άπορο νέο, σταλμένο από τον αρχιεπίσκοπο Μυτιλήνης για να σπουδάσει Ιατρική
στην Γερμανία. Ο νέος αυτός γνώριζε τα αρχαία ελληνικά και είχε μεγάλη όρεξη για
μάθηση. Ο μητροπολίτης λοιπόν θέλοντας να τον βοηθήσει, παρακαλούσε τον Εϋ-
νάρδο ν’ αναλάβει να έρθει σε επαφή με τις φιλελληνικές επιτροπές της Δρέσδης,
ώστε να μπορούσε να σπουδάσει ο νέος εκείνος σ’ ένα γερμανικό πανεπιστήμιο162.

161
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 101. Πρβλ. Rapport presente a Sa Majeste
l’ Empereur Alexandre, par S. E. Mr. le Comte de Capo d’ Istria, sur les etablissements de M. de
Fellenberg a Hofwyl, en Octobre 1814 a Paris, Geneve-Paris 1817.
162
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 102. Πρβλ. BPU, Ms Suppl. 1888, ff.
234-235.

77
Ενδιαφέρουσα επίσης ήταν και η περίπτωση ενός άλλου άπορου νέου, του Παυ-
λίδη, τελειόφοιτου της Ιατρικής, ο οποίος σπούδαζε στο Παρίσι χωρίς κανένα θετικό
αποτέλεσμα και έτσι συνέχιζε τις σπουδές του σε ιταλικό πανεπιστήμιο. Επειδή μάλι-
στα βρισκόταν στο τέλος των σπουδών του και έπρεπε να παραμείνει έναν ακόμη
χρόνο στα νοσοκομεία της Φλωρεντίας και της Μπολόνιας για πρακτική εξάσκηση,
χρειαζόταν την οικονομική ενίσχυση του Ελβετού φιλέλληνα. Ο Εϋνάρδος όμως,
πρόσφερε οικονομική βοήθεια και σε έναν άλλο Έλληνα που βρισκόταν στην Ιταλία,
στον Μιχάλη Δημητριάδη. Ανάλογη ήταν και η περίπτωση του Στραβοπόδη από την
Ζάκυνθο που έστελνε τον γιο του στην Γενεύη για σπουδές163.
Στο σημείο αυτό θα ήταν χρήσιμο να αναφερθεί και μια έκθεση-απολογισμός του
κληρικού λόγιου Γρηγόριου Κωνσταντά που αναφερόταν στα επιτεύγματα για τον
τομέα της παιδείας και τις παραπέρα προοπτικές της. Ο Γρηγόριος Κωνσταντάς, ήταν
ένας από τους Εφόρους της δημόσια παιδείας. Όταν λοιπόν του ζητήθηκε από τον
κόμη Giuseppe Pecchio (είχε δεσμούς με το φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου και
ανέλαβε να συνοδέψει στην Ελλάδα την έκτη και τελευταία δόση του πρώτου αγγλι-
κού δανείου), ένα κείμενο σχετικά με την δημόσια εκπαίδευση στην Ελλάδα, ο Κων-
σταντάς έγραψε στις 25 Απριλίου 1825 την συγκεκριμένη έκθεση.
Στην έκθεση αυτή ο Κωνσταντάς ανέφερε ότι η κυβέρνηση είχε αποφασίσει την
ίδρυση ενός κεντρικού σχολείου αλληλοδιδακτικής στο Άργος, στο οποίο θα στέλνο-
νταν τέσσερις νέοι από κάθε επαρχία. Οι νέοι αυτοί, έπρεπε να είχαν βασικές γνώσεις
της ελληνικής γλώσσας για να σπουδάσουν τη νέα μέθοδο διδασκαλίας. Οι απόφοιτοι
θα γύριζαν στην επαρχία τους για να διδάξουν άλλους. Η κυβέρνηση επίσης, είχε α-
ποφασίσει και την ίδρυση μιας Ακαδημίας στο Άργος με βάση τα ελληνικά δεδομένα,
στην οποία θα δίδασκαν Έλληνες λόγιοι του εξωτερικού. Θα φρόντιζε όμως να μετα-
καλέσει και ξένους σοφούς από όλα τα φωτισμένα έθνη της Ευρώπης για να διδάξουν
στην Ακαδημία 164.
Είχε ακόμα αποφασισθεί, η ίδρυση σε κάθε επαρχία ενός κεντρικού σχολείου αλ-
ληλοδιδακτικής για στοιχειώδη εκπαίδευση και ενός γραμματοδιδασκαλείου. Στο
γραμματοδιδασκαλείο, θα διδάσκονταν αρχαία ελληνικά και στοιχεία γεωγραφίας,

163
Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), όπ.π., σελ. 304.
164
Σιμόπουλος Κυριάκος (1982), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημονεύματα,
Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωματών, Ειδικών Απεσταλ-
μένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α»., τομ. Δ΄ (1824-1826), σελ. 132-133. Πρβλ. Δραγούμης Νι-
κόλαος (1879), «Ιστορικαί Αναμνήσεις», Εν Αθήναις, τομ. Α΄, σελ. 207-208.

78
ιστορίας, λογικής, μεταφυσικής, αριθμητικής, γεωμετρίας και όλων των γνώσεων που
θα κρίνονταν απαραίτητες για την εισαγωγή στην Ακαδημία του Άργους, καθώς και
μία ή δύο ευρωπαϊκές γλώσσες. Προβλεπόταν τέλος, ίδρυση σε κάθε πόλη ή κεφαλο-
χώρι σχολείου αλληλοδιδακτικής και ενός άλλου Ελληνικού σχολείου όπου θα διδά-
σκονταν στοιχεία της ελληνικής λογοτεχνίας και αν ήταν εφικτό ευρωπαϊκές γλώσ-
σες, όπως η γαλλική και η ιταλική.
Κατά την έκθεση του Κωνσταντά, λειτουργούσαν ήδη γραμματοδιδασκαλεία και
σχολεία αλληλοδιδακτικής σε κάποιες περιοχές. Ειδικότερα, στην Αθήνα λειτουρ-
γούσε Λύκειο με 60 μαθητές όπου διδάσκονταν ελληνικά, ιταλικά και ιστορία και
δύο σχολεία αλληλοδιδακτικής, ένα για αγόρια και ένα για κορίτσια. Το πρώτο λει-
τουργούσε από τον Οκτώβριο του 1824, το δεύτερο άνοιξε τον Ιανουάριο του 1825
και φοιτούσαν από 100 μαθητές στο καθένα. Στην Τήνο, υπήρχε κεντρικό σχολείο
αλληλοδιδακτικής και γραμματοδιδασκαλείο, στην Άνδρο τρία σχολεία αλληλοδιδα-
κτικής και δύο γραμματοδιδασκαλεία, στην Σίφνο ένα γραμματοδιδασκαλείο, στις
Κυκλάδες και στις Σποράδες από ένα, δύο ή τρία σχολεία σε κάθε νησί, στην Τριπο-
λιτσά κεντρικό σχολείο αλληλοδιδακτικής και γραμματοδιδασκαλείο, στο Άστρος
σχολείο αλληλοδιδακτικής και γραμματοδιδασκαλείο με καλή βιβλιοθήκη, στον Άγιο
Πέτρο και τα δύο είδη σχολείου και από ένα γραμματοδιδασκαλείο στην Βυτίνα, Δη-
μητσάνα, Στεμνίτσα και στα Λαγκάδια. Τέλος λειτουργούσε σχολείο αλληλοδιδακτι-
κής και γραμματοδιδασκαλείο στο Μεσολόγγι, όπου διδάσκονταν γαλλικά και ιταλι-
κά165.
Οι παραπάνω πληροφορίες είναι σημαντικές γιατί μας δείχνουν την κατάσταση
της ελληνικής παιδείας, πριν την πτώση του Μεσολογγίου.
Ωστόσο τον Αύγουστο του 1825 και ενώ εξακολουθούσε η πολιορκία του Μεσο-
λογγίου, ο Γερμανός πολιτικός και ιστορικός Niebuhr έγραφε στην γυναίκα του ότι
«τώρα μόνο συμμεριζόμαστε το αίσθημα για τους δυστυχισμένους Έλληνες και η έ-
κβαση του μακρού τους μαρτυρίου είναι τόσο αξιολύπητη, ώστε να μην αποτρέψει
κανείς το βλέμμα του απ’ αυτό»166. Παρατηρεί δηλαδή κανείς ότι το ενδιαφέρον του
Niebuhr ήταν έντονο για τους αγωνιζόμενους Έλληνες και για τον απελευθερωτικό
τους αγώνα.

165
Σιμόπουλος Κυριάκος (1982), όπ.π., τομ. Δ΄, σελ. 134.
166
Κουγέας Σ. Β. (1953), «Η προς τους Έλληνας και τα δημοτικά τραγούδια των Ελλήνων αγάπη
του Niebuhr», στα «Ελληνικά» 12 (1953), σελ. 294.

79
Η δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκονταν το Μεσολόγγι, πυροδοτούσε με
τρομερή έκρηξη τον φιλελληνισμό. Όλοι προσεύχονταν για την σωτηρία των Ελλή-
νων και όλοι πρόθυμα έδιναν τον οβολό τους για να ανακουφίσουν τους αγωνιζόμε-
νους Έλληνες. Ευγενείς, πλούσιοι, εργάτες, μαθητές στις τάξεις των σχολείων, όλοι
κατέθεταν τη συμβολική μικρή ή μεγάλη προσφορά τους. Επίσης, όπως προαναφέρ-
θηκε στο παρόν υποκεφάλαιο, οργανώνονταν παντού έρανοι, εκθέσεις ζωγραφικής,
διαλέξεις, παραστάσεις, απαγγελίες ποιημάτων, συναυλίες σε διάφορες πόλεις, ενώ ο
τύπος ξεσπάθωνε για την ελληνική υπόθεση. Στην αίθουσα μάλιστα του αρχοντικού
του μεγάλου βιβλιοπώλη του Βερολίνου Reimer, όπου δόθηκε ένα κονσέρτο το οποίο
απέδωσε αρκετά χρήματα, παραβρέθηκε και ο γνωστός στρατάρχης της Πρωσίας
Gneisenau. Όταν δε, του είπαν πως δεν τον περίμεναν να παρευρεθεί, απάντησε με
βροντερή φωνή ότι «εκτός από τους κυρίους Metternich και Gentz, θα έβρισκε ο κα-
θένας σε μια τέτοια περίπτωση την εμφάνιση μου εντάξει»167.
Με την αφορμή της πολιορκίας του Μεσολογγίου, γράφονταν πύρινα άρθρα στον
ευρωπαϊκό τύπο και τονιζόταν η ανάγκη να επέμβουν δραστικά οι ευρωπαϊκές δυνά-
μεις και να μην αρκεστούν οι λαοί σε απλές εκδηλώσεις συμπάθειας. Νέοι κατάλογοι
συνδρομών για την Ελλάδα ανοίγονταν σε διάφορα μέρη, ενώ τα κατορθώματα της
φρουράς κυρίως κατά τον Φεβρουάριο του 1826 μετέβαλλαν το ρεύμα του φιλελλη-
νισμού. Οι δυνατές εντυπώσεις μπορεί να έχουν αποφασιστικές συνέπειες, έγραφε ο
Καποδίστριας στον αδελφό του Βιάρο και στον διπλωμάτη βαρόνο Stein έγραφε ότι
ένα ζήτημα που το προστατεύει ο Θεός θα νικήσει. Ακόμη και ο ίδιος ο Gentz, ο συ-
νεργάτης και σύμβουλος του Metternich, έλεγε ότι οποιοδήποτε τέλος και αν έχει η
υπεράσπιση του Μεσολογγίου, κανείς, είτε εχθρός είτε φίλος, δεν μπορεί να αρνηθεί
ότι είναι αληθινά ηρωική πράξη168.
Όσο προχωρούσαν οι μήνες και η θέση της Ελλάδας γινόταν δυσκολότερη, τόσο
και το ενδιαφέρον των φιλελλήνων μεγάλωνε στην Γερμανία και γενικότερα στην
Ευρώπη, ενώ σύγχρονα ξεσπούσε ένα αντιαυστριακό πνεύμα. Παντού ιδρύονταν φι-
λελληνικές εταιρείες και η κοινή γνώμη εκφραζόταν ελεύθερα εναντίον της αδιαφο-

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π., τομ. Ζ΄, σελ. 484. Πρβλ. Dieterich, Aus Brifen und
167

Tagebuchen Philhellenismus 1821-1828, Hamburg 1828, σελ. 58.


168
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π.. Πρβλ. Δαγτόγλου Πρόδρομος Δ., «Ο Ιωάννης
Καποδίστριας, ο βαρώνος φομ Στάιν και ο πρίγκηψ Λεοπόλδος ΕΕΣΝΟΕ 12 τευχ. Α΄ (1966), σελ.
89 και για τον Gentz, βλ. Dieterich, Aus Brifen und Tagebuchen Philhellenismus 1821-1828,
Hamburg 1828, σελ. 50.

80
ρίας των μοναρχών και εναντίων των ισχυρών κυβερνήσεων με την απορία πως μπο-
ρούσαν και άφηναν τους Έλληνες αβοήθητους στον δύσκολο αγώνα που βίωναν. Οι
συνεχώς αυξανόμενες εκείνες πιέσεις της κοινής γνώμης, αποτέλεσαν μια από τις κυ-
ριότερες αιτίες που προσανατόλιζε τις μεγάλες Δυνάμεις ολοένα και πιο κοντά προς
την λύση της ελληνικής υπόθεσης. Στην Ελβετία, έγραφε ο Καποδίστριας, προσεύχο-
νταν στις εκκλησίες και για τους Έλληνες και ο Εϋνάρδος εξουσιοδοτήθηκε να στεί-
λει νέα εφόδια στα οχυρά που αμύνονταν. Ο καθένας έκανε ό, τι μπορούσε. Η δραμα-
τική δηλαδή πολιορκία του Μεσολογγίου, δημιούργησε στις χώρες της Ευρώπης νέα
ανάφλεξη του φιλελληνισμού169.

169
Παπαδόπουλος Στέφανος Ι. (1971), «Το Μεσολόγγι και ο φιλελληνισμός»

81
ΙΙ. Οι Ευρωπαίοι Φιλέλληνες απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση μετά την
πτώση του Μεσολογγίου
Η θυσία του Μεσολογγίου προώθησε την ελληνική υπόθεση, όσο καμιά άλλη ελ-
ληνική νίκη. Πλημμύρισε τους άλλους Έλληνες και Ευρωπαίους με αισθήματα θαυ-
μασμού και λατρείας για τους άνδρες της φρουράς του Μεσολογγίου, τους Μακεδό-
νες, τους Ηπειρώτες, τους Θεσσαλούς κα του Στερεοελλαδίτες.
Ο Καποδίστριας μάλιστα, διερμηνεύοντας τις εντυπώσεις του από την απήχηση
της τραγωδίας του Μεσολογγίου στην Ευρώπη, προφήτευσε στον αδελφό του Βιάρο
στις 18 Απριλίου του 1826, ότι το τραγικό αυτό γεγονός δεν πρέπει να κάνει τους Έλ-
ληνες να χάσουν τις ελπίδες τους, αλλά αντίθετα να δουν σε αυτό την αρχή της σωτη-
ρίας. Και πραγματικά, μετά από ένα μήνα στις 14/26 Μαΐου, ο Βιάρος απαντώντας
στον Καποδίστρια του αναφέρει ότι η προφητεία του αρχίζει να πραγματοποιείται με
τις καλύτερες ελπίδες, ενώ λίγο αργότερα, τον Ιούλιο του 1826, ο Stendhal έγραφε σε
ανταπόκριση του προς τον «Courrier Anglais» ότι οι Ευρωπαίοι μονάρχες είχαν χάσει
την εκτίμηση των υπηκόων τους, εξαιτίας της αδιαφορίας που είχαν δείξει για τις
σφαγές στην Ελλάδα170.
Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο οι ιδρύσεις φιλελληνικών επιτροπών γενικεύονταν
και οι φιλελληνικές συγκεντρώσεις στην Γερμανία ήταν συχνότερες και ισχυρότερες.
Ακόμη και οι άνδρες του περιβάλλοντος του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Γ΄ της Πρωσί-
ας, ο κρατικός σύμβουλος Hufeland, ο ηγούμενος Neander, ο Ritschl μέλος του πρε-
σβυτερίου, αλλά και ο ιεροκήρυκας της Αυλής, τόλμησαν στις 25 Απριλίου 1826 να
δημοσιεύσουν σε πολλές εφημερίδες του Βερολίνου την «Aufforderung zur Unters-
tutzung der Notleidenden Griechen» (Παρακίνηση για την υποστήριξη των απόρων
Ελλήνων)171.
Η φιλελληνική κίνηση αυξανόταν συνεχώς και οι αντιδράσεις της αυστριακής
πολιτικής δεν έφεραν αποτέλεσμα. Το φιλελληνικό ρεύμα απέκτησε συμμέτοχο τον
βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκο Α΄, ο οποίος όχι μόνο εμπνεύστηκε από τον αγώνα

Χριστοφιλόπουλος Αναστάσιος Π. (1970), «Ο φιλελληνισμός του Σταντάλ», ανάτυπο από


170

«Νέα Εστία» Χριστούγεννα 1970, τευχ. 1043, σελ. 10.


171
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η Μεγάλη Ελληνική
Επανάσταση (1821-1829)-Ο Αφρικανός Σιμούν Η΄ Η Επιδρομή του Ιμπραϊμ στην Ελλάδα», τομ.
Ζ΄ (προτελευταίος 1825-1828), σελ. 489. Πρβλ. Dieterich, Aus Brifen und Tagebuchen Philhelle-
nismus 1821-1828, Hamburg 1828, σελ. 62, 66.

82
των Ελλήνων τον οποίο και εξυμνούσε με ποιήματα, αλλά έστειλε στην Ελλάδα και
χρηματικές βοήθειες, καθώς και τον συνταγματάρχη Karl von Heidegger. Ο Heideg-
ger μαζί με άλλους αξιωματικούς θα λάμβαναν μέρος στις επιχειρήσεις. Τον Αύγου-
στο του 1826 ο ελληνικός σύλλογος του Μονάχου έθετε στη διάθεση του Εϋνάρδου
65.000 φράγκα και ο τελευταίος στο τέλος του 1827 απέδιδε λογαριασμό στους κα-
τοίκους του για 149.000 φράγκα μαζί με τα 43.097 φράγκα του Λουδοβίκου172.
Από τον Απρίλιο έως τα τέλη Σεπτεμβρίου 1826, είχαν σταλεί στην Ελλάδα τρό-
φιμα βάρους περίπου 4.000.000 λιβρών και από την 1 η Οκτωβρίο υ 1 8 26 έως τις 5
Ιανουαρίου 1826, στάλθηκαν για λογαριασμό των ελβετικών και γερμανικών φιλελ-
ληνικών επιτροπών 2.140.000 λίβρες τροφίμων.
Αργότερα, μετά την άφιξη του Καποδίστρια στην Ελλάδα, ο βασιλιάς της Βαυα-
ρίας Λουδοβίκος Α΄, έστειλε από το Μόναχο στον Καποδίστρια μια επιστολή. Στην
επιστολή αυτή, που την έγραψε στις 9 Μαΐου 1828, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι η ανε-
ξαρτησία της Ελλάδας ήταν ένας πόθος που είχε από μικρός και τόνιζε πως δεν υπήρ-
χε πρίγκιπας που να έχει σταθερά τον πόθο αυτό, όπως εκείνος. Έλεγε χαρακτηριστι-
κά ότι είχε κλάψει κιόλας όταν ήταν παιδί και έμαθε στο μάθημα της γεωγραφίας για
την υποδούλωση της Ελλάδας στους Τούρκους και συνέχιζε υπογραμμίζοντας πως η
Ευρώπη είχε ένα τεράστιο χρέος προς την Ελλάδα γιατί από αυτήν της ήρθε το Ευαγ-
γέλιο και σε αυτήν όφειλε τις τέχνες και τις επιστήμες173.
Όμως και στην Ολλανδία συνεχιζόταν η φιλελληνική κίνηση. Η φιλελληνική επι-
τροπή του Άμστερνταμ με πρωτεργάτη τον Στέφανο Παλαιολόγο, έμπορο από την
Πάτμο, απέστειλαν στον μητροπολίτη Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας σημαντικά ποσά για
τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. Τον Ιανουάριο μάλιστα του 1827, ανέλα-
βαν να καταβάλλουν κατά τακτά χρονικά διαστήματα, ορισμένο ποσό ο καθένας για
όσο διάστημα πολεμούσαν στην Ελλάδα οι συμπατριώτες τους. Επέκτειναν επίσης τις
ενέργειες τους προς τους Ολλανδούς, οι οποίοι με την σειρά τους, όπως και οι Βέλγοι,
έστελναν χρήματα στην Ελλάδα μέσω του Εϋνάρδου174.

172
Σπηλιάδης Νικόλαος, «Απομνημονεύματα διά να χρησιμεύσωσιν εις την Νέαν Ελληνικὴ ν Ι-
στορίαν (1821-1843)», επανέκδοση από τον Παναγιώτη Φ. Χριστόπουλο, σελ. 177.
173
Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, Κέρκυρα 1983. Πρβλ. Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986),
«Ιστορία του Νέου Ελληνισμού», τομ. Ζ΄, σελ. 490-491.

Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), «Ιγνάτιος Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας : 1766-1828 . 2.


174

Αλληλογραφία, πολιτικά υπομνήματα, λόγοι, σημειώματα περί Ιγνατίου», σελ. 258-259.

83
Χρήματα όμως έστελναν και οι Σουηδοί, οι Δανοί και οι Ρώσοι, ενώ οι τελευταίοι
με τον Γ. Γλαράκη, εξωτερικό γραμματέα της επικρατείας, ανέθεσαν το έργο της
συλλογής συνεισφορών και συνδρομών για την μαχόμενη Ελλάδα σε τριμελή επιτρο-
πή. Η επιτροπή αυτή, απαρτίζονταν από τους Δημήτριο Ιγγλέση, Βασίλειο Ξένη και
Βαϊανό Παλαιολόγο, οι οποίοι έμεναν στην Οδησσό. Ανάμεσα στους δωρητές ανα-
φέρονταν και ο Γρηγόριος Μαρασλής με 1.000 ισπανικά τάλιρα και ο Αλ. Μαύρος με
2.000175.
Από την άλλη οι Άγγλοι, μετά την πτώση του Μεσολογγίου, θα αισθάνθηκαν κά-
ποια απογοήτευση, βλέποντας ότι τα κεφάλαια των δανείων τους προς την Ελλάδα
πιθανότατα κινδύνευαν να μην αποδοθούν. Η στάση τους αυτή, προκάλεσε την αγα-
νάκτηση των φιλελλήνων και ο Niebuhr, έφθασε στο σημείο να καταγγείλει την δια-
κήρυξη της Αγγλίας ως υπαίτια για την πτώση του Μεσολογγίου. Στην διακήρυξη
εκείνη, η Αγγλία είχε απαγορεύσει την αναχώρηση εξοπλισμένων ελληνικών πλοίων
από τα λιμάνια της176.
Στην Γαλλία, το φιλελληνικό ρεύμα, έπαιρνε νέα κλίση. Οι εφημερίδες που εκδί-
δονταν δημοσίευαν ανακριβείς ειδήσεις υπέρ των Ελλήνων. Ο Γάλλος στρατηγός
Boyer έγραφε από την Αίγυπτο στον συνάδελφο του Belliard στο Παρίσι, ότι αν διά-
βαζε κανείς το περιεχόμενο των εφημερίδων εκείνων, θα σχημάτιζε την γνώμη ότι οι
συντάκτες τους ήταν τρελοί, λόγια που περιέγραφαν τον σφοδρό ενθουσιασμό των
Γάλλων.
Ο Γάλλος ναύαρχος Jurien de la Graviere, ανέφερε με την σειρά του, ότι ήταν τέ-
τοιο το ενδιαφέρον των Γάλλων για τα ελληνικά γράμματα, ώστε καθένας που επέ-
στρεφε από την Ανατολή προσέλκυε το ενδιαφέρον όλου του κόσμου, προκειμένου
να τον κάνουν να αφηγηθεί τα σπουδαία κατορθώματα του Νικήτα και του Μπότσα-
ρη177.
Ωστόσο, ανάμεσα στα επίσημα πρόσωπα που ενδιαφέρονταν για την Ελλάδα, ή-
ταν και η δούκισσα της Πλακεντίας Sophie de Marbois και η κόρη της Καρολίνα-

175
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π., τομ. Ζ΄, σελ. 492. Πρβλ. Κοντογιάννη, Έγγραφα,
σελ. 98-103, 108-110.
176
Κουγέας Σ. Β. (1953), «Η προς τους Έλληνας και τα δημοτικά τραγούδια των Ελλήνων αγάπη
του Niebuhr», στα «Ελληνικά» 12 (1953).

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π., τομ. Ζ΄. Πρβλ. Douin, Une mission, s. 52. Βλ και
177

Graviere, Station, 2, σελ. 55.

84
Ελίζα, οι οποίες προσέφεραν το 1826 το ποσό των 23.000 φράγκων για τις στρατιω-
τικές ανάγκες της Ελλάδας. Έπειτα από κάποιους μήνες, προσέφεραν και 1.800 τάλι-
ρα για τον ίδιο λόγο, ενώ η ελληνική κυβέρνηση για να τις ευχαριστήσει, τις έστειλε
στις 31 Μαΐου 1827 ευχαριστήριο γράμμα από τον Πόρο178.
Από τα μέλη της φιλελληνικής επιτροπής του Παρισιού που εργάζονταν για το
ελληνικό ζήτημα, ήταν και ο στρατηγός Horace Sebastiani. O Sebastiani, που βρισκό-
ταν σε επαφή με τον Εϋνάρδο, κατηγορούσε την πατρίδα του για την επιμονή της να
μην αναμειχθεί στο ελληνικό ζήτημα. Φρόντιζε επίσης, για την αποστολή πολεμοφο-
δίων στην Ελλάδα, αλλά και αξιωματικών και υπαξιωματικών για την οργάνωση τα-
κτικού ελληνικού στρατού. Πίστευε μάλιστα ότι με την οργάνωση αυτού του στρα-
τού, θα μπορούσαν οι Έλληνες να απομακρύνουν τους Τούρκους στην Ασία.
Ο λοχαγός Gerand, ένας από τους αξιωματικούς που ο Sebastiani ήθελε για την
οργάνωση του τακτικού ελληνικού στρατού, εκτελούσε στις 31 Δεκεμβρίου 1825 την
τέταρτη αποστολή του στην Ελλάδα. Στις 10/22 Φεβρουαρίου 1826, το πλοίο «L’
Heureux Retour», σταλμένο από την φιλελληνική επιτροπή του Παρισιού, προσορμί-
στηκε στην Ζάκυνθο. Μετέφερε 4.000 όπλα, ισάριθμες στολές για τον στρατό της
ξηράς και ένα φαρμακείο. Μόλις προσορμίστηκε στην Ζάκυνθο, 26 αξιωματικοί, άλ-
λοι από την ξηρά και άλλοι από την θάλασσα, έφυγαν για την Αθήνα, όπου θα οργα-
νώνονταν τα τακτικά στρατεύματα179. Στο πλοίο, επιβιβάστηκε ως εκπρόσωπος της
επιτροπής ο Piscatory, ενώ μαζί του κατέβηκε και ο Γάλλος F. – R. Schack, ο οποίος
ήταν σταλμένος από τον δούκα de Choiseul.
Ένας άλλος Γάλλος, ο Eugene de Villeneuve, θερμός φιλέλληνας, φτάνοντας στην
Μόσχα μέσω Τουρκίας, έκανε εκκλήσεις για την σωτηρία των Ελλήνων σε ονομα-
στές οικογένειες της πόλης. Ανάμεσα στις οικογένειες αυτές, ήταν και η πριγκίπισσα
Zeneide de Volkonski, ο Παύλος Galitzin, ο Kaissaroff, ο Posnikoff και άλλοι, ενώ με
τους ίδιους σκοπούς, επισκεπτόμενος επίσημα πρόσωπα, πέρασε και από την Πρωσί-
α, Βαυαρία, κ.ά. και επέστρεψε στην Γαλλία180.

178
Σπηλιάδης Νικόλαος, όπ.π..
179
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημονεύματα,
Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωματών, Ειδικών Απεσταλ-
μένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α.», τομ. Ε΄ (1826-1829), σελ. 60-63.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π., τομ. Ζ΄, σελ. 494. Πρβλ. Villeneuve, Journal, σελ.
180

223-245 για περιγραφή της περιοδείας του.

85
Στα μέσα Ιουλίου του 1826, κατέφθασε στην Ελλάδα ως απεσταλμένος των φι-
λελληνικών επιτροπών, ο κόμης d’ Harcourt. Ο d’ Harcourt, που συνοδευόταν από
περίπου τριάντα φιλέλληνες οι οποίοι θα υπηρετούσαν στην Ελλάδα, είχε φέρει μαζί
του χρηματικές βοήθειες181. Ο d’ Harcourt, αποβιβάστηκε πρώτα στην Ύδρα όπου
συνάντησε τον Μαυροκορδάτο και έπειτα στο Ναύπλιο όπου έμεινε τρείς μέρες και
συναντήθηκε με τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής. Έπειτα πέρασε στα Μέθανα,
όπου έμενε ο συμπατριώτης του Charles Fabvier, ο οποίος και του πρότεινε να κάνει
τα Μέθανα γενική αποθήκη των βοηθειών σε τροφές και πολεμοφόδια που στέλνο-
νταν από την Ευρώπη. Η Διοικητική Επιτροπή με επιστολή της στις 19 Ιουλίου του
εξέφρασε αισθήματα ευγνωμοσύνης, καθώς και προς την φιλελληνική επιτροπή της
Μασσαλίας. Από την επιστολή αυτή έγιναν επίσης γνωστές και οι συνεισφορές των
Γάλλων που είχαν διατεθεί για τη διατροφή της φρουράς του Μεσολογγίου, η οποία
μετά την πτώση του κατέφυγε στο Ναύπλιο, για τη συντήρηση του στρατοπέδου της
Πελοποννήσου και της Σπάρτης, για τον εφοδιασμό των φρουρίων και για τη σύστα-
ση στρατοπέδου στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα.
Η Διοικητική Επιτροπή όμως επισήμαινε και την έλλειψη οικονομικών πόρων,
λόγω των αναγκών του πολέμου, οι οποίες θεωρούνταν τόσο μεγάλες, ώστε αναγκά-
ζονταν να πουλά μικρές ποσότητες από τα αποστελλόμενα τρόφιμα, προκειμένου να
πληρώσει τα ναύλα των πλοίων που τα μετέφεραν. Οι οικονομικές δυσκολίες δυσχέ-
ραιναν την συνέχιση των στρατιωτικών επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα η Διοικητική
Επιτροπή να παρακαλέσει τον κόμη d’ Harcourt, να μεσολαβήσει στην φιλελληνική
επιτροπή του Παρισιού να στέλνει λίγα χρήματα, αλλά πολλές τροφές, πυρίτιδα και
μολύβι. Πρότεινε μάλιστα να διόριζε η επιτροπή ένα πρόσωπο της εμπιστοσύνης της
για να διαχειριζόταν τα χρήματα και τα πολεμικά εφόδια τα προερχόμενα από το εξω-
τερικό, αλλά και όλα αυτά να διευθύνονταν προς τη Διοικητική Επιτροπή. Η τελευ-
ταία με τη σειρά της, θα αναλάμβανε να τα μοιράσει εκεί όπου θα τα είχαν ανάγκη.
Στις 28 Ιουλίου 1826 η Διοικητική Επιτροπή με ξεχωριστή επιστολή της στον Εϋ-
νάρδο, επανέλαβε σε γενικές γραμμές τα όσα είχε αναφέρει και στην επιστολή της
προς τον κόμη d’ Harcourt. Εξακολουθούσε να επιμένει να στέλνονταν οι τροφές και
τα χρήματα στην ίδια, για να αποφεύγονταν οι καταχρήσεις από άτομα τα οποία δεν
είχαν καμία ευθύνη. Με αυτόν τον τρόπο όμως η κυβέρνηση, απέκρουε στην ουσία
την πρόταση του Γάλλου φιλέλληνα d’ Harcourt για τον καθορισμό των Μεθάνων ως

181
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1824», τομ. ΙΒ΄, σελ. 475.

86
τόπου συγκέντρωσης των βοηθειών, όπου βρίσκονταν το στρατόπεδο του Fabvier.
Φοβόταν μήπως η συγκέντρωση των βοηθειών σε τόπο ελεγχόμενο από τα στρατεύ-
ματα του Γάλλου στρατιωτικού, θα ενίσχυε την επιρροή του στην ελληνική υπόθεση,
γι’ αυτό και πίστευε ότι η καλύτερη λύση θα ήταν να σταλεί στην Ελλάδα ένας Ευ-
ρωπαίος φιλέλληνας με διοικητικές ικανότητες. Ο φιλέλληνας αυτός, ως απεσταλμέ-
νος των ευρωπαϊκών επιτροπών, θα βοηθούσε την κυβέρνηση στην διαχείριση και
διανομή των διαφόρων βοηθειών, χωρίς όμως να αντιτίθεται στις αποφάσεις της. Το
σχέδιο αυτό, σύμφωνα με την επιστολή, θα είχε διπλή ωφέλεια, γιατί αφενός θα περι-
ορίζονταν στο εσωτερικό οι καταχρήσεις και αφετέρου θα επανορθώνονταν στο εξω-
τερικό η κακή φήμη σχετικά με το θέμα αυτό. Στην ίδια επιστολή, η Διοικητική Επι-
τροπή επεσήμαινε επίσης και την έλλειψη ιατρικών φαρμάκων και υπογράμμιζε την
ανάγκη προμήθειας δύο φρεγατών και τριών ατμοκίνητων πλοίων182.
Στο πρόβλημα διανομής των βοηθειών, ο Εϋνάρδος πρότεινε μια προσωρινή λύ-
ση. Με την επιστολή του στις 1/13 Σεπτεμβρίου 1826 προς την Επιτροπή Ζακύνθου,
έγραφε ότι την εξουσιοδοτούσε να διαθέσει τις τροφές και τα πολεμοφόδια, όπως έ-
κρινε αυτή καλύτερα, εκεί όπου υπήρχαν οι μεγαλύτερες ανάγκες.
Σπουδαία όμως θέση μέσα στην φιλελληνική κίνηση, κατείχε και η Ελβετία. Με-
τά την πτώση του Μεσολογγίου, ακολούθησε γενική κινητοποίηση των Ελβετών φι-
λελλήνων για τη συγκέντρωση νέων ποσών. Οι κάτοικοι της Γενεύης όλων των τάξε-
ων, ακόμη και οι ξένοι οι οποίοι επισκέπτονταν την Ελβετία, προσφέρθηκαν να συ-
νεισφέρουν στον κοινό έρανο. Έως τις 5 Μαΐου 1826 είχαν συγκεντρωθεί συνολικά
105.000 φράγκα, από τα οποία 35.000 είχαν δοθεί από τους ξένους που ήταν εγκατε-
στημένοι στην Γενεύη183.
Επίσης στα 1827 η φιλελληνική επιτροπή του Neuchatel, έστειλε 116.000 φρά-
γκα, της Λωζάνης 57.000 φράγκα και την άνοιξη του 1828 η ίδια επιτροπή έδωσε άλ-
λα 12.000 φράγκα, ενώ οι φιλέλληνες της Γενεύης ενίσχυσαν το έργο της εκπαίδευ-
σης με 31.000 φράγκα184. Συνολικά, από την πτώση του Μεσολογγίου, δηλαδή από

182
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (1975), «Σχέσεις Ελλήνων και Ελβετών φιλελλήνων κατά
την ελληνική επανάσταση του 1821», σελ. 45-47.
183
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), «Ευρωπαίοι Φιλέλληνες, Παρατηρητές και Τεχνο-
κράτες στην Επαναστατημένη Ελλάδα και στο Ελλαδικό Βασίλειο (1821-1843)», σελ. 72. Πρβλ.
Journal de Geneve, lere annee Νο 22, jeudi 1juin 1826, σελ. 4.
184
Παπαδόπουλος Στέφανος Ι. (1971), «Το Μεσολόγγι και ο φιλελληνισμός», σελ. 14.

87
τις αρχές Απριλίου έως το τέλος Σεπτεμβρίου 1826, είχαν σταλεί στην Ελλάδα με
πρωτοβουλία του Εϋνάρδου, τρόφιμα βάρους 4.000.000 λιβρών.
Αξιοσημείωτα για την βοήθεια του Εϋνάρδου στο Μεσολόγγι, είναι και τα όσα
αναφέρει ο Νικόλαος Σπηλιάδης στα Απομνημονεύματα του185. Συγκεκριμένα, ανα-
φέρει τη μεγάλη ευγνωμοσύνη που οφείλουν οι Έλληνες στον Εϋνάρδο, λέγοντας χα-
ρακτηριστικά πως ο Εϋνάρδος όχι μόνο κατέβαλε μεγάλες ποσότητες σε όλες τις συ-
νεισφορές των Ελλήνων, αλλά μίλησε, συμβούλευσε και έγραψε γι’ αυτούς όσο κα-
νένας άλλος. Όταν πληροφορήθηκε ότι κινδύνευε το Μεσολόγγι από λιμό, δεν παρα-
μέλησε τίποτα για να προλάβει την καταστροφή του, αλλά και όταν οι Ναυπλιώτες
απελπίζονταν για την σωτηρία της πατρίδας τους και έριχναν μαύρα δάκρυα, τους
βοήθησε στέλνοντας στο λιμάνι πλοία φορτωμένα με τροφές και πυροβόλα. Ο ευερ-
γέτης αυτός των Ελλήνων τόνιζε, δεν θα παύσει ποτέ να βοηθάει τους Έλληνες, εφό-
σον θα έχουν ανάγκη τη βοήθεια του.
Σημαντικά είναι και τα όσα έγραφε σε επιστολή του και ο Ελβετός φιλέλληνας
Marcet. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στην Πελοπόννησο είχε συναντήσει
σκορπισμένους εδώ και εκεί στρατιώτες και χωρικούς, των οποίων τα σπίτια είχαν
καεί από τους επιδρομείς, αλλά δεν είχαν χάσει το θάρρος τους. Στην επιστολή του
λοιπόν αυτή, που δημοσιεύτηκε στις 27 Ιουλίου 1826, ανέφερε ότι το ηθικό των Ελ-
λήνων ήταν πολύ ικανοποιητικό. Ο Marcet τόνιζε επίσης, ότι η ίδρυση σχολείων αλ-
ληλοδιδακτικής μεθόδου θα συνέβαλλε σημαντικά στην τόνωση του ηθικού των Ελ-
λήνων. Ήδη λειτουργούσαν δύο στην Αθήνα, ένα στο Ναύπλιο και ένα στα Μέγαρα.
Ο Εϋνάρδος, είχε συχνή αλληλογραφία με πολλούς Έλληνες και διάφορους φι-
λέλληνες. Το γεγονός αυτό του έδινε την δυνατότητα να δημοσιεύσει στη «Journal de
Geneve» ορισμένες επιστολές που δεχόταν από την Ελλάδα και οι οποίες αφορούσαν
την εξέλιξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων, αλλά και την κατάσταση του άμαχου
πληθυσμού. Με αυτόν τον τρόπο είχαν την ευκαιρία οι κάτοικοι της Γενεύης, αλλά
και ολόκληρης της Ελβετίας, να σχηματίζουν μια γενική εικόνα για την κατάσταση
των Ελλήνων. Η «Journal de Geneve», ανακοίνωνε επίσης την άφιξη νέων Ελλήνων,
οι οποίοι θα σπούδαζαν στην πόλη αυτή. Στις 28 Οκτωβρίου, ο Εϋνάρδος απευθύν-
θηκε στις εργατικές τάξεις της Γερμανίας, Γαλλίας, Ολλανδίας και Ελβετίας, επικα-
λούμενος τη βοήθεια των κρατών αυτών. Ζητούσε από τις εργατικές αυτές τάξεις, να
θυσιάζουν κάθε εβδομάδα πέντε γαλλικά σολδία για να εξασφαλίζουν ψωμί στους

185
Σπηλιάδης Νικόλαος, όπ.π., σελ. 568.

88
ταλαιπωρημένους Έλληνες, οι οποίοι πέθαιναν από την πείνα. Η κατάθεση αυτού του
μικρού ποσού θα συνεχιζόταν επί δύο χρόνια. Το σχέδιο του Εϋνάρδου, επιδοκιμά-
στηκε από την φιλελληνική επιτροπή της Γενεύης, η οποία κάλεσε όλους τους κατοί-
κους της να συνεισφέρουν και αυτοί το ανάλογο ποσό186.
Ο Εϋνάρδος απαιτούσε από εκείνους με τους οποίους αλληλογραφούσε, να του
διηγούνταν με λεπτομέρειες για την κατάσταση στην Ελλάδα, για τη διάθεση των
χρημάτων που προέρχονταν είτε από δάνεια είτε από τις ευρωπαϊκές φιλελληνικές
επιτροπές, για την έκβαση των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην ξηρά και στη θά-
λασσα, αλλά και για τις απλές μικροσυμπλοκές μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Ο Εϋ-
νάρδος μάλιστα συμβούλευε τον Ελβετό φιλέλληνα γιατρό Louis-Andre Gosse, έναν
από τους οποίους αλληλογραφούσε, να του γράφει με πολλές λεπτομέρειες τακτικά
και αντικειμενικά τα όσα συνέβαιναν γύρω του στην Ελλάδα, χωρίς να παρασύρεται
από κανέναν. Η θέρμη του Εϋνάρδου να βοηθήσει την Ελλάδα, ξεπερνούσε τα συνη-
θισμένα όρια του ενθουσιασμού. Εργαζόταν για την απελευθέρωση της Ελλάδας με
ακούραστη δραστηριότητα και έβλεπε καθαρά το στόχο του. Γι’ αυτό και λυπόταν
πολύ για τις κομματικές διαμάχες και τα πάθη των Ελλήνων187.
Από την άλλη ο Καποδίστριας, έφθασε στις 8 Νοεμβρίου 1827 στην Αγκώνα, απ’
όπου θα έπαιρνε το πλοίο που θα τον οδηγούσε στη Μάλτα και από εκεί στην Αίγινα.
Στην Αγκώνα όπου τον υποδέχτηκαν με μεγάλο ενθουσιασμό, ο Καποδίστριας έμεινε
περίπου σαράντα ημέρες περιμένοντας το πλοίο για την Μάλτα. Κατά τη διάρκεια
παραμονής του εκεί, του δόθηκε η δυνατότητα ν’ ασχοληθεί με το θέμα των Ελληνό-
πουλων που βρίσκονταν στο εξωτερικό και μάλιστα βρήκε γύρω στους είκοσι νέους,
τους οποίους και τοποθέτησε στο εκεί ελληνικό σχολείο. Στο σχολείο εκείνο, είχε
φοιτήσει στα 1824, υπό την επίβλεψη του Ιγνατίου, και ο γιός του Μάρκου Μπότσα-
ρη, Δημήτριος. Ο Καποδίστριας, έστειλε επίσης άλλους δύο νέους, τον Ιωάννη Πα-
παδόπουλο και τον Μιχαήλ Χατζή Παρίση, στην Πίζα κοντά στον Ιγνάτιο, για να
σπουδάσουν ως υπότροφοι του ταμείου των ορφανών που διαχειρίζονταν ο μητροπο-
λίτης188.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 74. Πρβλ. Journal de Geneve, lere annee
186

Νο 30, jeudi, 27 juillet 1826, σελ. 5. Βλ. και No 44, jeudi 2 novembre 1826, σελ. 2.
187
Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), όπ.π., σελ. 261-262.
188
Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), όπ.π., σελ. 266.

89
Στην Μάλτα ο Καποδίστριας έφθασε στις 28 Δεκεμβρίου 1827, όπου και φιλοξε-
νήθηκε στο σπίτι του Αλέξανδρου Κοντόσταυλου. Εκεί του έγινε ενθουσιώδης υπο-
δοχή, από τα μέλη της μικρής ελληνικής παροικίας. Η κοινότητα της διέθεσε, ύστερα
από έρανο, σημαντικό ποσό για τα Ελληνόπουλα ορφανά του πολέμου. Αξιοσημείω-
τη ήταν η περίπτωση ενός εμπόρου, ο οποίος είχε διαθέσει το ποσό των 4.000 ταλλή-
ρων με την παράκληση να το δαπανήσει ο Καποδίστριας εκεί, όπου θα έκρινε απα-
ραίτητο. Κατά την παραμονή του στην Μάλτα, ο Καποδίστριας είχε ενδιαφέρουσες
συζητήσεις με τον ναύαρχο Κόδριγκτον, κυρίως για την καταστολή της πειρατείας
στο Αιγαίο, η οποία καταρράκωνε ηθικά την υπόληψη του ελληνικού ναυτικού και
γενικότερα του ελληνικού κράτους. Το θέμα της πειρατείας, απασχολούσε πάρα πολύ
τον Καποδίστρια και ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση του Κόδριγκτον πήγε στην
Μάλτα, όπου επιδοκίμασε το σχέδιο δράσης εναντίον των πειρατών του Αιγαίου. Το
συγκεκριμένο σχέδιο δράσης το είχε συντάξει με όλες τις λεπτομέρειες ο Άγγλος
ναύαρχος και το είχε εγκρίνει και ο Γάλλος συνάδελφος του de Rigny189.
Η κυβέρνηση με τη σειρά της, μετά την πτώση του Μεσολογγίου, άρχισε να πυ-
κνώνει τις επιστολές της προς τον Εϋνάρδο, ζητώντας τη συμπαράσταση του και την
αποστολή βοηθειών προς την επαναστατημένη Ελλάδα. Ο Ελβετός φιλέλληνας, ορ-
γάνωνε την αποστολή τροφίμων και πανευρωπαϊκό έρανο, ο οποίος απέδιδε σημαντι-
κά. Οι επιδράσεις του μάλιστα στα ισχυρά πολιτικά πρόσωπα της εποχής του, προω-
θούσαν αναμφισβήτητα την ελληνική υπόθεση, με αποτέλεσμα να απευθύνονται σε
αυτόν οι ισχυροί πολιτικοί και στρατιωτικοί αρχηγοί του ελληνικού έθνους και να
εκφράζουν την ευγνωμοσύνη του. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν ο Πετρόμπεης Μαυρομι-
χάλης, ο Κολοκοτρώνης και άλλοι. Η ελληνική κυβέρνηση, τον κατατόπιζε τακτικά
στις επιχειρήσεις, κυρίως για όσα διαδραματίζονταν έξω από την Ακρόπολη και σε
κάθε γράμμα της εξέφραζε τις θερμές ευχαριστίες της για τα αποστελλόμενα εφόδια.
Αξιοσημείωτη ήταν η επιστολή της 11 Αυγούστου 1826, όπου η ελληνική κυβέρνηση
εξέφραζε την ευγνωμοσύνη της προς τους «Έλληνες αδερφούς μας χριστιανούς»,
όπως έγραφε χαρακτηριστικά, αλλά και προς το «φιλάνθρωπο έθνος των Ελβετών,
των πρώτων και αληθινών φίλων του ελληνικού έθνους», όπως συνέχιζε να τονίζει190.

189
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 81. Πρβλ. BPU, Ms Suppl. 1888, ff. 234-
235. Για την πάταξη της πειρατείας βλ. Θέμελη-Κατηφόρη Δεσπ. «Η Δίωξις της Πειρατείας και το
Θαλάσσιον Δικαστήριον κατά την πρώτην Καποδιστριακήν περίοδον 1828-1829», Μέρος Α΄, Η
δίωξις της πειρατείας, Αθήναι 1973, σελ. 62-66.
190
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π., τομ. Ζ΄, σελ. 502.

90
Η κυβέρνηση του Ελληνικού κράτους, εκτός των άλλων, έδειξε ιδιαίτερο ενδια-
φέρον για το στρατόπεδο της Αττικής και αυτό φαινόταν από την επιστολή στις 6/18
Σεπτεμβρίου του βουλευτικού προς τον Εϋνάρδο. Με την επιστολή αυτή, η κυβέρνη-
ση πληροφορούσε σχετικά τον Ελβετό φιλέλληνα για τις επιτυχίες των Ελλήνων. Του
έδινε πληροφορίες, όπως ότι στην Αθήνα ήταν αρχηγός ο Καραϊσκάκης με 4.000 άν-
δρες και ότι το γεγονός αυτό ανησυχούσε τον Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή, ο οποίος
πολιορκούσε την Ακρόπολη. Μάλιστα για να πιστώσει την αλήθεια των λεγομένων
του, το βουλευτικό επισύναπτε συνημμένα τη μετάφραση μιας τουρκικής επιστολής
του σερασκέρη του Ρούμελης προς τον μεγάλο βεζίρη, η οποία πιάστηκε από τους
Έλληνες. Στην επιστολή εκείνη αναφερόταν ότι ο Κιουταχής αντιμετώπιζε πολλές
δυσκολίες, γι’ αυτό και ήθελε να επιταχύνει την κατάληψη της Ακρόπολης και ζη-
τούσε την αποστολή λαγουμιτζήδων και την εξασφάλιση του στρατοπέδου του. Από
την εποχή εκείνη και μετά, κύριο μέλημα της κυβέρνησης ήταν το στρατόπεδο της
Αττικής και η απελευθέρωση των πολιορκημένων μέσα στην Ακρόπολη Ελλήνων
και φιλελλήνων. Έναν σημαντικό κατάλογο των φιλελλήνων αυτών, έδωσε ο Ελβετός
φιλέλληνας Louis-Andre Gosse σε μια επιστολή του προς τον Εϋνάρδο, γραμμένη
στην Ύδρα στις 28 Φεβρουαρίου 1827. Στον κατάλογο αυτό, περιλαμβάνονταν οι ε-
ξής φιλέλληνες: Pisa, Clement, Blondel, Rival, D’ Armagnac, Bourgine, Rigal, Roc-
cavilla, Aroulani, Cavallo, Duroc, Lambert, Halm, Colin, Bernard, Fabricius, Bellini,
Isaia, Guedon, Daubigny, Perard, Ledoux, Raffenel, Molliere, Desportes, Para, Pig-
not, Valette, Massu, Thierry, Cartier, Kalembacher, Morandi, Scarpa, Robert, Justin,
Butin, Fasano, Aimini και Andrietti191.
Επίσης το βουλευτικό πληροφορούσε τον Εϋνάρδο για τις επιχειρήσεις στην
Πελοπόννησο και ιδιαίτερα για δύο εκστρατείες του Ιμπραήμ εναντίον της Μάνης, οι
οποίες όμως ναυάγησαν. Το βουλευτικό, αναφερόταν στις ερημώσεις των αγρών και
των πεδιάδων της Λακωνίας από τους Αιγύπτιους και στις παρενοχλητικές επιχειρή-
σεις των Ελλήνων εναντίον τους. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι και σε αυτήν
την επιστολή διαφαίνονταν η απεριόριστη εκτίμηση των Ελλήνων για την προσωπι-
κότητα του Εϋνάρδου. Το βουλευτικό, τον χαρακτήριζε όχι μόνο ως «γενναιόδωρο

191
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 84, 92. Πρβλ. Σουρμελής Διονύσιος
(1834), «Ιστορία των Αθηνών κατά τον υπέρ ελευθερίας αγώνα αρχόμενη από της Επαναστάσεως
μέχρι της Αποκαταστάσεως των Ελλήνων, Αίγινα, σελ. 155-159. Για τον κατάλογο των φιλελλή-
νων βλ. Journal de Geneve, seconde annie, Νο 17, jeudi 19 avril 1827, σελ. 6-7.

91
φίλο της ελληνικής υπόθεσης», αλλά και ως «συνετό συντονιστή των μέσων που έθε-
τε στη διάθεση της κυβέρνησης»192.
Τα θέματα που απασχολούσαν τον Εϋνάρδο κατά το 1826 και στις αρχές του
1827, ήταν η τίμια διαχείριση των ελληνικών δανείων και η αποπεράτωση των ελλη-
νικών πλοίων που είχαν παραγγελθεί στην Αγγλία, αλλά και η αποστολή τροφών και
πολεμοφοδίων στην Ελλάδα. Ζητήματα που όπως φαίνεται ενδιέφεραν εντονότατα
και την ελληνική κυβέρνηση. Ως την εποχή εκείνη, είχαν σταλεί στην Ελλάδα
2.076.231 λίβρες αλεύρι, παξιμάδια, τυρί, ρύζι, και άλλα, καθώς και 40.000 λίβρες
μολύβι. Επίσης στέλνει ο Εϋνάρδος ακόμη 1.300.000 λίβρες τρόφιμα και 80.000 λί-
βρες μολύβι, ενώ ένα μέρος της αποστολής αυτής προερχόταν από τις φιλελληνικές
εταιρείες της Ελβετίας193.
Ενδιαφέρουσες όμως και αξιόλογες ήταν και οι σχέσεις του Εϋνάρδου με τον μη-
τροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο. Στις επιστολές μάλιστα του Ιγνατίου με τον Εϋ-
νάρδο, γινόταν λόγος για πολλά και ποικίλα θέματα, αλλά θα αναφέρουμε δύο θέματα
γενικά. Το πρώτο από αυτά ήταν το μεγάλο ενδιαφέρον που είχε δείξει ο Εϋνάρδος,
μεταξύ 1826-1827, για τους Μελιταίους ιππότες. Οι τελευταίοι, υπόσχονταν στρατιω-
τική και οικονομική βοήθεια στους Έλληνες, αλλά και αναγνώριση της εθνικής τους
ανεξαρτησίας, αν η ελληνική κυβέρνηση τους παραχωρούσε Ρόδο, Κάρπαθο και Α-
στυπάλαια. Ο Ιγνάτιος όμως, στην επιστολή που έστειλε στον Εϋνάρδο στις 27 Μαρ-
τίου 1827, του εξηγούσε ότι οι Έλληνες δεν θα μπορούσαν να δεχτούν τις προτάσεις
των ιπποτών και του έγραφε τους σχετικούς λόγους.
Το δεύτερο θέμα της αλληλογραφίας του Ιγνατίου προς τον Εϋνάρδο, αφορούσε
τις συντονισμένες προσπάθειες και των δύο για την σωτηρία του Μεσολογγίου και
την εξαγορά των αιχμαλώτων του. Ο Ιγνάτιος, είχε ζητήσει τη βοήθεια του Εϋνάρ-
δου, και ο τελευταίος που είχε στενές σχέσεις με τις φιλελληνικές επιτροπές του Πα-
ρισιού, μεταβίβασε την έκκληση του μητροπολίτη σε όλη την Ευρώπη194.
Οι επιστολές του μητροπολίτη Ιγνατίου, στις 1/24 Μαρτίου και 15/27 Μαρτίου,
είχαν ως αποκλειστικό θέμα τη σωτηρία του Μεσολογγίου. Σε αυτή την πόλη, τελού-

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 85. Πρβλ. BPU, Ms Suppl. 1888, ff. 489-
192

490.

Φραντζής Αμβρόσιος (1975), «Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος αρχομένη
193

από του έτους 1715 και λήγουσα το 1837», τομ. Δ΄, σελ. 50.
194
Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), όπ.π., σελ. 237.

92
νταν ένας μεγαλειώδης αγώνας από τους υπερασπιστές της, αλλά και από τους Έλλη-
νες ναυτικούς για να σπάσουν τον τουρκικό κλοιό. Ο Ιγνάτιος, όπως και όλο το έ-
θνος, έστρεφε το ενδιαφέρον του στην πόλη αυτή και συνειδητοποιούσε ότι οι άντρες
εκείνοι είχαν περάσει τα όρια της ανθρώπινης αντοχής. Δυσανασχετούσε όμως με τη
στάση που κρατούσαν οι πολιτικοί και εύχονταν να ενδιαφέρονταν για την ελληνική
υπόθεση με την ίδια θέρμη που έδειχνε ο Εϋνάρδος. Το περιεχόμενο της δεύτερης
επιστολής της 15/27 Μαρτίου, αναφερόταν στην επιστολή του Εϋνάρδου της 25
Μαρτίου προς τους στρατιωτικούς αρχηγούς της φρουράς του Μεσολογγίου. Στους
στρατιωτικούς αυτούς αρχηγούς, σύμφωνα με τη δεύτερη επιστολή του Ιγνατίου, ο
Εϋνάρδος έστελνε ένα μικρό δώρο, χωρίς όμως να καθορίζει ο Ιγνάτιος στην επιστο-
λή του αυτή τι δώρο ήταν αυτό. Πίστευε όμως ότι θα έκανε μεγάλη εντύπωση στους
στρατιωτικούς αρχηγούς και θα δυνάμωναν στο μέλλον ακόμα περισσότερο τις προ-
σπάθειες τους για την απελευθέρωση του οχυρού του Μεσολογγίου.
Στις 16/28 Μαρτίου, ο Ιγνάτιος γράφοντας ότι η πόλη του Μεσολογγίου δεν είχε
προάστια αλλά μόνο προμαχώνες, στην ουσία αμφισβητούσε την είδηση ότι οι Τούρ-
κοι είχαν γίνει κύριοι των προαστίων του Μεσολογγίου. Με το πέρας όμως τριών η-
μερών, δηλαδή στις 19/31 Μαρτίου, ο μητροπολίτης ενημέρωνε τον Εϋνάρδο, ότι το
Αιτωλικό και το Βασιλάδι, καταλήφθηκαν από τους Αιγυπτίους. Το Αιτωλικό στις 25
Φεβρουαρίου και το Βασιλάδι στις 1 Μαρτίου 1826195. Ο μητροπολίτης ήταν απελπι-
σμένος για το μέλλον του Μεσολογγίου. Η μοναδική του ελπίδα ήταν να προλάβει να
το σώσει ο στόλος και μάλιστα κατηγορούσε την ελληνική κυβέρνηση για την απρα-
ξία της.
Από τις μεταγενέστερες επιστολές του μητροπολίτη Ιγνατίου προς τον Ελβετό φι-
λέλληνα Εϋνάρδο, θα αναφέρουμε μόνο όσες σχετίζονται με την ανάγκη ενός δανείου
για την Ελλάδα. Και αυτό γιατί η σύναψη ενός δανείου, θα μπορούσε να σώσει την
χώρα από την αναρχία και να της προσφέρει την ευκαιρία να ανταποκριθεί στις
προσδοκίες των πολιτισμένων κρατών της Ευρώπης. Η επιστολή που επισήμαινε το
θέμα αυτό ήταν η επιστολή της 9/21 Απριλίου 1828, όπου εκτός των άλλων γινόταν
λόγος για την αποχώρηση του Ιμπραήμ πασά από το Ναβαρίνο, αλλά και για τον βα-
σιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκο Α΄, τον οποίο ο Ιγνάτιος αποκαλούσε «δώρο του
Θεού στους ανθρώπους». Όμως και στην επιστολή της 30 Απριλίοου/12 Μαΐου

Μακρής Νικόλαος Δ. (1957), «Ιστορία του Μεσολογγίου», τομ. 19 «Απομνημονεύματα των


195

αγωνιστών του 1821», σελ. 210.

93
1828, ο μητροπολίτης έθετε το πρόβλημα της οικονομικής επιβίωσης του ελληνικού
έθνους. Στην επιστολή αυτή υπογράμμιζε, πως παρόλο που είχε μεγάλη εμπιστοσύνη
στις αρετές και στις ικανότητες του Καποδίστρια και μάθαινε τις προόδους του τόπου
μετά την άφιξη του, πίστευε ότι τα σχέδια του για την Ελλάδα δεν θα είχαν τις ανά-
λογες επιτυχίες, αν δεν διέθετε τα χρήματα που χρειάζονταν. Υποστήριζε μάλιστα ότι
ούτε η Χρηματιστική Τράπεζα ήταν εφικτό να του δώσει τα απαιτούμενα χρήματα
για τις επείγουσες ανάγκες, γι’ αυτό και επικαλούνταν την άμεση βοήθεια των φιλελ-
λήνων και των κυβερνήσεων των μεγάλων δυνάμεων. Στην επιστολή της 13/15 Ιου-
νίου, ο Ιγνάτιος ξανατόνιζε την ανάγκη αποστολής χρημάτων στον Καποδίστρια από
τις μεγάλες δυνάμεις και γινόταν λόγος και για μια εκδήλωση πατριωτισμού των Ελ-
λήνων της Τεργέστης, οι οποίοι έστελναν μεγάλες ποσότητες από αλεύρι στην Ελλά-
δα196.
Για την ίδρυση της Χρηματιστικής Τράπεζας, είχε ενδιαφερθεί εντονότατα ο μη-
τροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος. Την εποχή εκείνη μάλιστα, ο Καποδίστριας,
όπως ήδη αναφέρθηκε, τον είχε παρακαλέσει να εντείνει την επίδραση του στους Έλ-
ληνες του εξωτερικού, αλλά και στις φιλελληνικές επιτροπές της Ευρώπης, προκειμέ-
νου να αυξηθούν οι καταθέσεις στην Χρηματιστική Τράπεζα. Η πρώτη κίνηση του
μητροπολίτη ήταν να στραφεί με την επιστολή της 21 Μαρτίου/2 Απριλίου 1828 προς
τον Εϋνάρδο και να τον ενημέρωνε για το συγκεκριμένο θέμα. Ο Ιγνάτιος, τόνιζε τη
σημασία της ίδρυσης της Τράπεζας κάτω από την επίβλεψη ενός προσώπου τίμιου,
ηθικού και δραστήριου όπως ο Καποδίστριας και ήλπιζε πως οι καταθέσεις της θα
αυξάνονταν γρήγορα197.
Εκτός όμως από τον Ιγνάτιο, έντονο ήταν και το ενδιαφέρον που είχε δείξει και ο
Βιάρος Καποδίστριας για την ίδρυση της Χρηματιστικής Τράπεζας στην Ελλάδα. Ο
Βιάρος, σε επιστολή του στης 10/22 Μαρτίου 1828 προς τον Εϋνάρδο, του τόνιζε την
επιτακτική ανάγκη για την ίδρυση της συγκεκριμένης τράπεζας. Του έγραφε επίσης,
πως αν όλα πήγαιναν καλά και αυξάνονταν οι καταθέσεις, τότε ο Έλληνες, θα είχαν
πολλές πιθανότητες να πάρουν τη χρηματική βοήθεια, την οποία τους είχαν υποσχε-
θεί οι μεγάλες δυνάμεις.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 111-114. Πρβλ. BPU, Ms Suppl. 1888, f.
196

244, βλ. και BPU, Ms Suppl. 1888, ff. 248-249.


197
Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), όπ.π., σελ. 246.

94
Σε άλλη επιστολή του Βιάρου προς τον Εϋνάρδο, στης 13/25 Μαρτίου 1828, ο
Βιάρος ζητούσε να του στείλει τα διαθέσιμα χρηματικά ποσά των φιλελληνικών επι-
τροπών, προκειμένου να κατατεθούν στην Χρηματιστική Τράπεζα. Ο Εύνάρδος, α-
νταποκρινόμενος στην έκκληση του Βιάρου, έγραψε σε φίλους του στο Μόναχο, στη
Δρέσδη και στην Κοπεγχάγη και παρακαλούσε τους διευθυντές διαφόρων ελβετικών
και γαλλικών εφημερίδων να δημοσιεύσουν τα ενδιαφέροντα έγγραφα που είχε στεί-
λει ο Καποδίστριας και αφορούσαν την Χρηματιστική Τράπεζα. Ωστόσο, από την
επιστολή της 16 Απριλίου 1828 του Εϋνάρδου προς τον Καποδίστρια, μπορεί κανείς
να καταλάβει την απαισιοδοξία του Ελβετού φιλέλληνα για τα αποτελέσματα των ερ-
γασιών της. Στην επιστολή αυτή, ο Εϋνάρδος αναφερόμενος κυρίως για το θέμα του
υψηλού τόκου 8%, έγραφε μεταξύ άλλων ότι ο τόκος εκείνος ήταν τόσο υψηλός που
δεν θα έβρισκαν κανέναν χρηματιστή να καταθέσει τα κεφάλαια του. Έλεγε χαρα-
κτηριστικά πως οι ξένοι που κατέθεσαν στο Μεξικό, στην Κολομβία, στην Ισπανία
και στην Ελλάδα, έχασαν πολλά κεφάλαια, αλλά για τους Έλληνες που ήταν εγκατε-
στημένοι στο Αρχιπέλαγος και στην Πελοπόννησο η υπόθεση θα στέφονταν με επιτυ-
χία. Αυτό θα συνέβαινε γιατί, όπως υποστήριζε, εκεί ο τόκος ήταν πάντοτε υψηλός,
γιατί δανείζουν στην Ελλάδα, γιατί βρίσκονται στα μέρη τους και γιατί θα μπορούσαν
να χρησιμοποιήσουν τα χαρτονομίσματα για πληρωμές198.
Για την επιτυχία λοιπόν της Χρηματιστικής Τράπεζας, απ’ όσα προαναφέρθηκαν,
μπορεί κανείς να καταλάβει ότι ο Ιγνάτιος και ο Βιάρος, στήριζαν τις ελπίδες τους
στον Εϋνάρδο. Ο Εϋνάρδος γενικότερα, υπήρξε «ο πόλος έλξης» του Βιάρου και του
Ιγνατίου, οι οποίοι γνωρίζοντας καλά την προσωπικότητα του Ελβετού φιλέλληνα,
ζητούσαν τη γνώμη του σε οποιοδήποτε πρόβλημα προέκυπτε199.
Το γεγονός ότι ο Βιάρος και ο Ιγνάτιος, ζητούσαν τη γνώμη του Εϋνάρδου σε ο-
ποιοδήποτε πρόβλημα, δεν σημαίνει ότι δεν ανέπτυξαν και δική τους πρωτοβουλία.
Όπως ο Ιγνάτιος και ο Ιωάννης Καποδίστριας, έτσι και ο Βιάρος μερίμνησε για τις
σπουδές των νέων Ελλήνων στο εξωτερικό. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έδειξε στην Ελβε-
τία και γι’ αυτό το λόγο είχε επικοινωνήσει με τον Εϋνάρδο. Ο Βιάρος, αντιλήφθηκε
από νωρίς τη μεγάλη σημασία της εκπαίδευσης των Ελληνοπαίδων στο εξωτερικό, με
αποτέλεσμα νέοι Έλληνες θα στέλνονταν για να σπουδάσουν στο ίδρυμα Fellenberg

198
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), «Αλληλογραφία Ι.Α. Καποδίστρια – Ι. Γ. Εϋνάρδου (1826-
1831)», σελ. 87.
199
Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), όπ.π., σελ. 279-280.

95
στο Hofwyl. Το ίδρυμα αυτό που προοριζόταν για τους απόρους ως γεωργικό και ε-
παγγελματικό ινστιτούτο, ενώ για τους πλούσιους ως ανώτερο γεωπονικό, είχε ως
όρο για την εισαγωγή των υποψηφίων σε αυτό την ηλικία. Επειδή όμως οι υποψήφιοι
δεν είχαν την απαιτούμενη ηλικία, ο Βιάρος, με επιστολή του στις 12 Φεβρουαρίου
1828, παρακαλούσε τον Εϋνάρδο να μεσολαβήσει στον Fellenberg, ώστε να παρα-
καμφθεί εκείνος ο όρος. Προκειμένου μάλιστα να διευκολύνει τις σπουδές των από-
ρων Ελλήνων φοιτητών στα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Γενεύης, ο Βιάρος είχε προ-
τείνει στον Εϋνάρδο, τον Φεβρουάριο του 1828, να καταθέσει 20.000 φράγκα σε
τράπεζα της Γενεύης. Το ποσό εκείνο θ’ αποτελούσε την πρώτη οικονομική βάση για
το σκοπό αυτό και ο γραμματέας της φιλελληνικής επιτροπής του καντονιού της Γε-
νεύης Hentsch-Chastel ανέλαβε να ολοκληρώσει το σχέδιο εκείνο200.
Στο ίδιο όμως άτομο, τον Hentsch-Chastel, είχε αναθέσει και ο Ιωάννης Καποδί-
στριας την ίδρυση ενός ταμείου στη Γενεύη για να βοηθάει τους ορφανούς και από-
ρους Έλληνες νέους του εξωτερικού. Έτσι τον Φεβρουάριο του 1827, ιδρύθηκε το
«Ταμείον των επί ξένης προσφύγων ορφανών πενήτων ελληνοπαίδων» από συνει-
σφορές φιλοπάτριδων Ελλήνων. Τα έσοδα του σχολείου αυτού προορίζονταν για την
απλή περιποίηση των απόρων ορφανών και για την πληρωμή των δασκάλων των νέ-
ων Ελλήνων, όπως έγραφε ο Καποδίστριας προς τον πρίγκιπα Καρατζά201.
Τα Ελληνόπουλα που σπούδαζαν εκείνη την εποχή στην Γενεύη, σύμφωνα με τον
Βιάρο, ήταν προνομιούχα γιατί η παραμονή τους στην πόλη αυτή τους παρείχε πνευ-
ματική και ηθική μόρφωση, που δεν ήταν εύκολο να το πετύχουν αλλού. Την ίδια ά-
ποψη είχε και ο μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος, ο οποίος σε επιστολή του
προς τον Εϋνάρδο, διατύπωνε περίπου τα ίδια, φέρνοντας ως παράδειγμα τον Έλληνα
φοιτητή Παυλίδη, που είχε ξοδέψει αλόγιστα το χρόνο και τα χρήματα του στο Παρί-
σι.
Σε άλλη επιστολή του ο Βιάρος προς τον Εϋνάρδο, στις 10 Σεπτεμβρίου 1828 από
την Αίγινα, έθετε υπό την προστασία του τον Διομήδη Κυριακό, γιο του Αναστασίου
Κυριακού από τις Σπέτσες, ο οποίος θα σπούδαζε Δημόσιο Δίκαιο. Οι Έλληνες που
σπούδαζαν στην Γενεύη, σύμφωνα πάντα με τον Βιάρο, είχαν την μοναδική δυνατό-

200
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 123. Πρβλ. BPU, Ms Suppl. 1888, ff.
144-145, βλ. και BPU, Ms Suppl. 1888, f. 142, επιστολή Βιάρου προς Εϋνάρδο από Κέρκυρα στις
6 Φεβρουαρίου 1828.

Παρασκευόπουλος Ιωάννης Ν. (1972), «Η Πρόνοια διά το παιδί κατά τους χρόνους της Επανα-
201

στάσεως του 1821», σελ. 18.

96
τητα να γνωρίσουν τον Εϋνάρδο, την μεγάλη φιλελληνική προσωπικότητα. Πολύ με-
τέπειτα, στα 1840, κάτι ανάλογο σημείωνε ο Βιάρος, παίρνοντας αφορμή από έναν
ακόμη Έλληνα, τον Βαλαωρίτη, ο ποίος πήγαινε για σπουδές στην Γενεύη υπό την
προστασία του Εϋνάρδου. Γενικότερα, τα Ελληνόπουλα κατά την παραμονή τους
στην Γενεύη, συχνά έβρισκαν την ηθική και υλική συμπαράσταση του Ελβετού φι-
λέλληνα. Η βοήθεια του αυτή υπήρξε τόσο σημαντική, με αποτέλεσμα η φήμη του
για την προσφορά του αυτή να εξαπλωθεί σε όλη την Ελλάδα202.
Η φιλελληνική επιτροπή της Γενεύης που όπως είδαμε στο δεύτερο κεφάλαιο ι-
δρύθηκε με πρωτοβουλία του Εϋνάρδου, είχε ως συνδρομητές τον Guillaume Favre-
Bertrand, μέλος του Μεγάλου Συμβουλίου της Γενεύης, τον ιστορικό J. G. L. Sis-
mondi, τον καθηγητή των Νομικών του Πανεπιστημίου Pierre-Francois Bellot, τον
οικονομολόγο Turettini-Necker, τους τρείς πάστορες Munier, Cheneviere και Duby,
αλλά και τον νεαρό γιατρό Louis-Andre Gosse.
Ο Louis-Andre Gosse, γεννήθηκε στην Γενεύη το 1791 από πατέρα φαρμακοποιό
και μεταξύ 1811-1816 έμεινε στο Παρίσι, όπου σπούδασε Ιατρική. Το 1820, επέ-
στρεψε και πάλι στην Γενεύη, ενώ το 1822 διορίστηκε μέλος του Συμβουλίου των
Αντιπροσώπων. Μετέπειτα γνώρισε τον Εϋνάρδο και συνδέθηκε στενά μαζί του. Ο
Louis-Andre Gosse, φλεγόταν από την επιθυμία να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον
αγώνα για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Έτσι ο Εϋνάρδος, τον Νοέμβριο του
1826, κάλεσε τον Gosse στο σπίτι του και μετά από ώριμη σκέψη του ανακοίνωσε ότι
είχε έρθει η κατάλληλη στιγμή να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ελλάδα. Ο
Gosse, δέχτηκε την πρόταση του Εϋνάρδου με ενθουσιασμό και έτσι ο τελευταίος τον
όρισε ως αντιπρόσωπο του στην τριμελή κυβερνητική επιτροπή της Ύδρας. Η επι-
τροπή αυτή, μαζί με τους Μανόλη Τομπάζη και Ανδρέα Μιαούλη, είχε ως σκοπό να
διαμοιράσει τις συνεισφορές των Ευρωπαίων φιλελλήνων. Συγκεκριμένα την εποχή
εκείνη ο Εϋνάρδος, αποβλέποντας στην τακτοποίηση των οικονομικών της Ελλάδας
και δυσαρεστημένος από την κακή διάθεση των τροφών και των πολεμοφοδίων των
φιλελληνικών επιτροπών της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ελβετίας, θέλησε να
βάλει κάποια τάξη στις διανομές τους αποστέλλοντας εκεί κάτω ένα πρόσωπο της
εμπιστοσύνης του, ώστε ν’ αποφεύγονται οι καταχρήσεις. Οι αρχηγοί δηλαδή του

202
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 124-125. Πρβλ. BPU, Ms Suppl. 1888, f.
160. Για την επιστολή Ιγνάτιου προς Εϋνάρδο από Πίζα στις 19 Απριλίου/1 Μαΐου 1826, βλ.
BPU, Ms Suppl. 1888, f. 224. Για τις επιστολές Βιάρου από την Κέρκυρα στις 30 Νοεμβρίου 1840
και 1Ιουνίου 1842, βλ. BPU, Ms Suppl. 1888, f. 166 και 164.

97
ναυτικού ή της ξηράς να μη ζητούσαν τρόφιμα και πολεμοφόδια περισσότερα από
εκείνα που αναλογούσαν στα στρατεύματα τους. Το πρόσωπο εκείνο που εμπιστευό-
ταν ο Εϋνάρδος ήταν ο Gosse. Συσταίνοντας λοιπόν ο Εϋνάρδος τον Gosse στον Μα-
νόλη Τομπάζη, με επιστολή στις 10 Δεκεμβρίου 1826 από το Beaulie, του έλεγε ότι
ήταν άνθρωπος πολύ ικανός και μορφωμένος, ένας από τους πιο διακεκριμένους για-
τρούς της Γενεύης. Του έγραφε επίσης ότι ο Gosse είχε επιθυμήσει να κατέβει στην
Ελλάδα για να προσφέρει δωρεάν στους Έλληνες τις υπηρεσίες του επαγγέλματος
του και μάλιστα έγραφε χαρακτηριστικά πως «δεν θα μπορούσε κανείς να διαλέξει
άλλο πιο άξιο πρόσωπο από τον κύριο Gosse» 203.
Τα συγκεκριμένα καθήκοντα του Gosse, ήταν να διαχειρίζεται μαζί με τους
ναυάρχους Τομπάζη και Μιαούλη τις τροφές που θα στέλνονταν στην Ύδρα. Οι απο-
στολές αυτές, κυρίως των φιλελληνικών επιτροπών, θα προορίζονταν για τις ανάγκες
του ελληνικού στόλου, που είχε τεθεί υπό τις διαταγές του Κόχραν. Ο στόλος εξάλ-
λου, ύστερα από την πτώση του Μεσολογγίου, αποτελούσε την μόνη ουσιαστική α-
μυντική και επιθετική δύναμη των Ελλήνων και έπρεπε όχι μόνο να συντηρηθεί, αλλά
και να ανανεωθεί γιατί οι μονάδες του είχαν φθαρεί αρκετά και δεν μπορούσε πια να
επιτελεί το έργο του με επιτυχία. Στις ικανότητες και στις γνώσεις του Άγγλου
ναυάρχου Κόχραν στήριξαν ο Εϋνάρδος και άλλοι φιλέλληνες τις ελπίδες τους για
την επιτυχία του αγώνα, γιατί πίστευαν ότι η άφιξη του στην Ελλάδα με τη συνοδεία
μερικών ατμοκίνητων πολεμικών πλοίων θα άλλαζε την πορεία του πολέμου. Για τη
μετάκληση του Κόχραν, είχε πρωτοστατήσει και ο Εϋνάρδος, ο οποίος τον θαύμαζε,
τον εκτιμούσε πολύ και τον είχε φιλοξενήσει στην αγροικία του στο Beaulieu, έξω
από την Γενεύη. Ο Gosse, θα ήταν το δεξί χέρι του Άγγλου ναυάρχου και θα του εξα-
σφάλιζε τις σχετικές τροφές και πολεμοφόδια204.
Ωστόσο πριν την αναχώρηση του Gosse, ο Εϋνάρδος είχε φροντίσει να αποστείλει
τις σχετικές οδηγίες προς την τριμελή επιτροπή της Ύδρας για την καλή διαχείριση
των τροφών και των πολεμοφοδίων. Είχε μεριμνήσει όμως και για τον καθορισμό των
αρμοδιοτήτων της επιτροπής αυτής. Σύμφωνα με αυτές, οι τροφές και τα εφόδια που
θα έφταναν στην Ελλάδα, θα προορίζονταν αποκλειστικά για τις ανάγκες του ναυτι-
κού και για τον στόλο, υπό τη διοίκηση του Κόχραν. Σε περίπτωση επείγουσας ανά-

203
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (1975), όπ.π., σελ. 104-105.
204
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), όπ.π., τομ. Ζ΄, σελ. 507. Πρβλ. Rothpletz, Der Genfer
Jean-Gabriel Eynard als Philhellene, 1821-1829, Zurich 1900, σελ. 59-60.

98
γκης και ύστερα από ομόφωνη απόφαση της τριμελής επιτροπής, θα ήταν δυνατό να
προοριστεί ένα τμήμα των τροφών και για άλλη χρήση έπειτα από σχετικές προστα-
γές της κυβέρνησης. Επίσης, η τριμελής επιτροπή θα ενημέρωνε την κυβέρνηση για
τις αποστολές που θα παραλάμβανε και θα επισήμανε τους καθορισμένους τρόπους
χρήσης, όμως θα ήταν υπό τις διαταγές της κυβέρνησης και θα ακολουθούσε τις υπο-
δείξεις της για τη διανομή των τροφών. Αν η κυβέρνηση δε συμφωνούσε ως προς
τον προορισμό των τροφών, η τριμελής επιτροπή θα είχε το δικαίωμα να διαχειριστεί
το μισό μέρος των αποστολών κατά την πρόθεση της, αλλά πάντοτε για να βοηθήσει
την Ελλάδα, ενώ για το άλλο μισό μέρος θα ακολουθούσε τις εντολές της κυβέρνη-
σης. Αν τέλος, κάποιο μέλος της επιτροπής απουσίαζε ή ασθενούσε, θα υποδήλωνε
ένα αναπληρωματικό, ώστε ο αριθμό ς των μελών της επιτροπής να ήταν πάντο τε ο
ίδιος205.
Ο διορισμός του Gosse ανακοινώθηκε στην Διοικητική Επιτροπή και εκείνη με
έγγραφο της στις 4 Φεβρουαρίου 1827, εξέφραζε προς αυτόν την ικανοποίηση της. Ο
πρώτος του προορισμός ήταν η Ύδρα από την οποία οι εντυπώσεις του, τόσο από την
πόλη όσο και από τη φιλοξενία των κατοίκων, ήταν περίφημες. Ο Gosse, είχε φέρει
στην Ύδρα μεγάλες ποσότητες τροφίμων και ως μέλος της επιτροπής για τη διαχείρι-
ση των εφοδίων των προορισμένων για το στόλο που ήταν, συνδέθηκε με τον Ανδρέα
Μιαούλη και κυρίως με την οικογένεια Τομπάζη. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αδελφοί
Τομπάζη ήταν από τους θερμούς Υδριώτες απέναντι τω φιλελλήνων που κατέβαιναν
στην Ελλάδα και ιδιαίτερα ο Ιάκωβος ο οποίος τους υποδεχόταν πάντα με τις λέξεις
«καλώς ορίσατε»206.
Ο Gosse, ευχαριστημένος καθώς ήταν από τη φιλοξενία των Τομπάζηδων, είχε
έναν λόγο παραπάνω να μιλήσει με καλά λόγια για το γιο του Μανόλη Τομπάζη, τον
Νικόλαο, ο οποίος πήγαινε στην Γενεύη για σπουδές. Όμως για τις σπουδές του Νι-
κόλαου Τομπάζη, είχε ασχοληθεί νωρίτερα ο πατέρας του, τον Αύγουστο του 1826, ο
οποίος επηρεασμένος από τα ευγενικά αισθήματα του Εϋνάρδου, αποφάσισε να εμπι-
στευτεί τον γιο του στον Ελβετό φιλέλληνα. Για την εκπαίδευση του Νικόλαου Το-
μπάζη, φρόντισε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αγάπη όχι μόνο ο Εϋνάρδος, αλλά και η

205
Τομπάζης Ιάκωβος (1902), «Αδελφοί Ιάκωβος και Μανώλης Τομπάζης, Συμβολή εις την Ιστο-
ρίαν της Εθνικής Παλιγγενεσίας», σελ. 186-189.
206
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 144-145. Πρβλ. George Cochrane, Wan-
dering in Greece, London 1837, τ. 1, σελ. 88-89. Για τον διορισμό του Gosse βλ. BPU, Ms 2689.

99
φιλελληνική επιτροπή της Γενεύης. Η επιτροπή αυτή, σε συνεδρίαση της στις 5 Ο-
κτωβρίου 1826 αποφάσισε την δημιουργία μιας υποεπιτροπής, η οποία αποτελούνταν
από τον πρόεδρο της φιλελληνικής επιτροπής Favre-Bertrand, από τον Dumont, μέ-
λος του Κρατικού Συμβουλίου και από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου και πρύτα-
νη της Ακαδημίας πάστορα Cheneviere. Τα συγκεκριμένα μέλη, έπρεπε να συνεννοη-
θούν με τον Εϋνάρδο για να εμπιστευτούν τον Νικόλαο Τομπάζη στον καταλληλότε-
ρο δάσκαλο, σύμφωνα με τις οδηγίες του πατέρα του. Επίσης η φιλελληνική επιτροπή
της Γενεύης, αποφάσισε να δώσει στον Εϋνάρδο το απόσπασμα των πρακτικών της
συνεδρίασης, ώστε να το μεταβιβάσει στον ναύαρχο Τομπάζη μαζί με αισθήματα ε-
κτίμησης και αφοσίωσης προς το πρόσωπο του εκ μέρους των μελών της. Τελικά,
έπειτα από τη συνεδρίαση των Bertrand, Dumont και Cheneviere, αποφασίστηκε να
φοιτήσει ο Νικόλαος Τομπάζης στο εκπαιδευτικό ίδρυμα Topffer. Ο Topffer μάλιστα,
σε επιστολή του προς την τριμελή επιτροπή στις 6 Νοεμβρίου 1826, αφού διατύπωσε
την ικανοποίηση του για την εκλογή της επιτροπής, υποσχόταν να κάνει ό, τι μπο-
ρούσε για την εκπαίδευση του Νικόλαου207.
Η άφιξη του Νικόλαου Τομπάζη στην Γενεύη, γέμισε με χαρά και ιδιαίτερο εν-
θουσιασμό τα μέλη της φιλελληνικής επιτροπής και κυρίως τον Εϋνάρδο. Η πρόοδος
του Νικόλαου ήταν εντυπωσιακή και σε μικρό χρονικό διάστημα μιλούσε τη γαλλική
γλώσσα, αλλά εκείνο που ενθουσίαζε τον Εϋνάρδο ήταν η αγάπη για την πατρίδα που
έτρεφε ο Νικόλαος. Ο πατέρας του μάλιστα, ικανοποιημένος από την πρόοδο του γι-
ου του, τον προέτρεπε με τις επιστολές του να προχωρεί στα μαθήματα του, αλλά πά-
νω απ’ όλα να τιμά και να σέβεται τα πρόσωπα που προσφέρουν σπουδαία υλική α-
ρωγή και πολύτιμη υπηρεσία στο έθνος, όπως ήταν ο Εϋνάρδος και οι φιλέλληνες της
Γενεύης208.
Το παράδειγμα του γιου του Τομπάζη, το ακολούθησαν και άλλες οικογένειες
γνωστών ναυτικών, με αποτέλεσμα να στέλνονται για να σπουδάσουν στα εκπαιδευ-
τικά ιδρύματα της Γενεύης και ο γιος του γιατρού Μαρίνου Κλάδου στα 1827, αλλά
και οι γιοι του Δημήτριου Μιαούλη και του Σταμάτη Βουδούρη, Ανδρέας και Δημή-
τριος. Για τους νέους αυτούς ενδιαφέρθηκε ο ίδιος ο Καποδίστριας ο οποίος σε επι-
στολές του μιλούσε ευνοϊκά γι’ αυτούς. Οι σπουδές τους θα απέβλεπαν στον καταρ-
τισμό τους στην ελληνική γλώσσα, ενώ την κάλυψη των εξόδων των σπουδών τους

207
Τομπάζης Ιάκωβος (1902), όπ.π., σελ. 180-187.
208
Τομπάζης Ιάκωβος (1902), όπ.π., σελ. 334 και 351-352.

100
θα αναλάμβαναν οι γονείς τους μέσω του εμπόρου της Τεργέστης Δημητρίου Δήμου.
Πρωταρχική βέβαια ιδέα του Καποδίστρια, ήταν να συγκεντρώσει τα πνευματικά
προικισμένα Ελληνόπουλα της Ευρώπης σε κάποιο εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Γενεύη
και συγκεκριμένα στο Plainpalais, όπου θα ασχολούνταν συστηματικά με την ελληνι-
κή γλώσσα κάτω από την προστασία της ορθόδοξης Εκκλησίας. Τελικά το σχέδιο του
Καποδίστρια δεν πραγματοποιήθηκε και περιορίστηκε στο ελληνικό σχολείο του
Κωνσταντίνου Ραδινού, το οποίο μόλις είχε ιδρυθεί και προοριζόταν για τους ορφα-
νούς και άπορους Έλληνες νέους του εξωτερικού. Στο σχολείο αυτό, μπορούσαν να
σπουδάσουν και άλλοι νέοι από εύπορες οικογένειες, αλλά αυτοί θα έπρεπε να πλη-
ρώσουν τα ανάλογα δίδακτρα. Ο Καποδίστριας μάλιστα σε επιστολή του το 1827
προς τον Εϋνάρδο, τον παρακινούσε να εποπτεύσει το σχολείο αυτό και να βοηθήσει
τον Ραδινό στο έργο του, ο οποίος θα διεύθυνε το σχολείο209.
Τη μετεκπαίδευση λοιπόν νέων Ελλήνων στο εξωτερικό, την αντιλήφθηκαν πολ-
λοί φιλέλληνες και τη συνιστούσαν στον Καποδίστρια. Έτσι για παράδειγμα, ο ναύ-
αρχος Κόχραν, με επιστολή του στις 22 Μαρτίου 1828 από το Παρίσι, πρότεινε στον
Καποδίστρια να στείλει νέους στο εξωτερικό για να μορφωθούν και να καλλιεργή-
σουν τις πνευματικές τους αρετές210.
Εκτός όμως από την προσπάθεια να διευκολύνει τη μετεκπαίδευση νέων Ελλήνων
στο εξωτερικό, ο Gosse, ασχολήθηκε και με το ζήτημα της διανομής τροφίμων στους
αγωνιζόμενους Έλληνες στρατιώτες. Σε αυτό το εγχείρημα τον βοήθησε πολύ ο Kor-
ring, ο Βεστφαλός φιλέλληνας, ο οποίος ως γραμματέας, τον βοήθησε στην οργάνω-
ση της διανομής των προμηθειών που έστελναν οι διάφορες φιλελληνικές επιτροπές.
Όμως και ο Gosse, δεν παρέλειπε σε κάθε του επιστολή προς τον Korring, να τον ευ-
χαριστεί για τις προσπάθειες του, οι οποίες είχαν ως σκοπό την εξεύρεση τροφών και
πολεμοφοδίων.
Ωστόσο, παρά τις ακριβείς οδηγίες για τις δικαιοδοσίες της τριμελούς επιτροπής,
που είχαν αποσταλεί από τον Εϋνάρδο, ο Gosse είχε αντιμετωπίσει αρκετές δυσκολί-
ες στην Ύδρα στις αρχές του 1827. Οι δυσκολίες αυτές που προέρχονταν κυρίως από
την απουσία των Μανόλη Τομπάζη και Ανδρέα Μιαούλη οι οποίοι απασχολούνταν

209
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 147-148. Πρβλ. BPU, Ms Suppl. 1888, f.
121, f. 123. Για την επιστολή του Καποδίστρια προς τον Εϋνάρδο, στις 24 Οκτωβρίου/5 Νοεμβρί-
ου 1827, βλ. Correspondance, τ. 1, σελ. 285-286.
210
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), όπ.π., σελ. 79.

101
στις ναυτικές επιχειρήσεις, καθώς και των αναπληρωτών τους, απομόνωσαν τόσο τον
Gosse, ώστε να αποφασίζει και να ενεργεί μόνος. Οι δυσκολίες του έργου του, δεν
προέρχονταν μόνο από τεχνικά προβλήματα, αλλά και από την ακούσια παρουσία του
ανάμεσα στους αντιπροσώπους ορισμένων τάξεων ή ομάδων. Τις δυσχέρειες του έρ-
γου του μπορεί κανείς να τις κατανοήσει, αν αναλογιστεί τις δύσκολες και συνάμα
κρίσιμες στιγμές που περνούσε εκείνο τον καιρό η Ελλάδα, αλλά και από τις εκκλή-
σεις των διαφόρων αρχηγών της για τρόφιμα. Για παράδειγμα, ο συνταγματάρχης
Heideck, ως αρχηγός της εκστρατείας κατά του Ωρωπού, χρειάζονταν τροφές, όμως
επειδή η Διοικητική Επιτροπή δεν διέθετε τρόφιμα, στράφηκε προς τους Τομπάζη και
Μιαούλη. Έγραψε μάλιστα προς τον Gosse επιστολή όπου τον παρακαλούσε να στεί-
λει 5.000 οκάδες αραβοσίτου από το φορτίο των 80.000 που είχε φτάσει εκείνες τις
μέρες211.
Ελλείψεις τροφίμων όμως είχε και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο οποίος ζητούσε
από τον Gosse τον Φεβρουάριο του 1827 πενήντα σακιά αλεύρι, αλλά και ο Αναγνώ-
στης Οικονόμου, ο οποίος την ίδια περίοδο σε επιστολή του προς τον Γεώργιο Κου-
ντουριώτη, του έλεγε να αποταθεί στον Gosse, προκειμένου να αποσταλούν άλευρα
στον Γεώργιο Καραϊσκάκη212. Οι ανάγκες του στρατοπέδου του Καραϊσκάκη ήταν
μεγάλες, καθώς από τη νίκη των στρατευμάτων του εξαρτιόνταν και η απελευθέρωση
των πολιορκημένων μέσα στην Ακρόπολη, η οποία αποτελούσε το μοναδικό σημα-
ντικό υποστήριγμα στην Στερεά Ελλάδα έπειτα από την πτώση του Μεσολογγίου.
Από αυτές η μεγαλύτερη ανάγκη ήταν ο εφοδιασμός με τρόφιμα των προστατών της
Ακρόπολης, αλλά και των στρατευμάτων έξω από αυτήν, ανάγκη την οποία επιση-
μαίνει με επιστολή του στον Gosse ο πρόεδρος της Γ’ Εθνικής Συνέλευσης των Ελ-
λήνων στην Ερμιόνη, Γεώργιος Σισίνης. Η επιστολή αυτή που γράφτηκε στις 27 Φε-
βρουαρίου 1827, τόνιζε ότι με την έλλειψη των τροφών τα ελληνικά στρατόπεδα
στην Αττική κινδύνευαν να διαλυθούν, καθώς και ότι οι πολιορκημένοι πεινούσαν
και στερούνταν από κάθε τι αναγκαίο και χρήσιμο. Ο Σισίνης όμως εκτός των άλλων
υποστήριζε ότι θα ήταν καλό, με το ερχομό του ναυάρχου Κόχραν στην Ελλάδα, να
έπεφτε η Ακρόπολη στα χέρια των Ελλήνων. Ζητούσε μάλιστα από τον Gosse να

211
Τομπάζης Ιάκωβος (1902), όπ.π., σελ. 340-343. Για Gosse και Korring, βλ. Βακαλόπουλος
Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 148-149. Για την επιστολή του Gosse προς τον Korring, στις
14/26 Απριλίου 1827, βλ. BPU, Ms 2692, f. 40.

Διαμάντης Κωνσταντίνος Αθ. (1967), «Αρχεία Λαζάρου και Γεωργίου Κουντουριώτη», τομ. 8,
212

σελ. 99-100 και 106.

102
στείλει στον Καραϊσκάκη 40.000 ή 50.000 οκάδες αλεύρι από τις αποθήκες τροφών
και πολεμοφοδίων που προέρχονταν από τις αποστολές των φιλελληνικών επιτροπών
ολόκληρης της Ευρώπης. Στο κάλεσμα εκείνο του Σισίνη και της ελληνικής κυβέρ-
νησης για βοήθεια, ανταποκρίθηκε ο Gosse και έστειλε στο στρατόπεδο του Καραϊ-
σκάκη στην Αττική 80.000 οκάδες αραβόσιτου για να μπορέσουν να διατραφούν για
πολύ καιρό και να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους213.
Στο σημείο αυτό θα ήταν χρήσιμο να αναφερθούν και οι διαφωνίες που προέκυ-
ψαν έπειτα από την εγκατάσταση του Gosse στην Ύδρα. Οι διαφωνίες αυτές που δη-
μιουργήθηκαν μεταξύ του Gosse και των άλλων δύο μελών της τριμελούς επιτροπής,
κυρίως του Μιαούλη, προκλήθηκαν από το γεγονός για το αν έπρεπε ν’ αποθηκεύο-
νται τα τρόφιμα στην Ύδρα ή σε κάποιο άλλο μέρος. Τις διαφωνίες των μελών και τις
δυσκολίες που αντιμετώπιζαν ως προς τη διανομή των τροφών, ο Gosse τις γνωστο-
ποίησε στον Εϋνάρδο με επιστολή του τν Φεβρουάριο του 1827 και σύγχρονα ο τε-
λευταίος προχώρησε στην ανασυγκρότηση της τριμελούς επιτροπής προσθέτοντας ως
τέταρτο μέλος τον συνταγματάρχη Heideck και ως πέμπτο μέλος τον Γάλλο φιλέλλη-
να Bailly. Για τον Heideck έγραφε μάλιστα ότι οι γνώσεις του σε ζητήματα στρατιω-
τικής και διοικητικής φύσεως, αλλά και η αγάπη και η αφοσίωση που έδειχνε για τον
αγώνα των Ελλήνων, θα αποτελούσαν ένα ηθικό έρεισμα για την επιτροπή214.
Η συνεργασία του Heideck με τον Gosse, άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις κα
στους δύο. Ο Heideck έγραφε ότι ο Gosse ήταν αφιλοκερδής και φιλάνθρωπος με α-
κατάβλητη δραστηριότητα, αλλά και ο Gosse είχε δεχτεί με μεγάλη ικανοποίηση τον
διορισμό του Heideck. Στην τριμελή επιτροπή προστέθηκαν και άλλα πρόσωπα, τα
οποία αποτελούσαν τα μέλη μιας άλλης επιτροπής που αντιπροσώπευε τη φιλελληνι-
κή επιτροπή του Παρισιού στο Ναύπλιο. Στα πρόσωπα εκείνα εκτός από τον Heideck
και τον Bailly, ανήκε και ο έμπορος Εμμανουήλ Ξένος από την Πάτμο. Τον Μάρτιο
μάλιστα του 1827, όταν ο Κόχραν έφθασε στην Ελλάδα, ο Gosse διορίστηκε γενικός
επιμελητής του στόλου και με τη βοήθεια του Heideck, του Bailly και του Ξένου, α-

213
Μάμουκας Ανδρέας Ζ. (1939), «Τα κατά την αναγέννησιν της Ελλάδος, ήτοι συλλογή των περί
την αναγενωμένην Ελλάδα συνταχθέντων πολιτευμάτων, νόμων και άλλων επίσημων πράξεων
από του 1821 μέχρι του τέλους του 1832», τομ. ΣΤ΄, σελ. 127-129.
214
Τομπάζης Ιάκωβος (1902), όπ.π., σελ. 235-236.

103
σχολήθηκε με τη μεταφορά των αποθηκών και των προμηθειών στον Πόρο, στη νέα
έδρα της επιτροπής215.
Ο Gosse την εποχή εκείνη ενδιαφέρθηκε κυρίως για την επάρκεια των σιτηρών
και ως μέλος της φιλελληνικής επιτροπής ζητούσε πληροφορίες από τον φίλο του έ-
μπορο της Σύρας Απόστολο Δούμα για την τιμή των σιτηρών, για διάφορα δάνεια,
αλλά και για άλλα παρεμφερή ζητήματα. Φρόντισε ακόμη να κατασκευαστούν φούρ-
νοι για παξιμάδια, έβαζε μικρά κανονιοφόρα πλοία να φρουρούν τα παράλια και
συγχρόνως απέστειλε τροφές για τον εφοδιασμό των πλοίων της Αττικής και χρημα-
τικά ποσά για την συντήρηση της φρεγάτας «Καρτερία». Έστειλε επίσης στον Μανό-
λη Τομπάζη 4.750 τάλληρα για την επισκευή διάφορων πλοίων, αλλά χρήματα έστει-
λε και για την επισκευή και άλλων υδραϊκών και σπετσιώτικων πλοίων και των πυρ-
πολικών του Κανάρη. Παράλληλα όμως με τις διοικητικές απασχολήσεις του ο
Gosse, ασκούσε και το επάγγελμα του γιατρού, του χειρούργου, του φαρμακοποι-
ού216.
Οι δυσχέρειες όμως του έργου της επιτροπής ήταν μεγάλες, καθώς τα περισσότε-
ρα μέλη της, επειδή εργάζονταν στις στρατιωτικές επιχειρήσεις, δεν μπορούσαν να
ασκήσουν τα καθήκοντα τους. Ο προκείμενος σκοπός των φιλελληνικών επιτροπών
της Ευρώπης, σύμφωνα με τον Εϋνάρδο, ήταν να συνεργαστούν στενά τα μέλη της
επιτροπής με την ελληνική κυβέρνηση, ν’ ακολουθήσουν προσεκτικά τις οδηγίες της,
να τη βοηθήσουν με κάθε τρόπο και να εμποδίσουν τις καταχρήσεις. Τα μέλη βέβαια
της επιτροπής είχαν καθήκον να επεμβαίνουν στο συγκεκριμένο θέμα. Ο Εϋνάρδος
τόνιζε επίσης την προσοχή των μελών της, ώστε οι αρχηγοί του ναυτικού και της ξη-
ράς να μη ζητούν τρόφιμα και πολεμοφόδια περισσότερα από εκείνα που αντιστοι-
χούσαν στα στρατεύματα τους217.
Οι φροντίδες λοιπόν του Εϋνάρδου για την καλύτερη οργάνωση της επιτροπής
ήταν διαρκείς. Με αλλεπάλληλες επιστολές του από την Γενεύη, προσπαθούσε να
παρακινήσει τους Ευρωπαίους και τις φιλελληνικές επιτροπές ν’ αποστέλλουν τρο-
φές, είδη ρουχισμού, όπλα και χρηματικές συνδρομές, προκειμένου να ενισχύσουν το

215
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 157. Πρβλ. Θέμελη-Κατηφόρη, «Η δίωξις
της πειρατείας», σελ. 71, υπ. 5.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 158-159. Πρβλ. BPU, Ms 2689 και BPU,
216

Ms 2687, 2.
217
Τομπάζης Ιάκωβος (1902), όπ.π..

104
έργο της επιτροπής που είχε ως έδρα του την Ελλάδα. Όμως η αποτυχία του σχεδίου
για την απελευθέρωση της Ακρόπολης και η καταστροφική ήττα των Ελλήνων στο
Φάληρο, προκάλεσαν μείωση των εφοδίων και έφεραν τα μέλη της σε αδιέξοδο. Στις
31 Μαΐου 1827 μάλιστα, ο συνταγματάρχης Heideck έγραφε στον Εϋνάρδο ότι όλοι
οι πόροι τους είχαν εξαντληθεί και ότι η επιτροπή όχι μόνο είχε χρησιμοποιήσει και
τα τελευταία τάλληρα, αλλά ήταν και χρεωμένη, ενώ τα μέλη της δεν γνώριζαν πώς
να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες που τους παρουσιάζονταν. Στη δύσκολη εκείνη κα-
τάσταση ανταποκρίθηκε ο Εϋνάρδος στέλνοντας τους την 1η Ιουνίου 17.000 πιάστρα,
ενώ παράλληλα τους υπόσχεται να τους στείλει και άλλα 6.000 πιάστρα218.
Η απόγνωση όμως των μελών της φιλελληνικής επιτροπής παρέμενε, και σωτήρια
φαίνεται να υπήρξε η απόφαση της Γ΄ Εθνικής Συνέλευσης να διαθέσει τα έσοδα των
νησιών του Αιγαίου για τις ανάγκες του στόλου που βρίσκονταν υπό την ηγεσία του
Κόχραν. Η Γ΄ Εθνική Συνέλευση αποφάσισε επίσης τα έσοδα εκείνα να καταβληθούν
άμεσα στην ειδική επιτροπή που θα διόριζε ο ναύαρχος και το πλεόνασμα από τα έ-
σοδα των νησιών να δαπανώνταν για τις ανάγκες του κράτους. Τα στοιχεία αυτά α-
νακοίνωσε στον Εϋνάρδο ο Gosse, ο οποίος μέχρι τότε ασχολούνταν με τη διαχείριση
των εφοδίων του στόλου219. Η κυβέρνηση επίσης, είχε αποφασίσει και τη σύναψη ε-
νός δανείου 500.000 πιάστρων από τους εμπόρους της Σύρας έναντι των δασμών.
Στην εφαρμογή των οικονομικών αυτών μέτρων που είχαν ως σκοπό να διασώ-
σουν την Ελλάδα από την καταστροφή, σημαντικό ρόλο έπαιξε ο Gosse, ο οποίος πα-
ρουσιάστηκε στην Σύρα στο τέλος Μαΐου. Έχοντας μάλιστα απόλυτη αρμοδιότητα
από τον ναύαρχο Κόχραν, είχε την δυνατότητα να συζητήσει τα οικονομικά αυτά ζη-
τήματα με τους κεφαλαιούχους της Σύρας, η οποία αποτελούσε το μεγαλύτερο εμπο-
ρικό κέντρο και τη μεγαλύτερη χρηματαγορά της Ελλάδας. Στην επιστολή του στις
11/23 Ιουνίου από την Ύδρα προς τον πρόεδρο της βουλής Αντώνιο Ρενιέρη, παρου-
σιάζονταν οι εντυπώσεις του και τα συμπεράσματα του. Συγκεκριμένα, ο Gosse επε-
σήμαινε τη σημαντική προσφορά των Σπετσών, των Ψαρών, της Ύδρας και της Αίγι-
νας στο ναυτικό αγώνα κατά των Τούρκων, καθώς και τις μεγάλες οικονομικές δυ-
σκολίες που συναντούσε. Αντιλαμβανόταν ότι τα εισοδήματα των νησιών του Αρχι-
πελάγους που είχαν τεθεί στη διάθεση του ίδιου και του Κόχραν, δεν επαρκούσαν.

218
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), όπ.π., σελ. 20.
219
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), όπ.π., σελ. 21.

105
Έτσι η κυβέρνηση, όπως προαναφέρθηκε, είχε αποφασίσει με ψήφισμα να συνάψει
δάνειο 500.000 πιάστρων προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι πρώτες ανάγκες220.
Στην είσπραξη όμως του δανείου παρουσιάστηκαν δυσκολίες, καθώς οι πλούσιοι
έμποροι της Σύρας, αλλά και άλλοι, δεν δεχόντουσαν να πληρώσουν το αντίστοιχο με
την οικονομική τους κατάσταση ποσό. Το γεγονός αυτό, μετέτρεπε τον τύπο του δα-
νείου σε προαιρετικό με αποτέλεσμα την άνιση κατανομή του στους κατοίκους του
νησιού. Στη δύσκολη εκείνη κατάσταση, οι κάτοικοι αντέδρασαν και έστειλαν σχετι-
κό έγγραφο στον Κόχραν με το οποίο του ζητούσαν ν’ αλλάξει άμεσα η διατύπωση
του ψηφίσματος και το δάνειο να μετατραπεί σε έκτακτη συνεισφορά των κατοίκων
της Σύρας. Για την τροποποίηση μάλιστα του ψηφίσματος του δανείου, όπως μαρτυ-
ρεί ο Ι. Σέρρος τον Γ. Κουντουριώτη, παρουσιάστηκε ο ίδιος ο Gosse στη συνεδρίαση
της 21 Ιουνίου της Βουλής στο Ναύπλιο, ζητώντας να διατυπωθεί με τέτοιο τρόπο το
σχετικό ψήφισμα, ώστε να παρουσιαστεί σαν έρανος και έτσι να αναγκαστούν οι πιο
πλούσιοι να πληρώσουν ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνατότητες. Προκειμένου
να καταφέρει την τροποποίηση εκείνη ο Gosse, παρουσίασε τις μεγάλες ανάγκες του
ναυτικού, την εξάντληση των πόρων των ναυτικών νησιών, αλλά και τα εμπόδια που
θα συναντούσε για την είσπραξη των δασμών, του δανείου221.
Παράλληλα οι διοικητές της Ύδρας, αλλά και οι αντιπρόσωποι των Σπετσών, εί-
χαν προτείνει στον Gosse να δημιουργήσει ένα συμβούλιο από τρείς αντιπροσώπους
των ναυτικών νησιών, Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών. Οι αντιπρόσωποι αυτοί, θα εκλέ-
γονταν από τις κοινότητες των τριών αυτών νησιών και θα είχαν ως σκοπό να διευκο-
λύνουν τον Gosse στις εισπράξεις και να τον αναπληρώνουν όποτε προέκυπτε ανά-
γκη. Ο Gosse αναγνώρισε τη χρησιμότητα των συμβουλών τους, αλλά δε δέχθηκε με
κανέναν τρόπο μόνο τους αντιπροσώπους των τριών νησιών ως συμβούλους, γιατί
όπως υποστήριζε, ο αποκλεισμός των άλλων νησιωτών θα έφερνε κάποια αναστάτω-
ση στις σχέσεις τους. Θα κατέστρεφε δηλαδή τους αρμονικούς δεσμούς μεταξύ των
Ελλήνων και θα ξυπνούσε τις ζηλοτυπίες και τα πάθη. Οι αντιπρόσωποι όμως της
Ύδρας και των Σπετσών, έπειτα από την άρνηση του Gosse, αποτάθηκαν στον Κό-
χραν και ζήτησαν τον διορισμό των τριών συμβούλων, οι οποίοι θα περιστοίχιζαν τον
Gosse. Η κυβέρνηση υιοθέτησε τις απόψεις των ναυτικών νησιών, όπως αποδεικνύε-

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 162. Πρβλ. Γενικά Αρχεία του Κράτους,
220

Κ 47, Β. φ. 111, αρ. 114.


221
Διαμάντης Κωνσταντίνος Αθ. (1967), όπ.π., τομ. 8, σελ. 293-294.

106
ται από το υπ’ αριθμόν 308/19 Ιουλίου 1827 Γεωργίου Μαυρομάτη προς την κοινό-
τητα των Σπετσών, και ο Gosse διορίστηκε μέλος μιας πενταμελούς επιτροπής, η ο-
ποία θα αναλάμβανε να εισπράξει τους δασμούς των νησιών του Αιγαίου Πελάγους
που προορίζονταν για την εξοικονόμηση των αναγκών του στόλου. Η επιτροπή αυτή
αποτελούνταν από τον Gosse ως αντιπρόσωπο του Κόχραν, από τον Κ. Δημάκη Ιερο-
μνήμονος, απεσταλμένο της κυβέρνησης, καθώς και από τρείς άλλους, τους οποίους
θα εξέλεγαν η καθεμιά από τις κοινότητες των τριών ναυτικών νησιών222.
Ο Gosse όμως αντιμετώπιζε αρκετές δυσκολίες στο έργο του, όχι μόνο από τους
κατοίκους των νησιών, αλλά και από τους πληρεξούσιους των τριών ναυτικών νη-
σιών στην Σύρα. Πιεσμένος καθώς ήταν από το να πηγαίνει από νησί σε νησί για να
εισπράττει τους φόρους και τα εισοδήματα, βρέθηκε πολλές φορές στη θέση να πάρει
αυστηρά μέτρα εναντίον εκείνων που του αρνούνταν να πληρώσουν ένα νόμιμο χρέ-
ος, ενώ παράλληλα είχε αρκετά παράπονα για την αστάθεια των οικονομικών. Για ν’
αντιμετωπιστούν μάλιστα οι άμεσες ανάγκες χρημάτων, ο Gosse σκέφτηκε να ει-
σπράξει η ελληνική κυβέρνηση ως δάνειο έναντι των δασμών 20.000 τάλληρα από
τους πλούσιους εμπόρους της Σύρας. Έτσι στις 15 Ιουλίου, ο Gosse ύστερα από εντο-
λή του Κόχραν, εμφανίστηκε στους δημογέροντες της Σύρας και ζήτησε τα 20.000
τάλληρα. Εκείνοι όμως αρνήθηκαν να του τα παραδώσουν χωρίς τη συγκατάνευση
των πληρεξούσιων των τριών νησιών στη Σύρα, Γεωργίου Κουντουριώτη, Δ. Τσαμα-
δού, Χατζηγιάννη Μέξη, Γ. Μπούκουρη, Γκίκα Καρακατζάνη, Αναγνώστη Κοντού
και Γεωργίου Ζαχαρίου223. Τελικά, όπως μαρτυρεί το έγγραφο της 11 Ιουλίου 1827
προς τους δημογέροντες της Σύρας, ο Gosse κατάφερε και έθεσε στη διάθεση του
Κόχραν τις 20.000 τάλληρα, για την είσπραξη όμως των οποίων οι πρόκριτοι του νη-
σιού αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες. Στην επιστολή του Gosse προς τον Korring
στις 15/27 Ιουλίου, ο Gosse του έλεγε ότι κάποιοι έμποροι της Σύρας, όπως ο Σκούρ-
της και ο Ξένος, αρνούνταν να συνεισφέρουν, ενώ κάποιοι άλλοι, όπως ο Νίκας και ο
Δούμας, δέχτηκαν να ενισχύσουν το έργο του. Επίσης ο Gosse ανέφερε στον Korring

222
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 165-167. Πρβλ. Λιγνός Αντώνιος, «Αρ-
χείον της Κοινότητος Ύδρας (1778-1832)», Πειραιεύς 1930, τ. 13, 1827, σελ. 206-207 και 224.
Για το έγγραφο του Μαυρομάτη από 19 Ιουλίου 1827 προς τον Gosse, βλ. BPU, Ms 2689.
223
Διαμάντης Κωνσταντίνος Αθ. (1967), όπ.π., τομ. 8, σελ. 321.

107
ότι ένα μέρος του δανείου θα χρησιμοποιούνταν για το ναυτικό, αρχηγός του οποίου
ήταν ο Gordon Urquhart224.
Αξιοσημείωτα είναι και τα όσα αναφέρει ο Gosse για την παιδεία στην Σύρα κατά
τα χρόνια της επανάστασης. Σύμφωνα με τον Gosse, ένα μόνο σχολείο δεν λειτούρ-
γησε κανο νικά στην Σύρα, ό πως υπο γραμμίζει σ’ ένα σημείωμα το υ, ενώ τα παλιά
σχολεία της Ερμούπολης που ήταν και τα περισσότερα, διευθύνονταν από ιερείς και
ήταν φθηνά. Σε εκείνα, μάθαινε κανείς να γράφει, να διαβάζει, αλλά παρουσίαζαν
αρκετά μειονεκτήματα225. Όπως μάλιστα υποστηρίζει ο Τρύφωνας Ευαγγελίδης226, τα
σχολεία της Ερμούπολης ήταν στην αρχή ιδιωτικά, εξαιτίας της έλλειψης κυβερνητι-
κής μέριμνας κατά το δεύτερο έτος της επανάστασης. Από το 1826 και μετά, ιδρύθη-
καν κοινοτικά σχολεία, χωρίς όμως να πάψουν να λειτουργούν και τα ιδιωτικά. Ιδρύ-
θηκαν λοιπόν, δύο κοινοτικά αλληλοδιδακτικά σχολεία με 263 μαθητές και 161 μα-
θήτριες, το πρώτο με διευθυντή τον Νικόλαο Μάγνητο και το δεύτερο με διευθύντρια
την Αναστασία Ελένη Ελευθερίου, ενώ και στα δύο επόπτης ήταν ο Αμερικανός Δα-
νιήλ Κόρκ. Ιδρύθηκαν βέβαια και άλλα σχολεία αργότερα, από τον Γρηγόριο Κων-
σταντά, τον Γεώργιο Κλεόβουλο και τον Φίλιππο Ιωάννου.
Από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ερμούπολης, ξεχώριζαν εκείνα του Γρηγόριου
Κωνσταντά, ο οποίος συνεργαζόταν με τον Κλεόβουλο, αλλά και του Φίλιππου Ιωάν-
νου. Στο σχολείο μάλιστα εκείνο φοιτούσαν τριάντα νέοι, οι οποίοι διδάσκονταν ανά-
γνωση, γραφή, αριθμητική, στοιχειώδη γεωμετρία του Ευκλείδη, αρχαία Ελληνικά,
γεωγραφία και Γαλλικά227. Λειτουργούσαν ακόμη άλλα 4 αλληλοδιδακτικά σχολεία,
3 για αγό ρια και 1 για κο ρίτσια, ενώ το 1 8 2 8ιδρύθηκε και Σχο λή θηλέων από την
Ευανθία Καϊρη228. Από τα αλληλοδιδακτικά σχολεία, το σχολείο του Αναγνώστη είχε

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 170-171. Πρβλ. BPU, Ms 2689 και BPU,
224

Ms 2693, f. 13, f. 14.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 345. Πρβλ. Ludwig Ross, «Errinerungen
225

und Mittheilungen aus Griechenland», Berlin 1863, τομ. 2, σελ. 24-25.


226
Ευαγγελίδης Τρύφωνος Ε. (1936), «Η Παιδεία επί Τουρκοκρατίας (Ελληνικά Σχολεία από της
Αλώσεως μέχρι Καποδιστρίου)», τομ. Β΄, σελ. 81-83. Πρβλ. Ιστορία της νήσου Σύρου, Ερμούπο-
λις 1874, σελ. 632-635.
227
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π.. Πρβλ. Σπεράντζας Θεοδόσιος Κ., «Ο Γρηγό-
ριος Κωνσταντάς, ως Έφορος της Παιδείας, ανά τας Κυκλάδας», Επετηρίς της Εταιρείας Κυκλα-
δικών Μελετών, 1 (1961), σελ. 72-73.
228
Ευαγγελίδης Τρύφωνος Ε. (1936), όπ.π..

108
40 μαθητές, αλλά η διδασκαλία του βρίσκονταν σε χαμηλό επίπεδο, το σχολείο του
Γεώργιου Κωτόπουλου είχε 40-50 παιδιά, κυρίως μικρά κορίτσια και η πρόοδος των
παιδιών στην αριθμητική ήταν εκπληκτική, και το σχολείο του Ιωάννη Αμπελακιώτη
είχε μόνο 15 μαθητές, των οποίων η πρόοδος ήταν πολύ αργή. Από την άλλη, το σχο-
λείο των κοριτσιών είχε περίπου 25-30 μαθητές που σημείωναν θετικές προόδους και
είχαν ως διευθύντρια την Μαρία Αϊβαλιώτη229.
Ο Gosse όμως παρουσίαζε και στρατιωτική δράση, τόσο εναντίον των πειρατών,
όσο και εναντίον των εχθρών, ως συνεργάτης του Κόχραν. Παραλάμβανε διαρκώς,
μηνύματα απελπισίας και απόγνωσης από τους κατοίκους της Σκιάθου, Σκοπέλου,
Σκύρου, καθώς και από τους δημογέροντες της Σαντορίνης και της Μυκόνου, οι ο-
ποίοι του ζητούσαν βοήθεια για την πάταξη της πειρατείας. Στις εκκλήσεις εκείνες
των νησιωτών, η επαγρύπνηση του Gosse ήταν φανερή και είχε ως σκοπό να ανα-
στείλει τις αρπαγές των πειρατών, αλλά και ο Κόχραν με ισχυρά πλοία από την Αγ-
γλία, θα ισχυροποιούσε τη δύναμη του Gosse. Ο Κόχραν μάλιστα πήρε και αυστηρά
μέτρα για τη δίωξη της πειρατείας, καθώς όλα τα πλοία που είχαν μικρή χωρητικότη-
τα απαγορεύονταν να φέρουν πυροβόλα, αν δεν είχαν επίσημη άδεια, αν δεν εγγρά-
φονταν στο νηολόγιο στον τόπο κατασκευής τους και αν δεν είχαν τον αριθμό τους
στην εξωτερική τους πλευρά. Όσα πλοία δεν τηρούσαν τις παραπάνω οδηγίες, θα θε-
ωρούνταν πειρατικά, θα αιχμαλωτίζονταν και οι πλοίαρχοι τους θα περνούσαν από το
«Πολεμικόν Κριτήριον», και αν αποδεικνύονταν ένοχοι θα τους κρεμούσαν230.
Ανεξάρτητα από τους περισπασμούς του Gosse κατά τη δίωξη της πειρατείας, η
φιλελληνική επιτροπή της οποίας ήταν μέλος, όχι μόνο δεν είχε σταματήσει, αλλά
είχε δυναμώσει τη δραστηριότητα της. Ένας από τους λόγους που είχε εντείνει τη
δραστηριότητα της, ήταν η δύσκολη κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα, μετά
την πτώση του Μεσολογγίου και της Ακρόπολης. Το ενδιαφέρον της Ευρώπης και
των μεγάλων δυνάμεων για το μέλλον της Ελλάδας, κέντριζε την θέρμη των φιλελλη-
νικών επιτροπών του εξωτερικού, οι οποίες κινούνταν με την πρωτοβουλία του Εϋ-
νάρδου και έστελναν στην αγωνιζόμενη Ελλάδα, σημαντικές ποσότητες τροφίμων και
πολεμοφοδίων. Στον Πόρο για παράδειγμα, τον Ιούλιο του 1827, έφθασαν χρήματα,

229
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 346. Πρβλ. Μπίστης Λεωνίδας Σ., «Η
Οργάνωσις του Κράτους εις τας Κυκλάδας από του 1821-1845», Επετηρίς της Εταιρείας Κυκλα-
δικών Μελετών, 9 (1971-1973), σελ. 649-650.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 174-179. Πρβλ. BPU, Ms 2689 και BPU,
230

Ms 2684-2685. Για τα μέτρα του Κόχραν κατά της πειρατείας βλ. BPU, Ms 2687, 2.

109
καθώς και 1.000 μπάλες κανονιών, πανιά καραβιών, 100 βαρέλια μπαρούτι και 3 βα-
ρέλια παπούτσια, όλα φορτωμένα σ’ ένα πλοίο, ύστερα από σχετική εντολή του Εϋ-
νάρδου. Με το ίδιο πλοίο όμως έστελναν και οι φιλέλληνες της Γενεύης μια κασέλα
με καραμπίνες, η οποία στέλνονταν από τον πρόεδρο της φιλελληνικής επιτροπής Fa-
vre-Bertrand στον Gosse231. Κάποιους μήνες αργότερα, ο Εϋνάρδος, έδωσε στον Κα-
ποδίστρια 20.000 ελβετικά φράγκα για να δοθεί ψωμί στις γυναίκες και στα παιδιά.
Στην δραστηριότητα του εκείνη, τον βοήθησαν και άλλοι συμπατριώτες του, όπως οι
κάτοικοι της Βασιλείας, αλλά και ο θερμός φιλέλληνας Guebbard, ο οποίος ήταν
πρόξενος της Ελβετίας στο Λιβόρνο. Ο Guebbard μάλιστα είχε στείλει ένα πλοίο
φορτωμένο με μπουρλότα και πυρίτιδα232.
Την εποχή εκείνη ο Gosse, προσπαθώντας να βοηθήσει την κυβέρνηση στο δύ-
σκολο έργο της, σχεδίασε έναν αναλυτικό πίνακα, στον οποίο κατέγραφε τα μηνιαία
έξοδα του στρατού της ξηράς και του ναυτικού για την αγορά τροφίμων. Με τον τρό-
πο αυτό, υπολόγιζε τα έξοδα για διατροφή και μισθοδοσία των αντρών των ατάκτων
στρατευμάτων σε 62.144 τάλληρα και του στόλου σε 14.527 τάλληρα. Το τακτικό
στράτευμα περιελάμβανε περίπου 3.000 άνδρες με 500 άλογα και τα έξοδα τους και
οι μισθοί τους ανέρχονταν σε 96.421 τάλληρα, ενώ στα παραπάνω έξοδα πρόσθετε
και άλλα για την αγορά πυρίτιδας, μπουρλότων και άλλων, περίπου 3.579 τάλληρα.
Γενικότερα, οι συνολικές δαπάνες του στρατού και του στόλου, ανέρχονταν σε
100.000 τάλληρα233.
Ο Gosse όμως εκπόνησε και έναν κατάλογο στις 11 Δεκεμβρίου 1827, στον οποίο
απαριθμούσε με λεπτομέρειες τις ποσότητες τροφών και πολεμοφοδίων που διαχειρί-
ζονταν η φιλελληνική επιτροπή και οι οποίες βρίσκονταν στις αποθήκες και στο ναύ-
σταθμο του Πόρου. Παρόλο που ο Gosse είχε διάφορους περισπασμούς, δεν σταμά-
τησε να εργάζεται ως μέλος της φιλελληνικής επιτροπής και γι’ αυτό ο Βιάρος Καπο-
δίστριας απευθύνθηκε σε αυτόν και του ζήτησε τη βοήθεια του για την περίθαλψη
των Ελλήνων προσφύγων του νησιού Κάλαμος. Το νησί Κάλαμος μάλιστα, είχε απο-
τελέσει από την αρχή της επανάστασης και κυρίως μετά την πτώση του Μεσολογγί-

231
Τομπάζης Ιάκωβος (1902), όπ.π., σελ. 358-359.
232
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), όπ.π., σελ. 56-57.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 185. Πρβλ. BPU, Ms, χωρίς ενδείξεις,
233

Memorandum αχρονολόγητο.

110
ου, καταφύγιο του άμαχου πληθυσμού και βάση ανεφοδιασμού όλων των στρατευμά-
των της Στερεάς Ελλάδας234.
Οι οικονομικές όμως δυσχέρειες που αντιμετώπιζε η φιλελληνική επιτροπή, την
ανάγκασαν να ζητήσει τη βοήθεια των μεγάλων επιτροπών του Παρισιού και της
Γερμανίας. Ο Bailly, προσδοκούσε να λάβει χρηματικά ποσά από τους Ευρωπαίους,
ενώ παράλληλα είχε προτείνει στον Φαβιέρο να έρθει σε συνεννόηση με τους ευκα-
τάστατους Σπετσιώτες και Υδραίους, ώστε να βρουν μερικά πλοία τα οποία θα ανα-
λάμβανε να ναυλώσει η φιλελληνική επιτροπή. Τις προθέσεις του εκείνες συμμερί-
στηκαν και τα άλλα μέλη της επιτροπής, ο Gosse και ο Ξένος. Αξίζει να σημειωθεί
ότι η φιλελληνική επιτροπή, από την αρχές κιόλας του 1827, με πρώτα μέλη τους
Gosse, Τομπάζη και Μιαούλη, συνέβαλε αποφασιστικά στη διατήρηση διάφορων ση-
μαντικών στρατοπέδων στην Στερεά Ελλάδα, αλλά και στον όσο το δυνατό συστημα-
τικό εφοδιασμό πολλών εκστρατειών εναντίον των Τούρκων. Κατά το 1828 πάντως,
η φιλελληνική επιτροπή, της οποίας τα ίχνη αρχίζουν να χάνονται, συναντούσε σημα-
ντικές δυσκολίες, κυρίως εξαιτίας της έλλειψης οικονομικών πόρων και τροφών235.
Δραστήρια όμως υπήρξε κα η συμμετοχή του Gosse στην εκστρατεία της Χίου.
Συγκεκριμένα, κατά τους τελευταίους έξι μήνες του 1827 που πηγαινοερχόταν στην
Σύρα, είχε τη δυνατότητα να συνδεθεί με τους ευκατάστατους Χιώτες μεγαλεμπό-
ρο υς της και να συζητήσει μαζί το υς το ζήτημα της απελευθέρωσης της πατρίδας
τους Χίου. Η οικονομική μάλιστα βοήθεια που προσέφερε στην επιτροπή των Χιω-
τών της Σύρας, αλλά και το έντονο ενδιαφέρον του για την εκστρατεία, προκάλεσε τη
μεγάλη εκτίμηση και την αγάπη των κατοίκων της. Σ’ επιστολή του προς τον έμπορο
της Σύρας Απόστολο Δούμα, στις 9 Οκτωβρίου 1827 από τον Πόρο, ο Gosse εξέφρα-
ζε την ικανοποίηση του, καθώς είχε καταφέρει η φιλελληνική επιτροπή ν’ αποστείλει
στον Φαβιέρο στην Χίο, 3.000 κιλά σιτάρι, πολεμοφόδια και άλλα τρόφιμα. Ο Κό-
χραν είχε μεταβιβάσει στον Φαβιέρο μερικά πλοία από την μοίρα του Μιαούλη, ενώ
οι πρόκριτοι της Χίου του έδωσαν 100.000 πιάστρα. Ο Gosse έδωσε επίσης διαταγή
να σταλούν στον Γάλλο συνταγματάρχη επιπλέον 25 βαρέλια πυρίτιδας και 350 βόμ-
βες. Γενικά η Χίος, σύμφωνα με τη γνώμη του Gosse, ήταν ένα νησί με ενδιαφέρον

234
Παπαδόπουλος Στέφανος Ι. (1962), «Η Επανάσταση στην Δυτική Στερεά Ελλάδα: μετά την
πτώση του Μεσολογγίου ως την οριστική απελευθέρωση της, 1826-1832», σελ. 30.
235
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 188-190. Πρβλ. BPU, Ms 2683, f. 112.

111
και μπορούσε να εξασφαλίσει τους πόρους για τη συνέχιση του πολέμου, καθώς ήταν
«το κλειδί του κόλπου της Σμύρνης και επέτρεπε επιτροπές στο εχθρικό έδαφος»236.
Ο Gosse, συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ελλάδα και από την Γε-
νεύη όπου είχε πάει, έπειτα από την παραμονή του στον Πόρο. Στην Γενεύη, είχε την
ευκαιρία να συζητήσει με τον Εϋνάρδο, μεταξύ άλλων, και για τα προβλήματα των
εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Ο Εϋνάρδος μάλιστα, έστειλε αμέσως στον Καποδίστρια
50.000 ελβετικά φράγκα για την ανέγερση ενός σχολείου, διατηρούσε όμως αρκετές
επιφυλάξεις για τη συνέχιση της αποστολής χρηματικών συνδρομών εκ μέρους των
Ευρωπαίων φιλελλήνων. Ο κύριος λόγος γι’ αυτές του τις επιφυλάξεις ήταν όπως έ-
λεγε, ότι είχε εξασθενίσει ο φιλελληνικός ζήλος και δεν υπήρχαν πια ένθερμοι φιλέλ-
ληνες237. Ο Gosse, είχε επίσης επαφή και με τον Βιάρο Καποδίστρια, ο οποίος στην
επιστολή του στις 9/17 Μαΐου 1830, τον πληροφορούσε για τις προόδους που είχαν
γίνει στον Πόρο. Του έγραφε συγκεκριμένα, ότι η οδός Korring, που είχε πάρει το
όνομα της από τον Γερμανό φιλέλληνα και συνεργάτη του Gosse, είχε διαπλατυνθεί
αρκετά και ότι επρόκειτο να κατασκευαστεί μια παραλιακή από το διοικητήριο προς
το ναύσταθμο. Επιπρόσθετα, είχε ιδρυθεί ένα αλληλοδιδακτικό σχολείο για 300 παι-
διά, ενώ η κυβέρνηση σκεφτόταν να δημιουργήσει και ένα δεύτερο ναύσταθμο, ακο-
λουθώντας την άποψη του Βιάρου. Στη συνέχεια, του έδινε πληροφορίες για το ορ-
φανοτροφείο στο οποίο έμεναν 900 παιδιά που είχαν κάνει σημαντικές προόδους στη
γραμματική, στο σχέδιο και στη μουσική. Ο πρώτος καθηγητής του ορφανοτροφείου
ήταν ο Γεώργιος Κλεόβουλος, ο οποίος είχε σπουδάσει στην Ελβετία και στην Γερ-
μανία και είχε εισαγάγει στην Ελλάδα την αλληλοδιδακτική μέθοδο. Τον Κλεόβουλο,
είχε διορίσει στο ορφανοτροφείο ο Ιωάννης Καποδίστριας. Ο Βιάρος, στην ίδια επι-
στολή, πληροφορούσε τον Gosse και για το Κεντρικό Σχολείο της Αίγινας, το οποίο
στέγαζε 300 μαθητές και μάλιστα εξέφραζε την ελπίδα ότι ο αριθμός αυτός θα διπλα-
σιαζόταν. Το εκπαιδευτικό αυτό ίδρυμα που είχε αρχίσει να λειτουργεί στις 8/20 Ια-
νουαρίου 1830, είχε διευθυντή τον Ανδρέα Μουστοξύδη και καθηγητές τους Γ. Γεν-
νάδιο και Ι. Βενθύλο238.

236
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 193-196. Πρβλ. BPU, Ms 2693, f. 33. Βλ.
επίσης και Χιακόν Αρχείον, τ. 2, σελ. 241.
237
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), όπ.π., σελ. 182.
238
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 236-237. Πρβλ. BPU, Ms 2682, f. 212.
Για τον Κλεόβουλο, βλ. Σακάς Γεώργιος, «Γεώργιος Κλεόβουλος ο Φιλιππουπολίτης», Αθήναι
1956. Για τον Ανδρέα Μουστοξύδη βλ. Νικοκάβουρα Αγαθή, «Ο Ανδρέας Μουστοξύδης και η

112
Για την εκπαίδευση μίλησε και ο Ιωάννης Καποδίστριας στην επιστολή του στις
1/13 Ιουνίου 1830, προς τον Gosse. Στην επιστολή του εκείνη, ενημέρωνε τον Gosse
για το Γεωργικό Σχολείο της Τίρυνθας που είχε διευθυντή τον Γρηγόριο Παλαιολόγο
και το οποίο, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Καποδίστρια, θα στέγαζε 24 μαθητές,
πριν ακόμα από το φθινόπωρο του 1830. Στο σχολείο εκείνο ο Καποδίστριας, σκε-
φτόταν να καλέσει δύο νέους Έλληνες από κάθε επαρχία για να μυηθούν πρακτικά
στις γεωργικές εργασίες και μάλιστα, παρακολουθούσε με έντονο ενδιαφέρον τις
προόδους του συγκεκριμένου σχολείου, καθώς και όλων των εκπαιδευτικών ιδρυμά-
των της Ελλάδας239. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί, ότι η πρώτη ιδέα της Γε-
ωργικής Σχολής ανήκε στον Lieb, ο οποίος τον Ιούλιο του 1828, έστειλε επιστολή
στις φιλελληνικές επιτροπές της Ελβετίας, ενθαρρύνοντας την εγκατάσταση προτύ-
που αγροτικής σχολής στην Κόρινθο240.
Σκοπός του Ιωάννη Καποδίστρια, ήταν να μεταδώσει στα εκπαιδευτικά ιδρύματα
της χώρας, όσα περισσότερα στοιχεία μπορούσε να δανειστεί από το ίδρυμα Fellen-
berg στο Hofwyl. Στην προσπάθεια του αυτή ανταποκρίθηκαν οι ομογενείς και οι φι-
λέλληνες του εξωτερικού, στέλνοντας του 500 τόμους των έργων του Π. Κοδρικά,
ενώ η φιλελληνική επιτροπή του Παρισιού του δώρισε αντίτυπα των φιλελληνικών
πινάκων το υ Κλεό βο υλου για τα σχολεία της Ύδρας, Σπετσών, Μήλου και Σάμου.
Στην ίδια επιστολή, ο Καποδίστριας ευχαριστούσε ιδιαίτερα τον Gosse για την απο-
στολή αβακίων. Τα αβάκια αυτά, τα είχε μεγάλη ανάγκη γιατί προορίζονταν κυρίως
για σχολεία όπου εφαρμόζονταν η αλληλοδιδακτική μέθοδος241.
Εκπαιδευτικά ιδρύματα λοιπόν χτίζονταν παντού, στο Ναύπλιο, στην Τρίπολη,
στην Πάτρα, στην Κόρινθο και κάθε πόλη διέθετε από ένα ή δύο αλληλοδιδακτικά
σχολεία. Στην Αίγινα, εκτός από το ορφανοτροφείο, είχαν κτιστεί δύο ανώτερα σχο-
λεία, από τα οποία το πρώτο προορίζονταν για διδασκαλία της αλληλοδιδακτικής με-

Παιδεία», Κέρκυρα 1965. Για τον Γεννάδιο, βλ. Αναστασιάδης Ξενοφώντος, «Γεώργιος Γεννάδι-
ος, βίος, έργα, επιστολαί», εν Παρισίοις 1926, τ. 1-2. Για τον Ι. Βενθύλο, βλ. Δασκαλάκης Από-
στολος, «Ο Αδαμάντιος Κοραής και η ελευθερία των Ελλήνων», Αθήναι 1965, σελ. 571, 584, 595.
239
Κούκου Ελένη Ε. (1972), «Ο Καποδίστριας και η Παιδεία (1827-1832)» τομ. Β΄ Τα Εκπαιδευ-
τικά Ιδρύματα της Αιγίνης.
240
Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), όπ.π., σελ. 132.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 240. Πρβλ. Cohen Jean, «Tableau de la
241

Grece en 1825 ou Recit des voyages de M. J. Emerson et du Cte Pecchio», Paris, 1826, σελ. 421.

113
θόδου και το δεύτερο για ανώτερες σπουδές. Τα σχολεία εκείνα ήταν το Πρότυπο
Σχολείο και το Κεντρικό Σχολείο242.
Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα όμως, παρά τις προόδους που σημείωναν, είχαν σημα-
ντικές ελλείψεις σε δασκάλους και καθηγητές. Η ανάγκη για μορφωμένα στελέχη ή-
ταν έντονη και για το λόγο αυτό, ο Ιωάννης Καποδίστριας, επιθυμούσε να γνωρίζει
με ακρίβεια τα στοιχεία προόδου για κάθε Έλληνα σπουδαστή του εξωτερικού. Πα-
ρακαλούσε μάλιστα τον Εϋνάρδο να του δώσει κάποια στοιχεία για τους Έλληνες
φοιτητές που βρίσκονταν στο Μόναχο, στην Δρέσδη και στην Λειψία. Τα στοιχεία
εκείνα ήταν το όνομα, η πατρίδα, η ηλικία, η διαμονή, οι πόροι ζωής, σε ποιόν ήταν
συστημένοι, τι σπούδαζαν και από πότε, αλλά και παρατηρήσεις για τις επιδόσεις
τους243.
Η πρόοδος όμως που πραγματοποιούνταν για την αναδιοργάνωση του ελληνικού
κράτους, σύμφωνα με τον Ιωάννη Καποδίστρια, ήταν ακόμη πολύ αργή, γεγονός που
οφειλόταν στις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στο έργο του. Οι προσπάθειες του να εκ-
συγχρονίσει το ελληνικό κράτος, όσο το δυνατό συντομότερο, με τη συνεργασία φι-
λελλήνων και ξένων στρατιωτικών και αγροτών, κυρίως Ελβετών, συναντούσε δυ-
σχέρειες. Παρά όμως τα εμπόδια που συναντούσε ο Καποδίστριας, πάλευε για την
ανοικοδόμηση της Ελλάδας. Προσδοκούσε ότι η κατάσταση θα βελτιωνόταν με την
άφιξη του Όθωνα στην Ελλάδα και με τη γνωστοποίηση των προθέσεων του, καθώς
τότε θα μπορούσε να καλέσει πίσω στην Ελλάδα όλους τους μαθητές που συντηρού-
σε στο εξωτερικό.
Πολυποίκιλη όμως ήταν και η παρουσία του Gosse στην Ελλάδα, όπως φαίνεται
από όσα αναπτύχθηκαν στο παρόν κεφάλαιο. Συγκεκριμένα ο Gosse, ήταν απόλυτος
σχεδόν διαχειριστής των τροφών και των πολεμοφοδίων που στέλνονταν από τις φι-
λελληνικές επιτροπές της Ευρώπης, ήταν μέλος σε διάφορες επιτροπές κυρίως για τα
ναυτικά ζητήματα της Ελλάδας, αλλά και αρχηγός μικρής ναυτικής μοίρας για την
πάταξη της πειρατείας. Ήταν επιπλέον, βοηθός και σύμβουλος του ναυάρχου Κόχραν,
απεσταλμένος του σε διάφορα νησιά για διάφορους λόγους, αλλά και ικανός γιατρός
που βοηθούσε τους συμπολίτες του, όποτε τον είχανε ανάγκη. Η δραστηριότητα του,
προξένησε ιδιαίτερη εντύπωση και θαυμασμό στους γύρω του και κυρίως στους ομο-
ϊδεάτες του ξένους φιλέλληνες.

242
Κούκου Ελένη Ε. (1972), σελ. 110-156.
243
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 241. Πρβλ. BPU, Ms 2682, ff. 213-214.

114
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΚΡΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

115
Κρίσεις των Ευρωπαίων Φιλελλήνων για τους Έλληνες και την Νεοελληνική
Πραγματικότητα
Πολλοί φιλέλληνες από εκείνους που κατέβηκαν στην Ελλάδα και αγωνίστηκαν
μαζί με τους κατοίκους της, εντυπωσιάστηκαν από τις διάφορες εκδηλώσεις των αν-
θρώπων που γνώριζαν, από τα διαφορετικά ήθη και έθιμα τους, από την καθυστερη-
μένη οικονομική, πολιτική και κοινωνική τους οργάνωση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα,
να επιχειρούν να συγκρίνουν τις συνθήκες ζωής τους με τις ανάλογες της αρχαίας
Ελλάδας και των δικών τους πατρίδων, αλλά και να επιδιώκουν να βοηθήσουν τους
μαχόμενους Έλληνες, ν’ αποκτήσουν ξανά την ελευθερία τους και να δημιουργήσουν
ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, ευνοούμενο και πρότυπο στην Ανατολή. Μέσα από
αυτά τα γεγονότα, μπορεί κανείς να εξηγήσει τα συχνά σχόλια και της παρατηρήσεις
των φιλελλήνων στα έργα τους που περιέχουν αναμνήσεις από την Ελλάδα, αλλά και
τα μέτρα που προτείνουν για να βελτιωθεί η κατάσταση της, να πάψουν να υφίστα-
νται οι κακές συνήθειες του παρελθόντος και να τεθούν οι στέρεες βάσεις για μια
γρήγορη εξέλιξη προς νέες συγχρονισμένες μορφές διοίκησης και πολιτισμού.
Ανάμεσα στους φιλέλληνες που έγραψαν για την Ελλάδα, ήταν και ο γιατρός
Louis-Andre Gosse, ένας ανιδιοτελής φίλος των Ελλήνων, ο οποίος είχε ζήσει τις δύ-
σκολες στιγμές που περνούσαν, τις μεγάλες ανάγκες και τα προβλήματα τους. Η μα-
κρόχρονη παραμονή του στην Ελλάδα, η μεγάλη εμπειρία του, αλλά και ο έντονος
ανθρωπισμός του, τον προέτρεψαν να καταγράψει στις σημειώσεις τους διάφορες εν-
διαφέρουσες εντυπώσεις και κρίσεις. Οι πρώτες του λοιπόν εντυπώσεις όταν ήρθε
στην Ελλάδα, αφορούσαν τον ελληνικό λαό. Συγκεκριμένα στην επιστολή του, στις
14 Φεβρουαρίου 1827 προς τον Εϋνάρδο, έγραφε ότι ο ελληνικός λαός, παρά τα ε-
λαττώματα του και τις προκαταλήψεις του, ήταν άξιος της ευρωπαϊκής ευεργεσίας,
είχε θάρρος και ήταν φιλόξενος και φιλάνθρωπος. Η πλειονότητα των Ελλήνων έλε-
γε, ήταν προικισμένοι με θαυμάσιο χαρακτήρα και μάλιστα οι χωρικοί ζούσαν με α-
ξιοσημείωτη απλότητα και λιτότητα. Δικαιολογούσε επίσης την διπροσωπία και την
δυσπιστία των Ελλήνων, γράφοντας ότι ήταν συνέπεια της τουρκοκρατίας και εξέ-
φραζε τη γνώμη ότι τα ελαττώματα τους εκείνα θα εξαφανίζονταν, μόλις οι Έλληνες
αποκτούσαν μια δίκαιη ελευθερία και όταν οι δίκαιοι νόμοι θ’ αντικαθιστούσαν τους
αυθαίρετους. Επιπρόσθετα πίστευε ότι με μια διαλλακτική κυβέρνηση σε περίοδο ει-
ρήνης, η γεωργία του ελληνικού κράτους θα ξαναζωντάνευε και ότι η άνθηση του
εμπορίου θα εμπόδιζε την ανάπτυξη της τοκογλυφίας. «Μέχρι όμως να πραγματοποι-
ηθεί αυτό», έγραφε χαρακτηριστικά «έχουμε καθήκον σα χριστιανοί και σαν άνθρω-

116
ποι, να βρούμε έναν τρόπο για να βοηθήσουμε τους Έλληνες να βγουν από τη θλιβε-
ρή κατάσταση στην οποία βρίσκονται να συμβάλλουμε αποτελεσματικά αφενός, στην
ηθική αναγέννησή τους και, αφετέρου, στην καλή διαχείριση των αποστελλόμενων
βοηθειών και στη σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους»244. Αυτοί ήταν σύμφω-
να με την άποψη του, οι δύο κύριοι τρόποι για να δημιουργηθεί ένα αυτοδύναμο ελ-
ληνικό κράτος.
Όσον αφορά την ηθική διαπαιδαγώγηση των νέων Ελλήνων, γινόταν πολύς λόγος
την εποχή εκείνη στην Ελλάδα και στις ευρωπαϊκές χώρες. Ο Fellenberg μάλιστα,
μαθητής του Pestalozzi, υπέβαλε τις προτάσεις του για το συγκεκριμένο θέμα στον
Εϋνάρδο. Στην ανέκδοτη επιστολή που του έστειλε από το Hofwyl, στις 27 Ιουλίου
1827, επεσήμαινε την πεποίθηση του για την ανάγκη να υποβληθεί η ελληνική νεο-
λαία στην κατάλληλη εθνική παιδεία, προκειμένου να πραγματοποιούνταν το συντο-
μότερο δυνατό η ηθική αναγέννηση της. Η παιδεία όμως των αρχαίων ελλήνων όπως
σημείωνε, είχε χαθεί από τους νεοέλληνες και έτσι δεν ήταν δυνατόν να μεταφυτευ-
θούν τα στοιχεία της αρχαίας ελληνικής παιδείας στη νεοελληνική. Ο Fellenberg υ-
ποστήριζε, ότι αυτό μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο με την ίδρυση παρόμοιων
εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στην Ελλάδα, όπως του Hofwyl, όπου βρίσκονταν το δικό
του σχολείο. Για τον λόγο αυτό μάλιστα, έλεγε στον Εϋνάρδο να παρακινήσει τον
Gosse να επιλέξει 6 νέους Έλληνες που διακρίνονταν για τις ηθικές και τις πνευματι-
κές τους ικανότητες, και να τα στείλει στο Hofwyl, όπου θα συντηρούνταν δωρεάν
και ένας καθηγητής θα αναλάμβανε να τα εκπαιδεύσει. Τα παιδιά αυτά, θα είχαν τη
δυνατότητα να εκκλησιάζονταν στο ελληνικό μοναστήρι, το οποίο είχε οικοδομηθεί
με δαπάνες του τσάρου της Ρωσίας245.
Ο Gosse όμως, εκτός από τον ελληνικό λαό, άσκησε κριτική και σε διάφορες ηγε-
τικές προσωπικότητες της πολιτικής και του στρατού, οι οποίοι διαδραμάτισαν σημα-
ντικό ρόλο κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης. Έτσι, για τον Χριστόφορο
Κλωνάρη, έγραφε ότι ήταν εργατικός, ζωηρός και αφοσιωμένος στην πατρίδα του,
για τον Δημήτριο Υψηλάντη ότι ήταν αντικαποδιστριακός, αλλά τίμιος, γενναίος, με
ευγενικά αισθήματα, για τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη ότι τον διέκρινε μια ολοφάνε-

244
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), «Ευρωπαίοι Φιλέλληνες, Παρατηρητές και Τεχνο-
κράτες στην Επαναστατημένη Ελλάδα και στο Ελλαδικό Βασίλειο (1821-1843)», σελ. 441-442.
Πρβλ. BPU, Ms fr. 2692, f. 6, Choisy, Suisse et Grece, σελ. 17.
245
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π.. Πρβλ. BPU, Ms fr. 3227, ff. 69-70.

117
ρη αδιαφορία ενδεχομένως γιατί είχε χάσει την περιουσία του, για τον Θεόδωρο Κο-
λοκοτρώνη ότι ήταν φιλόδοξος, με ασφαλή κρίση, πονηρός, εύγλωττος με χρήση
συμβολισμών, αρπακτικός, ικανός στρατηγός των ατάκτων στρατευμάτων με διεισ-
δυτικό βλέμμα. Για τον Καραϊσκάκη, ο Gosse επεσήμαινε ότι ήταν ικανός, ταχύς και
αποφασιστικός, απαιτητικός, οργανωτικό πνεύμα, οξύθυμος και αρπακτικός, για τον
Νικήτα ότι ήταν θαρραλέος, ατάραχος, με λίγα προσόντα και μόρφωση, αλλά γλυκός
και απλός με κλίση στα βαριά ποτά, για τον Κίτσο Τζαβέλα ότι ήταν τολμηρός, στα-
θερός, ικανός, ότι αγαπούσε τα χρήματα, αλλά και ότι τα ξόδευε, για τον Μαυροκορ-
δάτο ότι ήταν πνευματώδης, φιλόδοξος, με λίγο θάρρος. Γράφει επίσης και για τον
Λάζαρο Κουντουριώτη, τον οποίο χαρακτηρίζει πεισματάρη, αλλά με καλή καρδιά
και σύνεση, για τον Γεώργιο Κουντουριώτη που τον χαρακτηρίζει χωρίς πνεύμα, μα-
ταιόδοξο, πεισματάρη και φθονερό, για τον Μανόλη Τομπάζη που του αποδίδει τους
χαρακτηρισμούς γενναίο, ειλικρινή, λίγο μορφωμένο, μετριοπαθή, χωρίς φιλοδοξία
και φιλαργυρία. Στα πρόσωπα που χαρακτηρίζει, συμπεριλαμβάνονται ακόμη ο Κω-
λέτης, ο Ανδρέας Μεταξάς, ο Ζωγράφος, ο Ζαΐμης, ο Τρικούπης, ο Δεληγιάννης. Ο
Κωλέτης, ήταν κατά τον Gosse, εχθρός του Μαυροκορδάτου, μορφωμένος, φιλόδο-
ξος, μνησίκακος, πανούργος, ανειλικρινής, ισχυρογνώμων, αρκετά θαρραλέος, λίγο
δωρολήπτης και λίγο φιλάργυρος, ο Ανδρέας Μεταξάς ήταν γενναίος, δίκαιος, γλυ-
κός, συμφιλιωτής, φίλος του Κολοκοτρώνη, ειλικρινής με λίγες φιλοδοξίες, ο Ζω-
γράφος ήταν μορφωμένος, ευθύς, αλλά φοβισμένος, ο Ζαΐμης, έντιμος, συνετός, συμ-
φιλιωτής, με γλυκούς και ευγενικούς τρόπους, χωρίς καμία φιλοδοξία και απληστία, ο
Τρικούπης, μορφωμένος, έξυπνος, με ζήλο, πατριώτης, τίμιος, αλλά αδύνατος και
αμφιρρεπής χαρακτήρας, ο Δεληγιάννης, αφοσιωμένος στον Ιωάννη Καποδίστρια,
ευφυής, μορφωμένος, αλλά φιλάργυρος. Δεν παρέλειψε ωστόσο να αποδώσει χαρα-
κτηρισμούς και στους Εμμανουήλ Ξένο, Μοναρχίδη, Βουδούρη, Τσαμαδό και Σισίνη,
Πανούτσο Νοταρά, Αδάμ Δούκα. Για τον Εμμανουήλ Ξένο, γράφει ότι ήταν αφελής
έμπορος, χωρίς ικανότητες, με κακές κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, για τον Μοναρχίδη
ότι ήταν πάρα πολύ δραστήριος, διορατικός, δημοφιλής, χωρίς μόρφωση και φιλοδο-
ξίες, ασχολιόταν με λεπτομέρειες, αλλά με επιτυχία, για τον Βουδούρη ότι ήταν εγωι-
στής και δυσαρεστημένος, για τους Τσαμαδό και Σισίνη ότι ήταν πατριώτες, αλλά με
λίγες φιλοδοξίες, για τον Πανούτσο Νοταρά ότι ήταν έντιμος άρχοντας, με μοναδική
διορατικότητα, συνετός και με σοφές γνώμες και για τον Αδάμ Δούκα, ότι ήταν δο-

118
λοπλόκος, φλύαρος, καυχησιάρης, πολυάσχολος, με λίγους φίλους, άνθρωπος που
πρέπει να τον αποφεύγει κανείς ή να είναι προσεκτικός μαζί του246.
Από όλους αυτούς όμως τους Έλληνες, πολιτικούς και στρατιωτικούς, ο Gosse,
γοητεύτηκε περισσότερο από την προσωπικότητα του Καραϊσκάκη, τον οποίο και
συνάντησε για πρώτη φορά στις 11 Μαρτίου1827. Στην συνάντηση τους εκείνη, ο
Gosse του έδωσε επιστολές του Εϋνάρδου και ο Καραϊσκάκης, αφού τον δέχτηκε μέ-
σα σε φιλικό κλίμα, τον ευχαρίστησε για τη συμπαράσταση του Ελβετού φιλέλληνα.
Από την συζήτηση τους μάλιστα, ο Gosse κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Καραϊ-
σκάκης κατέχονταν από τα αγνότερα αισθήματα αγάπης και αφοσίωσης για την ελ-
ληνική κυβέρνηση. Ο Καραϊσκάκης, ήταν αδύνατος, με κανονικά χαρακτηριστικά και
τέλειο παρουσιαστικό. Είχε ευγενικούς τρόπους και το αίσθημα της ανωτερότητας,
χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι περιφρονούσε τους γύρω του και τους κατωτέρους
του. Διέθετε γρήγορη αντίληψη και παρόλο που ήταν αμόρφωτος (δεν ήξερε να δια-
βάζει και να γράφει), δεν έτρεφε καμία αποστροφή για τη μόρφωση και την πνευμα-
τική τελειοποίηση των συμπατριωτών του. Ήταν δίκαιος, εύσπλαχνος και ο λαός τον
αγαπούσε πολύ. Μιλούσε λίγο, αλλά με ευκολία και εξέθετε με ειλικρίνεια τις από-
ψεις του. Ήταν δραστήριος, γενναίος και τολμηρός με τους κινδύνους, ακούραστος
στους αγώνες, μεταδοτικός και κοινωνικός με όλους 247
. Ακόμη και στην πορεία του
από το Δίστομο στην Ελευσίνα, παρόλο που ο στρατιώτες του διέθεταν ελάχιστα
τρόφιμα και νερό, κανείς δεν τον εγκατέλειψε, όπως συνέβαινε με τους άλλους αρχη-
γούς, οι οποίοι μόνο με τρόφιμα και χρήματα μπορούσαν να κρατήσουν τα στρατεύ-
ματα τους σε αυστηρή πειθαρχία και τάξη. Διοικούσε το στράτευμα του τόσο τακτι-
κά, ώστε όλοι θαύμαζαν τη σωφροσύνη και τη δραστηριότητα του248. Στον Καραϊ-
σκάκη, σημείωνε ο Gosse, στήριζαν όλοι τις ελπίδες τους για την απελευθέρωση της
Ακρόπολης και της Αττικής, καθώς ήταν τολμηρός, θαρραλέος, ικανός να συλλάβει
γρήγορα με το νου ένα σχέδιο εκστρατείας και να το εκτελέσει αμέσως. Ωστόσο ο

246
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 443-444. Πρβλ. BPU, Ms 2687, 2. Για
τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, βλ. Lauvergne, «Souvenirs de la Grece», σελ. 193. Για τον Καραϊ-
σκάκη, βλ. και BPU, Ms fr. 2692, f. 28. Για τον Γεώργιο Κουντουριώτη, βλ. Cohen, «Tableau de
la Grece en 1824», σελ. 127. Για τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, βλ. Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ.,
«Σπυρίδων Τρικούπης (1788-1873)», Νέα Εστία 47 (1973), σελ. 122-140.
247
Περραιβός Χριστόφορος (1836), «Απομνημονεύματα Πολεμικά διαφόρων μαχών μεταξύ Ελ-
λήνων και Οθωμανών κατά το Σούλιον και Ανατολικήν Ελλάδα από του 1820 μέχρι του 1829 έ-
τους», τομ. Β΄, σελ. 30-31.
248
Αινιάνος Α. (1903), «Η Βιογραφία του στρατηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη», σελ. 96-97.

119
Gosse ως γιατρός, διατηρούσε ορισμένες επιφυλάξεις για την κακή κατάσταση της
υγείας του Καραϊσκάκη και εξέφραζε τις ανησυχίες του για την τρομερή αδυναμία
του, λέγοντας ότι δεν εγγυόταν τίποτα για το μέλλον του.
Ο Gosse όμως, εξέφραζε διεξοδικά την άποψη του για και τον Ιωάννη Καποδί-
στρια. Πριν ακόμα την άφιξη του τελευταίου στην Ελλάδα, ο Gosse, τον θεωρούσε
ως το μοναδικό ικανό άνθρωπο να προσφέρει θετικές υπηρεσίες στην πατρίδα του,
ενώ διατηρούσε την ίδια άποψη και μετά την κάθοδο του ως Κυβερνήτη. Ο Ελβετός
φιλέλληνας, εγκωμίαζε τις προσπάθειες του Καποδίστρια για την ανασύνταξη του
ελληνικού κράτους, αλλά και τη σκληρή του εργασία για την αντιμετώπιση των διά-
φορων εμποδίων. Από το 1873 όμως, όταν ηλικιωμένος πια, υπαγόρευε στον γιο του
Ιππόλυτο τις εντυπώσεις του από την παραμονή του στην Ελλάδα μεταξύ 1827 και
1829, η γνώμη του για τον Καποδίστρια άλλαξε. Αναγνώριζε τότε στο πρόσωπο του
Κυβερνήτη έναν άνδρα με σημαντικές ικανότητες, αλλά παράλληλα και έναν πονηρό
και φιλόδοξο διπλωμάτη, ο οποίος μεταχειρίζονταν τους ανθρώπους σαν όργανα, που
τα έπαιζε στα χέρια του και τα παραμέριζε, όταν πια δεν τους χρειαζόταν. Και συνέ-
χιζε ο Gosse λέγοντας πως ο Καποδίστριας έμενε ακλόνητος στις αποφάσεις του, χω-
ρίς να λαβαίνει υπόψη του τις ηθικές αξίες. Την άποψη του αυτή μάλιστα, την στήρι-
ζε σ’ ένα γεγονός που είχε λάβει χώρα στην Σύρα. Ο Gosse, είχε πληροφορηθεί ότι ο
Καποδίστριας επιδίωκε να διορίσει διοικητή της Σύρας έναν κακοήθη, και καθώς ο
Gosse γνώριζε τον χαρακτήρα του συγκεκριμένου ατόμου, επισκέφτηκε τον Καποδί-
στρια προκειμένου να τον προλάβει. Ο Καποδίστριας αρνήθηκε να τον ακούσει και
ένα μήνα αργότερα, ο διοικητής της Σύρας, είχε πραγματοποιήσει πολλές παράνομες
φορολογίες, με αποτέλεσμα να απολυθεί από την θέση του. Το συγκεκριμένο περι-
στατικό, είχε κάνει τρομερή εντύπωση στον Gosse και στάθηκε η αφορμή να αλλάξει
τις θετικές του κρίσεις απέναντι στον Καποδίστρια. Ο Gosse όμως απέδιδε στον Κα-
ποδίστρια, ακόμη ένα ελάττωμα. Έγραφε ότι ο Κυβερνήτης δεν πίστευε στην βαθ-
μιαία πρόοδο της ανθρωπότητας, καθώς σ’ έναν περίπατο που είχαν οι δυο τους, ο
Καποδίστριας είχε εκθέσει τις απόψεις του στον Gosse, από τις οποίες φαινόταν ότι
έβλεπε την ανθρωπότητα σαν ένα κύκλο με περιόδους ακμής και παρακμής 249
. Θα
πρέπει να σημειωθεί, ότι οι συγκεκριμένες κρίσεις του Gosse, αν και ενδιαφέρουσες,

249
Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), όπ.π., σελ. 448-449. Πρβλ. Rothpletz, «Lettres de
Gosse a sa mere», σελ. 50 και όσα γενικά γράφει για το έργο του Καποδίστρια. Βλ. και Bouvier-
Bron, «Le Sejour de Louis-Andre Gosse en Grece», σελ. 74-76.

120
ήταν υποκειμενικές, αφού τα αποδεικτικά του τεκμήρια, είχαν ως βάση στήριξης δύο
γεγονότα, τελείως γενικευμένα.
Εκτός όμως από τους χαρακτηρισμούς που απέδωσε ο Ελβετός φιλέλληνας Louis-
Andre Gosse για τις ηγετικές ελληνικές προσωπικότητες, χαρακτηρισμούς στους Έλ-
ληνες ηγέτες απέδωσε και ο Άγγλος εθελοντής Abney Hastings. Οι χαρακτηρισμοί
όμως του Hastings, ήταν λεπτομερέστατοι από αυτούς του Gosse. Ο Hastings, είχε
στείλει στον Κόχραν έναν κατάλογο με τα ονόματα των διαφόρων ηγετών του απε-
λευθερωτικού πολέμου, πολιτικών και στρατιωτικών, αλλά και παρατηρήσεις για την
προσωπικότητα τους. Ο κατάλογος αυτός αποτελεί, σύμφωνα με τον Κυριάκο Σιμό-
πουλο250, ένα πολυσήμαντο ντοκουμέντο, καθώς αποτυπώνει τις παρατηρήσεις ενός
ξένου εθελοντή που βρισκόταν στην Ελλάδα πέντε περίπου χρόνια και γνώριζε καλά
πρόσωπα και πράγματα.
Σύμφωνα λοιπόν με τον Hastings, ο Λάζαρος Κουντουριώτης ήταν Υδραίος έ-
μπορος και ο μεγαλύτερος από τους δύο αδελφούς που ήταν οι πλουσιότεροι στο νη-
σί. Ο Λάζαρος, έγραφε ο Hastings, κατόρθωσε να συγκεντρώσει τεράστια εξουσία
στην Ύδρα, ραδιουργώντας και μοιράζοντας επιδέξια χρήμα στο νησί, αλλά και εξα-
γοράζοντας τους πιο ανήθικους και απείθαρχους ναύτες και εξασφαλίζοντας με τη
προστασία του την ατιμωρησία των εγκλημάτων τους. Είχε τη φήμη του μυαλωμένου
ανθρώπου, αφού δεν εγκατέλειψε ποτέ την Ύδρα γιατί φοβόταν πως κατά την απου-
σία του θα του αφαιρούσαν την εξουσία. Αντίθετα ο αδερφός του Γεώργιος, ήταν α-
μόρφωτος και αδύναμος άνθρωπος, αλλά και εκδικητικός. Προκαλούσε την εχθρότη-
τα του στρατού ξηράς και δεν είχε ικανούς ανθρώπους να δημιουργήσει δικό του
στρατό. Η εξυπνάδα του περιοριζόταν στο να εξαγοράζει έναν καπετάνιο για να εξο-
ντώσει κάποιον άλλον, αλλά αυτό που κατάφερνε ήταν ν’ αλλάζουν τα ονόματα των
καπετάνιων και να παραμένει αμείωτη η δύναμη τους. Για τον Μανόλη Τομπάζη, ο
Hastings έγραφε ότι ήταν επικεφαλής μαζί με τον αδελφό του, του αντικουντουριώτι-
κου κόμματος. Ήταν επίσης ο πρώτος που τόλμησε ταξίδι από την Μαύρη Θάλασσα
στην Μασσαλία, με αποτέλεσμα το εμπόριο εκείνο να δημιουργήσει τις τεράστιες πε-
ριουσίες της Ύδρας. Ήταν αξιοπρεπής, ενεργητικός και καλός ναυτικός και παρόλο
την ήττα που υπέστη στην Κρήτη, η απώλεια του νησιού δεν αποδόθηκε σε αυτόν. Ο
Κουντουριώτης και οι οπαδοί του τον μισούσαν και έκαναν ό, τι μπορούσαν για να
250
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημονεύματα,
Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωματών, Ειδικών Απεσταλ-
μένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α.», τομ. Ε΄ (1826-1829), σελ. 280.

121
καταρρεύσουν οι επιχειρήσεις της Κρήτης. Γενικά ο Μανόλης Τομπάζης, πάντα κα-
τά τον Hastings, ήταν περισσότερο από κάθε Έλληνα ικανός να επιβάλει την τάξη και
την πειθαρχία στα καράβια. Ο Γιακουμάκης Τομπάζης με τη σειρά του, αδερφός του
Μανόλη, διοικούσε τον στόλο τον πρώτο χρόνο της επανάστασης και σε αυτόν οφεί-
λονταν η εισαγωγή στον πόλεμο των πυρπολικών που κατέστρεψαν την ναυαρχίδα
των Τούρκων. Ήταν ο καλύτερα πληροφορημένος Υδραίος και τη στιγμή που έπρεπε
να δράσει, ζητούσε τη συμβουλή όλων. Δεν πολυανακατευόταν στην πολιτική και
ενδιαφέρονταν κυρίως για τις εμπορικές του υποθέσεις. Αγαπημένη του ενασχόληση
ήταν η ναυπηγική και είχε μεγάλη ειδίκευση σε αυτόν τον τομέα. Γενικά, ήταν ένας
άξιος και καλόκαρδος άνθρωπος και υπερβολικά ψύχραιμος. Ο Μιαούλης, σύμφωνα
πάντα με τους χαρακτηρισμούς που απέδιδε ο Hastings, ήταν τίμιος και άξιος ηλικιω-
μένος άνθρωπος, με προσωπικό θάρρος και αποφασιστικότητα, αλλά και με την μι-
κρότερη συμμετοχή στις δολοπλοκίες από όλους τους Έλληνες251.
Στα πρόσωπα που χαρακτηρίζει ο Hastings, συμπεριλαμβάνονται επίσης και ο
Σαχτούρης, ο Μπουντούρης, ο Τσαμαδός, ο Γκίκας, ο Ορλάνδος, ο Πιπίνος, ο Κανά-
ρης, ο Μπότασης, ο Πετρόμπεης, ο Δεληγιάννης. Ο Σαχτούρης, ήταν κατά τον Hast-
ings, γενναίος και επιχειρηματικός, αλλά και λίγο πειρατής, είχε αναδειχθεί από α-
πλός ναύτης σε καπετάνιο και οι άρχοντες τον θεωρούσαν νεόπλουτο, ο Μπουντού-
ρης, Τσαμαδός, Γκίκας και Ορλάνδος, ήταν Υδραίοι έμποροι χωρίς τίποτα αξιοση-
μείωτο εκτός από τα πλούτη τους, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, ο Πιπίνος ήταν
Υδραίος ναυτικός, από το γένος των Τομπάζηδων που είχε διακριθεί πολλές φορές
στα πυρπολικά, ο Κανάρης ήταν Ψαριανός ναυτικός, ο διασημότερος ανάμεσα στους
κυβερνήτες πυρπολικών, ο Μπότασης ήταν Σπετσιώτης έμπορος με τη μεγαλύτερη
επιρροή στο νησί, ο Πετρόμπεης ήταν ο κυριότερος άρχοντας της Μάνης, διάσημος
και αφοσιωμένος στην επανάσταση, ο οποίος έχασε και δύο γιούς στον αγώνα. Ο Δε-
ληγιάννης ήταν Μωραΐτης άρχοντας από τους πιο δολοπλόκους και φιλόδοξους και
φερόταν ως ευφυής άνθρωπος αλλά χωρίς αρχές. Ήταν κάποτε ορκισμένος εχθρός
του Κολοκοτρώνη και των καπετάνιων, αλλά από τότε που αρραβωνιάστηκε η κόρη
του με τον γιο του Κολοκοτρώνη, έγιναν σύμμαχοι. Ο Hastings, απέδιδε χαρακτηρι-
σμούς και στους Μωραΐτες άρχοντες Νοταρά, Λόντο, Ζαΐμη, Σισίνη, Σπηλιωτόπουλο,
αλλά και στους Κωλέτη, Τρικούπη. Ο Νοταράς, ήταν και αυτός Μωραΐτης άρχοντας,

251
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 280-281. Πρβλ. Thomas Cochrane, «The Life
of Thomas, Lord Cochrane», London 1869, τομ. Α΄, σελ. 339-345.

122
από τις παλαιότερες αριστοκρατικές οικογένειες του Μωριά και φημιζόταν για τη
δειλία του, ο Λόντος, ήταν μέθυσος, αλλά άνθρωπος με επιρροή χάρη στα πλούτη
του, ο Ζαΐμης είχε σημαντικές ικανότητες και ασκούσε πολύ μεγάλη επιρροή, ενώ ο
αδερφός του είχε διατελέσει αντιπρόσωπος στο Λονδίνο, ο Σισίνης είχε σημαντικές
ικανότητες, αλλά ήταν μεγάλος κατεργάρης, όπως έγραφε χαρακτηριστικά, ενώ για
τον Σπηλιωτόπουλο (Κωνσταντίνος Σπηλιωτάκης) ανέφερε ότι θα ήταν παντελώς
άγνωστος στους ξένους αν δεν είχε διορισθεί μέλος του Εκτελεστικού. Έλεγε χαρα-
κτηριστικά ότι ήταν ένας κρονόληρος που δεν ασκούσε καμία επιρροή. Για τον Κω-
λέτη, ο Hastings έγραφε ότι είχε κάποιες δυνατότητες και ότι ανέλαβε διάφορα αξιώ-
ματα στην κυβέρνηση. Μερικές φορές, σημείωνε, γελοιοποιούνταν παριστάνοντας
τον πολέμαρχο, καθώς ήταν εντελώς ακατάλληλος για το στρατιωτικό επάγγελμα λό-
γω έλλειψης θάρρους. Ήταν πάντως φτωχός, συνέχιζε, παρόλο που κατείχε αξίωμα
από την αρχή του πολέμου. Για τον Τρικούπη έγραφε ότι ήταν άξιος άνθρωπος, μορ-
φωμένος αλλά όχι ιδιοφυία και ότι είχε κάποια βαρύτητα χάρη στην αγγλική παιδεία
που πήρε από τον λόρδο Γκίλφορντ. Σημείωνε επίσης ότι παντρεύτηκε την αδελφή
του Μαυροκορδάτου252.
Με εκτενή σχόλια ο Hastings αναφέρθηκε και στους Δημήτριο Υψηλάντη και
Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Αναφορικά με τον Δημήτριο Υψηλάντη έγραφε ότι ήταν
από φαναριώτικη οικογένεια, ότι είχε προσωπικό θάρρος, ηθικότητα και ότι ήταν ο
μοναδικός έντιμος άνδρας που αναδείχθηκε στον επαναστατικό στίβο. Δεν υποστήρι-
ζε το κόμμα των καπετάνιων, αλλά και ούτε είχε ταχθεί ποτέ ανοιχτά εναντίον τους,
καθώς είχε συνειδητοποιήσει πως δεν είχε την δύναμη να επιβληθεί. Οι άρχοντες που
τον πολέμησαν ομόφωνα, μυστικά και φανερά, επειδή φοβόντουσαν μήπως αποκτού-
σε επιρροή και κατέστρεφε την δική τους, αλληλομισήθηκαν αργότερα τόσο πολύ,
που ήταν δύσκολο να ενωθούν. Για τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο σημείωνε ότι α-
ναδείχθηκε υπό την προστασία του Υψηλάντη και ότι αργότερα προσπαθώντας να
τον υποκαταστήσει έγινε όργανο των Υδραίων. Οι Υδραίοι με τη σειρά τους, συνέχι-
ζε, μόλις συγκέντρωσαν την εξουσία στα χέρια τους, θέλησαν να απομακρύνουν με
την βία τον Μαυροκορδάτο, ο οποίος διαβλέποντας τους σκοπούς τους, είχε αρχίσει
διαπραγματεύσεις με τους καπετάνιους. Εκείνοι τρομοκρατήθηκαν και του αναγνώ-
ρισαν κάποια δύναμη. Γενικότερα, χαρακτήριζε τον Μαυροκορδάτο εύστροφο και
δολοπλόκο, που φρόντιζε να αποφεύγει τους κινδύνους. Στο σημείο αυτό αξίζει να

252
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 282-283.

123
σημειώσουμε ότι για τον Μαυροκορδάτο και τον Τρικούπη, έγραψε και ένας Άγγλος
περιηγητής, ο Charles Frankland, ο οποίος ταξίδεψε σε πολλές περιοχές της οθωμανι-
κής αυτοκρατορίας και πέρασε κατά την επιστροφή του στην Ευρώπη, από την Ελλά-
δα. Αυτό συνέβη το καλοκαίρι του 1827. Στ’ Ανάπλι όπου έφθασε από την Σμύρνη
με το πολεμικό «Cambrian» του Hamilton, γνώρισε τον Μαυροκορδάτο και έλεγε γι’
αυτόν ότι τα μαύρα διαπεραστικά του μάτια και οι γραμμές του μετώπου του, εξέ-
φραζαν ταλέντο και στοχαστικότητα. Για τον Τρικούπη έγραφε ότι η φυσιογνωμία
του έδειχνε ειλικρίνεια και τιμιότητα253. Χαρακτηριστικά είναι και τα όσα έγραφε για
τον Μαυροκορδάτο, ο Άγγλος γιατρός Julius Millingen, ο οποίος παραστάθηκε στον
Byron κατά τις τελευταίες του στιγμές στο Μεσολόγγι. Ο Millingen έλεγε για τον
Μαυροκορδάτο, ότι ήταν ο μόνος Έλληνας που συγκέντρωνε σε μεγάλο βαθμό τον
αταλάντευτο πατριωτισμό και τις αρετές, στοιχεία δηλαδή που συνθέτουν την προ-
σωπικότητα ενός πολιτικού ηγέτη, αλλά και ο μόνος ικανός που μπορούσε να οργα-
νώσει και να θέσει σε κίνηση έναν κρατικό μηχανισμό. Το γεγονός αυτό, το απέδειξε
αμέσως μετά την άφιξη του στον Μωριά, όπου δημιούργησε ολοκληρωμένη κυβέρ-
νηση «μέσα από το χάος», όπως έγραφε χαρακτηριστικά. Ο Άγγλος γιατρός υποστή-
ριζε, ότι σε όποιον τομέα κι αν ασχολιόταν ο Μαυροκορδάτος, αποδείκνυε την ιδιο-
φυία του, καθώς και ότι ελάχιστοι Έλληνες είχαν την ικανότητα του Μαυροκορδάτου
να απλοποιεί τα πιο περίπλοκα προβλήματα καθιστώντας τα κατανοητά, ακόμα και
από τους αναλφάβητους. Το μεγαλύτερο ελάττωμα του Μαυροκορδάτου σύμφωνα με
τον Millingen, το οποίο είχε προκαλέσει ανυπολόγιστες συμφορές στην χώρα και
στον ίδιο, ήταν η ολοκληρωτική απουσία σταθερού χαρακτήρα. «Δεν είχε τη δύναμη
να πει όχι», σημείωνε ο Millingen. «Ωστόσο παρά τις αδυναμίες του», συμπλήρωνε ο
Άγγλος γιατρός, «ο Μαυροκορδάτος θυσίασε ολόκληρη την περιουσία του στην υπη-
ρεσία της πατρίδας του, τη στιγμή που πολλοί από τους συμπατριώτες του αλλά και
τους ξένους που ήρθαν στην Ελλάδα αναζητούσαν πλούτη και αξιώματα. Υπήρχαν
μάλιστα περιπτώσεις που δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τα καθημερινά του έξοδα.
Η υπομονή και η καρτερία του, ήταν υποδειγματικές»254.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 283, 284, υπ. 6. Πρβλ. Thomas Cochrane,
253

«The Life of Thomas, Lord Cochrane», London 1869, τομ. Α΄, σελ. 338.
254
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημονεύματα,
Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωματών, Ειδικών Απεσταλ-
μένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α»., τομ. Γ΄ (1823-1824), σελ. 391-393. Πρβλ. Lord Byron and
Dr. Millingen, «Typescript», 1920, σελ. 64-68.

124
Ο Hastings όμως δεν παρέλειψε να κάνει σχόλια και παρατηρήσεις και για την
προσωπικότητα των Κολοκοτρώνη, Νικήτα, Στάϊκου, Μούρτζινου, Γκούρα, Κωνστα-
ντίνου Μπότσαρη, Καραϊσκάκη, Ράγκου, Σκαλτσά, Τζαβέλα. Αναφερόμενος στον
Κολοκοτρώνη έγραφε ότι ήταν ο ισχυρότερος σε όλη την Ελλάδα και ότι όφειλε την
δύναμη του στις πολυάριθμες συγγενικές διακλαδώσεις, στη φήμη του ως κλέφτη και
στα πλούτη που είχε συγκεντρώσει κατά την κλέφτικη ζωή του. Έγραφε επίσης ότι
ήταν ένας όμορφος άντρας με αποφασιστικό βλέμμα, που γνώριζε όλα τα κατατόπια
για βουνίσιο πόλεμο, αλλά και το πώς να μεταχειριστεί τους βουνίσιους. Ωστόσο, ή-
ταν αδίδακτος σε κάθε άλλο είδος πολέμου και δεν είχε αρκετή καλλιέργεια ώστε ν’
αναζητήσει κάτι καλύτερο για τον αυτό του και την πατρίδα του, πέρα από το να κρα-
τάει τα βουνά και ν’ αφήνει τους Τούρκους στους κάμπους, όπως έλεγε χαρακτηρι-
στικά. Και συνέχιζε υπογραμμίζοντας, πως ήταν λάθος του Μαυροκορδάτου να τον
κάνει ορκισμένο εχθρό, δικό του και της οργανωμένης πολιτείας, γιατί θεωρούνταν
πια ασυμφιλίωτος εχθρός της τάξης και του υδριώτικου κόμματος. Για τον Νικήτα
έγραφε ότι ήταν αμόρφωτος και ανήθικος, όπως όλοι οι σύντροφοι του, αλλά ότι φη-
μιζόταν για την ανιδιοτέλεια και τη γενναιότητα του. Ήταν γερό ποτήρι και μάλιστα
έλεγε χαρακτηριστικά ότι έπινε τρεις μποτίλιες ρούμι την ημέρα. Για τον Στάϊκο, έ-
γραφε πως από νωρίς είχε προσχωρήσει στο υδριώτικο κόμμα γιατί φθονούσε τον
Κολοκοτρώνη, για τον Μούρτζινο ότι ήταν ασήμαντος, αν εξαιρούσε κανείς το θεό-
ρατο ανάστημα και την άγρια όψη του, για τον Γκούρα ότι ήταν στρατιώτης του Ο-
δυσσέα που τον χρησιμοποίησε ως όργανο για διάφορα εγκλήματα, με αποτέλεσμα
να ανεβεί και να καταφέρει να αντικαταστήσει τον προστάτη του. Για να πάρει μάλι-
στα τη θέση του Οδυσσέα, συνέχιζε, χρειάστηκε να προσχωρήσει στο υδριώτικο
κόμμα. Έλεγε επίσης ότι ήταν γενναίος και σκληρός, αλλά πολύ αμόρφωτος. Για τον
Κωνσταντίνο Μπότσαρη έλεγε ότι ήταν καλός χαρακτήρας, ενώ για τους Καραϊσκά-
κη, Ράγκο, Σκαλτσά, Τζαβέλα, ότι ήταν λίγο πολύ αντίθετοι στην τάξη, ανάλογα με
την εξυπηρέτηση των προσωπικών τους συμφερόντων255.
Το φθινόπωρο του 1829, ένας άλλος Άγγλος περιηγητής ο Thomas Alcock, που
είχε περιηγηθεί στην ελεύθερη Ελλάδα, συγκέντρωσε πληροφορίες για διάφορους
πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες. Οι χαρακτηρισμοί όμως που επιχειρεί να απο-
δώσει για τους Έλληνες στο εγχειρίδιο του, εκφράζουν σύμφωνα με τον Σιμόπουλο,

255
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 284-285. Πρβλ. Thomas Cochrane, «The Life
of Thomas, Lord Cochrane», London 1869, τομ. Α΄, σελ. 339-345.

125
προκαταλήψεις και μονομέρεια, καθώς οι πληροφοριοδότες του ήταν Άγγλοι και Έλ-
ληνες της αγγλοκίνητης φατρίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να προβάλλονταν περισ-
σότερο οι αγγλόφιλοι, να αντιμετωπίζονταν μειονοτικά ο Καποδίστριας και οι άν-
θρωποι του και να «κεραυνοβολούνταν» ο Κολοκοτρώνης και οι οπαδοί του.
Στις παρατηρήσεις του λοιπόν ο Alcock, αναφερόταν στους Ιακωβάκη-Ρίζο Νε-
ρουλό, Νικόλαο Σπηλιάδη, Ν. Χρυσόγελο, Γενατά, Βιάρο και Αυγουστίνο Καποδί-
στρια, Σισίνη, Κολοκοτρώνη, Ανδρέα Μεταξά, Α. Ζαΐμη, Μαυροκορδάτο, Σπυρίδωνα
Τρικούπη και Κωνσταντίνο Ζωγράφο. Για τον Ιακωβάκη-Ρίζο Νερουλό έγραφε ότι
ήταν ικανός πολιτικός και ότι αντικαθιστώντας τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, δεν αντιμε-
τώπισε πολλά προβλήματα στην άσκηση των καθηκόντων του. Αυτό συνέβαινε κυ-
ρίως, συνέχιζε, επειδή την ελληνική εξωτερική πολιτική διαχειριζόταν στους σημα-
ντικότερους τομείς ο ίδιος ο κυβερνήτης Καποδίστριας. Για τον Νικόλαο Σπηλιάδη
έγραφε ότι είχε μικρές ικανότητες και ότι δεν είχε καλό χαρακτήρα. Τον περιέγραφε
μάλιστα ως χαμερπή, κόλακα και ότι έπαιρνε μέρος σε κάθε τέχνασμα για να αυξήσει
την επιρροή του Καποδίστρια. Για τον Ν. Χρυσόγελο, ο οποίος είχε διατελέσει υ-
πουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων κατά την οθωμανική περίοδο, έλεγε ότι ήταν
ταπεινός υπηρέτης του κυρίου του, του Καποδίστρια. Ήταν γεγονός, πως ο Άγγλος
περιηγητής εκφραζόταν με τρόπο υβριστικό για όλους τους αφοσιωμένους στον Κα-
ποδίστρια Έλληνες πολιτικούς256. Για τον Γενατά, ο οποίος ήταν υπουργός Δικαιοσύ-
νης, έγραφε ότι ήταν ικανός, αλλά αυταρχικός και ότι ήταν φίλος και πιστός του Βιά-
ρου Καποδίστρια, για τον Βιάρο Καποδίστρια έλεγε ότι είχε χάσει την εκτίμηση του
λαού εξαιτίας της παράλογης και άδικης συμπεριφοράς του. Έγραφε μάλιστα χαρα-
κτηριστικά, πως ήταν χειρότερο να προσβάλλεις τον Βιάρο από το να προσβάλλεις
τον Ιωάννη Καποδίστρια, καθώς ο Βιάρος ήταν διευθυντής της μυστικής αστυνομίας.
Οι χαρακτηρισμοί που απέδιδε για τον Αυγουστίνο Καποδίστρια ήταν ότι είχε μεγάλη
αντίληψη, ότι ήταν υπεροπτικός, ότι δαπανούσε τεράστια ποσά για προσωπικούς
σκοπούς και ότι του άρεσαν οι κολακείες, ενώ για τον Σισίνη ότι άλλαζε κόμμα ανά-
λογα με τα συμφέροντα του και ότι ήταν ο πιο ακριβοπληρωμένος αξιωματούχος,
αφού εισέπραττε από το Δημόσιο Ταμείο 1.500 γρόσια. Αναφορικά με τον Κολοκο-
τρώνη, ο Alcock τον παρουσίαζε με τα πιο ζοφερά χρώματα, τονίζοντας ότι όσο ήταν
φτωχός έδειχνε πατριωτισμό, ενώ όταν πλούτισε έγινε δειλός και φατριαστής. Και

256
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 286, υπ. 9. Πρβλ. Thomas Alcock, «Turkey
and Greece in 1828-1829», London 1831.

126
συνέχιζε λέγοντας πως είχε τη χαμερπή πονηριά ενός αρχηγού ανταρτών. Για τον Α-
ντρέα Μεταξά έγραφε ότι ήταν δολοπλόκος και ταραχοποιός φατριαστής και ότι ήταν
αυτός που καθοδηγούσε τον Κολοκοτρώνη σε όλες τις αταξίες του. Ήταν μόνιμος
αντίπαλος του Μαυροκορδάτου και του Ζαΐμη και βοήθησε στην ανάδειξη του Κα-
ποδίστρια, ο οποίος τον γέμισε με αξιώματα. Για τον Α. Ζαΐμη έλεγε ότι ήταν ο πιο
άξιος και ο πιο προικισμένος με φυσικές αρετές, ότι ήταν ειλικρινής πατριώτης και
ότι είχε αντιταχθεί από την αρχή στις αυθαιρεσίες του Καποδίστρια, όπως έγραφε χα-
ρακτηριστικά. Εξάλλου για τον Alcock, όλοι όσοι υπηρετούσαν τα αγγλικά συμφέρο-
ντα ήταν άξιοι και έντιμοι. Και συνέχιζε για τον Ζαΐμη γράφοντας ότι ήταν ένας από
τους αρχηγούς του αγγλικού κόμματος και ο πρώτος που είχε υπογράψει την αίτηση
να γίνει η Ελλάδα αγγλικό προτεκτοράτο. Για τον Μαυροκορδάτο σημείωνε ότι δεν
συγκρίνονταν στον πατριωτισμό και στις ικανότητες και ότι ήταν το καμάρι της Ελ-
λάδας με τίμιο και ακέραιο χαρακτήρα, για τον Σπυρίδωνα Τρικούπη ότι ήταν υπέρο-
χος με ακέραιο χαρακτήρα και για τον Κωνσταντίνο Ζωγράφο ότι ήταν από τους ηγέ-
τες των αντιπολιτευομένων και εκπρόσωπος της περιοχής του στην Εθνοσυνέλευ-
ση257.
Στις παρατηρήσεις του Thomas Alcock για τους Έλληνες ηγέτες, υπάρχουν όπως
προαναφέρθηκε, προκαταλήψεις και μονομέρεια. Το γεγονός όμως αυτό δεν ήταν μο-
ναδικό, καθώς κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821, πληθώρα ξένων επισκέ-
φτηκε την Ελλάδα. Ο Γερμανός μάλιστα φιλέλληνας και αγωνιστής του 1821, Frie-
drich Muller, σχολίαζε το θέμα της αξιοπιστίας γενικά των πληροφοριών τους. Έγρα-
φε συγκεκριμένα ότι ήταν δύσκολο μέσα στην αναστατωμένη Ελλάδα να γράψει κα-
νείς κάτι χωρίς να πέσει σε αντιφάσεις. Και συμπλήρωνε πως «αν γενικά είναι δύ-
σκολο να βρεις την αλήθεια, μέσα σε μια ανακατωμένη και πολύπλευρη υπόθεση σαν
την ελληνική, χρειάζεται να εντείνεις διπλά την προσοχή σου, γιατί πολλά από αυτά
που έχουν γραφεί, έχουν διαστραφεί, είναι μονόπλευρα και έχουν λεχθεί με πάθος ή
αποτελούν μυθιστορηματικές φαντασίες ανθρώπων που δεν θέλουν να ν’ αφήσουν
ανεκμετάλλευτες ωραίες ευκαιρίες και θέλουν να συγκινήσουν τους αναγνώστες τους
με σπαραξικάρδιες ιστορίες και να τους καταπλήξουν με περιπετειώδεις διηγήσεις.
Και έτσι τα γραπτά τους, αντί να περιέχουν διδακτικές πληροφορίες, προσφέρουν κά-

257
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 287-288. Πρβλ. Thomas Alcock, «The Tur-
key and Greece in 1828-1829», London 1831.

127
θε είδους περιγραφές, συχνά ασήμαντες, της δικής τους στολισμένης προσωπικότη-
τας»258.
Στις κρίσεις ωστόσο των ξένων περιηγητών για τις προσωπικότητες των Ελλήνων
ηγετών, θα ήταν χρήσιμο να προστεθεί και εκείνη του Άγγλου κληρικού George
Waddington. Ο Waddington που το 1823 και 1824 ταξιδέψε σε όλες τις ελεύθερες
ελληνικές περιοχές, Μωριά, Ρούμελη, νησιά, ισχυριζόταν ότι μοναδικό κίνητρο εκεί-
νων των περιηγήσεων του, ήταν η περιέργεια και η επιθυμία του να γνωρίσει από κο-
ντά την Ελλάδα και τους Έλληνες του ξεσηκωμού. Επιστρέφοντας μάλιστα στην Αγ-
γλία στις αρχές του 1825, τύπωσε ένα χρονικό που περιελάμβανε τις εντυπώσεις και
τις κρίσεις του γύρω από τα δραματικά πολεμικά γεγονότα στην Ελλάδα, τον καθη-
μερινό βίο και τις πολιτικές εξελίξεις. Αξιοσημείωτη ήταν η κριτική που άσκησε για
τον Κανάρη, για τον οποίο έγραφε ότι ήταν διαφορετικός από τους Έλληνες που είχε
γνωρίσει, καθώς, όπως έγραφε χαρακτηριστικά, «τα μάτια του δεν είχαν την συνηθι-
σμένη έκφραση των Ελλήνων, αυτό το μείγμα πονηριάς και ζωηράδας, αλλά έδειχναν
αγριότητα και ενθουσιασμό, ένα ελάττωμα, αν μπορεί κανείς να το χαρακτηρίσει ε-
λάττωμα, για έναν πολεμιστή». Και συνέχιζε λέγοντας πως αυτήν την αγριότητα, η-
μέρευε η σοβαρή και αντρίκια αποφασιστικότητα που φανέρωναν τα άλλα χαρακτη-
ριστικά του. «Στο σύνολο του», συμπλήρωνε ο Waddington για τον Κανάρη, «ξεχώ-
ριζες ένα ύφος αυτοκυριαρχίας και γαλήνης, κάτι που σπάνια βρίσκεις στις φυσιο-
γνωμίες των χριστιανών της Ανατολής. Μου φάνηκε πως ήταν προορισμένος να κυ-
βερνήσει τους συμπατριώτες του» 259.
Ο Waddington, απέδωσε χαρακτηρισμούς και στον Αντρέα Μιαούλη, τον οποίο
θεωρούσε γενναίο, μετριοπαθή, ειλικρινή και πιστό στις σχέσεις του, αλλά και ότι δεν
είχε τίποτα ελληνικό, ούτε στην εμφάνιση ούτε στον χαρακτήρα. Έλεγε ότι οι αρετές
του και οι υπηρεσίες του στην πατρίδα, αντικαθιστούσαν τις παρελάσεις και τα μεγα-
λεία και μάλιστα έγραφε «μεγαλοφυΐες βρίσκεις και στο τελευταίο ελληνικό καλύβι.
Εκείνο όμως που σπανίζει, είναι ο κοινός νους, η ψύχραιμη και χωρίς πάθη κρίση, η
σκέψη και η πρόβλεψη. Αυτή η απουσία κοινού νου προκάλεσε και εξακολουθεί να

258
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), «Ο Χαρακτήρας των Ελλήνων. Ανιχνεύοντας την Εθνική
μας Ταυτότητα: έρευνα, πορίσματα, διδάγματα», σελ. 18-19. Πρβλ. Friedrich Muller, «Denkwur-
digkeiten aus Griechenland in den Jahren 1827 und 1828, besonders in militarischer Beziehung»,
Paris 1833, σελ. 1-2.
259
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., τομ. Γ΄, σελ. 428-432. Πρβλ. Waddington, «A visit to
Greece in 1823 and 1824», London 1825, σελ. 29-30.

128
προκαλεί συμφορές». Ο Άγγλος κληρικός, αναφέρθηκε και στον Κολοκοτρώνη. Οι
δύο άνδρες είχαν συναντηθεί αρκετές φορές και σε αυτές ο Κολοκοτρώνης τον δια-
βεβαίωνε για τα αισθήματα σεβασμού που έτρεφε προς το αγγλικό έθνος. Ο Wad-
dington όμως δεν τον πίστευε και έβλεπε στη συμπεριφορά του, μόνο αισθήματα λυ-
κοφιλίας. Επίσης έλεγε, ότι οι τρόποι του δεν είχαν τίποτα αστικό και ταίριαζαν από-
λυτα, όπως φανέρωναν η μορφή και η ενδυμασία του, με τους τρόπους ενός διαβόη-
του καπετάνιου ληστών.
Στα πρόσωπα που χαρακτήρισε ο Άγγλος κληρικός, περιλαμβάνονταν επίσης, ο
Υψηλάντης, ο Νικήτας, αλλά και ο Πάνος Κολοκοτρώνης. Για τον Υψηλάντη λοιπόν
έλεγε ότι ήταν τίμιος, καλοπροαίρετος και ανιδιοτελής πατριώτης, αλλά δεν είχε ούτε
χρήμα, ούτε ικανότητες, ούτε και τη φυσική δύναμη που χρειάζονταν για ένα ανώτα-
το πολιτικό ή στρατιωτικό αξίωμα. Έγραφε μάλιστα χαρακτηριστικά, ότι «η γοητεία
που προκαλούσε άλλοτε το όνομα του, έσβησε ολότελα». Για τον Νικήτα έλεγε ότι
ήταν ο πιο άξιος, ο πιο δραστήριος και ο πιο καθαρός από όλους τους καπετάνιους,
ενώ δεν παρέλειψε ν’ αναφερθεί και στον φρούραρχο Πάνο Κολοκοτρώνη για τον
οποίο έγραφε ότι ήταν νεότατος, με πολύ καλούς τρόπους και εμφάνιση και με μεγά-
λες ικανότητες. Και συμπλήρωνε ότι «η τέλεια φυσική του ευγένεια αντισταθμίζει
την έλλειψη παιδείας»260.
Αξιοσημείωτη ήταν επίσης και η κριτική που άσκησε ο Ελβετός Francois Marcet,
για τις προσωπικότητες των Ελλήνων ηγετών. O Marcet, μαζί με τον Άγγλο William
Romilly, είχαν φθάσει στις αρχές του 1826 στην Ελλάδα, απεσταλμένοι του Ελβετού
τραπεζίτη Εϋνάρδου, ο οποίος θεωρείται ένας από τους κορυφαίους φιλέλληνες. Ο
Francois Marcet και ο William Romilly, σχεδίαζαν ένα ταξίδι περιηγήσεων στην Ελ-
λάδα και με την ευκαιρία ανέλαβαν να συγκεντρώσουν εξακριβωμένες πληροφορίες
και στοιχεία σχετικά με την κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα, αλλά και για
τις ανάγκες των Ελλήνων. Ο Ελβετός Marcet μάλιστα, είχε κρατήσει Ημερολόγιο του
ταξιδιού του και κατέγραφε τις εμπειρίες και τις παρατηρήσεις του, στις οποίες εμπε-
ριέχεται μεταξύ άλλων και η γνωριμία του με τους Υψηλάντη, Κωνσταντίνο Μαυρο-
μιχάλη και Γενναίο Κολοκοτρώνη, στο Ανάπλι. Για τον Υψηλάντη ο Marcet έγραφε
ότι η μορφή του δεν ήταν ευχάριστη, ούτε έδειχνε άνθρωπο με πνεύμα, αλλά από τη
συζήτηση που είχε μαζί του κατάλαβε ότι δεν του έλειπαν οι δυνατότητες. Για τον

Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., τομ. Γ΄, σελ. 448-460. Πρβλ. Waddington, «A visit to
260

Greece in 1823 and 1824», London 1825, σελ. 116-117, 145, 152. Για Πάνο Κολοκοτρώνη βλ.
Αρχείον Θεοφανίδη, τομ. Γ’, σελ. 85.

129
Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, αδερφό του Πετρόμπεη κα μέλος του Εκτελεστικού, έ-
γραφε ότι είχε μορφή χαϊδεμένου παιδιού και καλοζωιστή, αλλά δεν ήξερε αν είχε
ικανότητες, ενώ για τον γιο του Κολοκοτρώνη, τον Γενναίο, έγραφε ότι ήταν μικρό-
σωμος αλλά καλοφτιαγμένος, με ευχάριστο παρουσιαστικό και ότι έδειξε σε πολλές
περιπτώσεις μεγάλη γενναιότητα. Και συνέχιζε γράφοντας ότι μιλούσε καλά τα ιταλι-
κά και ότι τον εκτιμούσαν ακόμη και οι εχθροί του πατέρα του. Για τον Γενναίο Κο-
λοκοτρώνη μίλησε και ο Αυστριακός Prokesch von Osten, ο οποίος τον περιέγραφε
ως «επιδεικτικά πλουσιοφορεμένο και με επιβλητική συνοδεία». Έγραφε συγκεκρι-
μένα ο Prokesch von Osten για τον Γενναίο, ότι η φορεσιά του ήταν χρυσοκεντημένη,
τα όπλα του πολύτιμα και ότι φορούσε ένα σαρίκι με τουλουπάνι, όπου η μία άκρη
του έπεφτε στο μέτωπο και η άλλη κρεμόταν στην πλάτη. Δεν παρέλειψε ν’ αναφέρει
και ότι στους ώμους του φορούσε την συνηθισμένη κάπα των πολεμιστών261.
Ο Marcet αναφέρθηκε επίσης και στον χαρακτήρα των Ελλήνων. Έγραφε ότι ο
ελληνικός λαός ήταν προικισμένος με την τιμιότητα και την ηθικότητα που χαρακτή-
ριζαν τα περισσότερα από τα πολιτισμένα έθνη της Ευρώπης και προσέθετε ένα περι-
στατικό που του έκανε εντύπωση. «Διασχίζοντας τον Μωριά», έλεγε, «συνάντησα
εξαθλιωμένους, άστεγους και πάμφτωχους χωριάτες, ωστόσο δεν βρέθηκε ούτε ένας,
όχι μόνο να με κλέψει, αλλά και να μου ζητήσει ελεημοσύνη». «Αλλά και στο Ανά-
πλι», συνέχιζε, «μία μόνο φορά άκουσα να μιλάνε για κάποια κλοπή. Και όλα αυτά
σε μια πόλη όπου συνωθούνταν 16.000 ψυχές και όπου δεν υπήρχαν ούτε αστυνομία
ούτε δικαστήρια»262.
Εντύπωση όμως είχε προκαλέσει στον Marcet και η αγάπη των Ελλήνων για τη
μάθηση. Σημείωνε μάλιστα πως απερίγραπτη ήταν η δίψα τους για μόρφωση, καθώς
παπάδες, πατεράδες με τα παιδιά τους και γενικότερα όλοι, έτρεχαν στα αλληλοδιδα-
κτικά σχολεία. Λειτουργούσαν έγραφε, ένα αλληλοδιδακτικό σχολείο στο Ανάπλι,
ένα στην Αθήνα και ένα στα Μέγαρα και τα παιδιά μάθαιναν σε αυτά να διαβάζουν
και να γράφουν με καταπληκτική ευκολία, φαινόμενο που κατά την κρίση του δεν

261
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 87-88. Πρβλ. Francois Marcet, «Une voyage
en Grece en 1826, Revue Hebdomadaire, Geneve 1915, σελ. 94-95. Για τον Αυστριακό Prokesch
von Osten και τις περιγραφές του για τον Γενναίο Κολοκοτρώνη, βλ. και Prokesch von Osten,
«Denkwurtigkeiten und Errinerungen aus dem Orient», Stuttgart 1836, σελ. 762.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 90. Πρβλ. Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος, «Η
262

Επαναστατημένη Ελλάδα ηπειρωτική και Αιγαίο, μεταξύ 1826-1829 (σύμφωνα με νέες άγνωστες
πηγές και άλλα αρχειακά στοιχεία)», Θεσσαλονίκη 1976, σελ. 33-34.

130
παρατηρούνταν πουθενά στην Ευρώπη. Ο Marcet έλεγε επίσης, πως οι Έλληνες, πα-
ρά τα ελαττώματα τους, όταν θα εξασφαλιζόταν η ανεξαρτησία τους, θα αποδείκνυαν
πως ήταν περισσότερο από κάθε άλλο έθνος επιδεκτικοί για γρήγορη πρόοδο. Τα ε-
λαττώματα τους, υποστήριζε, υπήρχαν πιο πολύ στους παλιούς προεστούς παρά στον
λαό, γεγονός καθόλου περίεργο αν αναλογιστεί κανείς ότι η τυραννία των Τούρκων,
βάραινε πιο πολύ τους προκρίτους. «Δεν ήταν καθόλου εκπληκτικό που υιοθετούσαν
τα ελαττώματα των δυναστών τους και σχεδόν ποτέ τα ελάχιστα προτερήματα τους»,
έγραφε χαρακτηριστικά, «αφού είχαν καταντήσει στην πιο εξευτελιστική δουλεία»263.
Εκτός όμως από τα σχόλια και τις παρατηρήσεις των ξένων περιηγητών για τους
πολιτικούς και στρατιωτικούς Έλληνες ηγέτες και γενικότερα για τον ελληνικό λαό,
σημαντικές είναι και οι απόψεις των ξένων μελετητών για τον εθνικό χαρακτήρα των
Ελλήνων σε συνάρτηση με τον αντίστοιχο των Βυζαντινών και των Αρχαίων, που
συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο του Απόστολου Βακαλόπουλου264 «Ο Χαρακτήρας
των Ελλήνων».
Ένας λοιπόν από τους ξένους μελετητές που εντόπισε ορισμένα κοινά σημεία με-
ταξύ αρχαίων κα νεοελλήνων, ήταν ο Ιταλός περιηγητής Xavier Scrofani, που από το
δεύτερο κιόλας μισό του 18ου αιώνα, επιθυμούσε διακαώς να δει «τους ισχυρούς της
γης», όπως έλεγε, ν’ αναστήσουν την δόξα της Αθήνας, της Σπάρτης, της Κορίνθου,
όλους τους Έλληνες, απογόνους των αρχαίων, από τους οποίους οι Ευρωπαίοι είχαν
πάρει τα γράμματα, τις τέχνες, τις επιστήμες, την ηθική φιλοσοφία και την ελευθερία.
Ο Scrofani λοιπόν, είχε υπογραμμίσει ότι οι αρχαίοι και οι νέοι Έλληνες διακρίνονταν
από ματαιοδοξία, ευστροφία, κακοπιστία και εκδικητικότητα. Υποστήριζε επίσης, ότι
οι Έλληνες μέσα στα ενδόμυχα της ψυχής τους, είχαν διασώσει ένα δυνατό χαρακτή-
ρα που τους ξεχώριζε από τους δυνάστες τους και τους έκανε να διατηρήσουν τη
γλώσσα, τη θρησκεία και τα ήθη τους. Από την άλλη, ο σύγχρονος του, Γάλλος κλα-
σικός φιλόλογος J. B. d’ Anse de Villoison, επεσήμαινε κυρίως ελαττώματα. Ο Vil-
loison, που ήταν άριστος γνώστης της αρχαίας Ελλάδας, έγραφε συγκεκριμένα ότι οι
Έλληνες περνούσαν τον καρό τους μισώντας ή συκοφαντώντας ο ένας τον άλλο ή
ακόμα κατηγορώντας τον στους Τούρκους και κατέληγε στο συμπέρασμα, ότι όλες οι
συμφορές τους, προέρχονταν από τον μεταξύ τους φθόνο, αλλά και από τη διχόνοια

263
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), «Ο Χαρακτήρας των Ελλήνων. Ανιχνεύοντας την Εθνική


264

μας Ταυτότητα: έρευνα, πορίσματα, διδάγματα», σελ. 67-79.

131
τους. Αλλά και ο Άγγλος φιλέλληνας Frank Abney Hastings, υποστήριζε ότι ο φθόνος
ήταν το ειδικό γνώρισμα των Ελλήνων265. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ίδια ακριβώς
χαρακτηριστικά με τα οποία περιέγραφε ο Villoison τους Έλληνες, επιχειρούσε να
προσδιορίσει αργότερα ο Άγγλος κληρικός George Waddington τον εθνικό χαρακτή-
ρα των Ελλήνων. Έγραφε συγκεκριμένα «εξυπνάδα, ενεργητικότητα, φιλυποψία, κα-
χυποψία, διχόνοια είναι τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων. Να γιατί αλληλομάχονται.
Ο ένας δεν εμπιστεύεται τον άλλον, ο γείτονας απεχθάνεται τον γείτονα του. Αυτός
είναι ο λόγος που μια ομάδα Ελλήνων έχει λιγότερες ικανότητες, εγκάρδιας συνεργα-
σίας από την αντίστοιχη ομάδα οποιουδήποτε άλλου λαού»266. Εξαιτίας μάλιστα αυ-
τών των εθνικών χαρακτηριστικών, θεωρούσε ο Waddington ματαιοπονία κάθε προ-
σπάθεια για εγκαθίδρυση δημοκρατικού πολιτεύματος στην Ελλάδα. Για τη διχόνοια
όμως, μίλησε και ο Γερμανός φιλέλληνας του 1821 Striebeck, ο οποίος έγραφε χαρα-
κτηριστικά ότι «το πνεύμα της διχόνοιας κα της ανυπακοής κρατά αιχμαλώτους και
αυτούς ακόμη τους πιο ένδοξους αρχηγούς των Ελλήνων, και δεν τους επιτρέπει συ-
χνά να εκμεταλλευθούν ένα γεγονός, το οποίο με μεγαλύτερη ομοφροσύνη θα μπο-
ρούσε να προξενήσει την πιο μεγάλη καταστροφή στους εχθρούς»267.
Τον φθόνο, την κακία, τις αντιζηλίες, τη διχόνοια, των Ελλήνων τις ονομάζει ο
Άγγλος ιστορικός Finlay «καταστροφή της ελληνικής κοινωνίας» (the bane of the
Greek society), και ο διοικητής της Κρήτης κατά τα χρόνια της Επαναστάσεως Κο-
μνηνός Αφεντούλιεφ, όπως και ο Κοραής, «αρρώστια του Γένους των Γραικών». Αλ-
λά και οι τρομοκρατημένοι κάτοικοι του Ναυπλίου βλέποντας το 1825 τις αντίπαλες
φατρίες να αλληλοβομβαρδίζονται μέσα στην πόλη, τις ονομάζουν «το κακό του Γέ-
νους». Αξιοσημείωτα είναι και τα όσα γράφει ο Άγγλος ναύαρχος Κόχραν στην προ-
κήρυξη που εξέδωσε στις 12 Απριλίου 1827 στην συνέλευση της Τροιζήνας, όταν
είχε αναλάβει την αρχηγία του ελληνικού στόλου. Στην προκήρυξη λοιπόν εκείνη ο
Κόχραν ξεκινούσε με τα εξής χαρακτηριστικά λόγια «Έλληνες! Ο επικινδυνωδέστε-
ρος εχθρός σας, η διχόνοια, ήδη ενικήθη! Τώρα το έργο σας είναι εύκολον…»268.

265
Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), όπ.π., τομ. Ε΄, σελ. 283.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., τομ. Γ΄, σελ. 464. Waddington, «A visit to Greece in 1823
266

and 1824», London 1825, σελ. 163.


267
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 327-328. Πρβλ. Striebeck, «Mittheilungen»,
σελ. 185-186. Βλ. επίσης Δραγούμης, «Αναμνήσες», τομ. 1, σελ. 113.
268
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 184. Πρβλ. Μονόφυλλα του Αγώνος 1821-
1827, τ. 2, Ι-9. Για τις απόψεις του Finlay, Κομνηνού Αφεντούλιεφ και Κοραή, βλ. Μνημεία Κρη-

132
Στα πρόσωπα που μελέτησαν τον χαρακτήρα των Ελλήνων, συμπεριλαμβάνονται
και ο Αμερικανός Samuel Gridley Howe, αλλά και ο Άγγλος Thomas Gordon. Και οι
δύο ήταν μορφωμένοι, έξυπνοι ξένοι αγωνιστές του 1821, αλλά και αντικειμενικοί
κριτές και ιστορικοί της Ελληνικής Επανάστασης. Η γνώμη τους έχει βαρύτητα θετι-
κή και επιστημονική και επειδή έμειναν πολλά χρόνια στην Ελλάδα, έζησαν και κα-
τανόησαν τις δυσκολίες της και γνώρισαν καλά τους κατοίκους της, αυτούς καθαυ-
τούς και συγκριτικά με τους αρχαίους. Έτσι, ο Howe παρατηρεί ότι δεν υπάρχει με-
γαλύτερη απόδειξη ότι οι νέοι Έλληνες κατάγονται από τους αρχαίους και μάλιστα
καταθέτει τους λόγους αυτής του της παρατήρησης. Σύμφωνα λοιπόν με τον Howe, οι
λόγοι αυτοί είναι ότι α) οι απόγονοι χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα με τους προγό-
νους τους, β) η γλώσσα αυτή έχει πολύ λιγότερη φθορά από οποιαδήποτε άλλη
γλώσσα, γ) πάρα πολλά τοπωνύμια έμειναν τα ίδια, δ) κατοικούν τους ίδιους τόπους,
ε) κρατούν πολλές από τις προλήψεις, τους τρόπους και τα ήθη των αρχαίων Ελλή-
νων. Στις παρατηρήσεις του πρόσθεσε και άλλα σχόλια, τονίζοντας περισσότερο τις
αρετές των Ελλήνων. Έγραφε συγκεκριμένα ότι αν ήθελε κανείς περισσότερες ενδεί-
ξεις για τις ομοιότητες αρχαίων και νέων Ελλήνων, μπορούσε να τις βρει «στην αχά-
ριστη συμπεριφορά τους προς τους μεγάλους άνδρες τους, στην ίδια την φυσική τους
όψη και στον ίδιο τον χαρακτήρα του λαού, στην φυσική ευστροφία του νου, στην
αγάπη για τη μάθηση, στην προσκόλληση στην πατρίδα, στη ζωηρότητα, στην αστά-
θεια του και στους δόλους του». Και συνέχιζε λέγοντας πως «όσο κακοί και αν είναι
για ορισμένους ξένους, έχουν σαν εθνική ιδιότητα την ταχύτητα αντιλήψεως και ένα
ταλέντο να προκόβουν, το οποίο δεν έχει το όμοιο σε άλλον λαό»269. Ο Howe όμως
αναφέρθηκε και σε ένα από τα ελαττώματα των Ελλήνων, τον φθόνο, λέγοντας χαρα-
κτηριστικά, «ο πραγματικός διάβολος είναι μέσα στους Έλληνες, είναι οι ίδιοι εχθροί
του εαυτού τους… Δεν είναι ο φόβος των Τούρκων, δεν είναι των Αυστριακών, αλλά
ο φόβος του Έλληνα εναντίον του Έλληνα»270.
Ο Thomas Gordon από την άλλη, ως πρόδρομος των σύγχρονων ψυχολόγων και
κοινωνιολόγων, τόνιζε ότι στον χαρακτήρα των εθνών, ασκούσαν ισχυρή επιρροή
ορισμένες κρυμμένες επιδράσεις των κλιματολογικών συνθηκών και γενικά του φυ-

τικών Επαναστάσεων, Επανάστασις 1821-1830, Αθήναι 1978, τ. 1, σελ. 97. Για τις απόψεις των
κατοίκων του Ναυπλίου, βλ. Hartley, «Researches», σελ. 85.
269
Χάου Σάμουελ (1971), «Ημερολόγιο από τον Αγώνα 1825-1829», σελ. μθ΄.
270
Χάου Σάμουελ (1971), όπ.π., σελ. κθ΄.

133
σικού και κοινωνικοπολιτικού περιβάλλοντος. Εκείνο όμως επεσήμαινε που διαμόρ-
φωνε τους τρόπους που εμφάνιζαν αυτόν τον χαρακτήρα, ήταν οι ευνοϊκές ή δυσχε-
ρείς πολιτικές περιστάσεις. Παραδεχόταν την ύπαρξη ορισμένων τυπικών χαρακτηρι-
στικών στους Έλληνες, τα πολλά και ολοφάνερα στην ουσία κοινά γνωρίσματα που
τους ένωναν με τους αρχαίους προγόνους τους. Τα γνωρίσματα αυτά ήταν κατά τον
Gordon, η ίδια ευφυΐα και ευελιξία πνεύματος συνδυασμένη με δίψα γνώσης και προ-
κοπής, η ίδια άμιλλα στις επιδιώξεις, η ίδια ματαιοδοξία, φλυαρία, συνεχής φιλοδοξί-
α. Αξίζει να σημειωθεί ότι την ευφυΐα, την είχε επισημάνει παλαιότερα και ο περιη-
γητής Choiseul-Gouffier και την είχε επιβεβαιώσει με προσωπική του εμπειρία ο Α-
μερικανός φιλέλληνας George Jarvis. Ο Jarvis που από τον πρώτο χρόνο της επανά-
στασης βρισκόταν στο πλευρό των Ελλήνων και με κατανόηση ερμήνευε τα προβλή-
ματα τους, παρατηρούσε ότι οι νεότεροι Έλληνες σε πολλές περιπτώσεις μοιάζουν με
τους προγόνους τους. Στο ίδιο συμπέρασμα όμως κατέληγε και ο σύγχρονος του Άγ-
γλος περιηγητής David Urquhart, ο οποίος έλεγε ότι οι κάτοικοι του Ολύμπου, του-
λάχιστον ως προς τα ήθη, ήταν γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Αλλά και ο
Friedrich Thiersch, Βαυαρός καθηγητής της κλασικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο
του Μονάχου, έγραφε το 1835 ότι αν παρατηρούσε κανείς τη δίψα που είχε κυριεύσει
όλους τους Έλληνες, νέους και γέρους για μάθηση, θα συνειδητοποιούσε ότι κάτι
έχει μείνει από το πνεύμα της αρχαίας Ελλάδας271.
Την καταγωγή των νέων Ελλήνων από τους αρχαίους, παραδεχόταν και ο Ed-
mond About, γνωστός για τη σάτιρα του σε βάρος του νεοελληνικού μετεπαναστατι-
κού κόσμου. Ο About, υποστήριζε ότι ο ελληνικός λαός φυλετικά έχει πολύ λίγο μό-
νο εκφυλιστεί και περιέγραφε τους Έλληνες άνδρες, ωραίους και καλοκαμωμένους,
με ψηλό ανάστημα, ευλύγιστο σώμα, αδύνατο πρόσωπο με μακριά και γαμψή μύτη
και μεγάλα μουστάκια, χαρακτηριστικά τα οποία όπως έλεγε, τους έδιναν ένα αν-
δρειωμένο ύφος. Την άποψη του About ενστερνίζονταν και ο Γερμανός ιστορικός
Karl Mendelssohn Bartholdy, αλλά και ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Κάρολος
Τάκερμαν. Ο Τάκερμαν μάλιστα έγραφε ότι οι σύγχρονοι Έλληνες έχουν λαϊκές δο-

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 70-72. Πρβλ. Thomas Gordon, «History of the
271

Greek Revolution», Edinburg – London 1844, τ. 1, σελ. 32-33. Για τον Choiseul-Gouffier, βλ. και
Choiseul-Gouffier, «Voyage pittoresque dans l’ empire Ottoman en Grece, dans l Troade, les de l’
Archipel…», 2eme ed., Paris 1842, τ. 2, σελ. 124-125. Για τον Jarvis, βλ. και Arnakis – Demetra-
copoulou, «Jarvis», σελ. 233. Για τον Urquhart, βλ. και Urquhart, «The Spirit of the East», τ. 1,
σελ. 434. Για τον Thiersch, βλ. και Thiersch, «De l’ etat actuel de la Grece», Leipzig 1833, τ.1,
σελ. 290-291.

134
ξασίες, ήθη και έθιμα, που ανάγονται στους αρχαίους, καθώς και άλλα χαρακτηριστι-
κά που δεν παρουσιάζονται με τον ίδιο βαθμό σε άλλα σύγχρονα έθνη. Τα χαρακτη-
ριστικά αυτά για τα οποία μιλούσε ο Τάκερμαν, είναι μεταξύ άλλων η περιέργεια, η
φιλοδοξία, η πανουργία, η ελληνική γλώσσα που αλλοιώθηκε ελάχιστα, αλλά και ο
τύπος της φυσικής ομορφιάς κυρίως των ανδρών, που θυμίζει, όπως έγραφε χαρακτη-
ριστικά, «τα περιγράμματα των αρχαίων αγαλμάτων και τα χαρακτηριστικά των αρ-
χαίων ηρώων»272. Αναφορικά με το ελάττωμα της «πανουργίας», έγραφε ο Ελβετός
φιλέλληνας Εϋνάρδος, στην επιστολή που έστειλε στις 4 Μαρτίου 1826, στον μητρο-
πολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο. Στην επιστολή του εκείνη ο Εϋνάρδος σημείωνε ότι
το ελάττωμα της «πανουργίας» ήταν πολιτογραφημένο από τους Έλληνες, καθώς και
ο μη ειλικρινής τρόπος, τον οποίο μεταχειρίζονταν στις υποθέσεις273.
Για την φυσική ομορφιά των Ελλήνων, έγραψε και ο Γάλλος φιλέλληνας
Francois-Charles-Hughes-Laurent Pouqueville. Ο Pouqueville σημείωνε χαρακτηρι-
στικά ότι «αναγνωρίζει κανείς τον Έλληνα, ό πως και τα μνημεία της πατρίδας το υ,
από τον κλασικό του τύπο, από τη χάρη των ωραίων ιδεών που κρύβει μέσα του. Και
όπως στους ακρωτηριασμένους κορμούς της σχολής του Φειδία, όπου ξαναβρίσκει
κανείς τα σημάδια του ιδανικού κάλλους, έτσι και στα χαρακτηριστικά των Ελλήνων
που δύο φορές υποδουλώθηκαν, ξεχωρίζει κανείς την ευγενική τους καταγωγή»274.
Ο Friedrich Thiersch με τη σειρά του, παρατηρούσε ότι μεταξύ των Ελλήνων και
της χώρας τους, υπήρχε μια αναλογική σχέση. Έγραφε συγκεκριμένα ότι παντού
μπορούσε να βρει κανείς μια ωραία ράτσα, ευκίνητη και καλοκαμωμένη και να δια-
πιστώσει κάτι από τις αρχαίες μορφές στην κατασκευή του σώματος και στα ζεστά
χαρακτηριστικά τους, τα οποία εμψύχωναν αυτές τις υπέροχες μορφές από την παιδι-
κή τους ηλικία ως τα γεράματα. Τόνιζε μάλιστα ότι κάθε ηλικία έχει της δική της ο-
μορφιά και συνέχιζε γράφοντας ότι «αυτήν την ομορφιά, που μπορεί να την ονομάσει
κανείς κλασική, τη συναντούμε στα βουνά της ηπειρωτικής Ελλάδας και ειδικότερα

272
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 75-76. Πρβλ. About, «La Grece contempo-
raine», εκδ. Γ΄, Paris 1858, σελ. 45-46. Για τον Τάκερμαν βλ. και Thiersch, «De l’ etat actuel de la
Grece», Leipzig 1833, τ.1, σελ. 289.

Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), «Ιγνάτιος Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας : 1766-1828 . 2.


273

Αλληλογραφία, πολιτικά υπομνήματα, λόγοι, σημειώματα περί Ιγνατίου», σελ. 229.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1985), «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα (1810-1821): Δημόσιος και Ιδι-
274

ωτικός Βίος, Λαϊκός Πολιτισμός, Εκκλησία και Οικονομική Ζωή, από τα περιηγητικά χρόνια»,
τομ. Γ2, σελ. 331-332. Πρβλ. Pouqueville, «Voyage dans la Grece», Paris 1820, τομ. Ε΄, σελ. 78.

135
στις οικογένειες των καπεταναίων και των προκρίτων». Υποστήριζε επίσης ότι η ο-
μορφιά των κοριτσιών δεν ήταν αντίστοιχη προς των αγοριών, αλλά παρόλα αυτά
μπορούσε κανείς να συναντήσει μερικές γυναίκες που θύμιζαν την ωραία Ελένη ή την
Ασπασία. Αλλά και ο Γάλλος αξιωματικός του ναυτικού D’ Orves, έγραφε ότι συνά-
ντησε στους δρόμους της Κιμώλου, πολλές αποδείξεις για την ομορφιά των γυναικών
της αρχαίας Ελλάδας, γράφοντας χαρακτηριστικά ότι συνάντησε «ωραία ζωντανά
γυναικεία κεφάλια με ωραία και μεγάλα μάτια». Αξιοσημείωτη, αλλά και υπερβολι-
κή, ήταν η παρατήρηση του Άγγλου περιηγητή Swan, ο οποίος υποστήριζε ότι ως
προς την εμφάνιση δεν υπήρχε ωραιότερη ράτσα ανθρώπων από τους Έλληνες275.
Για το θέμα της καταγωγής των νέων Ελλήνων από τους αρχαίους, έκανε λόγο
και ο βιογράφος του Κοραή, ο Δ. Θερειανός, ο οποίος επεσήμαινε ότι η φύση των
Ελλήνων ήταν αμετάβλητη. Ο Θερειανός μάλιστα, προσέτρεχε στη μαρτυρία του με-
γάλου Γερμανού φιλολόγου Ph. Aug. Boeckh που υποστήριζε ότι οι άνθρωποι και
κυρίως οι Έλληνες, ήταν από πάντα άδικοι, φιλοχρήματοι και υπερφίλαυτοι. Ο Θε-
ρειανός λοιπόν, παρακινούμενος από τη μαρτυρία του Boeckh για τα ελαττώματα των
αρχαίων Ελλήνων, διέκρινε και εντόπιζε στους σύγχρονους του Έλληνες παρόμοια
χαρακτηριστικά, διαπιστώνοντας έτσι την ίδια εθνική ταυτότητα στο πέρασμα των
αιώνων. Σύμφωνα μάλιστα και με τον Ιωάννη Τουλουμάκο276, η υπερφυλαυτία, το
υπερεγώ, η προσωπική φιλοδοξία, ο φθόνος, η φιλοχρηματία και η δωροδοκία των
Ελλήνων, θεωρούνταν εθνικά ελαττώματα, «ελληνικά αμαρτήματα», όπως σημείωνε
στο βιβλίο του. Την ιδιοτέλεια και τη υπερφιλαυτία, κυρίως των αρχηγών, διαπίστω-
ναν και οι απεσταλμένοι του Byron στην Πελοπόννησο, Ed. Trelawny και Ham.
Browne. Παρόλα αυτά όμως, η καρδιά του έθνους ήταν υγιής και πρόθυμη για θυσίες
και αντίσταση μπροστά στον εχθρό, διαπιστώσεις που τους έκαναν να βλέπουν την
ομοιότητα των νέων με τους αρχαίους Έλληνες, αυτόν τον μεγάλο λαό, που πάντοτε
μέσα στις αιώνιες διχόνοιες ήταν έτοιμος ν’ αντιμετωπίσει με την ίδια ψυχική διάθε-
ση κα το ίδια φρόνημα τον εχθρό277.

275
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π.. Πρβλ. Thiersch, «De l’ etat actuel de la Grece»,
Leipzig 1833, τ.1, σελ. 289. Για τον D’ Orves, βλ. και Albert Vandal, «Une ambassade francise en
Orient sous Louis XV. La mission du marquis de Villeneure», 2eme ed., Paris 1887. Για τον Swan,
βλ. και Swan, «Journal», 2, σελ. 141.

Τουλουμάκος Ιωάννης (1972), «Συμβολή στην έρευνα της ιστορικής συνειδήσεως των Ελλή-
276

νων στην εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας», σελ. 82.


277
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., τομ. Γ΄, σελ. 85.

136
Για το ίδιο ζήτημα, την καταγωγής των νέων Ελλήνων από τους αρχαίους, μίλησε
και ο Γάλλος φιλέλληνας Charles Fabvier, ο αρχηγός των τακτικών στρατευμάτων,
που έμεινε χρόνια στην Ελλάδα και γνώρισε από κοντά τον χαρακτήρα των Ελλήνων.
Ο Fabvier, τόνιζε ότι ο χαρακτήρας του νεοέλληνα ήταν απόλυτα ο ίδιος με του αρ-
χαίου και υπογράμμιζε ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά τους όπως αφιλοκέρδεια, με-
γαλοψυχία, γενναιότητα. Τα χαρακτηριστικά αυτά έλεγε, είναι γι’ αυτούς κάτι το φυ-
σικό. Ανέφερε επίσης ότι αν ο χαρακτήρας τους ήταν αδρανής, κάποιο μεγάλο συμ-
φέρον δεν τους υποχρέωνε να ενεργήσουν, ενώ αν είχαν αφεθεί στον εαυτό τους, ή-
ταν γιατί έκλιναν στην αγνωμοσύνη και σε κάθε κακή πράξη. Και συνέχιζε λέγοντας
πως αν κανείς μπορούσε να τους συγκινήσει με ωραίες πράξεις και αν αυτοί πιεσμέ-
νοι από παντού αναγκάζονταν να επιδειχθούν, τότε δεν υπήρχαν πράγματα που να
μην μπορούσαν να τα κάνουν. Και συμπλήρωνε υπογραμμίζοντας πως όταν κάποιος
αναλάμβανε την αρχηγία ενός σώματος, δεν χρειαζόταν να τους μιλεί μ’ ένα ιδιαίτερο
τρόπο, αλλά με τη συνηθισμένη ομιλία του κόσμου, με την ομιλία επάνω στη δράση.
Έγραφε μάλιστα χαρακτηριστικά, «αν τους οδηγείται στη μάχη, να είστε ο πρώτος,
θα σας ακολουθήσουν, αν κάνετε θαύματα ανδρείας θα σας ξεπεράσουν, αλλά θα χα-
θούν αν δεν είστε αρκετά γενναίος για να τους ανοίξετε το δρόμο»278.
Η επανάσταση ό μως δεν επέδρασε από λυτα καταλυτικά στη συμπεριφορά των
νεοελλήνων και επομένως οι κρίσεις των σύγχρονων, κυρίως των ξένων, εξακολου-
θούσαν να είναι αυστηρές, χωρίς ωστόσο να παραλείπουν να επισημαίνουν και τα
θετικά τους σημεία. Μία από αυτές τις κρίσεις, ήταν του Ρώσου ποιητή Πούσκιν, ο
οποίος στη Νότια Ρωσία είχε την ευκαιρία να γνωρίσει πολλούς Έλληνες από διάφο-
ρα μέρη της Ελλάδας και να συμμεριστεί στην αρχή τον ενθουσιασμό τους για την
επανάσταση στη Μολδοβλαχία, αλλά αργότερα ν’ απογοητευτεί όταν μετά την απο-
τυχία του κινήματος είδε τους Έλληνες εξαθλιωμένους να διαλύονταν και να αλλη-
μάχονταν. Πικραμένος από εκείνην την κατάσταση, απέδωσε σε όλους τους Έλληνες
πολλά και βαριά ελαττώματα, όπως εγωισμό, αχαριστία, επιπολαιότητα, αμάθεια,
πείσμα, ελαττώματα που τα είχαν από παλιά, αλλά εξακολουθούσαν να επαναλαμβά-
νονταν. Υποστήριζε επίσης ότι οι Έλληνες σπάνια ανέχονταν αντιρρήσεις, ότι δεν
συγχωρούσαν την προσβολή στο φιλότιμο τους, ότι εύκολα παρασύρονταν από τις

278
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 69. Πρβλ. A. Debidour, «Le general Fabvier.
Sa vie militaire et politique», Paris 1904, σελ. 378, υπ. 1.

137
μεγάλες λέξεις και ότι ευχάριστα δέχονταν κάθε νεοτερισμό, τον οποίο όταν τον συ-
νήθιζαν δεν μπορούσαν να τον εγκαταλείψουν279.
Στις αυστηρές κρίσεις των ξένων παρατηρητών, περιλαμβάνεται και αυτή του
Γερμανού φιλέλληνα Schrebian, ο οποίος είχε κατεβεί στην Ελλάδα στις αρχές του
1822. Ο Schrebian, έγραφε συγκεκριμένα ότι σπάνια συναντούσες ανθρώπους ειλι-
κρινείς, με δοκιμασμένη πίστη, εντιμότητα και αφιλοκέρδεια, ενώ ο συμπατριώτης
του Schrebian, ο von Kotsch, έγραφε ότι η ψευδολογία είναι το κύριο χαρακτηριστικό
του ελληνικού έθνους280. Μερικές φορές μάλιστα, όπως σημείωνε ο Αμερικανός φι-
λέλληνας Howe, η ψευδολογία δεν είχε κανένα σκοπό και κανένα νόημα, αλλά ήταν
μόνο το ψέμα για το ψέμα. Και παρόλο που οι διαθέσεις του Howe απέναντι των Ελ-
λήνων ήταν αγνές και φιλικές, σε στιγμές οργής και θυμού, δεν είχε ενδοιασμούς για
να τους κατηγορήσει. Τους χαρακτήριζε ψεύτες και έλεγε συγκεκριμένα ότι «με το να
πεις έναν Έλληνα ψεύτη δεν τον προσβάλλεις». Έλεγε επίσης ότι ο καθένας ήταν έ-
τοιμος να εξαπατήσει τον γείτονα του και ότι όλοι ζούσαν μέσα στην καχυποψία με
την προσοχή τους στραμμένη προς το συμφέρον τους. Οι Έλληνες, συνέχιζε ο Howe,
ήταν εγωιστές, ψωροπερήφανοι, αμαθείς, άπληστοι, αχάριστοι και κλέφτες και υπο-
στήριζε ότι κανένας λαός δεν μπορούσε να τους ξεπεράσει στη δολιότητα. «Παρόλο
που βλασφημούν, η Παναγία είναι ο Θεός τους και η εικόνα της το είδωλο τους». Σε
κάποιο άλλο σημείο όμως ο Howe αναφέρει ότι είχε πολλούς φίλους Έλληνες, «τους
ταπεινούς της ζωής», όπως τους ονόμαζε χαρακτηριστικά, και συνέχιζε «μπορώ να
πω με ειλικρίνεια ότι τους Έλληνες τους βρήκα ανθρώπους με αγαθά αισθήματα, με
εμπιστοσύνη, ευγνώμονες, και όσον αφορά τις σχέσεις μου μαζί τους, τίμιους ανθρώ-
πους»281. Από τα τελευταία σχόλια του Howe για τους Έλληνες, μπορεί να καταλάβει
κανείς ότι οι αυστηρές κριτικές που τους είχε κάνει, ήταν ξέσπασμα της οργής και
του θυμού του.
Ένας άλλος Αμερικανός, ο A. V. Post, έγραφε για τους Έλληνες ότι ήταν ένας φι-
λοπερίεργος, ευφυής, εργατικός και επιχειρηματικός λαός, που ο κάθε ταξιδιώτης-
περιηγητής, εντυπωσιαζόταν από την οξεία νοημοσύνη του. Υποστήριζε μάλιστα ότι

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 227. Πρβλ. Λάσκαρις, «Ο Πούσκιν και η Ελ-
279

ληνική Επανάστασις», Ανάτυπο «Νέας Εστίας» 21 (1937) 10.


280
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 228. Πρβλ. Kotsch, «Reise eines deutschen
Artillerieoffiziers nach Griechenland und Aufenthalt daselbst von August 1822 bis Juli 1823», Es-
sen 1824, σελ. 7-8.
281
Χάου Σάμουελ (1971) , όπ.π., σελ. κθ΄, λ΄, λγ΄-λδ΄.

138
η συγκεκριμένη οξύνοια του ελληνικού λαού, ήταν η αιτία για την γένεση πολλών
άδικων κατηγοριών που αποδόθηκαν στον λαό ως προ της τιμιότητα του. Έγραφε χα-
ρακτηριστικά «ό,τι ονομάζεται πανουργία, σε πολλά παραδείγματα δεν είναι τίποτα
άλλα παρά ένας δίκαιος και νόμιμος θρίαμβος ανώτερης επιτηδειότητας και τεχνά-
σματος». Και συνέχιζε «είναι το ίδιο είδος πονηρίας που έκανε το όνομα Yankee λό-
για έκφραση του απατεώνα και του αγύρτη. Η μόνη διαφορά είναι ότι ο Έλληνας κα-
τέχει σε μεγαλύτερη τελειότητα και γνωρίζει να τη χρησιμοποιεί με περισσότερο τακτ
και επιδεξιότητα». Αναφορικά με τα ελαττώματα της απιστίας και της προδοσίας, για
τα οποία οι περισσότεροι κατηγορούσαν τους Έλληνες, ο Post αλλά και άλλοι συμπα-
τριώτες του, ανέφεραν χαρακτηριστικά παραδείγματα πίστης και τιμιότητας. Ανάμε-
σα στους πραγματικά ηθικούς και τίμιους κατά τα χρόνια της Επανάστασης, ήταν οι
μεγάλοι πολεμιστές Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς, ο Μάρκος Μπότσαρης
και ο Δημήτριος Υψηλάντης, για τον οποίο μάλιστα ο φιλέλληνας Humphreys που
ήταν δύσκολος στις επικρίσεις του, έγραφε ότι «ο Υψηλάντης, έδειξε προσωπική
τόλμη, ορθή κρίση και έντιμο χαρακτήρα, ειλικρινή πατριωτισμό, ανιδιοτέλεια και
ακεραιότητα, που σπάνια βρίσκεις στην Ελλάδα»282.
Σκληρές ωστόσο εκφράσεις για τους Έλληνες, χρησιμοποίησαν και άλλοι ξένοι,
κυρίως εκείνοι που διαψεύστηκαν στις προσδοκίες τους να βρουν στην Ελλάδα τους
αρχαίους Έλληνες ή ν’ αρχίσουν εκεί μια λαμπρή στρατιωτική σταδιοδρομία ή να
παίξουν κάποιο σημαντικό ρόλο. Επέστρεφαν λοιπόν στις πατρίδες τους απογοητευ-
μένοι, χωρίς να προσπαθήσουν να κατανοήσουν τις ελεεινές συνθήκες ζωής των κα-
τοίκων της, την κατάπτωση και την ηθική διαφθορά τους κάτω από τον σκληρό ζυγό
ή χωρίς να συνειδητοποιήσουν και τις δικές τους ευθύνες σε ορισμένες πράξεις τους.
Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα, αποτελούσε ο Άγγλος Ed. Trelawny, φίλος του By-
ron και γνωστός αριβίστας. Ο Trelawny, που είχε δεσμούς συγγένειας με τον Οδυσ-
σέα Ανδρούτσο, τον παρουσίαζε σαν τον μοναδικό άνδρα που είχε «κεφαλήν και χεί-
ρα ίνα συγκρατά τους δολόφρονας Έλληνας», τους οποίους χαρακτήριζε με σιτάρι
μολυσμένο, πνιγμένο από τα ζιζάνια. Οι ύβρεις του όμως δεν σταματούσαν εκεί, κα-
θώς έλεγε ότι «οι Έλληνες, αν επαναστάτησαν, δεν κινήθηκαν από τον πόθο για την
ελευθερία, αλλά από το υπέρμετρο πάθος για τα χρήματα και τη δύναμη». Δικαιολο-
γημένα λοιπόν, οι αγανακτισμένοι Έλληνες καταφέρονταν εναντίον τέτοιων ξένων
282
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., τομ. Γ΄, σελ. 490. Πρβλ. για τον Post, Βακαλόπουλος Α-
πόστολος Ε., «Ο Χαρακτήρας των Ελλήνων», Θεσσαλονίκη 2001, σελ.229. Βλ. και Post, «A visit
to Greece and Constantinople in the Year 1827-1828», New York 1830, σελ. 266.

139
που ακολουθούσαν μια αστήρικτη και απάνθρωπη λογική. Ανάμεσα στους αγανακτι-
σμένους Έλληνες, ήταν σύμφωνα με τον Απόστολο Βακαλόπουλο283, οι αγωνιστές
του 1821, όπως ο Φωτάκος και Γιάννης Μακρυγιάννης. Αναφερόμενοι στον Οδυσσέα
Ανδρούτσο, θα ήταν χρήσιμο να σημειώσουμε και την άποψη του Άγγλου περιηγητή
George Waddington, ο οποίος είχε γνωρίσει τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην Αθήνα
και είχε συγκεντρώσει πληροφορίες για τη ζωή, τη δράση και το χαρακτήρα του. Ο
Waddington, έγραφε λοιπόν για τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, ότι δεν ξεχώριζε από τον
πιο ασήμαντο στρατιώτη του, παρά μόνο από την αρμονική κορμοστασιά του και από
την εκφραστική ζωηρότητα του προσώπου του, το οποίο ήταν όμορφο αλλά όχι συ-
μπαθητικό. Και συνέχιζε γράφοντας «συνοφρύωση, διαπεραστικό και ανήσυχο βλέμ-
μα, ολοφάνερη σκληρότητα, καχυποψία και αστάθεια φαίνονταν αποτυπωμένα στην
όψη του». «Εκείνοι μάλιστα» συμπλήρωνε, «που στήριζαν την άποψη τους για τον
χαρακτήρα του στο παρουσιαστικό του και στις πιο πολυδιαφημισμένες πράξεις του,
λένε πως είναι βίαιος, φιλοχρήματος, εκδικητικός, άπιστος, ανελέητος, ενώ εκείνοι
που πιστεύουν ότι έχουν διεισδύσει βαθύτερα στη σκέψη του στα αισθήματα και στις
αρχές του, λένε πως η πολιτική και το συμφέρον ήταν πάντα κίνητρα της δράσης του.
Τα πάθη του, παρόλο που ήταν παράφορα, δεν τον παρέσυραν σε ασύνετες πράξεις».
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος είχε, κατά τον Waddington πάντα, την ευλυγισία να προ-
σαρμόζεται αυτόματα στις περιστάσεις, δεν πολυσυγκινούνταν από τα κατορθώματα
των αρχαίων προγόνων, αλλά ήταν ουσιαστικός γνώστης της πολιτικής και του χαρα-
κτήρα των Τούρκων. Γνώριζε δηλαδή τη φρίκη που έκρυβε το μίσος τους και ένιωθε
καταφρόνηση γι’ αυτή, αλλά ήξερε και την πραγματική αξία της φιλίας τους, για την
οποία ένιωθε δυσπιστία. Και καταλήγει ο Άγγλος περιηγητής λέγοντας «νομίζω πως
πρέπει να τονίσω την άποψη μου για τον Οδυσσέα Ανδρούτσο επειδή η αφοσίωση
του έχει αμφισβητηθεί, όχι μόνο από ξένους αλλά και από συμπατριώτες του»284.
Χαρακτηρισμούς στους Έλληνες απέδωσε και ο Άγγλος γιατρός Julius Millingen,
ο οποίος δεν παρασύρθηκε σε ανθελληνικές κρίσεις, αλλά αντίθετα εγκωμίαζε τους
Έλληνες σε κάθε ευκαιρία. Κατά τον Millingen λοιπόν, οι Έλληνες ήταν ευφυείς, φι-
λόπονοι, σκληροτράχηλοι, ακαταπόνητοι, ευχάριστοι, εύγλωττοι και καλοί φίλοι.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 232. Πρβλ. για τον Trelawny, Λιγνός A.,
283

Αρχ. Κουντ., 2, σελ. 295, 335-337.


284
Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., τομ. Γ΄, σελ. 439. Πρβλ. Waddington, «A visit to Greece
in 1823 and 1824, London 1825, σελ. 80-82.

140
Ακόμα και τις αγριότητες τους στον Αγώνα, ο Millingen προσπαθούσε να τις ερμη-
νεύσει. Έλεγε συγκεκριμένα «αν θελήσει κανείς να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά
των Ελλήνων μπορεί να ισχυρισθεί ότι ενεργούσαν εναντίον ενός δυνάστη που τυ-
ραννούσε το έθνος τους επί αιώνες, εναντίον του βιαστή των παιδιών τους, του διώ-
κτη της θρησκείας και ότι η εκδίκηση δικαιολογούσε κάθε σκληρότητα». Ανέφερε
επίσης, ότι εκείνοι που τους καταδίκαζαν απερίφραστα έπρεπε να ρίξουν μια ματιά
στην ιστορία της δικής τους χώρας και να θυμηθούν «τις επαναστάσεις στην Γαλλία
και στην υπόλοιπη Ευρώπη, την εξόντωση των προτεσταντών από τους Καθολικούς,
τον Τριακονταετή πόλεμο στην Γερμανία, ή τις αγριότητες στην Αγγλία κατά τη
διάρκεια των εμφυλίων πολέμων, τότε που οι ισχυρότεροι φυσικοί δεσμοί διαλύονταν
και οι πιο αγαπημένοι φίλοι γίνονταν άσπονδοι εχθροί»285.
Τα ελαττώματα των Ελλήνων τα δικαιολόγησε και ένας επιλοχίας του γαλλικού
στρατού που είχε ακολουθήσει τον Fabvier στην Ελλάδα. Ο επιλοχίας αυτός υποστή-
ριζε ότι τα ελαττώματα τους, ήταν αυτά που έπρεπε να τα περιμένει κανείς από ένα
λαό που από τόσους αιώνες υπέμενε «έναν κτηνώδη ζυγό», όπως έλεγε χαρακτηρι-
στικά. Σημείωνε μάλιστα πως ήταν θαυμαστό πο υ μπό ρεσαν ο ι Έλληνες να κρατή-
σουν τόσες αρετές και συμπλήρωνε πως οι γυναίκες άξιζαν περισσότερο από τους
άνδρες. Τις θεωρούσε περήφανες, γεμάτες τόλμη και σε αυτό συνετέλεσαν και τα όσα
είχε δει γι’ αυτές. Έγραφε συγκεκριμένα «τις είδα να χειρίζονται κανόνια, ενώ σφύρι-
ζαν γύρω τους οι βόμβες και κοντά σε αυτά δεν υπάρχουν καλύτερες σύζυγοι ούτε
και καλύτερες μητέρες»286. Για τις γυναίκες και συγκεκριμένα για τις φτωχές, μίλησε
ο Αμερικανός J. V. Post, για τις οποίες έλεγε ότι ακόμα και όταν πήγαιναν, αδύνατες
και εξασθενημένες όπως ήταν, να πάρουν μέρος στις διανομές των εφοδίων της Ελ-
λάδας στην Κόρινθο και στην Μάνη, είχαν μαζί τους τη ρόκα και το αδράχτι τους.
Με αυτές του τις παρατηρήσεις ο Post ήθελε να επισημάνει ότι οι Έλληνες, άνδρες
και γυναίκες, οτιδήποτε έπιαναν στα χέρια τους, είτε ήταν έργο είτε ήταν διασκέδαση,
το τελείωναν με όλη τους την δύναμη.
Εκτός όμως από τα ελαττώματα των Ελλήνων που αρκετοί ξένοι περιηγητές έθι-
ξαν, υπήρχαν και πολλά πλεονεκτήματα-αρετές που τους διέκριναν. Τα πλεονεκτήμα-

Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), όπ.π., τομ. Γ΄, σελ. 404-405. Πρβλ. Lord Byron and Dr. Millin-
285

gen, «Typescript» 1920, σελ. 165-166.


286
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 233. Πρβλ. Lucien Davesies de Pontes,
«Notes sur la Grece», Paris 1864, σελ. 233. Για τις παρατηρήσεις του Post βλ. Post, «A visit to
Grrece», σελ. 269.

141
τα αυτά τα διέκριναν επίσης ξένοι περιηγητές, οι οποίοι έμειναν κατά την Επανάστα-
ση πολλά χρόνια στην Ελλάδα και γνώρισαν πολύ καλά την ψυχολογία των κατοίκων
ή μελέτησαν ως κλασικοί φιλόλογοι συστηματικά τα αρχαία κείμενα και τον χαρα-
κτήρα των αρχαίων Ελλήνων σε σύγκριση με τον αντίστοιχο των νέων. Έτσι αν κά-
ποιοι ξένοι παρατηρητές συγκαταλέγουν στα κύρια χαρακτηριστικά των Ελλήνων τις
αντιφάσεις, την πανουργία, την διχόνοια, το φθόνο, υπάρχουν κάποιοι άλλοι, ακόμη
και οι πιο προκατειλημμένοι, οι οποίοι τους αναγνωρίζουν την ανδρεία, την οξυδέρ-
κεια και την ευστροφία ως μεγάλα προτερήματα, ενώ μένουν έκπληκτοι από τη φιλο-
μάθεια, τη φρόνηση, από την καλή κρίση, το πρακτικό πνεύμα και τη φυσική τους
ευχέρεια λόγου.
Ένας από αυτούς ήταν ο Αμερικανός A. V. Post, ο οποίος υποστήριζε ότι οι Έλ-
ληνες ήταν ανδρείος λαός. Έλεγε συγκεκριμένα ότι «δεν διακρίνονται για την αγριό-
τητα και την αφροντισιά με την οποία επιτίθενται στα τείχη και σκαρφαλώνουν στις
επάλξεις αψηφώντας κάθε κίνδυνο, ούτε και μένουν ακίνητοι μπροστά στη φοβερή
γραμμή της μάχης, στο ανοιχτό και αφύλαχτο πεδίο». Η αξία τους είχε κάτι το δια-
κριτικό και υπολογιστικό, απέφευγαν να εκθέσουν την ζωή τους χωρίς λόγο και φρό-
ντιζαν να κερδίσουν τη μάχη με όσο το δυνατό λιγότερες θυσίες. Επεσήμαινε μάλιστα
ότι ο προσεχτικός τρόπος διεξαγωγής του πολέμου έμοιαζε αρχικά πολύ με την δειλί-
α, αλλά συνέχιζε, ήταν ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο μπορούσαν να εναντιωθούν
με κάποια ελπίδα επιτυχίας στον εκπληκτικά ανώτερο αριθμό των αντιπάλων. Την
τάση αυτή των ατάκτων στρατευμάτων που πολεμούσαν με πολύ περισσότερο θάρ-
ρος και αντοχή πίσω από τα οχυρώματα, την είχε παρατηρήσει ο Βαυαρός φιλέλλη-
νας Heideck και στους αντάρτες (guerrillas) στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και εν
μέρει στις εκστρατείες του Τυρόλου287.
Βασικό προτέρημα των Ελλήνων, εκτός από την ανδρεία, ήταν η ευφυΐα τους και
η αγάπη τους για τη μάθηση. Αυτό παρατηρεί ο Γερμανός φιλέλληνας Fr. Thiersch, ο
οποίος έγραφε ότι «η ενέργεια του κλίματος επιδρά στην ανάπτυξη των διανοητικών
ικανοτήτων των Ελλήνων, όπως και των αντίστοιχων φυσικών ιδιοτήτων» και συνέ-
χιζε «δεν μπορεί ν’ αρνηθεί κανείς ότι μένει κάτι ακόμη από το πνεύμα της αρχαίας
Ελλάδας». Ανέφερε μάλιστα ως παράδειγμα τα σχολεία της Αίγινας, όπου πήγαιναν

287
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 193. Πρβλ. Post, «A visit to Greece and Con-
stantinople in the Year 1827-1828», New York 1830, σελ. 269-270. Για τις παρατηρήσεις του
Heideck τις σχετικές με την ψυχολογία των ατάκτων στρατευμάτων, βλ. Βακαλόπουλος Απ. Ε.,
«Τα στρατεύματα του 1821», σελ. 147-149.

142
νέοι ηλικίας 16-20 ετών, από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Στα σχολεία αυτά, μπορού-
σε να παρατηρήσει κανείς την αμέριστη προσοχή που έδειχναν οι συγκεκριμένοι νέοι
στον δάσκαλο τους, την κατάνυξη με την οποία παρακολουθούσαν τα μαθήματα, την
ακρίβεια των απαντήσεων τους, αλλά και την ζωηρότητα με την οποία προχωρούσαν
στην ανάπτυξη των ιδεών τους. «Είναι το πνεύμα της αρχαίας Ελλάδας» υποστήριζε
«που κινείται πάλι και που ζητεί να ριχτεί σ’ ένα στάδιο, το οποίο πάρα πολλά χρόνια
ήταν κλειστό». Για τη φιλομάθεια των Ελλήνων έγραψε και ο Γερμανός σπουδαστής
στα 1819 Karl Otfried Muller, ο οποίος έλεγε ότι «οι Έλληνες είναι κάπως ντροπαλοί,
γεμάτοι σεβασμό μπροστά στη γερμανική σοφία και γεμάτοι από φλογερό πόθο ν’
ανορθώσουν την πατρίδα τους στις επιστήμες». Αλλά και ο John Hartley έγραφε «η
δίψα για γνώση που παρατηρούνταν κατά την επίσκεψη μου στην Ελλάδα, ήταν εκ-
πληκτική. Το αυτί μου συνεχώς έπιανε τη λέξη προκοπή, την οποία χρησιμοποιούν
για να δηλώσουν την εκπαιδευτική τους πρόοδο». Σημαντική ήταν επίσης και η πα-
ρατήρηση του Jonas King, που υποστήριζε ότι «πουθενά αλλού στα χρόνια του Κα-
ποδίστρια, δεν νομίζω να συνάντησα ανθρώπους τόσο πεινασμένους για βιβλία όσο
εδώ»288.
Την αγάπη όμως των Ελλήνων για την μάθηση, δεν φαίνεται να την αποδεχόταν ο
Αμερικανός φιλέλληνας Howe, παρασυρμένος καθώς ήταν από ορισμένες υπερβολές
του που οφείλονταν σε πρόσκαιρες απογοητεύσεις του από Έλληνες. Ο Howe, θεω-
ρούσε την οξύνοια και την ευστροφία των Ελλήνων, γέννημα των δύσκολων περι-
στάσεων που πέρασαν επί αιώνες από την παιδική ως τη γεροντική τους ηλικία και
δυσπιστούσε ακόμα και για την έμφυτη αγάπη τους για την μάθηση. Δεχόταν ότι η
φιλομάθεια κυριαρχούσε μόνο στην αρχαιότητα και χαρακτήριζε επιπόλαιους τους
ξένους ταξιδιώτες που υποστήριζαν το αντίθετο, γιατί όπως έλεγε είχαν μείνει λίγο
διάστημα στον τόπο και δεν είχαν γνωρίσει καλά τους κατοίκους. Υποστήριζε ότι εί-
χαν μεγάλη όρεξη να μάθουν μία ή μερικές επιστήμες, αλλά δεν προσαρμόζονταν εύ-
κολα να τελειοποιηθούν σε μια. Πήγαιναν από το ένα θέμα στο άλλο, ενδιαφέρονταν
για κάθε τι το νέο, αλλά δεν εισχωρούσαν ως το βάθος των πραγμάτων, δεν εμβάθυ-

288
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 196-197. Πρβλ. για τον Thiersch, «De l’ etat
actuel de la Grece et des moyens d’ arriver a sa restauration», τ. 1, σελ. 290-291. Για τον Muller,
βλ. στο γερμανικό περιοδικό «Hellas» 1928, Heft 1, σελ. 17. Για τον Hartley, βλ. Hartley, «Re-
searches», σελ. 141. Για τον King, βλ. Larrabee, «Ελλάς», σελ. 166.

143
ναν. Ο Howe απέκρουε ωστόσο τις κατηγορίες κάποιων που έλεγαν ότι οι Έλληνες
ήταν τελείως ανάξιοι και κακοί289.
Οι Έλληνες, σύμφωνα με μαρτυρίες διαφόρων περιηγητών και παρατηρητών, εί-
χαν γενικότερα ζωηρή φαντασία, αλλά και την ευφυΐα να εφευρίσκουν, να επινοούν,
να υπερβάλουν. Ποτέ δεν διηγούνταν την ίδια ιστορία με τα ίδια λόγια, χωρίς να την
εξωραΐζουν με νέα ευρήματα και με ξεχωριστό τρόπο αφήγησης. Άνδρες και γυναίκες
μιλούσαν πολύ, με ευστροφία και τόλμη και εκφράζονταν με ευφράδεια και αρμονία.
Στην ομιλία τους μπορούσε να διακρίνει κανείς σημαντικά στοιχεία του χαρακτήρα
τους, όπως την τάση τους προς την υπερβολή, προς την μεγαλοποίηση. Αυτό φαίνεται
και από τη μαρτυρία του Γάλλου ταξιδιώτη Guys ο οποίος είχε μείνει για μεγάλο
χρονικό διάστημα στις ελληνικές πόλεις και είχε μάθει τη γλώσσα των κατοίκων. Ο
Guys, αναφερόμενος στους νεοέλληνες έλεγε ότι αν τους παρατηρούσε κανείς την
ώρα που συζητούσαν, θα νόμιζε ότι μαλώνουν. Στην πραγματικότητα όμως δεν συνέ-
βαινε κάτι τέτοιο, απλώς αφηγούνταν ένα απλό επεισόδιο «με τη φυσική τους ζωηρό-
τητα, η οποία τους κάνει να διακόπτουν ο ένας τον άλλο, να σχολιάζουν και να ζω-
ντανεύουν ξανά τους πρωταγωνιστές ενός γεγονότος». Η γλώσσα ενός έθνους υπο-
στήριζε, «τελειοποιείται και πλουτίζεται όσο το έθνος αυτό φωτίζεται, εξευγενίζεται,
μορφώνεται. Εξασθενεί όμως, αλλοιώνεται, φθείρεται, όταν με κάποια αισθητή πτώ-
ση το έθνος πέφτει στην εξαθλίωση και στην αμάθεια. Τότε μόλις ένας μικρός αριθ-
μός προνομιούχων διατηρεί ακόμα στην καθαρότητα του, το πολύτιμο απόθεμα της
γλώσσας των πατέρων τους». Ο Guys, επεσήμαινε επίσης την αφθονία των μύθων και
των παροιμιών, την απλότητα και αγνότητα της οικογενειακής ζωής, των ηθών και
των εθίμων290.
Η νεοελληνική λοιπόν γλώσσα, τόσο πριν από την Επανάσταση όσο και κατά την
διάρκεια της, εξέφραζε όπως κάθε ζωντανή γλώσσα, την ίδια την ιστορία του έθνους,
τη διαχρονική ιστορία του πολιτισμού του, από τον αρχαιοελληνικό πυρήνα της που
διατηρούσε λέξεις του Ομήρου και του Ησίοδου, ως τα τελευταία χρόνια, σ’ ένα διά-
στημα δηλαδή χιλιετηρίδων, μέσα στο οποίο διαπιστώνει κανείς ισχυρές επιδράσεις
των Προελλήνων, των Φοινίκων, των Ρωμαίων και κατόπιν των Τούρκων. Μάλιστα
αρκετοί φιλέλληνες, ανάμεσα στους οποίους ξεχώριζαν κάποιοι Αμερικανοί αξιωμα-

289
Χάου Σάμουελ (1971), όπ.π., σελ. μθ΄.
290
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ 205. Πρβλ. Guys, «Voyage litteraire», 1, σελ.
98-103.

144
τικοί, αλλά και νέοι εθελοντές, συγκινούνταν από τις αναμνήσεις της κλασικής Ελλά-
δας, καθώς και από την αγάπης των Ελλήνων στην ελευθερία και από την πίστη τους
στην δημοκρατία. Για παράδειγμα ο Howe έλεγε «θαυμάζω τους αρχαίους, όμως λα-
τρεύω και αγαπώ τη σύγχρονη Ελλάδα»291, ενώ ο πιο θερμός από τους Αμερικανούς
φιλέλληνες George Jarvis έλεγε «εγώ τίποτα άλλο δεν ποθώ, εκτός από το να είμαι
Έλληνας ως το κόκαλο και τίποτε άλλο δεν εύχομαι παρά ο Θεός να μ’ ευλογήσει ν’
αποκτήσω κάποτε τα χαρίσματα τους»292.
Τα χαρίσματα και τα ελαττώματα των Ελλήνων, την ψυχολογία και τους τρόπους
συμπεριφοράς τους, μελέτησαν όπως είδαμε αρκετοί φιλέλληνες, περιηγητές και πα-
ρατηρητές. Άφθονες λοιπόν πληροφορίες, κρίσεις και παρατηρήσεις γι’ αυτούς, μπο-
ρεί κανείς να βρει στους ξένους ταξιδιώτες, διπλωμάτες, στους φιλέλληνες αγωνιστές
του 1821, κυρίως Ευρωπαίους, που περιηγήθηκαν στην Ελλάδα, γνώρισαν τους τό-
πους και ανακάλυψαν τους κατοίκους της. Βέβαια και οι μεταγενέστεροι ταξιδιώτες
ως την εποχή μας συνεχίζουν την καταγραφή των δικών του κρίσεων, αλλά όσοι πα-
ρευρέθηκαν στην Επανάσταση, αποτελούν τους πιο άμεσους παρατηρητές. Ο Έλλη-
νας εξάλλου δεν σταματά ποτέ να αποτελεί ένα πραγματικά ενδιαφέρον πρόσωπο για
παρατήρηση. Σύμφωνα μάλιστα με τον Απόστολο Βακαλόπουλο, παρουσιάζεται σαν
ένας Πρωτέας με αλλαγή συνεχώς προσωπείου.

291
Χάου Σάμουελ (1971), όπ.π., σελ. μθ΄.
292
Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), όπ.π., σελ. 208. Πρβλ. Larrabee, «Ελλάς», σελ. 93.

145
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η Επανάσταση υπήρξε το μεγαλύτερο γεγονός της νεοελληνικής ιστορίας, που


παρακίνησε πολλούς φιλέλληνες να κατέβουν στην Ελλάδα και να ενδιαφερθούν, όχι
μόνο για τις σχέσεις των κατοίκων με τους αρχαίους προγόνους τους, αλλά και για τη
σύνθεση της κοινωνίας τους. Να ενδιαφερθούν δηλαδή για την οικογένεια τους, τη
θέση του άνδρα, της γυναίκας και των παιδιών μέσα σε αυτήν, για την αυστηρότητα
των ηθών και των εθίμων, για τη συμπεριφορά τους έξω στην ελεύθερη επικοινωνία
με τους συμπατριώτες τους και τους ξένους και γενικότερα για τον χαρακτήρα τους.
Έτσι, επιχείρησαν να συγκρίνουν τις συνθήκες ζωής τους με τις αντίστοιχες της αρ-
χαίας Ελλάδας ή των δικών τους πατρίδων και να επιδιώκουν να βοηθήσουν τους α-
γωνιζόμενους Έλληνες ν’ αποκτήσουν την ελευθερία τους και να δημιουργήσουν ένα
σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, ευνοούμενο και πρότυπο στην Ανατολή. Από τα γεγο-
νότα αυτά, εξηγούνται τα συχνά σχόλια και οι παρατηρήσεις των φιλελλήνων στα
έργα τους, τα γεμάτα αναμνήσεις από την Ελλάδα.
Οι περιγραφές των χρόνων εκείνων πριν την Άλωση, ήταν σύντομες, πρόχειρες
και γεμάτες από ανακριβείς πληροφορίες και κρίσεις, ενώ μετά την Άλωση και την
επίδοση των κλασικών σπουδών στη Δυτική Ευρώπη, οι πληροφορίες για τους Έλλη-
νες και τις ελληνικές πόλεις γίνονταν εκτενέστερες και ακριβέστερες. Αυτό συμβαίνει
γιατί τότε στην πραγματικότητα οι Δυτικοευρωπαίοι ανακάλυψαν τον ελληνικό κό-
σμο και ήθελαν να μάθουν τι απέγιναν οι απόγονοι των θαυμαστών εκείνων αρχαίων
Ελλήνων. Υπάρχουν και ζουν; Ποιες ήταν οι συνθήκες ζωής τους και ποιες οι σχέσεις
τους με τους προγόνους τους; Αυτό ακριβώς το ενδιαφέρον, έκανε τους ταξιδιώτες κα
τους περιηγητές, να μιλούν για τη γλώσσα των Ελλήνων, να είναι προσεκτικοί, να
καταγράφουν τις συμπεριφορές τους, τα ήθη και τα έθιμα τους,
Άφθονες πληροφορίες για τους νεοέλληνες μετά την Άλωση, βρίσκει κανείς
στους ξένους ταξιδιώτες, διπλωμάτες, στους φιλέλληνες αγωνιστές του 1821, κυρίως
Ευρωπαίους, που περιηγήθηκαν στην Ελλάδα, γνώρισαν τους τόπους και ανακάλυ-
ψαν τους κατοίκους της, αυτούς τους θεωρούμενους απόγονους των αρχαίων Ελλή-
νων, που τους είχαν γνωρίσει μόνο από τα έργα τους και τους είχαν θαυμάσει. Λογικό
λοιπόν ήταν αυτοί οι ξένοι να θελήσουν να μελετήσουν τον χαρακτήρα και τους τρό-
πους συμπεριφοράς των νεοελλήνων και να επιμείνουν στην κριτική των πράξεων
τους. Πρέπει όμως να είμαστε επιφυλακτικοί στις κρίσεις τους και να μη στηριζόμα-
στε απόλυτα στις μαρτυρίες των ξένων.

146
Πολλοί λοιπόν φιλέλληνες, κυρίως μετά την έναρξη του διαφωτισμού στην Ελλά-
δα, μελετώντας τη στάση των Ελλήνων, διαπίστωναν την αλγεινή εικόνα ενός λαού
που βρισκόταν σε εξάντληση, ενός λαού επάνω στον οποίο παρέμεναν έντονα αποτυ-
πωμένα τα σημάδια των ελαττωμάτων των προγόνων του (φθόνος, διχόνοια, υπερφι-
λαυτία, έπαρση, αλαζονεία), αλλά πολύ αδύνατα τα σημάδια των αρετών του (αν-
δρεία, ευφυΐα, φιλομάθεια, εφευρετικότητα, ενεργητικότητα, ετοιμότητα πνεύματος,
κ.ά.). Υπήρχαν βέβαια και άλλοι, που είχαν δυσάρεστες περιπέτειες στην Ελλάδα ή
έμειναν μικρό χρονικό διάστημα σε αυτήν και έφευγαν απογοητευμένοι, γεμάτοι ε-
μπάθεια και μίσος εναντίον των κατοίκων της. Οι άνθρωποι αυτοί, επειδή τους έλειπε
η απαραίτητη ηρεμία, η μόρφωση και η παρατηρητικότητα, κατέχονταν συχνά από
πάθος και προκαταλήψεις και γενίκευαν ορισμένες τυχαίες προσωπικές εκτιμήσεις.
Επίσης υπήρχαν και κάποιοι ξένοι, οι οποίοι έχοντας ως μέτρα σύγκρισης την εξιδα-
νικευμένη εικόνα των αρχαίων Ελλήνων, αδικούσαν τους απογόνους τους που ζού-
σαν κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Επιστρέφοντας μάλιστα στις πατρίδες τους,
παρασυρόμενοι από προκαταλήψεις και κακές εκτιμήσεις, περιέγραφαν τον χαρακτή-
ρα των Ελλήνων με τα ζοφερότερα χρώματα επειδή δεν ανταποκρίνονταν στις προσ-
δοκίες τους. Αυτοί, δεν έβρισκαν τίποτα καλό στον χαρακτήρα των νεοελλήνων, ούτε
το ελληνικό πνεύμα, ούτε γνώσεις, ούτε στρατιωτική μόρφωση, αλλά μόνο ελαττώ-
ματα, όπως την απειθαρχία, τον εγωισμό, την αλαζονεία και την περιφρόνηση των
άλλων εθνών. Τέτοια παραδείγματα θα ήταν προτιμότερο να χρησιμοποιούνται εν
μέρει, ν’ αντλούνται δηλαδή μόνο τα στοιχεία εκείνα που αντέχουν σε αυστηρή κρι-
τική.
Ήταν γενικότερα δύσκολο να γράψει κανείς κάτι, χωρίς να πέσει σε αντιφάσεις
και ειδικότερα κατά την Επανάσταση του 1821, όπου πληθώρα ξένων επισκέφτηκε
την Ελλάδα. Θιγόταν το θέμα της αξιοπιστίας των πληροφοριών των ξένων περιηγη-
τών. Εξάλλου όπως υποστήριζε ο Γερμανός φιλέλληνας και αγωνιστής του 1821
Friedrich Muller, ήταν δύσκολο να βρεις την αλήθεια μέσα σε μια ανακατωμένη και
πολύπλευρη υπόθεση όπως την ελληνική. «Χρειαζόταν να εντείνεις διπλά την προσο-
χή σου, γιατί πολλά από αυτά που έχουν γραφεί, έχουν διαστραφεί, είναι μονόπλευρα
και έχουν λεχθεί με πάθος, ή αποτελούν μυθιστορηματικές φαντασίες ανθρώπων που

147
δεν θέλουν ν’ αφήσουν ανεκμετάλλευτες ωραίες ευκαιρίες και θέλουν να καταπλή-
ξουν τους αναγνώστες τους με περιπετειώδεις διηγήσεις»293.

293
Βακαλόπουλος Απόστολος (2001), «Ο Χαρακτήρας των Ελλήνων». Πρβλ. Fr. Muller,
«Denkwurdigkeiten aus Griechenland in den Jahren 1827und 1828, besonders in militarischer
Beziehung, Paris 1833.

148
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αινιάνος Α. (1903), «Η Βιογραφία του στρατηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη», έκδοση


Β΄ (Μετά συλλογής ανεκδότων και αποφθεγμάτων), Ι. Βλαχογιάννη, Αθήναι.

Άννινος Χαράλαμπος (1995), «Οι Φιλέλληνες του 1821», εκδ. Δημιουργία, Αθήνα.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1974), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Αρχές και


Διαμόρφωση του», τομ. Α΄, έκδοση Β΄ (ανανεωμένη και ενημερωμένη), Θεσσαλονί-
κη.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1973), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Τουρκοκρα-


τία 1669-1812-Η Οικονομική Άνοδος και ο Φωτισμός του Γένους», τομ. Δ΄, Θεσσα-
λονίκη.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1980), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η Μεγάλη


Ελληνική Επανάσταση (1821-1829)-Οι Προϋποθέσεις και οι Βάσεις της (1813-
1822)», τομ. Ε΄, Θεσσαλονίκη.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1982), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η Μεγάλη


Ελληνική Επανάσταση (1821-1829)-Η Εσωτερική Κρίση (1822-1825): Στρατιωτικές
Επιχειρήσεις, Διπλωματικές και Πολιτικοκοινωνικές Ζυμώσεις, Ο Πρώτος Διχασμός,
Φυσικό Περιβάλλον, Παραδοσιακοί Οικισμοί και Λαός», τομ. ΣΤ΄, Θεσσαλονίκη.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (1986), «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η Μεγάλη


Ελληνική Επανάσταση (1821-1829)-Ο Αφρικανός Σιμούν Η΄ Η Επιδρομή του Ιμπρα-
ϊμ στην Ελλάδα», τομ. Ζ΄ (προτελευταίος 1825-1828), Θεσσαλονίκη.

Βακαλόπουλος Απόστολος Ε. (2001), «Ο Χαρακτήρας των Ελλήνων. Ανιχνεύοντας


την Εθνική μας Ταυτότητα: έρευνα, πορίσματα, διδάγματα», εκδ. Ηρόδοτος, Θεσσα-
λονίκη.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (1975), «Σχέσεις Ελλήνων και Ελβετών φιλελ-


λήνων κατά την ελληνική επανάσταση του 1821», Θεσσαλονίκη.

Βακαλόπουλος Κωνσταντίνος Απ. (2008), «Ευρωπαίοι Φιλέλληνες, Παρατηρητές


και Τεχνοκράτες στην Επαναστατημένη Ελλάδα και στο Ελλαδικό Βασίλειο (1821-
1843)», εκδ. Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη.

Βλάχος Νικόλας Κ. (1975), «Στέφανος Κανέλλος (1792-1823)», στην σειρά «Κείμε-


να και Μελέται Νεοελληνικής Φιλολογίας, 98, Αθήναι.

Δεσποτόπουλος Αλέξανδρος Ι. (1954), «Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας και η απελευ-


θέρωση της Ελλάδος», Αθήναι.

Διαμάντης Κωνσταντίνος Αθ. (1967), «Αρχεία Λαζάρου και Γεωργίου Κουντου-


ριώτη», τομ. 8, Αθήναι.

Δρόσος Δημήτρης, «Ο φιλελληνισμός των Κάτω Χωρών κατά την ελληνική επανά-
σταση», ΗΜΕ 1928, σελ. 123-128.

149
Εγκυκλοπαίδεια Υδρία: Ελληνική και Παγκόσμια, «Φιλέλληνας», τομ. 52, εκδ.
Εταιρεία Ελληνικών Εκδόσεων Α. Ε., σελ. 424.

Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, «Φιλελληνισμός», τομ. 59, εκδ.


Πάπυρος, σελ. 281-282.

Ευαγγελίδης Τρύφωνος Ε. (1936), «Η Παιδεία επί Τουρκοκρατίας (Ελληνικά Σχο-


λεία από της Αλώσεως μέχρι Καποδιστρίου)», τομ. Β΄, Αθήναι.

Θεοτόκης Σπυρίδωνος (1929), «Αλληλογραφία Ι.Α. Καποδίστρια – Ι. Γ. Εϋνάρδου


(1826-1831)», Αθήναι.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1821 ως το


1823», τομ. ΙΒ΄, εκδ. Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., σελ. 314-323.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1975), «Ο Φιλελληνισμός από το 1824», τομ. ΙΒ΄,
εκδ. Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., σελ. 474-477.

Κακριδής Ι. Θ. (1948), «Η συμβολή της Σουηδίας στην Ελληνική Επανάσταση»,


μτφρ. από τα σουηδικά, Αθήνα, Ανάτυπο της «Νέας Εστίας».

Καρολίδης Παύλος (1917), «Ο γερμανικός φιλελληνισμός», Αθήναι.

Κουγέας Σ. Β. (1953), «Η προς τους Έλληνας και τα δημοτικά τραγούδια των Ελλή-
νων αγάπη του Niebuhr», στα «Ελληνικά» 12 (1953), σελ. 273-300.

Κούκου Ελένη Ε. (1958), «Ο Καποδίστριας και η Παιδεία (1803-1822)» τομ. Α΄ Η


Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης, Αθήναι.

Κούκου Ελένη Ε. (1972), «Ο Καποδίστριας και η Παιδεία (1827-1832)» τομ. Β΄ Τα


Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της Αιγίνης, Αθήναι.

Λάϊος Γεώργιος Σ. (1958), «Ανέκδοτες Επιστολές και Έγγραφα του 1821. Ιστορικά
Δοκουμέντα από τα Αυστριακά Αρχεία», Αθήναι.

Λάσκαρις Σ. Θ. (1926), «Ο φιλελληνισμός εν Αμερική κατά την ελληνικήν επανά-


στασιν», Αθήναι.

Λάσκαρις Σ. Θ., «Ο φιλελληνισμός εν Γερμανία κατά την ελληνικήν επανάστασιν»,


Αθήναι.

Λουκάτος Σπύρος Δ. (1965), «Έλληνες και φιλέλληνες των Ινδιών κατά την ελληνι-
κήν επανάστασιν», Αθήναι.

Μακρής Νικόλαος Δ. (1957), «Ιστορία του Μεσολογγίου», τομ. 19 «Απομνημονεύ-


ματα των αγωνιστών του 1821», επιμ. εκδ. Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης, Αθήναι.

Μάμουκας Ανδρέας Ζ. (1939), «Τα κατά την αναγέννησιν της Ελλάδος, ήτοι συλλο-
γή των περί την αναγενωμένην Ελλάδα συνταχθέντων πολιτευμάτων, νόμων και άλ-
λων επίσημων πράξεων από του 1821 μέχρι του τέλους του 1832», τομ. Α΄, Πειραι-
εύς.

150
Μάμουκας Ανδρέας Ζ. (1939), «Τα κατά την αναγέννησιν της Ελλάδος, ήτοι συλλο-
γή των περί την αναγενωμένην Ελλάδα συνταχθέντων πολιτευμάτων, νόμων και άλ-
λων επίσημων πράξεων από του 1821 μέχρι του τέλους του 1832», τομ. ΣΤ΄, Πειραι-
εύς.

Μπελιά Ελένη Δ. (1969), «Οι Λόγιοι αδελφοί Δημήτριος και Μιχαήλ Γεωργίου Σχι-
νά», εκδ. Αφοί Μυρτίδη, Αθήναι.

Παπαδόπουλος Στέφανος Ι. (1962), «Η Επανάσταση στην Δυτική Στερεά Ελλάδα:


μετά την πτώση του Μεσολογγίου ως την οριστική απελευθέρωση της, 1826-1832»,
Θεσσαλονίκη.

Παπαδόπουλος Στέφανος Ι. (1971), «Το Μεσολόγγι και ο φιλελληνισμός», Ιωάννι-


να.

Παρασκευόπουλος Ιωάννης Ν. (1972), «Η Πρόνοια διά το παιδί κατά τους χρόνους


της Επαναστάσεως του 1821», Ιωάννινα.

Περραιβός Χριστόφορος (1836), «Απομνημονεύματα Πολεμικά διαφόρων μαχών


μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών κατά το Σούλιον και Ανατολικήν Ελλάδα από του
1820 μέχρι του 1829 έτους», τομ. Β΄ (Περιέχον τας από των 1823 μέχρι τέλους του
1829), εκ της Τυπογραφίας Ανδρέου Κορομηλά, Αθήναι.

Πετρίδης Παύλος Β. (1974), «Η Διπλωματική Δράσις του Ιωάννου Καποδίστρια υ-


πέρ των Ελλήνων: 1814-1831», Θεσσαλονίκη.

Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1961), «Ιγνάτιος Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας :


1766-1828. 2. Αλληλογραφία, πολιτικά υπομνήματα, λόγοι, σημειώματα περί Ιγνατί-
ου», Αθήναι.

Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1966), «Αρχεία Λαζάρου και Γεωργίου Κουντουριώ-


του», τομ. ΣΤ΄ (1793, 1801, 1821-1825), Αθήνα.

Πρωτοψάλτης Εμμανουήλ Γ. (1971), «Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και το Έρ-


γον του κατά την Ελληνική Επανάστασιν του 1821», ανάτυπο από τον τόμο «Αφιέ-
ρωμα εις τα 150 χρόνια από της Επαναστάσεως του 1821», Εταιρεία Μακεδονικών
Σπουδών, Θεσσαλονίκη.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1982), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημο-
νεύματα, Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωμα-
τών, Ειδικών Απεσταλμένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α»., τομ. Δ΄ (1824-1826),
Αθήνα.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημο-
νεύματα, Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωμα-
τών, Ειδικών Απεσταλμένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α.», τομ. Α΄ (1821-1822),
Αθήνα.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1984), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημο-
νεύματα, Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωμα-
τών, Ειδικών Απεσταλμένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α.», τομ. Ε΄ (1826-1829),
Αθήνα.

151
Σιμόπουλος Κυριάκος (1985), «Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα (1810-1821): Δημό-
σιος και Ιδιωτικός Βίος, Λαϊκός Πολιτισμός, Εκκλησία και Οικονομική Ζωή, από τα
περιηγητικά χρόνια», τομ. Γ2, Αθήνα.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1987), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημο-
νεύματα, Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωμα-
τών, Ειδικών Απεσταλμένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α.», τομ. Β΄ (1822-1823),
Αθήνα.

Σιμόπουλος Κυριάκος (1989), «Πως είδαν οι Ξένοι την Ελλάδα του ’21: Απομνημο-
νεύματα, Χρονικά, Ημερολόγια, Υπομνήματα, Αλληλογραφία Εθελοντών, Διπλωμα-
τών, Ειδικών Απεσταλμένων, Περιηγητών, Πρακτόρων, κ.α»., τομ. Γ΄ (1823-1824),
Αθήνα.

Σπηλιάδης Νικόλαος, «Απομνημονεύματα διά να χρησιμεύσωσιν εις την Νέαν Ελ-


ληνικήν Ιστορίαν (1821-1843)», επανέκδοση από τον Παναγιώτη Φ. Χριστόπουλο,
τομ. Α΄, Αθήναι 1972.

Σπάρο Μπορίσοβνα Όλγα (1 9 7 1, )«Η Απελευθέρωση της Ελλάδας και η Ρωσία


(1821-1829)», εκδ. Φέξη, Αθήνα.

Τόζης Ιωάννης Αργυρ. (1953), «Ένας Θεσσαλονικεύς πρόδρομος της ελληνοαμερι-


κανικής φιλίας», στον τόμο «Γέρας Αντωνίου Κεραμοπούλλου», Θεσσαλονίκη, σελ.
375.

Τόζης Ιωάννης Αργυρ. (1956), «Ελληνο-αμερικανικαί επαφαί κατά την Επανάστα-


σιν του 1821», στα «Ελληνικά», αρ. 14 (1956), σελ. 421-428.

Τομπάζης Ιάκωβος (1902), «Αδελφοί Ιάκωβος και Μανώλης Τομπάζης, Συμβολή


εις την Ιστορίαν της Εθνικής Παλιγγενεσίας», Αθήναι.

Τουλουμάκος Ιωάννης (1972), «Συμβολή στην έρευνα της ιστορικής συνειδήσεως


των Ελλήνων στην εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας», Αθήναι.

Τσούρκας Κλεόβουλος (1971), «Ο Φιλελληνισμός των Ελβετών κατά την Επανά-


στασιν του 1821», στο περιοδικό «Μακεδονική Ζωή», αρ. τεύχ. 64, Σεπτέμβριος
1971, σελ. 4-16.

Τωμαδάκης Νικόλαος Β. (1955), «Περί των Αιτιών του Φιλελληνισμού», στο περιο-
δικό Αθηνά, αρ. τευχ. 59, σελ. 3-12.

Φραντζής Αμβρόσιος (1975), «Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος


αρχομένη από του έτους 1715 και λήγουσα το 1837», τομ. Δ΄, Γρηγοριάδης, Αθήναι.
Πρόκειται για φωτοτυπική ανατύπωση από την έκδοση: Εν Αθήναις, εκ της τυπογρα-
φίας Κ. Ράλλη, 1839.

Χάου Σάμουελ (1971), «Ημερολόγιο από τον Αγώνα 1825-1829», εκδ. Καραβίας,
Αθήνα.

Χόρβατ Ανδρέας (1978), «Ο φιλελληνισμός του Βύρωνος και η Ουγγαρία», εκδ. Άγ-
γελου Κασιγόνη, Αλεξάνδρεια.

152
Χριστοφιλόπουλος Αναστάσιος Π. (1970), «Ο φιλελληνισμός του Σταντάλ», ανάτυ-
πο από «Νέα Εστία» Χριστούγεννα 1970, τευχ. 1043.

153
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ο φιλελληνισμός, δηλώνει τη συμπάθεια και την εύνοια υπέρ των ελληνικών υ-


ποθέσεων και εκδηλώθηκε από ξένους, κυρίως Ευρωπαίους, κατά τη διάρκεια της
Επανάστασης του 1821, υπέρ των αγωνιζόμενων Ελλήνων. Στην έξαρση του φιλελ-
ληνισμού κατά τον αγώνα του 1821, συνετέλεσε το φιλελεύθερο πνεύμα που επικρά-
τησε στην Ευρώπη μετά την Γαλλική Επανάσταση, η δημοσίευση στις αρχές του
19ου αιώνα περιηγητικών και φιλολογικών έργων που αναφέρονταν στην νεώτερη
Ελλάδα, καθώς και εκατοντάδων φυλλαδίων και βιβλίων που κυκλοφόρησαν για να
τονίσουν τη σημασία της εξέγερσης και την υποχρέωση για ενίσχυση της. Σε πολλές
πόλεις ιδρύθηκαν φιλελληνικοί σύλλογοι που οργάνωσαν καλλιτεχνικές εκδηλώσεις
και εράνους για την αποστολή στην Ελλάδα πολεμοφοδίων, τροφίμων και φαρμάκων.
Ουσιαστικότερη όμως υπήρξε η έκφραση του φιλελληνισμού με τη συμμετοχή ξένων
στον αγώνα του 1821. Σκοπός λοιπόν της παρούσας εργασίας, είναι να μελετήσει τη
στάση αυτή των Ευρωπαίων φιλελλήνων και κυρίως να μελετήσει το πώς είδαν οι
Ευρωπαίοι φιλέλληνες, περιηγητές και τεχνοκράτες, τους υπόδουλους Έλληνες και
την ελλαδική πραγματικότητα.

154
SUMMARY

Philhellenism states the sympathy and the favor for the Greek affairs and was
demonstrated by the foreigners, mainly Europeans, during the Revolution of 1821, in
favor of the Greek fighters. The philhellenic spirit that prevailed in Europe after the
French Revolution, the publication of traveling and literary works that referred to
Modern Greece as well hundreds of leaflets and books that were published to give
emphasis to the significance of the rebellion and the need of its reinforcement contri-
buted to the development of philhellenism during the revolution of 1821. Philhellenic
clubs were established in many cities and organized artistic events and errands for
shipping to Greece munitions, food and medicines. The expression of philhellenism
with the participation of foreigners at the Greek revolution of 1821 was substantial.
The goal of this study is to address the demeanour of the Greek Philhellenes and
mainly study how European philhellenes, travelers and technocrats saw the Greeks
under slavery and the Greek reality.

155

You might also like