Professional Documents
Culture Documents
Roman Corinth
Roman Corinth
Κουρσούμης:
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
Η αρχαία πόλη της Κορίνθου βρίσκεται στις βόρειες υπώρειες του λόφου του
Ακροκορίνθου, στη θέση του σημερινού οικισμού της Αρχαίας Κορίνθου. Από τον
αρχαιολογικό χώρο, η θέα προς βορρά είναι πανοραμική: η κορινθιακή πεδιάδα,
από το Κιάτο στα δυτικά ώς την Ισθμία και τον Σαρωνικό κόλπο στα ανατολικά,
ο Κορινθιακός κόλπος και η απέναντι ακτή της Στερεάς Ελλάδας, όπου
δεσπόζουν τα Γεράνεια όρη και ο Παρνασσός, αποτελούν μοναδικό θέαμα. Την
πεδιάδα της Κορίνθου διασχίζουν μικροί ποταμοί και χείμαρροι,
αποστραγγίζοντας τα ύδατα των άφθονων πηγών της περιοχής στην θάλασσα.
Ο όγκος των υδάτων, το γόνιμο έδαφος και η στρατηγική της θέση αποτέλεσαν
διαχρονική υπόσχεση πλούτου και ευημερίας, από την Προϊστορία έως σήμερα.
Ιστορική επισκόπηση
Για την προϊστορία της περιοχής δεν θα ειπωθούν πολλά, ούτε και για την
κραταιά θέση της πόλης κατά τους ύστερους Γεωμετρικούς και Αρχαϊκούς
χρόνους. Προσπερνώντας την Κλασική Εποχή, κατά την οποία η Κόρινθος χάνει
σταδιακά την αίγλη της, φτάνουμε στα ελληνιστικά χρόνια και δη στο 243 π.Χ.,
όταν ο Άρατος ο Σικυώνιος εκδιώκει τη μακεδονική φρουρά του Ακροκορίνθου,
εντάσσοντας την πόλη στην Αχαϊκή Συμπολιτεία.
Αφού μεσολαβεί μία ικανή περίοδος κατά την οποία η πόλη υπήχθη και πάλι
στον μακεδονικό έλεγχο (224-197 π.Χ.), η Κόρινθος ανακτά την αυτονομία της
και γίνεται η έδρα της Αχαϊκής Συμπολιτείας.
1
Σωκράτης Σ. Κουρσούμης:
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
Το 111 π.Χ. τίθεται σε εφαρμογή ένας ρωμαϊκός αγροτικός νόμος (lex agraria)
που προέβλεπε τη διαίρεση της κορινθιακής αγροτικής γης σε κλήρους. Ο
Ρωμαίος ρήτορας και πολιτικός Κικέρων αναφέρει πως οι εναπομείναντες
κάτοικοι της Κορίνθου ζούσαν ανάμεσα σε ερείπια, ενώ η αγροτική γη είχε
δημευθεί από το ρωμαϊκό κράτος και φορολογούταν ως δημόσια (ager publicus). Ο
ίδιος αλλά και ο Στράβων σημειώνουν ότι η Σικυώνα είχε θέσει υπό την
κυριαρχία της μεγάλο τμήμα της κορινθιακής γης.
Εκατό περίπου χρόνια μετά την κατάληψη της πόλης από τον Λεύκιο Μόμμιο
και κατόπιν πρωτοβουλίας του Ιουλίου Καίσαρα, ξεκινά το 44 π.Χ. ο εποικισμός
της Κορίνθου με την συμμετοχή απελεύθερων Ρωμαίων, και πιθανώς
βετεράνων, στους οποίους αργότερα προστέθηκαν και Έλληνες που διήρκησε ώς
τα χρόνια του Οκταβιανού Αυγούστου. Η συμπεριφορά των εποίκων έναντι των
ντόπιων συμπυκνώνεται στην έκφραση του Στράβωνος νεκροκορίνθια, η οποία
δηλώνει τη σύληση των κτερισμάτων των κορινθιακών τάφων και την πώλησή
τους στις αγορές της Ρώμης.
Η νέα πόλη ονομάστηκε Colonia Laus Iulia Corinthiensis ή Clara Laus Iulia
Corinthus ή Iulia Corinthus Augusta, ως αποικία της Ιουλίας οικογένειας του
Καίσαρα και του Αυγούστου, της Gens Iulia, αναλαμβάνοντας μάλιστα την θέση
της πρωτεύουσας της νέας επαρχίας της Αχαΐας, η οποία ιδρύεται από τον
Αύγουστο το 27 π.Χ.
Σύμφωνα με τον D. G. Romano η πόλη σχεδιάστηκε με την χάραξη κάθετων
και οριζόντιων οδικών αξόνων (cardines και decumani) και πολεοδομικών νησίδων
2
Σωκράτης Σ. Κουρσούμης:
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
(insulae) στο τμήμα του άστεως, και αντιστοίχως στην ύπαιθρο με αγροτικούς
δρόμους (limites) που όριζαν αγροτεμάχια.
Η αρχαιολογική μαρτυρία
Η επίσκεψη του Παυσανία στην Κόρινθο περί το 155 μ.Χ., προσφέρει σήμερα την
πληρέστερη σωζόμενη μαρτυρία. Ο περιηγητής έφτασε εκεί από το λιμάνι των
Κεγχρεών, εισερχόμενος στην πόλη από την ομώνυμη πύλη, όπου και αντίκρισε
3
Σωκράτης Σ. Κουρσούμης:
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
το Κράνειον άλσος, καθώς και τους τάφους του κυνικού φιλοσόφου Διογένη και
της εταίρας Λαΐδας.
Από εκεί και μέσω του πλακόστρωτου cardo maximus, της λεγόμενης Οδού
Λεχαίου επειδή οδηγούσε στο ομώνυμο λιμάνι, που συνέδεε την πόλη με το
ομώνυμο λιμάνι του Κορινθιακού κόλπου, κατευθύνθηκε στη Ρωμαϊκή Αγορά.
Κατά μήκος της οδού και βορείως των Προπυλαίων του Forum ανεγέρθηκαν
πιθανώς από τον 1ο αιώνα μ.Χ. λουτρικά συγκροτήματα, εκ των οποίων το ένα
συνδέθηκε με τον σπαρτιάτη ηγεμόνα Γάιο Ιούλιο Ευρυκλή.
Νοτίως αυτού, ο λεγόμενος Περίβολος του Απόλλωνος, που φιλοξενούσε ένα
άγαλμα του θεού και μια ζωγραφική παράσταση του φόνου των μνηστήρων από
τον Οδυσσέα, κατασκευάστηκε στο τέλος του 1ου αιώνα μ.Χ. πιθανώς με
δαπάνες ενός πλούσιου εμπόρου, που παριστάνεται σε ανάγλυφο μαζί με το
πλοίο του.
Νοτίως του Περιβόλου στέκει η γνωστή από τα Αρχαϊκά χρόνια Κρήνη
Πειρήνη, η οποία διέθετε τέσσερις επιμήκεις δεξαμενές λαξευμένες στο
εσωτερικό του βράχου, από τις οποίες γέμιζαν και έμεναν πάντοτε γεμάτες τρεις
λεκάνες. Από τον 1ο αιώνα π.Χ. και έως τον 1ο αιώνα μ.Χ. διαμορφώθηκε
μπροστά τους μία ανοιχτή δεξαμενή, η λεγόμενη «ύπαιθρος κρήνη», στο κέντρο
μίας αυλής, ενώ το μνημείο απέκτησε διώροφη πρόσοψη κοσμούμενη με κόγχες
και κιονοστοιχίες. Τον 4ο αι. μ.Χ., πιθανώς μετά τον μεγάλο σεισμό,
διαμορφώθηκε έμπροσθεν της κρήνης μία τρίκογχη αυλή και κοσμήθηκε με
πολύχρωμα μάρμαρα, τοιχογραφίες και αγάλματα.
Τα Προπύλαια της Ρωμαϊκής Αγοράς είχαν τη μορφή μιας θριαμβικής
αψίδας με τρία ανοίγματα, πάνω στην οποία είχαν στηθεί δύο χάλκινα,
επίχρυσα άρματα του Ήλιου και του γιου του Φαέθοντα, τα οποία συνδέονται με
τον ιδρυτικό μύθο της πόλης και την επικράτηση του Ήλιου έναντι του
Ποσειδώνα. Στα δυτικά τους έστεκε η Βασιλική της Οδού Λεχαίου, ένα κτίσμα
του 1ου αι. μ.Χ. με διώροφη, μνημειώδη νότια πρόσοψη, διακοσμημένη με έξι
υπερμεγέθη αγάλματα Φρυγών αιχμαλώτων που στηρίζονταν σε πεσσούς
κορινθιακού ρυθμού.
Η Ρωμαϊκή Αγορά (Forum Romanum), διαστάσεων 200 x 100 μ., αποτελούσε
τον δημόσιο χώρο συνάθροισης των πολιτών. Περικαλλή κτήρια όριζαν
περιμετρικά το χώρο της, ενώ στο κέντρο της είχαν ανιδρυθεί εντυπωσιακά
αγάλματα, όπως το επιχρυσωμένο άγαλμα της Αρτέμιδος Εφεσίας και ένα
υπερμέγεθες άγαλμα της Αθηνάς. Στα ανατολικά της έστεκε η λεγόμενη Ιουλία
Βασιλική, ένα κτίσμα του 1ου αι. μ.Χ. αφιερωμένο πιθανώς στη λατρεία της Gens
4
Σωκράτης Σ. Κουρσούμης:
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
Iulia και της Gens Claudia, της δυναστείας των Ιουλίων – Κλαυδίων που κυβέρνησε
την Ρώμη για περίπου ενάμιση αιώνα.
Μία σειρά δωματίων, τα λεγόμενα Κεντρικά Καταστήματα, αποτελούσαν το
νότιο όριό της. Στο κέντρο τους βρισκόταν το Βήμα της Ρωμαϊκής Αγοράς
(Rostra), ένα ορθογώνιο βάθρο που επιστεφόταν με ένα ανοιχτό προς νότο,
πειόσχημο πρόπυλο και συνέδεε τη βόρεια Κάτω Αγορά με τη νότια Άνω Αγορά.
Ως χώρος δημοσίων τελετών και ομιλιών, ταυτίστηκε με την παρουσία του
Αποστόλου Παύλου στην Κόρινθο το 50/51 μ.Χ., καθώς επ’ αυτού φέρεται να
απολογήθηκε ενώπιον του πλήθους και του Ανθύπατου Lucius Ιunius Gallio, μετά
από καταγγελίες εις βάρος του από την εβραϊκή κοινότητα της πόλης.
Στο σημείο αυτό αξίζει μία μικρή αναφορά στην εβραϊκή κοινότητα της
ρωμαϊκής πόλης. Σύμφωνα με τις Πράξεις των Αποστόλων, στα μέσα του 1ου
αιώνα μ.Χ. η Κόρινθος διέθετε μία ισχυρή και πολυάριθμη κοινότητα Ιουδαίων,
οργανωμένη γύρω από Συναγωγή, με σημαντική πολιτική επιρροή στην
ρωμαϊκή διοίκηση, αφού πέτυχε να επιληφθεί του ζητήματος του Παύλου ο ίδιος
ο Ανθύπατος και διοικητής της Επαρχίας της Αχαΐας. Λίγα χρόνια αργότερα,
πιθανώς ενισχύθηκε πληθυσμιακά από την απελευθέρωση Ιουδαίων
αιχμαλώτων που είχαν σταλεί από τον Νέρωνα για να διανοίξουν το κανάλι του
Ισθμού, το 66/67 μ.Χ. Αψευδείς μάρτυρες για την παρουσία Εβραίων στην
Κόρινθο, είναι ένα πεσσόκρανο με παράσταση επτάφωτων λυχνιών (menorot),
καθώς και το μαρμάρινο υπέρθυρο που διασώζει την επιγραφή ΣΥΝ]ΑΓΩΓΗ
ΕΒΡ[ΑΙΩΝ.
Μία δεύτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει στην μικρή, αλλά συνεχώς
αυξανόμενη κοινότητα των Χριστιανών, που δημιουργήθηκε με αφετηρία την
έλευση του Παύλου στην Κόρινθο το 50/51 π.Χ. Όπως προκύπτει από τις
Επιστολές του αλλά και τις Πράξεις των Αποστόλων, αρκετοί Ιουδαίοι, έλληνες
και Ρωμαίοι ακολούθησαν την διδασκαλία του, μεταξύ των οποίων ο Έραστος,
οικονόμος της πόλης, οι σκηνοποιοί Ακύλας και Πρίσκιλλα, ο Αρχισυνάγωγος
Κρίσπος και η οικογένειά του κ.α. Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο, ότι μολονότι από
τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. ο Χριστιανισμός επικρατεί και επίσημα στην Ρωμαϊκή
αυτοκρρατορία, δεν υπάρχουν αρχαιολογικές μαρτυρίες για την παρουσία
Χριστιανών στην πόλη. Οι πρώτες ασφαλείς μαρτυρίες χρονολογούνται στα τέλη
του 5ου αιώνα μ.Χ. και προέρχονται από το Χριστιανικό νεκροταφείο στην
περιοχή του Ασκληπιείου – Λέρνας.
Πίσω από το Βήμα έστεκε η ανακαινισμένη Νότια Στοά, η οποία στέγασε
σημαντικές διοικητικές λειτουργίες της πόλης όπως την Βουλή πιθανώς της
Επαρχίας της Αχαΐας.
5
Σωκράτης Σ. Κουρσούμης:
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
Στην βόρεια πλαγιά του Ακροκορίνθου, πάνω από την αρχαία πόλη, δεσπόζει το
ιερό της Δήμητρας και της Κόρης, ο σημαντικότερος χώρος λατρείας της πόλης
από την αρχαϊκή περίοδο όταν ιδρύεται η λατρεία και ξεκινά η ανέγερση
τελετουργικών εστιατορίων για τους μύστες επί της πλαγιάς. Το ιερό, το οποίο
8
Σωκράτης Σ. Κουρσούμης:
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
γνώρισε ιδιαίτερη ακμή κατά τα κλασικά και ελληνιστικά χρόνια, ερημώνει μετά
το 146 π.Χ., και επανέρχεται σιγά - σιγά στα χρόνια του Αυγούστου όταν και
πυκνώνουν οι επισκέψεις των πιστών. Την εποχή των Φλαβίων ανεγείρονται σε
ένα φυσικό άνδηρο τρεις ιωνικοί, πρόστυλοι ναοί, εκ των οποίων ο ένας διέθετε
ψηφιδωτό δάπεδο χάρη στην ευεργεσία του Octavius Agathopous, για χάρη της
Χαράς, ιέρειας της Νεωτέρας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αλλαγή στις
θρησκευτικές πρακτικές των μυστών, με τα πολυπληθή ειδώλια και τα πήλινα
«λίκνα» να εξαφανίζονται στην ρωμαϊκή περίοδο. Η λατρεία συνεχίστηκε στον
χώρο ως τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. οπότε και ο χώρος εγκαταλείπεται.
ΛΕΧΑΙΟ
9
Σωκράτης Σ. Κουρσούμης:
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
ΚΕΓΧΡΕΕΣ
10
Σωκράτης Σ. Κουρσούμης:
Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΚΟΡΙΝΘΟΣ: Από το 146 π.Χ. στην Colonia Laus Iulia Corinthiensis και
την Colonia Iulia Flavia Augusta Corinthiensis
11