Professional Documents
Culture Documents
Οδυσσέας Γκιλής. ΑΚΑΔΗΜΙΑ. ΛΥΚΕΙΟΝ. ΓΥΜΝΑΣΙΟΝ. Αποσπάσματα Από Αρχαία Κείμενα. 2020,
Οδυσσέας Γκιλής. ΑΚΑΔΗΜΙΑ. ΛΥΚΕΙΟΝ. ΓΥΜΝΑΣΙΟΝ. Αποσπάσματα Από Αρχαία Κείμενα. 2020,
Οδυσσέας Γκιλής
Επιμέλεια
ΑΚΑΔΗΜΙΑ
ΛΥΚΕΙΟΝ
ΓΥΜΝΑΣΙΟΝ
ΠΟΙΚΙΛΗ ΣΤΟΑ
ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΝ
ΠΑΙΔΑΓΩΓΕΙΟΝ
ΔΙΔΑΣΚΑΛΕΙΟΝ
ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟΝ
ΣΧΟΛΗ
Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα
Θεσσαλονίκη 2020
2
3
Περιεχόμενα
ΑΚΑΔΗΜΙΑ............................................................................................................................8
Λεξικόν Δημητράκου. Τόμος Α. Σελ. 135..................................................................................8
Oxford Englsh Dictionary Academian Obs................................................................................9
Χρονολογική κατάταξη αποσπασμάτων.................................................................................12
Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα.........................................................................................23
Λύκειον τὸ Γυμνάσιον..........................................................................................................433
Oxford English dictionary......................................................................................................433
lyceum..................................................................................................................................433
Λεξικόν Δημητράκου τόμος Θ΄.σελ. 4395-6.........................................................................433
Το αρχαίο Λύκειο που δίδαξε ο Αριστοτέλης. 13-1-2018.....................................................434
Χρονολογική κατάταξη αποσπασμάτων...............................................................................436
Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα.....................................................................................447
ΓΥΜΝΑΣΙΟΝ......................................................................................................................547
Oxford English dictionary gymnasium..................................................................................547
Λεξικόν Δημητρακοτ τόμος Δ΄. Σελ. 17123...........................................................................548
Χρονολογική κατάταξη αποσπασμάτων...............................................................................549
Αποσπάσματα από αρχαία κείμενα.....................................................................................563
ΠΟΙΚΙΛΗ ΣΤΟΑ....................................................................................................................1235
ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΝ................................................................................................................1248
Λεξικόν Δημητράκου, τόμος ΙΕ¨. Σελ. 7706........................................................................1248
Διδασκαλείον.....................................................................................................................1361
Λεξικόν Δημητράκου τόμος Δ΄.σελ. 1981- 1982.................................................................1361
ΠΑΙΔΑΓΩΓΕΙΟΝ....................................................................................................................1793
ΣΧΟΛΗ, ενδεικτικά..............................................................................................................1800
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΝ.......................................................................................................................1804
Βικιπαίδεια. Η Ακαδημία ιδρύθηκε στην Αθήνα γύρω στο 387 π.Χ. από
τον Πλάτωνα, μετά το πρώτο ταξίδι του (398-390 π.Χ.) στη Σικελία.
Βρισκόταν σε ένα άλσος της Ακαδήμειας, προαστίου των Αθηνών
αφιερωμένου στον Αθηναίο ήρωα Ακάδημο, από το όνομα του οποίου
και προήλθε η ονομασία της. Ο χώρος θεωρείτο ιερός, επειδή κατά τον
μύθο ο Θησέας είχε κρύψει εκεί την Ελένη[1] και από σεβασμό για την
μακρά παράδοση και την ταύτισή του με τους Διόσκουρους, οι
Σπαρτιάτες δεν τον κατέστρεψαν όταν εισέβαλαν το 413 π.Χ.[2] στην
Αττική.
Γενικά
Η Ακαδημία συνέχισε να λειτουργεί σε όλη την ελληνιστική περίοδο,
για να διακοπεί η λειτουργία της για τέσσερα χρόνια κατά τον Πρώτο
Μιθριδατικό Πόλεμο και την φυγή του Φίλωνα της Λάρισας το 88 π.Χ.
στη Ρώμη. Έκλεισε οριστικά το 529, μετά από σχεδόν 10 αιώνες
συνεχούς παρουσίας, καταργούμενη από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα
Ιουστινιανό.
Ιστορία της Ακαδημίας
Το Γυμνάσιο
Ο Διογένης Λαέρτιος διαιρεί την ιστορία της Ακαδημίας σε τρεις
περιόδους: την Παλιά, τη Μέση, επικεφαλής της οποίας ορίζει τον
Αρκεσίλαο και τη Νέα, με πρώτο τον Λακύδη.
Από την ίδρυσή της και μέχρι τις αρχές του πρώτου αιώνα π.Χ. η
Ακαδημία λειτουργούσε χωρίς προβλήματα, ωστόσο όταν άρχισε το 88
π.Χ. ο Πρώτος Μιθριδατικός Πόλεμος, ο Φίλων ο Λαρισαίος
εγκατέλειψε την Αθήνα και κατέφυγε στη Ρώμη, όπου φαίνεται να
παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του. Το 86 π.Χ. ο Λεύκιος Κορνήλιος
Σύλλας πολιόρκησε την Αθήνα, προκαλώντας μεγάλη καταστροφή. [3]
Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας «έβαλε τα χέρια του πάνω στα ιερά
άλση και λεηλάτησε την Ακαδημία που ήταν τοποθετημένη στα πιο
δασώδη προάστια της πόλης, καθώς και το Λύκειο».
Η καταστροφή της Ακαδημίας φαίνεται να ήταν τόσο σοβαρή, ώστε η
ανακατασκευή και επαναλειτουργία της ήταν σχεδόν αδύνατη. Όταν ο
Αντίοχος ο Ασκαλωνίτης επέστρεψε στην Αθήνα από την Αλεξάνδρεια
το 84 π.Χ., άρχισε πάλι τη λειτουργία της, όχι όμως στην Ακαδημία
αλλά στο Λύκειο. Ο Κικέρων, που υπήρξε και μαθητής του Φίλωνα,
περιγράφει μια επίσκεψη στο χώρο της Ακαδημίας ένα απόγευμα, που
ήταν «ήσυχη και έρημη εκείνη την ώρα της ημέρας».[4]
5
ΑΚΑΔΗΜΙΑ
1677 Gale Crt. of Gentiles II. iii. 132 From the Philosophers Scholes,
specially from Plato’s Academie. 1751 Chambers Cycl. s.v. The
ancient Academy doubted of everything, and went so far as to make it a
doubt, whether or no they ought to doubt. 1871 Farrar Witness of Hist.
iii. 100 Without eloquence she silenced the subtle dialectics of the
Academy.
3. a.3.a A place where the arts and sciences are taught; an institution for
the study of higher learning; in the general sense including a university,
but in popular usage restricted to an educational institution claiming to
hold a rank between a university or college and a school. In England the
word has been abused, and is now in discredit in this sense. Since the
18th cent. (chiefly Sc.), an institution of higher secondary education;
more recently in Scotland, applied to many state secondary schools.
1549 Compl. of Scotl. (1872) 13 Thir tua princis be chance entrit in the
achademya, to heir ane lesson of philosophie. c 1588 Greene Friar
Bacon ii. 37 Joying that our Academy yields A man suppos'd the wonder
of the world. 1758 Johnson Idler No. 33 27 The fashionable Academies
of our metropolis. 1785 in A. Warder Burgh Laws Dundee (1872) 196
The Dean reported to the assessors that the Town Council proposed to
institute an Academy in the town. 1838 Dickens Nich. Nick. iii. 20 At
Mr. Wackford Squeers's Academy, Dotheboys Hall, at the delightful
village of Dotheboys, near Greta Bridge in Yorkshire. 1849 Macaulay
Hist. Eng. I. 532 He had been master of an Academy which the
Dissenters had set up at Islington. 1868 Rep. Schools Inquiry Comm.
VI. 38 All these four schools have been converted from ancient grammar
schools into ‘Academies’. This is a term which has apparently a peculiar
force in Scotland, and seems frequently to imply that at some period a
proprietary element has been added to the ancient burgh institution.
1876 Grant Burgh Schools Scotl. ii. ii. 115 The oldest Academy in
Scotland is that of Perth. 1960 3rd Statistical Acct. Scotl.
(Aberdeenshire) 482 The status and designation of ‘Academy’ was
granted to Ellon Secondary School, and that of ‘Rector’ to the
headmaster, only a few years ago. 1980 Logophile III. iii. 18/1
Although there are Rectors of some episcopal churches in Scotland, a
Rector is normally the (non-clergyman) headmaster of an Academy
11
1734 tr. Rollin's Anc. Hist. IV. x. 411 They called the places‥
Gymnasia, which answers very near to our Academies. 1751 Chambers
Cycl. s.v., Academy is particularly understood of a riding-school. 1882
Daily News 5 May 2/1 The Professor of Chemistry and Physics at the
Royal Military Academy at Woolwich‥The Officer who was placed in
charge of the Academy.
1691 Ray Creation (1704) ii. 390 Several Creatures dissected by the
Royal Academy of Sciences at Paris. 1769 Sir J. Reynolds Disc. at
Opening of Royal Academy An Academy, in which the polite Arts may
be regularly cultivated, is at last opened among us by Royal Munificence.
1858 Max Müller Chips (1880) III. i. 34 After the model of the literary
Academies in Italy, Academies were founded at the small courts of
Germany. 1873 Black Pr. of Thule (1875) xii. 190 We were at the
Academy all the morning, and mamma is not a bit tired.
1941 Schulberg What makes Sammy Run? x. 190, I know we're going
to knock them for a row of Academy Awards. 1950 Amer. Speech
XXV. 3 Johnny Belinda, an Academy award motion picture of 1948.
ΜΕΝΕΔΗΜΟΣ
ἄλλα ἔφη καὶ δὴ καί, “φιλόσοφος μέντοι οὗτος, ἀνὴρ δὲ καὶ τῶν
ὄντων καὶ τῶν γενησομένων κάκιστος.”
Ἐτελεύτα δὲ κατὰ τὸν Ἡρακλείδην τέταρτον καὶ ἑβδομηκοστὸν
ἔτος βιούς. καὶ εἰς αὐτὸν ἡμῶν ἐστιν οὕτως ἔχον (App. Anth.
V. 40)·
ἔκλυον, Μενέδημε, τεὸν μόρον, ὡς ἑκὼν ἀπέσβης
ἐν ἡμέρῃσιν ἑπτὰ μηδὲν ἐσθίων.
κᾆτ' ἔργον ἔρεξας Ἐρετρικόν, ἀλλ' ὅμως ἄνανδρον·
ἀψυχίη γὰρ ἡγεμὼν ἔπειγέ σε.
Καὶ οὗτοι μὲν οἱ Σωκρατικοὶ καὶ οἱ ἀπ' αὐτῶν, μετιτέον δὲ
ἐπὶ Πλάτωνα τὸν τῆς Ἀκαδημείας κατάρξαντα, καὶ τοὺς ἀπ'
αὐτοῦ, ὁπόσοι γεγόνασιν ἐλλόγιμοι.
ΠΛΑΤΩΝ
ΣΠΕΥΣΙΠΠΟΣ
ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ
ΠΟΛΕΜΩΝ
ΑΡΚΕΣΙΛΑΟΣ
ΛΑΚΥΔΗΣ
ἐφωράθη.
Ὁ γοῦν Λακύδης ἐσχόλαζεν ἐν Ἀκαδημείᾳ ἐν τῷ
ΚΛΕΙΤΟΜΑΧΟΣ
τῇ ἰδίᾳ φωνῇ κατὰ τὴν πατρίδα ἐφιλοσόφει. ἐλθὼν δ' εἰς Ἀθή-
νας ἤδη τετταράκοντ' ἔτη γεγονὼς ἤκουσε Καρνεάδου· κἀκεῖνος
ἀποδεξάμενος αὐτοῦ τὸ φιλόπονον γράμματά τ' ἐποίησε μαθεῖν
καὶ συνήσκει τὸν ἄνδρα. ὁ δὲ ἐς τοσοῦτον ἤλασεν ἐπιμελείας,
ὥστε ὑπὲρ τὰ τετρακόσια βιβλία συνέγραψε. καὶ διεδέξατο
τὸν Καρνεάδην καὶ τὰ αὐτοῦ μάλιστα διὰ τῶν συγγραμμάτων
ἐφώτισεν. ἀνὴρ ἐν ταῖς τρισὶν αἱρέσεσι διατρίψας, ἔν τε τῇ
Ἀκαδημαϊκῇ καὶ περιπατητικῇ καὶ Στωικῇ.
Καθόλου δὲ τοὺς Ἀκαδημαϊκοὺς ὁ Τίμων οὕτω διασύρει
(Diels 35)·
οὐδ' Ἀκαδημαϊκῶν πλατυρημοσύνης ἀναλίστου.
Ἡμεῖς δὲ τοὺς Ἀκαδημαϊκοὺς τοὺς ἀπὸ Πλάτωνος διελη-
λυθότες ἔλθωμεν ἐπὶ τοὺς ἀπὸ Πλάτωνος περιπατητικούς, ὧν
ἦρξεν Ἀριστοτέλης.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
40
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
πων, τρία καὶ ἑβδομήκοντα βιώσαντ' ἔτη, κατὰ τὴν τρίτην καὶ
τετταρακοστὴν καὶ ἑκατοστὴν Ὀλυμπιάδα, καθά φησιν Ἀπολ-
λόδωρος ἐν Χρονικοῖς (FGrH 244 F 46). καὶ ἔστιν ἡμῶν εἰς
αὐτόν (A. Pal. VII. 706)·
ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ
καὶ τὴν ἑαυτοῦ φυγών, ἧκεν εἰς Μεγάλην πόλιν οὐχ ἥκιστα
διὰ Φιλοποίμενος πατέρα Κραῦγιν, ἄνδρα πάντων ἕνεκα
λαμπρόν, ἰδίᾳ δὲ πρὸς ἐκεῖνον οἰκείως ἔχοντα. ζῶντος
μὲν οὖν αὐτοῦ πάντων ἐτύγχανε, τελευτήσαντος δὲ τὴν
ἀμοιβὴν τῆς φιλοξενίας ἀποδιδούς, ἔθρεψεν αὐτοῦ τὸν υἱὸν
ὀρφανὸν ὄντα, καθάπερ φησὶν Ὅμηρος (Il. 9, 442 sq.
478 sqq.) ὑπὸ τοῦ Φοίνικος τὸν Ἀχιλλέα τραφῆναι, γενναίαν
τινὰ καὶ βασιλικὴν τοῦ ἤθους εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς πλάσιν καὶ
αὔξησιν λαμβάνοντος. ἤδη δὲ τοῦ Φιλοποίμενος ἀντίπαιδος
ὄντος Ἔκδηλος καὶ Δημοφάνης οἱ Μεγαλοπολῖται διεδέ-
ξαντο τὴν ἐπιμέλειαν, Ἀρκεσιλάῳ συνήθεις ἐν Ἀκαδημείᾳ
γεγονότες, καὶ φιλοσοφίαν μάλιστα τῶν καθ' ἑαυτοὺς ἐπὶ
πολιτείαν καὶ πράξεις προαγαγόντες. οὗτοι καὶ τὴν ἑαυ-
τῶν πατρίδα τυραννίδος ἀπήλλαξαν, τοὺς ἀποκτενοῦντας
Ἀριστόδημον κρύφα παρασκευάσαντες, καὶ Νικοκλέα τὸν
48
ἦν μὲν γὰρ ἤδη μεγάλη δόξα τοῦ Φωκίωνος· ἐπεὶ δὲ καὶ Λέων, ἀνὴρ
Βυζαντίων πρῶτος ἀρετῇ καὶ τῷ Φωκίωνι γεγονὼς ἐν Ἀκαδημείᾳ συν-
ήθης, ἀνεδέξατο τὴν πίστιν ὑπὲρ αὐτοῦ πρὸς τὴν πόλιν, οὐκ εἴασαν ἔξω
στρατοπεδεῦσαι βουλόμενον, ἀλλ' ἀνοίξαντες τὰς πύλας ἐδέξαντο καὶ
κατέμειξαν ἑαυτοῖς τοὺς Ἀθηναίους, οὐ μόνον ἀνεγκλήτους ταῖς διαίταις
καὶ σώφρονας, ἀλλὰ καὶ προθυμοτάτους ἐν τοῖς ἀγῶσι διὰ τὴν πίστιν
γενομένους. οὕτω μὲν ὁ Φίλιππος ἐξέπεσε τοῦ Ἑλλησπόντου τότε καὶ
κατεφρονήθη, δοκῶν ἄμαχός τις εἶναι καὶ ἀνανταγώνιστος, ὁ δὲ Φωκίων
καὶ ναῦς τινας εἷλεν αὐτοῦ, καὶ φρουρουμένας πόλεις ἀνέλαβε, καὶ
πολλαχόθι τῆς χώρας ἀποβάσεις ποιούμενος ἐπόρθει καὶ κατέτρεχε,
μέχρι οὗ τραύματα λαβὼν ὑπὸ τῶν προσβοηθούντων ἀπέπλευσε.
Τῶν δὲ Μεγαρέων ἐπικαλουμένων κρύφα, φοβούμενος ὁ Φωκίων
Οὐκέτ' οὖν καθ' ἕνα καὶ λαθραίως, ἀλλὰ πάντες ἀναφανδὸν ἐλοι-
δόρουν τὸν Δίωνα, λέγοντες ὡς οὐ λέληθε κατεπᾴδων καὶ
καταφαρμάσσων
τῷ Πλάτωνος λόγῳ Διονύσιον, ὅπως ἀφέντος ἑκουσίως αὐτοῦ καὶ προ-
εμένου τὴν ἀρχὴν ὑπολαβὼν εἰς τοὺς Ἀριστομάχης περιστήσῃ παῖδας,
ὧν θεῖός ἐστιν. ἔνιοι δὲ προσεποιοῦντο δυσχεραίνειν, εἰ πρότερον μὲν
Ἀθηναῖοι ναυτικαῖς καὶ πεζικαῖς δυνάμεσι μεγάλαις δεῦρο πλεύσαντες
ἀπώλοντο καὶ διεφθάρησαν πρότερον ἢ λαβεῖν Συρακούσας, νυνὶ δὲ δι'
ἑνὸς σοφιστοῦ καταλύσουσι τὴν Διονυσίου τυραννίδα, συμπείσαντες
αὐτὸν
ἐκ τῶν μυρίων δορυφόρων ἀποδράντα, καὶ καταλιπόντα τὰς τετρακοσίας
τριήρεις καὶ τοὺς μυρίους ἱππεῖς καὶ τοὺς πολλάκις τοσούτους ὁπλίτας,
ἐν Ἀκαδημείᾳ τὸ σιωπώμενον ἀγαθὸν ζητεῖν καὶ διὰ γεωμετρίας εὐδαί-
μονα γενέσθαι, τὴν ἐν ἀρχῇ καὶ χρήμασι καὶ τρυφαῖς εὐδαιμονίαν Δίωνι
καὶ τοῖς Δίωνος ἀδελφιδοῖς προέμενον.
Ἐκ τούτων ὑποψίας πρῶτον, εἶτα καὶ φανερωτέρας ὀργῆς καὶ διαφο-
ρᾶς γενομένης, ἐκομίσθη τις ἐπιστολὴ κρύφα πρὸς Διονύσιον, ἣν ἐγεγρά-
φει Δίων πρὸς τοὺς Καρχηδονίων ἐπιμελητάς, κελεύων ὅταν Διονυσίῳ
περὶ
τῆς εἰρήνης διαλέγωνται, μὴ χωρὶς αὐτοῦ ποιήσασθαι τὴν ἔντευξιν, ὡς
55
πρὸς αὐτόν, νῦν ἥκουσιν ἡττᾶσθαι τῆς ἀρετῆς ὁμολογοῦντες. ταῦτα τῶν
περὶ τὸν Ἡρακλείδην δεομένων, οἱ μὲν φίλοι παρεκελεύοντο τῷ Δίωνι μὴ
... ὁ Βροῦτος “ἀλλ' οὐκ ἐμοί γ'” εἶπε “πρὸς Πορκίαν ἔπεισι φάναι
τὰ τοῦ Ἕκτορος (Il. 6, 490 sq.)·
ἀλλ' εἰς οἶκον ἰοῦσα τὰ σαυτῆς ἔργα κόμιζε,
ἱστόν τ' ἠλακάτην τε καὶ ἀμφιπόλοισι κέλευε·
σώματος γὰρ ἀπολείπεται φύσει τῶν ἴσων ἀνδραγαθημάτων, γνώμῃ
δ' ὑπὲρ τῆς πατρίδος ὥσπερ ἡμεῖς ἀριστεύσει.” ταῦτα μὲν ὁ τῆς Πορκίας
υἱὸς ἱστόρηκε Βύβλος (HRR II 51).
Ἀναχθεὶς δ' ὁ Βροῦτος ἐκεῖθεν ἐπ' Ἀθηνῶν ἔπλει. δεξαμένου δὲ
τοῦ δήμου προθύμως αὐτὸν εὐφημίαις καὶ ψηφίσμασι, διῃτᾶτο μὲν παρὰ
ξένῳ τινί, Θεομνήστου δ' ἀκροώμενος τοῦ Ἀκαδημιακοῦ καὶ Κρατίππου
τοῦ Περιπατητικοῦ καὶ συμφιλοσοφῶν, ἐδόκει παντάπασιν ἀργεῖν καὶ
σχολάζειν. ἔπραττε δὲ τὰ πρὸς τὸν πόλεμον ἀνυπόπτως. καὶ γὰρ εἰς
Μακεδονίαν ἔπεμψεν Ἡρόστρατον, οἰκειούμενος τοὺς ἐπὶ τῶν ἐκεῖ
στρατο-
πέδων, καὶ τοὺς σχολάζοντας ἀπὸ Ῥώμης ἐν ἄστει νέους ἀνελάμβανε καὶ
συνεῖχεν. ὧν ἦν καὶ Κικέρωνος υἱός, ὃν ἐπαινεῖ διαφερόντως καί φησιν,
(cf. Cic. ad Brut. 9, 3 [2, 3] 6), εἴτ' ἐγρήγορεν εἴτ' ἐνυπνιάζεται, θαυμά-
ζειν οὕτω γενναῖον ὄντα καὶ μισοτύραννον. ἀρξάμενος δὲ τῶν
πραγμάτων
ἀναφανδὸν ἅπτεσθαι, καὶ πυθόμενος πλοῖα Ῥωμαϊκὰ μεστὰ χρημάτων ἐξ
Ἀσίας προσφέρεσθαι καὶ στρατηγὸν ἐπιπλεῖν Ἀπουλήιον, ἄνδρα χα-
ρίεντα καὶ γνώριμον, ἀπήντησεν αὐτῷ περὶ Κάρυστον. ἐντυχὼν δὲ καὶ
60
ΕΥΔΑΜΙΔΑΣ
ΕΥΔΑΜΙΔΑΣ Ο ΑΡΧΙΔΑΜΟΥ
65
ΠΑΝΘΟΙΔΑΣ
ὃ πέφυκεν.’
’ὡς ἀν' ἐχινόποδας καὶ ἀνὰ τρηχεῖαν ὄνωνιν
φύονται μαλακῶν ἄνθεα λευκοΐων.’
ὅσαι δ' ἄνευ σπουδῆς ἐπεισκωμάζουσιν τοῖς συμποσίοις
παιδιαί, ταύτας ἐπιμελῶς διακελεύσεται τοῖς συμπόταις
εὐλαβεῖσθαι, μὴ λάθωσιν ὕβριν ... καθάπερ ὑοσκύαμον
ἐμβαλόντες οἴνῳ τοῖς λεγομένοις προστάγμασιν ἐξυβρί-
ζουσιν, προστάττοντες ᾄδειν ψελλοῖς ἢ κτενίζεσθαι φα-
λακροῖς ἢ ἀσκωλιάζειν χωλοῖς. ὥσπερ Ἀγαπήστορι τῷ
Ἀκαδημαϊκῷ λεπτὸν ἔχοντι καὶ κατεφθινηκὸς τὸ σκέλος
ἐπηρεάζοντες οἱ ξυμπόται πάντας ἐκέλευσαν ἐπὶ τοῦ
δεξιοῦ ποδὸς ἑστῶτας ἐκπιεῖν τὸ ποτήριον ἢ ζημίαν κατα-
βαλεῖν· τοῦ δὲ προστάσσειν περιελθόντος εἰς αὐτόν, ἐκέ-
λευσε πάντας οὕτως πιεῖν, ὡς ἂν αὐτὸν ἴδωσιν· καὶ κερα-
μίου στενοῦ κομισθέντος εἰς τοῦτο τὸν ἀσθενῆ πόδα καθ-
εὶς ἐξέπιε τὸ ποτήριον, οἱ δ' ἄλλοι πάντες, ὡς ἐφαίνετο
72
ΒΙΒΛΙΟΝ ΕΚΤΟΝ
Χίου κεράμιον.
τοῦ γάρ τις ἄλλου πρὸς θεῶν ἂν οὕνεκα
εὔξαιτο πλουτεῖν εὐπορεῖν τε χρημάτων
ἢ τοῦ δύνασθαι παραβοηθεῖν τοῖς φίλοις
σπείρειν τε καρπὸν Χάριτος, ἡδίστης θεῶν;
τοῦ μὲν πιεῖν γὰρ καὶ φαγεῖν τὰς ἡδονὰς
ἔχομεν ὁμοίας· οὐδὲ τοῖς λαμπροῖσι γὰρ
δείπνοις τὸ πεινῆν παύεται,
Ἀντιφάνης φησίν (II 111 K).
ὅτι Ξενοκράτης ὁ Χαλκηδόνιος καὶ Σπεύσιππος
ὁ Ἀκαδημαικὸς καὶ Ἀριστοτέλης βασιλικοὺς νόμους
ἔγραψε.
ἀλλὰ μὴν καὶ ὁ Ἀκραγαντῖνος Τελλίας, φιλόξενος
ὢν καὶ πάντας πολυωρῶν, πεντακοσίοις ἱππεῦσιν ἐκ
Γέλας ποτὲ καταλύσασιν ὡς αὐτὸν χειμῶνος ὥρᾳ ἔδω-
κεν ἑκάστῳ χιτῶνα καὶ ἱμάτιον.
ὁ τρεχέδειπνος, φησί, σοφιστής.
Κλέαρχός φησι (FHG II 308) Χάρμον τὸν Συρα-
κούσιον εὐτρεπίσθαι στιχίδια καὶ παροιμίας εἰς ἕκα-
στον τῶν ἐν τοῖς δείπνοις παρατιθεμένων· εἰς μὲν τὸν
ἰχθύν·
85
τί Πλάτων
καὶ Σπεύσιππος καὶ Μενέδημος;
πρὸς τίσι νυνὶ διατρίβουσιν;
ποία φροντίς, ποῖος δὲ λόγος
διερευνᾶται παρὰ τούτοισιν;
τάδε μοι πινυτῶς, εἴ τι κατειδὼς
ἥκεις, λέξον, πρὸς Γᾶς .....
{Β.} ἀλλ' οἶδα λέγειν περὶ τῶνδε σαφῶς.
Παναθηναίοις γὰρ ἰδὼν ἀγέλην
μειρακίων . . . . . .
ἐν γυμνασίοις Ἀκαδημείας
ἤκουσα λόγων ἀφάτων, ἀτόπων.
περὶ γὰρ φύσεως ἀφοριζόμενοι
διεχώριζον ζῴων τε βίον
δένδρων τε φύσιν λαχάνων τε γένη.
κᾆτ' ἐν τούτοις τὴν κολοκύντην
ἐξήταζον τίνος ἐστὶ γένους.
{Α.} καὶ τί ποτ' ἄρ' ὡρίσαντο καὶ τίνος γένους
εἶναι τὸ φυτόν; δήλωσον, εἰ κάτοισθά τι.
{Β.} πρώτιστα μὲν οὖν πάντες ἄναυδοι
χρῆται, τῷ δ' ὄψῳ ὡς ἄρτῳ; ὅτι Ὁμῆρος ἀφορίζει ἐν τοῖς αὐτοῦ συμπο-
σίοις χρόνους, πρόσωπα, αἰτίας. τοῦτο δ' ὀρθῶς ἀπεμάξατο Ξενοφῶν καὶ
πλεῖστα καὶ ἡσθείς. ταῦτ' ἔχω ὅσσ' ἔμαθον καὶ ἐφρόντισα καὶ μετὰ
τούτων
ἔσθλ' ἔπαθον· τὰ δὲ λοιπὰ καὶ ἡδέα πάντα λέλειπται. Κλέαρχος δέ φησιν
Ἀρχεστράτου διδάσκαλον γενέσθαι Τερψίωνα, ὃν καὶ πρῶτον
γαστρολογίαν
γράψαντα διακελεύεσθαι τοῖς μαθηταῖς τίνων ἀφεκτέον. ὅτι Βακχίδας τὸν
σε δαίμων τῷ πεπρωμένῳ χρόνῳ· ἕξεις δ' ὅσ' ἂν φάγῃς τε καὶ πίῃς μόνα·
σποδοὶ τἄλλα, Περικλέης, Κόδροι, Κίμων. ὅτι παγκάλως ὁ Τίμων ἔφη·
πάντων πρωτίστα κακῶν ἐπιθυμί' ἐστί.
Μάχων ὁ κωμῳδιοποιός φησιν· ὁ κρουματοποιὸς Δωρίων εἰς Μύλων
ἐλθὼν
κατάλυσιν οὐδαμοῦ μισθωσίμην δυνάμενος εὑρεῖν ἐν τεμένει καθίσας, ὃ
πρὸ
τῶν πυλῶν ἦν κατὰ τύχην ἱδρυμένον, ἰδών τ' ἐπιθύοντα τὸν νεωκόρον,
πρὸς
τῆς Ἀθηνᾶς καὶ θεῶν, τίνος, φράσον, ἔστιν ὁ νεώς, βέλτιστε, φησίν, οὑ
πολλάκις
μέλιτι μόνῳ ἀρκεῖσθαι. τὰ παραπλήσια δ' ἱστορεῖται καὶ περὶ Ἀρι-
στείδου καὶ Ἐπαμεινώνδου καὶ Φωκίωνος καὶ Φορμίωνος τῶν
στρατηγῶν.
Μαίνιος δὲ Κουρίων ὁ Ῥωμαίων στρατηγὸς ἐπὶ γογγυλίσι διεβίω πάντα
τὸν χρόνον· καὶ Σαβίνων αὐτῷ πολὺ χρυσίον προσπεμπόντων οὐκ ἔφη
δεῖσθαι χρυσίου, ἕως ἂν τοιαῦτα δειπνῇ. τοῖς ὑπερβάλλουσι δαπάνη
πρόσεστι, ἡδονὴ δ' οὐδ' ἡτισοῦν, φησὶν Ἄλεξις. καὶ πάλιν· ὡς ἡδὺ πᾶν τὸ
μέτριον· οὔθ' ὑπεργέμων ἀπέρχομαι νῦν οὔτε κενός, ἀλλ' ἡδέως ἔχων
ἐμαυτοῦ. καὶ Μνησίθεος· δεῖ φεύγειν ἁπάντων τὰς ὑπερβολὰς ἀεί.
Πολέμων
δὲ ὁ Ἀκαδημαικὸς παρῄνει τοῖς ἐπὶ δεῖπνον πορευομένοις φροντίζειν
ὅπως
ἡδὺν πότον ποιῶνται μὴ μόνον εἰς τὸ παρόν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν αὔριον.
Τιμόθεος δ' ὁ Κόνωνος ἐκ τῶν πολυτελῶν καὶ στρατηγικῶν δείπνων
παρα-
ληφθεὶς ὑπὸ Πλάτωνος εἰς τὸ ἐν Ἀκαδημίᾳ συμπόσιον καὶ ἑστιαθεὶς
ἀφελῶς
καὶ μουσικῶς ἔφη ὡς οἱ παρὰ Πλάτωνι δειπνοῦντες καὶ τῇ ὑστεραίᾳ
καλῶς
γίνονται. καὶ Πλάτωνι δὲ τηνικαῦτα ἀπαντήσας, ὥς φησιν Ἡγήσανδρος,
εἶπεν· ὑμεῖς, ὦ Πλάτων, εὖ δειπνεῖτε μᾶλλον εἰς τὴν ὑστεραίαν ἢ τὴν
παροῦσαν ἡμέραν. Πύῤῥων δ' ὁ Ἠλεῖος τῶν γνωρίμων τινὸς αὐτὸν
ὑποδε-
ξαμένου πολυτελῶς, εἰς τὸ λοιπόν, εἶπεν, οὐχ ἥξω πρὸς σέ, ἂν οὕτως
ὑποδέχῃ, ἵνα μήτε ἐγὼ σὲ ἀηδῶς ὁρῶ καταδαπανώμενον οὐκ ἀναγκαίως
μήτε σὺ θλιβόμενος κακοπαθῇς. Ἀντίγονος δὲ τὴν τοῦ παρὰ Μενεδήμῳ
ἐπισχὼν
χρόνον ἐπέθετο τῇ πατρίδι δι' Ἀριδαίου. κριθεὶς δὲ καὶ ἁλοὺς καὶ
ἀδοξήσας
ἐν μὲν τῇ πόλει ἐπέμενε παλαιὸς καὶ γεγηρακώς, ἀτίμως δὲ διαζῶν.
τοιοῦτοι
δ' εἰσὶ καὶ νῦν τῶν Ἀκαδημαικῶν τινες, ἀνοσίως καὶ ἀδόξως βιοῦντες.
χρημάτων γὰρ ἐξ ἀσεβείας καὶ παρὰ φύσιν κυριεύσαντες διὰ γοητείαν
νῦν
εἰσιν περίβλεπτοι. καὶ Ξενοκράτης δὲ τῆς πατρίδος πικρῶς τυραννήσας
οὐ
μόνον τοὺς ἀρίστους τῶν πολιτῶν ἐξήλασεν, ἀλλὰ καὶ τοῖς τούτων
δούλοις
τὰ κτήματα τῶν δεσποτῶν χαρισάμενος καὶ τὰς ἐκείνων γυναῖκας συνῴ-
κισεν πρὸς γάμου κοινωνίαν, ταῦτ' ὠφεληθεὶς ἐκ τῆς καλῆς Πολιτείας καὶ
Ἡδονῆς καὶ τῆς Ἀρετῆς εἰσῆγεν. ὁ δ' Ἀρίστιππος ἐπὶ τῆς Λαίδος ἔλεγεν·
ἔχω καὶ οὐκ ἔχομαι. καὶ παρὰ Διονυσίῳ δὲ διηνέχθη τισὶ περὶ ἐκλογῆς
τριῶν γυναικῶν. καὶ μύροις ἐλούετο καὶ ἔφασκεν ὅτι ἐν βακχεύμασιν
οὖσα
ἥ γε σώφρων οὐ διαφθαρήσεται. τοῦτον κωμῳδῶν Ἄλεξις παράγει
οἰκέτην
μαθητοῦ αὐτοῦ λέγοντα ὡς ἄρα φοιτήσας σοφιστῇ εὐφυεῖ, μᾶλλον δὲ
πάντων πρωτεύοντι ἀκολασίᾳ τὴν τέχνην μὲν οὐ πάνυ ἐξέμαθε, τὴν δ' ἀρ-
τηρίαν συνήρπασεν. Ἀντιφάνης δὲ περὶ τῆς τῶν φιλοσόφων
τρυφερότητος
διαλεγόμενός φησιν· ὦ 'τάν, κατανοεῖς τίς ποτ' ἐστὶν οὑτοσὶν ὁ γέρων;
ἀπὸ τῆς μὲν ὄψεως Ἑλληνικός· λευκὴ χλανίς, φαιὸς χιτωνίσκος καλός,
πιλίδιον ἁπαλόν, εὔρυθμος βακτηρία, βαιὰ τράπεζα – τί μακρὰ δεῖ λέγειν;
ΥΠΕΡ ΑΚΑΔΗΜοΥ.
102
ΥΠΕΡ ΑΚΑΔΗΜΟΥ.
στική, καὶ ἀστρονομία καὶ γραμματικὴ καὶ νομική· πρόσθες δ' εἰ βούλει
ταύταις
πλαστικήν τε καὶ γραφικήν· εἰ γὰρ καὶ διὰ τῶν χειρῶν ἐνεργοῦσιν, ἀλλ'
οὐκ
ἰσχύος νεανικῆς δεῖται τὸ ἔργον αὐτῶν. ἐκ τούτων οὖν τινα τῶν τεχνῶν
ἀνα-
λαμβάνειν τε καὶ ἀσκεῖν χρὴ τὸν νέον, ὅτῳ μὴ παντάπασιν ἡ ψυχὴ
βοσκημα-
τώδης ἐστί, καὶ μᾶλλόν γε τὴν ἀρίστην ἐν ταύταις, ἥτις ὡς ἡμεῖς φαμεν
ἐστὶν ἰατρική. τοῦτο δ' αὐτὸ δεικτέον ἐφεξῆς. ...
δογμάτων διδασκάλους.]
Εἰ δ' οὐκ ἔγραψέ τις ‖ ὑπὲρ τῆς διαφορᾶς αὐτῶν
[οὔτ' ἐγύμνασεν], ὅμοιόν τι ποιεῖ τέκτονι κελεύοντι
τῷ μαθητῇ μετρῆσαί τε καὶ στῆσαι καὶ ἀποτεῖναι καὶ
κύκλον γράψαι χωρὶς τοῦ πῆχυν δοῦναι καὶ ζυγὸν καὶ
κανόνα καὶ καρκίνον.
[ἀλλ' ἴσως φησὶ μηδὲν εἶναι τοιοῦτον ἐν φιλοσοφίᾳ καὶ
δόγμασι. μὴ τοίνυν ἔτι προσποιοῦ γιγνώσκειν τι μηδ'
ἀποφάναι μηδ' ἀποδίδρασκε τὴν ὑπὸ τῶν πρεσβυτέρων
Ἀκαδημαϊκῶν εἰσαγομένην ἐποχήν, μηδὲ σεμνύνου γραμ-
ματικοῦ ποιῶν ἔργον, ἅπερ εἰρήκασιν οἱ πρόσθεν ἐκμεμε-
λετηκώς. ὅτι δ' αὐτῶν ὑγιές ἐστιν οὐδέν, εὔδηλον ἐννόῳ.
οὐδὲ γὰρ διδασκάλου τό γε τοιοῦτόν ἐστιν ἀλλ' ἀδολεσχία
τις ἢ λῆρος.]
Πόθεν οὖν ἐλπὶς ὑπολείπεται τῆς τῶν ἀληθῶν
εὑρέσεως; ᾧ γὰρ οὐδὲν ὑπάρχει κριτήριον ἀληθῶν καὶ
ψευδῶν, ἀνέλπιστος ἡ γνῶσις αὐτῶν.
[ἐγχείρησον δὲ διδάξαι μόνον σοφιστὰς μηδὲν ἡμῖν ὑπάρ-
χειν κριτήριον σύμφυτον, ὥστε γε μετὰ τοῦτο τολμηρῶς ...
...... ἡμῖν μέντοι ἴσως φᾶσιν, αἴσθησίν τε καὶ νόησιν
τὴν δ' αὐτὴν ἐπιστήμην ἔχει καὶ περὶ τῶν ἐφεξῆς τούτοις | διδασκο-
μένων σφαιρικῶν θεωρημάτων, ὥσπερ γε καὶ τῶν κατ' αὐτὰ ἀναλυο-
μένων ἁπάντων, ἔτι τε τῶν κωνικῶν καὶ τῶν γνωμονικῶν. ἐὰν οὖν
ἀμφιβάληται βραχὺ καὶ μὴ βεβαίαν ἐν αὐτοῖς ἔχῃ συγκατάθεσιν, ἣν
κατάληψιν ὀνομάζουσί τινες, ἁμάρτημα εἶναι τοῦτο συγχωρήσειεν ἄν τις
ὡς γεωμετρικοῦ δηλονότι τἀνθρώπου. τοῦ μέντοι κατὰ τὸν βίον ἁμαρ-
τάνοντος ἐν τοῖς περὶ ἀγαθῶν τε καὶ κακῶν γνώσεώς τε καὶ κτήσεως
111
γνῶναι κἀκ τοῦ κατὰ γνώμην ἕκαστον αὐτῶν ἀνατείνεσθαι παρὰ τοῖς
φοιτηταῖς ἅπαντάς τε διαβάλλειν τοὺς ἄλλους ὡς ἐσφαλμένους. ἐγὼ
δ' εἰ συνάγοιμ' αὐτοὺς εἰς ταὐτόν, οὐχ ὑπομένουσιν, | ἀλλὰ τὴν
αἰδῶ τινος καταπροτείνονται καὶ φάσκουσι μὴ δύνασθαι φθέγξασθαι
παρόντων ἀνθρώπων πλειόνων· καίτοι τινὲς αὐτῶν ἀκροατὰς ἔχουσιν
ἑκάστης ἡμέρας ὁ μὲν εἴκοσιν, ὁ δὲ τριάκοντα καί ποτε καὶ πλείονας,
οὐκ αἰσχυνόμενοι λέγειν ἐπ' αὐτοῖς. ἀλλ' ὅταν ἐγὼ μὲν τρεῖς ἢ τέτ-
ταρας ἀξιώσω παρεῖναι τῷ συλλόγῳ Πλατωνικοὺς καὶ τρεῖς ἢ έτταρας
Ἐπικουρείους ἴσους τε τὸν ἀριθμὸν ἄλλους Στωϊκούς τε καὶ
εριπατητικοὺς ἢ τρεῖς πρὸς τούτοις ἢ τέτταρας Ἀκαδημαϊκοὺς ἢ
Σκεπτικούς, ὡς γίνεσθαι πάντας ἐκ φιλοσοφίας ἀνθρώπους εἴκοσιν
ἄλλους τε πρὸς αὐτοῖς τοσούτους τῶν γεγυμνα-
σμένων μὲν ἐν μαθήμασι τὴν λογικὴν δύναμιν, ἀγνοούντων δὲ τοὺς
κατὰ φιλοσοφίαν λόγους, οὐδεὶς αὐτῶν ὑπομένει τηνικαῦτα τὸ τοιοῦ-
τον συνέδριον.
εἰ δέ γέ ποτ' ἀναγκασθέντες ὑπὸ τῶν ἐλευθέρων μὲν αἱρέσεως,
γεγυμνασμένων δὲ ἐν λόγοις ὑπομείνειαν ἀπαντῆσαι τοιούτοις
συνεδρίοις, φιλονεικούντων μὲν αὐτῶν ἐπὶ τούτοις, ἑλιττόντων
δὲ τοὺς αὐτοὺς λόγους πολλάκις μὲν ἧκεν ἐν τούτοις καὶ γεω-
μετρικός, | ἧκον δὲ καὶ τῶν ἰατρῶν ἔνιοι καὶ ἄλλοι τινὲς τῶν φιλο-
λόγων ἀνδρῶν καὶ πεπαιδευμένων ἐν τοῖς μαθήμασιν οὔτε δὴ τέ
πόθεν;
Ἐξ Ἀκαδημείας, ἦν δ' ἐγώ, πορεύομαι εὐθὺ Λυκείου.
Δεῦρο δή, ἦ δ' ὅς, εὐθὺ ἡμῶν. οὐ παραβάλλεις; ἄξιον
μέντοι.
Πλάτων. ., Lysis
Stephanus p.203, sec. b, line 2
διαλύσωμεν.
{ΣΩ.} Ἀλλὰ ποιήσω, ὦ Λυσίμαχε, ταῦτα, καὶ ἥξω παρὰ
σὲ αὔριον, ἐὰν θεὸς ἐθέλῃ.
Ἐπορευόμην μὲν ἐξ Ἀκαδημείας εὐθὺ Λυκείου τὴν ἔξω
τείχους ὑπ' αὐτὸ τὸ τεῖχος· ἐπειδὴ δ' ἐγενόμην κατὰ τὴν
πυλίδα ᾗ ἡ Πάνοπος κρήνη, ἐνταῦθα συνέτυχον Ἱπποθάλει τε
τῷ Ἱερωνύμου καὶ Κτησίππῳ τῷ Παιανιεῖ καὶ ἄλλοις μετὰ
τούτων νεανίσκοις ἁθρόοις συνεστῶσι. καί με προσιόντα ὁ
Ἱπποθάλης ἰδών, Ὦ Σώκρατες, ἔφη, ποῖ δὴ πορεύῃ καὶ
πόθεν;
Ἐξ Ἀκαδημείας, ἦν δ' ἐγώ, πορεύομαι εὐθὺ Λυκείου.
Δεῦρο δή, ἦ δ' ὅς, εὐθὺ ἡμῶν. οὐ παραβάλλεις; ἄξιον
μέντοι.
Ποῖ, ἔφην ἐγώ, λέγεις, καὶ παρὰ τίνας τοὺς ὑμᾶς;
Δεῦρο, ἔφη, δείξας μοι ἐν τῷ καταντικρὺ τοῦ τείχους περί-
βολόν τέ τινα καὶ θύραν ἀνεῳγμένην. διατρίβομεν δέ, ἦ δ'
ὅς, αὐτόθι ἡμεῖς τε αὐτοὶ καὶ ἄλλοι πάνυ πολλοὶ καὶ καλοί.
Ἔστιν δὲ δὴ τί τοῦτο, καὶ τίς ἡ διατριβή;
καὶ Διομήδη τὸν Θρᾷκα καὶ τοὺς περὶ Σκείρωνα καὶ Πιτυο-
κάμπτην. ὡς δὲ ταῦτα ἤκουσεν ὁ Ῥαδάμανθυς, ἐκτάσσει τοὺς
ἥρωας ἐπὶ τῆς ἠϊόνος· ἡγεῖτο δὲ Θησεύς τε καὶ Ἀχιλλεὺς καὶ Αἴας
ὁ Τελαμώνιος ἤδη σωφρονῶν· καὶ συμμίξαντες ἐμάχοντο, καὶ
ἐνίκησαν οἱ ἥρωες, Ἀχιλλέως τὰ πλεῖστα κατορθώσαντος. ἠρί-
στευσε δὲ καὶ Σωκράτης ἐπὶ τῷ δεξιῷ ταχθείς, πολὺ μᾶλλον ἢ
ὅτε ζῶν ἐπὶ Δηλίῳ ἐμάχετο. προσιόντων γὰρ τεττάρων πολε-
μίων οὐκ ἔφυγε καὶ τὸ πρόσωπον ἄτρεπτος ἦν· ἐφ' οἷς καὶ
ὕστερον ἐξῃρέθη αὐτῷ ἀριστεῖον, καλός τε καὶ μέγας παράδεισος
ἐν τῷ προαστείῳ, ἔνθα καὶ συγκαλῶν τοὺς ἑταίρους διελέγετο,
ΝεκρΑκαδημίαν τὸν τόπον προσαγορεύσας. συλλαβόντες οὖν τοὺς
νενικημένους καὶ δήσαντες ἀπέπεμψαν ἔτι μᾶλλον κολασθη-
σομένους. ἔγραψεν δὲ καὶ ταύτην τὴν μάχην Ὅμηρος καὶ ἀπιόντι
μοι ἔδωκεν τὰ βιβλία κομίζειν τοῖς παρ' ἡμῖν ἀνθρώποις· ἀλλ'
ὕστερον καὶ ταῦτα μετὰ τῶν ἄλλων ἀπωλέσαμεν. ἦν δὲ ἡ ἀρχὴ
τοῦ ποιήματος αὕτη,
διάσκεψιν.
“Γένος γάρ τι ἀνθρώπων ἐστὶν οὐ πρὸ πολλοῦ
τῷ βίῳ ἐπιπολάσαν ἀργὸν φιλόνεικον κενόδοξον
ὀξύχολον ὑπόλιχνον ὑπόμωρον τετυφωμένον
ὕβρεως ἀνάπλεων καὶ ἵνα καθ' Ὅμηρον εἴπω
’ἐτώσιον ἄχθος ἀρούρης.’ οὗτοι τοίνυν εἰς
συστήματα διαιρεθέντες καὶ διαφόρους λόγων
λαβυρίνθους ἐπινοήσαντες οἱ μὲν Στωϊκοὺς
ὠνομάκασιν ἑαυτούς, οἱ δὲ Ἀκαδημαϊκούς, οἱ δὲ
Ἐπικουρείους, οἱ δὲ Περιπατητικοὺς καὶ ἄλλα
πολλῷ γελοιότερα τούτων· ἔπειτα δὲ ὄνομα σεμνὸν
τὴν ἀρετὴν περιθέμενοι καὶ τὰς ὀφρῦς ἐπάραντες
καὶ τὰ μέτωπα ῥυτιδώσαντες καὶ τοὺς πώγωνας
ἐπισπασάμενοι περιέρχονται ἐπιπλάστῳ σχήματι
κατάπτυστα ἤθη περιστέλλοντες, ἐμφερεῖς μά-
λιστα τοῖς τραγικοῖς ἐκείνοις ὑποκριταῖς, ὧν ἢν
ἀφέλῃ τις τὰ προσωπεῖα καὶ τὴν χρυσόπαστον
ἐκείνην στολήν, τὸ καταλειπόμενόν ἐστι γελοῖον
ἀνθρώπιον ἑπτὰ δραχμῶν ἐς τὸν ἀγῶνα
{ΕΡΜΗΣ}
Ἡ Στοὰ κατὰ τῆς Ἡδονῆς ἀδικίας, ὅτι τὸν
ἐραστὴν αὐτῆς Διονύσιον ἀπεβουκόλησεν.
{ΔΙΚΗ}
Πέντε ἱκανοί.
{ΕΡΜΗΣ}
Περὶ Ἀριστίππου Τρυφὴ πρὸς Ἀρετήν.
Πολυκράτης, ὁ δὲ
τὸν Τριπολιτικὸν γράψας, οὐ γὰρ δὴ Θεόπομπός ἐστιν ὡς οἴονταί τινες,
καὶ τὴν
Θηβαίων πόλιν προσέλαβεν.
Photios Bibl. 37: ἀνεγνώσθη περὶ πολιτικῆς ὡς ἐν διαλόγῳ,
Μηνᾶν πατρίκιον καὶ Θωμᾶν ῥεφερενδάριον τὰ διαλεγόμενα εἰσάγων
πρόσωπα.
περιέχει δὲ ἡ πραγματεία λόγους ἕξ, ἐν οἷς καὶ ἕτερον εἶδος πολιτείας
παρὰ τὰ
τοῖς παλαιοῖς εἰρημένα εἰσάγει, ὃ καὶ καλεῖ Δικαιαρχικόν.
Αριστοτέλης Frag. . varia Category 1, treatise title 16, Frag. .n, line 5
ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ
Αριστοτέλης Frag. . varia Category 4, treatise title 26, Frag. .n, line 3
ΝΟΜΟΣ ΣΥΣΣΙΤΙΚΟΣ
Αριστοτέλης Frag. . varia Category 4, treatise title 26, Frag. .n, line 6
ΝΟΜΟΣ ΣΥΣΣΙΤΙΚΟΣ
Τέω τῆς Ἰωνίας καὶ Ἐρυθρῶν, ὡς Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ. καὶ λιμὴν ὁμώ-
νυμος καὶ νησίον ὁμώνυμον. Ἴνυκος πόλις Σικελίας. Ἄλυκος πόλις
Πελοποννήσου «εἰς Ἀσίνην Ἄλυκόν τε καὶ ἂμ πόλιν Ἑρμιονήων».
της ἀρσενικοῦ γίνεται ἡ δεσπότις διὰ τοῦ ι, οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ ἀΐτης
ἡ ἀῖτις ἀΐτιδος καὶ ἐντεῦθεν ἀΐτιας.
Ἀκαδήμεια Γυμνάσιον Ἀθήνησιν. κέκληται ἀπὸ Ἀκαδήμου. γρά-
φεται καὶ διὰ τοῦ ε Ἐκαδήμεια.
ἀκακαλλίς καὶ κακαλίς.
ἀκαλαρείτης τὸ ρει δίφθογγος. δεῖ γὰρ γινώσκειν, ὅτι πάντα
τὰ παρὰ τὸ ῥέειν διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφεται οἷον εὐρείτης, βαθυ-
ρείτης. οὕτως οὖν ἀκαλαρείτης. σημαίνει τὸ ἡσύχως ῥέον.
Ἀκαμάντιον πόλις τῆς μεγάλης Φρυγίας. τὸ ἐθνικὸν Ἀκαμάντιος
ὡς Βυζάντιος, τὸ δὲ κτητικὸν τοῦ Ἀκάμαντος διὰ τῆς ει διφθόγγου.
ἀκέραιος: αι· παρὰ τὸ κέρας.
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ
[ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ]
ΑΣΩΤΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ
ΘΗΤΕΥΟΝΤΕΣ
ΙΠΠΕΥΣ
ΙΠΠΕΥΣ.
ΙΠΠΙΣΚΟΣ.
ΑΝΤΑΙΟΣ
ΝΑΥΑΓΟΣ
ΝΑΥΑΓΟΣ.
τί Πλάτων
καὶ Σπεύσιππος καὶ Μενέδημος,
πρὸς τίσι νυνὶ διατρίβουσιν;
144
{Α.} Τί Πλάτων
καὶ Σπεύσιππος καὶ Μενέδημος,
πρὸς τίσι νυνὶ διατρίβουσιν;
ποία φροντίς, ποῖος δὲ λόγος
διερευνᾶται παρὰ τοῖσιν;
τάδε μοι πινυτῶς, εἴ τι κατειδώς
ἥκεις, λέξον, πρὸς γᾶς
{Β.} ἀλλ' οἶδα λέγειν περὶ τῶνδε σαφῶς·
Παναθηναίοις γὰρ ἰδὼν ἀγέλην
μειρακίων
ἐν γυμνασίοις Ἀκαδημίας
ἤκουσα λόγων ἀφάτων ἀτόπων·
περὶ γὰρ φύσεως ἀφοριζόμενοι
διεχώριζον ζῴων τε βίον
δένδρων τε φύσιν λαχάνων τε γένη.
κᾆτ' ἐν τούτοις τὴν κολοκύντην
ἐξήταζον τίνος ἐστὶ γένους.
{Α.} καὶ τί ποτ' ἄρ' ὡρίσαντο καὶ τίνος γένους
εἶναι τὸ φυτόν; δήλωσον, εἰ κάτοισθά τι.
{Β.} πρώτιστα μὲν οὖν πάντες ἀναυδεῖς
τότ' ἐπέστησαν, καὶ κύψαντες
145
ΑΣΤΡΑΤΕΥΤΟΙ Η ΑΝΔΡΟΓΥΝΑΙ
ΑΣΤΡΑΤΕΥΤΟΙ Η ΑΝΔΡΟΓΥΝΑΙ.
τοῦ προσπίπτοντος.
Οἱ ἄλλοι εἰδῶν ἢ σχημάτων ἑτε-
ροίωσιν ἐν πάσῃ τυπώσει, ἀπορροίαις
πάντα μᾶλλον ἢ εἰδώλοις.
Οἱ Στωικοὶ πᾶσαν αἴσθησιν εἶναι
συγκατάθεσιν καὶ κατάληψιν.
Οἱ Ἀκαδημαϊκοὶ μὴ εἶναι τὰς
αἰσθήσεις μήτε καταλήψεις μήτε συγ-
καταθέσεις.
Οἱ Περιπατητικοὶ οὐκ ἄνευ μὲν
συγκαταθέσεως τὰς αἰσθήσεις, οὐ
μέντοι συγκαταθέσεις.
Εἰ ἀληθεῖς αἱ αἰσθήσεις.
Περὶ ὁράσεως.
μὲν οὖν χρόνον τινὰ βραχὺν ἐπὶ τῆς αὐτοῦ αἱρέσεως διαμεμενηκὼς,
ἀρθρι-
τικοῖς δὲ νοσήμασι περιπεσὼν Ξενοκράτην ἀντ' αὐτοῦ κατέστησε τῶν
Πλατωνικῶν δογμάτων ἐξηγητήν. μετὰ δὲ τοῦτον Πολέμων ἐπεὶ καὶ
ἦν αὐτὸς ἐπὶ τοὺς λόγους τοῦ Πλάτωνος καὶ Κράντορος γέγονε καθη-
γητής, εἰς ὃν κατέληξεν ἡ ἀρχαία ἀκαδημία. τοῦ δὲ Κράντορος
ἀκουστὴς
ἦν Ἀρκεσίλαος, ὃς τὴν μέσην ἀκαδημίαν ἐπινενόηκεν, ἥτις μέχρις
Ἡγησίνου ἐπιμεμένηκεν. τούτου δὲ Καρνεάδης κατέστη διάδοχος, ὃς
τῆς νέας ἀκαδημίας τὰς ἀρχὰς συνεώρακεν· ἧς Κλειτόμαχος μετέσχεν.
εἰσὶ δὲ πρὸς ταύταις πάσαις ἀκαδημίαι δύο νεώτεραι, ὧν τῆς μὲν
προτέρας
προέστη Φίλων, Ἀντίοχος δὲ τῆς ἐφεξῆς. ἡγοῦμαι δὲ τῶν Σωκρατικῶν
ἀκουστὴς
ἦν Ἀρκεσίλαος, ὃς τὴν μέσην ἀκαδημίαν ἐπινενόηκεν, ἥτις μέχρις
Ἡγησίνου ἐπιμεμένηκεν. τούτου δὲ Καρνεάδης κατέστη διάδοχος, ὃς
τῆς νέας ἀκαδημίας τὰς ἀρχὰς συνεώρακεν· ἧς Κλειτόμαχος μετέσχεν.
εἰσὶ δὲ πρὸς ταύταις πάσαις ἀκαδημίαι δύο νεώτεραι, ὧν τῆς μὲν
προτέρας
προέστη Φίλων, Ἀντίοχος δὲ τῆς ἐφεξῆς. ἡγοῦμαι δὲ τῶν Σωκρατικῶν
Ἀντισθένην πάνυ πολλῶν γενομένων οὐδενὸς ἥσσονα εἶναι
[καταδεέστερος δὲ],
ὃς τὴν Κυνικὴν εἰς τὸν βίον παρήγαγεν. οὗ Διογένης γέγονε ζηλωτὴς
προσομοιωθεὶς κατὰ τὰ ἐπιτηδεύματα. τούτου δὲ Ζήνων ὁ Κιτιεὺς ἀκή-
κοεν, ὃς τὴν Στωικὴν φιλοσοφίαν ἐξεῦρεν. οὗ μετειλήφει τῶν λόγων
Κλεάνθης. καὶ τούτου Χρύσιππος ἀκροώμενος τὴν ὁμοίαν ἀγωγὴν
μετελήλυθε. τοῦ δὲ Διογένης ὁ Βαβυλώνιος ἀκροατὴς γεγονὼς Ἀντι-
πάτρου καθηγητὴς γέγονε. τούτου δὲ Ποσειδώνιος ἠκροᾶτο. Ἀρί-
στιππος δὲ Κυρηναῖος ὢν τῆς Σωκρατικῆς ἀκροάσεως μετέσχεν
Lysias Orat., Περὶ τῆς δημεύσεως τῶν τοῦ Νικίου ἀδελφοῦ ἐπίλογος
Sec. 10, line 3
πραϋγέλως Ὑγεία,
ποῖον ὑψηλὸν ἐπιφέρει·
τίς γὰρ πλούτου χάρις ἢ τοκήων
ἢ τᾶς ἰσοδαίμονος ἀνθρώπου βασιληΐδος ἀρχᾶς;
σέθεν δὲ χωρὶς οὔ τις εὐδαίμων ἔφυ.
Ἡρόφιλος δὲ ἐν τῷ διαιτητικῷ καὶ σοφίαν φησὶν
ἀνεπίδεικτον καὶ τέχνην ἄδηλον καὶ ἰσχὺν ἀναγώ-
νιστον καὶ πλοῦτον ἀχρεῖον καὶ λόγον ἀδύνατον
ὑγείας ἀπούσης. ἀλλ' οὗτοι μὲν οὕτως· ἀγαθὸν δ' εἶπαν
αὐτὴν ὑπάρχειν, οὐ μὴν καὶ πρῶτον, οἵ τε ἀπὸ τῆς Ἀκα-
175
De Clearcho Pontico.
γιστα καὶ κυριώτατα, οὐχ οἷόν τε ὄντα ὑπερβαίνειν. πρὸς τούτοις ἔτι
Παναίτιος τὸ ζῆν κατὰ τὰς δεδομένας ἡμῖν ἐκ φύσεως ἀφορμὰς τέλος
185
πλοῦτός ἐστιν ἐφ' ἡμῖν οὔθ' ὑγίεια οὔτε δόξα οὔτε ἄλλο
τι ἁπλῶς πλὴν ὀρθὴ χρῆσις φαντασιῶν. τοῦτο ἀκώλυτον
φύσει μόνον, τοῦτο ἀνεμπόδιστον. διὰ τί οὖν οὐκ ἀνύετε;
εἴπατέ μοι τὴν αἰτίαν. ἢ γὰρ παρ' ἐμὲ γίνεται ἢ παρ'
ὑμᾶς ἢ παρὰ τὴν φύσιν τοῦ πράγματος. αὐτὸ τὸ πρᾶγμα
ἐνδεχόμενον καὶ μόνον ἐφ' ἡμῖν. λοιπὸν οὖν ἢ παρ' ἐμέ
ἐστιν ἢ παρ' ὑμᾶς ἤ, ὅπερ ἀληθέστερον, παρ' ἀμφοτέρους.
τί οὖν; θέλετε ἀρξώμεθά ποτε τοιαύτην ἐπιβολὴν κομί-
ζειν ἐνταῦθα; τὰ μέχρι νῦν ἀφῶμεν. ἀρξώμεθα μόνον,
πιστεύσατέ μοι, καὶ ὄψεσθε.
ράττει.
Καλὸν σῶμα ὁρᾷς ἀνθοῦν καὶ ἔγκαρπον· μὴ
χράνῃς, μὴ μιάνῃς, μὴ προσάψῃ τοῦ ἄνθους· ἐπαί-
νεσον, ὡς ὁδοιπόρος φυτόν ποτε·
τοῖον Ἀπόλλωνος παρὰ βωμῷ
φοίνικος νέον ἔρνος ἀνερχόμενον
εἰσενόησα· φεῖσαι τοῦ φυτοῦ τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ τοῦ
Διός, ἀνάμεινον τοὺς καρπούς, καὶ ἐρασθήσῃ δικαιό-
τερον. Οὐ χαλεπὸν τὸ ἔργον· οὐ γὰρ Σωκράτους μό-
νον· οὐδὲ φιλοσόφου μόνον. Ἤδη καὶ Σπαρτιάτης
ἀνὴρ οὐκ ἐν Λυκίῳ τραφείς, οὐδὲ ἐν Ἀκαδημίᾳ γυμ-
νασάμενος, οὐδὲ ἐν φιλοσοφίᾳ πεπαιδευμένος, ἐντυχὼν
μειρακίῳ βαρβαρικῷ μέν, ἀλλ' ἄκρως καλῷ καὶ ἀν-
θοῦντι ἄρτι, ἠράσθη μὲν αὐτοῦ· πῶς δ' οὐκ ἔμελλεν;
194
καὶ τὰς ἄνω καὶ κάτω ὁδούς, καὶ τὰ δεινὰ ἐκεῖνα πάντα,
ἠκρωτηρίασας τὴν ἀρετὴν τοῦ Ἡρακλέος. Ἢ Ὀλυμ-
πιάσιν μὲν καὶ Πυθοῖ οὐκ ἔνεστιν κότινον λαβεῖν,
οὐδὲ μήλων τυχεῖν, αὐτὸν ἐφ' ἑαυτοῦ κονισάμενον,
ἀλλὰ ἀνταγωνιστῶν δεῖ τῷ κηρύγματι· ἐν δὲ τῷ τοῦ
βίου σταδίῳ καὶ τῇ δεῦρο ἀγωνίᾳ τίς ἂν γένοιτο ἀντα-
γωνιστὴς ἀνδρὶ ἀγαθῷ, πλὴν τῆς πείρας τῶν δυσχερῶν;
Φέρε τοὺς ἀγωνιστὰς παρακαλῶμεν ἐπὶ τὸ στάδιον.
Ἔχε, τίνες μὲν Ἀθηνῶν; Σωκράτης ἀγωνιούμενος πρὸς
Μέλητον, καὶ πρὸς τὰ δεσμὰ καὶ τὸ φάρμακον. Ἐκ
δὲ Ἀκαδημίας Πλάτων ἀγωνιούμενος πρὸς τυράννου
ὀργήν, καὶ θάλατταν πολλήν, καὶ κινδύνους μεγάλους.
Ἡκέτω καὶ ἄλλος ἀγωνιστὴς Ἀττικός, ἀγωνιούμενος
πρὸς Τισσαφέρνην ἐπιορκοῦντα, καὶ Ἀριαῖον ἐπιβου-
λεύοντα, καὶ Μένωνα προδιδόντα, καὶ βασιλέα ἐπιτι-
θέμενον. Καὶ δεῖ μοι καὶ τὸν ἐκ τοῦ Πόντου ἀθλη-
τὴν ἀγωνίζεσθαι· καὶ οὗτος, ἀγῶνα ἰσχυρὸν, πρὸς ἀντα-
γωνιστὰς πικρούς, πενίαν καὶ ἀδοξίαν καὶ λιμὸν καὶ
κρύος· ἐγὼ δὲ αὐτοῦ καὶ τὰ γυμνάσια ἐπαινῶ·
αὐτόν μιν πληγῇσιν ἀεικελίῃσι δαμάσσας,
σπεῖρα κακ' ἀμφ' ὤμοισι βαλών,
νακτεῖν καὶ βοᾶν, μέλιτος γευόμενα;] περὶ μὲν οὖν τούτων ἐῶμεν.
ἐκεῖνο δ' ἐνθυμηθῆναι ἄξιον ἀπὸ τῶν εἰρημένων, ἐάν τις ἀνθρώ-
ποις ὁμιλῶν διηγῆται πρὸς αὐτοὺς ὅτι καὶ πρότερον ἄλλοις ὁμι-
λήσας πολὺ κρείττοσι, δήμοις ἢ βασιλεῦσιν ἢ τυράννοις, οὐκ ἀπέ-
τυχεν αὐτῶν, ἀλλ' ἔσχεν ὑπακούοντας καὶ πειθομένους, εἰ δίκαιός
ἐστιν ἀλαζὼν δοκεῖν, ὡς διὰ τοῦτο μεμνημένος ἐκείνων τῶν λόγων,
ἵνα θαυμάζοιτο καὶ δοκοίη μακάριος, ἢ μᾶλλον ἵνα πειθομένους
ἔχοι τοὺς ἀκούοντας, μιμούμενος τὴν τοῦ Νέστορος διδασκαλίαν.
καὶ γὰρ ἄτοπον, εἰ Σωκράτης μὲν τοὺς ἐν Λυκείῳ ῥηθέντας λό-
γους ὀλίγον μεταβὰς ἀπήγγελλε τοῖς ἐν Ἀκαδημίᾳ, καὶ τοὺς ἐν
Ἀκαδημίᾳ πάλιν εἰς τὸ Λύκειον ἐλθὼν οὐκ ὤκνει διαλέγεσθαι,
καὶ τοσοῦτος ἤδη χρόνος ἐστὶν ἐξ οὗ τὰς αὐτὰς διδάσκουσι τρα-
γῳδίας καὶ κωμῳδίας· ἡμεῖς δὲ ἄτοπον δόξομεν ποιεῖν, ἐπειδὴ
βούλεσθε ἀκροᾶσθαι λόγων τινῶν, τοὺς ῥηθέντας πρὸς τὸν αὐτο-
κράτορα νῦν ἀπαγγέλλοντες, ὡς οὐ διαφέρον εἰδέναι πότερον ὠφέ-
λιμοι καὶ χρήσιμοι καὶ ὑμῖν καὶ τοῖς ἄλλοις ἀνθρώποις ἅπασιν
ἐκεῖνοι ἢ φαῦλοι καὶ ἀνωφελεῖς. εὖ γὰρ ἴστε ὅτι τοῖς μὲν ἰδιώ-
ταις οἱ λεγόμενοι λόγοι πρὸς αὐτοὺς ἐκείνους τείνουσι καὶ ὀλίγους
τῶν ἄλλων· οἱ δὲ πρὸς τοὺς βασιλέας ταῖς δημοσίαις ἐοίκασιν
εὐχαῖς ἢ κατάραις. ὅθεν ἐγὼ τὸν Πέρσην οὔτε τἄλλα νομίζω
φρόνιμον οὔτε ὅτι τοὺς τυχόντας ἀνθρώπους πανταχῇ διέπεμπεν,
Σιτάλκης Οἰνοπίωνι.
Θαῒς Εὐθυδήμῳ.
Alciphron Rhet., Soph., Epistulae Book 4, epistle 18, sec. 10, line 6
οὐκ οἶδα, τί δόξαν αὐτῷ τὴν τῆς περιώσεως δόξαν ἀντὶ τῆς ὁλκῆς εἵλετο
κατὰ τοῦτο
μόνον ἀποστὰς Ἱπποκράτους· ὅτι μὲν γὰρ τὸ τῆς ἀναπνοῆς, εἴτ' ἔργον εἴτε
πάθος χρὴ
καλεῖν, οὐ γίνεται κατὰ περίωσιν, Ἐρασίστρατος ἔδειξεν ἐλέγξας τὴν τοῦ
Ἑστιαίου
δόξαν.
γίνεται τοίνυν ἡ τοιαύτη κίνησις οὐκ ἀκριβὴς κύκλος ἐπὶ τὰ αὐτὰ διὰ
παντὸς
περιφερόμενος. ἀλλ' ὡς αὐτὸς εἶπεν, ἔνθα καὶ ἔνθα, καὶ κατὰ τοῦτο
διήνεγκεν ἡ τοῦ
Πλάτωνος δόξα τῆς ἐξ Ἀκαδημίας, οὐχ ὡς Ἐρασίστρατος ἔγραψεν.
ἐζήτηται, τί ποτέ ἐστι, παρὰ τοῖς φιλοσόφοις, καὶ οὐ ταὐτὸ πᾶσιν ἔδοξεν,
219
ἀλλὰ σχεδὸν κατὰ τὴν τοῦ ἐσχάτου ὀρεκτοῦ διαφορὰν καὶ ἡ περὶ τοῦ
πρώ-
του τοῖς περὶ αὐτοῦ λέγουσιν γίνεται. οἱ μὲν οὖν Στωϊκοὶ οὐ πάντες δέ,
λέγουσιν πρῶτον οἰκεῖον εἶναι τὸ ζῷον αὑτῷ (ἕκαστον γὰρ ζῷον εὐθὺς
γενόμενον πρός τε αὑτὸ οἰκειοῦσθαι, καὶ δὴ καὶ τὸν ἄνθρωπον· οἱ δὲ χα-
ριέστερον δοκοῦντες λέγειν αὐτῶν καὶ μᾶλλον διαρθροῦν περὶ τοῦδέ
φασιν
πρὸς τὴν σύστασιν καὶ τήρησιν ᾠκειῶσθαι εὐθὺς γενομένους ἡμᾶς τὴν
ἡμῶν αὐτῶν), τοῖς δὲ περὶ Ἐπίκουρον ἡδονὴ τὸ πρῶτον οἰκεῖον ἔδοξεν
εἶναι
ἁπλῶς, προϊόντων δὲ διαρθροῦσθαι ταύτην τὴν ἡδονήν φασιν, τοῖς δὲ ἀο-
χλησία, ὥσπερ τοῖς Μεγαρικοῖς, τοῖς δὲ Ἀκαδημαϊκοῖς ἡ ἀπροσπτωσία.
πρὸς ταύτην γάρ φασιν ἡμᾶς οἰκείως ἔχειν πρώτην, ὥστε μηδὲν
προσπταίειν.
καὶ καθόλου ἀκολούθους τοῖς τελικοῖς ὀρεκτοῖς καὶ τὰς ἀρχὰς ἕκαστοι,
ὡς
ἔφαμεν, ὑποτίθενται. κατὰ δὲ Ἀριστοτέλη οἱ μέν φασιν εἶναι πρῶτον οἰ-
κεῖον ἡμῖν ἡμᾶς αὐτούς. εἰ γὰρ τὸ φιλητὸν ὀρεκτόν ἐστι (φιλοῦμεν δὲ
οὐδένας πρὸ ἡμῶν αὐτῶν, οὐδὲ ᾠκειώμεθα πρός τι ἄλλο οὕτως· καὶ γὰρ
τῶν ἄλλων ἀντιποιούμεθα καὶ φιλοῦμέν τινα κατὰ τὴν ἐφ' ἡμᾶς ἀνα-
φοράν), εἴη ἂν τὸ πρῶτον οἰκεῖον ἕκαστος αὑτῷ κατὰ τοῦτο. ταύτης τῆς
δόξης οἱ περὶ Ξέναρχόν εἰσι καὶ Βοηθόν, τὴν ἀφορμὴν λαβόντες ἀπὸ τῶν
περὶ φιλίας εἰρημένων ἐν τῷ ὀγδόῳ τῶν Νικομαχείων
τῇ ἐνδείᾳ, ἡ δὲ ἡδονὴ ἐπὶ τῇ τῆς ἐνδείας θεραπείᾳ, διὸ καὶ ἔστ' ἂν μὲν
ᾖ δεόμενον θεραπείας, θεραπευόμενον ἥδεται, ἅμα δὲ δεῖται θεραπείας
καὶ
ἐστὶν ἐν λύπῃ. ὅτι γὰρ οὐκ ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ ἥ τε λύπη καὶ ἡ ἡδονή,
δῆλον ἐκ τοῦ τοὺς πεινῶντας μέν, μὴ τρεφομένους δέ, λυπεῖσθαι μόνον,
καὶ ἐκ τοῦ τοὺς τρεφομένους μειοῦν τὴν λύπην. οὕτω τὸ μὲν εἶναι ἐνδεᾶ
λύπης μόνης αἴτιον, τὸ δ' ἀναπληροῦσθαι ἡδονῆς, καὶ οἱ ψωριῶντες καὶ
κνώμενοι οὐ διὰ τὸ κνῆσθαι λυποῦνται, ἀλλὰ διὰ τὸ ἔτι δεῖσθαι τοῦ κνῆ-
σθαι, ὥσπερ καὶ οἱ τρεφόμενοι ἐπὶ τῷ ἔτι εἶναι ἐνδεεῖς λυποῦνται, οὐκ ἐπὶ
τῷ τρέφεσθαι.
ἀνατίθησιν θεῷ,
ἢ ἣν οἱ ἄλλοι τοῖς
σοφισταῖς. ἐκ τοιού-
των λέξεών τι-
νες οἴονται Ἀκαδη-
μαϊκὸν τὸν Πλά-
τωνα ὡς οὐδὲν δο-
γματίζοντα. δείξει
μὲν οὖν ὁ λόγος καὶ
τοὺς ἄλλους Ἀκαδη-
μαϊκοὺς ὑπεξῃρη-
μένων πάνυ ὀλί-
γω̣[ν καὶ] δογματίζον-
τας κ̣αὶ̣ μίαν οὖσαν
Ἀκαδήμειαν κατὰ
τὸ κἀ̣[κ]είνους τὰ κυ-
ριώ̣τ̣α̣τα τῶν δο-
γμάτω̣ν ταὐτὰ ἔ-
χε̣[ι]ν τ̣ῶ̣ι Πλάτων[ι.]
ἤδη μ̣[έ]ντοι τὸν̣
Πλάτωνα ἔχειν
μ̣[α]ρτυρόμενοι μέν,
ὅτ̣ι ἀρέσκονται τῶι
εἶναι αὐξήσεις, διὰ δὲ
τὸ τοὺς Στωικοὺς κα-
τασκευάζειν τοῦτο
οὐ δεόμενον ἀποδεί-
ξεω[ς] διδάσκοντες,
ὅτι ἐάν τις τὰ ἐναργῆ
θέληι ἀποδεικνύ-
ναι, ἕτερος εἰς τὸ ἐναν̣
οἱ δ' ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας, φησί [sc. Ainesidemos] μάλιστα τῆς νῦν,
καὶ Στωϊκαῖς συμφέρονται ἐνίοτε δόξαις. καὶ εἰ χρὴ τἀληθὲς εἰπεῖν,
Στωϊκοὶ φαίνονται μαχόμενοι Στωϊκοῖς. δεύτερον περὶ πολλῶν
οἱ δ' ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας, φησί [sc. Ainesidemos] μάλιστα τῆς νῦν,
καὶ Στωϊκαῖς συμφέρονται ἐνίοτε δόξαις. καὶ εἰ χρὴ τἀληθὲς εἰπεῖν,
Στωϊκοὶ φαίνονται μαχόμενοι Στωϊκοῖς. δεύτερον περὶ πολλῶν δογμα-
τίζουσιν. ἀρετήν τε γὰρ καὶ ἀφροσύνην εἰσάγουσι, καὶ ἀγαθὸν καὶ κακὸν
ὑποτίθενται, καὶ ἀλήθειαν καὶ ψεῦδος, καὶ δὴ καὶ πιθανὸν καὶ ἀπίθανον,
καὶ ὂν καὶ μὴ ὄν, ἄλλα τε πολλὰ βεβαίως ὁρίζουσι, διαμφισβητεῖν δέ
φασι περὶ μόνης τῆς καταληπτικῆς φαντασίας. διὸ οἱ μὲν ἀπὸ Πύῤῥωνος
ἐν τῷ μηδὲν ὁρίζειν ἀνεπίληπτοι τὸ παράπαν διαμένουσιν, οἱ δ' ἐξ Ἀκα-
δημίας, φησίν, ὁμοίας τὰς εὐθύνας τοῖς ἄλλοις φιλοσόφοις ὑπέχουσι. τὸ
δὲ μέγιστον, οἱ μὲν περὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος διαποροῦντες τό τε
σύστοιχον διατηροῦσιν καὶ ἑαυτοῖς οὐ μάχονται, οἱ δὲ μαχομένοις
ἑαυτοῖς
οὐ συνίσασι· τὸ γὰρ ἅμα τιθέναι τι καὶ αἴρειν ἀναμφιβόλως, ἅμα τε
φάναι κοινῶς ὑπάρχειν καταληπτά, μάχην ὁμολογουμένην εἰσάγει, ἐπεὶ
πῶς οἷόν τε γινώσκοντα τόδε μὲν εἶναι ἀληθὲς τόδε δὲ ψεῦδος ἔτι δια-
πορεῖν καὶ διστάσαι, καὶ οὐ σαφῶς τὸ μὲν ἑλέσθαι, τὸ δὲ περιστῆναι;
εἰ μὲν γὰρ ἀγνοεῖται ὅτι τόδε ἐστὶν ἀγαθὸν ἢ κακόν, ἢ τόδε μὲν ἀληθὲς,
τόδε δὲ ψεῦδος, καὶ τόδε μὲν ὄν, τόδε δὲ μὴ ὄν, πάντως ὁμολογητέον
ἕκαστον ἀκατάληπτον εἶναι.
εἶναι τὴν τῆς σκεπτικῆς ἀγωγῆς διαφορὰν πρός τε τὴν τετάρτην καὶ τὴν
πέμπτην καλουμένην Ἀκαδημίαν.
Οὐκ ἄποθεν δὲ τῆς τούτων [sc. τῶν Κυρηναϊκῶν] δόξης ἐοίκασιν εἶναι
καὶ οἱ ἀποφαινόμενοι κριτήριον ὑπάρχειν τῆς ἀληθείας τὰς αἰσθήσεις.
ὅτι γὰρ ἐγένοντό τινες τὸ τοιοῦτο ἀξιοῦντες, προῦπτον πεποίηκεν Ἀντί-
οχος ὁ ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας, ἐν δευτέρῳ τῶν Κανονικῶν ῥητῶς γράψας
ταῦτα «ἄλλος δέ τις, ἐν ἰατρικῇ μὲν οὐδενὸς δεύτερος, ἁπτόμενος δὲ καὶ
φιλοσοφίας, ἐπείθετο τὰς μὲν αἰσθήσεις ὄντως καὶ ἀληθῶς ἀντιλήψεις
εἶναι, λόγῳ δὲ μηδὲν ὅλως ἡμᾶς καταλαμβάνειν.» ἔοικε γὰρ διὰ τούτων
ὁ Ἀντίοχος τὴν προειρημένην τιθέναι στάσιν καὶ Ἀσκληπιάδην τὸν
ἰατρὸν αἰνίττεσθαι, ἀναιροῦντα μὲν τὸ ἡγεμονικόν, κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν
χρόνον αὐτῷ γενόμενον. ἀλλὰ περὶ μὲν τῆς τούτου φορᾶς ποικιλώτερον
καὶ κατ' ἰδίαν ἐν τοῖς ἰατρικοῖς ὑπομνήμασι διεξήλθομεν, ὥστε μὴ ἔχειν
ἀνάγκην παλινῳδεῖν.
ditori calumnianti geremus morem. Huius rei auctor satis mihi Chry-
sippus et Antipater et illi in quibus, si non tantum acuminis, at plus
litterarum, in quo est Aristophanes et Apollodorus, qui omnes verba ex
228
verbis ita declinari scribunt, ut verba litteras alia assumant, alia mit-
tant, alia commutent.
Diocles Magnes apud Diog. Laërt. VII 54. κριτήριον δὲ τῆς
ἀληθείας φασὶ τυγχάνειν τὴν καταληπτικὴν φαντασίαν, τουτέστι τὴν
ἀπὸ ὑπάρχοντος, καθά φησι Χρύσιππος – – καὶ Ἀντίπατρος καὶ
Ἀπολλόδωρος.
Plutarchus Stoic. rep. 47, 12. καὶ μὴν ἔν γε τοῖς πρὸς τοὺς
Ἀκαδημαϊκοὺς ἀγῶσιν ὁ πλεῖστος αὐτῷ τε Χρυσίππῳ καὶ Ἀντιπάτρῳ
πόνος γέγονε περὶ τοῦ μήτε πράττειν μήτε ὁρμᾶν ἀσυγκαταθέτως,
ἀλλὰ πλάσματα λέγειν καὶ κενὰς ὑποθέσεις τοὺς ἀξιοῦντας οἰκείας
φαντασίας γενομένης εὐθὺς ὁρμᾶν μὴ εἴξαντας μηδὲ
Aristocles Phil., Frag..or vestigium f2, line 79
ἅμα τῷ κροτάφῳ προσέβαλόν τινα καὶ κόσμον οἰκεῖον τῇ παρὰ τὸν οἶνον
δια-
γωγῇ, μηχανησάμενοι τὸν στέφανον. βέλτιον δὲ διὰ τὸ πάσας τὰς
αἰσθήσεις ἐν
τῇ κεφαλῇ εἶναι ταύτην στεφανοῦσθαι ἢ διὰ τὸ συμφέρειν ἐσκεπάσθαι
καὶ συν-
δεδέσθαι τοὺς κροτάφους πρὸς τὸν οἶνον.
229
Χρυσίππου βιβλίων, φησὶν οὕτως αὐτῇ τῇ λέξει· “εἰ γάρ τις ἀφέλοι
τῶν Χρυσίππου βιβλίων ὅσ' ἀλλότρια παρατέθειται, κενὸς αὐτῷ ὁ
χάρτης καταλελείψεται.” καὶ ταῦτα μὲν Ἀπολλόδωρος. ἡ δὲ παρε-
δρεύουσα πρεσβῦτις αὐτῷ, ὥς φησι Διοκλῆς, ἔλεγεν ὡς πεντακοσίους
γράφει στίχους ἡμερησίους. Ἑκάτων δέ φησιν ἐλθεῖν αὐτὸν ἐπὶ φιλο-
σοφίαν τῆς οὐσίας αὐτοῦ τῆς πατρῴας εἰς τὸ βασιλικὸν ἀναληφθείσης.
Ἦν δὲ καὶ τὸ σωμάτιον εὐτελής, ὡς δῆλον ἐκ τοῦ ἀνδριάντος τοῦ ἐν
Κεραμεικῷ, ὃς σχεδόν τι ὑποκέκρυπται τῷ πλησίον ἱππεῖ. ὅθεν
αὐτὸν ὁ Καρνεάδης Κρύψιππον ἔλεγεν (secuntur apophthegmata).
183. Τέλος δὲ Ἀρκεσιλάῳ καὶ Λακύδῃ, καθά φησι Σωτίων ἐν τῷ
ὀγδόῳ παραγενόμενος ἐν Ἀκαδημίᾳ συνεφιλοσόφησε· δι' ἣν αἰτίαν
καὶ κατὰ τῆς συνηθείας καὶ ὑπὲρ αὐτῆς ἐπεχείρησε· καὶ περὶ
μεγεθῶν καὶ πληθῶν τῇ τῶν Ἀκαδημαϊκῶν συστάσει χρη-
σάμενος.
Τοῦτον ἐν τῷ ᾠδείῳ σχολάζοντά φησιν Ἕρμιππος ἐπὶ θυσίαν
ὑπὸ τῶν μαθητῶν κληθῆναι· ἔνθα προσενεγκάμενον γλυκὺν ἄκρατον
καὶ ἰλιγγιάσαντα πεμπταῖον ἀπελθεῖν ἐξ ἀνθρώπων, τρία καὶ ἑβδομή-
κοντα βιώσαντα ἔτη, κατὰ τὴν τρίτην καὶ τετταρακοστὴν καὶ ἑκατοστὴν
Ὀλυμπιάδα, καθά φησιν Ἀπολλόδωρος ἐν Χρονικοῖς (sequitur Laërtii
epigramma). ἔνιοι δέ φασι γέλωτι συσχεθέντα αὐτὸν τελευτῆσαι· ὄνου
γὰρ τὰ σῦκα αὐτῷ φαγόντος, εἰπόντα τῇ γραῒ διδόναι ἄκρατον
καὶ σε....
Diog. Laërt. VII 183. οὕτω δ' ἦν φρονηματίας (ὁ Χρύσιππος)
ὥστ' ἐρομένου τινός· “τίνι συστήσω τὸν υἱόν” εἰπεῖν· “ἐμοί· εἰ γὰρ
ὑπελάμ-
βανον εἶναί τινα ἐμοῦ βελτίονα, παρ' αὐτῷ ἂν ἐγὼ ἐφιλοσόφουν.”
– – haec enim aiunt probari Stoicis, quos contra disputant – – quaerunt,
quonam modo, falsa visa quae sint, ea deus efficere possit pro-
babilia etc.
διαφερο-
μένων καὶ βοώντων, ὡς πάντα πράγματα συγχέουσι ταῖς ἀπαραλλαξίαις,
ἐπὶ δυεῖν οὐσιῶν ἕνα ποιὸν εἶναι βιαζόμενοι· καίτοι τοῦτο μὲν οὐκ ἔστιν
ὅστις ἀνθρώπων οὐ διανοεῖται καὶ τοὐναντίον οἴεται θαυμαστὸν εἶναι καὶ
παράδοξον, εἰ μήτε φάττα φάττῃ μήτε μελίττῃ μέλιττα μήτε πυρῷ πυρὸς
ἢ
σύκῳ τὸ τοῦ λόγου σῦκον ἐν τῷ παντὶ χρόνῳ γέγονεν ἀπαράλλακτον.
Cicero Acad. Pr. II 85. Stoicum est quidem nec admodum cre-
dibile “nullum esse pilum omnibus rebus talem, qualis sit pilus
alius, nullum granum“.
Cicero Acad. Pr. II 54. cur id potius contenditis, quod rerum na-
tura non patitur, ut non in suo quidque genere sit tale, quale est, nec
πὼς ἔχουσιν ἄτοπον μὲν ἴσως τὰ πὼς ἔχοντα τρίτα τίθεσθαι ἢ ὁπωσοῦν
τάξεως ἔχει, ἐπειδὴ περὶ τὴν ὕλην πὼς ἔχοντα πάντα. ἀλλὰ διαφορὰν τῶν
πὼς ἐχόντων φήσουσιν εἶναι καὶ ἄλλως πὼς ἔχειν τὴν ὕλην ὡδὶ καὶ
οὕτως, ἄλλως δὲ ἐν τοῖς πὼς ἔχουσι· καὶ ἔτι τὰ μὲν ποιὰ περὶ τὴν
ὕλην πὼς ἔχοντα, τὰ ἰδίως δὲ πὼς ἔχοντα περὶ τὰ ποιά. ἀλλὰ τῶν
ποιῶν αὐτῶν οὐδὲν ἢ ὕλης πὼς ἐχούσης ὄντων, πάλιν τὰ πὼς ἔχοντα ἐπὶ
τὴν ὕλην αὐτοῖς ἀνατρέχει καὶ περὶ τὴν ὕλην ἔσται. πῶς δὲ ἓν τὸ πὼς
ἔχον, πολλῆς διαφορᾶς ἐν αὐτοῖς οὔσης; πῶς γὰρ τὸ τρίπηχυ καὶ τὸ
λευκὸν εἰς ἕν, τοῦ μὲν ποσοῦ, τοῦ δὲ ποιοῦ ὄντος; πῶς δὲ τὸ “πότε” καὶ
τὸ “ποῦ”; πῶς δὲ ὅλως πὼς ἔχοντα τὸ χθὲς καὶ τὸ πέρυσι καὶ τὸ ἐν
Λυκείῳ καὶ ἐν Ἀκαδημίᾳ; καὶ ὅλως πῶς [δὲ] ὁ χρόνος πὼς ἔχων; οὔτε
γὰρ αὐτὸς οὔτε τὰ ἐν αὐτῷ [τῷ χρόνῳ] οὔτε ὁ τόπος οὔτε τὰ ἐν τῷ τόπῳ.
τὸ δὲ ποιεῖν πῶς
πὼς ἔχον; – – ἴσως δ' ἂν μόνον ἁρμόσειε ἐπὶ τοῦ κεῖσθαι τὸ πὼς
ἔχον καὶ ἐπὶ τοῦ ἔχειν. ἐπὶ δὲ τοῦ ἔχειν οὐ πὼς ἔχον ἀλλὰ ἔχον.
Simplicius in Aristot. categ. f. 94 E ed. Bas. τῶν δὲ ἀπὸ τῆς
Στοᾶς ἀξιούντων εἰς τὸ “πῶς ἔχειν” ἀναφέρειν τὸ “ἔχειν” ὁ Βοηθὸς
ἐναντιοῦται etc.
Plotinus Ennead. VI liI 3o. τὸ δὲ “πρός τι” εἰ μὲν μὴ ὑφ'
ἓν τοῖς ἄλλοις ἐτίθεσαν, ἕτερος λόγος ἦν ἂν ζητούντων, εἴ τινα διδόασιν
ὑπόστασιν ταῖς τοιαύταις σχέσεσι, πολλαχοῦ οὐ διδόντων· εἰ δ' ἐν γένει
ὠφελήματα.
Plutarchus de Stoic. repugn. cp. 47 p. 1057a. Καὶ μὴν ἔν
γε τοῖς πρὸς τοὺς Ἀκαδημαϊκοὺς ἀγῶσιν ὁ πλεῖστος λόγος αὐ-
τῷ τε Χρυσίππῳ καὶ Ἀντιπάτρῳ περὶ τίνος γέγονε; περὶ τοῦ
“μήτε πράττειν μήτε ὁρμᾶν ἀσυγκαταθέτως, ἀλλὰ πλάσματα λέγειν
καὶ κενὰς ὑποθέσεις τοὺς ἀξιοῦντας, οἰκείας φαντασίας γενομένης,
εὐθὺς ὁρμᾶν μὴ εἴξαντας μηδὲ συγκαταθεμένους.” Αὖθις δέ φησι
Χρύσιππος, “καὶ τὸν θεὸν ψευδεῖς ἐμποιεῖν φαντασίας, καὶ τὸν
σοφόν, οὐ συγκατατιθεμένων οὐδ' εἰκόντων δεομένους ἡμῶν, ἀλλὰ
πραττόντων μόνον καὶ ὁρμώντων ἐπὶ τὸ φαινόμενον· ἡμᾶς δὲ φαύ-
λους ὄντας, ὑπ' ἀσθενείας συγκατατίθεσθαι ταῖς τοιαύταις φαντασίαις.”
– – p. 1057Ὁ γὰρ οὐ δεόμενος συγκατατιθεμένων ἀλλὰ πραττόν-
των μόνον, οἷς ἐνδίδωσι τὰς φαντασίας, εἴτε θεὸς εἴτε σοφός,
τῇ φύσει ὅτι ἄνδρα σ' ἐποίησε καὶ οὐ γυναῖκα;” ἕτερον δέ τινα ἐπὶ ἵππου
ἰδὼν παραπλησίως ἔχοντα καὶ μεμυρισμένον καὶ τούτοις ἀκολούθως
ἠμφιες-
μένον, πρότερον μὲν ἔφησε ζητεῖν τί ἐστιν ὁ ἱππόπορνος, νῦν δὲ
εὑρηκέναι.
ἐν Ῥόδῳ δὲ νόμου ὄντος μὴ ξύρεσθαι οὐδὲ ὁ ἐπιληψόμενος οὐδείς ἐστι
διὰ
τὸ πάντας ξύρεσθαι. ἐν Βυζαντίῳ δὲ ζημίας ἐπικειμένης τῷ ἔχοντι κουρεῖ
ξυρὸν οὐδὲν ἧττον πάντες χρῶνται αὐτῷ.” καὶ ταῦτα μὲν ὁ θαυμάσιος εἴ-
ρηκε Χρύσιππος.
Athenaeus Deipnosoph. IV p. 137f. Χρύσιππός τ' ἐν τετάρ-
τῳ περὶ τοῦ καλοῦ καὶ τῆς ἡδονῆς φησὶν “ἐν Ἀθήναις δὲ ἱστοροῦσιν
οὐ πάνυ ἀρχαίων δυοῖν γενομένων δείπνων, ἐν Λυκείῳ τε καὶ
Ἀκαδημείᾳ,
τοῦ μὲν εἰς τὴν Ἀκαδήμειαν εἰσενέγκαντος ὀψοποιοῦ λοπάδα πρὸς
ἑτέραν
τινὰ χρείαν τὸν κέραμον κατᾶξαι πάντα τοὺς ἱεροποιούς, ὡς μακρόθεν
οὐκ
ἀστείας παρεισδύσεως γινομένης, δέοντος ἀπέχεσθαι τούτων τῶν
μακρόθεν·
τὸν δ' ἐν τῷ Λυκείῳ κρέας ταριχηρὸν εἰς τάριχος διασκευάσαντα
μαστιγω-
θῆναι ὡς παρασοφιζόμενον πονηρῶς.”
Athenaeus Deipnosoph. IX p. 373a. καὶ Χρύσιππος δ' ὁ φι-
λόσοφος ἐν τῷ πέμπτῳ περὶ τοῦ καλοῦ καὶ τῆς ἡδονῆς γράφει οὕτως
238
“καθάπερ τινὲς τὰς λευκὰς ὄρνιθας τῶν μελαινῶν ἡδίους εἶναι μᾶλλον.”
Athenaeus Deipnosoph. VIII 335Χρύσιππον δ', ἄνδρες φί-
λοι, τὸν τῆς Στοᾶς ἡγεμόνα κατὰ πολλὰ θαυμάζων ἔτι μᾶλλον ἐπαινῶ,
ΝΟΣΤΟΙ.
239
Athenaeus XIII:
Στεφανόπωλις δὲ ἦν, καὶ αὐτὴν ἐξέδωκε πρὸς
γάμου κοινωνίαν ὁ Πεισίστρατος Ἱππάρχῳ τῷ υἱῷ, ὡς
Κλείδημος ἱστορεῖ ἐν ὀγδόῳ Νόστων· «Ἐξέδωκε δὲ καὶ
Ἱππάρχῳ τῷ υἱεῖ τὴν παραιβατήσασαν αὐτῷ γυναῖκα
Φύην, τὴν Σωκράτους θυγατέρα· καὶ Χάρμου τοῦ πο-
λεμαρχήσαντος θυγατέρα ἔλαβεν Ἱππίᾳ, περικαλλε-
στάτην οὖσαν, τῷ μετ' αὐτὸν τυραννεύσαντι.» Συνέβη
δὲ, ὥς φησι, τὸν Χάρμον ἐραστὴν τοῦ Ἱππίου γενέ-
σθαι καὶ τὸν πρὸς Ἀκαδημίᾳ Ἔρωτα ἱδρύσασθαι
πρῶτον, ἐφ' οὗ ἐπιγέγραπται·
Ποικιλομήχαν' Ἔρως, σοὶ τόνδ' ἱδρύσατο βωμὸν
Χάρμος ἐπὶ σκιεροῖς τέρμασι γυμνασίου.
Πλάτωνος
ἑταίρων καὶ Μέναιχμος ἀκροατὴς ὢν Εὐδόξου καὶ Πλάτωνι δὲ
συγγεγονὼς καὶ ὁ
ἀδελφὸς αὐτοῦ Δεινόστρατος ἔτι τελεωτέραν ἐποίησαν τὴν ὅλην
γεωμετρίαν.
Θεύδιος δὲ ὁ Μάγνης ἔν τε τοῖς μαθήμασιν ἔδοξεν εἶναι διαφέρων καὶ
κατὰ τὴν
ἄλλην φιλοσοφίαν· καὶ γὰρ τὰ στοιχεῖα καλῶς συνέταξεν καὶ πολλὰ τῶν
ὁρικῶν [?]
καθολικώτερα ἐποίησεν. καὶ μέντοι καὶ ὁ Κυζικηνὸς Ἀθήναιος κατὰ τοὺς
αὐτοὺς
γεγονὼς χρόνους καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις μὲν μαθήμασι, μάλιστα δὲ κατὰ
γεωμετρίαν
ἐπιφανὴς ἐγένετο. διῆγον οὖν οὗτοι μετ' ἀλλήλων ἐν Ἀκαδημίᾳ κοινὰς
ποιούμενοι
τὰς ζητήσεις. Ἑρμότιμος δὲ ὁ Κολοφώνιος τὰ ὑπ' Εὐδόξου
προηυπορημένα καὶ
Θεαιτήτου προήγαγεν ἐπὶ πλέον καὶ τῶν στοιχείων πολλὰ ἀνεῦρε καὶ τῶν
τόπων
τινὰ συνέγραψεν. Φίλιππος δὲ ὁ Μενδαῖος, Πλάτωνος ὢν μαθητὴς καὶ
ὑπ' ἐκείνου
προτραπεὶς εἰς τὰ μαθήματα, καὶ τὰς ζητήσεις ἐποιεῖτο κατὰ τὰς
Πλάτωνος ὑφη-
γήσεις καὶ ταῦτα προύβαλλεν ἑαυτῷ, ὅσα ᾤετο τῇ Πλάτωνος φιλοσοφίᾳ
συντελεῖν.
οἱ μὲν οὖν τὰς ἱστορίας ἀναγράψαντες μέχρι τούτου προάγουσι τὴν τῆς
ἐπιστήμης
ταύτης τελείωσιν.
– – – – Prop. XXVI theor. XVII (ἐὰν δύο τρίγωνα δύο γωνίας δύο
γωνίαις ἴσας ἔχῃ ἑκατέραν ἑκατέρᾳ, ἔχῃ δὲ καὶ μίαν πλευρὰν μιᾷ πλευρᾷ
ἴσην, ἤτοι
τὴν πρὸς ταῖς ἴσαις γωνίαις ἢ τὴν ὑποτείνουσαν ὑπὸ μίαν τῶν ἴσων
γωνιῶν, καὶ
δοῦναι καὶ ζυγὸν καὶ κανόνα καὶ καρκίνον. ἀλλ' ἴσως φησὶ μηδὲν
εἶναι τοιοῦτον ἐν φιλοσοφίᾳ καὶ δόγμασι. μὴ τοίνυν ἔτι προσποιοῦ
γιγνώσκειν τι μηδ' ἀποφάναι μηδ' ἀποδίδρασκε τὴν ὑπὸ τῶν πρε-
σβυτέρων Ἀκαδημαϊκῶν εἰσαγομένην ἐποχήν, μηδὲ σεμνύνου γραμ-
ματικοῦ ποιῶν ἔργον, ἃ μὲν εἰρήκασιν οἱ πρόσθεν ἐκμεμελετηκώς,
ὅ τι δὲ αὐτῶν ὑγιές ἐστιν οὐδ' ὅλως ἐννοῶν· οὐδὲ γὰρ διδασκάλου
τό γε τοιοῦτόν ἐστιν, ἀλλ' ἀδολεσχία τις ἢ λῆρος.
Πόθεν οὖν ἐλπὶς ὑπολείπεται τῆς τῶν ἀληθῶν εὑρέσεως; ᾧ
γὰρ οὐδὲν ὑπάρχει κριτήριον ἀληθῶν καὶ ψευδῶν, ἀνέλπιστος ἡ
γνῶσις αὐτῶν. ἐνεχείρησε δ' οὗτος διδάξαι μόνον σοφιστὰς μη-
δὲν ἡμῖν ὑπάρχειν κριτήριον σύμφυτον, ὥστε γε μετὰ τοῦτο τολ-
μηρῶς ..... ἡμῖν μέντοι ἴσως, φᾶσιν αἴσθησίν τε καὶ νόησιν
ἐναργῆ κριτήρια τῆς ἀληθείας εἷναι, συγχωρήσειεν ἄν τις ἐν λογι-
κοῖς καλινδεῖσθαι, βουκολούμενος ἐλπίσι ματαίαις·
Galen., de opt. gen. doc. c. 1 fin. (p. 179, 26 sqq.) ὥστε καὶ
τρία βιβλία γράψας, ἓν μὲν πρὸς Ἀδριανόν, ἕτερον δὲ πρὸς Δρύ-
σωνα καὶ τρίτον πρὸς Ἀρίσταρχον, ἅπαντα Περὶ τῆς καταληπτικῆς
φαντασίας ἐπέγραψε, καὶ καθ' ὅλα γ' αὐτὰ γενναίως ἀγωνίζεται
πειρώμενος ἐπιδεικνύναι τὴν καταληπτικὴν φαντασίαν ἀνύπαρκτον.
Galen., de opt. gen. doc. c. 1 (p. 179, 12 sq.) λέγει δὲ ταὐ-
τὸν ἐν τῷ Πρὸς Ἐπίκτητον, ἐν ᾧ δῆθέν ἐστιν Ὀνήσιμος ὁ Πλου-
τάρχου δοῦλος Ἐπικτήτῳ διαλεγόμενος.
Galen., de opt. gen. doc. c. 1 (p. 179, 14 sqq.) καὶ μέντοι
κἂν τῷ μετὰ ταῦτα γραφέντι βιβλίῳ, τῷ Ἀλκιβιάδῃ, καὶ τοὺς
ἄλλους Ἀκαδημαϊκοὺς ἐπαινεῖ συναγορεύοντας μὲν ἑκατέρῳ τῶν
ἀντικειμένων ἀλλήλοις λόγων, ἐπιτρέποντας δὲ τοῖς μαθηταῖς αἱρεῖ-
σθαι τοὺς ἀληθεστέρους. ἀλλ' ἐν τούτῳ μὲν εἴρηκε πιθανὸν ἑαυτῷ
φαίνεσθαι μηδὲν εἶναι καταληπτόν, ἐν δὲ τῷ Πλουτάρχῳ συγχω-
ρεῖν ἔοικεν εἶναί τι βεβαίως γνωστόν.
Galen., ic. 5 (p. 186, 9 sqq.) οὐχ ὡς ὁ θαυμαστὸς Φαβω-
ρῖνος, ὃς ἓν ὅλον γράψας βιβλίον, ἐν ᾧ δείκνυσι μηδὲ τὸν ἥλιον εἶναι
καταληπτόν, ὡς ἐπιλήσμοσιν ἡμῖν ἑτέρωθι διαλέγεται συγχωρῶν
τέ τι βεβαίως εἶναι γνωστὸν καὶ τοῦτ' ἐπιτρέπων αἱρεῖσθαι τοῖς
μαθηταῖς.
Χαλκιδεὺς ἐν γʹ Κτίσεων.
Ἠιών: Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Ἀριστοκράτους. Ἠιὼν πόλις
Θρᾴκης, Μενδαίων ἀποικία, ὡς Θουκυδίδης· Θεόπομπος δ' ἐν τῇ δʹ
φησὶν ὡς Ἀθηναῖοι ἐκβαλόντες ἐξ Ἠιόνος Ἀμφιπολίτας κατέσκαψαν
τὸ χωρίον.
Χαί[ρ]ων
δ' ὁ [Πε]λ[λην]εὺς ἐν Ἀκαδημείαι μ[ὲν] παρὰ Πλάτ[ωνι] καὶ Ξενοκράτει
[οὐκ] ἔμ[εινε]ν, ἀ̣[λλ]ὰ ν̣[ε]νικ̣η̣κὼς [δὶς πά]λην ἄνδ[ρα]ς, ἀπτὼς .... τρὶς
.....τετα· [τρ]ὶς δὲ Πυθ̣[ίοις παλαίσα]ντα τὸν γεν̣[ναίοις ἄθλ]ο̣ις τ...
τ.....στέφανον? ..ον .....ιαισοε̣ισ..... ..... [Δικ]α̣ίαρχός φησιν
ἰό̣ντα. ἀλλ' ἀποδειξ̣άμενος διὰ τόλ̣μησ̣ ἔργα κα[κήθους?] ..... ατων ..........
νσοζω....... ἄρι]στος π[αλαιστή?]..... ῃ του.......α..ατ......
κατ]αφρονοῦν̣[τες?] ........ φη .. α περὶ.. ............ αν ...........
τες........κον ὑπεν̣[αντίον] ..ν ἐν τῶι π̣ρὸς ....... Ἀντιπάτ[ρ]ου
σ......ῃ δι[ὰ] Κορράγ̣ο̣[υ – αὐ]τὸ[ν δὲ] μετὰ τού[το]υ̣ κα[ὶ τῶ]ν ἐμ Πελ-
λοπονήσωι στρατιωτῶν κατασχ̣ό[ντ]α̣ τ̣ὴν πατρίδα τοὺς μὲν [πο]λίτας
ἐγβα-
λεῖν, το[ῖς] δού[λοις δὲ τὰ] κτήματά [τε τῶν] δ̣[εσπο]τ̣ῶν καὶ τὰς
γυν[αῖκας]
διὸ καί ποτε παρὰ πότον ὁ Μενέδημος ἐλέγξας αὐτὸν τοῖς λόγοις τά
τε ἄλλα ἔφη καὶ δή· “Φιλόσοφος μὲν [τοι] τοιοῦτος, ἀνὴρ δὲ καὶ τῶν
ὄντων καὶ τῶν γενησομένων κάκιστος.”
Diogenes Laërt. VII 162. μάλιστα δὲ προσεῖχε (scil. ὁ Ἀρί-
στων) στωϊκῷ δόγματι τῷ τὸν σοφὸν ἀδόξαστον εἶναι. πρὸς ὃ Περ-
σαῖος ἐναντιούμενος διδύμων ἀδελφῶν τὸν ἕτερον ἐποίησεν αὐτῷ
παρακαταθήκην δοῦναι, ἔπειτα τὸν ἕτερον ἀπολαβεῖν· καὶ οὕτως ἀπο-
ρούμενον διήλεγξεν.
Suidas s. v. Ἑρμαγόρας Ἀμφιπολίτης, φιλόσοφος, μαθη-
τὴς Περσαίου. διάλογοι αὐτοῦ· Μισοκύων ἢ περὶ ἀτυχημάτων.
Ἔκχυτον· ἔστι δὲ ᾠοσκοπία. Περὶ σοφιστείας πρὸς τοὺς Ἀκαδημαϊκούς.
262
epigramma in Aristotelem
ἐνείργασται
τὴν δόξαν ἐκ τῶν περὶ τὰς ἀποικίας καὶ κτίσεις καὶ συγγενείας
ἀποφάσεων.
Academici
Πλωτίνος. Enneades
Ennead 6, ch. 1, sec. 30, line 13
268
δογμάτων, ὥστε σοι μὴ εἰς μακρὸν ἐλπίζειν τὴν τῶν θαυμαστῶν ἐκείνων
διαλόγων ἰσχὺν ἀποσβῆναι ἅμα τε τῇ τοῦ ἀνδρὸς τελευτῇ καὶ τὴν τῶν
δογμάτων διαδοχὴν συναποτελευτῆσαι, μάχης ἐντεῦθεν καὶ στάσεως ἀπὸ
τῶνδε ἀρξαμένης, οὔποτε καὶ εἰς δεῦρο διαλειπούσης, τοὺς τὰ αὐτῷ φίλα
ζηλοῦν ἀσπαζομένους οὐδένας μὲν οὐδὲ ὄντας, πλὴν εἰ μὴ εἷς που ἢ
δεύτερος ἐν
ὅλῳ τῷ βίῳ ἢ καί τινες ἄλλοι κομιδῇ βραχεῖς τὸν ἀριθμόν, οὐδ' αὐτοὶ
πάμπαν
ἀλλότριοι τῆς ἐπιπλάστου σοφιστείας· ἐπεὶ καὶ οἱ πρόσθεν τὸν Πλάτωνα
διαδεξάμενοι τοιοίδε τίνες διαβέβληνται. Πολέμωνα γάρ φασι διαδέ-
ξασθαι Ἀρκεσίλαον, ὃν δὴ κατέχει λόγος ἀφέμενον τῶν Πλάτωνος
δογμάτων
ξένην τινὰ καί, ὥς φασι, δευτέραν συστήσασθαι Ἀκαδημίαν. φάναι γὰρ
περὶ
ἁπάντων ἐπέχειν δεῖν· εἶναι γὰρ πάντα ἀκατάληπτα καὶ τοὺς εἰς ἑκάτερα
λόγους ἰσοκρατεῖς ἀλλήλοις, καὶ τὰς αἰσθήσεις δὲ ἀπίστους εἶναι καὶ
πάντα
λόγον. ἐπῄνει γοῦν Ἡσιόδου τουτὶ τὸ ἀπόφθεγμα·
κρύψαντες γὰρ ἔχουσι θεοὶ νόον ἀνθρώποισιν.
ἐπειρᾶτο δὲ καὶ παράδοξά τινα ἀνακαινίζειν. μετὰ δὲ τὸν Ἀρκεσίλαον
τοὺς ἀμφὶ Καρνεάδην καὶ Κλειτόμαχον, τῆς τῶν προτέρων δόξης
ἀποτρα-
πέντας, τρίτης Ἀκαδημίας αἰτίους γενέσθαι φασίν. 8“Ἔνιοι δὲ καὶ
τετάρτην
προστιθέασι τὴν τῶν περὶ Φίλωνα καὶ Χαρμίδαν. τινὲς δὲ καὶ πέμπτην
καταλέγουσι τὴν τῶν περὶ τὸν Ἀντίοχον.”
Τοιαύτη μέν τις ἡ αὐτοῦ Πλάτωνος ὑπῆρξε διαδοχή. ὁποῖοι δὲ
γεγόνασιν
278
εἰκῆ καὶ ἀπὸ τῆς νικώσης αἰεὶ προστυχῶς ἄλλοτε ἄλλης τύχης, ὅπως
πνέοι.
ὁ δὲ Πλάτων πυθαγορίσας (ᾔδει δὲ τὸν Σωκράτην μηδαμόθεν ἢ ἐκεῖθεν
δὴ τὰ αὐτὰ ταῦτα [εἰπεῖν καὶ] γνόντα εἰρηκέναι) ὧδε οὖν καὶ αὐτὸς
συνεδή-
σατο τὰ πράγματα, οὔτε εἰωθότως οὔτε δὴ εἰς τὸ φανερόν· διαγαγὼν δὲ
ἕκαστα ὅπῃ ἐνόμιζεν, ἐπικρυψάμενος ἐν μέσῳ τοῦ δῆλα εἶναι καὶ μὴ
δῆλα,
ἀσφαλῶς μὲν ἐγράψατο, αὐτὸς δὲ αἰτίαν παρέσχε τῆς μετ' αὐτὸν στάσεώς
τε
ἅμα καὶ διολκῆς τῆς τῶν δογμάτων, οὐ φθόνῳ μὲν οὐδέ γε δυσνοίᾳ· ἀλλ'
οὐ
279
θαυμαστῶς, ὅτι μήτε τί αἰσχρὸν ἢ καλὸν μήτε ἀγαθὸν μήτε αὖ κακόν ἐστι
τί ᾔδει, ἀλλ' ὁπότερον εἰς τὰς ψυχὰς πέσοι τοῦτο εἰπὼν αὖθις μεταβαλὼν
ἀνέτρεπεν ἂν πλεοναχῶς ἢ δι' ὅσων κατεσκευάκει. ἦν οὖν ὕδραν τέμνων
ἑαυτὸν καὶ τεμνόμενος ὑφ' ἑαυτοῦ, ἀμφότερα ἀλλήλων δυσκρίτως καὶ
τοῦ
δέοντος ἀσκέπτως, πλὴν τοῖς ἀκούουσιν ἤρκεσεν, ὁμοῦ τῇ ἀκροάσει
εὐπρόσω-
πον ὄντα θεωμένοις· ἦν οὖν ἀκουόμενος καὶ βλεπόμενος ἥδιστος, ἐπεί γε
προσειθίσθησαν ἀποδέχεσθαι αὐτοῦ τοὺς λόγους ἰόντας ἀπὸ καλοῦ προς-
ώπου τε καὶ στόματος οὐκ ἄνευ τῆς ἐν τοῖς ὄμμασι φιλοφροσύνης. δεῖ δὲ
ταῦτα ἀκοῦσαι μὴ ἁπλῶς, ἀλλ' ἔσχεν ὧδε ἐξ ἀρχῆς· συμβαλὼν γὰρ ἐν
παισὶ
Θεοφράστῳ, ἀνδρὶ πράῳ καὶ οὐκ ἀφυεῖ τὰ ἐρωτικά, διὰ τὸ καλὸς εἶναι ἔτι
πιθανόν.
λεχθεὶς οὖν ἂν αἰτίᾳ τῶν Πυρρωνείων Πυρρώνειος, αἰδοῖ τοῦ ἐραστοῦ
ὑπέμεινε λέγεσθαι Ἀκαδημαϊκὸς ἔτι. ἦν μὲν τοίνυν Πυρρώνειος, πλὴν
τοῦ ὀνόματος· Ἀκαδημαϊκὸς δ' οὐκ ἦν, πλὴν τοῦ λέγεσθαι.
γοῦν τοῦ χρόνου ἔφασαν ἀκοῦσαι ταῦτα αὐτοῦ πρὸς τοὺς φίλους. τοῦ
δ' ἀναστρέφοντος αὐτοῖς τὰς ἐπιχειρήσεις καὶ λέγοντος οὐκ Ἀκαδημαϊκὰ
γοῦν τοῦ χρόνου ἔφασαν ἀκοῦσαι ταῦτα αὐτοῦ πρὸς τοὺς φίλους. τοῦ
δ' ἀναστρέφοντος αὐτοῖς τὰς ἐπιχειρήσεις καὶ λέγοντος οὐκ Ἀκαδημαϊκὰ
οὐκ ἄνευ τωθασμῶν τινων. διατριβαὶ οὖν ἦσαν πάντων ἐκεῖ καὶ λόγοι
καὶ ἀντιλογίαι· καὶ ἓν οὐδὲν ἐν τῷ μέσῳ κατελείπετο, οὐκ ἀγγεῖον, οὐ
τῶν
ἐν ἀγγείῳ τιθεμένων, οὐχ ὅσα εἰς οἰκίας κατασκευὴν ἄλλ' ἔστι συντελῆ.
καὶ ὁ Λακύδης τέως μὲν ἠπόρει, μήτε λυσιτελοῦσαν ἑαυτῷ θεωρῶν τὴν
τοῖς ἑαυτοῦ δόγμασι βοήθειαν εἴ τε μὴ ἐξελέγχοι πάντα ἀνατρέψεσθαι
ἑαυτῷ δοκῶν, πεσὼν εἰς τἀμήχανον τοὺς γείτονας ἐκεκράγει καὶ τοὺς
θεούς,
καὶ ἰοὺ ἰοὺ καὶ φεῦ φεῦ καὶ νὴ τοὺς θεοὺς καὶ νὴ τὰς θεὰς ἄλλαι τε ὅσαι
ἐν
ἀπιστίαις δεινολογουμένων εἰσὶν ἄτεχνοι πίστεις, ταῦτα πάντα ἐλέγετο
βοῇ
ἅμα καὶ ἀξιοπιστίᾳ. τελευτῶν δέ, ἐπεὶ μάχην εἶχεν ἀντιλεγομένην ἐπὶ
τῆς οἰκίας, αὐτὸς μὲν ἂν δήπουθεν ἐστωϊκεύετο πρὸς τοὺς παῖδας, τῶν
284
παίδων
δὲ τὰ Ἀκαδημαϊκὰ ἰσχυριζομένων, ἵνα μηκέτι πράγματα ἔχοι, οἰκουρὸς
ἦν
φίλος τοῦ ταμείου προσκαθήμενος. οὐδὲν δὲ εἰς οὐδὲν ὠφελῶν
ὑπιδόμενος οἷ
τὸ σοφὸν αὐτῷ ἔρχεται, ἀπεκαλύψατο· ‘Ἄλλως,’ ἔφη, ‘ταῦτα, ὦ παῖδες,
ἐν
ταῖς διατριβαῖς λέγεται ἡμῖν, ἄλλως δὲ ζῶμεν.’”
Ταῦτα μὲν καὶ περὶ τοῦ Λακύδου. τούτου δὲ γίνονται ἀκουσταὶ πολλοί,
ὧν εἷς ἦν διαφανὴς ὁ Κυρηναῖος Ἀρίστιππος. ἐκ πάντων δ' αὐτοῦ τῶν
γνω-
ρίμων τὴν Σχολὴν αὐτοῦ διεδέξατο Εὔανδρος καὶ οἱ μετὰ τοῦτον. μεθ'
οὓς Καρνεάδης ὑποδεξάμενος τὴν διατριβὴν τρίτην συνεστήσατο
Ἀκαδημίαν.
λόγων μὲν οὖν ἀγωγῇ ἐχρήσατο ᾗ καὶ ὁ Ἀρκεσίλαος· καὶ γὰρ αὐτὸς
ἐπετή-
δευε τὴν εἰς ἑκάτερα ἐπιχείρησιν καὶ πάντα ἀνεσκεύαζε τὰ ὑπὸ τῶν
ἄλλων
λεγόμενα· μόνῳ δ' ἐν τῷ περὶ τῆς ἐποχῆς λόγῳ πρὸς αὐτὸν διέστη, φὰς
ἀδύνα
λόγων μὲν οὖν ἀγωγῇ ἐχρήσατο ᾗ καὶ ὁ Ἀρκεσίλαος· καὶ γὰρ αὐτὸς
ἐπετή-
δευε τὴν εἰς ἑκάτερα ἐπιχείρησιν καὶ πάντα ἀνεσκεύαζε τὰ ὑπὸ τῶν
ἄλλων
λεγόμενα· μόνῳ δ' ἐν τῷ περὶ τῆς ἐποχῆς λόγῳ πρὸς αὐτὸν διέστη, φὰς
ἀδύνα-
τον εἶναι ἄνθρωπον ὄντα περὶ ἁπάντων ἐπέχειν· διαφορὰν δὲ εἶναι
ἀδήλου
καὶ ἀκαταλήπτου καὶ πάντα μὲν εἶναι ἀκατάληπτα, οὐ πάντα δὲ ἄδηλα.
μετεῖχε δὲ οὗτος καὶ τῶν Στωϊκῶν λόγων, πρὸς οὓς καὶ ἐριστικῶς
ἱστάμενος
ἐπὶ πλέον ηὐξήθη, τοῦ φαινομένου τοῖς πολλοῖς πιθανοῦ, ἀλλ' οὐ τῆς
ἀλη-
θείας στοχαζόμενος· ὅθεν καὶ πολλὴν παρέσχε τοῖς Στωϊκοῖς ἀηδίαν.
γράφει
δ' οὖν καὶ ὁ Νουμήνιος περὶ αὐτοῦ ταῦτα·
“Ὁ δὲ Φίλων ἄρα οὗτος ἄρτι μὲν ἐκδεξάμενος τὴν διατριβὴν ὑπὸ
χαρ-
μονῆς ἐξεπέπληκτο καὶ χάριν ἀποδιδοὺς ἐθεράπευε καὶ τὰ δεδογμένα τῷ
Κλειτομάχῳ ηὖξε καὶ τοῖς Στωϊκοῖς
ἐκορύσσετο νώροπι χαλκῷ.
ὡς δὲ προϊόντος μὲν τοῦ χρόνου, ἐξιτήλου δ' ὑπὸ συνηθείας οὔσης
αὐτῶν
τῆς ἐποχῆς, οὐδὲν μὲν κατὰ τὰ αὐτὰ ἑαυτῷ ἐνόει, ἡ δὲ τῶν παθημάτων
αὐτὸν
ἀνέστρεφεν ἐνάργειά τε καὶ ὁμολογία. πολλὴν δῆτ' ἔχων ἤδη τὴν
διαίσθησιν
ὑπερεπεθύμει εὖ ἴσθ' ὅτι τῶν ἐλεγξόντων τυχεῖν, ἵνα μὴ ἐδόκει ‘μετὰ
νῶτα
βαλὼν’ αὐτὸς ἑκὼν φεύγειν. Φίλωνος δὲ γίνεται ἀκουστὴς Ἀντίοχος,
ἑτέρας ἄρξας Ἀκαδημίας. Μνησάρχῳ γοῦν τῷ Στωϊκῷ σχολάσας ἐναντία
φιλοσόφων
τὰς ψευδοδοξίας ὁμοῦ καὶ ἀντιδοξίας ἐπισκέψασθαι, οἳ τὴν πολλὴν γῆν
πλανηθέντες καὶ τὴν τοῦ ἀληθοῦς εὕρεσιν περὶ πλείστου πεποιημένοι
ταῖς
τε τῶν παλαιῶν ἁπάντων δόξαις καθωμιληκότες καὶ τἀκριβὲς τῆς παρὰ
πᾶσι Φοίνιξί τε καὶ Αἰγυπτίοις αὐτοῖς τε Ἕλλησι πολὺ πρότερον θεολο-
γίας ἐξηκριβωκότες, τίνα τῶν πόνων τὸν καρπὸν εὕραντο παρ' αὐτῶν
“Ὁ δὲ Φίλων ἄρα οὗτος ἄρτι μὲν ἐκδεξάμενος τὴν διατριβὴν ὑπὸ
χαρ-
μονῆς ἐξεπέπληκτο καὶ χάριν ἀποδιδοὺς ἐθεράπευε καὶ τὰ δεδογμένα τῷ
Κλειτομάχῳ ηὖξε καὶ τοῖς Στωϊκοῖς
ἐκορύσσετο νώροπι χαλκῷ.
ὡς δὲ προϊόντος μὲν τοῦ χρόνου, ἐξιτήλου δ' ὑπὸ συνηθείας οὔσης
αὐτῶν
τῆς ἐποχῆς, οὐδὲν μὲν κατὰ τὰ αὐτὰ ἑαυτῷ ἐνόει, ἡ δὲ τῶν παθημάτων
αὐτὸν
ἀνέστρεφεν ἐνάργειά τε καὶ ὁμολογία. πολλὴν δῆτ' ἔχων ἤδη τὴν
διαίσθησιν
ὑπερεπεθύμει εὖ ἴσθ' ὅτι τῶν ἐλεγξόντων τυχεῖν, ἵνα μὴ ἐδόκει ‘μετὰ
νῶτα
βαλὼν’ αὐτὸς ἑκὼν φεύγειν. Φίλωνος δὲ γίνεται ἀκουστὴς Ἀντίοχος,
ἑτέρας ἄρξας Ἀκαδημίας. Μνησάρχῳ γοῦν τῷ Στωϊκῷ σχολάσας ἐναντία
βασιλεῖς φιλίας καὶ διὰ τὴν ἐν τοῖς λόγοις ὑπεροχὴν ὑπὸ τῶν τότε
σοφιστῶν
φθονεῖσθαι. δεῖ δὲ τοὺς εὖ φρονοῦντας μὴ εἰς τοὺς διαβάλλοντας
288
ἀποβλέπειν
μόνον, ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς ἐπαινοῦντας καὶ ζηλοῦντας αὐτόν· μακρῷ γὰρ
πλείους
καὶ βελτίους εὑρεθεῖεν ἂν οὗτοί γε. τὰ μὲν οὖν ἄλλα προδήλως πέπλα-
σται. δύο δὲ ταῦτα δοκεῖ πιστεύεσθαι δι' ἃ ψέγουσί τινες αὐτόν· ἓν μέν,
ὅτι
τὴν Ἑρμείου γήμειε φύσει μὲν ἀδελφήν, θετὴν δὲ θυγατέρα Πυθιάδα,
κολα-
κεύων αὐτόν· Θεόκριτος γοῦν ὁ Χῖος ἐποίησεν ἐπίγραμμα τοιοῦτον·
Ἑρμείου εὐνούχου τε καὶ Εὐβούλου τόδε δούλου
μνῆμα κενὸν κενόφρων θῆκεν Ἀριστοτέλης·
ὃς διὰ τὴν ἀκρατῆ γαστρὸς φύσιν εἵλετο ναίειν
ἀντ' Ἀκαδημείας Βορβόρου ἐν προχοαῖς·
8ἕτερον δέ, ὅτι ἠχαρίστησε Πλάτωνι. περὶ μὲν οὖν Ἑρμείου καὶ τῆς
Ἀριστο-
τέλους πρὸς αὐτὸν φιλίας ἄλλοι τε πολλοὶ συγγεγράφασι καὶ δὴ καὶ
Ἀπελλί-
κων, οὗ τοῖς βιβλίοις ὁ ἐντυχὼν πεπαύσεται βλασφημῶν αὐτούς. περὶ
δὲ τοῦ γάμου τοῦ Πυθιάδος ἀποχρώντως αὐτὸς ἐν ταῖς πρὸς Ἀντίπατρον
ἐπιστολαῖς ἀπολελόγηται. τεθνεῶτος γὰρ Ἑρμείου διὰ τὴν πρὸς ἐκεῖνον
εὔνοιαν
ἔγημεν αὐτήν, ἄλλως μὲν σώφρονα καὶ ἀγαθὴν οὖσαν, ἀτυχοῦσαν μέντοι
συμφορᾶς ὑπόμνημα.
παρ' ἄλλῳ τινὶ εὗρεν ἄν· ὥστε οὐδὲ τῶν σῶν ἂν χρείαν
ἔσχε συνουσιῶν, ἔχων τοὺς νόμους, ἔχων τῶν πραγμάτων
τὴν πεῖραν· καὶ τὰ τοιαῦτα. ἘΠίλογος καταφορικώτε-
ρος· ἀπελαυνέσθωσαν ὡς ἀληθῶς οἱ νέοι, διαφθείρει
τούτους Σωκράτης, οὐ ποιεῖ τῆς πολιτείας ἐρᾷν, ἀπο-
διατίθησιν ἅπαντας, μετέχειν τῶν πολιτικῶν οὐ ποιεῖ·
ποῦ μοι γράμματα, ποῦ δικαστήρια; μηδὲ ἐπ' Ἀλκι-
291
Sect 49, ln 5
τὰ τοῖς ἠθικοῖς καὶ τίνες οὗτοι· καὶ τίνα τὰ τοῖς διαλεκτικοῖς καὶ τίνες
οἱ διαλεκτικοί.
Φυσικοὶ μὲν οὖν Θαλῆς, Πυθαγόρας, Ἐμπεδοκλῆς, Ἡράκλειτος,
Ἀναξίμανδρος, Ἀναξιμένης, Ἀναξαγόρας, Ἀρχέλαος, Παρμενίδης,
Λεύκιππος, Δημόκριτος, Ξενοφάνης, Ἔκφαντος, Ἵππων.
Ἠθικοὶ Σωκράτης Ἀρχελάου μαθητὴς τοῦ φυσικοῦ, Πλάτων Σωκρά-
τους μαθητής· οὗτος τὰς τρεῖς φιλοσοφίας ἔμιξεν.
Διαλεκτικοὶ Ἀριστοτέλης Πλάτωνος μαθητής· οὗτος τὴν διαλεκτικὴν
συνεστήσατο. Στωϊκοὶ δὲ Χρύσιππος, Ζήνων.
Ἐπίκουρος δὲ σχεδὸν ἐναντίαν δόξαν πᾶσιν ἐπεχείρησεν.
Πύρρων ὁ Ἀκαδήμιος· οὗτος ἀκαταληψίαν τῶν πάντων λέγει.
Βραχμᾶνες οἱ ἐν Ἰνδοῖς, Δρυΐδαι οἱ ἐν Κελτοῖς, καὶ Ἡσίοδος.
Οὐδένα μῦθον τῶν παρ' Ἕλλησιν ὠνομασμένων παραιτητέον· πιστὰ
307
γὰρ καὶ πιθανὰ τὰ ἀσύστατα αὐτῶν δόγματα ἡγητέον διὰ τὴν ὑπερ-
βάλλουσαν τῶν αἱρετικῶν μανίαν, οἳ διὰ τὸ σιωπᾶν ἀποκρύπτειν τε τὰ
ἄρρητα ἑαυτῶν μυστήρια ἐνομίσθησαν πολλοῖς θεὸν σέβειν. ὧν καὶ
πάλαι μετρίως τὰ δόγματα ἐξεθέμεθα, οὐ κατὰ λεπτὸν ἐπιδείξαντες, ἀλλὰ
ἄλλῳ παρέχειν. ᾧ ἀκόλουθον καὶ τὸν περὶ τῶν σοφῶν ἀνδρῶν πεποίηται
ὄνομα τῆς ἡδονῆς ἐξέλαβον· οἱ μὲν γὰρ τὴν κατὰ τὰς θνητὰς ἐπιθυ-
μίας, οἱ δὲ τὴν ἐπὶ τῇ ἀρετῇ ἡδονήν.
Τὰς δὲ ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων λύεσθαι ἅμα τοῖς σώμασιν, ὥσπερ καὶ
συγγεννᾶσθαι αὐτοῖς τίθεται· αἷμα γὰρ αὐτὰς εἶναι, οὗ ἐξελθόντος ἢ
τραπέντος ἀπόλλυσθαι ὅλον τὸν ἄνθρωπον. ᾧ ἀκολουθεῖ μήτε κρίσεις
εἶναι ἐν Ἅιδου μήτε δικαστήρια, ὡς ὅ τι ἂν δράσῃ τις ἐν τῷ βίῳ τούτῳ
καὶ διαλάθῃ, ἀνεύθυνον εἶναι παντελῶς. οὕτως οὖν καὶ ὁ Ἐπίκουρος.
Ἄλλη δὲ αἵρεσις φιλοσόφων ἐκλήθη Ἀκαδημαϊκὴ διὰ τὸ ἐν τῇ Ἀκαδη-
μίᾳ τὰς διατριβὰς αὐτοὺς ποιεῖσθαι. ὧν ἄρξας ὁ Πύρρων, ἀφ' οὗ Πυρρώ-
νειοι ἐκλήθησαν φιλόσοφοι, τὴν ἀκαταληψίαν ἁπάντων πρῶτος εἰσήγα-
γεν, ὡς ἐπιχειρεῖν μὲν εἰς ἑκάτερα, μὴ μέντοι ἀποφαίνεσθαι μηδέν. οὐδὲν
γὰρ εἶναι οὔτε τῶν νοητῶν οὔτε τῶν αἰσθητῶν ἀληθές, ἀλλὰ δοκεῖν τοῖς
ἀνθρώποις οὕτως ἔχειν· ῥευστὴν γὰρ εἶναι τὴν οὐσίαν πᾶσαν καὶ μετα-
βλητὴν καὶ μηδέποτε ἐν τῷ αὐτῷ μένειν.
Οἱ μὲν οὖν τῶν Ἀκαδημαϊκῶν λέγουσι μὴ δεῖν τὴν ἀρχὴν περὶ
μηδενὸς ἀποφαίνεσθαι, ἀλλ' ἁπλῶς ἐπιχειρήσαντας ἐᾶν· οἱ δὲ τὸ οὐ
μᾶλλον προσέθεσαν, λέγοντες οὐ μᾶλλον τὸ πῦρ πῦρ εἶναι ἢ ἄλλο τι·
οὐ μέντοι ἀπεφήναντο αὐτὸ τὸ τί ἐστιν, ἀλλὰ τὸ τοιόνδε.
τῶν ἐν ταῖς πολιτείαις πραγμάτων, ἀλλὰ μετὰ λόγους πρὸς ταῦτα ἰτέον·
σῶμα γάρ εἰσιν ἄντικρυς καὶ δέονται τῆς ὡς ἐν εἴδει ψυχῆς, ἵνα τὸν
σκεδασμὸν ἀποβάλοιντο.
Ταῦτ' ἄρα Πυθαγόρας μὲν καὶ Σωκράτης ἀφωσιοῦντο ταῖς πολιτείαις τὴν
315
γὰρ εἴδη ἐξῆπται τῶν γενῶν – ὥστε πῶς αὐθύπαρκτα τὰ παρ' ἑτέρων
γεννώμενα; – , τὰ δὲ γένη τῶν ἰδεῶν κατὰ τὸν Πλάτωνα. τὸ δ' ἀπὸ
τῆς ὕλης καὶ τοῦ εἴδους τὴν σύστασιν εἰληχὸς ἄτομον πῶς αὐθύπαρ-
κτον; ᾧ γε δὴ μήτηρ ὕλη καὶ τιθηνός, ὅρος δὲ τὸ εἶδος, μεταβάλλον
καὶ ἐν διηνεκεῖ ῥύσει τυγχάνον δεῖται ἀεὶ τῆς συνιστώσης αἰτίας καὶ
τὸ ἀπορρέον ἀνυφαινούσης. μή τί γε οὖν τὸ εἶδος αὐθύπαρκτον, ἀλλὰ
καὶ τοῦτο ἔνυλον ὂν δεῖταί τινος ἕδρας εἰς ὕπαρξιν; καὶ οὐκ ἀγνοῶ ὡς
τῶν φιλοσόφων ἔνιοι ἀπόλυτον τοῦτο τιθέασι· πλήν, ὅπως ἂν ἔχοι,
νοῦν ἐκληρώσατο τὸν γεννήτορα· εἰδῶν γὰρ ὑποστάτης ὁ νοῦς. πῶς
317
στοιχεῖα τοῦτο τυγχάνει ὄν. καὶ ἵνα τὰ ἐν πολλοῖς αὐτῷ εἰρημένα κεφα-
λαιώσωμαι, ἀρχαὶ τῆς ὑποθέσεως αὐτῷ ταύτης αἱ φυσικώταται τοῖς
σώμασι κινήσεις ἐλήφθησαν. δύο γὰρ αὐτῷ κινήσεις γενικαὶ καὶ κατὰ
τόπον λαμβάνονται, ἥ τε κυκλοφορία καὶ ἡ εὐθυφορία·
τὸ ἀπορούμενον.
Ὁ δαιμόνιος Ἀριστοτέλης, πρὸς τὴν πρεσβυτέραν Ἀκαδημίαν
ἀντιταττό-
μενος καὶ αὐτῷ διαμαχόμενος Πλάτωνι, ἀίδιον τὸν χρόνον
διαταττόμενος
φαίνεται καὶ ἄπειρον ἐφ' ἑκάτερα. ὁ μὲν γὰρ Πλάτων, αὐτῆς τῆς
ἀληθείας
ἁψάμενος, καὶ τὸν οὐρανὸν γεγενῆσθαί φησι καὶ ἀπό τινος χρονικοῦ
σημείου τῆς περιφορᾶς ἄρξασθαι, μετ' αὐτοῦ δὲ καὶ τὸν χρόνον καὶ τὴν
φύσιν συνυποστῆναι· ὁ δὲ φιλόσοφος οὗτος ἀγέννητον καὶ τὸν οὐρανὸν
καὶ τὴν κίνησιν καὶ τὸν χρόνον τίθεται. ὃ γοῦν ἐκεῖνος περὶ τοῦ χρόνου
διὰ
πολλῶν ἀπορεῖ τε καὶ συλλογίζεται, δι' ὀλίγων ἐνταῦθα ἠρώτηκεν ὁ
πατήρ. ‘ὁ χρόνος’ γάρ φησιν ‘ἐν χρόνῳ ἢ οὐκ ἐν χρόνῳ;’ τὸ δὲ ‘ἐν’,
ἑνδεκαχῶς σημαινόμενον, ἐνταῦθα περὶ τῆς ἀμεροῦς ἢ χρονικῆς παρατά-
σεως σημαίνειν δοκεῖ. τοῦτο γοῦν ἐστιν ὅπερ ἐρωτᾷ· ὁ σύμπας χρόνος
καὶ ψυχῆς, ἄλλο δὲ παρὰ ταῦτα τὸ θεῖον, πῶς μοῖρα τοῦ θείου τυγχάνο-
μεν;
Οἱ μὲν οὖν ἀπὸ τῆς Στοᾶς, καινήν τινα ὁδὸν τῆς φιλοσοφίας τεμόμενοι
καὶ πάντα εἰκῇ πρὸς ἄλληλα συγχέοντες καὶ συμφύροντες, οὐκ
320
ἠρυθρίασαν
σῶμα λεπτὸν τὸν θεὸν προσειπεῖν· ‘ἔνθερμον’ γὰρ ‘πνεῦμα’ ἐν τοῖς
οἰκείοις δόγμασι τοῦτον ὠνόμασαν, ἀφ' οὗ δή φασι τἆλλα συνεστηκέναι
σώματα, λεπτότερα μὲν ὅσαπερ ἐκείνου τυγχάνει ἔγγιον, ἀναλόγως δὲ
τῆς λεπτότητος ὑφιέμενα τὰ πορρώτερον κείμενα. πρὸς οὓς ἄν τις τοῦτο
δὴ μετριάσειεν ὅτι· ὦ λῷστοι, αἱ δὲ ψυχαὶ καὶ ἡ λοιπὴ ἀσώματος φύσις
πρὸς τίνος δεδημιούργηται; τὸ γὰρ χείρονα δημιουργεῖν τὰ κρείττονα οὐκ
ἂν δοίητε. ἀλλ' οὗτοι μὲν ἐάσθων. οἱ δ' ἀπὸ τῆς Ἀκαδημίας τῆς τε πρες-
βυτέρας καὶ τῆς νέας ἀσώματον διαρρήδην τὸ θεῖον, ὅ τι ποτέ ἐστιν,
ὡμολόγησαν, σωμάτων καὶ ψυχῶν καὶ νόων δημιουργόν. τούτοις δὴ καὶ
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Ch. 5, poem 39, line 95
σοφίᾳ· ὁ δὲ, Τίς γάρ σοι εἶπεν ὅτι φιλοσοφῶ; καὶ ἀπιὼν
ἤδη παρ' αὐτοῦ μάλα ἡδὺ ἐγέλασε· τοῦ δὲ ἐρωτήσαν-
τος, ἐφ' ὅτῳ γελᾷ, ἐκεῖνος ἔφη, Γελοῖόν μοι εἶναι ἔδο-
ξεν, εἰ σὺ ἀπὸ τοῦ πώγωνος ἀξιοῖς κρίνεσθαι τοὺς φι-
λοσοφοῦντας αὐτὸς πώγωνα οὐκ ἔχων.
324
δράσαντας.
Τρισκαιδέκατος Σέξτοι καὶ Πύρρωνες, ὁ μὲν μὴ εἶναι πάντῃ
γνωστὸν καὶ καταληπτὸν ὁ Σέξτος δογματίζων, ἐπέχων καὶ ἐν-
ιστάμενος· οὗτος καὶ πρὸς πᾶσαν ἀντεῖπε τέχνην καὶ ἐπιστήμην.
ὁ δὲ Πύρρων φιλόσοφος ὢν ἐφεκτικὸς ἐκαλεῖτο, ἐνιστάμενος κατὰ
τοῦ ἐξεναντίας, φιλοσόφου καὶ τούτου ὄντος. οὗτος πάντα γνω-
στὰ καὶ καταληπτὰ ἔφασκεν εἶναι, καὶ οὕτω τὰ ἀλλήλων λογο-
μαχοῦντες ἀνῄρουν.
Ἀκαδημαϊκοὶ καὶ Πυρρώνειοι ἄλλη αἵρεσις φιλοσόφων.
ἐκλήθησαν δὲ Ἀκαδημαϊκοὶ διὰ τὸ ἐν τῇ Ἀκαδημίᾳ τὰς διατριβὰς
αὐτοὺς ποιεῖσθαι. ὧν ἄρξας ὁ Πύρρων, ἀφ' οὗ Πυρρώνειοι
ἐπεκλήθησαν φιλόσοφοι, τὴν ἀκαταληψίαν ἁπάντων πρῶτος εἰσή-
γαγεν, ὡς ἐπιχειρεῖν μὲν εἰς ἑκάτερα, μὴ μέντοι ἀποφαίνεσθαι
μηδέν· οὐδὲν γὰρ εἶναι ἔλεγεν οὔτε νοητὸν οὔτε αἰσθητὸν ἀληθές,
ἀλλὰ δοκεῖν τοῖς ἀνθρώποις οὕτως ἔχειν.
Οὗτοι μὲν οὖν πάντες ἐπὶ τῆς τοῦ παντὸς φύσεώς τε καὶ
γενέσεως ταύτης, καθὼς ἐξεθέμεθα, ἐξεῖπον τῇ αὐτῶν δόξῃ.
κάτω δὲ τοῦ θείου πάντες χωρήσαντες περὶ τῶν γινομένων οὐσίαν
ἠσχολήθησαν, τὰ μεγέθη τῆς κτίσεως καταπλαγέντες καὶ αὐτὰ
τὸ θεῖον εἶναι νομίσαντες,
στέρας καὶ καλλίους τῶν κατὰ τὴν ἄλλην οἰκουμένην, τῶν δ' ἀν-
δρῶν τῶν μὲν σοφίᾳ διενηνοχότων σοφωτάτους τοὺς ἐν Σικελίᾳ,
τῶν δὲ πραγματικῶν ἡγεμονικωτάτους καὶ θειοτάτους τοὺς ἐκ Συρα-
κουσσῶν, ὥστε μὴ καταλιπεῖν ὑπερβολὴν τοῖς μειρακίοις τοῖς ἐν
ταῖς διατριβαῖς καὶ τοῖς τόποις πρὸς τὰς παραδόξους ἐπιχειρή-
σεις, ὅταν ἢ Θερσίτου λέγειν ἐγκώμιον ἢ Πηνελόπης προθῶνται
ψόγον ἤ τινος ἑτέρου τῶν τοιούτων.
Λοιπὸν ἐκ τούτων διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς παραδοξολογίας
οὐκ εἰς σύγκρισιν, ἀλλ' εἰς καταμώκησιν ἄγει καὶ τοὺς ἄνδρας καὶ
τὰς πράξεις ὧν βούλεται προΐστασθαι· καὶ σχεδὸν εἰς τὸ παρα-
πλήσιον ἐμπίπτει τοῖς περὶ τοὺς ἐν Ἀκαδημίᾳ λόγους τὸν προ-
χειριστότατον λόγον ἠσκηκόσιν. καὶ γὰρ ἐκείνων τινὲς βουλόμενοι
περί τε τῶν προφανῶς καταληπτῶν εἶναι δοκούντων καὶ περὶ
τῶν ἀκαταλήπτων εἰς ἀπορίαν ἄγειν τοὺς προσδιαλεγομένους τοι-
αύταις χρῶνται παραδοξολογίαις καὶ τοιαύτας εὐποροῦσι πιθανό-
τητας ὥστε διαπορεῖν εἰ δυνατόν ἐστι τοὺς ἐν Ἀθήναις ὄντας
ὀσφραίνεσθαι τῶν ἑψομένων ὠῶν ἐν Ἐφέσῳ καὶ διστάζειν μή πως,
καθ' ὃν καιρὸν ἐν Ἀκαδημίᾳ διαλέγονται περὶ τούτων, οὐχ ὑπὲρ
ἄλλων ἄρ' ἐν οἴκῳ κατακείμενοι τούτους διατίθενται τοὺς λόγους.
ἐξ ὧν διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς παραδοξολογίας εἰς διαβολὴν ἤχασι
οὐκ εἰς σύγκρισιν, ἀλλ' εἰς καταμώκησιν ἄγει καὶ τοὺς ἄνδρας καὶ
τὰς πράξεις ὧν βούλεται προΐστασθαι· καὶ σχεδὸν εἰς τὸ παρα-
πλήσιον ἐμπίπτει τοῖς περὶ τοὺς ἐν Ἀκαδημίᾳ λόγους τὸν προ-
χειριστότατον λόγον ἠσκηκόσιν. καὶ γὰρ ἐκείνων τινὲς βουλόμενοι
328
Ἀκρήβης. ὁ ἀκμάζων.
Ἀκριτόμυθος. τὰ εἰς ος δισύλλαβα ἀναβιβάζουσι
τὸν τόνον.
Ἀκάθεκτος. ὁ ἀκατάσχετος. ἦν γὰρ ἀκάθεκτος
ὁρμὴ περὶ αὐτὸν διὰ τὰς τῶν Περσῶν ἐπάρσεις.
(Θηλυκόν.)
331
(Θηλυκόν.)
πότερον Ἡρακλείτῳ, ᾧ δοκεῖ τῶν ἄνω πόνων τῆς ψυχῆς ἀνάπαυλαν εἶναι
333
τὴν εἰς τόνδε τὸν βίον φυγήν, ἢ τῷ Ἐμπεδοκλεῖ, ὃς κατὰ τίσιν ὑπὲρ ὧν
ἥμαρτεν ἐνταῦθα τὴν ψυχὴν ἀπέρριψεν, ἢ τῷ Πλάτωνι μᾶλλον, ὃς νῦν
μὲν κατὰ τίσιν, νῦν δὲ πρὸς τὸ τέλειον εἶναι τόδε τὸ πᾶν, καὶ νῦν μὲν
ἄκουσαν, νῦν δὲ ἑκοῦσαν, καὶ ἐνίοτε μὲν πρὸς βίαν, ἐνίοτε δὲ αὐτοκινή-
τως ὅπη βούλεται τὴν ψυχὴν ἐκπέμπεσθαι· τὸν γὰρ Ἀριστοτέλην σιω-
πήσομαι, ὃς δι' ὑπερβολὴν σοφίας τὴν τῆς ψυχῆς ἀθανασίαν ἀφείλετο,
τὰ ἀλλήλων ἕκαστοι καταλύοντες καὶ τοῖς ἄλλοις καὶ αὑτοῖς τἀναντία
φιλοσοφοῦντες.
{Θεόφραστος}
Βούλονται μὲν οἱ ἐξ Ἀκαδημίας πείθειν ὡς διαφωνεῖ Πλάτων αὐτὸς
ἑαυτῷ, νοήματα καὶ ὀνόματα ὡς ἂν ἐθέλωσι μετατιθέντες, ὥσπερ οἱ τοὺς
χρησμοὺς πρὸς τὴν ἑαυτῶν βούλησιν ἑρμηνεύοντες. Δοκοῦσι δέ μοι
παντε-
λῶς ἐκβιάζεσθαι· οὔτε γὰρ γέγονεν οὔτ' ἂν γένοιτο μᾶλλον τοῦ
Πλάτωνος
ἱκανὸς ἑρμηνεῦσαι σαφῶς πᾶν ὅ τι ἂν ἐθέλῃ. Οἱ δὲ αἰσχυνόμενοι τὸ
δοκεῖν διαφωνεῖν, ἑτέραν ἐξ ἀπολογίας αὐτῷ κατηγορίαν ἐφέλκονται· ἢ
γὰρ ἀσαφὴς διδάσκαλος ὁ φιλόσοφος ἢ φθόνῳ τὴν διάνοιαν ἀποκρύπτει.
Θεοδώρῳ σοφιστῇ.
παρὰ δὲ τῶν Σύρων ἀττικίζειν ἀξιοῦσι μανθάνειν· οὐκέτι γοῦν εἰς τὸν
Πειραιᾶ καταίρουσι τῆς Ἀκαδημείας ἐρῶντες οὐδὲ φοιτῶσι παρὰ τὸ
Λύκειον , παρ' ἡμῖν τὴν Ἀκαδήμειαν καὶ τὸ Λύκειον εἶναι νομί-
ζοντες. ἐγὼ γοῦν ἱκανὰς ἔχω παρ' ὑμῶν τὰς ἀμοιβάς, εἰ κἀμὲ πρό-
γονον δι' ὑμᾶς ᾄσουσιν Ἴωνες καὶ τῆς ἐμῆς ψυχῆς τὰς εἰκόνας καθα-
ρῶς θεωροῦντες ἤδη καὶ τοῦ σώματος τὸ εἶδος ὑπογράφουσιν· ἡ δὲ
παρ' ὑμῶν στολὴ ἐμοὶ μὲν λαμπρότερον ἀποφαίνει τὸ σχῆμα, σοὶ
δὲ καλλίω τὴν φήμην ἐργάζεται.
Θεοδώρῳ σοφιστῇ.
καθὸ ἐπινοεῖται ἤτοι ὄντα ἢ ὡς ὄντα. ὁμοίως δὲ καὶ τῶν καθ' ἕκαστα
ποσῶν ἐπὶ τὸ γενικώτατον ποσὸν ἀναγομένων ἄλλη γίνεται κατηγορία, ἡ
ἀνωτάτω λέξις τοῦ ποσοῦ, κατὰ τοῦ ἀνωτάτω πράγματος ἀγορευομένη.
οὕτως δὲ καὶ τὸ ποιόν. ἕτερον δέ τι γένος ἐστὶν τὸ πρός τι, ὑφ' ὃ πάντα
ἀνάγεται τὰ πρὸς ἄλλο τί πως ἔχοντα, καὶ κατηγορία ἄλλη τῆς πρός τι
λέξεως, ὑφ' ἣν τὸ διπλάσιον τὸ ἥμισυ, δοῦλος δεσπότης, πατὴρ υἱὸς καὶ
τὰ τοιαῦτα. τὸ δὲ καθῆσθαι καὶ ἑστάναι καὶ κατακεῖσθαι ἄλλο γένος ποιεῖ
καὶ εἰς τὸ αὐτὸ τείνοντα τοῖς εἰρημένοις. λέγει γὰρ καὶ ἐκεῖνος, ὅτι κατὰ
μὲν τὸ ὄνομα καὶ τὸ ῥῆμα ἡ διαίρεσις εἰς τὰ τοῦ λόγου γίνεται στοιχεῖα,
κατὰ δὲ τὰς κατηγορίας ἡ διαίρεσις γίνεται, καθὸ σχέσιν ἔχουσιν αἱ
Ἀλλὰ καὶ ἡ χιὼν τοῦ κύκνου, φαίη ἄν τις, μᾶλλόν ἐστιν λευκή, καθόσον
ἐγγυτέρω ἐστὶν τοῦ λευκοτάτου. ἢ κατὰ τοῦθ' ὁμοίως ἕξει πρὸς τὴν
οὐσίαν, κατὰ συμβεβηκὸς ἔχουσα τὸ μᾶλλον· καθόσον δὲ τὸ μετέχον τῆς
ποιότητος ἢ μᾶλλον αὐτῆς μετέχει ἢ ἧττον, κατὰ τοσοῦτον αὐτὴ ἡ κατα-
τεταγμένη ποιότης ἔχει τὸ μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον. ἐπεισοδιώδης γὰρ ἡ
ποιότης τῇ οὐσίᾳ, ἡ μέντοι οὐσία οὐκ ἐν ἄλλῳ γίνεταί τινι ὥστε μᾶλλον
ἢ ἧττον μετέχεσθαι, ἀλλ' ἐν αὐτῇ τὰ ἄλλα. διὰ τοῦτο οὖν τὴν μὲν κατὰ
συμβεβηκὸς σύγκρισιν ἐπιδέχεται ἡ οὐσία, τὴν δὲ καθ' αὑτό, ἥτις ἐν τοῖς
ὁμοειδέσιν γίνεται, οὐκέτι. ὁ γὰρ ἄνθρωπος οὔτε ἄλλου ἀνθρώπου
μᾶλλον
ἄνθρωπος οὔτε αὐτὸς ἑαυτοῦ, ἀλλ' οὐδὲ ὁ Σωκράτης ἐν Ἀκαδημίᾳ
μᾶλλον
Σωκράτης ἢ ἐν Δηλίῳ· τὸ μέντοι λευκὸν σῶμα καὶ ἄλλου σώματος
λευκοῦ λευκότερον ἂν εἴη τῷ μᾶλλον μετέχειν τοῦ λευκοῦ, καὶ αὐτὸ
αὑτοῦ
μᾶλλον ἂν εἴη καὶ ἧττον λευκόν, κατ' ἄλλον δηλονότι καὶ ἄλλον χρόνον,
οὐ γὰρ δὴ κατὰ τὸν αὐτόν. τὸ δὲ λευκὸν τοῦ μέλανος οὐ λέγεται
λευκότερον·
λέγεται μὲν γὰρ ἀεὶ τὸ μᾶλλον πρὸς τὸ ἧττον, ἐπιτεινόμενον δὲ τὸ ἧττον
εἰς τὸ ὅμοιον καταντᾷ, ἀλλ' ἡ τοῦ μέλανος ἐπίτασις οὐδέποτε ὅμοιον τὸ
μέλαν τῷ λευκῷ ποιεῖ, τοὐναντίον δὲ πλέον αὐτοῦ ἀφίστησιν, ὥστε οὐκ
ἂν τὸ ἐναντίον πρὸς τὸ ἑαυτῷ ἐναντίον λαμβάνοι τὴν τοῦ μᾶλλον καὶ
ἐτυμολογίαι δηλοῦσι, καὶ μέντοι ὁ οὕτως ποιῶν περὶ τὴν λέξιν ὀλίγον
καινίζει, τὴν συνήθη περὶ τῶν πραγμάτων ἔννοιαν φυλάττων. ἔτι δὲ
πάσης
τέχνης οἰκεῖον τὸ ὀνοματοποιεῖν· καὶ γὰρ ὁ γεωμέτρης καὶ ὁ μουσικὸς
περὶ
πράγματα τοῖς πολλοῖς ἄγνωστα διατρίβοντες ἴδια τιθέναι τοῖς πράγμασιν
338
τοὔνομα καὶ ἐπὶ τὰς σχέσεις, οἷον προβολήν, κάθισιν, ἐπί τε τὰς κινήσεις,
καὶ ἀπὸ τῆς συνόδου ταῦτα ἀποτελεῖσθαι· νόμῳ γὰρ ἔστι χροιὴ κατὰ τὸν
Δημόκριτον καὶ τὰ ἄλλα ὁμοίως, τῇ ἀληθείᾳ [ἔστι] δὲ ἄτομα καὶ κενόν.
ὁ δὲ ἅπαξ τὰ ὄντα ἀνελὼν οὐδὲν ἕξει τίθεσθαι καὶ ὁ παραδεξάμενος τὸ
ἀναίτιον οὐδαμοῦ στήσεται· τί γὰρ μᾶλλον ταῦτα ἢ τὰ ἐναντία
προτιμήσει
ἀπ' οὐδεμιᾶς ὡρισμένης αἰτίας ὁρμώμενος; βέλτιον οὖν εἰς ἐκείνην ἐλθεῖν
τὴν ὑπόθεσιν, ἥτις ἀπὸ τοῦ ἔχεσθαι παράγει τὰ ἑκτά, ὥσπερ οἱ Ἀκαδη-
μαϊκοὶ ὡρίσαντο ἑκτὸν τὸ οἷόν τε ἔχεσθαι αὐτὸ ἀποδόντες, οὐκ ἀπὸ τῆς
ἐτυμολογίας αὐτοῦ παραλαβόντες τὸν λόγον· λογικῶς γὰρ τὸ τοιοῦτον
εἴρηται, ἀλλ' οὐχὶ πραγματικῶς· μᾶλλον οὖν τὸ ἔχεσθαι τὰ εἴδη σημαίνει
ὑπὸ τῶν οἵων τε αὐτὰ ἔχειν. πολλαχῶς δὲ τοῦ ἔχειν λεγομένου (καὶ γὰρ
τὰ μέρη ἔχομεν τοῦ σώματος καὶ τὰ ἐκτὸς οἷον ἀγρὸν καὶ οἰκίαν) δια-
στέλλοντες ἀπὸ τούτων προσετίθεσαν, ἑκτὸν εἶναι φάσκοντες τὸ οἷόν τε
ἔχεσθαι ὡς ἡ φρόνησις ἔχεται ὑπὸ τοῦ φρονίμου καὶ ἡ περιπάτησις ὑπὸ
τοῦ περιπατοῦντος καὶ ἡ κάθισις ὑπὸ τοῦ καθημένου. ἐπειδὴ δὲ οἱ μὲν
καθ' ἕξεις, οἱ δὲ κατ' εὐαναλύτους σχέσεις, οἱ δὲ κατὰ πρός τί πως
ἀδύνατον εἶναι κατὰ λόγον· αὐταὶ γὰρ ἑαυτὰς διαφέρουσιν ἀφ' ἑαυτῶν
ἀρχόμεναι τῆς οἰκείας δυνάμεως, μᾶλλον δὲ οὐδὲ δέονται τοῦ
διαφορεῖσθαι
αὐτοδιαφοραὶ οὖσαι, ὥσπερ οὐδὲ ἡ ἑτεροιότης τοῦ ἑτεροιοῦσθαι· καὶ γὰρ
ἐπὶ τῶν ἄλλων ἰδιοτήτων αὐτὸ ἕκαστον οὐκ ἂν λέγοιτο μετέχειν ἑαυτοῦ,
οἷον τὸ ἴσον οὐκ ἄν τις ἰσῶσθαι λέγοι ἢ τὸ καλὸν κεκαλλύνθαι. ὥστε
τὸ μὲν διαφέρον διαφορᾷ πάντως διαφέρει, ἀλλὰ τὰ μὲν ἄλλα πάντα
ἑτέρᾳ
οὔσῃ παρ' ἑαυτὰ τῇ διαφορᾷ διαφέρει, ἡ δὲ διαφορὰ ἑαυτῇ διαφέρει,
μᾶλλον
δὲ αὐτοδιαφορά ἐστιν. καὶ οἱ Στωικοὶ δὲ ποιότητας ποιοτήτων ποιοῦσιν
ἑαυτῶν ποιοῦντες ἑκτικὰς ἕξεις. οὐ δέονται γὰρ οὐκέτι τῶν τὰς διαφορὰς
παρεχουσῶν· αὐταὶ γὰρ ἑαυταῖς αἱ ποιότητες ἀλλήλων διαφέρουσιν. οἱ δὲ
δὲ
τῶν ἐπιστημῶν πῶς ἔχει; ἢ καὶ ἡ γραμματική, ἥτις εἴη ψυχῆς ἣ φύσει
τοιαύτη, γένοιτο ἂν εἰδοποιὸς διαφορά. καὶ τοῦτο δὲ προσθετέον, ὅτι ταῖς
ποιότησι συντακτέον τοὺς κατ' αὐτὰς ποιούς, καθ' ὅσον περὶ αὐτούς εἰσιν
αἱ
ποιότητες, μὴ προσποιουμένους τὸ ὑποκείμενον μηδὲ κατὰ σύλληψιν τοῦ
ἢ μᾶλλον τοῦ πρός τι· ὑπὸ γὰρ τούτου κρατεῖσθαι, καθάπερ τὸ διπλάσιον
καίτοι ποσὸν ἐμφαῖνον. μήποτε δὲ οὐ πάντα ταῦτα ἕνα ἔχει λόγον, ἀλλὰ
τὰ μὲν ἅμα καὶ τὰ συνεγγίζοντα τὸ πρός τι μᾶλλον ἐμφαίνει· κοινὴν γὰρ
σχέσιν καὶ ταῦτα καὶ ἀντιστρέφουσαν συμπαρίστησιν· τὰ δὲ χωρὶς καὶ
διε-
στηκότα τὴν τοῦ ποῦ· πλεονάζει γὰρ ἐν αὐτοῖς ἡ πρὸς τὸν τόπον σχέσις
τῶν χωρὶς ὄντων καὶ τῶν διεστηκότων. τὰ μέντοι παρακείμενα καὶ ὑπο-
κείμενα τῆς τοῦ κεῖσθαί ἐστιν κατηγορίας· προηγεῖται γὰρ ἐν αὐτοῖς ἡ
θέσις καὶ ἔξωθεν ἡ σχέσις ἐπισυμβαίνει. καὶ τὰ ἄλλα δὲ οὕτως χρὴ
διακρίνειν τῷ πλεονάζοντι καὶ ἐπικρατοῦντι καὶ τὴν ἔννοιαν προβάλλοντι
φάναι ‘ἐν Λυκείῳ’, ἀλλὰ τὴν σχέσιν μόνην παρίστησι τὴν πρὸς τὸν
τόπον.
ἐστὶ κατηγορίας· ἐὰν γὰρ μεταλαβὼν εἴπῃς, τί ἐστιν τὸ ἔχειν πόδας καὶ
342
χεῖρας, ἐρεῖς κατὰ τὸν ἀκριβῆ λόγον, κἂν ἀσύνηθες ᾖ, τὸ πεποδῶσθαι καὶ
πάθους εἰς ἄλλο, καθὸ τοιάδε κίνησις, ἀλλ' οὐχὶ καθὸ ἁπλῶς κίνησις με-
ταβάλλει. καὶ εἴπερ λέγει τι ὁ λόγος οὗτος, ἐν μὲν τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν
καὶ ἐναντίωσίς ἐστι καὶ κίνησις ἤτοι μεταβολὴ ἀπὸ τῶν ἑτέρων εἰς τὰ
ἕτερα. οὐκέτι μέντοι καὶ ἐν τῇ μεταβολῇ τούτων μεταβολὴ διὰ τὸ μὴ
εἶναι ὡς ὑποκείμενα εἴδη τὰς τοιαύτας μεταβολάς, ἀλλὰ μόνον
μεταβολὰς
μηδὲ ὡς κινήσεως εἶναι κίνησιν, ἀλλ' ὡς τοιᾶσδε κινήσεως. τοῦτο δὲ καὶ
ἐπὶ πλέον διακριτέον.
Ἀλλ' ἐν τῇ ποτὲ κατηγορίᾳ διὰ τί οὐκ ἂν εἴη κίνησις ἢ μεταβολή;
ὡς γὰρ ἀπὸ λευκοῦ μεταβάλλω εἰς τὸ μέλαν καὶ ἀπὸ τόπου εἰς τόπον,
οὕτως ἀπὸ τοῦ πέρυσιν εἰς τὸ τῆτες καὶ εἰς νέωτα. τί δὲ τοῦτο διαφέρει
τοῦ ἀπὸ Λυκείου εἰς Ἀκαδημίαν; κἂν γὰρ τὰ μέρη τοῦ χρόνου
φθείρηται,
οὐδὲν παρὰ τοῦτο. οὐδὲ γὰρ εἰ τὸ Λύκειον ἐφθείρετο βαδίζοντος εἰς
Ἀκα-
δημίαν, ἤδη διὰ τοῦτο οὐκ ἦν κατὰ τόπον ἡ κίνησις. καὶ γὰρ καὶ τὸ
343
καὶ ἐναντίωσίς ἐστι καὶ κίνησις ἤτοι μεταβολὴ ἀπὸ τῶν ἑτέρων εἰς τὰ
ἕτερα. οὐκέτι μέντοι καὶ ἐν τῇ μεταβολῇ τούτων μεταβολὴ διὰ τὸ μὴ
εἶναι ὡς ὑποκείμενα εἴδη τὰς τοιαύτας μεταβολάς, ἀλλὰ μόνον
μεταβολὰς
μηδὲ ὡς κινήσεως εἶναι κίνησιν, ἀλλ' ὡς τοιᾶσδε κινήσεως. τοῦτο δὲ καὶ
ἐπὶ πλέον διακριτέον.
Ἀλλ' ἐν τῇ ποτὲ κατηγορίᾳ διὰ τί οὐκ ἂν εἴη κίνησις ἢ μεταβολή;
ὡς γὰρ ἀπὸ λευκοῦ μεταβάλλω εἰς τὸ μέλαν καὶ ἀπὸ τόπου εἰς τόπον,
οὕτως ἀπὸ τοῦ πέρυσιν εἰς τὸ τῆτες καὶ εἰς νέωτα. τί δὲ τοῦτο διαφέρει
τοῦ ἀπὸ Λυκείου εἰς Ἀκαδημίαν; κἂν γὰρ τὰ μέρη τοῦ χρόνου
φθείρηται,
οὐδὲν παρὰ τοῦτο. οὐδὲ γὰρ εἰ τὸ Λύκειον ἐφθείρετο βαδίζοντος εἰς
Ἀκα-
δημίαν, ἤδη διὰ τοῦτο οὐκ ἦν κατὰ τόπον ἡ κίνησις. καὶ γὰρ καὶ τὸ
λευκὸν φθείρεται, ὅταν ἀπὸ λευκοῦ μεταβάλλω εἰς μέλαν. εἰ δὲ λέγοι
τις, ὅτι ἡ μὲν κατὰ τόπον κίνησις φορά τίς ἐστι διὰ τόπου καὶ διέξοδος,
διὰ δὲ τοῦ χρόνου οὐδὲν φέρεται, ἀλλὰ φερομένων συμπαρέρχεται καὶ ὁ
χρόνος (τὸ γὰρ γῆρας καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα ἀλλοιώσεις εἰσὶ καὶ πάθη τῶν
ἔνατον
ποῖον δεῖ εἶναι τὸν ἐξηγούμενον, δέκατον πόσα δεῖ προλέγειν ἑκάστης
Ἀριστοτελικῆς πραγματείας κεφάλαια. τὰ μὲν οὖν ὀφειλόμενα ζητεῖσθαι
κεφάλαια ταῦτα. ζητητέον δὲ καὶ τὴν αἰτίαν, δι' ἣν ταῦτα μόνα ζητοῦμεν
καὶ οὔτε πλείονα οὔτε ἐλάττονα. τὴν δὲ αἰτίαν σαφῶς ἂν μάθοιμεν ἐκ
διαιρέσεως παραλαμβάνοντες τὸν λόγον .
Ἐπειδὴ τοίνυν αἱ τῶν φιλοσόφων αἱρέσεις λέγονται ἑπταχῶς (ἢ ἀπὸ
τοῦ αἱρεσιάρχου ὡς οἱ Πλατωνικοὶ καὶ οἱ Πυθαγόρειοι, ἢ ἀπὸ τῆς τοῦ
αἱρεσιάρχου πατρίδος ὡς οἱ ἀπὸ τοῦ Ἀριστίππου Κυρηναϊκοὶ καὶ ἀπὸ
Εὐκλείδου Μεγαρικοί, ἢ ἀπὸ τοῦ τόπου, ἐν ᾧ ἐδίδασκεν, ὡς οἱ Ἀκαδη-
μαϊκοὶ ἀπὸ Ξενοκράτους καὶ οἱ Στωϊκοὶ ἀπὸ Ζήνωνος τοῦ Κιτιέως, ἢ ἀπὸ
τῆς
ἐν τῷ φιλοσοφεῖν ἐπικρίσεως ὡς οἱ Ἐφεκτικοὶ καλούμενοι, ἢ ἀπὸ τοῦ
εἴδους τῆς ζωῆς ὡς οἱ Κυνικοί, ὧν ἡγήσατο Ἀντισθένης, ἢ ἀπὸ τοῦ τέ-
λους τῆς φιλοσοφίας ὡς οἱ Ἡδονικοὶ Ἐπικούρειοι, ἢ ἀπὸ τοῦ
συμβεβηκότος
ὡς οἱ Περιπατητικοὶ ἀπὸ Ἀριστοτέλους)· Ἐφεκτικοὶ μὲν οὖν ἐλέγοντο διὰ
ἄρα τῆς φιλοσοφίας ἐστὶ μέρος ἢ μόριον. μόριον μὲν οὖν οὐκ ἔστιν· οὔτε
γὰρ τοῦ θεωρητικοῦ οὔτε τοῦ πρακτικοῦ μέρος ἐστί· τὸ γὰρ μόριόν τινος
καὶ τῆς ὕλης κοινωνεῖ καὶ τοῦ σκοποῦ ἐκείνῳ οὗ ἐστι μόριον. τῷ μὲν
οὖν πρακτικῷ οὐ κοινωνεῖ· τούτου γὰρ ὕλη τὰ ἀνθρώπινα πράγματα καὶ
ἡ μετριοπάθεια, σκοπὸς δὲ τὸ περὶ ταῦτα αἱρετόν πως ἢ φευκτόν·
Ὁ φιλόσοφος Πορφύριος οὐκ εἰς ἑαυτὸν ἀνάγει τὴν εὕρεσιν καὶ τὴν
διδασκαλίαν, ἀλλά φησιν ὅτι τῶν πάλαι διαλαβόντων λογικῶς περὶ
αὐτῶν
οἱ Περιπατητικοὶ μάλιστα τοῦτο τὸ μέρος ἐξηκριβώσαντο. τὸ δὲ τῶν
Περιπατητικῶν ὄνομα ἐκ τοιαύτης γέγονεν αἰτίας. φασὶν ὅτι ὁ θεῖος
Πλάτων ἐν Ἀκαδημίᾳ βαδίζων ἐποιεῖτο τὰς πρὸς τοὺς ἑταίρους
συνουσίας διὰ τὸ τὸ σῶμα ἐπιτήδειον ποιεῖν διὰ τῶν γυμνασίων πρὸς
ψυχῆς ἔλλαμψιν· ὡς γὰρ ἂν ἔχῃ τὸ ὄργανον, οὕτως καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ
τεχνίτου διαφαίνεται.
καὶ τούτου χάριν ἐλέγοντο Περιπατητικοί. μετὰ γοῦν τὴν τοῦ Πλάτωνος
346
Ὁ φιλόσοφος Πορφύριος οὐκ εἰς ἑαυτὸν ἀνάγει τὴν εὕρεσιν καὶ τὴν
διδασκαλίαν, ἀλλά φησιν ὅτι τῶν πάλαι διαλαβόντων λογικῶς περὶ
αὐτῶν
οἱ Περιπατητικοὶ μάλιστα τοῦτο τὸ μέρος ἐξηκριβώσαντο. τὸ δὲ τῶν
Περι-
πατητικῶν ὄνομα ἐκ τοιαύτης γέγονεν αἰτίας. φασὶν ὅτι ὁ θεῖος Πλάτων
ἐν Ἀκαδημίᾳ βαδίζων ἐποιεῖτο τὰς πρὸς τοὺς ἑταίρους συνουσίας διὰ τὸ
τὸ σῶμα ἐπιτήδειον ποιεῖν διὰ τῶν γυμνασίων πρὸς ψυχῆς ἔλλαμψιν· ὡς
γὰρ ἂν ἔχῃ τὸ ὄργανον, οὕτως καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ τεχνίτου διαφαίνεται.
καὶ τούτου χάριν ἐλέγοντο Περιπατητικοί. μετὰ γοῦν τὴν τοῦ Πλάτωνος
τελευτὴν διεδέξαντο τὴν διατριβὴν αὐτοῦ ὅ τε Ἀριστοτέλης καὶ ὁ Ξενο-
κράτης, καὶ ὁ μὲν Ἀριστοτέλης ἐν Λυκείῳ ὁ δὲ Ξενοκράτης ἐν τῇ Ἀκα-
δημίᾳ. ἐλέγοντο οὖν οἱ μὲν τοῦ Ἀριστοτέλους Περιπατητικοὶ ἐκ
Λυκείου,
οἱ δὲ τοῦ Ξενοκράτους Περιπατητικοὶ ἐξ Ἀκαδημίας. ὕστερον δὲ οἱ μὲν
τοῦ Ἀριστοτέλους ἀπέλαβον τὴν ἐκ τῆς ἐνεργείας ἐπωνυμίαν τὴν ἐκ τοῦ
τόπου ἀπολέσαντες καὶ ἐκλήθησαν Περιπατητικοί, οἱ δὲ τοῦ
Ξενοκράτους
τὴν ἐκ τοῦ τόπου ἀπολαβόντες καὶ τὴν ἐκ τῆς ἐνεργείας ἀπολέσαντες
ἐκλή-
θησαν Ἀκαδημαϊκοί. ἐπεὶ οὖν ὁ φιλόσοφος ἔμελλέ τινα ὑπόληψιν ἐν τῇ
διδασκαλίᾳ ἔχειν τῶν ὑπὸ Πλάτωνος παραδοθέντων Πλατωνικὸς ὢν καὶ
αὐτός, ἐπειδήπερ ὡς χρήσιμον εἰς τὰς Ἀριστοτέλους Κατηγορίας ἔγραψε
τὸ βιβλίον, εἶπεν ὅτι ‘διδάξω περὶ αὐτῶν, ὡς οἱ παλαιοὶ διέλαβον, καὶ
τούτων
οἱ Ἀριστοτελικοί’ διὰ τοῦ εἰπεῖν καὶ μάλιστα οἱ ἐκ τοῦ Περιπάτου.
347
ἐρρύη αὐτὸ τὸ ὕδωρ πρὶν εἰς αὐτὸ τὸ λοιπὸν ἐμβῆναι σῶμα. τοῦτο μὲν
348
δαῖαι τῶν ψυχῶν οὐ μόνον οὐ κατόπιν αὐτῶν ἔρχονται, ἀλλὰ καὶ τῷ τάχει
λέγεται τὸ καθὸ καὶ κατὰ τὴν θέσιν. διὰ τί ἐν τῷδε τῷ μέρει τῆς πόλεως
ἕστηκεν ὁ ἀνδριὰς τοῦ Σωκράτους; καθὸ φιλόσοφος· ἡ Ἀκαδήμεια γάρ
ἐστι. καὶ πάλιν ἐν ποίῳ μέρει τῆς πόλεως ἦν ὁ Σωκράτης, ἡνίκα ὁ
σεισμὸς γέγονε; κατὰ τόδε τὸ μέρος. ταῦτα εἰρηκὼς περὶ τοῦ καθὸ με-
τέρχεται ἐπὶ τὸ καθ' αὑτό, καί φησιν ὅτι τοσαυταχῶς καὶ τὸ καθ' αὑτὸ
λέγεται, ὁσαχῶς λέγεται τὸ καθό, οἷον ζῷον ὁ Καλλίας καθ' αὑτὸ ὑπάρ-
χει· ἐν γὰρ τῷ ὁρισμῷ τοῦ Καλλίου παραλαμβάνεται τὸ ζῷον. λέγεται
οὖν τὸ καθ' αὑτὸ ὡς ποιητικὸν αἴτιον, οἷον καθ' αὑτὸ ὁ ἄνθρωπος οἰκο-
δόμος ὑπάρχει καὶ ἰατρός, καὶ ὡς ὑλικὸν αἴτιον· καθ' αὑτὸ γὰρ ἡ ναῦς
γέγονεν ἐκ τῆσδε τῆς ὕλης. καὶ ὡς εἰδικὸν αἴτιον· καθ' αὑτὸ ὁ ἄνθρωπος
350
ἄνθρωπός ἐστι· τοῦ γὰρ ἀνθρώπου πολλὰ ὑπάρχουσιν αἴτια, οἷον τὸ εἶναι
ζῷον, τὸ λογικόν, τὸ θνητόν, τὸ δίπουν, τοῦ δ' εἶναι ἀνθρώπῳ αἴτιόν
ἀλήθεια καὶ ἡ δικαιοσύνη, καὶ περὶ σῶμα, ὅτι εὐεξίας μετέχει πρὸς τὸ
ταῖς ψυχικαῖς ὑπουργεῖν ἀρεταῖς, καὶ πρὸς τὰ ἐκτός, ὅτι τις εὐδαίμων
καθέστηκεν. ἡμεῖς δὲ τὴν ἡδονὴν οὐ τέλος φαμὲν ἀλλὰ τῷ τέλει ἑπο-
μένην, ὥσπερ τὴν σκιὰν λέγομεν ἕπεσθαι τοῖς φωτιζομένοις σώμασιν,
ὁπόταν
μὴ κατὰ κορυφῆς ᾖ ὁ ἥλιος. ἀπὸ δὲ συμβεβηκότος φαμὲν ὀνομάζεσθαι
τὰς αἱρέσεις, ὡς Περιπατητικούς φαμεν. Περιπατητικοὶ δὲ ὠνομάσθησαν
ἀπό τινος αἰτίας τοιοῦτον ἐχούσης τὸν τρόπον· ὁ θεῖος Πλάτων οἰόμενος
ἔχειν τὸ σῶμα ὑγιὲς καὶ ἀνεμπόδιστον πρὸς τὰς τῆς ψυχῆς ἐνεργείας,
κινού-
μενος τὴν πρὸς τοὺς ἑταίρους ἐποιεῖτο συνουσίαν. τελευτήσαντος δὲ
τούτου
διεδέξαντο τὴν διατριβὴν αὐτοῦ Ξενοκράτης καὶ Ἀριστοτέλης, [καὶ] οἱ
τού-
του μαθηταί. καὶ ὁ μὲν Ξενοκράτης ἐπαίδευεν ἐν Ἀκαδημίᾳ καὶ ἐλέγετο
μετὰ τῶν σὺν αὐτῷ Ἀκαδημαϊκὸς Περιπατητικός, ὁ δὲ Ἀριστοτέλης ἐν
τῷ Λυκείῳ καὶ ἐλέγετο μετὰ τῶν σὺν αὐτῷ Λύκειος Περιπατητικός.
ὕστερον τοῖς μὲν Ξενοκράτους ἔλειψεν ἡ ἐνέργεια καὶ ἐκλήθησαν μόνως
Ἀκαδημαϊκοί, τοῖς δὲ Ἀριστοτέλους ὁ τόπος καὶ ἐκλήθησαν μόνως
Περιπατητικοί. καὶ εἰκότως οὐκ ἔλειψεν ἡ ἐνέργεια τούτοις· ἔπρεπεν γὰρ
Ἀριστοτέλει τῶν δογμάτων τοῦ διδασκάλου ἀνάπλεῳ ὄντι καὶ τῆς
προσηγορίας αὐτοῦ τυχεῖν.
καὶ ἐν τούτοις πληροῦται καὶ ἡ ἐπωνυμία τῶν φιλοσόφων αἱρέσεων
ἑπταχῶς
ληφθεῖσα. καὶ ἵνα δείξωμεν ὅτι οὐδὲ πλέον οὐδὲ ἔλαττον δύνατοι εἶναι ἡ
ἐπωνυμία τῶν φιλοσόφων αἱρέσεων, προέλθωμεν ἐκ διαιρέσεως οὕτως· ἡ
ταῖς ψυχικαῖς ὑπουργεῖν ἀρεταῖς, καὶ πρὸς τὰ ἐκτός, ὅτι τις εὐδαίμων
καθέστηκεν. ἡμεῖς δὲ τὴν ἡδονὴν οὐ τέλος φαμὲν ἀλλὰ τῷ τέλει ἑπο-
μένην, ὥσπερ τὴν σκιὰν λέγομεν ἕπεσθαι τοῖς φωτιζομένοις σώμασιν,
ὁπόταν
351
ἀνθρώπους καὶ ἔμαθεν παρ' αὐτῶν τὴν ἱερατικήν. διὸ καὶ ἐν τῷ Γοργίᾳ
φησὶν ‘οὐ μὰ τὸν κύνα τὸν παρ' Αἰγυπτίοις θεόν’· ὃ γὰρ
παρὰ τοῖς Ἕλλησι δύναται τὰ ἀγάλματα, τοῦτο παρὰ τοῖς Αἰγυπτίοις
τὰ ζῷα, σύμβολα ὄντα ἑκάστου τῶν θεῶν ᾧ ἀνάκεινται. βουλόμενος δὲ
καὶ τοῖς μάγοις ἐντυχεῖν, διὰ τὸ κατ' ἐκεῖνον τὸν καιρὸν ἐν Περσίδι
συνεστάναι πόλεμον μὴ δυνηθεὶς παρ' αὐτοὺς ἐλθεῖν ἀφίκετο εἰς τὴν
Φοινίκην καὶ μάγοις ἐκεῖ ἐντυχὼν παρέλαβεν τὴν μαγικήν. διὸ καὶ ἐν
τῷ Τιμαίῳ φαίνεται τῆς θυτικῆς ἔμπειρος ὤν, σημεῖά τε λέγων ἥπατος
καὶ σπλάγχνων καὶ τοιαῦτά τινα. ἀλλὰ ταῦτα μὲν πρὸ τῶν αἰτίων τῶν
εἰς Σικελίαν ἀφίξεων ἔδει ῥηθῆναι.
352
πάνυ πρὸς μάθησιν ἐφείλκετο καὶ ἄνδρας καὶ γυναῖκας ἀνδρείῳ σχήματι
λευσα· οὐδένα γὰρ εὐεργέτησα’. καί ποτε τοῦ Ἀριστοτέλους εἰπόντος ὅτι
ἄπειροι κόσμοι κατὰ Δημόκριτον, ἐπιδακρῦσαί φασι τὸν Ἀλέξανδρον, ὅτι
δεῖ ἄρα καὶ τὸ δεύτερον γενέσθαι’)· ἔσται ἄρα ἡ φιλοσοφία καὶ τῶν
βαναύσων τεχνῶν, ὃ μὴ θέμις εἰπεῖν, ἀτιμοτέρα. καθόλου γάρ, ἐὰν ὦσι
δύο τέχναι καὶ τῷ ἀποτελέσματι τῆς ἑτέρας ἡ ἑτέρα ὡς ὀργάνῳ χρήσηται,
Στωϊκοῖς.
Δεύτερον περὶ πολλῶν δογματίζουσιν. Ἀρε-
τήν τε γὰρ καὶ ἀφροσύνην εἰσάγουσι, καὶ ἀγαθὸν καὶ
κακὸν ὑποτίθενται, καὶ ἀλήθειαν καὶ ψεῦδος, καὶ δὴ
καὶ πιθανὸν καὶ ἀπίθανον καὶ ὂν καὶ μὴ ὄν, ἄλλα
τε πολλὰ βεβαίως ὁρίζουσι, διαμφισβητεῖν δέ φασι
περὶ μόνης τῆς καταληπτικῆς φαντασίας. Διὸ οἱ μὲν
ἀπὸ Πύρρωνος ἐν τῷ μηδὲν ὁρίζειν ἀνεπίληπτοι τὸ
παράπαν διαμένουσιν, οἱ δ' ἐξ Ἀκαδημίας, φησίν,
ὁμοίας τὰς εὐθύνας τοῖς ἄλλοις φιλοσόφοις ὑπέχουσι,
τὸ δὲ μέγιστον, οἱ μὲν περὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος
διαποροῦντες τό τε σύστοιχον διατηροῦσι καὶ ἑαυτοῖς οὐ
μάχονται, οἱ δὲ μαχόμενοι ἑαυτοῖς οὐ συνίσασι· τὸ γὰρ
ἅμα τιθέναι τι καὶ αἴρειν ἀναμφιβόλως, ἅμα τε φά-
ναι κοινῶς ὑπάρχειν καταληπτά, μάχην ὁμολογουμέ-
νην εἰσάγει, ἐπεὶ πῶς οἷόν τε γινώσκοντα τόδε μὲν
εἶναι ἀληθὲς τόδε δὲ ψεῦδος ἔτι διαπορεῖν καὶ διστά-
σαι, καὶ οὐ σαφῶς τὸ μὲν ἑλέσθαι τὸ δὲ περιστῆναι;
Ὅσα γραφεῖς, καὶ λόγοι δύνανται· μᾶλλον δὲ μικρο-
τέρα μίμησις πᾶσα πρὸς λόγους. Ἄβαριν τὸν σο-
φὸν γένος μὲν Ὑπερβόρειον λέγουσιν, Ἕλληνα δὲ τὴν
φωνὴν γεγενῆσθαι, καὶ Σκύθην μὲν ἄχρι στολῆς τε καὶ
σχήματος, εἰ δέ που γλῶτταν κινήσειε, τοῦτο ἐκεῖνο ἐκ
μέσης Ἀκαδημίας καὶ αὐτοῦ Λυκείου νομίζεσθαι. Τὸν
Ἐλευσίνιον ἔφηβον ἀρθῆναι λόγος πρὸς Δήμητρος,
ἵνα τὴν νομάδα τράπεζαν ἡμέροις ἀμείψῃ πυροῖς.
Ἧκεν Ἄβαρις Ἀθήναζε τόξα ἔχων, φαρέτραν ἠμμέ-
νος εἰς ὦμον, χλαμύδι σφιγγόμενος. Ζώνη ἦν κατ' ἰξύων
χρυσῆ, ἀναξυρίδες ἐκ ταρσῶν ἄκρων ἄχρι καὶ γλουτῶν
ἀνατείνουσαι. Τοῦτον πανταχόθεν εὑρίσκομεν, κα-
θάπερ ἐν ἁρμονίᾳ λύρας, σύμφωνον ἠχοῦντα τῇ γνώμῃ
τὸν λόγον. Ἦν ἡδὺς ἐντυχεῖν, δεινὸς ἡσυχῇ μεγάλην
πρᾶξιν ἐργάσασθαι, ὀξὺς τὸ παρὸν ἰδεῖν, προμηθὴς τὸ
μέλλον φυλάττεσθαι, σοφίας ἥττων, ἐραστὴς φιλίας,
τριον.
Αἰσυμνῆται· οἱ τοῦ ἀγῶνος προεστῶτες. ἢ οἱ νεανίαι. ἢ νεμη-
ταί, ὅ ἐστι βραβευταί.
Αἰσυμνήτην· βασιλέα, ἐπιστάτην, ἄρχοντα. οἱ δὲ τύραννον
καὶ βραβευτὴν καὶ πάρεδρον.
Αἰσχύνει· αἰκίζεται, λυμαίνεται, αἶσχος περιτίθησι.
Αἰτήσασθαι· τὸ χρήσασθαι. Μένανδρος Τίτθῃ (fr. 396 K.-
Th.)· “ἢ ἄν τις ὑμῶν παιδίον ᾐτήσατο ἢ κέχρηκεν, ἄνδρες γλυκύτα-
τοι”. καὶ ἐν Ὕμνιδι (fr. 410 K. – Th.)· “οὐ πῦρ γὰρ αἰτῶν οὐδὲ
λοπάδα αἰτούμενος”.
Ἀκαδημία· τρία ὑπῆρχον γυμνάσια, Λύκειον , Κυνόσαργες,
Ἀκαδημία. ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τοῦ καθιερώσαντος αὐτὸ Ἀκαδήμου.
Ἀκάθεκτος· ἀκατάσχετος.
Ἀκαθοσίωτον· ἄνομον, ἄκοσμον, ἀπόβλητον.
Ἄκαινα· ἄκαινά ἐστι μέτρον δεκάπουν. ἔστι δὲ ῥάβδος, ἐν ᾗ
κεντοῦσι τοὺς βόας, ὡς τῶν Πελασγῶν τοῦτο εὑρόντων.
Ἄκακος· ὁ κακοῦ μὴ πεπειραμένος, οὐχ ὁ χρηστοήθης. οὕτως
Σαπφώ (fr. 171 L. – P.). λέγεται δὲ καὶ ὁ χρηστὰ ἤθη ἔχων, εἰ καὶ ἐπ'
ἔλαττον.
Damascius Phil., Vita Isidori (ap. Photium, Bibl. codd. 181, 242)
Frag. .158, line 2
365
τοῦ Πρόκλου καλεῖσθαι μόνος ἀξιωθείς, ἐφ' ᾧ δὴ καὶ τὰς μάλιστα ἐπεῖχεν
ἐλπίδας.
καὶ οὐκ ἦν τις ἄρα πρὸς αὐτὸν ἀλαζὼν οὐδὲ σκαιὸς οὐδὲ σοβαρὸς τὴν
ἔντευξιν.
τῇ τε ἐξ ἀρχῆς εὐγενείᾳ καὶ τῇ μεγαλειότητι τῶν τρόπων καὶ τῇ
περὶ λόγους διαφανεῖ σπουδῇ τε καὶ ἐπιμελείᾳ.
πρὸς γάρ τοι τοὺς ἄλλους τοὺς εἰς βουλὴν τὴν μεγάλην συγκαλου-
μένους οὐ μόνον τὰ ἄλλα διαφέρων ἄνθρωπος ἦν ὁ Θεαγένης, ἀλλ' ἤδη
τις
καὶ φιλόσοφος.
ἡ τῶν διαδόχων οὐσία οὐχ ὡς οἱ πολλοὶ νομίζουσι Πλάτωνος ἦν τὸ
ἀνέκαθεν· πένης γὰρ ἦν ὁ Πλάτων, καὶ μόνον τὸν ἐν Ἀκαδημίᾳ
ἐκέκτητο
κῆπον, οὗ ἡ πρόσοδος νομισμάτων τριῶν, ἡ δὲ τῆς οὐσίας ὅλης χιλίων ἢ
καὶ ἔτι πλειόνων ὑπῆρχεν ἐπὶ Πρόκλου, πολλῶν τῶν ἀποθνησκόντων
κτή-
ματα τῇ σχολῇ καταλιμπανόντων.
ἤδη τοίνυν κρουώμεθα πρύμναν ἐπὶ τὸν λόγον ὃν ἀπελίπομεν.
ὁ μὲν Ἀσκληπιόδοτος ἐκοσμεῖτο πᾶσι τοῖς τοῦ βίου λαμπροῖς, οἱ
δὲ οὐδενὶ τούτων, οἱ προβεβλημένοι τὴν γαμικὴν προβολήν, ἀλλὰ μόνον
ἦσαν
τῷ ὄντι φιλόσοφοι, ἐπ' ἄκρον ἑκάτερος ἥκων, ὁ μὲν ἰθυβόλου φύσεως, ὁ
ἐπὶ
θυγατρὶ γαμβρὸς τοῦ μεγάλου Ἀσκληπιοδότου Ἀσκληπιόδοτος, ὃν δ' ἤδη
ἐμνήστευεν,
δεῖ καὶ
τοὺς Μεγαρέας· καὶ αὐτοὶ γὰρ μετέσχον τῆς στρατείας. ὅτι δὲ πολλαὶ
Ἀθῆναι
καὶ ὅτι πολλαὶ Ἀθηναίων ἐγένοντο ἀποικίαι, τεθρύληται. καὶ Ἀμισὸς γοῦν
ἡ
Ποντικὴ κατὰ τὸν Γεωγράφον Ἀθηναίων ἐποικησάντων Πειραιεὺς
μετωνο-
μάσθη, ὁμωνύμως τῷ Ἀττικῷ Πειραιεῖ, καὶ τὸ Ἀτραμύττιον δὲ Ἀθηναίων
ἔσχεν ἀποικίαν. (v. 552) Περὶ δὲ Πετεῷο καὶ ὅλως περὶ τῆς Ἀθηναίων
ΑΕΡΙῼ ΣΟΦΙΣΤῌ.
λαβόντες τὰς ἑαυτῶν γᾶς ἐμέτρουν πρὸ τῆς ἀναβάσεως τοῦ ποταμοῦ
καὶ ἐσημειοῦντο, καὶ πάλιν μετὰ τὴν ἀπόβασιν τοῦ ποταμοῦ τῇ [αὐτῇ]
ῥά[βδῳ γεωμετρ]οῦντες ὧν ἕκαστος τὴν ἰδίαν γῆν ἀπελάμβανε
δίχα μάχης καὶ [φόνου. ἐκλήθη οὖν ἡ ῥάβδος], ἐν ᾗ ἐγεωμέτρουν,
ἄκαινα, ἡ στεροῦσα αὐ[τοὺς τοῦ καίνειν ἀλλήλους]. λέγεται [δέ, ὅτι]
Θεσσαλὸς εὑρεθεὶς ἐν τῇ Αἰγύπτῳ ἐπενοήσατο τῇ ῥάβδῳ γεωμετρεῖν
τὴν γῆν· ἔνθεν καὶ «Πελασγίδι» [εἶπεν ἀντὶ τοῦ «Θεσσαλικῇ»] B,
Sym. 349, EM 602. Schol. Ap. Rh.
Ἀκαδήμεον· Γυμνάσιον· ἔστι τόπος πρὸ τοῦ ἄστεος
ἀπὸ Ἀκαδήμου ὠνομασμένος, διὸ καὶ [Ἀκαδημία] τότε ἐκαλεῖτο.
διττὴ δὲ ἡ ἀρχὴ τοῦ ὀνόματος· οἱ μὲν ἀπὸ τοῦ α τὸν Ἀκάδημον,
οἱ δὲ [ἀπὸ τοῦ ε] τὸν Ἑκάδημον. οὕτως Ὦρος B, Sym. 350,
EM 603. Orus.
Ἀκακήτης (Π 185)· ὥσπερ παρὰ τὸ γύμνης γύμνητος
γίνεται ὁ γυμνήτης καὶ Οἰδίπους Οἰδίποδος Οἰδιπόδης, οὕτως καὶ
ἀκάκητος ἀκακήτης B, Sym. 351, EM 604.
Ἀκαλήφη (Eupol. fr. 60, Pherecr. fr. 24)· ἔστιν οὖν
⟦τὸ⟧ θαλάττιον φυτὸν δῆξιν καὶ κνησμὸν ἐν τῷ ἅπτεσθαι
ἐμποιοῦσα, κατὰ ἀντίφρασιν ἡ ἔχουσα ἀκαλὴν τὴν ἁφήν, ἧς οὐκ
ἔστιν ἀκαλῶς, ὅ ἐστιν ἡσύχως, ἅπτεσθαι, ὅθεν καὶ τὸ λη η· τὰ
παρὰ τὸ ἄειν, ὅ ἐστιν πνέειν· ἔμπνουν δὲ τὸν ζῶντά φαμεν. ἢ παρὰ τὸ ἀεὶ
ὂν
τῆς ζωῆς· οἱ γὰρ ζῶντες ἐν χρόνοις καὶ ἔτεσι διαμένουσιν⟧.
Αἰών· ὁ ἀεὶ ὤν· καὶ συστέλλεται τὸ ε.
Αἰών· παρὰ τὸ ἀεὶ εἶναι· αἰὼν γὰρ ὁ ἀεὶ ὤν. κλίνεται δὲ αἰῶνος. ὁ
⟦κανών⟧· τ⟦ὰ εἰς ων περιεκτικά⟧ – .
⟦Αἰών· σημαίνει εʹ· αἰὼν λέγεται ἡ τοῦ ἑκάστου ἀνθρώπου ζωή, καὶ ὁ
τῶν χιλίων ἐτῶν ἀριθμός· αἰὼν λέγεται καὶ ὁ μέλλων ὁ ἀΐδιος καὶ
ἀτελεύτητος,
καὶ οἱ ζʹ αἰῶνες, καὶ ὁ νωτιαῖος μυελὸς ὡς τὸ Hippocr. III 705 Kuh+n
“ἄνθρω-
πος νοσήσας τὸν αἰῶνα ἑβδομαῖος ἀπέθανεν”.⟧
⟦Ἀϊόνες· οἱ αἰγιαλοί.⟧
374
[ἢ] Hesiod. fr. 218 (242) Rzach “ὡς ἀκαλ⟦ὰ⟧ προρέων”. ἢ παρὰ τὴν ἀκὴν
καὶ Στοὰν μέγα τι ταῦτ' ᾠόμην εἶναι καὶ πᾶν ὅτι κάλλιστον καὶ
ὑπερήφανον, διὰ Πλάτωνα γοῦν καὶ Σωκράτην καὶ Ζήνωνα, καὶ
377
ζῶν καὶ κινούμενον μουσεῖον· χθὲς τῆς εὐσεβείας καὶ τῶν δογμά-
των τὸν κράτιστον πρόβολον· σήμερον τὴν δογματικὴν πανοπλίαν·
χθὲς τὸν τῆς ἱερωσύνης κανόνα τε καὶ τὴν στάθμην· σήμερον
τὴν ἱερὰν ὁπλοθήκην. ἀλλ' ὦ πόσοι κλαυθμοὶ καὶ στεναγμοὶ
συνεληλυθότες εἰς ἓν ἐξισωθῆναι δυνηθεῖεν ἂν τοῖς νῦν κατα-
σχοῦσιν ἡμᾶς πάθεσιν; οἶμαι γὰρ, οἶμαι, ἂν θάλασσα μὲν
ἅπασα μεταβάλῃ πρὸς φύσιν δακρύων, ποταμοὶ δ' αὖ, ὁπόσοι
τὴν γῆν περικλύζουσι, πρὸς δακρύων τραπῶσι φορὰν, οὐδ' οὕ-
τως ἂν ἱκανῶς δειχθείη τὸ μέγεθος ὅσον τῶν νῦν συμφορῶν.
κότητος ἥκιστα· ἄογκον γὰρ καὶ ἄποσον καθ' αὑτὸ καὶ ἀμέ-
γεθες ἡ λευκότης, ὡς δέδεικται. εἰ δὲ μηδὲ συμβεβηκὸς ἡ
ἀνούσιος αὕτη συγχωρεῖταί σοι γίνεσθαι ἐνέργεια, ποῦ ταύ-
την θετέον· λέγε καὶ νομοθέτει σύ. τῆς γὰρ τοῦ ὄντος φω-
νῆς εἰς οὐσίαν καὶ συμβεβηκὸς διαιρουμένης, εἰ μήτ' οὐσία
μήτε συμβεβηκὸς εἴη, τῶν ὄντων οὐκ ἂν λέγοιτο. λείπεται
ἄρα μὴ ὂν ἐξ ἀνάγκης λέγεσθαι. αὕτη τῶν καινῶν σου δογ-
μάτων ἡ τερατεία, καλὲ Παλαμᾶ, τὸ πιστεύειν εἰς τὸ μὴ ὂν
καὶ ψιλοῖς λατρεύειν ὀνόμασιν, ὁποῖα καὶ τοὺς τῆς Πλατω-
νικῆς Στοᾶς καὶ Ἀκαδημίας φάσκοντας ἴσμεν περί τε γενῶν
καὶ εἰδῶν, καὶ εἴ τινες εἶεν ἐκ τῶν ὕστερον ἄλλοτ' ἄλλως αὐ-
τοῖς ἠκολουθηκότων Βογομίλων καὶ Μανιχαίων καὶ Μασα-
λιανῶν καὶ Εὐνομιανῶν, οὓς καὶ εἰς μέγα παραπληξίας ἐλαύ-
νειν ὁ μέγας φησὶ Βασίλειος ὥσπερ κοινότητά τινα λόγῳ
μόνῳ θεωρητήν, ἐν οὐδεμίᾳ ὑποστάσει τὸ εἶναι ἔχουσαν, εἰς
τὰ ὑποκείμενα θεωρεῖσθαι φάσκοντας τὸν θεόν. ἀλλ' ἄκουε
λοιπὸν τί φησιν αὖθις ὁ αὐτὸς μέγας Βασίλειος περὶ τῆς
ἐνεργείας θεοῦ τῆς ἀκτίστου, ὡς ἐπὶ τῆς ἁπλῆς καὶ ἀσωμά-
του φύσεως τὸν αὐτὸν λόγον ἐπιδέχεται ἡ ἐνέργεια τῇ οὐσίᾳ.
Ἐπεὶ δ' ὁ τῆς οὐσίας ὅρος καὶ λόγος (ταὐτὸν γὰρ ὅρος
381
βαλεν δ' αὐτοὺς καὶ τῷ εὐσχήμῳ τῶν μύθων· ἐκεῖνοι γὰρ ὡς ἔτυχεν
ἔπλεκον τοὺς μύθους, αὐτὸς δὲ φησὶν ὅτι χρὴ ἔχειν τινὰ τοὺς μέλλοντας
κόντισεν ἐν τοῖς δόγμασι καὶ τῇ διανοίᾳ καὶ πᾶσιν ἅπαξ ἁπλῶς. ἦσαν
δὲ πρὸ αὐτοῦ μὲν αἱρέσεις αὗται· ἥ τε ποιητική, ἧς καθηγεμόνες γεγό-
νασιν Ὀρφεύς, Ὅμηρος, Μουσαῖός τε καὶ Ἡσίοδος· γέγονεν δὲ καὶ ἡ
ἀπὸ τοῦ Ἰωνικοῦ διδασκαλείου, ἧς προκατήρξατο Ἡράκλειτος καὶ
Θαλῆς καὶ Ἀναξαγόρας· γέγονεν δὲ καὶ ἡ Πυθαγόρου καὶ Παρμενίδου.
μετὰ Πλάτωνα δὲ γέγονεν ἡ Στωϊκὴ καὶ ἡ Ἐπικούρειος καὶ ἡ Περι-
πατητικὴ καὶ ἡ τῆς νέας Ἀκαδημίας. διαφέρουσι δ' οἱ τῆς νέας Ἀκαδη-
μίας τῶν ἐφεκτικῶν τῷ τοὺς μὲν ἐφεκτικοὺς ὁμοίως λέγειν διὰ πάντων
τῶν ὄντων πεφοιτηκέναι τὴν ἀκαταληψίαν, τοὺς δὲ τῆς νέας Ἀκαδη-
383
μίας οὐχ ἁπάντων ὁμοίως, ἀλλ' εἶναί τινα τῶν πραγμάτων ἃ σαίνουσι
τὴν ἡμετέραν ψυχὴν πρὸς συγκατάθεσιν μετρίαν.
Πασῶν τούτων κρείττων ὤφθη ὁ Πλάτων. ἀπώνατο μὲν γὰρ τῆς ποιη-
τικῆς τὸ ὑμνῆσαι τὴν τάξιν τῶν ὄντων, ὑπερέβαλεν δ' αὐτὴν τῷ τοὺς
μὲν ποιητὰς ἄνευ ἀποδείξεως καὶ ὡς αὐτὸς φησὶν ‘μαινομένῳ καὶ ἐν-
θουσιῶντι στόματι’, αὐτὸν δὲ μετὰ ἀποδείξεως ἅπαν εἰρηκέναι. ὑπερέ-
βαλεν δ' αὐτοὺς καὶ τῷ εὐσχήμῳ τῶν μύθων· ἐκεῖνοι γὰρ ὡς ἔτυχεν
ἔπλεκον τοὺς μύθους, αὐτὸς δὲ φησὶν ὅτι χρὴ ἔχειν τινὰ τοὺς μέλλοντας
πλέκειν περὶ θεοῦ μῦθον οἷς προσέχοντες οἱ ἐντυγχάνοντες οὐκ ἀπατη-
θήσονται. δεῖ γὰρ εἰδέναι ὡς ὁ θεὸς ἀγαθός ἐστιν καὶ οὐδαμῶς προ-
βάλλεται τὸ ψεῦδος, οὔτε διὰ ἄγνοιαν τοῦ ἀληθοῦς
των γὰρ οἰομένων τὴν πάντων ἀρχὴν εἶναι τὸν νοῦν, ἔδειξεν ὡς πρὸ
τοῦ νοῦ ἐστὶν τὸ ἓν καὶ πρὸ τῶν ἄλλων ἁπάντων. εἰ γὰρ ὁ νοῦς ἦν ἡ
ἀρχὴ τῶν ὄντων, ἅπαντα ἔμελλεν νοεῖν, τῷ πάντα τῆς οἰκείας ἠρτῆσθαι
ἀρχῆς· νυνὶ δὲ ὁρῶμέν τινα μὴ νοοῦντα· οὐκ ἄρα ὁ νοῦς ἐστὶν ἡ ἀρχή.
καὶ τῷ τοὺς Περιπατητικοὺς λέγειν τελικὸν πάντων τῶν ὄντων εἶναι
τὸν νοῦν, τοῦτον δὲ τὸν Πλάτωνα δεῖξαι ὅτι καὶ ποιητικόν ἐστιν αἴτιον
καὶ τελικὸν τῶν ὄντων τὸ ἕν. καὶ ἄλλως δ' ἔστιν δεῖξαι ὅτι οὐκ ἔστιν
πρῶτον αἴτιον ὁ νοῦς· εἰ γὰρ ἦν, ἐπειδὴ πολλά ἐστιν εἴδη, πολλοὶ ἔσον-
ται νοῖ· εἰ δὲ τοῦτο, πλῆθος ἔσται ἡ ἀρχή, ὅπερ ἄτοπον, δεῖ γὰρ τὴν
ἀρχὴν ἀπὸ ἑνὸς ἄρξασθαι.
Ἀλλὰ καὶ τὴν τῶν νέων Ἀκαδημαϊκῶν ὑπερέβαλεν φιλοσοφίαν τῷ
ἐκείνην ἀκαταληψίαν πρεσβεύειν, δεῖξαι δὲ τοῦτον ὡς εἰσὶν ἐπιστημονι-
καὶ καταλήψεις τινές. λέγουσι δέ τινες συνωθοῦντες τὸν Πλάτωνα εἰς
τοὺς ἐφεκτικούς τε καὶ τοὺς Ἀκαδημαϊκοὺς ὡς καὶ αὐτοῦ ἀκαταληψίαν
εἰσάγοντος· καὶ κατασκευάζουσι τοῦτο ἐκ τῶν εἰρημένων αὐτῷ ἐν τοῖς
συγγράμμασιν αὐτοῦ. λέγει τοίνυν, φασίν, ἐπιρρήματά τινα ἀμφίβολά
τε καὶ διστακτικὰ περὶ πραγμάτων διαλεγόμενος, οἷόν ἐστιν τὸ ‘εἰκὸς’
καὶ τὸ ‘ἴσως’ καὶ ‘τάχ' ὡς οἶμαι’· τοῦτο δ' οὐκ ἐπιστήμονός ἐστιν, ἀλλά
τινος μὴ καταλαβόντος τὴν ἀκριβῆ γνῶσιν. πρὸς τούτους δέ φαμεν ὡς
ταῦτα φησὶν οἷον προσδιοριζόμενος, ὅπερ οὐ ποιοῦσιν οἱ ἐφεκτικοί· οὔτε
γὰρ ἀκριβῶς διαλέγονται οὔτε προσδιορίζονται, εἴπερ πάντων
ἀρχῆς· νυνὶ δὲ ὁρῶμέν τινα μὴ νοοῦντα· οὐκ ἄρα ὁ νοῦς ἐστὶν ἡ ἀρχή.
καὶ τῷ τοὺς Περιπατητικοὺς λέγειν τελικὸν πάντων τῶν ὄντων εἶναι
τὸν νοῦν, τοῦτον δὲ τὸν Πλάτωνα δεῖξαι ὅτι καὶ ποιητικόν ἐστιν αἴτιον
καὶ τελικὸν τῶν ὄντων τὸ ἕν. καὶ ἄλλως δ' ἔστιν δεῖξαι ὅτι οὐκ ἔστιν
πρῶτον αἴτιον ὁ νοῦς· εἰ γὰρ ἦν, ἐπειδὴ πολλά ἐστιν εἴδη, πολλοὶ ἔσον-
ται νοῖ· εἰ δὲ τοῦτο, πλῆθος ἔσται ἡ ἀρχή, ὅπερ ἄτοπον, δεῖ γὰρ τὴν
ἀρχὴν ἀπὸ ἑνὸς ἄρξασθαι.
Ἀλλὰ καὶ τὴν τῶν νέων Ἀκαδημαϊκῶν ὑπερέβαλεν φιλοσοφίαν τῷ
ἐκείνην ἀκαταληψίαν πρεσβεύειν, δεῖξαι δὲ τοῦτον ὡς εἰσὶν ἐπιστημονι-
καὶ καταλήψεις τινές. λέγουσι δέ τινες συνωθοῦντες τὸν Πλάτωνα εἰς
τοὺς ἐφεκτικούς τε καὶ τοὺς Ἀκαδημαϊκοὺς ὡς καὶ αὐτοῦ ἀκαταληψίαν
εἰσάγοντος· καὶ κατασκευάζουσι τοῦτο ἐκ τῶν εἰρημένων αὐτῷ ἐν τοῖς
συγγράμμασιν αὐτοῦ. λέγει τοίνυν, φασίν, ἐπιρρήματά τινα ἀμφίβολά
τε καὶ διστακτικὰ περὶ πραγμάτων διαλεγόμενος, οἷόν ἐστιν τὸ ‘εἰκὸς’
καὶ τὸ ‘ἴσως’ καὶ ‘τάχ' ὡς οἶμαι’· τοῦτο δ' οὐκ ἐπιστήμονός ἐστιν, ἀλλά
τινος μὴ καταλαβόντος τὴν ἀκριβῆ γνῶσιν. πρὸς τούτους δέ φαμεν ὡς
ταῦτα φησὶν οἷον προσδιοριζόμενος, ὅπερ οὐ ποιοῦσιν οἱ ἐφεκτικοί· οὔτε
γὰρ ἀκριβῶς διαλέγονται οὔτε προσδιορίζονται, εἴπερ πάντων ἀκατα-
ληψίαν λέγουσι. δεύτερον λόγον λέγουσιν ὅτι ἐξ ὧν τὰ ἐναντία περὶ
τῶν αὐτῶν κατασκευάζει δῆλός ἐστιν ἀκαταληψίαν πρεσβεύων· οἷον
περὶ φιλίας ἐν τῷ Λύσιδι διαλεγόμενος τἀναντία κατεσκεύασεν,
αἱμαχᾶναι: αἱμάξαι.
αἰονᾷν: καταντλεῖν.
αἰῶ τὸν αἰῶνα κατὰ ἀποκοπὴν Αἰσχύλος εἶπεν.
ἀκαδημία: τρία ὑπῆρχε γυμνάσια, Λύκειον , Κυνό-
σαργες, Ἀκαδημία. ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τοῦ καθιερώσαν-
τος αὐτὸ Ἀκαδήμου.
ἀκάθεκτος: ἀκατάσχετος.
ἀκάμπιος δρόμος: ὁ μακρὸς δι' εὐθείας περίπατος.
ἀκαπήλευτον: ἄδολον, καθαρόν, ἀρᾳδιούργητον.
ἄκανθα: ῥάχις.
ἀκαρής: βραχύς, ὀξύς, ὃν οὐχ οἷόν τε κεῖραι. διττῶς
δὲ λέγεται παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς, καὶ ὀνοματικῶς, οἷον
ἀκαρὴς χρόνος, καὶ τῷ ἀκαρεῖ, καὶ τὸν ἀκαρῆ· καὶ
ἐπιῤῥηματικῶς ἀκαρῆ ἀντὶ τοῦ βραχέως καὶ συν-
τόμως.
ἀΐδρυτα: τὰ κακά.
ἀΐειν: ἀκούειν, αἰσθάνεσθαι.
ἀΐστωρ: ἄπειρος καὶ ἀμαθής.
ἀϊστωθείη: ἀφανισθείη.
αἱρεθίζειν οἱ περί τι σπουδάζοντες.
αἱμαχᾶναι: αἱμάξαι.
αἰονᾷν: καταντλεῖν.
αἰῶ τὸν αἰῶνα κατὰ ἀποκοπὴν Αἰσχύλος εἶπεν.
ἀκαδημία: τρία ὑπῆρχε γυμνάσια, Λύκειον , Κυνό-
σαργες, Ἀκαδημία. ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τοῦ καθιερώσαν-
τος αὐτὸ Ἀκαδήμου.
ἀκάθεκτος: ἀκατάσχετος.
ἀκάμπιος δρόμος: ὁ μακρὸς δι' εὐθείας περίπατος.
ἀκαπήλευτον: ἄδολον, καθαρόν, ἀρᾳδιούργητον.
ἄκανθα: ῥάχις.
ἀκαρής: βραχύς, ὀξύς, ὃν οὐχ οἷόν τε κεῖραι. διττῶς
388
Ἀγεννές: Ἀνελεύθερον.
Ἄγαλμα: Πᾶν ἐφ' ᾧ τις ἀγάλλεται, καὶ εἰκών.
Ἀνάθημα: Οἰκεῖον κόσμημα.
389
Ἀρίστης: Μεγίστης.
Ἀπῆν: Οὐκ ἦν.
Αἰδέσιμον: Τιμιώτατον.
Ἁλῶναι: Συνδεθῆναι, ληφθῆναι, αἰχμαλωτισθῆναι, πληγῆναι.
Ἄπαγε: Παῦσαι.
Ἄριστος: Μέγιστος, ἐξοχώτατος.
Ἀκαδήμεια καὶ τὸ Λύκειον : Ἄμφω γυμνάσια ἦν, καὶ Πλάτωνος
μὲν ἡ Ἀκαδήμεια, Ἀριστοτέλους δὲ τὸ Λύκειον ὑπῆρχε διατριβή.
Ἐν τούτοις οἱ περίπατοι τοῖς γυμνασίοις ὑπῆρχον.
Ἀπέριττον: Τὴν ἀκτημοσύνην.
Ἀλιτήριον: Ἁμαρτωλόν, ἄδικον θηρατήν, θανάτου ἔνοχον.
Ἄσχετον: Ἄμετρον, ἀφόρητον, ἀβάστακτον.
Ἀνατύπωσις: Διανόησις.
γόητα] ἀπατεῶνα.
εἰ πάντας ἐφεξῆς οὑτωσὶ διαγράψομεν] ἀντὶ
τοῦ ἀναιρήσομεν.
οὐ πρὸς ἡμέρων ταῦτα καὶ δικαίων] οὐκ
ὀφείλουσι γὰρ ταῦτα λέγειν ἥμεροι ἄνθρωποι καὶ πρᾷοι,
ἀλλ' ἄγριοί τινες καὶ βάρβαροι, παρ' οἷς οὐ πολιτεύονται
αἱ παιδεῖαι αὗται.
κατ' Αἰσχύλον] ὡς τοῦ λόγου ὄντος Αἰσχύ-
λου.
παρασπιστὴς] σύμμαχος.
τὴν Ἀκαδημίαν] τὴν φιλοσοφίαν· ἔνθα
καὶ τὴν διατριβὴν εἶχεν ὁ Πλάτων ἐν τῇ Ἀκαδημίᾳ.
τὴν δ' ἄλλην ἅπασαν] τουτέστι τὴν ἄλλην
παιδείαν.
ἀλλ' ἀτιμία τῶν ἄλλων μᾶλλον] τῶν γὰρ
φαύλων διαφέρειν ἀτιμία πολλή.
τὸ γὰρ ἡγεῖσθαι, χρηστοῦ τινὸς ἄλλου
κριθέντος, μὴ εἶναι τούτῳ πλείονος ἀξίῳ δόξαι, πῶς οὐ
τοιοῦτόν ἐστιν] τὸ νόημα οὕτως· τὸ νομίζειν, φησὶν, ἄλλου
φανέντος καλοῦ, αὐτὸν μὴ δυνηθῆναι δεῖξαι καλλίονα,
τοῦτο μᾶλλον ἀτιμία καθέστηκεν, οὐκ ἔπαινος.
γλισχραντίλογ' R: ἐκ τοῦ
γλίσχρου καὶ ἀντιλογίαν ἔχοντος καὶ
ἐπιτρίπτου σύγκειται· οἷον τοῦ δυ-
ναμένου ἐπιτρῖψαι. RV
γλισχραντιλογεξεπιτρίπτου] γλίσχρου ENM καὶ φειδωλοῦ EN καὶ
ἀντιλογίαν ἐπίτριπτον ENM καὶ ἀξίαν ὀλέθρου EN ἔχοντος. ENM
ἀλλ' εἰς Ἀκαδημίαν EM: ἐνταῦθα γὰρ διέτριβον οἱ φιλόσοφοι.
ἦν δὲ Γυμνάσιον VEM καλούμενον ἀπὸ Ἀκαδήμου τινὸς EM
καταλείψαντος
τὴν κτῆσιν αὐτοῦ πρὸς ἐπισκευὴν τοῦ τόπου. περὶ αὐτὸν δὲ ἦσαν αἱ
ὄντως
ἱεραὶ ἐλαῖαι τῆς θεοῦ, αἳ καλοῦνται μορίαι· E ἐξ ὧν τὸ ἔλαιον τῶν Πανα-
θηναίων.
ἀδίκου.
Th1/2Tr1/2 ⌈ἐπεὶ Tr2 ἡ ⌈γὰρ Th1Tr1 ἀδικία πανουργίᾳ καὶ στροφαῖς λόγων
κέχρηται καὶ ταῖς ἀντιλογίαις γλίσχρος ἐστὶ καὶ ἀκατανόητος, καὶ πρὸς
οὓς γίνεται, ἐπιτρίβει αὐτοὺς τὸ παράπαν, ἢ ἐπίτριπτός ἐστι καὶ ἀξία
ἐπιτριβῆς
⌈, εἰκότως συνέθηκε τὴν λέξιν ἐκ τούτων Tr2.
Th1/2Tr1/2 Ἀκαδημίαν] ⌈σχολεῖον Th1/2Tr1 [τὴν Σχολὴν τοῦ Tr2]
Πλάτωνος.
Th1/2Tr1/2 ταῖς μορίαις] ⌈ταῖς Tr2 ἐλαίαις.
Th1/2Tr1/2 ἡττηθεὶς τῆς Ἀθηνᾶς Ποσειδῶν ἐπὶ τῇ τῆς ἐλαίας ἐπιδείξει
ἔπεμψε
τὸν υἱὸν αὐτοῦ ταύτην ⌈τεμοῦντα. Th1/2Tr1 [ἐκτεμεῖν. Tr2] ὁ δὲ ἀνατείνας
τὸν πέλεκυν ταύτης μὲν ἠστόχησε, τὸν δὲ πόδα αὐτοῦ πλήξας
ἐτελεύτησε, καὶ
⌈οὕτως Th1/2Tr1 [οὕτω Tr2] μορία ἡ ἐλαία ἐκλήθη, ὡς μόρου παρεκτική.
ἡ δὲ Ἀκαδημία σχολεῖον ἦν ἐν Ἀθή-
ναις τοῦ Πλάτωνος,
ἦν δὲ ἡ Ἀκαδημία σχολεῖόν τι ἐν
Ἀθήναις,
ἐλαίαις καὶ ἄλλοις τισὶ δένδρεσι κατάσκιον.
Th1/2Tr1/2 ⌈ἐπεὶ Tr2 ἡ ⌈γὰρ Th1Tr1 ἀδικία πανουργίᾳ καὶ στροφαῖς λόγων
κέχρηται καὶ ταῖς ἀντιλογίαις γλίσχρος ἐστὶ καὶ ἀκατανόητος, καὶ πρὸς
οὓς γίνεται, ἐπιτρίβει αὐτοὺς τὸ παράπαν, ἢ ἐπίτριπτός ἐστι καὶ ἀξία
ἐπιτριβῆς
⌈, εἰκότως συνέθηκε τὴν λέξιν ἐκ τούτων Tr2.
Th1/2Tr1/2 Ἀκαδημίαν] ⌈σχολεῖον Th1/2Tr1 [τὴν Σχολὴν τοῦ Tr2]
Πλάτωνος.
Th1/2Tr1/2 ταῖς μορίαις] ⌈ταῖς Tr2 ἐλαίαις.
Th1/2Tr1/2 ἡττηθεὶς τῆς Ἀθηνᾶς Ποσειδῶν ἐπὶ τῇ τῆς ἐλαίας ἐπιδείξει
ἔπεμψε
τὸν υἱὸν αὐτοῦ ταύτην ⌈τεμοῦντα. Th1/2Tr1 [ἐκτεμεῖν. Tr2] ὁ δὲ ἀνατείνας
τὸν πέλεκυν ταύτης μὲν ἠστόχησε, τὸν δὲ πόδα αὐτοῦ πλήξας
ἐτελεύτησε, καὶ
⌈οὕτως Th1/2Tr1 [οὕτω Tr2] μορία ἡ ἐλαία ἐκλήθη, ὡς μόρου παρεκτική.
ἡ δὲ Ἀκαδημία σχολεῖον ἦν ἐν Ἀθή-
ναις τοῦ Πλάτωνος,
396
ἦν δὲ ἡ Ἀκαδημία σχολεῖόν τι ἐν
Ἀθήναις,
ἐλαίαις καὶ ἄλλοις τισὶ δένδρεσι κατάσκιον.
Th1/2Tr1/2 ⌈ἀποθρέξει Th1Tr1 ἀποθρέξῃ Th2 [ἀποθρέξεις Tr2]] ἀπέλθῃς
⌈, δραμῇ. Tr2
Tr1/2
καλάμῳ λευκῷ] ἴδιον ἦν τῶν Διοσκούρων στεφανοῦσθαι καλάμῳ
⌈· λιτὸς δὲ οὗτος ὁ στέφανος καὶ ἀπέριττος Tr2.
Th1/2Tr1/2 ⌈σμίλακος Th1/2Tr1 [μίλακος Tr2]] βοτάνη οὕτω καλουμένη πρέ-
πουσα στεφάνῳ.
ἦν δὲ ἡ Ἀκαδημία σχολεῖόν τι ἐν
Ἀθήναις,
ἐλαίαις καὶ ἄλλοις τισὶ δένδρεσι κατάσκιον.
Th1/2Tr1/2 ⌈ἀποθρέξει Th1Tr1 ἀποθρέξῃ Th2 [ἀποθρέξεις Tr2]] ἀπέλθῃς
⌈, δραμῇ. Tr2
Tr1/2
καλάμῳ λευκῷ] ἴδιον ἦν τῶν Διοσκούρων στεφανοῦσθαι καλάμῳ
⌈· λιτὸς δὲ οὗτος ὁ στέφανος καὶ ἀπέριττος Tr2.
Th1/2Tr1/2 ⌈σμίλακος Th1/2Tr1 [μίλακος Tr2]] βοτάνη οὕτω καλουμένη πρέ-
πουσα στεφάνῳ.
Tr1 κἀπραγμοσύνης] ὡς Ἀριστοφάνης ὁ γραμματικός φησιν, φυτόν
ἐστιν ἐν Ἀκαδημίᾳ φυόμενον.
Tr2 ὅτι Ἀριστοφάνης ὁ γραμματικὸς τὴν ἀπραγμοσύνην φυτὸν λέγει ἐν
Ἀκαδημίᾳ φυόμενον.
Th1/2Tr1/2 λεύκης] δένδρον τι.
Th1/2Tr1/2 φυλλοβολούσης] τὰ φύλλα ῥιπτούσης.
Tr1 τελευταῖος τῶν τετραμέτρων ἀναπαίστων.
Tr2 ἦρος] ἔαρος.
Th2Tr1/2 πλάτανος πτελέᾳ] δένδρα ὑψίκομα ⌈ἀμφότερα Tr2.
Th2Tr1/2 ψιθυρίζῃ] ⌈ἠχῇ ὑπὸ τοῦ ἀνέμου. Th2Tr1 [ὑπὸ τοῦ ἀνέμου ἠχῇ. Tr2]
ChisReg, διὰ λόγων δ' ἀπατηλῶν παρά τινος ἰδιοποιουμένου Reg, ἐκ τοῦ
γλίσχρου καὶ ἀντιλόγου πεποιημένου Cr (cf. sch.vet. 1004a), ἀπρεποῦς
καὶ
εὐτελοῦς Cant.2, μικροῦ τινος καὶ δι' ὀλίγων λόγων δυναμένου
ἀφανισθῆναι
Lb, μικροῦ, φαύλου καὶ οὐδενὸς ἀξίου καὶ εὐκόλως ἀντιλέγεσθαι
δυναμένου h,
γλισχροῦ (sic) καὶ ἀντιλογίαν ἔχοντος κατατετριμμένην (D), οὐδαμινοῦ
400
A(Cang).
τὸ Λύκειον , ἡ Ἀκαδημία καὶ ἡ Στοὰ τόποι ἀφιερωμένοι τοῖς
φιλοσόφοις Cr(mrg.).
Ἀκαδημίαν] ἔνθα διέτριβον οἱ φιλόσοφοι Chis (cf. sch.vet. 1005a
in.), ἐν τῷ γυμνασίῳ h.
ἀπὸ τοῦ Ἀκαδήμου τινὸς καταλείψαντος τὴν κτῆσιν αὐτοῦ πρὸς
ἐπισκευὴν τοῦ τόπου.
ἡ Σχολὴ τοῦ Πλάτωνος ἐκαλεῖτο ⌈Ἀκαδημία, [Ἀκαδδημία]
ἐν ᾗ τοὺς λόγους καὶ τὰ μαθήματα
πρὸς τοὺς ὁμιλητὰς διεξῄει.
ἀπό τινος Ἀκαδδήμου τὴν ἐπωνυ-
μίαν προσειληφυῖα· ἐν ταύτῃ γὰρ
τὰς περὶ τοὺς λόγους ἐποιοῦντο
διατριβάς. ἐκαλοῦντο δὲ καὶ ἐκ
ταύτης Ἀκαδδημαϊκοὶ φιλόσοφοι.
Ἀκαδημία ἐλέγετο ἡ Σχολὴ τοῦ Πλάτωνος. ἔσχε δὲ τὴν ἐπωνυμίαν ἀπό
1005a, line 3
Ἀκαδημία Γυμνάσιον Ἀ-
θήνησιν, ἔνθα καὶ ἱεραὶ ἦσαν ἐλαῖαι,
μορίαι καλούμεναι διὰ τὸ ἐκεῖ γεγο-
νέναι Ἁλιρροθίου μόρον, ἐξ ὧν ἦν
τῶν Παναθηναίων τὸ ἔλαιον.
μορίαις] ἐλαῖαι οὕτω κα-
λούμεναι.
Σχόλια στον Δημοσθένη (fort. auctore Ulpiano) Oration 24, sec. 231,
line 1
Σχόλια στον Όμηρο, Ιλιάδα. Book of Iliad 20, verse 249a1, line of
scholion 2
Σχόλια στον Λουκιανό et recentiora Arethae) Lucianic work 14, sec. 18,
line 3
Σχόλια στον Λουκιανό et recentiora Arethae) Lucianic work 24, sec. 25,
line 2
ΓVΩ
Πῖσα] ἔνθα ἐτελεῖτο τὰ Ὀλύμπια πρὸς τιμὴν τοῦ Διός. ~ ΓV
τοιγαροῦν κτλ.] ἐπεὶ καὶ οἱ Πλάτωνος νόμοι ἐν γράμ-
μασι μόνοις καὶ ἡ πολιτεία ἐν πλάσμασι λόγων, ὡσαύτως
καὶ οἱ Χρυσίππου συλλογισμοὶ σοφισματώδεις ὄντες καὶ
οὐδὲν ἧττον τῶν Πλάτωνος νόμων τὸ χρειῶδες ἐπιφαίνον-
τες ἀργοὶ κεῖνται καὶ ἀνεπίσκεπτοι μηδενὸς ἀνθρώπων
μεταχειρίζεσθαι προθυμουμένου τούτους διὰ τὸ ἀνωφελές
τε καὶ ἄκαρπον. ~ VφΔ
ἀκριβῶς ἐξετάζων κτλ.] ὡραῖον. ~ ΓV
Ἀκαδημαϊκόν – Πύρρων] οὐκ ἀκριβῶς τὴν Ἀκαδη-
μίαν τοῖς Πυρρωνείοις ἤτοι Ἐφεκτικοῖς ἀπονέμεις, Λου-
κιανέ· ἀντιδιαστέλλονται γὰρ τούτοις οἱ ἐξ Ἀκαδημίας, ὡς
αὐτῶν ἔστιν ἐκείνων τῶν Πυρρωνείων ἀκοῦσαι ἐν ταῖς
Ὑποτυπώσεσιν. ἔπασχον γοῦν τοῦτο ὑπὸ τῆς ἰσοσθενείας
τῶν ἀντιπάλων λόγων οὐκ ἔχοντες, ὁποτέρῳ παράσχοιεν
αὑτοὺς εἰς συγκατάθεσιν. ~ VΓφΩΔ
μετοίκους] ἐξ ἀνθρώπων γὰρ οὗτοι θεοὶ ἐνομίσθησαν. ~
VφΩΔ
Ὅμηρός που λέγει κτλ.] ὦ βωμολόχε καὶ ψωμοκόλαξ·
ὥσπερ Ὅμηρος, οὕτω καὶ Μένιππος τὰ οὐράνια εἶδε, καὶ
Ἀκαδημείας.
Ἀθήνῃσι προάστειον Γυμνάσιον ἀλσῶδες, ἀπό τινος Ἀκαδήμου
ἥρωος ὀνομασθέν.
Αἰξωνέως.
Αἰξωνὶς δῆμος Κεκροπίδος καὶ Αἰξωνεὺς ὁ ἐκεῖθεν.
κέλησι.
Ἀκαδημείας.
Ἀθήνῃσι προάστειον Γυμνάσιον ἀλσῶδες, ἀπό τινος Ἀκαδήμου
ἥρωος ὀνομασθέν.
Αἰξωνέως.
Αἰξωνὶς δῆμος Κεκροπίδος καὶ Αἰξωνεὺς ὁ ἐκεῖθεν.
κέλησι.
ἄζυξιν ἵπποις.
κρονικώτερα (sic TW: χρονικώτερα B).
ἢ τὰ ἀρχαιότερα καὶ παλαιά, ἢ τὰ εὐήθη.
πρὶν νενικηκέναι ... ᾄδεις.
παροιμία πρὸς τῆς νίκης ᾄδεις τὸ ἐγκώμιον, ἐπὶ τῶν τὰ πράγματα
προλαμβανόντων.
τεμένει τῆς θεοῦ. δείκνυται καὶ βάσις ἀρχαία κατὰ τὴν εἴσοδον, ἐν ᾗ τοῦ
τε Προμηθέως ἐστὶ τύπος καὶ τοῦ Ἡφαίστου· πεποίηται δέ [ὡς καὶ Λυσι-
μαχίδης [F Gr Hist CCCXLVI 4] φησίν] ὁ μὲν Προμηθεὺς πρῶτος καὶ
πρεσβύτερος, ἐν δεξιᾷ σκῆπτρον ἔχων, ὁ δὲ Ἥφαιστος νέος καὶ δεύτερος·
δίδοσθαί φησιν”.
417
δίδοσθαί φησιν”. L
τὸ μέν] τὸ φυτὸν τῆς ἐλαίας. L
Μορίου Διός: Μόριον Δία εἶπεν τὸν ἐπόπτην τῶν μοριῶν ἐλαῶν· καὶ
ἔστιν ὁ λεγόμενος Μόριος Ζεὺς, ὥς φησι Ἀπολλόδωρος, [F Gr Hist
CCXLIV 120] περὶ Ἀκαδήμειαν· “Περὶ Ἀκαδήμειάν ἐστιν ὅ τε
δίδοσθαί φησιν”. L
τὸ μέν] τὸ φυτὸν τῆς ἐλαίας. L
Μορίου Διός: Μόριον Δία εἶπεν τὸν ἐπόπτην τῶν μοριῶν ἐλαῶν· καὶ
ἔστιν ὁ λεγόμενος Μόριος Ζεὺς, ὥς φησι Ἀπολλόδωρος, [F Gr Hist
CCXLIV 120] περὶ Ἀκαδήμειαν· “Περὶ Ἀκαδήμειάν ἐστιν ὅ τε
418
τοῦ Καταιβάτου Διὸς βωμός, ὃν καὶ Μόριον καλοῦσι, τῶν ἐκεῖ μοριῶν
παρὰ τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἱερὸν ἱδρυμένων ἐπόπτην”. LRM
Μορίου] ὄνομα τόπου.
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ
[ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ]
ΑΛΛΟ.
ΑΔΕΣΠΟΤΟΝ
ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ.
Εἰς Κράντορα.
Ἐπέκλυσε καί σε, Κράντορ, ἡ νόσων κακίστη,
χοὕτω μέλαν κατῆλθες Πλουτέως ἄβυσσον.
Καὶ σὺ μὲν ἐκεῖθι χαίρεις, σῶν λόγων δὲ χήρη
ἕστηκεν Ἀκαδήμεια καὶ Σόλοι, πατρίς σευ.
Τὸ μ μετὰ τοῦ ο.
τοῦ ὀχυρώματος.
Ἕρμα· τοῦ δὲ πίθου ἕρματι περιπεσόντος καὶ συντριβέντος. κωλύ-
ματι, ἐρείσματι. καὶ Ἀριστοφάνης· ἀνθ' ἕρματος πολλὰς κατα-
πεπωκὼς δίκας. ἀντὶ λίθους· ἐπεὶ αἱ γέρανοι πετόμεναι ἐν τῷ στό-
ματι λίθους φέρουσι στηρίγματος ἕνεκα, πρὸς τὸ μὴ παραφέρεσθαι
ἀνέμοις. καὶ Ἕρματα· ὁ δὲ Ἡρακλῆς ἕρματα μεγάλα ἔβαλεν εἰς
τὸ στόμα τοῦ ὠκεανοῦ, ὡς ἂν ἐμπόδια εἴη τοῖς ἐπιφοιτῶσι θηρίοις.
τουτέστι λίθους μεγάλους.
Ἑρμαγόρας, Ἀμφιπολίτης, φιλόσοφος, μαθητὴς Περσαίου.
διάλογοι αὐτοῦ Μισοκύων, αʹ Περὶ ἀτυχημάτων, Ἔκχυτον· ἔστι δὲ
ᾠοσκοπία· Περὶ σοφιστείας πρὸς τοὺς Ἀκαδημαϊκούς.
Ἑρμαγόρας, Τήμνου τῆς Αἰολίδος, ὁ ἐπικληθεὶς Καρίων, ῥήτωρ.
τέχνας ῥητορικὰς ἐν βιβλίοις ϛʹ, Περὶ ἐξεργασίας, Περὶ πρέποντος,
Περὶ φράσεως, Περὶ σχημάτων. ἐπαίδευσε δὲ οὗτος μετὰ Κεκιλίου ἐν
Ῥώμῃ ἐπὶ Καίσαρος Αὐγούστου καὶ τελευτᾷ πόρρω τῆς ἡλικίας.
Ἑρμάδιον: τὸ τοῦ Ἑρμοῦ.
428
Πολεμῶ δὲ ῥῆμα.
Πολεμιστής: ἐκ τοῦ ποιητικῶς πολεμίζω. καὶ Πολεμιστήριος ἵππος.
Πολεμησείοντες δέ.
Πολεμῶ· δοτικῇ. πᾶσι μέλεσι πολεμοῦντα διάφορα. αἰτιατικῇ δέ·
πολέμησον
τοὺς πολεμοῦντάς με.
Πολέμων, Φιλοστράτου ἢ Φιλοκράτους, Ἀθηναῖος, φιλόσοφος,
μαθητὴς Ξενοκράτους τοῦ Πλάτωνος διαδόχου καὶ αὐτὸς ἡγησάμενος
τῆς Ἀκαδημίας. ἐγεγόνει δὲ σφόδρα ἄσωτος· εἶτα ἐφιλοσόφησε. καὶ
πολλὰ μὲν συνέγραψε βιβλία, οὐδὲν δὲ αὐτοῦ φέρεται. ἔχαιρε δὲ
Ὁμήρῳ τε καὶ Σοφοκλεῖ καὶ ἴσως ἔχειν ἑκάτερον αὐτῶν σοφίας ἔλεγεν·
ὥστε καὶ φάσκειν Ὅμηρον μὲν Σοφοκλέα ἐπικόν, Σοφοκλέα δὲ Ὅμηρον
τραγικόν.
Πολέμων, Εὐηγέτου, Ἰλιεύς, κώμης Γλυκείας ὄνομα, Ἀθήνησι
δὲ πολιτογραφηθείς· διὸ ἐπεγράφετο Ἑλλαδικός· ὁ κληθεὶς Περιηγητής,
ἱστορικός. γέγονε δὲ κατὰ Πτολεμαῖον τὸν Ἐπιφανῆ. κατὰ δὲ Ἀσκλη-
πιάδην τὸν Μυρλεανὸν συνεχρόνισεν Ἀριστοφάνει τῷ γραμματικῷ καὶ
διήκουσε καὶ τοῦ Ῥοδίου Παναιτίου. ἔγραψε Περιήγησιν Ἰλίου ἐν
βιβλίοις γʹ,
καὶ αὐτὸν ἰδίαν συστήσαντα σχολήν, τὴν Ἠλειακὴν ἀπ' αὐτοῦ κλη-
θεῖσαν, ὕστερον δὲ αὕτη Ἐρετριακὴ ἐκλήθη, Μενεδήμου εἰς Ἐρετρίαν
διδάξαντος· ἐκ τούτου δὲ τοῦ διδασκάλου καὶ ὁ Πύρρων γέγονεν·
Ἀντισθένην, ὃς τὴν Κυνικὴν εἰσήγαγεν αἵρεσιν· Εὐκλείδην Μεγαρέα,
καὶ αὐτὸν ἰδίαν συστησάμενον σχολήν, ἥτις ἀπ' αὐτοῦ ἐκλήθη Μεγα
καὶ αὐτὸν ἰδίαν συστήσαντα σχολήν, τὴν Ἠλειακὴν ἀπ' αὐτοῦ κλη-
θεῖσαν, ὕστερον δὲ αὕτη Ἐρετριακὴ ἐκλήθη, Μενεδήμου εἰς Ἐρετρίαν
διδάξαντος· ἐκ τούτου δὲ τοῦ διδασκάλου καὶ ὁ Πύρρων γέγονεν·
Ἀντισθένην, ὃς τὴν Κυνικὴν εἰσήγαγεν αἵρεσιν· Εὐκλείδην Μεγαρέα,
καὶ αὐτὸν ἰδίαν συστησάμενον σχολήν, ἥτις ἀπ' αὐτοῦ ἐκλήθη Μεγα-
ρική, ἀπὸ δὲ Κλεινομάχου τοῦ μαθητοῦ Εὐκλείδου ἐκλήθη Διαλεκτική·
ὄνυχος.
Τὸ ἐπίπαν: τὸ σύνολον.
Τὸ Ἡσιόδειον γῆρας: ἐπὶ τῶν ὑπεργήρων· φέρεται γὰρ καὶ
ἐπίγραμμα Πινδάρου τοιοῦτον· χαῖρε δὶς ἡβήσας καὶ δὶς τάφων ἀντι-
βολήσας, Ἡσίοδ', ἀνθρώποις μέτρον ἔχων σοφίης.
Τὸ Ἱππάρχου τειχίον: Ἵππαρχος ὁ Πεισιστράτου περὶ τὴν
Ἀκαδημίαν τεῖχος ᾠκοδόμησε, πολλὰ ἀναγκάσας ἀναλῶσαι τοὺς Ἀθη-
ναίους. ὅθεν καὶ ἐπὶ τῶν δαπανηρῶν πραγμάτων ἡ παροιμία εἴρηται.
Τὸ θερμὸν τοῦ ὀβελοῦ: ἐπὶ τῶν αἱρουμένων τὰ χείρονα
ἀντὶ τῶν κρειττόνων ἡ παροιμία, ἀπὸ τῶν ἀπείρως δρασσομένων κατὰ
τὸ πεπυρωμένον τῶν ὀβελίσκων. μέμνηται αὐτῆς Σοφοκλῆς.
Τὸ καλῶς ἔχον: τὸ συμφέρον. Οἰδίπους· τὸ καλῶς δ' ἔχον
πάλαισμα τῇ πόλει μὴ λῦσαι θεὸν αἰτοῦμαι. τουτέστι μὴ λῦσαι τῇ
πόλει τὸ συμφέρον αἰτοῦμαι.
Λύκειον τὸ Γυμνάσιον.
lyceum
436
Στην οδό Ρηγίλλης, στο κέντρο της Αθήνας, στον χώρο νότια του
Σαρόγλειου Μεγάρου και βόρεια του Ωδείου Αθηνών έχουν
αποκαλυφθεί τα κατάλοιπα της παλαίστρας ενός από τα πρώτα γυμνάσια
της αρχαίας Αθήνας, του γυμνασίου του Λυκείου. Σύμφωνα με τις
αρχαίες μαρτυρίες το Λύκειο ήταν ένα ειδυλλιακό, κατάφυτο προάστιο
στα ανατολικά της Αθήνας, έξω από την Πύλη του Διοχάρους. Στα
νοτιοδυτικά οριζόταν από το Ολυμπιείο και τα άλλα παριλίσια ιερά, στα
νότια από τον ποταμό Ιλισό και στα βόρεια από τον Λυκαβηττό και τον
Ηριδανό. Η περιοχή φαίνεται ότι είχε πάρει το όνομά της από το Ιερό του
Λυκείου Απόλλωνος, που προϋπήρχε του γυμνασίου αλλά δεν έχει
ακόμη εντοπιστεί. Ο Λύκειος Απόλλων λατρευόταν στην περιοχή από
τους πανάρχαιους χρόνους, ίσως ως ποιμενικός θεός, προστάτης των
κοπαδιών από τους λύκους.
Ε. Μπάνου, Ν. Σακκά
πᾶσα δὲ συμποσίου συναγωγὴ παρὰ τοῖς ἀρχαίοις τὴν αἰτίαν εἰς θεοὺς
ἀνέφερε, καὶ δοῦλος οὐδεὶς ἦν ὁ διακονήσων, ἀλλ' οἱ νέοι τῶν ἐλευθέρων
πλεῖστα καὶ ἡσθείς. ταῦτ' ἔχω ὅσσ' ἔμαθον καὶ ἐφρόντισα καὶ μετὰ
τούτων
ἔσθλ' ἔπαθον· τὰ δὲ λοιπὰ καὶ ἡδέα πάντα λέλειπται. Κλέαρχος δέ φησιν
Ἀρχεστράτου διδάσκαλον γενέσθαι Τερψίωνα, ὃν καὶ πρῶτον
γαστρολογίαν
γράψαντα διακελεύεσθαι τοῖς μαθηταῖς τίνων ἀφεκτέον. ὅτι Βακχίδας τὸν
σε δαίμων τῷ πεπρωμένῳ χρόνῳ· ἕξεις δ' ὅσ' ἂν φάγῃς τε καὶ πίῃς μόνα·
σποδοὶ τἄλλα, Περικλέης, Κόδροι, Κίμων. ὅτι παγκάλως ὁ Τίμων ἔφη·
πάντων πρωτίστα κακῶν ἐπιθυμί' ἐστί.
Μάχων ὁ κωμῳδιοποιός φησιν· ὁ κρουματοποιὸς Δωρίων εἰς Μύλων
ἐλθὼν
457
ΗΛΕΚΤΡΑ
{ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ}
Ὦ τοῦ στρατηγήσαντος ἐν Τροίᾳ ποτὲ
Ἀγαμέμνονος παῖ, νῦν ἐκεῖν' ἔξεστί σοι
παρόντι λεύσσειν ὧν πρόθυμος ἦσθ' ἀεί.
Τὸ γὰρ παλαιὸν Ἄργος οὑπόθεις τόδε,
τῆς οἰστροπλῆγος ἄλσος Ἰνάχου κόρης·
αὕτη δ', Ὀρέστα, τοῦ λυκοκτόνου θεοῦ
ἀγορὰ Λύκειος· οὑξ ἀριστερᾶς δ' ὅδε
Ἥρας ὁ κλεινὸς ναός· οἷ δ' ἱκάνομεν,
φάσκειν Μυκήνας τὰς πολυχρύσους ὁρᾶν,
πολύφθορόν τε δῶμα Πελοπιδῶν τόδε,
ὅθεν σε πατρὸς ἐκ φόνων ἐγώ ποτε
πρὸς σῆς ὁμαίμου καὶ κασιγνήτης λαβὼν
ἤνεγκα κἀξέσωσα κἀξεθρεψάμην
τοσόνδ' ἐς ἥβης πατρὶ τιμωρὸν φόνου.
Νῦν οὖν, Ὀρέστα καὶ σύ, φίλτατε ξένων
Πυλάδη, τί χρὴ δρᾶν ἐν τάχει βουλευτέον,
ὡς ἡμὶν ἤδη λαμπρὸν ἡλίου σέλας
ῥυσίπολις γενοῦ,
466
Αριστοτέλης Frag. . varia Category 6, treatise title 33, Frag. .231, line
3
Theogn. p. 93: πήρα: ἀπὸ τοῦ φέρω φέρα καὶ τροπῇ τοῦ φ εἰς
π καὶ τοῦ ε εἰς η πήρα. οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ περὶ παθῶν.
St. 440, 17: Μεθώνη πόλις Θρᾴκης Μαγνησίας, ἣν Ὅμηρος
διὰ τοῦ η «οἱ δ' ἄρα Μηθώνην καὶ Θαυμακίην ἐνέμοντο» (Β 716).
ἐκλήθη ἀπὸ τοῦ μέθυ· πολύοινος γάρ ἐστι.
E. M. 263, 29: δήϊος: παρὰ τὸ δέος δέϊος καὶ δήϊος ὁ δέος ἐμ-
ποιῶν.
St. 403, 3: τῆς Κέω τὸ ἐθνικὸν Κέϊος καὶ ἐκτάσει Κήϊος ὡς
τῆς Τέω Τέϊος καὶ Τήϊος καὶ Κεῖος διὰ διφθόγγου.
St. 421, 8: Λύκειον Γυμνάσιον. – λέγεται καὶ Λυκήϊον.
E. M. 260, 29: δείκελον· λέγεται καὶ δείκηλον. σημαίνει δὲ τὸ
ἄγαλμα ἢ ὁμοίωμα οἷον «δείκηλα προΐαλλεν» (Apoll. Rhod. IV 1672)
καὶ «δείκελον Ἰφιγόνης» παρὰ Παρθενίῳ· ὥσπερ παρὰ τὸ πέμπω πέμ-
πελος (σημαίνει δὲ τὸν πολλῶν ἐνιαυτῶν ὄντα), οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ
468
Ῥῖτος: ῥιτοί δέ εἰσι ποταμοὶ δύο διὰ φάραγγος ὑπὸ γῆν ῥέον-
τες ἐν τῷ Θριασίῳ πλησίον Ἐλευσῖνος. (λέγει Ὦρος διὰ διφθόγγου ῥει-
τός καὶ ὀξύνει ὡς κλειτός.) ὁ δὲ Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ καθόλου λέγει,
ὅτι διὰ τοῦ ι γράφεται καὶ βαρύνεται οἷον ῥῖτος, σῖτος, Τρῖτος. ἔστι
δὲ ὄνομα ποταμοῦ.
ῥοβδεῖ ἀναρριπτεῖ μετ' ἤχου. – ῥοιβδεῖ· ῥοιζεῖ· διώκει· ῥοφεῖ.
– ῥοιζεῖ· διώκει. ὁρμᾷ. τρέχει.
ῥοδωνιά: ι ὡς ἰωνιά.
ῥοθεῖν καὶ ῥοχθεῖν.
Ῥοίτειον: ει. ἐπειδὴ τὰ διὰ τοῦ ειον τρισύλλαβα μακρὰν ἔχοντα
τὴν παραλήγουσαν οὐδέποτε διὰ τοῦ ι γράφεται οἷον Σίγειον, Λύκειον ,
ἔστι δὲ τόπος, γένειον, βρένθειον.
ΑΣΚΛΗΠΙΟΚΛΕΙΔΗΣ
ΑΣΩΤΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ
ΑΣΩΤΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ.
Ἰταλικὴ κατεγήρασεν.
Ἀναξίμανδρος δὲ Πραξιάδου Μιλήσιος Θαλῆν διαδέχεται, τοῦτον
δὲ Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος, μεθ' ὃν Ἀναξαγόρας Ἡγησι-
βούλου Κλαζομένιος. οὗτος μετήγαγεν ἀπὸ τῆς Ἰωνίας Ἀθήναζε τὴν
διατριβήν. τοῦτον διαδέχεται Ἀρχέλαος, οὗ Σωκράτης διήκουσεν.
ἐκ δ' ἄρα τῶν ἀπέκλινε λαοξόος, ἐννομολέσχης.
Ἑλλήνων ἐπαοιδός,
ὁ Τίμων φησὶν ἐν τοῖς Σίλλοις διὰ τὸ ἀποκεκλικέναι ἀπὸ τῶν φυσι-
κῶν ἐπὶ τὰ ἠθικά. Σωκράτους δὲ ἀκούσας Ἀντισθένης μὲν ἐκύνισε,
Πλάτων δὲ εἰς τὴν Ἀκαδημίαν ἀνεχώρησε. παρὰ Πλάτωνι Ἀριστο-
τέλης φιλοσοφήσας μετελθὼν εἰς τὸ Λύκειον κτίζει τὴν Περιπατη-
τικὴν αἵρεσιν. τοῦτον διαδέχεται Θεόφραστος, ὃν Στράτων, ὃν
Λύκων, εἶτα Κριτόλαος, εἶτα Διόδωρος. Σπεύσιππος δὲ Πλάτωνα
διαδέχεται, τοῦτον δὲ Ξενοκράτης, ὃν Πολέμων. Πολέμωνος δὲ
ἀκουσταὶ Κράτης τε καὶ Κράντωρ, εἰς οὓς ἡ ἀπὸ Πλάτωνος κατέ-
ληξεν ἀρχαία Ἀκαδημία. Κράντορος δὲ μετέσχεν Ἀρκεσίλαος, ἀφ' οὗ
μέχρι Ἡγησίνου ἤνθησεν Ἀκαδημία ἡ μέση. εἶτα Καρνεάδης διαδέχεται
Ἡγησίνουν καὶ οἱ ἐφεξῆς· Κράτητος δὲ Ζήνων ὁ Κιτιεὺς ὁ τῆς
Στωϊκῆς ἄρξας αἱρέσεως γίνεται μαθητής. τοῦτον διαδέχεται Κλε-
άνθης, ὃν Χρύσιππος καὶ οἱ μετ' αὐτόν.
Τῆς δὲ Ἐλεατικῆς ἀγωγῆς Ξενοφάνης ὁ Κολοφώνιος κατάρχει,
τας τὰς οὐσίας εἰς μέθας καὶ κύβους καὶ τὴν τοιαύτην
ἀκολασίαν· ἠβούλετο γὰρ ἅπαντας εἶναι διεφθαρμένους
καὶ φαύλους· οὓς καὶ εὖ περιεῖπε.»
– XII 44 p. 532 F – 533 A: καίτοι ὁ πατὴρ αὐτῶν
Πεισίστρατος μετρίως ἐχρῆτο ταῖς ἡδοναῖς· ὅς γε οὐδ' ἐν τοῖς χωρίοις
οὐδ' ἐν τοῖς κήποις φύλακας καθίστα, ὡς Θεόπομπος ἱστορεῖ ἐν τῆι
πρώτηι καὶ εἰκοστῆι, ἀλλ' εἴα τὸν βουλόμενον εἰσιόντα ἀπολαύειν καὶ
λαμβάνειν ὧν δεηθείη, ὅπερ ὕστερον ἐποίησε καὶ Κίμων μιμησάμενος
ἐκεῖνον.
HARPOKR. SUID. s. Λύκειον · .... ἓν τῶν παρ' Ἀθηναίοις γυμνασίων
ἐστὶ τὸ Λύκειον , ὃ Θεόπομπος μὲν ἐν τῆι κα Πεισίστρατον ποιῆσαι,
Φιλόχορος δ' ἐν τῆι δ (III) Περικλέους φησὶν ἐπιστα-
τοῦντος αὐτὸ γενέσθαι.
STEPH. BYZ. s. Ὀμάριον· πόλις Θετταλίας· Θεόπομπος
Φιλιππικῶν κβ. ἐν ταύτηι τιμᾶται Ζεὺς καὶ Ἀθηνᾶ.
– – s. Σύμαιθα· πόλις Θετταλίας. ὁ πολίτης Συμαι-
θεύς, ὡς Θεόπομπος Φιλιππικῶν κβ.
ATHEN. X 60 p. 442 E – F: Θεόπομπος δ' ἐν τῆι
δευτέραι καὶ εἰκοστῆι περὶ Χαλκιδέων ἱστορῶν τῶν ἐν Θράικηι φησίν·
«ἐτύγχανον γὰρ τῶν μὲν βελτίστων ἐπιτηδευμάτων
ὑπερορῶντες, ἐπὶ δὲ τοὺς πότους καὶ ῥαιθυμίαν καὶ
Περὶ τῆς Ἀθήνησιν ἀκροπόλεως (374 F 1) μεθ' ἕτερα καὶ ταῦτά φησιν·
»ἐν ἔτεσι μὲν ε παντελῶς ἐξεποιήθη, τάλαντα δ' ἀνηλώθη δισχίλια ιβ
πέντε
δὲ πύλας ἐποίησαν, δι' ὧν εἰς τὴν ἀκρόπολιν εἰσίασιν».
HARPOKR. (SUDA) s.v. Λύκειον · Δημοσθένης ἐν τῶι Κατὰ
Τιμοκράτους (24, 114). ἓν τῶν παρ' Ἀθηναίοις γυμνασίων ἐστὶ τὸ
Λύκειον ,
ὃ Θεόπομπος μὲν ἐν τῆι κα (115 F 136) Πεισίστρατον ποιῆσαι,
Φιλόχορος
δὲ ἐν τῆι δ Περικλέους φησὶν ἐπιστατοῦντος αὐτὸ γενέσθαι.
HARPOKR. s.v. στρατεία ἐν τοῖς ἐπωνύμοις· Αἰσχίνης ἐν τῶι
Περὶ τῆς πρεσβείας (§ 168). τίς ἦν ἡ ἐν τοῖς ἐπωνύμοις στρατεία,
δεδήλωκεν
Ἀριστοτέλης ἐν Ἀθηναίων πολιτείαι (54, 3) λέγων «εἰσὶ γὰρ ἐπώνυμοι ι
μὲν οἱ
τῶν φυλῶν, β δὲ καὶ μ τῶν ἡλικιῶν. οἱ δ' ἔφηβοι ἐγγραφόμενοι πρότερον
μὲν
εἰς λελευκωμένα γραμματεῖα ἐνεγράφοντο, καὶ ἐπεγράφοντο αὐτοῖς ὅ τε
ἄρ-
χων, ἐφ' οὗ ἐνεγράφησαν, καὶ ὁ ἐπώνυμος ὁ τῶι προτέρωι ἔτει
δεδιαιτηκώς·
τοῖς Ἀθηναίοις) ἐν τῶι Παλαμήδει (F 588 N2) λέγων «ἐκάνετ' ἐκάνετε τὰν
πάνσοφον, τὰν οὐδὲν ἀλγύνουσαν ἀηδόνα Μουσᾶν». καὶ τάδε μὲν ὧδε·
Φιλό-
χορος δέ φησι προτελευτῆσαι τὸν Εὐριπίδην τοῦ Σωκράτους.
PLUTARCH. An seni 3 p. 785 B: Πῶλον δὲ τὸν τραγωιδὸν
Ἐρατοσθένης (241 F 33) καὶ Φιλόχορος ἱστοροῦσιν ἑβδομήκοντ' ἔτη
γεγενη-
μένον ὀκτὼ τραγωιδίας ἐν τέτταρσιν ἡμέραις διαγωνίσασθαι, μικρὸν
ἔμπροσθεν
τῆς τελευτῆς.
VIT. ARISTOT. MARC. p. 428, 6 Rose: ἐπέζησε δὲ (scil. Ἀρις-
τοτέλης) Πλάτωνι ἔτη κγ, πῆ μὲν παιδεύων ... Ἀλέξανδρον, πῆ δὲ συμπε-
ριιὼν αὐτῶι πολλὴν γῆν, πῆ δὲ συγγράφων, πῆ δὲ διδασκαλείου
προεστώς. οὐκ
481
νακτεῖν καὶ βοᾶν, μέλιτος γευόμενα;] περὶ μὲν οὖν τούτων ἐῶμεν.
ἐκεῖνο δ' ἐνθυμηθῆναι ἄξιον ἀπὸ τῶν εἰρημένων, ἐάν τις ἀνθρώ-
ποις ὁμιλῶν διηγῆται πρὸς αὐτοὺς ὅτι καὶ πρότερον ἄλλοις ὁμι-
λήσας πολὺ κρείττοσι, δήμοις ἢ βασιλεῦσιν ἢ τυράννοις, οὐκ ἀπέ-
τυχεν αὐτῶν, ἀλλ' ἔσχεν ὑπακούοντας καὶ πειθομένους, εἰ δίκαιός
ἐστιν ἀλαζὼν δοκεῖν, ὡς διὰ τοῦτο μεμνημένος ἐκείνων τῶν λόγων,
ἵνα θαυμάζοιτο καὶ δοκοίη μακάριος, ἢ μᾶλλον ἵνα πειθομένους
ἔχοι τοὺς ἀκούοντας, μιμούμενος τὴν τοῦ Νέστορος διδασκαλίαν.
καὶ γὰρ ἄτοπον, εἰ Σωκράτης μὲν τοὺς ἐν Λυκείῳ ῥηθέντας λό-
γους ὀλίγον μεταβὰς ἀπήγγελλε τοῖς ἐν Ἀκαδημίᾳ, καὶ τοὺς ἐν
Ἀκαδημίᾳ πάλιν εἰς τὸ Λύκειον ἐλθὼν οὐκ ὤκνει διαλέγεσθαι,
καὶ τοσοῦτος ἤδη χρόνος ἐστὶν ἐξ οὗ τὰς αὐτὰς διδάσκουσι τρα-
γῳδίας καὶ κωμῳδίας· ἡμεῖς δὲ ἄτοπον δόξομεν ποιεῖν, ἐπειδὴ
βούλεσθε ἀκροᾶσθαι λόγων τινῶν, τοὺς ῥηθέντας πρὸς τὸν αὐτο-
κράτορα νῦν ἀπαγγέλλοντες, ὡς οὐ διαφέρον εἰδέναι πότερον ὠφέ-
λιμοι καὶ χρήσιμοι καὶ ὑμῖν καὶ τοῖς ἄλλοις ἀνθρώποις ἅπασιν
ἐκεῖνοι ἢ φαῦλοι καὶ ἀνωφελεῖς. εὖ γὰρ ἴστε ὅτι τοῖς μὲν ἰδιώ-
ταις οἱ λεγόμενοι λόγοι πρὸς αὐτοὺς ἐκείνους τείνουσι καὶ ὀλίγους
τῶν ἄλλων· οἱ δὲ πρὸς τοὺς βασιλέας ταῖς δημοσίαις ἐοίκασιν
εὐχαῖς ἢ κατάραις. ὅθεν ἐγὼ τὸν Πέρσην οὔτε τἄλλα νομίζω
φρόνιμον οὔτε ὅτι τοὺς τυχόντας ἀνθρώπους πανταχῇ διέπεμπεν,
Valerius Babrius Scr. Fab., Mythiambi Aesopici Sec. 1, fable 94, line 8
Alciphron Rhet., Soph., Epistulae Book 4, epistle 18, sec. 10, line 6
αὐτοὶ μικροί εἰσιν, οὕτως καὶ τὰ πρόβατα μικρά ἐστιν αὐτῶν καὶ τἆλλα
πάντα.
Ἐκ τοῦ Ἀριστοτέλους Περὶ παραδόξων ἀκουσμάτων.
Αἱ ἐν Κεφαλληνίᾳ αἶγες οὐ πίνουσιν, ὡς ἔοικεν, ὥσπερ καὶ τὰ λοιπὰ τε-
τράποδα· καθ' ἡμέραν δὲ πρὸς τὸ πέλαγος ἀντία τὰ πρόσωπα ποιήσασαι,
χάσκουσιν εἰσδεχόμεναι τὰ πνεύματα.
παρὰ τοῖς Ὀμβρικοῖς φασι τὰ βοσκήματα τίκτειν τρὶς τοῦ ἐνιαυτοῦ,
καὶ τοὺς καρποὺς αὐτοῖς τὴν
γῆν πολλαπλασίους ἀνίεσθαι τῶν καταβαλλομένων. εἶναι δὲ καὶ τὰς
γυναῖ-
κας πολυγόνους καὶ σπανίως ἓν τίκτειν, τὰς δὲ πλείους δύο καὶ τρία.
καὶ περὶ τὸ Λύκειον καὶ Μεγάλην πόλιν τὴν ἐν Πελοποννήσῳ.
λέγεται δὲ καὶ ἐν Ἰλλυριοῖς τίκτειν τὰ βοσκήματα δὶς τοῦ ἐνιαυτοῦ,
καὶ τὰ
πλεῖστα διδυμοτοκεῖν, καὶ πολλὰ δὲ τρεῖς καὶ τέσσαρας ἐρίφους τίκτειν,
ἐνίοτε δὲ καὶ πέντε καὶ πλείους. ἔτι δὲ καὶ γάλακτος ἀφιέναι ῥᾳδίως
τρία ἡμίχοα. λέγουσι δὲ καὶ τὰς ἀλεκτορίδας οὐχ ὥσπερ παρὰ τοῖς ἄλλοις
ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ
βίῳ καὶ λόγῳ καὶ πᾶσιν ἁπλῶς εἰς | ... 10 ... ὁ θυμοει]δὴς τὴν
ψυχήν, λόγῳ κεράσας τὸ πάθος, ἀνδρεῖος ἤκουσεν·
νομίζειν.
Θεοδώρῳ σοφιστῇ.
τόπῳ τῆς τοῦ ποῦ κατηγορίας. κἂν σύνθετος δέ τις ᾖ ἡ ἐν τόπῳ καὶ ἐν
χρόνῳ φωνή, ἁπλοῦν τι δεῖ ἐκδέχεσθαι ἀπὸ τῆς συνθέτου λέξεως, ὡς ἀπὸ
τοῦ Ἀγαθὸς δαίμων καὶ Ἱερὰ πόλις ἕν τι ἁπλοῦν ὑπολαμβάνομεν. διήκει
δὲ ἡ διττὴ σημασία αὕτη καὶ ἐπὶ πάσας τὰς τοῦ τόπου διαφοράς· καὶ
γὰρ τὸ ἄνω καὶ κάτω καὶ πρόσω καὶ ὀπίσω καὶ δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ διττά
ἐστιν, τὰ μὲν ὡς τόποι, τὰ δὲ ὡς ἐν τόπῳ ὄντα, καὶ δῆλον ὅτι τὰ μὲν
τόπον δηλοῦντα ποσά ἐστιν, τὰ δὲ τὰ ἐν τόπῳ τῇ τοῦ ποῦ κατηγορίᾳ ὑπο-
ταχθήσεται. διατείνει δὲ ἡ τοῦ ποῦ σημασία καὶ εἰς τὸ πόθεν, ὡς τὸ
Ἀθήνηθεν, καὶ εἰς τὸ ποῖ, ὡς τὸ Ἀθήναζε· καὶ ταῦτα δὲ ἄμφω δηλοῖ,
καὶ τόπον καὶ τὴν ἐν τόπῳ σχέσιν. καὶ μετὰ συνδέσμων λεγόμενα τὰ
αὐτὰ σημαίνει, οἷον ἐκ Λυκείου καὶ εἰς Λύκειον καὶ ἐν Λυκείῳ·
ἰσοδυναμεῖ
γὰρ τῷ Ἀθήνηθεν καὶ Ἀθήναζε καὶ Ἀθήνησι. καὶ τὰ δεικτικὰ δὲ συν-
τακτέον τούτοις, οἷον ἐκεῖ ἐνθάδε, πόρρω ἐγγὺς καὶ τὰ τοιαῦτα. τὸ δὲ
Ἀθηναῖος καὶ τὸ Ῥόδιος οὐ τὸν τόπον ἀλλὰ τὸ ὅθεν παρίστησιν, καὶ
σχέσις πρὸς τὸν τόπον σημαίνεται, οὐ τόπος.
Ἐπιδέχεται δὲ καὶ ἐναντίωσιν τὸ ποῦ κατὰ τὰς τοῦ τόπου διαφοράς,
οἷον ἄνω κάτω, πρόσω ὀπίσω, εἰς δεξιὰ εἰς ἀριστερά. ἐπιδέχεται δὲ καὶ τὸ
μᾶλλον καὶ ἧττον· ἕτερον γὰρ ἑτέρου μᾶλλόν ἐστιν ἄνω καὶ μᾶλλον κάτω
514
καὶ μᾶλλον πρόσω καὶ ἧττον, ὅσα μὴ ἀποκλίνει πρὸς τὸ πλάγιον, καὶ εἰς
δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ ὁμοίως. ἔτι δὲ τὰ μὲν ἀορίστως λέγεται, τὰ δὲ ὡρι-
σμένως· ἢ γὰρ ἁπλῶς ἐν τόπῳ ἢ ἐν τινὶ τόπῳ· καὶ τὰ μὲν ἐν πλάτει,
μᾶλλον καὶ ἧττον· ἕτερον γὰρ ἑτέρου μᾶλλόν ἐστιν ἄνω καὶ μᾶλλον κάτω
καὶ μᾶλλον πρόσω καὶ ἧττον, ὅσα μὴ ἀποκλίνει πρὸς τὸ πλάγιον, καὶ εἰς
δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ ὁμοίως. ἔτι δὲ τὰ μὲν ἀορίστως λέγεται, τὰ δὲ ὡρι-
σμένως· ἢ γὰρ ἁπλῶς ἐν τόπῳ ἢ ἐν τινὶ τόπῳ· καὶ τὰ μὲν ἐν πλάτει,
οἷον ἐν Ἀθήναις, τὰ δὲ κατὰ περιγραφὴν ἀφώρισται, οἷον ἐν Λυκείῳ ἢ
τῷδε τοῦ Λυκείου τῷ τόπῳ. ἀλλὰ ταῦτα μὲν οὕτως.
Κορνοῦτος δὲ ἀπορεῖ, εἰ τὸ ποῦ τοῦ τόπου καὶ τὸ ποτὲ τοῦ χρόνου
κατὰ τὸν χαρακτηρισμὸν τῶν λέξεων διενηνοχότα εἰς ἰδίας κατατέτακται
κατηγορίας διὰ τὸ τὴν πρόθεσιν περὶ χαρακτήρων εἶναι λεκτικῶν, τί
δήποτε
οὐχὶ καὶ ταῦτα τῇ κατηγορίᾳ ταύτῃ προσέθηκεν, οἷον τὸ Διωνόθεν καὶ εἰς
Δίωνα καὶ τὰ τοιαῦτα πολλὰ ὄντα· ὅμοια γάρ ἐστιν τῷ Ἀθήνηθεν καὶ εἰς
Ἀθήνας. πρὸς δὲ ταῦτα ἐξαρκεῖ λέγειν ὅτι οὐ περὶ χαρακτῆρος λέξεώς
ἐστιν ἡ τῶν κατηγοριῶν διαίρεσις· καθόλου γὰρ τὰς μὲν [δια]λεκτικὰς
δια-
φορὰς εἰς ὄνομα ἀνῆγον ἢ ῥῆμα ἤ τι τοιοῦτον, οὐ μέντοι εἰς κατηγορίαν
τινά, ἐπὶ δὲ τούτων ἔχεσθαι μὲν δεῖ τῶν φωνῶν, οὐ μέντοι κατὰ τὸ πτω-
τικὸν σχῆμα τῆς λέξεως, ἀλλὰ διαιρούμενον τὰς σημασίας κατὰ τὰς τῶν
πάθους εἰς ἄλλο, καθὸ τοιάδε κίνησις, ἀλλ' οὐχὶ καθὸ ἁπλῶς κίνησις με-
ταβάλλει. καὶ εἴπερ λέγει τι ὁ λόγος οὗτος, ἐν μὲν τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν
καὶ ἐναντίωσίς ἐστι καὶ κίνησις ἤτοι μεταβολὴ ἀπὸ τῶν ἑτέρων εἰς τὰ
ἕτερα. οὐκέτι μέντοι καὶ ἐν τῇ μεταβολῇ τούτων μεταβολὴ διὰ τὸ μὴ
515
ταβάλλει. καὶ εἴπερ λέγει τι ὁ λόγος οὗτος, ἐν μὲν τῷ ποιεῖν καὶ πάσχειν
καὶ ἐναντίωσίς ἐστι καὶ κίνησις ἤτοι μεταβολὴ ἀπὸ τῶν ἑτέρων εἰς τὰ
ἕτερα. οὐκέτι μέντοι καὶ ἐν τῇ μεταβολῇ τούτων μεταβολὴ διὰ τὸ μὴ
εἶναι ὡς ὑποκείμενα εἴδη τὰς τοιαύτας μεταβολάς, ἀλλὰ μόνον
μεταβολὰς
μηδὲ ὡς κινήσεως εἶναι κίνησιν, ἀλλ' ὡς τοιᾶσδε κινήσεως. τοῦτο δὲ καὶ
ἐπὶ πλέον διακριτέον.
Ἀλλ' ἐν τῇ ποτὲ κατηγορίᾳ διὰ τί οὐκ ἂν εἴη κίνησις ἢ μεταβολή;
ὡς γὰρ ἀπὸ λευκοῦ μεταβάλλω εἰς τὸ μέλαν καὶ ἀπὸ τόπου εἰς τόπον,
οὕτως ἀπὸ τοῦ πέρυσιν εἰς τὸ τῆτες καὶ εἰς νέωτα. τί δὲ τοῦτο διαφέρει
τοῦ ἀπὸ Λυκείου εἰς Ἀκαδημίαν; κἂν γὰρ τὰ μέρη τοῦ χρόνου
φθείρηται,
οὐδὲν παρὰ τοῦτο. οὐδὲ γὰρ εἰ τὸ Λύκειον ἐφθείρετο βαδίζοντος εἰς
Ἀκα-
δημίαν, ἤδη διὰ τοῦτο οὐκ ἦν κατὰ τόπον ἡ κίνησις. καὶ γὰρ καὶ τὸ
λευκὸν φθείρεται, ὅταν ἀπὸ λευκοῦ μεταβάλλω εἰς μέλαν. εἰ δὲ λέγοι
τις, ὅτι ἡ μὲν κατὰ τόπον κίνησις φορά τίς ἐστι διὰ τόπου καὶ διέξοδος,
διὰ δὲ τοῦ χρόνου οὐδὲν φέρεται, ἀλλὰ φερομένων συμπαρέρχεται καὶ ὁ
516
χρόνος (τὸ γὰρ γῆρας καὶ τὰ τοιαῦτα πάντα ἀλλοιώσεις εἰσὶ καὶ πάθη τῶν
Ὁ φιλόσοφος Πορφύριος οὐκ εἰς ἑαυτὸν ἀνάγει τὴν εὕρεσιν καὶ τὴν
διδασκαλίαν, ἀλλά φησιν ὅτι τῶν πάλαι διαλαβόντων λογικῶς περὶ
517
αὐτῶν
οἱ Περιπατητικοὶ μάλιστα τοῦτο τὸ μέρος ἐξηκριβώσαντο. τὸ δὲ τῶν
Περι-
πατητικῶν ὄνομα ἐκ τοιαύτης γέγονεν αἰτίας. φασὶν ὅτι ὁ θεῖος Πλάτων
ἐν Ἀκαδημίᾳ βαδίζων ἐποιεῖτο τὰς πρὸς τοὺς ἑταίρους συνουσίας διὰ τὸ
τὸ σῶμα ἐπιτήδειον ποιεῖν διὰ τῶν γυμνασίων πρὸς ψυχῆς ἔλλαμψιν· ὡς
γὰρ ἂν ἔχῃ τὸ ὄργανον, οὕτως καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ τεχνίτου διαφαίνεται.
καὶ τούτου χάριν ἐλέγοντο Περιπατητικοί. μετὰ γοῦν τὴν τοῦ Πλάτωνος
τελευτὴν διεδέξαντο τὴν διατριβὴν αὐτοῦ ὅ τε Ἀριστοτέλης καὶ ὁ Ξενο-
κράτης, καὶ ὁ μὲν Ἀριστοτέλης ἐν Λυκείῳ ὁ δὲ Ξενοκράτης ἐν τῇ Ἀκα-
δημίᾳ. ἐλέγοντο οὖν οἱ μὲν τοῦ Ἀριστοτέλους Περιπατητικοὶ ἐκ Λυκείου,
καὶ οἱ Λύκειοι καὶ οἱ Ἀκαδημαϊκοί, οἵτινες ἀπὸ τοῦ τόπου τὴν προσηγο-
ρίαν ἔλαβον, ἢ ἀπὸ τοῦ εἴδους τῆς ζωῆς, ὥσπερ οἱ Κυνικοὶ φιλόσοφοι,
οἵτινες διὰ τὸ παρρησιαστικόν τε καὶ ἐλεγκτικὸν κύνες ὠνομάζοντο·
ὥσπερ
γὰρ ὁ κύων ἔχει τὸ διακριτικὸν τῶν οἰκείων ἀπὸ τῶν ἀλλοτρίων, οὕτω
καὶ
οὗτοι ἐποίουν καὶ τοὺς μὲν ἀξίους φιλοσοφίας ἐδέχοντο τοὺς δὲ ἀναξίους
ἑπταχῶς
ληφθεῖσα. καὶ ἵνα δείξωμεν ὅτι οὐδὲ πλέον οὐδὲ ἔλαττον δύνατοι εἶναι ἡ
ἐπωνυμία τῶν φιλοσόφων αἱρέσεων, προέλθωμεν ἐκ διαιρέσεως οὕτως· ἡ
ἐκα-
λοῦντο Λύκειοι Περιπατητικοί, ὡς οἱ Ἀριστοτελικοί, οἱ δὲ ἄλλοι
Ἀκαδημαϊκοὶ
Περιπατητικοί, ὡς οἱ τοῦ Ξενοκράτους. τῷ χρόνῳ δέ, οἷα συμβαίνει,
ἐξέλιπε
τῶν μὲν τὸ ὄνομα τοῦ τόπου καὶ ἐκαλοῦντο Περιπατητικοὶ χωρὶς τοῦ
Λύκειοι, τῶν δὲ Ξενοκρατείων τὸ τῆς ἐνεργείας ὄνομα ἐξέλιπε καὶ
ἐκαλοῦντο
Ἀκαδημαϊκοί. Περιπατητικοὶ οὖν ἐκαλοῦντο, οὐχ ὅτι κατὰ Περίπατον
ἐξ-
ηγοῦντο, ἀλλ' ὅτι διεδέξαντο τὴν Σχολὴν τοῦ Πλάτωνος, διὰ μέσου
Σπευ-
σίππου, κατὰ Περίπατον ποιουμένου τὰς ἐξηγήσεις.
Οὗτοί εἰσιν οἱ ἑπτὰ τρόποι τῆς ἐπωνυμίας τῶν κατὰ φιλοσοφίαν
αἱρέσεων. προσθῶμεν δὲ καὶ ἡμεῖς καὶ τὴν αἰτίαν τοῦ εἶναι ἑπτὰ μόνον
τοὺς τρόπους καὶ μήτε πλείονας μήτε ἐλάττονας. δεῖ εἰδέναι ὅτι ὠνομά-
σθησαν αἱ κατὰ φιλοσοφίαν αἱρέσεις ἢ ἀπὸ τύχης, ὡς Περιπατητικοί, ἢ
γὰρ σύνθετός τις ᾖ ἡ ἐν τόπῳ καὶ ἐν χρόνῳ φωνή, ἀλλ' οὖν ἁπλοῦν τι δεῖ
καὶ μονοειδὲς ἐκδέχεσθαι τὸ παρὰ τῆς συνθέτου λέξεως σημαινόμενον.
διήκει
δὲ ἡ διττὴ αὕτη σημασία καὶ ἐπὶ πάσας τὰς τοῦ τόπου διαφοράς· καὶ γὰρ
τὸ ἄνω καὶ τὸ κάτω καὶ πρόσω καὶ ὀπίσω καὶ δεξιὸν καὶ ἀριστερὸν διττά
ἐστι, τὰ μὲν ὡς τόποι, τὰ δὲ ὡς ἐν τόπῳ· καὶ τὰ μὲν τόπου μέρη φήσομεν,
τὰ δὲ τῇ ποῦ κατηγορίᾳ συντάξομεν. διατείνει δὲ ἡ τοῦ ποῦ σημασία καὶ
εἰς τὸ ποθὲν ὡς τὸ Ἀθήνηθεν καὶ εἰς τὸ πόσε ὡς τὸ Ἀθήναζε. καὶ τὰ μετὰ
συνδέσμων δὲ λεγόμενα τὰ αὐτὰ σημαίνει, ἐκ Λυκείου καὶ ἐν Λυκείῳ
καὶ εἰς Λύκειον . καὶ τὰ δεικτικὰ δὲ συντακτέον τούτοις, ὡς τὸ ἐκεῖ καὶ
ἐνθάδε· καὶ πόρρω καὶ ἐγγὺς καὶ τὰ τοιαῦτα. ἔτι τῶν τοῦ ποῦ τὰ μὲν
ἀορίστως λέγεται, τὰ δὲ ὡρισμένως· ἢ γὰρ ἁπλῶς ἐν τόπῳ ἢ ἔν τινι τόπῳ,
καὶ τὰ μὲν ἐν πλάτει οἷον ἐν Ἀθήναις, τὰ δὲ κατὰ περιγραφὴν οἷον ἐν
Ἀρείῳ πάγῳ. πότερον δὲ τό τε ἅμα καὶ χωρὶς καὶ συνεγγίζον καὶ
διεστηκός, ἔτι δὲ παρακείμενον καὶ συγκείμενον καὶ ἕτερ' ἄττα τοιάδε
πάντα τῇ ποῦ κατηγορίᾳ καθάπαξ ὑποβαλοῦμεν,
ἢ δεῖ διαφόροις προσνέμειν γένεσιν; μήποτε δὲ οὐ πάντα ταῦτα ἕνα ἔχει
522
λόγον,
ἀλλὰ τὰ μὲν ἅμα καὶ τὰ συνεγγίζοντα τοῦ πρός τι τίθεσθαι (κοινὴν γὰρ
καὶ
ἀντιστρέφουσαν σχέσιν παρίστησι), τὰ δὲ χωρὶς καὶ διεστηκότα τοῦ ποῦ
γὰρ σύνθετός τις ᾖ ἡ ἐν τόπῳ καὶ ἐν χρόνῳ φωνή, ἀλλ' οὖν ἁπλοῦν τι δεῖ
καὶ μονοειδὲς ἐκδέχεσθαι τὸ παρὰ τῆς συνθέτου λέξεως σημαινόμενον.
διήκει
δὲ ἡ διττὴ αὕτη σημασία καὶ ἐπὶ πάσας τὰς τοῦ τόπου διαφοράς· καὶ γὰρ
τὸ ἄνω καὶ τὸ κάτω καὶ πρόσω καὶ ὀπίσω καὶ δεξιὸν καὶ ἀριστερὸν διττά
ἐστι, τὰ μὲν ὡς τόποι, τὰ δὲ ὡς ἐν τόπῳ· καὶ τὰ μὲν τόπου μέρη φήσομεν,
τὰ δὲ τῇ ποῦ κατηγορίᾳ συντάξομεν. διατείνει δὲ ἡ τοῦ ποῦ σημασία καὶ
εἰς
τὸ ποθὲν ὡς τὸ Ἀθήνηθεν καὶ εἰς τὸ πόσε ὡς τὸ Ἀθήναζε. καὶ τὰ μετὰ
συνδέσμων δὲ λεγόμενα τὰ αὐτὰ σημαίνει, ἐκ Λυκείου καὶ ἐν Λυκείῳ
καὶ εἰς
Λύκειον . καὶ τὰ δεικτικὰ δὲ συντακτέον τούτοις, ὡς τὸ ἐκεῖ καὶ ἐνθάδε·
καὶ
πόρρω καὶ ἐγγὺς καὶ τὰ τοιαῦτα. ἔτι τῶν τοῦ ποῦ τὰ μὲν ἀορίστως
λέγεται,
τὰ δὲ ὡρισμένως· ἢ γὰρ ἁπλῶς ἐν τόπῳ ἢ ἔν τινι τόπῳ, καὶ τὰ μὲν ἐν
πλάτει
οἷον ἐν Ἀθήναις, τὰ δὲ κατὰ περιγραφὴν οἷον ἐν Ἀρείῳ πάγῳ. πότερον δὲ
τό τε ἅμα καὶ χωρὶς καὶ συνεγγίζον καὶ διεστηκός, ἔτι δὲ παρακείμενον
καὶ
συγκείμενον καὶ ἕτερ' ἄττα τοιάδε πάντα τῇ ποῦ κατηγορίᾳ καθάπαξ
ὑποβαλοῦμεν,
ἢ δεῖ διαφόροις προσνέμειν γένεσιν; μήποτε δὲ οὐ πάντα ταῦτα ἕνα ἔχει
λόγον,
ἀλλὰ τὰ μὲν ἅμα καὶ τὰ συνεγγίζοντα τοῦ πρός τι τίθεσθαι (κοινὴν γὰρ
καὶ
ἀντιστρέφουσαν σχέσιν παρίστησι), τὰ δὲ χωρὶς καὶ διεστηκότα τοῦ ποῦ
(πλεο-
νάζει γὰρ ἐν αὐτοῖς ὁ τόπος), τὰ δὲ παρακείμενα καὶ ὑποκείμενα τοῦ
κεῖσθαι
(πλεονάζει γὰρ ἐν αὐτοῖς ἡ θέσις), καὶ τἄλλα δὲ οὕτως χρὴ διακρίνειν τῷ
523
κατὰ τὰ ἄκρα τῆς Λέσβου”. ἔστι καὶ ὄρος Κάνη καὶ πόλις
καὶ λίμνη. ἔστι καὶ πόλις τῆς Τρῳάδος. Στράβων ιγʹ. εἰσὶ
καὶ Κάνναι διὰ δύο νν, πλησίον Καρχηδόνος. τὸ ἐθνικὸν
Καναῖος καὶ Καναία. ἔστι καὶ πόλις Κάναι τοῦ Τίγρητος
ποταμοῦ. Καναῖος Ζεύς οὐ μόνον ἀπὸ τοῦ Καναίου, ἀλλὰ
καὶ ἀπὸ τῆς Κάνης.
Κάναστρον, ἄκρον Θρᾴκης καὶ Μακεδονίας. τὸ ἐθνι-
κὸν Καναστραῖος. Σοφοκλῆς δὲ ὑπομνηματίζων τὰ ἀργοναυ-
τικά “Καναστραῖον” φησίν “ἀκρωτήριον τῆς Παλλήνης”.
ἀλλ' ἐναντιοῦται τὰ ἐθνικά, εἰ μὴ καὶ τοῦτο ἐκλάβοιμεν πα-
ραπλησίως τῷ Λέχαιον καὶ Λεχαῖος, καὶ Λύκειον τὸ γυμνάσιον καὶ
Λυκεῖος Ἀπόλλων, καὶ Νύμφαιον καὶ Νυμφαῖος.
Κάνδασα, ὡς Μύλασα Πήγασα, φρούριον Καρίας. Πο-
λύβιος ἑκκαιδεκάτῳ. τὸ ἐθνικὸν Κανδασεύς καὶ Κανδασίς.
Κάνδαρα, χωρίον Παφλαγονίας “ὡς ἀπὸ σχοίνων τριῶν
Γάγγρων, καὶ Θάριβα κώμη”. οἱ οἰκήτορες Κανδαρηνοί. καὶ
Ἥρας Κανδαρηνῆς ἱερόν.
Κάνδυβα, οὐδετέρως, πόλις Λυκίας. ἀπὸ Κανδύβου
παιδὸς Δευκαλίωνος. τὸ ἐθνικὸν Κανδυβεύς.
καὶ λίμνη. ἔστι καὶ πόλις τῆς Τρῳάδος. Στράβων ιγʹ. εἰσὶ
καὶ Κάνναι διὰ δύο νν, πλησίον Καρχηδόνος. τὸ ἐθνικὸν
Καναῖος καὶ Καναία. ἔστι καὶ πόλις Κάναι τοῦ Τίγρητος
ποταμοῦ. Καναῖος Ζεύς οὐ μόνον ἀπὸ τοῦ Καναίου, ἀλλὰ
καὶ ἀπὸ τῆς Κάνης.
Κάναστρον, ἄκρον Θρᾴκης καὶ Μακεδονίας. τὸ ἐθνι-
κὸν Καναστραῖος. Σοφοκλῆς δὲ ὑπομνηματίζων τὰ ἀργοναυ-
τικά “Καναστραῖον” φησίν “ἀκρωτήριον τῆς Παλλήνης”.
ἀλλ' ἐναντιοῦται τὰ ἐθνικά, εἰ μὴ καὶ τοῦτο ἐκλάβοιμεν πα-
ραπλησίως τῷ Λέχαιον καὶ Λεχαῖος, καὶ Λύκειον τὸ γυμνά-
σιον καὶ Λυκεῖος Ἀπόλλων, καὶ Νύμφαιον καὶ Νυμφαῖος.
Κάνδασα, ὡς Μύλασα Πήγασα, φρούριον Καρίας. Πο-
λύβιος ἑκκαιδεκάτῳ. τὸ ἐθνικὸν Κανδασεύς καὶ Κανδασίς.
Κάνδαρα, χωρίον Παφλαγονίας “ὡς ἀπὸ σχοίνων τριῶν
Γάγγρων, καὶ Θάριβα κώμη”. οἱ οἰκήτορες Κανδαρηνοί. καὶ
Ἥρας Κανδαρηνῆς ἱερόν.
524
ᾖ· οὐκ ἔστι μνήμη. καὶ ἔστι τούτῳ συνεχὲς τὸ ἂν δ' οἴηται μὴ ποιῶν
μνημονεύειν, ὥσπερ καὶ παρεγράφη. ἐν δὲ τῇ λέξει τῇ ἐνεργοῦντα
δὲ τῇ μνήμῃ λείπει πάλιν τὸ ὥσπερ, ἵν' ᾖ ‘ὥσπερ οὐδὲ ἐνεργοῦντα τῇ
μνήμῃ’. ἀλλὰ τὰ μὲν τῆς λέξεως τοιαῦτα. λέγει δὲ διττῶς γίνεσθαι τὴν
ἀπάτην ἐν τῇ μνήμῃ, ὥστε δοκεῖν ὅτι μνημονεύομεν μὴ μνημονεύοντες.
ἕνα μὲν τρόπον, ὅταν συγκατατίθηται ἡ ψυχή, ὅτι τοῦτο τὸ φάντασμα
Σωκράτους ἐστὶν εἰκών, μὴ ὂν Σωκράτους, ἀλλὰ Θεαιτήτου· ὅμοιος γὰρ
τῷ Σωκράτει Θεαίτητος. ἀλλὰ οἴεται μνημονεύειν, οὐ μνημονεύει δέ. οὐ
μόνον δὲ ἂν περὶ τὸ φάντασμα γένηται ἡ ἀπάτη, οὐκ ἔστι μνήμη, ἀλλὰ
καὶ περὶ τὸν τόπον ἢ τὸν χρόνον· οἷον ἀπὸ τοῦ Λυκείου πρὸ μηνός μοι
ἐγεγόνει ὁδοιπορῆσαι, ἐγὼ δὲ ἀπὸ τῆς Στοᾶς πρὸ ἑβδομάδος
ὑπολαμβάνω.
οὐκ ἔστιν οὖν οὐδὲ τοῦτο μνήμη. ἕνα μὲν οὖν τρόπον οὕτως γίνεται ἡ
ἀπάτη, ἄλλον δὲ ὅταν οὔτε περὶ τὸν χρόνον οὔτε περὶ τὸν τόπον
ἀπατῶμαι,
ἀλλὰ διὰ μόνον τὸ μὴ ἐννοεῖν ὅτι μνημονεύω. ὥσπερ γὰρ πολλάκις
ἐννοῶν
καὶ διαλογιζόμενός τι οὐχ ὁρῶ τὸν ἱστάμενον πρός με, οὕτω πάλιν συμ-
βαίνει μεμνημένον μέ τινος μὴ ἐννοεῖν ὅτι μέμνημαι δι' ἄλλην τινὰ
κίνησιν
καὶ ἐοικέναι με τότε τῷ ὀνειρώττοντι ἐν τοῖς ὕπνοις καὶ μὴ αἰσθανομένῳ
ὅτι ὀνειρώττει. ἔστι δὲ τὸ ἂν δ' οἴηται μὴ ποιῶν μνημονεύειν δηλω-
τικὸν τοῦ πρώτου τρόπου τῆς ἀπάτης. ἂν οὖν, φησίν, οἴηται μνημονεύειν
μὴ ποιῶν μνήμην, οὐκ ἔστι μνήμη· ὁ γὰρ διαψευδόμενος περὶ τὸ
φάντασμα
526
Ὅσα γραφεῖς, καὶ λόγοι δύνανται· μᾶλλον δὲ μικρο-
τέρα μίμησις πᾶσα πρὸς λόγους. Ἄβαριν τὸν σο-
φὸν γένος μὲν Ὑπερβόρειον λέγουσιν, Ἕλληνα δὲ τὴν
φωνὴν γεγενῆσθαι, καὶ Σκύθην μὲν ἄχρι στολῆς τε καὶ
σχήματος, εἰ δέ που γλῶτταν κινήσειε, τοῦτο ἐκεῖνο ἐκ
μέσης Ἀκαδημίας καὶ αὐτοῦ Λυκείου νομίζεσθαι. Τὸν
Ἐλευσίνιον ἔφηβον ἀρθῆναι λόγος πρὸς Δήμητρος,
ἵνα τὴν νομάδα τράπεζαν ἡμέροις ἀμείψῃ πυροῖς.
Ἧκεν Ἄβαρις Ἀθήναζε τόξα ἔχων, φαρέτραν ἠμμέ-
νος εἰς ὦμον, χλαμύδι σφιγγόμενος. Ζώνη ἦν κατ' ἰξύων
χρυσῆ, ἀναξυρίδες ἐκ ταρσῶν ἄκρων ἄχρι καὶ γλουτῶν
ἀνατείνουσαι. Τοῦτον πανταχόθεν εὑρίσκομεν, κα-
θάπερ ἐν ἁρμονίᾳ λύρας, σύμφωνον ἠχοῦντα τῇ γνώμῃ
τὸν λόγον. Ἦν ἡδὺς ἐντυχεῖν, δεινὸς ἡσυχῇ μεγάλην
527
Ζελίου ἥρωος. ἐθνικὸν δέ, φησίν, αὐτῆς Ζελείτης καὶ Ζελειάτης. εὕρηται
δὲ διὰ
τοῦ ι Ζελίη. Τινὲς δὲ Ζέλην αὐτήν, φησί, καλοῦσιν. ἔστι δὲ καὶ φρούριον
Κυζικηνόν. λέγονται δέ, φησί, κατά τινας οἱ τοῦ Πανδάρου Ζελεῖται καὶ
Λύκιοι.
Καὶ ὁ Γεωγράφος δέ φησιν, ὅτι Λύκιοι οἱ Τρωϊκοὶ καὶ ἕτεροι πρὸς τῇ
Καρίᾳ,
περὶ ὧν ὑπόνοια, φησίν, ἐστὶν ὡς τοὺς ἑτέρους ἀποικισάντων. ἐπεὶ δέ,
φησί,
Λύκιοι οἱ περὶ Ζέλειαν, διὰ τοῦτο καὶ Λυκάων ἀρχηγὸς αὐτῶν καὶ
Ἀπόλλων
αὐτόθι τιμᾶται Λυκηγενής. Λέγει δὲ καὶ Ἀρριανὸς οὕτω· «Ζέλεια ἡ καὶ
Λυκία
καὶ ὁ Ἀπόλλων ἐπὶ τῇδε τῇ Λυκίᾳ Λύκιος. διὸ καὶ Πανδάρου πατὴρ
Λυκάων
οὐ πόρρω τοῦ τοιούτου ἔθνους πεσόντος τοῦ ὀνόματος. καὶ Λυκηγενεῖ
Ἀπόλλωνι
ἐκεῖνος εὔχεται τῷ ἐγχωρίῳ». Ἰστέον δέ, ὅτι Λύκιος μὲν τὸ ῥηθὲν ἐθνικὸν
διὰ
διχρόνου, Λύκειος δὲ ἀγορὰ ἡ καὶ παρὰ Σοφοκλεῖ διὰ διφθόγγου, ἐν ᾗ,
φασί,
Λύκιος Ἀπόλλων ἵδρυτο. (v. 825) Ἀφνειοὺς δὲ λέγει οὐχ' οὕτω τοὺς
πλουσίους,
ὅσον τοὺς περὶ τὴν Ἀφνῖτιν λίμνην κατὰ τοὺς παλαιούς. καὶ γὰρ οὕτω,
φασί,
530
νεκροῦ. κυρίως γὰρ τίθεται ὁ τοιοῦτος ἐπὶ πυρᾶς, οὐκ ἐπιβαίνει αὐτός.
Περὶ δὲ
πυρῆς ἀλεγεινῆς δηλοῦται ἀλλαχοῦ. (v. 100) Ἐν δὲ τῷ «ὀΐστευσον
Μενελάου»
λείπει πρόθεσις. τὸ γὰρ ἐντελές «κατὰ Μενελάου». (v. 101) Λυκηγενὴς
δὲ
Ἀπόλλων κατὰ τὸν μῦθον, οἱονεὶ Λυκιηγενής, ὡς ἐν Λυκίᾳ γεγονώς, ἢ τῇ
λυκόφως
ἡ καθωμιλημένη γλῶσσα καλεῖ. Κλυτότοξος δὲ ὁ αὐτὸς Ἀπόλλων, ὡς
σὺν τῇ
μαντικῇ καὶ μουσικῇ καὶ ἰατρικῇ ἐπιστατῶν καὶ τῇ τοξικῇ κατὰ τὸν
μῦθον. ὡς
δὲ καὶ
κλείειν, ὅ ἐστι κλεΐζειν καὶ δοξάζειν, ἐκ μὲν τοῦ κλύειν τὸν κλυτότοξον
συνέθετο, ἐκ δὲ τοῦ κλείειν κλειτὴν κατωτέρω ἑκατόμβην φησί.] Τοὺς δὲ
πρωτογόνους ἄρνας καὶ τὰ τοιαῦτα πρωτογεννήματα ἡ κοινὴ γλῶσσα
λαλεῖ. [(v. 103) Ἱερὰ δὲ ἡ Ζέλεια ὡς πόλις ἁπλῶς φυλακτικὴ τῶν ἔσω
οἰκούντων. οὕτω δὲ ἱερὰ
532
ἀρχά· ἀῤῥαβών
ἀρχαῖα· τῶν δανείων τὰ κεφάλαια (Ar. Nu1156)
ἀρχαία φύσις· ἡ πρὸ τοῦ νοσεῖν κατάστασις. παρὰ Ἱππο-
κράτει (Epid. 2,1,6)
ἀρχαίοις· τοῖς ἐξ ἀρχῆς παραδεδομένοις
ἀρχαῖον· παλαιόν, πρῶτον. ἁπλοῦν. ἄκακον. εὔηθες AS
ἀρχαιρεσιάζειν· τὸ πρὸς χάριν τοῖς πολλοῖς ζῆν
ἀρχάς· ὑποθέσεις. βαθμίδας
ἄρχειν· λάμπειν AS
ἀρχέκακος· ἀρχὴ τῶν κακῶν (pn)
ἀρχέλας· τὸν ἐπιστάτην τοῦ Λυκείου παρὰ τὴν ἀρχὴν οὕτως
ὠνόμασεν. ἔνιοι δὲ τὸν ἄρχοντα τοῦ λαοῦ θέλουσιν ἀκούειν
ἀρχένομα· ξύλα ASP
ἀρχέτυπον· πρωτότυπον, ἀφ' οὗ πᾶσιν ὁ τύπος (Dion. Areop.
eccl. hier. 3,3) vgAS
533
λυκοθρασής· θρασύς
λυκοδέρεια· ἐκ Λυκείου δέρματος πεπονημένα
λύκοι· μάνδαλοι θυρῶν
λυκοκτόνος· ὁ Ἀπόλλων
λυκοκτόνου θεοῦ· Σοφοκλῆς Ἠλέκτρᾳ (6). Ἀρίσταρχος, διὰ
τὸ τὸν θεὸν νόμιον εἶναι, καὶ τὴν τῶν βοσκημάτων φυλακὴν
ποιούμενον τὸν Ἀπόλλωνα ἀναιρεῖν τοὺς ἐπιβούλους αὐτῶν.
οὐ καλῶς. ἔστι γὰρ ὁ λύκος ἱερὸν Ἀπόλλωνος
Λυκομίδαι· γένος ἰθαγενῶν
Λυκόποδες· οἱ Ἀλκμαιωνίδαι, οἱ μέν τινες διὰ τὴν τῶν ποδῶν
λευκότητα ... ἦσαν γὰρ ἀεὶ ὑποδεδεμένοι (Ar. Lys. 665)
Λυκόστρατος· ὁ μόναρχος. παρὰἹπποχάρμῳ
λογεῖον.
Λέκιθος: Σημαίνει δὲ τὸν κρόκον τοῦ ὠοῦ· διὰ τοῦ ι γρά-
φεται τὸ κι.
Λείοδης: Ἔστιν δὲ ὄνομα κύριον, διὰ τῆς ει διφθόγγου
γράφεται, παρὰ τὸ λεῖον γὰρ, ὅπερ διὰ τῆς ει διφθόγγου γρά-
φεται.
Λαύρειον: Ἔστιν δὲ τόπος τῆς Ἀττικῆς ποιῶν μέταλλον,
διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφεται· τὰ γὰρ διὰ τοῦ ειον τρισύλ-
λαβα ἰδιάζοντα, καὶ προπαροξύνονται, καὶ διὰ τῆς ει διφθόγγου
γράφεται.
Λύκειον : Ἔστιν δὲ τόπος τῆς Θετταλίας, ἔνθα λίκος
ἐπιὼν τοῖς τοῦ Πηλέως βουσὶν ἀπελιθώθη.
Λάγειον: Οὕτως δὲ λέγεται τὸ ἱπποδρόμιον Ἀλεξανδρείας
ἀπὸ Λάγου τινός· διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφεται, τῷ λόγῳ τοῦ
Λαύρειον.
Λειόβατος: Παρὰ τὸ λεῖον· ἔστιν δὲ εἶδος ἰχθύος.
Λειρία: Παρὰ τὸ λεῖον, λείϊον, καὶ προσθέσει τοῦ ρ
λείριον.
Λαγνεῖα: Δεῖ γινώσκειν ὅτι τὸ λαγνεῖα διὰ τῆς ει δι-
φθόγγου γράφεται· τὰ γὰρ εἰς της ἔχοντα ἀντιπαρακείμενον
ῥῆμα διὰ τοῦ ευω, τὸ θηλυκὸν διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφεται·
535
Ἀγεννές: Ἀνελεύθερον.
Ἄγαλμα: Πᾶν ἐφ' ᾧ τις ἀγάλλεται, καὶ εἰκών.
Ἀνάθημα: Οἰκεῖον κόσμημα.
Ἀρίστης: Μεγίστης.
Ἀπῆν: Οὐκ ἦν.
Αἰδέσιμον: Τιμιώτατον.
Ἁλῶναι: Συνδεθῆναι, ληφθῆναι, αἰχμαλωτισθῆναι, πληγῆναι.
Ἄπαγε: Παῦσαι.
Ἄριστος: Μέγιστος, ἐξοχώτατος.
538
ὅτι βοήθησον ἡμῖν· ἀπὸ γὰρ τοῦ αἵματος τοῦ σοῦ ἐγεννήθημεν, ἀντὶ
τοῦ ἀπὸ σοῦ καταγόμεθα. A.
Κύπρις] ὦ. ἅτε] ἥτις. γένους] τοῦ ἡμετέρου. προμάτωρ] ἐξ
Ἄρεος καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου γυνή.
ἄλευσον] ἀποσόβησον τὰ παρόντα. σέθεν] σοῦ. ἐξ αἵμα-
τος] τοῦ γένους, ἤτοι τῆς Ἁρμονίας τῆς σῆς θυγατρός.
541
ἐπανέδρα-
μεν εἰς τὰ τοῦ πολέμου δυσχερῆ προτρεπόμενος αὐτοὺς εἶξαι τῷ
Τρυγαίῳ. V
vet Tr καὶ γὰρ ἱκανὸν χρόνον RLh: δέκα τρία γὰρ ἔτη εἶχον πολεμοῦντες.
RVLh
vet Tr πολλήν, φησί, θλίψιν ὑπεμείναμεν εἰς τὸ Λύκειον εἰσιόντες καὶ
συναγόμε-
νοι, καὶ πάλιν ἐξιόντες ἐκ τοῦ Λυκείου καὶ ἀπιόντες εἰς τὸν πόλεμον.
VLh
vet Tr εἰς Λύκειον R: Λύκειον Γυμνάσιον Ἀθήνησιν, ὅπου πρὸ τοῦ
πολέμου
ἐδόκουν γυμνάζεσθαι. RVLh
vet πρὸ γὰρ τῶν ἐξόδων ἐξοπλίσεις τινὲς ἐγίνοντο ἐν τῷ Λυκείῳ διὰ τὸ
παρακεῖσθαι τῇ πόλει καὶ ἀποδείξεις τῶν μᾶλλον πολεμικῶν ἀνδρῶν. RV
vet δορὶ σὺν ἀσπίδι: Ἀχαιοῦ ἐστιν ἐκ Μώμου. οὐδὲν δὲ χεῖρον ὁλόκληρον
Σχόλια στον Δημοσθένη (fort. auctore Ulpiano) Oration 24, sec. 231,
line 1
καί ποθ', ὡς αὐτὸς ἔφη, μέλλων ὑποδέχεσθαι τὸν θεόν, θυσίαν ἐπι-
τελεῖν. τῶν δὲ υἱῶν αὐτοῦ πεντήκοντα ὥς φασιν ὄντων ἐκ πολλῶν
γυναικῶν, βουλόμενοι γνῶναι οἱ τῇ θυσίᾳ παρόντες, εἰ τῷ ὄντι θεὸν
μέλλουσι ξενοδοχεῖν, θύσαντές τινα παῖδα ἐγκατέμιξαν τοῖς τοῦ ἱερείου
κρέασιν, ὡς οὐ λήσοντες, εἴπερ ὄντως θεὸς ἔπεισιν. ὑπὸ δὲ τοῦ δαι-
μονίου χειμώνων μεγάλων καὶ κεραυνῶν ῥαγέντων, φασὶ τοὺς αὐτό-
χειρας ἅπαντας τοῦ παιδὸς ἀπολέσθαι.
Λύκαινα: εἶδος θηρίου.
Λύκαιον: ὄνομα τόπου. καὶ Λυκαῖος.
Λυκείην: τὸ τοῦ λύκου δέρμα.
Λύκειον : Γυμνάσιον Ἀθήνησιν, ὅπου πρὸ τοῦ πολέμου ἐδόκει
γυμνάζεσθαι, πρὸ γὰρ τῶν ἐξόδων ἐξοπλίσεις τινὲς ἐγίνοντο ἐν τῷ
Λυκείῳ, διὰ τὸ παρακεῖσθαι τῇ πόλει, καὶ ἀποδείξεις τῶν μᾶλλον
πολεμικῶν ἀνδρῶν.
Λύκειον : ἓν τῶν παρ' Ἀθηναίοις γυμνασίων τὸ Λύκειον .
ὃ Θεόπομπος μὲν Πεισίστρατον ποιῆσαί φησι, Φιλόχορος δὲ ἐπιστα-
τοῦντος Περικλέους γενέσθαι.
Λυκεῖον ποτόν: ἤτοι ἀπὸ κρήνης τῆς ὑπὸ Ἀπόλλωνος εὑρε-
θείσης, ὑπὸ λύκων πινομένης. ἀπὸ οἴνου καὶ μέλιτος. προπερισπω-
μένως.
καὶ αὐτὸν ἰδίαν συστήσαντα σχολήν, τὴν Ἠλειακὴν ἀπ' αὐτοῦ κλη-
θεῖσαν, ὕστερον δὲ αὕτη Ἐρετριακὴ ἐκλήθη, Μενεδήμου εἰς Ἐρετρίαν
διδάξαντος· ἐκ τούτου δὲ τοῦ διδασκάλου καὶ ὁ Πύρρων γέγονεν·
Ἀντισθένην, ὃς τὴν Κυνικὴν εἰσήγαγεν αἵρεσιν· Εὐκλείδην Μεγαρέα,
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
ΓΥΜΝΑΣΙΟΝ
Λεξικόν Δημητρακοτ τόμος Δ΄. Σελ. 17123
553
νῦν, (1003)
182.
τετραμμένος, (5)
καὶ δένδρα ἐπεφύκεσαν, ῥοιαί, καὶ ὄγχναι, καὶ μηλέαι,
(e) καὶ ἄμπελοι· τὸ δὲ αὐτῆς λουτρὸν ἦν, καὶ Γυμνάσιον·
τὸ δὲ ὀψοποιοῖς χώρα· τὸ δέ, θάλαμοι παλλακίσιν· τὸ
δέ, συμπόσιον· τὸ δέ, ἄλλό τι μέρος τρυφώσης πόλεως.
γεωρ- (20)
γηθεὶς ἐμμελῶς χρόνου τύχαις καὶ γυμνασίοις—ὁπόταν οὖν
ἀποβλέψω
πρὸς σὲ τὸν τοσοῦτον καὶ ἣν ἡμῖν παρέχεις εὐμένειαν, πλέον αὐτὸς
ἐμαυτὸν μακαρίζω ἢ Πλάτων ἐκεῖνος ἑαυτόν, ὅτι κατὰ τοὺς τοῦ
ΧΑΒΡΙΑΣ
ἐνέβαλε.
Τὸν ἐκ τοῦ γυμνασίου νεανίσκον ἐπετίμων, ὅτι τὴν
εἰς Πυλαίαν ὁδὸν ἠπίστατο.
Κηφισοφῶντα, εἰπόντα περὶ τοῦ τυχόντος δύνα-
σθαι ὅλην τὴν ἡμέραν λέγειν, ἐξέβαλον, φάμενοι τὸν
ἀγαθὸν μυθικτὰν δεῖν τοῖς πράγμασιν ἴσον τὸν λόγον
ἔχειν.
Οἱ παῖδες παρ' αὐτοῖς ξαινόμενοι μάστιξι δι' ὅλης
τῆς ἡμέρας ἐπὶ τοῦ βωμοῦ τῆς Ὀρθίας Ἀρτέμιδος μέχρι
θανάτου πολλάκις διακαρτεροῦσιν ἱλαροὶ καὶ γαῦροι,
ἁμιλλώμενοι περὶ νίκης πρὸς ἀλλήλους, ὅστις αὐτῶν ἐπὶ
πλέον τε καὶ μᾶλλον καρτερήσει τυπτόμενος·
ΓΥΝΑΙΟΝ ΠΕΡΓΑΜΗΝΟΝ
line 10
ΓΥΝΑΙΟΝ ΠΕΡΓΑΜΗΝΟΝ
’καὶ κωφοῦ ξυνίησι καὶ οὐ λαλέοντος ἀκούει,’
τὸν δὲ βουλόμενον ἐμμελῶς ἀποκρίνασθαι δεῖ τὴν διά-
νοιαν ἀναμεῖναι καὶ τὴν προαίρεσιν ἀκριβῶς καταμαθεῖν
τοῦ πυνθανομένου, μὴ γένηται τὸ κατὰ τὴν παροιμίαν
’ἄμας ἀπῄτουν ...’. ἄλλως δὲ τὸ λάβρον τοῦτο καὶ πρὸς
τοὺς λόγους ὀξύπεινον ἀνακρουστέον, ἵνα μὴ δοκῇ καθάπερ
ῥεῦμα τῇ γλώττῃ πάλαι προσιστάμενον ἀσμένως ὑπὸ τῆς
ἐρωτήσεως ἐξερᾶσθαι. καὶ γὰρ ὁ Σωκράτης οὕτως ἐκό-
λουε τὴν δίψαν, οὐκ ἐφιεὶς ἑαυτῷ πιεῖν μετὰ Γυμνάσιον,
580
πλεῖστον μέτεστιν;’
Περὶ ἡσυχίας.
Σοφὸν ἔοικε χρῆμα τὸ τῆς ἡσυχίας πρός τ' ἄλλα καὶ εἰς
ἐπιστήμης καὶ φρονήσεως μελέτην· λέγω δ' οὐ τὴν καπηλι-
κὴν καὶ ἀγοραίαν, ἀλλὰ τὴν μεγάλην, ἥτις ἐξομοιοῖ θεῷ
τὸν αὐτὴν ἀναλαβόντα. αἱ μὲν γὰρ ἐν ταῖς πόλεσι καὶ τοῖς
τῶν ἀνθρώπων ὄχλοις γινόμεναι μελέται γυμνάζουσι τὴν
λεγομένην δριμύτητα, πανουργίαν οὖσαν· ὥστε τοὺς ἐν
αὐταῖς ἄκρους οἷον ὑπὸ μαγείρων τῶν ἐν ταῖς πόλεσι
χρειῶν διαπεποικιλμένους πόσα μὲν οὐχὶ πόσα δ'
οὐχὶ καὶ διακονήματα δεινὰ ἐργάζεσθαι. ἡ δ' ἐρημία, σο-
φίας οὖσα Γυμνάσιον, ἠθοποιὸς ἀγαθὴ καὶ πλάττει καὶ
μετευθύνει τῶν ἀνδρῶν τὰς ψυχάς. οὐδὲν γὰρ αὐταῖς ἐμπό-
διόν ἐστι τῆς αὐξήσεως, οὐδὲ πρὸς πολλὰ καὶ μικρὰ νόμι-
μα προσπταίουσαι κάμπτονται εὐθύ, καθάπερ αἱ ταῖς
πόλεσιν ἐναπειλημμέναι ψυχαί· ἀλλ' ἐν ἀέρι καθαρῷ καὶ
τὰ πολλὰ ἔξω διαιτώμεναι τῶν ἀνθρώπων ἀνίασιν ὀρθαὶ
καὶ πτεροφυοῦσιν, ἀρδόμεναι τῷ διαυγεστάτῳ τε καὶ
λειοτάτῳ ῥεύματι τῆς ἡσυχίας, ἐν ᾧ τά τε μαθήματα τοῦ
587
τί Πλάτων
καὶ Σπεύσιππος καὶ Μενέδημος;
πρὸς τίσι νυνὶ διατρίβουσιν;
ποία φροντίς, ποῖος δὲ λόγος
διερευνᾶται παρὰ τούτοισιν;
τάδε μοι πινυτῶς, εἴ τι κατειδὼς
ἥκεις, λέξον, πρὸς Γᾶς .....
{Β.} ἀλλ' οἶδα λέγειν περὶ τῶνδε σαφῶς.
Παναθηναίοις γὰρ ἰδὼν ἀγέλην
μειρακίων . . . . . .
589
κατοιχομένοις τὰς χοὰς ἐπιφέρειν πολλαῖς ἡμέραις, πρός τινα τῶν φίλων
εἶπεν οὐκ εἶδές με πολλῶν ἡμερῶν διὰ τὰ καύματα. τῆς δὲ τῶν
Παναθηναίων
ἑορτῆς ἐπιτελουμένης, δι' ἧς τὰ δικαστήρια οὐ συνάγεται ἔφη· γενέθλιός
ἐστι τῆς ἀλέκτορος Ἀθηνᾶς καὶ ἄδικος ἡ τῆτες ἡμέρα.
τοσούτῳ τῶν λοιπῶν ἑτοιμότερον ἔχουσι πρὸς θάνατον ὅσῳπερ καὶ ζῆν
πολυτελῶς καὶ ἐκτενέστερον ζητοῦσι τῶν ἄλλων. διαβόητοι δὲ περὶ
τρυφὴν
Σικελιῶται καὶ Συρακούσιοι. Ἀριστοφάνης γοῦν φησι· Συρακουσίους
τράπεζαν
Συβαρίτιδάς τ' εὐωχίας. καὶ Πλάτων δέ φησιν ἐν Ἐπιστολαῖς· ἐλθόντα με
εἰς Σικελίαν ὁ ταύτῃ βίος οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἤρεσε, δίς τε τῆς ἡμέρας
ἐμπιμπλάμενον ζῆν καὶ μηδέποτε κοιμώμενον μόνον νύκτωρ καὶ ὅσα
τούτων
ἐπιτηδεύματα συνέπεται τῷ βίῳ. ἐκ γὰρ τούτων τῶν ἐθῶν οὔτ' ἂν
φρόνιμος
οὐδείς ποτε γενέσθαι τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανὸν ἀνθρώπων ἐκ νέου
ἐπιτηδεύων
δύναιτο, σώφρων δ' οὐδ' ἂν μελλήσαι ποτὲ γενέσθαι. Ποσειδώνιος δὲ τὰς
κατὰ Συρίαν πόλεις τρυφώσας παριστῶν φησι τοὺς ἐν αὐταῖς συνεχῶς
εὐωχουμένους τοῖς μὲν γυμνασίοις ὡς βαλανείοις χρᾶσθαι, ἀλείφεσθαι
δ' ἐλαίῳ πολυτελεῖ καὶ μύροις· τοῖς δὲ γραμματείοις – οὕτω δ' ἐκάλουν
τὰ κοινὰ τῶν συνδείπνων – ὡς ἐν οἰκητηρίοις διαιτᾶσθαι, καὶ τὸ πλεῖον
τῆς ἡμέρας γαστρίζεσθαι. Ζακυνθίους δέ φασιν ἀπείρους εἶναι πολέμου
διὰ
τὸ ἐν εὐπορίᾳ καὶ πλούτῳ τρυφῶντας ἐθίζεσθαι. Πολύβιος δέ φησι
Καπυησίους
αἰφνι-
δίου μανίας καὶ λύττης πυνθάνεσθαι. οἱ δὲ συλληφθέντες ἄνευ βασάνων
ὁμολογοῦσι τἀληθές, ἅμα καὶ τὰς διὰ τῶν ἔργων πίστεις ἐφαρμόζοντες,
τὸν διομολογηθέντα μισθόν, τὸν ἤδη δεδομένον, τὸν καθ' ὑποσχέσεις
ὕστερον δοθησόμενον, τοὺς ἐπὶ τὴν διανομὴν αἱρεθέντας ὡς ἂν ἡγεμόνας
τέχνας ἐργαζομένους τιμᾷ τε καὶ πρὸ τῶν ἄλλων ἄγει, περὶ αὑτὸν
ἔχων ἀεί. τοῦτον μὲν οὖν ὅλον οἶμαι τὸν χορὸν νοήσας ὁποῖός ἐστιν οὐ
μόνον
ζηλώσεις ἀλλὰ καὶ προσκυνήσεις. Σωκράτης γάρ ἐστιν ἐν αὐτῷ καὶ
Ὅμηρος
καὶ Ἱπποκράτης καὶ Πλάτων καὶ οἱ τούτων ἐρασταί, οὓς ἴσα καὶ τοῖς
θεοῖς
σέβομεν, οἷον ὕπαρχοί τινες καὶ ὑπηρέται τοῦ θεοῦ. καὶ τῶν δ' ἄλλων
ἁπάντων
οὐκ ἔστιν ὅστις ἠμελήθη ποτὲ πρὸς αὐτοῦ· οὐ μόνον γὰρ ὁδοιπορούντων
αὐτῶν
πεφρόντικεν ἀλλὰ καὶ πλέουσι σύμπλους ἐστὶ καὶ ναυαγούντων οὐκ
ἀπολείπεται.
Ἀρίστιππος γοῦν ἐπειδή ποτε πλέων τοῦ σκάφους ἀπολομένου πρὸς τὰς
Συρα-
κοσίων ᾐόνας ἐξεβράσθη, πρῶτον μὲν ἐθάρρησε θεασάμενος ἐπὶ τῆς
ψάμμου
διάγραμμα γεωμετρικόν· ἐλογίσατο γὰρ εἰς Ἕλληνάς τε καὶ σοφοὺς
ἄνδρας,
οὐκ εἰς βαρβάρους ἥκειν. ἔπειτα παραγενόμενος εἰς τὸ Συρακοσίων
Γυμνάσιον
καὶ ταυτὶ τὰ ἔπη φθεγξάμενος
’τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν
τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασι;’
προσιόντας τέ τινας ἔσχεν αὑτῷ καὶ γνωρίζοντας ὅστις εἴη καὶ πάντων ὧν
ἐδεῖτο
μεταδιδόντας εὐθέως. ὡς δ' εἰς Κυρήνην αὐτοῦ τὴν πατρίδα μέλλοντές
τινες
πλεῖν ἐπυνθάνοντο, μή τι τοῖς οἰκείοις ἐπιστέλλει, κελεύειν αὐτοὺς ἔφη
ταῦτα
κτᾶσθαι τὰ κτήματα ἃ καὶ ναυαγήσαντι συνεκκολυμβήσει.
602
ΓΑΛΗΝΟΥ
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΑ ΤΗΣ ΣΜΙΚΡΑΣ ΣΦΑΙΡΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
ὄνομα τὸ «μέτρια», καὶ τὸν καιρὸν ἐδίδαξε τῇ τάξει τοῦ λόγου. εἰς γὰρ
τὴν τῆς ὑγείας φυλακὴν ἄρχειν μὲν χρὴ τοὺς πόνους, ἕπεσθαι δὲ σι-
τία τε καὶ ποτά, εἶθ' ἑξῆς ὕπνους, εἶτα ἀφροδίσια τοῖς γε δὴ μέλλου-
611
σιν ἀφροδισίοις χρῆσθαι. τὰ μὲν γὰρ ἄλλα πάντα κοινὰ πάσης ἡλικίας
ἐστί, τὰ δ' ἀφροδίσια μόνης τῆς τῶν ἀκμαζόντων, ἡνίκαπερ αὐτῶν
καὶ ἡ χρεία, ὡς ταῖς γε πρόσθεν τε καὶ ὄπισθεν ἡλικίαις ἢ οὐδ' ὅλως
σπερμαίνειν ἢ οὐ γόνιμον σπερμαίνειν ἢ μοχθηρῶς γόνιμον ὑπάρχειν.
ἀλλὰ | γὰρ ὁ περὶ μὲν τῶν ἀφροδισίων λόγος εἰς τὴν οἰκείαν ἀναβε-
βλήσθω τάξιν.
ἀπὸ δὲ τῶν πόνων ἀρκτέον, αὐτὸ τοῦτο πρῶτον ἐν αὐτοῖς δι-
ελομένους, εἴτε ταὐτόν ἐστι πόνος τε καὶ κίνησις καὶ Γυμνάσιον, εἴτε
πόνος μὲν καὶ κίνησις ταὐτόν, ἕτερον δέ τι τὸ Γυμνάσιον, εἴτε κίνησις
μὲν ἕτερον, οὐδὲν δ' ὁ πόνος τοῦ γυμνασίου διαφέρει. ἐμοὶ μὲν δὴ
δοκεῖ μὴ πᾶσα κίνησις εἶναι Γυμνάσιον, ἀλλ' ἡ σφοδροτέρα μόνη. ἐπεὶ
δ' ἐν τῷ πρός τι τὸ σφοδρόν, εἴη ἂν ἡ αὐτὴ κίνησις ἑτέρῳ μὲν γυ-
μνάσιον, ἑτέρῳ δ' οὐ Γυμνάσιον. ὅρος δὲ τῆς σφοδρότητος ἡ τῆς ἀνα-
πνοῆς ἀλλοίωσις· ὡς, ὅσαι γε κινήσεις οὐκ ἀλλοιοῦσι τὴν ἀναπνοήν,
οὔπω ταύτας ὀνομάζουσι γυμνάσια· εἰ δ' ἤτοι μεῖζον ἢ ἔλαττον ἢ
θᾶττον ἢ πυκνότερον ἀναγκασθείη τις ἀναπνεῖν ἐπὶ κινήσει τινί, γυ-
μνάσιον ἡ τηλικαύτη κίνησις ἐκείνῳ γενήσεται. τοῦτο μὲν δὴ κοινῇ
Γυμνάσιον ὀνομάζεται, ἰδίᾳ δέ, ἀφ' οὗπερ καὶ τὰ γυμνάσια
τὴν τῆς ὑγείας φυλακὴν ἄρχειν μὲν χρὴ τοὺς πόνους, ἕπεσθαι δὲ σι-
τία τε καὶ ποτά, εἶθ' ἑξῆς ὕπνους, εἶτα ἀφροδίσια τοῖς γε δὴ μέλλου-
σιν ἀφροδισίοις χρῆσθαι. τὰ μὲν γὰρ ἄλλα πάντα κοινὰ πάσης ἡλικίας
ἐστί, τὰ δ' ἀφροδίσια μόνης τῆς τῶν ἀκμαζόντων, ἡνίκαπερ αὐτῶν
καὶ ἡ χρεία, ὡς ταῖς γε πρόσθεν τε καὶ ὄπισθεν ἡλικίαις ἢ οὐδ' ὅλως
σπερμαίνειν ἢ οὐ γόνιμον σπερμαίνειν ἢ μοχθηρῶς γόνιμον ὑπάρχειν.
ἀλλὰ | γὰρ ὁ περὶ μὲν τῶν ἀφροδισίων λόγος εἰς τὴν οἰκείαν ἀναβε-
βλήσθω τάξιν.
ἀπὸ δὲ τῶν πόνων ἀρκτέον, αὐτὸ τοῦτο πρῶτον ἐν αὐτοῖς δι-
ελομένους, εἴτε ταὐτόν ἐστι πόνος τε καὶ κίνησις καὶ Γυμνάσιον, εἴτε
πόνος μὲν καὶ κίνησις ταὐτόν, ἕτερον δέ τι τὸ Γυμνάσιον, εἴτε κίνησις
μὲν ἕτερον, οὐδὲν δ' ὁ πόνος τοῦ γυμνασίου διαφέρει. ἐμοὶ μὲν δὴ
δοκεῖ μὴ πᾶσα κίνησις εἶναι Γυμνάσιον, ἀλλ' ἡ σφοδροτέρα μόνη. ἐπεὶ
δ' ἐν τῷ πρός τι τὸ σφοδρόν, εἴη ἂν ἡ αὐτὴ κίνησις ἑτέρῳ μὲν γυ-
μνάσιον, ἑτέρῳ δ' οὐ Γυμνάσιον. ὅρος δὲ τῆς σφοδρότητος ἡ τῆς ἀνα-
πνοῆς ἀλλοίωσις· ὡς, ὅσαι γε κινήσεις οὐκ ἀλλοιοῦσι τὴν ἀναπνοήν,
οὔπω ταύτας ὀνομάζουσι γυμνάσια· εἰ δ' ἤτοι μεῖζον ἢ ἔλαττον ἢ
θᾶττον ἢ πυκνότερον ἀναγκασθείη τις ἀναπνεῖν ἐπὶ κινήσει τινί, γυ-
μνάσιον ἡ τηλικαύτη κίνησις ἐκείνῳ γενήσεται. τοῦτο μὲν δὴ κοινῇ
Γυμνάσιον ὀνομάζεται, ἰδίᾳ δέ, ἀφ' οὗπερ καὶ τὰ γυμνάσια προσαγο-
ρεύουσιν ἅπαντες, ἔν τινι κοινῷ τῆς πόλεως οἰκοδομησάμενοι χωρίῳ,
612
τία τε καὶ ποτά, εἶθ' ἑξῆς ὕπνους, εἶτα ἀφροδίσια τοῖς γε δὴ μέλλου-
σιν ἀφροδισίοις χρῆσθαι. τὰ μὲν γὰρ ἄλλα πάντα κοινὰ πάσης ἡλικίας
ἐστί, τὰ δ' ἀφροδίσια μόνης τῆς τῶν ἀκμαζόντων, ἡνίκαπερ αὐτῶν
καὶ ἡ χρεία, ὡς ταῖς γε πρόσθεν τε καὶ ὄπισθεν ἡλικίαις ἢ οὐδ' ὅλως
σπερμαίνειν ἢ οὐ γόνιμον σπερμαίνειν ἢ μοχθηρῶς γόνιμον ὑπάρχειν.
ἀλλὰ | γὰρ ὁ περὶ μὲν τῶν ἀφροδισίων λόγος εἰς τὴν οἰκείαν ἀναβε-
βλήσθω τάξιν.
ἀπὸ δὲ τῶν πόνων ἀρκτέον, αὐτὸ τοῦτο πρῶτον ἐν αὐτοῖς δι-
ελομένους, εἴτε ταὐτόν ἐστι πόνος τε καὶ κίνησις καὶ Γυμνάσιον, εἴτε
πόνος μὲν καὶ κίνησις ταὐτόν, ἕτερον δέ τι τὸ Γυμνάσιον, εἴτε κίνησις
μὲν ἕτερον, οὐδὲν δ' ὁ πόνος τοῦ γυμνασίου διαφέρει. ἐμοὶ μὲν δὴ
δοκεῖ μὴ πᾶσα κίνησις εἶναι Γυμνάσιον, ἀλλ' ἡ σφοδροτέρα μόνη. ἐπεὶ
δ' ἐν τῷ πρός τι τὸ σφοδρόν, εἴη ἂν ἡ αὐτὴ κίνησις ἑτέρῳ μὲν γυ-
μνάσιον, ἑτέρῳ δ' οὐ Γυμνάσιον. ὅρος δὲ τῆς σφοδρότητος ἡ τῆς ἀνα-
πνοῆς ἀλλοίωσις· ὡς, ὅσαι γε κινήσεις οὐκ ἀλλοιοῦσι τὴν ἀναπνοήν,
οὔπω ταύτας ὀνομάζουσι γυμνάσια· εἰ δ' ἤτοι μεῖζον ἢ ἔλαττον ἢ
θᾶττον ἢ πυκνότερον ἀναγκασθείη τις ἀναπνεῖν ἐπὶ κινήσει τινί, γυ-
μνάσιον ἡ τηλικαύτη κίνησις ἐκείνῳ γενήσεται. τοῦτο μὲν δὴ κοινῇ
Γυμνάσιον ὀνομάζεται, ἰδίᾳ δέ, ἀφ' οὗπερ καὶ τὰ γυμνάσια προσαγο-
ρεύουσιν ἅπαντες, ἔν τινι κοινῷ τῆς πόλεως οἰκοδομησάμενοι χωρίῳ,
εἰς ὅπερ καὶ ἀλειψόμενοί τε καὶ διατριψόμενοι καὶ διαπαλαίσοντες | ἢ
διὰ τοῦ κωρύκου τε καὶ τῆς σμικρᾶς σφαίρας Γυμνάσιον, ὅταν ἐκ διε-
στώτων τε καὶ διαθεόντων γίνηται. τοιοῦτον δέ τι καὶ τὸ ἐκπλεθρί-
ζειν ἐστὶ καὶ τὸ πιτυλίζειν. τὸ μὲν ἐκπλεθρίζειν ἐστίν, ἐπειδάν τις ἐν
πλέθρῳ πρόσω τε ἅμα καὶ ὀπίσω διαθέων ἐν μέρει πολλάκις ἐφ' ἑκά-
τερα χωρὶς καμπῆς ἀφαιρῇ τοῦ μήκους ἑκάστοτε βραχὺ καὶ τελευτῶν
εἰς ἓν καταστῇ βῆμα· τὸ δὲ πιτυλίζειν, ἐπειδὰν ἐπ' ἄκρων τῶν πο-
δῶν βεβηκὼς ἀνατείνας τὼ χεῖρε κινῇ τάχιστα, τὴν μὲν ὀπίσω φέρων,
τὴν δὲ πρόσω. μάλιστα δὲ τοίχῳ προσιστάμενοι γυμνάζονται τοῦτο
τὸ Γυμνάσιον, ἵν', εἰ καί ποτε σφάλλοιντο, προσαψάμενοι τοῦ τοίχου
ῥᾳδίως ὀρθῶνται· καὶ οὕτω δὴ γυμναζομένων λανθάνει τε τὰ σφάλ-
ματα καὶ ἀσφαλέστερον γίνεται τὸ Γυμνάσιον. ὠκεῖαι δὲ κινήσεις εἰσίν,
οὐ μὴν βίαιοί γε, καὶ ὅσαι κατὰ παλαίστραν ἐπιτελοῦνται κυλινδου-
μένων ὀξέως | μεθ' ἑτέρων τε καὶ καταμόνας. ἐγχωρεῖ δὲ καὶ ὀρθοὺς
ἐνειλουμένους τε ἅμα καὶ μεταβαλόντας ἐν τάχει τὸν πέλας ὀξὺ γυμ-
νάσασθαι Γυμνάσιον. ἐγχωρεῖ δὲ καὶ διὰ τῶν σκελῶν μόνων ὀρθὸν
ἐφ' ἑνὸς χωρίου γυμνάσασθαι Γυμνάσιον ὀξύ, πολλάκις μὲν εἰς τοὐ-
πίσω μόνον ἐφαλλόμενον, ἔστιν ὅτε δὲ καὶ εἰς τούμπροσθεν ἀναφέ-
ροντα τῶν σκελῶν ἑκάτερον ἐν μέρει. καὶ μὲν δὴ καὶ διὰ τῶν χειρῶν
ἔστιν ὀξὺ Γυμνάσιον ὁμοιόρροπον γυμνάσασθαι χωρὶς τοῦ κατέχειν
615
μὲν τοῦ ψυχροῦ κίνδυνος βλαβῆναι τὸν ἄνθρωπον, ἀραιόν τε ἅμα καὶ
κενὸν ἐπὶ τῷ πλήθει τῶν γυμνασίων γεγενημένον· ὑπὸ δὲ τοῦ ζέον-
τος βλάβη μὲν οὐδεμία, πυκνότης δ' ἀσφαλὴς ἐγγίνεται τῷ δέρματι,
συνεπιλαμβανούσης τι καὶ τῆς ἐγκαταλειπομένης αὐτῷ θερμότητος.
ὅθεν οὐδὲ χρονίζειν ἐπὶ πλέον ἐν τῷ ψυχρῷ προσήκει τὸν οὕτω λου-
σάμενον, ἀλλ', ὥσπερ καὶ αὐτὸς ὁ Θέων τοῦτό γε παρετήρησεν ὀρθῶς,
φυλακτέον ἐστὶ τὴν ἐν τῷ ψυχρῷ διατριβήν, ὡς τὴν ἐκ τῆς ζεστολου-
σίας ἀναλύουσαν ὠφέλειαν. ἡ δὲ αἰτία τοῦ σφαλῆναι τὸν Θέωνα, τὸ
μιᾷ διαθέσει συμφέρον ὡς πάσαις ἁρμόττον γράφοντα, τῶν γυμναζο-
μένων ὑπ' αὐτοῦ σωμάτων ἡ ἕξις ἐστίν· ἀθλητὰς γὰρ ἐγύμναζε τοὺς
μετὰ τὸ τέλειον Γυμνάσιον εἰς μὲν τὴν τετάρτην διάθεσιν ἑτοίμως
ἐμπίπτοντας, εἰς δὲ τὴν τρίτην σπανιάκις. ὅπερ οὖν ἐθεάσατο πολ-
λάκις, ὡς διηνεκὲς | ἔγραψεν. εἰ δέ γε κακοχύμους ἢ καχέκτας ἢ ἀή-
θεις γυμνασίων ἢ ἀσθενεῖς ἢ μὴ νεανίσκους ἐγύμναζε, σπανιάκις μὲν
616
πρώτῳ τῶν κατὰ γένος φαρμάκων περὶ τῶν κατὰ τὸν στό-
μαχον παθῶν.] Τῶν δὲ περὶ τὸν στόμαχον παθῶν πολλῶν
καὶ ποικίλων ὄντων, καὶ τούτων σχεδὸν ἁπάντων ὡς ἐπί-
παν ἐξ ἀπεψίας γινομένων, παντὶ σθένει αὐτὸν ἐπισκεπτέον.
εἰ μὲν δὴ ὑδάτων ἢ ἀέρος κακία δείκνυται, ὡς μάλιστα ἐπι-
δέχεται μεθοδεύοντας, ταῦτα ἀλλάσσοντας ἀπαλλάττειν· εἰ δὲ
ἀσυνήθων βρωμάτων, παραιτουμένους ταῦτα· εἰ δὲ διὰ πλῆ-
θος, συστέλλοντας τὰ σιτία καὶ καθόλου ἐξ οὗ ἂν
ὑπονοήσωμεν γίνεσθαι, τοῦτο παραιτουμένους. εἰ δὲ πάντα
τὰ εἰρημένα εὐτακτοίη, παρ' αὐτὸν δὲ τὸν στόμαχον τὰ κατὰ
τὰς πέψεις παραποδίζοιτο, ἀλείμμασι καὶ γυμνασίοις ἀνα-
φωνήσεσί τε καὶ τοῖς τοιούτοις ὁμοίοις γινομένοις τὸν στό-
μαχον ῥωστέον. τοῖς δὲ ὀξυρεγμιώδεσι κοριάνου ὡς κοχλι-
άριον δίδου πρὸ ἑτέρου τῶν σιτίων τρώγειν καὶ ἐπιῤῥοφεῖν
ἄκρατον. γενομένης δὲ ἀπεψίας μετρίας ποτὲ καὶ εὐκατα-
φρονήτου πλείονα χρόνον ἐπὶ τῆς κλίνης ἠρεμητέον. εἰ δὲ
μὴ τὰ πράγματα ἐπιτρέποι, ἐφ' ὅσον ἐνδέχεται, πᾶσαν διά-
τασιν καὶ κόπον, ἔτι τε καῦμα καὶ ψῦχος καὶ θυμὸν ἐκφευ-
619
Τὸν Περίπατον ἀντὶ τοῦ γυμνασίου πάντες ἤκουσαν οἱ
ἐξηγησάμενοι τὸ βιβλίον, ἵν' ὁ λόγος ᾖ τοιόσδε· “τοῖς ἀνθρώποις αἱ
φροντίδες Γυμνάσιον”, νομίσαντες αὐτὸν τῇ προσηγορίᾳ κεχρῆσθαι
τῇ τοῦ Περιπάτου, δηλούσης τῆς φωνῆς ταύτης εἶδός τι γυμνασίου.
κακοζήλου δὲ τῆς ἑρμηνείας οὔσης, εἰκότως αὐτὴν ὁ Διοσκουρίδης
φυλαττόμενος, οὐ περίπατος ἔγραψεν, ἀλλὰ προσθεὶς τὸ ν γράμμα
“περὶ παντὸς”, ὥστε γενέσθαι τὴν λέξιν τοιάνδε· ψυχῆς περὶ παν-
τὸς φροντὶς ἀνθρώποις, ἵν' ᾖ δηλούμενον ἐξ αὐτῆς· “περὶ
παντὸς τοῖς ἀνθρώποις ἀσκητέον ἐστὶ τὸν λογισμόν.” αἱ γάρ τοι δια-
νοήσεις ὀνομάζονται φροντίδες, ὅθεν καὶ τὸν Σωκράτην φροντι-
στὴν ἐκάλουν καὶ φροντίδας τὰ σοφὰ βουλεύματα τἀνδρὸς
Οἱ δὲ ἐν τῇ πόλει
ἐν νυκτὶ διελόντες τοῦ τείχους ὅσον ἤθελον, καὶ ἀντιδομὴν
παρασκευασάμενοι κατεπέτασαν τὸ ἱστίον. Τηρήσαντες δὲ
καιρὸν ἐπεξελθόντες ἐπέθεντο παραδόξως τοῖς πολεμίοις·
ποιοῦντες δὲ ταῦτα ἐφύλασσον μή τις αὐτομολήσῃ. Διὸ δεῖ
μηδὲν τῶν τοιούτων παρορᾶν.
Οὐ μὴν οὐδ' ἐν ταῖς νυξὶν ἀσκέπτως μετ' ὄχλου
ἐκπορευτέον, οἷα καὶ ἐν τοῖς καιροῖς τῶν ἐπιβουλευόντων
τινὲς τεχνάζουσιν, οἱ μὲν ἔσω τῆς πόλεως, οἱ δὲ καὶ ἔξωθεν,
προσάγεσθαι βουλόμενοι τοιοῖσδε ἀπατήμασι, πυρσεύσαντές
τι ἢ ἐμπρήσαντες νεώριον ἢ Γυμνάσιον ἢ ἱερὸν πάνδημον
ἢ δι' ὅπερ ἂν ἔξοδος γένοιτο πλήθους ἀνθρώπων καὶ οὐ
τῶν τυχόντων. Προνοοῦντα οὖν καὶ τὰ τοιαῦτα μὴ ἑτοίμως
ἀποδέχεσθαι.
Πρᾶξις δὲ καὶ ἥδ' ἐξοισθήσεται ἐξ ἀρχόντων. Προετοι-
μάσαντες κατὰ τὴν χώραν θόρυβον γενέσθαι καὶ ἐκ τῶν
ἀγρῶν εἰς τὴν πόλιν ἀγγελθῆναι κλωπῶν ἐπιβουλήν, δι'
620
τοῦ κάλλους ῥεῦμα πάλιν εἰς τὸν καλὸν διὰ τῶν ὀμμάτων
ἰόν, ᾗ πέφυκεν ἐπὶ τὴν ψυχὴν ἰέναι ἀφικόμενον καὶ ἀνα-
πτερῶσαν, τὰς διόδους τῶν πτερῶν ἄρδει τε καὶ ὥρμησε
πτεροφυεῖν τε καὶ τὴν τοῦ ἐρωμένου αὖ ψυχὴν ἔρωτος
ἐνέπλησεν. ἐρᾷ μὲν οὖν, ὅτου δὲ ἀπορεῖ·
καὶ μανθάνειν παρ' αὐτῶν· ἐὰν δ' ἔχω τι ἄλλο παρὰ τὰ ὑπὸ
τούτων λεγόμενα, τότ' ἤδη διδάσκειν καὶ πείθειν καὶ σὲ καὶ
τούτους. ἀλλ', ὦ Νικία, τί οὐ λέγει πότερος ὑμῶν;
{ΝΙ.} Ἀλλ' οὐδὲν κωλύει, ὦ Σώκρατες. δοκεῖ γὰρ καὶ
ἐμοὶ τοῦτο τὸ μάθημα τοῖς νέοις ὠφέλιμον εἶναι ἐπίστασθαι
πολλαχῇ. καὶ γὰρ τὸ μὴ ἄλλοθι διατρίβειν, ἐν οἷς δὴ
φιλοῦσιν οἱ νέοι τὰς διατριβὰς ποιεῖσθαι ὅταν Σχολὴν
ἄγωσιν, ἀλλ' ἐν τούτῳ, εὖ ἔχει, ὅθεν καὶ τὸ σῶμα βέλτιον
ἴσχειν ἀνάγκη – οὐδενὸς γὰρ τῶν γυμνασίων φαυλότερον οὐδ'
ἐλάττω πόνον ἔχει – καὶ ἅμα προσήκει μάλιστ' ἐλευθέρῳ
τοῦτό τε τὸ Γυμνάσιον καὶ ἡ ἱππική· οὗ γὰρ ἀγῶνος ἀθληταί
ἐσμεν καὶ ἐν οἷς ἡμῖν ὁ ἀγὼν πρόκειται, μόνοι οὗτοι γυμνά-
ζονται οἱ ἐν τούτοις τοῖς [τὸν] περὶ τὸν πόλεμον ὀργάνοις
γυμναζόμενοι. ἔπειτα ὀνήσει μέν τι τοῦτο τὸ μάθημα καὶ
622
{ΣΟΛΩΝ}
Μὴ ἐρήμην, ὦ γενναῖε, μηδὲ τῶν ἀνδρῶν ἀπόν-
των μόνος αὐτὸς λέγων οἴου κρατεῖν· ἔσται γάρ
τις ὁ καὶ ὑπὲρ ἐκείνων σοι τὰ εἰκότα ἐν Σπάρτῃ
ἀντερῶν.
Πλὴν ἀλλὰ ἐπείπερ ἐγὼ τὰ ἡμέτερά σοι διεξε-
λήλυθα, σὺ δὲ οὐ πάνυ ἀρεσκομένῳ αὐτοῖς
ἔοικας, οὐκ ἄδικα αἰτήσειν ἔοικα παρὰ σοῦ ὡς
καὶ αὐτὸς ἐν τῷ μέρει διεξέλθῃς πρός με ὃν
τρόπον ὑμεῖς οἱ Σκύθαι διασκεῖτε τοὺς νέους τοὺς
630
ἐπελάθετο ὅτι δάκνει τὸ πῦρ, καὶ οὐκ εἶχε τὴν πρόγνωσιν τοῦ λέγοντος
’τράγωι’ τῶι σατύρωι, εὑρόντι πρότερον τὸ πῦρ καὶ προσελθόντι
φιλῆσαι·
’μὴ ἅψηι, 8τράγε· ἁψάμενος γάρ σου ἐμπρήσεις τὰ 8γένεια’.
Galen. In Hippocr. Epidem. VI comment. I 29 p. 49, 8 Wenk.
(unter πέμφιξ): ... ἐπὶ δὲ τῆς ῥανί{τι}δος ὁ αὐτός (Aischylos: voran-
geht F 369) φησιν ἐν Προμηθεῖ·
{ΠΡΟΜ.} ‘ἐξευλαβοῦ δὲ μή σε προσβάλ{λ}ηι στόμα
πέμφιξ· πικρὰ γὰρ κοὐλία λαιμῶι ⏑ ב,
καὶ ἐν Πενθεῖ· (F 365)
’μηδὲ αἵματος πέμφιγα πρὸς πέδωι βάληις’.
Poll. Ὀνομαστ. X 64: τῶν δὲ γυμνασίοις προσηκόντων σκευῶν ...
καὶ ‘ὠμόλινον’, οὐ Κρατίνου μόνον εἰπόντος τὸ ‘ὠμόλινον’ (F 9 [I 14]
Kock), ἀλλὰ καὶ Αἰσχύλου ἐν Προμηθεῖ Πυρκαεῖ·
‘λινᾶ δὲ πεσσὰ κὠμολίνου μακροὶ τόνοι’.
Schol. L Hesiod. Erg. 89 p. 43, 9 Pertusi: .... φησὶν ὅτι Προ-
μηθεὺς τὸν τῶν κακῶν πίθον παρὰ τῶν σατύρων (!) λαβὼν καὶ παρα-
θέμενος τῶι Ἐπιμηθεῖ παρήγγειλε μὴ δέξασθαί τι παρὰ Διός, ὁ δὲ παρα-
κούσας ἐδέξατο τὴν Πανδώραν.
Τρῳάδος. Φύτειον πόλις Ἤλιδος τῆς κοίλης ἀπὸ Φυτέως λέγει αὐ-
τὴν ὠνομάσθαι Ἴστρος δʹ τῶν Ἠλιακῶν. Κράνειον Γυμνάσιον ἐν Κο-
ρίνθῳ. Νάξειον τὸ ὄρος. Ἄσχειον πόλις Ἀχαΐας. Τήνειον πόλις
Ἀχαΐας. Τίβειον τόπος Φρυγίας ἀπὸ Τιβίου τινός. Σύλειον πόλις
Φρυγίας. ἐν δυσὶ λλ καὶ δι' ἑνός. γράφεται δὲ καὶ Σύλαιον. Φίνειον
τόπος τοῦ Πόντου κτίσμα Φινέως. Χάλκεια πόλις Λιβύης. ὁ πολυί-
στωρ ἐν Λιβυκῶν τρίτῳ, ὡς Δημοσθένης, ᾧ μεμφόμενος Πολύβιος ἐν
τῷ δωδεκάτῳ ὧδε γράφει «ἀγνοεῖ δὲ μεγάλως καὶ περὶ τῶν χαλκείων·
οὐδὲ γὰρ πόλις ἐστίν, ἀλλὰ χαλκουργεῖα». ἔστι καὶ Καρίας Χάλκεια.
Ὄγκειον χωρίον Ἀρκαδίας ἀπὸ Ὄγκου δυναστεύσαντος ὡς Παυσα-
νίας δηλοῖ ὀγδόῳ (c. 25, 4). Μούσειον τόπος περὶ τὸν Ὄλυμπον
τὸν ἐν Μακεδονίᾳ. Πολύβιος τριακοστῷ ἑβδόμῳ.
Theogn. p. 93: πήρα: ἀπὸ τοῦ φέρω φέρα καὶ τροπῇ τοῦ φ εἰς
π καὶ τοῦ ε εἰς η πήρα. οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ περὶ παθῶν.
St. 440, 17: Μεθώνη πόλις Θρᾴκης Μαγνησίας, ἣν Ὅμηρος
διὰ τοῦ η «οἱ δ' ἄρα Μηθώνην καὶ Θαυμακίην ἐνέμοντο» (Β 716).
ἐκλήθη ἀπὸ τοῦ μέθυ· πολύοινος γάρ ἐστι.
E. M. 263, 29: δήϊος: παρὰ τὸ δέος δέϊος καὶ δήϊος ὁ δέος ἐμ-
640
ποιῶν.
St. 403, 3: τῆς Κέω τὸ ἐθνικὸν Κέϊος καὶ ἐκτάσει Κήϊος ὡς
τῆς Τέω Τέϊος καὶ Τήϊος καὶ Κεῖος διὰ διφθόγγου.
St. 421, 8: Λύκειον Γυμνάσιον. – λέγεται καὶ Λυκήϊον.
E. M. 260, 29: δείκελον· λέγεται καὶ δείκηλον. σημαίνει δὲ τὸ
ἄγαλμα ἢ ὁμοίωμα οἷον «δείκηλα προΐαλλεν» (Apoll. Rhod. IV 1672)
καὶ «δείκελον Ἰφιγόνης» παρὰ Παρθενίῳ· ὥσπερ παρὰ τὸ πέμπω πέμ-
πελος (σημαίνει δὲ τὸν πολλῶν ἐνιαυτῶν ὄντα), οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ
δείκω τὸ δεικνύω γίνεται δείκελος καὶ ἐκτάσει τοῦ ε εἰς η δείκηλον τὸ
ἴνδαλμα. Ἐπαφρόδιτος δὲ λείπειν τὸ ι φησὶ κατ' ἀρχὰς ἰδείκελον τὸ
τὴν ἰδίαν ἑκάστου ἐμφαῖνον ὁμοιότητα.
St. 435, 16: Μασσαγέται. – τὸ θηλυκὸν λέγεται Μασσαγῆτις καὶ
ἴσως διὰ τὸ μέτρον.
’τὸν δ' εὗρον (φησί) φρένα τερπόμενον φόρμιγγι λιγείῃ,
καλῇ δαιδαλέῃ· περὶ δ' ἀργύρεον ζυγὸν ἦεν·
τὴν ἄρετ' ἐξ ἐνάρων πόλιν Ἠετίωνος ὀλέσσας·
τῇ ὅγε θυμὸν ἔτερπεν, ἄειδε δ' ἄρα κλέα ἀνδρῶν.’
μάθε, φησὶν Ὅμηρος, πῶς δεῖ μουσικῇ χρῆσθαι· κλέα γὰρ
ἀνδρῶν ᾄδειν καὶ πράξεις ἡμιθέων ἔπρεπεν Ἀχιλλεῖ τῷ
Πηλέως τοῦ δικαιοτάτου. ἔτι δὲ καὶ τὸν καιρὸν τῆς χρή-
σεως τὸν ἁρμόττοντα διδάσκων Ὅμηρος ἀργοῦντι γυμνά-
σιον ἐξεῦρεν ὠφέλιμον καὶ ἡδύ. πολεμικὸς γὰρ ὢν καὶ
πρακτικὸς ὁ Ἀχιλλεύς, διὰ τὴν γενομένην αὐτῷ πρὸς τὸν
Ἀγαμέμνονα μῆνιν οὐ μετεῖχε τῶν κατὰ τὸν πόλεμον κιν-
δύνων. ᾠήθη οὖν Ὅμηρος πρέπον εἶναι τὴν ψυχὴν τοῖς
καλλίστοις τῶν μελῶν παραθήγειν τὸν ἥρωα, ἵν' ἐπὶ τὴν
μετὰ μικρὸν αὐτῷ γενησομένην ἔξοδον παρεσκευασμένος
ᾖ· τοῦτο δ' ἐποίει δηλονότι μνημονεύων τῶν πάλαι πρά-
ξεων. τοιαύτη ἦν ἡ ἀρχαία μουσικὴ καὶ εἰς τοῦτο χρη-
σίμη. | Ἡρακλέα τε γὰρ ἀκούομεν κεχρημένον μουσικῇ
καὶ Ἀχιλλέα καὶ πολλοὺς ἄλλους, ὧν παιδευτὴς ὁ σοφώ-
τατος Χείρων παραδέδοται,
δος δ' ἐπὶ πλέον περὶ τοῦ ποταμοῦ λέγει καὶ τῆς ῥύ-
σεως, ὡς δι' ὅλης ῥέοι τῆς Φωκίδος σκολιῶς καὶ δρα-
κοντοειδῶς “παρὲκ Πανοπῆα διὰ Γλήχωνά τ' ἐρυμνὴν
“καί τε δι' Ὀρχομενοῦ εἱλιγμένος εἶσι δράκων ὥς.”
τὰ δὲ στενὰ τὰ περὶ τοὺς Παραποταμίους ἢ τὴν Παρα-
ποταμίαν (λέγεται γὰρ ἀμφοτέρως) περιμάχητα ὑπῆρ-
ξεν ἐν τ[ῷ Φωκικῷ πολέ]μῳ, μίαν ἐχόντων ταύτην ἐμ-
βολὴν [εἰς τὴν Φωκίδα]· ἔστι δὲ Κηφισσὸς ὅ τε Φωκι-
κὸς καὶ ὁ Ἀθήνησι καὶ ὁ ἐν Σαλαμῖνι, τέταρτος δὲ καὶ
644
κὸν καὶ ἔτι μᾶλλον τὸν τῆς μουσικῆς οὐκ εἰσάπαξ ὁριζό-
μενον, ἀλλ' ἐφ' ἑκάστῃ τελευτῶντα ὡς εἰπεῖν τῇ ἡμέρᾳ
καὶ πάλιν ἐξ ἀρχῆς καθιστάμενον, καὶ οὐδὲ τοῖς εἴδεσι
τῶν θεαμάτων ἐκπληρούμενον αὐθημερόν. ὥσθ' ὅσα καὶ
τὸν νῦν καιρὸν ἐκφεύγει τὸν ὅλον γε δή που τῆς πανη-
γύρεως οὐ παρελήλυθεν. ἢ κομιδῆ γ' ἂν εἴη τῶν ἀτόπων,
εἰ οἱ μὲν νομοθέται τούτου χάριν ἐξέτειναν τὰς συνόδους,
καὶ νὴ Δία γε αὐτὸ τοὔνομα τῆς ἱερομηνίας παρέβησαν,
650
Ἀγρίππας
[Αἰ]γ̣[υπτ]ί̣οις ἔστησαν φόρους [ο]ἱ ἄρχ[οντες]
[..].[.].[...]ν· τούτοις δὲ οὐδείς.
Βάλβιλλος
ἴ̣δε ἐπὶ π[ηλί]κ̣ην τόλμην ἢ ὁ θε[ὸς αὐτοῦ ἢ]
[ c. 12 ] ἡμῶν ἐπὶ τῶν
[ c. 12 ]η̣ ἐτῶν Νερῶνος
[ c. 11 γ]έγονεν· ζῶντος
[αὐτοκράτορος Ν]ερῶνος πρὸς γυ[μνάσιον ...... ].η̣ ἀθλητῶν
[ c. 13 ] ἄ̣νδρ̣ας
[ c. 12 ]. ἄλλαις παρα
[ c. 11 ]. ε̣ἴκοσι οὐκ ἐ-
[ c. 12 ]ωνι καταβαι-
[ν – c. 11 ]ς εἰς τὸ γυμνά[σιον τὸν ἐπι]σ̣τάτην ἐρευ-
[νᾷ .........]η̣ν οὕτως τ̣ι̣
Δίων Κάσσιος Ρωμαϊκή ιστορία Book 53, ch. 27, sec. 1, line 6
Δίων Κάσσιος Ρωμαϊκή ιστορία Book 61, ch. 21, sec. 1, line 4
Δίων Κάσσιος Ρωμαϊκή ιστορία Book 68, ch. 15, sec. 4, line 1
νος οὐδὲ ἄπλετά τινα σφίσιν ἐδίδου καὶ ὅσα ὁ Ἀντωνῖνος ἐνεωτέ-
ρισεν. ὑπὸ δὲ τὰς ἡμέρας ἐκείνας ἄστρον τι ἀπὸ δυσμῶν πρὸς ἀνα-
τολὰς τὸ ἀκροφύσιον ἐπὶ πολλὰς νύκτας ἀνατεῖνον δεινῶς ἡμᾶς
ἐξετάραττεν, ὥστε τοῦτο δὴ τὸ τοῦ Ὁμήρου διὰ στόματος ἀεὶ ποιεῖ-
σθαι “ἀμφὶ δὲ σάλπιγξε μέγας οὐρανὸς, ἄιε δὲ Ζεύς.” ἐπράχθη δὲ
ὧδε. ἡ Μέσα ἡ τῆς Ἰουλίας τῆς βασιλίδος ἀδελφή, δύο τε θυγατέ-
ρας Σοαιμίδα καὶ Μαμαίαν καὶ δύο ἐγγόνους ἄρσενας ἔχουσα ἦν, ὧν
ἡ μὲν Οὐάρῳ Μαρκέλλῳ Σύρῳ ἀνδρί, ἡ δὲ Γενεσίῳ Μαρκιανῷ Σύρῳ
καὶ αὐτῷ ὄντι συνῴκησεν, οὓς καὶ ἀμφοτέρους τελευτῆσαι ἤδη συμ-
βέβηκεν. Εὐτυχιανὸς δέ τις τῶν Καισαρείων ἔν τε ἀθύρμασι καὶ
ἐν γυμνασίοις ἀρέσας, τήν τε τῶν στρατιωτῶν ἐς τὸν Μακρῖνον
ἀπέχθειαν συνιδὼν, καί τι καὶ ὑπὸ τοῦ Ἡλίου, ὃν Ἐλεγάβαλον ἐπι-
καλοῦσι καὶ μεγάλως θρησκεύουσιν, ἄλλων τέ τινων μαντειῶν ἀνα-
πεισθείς, ἐπεχείρησεν τόν τε Μακρῖνον καθελεῖν καὶ τὸν Λοῦπον τὸν
τῆς Μέσης ἔγγονον αὐτοκράτορα, καίπερ παιδίον ἔτι ὄντα, ἀντικατα-
στῆσαι. καὶ κατειργάσατο ἑκάτερον· τοῦ τε γὰρ Ταράντου υἱὸν αὐτὸν
μοιχίδιον εἶναι πλασάμενος, καὶ τῇ ἐσθῆτι τῇ ἐκείνου, ᾗ ποτε ἐν
659
τί Πλάτων
καὶ Σπεύσιππος καὶ Μενέδημος,
πρὸς τίσι νυνὶ διατρίβουσιν;
ποία φροντίς, ποῖος δὲ λόγος
διερευνᾶται παρὰ τοῖσιν;
τάδε μοι πινυτῶς, εἴ τι κατειδὼς
ἥκεις, λέξον πρὸς γᾶς.
{Β.} ἀλλ' οἶδα λέγειν περὶ τῶνδε σαφῶς·
Παναθηναίοις γὰρ ἰδὼν ἀγέλην
μειρακίων
ἐν γυμνασίοις Ἀκαδημείας
ἤκουσα λόγων ἀφάτων ἀτόπων·
περὶ γὰρ φύσεως ἀφοριζόμενοι
διεχώριζον ζῴων τε βίον
δένδρων τε φύσιν λαχάνων τε γένη.
κᾆτ' ἐν τούτοις τὴν κολοκύντην
ἐξήταζον τίνος ἐστὶ γένους.
{Α.} καὶ τί ποτ' ἄρ' ὡρίσαντο καὶ τίνος γένους
εἶναι τὸ φυτόν; δήλωσον, εἰ κάτοισθά τι.
καταστρωμάτων.
Ἀθηναίοις δὲ καὶ ἔξω πόλεως ἐν τοῖς δήμοις καὶ
κατὰ τὰς ὁδοὺς θεῶν ἐστιν ἱερὰ καὶ ἡρώων καὶ ἀνδρῶν
τάφοι· ἐγγυτάτω δὲ Ἀκαδημία, χωρίον ποτὲ ἀνδρὸς
ἰδιώτου, Γυμνάσιον δὲ ἐπ' ἐμοῦ. κατιοῦσι δ' ἐς αὐτὴν
περίβολός ἐστιν Ἀρτέμιδος καὶ ξόανα Ἀρίστης καὶ
Καλλίστης· ὡς μὲν ἐγὼ δοκῶ καὶ ὁμολογεῖ τὰ ἔπη τὰ
Πάμφω, τῆς Ἀρτέμιδός εἰσιν ἐπικλήσεις αὗται, λεγό-
μενον δὲ καὶ ἄλλον ἐς αὐτὰς λόγον εἰδὼς ὑπερβήσομαι.
καὶ ναὸς οὐ μέγας ἐστίν, ἐς ὃν τοῦ Διονύσου τοῦ
Ἐλευθερέως τὸ ἄγαλμα ἀνὰ πᾶν ἔτος κομίζουσιν ἐν
τεταγμέναις ἡμέραις. ἱερὰ μέν σφισι ταύτῃ τοσαῦτά
ἐστι, τάφοι δὲ Θρασυβούλου μὲν πρῶτον τοῦ Λύκου,
ἀνδρὸς τῶν τε ὕστερον καὶ ὅσοι πρὸ αὐτοῦ γεγόνασιν
Ἀθηναίοις λόγιμοι τὰ πάντα ἀρίστου –
σύνοικον.
τοιαῦτα μὲν ἐς τοὺς Κορινθίων βασιλέας συμβάντα
εὕρισκον· τὸ δὲ ἱερὸν τῆς Ἀθηνᾶς τῆς Χαλινίτιδος
πρὸς τῷ θεάτρῳ σφίσιν ἐστὶν καὶ πλησίον ξόανον
γυμνὸν Ἡρακλέους, Δαιδάλου δὲ αὐτό φασιν εἶναι
τέχνην. Δαίδαλος δὲ ὁπόσα εἰργάσατο, ἀτοπώτερα μέν
ἐστιν ἐς τὴν ὄψιν, ἐπιπρέπει δὲ ὅμως τι καὶ ἔνθεον
τούτοις. ὑπὲρ δὲ τὸ θέατρόν ἐστιν ἱερὸν Διὸς Καπε-
τωλίου φωνῇ τῇ Ῥωμαίων· κατὰ Ἑλλάδα δὲ γλῶσσαν
Κορυφαῖος ὀνομάζοιτο ἄν. τοῦ θεάτρου δέ ἐστι τοῦδε
οὐ πόρρω Γυμνάσιον τὸ ἀρχαῖον καὶ πηγὴ καλουμένη
Λέρνα· κίονες δὲ ἑστήκασι περὶ αὐτὴν καὶ καθέδραι
πεποίηνται τοὺς ἐσελθόντας ἀναψύχειν ὥρᾳ θέρους.
πρὸς τούτῳ τῷ γυμνασίῳ ναοὶ θεῶν εἰσιν ὁ μὲν Διός,
ὁ δὲ Ἀσκληπιοῦ· τὰ δὲ ἀγάλματα Ἀσκληπιὸς μὲν καὶ
Ὑγεία λευκοῦ λίθου, τὸ δὲ τοῦ Διὸς χαλκοῦν ἐστιν.
ἀνιοῦσι δὲ ἐς τὸν Ἀκροκόρινθον – ἡ δέ ἐστιν
ὄρους ὑπὲρ τὴν πόλιν κορυφή, Βριάρεω μὲν Ἡλίῳ δόν-
τος αὐτὴν ὅτε ἐδίκαζεν, Ἡλίου δὲ ὡς οἱ Κορίνθιοί
φασιν Ἀφροδίτῃ παρέντος – ἐς δὴ τὸν Ἀκροκόρινθον
ὁ Μενάνδρου (III frg 988 Ko) ἀκουστὴς ἀντὶ τοῦ ἀκροατής. παρὰ
δὲ Πλάτωνι (Leg IV 711 E) ξυνήκοοι. καὶ εἰσακοῦσαι. καὶ ‘ἐπήκοος
γενοῦ’ ἐν εὐχῇ παρὰ τῷ κωμικῷ Φρυνίχῳ (I frg 73 Ko). κωφός,
κωφότης. κυψέλη δὲ τὸ ἐμφράττον τὴν ἀκοὴν καὶ κυψελίς· πεφρά-
χθαι τὰ ὦτα, καὶ ἐπιλαβεῖν τὰ ὦτα, καὶ ἐμπεπλῆσθαι τὴν ἀκοὴν
τὸ ταῖν χεροῖν φραγῆναι καὶ ἐπισχεῖν. καὶ διατεθρύληκέ μου τὰ ὦτα.
ἐπὶ δὲ τῶν ἐν γυμνασίοις πληγῶν τὰ ὦτα κατεαγέναι, καὶ ὠτοκάταξις.
ὠτογλυφὶς δ' εἴρηται παρὰ Πλάτωνι τῷ κωμικῷ ἐν Συμμαχίᾳ
(I frg 148 Ko)· ‘ὠτογλυφίδα λαβοῦσα ἀνασκάλλεται.’ ὁ δὲ φιλό-
σοφος Πλάτων (?) ἀμφωτίδας λέγει· καὶ νεὼς δ' ἐπωτίδες
ὀνομάζονται καὶ ἀμφωτίδες. ἐνώτια ὁ κόσμος ὁ ἐν τοῖς ὠσίν·
τὰ δ' αὐτὰ καὶ ἐλλόβια καὶ ἑλικτῆρες. ἐκαλοῦντο δέ τινες ὦτα
καὶ ὀφθαλμοὶ βασιλέως, οἱ τὰ λεγόμενα διαγγέλλοντες καὶ τὰ ὁρώ-
μενα· ἀπὸ δὲ τῶν ὤτων τούτων τὸ ὠτακουστεῖν πεποίηται.
Αἰσχίνης δ' ὁ Σωκρατικὸς (p 29 C F Herm) καὶ ἐπ' ἀμφότερα τὰ
ὦτα καθεύδειν λέγει. σκολιὸς δ' ὁ τῆς ἀκοῆς πόρος ὁ παρα-
πέμπων τὴν φωνὴν εἰς τὰ περὶ τὴν ψυχήν. μετὰ δὲ τοὺς κροτάφους
τοῦδε ἀποστροφήν, εὕροις ἂν τοὔνομα ἐπὶ τοῦ σκεύους τοῦ τοῖς βι-
βλίοις χρησίμου.
Δικάζειν μὲν οὖν ὁπότε δέοι, σκεύη ἂν εἴη δικαστικὰ κλε-
ψύδρα καὶ προχοίδιον καὶ δίσκοι καὶ ψῆφοι, καὶ ἡλίσκος ἐπικρούειν
τὴν κλεψύδραν· τὸν γὰρ ἧλον καὶ ἡλίσκον ἐν Ἥρωσιν Ἀριστοφά-
νης (fg 314) κέκληκεν. οὕτω γὰρ τὰ Ἀττικά· κημοὶ καὶ καδίσκοι καὶ
ἐχῖνοι. κιβώτια δ' ἴσως γραμματοφόρα καὶ γραμματεῖα καὶ κάλαμοι
γραφεῖς, καὶ κληρωτήριον· εἰ γὰρ καὶ ἐπὶ τοῦ τόπου ἔοικεν εἰρῆσθαι
τοὔνομα ἐν τῷ Γήραι Ἀριστοφάνους (fg 146), ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ ἀγ-
γείου ἂν ἐναρμόσειεν.
682
Chariton Scr. Erot., De Chaerea et Callirhoe Book 1, ch. 1, sec. 10, li1
στέον. καὶ γὰρ οἱ πλέοντες συστολῇ χρησάμενοι πρὸ μιᾶς ἡμέρας τὴν
ναυτίαν οὐχ ὑπομένουσιν ἢ οὐκ ἐπὶ τοσοῦτον. τῇ δὲ ἑξῆς ἡμέρᾳ σὺν
ἀλείμματι μὲν ἀποθεραπευτέον, τροφὴν δὲ δοτέον ὀλίγην εὐκατέρ-
γαστον, οἷον ᾠὸν ἁπαλὸν | ἢ πόλτον καί τι τῶν μὴ καταπιμέλων
πτηνῶν καὶ ποτὸν ὕδωρ, οὐ πολύ, ψυχρὸν δὲ εἰ σύνηθες, χάριν τοῦ
παραστέλλεσθαι τὸν πλάδον τοῦ στομάχου. ταῖς δὲ ἑξῆς ἡμέραις πρὸ
τοῦ ἀλείμματος προκαταψᾶν αὐτῶν τὸ σῶμα δι' ὀθονίων τρυφερῶν
ἄχρι συμμέτρου φοινιγμοῦ. μετὰ δὲ τὰς πρώτας ἡμέρας λουτρῷ χρῆ-
σθαι ζεστοτέρῳ καὶ οἰναρίῳ συμμέτρῳ καὶ κινήσεσι ταῖς δι' αἰώρας,
φορείῳ τὸ πρῶτον καὶ καθέδρᾳ κἄπειτα ζευκτῷ, καὶ περιπάτοις
ἀναφωνήσεσίν τε καὶ ἀναγνώσεσιν μετὰ πλάσματος καὶ γυμνασίοις
701
πεδίου, καθ' ὃ καὶ νῦν ἀνεῖται τόπος εἰς Γυμνάσιον ἵππων. (4)
βουλομένου δὲ
τοῦ Οὐαλεσίου βωμὸν αὐτόθι καθιδρῦσαι καὶ τῶν λιθοξόων ὀρυττόντων
ἐπὶ τούτωι
τὸν τόπον, βωμὸς εὑρέθη πεποιημένος, ἐν ὧι γράμματα ἦν ‘Ἅιδου καὶ
Περσεφόνης’.
τότε τοίνυν σαφέστερον διδαχθεὶς τὸ πρακτέον, τούτωι τῶι βωμῶι τὰ
μέλανα προσῆγεν
ἱερεῖα καὶ τὰς παννυχίδας ἐν αὐτῶι διετέλει ποιῶν.
(3) οὗτος δὲ ὁ βωμὸς καὶ ἡ τῆς ἱερουργίας κατάστασις ἀρχὴν ἔλαβεν ἐξ
αἰτίας
τοιᾶσδε. Ῥωμαίοις καὶ Ἀλβανοῖς πόλεμος ἦν. ὄντων δὲ ἀμφοτέρων ἐν
ὅπλοις
ἐπεφάνη τις τερατώδης τὴν ὄψιν, ἠμφιεσμένος δέρματι μέλανι, καὶ βοῶν
ὡς Ἅιδης
καὶ Περσεφόνη πρὶν εἰς χεῖρας ἐλθεῖν θυσίαν ὑπὸ γῆν αὐτοῖς ποιῆσαι
προσέταξαν.
καὶ ταῦτα ποιῶν ἀφανὴς γίνεται. τότε τοίνυν οἱ Ῥωμαῖοι ταραχθέντες ἐπὶ
τῶι
οὖν ἔτη προῖκα ἐχόντων· μετὰ δὲ τοῦτον τὸν χρόνον ταξάμενοι μοῖ-
ραν ὀλίγην παρεχέτωσαν ἀπὸ τῶν καρπῶν, ἀπὸ δὲ τῶν βοσκημά-
των μηδέν. ἐὰν δέ τις ξένος γεωργῇ, πέντε ἔτη καὶ οὗτοι μηδὲν
ὑποτελούντων, ὕστερον δὲ διπλάσιον ἢ οἱ πολῖται. ὃς δὲ ἂν ἐξερ-
γάσηται τῶν ξένων διακόσια πλέθρα, πολίτην αὐτὸν εἶναι, ἵνα ὡς
πλεῖστοι ὦσιν οἱ προθυμούμενοι. ἐπεὶ νῦν γε καὶ τὰ πρὸ τῶν
πυλῶν ἄγρια παντελῶς ἐστι καὶ αἰσχρὰ δεινῶς, ὥσπερ ἐν ἐρημίᾳ
τῇ βαθυτάτῃ, οὐχ ὡς προάστιον πόλεως· τὰ δέ γε ἐντὸς τείχους
σπείρεται τὰ πλεῖστα καὶ κατανέμεται. οὐκοῦν ἄξιον, ἔφη,
θαυμάσαι τῶν ῥητόρων, ὅτι τοὺς μὲν ἐπὶ τῷ Καφηρεῖ φιλεργοῦντας
ἐν τοῖς ἐσχάτοις τῆς Εὐβοίας συκοφαντοῦσι, τοὺς δὲ τὸ Γυμνάσιον
γεωργοῦντας καὶ τὴν ἀγορὰν κατανέμοντας οὐδὲν οἴονται ποιεῖν
δεινόν. βλέπετε γὰρ αὐτοὶ δήπουθεν ὅτι τὸ Γυμνάσιον ὑμῖν ἄρου-
ραν πεποιήκασιν, ὥστε τὸν Ἡρακλέα καὶ ἄλλους ἀνδριάντας συχ-
νοὺς ὑπὸ τοῦ θέρους ἀποκεκρύφθαι, τοὺς μὲν ἡρώων, τοὺς δὲ θεῶν·
καὶ ὅτι καθ' ἡμέραν τὰ τοῦ ῥήτορος τούτου πρόβατα ἕωθεν εἰς
τὴν ἀγορὰν ἐμβάλλει καὶ κατανέμεται τὰ περὶ τὸ βουλευτήριον καὶ
τὰ ἀρχεῖα· ὥστε τοὺς πρῶτον ἐπιδημήσαντας ξένους τοὺς μὲν κα-
ταγελᾶν τῆς πόλεως, τοὺς δὲ οἰκτίρειν αὐτήν. πάλιν οὖν ταῦτα
ἀκούσαντες ὠργίζοντο πρὸς ἐκεῖνον καὶ ἐθορύβουν. καὶ τοιαῦτα
ποιῶν τοὺς ταλαιπώρους ἰδιώτας οἴεται δεῖν ἀπαγαγεῖν, ἵνα δῆλον
των μηδέν. ἐὰν δέ τις ξένος γεωργῇ, πέντε ἔτη καὶ οὗτοι μηδὲν
ὑποτελούντων, ὕστερον δὲ διπλάσιον ἢ οἱ πολῖται. ὃς δὲ ἂν ἐξερ-
γάσηται τῶν ξένων διακόσια πλέθρα, πολίτην αὐτὸν εἶναι, ἵνα ὡς
πλεῖστοι ὦσιν οἱ προθυμούμενοι. ἐπεὶ νῦν γε καὶ τὰ πρὸ τῶν
πυλῶν ἄγρια παντελῶς ἐστι καὶ αἰσχρὰ δεινῶς, ὥσπερ ἐν ἐρημίᾳ
τῇ βαθυτάτῃ, οὐχ ὡς προάστιον πόλεως· τὰ δέ γε ἐντὸς τείχους
σπείρεται τὰ πλεῖστα καὶ κατανέμεται. οὐκοῦν ἄξιον, ἔφη,
θαυμάσαι τῶν ῥητόρων, ὅτι τοὺς μὲν ἐπὶ τῷ Καφηρεῖ φιλεργοῦντας
ἐν τοῖς ἐσχάτοις τῆς Εὐβοίας συκοφαντοῦσι, τοὺς δὲ τὸ Γυμνάσιον
γεωργοῦντας καὶ τὴν ἀγορὰν κατανέμοντας οὐδὲν οἴονται ποιεῖν
δεινόν. βλέπετε γὰρ αὐτοὶ δήπουθεν ὅτι τὸ Γυμνάσιον ὑμῖν ἄρου-
ραν πεποιήκασιν, ὥστε τὸν Ἡρακλέα καὶ ἄλλους ἀνδριάντας συχ-
νοὺς ὑπὸ τοῦ θέρους ἀποκεκρύφθαι, τοὺς μὲν ἡρώων, τοὺς δὲ θεῶν·
καὶ ὅτι καθ' ἡμέραν τὰ τοῦ ῥήτορος τούτου πρόβατα ἕωθεν εἰς
τὴν ἀγορὰν ἐμβάλλει καὶ κατανέμεται τὰ περὶ τὸ βουλευτήριον καὶ
707
ὑγιείας, εἴπερ ἔστιν ὑγίεια τῶν καθ' αὑτὰ ἀγαθῶν· μάθησις δὲ καὶ
ἄσκησις
καὶ πόνοι ἀρετῆς ποιητικά. τὰ δὲ φυλακτικά ἐστιν ὅσα διατηρητικά ἐστι
τῶν καθ' αὑτὰ ἀγαθῶν, οἷον ὑγιείας μὲν διατηρητικὰ ἃ παραδιδόασιν οἱ
ἰα-
τροὶ ὑγιεινὰ λέγοντες· αἰσθήσεως δὲ καθ' αὑτὴν οὔσης, τὰ διατηρητικὰ
τῆς
αἰσθήσεως κωλυτικὰ δὲ τῶν ἐναντίων εἴη μὲν ἄν πως ταῦτα καὶ
φυλακτικὰ
τῶν ἀγαθῶν καὶ κωλυτικὰ τῶν ἐναντίων· εἰσὶ δὲ καὶ αἱ ἰατρεῖαι κωλυτικαί
709
λιστα φαίη τις εἶναι δι' ἄγνοιαν· τοῦτο δὲ τὸ οὗ ἕνεκα. ὅταν γὰρ φαίνηταί
τις ἄλλου μὲν ἕνεκεν πράξας, οἷον ἀγαθοῦ καὶ ὠφελίμου, τοῖς τοιούτοις
διὸ καὶ οἱ ἀπολογούμενοι ἐπὶ τοῦτο μάλιστα εἰώθασι καταφεύγειν τὴν
προαί-
ρεσιν αὐτῶν ἀξιοῦντες ἐξετάζειν καὶ τίνος ἕνεκα ἔπραξαν, πότερα σῶσαι
βου-
λόμενοι ἢ ἀποκτεῖναι. σχεδὸν γὰρ καὶ τἄλλα πάντα τὰ δι' ἄγνοιαν εἰς
τοῦτο
ἀνάγεται. καὶ γὰρ ὁ τὸ τί ἔπραξεν ἀγνοήσας εἰς τοῦτο ἀνάγει, οἷον ὅτι
ἐξέ-
πεσεν αὐτὸν λέγοντα τίνος ἕνεκεν ἔλεγε· πότερον ἵν' ἐξαγγείλῃ τὰ
μυστικὰ ἢ
οὔ, ἀλλ' ἄλλο τι λέγων ἔλαθεν ἐξαγγείλας. καὶ ὁ τὸ ὄργανον ἀγνοήσας εἰς
οὐδὲν ἀκόλαστον, οὐδὲ γὰρ σῶφρον, ἀλλὰ καὶ ὅσα λέγομεν ἀκόλαστα
διὰ τὸ
ἀφροδισιαστικὸν μεταφέροντες λέγομεν. ἔοικεν οὖν τοῦτο λέγειν,
ἐπονείδιστος
ἡ ἀκολασία, ὅτι οὐχ ᾗ ἄνθρωποί ἐσμεν χαίρομεν ταῖς ποιητικαῖς αὐτῆς
ἡδοναῖς, ἀλλ' ᾗ ζῷα. ποιητικαὶ μὲν γὰρ αὐτῆς ἡδοναὶ αἱ δι' ἁφῆς,
αὗται δὲ κοιναὶ τοῖς ζῴοις. διὸ καὶ ἐπιφέρει· τὸ δὴ τούτοις χαίρειν
καὶ μάλιστα ἀγαπᾶν θηριῶδες, δηλαδή· καὶ ἐπιφέρει, εἰλικρινῶς βου-
λόμενος δεῖξαι περὶ ποίας ἡδονάς ἐστιν ἡ ἀκολασία καὶ ἡ σωφροσύνη·
οὐδὲ
γὰρ περὶ τὰς δι' ἁφῆς πάσας· περὶ γὰρ τὰς ἐν τοῖς γυμνασίοις διὰ
τρίψεως καὶ θερμασίας γενομένας ἡδονάς, αἳ δὴ ἐλευθεριώταταί εἰσι
τῶν δι' ἁφῆς καὶ ἥκιστα κοιναὶ τοῖς ἄλλοις ζῴοις, οὐ γίνονται, ἀλλὰ περί
τινα μέρη.
Ἑξῆς δὲ βουλόμενος τὰς τῶν ἀκολάστων διαφορὰς φανερὰς ποιῆσαι
διαι-
ρεῖ πρότερον τὰς ἐπιθυμίας αἷς ἀκολουθοῖεν ἂν καὶ ἡδοναί· καὶ ὅσα εἴδη
ἐπιθυμίας, τοσαῦτα καὶ ἡδονῶν· ὥστ' εἰ φανεῖεν αἱ ἡδοναί, δῆλα ἔσται
καὶ
τὰ τῶν ἀκολασιῶν εἴδη. ἄλλαι γὰρ περὶ ἄλλην ἡδονὴν ἀκολασίαι. τῶν δὴ
ἐπιθυμιῶν αἱ μὲν κοιναί, αἱ δ' ἴδιοι καὶ ἐπίθετοι· κοινὰς μὲν οὖν λέγει
τὰς φυσικάς· αὗται δ' εἰσίν, ὡς προελθὼν λέγει, ὧν ἐνδεεῖς ὄντες
οὐδὲ πολλοῦ χρόνου δεῖ οὐδ' ἐξετάσεως· ἐν ὀλίγῳ γὰρ χρόνῳ εὐθέως
φανεραὶ
γίνονται αἱ περὶ τῶν χρησίμων καὶ τῶν ἡδέων ὑπηρεσίαι, καὶ καταμάθοι
ἄν
τις ταχέως τὸν αὑτῷ ἡδὺν ἢ χρήσιμον. ὅταν δὲ μηκέτι γένηται τούτων
ὁπο-
τεροῦν, λύεται ἡ φιλία· ἐν ὀλίγῳ γὰρ χρόνῳ συστᾶσα καὶ τὴν ὕπαρξιν
ἔχει
ὀλιγοχρόνιον. ἀμφοτέρων δὲ καθ' ὁμοιότητα τὴν πρὸς τὴν πρώτην
λεγομένων
φιλίαν, τῆς τε δι' ἡδονὴν καὶ τῆς διὰ τὸ χρήσιμον, μᾶλλον ἔοικε τῇ πρώτῃ
φιλίᾳ ἡ δι' ἡδονήν, ὅταν ἑκατέρῳ παρ' ἑκατέρου γένηται τὸ ἡδύ. δεῖ γὰρ
τοὺς τῷ ὄντι φίλους ἡδέως συνεῖναι καὶ χαίρειν ἀλλήλοις, ὅπερ ὑπάρχει
τοῖς
δι' ἡδονὴν φιλοῦσιν, ἔτι δὲ ἐλευθεριωτέρα ἐστὶ τῆς διὰ τὸ χρήσιμον· οὐ
γὰρ
711
διὰ κέρδος οὐδὲ δι' ὠφέλειαν τὴν ἐκ χρημάτων ἢ ἄλλης χρείας φίλοι
εἰσίν,
ἀλλὰ προσπάσχοντες ἐνίοτε ἀλλήλοις ἢ τοῖς αὐτοῖς χαίροντες, οἷον
γυμνασίοις
μαθήμασι παιδιαῖς. ἡ δὲ διὰ τὸ χρήσιμον φιλία μᾶλλον ἀγοραίων ἐστὶν
ἀνθρώπων καὶ ἀνελευθέρων. τεκμήριον δὲ τοῦ τὴν διὰ τὸ ἡδὺ φιλίαν
ἐοικέναι
μᾶλλον τῇ ἀληθινῇ, ὅτι καὶ οἱ μακάριοι καὶ εὐδαίμονες (οὗτοι δέ εἰσιν οἱ
κατ' ἀρετὴν ἐνεργοῦντες ἐν προηγουμένοις) χρησίμων μὲν οὐ δέονται φί-
λων, ἡδέων δέ. μάλιστα μὲν γὰρ ἂν βούλοιντο τελειοτέρους κατ' ἀρετὴν
ἔχειν τοὺς φίλους, καὶ πάντῃ ἑαυτοῖς ὁμοίους, ἂν δὲ μὴ εὐπορῶσιν,
ἀπόχρη
αὐτοῖς, ἂν μέσοι μὲν τύχωσιν, ἡδεῖς δὲ αὐτοῖς. συζῆν μὲν γὰρ βούλονταί
τισιν, ἐπειδὴ ἀδύνατον μονώτας εἶναι, ὡς εἴρηται πρότερον. τὸ δὲ
λυπηρὸν
ἀδύνατον ἐπὶ πολὺ φέρειν. οὐδὲ γὰρ αὐτὸ τὸ ἀγαθὸν, εἰ λυπηρὸν εἴη,
καὶ μέθης, καὶ τῶν δριμέων ἔξω ὀριγάνου· ἐμεέτω δὲ δι' ἑπτὰ
ἡμερέων ἢ τρὶς ἐν τῷ μηνί· οὕτω γὰρ ἂν ἔχοι ἄριστα τὸ
σῶμα· οἶνον δὲ κιῤῥὸν αὐστηρὸν, ὑδαρέα, καὶ ὀλίγον τὸ ποτὸν
πινέτω.
Τοῖσι δὲ ἐμπύοισι σκίλλης καταταμὼν κυκλί-
σκους ἕψεε ἐν ὕδατι, καὶ ἀποζέσας εὖ μάλα ἀπόχεον, καὶ
ἐπιχέας ἄλλο ἕψεε, ἕως ἂν ἁπτομένῳ δίεφθον καὶ μαλ-
θακὸν φανῇ· εἶτα τρίψας λεῖον, ξύμμισγε κύμινον πεφρυγμένον,
καὶ λευκὰ σήσαμα, καὶ ἀμυγδάλας νέας τρίψας ἐν μέ-
λιτι, ἐκλεικτὸν δίδου, καὶ ἐπὶ τούτῳ οἶνον γλυκύν· ῥοφήματα
Ἡ δέρματος ἀραιότης, ἡ κοιλίης πυκνότης, ἡ δέρματος
ξύνδεσις, ἡ σαρκῶν αὔξησις, ἡ κοιλίης νάρκωσις, ἡ τῶν ἄλλων
ξύγχυσις, ἡ τῶν ἀγγείων ἀκαθαρσίη, ἡ ἐγκεφάλου ἀνάλωσις, διὸ καὶ
φαλακρότης, ἡ τῶν ὀργάνων κατάτριψις. Ἡ καθαίρεσις, δρόμοισιν,
ἡσυχίῃσιν, πάλῃσι, πολλοῖσι περιπάτοισι τάχεσιν, οἷσιν ἑφθὴ μάζα
τὸ πλεῖστον, ἄρτος ὀλίγος. Καθαιρέσιος σημεῖον τὴν αὐτὴν ὥρην
τῆς ἡμέρης φυλάσσειν· ἐξαπίνης γὰρ εἰρύεται· ὑφεῖναι τῶν πό-
νων, ᾗ εἰρύεται· ὁμοίως γὰρ ὅλον ξυμπίπτει· ὅταν δὲ δὴ ξυμπέ-
σωσι, προσάγειν ὕεια ὀπτά· ὅταν δὲ πληρῶνται, σημεῖον, αὖθις
τὸ σῶμα ἀνθηρὸν γίνεται. Ἐν γυμνασίοισι σημεῖον, ὁ ἱδρὼς
ὁ ῥέων στάγδην ὃς ἔξεισιν ὥσπερ ἐξ ὀχετῶν, ἢ ξύμπτωσις ἐξ
ἐπάρσιος.
Ἡ γυνὴ, ἣν πρῶτον ἐθεράπευσα ἐν Κρανῶνι, σπλήν οἱ φύσει
μέγας· πυρετὸς καυσώδης· ἐξέρυθρος· πνεῦμα· δεκάτῃ, ἱδρὼς τὰ
πολλὰ ἄνω· ἀτάρ τι καὶ κάτω τεσσαρεσκαιδεκάτῃ.
Ἧσσον τοῖσιν ἀπὸ κεφαλῆς κορυζώδεσι καὶ βραγχώδεσιν,
ἐπιπυρετήνασιν, ὡς οἶμαι, ὑποστροφαί.
Πᾶν τὸ ἐκπυέον, ἀνυπόστροφον· οὗτος γὰρ πεπασμὸς, καὶ
κρίσις ἅμα καὶ ἀπόστασίς ἐστιν.
Παύλος ιατρός Epitomae medicae libri septem Book pr, ch. 1, sec. 1,
line 8
ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ
Οὐχ ὡς τῶν παλαιοτέρων ἐν τοῖς κατὰ τὴν τέχνην τι παραλελοι-
πότων τήνδε τὴν πραγματείαν ἐποιησάμην, ἀλλὰ συντόμου χάριν δι-
δασκαλίας· τοὐναντίον γὰρ ἐκείνοις μὲν ὀρθῶς τε καὶ ἀνελλιπῶς ἅπαντα
πεφιλοπόνηται, οἱ δὲ νεώτεροι πρὸς τῷ μηδὲ τὴν ἀρχὴν ἐπιχειρεῖν
ἐντυγχάνειν αὐτοῖς ἔτι μὴν καὶ ἀδολεσχίαν αὐτῶν κατηγοροῦσιν. ὅθεν
ἐπὶ τὸ παρὸν ἥκω σύνταγμα τοῖς μέν, ὡς εἰκός, ἔχειν αὐτὸ βουλο-
μένοις ὑπόμνημα γενησόμενον, ἐμοὶ δὲ Γυμνάσιον. ἄτοπον γὰρ τοὺς
μὲν ῥήτορας τοῖς συντόμοις τε καὶ συνεκδήμοις ὑπ' αὐτῶν ὀνομαζο-
μένοις χρῆσθαι δικανικοῖς συντάγμασιν, ἐν οἷς ἁπάντων ἐμφέρεται τῶν
νόμων τὰ κεφάλαια πρὸς τὸ τῆς χρείας ἕτοιμον, ἡμᾶς δὲ τούτων κατα-
μελεῖν, καίπερ ἐκείνων μὲν οὐ πρὸς ὀλίγον μόνον ἀλλ' ἤδη καὶ συ-
χνὸν ὑπερτίθεσθαι χρόνον πρὸς ἐπίσκεψιν δυναμένων, ἡμῶν δὲ μηδα-
μῶς ἢ πάνυ γε σπανίως τὴν τοιαύτην ἐχόντων ἐξουσίαν· τὰ γάρ τοι
723
τῆς χρείας ἐπί τινων νοσημάτων ἀπαραίτητον πολλάκις ἔχει τὴν ἀγω-
νίαν· διόπερ ὀρθῶς Ἱπποκράτης ὀξὺν ἀπεφήνατο τὸν καιρόν. ἐκείνους
μὲν γὰρ ἐν μόναις σχεδὸν ταῖς πόλεσι κατεπείγει τῶν πραγμάτων τὸ
χρήσιμον, ἔνθα καὶ τῶν βιβλίων ἄφθονός ἐστιν εὐπορία, τοῖς δὲ ἰατροῖς
Παύλος ιατρός Epitomae medicae libri septem Book 1, ch. p, sec. 1, line
29
Παύλος ιατρός Epitomae medicae libri septem Book 1, ch. p, sec. 1, line
10
ἀπὸ δὲ τῶν ἓξ καὶ ἑπτὰ ἐτῶν τούς τε παῖδας καὶ τὰς κόρας γραμ-
ματισταῖς παραδιδόναι πραέσι καὶ φιλανθρώποις· οὗτοι γὰρ μετὰ ἀνέ-
σεως καὶ χαρᾶς διδάσκουσιν, ἡ δὲ ἄνεσις τῆς ψυχῆς πρὸς εὐτροφίαν
σώματος μεγάλα συμβάλλεται. τοὺς δὲ δωδεκαετεῖς τῶν παίδων πρός
τε γραμματικοὺς φοιτᾶν ἤδη καὶ γεωμέτρας καὶ τὸ σῶμα γυμνάζειν
ἀναγκαῖον. ἀπὸ δὲ τῶν τεσσαρακαίδεκα ἐτῶν μέχρι τριῶν ἑβδομάδων
ἁρμόσει μαθημάτων ἄσκησις καὶ φιλοσόφων λόγων κατήχησις καὶ
γυμνά-
σια πλείονα παραλαμβάνειν διὰ τὴν ἰσχὺν τοῦ σώματος, ὅπως καὶ
ψυχῇ καὶ σώματι πονοῦντες ταῖς ὁρμαῖς κωλύωνται χρῆσθαι ταῖς εἰς
ἀφροδίσια· συναιρετέον δὲ καὶ τὸν οἶνον ἐπὶ τούτων. τοῖς δὲ ἀκμάζου-
σιν ἁρμόζει δίαιτα τελεία καὶ ψυχῆς καὶ σώματος· διὸ γυμνασίοις χρη-
στέον πᾶσι, μάλιστα δέ, οἷς ἕκαστος εἴθισται, καὶ τροφαῖς ἱκαναῖς τε
καὶ εὐτρόφοις. τοῖς δὲ παρακμάζουσιν ἁρμόζει δίαιτα ὑφισταμένη καὶ
ψυχῆς καὶ σώματος· τά τε γὰρ γυμνάσια, ὁποῖά ποτ' ἂν ᾖ, κατὰ λό-
γον τούτων ὑφαιρετέον καὶ τὰς τροφὰς ἐκ προσαγωγῆς συσταλτέον
τῆς ἕξεως αὐτῶν ἀρχὴν ψύξεως λαμβανούσης.
Παύλος ιατρός Epitomae medicae libri septem Book 1, ch. 20, sec. 1,
line 25
Παύλος ιατρός Epitomae medicae libri septem Book 3, ch. 50, sec. 3,
line 2
Παύλος ιατρός Epitomae medicae libri septem Book 3, ch. 78, sec. 19,
line 18
γίγνονται δέ ποτε χρησιμώτεραι αὐτῶν εἰς ἄλλα τέ τινα καὶ ἐπὶ τῶν
δακνομένων σφόδρα τὸν στόμαχον διὰ μοχθηρῶν χυμῶν περιουσίαν,
τοῦ χυλοῦ σὺν ἀλφίτοις προσφερομένου, ὡς Ἱπποκράτης ἐπὶ τοῖς
καρδιαλγοῦσιν ἐκέλευσε. τὰ δὲ γίγαρτα τῆς ῥόας στυπτικώτερα τοῦ
χυλοῦ ἐστι καὶ ξηραντικώτερα, ἔτι δὲ μᾶλλον τὰ λέμματα. παραπλή-
σιοι δὲ τὴν δύναμίν εἰσι καὶ οἱ κύτινοι.
Ῥοῦς τὸ φυτὸν στύφει καὶ ξηραίνει. Τούτῳ δὲ οἱ βυρσοδέψαι
χρῶνται· τοῖς δὲ ἰατροῖς μᾶλλον ὅ τε καρπὸς καὶ ὁ χυλὸς εἰς χρείαν
ἥκουσιν ἱκανῶς αὐστηρᾶς ὄντα ποιότητος. ξηραίνει δὲ κατὰ τὴν τρίτην
τάξιν καὶ ψύχει κατὰ τὴν δευτέραν.
Ῥύπος. Ὁ μὲν ἀπὸ τῶν ἐν τοῖς γυμνασίοις ἀνδριάντων διαφο-
ρητικός ἐστι καὶ μαλακτικὸς φυμάτων ἀπέπτων· ὁ δὲ ἐν ταῖς παλαί-
στραις, ὃν καὶ πάτον καλοῦσιν, ἄριστον ἴαμα φλεγμονῆς τιτθῶν ἐστι·
καὶ γὰρ τὸ πυρῶδες αὐτῶν σβέννυσι καὶ τὸ ἐπιρρέον ἀναστέλλει καὶ
τὸ περιεχόμενον διαφορεῖ.
Σαγαπηνόν. Ὀπός ἐστι θερμὸς καὶ λεπτομερής, ὡς οἱ ἄλλοι ὀποί.
ἔχει δέ τι καὶ ῥυπτικόν, ᾧ καὶ τὰς ἐν ὀφθαλμοῖς οὐλὰς ἀποκαθαίρει
καὶ λεπτύνει· οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ὑποχύσεσι καὶ ἀμβλυωπίαις ταῖς διὰ
πάχος ὑγρῶν γιγνομέναις ἀγαθὸν φάρμακον.
Σάμψυχον λεπτομεροῦς ἐστι καὶ διαφορητικῆς δυνάμεως· ξηραίνει
τε γὰρ καὶ θερμαίνει κατὰ τὴν τρίτην τάξιν.
φλέγμα καὶ τὸν ὠμὸν χυμὸν καὶ γλίσχρον καὶ παχὺν ἠθροικόσι. τὰ δὲ
τῆς παχυνούσης τρόφιμα ἱκανῶς ἐστι, κἂν ἔν τε τῇ γαστρὶ καὶ τῷ
ἥπατι πεφθῇ προσηκόντως, εὔχυμον αἷμα γεννᾷ, σπλῆνα δὲ καὶ ἧπαρ
ἐμφράττει. τούτων δέ τινα μέν ἐστι παχύχυμα μόνον, ὡς ἡ φακή,
τινὰ δὲ γλίσχρα, καθάπερ μαλάχη. τισὶ δὲ ἄμφω συμβέβηκε παχυχύ-
μοις τε εἶναι καὶ γλίσχροις, ὥσπερ τῇ σαρκὶ τῶν ὀστρακοδέρμων.
ἀσφαλεστέρα τοίνυν ἐστὶν ἡ λεπτύνουσα δίαιτα πρὸς φυλακὴν ὑγείας
τῆς παχυνούσης μᾶλλον· ὀλιγότροφος δὲ οὖσα τόνον οὐκ ἐντίθησιν
728
οὐδὲ ῥώμην τοῖς σώμασι, καὶ χρή ποτε καὶ τῶν πολυτρόφων προσφέ-
ρεσθαι μετρίως, ἡνίκα τις ἐνδείας ἀντιλαμβάνηται· μάλιστα δὲ ἂν ἀκιν-
δύνως μεταλαμβάνοιεν τῆς παχυνούσης διαίτης οἱ γυμνασίοις τε προς-
έχοντες καὶ καθεύδοντες ἐφ' ὅσον ἂν βούλωνται. πάντες δὲ ὅσοι πρὸ
τῶν σιτίων οὐχ οἷοί τέ εἰσι γυμνάζεσθαι, φευγέτωσαν τὰς παχυχύμους
τροφάς· μέγιστον γὰρ κακὸν εἰς τὴν τῆς ὑγείας φυλακὴν ἡ παντελὴς
ἀργία καθέστηκεν, ὥσπερ γε ἡ σύμμετρος κίνησις μέγιστον ἀγαθόν.
τὰ δὲ μεταξὺ τῶν παχυνόντων καὶ λεπτυνόντων ἐδεσμάτων κάλλιστα
πάντων ἐστὶ σύμμετρον αἷμα γεννῶντα κατὰ τὴν σύστασιν· κατάλλη-
λος μὲν οὖν ἡ τοιαύτη τροφὴ τοῖς σώμασιν ἡμῶν ἐστι. βλαβερὰ δὲ
ἡ παχύχυμος, ἣν ἀεὶ χρὴ φεύγειν· φυλάττεσθαι δὲ [χρὴ] καὶ τὴν ποι-
κιλίαν τῶν τροφῶν ἄμεινον καὶ μᾶλλον ἐὰν ἐξ ἐναντίων ὦσι
τέρους· τοὺς δὲ πολλοὺς καὶ ταχεῖς τῶν μετὰ τὰ σιτία πρὸς οὐδὲν
737
ἐπ' ἄριστον ἀποχωρεῖν· οὐκ ἄδηλον δ' ὅτι καὶ τὸ ἄριστον καὶ πᾶσαν
ἁπλῶς τὴν δίαιταν ἁρμόσει τοῦ μὲν θέρους εἶναι μὴ θερμαντικὴν
μηδὲ ξηραντικήν, τοῦ δὲ χειμῶνος μήτε ψυκτικὴν μήτε ὑγραντικήν,
τοῦ δ' ἔαρος καὶ τοῦ μετοπώρου μέσον τι ἔχουσαν. τοῖς μὲν οὖν
εὐόγκως βουλομένοις διάγειν τοῦ θέρους ἄριστον ἀποχρῶν ἐστι καὶ
πρὸς ὑγίειαν καὶ πρὸς τὸ διημερεύειν ἱκανῶς ἄλφιτον λευκὸν χρήσι-
μον μέτριον ἐπ' οἴνῳ λευκῷ εὐώδει καὶ μέλιτι μὴ πολλῷ καὶ ὕδατι
κεκραμένοις καλῶς πινόμενον ἢ ἕψημά τι τῶν ἀφύσων καὶ εὐπέπτων
καὶ τροφίμων, καὶ οὕτως καὶ μετὰ μικροῦ μέλιτος λαμβανόμενον μὴ
θερμόν. τῷ δὲ μηδὲν προσιεμένῳ τοιοῦτον ἄρτον ἀριστᾶν ἁρμόττει
ψυχρὸν τοσοῦτον ὅσον ἔσται πρὸ τοῦ δειλινοῦ γυμνασίου καταπέψαι
δυνατός. ὄψον δ' ἕξει λάχανον ἑφθὸν ἢ κολοκύντην ἢ σίκυον ἢ ἄλλο
τι τῶν πρὸς τὴν παροῦσαν ὥραν μὴ ἀναρμόστων ἡψημένον ἁπλῶς.
πίνειν δὲ λευκὸν οἶνον ὑδαρέστερον ἄχρι τοῦ μὴ διψῆσαι. πρὸ δὲ τοῦ
λαμβάνειν τὸ σιτίον προπίνειν ὕδωρ μέν, ἂν διψᾷ τις, πλεῖον, εἰ δὲ
μή, ἔλαττον. μετὰ δὲ τὸ ἄριστον μὴ πολὺν διατρίψαντα χρόνον κα-
ταδαρθεῖν ἐν σκοτεινῷ ἢ ψυχεινῷ τόπῳ καὶ χωρὶς πνεύματος· ἐγερ-
θέντος δέ, οἰκονομεῖν τι τῶν ἰδίων καὶ περιπατεῖν, περιπατήσαντα
δὲ καὶ μικρὰ προδιαναπαύσαντα πρὸς τὸ Γυμνάσιον ἀποχωρεῖν. καὶ
738
γʹ. Οἷσιν ἑφθὴ μᾶζα τὸ πλεῖστον, ἄρτος ὀλίγος. κα-
θαιρέσιος σημεῖον τὴν αὐτὴν ὥρην τῆς ἡμέρης φυλάς-
σειν· ἐξαπίνης γὰρ ἔῤῥιπται. ὑφιέναι τῶν πόνων,
ᾗ ῥύεται· ὁμοίως γὰρ ὅλον ξυμπίπτει. ὅταν δὲ δὴ
ξυμπέσωσι, προσάγειν ὕεια ὀπτά. ὅταν γὰρ πλη-
ρῶνται, αὖθις τὸ σῶμα ἀνθηρὸν γίνεται. –
Οὕτω καὶ ἐνταῦθα· ἐπειδὴ ἀπὸ γυμνασίου ἐθερμάν-
θησαν τὰ μόρια, μὴ δῷς εὐθὺς τὴν τροφὴν, μὴ ὠμὴ
ἀναδοθεῖσα, ὀγκώσῃ πάλιν τὸ σῶμα, ἀλλ' ἡσύχασον ὀλί-
γον· εἶτα λοιπὸν ἐλθὲ καὶ ἐπὶ τὰ διὰ τῶν ἔσω ἰσχναι-
νόντων, τὰς τροφὰς, τὰς ὀνόματι μὲν τροφὰς, ἔργῳ δὲ
φάρμακα, καὶ δὸς τῶν ὑγρῶν τινι φυρόμενον ἄλφιτον,
οἷον σίραιον, ἢ τοῖς ὠμοῖς καὶ ἀνέφθοις ἐσθιομένοις,
οἷον μᾶζαν, μὴ ἄρτον· οὕτω γὰρ καλῶς πέττεται καὶ
τρέφει τὸ σῶμα. δὸς δὲ καὶ ὕεια κρέη καὶ μὴ ὄϊα·
ταῦτα γὰρ τρόφιμα, τὰ δὲ ὄϊα, ξηραντικά. ἡμεῖς δὲ πᾶσι
κρέασι παρέχομεν, ἴσως δι' ἔθους, λοιπὸν κατὰ βραχὺ
αʹ. Ἐν ᾧ νουσήματι ὕπνος πόνον ποιέει, θανάσιμον· ἢν
δὲ ὕπνος ὠφελέῃ, οὐ θανάσιμον. –
{ΘΕΟΦ.} Ἐν τῷ παρόντι ἀφορισμῷ τοῦ δευτέρου τμή-
ματος σημείωσιν ὁ Ἱπποκράτης ἀπὸ τῶν ὕπνων διδάσκει,
ἐξ ἧς ἐστι γνῶναι, εἴτε σωτήριον εἴτε ὀλέθριον ὑπάρχει
τὸ νόσημα. φησὶν οὖν ἐν ᾧ νοσήματι ὕπνος πόνον ποι-
έει, θανάσιμον, ἢν δὲ ὕπνος ὠφελέῃ, οὐ θανάσιμον. ὁ
πόνος τριττός· πόνος ἡ βλάβη, ὡς ἐνταῦθα, καὶ τὸ γυ-
μνάσιον ὡς τὸ, πόνοι σιτίων ἡγείσθωσαν, καὶ ἡ ὀδύνη,
ὡς τὸ δύο πόνων ἅμα γινομένων. πάλιν οἱ καιροὶ τῶν
νοσημάτων τέσσαρες, ἀρχὴ, ἀνάβασις, ἀκμὴ καὶ παρακμή.
ἐν μὲν οὖν τῇ ἀρχῇ ὁ ὕπνος πόνον ποιεῖ, ἤτοι βλάβην
ποιεῖ, περὶ ἧς ὁ λόγος οὐκ ἔστι τῷ Ἱπποκράτει. οὐ γὰρ
θάνατον σημαίνει· ὅσον οὔπω γὰρ ἐξαναφθήσεται τὰ
τῆς θερμασίας καὶ τῶν περιττωμάτων τὸ φρύαγμα κατα-
σταλήσεται. ἐν δὲ τῇ ἀναβάσει καὶ τῇ ἀκμῇ καὶ τῇ πα-
ρακμῇ, τοὐπίπαν ἐν ἀρχῇ, τὶς ὠφέλεια τοῖς ὕπνοις ἀκο-
741
μηʹ. Περὶ τὰς γενέσιας τοῦ πύου, οἱ πόνοι καὶ οἱ πυρε-
τοὶ ξυμβαίνουσι μᾶλλον, ἢ γενομένου. –
{ΘΕΟΦ.} Κίνησιν ἐνταῦθα πᾶν Γυμνάσιον λέγει εἴτε
διὰ παλαίστρας εἴτε δι' ἱππασίας εἴτε δρόμου. ἐν
πάσαις οὖν ταῖς τοιαύταις κινήσεσι, ὁπόταν ἄρχηται πο-
νέειν ἤτοι ἀλγεῖν καὶ κάμνειν τὰ μόρια, ὡς ἐνεργεῖν μό-
λις δύνασθαι, τούτοις τὸ ἀναπαύειν εὐθὺς ἄκοπόν ἐστι
τουτέστι παυσάμενοι τοῦ γυμνασίου ἄκοποι παραυτίκα
γίνονται. διὰ τί; ὅτι ἀνακτᾶται αὐτῶν ἡ δύναμις ἐν
τῇ ἀνέσει.
{ΔΑΜ.} Τὸ πῦον ἐξ αἵματος γίνεται, μεταβάλλοντος
εἰς ἡμιμόχθηρον, ὡς ἄν τις εἴποι, μεταβολήν. οὔτε γὰρ
742
ἄλλα τέλεια λεγόμενα ἀπ' αὐτῶν φησι καὶ ταῦτα λέγεσθαι· ἢ γὰρ τῷ
ποιεῖν τι τοιοῦτον· ἡ γὰρ παιδεία τέλειον, ὅτι ποιητικὸν τελείου τινός· τοῦ
γὰρ τὴν ἀρετὴν ἔχοντος· καὶ τὰ γυμνάσια, ὅτι εὐεξίας καὶ αὐτὰ ποιητικὰ
τελειότητος οὔσης. λέγεταί τινα τέλεια καὶ τῷ ἔχειν τι τοιοῦτον, ὡς βι-
βλίον λέγομεν τέλειον, ᾧ μηδὲν ἐνδεῖ τῶν ὀφειλόντων γραφῆναι, καὶ
πρα-
γματείαν τελείαν, ᾗ μηδὲν ἐνδεῖ. λέγεταί τινα τέλεια καὶ τῷ ἁρμόττειν
τοῖς τελείοις· οὕτως ἐσθὴς λέγεται τελεία καὶ ὑπόδημα καὶ πανοπλία, καὶ
ἡ Πηλιὰς τέλειον δόρυ ὅτι ὁ Ἀχιλλεὺς αὐτῇ μόνος ἠδύνατο χρῆσθαι τέ-
λειος ὤν. καὶ τὰ ἁρμόττοντα δὲ τοῖς κατὰ τὸ εὖ τελείοις τέλεια· οὕτω
πρᾶξις τελεία ἡ τῷ σπουδαίῳ ἁρμόζουσα, οἵα ἡ τοῦ φιλοσόφου. ἢ
ὁπωσοῦν
φησι λέγεσθαι πρὸς τὰ πρώτως λεγόμενα τέλεια· οὕτως Γυμνάσιον
λέγεται
τέλειον, ᾧ ὁ τέλειος ἀθλητὴς γυμνάσαιτ' ἄν.
Καὶ πέρας δὲ λέγει τὸ μὲν ὡς ἔσχατον ἑκάστου λέγεσθαι, καθ' ὃ
σημαινόμενον εἴη ἂν καὶ ὁ θάνατος πέρας λεγόμενος· τὸ γὰρ ἑκάστῳ ἐπι-
γινόμενον ἔσχατον πέρας ἐκείνου. οὕτως καὶ κινήσεώς τι καὶ πράξεως
πέρας λέγεται· τοιοῦτον γὰρ οὗ ἔξω μηδὲν ἔστι λαβεῖν πρώτου· εἰ γάρ
τινος ληφθέντος ὡς ἐσχάτου ἔτι ἔστι τι τὸ τούτου ἐκτός, τοῦτο οὐ πέρας.
τὸ δὲ πρώτου προσέθηκεν ἐνδεικνύμενος τὸ κυρίως πέρας, ὃ οὐχ ὡς
μέρος ἐστὶ πέρας ἀλλ' ὡς τὸ κυρίως ἔσχατον, ὁποῖόν ἐστιν ἐπὶ τῶν σω-
μάτων ἡ ἐπιφάνεια. δύναται μὲν γὰρ καὶ μέρους τινὸς ληφθέντος μηδὲν
εἶναι ἔξω, ἀλλ' οὐ πρώτου· πρὸ τούτου γὰρ τοῦ μέρους αὐτό.
μένων τὴν ἀναφορὰν ἔχειν ἢ τῶν κατ' ἄλλην ἐπιστήμην ἢ τέχνην τινὰ
744
βέλτιον· ὑπερέξει ἄρα καὶ τὸ ποιητικὸν τοῦ τέλους ᾧ συνεκρίνετο, καὶ αἱ-
ρετώτερον αὐτοῦ ἔσται. οἷον ἔστω ποιητικὸν εὐδαιμονίας ἡ φρόνησις,
καὶ
ζητείσθω πότερον αἱρετώτερον ἡ φρόνησις οὖσα ποιητικὸν εὐδαιμονίας
ἢἡ
ὑγεία, ἥτις καὶ αὐτὴ τέλος ἐστίν. ἂν δὴ λάβωμεν τήν τε εὐδαιμονίαν,
ἧς ἡ φρόνησίς ἐστι ποιητική, καὶ τὸ τῆς ὑγείας οὔσης τέλους ποιητικόν,
οἷον τὸ Γυμνάσιον, ἔσται ὡς τὸ τέλος πρὸς τὸ τέλος, ἡ εὐδαιμονία πρὸς
τὴν ὑγείαν, οὕτως καὶ τὸ ποιητικὸν πρὸς τὸ ποιητικόν, ἡ φρόνησις πρὸς
τὸ
Γυμνάσιον· ὥσπερ γὰρ ἔχει ἡ εὐδαιμονία πρὸς τὴν φρόνησιν, τὸ ἴδιον
ποιη-
τικόν, οὕτως ἔχει καὶ ἡ ὑγεία πρὸς τὸ ἴδιον ποιητικόν, ὅ ἐστι τὸ γυμνά-
σιον. οὕτως δ' ἐχόντων καὶ ὡς τὸ ἡγούμενον πρὸς τὸ ἡγούμενον, ἡ εὐ-
δαιμονία πρὸς τὴν ὑγείαν, οὕτως τὸ ἑπόμενον πρὸς τὸ ἑπόμενον, ἡ
φρόνησις
πρὸς τὸ Γυμνάσιον· ὅσῳ δὴ αἱρετωτέρα εὐδαιμονία ὑγείας, τοσούτῳ καὶ
φρόνησις γυμνασίου. κειμένων τούτων ἐξετάσωμεν πάλιν εἰ ἴσον
ὑπερέχει
ἡ εὐδαιμονία τῆς ὑγείας καὶ ἡ ὑγεία τοῦ γυμνασίου, ὃ ἦν αὐτῆς ποιητι-
κόν, ἢ πλέον ἢ ἔλαττον. ἂν μὲν γὰρ πλέον ὑπερέχῃ ἡ εὐδαιμονία τῆς
ὑγείας ἢ ἡ ὑγεία τοῦ γυμνασίου, ἔσται καὶ ἡ φρόνησις ἡ ποιητικὴ τῆς
βέλτιον· ὑπερέξει ἄρα καὶ τὸ ποιητικὸν τοῦ τέλους ᾧ συνεκρίνετο, καὶ αἱ-
747
αὕτη. καὶ οὕτως ἂν εἴη τέλος αἱρετώτερον δεδειγμένον ἡ ὑγεία τοῦ ποιη-
τικοῦ, τοῦτ' ἔστι τῆς φρονήσεως, ᾧ συνεκρίνετο. δεικνύοιτο δ' ἂν ἡ εὐ-
δαιμονία πλέον ὑπερέχουσα τῆς ὑγείας ἢ ἡ ὑγεία τοῦ γυμνάζεσθαι διὰ
Αψύρτου.
Ἀψύρτου.
Περὶ λουτροῦ.
Εἰδέναι δὲ δεῖ, ὅτι καὶ τοῖς λουτροῖς οὕτω δεῖ κεχρῆσθαι πρὸς ἕκαστον
εἶδος ἀποβλέποντα, θερμοτέροις μὲν ἐπὶ τῶν διὰ μελαγχολικὸν χυμὸν
κινουμένων, εὐκράτοις δὲ μᾶλλον ἐπὶ τῶν δι' ὑπερόπτησιν τοῦ χολώδους
χυμοῦ καὶ γυμνασίοις ὡσαύτως καὶ ἀνατρίψει, ἐλάττονα δὲ ἐπὶ τῶν
θερμοτέρων.
Περὶ ἀλοιφῆς.
Καὶ ἀλοιφὴ ὅπου μὲν χρὴ κυπρίνῳ ἢ γλευκίνῳ ἐπὶ τῶν ψυχροτέρων,
χαμαιμηλίνῳ δὲ ἢ ἐλαίῳ γλυκεῖ ἢ ὑδρελαίῳ ἐπὶ τῶν θερμοτέρων· καὶ
ἁπλῶς πρὸς τὸ διάφορον εἶδος τούτου διαφόρως γινέσθω καὶ ἡ θεραπεία.
τὴν δὲ ἀνάτριψιν, εἴπερ καὶ ἄλλο, δεῖ παραλαμβάνειν ὡς μέγιστον
ἀγαθὸν, ὅπου μὲν πλείονα, ὅπου δὲ ἐλάττονα. ἱκανὰ μὲν οὖν εἰσι καὶ τὰ
εἰρημένα βοηθήματα καὶ ὁ σύμπας τῆς διαίτης τρόπος, εἴ τις ὅλως
ἐπιμόνως ἐθέλει χρήσασθαι, τὸν πολυχρόνιον τεταρταῖον ἰάσεται. ἐπειδὴ
γὰρ βαρύνονται περὶ τὴν κεφαλὴν καὶ σκοτοῦνται καὶ ἀμβλυώττουσι καὶ
βραδέως αἰσθάνονται· παιδίοις δὲ μάλιστα τοῦτο συμβαίνει τὸ πάθος.
ἀρχό-
μενοι οὖν ἡμεῖς ἀπὸ τῆς παιδικῆς ἡλικίας ἀρξώμεθα. εἰ μὲν οὖν ἐστι
βρέφος ἢ καὶ γάλακτος μεταλαμβάνει, οὐδὲν δεῖ πολυπραγμονεῖν
751
φροντίζειν, ὅπως τὸ γάλα τῆς τρεφούσης αὐτὸ χρηστὸν καὶ ἀπέριττον εἴη·
μόνον τοῖς οὕτω πάσχουσιν, ἀλλὰ καὶ πᾶσι πολέμιον. δεῖ δ' ἐν τῇ ἀνα-
τρίψει πρῶτον ἀπὸ τῶν βραχιόνων ἄρχεσθαι, ἔπειτα λοιπὸν ἔρχεσθαι ἐπὶ
τὸ στέρνον καὶ τὴν γαστέρα, καὶ μετὰ ταῦτα ἔρχεσθαι ἐπὶ τὰ σκέλη
καὶ πλέον γε αὐτὰ καὶ ἰσχυρότερον ἀνατρίβειν, ὥστε καὶ διὰ τῆς τοιαύτης
περιβόητος ἐγένετο παρὰ τοῖς πλήθεσι, καὶ ἡγεμὼν αὐτοῖς ᾑρέθη, καὶ
ταχὺ σύστημα περὶ ἑαυτὸν λῃστῶν ἤθροισε. καὶ προκόπτων ἐν τοῖς
πολέμοις οὐ μόνον ἐθαυμαστώθη δι' ἀλκήν, ἀλλὰ καὶ στρατηγεῖν ἔδοξε
διαφερόντως. ἦν δὲ καὶ δίκαιος ἐν ταῖς διανομαῖς τῶν λαφύρων καὶ κατ'
ἀξίαν τοὺς ἀνδραγαθήσαντας ἐξῆρε τοῖς δώροις. προϊὼν δὲ οὐκέτι
λῃστήν,
ἀλλὰ δυνάστην αὑτὸν ἀναδείξας ἐπολέμησε Ῥωμαίοις, καὶ πολλαῖς ἐκρά-
τησε μάχαις, ὡς καὶ στρατηγὸν Ῥωμαίων Οὐιτέλλιον αὐτῷ καταπο-
λεμῆσαι στρατῷ καὶ αἰχμάλωτον λαβεῖν καὶ ξίφει ἀνελεῖν, καὶ πολλὰ
καὶ μετὰ ταῦτα μελιπήκτων καὶ στεφάνων ἐκ σμύρνης καὶ λιβανωτοῦ σὺν
Anonymi Historici (FGrH), Belli Syrii tertii annales (P. Petrie 2.45;
3.144) Vol.-Jacobyʹ-F 2b,160,F, Frag. .1, line 42
rentes, solent quaerere, cur si deus omnia hominum causa fecerit etiam
multa contraria et inimica et pestifera nobis reperiantur tam in mari
quam in terra? Quod Stoici veritatem non respicientes ineptissime repu-
lerunt; aiunt enim multa esse in gignentibus et in numero ani-
malium, quorum adhuc lateat utilitas; sed eam processu tem-
porum inveniri, sicut iam plura prioribus saeculis incognita necessitas
et usus invenerit.
Origenes contra Celsum IV 75 Vol. I p. 345, 19 Kö. (p. 560
Delarue). εἰ δὲ καὶ τοῖς ἀγριωτάτοις τῶν ζῴων τροφὰς κατεσκεύασεν,
οὐδὲν
θαυμαστόν· καὶ ταῦτα γὰρ τὰ ζῷα καὶ ἄλλοι τῶν φιλοσοφησάντων
εἰρήκασι
γυμνασίου ἕνεκα γεγονέναι τῷ λογικῷ ζῴῳ.
ibid. 78 Vol. I p. 348, 23 Kö. (p. 562 Del.). οὕτως εἰς Γυμνάσιον
τῶν τῆς ἀνδρείας ἐν ἡμῖν σπερμάτων δεδόσθαι ἡμῖν λέγεται τὸ
λεόντων καὶ ἄρκτων παρδάλεων τε καὶ συῶν καὶ τῶν τοιούτων γένος.
Origenes contra Celsum IV 64 Vol. I p. 334, 33 Kö. (p. 552
Delarue).
757
μεγίστας τῶν πρὸ αὐτοῦ πράξεις ἐπιτελέσασθαι. ἐπεὶ δὲ περὶ τούτου τοῦ
βασιλέως οὐ μόνον
οἱ συγγραφεῖς οἱ παρὰ τοῖς Ἕλλησι διαπεφωνήκασι πρὸς ἀλλήλους, ἀλλὰ
καὶ τῶν κατ'
Αἴγυπτον οἵ τε ἱερεῖς καὶ οἱ διὰ τῆς ὠιδῆς αὐτὸν ἐγκωμιάζοντες οὐχ
ὁμολογούμενα λέγου-
σιν, ἡμεῖς πειρασόμεθα τὰ πιθανώτατα καὶ τοῖς ὑπάρχουσιν ἔτι κατὰ τὴν
χώραν σημείοις
τὰ μάλιστα συμφωνοῦντα διελθεῖν. (2) γεννηθέντος γὰρ τοῦ Σεσοώσιος
ἐποίησεν ὁ πατὴρ
αὐτοῦ μεγαλοπρεπές τι καὶ βασιλικόν· τοὺς γὰρ κατὰ τὴν αὐτὴν ἡμέραν
γεννηθέντας παῖ-
δας ἐξ ὅλης τῆς Αἰγύπτου συναγαγὼν καὶ τροφοὺς καὶ τοὺς
ἐπιμελησομένους ἐπιστήσας
τὴν αὐτὴν ἀγωγὴν καὶ τὴν παιδείαν ὥρισε τοῖς πᾶσιν, ὑπολαμβάνων τοὺς
μάλιστα συντρα-
φέντας καὶ τῆς αὐτῆς παρρησίας κεκοινωνηκότας εὐνουστάτους καὶ
συναγωνιστὰς ἐν τοῖς
πολέμοις ἀρίστους ἔσεσθαι. (3) πάντα δὲ δαψιλῶς χορηγήσας διεπόνησε
759
τοὺς παῖδας
ἐν γυμνασίοις συνεχέσι καὶ πόνοις· οὐδενὶ γὰρ αὐτῶν ἐξῆν
προσενέγκασθαι τροφήν, εἰ μὴ
πρότερον δράμοι σταδίους ἑκατὸν καὶ ὀγδοήκοντα. (4) διὸ καὶ πάντες
ἀνδρωθέντες ὑπῆρ-
ξαν ἀθληταὶ μὲν τοῖς σώμασιν εὔρωστοι, ἡγεμονικοὶ δὲ καὶ καρτερικοὶ ταῖς
ψυχαῖς διὰ
τὴν τῶν ἀρίστων ἐπιτηδευμάτων ἀγωγήν. (5) τὸ μὲν οὖν πρῶτον ὁ
Σεσόωσις ἀποσταλεὶς
ὑπὸ τοῦ πατρὸς μετὰ δυνάμεως εἰς τὴν Ἀραβίαν, συστρατευομένων καὶ τῶν
συντρόφων,
περί τε τὰς θήρας διεπονήθη, καὶ ταῖς ἀνυδρίαις καὶ σπανοσιτίαις
ἐγκαρτερήσας κατεστρέ-ψατο τὸ ἔθνος ἅπαν τὸ τῶν Ἀράβων, ἀδούλωτον
τὸν πρὸ τοῦ χρόνον γεγονός. (6) ἔπειτα εἰς τοὺς πρὸς τὴν ἑσπέραν τόπους
ἀποσταλεὶς τὴν πλείστην τῆς Λιβύης ὑπήκοον ἐποιήσατο,
Ἐν ταὐτῷ.
761
Φημὶ τοίνυν καὶ σύμφορον εἶναι τὸν γάμον πρῶτον μὲν ὅτι θεῖον ὡς
ἀληθῶς φέρει καρπὸν τὴν παίδων γένεσιν, οἳ παραστάται μὲν ἡμῖν οἷον
συμ-
φυεῖς ἔτι καὶ αὐτοῖς ἐῤῥωμένοις ἐν ἁπάσαις γίγνονται πράξεσιν, ἀγαθοὶ
δὲ
ἐπίκουροι κάμνουσιν ὑφ' ἡλικίας καὶ γήρᾳ πιεζομένοις, οἰκεῖοι μὲν ἐν εὐ-
πραγίαις εὐφροσύνης κοινωνοί, συμπαθεῖς δὲ ἐν τοῖς ἐναντίοις καιροῖς
διά-
δοχοι τῶν ἀνιαρῶν. ἔπειτα καὶ πρὸς γένεσιν τέκνων λυσιτελὴς ἡ μετὰ
γυναικὸς συμβίωσις. πρῶτον μὲν γὰρ ἀποτετρυμένους τοῖς θυραίοις
καμάτοις
ὑποδέχεται θεραπευτικῶς ἀναλαμβάνουσα καὶ μετ' ἐπιμελείας
ἀνακτωμένη πά-
σης· ἔπειτα τῶν ὄντων δυσχερῶν ἐν τῇ διανοίᾳ λήθην ἐντίθησι. τὰ γὰρ
σκυθρωπὰ τοῦ βίου περὶ μὲν τὴν ἀγορὰν ἢ τὸ Γυμνάσιον ἢ τὸ χωρίον ἢ
καθόλου πάσης μερίμνης ἀσχολίας καὶ περὶ τοὺς φίλους τε καὶ συνήθεις
δια-
τρίβουσιν ἡμῖν οὐκ ἔστι πρόχειρα τοῖς ἀναγκαίοις ἐπιπροσθούμενα
περισπα-
σμοῖς· ἀνεθεῖσι δ' ἐκ τούτων εἴς τε τὴν οἰκίαν ἐπανελθοῦσι καὶ οἷον
εὐσχό-
λοις τὴν ψυχὴν γενομένοις ἐμπελάζει καιρῷ χρώμενα τούτῳ τοῦ ἀνιᾶν
ἡμᾶς,
ὅταν γε ἔρημος εὐνοίας καὶ μονήρης ὁ βίος ᾖ. γυνὴ δὲ παροῦσα μεγάλη
γίνεται καὶ πρὸς ταῦτα παρηγορία, πυνθανομένη τι περὶ τῶν ἐκτὸς ἢ περὶ
τῶν ἔνδον ἀναφέρουσα καὶ συνδιασκεπτομένη καί τινα διάχυσιν κἀξ
ἀπλάστου
προθυμίας εὐφροσύνην παρέχουσα. καὶ μὴν οἵα μέν ἐστιν ἐν ἑορταῖς συν-
επιμεληθῆναι θυσιῶν καὶ ἱερουργιῶν, οἵα δ' ἐν ἀνδρὸς ἀποδημίαις
Τί γῆ;
ΝΙΚΙΟΥ
μογῆς καὶ μελοποιίας τάσις φωνῆς καὶ λῆψις· οὕτως οὖν καὶ ἐπὶ
πολιτείας εὐνομουμένης τε καὶ κακονομουμένης οἴκων κατάστασις
καὶ συναρμογὴ μέγιστα συμβάλλεται.
περὶ γεννήσεως οὖν σκοπουμένους τάδε χρὴ πράττειν· καθόλου
μὲν δὴ φυλάττεσθαι χρὴ πᾶν τὸ ἄνωρον καὶ ἀτελές· οὔτε γὰρ τῶν
φυτῶν τὰ ἀτελῆ οὔτε τῶν ζῴων εὔκαρπα γίνεται, ἀλλὰ δεῖ γενέσθαι
τινὰ χρόνον πρὸ τῆς καρποφορίας, ὅπως ἐξ ἰσχυόντων τε καὶ τετελειω-
μένων τῶν σωμάτων τὰ σπέρματα καὶ οἱ καρποὶ γίνωνται.
ὅθεν
δεῖ τοὺς παῖδας καὶ τὰς παρθένους ἐν γυμνασίοις τε καὶ καρτερίαις
ταῖς προσηκούσαις τρέφειν τροφὴν προσφέροντας τὴν ἁρμόζουσαν
φιλοπόνῳ τε καὶ σώφρονι καὶ καρτερικῷ βίῳ.
πολλὰ δὲ τῶν
κατὰ τὸν ἀνθρώπινον βίον τοιαῦτά ἐστιν ἐν οἷς βέλτιον ἡ ὀψιμαθία.
διὸ καὶ πρὸς τὴν τῶν ἀφροδισίων χρῆσιν οὕτως ἄγεσθαι χρὴ τὸν
παῖδα ὡς μηδὲ ἐπιζητεῖν πρὸ τῶν εἴκοσιν ἐτῶν τὴν τοιαύτην χρῆσιν,
ἀλλὰ καὶ χρησάμενον σπανίως χρῆσθαι. ἔσται δὲ τοῦτο ἐὰν καλὸν
καὶ τίμιον εἶναι νομίζῃ τὴν εὐεξίαν καὶ τὴν ἐγκράτειαν.
δεῖ δὲ
καὶ παιδεύειν τὰ τοιαῦτα τῶν νομίμων ἐν ταῖς Ἑλληνικαῖς πόλεσι, τὸ
ὀρνέων καὶ τῆς κοράκων φωνῆς, Περὶ τῆς τοῦ κυνὸς ἐπιτολῆς,
Περὶ τῆς τοῦ Νείλου ἀναβάσεως, Εἰς τὸν Πτολεμαίου πρόχει-
ρον κανόνα καὶ εἰς τὸν μικρὸν ἀστρόλαβον ὑπόμνημα.
Θέων Ἀλεξανδρεὺς, σοφιστής, ὃς ἐχρημάτισεν Αἴ-
λιος. ἔγραψε Τέχνην, Περὶ Προγυμνασμάτων, Ὑπόμνημα εἰς
Ξενοφῶντα, εἰς τὸν Ἰσοκράτην, εἰς Δημοσθένην, Ῥητορικὰς
ὑποθέσεις, καὶ Ζητήματα περὶ συντάξεως λόγου, καὶ ἄλλα
πλείονα.
Θέων, ὁ Οὐαλέριος χρηματίσας, σοφιστής, ὑπόμνημα
εἰς Ἀνδοκίδην.
Θέων, γυμνασίου τοῦ σοφιστοῦ παῖς, Σιδώνιος,
σοφιστὴς παιδεύσας κατὰ τὴν πατρίδα, γενόμενος δὲ ἐπὶ τοῦ
βασιλέως Κωνσταντίνου, καὶ ἀπὸ ὑπάτων καὶ ὕπαρχος.
Θέων σοφιστὴς λόγων ῥητορικῶν, γεγονὼς ἀπὸ τῆς ἱερᾶς
Μαρκέλλης τὸ γὲ ἀνέκαθεν, τὸ δὲ ἐξ' ὑπογύου πατρόθεν ἀπὸ
765
μετὰ τὴν ἀπαλλαγὴν τοῦ βίου εὐχόμενος ὁρᾶσθαι ὑπὲρ τοῦ λαοῦ, ὡς
φροντίδα
ποιούμενος τῶν ἐπὶ γῆς ἀνθρώπων. δεῖν δέ φησι καὶ ὁ Πλάτων τούτοις
πιστεύειν.
τοῖς νηπίοις τὰς ψυχὰς ἁπλούστερον ὥσπερ τινὰς μύθους ἔθος ἐστὶ παρα-
διδόναι, τοῖς δὲ ἐγγεγυμνασμένοις τὴν ἕξιν τὰς τῶν λόγων βαθυτέρας
καὶ δογματικὰς θεωρίας διὰ τῆς καλουμένης δευτερώσεως καὶ σαφηνείας
Ευσέβιος Προπαρασκευή Ευαγγελίων. Book 13, ch. 19, sec. 15, line 5
Πρὸς τούτοις ἅπασιν ἐπάκουσον καὶ τῶνδε τῶν ἐν 8Πολιτείᾳ περὶ τοῦ
κοινὰς εἶναι τὰς γυναῖκας νόμου·
“Τούτων, ἦν δ' ἐγώ, ἕπεται νόμος καὶ τοῖς ἔμπροσθεν τοῖς ἄλλοις, ὡς
ἐγᾦμαι, ὅδε· τὰς γυναῖκας ταύτας τῶν ἀνδρῶν τούτων πάντων πάσας
εἶναι
κοινάς, ἰδίᾳ δὲ μηδενὶ μηδεμίαν συνοικεῖν· καὶ τοὺς παῖδας αὖ κοινοὺς
καὶ
μήτε γονέα ἔκγονον εἰδέναι τὸν αὑτοῦ μήτε παῖδα γονέα.”
Καὶ ἑξῆς ἐπιλέγει·
“Εἰκὸς μὲν τοίνυν, ἦν δ' ἐγώ· ὁ νομοθέτης αὐτοῖς ὥσπερ τοὺς
ἄνδρας
οὕτω καὶ τὰς γυναῖκας ἐκλέξας παραδώσει καθ' ὅσον οἷόν τε ὁμοφυεῖς· οἱ
δὲ
772
ἅτε οἰκίας τε καὶ ξυσσίτια κοινὰ ἔχοντες, ἰδίᾳ δὲ οὐδενὸς οὐδὲν τοιοῦτον
κεκτημένου, ὁμοῦ δὴ ἔσονται, ὁμοῦ δὲ ἀναμεμιγμένων καὶ ἐν γυμνασίοις
καὶ
ἐν τῇ ἄλλῃ τροφῇ ὑπ' ἀνάγκης, οἶμαι, τῆς ἐμφύτου ἄξονται πρὸς τὴν
ἀλλή-
λων μῖξιν. ἢ οὐκ ἀναγκαῖά σοι δοκῶ λέγειν; Οὐ γεωμετρικαῖς γε, ἦ δ' ὅς,
ἀλλ'
ἐρωτικαῖς ἀνάγκαις, αἳ κινδυνεύουσιν ἐκείνων δριμύτεραι εἶναι πρὸς τὸ
πεί-
θειν τε καὶ ἕλκειν τὸν πολὺν λεών.”
Ἀλλὰ τούτων μὲν ἴσως τις ἑτέρως διηγήσεται τὴν τοῦ λόγου διάνοιαν,
μὴ τὸ νομιζόμενον φὰς ὑποβάλλειν. μὴ γὰρ ἀδιαστόλως εἰπεῖν πάσας
πτερῶν ἄρδει
τε καὶ ὥρμησε πτεροφυεῖν καὶ τὴν τοῦ ἐρωμένου αὖ ψυχὴν ἔρωτος
ἐνέπλη-
σεν. ἐρᾷ μὲν οὖν, ὅτου δέ, ἀπορεῖ καὶ οὔθ' ὅ τι πέπονθεν οὐδ' ἔχει φρά-
σαι, ἀλλ' οἷον ἀπ' ἄλλου ὀφθαλμίας ἀπολελαυκὼς πρόφασιν εἰπεῖν οὐκ
ἔχει.”
Καὶ ἐπιλέγει ἑξῆς·
“Ἐπιθυμεῖ δὲ ἐκείνῳ παραπλησίως μέν, ἀσθενεστέρως δέ, ὁρᾶν,
ἅπτεσθαι,
θεὸν τῶν ὅλων ὀνομάζει, κύριον δὲ τὸν τούτου λόγον, τὸν δὴ καὶ
δευτέρως ἡμῖν μετὰ τὸν τῶν ὅλων θεὸν κυριολογούμενον. ἀλλὰ γὰρ
τοῖς μὲν τῶν ἐθνῶν ἀοράτοις προστάταις, αὐτοῖς δὴ τοῖς ἀγγέλοις,
τὰ ἔθνη πάντα καὶ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, υἱοὺς Ἀδὰμ ἐπικα-
λουμένους, κρίσει τοῦ ὑψίστου θεοῦ καὶ λόγοις ἀρρήτοις ἡμῖν φησιν
διανεμηθῆναι· τῷ δὲ πάντων ἐξοχωτάτῳ ἡγεμόνι τε καὶ βασιλεῖ τῶν
ὅλων, αὐτῷ δὴ τῷ Χριστῷ, ὡς ἂν μονογενεῖ υἱῷ, τῶν ἐν ἀνθρώποις
τὸν Ἰακὼβ καὶ Ἰσραήλ, τουτέστιν πᾶν τὸ διορατικὸν καὶ θεοσεβὲς
παραδοθῆναι γένος.
ὁ μὲν γὰρ ἀσκητὴς ἀρετῆς, ἀγῶνα προβεβλη-
μένος, εἰσέτι τε ἀθλῶν καὶ παλαίων ἐν τοῖς κατ' εὐσέβειαν γυμνασίοις,
Ἑβραίων προσηγορίᾳ κέκληται Ἰακώβ· ὁ δὲ ἤδη νίκης καὶ τῶν παρὰ
θεῷ βραβείων ἠξιωμένος Ἰσραὴλ ἀναγορεύεται, οἷος αὐτὸς ἦν ἐκεῖνος
ὁ βοώμενος τοῦ παντὸς Ἑβραίων ἔθνους προπάτωρ, οἵ τε τούτου
γνήσιοι παῖδες, ἀπόγονοί τε τούτων καὶ προπάτορες, προφῆται πάντες
καὶ θεοφιλεῖς ἄνδρες· μὴ γάρ μοι τὸ Ἰουδαίων πλῆθος ταύτῃ νόμιζε
δηλοῦσθαι, μόνους δὲ τοὺς πάλαι πρότερον ἀρετῇ καὶ εὐσεβείᾳ τετε-
λειωμένους.
ἔμπροσθεν
μνήμην ἐποιεῖτο ὁ προφήτης «ἐν τῷ ῥήματι τῆς φάραγγος Σιών»,⌉ ἐν ᾧ
εἴρηται·
»Πορεύου εἰς τὸ παστοφόριον πρὸς Σομνᾶν τὸν ταμίαν» καὶ ἑξῆς, «καὶ
καλέσω
779
11. Ὅτῳ φίλον ἐστὶ τὰς τοῦ ἀπατηλοῦ Μαρκίωνος νόθους ἐπι-
νοίας ἀκριβοῦν καὶ τὰς ἐπιπλάστους τοῦ αὐτοῦ βοσκήματος μηχανὰς
διαγινώσκειν, τούτῳ τῷ συλλελεγμένῳ πονήματι ἐντυχεῖν μὴ κατο-
κνείτω. ἐκ γὰρ τοῦ παρ' αὐτῷ εὐαγγελίου τὰ πρὸς ἀντίρρησιν τῆς
πανούργου αὐτοῦ ῥᾳδιουργίας σπουδάσαντες παρεθέμεθα, ἵν' οἱ τῷ
πονήματι ἐντυχεῖν ἐθέλοντες ἔχωσι τοῦτο Γυμνάσιον ὀξύτητος, πρὸς
ἔλεγχον τῶν ὑπ' αὐτοῦ ἐπινενοημένων ξενολεξιῶν. ὁ μὲν γὰρ χα-
ρακτὴρ τοῦ κατὰ Λουκᾶν σημαίνει τὸ εὐαγγέλιον· ὡς δὲ ἠκρωτη-
ρίασται μήτε ἀρχὴν ἔχον μήτε μέσα μήτε τέλος, ἱματίου βεβρωμένου
ὑπὸ πολλῶν σητῶν ἐπέχει τὸν τρόπον. εὐθὺς μὲν γὰρ ἐν τῇ ἀρχῇ
πάντα τὰ ἀπ' ἀρχῆς τῷ Λουκᾷ πεπραγματευμένα τουτέστιν ὡς λέγει
»ἐπειδήπερ πολλοὶ ἐπεχείρησαν» καὶ τὰ ἑξῆς καὶ τὰ περὶ τῆς Ἐλισάβετ
καὶ τοῦ ἀγγέλου εὐαγγελιζομένου Μαρίαν τὴν παρθένον, Ἰωάννου
τε καὶ Ζαχαρίου καὶ τῆς ἐν Βηθλεὲμ γεννήσεως, γενεαλογίας καὶ
τῆς τοῦ βαπτίσματος ὑποθέσεως – ταῦτα πάντα περικόψας ἀπεπήδησεν
καὶ ἀρχὴν τοῦ εὐαγγελίου ἔταξε ταύτην «ἐν τῷ πεντεκαιδεκάτῳ ἔτει
διάνοια μετὰ τὴν ἀπὸ τοῦ νόμου πρότασιν καὶ τὴν διά-
νοιαν, ἥ τις τοῦτο λύει, κατὰ μίαν τῶν δικαιολογικῶν
στάσεων τὴν ἐμπίπτουσαν διαιρεῖται. ὥσπερ καὶ ἐπὶ τού-
του τοῦ πλάσματος μετὰ τὴν ἀπὸ τοῦ νόμου πρότασιν,
καὶ τὴν ἀπὸ τῆς διανοίας λύσιν. Ἡ ΕΜπίπτουσα στά-
σις ἐστὶν ἀντιληπτική· ἐξεῖναι γὰρ ἀναιρεῖν ἡ μήτηρ
φησί. κατὰ ταύτην οὖν ἡ διαίρεσις· καὶ ἔστιν ὡς ἐν ὑπο-
δείγματος τρόπῳ, τοιάδε τις τοῦ πλάσματος ἡ τομή.
ΠΡώτη ἀντίθεσις ἡ ἀπὸ τοῦ νόμου. εἰςῆλθες παρὰ τὸν
νόμον εἰς τὸ Γυμνάσιον. ΛΥσις τοῦ ῥητοῦ ἡ διάνοια.
εἰσιέναι κωλύει τοῖς ἐπὶ περιεργίᾳ τὰς ἁπλῶς εἰσιούσας,
τὰς ἐπὶ κατασκοπῇ, οὐχὶ τὰς διὰ χρείαν· ὅπερ ἐμοὶ συμ-
βέβηκε· τιμωρήσασθαι δέον ἑταιροῦντα παῖδα, ὡς ἐφίη-
σιν, ὅπερ ἐγὼ πεποίηκα. μέχρι τούτου ἐστὶν ἡ νομικὴ
ζήτησις· ἑξῆς γὰρ εἰς τὴν τῆς διανοίας ταύτης κατα-
σκευὴν ἡ μήτηρ τίθησι τὴν ἐμπίπτουσαν στάσιν, ὡς ἐν-
ταῦθα τὴν ἀντίληψιν· ἐρεῖ γὰρ, ἐξῆν μοι ἀναιρεῖν κατὰ
τὸν νόμον· εἶτα κατασκευάζων τὴν ἀντίληψιν ἅμα καὶ
τὴν λύσιν πλατύνεις, καὶ τὴν διάνοιαν ἰσχυροτέραν ποι-
εῖς, οὐδὲν μὲν ἔτι τῆς διανοίας προςαπτόμενος. διὰ δὲ
Αθανάσιος θεολόγος Vita sanctae Syncleticae [Sp.] Vol. 28, p.1548, line
39
καὶ τοῦτον
ὀρθοῦ· καὶ γὰρ μᾶλλον ἐπωδίνουσι μέριμναι.
Πλουτάρχου Κατὰ Πλούτου (fr. XXI 3 Bernard.).
Οὐδέποτε λιμὸς ἐγέννησε μοιχείαν, οὐδέποτε ἀπορία
χρημάτων ἀσωτίαν. βραχεῖά τίς ἐστι σωφροσύνη τὸ πενη-
τεύειν ὀλίγη τις εὐνομία τὸ ἀπορεῖσθαι.
Ἀρκεσιλάου.
Ἀρκεσίλαος τὴν πενίαν λυπρὰν μὲν ἔλεγεν εἶναι ὥσπερ
καὶ τὴν Ἰθάκην, ἀγαθὴν δὲ κουροτρόφον ἐθίζουσαν συνεῖ-
ναι λιτότητι καὶ καρτερίᾳ, καὶ καθόλου Γυμνάσιον ἀρετῆς
ἔμπρακτον. Σωκράτους.
793
πῆς Γυμνάσιον.
ιδʹ Περὶ τῶν ἑαυτοὺς τῷ Θεῷ καθομολογησαμέ-
νων, εἶτα τὴν ὁμολογίαν ἀθετεῖν ἐπιχειρούν-
των.
ιεʹ Περὶ παίδων προσλήψεως καὶ ἀγωγῆς, καὶ περὶ
ὁμολογίας παρθένων.
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΙΓʹ.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ.
ἀσκούσας. καὶ ὁ μὲν Φίλων ὧδέ πῃ ἱστορῶν ἔοικεν ὑποφαίνειν τοὺς κατ'
αὐτὸν ἐξ Ἑβραίων χριστιανίσαντας ἔτι Ἰουδαϊκώτερον βιοῦντας καὶ τὰ
ἐκείνων ἔθη φυλάττοντας. παρ' ἄλλοις γὰρ οὐκ ἔστιν εὑρεῖν ταύτην τοῦ
βίου τὴν διαγωγήν. ὅθεν συμβάλλω ἐξ ἐκείνου παρ' Αἰγυπτίοις ἀκμάσαι
ταυτηνὶ τὴν φιλοσοφίαν. ἄλλοι δέ φασιν αἰτίαν ταύτῃ παρασχεῖν τοὺς
κατὰ
καιρὸν τῇ θρησκείᾳ συμβάντας διωγμούς. ἐπεὶ γὰρ φεύγοντες ἐν ὄρεσι
καὶ
νάπαις καὶ ἐρημίαις τὰς διατριβὰς ἐποιοῦντο, ἐθάδες τοῦ βίου τούτου
ἐγέ-
νοντο.
Ἀλλ' εἴτε Αἰγύπτιοι εἴτε ἄλλοι τινὲς ταύτης προὔστησαν ἐξ ἀρχῆς τῆς
φιλοσοφίας, ἐκεῖνο γοῦν παρὰ πᾶσι συνωμολόγηται, ὡς εἰς ἄκρον
ἀκριβείας
καὶ τελειότητος ἤθεσι καὶ γυμνασίοις τοῖς πρέπουσιν ἐξήσκησε ταυτηνὶ
τοῦ
βίου τὴν διαγωγὴν Ἀντώνιος ὁ μέγας μοναχός· ὃν τηνικαῦτα διαπρέποντα
804
ἐν ταῖς κατ' Αἴγυπτον ἐρημίαις κατὰ κλέος τῆς τοῦ ἀνδρὸς ἀρετῆς φίλον
ἐποιήσατο Κωνσταντῖνος ὁ βασιλεὺς καὶ γράμμασιν ἐτίμα καὶ περὶ ὧν
ἐδεῖτο
γράφειν προὐτρέπετο. ἐγένετο δὲ οὗτος Αἰγύπτιος τῷ γένει τῶν εὐπατρι-
δῶν ἀπὸ Κομᾶ· κώμη δὲ αὕτη νομοῦ Ἡρακλείας τῆς παρ' Αἰγυπτίοις
Ἀρκάσι. βούπαις δὲ καταλειφθεὶς ὀρφανὸς τοὺς μὲν πατρῴους ἀγροὺς
ἐδωρήσατο τοῖς κωμήταις, τὴν δὲ ἄλλην οὐσίαν διαθεὶς τὸ τίμημα τοῖς
πενομένοις διένειμε. σπουδαίου γὰρ εἶναι φιλοσόφου κατεῖδεν μὴ μόνον
ἑαυτὸν γυμνῶσαι χρημάτων, ἀλλὰ καὶ εἰς δέον ταῦτα ἀναλῶσαι.
ὁ νόμος λέγει· “Τέθεικα πρὸ προσώπου σου τὴν ζωὴν καὶ τὸν
θάνατον, ἔκλεξαι ὃ θέλεις.” διὰ τί δὲ τέθεικεν, οὐ τοῦ παρόντος
καιροῦ τὸ λέγειν, πλὴν ὅτι τέθεικεν. οὐ γὰρ σοφὸν ἦν τὸ ἀτρέπτους
ἡμᾶς γενέσθαι, ἄθλων οὐ προκειμένων, καὶ γνώμης [οὐ] κατορ-
θούσης, μόνῳ τῷ θείῳ καὶ ἀϊδίῳ προσαρμόζοντος τοῦ ἀτρέπτου.
{Ο ΔΙΑΚ.} Εὖ γε καὶ φιλοσόφως ὑπήντησας, πάτερ, ὀμματώ-
σας τὴν ψυχὴν τῶν παρόντων ἐν τούτοις ἀεὶ προσκοπτόντων διὰ
Γραφῶν ἀπειρίαν· καὶ ὅτι Γυμνάσιον ὑπέστη διὰ μακρῶν τῶν
χρόνων ἡ ἐκκλησία, ἀναδείξασα τοὺς ἑαυτῆς στεφανίτας, ἄνδρας
τε καὶ γυναῖκας, οὐ δωρεὰν ἐν τοῖς ὀπίσω χρόνοις Χριστοῦ
σάρκας καταφαγόντας. λυπεῖ δὲ ἡμᾶς ἡ ὑμῶν ἀκαταστασία καὶ
ἡ τῶν ἐκκλησιῶν κατάλυσις.
ἔτι δὲ αὐτῶν ἐπὶ τῆς πορείας ὄντων ὁ μὲν ἀπήλλακτο τῆς ἀρ-
χῆς, ὁ δὲ ἀφῆκεν οὓς ἦγε, δῆλον ὡς ἀποδόμενος τὴν ἄφεσιν.
ταῦτα γνοὺς Νεβρίδιος διπλῆν πράττεται τιμωρίαν τὸν
στρατιώτην. μαστιγώσας γὰρ ἐκβάλλει τοῦ καταλόγου καὶ δι'
ἄλλων ἐκείνους ἀναζητεῖ. οὕτως ἡμῖν τῶν δυσχερῶν τὰ μὲν
ἐπέρχεται, τὰ δὲ οὐκ ἐθέλει λυθῆναι. δεῖ μέντοι πιστεύειν ὡς
ἥξει ποτὲ καιρὸς τοῦ βελτίονος πίθου.
815
Γυμνασίῳ.
λοιτ' ἂν παρελθεῖν.
καὶ νῦν αὐτὸν ὑμῖν ἐπανάγει μὲν καὶ
τὸ τὴν πόλιν ποθεῖν καλήν τε, νὴ τοὺς θεούς, καὶ μεγάλην
καὶ καθαρὰν πραγμάτων καὶ δακρύων, ὃ παρ' ἑτέροις πολύ.
κέκληται δὲ ὑπὸ τῆς σῆς ἀρχῆς πλέον, ἐπεὶ τήν γε πόλιν αὐ-
τὴν ἤδη τις ἀφεὶς ἐν ἄλλων ἀρχαῖς ᾤχετο ἀποδράς, ὥσπερ,
οἶμαι, τὰς Ἀθήνας ἐπὶ τῶν τριάκοντα. σημεῖον δὲ μέγιστον
ἀρχῆς ἐννόμου μὲν τὸ συρρεῖν ἐκεῖσε πολλούς, τῆς δὲ ἐναν-
τίας αἱ φυγαί.
816
Ἀρισταινέτῳ.
Ἀρισταινέτῳ.
Κληματίῳ.
Σιλανῷ.
Ἀρισταινέτῳ.
Τατιανῷ.
line 10
ἔσεσθαι δὲ
τοῦτο, ἐὰν τίμιόν τε καὶ καλὸν εἶναι νομίζηται ἡ εὐεξία· ἀκρασίαν γὰρ
ἅμα καὶ
εὐεξίαν οὐ πάνυ γίνεσθαι περὶ τὸν αὐτόν. ἐπαινεῖσθαι δ' αὐτοῖς ἔφασαν
καὶ τὰ
τοιάδε τῶν προϋπαρχόντων νομίμων ἐν ταῖς Ἑλληνικαῖς πόλεσι, τὸ μήτε
μητράσι
συγγίνεσθαι μήτε θυγατρὶ μήτ' ἀδελφῆι μήτ' ἐν ἱερῶι μήτ' ἐν τῶι
φανερῶι· καλόν
τε γὰρ εἶναι καὶ σύμφορον τὸ ὡς πλεῖστα γίνεσθαι κωλύματα τῆς
ἐνεργείας ταύτης.
ΑΒΔΗΡΙΤΑΙ
Περὶ ἑρμηνείας
Τίς οὖν ὁ σκοπὸς τῆς βραδυτῆτος ὑμῖν (ἵνα μὴ λυπῶ λέγων πάλιν τῆς
ἀπολείψεως); εἰ μὲν γὰρ τὸ Γυμνάσιον οἷον μὴ βελτιοῦν λογισμόν, ἢ
αὐτὸς μὴ θέλγων ψυχὴν τῷ πολυειδεῖ τῆς ἀπαγγελίας, εἶχεν ἂν ὑμῖν
λόγον ἡ βραδυτής· ἐπεὶ δὲ καὶ τὰ μαθήματα τοιαῦτα, ὡς τὸ μὲν ψυχὴν
ἐπαῖρον εἰς οὐρανόν, τὸ δὲ γλῶτταν θῆγον πρὸς ῥητορείαν, καὶ αὐτὸς
πρὸς
ἄμφω δεξιὰν ἔχω τὴν μεταχείρισιν, ὡς ὑμεῖς μοι τοῦτο πολλάκις
περὶ τὴν πρώτην πονήσασιν; ἀλλ' ἐκεῖ, ὦ βέλτιστοι (ἵν' ὑμῖν καὶ τὸ τῆς
παραβολῆς παραγυμνώσω ἀπόρρητον), οἱ διάφοροι τῶν πιστευσάντων
καιροὶ μιᾷ ἡμέρᾳ ἀφωμοιώθησαν κατὰ τὴν συνήθειαν τῆς γραφῆς, καὶ
834
οθʹ. Εἰς τὸ ‘τοσοῦτον διὰ σὲ ἄνθρωπος, ὅσον γίνῃ σὺ δι' ἐκεῖνον θεός’
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Ch. 2, poem 1, line 862
σιν, ὅτι δῆτα δι' ἁμαρτίας κολάζεται. πλὴν ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ἠγνόει
τοῦ καθ' ἑαυτὸν ἀγῶνος τὴν ὑπόθεσιν· ὅθεν ὁ Ἐλιοὺς εἰς μέσον παρ-
ελθὼν οὐ καταδικάζει μὲν τὸν δίκαιον, οὐδὲ ἀποφαίνεται δι' ἁμαρ-
τίας αὐτῷ τὰς κακώσεις ἐπενηνέχθαι – κατὰ τοῦτο μὲν τῶν φίλων καλ-
λίων γενόμενος – , οὐ νοήσας δὲ τοῦ Ἰὼβ τὴν ἔννοιαν, ἐξ' ἧς τοὺς
840
ἔτι δεομένοις γάλακτος· οὐκ ἐβούλετο γὰρ ὁ κτίσας ἡμᾶς θεὸς μεριμνᾶν
καὶ περὶ πολλὰ τυρβάζεσθαι οὐδὲ φροντιστὰς καὶ προνοητὰς τῆς ἰδίας
ζωῆς γενέσθαι. Ὅπερ δὴ καὶ πέπονθεν ὁ Ἀδάμ· γευσάμενος γὰρ ἔγνω,
ὅτι γυμνὸς ἦν, καὶ περίζωμα ἑαυτῷ περιεποιεῖτο· φύλλα γὰρ συκῆς λα-
841
ἐργάζεσθαι.
ϛʹ. Περὶ γυμνασίου, καὶ μελέτης, καὶ ἀσκήσεως.
Ζʹ. Περὶ γνωσιμαχούντων.
Ηʹ. Περὶ γυναικῶν· ὅτι χρὴ αὐτὰ ὑποτάσσεσθαι τοῖς
ἰδίοις ἀνδράσι· καὶ μηδὲν πράττειν ἄνευ τῆς αὐ-
τῶν γνώμης καὶ βουλῆς.
Θʹ. Περὶ γυναικῶν κυϊσκουσῶν· καὶ ὅτι μὲν ἄρσεν
τίκτει, ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας οὐκ εἰσελεύσε-
ται εἰς οἶκον Κυρίου· εἰ δὲ θῆλυ, ἐπὶ ὀγδοή-
κοντα.
γας ἡμέρας ἵν' ἄλλως ὑπὸ τοῦ γήρως ἀποθάνῃ, ἀλλ' ἐπεθύμησε
καὶ ἐκείνην ἀπολέσαι. καὶ ἔσπευσέ γε τοῦτο ποιῆσαι διὰ τὰ κτή-
ματα αὐτῆς τὰ ἐν Βαίαις καὶ ἐν τῇ Ῥαβεννίδι ὄντα, ἐν οἷς καὶ
ἡβητήρια μεγαλοπρεπῆ κατεσκεύασεν, τοῦτ' ἔστιν ἑστιατήρια καὶ
καταλύσεις.
242. Ὅτι ὁ Νέρων βραχὺ καὶ μέλαν, ὥς γε καὶ παραδέδοται,
φώνημα εἶχεν.
243. Ὅτι ὁ Νέρων τὸν στέφανον τῶν κιθαρῳδῶν ἀνικεὶ
ἔλαβε, πάντων ὡς καὶ ἀναξίων τῆς νίκης ἐκβληθέντων, καὶ εὐθὺς
ἐς αὐτὸ τὸ Γυμνάσιον ἐν τῇ στολῇ σφων ἐσεγράφη. κἀκ τούτου
καὶ οἱ ἄλλοι στέφανοι οἱ τῆς κιθαρῳδίας ἐξ ἁπάντων τῶν ἀγώνων
ὡς καὶ μόνῳ ἀξιονίκῳ ἐπέμποντο. ταῦτα ἐπαίζετο ἐν Ῥώμῃ.
244. Ὅτι ὁ Τιγελλῖνος διεδέξατο τὸν Βοῦρρον, ἀσελγείᾳ καὶ
μιαιφονίᾳ πάντας τοὺς καθ' αὑτὸν ἀνθρώπους ὑπεράρας. τόν τε
Νέρωνα ἀπ' αὐτῶν προσεποιήσατο, καὶ τὸν συνάρχοντα Ῥοῦφον
παρ' οὐδὲν ἐτίθετο.
(Θηλυκόν.)
852
Σοὶ
δὲ οὕτω λεπτῇ κεχρημένῳ διαίτῃ, ἱκανὸν ἂν δόξαι γυμνά-
σιον καὶ βραχὺς περίπατος, καὶ μάλιστα ὁ πρὸ τροφῆς καὶ
ἕωθεν· καὶ σχολαιότερος μὲν καὶ μείων ἐπὶ τὸ θερμότερον
ἀποκλινούσης τῆς ὥρας, συντονώτερος δὲ καὶ μακρότερος
χειμῶνος ὥρᾳ. ἀεὶ δὲ μέχρι τοσούτου σοι τῶν γυμνασίων
ἀποπειρᾶσθαι προσήκει, μέχρις ἂν μηκέτι κόπον ἐμποιῇ τὸ
Γυμνάσιον, ᾐσθημένος δ' ἤδη κόπου τινός, λήγειν τῶν
γυμνασίων.
Τὰ δὲ μετὰ τροφὴν γυμνάσια ἤτοι προ-
κατασπᾷ τὴν τροφὴν καὶ ἐλλιπῆ ταύτης ποιεῖται τὴν ἀνά-
δοσιν, ἢ φθάνουσιν αἱ φλέβες τῇ ἐπιδόσει τοῦ θερμοῦ καὶ
τῇ εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τῆς ὕλης ῥοπῇ προαρπάζουσαι τῆς
πέψεως σιτία καὶ ὠμοχυμίας θησαυρίζουσαι ἐν τῷ βάθει
τοῦ σώματος. πάντα δὲ ταῦτα προκαταβολαὶ μεγίστων γί-
νεται νοσημάτων.
Βαλανεῖα δέ, εἴπερ τι ἕτερον, χρή-
σιμα, τέγγοντα μὲν τὰ στερεὰ τοῦ σώματος μέρη, τοὺς
ἡ πηγὴ καὶ τῶν ζῴων ἡ καρδία· ὡς γὰρ πρὸς ἀριθμὸν ἡ μονάς, οὕτως
καὶ τὰ ἄλλα ἔχει, ὅπερ ἐστὶν ἀναλογίας ἴδιον. τρίτος δὲ ἀπὸ διανοίας
τρόπος τὸ ἀπό τινος κοινὴν ἐν πολλοῖς καὶ διαφόροις πράγμασι γενέσθαι
κατηγορίαν, ὡς ἀπὸ τῆς ἰατρικῆς ἰατρικὸν μὲν τὸ βιβλίον, ὅτι ἰατρικῶν
ἔχει μαθημάτων παραγραφήν, ἰατρικὸν δὲ τὸ σμιλίον, ὅτι ὄργανόν ἐστιν
τῶν κατὰ τὴν ἰατρικὴν τέχνην τομῶν, ἰατρικὸν δὲ τὸ φάρμακον, ὅτι πρὸς
ἴασίν ἐστιν χρήσιμον, ὥστε τὸ μὲν ὄνομα κοινόν, ὁ δὲ λόγος ἑκάστου
ἕτερος.
τέταρτος δέ, ὅταν διάφορα πρὸς ἓν ἀναφέρηται τέλος, ἀπ' ἐκείνου τῆς
προσηγορίας τυγχάνοντα, ὥσπερ σιτίον ὑγιεινὸν καὶ φάρμακον ὑγιεινὸν
καὶ
Γυμνάσιον καὶ τὰ ἄλλα ὅσα ἀπὸ τῆς ὑγείας ὡς ἀπὸ τέλους ὀνομάζεται.
τούτους δὲ τοὺς δύο τρόπους τινὲς συνάψαντες ὡς ἕνα τὸν ἀφ' ἑνὸς καὶ
πρὸς ἓν κατηρίθμησαν, τινὲς δὲ οὐδὲ ἐν τοῖς ὁμωνύμοις αὐτὸν τεθείκασιν
οὐδὲ ἐν τοῖς συνωνύμοις, ἀλλ' ἀμφοῖν μεταξύ, διότι λόγου μέν τινος
μετέχει
ἀπὸ μὲν τῆς ἰατρικῆς τὰ ἰατρικά, ἀπὸ δὲ τῆς ὑγείας τὰ ὑγιεινά (οὐ γὰρ
ὄνομα μόνον ἐστὶ κοινόν) καὶ διὰ τοῦτο τοῖς συνωνύμοις ἔοικεν, καθόσον
858
ἐνεργεῖν ἀναῤῥώσεως.
Πᾶσα δὲ γυμνασία διὰ τῶν αὐτῶν ἐπιτελεῖται, δι'
ὧν καὶ ἡ προηγουμένη ἐνέργεια, πρὸς ἣν γυμναζόμεθα.
859
μὲν κατὰ μνήμην, ὡς ὅταν τις τὸν ἴδιον υἱὸν ὀνόματι τῶν προγόνων κα-
λέσῃ, τὰ δὲ κατ' ἐλπίδα, ὡς ὅταν τις τὸν ἴδιον υἱὸν προσδοκῶν ἔσεσθαι
φιλόσοφον καλέσῃ Πλάτωνα (καὶ πολλάκις συντρέχει τῷ κατὰ μνήμην
τὸ
κατ' ἐλπίδα, ὡς ὅταν τοιοῦτον ἐπιτήδευμα μεταχειρισάμενος ὁ πάππος
εὑρεθῇ), τὰ δὲ κατὰ ἀναλογίαν, ὡς ὅταν τῇ τινος ἀναλογίᾳ καλέσωμέν τι,
οἷον πόδα κλίνης καὶ κορυφὴν ὄρους (ὃν γὰρ λόγον ἔχει πρὸς τὸν ἄνθρω-
πον ὁ πούς, τοῦτον καὶ πρὸς τὴν κλίνην ὁ τῆς κλίνης πούς), τὰ δὲ ἀφ'
ἑνός, ὡς ὅταν ἀπό τινος ὡρμημένοι καλέσωμεν τῇ ἐκείνου προσηγορίᾳ
πάντα τὰ ἐξ αὐτοῦ, ὥσπερ ἰατρικὸν σμιλίον καὶ ἰατρικὸν φάρμακον, τὰ δὲ
τοῦ ἀφ' ἑνός, ὅτι ἐκεῖνα μὲν ἀπό τινος ἀρχῆς λέγεται, ταῦτα δὲ πρός τι
τέλος ὁρᾷ. τῶν δὲ ἀφ' ἑνὸς τὰ μὲν ὡς ἀπὸ παραδειγματικοῦ αἰτίου λέ-
γονται, ὡς ὁ ἐν τῇ εἰκόνι ἄνθρωπος ἀπό τινος ἀληθινοῦ ἀνθρώπου, τὰ δὲ
ὡς ἀπὸ ποιητικοῦ, ὡς τὸ ἰατρικὸν σμιλίον. ζητητέον δὲ ἐνταῦθα κατὰ
ποῖον σημαινόμενον τῶν ὁμωνύμων ὁ Ἀριστοτέλης τὴν τῶν ὁμωνύμων
διδασκαλίαν ποιεῖται.
πλείοσιν ἄλλοις. ἐπειδὴ τοίνυν πάντα τὸν αὐτὸν ὁρισμὸν ἐπιδέχονται, οὐκ
ται τὸ μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον. οἷον ὑγιεινόν ἐστι τὸ συμμέτρως ἔχον πρὸς
ὑγείαν· οὗτος ὁ λόγος ἐφαρμόσει καὶ γυμνασίῳ καὶ σιτίοις καὶ οὔροις καὶ
πλείοσιν ἄλλοις. ἐπειδὴ τοίνυν πάντα τὸν αὐτὸν ὁρισμὸν ἐπιδέχονται, οὐκ
ὥσπερ τῶν κατ' εἶδος ζῴων ἐστὶ κοινόν τι γένος τὸ ἁπλῶς ζῷον, καὶ
ἀνθρώπων ἕν τι εἶδος ὁ ἁπλῶς ἄνθρωπος, πᾶς δὲ ὁρισμὸς γένος ἔχει,
οὐδὲ ὁρισμὸν ἄρα πάσης ἔστιν ἁπλῶς ἀποδοῦναι ψυχῆς, ἀλλ' ὑπογραφήν.
καὶ οὐχ ὁρισμός. ἔπειτα οὐδὲ κυρίως μία ἐστὶν ἡ ὑπογραφὴ αὕτη.
ὁμωνύμων γὰρ πραγμάτων τῶν ψυχῶν δι' ὁμωνύμων φωνῶν τὴν ὑπο-
γραφὴν ἀποδέδωκε· τὰ δὲ ὁμώνυμα τῇ μὲν φωνῇ ἕν τί εἰσι, τῷ δὲ σημαι-
νομένῳ πλείονα. καὶ αὐτὸς δέ φησιν ἐν τοῖς Τόποις ὅτι δυνατὸν τῶν
ὁμωνύμων ἕνα ὁρισμὸν ἤτοι ὑπογραφὴν δι' ὁμωνύμων φωνῶν ἀπο-
δοῦναι. λέγομεν γὰρ ὑγιεινὸν σιτίον καὶ φάρμακον ὑγιεινόν, ὁμοίως καὶ
φλεβοτομίαν, λέγομεν δὲ καὶ Γυμνάσιον ὑγιεινὸν καὶ οὖρα ὑγιεινὰ καὶ
σφυγμόν. τούτων οὖν ὁμωνύμων ὄντων δυνάμεθα, φησίν, ἕνα ὁρισμὸν
αὐτῶν δι' ὁμωνύμων φωνῶν ἀποδοῦναι λέγοντες ὑγιεινὸν εἶναι τὸ συμ-
μέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν. τοῦτο δὲ τὸ συμμέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν
ὁμώνυμόν ἐστιν· ἢ γὰρ ὡς ποιητικὸν ἢ ὡς σημαντικὸν ἢ ὡς φυλακτικόν·
864
νομένῳ πλείονα. καὶ αὐτὸς δέ φησιν ἐν τοῖς Τόποις ὅτι δυνατὸν τῶν
ὁμωνύμων ἕνα ὁρισμὸν ἤτοι ὑπογραφὴν δι' ὁμωνύμων φωνῶν ἀπο-
δοῦναι. λέγομεν γὰρ ὑγιεινὸν σιτίον καὶ φάρμακον ὑγιεινόν, ὁμοίως καὶ
φλεβοτομίαν, λέγομεν δὲ καὶ Γυμνάσιον ὑγιεινὸν καὶ οὖρα ὑγιεινὰ καὶ
σφυγμόν. τούτων οὖν ὁμωνύμων ὄντων δυνάμεθα, φησίν, ἕνα ὁρισμὸν
αὐτῶν δι' ὁμωνύμων φωνῶν ἀποδοῦναι λέγοντες ὑγιεινὸν εἶναι τὸ συμ-
μέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν. τοῦτο δὲ τὸ συμμέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν
ὁμώνυμόν ἐστιν· ἢ γὰρ ὡς ποιητικὸν ἢ ὡς σημαντικὸν ἢ ὡς φυλακτικόν·
καὶ εἰ προσθῶμεν τῷ κοινῷ τὸ ἰδίᾳ ὑπάρχον ἑκάστῳ, τότε γίνεται ἰδίᾳ
ἑκάστου ὁρισμός, οἷον τὸ συμμέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν, ὥστε φυλάττειν
αὐτήν, ὡς τὸ Γυμνάσιον, ἢ ὥστε σημαίνειν, ὡς τὰ οὖρα ἢ ὡς ὁ σφυγμός,
ἢ
ὥστε ποιεῖν ὡς τὸ σιτίον. ὥστε φωνῇ μὲν εἷς ὁ ὁρισμὸς οὗτος ὁ λέγων τὸ
συμμέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν, τῷ σημαινομένῳ δὲ πολλοί. οὕτως οὖν
οὐδὲ
ἡ ἀποδοθεῖσα τῶν ψυχῶν ὑπογραφὴ ὁμώνυμος οὖσα οὐ μία ἔσται, ἀλλὰ
πλείους. ἡ γὰρ ἐντελέχεια λέγεται καὶ ἐπὶ τοῦ εἴδους τοῦ ἀχωρίστου τοῦ
σώματος καὶ ἐπὶ τοῦ χωριστοῦ. ἔστι γὰρ τελειότης καὶ ὁ κυβερνήτης τοῦ
πλοίου καὶ τὸ τῆς σαρκὸς εἶδος τοῦ τῆς σαρκὸς σώματος· ἀλλ' ὁ μὲν
χωριστὸς
ἐπὶ ἀρετήν. ὅτι δὲ τοῦτο οὕτως ἔχει, δηλοῖ τὰ ἔτι σωζόμενα ἴχνη καὶ
οἷον ἀποπτώσεις τῆς μουσικῆς· ἀκούοντες γοῦν σάλπιγγος θυμικώτερον
δια-
τιθέμεθα (καὶ διὰ τοῦτο ἐν τοῖς πολέμοις ἡ σάλπιγξ ἐπιτηδεύεται), ἀκού-
οντες δὲ θεατρικῶν μελῶν ἐκλυτώτερον διακείμεθα τὰς ψυχάς. φέρεται
δὲ καὶ ἱστορία τοιαύτη, ὅτι ὁ Πυθαγόρας ἑωρακώς τινα νέον αὐλητρίᾳ
ἔκλυτον μέλος αὐλούσῃ ἑπόμενον κελεύσαι αὐτὴν στρέψασαν τὸν αὐλὸν
αὐ-
λῆσαι, καὶ τούτου γενομένου παύσαι τοῦ νέου τὴν ἐπιθυμίαν· ὥστε οὐ δεῖ
ἀπιστεῖν τοῖς λεγομένοις περὶ τῆς θείας μουσικῆς. διὰ τοῦτο καὶ ὁ θεῖος
865
συμβεβηκὸς ἀρχὴ καὶ ἡ τῶν συμβεβηκότων ἀρχή), ἀλλὰ τῶν καθ' αὑτὰ
καὶ τῶν καθ' αὑτὰς εἶναι δυναμένων οὐσιῶν. ἐκεῖνοι μὲν οὖν εἴτε κεκρα-
τήκασι τῆς προθέσεως εἴτε μή, παρείσθω λέγειν τὰ νῦν· ἑαυτῷ δέ φησιν
ὁ Ἀριστοτέλης ἀναγκαῖον εἶναι τοιαύτας αἰτίας ἐπιζητεῖν.
Ὅτι μὲν οὖν οὐ συνωνύμως κατηγορεῖται τὸ ὂν τῶν ὄντων ἁπάντων
οὐδέ ἐστιν ἰσότιμα τὰ ὄντα ᾗ ὄντα, καὶ ἐν ἄλλοις ἔδειξε καὶ νῦν
συγχωρεῖ.
οὐ μὴν οὐδ' ἁπλῶς ὁμώνυμά φησι τὰ ὄντα, ἀλλ' εἰ καὶ πολλαχῶς λέγεται
τὸ ὄν, ἀλλ' οὖν ὡς πρὸς ἓν καὶ τὴν τῆς οὐσίας ἀναφερόμενον μίαν φύσιν.
ὥσπερ γὰρ οὐ συνωνύμως μὲν τὸ ὑγιεινὸν κατὰ τοῦ γυμνασίου καὶ τοῦ
σιτίου καὶ τοῦ χρώματος καὶ τοῦ σώματος, πρὸς ἓν δὲ καὶ ἀφ' ἑνὸς τῆς
ὑγιείας (τὸ μὲν γὰρ ὡς φυλακτικὸν αὐτῆς, τὸ δὲ ὡς ποιητικόν, τὸ δὲ ὡς
σημεῖον, τὸ δὲ σῶμα ὡς δεκτικὸν αὐτῆς ὑγιεινὸν λέγεται), καὶ ἰατρικὸν
παιδίον τὸ μὲν λέγεται τῷ μεμαθηκέναι καὶ ἔχειν τὴν ἰατρικήν, τὸ δὲ τῷ
εὐφυὲς εἶναι πρὸς μάθησιν, ἤδη δὲ καὶ ἰατρικὸν κέκληται τὸ ἀπὸ τῆς
ἰατρικῆς ἐπιτελεσθέν, καὶ οὔτε συνωνύμως οὔθ' ὁμωνύμως κατὰ τού-
των τὸ ἰατρικόν, ἀλλὰ πρὸς ἓν καὶ δὴ ἀφ' ἑνός· οὕτω καὶ ἐπὶ ἄλλων
πολλῶν, οἷον τοῦ ἀγαθοῦ· καὶ γὰρ ὁ θεὸς καὶ ὁ καιρὸς ἀγαθὸν καὶ ἡ
ἀρετὴ ἀγαθὸν καὶ τὸ εἶδος. οὕτω δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ ὄντος· πολλαχῶς μὲν
γὰρ καὶ τοῦτο λέγεται καὶ οὐ συνωνύμως κατηγορεῖται τῶν πραγμάτων,
866
πάνυ πρὸς μάθησιν ἐφείλκετο καὶ ἄνδρας καὶ γυναῖκας ἀνδρείῳ σχήματι
τωσαν, οἷον γάλα καὶ μέλι καὶ οἶνον καὶ τὰ τοιαῦτα, καὶ
πάλιν ὁ μὲν εἷς πίθος ἔστω ὑγιής, ὁ δὲ ἕτερος τετρη-
μένος· ἆρα τίς μᾶλλον κάμνει, ὁ ἔχων τὸν πεπληρωμένον
ἢ ὁ ἔχων τετρημένον μὲν θλιβόμενος δὲ καὶ μεταβάλλων
καὶ ἀγοράζων πλείονα;’ ἰστέον ὅτι ὁ ἔχων πεπληρωμένον
χαίρει καὶ ἀναπαύεται, ὁ δὲ ἄλλος μοχθεῖ. ‘δυσπόριστα’
δὲ ἔφη, ἐπειδὴ ταῦτα τῶν ἐκτός ἐστι, τὰ δὲ ἐκτὸς δυς-
χερῶς κτώμεθα· τὴν δὲ ἀρετὴν ἐφ' ἡμῖν οὖσαν θᾶττον
λαμβάνομεν, φανοτάτη γάρ ἐστιν. οὕτω γοῦν ἐν τοῖς
Μετὰ τὰ φυσικὰ ὁ Ἀριστοτέλης φησὶν ὅτι τὰ θεῖα καὶ
μὲν οὔκ εἰσι βελτίους, διὰ τόδε δὲ βελτίους, ἤγουν διὰ ἀνδρίαν ἢ δικαι-
οσύνην τυχὸν ἢ φρόνησιν. τὸ ὑπάρχον οὖν τοῖς βελτίοσιν εἴτε ἁπλῶς
εἴτε διὰ τὶ κρεῖττόν ἐστιν ἐκείνου, ὅπερ ὑπάρχει μέν τισιν, οὐχὶ βελτίοσι
δέ. [b21] καὶ ὃ ἕλοιτ' ἂν ὁ βελτίων ἁπλῶς, ἄριστον, οἷον ὅπερ
ἀνὴρ ἕλοιτο, κρεῖττον ἢ ὃ ἡ γυνή, ἢ ὅπερ ἂν ἕλοιτο ὁ ἐν γραμματικῇ
βελτίων ἢ ἐν ῥητορικῇ ἢ ἐν φιλοσοφίᾳ ἢ ὁ ἐν ἀρετῇ βελτίων ἢ ὁ ἐν
φρονήσει, βέλτιον καὶ μεῖζον ἀγαθόν, οἷον τὸ ἀδικεῖσθαι κρεῖττον ἢ
τὸ ἀδικεῖν· τὸ μὲν γάρ, τὸ ἀδικεῖσθαι λέγω, αἱρεῖται ὁ βελτίων, τὸ δὲ
ὁ χείρων, τὸ ἀδικεῖν λέγω. [b23] καὶ τὸ ἥδιον μᾶλλον κρεῖττον καὶ
μεῖζον τοῦ ἧττον ἡδέος, οἷον ἡ μουσικὴ κρείττων τῆς γεωμετρίας· ἡ
μὲν γὰρ μουσικὴ ἡδίων, ἡ δὲ ἧττον, καὶ τὸ γυμνάζεσθαι ἐν γυμνασίοις
καὶ
κυνηγεσίοις μεῖζον καλὸν ἢ τὸ ἀναπαύεσθαι ἐν ἑνὶ τόπῳ. [b26] καὶ
τὸ κάλλιον τοῦ ἧττον καλοῦ ὁμολογουμένως μεῖζον, ὡς φρόνησις
εὐτεκνίας ἢ ἰσχὺς τοῦ κάλλους κρείττων. καὶ ὅσων αὐτοὶ ἑαυτοῖς
βούλονταί τινες αἴτιον εἶναι ἢ φίλοις, ταῦτα μείζω ἀγαθά,
ἤγουν καὶ ἐκεῖνά εἰσιν ἀγαθά, ὅσων βούλομαι ἐμαυτῷ γενέσθαι αἴτιος.
869
τῇ
μνήμῃ τὸ γένος τὰ τῶν προγόνων τοῖς ἐκγόνοις ὀνόματα τίθεμεν. καὶ τῶν
κατὰ μεταφορὰν δὲ λεγομένων ἔστιν ἃ τοῖς ὁμωνύμοις συντάττειν δεῖ.
ἐπὰν
γὰρ τὸ πρᾶγμα ἴδιον ὄνομα ἔχῃ, καταχρήσηται δέ τις ἐπ' αὐτοῦ ἑτέρῳ
μετα-
φέρων καὶ χρώμενος, οὐχ ὁμώνυμον·
καὶ λίμνη. ἔστι καὶ πόλις τῆς Τρῳάδος. Στράβων ιγʹ. εἰσὶ
καὶ Κάνναι διὰ δύο νν, πλησίον Καρχηδόνος. τὸ ἐθνικὸν
Καναῖος καὶ Καναία. ἔστι καὶ πόλις Κάναι τοῦ Τίγρητος
ποταμοῦ. Καναῖος Ζεύς οὐ μόνον ἀπὸ τοῦ Καναίου, ἀλλὰ
871
Κυνήσιοι.
Κύνθος, [ὄρος Δήλου,] παρ' Ἀντιμάχῳ ἐν πρώτῃ Θη-
βαΐδος. ὁ οἰκήτωρ Κύνθιος καὶ θηλυκῶς καὶ οὐδετέρως. καὶ
Κυνθιώτης καὶ Κυνθιῶτις θηλυκῶς.
Κύννα, πολίχνιον πλησίον Ἡρακλείας, ἀπὸ μιᾶς τῶν
Ἀμαζόνων ἢ Κύννου τοῦ ἀδελφοῦ Κοίου. τὸ ἐθνικὸν Κυνναῖος.
Κῦνος, ἐπίνειον Ὀποῦντος, ὡς Φίλων καὶ Παυσανίας.
Ἑκαταῖος δὲ πόλιν αὐτήν φησιν. Ὅμηρος “οἳ Κῦνόν τ' ἐνέ-
μοντ' Ὀπόεντά τε Καλλίαρόν τε”. οἱ οἰκοῦντες Κύνιοι καὶ
Κυναῖοι.
Κυνόσαργες, Γυμνάσιον ἐν τῇ Ἀττικῇ καὶ δῆμος, ἀπὸ
Διόμου, ἀφ' οὗ ὁ χῶρος Ἀθήνησι Διόμεια καλεῖται. Δίομος
γὰρ Ἡρακλεῖ ὡς θεῷ θύων τὰ ξενώσων ἱερὰ Ἡρακλεῖ ἥρῳ
ἔδειξε, καὶ αὐτῷ κύων λευκὸς ἁρπάσας τὰ μηρία εἰς τοῦτο τὸ
χωρίον ἤνεγκεν. ὁ δημότης καὶ τὸ ἐκ τόπου ἐκ Κυνοσάργους,
καὶ εἰς τόπον ἐς Κυνόσαργες, καὶ ἐν τόπῳ ἐν Κυνοσάργει.
Κυνὸς κεφαλαί, λόφοι τῆς Θεσσαλίας. Πολύβιος ιηʹ.
ἦν δὲ καὶ χωρίον Θηβῶν, ἀφ' οὗ “Πίνδαρος Δαϊφάντου παῖς,
Βοιώτιος ἐκ Κυνὸς κεφαλῶν, μελῶν ποιητής”.
Κυνόσουρα, ἄκρα Ἀρκαδίας, ἀπὸ Κυνοσούρου τοῦ Ἑρ-
μοῦ. τὸ ἐθνικὸν Κυνοσουρεύς καὶ Κυνοσουρίς θηλυκόν.
872
ὡς οὐσία, τὸ δ' ὡς ποσόν, τὸ δ' ἄλλο τι· πᾶν γὰρ τὸ μετέχον οἰκείως
ἑαυτῷ μετέχει τῆς τοῦ μετεχομένου φύσεως. οἰκείως οὖν ἑκάστῳ ἐφαρ-
μοζόμενον τὸ ὂν καὶ τὸ εἶναι καὶ τὸ ἐστὶν οἰκείως κατηγορούμενον
λέγεται,
καὶ οὔτε γένος οὔτε εἶδος οὔτε διαφορὰ οὔτε ἴδιον οὔτε συμβεβηκός·
ἀναι-
ρουμένου δὲ τοῦ εἶναι ἀπό τινος αὐτῶν ἀναιρεῖται ἡ οἰκεία αὐτοῦ μετοχή,
τὸ γὰρ ἰατρικὸν βιβλίον καὶ φάρμακον καὶ ὄργανον καὶ διαίτημα καὶ
γυμνά-
σιον, ἐκ τοῦ αὐτοῦ λεγόμενα τῆς ἰατρικῆς τέχνης καὶ πρὸς τὸ αὐτὸ τέλος
τὴν ὑγείαν συντείνοντα, οὐκ ὀνόματος μόνον ἀλλήλοις, ἀλλὰ καὶ
πράγματος
κεκοινώνηκεν, οἰκείως ἕκαστον ἑαυτῷ μετέχοντα τῆς ἰατρικῆς. ὅρα δὲ ὅτι
Οὐ πάντα, φησί, τὰ ὑπάρχοντα δεῖ λαμβάνειν πρὸς τὴν τοῦ ὁρισμοῦ
εὕρεσιν· οὐ γὰρ δὴ καὶ τὰ τοῦ γένους ἐπέκεινα, ἀλλ' ἢ ὅσα τοῦ γένους
ἐντός, καὶ οὐδὲ πάντα ταῦτα, ἀλλὰ μέχρι τοσούτου, ἕως οὗ τοσαῦτα
ληφθῇ
ὅσα αὐτάρκη ἐστὶ πρὸς τὸ ἐξισάσαι τῷ ὁριστῷ ὡς ἓν ὁμοῦ πάντα λαμβα
τούτοις γὰρ οὐχ ὡς γευστοῖς μόνον χαίρουσι (γεύσεως γάρ ἐστι τὸ κρῖναι
τοὺς χυμούς, ὅπερ ποιοῦσιν οἱ τοὺς οἴνους δοκιμάζοντες καὶ οἱ τὰ ὄψα
ἀρτύοντες) ἀλλὰ μᾶλλον ὡς ἁπτοῖς. διὰ τοῦτο καί τις Φιλόξενος ὁ Ἐρύ-
ξιος, ὀψοφάγος ὤν, ηὔξατο τὸν φάρυγγα αὑτοῦ μακρότερον γεράνου
γενέσθαι, ὡς ἡδόμενος τῇ ἁφῇ τῶν ὄψων. κοινοτάτη γάρ ἐστιν ἡ
ἁφὴ ἐν πάσαις ταῖς αἰσθήσεσιν· ἐπεὶ καὶ ἁφῇ τινι πᾶσαι αἱ αἰσθήσεις αἰ-
σθάνονται. περὶ ταύτην δὴ τὴν ἁφὴν ἡ ἀκολασία ἐστί· καὶ δόξειεν ἂν
δικαίως ἐπονείδιστος εἶναι, ὅτι συμβαίνει ἡμῖν οὐ καθόσον ἐσμὲν ἄν-
θρωποι ἀλλὰ καθὸ ζῷα· τὸ δὲ τοῖς τοιούτοις χαίρειν καὶ τούτων μάλιστα
ἐφίεσθαι θηριῶδες. καίτοι εἰσὶ καὶ κατὰ τὴν ἁφὴν ἐλευθέριοι ἡδοναί,
ἃς ὁ ἀκόλαστος ἀφῄρηται, οἷον αἱ ἐν τοῖς γυμνασίοις διὰ τρίψεως
καὶ θερμασίας γινόμεναι· οὐ γὰρ περὶ πᾶσαν ἁφὴν ὁ ἀκόλαστος· οὐ
γὰρ περὶ πᾶν τὸ σῶμα, ἀλλὰ περί τινα μέρη.
876
τείας. Ἆρ' οὐ περὶ τοῦ κατ' αὐτὸν ὄντος καὶ τῆς τῶν ὄντων
ἁπάντων ἑνάδος, ἐφ' ἣν ἀνατεινόμενος ἐλελήθει τοὺς
πολλοὺς ὡς τὰ πλήθη τῶν ὄντων εἰς μίαν ἕνωσιν
ἀδιάκριτον συνάγειν παρακελευόμενος; Εἰ τοίνυν τοῦτο μέν
ἐστι τὸ ἓν ὂν ὑπὲρ οὗ κἀν τοῖς ποιήμασιν ἐπραγματεύετο,
τὸ δὲ ἓν ὂν εἴτ' οὖν ἀκρότατον ὃ ὑπερίδρυται παντελῶς
τῶν ἐν δόξῃ φερομένων λόγων, τίς μηχανὴ συμφύρειν εἰς
ταὐτὸν τὰ περὶ τῶν νοητῶν δόγματα ταῖς δοξαστικαῖς
ἐπιχειρήσεσιν; Οὐ γὰρ τῇ περὶ τῶν ὄντως ὄντων ὑποθέσει
προσήκει τὸ τοιοῦτο τῶν λόγων εἶδος οὔτε τοῖς διαλεκτικοῖς
γυμνασίοις ἡ τῶν ἀφανῶν καὶ χωριστῶν αἰτίων συναρμό-
ζεται νόησις, ἀλλὰ ταῦτα διέστηκεν ἀπ' ἀλλήλων καθ' ὅσον
καὶ ὁ νοῦς τῆς δόξης ὑπερίδρυται, καθάπερ ἡμᾶς ὁ Τίμαιος
ἀνεδίδαξε· καὶ οὐχὶ ὁ Τίμαιος μόνον ἀλλὰ καὶ ὁ δαιμόνιος
Ἀριστοτέλης, ὃς τὴν τοιαύτην δύναμιν παραδοὺς οὔτε
περὶ τῶν παντελῶς ἀφανῶν ἡμῖν οὔτε περὶ τῶν γνωριμω-
τέρων ποιεῖσθαι τὰς ζητήσεις παρακελεύεται. Πολλοῦ ἄρα
δεῖ Παρμενίδης ὁ τὴν ἐπιστήμην τῶν ὄντων τῆς δοκούσης
εἶναι παρὰ τοῖς τὴν αἴσθησιν τοῦ νοῦ προβεβλημένοις
ἀληθείας ἐπέκεινα [τοῦ νοῦ] τιθέμενος τὴν δοξαστικὴν
γνῶσιν ἐπὶ τὴν νοητὴν φύσιν ἀνάξειν ἀμφίβολον οὖσαν καὶ
879
ἄλλων ἐραστῶν ὁμιλίαν καὶ τοσοῦτον μόνον αὐτῶν τῇ περὶ αὐτὸν πτοίᾳ
χαρίσασθαι, καὶ τοῦτο ὀχληρὸν ὑπολαμβάνοντα καὶ ἀηδές, ἐνδιδόντα
δὲ ὅμως καὶ λόγου κοινωνοῦντα τοῖς φορτικοῖς ἐρασταῖς, ἀλλ' οὐχ
ἁφῆς οὐδὲ συμποσίων οὐδὲ τῶν ἄλλων κακῶν τῶν προκαλουμένων
αὐτὸν ἐπὶ τὴν κακοζωΐαν. οὗ δὴ καὶ μάλιστα δείκνυται τί τὸ διαφέρον
ἦν τῆς τοῦ Ἀλκιβιάδου φύσεως πρὸς τοὺς ἄλλους τοὺς τὴν αὐτὴν
ἡλικίαν ἔχοντας. ὥσπερ γὰρ καὶ πρὸς τὰς ἡδονὰς γυμναζόμεθα καὶ
πρὸς τὰς ἀλγηδόνας οὐ φεύγοντες ἀπὸ τῶν παθῶν οὐδὲ ἀπείρατοι
πάντῃ μένοντες αὐτῶν, ἀλλ' ἐν μέσοις αὐτοῖς γινόμενοι καὶ κρατοῦντες
τῆς ὑπερβολῆς αὐτῶν καὶ τῆς ἀταξίας, οὕτω δὴ καὶ ἐν τοῖς ἐρωτικοῖς
γυμνάσιόν ἐστι μέγιστον ἡ τῶν φορτικῶν ἐραστῶν ὁμιλία τοῖς εὖ
πεφυκόσι πρὸς τὴν ὅλην ἀρετήν· τὸ γὰρ ὑπερέχειν τῆς τούτων ἐνοχλή-
σεως καὶ κρατῆσαι τῆς ἀλογίας αὐτῶν φύσεως ἰσχὺν δηλοῖ ⟦τῆς
κακίας⟧ ὑπεροπτικῶς ἔχουσαν κολακείας καὶ τῆς καθ' ἡδονὴν ζωῆς.
τοιοῦτος τοίνυν καὶ ὁ Ἀλκιβιάδης φανεὶς εἰκότως ἔδοξεν ἄξιος εἶναι
τῷ Σωκράτει τοῦ ἔρωτος, τὸν μὲν ἐμπαθῆ κλύδωνα τῶν ἐραστῶν
ἀποσεισάμενος ἐν ἡλικίᾳ τοιαύτῃ, θαυμάζων δὲ τὸν Σωκράτους ἔρωτα.
καθάπερ δὴ οὖν ὁ Ἀθηναῖος ξένος εἰς μέθην ἄγει τὴν νεότητα
Γυμνάσιον τοῦτο πρὸς τὰ πάθη τοῖς νέοις ἐπινοήσας καὶ ἄρχοντα
αὐτοῖς ἐφίστησι κριτὴν τῶν κινημάτων τῶν ἐν αὐτοῖς, κατὰ τὰ αὐτὰ
δὴ καὶ ὁ Σωκράτης οἷον ἄρχοντα ἑαυτὸν ἐπέστησε τῷ νεανίσκῳ τῆς
τὸν Ἀλκιβιάδην, εἴπερ ἐπιστήμων ἐστὶ τῶν δικαίων καὶ τῶν συμφερόν-
των, πείθειν περὶ αὐτῶν τὸν Σωκράτην. οὐ γὰρ δήπου μετὰ μὲν τῶν
ἄλλων δύναται αὐτὸν πείθειν, αὐτὸν δὲ καθ' ἑαυτὸν ἀδυνατεῖ. πάρεστι
δὲ ἐν τούτοις τὴν μὲν φιλανθρωπίαν κατιδεῖν τοῦ Σωκράτους, διότι
προτίθησιν ἑαυτὸν εἰς Γυμνάσιον τῷ νεανίσκῳ· τὴν δὲ ἀτυφίαν, ἐν οἷς
οὐ προσποιεῖται τὸ τῆς ὕβρεως ὄνομα, καὶ τὴν μεγαλοφροσύνην ἐν τῷ
αὐτῷ· τὴν δὲ ἐπιστήμην τὴν διαλεκτικήν, ἐξ ὧν οὐ προσίεται τοὺς
μακροὺς λόγους, ἀλλὰ τὰς δι' ἐρωτήσεων ἐξετάσεις τῶν ζητουμένων
ἐν τῷ παρόντι προτίθησι· τὴν δὲ δύναμιν, ἐν οἷς ἐπαγγέλλεται ποιήσειν
τὸν νεανίσκον αὐτὸν ἀκοῦσαι παρ' ἑαυτοῦ λέγοντος ὅτι τὰ δίκαια
συμφέροντά ἐστι. ποῖος γὰρ τελεστὴς οὕτως ἂν δυνηθείη καταγωνί-
σασθαι τὴν τοῦ τελουμένου ψυχήν; ἢ τίς τῶν θαυματοποιῶν οὕτω
παράδοξα ἐπαγγελλόμενος τοῦ τέλους ἔτυχεν; ἀλλὰ Σωκράτης καὶ
εἴ τις ἄλλος ἐν διαλεκτικῇ δεινός, αὐτοὺς δὲ τοὺς προσδιαλεγομένους
μάρτυρας προΐσταται τῶν οἰκείων λόγων.
μέλει. Χρήσιμον δὲ τὸ
βιβλίον τοῖς τὴν διαλεκτικὴν τριβὴν ἀσκουμένοις.
Ἡ δὲ
ὑπόθεσις λέγει ταῦτα, ὅτι ἐξ ἀμφοτέρων ἡ καταβολὴ
τοῦ σπέρματος καὶ ζωογονία γίνεται, καὶ τοὐναντίον οὐκ
ἐξ ἀμφοτέρων. Δεύτερον, ὅτι ἀφ' ὅλου τοῦ σώματος ἡ τοῦ
σπέρματος ἔκκρισις, καὶ τοὐναντίον ὅτι ἀπὸ μόνων τῶν
διδύμων. Γʹ ὅτι ἡ πέψις θερμασίᾳ γίγνεται καὶ ὅτι οὐχ
οὕτως. Δʹ ὅτι τρίψει ἡ πέψις γίνεται, καὶ ὅτι οὐ τρίψει.
Εʹ ὅτι σήψει ἡ πέψις, καὶ ὅτι οὐ σήψει.
Ξυνοθόκος: ξενοδόχος.
Ξυνωρίς: συζυγία· ἢ ἅρμα ἐκ δύο ἵππων συνεζευγ-
μένον.
Ξυρηκής: ὁ ξυρήσιμος καὶ κουριῶν.
Ξυπεταίωνες: δῆμος τῆς Κεκροπίδος φυλῆς Ξυπε-
ταιή· ἀφ' ἧς ὁ δημότης Ξυπεταιών.
Ξυρίδες: καμπάγια· ζυγάβδια· ἢ ἄλλο ὑπόδημα
διάφορον.
Ξυροῦ ἀκμῆς: τοῦ ὀξυτάτου· κατὰ λεπτότητα τῶν
σιδηρίων.
Ξυσταρχεῖς: τοῦ γυμνασίου ἄρχεις.
Ξυστίδα: λεπτὸν ὕφασμα· περιβόλαιον.
Ξυστίς: γυναικεῖον τί ἔνδυμά ἐστι πεποικιλμένον·
890
καλός. καλὰ δὲ καὶ τὰ ἐκ χρυσοῦ καὶ ὅσα τοιαῦτα, ἐν οἷς καὶ κρήδεμνα.
ἐκεῖθεν
δὲ καὶ σκῶμμά ποτε δριμὺ τὸ φιλόκαλος ἐπὶ πορνικοῦ καὶ ἡ ἐν ἐπαίνῳ
ἀπειροκα-
λία ἤγουν ἡ λίαν εὐείδεια. τῆς δ' αὐτῆς ἐννοίας καὶ τὸ «ὁ δεῖνα καλός»
καὶ «ἡ
δεῖνα καλή», ἅπερ ἐν φλοιοῖς δένδρων τὸ παλαιὸν ἐγράφοντο, καθὰ ἐν
τοῖς
ἑξῆς δηλωθήσεται· εὐμορφίαν γὰρ ἐνταῦθα ἐδήλουν τὰ γράμματα. οὕτω
καὶ
τέλος πανηγυρικοῦ λόγου τὸ καλόν, ἐπεὶ κάλλους μάλιστα ὁ πανηγυρικὸς
λόγος
ἐφίεται. Νηγάτεον δὲ ἢ τὸ νεωστὶ γενόμενον οἱονεὶ νεήγατον ἢ παρὰ τὸ
νη
893
σχηματίσαι τὸν λόγον, εἰπὼν «οὔτε ἀλήϊος οὔτε ἀκτήμων χρυσοῦ», καὶ
ὅτι
τὸ νόημα τοῦτο περίφρασίς ἐστι τοῦ «ἀέθλια πολλά», διασαφοῦσα τὸ ἐν
ἐκείνῳ
ἀόριστον πλῆθος. Καὶ ὅρα ὡς ἐκ μέρους τῶν ληΐων καὶ τῆς χρυσοῦ
κτήσεως
πάντα πλουτισμὸν ἐνέφηνε, καὶ ὅτι κατ' ἐξαίρετον ἐκ τῶν ἄλλων ὑλῶν
μνησθεὶς
τοῦ χρυσοῦ μετὰ τὰ λήϊα, καὶ ἐρίτιμον αὐτὸν λέγει ὡς τῶν λοιπῶν
μετάλλων
τιμιώτερον. Ληΐων δὲ πρώτων μνησθεὶς ἐξοχὴν ἐγκωμιαστικὴν τῆς
γεωργίας
ἐνέφηνε. [Ἰστέον δὲ ὅτι σπουδαῖον πάλαι κριθὲν τὸ ἐναγωνίως καὶ χάριν
ἐπ-
άθλων γυμνάζεσθαι φίλον ἦν καὶ τοῖς περὶ Τροίαν Ἀχαιοῖς τά τε ἄλλα καὶ
(v. 352) Ὅτι τὸ «μάστιγι κατωμαδὸν ἤλασεν ἵππους» ἀντὶ τοῦ ἀνατείνας
ἕως ὤμων τὴν μάστιγα, ὤμων δὲ ἢ τῶν ἑαυτοῦ ἢ τῶν ἵππων. (v. 352 – 5)
Ὅτι πολεμικὴν εὔτακτον ὁρμὴν φράζει τὸ «ἤλασεν ἵππους κεκλόμενος»,
ἤγουν ἐγκελευόμενος τοῖς δεῖνα, «ἐπὶ στίχας, οἳ δὲ σὺν αὐτῷ πάντες
ὁμοκλή-
σαντες ἔχον», ἤγουν ἤλαυνον, «ἐρυσάρματας ἵππους ἠχῇ θεσπεσίῃ».
Εὐθεῖα
δὲ πληθυντικὴ τοῦ ἐρυσάρματας οἱ ἐρυσάρματες, ὅπερ ὅτι
μεταπέπλασται
ἀπὸ τοῦ ἐρυσάρματοι, δηλοῦται ἀλλαχοῦ. (v. 355 – 61) Ὅτι Ἀπόλλων
αἰγίδα
ἔχων ἐρίτιμον, ἣν ἀριπρεπέα φθάσας εἶπεν Ὅμηρος ὡς καὶ χρυσῆν καὶ
βασι-
λικήν, «ῥεῖα ὄχθας καπέτοιο βαθείης ποσσὶν ἐρειπὼν ἐς μέσον κατέβαλε,
γεφύρωσεν δὲ κέλευθον μακρὰν ἠδ' εὐρεῖαν, ὅσον τ' ἐπὶ δουρὸς ἐρωὴ
γίνεται»,
οὐκ ἐν πολέμῳ ἀλλ' ἐν γυμνασίου ἀδείᾳ, «ὁππότ' ἀνήρ», φησί, «σθένεος
πειρώ-
μενος ἥσει», τουτέστι πέμψει – ὅθεν καὶ ἥμων ὁ ἀκοντιστής, καὶ ἤματα
τὰ
ἀκοντίσματα. – »τῇ ῥ' οἵ γε», τουτέστιν ἐνταῦθα διὰ τοῦ τοιούτου
γεφυρώ-
ματος, οἱ Τρῶες «προχέοντο φαλαγγηδόν», ἔφιπποι πάντως, ὡς μετ'
ὀλίγα
φανήσεται, «πρὸ δ' Ἀπόλλων», ἤγουν πρὸ δὲ τῶν ἄλλων Ἀπόλλων
ἐκέχυτο
δηλαδή, «αἰγίδ' ἔχων», ὡς ἐρρέθη, «ἐρίτιμον», ἔρειπε δὲ τεῖχος οὐχ'
ἁπλῶς
δίχα πόνου, ἀλλὰ καὶ λίαν ἀπονητί. (v. 361 s.) Φησὶ γὰρ «ἔρειπε δὲ τεῖχος
σαφέστερον
»ὅς τε», τουτέστιν ὁ παῖς, «ἐπεὶ οὖν ποιήσει ἀθύρματα νηπιέῃσιν,
ἀπογυῶσαι τὲ ἔχει, καὶ ἀνήνορα θέσθαι. καὶ μένεος καὶ ἀλκῆς λαχέσθαι
ποιεῖ ὡς ἡ Ἰλιὰς δηλοῖ.
ὡς δὲ καὶ χαλκοῦ ἤτοι σιδήρου ἐπίθετον ὁ εὐήνωρ, δηλοῦται ἀλλαχοῦ.
(Vers. 623.) Ἀλόχους δὲ,
τὰς τοῦ Ὀδυσσέως λέγει δμωάς. ὡς τοῖς μνηστῆρσιν εἰς ταυτὸν λέχος
ἰούσας. παραχρώμενος τῇ λέξει.
ὅτι δὲ μάχλοι αἱ τοιαῦται δουλίδες, ἐν τοῖς ἑξῆς δηλωθήσεται. (Vers.
626.) Ὁ δὲ δίσκος, ἐκ λίθου
φασὶν ἦν, καί ποτε καὶ σιδήρεος, ἱμάντι περὶ τὸ μέσον ἐνειρμένῳ,
στρεφόμενος καὶ ἀφιέμενος. Ἡ δὲ
αἰγανέα, εἶδος ἀκοντίου ἐπιτηδείου εἰς αἰγῶν θήραν. καὶ γίνεται παρὰ τὸ
ἵεσθαι κατὰ αἰγῶν. ἢ καὶ
παρὰ τὸ ἄγαν ἵεσθαι. οἱ δὲ παλαιοὶ, φασὶ καὶ ὅτι αἰγανέα γρόσχος. μικρὸν
ἀκόντιον. καὶ ζητητέον
μή ποτε ἔσφαλται τὸ γρόσχος. γρόσφος γὰρ μάλιστα εὕρηται διὰ τοῦ φ. εἰ
μὴ ἄρα μηχανικὴ μὲν λέξις
ὁ γρόσφος. ὁ δὲ γρόσχος, ἀκόντιον. Τὸ δὲ ἱέντες, καιρίως εἴρηται. ἵενται
γὰρ καὶ οἱ δίσκοι καὶ αἱ
αἰγανέαι, ὥσπερ καὶ οἱ ὀϊστοί. διὸ καὶ ἰοὶ λέγονται. (Vers. 627.) Τυκτὸν
δὲ δάπεδον, ἢ τὸ εὔτυκτον
καθ' ὁμοιότητα τοῦ, κρητῆρα τετυγμένον. ἢ τὸ μὴ φύσει τοιοῦτον, ἀλλὰ
σκευασθὲν εἰς Γυμνάσιον.
οὐδὲ γὰρ οὐδ' οἱ σπάταλοι μνηστῆρες ἀνέχονται μὴ γυμνάζεσθαι.
Δάπεδον δὲ τί τέ ἐστι καὶ πόθεν
γίνεται, ἡ Ἰλιὰς παριστᾷ. Τὸ δὲ ὕβριν ἔχοντες, παιδευτικῶς ἐῤῥέθη.
ἐπειδὴ τῶν ὑβριστῶν καὶ τὰ
γυμνάσια, οὐ σπουδαῖα. ὕβρις δὲ ἄντικρυς. οὔκουν σπουδαῖοι αὐτόχρημα
οἱ μνηστῆρες οὕτω γυμναζό-
μενοι, ἀλλὰ ἔμφασιν μόνην ἐσκίαζον τοῦ πρὸς ἀνδρίαν ἡρωϊκὴν
γυμνάζεσθαι. (Vers. 629.) Ἀρχοὶ
δὲ μνηστήρων Εὐρύμαχος καὶ Ἀντίνοος, κατὰ ἀνδρίας πρόσχημα. τοῦτο
γὰρ δηλοῖ τὸ, ἀρετῇ ἄριστοι.
ἐπὶ γόνυ πέσοι τὸ τῆς Ἑλένης φῦλον, ἐπεὶ πολλῶν ὑπὸ γούνατ' ἔλυσε.
(Vers. 68.) Περὶ δὲ τοῦ ὡς ὤφελ-
902
δίχα τοῦ ἰῶτα προφέρειν· λέγες γάρ φασι καὶ λέγε, ἀκολούθως δὲ καὶ
τύπτες τύπτε καὶ τὰ ἄλλα ὁμοίως·
καὶ δοκοῦσι καὶ οἱ τοιοῦτοι δωρίζειν. ἐπεὶ οἱ Δωριεῖς τὸ τύπτειν καὶ
λέγειν ἐκ τοῦ, ὡς εἴρηται, τύπτε
καὶ λέγε, τύπτεν καὶ λέγεν φασὶ προσθέσει τοῦ ν· ὅθεν τὸ τυπτέμεν καὶ
λεγέμεν, ὡς καὶ ἐν τοῖς εἰς
τὴν Ἰλιάδα εἴρηται. Τοῦ δὲ ἔλασε σῦς, ὅ πέρ ἐστιν ἔπληξεν, ἐνεργέστερον
τὸ διήλασε. τὸ μέντοι
κατήλασε κωμικὸν σκῶμμα ἐστίν. (Vers. 466.) Ὁ δὲ Παρνησὸς, ὃν ἡ
κοινὴ χρῆσις διὰ τοῦ α λέγει
Παρνασὸν, πολὺς ἐν ταῖς ἱστορίαις, φυλάσσων μέχρι καὶ νῦν παρὰ
Βοιωτοῖς ὑποβάρβαρον τὸ ἀρχαῖον
ὄνομα. Τερνεσὸν γὰρ αὐτὸν παραλαλοῦντες φασὶν οἱ ἐγχώριοι. ἡ δὲ διὰ
τῶν δύο σσ γραφὴ τοῦ Παρ-
νησσοῦ κατήργηται παρὰ τοῖς ὕστερον. καὶ τοιαῦτα μὲν τὰ τοῦ εἰρημένου
Ὁμηρικοῦ χωρίου λεπτά.
Ὅτι δὲ τοῖς παλαιοῖς περισπούδαστον ἦν τὸ κυνηγετεῖν, αἱ παλαιαὶ
πράξεις δηλοῦσιν. ἐν αἷς μυρία
πρόσωπα λαμπρὰ περιᾴδονται, χαίροντα τῇ θηρατικῇ τέχνῃ καὶ
εὐδοκιμοῦντα περὶ αὐτήν. ὅτι μηδὲ
ἔστιν εἰκαῖον ἔργον αὕτη, ἀλλὰ Γυμνάσιον πολεμικὸν, δίχα γε τοῦ καὶ
βίον προσπορίζειν ἐνιαχοῦ ὅλοις
ἔθνεσιν. ἦσαν δὲ καὶ γέρα θήρας παρά τισι. Μακεδονικὸν οὖν ἔθος
ἱστόρηται, γέρας εἶναι τῷ ἔξω
λίνων ὗν κεντήσαντι μὴ καθῆσθαι ἐν δείπνοις, ἀλλὰ κατακλίνεσθαι. ἕως
δὲ τότε καθήμενοί, φασιν,
ἐδείπνουν. Κάσανδρος οὖν ἀνδρεῖός τε ὢν καὶ κυνηγὸς ἀγαθὸς πέντε καὶ
τριάκοντα ἐτῶν γεγονὼς, ἐδεί-
πνει παρὰ τῷ πατρὶ καθήμενος, οὐ δυνάμενος τὸ ἆθλον ἐκτελέσαι. ἄλλως
δὲ ὅτι ἐκαθέζοντο ἐν τοῖς δεί-
πνοις οἱ ἥρωες, οὐ μὴν κατεκέκλιντο, δῆλον ἐστί. λέγεται γοῦν, ὡς καὶ
Ἀλέξανδρός ποτε εἰς ἑξακισχι-
λίους ἡγεμόνας ἐκάθισεν ἐπὶ δίφρων ἀργυρῶν καὶ κλιντήρων ἁλουργοῖς
περιστρώσας ἱματίοις. καὶ
Ἀθήνῃσι δέ, φασι, καθήμενοι ἐδείπνουν ἐν πρυτανείῳ. (Vers. 467.) Ὅτι
τὴν ῥηθεῖσαν οὐλὴν γραῦς
χείρεσσι καταπρηνέσσι λαβοῦσα γνῶ ἐπιμασσαμένη, τουτέστιν
ἐφαψαμένη, πόδα δὲ προέηκε φέρεσθαι·
ἐν δὲ λέβητι πέσε κνήμη, κανάχησε δὲ χαλκός· ἂψ δ' ἑτέρωσ' ἐκλίθη ἢ ὁ
λέβης ἢ αὐτή.
905
σταβατῖναι· κωπεῶνες
σταβεύς· κωπεών
σταβόλιχον· εὔστραβον
στάγην· κάρδοπον
σταγόνες· ῥανίδες. θυγατέρες
σταγρόν· ξηρόν. θερμόν. ἀκμαῖον
σταγών· ἐν τοῖς μεταλλικοῖς τὸ καθαρὸν σιδήριον, ὃ(θεν) καὶ στα-
γονόθαλπον τὸν διαιροῦντα ταῦτα καλοῦσιν
σταδαῖα· ἑστηκότα. ὄρθια
σταδαῖον μέλος· τὸ πρᾷον
στάδιον· Γυμνάσιον. καὶ τόπος μέγας ἁπλοῦς καὶ ὁμαλός. ἢ μέτρον
χωρίου
908
στάζει· ῥέει
σταδία· ἡ λυχνία
σταδίη· ἡ συστάδην καὶ ἐκ χειρὸς μάχη, ἢ ἐκ συστάσεως καὶ ἐκ δια-
δρομῆς
σταδινόν· παρὰ Δίωνι πολίτην
θαλάττης οἱ λεγόμενοι χόες. Καὶ ταῦτα πάντα οὐδ' ὅτι οὐκ οἶδεν,
οἶδεν· οὐδὲ γὰρ αὐτῶν ἀπέχεται τοῦ εὐδοκιμεῖν χάριν, τῷ ὄντι
δὲ τὸ σῶμα μόνον ἐν τῇ πόλει κεῖται αὐτοῦ καὶ ἐπιδημεῖ, ἡ δὲ
διάνοια, ταῦτα πάντα ἡγησαμένη σμικρὰ καὶ ὡς οὐδὲν ἀτιμά-
σασα, πανταχῇ πέταται, κατὰ Πίνδαρον, «τά τε γῆς ὑπένερθεν»
καὶ τὰ ἐπίπεδα γεωμετροῦσα «οὐρανοῦ τε ὕπερ» ἀστρονομοῦσα,
καὶ πᾶσαν πάντῃ φύσιν διερευνωμένη.»
Ἐν δὲ τούτοις ὁ Πλάτων τὴν τῶν ἡμετέρων φιλοσόφων ἐζω-
γράφησε πολιτείαν· οὐ γὰρ δή τις παρ' ἐκείνοις τοιοῦτος ἐγένετο.
909
ὄντων παραγαγών.
Ποικίλον, ἐκ τοῦ πέλω τὸ ὑπάρχω, γίνεται πεκίλος,
καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς ο καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι ποικίλος.
Ποιμὴν, ὁ ἐπὶ πόαν τὰ θρέμματα νέμων, ποαμὴν καὶ
ποιμήν· διαφέρει δὲ ποιμὴν βοσκοῦ.
Ποκὰς, παρὰ τὸ πείκω ἡ ἐξαμμένη ἔρια.
Ποιναίῳ, τιμωρητικῷ· ἀπὸ τοῦ ποινὴ γέγονε ποιναῖος,
ὡς ἀπὸ τοῦ Ῥώμη Ῥωμαῖος· τὸ δὲ ποινὴ ἀπὸ τοῦ πό-
νος πονὴ καὶ ποινή· τὸ δὲ πόνος σημαίνει τρία τὸ
Γυμνάσιον, ὡς παρὰ Ἱπποκράτει, ἄσκησις ὑγιείης, ἀκο-
ρίη τροφῆς, ἀοκνίη, πόνον ἀντὶ τοῦ Γυμνάσιον· σημαί-
νει δὲ καὶ τὴν ὀδυνὴν, ὡς παρὰ τῷ αὐτῷ πάλιν· ἐν
ᾧ νοσήματι ὕπνος πόνον ποιέει θανάσιμον, ἀντὶ τοῦ
βλάβην· καὶ τὸ ποίημα καὶ διήγημα.
Ποινὴ, ἀντέκτησις, ἡ ἀπὸ φόνου τιμωρία· γίνεται οὖν
ἐκ τοῦ φάνος φονὴ, ὡς ὁ ποιητὴς ἐν ἀργαλέῃσι φο-
νῇσι· καὶ πλεονασμῷ τοῦ ἰῶτα καὶ τροπῇ τοῦ δασέος
εἰς ψιλὸν ποινή· ἐξ οὗ καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α
ἄποινον· ὡς τὸ, ἄποινον ὁ θεόπτης· σημαίνει δὲ τὸ
ὑπὲρ τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ φόνου προσαγόμενον δῶ-
ρον· καθ' ὃν Μωϋσῆς ἦσεν ᾠδὴν τῷ θεῷ· ἄσωμεν τῷ
κατα-
δούλωσιν τὸ συνειδός, καὶ τὴν ὁρμὴν τῆς προαιρέσεως ἀργοῦσαν διὰ τὴν
τοῦ
κριτοῦ ἐξέτασιν.
Οὐ κηρύσσω μετάνοιαν, ἵνα μὴ καταφρονήσῃς· οὐκ ἀποβάλλομαι δὲ αὐ-
Περὶ νηστείας
Πόθησον τὴν πτωχείαν τοῦ Χριστοῦ, ἵνα πλουτήσῃς ἐκεῖ τὴν αὐτοῦ
θεότη-
τα. Πόθησον τὴν καλλίστην νηστείαν, τὸ τίμιον καὶ θεάρεστον πρᾶγμα.
Νηστεία ὄχημα πρὸς οὐρανόν. Νηστεία προφήτας γεννᾷ, νομοθέτας
σοφί-
ζει. Νηστεία ψυχῆς ἀγαθὸν φυλακτήριον, σώματος σύνοικος ἀσφαλής.
Νηστεία
ὅπλον ἀριστεύουσιν, ἀθληταῖς Γυμνάσιον. Νηστεία πειρασμοὺς
ἀποκρούεται,
914
τος πρώτου.
Κύκνους: εἶδος πλοίου, κληθὲν οὕτως, ἐπεὶ κύκνοι
ἦσαν κατὰ τῆς πρώρας ἐκτετυπωμένοι ἐπισήμου ἕνεκα.
Κυαμίτης: ἥρως Ἀθήνῃσι, καλούμενος ἤτοι κυρίως ἢ
ἐξ ἐπωνυμίας.
Κυννίδαι: γένος ἱερὸν Ἀθήνῃσιν, ἀπὸ Κύννου ἢ Κυν-
νίδου ἥρωος.
Κύδαρον: εἶδος πλοίου.
Κυρία ἐκκλησία ἐν ᾗ τοὺς ἄρχοντας ἐχειροτόνουν,
οἷον στρατηγούς, ἱππάρχους καὶ ὅσους τοιούτους.
Κυνόσαργες: γυμνασιόν τι Ἀθήνῃσι καλούμενον, εἰς
ὃ ἐνεγράφοντο καὶ οἱ νόθοι ἐκ τοῦ ἑτέρου μέρους
ἀστοί.
Κύρβεις: κατασκευάσματα ξύλινα, ἐν οἷς ἐγγεγραμ-
μένοι τὸ παλαιὸν ἦσαν οἱ νόμοι. εἰσὶ δὲ τρίγωνοι τὸ
σχῆμα. διαφέρουσι δὲ τῶν ἀξόνων, ὅτι ἐκεῖνοι μὲν τε-
τράγωνοί εἰσιν, οὖτοι δὲ τρίγωνοι, πυραμίδι ὅμοιοι.
917
Αἰδέσιμον: Τιμιώτατον.
Ἁλῶναι: Συνδεθῆναι, ληφθῆναι, αἰχμαλωτισθῆναι, πληγῆναι.
Ἄπαγε: Παῦσαι.
Ἄριστος: Μέγιστος, ἐξοχώτατος.
Ἀκαδήμεια καὶ τὸ Λύκειον : Ἄμφω γυμνάσια ἦν, καὶ Πλάτωνος
μὲν ἡ Ἀκαδήμεια, Ἀριστοτέλους δὲ τὸ Λύκειον ὑπῆρχε διατριβή.
Ἐν τούτοις οἱ περίπατοι τοῖς γυμνασίοις ὑπῆρχον.
Ἀπέριττον: Τὴν ἀκτημοσύνην.
Ἀλιτήριον: Ἁμαρτωλόν, ἄδικον θηρατήν, θανάτου ἔνοχον.
Ἄσχετον: Ἄμετρον, ἀφόρητον, ἀβάστακτον.
Ἀνατύπωσις: Διανόησις.
Ἄωρον: Ἄκαιρον.
Ἀμυήτοις: Ἀπείροις, ἀμετόχοις.
Ἅμμασιν: Ἐπὶ τοῦ γενναίου σχοινίου.
920
νι-
κῶντες. E
ἐπεφύτευτο ἐν τῷ γυμνασίῳ δένδρα. ἔθος δὲ ἦν τοῖς ἀσκουμέ-
νοις ἀλειψαμένοις ἐν τῷ ἡλίῳ τρέχειν.
1005] Ἀκαδημία Γυμνάσιον Ἀθήνησιν, ἔνθα καὶ ἱεραὶ ἦσαν ἐλαῖαι,
μορίαι καλούμεναι διὰ τὸ ἐκεῖ γεγονέναι τὸν Ἁλιρροθίου μόρον· ἐξ ὧν ἦν
τῶν
Παναθηναίων τὸ ἔλαιον. E
στεφανωσάμενος RE καλάμῳ EM λευκῷ M: λιτὸς γὰρ καὶ
ἀπερίεργος ὁ τοιοῦτος στέφανος. ἦν δὲ τοῦτο Διοσκούρων ἴδιον
στεφανοῦσθαι τῷ καλάμῳ.
⌈συνέ-
θηκε δὲ καὶ τὸ “βλιττομάμαν” ἀπὸ τοῦ βλίττου, ὅ ἐστι λάχανον λίαν
ἔκλυτον,
καὶ τῆς ποιᾶς καὶ οἷον ἀνάρθρου καὶ μωρᾶς τῶν παίδων φωνῆς τοῦ
μαμᾶν·
τουτέστι μαλακογνώμονα καλοῦσι καὶ μωρόν. Tr2
Th1/2Tr1/2
βλιττομάμαν] μαλακογνώμονα καὶ μωρόν.
1/2Tr1/2
Th λιπαρός] τῷ σώματι.
1/2Tr1/2
Th εὐανθὴς] ὡραῖος.
1Tr1/2
Th ἐν γυμνασίοις] ἐν τοῖς ἀγῶσι.
1/2Tr1/2
Th διατρίψεις] διάξεις.
1/2Tr1/2
Th στωμύλλων] φλυαρῶν.
2
Tr κατὰ] εἰς.
Th1/2Tr1/2 τριβολεκτράπελ'] ἐπιτριβούσας λέξεις τοὺς τῷ λέγοντι αὐτὰς
πλησιά-
ζοντας· λέγει δὲ ἀντὶ τοῦ πανουργίας καὶ λόγων στροφάς.
Th1/2Tr1/2 γλισχραντι⌈λεγ Th1Tr1 [λογ Th2Tr2] εξεπιτρίπτου] ⌈ἤγουν Tr2
ἀδίκου.
Th1/2Tr1/2 ⌈ἐπεὶ Tr2 ἡ ⌈γὰρ Th1Tr1 ἀδικία πανουργίᾳ καὶ στροφαῖς λόγων
κέχρηται καὶ ταῖς ἀντιλογίαις γλίσχρος ἐστὶ καὶ ἀκατανόητος, καὶ πρὸς
οὓς γίνεται, ἐπιτρίβει αὐτοὺς τὸ παράπαν, ἢ ἐπίτριπτός ἐστι καὶ ἀξία
ἐπιτριβῆς
vet Tr καὶ πολὺ νεώτερον Lh: ἐπειδὴ γέρων VLh ἦν Lh ὁ χορός, VLh οἱ
δὲ γέροντες πραγμάτων καταδεέστεροι, V λέγει· ὅτι πολὺ νεώτερον
ἔχοντα τρόπον
θεάσῃ με, ὅ ἐστι παίζοντα. VLh
Tr καὶ πολὺ νεώτερον] ἤγουν παίζοντα ὥσπερ νέον. Lh
vet εἰκότως εἰπὼν ὅσα αὐτοῖς ἀγαθὰ ἐκ τῆς εἰρήνης ὑπάρχει, πάλιν
ἐπανέδρα-
μεν εἰς τὰ τοῦ πολέμου δυσχερῆ προτρεπόμενος αὐτοὺς εἶξαι τῷ
Τρυγαίῳ. V
vet Tr καὶ γὰρ ἱκανὸν χρόνον RLh: δέκα τρία γὰρ ἔτη εἶχον πολεμοῦντες.
RVLh
vet Tr πολλήν, φησί, θλίψιν ὑπεμείναμεν εἰς τὸ Λύκειον εἰσιόντες καὶ
συναγόμε-
νοι, καὶ πάλιν ἐξιόντες ἐκ τοῦ Λυκείου καὶ ἀπιόντες εἰς τὸν πόλεμον.
VLh
926
vet δορὶ σὺν ἀσπίδι: Ἀχαιοῦ ἐστιν ἐκ Μώμου. οὐδὲν δὲ χεῖρον ὁλόκληρον
γυμνασίοις
διατριβὴν ποιήσῃ καὶ διάξεις οὐ φλυαρῶν κατὰ τὴν ἀγορὰν καὶ κατὰ τὰ
τῶν
ὠνίων πρατήρια, κατατετριμμένα, ἐκτράπελα καὶ ἔξω τοῦ πρέποντος
λόγια.
λιπαρός] κατάλειπτος
ἐλαίῳ, παλαιστής.
δίκην τριβόλων κεντοῦντα,
πικρὰ καὶ ἐκτράπελα, ἄσεμνα ἤτοι
ἔξω τοῦ δέοντος τετραμμένα.
στωμύλλων] φλυαρῶν.
τριβολεκτράπελ'] σκληρά,
ἐλαῖαι,
μορίαι καλούμεναι, ἐξ ὧν ἦν τῶν Παναθηναίων τὸ ἔλαιον. μορίας δὲ τὰς
ἐλαίας
ταύτας ἐκάλουν, ἀνθ' ὧν ἐκεῖ Ἁλιρρόθιος ὁ Ποσειδῶνος υἱὸς ἀνῃρέθη
πελέκει
ὑπ' Ἄρεος ὡς φθείρας Ἀλκίππην τὴν θυγατέρα τοῦ Ἄρεος, ὅθεν ἐκεῖ καὶ
πρώτως οὗτοι ἐκρίθησαν οἱ δύο θεοί, ὁ Ποσειδῶν καὶ ὁ Ἄρης.
Ἀκαδημία Γυμνάσιον Ἀ-
θήνησιν, ἔνθα καὶ ἱεραὶ ἦσαν ἐλαῖαι,
μορίαι καλούμεναι διὰ τὸ ἐκεῖ γεγο-
νέναι Ἁλιρροθίου μόρον, ἐξ ὧν ἦν
τῶν Παναθηναίων τὸ ἔλαιον.
μορίαις] ἐλαῖαι οὕτω κα-
λούμεναι.
Σχόλια στον Δημοσθένη (fort. auctore Ulpiano) Oration 20, sec. 69, line
8
χορηγὸν καθίστησι’. τίνος δ' ἕνεκα οὕτως συνέστειλεν; ἵνα μηδὲ φαίνηται
σκεύη τῇ νηὶ καὶ ὅσα τοιαῦτα, χορηγὸς δὲ ὁ τοῖς Διονυσίοις καὶ τοῖς
Παναθηναίοις τῷ χορῷ τὴν τροφὴν παρέχων καὶ στεφάνους καὶ κόσμον
καὶ ὅσα περὶ τὴν τοιαύτην πανήγυριν, ἑστιάτωρ δὲ ὁ τὴν φυλὴν εἰς δεῖπνα
Σχόλια στον Δημοσθένη (fort. auctore Ulpiano) Oration 24, sec. 231,
line 10
ἔρωτι μεγάλῳ τίθεσαι. εἰ μὲν γὰρ ἀληθῶς ἐπιθυμεῖς, πάρεστιν ἐπὶ τῶν
οἴκων δροσώδης καὶ ψυχρὰ ἀνάκλισις πέτρας, ὅθεν σοὶ ποτὸν ἂν γένοιτο
καὶ τὸν πόθον ἐκπληρώσαις. εἰ δ' οὐ βούλει, τί καὶ τοῦτο ἐν ἔρωτος
τάξει ἄγεις: – MNAB
ῥευμάτων: – MgAgBi
πύργοις συνεχής: ἄφθονος τοῖς ὕδασιν. ὁ δὲ νοῦς·
932
εἴπερ ὅλως ὕδατος ἐπιθυμεῖς, πάρεστιν ἐπὶ τῶν οἴκων δροσώδης [καὶ
ὑψηλὴ πέτρα] κλιτὺς, ὅ ἐστιν ἀνακεκλιμένη καὶ ψυχρὰ πέτρα, συνεχὲς
ὕδωρ στάζουσα: – MNAB
ἐγγύς: – MgAgBi
δέσποινα: Λίμνη Γυμνάσιον ἐν Τροιζῆνι, ὡς καὶ ἑξῆς [1133]
φησὶ τὸν ἀμφὶ Λίμνης τροχόν. ὁ δὲ νοῦς· ὦ δέσποινα τῆς
ἰσοπέδου Λίμνης καὶ τῶν ἐν αὐτῇ γυμνασίων τῶν ἱπποκρότων. ἐπεύ-
χεται δὲ λοιπὸν τῇ οἰκείᾳ θεῷ τῶν κυνηγεσίων, ὥστε τοῖς τοῦ ἐρωμένου
ἐπιτηδεύμασι χρήσασθαι πρὸς τὸ αὐτῷ συναναστρέφεσθαι καὶ συνδιαι-
τᾶσθαι. τῆς δὲ θαλάττης φησὶν αὐτὴν δεσπόζειν, ὡς καὶ Ἡσίοδος
[theog. 413]· ‘μοῖραν ἔχει γαίης τε καὶ ἀτρυγέτοιο θαλάσσης’. ἢ ἐπεὶ
Λιμνᾶτις ἡ Ἄρτεμις τιμᾶται: –
Ἀκαδημείας.
Ἀθήνῃσι προάστειον Γυμνάσιον ἀλσῶδες, ἀπό τινος Ἀκαδήμου
ἥρωος ὀνομασθέν.
Αἰξωνέως.
Αἰξωνὶς δῆμος Κεκροπίδος καὶ Αἰξωνεὺς ὁ ἐκεῖθεν.
κέλησι.
ἄζυξιν ἵπποις.
κρονικώτερα (sic TW: χρονικώτερα B).
ἢ τὰ ἀρχαιότερα καὶ παλαιά, ἢ τὰ εὐήθη.
πρὶν νενικηκέναι ... ᾄδεις.
παροιμία πρὸς τῆς νίκης ᾄδεις τὸ ἐγκώμιον, ἐπὶ τῶν τὰ πράγματα
προλαμβανόντων.
ἐρυμνὰ] ἠσφαλισμένα.
Λύκαια] Γυμνάσιον Ἀθήνησιν ὅπου πρὸ τοῦ πολεμ....
γυμνάζ.... I. Λύκειον Ἀθήνησιν ὅπου πρὸ τοῦ πολέμου ἐγυμνάζον-
το. στλεγγίς] ἢ ξύστρον. ταύταις οὐ πρὸς τὸ παραξύεσθαι ἄν
τις χρήσαιτο μόνον, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸ ὕδωρ ἀρύσασθαι. I.
Καΰστρου πεδίον] ἐστὶ δὲ πόλις Ἐφεσίας.
φοινικοῦς] ἐρυθρούς. inter versus. χρῶνται γὰρ οἱ
Ἕλληνες χιτῶσι φοινικίοις πρὸς τοὺς πολέμους, τοῦτο μὲν, ὥς φησιν
Ἀριστοτέλης, ὅτι τὸ τῆς χρόας ἀνδρικὸν, τοῦτο δὲ ὅτι τὸ τοῦ χρώμα-
τος αἱματῶδες τοῦ αἵματος ῥεύσεως ἐθίζει καταφρονεῖν. in marg.
κνημῖδας] τὸ κοῖλον τοῦ σκέλους.
ψαιμεν vel -τε) ἵνα αὐτοὶ δικάσωσιν ἡμῖν τίνος μᾶλλον ἡ χώρα ἦν ἣν
ἔλαβον ἡμῶν τῶν ἀφελομένων ἢ ὑμῶν τῶν λαβόντων αὐτὴν ἐξ ἡμῶν. D.
ἄμεινον γὰρ ἦν μὴ κτήσασθαι ἐξ ἀρχῆς ἢ κτησάμενον
ἀπολέσαι διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ταῦτα κατασχεῖν καὶ φυλάξαι ἀπὸ ἀδρα-
νείας. D.
ἦν] ἀντὶ τοῦ ἤμην. D.
περὶ φυγῆς] φυγῇ κατεδικάσθη Ξενοφῶν. margo C. m.
ant.
οὗτος ὀνειροκρίτης ἦν, καὶ ὡς ἔκρινεν εἴ τι ἀπέβαινεν, ἀπε-
γράφετο αὐτά. καὶ οὗτος βιβλίον ὀνείρων συνέγραψε. διέτριβε δὲ
οὗτος ἐν τῷ Λυκείῳ τῆς Ἀττικῆς περὶ τὸ Γυμνάσιον τῶν Ἀθηναίων.
πείθομαι, φησὶν, ἐκ τῶν ἱερῶν μὴ εἶναι χρήματα. ἰδοὺ τὸ ἐμπόδιον
οὐδετέρως. καὶ εὐθὺς ἀρρενικῶς ὁ ἐμπόδιος. ὁ μάντις ἐκεῖνος ἠρώτα
τὸν Ξενοφῶντα ἆρα θύεις καὶ νῦν τῷ μειλιχίῳ θεῷ, ὥσπερ ἐν τῇ πα-
τρίδι ἢ οὔ. D. ἀπέδοτο] ἐπώλησεν. D.
Θήβης πεδίον] εἰς Θήβην τὴν Ὑποπλακίαν χωρίον οὕτω
καλούμενον καταντικρὺ τῆς Χίου. D.
Πέργαμον] Πέργαμον Γαληνοῦ. A. Ἐρετριέως] πῶς
δὲ οὗτος Ἐρετριεὺς ὢν ᾤκει τὴν Λυδίαν φησὶν ἐν τῷ γʹ τῶν Ἑλληνι-
κῶν.
41, 23f τὴν Πραξιτέλους ἐρωμένην] τινὲς καὶ τὸν Φειδίαν τοῦτο
πεποιηκέναι φασίν, εἰς τὸ Φρύνης τῆς ἑταίρας εἶδος, ἐρωμένης αὐτῷ,
τὴν Ἀφροδίτην διαγλύψαι.
41, 24 Φρύνη] μία τῶν ἑταιρῶν κάλλει διαπρέπουσα, ἀπὸ Θε-
σπιῶν οὖσα πόλεως Βοιωτίας.
41, 27 Ἀλκιβιάδην] Ἀλκιβιάδης, Ἀθηναίων στρατηγός, ἀνὴρ
ἀστεῖος τῷ κάλλει καὶ νέος τὴν ἡλικίαν, ὡς καὶ πολλὰς ἐπ' αὐτῷ
ἐκμανῆναι τῶν γυναικῶν.
42, 7 Μιθριδάτης] βασιλεὺς Σκυθῶν.
42, 21 ἐκ Πέλλης] τῆς Μακεδονίας πόλις.
42, 22 ἐν Κυνοσάργει] Κυνόσαργες Γυμνάσιον τῆς Ἀττικῆς.
42, 24 Δημήτριον] ὁ Δημήτριος οὗτος βασιλεὺς μὲν Μακεδόνων
καὶ Ἑλλήνων, ἐμνηστεύετο δὲ εἰς γάμον Ἀθηνᾶν τὴν Ἀθηναίων θεόν,
ἐξαχθεὶς ἀλόγῳ οἴστρῳ.
42, 28 Λάμιαν] αὕτη ἐστὶ δι' ἣν καὶ τὰ πραττόμενα μορμολύκια
κατ' αὐτὴν προσηγόρευται, φοβερὰν τοῖς βρέφεσιν γενομένην· διὰ
γὰρ τὴν τῶν οἰκείων παίδων ἀπώλειαν ἐφόνα κατὰ τῶν ἀλλοτρίων,
οἰστρουμένη φθόνῳ πολλῷ.
ΕΚΦΡΑΣΙΣ
ΝΙΚΙΟΥ
ΑΛΛΟ.
ΑΛΛΟ.
941
ΑΛΛΟ.
καί ποθ', ὡς αὐτὸς ἔφη, μέλλων ὑποδέχεσθαι τὸν θεόν, θυσίαν ἐπι-
τελεῖν. τῶν δὲ υἱῶν αὐτοῦ πεντήκοντα ὥς φασιν ὄντων ἐκ πολλῶν
γυναικῶν, βουλόμενοι γνῶναι οἱ τῇ θυσίᾳ παρόντες, εἰ τῷ ὄντι θεὸν
μέλλουσι ξενοδοχεῖν, θύσαντές τινα παῖδα ἐγκατέμιξαν τοῖς τοῦ ἱερείου
κρέασιν, ὡς οὐ λήσοντες, εἴπερ ὄντως θεὸς ἔπεισιν. ὑπὸ δὲ τοῦ δαι-
μονίου χειμώνων μεγάλων καὶ κεραυνῶν ῥαγέντων, φασὶ τοὺς αὐτό-
χειρας ἅπαντας τοῦ παιδὸς ἀπολέσθαι.
Λύκαινα: εἶδος θηρίου.
Λύκαιον: ὄνομα τόπου. καὶ Λυκαῖος.
Λυκείην: τὸ τοῦ λύκου δέρμα.
Λύκειον : Γυμνάσιον Ἀθήνησιν, ὅπου πρὸ τοῦ πολέμου ἐδόκει
γυμνάζεσθαι, πρὸ γὰρ τῶν ἐξόδων ἐξοπλίσεις τινὲς ἐγίνοντο ἐν τῷ
Λυκείῳ, διὰ τὸ παρακεῖσθαι τῇ πόλει, καὶ ἀποδείξεις τῶν μᾶλλον
πολεμικῶν ἀνδρῶν.
Λύκειον : ἓν τῶν παρ' Ἀθηναίοις γυμνασίων τὸ Λύκειον .
ὃ Θεόπομπος μὲν Πεισίστρατον ποιῆσαί φησι, Φιλόχορος δὲ ἐπιστα-
τοῦντος Περικλέους γενέσθαι.
Λυκεῖον ποτόν: ἤτοι ἀπὸ κρήνης τῆς ὑπὸ Ἀπόλλωνος εὑρε-
θείσης, ὑπὸ λύκων πινομένης. ἀπὸ οἴνου καὶ μέλιτος. προπερισπω-
μένως.
945
Πλούταρχος , Pyrrhus
Ch. 4, sec. 6, line 2
ΓΥΝΑΙΟΝ ΠΕΡΓΑΜΗΝΟΝ
ΓΥΝΑΙΟΝ ΠΕΡΓΑΜΗΝΟΝ
’καὶ κωφοῦ ξυνίησι καὶ οὐ λαλέοντος ἀκούει,’
τὸν δὲ βουλόμενον ἐμμελῶς ἀποκρίνασθαι δεῖ τὴν διά-
νοιαν ἀναμεῖναι καὶ τὴν προαίρεσιν ἀκριβῶς καταμαθεῖν
τοῦ πυνθανομένου, μὴ γένηται τὸ κατὰ τὴν παροιμίαν
’ἄμας ἀπῄτουν ...’. ἄλλως δὲ τὸ λάβρον τοῦτο καὶ πρὸς
τοὺς λόγους ὀξύπεινον ἀνακρουστέον, ἵνα μὴ δοκῇ καθάπερ
ῥεῦμα τῇ γλώττῃ πάλαι προσιστάμενον ἀσμένως ὑπὸ τῆς
ἐρωτήσεως ἐξερᾶσθαι. καὶ γὰρ ὁ Σωκράτης οὕτως ἐκό-
λουε τὴν δίψαν, οὐκ ἐφιεὶς ἑαυτῷ πιεῖν μετὰ Γυμνάσιον,
εἰ μὴ τὸν πρῶτον ἐκχέαι κάδον ἀνιμήσας, ὅπως ἐθίζηται
τὸν τοῦ λόγου καιρὸν ἀναμένειν τὸ ἄλογον. |
Ἔστι τοίνυν τρία γένη τῶν πρὸς τὰς ἐρωτήσεις
ἀποκρίσεων, τὸ μὲν ἀναγκαῖον τὸ δὲ φιλάνθρωπον τὸ δὲ
περισσόν. οἷον πυθομένου τινὸς εἰ Σωκράτης ἔνδον, ὁ μὲν
ὥσπερ ἄκων καὶ ἀπροθύμως ἀποκρίνεται τὸ ‘οὐκ ἔνδον’,
ἐὰν δὲ βούληται λακωνίζειν, καὶ τὸ ‘ἔνδον’ ἀφελὼν αὐτὴν
μόνην φθέγξεται τὴν ἀπόφασιν· ὡς ἐκεῖνοι, Φιλίππου
γράψαντος εἰ δέχονται τῇ πόλει αὐτόν, εἰς χάρτην ‘οὐ’
μέγα γράψαντες ἀπέστειλαν. ὁ δὲ φιλανθρωπότερον
Περὶ ἡσυχίας.
Σοφὸν ἔοικε χρῆμα τὸ τῆς ἡσυχίας πρός τ' ἄλλα καὶ εἰς
ἐπιστήμης καὶ φρονήσεως μελέτην· λέγω δ' οὐ τὴν καπηλι-
963
τί Πλάτων
καὶ Σπεύσιππος καὶ Μενέδημος;
πρὸς τίσι νυνὶ διατρίβουσιν;
ποία φροντίς, ποῖος δὲ λόγος
διερευνᾶται παρὰ τούτοισιν;
τάδε μοι πινυτῶς, εἴ τι κατειδὼς
ἥκεις, λέξον, πρὸς Γᾶς .....
{Β.} ἀλλ' οἶδα λέγειν περὶ τῶνδε σαφῶς.
Παναθηναίοις γὰρ ἰδὼν ἀγέλην
μειρακίων . . . . . .
ἐν γυμνασίοις Ἀκαδημείας
ἤκουσα λόγων ἀφάτων, ἀτόπων.
περὶ γὰρ φύσεως ἀφοριζόμενοι
διεχώριζον ζῴων τε βίον
δένδρων τε φύσιν λαχάνων τε γένη.
κᾆτ' ἐν τούτοις τὴν κολοκύντην
ἐξήταζον τίνος ἐστὶ γένους.
{Α.} καὶ τί ποτ' ἄρ' ὡρίσαντο καὶ τίνος γένους
εἶναι τὸ φυτόν; δήλωσον, εἰ κάτοισθά τι.
{Β.} πρώτιστα μὲν οὖν πάντες ἄναυδοι
Αθηναίος Δειπνοσοφιστές
Book 5, Kaibel paragraph 46, line 25
{Χο.} νῦν δὴ τὸν ἐκ θἠμετέρου {στρ.}
γυμνασίου λέγειν τι δεῖ καινόν, ὅπως φανήσει –
{Βδ.} ἐνεγκάτω μοι δεῦρο τὴν κίστην τις ὡς τάχιστα.
ἀτὰρ φανεῖ ποῖός τις ὤν, ἢν ταῦτα παρακελεύῃ;
{Χο.} – μὴ κατὰ τὸν νεανίαν
τόνδε λέγειν. ὁρᾷς γὰρ ὥς σοι μέγας ἐστὶν ἁγὼν
973
Νόμοι
Μετὰ ταῦτα τοίνυν, ὦ Ἀθηναῖοι, νομοθετεῖ περὶ
ἀδικημάτων μεγάλων μέν, γιγνομένων δ' οἶμαι ἐν τῇ πόλει·
ἐκ γὰρ τοῦ πράττεσθαί τιν' ὧν οὐ προσῆκεν, ἐκ τούτου
τοὺς νόμους ἔθενθ' οἱ παλαιοί.
ἄτοπον γὰρ εἶναι δοκεῖν αὑτῷ, εἰ τοὺς μὲν υἱεῖς τοὺς μηδέπω
γεγονότας ἅπαντες εὔχεσθε οἱ μέλλοντες παιδοποιεῖσθαι καλοὺς
κἀγαθοὺς τὰς ἰδέας φῦναι καὶ τῆς πόλεως ἀξίους, τοὺς δ'
ἤδη γεγονότας, ἐφ' οἷς προσήκει σεμνύνεσθαι τὴν πόλιν,
ἐὰν κάλλει καὶ ὥρᾳ διενεγκόντες ἐκπλήξωσί τινας καὶ
περιμάχητοι ἐξ ἔρωτος γένωνται, τούτους ὡς ἔοικεν
Αἰσχίνῃ πεισθέντες ἀτιμώσετε.
Κἀνταῦθα δή τινα
καταδρομήν, ὡς ἀκούω, μέλλει περὶ ἐμοῦ ποιεῖσθαι, ἐπε-
ρωτῶν εἰ οὐκ αἰσχύνομαι αὐτὸς μὲν ἐν τοῖς γυμνασίοις
ὀχληρὸς ὢν καὶ πλείστων ἐραστὴς γεγονώς, τὸ δὲ πρᾶγμα
εἰς ὄνειδος καὶ κινδύνους καθιστάς. Καὶ τὸ τελευταῖον, ὡς
ἀπαγγέλλουσί τινές μοι, εἰς γέλωτα καὶ λῆρόν τινα προτρε-
πόμενος ὑμᾶς, ἐπιδείξεσθαί μου φησὶν ὅσα πεποίηκα
ἐρωτικὰ εἴς τινας ποιήματα, καὶ λοιδοριῶν τινων καὶ
πληγῶν ἐκ τοῦ πράγματος, αἳ περὶ ἐμὲ γεγένηνται, μαρ-
τυρίας φησὶ παρέξεσθαι.
δ' ἐστί, λέγειν γὰρ χρὴ πρὸς ὑμᾶς τἀληθῆ, καὶ τὸ σῶμα
μάλα εὔρωστος καὶ ἄλλως φιλόπονος. καὶ τοίνυν τῶν παρ'
αὐτῷ πεῖραν λαμβάνει καθ' ἑκάστην ἡμέραν· ἡγεῖται γὰρ σὺν
τοῖς ὅπλοις καὶ ἐν τοῖς γυμνασίοις καὶ ὅταν πῃ στρατεύηται.
καὶ οὓς μὲν ἂν μαλακοὺς τῶν ξένων αἰσθάνηται, ἐκβάλλει,
οὓς δ' ἂν ὁρᾷ φιλοπόνως καὶ φιλοκινδύνως ἔχοντας πρὸς
τοὺς πολέμους, τιμᾷ τοὺς μὲν διμοιρίαις, τοὺς δὲ τριμοιρίαις,
τοὺς δὲ καὶ τετραμοιρίαις, καὶ ἄλλοις δώροις, καὶ νόσων γε
θεραπείαις καὶ περὶ ταφὰς κόσμῳ· ὥστε πάντες ἴσασιν οἱ
παρ' ἐκείνῳ ξένοι ὅτι ἡ πολεμικὴ αὐτοῖς ἀρετὴ ἐντιμότατόν
τε βίον καὶ ἀφθονώτατον παρέχεται. ἐπεδείκνυε δέ μοι
εἰδότι ὅτι καὶ ὑπήκοοι ἤδη αὐτῷ εἶεν Μαρακοὶ καὶ Δόλοπες καὶ
Ἀλκέτας ὁ ἐν τῇ Ἠπείρῳ ὕπαρχος·
τέχνας ἐργαζομένους τιμᾷ τε καὶ πρὸ τῶν ἄλλων ἄγει, περὶ αὑτὸν
ἔχων ἀεί. τοῦτον μὲν οὖν ὅλον οἶμαι τὸν χορὸν νοήσας ὁποῖός ἐστιν οὐ
μόνον
ζηλώσεις ἀλλὰ καὶ προσκυνήσεις. Σωκράτης γάρ ἐστιν ἐν αὐτῷ καὶ
Ὅμηρος
καὶ Ἱπποκράτης καὶ Πλάτων καὶ οἱ τούτων ἐρασταί, οὓς ἴσα καὶ τοῖς
θεοῖς
σέβομεν, οἷον ὕπαρχοί τινες καὶ ὑπηρέται τοῦ θεοῦ. καὶ τῶν δ' ἄλλων
ἁπάντων
οὐκ ἔστιν ὅστις ἠμελήθη ποτὲ πρὸς αὐτοῦ· οὐ μόνον γὰρ ὁδοιπορούντων
αὐτῶν
πεφρόντικεν ἀλλὰ καὶ πλέουσι σύμπλους ἐστὶ καὶ ναυαγούντων οὐκ
ἀπολείπεται.
Ἀρίστιππος γοῦν ἐπειδή ποτε πλέων τοῦ σκάφους ἀπολομένου πρὸς τὰς
Συρα-
κοσίων ᾐόνας ἐξεβράσθη, πρῶτον μὲν ἐθάρρησε θεασάμενος ἐπὶ τῆς
ψάμμου
διάγραμμα γεωμετρικόν· ἐλογίσατο γὰρ εἰς Ἕλληνάς τε καὶ σοφοὺς
ἄνδρας,
οὐκ εἰς βαρβάρους ἥκειν. ἔπειτα παραγενόμενος εἰς τὸ Συρακοσίων
981
Γυμνάσιον
καὶ ταυτὶ τὰ ἔπη φθεγξάμενος
’τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν
τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασι;’
προσιόντας τέ τινας ἔσχεν αὑτῷ καὶ γνωρίζοντας ὅστις εἴη καὶ πάντων ὧν
ἐδεῖτο
μεταδιδόντας εὐθέως. ὡς δ' εἰς Κυρήνην αὐτοῦ τὴν πατρίδα μέλλοντές
τινες
πλεῖν ἐπυνθάνοντο, μή τι τοῖς οἰκείοις ἐπιστέλλει, κελεύειν αὐτοὺς ἔφη
ταῦτα
κτᾶσθαι τὰ κτήματα ἃ καὶ ναυαγήσαντι συνεκκολυμβήσει.
καιροῦ καὶ μέτρου καὶ τάξεως καὶ ποιότητος, οὐδὲ περὶ τῶν λεπτυ-
νόντων ἐδεσμάτων τε καὶ πομάτων, οὐδὲ περὶ τῶν ἀλλοιούντων κατὰ
ποιότητα φαρμάκων· οὐδενὸς γὰρ αὐτῶν οὐδέπω τὴν κατὰ μέρος
εἴπομεν χρῆσιν, ἀλλ' ἠρκέσθημεν ἐπὶ κεφαλαίων μόνον διελθεῖν· ἐν δὲ
τοῖς ἑξῆς ὑπομνήμασιν ὑπὲρ ἁπάντων ἐπὶ πλέον εἰρήσεται.
ὄνομα τὸ «μέτρια», καὶ τὸν καιρὸν ἐδίδαξε τῇ τάξει τοῦ λόγου. εἰς γὰρ
τὴν τῆς ὑγείας φυλακὴν ἄρχειν μὲν χρὴ τοὺς πόνους, ἕπεσθαι δὲ σι-
τία τε καὶ ποτά, εἶθ' ἑξῆς ὕπνους, εἶτα ἀφροδίσια τοῖς γε δὴ μέλλου-
σιν ἀφροδισίοις χρῆσθαι. τὰ μὲν γὰρ ἄλλα πάντα κοινὰ πάσης ἡλικίας
ἐστί, τὰ δ' ἀφροδίσια μόνης τῆς τῶν ἀκμαζόντων, ἡνίκαπερ αὐτῶν
καὶ ἡ χρεία, ὡς ταῖς γε πρόσθεν τε καὶ ὄπισθεν ἡλικίαις ἢ οὐδ' ὅλως
σπερμαίνειν ἢ οὐ γόνιμον σπερμαίνειν ἢ μοχθηρῶς γόνιμον ὑπάρχειν.
ἀλλὰ | γὰρ ὁ περὶ μὲν τῶν ἀφροδισίων λόγος εἰς τὴν οἰκείαν ἀναβε-
βλήσθω τάξιν.
ἀπὸ δὲ τῶν πόνων ἀρκτέον, αὐτὸ τοῦτο πρῶτον ἐν αὐτοῖς δι-
ελομένους, εἴτε ταὐτόν ἐστι πόνος τε καὶ κίνησις καὶ Γυμνάσιον, εἴτε
πόνος μὲν καὶ κίνησις ταὐτόν, ἕτερον δέ τι τὸ Γυμνάσιον, εἴτε κίνησις
μὲν ἕτερον, οὐδὲν δ' ὁ πόνος τοῦ γυμνασίου διαφέρει. ἐμοὶ μὲν δὴ
δοκεῖ μὴ πᾶσα κίνησις εἶναι Γυμνάσιον, ἀλλ' ἡ σφοδροτέρα μόνη. ἐπεὶ
δ' ἐν τῷ πρός τι τὸ σφοδρόν, εἴη ἂν ἡ αὐτὴ κίνησις ἑτέρῳ μὲν γυ-
μνάσιον, ἑτέρῳ δ' οὐ Γυμνάσιον. ὅρος δὲ τῆς σφοδρότητος ἡ τῆς ἀνα-
πνοῆς ἀλλοίωσις· ὡς, ὅσαι γε κινήσεις οὐκ ἀλλοιοῦσι τὴν ἀναπνοήν,
οὔπω ταύτας ὀνομάζουσι γυμνάσια· εἰ δ' ἤτοι μεῖζον ἢ ἔλαττον ἢ
θᾶττον ἢ πυκνότερον ἀναγκασθείη τις ἀναπνεῖν ἐπὶ κινήσει τινί, γυ-
μνάσιον ἡ τηλικαύτη κίνησις ἐκείνῳ γενήσεται. τοῦτο μὲν δὴ κοινῇ
Γυμνάσιον ὀνομάζεται, ἰδίᾳ δέ, ἀφ' οὗπερ καὶ τὰ γυμνάσια
κατά τε τρίψεις καὶ γυμνάσια καὶ λουτρὰ καὶ τροφὰς ὅσα τ' ἄλλα συμ-
πληροῖ τὴν ὑγιεινὴν δίαιταν. ὑπεσχόμεθα δέ, καθάπερ ἐπὶ τρίψεών τε
καὶ γυμνασίων ἐποιήσαμεν, εἰς εἴδη τινὰ κοινὰ τὴν θεωρίαν ἀναγα-
γόντες, ὥστε εὐμνημόνευτόν τε ἅμα καὶ | μεθοδικὴν εἶναι τὴν διδασκα-
λίαν, οὕτω κἀπὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων ποιῆσαι· καὶ πρῶτόν γε περὶ τῆς
καλουμένης ἀποθεραπείας, ἐπειδὴ τοῖς εἰρημένοις ἔμπροσθεν ἐφεξῆς
ἐτέτακτο· δηλώσαντες γάρ, εἰς ὅσον ἐπιτείνειν τε καὶ παραύξειν χρὴ
τὰ γυμνάσια πρὸς τὸ τέλειον, ὡς ἐν ὑγείας λόγῳ, ἀκολουθεῖν ἔφαμεν
αὐτοῖς τὴν καλουμένην ἀποθεραπείαν, ὑπὲρ ἧς ἤδη λέγωμεν.
Ἓν μὲν καὶ πρῶτον, ὡς διττὴ κατὰ γένος ἐστί· ἡ μέν τις ὡς
μέρος, ἡ δ' ὡς εἶδος γυμνασίου. περὶ μὲν δὴ τῆς ὡς εἶδος ἑξῆς ἐροῦ-
μεν, περὶ δὲ τῆς ὡς μέρος ἤδη λέγωμεν.
ἅπαντος γυμνασίου καλῶς ἐπιτελουμένου τὸ τελευταῖον μέρος
ἀποθεραπεία καλεῖται· δύο δ' αὐτῆς οἱ σκοποί, κενῶσαί τε τὰ περιτ-
τώματα καὶ ἄκοπον φυλάξαι τὸ σῶμα. κοινὸς μὲν οὖν ὁ πρότερος
ὅλῳ τῷ γυμνασίῳ. καὶ γὰρ κἀκείνου δύο τοὺς πάντας ἐλέγομεν εἶναι
σκοπούς, | ἐπιρρῶσαί τε τὰ στερεὰ μόρια τοῦ ζῴου καὶ κενῶσαι τὰ
περιττώματα. ὁ δ' ἴδιος τῆς ἀποθεραπείας σκοπὸς ἐνστῆναί τε καὶ
διακωλῦσαι τοὺς εἰωθότας ἐπιγίνεσθαι τοῖς ἀμετροτέροις γυμνασίοις
κόπους. ἐπὶ μὲν οὖν τῶν ἀθλητῶν καὶ τῶν ὁτιοῦν ἔργον ἀναγ-
καῖον ἐν τῷ βίῳ διαπραττομένων, οἷον ἤτοι σκαπτόντων
οῦσι τὴν ἐν τοῖς μυσίν, ἐν οἷς δὴ καὶ μάλιστά ἐστιν ἡ διάθεσις, ὑπὲρ ἧς
διαλεγόμεθα. διαφορηθέντες γὰρ ἐπὶ πλέον ἐν τοῖς γυμνασίοις | ἰσχνό-
τεροί τε καὶ ξηρότεροι γίνονται. εἰ μὲν οὖν ἐπ' ὀλίγον αὐτοῖς ταῦτα
συμβαίη, κατεργάζεσθαι δύνανται τροφήν, ὅσησπερ δέονται· εἰ δέ τι
πολὺ τοῦ κατὰ φύσιν ἀποχωρήσειαν, ἀδυνατοῦσιν. ὧν ὁ Θέων οὐδὲν
ὅλως οὔτ' ἐνενόησεν οὔτε διωρίσατο. τὴν ἀρχὴν γὰρ οὐδ' ἐκ λόγου
τινός, ἀλλ' ἐξ ἐμπειρίας, ὡς καὶ αὐτὸς ὁμολογεῖ, τὸ θερμότερον ὕδωρ
ἐπὶ τῷ τελείῳ γυμνασίῳ χρήσιμον ὑπάρχον ἐτήρησεν. οὕτως οὖν ἐφεξῆς
γράφει· «τοῦτο δέ, εἰ μὲν καὶ τὸν λόγον ἔχει παρακείμενον, εὐτυχή-
ματος ἔργον, εἰ δὲ μή γε, τὸ πρὸς τῶν ἀποτελεσμάτων ἐπιμαρτυρού-
μενον οὐ παραδεκτέον, εἰ μὴ καὶ τὸν λόγον ἐξ εὐκαίρου ἔχοι συμπρος-
πίπτοντα». εἰ μὲν οὖν ἀκριβῶς ἐξευρὼν τὴν διάθεσιν,
ξιν ἑκάστῳ προσθεῖναι, τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τῆς ἑλκώδους διαθέσεως ποιη-
991
ὑπάρχων, οὐ μὴν ἴσην γε τὴν δύναμιν ἐν ἁπάσαις ἔχων, ὅτι μηδὲ τὴν
βλάβην ἴσην ἐργάζεται παροφθείς. ὅσοι μὲν γὰρ ἑτοίμως ἁλίσκονται
σκοτώμασιν ἢ ἐπιληψίαις ἢ ὀφθαλμίαις σφοδραῖς ἢ ὠταλγίαις, οὐ χρὴ
τούτους ἐπινεύοντας ἢ κατακύπτοντας ἢ καλινδουμένους χαμαὶ γυμνά-
ζεσθαι, περιπάτοις δὲ πολλοῖς καὶ δρόμοις μετρίοις αἰωρήσεσί τε ἐπὶ
τῶν ὀχημάτων ἀκόπως χρῆσθαι. παραπλήσιον δὲ τρόπον καὶ ὅσοις
παρίσθμια ῥᾳδίως ἢ ἀντιάδες ἢ συνάγχαι γίνονται καὶ ὅσοις γαργα-
ρεὼν ἑτοίμως ῥευματίζεται καὶ ὅσοις οὖλα καὶ ὅσοις ὀδόντες ἢ ὅλως
τι τῶν κατὰ τὸν τράχηλόν τε καὶ τὴν ὅλην κεφαλὴν μορίων. ἡμι-
κρανίᾳ γοῦν ἐνοχλοῦνται πολλοί, καὶ τένοντας ἄλλοι συνεχῶς ἀλγοῦ-
σιν ἐπὶ μικραῖς προφάσεσιν. ὧν οὐδεὶς ἀνέχεται γυμνασίου πληροῦν-
τος τὴν κεφαλήν, ἀλλ' ἔστιν ἅπασιν αὐτοῖς τὰ διὰ τῶν σκελῶν ὠφέ-
λιμα, καθάπερ γε τοῖς ἀσθενέσι φύσει τὰ σκέλη βελτίω τὰ διὰ τῶν
ἄνω μερῶν γυμνάσια, χειρονομίαι καὶ ἀκροχειρισμοὶ | καὶ δίσκων βολαὶ
καὶ ἁλτήρων χρῆσις ὅσα τε κατὰ τὴν παλαίστραν γυμνάζεται χαμαὶ
πάντα. τοῖς γε μὴν τὰ μέσα μόρια χειρῶν καὶ σκελῶν πάσχουσι ῥᾳδίως
ἅπαν μὲν εἶδος ἐπιτήδειόν ἐστι γυμνασίων, εἰ μὴ τῶν ἄλλων τις ἀπείρ-
γοι σκοπῶν. ἤδη δὲ τὰ μὲν κατὰ θώρακα τοῖς κάτω μᾶλλον χαίρει,
τὰ δὲ κατὰ κύστιν ἢ νεφροὺς τοῖς ἄνω, σπλὴν δὲ καὶ γαστὴρ καὶ
992
ἧπαρ ἔντερά τε καὶ κῶλον, ὥσπερ ἐν τῷ μέσῳ τῶν ἄνω τε καὶ κάτω
μερῶν ἐστιν, οὕτω καὶ τοῖς γυμνασίοις ἀμφοτέροις ὁμοίως χαίρει. τάς
Γαληνός ιατρός De rebus boni malique suci Kühn vol. 6, p.810, line 11
Γαληνός ιατρός De methodo medendi libri xiv Vol. 10, p.288, line 4
Γαληνός ιατρός De methodo medendi libri xiv Vol. 10, p.456, line 8
καὶ μανθάνειν παρ' αὐτῶν· ἐὰν δ' ἔχω τι ἄλλο παρὰ τὰ ὑπὸ
τούτων λεγόμενα, τότ' ἤδη διδάσκειν καὶ πείθειν καὶ σὲ καὶ
τούτους. ἀλλ', ὦ Νικία, τί οὐ λέγει πότερος ὑμῶν;
{ΝΙ.} Ἀλλ' οὐδὲν κωλύει, ὦ Σώκρατες. δοκεῖ γὰρ καὶ
ἐμοὶ τοῦτο τὸ μάθημα τοῖς νέοις ὠφέλιμον εἶναι ἐπίστασθαι
πολλαχῇ. καὶ γὰρ τὸ μὴ ἄλλοθι διατρίβειν, ἐν οἷς δὴ
φιλοῦσιν οἱ νέοι τὰς διατριβὰς ποιεῖσθαι ὅταν Σχολὴν
ἄγωσιν, ἀλλ' ἐν τούτῳ, εὖ ἔχει, ὅθεν καὶ τὸ σῶμα βέλτιον
ἴσχειν ἀνάγκη – οὐδενὸς γὰρ τῶν γυμνασίων φαυλότερον οὐδ'
ἐλάττω πόνον ἔχει – καὶ ἅμα προσήκει μάλιστ' ἐλευθέρῳ
τοῦτό τε τὸ Γυμνάσιον καὶ ἡ ἱππική· οὗ γὰρ ἀγῶνος ἀθληταί
ἐσμεν καὶ ἐν οἷς ἡμῖν ὁ ἀγὼν πρόκειται, μόνοι οὗτοι γυμνά-
ζονται οἱ ἐν τούτοις τοῖς [τὸν] περὶ τὸν πόλεμον ὀργάνοις
γυμναζόμενοι. ἔπειτα ὀνήσει μέν τι τοῦτο τὸ μάθημα καὶ
ἐν τῇ μάχῃ αὐτῇ, ὅταν ἐν τάξει δέῃ μάχεσθαι μετὰ πολλῶν
ἄλλων· μέγιστον μέντοι αὐτοῦ ὄφελος, ὅταν λυθῶσιν αἱ
τάξεις καὶ ἤδη τι δέῃ μόνον πρὸς μόνον ἢ διώκοντα ἀμυνο-
μένῳ τινὶ ἐπιθέσθαι ἢ καὶ ἐν φυγῇ ἐπιτιθεμένου ἄλλου
ἀμύνασθαι αὐτόν· οὔτ' ἂν ὑπό γε ἑνὸς εἷς ὁ τοῦτ' ἐπιστά-
μενος οὐδὲν ἂν πάθοι, ἴσως δ' οὐδὲ ὑπὸ πλειόνων, ἀλλὰ
πανταχῇ ἂν ταύτῃ πλεονεκτοῖ.
Ναί.
1002
Τὰ μὲν ἄλλα τοίνυν, ἦν δ' ἐγώ, ἐκείνας τὰς φύσεις οἴου
δεῖν ἐκλεκτέας εἶναι· τούς τε γὰρ βεβαιοτάτους καὶ τοὺς
ἀνδρειοτάτους προαιρετέον, καὶ κατὰ δύναμιν τοὺς εὐειδεστά-
τους· πρὸς δὲ τούτοις ζητητέον μὴ μόνον γενναίους τε καὶ
βλοσυροὺς τὰ ἤθη, ἀλλὰ καὶ ἃ τῇδε τῇ παιδείᾳ τῆς φύσεως
πρόσφορα ἑκτέον αὐτοῖς.
Ποῖα δὴ διαστέλλῃ;
Δριμύτητα, ὦ μακάριε, ἔφην, δεῖ αὐτοῖς πρὸς τὰ μαθή-
ματα ὑπάρχειν, καὶ μὴ χαλεπῶς μανθάνειν. πολὺ γάρ τοι
μᾶλλον ἀποδειλιῶσι ψυχαὶ ἐν ἰσχυροῖς μαθήμασιν ἢ ἐν
γυμνασίοις· οἰκειότερος γὰρ αὐταῖς ὁ πόνος, ἴδιος ἀλλ' οὐ
κοινὸς ὢν μετὰ τοῦ σώματος.
Ἀληθῆ, ἔφη.
Καὶ μνήμονα δὴ καὶ ἄρρατον καὶ πάντῃ φιλόπονον ζητη-
τέον. ἢ τίνι τρόπῳ οἴει τά τε τοῦ σώματος ἐθελήσειν τινὰ
διαπονεῖν καὶ τοσαύτην μάθησίν τε καὶ μελέτην ἐπιτελεῖν;
Οὐδένα, ἦ δ' ὅς, ἐὰν μὴ παντάπασί γ' ᾖ εὐφυής.
Τὸ γοῦν νῦν ἁμάρτημα, ἦν δ' ἐγώ, καὶ ἡ ἀτιμία φιλοσο-
φίᾳ διὰ ταῦτα προσπέπτωκεν, ὃ καὶ πρότερον εἴπομεν, ὅτι
οὐ κατ' ἀξίαν αὐτῆς ἅπτονται· οὐ γὰρ νόθους ἔδει ἅπτεσθαι,
ἀλλὰ γνησίους.
ἐπελάθετο ὅτι δάκνει τὸ πῦρ, καὶ οὐκ εἶχε τὴν πρόγνωσιν τοῦ λέγοντος
’τράγωι’ τῶι σατύρωι, εὑρόντι πρότερον τὸ πῦρ καὶ προσελθόντι
φιλῆσαι·
’μὴ ἅψηι, 8τράγε· ἁψάμενος γάρ σου ἐμπρήσεις τὰ 8γένεια’.
Galen. In Hippocr. Epidem. VI comment. I 29 p. 49, 8 Wenk.
(unter πέμφιξ): ... ἐπὶ δὲ τῆς ῥανί{τι}δος ὁ αὐτός (Aischylos: voran-
geht F 369) φησιν ἐν Προμηθεῖ·
{ΠΡΟΜ.} ‘ἐξευλαβοῦ δὲ μή σε προσβάλ{λ}ηι στόμα
πέμφιξ· πικρὰ γὰρ κοὐλία λαιμῶι ⏑ ב,
καὶ ἐν Πενθεῖ· (F 365)
’μηδὲ αἵματος πέμφιγα πρὸς πέδωι βάληις’.
Poll. Ὀνομαστ. X 64: τῶν δὲ γυμνασίοις προσηκόντων σκευῶν ...
καὶ ‘ὠμόλινον’, οὐ Κρατίνου μόνον εἰπόντος τὸ ‘ὠμόλινον’ (F 9 [I 14]
Kock), ἀλλὰ καὶ Αἰσχύλου ἐν Προμηθεῖ Πυρκαεῖ·
‘λινᾶ δὲ πεσσὰ κὠμολίνου μακροὶ τόνοι’.
Schol. L Hesiod. Erg. 89 p. 43, 9 Pertusi: .... φησὶν ὅτι Προ-
μηθεὺς τὸν τῶν κακῶν πίθον παρὰ τῶν σατύρων (!) λαβὼν καὶ παρα-
θέμενος τῶι Ἐπιμηθεῖ παρήγγειλε μὴ δέξασθαί τι παρὰ Διός, ὁ δὲ παρα-
κούσας ἐδέξατο τὴν Πανδώραν.
Theogn. p. 93: πήρα: ἀπὸ τοῦ φέρω φέρα καὶ τροπῇ τοῦ φ εἰς
π καὶ τοῦ ε εἰς η πήρα. οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ περὶ παθῶν.
St. 440, 17: Μεθώνη πόλις Θρᾴκης Μαγνησίας, ἣν Ὅμηρος
διὰ τοῦ η «οἱ δ' ἄρα Μηθώνην καὶ Θαυμακίην ἐνέμοντο» (Β 716).
ἐκλήθη ἀπὸ τοῦ μέθυ· πολύοινος γάρ ἐστι.
E. M. 263, 29: δήϊος: παρὰ τὸ δέος δέϊος καὶ δήϊος ὁ δέος ἐμ-
ποιῶν.
St. 403, 3: τῆς Κέω τὸ ἐθνικὸν Κέϊος καὶ ἐκτάσει Κήϊος ὡς
τῆς Τέω Τέϊος καὶ Τήϊος καὶ Κεῖος διὰ διφθόγγου.
St. 421, 8: Λύκειον Γυμνάσιον. – λέγεται καὶ Λυκήϊον.
E. M. 260, 29: δείκελον· λέγεται καὶ δείκηλον. σημαίνει δὲ τὸ
ἄγαλμα ἢ ὁμοίωμα οἷον «δείκηλα προΐαλλεν» (Apoll. Rhod. IV 1672)
καὶ «δείκελον Ἰφιγόνης» παρὰ Παρθενίῳ· ὥσπερ παρὰ τὸ πέμπω πέμ-
πελος (σημαίνει δὲ τὸν πολλῶν ἐνιαυτῶν ὄντα), οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ
δείκω τὸ δεικνύω γίνεται δείκελος καὶ ἐκτάσει τοῦ ε εἰς η δείκηλον τὸ
ἴνδαλμα. Ἐπαφρόδιτος δὲ λείπειν τὸ ι φησὶ κατ' ἀρχὰς ἰδείκελον τὸ
τὴν ἰδίαν ἑκάστου ἐμφαῖνον ὁμοιότητα.
St. 435, 16: Μασσαγέται. – τὸ θηλυκὸν λέγεται Μασσαγῆτις καὶ
ἴσως διὰ τὸ μέτρον.
E. M. 758, 20: τιθήμενος «ἀμφ' ὤμοισι τιθήμενον ἔντεα καλά»
1019
’τὸν δ' εὗρον (φησί) φρένα τερπόμενον φόρμιγγι λιγείῃ,
καλῇ δαιδαλέῃ· περὶ δ' ἀργύρεον ζυγὸν ἦεν·
τὴν ἄρετ' ἐξ ἐνάρων πόλιν Ἠετίωνος ὀλέσσας·
τῇ ὅγε θυμὸν ἔτερπεν, ἄειδε δ' ἄρα κλέα ἀνδρῶν.’
1021
μάθε, φησὶν Ὅμηρος, πῶς δεῖ μουσικῇ χρῆσθαι· κλέα γὰρ
ἀνδρῶν ᾄδειν καὶ πράξεις ἡμιθέων ἔπρεπεν Ἀχιλλεῖ τῷ
Πηλέως τοῦ δικαιοτάτου. ἔτι δὲ καὶ τὸν καιρὸν τῆς χρή-
σεως τὸν ἁρμόττοντα διδάσκων Ὅμηρος ἀργοῦντι γυμνάσιον ἐξεῦρεν
ὠφέλιμον καὶ ἡδύ. πολεμικὸς γὰρ ὢν καὶ
πρακτικὸς ὁ Ἀχιλλεύς, διὰ τὴν γενομένην αὐτῷ πρὸς τὸν
Ἀγαμέμνονα μῆνιν οὐ μετεῖχε τῶν κατὰ τὸν πόλεμον κιν-
δύνων. ᾠήθη οὖν Ὅμηρος πρέπον εἶναι τὴν ψυχὴν τοῖς
καλλίστοις τῶν μελῶν παραθήγειν τὸν ἥρωα, ἵν' ἐπὶ τὴν
μετὰ μικρὸν αὐτῷ γενησομένην ἔξοδον παρεσκευασμένος
ᾖ· τοῦτο δ' ἐποίει δηλονότι μνημονεύων τῶν πάλαι πρά-
ξεων. τοιαύτη ἦν ἡ ἀρχαία μουσικὴ καὶ εἰς τοῦτο χρη-
σίμη. | Ἡρακλέα τε γὰρ ἀκούομεν κεχρημένον μουσικῇ
καὶ Ἀχιλλέα καὶ πολλοὺς ἄλλους, ὧν παιδευτὴς ὁ σοφώ-
τατος Χείρων παραδέδοται, μουσικῆς τε ἅμα
δος δ' ἐπὶ πλέον περὶ τοῦ ποταμοῦ λέγει καὶ τῆς ῥύ-
σεως, ὡς δι' ὅλης ῥέοι τῆς Φωκίδος σκολιῶς καὶ δρα-
κοντοειδῶς “παρὲκ Πανοπῆα διὰ Γλήχωνά τ' ἐρυμνὴν
“καί τε δι' Ὀρχομενοῦ εἱλιγμένος εἶσι δράκων ὥς.”
τὰ δὲ στενὰ τὰ περὶ τοὺς Παραποταμίους ἢ τὴν Παρα-
ποταμίαν (λέγεται γὰρ ἀμφοτέρως) περιμάχητα ὑπῆρ-
ξεν ἐν τ[ῷ Φωκικῷ πολέ]μῳ, μίαν ἐχόντων ταύτην ἐμ-
βολὴν [εἰς τὴν Φωκίδα]· ἔστι δὲ Κηφισσὸς ὅ τε Φωκι-
κὸς καὶ ὁ Ἀθήνησι καὶ ὁ ἐν Σαλαμῖνι, τέταρτος δὲ καὶ
πέμπτος ὁ ἐν Σικυῶνι καὶ ὁ ἐν Σκύρῳ, ἐν Ἀπολλωνίᾳ
δὲ τῇ πρὸς Ἐπιδάμνῳ πηγή ἐστι κατὰ τὸ Γυμνάσιον,
ἣν καλοῦσι Κηφισσόν.
Δαφνοῦς δὲ νῦν μὲν κατέσκαπται· ἦν δέ ποτε
τῆς Φωκίδος πόλις ἁπτομένη τῆς Εὐβοϊκῆς θαλάττης,
διαιροῦσα τοὺς Ἐπικνημιδίους Λοκρούς, τοὺς μὲν ἐπὶ
τὸ πρὸς Βοιω[τίαν μέρος τοὺς δὲ πρὸς] Φωκίδα τὴν
ἀπὸ θαλάττης καθήκ[ουσαν τότε ἐπὶ θάλατταν]. τε-
κμήριον δὲ τὸ ἐν αὐτῷ Σχεδιεῖον, ὅ φασιν εἶναι τάφον
Σχεδίου. [εἴρη]ται δὲ ὁ Δαφνοῦς ἐφ' ἑκάτερα τὴν Λο-
κρίδα [σχίσαι, ὥστ]ε μηδαμοῦ ἅπτεσθαι ἀλλήλων τούς
τ' Ἐπικνημι[δίους καὶ το]ὺς Ὀπουντίους·
κὸν καὶ ἔτι μᾶλλον τὸν τῆς μουσικῆς οὐκ εἰσάπαξ ὁριζό-
μενον, ἀλλ' ἐφ' ἑκάστῃ τελευτῶντα ὡς εἰπεῖν τῇ ἡμέρᾳ
καὶ πάλιν ἐξ ἀρχῆς καθιστάμενον, καὶ οὐδὲ τοῖς εἴδεσι
τῶν θεαμάτων ἐκπληρούμενον αὐθημερόν. ὥσθ' ὅσα καὶ
τὸν νῦν καιρὸν ἐκφεύγει τὸν ὅλον γε δή που τῆς πανη-
γύρεως οὐ παρελήλυθεν. ἢ κομιδῆ γ' ἂν εἴη τῶν ἀτόπων,
εἰ οἱ μὲν νομοθέται τούτου χάριν ἐξέτειναν τὰς συνόδους,
καὶ νὴ Δία γε αὐτὸ τοὔνομα τῆς ἱερομηνίας παρέβησαν,
πλείω τὸν χρόνον προσθέντες, ὅπως ἐπὶ πλεῖστον ἀλλή-
λοις ὁμιλοῖμεν, ἡμεῖς δ' ἀντὶ τοῦ χρήσασθαι τούτῳ μεμ-
φοίμεθα. ὥσπερ οὖν τοῖς τῶν ἄθλων γυμνασίοις οὐκ
ἀχθόμεθα ἐντυγχάνοντες ἐφ' ἡμέρᾳ, ἀλλ' ἐν κέρδους μέ-
ρει τῆς ἀεὶ παρούσης θέας ἀπολαύομεν, οὕτω καὶ περὶ
τῶν λόγων ἔχειν εἰκὸς, καὶ ταῦτά γε τῶν τῇ πανηγύρει
συγκεκληρωμένων, πάντως οὐχ ἑώλοις ἀεὶ τοῖς ὑπολειφθεῖ-
σιν ἐντεύξεσθε, οὐδ' ἀτιμοτέροις ἐκείνων συνεῖναι.
Ἀλλ' ἵνα μὴ πλείω τῶν ἀναγκαίων παραιτούμενος
αὐτῷ τούτῳ μηκύνω, πρὸς τοὺς ἐφεξῆς τῶν λόγων καὶ
συνεχεῖς καὶ δὴ τρέψομαι. ἐπειδὴ γὰρ ἡ Ἑλλὰς ἑαυτῆς
ἐγένετο καὶ πάντα ἐξεκεχωρήκει, νῆες, ἵπποι, τὸ πεζὸν,
ὕπαρχοι, βασιλεὺς, πρῶτον μὲν πανηγύρεις καὶ πρόσοδοι
Δίων Κάσσιος Ρωμαϊκή ιστορία Book 53, ch. 27, sec. 1, line 6
Δίων Κάσσιος Ρωμαϊκή ιστορία Book 61, ch. 21, sec. 1, line 4
Δίων Κάσσιος Ρωμαϊκή ιστορία Book 61, ch. 21, sec. 2, line 3
Δίων Κάσσιος Ρωμαϊκή ιστορία Book 68, ch. 15, sec. 4, line 1
{Α.} Τί Πλάτων
καὶ Σπεύσιππος καὶ Μενέδημος,
πρὸς τίσι νυνὶ διατρίβουσιν;
ποία φροντίς, ποῖος δὲ λόγος
διερευνᾶται παρὰ τοῖσιν;
τάδε μοι πινυτῶς, εἴ τι κατειδώς
ἥκεις, λέξον, πρὸς γᾶς
{Β.} ἀλλ' οἶδα λέγειν περὶ τῶνδε σαφῶς·
Παναθηναίοις γὰρ ἰδὼν ἀγέλην
μειρακίων
ἐν γυμνασίοις Ἀκαδημίας
ἤκουσα λόγων ἀφάτων ἀτόπων·
περὶ γὰρ φύσεως ἀφοριζόμενοι
διεχώριζον ζῴων τε βίον
δένδρων τε φύσιν λαχάνων τε γένη.
κᾆτ' ἐν τούτοις τὴν κολοκύντην
ἐξήταζον τίνος ἐστὶ γένους.
{Α.} καὶ τί ποτ' ἄρ' ὡρίσαντο καὶ τίνος γένους
εἶναι τὸ φυτόν; δήλωσον, εἰ κάτοισθά τι.
{Β.} πρώτιστα μὲν οὖν πάντες ἀναυδεῖς
τότ' ἐπέστησαν, καὶ κύψαντες
πρὸς δὲ
τούτοις ὑπισχνεῖτο καὶ ἕτερα διαγράφειν πεντήκοντα πρὸς τοῖς
ἑκατόν, ἐὰν ἐπιχωρηθῇ διὰ τῆς ἐξουσίας αὐτοῦ Γυμνάσιον καὶ
ἐφηβεῖον αὐτῷ συστήσασθαι καὶ τοὺς ἐν Ιεροσολύμοις Ἀντιοχεῖς
ἀναγράψαι.
ἐπινεύσαντος δὲ τοῦ βασιλέως καὶ τῆς ἀρχῆς κρα-
τήσας εὐθέως πρὸς τὸν Ἑλληνικὸν χαρακτῆρα τοὺς ὁμοφύλους
μετέστησε.
κηδεμονίαν.
ἐφ' οἷς ἀγανακτήσασα ἡ θεία δίκη αὐτὸν αὐτοῖς τὸν
Ἀντίοχον ἐπολέμωσεν.
ἐπειδὴ γὰρ πολεμῶν ἦν κατ' Αἴγυπτον
Πτολεμαίῳ, ἤκουσέν τε ὅτι φήμης διαδοθείσης περὶ τοῦ τεθνάναι
αὐτὸν ὡς ἔνι μάλιστα χαίροιεν οἱ Ιεροσολυμῖται, ταχέως ἐπ' αὐ-
τοὺς ἀνέζευξεν,
τὸ ἄνθος πρὸ καιροῦ τῆς ἥβης ἀπολέσῃς· πρὸς γὰρ τοῖς ἄλλοις καὶ
τοῦτό ἐστι τοῦ γάμου τὸ ἀτύχημα· μαραίνει τὴν ἀκμήν. μή, δέομαι,
Χαρίκλεις, μήπω μοι μαρανθῇς· μὴ παραδῷς εὔμορφον τρυγῆσαι
ῥόδον ἀμόρφῳ γεωργῷ.”
καὶ ὁ Χαρικλῆς, “Ταῦτα μέν,” ἔφη,
“καὶ θεοῖς καὶ ἐμοὶ μελήσει· καὶ γὰρ εἰς τὴν προθεσμίαν τῶν γάμων
χρόνος ἐστὶν ἡμερῶν, πολλὰ δ' ἂν γένοιτο καὶ ἐν νυκτὶ μιᾷ· καὶ
κατὰ Σχολὴν ζητήσομεν.
τὸ δὲ νῦν ἔχον, ἐφ' ἱππασίαν ἄπειμι.
ἐξ οὗ γάρ μοι τὸν ἵππον ἐχαρίσω τὸν καλόν, οὔπω σου τῶν δώρων
ἀπήλαυσα. ἐπικουφιεῖ δέ μοι τὸ Γυμνάσιον τῆς ψυχῆς τὸ λυπούμενον.”
ὁ μὲν οὖν ἀπῄει τὴν τελευταίαν ὁδὸν, ὕστατα καὶ πρῶτα μελλήσων
ἱππάζεσθαι.
Ἐγὼ δὲ πρὸς τὸν Κλεινίαν καταλέγω μου τὸ δρᾶμα πῶς
ἐγένετο, πῶς πάθοιμι, πῶς ἴδοιμι, τὴν καταγωγήν, τὸ δεῖπνον, τὸ
κάλλος τῆς κόρης. τελευτῶν δὲ τῷ λόγῳ συνίειν ἀσχημονῶν, “Οὐ
φέρω,” λέγων, “Κλεινία, τὴν ἀνίαν· ὅλος γάρ μοι προσέπεσεν ὁ
Ἔρως καὶ αὐτόν μου διώκει τὸν ὕπνον τῶν ὀμμάτων· πάντοτε Λευ-
κίππην φαντάζομαι.
οὐ γέγονεν ἄλλῳ τινὶ τοιοῦτον ἀτύχημα·
line 4
ἀλλὰ καὶ πανταχοῦ τὴν γλῶτταν μεστὴν ὕβρεως ἔχει. καί τοί γε
νέος ὢν συνεγίνετο πολλοῖς αἰδοίοις ἀνδράσι καὶ τὴν ὥραν ἅπασαν
εἰς τοῦτο δεδαπανήκει. σεμνότητα δ' ἔδρακε καὶ σωφροσύνην ὑπεκρί-
νατο, παιδείας προσποιούμενος ἐρᾶν καὶ τοῖς εἰς ταύτην αὐτῷ χρω-
μένοις πάντα ὑποκύπτων καὶ ὑποκατακλινόμενος ἀεί.
καταλιπὼν
γὰρ τὴν πατρῴαν οἰκίαν, ὀλίγον ἑαυτῷ μισθωσάμενος στενωπεῖον,
εἶχεν ἐνταῦθα τὸ οἴκημα, ὁμηρίζων μὲν τὰ πολλά, πάντας δὲ τοὺς
χρησίμους πρὸς ἅπερ ἤθελε προσηταιρίζετο δεχόμενος. καὶ οὕτω μὲν
ἀσκεῖν τὴν ψυχὴν ἐνομίζετο, ἦν δ' ἄρα τοῦτο κακουργίας ὑπόκρισις.
ἔπειτα κἀν τοῖς γυμνασίοις ἑωρῶμεν, πῶς τὸ σῶμα ὑπηλείφετο
καὶ πῶς πλῆκτρον περιέβαινε καὶ τοὺς μὲν νεανίσκους, οἷς προσεπά-
λαιε, πρὸς τοὺς ἀνδρειοτέρους μάλιστα συμπλεκόμενος· οὕτως αὑτοῦ
κέχρηται καὶ τῷ σώματι.
ταῦτα μὲν οὖν ὡραῖος ὤν· ἐπεὶ δὲ εἰς
1050
γὰρ ταύτην ἴδια ποιεῖν τῶν κτησαμένων τὰ ἀγαθά, τὰ δ' ἐν δουλείαι τῶν
ἀρχόντων, ἀλλ' οὐχὶ τῶν ἀρχομένων εἶναι. τοῖς δ' ἔχουσι ταύτην φυλακῆς
δεῖν. τὴν μὲν οὖν ὁμόνοιαν διχοστασίας αἰρομένης ἀπαντᾶν, ἣ γίνεται διὰ
πλεονεξίαν καὶ τρυφήν· σωφρόνως γὰρ καὶ λιτῶς ζῶσιν ἅπασιν οὔτε
φθόνον οὔθ' ὕβριν οὔτε μῖσος ἀπαντᾶν πρὸς τοὺς ὁμοίους. διόπερ τοὺς
μὲν παῖδας εἰς τὰς ὀνομαζομένας ἀγέλας κελεῦσαι φοιτᾶν, τοὺς δὲ
τελείους
σιτεῖσθαι ἐν τοῖς συσσιτίοις, ἃ καλοῦσιν ἀνδρεῖα [συσσίτια], ὅπως τῶν
ἴσων μετάσχοιεν τοῖς εὐπόροις οἱ πενέστεροι, δημοσίαι τρεφόμενοι. πρὸς
δὲ τὸ μὴ δειλίαν ἀλλ' ἀνδρείαν κρατεῖν ἐκ παίδων ὅπλοις καὶ πόνοις
συντρέφειν, ὥστε καταφρονεῖν καύματος καὶ ψύχους καὶ τραχείας ὁδοῦ
καὶ
ἀνάντους καὶ πληγῶν τῶν ἐν γυμνασίοις καὶ μάχαις ταῖς κατὰ σύνταγμα.
ἀσκεῖν δὲ καὶ τοξικῆι καὶ ἐνοπλίωι ὀρχήσει, ἣν καταδεῖξαι Κουρῆτας
πρῶτον, ὕστερον δὲ καὶ Πύρριχον συντάξαντα τὴν κληθεῖσαν ἀπ' αὐτοῦ
πυρρίχην, ὥστε μηδὲ τὴν παιδιὰν ἄμοιρον εἶναι τῶν πρὸς πόλεμον χρη-
σίμων. ὡς δ' αὔτως καὶ τοῖς ῥυθμοῖς Κρητικοῖς χρῆσθαι κατὰ τὰς ὠιδὰς
συντονωτάτοις οὖσιν, οὓς Θάλητα ἀνευρεῖν, ὧι καὶ τοὺς παιᾶνας καὶ τὰς
ἄλλας τὰς ἐπιχωρίους ὠιδὰς ἀνατιθέασι καὶ πολλὰ τῶν νομίμων· καὶ
ἐσθῆτι δὲ καὶ ὑποδέσει πολεμικῆι χρῆσθαι, καὶ τῶν δώρων τιμιώτατα
αὐτοῖς εἶναι τὰ ὅπλα.
τοῦδε ἀποστροφήν, εὕροις ἂν τοὔνομα ἐπὶ τοῦ σκεύους τοῦ τοῖς βι-
βλίοις χρησίμου.
Δικάζειν μὲν οὖν ὁπότε δέοι, σκεύη ἂν εἴη δικαστικὰ κλε-
ψύδρα καὶ προχοίδιον καὶ δίσκοι καὶ ψῆφοι, καὶ ἡλίσκος ἐπικρούειν
τὴν κλεψύδραν· τὸν γὰρ ἧλον καὶ ἡλίσκον ἐν Ἥρωσιν Ἀριστοφά-
νης (fg 314) κέκληκεν. οὕτω γὰρ τὰ Ἀττικά· κημοὶ καὶ καδίσκοι καὶ
ἐχῖνοι. κιβώτια δ' ἴσως γραμματοφόρα καὶ γραμματεῖα καὶ κάλαμοι
γραφεῖς, καὶ κληρωτήριον· εἰ γὰρ καὶ ἐπὶ τοῦ τόπου ἔοικεν εἰρῆσθαι
τοὔνομα ἐν τῷ Γήραι Ἀριστοφάνους (fg 146), ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ ἀγ-
γείου ἂν ἐναρμόσειεν.
Ἐπὶ δὲ Γυμνάσιον ἐντεῦθεν τραπομένῳ λήκυθος ἐλαιηρά τις
ἔστω ἢ καὶ ληκύθιον, καὶ στλεγγίδες. καὶ ξυστίδας δ' αὐτὰς ἄν τις
εἴποι· ἔν τε γὰρ ταῖς Ἐπιχάρμου Νήσοις (97 K) εὕρηται τοὔνομα,
καὶ Δίφιλός που ἐν Κιθαρῳδῷ ἀνδρὶ εἴρηκεν (II p 558. 52 Ko)
1053
Chariton Scr. Erot., De Chaerea et Callirhoe Book 1, ch. 1, sec. 10, line
1
τον εἶπεν ‘ἔχω χάριν, ὅτι μου φείδῃ’. τὸν τοιοῦτον οὐδ'
ἂν ἐκώλυεν εἰσελθεῖν, ἀλλ' ᾔδει, ὅτι ἢ καθεδεῖται ὡς
κεράμιον ἢ λέγων ἐρεῖ, ἃ οἶδεν ὅτι ὁ Καῖσαρ θέλει, καὶ
προσεπισωρεύσει ἔτι πλείονα.
Τοῦτον τὸν τρόπον καὶ ἀθλητής τις κινδυνεύων ἀπο-
θανεῖν, εἰ μὴ ἀπεκόπη τὸ αἰδοῖον, ἐπελθόντος αὐτῷ τοῦ
ἀδελφοῦ (ἦν δ' ἐκεῖνος φιλόσοφος) καὶ εἰπόντος ‘ἄγε,
ἀδελφέ, τί μέλλεις ποιεῖν; ἀποκόπτομεν τοῦτο τὸ μέρος
καὶ ἔτι εἰς Γυμνάσιον προερχόμεθα;’ οὐχ ὑπέμεινεν, ἀλλ'
ἐγκαρτερήσας ἀπέθανεν. πυθομένου δέ τινος· Πῶς τοῦ-
το ἐποίησεν; ὡς ἀθλητὴς ἢ ὡς φιλόσοφος; Ὡς ἀνήρ,
ἔφη, ἀνὴρ δ' Ὀλύμπια κεκηρυγμένος καὶ ἠγωνισμένος,
ἐν τοιαύτῃ τινὶ χώρᾳ ἀνεστραμμένος, οὐχὶ παρὰ τῷ Βά-
τωνι ἀλειφόμενος. ἄλλος δὲ κἂν τὸν τράχηλον ἀπε-
τμήθη, εἰ ζῆν ἠδύνατο δίχα τοῦ τραχήλου. τοιοῦτόν ἐστι
τὸ κατὰ πρόσωπον· οὕτως ἰσχυρὸν παρὰ τοῖς εἰθισμέ-
νοις αὐτὸ συνεισφέρειν ἐξ αὐτῶν ἐν ταῖς σκέψεσιν. ‘ἄγε
οὖν, Ἐπίκτητε, διαξύρησαι.’ ἂν ὦ φιλόσοφος, λέγω ‘οὐ
διαξυρῶμαι’. ‘ἀλλ' ἀφελῶ σου τὸν τράχηλον.
στέον. καὶ γὰρ οἱ πλέοντες συστολῇ χρησάμενοι πρὸ μιᾶς ἡμέρας τὴν
ναυτίαν οὐχ ὑπομένουσιν ἢ οὐκ ἐπὶ τοσοῦτον. τῇ δὲ ἑξῆς ἡμέρᾳ σὺν
ἀλείμματι μὲν ἀποθεραπευτέον, τροφὴν δὲ δοτέον ὀλίγην εὐκατέρ-
γαστον, οἷον ᾠὸν ἁπαλὸν | ἢ πόλτον καί τι τῶν μὴ καταπιμέλων
πτηνῶν καὶ ποτὸν ὕδωρ, οὐ πολύ, ψυχρὸν δὲ εἰ σύνηθες, χάριν τοῦ
παραστέλλεσθαι τὸν πλάδον τοῦ στομάχου. ταῖς δὲ ἑξῆς ἡμέραις πρὸ
τοῦ ἀλείμματος προκαταψᾶν αὐτῶν τὸ σῶμα δι' ὀθονίων τρυφερῶν
ἄχρι συμμέτρου φοινιγμοῦ. μετὰ δὲ τὰς πρώτας ἡμέρας λουτρῷ χρῆ-
σθαι ζεστοτέρῳ καὶ οἰναρίῳ συμμέτρῳ καὶ κινήσεσι ταῖς δι' αἰώρας,
φορείῳ τὸ πρῶτον καὶ καθέδρᾳ κἄπειτα ζευκτῷ, καὶ περιπάτοις
ἀναφωνήσεσίν τε καὶ ἀναγνώσεσιν μετὰ πλάσματος καὶ γυμνασίοις
τοῖς δι' ὀρχήσεως κωρύκου τε καὶ σφαίρας καὶ τρίψεως· τονωτικῶν
δὲ τοῦ στομάχου τι μέρος ἐπὶ τοῦ ἄρτου ξηροφαγεῖν. οὕτως γὰρ
εὐμαρῶς ἀποκουφίζεται τὰ σώματα τῶν τῆς κίσσης ὀχληρῶν, ὑφαιρου-
μένου τοῦ καθ' ἡμέραν λουτροῦ καὶ παρὰ μίαν δὲ καὶ παρὰ δύο
παραλαμβανομένου.
πολλῆς δὲ οὔσης ἀνατροπῆς καὶ πλαδήσεως τοῦ στομάχου
πυκνωτικαῖς χρηστέον ἐμβροχαῖς κατὰ τὸν στόμαχον καὶ τὴν κοιλίαν
δι' ἐλαίου ὠμοτριβοῦς καὶ ὀμφακίζοντος ἐρίων προσπεριειληθέντων.
καὶ ῥόδινον δὲ καὶ μήλινον καὶ μύρσινον καὶ μαστίχινον καὶ νάρδινον
ἐπισυστροφεῖ τὸν στόμαχον ὑπτιωμένον, ἢ διά τινος τούτων κηρωτά
οὖν ἔτη προῖκα ἐχόντων· μετὰ δὲ τοῦτον τὸν χρόνον ταξάμενοι μοῖ-
ραν ὀλίγην παρεχέτωσαν ἀπὸ τῶν καρπῶν, ἀπὸ δὲ τῶν βοσκημά-
των μηδέν. ἐὰν δέ τις ξένος γεωργῇ, πέντε ἔτη καὶ οὗτοι μηδὲν
ὑποτελούντων, ὕστερον δὲ διπλάσιον ἢ οἱ πολῖται. ὃς δὲ ἂν ἐξερ-
γάσηται τῶν ξένων διακόσια πλέθρα, πολίτην αὐτὸν εἶναι, ἵνα ὡς
πλεῖστοι ὦσιν οἱ προθυμούμενοι. ἐπεὶ νῦν γε καὶ τὰ πρὸ τῶν
πυλῶν ἄγρια παντελῶς ἐστι καὶ αἰσχρὰ δεινῶς, ὥσπερ ἐν ἐρημίᾳ
τῇ βαθυτάτῃ, οὐχ ὡς προάστιον πόλεως· τὰ δέ γε ἐντὸς τείχους
σπείρεται τὰ πλεῖστα καὶ κατανέμεται. οὐκοῦν ἄξιον, ἔφη,
θαυμάσαι τῶν ῥητόρων, ὅτι τοὺς μὲν ἐπὶ τῷ Καφηρεῖ φιλεργοῦντας
ἐν τοῖς ἐσχάτοις τῆς Εὐβοίας συκοφαντοῦσι, τοὺς δὲ τὸ Γυμνάσιον
γεωργοῦντας καὶ τὴν ἀγορὰν κατανέμοντας οὐδὲν οἴονται ποιεῖν
δεινόν. βλέπετε γὰρ αὐτοὶ δήπουθεν ὅτι τὸ Γυμνάσιον ὑμῖν ἄρου-
ραν πεποιήκασιν, ὥστε τὸν Ἡρακλέα καὶ ἄλλους ἀνδριάντας συχ-
νοὺς ὑπὸ τοῦ θέρους ἀποκεκρύφθαι, τοὺς μὲν ἡρώων, τοὺς δὲ θεῶν·
καὶ ὅτι καθ' ἡμέραν τὰ τοῦ ῥήτορος τούτου πρόβατα ἕωθεν εἰς
τὴν ἀγορὰν ἐμβάλλει καὶ κατανέμεται τὰ περὶ τὸ βουλευτήριον καὶ
τὰ ἀρχεῖα· ὥστε τοὺς πρῶτον ἐπιδημήσαντας ξένους τοὺς μὲν κα-
1073
νεῖον οὔτε ἄλλο τῶν δημοσίων οὐδέν. ἢ ἐγὼ τετύφωμαι καὶ ἀνόητός
εἰμι; πλὴν ὅ γε ἠξίωσα, συμβουλεύσατέ μοι. ὡς ἐγὼ βουλόμενος
ὑμῖν ἀρέσκειν πάντα τρόπον ἀπορῶ. νῦν γὰρ ἐὰν ἅπτωμαι τοῦ
πράγματος καὶ σπουδάζω γίγνεσθαι τὸ ἔργον, τυραννεῖν μέ φασί
τινες καὶ κατασκάπτειν τὴν πόλιν καὶ τὰ ἱερὰ πάντα. δῆλον γὰρ
ὅτι ἐνέπρησα τὸν νεὼν τοῦ Διὸς καὶ τοὺς ἀνδριάντας ἐκ τοῦ
μυδῶνος ἐρρυσάμην, καὶ νῦν ἐν τῷ φανερωτάτῳ κεῖνται τῆς πόλεως.
ἐὰν δὲ τὴν ἡσυχίαν ἄγω, μὴ βουλόμενος μηδένα στένειν μηδὲ
ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ
Οὐχ ὡς τῶν παλαιοτέρων ἐν τοῖς κατὰ τὴν τέχνην τι παραλελοι-
πότων τήνδε τὴν πραγματείαν ἐποιησάμην, ἀλλὰ συντόμου χάριν δι-
δασκαλίας· τοὐναντίον γὰρ ἐκείνοις μὲν ὀρθῶς τε καὶ ἀνελλιπῶς ἅπαντα
πεφιλοπόνηται, οἱ δὲ νεώτεροι πρὸς τῷ μηδὲ τὴν ἀρχὴν ἐπιχειρεῖν
ἐντυγχάνειν αὐτοῖς ἔτι μὴν καὶ ἀδολεσχίαν αὐτῶν κατηγοροῦσιν. ὅθεν
ἐπὶ τὸ παρὸν ἥκω σύνταγμα τοῖς μέν, ὡς εἰκός, ἔχειν αὐτὸ βουλο-
μένοις ὑπόμνημα γενησόμενον, ἐμοὶ δὲ Γυμνάσιον. ἄτοπον γὰρ τοὺς
1080
Παύλος ιατρός Epitomae medicae libri septem Book 1, ch. 22, sec. 1,
line 2
ταρίχων καὶ τῶν δυσωδῶν πάντων καὶ βρομωδῶν καὶ τῶν πλείστων
τραγημάτων καὶ μάλιστα στροβίλων· ἐλαιώδη γὰρ ταῦτα· καὶ διὰ τοῦτο
χολοποιὰ καὶ ἐπιπολαστικὰ ἀλλὰ καὶ ἀφροδισίων ὑπομνηστικά, ὧν παν-
τάπασιν ἀπέχεσθαι χρὴ τὴν τιτθήν· ἐρεθίζονται γὰρ κατὰ τὰς συν-
ουσίας αἱ ἐπιμήνιοι καθάρσεις καὶ διὰ τοῦτο καὶ τὸ γάλα φθείρεται καὶ
μοχθηρὸν καὶ βραχύτατον γίγνεται. τινὲς δὲ αὐτῶν καὶ ἐν γαστρὶ
λαμβάνουσιν, οὗ βλαβερώτερον οὐδὲν ἂν εἴη τῷ τρεφομένῳ βρέφει·
οἱ μὲν οὖν μετὰ τοῦ σκέπεσθαι τὸ σῶμα δρόμοι θερμαίνουσι τὴν σάρκα
καὶ ἱδρῶτας κινοῦσιν· οἱ δὲ χωρὶς τοῦ σκέπεσθαι ἱδρώτων μὲν οὐ
πολλῶν εἰσι γεννητικοί, κατὰ δὲ τὸ ἄδηλον ἰσχυρῶς διαφοροῦσι, καὶ
σκληρύνουσι δὲ καὶ ἀναξηραίνουσι τὰ σώματα.
Ἐάσας τὰ ἰατρικὰ ὁ Ἱπποκράτης ἐπὶ τὴν ψυχὴν πά-
λιν ἔρχεται. ψυχὴν δὲ, οὐχ ὡς ἄνω ἐλέγομεν τὴν θερμα-
σίαν, ἀλλὰ τὴν ὄντως ἄϋλον καὶ ἀθάνατον. διττῶς δέ
ἐστιν ἐξηγήσασθαι τοῦτον τὸν λόγον. ἢ γὰρ περίπατος, ἢ
περὶ παντός. καὶ περὶ παντὸς οὕτως· ὅτι φροντίς ἐστι
τοῖς ἀνθρώποις τοῦ περὶ παντὸς ποιήσασθαι τὴν ψυχήν.
οὐδὲν γὰρ ταύτης ὀφείλει προτιμῆσαι ὁ ἄνθρωπος. λέγει
γὰρ Ἱπποκράτης, ὥσπερ γυμνάζεται τὸ σῶμα, οὕτως
ὀφείλει καὶ ἡ ψυχὴ γυμνάζεσθαι. γυμνάζεται δὲ ἡ ψυχὴ
διὰ πλειόνων, ἐπειδὴ ἓν εἶδος γυμνασίου ἐστὶν ὁ περί-
πατος. πᾶν Γυμνάσιον ἡ φροντίς. φροντὶς δὲ, οὐχ ἵνα
ζητῇ ἢ περὶ κέρδους, ἢ περὶ γυναικὸς, ἀλλὰ ζητεῖν τὴν
κατάληψιν τῆς ἀληθείας, τὴν διάκρισιν τοῦ ἀληθοῦς καὶ
ψευδοῦς. ταῦτα γὰρ γυμνάσιά εἰσιν. καὶ μάλιστα τῆς λο-
γικῆς ψυχῆς ἡ φροντίς. ἔνθεν λέγομεν Σωκράτους καὶ
Πλάτωνος φροντιστήριον, ὅτι οὐχ ἁπλῶς ἐφρόντιζεν, ἀλλ'
ὅτι τὴν ἀλήθειαν κατεγένετο. οὐ μάτην δὲ προσέθηκε
τὸ τοῖς ἀνθρώποις. ἀλλ' οἶδεν ὅτι κατὰ φύσιν ἄνθρωπος
ἐν τούτῳ κρίνεται, ἐν τῷ ὑπόστασιν μὲν τὸ θυμοειδὲς,
ἄρχειν δὲ τῷ λόγῳ. ταῦτα οὖν ὅσα κατὰ φιλοσόφους,
1088
βέλτιον· ὑπερέξει ἄρα καὶ τὸ ποιητικὸν τοῦ τέλους ᾧ συνεκρίνετο, καὶ αἱ-
ρετώτερον αὐτοῦ ἔσται. οἷον ἔστω ποιητικὸν εὐδαιμονίας ἡ φρόνησις,
καὶ
ζητείσθω πότερον αἱρετώτερον ἡ φρόνησις οὖσα ποιητικὸν εὐδαιμονίας
1090
ἢἡ
ὑγεία, ἥτις καὶ αὐτὴ τέλος ἐστίν. ἂν δὴ λάβωμεν τήν τε εὐδαιμονίαν,
ἧς ἡ φρόνησίς ἐστι ποιητική, καὶ τὸ τῆς ὑγείας οὔσης τέλους ποιητικόν,
οἷον τὸ Γυμνάσιον, ἔσται ὡς τὸ τέλος πρὸς τὸ τέλος, ἡ εὐδαιμονία πρὸς
τὴν ὑγείαν, οὕτως καὶ τὸ ποιητικὸν πρὸς τὸ ποιητικόν, ἡ φρόνησις πρὸς
τὸ
Γυμνάσιον· ὥσπερ γὰρ ἔχει ἡ εὐδαιμονία πρὸς τὴν φρόνησιν, τὸ ἴδιον
ποιη-
τικόν, οὕτως ἔχει καὶ ἡ ὑγεία πρὸς τὸ ἴδιον ποιητικόν, ὅ ἐστι τὸ γυμνά-
σιον. οὕτως δ' ἐχόντων καὶ ὡς τὸ ἡγούμενον πρὸς τὸ ἡγούμενον, ἡ εὐ-
δαιμονία πρὸς τὴν ὑγείαν, οὕτως τὸ ἑπόμενον πρὸς τὸ ἑπόμενον, ἡ
φρόνησις
πρὸς τὸ Γυμνάσιον· ὅσῳ δὴ αἱρετωτέρα εὐδαιμονία ὑγείας, τοσούτῳ καὶ
φρόνησις γυμνασίου. κειμένων τούτων ἐξετάσωμεν πάλιν εἰ ἴσον
ὑπερέχει
ἡ εὐδαιμονία τῆς ὑγείας καὶ ἡ ὑγεία τοῦ γυμνασίου, ὃ ἦν αὐτῆς ποιητι-
κόν, ἢ πλέον ἢ ἔλαττον. ἂν μὲν γὰρ πλέον ὑπερέχῃ ἡ εὐδαιμονία τῆς
ὑγείας ἢ ἡ ὑγεία τοῦ γυμνασίου, ἔσται καὶ ἡ φρόνησις ἡ ποιητικὴ τῆς
εὐδαιμονίας πλέον ὑπερέχουσα τοῦ γυμνασίου ἤπερ ἡ ὑγεία· εἰ δὲ πλέον
τοῦ αὐτοῦ ὑπερέχει, δῆλον ὅτι καὶ αἱρετωτέρα ἐστὶ τῆς ὑγείας· πλείονι
αὕτη. καὶ οὕτως ἂν εἴη τέλος αἱρετώτερον δεδειγμένον ἡ ὑγεία τοῦ ποιη-
τικοῦ, τοῦτ' ἔστι τῆς φρονήσεως, ᾧ συνεκρίνετο. δεικνύοιτο δ' ἂν ἡ εὐ-
δαιμονία πλέον ὑπερέχουσα τῆς ὑγείας ἢ ἡ ὑγεία τοῦ γυμνάζεσθαι διὰ
Αψύρτου.
Ἀψύρτου.
Περὶ λουτροῦ.
Εἰδέναι δὲ δεῖ, ὅτι καὶ τοῖς λουτροῖς οὕτω δεῖ κεχρῆσθαι πρὸς ἕκαστον
εἶδος ἀποβλέποντα, θερμοτέροις μὲν ἐπὶ τῶν διὰ μελαγχολικὸν χυμὸν
κινουμένων, εὐκράτοις δὲ μᾶλλον ἐπὶ τῶν δι' ὑπερόπτησιν τοῦ χολώδους
χυμοῦ καὶ γυμνασίοις ὡσαύτως καὶ ἀνατρίψει, ἐλάττονα δὲ ἐπὶ τῶν
1093
θερμοτέρων.
Alexander Med., Therapeutica Vol. 1, p.539, line 3
γὰρ βαρύνονται περὶ τὴν κεφαλὴν καὶ σκοτοῦνται καὶ ἀμβλυώττουσι καὶ
βραδέως αἰσθάνονται· παιδίοις δὲ μάλιστα τοῦτο συμβαίνει τὸ πάθος.
ἀρχό-
μενοι οὖν ἡμεῖς ἀπὸ τῆς παιδικῆς ἡλικίας ἀρξώμεθα. εἰ μὲν οὖν ἐστι
βρέφος ἢ καὶ γάλακτος μεταλαμβάνει, οὐδὲν δεῖ πολυπραγμονεῖν
οὐδὲ πράττειν τῶν θεραπείας ἐχομένων· ἐπερχομένη γὰρ ἡ ἡλικία καὶ
τὸ θερμὸν αὐξανόμενον διαφορεῖ τὴν περιττεύουσαν περὶ τὴν κεφαλὴν
ὑγρότητα καὶ πληροῦσαν αὐτοῦ τὰς κοιλίας. ὅμως συνεργεῖν δεῖ ἡμᾶς καὶ
φροντίζειν, ὅπως τὸ γάλα τῆς τρεφούσης αὐτὸ χρηστὸν καὶ ἀπέριττον εἴη·
ῥώμῃ καὶ τάχει καὶ τῇ τῶν [λοιπῶν] μελῶν εὐκινησίᾳ πολὺ διήνεγκε τῶν
περιβόητος ἐγένετο παρὰ τοῖς πλήθεσι, καὶ ἡγεμὼν αὐτοῖς ᾑρέθη, καὶ
ταχὺ σύστημα περὶ ἑαυτὸν λῃστῶν ἤθροισε. καὶ προκόπτων ἐν τοῖς
πολέμοις οὐ μόνον ἐθαυμαστώθη δι' ἀλκήν, ἀλλὰ καὶ στρατηγεῖν ἔδοξε
διαφερόντως. ἦν δὲ καὶ δίκαιος ἐν ταῖς διανομαῖς τῶν λαφύρων καὶ κατ'
ἀξίαν τοὺς ἀνδραγαθήσαντας ἐξῆρε τοῖς δώροις. προϊὼν δὲ οὐκέτι
λῃστήν,
ἀλλὰ δυνάστην αὑτὸν ἀναδείξας ἐπολέμησε Ῥωμαίοις, καὶ πολλαῖς ἐκρά-
τησε μάχαις, ὡς καὶ στρατηγὸν Ῥωμαίων Οὐιτέλλιον αὐτῷ καταπο-
λεμῆσαι στρατῷ καὶ αἰχμάλωτον λαβεῖν καὶ ξίφει ἀνελεῖν, καὶ πολλὰ
καὶ μετὰ ταῦτα μελιπήκτων καὶ στεφάνων ἐκ σμύρνης καὶ λιβανωτοῦ σὺν
rentes, solent quaerere, cur si deus omnia hominum causa fecerit etiam
multa contraria et inimica et pestifera nobis reperiantur tam in mari
quam in terra? Quod Stoici veritatem non respicientes ineptissime repu-
lerunt; aiunt enim multa esse in gignentibus et in numero ani-
malium, quorum adhuc lateat utilitas; sed eam processu tem-
porum inveniri, sicut iam plura prioribus saeculis incognita necessitas
et usus invenerit.
Origenes contra Celsum IV 75 Vol. I p. 345, 19 Kö. (p. 560
Delarue). εἰ δὲ καὶ τοῖς ἀγριωτάτοις τῶν ζῴων τροφὰς κατεσκεύασεν,
οὐδὲν
θαυμαστόν· καὶ ταῦτα γὰρ τὰ ζῷα καὶ ἄλλοι τῶν φιλοσοφησάντων
εἰρήκασι
γυμνασίου ἕνεκα γεγονέναι τῷ λογικῷ ζῴῳ.
ibid. 78 Vol. I p. 348, 23 Kö. (p. 562 Del.). οὕτως εἰς Γυμνάσιον
τῶν τῆς ἀνδρείας ἐν ἡμῖν σπερμάτων δεδόσθαι ἡμῖν λέγεται τὸ
λεόντων καὶ ἄρκτων παρδάλεων τε καὶ συῶν καὶ τῶν τοιούτων γένος.
Origenes contra Celsum IV 64 Vol. I p. 334, 33 Kö. (p. 552
Delarue).
εἰ
γὰρ καὶ μία τῶν ὅλων φύσις καὶ ἡ αὐτή, οὐ πάντως καὶ ἡ τῶν κακῶν
γένεσις ἀεὶ ἡ αὐτή. ὡς γὰρ μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς οὔσης τῆς τοῦδέ τι-
νος ἀνθρώπου φύσεως, οὐκ ἀεὶ τὰ αὐτά ἐστι περὶ τὸ ἡγεμονικὸν αὐτοῦ
καὶ τὸν λόγον αὐτοῦ καὶ τὰς πράξεις,
Σωπόλιδι.
παίω: τύπτω.
παλάθαι: μᾶζαι σύκων.
παλαίτερος: παλαιότερος.
παλαιγενής: πρεσβύτατος.
πάλαι: ποτὲ. πρῴην.
πάλαι ποτ' ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι: ἐπὶ τῶν
πρότερον μὲν εὐδαιμονούντων, ὕστερον δὲ ἀτυχούντων.
παλαιστάς: σπιθαμὰς ἢ ἐν πάλῃ ἀνταγωνιστάς.
Παλαιστίνη: ὄνομα πόλεως.
παλαίστρα: τὸ Γυμνάσιον.
παλαιὸν: τὸ πρὸ πολλοῦ χρόνου.
παλαιφάτου: παλαιὰς καὶ ἀρχαίας, περὶ ἧς ἔφασαν
ἔκπαλαι μύθους.
παλαμναῖος: φονεὺς ἢ μιαρός. παλαμναῖοι γὰρ λέγον-
ται οἱ διὰ χειρὸς ἀνδροφονοῦντες παρὰ τὴν παλάμνην. καὶ
Ζεὺς παλαμναῖος ὁ τοὺς τοιούτους τιμωρούμενος· καὶ προστρο-
παῖος ὁ προστρέπων ἄγος αὐτοῖς.
παλαμᾶσθαι: τεχνάζεσθαι καὶ παλαμάσθω. Παλα-
μίδης.
τὰς οὖν ἐπὶ τὰς ἐν ταῖς ὁδοῖς γεγονυίας φροντίδας [τὰς] ἐπὶ Δαρείου
συντάξεις εἰθισμένας εἰς τὰ ἱερὰ χαρίζομαι τοῖς θεοῖς, μάλιστα θεῷ
Σαράπι
καὶ Διί. ἐπεὶ δὲ ἀξίως κατέναντι τῶν Κύρου γενεσίων τὰ ἐμὰ βούλεσθε
ἄγεσθαι, συντέταχα Μοσχύλῳ τῷ σατράπῃ, ἵνα καὶ ταῦτα καὶ τὰ Κύρου
γενέσια ἄγητε μετὰ εὐωχίας καὶ ἀγώνων· τοῦ δὲ ἀγωνισμοῦ θεωροὶ
ἔστωσαν
Πέρσαι καὶ ἆθλα τεθήσεται Πέρσαις ὁποῖα χρῄζετε. βούλομαι δὲ τὴν
παρθένον τὴν στεφανουμένην, ἐὰν πολῖτις ᾖ ἡμετέρα, ἄχρι τέλους
λαμβάνειν
εἰς τιμὴν ἐνιαυσιαίαν τὸ ἴσον τῷ στεφάνῳ καὶ μένειν αὐτὴν ἄχρι τέλους
ἱέρειαν· ἐὰν δὲ αὐτὴν ἡ φύσις καταλάβῃ καὶ γυναῖκα ποιήσῃ, δοθῆναι
αὐτῇ
τὸ τίμημα εἰς λόγον προικός· τοῦτο γὰρ δίκαιον καὶ τῇ παραλαμβανούσῃ
τὴν ἱερωσύνην. τὸ δὲ Γυμνάσιον γενέσθω ἐν ἐπισήμῳ τόπῳ ὡς ἐν Πέλλῃ
τῇ πόλει· τὰς δὲ αἱρέσεις ἐγὼ αὐτὸς ποιήσομαι, ἄχρι περίειμι, μετὰ δὲ
τὴν ἐμὴν τελευτήν, οἷς καὶ τὴν χώραν τήνδε δέδωκα δυνάσταις.
δοθήσεται
δὲ ἅρματι πολεμιστηρίῳ φιάλη χρυσᾶ ἔχουσα οἴκου στατῆρα καὶ ἄλλαι
1100
μεγίστας τῶν πρὸ αὐτοῦ πράξεις ἐπιτελέσασθαι. ἐπεὶ δὲ περὶ τούτου τοῦ
βασιλέως οὐ μόνον
οἱ συγγραφεῖς οἱ παρὰ τοῖς Ἕλλησι διαπεφωνήκασι πρὸς ἀλλήλους, ἀλλὰ
καὶ τῶν κατ'
Αἴγυπτον οἵ τε ἱερεῖς καὶ οἱ διὰ τῆς ὠιδῆς αὐτὸν ἐγκωμιάζοντες οὐχ
ὁμολογούμενα λέγου-
σιν, ἡμεῖς πειρασόμεθα τὰ πιθανώτατα καὶ τοῖς ὑπάρχουσιν ἔτι κατὰ τὴν
χώραν σημείοις
τὰ μάλιστα συμφωνοῦντα διελθεῖν. (2) γεννηθέντος γὰρ τοῦ Σεσοώσιος
ἐποίησεν ὁ πατὴρ
αὐτοῦ μεγαλοπρεπές τι καὶ βασιλικόν· τοὺς γὰρ κατὰ τὴν αὐτὴν ἡμέραν
γεννηθέντας παῖ-
δας ἐξ ὅλης τῆς Αἰγύπτου συναγαγὼν καὶ τροφοὺς καὶ τοὺς
ἐπιμελησομένους ἐπιστήσας
τὴν αὐτὴν ἀγωγὴν καὶ τὴν παιδείαν ὥρισε τοῖς πᾶσιν, ὑπολαμβάνων τοὺς
μάλιστα συντρα-
φέντας καὶ τῆς αὐτῆς παρρησίας κεκοινωνηκότας εὐνουστάτους καὶ
συναγωνιστὰς ἐν τοῖς
πολέμοις ἀρίστους ἔσεσθαι. (3) πάντα δὲ δαψιλῶς χορηγήσας διεπόνησε
τοὺς παῖδας
ἐν γυμνασίοις συνεχέσι καὶ πόνοις· οὐδενὶ γὰρ αὐτῶν ἐξῆν
προσενέγκασθαι τροφήν, εἰ μὴ
πρότερον δράμοι σταδίους ἑκατὸν καὶ ὀγδοήκοντα. (4) διὸ καὶ πάντες
ἀνδρωθέντες ὑπῆρ-
ξαν ἀθληταὶ μὲν τοῖς σώμασιν εὔρωστοι, ἡγεμονικοὶ δὲ καὶ καρτερικοὶ ταῖς
ψυχαῖς διὰ
τὴν τῶν ἀρίστων ἐπιτηδευμάτων ἀγωγήν. (5) τὸ μὲν οὖν πρῶτον ὁ
Σεσόωσις ἀποσταλεὶς
ὑπὸ τοῦ πατρὸς μετὰ δυνάμεως εἰς τὴν Ἀραβίαν, συστρατευομένων καὶ τῶν
1101
συντρόφων,
περί τε τὰς θήρας διεπονήθη, καὶ ταῖς ἀνυδρίαις καὶ σπανοσιτίαις
ἐγκαρτερήσας κατεστρέ-
ψατο τὸ ἔθνος ἅπαν τὸ τῶν Ἀράβων, ἀδούλωτον τὸν πρὸ τοῦ χρόνον
γεγονός. (6) ἔπειτα
εἰς τοὺς πρὸς τὴν ἑσπέραν τόπους ἀποσταλεὶς τὴν πλείστην τῆς Λιβύης
ὑπήκοον ἐποιήσατο,
παντελῶς νέος ὢν τὴν ἡλικίαν. (7) τοῦ δὲ πατρὸς τελευτήσαντος
διαδεξάμενος τὴν βασι-
λείαν καὶ ταῖς προκατεργασθείσαις πράξεσι μετεωρισθεὶς ἐπεβάλετο τὴν
οἰκουμένην κατα-
κτήσασθαι. (8) ἔνιοι δὲ λέγουσιν αὐτὸν ὑπὸ τῆς ἰδίας θυγατρὸς Ἀθύρτιος
Τί γῆ;
ΝΙΚΙΟΥ
ὀρνέων καὶ τῆς κοράκων φωνῆς, Περὶ τῆς τοῦ κυνὸς ἐπιτολῆς,
Περὶ τῆς τοῦ Νείλου ἀναβάσεως, Εἰς τὸν Πτολεμαίου πρόχει-
ρον κανόνα καὶ εἰς τὸν μικρὸν ἀστρόλαβον ὑπόμνημα.
Θέων Ἀλεξανδρεὺς, σοφιστής, ὃς ἐχρημάτισεν Αἴ-
λιος. ἔγραψε Τέχνην, Περὶ Προγυμνασμάτων, Ὑπόμνημα εἰς
Ξενοφῶντα, εἰς τὸν Ἰσοκράτην, εἰς Δημοσθένην, Ῥητορικὰς
ὑποθέσεις, καὶ Ζητήματα περὶ συντάξεως λόγου, καὶ ἄλλα
πλείονα.
Θέων, ὁ Οὐαλέριος χρηματίσας, σοφιστής, ὑπόμνημα
εἰς Ἀνδοκίδην.
Θέων, γυμνασίου τοῦ σοφιστοῦ παῖς, Σιδώνιος,
σοφιστὴς παιδεύσας κατὰ τὴν πατρίδα, γενόμενος δὲ ἐπὶ τοῦ
βασιλέως Κωνσταντίνου, καὶ ἀπὸ ὑπάτων καὶ ὕπαρχος.
Θέων σοφιστὴς λόγων ῥητορικῶν, γεγονὼς ἀπὸ τῆς ἱερᾶς
Μαρκέλλης τὸ γὲ ἀνέκαθεν, τὸ δὲ ἐξ' ὑπογύου πατρόθεν ἀπὸ
Ἐκδικίου, διδασκάλου καὶ τούτου τέχνης ῥητορικῆς, ἦν δὲ οὗτος
ὁ Θέων οὐ μάλα ἀγχίνους οὐδὲ ὀξύς, φιλομαθὴς δὲ καὶ φιλό-
πονος εἰς ὑπερβολὴν, ταῦτά τοι καὶ ἐγεγόνει πολυμαθέστατος
ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ πολλὴν ἀρχαίαν ἱστορίαν, πολλὴν δὲ νέαν περι-
βαλλόμενος.
τεσθαι τὸ τῶν πολεμίων δαιμόνων στῖφος, δι' ὧν φησιν· 8“Ἐπ' ἀσπίδα καὶ
γυμνα-
ζομένας μετὰ τῶν ἀνδρῶν, οὐ μόνον τὰς νέας, ἀλλ' ἤδη καὶ τὰς
πρεσβυτέρας,
ὥσπερ τοὺς γέροντας ἐν τοῖς γυμνασίοις, ὅταν ῥυσοὶ καὶ μὴ ἡδεῖς τὴν
ὄψιν
ὅμως φιλογυμναστῶσι.”
Καὶ ἐπιλέγει ἑξῆς·
“Ὁ δὲ γελῶν ἀνὴρ ἐπὶ γυμναῖς ταῖς γυναιξὶ τοῦ βελτίστου ἕνεκα
γυμναζο-
μέναις, ‘ἅτε δὴ τοῦ γελοίου σοφίας δρέπων καρπόν,’ οὐδὲ οἶδεν, ὡς
ἔοικεν, ἐφ' ᾧ γελᾷ.”
περ οἱ νῦν,
οὐδ' ἑλκόμενος περὶ πραγματίου γλισχαντιλογεξεπιτρίπτου·
ἀλλ' εἰς Ἀκαδήμειαν κατιὼν ὑπὸ ταῖς μορίαις ἀποθρέξει
στεφανωσάμενος καλάμῳ λευκῷ μετὰ σώφρονος ἡλικιώτου
σμίλακος ὄζων καὶ ἀπραγμοσύνης καὶ λεύκης φυλλοβολούσης
ἦρος ἐν ὥρᾳ χαίρων, ὁπόταν πλάτανος πτελέᾳ ψιθυρίζῃ.
Μενάνδρου (Com. IV p. 326, fr. 473).
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΙΓʹ.
1124
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ.
ἀσκούσας. καὶ ὁ μὲν Φίλων ὧδέ πῃ ἱστορῶν ἔοικεν ὑποφαίνειν τοὺς κατ'
αὐτὸν ἐξ Ἑβραίων χριστιανίσαντας ἔτι Ἰουδαϊκώτερον βιοῦντας καὶ τὰ
ἐκείνων ἔθη φυλάττοντας. παρ' ἄλλοις γὰρ οὐκ ἔστιν εὑρεῖν ταύτην τοῦ
βίου τὴν διαγωγήν. ὅθεν συμβάλλω ἐξ ἐκείνου παρ' Αἰγυπτίοις ἀκμάσαι
ταυτηνὶ τὴν φιλοσοφίαν. ἄλλοι δέ φασιν αἰτίαν ταύτῃ παρασχεῖν τοὺς
κατὰ
καιρὸν τῇ θρησκείᾳ συμβάντας διωγμούς. ἐπεὶ γὰρ φεύγοντες ἐν ὄρεσι
καὶ
νάπαις καὶ ἐρημίαις τὰς διατριβὰς ἐποιοῦντο, ἐθάδες τοῦ βίου τούτου
ἐγέ-
νοντο.
Ἀλλ' εἴτε Αἰγύπτιοι εἴτε ἄλλοι τινὲς ταύτης προὔστησαν ἐξ ἀρχῆς τῆς
φιλοσοφίας, ἐκεῖνο γοῦν παρὰ πᾶσι συνωμολόγηται, ὡς εἰς ἄκρον
ἀκριβείας
καὶ τελειότητος ἤθεσι καὶ γυμνασίοις τοῖς πρέπουσιν ἐξήσκησε ταυτηνὶ
τοῦ
βίου τὴν διαγωγὴν Ἀντώνιος ὁ μέγας μοναχός· ὃν τηνικαῦτα διαπρέποντα
ἐν ταῖς κατ' Αἴγυπτον ἐρημίαις κατὰ κλέος τῆς τοῦ ἀνδρὸς ἀρετῆς φίλον
ἐποιήσατο Κωνσταντῖνος ὁ βασιλεὺς καὶ γράμμασιν ἐτίμα καὶ περὶ ὧν
ἐδεῖτο
γράφειν προὐτρέπετο. ἐγένετο δὲ οὗτος Αἰγύπτιος τῷ γένει τῶν εὐπατρι-
δῶν ἀπὸ Κομᾶ· κώμη δὲ αὕτη νομοῦ Ἡρακλείας τῆς παρ' Αἰγυπτίοις
Ἀρκάσι. βούπαις δὲ καταλειφθεὶς ὀρφανὸς τοὺς μὲν πατρῴους ἀγροὺς
ἐδωρήσατο τοῖς κωμήταις, τὴν δὲ ἄλλην οὐσίαν διαθεὶς τὸ τίμημα τοῖς
πενομένοις διένειμε. σπουδαίου γὰρ εἶναι φιλοσόφου κατεῖδεν μὴ μόνον
ἑαυτὸν γυμνῶσαι χρημάτων, ἀλλὰ καὶ εἰς δέον ταῦτα ἀναλῶσαι.
σκευάζονται.
φορα αὐτὰ ἔχει· νῦν μὲν γὰρ | οἷόν τέ ἐστιν μᾶλλον ἔχειν
τὸ χειρουργικόν, ἔλαττον δὲ τὸ διαιτητικόν. ὅταν δὲ | τέ-
λειον ἰατρόν μοι ὑποθῇ καὶ πάντα τὰ θεωρήματα τελείως καὶ
ἀνυπερβλή|τως ἔχοντα, οὐκέτι διακεχυμένα εἰσὶν οὐδὲ τῇ ὕ-
λῃ ἔχουσιν τὴν διαφοράν. | ὑποθοῦ μοι ἄνθρωπον παντελῆ
ἔχοντα ὑγίειαν κατὰ τὸ σῶμα. οὐκέτι διαίτης μόνης | χρῄ-
ζει, οὐ τομῆς. ἀπέβαλεν ἐκεῖνα ὧν ἕνεκα ἔχρῃζεν τούτων,
καὶ λοιπὸν | ὑγίειαν ἔχει οὐκέτι ποιοῦσαν ἄλλο τι. αὐτοῦ
δὲ χάριν ταῦτα πάντα σπουδάζεται. | σπουδάζεται δὲ πόθῳ
τινὶ ἡ διακατοχὴ αὐτῆς· εἰσὶν γὰρ ὥσπερ ποιοῦντα ὑγίειαν, |
οὕτω καὶ φυλακτικά, οἷον Γυμνάσιον ἢ τοιάδε τροφή.
ἐκείνη οὖν ἡ μακραίων | ἡμέρα ἀδιάκοπός ἐστιν· ὀψὲ γάρ
ποτε παραγίνεται {το} ὅταν πληρωθῇ τό· “ἔσται σοι | κύριος
φῶς αἰώνιον”, ὅτε οὐκέτι ἐκλείπει ὁ ἥλιος “οὐδὲ ἡ ἀνατολὴ
τῆς σελήνης φωτί|ζει τὴν νύκτα{ν}”. οὐ περὶ τῶν αἰσθητῶν
δὲ φωστήρων ταῦτα λέγεται· “εὐθέως” | γὰρ “μετὰ τὴν θλῖ-
ψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων ὁ ἥλιος σκοτισθήσεται, καὶ ἡ σελή-
νη | οὐ δώσει φῶς αὐτῆς”. ταῦτα δὲ τὰ φῶτα τὰ τοῖς ὧδε
φίλα οὐκέτι δώσουσιν· | ἔσται γὰρ ὁ ἥλιος ἑπταπλασίων καὶ
ἡ σελήνη ὡς ὁ ἥλιος. καθόλου περὶ τῶν οὐ|ρανῶν εἴρηται
ἔτι δὲ αὐτῶν ἐπὶ τῆς πορείας ὄντων ὁ μὲν ἀπήλλακτο τῆς ἀρ-
χῆς, ὁ δὲ ἀφῆκεν οὓς ἦγε, δῆλον ὡς ἀποδόμενος τὴν ἄφεσιν.
ταῦτα γνοὺς Νεβρίδιος διπλῆν πράττεται τιμωρίαν τὸν
στρατιώτην. μαστιγώσας γὰρ ἐκβάλλει τοῦ καταλόγου καὶ δι'
ἄλλων ἐκείνους ἀναζητεῖ. οὕτως ἡμῖν τῶν δυσχερῶν τὰ μὲν
ἐπέρχεται, τὰ δὲ οὐκ ἐθέλει λυθῆναι. δεῖ μέντοι πιστεύειν ὡς
ἥξει ποτὲ καιρὸς τοῦ βελτίονος πίθου.
Γυμνασίῳ.
Ἀρισταινέτῳ.
Τατιανῷ.
πλὴν θανάτου.
οὐ δεδοίκατε, πρὸς τῶν θεῶν, μὴ
τῷ τὰ τοιαῦτα ποιεῖν δόξητε πρὸς τὸν τύραννον βλέ-
πειν καὶ τἀκείνου θεραπεύειν καὶ τῆς δυστυχοῦς ὥρας
τοῦ μειρακίου αὐτοὶ μηνυταὶ γεγενῆσθαι καὶ νῦν ἐκεῖ-
νον παραμυθεῖσθαι τῷ πράγματα ἐμοὶ παρέχειν; τί
βούλεσθε πλέον ὑμῖν γενέσθαι; ἀπολώλεκα τὸν υἱὸν
ἐκεῖνον τὸν καλόν, ἀπολώλεκα. οὐκέτ' αὐτὸν εἰς δι-
δασκαλεῖον ὄψεται βαδίζοντα οὐδείς, οὐκέτ' ἐκεῖθεν
ἀναστρέφοντα, οὐκέτ' ἐν παλαίστραις, οὐκέτ' ἐν γυμνα-
σίοις. ὁ εὔπαις ἐκεῖνος, ὁ μακάριος ἐγὼ κεῖμαι, πέ-
πτωκα. τὸν τάφον τοῦ παιδὸς ἀντὶ τοῦ παιδὸς ἔχω.
ἀλλ' οὐκ ἀρκεῖ ταῦτα οὔθ' ὑμῖν οὔτε τῷ τυράννῳ,
δεῖ δέ με πάντως ἀποθανεῖν; καλῶς. τί οὖν δεῖ κατη-
γορίας; τί δὲ ψήφου; τί δὲ συκοφαντίας; γράψατε
παρελθόντες ἐκδοῦναί με τῷ τῶν καλῶν ἐραστῇ. οὐ-
δὲν ἀντερῶ οὐδὲ φθέγξομαι οὐδ' ἐχθροὺς ὑμᾶς, ἀλλ'
ἐπιτηδείους ἡγήσομαι διδόντας με ἀνθρώπῳ παρ' ᾧ
τάχιστα ἀποθανεῖν ἀνάγκη. ὡς πονηρὸν δὲ καὶ ὠμὸν
καὶ ἄδικον εἰς τὸν ἐμαυτοῦ παῖδα γεγενημένον μή με
ἀποκτείνητε, ὦ ἄνδρες, μηδὲ ποιήσητε χείρους ἐμοῦ
καὶ ταῦτα ἐν οἷς νῦν εἰσιν, ἐγὼ δὲ τῆς μὲν τῶν πολι-
τικῶν μελέτης οὐκ ἠμέλουν, πενθῶν δέ, ὦ ἄνδρες,
διετέλουν καὶ τοὺς ἡλικιώτας ἐν τοῖς γυμνασίοις αἰ-
σχυνόμενος, οἳ τῆς συμφορᾶς τὸν ἀδελφὸν ἐλεοῦντες
οὐκ ἔστιν ὅτε οὐ καθήπτοντό μου περιιστάμενοι κύκλῳ·
σὺ δὲ οὐδὲ εἰσιὼν οἴκαδε καὶ συνεστιώμενος
τῷ πατρὶ καὶ λόγου μεταλαμβάνων οὐκ ἔπαυσας
τὴν ὀργήν; οὐκ ἐπράϋνας τὸν θυμόν; οὐκ ἀνεῖ-
λες τὰς ὑποψίας; οὐχ ἱκέτευσας; οὐκ ἐδάκρυσας;
ὅρα μὴ δόξῃς ἐπαινεῖν τὰ πεπραγμένα τὸν κλῆ-
ρον πρὸ τῆς φύσεως ἄγων, μᾶλλον δὲ ἤδη τι
καὶ συνεξεργάσασθαι.
ὁ δὲ αὐτὸς Ῥῶμος βασιλεὺς πρὸς τιμὴν καὶ αὐτὸς τοῦ Ἡλίου καὶ
τῶν ὑπ' αὐτὸν τεσσάρων στοιχείων τὸν ἀγῶνα ἐν τῇ Ῥώμῃ
ΑΒΔΗΡΙΤΑΙ
ὦτα ὀρθώσετε οὔτ' εἴ τις ἐθέλοι ὑμῖν ἀντὶ κέλητος χρῆσθαι τὴν χρείαν
ἀποπληρώσετε· οὕτω βραδεῖς ἐστε καὶ νωθεῖς καὶ οὐδὲν ὅ τι μὴ ταῖς
παχείαις διφθέραις βαρύνοντες μόνον τὰ γόνατα.
Ἀλλ' ἴσως δοκεῖτε ὅτι ἠπάτημαι ταῖς προσκαίροις ὑμῶν ὑποκρίσεσι καὶ
ταῖς ἀκαίροις ἐρωτήσεσιν, αἷς ἀκαίρως με κόπτετε ὡς δῆθεν προμελετή-
σαντες τὰ ἐρωτήματα καὶ πρὸς ταῦτα παρεσκευασμένοι. πάνυ γὰρ ὑμῶν
καὶ τὴν φύσιν ἐπίσταμαι καὶ τὴν πρὸς τὰς μαθήσεις ἀμβλύτητα καὶ ἣν
ἔχετε ἀκριβεστάτην ἀμέλειαν, καὶ ὅτι μετὰ τὴν τοῦ γυμνασίου πύλην τὰ
μαντικὰ ταυτὶ ἐπιγίνεται πνεύματα καὶ ἡ πρὸς τὰς ἐρωτήσεις βακχεία,
ἔξω δὲ Μεγαρέων οὐδὲ λόγος οὐδ' ἀριθμός. ἀλλ' οἱ μὲν ὑμῶν ὅτι μὴ ὁ
βίος ὑμῖν εὖ ἔχει καταστενάζετε, καὶ πλείων ὁ ἐπὶ τούτου λόγος τοῦ περὶ
τοὺς λόγους· οἱ δὲ ἐπεντρυφῶντες, οἷς εὖ ἔχει, πρὸς τοῦτο τὸ σπουδαῖον
καταναλίσκετε, τοῖς ἑπτὰ μὲν πᾶν ὁτιοῦν συνεισφέροντες, τοῦ δὲ ἐν τοῖς
ἑπτὰ ὀγδόου οὐδὲν φροντίζοντες.
Εἴπω καὶ τἆλλα; ἀλλὰ μή με τῆς γλώττης κακίσητε· εἰ δὲ μή, ἀλλ' ὀλί-
γος ἐμοὶ λόγος τοῦ παρ' ὑμῶν ἐπειλῆφθαι. οἱ μὲν τῶν θεάτρων φροντίζετε
Περὶ ἑρμηνείας
μεμαρτυ-
ρήκατε, πολὺν ἂν ὑμῖν τις τὸν κάρον προσεπιτρίψειεν ἕτερος. ἐξὸν δὲ τοῦ
περὶ τὴν πρώτην πονήσασιν; ἀλλ' ἐκεῖ, ὦ βέλτιστοι (ἵν' ὑμῖν καὶ τὸ τῆς
παραβολῆς παραγυμνώσω ἀπόρρητον), οἱ διάφοροι τῶν πιστευσάντων
καιροὶ μιᾷ ἡμέρᾳ ἀφωμοιώθησαν κατὰ τὴν συνήθειαν τῆς γραφῆς, καὶ
τὸν αὐτὸν πόνον εἰσήνεγκε καὶ ὁ ἑνδεκαταῖος ὃν καὶ ὁ πρωϊαίτατα
συνεληλυθώς· ἐνταῦθα δὲ ὁ πεμπταῖος καὶ ὁ δωδεκαταῖος τὸ πολλο-
στημόριον τῆς ἡμέρας ἀπείληφε, καὶ ὃν ἐχρῆν πόνον συνεισενεγκεῖν ἐν
παντὶ τῷ ἡμερησίῳ δρομήματι διὰ τῆς κατὰ τὸ δωδεκατημόριον ἀπαντή-
σεως ἐσμίκρυνε καὶ ἠλάττωσεν. ἀλλ' οὐδὲ τοιοῦτος ὁ μισθαποδότης
ἐγώ, ὥστε τοσοῦτον ἔχειν τοῦ λόγου πλοῦτον, ὡς τὸν αὐτὸν ἐπίσης
ἐξαρκεῖν ἅπασιν. ἀδικήσω δὲ καὶ ὅσοι τῷ συντόνῳ τῆς προθυμίας τὸ
ἀμελὲς ὑμῶν προλαμβάνοντες ἀπαντῶσιν εἰς τὸ Γυμνάσιον.
Ἔδει μὲν οὖν νῦν ἐπενεγκεῖν τὴν τομὴν καὶ διελεῖν ἀπὸ τῶν ἐρίφων τὰ
πρόβατα, ὥστε τοὺς μὲν εἰσαγαγεῖν ὅποι δὴ φίλον αὐτοῖς, τοὺς δὲ
ἀποπέμ-
ψασθαι· ἐπεὶ δὲ θεῖος ὁ καθ' ἡμᾶς λόγος, δεῖ καὶ πᾶσι τοῖς θείοις
ἀφομοιοῦσθαι. ποῖον οὖν ἐκεῖ τὸ παράδειγμα; οὐκ εὐθὺς ἐντείνει τὸ
τόξον καὶ πέμπει τὸ βέλος θεός, οὐδὲ γυμνοῖ τὸ ξίφος καὶ παίει, οὐδὲ
τοὺς ἄνθρακας ἀνάπτει καὶ καίει· ἀλλὰ κἀκεῖ μὲν τὴν βολὴν ἠπειγμένην
παρακρατεῖ, κἀνταῦθα δὲ ἐπανατείνεται μέν, οὐκ ἐπιφέρει δὲ τὴν
οθʹ. Εἰς τὸ ‘τοσοῦτον διὰ σὲ ἄνθρωπος, ὅσον γίνῃ σὺ δι' ἐκεῖνον θεός’
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Ch. 2, poem 1, line 862
σιν, ὅτι δῆτα δι' ἁμαρτίας κολάζεται. πλὴν ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ἠγνόει
τοῦ καθ' ἑαυτὸν ἀγῶνος τὴν ὑπόθεσιν· ὅθεν ὁ Ἐλιοὺς εἰς μέσον παρ-
ελθὼν οὐ καταδικάζει μὲν τὸν δίκαιον, οὐδὲ ἀποφαίνεται δι' ἁμαρ-
1159
τίας αὐτῷ τὰς κακώσεις ἐπενηνέχθαι – κατὰ τοῦτο μὲν τῶν φίλων καλ-
λίων γενόμενος – , οὐ νοήσας δὲ τοῦ Ἰὼβ τὴν ἔννοιαν, ἐξ' ἧς τοὺς
δοκοῦντας εἶναι κατηγορικοὺς {κατὰ θεοῦ} προέφερε λόγους, κατα-
μέμφεται τὸν Ἰὼβ ὡς ἀσύνετα ῥήματα λαλοῦντα· καλῶς δὲ καὶ ὁ Ἐλι-
οὺς καὶ θαυμασίως τὰ περὶ θεοῦ σοφίας καὶ δυνάμεως ἀπήγγειλεν.
πάντων οὖν ὁμοίως καλῶς καὶ ὀρθοδοξαστικῶς τὴν θείαν πρόνοιαν
καὶ δύναμιν ἀποθαυμαζόντων, ἀγνοούντων δὲ τὴν κατὰ τὸν Ἰὼβ ὑπό-
θεσιν καὶ ὅτι Γυμνάσιον ἀρετῆς ὑπῆρχεν ἡ πληγὴ καὶ οὐχ ἁμαρτημά-
των ἀντίδοσις, τῶν εἰρημένων πάντων ὁ κύριος ποιούμενος τὴν ἐπί-
κρισιν τὰ μὲν περὶ τῆς θείας προνοίας καὶ δυνάμεως καὶ σοφίας πα-
ρὰ πάντων εἰρημένα ὡς καλῶς λεχθέντα ἀποδέχεται – διὸ καὶ αὐτὸς
περιμηκέστερον τὰ περὶ τούτων ἐπεξέρχεται πρὸς μὲν τὸν ἑαυτοῦ φί-
λον, τὸν δίκαιον Ἰώβ, ἡμέρως καὶ πράως διαλεγόμενος καὶ ἐπικυρῶν
μὲν τὰ παρὰ πάντων εἰρημένα περὶ θεοῦ δι' ὧν καὶ αὐτὸς ἐκδιδάσκει
περὶ ἑαυτοῦ τὰ ὅμοια, διδάσκων δὲ ἡμᾶς ὡς ἀκατάληπτα τῆς θείας
προνοίας τὰ κρίματα καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοὶ τῆς τοῦ θεοῦ σοφί-
ας – , τοῖς δὲ φίλοις ἐπιτιμᾷ ὡς ἀποφηναμένοις περὶ ὧν οὐκ ᾔδεισαν
– μὴ γὰρ πρὸ καιροῦ τι κρίνετε, φησὶν ὁ θεῖος ἀπόστολος,
ἔτι δεομένοις γάλακτος· οὐκ ἐβούλετο γὰρ ὁ κτίσας ἡμᾶς θεὸς μεριμνᾶν
καὶ περὶ πολλὰ τυρβάζεσθαι οὐδὲ φροντιστὰς καὶ προνοητὰς τῆς ἰδίας
1160
τιμᾶσθαι αὐτούς.
Εʹ. Περὶ γεωργίας καὶ γεωργῶν· καὶ ὅτι καλὸν τὸ
ἐργάζεσθαι.
ϛʹ. Περὶ γυμνασίου, καὶ μελέτης, καὶ ἀσκήσεως.
Ζʹ. Περὶ γνωσιμαχούντων.
Ηʹ. Περὶ γυναικῶν· ὅτι χρὴ αὐτὰ ὑποτάσσεσθαι τοῖς
ἰδίοις ἀνδράσι· καὶ μηδὲν πράττειν ἄνευ τῆς αὐ-
τῶν γνώμης καὶ βουλῆς.
Θʹ. Περὶ γυναικῶν κυϊσκουσῶν· καὶ ὅτι μὲν ἄρσεν
τίκτει, ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας οὐκ εἰσελεύσε-
ται εἰς οἶκον Κυρίου· εἰ δὲ θῆλυ, ἐπὶ ὀγδοή-
κοντα.
Ιʹ. Περὶ γυναικῶν· ὅτι οὐ δεῖ ἀκαταλύπτως εὔχεσθαι,
ἀλλὰ οὐδὲ λαλεῖν, ἢ διδάσκειν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ
καὶ δραχμὰς ͵γ εἰς θυσίαν τοῦ Ἡρακλέους. καὶ τὸν βασιλέα Ἀντίοχον εἰς
Ἱερουσαλὴμ ἐλθόντα μεγαλοπρεπῶς ὑπεδέξατο, χρήματά τε ἄλλα διὰ
Με-
νελάου τοῦ ἀδελφοῦ Σίμωνος ἔπεμψεν. ὁ δὲ Μενέλαος τʹ ταλάντοις
ὑπερ-
βαλλόμενος τὸν Ἰάσωνα τῆς ἱερωσύνης ἐπέβη. ἀλλ' Ἰάσων μὲν διὰ ταῦτα
εἰς τὴν Ἀμανῖτιν ἔφυγε, Μενέλαος δὲ μὴ ὑπαντῶν διὰ πλήθους τὰ ὑπο-
σχεθέντα δοῦναι τῷ Ἀντιόχῳ ἐξώσθη τῆς ἀρχιερωσύνης, Λυσίμαχός τε
καὶ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ διαδέχεται αὐτόν· Ὀνείας δὲ ὁ πρὸ τούτων
ἀρχιερεὺς
(Θηλυκόν.)
Δρῆσος. κύριον.
Δριμύς. ὁ ὀξύς.
Δρομοκήρυκες. οἱ ἀγγελιοφόροι. οὕτως Δίων.
1169
ἐπάγει γράφων, ὅτι τοῖς ῥιπτουμένοις ἀνὰ μέσον λέγοι ἂν οὐ τῆς ἰδίας
αὐτῶν κινήσεως, ἣν κινοῦνται, τὸ μέσον λαμβάνων, ἀλλὰ τῆς κατὰ
τόπον,
ἐν ᾧ κινοῦνται. τὰ μὲν γὰρ κατὰ φύσιν καὶ παρὰ φύσιν κινούμενα τῶν
ἁπλῶν, οἷον γῆ καὶ πῦρ, τὸ μὲν ἐν τῷ κάτω τὴν ἀκμὴν ἔχει καὶ τῆς
κατὰ φύσιν καὶ τῆς παρὰ φύσιν κινήσεως· καὶ γὰρ καὶ ἡ κατὰ φύσιν
φερο-
μένη βῶλος πρὸς τῷ κάτω τὴν ἀκμὴν ἔχει καὶ ἡ βίᾳ ἀναρριπτουμένη· ἡ
γὰρ τοῦ ῥιπτοῦντος κάτωθεν δύναμις νεαρωτέρα πρὸς τῷ κάτω ἐστί·
πλὴν
ἡ πηγὴ καὶ τῶν ζῴων ἡ καρδία· ὡς γὰρ πρὸς ἀριθμὸν ἡ μονάς, οὕτως
καὶ τὰ ἄλλα ἔχει, ὅπερ ἐστὶν ἀναλογίας ἴδιον. τρίτος δὲ ἀπὸ διανοίας
τρόπος τὸ ἀπό τινος κοινὴν ἐν πολλοῖς καὶ διαφόροις πράγμασι γενέσθαι
κατηγορίαν, ὡς ἀπὸ τῆς ἰατρικῆς ἰατρικὸν μὲν τὸ βιβλίον, ὅτι ἰατρικῶν
ἔχει μαθημάτων παραγραφήν, ἰατρικὸν δὲ τὸ σμιλίον, ὅτι ὄργανόν ἐστιν
τῶν κατὰ τὴν ἰατρικὴν τέχνην τομῶν, ἰατρικὸν δὲ τὸ φάρμακον, ὅτι πρὸς
ἴασίν ἐστιν χρήσιμον, ὥστε τὸ μὲν ὄνομα κοινόν, ὁ δὲ λόγος ἑκάστου
ἕτερος.
τέταρτος δέ, ὅταν διάφορα πρὸς ἓν ἀναφέρηται τέλος, ἀπ' ἐκείνου τῆς
προσηγορίας τυγχάνοντα, ὥσπερ σιτίον ὑγιεινὸν καὶ φάρμακον ὑγιεινὸν
καὶ
Γυμνάσιον καὶ τὰ ἄλλα ὅσα ἀπὸ τῆς ὑγείας ὡς ἀπὸ τέλους ὀνομάζεται.
τούτους δὲ τοὺς δύο τρόπους τινὲς συνάψαντες ὡς ἕνα τὸν ἀφ' ἑνὸς καὶ
πρὸς ἓν κατηρίθμησαν, τινὲς δὲ οὐδὲ ἐν τοῖς ὁμωνύμοις αὐτὸν τεθείκασιν
οὐδὲ ἐν τοῖς συνωνύμοις, ἀλλ' ἀμφοῖν μεταξύ, διότι λόγου μέν τινος
μετέχει
ἀπὸ μὲν τῆς ἰατρικῆς τὰ ἰατρικά, ἀπὸ δὲ τῆς ὑγείας τὰ ὑγιεινά (οὐ γὰρ
ὄνομα μόνον ἐστὶ κοινόν) καὶ διὰ τοῦτο τοῖς συνωνύμοις ἔοικεν, καθόσον
ἐνεργεῖν ἀναῤῥώσεως.
Πᾶσα δὲ γυμνασία διὰ τῶν αὐτῶν ἐπιτελεῖται, δι'
ὧν καὶ ἡ προηγουμένη ἐνέργεια, πρὸς ἣν γυμναζόμεθα.
Ἡ γοῦν πρὸς πάλην γυμνασία, διὰ τοῦ συνεχῶς πα-
λαίειν γίνεται· καὶ ἡ πρὸς πυγμὴν, διὰ τοῦ συνεχῶς
πυκτεύειν, καὶ ταῖς πληγαῖς συνεθίζεσθαι· οὕτω γὰρ
καὶ ἡ πρὸς πόλεμον, διὰ τὸ πολεμίους μιμεῖσθαι τοὺς
συγγυμναστάς· καὶ ὅσῳ μᾶλλόν εἰσιν οἱ προσγυμνα-
ζόμενοι μεγάλοι καὶ ἰσχυροὶ, τοσούτῳ μᾶλλον τὸ γυμνά-
σιον ἀνύει τὸν ἑαυτοῦ σκοπόν. Ὥστε κἂν πρὸς ἡδονὴν
γυμνάζηταί τις ἐπὶ τὸ κρατεῖν ἡδονῆς, ἀνάγκη τῶν ἡδέων
ἐφαπτόμενον, ἐθίζεσθαι καταφρονεῖν αὐτῶν· κἂν πρὸς
1176
μὲν κατὰ μνήμην, ὡς ὅταν τις τὸν ἴδιον υἱὸν ὀνόματι τῶν προγόνων κα-
λέσῃ, τὰ δὲ κατ' ἐλπίδα, ὡς ὅταν τις τὸν ἴδιον υἱὸν προσδοκῶν ἔσεσθαι
φιλόσοφον καλέσῃ Πλάτωνα (καὶ πολλάκις συντρέχει τῷ κατὰ μνήμην
τὸ
κατ' ἐλπίδα, ὡς ὅταν τοιοῦτον ἐπιτήδευμα μεταχειρισάμενος ὁ πάππος
εὑρεθῇ), τὰ δὲ κατὰ ἀναλογίαν, ὡς ὅταν τῇ τινος ἀναλογίᾳ καλέσωμέν τι,
οἷον πόδα κλίνης καὶ κορυφὴν ὄρους (ὃν γὰρ λόγον ἔχει πρὸς τὸν ἄνθρω-
πον ὁ πούς, τοῦτον καὶ πρὸς τὴν κλίνην ὁ τῆς κλίνης πούς), τὰ δὲ ἀφ'
ἑνός, ὡς ὅταν ἀπό τινος ὡρμημένοι καλέσωμεν τῇ ἐκείνου προσηγορίᾳ
πάντα τὰ ἐξ αὐτοῦ, ὥσπερ ἰατρικὸν σμιλίον καὶ ἰατρικὸν φάρμακον, τὰ δὲ
τοῦ ἀφ' ἑνός, ὅτι ἐκεῖνα μὲν ἀπό τινος ἀρχῆς λέγεται, ταῦτα δὲ πρός τι
τέλος ὁρᾷ. τῶν δὲ ἀφ' ἑνὸς τὰ μὲν ὡς ἀπὸ παραδειγματικοῦ αἰτίου λέ-
γονται, ὡς ὁ ἐν τῇ εἰκόνι ἄνθρωπος ἀπό τινος ἀληθινοῦ ἀνθρώπου, τὰ δὲ
ὡς ἀπὸ ποιητικοῦ, ὡς τὸ ἰατρικὸν σμιλίον. ζητητέον δὲ ἐνταῦθα κατὰ
ποῖον σημαινόμενον τῶν ὁμωνύμων ὁ Ἀριστοτέλης τὴν τῶν ὁμωνύμων
ἐφαρμόζει.
ται τὸ μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον. οἷον ὑγιεινόν ἐστι τὸ συμμέτρως ἔχον πρὸς
ὑγείαν· οὗτος ὁ λόγος ἐφαρμόσει καὶ γυμνασίῳ καὶ σιτίοις καὶ οὔροις καὶ
πλείοσιν ἄλλοις. ἐπειδὴ τοίνυν πάντα τὸν αὐτὸν ὁρισμὸν ἐπιδέχονται, οὐκ
πλείοσιν ἄλλοις. ἐπειδὴ τοίνυν πάντα τὸν αὐτὸν ὁρισμὸν ἐπιδέχονται, οὐκ
μᾶλλον
ἄνθρωπον κατ' αὐτὴν τὴν οὐσίαν οὐδὲ ἵππον ἵππου μᾶλλον ἵππον, ἐπειδὴ
πάντῃ ἀλλήλοις εἰσὶ ταὐτὰ καὶ τὸν αὐτὸν ὁρισμὸν ἐπιδέχονται
ἀπαραλλάκτως.
ὥσπερ τῶν κατ' εἶδος ζῴων ἐστὶ κοινόν τι γένος τὸ ἁπλῶς ζῷον, καὶ
ἀνθρώπων ἕν τι εἶδος ὁ ἁπλῶς ἄνθρωπος, πᾶς δὲ ὁρισμὸς γένος ἔχει,
οὐδὲ ὁρισμὸν ἄρα πάσης ἔστιν ἁπλῶς ἀποδοῦναι ψυχῆς, ἀλλ' ὑπογραφήν.
καὶ οὐχ ὁρισμός. ἔπειτα οὐδὲ κυρίως μία ἐστὶν ἡ ὑπογραφὴ αὕτη.
ὁμωνύμων γὰρ πραγμάτων τῶν ψυχῶν δι' ὁμωνύμων φωνῶν τὴν ὑπο-
γραφὴν ἀποδέδωκε· τὰ δὲ ὁμώνυμα τῇ μὲν φωνῇ ἕν τί εἰσι, τῷ δὲ σημαι-
νομένῳ πλείονα. καὶ αὐτὸς δέ φησιν ἐν τοῖς Τόποις ὅτι δυνατὸν τῶν
ὁμωνύμων ἕνα ὁρισμὸν ἤτοι ὑπογραφὴν δι' ὁμωνύμων φωνῶν ἀπο-
δοῦναι. λέγομεν γὰρ ὑγιεινὸν σιτίον καὶ φάρμακον ὑγιεινόν, ὁμοίως καὶ
φλεβοτομίαν, λέγομεν δὲ καὶ Γυμνάσιον ὑγιεινὸν καὶ οὖρα ὑγιεινὰ καὶ
σφυγμόν. τούτων οὖν ὁμωνύμων ὄντων δυνάμεθα, φησίν, ἕνα ὁρισμὸν
αὐτῶν δι' ὁμωνύμων φωνῶν ἀποδοῦναι λέγοντες ὑγιεινὸν εἶναι τὸ συμ-
μέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν. τοῦτο δὲ τὸ συμμέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν
ὁμώνυμόν ἐστιν· ἢ γὰρ ὡς ποιητικὸν ἢ ὡς σημαντικὸν ἢ ὡς φυλακτικόν·
καὶ εἰ προσθῶμεν τῷ κοινῷ τὸ ἰδίᾳ ὑπάρχον ἑκάστῳ, τότε γίνεται ἰδίᾳ
ἑκάστου ὁρισμός, οἷον τὸ συμμέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν, ὥστε φυλάττειν
αὐτήν, ὡς τὸ Γυμνάσιον, ἢ ὥστε σημαίνειν, ὡς τὰ οὖρα ἢ ὡς ὁ σφυγμός,
ἢ
ὥστε ποιεῖν ὡς τὸ σιτίον. ὥστε φωνῇ μὲν εἷς ὁ ὁρισμὸς οὗτος ὁ λέγων τὸ
συμμέτρως ἔχον πρὸς ὑγίειαν, τῷ σημαινομένῳ δὲ πολλοί. οὕτως οὖν
οὐδὲ
ἡ ἀποδοθεῖσα τῶν ψυχῶν ὑπογραφὴ ὁμώνυμος οὖσα οὐ μία ἔσται, ἀλλὰ
νομένῳ πλείονα. καὶ αὐτὸς δέ φησιν ἐν τοῖς Τόποις ὅτι δυνατὸν τῶν
1181
ἐπὶ ἀρετήν. ὅτι δὲ τοῦτο οὕτως ἔχει, δηλοῖ τὰ ἔτι σωζόμενα ἴχνη καὶ
οἷον ἀποπτώσεις τῆς μουσικῆς· ἀκούοντες γοῦν σάλπιγγος θυμικώτερον
δια-
τιθέμεθα (καὶ διὰ τοῦτο ἐν τοῖς πολέμοις ἡ σάλπιγξ ἐπιτηδεύεται), ἀκού-
οντες δὲ θεατρικῶν μελῶν ἐκλυτώτερον διακείμεθα τὰς ψυχάς. φέρεται
δὲ καὶ ἱστορία τοιαύτη, ὅτι ὁ Πυθαγόρας ἑωρακώς τινα νέον αὐλητρίᾳ
ἔκλυτον μέλος αὐλούσῃ ἑπόμενον κελεύσαι αὐτὴν στρέψασαν τὸν αὐλὸν
αὐ-
λῆσαι, καὶ τούτου γενομένου παύσαι τοῦ νέου τὴν ἐπιθυμίαν· ὥστε οὐ δεῖ
ἀπιστεῖν τοῖς λεγομένοις περὶ τῆς θείας μουσικῆς. διὰ τοῦτο καὶ ὁ θεῖος
Πλάτων παρακελεύεται τοὺς νέους καὶ διὰ μουσικῆς καὶ διὰ
γυμναστικῆς
ἰέναι, ἵνα διὰ μὲν τῆς μουσικῆς τὴν ψυχὴν ἐπικοσμῶσι, διὰ δὲ τοῦ γυμ-
νασίου τὸ σῶμα. ἡ δὲ ἀστρονομία καταγίνεται περὶ τὰς ἐποχὰς τῶν
ἀστέρων.
1182
συμβεβηκὸς ἀρχὴ καὶ ἡ τῶν συμβεβηκότων ἀρχή), ἀλλὰ τῶν καθ' αὑτὰ
καὶ τῶν καθ' αὑτὰς εἶναι δυναμένων οὐσιῶν. ἐκεῖνοι μὲν οὖν εἴτε κεκρα-
τήκασι τῆς προθέσεως εἴτε μή, παρείσθω λέγειν τὰ νῦν· ἑαυτῷ δέ φησιν
ὁ Ἀριστοτέλης ἀναγκαῖον εἶναι τοιαύτας αἰτίας ἐπιζητεῖν.
Ὅτι μὲν οὖν οὐ συνωνύμως κατηγορεῖται τὸ ὂν τῶν ὄντων ἁπάντων
οὐδέ ἐστιν ἰσότιμα τὰ ὄντα ᾗ ὄντα, καὶ ἐν ἄλλοις ἔδειξε καὶ νῦν
συγχωρεῖ.
οὐ μὴν οὐδ' ἁπλῶς ὁμώνυμά φησι τὰ ὄντα, ἀλλ' εἰ καὶ πολλαχῶς λέγεται
τὸ ὄν, ἀλλ' οὖν ὡς πρὸς ἓν καὶ τὴν τῆς οὐσίας ἀναφερόμενον μίαν φύσιν.
ὥσπερ γὰρ οὐ συνωνύμως μὲν τὸ ὑγιεινὸν κατὰ τοῦ γυμνασίου καὶ τοῦ
σιτίου καὶ τοῦ χρώματος καὶ τοῦ σώματος, πρὸς ἓν δὲ καὶ ἀφ' ἑνὸς τῆς
ὑγιείας (τὸ μὲν γὰρ ὡς φυλακτικὸν αὐτῆς, τὸ δὲ ὡς ποιητικόν, τὸ δὲ ὡς
σημεῖον, τὸ δὲ σῶμα ὡς δεκτικὸν αὐτῆς ὑγιεινὸν λέγεται), καὶ ἰατρικὸν
παιδίον τὸ μὲν λέγεται τῷ μεμαθηκέναι καὶ ἔχειν τὴν ἰατρικήν, τὸ δὲ τῷ
εὐφυὲς εἶναι πρὸς μάθησιν, ἤδη δὲ καὶ ἰατρικὸν κέκληται τὸ ἀπὸ τῆς
ἰατρικῆς ἐπιτελεσθέν, καὶ οὔτε συνωνύμως οὔθ' ὁμωνύμως κατὰ τού-
των τὸ ἰατρικόν, ἀλλὰ πρὸς ἓν καὶ δὴ ἀφ' ἑνός· οὕτω καὶ ἐπὶ ἄλλων
πολλῶν, οἷον τοῦ ἀγαθοῦ· καὶ γὰρ ὁ θεὸς καὶ ὁ καιρὸς ἀγαθὸν καὶ ἡ
ἀρετὴ ἀγαθὸν καὶ τὸ εἶδος. οὕτω δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ ὄντος·
καὶ τοῖς μάγοις ἐντυχεῖν, διὰ τὸ κατ' ἐκεῖνον τὸν καιρὸν ἐν Περσίδι
συνεστάναι πόλεμον μὴ δυνηθεὶς παρ' αὐτοὺς ἐλθεῖν ἀφίκετο εἰς τὴν
Φοινίκην καὶ μάγοις ἐκεῖ ἐντυχὼν παρέλαβεν τὴν μαγικήν. διὸ καὶ ἐν
τῷ Τιμαίῳ φαίνεται τῆς θυτικῆς ἔμπειρος ὤν, σημεῖά τε λέγων ἥπατος
καὶ σπλάγχνων καὶ τοιαῦτά τινα. ἀλλὰ ταῦτα μὲν πρὸ τῶν αἰτίων τῶν
εἰς Σικελίαν ἀφίξεων ἔδει ῥηθῆναι.
Ἀφικόμενος δὲ εἰς τὰς Ἀθήνας διδασκαλεῖον ἐν Ἀκαδημίᾳ συνεστή-
σατο, μέρος τι τούτου τοῦ γυμνασίου τέμενος ἀφορίσας ταῖς Μούσαις.
καὶ μόνῳ τῷ Πλάτωνι ἐνταῦθα Τίμων ὁ μισάνθρωπος συνῆν· πολλοὺς δὲ
πάνυ πρὸς μάθησιν ἐφείλκετο καὶ ἄνδρας καὶ γυναῖκας ἀνδρείῳ σχήματι
μὲν οὔκ εἰσι βελτίους, διὰ τόδε δὲ βελτίους, ἤγουν διὰ ἀνδρίαν ἢ δικαι-
οσύνην τυχὸν ἢ φρόνησιν. τὸ ὑπάρχον οὖν τοῖς βελτίοσιν εἴτε ἁπλῶς
εἴτε διὰ τὶ κρεῖττόν ἐστιν ἐκείνου, ὅπερ ὑπάρχει μέν τισιν, οὐχὶ βελτίοσι
δέ. [b21] καὶ ὃ ἕλοιτ' ἂν ὁ βελτίων ἁπλῶς, ἄριστον, οἷον ὅπερ
ἀνὴρ ἕλοιτο, κρεῖττον ἢ ὃ ἡ γυνή, ἢ ὅπερ ἂν ἕλοιτο ὁ ἐν γραμματικῇ
βελτίων ἢ ἐν ῥητορικῇ ἢ ἐν φιλοσοφίᾳ ἢ ὁ ἐν ἀρετῇ βελτίων ἢ ὁ ἐν
φρονήσει, βέλτιον καὶ μεῖζον ἀγαθόν, οἷον τὸ ἀδικεῖσθαι κρεῖττον ἢ
τὸ ἀδικεῖν· τὸ μὲν γάρ, τὸ ἀδικεῖσθαι λέγω, αἱρεῖται ὁ βελτίων, τὸ δὲ
ὁ χείρων, τὸ ἀδικεῖν λέγω. [b23] καὶ τὸ ἥδιον μᾶλλον κρεῖττον καὶ
μεῖζον τοῦ ἧττον ἡδέος, οἷον ἡ μουσικὴ κρείττων τῆς γεωμετρίας· ἡ
μὲν γὰρ μουσικὴ ἡδίων, ἡ δὲ ἧττον, καὶ τὸ γυμνάζεσθαι ἐν γυμνασίοις
καὶ
κυνηγεσίοις μεῖζον καλὸν ἢ τὸ ἀναπαύεσθαι ἐν ἑνὶ τόπῳ. [b26] καὶ
τὸ κάλλιον τοῦ ἧττον καλοῦ ὁμολογουμένως μεῖζον, ὡς φρόνησις
εὐτεκνίας ἢ ἰσχὺς τοῦ κάλλους κρείττων. καὶ ὅσων αὐτοὶ ἑαυτοῖς
βούλονταί τινες αἴτιον εἶναι ἢ φίλοις, ταῦτα μείζω ἀγαθά,
ἤγουν καὶ ἐκεῖνά εἰσιν ἀγαθά, ὅσων βούλομαι ἐμαυτῷ γενέσθαι αἴτιος.
ἀγαθὰ οὖν πάντως εἰσίν, ὧν βούλομαι ἐπιτυχῆ γενέσθαι με δι' ἑαυτοῦ ἢ
τοῦ οἰκείου πόνου καὶ ὁπόσων τὸν φίλον μου τυχεῖν παρ' ἐμοῦ θέλω·
ὅσων δὲ οὔτ' ἐμαυτὸν βούλομαι τυχεῖν οὔτε τὸν ἐμὸν φίλον, ταῦτα κακὰ
μείζω. [b30] καὶ τὰ πολυχρονιώτερα μείζω τῶν ὀλιγοχρονιω-
τέρων, οἷον ὡς ἐν παραδείγματι μεῖζον ἀγαθὸν
πρὸς ἀριθμὸν ἡ μονάς, οὕτω καὶ τἄλλα ἔχει, ὅπερ ἐστὶν ἀναλογίας ἴδιον.
τὰ
δὲ ὡς ὅταν ἀπό τινος κοινὴ ἐν πολλοῖς καὶ διαφόροις πράγμασι
κατηγορία
γίνηται· οἷον ἀπὸ τῆς ἰατρικῆς ἰατρικὸν μὲν βιβλίον, ὅτι ἰατρικῶν ἔχει
μαθη-
μάτων ἀναγραφάς, ἰατρικὸν δὲ σμιλίον, ὅτι ὄργανόν ἐστι τῶν κατὰ
τέχνην
ἰατρικῶν τομῶν, ἰατρικὸν δὲ τὸ φάρμακον, ὅτι πρὸς ἴασίν ἐστι χρήσιμον.
τὰ
δὲ ὅταν διάφορα πρὸς ἓν ἀναφέρηται τέλος, ἐκείνου καὶ τῆς προσηγορίας
καὶ λίμνη. ἔστι καὶ πόλις τῆς Τρῳάδος. Στράβων ιγʹ. εἰσὶ
καὶ Κάνναι διὰ δύο νν, πλησίον Καρχηδόνος. τὸ ἐθνικὸν
Καναῖος καὶ Καναία. ἔστι καὶ πόλις Κάναι τοῦ Τίγρητος
ποταμοῦ. Καναῖος Ζεύς οὐ μόνον ἀπὸ τοῦ Καναίου, ἀλλὰ
καὶ ἀπὸ τῆς Κάνης.
Κάναστρον, ἄκρον Θρᾴκης καὶ Μακεδονίας. τὸ ἐθνι-
κὸν Καναστραῖος. Σοφοκλῆς δὲ ὑπομνηματίζων τὰ ἀργοναυ-
τικά “Καναστραῖον” φησίν “ἀκρωτήριον τῆς Παλλήνης”.
ἀλλ' ἐναντιοῦται τὰ ἐθνικά, εἰ μὴ καὶ τοῦτο ἐκλάβοιμεν πα-
ραπλησίως τῷ Λέχαιον καὶ Λεχαῖος, καὶ Λύκειον τὸ γυμνά-
σιον καὶ Λυκεῖος Ἀπόλλων, καὶ Νύμφαιον καὶ Νυμφαῖος.
Κάνδασα, ὡς Μύλασα Πήγασα, φρούριον Καρίας. Πο-
λύβιος ἑκκαιδεκάτῳ. τὸ ἐθνικὸν Κανδασεύς καὶ Κανδασίς.
Κάνδαρα, χωρίον Παφλαγονίας “ὡς ἀπὸ σχοίνων τριῶν
Γάγγρων, καὶ Θάριβα κώμη”. οἱ οἰκήτορες Κανδαρηνοί. καὶ
Ἥρας Κανδαρηνῆς ἱερόν.
Κάνδυβα, οὐδετέρως, πόλις Λυκίας. ἀπὸ Κανδύβου
παιδὸς Δευκαλίωνος. τὸ ἐθνικὸν Κανδυβεύς.
Κανθηλία, πόλις περὶ Καρχηδόνα. Ἑκαταῖος Ἀσίᾳ. Ἡρόδοτος.
ὡς οὐσία, τὸ δ' ὡς ποσόν, τὸ δ' ἄλλο τι· πᾶν γὰρ τὸ μετέχον οἰκείως
ἑαυτῷ μετέχει τῆς τοῦ μετεχομένου φύσεως. οἰκείως οὖν ἑκάστῳ ἐφαρ-
μοζόμενον τὸ ὂν καὶ τὸ εἶναι καὶ τὸ ἐστὶν οἰκείως κατηγορούμενον
λέγεται,
καὶ οὔτε γένος οὔτε εἶδος οὔτε διαφορὰ οὔτε ἴδιον οὔτε συμβεβηκός·
ἀναι-
ρουμένου δὲ τοῦ εἶναι ἀπό τινος αὐτῶν ἀναιρεῖται ἡ οἰκεία αὐτοῦ μετοχή,
τὸ γὰρ ἰατρικὸν βιβλίον καὶ φάρμακον καὶ ὄργανον καὶ διαίτημα καὶ
γυμνά-
σιον, ἐκ τοῦ αὐτοῦ λεγόμενα τῆς ἰατρικῆς τέχνης καὶ πρὸς τὸ αὐτὸ τέλος
τὴν ὑγείαν συντείνοντα, οὐκ ὀνόματος μόνον ἀλλήλοις, ἀλλὰ καὶ
πράγματος
κεκοινώνηκεν, οἰκείως ἕκαστον ἑαυτῷ μετέχοντα τῆς ἰατρικῆς. ὅρα δὲ ὅτι
τούτοις γὰρ οὐχ ὡς γευστοῖς μόνον χαίρουσι (γεύσεως γάρ ἐστι τὸ κρῖναι
τοὺς χυμούς, ὅπερ ποιοῦσιν οἱ τοὺς οἴνους δοκιμάζοντες καὶ οἱ τὰ ὄψα
ἀρτύοντες) ἀλλὰ μᾶλλον ὡς ἁπτοῖς. διὰ τοῦτο καί τις Φιλόξενος ὁ Ἐρύ-
ξιος, ὀψοφάγος ὤν, ηὔξατο τὸν φάρυγγα αὑτοῦ μακρότερον γεράνου
γενέσθαι, ὡς ἡδόμενος τῇ ἁφῇ τῶν ὄψων. κοινοτάτη γάρ ἐστιν ἡ
ἁφὴ ἐν πάσαις ταῖς αἰσθήσεσιν· ἐπεὶ καὶ ἁφῇ τινι πᾶσαι αἱ αἰσθήσεις αἰ-
σθάνονται. περὶ ταύτην δὴ τὴν ἁφὴν ἡ ἀκολασία ἐστί· καὶ δόξειεν ἂν
δικαίως ἐπονείδιστος εἶναι, ὅτι συμβαίνει ἡμῖν οὐ καθόσον ἐσμὲν ἄν-
θρωποι ἀλλὰ καθὸ ζῷα· τὸ δὲ τοῖς τοιούτοις χαίρειν καὶ τούτων μάλιστα
ἐφίεσθαι θηριῶδες. καίτοι εἰσὶ καὶ κατὰ τὴν ἁφὴν ἐλευθέριοι ἡδοναί,
ἃς ὁ ἀκόλαστος ἀφῄρηται, οἷον αἱ ἐν τοῖς γυμνασίοις διὰ τρίψεως
καὶ θερμασίας γινόμεναι· οὐ γὰρ περὶ πᾶσαν ἁφὴν ὁ ἀκόλαστος· οὐ
γὰρ περὶ πᾶν τὸ σῶμα, ἀλλὰ περί τινα μέρη.
ὑπό πρόθεσις μακρὸν ἐνταῦθα ἔχει τὸ ο διὰ τὴν ἐπιφορὰν τοῦ λ κατὰ
λόγον
κοινῆς συλλαβῆς.]
σχηματίσαι τὸν λόγον, εἰπὼν «οὔτε ἀλήϊος οὔτε ἀκτήμων χρυσοῦ», καὶ
ὅτι
τὸ νόημα τοῦτο περίφρασίς ἐστι τοῦ «ἀέθλια πολλά», διασαφοῦσα τὸ ἐν
ἐκείνῳ
ἀόριστον πλῆθος. Καὶ ὅρα ὡς ἐκ μέρους τῶν ληΐων καὶ τῆς χρυσοῦ
κτήσεως
πάντα πλουτισμὸν ἐνέφηνε, καὶ ὅτι κατ' ἐξαίρετον ἐκ τῶν ἄλλων ὑλῶν
μνησθεὶς
τοῦ χρυσοῦ μετὰ τὰ λήϊα, καὶ ἐρίτιμον αὐτὸν λέγει ὡς τῶν λοιπῶν
μετάλλων
τιμιώτερον. Ληΐων δὲ πρώτων μνησθεὶς ἐξοχὴν ἐγκωμιαστικὴν τῆς
γεωργίας
ἐνέφηνε. [Ἰστέον δὲ ὅτι σπουδαῖον πάλαι κριθὲν τὸ ἐναγωνίως καὶ χάριν
ἐπ-
άθλων γυμνάζεσθαι φίλον ἦν καὶ τοῖς περὶ Τροίαν Ἀχαιοῖς τά τε ἄλλα καὶ
ὅμοιον
δηλοῦσιν, ἀλλὰ σημαίνουσι τοὺς ἄλλοτε ἄλλα φράζοντας καὶ μηδὲν ὅλως
ἀπογυῶσαι τὲ ἔχει, καὶ ἀνήνορα θέσθαι. καὶ μένεος καὶ ἀλκῆς λαχέσθαι
ποιεῖ ὡς ἡ Ἰλιὰς δηλοῖ.
ὡς δὲ καὶ χαλκοῦ ἤτοι σιδήρου ἐπίθετον ὁ εὐήνωρ, δηλοῦται ἀλλαχοῦ.
(Vers. 623.) Ἀλόχους δὲ,
τὰς τοῦ Ὀδυσσέως λέγει δμωάς. ὡς τοῖς μνηστῆρσιν εἰς ταυτὸν λέχος
ἰούσας. παραχρώμενος τῇ λέξει.
1200
ἀπέπνευσεν αἰῶνα.
Αἰώρα· ἑορτὴ Ἀθήνῃσιν, ἣν οἱ μὲν ἐπὶ τῇ Μαλέου Τυῤῥηνοῦ
θυειν φασι· οἱ δὲ ἐπὶ Κλυταιμνήστρας καὶ Αἰγίσθου· οἱ δὲ ἐπὶ
Ἠριγόνῃ Ἀλήτιδι τῇ Ἰκαρίου
αἰωρούμενοι· μετεωριζόμενοι (r. p)
αἰωρήσας· ἐκκρεμάσας
ἀκά· τὸ ὀξύ. καὶ ἄκρον τῆς φάλαγγος. ⌊ἢ μάχη p
Ἀκαδημία· λουτρόν, ἢ πόλις, λέγεται δὲ Γυμνάσιον Ἀθήνῃσιν,
ἀπὸ Ἀκαδήμου ἀναθέντος. καὶ τόπος. καλεῖται γὰρ οὕτως ὁ
Κεραμεικός
ἀκαδῆσαι· λυπηθῆναι
ἀκάζεσθαι· ἀνιάζεσθαι
ἀκάθαρτον· μανιῶδες. Ἀχαιὸς Οἰδίποδι (fr. 30)
ἀκαθαίρετον· τὸ μὴ χειρούμενον, ἢ ἀφανιζόμενον A
ἀκάθεκτον· ἀκατάσχετον gAPn ἀκράτητον gAP
ἀκάθεσθαι· ἀνιᾶσθαι. στέρεσθαι. οἱ δὲ ἀκάζεσθαι
κράνεος· περικεφαλαίας
κρανία· τόξον. εἶδος δένδρου. περικεφαλαία
κρανίξαι· ἐπὶ κεφαλὴν ἀποῤῥῖψαι
Κράνιοι· τῆς Κεφαλληνίας αὗται τέσσαρες πόλεις ... Κράνιοι
Κρανίον· [πλατύ, ὑψηλόν. σεμνόν. ἰσχυρόν, ὀχθῶδες.] καὶ ἡ
κεφαλή. ἢ. Γυμνάσιον
κράνος· περικεφαλαία Avgps
κράντωρ· βασιλεύς (Eur. Andr. 507)
κραντῆρες ὀδόντες· οἱ ὕστερον φυόμενοι, οἱ λεγόμενοι σω-
φρονιστῆρες. [οἱ δὲ τόπον Κεφαλληνίας]
κραντήριοι· οἱ κραίνοντες, καὶ ἐπιτελοῦντες
κράξαι· βοῆσαι b, ἠχῆσαι
σταβατῖναι· κωπεῶνες
σταβεύς· κωπεών
σταβόλιχον· εὔστραβον
στάγην· κάρδοπον
σταγόνες· ῥανίδες. θυγατέρες
σταγρόν· ξηρόν. θερμόν. ἀκμαῖον
σταγών· ἐν τοῖς μεταλλικοῖς τὸ καθαρὸν σιδήριον, ὃ(θεν) καὶ στα-
γονόθαλπον τὸν διαιροῦντα ταῦτα καλοῦσιν
1205
θαλάττης οἱ λεγόμενοι χόες. Καὶ ταῦτα πάντα οὐδ' ὅτι οὐκ οἶδεν,
οἶδεν· οὐδὲ γὰρ αὐτῶν ἀπέχεται τοῦ εὐδοκιμεῖν χάριν, τῷ ὄντι
δὲ τὸ σῶμα μόνον ἐν τῇ πόλει κεῖται αὐτοῦ καὶ ἐπιδημεῖ, ἡ δὲ
διάνοια, ταῦτα πάντα ἡγησαμένη σμικρὰ καὶ ὡς οὐδὲν ἀτιμά-
1206
με δρᾶν ἔδει. καὶ τοῦτο δρῶν μέχρι καὶ νῦν διετέλεσα, ἕως εἰρήνης
ἀπήλαυε τοῦ σωτῆρος τὰ πρόβατα. ἐπειδὴ δὲ πολὺν ὑπομεμένηκε
εται μέρος τὸ σῶμα, ὥσπερ καὶ παρὰ τὸ λήγω γίνεται λαγών, οἱονεὶ
ᾧ λήγει ἡ κοιλία. Ἢ οὖν τούτῳ τῷ λόγῳ ὀξύνεται τὸ πούς, ἢ ὅτι
εἰσί τινα λήγοντα εἰς ος δισύλλαβα πρὸς διάφορον σημασίαν διάφορον
ἔχοντα τὸν τόνον· ἐὰν μὲν γὰρ διαλυθῶσιν εἰς ἐνέργειαν ὀξύνονται,
ἐὰν δὲ εἰς πάθος διαλυθῶσι βαρύνονται, οἷόν ἐστι παρὰ τὸ φέρω
φορός καὶ φόρος, καὶ φορός μὲν ὀξυτόνως ἐστὶν ὁ φέρων, οἷον
»φορὸς ἄνεμος» ὁ πρὸς τὸ φέρειν ἐπιτήδειος, φόρος δὲ βαρυτό-
νως ὁ φερόμενος καὶ βασταζόμενος· καὶ πάλιν ἀπὸ τοῦ τέμω γίνεται
τομός ὀξυτόνως ὁ τέμνων καὶ τόμος βαρυτόνως ὁ τεμνόμενος· καὶ πά-
λιν παρὰ τὸ τρέχω γίνεται τροχός ὀξυτόνως ὁ τρέχων καὶ τρόχος βα-
ρυτόνως ὁ τρεχόμενος τόπος, τουτέστι τὸ Γυμνάσιον ἔνθα τρέχουσιν,
ὡς παρ' Εὐριπίδῃ ἐν Μηδείᾳ 46 ἀλλ' οἵδε παῖδες ἐκ τρόχων
πεπαυμένοι Στείχουσι, μητρὸς οὐδὲν ἐννοούμενοι Κακῶν·
1208
καὶ πάλιν παρὰ τὸ περῶ γίνεται ἐν ὀξείᾳ τάσει πορός ὁ διαπερῶν καὶ
ἐν βαρείᾳ τάσει πόρος ὁ διαπερώμενος τόπος. Ἀπὸ οὖν τοῦ ὀξυτο-
νουμένου, φημὶ δὴ ἀπὸ τοῦ πορός τοῦ σημαίνοντος ἐνέργειαν ἤγουν
τὸν διαπερῶντα, γίνεται κατ' ἔλλειψιν τοῦ ρ ποός, καὶ λοιπὸν κρᾶσις
παρακολουθεῖ τῶν δύο οο εἰς τὴν ου δίφθογγον, καὶ γίνεται πούς ἐν
ὀξείᾳ τάσει, ἤγουν ἡ βαρεῖα καὶ ἡ ὀξεῖα εἰς ὀξεῖαν συνέρχονται, οἷον
ζωός ζώς, Νηρηΐς Νηρῄς, ἑσταώς ἑστώς, βεβαώς βεβώς· οὕτως οὖν
καὶ ποός πούς ἐν ὀξείᾳ τάσει, ὥσπερ καὶ ἐκ τοὐναντίου ἡ ὀξεῖα καὶ ἡ
ἐστὶν ἱέρεια, νέος δ' ὢν ἤθλει, καὶ χρόνῳ ὕστερον τὴν οὐσίαν ἀπολέ-
σας ἐν τῷ πολέμῳ ἐξέπεσεν ὑπὸ τῶν λʹ, καὶ στρατευόμενος ἐν Ἀσίᾳ
ἀριστείων ἠξιώθη, καὶ ἐν Κορίνθῳ μετὰ τὴν ἔκπτωσιν διατρίψας συγ-
κατήγαγε τὸν δῆμον· βιῶσαι δ' ἀναμαρτήτως, εἶναι δ' αὐτὸν ἐτῶν
ἐνενήκοντα τεσσάρων. φησὶ δὲ καὶ τοὺς πρὸς μητρὸς αὑτῷ προσή-
κοντας ἐλευθέρους εἶναι. τῶν δ' ἀδελφῶν αὑτοῦ Φιλοχάρη μὲν ἐν
γυμνασίοις διατρίβειν καὶ μετ' Ἰφικράτους ἐστρατεῦσθαι καὶ συνε-
χῶς στρατηγεῖν, Ἀφόβητον δὲ τὸν νεώτατον αὑτῶν ἀδελφὸν πε-
πρεσβευκέναι μὲν ὡς βασιλέα ἀξίως τῆς πόλεως, ἐπὶ δὲ τῆς διοική-
σεως γενόμενον καλῶς τῶν δημοσίων προσόδων ἐπιμεληθῆναι. περὶ δ'
ἑαυτοῦ φησιν ὡς ἐκ παίδων ἀπαλλαγεὶς περίπολος τῆς Ἀττικῆς
χώρας ἐγένετο δύο ἔτη, ἔφηβος ὤν (οὗτοι γὰρ μεθ' ὅπλων τὴν χώραν
περιήρχοντο κατὰ πρόσταγμα νόμου), ἐστρατεύσατο δὲ πρώτην
στρατείαν τὴν ἐν τοῖς μέρεσι καλουμένην, καὶ συμπαραπέμπων μετ'
Ἀλκιβιάδου καὶ τῶν ξένων τὴν εἰς Φλιοῦντα πομπὴν, καὶ κινδύνου
γενομένου περὶ τὴν καλουμένην Νεμεάδα χαράδραν ἀξιεπαίνως ἐμα-
χέσατο, καὶ τὰς ἄλλας τὰς ἐκ διαδοχῆς ἐξόδους πάσας ἐξῆλθε
τος πρώτου.
Κύκνους: εἶδος πλοίου, κληθὲν οὕτως, ἐπεὶ κύκνοι
ἦσαν κατὰ τῆς πρώρας ἐκτετυπωμένοι ἐπισήμου ἕνεκα.
Κυαμίτης: ἥρως Ἀθήνῃσι, καλούμενος ἤτοι κυρίως ἢ
ἐξ ἐπωνυμίας.
Κυννίδαι: γένος ἱερὸν Ἀθήνῃσιν, ἀπὸ Κύννου ἢ Κυν-
νίδου ἥρωος.
Κύδαρον: εἶδος πλοίου.
Κυρία ἐκκλησία ἐν ᾗ τοὺς ἄρχοντας ἐχειροτόνουν,
οἷον στρατηγούς, ἱππάρχους καὶ ὅσους τοιούτους.
Κυνόσαργες: γυμνασιόν τι Ἀθήνῃσι καλούμενον, εἰς
ὃ ἐνεγράφοντο καὶ οἱ νόθοι ἐκ τοῦ ἑτέρου μέρους
ἀστοί.
Κύρβεις: κατασκευάσματα ξύλινα, ἐν οἷς ἐγγεγραμ-
μένοι τὸ παλαιὸν ἦσαν οἱ νόμοι. εἰσὶ δὲ τρίγωνοι τὸ
σχῆμα. διαφέρουσι δὲ τῶν ἀξόνων, ὅτι ἐκεῖνοι μὲν τε-
τράγωνοί εἰσιν, οὖτοι δὲ τρίγωνοι, πυραμίδι ὅμοιοι.
Κυμβεῖον: εἶδος ποτηρίου παραπλησίου τῷ σχήματι
πλοίῳ, ὃ καλεῖται κύμβη.
ξυναίρεται: συνάπτεται.
ξυνάορα: γαμετήν.
ξυνήϊα: κοινὰ χρήματα.
ξυνοδόκης: ξενοδόχος.
ξυνωρίς: συζυγία. ἢ ἅρμα ἐκ δύο ἵππων. συνεζευ-
γμένον.
ξυροῦ ἀκμῆς: τοῦ ὀξυτάτου. κατὰ λεπτότητα τῶν
σιδήρων.
ξυρίδες: καμπάγια. ζυγάδια. ἢ ἄλλο ὑπόδημα διά-
φορον.
ξυσταρχεῖς: τοῦ γυμνασίου ἄρχεις.
ξυστίδα: λεπτὸν ὕφασμα. περιβόλαιον.
ξυστίς: περισκελὲς ἔνδυμα.
ξυστόν: κοντόν. ἀκόντιον.
ξυστός: τόπος ἀνειμένος ἀθλητῶν.
πύξ: γρόνθον.
πυρά: καύματα. ἢ πυρκαϊαί.
πυράγραν: καρκῖνον. πάγουρον.
πυρακτῶν: ἐμπυρεύων. σφοδρῶς καίων.
πυραμειδής: πυροειδής.
δὲ δεινὸν ὄμμα”.
post praeced.: στήσας, καταπαύσας· σχάσαι γὰρ τὸ κωπηλατοῦντα
στῆσαι τὴν κώπην.
τοὺς φασιανοὺς: οἱ μὲν ἵππους, οἱ δὲ ὄρνεα, ἔνιοι δ' ἵππους χάραγμα
ἔχοντας φασιανοῦ, ὡς ἀλεκτρυόνος. καὶ εἴπερ ἐστὶ τοῦτο μὴ
κατεψευσμένον,
οἰκεῖον ἂν εἴη τῇ τοῦ νεανίσκου σπουδῇ. οἱ δὲ περὶ Ἀρχίλοχον ὀρνίθων
γένος·
οἱ δέ, ὅτι Φᾶσις ποταμός ἐστι Σκυθίας, ὅπου καλοὶ ἵπποι γίνονται.
post sch.vet. 119: ὠχρὸς καὶ διεφθαρμένος· ἐκόμων γὰρ οἱ ἱππεῖς,
οἱ δὲ φιλόσοφοι κάτω κείρονται.
post praeced.: “διακεκναισμένος” δὲ ἠμαυρωμένος, αἰσχρὸς καὶ
διεφθαρμένος γενόμενος· οἱ γὰρ ἱππεῖς ἐν γυμνασίοις καὶ παλαίστραις δι-
έτριβον.
post sch.vet. 122b: καὶ διὰ τοῦ μ καὶ π γράφεται.
post sch.vet. 126a (ult. γνώμης): τῆς προκειμένης, οἷον· οὐ παρα-
δώσω ... λύπαις.
τὸν ἄρτον.
⌈Βλιττομάμας τις ἦν Lb πάνυ ⌈ἀρχαῖος καὶ Va κοῦφος καὶ μαλα-
κὸς καὶ ἠλίθιος ἄνθρωπος ἐν Ἀθήναις.
βλιττομάμαν] ἀρχαῖον Lbb, χαῦνον περὶ τὴν αἴθησιν Va, μοχθηρόν,
μαλακόν Chalc, ἀνόητον b (cf. sch.vet. 1001c in. et Tz1 1001a, l. 3).
λιπαρός] ὡς Chis ἠλειμμένος Chislb ἐλαίῳ Chis ταῖς ἀρεταῖς b,
κεχρισμένος ἐλαίῳ Cr, ὡραῖος L
εὐανθὴς] θάλλων ἐν ταῖς σαρξίν Cr, καλόχρους Cant.2, εὔμορφος
γυμνασίοις] παλαίστραις Chis.
Γυμνάσιον ἐλέγετο ὁ τόπος, ἔνθα ἠγωνίζοντο h(mrg.). διατρίψεις]
διατελέσεις Chis. στωμύλλων] πολυλογῶν Chis, ποικιλολογῶν Cant.2,
ὑθλῶν Chalc, στωμύλος καὶ πολυλόγος φαινόμενος ἀεὶ λέγων Lb(int.) (hi
duo -μύλων], sicut text. Va).
τὸ “στωμύλων” μετοχή ἐστιν ἐνεστῶτος b(mrg.) (-μύλων etiam
text.).
vet Tr καὶ πολὺ νεώτερον Lh: ἐπειδὴ γέρων VLh ἦν Lh ὁ χορός, VLh οἱ
δὲ γέροντες πραγμάτων καταδεέστεροι, V λέγει· ὅτι πολὺ νεώτερον
ἔχοντα τρόπον
θεάσῃ με, ὅ ἐστι παίζοντα. VLh
Tr καὶ πολὺ νεώτερον] ἤγουν παίζοντα ὥσπερ νέον. Lh
vet εἰκότως εἰπὼν ὅσα αὐτοῖς ἀγαθὰ ἐκ τῆς εἰρήνης ὑπάρχει, πάλιν
ἐπανέδρα-
μεν εἰς τὰ τοῦ πολέμου δυσχερῆ προτρεπόμενος αὐτοὺς εἶξαι τῷ
Τρυγαίῳ. V
vet Tr καὶ γὰρ ἱκανὸν χρόνον RLh: δέκα τρία γὰρ ἔτη εἶχον πολεμοῦντες.
RVLh
vet Tr πολλήν, φησί, θλίψιν ὑπεμείναμεν εἰς τὸ Λύκειον εἰσιόντες καὶ
συναγόμε-
νοι, καὶ πάλιν ἐξιόντες ἐκ τοῦ Λυκείου καὶ ἀπιόντες εἰς τὸν πόλεμον.
VLh
vet Tr εἰς Λύκειον R: Λύκειον Γυμνάσιον Ἀθήνησιν, ὅπου πρὸ τοῦ
πολέμου
ἐδόκουν γυμνάζεσθαι. RVLh
vet πρὸ γὰρ τῶν ἐξόδων ἐξοπλίσεις τινὲς ἐγίνοντο ἐν τῷ Λυκείῳ διὰ τὸ
παρακεῖσθαι τῇ πόλει καὶ ἀποδείξεις τῶν μᾶλλον πολεμικῶν ἀνδρῶν. RV
vet δορὶ σὺν ἀσπίδι: Ἀχαιοῦ ἐστιν ἐκ Μώμου. οὐδὲν δὲ χεῖρον ὁλόκληρον
Ἡφαίστεια, Παναθήναια.
[ἀπεφαυάνθην: Ἐξηράνθην.]
ἐν ἑνὶ λευκοπίων ἀντὶ τοῦ λιπαρός. ἀντὶ
τοῦ ὀπίσω ὤν. R.
κᾆθ' οἱ Κεραμῆς: (Οἱ τὸν Κεραμεικὸν οἰκοῦν-
τες.) δῆμος δὲ Ἀθηναίων. ἐκεῖ γὰρ ὁ ἀγὼν ἐγίνετο.
(καὶ ἐν Πλούτῳ πρώτῳ «τῶν λαμπαδηφόρων τε πλεῖ-
»στον αἰτίαν τοῖς ὑστάτοις πλατειῶν.» τοῦτο δέ φησιν
Εὐφρόνιος, ὅτι ἀπὸ τοῦ ἐν τῷ Κεραμεικῷ ἀγῶνος
ὑπ' Ἄρεος ὡς φθείρας Ἀλκίππην τὴν θυγατέρα τοῦ Ἄρεος, ὅθεν ἐκεῖ καὶ
πρώτως οὗτοι ἐκρίθησαν οἱ δύο θεοί, ὁ Ποσειδῶν καὶ ὁ Ἄρης.
Ἀκαδημία Γυμνάσιον Ἀ-
θήνησιν, ἔνθα καὶ ἱεραὶ ἦσαν ἐλαῖαι,
μορίαι καλούμεναι διὰ τὸ ἐκεῖ γεγο-
νέναι Ἁλιρροθίου μόρον, ἐξ ὧν ἦν
τῶν Παναθηναίων τὸ ἔλαιον.
μορίαις] ἐλαῖαι οὕτω κα
ἐκλήθη-
σαν δὲ οὕτως διὰ τοιαύτας αἰτίας. ἡ μὲν Ἀκαδήμεια ἀπὸ ἥρωός τινος
Ἀκαδήμου κτίσαντος τὸν τόπον, ἔνθα καὶ διατριβὴν εἶχεν ὁ Πλάτων. ὁ
δὲ
τόνος τῆς εὐθείας τῆς Ἀκαδημείας προπαροξύνεται, ἐπειδὴ καὶ ἡ εὐθεῖα
τοῦ Ἀκαδήμου ἐξ οὗ ἐκλήθη προπαροξύνεται. τὸ δὲ Κυνόσαργες ἀπὸ
τοῦ
ποτε θυόντων τῷ Ἡρακλεῖ κύνα λευκὸν ἁρπάξαι τὰ μηρία τοῦ ἱερείου καὶ
ἔρωτι μεγάλῳ τίθεσαι. εἰ μὲν γὰρ ἀληθῶς ἐπιθυμεῖς, πάρεστιν ἐπὶ τῶν
οἴκων δροσώδης καὶ ψυχρὰ ἀνάκλισις πέτρας, ὅθεν σοὶ ποτὸν ἂν γένοιτο
καὶ τὸν πόθον ἐκπληρώσαις. εἰ δ' οὐ βούλει, τί καὶ τοῦτο ἐν ἔρωτος
τάξει ἄγεις: – MNAB
ῥευμάτων: – MgAgBi
πύργοις συνεχής: ἄφθονος τοῖς ὕδασιν. ὁ δὲ νοῦς·
εἴπερ ὅλως ὕδατος ἐπιθυμεῖς, πάρεστιν ἐπὶ τῶν οἴκων δροσώδης [καὶ
ὑψηλὴ πέτρα] κλιτὺς, ὅ ἐστιν ἀνακεκλιμένη καὶ ψυχρὰ πέτρα, συνεχὲς
ὕδωρ στάζουσα: – MNAB
ἐγγύς: – MgAgBi
δέσποινα: Λίμνη Γυμνάσιον ἐν Τροιζῆνι, ὡς καὶ ἑξῆς [1133]
φησὶ τὸν ἀμφὶ Λίμνης τροχόν. ὁ δὲ νοῦς· ὦ δέσποινα τῆς
ἰσοπέδου Λίμνης καὶ τῶν ἐν αὐτῇ γυμνασίων τῶν ἱπποκρότων. ἐπεύ-
χεται δὲ λοιπὸν τῇ οἰκείᾳ θεῷ τῶν κυνηγεσίων, ὥστε τοῖς τοῦ ἐρωμένου
ἐπιτηδεύμασι χρήσασθαι πρὸς τὸ αὐτῷ συναναστρέφεσθαι καὶ συνδιαι-
τᾶσθαι. τῆς δὲ θαλάττης φησὶν αὐτὴν δεσπόζειν, ὡς καὶ Ἡσίοδος
[theog. 413]· ‘μοῖραν ἔχει γαίης τε καὶ ἀτρυγέτοιο θαλάσσης’. ἢ ἐπεὶ
Λιμνᾶτις ἡ Ἄρτεμις τιμᾶται: – MNAB
ἱπποδρόμων: –
πόλεων.
BDP φίλοισι γὰρ φίλος: πρὸς φίλους φίλος ἦλθε,
Ἀκαδημείας.
Ἀθήνῃσι προάστειον Γυμνάσιον ἀλσῶδες, ἀπό τινος Ἀκαδήμου
ἥρωος ὀνομασθέν.
Αἰξωνέως.
Αἰξωνὶς δῆμος Κεκροπίδος καὶ Αἰξωνεὺς ὁ ἐκεῖθεν.
κέλησι.
ἄζυξιν ἵπποις.
κρονικώτερα (sic TW: χρονικώτερα B).
ἢ τὰ ἀρχαιότερα καὶ παλαιά, ἢ τὰ εὐήθη.
πρὶν νενικηκέναι ... ᾄδεις.
1234
ψευδῆ ἐστιν.
ἀλλ' ἐστὶ τοῦ λέγοντος μόνοις προσέχει τοῖς
τὰ δεινὰ καὶ φοβερὰ ἀπαγγέλλουσιν, τῶν δὲ παραμυ-
θουμένων οὐκ ἀνέχεται.
πρός σ', ὦ Λύκει' Ἄπολλον Λύκειον γυ-
μνάσιόν ἐστιν Ἀθήνησιν ἔνθα Ἀπόλλων τιμᾶται· καὶ
Καλλίμαχος
ἐγὼ δ' ἤντησα Λυκείου
καλὸν ἀεὶ λιπόωντα κατὰ δρόμον Ἀπόλλωνος·
ἄγχιστος οὖν καθὸ οὐ πόρρω τῆς Ἀττικῆς αἱ Θῆβαι·
ἢ καὶ ἐν Θήβαις ὁμώνυμον ἦν Γυμνάσιον Λυκείου
Ἀπόλλωνος· νῦν οὖν οὐ τὸν ἐν Λυκίᾳ [τιμώμενον]
ἀλλ' ἢ τὸν ἐν Θήβαις ἢ ταῖς πλησιοχώροις Ἀθήναις
τιμώμενον.
ἄγχιστος πρὸ τῶν θυρῶν γὰρ ἵδρυτο.
ἄγγελος θεράπων Πολύβου.
ψαιμεν vel -τε) ἵνα αὐτοὶ δικάσωσιν ἡμῖν τίνος μᾶλλον ἡ χώρα ἦν ἣν
ἔλαβον ἡμῶν τῶν ἀφελομένων ἢ ὑμῶν τῶν λαβόντων αὐτὴν ἐξ ἡμῶν. D.
ἄμεινον γὰρ ἦν μὴ κτήσασθαι ἐξ ἀρχῆς ἢ κτησάμενον
ἀπολέσαι διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ταῦτα κατασχεῖν καὶ φυλάξαι ἀπὸ ἀδρα-
νείας. D.
ἦν] ἀντὶ τοῦ ἤμην. D.
περὶ φυγῆς] φυγῇ κατεδικάσθη Ξενοφῶν. margo C. m.
ant.
οὗτος ὀνειροκρίτης ἦν, καὶ ὡς ἔκρινεν εἴ τι ἀπέβαινεν, ἀπε-
γράφετο αὐτά. καὶ οὗτος βιβλίον ὀνείρων συνέγραψε. διέτριβε δὲ
οὗτος ἐν τῷ Λυκείῳ τῆς Ἀττικῆς περὶ τὸ Γυμνάσιον τῶν Ἀθηναίων.
πείθομαι, φησὶν, ἐκ τῶν ἱερῶν μὴ εἶναι χρήματα. ἰδοὺ τὸ ἐμπόδιον
οὐδετέρως. καὶ εὐθὺς ἀρρενικῶς ὁ ἐμπόδιος. ὁ μάντις ἐκεῖνος ἠρώτα
τὸν Ξενοφῶντα ἆρα θύεις καὶ νῦν τῷ μειλιχίῳ θεῷ, ὥσπερ ἐν τῇ πα-
τρίδι ἢ οὔ. D. ἀπέδοτο] ἐπώλησεν. D.
Θήβης πεδίον] εἰς Θήβην τὴν Ὑποπλακίαν χωρίον οὕτω
καλούμενον καταντικρὺ τῆς Χίου. D.
42, 22 ἐν Κυνοσάργει] Κυνόσαργες Γυμνάσιον τῆς Ἀττικῆς.
42, 24 Δημήτριον] ὁ Δημήτριος οὗτος βασιλεὺς μὲν Μακεδόνων
καὶ Ἑλλήνων, ἐμνηστεύετο δὲ εἰς γάμον Ἀθηνᾶν τὴν Ἀθηναίων θεόν,
ἐξαχθεὶς ἀλόγῳ οἴστρῳ.
42, 28 Λάμιαν] αὕτη ἐστὶ δι' ἣν καὶ τὰ πραττόμενα μορμολύκια
κατ' αὐτὴν προσηγόρευται, φοβερὰν τοῖς βρέφεσιν γενομένην· διὰ
γὰρ τὴν τῶν οἰκείων παίδων ἀπώλειαν ἐφόνα κατὰ τῶν ἀλλοτρίων,
οἰστρουμένη φθόνῳ πολλῷ.
ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ
1237
ΕΚΦΡΑΣΙΣ
ΝΙΚΙΟΥ
ΑΛΛΟ.
τικά, Περὶ σημείων καὶ σκοπῆς ὀρνέων καὶ τῆς κοράκων φωνῆς, Περὶ
τῆς τοῦ κυνὸς ἐπιτολῆς, Περὶ τῆς τοῦ Νείλου ἀναβάσεως, Εἰς τὸν
Πτολεμαίου πρόχειρον κανόνα, καὶ Εἰς τὸν μικρὸν ἀστρόλαβον ὑπό-
μνημα.
Θέων, Ἀλεξανδρεύς, σοφιστής, ὃς ἐχρημάτισεν Αἴλιος. ἔγραψε
Τέχνην, Περὶ προγυμνασμάτων, ὑπόμνημα εἰς Ξενοφῶντα, εἰς τὸν
Ἰσοκράτην, εἰς Δημοσθένην, Ῥητορικὰς ὑποθέσεις· καὶ Ζητήματα περὶ
συντάξεως λόγου, καὶ ἄλλα πλείονα.
Θέων, ὁ Οὐαλέριος χρηματίσας, σοφιστής. ὑπόμνημα εἰς Ἀν-
δοκίδην.
Θέων, γυμνασίου τοῦ σοφιστοῦ παῖς, Σιδώνιος, σοφιστής, παι-
δεύσας κατὰ τὴν πατρίδα, γενόμενος δὲ ὑπὸ τοῦ βασιλέως Κωνσταν-
τίνου, καὶ ἀπὸ ὑπάτων, καὶ ὕπαρχος.
Θέων, σοφιστὴς λόγων ῥητορικῶν, γεγονὼς ἀπὸ τῆς ἱερᾶς
Μαρκέλλης τό γε ἀνέκαθεν, τὸ δὲ ἐξ ὑπογύου πατρόθεν ἀπὸ Ἐκδικίου,
διδασκάλου καὶ τούτου τέχνης ῥητορικῆς. ἦν δὲ οὗτος ὁ Θέων οὐ
μάλα ἀγχίνους οὐδὲ ὀξύς, φιλομαθὴς δὲ καὶ φιλόπονος εἰς ὑπερβολήν.
ταῦτά τοι καὶ ἐγεγόνει πολυμαθέστατος ἐν ὀλίγῳ χρόνῳ, πολλὴν
ἀρχαίαν ἱστορίαν, πολλὴν δὲ νέαν περιβαλλόμενος.
Θεῶν ἀγορά: ἐπὶ τῶν τολμώντων τι λέγειν ἐν τοῖς ὑπερ-
έχουσιν.
1241
καί ποθ', ὡς αὐτὸς ἔφη, μέλλων ὑποδέχεσθαι τὸν θεόν, θυσίαν ἐπι-
τελεῖν. τῶν δὲ υἱῶν αὐτοῦ πεντήκοντα ὥς φασιν ὄντων ἐκ πολλῶν
γυναικῶν, βουλόμενοι γνῶναι οἱ τῇ θυσίᾳ παρόντες, εἰ τῷ ὄντι θεὸν
μέλλουσι ξενοδοχεῖν, θύσαντές τινα παῖδα ἐγκατέμιξαν τοῖς τοῦ ἱερείου
κρέασιν, ὡς οὐ λήσοντες, εἴπερ ὄντως θεὸς ἔπεισιν. ὑπὸ δὲ τοῦ δαι-
μονίου χειμώνων μεγάλων καὶ κεραυνῶν ῥαγέντων, φασὶ τοὺς αὐτό-
χειρας ἅπαντας τοῦ παιδὸς ἀπολέσθαι.
Λύκαινα: εἶδος θηρίου.
Λύκαιον: ὄνομα τόπου. καὶ Λυκαῖος.
Λυκείην: τὸ τοῦ λύκου δέρμα.
Λύκειον : Γυμνάσιον Ἀθήνησιν, ὅπου πρὸ τοῦ πολέμου ἐδόκει
γυμνάζεσθαι, πρὸ γὰρ τῶν ἐξόδων ἐξοπλίσεις τινὲς ἐγίνοντο ἐν τῷ
Λυκείῳ, διὰ τὸ παρακεῖσθαι τῇ πόλει, καὶ ἀποδείξεις τῶν μᾶλλον
πολεμικῶν ἀνδρῶν.
Λύκειον : ἓν τῶν παρ' Ἀθηναίοις γυμνασίων τὸ Λύκειον .
ὃ Θεόπομπος μὲν Πεισίστρατον ποιῆσαί φησι, Φιλόχορος δὲ ἐπιστα-
τοῦντος Περικλέους γενέσθαι.
Λυκεῖον ποτόν: ἤτοι ἀπὸ κρήνης τῆς ὑπὸ Ἀπόλλωνος εὑρε-
θείσης, ὑπὸ λύκων πινομένης. ἀπὸ οἴνου καὶ μέλιτος. προπερισπω-
μένως.
ΠΟΙΚΙΛΗ ΣΤΟΑ
1242
της· “τί φεύγεις, φοινικίδιον; οὐδὲν δεινὸν πέπονθας.” ἕως μὲν οὖν
τινος ἤκουε τοῦ Κράτητος· [ὅτε καὶ τὴν Πολιτείαν αὐτοῦ γράψαντος,
τινὲς ἔλεγον παίζοντες ἐπὶ τῆς τοῦ κυνὸς οὐρᾶς αὐτὴν γεγραφέναι.
γέγραφε δὲ πρὸς τῇ Πολιτείᾳ καὶ τάδε·]
τελευταῖον δὲ ἀπέστη καὶ τῶν προειρημένων ἤκουσεν ἕως ἐτῶν εἴ-
κοσιν· ἵνα καί φασιν αὐτὸν εἰπεῖν· “νῦν εὐπλόηκα, ὅτε νεναυάγηκα.”
οἱ δὲ ἐπὶ τοῦ Κράτητος τοῦτ' αὐτὸν εἰπεῖν· ἄλλοι δὲ διατρίβοντα ἐν
ταῖς Ἀθήναις ἀκοῦσαι τὴν ναυαγίαν καὶ εἰπεῖν· “εὖ γε ποιεῖ ἡ τύχη
προσελαύνουσα ἡμᾶς φιλοσοφίᾳ.” ἔνιοι δὲ διαθέμενον Ἀθήνησι τὰ
φορτία οὕτω τραπῆναι πρὸς φιλοσοφίαν.
Ἀνακάμπτων δὴ ἐν τῇ ποικίλῃ στοᾷ τῇ καὶ Πεισιανακτίῳ καλου-
μένῃ, ἀπὸ δὲ τῆς γραφῆς τῆς Πολυγνώτου ποικίλῃ, διέθετο τοὺς λό-
γους, βουλόμενος καὶ τὸ χωρίον ἀπερίστατον ποιῆσαι. ἐπὶ γὰρ τῶν
τριάκοντα τῶν πολιτῶν πρὸς τοὺς χιλίους τετρακοσίους ἀνῄρηντο ἐν
αὐτῷ. προσῄεσαν δὴ λοιπὸν ἀκούοντες αὐτοῦ καὶ διὰ τοῦτο Στωϊκοὶ
ἐκλήθησαν καὶ οἱ ἀπ' αὐτοῦ ὁμοίως (πρότερον Ζηνώνειοι καλούμενοι,
καθά φησι καὶ Ἐπίκουρος ἐν ἐπιστολαῖς – – – ) οἳ καὶ τὸν λόγον
1245
εἰσάγει καὶ λέγει μὴ εἶναι τέλειον τὸν σοφόν, ἐὰν μὴ παρῇ αὐτῷ καὶ τὰ
τοῦ σώματος ἀγαθὰ καὶ τὰ ἐκτός. ἅ ἐστι κάλλος ἰσχὺς εὐαισθησία
1247
τῷ μέρει· ἐπιδέχεται δὲ καὶ τὰς τοῦ τόπου πάσας διαφοράς· καὶ γὰρ τὸ
ἄνω καὶ τὸ κάτω καὶ κατὰ τὸν προσεχῆ τόπον καὶ τὸν κοινὸν καὶ τὸν καθ'
1248
αὑτὸ καὶ κατὰ συμβεβηκός· ἔστιν γὰρ καθ' ἕκαστον τούτων ποῦ εἶναι.
ὁμοίως δὲ καὶ τὸ ποτὲ οὐκ ἔστιν χρόνος, ἀλλὰ προϋπάρχοντος τοῦ
χρόνου
τὸ ἐν χρόνῳ εἶναι λέγεται ποτέ, οἷον Διονύσια πέρυσιν ἢ τῆτες ἢ εἰς
νέωτα·
αὐτὸς μέντοι ὁ χρόνος, ἐν ᾧ ἐστιν τὸ ποτὲ λεγόμενον εἶναι, οὐκ ἔστιν τῆς
τοῦ ποτὲ κατηγορίας, ἀλλὰ τῆς τοῦ ποσοῦ. ἐπιδέχεται δὲ καὶ τὸ ποτὲ
τὰς κατὰ τὸν χρόνον διαφοράς· τὸ μὲν γὰρ πέρυσιν κατὰ τὸν
παρεληλυθότα
λέγεται, τὸ δὲ τῆτες κατὰ τὸν ἐνεστῶτα,
Ολυμπιόδωρος. Prolegomena (4019: 001)“Olympiodori prolegomena et
in categorias commentarium”, Ed. Busse, A.
Berlin: Reimer, 1902; Commentaria in Aristotelem Graeca 12.1.
Pa. 3, line 19
γενέσθαι αὐτῆς λόγῳ ἀπωθοῦντο καὶ ἐδίωκον. τούτου οὖν χάριν διὰ τὸ
παρρησιαστικὸν καὶ ἐλεγκτικὸν Κυνικοὶ ὠνομάσθησαν·
σεν ὁ ποιητὴς διά τε πλῆθος κατὰ τοὺς παλαιοὺς καί, ὅτι οὐκ εἶχε πάντα,
φασίν, εἰς μετροποιΐαν κατατάξειν, καίτοι ἑκατὸν
ἑβδομηκοντατεσσάρων,
φασί, δήμων ὄντων τῆς Ἀττικῆς, ὧν πολλοὶ λαμπρὰ εἶχον διηγήματα·
καθάπερ
Ἀφίδνα μὲν τὴν Ἑλένης ἁρπαγὴν ὑπὸ Θησέως καὶ ὡς οἱ Διόσκουροι
ἐκπορθή-
σαντες αὐτὴν ἐκομίσαντο τὴν ἀδελφήν· Μαραθὼν δὲ ὕστερον μὲν τὸν
Περσικὸν
ἀγῶνα, πρὸ δὲ Ὁμήρου τὸν Μαραθώνιον ταῦρον, ὃν ἀνεῖλε Θησεύς·
Ῥαμνοῦς
δὲ τὸ τῆς Νεμέσεως ξόανον μεγέθει καὶ κάλλει κατωρθωμένον καὶ τοῖς
τοῦ
Φειδίου ἐνάμιλλον· Δεκέλεια δὲ ὁρμητήριον Πελοποννησίοις κατὰ
Ἀθηνῶν
ἐχρημάτισεν ὕστερον· ὁμοίως δὲ καὶ ἡ Φυλὴ τὸν Θρασύβουλον κατὰ τῶν
τὸν ἔξω ὄχλον κολακεύων πείθειν δοκεῖ, κακουργῶν καὶ ἑαυτῷ ἐπι-
βλαβῶς καὶ τοῖς πειθομένοις.
τούτων ἕνα.
κατὰ κοινοῦ τὸ εὖ ἴσθι.
τίς ἐστιν τῶν ζωγράφων.
ὥσπερ τὸ εἶδος πολλῶν ἐστιν ἀτόμων ςυγκείμενον, οὕτω
καὶ τὸ γένος πολλῶν εἰδῶν· ὡς ἔχει οὖν ζῶον τὸ γραφόμενον πρὸς τὰ
ἄτομα τὰ ὑπ' αὐτό, οὕτως ἔχει καὶ ἡ πειθὼ γένος οὖσα πρὸς τὰ
ἑαυτῆς εἴδη, τό τε διδασκαλικὸν καὶ πιστευτικόν.
ποῦ. ἐν τῇ ποικίλῃ στοᾷ. ταύτης τοίνυν κτλ.
πάλιν τὴν εἰδωλικὴν βούλεται λέγειν ὁ Γοργίας ῥητορικήν. καὶ γὰρ
ἀπὸ τοῦ χείρονος ἤρξατο, τοῦ δικανικοῦ· κρεῖττον δὲ δῆλον ὅτι τὸ
συμβουλευτικόν (ἐκ τἀγαθοῦ γὰρ τὴν ὑπόστασιν ἔχει), μέσον δὲ τὸ
πανηγυρικὸν ἀπὸ τοῦ νοῦ προελθόν, καὶ χεῖρον τὸ δικανικὸν ὡς ἀπὸ
ψυχῆς προϊόν.
ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΝ
εἰς αὐτὰ ἐγχυθέντων ὀσμάς, οὕτως καὶ αἱ τῶν νέων ψυχαὶ τοὺς πρώτους
τῶν φαντασιῶν τύπους ἀνεξαλείπτους ἐναποματτόμεναι, τῇ φορᾷ τῶν
αὖθις ἐπεισρεόντων ἥκιστα κατακλυζόμεναι, τὸ ἀρχαῖον διαφαίνουσιν
εἶδος.
{ΜΑΘΗΤΗΣ}
βάλλ' εἰς κόρακας. τίς ἐσθ' ὁ κόψας τὴν θύραν;
{Στ.} Φείδωνος υἱὸς Στρεψιάδης Κικυννόθεν.
{Μα.} ἀμαθής γε νὴ Δί', ὅστις οὑτωσὶ σφόδρα
ἀπεριμερίμνως τὴν θύραν λελάκτικας
καὶ φροντίδ' ἐξήμβλωκας ἐξηυρημένην.
{Στ.} σύγγνωθί μοι· τηλοῦ γὰρ οἰκῶν τῶν ἀγρῶν.
1258
σπεισά-
μενος εὔνους ἦν· τῇ δὲ ἐκκλησίᾳ εἰς καιρὸν τοῖς λόγοις ἐπήμυνεν. ὁ δὲ
Οὐάλης ἀποτυχὼν τῆς σπουδῆς ἄπρακτος ἅμα τοῖς σὺν αὐτῷ ἐπισκόποις
ἀπεχώρησε τότε.
Μετὰ δὲ χρόνον πάλιν εἰς Καππαδοκίαν ἐλθὼν καταλαμβάνει Βασίλειον
τὰς τῇδε ἐκκλησίας ἐπιτραπέντα μετὰ τὴν Εὐσεβίου τελευτήν.
βουλευόμενος
ἀρίστοις
παιδευθεὶς καὶ τούτου χάριν ἐν Αἰγύπτῳ πλεῖστον διατρίψας χρόνον, ἐπι-
σημότατος ἐπὶ μοναστικῇ φιλοσοφίᾳ γέγονε παρά τε Αἰγυπτίοις καὶ Πα-
λαιστίνοις, μετὰ δὲ ταῦτα καὶ Κυπρίοις, παρ' οἷς ᾑρέθη τῆς μητροπόλεως
τῆς νήσου ἐπισκοπεῖν. ὅθεν οἶμαι μᾶλλον κατὰ πᾶσαν ὡς εἰπεῖν τὴν
ὑφ' ἥλιον ἀοιδιμώτατός ἐστιν. ὡς ἐν ὁμίλῳ γὰρ καὶ πόλει μεγάλῃ τε καὶ
παράλῳ ἱερωμένος καὶ μεθ' ὅσης ἀρετῆς εἶχε πολιτικοῖς ἐμβαλὼν πράγ-
μασιν, ἀστοῖς καὶ ξένοις παντοδαποῖς γνώριμος ἐν ὀλίγῳ ἐγένετο, τοῖς
μὲν
θεασαμένοις καὶ πεῖραν λαβοῦσι τῆς αὐτοῦ πολιτείας, τοῖς δὲ παρὰ
τούτων
πυθομένοις. πρὸ δὲ τῆς εἰς Κύπρον ἀποδημίας ἔτι ἐν Παλαιστίνῃ
διέτριβεν ἐπὶ τῆς παρούσης ἡγεμονίας, ἡνίκα δὴ ἐν τοῖς τῇδε
φροντιστηρίοις
εὖ μάλα διέπρεπον Σαλαμάνης τε καὶ Φούσκων καὶ Μαλαχίων καὶ
Κρισπίων
ἀδελφοί· ἐφιλοσόφουν δὲ ἀμφὶ Βηθελέαν κώμην τοῦ νομοῦ Γάζης. καὶ
γὰρ δὴ
καὶ εὐπατρίδαι τῶν ἔνθεν ἦσαν. διδασκάλου δὲ ταύτης τῆς φιλοσοφίας
ἔτυχον Ἱλαρίωνος, ἀφ' οὗ λέγεταί ποτε τούτων ἅμα οἴκοι ἀπιόντων ἐκ
μέσου ἁρπαγῆναί πως τὸν Μαλαχίωνα καὶ ἀφανῆ γενέσθαι, ἐξαπίνης τε
πάλιν ἀναφανῆναι, τὴν αὐτὴν ὁδὸν συμβαδίζοντα τοῖς ἀδελφοῖς, μετ' οὐ
πολὺ δὲ ἀποβιῶναι, νέον μὲν ἔτι ὄντα, τῶν γεγηρακότων δὲ ἐν φιλοσοφίᾳ
καθεῖρχ-
θαι ἐφιλοσόφει, καὶ Πρωτογένης, ὃς τὴν αὐτόθι ἐκκλησίαν ἐπετρόπευσε
μετὰ Βῖτον τὸν τότε ἐπίσκοπον, Βῖτον ἐκεῖνον τὸν ἀοίδιμον, ὅν φασι
βασιλέα
Κωνσταντῖνον πρώτως θεασάμενον ὁμολογῆσαι ὡς πάλαι πολλάκις ἐν
ἐπι-
φανείαις τὸν ἄνδρα τοῦτον ὁ θεὸς αὐτῷ ἐπέδειξε καὶ παρεκελεύσατο ὅ τι
λέγοι πειθαρχεῖν αὐτῷ. καὶ Ἀώνης δὲ ἐν Φαδανᾷ τὸ φροντιστήριον
εἶχε. τόπος δὲ οὗτος οὗ ὁ Ἰακὼβ ὁ τοῦ Ἀβραὰμ ἔγγονος ἐκ Παλαιστίνης
ἐπιστάς, ἔτι παρθένῳ συνήντετο τῇ μετὰ ταῦτα γαμετῇ· ἐκκυλίσας τε τοῦ
ἐνθάδε φρέατος τὸν λίθον, πρῶτον αὐτῆς τὸ ποίμνιον ἐπότισε. φασὶ δὲ
τοῦτον Ἀώνην τῆς ἐκτὸς πάτου ἀνθρώπων καὶ ἀκριβοῦς φιλοσοφίας
ἄρξαι
παρὰ Σύροις, ὥσπερ Ἀντώνιον παρ' Αἰγυπτίοις.
Τούτῳ δὲ συνοίκω ἤστην Γαδδανᾶς τε καὶ Ἄζιζος, πρὸς ὁμοίαν ἀρετὴν
ἁμιλλωμένω. ἀνὰ δὲ τὴν ἐκ γειτόνων Ἔδεσσαν καὶ πέριξ ταύτης εὐδοκι-
μώτατοι φιλόσοφοι κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον ἦσαν Ἰουλιανὸς καὶ Ἐφραὶμ
ὁ
Σύρος συγγραφεύς, οἱ ἐν τῇ Κωνσταντίου βασιλείᾳ δηλωθέντες, Βαρσῆς
τε
καὶ Εὐλόγιος, οἳ καὶ ἐπισκόπω ἄμφω ὕστερον ἐγενέσθην οὐ πόλεως
τινός,
ἔφη, «τὴν προαίρεσιν· ἀλλ' οἰκονομικὸν εἶναι δεῖ τὸν κατὰ θεὸν τῆς
ἄκρας
ἀρετῆς ἐφιέμενον· σὺ δὲ πλουτοῦσι πλοῦτον ἐπεισάγουσα οὐχ ἧττον ἢ εἰς
θάλασσαν ἐκχέεις τὰ σά. ἢ οὐκ ἐπίστασαι ὅτι ἑκοῦσα τοῖς δεομένοις διὰ
θεὸν τὴν οὐσίαν ἀνέθηκας καὶ ὡς ἐπὶ χρήμασι τῆς σῆς δεσποτείας
ἐξελθοῦσι
διοικεῖν ἐτάχθης καὶ λόγοις ἔνοχος ἐγένου; ἢν οὖν ἐμοὶ πείθῃ, πρὸς τὴν
χρείαν τῶν αἰτούντων τοῦ λοιποῦ μετρήσεις τὴν δόσιν· οὕτω γὰρ πλείους
τε εὐεργετήσεις καὶ ἐλέου καὶ σπουδαιοτάτης κηδεμονίας ἀμοιβῶν τεύξῃ
παρὰ θεοῦ.»
Γέγονε δέ τις αὐτῷ διαφορὰ καὶ πρὸς πολλοὺς τῶν μοναχῶν καὶ μά-
λιστα τὸν Ἰσαάκιον. ἠρεμοῦντας μὲν γὰρ ἐν τοῖς αὐτῶν φροντιστηρίοις
τοὺς
1279
πάνων ἐπλούτουν.
Στεφάνωι
Ἔτι σιγᾷς; ἔτι τῶν ἠμελημένων ἡμεῖς; καὶ μὴν πάλαι γε πυκνοῖς ἡμᾶς
εἶχες τοῖς γράμμασιν, καὶ ἦν ἥδιστόν τι χρῆμα φθεγγομένου πολλάκις
ἀκούειν. ἀλλὰ νῦν ἐξαίφνης σιγᾷς καὶ τῆς ἡδονῆς ἐστερήμεθα. τοιαῦτα
τῶν
χρηστῶν βιβλίων ἀπέλαυσα. ζητῶν γὰρ ἐκεῖνα καὶ τὸν πάντων μοι φίλτα-
τον προσαπολέσαι δοκῶ. σὺ δὲ μάλιστα μὲν καὶ τὸ βιβλίον ἀπόστειλον
καὶ
τῆς πρὶν εὐνοίας ἀπολίπῃς μηδέν. εἰ δὲ μή, τὸ γοῦν φίλους εἶναι
διαμενέτω.
δόξω γὰρ οὕτω πεπονθέναι μηδέν. δήλωσον δέ μοι καὶ ὅπως ὑμῖν ἔχει τὸ
φροντιστήριον, καὶ εἰ πλῆθος ὁμιλητῶν σοι περιφράττει τὸ θέατρον, καὶ,
Μαρκέλλωι
πέπεισμαι
ῥᾳδίως, ἐκ τῶν πρὸς ὑμᾶς ὑποσχέσεων τὴν πεῖραν λαβών. ὑπόλοιπον
τοίνυν
ὑμῖν κρατεῖσθαι, καὶ πρέπον ἂν εἴη μὴ κρατεῖν ἐθέλειν ἄνδρα μηδὲν οὕτω
μούς.
Ὃ δὴ καὶ γενόμενον ἠγνοεῖτο τῷ βασιλεῖ· καὶ
οὐ θωπευτικὴν ποιοῦμαι τὴν ἱστορίαν, ἴστω Θεὸς, ἀλλ' ἀλη-
θεστάτην παντάπασιν, ὅθεν καὶ πλείω ἀφεῖκεν ἐπὶ τῷ
πράγματι γνοὺς ὕστερον δάκρυα ἢ ὅσα ἐκεῖνος πρὸ τοῦ
παθεῖν κατήνεγκέ τε καὶ ἀπωδύρετο· ἀλλ' οὐδ' ὅτε ἠγγέλθη
τῷ βασιλεῖ τοῦ Διογένους ἡ ἅλωσις, ἢ σκίρτημά τι ἐνεφά-
νισεν, ἢ ἄλλο τι χαρμονῆς εἶδος τοῖς περὶ αὐτὸν ἐπεδείξατο,
ἀλλ' εἰ μὴ τὰ παρὰ τῶν πολλῶν εὐλαβεῖτο ὀνείδη, ἐσκυθρώ-
παζεν ἂν μέχρι πολλοῦ. Ὁ μὲν οὖν καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς
ἐκκοπεὶς εἰς ὃ ἱδρύσατο φροντιστήριον ἐν τῇ νήσῳ ᾗ Πρώτη
ὄνομα ἐπανάγεται, ἔνθα βραχύ τι ἐπιβιοὺς τελευτᾷ οὔπω
ἔτη τέτταρα τὴν βασίλειον ἀρχὴν κατασχὼν, κρατεῖ δὲ
καθαρῶς τῆς ἀρχῆς ὁ Μιχαήλ.
νικὸν φῦλον. οὐδὲ γὰρ ὅτι τῶν τοσούτων τοῦ χρυσίου ταλάντων ἡ
ἄφεσις γέγονε θαυμαστὸν μόνον, καίπερ ὂν ἀνυπέρβλητον, ἀλλ' ὅτι
καὶ πόρος ἀδικίας πολυπλάσιος ἐν τῇ τοιαύτῃ ὑποθέσει συνεξεκόπη
ὁσιώτατον. ἤρθη ἐκ μέσου στραγγαλιὰ βιαίων καὶ ψυχοφθόρων
1287
Εὐφροσύνῃ ἡγουμένῃ
Ἀκηκοὼς καὶ νῦν ὅτι παρεμυθήθη σου ἡ τιμιότης ἀπὸ τοῦ περὶ
τὴν μακαρίαν μητέρα πάθους εὐχαρίστησα τῷ Κυρίῳ, ὃς ἐγνώρισέ
σε καὶ φιλομήτορα γνησιεύουσαν καὶ φιλόθεον ἀριστεύουσαν, τὸ
μὲν διὰ τοῦ ἀγαπητικοῦ λυπηροῦ, τὸ δὲ διὰ τοῦ συμμεμετρημένου
παρακλητικοῦ· ἐξ ὧν ἀποδέδεικται ὅτι καὶ μητέρα καὶ θεὸν ἠγάπη-
σας. ἀλλὰ δεῦρο, κυρία, χαίρουσα καὶ τρέμουσα βάδιζε τὴν ὁδόν
σου, χαίρουσα μὲν ὅτι ἠξίωσαι τοιαύτης μητρὸς θυγάτηρ χρηματί-
σαι, τρέμουσα δὲ ὅτι τὸ τῆς προστασίας φροντιστήριόν σοι πάρεστιν,
οὗ οὐχ ὁ τυχὼν ἀγὼν οὐδὲ εὐκαταφρόνητος ὁ μισθός, ἀλλὰ καὶ λίαν
ἀμφοτέρωθεν τὸ ὕψωμα τοῖς νοῦν ἔχουσιν.
Σὺ οὖν ὡς ἐχέφρων, ὡς συνετή, ὡς μητρόθεν ἠγμένη ἐν πνεύματι
ἄριστον βίον καὶ κεκανονισμένον διέλασον, τύπον ἑαυτὴν προθεῖσα
ἀγαθοεργίας ταῖς ἀδελφαῖς. μὴ νυστάξῃ τὸ ὄμμα τῆς καρδίας σου
ἀπὸ φυλακῆς τῶν ἐντολῶν τοῦ θεοῦ, μὴ βύσῃς τὸ οὖς τῆς ψυχῆς
εἰσακούειν φωνῆς διδασκαλικῆς, διδασκομένη καὶ διδάσκουσα,
φωτιζομένη καὶ φωτίζουσα, χειραγωγουμένη καὶ χειραγωγοῦσα,
προσαγομένη θεῷ καὶ προσάγουσα. ἀκουστὸν εἴη τὸ ὄνομά σου ἐν
ἀγαθῇ πολιτείᾳ, ὡς ἂν δοξάζηται θεὸς ἐν σοὶ καὶ ἐν τῇ μονῇ σου,
Manuel Philes Poeta, Scr. Rerum Nat., Carmina Cha. 4, poem 17, line 26
ται, οὐκέτι ἄλλως τὴν ἐπὶ τῆς χώρας ξυγχωρεῖν αὐτοῖς διατριβὴν
ἀλλ' ἢ τὰς ὄψεις ἐκκεντηθεῖσιν. Ἀλμούζης μὲν οὖν τούτου δὴ
ἕνεκα παρὰ βασιλέα ἦλθεν. ὃ δὲ ἄσμενός τε τὸν ἄνθρωπον εἶδε
καὶ ξὺν φιλοφροσύνῃ ἐδέξατο. ἐτύγχανε γὰρ δὴ βασιλεὺς Ἰωάν-
νης Εἰρήνην τὴν Βλαδισλάβου παῖδα γυναῖκα γαμετὴν ἤδη πε-
ποιημένος, σωφρονεστάτην τε εἴπερ τινὰ καὶ ἀρετῆς ἐς τὰ μάλι-
στα μεταποιουμένην. ὅσα γοῦν ἐκ βασιλέως τε ξυνοίκου καὶ τῆς
βασιλείας ἐπεπόριστο, οὔτε τοῖς παισὶν εἰς κλήρους ἀφώρισεν οὔτε
περιττότητι κόσμων ἠνάλωσε καὶ τρυφῇ. εὖ δὲ ποιοῦσα διετέλει
τὸν πάντα τῆς ζωῆς αἰῶνα τοὺς ὅσοι ἐφ' ὁτῳοῦν ἐκείνης δεόμενοι
ἦσαν. ἣ δὲ καὶ φροντιστήριον ἐπ' ὀνόματι τοῦ παντοκράτορος ἐν
Βυζαντίῳ συνεστήσατο, ἐς κάλλος καὶ μέγεθος ἐν τοῖς μάλιστα
τῶν ἐπισημοτάτων ὄν. ἡ μὲν δὴ Αὐγοῦστα τοιάδε τις ἦν. ὁ δὲ
τῶν Οὔννων ῥὴξ ἐπειδὴ τὰ κατὰ τὸν ἀδελφὸν ἤκουσε, πρέσβεις
ἐς βασιλέα πέμψας γῆς τῆς Ῥωμαίων ἀπελαύνεσθαι τοῦτον ἠξίου.
1296
ἅμα καὶ πλοῦτον, ἵνα πᾶσαν εἰς τὰ θεῖα μεταθῶσι τὴν μέ-
ριμναν καὶ μηδεὶς τὸν νοῦν ἐπέχῃ δεσμὸς εἰς οὐρανὸν
ἀναπτῆναι. τούτων πλήρεις καὶ πόλεις καὶ κῶμαι καὶ αἱ
τῶν ὀρῶν ἀκρώρειαι καὶ φάραγγες. ἀφ' οὗ γὰρ ὁ Χριστὸς
τὴν παρθενίαν ἐτίμησεν ὑπὸ παρθένου τεχθεὶς τοὺς τῆς
παρθενίας λειμῶνας ἡ φύσις ἐβλάστησε καὶ τὰ εὐώδη τῶν
μοναχῶν ἄνθη καὶ ἀμάραντα προσφέρει τῷ ποιητῇ καὶ δες-
πότῃ. καὶ γὰρ πανταχοῦ μοναστήρια γεγόνασιν, οὐ παρ'
ἡμῖν μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐν Συρίᾳ πάσῃ καὶ ἐν Παλαιστίνῃ
καὶ ἐν Κιλικίᾳ καὶ ἐν Μεσοποταμίᾳ, ἐν Αἰγύπτῳ δέ φασι
καὶ ἀνὰ πέντε χιλιάδας ἀνδρῶν ἔχειν ἔνια Φροντιστήρια με-
ταξὺ τὸν θεὸν ὑμνούντων ἐν προσευχαῖς καὶ ψαλμῳδίαις
ἀγρυπνοῦντες καὶ μετὰ σκληραγωγίας πολλῆς ζῶντες καὶ
τὴν ὄντως Χριστοῦ φιλοσοφίαν εἰς ἄκρον ἐπιδεικνύμενοι.
καὶ οἱ μὲν κατὰ συμμορίαν, ὡς ἔφην, οἰκοῦντες δημιουρ-
γοῦσιν ἐν ταῖς ψυχαῖς τὰ τῆς φιλοσοφίας ἀγάλματα, οἱ δὲ
καὶ δύο ἢ τρεῖς διάγοντες, οἱ δὲ καὶ μόνοι καθειργμένοι
καὶ ἡσυχάζοντες καὶ τὼ ὀφθαλμὼ τῷ κάλλει τῶν ὁρωμένων
1301
τῶν αἰτήσεων συνεχὲς καὶ φορτικὸν ἀπειλαῖς ἐχρῆτο καὶ ἐπιτιμίοις ἀπο-
τόμοις, καὶ εἴγε μὴ πείθοιτο καὶ τῆς βασιλείας ἔκπτωσιν ἀπειλούμενος,
τὸ δημῶδες τοῦτο καὶ κατημαξευμένον ἐπιλέγων: «Ἐγὼ σὲ ἔκτισα, φοῦρ-
ξεως. διὸ καὶ τὸν μὲν πρῶτον υἱὸν αὐτῆς, ὃν ἐκ τῆς τοῦ
Δούκα συναφείας ἀπέτεκεν, αὐτοκράτορα καὶ δεσπότην φη-
μίζουσιν, ἐν τῷ τοῦ χρυσοτρικλίνου βασιλείῳ θρόνῳ καθιδρύ-
σαντες αὐτόν, καὶ τὴν ἀρχὴν ἐγχειρίζουσι μόναρχον· τήν τε
δέσποιναν καὶ μητέρα τούτου καθαιροῦσι μετὰ σφοδρᾶς τῆς
ἐπιφορᾶς, εἶτα καὶ πλοίῳ παραδόντες ὑπερόριον τίθενται κατὰ
τὸν ἑῶον πορθμόν, ὃν Στενὸν οἱ πολῖται κατονομάζουσιν ἐκ
τῆς θέσεως, ἐγκαταστήσαντες ταύτην τῷ παρ' αὐτῆς συστάντι
φροντιστηρίῳ καὶ λεγομένῳ Πιπερούδη, μελαμφοροῦσαν ἐπα-
ποδείξαντες καὶ κεκαρμένην τὰς τρίχας, καὶ τῷ τάγματι τῶν
μοναζουσῶν καταζεύξαντες.
Ὁ δ' οὖν Διογένης μέχρι τοῦ θέματος τῶν Ἀρμενια-
κῶν προϊών, ἐπεὶ τὰ κατ' αὐτὸν ἐπληροφορήθη, καὶ ὡς τοῖς
πολίταις καὶ τοῖς ἀνακτόροις ἐπικεκήρυκται, φρούριόν τι κα-
τασχὼν Δόκειαν κατονομαζόμενον ἐκεῖσε κατεστρατοπεδεύσατο.
ὁ δὲ Καῖσαρ καὶ ὁ τὰ σκῆπτρα νέον ἐγχειρισθεὶς τούτου
ἀνεψιός, μετὰ τὸ πάντα τὰ κατὰ τὴν βασιλεύουσαν διαθεῖναι
κατὰ τὸ βεβουλευμένον αὐτοῖς, καὶ τοὺς μὲν τῆς συγκλήτου
βουλῆς οἰκειώσασθαι καὶ τιμᾶν αὐτοὺς προκατάρξασθαι, πρὸς
ἀπογυμνοῖ, ἀλλὰ καὶ εἰς μοναχὸν ἀποκείρας ἐν ἑνὶ τῶν κατὰ τὸ Παπύ-
κιον τὸ ὄρος φροντιστηρίων παραρριπτεῖ.
Ἵνα δὲ μὴ εἴη τὸ πραχθὲν ἀπροφάσιστον καὶ προῦπτον διὰ τοῦτο τὸ
βασιλικὸν ἀδίκημά τε καὶ ἀσχημόνημα, οἱ συκοφάνται παρῆσαν ἐγγύς,
ὑφειμένοι παρ' ὧν ὑπεβλήθησαν, καὶ γοητεῖαι κατὰ βασιλέως τὰ αἰτιά-
ματα οὕτω πάνυ τοι πιθαναὶ καὶ δραστήριοι, ὡς ποιεῖν τὸν κεχρημένον
πετόμενον καὶ μηδ' ὅλως θεώμενον καθ' ὧν ἂν ἐπιπτέσθαι ξιφηφόρος
βού-
λοιτο, καὶ ἕτερ' ἄττα βωμολόχα καὶ ἀκοαῖς ὑγιαινούσαις οὐκ εὐπαρά-
δεκτα, ὁποῖα πάλαι τοῦ Περσέως λογοποιοῦντες κατηγόρευον Ἕλληνες.
Ἦν δὲ ὁ τῶν συκοφαντῶν τοῦ ἀνδρός, ὡς ᾔδετο, προχειρότατος καὶ
πλάστης πρώτιστος τῶν ληρημάτων καὶ εὑρετὴς τουτωνὶ ὁ Ἀαρὼν
Ἰσαάκιος, Κορινθόθεν μὲν ὁρμώμενος, τὴν δὲ Λατινίδα γλῶτταν ἄκρως
βρωμάτων καὶ τοῖς πρὸς λύριον καὶ κιθάραν καὶ συμφωνίαν ᾠδῶν
ἔχουσιν οὐκ ἀπηχθάνετο, εἶπεν ἂν ὡς μόνοις ἐννεάσας ἔχει τοῖς τοιούτοις
καὶ τοῦ κατὰ θεὸν ζῆν ἀπάγον, τοῦτο δὴ τὸ οἰκεῖον αὐτοῖς ἐπάγγελμα,
οὐδὲν κτησείδιον ἀπετάμετο, οὔτε μὴν ἀγροὺς καὶ ἀμπελῶνας τῷ φρον-
τιστηρίῳ ἐπέταξε, πᾶσαν δὲ τοῖς μονασταῖς δίαιταν ἐκ τῶν βασιλικῶν
χρυσώνων ἐπιμετρήσας ἐκεῖθεν αὐτὴν ἐβράβευεν, ἀνακόπτων ἐντεῦθεν,
οἶμαι, τὸν πολὺν ἔρωτα τῶν πλείστων περὶ τοῦ μονὰς
καὶ τοῦ κατὰ θεὸν ζῆν ἀπάγον, τοῦτο δὴ τὸ οἰκεῖον αὐτοῖς ἐπάγγελμα,
οὐδὲν κτησείδιον ἀπετάμετο, οὔτε μὴν ἀγροὺς καὶ ἀμπελῶνας τῷ φρον-
τιστηρίῳ ἐπέταξε, πᾶσαν δὲ τοῖς μονασταῖς δίαιταν ἐκ τῶν βασιλικῶν
χρυσώνων ἐπιμετρήσας ἐκεῖθεν αὐτὴν ἐβράβευεν, ἀνακόπτων ἐντεῦθεν,
οἶμαι, τὸν πολὺν ἔρωτα τῶν πλείστων περὶ τοῦ μονὰς συνιστᾶν καὶ πα-
1316
ράδειγμα διδοὺς τοῖς μετόπισθεν, ὅπως χρεὼν νεὼς ἀνιστᾶν καὶ οἵαν
δέον ἑτοιμάζειν τράπεζαν τοῖς ἐρημικοῖς καὶ ἀβίοις καὶ τῆς ὕλης ἑαυτοὺς
ἐκλύσασι.
εἰς θέαν τοῖς εἰσιοῦσι τοὺς νεὼς προτιθέντες καὶ νεκροὶ ἐρῶντες
στεφανού-
μενοι δείκνυσθαι καὶ στιλπνοὶ καὶ φαιδροὶ τὰ πρόσωπα ἐπ' ἀγορᾶς τε καὶ
τριόδων τὰ θεῖα ᾠκοδόμησαν Φροντιστήρια, ἐνλακκεύσαντες ἐν τούτοις
πως ἀποβληθείη ἀνήρ, οὐκ ἔσχεν ἐπιτελῆ τὰ κατὰ σκοπὸν καὶ διὰ τὸ
καθαιρέσει μὲν εὐλόγως οὐδ' ὁτιοῦν ὑπάγον ἐν αὐτῷ εὑρίσκεσθαι, ἀλλὰ
δὴ καὶ τὸ τὴν δέσποιναν καὶ τοὺς πλείους σχεδὸν ἢ τοὺς ἅπαντας τῶν
ἐκ τοῦ βασιλείου αἵματος ὑπερβαλλόντως τὸν ἄνδρα τιμᾶν. ἄκων οὖν ὁ
1317
σκολιὸς ὄφις τῶν ἑλίξεων ἀποστὰς καὶ τὸν ἰὸν αὖθις κατεσπακώς, ὃν
ἐμημεκέναι κατὰ τοῦ ἁγίου προητοιμάκει, ἐπευδοκεῖ καὶ αὐτὸς τῇ ἐς
τὸν πρότερον θρόνον αὖθις τούτου ἐπανελεύσει.
Ἐπεὶ δὲ ἡ κυρία τῆς ἀνόδου ἐνειστήκει, ὁπόσοι τῶν ἐν τέλει καὶ ὅσοι
τοῦ βήματος τοῦ καλοῦ ἔτρεφον ἔρωτα καὶ ὁ τῆς πόλεως ἅπας δῆμος εἰς
τὸ ἱερὸν φροντιστήριον συνδραμόντες λαμπροτάτην ἐκείνῳ συντελοῦσι
τὴν πρόοδον μύροις τὰς ἀγυιὰς τέγγοντες καὶ τοῖς Ἰνδικοῖς ξύλοις καὶ
καρυκευτοῖς ἀρώμασι τὸν ἀέρα εὐωδιάζοντες. οὕτω δὲ ἡ προπομπὴ
μυριάνθρωπος ἦν, ὡς μόλις περὶ βαθεῖαν ἑσπέραν ἐπαναζεῦξαι τὸν προ-
πεμπόμενον ἐς τὸν μέγαν τῆς ἁγίας θεοῦ Σοφίας νεών, ὑποφαινομένης
ἡμέρας ἐκ τῆς τοῦ Παντεπόπτου μονῆς ἀπάραντα. τοσαύτη δ' αἰσχύνη
τὰ τῶν θεμένων αὐτὸν ὑπόδικον ἀρχιερέων ἐκάλυψε πρόσωπα, ὡς μὴ
μόνον τὰς δημοσίους παρόδους ἐκτρέπεσθαι διὰ τὸ ἐς τὸν ἀρχιθύτην
ἀμπλάκημα καὶ τὸ ἐκείνων ἐντεῦθεν παγκαταγέλαστον, ἀλλὰ καὶ τὸ
θανεῖν ὑποβλέπεσθαι. καὶ ταῦτα μὲν εἶχεν οὕτως.
ἅγιον ἦν, εἴτε σεμνεῖον ἱερόν, εἴτε οἴκημα ἰδιωτικόν· καὶ τοῦ κακοῦ παρὰ
πᾶσαν δόκησιν ἐπελθόντος οὐ μόνον τὰ μέλαθρα τὸ πῦρ ἐπενέμετο καὶ ἡ
φλὸξ μικροῦ διεῖρπεν αἰθέριος, ἀλλὰ καὶ τὰς οὐσίας ἐπεβόσκετο τῶν ἀν-
θρώπων, οὐδενὸς ἁρπάσαι τι καὶ μετενεγκεῖν ἔχοντος, εἰ μὴ ὅσα τῶν
χρημάτων εὐάγκαλα.
Κατὰ δὲ τὴν μετ' αὐτὴν ἕω ἔξεισιν ὡς ἐκ προσκλήσεως τὸ Λατινικὸν
στῖφος, ὃ τῷ Κορράδῳ καίσαρι συνετέτακτο, καὶ τὸ ἀγελαῖον καὶ
πτωχεῦον πλῆθος τῆς πόλεως καὶ τὰ πέριξ διαδραμόντες, οἱ μὲν ἔτι τὰ
ὅπλα φέροντες, οἱ δ' ἀμυντηρίῳ τῷ παρευρεθέντι χρώμενοι, τί μὲν οὐχ
ἥρπασαν, τί δὲ χείριστον οὐκ εἰργάσαντο; οἰκήματα κατήρειψαν, τὸν
ἔνδον πλοῦτον περιεβάλοντο, ἱερὰ ἀνηρεύνησαν Φροντιστήρια, ἔπιπλα
ἀφείλοντο παναγῆ, σκεύη τίμια ἐβεβήλωσαν, σεμνὴν μοναζόντων
πολιὰν οὐκ ᾐδέσθησαν, ἀρετῆς, ἣν καὶ πολέμιος οἶδε τιμᾶν, ἠλόγησαν,
καὶ ἵνα τὰ πολλὰ συντέμω, πᾶσαν κάκωσιν καθ' ὧν ἐπῄεσαν ἐπεδείξαντο.
πολλοὶ δὲ καί, ὅτι τῶν κατ' οἶκον σκυλευομένων ὑπέμυξαν, θάνατον εὕ-
ραντο τὸ ζημίωμα. προύκοψε δ' ἂν τὸ δεινὸν καὶ χρονιώτερον γεγονὸς
ὤφθη περιαλγέστερον, εἰ μή τινες ἀνενεγκόντες βασιλεῖ τὰ τελούμενα
καὶ βαρυαλγήσαντες, ὡς εἰκός, ὑπένυξαν πρὸς διόρθωσιν. καὶ στείλας
εὐθύς τινας τῶν κατ' ἀξίωσιν καὶ γένος περιφανῶν ἀνέστειλέ τε τὰς τῶν
ἀτάκτων ὁρμὰς καὶ κατέληξεν οὕτως ὀψέ ποτε τὰ εἰς μέγα μέρος ἀφανι-
σμοῦ τῶν ἐκεῖσε τολμώμενα.
γενό-
μενον, τὸν καὶ κατὰ Ῥωμαίων ἄραντα πόλεμον ἐξ ἠπείρου τε καὶ θαλάς-
σης, ὡς φθάσαντες ἱστορήκειμεν. τὸν δὲ υἱὸν Ἀλέξιον τῆς βασιλείας
καὶ μὴ οὕτως αὐτίκα δράσασα εἰς ὀργὴν ἐκμαίνει τὸν ἄνδρα. ἀμέλει καὶ
πλεῖστα καθ' ἑαυτὸν ὑποβαρβαρίσας καὶ θυμομαχήσας ἐφ' ἱκανὸν μεθ'
ὑπεροψίας ἔφησεν ὕστερον “μὴ φάγῃς μηδὲ πίῃς” Ἑλληνίδι φωνῇ.
Τότε δὲ καὶ Σκυθῶν ἔφοδος γεγένητο μεγίστη τε καὶ φρικαλεωτέρα
τῶν πρότερον· εἰς γὰρ τέσσαρα διαιρεθέντες στρατόπεδα πᾶσαν τὴν
1320
ἥκιστα μὲν ὁποία πρότερον ἦν, πλὴν ἀλλ' οὐχὶ ἐς ὅσον καὶ ἀγνοεῖσθαι
ὡς ἐκείνη εἴη ἡ πάλαι. ἀλλ' οὗτος μὲν ὁ τῆς πόλεως ἀνοικισμὸς καὶ ἡ
τῶν διδασκαλείων ἐπάνοδος χρόνῳ ὕστερον ἤμελλεν ἔσεσθαι. 5 τότε
δὲ καὶ ἐν τῇ μεγάλῃ Ἀλεξανδρείᾳ, τῇ πρὸς τῷ Νείλῳ ἱδρυμένῃ ποταμῷ,
καὶ ταῦτα οὐκ εἰωθὸς σείεσθαι τὸ χωρίον, συναίσθησίς τις τοῦ κλόνου
ἐλαχίστη μὲν καὶ ἀφαυροτάτη καὶ οὐ πάμπαν ἀρίδηλος, γέγονε δὲ
ὅμως. 6 ἅπαντες δὴ οὖν οἱ ἐπιχώριοι καὶ μάλιστα οἱ σφόδρα γεγηρα-
κότες ἐν θαύματι μεγάλῳ τὸ ξυνενεχθὲν ἐποιοῦντο, ὡς οὔπω πρότερον
γεγενημένον, ἔμενέ τε οἴκοι ὅστις οὐδείς, ἀλλ' ἀνὰ τὰς λεωφόρους τὰ
πλήθη ξυνέρρει, τῷ ἀπροσδοκήτῳ δή που καὶ παραδόξῳ πέρα τοῦ
φροντίζει· μεριμνᾷ
Φρόντις· ὄνομα τοῦ κυβερνήτου Μενελάου·
Φρόντιν Ὀνητορίδην
φροντισταί· φιλόσοφοι
φροντιστήριον· διατριβή. καὶ τὸ οἴκημα Σωκράτους. καὶ τὸ σχο-
λ(ε)ῖον. καὶ μοναστήριον
φρονῶ· σωφρονῶ
φροῦδα· ἀφανῆ, ἄφαντα. [φρυγανώδη]
φροῦδος· πρόοδος, ἐξ οὗ τὸ οὐκ ἔρχεσθαι δηλοῦται. οἱ δὲ ἐληλυθώς,
ἔκδημος, ἀφανής
φροῦδον· ἄρδην, παντελῶς ἀφανές, οὐ κεχωρηκός, ἔρημον
φροῦδον· τὰ αὐτὰ ........
διδάσκαλον.
φύσεως τὰ γιγνόμενα.
Ἐκεῖθεν ἀναστὰς ἀσκητῶν τινων γειτονευόντων κατέ-
λαβε καταγώγιον. Δύο δὲ αὐτοῖς συνδιαγαγὼν ἔτη καὶ τῆς
τελειοτέρας ἀρετῆς ἐρασθεὶς Τελεδὰν ἐκείνην τὴν κώμην
κατέλαβεν, ἧς καὶ πρόσθεν ἐμνήσθημεν, παρ' ἣν οἱ μεγάλοι
καὶ θεῖοι ἄνδρες Ἀμμιανὸς καὶ Εὐσέβιος τὴν ἀσκητικὴν
παλαίστραν ἐπήξαντο· ἀλλ' οὐκ εἰς ταύτην ὁ θεσπέσιος
Συμεώνης ἀφίκετο, ἀλλ' εἰς τὴν ἑτέραν τὴν ἐκ ταύτης
βλαστήσασαν. Εὐσεβωνᾶς γὰρ καὶ Ἀβιβίων τῆς Εὐσεβίου
τοῦ μεγάλου διδασκαλίας ἱκανῶς ἀπολαύσαντες τόδε τὸ
τῆς φιλοσοφίας ᾠκοδομήσαντο φροντιστήριον. Ὁμογνώμονες
1344
καὶ πένησιν ἄλλοις, πλὴν ἢ ὅσον εἰς τὴν πολυτελῆ τοῦ θείου
φροντιστηρίου κατασκευὴν ἐκείνου κεκένωκεν, ὃ περιβόητον
μᾶλλον εἰς ἀρετὴν κατεστήσατο ἢ πρὸς κατασκευήν. δαψι-
λέσι μὲν γὰρ καὶ πολυτελέσι δαπάναις ᾠκοδομήσατο, πλείους
δὲ τῶν ἑκατὸν μοναζούσας κατ' ἐκλογὴν ἐνασκεῖσθαι συνήθροισε
τούτῳ σεμνῶς. ἀλλ' αὐταῖς καὶ αὐτὴ συνδιηκονεῖτό τε καὶ
ἀμφεπονεῖτο, χορηγοῦσα μὲν ἀφθόνῳ γνώμῃ τὰ κατὰ χρείαν
διηνεκῶς ὡς κυρία, συναιρομένη δ' ἐξ ἐφημερείας καὶ αὐτὴ
τὸν πάσαις ἐκείναις ἀνάλογον τρόπον ὥσπερ ὁμόδουλος, ἄχρι
τῶν ὀπτανείων καὶ εἴ τι τῶν χυδαιοτέρων ἐτύγχανεν ὂν καὶ
συλλήβδην εἰπεῖν, ἀρχέτυπον ἀρετῆς ἁπάσης ἁπάσαις
μενος πρὸς τὰς τοῦ Ὀλύμπου ἀκρωρείας αἰτήσεως χάριν τοῦ δο-
θῆναι αὐτῷ υἱὸν διάδοχον τῆς βασιλείας αὐτοῦ, καὶ ὁ τηνικαῦτα
ἡγούμενος τῆς μονῆς Πέτρος προέφησεν αὐτῷ υἱὸν γεννῆσαι διά-
δοχον τῆς βασιλείας αὐτοῦ· καὶ αὐτὸς μέλλει ἐξελθεῖν εἰς τὸν
Ὄλυμπον εἰς τὰ τέλη τοῦ βίου αὐτοῦ. τὴν δὲ γραφὴν ὁ πορφυ-
ρογέννητος ἰδίαν εἶναι Λέοντος τοῦ πατρὸς αὐτοῦ
ὑπὸ τοῦ παιδός, ὅτι δίκαιον τοὺς πατέρας ὑπὸ τῶν υἱῶν ἀντιτύπτεσθαι,
ὑπερ-
αλγῶν διὰ τὴν πρὸς τὸν υἱὸν σύγκρισιν ὁ γέρων κατασκάπτει καὶ
ἐμπίπρησι
τὸ φροντιστήριον τῶν Σωκρατικῶν.
τὸ δὲ δρᾶμα τῶν πάνυ δυνατῶς πεποιημένων.
ριον”, ἐνδέχεται αὐτὰς εἶναι τὰς ψυχὰς σοφάς· ἐὰν δὲ “ψυχῶν, σοφῶν”,
ἀνδρῶν λέγει. Barb
σκώπτει διὰ τούτων τὸν περὶ ψυχῆς λόγον Σωκράτους καὶ ἀσαφὲς ἐπί-
τηδες εἴρηκεν, ἐπεὶ καὶ Σωκράτης ὁριζόμενος περὶ ψυχῆς ἀσαφῶς ἔδοξε
λέ-
γειν καί, ὥς τινες νομίζουσιν, ἀπ' ἐναντίας αὑτῷ, τὴν ἰδίαν ἀσθένειαν
κατη-
γορίαν Σωκράτους ποιούμενοι. ἃ δὲ περὶ ψυχῆς ὡρίσατο, ταῦτα· “ψυχὴ
πᾶσα
ἀθάνατος. τὸ γὰρ ἀεικίνητον ἀθάνατον, τὸ δ' ἄλλο κινοῦν ἢ ὑπ' ἄλλου
κινούμενον
παῦλαν ἔχει κινήσεως καὶ ζωῆς”. EBarb
φροντιστήριον οἱονεὶ βουλευτήριον. BarbMatr ἢ σύνοδός τις
καὶ θᾶκος RVBarbMatr σοφῶν. ⟦θᾶκος δὲ καλεῖται ἀττικῶς ὁ τόπος
ἔνθα πολλοὶ συνέρχονται σκεψόμενοι.⟧ φροντισταὶ δὲ ἐκαλοῦντο οἱ περὶ
τὸν
αὐτὰς λέγει σοφάς, ἢ τοὺς ἄνδρας σοφούς, ταῖς δὲ ψυχαῖς ἐκείνων ἔνεστι
τὸ φροντιστήριον. ἐὰν μὲν γὰρ “ψυχῶν σοφῶν τοῦτ' ἐστὶ φροντιστή-
ριον”, ἐνδέχεται αὐτὰς εἶναι τὰς ψυχὰς σοφάς· ἐὰν δὲ “ψυχῶν, σοφῶν”,
ἀνδρῶν λέγει. Barb
σκώπτει διὰ τούτων τὸν περὶ ψυχῆς λόγον Σωκράτους καὶ ἀσαφὲς ἐπί-
τηδες εἴρηκεν, ἐπεὶ καὶ Σωκράτης ὁριζόμενος περὶ ψυχῆς ἀσαφῶς ἔδοξε
λέ-
γειν καί, ὥς τινες νομίζουσιν, ἀπ' ἐναντίας αὑτῷ, τὴν ἰδίαν ἀσθένειαν
κατη-
γορίαν Σωκράτους ποιούμενοι. ἃ δὲ περὶ ψυχῆς ὡρίσατο, ταῦτα· “ψυχὴ
πᾶσα
ἀθάνατος. τὸ γὰρ ἀεικίνητον ἀθάνατον, τὸ δ' ἄλλο κινοῦν ἢ ὑπ' ἄλλου
κινούμενον
παῦλαν ἔχει κινήσεως καὶ ζωῆς”. EBarb
φροντιστήριον οἱονεὶ βουλευτήριον. BarbMatr ἢ σύνοδός τις
καὶ θᾶκος RVBarbMatr σοφῶν. ⟦θᾶκος δὲ καλεῖται ἀττικῶς ὁ τόπος
ἔνθα πολλοὶ συνέρχονται σκεψόμενοι.⟧ φροντισταὶ δὲ ἐκαλοῦντο οἱ περὶ
τὸν
Σωκράτη διὰ τὸ φροντίζειν περὶ ἀδήλων καὶ διὰ τοῦτο μηδέποτε
παύεσθαι φροντίδος.
1359
ἀλλ' οὐδ' ἐγὼ μέντοι ἀθυμήσω, διότι οὐ πέπεικα τὸν υἱόν, MBarb
οὐδὲ τέλεον ἀφέξομαι τῆς γνώμης. M
ἀλλ' οὐδ' ἐγὼ μέντοι παραδώσω ἐμαυτὸν ταῖς λύπαις. V
διδάξομαι M: νῦν μὲν παθητικῶς ἀποδεκτέον τὸ “διδάξομαι”.
βούλεται γὰρ λέγειν “διδαχθήσομαι”. ἔστι δὲ τῶν μέσων· παθητικὸν γὰρ
ἔχει τὸν σχηματισμόν, ἐνέργειαν δὲ δηλοῖ. εἴποι γὰρ ἂν “διδάξομαι τὸν
υἱὸν
φιλοσοφεῖν” κυριώτερον ἢ “διδάξω”. “διδάξω” μὲν γὰρ ὁ διδάσκαλος
ἐρεῖ, “διδάξομαι” δὲ ὁ πατὴρ καὶ πᾶς παραδιδοὺς ἕτερον μανθάνειν. VM
δυνατὸν οὖν καὶ νῦν μὲν εἶναι τὸ αὐτό, ἵν' ᾖ νοούμενον “διδάξομαι, ἐπεὶ
οὐ
τὸν υἱόν, ἐμαυτόν”, τοῦ δὲ μέτρου οὐκ ἐπιτρέποντος εἰπεῖν “ἐμαυτόν”
“διδά-
ξομαι” ἔφη “αὐτὸς βαδίζων εἰς τὸ φροντιστήριον”. V
κἀπιλήσμων] μὴ ἔχων μνήμην. E
οὐκ ἐπὶ τῆς τοῦ σώματος
κινήσεως παρείληφε τὸ “βραδύς”,
ἀλλ' ἐπὶ τῆς διανοίας. Barb
νῦν οὐκ ἐπὶ τῆς σωματικῆς κινή-
σεως εἴληφε τὸ “βραδύς”, ἀλλὰ
τὸ μὴ ἀγχίνουν καὶ νωθὲς τῆς δι-
ανοίας δηλοῦν ἐθέλει. V
βραδὺς] ἀργός. E
λόγων ἀκριβῶν σκινδαλμοὺς EN: λόγων ENBarb ἰσχνῶν EN
Chalc, εἶμι δὲ πρὸς αὐτὸν τὸν Φειδιππίδην· ἡ μετά ἀντὶ τοῦ πρός
Ba(m3mrg.).
θέλῃ] μανθάνειν ChisReg, ἐλθεῖν Lb.
ἢν ... θέλῃ] εἴπερ δυνηθῶ πεῖσαι Ho (Cang) (pertinet ad praecedentia).
ἔσθ'] τρόπος Cant.2lChalch.
ὅπως] ἀλλ' Cr ὅτι ChisCr.
ἐξελῶ] ἀποδιώξω ChisRegChalc, διώξω LbHo, ἐκδιώξω Vab,
ἐξολοθρεύσω Cr, ἐκβαλῶ Cant.2, ἐξελάσω PaLb.
ἀλλ'] πρὸς τὸν Σωκράτη(ν) Cr (cf. sch.vet. 803).
ἐπανάμεινόν] προσκαρτέρησον ChisRegCrCant.2Chalc, καρτέρησον
Lbh, πρόσμεινον l.
εἰσελθὼν] εἰς τὴν οἰκίαν ChisReg, εἰς τὸ φροντιστήριον ParCrPa,
ἐν τῷ φροντιστηρίῳ Ba(m3) (ad paraphr. m2 v. 803).
τελευταῖος τῶν τριμέτρων ἰάμβων.
τοῦ παρόντος χοροῦ τὰ κῶλα Ϟʹ εἰσί· καὶ ἔστι τὸ μὲν πρῶτον ἰωνικὸν
τετράμετρον ἐκ διτροχαίου, ἰωνικῶν βʹ ἀπὸ μείζονος καὶ ἐπιτρίτου βʹ· τὸ
Φρονῶ· πῶς οὖν οὗτος ὁ σοφὸς οὐκ ηὔδα τόδε. οὐκ οἶδ'· ἐφ'
οἷς γὰρ οὐ φρονῶ, σιγᾶν φιλῶ.
Φροντιζόντων: συνεστώτων. καὶ Φροντιζόντων, ἀντὶ
τοῦ στυγναζόντων. ἢ σύνοδός τις καὶ θάκος σοφῶν. φροντισταὶ δὲ
ἐκαλοῦντο οἱ περὶ τὸν Σωκράτην διὰ τὸ φροντίζειν περὶ ἀλλήλων καὶ
διὰ τὸ μηδέποτε παύεσθαι φροντίδος. Μεριμνοφροντισταὶ δὲ
καλοῦνται οἱ σοφοί, οἱ Σωκρατικοί. καὶ Φρόντισμα, τὸ σόφισμα.
Φροντίζω· γενικῇ.
Φροντίς: ἀγωνία, καὶ μέριμνα, καὶ φόβος. ὅσην ἀπὼν παρέσχες
ἡμῖν φροντίδα;
Φροντιστήριον: διατριβή, ἢ μοναστήριον· ὅπερ Ἀττικοὶ σεμ-
νεῖον καλοῦσι.
Φρόντων, Ἐμισηνός, ῥήτωρ, γεγονὼς ἐπὶ Σευήρου τοῦ βασι-
λέως ἐν Ῥώμῃ. ἐν δὲ Ἀθήναις ἀντεπαίδευσε Φιλοστράτῳ τῷ πρώτῳ
καὶ Ἀψίνῃ τῷ Γαδαρεῖ. ἐτελεύτησε δὲ ἐν Ἀθήναις, περὶ ξʹ ἔτη
γεγονώς· καὶ τῆς ἀδελφῆς Φροντωνίδος παῖδα ὄντα Λογγῖνον τὸν
κριτικὸν κατέλιπεν κληρονόμον. ἔγραψε δὲ συχνοὺς λόγους.
Διδασκαλείον
Λεξικόν Δημητράκου τόμος Δ΄.σελ. 1981- 1982
ἐποιήσαντο πρὸς αὐτὸν δεηθέντες, ὥστε τὴν ἐντὸς τοῦ Λύκου χώραν
ἔχειν,
[καὶ] τοῖς βουλομένοις ἐξ αὐτῆς μετοικεῖν πρὸς Συρακοσίους χρήματα
καὶ
γενεὰς ἀποδιδόντες, καὶ τοῖς τυράννοις ἀπειπάμενοι τὴν συμμαχίαν. Μά-
μερκος δὲ δυσθυμῶν ταῖς ἐλπίσιν, ἔπλει μὲν εἰς Ἰταλίαν, ὡς Λευκανοὺς
ἐπάξων Τιμολέοντι καὶ Συρακοσίοις· ἐπεὶ δ' ἀποστρέψαντες οἱ σὺν αὐτῷ
τὰς τριήρεις καὶ πλεύσαντες εἰς Σικελίαν τῷ Τιμολέοντι τὴν Κατάνην
παρέδωκαν, ἀναγκασθεὶς καὶ αὐτὸς εἰς Μεσσήνην κατέφυγε πρὸς
Ἵππωνα
τὸν τυραννοῦντα τῆς πόλεως. ἐπελθόντος δὲ τοῦ Τιμολέοντος αὐτοῖς καὶ
πολιορκοῦντος ἔκ τε γῆς καὶ θαλάττης, ὁ μὲν Ἵππων ἀποδιδράσκων ἐπὶ
νεὼς ἥλω, καὶ παραλαβόντες αὐτὸν οἱ Μεσσήνιοι, καὶ τοὺς παῖδας ἐκ
τῶν διδασκαλείων ὡς ἐπὶ θέαμα κάλλιστον τὴν τοῦ τυράννου τιμωρίαν
ἀγαγόντες εἰς θέατρον, ᾐκίσαντο καὶ διέφθειραν· ὁ δὲ Μάμερκος ἑαυτὸν
Τιμολέοντι παρέδωκεν ἐπὶ τῷ δίκην ὑποσχεῖν ἐν Συρακοσίοις μὴ κατηγο-
ροῦντος Τιμολέοντος. ἀχθεὶς δ' εἰς τὰς Συρακούσας καὶ παρελθὼν εἰς τὸν
δῆμον, ἐπεχείρει μέν τινα συγκείμενον ἐκ παλαιοῦ λόγον ὑπ' αὐτοῦ διεξ-
ιέναι, θορύβοις δὲ περιπίπτων καὶ τὴν ἐκκλησίαν ὁρῶν ἀπαραίτητον, ἔθει
ῥίψας τὸ ἱμάτιον διὰ μέσου τοῦ θεάτρου, καὶ πρός τι τῶν βάθρων δρόμῳ
φερόμενος, συνέρρηξε τὴν κεφαλὴν ὡς ἀποθανούμενος. οὐ μὴν ἔτυχέ γε
ταύτης τῆς τελευτῆς, ἀλλ' ἔτι ζῶν ἀπαχθεὶς ἥνπερ οἱ λῃσταὶ δίκην ἔδωκε.
Τὰς μὲν οὖν τυραννίδας ὁ Τιμολέων τοῦτον τὸν τρόπον
ἔθους δ' ὄντος Ἰβηρικοῦ τοὺς περὶ τὸν ἄρχοντα τεταγμένους συναπο-
θνῄσκειν αὐτῷ πεσόντι, καὶ τοῦτο τῶν ἐκεῖ βαρβάρων κατάσπεισιν
ὀνομα-
ζόντων, τοῖς μὲν ἄλλοις ἡγεμόσιν ὀλίγοι τῶν ὑπασπιστῶν καὶ τῶν ἑταί-
ρων, Σερτωρίῳ δὲ πολλαὶ μυριάδες ἀνθρώπων κατεσπεικότων ἑαυτοὺς
ἠκολούθουν. λέγεται δὲ πρός τινι πόλει τροπῆς γενομένης καὶ τῶν πολε-
μίων ἐπικειμένων, τοὺς Ἴβηρας ἀμελήσαντας αὑτῶν τὸν Σερτώριον
σῴζειν καὶ τοῖς ὤμοις ἐπαραμένους ἄλλους ὑπὲρ ἄλλων ἀνακουφίσαι
Πλούταρχος Cicero Cha. 2, sec. 2, line 5
ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ
τιμώμενος παρὰ τῷ δήμῳ καὶ τοῖς ἄλλοις καὶ τοῖς καθ' ἡμέραν πεμπο-
μένοις. καὶ ὅτε καταβάντες ἐκ τῆς πόλεως τινὲς δυσωνοῖντό τι τῶν πω-
λουμένων, ἔλεγον οἱ πωλοῦντες ὅτι μᾶλλον ἂν ἔλοιντο Τελεσταγόρᾳ
δοῦναι
ἢ τοσούτων ἀναδόσθαι. νεανίσκοι οὖν τινες ὠνούμενοι μέγαν ἰχθύν,
εἰπόντος
τοῦ ἁλιέως τὰ αὐτὰ, λυπηθέντες τῷ πολλάκις ἀκούειν, ἐκώμασαν πρὸς
Τελεσταγόραν, καὶ αὐτόν τε ὑβρίσαν καὶ δύο θυγατέρας αὐτοῦ
ἐπιγάμους.
ἐφ' οἷς ἀγανακτήσαντες οἱ Νάξιοι μεγάλην στάσιν ἐποίησαν,
προστατοῦντος
αὐτῶν Λυγδάμιδος, ὃς ἀπὸ ταύτης τῆς στρατηγίας τῆς πατρίδος
ἐτυράννησεν.
ἱστορεῖ Ἀριστοτέλης, ὅτι εὔστοχος ἦν ἐν ταῖς ἀποκρίσεσιν ὁ
Στρατόνικος.
διδάσκων οὖν ποτε κιθαριστάς, ἐπεὶ ἐν τῷ διδασκαλείῳ εἶχεν ἐννέα μὲν
εἰκόνας Μουσῶν, Ἀπόλλωνος δὲ μίαν, μαθητὰς δὲ δύο, πυνθανομένου
τινος
πόσους ἔχει μαθητάς, ἔφη σὺν τοῖς θεοῖς δώδεκα. εἰς Μύλασσαν ἐπιδη-
μήσας καὶ ἰδὼν ναοὺς πολλούς, ἀνθρώπους δ' ὀλίγους, στὰς ἐν μέσῃ τῇ
ἀγορᾷ ἔφη· ἀκούετε, νεῴ. ἀπεδήμησεν εἰς Πέλλαν ποτε, ἀκηκοὼς δ' ἔμ-
προσθεν παρὰ πλειόνων σπληνικοὺς εἶναι πολλοὺς ἐν τῇ πόλει.
καταμαθὼν
δὲ πολλοὺς γυμναζομένους κομψῶς τό τε χρῶμα καὶ σῶμα ἠσκηκότας,
διαμαρτάνειν ἔφασκε τοὺς εἰρήκοτας. αὐτὸ ἰδὼν δέ, ἡνίκα ἐξῄει, τινὰ τῆς
κοιλίας τὸν σπλῆνα ἔχοντα διπλασίονα ἔφη· καθημένος ἐνθάδε οὗτος
τὸν
χρόνον ἐκεῖνον ἀναθέντες ἐπιστήμῃ καὶ θεωρίᾳ τῶν περὶ φύσιν· τὰ γὰρ
κατὰ πόλεις προσευκτήρια τί ἕτερόν ἐστιν ἢ διδασκαλεῖα φρονήσεως
καὶ ἀνδρείας καὶ σωφροσύνης καὶ δικαιοσύνης εὐσεβείας τε καὶ
ὁσιότητος καὶ
συμπάσης ἀρετῆς, ᾗ κατανοεῖται καὶ κατορθοῦται τά τε ἀνθρώπεια καὶ
θεῖα; τότε μὲν οὖν εἰς εἱρκτὴν ὁ τηλικοῦτον ἀσέβημα δράσας
ἀπάγεται. Μωυσῆς δὲ ἀπορῶν ὅ τι χρὴ παθεῖν τὸν ἄνθρωπον –
ᾔδει γὰρ ἄξια θανάτου διαπεπραγμένον, ἀλλὰ τίς ἂν γένοιτο τρόπος
ἁρμόζων τῆς τιμωρίας; – ἀφικνεῖται πρὸς τὸ ἀόρατον ἀοράτῳ ψυχῇ
δικα-
στήριον καὶ ἐπυνθάνετο τοῦ καὶ πρὶν ἀκοῦσαι πάντ' ἐπισταμένου
δικαστοῦ,
“ἐγώ εἰμι ὁ θεὸς σός” (Gen. 17, 1)· ὁ δ' αὐτὸς ἦν καὶ κόσμου θεός,
ὡς τοὺς ὑπηκόους τὴν αὐτὴν τεταγμένους τάξιν καὶ ὁμοίως εὐαρε-
στοῦντας τῷ ταξιάρχῳ τῆς ἴσης ἀποδοχῆς καὶ τιμῆς μεταλαμβάνειν.
δεύτερον δέ, ὅτι κοινῇ μὲν ὡς πλήθει τις ἐκκλησιάζων οὐκ ἐξ ἀνάγκης
διαλέγεται ἑνί, ὅτε δὲ προστάττων ἢ ἀπαγορεύων, ἰδίᾳ ὡς ἑνὶ ἑκάστῳ
τῶν ἐμφερομένων εὐθὺς ἂν δόξαι τὰ πρακτέα καὶ κοινῇ πᾶσιν ἀθρόοις
ὑφηγεῖσθαι· εὐπειθέστερος δὲ ὁ τὰς παραινέσεις αὐτοπροσώπως
δεχόμενος,
ὁ δὲ συλλήβδην μεθ' ἑτέρων κεκώφωται τὸν ὄχλον ἀφηνιασμοῦ παρα-
κάλυμμα ποιούμενος. τρίτον, ἵνα μηδείς ποτε βασιλεὺς ἢ τύραννος
ἀφανοῦς ἰδιώτου καταφρονήσῃ γεμισθεὶς ἀλαζονείας καὶ ὑπεροψίας, ἀλλ'
Φίλων Ιουδαίος De specialibus legibus (lib. i-iv) Book 2, sec. 62, line 2
1387
πάλιν πρὸς τὰς αὐτὰς ἐνεργείας· οἱ γὰρ διαπνεύσαντες, οὐκ ἰδιῶται μόνον
Νόμοι
ΠΡΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΝ Α
... καὶ δεσμοῖς δοῦλον καὶ ξένον, ἐὰν δ' ἐπιχώριος ὤν τις
περὶ τὰ τοιαῦτα ἀκοσμῇ, μέχρι μὲν ἑκατὸν δραχμῶν νομί-
σματος αὐτοὺς εἶναι κυρίους διαδικάζοντας, μέχρι δὲ διπλα-
σίου τούτου κοινῇ μετὰ ἀστυνόμων ζημιοῦν δικάζοντας τῷ
ἀδικοῦντι. τὰ αὐτὰ δὲ καὶ ἀστυνόμοις ἔστω ζημιώματά τε
καὶ κολάσεις ἐν τῇ ἑαυτῶν ἀρχῇ, μέχρι μὲν μνᾶς αὐτοὺς
ζημιοῦντας, τὴν διπλασίαν δὲ μετὰ ἀγορανόμων.
1399
διδασκα-
λείου ὑπὸ τῶν βασκάνως ὕστερον συκοφαντούντων προβάλλεται
συναγαγεῖν
καὶ ὡς ἴδια τῆς αἱρέσεως καταχωρίσαι.
Aelian. De natura animal. II 11: Δάμωνα μὲν οὖν καὶ Σπίν-
θαρον καὶ Ἀριστόξενον καὶ Φιλόξενον καὶ ἄλλους ἐπαίειν μουσικῆς
κάλλιστα
καὶ ἐν ὀλίγοις ἐξετάζεσθαι τήνδε τὴν σοφίαν θαυμαστὸν μέν, ἄπιστον δὲ
καὶ
παράλογον οὐδαμῶς. τὸ δὲ αἴτιον, ἄνθρωπος ζῷόν ἐστι λογικὸν κτλ.
Alexander Aphrod. Comment. in Aristot. Topica 105 a 34:
θείη γὰρ ἄν τις ὡς ἔνδοξον τὸ ὑπὸ Ἱπποκράτους λεγόμενον ἐν ἰατρικῇ καὶ
Αίλιος Αριστείδης Πρὸς Πλάτωνα περὶ ῥητορικῆς Jebb pa. 24, line 4
Δίων Κάσσιος Historiae Romanae Book 41, cha. 33, sec. 3, line 4
Δίων Κάσσιος Historiae Romanae Book 52, cha. 26, sec. 1, line 3
Δίων Κάσσιος Historiae Romanae Book 61, cha. 19, sec. 2, line 5
καὶ θύρας τὰς πτύχας ἄχρι δύο, εἶτα πτύχας, καὶ τρίπτυχον καὶ
πολύπτυχον. Ὅμηρος (Ζ 169) δὲ πίνακα πτυκτὸν εἴρηκεν. γραμ-
ματεῖον δὲ παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς καὶ ἐν ᾧ ἀργύριον ἀπέκειτο, ὃ καὶ
’γραμματεῖον Βοιώτιον’ ἐκάλουν· οἱ δὲ νεώτεροι αὐτὸ καὶ ἀργυρο-
θήκην ὠνόμαζον. Ἀπολλοδώρου δὲ τοῦ Γελῴου (III p 279 Ko)
καὶ δρᾶμα ἔστιν ὁ Γραμματειδιοποιός. Ἡρόδοτος (II 28) μέντοι
’γραμματιστὴν τῶν ἐν Σάι ἱερῶν χρημάτων’ εἴρηκεν ἀντὶ γραμματέως.
Ἀριστοφάνης δὲ παίζει ἐν Θεσμοφοριαζούσαις (439) λέγων ἡ γραμ-
ματεύς. ἔστι δ' εἰπεῖν ἐπὶ τοῦ γραμματιστοῦ καὶ τὰ τοῦ Δη-
μοσθένους (XVIII 258) ‘τὰ βάθρα σπογγίζειν καὶ τὸ μέλαν τρίβειν
καὶ τὸ παιδαγωγεῖον κορεῖν.’ τὸ δὲ παιδαγωγεῖον καὶ διδασκαλεῖον
καὶ φωλεὸν ἐκάλουν οἱ παλαιοί.
Ἐπὶ δὲ τοῦ ῥήτορος εἴποις ἂν δεινὸς εἰπεῖν, ὑπέρδεινος
πάνδεινος, σοφὸς εἰπεῖν, πάνσοφος, δεξιός, περιττός, συνεχής,
πυκνός, πρόχειρος, εὔρους, ῥᾴδιος, πολύς, ἄφθονος, ἐπιμελής,
ἀκριβής ἠκριβωμένος, ἐσκεμμένος περιεσκεμμένος, Ἕλλην, Ἀττικός,
πολυγνώμων, πολύνους, πολυλόγος, εὔγλωττος, εὔφωνος, βραχυ-
λόγος, σύντομος, σαφής, σφοδρός, πολιτικός, ἰσχυρός, δυνατός, ἔν-
τονος, βίαιος, ῥαγδαῖος, πιθανός, ἡδύς, ἐπαγωγός, γλυκύς,
ἀφειδής, εὐθυρρήμων, ἐλεγκτικός, παρρησιαστικός, ἀνυπόστολος,
τεχνίτης, ἔντεχνος, βαθὺς τὴν γνώμην, πικρός, εὐνοικός, θυμικός,
σθόδομον. τάχα δὲ τὴν ἀκρόπολιν καὶ βασίλειον ἄν τις εἴποι καὶ τυ-
ραννεῖον. εἰσὶ δ' ἐν αὐτῇ πρυτανεῖον καὶ ἑστία τῆς πόλεως, παρ' ᾗ
ἐσιτοῦντο οἵ τε κατὰ δημοσίαν πρεσβείαν ἥκοντες καὶ οἱ διὰ πρᾶξίν
τινα σιτήσεως ἀξιωθέντες, καὶ εἴ τις ἐκ τιμῆς ἀείσιτος ἦν. ἱερὰ δὲ
καὶ νεῲ καὶ ἄλση καὶ τεμένη καὶ ἕρκη ἐν τοῖς ἱεροῖς προείρηται (I 1).
τὰ μέντοι ἐνηλύσια, οὕτως ὠνομάζετο εἰς ἃ κατασκήψειε βέλος ἐξ
οὐρανοῦ· ὃ καὶ ἐνσκῆψαι καὶ ἐγκατασκῆψαι καὶ κατελθεῖν
ἔλεγον, καὶ τὸν Δία τὸν ἐπ' αὐτῷ καταιβάτην. περιειρχθέντα δὲ τὰ
ἐνηλύσια ἄψαυστα ἀνεῖτο.
πόλεως δ' αὖ μέρη καὶ στοαὶ καὶ δρόμοι καὶ στρατήγια καὶ ἀρχεῖα
1427
πάνσοφον, τὰν οὐδὲν ἀλγύνουσαν ἀηδόνα Μουσᾶν». καὶ τάδε μὲν ὧδε·
Φιλό-
χορος δέ φησι προτελευτῆσαι τὸν Εὐριπίδην τοῦ Σωκράτους.
PLUTARCH. An seni 3 p. 785 B: Πῶλον δὲ τὸν τραγωιδὸν
Ἐρατοσθένης (241 F 33) καὶ Φιλόχορος ἱστοροῦσιν ἑβδομήκοντ' ἔτη
γεγενη-
μένον ὀκτὼ τραγωιδίας ἐν τέτταρσιν ἡμέραις διαγωνίσασθαι, μικρὸν
ἔμπροσθεν
τῆς τελευτῆς.
VIT. ARISTOT. MARC. p. 428, 6 Rose: ἐπέζησε δὲ (scil. Ἀρις-
τοτέλης) Πλάτωνι ἔτη κγ, πῆ μὲν παιδεύων ... Ἀλέξανδρον, πῆ δὲ συμπε-
ριιὼν αὐτῶι πολλὴν γῆν, πῆ δὲ συγγράφων, πῆ δὲ διδασκαλείου
προεστώς. οὐκ
ἄρα ἀντωικοδόμησεν Ἀριστοτέλης Πλάτωνι τὸ Λύκειον, ὡς Ἀριστόξενος
(IV)
πρῶτος ἐσυκοφάντησε ..., εἰ μέχρι τελευτῆς συνῆν Πλάτωνι. καὶ ὅτι
Πλάτων
μὲν ἐτέχθη ἐπὶ Διοτίμου ἄρχοντος Ἀθήνησι καὶ βιοὺς ἔτη πβ μετ-
1433
ἁρπάσας. συνέβαλον οὖν ἐκεῖνοι λέγειν ταῦτα τὰ ζῷα τὸν χρησμόν, καὶ
ἡρμόσαντο τὰς Θεσάνδρου τοῦ Κλεωνύμου θυγατέρας δοκίμου ἀνδρός.
εἰ
δὲ οἱ θεοὶ ἴσασι τὸ ἡμερώτατον ζῷον καὶ τὸ ἀγριώτατον, οὐδὲ ἡμῖν ἐκ-
μελὲς τὰς φύσεις αὐτῶν εἰδέναι.
Γέλωνος τοῦ Συρακουσίου παιδὸς ὄντος λύκος μέγιστος εἰσπη-
δήσας εἰς τὸ διδασκαλεῖον ἐξήρπασε τῶν χειρῶν τοῖς ὀδοῦσι τὴν δέλτον,
ἁρπάσας. συνέβαλον οὖν ἐκεῖνοι λέγειν ταῦτα τὰ ζῷα τὸν χρησμόν, καὶ
ἡρμόσαντο τὰς Θεσάνδρου τοῦ Κλεωνύμου θυγατέρας δοκίμου ἀνδρός.
εἰ
δὲ οἱ θεοὶ ἴσασι τὸ ἡμερώτατον ζῷον καὶ τὸ ἀγριώτατον, οὐδὲ ἡμῖν ἐκ-
μελὲς τὰς φύσεις αὐτῶν εἰδέναι.
Γέλωνος τοῦ Συρακουσίου παιδὸς ὄντος λύκος μέγιστος εἰσπη-
δήσας εἰς τὸ διδασκαλεῖον ἐξήρπασε τῶν χειρῶν τοῖς ὀδοῦσι τὴν δέλτον,
εἰ, αὐτὸ τοῦτο μόνον, Χριστιανός ἐστιν. καὶ τὸν Πτολε-
μαῖον, φιλαλήθη ἀλλ' οὐκ ἀπατηλὸν οὐδὲ ψευδολόγον τὴν γνώ-
μην ὄντα ὁμολογήσαντα ἑαυτὸν εἶναι Χριστιανόν, ἐν δεσμοῖς
γενέσθαι ὁ ἑκατόνταρχος πεποίηκεν, καὶ ἐπὶ πολὺν χρόνον ἐν
τῷ δεσμωτηρίῳ ἐκολάσατο.
τελευταῖον δέ, ὅτε ἐπὶ Οὔρβι-
κον ἤχθη ὁ ἄνθρωπος, ὁμοίως αὐτὸ τοῦτο μόνον ἐξητάσθη, εἰ
εἴη Χριστιανός.
καὶ πάλιν, τὰ καλὰ ἑαυτῷ συνεπιστάμενος
διὰ τὴν ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ διδαχήν, τὸ διδασκαλεῖον τῆς θείας
ἀρετῆς ὡμολόγησεν.
1438
p. 987a9 Μέχρι μὲν οὖν τῶν Ἰταλικῶν καὶ χωρὶς ἐκείνων μετριώ-
τερον εἰρήκασιν.
ἀπό. ἐπὶ μὲν τῆς προθέσεως “οὐ γὰρ ἀπὸ δρυός ἐστι παλαιφάτου
οὐδ' ἀπὸ πέτρης,” ἀντὶ δὲ τοῦ ἄπωθεν “πολλὸν γὰρ ἀπὸ πλυνοί
εἰσι πόληος.”
ἄποινα τὰ ἀντί τινος ἐκτίσματα οἷον ἄπωνα, ἂν ἔχων ἀπω-
νεῖταί τις.
ἀπούρας κυρίως μὲν ἀφορίσας, “ἄλλοι γάρ οἱ ἀπουρίσσουσιν
ἀρούρας,” καταχρηστικῶς δὲ ἐπὶ τοῦ ψιλῶς ἀφελέσθαι, “ἑλὼν γὰρ
ἔχει γέρας αὐτὸς ἀπούρας” οἷον ἀφελόμενος ἠτίμασεν.
ἀποφθίμην ἀπολοίμην.
ἀποφώλια ἀπαίδευτα· τὰ γὰρ διδασκαλεῖα φωλεοὺς λέγουσιν
οἷον πωλεούς, ἀπὸ τοῦ συνήθως εἰς αὐτὰ φοιτᾶν. λέγεται δὲ καὶ
ὁ σκοτεινὸς τόπος, ἀπὸ τοῦ ἀπολωλέναι τὸ φῶς· “ἢ δὴ ἀλι-
τρός γ' ἐσσὶ καὶ οὐκ ἀποφώλια εἰδώς.”
ἀποστήσωνται ἀποκομίσωνται σταθμῷ· “δείδω μὴ τὸ χθιζὸν
ἀποστήσωνται Ἀχαιοὶ χρεῖος.”
Εὐγνησίῳ.
Eudoxus Astron., Ars astronomica [Sp.] (P. Par. 1) Column col24, line 4
κυνῶν γὰρ τοιαύ|τη φύσις, πρὶν καὶ εἰδέναι εἴτε τινὶ χρηστῷ | ἑτέρῳ
κυνὶ εἴτε καὶ πονηρῷ ἐνέτυχεν, | πρὸς τὴν πρώτην ἔντευξιν τοῦ
ἀήθους | ἀγριαίνειν. διόπερ τῷ Ὁμήρῳ οἱ Ἕλληνες | πεποίηνται
τῶν ξένων τοὺς ἐντυγχάνον|τας πρότερον ἐφ' ἑστίασιν παρακα-
λοῦν|τες, μετὰ δὲ τὸ δεῖπνον τίνες τε καὶ πό|θεν εἶεν ἐξετάζοντες,
ὡς μὴ αἱ πύστεις | ἔσθ' ὅπῃ ἐναντίαι οὖσαι ἐμπόδιον γένοιν|το
τῆς ὑποδοχῆς τῇ φιλανθρωπίᾳ.
Ἡ δὲ | τῶν οἰκείων φίλων τε καὶ ξυγγενῶν | ἐπιπόθησις
τοῦ τῆς πατρίδος ἔρωτος ἐξηρ|τημένη δεύτερον ἐπ' ἐκείνῳ ἀγώνις|μα
προτέθειται, γενέσεώς τε καὶ τῆς ἐκ | παίδων κοινῆς ἀνατροφῆς
ἀναγκαιότητας ἀναμιμνῄς|κουσα, διδασκαλείων τε ξυμφοιτήσεις
καὶ | γυμνασίων ὁμοήθεις διατριβάς, ἡλικιωτῶν | τε καὶ ξυνεφήβων
τερπνὰς ὁμιλίας, ὥς|περ φίλτρα ταῦτα καὶ δελέατα τῇ ψυχῇ | προς-
βάλλουσα. πρὸς ἣν ἐγὼ ἐλάττονος | ἡγοῦμαι δεήσεσθαι πόνου τε
καὶ ἱδρῶτος. | 2. τὸ μὲν γὰρ τῆς πατρίδος ἐξ ἀκινήτων τε | καὶ
ἀψύχων ξυγκείμενον τὸ ἐμὸν τῆς αὐ|τόθι διατριβῆς ὑπὸ ἀνάγκης
ἐνδεὲς ἀναπληροῦν ‖ οὐχ οἷόν τε ἦν· ἐν γὰρ τῇ ἐμῇ ἐπιδημίᾳ
τε καὶ ἀπο|δημίᾳ τὸ ἅπαν ἀπέκειτο· τὴν δὲ δὴ πατρίδα | μὲν εἶναι
ἔνθα ἵδρυται ὑπὸ φύσεως πᾶσ' ἦν ἀνάγ|κη ἐμέ τε ἐνταῦθα τὸ
1444
λήν σου ὅπερ μᾶς ἔστειλες, οὐχὶ τόσα δῶρα ὁποὺ ἦλθαν μὲ τὸν
υἱόν σου, ἀμὴ μὲ τὰ γλυκά σου λόγια καὶ μὲ τὴν πιδεξιοσύνη σου.
Καὶ κεφάλι ὁποὺ προσκυνᾶ σπαθὶ οὐδὲν ἠμπορεῖ νὰ τὸν κόψη·
ἀμὴ ὁ υἱός σου ἔναι μετὰ μένα καὶ ἐσὺ κάθου εἰς τὸ βασίλειόν
σου καὶ βασίλευε καὶ ἐμένα φουσάτο δός μου εἰς βοήθειαν δώδεκα
χιλιάδες».
Ὁ Ἀλέξανδρος ἐσηκώθη ἀπὸ τὸ βασίλειον τῆς Σαλονίκης
καὶ ὑπῆγεν εἰς τὴν Ἀθήνα. Καὶ ἡ Ἀθήνα ἦτο κάστρον μέγα
πολλά, μὲ πᾶσα πρᾶγμα ἦτον ἐγκοσμισμένο, τέτοιον οὐδὲν εὑρί-
σκετον. Εἶχεν καὶ δώδεκα ῥήτορες ἀπέσω ὁποὺ τὸ ἐκρατοῦσαν.
Εἰς ὅλους τοὺς Ἕλληνας ἦτον διδασκαλεῖον καὶ ἡ φρόνεσις τῶν
Ἑλλήνων ἦτον ὅλο μὲ τὸ δίκαιον. Καὶ ἤκουσαν ὅτι ἔρχεται ὁ
Ἀλέξανδρος καταπάνω τους, ὅρισαν καὶ ἐποίησαν σύναξιν καὶ
ἐποίησαν βουλὴν ὅτι τὸν Ἀλέξανδρον νὰ μηδὲν τὸν δεκτοῦμεν
εἰς τὸ κάστρο μας. Ὁ Σοφονίας ὁ φιλόσοφος εἶπεν· «Οὐδὲν πρέ-
πει ἐμᾶς νὰ πολεμήσωμεν τὸν Ἀλέξανδρον. Ὁ Ἀλέξανδρος ἀρχὴ
ἐσκότωσεν τοὺς Κομάνους καὶ Ἀλαμάνους καὶ τὸν βασιλέα τῆς
Πελαγονίας. Καὶ ὁ ἕτερος ὁ βασιλέας τῆς Θεσσαλονίκης ἐπρο-
σκύνησέν τον καὶ αὐτὸς μὲ δῶρα πολλὰ καὶ ἐποίησέν του ζακόνια
καλὰ καὶ ἄφηκέν τον εἰς τὸ βασίλειόν του».
γνώμην δύο που καὶ τριῶν ὄντων, πῶς περὶ τῶν αὐτῶν οὐ τὰ
αὐτὰ λέγουσιν, ἀλλὰ τοῖς πράγμασι καὶ τοῖς ὀνόμασιν ἐναντία
ἀποφαίνονται· Ὁ μὲν γὰρ πρῶτος, ἀπὸ τῆς λεγομένης γνω-
στικῆς αἱρέσεως τὰς ἀρχὰς εἰς ἴδιον χαρακτῆρα διδασκαλείου
μεθαρμόσας Οὐαλεντῖνος, οὕτως ἐξηροφόρησεν, ὁρισάμενος
εἶναι δυάδα ἀνονόμαστον, ἧς τὸ μέν τι καλεῖσθαι Ἄῤῥητον,
τὸ δὲ Σιγήν. Ἔπειτα ἐκ ταύτης τῆς δυάδος δευτέραν δυάδα
προβεβλῆσθαι, ἧς τὸ μέν τι Πατέρα ὀνομάζει, τὸ δὲ Ἀλήθειαν.
Ἐκ δὲ τῆς τετράδος ταύτης καρποφορεῖσθαι Λόγον καὶ Ζωὴν,
Ἄνθρωπον καὶ Ἐκκλησίαν· εἶναί τε ταύτην ὀγδοάδα πρώτην.
Καὶ ἀπὸ μὲν τοῦ Λόγου καὶ τῆς Ζωῆς δέκα δυνάμεις λέγει
προβεβλῆσθαι, καθὼς προειρήκαμεν· ἀπὸ δὲ τοῦ Ἀνθρώπου
καὶ τῆς Ἐκκλησίας δώδεκα, ὧν μίαν ἀποστᾶσαν καὶ ὑστερήσα-
σαν, τὴν λοιπὴν πραγματείαν πεποιῆσθαι.
Irenaeus Theol., Adversus haereses (libri 1-2) Book 1, cha. 25, sec. 1,
line 2
Ἀναξιμάνδρου,
ἔνιοι δὲ καὶ Παρμενίδου φασὶν ἀκοῦσαι αὐτόν.
IAMBLICHUS V. Pyth. 166 καὶ περὶ τῶν φυσικῶν ὅσοι
τινὰ μνείαν πεποίηνται, πρῶτον Ἐμπεδοκλέα καὶ Παρμενίδην τὸν
Ἐλεάτην προ-
φερόμενοι τυγχάνουσιν.
PROCLUS in Parm. I p. 619, 4 (Cous. Par. 1864) ταύτης δ' οὖν
ὅπερ εἴπομεν τῆς ἑορτῆς οὔσης ἀφίκοντο Παρμενίδης καὶ Ζήνων
Ἀθήναζε, διδάσκαλος
μὲν ὁ Π. ὢν μαθητὴς δ' ὁ Ζήνων, Ἐλεᾶται δ' ἄμφω καὶ οὐ τοῦτο μόνον,
ἀλλὰ καὶ
τοῦ Πυθαγορικοῦ διδασκαλείου μεταλαβόντε, καθάπερ που καὶ
Νικόμαχος ἱστό-
ρησεν. PHOT. Bibl. c. 249 p. 439a 36 Ζήνωνα καὶ Παρμενίδην
τοὺς Ἐλεάτας· καὶ οὗτοι δὲ τῆς Πυθαγορείου ἦσαν διατριβῆς.
PLATO Theaet. 183 E Π. δέ μοι φαίνεται τὸ τοῦ Ὁμήρου αἰδοῖός
τέ μοι εἶναι ἅμα δεινός τε· συμπροσέμειξα γὰρ δὴ τῶι ἀνδρὶ πάνυ νέος
πάνυ πρεσβύ-
τηι καί μοι ἐφάνη βάθος τι ἔχειν παντάπασι γενναῖον. Sophist. 217 c δι'
ἐρω-
τήσεων, οἷόν ποτε καὶ Παρμενίδηι χρωμένωι καὶ διεξιόντι λόγους
παγκάλους
Phrynichus Attic., Praeparatio sophistica (epitome) Pa. 94, line 14
Ἰνάχειον ἄστυ
ὀπισθόπους δίκη
αὔρα, θεῶν ὄχημα τιμιώτατον
πάντας σοφὸς νοῦς ἐξ ἀμηχάνων ἄγει
καὶ πάντα κηλεῖ, κἂν ἀπώμοτός τις ᾖ.
ὅρκων ἐρῶσιν οὐδὲν εὐχερέστερον.
εἰς τὴν Χίον ἀπίκετο εἰς τὴν πόλιν· καὶ διδασκαλεῖον κατα-
σκευασάμενος ἐδίδασκε παῖδας τὰ ἔπεα. καὶ κάρτα δεξιὸς
ἐδόκεεν εἶναι τοῖς Χίοις, καὶ πολλοὶ θωυμασταὶ αὐτοῦ καθει-
στήκεσαν. συλλεξάμενος δὲ βίον ἱκανὸν γυναῖκα ἔγημεν ἐξ
ἧς αὐτῷ θυγατέρες δύο ἐγένοντο· καὶ ἡ μὲν αὐτῶν ἄγαμος
ἐτελεύτησε, τὴν δὲ συνῴκισεν ἀνδρὶ Χίῳ.
κϛʹ. Ἐπιχειρήσας δὲ τῇ ποιήσει ἀπέδωκε χάριν ἣν εἶχε,
πρῶτον μὲν Μέντορι τῷ Ἰθακησίῳ ἐν τῇ Ὀδυσσείᾳ, ὅτι μιν
κάμνοντα τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐν Ἰθάκῃ ἐνοσήλευεν ἐκτενέως,
τοὔνομα αὐτοῦ ἐναρμόσας ἐς τὴν ποίησιν Ὀδυσσέως τε
ἑταῖρον φὰς εἶναι, ποιήσας Ὀδυσσέα ὡς ἐς Τροίην
Θεμίστιος Περὶ τοῦ μὴ δεῖν τοῖς τόποις ἀλλὰ τοῖς ἀνδράσι προσέχειν
Harduin pa. 332, sec. b, line 5
θάλασσα.
Οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Σωκράτους γενεᾶς εἰκότως ἄρα καὶ ἐν
δίκῃ ἀπεφθίκασί τε καὶ ἀπερρυήκασιν ἐν τῷ παρόντι. οὐ
γὰρ οἶδα ὅθεν φρίττουσί τε καὶ εὐλαβοῦνται τὰς ἀγοράς, ἐν
αἷς φησιν ὁ ποιητὴς ἀριπρεπέας τελέθειν τοὺς ἄνδρας, καὶ
οὐκ ἀνέχονται παρακύπτειν ἔξω τοῦ σκίμποδος καὶ τῆς
γωνίας· οὕτως ἐκλελησμένοι εἰσὶ τῶν προγόνων, ὅτι
ἐκεῖνοι ἐπὶ τῶν ἐργαστηρίων πρὸς τοὺς πολλοὺς δι-
ελέγοντο καὶ ἐν ταῖς στοαῖς καὶ ἐν τοῖς βαλανείοις καὶ ἐν
τοῖς θεάτροις. καὶ διὰ τοῦτο οὐ μόνους τοὺς εἰς τὸ διδα-
σκαλεῖον φοιτῶντας προσήγοντο καὶ ἐχειροῦντο, ἀλλὰ καὶ
τὸν σκυτοτόμον ἐξανίστων ἀπὸ τῶν σκυτῶν καὶ τὸν ὀβο-
λοστάτην ἀπὸ τῆς τραπέζης καὶ τὸν ἑταιροῦντα ἀπὸ τοῦ
οἰκήματος. ἐφοίτων δὲ ὑπὸ φιλανθρωπίας καὶ Ὀλυμπίαζε
καὶ Ἰσθμοῖ καὶ εἰς Αἴγιναν καὶ εἰς Ἐλευσῖνα καὶ ἐτέλουν
δὲ καὶ αὐτοὶ μετὰ τῶν θεῶν *** τοῖς πολλοῖς ἀνθρώ-
ποις. ἐξ οὗ δὲ ὥσπερ οἱ φῶρες καὶ λωποδύται φεύγουσι
τὰ μέσα *** τοῦ ὀργάνου οὐκ ἀπεικότως καὶ ἀπιστοῦν-
ται, εἰ μὴ καὶ τὴν γλῶτταν ἀπολλύουσιν ὑπὸ τῆς σοφίας.
Ἐγὼ δὲ ἐπιχειρῶ μέν, ὦ ἄνδρες, καὶ προθυμοῦμαι εἰς
τὴν τάξιν ἐπανάγειν αὐτοὺς τὴν ἀρχαίαν.
Θεοφίλῳ ἀρχιεπισκόπῳ.
φιλο-
σοφίαν, δῆλα παντὶ λεγόμενα. οὔτε γὰρ οἱ περὶ Θαλῆν καὶ Ἀναξιμένην
καὶ Ἀναξαγόραν καὶ ὅσοι κατὰ ταὐτὸ γεγόνασι τούτοις, ἀγνοοῦνται περὶ
μόνην
τὴν ὑπὲρ τῆς φύσεως τῶν ὄντων σκέψιν διατρίψαντες· οὐ μὴν οὐδὲ
Πιττα-
κὸς καὶ Περίανδρος καὶ Σόλων καὶ Λυκοῦργος καὶ οἱ παραπλήσιοι
τούτοις
λανθάνουσί τινας τὴν αὑτῶν φιλοσοφίαν εἰς πολιτείαν καταθέντες·
Ζήνων
δὲ καὶ πᾶν τὸ Ἐλεατικὸν τοῦτο διδασκαλεῖον καὶ αὐτὸ γνώριμον ἐπὶ τῇ
τέχνῃ
τῶν λόγων μάλιστα σπουδάσαν. τούτοις δὲ ἐπιγενόμενος Πλάτων, ἀνὴρ
ἐκ φύσεως ἀρτιτελὴς καὶ πολὺ διενεγκών, οἷα κατάπεμπτος ὡς ἀληθῶς ἐκ
θεῶν, ἵν' ὁλόκληρος ὀφθῇ ἡ δι' αὐτοῦ φιλοσοφία, παρῆκέ τε οὐδὲν καὶ
ἕκαστα
ἠκρίβωσε, μήτε ἐλλείπων πρὸς τὸ ἀναγκαῖον μήτε πρὸς τὸ ἄχρηστον
ἐξενεχ-
θείς. ἐπεὶ τοίνυν πάντων ἔφαμεν μετεῖναι τῷ Πλατωνικῷ καὶ φυσιολο-
γοῦντι καὶ περὶ ἠθῶν λέγοντι καὶ διαλεγομένῳ, φέρε καθ' ἕκαστον
ἐπισκεψώ-μεθα.”
πυρί τε καὶ γῇ, καὶ τοῖς τοῦ παντὸς ἀψύχοις στοιχείοις τὴν σεβάσμιον
τιμὴν περιτιθέντες, τὸν ὕψιστον θεὸν τὸν οὐρανοῦ καὶ γῆς δημιουρ-
γόν, αὐτὸν δὴ τὸν τῶν προφητῶν κύριον, τὸν θεὸν Ἀβραὰμ καὶ τῶν
τούτου προπατόρων, μετὰ τὴν τοῦ σωτῆρος ἡμῶν παρουσίαν ἀνα-
καλοῦνται;
καὶ οἱ μικρῷ πρόσθεν μητρογαμίαις καὶ θυγατρομιξίαις,
ἀλληλοφθορίαις τε καὶ παντοίαις μιαιφονίαις ἐγκαλινδούμενοι, οἱ μηδέν
τι ἀνημέρων θηρίων τὸν τρόπον διαφέροντες, νυνὶ διὰ τῆς τοῦ σω-
τῆρος ἡμῶν ἐνθέου δυνάμεως μεταβληθέντες καὶ ὥσπερ ἐξ ἑτέρων
ἕτεροι γεγονότες, λόγους ἀρετῆς καὶ σωφροσύνης παιδεύματα συνιόντες
εἰς τὰ κοινὰ διδασκαλεῖα μανθάνουσιν; ὡς τὴν ἀνωτάτω φιλοσοφίαν,
τὴν μηδ' ἐμβλέπειν ἀκολάστοις ὀφθαλμοῖς μηδὲ μέχρι λόγων ἀδια-
φορεῖν μηδὲ τὰ κοινὰ καὶ τοῖς πᾶσι συνήθη διαπράττεσθαι παραι-
νοῦσαν, ἄνδρας οὐ μόνον ἀλλὰ καὶ γυναῖκας, πένητάς τε καὶ πλου-
σίους, λογίους τε καὶ ἰδιώτας, μέχρι καὶ παίδων καὶ ἀνδραπόδων, ἐν
ταῖς κατὰ πόλιν καὶ κατ' ἀγροὺς διατριβαῖς παιδεύεσθαι, μανθάνειν
τε ἀληθῆ τρόπον, καθ' ὃν τὸν ἐπὶ πάντων προσήκει θεὸν σέβειν καὶ
θεραπεύειν ἐν παντὶ τόπῳ κατὰ τὴν φήσασαν προφητείαν· «καὶ
προσκυνήσουσιν αὐτῷ ἕκαστος ἐκ τοῦ τόπου αὐτοῦ».
Προσκυνεῖ δῆτα οὖν πᾶς τῷ ἐπὶ πάντων θεῷ βάρβαρος καὶ
οὐκ ἐν τῷ ὑπὲρ τὸν κτιστὴν καὶ δημιουργὸν Μητέρα τούτου καὶ αὐτῶν
Ἐνθύμησιν Αἰῶνος πεπλανημένου παρεπινοεῖν καὶ εἰς τοσοῦτον ἥκειν
βλασφημίας· οὐδὲ ἐν τῷ τὸ ὑπὲρ ταύτην πάλιν Πλήρωμα τότε μὲν
τριάκοντα, νῦν δὲ ἀνήριθμον φῦλον Αἰώνων ἐπιψεύδεσθαι, καθὼς
λέγουσιν
οὗτοι οἱ ἀληθῶς ἔρημοι θείας συνέσεως διδάσκαλοι, τῆς οὔσης
ἐκκλησίας
πάσης μίαν καὶ τὴν αὐτὴν πίστιν ἐχούσης εἰς πάντα τὸν κόσμον, καθὼς
προέφαμεν.
32. 8Ἴδωμεν νῦν καὶ τὴν τούτων ἄστατον γνώμην, δύο που καὶ τριῶν
ὄντων πῶς περὶ τῶν αὐτῶν οὐ τὰ αὐτὰ λέγουσιν, ἀλλὰ τοῖς πράγμασιν
καὶ τοῖς ὀνόμασιν ἐναντία ἀποφαίνονται. ὁ μὲν γὰρ πρῶτος ἀπὸ τῆς
λεγομένης Γνωστικῆς αἱρέσεως τὰς ἀρχὰς εἰς ἴδιον χαρακτῆρα
διδασκαλείου
μεθαρμόσας Οὐαλεντῖνος οὕτως ἐξεφόρησεν, ὁρισάμενος εἶναι δυάδα
τινὰ
ἀνονόμαστον, ἧς τὸ μέν τι καλεῖσθαι Ἄρρητον, τὸ δὲ Σιγήν· ἔπειτα ἐκ
ταύτης τῆς δυάδος δευτέραν δυάδα προβεβλῆσθαι, ἧς τὸ μέν τι Πατέρα
ὀνομάζει, τὸ δὲ Ἀλήθειαν· ἐκ δὲ τῆς τετράδος ταύτης καρποφορεῖσθαι
Λόγον καὶ Ζωήν, Ἄνθρωπον καὶ Ἐκκλησίαν· εἶναί τε ταύτην Ὀγδοάδα
πρώτην. καὶ ἀπὸ μὲν τοῦ Λόγου καὶ τῆς Ζωῆς δέκα δυνάμεις λέγει προ-
βεβλῆσθαι, καθὼς προειρήκαμεν· ἀπὸ δὲ τοῦ Ἀνθρώπου καὶ τῆς Ἐκκλη-
σίας δώδεκα, ὧν μίαν ἀποστᾶσαν καὶ ὑστερήσασαν τὴν λοιπὴν
πραγματείαν
κατὰ τὴν ἐξ
ἀρχῆς ἱστορίαν μισοπόνηρον ζῆλον ἀναλαβόντες ἐξάρητε τοὺς τὰ
τοιαῦτα πονηρὰ ἐργα-
σαμένους κατὰ τῆς ἐκκλησίας. εἰ γὰρ καὶ πέρυσιν οἱ κατὰ Ῥώμην
ἀδελφοὶ μήπω τού-
των γενομένων, ἀλλ' ἕνεκα τῶν πρώτων σύνοδον ἔγραψαν γενέσθαι, ἵνα
κἀκεῖνα ἐκδικηθῇ,
ἥνπερ εὐλαβούμενοι οἱ περὶ Εὐσέβιον προύλαβον διαταράξαι τὴν
ἐκκλησίαν καὶ ἠθέλησαν
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ηʹ.
Ωριγένης θεολόγος. Frag.in Psalmos 1-150 [Dub.] Psalm 93, verse 3,4,
line 10
περὶ τὸ δόγμα σπουδήν. ἀνδρῶν μὲν οὖν πέρι, οἳ τότε ἐν εὐσεβείᾳ καὶ
ἐκκλησιαστικῷ θεσμῷ ἐφιλοσόφουν, τάδε ἔγνων ὡς συνέγραψα. ὑπερ-
φυῶς δὲ πολλοὶ καὶ μάλα ἐλλόγιμοι κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἐν ταῖς
ἐκκλησίαις
διέπρεπον. ἐπισημότατοι δὲ ἐν τούτοις ἐγένοντο Εὐσέβιος ὁ τὴν Ἐμέσης
ἱερωσύνην ἐπιτροπεύσας καὶ Τίτος ὁ Βόστρης καὶ Σαραπίων ὁ Θμούεως,
Βασίλειός τε ὁ Ἀγκύρας καὶ Εὐδόξιος ὁ Γερμανικείας καὶ Ἀκάκιος ὁ
Καισα-
ρείας καὶ Κύριλλος, ὃς τὸν Ἱεροσολύμων θρόνον ἐπετρόπευσε. σύμβολα
δὲ
τῆς αὐτῶν παιδείας συνεγράψαντο καὶ καταλελοίπασι πολλά τε καὶ
λόγου
ἄξια.
Ὑπὸ δὲ τοῦτον τὸν χρόνον καὶ Δίδυμος ὁ ἐκκλησιαστικὸς συγγραφεὺς
διέπρεπε, προϊστάμενος ἐν Ἀλεξανδρείᾳ τοῦ διδασκαλείου τῶν ἱερῶν
μαθη-
μάτων. ἐν τούτῳ δὲ καὶ παντοδαπὴ σοφία ᾤκει, ποιηταί τε καὶ ῥήτορες,
ἀστρονομία τε καὶ γεωμετρία καὶ ἀριθμοὶ καὶ δόξαι φιλοσόφων. πάντων
δὲ νῷ μόνῳ καὶ ἀκοῇ τὴν εἴδησιν ἐκτήσατο. νέος γὰρ ἔτι τυφλὸς ἐγένετο
Eunapius Hist., Soph., Vitae sophistarum Book 10, cha. 1, sec. 4, line 7
Eunapius Hist., Soph., Vitae sophistarum Book 20, cha. 1, sec. 5, line 1
Asterius Scr. Eccl., Homiliae 1-14 Homily 14, cha. 8, sec. 4, line 2
διδασκαλίας σιγώμενα. καὶ γὰρ καὶ ὁ πατὴρ ἡμῶν, ἰδὼν τὸν ἀγαθὸν καὶ
τελεσθεὶς παρ' αὐτῷ, τὰ τῆς σιγῆς ἄρρητα ἐφύλαξε καὶ ὤμοσε, καθὼς
γέγραπται· «ὤμοσε κύριος καὶ οὐ μεταμεληθήσεται». ταῦτα τοίνυν
οὕτω κατασφραγισάμενος πλείοσι μύθοις ψυχαγωγεῖ διὰ πλειόνων
βιβλίων καὶ οὕτως ἐπὶ τὸν ἀγαθὸν ἄγει, τελειῶν τοὺς μύστας τὰ
ἄλαλα μυστήρια. ἵνα δ' εὐθὺ καὶ μὴ διὰ πλειόνων ὁδεύσωμεν, ἐκ
μιᾶς αὐτοῦ βίβλου τὰ ἄρρητα ἐπιδείξομεν, οὔσης, καθὼς αὐτὸς νομί-
ζει, ἐνδόξου. αὕτη δὲ ἐπιγράφεται Βαρούχ· ἐν ᾗ μίαν τῶν πολλῶν
μυθολογίαν ἐκτιθεμένην ὑπ' αὐτοῦ δηλώσομεν προοῦσαν παρὰ
Ἡροδότῳ· ἣν ὡς ξένην τοῖς ἀκροαταῖς παραπλάσας διηγεῖται, ἐξ αὐτῆς
πᾶσαν σύστασιν τοῦ κατ' αὐτὸν διδασκαλείου ποιούμενος.
Ἡρόδοτος μὲν οὖν τὸν Ἡρακλέα φησὶν ἀπὸ τῆς Ἐρυθείας τοῦ
Γηρυόνου τὰς βοῦς ἄγοντα εἰς τὴν Σκυθίαν ἐλθεῖν, κεκμηκότα δὲ ἀπὸ
τῆς πορείας εἰς ἔρημόν τι χωρίον κατακλιθέντα κοιμηθῆναι ὀλίγον·
ὑπνώσαντος δὲ αὐτοῦ ἀφανῆ γενέσθαι τὸν ἵππον, ἐφ' οὗ καθεζόμενος
διώδευσε τὴν μακρὰν ὁδόν. περιεγερθεὶς δὲ ζήτησιν ἐποιεῖτο ἐπὶ τῆς
ἐρημίας πολλήν, εὑρεῖν πειρώμενος τὸν ἵππον· καὶ τοῦ μὲν ἵππου δια-
μαρτάνει, κόρην δέ τινα μιξοπάρθενον εὑρὼν ἐπὶ τῆς ἐρημίας ἐπηρώ-
τα, εἰ εἴη που τεθεαμένη τὸν ἵππον. ἡ δὲ κόρη φησὶν εἰδέναι μέν, μὴ
δείξειν δὲ πρότερον αὐτῷ, εἰ μὴ πρὸς μίξιν φιλίας συνέλθῃ αὐτῇ ὁ
Ἡρακλῆς. ἦν δέ, φησὶν ὁ Ἡρόδοτος, τὰ μὲν ἄνω αὐτῆς μέχρι βουβῶν