Download as doc, pdf, or txt
Download as doc, pdf, or txt
You are on page 1of 4

Η επικοινωνιακή δράση και ο Χάμπερμας

Το έργο του Χάμπερμας επικεντρώνεται στην κατασκευή και στην υπεράσπιση της θεωρίας του,
την οποία αποκαλεί επικοινωνιακή δράση (theorie des kommunikativen Handelns). Αυτή η θεωρία
ασχολείται με τη θεμελιακή εξερεύνηση της διοργάνωσης των εξελιγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών. 1
Αυτό που καθιστά το έργο του Χάμπερμας αντιφατικό είναι η μόνιμη αφοσίωσή του στο «νεοτερικό
σχέδιο», και κατ’ επέκταση στο Διαφωτιστικό στόχο της πολιτικής απελευθέρωσης βάσει γνωσιακών
ισχυρισμών, που κατά μια έννοια μπορούμε να τους υπερασπισθούμε αντικειμενικά. Με δεδομένη αυτή
την παράλληλη αφοσίωσή του τόσο στην αντιπαράθεση όσο και στην δημόσια υπεράσπιση της θέσης
του, έχει φθάσει σε ένα σπουδαίο διάλογο με συνηγόρους του μεταμοντερνισμού, όπως τους Ζαν-
Φρανσουά Λυοτάρ (Jean-François Lyotard) και Ρίτσαρντ Ρόρτυ (Richard Rorty). 2
Η κριτική θεωρία του Χάμπερμας έχει ως πρότυπά της τον μαρξισμό και την ψυχανάλυση. Τις
αντιλαμβάνεται ως σύνθεση της επιστημονικής εξήγησης (scientific explanation) με την ερμηνευτική
θεωρία (hermeneutic interpretation). Αυτό αποδίδεται γλαφυρά με τον τρόπο που η ψυχανάλυση
χειρίζεται τις νευρώσεις. Οι νευρώσεις, όπως τα συμπτώματα της υστερίας ή ακόμα και της parapraxis
(φροϋδικές παραδρομές slips), έρχονται αντιμέτωπες με τους ασθενείς ως αιτιακές (άρα φυσικές)
δυνάμεις που διαταράσσουν την αυτόνομη συμπεριφορά τους (ενν. των νευρώσεων). Η ψυχανάλυση
ξεπερνά αυτή την αιτιακή δύναμη αποκαλύπτοντας το νόημα της νευρώσεως (συσχετίζοντάς το με μια
αρχική τραυματική εμπειρία του παρελθόντος), και αποκαθιστώντας τη μνήμη που διατηρεί ο ασθενής

1
Στο πλαίσιο έκθεσης της θεωρίας του ο Χάμπερμας έχει ασχοληθεί με θεωρητικές και φιλοσοφικές πτυχές αναφορικά με τις
μεθόδους και το εύρος των κοινωνικών, ιστορικών και φιλοσοφικών και φυσικών επιστημών. Έχει γράψει για τη φύση της
ανθρώπινης δράσης και της ανθρώπινης υποκειμενικότητας, για τη φιλοσοφία της γλώσσας και για την ηθική φιλοσοφία. Αυτή
η θεωρητικοποίηση θεμελιώνεται σε μια εντυπωσιακή γνώση των βασικών παραδόσεων της κοινωνικής θεωρίας και
κοινωνιολογίας, καθώς επίσης και της γερμανικής και αγγλοσαξονικής φιλοσοφίας. Οι βασικοί στόχοι του περιλαμβάνουν την
επίδραση της τεχνολογίας και της γραφειοκρατικής διαχείρισης της σύγχρονης κοινωνίας, αλλά και τη σύγχρονη κατάσταση του
δημοκρατικού πολιτεύματος και του νόμου. Το έργο του εξαρχής χαρακτηριστεί από ένα πιεστικό ενδιαφέρον για τα πολιτικά
προβλήματα του καιρού μας, και εμπλέκεται διαρκώς σε συγκεκριμένες πολιτικές αντιπαραθέσεις. Edgar Andrews, Univ. of
Cardiff, 2001, στο ίδιο.
2
Από τη δεκαετία του 1950 ο Χάμπερμας είχε αρχίσει να διατυπώνει τα θεμέλια της κατοπινής σκέψης του. Δημοσίευσε το
1953 μια κριτική στην Εισαγωγή στη Μεταφυσική του Χάιντεγκερ, στην οποία κατήγγειλε τις αντιδραστικές πολιτικές
επιπτώσεις στη φιλοσοφία του Χάιντεγκερ. Ο Χάμπερμας θεωρεί ζωτικής σημασίας την πολιτική ευθύνη του διανοούμενου και
εξακολουθεί να επιτίθεται στις «νεοσυντηρητικές» τάσεις στη φιλοσοφία και στην κοινωνική θεωρία (πρβλ. Der philosophische
Diskurs der Moderne, Frankfurt am Main: Suhrkamp Verlag, 1985 [Ο φιλοσοφικόςλόγος της νεοτερικότητας, μτφρ. Λ.
Αναγνώστου-Α. Καραστάθη, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 1993] και Die Neue Unübersichlichkeit, Frankfurt am Main: Suhrkamp Verlag,
1985). Το 1954, ένα δοκίμιο του με τίτλο «Η διαλεκτική του Ορθολογισμού» ξεκαθάρισε τον τρόπο με τον οποίο η διείσδυση της
εργαλειακής σκέψης στην οργάνωση της κοινωνικής ζωής (μέσω της διόγκωσης, λόγου χάρη, των τεχνοκρατικών
γραφειοκρατιών) υπονομεύει τη δημοκρατική ελευθερία των πολιτών. Στην πραγματικότητα, ο Χάμπερμας άρχιζε τότε να
προσεταιρίζεται το έργο των Αντόρνο και Χορκχάιμερ, προσαρμόζοντας στη δική του ορολογία τις διατυπώσεις της Διαλεκτικής
του Διαφωτισμού (Dialektik der Aufklärung, Άμστερνταμ 1947). Ο Χάμπερμας αναγνώριζε ότι οι βασικοί άξονες της σκέψης του
Διαφωτισμού δεν οδηγούσαν στην απελευθέρωση, για την οποία είχε αγωνιστεί τόσο κραυγαλέα, αλλά σε μεγαλύτερη
πολιτική καταπίεση, που αποκορυφώθηκε με το Ναζισμό και το Ολοκαύτωμα. Διερευνάται δηλαδή μια θετικιστική προσέγγιση
των φυσικών επιστημών, που προκρίνει αποτελεσματικά τις φυσικές επιστήμες ως το αποκλειστικό πρότυπο για κάθε γνώση,
με ελάχιστη ή ουδεμία σκέψη γύρω από το κατάλληλο εύρος και την αντίστοιχη εφαρμογή μιας τέτοιας επιστήμης. Η εφαρμογή
των μεθόδων, που διέπουν τις φυσικές επιστήμες, στα κοινωνικά φαινόμενα οδηγεί στην ανάπτυξη κυβερνητικών και
διοικητικών δομών που παραμένουν απαθείς στην πραγματική φύση της ανθρώπινης κοινωνικής διαντίδρασης, και οι οποίες
εν συνεχεία πολύ άνετα περιορίζουν τους ανθρώπινους παράγοντες σε απλά αντικείμενα προς διαχείριση και διεκπεραίωση.
Εντούτοις, όπως άλλωστε ισχύει για τους Αντόρνο και Χορκχάιμερ, μια κριτική ορισμένων αξόνων της ιστορικής εξέλιξης του
Διαφωτισμού δεν οδηγεί τον Χάμπερμας στην απόρριψη των ιδανικών που επαγγελόταν ο Διαφωτισμός. Ο Χάμπεραμς
εξακολουθεί να είναι αφοσιωμένος στο στόχο της πολιτικής απελευθέρωσης μέσω του αυτο-στοχασμού. Το πρόβλημα του
θετικισμού είναι αυτό που παρεμποδίζει αυτό τον αυτο-στοχασμό. Βλ. Edgar Andrew, όπ.παρ. και J. Habermas, 1993, «5. Η
διαπλοκή μύθου και διαφωτισμού: Horkheimer και Adorno» στο Ο φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας, Δώδεκα
Παραδόσεις, μτφρ. Λ. Αναγνώστου-Α. Καραστάθη, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, σελ. 139-168.
2
περί αυτής της έννοιας, επαναφέρει τον έλεγχο της δράσης στην αυτόνομη βούληση του ασθενούς. Ο
μαρξισμός εντοπίζει παρόμοιες διαδικασίες σε κοινωνικό επίπεδο ενώ οι κοινωνικές πρακτικές και οι
κοινωνικοί θεσμοί, που πρέπει να αναδυθούν μέσω της ενεργού συνεργασίας των ανθρώπων
υποκειμένων καταλήγουν να αντιμετωπίζουν αυτά τα ίδια υποκείμενα ως αντικειμενοποιημένη (ή
'reified') δεύτερη φύση.3 Η ανταλλαγή αγαθών στην αγορά είναι ένα παράδειγμα, που δίνει ο ίδιος ο
Μαρξ. Μια κοινωνική επιστήμη που απελευθερώνει, προσπαθεί κατά τον ίδιο τρόπο να αποτινάξει την
αιτιακή δύναμη που φαίνονται πως έχουν οι κοινωνικές δυνάμεις επί κοινωνικών των παραγόντων, και
συνεπώς να επαναφέρουν την κοινωνία υπό τον έλεγχο των μελών της.
Στη δεκαετία του 1970 μεγάλωνε η δυσαρέσκεια του ο Χάμπερμας ως προς την ανάλυση που είχε
κάνει στο Erkenntnis und Interesse (1968, Knowledge and Human Interests) και μετατόπισε την εστία του
ενδιαφέροντός του στη της ανθρώπινης διαντίδρασης και επικοινωνίας. Αυτό τον οδήγησε σε μια
μελέτη που αρχικά είχε χαρακτηρίσει με τον όρο συμπαντική πραγματική. Το μείζον έργο του
Χάμπερμας είναι η θεωρία της επικοινωνιακής δράσης, στο οποίο αναπτύσσει τη συμπαντική
πραγματική μέσα από μια μεγαλειώδη σύνθεση των μειζόνων παραδόσεων κοινωνικής θεωρίας. Ο
επικοινωνιακός ορθολογισμός, η διαδικασία της επίλυσης προβλημάτων και άρσης των συγκρούσεων
δια της ανοικτής συζήτησης, αποτελεί την ώριμη απόκριση του Χάμπερμας στο αδιέξοδο που εντόπισε
στο έργο των Αντόρνο και Χορκχάιμερ. Ο επικοινωνιακός ορθολογισμός προσφέρει μια εναλλακτική
επιλογή για τον εργαλειακό ορθολογισμό και μια βάση για την κατανόηση της κοινωνικής διαντίδρασης
και να αποκαλύψουμε τις παραμορφώσεις που προκύπτουν από την υπερβολική έκθεσή μας στον
εργαλειακό Λόγο. Για τον Χάμπερμας αυτό ανανεώνει την δυνατότητα πολιτικής παρέμβασης στην
κοινωνία. Ωστόσο, όπως ο Χάμπερμας είχε ήδη υπαινιχθεί στην Öffentlichkeit, ο επικοινωνιακός
ορθολογισμός διατρέχει κίνδυνο στη σύγχρονη κοινωνία. Για την ανάλυση αυτού του κινδύνου ο
Χάμπερμας προβαίνει στην διάκριση ανάμεσα στη ζωή-κόσμος (Lebenswelt) και στο σύστημα ως δύο
συμπληρωματικές εκτιμήσεις της κοινωνικής ύπαρξης. Η ζωή-κόσμος (όρος δανεισμένος από την
φαινομενολογία) είναι ένας κοινωνικός κόσμος καθώς δομείται και συντηρείται μέσα από δεδομένες
κοινωνικές δεξιότητες και αποθέματα γνώσης των μελών της. Η ζωή-κόσμος, επομένως, συντηρείται
μέσω της διυποκειμενικής αναγνώρισης ότι ο κόσμος διαθέτει μια σημασία. Άλλες ενέργειες των
ανθρώπων μπορούν να ανταποκριθούν, επειδή έχουν νόημα, δηλαδή αποτελούν τμήμα της
επικοινωνιακής διαδικασίας. Η ζωή-κόσμος φέρει τις παραδόσεις της κοινότητας και αποτελεί την πηγή
της ατομικής κοινωνικοποίησης. Αντιθέτως, το σύστημα αναφέρεται στην κοινωνία όταν αντιμετωπίζει
το άτομο ως μια φυσική δύναμη που στερείται σημασίας. Τα κοινωνικά συστήματα διέπονται από
εργαλειακό ορθολογισμό (όχι επικοινωνιακό ορθολογισμό) Οι κανόνες των κοινωνικών συστημάτων
προσδιορίζονται από την ανάγκη τους για αποτελεσματικότητα ως προς την υλοποίηση δεδομένων
στόχων. Για τον Χάμπερμας, τα σπουδαιότερα κοινωνικά συστήματα είναι εκείνα που κατανέμουν
εξουσία και χρήμα σε διάφορες περιοχές της κοινωνίας- σε κυβερνητικούς και εμπορικούς οργανισμούς
3
Περισσότερα για τη θεωρία της εξουσίας και την θεωρία της επικοινωνιακής δράσης βλ. Jürgen Habermas, (1983) 1993, «Κεφ.
11. Μια άλλη διέξοδος από τη φιλοσοφία του υποκειμένου: επικοινωνιακός εναντίον του υποκειμενοκεντρικού Λόγου», στο
ίδιο, σελ. 363-402.
3
διοίκησης και στην καπιταλιστική αγορά. Οι εργασίες τέτοιων συστημάτων εξακολουθούν να εξαρτώνται
από τις κοινωνικές δεξιότητες των ατομικών παραγόντων (που προέρχονται από τη ζωή-κόσμος), και η
σχέση ανάμεσα στη ζωή-κόσμος και στο σύστημα μπορεί να αποβεί ευεργετική. Ο ορθολογισμός του
τρόπου σκέψης των συστημάτων μπορεί να αξιοποιηθεί για να αμφισβητήσει και να αναθεωρήσει τις
δεδομένες πρακτικές της ζωής κόσμος (και πράγματι, η διαφορά ανάμεσα σε μια μοντέρνα κοινωνία και
σε μια παραδοσιακή έγκειται στο ότι αυτή η ορθολογική αντανάκλαση αποτελεί μέρος της σύγχρονης
ζωής). Άρα, η συστηματική αμφισβήτηση της ζωής-κόσμος μπορεί να εννοηθεί με όρους της άσκησης
των στόχων του Διαφωτισμού περί αυτό-στοχασμού, συμβάλλοντας στη συνειδητοποίηση εκείνου που
ήταν απλώς υπονοούμενο. Ωστόσο, το σύστημα μπορεί επίσης να «αποικίσει» τη ζωή-κόσμος. Στην
αποικιοποίηση οι κανόνες του συστήματος μεταθέτουν τον επικοινωνιακό ορθολογισμό έτσι ώστε οι
κοινωνικοί παράγοντες να αδυνατούν πλέον να αμφισβητούν (ή έστω να κατανοούν) τους κανόνες που
διέπουν τις πράξεις τους. Το μοντέλο της ψυχανάλυσης εξακολουθεί να μας βοηθά στην κατανόηση
αυτού του πράγματος Με την αποικιοποίηση της ζωής- κόσμος, ό,τι θα έπρεπε να συνιστά ενέργεια με
νόημα, υπό τον αυτόνομο έλεγχο των αρμόδιων κοινωνικών παραγόντων, αποκολλάται, θυμίζοντας
πλέον νευρωτική συμπεριφορά.
Η υποκειμενική δράση, κατά συνέπεια, καταλήγει να φαίνεται αντικειμενική και αιτιακά περιοριστική.
Επομένως, η θεωρία της επικοινωνιακής δράσης του Χάμπερμας διατηρεί την απελευθερωτική
κεκτημένη ταχύτητα της πρώιμης κριτικής θεωρίας.Στο πιο πρόσφατο έργο του ο Χάμπερμας εφάρμοσε
τη θεωρία της επικοινωνιακής δράσης σε μια μείζονος σημασίας μελέτη του νόμου (Faktizität und
Geltung, 1992).4 Για να ξεπεράσει το χάσμα ανάμεσα στις νόρμες και στα γεγονότα ο Χάμπερμας
επικαλείται ως μέσον το νόμο, που νομιμοποιεί την πολιτική τάξη και συγκροτεί το σύστημα με την
συνεκτική δύναμή του. Η νόμιμη νομοθεσία καθεαυτήν δημιουργείται μέσα από μια διαδικασία
σχηματισμού κοινής γνώμης και βούλησης που παραγάγει μιαν επικοινωνιακή δύναμη. Αυτή η
επικοινωνιακή δύναμη με τη σειρά της επηρεάζει τη διαδικασία της κοινωνικής διαμόρφωσης θεσμών. 5
Εγείρει το ζήτημα του με ποιον τρόπο οι νόμοι μπορούν να έχουν νομιμότητα. Μια προσφυγή στην
τυπική συνέπεια του νομικού συστήματος απορρίπτεται προς όφελος της θεμελίωσης του νόμου στον
επικοινωνιακό ορθολογισμό. Ο νόμος, έτσι, έχει ουσία μόνον εάν αναδύεται από μια ζωτική δημόσια
σφαίρα, η οποία διαφυλάσσει την μη φανατική φύση των κρίσεων διευκολύνοντας την δυνατότητα
έκφρασης όλων των συμφερόντων στη θεμελίωση και στη ερμηνεία της. Ο Χάμπερμας λοιπόν
υπογραμμίζει ότι ο επικοινωνιακός ορθολογισμός στέκεται με σε μια ένταση ανάμεσα στα γεγονότα και
στα ιδανικά (και επομένως απηχεί την θέση της κριτικής θεωρίας ανάμεσα στη φυσική και ερμηνευτική
επιστήμη, όπως την πραγματεύεται στο Γνώση και Ανθρώπινα Συμφέροντα.6 Στην ειλικρινή επικοινωνία,
ένας ομιλητής ή μια ομιλήτρια δεσμεύεται στα ιδανικά της μη-αναγκαστικής (και επομένως
ορθολογικής) συμφωνίας, και εντούτοις δεν συμβαίνει κάποια επικοινωνία ανεξάρτητα από τις

4
Στα αγγλικά J. Habermas, Between Facts and Norms, μτφρ. William Rehg, Massachusetts, MIT Press, 21998.
5
Abdollah Payrow Shabani, University of Ottawa, χ.χ., Habermas’ Between Facts and Norms:
Legitimizing Power?στο www ΠΑΙΔΕΙΑ @ http://www.bu.edu/wcp/Papers/Poli/PoliShab.htm
6
Jürgen Habermas, 1968 (1971), Knowledge and Human Interests, Boston: Beacon Press
4
πραγματικές πιέσεις και τα αληθινά προβλήματα της κοινωνικής ζωής (της ζωής-κόσμος δηλαδή).
Επίσης, η συμφωνία είναι δεσμευτική από τη στιγμή που επιτυγχάνεται. Ο Χάμπερμας, λοιπόν, διερευνά
την ένταση που έχει ένα νομιμοποιημένο νομικό σύστημα στο να θεμελιωθεί αμέσως στο ιδανικό της μη
αναγκαστικής επικοινωνίας και, παρόλα αυτά να διαθέτει έναν δεσμευτικό εξαναγκασμό στα
υποκείμενα που διέπει. Αυτό τον οδήγησε ώστε να διατυπώσει εκ νέου βασικά προβλήματα πολιτικής
φιλοσοφίας, και να αναζητήσει εναλλακτικές τόσο στις φιλελεύθερες όσο και στις κοινοτικές
(communitarian) ή αστικές ουμανιστικές φιλοσοφίες.

You might also like